Σωτήρης Παστάκας, σώμαΜΕσώμα (ΣΩΜΑ,ΒΙΒΛΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ)

Page 1

θράκα θράκα

ΣΩΤΗΡΗΣ ΠΑΣΤΑΚΑΣ/σώμαΜΕσώμα/ ΣΩΤΗΡΗΣ ΠΑΣΤΑΚΑΣ/ ΣΩΜΑ, ΒΙΒΛΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ/



σώμαΜΕσώμα (69+69 ποιήματα γραμμένα σε SMS)


ISBN: 978-618-80881-7-7 Σειρά: Ποιητικές Πυροβασίες -6© ΕΚΔΟΣΕΙΣ θράκα & Σωτήρης Παστάκας, 2014 1η έκδοση: εκδόσεις Ακτίς, 2012, Λεμεσός, Κύπρος ηλεκτρονική επανέκδοση: εκδόσεις Θράκα, 14 Φεβρουάριου 2014 ΕΚΔΟΣΕΙΣ θράκα Βαρβάκη 4, 41221, Λάρισα www.thraca.gr thracamagazine@gmail.com


ΣΩΤΗΡΗΣ ΠΑΣΤΑΚΑΣ/σώμαΜΕσώμα/ θράκα ΣΩΤΗΡΗΣ ΠΑΣΤΑΚΑΣ/ ΣΩΜΑ, ΒΙΒΛΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ/ θράκα



Νήσος Χίος «Αλίμονο στον γρήγορο διασκελισμό και σε όλους όσους μένουν απλώς ένα βήμα πιο πίσω»



σώμαΜΕσώμα

Αγάπη έρημο ακρογιάλι. Πορφυρό σούρουπο. Πράσινη θάλασσα. Κύματα. Άμμος. Μαύρο αναδύθηκε το κεφάλι σου, άσπρο χαμόγελο κρατώντας στα δόντια.

9


σώμαΜΕσώμα

Μετρώ τα δάκτυλα του δεξιού μου χεριού και τα βρίσκω πέντε. Μετρώ τα δάκτυλα των δύο μου χεριών και τα βρίσκω δέκα. Μετρώ όλα τα δάκτυλα και τα βρίσκω είκοσι. Τα δόντια τριάντα δύο. Τις αισθήσεις μου πέντε. Ακέραιο, δεν μπορώ να πω, με άφησε το πάθος σου κι η αγάπη μου για σένα. Δεν μετρώ τα ποτά, δεν μετρώ τα τσιγάρα.

10


βιβλίο τέταρτο

Κορμάκι κρουασάν, ανάμεσα σε μια γουλιά καφέ και μια τζούρα τσιγάρου. Όλο και πιο νωρίς ορίζαμε συναντήσεις μας, από το απόγευμα και το μεσημέρι στις εννιά λοιπόν, το πρωί. Όλοι μπορούμε να ’μαστε Θεοί για ένα βράδυ.

11


σώμαΜΕσώμα

Τελικώς, είναι αληθινός ο πόνος που νοιώθω, για τον ψεύτικο τον ερωτά σου.

12


βιβλίο τέταρτο

«Αντίπαλο έχεις μόνον τον εαυτό σου», έλεγες, «τι σημασία έχουν οι αντεραστές, με τον εαυτό σου πρέπει να μετρηθείς, τον εαυτό σου κοίτα να νικήσεις». Δεν καταλάβαινα. Δεν ήθελα να καταλάβω. Αναλφάβητος των αισθημάτων ήμουν κι ακόμη θεωρούμαι: τον εαυτό μου να υπερβώ, να τον νικήσω; Κι εγώ τι θ’ απογίνω;

13


σώμαΜΕσώμα

Δεν μιλώ για την αγάπη. Τι έχω να πω εγώ για την αγάπη; Δεν ξέρω τίποτα, όπως ο καθένας από εσάς που με διαβάζει! Αμαθή κι αδιάβαστο με πήρε μαζί της η Λύπη και διάβηκα την Πύλη. Πως την ήξερα, καυχιόμουνα κι εγώ προτού να την γνωρίσω! Α, οι μεγάλες λέξεις, τα ηχηρά επιφωνήματα, πως σκύβουν τρυφερά και ραίνουν τον απραγματοποίητο όρκο!

14


βιβλίο τέταρτο

Να κατευθύνω τα βέλη μου σε σένα, όπως κατευθύνει τα κύματα ο αγέρας. Μελτεμάκι του Καλοκαιριού, που σ’ εκνευρίζει, και σε στενοχωρεί, γιατί σου στερεί το μεροκάματο, κορίτσι του παραλιακού ουζερί,

ταμία της καρδιάς μου.

15


σώμαΜΕσώμα

Η απόγνωση δεν είναι ακόμη πόνος. Είναι θυμός, αντεκδίκηση, ζώσα λάβα και ζωντανή χειρολαβή, που σου προσφέρω να πιαστείς, να σε τραβήξω πάλι κοντά μου.

Πυγολαμπίδα της αυγής μεταλαβιά μου, μαύρε κονδυλοφόρε μου μην με παρεξηγήσεις: σε θέλω ακόμη ζωντανή, γι’ αυτό σε λούζει ο θυμός μου.

16


βιβλίο τέταρτο

Έχασα πολλά κιλά μέσα σε λίγες μέρες. Δεν ξέρω πόσα ακριβώς, τον αριθμό τους δεν μπορώ με ακρίβεια να τον προσδιορίσω. Απ’ την ενδυμασία μου μόνον το υποπτεύομαι, απ’ την κοινή διαπίστωση των φίλων: «είσαι άρρωστος, τι σου συμβαίνει;» Μακάρι η πάθησίς μου να ’χε ένα απ’ τα κοινά ονόματα: διαβήτης, μελάνωμα, παράνοια. Πώς είναι Αγάπη δεν το λεν, μια αρρώστια σαν κι αυτή κανείς δεν την προφέρει.

17


σώμαΜΕσώμα

Το πιο αστείο: να είναι Ψεύτικος ο πόνος μου. Αληθινός ο έρωτάς σου.

18


βιβλίο τέταρτο

…κι αν για την πραγματική οδύνη αρκεί ένας ανύπαρκτος έρωτας;

19


σώμαΜΕσώμα

Κάποιες σκέψεις αναπαράγονται από μόνες τους, κάποιες ημέρες ξεχωρίζουν κι από μία διαφορετική επινόηση του ταλέντου σου, μια προβοκάτσια: στο φως της ημέρας να φαντάζεσαι σκοτάδια, στις φωτεινές επιγραφές των δρόμων, διάβαζα την αμετάκλητη καταδίκη μου, έβλεπα στα κρυφά να σφουγγίζεις ένα δάκρυ. Κάτι μέσα σου με είχε καταδικάσει για πάντα.

20


βιβλίο τέταρτο

Μόνο καλό μου έκανες. Κι από τότε που έφυγες μ’ έκανες καλύτερο. Η Αλαζονεία, η Ματαιοδοξία παρέδωσαν τη θέση τους στην Αλληλεγγύη, την Κατανόηση την άφεση των ζώντων όλων. Η αγάπη με είχε κάνει Ψωροπερήφανο η άρνησή σου με έκανε Ψυχίατρο.

21


σώμαΜΕσώμα

Ζηλεύω την πολυάριθμη παρέα σου, τα σφριγηλά σας ημικύκλια. Ζηλεύω, αυτόν που κάθεται αντίκρυ στα γυμνά βυζάκια σου, κι εσύ τον κοιτάζεις γυμνό. Ζηλεύω, τις κιθάρες, τα τραγούδια σας, τη φωτιά που φωτίζει τα μεταμεσονύκτια μπάνια σας. Να δεις πως όπου να ’ναι θα ζηλεύω και τις κουβέντες σας!

22


βιβλίο τέταρτο

Θέλω να ξέρεις, πως αν τότε δεν σε αγάπησα ειλικρινά, τώρα πονώ αληθινά.

23


σώμαΜΕσώμα

Ο πόνος αρχίζει όταν ξεχνάμε την πληγή. Έξοδος του βλήματος δεν υπάρχει. Η είσοδός του έχει ιαθεί και κλείσει. Ο πόνος είναι κατάκλειστος. Δεν μπορείς να τον εντοπίσεις σε όργανα, σε ιστούς και κύτταρα. Τίποτα δεν τον μαρτυρεί. Διάχυτος κι ασύλληπτος, σαν τη χαρά φαντάζει. Ο πόνος, αγάπη μου, γίνεται όταν είναι μεγάλος, χαρά που συναρπάζει. Μόνον όποιος αγάπησε πολύ, μπορεί να αγαπήσει πάλι.

24


βιβλίο τέταρτο

Γράφω, σ’ εκείνο το μεταίχμιο του πόθου, της απόγνωσης, όταν μετέωρα όλα στέκονται αμφίβολα κι εν εξελίξει. Γνωρίζω τη γραφή σαν αναπλήρωση, το πλήρωμα των λέξεων ναυτολογώ Λέξεις- ναυτόπαιδες μονάχα προσλαμβάνω που θα προφέρουν ξενικά τα ελληνικά μου, όταν η γλώσσα μας η μια θα έχει γίνει του κόσμου εσπεράντο.

25


σώμαΜΕσώμα

Δεν με νοιάζει ποιανού λύνεις τα κορδόνια, τίνος το στήθος θωπεύεις, παίζοντας με το πουκάμισο και τα κουμπιά του. Δεν με νοιάζει σε ποίον κατεβάζεις το φερμουάρ και λύνεις το ζωνάρι. Σε ποίον περιποιείσαι τα νύχια των ποδιών του, πες μου.

26


βιβλίο τέταρτο

Δεν παριστάνω το θύμα παρ’ όλα τα φιλολογικά οφέλη, που προξενεί μία παρόμοια στάση. Θα υιοθετήσω την κοινή παραδοχή, το λάθος που μοιράζεται ισομερώς, αφού παύσαμε πλέον να συμμεριζόμαστε τον χρόνο: τη μόνη δυνατή ευτυχία των θνητών. Τι κρίμα ακόμη να θυμάμαι!

27


σώμαΜΕσώμα

Να ’μαι λοιπόν, στο απόγειο του Καλοκαιριού, να προσπαθώ να σε ξεχάσω, έπειτα από αιματηρές σκηνές, σπασμένα ποτήρια, ορθάνοικτες φλέβες, στην Κω να με δροσίζουν τα κύματα από το βόρειο Αιγαίο, να λούζω τα μαλλιά μου με τις στάχτες της πυρκαγιάς που ξέσπασε στη Χίο προχθές, στ’ αρχίδια μου αρχές του Ιανουαρίου.

28


βιβλίο τέταρτο

Τα λόγια σου έχω ανάγκη μωράκι, τα λεκτικά σου ευρήματα, τον αυθορμητισμό σου. Μην με παραπέμπεις στο ακροβατικό μας σεξ, τις στιγμές της ολοκληρωτικής εγκατάλειψης. Ξέρω πόσο καλή είσαι σε αυτά και ξέρω επίσης, πως είχα αναλάβει τον δεύτερο ρόλο.

29


σώμαΜΕσώμα

Όσο λιγοστεύει η ποίηση, άλλο τόσο πληθαίνουν οι ποιητές της. Όσο πιο δύσκολη γίνεται η αγάπη τόσο περισσότερο εύκολα αναδεικνύονται οι αγαπητικοί, οι κατ’ επάγγελμα εραστές κι ερωτευμένοι.

30


βιβλίο τέταρτο

Το γεμάτο φεγγάρι του Αυγούστου, τα Μπιτς-πάρτι, οι ολονυκτίες, τα ξεφαντώματα. Αυτή η πανσέληνος είναι κοινή για όλους. Τι δυστυχία, τα κοινά να μοιραζόμαστε από διαφορετικούς χώρους λέω, το πρώτο φεγγάρι πέρασε από το χωρισμό μας κι επαναπαύομαι καθημερινά στη θλίψη, την οριστική απουσία, την εξ’ αποστάσεως στύση.

31


σώμαΜΕσώμα

Άρπαξες την τσάντα σου κι έφυγες, μόλις μας έφεραν την παραγγελία. Μένω. Τον χαμένο σου έρωτα να μην τον θεωρώ ακόμη χαμένο, καθώς ιδρώνει ο φραπές και παραμένει ορφανό το πράσινο καλαμάκι.

32


βιβλίο τέταρτο

Η αϋπνία τρέχει πίσω μου τρέχω κι εγώ να της ξεφύγω όσο τρέχω άλλο τόσο θυμάμαι κι όσο θυμάμαι τόσο δεν κοιμάμαι.

33


σώμαΜΕσώμα

Πώς αρχίζουν τα πράγματα; Πως ξεδιπλώνονται και πόσο ψεύτικα είναι; Όταν κόβεις τις φλέβες σου και θέλεις να αιματοκυλήσεις τον κόσμο, τι κρίμα με το αίμα να πιτσιλίζεις μόνον τα πλακάκια του λουτρού σου!

34


βιβλίο τέταρτο

Από τότε που έφυγες, ξέρω πως εγκατέλειψα τη μοναξιά μου. Σε κουβαλάω πάντοτε μαζί, βλέπω τα πράγματα με τα δικά σου μάτια. Περίεργη φυλακή! Απλόχωρο μου άφησες τον χώρο, μου δέσμευσες το χρόνο!

35


σώμαΜΕσώμα

Δεν θέλησες ομού να καταλήξουμε: Ελεύθερο μου άφησες τον στίχο…

36


βιβλίο τέταρτο

Όσο βρίσκεσαι μακριά μου, φοβάμαι την κακοσμία του στόματος, τους πενθοφορούντες όνυχες, τις αποφορές του σώματος, που πας μειλίχια να διορθώσεις. Φοβάμαι, πως πολύ σύντομα θα κατακτήσεις το υψηλό επίπεδο ερωτικής τέχνης, που ενίοτε επιτυγχάνουν μόνον οι γυναίκες που δεν αγάπησαν ποτέ.

37


σώμαΜΕσώμα

Γιατί η Αγάπη από κύριο όνομα, καταλήγει αφηρημένο ουσιαστικό;

38


βιβλίο τέταρτο

Τρεις μήνες πάθους. Έξι ερωτικής καταξίωσης στο σύνολο, κι άλλοι δύο που δεν μιλιόμαστε... Πόσος καιρός μας απομένει, ώστε να μην αρχίσουμε την ιστορία μας, ακόμα;

39


σώμαΜΕσώμα

Θέλω να περπατήσουμε μαζί σε μέρος κεντρικό, υπό το φως του ήλιου, να είναι αργία στης Νέας Σμύρνης την πλατεία. Έρωτας είναι να συγχρονίζεις το βήμα σου με το βήμα του άλλου. Αλίμονο, στο γρήγορο διασκελισμό και σε όλους όσους μένουν απλώς, ένα βήμα πιο πίσω!

40


βιβλίο τέταρτο

Έχετε τη ζωή μπροστά σας, Νεαρά μου, όχι εγώ. Το πάντα, το ποτέ, το τίποτα κι όλες τις απαγορευμένες λέξεις, στη διάθεσή σας. Αναγνωρίζω πως τις χρησιμοποιήσατε σωστά. Όσο μεγαλώνει κανείς, άλλο τόσο περιορίζεται το λεξιλόγιό του.

41


σώμαΜΕσώμα

«Όποιος γράφει περισσότερα από εκατό ποιήματα σε μία γυναίκα, δεν είναι άνδρας», δίκιο έχει. Ερμαφρόδιτοι οι ερωτευμένοι. Όποιος αγαπάει, ξεπερνάει τα όρια του φύλου, χάνεται σε μια πελώρια αγκαλιά, κι ούτε που ξεχωρίζεις ποιος κερνά και ποιος πίνει, σαν κάποιους πότες που μπρος στα μάτια μας γίνονται ξαφνικά ένα με το ποτήρι.

42


βιβλίο τέταρτο

Τραυματιοφορέας του έρωτα τα νεκρά του πτώματα μετράω. Φοβάμαι την ακανόνιστη μάχη την άτακτη συμπλοκή τη θέα του αίματος. Οπισθοχωρώ και κρύβομαι, πίσω από τη σκηνή της συζυγικής αγάπης, δεν βγαίνω, δεν τολμώ την αληθινή πραγμάτωση στην πραγματική μάχη, να λάβω μέρος.

43


σώμαΜΕσώμα

Χαίρομαι που δεν μου τηλεφώνησες, ακόμη. Έγινες πια από απλό μηδενικό, τα εκατό ποιήματα. Μα μη βιαστείς, όπως σου είπα, στην αγάπη να δεις το όνομά σου: Άννα, Ασπασία, Αγλαΐα. Το όνομά σου δεν το αμφισβητώ, το ξέρεις. Αυτό που δεν ξέρεις, αυτό που δεν ξέρουμε όλοι μας είναι ήταν και θα είναι.

44


βιβλίο τέταρτο

Από τότε που έφυγες με ασπάζονται μόνον τα εικονίσματα.

45


σώμαΜΕσώμα

Η νήσος Χίος ως παρωνυχίδα εισφρύει κι επανέρχεται. Με απομακρύνει ο κνησμός, αρχαίος χρησμός και παροξύνομαι. Πρέπει ν’ απομακρύνθηκα πολύ. Να φανταστείς, πως εδώ που βρίσκομαι, τη θάλασσα τη λένε Ιόνιο.

46


βιβλίο τέταρτο

Το φθινόπωρο ως ψυχισμός: η θλίψη που έρχεται έξωθεν και μας συνθλίβει. Φοβόμουν, την μελαγχολική του προέλαση, την παρέλαση των ανολοκλήρωτων αισθημάτων, την καθεστηκυία τάξη των παθών. Φοβόμουν, την επιβαλλόμενη θλίψη, το αργόσυρτο παραμιλητό, τον αποχρωματισμό των λέξεων, τον αποσυντονισμό των βημάτων, φοβόμουν, πως αποτελούν τα εμφανή τεκμήρια συγκεκριμένης νόσου.

47


σώμαΜΕσώμα

Απόστρατος των αισθημάτων θεωρούμαι και περιφέρομαι. Καθημαγμένος των λέξεων προδότης των όρκων ληστής της προοπτικής ανεφάρμοστος του μέλλοντος, ο ανέσπερος του έρωτα εγκληματίας πολέμου.

48


βιβλίο τέταρτο

Το καλλιμάρμαρο ως φόντο. Μεσημβρινό φάντασμα το ουζερί υπό σκιάν του τρόμου. Σάββατο ως επίθετο κυρίου ονόματος σου παραδοθήκαμε κάποιο μεσημέρι. Το κορίτσι μου κι εγώ ως ανώνυμοι περιφέραμε δια των επωνύμων Οδών το περιώνυμον Κάλλος.

49


σώμαΜΕσώμα

Μην διστάζεις: το Καλοκαίρι πέρασε, η μέρα σμίκρυνε το φως της, τα φύλλα πεπερασμένου κόκκινου, ο τρύγος εξετελέσθη. Μην διστάζεις: η συνωνυμία σου με το Καλοκαίρι παραχωρεί το νόημα στη ζεστή εστία του εαυτού μου. Είμαι εδώ, πυρωμένος φωτιά, αναλώσιμος. Μεγαλύτερος του Χειμώνος, σε περιμένω με ανοικτές αγκάλες. Μην το αναβάλεις.

50


βιβλίο τέταρτο

Μην διστάζεις: προχωρημένος Σεπτέμβριος, χειμερινό ωράριο, σύντομα έρχεται το βράδυ, γρήγορα σκοτεινιάζει. Μην διστάζεις: σου πήγαινε πολύ το καλοκαίρι, συμφωνώ, τα αίθρια αισθήματα, τα ολοφάνερα πάθη. Παθητικός και παρανοϊκός μέσα στον φθινοπωρινό καιρό, ο έρωτάς μου ίσως να σου ταιριάζει.

51


σώμαΜΕσώμα

Η ισημερία. Το Φθινοπωρινό αγκάλιασμα: η νύχτα που έρχεται ίσα-ίσα στο ύψος της ημέρας! Το φως, που κατανέμεται ισομερώς μες’ στην ανυπαρξία. Η αγάπη, που διαβαθμίζεται ανισομερώς σε σένα και σε μένα.

52


βιβλίο τέταρτο

Η προτελευταία μου ανακάλυψη: ο κόσμος είναι όμορφος. Μαζί σου, αυτό δεν είναι τίποτα. Μαζί σου λέω, αν ήσουν δίπλα μου: ο κόσμος πάλι όμορφος θα ήταν.

53


σώμαΜΕσώμα

Κάθε βράδυ του παίζει διαφορετικές μουσικές: τα διπλά ακουστικά του i pod περασμένα στ ’ αυτιά του. Τα άλλα στα δικά της, κι έτσι τους βρίσκει ο ύπνος και τους παίρνει αγκαλιά. Το πρωί τους ξυπνάνε οι ώρες απ’ το απέναντι ρολόι του Καθεδρικού. Μέσα στην παγωνιά, ακούγονται ξεκάθαρα μια-μια: τις μετράνε. Όπως στο μυαλό που κατοικεί επιτέλους κατορθωμένο σώμα, αντηχεί σε απόλυτη διαύγεια το κρύσταλλο του γέλιου της.

54


βιβλίο τέταρτο

Του κρατούσε το χέρι στο Πούλμαν. Ολόκληρη την παλάμη του δεξιού του χεριού, και με τα δυο της χέρια. Έτρεχαν στο παράθυρο τα λιβάδια της βόρειας Αυστρίας, βαθύ νεόκοπο χιόνι στα νότια της Βαυαρίας: κι έπειτα, του έσφιγγε μόνο τον αντίχειρα, καθώς νύχτωνε πια, και μες στη σιωπή ξεπρόβαλε το μισοφέγγαρο, αναίσχυντη άρπα.

55


σώμαΜΕσώμα

Ο τόπος των ήχων είναι ο χτύπος της καρδιάς, της καρδιάς της μητέρας. Έπειτα ξενιτεύτηκε. Βρήκε πατρίδα στις καρδιές των άλλων ή έτσι ήθελε να πιστεύει, αγνοώντας πως παρέμεινε δέσμιος του γενέθλιου τόπου.

56


βιβλίο τέταρτο

Ακούνε τους χτύπους του δημόσιου ρολογιού και μετράνε τις ώρες. Τα κορμιά τους περιστρέφονται σαν τους δείχτες: στις οκτώ, στις εννιά κάτω απ’ το πάπλωμα κι ακόμα στις δέκα, στις έντεκα με χέρια και πόδια μπλεγμένα στα σεντόνια κι όταν σφιχταγκαλιαστούνε, τα κορμάκια τους δείχνουν δώδεκα ακριβώς το μεσημέρι.

57


σώμαΜΕσώμα

Ντραμς. Όταν κάπνισε μαζί της το εξωτικό τσιγάρο που του πρόσφερε, άκουγε τις μπαγκέτες του γαρύφαλλου να σπάνε στα τύμπανα. Της έκλεψε ένα απ’ το πακέτο της. Ν’ ακούει τις σκούπες, τους απαλούς ήχους μέσω της κρούσης αλλά και μέσω της τριβής, σαν το κροτάλισμα φιδιού. Το πλατάγιασμα της γλώσσας της στα χείλια κάθε φορά που φιλούσε τον άλλον.

58


βιβλίο τέταρτο

Τρεις εβδομάδες χώρισε τρία κομμένα τριαντάφυλλα που μαραίνονται από τη γλάστρα πάνω στο γραφείο του. Την τέταρτη έκοψε το νέο μπουμπούκι και της το πήγε. Εκείνη το έβαλε, μόνο του, στο κρυστάλλινο βάζο της.

59


σώμαΜΕσώμα

Όπως δοκιμάζουν τα βιολιά πριν τη συναυλία οι μουσικοί. Όπως ανάβουν τα φώτα πριν από το γύρισμα οι τεχνικοί. Όπως ανάβουν ένα-ένα τα κεριά πριν τη δεξίωση, έτσι άναψε κι εκείνος μικρό κερί στο πολυέλαιο γέλιο της.

60


βιβλίο τέταρτο

Τα πολύγλωσσα δάκτυλά της, του κρατούν σφιχτά τον αντίχειρα. Μετρονόμο σιωπής.

61


σώμαΜΕσώμα

Όσο πιο βαθιά μπαίνουνε στην ηδονή, προχθές, χθες, σήμερα, τώρα, πάλι λαδώνονται εξ’ αρχής μία-μία οι κλειδώσεις, οι αρθρώσεις στήνονται πάλι, σπόνδυλο πάνω στον σπόνδυλο κτίζεται το ξανακερδισμένο σώμα.

62


βιβλίο τέταρτο

Επειδή όλα επιτρέπονται στον έρωτα και το μόνον που απαγορεύεται είναι η αμέλεια της προσωπικής καθαριότητας, βγαίνοντας πρώτος, ως συνήθως, απ’ το μπάνιο, θαύμασε στο φως του πορτατίφ δυο άσπρους λεκέδες να του χαμογελούν το σπέρμα και το πήγμα, πάνω στα μπλε ηλεκτρίκ σεντόνια.

63


σώμαΜΕσώμα

Όση ώρα ανέτελλε η νέα σελήνη καθόταν στην μπερζέρα του δυτικού σαλονιού, κοιτάζοντας ακίνητος, καπνίζοντας, το στρογγυλό άσπρο φανό του Δήμου που σηκώνονταν πάνω από το φράχτη του κήπου λαμπερό μισοφέγγαρο και με μια περιστροφή της κεφαλής δεξιά την ημισέληνο των γλουτών της καθώς κείτονταν μπρούμυτα γυμνή στο μισόφωτο.

64


βιβλίο τέταρτο

Ο δροσερός Μάης του Έντεκα ίσως παραμείνει στην Ιστορία παροιμιώδης για τις χαμηλές θερμοκρασίες, τους πλούσιους αέρηδες που γυρόφερναν τα φύλλα της άσπρης αγριοτριανταφυλλιάς και τα ανθάκια της ανθισμένης δάφνης σ’ ένα ατέρμονο βαλσάκι, σαν το χιόνι που χόρευε στις δέκα του Μάρτη του ’87 στην Αθήνα, αλλά κυρίως γιατί έτσι όπως καθόταν στη σκιά των ανθισμένων πεντάφυλλων κοκτέιλ των ρόδων είχε βαλθεί μέσα από τα κόκκινα και τα κίτρινα να του σιδερώσει στοργικά μία προς μία τις ρυτίδες από το πρόσωπό του.

65


σώμαΜΕσώμα

Κάθε μέρα τον γεμίζει με διαφορετικά αρώματα: τρίβει τα κιτρινισμένα από τη νικοτίνη δάκτυλα με φύλλα αρμπαρόριζας, βάλσαμο του ρίχνει το φιλί να κάψει στη γλώσσα το ουίσκι, του απλώνει να εισπνέει τις νύχτες τ’ ανθισμένα μιγκέ να ξεβουλώσουν τα ρουθούνια του, τα σάπια του πνευμόνια ν’ ανασάνουν, κι εκείνος απ’ όλα τα αρώματα επιμένει να προτιμά το άρωμα που αναδίδεται από τη σάρκα της. Κάθε τόσο, του έγινε εξάρτηση, σκύβει και ρουθουνίζει μια γραμμή απ’ το κορμί της.

66


βιβλίο τέταρτο

Σκύβει χωρίς προειδοποίηση και τον φιλάει στη ρίζα των μαλλιών, στον αυχένα. Παραδομένος στη γλυκιά ανατριχίλα των χειλιών της, ακούει τα κελαριστά της φιλιά να κατεβαίνουν απ’ τον αυχένα στο λαιμό. Ζηλεύουν τα κοτσύφια τα φιλιά της, κι ο πάνινος γατούλης σκύβει και παίρνει μάτι απ’ τα απλωμένα σεντόνια στο ανατολικό μπαλκόνι.

67


σώμαΜΕσώμα

Κοιτάζεται γυμνή στον καθρέφτη του ξενοδοχείου. Νέα μέρα σ’ άγνωστη πόλη. Με το χτύπο του ρολογιού να ρυθμίζει το τικ τακ της καρδιάς της. Όταν ο παραμικρός θόρυβος φτάνει στ’ αυτιά με τη βιαιότητα του πριονιού που τεμαχίζει το γύψο. Την πρώτη φορά που είδε τον εαυτό της γυμνό μετά από εννιά μήνες χτισμένη στην καινούργια της σχέση.

68


βιβλίο τέταρτο

Η μπάντα με τα χάλκινα ανεβαίνει τα σοκάκια της Κηφισιάς, κάθε βράδυ στις δυόμισι το βράδυ. Πνευστά χάλκινα και κρουστά τα κύμβαλα που κρατούν στην ανάσα τους, έτσι όπως σφίγγονται σε μια αγκαλιά περιμένοντας να παρελάσει τελευταία η γκρανκάσα να κλείσει με πάταγο ενθουσιασμού τα κορμάκια τους σε έναν και μόνον ήχο.

69


σώμαΜΕσώμα

«Να φοβάσαι το Μάρτη», του είχε πει. Πρώτη μέρα καλοκαιριού στα μέσα ακριβώς του Μαΐου, του έστρωσε το τραπέζι κάτω από τις δάφνες, τη γλυσίνια, τις αγριοτριανταφυλλιές, δίπλα στην ανθισμένη βερικοκιά, το κοκκινιστό μοσχαράκι με χυλοπίτες, κι ένα μπουκάλι Montepulciano di Abbruzzo. Ξεπέρασαν το Μάρτιο, τον Απρίλιο, για να τους πάρει στην αγκαλιά του ο στοργικός μήνας Μάιος.

70


βιβλίο τέταρτο

Οι κάτασπροι γλουτοί τέλος του Νοεμβρίου με το λευκό της χιώνος να μ’ απειλεί πανταχόθεν.. Δες το φεγγάρι τώρα! Με καλούν να δω πανέμορφοι γλουτοί φεγγάρια καλοκαιρινά μες στα πρόθυρα του χειμώνα καθώς ο ήλιος έκαψε πολύ και τους δύο αλλά το αντιλαμβάνομαι μόνον όταν σου βγάζω τα γαλλικά σου εσώρουχα, τα μυστικά εσώψυχα φθινοπωρινής πανσελήνου! Δες το φεγγάρι τώρα! Πανέμορφα καλαμάρια!

71


σώμαΜΕσώμα

Πριν ασημώσω το στόμα σου σαν φιλμ να ξετυλίγεται προς τα πίσω πρέπει να τραγουδήσω τη γλώσσα σου από κάτω προς τα πάνω έως τις θηλές και το στέρνο μου και το πλευρό που έκλεψε ο δημιουργός μισός αιώνας ζωής και δεν το είχα ανακαλύψει πριν ασημώσω τα χείλη σου μου αποκάλυψες από ποια μεριά βρήκε πλευρό και βγήκε η γυναίκα να μου γλύψει το σπέρμα.

72


βιβλίο τέταρτο

Ανοίγεις δρόμους μέσα μου, χαράς αβίδωτης.

73


σώμαΜΕσώμα

Είχα την ομορφιά και την έχασα. Περιφρόνησα την αγάπη. Ο κόσμος ολόκληρος μου γύρισε την πλάτη

74


βιβλίο τέταρτο

Χρυσοθήρας από ετών έψαχνα το θησαυρό το πολύτιμο μέταλλο το ανακάλυψα μόνον όταν έπιασα τον αριστερό σου αστράγαλο.

75


σώμαΜΕσώμα

Τα παυσίπονα βυζάκια σου. Οι μυροφόρες παλάμες σου. Το βάλσαμο της αγάπης σου. Για πόσον καιρό θα τα σκέπτομαι; Πόσον καιρό θα με βασανίζουν; Έξι μήνες; Ένα χρόνο; Κάποτε το ξέρω, θα γίνουν: αδιάφορα βυζιά, παλάμες ανύπαρκτες, αγάπη.

76


βιβλίο τέταρτο

Ακόμα δεν ξέρω μεγαλοκοπέλα των ΒΠ αν μου προκαλείς θυμό, μελαγχολία, ή παρατεταμένο βήχα.

77


σώμαΜΕσώμα

Όρος Αιγάλεω

…δεν θα μας πληγώνει ούτε ένα κίτρινο φύλλο, όταν συγκατοικήσουμε ξανά σε ένα εξαίσιο ρετιρέ, μαζί με όλους μας τους φίλους.

78


βιβλίο τέταρτο

Εσύ, για πρώτη φορά στη ζωή μου, εσύ είσαι η μουσική που θα ντύσει τη σάρκα και τα κόκκαλά μου, την απεχθή μου γύμνια. Οι γυμνοί που είναι μόνοι τους φαίνονται άσχημοι. Μόνο τα μάτια που μας κοιτάζουν μας κάνουν ωραίους.

79


σώμαΜΕσώμα

Δεν έχω μνήμη. Με γέννησες εσύ. Μόνο σε σένα πιστεύω. Στη ρόγα του αριστερού σου βυζιού. Το δεξί σου βυζί ολόκληρο. Την ατσαλάκωτη κλείδα σου. Το μήλο στο λαιμό σου το ατρύγητο. Πιστεύω στο μέτωπό σου, στο τσουλούφι των μαλλιών σου που πέφτει πάνω στα ματάκια σου και μπλέκεται στα φιλιά μας. Πιστεύω στην καρδούλα σου όταν κτυπάει πάνω στη δικιά μου.

80


βιβλίο τέταρτο

Κάπως έτσι… το κορμί σου σε οπισθότονο ένα ουράνιο τόξο βρέθηκα να κρατάω μες στο δεξί μου χέρι. Πρέπει να κουβαλούσα μόνο την τσάντα μου, για πολλά χρόνια κι είχα ξεμάθει πως είναι να κρατάς στα χέρια σου αγαπημένο σώμα. Τον ύστερο σπασμό να δίνεις και να παίρνεις.

81


σώμαΜΕσώμα

Πόσοι είναι οι σπόνδυλοι; Όσοι και τα χρόνια σου; Έτσι όπως έχεις σκύψει με το κεφάλι στην κοιλιά μου και τους έχω όλους στη θέα, τους βγάζω πενήντα δύο. Μάλλον λάθος έκανα. Ξαναμετρώ με τη γλώσσα μου έναν προς έναν κι έχουν τη γεύση της ευτυχίας των χρόνων που θα είμαστε από σήμερα μαζί: ακριβώς τριάντα δύο.

82


βιβλίο τέταρτο

Κάνεις τα δάκτυλά μου να βλέπουν: ανοίγουν μάτια και μπουμπουκιάζουν σαν άνθος γιασεμί, που ξεπερνάει τη σχισμή και ρίχνει μια κλεφτή ματιά έξω από τον φράκτη.

83


σώμαΜΕσώμα

Πάλι σε λάθος τόπο βρίσκομαι γιατί τον χρόνο τον κοινό δεν τον μοιράζομαι με εκείνη που αγαπώ κι όλα φαντάζουνε καμένα στον ουρανό που πάγωσε αφού το αστέρι της απόψε έσβησε. Γυρίζω πλευρό σαν το μισοκαμένο κούτσουρο. Ξέρω πως είναι κάπου εκεί, η φωτιά που άναψε και σιγοκαίει.

84


βιβλίο τέταρτο

Μες στη στοά της Αριστοτέλους βρήκανε καταφύγιο απ’ το βαρδάρη: ένα-ένα τα καραφάκια, ένα-ένα έφευγαν από πάνω τους καπέλα, κασκόλ και γάντια, ένα-ένα τσουγκρίζανε τα σφηνάκια αφήνοντας τον ήχο απ’ το τσίπουρο δίχως γλυκάνισο να αιωρείται πάνω απ’ τα κεφάλια να βγαίνει στο Θερμαϊκό ν’ ακούγεται στην Άνω Πόλη.

85


σώμαΜΕσώμα

Μονόπρακτο για λουμπάγκο: τις συστοιχίες των σπονδύλων του παίζει με τα μικρά της δάχτυλα, κι εκείνος το μεταλλικό αυλό που της διαπερνά την πλάτη. Τη μυστική και άχραντη μουσική του κορμιού να λειτουργήσει έφτασε ο ταπεινός μ’ ένα δάκτυλο στο μουνί της, ολόκληρο Εκκλησιαστικό Όργανο.

86


βιβλίο τέταρτο

Γιατί πάντα έτσι συμβαίνει: να παίζουν οι ντουντούκες απ’ έξω και μέσα σ’ ένα δωμάτιο ξενοδοχείου, ένα ζευγάρι να δοκιμάζει στα τύμπανα του δέρματος εκείνη την πρωτάκουστη μουσική που ξεσηκώνει, επειδή δεν νοείται επανάσταση δίχως έρωτα. Γιατί πάντα έτσι συμβαίνει: έξω να μαίνεται ο πόλεμος, μέσα δυο κορμιά να κουμπώνουν το ένα πάνω στο άλλο.

87


σώμαΜΕσώμα

Είναι οι καμινάδες συστοιχίες εκκλησιαστικού οργάνου: κάθε τζάκι που σιγοκαίει ανεβαίνοντας το καλντερίμι για τον Άγιο Αθανάσιο παράγει μια μόνο νότα ενός συγκεκριμένου ηχοχρώματος. Όλα τα τζάκια μαζί ομαδοποιούνται κατά ηχόχρωμα και τονικό ύψος σε σειρές αυλών ονομαζόμενες «ρέγκιστρα» ή «συστοιχίες» ή Καραγάτσεια, και προβάλλουν γυμνά μες στην ομίχλη πάνω από την προτομή του πολυαγαπημένου συγγραφέα.

88


βιβλίο τέταρτο

Η ωδική βροχή: έτσι όπως κάθεται ο κοκκινολαίμης στα κλαδιά της λεμονιάς τινάζει τις σταγόνες. Τιτιβίζει η χθεσινή βροχή κι ο κότσυφας στεγνώνει τη φωνή του στην πρωινή λιακάδα.

89


σώμαΜΕσώμα

Να προλάβει να καταγράψει με πόσα ακριβώς αγκομαχητά παραδίδεται το κούτσουρο στη φωτιά, πόσα λαχανιάσματα τρέφουν τη φλόγα που συντηρεί εκείνη με τη βοήθεια του κοινού, και πόσο αθόρυβα καίγεται το τσιγάρο πριν γίνουν στάχτη στον άνεμο.

90


βιβλίο τέταρτο

Ο φελλός της φιάλης κόκκινου παλιού κρασιού είναι ο μόνος που του θυμίζει πλέον το φλοπ, που έκανε ο κόλπος της πάνω στο φαλλό του

91


σώμαΜΕσώμα

Βρήκε το χιόνι πάνω στο γρασίδι του κήπου, σαν λευκό γράμμα που έριξε ο ταχυδρόμος κάτω από την πόρτα, μισοσβησμένο χειρόγραφο, διορθωμένη διαθήκη, μεταγραμμένη παρτιτούρα λησμονημένης μουσικής. Δεν θα την έπαιζε ποτέ μόνος του, εφεξής δίχως τις νότες των δακτύλων της.

92


βιβλίο τέταρτο

Τον προσκάλεσε να περάσουν στη δυτική βεράντα, τον έβαλε να καθίσει δίπλα της, στο σκαμπό όπως κάθεται ένα ζευγάρι και μοιράζεται το ίδιο πιάνο με ουρά. Την ευτυχία πρέπει να τη μαζεύει κανείς με τις χούφτες σαν αυτό το χρυσάφι του δειλινού, κι εκείνος πήρε όσο κρατούσε η χούφτα του. Να ’χει να ξοδεύει και να φιλοδωρεί το επερχόμενο σκοτάδι.

93


σώμαΜΕσώμα

Το σφύριγμα του τραίνου καθώς βγαίνει απ’ το τούνελ στο Μπράλο, απ’ το σκοτάδι στην πρωινή ομίχλη. Κάπως έτσι πέρασαν κι οι δύο απ’ το σφιχτό εναγκαλισμό της σήραγγας, στο λευκό του γάλακτος που κρύβει μέσα της η αγκαλιά του κάμπου.

94


βιβλίο τέταρτο

Η φλόγα που τρεμοσβήνει στο καντήλι της, του έφερε στο νου την αγαπητικιά σχέση του Γιάννη Ζουγανέλη με την τούμπα. Όπως τον είχε δει να τη μεταφέρει, αναστάσιμο φως, με τρεμάμενα δάχτυλα στο λόφο του Στρέφη. Σιγόκαιγε το λαδάκι κι ο Γιάννης έπαιζε την τούμπα του, έπαιζε και το φυτίλι στο απόλυτο σκοτάδι όταν εκείνη κοιμόταν διαγώνια στο μεγάλο της κρεβάτι και την άκουγε, ήταν σίγουρος δεκαεφτά σκαλιά πιο πάνω.

95


σώμαΜΕσώμα

Οι σταγόνες στα παρμπρίζ των αυτοκινήτων δεν στέγνωσαν ακόμη. Εννέα όγδοα έβρεχε όλο τ’ απόγευμα. Όταν βγήκαν βαθειά μεσάνυχτα να βγάλουν βόλτα μαζί το σκύλο, τα φιλιά τους ήταν ακόμη πιο υγρά κι απ’ το κυάνιο.

96


βιβλίο τέταρτο

Σκούπιζε τα πόδια του στο χαλάκι. Τακτοποιούσε τα ρούχα του στη ντουλάπα των ξένων. Άγγιζε το σώμα της και την πονούσε, κάποιες φορές. Τα μόνα σημάδια που άφησε (ούτε παράσημα, ούτε αφροδίσια) ήταν στα βιβλία: κάποιες δαχτυλιές νικοτίνης, μια σταγόνα κόκκινου κρασιού που έτρεξε απ’ τα μούσια του, μια υπογράμμιση με μύτη μολυβιού σε κάποιες σελίδες.

97


σώμαΜΕσώμα

Με ήχο κιθάρας μπλουζίστα ή καλύτερα μια χορδή κοντραμπάσου, έτσι όπως κρατάει ανάμεσα στα γόνατα ο μουσικός το όργανό του, κάποιες φορές αγκαλιάζει κι αυτή τους άντρες της. Τους κρατούσε στα σκέλια της σφιχτά, σαν ποίημα.

98


βιβλίο τέταρτο

Τσιάκ! Ο σκηνοθέτης δίνει πάλι το παράγγελμα. Ο οπερατέρ βάζει μπρος τη μηχανή στην άδεια πλατεία. Ο ηλεκτρολόγος φωτίζει ένα ζευγαράκι στο μισοβρεγμένο παγκάκι. Εκείνη κάθεται στα γόνατά του. Τσιακ! Η σκηνή επαναλαμβάνεται στην άδεια πλατεία. Το ίδιο μισοβρεγμένο παγκάκι, πάλι ένα ζευγαράκι. Τσιακ! Αυτή τη φορά η σκηνή επαναλαμβάνεται κι εκείνη τον κρατάει στα γόνατά της.

99


σώμαΜΕσώμα

Μ’ αρέσει αυτό που βλέπω απ’ το μπαλκόνι μου. Τ’ ασπρόρουχα τα νόβα. Πίσω από τα κάτοπτρα να βλέπω κάπου εκεί στο βάθος την Ακρόπολη σαν άλλοτε Ωραία. Θα σας καλέσω να μοιραστούμε αυτό που βλέπω, να είστε σίγουροι, θα σας καλέσω. Γιατί να βλέπω μόνον εγώ τόση ομορφιά από δω ψηλά. Θα σας καλέσω. Η θέα ψηλά από τον Σταυρό είναι εξαίσια.

100


βιβλίο τέταρτο

Δεν βλέπω μόνον ουρανό, ευτυχώς. Σας βλέπω και σας θαυμάζω. Εσείς εκεί ψηλά νοικοκυραίοι με τα λουλούδια σας, τις ξεσκισμένες τέντες τα καλλωπιστικά της καθημερινής λάτρας: μάπες, πατσαβούρες και λεκιασμένες καρέκλες, έτσι που κάνατε αποθήκη το μπαλκόνι σας πλούσιο βιός που ξεχειλίζει παράνομα. Δεκοχτούρα που προσγειώνεται να φάει τα ψίχουλά σας, το βλέμμα μου.

101


σώμαΜΕσώμα

Ο ουρανός κουράζει. Δεν μπορείς να τον βλέπεις συνέχεια: Κουράζει η ακινησία του σήμερα που δεν φυσάει. Ούτε ένα συννεφάκι δεν κατεβάζει για χάρη μου. Η Ακρόπολη μόνον ανοίγει τρύπες και ρίχνει περάσματα κάνοντας χώρο στην απρόβλεπτη στύση μου.

102


βιβλίο τέταρτο

Μόνον οι καμινάδες περιστρέφονται και με θαμπώνουν. Η μισή Αττική κάτω από τον Σταυρό μου ακινητεί και θωπεύεται, με αυτά τα άθλια αλουμίνια, που έστησαν νίκελ νοικοκυραίοι.

103


σώμαΜΕσώμα

Σας βλέπω, εδώ ψηλά απ’ τον Σταυρό μου να ζέχνουν τα μπαλκόνια σας πειθαρχημένες περικοκλάδες και κατασκονισμένα γεράνια. Τώρα που η μπόχα σας κατέλαβε τον ουρανό χαμπάρι δεν θα πάρετε πως άρχισα να γίνομαι ψοφίμι.

104


βιβλίο τέταρτο

Μια δεκοχτούρα μόνον πέταξε ανάμεσα στην Ακρόπολη και μένα. Ούτε καν ένας γύπας.

105


σώμαΜΕσώμα

Τις φορμάικες τις πλαστικές σας καρέκλες τα ψωραλέα σας φυτά και τις φτηνές κιλότες κουράστηκα να βλέπω. Είπα να ατενίσω την Ακρόπολη κι αυτή στραβά μου κάθεται δεξιά απ’ το μπαλκόνι.

106


βιβλίο τέταρτο

Πρέπει να φέρω τη θέση μου πιο δω. Δεν θέλω το γαμημένο Ποίημα. Δεν θέλω πια να γράφω. Η θέα της Ακρόπολης μ’ εξωθεί και πάλι ξαναγράφω.

107


σώμαΜΕσώμα

Μετακινήστε λίγο το φερφορζέ. καθίστε αναπαυτικά να πιείτε τον καφέ σας, λίγο πιο δω, θα δείτε τις φουσκάλες που βγάζει ο Παρθενώνας, κι όταν τον πιείτε στο φλιτζάνι σας κολώνες θα έχουν μείνει τα μάρμαρα κι ένα πρόσωπο πικρό κατακάθι.

108


βιβλίο τέταρτο

Πάνω στα σύρματα ξαγρυπνάτε, στα σκουριασμένα σας σωμέ ασύρματοι βλάκες τώρα που η κόρη σας ξεσκίζεται στα τσατ κι ο γιος σας στα φόρα ούτε μια φορά δεν σηκώνετε το βλέμμα σας να δείτε τον Παρθενώνα.

109


σώμαΜΕσώμα

Δεν έπαψε να στεκ. Να στεκ. Να στέκεται ο ουρανός πάνω από την Αθήνα.

110


βιβλίο τέταρτο

Δεν έχω παράπονο. Μια χαρά τα πήγα στη ζωή μου: κατάφερα να αποκτήσω ρετιρέ. Να κλάψω επιτέλους με θέα τον Παρθενώνα.

111


σώμαΜΕσώμα

Στο Όρος Αιγάλεω δεν σταύρωσαν κανέναν.

112


βιβλίο τέταρτο

Η σκέψη κατοικεί στην κατάθλιψη κι η ποίηση ενίοτε στον έβδομο.

113


σώμαΜΕσώμα

Ουράνιο τόξο δεν έχω δει ποτέ πάνω από την Ακρόπολη. Κυνήγησα θύελλες. Έσπειρα θύελλες. Ματαίως. Δεν το είδα ποτέ το γαμημένο.

114


βιβλίο τέταρτο

Ένας γύπας γυροφέρνει την πολυκατοικία μας. Κάποιος είπε πως τον είχε δει να κάνει κύκλους πάνω από το Όρος Αιγάλεω. Κάποιος άλλος πως τον είδε πάνω από το Θέατρο του Διονύσου. Κανένας δεν είπε πως ήρθε να κατασπαράξει το ψοφίμι στον έβδομο.

115


σώμαΜΕσώμα

Ξεκλειδώνοντας τον έβδομο άδειος ο παράδεισος κι ακατοίκητος με περιμένει. Η βλάστηση συνεχίζει να οργιάζει, τα γνώριμα αρώματα, οι γνωστές μυρουδιές. Μόνον ο Χόρχε με υποδέχεται μεταμορφωμένος σε λύκο.

116


βιβλίο τέταρτο

Είναι πολλά στον αριθμό τα όρνια στον Αττικό Ουρανό. Τα βλέπω από τον έβδομο μια ανατολικά, μια δυτικά στο βορά και στο νότο. Είμαι βέβαιος πως σήμερα θα καταφθάσουν χορτάτα στο μπαλκόνι μου. Ανενόχλητο θα μ’ αφήσουν να συνεχίσω το τσάι μου.

117


σώμαΜΕσώμα

Σαρκοβόρα ζωή.

118


βιβλίο τέταρτο

Αριστερά το Ερέχθειο. Δεξιά η Ακρόπολη. Πιο δεξιά ο Λυκαβηττός. Ακόμα πιο πάνω το φεγγάρι. Πιο ψηλά οι κεραίες κι οι δορυφόροι. Πες μου που κοιτάς να σου χαρίσω μια ζωή δεύτερη και μεταχειρισμένη.

119


σώμαΜΕσώμα

Ας με συγχωρέσουν οι φίλοι Οι προσευχές μου από δω ψηλά θα εισακουγόταν καλλίτερα, όσο ανεβαίνεις τόσο ακούγεσαι. Η χρόνια αποφρακτική πνευμονοπάθεια η ένδεια οξυγόνου κόβουν τις λέξεις στη μέση. Δεν έχω άλλο στήθος. Δεν προσεύχομαι πια.

120


βιβλίο τέταρτο

Ελάτε, ελάτε όλοι. Έτσι όπως είσαστε με τα ρούχα που φοράτε τώρα. Την παλιά μου υπόσχεση να συγκατοικήσουμε όλοι μαζί σε ένα εξαίσιο ρετιρέ τώρα που έσβησε η Ακρόπολη θα την τηρήσω. Μην φέρετε τίποτα, θα σας στρώσω εγώ τα κόκκινα απ’ τα γεράνια.

121


σώμαΜΕσώμα

Κόκκινα κοράκια. Μαύρα κοράκια. Πράσινα κοράκια. Άσπρα κοράκια. Ο ποιητής Φανφάρας για καλή του τύχη δεν με γνώριζε. Εν μέσω χειροκροτημάτων και χαχανητών θα γινόμουν κοράκι Παστάκας.

122


βιβλίο τέταρτο

Οι στιγμές χύνονται σαν το μελάνι, που αρνείται να γράψει. Αν δειλιάσω και δεν γράψω όλα τα λάθη μου που βλέπω από τον έβδομο, μελάνι θα χυθώ κι εγώ στον ακάλυπτο ν’ αδειάσω.

123


σώμαΜΕσώμα

Οι στιγμές φεύγουν σαν οδικές αρτηρίες. Διακλαδώνονται στον ιστό της πόλης. Περνάν διασταυρώσεις και γέφυρες, σήραγγες και ποτάμια: τα λάθη μου ακολούθησαν πολύπλοκες διαδρομές μια πορεία που μου είναι αδύνατον να την επαναλάβω.

124


βιβλίο τέταρτο

Τα λάθη μου έκτισαν μια πόλη ολόκληρη σαν την Αθήνα. Από δω ψηλά πικρή παρηγοριά ν’ αντικρίζω μια Πόλη που κτίστηκε λάθος: επί σειρά δεκαετιών μια λάθος κτισμένη ζωή.

125


σώμαΜΕσώμα

Τοξότη, εσύ ο δεύτερος. Ένα-ένα τα βέλη σου. Η Ακρόπολη φέγγει ακόμη ετοιμόρροπη, την βλέπεις; Είναι ψηλά ο έβδομος. Μην σημαδεύεις τη σκεπή, την έριξε ο πρώτος. Ρίξε εκεί ανάμεσα στα ανοιγμένα σκέλη, τα μάρμαρα λυγίζουν σε πούτσα σηκωμένη.

126


βιβλίο τέταρτο

Ένα κόκκινο μπαλόνι πήρε μόνο του το ασανσέρ μέχρι τον έβδομο. Έσκυψα, το πήρα και τ’ άφησα στον Αττικό Ουρανό. Πάει ένας μήνας που το βλέπω να αιωρείται κι ακόμη δεν ξέρω τι θα γίνει. Θα πέσει και θα γίνει κομμάτι απ’ τις μικρές Κυκλάδες ή θα ταξιδέψει στο γαλάζιο γαλάζιο κι αυτό;

127


σώμαΜΕσώμα

Νόμιζα πως έφτασα ψηλά. Κατάματα απ’ τον έβδομο κοιτούσα την Ακρόπολη. Ξεγελάστηκα. Και πάλι με ξεγέλασαν. Τι στέκει πιο ψηλά σας ερωτώ, κι απ’ το Λυκαβηττό; Μην με ξεγελάσετε κι εσείς. Έκανα το λάθος ολόκληρη ζωή να βάζω τις σωστές ερωτήσεις και να εισπράττω περίπου ψεύτικες απαντήσεις.

128


βιβλίο τέταρτο

Ξέρεις, είναι πολύ σημαντικό να μπορείς να σπας τον Ουρανό σε πολλά κομμάτια και στο κάθε κομμάτι να μιλάς μια άγνωστη γλώσσα. Ναι, θυμάμαι σε τι γλώσσα σου μίλησα, κομματάκι που χρειαζόσουν το ταχύρυθμο σέρβις μου πριν γίνεις και πάλι Ουρανός.

129


σώμαΜΕσώμα

Βουνό που κατέβηκες στα παράλια και βούτηξες στην πικραμένη θάλασσα του κορμιού μου. Σε πήρε φουσκοθαλασσιά, και βρέθηκες πολύ μακριά, σε ξέβρασε στη Χίο.

130


βιβλίο τέταρτο

Πιο ψηλά κι απ’ τον έβδομο πέφτουν στάχτες. Και να τον έβλεπα, δεν θα σας έλεγα ποιος τινάζει το πούρο Του. Μόνον αυτό θα σας πω: κρύβει γέλια λευκά μέσα στα γένια Του.

131


σώμαΜΕσώμα

Η χαρά στέκει πιο χαμηλά από τον έβδομο. Είναι γεματούλα, φοράει νυχτικιά, δεν έχει θέα στον Παρθενώνα. Είναι του καβαλάρη του Λυκαβηττού. Δυο χιλιάδες χρόνια ορθοδοξίας ξύνουν το μουνί της και στα τυφλά ακόμα.

132


βιβλίο τέταρτο

Ένα παράθυρο ανοικτό φωτίζει το μυαλό μου. Τα δύο σου πόδια μάρμαρα ευτυχώς δεν τα ‘κλεψε κανένας Λόρδος Έλγιν.

133


σώμαΜΕσώμα

Για να φτάσω εδώ ψηλά που έφτασα, έπρεπε να πετάξω το σακάκι μου στον πρώτο τη σαμσονάιτ από τον δεύτερο τη γραβάτα μου από τον τρίτο τις καταθέσεις μου στον τέταρτο την ταυτότητά μου στον πέμπτο στον έκτο να ξεπλύνω την αγάπη σου από πάνω μου, για να μπορέσω να βρω τον εαυτό μου στον έβδομο γυμνό .

134


βιβλίο τέταρτο

στη Βίλυ και τη Τζένη

Στο βάθος της αγκαλιάς σου υπάρχει ένας κήπος. Οι βόλτες καταλήγουν σε βότκες. Εκεί που τελειώνουν οι βότκες ανοίγεται ένας κήπος. Ο κήπος έχει κρυμμένο μέσα του ένα μπαρ. Το μπαρ έχει μέσα του κρυμμένους ανθρώπους. Οι κρυμμένοι άνθρωποι σχηματίζουν όλοι μαζί το ρουφ γκάρντεν.

135


σώμαΜΕσώμα

409 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας το αθόρυβο γεγονός της σήψης μου.

136


βιβλίο τέταρτο

Να στρίψω ένα τσιγάρο και να το πιω τώρα ή να στρίψω ένα τσιγάρο και να το πιω μετά; Το στρίβω τώρα, το αποφάσισα, για να τ’ ανάψω όταν ο ιδρώτας από τις μασχάλες σου θα μπορεί να ξεγελάσει και τους μπάτσους.

137


σώμαΜΕσώμα

Σε μια παλιά φωτογραφία χορεύεις ζεμπέκικο γυμνή στον Παρθενώνα. Περιμένω μπας κι εμφανισθείς μετά τις τρεις που σβήνουνε τα φώτα, αλλά συνήθως με παίρνει ο ύπνος, κι άλλοτε χύνω το ουίσκι στο πάτωμα.

138


βιβλίο τέταρτο

Για πες τι ώρα έβγαλε ο ιβίσκος το πορφυρό του άνθος. Για πες πότε σε πλήγωσαν χωρίς να τρέξει αίμα. Για πες πόσοι μπορεί να τον κυνήγησαν τον γάτο που έφτασε μέχρι τον έβδομο για να κρυφθεί.

139


σώμαΜΕσώμα

Από όσα δεν σου είπα σημείωσε κι αυτό: δεν χρειάζομαι τα γυαλιά μου τις νύχτες με πανσέληνο για να γράψω. Από όσα δεν σου είπα κράτησε κι αυτό: γράφω και χωρίς γυαλιά και χωρίς φεγγάρι και σε απόλυτο σκοτάδι και χωρίς χαρτί, φτάνει να κρατώ κονδυλοφόρο το κορμί σου.

140


βιβλίο τέταρτο

Τρεις παρά μείναμε πάλι μόνοι. Οι Χάινεγκεν, τα χέιγκ σαν σβήσει η Ακρόπολη, σαν όρνια την πέφτουνε στον Άκη, στον Σωτήρη στον Σωτηράκη.

141


σώμαΜΕσώμα

Τα γουάι φάι πιάνουν καλλίτερα τις νύχτες που δεν έχει φεγγάρι. Σςςςςςςςςςςςςςςςς! Ό,τι σκέφτεσαι καταγράφεται. Σςςςςςςςςςςςςςςςςςς! Μην σκέφτεσαι τίποτα. Εισπνοή, παύση, εκπνοή και κοίτα το σκοτάδι.

142


βιβλίο τέταρτο

Έλα να σου περάσω το δακτυλίδι στον παράμεσο: μην φωνάζεις, χαμήλωσε τη φωνή, μετακίνησε την Ακρόπολη, βάλε τον Λυκαβηττό πιο δω, λύσε τους κάβους κι άσε την Ηρακλειά να στραφεί στον Μάιο, πριν γίνει η απουσία σου ξαφνικά πάμφωτο Καλοκαίρι.

143


σώμαΜΕσώμα

Τα σύννεφα φεύγουν μακριά από το Όρος Αιγάλεω, μαζεύονται πάνω απ’ το κεφάλι μου. Αποφάσισαν να γίνουν αυτά ο κοινωνός των αποστάσεων.

144


βιβλίο τέταρτο

Έλεγα να κουβαλήσω ένα πιάνο μέχρι τον έβδομο. Τώρα σκέφτομαι να τ’ ανεβάσω εκεί προς τα Δυτικά. Κάποια ώρα που θα καθυστερεί να φύγει η μέρα, να αστράφτουν χρυσάφι τα κλειδωμένα πλήκτρα.

145


σώμαΜΕσώμα

Πάνω απ’ το κεφάλι μου εδώ στον έβδομο και πριν από τους δορυφόρους υπάρχει κάτι ορατό κι ευδιάκριτο: αφρός από έφηβο κύμα, εσύ.

146


βιβλίο τέταρτο

Σεξ στην κουζίνα. Στην καρέκλα της κουζίνας. Σεξ στην τραπεζαρία. Να του προσφέρει το άλικο ρόδο του αιδοίου της ξαπλωμένη στο τραπέζι. Κάπως έτσι, αγαπήθηκαν εδώ μια γυναίκα που δεν έγινε μητέρα, ένας άνδρας που δεν έγινε πατέρας.

147



ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ/ΠΡΩΤΟΙ ΣΤΙΧΟΙ ΝΗΣΟΣ ΧΙΟΣ ­ Αγάπη έρημο ακρογιάλι □ □ Μετρώ τα δάκτυλα του δεξιού μου χεριού □ Κορμάκι κρουασάν □ Τελικώς είναι αληθινός ο πόνος □ «Αντίπαλο έχεις μόνον τον εαυτό σου» □ Δεν μιλώ για την αγάπη □ Να κατευθύνω τα βέλη μου σε σένα □ Η απόγνωση δεν είναι ακόμη πόνος □ Έχασα πολλά κιλά μέσα σε λίγες μέρες □ Το πιο αστείο: να είναι □ Άλλος στη θέση μου θα αισθανόταν □ Το χειρότερο: Ψεύτικος ο πόνος μου □…κι αν για την πραγματική οδύνη □ Κάποιες σκέψεις αναπαράγονται □ Μόνο καλό μου έκανες □ Ζηλεύω την πολυάριθμη παρέα σου □ Θέλω να ξέρεις □ Ο πόνος αρχίζει όταν ξεχνάμε □ Γράφω σ΄ εκείνο το μεταίχμιο □ Δεν με νοιάζει σε ποιόν λύνεις □ Δεν παριστάνω το θύμα □ Νάμαι λοιπόν στο απόγειο □ Τα λόγια σου έχω ανάγκη □ Όσο λιγοστεύει η ποίηση, άλλο τόσο □ Το γεμάτο φεγγάρι του Αυγούστου □ Άρπαξες την τσάντα σου □ Η αϋπνία τρέχει πίσω μου □ Πως αρχίζουν τα πράγματα; □ Από τότε που έφυγες, ξέρω □ Δεν θέλησες ομού να καταλήξουμε □ Όσο βρίσκεσαι μακριά μου, φοβάμαι □ Γιατί η Αγάπη από κύριο όνομα


□ Τρεις μήνες πάθους. Έξι □ Θέλω να περπατήσουμε μαζί □ Έχετε τη ζωή μπροστά σας, Νεαρά μου, □ «Όποιος γράφει περισσότερα □ Τραυματιοφορέας του έρωτα □ Χαίρομαι που δεν μου τηλεφώνησες □ Από τότε που έφυγες □ Η νήσος Χίος ως □ Το φθινόπωρο ως ψυχισμός □ Απόστρατος των αισθημάτων □ Το καλλιμάρμαρο ως φόντο. Μεσημβρινό □ Μην διστάζεις: το Καλοκαίρι πέρασε □ Μην διστάζεις: προχωρημένος □ Η ισημερία. Το Φθινόπωρο □ Η προτελευταία μου ανακάλυψη □ Είχα την ομορφιά □ Τα παυσίπονα βυζάκια σου □ Ακόμα δεν ξέρω ΟΡΟΣ ΑΙΓΑΛΕΩ □ Εσύ, για πρώτη φορά στη ζωή μου □ Δεν έχω μνήμη □ Κάπως έτσι… □ Πόσοι είναι οι σπόνδυλοι; □ Κάνεις τα δάκτυλά μου να βλέπουν: □ Πάλι σε λάθος τόπο βρίσκομαις □ Μες στη στοά της Αριστοτέλους □ Μονόπρακτο για λουμπάγκο: □ Γιατί πάντα έτσι συμβαίνει: □ Είναι οι καμινάδες συστοιχίες □ Η ωδική βροχή: □ Να προλάβει να καταγράψει □ Ο φελλός της φιάλης □ Βρήκε το χιόνι πάνω στο γρασίδι □ Τον προσκάλεσε να περάσουν □ Το σφύριγμα του τραίνου


□ Εσύ, για πρώτη φορά στη ζωή μου □ Δεν έχω μνήμη □ Κάπως έτσι… □ Πόσοι είναι οι σπόνδυλοι; □ Κάνεις τα δάκτυλά μου να βλέπουν: □ Πάλι σε λάθος τόπο βρίσκομαις □ Μες στη στοά της Αριστοτέλους □ Μονόπρακτο για λουμπάγκο: □ Γιατί πάντα έτσι συμβαίνει: □ Είναι οι καμινάδες συστοιχίες □ Η ωδική βροχή: □ Να προλάβει να καταγράψει □ Ο φελλός της φιάλης □ Βρήκε το χιόνι πάνω στο γρασίδι □ Τον προσκάλεσε να περάσουν □ Το σφύριγμα του τραίνου □ Η φλόγα που τρεμοσβήνει □ Οι σταγόνες στα παρμπρίζ των αυτοκινήτων □ Σκούπιζε τα πόδια του □ Πάλι σε λάθος τόπο βρίσκομαι □ Με ήχο κιθάρας μπλουζίστα □ Τσιάκ! Ο σκηνοθέτης δίνει πάλι □ Μ’ αρέσει αυτό που βλέπω □ Δεν βλέπω μόνον ουρανό, □ Ο ουρανός κουράζει. □ Μόνον οι καμινάδες □ Σας βλέπω, □ Μια δεκοχτούρα □ Τις φορμάικες □ Πρέπει να φέρω τη θέση μου □ Εσύ, για πρώτη φορά στη ζωή μου □ Μετακινήστε λίγο το φερφορζέ. □ Πάνω στα σύρματα □ Δεν έπαψε να στεκ. □ Δεν έχω παράπονο. □ Στο Όρος Αιγάλεω □ Η σκέψη κατοικεί □ Ουράνιο τόξο □ Ένας γύπας γυροφέρνει □ Ξεκλειδώνοντας τον έβδομο


□ Είναι πολλά στον αριθμό □ Σαρκοβόρα ζωή. □ Αριστερά το Ερέχθειο □ Ας με συγχωρέσουν οι φίλοι □ Ελάτε, ελάτε όλοι. □ Κόκκινα κοράκια. □ Οι στιγμές χύνονται □ Οι στιγμές φεύγουν □ Τα λάθη μου έκτισαν □ Τοξότη, εσύ ο δεύτερος. □ Ένα κόκκινο μπαλόνι □ Νόμιζα πως έφτασα ψηλά. □ Ξέρεις, είναι πολύ σημαντικό □ Βουνό που κατέβηκες στα παράλια □ Πιο ψηλά κι απ’ τον έβδομο □ Η χαρά στέκει πιο χαμηλά □Ένα παράθυρο ανοικτό □ Για να φτάσω εδώ ψηλά □ Στο βάθος της αγκαλιάς σου □ 409 μέτρα πάνω □ Να στρίψω ένα τσιγάρο □ Σε μια παλιά φωτογραφία □ Για πες τι ώρα έβγαλε □ Από όσα δεν σου είπα □ Τρεις παρά □ Τα γουάι φάι πιάνουν □ Έλα να σου περάσω το δακτυλίδι □ Τα σύννεφα φεύγουν μακριά □ Έλεγα να κουβαλήσω □ Πάνω απ’ το κεφάλι μου □ Σεξ στην κουζίνα


ΣΗΜΕΙΩΣΗ Οι πηγές δεν αναφέρονται. Οι πάμπολλοι παραποιημένοι και κλεμμένοι στίχοι περιμένουν την ανακάλυψή σας. Όσοι δεν τους ανακαλύψουν ας τους διαβάσουν σαν «αυτοβιογραφικό» διήγημα. Τα ποιήματα δουλεύτηκαν και γράφτηκαν στο Hawthornden Castle, International Retreat for Writers, στο Εδιμβούργο της Σκωτίας κατά τον μήνα Σεπτέμβριο 2001. Στο κινητό μου σε μορφή SMS, στο baraki της Ηρακλειάς, στην Αφροδίτης 4, στον έβδομο, και στην Ελευθερίου Βενιζέλου 5α στη Νέα Σμύρνη. ΠΡΩΤΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ Νήσος Χίος, Πλανόδιον, 2002 Νήσος Χίος/The Isle of Chios, Οδός Πανός, 2009 Όρος Αιγάλεω, Ενδυμίων, 2009 σώμαΜΕσώμα, Απλές Εκδόσεις, 2011 σώμαΜΕσώμα, Ακτίς, 2012 Σωτηρίου Παστάκα, Σώμα (σε επτά βιβλία) ΒΙΒΛΙΟ ΠΡΩΤΟ:Η μάθηση της αναπνοής (92 ποιήματα) (αθόρυβο γεγονός-μάθηση της αναπνοής-ο κοινωνός των αποστάσεων) ΒΙΒΛΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ: Προσευχές για φίλους (24 ποιήματα) ΒΙΒΛΙΟ ΤΡΙΤΟ: Χόρχε (53 ποιήματα) ΒΙΒΛΙΟ ΤΕΤΑΡΤΟ: σώμαΜΕσώμα (138 ποιήματα-νήσος χίος-όρος αιγάλεω) ΒΙΒΛΙΟ ΠΕΜΠΤΟ:Παραπάτημα στη χαρά (7 ποιήματα) ΒΙΒΛΙΟ ΕΚΤΟ:Τριλογία (100 ποιήματα –χαμένο κορμί-συσσίτιοροή ρακής) ΒΙΒΛΙΟ ΕΒΔΟΜΟ: Τόποι Τόπι (12 ποιήματα)




ΤΟ ΨΗΦΙΑΚΟ ΒΙΒΛΙΟ σώμαΜΕσώμα (69+69 ποιήματα γραμμένα σε SMS)

ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΗ ΠΑΣΤΑΚΑ ΣΤΟΧΕΙΟΘΕΤΗΘΗΚΕ ΚΑΙ ΣΕΛΙΔΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΨΗΦΙΑΚΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΣΤΑΘΗ ΙΝΤΖΕ ΣΤΙΣ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΕΙΣ ΤΩΝ ΕΚΔΟΣΕΩΝ ΘΡΑΚΑ

ΕΚΔΟΣΕΙΣ θράκα



978-618-80881-7-7


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.