Περίμενε…, σε μισώ, αλλά μήπως έχεις ένα ευρώ;
Περίμενε μέχρι να εισβάλει ο σπιτονοικοκύρης να σε βγάλει από το σπίτι. Περίμενε μέχρι να καπνίζεις μισά - μισά τα τσιγάρα και περίμενε έξω από τον Λουμίδη της γειτονιάς για να ξυπνήσεις από το άρωμα του καφέ. Περίμενε μέχρι το εισιτήριο να γίνει μαύρο από τις επαναλαμβανόμενες επικυρώσεις στο μετρό, στο λεωφορείο, στο τραμ. Περίμενε μέχρι να γράφεις πάνω στα κλεμμένα σουβέρ των μπαρ με κάρβουνο. Περίμενε μέχρι ο ηλεκτρονικός υπολογιστής να γίνει φάκελος. Δεν είναι αναπτήρας. Δεν είναι Προμηθέας. Είναι το ξύλο που τρίβεις πάνω στο ξύλο. Είναι οι ρόζοι στα χέρια. Είναι η πίστη πως θα ανάψει. Κι ας στάζει ο ιδρώτας στο καρβουνάκι. Οι παύσεις είναι που κρύβουν το Φως. Η ευκολία είναι ο διάβολος. Έφτασες.