3Ο ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ ΝΕΑΣ ΦΙΛΑΔΕΛΦΕΙΑΣ «ΜΙΛΤΟΣ ΚΟΥΝΤΟΥΡΑΣ»
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Α΄ ΛΥΚΕΙΟΥ ΣΧΟΛΙΚΟ ΕΤΟΣ 2013-2014
ΠΑΜΕ ΕΚΚΛΗΣΙΑ;
ΥΠΕΥΘΥΝΗ ΚΑΘΗΓΗΤΡΙΑ ΑΘΗΝΑ ΛΕΛΗ
2
ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ
ΣΥΜΜΕΤΕΧΟΝΤΕΣ 1. ΒΑΣΟΣ ΑΓΓΕΛΟΣ 2. ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ 3. ΜΟΣΧΟΒΗΣ ΦΩΤΙΟΣ 4. ΣΟΥΛΤΑΝΗ ΕΙΡΗΝΗ 5. ΣΤΑΪΚΟΓΛΟΥ ΣΤΑΜΑΤΙΑ 6. ΣΩΤΗΡΧΟΥ ΧΡΙΣΤΙΝΑ 7. ΤΡΙΧΑΚΗ-ΜΑΡΜΑΡΙΝΟΥ ΙΩΑΝΝΑ 8. ΧΑΣΑΝΔΡΑ ΕΛΒΙΡΑ 9. ΧΑΤΖΗΑΡΓΥΡΟΥ ΜΑΡΙΑ 10. ΧΑΤΖΗΓΕΩΡΓΙΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ 3
Αφετηρία του προβληματισμού Αφετηρία του προβληματισμού μας ήταν η αδιάφορη ή και αρνητική στάση μεγάλου μέρους των σημερινών εφήβων από τα δρώμενα και τα τελούμενα στον χριστιανικό ναό, με αποτέλεσμα την αποξένωσή τους τόσο από λατρευτικές εμπειρίες και βιώματα όσο και από πολιτιστικά και ιστορικά στοιχεία που επί αιώνες γαλούχησαν την παράδοσή μας. Η ομάδα των μαθητών που εργάστηκε με το συγκεκριμένο θέμα προσπάθησε να εξηγήσει και να κατανοήσει τι είναι η εκκλησία, τόσο ως χώρος λατρείας των χριστιανών, όσο και ως σύναξη πιστών ενωμένων στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού.
Αρχικά γίνεται μία ιστορική αναδρομή στην εξέλιξη του χριστιανικού τόπου λατρείας και κατόπιν αναλύονται όσα συντελούν στη λατρευτική έκφραση της χριστιανικής πίστης: Τα μέρη του Ναού, η εικονογραφία, η βυζαντινή μουσική και τα λειτουργικά κείμενα, τα ιερά σκεύη, τα άμφια των ιερέων, η χρήση των φυτών και των υλικών στοιχείων στη λατρεία.
Τέλος προσεγγίζουμε την ενοριακή ζωή των πιστών και καταγράφουμε δραστηριότητες που αναπτύσσει μία ενορία και αφορά όχι μόνο τους πιστούς που εκκλησιάζονται τακτικά αλλά και τον οποιοδήποτε συνάνθρωπο της κοινωνίας μας.
Σκοπός Σκοπός της ερευνητικής εργασίας μας ήταν να αποκωδικοποιήσουμε τον χώρο λατρείας της χριστιανικής πίστης και ιδιαίτερα της ορθόδοξης, ως αμεσότερης βιωματικά στην πατρίδα μας, να τον ερμηνεύσουμε και να τον καταστήσουμε πιο οικείο ιδιαίτερα στο σημερινό έφηβο. 4
Ερευνητικά ερωτήματα 1) Τι σημαίνει εκκλησία; 2) Ποιοι είναι οι τύποι των χριστιανικών ναών; 3)Ποια είναι τα μέρη του ναού; 4)Ποια είναι τα ιερά σκεύη που χρησιμοποιούνται στη λατρεία και ποια είναι τα άμφια των ιερέων; 5) Τι είναι η Βυζαντινή μουσική και ποια είναι τα λειτουργικά κείμενα; 6) Ποια είναι η εκκλησιαστική τέχνη; 7) Τι είναι το Άγιο Φως; 8) Ποια φυτά χρησιμοποιούνται στη λατρεία και ποια υλικά στοιχεία; 9)Τι είναι το Άγιον Όρος και ποιος είναι ο τρόπος ζωής του; 10) Τι είναι η ενορία και ποιες οι δραστηριότητές της;
5
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΠΡΩΤΟ Ορισμός Εκκλησία είναι το σύνολο των ανθρώπων που πίστευσαν στον Ιησού Χριστό, τον αποδέχθηκαν ως Κύριο και Σωτήρα τους και βαπτίσθηκαν στο όνομα της Αγίας Τριάδας. Είναι η συνάθροιση, η «σύναξη» όλων των μαθητών του Ιησού Χριστού είτε εδώ κάτω στη γη είτε πάνω στον ουρανό. Η λέξη Εκκλησία προέρχεται από τις λέξεις «εκ-καλώ». Στην Αρχαία Αθήνα η λέξη αυτή σήμαινε τη συνάθροιση των πολιτών. Η λέξη όμως χρησιμοποιείται και στην Παλαιά Διαθήκη (καχάλ στα Εβραϊκά) για να δηλώσει τη σύναξη του λαού του Θεού για τη λατρεία. Όμως Εκκλησία ονομάζεται και ο τόπος όπου συνάγεται ο λαός του Θεού και δοξολογεί τον Χριστό και προσφέρει την αναίμακτη λατρεία της θείας Ευχαριστίας.
Ο Άγιος Νεκτάριος αναφέρει ότι: « Εκκλησία είναι το θείο θρησκευτικό σύστημα
που
ιδρύθηκε
από
τον
Κύριο
μας
Ιησού
Χριστό
και
εγκαινιάσθηκε με την επιφοίτηση του Αγίου Πνεύματος κατά την ημέρα Αγίας Πεντηκοστής με το σύνολο των αληθειών, των θεσμών, των μυστηρίων και των εντολών αυτού. Επίσης λέγεται Εκκλησία το σύστημα των πιστών που εποικοδομήθηκε στο θεμέλιο των Αποστόλων και των Προφητών, όντος ακρογωνιαίου του Ιησού Χριστού. Επίσης Εκκλησία λέγεται και ο ναός του Θεού, στον οποίο η λατρεία και τα μυστήρια της Καινής
Διαθήκης
εκτελούνται
και
το
σύστημα
των
πιστών
συναθροιζόμενο λατρεύει Θεόν τρισυπόστατο.»
6
Ο πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως άγιος Γερμανός, συνδυάζοντας τη διπλή σημασία της λέξεως Εκκλησία, δίνει τον ακόλουθο ορισμό: « Η Εκκλησία είναι ο ναός του Θεού, τόπος άγιος, οίκος προσευχής, συνάθροιση του λαού του Θεού, Σώμα και όνομα του Χριστού, νύμφη του Χριστού η οποία προσκαλεί τους λαούς στην μετάνοια και την προσευχή… Η Εκκλησία είναι ουρανός επίγειος, μέσα στον οποίο κατοικεί και περιπατεί ο επουράνιος Θεός…»
Ο π. Σέργιος Μπουλγκάκωφ αναφέρει ότι: « Η Εκκλησία του Χριστού δεν είναι ένας θεσμός. Είναι μια νέα ζωή με τον Χριστό και μέσα στον Χριστό, που κατευθύνεται από το Άγιο Πνεύμα.»
Ναοδομία Ο πρώτος χριστιανικός Ναός είναι ο τόπος όπου ο Ιησούς Χριστός ιερούργησε το Μυστικό Δείπνο. Είναι το ανώγειο όπου οι μαθητές του Χριστού ετοίμασαν το πασχαλινό Δείπνο και ο Χριστός παρέδωσε το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας.
• Ευκτήριοι Οίκοι - Κατακόμβες
Η Ναοδομία ασχολείται με την αρχιτεκτονική των ναών αλλά επίσης και με τη συντήρησή τους. Οι ναοί δημιουργήθηκαν με βάση τις ανάγκες του ανθρώπου να βρει ένα μέρος στο οποίο θα μπορεί να εκφράσει ελεύθερα την πίστη του προς τον Θεό. Τα πρώτα χρόνια του χριστιανισμού οι λατρευτικές συνάξεις της κοινότητας της Ιερουσαλήμ γίνονταν σε σπίτια, ευκτήριους οίκους, που πλούσιοι χριστιανοί παραχωρούσαν γι’ αυτό το σκοπό. Εκεί λάτρευαν το Θεό δηλαδή τελούσαν τη Θεία Λειτουργία και βάπτιζαν εκείνους που ήθελαν να γίνουν χριστιανοί. Τους χώρους αυτούς
7
τους ονόμαζαν αγάπες, διότι εκεί τελούνταν και οι αγάπες, δηλαδή οι κοινές συνεστιάσεις των πρώτων χριστιανών.
Στα δύσκολα χρόνια των διωγμών οι χριστιανοί έκαναν τη Θεία Λειτουργία μυστικά τη νύχτα, σε απόμερες οικίες, στην ύπαιθρο, σε σπήλαια και κυρίως στις κατακόμβες. Αυτές ήταν υπόγειες βαθιές στοές, στις οποίες θάβονταν οι νεκροί την εποχή εκείνη, για εξοικονόμηση χώρου. Συνήθως οι κατακόμβες ήταν ιδιωτικά κοιμητήρια ευπόρων χριστιανών μέσα σε σήραγγες που έσκαβαν μέσα στη γη. Εκεί λάτρευαν τον τριαδικό Θεό. Εκεί επίσης έθαβαν και τους χριστιανούς που πέθαιναν από τα μαρτύρια. Οι τάφοι αυτοί των μαρτύρων ονομάστηκαν μαρτύρια. Οι κατακόμβες χρησιμοποιήθηκαν μόνο σε περιπτώσεις σκληρών διωγμών λόγω της στενότητας του χώρου και της αποπνικτικής ατμόσφαιρας του υπογείου τάφου.
Ο όρος κατακόμβη προέρχεται από την λατινική λέξη Cuba η οποία στα ελληνικά σημαίνει τάφος. Η έννοια της λέξεως δεν σχετιζόταν με τους τόπους ταφής αλλά αποτελούσε όνομα συγκεκριμένης τοποθεσίας η οποία
αποτελούνταν
από
πολλές
κοιλότητες.
Αυτή
η
ονομασία
χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στο υπόγειο κοιμητήριο του Αγίου Σεβαστιανού της Αππίας οδού, στο οποίο πιστεύεται ότι θάφτηκαν τα λείψανα των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου. Οι κατακόμβες ήταν υπόγεια κτίσματα και πολλοί υποστήριξαν ότι ήταν λατομεία, γεγονός με το οποίο οι αρχαιολόγοι διαφωνούν κάθετα. Οι κατακόμβες, επίσης, θεωρούνταν τόποι ταφής κατώτερων κοινωνικών τάξεων οι οποίοι δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να αγοράσουν γη για να ενταφιαστούν.
• Κατασκευή των Κατακομβών
8
Οι κατακόμβες λαξεύονταν σε πορώδες έδαφος. Περιείχαν περίπλοκα συμπλέγματα διαδρόμων και κεντρικών θαλάμων, στα τοιχώματα των οποίων ανοίγονταν τάφοι σε επάλληλες σειρές και σε διάφορα σχήματα. Οι Κοπιάτες ήταν αυτοί οι οποίοι είχαν την επιμέλεια (εκσκαφή, συντήρηση, διαφύλαξη) των κατακομβών. Ήταν ειδικευμένοι τεχνίτες, οι οποίοι με το πέρασμα του χρόνου αποτέλεσαν και Συντεχνίες. Επρόκειτο για λαβύρινθο υπόγειων διαδρόμων και αλλεπάλληλων επιπέδων που αποτελούνταν από διάφορα πατώματα ή ορόφους (πέντε, έξι ή και ακόμα επτά ορόφους). Η μετάβαση από τον ένα στον άλλο όροφο γίνονταν με εσωτερική όχι
κλίμακα
και
με
βαθμιαία
κλίση των
διαδρόμων.
Τα πατώματα
κατώτερα είναι και τα
μεταγενέστερα, χωρίς όμως να αποκλείεται και το αντίστροφο.
9
Συχνά οι Κοπιάτες, από φόβο μήπως καταρρεύσει το έδαφος, άφηναν αρκετά συμπαγές έδαφος ενδιάμεσα των δύο ορόφων, και στη συνέχεια διαπιστώνοντας τη στερεότητα του εδάφους, άνοιγαν εκ των υστέρων τον επόμενο. Οι διάδρομοι δεν ανοίγονταν βάσει κάποιου συστήματος. Αποτελούσαν αυτό το καθεαυτό κοιμητήριο και δεν οδηγούσαν σε κάποιο άλλο υπόγειο κοιμητήριο εκατέρωθεν. Οι κατακόρυφοι τοίχοι ήταν τάφοι. Αυτοί διανοιγόταν στο βάθος του βράχου σε σχήμα μικρών πλοίων. Το βάθος κάθε τέτοιου τάφου και κατά επέκταση η χωρητικότητα του ποίκιλε από ένα, μέχρι δύο, τρείς ή τέσσερις νεκρούς. Το σχήμα τους ήταν ορθογώνιο, παραλληλόγραμμο ή επιτραπέζιο. Μετά την τοποθέτηση του νεκρού ο τάφος έκλεινε με πλάκα μαρμάρινη και επίχρισμα ασβέστου.
Είδος μεταγενέστερων τάφων, σε σχήμα τραπεζίου ήταν και τα Αρκοσόλια, τα οποία ήταν αψιδωτοί τάφοι όπου τοποθετούνταν κατά κύριο λόγο οι Μάρτυρες ή οι Διακριθέντες και οι Επίσημοι χριστιανοί. Οι τάφοι αυτοί ανοίγονταν σαν σαρκοφάγοι και σκάβονταν κάθετα προς τα κάτω.
Πολλές αψίδες καταστράφηκαν
επειδή
αργότερα διάφοροι
χριστιανοί επιθυμώντας να ταφούν κοντά σε μάρτυρες, άνοιγαν τάφους στα τοιχώματα των αψίδων. Αρκοσόλια βρίσκονται κυρίως όχι τόσο στους διαδρόμους αλλά στους νευρικούς θαλάμους.
Οι θάλαμοι αυτοί ήταν
προορισμένοι για οικογενειακούς τάφους κατά επίδραση των εθνικών.
Το σχήμα τους ήταν τετράγωνο, ή τριγωνικό, ή πεντάγωνο ή εξάγωνο ή οκτάγωνο, ή κυκλικό ή ημικύκλιο. Ως προς τον αερισμό τους κατά διάφορες αποστάσεις υπήρχαν αεραγωγοί που επικοινωνούσαν με την επιφάνεια, ενώ για το φωτισμό υπήρχαν λυχνίες από άργυρο ή ορείχαλκο. Μάλιστα η συνήθεια καύσης καντηλιών ή
ανάμματος κεριών στις
εκκλησίες, σε ανάμνηση των δοκιμασιών των πρώτων χριστιανών, συνδέεται με τη χρήση αυτών των λυχνιών. Υπήρχαν χιλιάδες 10
κατακόμβες στο σύνολο αλλά στην Ρώμη μόνο 36 μεγάλες. Κατακόμβες, επίσης, υπάρχουν
στην Νάπολη, στη Σικελία, στις Συρακούσες, στην
Αίγυπτο, στη Βόρεια Αφρική, στη Συρία, στη Μικρά Ασία και στα νησιά της Μάλτας, της Κύπρου και της Μήλου.
• Ναός «Υπάρχουν καθεδρικοί ναοί μεγαλύτεροι και από τα παλάτια των βασιλέων και των αυτοκρατόρων και υπάρχουν άλλες εκκλησίες που έχουν το ύψος μιας καλύβας. Ωστόσο, μια εκκλησία είτε είναι καμωμένη από μάρμαρο και χρυσό, μεγάλη σαν το βουνό ή μικρή σαν καλύβα δεν είναι παρά το ίδιο αντίγραφο της πραγματικής εκκλησίας του ουρανού. Διότι όλες οι εκκλησίες της γης δεν είναι παρά αντίγραφα της εκκλησίας του ουρανού. Καθένας κτίζει τη γήινη εκκλησία κατά τις δυνάμεις του, σύμφωνα με το γούστο της εποχής, το ρυθμό, που συνηθίζεται στη χώρα και την ευτυχία των καιρών. Αλλά ο Χριστός είναι το ίδιο παρών στην εκκλησία – καλύβα, όπως και στην εκκλησία - μητρόπολη. Δεν υπάρχει διαφορά.» αναφέρει ο π. Βίργκιλ Γκεωργκίου. Κάθε ναός είναι μοναδικός και διαφέρει λόγω της αρχιτεκτονικής και των αγιογραφιών του.
• Παλαιοχριστιανικοί ναοί Από το τέλος του 2ου αιώνα άρχισαν σε ορισμένα μέρη να κτίζονται ιδιόκτητοι χριστιανικοί ναοί. Οι χριστιανοί εκμεταλλευόμενοι ένα ρωμαϊκό νόμο για τις λεγόμενες «ταφικές εταιρείες», που τους έδινε το δικαίωμα να έχουν ιδιόκτητο χώρο συνάθροισης των μελών τους και κοιμητήριο, κατάφεραν να δημιουργήσουν τους πρώτους νόμιμους ναούς τους.
11
Το σχήμα τους ήταν απλό και έμοιαζε με τις κατοπινές χριστιανικές βασιλικές, ή ήταν κυκλικά, περίκεντρα και οκταγωνικά κτίρια και κατά κανόνα ήταν στραμμένοι προς την ανατολή. Ονομάζονταν Ευκτήρια, (Oratoria), Κυριακά (Dominicia), Βασιλικές (Basilica) και Μαρτύρια, διότι οι ναΐσκοι αυτοί ήταν κτισμένοι πάνω στους τάφους των μαρτύρων. Εκεί συγκεντρώνονταν οι πιστοί κατά την επέτειο του θανάτου του μάρτυρα, η οποία ονομαζόταν γενέθλιος ημέρα του μάρτυρα και τελούσαν τη Θεία Ευχαριστία, αλλά και εκτάκτως άλλες φορές. Η αρχαιότερη λεπτομερής περιγραφή χριστιανικού ναού, η οποία έφτασε ως σήμερα, είναι του εκκλησιαστικού ιστορικού Ευσεβίου. Πρόκειται για το ναό του Παυλίνου στην Τύρο, ο οποίος ανεγέρθηκε μεταξύ των ετών 313 και 322μ.Χ. Ήταν ένα περίστυλο τετράγωνο κτίριο το οποίο έμοιαζε με τις κατοπινές βασιλικές. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι σε αυτό αναφέρονται τα μέρη του χριστιανικού ναού, όπως επικράτησαν στην κατοπινή ναοδομία, δηλαδή ο νάρθηκας, ο κυρίως ναός και το Ιερό Βήμα. Στην ανατολική κόγχη του ναού βρισκόταν η Αγία Τράπεζα, η οποία ήταν σκεπασμένη με απλό λινό ύφασμα και εκεί τοποθετούνταν τα Τίμια Δώρα. Η Αγία Τράπεζα σε πολλές περιπτώσεις ήταν ο ίδιος ο τάφος του μάρτυρα. Ο διάκοσμος αυτών των πρώτων χριστιανικών ναών, όπως και των κατακομβών 12
περιλάμβανε συμβολικές παραστάσεις, (Σταυρός, ιχθύς, μονόγραμμα του Χριστού, περιστερά, φοίνικας , καλός Ποιμένας, Ορφέας, λύρα, άγκυρα, σκηνές
από
Παλαιά
την
Διαθήκη)
και
διακοσμητικές παραστάσεις, (άμπελος, παραδείσια πτηνά, άνθη, καρποί, κλπ.).
• Περίκεντρος
Mία ιδιαίτερη κατηγορία ναών υπήρξαν τα περίκεντρα κτήρια, δηλαδή 13
οικοδομήματα που χαρακτηρίζονται από μία ομοιόμορφη διάταξη γύρω από ένα κέντρο, όπως π.χ. οι κυκλικοί και οι πολυγωνικοί ναοί, και τα οποία χρησιμοποιήθηκαν κυρίως για ταφικά μνημεία και βαπτιστήρια.
• Ο ρυθμός της Βασιλικής Μετά το τέλος των διωγμών οι χριστιανοί ήταν πια ελεύθεροι να ασκούν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα. Οι παλιοί και μικροί ναοί δεν εξυπηρετούσαν πλέον τις λατρευτικές ανάγκες του μεγάλου πλήθους των πιστών. Γι’ αυτό άρχισαν να κτίζονται μεγάλοι ναοί σε ολόκληρη την αυτοκρατορία.
Πρόκειται
για
τις
περίφημες
παλαιοχριστιανικές
βασιλικές, οι οποίες ήταν τεράστια ορθογώνια κτίρια, χωρισμένα εσωτερικά, με σειρές από κίονες, σε κλίτη, τα οποία κυριάρχησαν τον 4ο και 5ο αιώνα.
14
Ο υπέροχος αυτός τύπος ναού είναι άμεσα συνδεδεμένος με την Aγία Ελένη, τη μητέρα του Μεγάλου Κωνσταντίνου, η οποία σύμφωνα με την παράδοση ανέγειρε πλήθος βασιλικών, στην Κωνσταντινούπολη, στην Παλαιστίνη, στη Ρώμη και την Ελλάδα. Ο τύπος και η ονομασία της βασιλικής προήλθε από τους ειδωλολάτρες Ρωμαίους (Basilica), και συγκεκριμένα από τον διαδεδομένο τύπο των μεγάλων δημόσιων πολύστηλων οικοδομημάτων των ρωμαϊκών αγορών (basilicas forences), τα οποία χρησίμευαν για εμπορικές συναλλαγές και δικαστήρια. Οι Ρωμαίοι είχαν παραλάβει αυτόν τον κτιριακό τύπο με τη σειρά τους από τους Έλληνες. Τέτοιο κτίριο ήταν η Βασίλειος Στοά των Αθηνών, η οποία ονομάστηκε έτσι προς τιμή του άρχοντος βασιλέως. Από αυτόν πήρε και το όνομα βασιλική. Οι χριστιανοί ονόμασαν τους ναούς αυτούς βασιλικές διότι σε αυτές λατρευόνταν ο Βασιλεύς Χριστός. Οι χριστιανικές βασιλικές όπως αναφέραμε, ήταν ορθογώνια κτίρια που διαιρούνταν εσωτερικά σε κλίτη. Τα κλίτη των βασιλικών ήταν τρία, 15
πέντε, επτά, μέχρι και εννέα. Το μεσαίο κλίτος ήταν το πιο ευρύχωρο και το ψηλότερο. Οι κίονες οι οποίοι χώριζαν τα κλίτη μεταξύ τους, δεν είχαν συνήθως ραβδώσεις και κατέληγαν σε περίτεχνα κορινθιακά κιονόκρανα. Πάνω από τα κλίτη σχηματίζονταν υπερώα τα οποία χρησιμοποιούνταν ως γυναικωνίτες. Οι τοίχοι καλύπτονταν από λεπτά και πολύχρωμα μάρμαρα. Πάνω από αυτά υπήρχαν τα ψηφιδωτά. Τα δάπεδα επίσης στολίζονταν με θαυμάσια ψηφιδωτά. Στο ψηλότερο σημείο υπήρχε ο φωταγωγός με σειρά από παράθυρα. Το μεσαίο και τα πλάγια κλίτη καλύπτονταν από ξύλινη στέγη.
Στο ανατολικό μέρος του μεσαίου κλίτους βρισκόταν το Ιερό Bήμα, το οποίο καταλάμβανε το ένα τρίτο του κυρίως ναού. Στο κέντρο του Ιερού Βήματος βρισκόταν η Αγία Τράπεζα. Πίσω από την Αγία Τράπεζα βρισκόταν ο θρόνος του επισκόπου. Από το Ιερό Βήμα υπήρχε πύλη, η οποία οδηγούσε προς την κρύπτη, όπου φυλάσσονταν τα λείψανα των μαρτύρων.
16
Ο κυρίως ναός ήταν ο χώρος των πιστών. Στο μέσο βρισκόταν ο άμβωνας, από τον οποίο διαβάζονταν τα αναγνώσματα και γινόταν το Θείο κήρυγμα. Ο δυτικός χώρος πριν τον κυρίως ναό ονομαζόταν νάρθηκας, στον οποίο στέκονταν οι κατηχούμενοι. Βόρεια του νάρθηκα υπήρχε το βαπτιστήριο, όπου υπήρχε σταυρωτή δεξαμενή για το βάπτισμα των ενηλίκων και νότια υπήρχε το διακονικό. Τέλος στον εξωτερικό χώρο, πριν το νάρθηκα, υπήρχε το αίθριο στο οποίο γίνονταν κάποιες υπαίθριες τελετές. Εκεί υπήρχε λουτήρας, η δεξαμενή με νερό, όπου καθαριζόταν το ιερατείο και ο λαός. Η διακόσμηση των βασιλικών ήταν ανάλογη με την επιβλητικότητα και τη μεγαλοπρέπεια των κτιρίων αυτών. Τα πάμπολλα μνημεία που μας έχουν
διασωθεί,
(Άγιος
Δημήτριος
Θεσσαλονίκης,
Αχειροποίητος,
Ραβέννα, Παλαιστίνη, κλπ.) δίνουν σαφή εικόνα για την λαμπρότητα αυτών. Υπέροχος ήταν ο γλυπτικός διάκοσμος και εντυπωσιακά είναι τα ψηφιδωτά των τοίχων και των δαπέδων. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι τα υπέροχα ψηφιδωτά της Ραβέννας και της Θεσσαλονίκης.
• Η Βασιλική με Τρούλο Ο 6ος αιώνας είναι η εποχή της μεγάλης ισχύος του βυζαντινού κράτους και ο θρίαμβος του ορθοδόξου δόγματος στην Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία. Το γεγονός αυτό είχε αντίκτυπο και στην ανάπτυξη της ναοδομίας.
Η
παλαιοχριστιανική
βασιλική
εμπλουτίζεται
με
νέα
αρχιτεκτονικά στοιχεία, ώστε να της δίνει ακόμα μεγαλύτερη αίγλη. Σπουδαιότερη καινοτομία είναι ο περιορισμός του μήκους του κτιρίου και κυρίως η προσθήκη τρούλου στη στέγη του μεγάλου κλίτους. Πρόκειται
17
για μια θαυμαστή αρχιτεκτονική εφεύρεση των μεγάλων μικρασιατών αρχιτεκτόνων Ανθέμιου από τις Τράλλεις και Ισίδωρου από τη Μίλητο. Αντιπροσωπευτικό δείγμα αυτού του ρυθμού είναι ο περίφημος ναός της Αγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως, ο οποίος κτίστηκε από τον Ιουστινιανό τα έτη 531-537. Ο διάκοσμος βελτιώνεται αισθητά. Οι τοίχοι καλύπτονται με ψηφιδωτά υψηλής τεχνοτροπίας και ζωγραφικές παραστάσεις. Η επιβλητικότητα αυτού του ρυθμού είναι έκδηλη. Ο τεράστιος όγκος του ναού, το μεγάλο ύψος, ο τεράστιος θόλος, το άπλετο φως των παραθύρων, δίνουν μια ξεχωριστή αίσθηση στον πιστό.
18
• Εγγεγραμμένος σταυροειδής με τρούλο (Βυζαντινός ρυθμός) Ύστερα από μια περίοδο τριών περίπου αιώνων εμφανίζεται στην Κωνσταντινούπολη και αργότερα σε ολόκληρο τον βυζαντινό κόσμο, ο εγγεγραμμένος σταυροειδής ναός με τρούλο. Ο περίφημος αυτός τύπος παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 880 μ.Χ. στο περίφημο αυτοκρατορικό κτίσμα της Νέας Εκκλησίας του Παλατιού και εγκαινιάστηκε στα χρόνια του Βασιλείου Α΄ (867-886). Ονομάστηκε Νέα Εκκλησία, διότι παρουσίαζε ένα καινούριο αρχιτεκτονικό τύπο. Από τότε και μέχρι σήμερα παραμένει ο ίδιος. Ο εγγεγραμμένος σταυροειδής με τρούλο είναι ο πιο αντιπροσωπευτικός βυζαντινός ρυθμός. Κύριο χαρακτηριστικό στοιχείο αυτού του ρυθμού είναι ο σχηματισμός σταυρού εσωτερικά και εξωτερικά στο σχεδόν τετράγωνο πια κτίσμα, με τον έναν ή τους πέντε τρούλους. Παραλλαγή αυτού του ρυθμού είναι ο εγγεγραμμένος οκτάγωνος ναός. Στην περίπτωση αυτή έχουμε ένα μεγάλο τρούλο, ο οποίος καλύπτει ολόκληρη σχεδόν τη στέγη και στηρίζεται σε οκτώ κίονες. Κύριο χαρακτηριστικό αυτού του τύπου είναι ο παραμερισμός των τεσσάρων κιόνων από το κέντρο του ναού και η δημιουργία ενιαίου άνετου χώρου στον κυρίως ναό. Οι περισσότεροι από τους ορθόδοξους ναούς είναι ρυθμού βυζαντινού.
• Ρομανικός Στο ρυθμό αυτό, που πρωτοπαρουσιάστηκε τον 9ο ή 10ο αιώνα, η κόγχη είναι ευρύτερη από τον υπόλοιπο ναό και έτσι το σχήμα αυτού μοιάζει με τρούλο ενώ ο κυρίως ναός διαιρείται σε τρία κλίτη, από τα οποία το 19
μεσαίο είναι ευρύτερο. Η διαίρεση αυτή, καθώς και μερικά άλλα στοιχεία, δείχνουν ότι κατάγεται από την βασιλική.
• Γοτθικός Ο ρυθμός αυτός γεννήθηκε στη Γαλλία το 13ο αιώνα και μετά διαδόθηκε και στη Γερμανία. Χαρακτηριστικά αυτού είναι οι ψηλοί τοίχοι, το ογκώδες σχήμα, τα μεγάλα παράθυρα, οι μυτερές γωνίες των θόλων κλπ. Εξωτερικά κοσμείται από έναν ή δυο πύργους. Από την εσωτερική διακόσμηση διακρίνεται ο πρωτότυπος και πλούσιος στολισμός των παραθύρων με ποικιλόχρωμα γυαλιά που παριστάνουν λαμπρές εικόνες αγίων.
Το πιο γνωστό μνημείο γοτθικού ρυθμού είναι η περίφημη
«Παναγία των Παρισίων».
20
• Αναγεννησιακός Είναι
συνδυασμός
βυζαντινού
και
βασιλικής.
Ο
πιο
αντιπροσωπευτικός ναός του ρυθμού αυτού είναι ο Άγιος Πέτρος της Ρώμης, ο μεγαλύτερος ναός του χριστιανικού κόσμου. Η οικοδόμησή του κράτησε από το 1506-1667 και μεταξύ άλλων εργάστηκαν για την κατασκευή του δυο από τα μεγαλύτερα ονόματα της Αναγέννησης, ο Ραφαήλ και ο Μιχαήλ Άγγελος.
21
Τα Μέρη του Ναού • Το ιερό Βήμα Το ιερό Βήμα καταλαμβάνει το ανατολικό άκρο του ναού. Ονομάζεται έτσι διότι βρίσκεται υψηλότερα από τον υπόλοιπο ναό, κατ΄επίδραση των ρωμαϊκών βασιλικών, οι οποίες ήταν υπερυψωμένες στο σημείο αυτό, από όπου ομιλούσαν οι ρήτορες των δικαστηρίων. Θεωρείται χώρος ιερός, επειδή εκεί τελούνται τα ιερά μυστήρια, με κορυφαίο το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Επιτρέπεται η είσοδος μόνο των κληρικών και γι΄ αυτό ονομάζονταν άδυτον και άβατον. Στους βυζαντινούς χρόνους, στον μόνο λαϊκό, στον οποίο επιτρέπονταν ή είσοδος ήταν ο αυτοκράτορας, διότι θεωρούνταν ιερό πρόσωπο (Σωζομενού Εκκλ. Ιστ. Ζ΄25). Το άγιο Βήμα συμβολίζει τον Παράδεισο, την Άνω Ιερουσαλήμ (Αποκ.21:2), μέσα στον οποίο τελείται ακατάπαυτα η ουράνια Θεία Λειτουργία, με λειτουργούς τους αγγέλους. Οι ιερείς συμβολίζουν τους αγίους αγγέλους, τα λειτουργικά πνεύματα του Θεού (Εβρ.1:14), γι΄αυτό θα πρέπει να είναι άμεμπτοι και άγιοι, όπως εκείνοι. Τα ιερά τους άμφια έχουν και αυτά το συμβολισμό τους. Η λαμπρότητα και η καθαρότητά τους συμβολίζουν την ιερατική χάρη, που είναι ενδεδυμένοι. Η ανατολική πλευρά του ιερού Βήματος καταλήγει, σε κόγχη, η οποία ονομάζεται Πλατυτέρα. Στο μέσον του ιερού Βήματος βρίσκεται η αγία Τράπεζα (Mensa Sacra). Ονομάζεται και ιερό Θυσιαστήριο, διότι πάνω σε αυτή τελείται η αναίμακτη απολυτρωτική Θυσία του Χριστού στο διηνεκές. Η αγία Τράπεζα συμβολίζει τον ζωοδόχο Τάφο του Κυρίου, μέσα από τον οποίο πήγασε η αληθινή ζωή του κόσμου. Τα δε πολυτελή καλύμματα, της αγίας Τραπέζης συμβολίζουν τα ιερά σάβανα και τη σινδόνα, με την οποία τυλίχθηκε το άχραντο Σώμα του Χριστού κατά την θεία
ταφή
Του.
Όπως
είχαμε
τονίσει
παραπάνω
στους
22
πρωτοχριστιανικούς χρόνους ως άγιες Τράπεζες χρησιμοποιούνταν τάφοι μαρτύρων. Συνεχίζοντας αυτή την παράδοση η Εκκλησία μας μέχρι σήμερα, κατά τον εγκαινιασμό, ο επίσκοπος τοποθετεί λείψανα αγίων σε κρύπτη της αγίας Τραπέζης. Εάν δεν έχει εγκαινιασθεί ο ναός χρησιμοποιείται το ιερό αντιμήνσιο, ειδικό ύφασμα, το οποίο φέρει την παράσταση της ταφής του Κυρίου και έχει ραμμένα επάνω άγια λείψανα. Η αγία Τράπεζα στηρίζεται συνήθως σε έναν στύλο, ο οποίος συμβολίζει τον ασάλευτο στύλο της Εκκλησίας, το Χριστό, ή σε τέσσερις στύλους που συμβολίζουν τους τέσσερις Ευαγγελιστές. Στη βορειοανατολική πλευρά του ιερού βήματος υπάρχει η κόγχη της ιεράς Προθέσεως, η οποία συμβολίζει το ιερό σπήλαιο της Γεννήσεως του Κυρίου. Σε αυτή προετοιμάζονται τα τίμια Δώρα, πριν μεταφερθούν κατά τη Μεγάλη Είσοδο στην αγία Τράπεζα για να καθαγιασθούν. Η κόγχη αυτή φέρει την εικονογραφική παράσταση της ‘Ακρας Ταπείνωσης και σπάνια την εικόνα της Γεννήσεως Στην Πρόθεση υπάρχει το άγιο Ποτήριο. Δίπλα υπάρχει το ιερό Δισκάριο. Πάνω στο ιερό Δισκάριο υπάρχει επίσης ο Αστερίσκος, ο οποίος συμβολίζει τον αστέρα της Γεννήσεως και σκοπό έχει να εμποδίζει το ιερό κάλυμμα να ακουμπά στα τεμάχια του αγίου άρτου. Στην ιερά Πρόθεση υπάρχει ακόμα η λαβίδα (κοχλιάριο) με το οποίο κοινωνούν οι πιστοί, η αγία λόγχη, η οποία συμβολίζει τη λόγχη που κεντήθηκε ο Κύριος κατά τη σταύρωση και ο σπόγγος που και αυτός συμβολίζει το σπόγγο που δόθηκε όξος στον Κύριο και το Ζέον, δοχείο που περιέχει ζεστό νερό, το οποίο χύνεται στο ιερό Πατήριο και συμβολίζει τη ζέση της πίστεως. Τέλος σε αυτή υπάρχουν τα καλύμματα των ιερών σκευών, ο αήρ και το ιερό μανδήλιο. Το ιερό Βήμα χωρίζεται από τον κυρίως ναό με το τέμπλο, το οποίο διαμορφώθηκε
σταδιακά.
Στις
παλαιοχριστιανικές
βασιλικές 23
αποτελούνταν από μικρούς κονίσκους και μαρμάρινα ή ξύλινα θωράκια. Αργότερα προστέθηκαν οι μεγάλες εικόνες και διπλασιάστηκε σε ύψος και προστέθηκε το δωδεκάορτο, οπότε πήρε τη σημερινή του μορφή. Η επικοινωνία ιερού Βήματος και κυρίως ναού γίνεται με τις τρεις θύρες, την ωραία πύλη (κεντρική), από την οποία μπαινοβγαίνουν μόνο οι λειτουργοί, τη βόρεια και τη νότια πύλη.
• Ο κυρίως ναός Ο κυρίως ναός καταλαμβάνει τη μεγαλύτερη επιφάνεια του ναού. Είναι το μέρος που βρίσκεται ο πιστός λαός για να συμμετάσχει στη λατρεία της Εκκλησίας. Μπροστά από το ιερό Βήμα, χαμηλότερα κατά δύο ή τρία σκαλοπάτια, βρίσκεται ο σολέας. Είναι ο χώρος εκείνος στον οποίο τελούνται τα μυστήρια και οι διάφορες τελετές. Για λόγους ευταξίας εμποδίζονται οι πιστοί να στέκονται στο χώρο αυτό. Στα βυζαντινά χρόνια
ονομάζονταν “Βήμα
διαβάζονταν
τα
των
αναγνώσματα
Αναγνωστών”,
των
ιερών
διότι
ακολουθιών
από από
εκεί τον
αναγνώστη. Στο νότιο μέρος του σολέα βρίσκεται ο δεσποτικός θρόνος. Στην τιμητική αυτή θέση στέκεται ο επίσκοπος εις τύπον και τόπον Χριστού, σύμφωνα με τον άγιο Ιγνάτιο το θεοφόρο (+107 μ.Χ.). Άλλωστε πίσω του εικονίζεται ο Δεσπότης Χριστός για να θυμίζει την αδιάκοπη παρουσία Του στην Εκκλησία. Είναι κατασκευασμένος από ξύλο ή μάρμαρο και φέρει θαυμάσια γλυπτική διακόσμηση. Εκατέρωθεν του σολέα βρίσκονται τα αναλόγια, βήματα όπου στέκονται οι χοροί των ιεροψαλτών και ψάλλουν. Πολύ συχνά τα αναλόγια τα συναντάμε και έξω του σολέα μπροστά στη βόρεια και νότια πύλη του ιερού Βήματος. Τα αναλόγια είναι επικλινή έπιπλα στα οποία
24
τοποθετούνται τα ιερά βιβλία που περιέχουν τις διάφορες ακολουθίες. Τα βιβλία που χρησιμοποιούνται είναι η Παρακλητική, τα Μηναία, το Τριώδιο, το Πεντηκοστάριο, το Ωρολόγιο, το Ψαλτήριο, το Τυπικό κ.α. Στο αριστερό μέρος του σολέα ή έξω από αυτόν βρίσκεται ο άμβωνας, που σημαίνει ύψωμα, εκ του αναβαίνω. Από εκεί διαβάζεται το ιερό Ευαγγέλιο από τον διάκονο και κηρύσσεται ο θείος λόγος από το ιεροκήρυκα. Ο άμβωνας συμβολίζει τον τάφο του Χριστού και ο διάκονος τον άγγελο της Αναστάσεως (Μάρκ.16:6). Φέρει παραστάσεις των ιερών Ευαγγελιστών και υπάρχει ανάγλυφο περιστέρι, πάνω στο οποίο τοποθετείται το ιερό Ευαγγέλιο και συμβολίζει το Άγιο Πνεύμα. Στο μπροστινό μέρος του σολέα βρίσκονται τα μεγάλα μανουάλια, τα οποία μαζί με τα κανδύλια του τέμπλου, εκτός από το φως που εκπέμπουν, συμβολίζουν το νοητό φως του Χριστού, το οποίο φαίνει πάσι. Το ίδιο και οι πολυέλαιοι ή ο συνδυασμός οι οποίοι κρέμονται από την οροφή και συμβολίζουν το φως του Χριστού και τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, που κατέρχεται από τον ουρανό. Στη νότια πλευρά του ναού βρίσκονται τα καθίσματα των ανδρών πιστών και στη βόρεια πλευρά τα καθίσματα των γυναικών πιστών. Τα καθίσματα και κυρίως τα στασίδια, που είναι ενωμένα με τους πλαϊνούς τοίχους συμβολίζουν τον τάφο του κάθε πιστού, μέσα από τον οποίο θα αναστηθεί εν Χριστώ κατά τη Δευτέρα Παρουσία. Στο δυτικό μέρος του κυρίως ναού βρίσκονται τα προσκυνητάρια, δηλαδή ξυλόγλυπτοι ή μαρμάρινοι θρόνοι στους οποίους είναι τοποθετημένες ιερές εικόνες, κυρίως του τιμωμένου αγίου του ναού, τις οποίες προσκυνούν οι πιστοί μπαίνοντας
στο
ναό.
Στο
ίδιο
μέρος
υπάρχουν
τα
ειδικά μανουάλια κηροπήγια στα οποία ανάβουν τα κεριά τους οι πιστοί. Τα κεριά συμβολίζουν την ψυχή των πιστών, η οποία θα πρέπει να είναι 25
καθαρή όπως το φως και να καίει σαν τη φωτιά από λαχτάρα για την ένωσή της με το Χριστό. Επίσης όπως το κερί ακτινοβολεί και διαλύει τα σκοτάδια, το ίδιο και η ψυχή πρέπει να ακτινοβολεί από πνευματική ιλαρότητα.
• Ο νάρθηκας ή πρόναος Το τρίτο μέρος του ναού, που βρίσκεται στο δυτικό άκρο είναι ο νάρθηκας ή πρόναος. Είναι το μέρος που στην αρχαία Εκκλησία στέκονταν οι κατηχούμενοι, οι μετανοούντες, οι υποπίπτοντες και οι προσκλαίοντες πιστοί. Η πρωτοτυπία του νάρθηκα ξεκίνησε από το χώρο των Ελληνικών Βασιλικών του 5ου κυρίως αιώνα και γενικεύθηκε στον μεσογειακό χώρο τον 6ο αιώνα. Η ονομασία ίσως να προέρχεται από την ομοιότητα του σχήματος προς το φυτό νάρθηκα. Δεν αποκλείεται επίσης να έχει σχέση προς τους νάρθηκες, στενόμακρα δηλαδή κιβωτίδια, που κατασκευάζονταν από τον κορμό του φυτού και χρησίμευαν για τη φύλαξη φαρμάκων ή μύρων. Σήμερα που δεν υπάρχουν ενήλικοι κατηχούμενοι ο χώρος αυτός χρησιμεύει για να στήνονται τα παγκάρια του ναού, στα οποία πωλούνται λαμπάδες, βιβλία, αφιερώματα κλπ. Εκεί στέκονται οι επίτροποι, ο νεωκόρος και οι άλλοι εργαζόμενοι στο ναό. Ο νάρθηκας επικοινωνεί με τον κυρίως ναό με μια ευρύχωρη θύρα και σε πολλές περιπτώσεις με άλλες δύο μικρότερες πλαϊνές. Η έξοδος προς τον αύλειο χώρο γίνεται με μεγάλη κεντρική θύρα.
26
Η Διακόσμηση του χριστιανικού Ναού Το ίδιο σπουδαία με την αρχιτεκτονική της χριστιανικής ναοδομίας υπήρξε και η διακοσμητική τέχνη των ναών. Η Ανατολική Εκκλησία συνεχίζει αδιάκοπα την αρχαιοελληνική παράδοση του κάλλους και της αρμονίας, προσθέτοντας σε αυτή λειτουργικό χαρακτήρα. Η Εκκλησία ενέταξε λοιπόν την αρχαιοελληνική κλασσική τέχνη στη λειτουργική διακονία της Εκκλησίας. Η ορθόδοξη εκκλησιαστική τέχνη, εκτός από υπέροχη
αισθητική,
έχει
πρωτίστως
λειτουργικό,
ποιμαντικό
και
ιεραποστολικό χαρακτήρα. Οι ναοί, οι κατεξοχήν χώροι σύναξης της Εκκλησίας, έγιναν αντικείμενα υψηλής αισθητικής φροντίδας, ώστε να ανταποκρίνονται πλήρως στις παραπάνω διακονίες.
• Η Γλυπτική Η υψηλή αυτή τέχνη, όπως είναι γνωστό, υπηρέτησε, στην αρχαιότητα, κατά κόρον την ειδωλολατρία, εν τούτοις όμως δεν παραθεωρήθηκε η αξία της από την Εκκλησία. Δεν χρησιμοποιήθηκε βέβαια για εικονικές παραστάσεις, αλλά για τη διακόσμηση των ναών. Στις μεγαλόπρεπες παλαιοχριστιανικές βασιλικές είναι έντονο το στοιχείο της γλυπτικής. Υπήρχαν θαυμάσια κιονόκρανα. Καταπληκτικά υπήρξαν επίσης τα θωράκια, οι άγιες Τράπεζες, τα σύνθρονα τα Βαπτιστήρια, οι κρύπτες και οι τάφοι των μαρτύρων. Έχουν διασωθεί πάμπολλα έργα χριστιανικής γλυπτικής στην Αγία Σοφία της Κωνσταντινούπολης, στον Άγιο Δημήτριο Θεσσαλονίκης,
στον
Πανάγιο
Τάφο
στα
Ιεροσόλυμα,
στην
Εκατονταπυλιανή της Πάρου, στις παλαιοχριστιανικές βασιλικές της Ρώμης, και αλλού. Αξιόλογη είναι επίσης και η ξυλογλυπτική των ναών. Περίτεχνα ξυλόγλυπτα κομψοτεχνήματα στολίζουν πολλά μέρη του ναού, όπως το
27
τέμπλο, τα προσκυνητάρια, τα αναλόγια, τα παγκάρια, τα πλαίσια των φορητών εικόνων, τα καθίσματα, κλπ.
• Ζωγραφική - Αγιογραφία Μετά από μια αρχική περίοδο αποστροφής προς απεικονίσεις κάθε είδους από αντίδραση στον ειδωλολατρικό εικαστικό πολιτισμό, οι πρώτοι Χριστιανοί άρχισαν να χρησιμοποιούν την παραδοσιακή τέχνη της εποχής τους ως όχημα για τα μηνύματα της θρησκευτικής τους πίστης, ιδιαίτερα την υπαρξιακή υπόσχεση για σωτηρία. Κλασσικά θέματα επενδύθηκαν με αλληγορικό περιεχόμενο, και έτσι κοινές απεικονίσεις ψαρέματος, για παράδειγμα, μετατράπηκαν σε εικόνες της αλίευσης ψυχών, και απεικονίσεις βοσκών στον τύπο του μοσχοφόρου σε εικόνες του Καλού Ποιμένα που επαναφέρει τους παραστρατημένους στον δρόμο της πίστης Χαρακτηριστικά δείγματα κλασικής τέχνης στην υπηρεσία της νέας θρησκείας είναι, μεταξύ άλλων, οι τοιχογραφίες του Καλού Ποιμένα, των Πρωτόπλαστων και άλλων χριστιανικών θεμάτων σε βαπτιστήριο ιδιωτικής οικίας στη Δούρα Ευρωπό της Συρίας (περ. 240), οι τοιχογραφίες του Καλού Ποιμένα στην Κατακόμβη της Δομιτίλλας στη Ρώμη (τέλη 2ουαρχές 3ου αι.), η τοιχογραφία των Τριών Παίδων εν Καμίνω στην Κατακόμβη της Πρισίλλας στη Ρώμη (μέσα 3ου αι.) και τα μαρμάρινα αγαλματικά πορτρέτα και συμπλέγματα από τη Μικρά Ασία, π.χ. με θέμα τον Ιωνά και το Κήτος.
Η απήχηση του εγχειρήματος ήταν εντυπωσιακή, λόγω της αμεσότητας των εικόνων ως διδακτικών εργαλείων, και έτσι, στα μέσα του 3ου αι., τέχνη με χριστιανικό περιεχόμενο ανθούσε σε ολόκληρη τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, χωρίς κατά τα άλλα να διαφοροποιείται από τη σύγχρονη καλλιτεχνική γλώσσα.
28
Το μεγάλο άλμα αυτής της εξαίσιας τέχνης της εκκλησιαστικής ζωγραφικής, και ιδιαίτερα της βυζαντινής έγινε στα χρόνια μετά την εικονομαχία (9ος αιώνας), για να φθάσει στο απόγειο της ακμής της τον 14ο αιώνα (Παλαιολόγεια Αναγέννηση). Η βυζαντινή ζωγραφική είναι η συνέχεια
της
αρχαιοελληνικής
ζωγραφικής,
όπως
αποδεικνύεται
συγκρινόμενη με τις περίφημες προσωπογραφίες της Αρσινόης (Φαγιούμ) της Αιγύπτου, οι οποίες είναι ο σύνδεσμος μεταξύ της αρχαιοελληνικής και της βυζαντινής ζωγραφικής. Καλλιεργήθηκε αρχικά στις κατακόμβες, πέρασε κατόπιν στην πρωτοβυζαντινή ζωγραφική, για να τελειοποιηθεί στους μεσοβυζαντινούς και υστεροβυζαντινούς χρόνους και να γίνει η κατεξοχήν ζωγραφική των ορθοδόξων ναών. Κύριο χαρακτηριστικό της βυζαντινής ζωγραφικής είναι η
αφαίρεση,
δηλαδή
η
συμβολική
παράσταση, η οποία υπερβαίνει το χώρο και τον χρόνο, με σκοπό να δείξει όχι το πραγματικό, αλλά το ιδανικό. Αγιογραφία είναι η τέχνη της απεικόνισης ιερών προσώπων ή θρησκευτικών σκηνών· είναι η ζωγραφική παράσταση θρησκευτικών θεμάτων. Οι αγιογραφίες αντλούν τα θέματά τους από τη ζωή και κυρίως τα θαύματα των ανδρών και γυναικών που αγιοποιήθηκαν από την Εκκλησία. Η αγιογραφία είναι κεντρικής σημασίας στην Ορθόδοξη παράδοση και λιγότερο στις Δυτικές Χριστιανικές παραδόσεις όπως η Ρωμαιοκαθολική και Αγγλικανική. H χριστιανική ζωγραφική τέχνη καλλιεργήθηκε δεόντως στην Εκκλησία από την πρωτοχριστιανική εποχή. Εκτός από την αισθητική χρησιμότητά της η εικόνα στην Εκκλησία διαδραματίζει ένα σπουδαίο ποιμαντικό ρόλο. Μια λαϊκή ρήση λέει πως όσο αξίζει μια εικόνα δεν αξίζουν χίλιες λέξεις. Έτσι η χριστιανική ζωγραφική λειτουργεί στην Εκκλησία ως το βιβλίο των αγραμμάτων πιστών, σύμφωνα, με τον Ιωάννη τον Δαμασκηνό. Η λέξη
29
«εικόνα» προέρχεται από το ρήμα «είκω», που σημαίνει μοιάζω. Η εικόνα για τους πιστούς δεν είναι μια απλή θρησκευτική ζωγραφιά, μια θρησκευτική ιστορία, δεν είναι ένα απλό έργο τέχνης ή ένας θρησκευτικός πίνακας. Θεωρείται και είναι λειτουργικό σκεύος που αγιάζει τον άνθρωπο και τον φέρνει σε άμεση σχέση με τη χάρη και την υπόσταση του εικονιζόμενου προσώπου. Σύμφωνα με την Ορθόδοξη παράδοση, η αγιογραφική εικόνα δεν στοχεύει σε μια ρεαλιστική αναπαράσταση ενός προσώπου αλλά έχει πρωτίστως πνευματική σημειολογία αφού μέσω αυτής μπορεί να επιτευχθεί μια σχέση ζωής με το Θεό και τους Αγίους Του. Η εικόνα δημιουργεί μια αίσθηση ζωντανής παρουσίας και φέρνει τον πιστό σε προσωπική σχέση και επαφή με την υπόσταση του εικονιζόμενου. Η αγιογραφία λοιπόν δε θεωρείται ως ένα απλό έργο τέχνης ή ένας θρησκευτικός πίνακας αλλά είναι ένα μέσο με το οποίο ο άνθρωπος μπορεί να φτάσει στην αγιότητα. Η υπέροχη βυζαντινή εικονογραφία με τις άπειρες αφαιρετικές της παραστάσεις, οδηγεί τον πιστό στη σφαίρα του υπεραισθητού και σε υψηλές θεωρήσεις. Η εκκλησιαστική παράδοση αναφέρει ότι η πρώτη εικόνα, με την έννοια της αναπαραστάσεως, έγινε από τον ίδιο τον Χριστό και μάλιστα αχειροποίητη. Η ιστορία της εικόνας αυτής συνοπτικά έχει ως εξής: Ο Aύγαρος, βασιλιάς στην Έδεσσα της Μεσοποταμίας, υπέφερε από λέπρα. Έγραψε, λοιπόν στον Κύριο επιστολή, με την οποία τον παρακαλούσε να πάει στην Έδεσσα για να τον θεραπεύσει. Την επιστολή μετέφερε στην Παλαιστίνη ο υπηρέτης του Ανανίας. Αυτός προσπάθησε και να ζωγραφίσει τον Κύριο χωρίς όμως να το κατορθώσει. Ο Κύριος που αντιλήφθηκε την προσπάθεια του Ανανία, ζήτησε νερό για να νιφτεί και σκούπισε το πρόσωπό Του με ένα μανδήλιο. Η θεία μορφή του Κυρίου αποτυπώθηκε θαυματουργικά και το εν λόγω μανδήλιο είναι γνωστό ως το Άγιο Μανδήλιο. Ακόμη η παράδοση αναφέρει ως πρώτο αγιογράφο τον 30
Ευαγγελιστή Λουκά. Ο Ευαγγελιστής πρώτος ζωγράφισε τρεις εικόνες (από κερί, μαστίχα και χρώμα) της Υπεραγίας Θεοτόκου φέρουσα στην αγκαλιά της τον Κύριο Ιησού Χριστό. Κατόπιν τις πρόσφερε στην ίδια θέλοντας να μάθει εάν είναι αρεστές σε αυτήν. Η Μητέρα του Κυρίου τις δέχτηκε με αγάπη και είπε: «Η χάρις του εξ εμού τεχθέντος είη δι' εμού μετ' αυτών». Από αυτές τις τρεις άγιες εικόνες, η μία βρίσκεται στην Πελοπόννησο στην Ιερά Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου, η δεύτερη στη Ρωσία και η τρίτη εικόνα βρίσκεται στην Κύπρο στην Ιερά Μονή του Κύκκου. Επίσης κατά την παράδοση ο Ευαγγελιστής Λουκάς ζωγράφισε και τις εικόνες των Αγίων Αποστόλων. Οι ιστορικοί διαιρούν την ιστορία της Βυζαντινής εικονογραφίας σε τέσσερις περιόδους: •
Οι πρώτοι αιώνες μέχρι την Εικονομαχία. Η περίοδος αυτή υποδιαιρείται στην πρωτοχριστιανική (μέχρι τους χρόνους του Μ. Κωνσταντίνου) και την παλαιοχριστιανική 320-720 μ.Χ. (από τους χρόνους του Μ. Κωνσταντίνου μέχρι την εικονομαχία).
•
Οι χρόνοι της Εικονομαχίας (724-843 μ.Χ.).
•
Οι χρόνοι των Μακεδόνων και Κομνηνών (867-1204 μ.Χ.).
•
Η Παλαιολόγεια Αναγέννηση (1204-1453 μ.Χ.) ή Υστεροβυζαντινή περίοδος.
•
Επεξεργασία Εικόνων
Στη βυζαντινή αγιογραφία τα θέματα που εικονίζονται είναι αλληγορικά. Επιπλέον,
ακόμα
και
τα
χρώματα
στη
βυζαντινή
τέχνη
έχουν
συγκεκριμένους συμβολισμούς. Για παράδειγμα, το κόκκινο χρώμα στην μπέρτα κάποιου αγίου συμβολίζει :
31
ορμή πάθος λύπη χαρά δόξα μαρτύριο θλίψη
• Τα ψηφιδωτά Στη ζωγραφική των ναών θα μπορούσαμε να εντάξουμε και τη θαυμάσια εκκλησιαστική τέχνη των ψηφιδωτών, η οποία χαρακτηρίστηκε ως αυτοκρατορική
τέχνη
λόγω
του
υψηλού
κόστους,
που
μόνο
οι
αυτοκράτορες μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν. Διασώθηκαν πάμπολλα
32
υπέροχα δείγματα αυτής της θαυμάσιας τέχνης, Ραβέννα, Σικελία, Κωνσταντινούπολη, Θεσσαλονίκη, Χίος, Βοιωτία, Δαφνί Αθηνών κλπ. Τα πρώτα χρόνια, που η αυτοκρατορία ήταν πλούσια και δυνατή, οι Βυζαντινοί στόλιζαν τις εκκλησίες και τα δημόσια ιδρύματα με ψηφιδωτά. Κάτω βλέπουμε ένα γνωστό ψηφιδωτό από την Αγία Σοφία της Κωνσταντινούπολης στο οποίο εικονίζονται δυο μεγάλοι αυτοκράτορες.
Όταν μιλάμε για ψηφιδωτό εννοούμε μια επιφάνεια, δάπεδο, τοίχο ή οροφή που καλύπτεται με χρωματιστά πετραδάκια και σχηματίζει ένα διακοσμητικό σχέδιο. Τα πετραδάκια λέγονται ψηφίδες. Οι ψηφίδες αυτές μπορεί να είναι από φυσικά υλικά (μάρμαρο, βότσαλα, πέτρες φίλντισι) που τα έκοβαν σε μικρούς κύβους ή από κατασκευασμένα υλικά (γυαλί ή χρωματιστό κεραμίδι). Ο τεχνίτης που δουλεύει το ψηφιδωτό ονομάζεται ψηφοθέτης.
33
• Στο Εργαστήριο του Αγιογράφου Βρισκόμαστε στο εργαστήριο του Ιγνάτιου του αγιογράφου. Θα φτιάξει μια εικόνα του Αγίου Νικολάου . Προετοιμάζει το ξύλο πάνω στο οποίο θα ζωγραφίσει . Είναι από πεύκο ή κέδρο, επειδή αυτά τα ξύλα δεν σκεβρώνουν. Λειαίνει την επιφάνεια του και την αλείφει με ένα στρώμα ψαρόκολλας και μετά με ένα στρώμα στόκου. Επάνω εκεί στερεώνει ύφασμα που περνιέται κι αυτό με πολλές στρώσεις στόκου. Μετά πάνω στο ξύλο τοποθετεί το ανθίβολο, ένα χαρτί με το περίγραμμα του σχεδίου της εικόνας αλλά διάστικτο από μικρές τρυπούλες. Περνάει με φούμο το ανθίβολο. Το φούμο περνάει από τις τρυπούλες του χαρτιού και πάνω στη στοκαρισμένη επιφάνεια βγαίνει το σχέδιο. Στη συνέχεια μ’ ένα μυτερό εργαλείο χαράζει το σχέδιο στην επιφάνεια έτσι ώστε να φαίνεται και να τον οδηγεί όταν θα περάσει το πρώτο χρώμα. Μετά χρυσώνει την εικόνα και περνάει ένα ενιαίο χρώμα, τον προπλασμό, στα ακάλυπτα μέρη. Αργότερα θα προσθέσει τα υπόλοιπα χρώματα – ορυκτά ή οργανικά – που θα τα διαλύσει με αβγό ώστε να γίνουν στέρεα. Στο τέλος θα περάσει το έργο του με βερνίκι για να ζωηρέψει το χρώμα και να προστατευτεί η ζωγραφισμένη επιφάνεια.
34
• Μακεδονική Σχολή Αγιογραφίας Η
Μακεδονική
Σχολή
άνθισε
στην
Μακεδονία
με
κέντρο
την
Θεσσαλονίκη και πέρασε στη Σερβία. Χαρακτηριστικά της είναι ο ρεαλισμός
και
η
ελευθερία.
Έχει
ένταση,
κίνηση
και
πλούσια
χρωματολογία. Το πρόσωπο και τα ενδύματα είναι πλατειά φωτισμένα, γι΄ αυτό και την ονομάζουν «πλατειά τεχνοτροπία». Η Μακεδονική Σχολή άκμασε τον 13ο -14ο αι.
Χαρακτηριστικά: Έντονη έκφραση της ψυχολογικής καταστάσεως των εικονιζόμενων
προσώπων.
Ένταση,
κίνηση,
ελευθερία,
πλούσια
πτυχολογία διακοσμημένη με θεαματική λεπτομέρεια. Διαγραφή των σωμάτων κάτω από τα ενδύματα. Πλατιά σαρκώματα και φωτίσματα. Έντονα και πλούσια χρώματα. Σημεία αναφοράς αυτής της σχολής είναι ο ρεαλισμός στην απεικόνιση των μορφών, όχι μόνον στα εξωτερικά χαρακτηριστικά αλλά και στην απόδοση του εσωτερικού κόσμου. Οι
35
συνθέσεις είναι πολυπρόσωπες, όλες οι μορφές κινούνται μέσα στο χώρο, ο οποίος είναι διευρυμένος και αποδίδεται με αξιοσημείωτο βάθος.
• Κρητική Σχολή Αγιογραφίας Με την άλωση της Κωνσταντινούπολης, πρωτεύουσας της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, από τους Τούρκους το 1453, Κωνσταντινουπολίτες ζωγράφοι
μεταναστεύουν
στη
βενετοκρατούμενη
Κρήτη
μεταλαμπαδεύοντας την ιερή τέχνη της αγιογραφίας. Στα τέλη του 15ου αιώνα οι επαφές με τη Βενετία έφεραν επιρροές της Αναγεννησιακής ιταλικής ζωγραφικής στην Κρήτη, σε επίπεδο τεχνοτροπίας και θεματογραφίας, οι οποίες συγκεράστηκαν με την βυζαντινή παράδοση, διαμορφώνοντας ένα εντελώς ξεχωριστό ύφος κατά τον 16ο και 17ο μ.Χ. αιώνα, αυτό που ονομάζουμε Κρητική Σχολή Αγιογραφίας.
Κύρια γνωρίσματά της είναι η τελειότητα των μορφών, οι οποίες αποδίδονται πιο γήινες και η εμμονή στην λεπτομέρεια δοσμένη με πλούσιο χρώμα. Από αυτό το καλλιτεχνικό περιβάλλον προέρχεται και ο
36
μεγάλος Ηρακλειώτης ζωγράφος Δομήνικος Θεοτοκόπουλος, γνωστός σε παγκόσμιο επίπεδο ως El Greco.
• Η Εικονογράφηση του Ναού Ο τρούλος συμβολίζει τον ουρανό και γι΄ αυτό εικονίζεται σ΄αυτόν ο Παντοκράτωρ Χριστός, ως ο μόνος κυρίαρχος των πάντων, σε τεράστιο πλάνο, εκφράζοντας έτσι την πληρότητά Του και την παρουσία Του σε ολόκληρο τον κόσμο, ότι πάντα δι΄αυτού εγένετο, και χωρίς αυτού εγένετο ουδέ εν, ό γέγονεν(Ιωάν.14). Μαζί Του στον ουρανό υπάρχουν οι άγγελοι, οι προφήτες, οι απόστολοι και οι άγιοι. Αυτοί αποτελούν το θριαμβεύον μέρος της Εκκλησίας του Χριστού, το οποίο απολαμβάνει τη θεία μακαριότητα, υμνεί ακατάπαυστα το Θεό και δέεται για το στρατευόμενο επί γης μέρος της Εκκλησίας. Τα κανδήλια και οι πολυέλαιοι συμβολίζουν τα άστρα του ουρανίου θόλου. Η γη συμβολίζεται δια του δαπέδου του ναού. Εκεί στέκονται οι πιστοί, οποίοι απαρτίζουν την επί γης στρατευόμενη Εκκλησία και ατενίζουν τον
37
ουρανό (θόλο), τον Παράδεισο (ιερό βήμα) και τους εικονιζόμενος αγίους. Εκεί ενώνονται με το άλλο μέρος της Εκκλησίας τη θριαμβεύουσα. Οι βυζαντινοί ναοί είναι καταστόλιστοι από πλήθος εικονογραφικών παραστάσεων τις οποίες οι ειδικοί τις έχουν κατατάξει σε ομάδες, τις οποίες ονομάζουμε εικονογραφικούς κύκλους. α) Δογματικός κύκλος: περιλαμβάνει τις παραστάσεις: 1) του Ιησού ως διδασκάλου στην κεντρική είσοδο του κυρίως ναού, 2) του Παντοκράτορα του τρούλου, ο οποίος περιστοιχίζεται από ουράνιες δυνάμεις, 3) των προφητών ανάμεσα στα παράθυρα του τυμπάνου του τρούλου, οι οποίοι ανήγγειλαν τον Ιησού ως Μεσσία, 4) των τεσσάρων Ευαγγελιστών στα σφαιρικά τρίγωνα του τρούλου, οι οποίοι διέδωσαν το λόγο του Χριστού, 5) της Πλατυτέρας στην κόγχη του ιερού ένθρονη με τον Ιησού βρέφος στην αγκαλιά Της, ως η γέφυρα που ένωσε τη γη με τον ουρανό, 6) της Αγίας Τριάδος με την συμβολική παράσταση της φιλοξενίας του Αβραάμ, πάνω στο ημικύκλιο του ιερού, 7) την Ετοιμασία του Θρόνου πάνω στον οποίο υπάρχει το Ευαγγέλιο και το ‘Aγιο Πνεύμα ως περιστερά, κάτω από την Αγία Τριάδα, όπου συμβολίζεται η Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου. β) Λειτουργικός κύκλος: Στο χώρο του ιερού βήματος εικονίζονται: 1) η Θεία Λειτουργία, την οποία τελούν άγγελοι στον ουρανό, 2) η Μετάληψη των Αποστόλων από το Χριστό, 3) οι μορφές των Μεγάλων Ιεραρχών, κάτω από την Πλατυτέρα στη κόγχη (Μ. Βασιλείου, Ι. Χρυσοστόμου, Γρηγορίου Θεολόγου, Κυρίλλου Αλεξανδρείας, Μ. Αθανασίου κ.α.), οι οποίοι κρατούν λειτουργικά ειλητάρια. γ) Ιστορικός κύκλος: Στις καμάρες και στους τοίχους του κυρίως ναού ζωγραφίζονται παραστάσεις από την ιστορία της Εκκλησίας: 1) Σκηνές
38
από τη ζωή του Χριστού, (Γέννηση, Βάπτιση, Σταύρωση, Ανάσταση, Ανάληψη), σκηνές θαυμάτων, 2) Σκηνές από τη ζωή της Θεοτόκου, (Γέννηση, Εισόδια, Κοίμηση), 3) Σκηνές από τη ζωή των Αγίων, (μαρτύρια, θαύματα), κλπ. 4) Προσωπογραφίες Αγίων ανδρών (νότιος τοίχος) και γυναικών (βόρειος τοίχος). Σε αυτόν τον εικονογραφικό κύκλο ανήκουν και οι εικόνες του τέμπλου. Αριστερά της Ωραίας Πύλης εικονίζεται ο Δεσπότης Χριστός, περιβεβλημένος με όλη Του τη δόξα. Δεξιά της Ωραίας Πύλης εικονίζεται η Θεοτόκος με τον Κύριο στις άχραντες αγκάλες Της, η Οποία ως η στοργική μητέρα του κόσμου, δέεται για τους πιστούς. Δεξιά του Κυρίου εικονίζεται ο τίμιος Πρόδρομος, και αυτός δεόμενος. Δεξιά της Θεοτόκου ο τιμώμενος άγιος του ναού ή παράσταση Δεσποτικής ή Θεομητορικής εορτής στην οποία είναι αφιρεωμένος ο ναός. Στο πάνω μέρος του τέμπλου εικονίζονται σκηνές από την επίγεια ζωή του Κυρίου (Δωδεκάορτο) και οι μορφές των αποστόλων και άλλων επιφανών αγίων. Η Παναγία δεν μπορεί να λείπει από την αγιογράφηση της εκκλησίας. Οι αγιογράφοι την ζωγραφίζουν πάντα σε δύο ξεχωριστά μέρη του ναού :
Στην κόγχη του Ιερού από όπου παρακολουθεί τους πιστούς και είναι έτοιμη να παρακαλέσει τον Παντοκράτορα για χάρη τους ( ονομάζεται και Πλατυτέρα των Ουρανών ). Εικονίζεται δε στην κόγχη του Ιερού ανάμεσα στον Παντοκράτορα, που βρίσκεται στον τρούλο, και στους πιστούς, γιατί η Παναγία είναι η σκάλα με την οποία κατέβηκε ο Χριστός από τον ουρανό στη γη και η γέφυρα που μας ανεβάζει από τη γη στον ουρανό. Η Κοίμησή της ζωγραφίζεται πάντα στο δυτικό τοίχο πάνω από την έξοδο της εκκλησίας.
39
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΥΤΕΡΟ Ιερά Σκεύη
Ιερά σκεύη ονομάζουμε κυρίως τα σκεύη που χρησιμοποιεί ο ιερέας για την τέλεση της θείας λειτουργίας, αλλά έτσι ονομάζονται και τα σκεύη που χρησιμοποιούνται και στις υπόλοιπες ιερές τελετές και άλλες λειτουργικές ανάγκες.
Τα σημαντικότερα ιερά σκεύη που χρησιμοποιούνται στη Θεία Λειτουργία είναι τα εξής: 1. Άγιο Ποτήριο. Είναι χρυσό ή ασημένιο ποτήρι, με γλυπτές παραστάσεις, στηρίζεται σε πλατιά βάση και χρησιμεύει για τη θεία κοινωνία. Συμβολίζει το ποτήρι που χρησιμοποίησε ο Χριστός κατά τον Μυστικό Δείπνο.
2. Άγιος δίσκος ή δισκάριο. Είναι μικρός στρογγυλός μεταλλικός δίσκος, πάνω στον οποίο, κατά την τέλεση της προσκομιδής, βάζει ο ιερέας τον Αμνό, δηλαδή μέρος από το πρόσφορο που συμβολίζει το Σώμα του Χριστού, και τις μερίδες (κομματάκια από το πρόσφορο) που συμβολίζουν την Παναγία, τους Αγγέλους και τους πιστούς, ζώντες και κεκοιμημένους.
40
Συμβολίζει τη φάτνη ή τον ουρανό. Με το Άγιο Ποτήριο αποτελούν το δισκοπότηρο και σκεπάζονται με τον «αέρα».
3. Αστερίσκος. Είναι μικρό ασημένιο σκεύος, που αποτελείται από δύο κυρτά ελάσματα τα οποία είναι ενωμένα στη μέση και ανοίγουν σταυρωτά. Τοποθετούνται στον άγιο δίσκο, για να μην ακουμπά το κάλυμμα στον άρτο. Συμβολίζει το λαμπρό αστέρι, που οδήγησε τους 3 μάγους.
4. Λαβίδα. Είναι ένα κουταλάκι, με το οποίο ο ιερέας κοινωνεί τους χριστιανούς. Συμβολίζει την Παναγία που κυοφόρησε το Χριστό. Η λαβίδα άρχισε να χρησιμοποιείται από τότε που επικράτησε να βαφτίζονται οι χριστιανοί σε βρεφική ηλικία.
41
5. Λόγχη. Είναι μικρή λόγχη, σαν μαχαιράκι, που στο πίσω μέρος τελειώνει σε σταυρό. Χρησιμοποιείται από τον ιερέα για να βγάζει τον Αμνό από το πρόσφορο κατά την ετοιμασία της πρόθεσης ή της προσκομιδής των Τιμίων Δώρων. Μετά την τοποθέτηση του Αμνού στο Άγιο Δισκάριο, ο λειτουργός κεντά με τη λόγχη τον Αμνό, όπως κέντησαν το Χριστό, όταν ήταν πάνω στο σταυρό. Συμβολίζει τη λόγχη του Ρωμαίου στρατιώτη, με την οποία κέντησε το πλευρό του Σταυρωμένου Χριστού και βγήκε αίμα και νερό.
6. Σπόγγος. Είναι μικρό σφουγγάρι, με το οποίο ο ιερέας καθαρίζει τα δισκοπότηρα, μετά τη θεία κοινωνία. Συμβολίζει το σπόγγο με τη χολή και το ξίδι, που έδωσε ο Ρωμαίος στρατιώτης στον Χριστό.
42
7. Ζέον. Είναι μεταλλικό δοχείο, με το οποίο ο ιερέας ζεσταίνει το νερό, που ρίχνει στο άγιο ποτήριο κατά την ετοιμασία της Θείας Κοινωνίας και συμβολίζει τη θερμότητα της πίστης των χριστιανών, καθώς επίσης και την ανθρώπινη φύση του Χριστού.
8. Αρτοφόριο. Είναι μεταλλικό ή ξύλινο κιβώτιο, μοιάζει με εκκλησάκι και συμβολίζει το θρόνο του Θεού. Εκεί φυλάγεται ο άγιος άρτος (Σώμα και Αίμα Χριστού) που αγιάζεται τη Μεγάλη Πέμπτη για τις έκτακτες ανάγκες των χριστιανών (ασθενών, ετοιμοθάνατων, νήπια μετά τη βάπτιση κ.λ.π) και τη λειτουργία των προηγιασμένων. Το αρτοφόριο είναι τοποθετημένο πάνω στην Αγία Τράπεζα. 43
9.
Αέρας
Είναι το τετράγωνο ή ορθογώνιο ύφασμα με το οποίο
καλύπτονται το Άγιο Ποτήρι και το Άγιο Δισκάριο την ώρα της προσκομιδής αλλά και μετά τη Μεγάλη Είσοδο, όταν τα Τίμια Δώρα τοποθετηθούν πάνω στην Αγία Τράπεζα. Αυτή η κάλυψη συμβολίζει τα γεγονότα της αποκαθήλωσης και του ενταφιασμού του άχραντου σώματος του Χριστού. Στη Μεγάλη Είσοδο ο ιερέας, φέρει τον αέρα στους ώμους του. Κατά την ώρα της απαγγελίας του Συμβόλου της Πίστεως ο ιερέας κουνά τον αέρα πάνω από τα Τίμια Δώρα όπου σύμφωνα με μια άποψη, συμβολίζει το σεισμό που έγινε κατά τη σταύρωση του Χριστού. 10. Μούσα Ειδικό λεπτό σφουγγάρι με τη βοήθεια του οποίου ο ιερέας μαζεύει τις μερίδες (των αγίων, των πιστών ζώντων και κεκοιμημένων) και τους Μαργαρίτες (ψίχουλα του αγίου Άρτου) από το Άγιο Δισκάριο καθώς και ό,τι έπεσε στο Αντιμήνσιο και τα τοποθετεί στο Άγιο Ποτήρι. 11. Μάκτρο Είναι το ύφασμα, σαν μαντίλι, χρώματος κόκκινου που χρησιμοποιείται κατά τη Θεία Κοινωνία. Ο ιερέας κρατά την μία άκρη του μαζί με το Άγιο Ποτήρι και η άλλη άκρη τοποθετείται κάτω από το πηγούνι του πιστού που κοινωνεί. 12. Σταυρός (αγιασμού). Είναι το ιερό σύμβολο του χριστιανισμού.
44
13. Αντιμήνσιο Είναι το τετράγωνο ή ορθογώνιο ύφασμα στο οποίο εικονίζεται η ταφή του Χριστού. Απλώνεται στην Αγία Τράπεζα για την τέλεση του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας. Πρέπει να είναι απαραίτητα καθαγιασμένο από τον επίσκοπο με Άγιο Μύρο και να έχει ραμμένα στις τέσσερις γωνιές – εσωτερικά της φόδρας, τεμάχια λειψάνων αγίων για να μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την τέλεση της Θείας Λειτουργίας σε ναούς ή παρεκκλήσια που δεν έχουν εγκαινιαστεί ή σε άλλους χώρους που δεν έχουν Αγία Τράπεζα (στρατόπεδα, κατασκηνώσεις). Η λέξη Αντιμήνσιο προέρχεται από την ελληνική λέξη αντί και τη λατινική λέξη μένσα, που σημαίνει τράπεζα. Πιθανόν η χρήση του να άρχισε την εποχή της Εικονομαχίας, όταν οι ορθόδοξοι διώχθηκαν από τους ναούς και δεν είχαν που να λειτουργούνται. Αναγκαστικά οι λειτουργίες γίνονταν σε σπίτια ή στο ύπαιθρο. 12.Καντζίο.Θυμιατήριο που κρατιέται από λαβή.
45
Επίσης εκτός από τα παραπάνω ιερά σκεύη υπάρχουν και άλλα όπως: 1. Θυμιατήρι. Είναι μεταλλικό δοχείο, σαν ποτήρι, με σφαιρικό κάλυμμα, μέσα στο οποίο καίγεται το θυμίαμα (λιβάνι) και ο ιερέας θυμιατίζει μ' αυτό τα Τίμια Δώρα, τις εικόνες και τους πιστούς και συμβολίζει την ανθρώπινη φύση του Χριστού και τη Θεότητά Του. Κρεμιέται με 4 αλυσίδες που συμβολίζουν τους τέσσερις ευαγγελιστές, οι οποίες έχουν 12 κουδουνάκια και συμβολίζουν τους 12 αποστόλους. Το θυμίαμα συμβολίζει την προσευχή των πιστών, που ανεβαίνει προς το Θεό.
2. Ποιμαντορική ράβδος. Είναι η ράβδος που κρατούν οι ιεράρχες. Δηλώνει την πνευματική εξουσία που έδωσε το Άγιο Πνεύμα στον αρχιερέα. Σε πολλές ανατολικές εκκλησίες η ποιμαντορική ράβδος φέρεται και όσες φορές εκφωνείται στους ιερούς ναούς πατριαρχική εγκύκλιος.
46
3. Αρχιερατική Μίτρα - Εγκόλπιο Το επίσημο κάλυμμα της κεφαλής που φέρει ο επίσκοπος κατά τη Θεία Λειτουργία. Είναι διακοσμημένη με το δικέφαλο αετό και τους τέσσερις Ευαγγελιστές καθώς και το σταυρό στην κορυφή της. Η μίτρα συμβολίζει το ακάνθινο στεφάνι που φορούσε ο Χριστός. Το Εγκόλπιο είναι εξάρτημα της στολής του επισκόπου. Είναι μικρή ωοειδής (οβάλ) εικόνα του Χριστού ή της Παναγίας. 4. Κολυμβήθρα. Είναι σκεύος χάλκινο με στήριγμα σε πλατιά βάση. Αντικατέστησε
τ'
αρχαία
βαπτιστήρια
από
τότε
που
άρχισε
ο
νηπιοβαπτισμός. Απαντώνται και μόνιμα μαρμάρινα. Συμβολίζει τον Ιορδάνη ποταμό.
5. Καμπάνες και Σήμαντρα. Είναι μεταλλικά όργανα χαρακτηριστικού σχήματος, με τις οποίες καλούνται οι χριστιανοί να πάνε στις εκκλησίες. Αυτές έχουν αντικαταστήσει τους θεοδρόμους ή λαοσυνάχτες των πρώτων χριστιανών. Το όνομα τους πήραν από την ιταλική επαρχία της Καμπανιάς,
απ'
όπου
προερχόταν
το
μέταλλο
με
το
οποίο
κατασκευάζονταν. Σε μερικά μοναστήρια χρησιμοποιούν τα σήμαντρα, δηλαδή σίδερα σε σχήμα πετάλου, κρεμασμένα, που τα χτυπούν με ξύλινα ή μεταλλικά σφυριά.
47
6. Κηροπήγια ή μανουάλια. Μεγάλων διαστάσεων μεταλλικό κηροπήγιο στηριζόμενο σε μια ψηλή βάση, που φέρει στο πάνω μέρος ένα μεταλλικό δοχείο όπου μέσα οι πιστοί τοποθετούν αναμμένα κεριά. Συνήθως βρίσκεται στο νάρθηκα , στην είσοδο του ναού, δίπλα από το παγκάρι, όπου υπάρχουν κεριά και κοντά στην εικόνα του αγίου στον οποίο είναι αφιερωμένος ο ναός.
7. Δικηροτρίκηρα Κεριά με τα οποία ευλογεί ο επίσκοπος και συμβολίζουν τις δύο φύσεις του Χριστού και την Αγία Τριάδα.
48
8. Καντήλες (καντήλια). Η καντήλα είναι σύμβολο αυτοθυσίας, ταπεινοφροσύνης και περισυλλογής και το λάδι της συμβολίζει την ευσπλαχνία του Θεού. Συμβολίζουν ακόμα τα άστρα του ουρανίου θόλου.
9. Εξαπτέρυγα. Μεταλλικοί δίσκοι με ανάγλυφες παραστάσεις αγγέλων με έξι φτερά. Συμβολίζουν τους αγγέλους οι οποίοι αοράτως είναι παρόντες κατά τη διάρκεια της Θείας Λειτουργίας.
49
10. Λάβαρα.
11. Μυροδοχείο.
Άμφια Ιερέων Τα ιερατικά άμφια είναι τα ενδύματα που χρησιμοποιούνται από τους κληρικούς
κατά
εκκλησιαστικές
τη Θεία τελετές.
Λειτουργία και Ταυτόχρονα
άλλες
αποτελούν
ακολουθίες
και
διακριτικά
της
εκκλησιαστικής ιεραρχίας και εξουσίας. Για κάθε έναν από τους τρεις βαθμούς της ιεροσύνης υπάρχει ένα συγκεκριμένο ενδυματολογικό σύνολο
που
αντιστοιχεί
στο
βαθμό
του διακόνου,
του ιερέα και
του επισκόπου. Αρχικά ο όρος άμφια συναντάται στους Βυζαντινούς (μη εκκλησιαστικούς) συγγραφείς και δηλώνει πολύτιμα και λαμπρά υφάσματα.
50
•
Άμφια της Ορθόδοξης Εκκλησίας
Η μεγαλειότητα της λατρείας του Θεού ορίζει όπως ο ιερέας ντύνεται με την ανάλογη ενδυμασία με μια ιδιαίτερη τελετή. Εκτός εκκλησίας ο ιερέας ντύνεται με ό,τι πιο απλό και ταπεινό που είναι το ράσο. Όταν όμως είναι στην εκκλησία για να λατρεύσει τον Θεό, θα βάλει ό,τι πιο ωραίο υπάρχει στον κόσμο, στη δημιουργία, για να τιμήσει τον Κύριο της δημιουργίας.
Είναι επτά, όπως και τα επτά χαρίσματα του Αγίου Πνεύματος αλλά και ο ιερός αριθμός της πληρότητας. •
Στιχάριο: κοινό και για τους τρεις βαθμούς της ιεροσύνης
•
Οράριο: διακριτικό άμφιο του διακονικού βαθμού
•
Επιγονάτιο: διακριτικό του βαθμού του ιερέα και του επισκόπου
•
Ζώνη: κοινό για το ιερατικό και επισκοπικό αξίωμα
•
Φαιλόνιο: άμφιο του ιερέα
Αργότερα η ενδυμασία εμπλουτίστηκε με τα: •
Επιμανίκια και το Επιτραχήλιο: μέχρι το τέλος του 12ου αι. προσδιόριζαν τον επίσκοπο, αργότερα όμως τα επιμανίκια καθιερώθηκαν και στους τρεις βαθμούς της ιεροσύνης, ενώ το επιγονάτιο φοριόταν μόνο από τους βαθμοφόρους ιερείς.
•
Σάκκος: αυτοκρατορικό ένδυμα που προσδιόριζε τους επισκόπους.
•
Μίτρα, Μικρό και Μεγάλο Ωμοφόριο, Ποιμαντορική Ράβδος Αρχιερατικό Εγκόλπιο και Αρχιερατικός Μανδύας: διακριτικά του αρχιερατικού αξιώματος
51
Ο Διάκονος φορά τρία: Το Στιχάριο, το Οράριο και τα Επιμάνικα. Ο Πρεσβύτερος πέντε, όπως και οι πέντε αισθήσεις: Το Στιχάριο, το Επιτραχήλιο, τα Επιμάνικα, τη Ζώνη και το Φελώνιο. Ο Επίσκοπος φορά επτά, συμβολίζοντας την πληρότητα της ιεροσύνης. Τα πρώτα τέσσερα του Πρεσβύτερου και επιπλέον τον Αρχιερατικό Σάκκο, το Επιγονάτιο και το Ωμοφόριο. Σταδιακά προστέθηκαν ο επιστήθιος Σταυρός, το αρχιερατικό Εγκόλπιο, η Ποιμαντορική Ράβδος και η Μίτρα. Τα άμφια που αποκλειστικά ανήκουν στον κάθε βαθμό είναι: Για τον Διάκονο το Οράριο, για τον Πρεσβύτερο το Φαιλόνιο, και για τον Επίσκοπο ο Σάκκος και το Ωμοφόριο.
1. Στιχάριο
52
2.Οράριο
Πολυσταύριο φαιλόνιο
53
3.Επιτραχήλιο
Ωμοφόριο
54
6. Ποιμαντορική Ράβδος
7. Αρχιερατικό Εγκόλπιο
55
8.Σάκκος
9. Μίτρα
56
10. Αρχιερατικός μανδύας
Άμφια της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας •
Amictus ή το αναβολάδιο: κάλυμμα της κεφαλής και των ώμων, το οποίο φοριέται πρώτο απ’όλα τα άμφια
•
Fanon: φοριέται από τον Πάπα και είναι παρόμοιο με το αναβολάδιο.
Κατασκευάζεται
από
πολύτιμα
χρυσοΰφαντα
υφάσματα, φοριέται όμως πάνω απ’το στιχάριο •
Στιχάριο: κοινό και για τους τρεις βαθμούς της ιεροσύνης
•
Cingulum:
ζώνη
αρκετά
φαρδιά,
πολυτελέστατη
και
χρυσοποίκιλτη. Από τον 16ο αιώνα μίκρυνε παίρνοντας την μορφή χορδής. Είδος ζώνης η οποία προσδιορίζει τον Πάπα είναι το Succinctorium. 57
•
Manipulum: οθόνιο που χρησίμευε για το σκούπισμα του ιδρώτα και φοριόταν στον βραχίονα. Από τον 6ο αιώνα φοριέται ως διακοσμητικό άμφιο το οποίο κρέμεται στα αριστερά
•
Stola: άμφιο αντίστοιχο με το οράριο και το επιτραχήλιο που προσομοιάζει με το μικρό ωμοφόριο αλλά στενότερο. Ανήκει σήμερα στην ενδυμασία του ιερέα
•
Φαιλόνιο: άμφιο του ιερέα
Τα άμφια που προσδιορίζουν τον Επίσκοπο στην Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία είναι : •
Ποιμαντική Ράβδος
•
Μίτρα & Τιάρα
•
Σανδάλια
•
Περιπόδια, μεταξωτές και χρυσοΰφαντες κάλτσες
•
Περιχειρίδες
•
Επισκοπικός Δακτύλιος
•
Επιστήθιος Σταυρός
•
Ένα άλλο ένδυμα που φοράνε μόνο οι Αρχιεπίσκοποι των Καθολικών είναι το Πάλλιο (Pallium),άμφιο που φοριέται στο στήθος σαν περιδέραιο και καταλήγει σε δύο μικρές ταινίες όπου η μια πέφτει στο στήθος και η άλλη πίσω.
58
Τα Φυτά στη Λατρεία της Εκκλησίας
•
Το Αμπέλι (Vitis vinifera)
Το σύμβολο της αμπέλου φανερώνει την Εκκλησία, η οποία με πρώτους βλαστούς τους Αγίους Αποστόλους αυξάνει και εξαπλώνεται παντού και ζωοποιεί τα πάντα, γιατί μένει πάντα ενωμένη με τον Χριστό. Από την άμπελο παίρνουμε το κρασί που χρησιμοποιείται στη Θεία Λειτουργία και γίνεται το Αίμα του Χριστού, το οποίο κοινωνούν οι ορθόδοξοι χριστιανοί για να ενωθούν μαζί Του.
Από σεβασμό προς τον καρπό του αμπελιού, το σταφύλι, από το οποίο θα προέλθει το κρασί που θα γίνει το Αίμα του Χριστού διαβάζεται ειδική ευχή ευλογίας μετά τη Θεία Λειτουργίατης εορτής της Μεταμορφώσεως στις 6 Αυγούστου. Οι πιστοί προσφέρουν σε δίσκο ή σε καλάθι τα πρώτα σταφύλια της σοδειάς και ο ιερέας διαβάζει την ευχή. Στο τέλος μοιράζονται σε όλους σταφύλια ως ευλογία.
•
Τα Άνθη
Στα πρώτα χριστιανικά χρόνια δεν χρησιμοποιούνταν λουλούδια στη λατρευτική ζωή των χριστιανών. Σήμερα τα άνθη έχουν γενική και πλούσια χρήση στο χώρο του ναού και έχουν στενά προσδεθεί στη 59
λατρευτική ζωή της Εκκλησίας. Συνήθη άνθη που χρησιμοποιούνται είναι η βιολέτα, ο κρίνος, τα γαρύφαλλα, τα τριαντάφυλλα, οι πασχαλιές κ.αλ. Στολίζεται ο Επιτάφιος, οι εικόνες των εορταζομένων αγίων, ο δίσκος με το Σταυρό , οι χώροι του ναού στις πανηγύρεις, όπως επίσης στα Μυστήρια του γάμου και της βαπτίσεως αλλά και στις Ακολουθίες της κηδείας και των μνημοσύνων.
•
Ο Βασιλικός (Ώκιµον το βασιλικόν, λατ. Ocimum basilicum)
Κατά την εορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού (14 Σεπτεμβρίου) ο βασιλικός έχει την τιμητική του. Τον ευλογούν και τον μοιράζουν στο εκκλησίασμα. Σύμφωνα με την παράδοση ήταν το ευώδες φυτό που είχε φυτρώσει στο χώρο όπου η Αγία Ελένη βρήκε τον Τίμιο Σταυρό, ονομάστηκε δε έτσι επειδή βρέθηκε από τη βασίλισσα. Ο βασιλικός χρησιμοποιείται επίσης στην ακολουθία του αγιασμού, για το ραντισμό του αγιασμένου νερού στους ανθρώπους και στους διάφορους χώρους.
60
•
Η Δάφνη (Laurus nobilis)
Η Δάφνη χρησιμοποιείται κατά την Κυριακή των Βαϊων. Αφού ευλογηθεί, διανέμεται στους εκκλησιαζόμενους αντί κλαδιών φοινίκων, σε ανάμνηση της υποδοχής του Χριστού στα Ιεροσόλυμα. Η ίδια η δάφνη είναι φυτό θριαμβευτικό που χρησιμοποιούνταν και κατά την αρχαιότητα στα στεφάνια που προσφέρονταν ως βραβείο νίκης. Με αυτό το σκεπτικό το πρωϊ του Μ. Σαββάτου (πρώτη Ανάσταση) ο ιερέας στο άκουσμα του ψαλμικού στίχου «Ανάστα ο Θεός» πριν από την ανάγνωση του Ευαγγελίου, σκορπίζει μέσα στο ναό δαφνόφυλλα σαν σύμβολα της νίκης του Χριστού, δηλαδή της Ζωής κατά του θανάτου.
•
Το Δενδρολίβανο (Rosmarius officinalis)
Το αρωματικό αυτό φυτό κάνει την εμφάνισή του στους ναούς κατά την εορτή της Σταυροπροσκυνήσεως (Γ΄ Κυριακή μεγάλης Τεσσαρακοστής). Στολίζει μαζί με άνθη το δίσκο στον οποίο τοποθετείται ο Τίμιος Σταυρός και μοιράζεται μετά την τελε΄τη της Σταυροπροσκυνήσεως στους πιστούς.
61
•
Η Ελιά
Το λάδι χρησιμοποιούνταν στη λατρεία ήδη από την Παλαιά Διαθήκη και περιλαμβανόταν στις θρησκευτικές προσφορές της κάθε κοινότητας Με λάδι έχριαν τους Ιερείς, τους Αρχιερείς και τους Προφήτες. Το κλαδί της ελιάς που έφερε πίσω στο Νώε το περιστέρι μετά τον κατακλυσμό ήταν σύμβολο του ελέους του Θεού και της καλοσύνης Του. Στο Βάπτισμα το λάδι συμβολίζει την πληρότητα της χαράς. Ευλογείται από τον ιερέα για συγχώρεση αμαρτιών και προετοιμασία του βαπτίσματος. Ο νέος χριστιανός σαν πνευματικός αθλητής αλείφεται σ΄ όλο του το σώμα για να το θωρακίσει και να γίνουν όλα τα μέλη του άτρωτα από τα βέλη του διαβόλου.Οι ποικίλες χρήσεις του λαδιού επιβιώνουν και στην Καινή Διαθήκη.
Το Μυστήριο του Αγίου Ελαίου ή Ευχελαίου είναι ένα από τα 7 Μυστήρια της Εκκλησίας που τελείται για την θεραπεία των ψυχών και των σωμάτων των χριστιανών που ασθενούν.
Με το Άγιο Μύρο σφραγίζεται ο πιστός για να λάβει τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος. Το Μυστήριο του Χρίσματος συνδέεται άμεσα με το
62
Βάπτισμα. Το Άγιο Μύρο έχει ως πρώτη ύλη του το λάδι. Παρασκευάζεται, από 57 συστατικά, τη Μεγάλη Πέμπτη- όταν χρειάζεται, συνήθως κάθε 10 χρόνια περίπου- στο Οικουμενικό Πατριαρχείο, στην Κωνσταντινούπολη. Από εκεί το παραλαμβάνουν όλες οι Ορθόδοξες Εκκλησίες.
Είναι γνωστή επίσης η χρήση του ελαιόλαδου ως μέσου φωτισμού στους χριστιανικούς ναούς, η προσφορά ελαιόλαδου κατά την ακολουθία της αρτοκλασίας, καθώς και στη φροντίδα του νεκρού, στον οποίο λίγο πριν την ταφή ο ιερέας επιχέει λάδι ως σημείο του τέλους της άθλησης.
•
Το Λιβάνι (Ρετσίνι από το δέντρο Boswellia sacra)
Η Εκκλησία χρησιμοποιεί το θυμίαμα στις ιερές Ακολουθίες και τα Μυστήρια. Το λιβάνι ήταν ένα από τα δώρα των Μάγων σύμφωνα με το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο. Το θυμίαμα εικονίζει την προσευχή. Κατασκευάζεται από τη ρητίνη που βγαίνει από το δέντρο λίβανος, η οποία αφού στερεοποιηθεί,
κονιορτοποιείται και αναμιγνύεται με
αρώματα. Κατόπιν κόβεται σε κόκκους που τοποθετούνται πάνω σε
63
αναμμένα κάρβουνα μέσα στο θυμιατό. Καιγόμενη η ρητίνη αναδύει αρωματικό καπνό με τον οποίο θυμιάζεται η Αγία Τράπεζα, οι εικόνες, οι παρευρισκόμενοι στο ναό κατά την τέλεση των Ακολουθιών και των Μυστηρίων.
•
Το Σιτάρι
Στη λειτουργική πράξη της Εκκλησίας, ο σίτος έχει εξαιρετική θέση και σημασία. Πρώτα-πρώτα το σιτάρι συμβολίζει την Εκκλησία. Όπως το σιτάρι που είναι απλωμένοστο χωράφι συγκεντρώνεται και γίνεται ένα 64
ψωμί,
έτσι
και
οι
πιστοί
διασκορπισμένοοι
σε
διάφορα
μέρη
συγκεντρώνονται σε έναν τόπο, στο ναόκαι συγκροτούν ένα σώμα, το σώμα της Εκκλησίας. Σπόροι (κόκκοι) σιταριού χρησιμοποιούνται στη Θεία Λατρεία στα Κόλλυβα των κεκοιμημένων κατά τα Μνημόσυνα και τα Τρισάγια για την ανάπαυση του κεκοιμημένου – νεκρού.
Το αλεύρι χρησιμοποιείται στο μυστήριο του Ευχελαίου , αφού πάνω σε αυτό ανάβονται επτά κεριά κατά τη διάρκεια του μυστηρίου και μετά το αλεύρι αυτό ζυμώνεται σε Πρόσφορο.
Για την τέλεση της θείας Λειτουργίας οι πιστοί προσφέρουν στο Θεό ψωμί (άρτο) που λέγεται πρόσφορο (από την προσφορά) και κρασί. Το πρόσφορο έχει σχήμα στρογγυλό και φέρνει στο κέντρο κυκλικη σφραγίδα με σχήματα σε σχήμα σταυρού. Στο κέντρο είναι ένα τετράγωνο που γράφει «Ιησούς Χριστός Νικά».
65
•
Ο Φοίνικας (Phoenix dactylifera)
Οι κλάδοι του φοίνικα, κοινώς βάγια, ήταν σύμβολο νίκης και με αυτούς στεφάνωναν τους νικητές. Ο όχλος των Ιουδαίων όταν ο Χριστός εισήλθε θριαμβευτικά στα Ιεροσόλυμα κατά την Κυριακή των Βαϊων, Τον υποδέχθηκε
με
κλάδους
φοινίκων.
Σήμερα
χρησιμοποιείται
ση
διακόσμηση των ναών κατά τις πανηγύρεις. Ακόμη την Κυριακή των Βαϊων κατασκευάζονται σταυροί από φύλλα φοινικιάς.
66
67
Βυζαντινή μουσική
•
Τι είναι βυζαντινή μουσική;
Η Βυζαντινή Εκκλησιαστική Μουσική είναι τέχνη και επιστήμη. Έλληνες και ξένοι ιστοριογράφοι συμφωνούν ότι οι εκκλησιαστικοί ήχοι και γενικά το σύστημα της εκκλησιαστικής μουσικής έχει άμεση σχέση μέ το αρχαίο Ελληνικό σύστημα. Όλοι οι μουσικοί και οι υμνογράφοι από τον 3ο μέχρι και τον 7ο αιώνα, που εμφανίζεται ο Ιωάν. ο Δαμασκηνός, ήταν βαθιά ποτισμένοι από την Ελληνική παιδεία και γνώριζαν κατά βάθος την αρχαία ελληνική μουσική, όπως φαίνεται άλλωστε και από τα έργα τους. Η μουσική αυτή, όπως και κάθε άλλη τέχνη, εμφανίστηκε στην αρχή ατελής, εξελίχτηκε όμως και αναπτύχθηκε δια μέσου των αιώνων μέχρι σήμερα.
Η ακμή της Βυζαντινής Μουσικής μαζί με την Υμνολογία των πρώτων αιώνων, αρχίζει από τα τέλη του 7ου αιώνα με τον Ρωμανό τον Μελωδό, τον «Πίνδαρο» της
εκκλησιαστικής
ποιήσεως
στο
Βυζάντιο.
Στην Βυζαντινή περίοδο ήκμασαν εξαίρετοι μουσικοί και υμνογράφοι, όπως οι: Ιωάννης ο Δαμασκηνός, Κοσμάς ο Μελωδός, Θεόδωρος ο Στουδίτης, Φώτιος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, Λέων ο Σοφός, Κωνσταντίνος ο Πορφυρογέννητος, αυτοκράτωρ, Κασσιανή Μοναχή, Ιωάννης ο Κουκουζέλης, που θεωρείται η μεγαλύτερη μορφή έπειτα από το Δαμασκηνό, Ξένος ο Κορώνης, Πρωτοψάλτης του Ι.Ν. της Αγίας Σοφίας, Ιωάννης
ο
Κλαδάς,
Λαμπαδάριος
Αγίας
Σοφίας
κ.α.
Μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως (1453 μ.Χ.), η Βυζαντινή Μουσική έμεινε στην ουσία της η ίδια. Οι χριστιανοί συσπειρώθηκαν γύρω από τον Πατριάρχη και το Πατριαρχείο. Πρωταρχικά ρόλο σε αυτό έπαιξε 68
η διαδοχή των Αρχόντων Πρωτοψαλτών και των Αρχόντων Λαμπαδαρίων της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, που διατήρησαν όλη την λειτουργική και τυπική τάξη και παράδοση από τους χρόνους εκείνους πριν από την άλωση μέχρι σήμερα. Στην περίοδο αυτή διακρίνονται εξαίρετοι μουσικοί: Μανουήλ ο Χρυσάφης, Βαλάσιος ιερεύς, Γεώργιος Ραιδεστηνός, Παναγιώτης Χαλάτσογλου, Πέτρος Πελοποννήσιος, Ιάκωβος Πελοποννήσιος, Πέτρος Βυζάντιος κ.α.
Το έτος 1814, η Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία αποφάσισε τη σύσταση Μουσικής Επιτροπής με την εντολή να επινοήσει και να εφεύρει νέα παρασημαντική γραφή ευκολότερη. Έτσι η μέχρι σήμερα σωζόμενη μουσική είναι έργο του Χρυσάνθου, του Γρηγορίου και του Χουρμουζίου, των τριών εφευρετών της νέας μουσικής γραφής, οι οποίοι μετέγραψαν και μας χάρισαν τις ιερές μελωδίες των παλαιών μας μουσουργών. Έκτοτε δε βλέπουμε και όλα τα κλασσικά μουσικά κείμενα της Βυζαντινής Μουσικής να εγκρίνονται από την Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία, και να εκδίδονται πρώτα στο Βουκουρέστι, στην Τεργέστη, στο Παρίσι και έπειτα στην Κωνσταντινούπολη.
Η Βυζαντινή αυτή Μουσική είναι μουσική προσευχητική, μουσική λατρευτική και λέγεται Βυζαντινή, διότι ξεκίνησε και αναπτύχθηκε στο Βυζάντιο. Είναι καθαρά φωνητική και απέκλεισε από την αρχή τη χρήση των μουσικών οργάνων. Μουσικό όργανο γίνεται στη λατρεία ο ίδιος ο πιστός, που αινεί το Θεό με την ψυχή πρώτα και μετά με τη φωνή του.
69
1. Προέλευση βυζαντινής μουσικής
Η προέλευση αυτού που σήμερα καλείται βυζαντινή μουσική βασίστηκε στις καθιερωμένες πρακτικές των προσήλυτων Εβραίων οι οποίοι μιμήθηκαν τη λατρεία των συναγωγών από τις οποίες προέρχονταν: κράτησαν απλά τις πρακτικές που έμαθαν κατά τα έτη που είχαν αφιερώσει στην ψαλμωδία και τη λατρεία στις Συναγωγές τους και εφάρμοσαν αυτές τις πρακτικές στη νέα τους λατρεία, που ήταν για αυτούς, μια συνέχεια της θρησκείας τους. 2. Πότε χρονολογούνται τα βυζαντινά ασματικά χειρόγραφα και τα βιβλία Εκφωνητικής; Τα βυζαντινά ασματικά χειρόγραφα χρονολογούνται από τον 9ο αιώνα, ενώ τα βιβλία Εκφωνητικής σημειογραφίας (ένα απλοϊκό γραφικό σύστημα με σκοπό να δείξει τον τρόπο ανάγνωσης των Γραφών) ξεκινούν έναν αιώνα νωρίτερα και εξακολουθούν να βρίσκονται σε χρήση έως το 12ο ή 13ο αιώνα.
Διεσπαρμένα δείγματα κειμένων ύμνων από τους
πρώτους αιώνες του ελληνικού χριστιανισμού διατηρούνται μέχρι σήμερα. 70
Μερικά από αυτά υιοθετούν τα μετρικά σχήματα της κλασσικής ελληνικής ποίησης αλλά η αλλαγή της προφοράς είχε καταστήσει εκείνα τα μέτρα κατά μεγάλο μέρος χωρίς έννοια, και, εκτός από τη λήψη ως πρότυπου των κλασσικών φορμών, οι βυζαντινοί ύμνοι των επόμενων αιώνων είναι πεζή ποίηση, στίχοι δίχως ρίμα και τονικό πρότυπο.
3. Τι είναι το Τροπάριο; Ο κοινός όρος για έναν σύντομο ύμνο μιας στροφής, ή μιας σειράς στροφών, είναι Τροπάριο. Ένα γνωστό παράδειγμα, είναι ο εσπερινός ύμνος, "Φως Ιλαρόν" (Επιλύχνιος Ευχαριστία).
4. Σχέση Συναγωγής και πρώιμης χριστιανικής μουσικής Υπάρχει μια βασική σύνδεση μεταξύ της μουσικής της Συναγωγής και της πρώιμης χριστιανικής μουσικής. Σχέση μεταξύ των δύο παραδόσεων υφίσταται υπό μορφή ομοιοτήτων της Ψαλμωδίας και των Ύμνων. Εν συντομία, Ψαλμωδία είναι η μελωδική απόδοση των Ψαλμών του Δαβίδ από την ιουδαϊκή κοινότητα, η οποία μεταφέρθηκε στη χριστιανική μουσική παράδοση και διαμόρφωσε τον τρόπο που διάφορες μορφές 71
βυζαντινών μουσικών κομματιών αποδίδονταν. Οι ύμνοι αφ' ετέρου, είναι παραφράσεις του βιβλικού κειμένου, οι οποίες γράφονται με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορούν να προσαρμοστούν σε έναν παραδοσιακό τύπο άσματος. 5. Ακμή βυζαντινής περιόδου Την περίοδο αυτή, ο μοναστικός πληθυσμός παρήγαγε τους πρώτους και εξαιρετικότερους υμνογράφους και μουσικούς — Ρωμανός ο Μελωδός, Ιωάννης Δαμασκηνός, Ανδρέας ο Κρης, και Θεόδωρος Στουδίτης.
6. Κοντάκιο-Κανόνας-Στιχηρό Κοντάκιο είναι ένα εκτενές και περίτεχνο μετρικό κήρυγμα, προερχόμενο κατά πάσα πιθανότητα από την περιοχή της Συρίας. Αυτό το ποιητικό κήρυγμα,
που
παραφράζει
συνήθως
κάποια
βιβλική
αφήγηση,
περιλαμβάνει περίπου 20 έως 30 στροφές και ψάλλεται κατά τη διάρκεια 72
του Όρθρου σε απλό και άμεσο συλλαβικό ύφος. Το κοντάκιο αντικαταστάθηκε από έναν νέο τύπο ύμνου, τον Κανόνα, ένας σύνθετος ύμνος που περιλαμβάνει εννέα ωδές, οι οποίες αρχικά αντιστοιχούσαν στις εννέα βιβλικές ωδές και συνδέονταν με αυτές δια μέσου της παράλληλης ποιητικής αναφοράς ή του Γραφικού εδαφίου. Ένα άλλο είδος ύμνου, σημαντικό και για το σύνολό του και για την ποικιλία της λειτουργικής χρήσης του, είναι το Στιχηρό. Τα εορταστικά στιχηρά, που συνοδεύουν και τους πάγιους ψαλμούς στην αρχή και στο τέλος του Εσπερινού και των Αίνων του Όρθρου. 7. Φθόγγοι και κλίμακες Οι φθόγγοι ή τόνοι στη βυζαντινή μουσική διακρίνονται σε επτά και ονομάζονται: πΑ, Βου, Γα, Δι, κΕ, Ζω και νΗ. Αυτοί οι τόνοι εκφωνούνται κατέχοντας ο καθένας μία βαθμίδα. Ανεβαίνοντας από την πρώτη βαθμίδα έως την έβδομη και κατεβαίνοντας από την έβδομη μέχρι την πρώτη σχηματίζουμε μία κλίμακα. Η Βυζαντινή μουσική μεταχειρίζεται τρεις τέτοιες κλίμακες από τις οποίες η πρώτη ως κατώτατη ονομάζεται Υπάτη ή Βαρεία διά πασών, η δεύτερη Μέση διά πασών και η τρίτη ως ανώτατη Οξεία διά πασών. Η χρήση τους ακολουθεί τρεις τρόπους· α) σε συνεχή ανάβαση ή κατάβαση, β) σε υπερβατή ανάβαση ή κατάβαση και γ) σε εναλλασσόμενη συνεχή και υπερβατή ανάβαση ή κατάβαση. Όταν ένας τόνος χωρίζεται σε δύο άνισα μέρη και χρησιμοποιείται το ένα από αυτά τα διαστήματα, αυτό το διάστημα ονομάζεται ημιτόνιο.
73
8. Μουσικοί χαρακτήρες Υπάρχουν δέκα μουσικοί χαρακτηρες. Από αυτούς οι έξι είναι ανιόντες και οι τέσσερις κατιόντες. Τα ονόματά τους είναι Ίσον, Ολίγον, Πεταστή, Κεντήματα, Κέντημα, Υψηλή, Απόστροφος, Ελαφρόν, Υπορροή, Χαμηλή. Οι δέκα χαρακτήρες της ποσότητας διαιρούνται σε τρεις τάξεις, στα Σώματα, τα Πνεύματα και τους Ουδέτερους.
9. Μουσικά γένη Γένος στη βυζαντινή μουσική ονομάζεται η διαίρεση της τετράχορδης τάξης των φθόγγων κατά το Διατεσσάρων σύστημα. Υπάρχουν τρία γένη: Διατονικό, Χρωματικό και Εναρμόνιο. Διατονικό γένος Η κλίμακα του Διατονικού γένους σύγκειται από δύο τετράχορδα χωρισμένα όμοια. Η ομοιότητά τους υφίσταται από τα αναλόγως ίσα διαστήματα των τόνων που περιέχουν. Χρωματικό γένος Χρώμα λέγεται στη μουσική εκείνο το οποίο μπορεί να βάψει την ποιότητα που παράγεται από τους φθόγγους της διατονικής κλίμακας και να παράσχει ποιότητα που έχει διαφορετικό ύφος. Αυτό μπορούν να το 74
κάνουν οι υφέσεις και οι διέσεις. Χρωματικό γένος είναι λοιπόν εκείνο στου οποίου την κλίμακα βρίσκονται ημίτονα είτε σε ύφεση είτε σε δίεση ή και σε ύφεση και σε δίεση. Εναρμόνιο γένος Εναρμόνιο ονομάζεται το γένος το οποίο έχει στην κλίμακά του τεταρτημόριο του μείζονος τόνου. Αυτό το διάστημα λέγεται ύφεση ή δίεση εναρμόνιος. 10. Ήχοι Οι οκτώ ήχοι ή τρόποι της είναι : Πρώτος, Δεύτερος, Τρίτος, Τέταρτος, Πλάγιος του Πρώτου, Πλάγιος του Δευτέρου, Βαρύς και Πλάγιος του Τετάρτου. Οι ήχοι Πρώτος, Τέταρτος, Πλάγιος του Πρώτου και Πλάγιος του Τετάρτου ανήκουν στο Διατονικό γένος. Οι ήχοι Δεύτερος και Πλάγιος του Δευτέρου ανήκουν στο Χρωματικό γένος και οι ήχοι Τρίτος και Βαρύς στο Εναρμόνιο. 11. Διαφορές με την δυτική (ευρωπαϊκή) μουσική 1)Το μέτρο της μουσικής μεταβάλλεται πολύ συχνά για να εξυπηρετήσει το ποιητικό κείμενο ώστε αυτό να τονιστεί σωστά. Δίνεται προσοχή ακόμα και στον διαφορετικό τονισμό της οξείας και της περισπωμένης! 2)Οι κλίμακες της βυζαντινής μουσικής αντιπαραβαλλόμενες με τους "τρόπους" της ευρωπαϊκής, δεν συμπίπτουν ακριβώς 3) Η κλίμακα της βυζαντινής έχει την έννοια της φορητής σκάλας όπου τα σκαλιά έχουν διαφορετική σταθερή απόσταση μεταξύ τους 4) Ο τρόπος εκφοράς του στίχου είναι ιδιαίτερος, ακριβώς για να στηρίξει το ποιητικό κείμενο. Αναπνοές στην μέση της λέξης ή εντός ενιαίου νοήματος απαγορεύονται. Συνήθως οι αναπνοές είναι μόνο στα κόμματα και τελείες του κειμένου.
75
5) Ακριβώς για τον παραπάνω λόγο εκφέρεται η μουσική ως λεγκάτο και γκλισάντο και όχι στακάτο. 6) Η μουσική και οι κλίμακες μεταβάλλονται αναλόγως του νοήματος του ποιητικού κειμένου. 7) Η έννοια της (ευρωπαϊκής) επτάφωνης κλίμακας (ή διαπασών) αποτελεί μέρος μόνο της βυζαντινής μουσικής, η οποία χρησιμοποιεί και πεντάφωνη (τροχός) και τετράφωνη. 8) Η βυζαντινή μουσική είναι κατά βάση μονοφωνική ή έστω ψευδοπολυφωνική. Υπάρχει η κύρια μουσική γραμμή και το ισοκράτημα, το οποίο σε ελάχιστες περιπτώσεις είναι διπλό (ψευδοτριφωνία). Το ισοκράτημα, όπως εξηγεί η ονομασία του, είναι η εκφορά ενός φθόγγου επί μακρόν (αρκετά μουσικά μέτρα) ο οποίος αλλάζει για λίγο σε κάποιον άλλο. Οι χρησιμοποιούμενοι φθόγγοι είναι κυρίως η βάση του ήχου, και δευτερευόντως οι δεσπόζοντες (αυτοί που στο άκουσμα επικρατούν) φθόγγοι.
Λειτουργικά Βιβλία Το πολύτιμο καταφύγιο της προσευχής των αγίων, βάση της πνευματικής ζωής στην Ορθοδοξία είναι η λειτουργική κοινωνία των πιστών. Με κορυφαία στην κλίμακα τη Θεία Λειτουργία, οι ιερές ακολουθίες της Εκκλησίας μας διανθίζουν την συνεχή και αδιάλειπτη επικοινωνία του πιστού με το Θεό. Το σύνολο των βιβλίων της Εκκλησίας μας που περιέχουν όλες τις ακολουθίες, τις καθ’ ημέραν και για τις ειδικές περιστάσεις, ονομάζονται ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΑ ΒΙΒΛΙΑ. Αναφέρουμε κάποια με τα οποία θα ασχοληθούμε: 1. <<ΤΟ ΘΕΙΟΝ ΚΑΙ ΙΕΡΟΝ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟΝ>> 2. <<ΤΟ ΤΡΙΩΔΙΟΝ>> 76
3. <<ΤΟ ΠΕΝΤΙΚΟΣΤΑΡΙΟΝ>> 4. <<ΤΗΝ ΠΑΡΑΚΛΗΤΙΚΗΝ>> •
Ευαγγέλιο
Στη χριστιανική Εκκλησία ο όρος Ευαγγέλιο χαρακτηρίζει τα τέσσερα πρώτα βιβλία της Καινής Διαθήκης, τα οποία, σύμφωνα με την παράδοση, έγραψαν στην ελληνική γλώσσα ο Ματθαίος, ο Μάρκος, ο Λουκάς και ο Ιωάννης και διηγούνται τα γεγονότα της γέννησης, της ζωής και του θανάτου του Ιησού, εκθέτουν το περιεχόμενο του κηρύγματός του και τα κυριότερα δογματικά και ηθικά σημεία του χριστιανισμού. Τα τέσσερα Ευαγγέλια
έγιναν
πλήρως
αποδεκτά
από
τις
πρωτοχριστιανικές
εκκλησίες και αποτελούν μέρος του κανόνα της Καινής Διαθήκης, ενώ μεταγενέστερα
εμφανίστηκαν
και
άλλα
μη
κανονικά απόκρυφα συγγράμματα ως Ευαγγέλια.
Η ονομασία του φιλολογικού αυτού είδους προέρχεται από μια λέξη του αρχαίου ελληνικού κόσμου που πήρε νέο περιεχόμενο στο χριστιανισμό. Στην αρχαία ελληνική γραμματεία, η λέξη ευαγγέλιο που τη συναντάμε από τον 8ο αιώνα π.Χ. στα έπη του Ομήρου, έχει την έννοια της χαρμόσυνης αγγελίας κάποιας νίκης ή της αμοιβής που παίρνει ο κομιστής της αγγελίας ή και της θυσίας που προσφέρεται στους θεούς για τη χαρμόσυνη είδηση της νίκης.
Στον Χριστιανισμό, όπως φαίνεται κι από τα έργα των εκκλησιαστικών συγγραφέων των πρώτων αιώνων, με τη λέξη ευαγγέλιο δηλώνεται είτε το λυτρωτικό μήνυμα της Καινής Διαθήκης γενικά, είτε κάποιο από τα τέσσερα βιβλία της Καινής Διαθήκης που περιέχουν και αφηγούνται το γεγονός της νίκης του Χριστού κατά των δαιμονικών δυνάμεων με τα θαύματα, τις διδασκαλίες Του, το θάνατο και την ανάστασή Του. Η χρήση 77
του όρου ευαγγέλιο ως τον 3ο αιώνα περιέγραφε και τα 4 Ευαγγέλια μαζί, ενώ από τον 4ο αιώνα άρχισε να χρησιμοποιείται ο όρος και για καθένα από τα βιβλικά Ευαγγέλια.
Μεταγενέστερα,
στην αυτοκρατορική
λατρεία των
ελληνορωμαϊκών
χρόνων, η μέρα της γέννησης του αυτοκράτορα θεωρείται ευαγγέλιο.
•
Τριώδιο
Η περίοδος του Τριωδίου είναι μια κινητή περίοδος είκοσι ημερών στην Ορθόδοξη Χριστιανική παράδοση που ξεκινά από την Κυριακή του «Τελώνου και Φαρισαίου» και διαρκεί τρεις εβδομάδες μέχρι δηλαδή την εβδομάδα
της
«Τυροφάγου»
ή
«Τυρινής».
Αποτελεί
ένα
στάδιο
«προετοιμασίας» για την νηστεία της Μεγάλης Σαρακοστής.
Την πρώτη εβδομάδα γίνεται «κατάλυση στα πάντα», δηλαδή τρώγεται ελεύθερα κάθε φαγητό ακόμα και την Τετάρτη και Παρασκευή. Για το λόγο αυτό ονομάζεται «ελεύθερη» ή «απολυτή». Τη δεύτερη εβδομάδα του Τριωδίου γίνεται «κατάλυση στα πάντα» όλες τις ημέρες εκτός της Τετάρτης και Παρασκευής όποτε απέχουμε ακόμα και από τα λαδερά φαγητά όπως και τις ημέρες της Μεγάλης 78
Σαρακοστής. Την Πέμπτη της δεύτερης εβδομάδας στην Ελλάδα υπάρχει το έθιμο της Τσικνοπέμπτης, κατά την οποία καταναλώνονται κρεατικά, δεδομένου ότι μετά από τρεις ημέρες αρχίζει ουσιαστικά η νηστεία της Σαρακοστής. Η τρίτη και τελευταία εβδομάδα του Τριωδίου είναι αυτή της Τυροφάγου ή Τυρινής,
οπότε
τα γαλακτοκομικά
όλες
τις
προϊόντα,
ημέρες
γίνεται
του αυγού,
κατάλυση
των
ψαριών και
σε
όλα
φυσικά
του ελαιολάδου, απαγορεύεται όμως η κρεοφαγία. Το Τριώδιο λήγει την τρίτη Κυριακή της Αποκριάς, πριν την Καθαρά Δευτέρα, οπότε αρχίζει η περίοδος της Μεγάλης Σαρακοστής, δηλαδή της νηστείας των σαράντα ημερών που προηγείται του χριστιανικού Πάσχα.
ΤΟΥ ΤΕΛΩΝΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ Δευτέρα Τρίτη Τετάρτη Πέμπτη Παρασκευή
Σάββατο Κυριακή
ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ Δευτέρα Τρίτη Τετάρτη Πέμπτη Παρασκευή
Σάββατο Κυριακή
ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΕΩ Δευτέρα Τρίτη Τετάρτη Πέμπτη Παρασκευή
Σάββατο Κυριακή
ΤΗΣ ΤΥΡΙΝΗΣ Δευτέρα Τρίτη Τετάρτη Πέμπτη Παρασκευή
Σάββατο Κυριακή
Α' ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ Δευτέρα Τρίτη Τετάρτη Πέμπτη Παρασκευή
Σάββατο Κυριακή
Β' ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ Δευτέρα Τρίτη Τετάρτη Πέμπτη Παρασκευή
Σάββατο Κυριακή
Γ' ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ Δευτέρα Τρίτη Τετάρτη Πέμπτη Παρασκευή
Σάββατο Κυριακή
Δ' ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ Δευτέρα Τρίτη Τετάρτη Πέμπτη Παρασκευή
Σάββατο Κυριακή 79
Ε' ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ Δευτέρα Τρίτη Τετάρτη Πέμπτη Παρασκευή
Σάββατο Κυριακή
ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ Δευτέρα Τρίτη Τετάρτη Πέμπτη Παρασκευή ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ
Σάββατο Κυριακή
Μ. Δευτέρα Μ. Τρίτη Μ. Τετάρτη Μ.
Πέμπτη Μ.Παρασκευή Μ.Σάββατο
80
81
•
Πεντηκοστάριο Το Πεντηκοστάριο είναι το ιερό λειτουργικό βιβλίο που οι ύμνοι
που περιέχει έχουν διαρρυθμιστεί έτσι, ώστε να ψάλλονται στις ασματικές Ακολουθίες από την Κυριακή του Πάσχα και για τριανταεννιά μέρες
μετά,
μέχρι
την Πεντηκοστή.
Γι'
αυτό,
άλλωστε,
λέγεται
Πεντηκοστάριο, καθώς περιέχει τους ύμνους για τις Ακολουθίες της γιορτής της Ανάληψης και της Πεντηκοστής, ενώ καλύπτει και την τέλεση της μνήμης των Αγίων Πάντων, την ένατη Κυριακή από το Πάσχα. Κατακλειομένου του Πεντηκοσταρίου, ολοκληρώνεται ο κύριος κύκλος του κινητού εορτολογίου που άρχισε με το Τριώδιο. ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΑΡΙΟΝ ΠΑΣΧΑ ΤΗΣ ΔΙΑΚΑΙΝΗΣΙΜΟΥ ΕΝΑΡΚΤΗΡΙΟΣ ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΟΥ ΠΑΣΧΑ Δευτέρα Τρίτη Τρίτη Τετάρτη Πέμπτη Παρασκευή Σάββατο ΤΟΥ ΘΩΜΑ Κυριακή Δευτέρα Τρίτη Τετάρτη Πέμπτη Παρασκευή Σάββατο ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ Κυριακή Δευτέρα Τρίτη Τετάρτη Πέμπτη Παρασκευή Σάββατο ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΥΤΟΥ Κυριακή Δευτέρα Τρίτη Τετάρτη Πέμπτη Παρασκευή Σάββατο ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ Κυριακή Δευτέρα Τρίτη Τετάρτη Πέμπτη Παρασκευή Σάββατο ΤΟΥ ΤΥΦΛΟΥ Κυριακή Δευτέρα Τρίτη Τετάρτη Πέμπτη Παρασκευή Σάββατο ΤΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ Κυριακή Δευτέρα Τρίτη Τετάρτη Πέμπτη Παρασκευή Σάββατο ΠΕΝΤΗΚΟΣΤΗΣ 82
Κυριακή Δευτέρα Τρίτη Τετάρτη Πέμπτη Παρασκευή Σάββατο ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΠΑΝΤΩΝ Κυριακή Παρακλητική ή Οκτώηχος Ο εβδομαδιαίος λειτουργικός κύκλος βρίσκεται καταγεγραμμένος στο βιβλίο που ονομάζεται Παρακλητική ή Οκτώηχος. Το βιβλίο αυτό χωρίζεται εσωτερικά σε οκτώ όμοια μέρη. Το κάθε ένα από αυτά περιέχει ένα πλήρη και ανεξάρτητο εβδομαδιαίο λειτουργικό κύκλο, που οι ύμνοι του ακολουθούν μουσικά έναν από τους οκτώ βασικούς ήχους της βυζαντινής μουσικής. Έτσι, μέσα στην Παρακλητική κάθε ένας από τους οκτώ ήχους της βυζαντινής μουσικής έχει και το δικό του, θα λέγαμε, εβδομαδιαίο λειτουργικό κύκλο. Οι οκτώ αυτοί εβδομαδιαίοι λειτουργικοί κύκλοι εναλλάσσονται διαδοχικά - ο ένας μετά τον άλλο - κατά την διάρκεια του έτους. Με τις ακολουθίες της Παρακλητικής τιμώνται οι εορτές του εβδομαδιαίου λειτουργικού κύκλου, ενώ οι ίδιοι ύμνοι επαναλαμβάνονται
περιοδικά
κάθε
οκτώ
εβδομάδες.
Αξίζει
να
σημειώσουμε, ότι ο εβδομαδιαίος λειτουργικός κύκλος, μέσα στην αναστάσιμη ακολουθία του Όρθρου της Κυριακής (αγρυπνία), κρύβει ένα μικρότερο λειτουργικό κύκλο, που θα μπορούσαμε να τον ονομάσουμε: Κύκλο των Εωθινών Ευαγγελίων. ΟΚΤΩΗΧΟΣ Ήχος α' Κυριακή Δευτέρα Τρίτη Τετάρτη Πέμπτη Παρασκευή Σάββατο Ήχος β' Κυριακή Δευτέρα Τρίτη Τετάρτη Πέμπτη Παρασκευή Σάββατο Ήχος γ' 83
Κυριακή Δευτέρα Τρίτη Τετάρτη Πέμπτη Παρασκευή Σάββατον Ήχος δ' Κυριακή Δευτέρα Τρίτη Τετάρτη Πέμπτη Παρασκευή Σάββατο Ήχος πλ. α' Κυριακή Δευτέρα Τρίτη Τετάρτη Πέμπτη Παρασκευή Σάββατο Ήχος πλ. β' Κυριακή Δευτέρα Τρίτη Τετάρτη Πέμπτη Παρασκευή Σάββατο Ήχος βαρύς Κυριακή Δευτέρα Τρίτη Τετάρτη Πέμπτη Παρασκευή Σάββατο Ήχος πλ. δ' Κυριακή Δευτέρα Τρίτη Τετάρτη Πέμπτη Παρασκευή Σάββατο ΕΩΘΙΝΑ ΚΕΙΜΕΝΑ Α' Β' Γ' Δ' Ε' ΣΤ' Ζ' Η' Θ' Ι' ΙΑ' Α' - ΙΑ' ΘΕΟΤΟΚΙΑ ΕΙΣ ΕΚΑΣΤΟΝ ΗΧΟΝ Ήχος α', Ήχος β', Ήχος γ', Ήχος δ', Ήχος πλ. α', Ήχος πλ. β', Ήχος βαρύς, Ήχος πλ. δ' ΤΑ ΛΟΙΠΑ ΥΜΝΟΙ ΤΡΙΑΔΙΚΟΙ - ΦΩΤΑΓΩΓΙΚΑ ΕΞΑΠΟΣΤΕΙΛΑΡΙΑ ΤΗΣ ΟΛΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΟΣ ΘΕΟΤΟΚΙΑ ΕΙΣ ΕΚΑΣΤΟΝ ΗΧΟΝ ΘΕΟΤΟΚΙΑ ΕΙΣ ΕΚΑΣΤΗΝ ΗΜΕΡΑΝ
84
85
ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΤΡΙΤΟ ΤΟ ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ Το «Άγιον Όρος» Άθως είναι και αυτό ένα απέραντο μουσείο, πλουτισμένο με θρησκευτικά, καλλιτεχνικά, αρχιτεκτονικά και άλλα πολιτιστικά εκθέματα. Η ηλικία των εκθεμάτων αυτών ποικίλλει από λίγες δεκάδες χρόνια έως δέκα ολόκληρους αιώνες. Εδώ υπάρχουν και άνθρωποι, οι οποίοι εξακολουθούν να ζουν με την ίδια πίστη, τις ίδιες εμπνεύσεις και πεποιθήσεις, που είχαν εκείνοι οι οποίοι δέκα αιώνες νωρίτερα είχαν αρχίσει να δημιουργούν τα εκθέματα αυτού του απέραντου μουσείου.
Κατά τη ροή των αιώνων μέσα στον Άθω διαμορφώθηκαν τρείς βασικοί τύποι μοναχικής ζωής: το κοινόβιο, η σκήτη και ο ερημιτισμός. Αυτοί οι τύποι διατηρούνται ως τις μέρες μας, και αυτή τη στιγμή είναι και οι μόνοι γνωστοί σ’ ολόκληρο τον ορθόδοξο κόσμο.
Ο εικοσιτετράωρος κύκλος δεν αρχίζει για τον μοναχό το πρωί αλλά λίγο μετά τα μεσάνυχτα. Μια ώρα περίπου μετά τα μεσάνυχτα χτυπάει το σήμαντρο. Το κτύπημα του σημάντρου θα ξυπνήσει τους μοναχούς που θα σηκωθούν αμέσως απ’ τα κρεβάτια τους και θα αρχίσουν την προσευχή ο καθένας στο κελλί του. Η ιδιωτική αυτή προσευχή γίνεται με τη βοήθεια ενός μάλλινου κομπολογιού, του κομποσκοινιού, σε κάθε κόμπο του οποίου ο μοναχός την προσευχή: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησον με τον αμαρτωλόν». Η ιδιωτική αυτή προσευχή διαρκεί μια ώρα. Στη συνέχεια, το ίδιο ξύλινο σήμαντρο, ή κάποιο σιδερένιο αυτή τη φορά, κτυπάει και πάλι, και ο μοναχός πρέπει να ετοιμαστεί για την κοινή προσευχή στο ναό του μοναστηριού, ο οποίος ονομάζεται καθολικόν. 86
Μέσα στο ναό επικρατεί ένα υποβλητικό μισοσκόταδο. Συνήθως, το μόνο φως που φωτίζει προέρχεται από τις καντήλες, οι οποίες άσβηστα καίουν μπροστά στις άγιες εικόνες. Οι μοναχοί παίρνουν τις θέσεις τους στα στασίδια, τα οποία υπάρχουν κατά μήκος των τοίχων του ναού, και σιωπηλοί ακούουν τον αναγνώστη που διαβάζει την ακολουθία του μεσονυκτικού. Μετά από αυτό ακολουθεί όρθρος. Το ασματικό μέρος της ακολουθίας ψάλλεται εναλλάξ από τους δυο χορούς.
Στο Άγιο όρος το γεύμα έχει μια επισημότητα, αλλά η τροφή είναι λιτή: συνήθως, μία σούπα και λαχανικά. Στις μεγάλες εορτές και τις Κυριακές υπάρχει τυρί, αυγά και ψάρια. Ο μοναχός του κοινοβίου δεν τρώει ποτέ κρέας. Τις ημέρες της νηστείας, δηλαδή Δευτέρα, Τετάρτη, Παρασκευή, τρώει μόνο μία φορά. Δεν επιτρέπεται ο μοναχός να έχει τρόφιμα στο κελί του, εκτός αν είναι άρρωστος, αλλά και τότε χρειάζεται η άδεια του ηγουμένου.
Στην
αντίληψη
του
μοναχού
το
φαγητό
είναι
μια
συγκατάβαση στην ανθρώπινη αδυναμία και φυσική ανάγκη.
Οι
τράπεζες
των
περισσότερων
μοναστηριών
είναι
εσωτερικά
ζωγραφισμένες ολόκληρες. Στις τοιχογραφίες τους κυριαρχούν οι μορφές των μεγάλων ασκητών πατέρων, η Κλίμαξ των αρετών του αγίου Ιωάννου του Σχολαστικού και η Δευτέρα Παρουσία. Ο μοναχός πρέπει να θυμάται διαρκώς ότι γι’ αυτόν πάνω από όλα τα άλλα βρίσκεται η άσκηση για την τελείωση της ψυχής του και τη σωτηρία του. Κατά το γεύμα επικρατεί σιωπή. Υπάρχει ένας άμβωνας στην τράπεζα, από τον οποίο ο αναγνώστης διαβάζει τον Βίο του εορταζόμενου αγίου της ημέρας η κάποιο άλλο ασκητικό κείμενο.
87
Όταν τελειώσει το γεύμα, ο ηγούμενος δίνει το σύνθημα για την προσευχή και ύστερα οι μοναχοί βγαίνουν για να πάνε ο καθένας στην εργασία που του έχει ορίσει το μοναστήρι. Άλλοι θα φροντίσουν για την καθαριότητα του ναού, άλλοι θα ζυμώσουν ψωμί και άλλοι θα κάνουν διάφορες χειρονακτικές ή αγροτικές εργασίες. Από την κοινή εργασία δεν εξαιρείται κανένας, ούτε οι Ιερείς ούτε ο ίδιος ο ηγούμενος. Όλα στο μοναστήρι είναι κοινά, κοινή λοιπόν είναι και η εργασία. Όταν τελειώσουν οι κοινές εργασίες ο μοναχός βρίσκει χρόνο για να ασχοληθεί και με την πνευματική εργασία, εφόσον βέβαια έχει τις ικανότητες και την κλίση. Στον μεσαίωνα υπήρχαν ολόκληρα εργαστήρια αντιγραφής χειρογράφων ή και μετάφρασης τους. Στα μοναστήρια της Μεγίστης Λαύρας, Αγίου Παύλου, Αγίου Παντελεήμονος και Ζωγράφου, οι μοναχοί μετέφραζαν ελληνικά συγγράμματα στις σλαβικές γλώσσες.
Όταν περάσει το μεσημέρι, ο μοναχός του κοινοβίου, εξαντλημένος πια από την αγρυπνία και την εργασία, ίσως αφιερώσει λίγο χρόνο στον ύπνο και ανάπαυση, ιδίως τους θερινούς μήνες. Η ολοκληρωτική εγρήγορση είναι πολύ επικίνδυνη, κυρίως για τους μοναχούς που δεν έχουν πείρα στην ασκητική ζωή. Όπως ο ερωτευμένος άνθρωπος θέλει να έχει διαρκώς μπροστά του το είδωλο του έρωτα του έτσι και ο μοναχός 88
θέλει να βρίσκεται σε διαρκή συνομιλία με τον Χριστό. Αυτό το κατορθώνει με τη νήψη και συνεπώς είναι εντελώς φυσικό να επιθυμεί να μειώσει στο ελάχιστο το χρόνο του ύπνου που του στερεί τη χαρά της ένωσης με τον Χριστό.
Γύρω στις τρείς το απόγευμα το σήμαντρο θα καλέσει και πάλι τον μοναχό στο ναό για τον εσπερινό. Μετά τον εσπερινό οι μοναχοί θα πάνε και πάλι στην τράπεζα, εφόσον η ημέρα δεν είναι νηστείας και επομένως προβλέπεται ένα γεύμα. Μετά την τράπεζα συνήθως αφιερώνουν λίγο χρόνο σε συνομιλίες ή έναν μικρό περίπατο έξω από τις πύλες του μοναστηριού. Όταν ο ήλιος γείρει στη δύση του και η νύχτα αρχίσει να σκεπάζει τη γη, το σήμαντρο θα καλέσει και πάλι τους μοναχούς στην εκκλησία για το απόδειπνο. Τότε κλείνουν οι πύλες του μοναστηριού, για να ανοίξουν και πάλι μόνο με την ανατολή του ήλιου.
Με το τέλος του απόδειπνου σταματούν οι συνομιλίες καθώς και οι συζητήσεις μεταξύ των μοναχών. Οι αυστηρότεροι από αυτούς δεν πίνουν πια ούτε νερό. Τώρα ο μοναχός θα μπει μέσα στο κελί του και θα ανάψει μια μικρή λάμπα, για να διαβάσει, να συγγράψει, να προσευχηθεί. Αυτές είναι οι κατεξοχήν ώρες της περισυλλογής. Με αυτές τις ώρες, και τις λίγες ακόμη που του απομένουν για ύπνο, τελειώνει ο εικοσιτετράωρος κύκλος της ζωής του μοναστηριού. Ο μοναχός τελικά θα γείρει το κουρασμένο σώμα του επάνω σ’ ένα ξύλινο κρεβάτι χωρίς στρώμα. Συνήθως ο ύπνος έρχεται ενώ αυτός προσεύχεται.
Η ζωή στις σκήτες είναι κάπως διαφορετικά οργανωμένη από ότι στα κοινόβια μοναστήρια. Η σκήτη μοιάζει με ένα μικρό χωριό. Υπάρχουν σ’ αυτές σπίτια, μέσα στα οποία ζουν μικρές κοινότητες μοναχών με επικεφαλής τον γέροντα. Κάθε σπίτι (που ονομάζεται καλύβη) έχει μέσα 89
ένα παρεκκλήσι. Για ολόκληρη τη σκήτη υπάρχει ένας κοινός μεγάλος ναός, ο οποίος ονομάζεται Κυριακόν. Εδώ οι μοναχοί παρακολουθούν τη Θεία λειτουργία και τις μεγάλες ακολουθίες τις Κυριακές και τις μεγάλες γιορτές. Τις καθημερινές οι ακολουθίες διαβάζονται ή ψάλλονται στο παρεκκλήσι της καλύβης. Σε ότι αφορά τη νηστεία, οι μοναχοί της σκήτης κατ’ αρχήν ακολουθούν το τυπικό των κοινοβίων μοναστηριών, αλλά έχουν πιο περιορισμένη λειτουργική ζωή.
Στις σκήτες οι μοναχοί ζουν από την εργασία τους. Κάθε σπίτι της σκήτης είχε το δικό του εργόχειρο: την εικονογραφία, την ύφανση, την κατασκευή
κομποσκοινιών
και
θυμιάματος,
την
ραπτική,
την
ξυλογλυπτική κτλ. Εδώ οι μοναχοί έχουν ως μόνα έσοδα αυτά που κερδίζουν από την εργασία τους. Έτσι οι ώρες οι οποίες είναι αφιερωμένες στην εργασία είναι περισσότερες από ότι στα κοινόβια.
Η
δυσκολότερη
και
η
υψηλότερη
έκφραση
του
αθωνικού
μοναχισμού είναι ο ερημιτικός βίος, δηλαδή να ζει ο μοναχός με έναν ή δύο το πολύ ακόμη πνευματικούς αδελφούς, ή εντελώς μόνος. Τη φυσική έρημο της αρχαίας Αιγύπτου έχουν αντικαταστήσει στο «Άγιον» Όρος βραχώδεις, απόκρημνες πλαγιές ή μικρά επίπεδα επάνω σε βραχώδη βουνά των οποίων και μόνη η θεά προκαλεί δέος. Τα μέρη όπου ζουν οι ερημίτες είναι δυσπρόσιτα, και σ’ αυτά οδηγούν μικρά μονοπάτια στενά και επικίνδυνα. Έτσι, είναι απόλυτα φυσικό οι ερημίτες να είναι λίγοι. Στην τελειότητα καταλήγουν πάντοτε λίγοι, αλλά πάντως καταλήγουν, για να αποδειχθεί σε τι ύψη μπορεί να φτάσει ο άνθρωπος όταν προσεγγίσει την θέωση.
Ο ερημίτης έχει περιορίσει σ’ ένα εκπληκτικό ελάχιστο τις υλικές του ανάγκες. Τα ρούχα του, όταν χρειάζεται να τα αντικαταστήσει, του τα 90
δίνουν άλλοι μοναχοί. Η συνήθης τροφή του είναι λαχανικά, παξιμάδι και νερό. Τρέφεται τόσο όσο χρειάζεται για να μείνει στη ζωή. Σπανίως εργάζεται για να αποκτήσει χρήματα, διότι σχεδόν δεν του χρειαζόταν. Αν εργάζεται, το κάνει απλώς για να απασχολείται τις
ώρες που το
πνεύμα του είναι κουρασμένο. Αυτός ζει σαν τα πουλιά και τα λουλούδια, που την τροφή τους την εξασφαλίζει ο Θεός. Ο ερημίτης ζει με την προσευχή και για την προσευχή. Ο ερημίτης δεν έχει λειτουργική ζωή. Κατά καιρούς πηγαίνει στο πλησιέστερο μοναστήρι ή σκήτη για να κοινωνήσει τα άγια Μυστήρια. Κατά τα άλλα λατρεύει τον Θεό με την αδιάλειπτη προσευχή, η οποία είναι η απλούστερη, αλλά και η πιο βαθιά σε νόημα. Αυτή η προσευχή περιέχει μέσα της όλες τις άλλες προσευχές: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ Θεού, ελέησον με τον αμαρτωλόν».
Οι Αγιορείτες διακόπτουν κάθε επαφή με την οικογένειά τους, έτσι θέλουν να διακόψουν και την επαφή με καθετί που σχετίζεται με τις κοσμικές και κατά σάρκα ανθρώπινες σχέσεις. Η παρουσία της γυναίκας δεν εκπροσωπεί για τον μοναχό αναγκαστικά το ερωτικώς επιθυμητό 91
πρόσωπο- όπως συνήθως νομίζεται-, εκπροσωπεί και τη μητέρα, την κόρη και την αδελφή, εκπροσωπεί δεσμούς τους οποίους ο μοναχός έχει αποκόψει, εκπροσωπεί ισχυρά σημεία του «κόσμου» τον οποίο έχει εγκαταλείψει οριστικά και έχει αποβάλει από τη ζωή, εκπροσωπεί το «σύντροφο» πρόσωπο, τον έρωτα του οποίου απαρνήθηκε για χάρη του έρωτα προς τον Ιησού. Ποιος έχει λοιπόν το δικαίωμα να τον αναγκάσει να βρεθεί και πάλι μέσα σε πραγματικότητες που εγκατέλειψε για πάντα;
Το Άγιον Όρος, που αποτελεί τμήμα της Ευρώπης, παραμένει το θησαυροφυλάκιο των πνευματικών αξιών και αρχών οι οποίες, χωρίς να αναιρούν τη σημασία του οικονομικού παράγοντα της ζωής μας, δίνουν ωστόσο το προβάδισμα στην αξία της ψυχής και του πνεύματος του ανθρώπου. Με τη στροφή αυτών ακριβώς των ανθρώπινων λειτουργιών προς την εσωτερική ησυχία και θεωρία, η ύπαρξη νιώθει ολοκληρωμένη, τότε ακριβώς, όταν ο υλικός κόσμος, στον οποίο έχει πιστέψει, την αφήνει γυμνή και κενή. Η μικρή αθωνική κοινωνία, πέρα από την θρησκευτική και δογματική υφή των πεποιθήσεων της, είναι μάρτυρας και φορέας ενός βιώματος, το οποίο έχει τη βάση του σε λησμονημένα από τη σημερινή πραγματικότητα αρχέτυπα.
92
ΑΓΙΟ ΦΩΣ Τελετουργικό εκκλησιών
Σε τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες το φως μεταδίδει ο ιερέας-λειτουργός της στους πιστούς τη νύχτα του Μεγάλου Σαββάτου και λίγο πριν τον εορτασμό της Αναστάσεως του Ιησού Χριστού της Ορθόδοξης Εκκλησίας με τα λόγια: "Δεύτε λάβετε φως εκ του ανεσπέρου φωτός και δοξάσατε Χριστόν τον αναστάντα εκ νεκρών". Κατόπιν, ανάβουν όλα τα φώτα του ναού, συμβολίζοντας το φωτισμό της ανθρωπότητας δια μέσου της Ανάστασης του Χριστού. Το Άγιο Φως θεωρείται ένα από τα ιερότερα ιερά προσκυνήματα των μελών των Ανατολικών Ορθόδοξων Εκκλησιών, αφού η αφή του γίνεται στον Πανάγιο Τάφο και παραδίδεται στους πιστούς από τον ίδιο τον Πατριάρχη. Η τελετή αφής χαίρει ευρύτερου σεβασμού και προστατεύεται από διεθνείς συνθήκες περί ελευθερίας και σεβασμού των δογμάτων και των ιερών παρ΄ εκάστου προσκυνημάτων.
Προετοιμασία του Παναγίου Τάφου Το Μεγάλο Σάββατο το πρωί πριν από την τελετή του Αγίου Φωτός γίνεται πρώτα ένας σχολαστικός έλεγχος του Παναγίου Τάφου και αμέσως μετά τον σφραγίζουν με το μελισσοκέρι που είχε ετοιμαστεί το πρωί. Ο έλεγχος γίνεται για να διαπιστωθεί ότι δεν υπάρχει οτιδήποτε μέσα στον Πανάγιο Τάφο το οποίο θα μπορούσε να προκαλέσει φωτιά. Αφού σφραγιστεί ο Πανάγιος Τάφος με το μελισσοκέρι οι αρχές τοποθετούν πάνω στο κερί τις σφραγίδες τους.
93
Μεγάλο ενδιαφέρον για τον έλεγχο δείχνουν και τα άλλα δόγματα τα οποία έχουν από παλιά αποκτήσει δικαιώματα στον Πανάγιο Τάφο. Το ενδιαφέρον αυτό δεν είναι καθόλου τυχαίο. Αν τύχει κάποια χρονιά να μη βγάλει το Άγιο Φως ο Ορθόδοξος Πατριάρχης τότε θα αναλάβουν το προβάδισμα της τελετής του Αγίου Φωτός άλλοι. Ο έλεγχος αρχίζει στις 10 το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου και τελειώνει στις 11. Όσο γίνεται ο έλεγχος Ορθόδοξοι Άραβες νέοι διαδηλώνουν μέσα στον Ιερό Ναό υπέρ των ορθοδόξων δικαιωμάτων. Πρέπει να σημειωθεί ότι τον έλεγχο του Παναγίου Τάφου παρακολουθούν εκπρόσωποι των Αρμενίων και άλλων δογμάτων.
Τελετή του Αγίου Φωτός Σύμφωνα λοιπόν με την παράδοση, το μεσημέρι του Μεγάλου Σαββάτου ο Ελληνορθόδοξος Πατριάρχης με την συνοδεία του - αρχιερείς, ιερείς και διακόνους - αλλά και τον Αρμένιο Πατριάρχη μπαίνει στον Ιερό Ναό της Αναστάσεως, ενώ οι καμπάνες χτυπούν πένθιμα. Πριν από την είσοδο του Πατριάρχη ο Σκευοφύλακας του Ιερού Ναού φέρει την ακοίμητο κανδήλα, σβηστή εκείνη την ημέρα, για να αναφτεί με το Άγιο Φως. Από την εσωτερική είσοδο του Ναού του Αποστόλου Ιακώβου μπαίνει ο Πατριάρχης στο Ιερό Βήμα του Καθολικού και κάθεται στον πατριαρχικό θρόνο. Από αυτό το σημείο περνάνε και ασπάζονται το χέρι του Πατριάρχη οι εκπρόσωποι των Αρμενίων, των Αράβων, των Κοπτών και άλλων για να τους δοθεί το Άγιο Φως. Σύμφωνα με τα προνόμια, αν δεν ασπαστούν το χέρι του Ορθόδοξου Πατριάρχη δεν έχουν το δικαίωμα να λάβουν το Άγιο Φως από τα χέρια του. Αμέσως μετά αρχίζει η Ιερή Λιτανεία η οποία περιφέρεται τρεις φορές γύρω από τον Πανάγιο Τάφο και μετά ο Πατριάρχης σταματάει μπροστά στον Πανάγιο Τάφο όπου βρίσκονται και οι επίσημοι. 94
Μετά τη Λιτανεία αποσφραγίζεται ο Πανάγιος Τάφος και ο Πατριάρχης βγάζει την αρχιερατική στολή του και μένει μόνο με το λευκό στιχάριο. Κατόπιν ο διοικητής της Ιερουσαλήμ και ο αστυνομικός διευθυντής ελέγχουν σχολαστικά τον Πατριάρχη μπροστά σε όλους ώστε να διαπιστωθεί ότι δεν έχει τίποτα μαζί του το οποίο μπορεί να μεταδώσει φως. Μετά τον έλεγχο ο Ελληνορθόδοξος Πατριάρχης Ιεροσολύμων λαμβάνει τους σβηστούς πυρσούς και εισέρχεται μαζί με τον Δραγουμάνο των Αρμενίων στο Ιερό Κουβούκλιο. Όλα τα κανδήλια είναι σβηστά και τίποτα δεν είναι αναμμένο στον Ιερό Ναό αλλά και στον Πανάγιο Τάφο. Η τέλεσή της αποτελεί προνόμιο του ελληνορθόδοξου Πατριάρχη Ιεροσολύμων που επαναλαμβάνεται κάθε Μέγα Σάββατο μεσημέρι στη λειτουργία της Αναστάσεως, στον Πανάγιο Τάφο του Χριστού. Την παρακολουθούν χριστιανοί από όλα τα δόγματα αλλά και αλλόθρησκοι. Αν και η πιο συνηθισμένη αναφορά για το "Άγιο Φως" περιλαμβάνει την αυτανάφλεξη των κεριών, εντούτοις, σύμφωνα με μαρτυρίες πιστών, το Άγιο Φως είναι ένα σύνθετο φαινόμενο το οποίο εμφανίζεται στο θόλο εντός του Ναού της Αναστάσεως αλλά και κατ΄ άλλους έξω από αυτόν. Εμφανίζεται
σαν
λευκογάλανες
οριζόντιες
ταινιώδεις
αστραπές,
περιστρεφόμενες ανταύγειες ή κινούμενες φλόγες που κανείς δεν γνωρίζει από που προέρχονται. Στον Ναό δεν υπάρχει ηλεκτρικό ρεύμα και ηλεκτροφωτισμός. Μαρτυρίες αναφέρουν ότι πολλές λαμπάδες των πιστών και κανδήλες ανάβουν μόνες τους, ενώ η φλόγα δεν τους καίει τα πρώτα λεπτά. Το Άγιο Φως αμέσως μετά την αφή του, ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων το μεταδίδει στους εκπροσώπους άλλων εκκλησιών και στους πιστούς που παρευρίσκονται στον Ναό του Παναγίου Τάφου.
95
1. Η αφή
2. Ιερός Ναός της Αναστάσεως
96
3. Αναστάσιµη λαµπάδα από τον Ιερό ναό της Αναστάσεως
97
Ενορία 1. Ουσία και γένεση της Ενορίας Ο όρος ενορία, παραγόμενος εκ του επιθέτου ενόριος, σημαίνει ιστορικά τον εντός ορίων χώρο, μία καθoρισμένη περιοχή η τοπική περιφέρεια (territorium). Σήμερα ως ενορία χαρακτηρίζεται κυρίως η εκκλησιαστική περιφέρεια ενός ναού (ενοριακού), από τον οποίο αντλεί και αυτή το όνομά της, όπως και το σύνολο των ορθοδόξων πιστών, που κατοικούν στην ίδια περιφέρεια και συνέρχονται για τις εκκλησιαστικές συνάξεις. Ο σημερινός τύπος των Ενοριών είναι πολύ νεώτερος και διαμορφώθηκε μεταξύ ιε΄ και ιζ΄ αιώνος.
Στην εκκλησιαστική πραγματικότητα η βασική μονάδα οργανώσεως, ο πυρήνας της ποιμαντικής και διοικητικής δομής της Εκκλησίας, ως «σώματος Χριστού» και εν Χριστώ κοινωνίας, είναι η Ενορία. Ως ευχαριστιακή σύναξη των πιστών εμφανίζεται η Ενορία, σε άμεση αναφορά και συνάρτηση με την Επισκοπή, στην οποία οργανικά ανήκει, ως «η καθολική εκκλησία» στον συγκεκριμένο τόπο και χρόνο. Ο πιστός ζει το μυστήριο της Εκκλησίας στην ζωή και πράξη της Ενορίας του, μέσα στην οποία, αγωνιζόμενος και αγιαζόμενος, ενώνεται με τον Χριστό, τον Κύριο
της
Εκκλησίας,
πραγματοποιώντας
και
τους
εν
συνεχώς
την
εν
Χριστώ Χριστώ
αδελφούς
του,
ύπαρξη
και
εκκλησιαστικότητά του. Ο λόγος, συνεπώς, για την ενορία και την ζωή της είναι κατ' ουσίαν λόγος για την ίδια την Εκκλησία και την παρουσία της στον κόσμον. Οι περί ενορίας αποστολικές και πατερικές καταβολές επέζησαν παρ' όλες τις μετεξελίξεις και στην μακρά πορεία της αυτοκρατορίας της Νέας Ρώμης (Ρωμανίας). Αναγεννητικές προσπάθειες, όπως του αγίου Συμεών 98
του
Νέου
Θεολόγου
(+μετά
το
1035),
επαναπροσανατόλιζαν
χριστοκεντρικά την πορεία της, προβάλλοντας τον επίσκοπο (και πρεσβύτερο) ησυχαστή («πνευματικόν», Α΄ Κορ. 2,5) στην ζωή της τοπικής Εκκλησίας και θέτοντας την αγιοπνευματική ζωή και εμπειρία, ως πορεία θεώσεως, στο επίκεντρο της στοχοθεσίας της ενοριακής ποιμαντικής πράξεως.
2. Η Ενορία στην ιστορία του Γένους
Η σημασία της ενορίας για την ζωή των πιστών και η συμβολή της στην ιστορική συνέχεια, συνοχή και ενότητα της τοπικής εκκλησίας φαίνεται κυρίως εις την μακρόσυρτη και ποικιλώνυμη δουλεία του Γένους. Σύνολη η ζωή του δούλου Γένους και το ορθόδοξο ήθος ως καθολική στάση ζωής διεσώθη στα όρια της ενοριακής δραστηριότητος, και μάλιστα όχι μόνον πνευματικά (λατρεία), αλλά και κοινωνικά, στο ευρύτερο πλαίσιο της Εθναρχούσης Εκκλησίας. Ακόμη και αυτός ο «πολιτικός» βίος, συστατικό αστασίαστο και αναπόσπαστο της ιστορικής ταυτότητος του Γένους, διεσώθη στην ζωή της τοπικής κοινότητος, που ταυτιζόταν οριακά με την ενορία.
Στην δουλεία η ενορία περιέκλειε σύνολη την ζωή της Κοινότητος. Και οι επαγγελματικές συσσωματώσεις, («συντεχνίες», εσνάφια, ρουφέτια, συντροφίες, κομπανίες κ.α.) με τους Αγίους-προστάτες τους, τον Ναό είχαν ως αφετηρία και κέντρο της δραστηριότητός τους. Οι εκπρόσωποί τους μετείχαν στην διοίκηση των ενοριών και την διαχείριση των ναών (επίτροποι λ.χ.) και στο φιλανθρωπικό έργο. Στην ενορία εορταζόταν η μνήμη του προστάτου Αγίου των συντεχνιών και ετελούντο τα μυστήρια, οι πανηγύρεις και τα μνημόσυνα. Η ενορία διακρατούσε την πνευματική ζωή, κατεύθυνε τον πνευματικό αγώνα, οδηγούσε στην μετάνοια και την 99
συναδέλφωση, ιδιαίτερα την Μεγάλη Τεσσαρακοστή (κατανυκτικός εσπερινός της Κυριακής της Τυροφάγου) και το Πάσχα, με την αλληλοσυγχώρηση.
Όλα τα κοινωνικά γεγονότα είχαν ως κέντρο και αφετηρία την Θεία Ευχαριστία και τον Ναό. Δραστηριότητες της αγροτικής ζωής (σπορά, όργωμα, θερισμός, συγκομιδή των καρπών) και κοινωνικά φαινόμενα, όπως η «ξέλαση» (συμπαράσταση στις γεωργικές και κτηνοτροφικές εργασίες εκείνων που ήσαν εμπερίστατοι), η παιδεία, με δάσκαλο, κατά κανόνα, τον Παπά-εφημέριο, ή ατομικά γεγονότα, που γίνονται και κοινωνικά (γέννηση, βάπτιση, γάμος, κηδεία), μαζί με τις άλλες λαοσυνάξεις (εμποροπανηγύρεις, πανηγύρεις στην μνήμη των Αγίων και μάλιστα του τοπικού Προστάτου-Αγίου) διακρατούσαν την ενότητα της τοπικής κοινότητος. Και στο κέντρο όλων αυτών των γεγονότων ο Εφημέριος-Παπάς, ως πνευματικός πατέρας, φίλος, αδελφός, σύμβουλος, συμπαραστάτης. Ο Κληρικός-εφημέριος που παρά την έλλειψη συχνά υψηλοτέρας σχολικής παιδείας, ήταν κατά κανόνα φορέας του πατερικού πνεύματος και των ησυχαστικών πρακτικών (ευχή, νηστεία, αγρυπνία, θυσιαστική προσφορά στο ποίμνιο-τα πνευματικά του τέκνα) και πρωτοστατούσε σε θέματα φιλανθρωπίας και παντοειδούς αγάπης. Είναι δε γεγονός, ότι ουδέποτε υπήρξε χάσμα και αποστασιοποίηση μεταξύ του ταπεινού «Παπά» και του Λαού, όπως στην δυτική φεουδαρχία. Ο ελληνορθόδοξος εφημέριος σήκωνε και αυτός τον σταυρό της δουλείας, συμμετέχοντας στα παθήματα του ποιμνίου του.
Βέβαια, αυτά ως προς την ενορία ίσχυαν στις οθωμανοκρατούμενες περιοχές. Στον χώρο της ενετοκρατίας-λατινοκρατίας (ως λ.χ. στα Επτάνησα) «το ισχύον ενοριακό σύστημα ... δεν κάλυπτε το σύνολον του πληθυσμού. Παράλληλα με την ενορία λειτουργούσε συνήθως και η 100
«αδελφότητα», χωρίς τα δύο αυτά μεγέθη να ταυτίζονται. Στις περιοχές όμως, που βρίσκονταν στα όρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, το σύστημα διοικήσεως της Εκκλησίας, διεξαγόμενο υπό την άμεση μέριμνα της Εθναρχίας, διατηρούσε, κατά κανόνα, ομοιομορφία, διαρθρωμένο σε μητροπόλεις και επισκοπές, με μικρότερη μονάδα διαποιμάνσεως και διοικήσεως την Ενορία, η οποία δεν ήταν μόνον αγροτική, αλλά και αστική. Στα αστικά σύνολα, αν ήταν εκτεταμένα, ήταν δυνατόν να υπάρχουν περισσότεροι του ενός εφημέριοι. Στην ύπαιθρο όμως συνήθως ολόκληρο το χωριό είχε ένα μόνο ναό, αποτελώντας και μία ενορία, με τον κληρικό-εφημέριό της. Σ' αυτήν την περίπτωση ίσχυε στην πράξη ο λόγος του Ιησού Χριστού «γινώσκω τα εμά και γινώσκομαι υπό των εμών» (Ιω. 10,14). Την ευρύτερη λειτουργικότητα του ναού κατά τις δυσχείμερες αυτές εποχές, μαρτυρεί το και σήμερα συχνά σωζόμενο υπόστεγο με τα πέτρινα έδρανα στο προαύλιό του, ή και στον νάρθηκα, όπου οι χωρικοί συνέρχονταν δια να «βουλευθούν» δια τα τοπικά ζητήματα και να λάβουν τις αναγκαίες αποφάσεις. Ο ναός καθίστατο, έτσι, στην πράξη το κέντρο της όλης ζωής, συνεχίζοντας και εκπληρώνοντας την αποστολική (πρβλ. Πράξ. 2,42 ε. ΄4,32 ε.) και πατερική αποστολή του χώρου της συνάξεως.
Μέσα από την διαμόρφωση του εθνικού βίου στην διάρκεια της δουλείας προέκυψε κατά τους τελευταίους αιώνες της και η σήμερα σωζόμενη εικόνα της ενορίας ως αυτοδιοικουμένης μονάδος υπό τον εφημέριο και τους επιτρόπους, υπό την πνευματική και ποιμαντικο-διοικητική εποπτεία του Επισκόπου-Μητροπολίτου. Η λατρεία, αλλά και η κοινωνική μέριμνα και προσφορά ήταν η κύρια φροντίδα της ενορίας, όταν μάλιστα το κήρυγμα ήταν σπανιότερο. Η λατρεία, η μόνη λαοσύναξη που δεν διεκόπη ποτέ, ήταν ο αποφασιστικός παράγων που συγκρατούσε το ποίμνιο στην ορθόδοξη πίστη, διαφοροποιώντας το, και μέσω της ελληνικής γλώσσης, από τα δύο κατέναντι, το οθωμανικό και το λατινικό (φραγκικό), και 101
συντηρώντας το ελληνορθόδοξο φρόνημα, με την συνεχή υπόμνηση της ιστορίας μας.
Όχι σπάνια ο κλήρος ανελάμβανε και την υπεράσπιση του λαού ενώπιον των οθωμανικών αρχών. Η εθνική προσφορά όμως του κλήρου κορυφωνόταν στην σχολική φροντίδα, με βάση τα λειτουργικά βιβλία (Οκτώηχος, Ψαλτήριο κ.λπ.) και, συνεπώς την διάσωση και της γλώσσης, στο λεγόμενο «κρυφό σχολειό», που υπήρξε ιστορική πραγματικότητα, με την ανάδειξη του νάρθηκα ή του μοναστικού κελλιού σε αίθουσα διδασκαλίας, στο φως του λυχναριού και της κανδήλας, ως ανεπίσημη, και όχι πάντα εύκολη, μέριμνα του κλήρου για την παιδεία του ποιμνίου.
Μόνιμο
δομικό
πρότυπο,
πνευματικά
και
κοινωνικά,
αλλά
και
κολυμβήθρα καθολικής αναβαπτίσεως και αναγεννήσεως δια την ενορία ήταν τα μοναστήρια της περιοχής. Όπως σημειώνει ο καλός γνώστης της «βυζαντινής» και «μεταβυζαντινής» ιστορίας του Γένους μας αείμνηστος Στήβεν Ράνσιμαν: «Το θρησκευτικό επίπεδο μιας περιοχής εξαρτιόταν κυρίως από τα μοναστήρια της, τα οποία παρείχαν τους πνευματικούς συμβούλους και εξομολόγους, από τους οποίους κρεμόταν ο λαός της υπαίθρου και οι ιερείς μαζί του».
Η πολεμική, όχι τόσο των Οθωμανών, αλλά και των Δυτικών, εναντίον των Μοναστηριών και του Ανατολικού Μοναχισμού ήταν στην ουσία πολεμική κατά των προπυργίων της πατερικής παραδόσεως και του πολιτισμού της Ρωμηοσύνης. Δεδομένου δε ότι οι Μονές διασώζουν την δομή της Εκκλησίας και τα συστατικά του βίου της, ως ήδη ετονίσθη από τον ιερό Χρυσόστομο, η χαλάρωση της σχέσεως των «κοσμικών» ενοριών με τα παραδοσιακά μοναστήρια τον ιθ΄ αι. και η εισαγωγή στα αστικά κέντρα ενός «κοσμικού μοναχισμού» δυτικού τύπου, ως και η ανάπτυξη 102
ενός κοινωνικού ακτιβισμού κατά τα δυτικά πρότυπα, συνέβαλε εις την προώθηση του σχεδίου των ευρωπαϊστών μας δια την δημιουργία μιας «Νεοελληνικής Εκκλησίας» ερήμην του παραδοσιακού μοναχισμού και των πνευματικών προϋποθέσεών του.
3. Νομική θωράκιση της Ενορίας στην Ελλαδική Επικράτεια.
Μετά την ίδρυση του Ελληνικού Κράτους (1830) η τυπική οργάνωση της Ενορίας απασχόλησε επανειλημμένως την Πολιτεία. Το 1833 λ.χ. επί βασιλέως Όθωνος, η ευθύνη των Ενοριών ανετέθη εις τους Δήμους, εξακολούθησαν δε να ισχύουν προγενέστερες διατάξεις. Σημαντικός όμως υπήρξε ο Νόμος 3596/1910 «περί ενοριακών ναών και της περιουσίας αυτών». Ο Νόμος αυτός εκάλυψε υπαρκτά κενά και εθεράπευσε τραυματικές καταστάσεις, ήταν δε έργο του πολιτικού και θεολόγου Αθανασίου Ευταξίου. Σημαντική ήταν η για πρώτη φορά απόδοση κανονικών
δικαιωμάτων
πρεσβυτέρων-εφημερίων
στους και
η
λαϊκούς
αναφορά
για στα
την
εκλογή
προσόντα
και
των την
μισθοδοσία τους από το ταμείο των ναών. Περαιτέρω, μολονότι ο Νόμος «έθετε καθόλου τας βάσεις οριστικής τακτοποιήσεως του εφημεριακού ζητήματος», «δεν εγένετο όμως η πρέπουσα εκ μέρους της Εκκλησίας εφαρμογή». Επεξεργασία του νόμου αυτού έγινε το 1923 (συμμετοχή του καθηγ.
Αμίλκα
Αλιβιζάτου),
ακολούθησαν
δε
μεταγενέστερες
τροποποιήσεις με βασική εκείνη του Α.Ν. 2200 της 1.2.1940 «Περί ιερών ναών και εφημερίων».
Το ενδιαφέρον της Ιεραρχίας δια τα πράγματα των Ενοριών και βελτίωση της καταστάσεως του ιερού εφημεριακού κλήρου δεν έλειψε ποτέ. Σημαντική τομή πραγματοποιεί ο και σήμερον ισχύων Καταστατικός Χάρτης της Εκκλησίας (Ν. 590/1977)33, στα άρθρα 36.1-38.2 «Περί της 103
ενοριακής οργανώσεως». Η ενορία «μετά του ενοριακού ναού» είναι «βασική μονάς οργανώσεως του εκκλησιαστικού βίου» και «νομικόν πρόσωπον δημοσίου δικαίου, ΝΠΔΔ» (36/1). Περαιτέρω ορίζονται τα περί εφημερίων και της μισθοδοσίας τους (άρθρα 37-38)34. Το 1979 όμως εξεδόθη ο Κανονισμός υπ' αριθμ. 8 , που διέπει έκτοτε το ενοριακό καθεστώς της Εκκλησίας της Ελλάδος με τον τίτλο: «Περί ιερών Ναών και Ενοριών (άρθρα 1-20) και την ακόλουθη σπονδύλωση: άρ. 1-2: Ναοί, άρ. 36: Ενορίαι, άρ. 7-12: Περί εκκλησιαστικών Συμβουλίων, άρ. 13: Ιδιόκτητοι και προσκυνηματικοί ιεροί Ναοί, άρ. 14: Ιεροί Ναοί Κοιμητηρίων, άρ.15: Περί ανεγέρσεως Ναών και εκτελέσεως εκκλησιαστικών έργων, άρ.16: Περί εκμισθώσεων και εκποιήσεων, άρ. 17: Περί ερανικών επιτροπών και άρ. 18-20: Ειδικαί και ακροτελεύτιοι Διατάξεις.
4. Η Ενορία σήμερα: Δεδομένα και προοπτικές
Ο λόγος για την Ενορία σήμερα και η μέριμνα για την πορεία της κρίνεται αναγκαιότατη, εφόσον η ακμή ή η παρακμή ( κατ' άνθρωπον) της Εκκλησίας συνδέεται άμεσα με την κατάσταση της Ενορίας, στα πρόσωπα και την δράση της. Ζωντανή Ενορία σημαίνει ζωντανό εκκλησιαστικό οργανισμό και ανάλογη παρουσία του εκκλησιαστικού σώματος στην συγκεκριμένη ιστορική πραγματικότητα. Η δόμηση της ζωής της ενορίας σήμερα δεν μπορεί να διαφοροποιείται, κατά την ουσία της, από ό,τι εθεμελιώθη υπό των Αγίων Αποστόλων και συνεχίσθηκε στην πορεία των αιώνων από τους Αγίους Πατέρες μας, τους μόνους αυθεντικούς εκφραστές της Ορθοδοξίας εις όλους τους αιώνες. Η Ενορία-Εκκλησία δεν τεμαχίζει τον άνθρωπο και γι' αυτό η διακονική προσφορά της στον άνθρωπο και την κοινωνία είναι πνευματική, αλλά και σωματική-υλική, ως αναφορά στις δύο όψεις της ίδιας πραγματικότητος. Με αυτήν την
104
προϋπόθεση διαμορφώνεται και αναπτύσσεται και το φιλανθρωπικό έργο της Ενορίας.
Η διαμόρφωση της ενοριακής-εκκλησιαστικής ζωής ήδη κατά την αποστολική εποχή έλαβε τον χαρακτήρα μιας πλήρους Θεοκρατίας, ως Χριστοκρατίας, με την ανάθεση δηλαδή όλου του βίου στον Χριστόν, τον Θεόν, Σωτήρα και μόνον Κύριον και Δεσπότην της Εκκλησίας. Στον Χριστόν τον εκκλησιαστή, που συνάγει και «εκκλησιάζει» τους πιστούς σ' Αυτόν, στο Πανάγιο Σώμά Του, αναφέρεται και προσφέρεται αδιαλείπτως η όλη ύπαρξή τους, δια να ενώνονται μαζί Του στην Θεία Ευχαριστία, και να αγιάζονται, συναγιάζοντας και την κοινωνία τους.
Την Χριστοκεντρική αυτή πραγματικότητα της εκκλησιαστικής κοινωνίας εικονίζει και εκφράζει, αλλά και συνεχώς πραγματώνει, μια πράξη λειτουργική, που λαμβάνει χώρα στο τέλος της Θείας Λειτουργίας. Πρόκειται για την συστολή των Τιμίων Δώρων στο Άγιο Ποτήριο μετά την μετάληψη. Μέσα στο Άγιο Ποτήριο, το «ατομικό σώμα» του Χριστού γίνεται τώρα ένα με το «κοινωνικό»Του σώμα. Η εν Χριστώ κοινωνία των πιστών είναι ήδη όλη συναγμένη μέσα στο Άγιο Ποτήριο. Όχι μόνο μια κατακόρυφη κοινωνία κάθε πιστού (ατομικά) με τον Θεό εν Χριστώ, αλλά και η οριζόντια εν Χριστώ ένωση όλων των μελών του σώματος μεταξύ τους. Η Εκκλησία-Χριστός, κεφαλή και σώμα, γίνεται έτσι, ορατή πραγματικότητα. Έτσι κατανοείται ο ορισμός του αγίου Μαξίμου του Ομολογητού για την Εκκλησία: «Εικών ... εστι του Θεού ... η αγία Εκκλησία, ως την αυτήν τω Θεώ περί τους πιστούς ενεργούσα ένωσιν».
Ο λόγος όμως περί θεοκρατίας στην ενοριακή ζωή κατ' ουδένα τρόπο σημαίνει
κληρικοκρατία
και
φεουδαρχική
ανθρωποκρατία,
αλλά
αναγνώριση και υπαρκτική διακήρυξη, ότι «Εις άγιος, Εις Κύριος, Ιησούς 105
Χριστός»
στη
ζωή
της
Ενορίας-Εκκλησίας.
Κληρικοί
και
Λαϊκοί
συναντώνται στο ένα σώμα, ως κυβερνώσα και κυβερνωμένη τάξη, αλλά όχι κατά τα κοσμικά πρότυπα. Και οι Λαϊκοί έχουν την θεόσδοτη δυνατότητα να αναπτύξουν τα χαρίσματά τους στην διακονία του όλου σώματος. Άλλωστε το «κυβερνάν» και «κυβερνάσθαι» στην Εκκλησία δεν είναι δικαίωμα, αλλά κυρίως καθήκον. Στην εκκλησιαστική-ενοριακή ζωή δεν υπάρχουν αξιώματα και εξουσίες, με την κοσμική έννοια του όρου, αλλά λειτουργήματα και διακονίες. Κάθε διακονία απορρέει από τον Χριστόν και είναι διακονία του σώματός Του, με πρώτον διάκονον Αυτόν τον Ίδιον.
Έτσι και στην Θεία Λειτουργία δεν υπάρχουν «τελούντες» και παθητικά «παρακολουθούντες», αλλά «συνεπιτελούντες», αφού η Λειτουργία είναι «λείτου έργον», του Λαού, όλου δηλαδή του σώματος. Πόσον μάλιστα, που ο λειτουργός, λόγω της ειδικής ιερωσύνης του «την εαυτού δανείζει γλώτταν και την εαυτού παρέχει χείρα», κατά τον ιερόν Χρυσόστομον, δια να τελέσει όμως τα πάντα ο «αοράτως συν ημίν ων» Ιησούς Χριστός. Εξ άλλου, κατά τον ίδιο Πατέρα, «πρόβατα και ποιμένες» «προς την ανθρωπίνην εισίν διαίρεσιν΄ προς δε τον Χριστόν πάντες πρόβατα. Και γαρ οι ποιμαίνοντες και οι ποιμαινόμενοι υφ' ενός, του άνω Ποιμένος, ποιμαίνονται».
Ο εφημέριος στην Ενορία ενεργεί σε κάθε περίπτωση ως Πνευματικός Πατέρας και «θεραπευτής» των ψυχών των πνευματικών του τέκνων, με στόχο την κάθαρση της καρδίας, τον αγιοπνευματικό φωτισμό της και την θέωση. Πορεία θεώσεως είναι στην ουσία της η ζωή της Ενορίας, τελικά, με την ένταξη, όπως ελέχθη, συνόλου της ζωής στον εκκλησιαστικό, δηλαδή τον εν Χριστώ τρόπον υπάρξεως.
106
Η αντιμετώπιση των συγχρόνων προβλημάτων της ενοριακής ζωής συνδέεται άμεσα με την αναβίωση της εσχατολογικής και θεολογικής συνειδήσεως για την αναζήτηση των ριζών των προβλημάτων και την επανεκτίμηση και επανερμηνεία τους, προς αναζήτηση και των ορθών, στο πνεύμα δηλ. της πατερικής μας παραδόσεως, λύσεων. Προέχει όμως η εκ νέου ανακάλυψη της Ενορίας ως τόπου φανερώσεως του μυστηρίου της Εκκλησίας και της δυνατότητος βιώσεώς του. Πρακτικά και νομικά μέτρα βοηθούν ως ένα σημείο, όταν όμως δεν αναιρούν το εκκλησιολογικό, λειτουργικό και εσχατολογικό περιεχόμενό της, μεταβάλλοντάς την σε ένα κοσμικό ή νομικό θεσμό, αναιρετικό της αληθινής ταυτότητός της. Συχνά «οι Ενορίες μας είναι απλώς επιβεβαίωση του απρόσωπου ή αντιπροσωπικού χαρακτήρα της ανθρώπινης ζωής στις σύγχρονες κοινωνίες» († π. Μ. Καρδαμάκης). Ο εφημέριος καλείται να ξαναγίνει, όπου δεν είναι, πνευματικός πατέρας, ανταποκρινόμενος στις ουσιαστικές ανάγκες των πνευματικών του τέκνων, με την εν Χριστώ και Αγίω Πνεύματι ιεράρχησή τους.
Το δράμα πολλών Ενοριών σήμερα, ιδιαίτερα στον χώρο της διασποράς, είναι η μεταβολή τους από «εν Χριστώ σύναξιν» σε «κοινωνική, «εθνική», «πολιτιστική» ή οποιαδήποτε άλλη. Ο σκοπός όμως που καλείται να πραγματώσει με την ύπαρξη και λειτουργία της η Ενορία, δεν μπορεί να κλείνεται στα στεγανά οποιωνδήποτε ενδοκοσμικών συμβατικοτήτων. Αρχίζει μεν την διακονία της προς τον κόσμο και τις ανάγκες του, αλλά δεν χάνει ποτέ την προοπτική της αιωνιότητος. Αυτό εξασφαλίζεται με το να μένει και σήμερα η Ενορία «εργαστήριον αγιότητος», όπως ήθελε την Εκκλησία ο ιερός Χρυσόστομος. Ότι δε αυτός είναι ο σκοπός της εν τόπω Εκκλησίας, φαίνεται από τα λειτουργικά μας βιβλία και το περιεχόμενό τους, που είναι κοινό σε κάθε τοπική φανέρωση της Εκκλησίας.
107
Η επίγνωση του λόγου υπάρξεως της Ενορίας θα οδηγήσει στην επανεύρεση του εαυτού της. Ο Ναός, τότε, δεν θα είναι τόπος περιπτωσιακής συναντήσεως, αλλά το κέντρο της ζωής των πιστών. Δεν θα είναι απλά χώρος «τελετών», αλλά θα λειτουργεί, όπως το «καθολικόν»
στο
μοναστήρι.
Σ'
αυτό
η
λειτουργία
του
Ναού
(πνευματικότητα) συνεχίζεται στην λειτουργία της κοινής τραπέζης και τα διακονήματα (αδελφικότητα) και του κελλιού (προσωπικός αγώνας). Το ίδιο και στην Ενορία: η λειτουργία του ναού επεκτείνεται στις οικίες των ενοριτών, που γίνονται «κατ' οίκον» εκκλησίες. Με την πρόοδο της πνευματικότητος είναι δυνατόν αυτό αρχικά σε μια μερίδα του ποιμνίου, υπάρχουν δε δείγματα που ενισχύουν την αναστάσιμη ελπίδα.
Είναι, εξ άλλου, ανάγκη να υπερβαθούν πραγματικά εμπόδια στην ανάπτυξη του ενοριακού έργου, όπως λ.χ. συμβαίνει με τις «ενορίες μαμούθ» των αστικών κέντρων . Ο στόχος οφείλει να είναι το πως ο ναός θα γίνει το απόλυτο κέντρο ζωής της Ενορίας. Όλα τα άλλα «κέντρα», που παράγουν οι εκσυγχρονιστικές τάσεις, έχουν δευτερεύουσα σημασία. Το κύριο μέλημα οφείλει να είναι πως η λειτουργική σύναξη και ευχαριστιακή κοινωνία θα ξαναγίνει ο σκοπός της υπάρξεως της Ενορίας. «Η Λειτουργία είναι η ζωή της Εκκλησίας, η εμπειρία της, το μυστήριό της, η ελπίδα της, η στιγμή της αλήθειάς της και μόνο μέσα στην Λειτουργία της Εκκλησίας κατανοείται η θέση της σ' αυτόν τον κόσμο και η σχέση της με αυτόν τον κόσμο και η ύπαρξή της «υπέρ της του κόσμου ζωής και σωτηρίας» ( π. Αλέξανδρος Σμέμαν).
Δραστηριότητες ενορίας Στο έργο της ενορίας συμμετέχουν διαφόρων πεποιθήσεων και απόψεων άνθρωποι μικροί και μεγάλοι με κοινή όμως πίστη στον Χριστό. Και η
108
εκκλησία δημιουργεί με την βοήθεια βέβαια των πιστών, των ιερέων και του μητροπολίτη που συμβάλλουν ενεργά στην προσπάθεια της ενορίας για την ποιμαντική της διακονία και προσφορά. Το ενοριακό έργο απαιτεί μεγάλη προεργασία και σκέψη των πατέρων διότι έχουν να σκεφτούν τι χρειάζεται εκείνη την εποχή και εκείνο το διάστημα στην κοινότητα. Δραστηριότητες που μπορούν να έχει μια ενορία είναι: α) Τα συσσίτια που βοηθούν πολλούς ανθρώπους την σημερινή εποχή (π.χ. Αστέγους, Οικογένειες με οικονομικές δυσκολίες κ.α ), β) Οι συνάξεις που κάνει η ενορία για τους πιστούς με ομιλίες εποικοδομητικού χαρακτήρα, γ) Οι εκδρομές που διοργανώνει σε διάφορα μέρη και μοναστήρια, δ) Τα θεατρικά που διοργανώνει, στ) Διοργανώνει χορωδίες με βυζαντινή ή παραδοσιακή μουσική,
διδάσκονται μουσικά όργανα, παραδίνονται
μαθήματα παραδοσιακών χορών ζ) Οι συνάξεις και οι νεανικές συντροφιές η) Και τέλος τα κοινωνικά φροντιστήρια που βοηθούν πολύ στην σημερινή εποχή.
Και εκτός από τις εκδηλώσεις της ενορίας μας υπάρχουν και οι λατρευτικές εκδηλώσεις που όλοι μας έχουμε παρευρεθεί κάποια στιγμή
109
σε κάποιες από αυτές.Και αυτές είναι: Βάπτισμα: Το Μυστήριο του Βαπτίσματος αποτελεί την είσοδο του ανθρώπου στην Εκκλησία. Με αυτό ο βαπτιζόμενος αποκαθαίρεται από το προπατορικό και κάθε προσωπικό αμάρτημα μέσω του νερού, το οποίο συμβολίζει το αίμα του Ιησού Χριστού. Η βύθιση στο νερό εικονίζει την είσοδο του πιστού στην Εκκλησία. Στα πρώτα χριστιανικά χρόνια κοινή πρακτική ήταν η βάπτιση σε ώριμη ηλικία, αφού προηγουμένως γινόταν η κατήχηση, η διδασκαλία των αρχών της χριστιανικής πίστης. Αργότερα, λόγω του μεγάλου ποσοστού παιδικής θνησιμότητας, υιοθετήθηκε ο νηπιοβαπτισμός και αντί του βαπτιζόμενου βρέφους στην ομολογία πίστης προβαίνει ο ανάδοχος, συμβολή του οποίου είναι η ύστερη κατήχηση του νέου μέλους της Εκκλησίας. Χρίσμα: Το Μυστήριο του Χρίσματος τελείται αμέσως μετά το Βάπτισμα με την επίχριση του βαπτιζόμενου με Άγιο Μύρο. Μέσω αυτού λαμβάνει τις δωρεές του Αγίου Πνεύματος. Ως καθιέρωση του Μυστηρίου θεωρείται η κάθοδος του Αγίου Πνεύματος, με μορφή περιστεριού, επί της κεφαλής του Ιησού κατά την ημέρα της βάπτισής του από τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο. Θεία Ευχαριστία: Στη Θεία Ευχαριστία, Θεία Κοινωνία ή Μετάληψη τελείται ο καθαγιασμός των τίμιων δώρων, άρτου και οίνου, η μεταβολή τους σε Σώμα και Αίμα Χριστού και η μετάδοσή τους στους πιστούς. Είναι το μέγιστο των Μυστηρίων της Ορθόδοξης Εκκλησίας και αυτό που καθαγιάζει την κοινωνία των συμμετεχόντων μετατρέποντάς την σε Σώμα Χριστού. Εξομολόγηση: Το Μυστήριο της Εξομολόγησης ή Μετάνοιας έχει ως βάση τα λόγια του Ιησού «᾿Αμὴν λέγω ὑμῖν, ὅσα ἐὰν δήσητε ἐπὶ τῆς γῆς, ἔσται δεδεμένα ἐν τῷ οὐρανῷ, καὶ ὅσα ἐὰν λύσητε ἐπὶ τῆς γῆς, ἔσται λελυμένα ἐν τῷ οὐρανῷ.» Ματθ.18,18 «ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται.» Ιωαν.20.23 με τα οποία 110
παραχώρησε τη χάρη της συγχώρησης των αμαρτιών στους Αποστόλους. Διά της αποστολικής διαδοχής, που υφίσταται στην Ορθόδοξη Εκκλησία, η χάρη αυτή μεταδόθηκε στους επισκόπους, οι οποίοι ορίζουν, με βάση την πνευματική τους επάρκεια, και πρεσβυτέρους για να τελούν την Εξομολόγηση. Βασική προϋπόθεση της συμμετοχής στο Μυστήριο της Εξομολόγησης είναι η ειλικρινής μετάνοια του ανθρώπου για την ανυπακοή στο θείο θέλημα. Στη Ορθοδοξία το Μυστήριο αυτό έχει ως σκοπό την αναγωγή του ανθρώπου στην αγαπητική του σχέση με το Θεό. Γάμος: Στην Ορθόδοξη Εκκλησία το Μυστήριο του Γάμου υφίσταται ως πνευματική ένωση του άνδρα και της γυναίκας και ως σαρκική για τη διαιώνιση του ανθρώπινου γένους. Ο γάμος δεν αποτελεί κατ’ αρχή επαναλαμβανόμενο μυστήριο, θεωρούμενος αδιάλυτος. Η Εκκλησία, όμως, προκειμένου να διαφυλάξει τον άνθρωπο από χειρότερη πτώση και δρώντας κοινωνικά και «κατ’ οικονομίαν», θέσπισε τη λύση του γάμου καθώς και ειδική τελετή για δεύτερο γάμο, επιτρέποντας συνολικά την τέλεση τριών γάμων για τα μέλη της.
111
Η εκκλησία δεν ανάγκασε κανέναν να πάει να προσκυνήσει και να λατρέψει τον Θεό. Για πολλούς ανθρώπους είναι ανάγκη να πάνε στην εκκλησία αλλά για κάποιους άλλους είναι εξαναγκασμός… Στην σημερινή εποχή όμως οι άνθρωποι έχουν πολλές υποχρεώσεις (στην εργασία τους, στην οικογένεια, και στην προσωπική τους ζωή). Δεν μπορούν να κάνουν τα πάντα ταυτόχρονα αφού ο μισός πληθυσμός είναι πολυάσχολος.
Βέβαια υπάρχει και η αντίθετη άποψη και αυτή είναι ότι ο άλλος μισός πληθυσμός δεν θέλει να πάει στην εκκλησία διότι δεν του αρέσει, νιώθει ανία, μπορεί να μην αντέχει το λιβάνι και άλλοι λόγοι. Αλλά υπάρχουν και άνθρωποι που πηγαίνουν μόνο και μόνο επειδή νιώθουν υποχρέωση, πηγαίνουν μόνο για να λένε ότι πηγαίνουν και δεν αισθάνονται τίποτα για τον χώρο αυτόν. Βέβαια υπάρχουν και άλλοι που τον λατρεύουν και ακολουθούν τις οδηγίες του Θεού στη ζωή τους.
Όταν πάει στην εκκλησία ο πιστός είναι υποχρεωμένος και να την σέβεται, να την αγαπά και να νιώθει την ανάγκη να καθίσει και να σεβαστεί το σπίτι του πνευματικού πατέρα του και όχι να το παραμελήσει. Είναι καλό να πηγαίνουμε τακτικά στην εκκλησία, αλλά επειδή λίγοι πηγαίνουν τακτικά, όταν πηγαίνουμε ας πηγαίνουμε με την καρδιά μας…!
112
Βιβλιογραφία 1. Αγίου Νεκταρίου, Μητροπολίτου Πενταπόλεως, Ορθόδοξος Ιερά Κατήχησις. 2. Γκεωργκίου Βίργκιλ, Ένα Όνομα για την αιωνιότητα, Εκδόσεις Τήνος 3. Γρηγορίου Ιερομονάχου, Ο Εκκλησιασμός, Ιερόν Κουτλουμουσιανόν Κελλίον Άγιος Ιωάννης Θεολόγος, Άγιον Όρος. 4. Μαρκαντώνη Ευαγγέλου, Γεωργόπουλου Αυγερινού, Ζαμπέλη Ιωάννη, Τα Φυτά στη Λατρεία της Εκκλησίας, ΄Εκδοση Ιδρύματος Νεότητος Αρχιεπισκοπής Αθηνών, Αθήνα 2006. 5. Ντεκάστρο Μαρία, Διαβάζοντας τις Βυζαντινές Εικόνες, ΣΤ έκδοση
6. Ο Αυτοχρωμικός Άθως. Οι πρώτες έγχρωμες φωτογραφίες του Αιώνα ( 1913 - 1918). Β’ έκδοση, Αθήνα 2003. Το Σπίτι του Θεού, CD-Rom, Ιερά Μητρόπολη Λεμεσού, Εκδόσεις Ακρίτας
www.apostoliki-diakonia.gr www.ievapostol.wordpress.com www.el.wikipedia.org www.en.wikipedia.org www.users.uoa.gr www.inad.gr www.osiosloukas.gr http://el.wikipedia.org/wiki/Ορθόδοξη_Εκκλησία http://el.wikipedia.org/wiki/Άγιο_Φως http://www.slideshare.net/Michelangelo705/ss-19950406 http://www.orpheusgallery.gr/ http://el.wikipedia.org/wiki/Ιερά_σκεύη 113
http://el.wikipedia.org/wiki/Άμφια www.analogion.gr
http://www.egolpion.com/enoria.el.aspx#ixzz2mX8OyRNB http://www.catichisis.gr/youth-events/item/
114