ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ-PROJECT
ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΜΟΥ
ΤΑΞΗ Β’ 3Ο ΓΕΝΙΚΟ ΛΥΚΕΙΟ «ΜΙΛΤΟΣ ΚΟΥΝΤΟΥΡΑΣ»
ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ 2014
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ Η ομάδα του project ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΜΟΥ θα ήθελε να ευχαριστήσει τον υπεύθυνο καθηγητή κ. Λοντόρφο αλλά και την κ. Φυσάκη για την βοήθεια τους και επίσης όλους τους συμμετέχοντες για τη συνεισφορά τους.
1
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΜΟΥ
ΔΙΜΕΛΗΣ ΕΠΙΤΡΟΠΗ
Εποπτεύων καθηγητής: Λοντόρφος Γιάννης
Μέλος: Φυσάκη Κατερίνα
Επιμέλεια αναφοράς: Ευαγγελία-Μεταξία Λυκουριά
Ερευνητική εργασία των μαθητών: Γκιώνη Γεωργία, Ζέρβας Αθανάσιος, Ζήκου Κλεοπάτρα, Ζούμπου Αναστασία, Κουτσούγερας Γεώργιος, Λυκουριά Ευαγγελία-Μεταξία, Μπαλάσκα Ελένη-Σοφία, Οικονόμου Ανδρέας, Παλάσκας Γεώργιος, Σκάλτσα Μαρία, Τάλο Γιώργος, Τζίννης Χρήστος, Τσεκμετζίδου Παρθένα, Χρυσικού Αφροδίτη.
2
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
Περιεχόμενα ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ............................................................................................... 5 Ορισμός ................................................................................................................................. 5 ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΤΗΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ ........................................................................... 6 Νεολιθική περίοδος .............................................................................................................. 6 Μεσοποταμία - Αίγυπτος ...................................................................................................... 7 Μινωϊκός - Μυκηναϊκός κόσμος ........................................................................................... 8 Αρχαία Ελλάδα .................................................................................................................... 10 Ρωμαϊκή εποχή.................................................................................................................... 11 Μεσαίωνας.......................................................................................................................... 13 Ρομανικός ρυθμός............................................................................................................... 15 Αναγέννηση ......................................................................................................................... 16 Μπαρόκ ............................................................................................................................... 17 Ροκοκό................................................................................................................................. 19 Νεοκλασικισμός .................................................................................................................. 21 Αρ Νουβό............................................................................................................................. 22 Μοντερνισμός ..................................................................................................................... 24 Μπάουχαους....................................................................................................................... 26 Μεταμοντερνισμός ............................................................................................................. 28 Πηγές ....................................................................Σφάλμα! Δεν έχει οριστεί σελιδοδείκτης.
3
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
Ευρετήριο εικόνων Εικόνα 1:<<Η Αρχιτεκτονική, η Γλυπτικη΄, και η Ζωγραφική>>, αλληγορικό έργο του Πομπέο Μπατόνι..................................................................................................................................... 6 Εικόνα 2:Oικισμός της Νεολιθικής εποχής ............................................................................... 7 Εικόνα 3: Oι πυραμίδες της Γκίζας είναι από τα πλέον αξιοπρόσεκτα δείγματα αρχιτεκτονικής της Αρχαιότητας............................................................................................... 8 Εικόνα 4: Ερείπια μινωικού οικίματος στην Κρήτη................................................................... 9 Εικόνα 5: Το αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου........................................................................... 11 Εικόνα 6: Το Κολοσσαίο της Ρώμης ........................................................................................ 12 Εικόνα 7: Οι αρχιτεκτονικοί νεωτερισμοί στην αρχαία Ρώμη ................................................ 13 Εικόνα 8: Οχυρωματική αρχιτεκτονική στην Ιταλία από τον μεσαίωνα εώς τον 19ο αιώνα . 15 Εικόνα 9: Κτήριο βασισμένο στον ρομανικό ρυθμό ............................................................... 16 Εικόνα 10: Σκίτσο παλατιού στην Ιταλία................................................................................. 17 Εικόνα 11: StiftMelk, δείγμα παλατιού μπαρόκ αισθητικής (Αυστρία).................................. 19 Εικόνα 12: Πρωίμο δείγμα στην αρχιτεκτονική κάστρων της Γερμανίας ............................... 21 Εικόνα 13: Κτήριο βασισμένο στις αρχές του νεοκλασικισμού .............................................. 22 Εικόνα 14: Το Καφέ Ζερμπώ, δείγμα αρχιτεκτονικής Αρ Νουβό............................................ 23 Εικόνα 15: Γραφεία εταιρίας με βασικό υλικό το γυαλί και σύμφωνα με τις αρχές του μοντερνισμού .......................................................................................................................... 26 Εικόνα 16: Η σχολή Bauhaus το 1993 ..................................................................................... 28 Εικόνα 17: Κτήριο του Gaudi(εκπρόσωπος του μεταμοντερνισμού) στη Βαρκελώνη ........... 29
4
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ Ορισμός Αρχιτεκτονική είναι η τέχνη και η εφαρμοσμένη επιστήμη της σχεδίασης και της υλοποίησης διαφόρων κατασκευών, όπως κτηρίων και γεφυρών, με έμφαση στην εργονομία και στην αισθητική τους. Οι κατάλληλα καταρτισμένοι επιστήμονες καλούνται αρχιτέκτονες μηχανικοί. Αντικείμενο της αρχιτεκτονικής είναι ο σχεδιασμός όλων των κτιστών υποδομών στο περιβάλλον, από το μακροσκοπικό επίπεδο του σχεδιασμού πόλεων ως το μικροσκοπικό του σχεδιασμού επίπλων και προϊόντων καθημερινής χρήσης. Ετυμολογικά, ο όρος προέρχεται από το ελληνικό «αρχή» και «τέχνη» - «τεκτονική» (κατασκευή / δημιουργία). Οι επιστημονικοί κλάδοι της αρχιτεκτονικής, όπως ορίζονται από τα περισσότερα ακαδημαϊκά ιδρύματα, περιλαμβάνουν τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό, τον αστικό και πολεοδομικό σχεδιασμό, τον σχεδιασμό τοπίου και περιβάλλοντος και τη συντήρηση και αποκατάσταση αρχιτεκτονικών μνημείων και συνόλων. Η αρχιτεκτονική συνθέτει επιμέρους γνώσεις από τις καλές τέχνες, τις ανθρωπιστικές επιστήμες και τις επιστήμες μηχανικών. Παράλληλα επικαλύπτεται με συγγενείς αλλά διακριτούς επιστημονικούς κλάδους όπως η επιστήμη πολιτικού μηχανικού, η οποία δίνει έμφαση στις τεχνικές όψεις της κατασκευαστικής δραστηριότητας (π.χ. στη στατική στήριξη), και η χωροταξία-πολεοδομία, η οποία αρχικά εθεωρείτο τομέας της αρχιτεκτονικής και εξακολουθεί να διδάσκεται σε νέους αρχιτέκτονες. Ο μονοσήμαντος ορισμός της αρχιτεκτονικής κρίνεται προβληματικός, καθώς αρχιτέκτονες και θεωρητικοί ή ιστορικοί της αρχιτεκτονικής δεν συγκλίνουν αποκλειστικά σε έναν.
5
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
Εικόνα 1:<<Η Αρχιτεκτονική, η Γλυπτικη΄, και η Ζωγραφική>>, αλληγορικό έργο του ΠομπέοΜπατόνι
ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΤΗΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ Νεολιθική περίοδος Η οργάνωση των οικισμών και η αρχιτεκτονική μορφή των σπιτιών διαφέρει κατά περιοχές και περιόδους και αντανακλά τις περιβαλλοντικές, οικονομικές και κοινωνικές μεταβολές που σημειώνονται κατά τη μακραίωνη Νεολιθική εποχή (6800-3200 π.Χ.). Τα υλικά δόμησης είναι χοντροί ξύλινοι πάσσαλοι, καλάμια, πηλός και πέτρα για τα θεμέλια και τους τοίχους, ενώ για τη στέγαση χρησιμοποιούνται κορμοί δένδρων, καλάμια, πηλός και άχυρο. Θέσεις της Αρχαιότερης Νεολιθικής απαντούν στα παράλια και το εσωτερικό της ηπειρωτικής Ελλάδας και των νησιών Ιονίου και Αιγαίου, σε πεδινές και λοφώδεις περιοχές, κυρίως σε ποτάμια, ρέματα και πηγές. Αξιοσημείωτη είναι η έλλειψη αρχαιολογικών καταλοίπων της Προκεραμικής, της Αρχαιότερης και Μέσης Νεολιθικής από τις Κυκλάδες, παρά τη διαπιστωμένη ναυσιπλοΐα στο Αιγαίο και την εξόρυξη οψιανού ήδη από τη Μεσολιθική εποχή. Οι οικισμοί της Προκεραμικής Νεολιθικής αποτελούνται από ημιυπόγειες καλύβες (σκαμμένες εν μέρει στο έδαφος), όπως εκείνες που σώζονται στα Δενδρά και την Κνωσό. Κατά τη Μέση Νεολιθική συνεχίζεται η κατασκευή πασσαλόπηκτων οικιών (Νέα Μάκρη), ενώ κτίζονται για πρώτη φορά σπίτια με λίθινα θεμέλια και τοίχους από ωμές πλίνθους (άψητα τούβλα από μίγμα πηλού και άχυρου). Μια ηθελημένη αναφορά στο νέο αυτό τεχνολογικό και κοινωνικό γεγονός αποτελεί η μαζική εμφάνιση των πήλινων ομοιωμάτων σπιτιών. Τα σπίτια είναι ορθογώνια, μονόχωρα ή διαθέτουν και ανοιχτό ή κλειστό προθάλαμο (τύπος μεγάρου). Είναι κτισμένα ανεξάρτητα το ένα από το άλλο, ισόγεια κατά κανόνα, ενώ υπάρχουν ενδείξεις για χρήση και διώροφων οικημάτων (Σέσκλο). Η οικία 6
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ "τύπου Τσαγγλί" (τρία δείγματα στον οικισμό Τσαγγλί) με δυο εσωτερικές αντηρίδες, δηλαδή τοιχάρια που προεξέχουν, σε κάθε πλευρά, και με μια σειρά πασσάλων στο μέσον του τετράγωνου χώρου, ξεχωρίζει στην αρχιτεκτονική της Μέσης Νεολιθικής. Οι αντηρίδες εξυπηρετούν τόσο τη στέγαση του χώρου όσο και τη διάκριση διαφόρων λειτουργιών, όπως τροφοπαρασκευή, αποθήκευση, ύπνο κ.λπ. Κατά τη Νεότερη Νεολιθική παρατηρείται σημαντική αύξηση του αριθμού των οικισμών στις πεδιάδες, που συνεπάγεται πληθυσμιακή αύξηση και εντατικοποίηση της καλλιέργειας. Χρησιμοποιούνται μεγάλων διαστάσεων ορθογώνια και μεγαρόσχημα κτήρια (Σέσκλο, Μαγούλα Βισβίκη), ενώ οι τροφοπαρασκευαστικές κατασκευές βρίσκονται πλέον κατά κανόνα στο εσωτερικό των σπιτιών. Πολλοί οικισμοί περιβάλλονται από τάφρους πλάτους 4-6 και βάθους 1,5-3,5 μέτρων (π.χ. Οτζάκι, Γαλήνη, Μακρύγιαλος) ή λιθόκτιστους περιβόλους ύψους 1,5-1,7 μέτρων (Σέσκλο, Διμήνι). Η λειτουργία των περιβόλων παραμένει ασαφής: προστασία από τα άγρια ζώα ή δήλωση των ορίων του οικισμού και προστασία των αγαθών του; Κατά την Τελική Νεολιθική κατοικούνται εντατικότερα οι παράκτιες ζώνες, και μάλιστα τα παράκτια σπήλαια, καθώς επίσης και τα νησιά, ενώ στις πεδινές περιοχές κάποιοι οικισμοί φαίνεται να αποκτούν ιδιαίτερη οικονομική σημασία. Οι οικισμοί περιβάλλονται συχνά από τάφρους (Διμήνι), ενώ στην αρχιτεκτονική χρησιμοποιούνται για πρώτη φορά αψιδωτά κτίσματα (Ραχμάνι).
Εικόνα 2:Oικισμός της Νεολιθικής εποχής
Μεσοποταμία – Αίγυπτος Ο αρχικός πολιτισμός στη Μεσοποταμία ξεκίνησε κι αυτός κατά τη Νεολιθική εποχή, αλλά αξιόλογα δείγματα αρχιτεκτονικής εμφανίζονται κατά την 2η και 1η χιλιετία π.Χ. Σε αυτήν την περίοδο εμφανίζονται αρχιτεκτονήματα μεγάλης κλίμακας, όπως τα ανάκτορα, οι ναοί και τα ζιγκουράτ, τα πιο αντιπροσωπευτικά κτίσματα της Μεσοποταμίας. Τα ζιγκουράτ ήταν πυραμιδοειδείς βαθμιδωτές κατασκευές, μέρος ενός οργανωμένου συγκροτήματος ναού κατασκευασμένες από ωμές πλίνθους, ή στην καλύτερη περίπτωση επενδεδυμένες από οπτόπλινθους.
7
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Στην Αίγυπτο, την εποχή ενοποίησής της σε μια κοινή επικράτεια περί το 3150 π.Χ, κατοικούσε ένα μείγμα λαών με διαφορετικές γεωγραφικές καταβολές και ποικίλες θρησκευτικές δοξασίες, παράγοντας που είχε άμεσο αντίκτυπο στην αρχιτεκτονική της. Τα ταφικά οικοδομήματα μεγάλης κλίμακας που αναγέρθηκαν τα χρόνια που ακολούθησαν, όπως τα μασταμπά - οι παλιότερες μορφές υπέργειου ταφικού μνημείου – οι λαξευτοί τάφοι σε βράχους, η βαθμιδωτή πυραμίδα «Ζοζέρ» στη Σακκάρα και το τριπλό συγκρότημα των πυραμίδων της Γκίζας, επηρέασαν ακόμη και πολιτισμούς που εξελίχθηκαν αρκετούς αιώνες αργότερα. Η Πυραμίδα του Χέοπα, η μεγαλύτερη από τις τρεις της Γκίζας, εντυπωσιάζει ακόμη και σήμερα με την αρτιότητα της κατασκευής, τον ακριβή προσανατολισμό και τις διαστάσεις της και την τελειότητα των υλικών, δεδομένα πρωτόγνωρα την εποχή που κατασκευάστηκε. Τόσο στην μεσοποτάμια όσο και στην αιγυπτιακή αρχιτεκτονική παρατηρούνται πρακτικές που εμφανίζονται αρκετούς αιώνες αργότερα σε άλλες γεωγραφικές ζώνες: η μονολιθική δοκός επί στύλων της λίθινης ναοδομίας των Αιγυπτίων επηρέασε την αρχαία ελληνική αρχιτεκτονική, ενώ η θολοδομία της Μεσοποταμίας τη ρωμαϊκή και αργότερα τη μεσαιωνική αρχιτεκτονική.
Εικόνα 3: Oι πυραμίδες της Γκίζας είναι από τα πλέον αξιοπρόσεκτα δείγματα αρχιτεκτονικής της Αρχαιότητας
Μινωϊκός - Μυκηναϊκός κόσμος Από την πρώτη εμφάνιση του μινωικού πολιτισμού το 3000 – 2200 π.Χ., ως την πλήρη καταστροφή του και την επικράτηση των δωρικών φύλων το 1500 – 1000 π.Χ., μπορούν να αντληθούν πολλά στοιχεία για αυτόν: ενδείξεις της καθολικής και αδιατάρακτης ειρήνης και για τις παντελώς ατείχιστες πόλεις του, έως την οργάνωση της κοινωνικής δομής και τη
8
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ναυτική υπεροχή του. Οι καινοτόμες, για την εποχή, αρχιτεκτονικές πρακτικές εντοπίζονται στη σχεδίαση των ανακτορικών συγκροτημάτων και σε αυτήν των οικισμών. Το τυπικό συγκρότημα ανακτόρων στη Μινωική Κρήτη, είναι συνήθως ένα φαινομενικά δαιδαλώδες αλλά ανοχύρωτο σύμπλεγμα χώρων (δωματίων, εργαστηρίων, αποθηκών κτλ.), που αποτελείται από πτέρυγες διαφορετικού ύψους, οι οποίες περιβάλλουν έναν μεγάλο κεντρικό αύλειο χώρο, προσανατολισμένο στον άξονα Βορρά – Νότου. Η αρχιτεκτονική των μινωικών οικισμών ενσωμάτωνε μια σειρά από κατασκευαστικές πρακτικές που επηρέασαν βαθύτατα τους πολιτισμούς που ακολούθησαν: η εκτεταμένη χρήση του ξύλου ως φέροντα οργανισμού για τα κτίρια, που για πρώτη φορά επέτρεψε να πραγματοποιηθούν πολυώροφες κατασκευές με αντισεισμική προστασία και η ευρεία χρήση λαξευτών λίθων στις τοιχοποιίες κάποιων οικισμών αποτελούν ορισμένες από αυτές τις πρακτικές. Η παρουσία μεγάλων ανοιγμάτων - παραθύρων στα κτίσματα του μινωικού πολιτισμού χαρακτηρίζεται από κάποιους μελετητές ως «μια μεγάλη καινοτομία του μινωικού πολιτισμού, που αφήνει πίσω πλέον τα σκοτεινά οικοδομήματα της Ανατολής, ανοίγοντας το δρόμο για τη σύγχρονη αρχιτεκτονική του Δυτικού κόσμου». Ο μυκηναϊκός πολιτισμός σφράγισε την ύστερη εποχή του χαλκού περίπου από το 1600 έως το 1100 π.Χ. Αναπτύχθηκε μέσα σε οχυρωμένες ακροπόλεις, οι περισσότερες από τις οποίες εντοπίζονται την περιοχή της Πελοποννήσου. Τα κυρίαρχα στοιχεία της μυκηναϊκής αρχιτεκτονικής που σώζονται έως σήμερα είναι οι οχυρώσεις, τα μέγαρα και οι τάφοι. Οι οχυρώσεις - τα «κυκλώπεια τείχη» όπως χαρακτηριστικά περιγράφονται από αρκετά μεταγενέστερες μαρτυρίες - αποτελούνταν από στοιχειωδώς πελεκημένους ογκόλιθους, υπερμεγέθους κλίμακας. Η γνωστότερη είναι αυτή των Μυκηνών, στην οποία ενσωματώνεται η Πύλη των Λεόντων: ένα μεγαλιθικό μνημείο που συντίθεται από τρεις ογκόλιθους, πάνω από τους οποίους διαμορφώνεται ανακουφιστικό τρίγωνο, χαρακτηριστική χειρονομία της μυκηναϊκής αρχιτεκτονικής που γίνεται για στατικούς λόγους, κλεισμένο με τη φημισμένη διακοσμητική πλάκα με τα λιοντάρια.
Εικόνα 4: Ερείπια μινωικού οικίματος στην Κρήτη
9
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
Αρχαία Ελλάδα Μπορεί η κάθοδος πολεμικών φυλών γύρω στο 1000 π.Χ. να συνετέλεσε στην εξαφάνιση προηγούμενων ανεπτυγμένων πολιτισμών και στην συνακόλουθη εμφάνιση μιας τραχιάς και πρωτόγονης αρχιτεκτονικής και τέχνης, αλλά μέσα στο πέρασμα των αιώνων οι απόγονοι των φυλών αυτών κυοφόρησαν μια από τις μεγαλύτερες επαναστάσεις σε όλη την ιστορία της τέχνης. Από αυτήν ξεπήδησαν μορφές όπως του περίπτερου ναού (αυτού με κολώνες ολόγυρά του), του θεάτρου, της αγοράς, της στοάς, της αστικής κατοικίας και του σταδίου. Τα λείψανα των πρώτων ναών είναι ολιγάριθμα, αφού αρχικά υπήρχαν μόνο βωμοί που εξυπηρετούσαν τη θρησκευτική λατρεία, οι οποίοι αργότερα στεγάστηκαν. Πολύ πιθανό θεωρείται οι πρώτοι ναοί να ήταν χτισμένοι από ξύλο, κάτι που επιβεβαιώνεται από το ότι η ξύλινη δομή των προηγούμενων «αντιγράφεται» από τους μεταγενέστερους. Από την αρχαϊκή έως την ελληνιστική φάση (8ος – 1ος αι. π.Χ.), μέσα από μια αδιάκοπη διαδικασία εξέλιξης, επικρατούν δύο σαφείς τάσεις στην ελληνική ναοδομία: οι επιμήκεις κατόψεις βραχύνονται, με την αναλογία πλάτους/μήκους να τείνει περίπου στο ½ και οι βαριές σε αναλογίες προσόψεις αποκτούν όλο και λεπτότερα στοιχεία. Παράλληλα (και εν μέρει εξαιτίας των τάσεων αυτών) αναπτύσσονται τρεις διαφορετικοί αρχιτεκτονικοί ρυθμοί που έμελλε να επηρεάσουν ή να καθορίσουν σε τεράστιο βαθμό την αρχιτεκτονική που ακολούθησε για χιλιετίες: ο δωρικός, ο ιωνικός και αργότερα ο κορινθιακός. Όλα τα παραπάνω χαρακτηριστικά, μαζί με τη σχεδιαστική προσέγγιση μαθηματικών κανόνων (χρυσή τομή) και την έμφαση σε μια οπτική και κατασκευαστική τελειότητα, απέδωσαν πολλές διαφορετικές μορφές ναών. Δωρικού ρυθμού (όπως ο Παρθενώνας στην Ακρόπολη των Αθηνών και ο Γ’ ναός της Αφαίας στην Αίγινα), Ιωνικού (ο Γ’ ναός της Ήρας στη Σάμο και ο ναός της απτέρου Νίκης στην Ακρόπολη των Αθηνών), σε μικρότερο αριθμό Κορινθιακού (π.χ. ο ναός του Ολυμπίου Διός στην Αθήνα) και φυσικά συνδυασμού τους. Το θέατρο είναι ένα ακόμη αρχιτεκτόνημα της περιόδου αυτής που προήλθε από τον ιερό χώρο. Το πρώτο μόνιμο θέατρο οικοδομήθηκε στην Αθήνα στις αρχές του 5ου αι. π.Χ., αν και γιορτές που περιελάμβαναν θεατρικές παραστάσεις – όπως τα «εν άστει Διονύσια» – είχαν καθιερωθεί πολύ νωρίτερα. Οι παραστάσεις αυτές από τον 6ο αι. π.Χ. οδήγησαν στο να παγιωθεί η έκφραση σημαντικών νοημάτων, να καθιερωθεί ένα σταθερό λειτουργικό τυπικό – άρα να ολοκληρωθεί η μορφή του: αυτή αποτελείται από την ορχήστρα, τη σκηνή, το προσκήνιον, και το κοίλον – με τα εδώλια (καθίσματα) σε κυκλική διάταξη. Στο θέατρο γινόταν πολλές φορές η συνέλευση της Εκκλησίας του Δήμου ή της Βουλής, κάτι που φανερώνει την πλήρη ενσωμάτωσή του στην αστική ζωή. Η αγορά αποτελεί την κοινωνική και πολιτική καρδιά της πόλης, εντοπίζεται στο κέντρο της και συνήθως διατρέχεται από τον μεγαλύτερο δρόμο της πόλης. Δύο είναι οι τύποι αγοράς που κυριαρχούν: η ακανόνιστη και η ιωνική. Σε αυτήν απαντούν οι στοές, με διάφορες μορφές, οι μικροί ναοί και τα τιμητικά μνημεία. Το στάδιο χρησίμευε για τη σωματική άσκηση και στην αρχή αποτελούσε μέρος όλων των μεγάλων ελληνικών ιερών. Η ονομασία του προέρχεται από την ομώνυμη μονάδα μήκους, που ισοδυναμούσε με περίπου 600 πόδια. Η σταθερή, γνώριμη μορφή του, με τα κεκλιμένα πρανή με εδώλια, προέκυψε από
10
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ τις αρχικές πρακτικές χωροθέτησής του έτσι ώστε να εκμεταλλεύεται τη φυσική κλίση του εδάφους. Πέρα από τα δημόσια κτίρια, η αρχιτεκτονική εκφράζεται στην ιδιωτική σφαίρα μέσα από την κατοικία. Στον ελλαδικό χώρο κυριαρχεί – εκτός από τα σπίτια που χωροθετούνται κοντά το ένα στο άλλο και τα σπίτια με εμπρόσθια αυλή – η κατοικία με περίκλειστη αυλή. Ο αύλειος χώρος σε αυτήν τη μορφή προτιμάται όχι μόνο για την άριστη προσαρμογή του στις τοπικές κλιματολογικές συνθήκες αλλά και για λειτουργικούς λόγους. Από αυτόν γίνεται ο φωτισμός, ο φυσικός αερισμός και η επικοινωνία των γύρω δωματίων. Σε αυτόν τοποθετείται συνήθως και η σκάλα που οδηγεί στον όροφο.
Εικόνα 5: Το αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου
Ρωμαϊκή εποχή Από την εποχή που οι Ρωμαίοι κατακτούσαν τον «γνωστό κόσμο» και ίδρυαν την Aυτοκρατορία τους πάνω στα ερείπια των ελληνιστικών βασιλείων, έως και τον 3ο αι. μ.Χ., η ρωμαϊκή αρχιτεκτονική ενέταξε στο λεξιλόγιό της δύο σημαντικά κατασκευαστικά επιτεύγματα: την αψίδα και το θόλο. Η αψίδα είναι μια αρχιτεκτονική κατασκευή από δομικό υλικό σφηνοειδούς σχήματος, με στόχο τη δημιουργία ανοίγματος και την παραλαβή στατικού φόρτου πάνω από αυτό. Παρόλο που η τεχνική κατασκευής της ήταν γνωστή στους Ετρούσκους και τους Έλληνες αρχιτέκτονες, η ευρεία χρήση της καθιερώθηκε από τους Ρωμαίους στα μνημειακού χαρακτήρα κτίσματα όπως τα αμφιθέατρα, τα υδραγωγεία, οι γέφυρες, και οι αψίδες θριάμβου. Οι θόλοι αντίθετα, κατασκευές που επίσης βασίζονται στη λογική της αψίδας, χρησιμοποιήθηκαν σε τάφους και σε κτίρια όπως το Πάνθεον, στη Ρώμη.
Η οικοδομική επιδεξιότητα των Ρωμαίων, που δεν δίσταζαν να υιοθετούν, να συνδυάζουν και να βελτιώνουν τις αρχιτεκτονικές πρακτικές των υποτελών τους λαών, παρέκαμψε την ανάγκη εύρεσης μιας λοφοπλαγιάς κατάλληλης για το στήσιμο του κοίλου του θεάτρου. Αποτέλεσμα ήταν η μεταφορά των θεάτρων στην καρδιά των πόλεων και, μετά το 46 π.Χ., έπειτα από τις κατάλληλες μετατροπές, η εμφάνιση των πρώτων αμφιθεάτρων ήταν γεγονός. Αναμφίβολα το διασημότερο από αυτά είναι το Κολοσσαίο: μια τεράστια για τα δεδομένα της εποχής κατασκευή, με μια εντυπωσιακή πρόσοψη χωρισμένη σε τέσσερις ζώνες, στηριγμένη σε καμάρες και θόλους, που ήταν ικανή να φιλοξενήσει στις εξέδρες της ένα πλήθος 50.000 – 70.000 θεατών. Αυτοί οι τελευταίοι εισέρχονταν και εξέρχονταν από
11
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ στοές κάτω από το κοίλον που οδηγούσαν στις εισόδους (vomitoria), για να παρακολουθήσουν τα όσα διαδραματίζονταν σε μια σκηνή τεχνολογικά άρτια και προφυλαγμένοι από τις καιρικές συνθήκες κάτω από ένα υπερμέγεθες οβάλ στέγαστρο (velarium). Οι γέφυρες χρησιμοποιήθηκαν από τους Ρωμαίους τόσο για το οδικό δίκτυο όσο και για τα υδραγωγεία τους, αποτελώντας αντιπροσωπευτικά κατασκευαστικά έργα της εποχής τους. Ο μνημειακός χαρακτήρας των γεφυρών ήταν αποτέλεσμα τόσο της σημαντικότητάς τους – καθότι ήταν υποχρεωτικά σημεία διόδου – όσο και της τάσης ελαχιστοποίησης του αριθμού των πέδιλών τους – για λόγους αντοχής στα υδάτινα ρεύματα. Με αντίστοιχο τρόπο τα υδραγωγεία αποτελούσαν τοπόσημα μέσα στο φυσικό και στο αστικό περιβάλλον, υποδείγματα υδραυλικής μηχανικής με ροή βασισμένη στη βαρύτητα, που κατόρθωναν να μεταφέρουν το νερό από κάποια απομακρυσμένη περιοχή σε δεξαμενές και συστήματα διανομής μέσα στις πόλεις. Ένα από τα καλύτερα διατηρημένα υδραγωγεία είναι το PontduGard στη νότια Γαλλία, χτισμένο από λιθόπλινθους μνημειακού μεγέθους, χωρίς κονίαμα ή συνδέσμους. Για πολλούς ερευνητές το Πάνθεον, ο ναός αφιερωμένος σε όλους τους θεούς, παραμένει το αριστούργημα της ρωμαϊκής αρχιτεκτονικής και θολοδομίας.Το κτίσμα συνδυάζει γεωμετρική απλότητα, αισθητική ποιότητα και ένα επιβλητικό μέγεθος σε μια κατασκευή που, παρά τις επαναλαμβανόμενες σεισμικές δονήσεις και τους κατά καιρούς ακρωτηριασμούς που υπέστη, δεν παρουσιάζει ακόμη και σήμερα κανένα στατικό η δομικό πρόβλημα. Η κυκλική του κάτοψη, εσωτερικής διαμέτρου 43,3 μ., καλύπτεται με τον ημισφαιρικό θόλο - φτιαγμένο από υψηλής ποιότητας ρωμαϊκό σκυρόδεμα, ενισχυμένο με έξι διαδοχικούς δακτυλίους και ανακουφισμένο από αλλεπάλληλα φατνώματα – ένα μικρό θαύμα των μηχανικών της εποχής του. Τέλος, οι αψίδες του θριάμβου ήταν μνημεία ιδρυμένα προς τιμήν ενός προσώπου ή σε ανάμνηση κάποιου σημαντικού γεγονότος. Οι περισσότερες από αυτές τις κατασκευές, που συνδύαζαν μία η περισσότερες αψίδες με γλυπτικό διάκοσμο επηρεασμένο από την κλασική Αρχαιότητα, κατασκευάστηκαν κατά τη διάρκεια της αυτοκρατορικής ρωμαϊκής περιόδου.
Εικόνα 6: Το Κολοσσαίο της Ρώμης
12
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
Σύμφωνα με την πιο πρώιμη μελέτη γύρω από το αντικείμενο, ο Βιτρούβιος στο έργο του Περί αρχιτεκτονικής βασίζει την καλή αρχιτεκτονική σε τρεις αρχές: Ομορφιά , Σταθερότητα και Ευχρηστία . Τονίζει ότι η αρχιτεκτονική οφείλει να εξισορροπεί και να συντονίζει με βάση αυτά τα τρία στοιχεία, χωρίς κανένα να υπερβαίνει τα άλλα. Με το έργο του ο Βιτρούβιος επηρέασε βαθύτατα καλλιτέχνες, στοχαστές και αρχιτέκτονες από την πρώιμη Αναγέννηση και έπειτα.
Εικόνα 7: Οι αρχιτεκτονικοί νεωτερισμοί στην αρχαία Ρώμη
Μεσαίωνας Από τα γραπτά του Βιτρούβιου έως τα πρώτα αναγεννησιακά γραπτά του Σεμπαστιάνο Σέρλιο, μεσολαβεί ένα αξιοσημείωτο κενό. Τα σημαντικότερα μεσαιωνικά γραπτά περί αρχιτεκτονικής δεν είναι νέα εγχειρίδια, αλλά απλώς νεότερες και εκτενώς σχολιασμένες μεταφράσεις του Βιτρούβιου. Το κενό αυτό όμως ερμηνεύεται εύκολα, δεδομένων των οικοδομικών πρακτικών που κυριαρχούσαν στην Ευρώπη για αιώνες και της έλλειψης τυπογραφίας έως το 1448. Ο γοτθικός ρυθμός είχε προκύψει και εξελιχθεί από πρακτικές στις οποίες η κατοικία του αρχιμάστορα, ή το ίδιο το εργοτάξιο, αποτελούσαν χώρο αρχιτεκτονικής διαπαιδαγώγησης των νέων μαθητευόμενων. Επόμενο ήταν οι τεχνικές και κατασκευαστικές πρακτικές να μεταδίδονται με τον προφορικό λόγο. Χρειάστηκε επίσης η εκ νέου επανεξέταση, μέσα σε ιστορικό – αρχαιολογικό πλαίσιο, των έως τότε ασφυκτικών κανόνων του Βιτρούβιου, ώστε οι γενιές που διαδέχτηκαν τον Μπρουνελλέσκι να αξιοποιήσουν τις ανακαλύψεις τους ή να τις αποτυπώσουν στο χαρτί. Η διάλυση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (συμβατικά το 476 π.Χ., με την εκθρόνιση του Ρωμύλου Αυγουστύλου από τον φοιδεράτο Οδόακρο), αποτέλεσμα εξωτερικών και εσωτερικών παραγόντων, και η διαδοχικά φθίνουσα πορεία του ρωμαϊκού πολιτισμού έως την εξαφάνιση, ακολουθήθηκε από τον σχηματισμό ενός συστήματος πολλαπλών μικρότερων κρατιδίων στη δυτική Ευρώπη και μιας υποτυπώδους πρωτογενούς οικονομίας. Τα ανωτέρω είχαν άμεσο αντίκτυπο στην αρχιτεκτονική της εποχής η οποία, έως τον 10ο αι. μ.Χ., παρουσίασε πολύ περιορισμένη ανάπτυξη στη δυτική Ευρώπη. Οι λιγοστές αρχιτεκτονικές πρακτικές και τύποι ωστόσο, διαδόθηκαν ευρύτατα σε όλα τα άκρα του πρώην ρωμαϊκού κόσμου.
13
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Στην Ανατολή, μετά τον οριστικό θρίαμβο του χριστιανισμού και τη σταδιακή εγκατάλειψη των αρχαίων θρησκειών κατά τον 4ο και 5ο αιώνα, τα υπάρχοντα ιερά ξέπεσαν, εγκαταλείφθηκαν, βανδαλίστηκαν ή στην καλύτερη περίπτωση, μετατράπηκαν σε χριστιανικές εκκλησίες. Για άλλη μια φορά η αρχιτεκτονική εκφράστηκε κυρίως μέσα από τα θρησκευτικά κτίρια. Το είδος του θρησκευτικού κτίσματος που επικράτησε ήταν η βασιλική, κτίριο επιμήκους ορθογωνικής κάτοψης με μεγάλες διαστάσεις, περίβολο και αίθριο. Η τυπική βασιλική συνήθως αποτελούταν από το πρόπυλο, τον νάρθηκα, το διακονικόν και τον κυρίως ναό χωρισμένο σε κλίτη. Στην πορεία του χρόνου, μαζί με τις μονόκλιτες ή τρίκλιτες βασιλικές, προέκυψαν και συνθετότερες μορφές όπως οι βασιλικές με εγκάρσιο κλίτος ή οι σταυρωτές βασιλικές. Εκτός από τους ναούς, αυτή την εποχή κατασκευάζονται επίσης βαπτιστήρια και ταφικά μνημεία (μαρτύρια, κατακόμβες, μαυσωλεία). Σημαντικό μνημείο αυτής της περιόδου, και ένα από τα καλύτερα διατηρημένα είναι η Αχειροποίητος (Αγ. Παρασκευή) στη Θεσσαλονίκη, κτισμένη κατά το πρώτο ήμισυ του 5ου αι. μ.Χ. Μέσα στον 6ο αι. μ.Χ εμφανίζονται ραγδαίες εξελίξεις στην αρχιτεκτονική της Ανατολής, κάτω από την επιβλητική φυσιογνωμία του Αυτοκράτορα Ιουστινιανού και εξαιτίας ριζικών μεταβολών στην κάτοψη και τον τρόπο στέγασης της ναοδομίας. Το νέο, καθοριστικό στοιχείο που επηρεάζει τις εξελίξεις αυτές είναι ο τρούλος, του οποίου η χρήση παρουσίαζε αρκετά πλεονεκτήματα: επέτρεπε την κάλυψη τετράγωνης ή ορθογώνιας επιφάνειας, έδινε μεγαλύτερη ευχέρεια στη διαχείριση του φωτός στο εσωτερικό και ανταποκρινόταν στις θρησκευτικές αισθητικές αναζητήσεις. Έτσι καθιερώνεται σταδιακά η βασιλική με τρούλο. Οι αυτοκρατορικές φιλοδοξίες σε συνδυασμό με τα παραπάνω αρχιτεκτονικά πλεονεκτήματα ευνόησαν την κατασκευή εντυπωσιακών κτιρίων του νέου ρυθμού. Τα πιο γνωστά εντοπίζονται στην Κωνσταντινούπολη: ο ναός της Αγ. Σοφίας – μνημείο καθαρής αρχιτεκτονικής τόλμης για την εποχή, ο ναός της Αγ. Ειρήνης και ο, συνθετότερος μορφολογικά, ναός των Αγ. Αποστόλων. Στη Δύση εφόσον η χριστιανική εκκλησία και τα μοναστήρια της είναι πλέον οι μόνοι κάτοχοι της εξουσίας, είναι κατ’ επέκτασην οι μόνοι εκφραστές της αρχιτεκτονικής. Τα μνημεία που έχουν σωθεί από αυτή την εποχή είναι ελάχιστα, κυρίως λόγω των ευτελών υλικών κατασκευής. Τα πιο σπουδαία από αυτά σχετίζονται με τον Καρλομάγνο. Το πιο γνωστό είναι το παλάτι και το ανακτορικό παρεκκλήσι του Άαχεν, στη Γερμανία, του οποίου η περίκεντρη, οκταγωνική μορφή με τις ψηλές κιονοστοιχίες έγινε πρότυπο της εποχής, ακόμη και για την απομακρυσμένη ισλαμική αρχιτεκτονική.
14
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
Εικόνα 8: Οχυρωματική αρχιτεκτονική στην Ιταλία από τον μεσαίωνα εώς τον 19ο αιώνα
Ρομανικός ρυθμός (10ος-12ος αι. μ.Χ.)Ρωμαϊκά στοιχεία ανάμεικτα με ντόπια στοιχεία των ευρωπαϊκών λαών, κυρίως των γερμανικών φύλων, δημιούργησαν τη βάση για την ανάπτυξη της ρομανικής τέχνης.Στην αρχιτεκτονική κατασκευάζονται συμπαγή και ογκώδη οικοδομήματα, που επιβάλλονται με τις διαστάσεις τους. Οι τοίχοι έχουν μεγάλο πάχος, οι κίονες και οι πεσσοί μεγάλο βάρος. Ογκώδεις πύργοι και καμπαναριά ξεπερνούν το ύψος της σαμαρωτήςστέγης.Στην είσοδο του ναού παραπλεύρως βλέπουμε την ημικυκλική αψίδα, ενώ διαπιστώνεται και το επικλινές και σαμαρωτό σχήμα της στέγης.Ο τύπος του ναού είναι παραλλαγή του ρυθμού της βασιλικής, με ένα ή τρία κλίτη που τέμνονται από ένα εγκάρσιο δημιουργώντας έτσι σταυρό, όπως βλέπουμε στο παρακάτω σχέδιο. Στο εξωτερικό των ναών η γλυπτική διακόσμηση με σκηνές από την Αγία Γραφή είναι πλούσια, κάτι που θα γίνει κυρίαρχο στοιχείο στο γοτθικό ρυθμό που θα ακολουθήσει τους επόμενους αιώνες.Ο ρομανικός πυλώνας της εισόδου του ναού περιλαμβάνει κατά κανόνα ένα ημικυκλικό τύμπανο με γλυπτές παραστάσεις. Τα γλυπτά δεν έχουν πάντα θρησκευτικό χαρακτήρα, αλλά εμπνευσμένοι οι καλλιτέχνες από μύθους και παραδόσεις του μεσαίωνα παριστάνουν πολλές φορές διαβολικές φιγούρες ή τερατόμορφα όντα. Τερατόμορφα τέτοια όντα πίστευαν οι άνθρωποι του μεσαίωνα πως κατοικούσαν στα ανεξερεύνητα πέρατα της γης, απόψεις που είχαν διατυπωθεί σε βιβλία από συγγραφείς, τον Πλίνιο, τον Κοσμά τον Ινδικοπλεύστη και τον Ισίδωρο επίσκοπο Σεβίλλης. Στη στήλη αυτή που στηρίζει το τύμπανο τερατώδη πουλιάσκαρφαλώνουν το ένα πάνω στο άλλο μέχρι την κορυφή του κίονα, όπου ένα από αυτά επιτίθεται σε ένα γυμνό άνθρωπο.
15
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Κακά πνεύματα που λυμαίνονται τις ανθρώπινες ψυχές;Στο εσωτερικό συνήθως υπάρχουν τοιχογραφίες.
Εικόνα 9: Κτήριο βασισμένο στον ρομανικό ρυθμό
Αναγέννηση Η αρχιτεκτονική της αναγέννησης χαρακτηρίζεται από μια αναβίωση των Ρωμαϊκών προτύπων με κύρια στοιχεία τις μαθηματικές αναλογίες και την "καθαρότητα" στις γεωμετρικές μορφές. Οι σημαντικές αλλαγές στο αρχιτεκτονικό σχέδιο σημειώθηκαν αρχικά στη Φλωρεντία και γενικότερα στην κεντρική Ιταλία, στα μέσα του 15ου αιώνα. Σημαντικές μορφές στην αρχιτεκτονική της εποχής αποτελούν οι Λεόν Μπατίστα Αλμπέρτι, ΝτονάτοΆντζελοΜπραμάντε, Φίλιππο Μπρουνελέσκι, Λεονάρντο ντα Βίντσι και Αντρέα Παλλάντιο. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός πως οι αρχιτέκτονες της αναγέννησης συνδέονται με τις δημιουργίες τους, σε αντίθεση με την μεσαιωνική περίοδο όπου οι αρχιτέκτονες είναι τις περισσότερες φορές άγνωστοι. Η αρχιτεκτονική γοτθικού ρυθμού του μεσαίωνα ευνοούσε περισσότερο κατακόρυφες γραμμές και αυστηρές κατασκευές. Στην Αναγέννηση, η αρχιτεκτονική δίνει έμφαση στις οριζόντιες γραμμές και επιδιώκει την αρμονία στην τελική σύνθεση. Επιπλέον υπάρχει έντονο το στοιχείο της διακόσμησης, με θέματα δανεισμένα από την αρχαιότητα, τα οποία διανθίζουν τις προσόψεις και το εσωτερικό. Ίσως η πιο αξιοπρόσεκτη αρχιτεκτονική πρακτική είναι οι θόλοι των κτιρίων, εμπνευσμένοι πιθανά από το ρωμαϊκό Πάνθεον. Σημαντικά δείγματα αρχιτεκτονικής - κυρίως θρησκευτικών ναών - εντοπίζονται ως επί το πλείστον στην Ιταλία (για παράδειγμα ο Άγιος Πέτρος στη Ρώμη) και λιγότερο στο υπόλοιπο της Ευρώπης.
16
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Η Αναγέννηση είναι μια περίοδος στην οποία συντελέστηκαν βαθιές αλλαγές στην αρχιτεκτονική. Σε κανέναν άλλο καλλιτεχνικό τομέα, κατά τη διάρκειά της, δεν έγινε τόσο αισθητή η νέα ελευθερία του δημιουργού και τόσο βαθύ το χάσμα ανάμεσα σε αυτόν και τον πελάτη, όσο στην αρχιτεκτονική. Ο αρχιτέκτονας αυτήν την περίοδο έπρεπε να έχει, ως ένα βαθμό τη μόρφωση του λογίου, να ξέρει κανόνες αρχαίων «ρυθμών», τις σωστές αναλογίες και τα μέτρα των αρχαιοελληνικών μορφολογικών χαρακτηριστικών. Τα εγκαίνια αυτής της νέας περιόδου πραγματοποιούνται από τον Γενουάτη Λεόν Μπατίστα Αλμπέρτι, ο οποίος με το έργο του Περί κτιστών πραγμάτων βιβλία δέκα ακολουθεί σε οργάνωση το προγεννέστερο παράδειγμα του Βιτρούβιου, με ένα ευρύτατο περιεχόμενο. Αυτό το τελευταίο περιλαμβάνει από γραμμικά σχέδια και μελέτες γύρω από τη χρήση των χώρων και των υλικών, έως κειμενα γύρω από την αρχιτεκτονική ως «τέχνη του ωραίου» και την αναστήλωση. Τα κείμενα του Σεμπαστιάνο Σέρλιο, παρά το γεγονός ότι εκδόθηκαν με διάφορους τίτλους, χωρίς κάποια συγκεκριμένη αλληλουχία, ακόμη και μετά τον θάνατό του, σημείωσαν επίσης μεγάλη επιτυχία. Στο θεωρητικό του έργο συστηματοποίησε τη γνώση του περί ρωμαϊκού κλασικισμού, σύγχρονων κατασκευών και κλασικής αρχαιότητας. Το γνωστότερο από τα βιβλία του, με τίτλο Το τρίτο βιβλίο, στο οποίο απεικονίζονται και περιγράφονται οι αρχαιότητες της Ρώμης και άλλες που βρίσκονται εντός και εκτός Ιταλίας, ήταν το πρώτο που εκδόθηκε στην καθομιλουμένη και η εκτενής του εικονογράφηση - που συνδύαζε ορθογραφική και προοπτική προβολή σχεδίων ταυτοχρόνως - χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά ως μέσο προσέγγισης της αρχιτεκτονικής και ως πηγή πληροφοριών.
Εικόνα 10: Σκίτσο παλατιού στην Ιταλία
Μπαρόκ Η μπαρόκ αρχιτεκτονική εμφανίζεται στις αρχές του 17ου αιώνα στην Ιταλία και γρήγορα εξαπλώνεται και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Δανείζεται το αισθητικό λεξιλόγιο της αναγεννησιακής αρχιτεκτονικής και το χρησιμοποιεί με έναν πιο θεατρικό, πιο ρητορικό και πιο επιδεικτικό, εκφράζοντας τον θρίαμβο της απολυταρχικής εξουσίας και της εκκλησίας. Νέες αρχιτεκτονικές αντιλήψεις για το χρώμα, το φως και τη σκιά χαρακτηρίζουν το
17
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ μπαρόκ. Σε γενικές γραμμές η μπαρόκ αρχιτεκτονική χαρακτηρίζεται από την άφθονη και υπερβολική χρήση των υλικών, παιχνιδιών σκιάς και φωτός, καθώς και χρώματος. Χαρακτηριστικά •
Αφθονία
Οι τοιχογραφίες στις οροφές φέρουν ένα άγγιγμα χρώματος. Πολύ συχνά αυτές "ανοίγουν" κατά κάποιο τρόπο τον χώρο, φέροντας ως σχέδιο τον ουρανό, και δίνοντας την εντύπωση ελευθερίας, απεραντοσύνης και μεγαλείου. Η χρήση φωτός και σκιάς καθώς και των παιχνιδιών του φωτός με τη σκιά γίνεται πλέον το κύριο μέλημα των αρχιτεκτόνων. Τα παράθυρα και τα ανοίγματα μεγαλώνουν, αφήνοντας το φως να χυθεί άπλετα μέσα στους χώρους, δημιουργώντας εκρηκτικές αντιθέσεις με τα σκούρα σημεία των εσωτερικών χώρων. •
Θεατρικότητα
Το σχέδιο των πρώτων εκκλησιών μπαρόκ παραμένει "σοφό" και διατηρεί το σχήμα της κλασσικής βασιλικής. Αυτό που κάνει τις εκκλησίες "μπαρόκ" είναι το γεγονός πως η πρόσοψη τους αντιμετωπίζεται ως ένα προσκήνιο αρχαίου θεάτρου, με κίονες, κόγχες και κοιλώματα γεμάτα γλυπτά κτλ. Ποτέ πριν -και πολύ σπάνια μετά- δεν είχαν κατασκευαστεί βωμοί εκκλησιών όπως ακριβώς μία θεατρική σκηνή, περιστοιχισμένη από κίονες, αγγέλους και αγίους, οι οποίοι είναι σαν σε θεατρική παράσταση. Βιβλικές σκηνές πάνω σε ένα κρεμασμένο πανί στην πίσω σκηνή, ο εκάστοτε προστάτης-άγιος της εκκλησίας σμιλευμένος στο προσκήνιο: τα πάντα θυμίζουν έντονα θεατρική σκηνή. •
Ουρμπανισμός
Βερσαλλίες, πρότυπο της μπαρόκ πόλης Το μπαρόκ καινοτομεί πραγματικά στην ιδέα της πόλης. Η ιταλική Αναγέννηση είχε αρχίσει ήδη να επανεξετάζει τον ουρμπανισμό, την αστυφιλία δηλαδή, αλλά όλα αυτά στα στενά περιθώρια της μεσαιωνικής πόλης. Τον Μεσαίωνα οι περισσότεροι άνθρωποι ζούσαν σε μικρά χωριά, στο ύπαιθρο, ενώ οι πόλεις ήταν λίγες και μικρές. Μόλις με τη δύση των μεσαιωνικών χρόνων η πόλη αποκτά περισσότερη σημασία και δύναμη. Το μπαρόκ αντιθέτως, ανοίγει την πόλη. Οραματίζεται την πόλη ως κέντρο όλων των εξουσιών. Όπως όλη η φύση του μπαρόκ, τα πάντα άρχισαν στη Ρώμη. Η νέα μπαρόκ αρχιτεκτονική έκανε την εμφάνιση της στην Ιταλία και οι ιστορικοί προσδιορίζουν ως αφετηρία της το έργο του Κάρλο Μαντέρνο (1556-1603) στη Ρώμη και ειδικότερα στους ναούς της Αγίας Σουζάνας και του Αγίου Πέτρου. Πρόδρομοι της μπορούν να θεωρηθούν επίσης τα τελευταία αρχιτεκτονικά έργα του Μιχαήλ Άγγελου, όπως για παράδειγμα η Βασιλική του Αγίου Πέτρου. Με επίκεντρο την Ιταλία, ο ρυθμός μπαρόκ εξαπλώθηκε στην υπόλοιπη Ευρώπη καθώς και στην Λατινική Αμερική, κυρίως μέσω των Ιησουιτών. Οι ναοί, τα δημόσια ή ιδιωτικά κτίρια, οι εσωτερικοί διάκοσμοι αλλά και οι
18
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ δημόσιοι χώροι εν γένει, αποπνέουν την αίσθηση του εξωπραγματικού, πέρα από τις ανθρώπινες διαστάσεις και κατ' επέκταση την παντοδυναμία του θεϊκού αλλά και της εκκλησιαστικής (παπικής) εξουσίας. Ως τυπικά χαρακτηριστικά της μπαρόκ αρχιτεκτονικής μπορούμε να αναφέρουμε: • • • • •
δραματική χρήση του φωτισμού με έντονες αντιθέσεις υπερβολική χρήση διακοσμητικών στοιχείων συμπεριλαμβανομένων και μεμονωμένων γλυπτών στο εξωτερικό μεγάλης κλίμακας διακοσμητικές αναπαραστάσεις στις οροφές των κτιρίων έντονη σύνδεση της αρχιτεκτονικής με τη ζωγραφική χρήση τεχνικών οπτικής "απάτης"
Το βασικό αρχιτεκτονικό μπαρόκ σχήμα προβλέπει την ύπαρξη ενός κεντρικού και κυρίαρχου οικοδομήματος στο οποίο προστίθενται δύο πλάγιες πτέρυγες και παράλληλα εμπλουτίζεται από ένα χαμηλότερο προεξέχον κτίσμα. Η μπαρόκ αρχιτεκτονική συνδέεται ουσιαστικά με μία βαθύτερη αλλαγή στην αντίληψη γύρω από το ρόλο των δημόσιων κτιρίων. Για τις πόλεις του 17ου αιώνα, το κτίριο εκλαμβάνεται ως μέρος ενός ευρύτερου συστήματος και όχι ως ένα απλό ανεξάρτητο οικοδομικό σύνολο. Κατά συνέπεια, οι δημόσιοι ελεύθεροι χώροι μεταξύ των κτισμάτων οφείλουν επίσης να σχεδιαστούν επιμελώς. Διαμορφώθηκαν έτσι δύο νέοι τύποι πλατείας, η κυκλική και η τετραγωνική. Επιπλέον οι δρόμοι οργανώνονται πιο διεξοδικά και συχνά αποτελούν επίσης αντικείμενα διακόσμησης. Σημαντικά δείγματα μπαρόκ αρχιτεκτονικής έχουμε εκτός από την Ιταλία, σε χώρες όπως η Γαλλία, η Ισπανία, η Αυστρία, η κεντρική Γερμανία και η Ρωσία. Ανάμεσα στους σημαντικούς αρχιτέκτονες της εποχής μπορούμε να αναφέρουμε τους: • • •
FrancescoBorromini (1599-1667) CaloMaderno (1556-1629) GianLorenzoBernini (1598-1680)
Εικόνα 11: StiftMelk, δείγμα παλατιού μπαρόκ αισθητικής (Αυστρία)
Ροκοκό
19
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Ο όρος Ροκοκό προήλθε από τη λέξη rocaille, που τον 18ο αιώνα σήμαινε μοτίβα εμπνευσμένα από κοχύλια ή βράχους και χρησιμοποιήθηκε πρώτα με έννοια περιφρονητική. Μόνο στο τέλους του 19ου αιώνα απέκτησε την σημασία του συγκεκριμένου στυλ. Το Ροκοκό είναι το γοητευτικό καλλιτεχνικό κίνημα, όπου οι ποιότητές του πρέπει να αναζητηθούν προς την πλευρά της φαντασίας, του πνεύματος, της κομψότητας, της ευαισθησίας και της άνεσης. Η τέχνη του Ροκοκό, για πολλούς, καθρεπτίζει το γούστο της γαλλικής αριστοκρατίας. Τη μόδα, δηλαδή, των απαλών χρωμάτων και της λεπτής διακόσμησης. Δεν είναι ορθό να περιορίζεται το Ροκοκό μόνο στην διακόσμηση, παρόλο που της έδωσε νέα πνοή και την έκανε πιο λεπτή και ευχάριστη με την χρήση φυσικών διακοσμητικών στοιχείων, όπως τα άνθη και τα φύλλα. Παρόλο που είχε εφαρμοστή στην αρχιτεκτονική, στη ζωγραφική και στη γλυπτική, δεν θεωρήθηκε κατάλληλο για ορισμένα κτίρια δημόσια ή θρησκευτικά. Αντίθετα, τόσο στη Γαλλία όσο και στο εξωτερικό, είχε μεγάλη διάδοση στη διακόσμηση των ιδιωτικών κατοικιών, ιδιαίτερα των εσωτερικών χώρων και συνέβαλε στη δημιουργία νέων σχέσεων μεταξύ εξωτερικής και εσωτερικής διακοσμήσεως. Στην αρχιτεκτονική, το Ροκοκό προτιμά από την κίνηση των όγκων και των μαζών την λεπτή κίνηση των γραμμών. Οι λείες επιφάνειες ζωντανεύουν με λεπτά ανάγλυφα χωρίσματα, που πλαισιώνουν συχνά πίνακες ή καθρέπτες. Η σημασία που δίνει το Ροκοκό στο καθαρό φως και όχι στις φωτοσκιάσεις, οδηγεί στην προτίμηση για τους λεπτούς αλλά φωτεινούς τόνους παστέλ, για τα γυαλιστερά υλικά, εκτός από τα μέταλλα και τις πολύτιμες πέτρες, για λάκκες, καθρέπτες και μετάξια, που αντανακλούν το φως. Επαναστατικό χαρακτηριστικό του, είναι, ότι ανέδειξε σε όλους τους τομείς τα είδη που θεωρούντο δευτερεύοντα. Έτσι, η επιπλοποιία αποκτά αξία λεπτής τέχνης και στη ζωγραφική το σχεδίασμα γίνεται αυτόνομη καλλιτεχνική μορφή. Το παστέλ αντιπροσωπεύεται από καλλιτέχνες όπως, ο Γάλλος ΜωρίςΚαντέν ντε λα Τούρ και η Βενετσιάνα ΡοζάλμπαΚαρριέρα, που δημιουργούν προσωπογραφίες με αξιόλογη ψυχολογική διείσδυση. Το σκίτσο, βρίσκει τη φυσική του έκφραση, στην αίσθηση του αβέβαιου και του παράξενου, που χαρακτηρίζει το Ροκοκό. Την εποχή αυτή χρησιμοποιείται για πρώτη φορά και η πορσελάνη. Το Ροκοκό διαδόθηκε από την Γαλλία σε όλη την Ευρώπη. Σε ορισμένες χώρες αναπτύχθηκε όμως μια τοπική τέχνη, ανεξάρτητη από την άμεση γαλλική επίδραση, με μορφές όμως όχι απομακρυσμένες από το Ροκοκό, όπως, ο νεογοτθικός ρυθμός στην Αγγλία και το στυλ πλατερέσκο στην Ισπανία. Στη Γαλλία το καθαυτό Ροκοκό, αναπτύχθηκε από το 1730 ως το 1745, πολλά στοιχεία του όμως βρίσκονται στην προηγούμενη περίοδο της αντιβασιλείας, έτσι ώστε πολλοί συμπεριλαμβάνουν αυτή την εποχή στο Ροκοκό. Κυριότεροι καλλιτέχνες και έργα Ροκοκό είναι, στη Γαλλία ο ΖυστένΩρέλΜεσσονιέ (16951750), ο ΝικολάΠινώ (1684-1754) που διέδωσε το νέο στυλ στη Ρωσία, όπου παρέμεινε από το 1716 ως το 1726 και κατασκεύασε τον περίφημο προθάλαμο του μεγάρου Ματινιόν (1731). Σε στυλ Ροκοκό είναι επίσης διακοσμημένο το ωοειδές σαλόνι του μεγάρου Σουμπίς του Ζερμαίν Μποφράν (1667-1754).
20
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Στην Ιταλία, οι αντιπροσωπευτικότεροι αρχιτέκτονες ήταν, ο Γιουβάρρα και ο BernardoVittone (ΜπερνάρντοΒιττόνε) (Τουρίνο 1707-1770) στο Πιεμόντε και ο GabrieleValvassori (ΓκαμπριέλεΒαλβασσόρι) (1683-1761), στη Ρώμη. Ο Βαλβασσόρι μελέτησε την πρόσοψη του μεγάρου Ντόρια-Παμφίλι στη Βία ντελ Κόρσο, το 1730, που του είχε εμπιστευθεί η οικογένεια Παμφίλι της Ρώμης. Ο Βιττόνε χαρακτηρίζεται από μια βαθιά αίσθηση των αναλογιών και το στυλ του είναι πλούσιο σε στατικά και προοπτικά ευρήματα, που δίνουν μια καινούρια χάρη στις καμπυλόγραμμες κατατομές. Στην Αυστρία και στην Γερμανία, αν και σε πολλούς πύργους επικρατεί ακόμα το επιβλητικό Μπαρόκ, στα εσωτερικά επιζητείται το Ροκοκό. Ένα ιδιόμορφο Ροκοκό αναπτύχθηκε στη Βαυαρία από τον Φρανσουά ντε Κυβιλλιέ (1695-1768), τα γνωστότερα έργα του οποίου, είναι το σαλόνι των ανακτόρων του Μονάχου (1737) και το Αμαλίεμπουργκ. Στη Βαυαρία, επικράτησε μια γλυπτική και μια θρησκευτική αρχιτεκτονική Ροκοκό. Χαρακτηριστικές εκκλησίες Ροκοκό είναι, του Σταινχάουζεν (1727-33) και του Βίς στην Άνω Βαυαρία (174654), έργα του ΝτομίνικουςΤσίμμερμανν (1685-1766).
Εικόνα 12: Πρωίμο δείγμα στην αρχιτεκτονική κάστρων της Γερμανίας
Νεοκλασικισμός Νεοκλασικισμός είναι ένα πολιτιστικό κίνημα που έκανε την εμφάνισή του στην Ευρώπη στα μέσα του 18ου αι. και στις αρχές του 19ου αι. Χαρακτηρίζεται από την τάση αναβίωσης του κλασικισμού σε διάφορες μορφές της τέχνης. Βάση του αποτελεί η αναζήτηση συμμετρίας και αρμονίας των μορφών καθώς επίσης και η επιδίωξη ισόρροπων και σταθερών συνθέσεων. Πρωτεργάτες του είναι ο Γερμανός ερευνητής και καλλιτέχνης Γιόχαν Ιωακείμ Βίνκελμαν με το έργο «Ιστορία της Τέχνης της Αρχαιότητας» (1764).
21
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Σύμφωνα με τον Βίνκελμαν, η ελληνική τέχνη απέδωσε με τρόπο τέλειο την ιδέα του αιώνιου και ιδανικού «ωραίου» με την τελειότητα και το υψηλό πνεύμα των μορφών και την αρμονία στις αναλογίες των αρχιτεκτονικών μνημείων. Σύμφωνα με τον Τόμας Τζέφερσον, το νεοκλασικό ιδεώδες εκφράζει μια προρομαντική διάθεση, μια νοσταλγία αγαπημένων και ανεπανάληπτων γεγονότων. Το Μπαρόκ και Ροκοκό επηρέασαν έντονα τη νεοκλασική τέχνη. Στόχος του νεοκλασικισμού είναι η προσπάθεια απεικόνισης του ιδανικού κάλους. Πυλώνες αυτής της προσπάθειας είναι η απλότητα, η ηρεμία, η στάση (σημάδι του διαχρονικού μεγαλείου) έναντι της κίνησης (στοιχείο δυναμισμού) και ο ανεπαίσθητος πρόσκαιρος χρωματισμός. Προϋποθέσεις για την απεικόνιση της ιδανικής ομορφιάς «ωραίο συνειρμό ωραίων τμημάτων» αποτελούσαν η απλότητα στους όγκους, στη διακόσμηση και ο σεβασμός της φύσης των υλικών. Αυτές οι προϋπάρχουσες αρχές, με την συμβολή του νεοκλασικισμού, συνδυάστηκαν με τις καθαρές μορφές, αναγκαίους όγκους και αρμονικές αναλογίες. Οι κανόνες, εφαρμοζόμενοι στους ελληνικούς και ρωμαϊκούς ρυθμούς, δεν αφορούν μόνο τη διακόσμηση αλλά ουσιαστικά τον ίδιο το σκελετό των κατασκευών. Σκοπός είναι η συνοχή, τελειότητα των κτιρίων καθώς και η εναρμόνιση τους με το περιβάλλοντα χώρο.
Εικόνα 13: Κτήριο βασισμένο στις αρχές του νεοκλασικισμού
Αρ Νουβό Με τον όρο Αρ Νουβό ή Αρ Νουβώ (γαλλικά ArtNouveau, σημαίνει Νέα Τέχνη) αναφερόμαστε στο διεθνές καλλιτεχνικό κίνημα που αναπτύχθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα. Ο όρος είναι γνωστός και με τη γερμανική του ονομασία, Jugendstil, ενώ στην Αυστρία ονομάζεται Secession. Βασικά χαρακτηριστικά γνωρίσματα του κινήματος είναι η επιτήδευση της μορφής, κυρίως για στοιχεία που αντλούνται από τη φύση καθώς και η στενή συσχέτιση του με το κίνημα του συμβολισμού. Η Αρ Νουβό συνδέθηκε ακόμα με την ιαπωνική και τη γοτθική τέχνη. Μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα οι ιαπωνικές επιρροές εντείνονταν διαρκώς, όπως το μαρτυρά η δημοσίευση του περιοδικού Καλλιτεχνική Ιαπωνία (1881-1991) από τον
22
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ΣάμουελΜπινγκ, καθώς και οι εκθέσεις ιαπωνικής τέχνης που οργανώνονταν από τη Κεντρική Ένωση Διακοσμητικών Τεχνών (1893) και τη Σχολή Καλών Τεχνών (1890). Η ιαπωνική τέχνη προσέφερε στην Αρ Νουβό τη μίμηση των φυσικών μορφών αλλά και την αναζήτηση περίπλοκων διακοσμητικών θεμάτων. Ένα άλλο χαρακτηριστικό της Αρ Νουβό, είναι η διάθεση των καλλιτεχνών να καταργήσουν τις αποστάσεις μεταξύ των διαφορετικών μορφών της τέχνης, τις οποίες και προσπαθούν να ενοποιήσουν. Για το λόγο αυτό θεωρείται και ένα συνολικό ύφος που συνδέθηκε με κάθε είδους σχέδιο, στην αρχιτεκτονική, στην εσωτερική διακόσμηση, στη γλυπτική, στην επιπλοποιία, στα κοσμήματα, στη βιοτεχνία και αλλού. Στην αρχιτεκτονική και τη διακόσμηση, το ύφος της Αρ Νουβό δανείστηκε αρκετά στοιχεία από την τέχνη της Βικτωριανής εποχής, προσθέτοντας παράλληλα σύγχρονες ιδέες στα περισσότερο αφηρημένα στοιχεία του μπαρόκ ύφους. Τα νέα καλλιτεχνικά χαρακτηριστικά της Αρ Νουβό θεωρείται πως προετοίμασαν τα μεταγενέστερα πρωτοποριακά κινήματα του 20ου αιώνα, όπως ήταν η Αρ Ντεκό (ArtDeco), ο εξπρεσιονισμός, ο κυβισμός και ο υπερρεαλισμός. Κυριότεροι εκπρόσωποι • • • • • • • • •
Émile André August Endel ΑντόνιΓκαουντί (1852-1926) Victor Horta (1861-1947) ΓιόζεφΧόφμαν (1870-1956) ΕκτόρΓκιμάρ (Hector Guimard) (1867-1942) Charles Rennie Mackintosh (1868-1928) Louis Sullivan (1856-1924) Ότο Βάγκνερ
Εικόνα 14: Το Καφέ Ζερμπώ, δείγμα αρχιτεκτονικής Αρ Νουβό
23
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
Μοντερνισμός Ο αρχιτεκτονικός μοντερνισμός, και ειδικά το μοντέρνο κίνημα των δεκαετιών '20 και '30, είχε ως "γενετικό" χαρακτηριστικό την πυκνή αντιστοιχία εφαρμογής και διδασκαλίας της αρχιτεκτονικής. Οι εκπρόσωποί της φρόντισαν να θεωρητικοποιήσουν τις εφαρμογές τους, τους έδωσαν θεωρητικό περιεχόμενο και νόημα, τις ανήγαγαν σε θεωρία και διδασκαλία. Οι πτυχές του μοντερνισμού που σχετίζονται με την αρχιτεκτονική εκπαίδευση έχουν πολλαπλό ενδιαφέρον. Εικοσιένα αρχιτέκτονες συναντήθηκαν για να διερευνήσουν τις πολυποίκιλες σχέσεις ανάμεσα στις θεωρητικές ή εφαρμοσμένες εκφάνσεις του αρχιτεκτονικού μοντερνισμού αφενός και στην αρχιτεκτονική εκπαίδευση αφετέρου. Πώς, κάτω υπό ποίους όρους και με τι ποιοτικά χαρακτηριστικά εμφανίζονται και αναπτύσσονται κατά καιρούς οι αμφίδρομες αυτές συσχετίσεις; Σε ποιο βαθμό και υπό ποίους όρους ο αρχιτεκτονικός μοντερνισμός αποτελεί ένα γόνιμο υπόβαθρο για την αρχιτεκτονική εκπαίδευση; Και αντίστροφα, σε ποιο βαθμό και υπό ποίους όρους επαναπροσδιορίζεται ο μοντερνισμός μέσω της αρχιτεκτονικής εκπαίδευσης; Η νεωτερικότητα των ιδεών και των αρχών που είχαν προτείνει οι αρχιτέκτονες στον μεσοπόλεμο και τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες αντανακλούσε μια συνολική προσπάθεια για να γίνει η αρχιτεκτονική φορέας μιας κοινωνικής, κατασκευαστικής και αισθητικής σύγκλισης στην προοπτική ενός καλύτερου περιβάλλοντος για το μέλλον του ανθρώπου. Η προσπάθεια αυτή απέδωσε πολλά σημαντικά έργα, που εμπλουτίζουν τη διεθνή και ελληνική αρχιτεκτονική κληρονομιά αλλά ανήκουν στο πιο πρόσφατο παρελθόν μας και εύκολα αγνοούνται ή παρερμηνεύονται - χρειάζονται λοιπόν την προσοχή μας, για να τα γνωρίσουμε και να τα συντηρήσουμε ανάλογα με τις αξίες και τον ιδιαίτερο τρόπο κατασκευής τους. Και ταυτοχρόνως, η μοντέρνα αρχιτεκτονική έχει ακόμη το δυναμισμό να αποτελεί ένα μεγάλο μάθημα που μπορεί να συμβάλει στη θεωρία και στην πρακτική του αρχιτεκτονικού σχεδιασμού, και ίσως να μεταλλαχθεί, μέσα από τη συμβολή αυτή, στην προοπτική της καλύτερης διαμόρφωσης του χτισμένου μέλλοντός μας. Παρόλο που οι ρίζες της μοντέρνας αρχιτεκτονικής μπορούν να αναζητηθούν ακόμη και στα μέσα του 18ου αιώνα, οι μοντερνιστικές θεωρίες στην αρχιτεκτονική αναπτύχθηκαν κυρίως στο πρώτο τέταρτο του 20ού αιώνα. Η ανάπτυξη των σύγχρονων βιομηχανικών κοινωνιών και η ταχεία ανάπτυξη των πόλεων, οι τεχνολογικές καινοτομίες και οι μετέπειτα εξελίξεις στη φυσική, τη μηχανική και την αρχιτεκτονική τεχνολογία, επηρέασαν σημαντικά την αρχιτεκτονική θεωρία της εποχής, που άρχισε να απορρίπτει τα διάφορα «στυλ» αναζητά τον εαυτό της σε κινήματα όπως η βρετανική αρ νουβό. Ένας από τους σημαντικότερους στοχαστές του μοντέρνου κινήματος ήταν ο Αυστριακός ΆντολφΛόος, ο οποίος άφησε κείμενα εξίσου σημαντικά με την αρχιτεκτονική του. Το 1910 εξέδωσε το Διακόσμηση και έγκλημα ένα έργο που, ύστερα από μια σύντομη εποπτεία της εξέλιξης της κοινωνίας και του ατόμου, ανάγει τις απαρχές της τέχνης στον ερωτισμό και στρέφεται σφοδρά εναντίον της διακόσμησης στην αρχιτεκτονική. Ο Λόος πίστευε ακράδαντα πως τα χρηστικά αντικείμενα – άρα και το αρχιτεκτονικό έργο ως τέτοιο – πρέπει να παραμείνουν εκτός τέχνης: «Ο σύγχρονος διάκοσμος δεν έχει ούτε προγόνους
24
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ ούτε απογόνους, ούτε παρελθόν ούτε και μέλλον. Αρέσει στους ακαλλιέργητους εκείνους ανθρώπους, που αγνοούν το πραγματικό μεγαλείο των καιρών μας, σύντομα όμως θα τον απορρίπτουν και αυτοί.», αναφέρει μεταξύ άλλων στο Διακόσμηση και έγκλημα. Λίγες δημοσιεύσεις έχουν προκαλέσει και καθορίσει την πορεία της αρχιτεκτονικής τόσο όσο το Για μια αρχιτεκτονική του Ελβετού Σαρλ-Εντουάρ Ζενερέ, γνωστού ως Λε Κορμπυζιέ. Το 1923 ο Λε Κορμπυζιέ συγκέντρωσε τις θεωρητικές του αρχές και πολυάριθμες υποθέσεις, σε ένα μανιφέστο που καθόρισε ολόκληρο το ρεύμα του μοντερνισμού. Για τον Λε Κορμπυζιέ η αναζήτηση του «νέου πνεύματος» από τον μηχανικό απορρίπτει το ακαδημαϊκό περιβάλλον, στηρίζεται σε παραδείγματα του αρχαίου κόσμου όπως ο Παρθενώνας, τα οποία επανερμηνεύονται σχεδόν προκλητικά μέσα στη σύγχρονη βιομηχανική παράδοση. Ο μηχανικός οφείλει να δώσει λύση στα προβλήματα μιας κοινωνίας στην οποία επικρατούν οι μηχανές. Και η λύση αυτή είναι το «σπίτι – μηχανή για να κατοικείς». Όπως αναφέρει για αυτό χαρακτηριστικά: «Αν[…] εξετάσουμε το ζήτημα από κριτική και αντικειμενική σκοπιά, θα φτάσουμε στην κατοικία- εργαλείο, την τυποποιημένη κατοικία, που θα είναι προσιτή σε όλους, υγιής[…] (και από ηθικής πλευράς) και όμορφη, με την αισθητική των εργαλείων που συνοδεύουν την ύπαρξή μας.». Ο Λε Κορμπυζιέ, σε αντίθεση με τον Λόος, αποκαθιστά την αρχιτεκτονική ως μορφή τέχνης, αναθέτοντας στον αρχιτέκτονα το καθήκον να αρθεί υπεράνω χρηστικών σκοπιμοτήτων και να εργαστεί δημιουργικά. Την ίδια περίοδο στη Σοβιετική Ένωση το ρωσικό φουτουριστικό κίνημα ενσωματώνει την ολομέτωπη αντιπαράθεση του ντανταϊσμού προς την κατεστημένη τέχνη, αλλά αναπτύσσεται προς μία αντίθετη κατεύθυνση: αυτήν του κονστρουκτιβισμού. Οι κονστρουκτιβιστές εμφανίστηκαν το 1919, τέθηκαν εξαρχής στην υπηρεσία της λενινιστικής σοβιετικής κυβέρνησης και στόχευαν στο να κάνουν τις εικαστικές τέχνες πρακτικά χρήσιμες για το κοινωνικό σύνολο και συμβατές με τη νεωτερικότητα, όπως αυτοί αντιλαμβάνονταν την τελευταία. Έδωσαν έμφαση σε αφηρημένες κατασκευές, λιτές γραμμές και απλά γεωμετρικά σχήματα και όγκους. Επηρέασαν ιδιαίτερα την αρχιτεκτονική των δημοσίων κτηρίων και των κρατικών σοβιετικών εργοστασίων, καθώς ενσωμάτωναν στο έργο τους μία βιομηχανική αισθητική και μία λατρεία της τεχνολογίας και των βιομηχανικών υλικών, όπως το ατσάλι και το γυαλί. Έτσι εκφράστηκε ο συμβιβασμός του μοντερνισμού με τις αντιλήψεις του Διαφωτισμού. Ο υλιστικός, πρακτικός και χρησιμοθηρικός προσανατολισμός των κονστρουκτιβιστικών έργων έδωσε τροφή για αμφισβήτηση του κατά πόσον επρόκειτο για αυθεντικές μορφές καλλιτεχνικής έκφρασης. Η επιρροή τους όμως πέρασε τα σύνορα της Σοβιετικής Ένωσης και κατά τη δεκαετία του ’20 κονστρουκτιβιστές καλλιτέχνες εμφανίστηκαν στη μεσοπολεμική Γερμανία. Παράλληλα από το 1917 είχε ήδη ξεκινήσει, με κέντρο την Ολλανδία, την πορεία του στις εικαστικές τέχνες ο νεοπλαστικισμός, ένα ακόμα μοντερνιστικό καλλιτεχνικό κίνημα το οποίο τόνιζε την αφαίρεση, τη λιτότητα, τα απλά γεωμετρικά σχήματα και τη σχεδιαστική αναγωγή σε ευθείες γραμμές, σε μη τεμνόμενα επίπεδα και σε βασικά χρώματα χωρίς προσμείξεις. Οι νεοπλαστικιστές είχαν υποστεί την επίδραση του κυβισμού, αλλά και της πλατωνικής αντίληψης περί τέλειων γεωμετρικών μορφών ως αυθύπαρκτων και άυλων ιδεών.
25
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Σύντομα προέκυψε στη Γερμανία η σύνθεση του Μπάουχαους, ενός κινήματος εικαστικών τεχνών σαφώς επηρεασμένο τόσο από τον σοβιετικό κονστρουκτιβισμό όσο και από τον νεοπλαστικισμό. Με αυτό συνδέθηκε ένας από τους σημαντικότερους μοντερνιστές αρχιτέκτονες του 20ου αι., ο Βάλτερ Γκρόπιους, που από το 1919 βρέθηκε στα ηνία της Σχολής στη Βαϊμάρη, για μια περίοδο πυρετώδη και ιδεολογικά φορτισμένη. Στο Μανιφέστο του Μπάουχαους, ο Γκρόπιους, απευθυνόμενος σε ενδεχόμενους σπουδαστές του ιδρύματος, διατύπωσε με ωριμότητα ένα πρόγραμμα, που συνέδεε τον καλλιτέχνη με τον τεχνίτη σε έναν καινούριο τύπο δημιουργικής παραγωγικής εργασιακής διαδικασίας. Μέσα από αυτό διατυπωνόταν η θέση ότι οι πρώτες ύλες είχαν μία εγγενή διακοσμητική αξία και ότι στόχος ήταν η ενοποίηση καλών και εφαρμοσμένων τεχνών, μέσω μίας σύνθεσης της καλλιτεχνικής έκφρασης και της πρακτικής λειτουργικότητας η οποία θα απέρριπτε τα «περιττά» αισθητικά στολίδια και θα οδηγούσε σε μία νέα, καθαρά νεωτερική ενότητα τέχνης και τεχνολογίας. Δημιουργήθηκε έτσι η βάση μιας καλλιτεχνικής παράδοσης προσανατολισμένης στον βιομηχανικό σχεδιασμό, σε μία σχολή όμως με δυσοίωνο μέλλον. Το 1924, τέσσερα χρόνια πριν εγκαταλείψει το Μπάουχαους, ο Γκρόπιους εξέδωσε το πρώτο βιβλίο της σχολής με τίτλο Διεθνής Αρχιτεκτονική. Το βιβλίο προσπάθησε να προσελκύσει το ενδιαφέρον του κοινού στη σύγχρονη αρχιτεκτονική, αλλά αποτελούσε περισσότερο μια φωτογραφική και σχεδιαστική απογραφή αντιπροσωπευτικών παραδειγμάτων μιας προόδου εργασιών της σχολής και λιγότερο ένα αρχιτεκτονικό μανιφέστο.
Εικόνα 15: Γραφεία εταιρίας με βασικό υλικό το γυαλί και σύμφωνα με τις αρχές του μοντερνισμού
Σε αυτό το είδος της αρχιτεκτονικής ανήκει και το σχολείο μας για το οποίο όμως θα μιλήσουμε στο Β’ τετράμηνο.
Μπάουχαους Mε τον όρο Μπάουχαους αναφερόμαστε στην καλλιτεχνική και αρχιτεκτονική σχολή που ιδρύθηκε από τον Βάλτερ Γκρόπιους και αναπτύχθηκε την περίοδο 1919-1933 στη Γερμανία. 26
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Το ύφος της σχολής Μπαουχάους επέδρασε καταλυτικά στην εξέλιξη της σύγχρονης τέχνης, ειδικότερα στους τομείς της αρχιτεκτονικής και του βιομηχανικού σχεδιασμού (design), ενώ τα έργα που παράχθηκαν μέσα από τα εργαστήρια της σχολής έγιναν αντικείμενα εκτεταμένης αναπαραγωγής. Λειτούργησε σε τρεις διαφορετικές πόλεις της Γερμανίας, στη Βαϊμάρη (1919-25), στο Ντεσάου (1925-32) και στο Βερολίνο (1932-33), υπό την διεύθυνση των Βάλτερ Γκρόπιους (1919-28), ΧάνεςΜέγιερ (1928-30) και Μις βαν ντερ Ρόε (1930-33) αντίστοιχα. Οι αλλαγές στην έδρα και στην ηγεσία της συνδέονταν με αντίστοιχες διαφοροποιήσεις στην πολιτική της αλλά και στα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ύφους της. Ανάμεσα στις κεντρικές ιδέες που προώθησε η σχολή, ήταν η χρήση της τεχνολογίας για καλλιτεχνικούς σκοπούς, η απουσία διάκρισης μεταξύ καλών και εφαρμοσμένων τεχνών, καθώς και η αναγκαιότητα της σφαιρικής διδασκαλίας όλων των μορφών τέχνης. Επανέφερε τη διδασκαλία σε εργαστήρια, σε αντίθεση με τον τρόπο λειτουργίας των ακαδημιών, και στο μικρό χρονικό διάστημα που λειτούργησε, δίδαξαν επιφανείς καλλιτέχνες του 20ού αιώνα. Βασικά χαρακτηριστικά του Μπαουχάους ήταν η απλότητα, η λειτουργικότητα και η χρηστικότητα, με ιδιαίτερη έμφαση σε γεωμετρικές φόρμες και στο χρώμα. Η σχολή Μπαουχάους απέρριπτε κάθε περιττό διακοσμητικό στοιχείο, θεωρώντας πως η ίδια η πρώτη ύλη περιέχει ένα είδος φυσικής και εγγενούς διακοσμητικής ικανότητας. Στόχος της σχολής Μπαουχάους ήταν η αναβάθμιση των προϊόντων μαζικής παραγωγής, όπως τα έπιπλα, αλλά και ολόκληρης της έννοιας της κατοικίας, αν και τάχθηκε αντίθετη στην τάση πλήρους εμπορευματοποίησης, κρατώντας τους καθηγητές που δίδασκαν έξω από τα στενά πλαίσια της παραγωγής, προτρέποντάς τους να θεωρούν το έργο τους έκφραση δημιουργικότητας και τέχνης. Η βαθύτερη θεωρία πάνω στην οποία στηρίχθηκε και η εκπαιδευτική δομή της σχολής Μπάουχαους ήταν πως ο τελικός στόχος είναι ένα ολοκληρωμένο και ενιαίο κτίσμα. Με αυτό τον τρόπο, το κίνημα του Μπαουχάους προσπάθησε να ενοποιήσει την έννοια της τέχνης με τη διαδικασία της παραγωγής, υποτάσσοντας παράλληλα τα τεχνικά μηχανικά μέσα στην ανθρώπινη δημιουργικότητα. Η σχολή αξιοποίησε την ανθρώπινη ατομική προσπάθεια στα πλαίσια μιας βιομηχανικής παραγωγής που στο παρελθόν ήταν απόλυτα τυποποιημένη. Το Μπαουχάους άσκησε σημαντική επίδραση στις τάσεις της τέχνης και της αρχιτεκτονικής στη δυτική Ευρώπη αλλά και στις Ηνωμένες Πολιτείες όταν πολλοί από τους καλλιτέχνες που αναμίχθηκαν σε αυτό εξορίστηκαν από το ναζιστικό καθεστώς και αναζήτησαν την τύχη τους εκεί. Οι μέθοδοι διδασκαλίας και οι ιδέες που προώθησε η σχολή, μεταδόθηκαν μέσα από τους σπουδαστές και άλλους φορείς. Σήμερα η σχολή του Μπαουχάους είναι ένα σύμβολο του μοντερνισμού, με μεγάλη επίδραση στην εξέλιξη του λειτουργισμού (φονξιοναλισμός). Η σημαντικότερη συμβολή του βρίσκεται στον τομέα της σχεδίασης βιομηχανικών προϊόντων και ειδικότερα του σχεδιασμού επίπλων. Πολλά χαρακτηριστικά προϊόντα Μπαουχάους κυκλοφορούν απαράλλακτα ως σήμερα, όπως οι ταπετσαρίες, τα υφάσματα, τα φωτιστικά και οι διάσημες μεταλλικές πολυθρόνες.
27
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
Εικόνα 16: Η σχολή Bauhaus το 1993
Μεταμοντερνισμός Μεταμοντερνισμός κυριολεκτικά σημαίνει «το κίνημα που ακολούθησε του μοντερνισμού». Παρά το ότι ως «μοντέρνο» αυτό καθ' αυτό ορίζεται το «σύγχρονο», το κίνημα του μοντερνισμού καθώς και η μετέπειτα αντίδραση του μεταμοντερνισμού καθορίζονται μέσα από ένα συγκεκριμένο πλέγμα αντιλήψεων. Στην Κριτική Θεωρία χρησιμοποιείται ως σημείο αναφοράς για λογοτεχνικά, θεατρικά, αρχιτεκτονικά και σχεδιαστικά έργα, καθώς επίσης στο πλαίσιο του μάρκετινγκ και των επιχειρήσεων ως ερμηνευτική της Ιστορίας, του δικαίου και της Κουλτούρας του τελευταίου μέρους του 20ου αιώνα. Ο μεταμοντερνισμός αποτελεί αισθητική, λογοτεχνική, πολιτική και κοινωνική φιλοσοφία, ως προσεγγιστική απόπειρα να περιγραφεί μία κατάσταση, statusquo ή απλώς οι αλλαγές που υφίστανται οι θεσμοί και τα συστήματα (Giddens, 1990) κατά την μετανεωτερικότητα. Δηλαδή, ο μεταμοντερνισμός είναι το πολιτισμικό και πνευματικό φαινόμενο, το οποίο χρονολογείται κυρίως από τα νέα κινήματα στην τέχνη της δεκαετίας του 1920, ενώ η μετανεωτερικότητα επικεντρώνεται στα κοινωνικά και πολιτικά τεκταινόμενα του δυτικού κόσμου, καθώς και τις καινοτομίες σε διεθνές επίπεδο από το 1960 και μετά. Με κύρια επιρροή την απογοήτευση που επακολούθησε τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο, οι μεταμοντέρνες αντιλήψεις δεν άργησαν να μεταπηδήσουν από τη φιλοσοφία και τη λογοτεχνία στην αρχιτεκτονική. Εκεί, περισσότερο από ό,τι στις άλλες τέχνες ή στα μέσα μαζικής επικοινωνίας, συνδέθηκαν αναπόσπαστα με την κριτική που ασκήθηκε στο διεθνές ύφος και στον ώριμο μοντερνισμό. Αυτός ο τελευταίος χρεώθηκε το ότι μέσα από τη μορφολογική του ανάλυση και κριτική κατέστρεψε τον παραδοσιακό αστικό ιστό και την παλαιότερη κουλτούρα της γειτονιάς. Το 1966 εκδόθηκαν ταυτόχρονα δύο βιβλία – μανιφέστα που άσκησαν μεγάλη επίδραση εκφράζοντας τις απόψεις αυτές.
28
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ Ο ΆλντοΡόσι στο βιβλίο του Η αρχιτεκτονική της πόλης επιχειρεί να αναλύσει την πόλη ως αρχιτεκτονική, όχι όμως ως άθροισμα κτιρίων αλλά ως απόρροια μακράς και ανοιχτής διαδικασίας γεννήσεων και θανάτων. Η αρχιτεκτονική της πόλης μπορεί να διαβαστεί ως μια «δίκαιη» εναντίωση στην τρέχουσα, τότε, πεποίθηση πως η σωστή αρχιτεκτονική και πολεοδομία μπορούν να προκύψουν αυτομάτως από έναν καλό σχεδιασμό. O Ρόσι ήταν ωστόσο περισσότερο πιστός μιας προνεωτερικής και βιωματικής αρχιτεκτονικής, ζωντανής βιογραφίας του εαυτού της, παρά δογματικός πολέμιος του μοντερνισμού. Αντίθετα, ο Ρόμπερτ Βεντούρι με το βιβλίο του Πολυπλοκότητα και αντίφαση στην αρχιτεκτονική, κατάφερε να καθιερωθεί ως ο συγγραφέας του γνωστότερου έργου – πραγματείας για τον αρχιτεκτονικό μεταμοντερνισμό. Προϋπόθεση της αρχιτεκτονικής για τον Βεντούρι δεν είναι η «αντικειμενικότητα» που χαρακτήριζε ως τότε τον μοντερνισμό, αλλά η ποιητική ελευθερία. Εντοπίζοντας αντιφάσεις και αντιθέσεις στην ιστορία της αρχιτεκτονικής, τονίζει ότι οι εκφραστές του μοντερνισμού καλλιέργησαν την καθαρότητα και το ερμητικό τους ύφος, αγνοώντας πολλές παραμέτρους και εργαζόμενοι αντίθετα από τις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας. Η επινόηση του αξιώματός του «Το λιγότερο είναι βαρετό» εκφράζει ακριβώς την παραπάνω κριτική.
Εικόνα 17: Κτήριο του Gaudi(εκπρόσωπος του μεταμοντερνισμού) στη Βαρκελώνη
29
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
30
ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ
Πηγές Wikipedia http://www.neo.gr/website/panhalos/romanicos.htm http://www.fhw.gr/chronos/01/gr/nl/housing/nl_archfr.html http://www.artmag.gr/art-history/art-history/item/405-rococo http://lyk-klas-arsak.att.sch.gr/wp-content/uploads/2012/03/ArxitektonikiNeoklassikismos.pdf http://www.biblionet.gr/book/127034/ http://www.greekarchitects.gr/gr/home
31