Αισθητικη τομοσ β' preview book

Page 1

Antoniou Books ON LINE LIBRARY

Το Παρόν έγγραφο (PDF) είναι μία προεπισκόπηση του βιβλίου και περιέχει τα περιεχόμενα, καθώς επίσης και κάποιες επιλεγμένες σελίδες…

Δημήτρης Αντωνίου PhD(Hon), FRCS,Γενικός Χειρουργός, Ογκολόγος

Για την ΑΓΟΡΑ του βιβλίου, επισκεφθείτε το site

www.antonioubooks.blogspot.gr

Απαγορεύεται η

αναδημοσίευση και γενικά η αναπαραγωγή του παρόντος έργου (πλήρους

έκδοσης) με οποιοδήποτε τρόπο, τμηματικά ή περιληπτικά, στο πρωτότυπο ή σε μετάφραση, ή άλλη διασκευή, χωρίς γραπτή άδεια του εκδότη και συγγραφέα, σύμφωνα με τον ν. 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης (που κυρώθηκε με τον ν. 100/1975).


Αισθητικές Θεωρίες Απαγορεύεται η αναδημοσίευση και γενικά η αναπαραγωγή του παρόντος έργου με οποιοδήποτε τρόπο, τμηματικά ή περιληπτικά, στο πρωτότυπο ή σε μετάφραση, ή άλλη διασκευή, χωρίς γραπτή άδεια του εκδότη και συγγραφέα, σύμφωνα με τον ν. 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης (που κυρώθηκε με τον Ν. 100/1975).

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ-Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΑΙΣΘΗΤΙΚΩΝ ΘΕΩΡΙΩΝ 1η Έκδοση, Ιανουάριος 2014, Αθήνα.

@ 2014 ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΑΝΤΩΝΙΟΥ- PhD, FRCS, Χειρουργός www.zoidosia.blogspot.com, www.elpida-politeias.gr e-mail: epivetta@otenet.gr

Εκδόσεις «ZOIDOSIA»L Δημ. Βώκου 6, Χαλκίδα, Τ.Κ. 34100 τηλ. 22219-62743 ISBN: 978-618-80198-7-4

Κάθε γνήσιο αντίτυπο φέρει την υπογραφή του συγγραφέα

2


Περιεχόμενα Εξπρεσιονισμός………………………………………….σελ. 241 Martin Heidegger (1889-1976)……………σελ. 247 Ντανταισμός (Dadaismus)………………………σελ. 261 Κονστρουκτιβισμός (constructivism), Διαισθητισμός (intuitionism), Ινστρουμενταλισμός (instrumentalism), Ρεαλισμός (realism), Αντι-ρεαλισμός (antirealism)………………………………………………………..σελ. 262 Ο Αισθητικός Ρεαλισμός της Αριστεράς…σελ. 273 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΧΙ- ΑΝΑΛΥΤΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Η Αναλυτική Φιλοσοφία και τα είδη της. Η Αναλυτική Φιλοσοφία των Αριστοτέλη, Kant, Wittgenstein………………………………………………σελ. 277 ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΧΙΙ- Η ΑΙΣΘΗΤΙΚΗ ΤΟΥ WITTGENSTEIN Η Αναλυτική Φιλοσοφία της Γλώσσας Ludwig Wittgenstein (1889-1951): Η Αισθητική του Wittgenstein (1889-1951) (Wittgenstein`s Aesthetic)……………………σελ. 301 Βιβλιογραφία………………………………………………σελ. 314 ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ. Oι Μεγάλοι Διανοητές μιλάνε για το Ωραίο…………………………………………………………..σελ. 333 Jean Jacques Rousseau (1712-1778), Kant, Art Manifestos (Futuristic, Vorticism, Dada, Surrealism, Realistic (constructivism)). Έργα Τέχνης………………………………………………….σελ. 443 Βιογραφικό του Συγγραφέα…………………………σελ. 489

5


Αισθητικές Θεωρίες

Κ. Μαλέας (1879-1928): Αττική.

8


Αισθητικές Θεωρίες Στην γλυπτική από τους Γάλλους Pierre Jean David d'Angers (1788-1856), Jean-Antoine Houdson (17411828), Antoine-Denis Chaudet (1763-1810), τους Ιταλούς Antonio Canova (1757-1822), Giovanni Maria Benzoni (1809-1873) στην ζωγραφική από τον Γάλλο J-L David (1748-1825), Jean-Baptiste Joseph Wicar (1762-1834), Antoine-Jean Gros (1711-1835) τον Γερμανό Anton Raphael Mengs (1728-1779), στην αρχιτεκτονική από τους Άγγλους Sir Christopher Wern ( 1632-1723), Lord Burlington (1695-1753), William Kent (1685-1748), Sir Joan Soare (1752-1837), και τον Tρίτο Αμερικανό Πρόεδρο των ΗΠΑ και αρχιτέκτονα Thomas Jeferson (1743-1826), οι οποίοι ακολούθησαν τα πρότυπα του Ιταλού νεοκλασικού αρχιτέκτονα της Αναγέννησης Andrea Palladio (1508-80). Όπως συμβαίνει πάντα στην ιστορία της φιλοσοφίας, τον λογοκρατικό ρατιοναλισμό, διαδέχτηκε το μεγάλο αισθητικό κίνημα του ρομαντισμού, που άνθισε κυρίως στον Γερμανικό Ιδεαλισμό των Hegel, Schelling, Fichte, Goethe και των μεγάλων Γερμανών Μουσουργών, Beethoven 1770–1827), Carl Maria von Weber (1786– 1826), Johannes Brahms (1833 –1897) Robert Schumann (1810–1856), Richard Wagner (1813–1883), κλπ.

16


Ο Αισθητικός Ιδεαλισμός του Ι. Kant νόμου», ο οποίος είναι νόμος αποκλειστικά του νού κι όχι της φύσης της ίδιας!!. Σύμφωνα με τον «απόλυτο ιδεαλισμό» τα φυσικά αντικείμενα είναι «εκπραγματώσεις» αντιστοίχων ιδεών του νού, χωρίς την «ρεαλιστική» ύπαρξη Ding an Sich αντικειμένων (existential). Ο «απόλυτος ιδεαλισμός» καταξιώνει την φύση ως μια «εκπραγματωμένη ιδέα», ή συνώνυμα, την Ιδέα ως «εκπνευματωμένη ύλη»! Μόνον ο Hegel από όλους τους προαναφερόμενους Γερμανούς Ιδεαλιστές, απέρριπτε την ιδιότητα της «εκπνευμάτωσης» της φύσης, καταξιώνοντας με την δυνατότητα αυτή μόνον τα πνευματικά έργα του ανθρώπου, όπως είναι και τα έργα τέχνης, μεταξύ όλων των λοιπών υλικών αντικειμένων! Μόνο στα έργα τέχνης μπορεί, κατά τον Hegel, η Ιδέα να «εκπραγματωθεί» στην απόλυτη καθαρότητά και πνευματικότητά της και μόνο αυτά (τα έργα τέχνης) να «εκπνευματωθούν» πλήρως. Με άλλα λόγια ο Hegel, διέφερε από τους προαναφερόμενους μόνο ως προς την αποδοχή του της ύπαρξης των Ding an Sich αντικειμένων, τα οποίο μορφοποιούνται και «ιδεοποιούνται» (αποκτούν νόημα) δια της Ιδέας (Πνεύματος). Από τα παραπάνω είναι επίσης προφανής η διαφορά του Καντιανού υπερβατολογικού ιδεαλισμού από τον καθαρό «εμπειρισμό», ο οποίος κατασκευάζει το περιεχόμενο της posteriori γνώσης του αποκλειστικά από τα δεδομένα της εμπειρίας και των αισθήσεών του, μέσα βέβαια στον χώρο και τον χρόνο, αλλά των τελευταίων θεωρουμένων ως απολύτως ανεξαρτήτων όντων κι όχι ως γνωστικών λειτουργιών του νού και χωρίς καμία βέβαια συμμετοχή του Νού στην γνώση αυτή με a priori κατηγορίες και ιδέες του. Τέλος ο ρατιοναλιστής Renatus Cartesius (Rene Descartes) (1596-1650) πίστευε ότι ο άνθρωπος έχει

33


Ο Αισθητικός Ιδεαλισμός του Ι. Kant (*) γνώσκεται ως άλγεβρα (ζωγραφική στον χρόνο=μουσική). Εδώ το μόνο που μας ενδιαφέρει είναι η αναπαράσταση των εννοιών μόνο με την «μαθηματική» των φόρμα, χωρίς φυσικό εννοιολογικό περιεχόμενο (*). (*) χωρίς τις κατηγορίες, λογική, κλασική και transcendental και Ιδέες. Τα βασικά σημεία της Καντιανής Αισθητικής είναι τα εξής: Η έννοια του «σκοπού» ως υπερβατολογικού παράγοντος Όταν μας γίνονται αντιληπτά φυσικά δεδομένα (φυσικά φαινόμενα) ο ανθρώπινος νούς προσπαθεί να τα εξηγήσει επιστημονικά σύμφωνα με αρχές του Καθαρού Λόγου, δηλαδή να τα υπάγει στις αρχές ενός γνωστού «φυσικού νόμου», που έχει δημιουργηθεί σύμφωνα με τις a priori εποπτείες και αρχές του Καθαρού Λόγου, διαδικασία που λέγεται «καθοριστική σκέψη». Πολλές φορές όμως, φυσικά δεδομένα και φαινόμενα δεν μπορούν να εξηγηθούν με τους γνωστούς φυσικούς νόμους, ούτε είναι δυνατόν να βρούμε κάποιον νέο φυσικό νόμο που να τους εξηγεί, παρόλο που είναι προφανές ότι τα δεδομένα αυτά υπακούουν σε κάτι σαν «μυστικό» κανόνα, έχουν δηλαδή μια κανονικότητα, η οποία όμως δεν φθάνει σε ικανό βαθμό υπαγωγής της σε κάποιον γνωστό η νέο φυσικό νόμο του Καθαρού Λόγου. Στην περίπτωση αυτή, με μια διαδικασία σκέψης που λέγεται «διασκεπτική σκέψη», ο ανθρώπινος νούς για να μπορέσει να εξηγήσει επιστημονικά τα φυσικά αυτά φαινόμενα, τους αποδίδει δύο ειδών «σκοπούς», τον «αντικειμενικό σκοπό» και τον «υποκειμενικό».

37


Αισθητικές Θεωρίες Αντικειμενικός σκοπός Είναι ο σκοπός προς τον οποίο τείνουν τα φυσικά δεδομένα, ένας σκοπός ο οποίος μας πληροφορεί ότι τα φαινόμενα ανταποκρίνονται σε έναν ιδεατό τύπο στον οποίο οφείλουν την φύση των. Ο σκοπός όμως αυτός είναι δημιουργία του Νού και του Λόγου, τον οποίο (σκοπό) οι τελευταίοι τον αποδίδει στα φυσικά φαινόμενα, ανεξάρτητα εάν πράγματι τα φυσικά αυτά φαινόμενα κινούνται πράγματι από τον σκοπό αυτόν. Ο αντικειμενικός σκοπός (ο οποίος λέγεται και «οργανικός») ενώ είναι ένας (αποδιδόμενος) σκοπός των φυσικών φαινομένων, είναι δημιούργημα και ανήκει στον Νού, ο οποίος (Νούς) τον αποδίδει στην φύση, είναι ένας σκοπός υπερβατολογικός κι όχι φυσικός, ο οποίος όμως αποσκοπεί στην γνώση της ουσίας των φυσικών δεδομένων. Ένας τέτοιος «αντικειμενικός» σκοπός είναι π.χ. η αύξηση της εντροπίας των φυσικών δεδομένων της θερμοδυναμικής. Ο Αντικειμενικός Σκοπός του Kant, αντιστοιχεί στο «ειδικό» αίτιο του Αριστοτέλη («Μορφή» των πραγμάτων). Υποκειμενικός σκοπός- Το Καντιανό Ωραίο Ο υποκειμενικός σκοπός είναι ένας σκοπός επίσης του Νού, δηλαδή ένας υπερβατολογικός σκοπός, που αποδίδεται από τον Νού στις θεωρητικές γνωστικές, ηθικές και συναισθηματικές συνειδησιακές μας δυνάμεις αντίληψης, φαντασίας, νόησης και τελικά γνώσης, για την επίτευξη μιας αρμονικής συνεργασίας μεταξύ των, που οδηγεί τελικά σε ένα αίσθημα ικανοποίησης και ηδονής. Ο υποκειμενικός αυτός σκοπός των θεωρητικών γνωστικών

38


Αισθητικές Θεωρίες εκφράσει ο τραγωδός της ελληνικής τραγωδίας μπορούν να εκφραστούν, στο μέγιστο βαθμό των και να πραγματώσουν τον σκοπό των της επιρροής της ψυχής του θεατή, μόνο με την συγκεκριμένη μορφή του «θεατρικού δράματος», ή με την συγκεκριμένη «σκηνοθεσία». Μην ξεχνάμε επίσης ότι η αρχαία ελληνική γλώσσα ήταν «φορμαλιστική» (σε αντίθεση με την νεοελληνική «αναλυτική» της μορφή), με την έννοια ότι αλλάζοντας την «Μορφή» της ρίζας της ίδιας λέξης, αλλάζουμε και την σημασία της τελευταίας, όπως π.χ. οι διάφοροι τύποι «δοτικής», «ευκτικής», «μέλλοντος χρόνου» κλπ., οι οποίες στην σύγχρονη γλώσσα εκφράζονται περιφραστικά (αναλυτικά), π.χ. «το να …», «είθε να…», «θα μιλήσω…» κλπ. H «φόρμα» ως του μοναδικού και αναγκαίου στοιχείου του Καντιανού ωραίου στην τέχνη, οδηγεί φυσικά στην «αφηρημένη» τέχνη, δηλαδή στην τέχνη «χωρίς περιεχόμενο, χωρίς ιδέα» και σε μια «τέχνη της μορφής, της φόρμας». Τελικά το «ωραίο» στην Καντιανή τέχνη είναι μόνο «φόρμα», ενώ –σύμφωνα και με τελευταία- η παλαιά διχογνωμία μεταξύ φόρμας και περιεχομένου ως του βασικού στοιχείου του «ωραίου» στην τέχνη, θεωρείται σήμερα ως ψευτοδίλημμα.

46


Ο Αισθητικός Ιδεαλισμός του Ι. Kant Για τον ίδιο λόγο, οι Ιδέες αυτές, δεν έχουν ούτε «νοητική φόρμα» νοήσεώς των από τον Νού, διότι νοούνται μόνο ενορατικά, χωρίς λογικούς κανόνες συλλογισμού των, αλλά ούτε «μορφολογική φόρμα» θεωρητικής εποπτείας των («θεωρητικής εμπειρίας των»). Αντίστοιχα, οι Αριστοτελικές «Μορφές» είναι a priori Μεταφυσικές οντότητες, με «περιεχόμενο» (και εγκόσμιο νόημα) (και γι αυτό γνωρίζονται επιστημονικά στην αφηρημένη μορφή των), αλλά και με νοητική «φόρμα». Οι Μορφές είναι «εν ενεργεία υπάρξεις», οι οποίες αποκτούν υπαρκτική αξία μετά την ένωσή των με την «εν δυνάμει ύπαρξη» της ύλης (έργου τέχνης), σχηματίζουσα ομού την «ουσία» (ή το «όντος όν»). Εδώ οι Μορφές δίνουν το «νόημα» στην ύλη κι αυτή την ύπαρξη στην Μορφή. Τα ίδια ισχύουν και για το Heideggerean «Είναι» και «Όν». Οι Μορφές είναι συνεπώς. Γνωσιολογικά και οντολογικά «ανεξάρτητες του Νού», mind-independent) (αν και είναι «υλο-εξαρτώμενες» οντολογικά, Αριστοτελικός Αντικειμενικός Ρεαλισμός). Οι Καντιανές Ιδέες του Κόσμου, Εγώ και Θεού, της Αθανασίας της Ψυχής, είναι a priori αληθείς οντότητες, στοχαζόμενες «Διαλεκτικά» («εξαρτώμενες» και «μηεξαρτώμενες» από τον Νού, Αναλυτικά και Υπέρλογα (με την 3 βαθμών αληθείας Intuitive Logic), είναι «χωρίς φυσικό νόημα και περιεχόμενο» και «χωρίς φόρμα». Επίσης, οι Καντιανές «Κατηγορίες» είναι ενεργά δημιουργήματα του Νού (mind-dependent, Καντιανός ΑντιΡεαλισμός), a priori αληθείς, αναλυτικές, «χωρίς περιεχόμενο», αλλά με νοητική «φόρμα» οντότητες, οι οποίες αποκτούν υπαρκτική αξία μέσα στις α priori αρχές

49


Ο Αισθητικός Ιδεαλισμός του Ι. Kant Με κανέναν όμως τρόπο η «υπαρκτότητα» της Ιδέας του Ωραίου (στο έργο τέχνης) δεν γίνεται με τίμημα της υποβάθμιση της αυθεντικότητας και της καθαρότητας της αφηρημένης Νοητής της Κατάστασης, γεγονός και ιδιότητα μοναδικών μεταξύ των άλλων Ιδεών. Η Ωραιότητα είναι η μόνη «Ιδέα» που φανερώνεται αυθεντική και στην απόλυτη καθαρότητα της φύσης της στον αισθητό Κόσμο ως «φόρμα» της ύλης (του έργου τέχνης), η οποία («φόρμα») συνιστά συνεπώς την εκπνευματοποιημένη μορφή της ύλης (του έργου τέχνης) (βλ. παρακάτω και τον Κ. Τσάτσο). Η ψυχή του ανθρώπου αγαλλιάζει πάντα με τον ορθολογικό, φιλοσοφικό και επιστημονικό στοχασμό του Νού, νοιώθει όμως μια ιδιαίτερη αγαλλίαση, η οποία λέγεται αισθητική ικανοποίηση και βιώνεται ως αίσθηση του ωραίου, όταν ο Νούς στοχάζεται με ορθολογικούς κανόνες–με ορθολογική φόρμα- υπέρλογες και υπαρξιακές αξίες και ποιότητες ζωής. Συνεπώς, η αισθητική ικανοποίηση, ως αίσθηση του ωραίου, είναι το αποτέλεσμα του ορθολογικού (φορμαλιστικού) στοχασμού του Νού πάνω σε υπαρξιακές αξίες ζωής. Η αίσθηση του ωραίου είναι ο Υπέρλογος τρόπος στοχασμού του Λόγου, ή ο Λογικός τρόπος στοχασμού του Υπέρλογου. Γι αυτό η Καντιανή Αισθητική λέγεται και Αισθητικός Φορμαλισμός. Η Αισθητική ικανοποίηση είναι μια αμιγής Πνευματική απόλαυση κι ως τέτοια υπόκειται στους κανόνες στοχασμού του Λόγου που είναι περιεχόμενο του Πνεύματος. Το Πνεύμα νοεί διανοητικά (επιστημονικά με τις έννοιες), Λογικά (με τις Ιδέες ως δυνατότητες υπάρξεώς των στον Κόσμο), Ηθικά (ως ελεύθερη βούληση και πράξη) και Αισθητικά, ως συνδυασμού όλων των παραπάνω και υπαρξιακών και δεοντολογικών αξιών. Η Καντιανή

71


Αισθητικές Θεωρίες Ο παραπάνω φαύλος κύκλος της υποκειμενικής αισθητικής διαρρηγνύεται μόνο με την αποδοχή ενός (αναγκαστικού) a priori αντικειμενικού –και συνεπώς καθολικού και παγκόσμιου τοπικά και χρονικά- εσωτερικού πνευματικού αισθητικού κριτηρίου, που βασίζεται σε a priori αισθητικούς κανόνες γενέσεώς του και το οποίο όμως, βιώνεται διαφορετικά σε κάθε άνθρωπο, τόσο ποσοτικά, όσο και ποιοτικά, αλλά πάντα αισθητικά, δηλαδή να «υπάρχει καθαυτό και χωρίς σκοπό». Ο πραγματικά καλλιεργημένος πνευματικά άνθρωπος είναι ο ίδιος εκούσιος δημιουργός και αναγκαστικός (a priori) φορέας του κριτικού αισθητικού αισθητηρίου, το οποίο εκφράζεται ως αισθητική ικανοποίηση, στοχαζόμενος για ένα έργο τέχνης με a priori αισθητικούς κανόνες κι όταν ακόμα απορρίψει το έργο τέχνης ως άσχημο!». Το «ωραίο» και «άσχημο» στην Τέχνη (συνεχίζει τους παραπάνω συλλογισμούς του ο Κ. Τσάτσος) «Μια εκφραζομένη απλή (χωρίς τους a priori κανόνες και συνεπώς μη-αισθητική) αρέσκεια («μου αρέσει») ή απαρέσκεια («δεν μου αρέσει») για ένα έργο τέχνης, δεν εκφράζει μια αληθινή λυτρωτική αισθητική κρίση αρέσκειας ή απαρέσκειας, η οποία είναι αποτέλεσμα πραγματικής Αισθητικής Θεωρίας του έργου τέχνης με τους παραπάνω a priori κανόνες. Ο πραγματικά καλλιεργημένος αισθητικά άνθρωπος στην θέα ή δημιουργία ενός έργο τέχνης, δεν βρίσκει καμία αντίφαση στην κρίση του: «αυτό το έργο τέχνης μου αρέσει (αισθητά-υποκειμενικά) αν και είναι μέτριο (αισθητικά)» κι αντίστοιχα στην κρίση του: «αυτό το έργο τέχνης παρόλο που είναι ωραίο (αισθητικά) δεν μου αρέσει (υποκειμενικά-

76


Αισθητικές Θεωρίες στον περίφημο Καντιανό ορισμός του ωραίου ως: «αυτό που υπάρχει μόνο καθεαυτό, χωρίς σκοπό αλλά με σκοπιμότητα και που αναγκαστικά αρέσεις σε όλους». Το Ωραίο απελευθερώθηκε από τα δεσμά της καθαρά «εμπειρικής αίσθησης και ηδονής», ακόμα και της «παθητικής ψυχικής ηδονής» της Καντιανής μορφής του, πρώτα από τον Hegel, ο οποίος καταξίωσε το Ωραίο με την ιδιότητα της Πνευματικής Ενέργειας κι έτσι το Ωραίο έκτοτε, είναι Πνευματικό ενέργημα (επίτευγμα) κι όχι «Παθητικό Ψυχικό Αίσθημα και ηδονή». Το Εγελιανό Ωραίο, ως Πνευματικό ενέργημα κι επίτευγμα δεν έχει a priori αρχές (όπως αντίθετα το Καντιανό) οι οποίες υπάρχουν ανεξάρτητα του Νού κι ο οποίος (Νούς) απλά τις ανακαλύπτει. Αντίθετα, στο Εγελιανό Ωραίο, ο Νούς «δημιουργεί» το Ωραίο, ήτοι την Ιδέα του Ωραίου (όπως κι όλες τις άλλες Εγελιανές Ιδέες). Το Ωραίο ως Πνευματικό ενέργημα κι επίτευγμα θεμελειώθηκε τελικά συστηματικά στην Αισθητική Θεωρία της Φαινομενολογίας και βρήκε υπόσταση στον Εξπρεσιονισμό (Εικονικό και Ανεικονικό) και στην Αφηρημένη Τέχνη. Το Ωραίο στις Αισθητικές αυτές θεωρίες βιώνεται ως «ευδαιμονία», η οποία κατά τον Αριστοτέλη (στα Ηθικά Νικομάχεια) είναι μια ενεργός ψυχική κατάσταση που συνοδεύει την ενάρετη πράξη. Στον δεύτερο λόγο του Λυσία στον Πλατωνικό Φαίδρο, ο Σωκράτης λέει ότι ο «σκοπός του έρωτα είναι η ευτυχίαευδαιμονία» κι όχι η «ηδονή».

92


Αισθητικές Θεωρίες συγκεκριμένο περιεχόμενο στην μορφή του «παραδείγματος» η του υλικού «ειδώλου» της, η Πλατωνική και Καντιανή Ιδέα του Ωραίου-φόρμα (Ωραιότητα) αντίθετα, πραγματώνεται στον αισθητό κόσμο άμεσα ως φόρμα –εφόσον η ίδια δεν έχει εννοιολογικό περιεχόμενο-αλλά αναγκαστικά συζευγμένη με ύλη (έργο τέχνης), ή με πνευματικές ενέργειες ανθρώπων, τα οποία υπέχουν θέση «περιεχομένου» της. Μια Ιδέα-Φόρμα (όπως η Ωραιότητα) χωρίς περιεχόμενο στην απόλυτη μορφή της, δεν μπορεί να υπάρξει στον αισθητό κόσμο, χωρίς κάποιας μορφής «περιεχόμενο». «Στην σφαίρα του διανοητικού, όταν οι όροι τυχαίνει να είναι αναμφισβήτητοι, γιατί ανταποκρίνονται σε αισθητά αντικείμενα, μπορεί να συμπίπτει η ενότητα του νοήματος με μια μόνο κρίση. Αλλά μόλις βγούμε από τούτη την περιοχή, μόλις το νόημα δεν εξαντλείται στη μεμονωμένη κρίση, αλλά προκύπτει από την ενιαία θέση της προσωπικότητας, που ακέρια πάντα εκφράζεται στην φιλοσοφία, στη ρητορεία, στην τέχνη, τότε η ενότητα του νοηματικού συνειρμού καταλαμβάνει πάντα ένα χώρο πολύ πλατύτερο από τη μεμονωμένη κρίση. Αλλά και το νόημα που βγαίνει από την σύνθεση των καθ` έκαστον νοημάτων, από τον συνολικό τόνο, από το ρυθμό, από τη πνοή του έργου, από την απόλυτα ιδιότυπη θέση της προσωπικότητας, είναι και αυτό ένα έλλογο νόημα. Γιατί με το λόγο θα το νοιώσωμε και όχι με τις αισθήσεις» (Κ. Τσάτσος).

106


Αισθητικές Θεωρίες «αναλυτική φιλοσοφία»), η οποία όμως απέρριψε τους a priori αυτούς κανόνες της κανονιστικής αισθητικής, την λεπτομερή περιγραφή της οποίας θα περιγράψω παρακάτω. Παρόλα αυτά, η κανονιστική Καντιανή Αισθητική, με τα παραπάνω χαρακτηριστικά της, αποτέλεσε την θεμέλειο της Αναλυτικής Αισθητικής θεωρίας της Φαινομενολογίας, αφού όμως χρειάστηκε η πρώτη να απεκδυθεί πρώτα των a priori κανόνων της. Άν και η Αισθητική της Φαινομενολογίας κατ` αρχήν, δεν εισήχθη ως μια αισθητική θεωρία εξέλιξης της Καντιανής, αλλά ως μια μαθηματική λογική φιλοσοφία, με σκοπό να κατοχυρώσει την αξία του Νού στην επίτευξη των φιλοσοφικών- μαθηματικών επιτευγμάτων, αξία του Νού η οποία είχε αμφισβητηθεί από την ερμηνεία και καταγωγή των νοητικών λειτουργιών και κυρίως των φιλοσοφικών και μαθηματικών επιτευγμάτων από το ασυνείδητο της ψυχολογίας του βάθους του S. Freud. Λουκάς Σαμαράς (γεν.1936): Αυτοπροσωπογραφία.

110


Αισθητικές Θεωρίες «κάθοδος» και «κατοίκηση» των «ιδεών» στα πεπερασμένα φυσικά αντικείμενα (ως «ιστορικών στιγμών» των), η οποία είναι αναγκαία συνθήκη για την «ύπαρξή των» (Αριστοτελική οντολογία), σημαίνει για αυτές την απώλεια της «Πλατωνικής απειρότητάς κι αχρονικότητάς» των, δηλαδή, την απώλεια της «Πλατωνικής ουσίας» των, με αποτέλεσμα τον διαχωρισμό της «Πλατωνικής ουσίας» (substantia) από το «Πλατωνικό είναι» (existentia) των. Η «περατότητα» των φυσικών αντικειμένων στα οποία εκφράζεται κι εκπραγματώνεται η Εγελιανή «ιδέα», δεν ανταποκρίνεται στο «μέγεθος» της «ιδέας», γι αυτό ο άνθρωπος είναι θνητός, επειδή η υλική σωματικότητά του δεν ανταποκρίνεται στην ψυχή του ανθρώπου που είναι «ιδέα». Μόνο στον Θεό η «ουσία» της Ιδέας ταυτίζεται με το «είναι» της. Υπάρχει όμως στην οντολογία του Hegel μια ελπίδα να αντιληφθούμε με τις αισθήσεις μας την «Ιδέα» (του «αντικειμενικού πνεύματος»-βλ. παρακάτω) στην ανόθευτη πνευματική της ουσία και απειρότητα, ή έστω με την ελάχιστη δυνατή αλλοτρίωση της ουσίας της. Κι αυτό γίνεται με την «κατοίκηση» κι έκφραση της Ιδέας στην Τέχνη, την Φιλοσοφία και την Θρησκεία, οι οποίες είναι οι τρείς μορφές του Απόλυτου Πνεύματος, όπως θα το αναλύσουμε παρακάτω. Η Εγελιανή Αισθητική είναι, όπως και η Καντιανή, Ιδεαλιστική, δηλαδή, το Ωραίο (η Ιδέα του Ωραίου) βρίσκεται πρωταρχικά στον Νού του ανθρώπου και απλά προβάλλεται, η «δωρίζεται» κατά παραχώρηση στο έργο τέχνης για να καταστεί απλά (οπτική, ή ακουστική) εμπειρία.

116


Ο Αισθητικός Ιδεαλισμός του Fr. Hegel «γεννήτορας» της ιστορίας του ανθρώπου κι όχι το αποτέλεσμά της και «προιόν» της. Για τον λόγο αυτό, ο ορισμός «ιστορία της τέχνης» με την έννοια της «αιτίας και του χρόνου αρχής της» δεν έχει νόημα, εφόσον η Τέχνη «γράφει ιστορία» και «δεν γράφεται από αυτήν». Η «ιστορία της τέχνης» είναι η ίδια η «ιστορία του ανθρώπου». Βλέπουμε λοιπόν ότι στην Εγελιανή Αισθητική, βλέπουμε ότι η «καλλιτεχνική πρόθεση» του Νού, ως η «μήτρα» του ωραίου του Η. Κant, διατηρείται και στην αισθητικό ιδεαλισμό του Hegel. Στην τέχνη περισσότερο, παρά στην φύση –κατά τον Hegelταυτίζεται το ιδεατό με το πραγματικό. Oι επίγονοι του Hegel του Απόλυτου Ιδεαλισμού, Γερμανοί Ιδεαλιστές Fichte και Schelling, επέκτειναν την άποψη αυτή του Hegel και θεώρησαν ότι η φύση γίνεται ένα αισθητικό αριστούργημα, όχι στην απόλυτη εμπειρική της θεώρηση, αλλά ως μια «καλλιτεχνική θεώρηση» του Νού, ως μια «εκπραγμάτωση του Πνεύματος», παραπέμποντες σε ένα Πλωτινικό Πανθεισμό, όπως θα δούμε και παρακάτω.

Θεόδωρος Βρυζάκης (1814-1878): Παρηγοριά (1856).

149


Ο Αισθητικός Ιδεαλισμός του Fr. Hegel σε καθαρές πνευματικές λειτουργίες (απόλυτος Ιδεαλισμός). Κι αυτό η απόρριψη της φύσης ως στοιχείου του Ωραίου, αποκλείει την Εγελιανή Αισθητική από την Ρομαντική Τέχνη. Τελικά βέβαια η Αισθητική του Hegel, είναι ένας συντηρητικός διαλεκτικός ιστορικισμός, καθαρή λογοκρατική, αιτιοκρατική φιλοσοφία, είναι «επιστήμη του ωραίου» και γι` αυτό υποστηρίζει την υπεροχή του περιεχομένου απέναντι στην φόρμα. Για τους λόγους αυτούς, αποτέλεσε μια απρόσμενη απογοήτευση, παρόλο που η άρνηση από μέρους της του Ωραίου στην Φύση και της μίμησης ως μέσου έκφανσης του Ωραίου στην τέχνη, καθιέρωσε για πάντα την Πνευματικότητα της τέχνης, αποκαθάροντάς την οριστικά από την αισθητή ηδονή ως συστατικού της στοιχείου, την οποία (αισθητή ηδονή) αντίθετα, διατήρησε ο Καντιανός Φορμαλισμός, όπως και ο Αριστοτελικός Αντικειμενικός Ιδεαλισμός. Διαφορές της Καντιανής και Εγελιανής Αισθητικής Το a priori των υπέρχρονων κι αμετάβλητων Καντιανών κανόνων του ωραίου σημαίνει ότι το «ωραίο» στην Καντιανή Αισθητική είναι έξω κι ανεξάρτητο από την ένγχρονη ιστορία. Και με την έννοια αυτή το Καντιανό Ωραίο «δεν είναι υποκείμενο του ιστορικού χρόνου και της ιστορίας». Στο σημείο αυτό αντιτίθεται η Εγελιανή Αισθητική, στην οποία η Ιδέα του Ωραίου εξελίσσεται ως Ιδέα μέσα στην Ιστορική Διαλεκτική ως συλλογικό «υποκείμενό της». «Η Ωραιότητα γράφει ιστορία», είναι «συγγραφέας της ιστορίας των λαών και της ανθρωπότητας». Επί πλέον, η Εγελιανή Ιδέα του Ωραίου είναι πλήρης «εννοιολογικού» περιεχομένου όπως εκφράζεται στον

163


Ο Αισθητικός Ιδεαλισμός των Ficthe και Schelling Αισθητική του Schelling στον (προ) Ρομαντισμό (όχι όμως και του Ηegel για τους αντίθετους λόγους). H θρησκευτική απόκλιση που παίρνει πλέον η Φιλοσοφία της Ταυτότητας του Schelling, έθεσε τα θεμέλια της συμφιλίωσης της Ποίησης και της Φιλοσοφίας του «Έλλογου-Φιλοσοφικού» Ρομαντισμού του 19ου αι. των Hegel, Schelling, Fichte, με τους Ρομαντικούς του «Συναισθήματος» Goethe, Novalis, Schopenhauer, Fr. Schlegel, Schubert, Schumman και με τον νεώτερο Croce. Όλοι οι τελευταίου αυτοί (οι «ρομαντικού του συναισθήματος) αποδέχτηκαν το «συναίσθημα» και την «απειρότητα» (ένα βασικό στοιχείο του Γερμανικού Ρομαντισμού) ως βασικά στοιχεία της καλλιτεχνικής έκφρασης του ωραίου του ρομαντισμού, σε αντίθεση με την απόρριψή του (του «συναισθήματος») από τον αισθητικό ιδεαλισμό των Hegel & Schelling. Το Ευρωπαικό πνεύμα είναι η συνάντηση της Αρχαίας Ελληνικής Λογικής, της Χριστιανικής Ηθικής και του Γερμανικού Συναισθήματος (ρομαντισμού).

Mask from Gabon

Μυκήνες, 1300-1250 π.Χ.

165

165


H Αισθητική Φαινομενολογία του Ed. Husserl και του μηδενός» ! «H γνώση μεσολαβεί μεταξύ του είναι και του μη-είναι», αυτή είναι μια ρήση του Sartre (στο έργο του «Το μηδέν και το Είναι»). Συνεπώς στην Φαινομενολογία η επιστημονική γνώση αφορά «μετασυνειδησιακά» αντικείμενα τα οποία έχουν απωλέσει την «ουσία» των ως «α-σχέτων» και «καθεαυτών», ενώ η επιστημονική γνώση είναι γνώση «φαντασμάτων», είναι μια χίμαιρα !. Τα «καθεαυτά» «προσυνειδησικά» αντικείμενα τα οποία θεωρούνται ως τα μόνα «πραγματικά» (real existent) αντικείμενα είναι πέραν της δυνατότητας της ανθρώπινης γνώσης των, επειδή δεν είναι περιεχόμενα της συνείδησης. Τα μη-συνειδητοποιημένα («προσυνειδησικά») όμως αυτά «καθεαυτά» αντικείμενα, επειδή ακριβώς δεν έχουν «μορφοποιηθεί» και «νοηματοδοτηθεί» από την συνείδηση, θεωρούνται ως «φαινόμενα», τα οποία όμως είναι «πραγματικά» (real existent)! Συνεπώς, ενώ στην «Κλασική» Ιδεαλιστική Φιλοσοφία (Πλατωνική, Αριστοτέλεια, Καντιανή), το «φαινόμενο» (phenomenon) υποδηλώνει το αντικείμενο που εμφανίζεται στις αισθήσεις μας «παραμορφωμένο» ως προς την πραγματική του ουσία από την συνείδηση και τον Νού (ιδεαλισμός), στην Φαινομενολογία αντίθετα ως «φαινόμενο» θεωρείται το αντικείμενο στην «καθεαυτό» μορφή του, ήτοι στην «προσυνειδησιακή», αδιαμεσολάβητη κι «ανόθευτη» από την συνείδηση και τον Νού μορφή του.

181


H Αισθητική Φαινομενολογία του Ed. Husserl πραγματική φύση και φυσική φόρμα του «πράγματος» (θέματος), η οποία μόνο υπαινικτικά κι αφηρημένα απεικονίζεται στο έργο τέχνης (ως «εκρηγνυομένης φόρμας» της φυσικής φόρμας του), εκλαμβάνεται από την συνείδηση του θεατή ή του καλλιτέχνη, ως πρόσκαιρη «λάμψη πυροτεχνήματος», η οποία χάνεται αυτοστιγμή. Συνεπώς, η αισθητική της φαινομενολογίας είναι μια «φορμαλιστική» αισθητική, με την διαλεκτική αρνητική της όμως περιγραφή, δηλαδή με την άρνηση μιας πεπερασμένης, γεωμετρικής, η μορφοποιημένης φόρμας. Τα παραπάνω χαρακτηριστικά της Φαινομενολογίας συνιστούν το φιλοσοφικό βάθρο και το θεωρητικό θεμέλιο της ανεικονικής και αφηρημένης τέχνης και του Νομιναλισμού. Νομιναλισμός Νομιναλισμός είναι ο αισθητικός-φιλοσοφικός όρος, ο οποίος θεωρεί ότι η «ουσία» του κάθε πράγματος έγκειται στην «παρενθετοποίησή» του από το περιβάλλον του, δηλαδή από την απομόνωσή του από τις σχέσεις του με τα άλλα αντικείμενα, τις ανάγκες και επιθυμίες του ανθρώπου. Η «ουσία» του κάθε πράγματος είναι το «πράγμα καθαυτό» χωρίς ένα οποιοδήποτε όνομα που να σηματοδοτεί έναν χρηστικό ή άλλο σκοπό του, «πράγμα καθαυτό» χωρίς συσχετισμό με οποιοδήποτε άλλο αντικείμενο ή ιδέα, ή λόγο ύπαρξης. Τέτοιο «ά-σχετο» «πράγμα» είναι απόλυτα «ορισμένο» στην αυθυπαρξία του κατά την φαινομενολογία, ενώ αντίθετα κατά τον Αριστοτέλη και τον Hegel είναι «αφηρημένο»! Ωραίο έργο τέχνης είναι αυτό που δικαιώνει την «ατομικότητά» του και την «μοναδικότητά» του, αυτό που

189


H Αισθητική Φαινομενολογία του Ed. Husserl διαδικασία αναφορικότητάς της στο υλικό αντικείμενο, το οποίο μέσα στην διαδικασία αυτή της αναφορικότητας –και πριν αυτή ολοκληρωθεί- «εκπνευματώνεται» ως έργο τέχνης!. Το αφηρημένο αυτό «εκπνευματωμένο» αντικείμενο, μέσα στην ανολοκλήρωτη διαδικασία της υπερβατικής αναφορικότητας της συνείδησης, είναι η «αισθητική μορφή» (η Ιδέα του Ωραίου) του «πεζού» φυσικού αντικειμένου που προκύπτει από την ολοκλήρωση της αναφορικότητας της συνείδησης. Συνεπώς, το «εκπνευματωμένο» αισθητικό αντικείμενο ταυτίζεται σχεδόν με την Ding an Sich προσυνειδησιακή μορφή του. Το ωραίο στην τέχνη είναι συνεπώς προγνωσιακό, είναι εκτός της γνώσης, η οποία υποστασιοποιείται με την ολοκλήρωση της υπερβατικής αναφορικότητας της συνείδησης. Εκτός των φυσικών αντικειμένων, υπερβατικά αναφερόμενα από την συνείδηση «αντικείμενα» είναι και οι έννοιες, οι ιδέες και φαντασιώσεις. Παρόλο όμως που κατ` αρχήν, η υπερβατική αναφορικότητα της συνείδησης στην συγκεκριμένη ιδέα του ωραίου (αντικείμενο) και στην υπερβατική αναφορικότητα της τελευταίας σε ένα συγκεκριμένο έργο τέχνης, παραπέμπει σε μια υποκειμενική ιδέα του ωραίου, κατακερματισμένη σε τόσες μορφές όσες και τα έργα τέχνης, τελικά, η «αντικειμενικότητα» της ιδέας του ωραίο διασώζεται δια της διυποκειμενικότητας που περιέγραψα παραπάνω.

195


H Αισθητική Φαινομενολογία του Ed. Husserl τον Hegel και Αριστοτέλη είναι «αφηρημένο»! Το «άσχετο» κατά τον Νομιναλισμό πράγμα είναι το μόνο πραγματικό πράγμα κι αυτό μπορεί να υπάρξει μόνο ως Ωραίο έργο τέχνης. Συνεπώς, το Ωραίο του Νομιναλισμού παραπέμπει στο Καντιανό Ωραίο ως «αυτό που υπάρχει χωρίς έννοια (νόημα), χωρίς σκοπό, αλλά με σκοπιμότητα και το οποίο αναγκαστικά αρέσει σε όλους». Το Ωραίο συνεπώς της Φαινομενολογικής Αισθητικής, βρίσκεται στην οργιαστική διαδικασία γέννησης των «ανύπαρκτων» ακόμα οντοτήτων της συνείδησης στην διαδικασία της υπερβατικής της αναφορικότητας, ως ένα απείκασμα δηλαδή της φαινομενικά χαοτικής (και με την μαθηματική έννοια) συνάρτησης στον χρόνο των απεικονιστικών στιγμών της υπερβατικής αναφορικότητας της συνείδησης. Το Ωραίο πεθαίνει με το τέλος της υπερβατικής αναφορικότητας της συνείδησης, η ολοκληρωμένη υποστασιοποίηση της συνείδησης και του αντικειμένου της στον Κόσμο προκύπτουν με τίμημα τον θάνατο του Ωραίου! Είναι άραγε αυτός ο λόγος της εγκατάλειψης, από τους μεγάλους δημιουργούς, πολλών έργων τέχνης πριν την ολοκλήρωσή των, λόγω του σβησίματος της καλλιτεχνικής ενορατικής έμπνευσης των καλλιτεχνών αυτών, όσο το έργο πλησιάζει προς το τέλος του? Είναι αυτή η αιτία των τόσων ανολοκλήρωτων έργων τέχνης του Leonardo και του Lucian Freud?

203


H Αισθητική Φαινομενολογία του Ed. Husserl ωραίο προβάλλει από το κοινό αντικείμενο, μόνο όταν αυτό «μηδενοποιείται» ως τέτοιο από την Αισθητική Κρίση, η οποία το «αλλοτριώνει» πλέον σε «έργο τέχνης». Η Αισθητική όμως «αλλοτρίωση» αυτή, επιτυγχάνεται βέβαια, μόνον εάν το κοινό αντικείμενο έχει τα ποιοτικά αισθητά χαρακτηριστικά, τα οποία ως «σπέρμα», ή ως «καρπός» εμπεριέχουν «την σπερματική δυνατότητά του να γίνει ωραίο δια της αισθητικής νόησης του θεωρού ή του καλλιτέχνη». Η «σπερματική δυνατότητα να γίνει ωραίο» όμως, εξελίσσεται στο πλήρες μεγαλείο της, σε ένα πλήρες αισθητικό δέντρο και σε μια πλήρη «Ιδέα του Ωραίου» στον Αισθητικό Νού, μόνο μετά την σύζευξή της, ως «σπερματικής δυνατότητας» του κοινού αντικειμένου, με τον Αισθητικό Νού του καλλιτέχνη ή θεατή (Αισθητική Κριτική). Συνεπώς, η Αισθητική ως Φαινομενολογική μέθοδος αναλυτικής κριτικής συζήτησης για τα καλαισθητικά φαινόμενα, δεν αναζητά (δεν πρέπει να αναζητά) αναλυτικά τα στοιχεία που συναποτελούν το Ωραίο, διότι το Ωραίο δεν είναι μια αντικειμενική και αμετάβλητη Πλατωνική Ιδέα, αλλά (το Ωραίο) νοείται μόνο ως μια «καλλιτεχνική νοητική συνειδησιακή πρόθεση του καλλιτέχνη να παράξει αισθητά το ωραίο», ή ως «η συνειδησιακή δυνατότητα αισθητής έκφρασης του ωραίου». Αντίστοιχα, στην Φαινομενολογία, η Ιδέα του ωραίου «υπάρχει οντολογικά» στον κόσμο μόνο κατά την διάρκεια της ενοποίησης της «συνειδησιακής δυνατότητας αισθητής έκφρασης του ωραίου» με το συγκεκριμένο έργο τέχνης του συγκεκριμένου καλλιτέχνη, την συγκεκριμένη χρονική στιγμή. Η διαδικασία όμως αυτή γίνεται και στην κατασκευή και οποιουδήποτε «κοινού αντικειμένου» (μη-αισθητικού).

211


Αισθητικές Θεωρίες Η υπερβατική αυτή αναφορικότητα της συνείδησης (η αναφορικότητα σε ένα μη-συγγενές με αυτήν είδος) είναι εγγενές χαρακτηριστικό της. Το υλικό αντικείμενο ουσιαστικά δεν υπάρχει μέχρι να γίνει περιεχόμενο της συνείδησης, ως περιεχόμενο και μόνο της οποίας, αποκτά το νόημά του στην σχέση του με το λοιπό περιεχόμενό της. Η νοηματοδότηση του πράγματος από την συνείδηση, το καθιστά όν. Το υλικό αντικείμενο είναι καθεαυτό, η συνείδηση είναι διεαυτήν. Το πράγμα αποκτά την νοηματική του (την πραγματική) ύπαρξη δια της ενέργειας της συνείδησης, η οποία όμως κι αυτή, ολοκληρώνεται υπαρκτικά από την ίδια την διαδικασία «εκπνευμάτωσης» του πράγματος απ` αυτήν, ήτοι με την ολοκλήρωση της υπερβατικής αναφορικότητάς της σε αυτό. Κατά τον Sartre, στο έργο του «Το Είναι και το Μηδέν», «Το διεαυτό-ως γνωρίζουσα συνείδηση- είναι το καθεαυτό που χάνεται ως καθεαυτό για να θεμελιωθεί ως συνείδηση». Το καθεαυτό θεμελιώνεται μόνο στον βαθμό δεν είναι πλέον καθεαυτό, όταν γίνεται διεαυτό». Το καθεαυτό γίνεται όν (γίνεται «είναι») μόνο στον βαθμό δεν είναι πλέον όν (αλλά είναι «μηδέν»). Το καθεαυτό τροπικά είναι αυτό που είναι. Το διεαυτό τροπικά δεν είναι αυτό που είναι. Αν το καθεαυτό είναι, το διεαυτό μέλλει να είναι. «Το μηδέν και το είναι συνιστούν ένα αχώριστο ζευγάρι σε κάθε ανθρώπινο πρόβλημα. Το μηδέν υπάρχει και υπάρχει μέσα στο είναι, όχι έξω ή επέκεινα αυτού». «Η ολική εξαφάνιση του «είναι» δεν θα φέρει την επικράτηση του μηδενός, αλλά την εξαφάνισή και του μηδενός». Τίποτα φυσικό δεν υπάρχει έξω από την συνείδηση του ανθρώπου, ούτε αυτός ο χρόνος (ο οποίος, αντίθετα κατά τον Kant, είναι μια a priori αρχή, υπάρχουσα εκτός κι ανεξάρτητα του Νού του ανθρώπου). Το Σύμπαν είναι η ανθρώπινη συνείδηση, μια

224


Αισθητικές Θεωρίες έργα της «μεταφωβικής» περιόδου του, στηρίζοντας την αισθητική του αυτή στη αισθητική αρχή: «ο ρυθμικός χορός των χρωμάτων». «Περιεχόμενο» και «Φόρμα» ως «ουσία» του Ωραίου Οι διαφορές μεταξύ του (Καντιανού) Φορμαλισμού ως η «ουσία» του Ωραίου και του «ιδεαλισμού» του Hegel, ο οποίος δέχεται το «περιεχόμενο-ιδέα» ως την «ουσία» Ωραίου, είναι προφανείς από την παραπάνω συγκριτική μελέτη των δύο μεγάλων αυτών αισθητικών θεωριών. Ο Φορμαλισμός δέχεται την φόρμα ως την «ουσία» του ωραίου, το οποίο αποκτά το «περιεχόμενό» του από την καθαρή φόρμα, όπως η νοηματική γλώσσα «σημασιοδοτεί» με την καθαρή φόρμα των χειρονομιών. Ο «ιδεαλισμός» του Hegel από την άλλη πλευρά, δέχεται το «περιεχόμενο-ιδέα» ως την «ουσία» του ωραίου, μια αντίληψη όμως που «καταβιβάζει» τη τέχνη από τον Υπέρλογο Θρόνο της στον Επίγειο Θρόνο της Λογικής, της Επιστήμης, της Φιλοσοφίας και της Σκοπιμότητας της Τέχνης, μακράν του «χωρίς έννοια και χωρίς σκοπό» πραγματικού «ανιδιοτελούς» έργου τέχνης της Καντιανής Αισθητικής. Αποδίδοντας νοητικά ένα περιεχόμενο σε μια καθαρή φόρμα, την απεκδύουμε του «καλλιτεχνικού της ενδύματος» και την καθιστάμε ένα σημασιοδοτικό και «ιδιοτελές» σύμβολο, χωρίς καμία αισθητική αξία, όπως έγινε π.χ. όταν ο Αρχαιοελληνικός «Κριοφόρος Ερμής» έγινε από τον «Χριστιανικό Προσηλυτισμό» ο «Ιησούς ως Καλός Ποιμήν», για λόγους καθαρά Προσηλυτισμού των Παγανιστών.

234


Συμβολισμός Μπορούμε να πούμε ότι στον Συμβολισμό το Περιεχόμενο (η Ιδέα-Μορφή) ασφυκτιά αφόρητα στην Φόρμα (σύμβολο) (Εγελιανή Αισθητική), στον κλασικισμό υπάρχει πλήρη αρμονία Φόρμας και Περιεχομένου (Αρχαία Ελληνική Τέχνη, Cezzane) ώστε το περιεχόμενο να παίρνει την πλήρη σημασία του μόνο στην συγκεκριμένη φόρμα, ενώ στην ανεικονική τέχνη (Φαινομενολογία) Φόρμα και Περιεχόμενο αφίστανται απέραντα μεταξύ των. Τέλος στον Καντιανό Φορμαλισμό, υπάρχει μόνο Φόρμα («φόρμα εναντίον μορφής») (αφηρημένη τέχνη-Malevich, Mondrian). Συμβολισμός H «κατ` αίσθηση παράσταση της Ιδέας» ήταν το θεωρητικό έρεισμα του κινήματος του Συμβολισμού στις αρχές του 20ου αι., σύμφωνα με το οποίο το έργο τέχνης-σύμβολο περιείχε ένα υπαινικτικό και δεικτικό στοιχείο της συμβολιζομένης Ιδέας, ενώ το αλληγορικό έργο τέχνης δεν περιέχει τέτοιο στοιχείο της απεικονιζομένης Ιδέας (σουρεαλισμός). Σύμφωνα βέβαια με τα παραπάνω ένας μαθηματικός τύπος, είναι «ωραίος» εφόσον «έχει περιεχόμενο» και «συμβολίζει» μια μαθηματική Ιδέα, σε αντίθεση με την Καντιανή αισθητική του ωραίου «χωρίς έννοια». Παραδείγματα Τέχνης σύμφωνα με τον αισθητικό ιδεαλισμό του Hegel, είναι η θρησκευτική ζωγραφική της Αναγέννησης και του Μπαρόκ, η νεοκλασική-ιστορική ζωγραφική του Διαφωτισμού με κυρίους εκπροσώπους τον David και Megs, τους «ιδεαλιστές φυσιοκράτες» όπως ο Nicholas Poussin, την πρώιμη περίοδο του Turner και των ζωγράφων των «ονειρικών πόλεων» (Vedute & Capriccia), όπως ο Καρλεβάρις και ο μεγάλος Canaletto στις αρχές

235


Αισθητικές Θεωρίες της ανθρώπινης Λογικής, γέννησαν τις αισθητικές θεωρίες και τα αντίστοιχα καλλιτεχνικά ιδεαλιστικά ρεύματα, του εξπρεσιονισμού, του σουρεαλισμού, της αφηρημένης και ανεικονικής τέχνης και σε μελέτες όπως το «πνευματικό στην τέχνη» του W. Kandinsky το 1912. Τέλος το Πλατωνικός και Στωικός υπαρξισμός, επανήλθε με τον υπαρξισμό του Kierkegaard, Sartre και των Νitzsche, Heidegger, καθώς και με τη μεταφυσική του Husserl. Εξιδανίκευση, Κλασικισμός, Ιδεαλισμός και ΡεαλισμόςΙμπρεσιονισμός Οι a priori αρχές του ωραίου του Καντιανού ιδεαλιστικού φορμαλισμού καθώς και το ωραίο του αισθητικού ιδεαλισμού του Hegel, ως η «κατ` αίσθηση απεικόνισης της ιδέας», είναι συνώνυμα με την «πνευματική καλλιτεχνική έμπνευση και πρόθεση» και με την «εξιδανίκευση της απεικονιζομένης φόρμας και ιδέας, αντίστοιχα» του καλλιτέχνη ή του θεατή (ιδεαλισμός), ή με την «Ιδέα του ωραίου» στο πνεύμα του καλλιτέχνη ή του θεατή, όπως την ονομάσαμε πολλάκις παραπάνω. Έτσι ο κλασικισμός της αρχαίας Ελλάδος και ο νέοκλασικισμός της Αναγέννησης και του 18ου αι. στην Γαλλία, που τον συνέχισαν οι Ακαδημίες μέχρι τα τέλη του 19ου αι., είναι απεικονίζει «εξιδανικευμένο» μορφές. Οι αρχαίο Έλληνες, όπως απεικονίζονται στα γλυπτά, δεν ήταν ρεαλιστικές αναπαραστάσεις των αληθινών ανθρώπων, αλλά «εξιδανικευμένες» μορφές της «ιδέας άνθρωπος». Είναι συνεπώς εμφανής η διαφορά από τον Ρεαλισμό, μια αισθητική σχολή που άρχισε με τον Caravaggio το 16ο αι. στην Ιταλία, συνεχίστηκε με τον G. Courbet στην Γαλλία

240


Αισθητικές Θεωρίες εγκοσμίων καταστάσεων και στην «ανθρωπομέριμνα», την μέριμνα των συνανθρώπων μας και της ίδιας της ύπαρξής μας, η οποία αυτογιγνώσκεται μόνο με την μέριμνα, δηλαδή από την κατανόηση της διευθέτησης του μέλλοντός μας ανάλογα με τις δυνατότητές μας. Ποία όμως είναι η ύψιστη δυνατότητα της ανθρώπινης ύπαρξης? Αυτή είναι ο θάνατος ! Είναι προφανές ότι ο Heidegger απομακρύνεται από την αναλυτική-νοησιαρχική αρχή του Husserl, προς μια «υπαρξιακή οντολογία». Οποιαδήποτε ενέργεια, πρακτική και θεωρητική, που πραγματώνεται ανεξάρτητα από την ιδέα του θανάτου δεν είναι αυθεντικά ανθρώπινη. Ο θάνατος είναι η έσχατη δυνατότητα του ανθρώπου και η πλήρης κατανόηση της ανθρώπινης ύπαρξης, η οποία δεν αυτογιγνώσκεται –και μαζί με αυτή και όλα τα όντα και το «είναι» γενικά - δια της επιστήμης και τον θεωρητικό λόγο, όπως δίδασκαν από τον Αριστοτέλη μέχρι τον Cartesius και τον, Kant (Κριτική του Ορθού Λόγου), την αναλυτική νοησιαρχία (φαινομενολογία) του Husserl και την «ενόραση» (intuition) του Βergson, αλλά δια της μελέτης της ανθρώπινης ύπαρξης όπως αυτή εκφράζεται με την υπαρξιακή αγωνία του θανάτου ενώπιον της ύψιστης τελείωσής της που είναι ο θάνατος. Η φιλοσοφία του Κant και του Husserl είναι πρωταρχικά «γνωσιολογία» και ως αποτέλεσμα αυτής «οντολογία» των συγκεκριμένων όντων, υλικών και νοητών. Η φιλοσοφία του Heidegger εξελίχτηκε ως καθαρή «οντολογία» του «είναι» γενικά κι όχι ως γνωσιολογία. Η «οντολογία του είναι» του Heidegger είναι μια «υπαρξιακή οντολογία» διότι θεωρεί ότι η κατανόηση του «είναι» επιτυγχάνεται δια της βίωσης της ανθρώπινης ύπαρξης της αγωνίας του θανάτου της. Η αγωνία του θανάτου περιπλέκει το «είναι» σε αδιαχώριστη περιπλοκή με το «μηδέν», μας παρουσιάζει πώς το «είναι»

250


Εξπρεσιονισμός και Υπαρξισμός Ο Ανεικονικός εξπρεσιονισμός-Αφηρημένη Τέχνη Ο Ανεικονικός εξπρεσιονισμός έχει ως αισθητικό του «δόγμα» την διάλυση της φόρμας, σύμφωνα με την φαινομενολογία του Husserl, διατηρώντας την χρήση των εντόνων χρωμάτων στους πίνακές του. Έτσι φθάνουμε στην αφηρημένη τέχνη δια μέσου της διάλυσης της φόρμας, χαρακτηριστικό παράδειγμα της οποίας αποτελεί η «ανεικονική περίοδος» του Kandinsky, η προηγούμενα η τελευταία περίοδος του Turner. Ακόμα Αφηρημένη Τέχνη δια της διάλυσης της εικόνας μπορεί να θεωρηθεί και ο Αναλυτικός Κυβισμός, διατηρώντας ταυτόχρονα τον «κυβιστικό φορμαλισμό του». Υπάρχει όμως και μια δεύτερη οδός προς την αφαίρεση. Αυτή δια μέσου της απόλυτης φόρμας, γεωμετρικής, ή μη, και σύμφωνα με τον Καντιανό φορμαλισμό. Παραδείγματα της «φορμαλιστικής αφαίρεσης» είναι τα τελευταία έργα του Matisse, η «Γεωμετρική περίοδος του Kandinsky στο Bauhauss στο Dessau της Γερμανίας 19281033), τα γεωμετρικά έργα των Σουπρεματιστών (Malevich) και γεωμετρικά έργα του Mondrian. Σύντομη ιστορία του Εξπρεσιονισμού Μετά την κυρίως κρατική μνημειακή τέχνη της αρχαίας Ελλάδος η οποία εχορηγείτο από την Πολιτεία, στην Αναγέννηση η Τέχνη αιμοδοτήθηκε οικονομικά από τοπικούς ηγεμόνες, την εκκλησία και τους Πάππες στην Ιταλία, στην Γαλλία και Ισπανία και Γερμανία από τους βασιλείς, ενώ στις Κάτω Χώρες κυρίως από παραγγελίες ευπόρων εμπόρων.

253


Ντανταισμός Ηνωμένες Πολιτείες όπου συγγράφει τα αριστουργήματα «Μάνα Κουράγιο», «Ο Καλός άνθρωπος του Σετσουάν», «Η Ζωή του Γαλιλαίου». Από τους Γερμανούς εξπρεσιονιστές σκηνοθέτες κινηματογράφου θα αναφέρουμε τους Ernst Lumpitsch, δημιουργού του «Μετρόπολις», Robert Vine, Frints Burnau που το 1919 σκηνοθετεί το «Νοσφεράτου». Μετά την άνοδο του ναζισμού το 1933 στην εξουσία πολλοί καταφεύγουν στην Αμερική, όπου συνετέλεσαν στην γέννηση του Χόλλυγουντ. Ντανταισμός (Dadaismus) Συγγενές κίνημα με τον Εξπρεσιονισμό ως ένα κίνημα αμφισβήτησης των κατεστημένων αξιών, είναι και το κίνημα του Ντανταισμού, το οποίο πρώτα εμφανίστηκε στην Ζυρίχη της Ελβετία το 1913 από μια ομάδα καλλιτεχνών και ποιητών(Άρπ, Τζάρα, Μπάλ) και την ίδια επίσης στιγμή στην Ηνωμένες Πολιτείες από τους Ευρωπαίους ζωγράφους Ντισσάν και Πικαμπία και των δύο Αμερικανούς φωτογράφους τους Στίγκλιτς και Μαν Ρέι (ο οποίος ήταν και ζωγράφος). Η κύρια «αισθητική αρχή» του Nτανταισμού ήταν του την απαξίωση των έργων τέχνης ως «αντικειμένων οικονομικής αξίας» και της τέχνης ως μέσου επίδειξης πλουτισμού και ψευτοκουλτούρας, ένα κίνημα «προλεταριοποίησης» της τέχνης, το οποίο διακωμωδούσε τα περίφημα έργα τέχνης απεικονίζοντάς τα γελοιωδώς παραμορφωμένα.

261


Αισθητικές Θεωρίες στο αισθητό Σύμπαν, προυποθέσεις όμως που θεωρούν αναγκαίες για την «αλήθεια» της «λογικής» πρότασης οι θετικιστές του Κύκλου της Βιέννης (Carnap, Quinn, Reichenbach), οι οποίοι γι` αυτό ονομάζονται «verificationists». Η πίστη των Θετικιστών για την ύπαρξη των «λογικών αρχών» μέσα στο φυσικό Σύμπαν, λέγεται «objective reality». Tέλος ο Karl Popper, εισηγήθηκε ότι «επιστημονικά έγκυρη» είναι η θεωρία που αποτελείται από προτάσεις για τις «οποίες υπάρχει η δυνατότητα να διαψευσθούν εμπειρικά», εισάγοντας ως κριτήρια «επιστημονικής εγκυρότητας» την «δυνατότητα εμπειρικής διάψευσης» μιας θεωρίας κι όχι την «δυνατότητα επαλήθευσής της» των «θετικιστών» του Κύκλου της Βιέννης, ή την ύπαρξη (λογικού) νοήματος μιας πρότασης, ή θεωρίας, διότι η θεωρία του είναι ουδέτερη ως προς το τελευταίο κριτήριο (του νοήματος) (βλ. και παρακάτω). Κατά τα λοιπά ο Karl Popper αποδέχονταν την objective reality των θετικιστών. Σε αντίθεση με τον Ιδεαλισμό, όσο και τον «λογικό θετικισμό» έρχεται η «διαισθητική» (intuitionism) του Kant, σύμφωνα με την οποία οι Ιδέες και οι «κατηγορίες» (concepts), όπως και οι μαθηματικές αρχές, είναι a priori πνευματικές οντότητες, οι οποίες όμως είναι «προιόν» πνευματικής «κατασκευαστικής» ενέργειας του Νού, υπάρχουσες προ κάθε άλλου νοούμενου και συνιστούν προυποθέσεις αντίληψης του αισθητού κόσμου, ο οποίος δομείται αισθητά δια των παραπάνω a priori οντοτήτων, ώστε τελικά ο φυσικός κόσμος να μετατρέπεται σε «φαινόμενο» του «αθέατου» κόσμου, πέραν των αισθήσεων και της γνώσης (Ding an Sich). Γι αυτό η «διαισθητική» θεωρία του Kant, ονομάστηκε και «νοητικός κατασκευασμός» (constructivism), ένας όρος που

264


Αισθητικές Θεωρίες των υλικά και από ανεξάρτητα κι ασύνδετα αιτιολογικά μεταξύ των απεικονιζόμενα αντικείμενα, τα οποία ο νούς του θεατή «ανακατασκευάζει ενεργά και λογικά» σε μια «λογική κατασκευή» (logical construction). Είναι ίσως σημαντικό να σημειώσω ότι ο Russell είχε επισκεφθεί την Ρωσία το 1920, στα πλαίσια επίσημης κρατικής αποστολής της Αγγλίας για να μελετήσει τις επιπτώσεις της Ρωσικής Επανάστασης και μάλιστα είχε και προσωπική και μακρά συνομιλία με τον Λένιν για το θέμα αυτό. Πάντως ο «θετικός λογισμός» και ο «διαισθητισμός» διαδόθηκαν ευρέως στην Ρωσία την δεκαετία 1960-70 Χαρακτηριστικό παράδειγμα του «λειτουργικού- κονστρουκτιβιστικού» θεάτρου (που αντιστοιχεί στον «λογικό ατομικό κονστρουκτιβισμό» του Russell) είναι το πολιτικό «θέατρο της ασυνέχειας» του Brecht, του οποίου η «πλοκή» συνίσταται στην διαδραμάτιση ανεξαρτήτων μεταξύ των επεισοδίων, χωρίς καμία –ή φαινομενικά χωρίς καμίααιτιολογική σύνδεση μεταξύ των, αλλά και χωρίς καμία χρονική και χωρική λογική αλληλουχία μεταξύ των, τα οποία όμως (επεισόδια) μπορούν να συσχετιστούν γύρω από μια κεντρική ιδέα ή συμβάν, ως μια «λογική κατασκευή», από τον ενεργά συμμετέχοντα στην πλοκή νού του θεατή, ο οποίος έτσι δίδει στην πλοκή μια «λογικά κατασκευαστική ενιαιότητα». Μια «ελαφρά» εκδοχή του «κονστρουκτιβιστικού» θεάτρου είναι η Ελληνική Επιθεώρηση, η οποία αποτελείται από ξεχωριστά, αυτοτελή κι ανεξάρτητα μεταξύ των «σκέτς». Η ίδια ιδέα εκφράστηκε και στον «κονστρουκτιβιστικό κινηματογράφο» με τα «σπονδυλωτά» έργα του, υπέροχο δείγμα του οποίου είναι η Ελληνική ταινία του Γ. Τζαβέλα «η κάλπικη λίρα».

272


Αισθητικές Θεωρίες πίστευε ο Μαρξισμός-Λενινισμός. Φωτό κάτω: Κομμουνιστικός Ρεαλισμός.

276


Αισθητικές Θεωρίες

Κ. Μαλέας (1879-1928): Τοπίο.

K. Μαλέας (1879-1928). Σαντορίνι.

300


L. Wittgestein: Αναλυτική Φιλοσοφία της Γλώσσας γλώσσα και με όρους της κοινής (Αριστοτελικής αλλά συνθετικής) λογικής και με έννοιες συνυφασμένες με την εμπειρία, ενώ θα έπρεπε να εκφράζονται και να λύνονται με μια γλώσσα αυστηρά μαθηματική και φορμαλιστική-λογική, όπως η γλώσσα του Tractatus Logico-Philosophicus. Αλλά κι αυτή η μαθηματική-λογική φορμαλιστική γλώσσα του Tractatus, επειδή λειτουργεί έξω από το γήινο και εμπειρικό περιβάλλον με το οποίο έχουν συνυφανθούν τα νοήματά της, ουσιαστικά καθίσταται όχι μόνο α-νόητη, αλλά και παραμορφωτικός των φιλοσοφικών εννοιών παράγοντας. Γι` αυτό ο Wittgenstein υποστηρίζει-μετά την απόρριψη της αξίας του έργου του Tractatus LogicoPhilosophicus για τους λόγους που προανέφερα- ότι τελικά τα φιλοσοφικά προβλήματα (μεταξύ των οποίων και η αυτό της ουσίας της Αισθητικής) θα πρέπει να μελετώνται και λύονται δια της ανάλυσης και της «γήινης» καθομιλουμένης γλώσσας, στην οποία εκφράζονται τα φιλοσοφικά αυτά προβλήματα, χωρίς κανένα λογική φορμαλισμό (χωρίς κανένα σύστημα λογικών αρχών), δηλαδή με γλωσσικές έννοιες που εκφράζουν φυσικές, γήινες, υλικές και πραγματικές οντότητες! Η λύση των φιλοσοφικών προβλημάτων θα γίνει από την ανάλυση –χωρίς κανέναν συστηματικό λογικό φορμαλισμότης καθομιλουμένης γλώσσας, της «σημασιολογικής» διάστασης των λεγομένων (semantics) και της «πραγματολογικής» διάστασης των λεγομένων (στην οποία λαμβάνεται υπ` όψη η ψυχολογική κατάσταση του ομιλητή και τα συμφραζόμενα) (pragmatics) (η Τρίτη διάσταση της γλώσσας είναι η «συντακτική» (syntax). Το γεγονός αυτό διέλαθε και από την Αναλυτική-Φορμαλιστική Φιλοσοφία των Θετικιστών, οι οποίοι έκαναν το λάθος της έκφρασης μεταφυσικών-φιλοσοφικών προβλημάτων με αναλυτικό-

305


Αισθητικές Θεωρίες

Κ. Παρθένης (1878-1967): Παναγία με βιβλίο.

332


Αισθητικές Θεωρίες

πάνυ μὲν οὖν, ἔφη. ἄκουε δή, μᾶλλον δὲ ἀποκρίνου. Ἐρώτα. μίμησιν ὅλως ἔχοις ἄν μοι εἰπεῖν ὅτι ποτ᾽ ἐστίν; οὐδὲ γάρ τοι αὐτὸς πάνυ τι συννοῶ τί βούλεται εἶναι. ἦ που ἄρ᾽, ἔφη, ἐγὼ συννοήσω. οὐδέν γε, ἦν δ᾽ ἐγώ, ἄτοπον, ἐπεὶ πολλά τοι ὀξύτερον [596α] βλεπόντων ἀμβλύτερον ὁρῶντες πρότεροι εἶδον. ἔστιν, ἔφη, οὕτως: ἀλλὰ σοῦ παρόντος οὐδ᾽ ἂν προθυμηθῆναι οἷός τε εἴην εἰπεῖν, εἴ τί μοι καταφαίνεται, ἀλλ᾽ αὐτὸς ὅρα. βούλει οὖν ἐνθένδε ἀρξώμεθα ἐπισκοποῦντες, ἐκ τῆς εἰωθυίας μεθόδου; εἶδος γάρ πού τι ἓν ἕκαστον εἰώθαμεν τίθεσθαι περὶ ἕκαστα τὰ πολλά, οἷς ταὐτὸν ὄνομα ἐπιφέρομεν. ἢ οὐ μανθάνεις; μανθάνω. θῶμεν δὴ καὶ νῦν ὅτι βούλει τῶν πολλῶν. οἷον, εἰ

336


Οι Μεγάλοι Διανοητές Μιλάνε για το Ωραίο

 

true 265–266: The unity problem in thought and nature. Parmenides 129–135: Participatory solution of unity problem. Things partake of archetypal like and unlike, one and many, etc. The nature of the participation (Third man argument). Forms not actually in the thing. The problem of their unknowability. Theaetetus 184–186: Universals understood by mind and not perceived by senses. Sophist 246–248: True essence a Form. Effective solution to participation problem. 251–259: The problem with being as a Form; if it is participatory then non-being must exist and be being. Timaeus 27–52: The design of the universe, including numbers and physics. Some of its patterns. Definition of matter. Philebus 14-18: Unity problem: one and many, parts and whole. Seventh Letter 342–345: The epistemology of Forms. The Seventh Letter is possibly spurious.

ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ: ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΤΡΑΓΩΔΙΑΣ

347


Οι Μεγάλοι Διανοητές Μιλάνε για το Ωραίο

ἀπαγγελίας, δι᾽ ἐλέου καὶ φόβου περαίνουσα τὴν τῶν τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν. λέγω δὲ ἡδυσμένον μὲν λόγον τὸν ἔχοντα ῥυθμὸν καὶ ἁρμονίαν [καὶ μέλος], τὸ δὲ χωρὶς τοῖς [30] εἴδεσι τὸ διὰ μέτρων ἔνια μόνον περαίνεσθαι καὶ πάλιν ἕτερα διὰ μέλους. ἐπεὶ δὲ πράττοντες ποιοῦνται τὴν μίμησιν, πρῶτον μὲν ἐξ ἀνάγκης ἂν εἴη τι μόριον τραγῳδίας ὁ τῆς ὄψεως κόσμος: εἶτα μελοποιία καὶ λέξις, ἐν τούτοις γὰρ ποιοῦνται τὴν μίμησιν. λέγω δὲ λέξιν μὲν αὐτὴν τὴν τῶν [35] μέτρων σύνθεσιν, μελοποιίαν δὲ ὃ τὴν δύναμιν φανερὰν ἔχει πᾶσαν. ἐπεὶ δὲ πράξεώς ἐστι μίμησις, πράττεται δὲ ὑπὸ τινῶν πραττόντων, οὓς ἀνάγκη ποιούς τινας εἶναι κατά τε τὸ ἦθος καὶ τὴν διάνοιαν (διὰ γὰρ τούτων καὶ τὰς πράξεις εἶναί φαμεν ποιάς τινας,

The theatre of Dionysus in Athens.

353


Αισθητικές Θεωρίες

Theatre mask, 1st century BC.

The Futurist Manifesto F. T. Marinetti, 1909 We have been up all night, my friends and I, beneath mosque lamps whose brass cupolas are bright as our souls, because like them they were illuminated by the internal glow of electric hearts. And trampling underfoot our native sloth on opulent Persian carpets, we have been discussing right up to the limits of logic and scrawling the paper with demented writing. Our hearts were filled with an immense pride at feeling ourselves standing quite alone, like lighthouses or like the sentinels in an outpost, facing the army of enemy stars encamped in their celestial bivouacs. Alone with the engineers in the infernal stokeholes of great ships, alone with the black spirits which rage in the belly of rogue locomotives, alone with the drunkards beating their wings against the walls. Then we were suddenly distracted by the rumbling of huge double decker trams that went leaping by, streaked with light like the villages celebrating their festivals, which the Po in flood suddenly knocks down and uproots, and, in the rapids and eddies of a deluge, drags down to the sea. Then the silence increased. As we listened to the last faint prayer of the old canal and the crumbling 396


Αισθητικές Θεωρίες over heels in a ditch. Oh, maternal ditch, half full of muddy water! A factory gutter! I savored a mouthful of strengthening muck which recalled the black teat of my Sudanese nurse! As I raised my body, mud-spattered and smelly, I felt the red hot poker of joy deliciously pierce my heart. A crowd of fishermen and gouty naturalists crowded terrified around this marvel. With patient and tentative care they raised high enormous grappling irons to fish up my car, like a vast shark that had run aground. It rose slowly leaving in the ditch, like scales, its heavy coachwork of good sense and its upholstery of comfort. We thought it was dead, my good shark, but I woke it with a single caress of its powerful back, and it was revived running as fast as it could on its fins. Then with my face covered in good factory mud, covered with metal scratches, useless sweat and celestial grime, amidst the complaint of staid fishermen and angry naturalists, we dictated our first will and testament to all the living men on earth. MANIFESTO OF FUTURISM 1. We want to sing the love of danger, the habit of energy and rashness. 2. The essential elements of our poetry will be courage, audacity and revolt. 3. Literature has up to now magnified pensive immobility, ecstasy and slumber. We want to exalt movements of aggression, feverish sleeplessness, the double march, the perilous leap, the slap and the blow with the fist. 4. We declare that the splendor of the world has been enriched by a new beauty: the beauty of speed. A racing automobile with its bonnet adorned with great tubes like serpents with explosive breath ... a roaring motor car which seems to run on machine-gun fire, is more beautiful than the Victory of Samothrace. 5. We want to sing the man at the wheel, the ideal axis of which crosses the earth, itself hurled along its orbit. 6. The poet must spend himself with warmth, glamour and prodigality to increase the enthusiastic fervor of the primordial elements.

398


Αισθητικές Θεωρίες Standing on the world's summit we launch once again our insolent challenge to the stars!

Ezra Pound: Vorticism I had put the fundamental tenet of vorticism in a "Vortex" the first Blast as follows: Every concept, every emotion presents itself to the vivid consciousness in some primary form. It belongs to the art of this form. If sound, to music; if formed words, to literature; the image, to poetry; form, to design; colour in position, to painter; form or design in three planes, to sculpture; movement, to dance or to the rhythm of music or verses. I defined the vortex as "the point of maximum energy," and I said that the vorticist relied on the "primary pigment," and on that alone. These statements seemed to convey very little to people ufamiliar with our mode of thought, so I tried to make myself clear, as follows: VORTICISM

402


Αισθητικές Θεωρίες

Dada Manifesto (1916, Hugo Ball) (Read at the first public by Dada soiree, Zurich, July 14, 1916) Dada is a new tendency in art. One can tell this from the fact that until now nobody knew anything about it, and tomorrow everyone in Zurich will be talking about it. Dada comes from the dictionary. It is terribly simple. In French it means "hobby horse". In German it means "good-bye", "Get off my back", "Be seeing you sometime". In Romanian: "Yes, indeed, you are right, that's it. But of course, yes, definitely, right". And so forth. An International word. Just a word, and the word a movement. Very easy to understand. Quite terribly simple. To make of it an artistic tendency must mean that one is anticipating complications. Dada psychology, dada Germany cum indigestion and fog paroxysm, dada literature, dada

420


Οι Μεγάλοι Διανοητές Μιλάνε για το Ωραίο

First Surrealist Manifesto From Le Manifeste du Surréalisme, 1924 ANDRÉ BRETON We are still living under the reign of logic, but the logical processes of our time apply only to the solution of problems of secondary interest. The absolute rationalism which remains in fashion allows for the consideration of only those facts narrowly relevant to our experience. Logical conclusions, on the other hand, escape us. Needless to say, boundaries have been assigned even to ex- perience. It revolves in a cage from which release is becoming increasingly difficult. It too depends upon immediate utility and is guarded by common sense. In the guise of civilization, under the pretext of progress, we have suc- ceeded in dismissing from our minds anything that, rightly or wrongly, could be regarded as superstition or myth; and we have proscribed every way of seeking the truth which does not conform to convention. It would appear that it is by sheer chance that an aspect of intellectual life - and by far the most important in my opinion — about which no one was supposed to be concerned any longer has, recently, been brought back to light. Credit for this must go to Freud. On the evidence of his discoveries a current of opinion is at last developing which will enable the explorer of the human mind to extend his investigations, since he will be empowered to deal with more than merely summary realities. Perhaps the imagination is on the verge of recovering its rights. If the depths of our minds conceal strange forces capable of

423


Αισθητικές Θεωρίες the flame of life does not go out in man." The book states that art is bogged down by society, and each style of art (cubism, realism, etc.) are trying to avenge themselves. http://en.wikipedia.org/wiki/Realistic_Manifesto http://davidrifkind.org/fiu/library_files/gabo.the-realisticmanifesto.lib-iss.pdf http://search.mywebsearch.com/mywebsearch/GGmain.jhtml ?id=HJxdm070YYgr&ptnrS=HJxdm070YYgr&si=pconverter& ptb=1EA6AD31-6F83-43A0-AFD63E8C3693C17C&ind=2012112510&n=77ee667e&st=bar&sear chfor=REALISTIC+MANIFESTO http://everything2.com/title/The+Realistic+Manifesto http://books.google.gr/books?id=2xswKzaW4sC&pg=PA396&lpg=PA396&dq=Realistic+Manifesto &source=bl&ots=WsrR3DMoLn&sig=CFVV5osS030mXEClyqIq_BPKpg&hl=el&ei=xcbBS6DjKoKM_Ab6nJ zkBg&sa=X&oi=book_result&ct=result&redir_esc=y#v=onep age&q=Realistic%20Manifesto&f=false That's the "Realistic Manifesto" of Constructivism by the Russian brothers Sculptors Antoine Pevsner and Naum Gabo, in Moscow in 5h August 1920: (see next page):

432


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.