^VS" ΤΕΥΧΟΣ
ΠΕΡΙΟΔΙΚΗ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΑΙΓΙΝΑ,
ΙΟΥΛΙΟΣΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ
2008
ΕΚΔΟΣΗ
1 5
il ÄlMiSÄlA* ΕΦ H M EPI Σ ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ, Ε Π Ι Σ Τ Η Μ Ο Ν Ι Κ Η ΧΜ ΤΕΧΝΟΛΟΓΙΚΗ,
. miïlai.iu.. ί, .ι. -::ιι.;ι.
«'Ονομάζεται δέ ή εφημερίς αύτη,
Π Ρ Ο Α Γ Γ ;ΛΙΑ. «ψίζω «ίριπίι là ιιιχρώηΐΐβ i l i
II ΑΙΓΙΝΑΙΑ, ως υπό παροικούντων εις Αίγιναν εκδιδομένη»
iH
Η ΑΙΓΙΝΑΙΑ
Καλλιτεχνική Επιμέλεια: Κατερίνα Μποτζάκη
Περιοδική πολιτιστική έκδοση Τεύχος 15ο. Αίγινα, Ιούλιος - Δεκέμβριος 2008
Παραγωγή: Ανδρέας Μποτζάκης, Γραφικές Τέχνες Τζαβέλλα 10, Αθήνα, τηλ.: 210 3301604
Ιδιοκτήτης - Εκδότης: Αστική μη κερδοσκοπική Εταιρεία
Συνδρομές:
«Η Αιγιναία».
Εσωτερικού: 20 ευρώ
Έδρα: Ιωάννου Σακκιώτου 8, Κυψέλη Αιγίνης, 180 10 Αίγινα. ΑΦΜ: 099119847
Φοιτητές-Μαθητές: 15 ευρώ Εξωτερικού: 30 ευρώ Οργανισμών-Τραπεζών: 60 ευρώ
Υπεύθυνος συνδρομών: Διευθυντής:
Γιάννης Πούντος
Γεώργιος Ι. Μπόγρης
τηλ. 2297026278-6932648020
Διαχειριστής: Γιάννης Φ. Πούντος
Επιταγές-Εμβάσματα:
Συντακτική επιτροπή:
Γεώργιος Μπόγρης,
Κώστας Γαβρόγλου,
Μητροπόλεως 9, 180 10 Αίγινα,
Μαίρη Γαλάνη-Κρητικού,
τηλ.: 2297026625-61876-6944370587
Ελευθερία Δρούγκα
Γιώργος Γουλάκος,
Προνόη Θεολογίδου
Βαλαωρίτου 12, 106 71 Αθήναι,
Γιώργος Κουλικούρδης,
τηλ.: 2103628501
Βασίλης Λυκούρης,
Αριθμός τραπεζικού λογαριασμού:
Γιώργος Μπήτρος
241/47005110
Γεώργιος Μπόγρης,
Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος
Δημήτρης Νικολόπουλος Γιάννης Πούντος,
Επιστολές-Συνεργασίες
Δημήτρης Σαραντάκος,
στη διεύθυνση:
Ελένη Σταμπόγλη
Αστική μη κερδοσκοπική Εταιρεία
Το κόσμημα του εξωφύλλου
Αχιλέας Χαλδαιάκης
«Η Αιγιναία».
της Αιγιναίας είναι
Τ.Θ. 38, 180 10 Αίγινα
του Γιάννη Μόραλη.
Διόρθωση κειμένων:
Ηλεκτρονική διεύθυνση: www.aiginaia.gr
Προνόη Θεολογίδου
e-mail:pountosji?>aig.forthnet.gr
ISSN
1108-748Χ
ΤΕΥΧΟΣ 15
/
vaia
ΠΕΡΙΟΔΙΚΗ
ΑΙΓΙΝΑ, ΙΟΥΛΙΟΣ-ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ
ΠΟΛΙΤ1
ΕΚΔΟΣΗ
2008
Ανδρέας Γεωργιά8ας, «Χαμένα σιροφή»
Π
Ε
Ρ
Ι
Ε
Χ
Ο
Σ Η Μ Ε Ι Ω Μ Α ΤΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ
Μ
Ε
Ν
Α
5
ΑΦΙΕΡΩΜΑ - Ο ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ ΚΑΙ Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ Κώστας Γαβρόγλου, Προλογικό σημείωμα Νεκτάριος Κουκούλης, Χαιρετισμός
7
8
Ελένη Σ ι α μ π ό γ λ η «Η Ε υ ρ ώ π η του Καποδίστρια»: Μ ί α έκθεση
11
Χρήστος Λούκος Αντιτιθέμενες απόψεις για το κυβερνητικό έργο του Ι. Καποδίστρια
12
Ανδρέας Κούκος Η συμβολή του Ι. Καποδίστρια στις διπλωματικές διαπραγματεύσεις που οδήγησαν στην οριστική ρύθμιση της διαρκούς ιδιαιτερότητας και ανεξαρτησίας της Ελβετίας ' 22 Ν ί κ ο ς Κοταρίδης - Ο λ υ μ π ί α Σελέκου Ο Ι. Καποδίστριας στον κύκλο του «Αρζαμάς»
33
Δ η μ ή τ ρ η ς Αρβανιΐάκης Μεταθανάτιες εικόνες του Ι. Καποδίστρια στο Ιόνιο
57
Γιάννης Π ι έ ρ η ς Ο Ι. Καποδίστριας και ο οικογενειακός του περίγυρος
87
Δημήτρης Νικολόπουλος Η συμμετοχή της Αίγινας στην Επανάσταση του 1821, μέχρι την ά φ ι ξ η του Καποδίστρια (Ιανουάριος 1828)
93
Διονύσιος Καλαμάκης - Χρήστος Μπαλόγλου Εθνικό Νομισματοκοποιείο Αιγίνης: Τ ο ανέκδοτο αρχείο του Ε φ ό ρ ο υ Νικολάου Αγγ. Λεβίδη
101
Κατερίνα Μ π ρ έ γ ί α ν ν η Ιδεολογικές αποτυπώσεις στα νομίσματα και μεταλλεία της καποδιστριακής περιόδου
108
Γιάννης Κόκκωνας Η Ηώς, ο Εθνικός και το Κεντρικό Σχολείο
118
Μάρθα Πύλια Προς τη συγκρότηση ελληνικής εθνικής ιδεολογίας: Από τις προεπαναστα τικές τοπικές ελίτ στον Κυβερνήτη Καποδίστρια
135
Γιώργος Μ π ή τ ρ ο ς «. ..πήρανμολύβι
και χαρτί». Αναφορά στην έκθεση για τα βιβλία της Αίγινας που
πραγματοποιήθηκε στο Πνευματικό Κέντρο Κυψέλης.
141
-
: ••••••
. :•:
- ••::..
:; •
•.
'•. ••
•>,;•
•'.••".•:•
•';•.•
'":
••:
ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΑ Μαίρη Γαλάνη - Κρητικού Παραλειπόμενα από την ιστορία των δρόμων της Αίγινας
145
Άννα Χιτζανίδου Επιστήμονες Μεσογειακού Συνεδρίου επισκέπτονται την Αίγινα Μαίρη Γαλάνη - Κρητικού Μαθαίνοντας γράμματα στο σπίτι του μπαρμπα-Γιάννη Δημήτρης Σαραντάκος Η παρουσία των Εβραίων στην Αίγινα
154
Άννα Ρόδη Από τη Γερμανοκρατούμενη Αίγινα
156
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ Βασίλης Πλάτανος Η έκθεση του Σ π ύ ρ ο υ Π α π α λ ο υ κ ά Δημήτρης Νικολόπουλος Τ ο «Τετράδιον» π ο υ έγινε βιβλίο
158 160
ΕΙΣ ΜΝΗΜΗΝ... Μάρκος Φ. Δραγούμης Αλέξανδρος Τσακαλώτος (1926-2008) ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ ΑΝΑΓΝΟΣΤΟΝ
164
151
147
; - • - • : • . ; •
•
•
,
•
•
-
,
.
.
•
iü :
ij^: -
:. •
τ
,
... [Μξ-ΑΛ, •
«
'•:
.
...
•
•:
•
••Ε" * Ι . /
ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΟΥ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ
Μνήμη Ιωάννη Καποδίστρια Στο 3ο τεύχος της Αιγιναίας, είχαμε παραθέσει ένα εκτενές αφιέρωμα στην προσωπι κότητα και τη δράση του Ιωάννη Καποδίστρια. Σε σχέση ιδίως με την έλευση και ορκω μοσία του στην Αίγινα ως Πρώτου Κυβερνήτη καθώς και στην de facto ή de jure, αδιάφορον, αναγόρευση της Αίγινας ως Πρώτης Πρωτεύουσας του νεοσύστατου Ελληνικού Κράτους, στα στενά τότε εδαφικά όρια, που η πολιτική συγκυρία και το συμφέρον των 3 Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής, επέβαλλαν. Σήμερα όμως, η αμφισβητούμενη ενίοτε ή και επιθυμούμενη έστω οντότητα της Αί γινας -Πρώτης Πρωτεύουσας, θα διαψεύδεται από τα πράγματα. Και μόνη η ζωντανή παρουσία των δυστυχώς σε οικτρή σήμερα κατάσταση Καποδιστριακών κτιρίων, μονα δικών στον ελλαδικό χώρο, αρκεί έστω και ως λειτουργούσα μνήμη να υπενθυμίζει την πραγματικότητα αυτή. Στα δύο πρόσφατα υψηλού επιπέδου Συνέδρια που έλαβαν χώρα στην Αίγινα, με πρωτοβουλία του Καποδιστριακού Πνευματικού Κέντρου του Δήμου, του Συλλόγου Ενεργών Πολιτών και φορέων της Ε.Ε., δόθηκε η δυνατότητα να προσεγγισθεί η προ σωπικότητα και η δράση του Ι.Κ. και από κάποιες άλλες όψεις, πολύ σημαντικές. Η αναδίφηση σε επίσημα Κρατικά Αρχεία Ευρωπαϊκών χωρών (Ρωσίας, Ελβετίας, Ιταλίας, Γερμανίας, Γαλλίας) και παρά το σχετικό περιορισμένο αριθμό ερευνητών και ει δικών επιστημόνων που ασχολούνται με τον Καποδίστρια και την εποχή του, βγάζει στο φως διαρκώς νέα στοιχεία. Η προσωπική του πολιτική και διπλωματική δράση, προκαλεί θαυμασμό αλλά και έκπληξη για το μέγεθος και το βάθος της ανάμιξης του στα ευρωπαϊκά πολιτικά πράγμα τα της εποχής του. Είναι πράγματι αξιοπερίεργο αλλά και γοητευτικό, πώς αυτός, ένας Κερκυραίος αριστοκράτης, που σπούδασε Ιατρική στην Ιταλία, προερχόμενος από την περιφέρεια κατόρθωσε να εξελιχθεί στα ύψιστα πολιτικά αξιώματα της Τσαρικής Ρωσίας. Και να αναδειχθεί σε έναν εξέχοντα πολιτικό και διπλωμάτη, που με τους αριστοτεχνικούς διπλωματικούς χειρισμούς του, έθεσε ανεξίτηλα την προσωπική του σφραγίδα στα κο σμοϊστορικά πολιτικά δρώμενα της Ευρωπαϊκής ηπείρου. Διόλου τυχαίαλοιπόν, η επι λογή του ως Πρώτου Κυβερνήτη. Έστω και αν, η επιλογή αυτή υπήρξε αποτέλεσμα πολ λών δυσδιάκριτων και ασαφών διαβουλεύσεων, συμφωνιών, συμβιβασμών, ή οτιδήπο τε άλλο εκ μέρους όλωντων ενδιαφερομένων μερών. Και το σημαντικότερο των εγχώριων ανταγωνισμών μεταξύ αντιμαχώμενων μερίδων και πολιτικών φατριών του νεοπαγούς
κρατιδίου (Φαναριωτών, καπεταναίων, αγωνιστών, διαφωτιστών, διανοουμένων κ.λπ.). Όπως και αν αντιληφθεί όμως κανείς σήμερα την προσωπικότητα και την πολιτεία του Ιωάννη Καποδίστρια, νομίζω ότι δεν θα ήταν λάθος, ούτε θα περιείχε υποκειμενισμό εάν στεκόμαστε σε τούτο. Ότι αναμφισβήτητα υπήρξε μια ξεχωριστή, χαρισματική προ σωπικότητα με ιδιαίτερο πολιτικό και διπλωματικό τάλαντο, που έδρασε και σημάδεψε τα πολιτικά πράγματα της εποχής του όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και πανευρωπαϊκά, όσο κανένα άλλο πρόσωπο της χώρας μας από τους σύγχρονους ή και τους μεταγενέστερους του. Ο Δήμος Αίγινας ανακήρυξε το 2008 Έτος Καποδίστρια, για να τιμηθούν τα 180 χρό νια από την ορκωμοσία του στην Αίγινα ως Πρώτου Κυβερνήτη (26 Ιανουαρίου 1928 28 Ιανουαρίου 2008). Η Αιγιναία συμμετέχοντας στον εορτασμό (άλλωστε επί εποχής του πρωτοεκδόθηκε στην Αίγινα), περιλαμβάνει στο παρόν τεύχος τις περισσότερες από τις εισηγήσεις, εργα σίες και άρθρα των 2 πρόσφατων Συνεδρίων. Η Συντακτική της Επιτροπή προσφέρει ένα τεύχος που ελπίζουμε θα κεντρίσει το ενδιαφέρον για τις Καποδιστριακές σπουδές. Μετά από 8 έτη συνεχούς έκδοσης, αναζητούμε νέους δρόμους και πρόσωπα που θα συμβάλλουν στην περαιτέρω επιτυχή πορεία του περιοδικού μας. Με την ευκαιρία αυτή να παρουσιάσουμε τους νέους συνεργάτες (την Προνόη Γούλα-Θεολογίδου, φιλόλογο, την Ευγενία Δροόγκα, τον Δημήτρη Νικολόπουλο επίσης φιλολόγους, την Ελένη Σταμπόγλη, εκδότρια και τον Γιώργο Μπήτρο, καθηγητή θεολογίας) που μαζί με τους πα λαιότερους απαρτίζουν τη νέα συντακτική επιτροπή του περιοδικού. Και να ευχαριστήσουμε όσους συνεργάστηκαν μέχρι χθες με το περιοδικό, και ιδιαί τερα το φίλο και λόγιο της Αίγινας Μιχάλη Μουτσάτσο που μας τίμησε μέχρι πρόσφατα με την συνεργασία του. Φίλοι και αναγνώστες της Αψναίας, θερμούς χαιρετισμούς Ο Διευθυντής του περιοδικού: Γεώργιος Ι. Μπόγρης
Ο Επιτάφιος Λόγος που ανατυπώθηκε από το Καποδιοτριακό Πνευματικό Κέντρο με αφορμή το Συνέδριο.
ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΣΤΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ Ο Καποδίστριας και η εποχή του Με πρωτοβουλία του Καποδιστριακού Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Αίγινας οργα νώθηκε από τις 26 μέχρι τις 28 Σεπτεμβρίου 2008, επιστημονικό συνέδριο με θέμα «Ο Καπο δίστριας και η Εποχή του: 180 χρόνια από την άφιξη του Κυβερνήτη στην Αίγινα.» Τα μέλη της Οργανωτικής Επιτροπής του συνεδρίου ήταν οι Κώστας Γαβρόγλου, του Πανεπιστημί ου Αθηνών, Διονύσης Καλαμάκης, του Πανεπιστημίου Αθηνών, Χρήστος Λούκος του Πα νεπιστημίου Κρήτης, Γιώργος Μπόγρης Δημοτικός Σύμβουλος και Αντιπρόεδρος του Κα ποδιστριακού Πνευματικού Κέντρου, Μάρθα Πΰλια, του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης, Μαρία-ΧριστίναΧατζηιωάννου, του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών. Η εναρκτήρια συνεδρίαση του Συνεδρίου έγινε στην αυλή του Λαογραφικού Μουσείου και ευχαριστούμε την κ. Μαίρη Γαλάνη- Κρητικού, Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου του Λαογραφικού Μουσείου για την παραχώρηση του τόσο ευχάριστου χώρου. Το Συνέ δριο άνοιξε με χαιρετισμό του ο Δήμαρχος Αίγινας κ. Παναγιώτης Κουκούλης. Στη συνέχεια χαιρέτισε ο Πρόεδρος του Καποδιστριακού Πνευματικού Κέντρου Κώστας Γαβρόγλου. Η εναρκτήρια συνεδρία ολοκληρώθηκε με την κεντρική ομιλία του συνεδρίου από τον καθη γητή Χρήστο Λούκο. Μετά την ομιλία οι συμμετέχοντες ξεναγήθηκαν στην έκθεση με θέμα «Η Ευρώπη του Καποδίστρια» στο χώρο μπροστά από τον Πύργο του Μάρκελλου. Το Συνέδριο συνέχισε τις εργασίες του στο 1 ° Δημοτικό Σχολείο. Ευχαριστούμε τον Δι ευθυντή του σχολείου κ.Νεκτάριο Κουκούλη για την φιλοξενία και για την πολύπλευρη υ ποστήριξη. Πρόεδροι σας συνεδρίες ήταν εκπαιδευτικοί των σχολείων του νησιού μας: Νε κτάριος Κουκούλης, Διευθυντής 1 ο υ Δημοτικού Σχολείου, Αναστασία Μπέση, φιλόλογος, 1 ° Γυμνάσιο Αίγινας, Κώστας Παπαγεωργίου, μαθηματικός, Διευθυντής Γενικού Λυκείου Αίγινας, Γιώργος Μπήτρος, θεολόγος, 2° Γυμνασίου Κυψέλης. Ευχαριστούμε τον Αντιδήμαρχο Οικονομικών κ. Νίκο Πούντο για την ειλικρινή και στα θερή στήριξη του. Με αφορμή το Συνέδριο το Καποδιστριακό Πνευματικό Κέντρο ανατύπωσε τον επιτά φιο λόγο στη μνήμη του Κυβερνήτη που εκφωνήθηκε από τον Αλέξανδρο Στούρτζα στην Οδησσό στις 18 Νοεμβρίου 1831 και εκδόθηκε στην Αίγινα το 1832. Ευχαριστούμε την βι βλιοθήκη του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης για την παραχώρηση των ηλε κτρονικών αρχείων.
Το Διοικητικό Συμβούλιο του Καποδιστριακού Πνευματικού Κέντρου του Δήμου Αίγινας Κ. Γαβρόγλου, Πρόεδρος
Κ. Παπαγεωργίου, Μέλος
Γ. Μπόγρης, Αντιπρόεδρος,
Κ. Σαραντάκου, Μέλος
Α. Μπέση, Γραμματέας
Θ. Σακκιώτης, Μέλος
Τ. Γκότσης, Μέλος Δ. Καλαμάκης, Μέλος
Ε. Σημαντώνη-Μπουρνιά, Μέλος
ΝΕΚΤΑΡΙΟΣ ΚΟΥΚΟΥΛΗΣ* Προς Αναστάσιο Λόντο: «Μία πρέπει να είναι η αποστολή aaç Η εξασφάλισις των δικαιωμά των του ανθρώπου και π διά της παιδείας μόρψωσις των ηθών του, διά της οποίας θα αναδεθεί
εις το λοιπόν πεφωτισμένον κόσμον,
άξιος της ελευθερίας» Προς Ανδρέα Μουστοξύδη « ... Τα σχολεία δεν είναι απλώς τόποι προσκτήσεως γνώσεων, αλλά κυρίως φροντιστήρια ηθικής, χριστιανικής και εθνικής αγωγής ...Τα παιδιά η καλιτέρα, αν όχι η μόνη, ελπίς της εθνικής αναγεννήσεως.»
Α
γαπητοί εισηγητές και σύνεδροι του Επιστημονικού Συνεδρίου «Ο Καποδίστριας και η εποχή του», εκπρόσωποι του Δήμου Αίγινας και του Καποδιστριακού Πνευματι
κού Κέντρου, κυρίες και κύριοι, με αυτά τα αποσπάσματα από επιστολές του Ιωάννη Καποδίστρια σας καλωσορίζω εκ μέρους της εκπαιδευτικής κοινότητας του 1 ο υ Δημοτι κού Σχολείου Αίγινας. Εύχομαι μέσα από τις εισηγήσεις και τοποθετήσεις να αποκτηθεί νέα γνώση και να εξαχθούν βγάλουμε συμπεράσματα, που θα οδηγήσουν σε μια πιο «ισορροπημένη στάση» (για να δανειστώ μια φράση από τον επίλογο της εξαίρετης χθε σινοβραδινής εισήγησης του κ. Χρήστου Λούκου) απέναντι στον πρώτο Κυβερνήτη της Ελληνικής Πολιτείας, που τολμώ να πω ίσως πολλοί από μας χρειαζόμαστε, μιας και ο τόπος που εκείνος έθεσε τα πρώτα θεμέλια του σήμερα, ήταν η Αίγινα, η ιδιαίτερη πατρί δα μας, ως πρώτη πρωτεύουσα.
* Δάοκαλος (M. Ed.) Δ/ντής 1°° Δημ. Σχολείου Αίγινας
Πιοτεύω, ότι οι δύο επιλογές του Διοικητικού Συμβουλίου του Καποδιστριακού Πνευματικού Κέντρου, να διεξαχθεί το Συνέδριο μέσα σε ένα σχολείο αλλά και να επιλεγούν ως πρόεδροι των συνεδριών του ' εκπαιδευτικοί του Νησιού, παρά τις οργανωτικές ατέλειες που σίγουρα παρουσιάζει μια σχολική αίθουσα, είναι άριστες, γιατί η ευαισθησία του Ιωάννη Καποδίστρια για την εθνική μας Παιδεία ήταν μεγά λη (πράγμα που φαίνεται και από τα δύο μικρά αποσπάσματα που διάβασα πριν), αλλά και γιατί εμείς οι εκπαιδευτικοί έχουμε το εξής κοινό με αυτόν: Δίνουμε καθη μερινό αγώνα για να προετοιμάσουμε τους αυριανούς πολίτες μιας Πολιτείας, της οποίας τα θεμέλια με καθημερινό, πάλι, σκληρό αγώνα θεμελίωσε εκείνος. Προσπαθώντας να βάλουμε ένα λιθαράκι στη γνώση και τον προβληματισμό, τέλος, έχουμε ανατυπώσει με έξοδα του Σχολείου μια σπάνια έκδοση του ΟΕΔΒ, του 1976, που έγινε για τα 200 χρόνια από τη γέννηση του Καποδίστρια, με απάνθισμα επιστο λών του, που αναδεικνύουν σε λίγες σελίδες πτυχές της σκέψης, της προ σωπικότητας αλλά και της ανθρώπι νης πλευράς του και θα διανεμηθεί ως αναμνηστικό δώρο. Με αυτές τις σκέψεις παρακαλώ να αρχίσουν οι εργασίες του συνεδρίου.
Η αίθουσα εκδηλώσεων του Ιου Δημοτικού Σχολείου ήταν κατάμεστη και τις δυο μέρες του Συνεδρίου. Το Σάββατο το μεσημέρι οι σύνεδροι είχαν την ευκαιρία να επισκεφθούν το μαγευτικό χώρο της Παληαχώρας.
Ι§|1
4 Τι "
:;:. .y.;, ;;./ i; .
•
;
'
-
"
.
"
Ι I ;." î i 9
Τα πανώ της έκθεσης χρησιμοποιήθηκαν για την εικονογράφηση αυτού του αφιερώματος.
Η έκθεση στον Πύργο του Μάρκελου.
Ά
^Κυίϊ-ΥΗΐΙΧίά'
::
:ί:: ! Ί :'••••••;* niHV
••.·:••·••••••::••.'••••
„
? -'·•;.•
.'•'••
• .·••••.·ίί >••••'••••
Ιρβ
"
•^,;- : Λ·;.;..Ϊ:Ι-.Ϊ:-,
•
"•:.:.,•¥> ί j : ••ià^: ^ K M IO
υ
ΕΛΕΝΗ ΣΤΑΜΠΟΓΛΗ
«Η Ευρώπη του Καποδίστρια»: Μια έκθεση
Τ
ον περασμένο Σεπτέμβριο, στο πλαίσιο του συνεδρίου για τον Καποδίστρια,
έγινε και μια έκθεση στον υπαίθριο χώρο μπροστά από τον πύργο του Μάρκελ
λου. Η έκθεση είχε σκοπό να ενημερώσει, κατά κάποιο τρόπο, το κοινό της Αίγινας για το συνέδριο σ' εκείνο το Σαββατοκύριακο, αλλά κυρίως να χρησιμεύσει ως αφε τηρία για συζητήσεις στα σχολεία, στους διευθυντές των οποίων έγινε πρόταση να την φιλοξενήσουν. Εκεί, στα μαθήματα της Ιστορίας, της Γεωγραφίας, της Πολιτικής Αγωγής, οι εκπαιδευτικοί με τους μαθητές τους θα μπορούσαν να εξερευνήσουν τις τομές της εθνικής αφήγησης με την τοπική, να συζητήσουν για όψεις της ευρωπαϊ κής ιστορίας που, συνήθως, δεν απασχολούν τα σχολικά εγχειρίδια, ακόμη και να σχολιάσουν μία έκθεση, η οποία δεν παρουσιάζει ευρήματα. Η έκθεση απεικόνιζε την Ευρώπη στα τέλη του 18ου και τις αρχές του 19ου αιώνα, την περίοδο, δηλαδή, που στον ευρύτερο ελλαδικό χώρο προετοιμαζόταν η Ελληνική Επανάσταση, μέσα από εννέα δίπτυχα. Το καθένα παρουσίαζε μία ευρω παϊκή πόλη που επισκέφθηκε ο Καποδίστριας σε κάποια στιγμή της πολιτικής του καριέρας: ως νεαρό στέλεχος της Ιονίου Πολιτείας, στην υπηρεσία του αυτοκράτορα της Ρωσίας αργότερα, και τέλος ως πρώτος Κυβερνήτης του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Το πρώτο μέρος κάθε δίπτυχου προσπαθούσε να αποτυπώσει κάτι από τη φυσιο γνωμία της καθεμιάς πόλης εκείνη την εποχή, ενώ το δεύτερο εστίαζε περισσότερο στην επικαιρότητα γεγονότων, που σχετίζονταν πιο άμεσα με το ελληνικό ζήτημα και τη δράση του Καποδίστρια. Έτσι, για παράδειγμα, στο Λονδίνο παρουσιαζόταν η βιομηχανική επανάσταση αλλά και η υπογραφή της συνθήκης του Λονδίνου, προάγ γελος της αναγνώρισης του νέου ελληνικού κράτους. Τα δίπτυχα ήταν έτσι τοποθετημένα στο χώρο, ώστε να αντανακλούν αυτή τη γεωγραφική διάσταση: «πατάγανε» πάνω σε ένα νοητό χάρτη της Ευρώπης. Ο επι σκέπτης μπορούσε να επιλέξει ο ίδιος τη διαδρομή που θα ακολουθούσε σ' αυτόν τον ευρωπαϊκό περίπατο, αφού τα πανώ δεν αφηγούνταν κάποια συγκεκριμένη ιστορία, ούτε υπήρχε χρονολογική αλληλουχία στο περιεχόμενο τους. Σκηνικό της έκθεσης ήταν ο πύργος του Μάρκελλου. Στα χρόνια της Επανάστα σης, ο πύργος χρησιμοποιήθηκε από πολλούς αγωνιστές, στέγασε την ελληνική κυβέρνηση στο διάστημα 1826-1828, όταν έδρα της ήταν η Αίγινα, και το Ταμείο του κράτους, όταν ο Καποδίστριας έφτασε στο νησί ως πρώτος Κυβερνήτης του Νεότε ρου Ελληνικού Κράτους. Τον καλλιτεχνικό σχεδιασμό έκανε ο Μαρίνος Τζιάρος.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΛΟΥΚΟΣ*
Αντιτιθέμενες απόψεις για το κυβερνητικό έργο του Ιω. Καποδίστρια εκλογή του Ιωάννη Καποδίστρια ως Κυβερνήτη της Ελλάδος έδειχνε το πολι
Μ τικό αδιέξοδο, στο οποίο είχε περιέλθει η Επανάσταση του 1821. Ήταν, επομέ νως, αναμενόμενο η άφιξη του στην Αίγινα πριν 180 χρόνια να θεωρηθεί σχεδόν από όλους τους Έλληνες ως αφετηρία μιας νέας εποχής για την ελευθερωμένη χώρα που αγωνιζόταν ακόμη να κατοχυρώσει, μετά το Ναβαρίνο και την αποφασιστική εμπλο κή των τριών Δυνάμεων, την υπόσταση της. Το διεθνές κύρος του, οι θρυλούμενες ικανότητες του και το έμπρακτο ενδιαφέρον, που είχε δείξει για την περίθαλψη των θυμάτων του Αγώνα (ορφανών, αιχμαλώτων κλπ.) παρείχαν όλες τις εγγυήσεις για μια δίκαιη διακυβέρνηση, που θα απομάκρυνε τις πολιτικές έριδες και θα εξασφά λιζε τους βασικούς στόχους που είχαν θέσει οι επαναστάτες: πολιτική ελευθερία και κοινή ευημερία.1 Λίγους μήνες πριν συμπληρωθούν τέσσερα χρόνια διακυβέρνησης - είχε εκλεγεί για μια επταετία - ο Καποδίστριας έχανε τη ζωή του κάτω από τα δολοφονικά κτυ πήματα των Μαυρομιχαλαίων. Ο τραγικός του θάνατος ήλθε σε μια στιγμή που όλα έδειχναν ότι είχε αποτύχει, τελικά, στο βασικότερο στόχο του: οι καποδιστριακοί και αντικαποδιστριακοί είχαν τόσο διχαστεί, ώστε ο εμφύλιος πόλεμος είχε σχεδόν αρχί σει και γινόταν καταστρεπτικός αμέσως μετά τη δολοφονία του. Θα ήταν όμως λάθος να αποδώσουμε μόνο στον Κυβερνήτη το οδυνηρό αυτό αποτέλεσμα. Θα μπορούσε να τεθεί και το ακόλουθο ερώτημα: ήταν δυνατό να επιτύχει ο Καποδίστριας με τις δεδομένες συνθήκες, που επικρατούσαν στη χώρα, και τις πολιτικές και οικονομικές δυνατότητες, που είχε στη διάθεση του; Γνωρίζουμε όλοι μας ότι για τέτοια κρίσιμα ζητήματα της ιστορίας τα στερεότυ πα έχουν μεγαλύτερη ισχύ από τον υπεύθυνο λόγο των ιστορικών. Έτσι είναι πιο δημοφιλείς οι μονόπλευρες και παραμορφωτικές απόψεις, όπως ότι ο Κυβερνήτης ήθελε το καλό της χώρας, αλλά τον εμπόδισαν οι προύχοντες, οι ξένες δυνάμεις και κάποιοι ανεγκέφαλοι διανοούμενοι, ότι ήταν δικτάτορας και όργανο της Ρωσίας, ότι, αν δεν είχε δολοφονηθεί, η χώρα θα είχε γλιτώσει από τους Βαυαρούς και τον ενα γκαλισμό του δυτικού πνεύματος κλπ. κλπ. Αυτά τα στερεότυπα και άλλα, ασφαλώς, προσπάθησε να ανατρέψει η ελληνική ιστοριογραφία, κυρίως μετά τη δικτατορία, ωστόσο η υποχώρηση των σπουδών για το 1821, που από τότε παρατηρήθηκε, δεν 1 Πολλά από όσα εδώ εκτίθενται βρίσκονται διάσπαρτα στη διδακτορική μου διατριβή: Η αντιπο λίτευση κατά του Κυβερνήτη Ιω. Καποδίστρια (1828-1831), Αθήνα, Θεμέλιο, 1988. Βλ. και Χρι* Καθηγητής erto στίνα Κουλούρη - Χρήστος Λούκος, Τα πρόσωπα του Καποδίστρια. Ο πρώτος Κυβερνήτης της Πανεπιστήμιο Κρήτης Ελλάδος και η νεοελληνική ιδεολογία (1831-1996), Αθήνα, Πορεία, 1996. 12
επέτρεψε μια συναγωγή μελετών, που θα φώτιζαν περισσότερες πλευρές. Υπάρχουν όμως κάποιες συμβολές που, νομίζω, μας επιτρέπουν να δούμε, και στην περίπτωση αυτή, ότι η κοινωνική πραγματικότητα είναι σύνθετη και πολύπλευρη, και μόνο με την προσπάθεια να αναδειχθούν τα πολλαπλά επίπεδα της κοινωνικής ζωής ίσως μπορέσουμε να αντιληφθούμε τον παλμό των άλλων εποχών. Αντί να παραθέσω, και να σας κουράσω, αντιτιθέμενες απόψεις ,όπως υπαινίσσε ται και ο τίτλος της ομιλίας, θα σκιαγραφήσω την προσπάθεια του Καποδίστρια να οργανώσει την ελευθερωμένη χώρα, και τις συναινέσεις ή αντιδράσεις, που προκάλε σε η πολιτική του βούληση. Από τη διαπραγμάτευση θα φανούν και οι αντικρουόμε νες ερμηνείες. Θα αρχίσω από τη φύση του καποδιστριακοό καθεστώτος και τον τρόπο διακυ βέρνησης. Ο Καποδίστριας θα μπορούσε να αναστείλει, με εύλογη δικαιολογία τη φοβερή κατάσταση στην οποία βρήκε τη χώρα, τα βασικά άρθρα του συντάγματος της Τροιζήνας και να κυβερνήσει δικτατορικά. Δύσκολα θα τολμούσε κάποιος να αντι δράσει. Προτίμησε να αναγκάσει
τη
Βουλή σε αυτοδιάλυση, αφού υποσχέ
ÎÊI
θηκε ότι θα συγκαλέσει Εθνοσυνέλευση σε λίγους μήνες. Καθυστερώντας ωστό σο τη σύγκληση της, στελέχωσε τον κρατικό μηχανισμό με άτομα αφοσιω
Afe«.«- -ììfci-,
μένα σ' αυτόν. Στην Εθνοσυνέλευση, ••:
•
•
••••.
\:
:
•:
•
.:•'
,
που τελικά συγκάλεσε το 1829, φρόντι σε να πλειοψηφούν πληρεξούσιοι, που συμφωνούσαν με τις απόψεις του. Εξα i!i-!<vß.;.a.V?ä,:B f»f•<*.•,.'.;.«
σφάλισε έτσι έγκριση και διεύρυνση των έκτακτων εξουσιών του. Με τον '
τρόπο αυτό, την τελική δηλαδή αναφο
•
•
'
•
"
•
:
ρά στις αποφάσεις μιας Εθνοσυνέλευ
£f
σης, και παρά το γεγονός ότι η πραγμα
Ι
:
τική εξουσία ήταν στα χέρια του Κυβερ νήτη, δεν καταλυόταν τυπικά η συνταγ nm>tliiB«*T<RjbmUHH«
ματική τάξη. Κυρίαρχο σώμα, για να .•';-« tir.toi.jüä,.,,,;:,,-.ιΐίλ-,ςιι.;; ι,?, .••->,],., •-.,:_ VJas*sa&. -swv.** J ,;;6
αποφασίσει για τα μείζονα ζητήματα,
!V
Ί1ΤΙ U«J(«.Ii
7^V«Ci:!liI,ï 1 !Î:ït.r i i i (,,. S s i i E ; i „„ ;,,, ,..; „ s l ï ; s ,,,, ,.- %„£
Λ κ ^ « rar -<*. ><ί iEifîutiTui- „«ιη,ί,ι,,. Τ„ ,,.„, »in. •i).ïMtnpiw™.iw-ï#:..i: : iî 1 ïî(0, i i ( n ^ , .
παρέμεναν οι εκλεγμένοι εκπρόσωποι, που θα συγκαλούνταν επί τούτου. Δεν θα ήταν τολμηρό να υποτεθεί ότι με τη μεθόδευση αυτή ο Καποδίστριας δεν απέβλεπε μόνο στη νομιμοποίηση των
13
αυταρχικών επιλογών του αλλά στο να έχει τη δυνατότητα να αντιδράσει, επικαλού μενος τη λαϊκή βούληση, σε αναμενόμενες αποφάσεις των δυνάμεων για το πολίτευ μα, τα σύνορα και άλλα βασικά ζητήματα, που θα καθόριζαν την τύχη τού υπό σχη ματισμό κράτους. Συνήθως παρουσιάζεται ο Καποδίστριας ή ως αντιδραστικός, που υιοθέτησε το αυταρχικό ρωσικό μοντέλο ή ως φιλελεύθερος, αφού, σε αντίθεση με τον Μέτερνιχ, συνηγόρησε για μια διαφορετική αντιμετώπιση ζητημάτων της μεταναπολεόντειας Ευρώπης. Χρειάζεται προσοχή στους όρους που χρησιμοποιούμε. Φιλελεύθερος, με την πολιτική σημασία του όρου, δεν ήταν ο Καποδίστριας. Ωστόσο, είχε καταλάβει ότι μετά τη Γαλλική Επανάσταση δεν μπορούσε να γυρίσει πίσω το ρολόι της Ιστο ρίας, όπως θα ήθελε ο Μέτερνιχ και άλλοι πολλοί. Πίστευε ότι, για να αποφευχθούν νέες επαναστάσεις και ανατροπές, θα έπρεπε οι ηγεμόνες, στους οποίους ανήκε ελέω θεού η εξουσία, να προβούν εγκαίρως σε λελογισμένες παραχωρήσεις προς τους σημαντικότερους εκπροσώπους των μεσαίων στρωμάτων. Έτσι δεν απέκλειε μια μορφή συνταγματικότητας, που θα επιβαλλόταν όμως από τα πάνω, που δεν θα ήταν κατάκτηση επαναστατική. Κάπως έτσι ήθελε να διαχειριστεί και τα ελληνικά πράγματα. Να μην αρνηθεί μια μορφή αντιπροσωπευτικής διακυβέρνησης, αλλά το πότε αυτή θα επιτρεπόταν και με ποια μορφή,, αυτός θα το έκρινε, αφού θα συνεκτιμούσε μεταξύ άλλων και το κατά πόσο είχαν λυθεί και τα άλλα προβλήματα του τόπου: η κατοχύρωση της ανεξαρτη σίας του, η οικονομική χειραφέτηση του αγροτικού πληθυσμού από τους προκρίτους με τη διανομή των εθνικών γαιών. Όλα αυτά μοιάζουν λογικά, ιδιαίτερα αν λάβουμε υπόψη το τι τελικά έγινε στο ελληνικό βασίλειο, και φαίνεται να δικαιολογούν τους δισταγμούς του Κυβερνήτη να εφαρμόσει τις φιλελεύθερες και ρηξικέλευθες διατά ξεις των συνταγμάτων του Αγώνα. Χρειάζεται όμως εδώ να προσέξουμε τον κίνδυ νο των αναχρονισμών. Οι στόχοι που είχαν θέσει οι επαναστάτες ήταν ασφαλώς ουτοπικοί ή ήταν πολό δύσκολο να πραγματοποιηθούν με τη δεδομένη κοινωνική πραγματικότητα, αλλά δεν θα καταλάβουμε τους ανθρώπους της τότε εποχής, αν δεν εντάξουμε τις σκέψεις τους και τις πράξεις τους μέσα στο ιδιάζον πλαίσιο, που δημι ούργησε η δυναμική μιας επανάστασης. Μπορεί ο αγροτικός πληθυσμός, η μεγάλη δηλαδή πλειοψηφία των κατοίκων, να είδε στο πρόσωπο του Κυβερνήτη τον μόνο σωτήρα από τον κίνδυνο του Ιμπραήμ και την αρπακτικότητα των απλήρωτων παλληκαριών που λήστευαν τη σοδειά του, και έτσι έδωσε την πλήρη κατάφαση του σε όλα σχεδόν τα κυβερνητικά μέτρα (μερικά από τα οποία περιόριζαν τη μέχρι τότε ασυδοσία των προκρίτων), όμως ο εμπνευσμένος λόγος του Θεόφιλου Καΐρη κατά την επίσημη υποδοχή του Κυβερνήτη τόνιζε από την αρχή και μια άλλη διάσταση των προσδοκιών αρκετών επαναστατών από τις αναμενόμενες κυβερνητικές πρωτο βουλίες: ότι ο Καποδίστριας κλήθηκε να κυβερνήσει ελεύθερους ανθρώπους. Ο Κυβερνήτης είχε μια θρησκευτική προσήλωση στους στόχους, που είχε θέσει για την οργάνωση της νέας πολιτείας και για τη δημιουργία των προϋποθέσεων που, 14
κατά τη γνώμη του, θα εξασφάλιζαν την ευημερία των πολλών. Αυτή η θρησκευτική του προσήλωση σε ό,τι θεωρούσε αυτός ορθό, απόρροια της βαθειάς πίστης του ότι η Θεία Πρόνοια κατευθύνει όλα τα ανθρώπινα, τον έκανε δύσπιστο σε κάθε διαφο ρετική άποψη, την οποία πολλές φορές ερμήνευε ως πράξη αντιπολιτευτική ή θεω ρούσε ότι εξυπηρετούσε αλλότρια συμφέροντα. Η εχθρική στάση της Αγγλίας απέ ναντι του και η προσπάθεια της να τον υπονομεύσει τον οδήγησε να βλέπει τους δια φωνούντες με την πολιτική του ως τυφλά όργανα της δύναμης αυτής. Τελικά, ιδιαί τερα όταν άρχισε η αμφισβήτηση κατά των επιλογών του να μεγαλώνει, εμπιστευόταν μόνο άτομα που θεωρούσε απόλυτα αφοσιωμένα στο πρόσωπο του και τους στόχους του -η επιλογή των αδελφών του και κάποιων άλλων Επτανησίων σε καίριες θέσεις είναι ενδεικτική αυτής της τάσης-, ενώ τα περιοριστικά μέτρα κατά των πραγματικών ή υποτιθέμενων αντιπάλων του πολλαπλασιάστηκαν. Τελικά, η αυταρχικότητα, που ως ένα βαθμό φαινόταν επιβεβλημένη, για να αντιμετωπιστούν τα έκτακτα προβλή ματα της χώρας, πήρε σε αρκετές περιπτώσεις αστυνομικό χαρακτήρα. Η σπουδαιότερη πάντως συνέπεια αυτής της ιδεολογικής ακαμψίας του Κυβερ νήτη φάνηκε, όταν για λόγους αρχής ή δυσπιστίας αρνήθηκε να αναζητήσει υποστή ριξη από εκείνες τις κοινωνικές ομάδες ή άτομα, που είχαν την πραγματική κοινωνι κή ή πολιτική δύναμη. Ή καλύτερα αρνήθηκε να χρησιμοποιήσει μερικούς από αυτούς για να εξασθενήσει τους άλλους. Αποτέλεσμα ήταν να βρεθούν στο αντικαποδιστριακό στρατόπεδο άτομα και ομάδες, που δεν είχαν κοινά συμφέροντα ούτε παρόμοια κοινωνική προέλευση: πρόκριτοι, καπεταναίοι, διανοούμενοι, πολιτικοί, πλοιοκτήτες και έμποροι. Το ότι συνασπίστηκαν όλοι αυτοί εναντίον του καθεστώτος είναι ισχυρό δείγμα της τελικής του αποτυχίας. Η αντιπολίτευση από την άλλη μεριά δεν υστέρησε σε ακαμψία και ιδεολογική προκατάληψη. Και ναι μεν οι πρόκριτοι αντέδρασαν, διότι πολλά από τα μέτρα του Κυβερνήτη έθιγαν καίρια την κοινωνική τους θέση και τον ηγετικό ρόλο, που διεκ δικούσαν στο νέο κράτος. Αυτοί όμως που με την ευρύτερη έννοια θα μπορούσαν να ονομαστούν πολιτικοί και διανοούμενοι ή όσοι δεν ήταν στενά δεμένοι με τις παρα δοσιακές ηγετικές ομάδες, δεν αντιλήφθηκαν τις θετικές πλευρές της καποδιστριακής πολιτικής, κυρίως την κοινωνική της διάσταση, αλλά πρόσφεραν τις γνώσεις και ικα νότητες τους, για να αποτραπεί τελικά η αποδυνάμωση των παραδοσιακών ηγεσιών. Δεν δίστασαν, επίσης, στο όνομα της καταπολέμησης του κινδύνου, που αντιπρο σώπευε γι αυτούς η αυταρχική διοίκηση του Κυβερνήτη, να υπηρετήσουν τους στό χους και ξένων δυνάμεων, που ήθελαν κι αυτές την ανατροπή του. Ας έλθουμε τώρα στην εξέταση μιας άλλης πλευράς του Κυβερνήτη, που τόσο αντιθετικές απόψεις προκάλεσε στην εποχή του αλλά και αργότερα, μια και η Επανά σταση του 1821 αποτέλεσε κεντρικό θέμα ιδεολογικής χρήσης σε όλη τη διαδρομή της νεοελληνικής ιδεολογίας. Πρόκειται για τις σχέσεις του με τη Ρωσία πρωτίστως αλλά και τις άλλες μεγάλες δυνάμεις. Δεν μπορεί να υποστηριχθεί σοβαρά σήμερα ότι ο Καποδίστριας κατέβηκε στην 15
Ελλάδα, για να ιιπηρετήσει τυφλά τη ρωσική πολιτική. Έχοντας υπηρετήσει στη ρωσική αυλή έτρεφε μεγάλη ευγνωμοσύνη στην αυτοκρατορική οικογένεια και εύλο γη συμπάθεια για τη χώρα, όπου τόσο ευδόκιμα είχε σταδιοδρομήσει. Η προσήλωση του αυτή δεν τον εμπόδισε να διαχωρίσει τη θέοη του, όταν η Ρωσία αποφάσισε τελι κά, το 1822, να ακολουθήσει πολιτική που, κατά τη γνώμη του, θα έβλαπτε του εξε γερμένους Έλληνες. Και είχε το θάρρος να παραιτηθεί. Όταν το 1827, πριν αποδε χθεί την εκλογή του ως Κυβερνήτη, θα συναντήσει τον τσάρο Νικόλαο Α' στην Πετρούπολη, τα συμφέροντα της Ρωσίας και του υπό δημιουργία ελληνικού κράτους ταυτίζονταν σε μεγάλο βαθμό: η Ρωσία δεν είχε αντίρρηση να επεκταθούν τα ελλη νικά σύνορα ώστε το νέο κράτος να έχει οντότητα και να αποφύγει την άμεση εξάρ τηση από την Αγγλία, που κατείχε ήδη τα Επτάνησα και ήθελε να περιορίσει την Ελλάδα στην Πελοπόννησο και στις Κυκλάδες. Δεν δίστασε, επομένως, να ενισχύσει γενναιόδωρα τις κυβερνητικές προσπάθειες του Καποδίστρια, με αποστολή χρηματι κών ενισχύσεων και με κάθε δυνατή υποστήριξη των πολιτικών και στρατιωτικών εκπροσώπων της Ρωσίας στην περιοχή. Από την άλλη μεριά, η ηγετική παρουσία του Καποδίστρια στις ελευθερωμένες περιοχές ήταν εγγύηση για τον τσάρο ότι θα περιο ρίζονταν οι επαναστατικές ιδέες και πράξεις και δεν θα βλάπτονταν τα ρωσικά συμ φέροντα. Ταυτότητα, επομένως, συμφερόντων και όχι δουλική εξάρτηση από τις εντολές μιας μεγάλης δύναμης. Η Αγγλία στάθηκε από την αρχή εχθρική στον Κυβερνήτη της Ελλάδος. Παρά τις διαβεβαιώσεις του ότι ήθελε να εμφανιστεί ως εκπρόσωπος και των τριών Δυνάμεων, η Βρετανική Κυβέρνηση, τουλάχιστον ως το 1830, θα τον θεωρήσει όργανο των ρωσι κών συμφερόντων και θα προσπαθήσει με κάθε τρόπο να υπονομεύσει τη θέση του. Ο Καποδίστριας, με τη σειρά του, δύσκολα έκρυβε την αποστροφή του προς την αγγλική πολιτική, που οδυνηρά την υφίσταντο ήδη οι συμπατριώτες του Επτανήσιοι. Κι ενώ με τη νίκη των Ρώσων στο ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1828-1829 και τον εξα ναγκασμό του σουλτάνου να αποδεχθεί, επί τέλους, στη συνθήκη της Αδριανούπολης τη δημιουργία αυτόνομου ελληνικού κράτους φαινόταν ότι το ελληνικό ζήτημα έβαι νε προς λύση σε ένα πλαίσιο, όπου η γνώμη του Κυβερνήτη θα ήταν βαρύνουσα, η Βρετανική Κυβέρνηση, που φοβήθηκε την άμεση εξάρτηση μιας αυτόνομης Ελλάδας από τη Ρωσία, με έναν τολμηρό ελιγμό πρότεινε και επέβαλε ανεξάρτητο ελλίΜκό κράτος, από το οποίο όμως απέκλεισε κάθε μείζονα παρουσία του Καποδίστρια. Στην επιμονή αυτή του Άγγλου πρωθυπουργού Wellington, οι Ρώσοι δεν αντέδρασαν και δέχθηκαν, χωρίς την ανάμειξη της Ελληνικής Κυβέρνησης, την εκλογή ηγεμόνα στο θρόνο της Ελλάδας, απέφυγαν μάλιστα να ενημερώσουν σχετικά τον Κυβερνήτη. Είχε αρχίσει πλέον η διαδικασία για την απομάκρυνση του από την εξουσία. Η παραίτηση του Λεοπόλδου από το θρόνο του νέου κράτους καθυστέρησε αυτή τη διαδικασία, έδωσε δε αφορμή στους αντιπάλους του Καποδίστρια να εντείνουν την αντιπολίτευση τους, με συνέπεια τη μεγαλύτερη σκλήρυνση του καθεστώτος. Τον καταλυτικό πάντως παράγοντα για την επιβίωση του καποδιστριακού κάθε16
ν
στώτος, τουλάχιστον ως το 1830, φαίνεται ότι έπαιξε η Γαλλία. Αντίθετα προς μια πολύ διαδεδομένη άποψη που θέλει τη χώρα αυτή να συνεργάζεται, λόγω φιλελεύ θερων αρχών, πάντα με την Αγγλία για τον περιορισμό της ρωσικής επεκτατικής πολιτικής, το 1828-1830, και όχι μόνο, η Γαλλία, στην προσπαθεί της να ανακτήσει το σημαντικό ρόλο που διαδραμάτιζε στην Ανατολή μέχρι τους ναπολεόντειους πολέ μους, θα δει στο νέο κράτος την ευκαιρία να ανακτήσει από την Αγγλία ένα μέρος της επιρροής της. Η παρουσία του γαλλικού εκστρατευτικού σώματος στο Μοριά ήταν μια έμπρακτη απόδειξη αυτής της βούλησης. Η ενίσχυση του ελληνικού κράτους με διευρυμένα σύνορα θα απέτρεπε να καταστεί, όπως χαρακτηριστικά σημείωνε Γάλλος διπλωμάτης, το όγδοο νησί των Επτανήσων. Από την άλλη μεριά, ο Καποδίστριας ήταν η εγγύηση σταθερότητας, που εμπόδιζε μια αναταραχή η οποία μόνο τους ευρισκόμενους δίπλα Άγγλους θα ευνοούσε, ha τους λόγους αυτούς η Γαλλική Κυβέρ νηση μέχρι το 1830 θα υποστηρίζει με τακτικές χρηματικές ενισχύσεις τον Κυβερνή τη και θα του επιτρέπει να πληρώνει τους στρατιωτικούς μισθούς και να αποφεύγει έτσι επικίνδυνες εντάσεις. Ο επικεφα λής, παράλληλα, του γαλλικού στρατού στην Πελοπόννησο έκανε σαφές ότι δεν θα ανεχόταν βίαιη αμφισβήτηση του καποδιστριακού καθεστώτος. Αυτή η ευτυχής για τον Κυβερνήτη ισορροπία τού δύο προς ένα, δηλαδή υποστήριξη της Ρωσίας και της Γαλλίας έναντι της αντίθεσης της Αγγλίας, θα ανατραπεί
μετά την Ιουλιανή Επανά
σταση και το κύμα φιλελευθερισμού, που αυτή θα αποδεσμεύσει. Η νέα Γαλ λική
Κυβέρνηση,
παρά την πίεση
φιλελλήνων, όπως ο Fabvier, δε θα απο
( -.-.--f~ »».Ι^...^.-,™...-...·:,.,|.1ι;-.1. ,-.(,.,. ,..,ι..·!'.. Μ... ,·;,.,:•;,,Äj • , . · . ; ! , • . . J- lOBEAWweniUiitSs.
biK&Siupsinw
,.,„...
ml
ftva .,„... , Ϊ 1 : ; [ ; ^ ; , ^ Γ Ϊ .
"• »I« W.-W;V . . , . „ ; - , „ ! , . , ; „ , , ϊ , , ί , . , , , , , , : , η Ι ο , ^ Μ , ; „ , „ ^ , . , ^ , , . ^ . „ ; , . , • „ - , ; „ ^,«Μν,Τ(νι?.Μ„;,,ί:,,ϊ,:^>1?ί„,Ι,(.,,,1,,1)Ι,1...,:,,,,^,1,ν>11(111(Ιη).ι
'Λ-Ιί*-...',- W.'Tvr-.tr-.-.lKi-Tv.·· »,· Itti Λ ; . , · ; . . «:,.„ .'.•.!,;..--!: ^ . ; * . νΛ-.,.-,ι,τ.ν.,ν :• v ^ ^ r i r . : κ . . « , : , ν , , , » . : « ^ , , ^ , ρ , , , . , , . , ι , ; , , , , , ^ , , ^ . , ^ , ; , - , , ^ .
σύρει μεν την υποστήριξη της προς τον Κυβερνήτη, αλλά δε θα μπορεί να τον
L I ·*"«"'"•"' o&Kttiaiij.-g'jiG&if/,\i '. I j<>m.li;vmî>iiUçmi>HJïj:.--sa.-ï-l·^ "•:•«' η limi «in f<-Ti?/!\w|n4Twv rniken
υποστηρίζει πλέον οικονομικά, αφού οι σχετικές προτάσεις της θα αποπέμπο
-rffl^iwtaj
νταν από τα φιλελεύθερα νομοθετικά σώματα. Η επέμβαση των Ρώσων για την καταστολή της πολωνικής εξέγερ σης είχε δημιουργήσει έντονο αντιρωσικό κλίμα στη Γαλλία και πρόσφορο έδα φος, ώστε να υιοθετούνται και οι πλέον υπερβολικές κατηγορίες της αντιπολί
ΓΓ*
••*/'-.'T"v^.lk-J,ir.^;1!:.vl.,Tf-fJ',l.,;r..i..v\„r-..:-.v.. awiWRwàsffiioi rœmfe,,, •• .ν,,-η:Λ,.:,Ί,.«-.üs,v,c>ι-ϋ(ν,»ΐ,η. Λ.••«,'!.•.•?.!,(,.•..!,•, i;,,-*..-.- :•.-,.••.._-. .;,-,..--.,, • .
.^„»....-nn.--.^
„••.... . ^
w i w i l w IIWIIll'llT-ÌIMMii«
;i'il-.-':<T*ii!-.v.jsiii»!l'.-!i.>.nri!- 5 s..3. 1 ili:. . , . . „ : , . . . . . . .., ._ ' « Ì M » l F < W M l « - ' | t ó * I S g S i C * C « ; i i ; r . i r . . ..... ; . . .„..'.. .,.„_. i # , " ^ n - r - Y W u . W l , > , * * Z WHV «Λ;ι"ι, V i « m n t & g a K « , H «in tivxom 7—-f I f t X k p n n τη AaeOtn n • ' V-• i•-•.•'τ : •"•:' ••,-;,.i::-i>nr..!T-i. y,v. Γ... ·..; • . -
τευσης για τα αυταρχικά μέτρα του
17
να Κυβερνήτη και για τη ρωσική του εξάρτηση. Και γνωρίζουμε πόσο βοήθησαν στο) • διαδοθούν οι κατηγορίες αυτέζ οι Έλληνες, που βρέθηκαν τότε στο Παρίσι, με κορυ φαίο τον Κοραή. Από την άλλη μεριά το γαλλικό εκστρατευτικό σώμα του Μοριά από παράγοντας στήριξης του καποδιστριακού καθεστώτος μεταβλήθηκε, το 1831, σε εστία,αν όχι ενίσχυσης, τουλάχιστον κατανόησης των αντικυβερνητικών ενεργειών. Θέλω να ελπίζω ότι με τη σύντομη αυτή ανάλυση των σχέσεων του Καποδίστρια με τις τρεις μεγάλες Δυνάμεις φάνηκε πόσο πολύπλοκα είναι και εδώ τα ζητήματα, επομένως και η ανάγκη να αποφεύγονται οι μονόπλευρες ερμηνείες. Εμπλοκή της Αγγλίας και της Γαλλίας θέλησαν να δουν πολλοί και στη δολοφονία του Κυβερνήτη. Η Αγγλία, όπως ειπώθηκε, στάθηκε σταθερά εχθρική απέναντι του και ο διπλωματι κός της εκπρόσωπος στο Ναύπλιο έκανε ό,τι μπορούσε για να δυσχεράνει την προ σπάθεια του για διευρυμένα σύνορα και εξωτερική βοήθεια, και δεν δίστασε να ευνοή σει ενεργά τους αντιπολιτευόμενους. Ωστόσο, ακόμη και η ανάκριση για τη δολοφο νία, που διενεργήθηκε με τόσο ζήλο από φανατικούς οπαδούς του Κυβερνήτη, δεν μπόρεσε να στοιχειοθετήσει καμία συγκεκριμένη εμπλοκή αγγλικού παράγοντα στο μοιραίο αυτό γεγονός. Για την γαλλική εμπλοκή φαίνεται ότι προέκυψαν κάποια στοι χεία: Γάλλοι στρατιωτικοί, που βρίσκονταν στο Ναύπλιο, είχαν κάποιες επαφές με αντιπολιτευτικά στοιχεία, που συνδέονταν με τους δολοφόνους. Φθάνουν όμως αυτές οι μαρτυρίες, που εξήγαγε μια ανάκριση κα. το δεδηλωμένο αντικυβερνητικό φρόνη μα των Γάλλων στρατιωτικών στην Πελοπόννησο μετά την Ιουλιανή Επανάσταση, για να υποθέσουμε ότι η Γαλλία ήθελε τη φυσική εξόντωση του Κυβερνήτη, επειδή τάχα στεκόταν εμπόδιο στα οικονομικά, στρατιωτικά και πολιτικά της σχέδια στην περιοχή; Τίποτα από αυτά δεν τεκμηριώνεται. Αντίθετα, λίγες μέρες πριν την 27 Σεπτεμβρίου 1831 ο υπουργός των εξωτερικών της Γαλλίας έγραφε στον διπλωματικό του αντι πρόσωπο στην Ελλάδα για την αναγκαιότητα, παρά τις όποιες αντιρρήσεις, να κρατη θεί ο Καποδίστριας στην εξουσία μέχρι την επικείμενη εκλογή νέου ηγεμόνα για τη χώρα και αυτό, γιατί αποτελούσε τη μόνη εγγύηση για να αποφευχθούν ανατροπές, που θα ήταν εις βάρος των γαλλικών συμφερόντων. Δεν μπορεί να αποκλειστεί μεμο νωμένη εμπλοκή Γάλλου ή οποιουδήποτε άλλου ξένου, ωστόσο το σχήμα ότι δολο φονήθηκε ο Καποδίστριας, γιατί αντιστρατευόταν τους στόχους και τα συμφέροντα μιας ή περισσοτέρων μεγάλων δυνάμεων, δεν φαίνεται να ευσταθεί. Πιο κοντά στην πραγματικότητα θα ήταν να υποθέσουμε ότι, κυρίως από την Αγγλία, υπονομεύτηκε η προσπάθεια του Κυβερνήτη να εξασφαλίσει την εύνοια και των τριών Δυνάμεων στην εφαρμογή του προγράμματος του, γεγονός που θα καθιστούσε ανίσχυρη κάθε σοβαρή αντιπολίτευση. Από την ίδια μεγάλη δύναμη εμποδίστηκαν και οι επανειλημμένες απόπειρες του Καποδίστρια να του δοθεί ένα μεγάλο δάνειο με την εγγύηση και των τριών Δυνάμεων, για να πραγματοποιήσει τις μεταρρυθμίσεις, που οραματιζόταν: διανομή εθνικών γαιών στους ακτήμονες, δάνεια στους καλλιεργητές, κρατική τράπεζα κλπ. Το δάνειο δόθηκε, τελικά, στο νέο ηγεμόνα και γνωρίζουμε πόσο βοήθησε την Αντιβασιλεία να εδραιώσει, σπαταλώντας το, την εξουσία της.
Η δολοφονία του Κυβερνήτη είναι πρωτίστως εσωτερική υπόθεση και σχετίζεται με τη σταθερή προσπάθεια του να αφαιρέσει, με το συγκεντρωτικό σύστημα που επέ βαλε, την ισχύ των τοπικών αυθεντιών. Μια από τις ισχυρότερες αυθεντίες, η οικογέ νεια των Μαυρομιχαλαίων, είχε περιέλθει σε αδιέξοδο λόγω των κυβερνητικών μέτρων. Η αντιπολιτευτική συγκυρία περιέβαλε τη δολοφονία, την πράξη αυτή απελπισίας, και με άλλο περιεχόμενο. Δεν τεκμηριώνεται, πάντως, οιαδήποτε εμπλοκή των ηγετών της αντιπολίτευσης, που βρίσκονταν στην επαναστατημένη Ύδρα, στο έγκλημα. Πολλοί επιχειρούν τελευταία να εμφανίσουν τη δολοφονία του Καποδίστρια ως το γεγονός που καθόρισε την πορεία του ελληνικού κράτους. Αν δεν είχε τόσο τραγι κά απολεσθεί ο πρώτος κυβερνήτης της ελεύθερης Ελληνικής Πολιτείας, η χώρα θα είχε αποφύγει το διεθνή στιγματισμό της για την πράξη αυτή και, ίσως, να είχε μετα βεί ομαλότερα στη νέα μορφή εξουσίας, χωρίς δηλαδή τον καταστροφή εμφύλιο πόλεμο του 1832. Αλλά η πορεία των πολιτειακών εξελίξεων δεν θα ήταν διαφορετι κή, αφού είχε αποφασΐστεί από τις τρεις προστάτιδες Δυνάμεις η άμεση εκλογή ενός πρίγκιπα ως βασιλιά του νέου κράτους, και πραγματοποιήθηκε με την εκλογή του Όθωνα λίγους μήνες μετά το τραγικό γεγονός του Σεπτεμβρίου. Αναφέρθηκε, επίσης, ότι ο Καποδίστριας, παρά τους ευγενείς στόχους του, δεν μπόρεσε να γίνει αποδεκτός από σημαντικές για το πολιτικό κ α ΐ κοινωνικό τους κύρος ηγετικές ομάδες, συγκρού στηκε μαζί τους και η μεταξύ τους αντιπαράθεση οδήγησε στην ολική ρήξη, που ήταν σχεδόν αδύνατο να γεφυρωθεί. Κατά συνέπεια, δε θα μπορούσε, υπό τη βασιλεία, να αποτελέσει ουσιαστικό παράγοντα που θα καθόριζε τις εξελίξεις. Η πλέον πιθανή εξέ λιξη θα ήταν η απομόνωση του στην Κέρκυρα και η συμμετοχή του στον αγώνα των Επτανησίων κατά της βρετανικής εξουσίας. Η εμμονή, ωστόσο, στη σημασία που ενέ χει το τραγικό αυτό γεγονός, εντάσσεται στη λογική των χαμένων ευκαιριών, που τόσο διευκολύνει όσους, από σκοπιμότητα, αφέλεια ή ρομαντισμό, αρνούνται να ανα ζητήσουν τα πραγματικά αίτια της ελληνικής κακοδαιμονίας. Ας ξαναγυρίσουμε στην Αίγΐνα του Γενάρη του 1828, για να συστηματοποιήσω και διευρύνω λίγο όσα ήδη ανέφερα. Το πλήθος υποδέχεται τον Καποδίστρια ως σωτήρα και είναι τέτοιος ο ενθουσιασμός, που, όπως αναφέρει ο Κασομούλης, φοβί ζει τους προκρίτους που κρύβονται στα σπίτια τους. Ο Καποδίστριας ενημερώνεται από τους υπουργούς της Προσωρινής Κυβέρνησης και διαπιστώνει στην πράξη ό,τι ήδη γνώριζε: άδ εΐ α τα ταμεία, απλήρωτοι οι στρατιώτες, πλήθος οι χήρες και τα ορφανά, οι πρόσφυγες, οι πεινασμένο!, οι αιχμάλωτοι που πρέπει να απελευθερω θούν από τα σκλαβοπάζαρα της Ανατολής. Ο Ιμπραήμ είναι ακόμη στην Πελοπόν νησο, οι Τούρκοι στη Στερεά και τίποτα δεν έχει ακόμα αποφασιστεί για τα σύνορα και την υπόσταση των εδαφών, που ήλθε να κυβερνήσει. Ζητά τη συνδρομή όλων, για να ανταποκριθεί στο ρόλο του. Και είναι θαυμαστά όσα επιτυγχάνονται, κυρίως στον τομέα της εσωτερικής ευταξίας, τους πρώτους μήνες. Γρήγορα αποφασίζει να μην εμπλακεί στις αντικρουόμενες απόψεις των ισχυρών πολιτικών και κοινωνικών ομάδων, οι οποίες αναπόφευκτα θα είχαν μείζονα ρόλο, αν εφαρμοζόταν το σύστη19
μα διακυβέρνησης που αποφασίστηκε στην Εθνοσυνέλευση της Τροιξήνας. Συγκεντρώνει έτσι όλη της εξουσία και μεθοδεύει τη νομιμοποίηση της. Αποσπά, με το διορισμό έμπιστων διοικητών και έπαρχων, τον έλεγχο των επαρχιών από τους προύχοντες, αναδιοργανώνει το στρατό, προσπαθεί να εισπράξει τους φόρους για τις ανάγκες του δημόσιου ταμείου, να ιδρύσει σχολεία, να περίθάλψει τους φτωχούς και τα ορφανά. Δουλεύει ακατάπαυστα και είναι άπειρα τα έγγραφα, που συντάσσει ή υπαγορεύει για μεγάλα και μικρά πράγματα. Είναι πεπεισμένος ότι κάνε! το σωστό, ότι έχει τη θεία πρόνοια βοηθό του. Γί αυτό δεν διστάζει να αντιπαραταχθεί στους μέχρι τότε ισχυρούς: αρνείται να ικανοποιήσει τα συνεχή οικονομικά αιτήματα των Μαυρομιχαλαίων, που δεν μπορούν πλέον να νέμονται τις προσόδους της Μάνης' μεταθέτει στο μέλλον την ικανοποίηση των αιτημάτων για αποζημίωση, που του υποβάλλουν οι πλοιοκτήτες και ναυηκοί της Ύδρας και των Σπετσών και οι πρόσφυγες Ψα ρ ΐ ανοί' φορολογεί τους εμπόρους της Σύρας. Θεωρεί πολυτέλεια τα αιτήματα για σύνταγμα και ανώτερα σχολεία. Όλα αυτά μπορούσαν να περιμένουν. Προείχε η κατοχύρωση ευρύτερων συνόρων και η διασφάλιση της ανεξαρτησίας, η σύναψη ενός μεγά λου δανείου για την αποπληρωμή του '•' ν , .:,. Si·''
'»A ? s-i
ft
.Λ. ...
δημοσίου χρέους της Επανάστασης και για τη βελτίωση της οικονομικής κατά στασης των πολλών, γεωργών και κτη νοτρόφων. Προείχε η αντιμετώπιση των υπονομευτικών
προσπαθειών
της
Αγγλίας να περιορίσει το νέο κράτος στην Πελοπόννησο και να ελέγξει την πολιτική του πορεία. Αυτά και άλλα πολλά ήταν στις προ θέσεις του Κυβερνήτη. Οι προθέσεις, ωστόσο, όσο καλές και αν είναι, δεν φθάνουν. Χρειάζονται πολιτικές, λεπτές πολλές φορές και με οδυνηρές υποχω ρήσεις, για να εξασφαλιστούν οι όροι πραγματοποίησης των προθέσεων. Και εδώ φάνηκαν οι περιορισμοί και ο δογ ματισμός, θα έλεγα, του Κυβερνήτη. Ήταν τέτοια η δυσπιστία του προς όλους τους πρωταγωνιστές της Επανά στασης, ώστε δεν θέλησε να στηριχθεί πραγματικά σε κανένα από αυτούς, αν δεν δεχόταν να είναι εκτελεστικό όργανο των εντολών του. Απομάκρυνε σταδια-
20
κά από κοντά του όχι μόνο τους προκρίτους αλλά πολλούς, που οι γνώσεις τους, η εμπειρία τους, η κοινωνική και πολιτική επιρροή τους θα ήταν σημαντικά εφόδια, ym να μπορέσει να στηρίξει το πρόγραμμα του. Δεν ήταν αυτονόητο ότι όλοι αυτοί, τελι κά, θα στρέφονταν εναντίον του. Είναι τεκμηριωμένο ότι πολλοί από αυτούς, που τον αντιπολιτεύτηκαν εν ονόματι των φιλελεύθερων αρχών, θα ήταν πρόθυμοι να συμπράξουν σε ένα μεταβατικό στάδιο συγκεντρωτικής εξουσίας, φθάνει να ήταν ξεκάθαροι οι στόχοι και να μετείχαν στην προετοιμασία τους. Παραμερίστηκαν και αρκετοί από αυτούς θεωρήθηκαν όργανα στις επώώξεις των ξένων συμφερόντων και διώχθηκαν. Έφθασαν έτσι και αυτοί σε υπερβολές. Θεώρησαν, το 1830 και 1831, τον Καποδίστρια και το καθεστώς του ως το μέγιστο κακό, που η διαιώνιση του θα κατέστρεφε τους στόχους της Επανάστασης. Θα πρέπει να μεταφερθούμε, όπως οφείλουμε, στο κλίμα της εποχής και να δούμε όχι μόνο την αγωνία και τη θλίψη του Κυβερνήτη, που συνειδητοποιούσε οδυνηρά ότι οι προθέσεις του για μ 1α χώρα πραγματικά ελεύθερη και ευημερούσα παρεξηγούνταν, εμποδίζονταν ή ακυρώνονταν από ποικίλους αντιπάλους, αλλά να αντιληφθούμε και τη διάψευση των ελπίδων, τους φόβους και την αγωνία όσων τον αντιπολιτεύτηκαν, που δεν ήσαν λίγοι, παραπλανημένοι ή καθοδηγημένοι, αλλά είχαν κι αυτοί το δικό τους όραμα για μια χώρα ελεύθερη και ευημερούσα, και επί πλέον είχαν πολεμήσει γι' αυτήν. Το θέμα δεν είναι ποιος τελικά είχε δίκιο ή ποιος δικαιώ θηκε από τις μετέπειτα εξελίξεις. Το θέμα είναι να καταλάβουμε τις πράξεις των ανθρώπων στο δεδομένο κοινωνικό πλαίσιο, όχι για να τους κρίνουμε αλλά γ ΐ α να δούμε τις επιλογές τους, τις αρετές αλλά και τις αδυναμίες τους. Οι μεγάλες διπλωματικές και πολιτικές ικανότητες του Καποδίστρια, τα προσω πικά του χαρίσματα, η ανιδιοτέλειά του, η μεγάλη του προσφορά στην απελευθερω μένη χώρα δεν χρειάζονται ωραιοποίηση, για να φανούν. Αναδεικνύονται αυτόματα από τα ιστορικά τεκμήρια και τις μαρτυρίες. Αυτή η ωραιοποίηση, αγιοποίηση μερι κές φορές, που δικαιώνει όλες τις κυβερνητικές του επιλογές και παρασιωπά ή απλώς καταδζκάζει οποιαδήποτε αντίθετη γνώμη ή πράξη, δεν βελτιώνει αλλά βλάπτε! την ιστορική του εικόνα. Αντίθετα, κάθε ατεκμηρίωτη και μονομερής κριτική μόνο των αυταρχικών ή άλλων επιλογών του χωρίς την κατανόηση των συνθηκών που επικρατούσαν, όταν ο Καποδίστριας ασκούσε την εξουσία, είναι ανιστόρητη. Είμαι βέβαιος ότι η επιστημονική μας συνάντηση θα συμβάλει σ αυτήν την ισορροπημένη αντιμετώπιση του έργου και της προσωπικότητας του Κυβερνήτη της Ελλάδος, την άφιξη του οποίου στο νησί πριν 180 χρόνια δικαιολογημένα τιμούμε.
21
ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΟΥΚΟΣ*
Η συμβολή του Ιω. Καποδίστρια στις διπλωματικές δια πραγματεύσεις, που οδήγησαν στην οριστική ρύθμιση της διαρκούς ουδετερότητας και ανεξαρτησίας της Ελβετίας μέσα από τα αυστριακά αρχεία.
w α ήθελα κατ' αρχάς να ευχαριστήσω όλους όσους είχαν την καταπληκτική ιδέα
Θ:
*να οργανώσουν ένα τέτοιου είδους επιστημονικό συνέδριο. Είναι ιδιαίτερη
τιμή για μένα να βρίσκομαι σήμερα εδώ ανάμεσα σας. Φέτος, λοιπόν, συμπληρώνονται 180 χρόνια από την άφιξη του Ιωάννη Καποδί στρια στην Αίγινα, την Πρώτη Πρωτεύουσα της Ελλάδος. Θα σας μιλήσω για την προσφορά του στην οριστική ρύθμιση της διαρκούς ουδετερότητας και ανεξαρτησίας της Ελβετίας μέσα από τα αυστριακά αλλά και τα ελβετικά αρχεία - προσφορά που και οι ίδιοι οι Ελβετοί ακόμη και σήμερα αναγνω ρίζουν. Ένα μοντέλο κράτους που στην άκρη του μυαλού του σίγουρα φανταζόταν ότι μπορούσε να δημιουργήσει και στη χώρα μας. Κάτι που δυστυχώς δεν κατάφερε. Έχω την αίσθηση -και όσο περισσότερο μελε τώ το έργο του αυτή η αίσθηση γίνεται εντονότερη - ότι ο Καποδίστριας ακόμα και σήμερα, παρ' όλες τις σημαντικές μελέτες που έχουν δημοσιευτεί γι' αυτόν και παρ' όλες τις τιμές που του έχει προσφέρει η Πολιτεία, δεν έχει πάρει τη θέση που δικαι ωματικά του ανήκε! στη συνείδηση του Έθνους. Και όμως, πολλά θα είχαμε να διδα χθούμε κα! εμείς σήμερα, αν στρέφαμε προς αυτόν τη σκέψη και την αγωνία μας. Τα όρια κω οι διαστάσεις της Πολιτικής που -από τα τέλη του 1814-0 Ιωάννης Καποδίστριας αγωνίστηκε να επιβάλει στην Ευρώπη, δεν έχουν αποτιμηθεί. Ποιος και σήμερα ακόμη μπορεί να πει ότι γνωρίζει όλη τη δράση του, όταν συνέχεια στην έρευνα ανακαλύπτει νέους δρόμους. Δεν είναι άδικο, λοιπόν, να πούμε ότι ο Καποδίστρίας εξακολουθεί ακόμη και τώρα να βγαίνει μέσα από αδημοσίευτα αρχεία των Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής, μέσα από την αλληλογραφία του και τα δημόσια έγγραφα, πολλά από τα οποία δεν φέρουν την υπογραφή του, αλλά είναι φανερό ότι αυτός τα είχε συντάξει. Πριν κάνουμε όμως ανάλυση των διπλωματικών διαπραγματεύσεων στην Ελβε τία, είναι αναγκαίο να αναφερθούμε στο τι συμβαίνει στα Ευρωπαϊκά Κράτη το α τρίτο του 19 ο υ αιώνα. Κα! οι τέσσερις Μεγάλοι και τα μικρά Κράτη έχουν διαμορ φώσει ένα τρόπο ζωής στο εσωτερικό και συχνά τρέφουν εθνικές διεκδικήσεις στο Ν
Έρ εΓί 22
Ιστ0Ρ ΚΟς
'
'
εξώτερη». Κα, ο, δύο αυτές πλευρές, σε συνδυασμό με τ!ς προσωπ,κές φ.λοδοξίες
των Κυβερνητών, είναι απαραίτητο να μελετηθούν, αφού αυτές συνήθως υπαγορεύ ουν τη συμμετοχή στον πόλεμο, τους διπλωματικούς ελιγμούς και τους όρους συμ μαχιών και συνθηκών. Η Ευρώπη, λοιπόν, του 1 9
ου
αιώνα αποτελείται από διάφορα κράτη, που έχουν
ως σύστημα διακυβέρνησης ή την απόλυτη Μοναρχία ή τη Συνταγματική Μοναρχία. Έτσι εύκολα μπορούμε να διακρίνουμε το απολυταρχικό καθεστώς της Ρωσίας, της Αυστρίας και της Πρωσίας, καθώς ακόμη και της Ισπανίας και της Πορτογαλίας. Τη Συνταγματική Μοναρχία θα τη συναντήσουμε αναμφισβήτητα στην Αγγλία, στη Γαλ λία, στη Γερμανική Συνομοσπονδία, στη μικρή ακόμη Ελβετική Συνομοσπονδία (η οποία θα ήταν καλύτερα να χαρακτηριστεί ως η μοναδική δημοκρατία της Ευρώπης). Φυσικά, υπάρχουν σημαντικές διαφορές ανάμεσα στα κράτη καθεμιάς χωριστά από τις δύο παραπάνω ομάδες. Η διάκριση γίνεται κατά τρόπο αρκετά γενικό. Δια φορετική π.χ. είναι η συνταγματική μοναρχία της Αγγλίας από εκείνη της Γαλλίας, διαφορετικές ακόμη οι εθνικές επιδιώξεις και διαφορετικά συμπλέκονται αυτές με τα οικονομικά συμφέροντα κάθε κράτους. Για να το καταλάβουμε δε ακόμη καλύτερα το Ελβετικό ζήτημα, αξίζει να επισημάνουμε την επίδραση που άσκησε στους Ευρω παϊκούς λαούς η Επαναστατική και Αυτοκρατορική Γαλλία. Η Ευρώπη, συγκεκριμένα, χωρίζεται θα λέγαμε σε διάφορες πολιτικές ζώνες. Αυτές είναι: 1. Οι ζώνες ή οι περιοχές που «αφομοιώθηκαν». Πρόκειται για τα εδάφη που προσάρτησε ο Ναπολέων ή που τα μετέβαλε σε κράτη υποτελή στη Γαλλία, όπως π.χ. τα Κράτη της Ιταλίας. Εδώ οι φεουδαρχικοί θεσμοί καταργήθηκαν, εφαρμόστηκε η ισότητα απέναντι στο Νόμο, υιοθετήθηκε ο Ναπολεόντειος Κώδικας και το διοικητικό σύστημα ακολούθησε πιστά εκείνο της Γαλλίας. 2. Οι ζώνες που υπέστησαν «επιρροή». Είναι οι περιοχές έμμεσης εξάρτησης, όπου όμως το Παλαιό Καθεστώς καταργήθηκε από τις γαλλικές αρχές. Αυτό συνέβη στο πιο μεγάλο τμήμα της Γερμανίας, ανάμεσα στο Ρήνο και τον'Ελβα ποταμό, στο Μεγάλο δουκάτο της Βαρσοβίας, στο «βασίλειο της Ιλλυρίας» και στο βασίλειο της Νάπολης. 3. Οι ζώνες που έδειξαν «θετική αντίδραση». Πρόκειται κυρίως για την Πρωσία. Οι κυβερνήτες της χώρας αυτής έκριναν ότι το καλύτερο μέσο για την επιτυ χία του αγώνα εναντίον της Γαλλίας ήταν να εφαρμόσουν ευρείες κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, όπως π.χ. κατάργηση της δουλείας και των φεουδαρχιών δικαιωμάτων. 4. Οι ζώνες που έδειξαν «παθητική αντίσταση». Πρόκειται κυρίως για τη Ρωσία και την Αυστρία, στις οποίες ο αγώνας εναντίον της Γαλλίας δεν συνοδεύτηκε από καμία βαθειά αλλαγή.
Γενικά, το φεουδαρχικό σύστημα διατηρήθηκε
στην Αυστρία και στη Ρωσία, ενώ η τάξη των ευγενών δεν έχασε κανένα από τα δικαιώματα της. 23
5. Τέλος, η Αγγλία, όπως πάντα άλλωστε, αποτελεί μία εντελώς ξεχωριστή περί πτωση. Από τη μια μεριά δεν κατακτήθηκε ποτέ, από την άλλη ακολουθούσε πάντα ένα καθεστώς αρκετά φιλελεύθερο. Έτσι η προσπάθεια για μίμηση του γαλλικού καθεστώτος δεν μπορούσε να βρει οπαδούς. Αυτές οι τόσο σχηματικές διαπιστώσεις αποδίδουν, βέβαια, αρκετά περιληπτικά θα έλεγα, τις εσωτερικές κοινωνικές μεταμορφώσεις ή και τη σχετική στασιμότητα στα διάφορα κράτη. Στα 1815 τα πολιτικά καθεστώτα, που υιοθετούνται, επιβάλλουν δια φορετική κατάταξη, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι ιδέες της Γαλλικής Επαναστάσεως έσβησαν εξ ολοκλήρου. Μέσα σε αυτό, λοιπόν, το πολιτικό σκηνικό, ο Τσάρος Αλέ ξανδρος αποφασίζει ν' αναθέσει στον Καποδίστρια, του οποίου είχε διαγνώσει ήδη την αξία από τα υπομνήματα του και από τις διπλωματικές θέσεις που είχε υπηρετή σει ως εκείνη τη στιγμή, μία πολύ σοβαρή διπλωματική αποστολή. Η αποστολή αυτή είχε ένα όνομα: Ελβετία! Στόχος ν' αποσπαστεί η Ελβετία από τη γαλλική κηδεμονία, ν' αποκατασταθεί η ενότητα και η ειρήνευση της χώρας, να κατοχυρωθεί η ελβετική ανεξαρτησία και ουδετερότητα και να θεσπιστεί, τέλος, νέος ομοσπονδιακός χάρτης 1 . Τον Τσάρο Αλέξανδρο απασχολούσε ιδιαίτερα η τύχη της Ελβετίας και για προσωπικούς λόγους. Είχε πάντα στενή σχέση με τον πρώην δάσκα λο του Φρειδερίκο Καίσαρ de Làharpe, τον οποίο είχε απομακρύνει η Αικατερίνη από την Πετρούπολη 2 . Το σοβαρό και πολύπλοκο αυτό πρόβλημα της διαχείρισης και λύσης του Ελβετι κού ζητήματος ο Αλέξανδρος ανέθεσε στον Καποδίστρια. Εμπιστεύτηκε τις ήδη δοκι μασμένες ικανότητες του αλλά και τις «αρχές» και τα «αισθήματα του» ως φιλοδημοκρατικού καθώς και την ειδική εμπειρία που είχε αποκτήσει αυτός στα Επτάνησα. Ήταν η πρώτη προβολή του Έλληνα διπλωμάτη επί της Πανευρωπαϊκής σκηνής3. Τι είχε συμβεί όμως στην Ελβετία λίγο πριν την έλευση του Καποδίστρια; Η ένωση των Ελβετικών Κρατιδίων ήταν λογικό να περιέλθει μετά το 1789 κάτω από τη γαλλική επιρροή. Οι εξελίξεις που συντελούνταν στη Γαλλία ήταν ραγδαίες και παρέ συραν και το μικρό κράτος της Ελβετίας. Το 1798 τα γαλλικά στρατεύματα προέλα σαν στην Ομοσπονδία και λίγο αργότερα ιδρύθηκε η Ελβετική Δημοκρατία, ένα ουσιαστικά εξαρτώμενο κράτος από τη Γαλλία. Ο Βοναπάρτης προσάρτησε τμήματα της Ελβετίας, όπως η Γενεύη, η Βασιλεία, το Βω, ενώ η Βέλτλιν παραχωρήθηκε στην Ιταλία. Μετά ο ίδιος προχωρά σε νέα ρύθμιση των ελβετικών πραγμάτων. Το 1803 στις 19 Φεβρουαρίου, προέβη στην προσθήκη έξι ακόμη καντονιών στα δεκατρία που υπήρχαν ήδη. Αυτά ήταν η Τριζόνια, ο Αγιος Γάλλος, το Άργαου, το Τοόργαου, το Τιτσίνο και το Βω. Το Βαλαί ενσωματώθηκε ως Δημοκρατία στην Αυτοκρατορία ως το 1810 και το Νεσατέλ (πρωσικό από το 1707) παραχωρήθηκε ως γαλλικό φέουδο στον Πρίγκιπα Μπερτιέ. Η Παλιά Δίαιτα ανασυστάθηκε με όλες τις εξου σίες της. Και διακηρύσσεται κιόλας ότι η Ελβετία είναι ουδέτερη! Αλλά είναι υπο χρεωμένη να προσφέρει τέσσερα συντάγματα, από 4.000 άνδρες το καθένα, για ενί-
24
4
σχυση του γαλλικού στρατού . Όλο αυτό το σκηνικό και η γαλλική επιρροή κρατά νε δέκα περίπου χρόνια. Ανατρέπονται στις 21 Δεκεμβρίου 1813 μετά την εισβολή στην Ελβετία των συμμαχικών (αυστριακών κυρίως) στρατευμάτων. Όπως καταλαβαίνουμε, παραμόνευε πλέον άμεσα ο κίνδυνος της ολοκληρωτικής διάσπασης της Ελβετικής Ομοσπονδίας. Έτσι το Νοέμβριο του 1813, λίγο μετά τη μάχη της Λειψίας, ο Καποδίστριας συνοδευόμενος από τον Αυστριακό απεσταλμένο Λεμπτζέλτερν φτάνουν στην Ελβετία. Οι δύο απεσταλμένοι έφυγαν από τη Frankfurt am Main με διαβατήρια που τους εμφάνιζαν ως εμπόρους που ονομάζονταν Leopold και Conti. Στις 15 Νοεμβρίου 1813 φτάνουν στο Schaffhausen, πρωτεύουσα της ομώνυμης χώρας, που είναι χτι σμένη στη δυτική όχθη του Ρήνου και αποτελεί μία από τις εισόδους στην Ελβετία για όσους έρχονται από τη Γερμανία. Εκεί πληροφορήθηκαν ότι στις 18 Νοεμβρίου θα συνερχόταν σε έκτακτη Σύνοδο η Δίαιτα, για να εγκρίνει απόφαση που θα κήρυσ σε την Ελβετία ουδέτερη. Οι Ελβετοί φοβούμενοι την ισχύ του
Ναπολέοντα,
πίστευαν
ότι
η
:
:5 ' ; ;
εκστρατεία της Ρωσίας υπήρξε ένα επει σόδιο και ότι ο Βοναπάρτης θα νικούσε και το νέο Συνασπισμό.
Ούτε η ήττα
της Λειψίας τους έκανε ν' αλλάξουν
M
tin
m
γνώμη. Στο Βοναπάρτη, βέβαια, η ουδετερότητα της Ελβετίας εξοικονο μούσε δυνάμεις και του εξασφάλιζε το δεξί πλευρό 5 . Η εφημερίδα «Allgemeine Zeitung» κάνει χειρότερη την κατάστα ση, όταν στις 28 Νοεμβρίου αποκαλύ πτει την πραγματική ταυτότητα των απεσταλμένων, οι οποίοι στερούνταν οδηγιών και δεν είχαν και επίσημη ιδιό τητα. Για τον Καποδίστρια ήταν πολύ δύσκολο το έργο του, γιατί ουσιαστικά έπρεπε να νικήσει με το διπλωματικό του ταλέντο και τον Αυστριακό απε σταλμένο, που είχε ουσιαστικά άλλη αποστολή. Ο Λεμπτζέλτερν ήθελε να αποσπάσει την Ελβετία από τα νύχια της Γαλλίας και με τη συγκατάθεση των Ελβετών να περάσουν τα συμμαχικά
25
6
στρατεύματα μέσα από τα ελβετικά εδάφη .Να φέρει στην εξουσία φιλική για την Αυστρία Κυβέρνηση. Ο Καποδίστριας ήθελε να εξασφαλίσει την ελβετική ουδετερό τητα και ανεξαρτησία, ματαιώνοντας τα αυστριακά σχέδια και διατηρώντας την ίδια Κυβέρνηση (Landammann - Rheinhardt). Η Ελβετία διαιρεμένη σε πολλά Καντόνια (τα βόρεια ήταν πιο πλούσια από τα νότια), ήταν πολύ δύσκολο να έχει μία φωνή... Αρκετοί έμπειροι Ευρωπαίοι διπλω μάτες είχαν σταλεί από τις χώρες τους και είχαν προσπαθήσει να μεταπείσουν τα πλούσια βόρεια Καντόνια, που δεν ήθελαν να ενωθούν με τα νότια τα πιο φτωχά, χωρίς όμως κανένα αποτέλεσμα. Διπλό το έργο, λοιπόν, του νέου διπλωμάτη! Συντάσσει μέσα σε δύο ημέρες από την άφιξη του σχέδιο ενεργειών -λες και γνώριζε χρόνια το πρόβλημα - και ο Αλέ ξανδρος το εγκρίνει με ενθουσιασμό. Έρχεται σε επαφή με τον Πρόεδρο της Ελβετι κής Ομοσπονδίας Ράινχαρτ και τον πείθει, παρόλο που το σύστημα της ουδετερότη τας έχει ήδη υιοθετηθεί από τη Δίαιτα της 20 n S Νοεμβρίου 1813, να το τροποποιή σει με νέα σύμβαση, ώστε και να γίνει αποδεκτό από τις Συμμαχικές Δυνάμεις και να εξασφαλίσει παράλληλα τα ζωτικά συμφέροντα της Ελβετίας7. Αλλεπάλληλες συναντήσεις με τον Ράινχαρτ αποδεικνύουν ότι ο Καποδίστριας με τη διπλωματική του ευστροφία και λέγοντας την αλήθεια, εμφανίζοντας το πραγμα τικά δημοκρατικό του πρόσωπο, τον πείθει ότι ενεργεί για το καλό των Ελβετών. Τελικά του θέτει σαφέστερα τις προϋποθέσεις, υπό τις οποίες η Ελβετία θα ανα κτούσε την ουδετερότητα της και αυτές ήταν: 1. Μία διακήρυξη με την οποία ο ελβετικός λαός θα αφαιρούσε από το Ναπολέ οντα οποιαδήποτε εξουσία ή επιρροή. 2. Η ανάκληση των στρατευμάτων που βρίσκονταν στην υπηρεσία της Γαλλίας. 3. Η ακύρωση των συνθηκολογήσεων που είχαν συναφθεί8. Η Αυστρία όμως με Λεμπτζέλτερν και Μέτερνιχ έπαιζε διπλό παιχνίδι. Η Βέρνη είχε υπαναχωρήσει ξαφνικά από τις θέσεις της, μη αναγνωρίζοντας πάλι το Βω και το Άργαου ως ανεξάρτητες χώρες. Και αυτή η εμπλοκή οφειλόταν στην αποστολή στη Βέρνη του μυστικού πράκτορα της Αυστρίας Κόμη Senfrt von Pilsach'. Έτσι ο Καποδίστριας θα ήταν αναξιόπιστος. Ένας διπλωμάτης δίχως λόγο.
Η
Ελβετία οδηγούνταν στο διχασμό και πάλι. Και ταυτόχρονα τα αυστριακά στρατεύ ματα με διοικητή τον Πρίγκιπα Σβάρτζενμπεργκ κινούνται, για να εισέλθουν στο ελβετικό έδαφος. Ο Λεμπτζέλτερν εμφανίζει στον Καποδίστρια διακήρυξη, που θα επέτρεπε στα συμμαχικά στρατεύματα (αυστριακά!) να διαβούν και να παραβιάσουν την ελβετική ουδετερότητα, που με τόσους κόπους εκείνος είχε εγγυηθεί. Ο Τσάρος διορίζει επίσημα πλέον τον Καποδίστρια Έκτακτο Απεσταλμένο του και Πληρεξούσιο Υπουργό του στην Ελβετική Ομοσπονδία. Εντολή από τον Τσάρο δεν είχε (ο Αυστριακός απεσταλμένος τον ενημερώνει ψευδώς ότι ο Τσάρος είχε συναινέσει), αλλά ούτε χρόνο είχε.
Έτσι με δική του ευθύνη υπογράφει, σκεπτόμενος ότι αν αυτήν την κρίσιμη στιγ μή οι Ελβετοί έβλεπαν τους Συμμάχους να διαφωνούν, όλα θα πήγαιναν χαμένα. Όταν μετά από λίγες ημέρες συναντιέται με τον Τσάρο και του αναφέρει τι έκανε, εκείνος του απαντά: «Δεν περίμενα να σας δω να αρχίσετε με πλήρη παράβαση των 10
οδηγιών που σας είχα δώσει» . Η εξέλιξη όμως των πραγμάτων δικαιώνει τον Μεγά λο Διπλωμάτη. Οι Αυστριακοί αναγκάζονται να αποκηρύξουν τον Senfft και ουσια στικά να εγκαταλείψουν τα σχέδια τους για εγκαθίδρυση φιλοαυστριακού καθεστώτος. Τεράστια η επιτυχία της Ρωσικής Διπλωματίας, αφού παρουσίασε τους Αυστρια κούς ως υποκινητές του αντιδραστικού πραξικοπήματος της Βέρνης και ως υπεύθυ νους για την εισβολή". Δέχεται όμως ισχυρές πιέσεις για την αποκατάσταση του Συντάγματος του 1798. Εκείνος πάλι επιμένει ότι είναι μοναδική ευκαιρία για τους Ελβετούς να ψηφίσουν ένα νέο Σύνταγμα, που θα κατοχύρωνε την ανεξαρτησία και ουδετερότητα τους χωρίς ξένες παρεμβάσεις. Αναφέρονται όλα αυτά στην έκθεση προς το συνάδελφο του Νέσσελροντε12. Αξίζει να αναφερθεί εδώ ότι σε όλη τη διάρκεια της παραμονής τους στην Ελβε τία, ο Λεμπτζέλτερν ενημέρωνε με μακροσκελέστατες απόρρητες εκθέσεις τον Μέτερνιχ σχετικά με την εξέλιξη των υποθέσεων. Από τις ανέκδοτες αυτές εκθέσεις προκύ πτει η δόλια τακτική της Αυστρίας, γεγονός που είχε έγκαιρα αντιληφθεί και καταδι κάσει ο Καποδίστριας. Άξια λόγου για τον Λεμπτζέλτερν η σιωπή του συναδέλφου του σχετικά με το πρόγραμμα ενεργειών του Τσάρου 13 . Οι διαφωνίες όμως μεταξύ των Καντονίων συνεχίζονται. Απειλεί διπλωματικά τα διαφωνούντα Καντόνια και, τελικά, πετυχαίνει εκλογή και αποστολή αντιπροσώπων των 19 Καντονίων στη Δίαιτα της Ζυρίχης. Η είσοδος των συμμαχικών στρατευμάτων στο Παρίσι διευκόλυνε το έργο του Καποδίστρια για εναρμόνιση των «Ευρωπαϊκών» με τα ελβετικά συμφέροντα. Στις 25 Μαΐου 1814 υποβάλλει στον Αλέξανδρο, που μόλις έχει φτάσει στο Παρίσι, έκθε ση για τη λύση του ελβετικού ζητήματος. Έπρεπε να ικανοποιηθούν ορισμένες δίκαι ες αξιώσεις του Καντονίου της Βέρνης, βέβαια, μέσα σε όλα αυτά. Ύστερα από διπλωματικούς αγώνες που συνεχίστηκαν, ο Καποδίστριας συνέβα λε στην ολοκλήρωση της συντακτικής εργασίας της Δίαιτας, η οποία καθόρισε τελι κά το Ομοσπονδιακό Σύνταγμα. Βάση των εργασιών υπήρξε το υπόμνημα του Καπο δίστρια της 21-4-1814. Συγκεκριμένες προτάσεις στηρίζουν την ομοσπονδιακή σχέση που θα συνδέει τα καντόνια μεταξύ τους, με κύριο σκοπό το σεβασμό της ουδετερότητας της Συνομο σπονδίας, τη φύση και την έκταση των εξουσιών της Δίαιτας. Δημιουργούνταν ουσια στικά εικοσιδύο κυρίαρχα κρατίδια, που συνδέονταν μεταξύ τους με χαλαρή ένωση14. Η θέση του Προέδρου καταργήθηκε, «οι χώρες» που θα μπορούσαν να καταστούν έδρες περιορίστηκαν σε τρεις (Ζυρίχη, Βέρνη και Λουκέρνη) - τα ισχυρότερα καντό νια - ενώ το διάστημα της πρωτοκαθεδρίας αυξήθηκε από ένα σε δύο χρόνια.
Κάθε «χώρα» έχει το δικαίωμα να συμμαχεί και με χώρες μη μέλη της Συνομο 15
σπονδίας. Τέλος, η Κεντρική Κυβέρνηση είχε πολύ περιορισμένες εξουσίες .
Επί
σης, στο ίδιο υπόμνημα αναφέρεται η ανάγκη η Ελβετία να διαθέτει επαρκή στρα τιωτική δύναμη, εξετάζονται οι εξωτερχκές σχέσεις με τα άλλα κράτη και πώς η Δίαι τα μέσω μίας Επιτροπής ad hoc θα μπορεί να επεμβαίνει και να διευθετεί τις διαφο ρές, που είναι πιθανόν να δημιουργούνται από την ερμηνεία των διατάξεων των τοπι 16
κών Συνταγμάτων . Το Σεπτέμβριο του 1814 είχε ήδη συγκροτηθεί στη Ζυρίχη νέα Ελβετική Συνο μοσπονδία. Η πλειονότητα των καντονιών αποδεχόταν το Ομοσπονδιακό Σύνταγμα, που ψηφίστηκε από τη Δίαιτα της Ομοσπονδιακής Συνέλευσης. Παράλληλα περιλή φθηκαν στη Συνομοσπονδία ως νέα καντόνια το Βαλαί, η Γενεύη και το Νεσατέλ (19+3)15. Αρχηγός της αποστολής, που αναχώρησε για το Συνέδριο της Βιέννης, εξουσιοδοτημένη να συζητήσει το νέο Σύνταγμα επιδιώκοντας τη διεθνή αναγνώρι ση του, ορίστηκε ο Πρόεδρος της Ελβετικής Δίαιτας, Χάνς φον Ράινχαρτ. Ο Καποδίστριας φτάνει στη Βιέννη τον Οκτώβριο του 1814. Στην επιτρο
p s
πή, που συστήθηκε για να συζητήσει τα «Ελβετικά ζητήματα», τη Ρωσία εκπρο σώπησαν ο Καποδίστριας και ο φον Στάιν, τη Μεγάλη Βρετανία οι Στιούαρτ και Στρ. Κάννινγκ και την Αυστρία ο
••
-
Βέσσενμπεργκ. Η Γαλλία αποκλείστηκε από τις σχετικές διαβουλεύσεις, αλλά ο Ταλλεϋράνδος
με
διπλωματικότητα
συμπεριέλαβε στην Επιτροπή τον Νταλμπέργκ, υπερασπιστή της .
Ελβετικής
• : . . . .
• •' ι ':••
••·
'
«^ : i ^ T * i ^ i l . ! ! * i i *
17
ανεξαρτησίας . Τα προβλήματα πολλά, αλλά ξεπε ράστηκαν ένα προς ένα. Ο Καποδίστριας δίνει ένα διπλωματικό ρεσιτάλ και συγκε ντρώνει όλα τα βλέματα (διπλωματικών αντιπροσωπειών και βασιλιάδων απ' όλη την Ευρώπη) πάνω του. Πρώτο υπόμνη
;
Ι
μα Καποδίστρια-φον Στάιν, για την εδα φική ισχυροποίηση της Βέρνης, η οποία δημιουργούσε
συνεχώς
προβλήματα
-ανάμειξη Αυστριακών- και αντιδρούσε (16-11-1814). Εξ ίσου σημαντικό πρόβλημα τα 28
εξωτερικά όρια της Ομοσπονδίας. Καθοριστικό ρόλο σ'αυτό το πρόβλημα παίζει η στενή φιλία του Πικτέ ντε Ρωσμόντ, διπλωμάτη από τη Γενεύη, με τον Καποδίστρια. Για να αντέξει η Ελβετία τις εξωτερικές πιέσεις, έπρεπε να έχει τη μεγαλύτερη δυνατή έκταση. Ετσι προτείνεται και ιδρύεται νέο Καντόνι, το Βέλτλιν, το οποίο ενσωματώνεται 18
στην Ομοσπονδία . Ενισχύονται οικονομικά τα μικρότερα και φτωχότερα Καντόνια, βελτιώνονται τα όρια της Γενεύης έναντι της Σαβοΐας και λύνονται και τα τελευταία προβλήματα". Ο Καποδίστριας με τη σημαντική βοήθεια του Βαρώνου φον Στάιν, υπερασπίστη κε με πραγματική αυτοθυσία την ενότητα των Ελβετών, την αναγνώριση της ανεξαρτη σίας των 19 Καντονιών και τις μεγαλύτερες εδαφικές ρυθμίσεις υπέρ της μικρής αυτής χώρας. Έτσι σας 20 Μαρτίου 1815 υπογράφηκε απ' όλους τους συμμετέχοντες στο Συνέδριο, η διακήρυξη για τις ελβετικές υποθέσεις. Η αιφνίδια απόδραση, όμως, του Βοναπάρτη από την Έλβα, μετέθεσε την επικύρωση της ελβετικής ουδετερότητας στο Συνέδριο, που έμελλε να υπογράψει τη δεύτερη ειρήνη των Παρισίων, το Νοέμβριο του 1815. Η διακήρυξη της 20 n S Μαρτίου 1815 έγινε και ουσιαστικά αποδεκτή από την Ελβετική Δίαιτα στις 27 Μαΐου. Η Συνθήκη της Βιέννης (26 Ιουνίου 1815), όπως και η Συνθήκη των Παρισίων (20 Νοεμβρίου 1815), αποτέλεσαν σταθμό στην Ιστορία της" Ευρώπης και υπήρξαν σε ένα μεγάλο τους κομμάτι, έργο του Ιωάννη Καποδίστρια. Αυτός είναι ο πραγματικός αρχιτέκτονας του εξασφαλισθέντος συστήματος της Ευρωπαϊκής ισορροπίας και ειρήνης μεταξύ των Ευρωπαϊκών Δυνάμεων, κατά τους ταραχώδεις εκείνους καιρούς 20 . Οι Ελβετοί τιμούν τον Καποδίστρια και τον ευγνω μονούν για ό,τι έκανε για τη χώρα τους. Ανακηρύσσεται Επίτιμος Δημότης των Καντονιών Βω και Λωζάννης και οποιοσδήποτε συγγενής του φτάσει στην Ελβετία, ακόμη και σήμερα, γίνεται Ελβετός υπήκοος αμέσως και χωρίς γραφειοκρατικές δια δικασίες. Η σχέση της Οικογένειας Καποδίστρια με την Ελβετία είναι πολύ στενή ακόμα και σήμερα. Το Κεφάλαιο Ελβετία που επιλέγεται από τον Καποδίστρια, γι' αυτά που ακο λούθησαν, είναι τεράστιο για την τελική έκβαση του Αγώνα. Στις 10 Σεπτεμβρίου 1814, λίγες ημέρες πριν αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις στη Βιέννη, ο Κερκυραίος διπλωμάτης έγραφε στον πατέρα του: «Το τέλος μιας τόσο πολύπλοκης
διαπραγμάτευσης
μου στοίχισε πολλά
βάσανα
και ταξίδια και έγγραφα και αγορεύσεις και Συντάγματα και σχέδια, αλλά δεν πειρά ζει. Αυτοί οι λαμπροί άνθρωποι με γέμισαν με φιλία και με αληθινή εγκαρδιότητα. εμπιστοσύνη με την οποία με τιμούν με αντάμειψε για όλα τα βάσανα. Αν στο μέλλον να είναι ευτυχείς και να απολαύσουν την ανεξαρτησία
Η
μπορούν
τους, θα πω ότι δεν
έχασα τον καιρό μου και το έργο μου». Και συνεχίζει: «Αν η Δημοκρατία μας ανασυσταθεί (εννοεί τα Επτάνησα), αν θα έχει επαρκή χρήματα για να έχει ξενικά στρατεύ-
ματα, οι Ελβετοί θα έρθουν μαζί μας με μεγάλη
ευχαρίστηση.
Θεωρούνται
ήδη
συμπατριώτες μας. Εργάστηκα πολύ και για το σχέδιο αυτό. Ο άνθρωπος όμως προ τείνει και ο Θεός αποφασίζει.
Οι επιθυμίες ήδη περιορίζονται
δώσω βοήθεια αποτελεσματική στις υποθέσεις της Πατρίδας. ο Αυτοκράτορας
στο να μπορώ να
Δε γνωρίζω ακόμη αν 11
θα μου επιτρέψει να μεταβώ στη Βιέννη. Όμως το ελπίζω...» .
Ο Καποδίστριας γνώριζε όχι στη Βιέννη είναι δύσκολο το κλίμα, για να τεθούν ίσως θέματα καλυτέρευσης συνθηκών διαβίωσης και εκπαίδευσης για τους σκλαβω μένους Έλληνες. Αλλωστε ο Μέτερνιχ δήλωνε κατηγορηματικά ότι δεν υπάρχει Ελλη νικό Έθνος. Όμως, θέτοντας στο Συνέδριο θέμα προστασίας για τα Επτάνησα και το Ελληνικό ' Εθνος, αυτό φαινόταν να είναι ζωντανό και μετά την ίδρυση της Φιλό μουσου Εταιρείας της Βιέννης (εκπαιδευτικοί ήταν οι σκοποί της), απασχολούνταν οι Ευρωπαϊκοί λαοί με την εκπαίδευση των σκλαβωμένων Ελλήνων! Και όλα αυτά τα πετυχαίνει ως διπλωματικός ακόλουθος ακόμα της Ρωσικής αντιπροσωπείας! Αλλά στην επιστολή προς τον πατέρα του φαίνεται καθαρά ότι την Ελβετία έχει επιλέξει και εκεί πηγαίνει, όταν παραιτείται από Υπουργός των Εξωτερικών της Ρωσίας το 1822, γιατί βλέπει ότι δεν μπορεί εξαιτίας του Μέτερνιχ να επηρεάσει περισσότερο τον Τσάρο υπέρ των ελληνικών υποθέσεων. Ο Αγώνας βρίσκεται στην κρισιμότερη φάση του. Χρειάζονται χρήματα για τρό φιμα και πολεμοφόδια. Απευθύνεται με επιστολές και υπομνήματα προς όλους τους πλούσιους και ισχυρούς φίλους του. Εκατομμύρια ρέουν προς την Ελλάδα. Οργα νώνει τα φιλελληνικά κομιτάτα και όλα αυτά φαίνονται καθαρά στις εκθέσεις της αυστριακής αστυνομίας που τον παρακολουθεί συνεχώς22. Η Γενεύη, είναι ο τόπος που έχει πολλούς ισχυρούς φίλους και μπορεί να επηρεάσει την Ευρωπαϊκή κοινή γνώμη υπέρ της Ελληνικής Επαναστάσεως. Πραγματικά γίνεται η Αόρατος Αρχή της Επανάστασης. Έχει παραιτηθεί από το μεγάλο του Αξίωμα (το σωστό είναι ότι βρίσκεται σε αόριστης διάρκειας άδεια), νιώ θει και είναι απελευθερωμένος στις κινήσεις του. Χρησιμοποιεί την τεράστια διπλω ματική του πείρα αλλά και το όνομα του ως Υπουργός του Τσάρου και βοηθάει απο τελεσματικά τον Αγώνα. Τα Ελβετικά και Αυστριακά αρχεία είναι διάσπαρτα απ' όλες αυτές τις επισημάν σεις. Το μεγάλο του επίτευγμα είναι ότι ο Μέτερνιχ, ο μεγάλος του αντίπαλος, δεν καταλαβαίνει ότι όλα αυτά οδηγούν στο ξύπνημα του Έθνους (πριν το 1821). Και μετά δεν μπορεί να καταπνίξει την Ελληνική Επανάσταση, κάτι που πολύ θα ήθελε. Τόσο σπουδαίος Διπλωμάτης ήταν ο Ιωάννης Καποδίστριας. Γνωρίζει ότι τον παρακολουθούν. Εκτενείς οι εκθέσεις του Βαρώνου Χάγκερ, Υπουργού της Αστυνο μίας του Αυτοκράτορα της Αυστρίας, καθώς και του Αυστριακού απεσταλμένου στη Ελβετία Λεμπτζέλτερν, που κάνουν συνεχείς αναλύσεις ακόμα και για το χαρακτήρα του 23 . Αξιοζήλευτη ακόμα και από τα σύγχρονα κράτη, η οργάνωση της Υπηρεσίας Πληροφοριών του Μέτερνιχ. Και εκείνος τι κάνει; Αναμειγνύεται σε μυστικές ή φάνε-
ρές εταιρείες, που γνωρίζει τη δράση τους ή τις ιδρύει ο ίδιος. «Ελληνόγλωσσον Ξενοδοχείον», Παρίσι 1809, Φιλόμουσος Εταιρεία, Βιέννη 1814, Φιλική Εταιρεία, Οδησσός 1814. Πολλές μυστικές-φανερές εταιρείες μετά την έκρηξη του Αγώνα στην Ελβετία (1822-1827) και στη Ρωσία πριν την έκρηξη -Σύλλογος των Αρζαμάς και 24
Πράσινη Λάμπα. Επίτιμο μέλος Ιωάννης Καποδίστριας . Σκοπός του, πριν το ξέσπασμα της Ελληνικής Επαναστάσεως, η αφύπνιση της Ελληνικής-Εθνικής Συνείδησης. Σκοπός του μετά, αν και διαφωνούσε σε ορισμένα θέματα με τους Φιλικούς, το στέριωμα του Αγώνα.Γι'αυτό παραιτείται από τη Ρωσία, γι'αυτό αγωνίζεται στο Λάυμπαχ να μην καταπνιγεί η Ελληνική Επανάσταση. Η Φιλι κή Εταιρεία στέριωσε στη Ρωσία! Δε θα μπορούσε η Τσαρική Αστυνομία να τη διαλύ σει; Ατελείωτα ερωτήματα που τα θέτω σε πολλούς σύγχρονους Ιστορικούς που τον αποκαλούν «τύραννο» και ότι «έβριζε τους Φιλικούς». Είναι ένας σπουδαίος πολιτικός με δημοκρατικές αρχές! Όλη του η ζωή και η σταδιοδρομία μιλάει από μόνη της. Ας είναι, λοιπόν, πιο προσεκτικοί! Αν διαφωνούμε δε, ας ρωτήσουμε τους Ελβετούς! Πρότυπο του πολύ γνωστού μας Χένρι Κίσινγκερ ήταν ο Μέτερνιχ. Στο βιβλίο του, που το ονομάζει «Ένας απο
— ι
1
eve
-ï!:
κατεστημένος κόσμος», το οποίο εκδό
1 ι mi
θηκε λίγο πριν το 1974, επιτίθεται με ρ ri:
μανία κατά των ιδεών και της πολιτικής του Ιωάννη Καποδίστρια, υποστηρίζο ντας τις ιδέες του Μέτερνιχ και, βέβαια, μ' αυτόν τον τρόπο πετυχαίνει να μας αποδείξει πόσο επίκαιρος είναι ακόμα ο Ιωάννης Καποδίστριας. Ο Χένρι Κίσινγκερ, μελετητής ο ίδιος της Ευρωπαϊκής Ιστορίας προε τοίμαζε με το βιβλίο του αυτό τις αλλα γές που βλέπουμε σήμερα γύρω μας.
. iti·»» * * * —
IO
*»·-
lie). ΐ ο Μ Ϊ η ω ϊ VÎT*;
''·•' - I
{»V'Jjn-*™ , t " ; « i W i *
MS;i ?..:»•= f.ïîï I i ' . i t p i t i i .
!:•(>( S ;Γΐίί;.;:1-ίν-^ ·•' f/>:w-Φ"<n.i·
|lfJ?:( !7J!7 TO ?I[VI,WÎM,.
.listili 3*K ·Λ *ϋιΕ"ϊί.ί* -.,'J.TÎ- Vi; IVijMÎVil- ¥ YSUffâ ','i<T.5î!t r i ~ ...Îl'.ï. 1s.if•:•&!?%i.J!f".--"i v..:.·!':,••
Επανάσταση «εξέγερση» και «ανταρ
'ï-v.-L ;-v •[> lBlf{M |7£»ÎStfW·
« 1 ..jxjoi.n.-ïîJj.'r«...-._.;-. I..: vrji ;!=--
W ^ U H B U I Ì . Ì M C T W ^ - W
Στο βιβλίο αυτό αποκαλεί την Ελληνική
18î7ï Vî,..ftif.f •« « ; Ulta;
IBl'mSl'ltlire'fttWOi'-liiV WlftMiSMIiiSylB.»
• f o W ^ « t Fl'<·-'-
••.••.,:•.. n : .
l'jL· i l fi -i.Kli-£..*. i l l u n i
• • >"i-:';'t
äi "'.:
i-iSfe:T :-iVA
t>avhi.fi*<XUii
Liïvis.p.ié'-o-ci Mi.vfii-:
i:L-'.,.;. . i;.
Wta*uJBtiitii.wjiJ t v ! f t r : i i i l . i ! v t ì i i m v ' ' » « f A i ' » X * l * s » - e ' i W B
•'•'.:ι..'•'.]."•.".j,r,··.
, ι; • . ι. n
f,:,' .
•riTiiJ.Ki.i&.*«!i.-iiT.:, 11 f-ÜfTil >;T|
σία».
Θεωρεί ακόμα και σήμερα, και
'ft"-' -ii:!iJi.;iO -iK ΐ,'2
. ·ιι
i
ι
liw
7';. rrt: J; !2 r^i
,-..- . M i r a « : T:C eltJ.UW-ftì irpl
s- Ή - ν . ί « 5 r V i j ï , ïiV.f.JÎ <JCn'.- isi'vóf'f.i S3
Γ'! flJflEeifUWiSüj-.jii-SCV
αυτό είναι το σημαντικό, ότι ο Ιωάννης
: ')Γ:!Ιΐ!φ äiifraMB ì
·',- i a
-äl':'-
•
•
1
·'
•'
', 'l·'/iff;-. HI''
f-.iilfi'i.'J.Ki'l'.i-liiJK.'.llJ :i.i.3:Wf (Mi .:..ïri.iïiffl.Jl<iir..-U77.'«ïl " l i
Καποδίστριας θα σταματούσε και θα εξαφάνιζε όλα αυτά τα σχέδια. Έ ν α ς ολόκληρος κόσμος, με το Μέτερνιχ επι κεφαλής πάσχιζε να τον εξοντώσει και μαζί μ' αυτόν να θάψει οριστικά την Ελλάδα. Αυτό οι Έλληνες το ξεχνάμε,
31
αλλά μας το θυμίζει ο Κίσινγκερ με το βιβλίο του! Σήμερα, 27 του Σεπτέμβρη 2008, 177 χρόνια μετά τη δολοφονία του σπουδαί ου αυτού Άνδρα, ας αναλογιστούμε πόσα, πράγματι ήταν τα Θαύματα που πέτυχε στη σύντομη ζωή του ξεκινώντας από το Ελβετικό. Και ας τιμήσουμε τη μνήμη του, προσπαθώντας σκληρά για ένα καλύτερο Αύριο.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 1. Βλ. Σημειώσεις Π. Πετρίδη - Σπουδαστήριο Πολιτικής Ιστορίας - Φιλοσοφικής Σχολής Θες/νίκης - σελ. 42. 2. Βλ. Γρηγ. Δαφνή, Ι. Καποδίστριας :Η γένεση του Ελληνικού Κράτους σελ. 266. 3. Βλ. Wilhelm Schwarz, die Heilige Allianz (Tragik eines europäischen Friedenbundes), 1935 σελ. 81. 4. Βλ. Γρ. Δαφνή, Ιωάννης Καποδίστριας: Η γένεση του Ελληνικού Κράτους (1976) σελ. 267 επ. 5. Βλ. Bonjour σελ. 106-109 6. Βλ. W. Oechsli «Lebzeltern und Capo d' Istria in Zürich», 1898 (σελ. 431-447). 7. Βλ. Έκθεση 24-11-1813/Αρχεία Βιέννης - Φάκελος Schweiz varia II 1813-16 (υπό έκδοση από Α. Κούκο - Εκδόσεις Γκοβόστη). 8. Βλ. Ρ. Kasser, Der Durchmersch der Alliirte durch die Schweiz im Winter 1813 und 1814 (1921), σελ. 36-38. 9. Βλ. Αρχεία Βιέννης - Φάκελος Actenstücke betrettend die Schweiz, Fol 4-13 (υπό Έκδοση από Α. Κούκο - Εκδόσεις Γκοβόστη). 10. Βλ. τις Εκθέσεις αυτές στα Αρχεία Βιέννης -Φάκελος Schweiz varia II 1813-16, Berichte ans der Schweiz, Fol 1-55 (υπό Έκδοση από Α. Κούκο - Εκδόσεις Γκοβόστη). 11. Βλ. Αρχείο Ιωάννου Καποδίστρια (Τόμος Δ') - Κέρκυρα 1984 σελ. 339 - αριθμός 40. 12. Βλ. Ζαχαρία Τσιρπανλή - Υπομνήματα και Εκθέσεις του Ι. Καποδίστρια (Δωδώνη, 1977), Τόμος ΣΤ, σελ. 110 επ. 13. Βλ. S. Laskaris, Capodistrias avant la Révolution Grecque, Lausanne (1918), σελ. 44, 46, 47-51 14. Βλ. Αρχείο Ιω. Καποδίστρια (Τόμος Δ) - Κέρκυρα 1984 σελ. 339 - αριθμός 40 15. Βλ. Ζαχαρία Τσιρπανλή -Υπόμνημα και Εκθέσεις χου Ιω. Καποδίστρια (Δωδώνη, 1977), Τόμος Συ, σελ. 110 επ. 16. Βλ. S. Laskaris, Capodistrias avant la Revolution Grecque, Lausanne (1918) σελ. 44, 46, 47-51. 17. Βλ. Αρχεία Βιέννης, Φάκελος Berichte aus der Schweiz - Σελ. 18-104 (υπό έκδοση από Α. Κούκο - Εκδόσεις Γκοβόστη). 18. Βλ. J. Klüber, Akten des Wiener Kongresses, Τομ. Ε', σελ. 21 19. Βλ. W. Oechsli, Quelle buch zur Schweizergeschichte (1886), σελ. 484 επ. 20. Αλέξ. Δεσποτόπουλου, «Ο Κυβερνήτης Καποδίστριας και η απελευθέρωση της Ελλάδος» Αθήνα 1954, σελ. 8 επ. 21. Βλ. «Ι. Καποδίστριας - 176 ανέκδοτα γράμματα προς τον πατέρα του 1809-1820» - Πολυχρ. Ενεπεκίδης - Επιστολή 95 σελ. 181-182. 22 .Βλ. Αρχεία Βιέννης-Φάκελος Schweiz varia σελ 52 επ. (υπό έκδοση από Α.Κούκο-Εκδόσεις Γκοβόστη). 23. Βλ. Αρχεία Βιέννης-Φάκελος Wiener Congress σελ. 157επ. (υπό έκδοση από Α.Κούκο-Εκδόσεις Γκοβόστη). 24. Βλ. και Ρωσικά αρχεία-ερμηνεία από Ολ. Σελέκου - Εθν .Ίδρυμα Κοινωνικών Ερευνών (στο ίδιο Συνέδριο).
32
ΝΙΚΟΣ ΚΟΤΑΡΙΔΗΣ ΚΑΙ ΟΛΥΜΠΙΑ ΣΕΛΕΚΟΥ* Ο Ιωάννης Καποδίστριας στον κύκλο του «Αρζαμάς» Είναι αλήθεια πως όλες τις προέχουσας σημασίας πράξεις τις περι βάλλει η αμφιβολία και η ασάφεια ' ενώ μερικοί θεωρούν σαν βεβαία γεγονότα τις πιο αβέβαιες φήμες, άλλοι μετατρέπουν ψεύδη, και οι επιγενόμενοι τα μεγαλοποιούν
τα γεγονότα σε
αμφότερα. ΤΑΚΙΤΟΣ
1. Η αφετηρία Το πανίσχυρο πλέγμα ιστορικής συγκυρίας και συσχετισμού δυνάμεων, διπλω ματικών συναγωνισμών και στρατιωτικών συγκρούσεων, πολιτικών δεσμών, σχέσεων προστασίας και έμπρακτων εκδηλώσεων ευνοίας ή αλληλεγγύης και, ισοδυνάμως, τόσο των αναμφισβήτητων προσόντων όσο και των διαπιστωμένων ικανοτήτων, άνοιξαν τον δρόμο, στον τέως κρατικό γραμματέα της Ιονικής Δημοκρατίας Ιωάννη Καποδίστρια για την Παλμύρα του Βορρά. Υπό την ισχύ επίσημης πρόσκλησης (15/27 Μαϊου 1808), η οποία εξέφραζε την βούληση του Αλεξάνδρου Α' (18011825) και έφερε την υπογραφή του κόμητος Νικολάϊ Πετρόβιτς Ρουμιάντσεβ (Romanzoff), Υπουργού Εξωτερικών της Ρωσίας, ο Ιωάννης Καποδίστριας αναχω ρεί από την Κέρκυρα και ύστερα από πεντάμηνη- πολύσημης νοήματος και περιεχο μένου- παρεπιδημία 1 σε πόλεις της Ιταλίας και τη Βιέννη, φθάνει, εν τέλει, στις 17/29 Ιανουαρίου 1809 στο Σανκτ-Πέτερμπουργκ - εξόχως εντυπωτικό για την ευρωπαϊκή του όψη και το εθνολογικό του μωσαϊκό.2 Με συστάσεις φιλόγενων Ελλήνων της Βιέννης κατέλυσε επίξενος στην οικία του μεγαλέμπορου και κάτοχου ιδιωτικού τραπεζιτικού οίκου Ιωάννη Δομπόλη. 3 Ύστερα από λίγους μήνες, μίσθωσε αυτοτελές και ευδιακόσμητο ενδιαίτημα, στο διώροφο λιθόκτιστο οίκημα ιδιοκτησίας του Πελοποννήσιου εμπόρου Α' τάξης Γουναρόπουλου, το οποίο δέσποζε στην αριστερή όχθη του Νέβα", έμπροσθεν της Γαλάζιας Γέφυ ρας, κατέναντι της Πλατείας Ισαάκ5 και οπού εγκατοίκησε επί δύο συνεχή έτη και οκτώ μήνες. Ο Ιωάννης Καποδίστριας διορίζεται6 Υπουργείο Εξωτερικών Υποθέσεων (MH/Tj, στο οποίο -κατά το σύνηθες της εποχής- υπηρετούσαν, αποκλειστικά για λόγους πρό σθετου γοήτρου, οι γόνοι της κληρονομικής αριστοκρατίας και, επίσης, ορισμένοι προ επιλεγμένοι προσοντούχοι αλλογενείς. Τοποθετείται στο αρτιπαγές και κομβικής σημα σίας τμήμα συστηματοποίησης-αξιολόγησης πληροφοριών 7 ' και λαμβάνει το αξίωμα Κρατικού Συμβούλου8 με προσωρινά ασαφείς τις απορρέουσες από τη θεσμική θέση αρμοδιότητες του. Επιδίδεται στα αμφημερινά γενικά καθήκοντα της υπηρεσίας, στην
* Καθηγητής οτο
οποία συνυπηρετεί με τους, επίσης, καταγόμενους από την Επτάνησο, διπλωματικούς
Πάνιε10
..
.
„
Γ
Πανεπι
"
' σχήμιο και Ερευνή-
υπαΜηλους-οιερμηνεις Κωνσταντίνο Κωνσταντίνου Ροδοφοινίκη, Σπυρίδωνα Διονυ-
τρ
ια οτο ΕΚΚΕ
33
σίου Δεστούνη, καθώς και με τον νεοεισαχθέντα (1809) σε θέση γραφέα, πολύγλωσσο και λήπτη ευρωπαϊκής παιδείας, Αλέξανδρο Σκαρλάτου Στούρτζα. Ο αρχαιογνώστης, φιλίστωρ, συλλέκτης παλαιοτήτων και πανίσχυρος καγκελά ριος Ν. Π. Ρουμιάντσεφ (1754-1826) εποπτεύει αυτοπροσώπως τον Ι. Καποδίστρια και του αναθέτει, επεισοδειακώς, την επεξεργασία ιδεών καθώς και τη σύνταξη επι σκοπήσεων, ενημερωτικών σημειωμάτων γύρω από διάφορα θέματα και γεγονότα που αφορούν ζητήματα της ανατολικής πολιτικής της Ρωσίας και την υφιστάμενη κατάσταση στα Βαλκάνια και τη Μεσόγειο. Το επιτελεσθέν, κατά την περίοδο 18091811, υπηρεσιακό έργο του Ι. Καποδίστρια (εκθέσεις, υπομνήματα, μνημόνια, ειδή σεις και παρατηρήσεις), διαβαθμισμένο και μη, συνιστά εξαιρετικό δείγμα συγκομι δής και συστηματοποίησης πολιτειογραφικών πληροφοριών για ζωτικού πολιτικού ενδιαφέροντος περιοχές, εντός και εκτός, Ρωσίας. Ο νεώσοικος της Αγίας Πετρούπολης, πέραν των συμβατικών υποχρεώσεων της κρατικής υπαλληλίας, αφιερώνει τον εξωυπηρεσιακό του χρόνο σε επωφελέστατες διανοητικές και ψυχοφελείς ενασχολήσεις, παρακολουθεί εκλεπτυσμένα θεάματα και ευρΰνει με την προσήκουσα επιμέλεια τον κύκλο των κοινωνικών συναναστροφών του.9 Συγχρωτίζεται με σημαντικές οικογένειες Φαναριωτών και εξελληνισμένων Μολδαβών-βογιάρων (Μουρούζη, Κομνηνού, Υψηλάντη, Στούρτζα), μετέχοντας υποδεκτικά σε αρκετές εκδηλώσεις της ιδιωτικής τους καθημερινότητας εισάγεται, βαθμιαία, στα περίκλειστα, αριστοκρατικά περιβάλλοντα της ανώτατης πολιτικήςστρατιωτικής ιεραρχίας, η οποία, εκτός των άλλων, περιφανώς, εκπροσωπείται και στις ακρώρειες της φωτισμένης ρωσικής λογιοσύνης. Στους σφύζοντες κύκλους των Homme d' État οι κοινωνικές σχέσεις, τα συνοι κέσια και οι έρωτες, οι κοσμικές συγκεντρώσεις, οι φιλολογικές συναθροίσεις, οι φιλάνθρωπες ενασχολήσεις, οι ευεργείς δραστηριότητες και άπασες οι εκδηλώσεις πολιτισμού, εκβάλλουν στον δημόσιο βίο, κατοπτρίζοντας ποικίλες όψεις των κρατι κών υποθέσεων. Ως εκ τούτου, συγκροτούν εκτεταμένο, πολυδιάστατο πεδίο δράσε ων και έκφανσης συμπεριφορών, επί του οποίου διεξάγονται εμπιστευτικές συζητή σεις, ανταλλάσσονται πληροφορίες, διασταυρώνονται ειδήσεις, βυθοκοροάνται προ θέσεις, ομολογούνται -συχνότατα υφαρπαζόμενες- μύχιες εκμυστηρεύσεις, κρηπιδώνονται ή διαλύονται συμμαχίες Τούτο επισυμβαίνει διότι παντόγυρα πνέει ο ασταθής φιλελεύθερος άνεμος της Αυλής και τα λογής-λογής ανώτατα υπηρεσιακά περιβάλ λοντα (δια της αφρόκρεμας των αξιωματούχων τους) εισηγούνται και διαπραγμα τεύονται σχέδια πολιτικών-διοικητικών μεταρρυθμίσεων, των οποίων την έκβαση ρυθμίζει η ισχύς των δικτύων επιρροής και των σχέσεων πατρωνείας. Κατά συνέπεια, στους κοινωνικούς λειμώνες των ιθυντόρων φύονται ή και, καλλιεργούνται επιτηδείως, ανειλικρινείς φιλίες και ειλικρινείς εχθρότητες που η σημασία τους αποκαλύπτε ται μόνον στον προθάλαμο του τσάρου, δηλαδή, εκεί όπου υποδεικνύεται πορεία προς την οδό είτε της ευμένειας είτε της δυσμένειας10. Τούτη, grosso modo, είναι η περιρρέουσα ατμόσφαιρα" της εποχής κατά την
οποία ο Καποδίστριας επανασυνδέεται με τον παλαιό -από τα χρόνια της Κέρκυραςεντιμότατο και πολυσχιδούς βιοπολιτείας φίλο του Π. Π. Σβίνιν.12 Με την μεσολά βηση Σβίνιν, υποβοηθείται η διαδικασία εισόδου του Κερκυραίου διπλωματικού υπαλλήλου, σε ορισμένες οικογενειακές σάγκες του αιγλοβολούντα κόσμου των Ρώσων διπλωματών, οι οποίοι -κατά κανόνα- εγκολπώνονται τις κοινωνικοφιλοσοφικές ιδέες του ελευθεροτεκτονισμού και εργάζονται στις διαφόρων συστημάτων ρωσόφωνες ή ετερόγλωσσες στοές, εντός της ρωσικής επικράτειας αλλά και στο εξω τερικό.13 2. Η πολιτική-διπλωματική εξέλιξη Στην αλυσίδα των συναφειών που διαδραμάτισαν κομβικό ρόλο στην παρώθηση και ανέλιξη του Καποδίστρια στο στίβο της διπλωματίας (εκτός των πασίγνωστων περιπτώσεων Μοτσενίγγου, Ρουμιάντσεφ), σημαίνοντες κρίκοι, ωσαύτως, θεωρού νται οι Πάβελ Βασίλιεβιτς Τσιτσάγκοφ και Γουστάβος Όττοβιτς Στάκελμπεργκ, οι οποίοι σε επίσημες αναφορές,14 αλλά και αυτοβιογραφικές αναμνήσεις, επερειδόμενες στην ιδιωτική τους επιστολογραφία, διατύπωσαν εγκωμιαστικές κρίσεις για τις εργώδεις ασχολίες και τον εμβριθή νου του υπεραρίθμου Γραμματέα της ρωσικής Πρεσβείας στη Βιέννη (1811). Συνηγορούσης της βαρύνουσας γνώμης και των προ στατευτικών φροντίδων του Στάκελμπεργκ (οι οποίες εκθύμως και ισοδυνάμως ενι σχύθηκαν από κάποιους φίλους της Πετρούπολης), ο Καποδίστριας λαμβάνει το έγγραφο παράγγελμα (11/23 Απριλίου 1812) του καγκελάριου Ρουμιάντσεφ και, ευθύς αμέσως, μετακινείται σε νέα, εξόχως ευαίσθητη και άκρως απαιτητική, θέση. Αρχές του Ιουνίου 1812, αναλαμβάνει τη Διεύθυνση της Γραμματείας του Διπλω ματικού Γραφείου του Ανώτατου Διοικητή-Αρχιστρατήγου της Στρατιάς του Δούνα βη, ναυάρχου Πάβελ Βασίλιεβιτς Τσιτσάγκοφ, ο οποίος βάσει οδηγιών, προωθούσε το σχέδιο εξέγερσης στα Βαλκάνια με την σύμπραξη των ρωσικών στρατευμάτων στο Δούναβη. Ως εκ τούτου, το Διπλωματικό του Γραφείο από την έναρξη έως και τους πρώτους μήνες του Πολέμου του 1812, επιτελούσε λειτουργίες επιπέδου Τμήματος 15
Εγγύς Ανατολής και Βαλκανίων του Υπουργείου. Εξωτερικών Υποθέσεων. Ο Καπο δίστριας από τη θέση αυτή, συνεργάζεται σε αγαστή σύμπνοια με τους αποσπασμέ νους σε επιτόπια διπλωματική υπηρεσία Α. Σ. Στούρτζα και Σ. Δ. Δεστοόνη καθώς 16
και, με τον κατευθύνοντα τη σερβική επανάσταση, εμπειρότατο Κ. Κ. Ροδοφοινίκη.
Εντεταλμένος την δημιουργία των απαραίτητων συνθηκών για τη ρωσική εξωτε 17
ρική πολιτική , η οποία θα εξασφάλιζε την απόκρουση του Ναπολέοντα, ο Καποδί στριας συνωδά της Συνθήκης του Βουκουρεστίου (1812) -επίτευγμα του δημοφιλέ στατου στρατηλάτη και λαμπρού, συνάμα, διπλωμάτη Μιχαήλ Ιλλαριόνοβιτς Κουτούζοφ (1745-1813),- εργάζεται αριστοτεχνικά, εδραιώνοντας διεθνικές επαφές και σύμμαχες συνεννοήσεις με αρκετές πολιτικές και εκκλησιαστικές δυνάμεις, τόσο στο εσωτερικό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (Βαλκάνια), όσο και της Αυτοκρατορίας των Αψβούργων. Στις τρέχουσες αρμοδιότητες του εμπίπτουν, ρητά ή άρρητα, μυστι-
κές, απόρρητες δραστηριότητες σχετιζόμενες είτε με την οργάνωση δικτύων πρακτό ρων και κατασκόπων, με σκοπό τη συγκέντρωση και ανταλλαγή πληροφοριών προς χρήση της ρωσικής στρατιάς, είτε με τη διάρθρωση μηχανισμού για την κατασκευήδιάχυση παραπλανητικής πληροφόρησης επιτηδείως και τεχνηέντως στοχεύουσας στην γαλλική πλευρά. Επιπλέον της ανεπίψογης εκτέλεσης αυτοκρατορικών οδηγιών και πολιτικών-διπλωματικών εντολών, ο Καποδίστριας αυτενεργώς συλλαμβάνει ένα ευφυέστατο σχέδιο ψυχολογικών ενεργειών που απέβλεπε στην υποστήριξη επιχει ρήσεων δολιοφθοράς εναντίον της νότιας πτέρυγας της «Μεγάλης Στρατιάς», το οποίο όμως δεν πραγματοποιήθηκε.,& Παρότι πολιτικός βαθμούχος, από τον Αύγουστο του 1812 συγκαταλέγεται στην πο λεμική δύναμη των επιχειρήσεων, «στρατεύεται», διανύοντας ομοθυμαδόν με τη Στρα τιά του Δούναβη την κοπιώδη πορεία των χιλίων βερστίων, από το Δούναβη μέχρι τον Μπερεζίνα, uno την ιδιότητα του επικεφαλής του διπλωματικού γραφείου του προστα τευτικού Τσιτσάγκοφ". Στη θέση αυτή, παραμένει (με διαταγή του Αλεξάνδρου) και επί νέας στρατιωτικής διοίκησης (Φεβρουά ριος 1813) ως υπεξούσιος του στρατηγού
'ψ f
Μ. Μπ. Μπαρκλάϋ ντεΤολλύ. Ο Καπο
3kJR
δίστριας σύμψυχος με τον εμπειροπόλεμο στρατηλάτη και την αξιόμαχο στρατιά, επί οκτώ συνεχείς μήνες -με αξιοσημείω το σθένος20- υπηρετεί το επάναγκες του πο λέμου και καθίσταται πολύτιμος πολιτι κός συμβοηθός, των κρατερών μαχών στο Κούλμ και τη Λειψία, μαχόμενος στο α σύνορο μέτωπο της διπλωματίας για την ολοσχερή ήττα του Ναπολέοντα και της
Sfä^Sfä
• . .
. ; • :
;
γαλλικής πολιτικής21. Με στρατηγικούς ε
ψ
πιτελείς συμπράττει στην επιχειρησιακό-
;
τητα μυστικών στρατιωτικών πληροφο ριών (συμπεριλάμβαναν και την αποκάλυψη-εξουδετέρωση της ναπολεόντειας κατασκοπείας) τις οποίες διοχέτευε επτα μελής ομάδα συνεργατών του «Ιδιαίτερου Γραφείου»22 του υπουργείου Πολέμου, δηλαδή, οι υπαγόμενοι, στην προσωπική δικαιοδοσία του ντε Τολλύ, στρατιωτικοί πράκτορες, που αυτεξουσίως είχε απο στείλει σε Βιέννη, Βερολίνο, Μόναχο, Δρέσ δη, Μαδρίτη, Κωνσταντινούπολη και Πα ρίσι.23
Τούτη ακριβώς την περίοδο, κατ' εντολή και οδηγίες του Αλεξάνδρου Α', διεκ 24
περαιώνει κρισιμότατες μυστικές και μή αποστολές, οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα την απόσπαση της Ελβετίας από τη γαλλική κηδεμονία, την αποκατάσταση της ενό 25
τητας της χώρας και, τέλος, τη θέσπιση νέου Συντάγματος.
Η αυτοκρατορική ευαρέσκεια για τους επιτυχείς χειρισμούς και την αίσια έκβα ση των ελβετικών ζητημάτων, φέρνει δρομαίως τον Καποδίστρια στο Συνέδριο της 26
Βιέννης υπό την ιδιότητα Μυστικοσύμβούλου [TaOHbiH COBCTHHK]. Ο Καποδί στριας, παρά το γεγονός πως τυπικά δεν συναριθμείται στους εξουσιοδοτημένους πληρεξούσιους της Ρωσίας (Α. Κ. Ραζουμόφσκι, Κ. Β. Νέσσελρόντε, Γ. Ο. Στάκελμπεργκ), επί της ουσίας χειρίζεται τις περΐσσότερο περιπλεγμένες, σύνθετες και υπεύ θυνες υποθέσεις της αφαιμαγμένης Ευρώπης. Λόγω συγκαταρίθμησης στους ευά ριθμους έχοντες πρόσβαση σε πολυδίαυλη εμπιστευτική πολιτική πληροφόρηση, επι τυγχάνει τον έλεγχο επί της διεξαγωγής των συνομιλιών, επισημειώνοντας συχνά πυκνά -για προφανείς λόγους- την ιδιότητα του ως υπεξούσιου του κόμη Αντρέι Κυρίλλοβιτς Ραζουμόφσκι, ο οποίος σύμφωνα με το πρωτόκολλο ήταν ο Πρώτος Επιτετραμμένος της επίσημης Αντιπροσωπείας.27 Κατά το εννεάμηνο των εργασιών του Συνεδρίου (Σεπτ. 1814- Ιουν.1815), όπου ως αντίπαλοι της Ρωσικής πλευράς δέσποζαν οι επίλεκτοι της ευρωπαϊκής διπλωματίας και πασίγνωστοι λεπτοτέχνες των επιδέξιων ελιγμών (Μέττερνιχ, Ταλλεϋράνδος,28 Κάοτελρι), ο Καποδίστριας στερρά ασκημένος στο χαρακτηρίζον τη ρωσική διπλωματία πνεύμα περίνοιας, επέδειξε αδιαμφισβήτητη πολιτική οξυδέρκεια και διαπραγματευτική δεινότητα, υπηρετώντας σθεναρά όχι μόνον την κοσμοαντίληψη και το πρόγραμμα του τσαρισμού για το σχέ διο ανοικοδόμησης της μεταναπολεόντειας Ευρώπης, αλλά και διατυπώνοντας την ιδέα των ρεαλιστικών προοπτικών της.29 Ο θρησκόληπτος, μυστικιστής, αμφίθυμος, «φαντασιόπληκτος και αβρός»30 τσά ρος, την επαύριο του Συνεδρίου της Βιέννης, επιδαψιλεύει τον αφοσιωμένο του αξιωματούχο με την υψηλή του εύνοια, που δημοσιοποιήθηκε με το Ουκάζιο της 11ης Σεπτεμβρίου 1815,31 δια του οποίου τον διορίζει Κρατικό Γραμματέα [OaTC32
ceKpeTapt] επί των Εξωτερικών Υποθέσεων. Με το απορρέον από τον τίτλο αυτόν επαυξημένο κύρος, ο Καποδίστριας συμμετέχει στη δεύτερη εκστρατεία (1815) των ρωσικών όπλων στη Γαλλία και προκρίνεται, ύστερα από τη συντριβή του Βοναπάρ τη στο Βατερλώ, να διεξάγει τις τελικές ειρηνευτικές συνομιλίες και, εν τέλει, εξ ονό ματος της Ρωσίας, να υπογράψει (20 Νοεμβρίου 1815), τη Συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων.33 3. Ο Έλληνας μινίστρος και τα ρωσικά πνευματικά περιβάλλοντα Τον Ιανουάριο του 1816, ο Ιωάννης Καποδίστριας, ύστερα από απουσία τεσσά ρων χρόνων, επιστρέφει στην Πετρούπολη. Σ' ένα μήνα εισέρχεται στην τέταρτη δεκαετία της ζωής του και το μέλλον του διαγράφεται ευοίωνο. 'Εν πρώτοις, καθί σταται αποδέκτης συμβολικών ρεαλίων34 και ρεαλιστικών ενεργημάτων, που εκπο37
ρεύονται από την αυτοκρατορική ευμενή βούληση και σηματοδοτούν τη ραγδαία άνοδο του στο διπλωματικό στερέωμα, συνακόλουθα και οροθετούν την ταξιθέτηση 35
στην ανώτατη κρατική-κοινωνική ιεραρχία. Οι ιδιαίτερες σχέσεις με τον Τσάρο, η 36
απήχηση στους κυβερνητικούς κύκλους
και το κύρος στην grand monde είναι
πλέον πασιφανή. Ο Ιωάννης Καποδίστριας και ο επίσης Κρατικός Γραμματέας Κάρλ Βασίλιεβιτς Νέσσελρόντε -πρώτος τη τάξει- συνδιευθυνουν το υπουργείο των Εξω τερικών Υποθέσεων (ο πρώτος χειρίζεται τα των σχέσεων με την Ανατολή και ο δεύ τερος με τη Δύση) και δις της εβδομάδος σε αυτοκρατορική ακρόαση παρουσιάζουν, από κοινού, την επίσημη αναφορά για τις υποθέσεις του υπουργείου. Ο επακόλου θος διορισμός του Καποδίστρια (9/21 Αυγούστου 1816)37 ως υπουργού επί των Εξω τερικών Υποθέσεων προξένησε μεγάλη εντύπωση σε Ρωσία και Ευρώπη. Σηματοδό τησε τον παραμερισμό38 του Κ. Β. Νέσσελρόντε (τον οποίο η ρωσική κοινωνία, μισούσε με όλη τη δύναμη της ψυχής της) από την πρωτοκαθεδρία διεύθυνσης της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής και τη μεταβίβαση της στον Ιωάννη Καποδίστρια33. Τον Έλληνα υπουργό συνοδεύει η «περίλαμπρη φήμη της πεφωτισμένης Ευρω παϊκής διανοίας», την οποία μεγεθύνει και με την γενναιόδωρη, πολλών σημασιών, έμπρακτη συμπαράσταση που εκδηλώνει προς διάφορα επιστημονικά δημόσια καθιδρύματα, εκπολιτιστικές-επιμορφωτικές συλλογικότητες ή μεμονωμένες προσωπικό τητες των γραμμάτων, των τεχνών, της επιστήμης και της εκκλησίας.40 Ο Καποδί στριας συντηρεί γόνιμους και μακρόχρονους πνευματικούς δεσμούς με αρκετούς καταξιωμένους εκπροσώπους της ρωσικής διανόησης και παρακολουθεί, εκ του σύνεγγυς, τις πολύμορφες δραστηριότητες της. Αυτή την εποχή, οι περισσότερο ανα γνωρισμένοι λόγιοι, ενδύονται είτε την στρατιωτική στολή είτε το διπλωματικό φράκο, ισορροπώντας με μαεστρία την κατάσταση ζωής ανάμεσα στο καθήκον της δημόσιας υπηρεσίας και την καλλιέργεια της διανοίας. Ανεπανάληπτη στιγμή στην ιστορία του ρωσικού -και όχι μόνο- πολιτισμού και πολιτικής, αποτελεί η ύπαρξη και το έργο του λογοτεχνικοΰ-κοινωνικοΰ κύκλου «Αρζαμάς41» (1815-1818), στο περιβάλλον του οποίου για περίπου δύο χρόνια (1816 και 1817) αρτόσθηκε και ο υπουργός των Εξωτερικών Υποθέσεων της Ρωσίας, Ιωάν νης Καποδίστριας. 4. Η εποχή και η φυσιογνωμία του «Αρζαμάς» Ο ανθρωποπερίγυρος του «Αρζαμάς», υπήρξε επιγέννηματου 1812 και των επα κόλουθων εκστρατειών των ετών 1813-1814 όπου, εκτός από την δόξα των ρωσικών όπλων, κόμισαν στη Ρωσία, νεωτερικές έννοιες, ευέλικτα, διανοητικά εργαλεία, ελκυ στικές προτάσεις για τον εξορθολογισμό του δημόσιου βίου και γενικότερα τον εξευ γενισμό της εθνικής ζωής, συνεπιφέροντας σύστοιχα με τον αναβρασμό και τις ζυμώ σεις στην κοινωνία και τεράστιες ανατροπές στη λογοτεχνία και τη γλώσσα. Είναι η εποχή όπου παντόγυρα αντηχούσε η ζωντανή, ρέουσα, εύληπτη, εις πάντες, πρόζα του Καραμζίν και έρρεε ο εμμελής, έμμετρος λόγος του Ντμίτριεφ, όπου συνήθως 38
αμφότεροι εύρισκαν στέγη φιλόξενη στις περιοδικές εκδόσεις Ανθών (1809-1810) και Ειδήσεις της Πετρουπόλεως (1812). Ως γνωστόν, στα βήματα τούτων των σκα πανέων πορεύτηκαν, τα νεαρά τάλαντα, τα οποία με την πέννα τους αποκορύφωσαν την εθνική λογοτεχνία και εμφύσησαν πνεύμα ζωοποιό στο ρωσικά γράμματα. Όμως, η εκκίνηση των επιτελούμενων αναμορφώσεων δεν υπήρξε απρόσκοπτη. Διασταυρώθηκε με την δριμεία πολεμική που όρθωσαν, στο μέτωπο του λόγου και της γραφής, οι εμμανείς αρχάίότροποι, καθότι, υπολειπόμενοι κατά πολύ σε ευρυμά θεια, ήταν αδύνατον να ενωτισθούν τα αιτήματα και τις ωδίνες των καιρών και ως εκ τούτου εξακόντιζαν ιδεολογικούς μύδρους. Τούτη την εποχή (1815), μαίνεται η πασίγνωστη, λυσσώδης μάχη των γραφίδων μεταξύ των θιασωτών του ναυάρχου Αλεξάνδρου Σισκόφ, υπουργού Δημοσίας Εκπαιδεύσεως, φιλολογικού «παλαιόπιστου» εθναμύντορος (προεξάρχοντος του επί σημα αναγνωρισμένου ομίλου «Συνομιλία [Bece4a/Mneoévta] των Φίλων του Ρωσι κού Λόγου»), και των «εθνοφθόρων» οπαδών του Νικολάου Καραμζίν, δηλαδή, όσων κρηπίδωσαν τον «Αρζαμάς» (1815-1818), ο οποίος, στην αρχή, στερείτο επί σημων τίτλων αναγνώρισης και εγκεκριμένου διοργανισμοό. Η κλεινή παρέα του «Αρζαμάς» προάσπιζε το Ίνδαλμα42 της εξαπολύοντας άκρως ειρωνικές ομοβροντίες εναντίον των λογής-λογής λογίων-αρχαϊστών οι οποίοι, επίσημα και πανηγυρικά, συναθροίζονταν στη Φοντάνκα, στο σπίτι του αστραπτοβροντούντα Ντερζάβιν. Εκ πρώτης όψεως, ο «Αρζαμάς», φάνταζε ωσάν ένας κύκλος που περιέκλειε εντός του ορισμένους νεοπαγείς, φλογώδεις, ρέκτες των παιγνίων και ελευθεριάζουσας πνοής λετριστές, οι οποίοι κατά τις παρωδιακές και παιγνιώδεις συναθροίσεις τους περιέπαιζαν και περιγελούσαν τους φιλολογικούς «παλαιόπιστους» και οσάκις χρειά ζονταν ενισχύσεις, προσέτρεχαν εκουσίως ως αμοιβός χάρις, οι ομόφρονες μιας άλλης ονομαστής παρέας, δηλαδή, εκείνοι από την «Πράσινη Λάμπα»,43 οι οποίοι, επίσης, αποκαλούσαν τους φίλους της «Eeœ4a/MœoéAn:a», «ολετήρες του ρωσικού λόγου». Ο «Αρζαμάς» δεν ήταν απλώς μία λογιοκρατούμενη παρέα, ρέμπελων, γλεντοκόπων και επαθλούμενων μετά μανίας εις το επιοαρκάζειν_ στην πραγματικότητα, υπήρξε «κοινωνία» έμπιστων, εχέμυθων, απροκατάληπτων και αντιληπτικών ανθρώ πων, που επιθυμούσαν να αυξήσουν τις γνώσεις τους και να κοινολογήσουν τις σκέ ψεις τους, χωρίς να γεννούν υπόνοιες. Με άλλα λόγια, ήταν μία εντελώς κλειστή, αυστηρά υπάκουη σε κώδικες συνωμοτισμού συσσωμάτωση, τα μέλη της οποίας ήταν συμπλεγμένα με δεσμούς, πολυετούς εγκαρδιωμένης φιλίας,44 κοινού αισθητι κού γούστου, φιλολογικών συναφειών, συγγενικών σχέσεων και, τέλος, με το αδιάρ ρηκτο esprit de corps της υπηρεσίας ή την εν όπλοις συντροφιά. Σε ατμόσφαιρα, παντελώς ελεύθερη από την κρατική λογοκρισία και την πειθαρχία της αυτολογοκρισίας, διεξήγαγαν εμβαθείς συζητήσεις για κάθε φλέγον πολιτικό, κοινωνικό και θεω ρητικό θέμα, εξέφραζαν ποικίλες αλλά και συχνά εκ διαμέτρου διαφοροποιούμενες απόψεις (μοναρχικές, φιλελεύθερες, δημοκρατικές, επαναστατικές έως και ιακωβινικές) και κατέστρωναν σχέδια πολιτειακής διακυβέρνησης, οικονομικής-διοικητικής
αναδιοργάνωσης και κοινωνικών μεταρρυθμίσεων. Επιπλέον, το ισχυρό πλέγμα συνοχής επισφράγιζε η κοινή τεκτονική ιδιότητα, καθώς όλοι ήταν «τέκνα του Φωτός», αδελφοί σε ενεργές στοές της Αγίας Πετρούπολης και της Μόσχας ή «αποδεδεγμένοι» ξένοι που διατηρούσαν τον σύνδεσμο τους από χώρα σε χώρα, εξασφα λίζοντας κατά την μετακίνηση τους την υποδοχή, προστασία και υποστήριξη εκ μέρους των συνεταίρων45. Τέλος, υπήρξαν και ορισμένοι που, εκ παραλλήλου, δρού σαν στο Τάγμα των Ρώσων Ιπποτών.46 Πρόσφορη στιγμή και ωραιότατη προσχηματική αιτιολογία για τη γένεση του «Αρζαμάς» αποτέλεσε η κωμωδία Μάθημα δια κοκέτας π περί λιμναζόντων υδάτων (1815) του πρίγκηπα Σαχόφσκι (δραματουργός «παραγωγικότερος του κονίκλου»), δια της οποίας έριξε τα αρχιλόχεια βέλη του καταπρόσωπο στον Ζουκόφσκι, προ σβάλλοντας κατ' επέκταση τον Καραμζίν και, συνακόλουθα, όλους τους υποστηρικτές του. Ο Ζουκόφσκι47 αντιμετώπισε με παγερή αδιαφορία το ενέργημα του αντίπαλου στρατοπέδου48. Αλλά, επειδή η παρέα, μέσω του ποιητή Βασίλι Ζουκόφσκι, χαιρέτιζε την είσοδο του ρομαντισμού στη ρωσική λογοτεχνία και, μέσω του ιστορικού Νικο λάου Καραμζίν, αναγνώριζε την εθνική της αυτογνωσία, δεν αφήνει ατιμώρητη την πράξη αυτή και σχεδιάζει τα αντίποινα: ρίψη, χωρίς έλεος, λογογραφικών εγκαιροφλεγών οβίδων. Ο Δ. Ν. Μπλούντοβ, αίμα εκ του αίματος και σώμα εκ του σώματος της παρέας, απομιμούμενος έναν διαδεδομένο γαλλικό αστεϊσμό,45 συνέθεσε το σατιρι κό πεζογράφημα: Φανέρωση εις εν αρζαμαϊκόν πανδοχείον, εκδεδομένη υπό της εται ρείας των επιστήμων ανδρών, με το συνοδευτικό επίγραμμα «Le vrai peut quelquefois ή être pas vraisemblable», με το οποίο διακωμωδούσε τον προαναφερθέντα πρίγκηπα. Ο γεωγραφικός τόπος,50 τον οποίο επέλεξε ο Δ. Μπλούντοφ για να φανερωθεί το σατιρικό του «όραμα», ενέπνευσε στην φιλοπαίγμονα παρέα μία καταπληκτική ιδέα. Σύμφωνα με αυτή, οι φίλοι συμφώνησαν πως, εφόσον σε μία παρακμασμένη πολί χνη, την οποία γνωρίζουν μόνον οι χήνες της, βρέθηκε κάποιος αφανής, απόφοιτος της Ακαδημίας Καλών Τεχνών της Πετρούπολης, ο οποίος επέστρεφε στην μητρίδα γή, με σκοπό ζωής να μνημειώσει την τοπική λαϊκή εικονογραφική παράδοση, ιδρύοντας, μάλιστα, την Ακαδημία Αγιογραφίας του Αρζαμάς, τότε, δεν υπάρχει τίποτα το θελκτικότερο από το να τιμηθούν, επαξίως, οι φερώνυμες χήνες του. Στις 14 Οκτωβρίου 1815, καταγράφεται51 η πρώτη οργανωτική σύσκεψη που προετοίμασε την δημόσια εμφάνιση του «Αρζαμάς». Η σύσκεψη αυτή, πραγματοποι ήθηκε ακριβώς ένα μήνα (14/26 Σεπτεμβρίου 1815) ύστερα από την υπογραφή, στο Παρίσι, της Πράξης για τη δημιουργία της Ιεράς Συμμαχίας, στο κείμενο της οποί ας επιστεγάστηκαν οι θρησκευτικοπολιτικοί οραματισμοί του τσάρου. Η εν λόγω σύσκεψη έγινε με πρωτοβουλία του Σεργίου Σεμιόνοβιτς Ουβάροφ (ο οποίος υπό την πολιτική εποπτεία του Ι. Καποδίστρια, ήταν υπεύθυνος για την έκδοση της Conservateur impartial, επίσημης εβδομαδιαίας εφημερίδας του υπουργείου Εξωτε ρικών της Ρωσίας) και έλαβε χώρα στην επί της Μικρής Προκυμαίας οικία του όπου, εκτός του οικοδεσπότη, συμμετείχαν οι Δ. Ν. Μπλούντοφ, Δ. Π. Σεβέριν, Δ. Β. Ντα-
σκόφ (άπαντες εν ενεργεία διπλωμάτες και υπεξούσιοι του Κρατικού Γραμματέα [CTaTC-ceKpeTap-b] Ι. Α. Καποδίστρια), καθώς επίσης και οι Β. Α. Ζουκόφσκι, ο 52
Α. Ι. Τουργκένεφ και ο Σ. Π. Ζίχαρεφ . Στην επόμενη συγκέντρωση, βάσει των προκαταρκτικών συνεννοήσεων, συγκρο τείται εταιρεία «προς ενάσκησιν της θυμοσοφίας», η οποία, τιμής ένεκεν, λαμβάνει την ονομασία «Αρζαμαϊκή συντροφιά ασήμων ανθρώπων», που απαθανατίστηκε με το αμάργαρο όνομα «Αρζαμάς». Η εταιρεία έχει ως σύνθημα τη γνωστή ρήση του Ιωάννη-Βαπτιστή-Λουδοβίκου Γκρεσσέ « Οι βλάκες ζουν στον κόσμο για τις δικές μας μικρές χαροποιήσεις» και σημαίνεται με διακριτικό έμβλημα, που απεικονίζει μία μισοξεπουπουλιασμένη, ξεπαγιασμένη χήνα, ενώ οι σύντροφοι, μεταξύ τους, αλληλοπροσαγορεύονται χρησιμοποιώντας τον τιμητικότατο τίτλο της αυτού
εξοχότητας
της ιδιοφυίας του «Άρζαμάς» μετά ψευδωνύμου ή την προσφώνηση του «Πολίτη» και «Συμπολίτη» Απαξάπαντες οι 25 εν συνόλω μετέχοντες του «Αρζαμάς» και στις δύο περιόδους του βίου του, (17 τακτικοί και 8 επίτιμοι εταίροι), λαμβάνουν ψευ δώνυμα, εξολοκλήρου αρρυόμενα από τους τίτλους ή τις δημοφιλείς περσόνες που ύμνησε στις μπαλάντες του ο Ζου κόφσκι. 53
ite IL JfÀIUf4
Τα όπλα του «Αρζαμάς» -είτε για την
ιϊ
άμυνα, είτε για την επίθεση- ήταν η παρωδία, το εύστοχο, ευθύβολο επί γραμμα, η δηκτική χλεύη, το σκώμμα
ι
» . • ' • · : ' ; •
. -
φ
"•;•»•'•'•
Ρΐ ; !χν*:ζτπτ
και ο θεατρισμός, η φαρμακερή ειρω νεία και το βιτριολικό χιούμορ. Το συγκεκριμένο οπλοστάσιο προσδιόριζε, εν πολλοίς, την εσωτερική ζωή του κύκλου, που απομιμούμενη τις μεσαιω
:Ä:iü
m
νικές συντεχνίες των μπουφόνων, κατα-
Sr~L :'.:
κυριαρχήθηκε από αστείρευτους αστεϊσμούς, ακαταπόνητη διάθεση ευθυμίας, τα οποία αποτέλεσαν και τις μόνιμες
F.'AWL « n i Tiî «:,.;•; :;.Ά.,,% i i ! f . u t - a i i : n i r c : n ι» v w i savr-j : ί·;ϊ.ίϊΐ*ι-. • ...;t.?/i.;.:?,..•-• ι.':·- a p i rit v; :*!'.;•!. Ï Î ; . Î ; ïVsvnic <T.mv<iK<;< » ι iV.iÎrtïÎHJin- « « v a - ä i ü i v i i t f ä a»I..i;ivif..'?«i.T.:'fi'.-i.-.ïLvii:-.-..:T'iî;r.-v -.siaE-iä,'»;!« i Ol .CTUtVìf.i ; W :•: Willi,;·' •••. iif,.:-.-,:.:·; . -K ,:f(jl» L'a'^,
εφεδρείες.
"• isfti« "i':-i-^ affina itf&ìviv jpiuiiw, K^äji^tg .νιίΙ·ί XlÌi'^i^i-^JiH:p 7 Viii
Η τελετουργία της υποδοχής των νεοφύτων στον «Αρζαμάς» συνοδευό ταν
από ευρηματικής
σκηνοθεσίας
αλληγορικού τύπου τελετές, οι οποίες αποτελούσαν παρωδία των τελετουρ γιών της συμβολικής μυητικής οδού στις τεκτονικές στοές. Τα μέλη, μηδενός
;
ea;i:ci«w-'(•.•:•••:*': - .rj'·6ÉÌ . • I . fljy, e -liSioct ,i>;.*ï! wut« .-LÌ W Ü U • ' B . i i l ' . i . i l l W ' ^ i w r ' i l i i ' i . i<Ji;.»;n>W;V,|i. ; « (EiTüiaV.TiViiiSi&j ,'• Î.,!LT.j.'.·;•..-.». î'S
k
s-.^ufii!,-^ C M , a : a.iit,Oi£,-E ITI i»,M. ; ir IWiT.nrtiitJpjijfiif.'Ti.ä.tM-iijar, .fs[w,i.,fl„ a iin;· tv.'äti.rfsttB.i'aA'r for.ncj; sTïrçh--:* y ,".•! , · ! ( ( • . ' - , • ' ••<• ι . . , . . · , • •· Ι3.=ΒΙΐ Mïie>, ΤιΓ. |--ÌÙM=-: tï|î f.T«17r;s.li 'j.:, .TT! inujïïriï V.:.', .(u.n'.ìiiyi f,'(ï'/|ij-.îï' .'f .«'l''f Kl f:..ll! ι' ...'. ...'..ir 111,' . · UH 'li .',,,'•.,ι *..:':LI: v-l^l'i: •^:-.L>J : - . Ί . 41 •γ-.'.
i«M;'jr,-,(> ; >; 1 jn J vi,)ii,, i i,,; l i ; : r.;i;.n;.
Γ'^'.-,,''^·.----^^ΐν-|'ν^ •".".'! Τ ~ . L-.Lr.L. Γ." Γ-".^
εξαιρουμένου, τηρούσαν με θρησκεσιι41
κή προσήλωση, τις θεμελιώδεις αρχές, που είχαν θεσμίσει ο Ζουκόφσκι
54
και ο
Μπλούντοφ και που δεν ήταν τίποτα άλλο παρά η τελετουργική σάτιρα και ο μιμικός αυτοσχεδιασμός επί των καταστατικών αρχών των άσπονδων εχθρών τους, δηλαδή της «Μπεσέντα» και όλων των ελλογιμότατων του δύσκαμπτου ακαδημαϊσμού. Οι συνεδριάσεις
55
της «αρζαμαϊκής συντροφίας» ελάμβαναν χώρα μία φορά την εβδο
μάδα και πραγματοποιούνταν εναλλάξ στην κατοικία του Μπλούντοφ ή του Ουβάροφ. Οι «άσημοι» δανδήδες, ανελάμβαναν εκ περιτροπής την προεδρία σε κάθε συνε δρίαση και ακολουθούσαν συγκεκριμένο πρόγραμμα εργασιών. Αφιέρωναν αφειδώλευτο χρόνο για ακρόαση, σχόλια ή παρατηρήσεις επί των πονημάτων της «αρζαμαϊκής συντροφίας»_ Επιδίδονταν στη μεγαλόφωνο ανάγνωση και κριτικό σχολιασμό παντός νεοεκδομένου έργου της εγχώριας56 ή ξένης λογοτεχνικής παραγωγής. Στις πολύωρες συναθροίσεις (επιδεκτικότατες πληθώρας διαλογικών ή διαλεκτικών συζη τήσεων), δεσπόζουσα θέση κατείχαν η ανάγνωση- σε συνέχειες- της «Ιστορίας του ρωσικού κράτους» του Καραμζίν, οι ακολουθούμενες παρεμβάσεις, καθώς και οι εντονότατοι προβληματισμοί για τον διαφωτισμό και εκμοντερνισμό της ρωσικής κοι νωνίας. Οι συνεδριάσεις έληγαν με το καθιερωμένο, εύχαρες δείπνο, το οποίο, μετα ξύ άλλων, απαραιτήτως περιλάμβανε την ένδοξη αρζαμάίκή χήνα, όπου κατά τη βρώση της έπεφταν σαν βροχή επιγράμματα, δίστιχα, τρίστιχα,
ελευθερόστομα
ευφυολογήματα και, τέλος, με απερίγραπτη ιλαρότητα, εν χορώ έψαλλαν τις προσφι λείς καντάτες του Ντασκόφ. Κατά τις συνεδριάσεις, υπήρξε επιβεβλημένη η τήρηση πρακτικών (πρωτόκολλο), την ευθύνη των οποίων ηδέως επωμίσθηκε ο Ζουκόφσκι, εκλεγμένος δια βοής ως ισό βιος γραμματέας. Για την παντελώς ασυνήθιστη, έμμετρη, χιουμοριστική, γραπτή έκθε ση των λεχθέντων ή πραχθέντων της κάθε συνεδρίας (μέχρι και την έλευση των μελ λοντικών Δεκεμβριστών), ο Ζουκόφσκι, φορώντας το κόκκινο σκουφί του σκριβάνου, ταλάντωνε το τάλαντο του στο στιχουργικό εξάμετρο και την αχαλίνωτη φαντασία. 5. Καποδίστριας; ο «αυθεντικός αρζαμαϊοτής»57 Στον μικρό κόσμο του «Αρζαμάς», κατείχε περίοπτη θέση, ο μέγας κόσμος της διπλωματίας. Από το σύνολο των 17 τακτικών μελών, οι Μπλούντοφ,
38
Ντασκόφ,
55
Σεβέριν,60 Βόεϊκοφ61 και Ουβάροφ 6 2 ανήκαν στους εμφορούμενους από ιδέες αμερό ληπτου
συντηρητισμού,
πιο ικανούς ανώτατους βαθμούχους του υπουργείου των
Εξωτερικών Υποθέσεων. Η έτερη πεντάδα, δηλαδή οι Βασίλι Πούσκιν, Βιάζεμσκι, Μπάτιουσκοφ, Ζουκόφσκι και Ντασκόφ, πλαισίωνε το στενό περιβάλλον του Καραμ ζίν. Από τον κύκλο των προσφιλέστερων συνομιλητών του Καραμζίν, δεν ήταν και λίγοι εκείνοι όπου, στο άμεσο χρονικό διάστημα, τοποθετήθηκαν -και με την αλληλέγ γυα φροντίδα του Καποδίστρια- σε διπλωματικές αντιπροσωπείες του εξωτερικού (ο Βιάζεμσκι στην Πολωνία, ο Μπάτιουσκοφ στην Ιταλία, ο Τιούτσεφ στη Γερμανία). Υπό την κινητήρια, λοιπόν, παρώθηση και του Νικολάι Καραμζίν,63 ο Ιωάννης Καποδίστριας περί τα τέλη Ιανουαρίου 1816, την επαύριον, σχεδόν, της επιβραβευ-
μένης επανόδου στην Πετρούπολη, προσέρχεται στον «Αρζαμάς». Με τελετάρχηοδηγό την επιστήθια Κασσάνδρα (Μπλούντοφ), διέρχεται την παρωδιακή οδό της μύησης και, από την γνωστή σε όλους, αστείρευτη Ζουκόφσκεια πηγή, ερανίζεται το ψευδώνυμο χριστιανικός Αριστείδης, φιλοφρονητικά προσαγορευόμενος, ως άρμο ζε σε όλους τους «αδελφούς-φίλους αρζαμαϊστές», με τον τιμητικότατο τίτλο της αυτού εξοχότητας της ιδιοφυίας του «Αρζαμάς». Η στιγμή κατά την οποία ο Καποδίστριας εισέρχεται στον «Αρζαμάς» είναι εμβλη ματική και ιδιαιτέρως κρίσιμη. Η ακτινοβολία, η δύναμη και η σημασία της εταιρείας είναι αυταπόδεικτες, πασιφανείς και δεν επιδέχονται ουδεμία αμφισβήτηση. 64 Ωστόσο, στην εσωτερική ζωή του ομίλου, καθίστανται όλο και περισσότερο επαισθητές τόσο οι προθέσεις για εντονότερη κοινωνική δράση όσο και οι διαφοροποιούμενες τάσεις (βασικός εκφραστής ο Νέστωρας του κύκλου, Βασίλι Λβόβιτς Πούσκιν 65 ), οι οποίες θα προσδώσουν εμφανέστερο πολιτικό χαρακτήρα στην ύπαρξη του. Η συνομάδωση των «θορυβωδώς εύθυμων», καλυπτόμενη υπό από την φόρμα της αλεγρίας, των αστεϊσμών, της σάτιρας και της παρωδίας, με αταλάντευτη συνέπεια προωθούσε, την δια στόματος Ζουκόφσκι: «αρζαμαϊκή κριτική που έπρεπε με κάθε θυσία να υπερυψωθεί υπεράνω πάσης μωρίας». Ο «Αρζαμάς» θεσμίζοντας αυστηρά κριτήρια, άνοιξε τον δρόμο στους προικισμένους του νου και του λόγου 66 διακήρυξε το δικαίωμα στην ελεύθερη παντός κωλύματος, ανεξάρτητη, πνευματική δημιουργία - διαλάλησε την αρετή και τις προσωπικές ικανότητες ως μοναδικά προαπαιτούμενα για την κατάκτηση θώκων στη λογοτεχνία, την ιστορία, τη διπλωματία και γενικότερα τη διοίκηση του κράτους- άσκησε επίδραση στις αισθητικές αντιλήψεις και θεωρητικές-κοινωνικοπολιτικές νοήσεις67 των μελών του, επενεργώντας, τοιουτοτρόπως, στην ευρύτερη ανώτερη κοινωνία και, τέλος, διαμόρφωσε την κοινή γνώμη. Την άνοιξη του 1816, η παρέα των φίλων διευρύνεται, στον «Αρζαμάς» γίνονται δεκτοί οι Μιχαήλ Φ. Ορλόφ, Νικολάι Ι. Τουργκένεφ 68 και τον Ιανουάριο του 1817, ως υστερνό μέλος, ο Νικήτα Μ. Μουραβιόφ. Η καθοριστική παρουσία της τριάδας αυτής σηματοδότησε την μεγάλη στροφή. Όρισε την μετάβαση στη δεύτερη περίοδο (1817-1818) της δραστηριότητας του κύκλου, η οποία συνδέθηκε με την ημιπαράνομη προπαγανδιστική δράση των ηγετι κών μορφών που πάκτωσαν τις πρώτες επαναστατικές οργανώσεις των Δεκεμβριστών. Γνωρίζοντας ότι, παρά την επιβλητική του παρουσία στο πνευματικό γίγνεσθαι, ο «Αρζαμάς» δεν διαθέτει δικό του έντυπο βήμα και δεν έχει επιδοθεί σε εκδοτικές δρα στηριότητες, όλα τα μέλη (τακτικά και επίτιμα) συζητούν επισταμένως την πρόταση του Μιχαήλ Ορλόφ, 69 για την αναγκαιότητα δημιουργίας και διάδοσης στο ευρύ κοινό, ομότιτλου περιοδικού. Σχεδιάζουν, με την δέουσα προσοχή, την θεματική των περιε χόμενων και καταθέτουν τα πρώτα πονήματα: ο Μπλούντοφ, το «περί των ρωσικών παροιμιών» και οι Ουβάροφ και Μπάτιουσκοφ, το «απάνθισμα ελληνικής ανθολο γίας», ο Ντασκόφ τις «ειδήσεις περί των ελληνικών και λατινικών χειρογράφων των ευρισκομένων εις την βιβλιοθήκη του Σεραϊου»70 και ο Καποδίστριας υπόσχεται να
«προσκομίσει υλικό για την πολιτική θεματολογία του περιοδικού και, επιπροσθέτως, να εξασφαλίσει από το ταμείο του Υπουργείου την καλλίτερη δυνατή χρηματοδότηση». Στο επόμενο, σύντομο, χρονικό διάστημα, οι τρεις συνωμότες προτείνουν όπως παράλληλα με την έντυπη δημόσια εμφάνιση του «Αρζαμάς», συνταχθούν προγραμ ματική διακήρυξη και εσωτερικός κανονισμός [καταστατικό], με άρθρο απαγορευτι κό της αύξησης των μελών πέραν των είκοσι πέντε. Προφανές είναι, πως επρόκειτο για πρόταση επαναστατική, καθώς έφερε έντονη πολιτική χροιά. Και ενώ η σκοπού μενη έκδοση του περιοδικού, έτυχε θερμότατης ανταπόκρισης και καταγράφηκε ως ομόφωνη, αναφορικά με το καταστατικό (εξαιρουμένου του περί των μελών άρθρου) και το πρόγραμμα, εκφράστηκαν διαφωνίες και ακολούθησαν αντιδράσεις. Οι εκφραστές των συντηρητικών ιδεών (Σεβέριν, Καβέλιν, Μπλούντοφ, Ουβάροφ) υποστήριξαν πως η πολιτικοποίηση του ομίλου θα επέφερε την απομάκρυνση από τα «εμφανώς» ισχύοντα όρια και τα συναφή των αισθητικών, λογοτεχνικών και καλλιτε χνικών εντρυφήσεων των μελών και, κυρίως, θα κατέλυε τους ακατάλυτους δεσμούς της παρέας. Με άλλα λόγια, δεν συναι νούσαν να εισέλθει και ο «Αρζαμάς» στην τροχιά των συνωμοτικών εταιρει ών. Ο Μπλούντοφ (ραγδαία ανερχόμε νος στην ανώτατη ιεραρχία του υπουρ γείου), «διπλωματικότατα» παραμέρισε την πρόταση του Ορλόφ από την ημε ρήσια διάταξη' υπεραμυνόμενος της θέσεως, πως η επιτέλεση του χρέους προς την πατρίδα δύναται κάλλιστα να υπηρετηθεί και χωρίς την άμεση ανά μειξη σε ζητήματα πολιτικού περιεχομέ νου, ολοκλήρωσε τον μακροσκελή του λόγο, με την έκφραση της προσωπικής επιθυμίας για σταθερή παραμονή στον χώρο της κριτικής μελέτης του ρωσικού λόγου και της λογοτεχνίας. «Να βγούμε προσεκτικά στην αρένα των κοινωνικών αγώνων και στην μονο πωλιακή θέση των αστεϊσμών και των παιγνίων να τοποθετήσουμε και το βάρος των πολιτικών ιδεών», αναφέρει, μεταξύ άλλων, στην αρζαμάίκή συνά θροιση της 24 Φεβρουαρίου 1817, ο Νικολάι Τουργκένεφ. Τον λόγο του συμμερίζεται και ο εμφορούμενος από
φιλελεΰθερες-ριζοσπασπκές ιδέες, πρίγκηπας Βιάζεμσκι. Οι σχετικές συζητήσεις όχι μόνον δεν ατονούν, αλλά και υπερισχύουν έναντι των πολλών άλλων θεμάτων στις εβδομαδιαίες συνεδριάσεις του «Αρζαμάς». Εφεξής, το «πάνω χέρι» στον «Αρζαμάς» περιέρχεται στον τροπαιοφόρο στρατηγό Μιχαήλ Ορλόφ (ο οποίος το 1814, υπόγραψε την πράξη συνθηκολόγησης του ηττη μένου Παρισιού) και τον Νικολάι Τουργκένεφ
71
και οι συγκεντρώσεις του κύκλου
μεταστεγάζονται στο αρχοντικό ενδιαίτημα του Ρήνου [Μ. Ορλόφ], ο οποίος αποδύεται σε τεράστιο αγώνα ώστε να συνταχθεί, εν τέλει, ο εσωτερικός κανονισμός (1817) και όπως στο υπό έκδοση περιοδικό συμπεριληφθεί και «η διακήρυξη αρχών». Στις συναθροίσεις τούτης της περιόδου- όπως σημειώνει ο Ζουκόφσκι- η καρναβαλική ευθυμία υποχωρεί, «οι ωραίες ημέρες των μπουφόνων τερματίζουν» και τη θέση τους καταλαμβάνουν «υψηλές και σοβαρές ασχολίες». Οι συζητήσεις των μελών περιστρέ φονται, σχεδόν αποκλειστικά, πέριξ των πολιτικών ζητημάτων (το σύνταγμα της Πολωνίας, τα τεκταινόμενα σε Ευρώπη, Βαλκάνια, Οθωμανική αυτοκρατορία, το πολιτειακό και αγροτικό ζήτημα στη Ρωσία) .Από εδώ και πέρα, με πρωτουργούς τους αξιωματούχους του υπουργείου Εξωτερικών Υποθέσεων, οι προσελεύσεις αραιώνουν, έπονται σταδιακά οι γνωστές προσωρινές και, εν τέλει, οριστικές αποχωρήσεις.72 Οι πρώιμοι αρζαμάίστές, ομόφρονες του Ι. Καποδίστρια, που υπήρξαν πολιτικώς δρα στήριοι στα ανώτατα κλιμάκια της κρατικής διεύθυνσης και θιασώτες της συνταγματι κής μοναρχίας, της ιδεολογίας του μεταρρυθμιστικού εκσυγχρονισμού, ήταν εκ των πραγμάτων αδύνατον να συνυπογράψουν τις εκ διαμέτρου διισταμένες επαναστατικές ιδέες και τα «ακραία» μέσα πάλης (συνωμοσίες, εξεγέρσεις, πραξικοπήματα, τυραννοκτονίες) που ενστερνίζονταν οι ύστεροι, όψιμοι αρζαμάϊστές και μελλοντικοί Δεκεμβριστές Μιχαήλ Ορλόφ, Νικολάι Τουργκένεφ και Νικήτα Μουραβιόφ.
6. Η ένδοξη νίκη και η έντιμη ήττα του «Αρζαμάς» Η αλλαγή που επιχειρήθηκε στον χαρακτήρα του «Αρζαμάς» υπήρξε ατελέσφορη. Το εγχείρημα της περιπόθητης μεταστροφής που επιδίωξαν οι φιλελεύθερης-ριζοσπασακής πνοής και οι συνωμότες αρζαμάϊστές απέτυχε, καθότι οι συνθήκες δεν είχαν ωριμάσει και η συγκυρία δεν ήταν ευνοϊκή. Ο «Αρζαμάς», περί τα τέλη του 1817 «σίγησε και έπαυσε να ομιλεί» και η οριστική, αμετάκλητη διάλυση του σημειώθηκε το 1818. Τα σχέδιο των τριών μελλοντικών Δεκεμβριστών δεν ευοδώθηκε όχι γιατί «αιφ νιδίασε» τους ούτως ή άλλως υποψιασμένους της κατά τα άλλα θυμόσοφης και εύθυ μης παρέας, αλλά διότι κατίσχυσαν εξωτερικές και εσωτερικές αιτίες. Και εάν για την σιωπηλή παύση του «Αρζαμάς», ως σοβαρή εξωτερική αιτία θεωρείται η αποχώρηση των διπλωματών σε θέσεις μυστικοσυμβούλων των ρωσικών πρεσβειών (ο Μπλούντοφ στο Λονδίνο, ο Ντασκόφ στην Κωνσταντινούπολη, ο Βιάζεμσκι στη Βαρσοβία, ο Μπάτιουσκοφ στη Νεάπολη και κατόπιν στο φρενοκομείο), από την Πετρούπολη, τότε απείρως σοβαρότερη και επιφέρουσα, εν τέλει, την απονέκρωση του, αναδεικνύε ται (εξ αποτελέσματος), μία σημαντικότατη εσωτερική αιτία: Ο «Αρζαμάς», όπως
αδρομερώς σκιαγραφήθηκε, υπήρξε ένας περίκλειστος κύκλος, προσίδιος «συναυλίας μουσικής δωματίου», με περιχαρακωμένα ενδιαφέροντα και περιορισμένα καθήκοντα. Παρά τις επίμονες επιδιώξεις των συνωμοτών, δεν μετεξελίχθηκε σε στέρεα, αρραγή, πολιτική (έστω συγκαλυμμένη ή εντελώς μυστική) ένωση και, λόγω των δεδομένων ιστορικών συνθηκών, ήταν ανέφικτο να μορφοποιηθεί σε πειθαρχημένη πλατύτερη πολιτική οργάνωση, με εξωστρεφή προσανατολισμό και πρόγραμμα δράσης στο ευρύ τερο κοινωνικοπολιτικό πεδίο. Κατά συνέπεια, έδρασε στο οικειότατο περιβάλλον της λόγιας ζωής και της κοινωνικά ιεραρχημένης τάξης, το οποίο είχε συγκροτηθεί με σύνθετους όρους και σαφή όρια ατομικών και κοινωνικοπολιτικών στρατηγικών. Άλλωστε, εξ αυτού του λόγου και παρά το γεγονός ότι στην Πετρούπολη είχαν απο μείνει σπουδαίοι αρζαμάϊστές, το περιοδικό δεν είδε ποτέ το φως της δημοσιότητας και συνεπώς τα υπεσχημένα του κοινωνικού θεωρητικού, επαγγελματία διπλωμάτη και αρζαμαϊστή χριστιανικού Αριστείδη, έμειναν απραγματοποίητα. Ο «Αρζαμάς» υπήρξε ορόσημο για τον ελαύνοντα χρυσό αιώνα του ρωσικού πολιτισμού, τον επονομαζόμενο και αιώνα των ψευδαισθήσεων. Μεταρσιώθηκε στην τροχιά των εγχώριων επαναστατικών-συνωμοτικών εταιρειών και των διακλαδώσεων τους, που εμπνεύστηκαν από τη δραστηριότητα την οποία ανέπτυξαν οι πολιτικές λέσχες στην επαναστατική Γαλλία, οι Καλοί Εξάδελφοι ή Καρμπονάροι, η Τάγκενμπουντ, η Φιλική Εταιρεία και άλλες παρόμοιες μυστικές οργανώσεις. Αποπειράθη κε, μέσω της δράσης των ολιγοστών μυημένων μελών του, να γνωστοποιήσει στην «κοινή γνώμη» την ιδέα της κοινωνικής και πολιτικής χειραφέτησης που, κατά την άποψη τους, άρμοζε, σύμφωνα με τα παραδείγματα της Ευρώπης, και στη ρωσική κοινωνία. Όμως η εποχή, οι περιστάσεις, ο τύπος και η μορφή των οργανωσιακών δομών των επαναστατικών οργανώσεων, δεν επέτρεψαν στους ευγενείς, φερέλπιδες, ελιτίστες ανώτατους αξιωματικούς και λογίους, να διαδώσουν το όραμα τους πέραν των κοινωνικών περιχαρακώσεων που απηχούσε η προπαγανδιστική τους δράση και η οποία δεν προέβλεπε, για τον αδαή και φτωχό λαό ουδεμία συμμετοχή στις απε λευθερωτικές προεργασίες. Παρότι οι σκοπούμενες πολιτικές ανατροπές έμειναν ανεκτέλεστες, ο λογοτεχνι κός «Αρζαμάς», σύμφωνα με τα λεγόμενα του Αννενκοφ (πρώτος βιογράφος του Α. Πούσκιν) «ανύψωσε το ζωντανό ένστικτο της ελευθερίας, καλλιέργησε τον καλλιεπή λόγο, στήριξε τον μορφωτικό εξευγενισμό, συνέπλεξε γερούς δεσμούς με την ελπιδο φόρα οικουμενικότητα της ευρωπαϊκής επιστημοσύνης και τον ορθό λόγο».73 Ο «Αρζαμάς» υπήρξε το προκεχωρημένο τμήμα από ένα ευρύτερο, συγκαιρινό του, σύνολο πνευματικών και φιλανθρωπικών νόμιμων συσσωματώσεων εντός των παρα δεκτών ορίων της απολυταρχικής τάξης που ευαγγελίζονταν την διόρθωση των ελατ τωμάτων του αμαθούς λαού, την θεραπεία των ανεπαρκειών της πολιτικής και διοι κητικής διεύθυνσης του κράτους και εξέφραζαν την άποψη των εκ των άνω κοινω νικών μεταρρυθμίσεων. Επιπλέον, πίστευε ακράδαντα στη δυνατότητα σύμπηξης της λαϊκής ιδιοσυστασίας με την αναμορφωμένη ρωσική νομοθεσία, δηλαδή προωθούσε
το δίπτυχο μοναρχία-ορθοδοξία σε συνδυασμό με την ελευθερία του ατόμου, των τάξεων και των θεσμών. Στο πλαίσιο αυτών των πεποιθήσεων η «αρζαμαϊκή συντρο φιά» εξέφρασε αυθεντικά τις δρώσες, κυρίαρχες, διάνοιες της εποχής και ειδικότερα ορισμένες προσωπικότητες που, εν συνεχεία, είχαν την ευκαιρία να κυβερνήσουν τις τύχες των καιρών και τις μοίρες των ανθρώπων. Ο «Αρζαμάς», για κάποιους παρέμενε ανεκπλήρωτη υπόθεση και για άλλους ολο ζώντανη, πικρή ή εύχαρη ανάμνηση. Ο πρίγκηπας Βιάζεμσκι δεν απεμπόλησε την ιδέα έκδοσης περιοδικού και το 1820 και από κοινού με τον ικανό, χαλκέντερο συνωμότη Ρήνο [Μιχαήλ. Ορλόφ] επανασχεδιάζουν «σε πιο νηφάλιο πνεύμα, με προσεκτικότερα βήματα, τις δυνατότη τες αναγέννησης της αδελφότητας και την έκδοση του περιοδικού από κάποιο ελεύ θερο ρωσικό τυπογραφείο της Βαρσοβίας, εκεί όπου δεν φτάνουν του Αρακτσέεφ τα χέρια, τα μάτια και τα αυτιά».74 Το σχέδιο, για ακόμη μία φορά, δεν υλοποιήθηκε διότι, συντομότατα οι στοές τέθηκαν υπό απαγόρευση και ακολούθησε η περίοδος διακυβέρνησης του Νικολάου. Ο Μπλοάντοφ στις Αναμνήσεις του ανακαλεί τον πρώιμο αρζαμαϊκό βίο ως την ευτυχέστερη περίοδο της ζωής του. Ο Αλέξανδρος Πούσκιν, ο οποίος όταν δημιουργήθηκε ο «Αρζαμάς» ήταν μόνον δεκαέξι χρονών, γαλουχηθείς στο αισθητικό του σύμπαν, ουδέποτε απο μακρύνθηκε από τις ιδέες του Μιχαήλ Ορλόφ και του Νικολάου Τουργκένεφ και καθ' όλη τη δεκαετία του 1830 αρέ σκονταν να υπογράφει ως Αρζ.[αμαϊοτής] ή Γ.[ρίλλος]. Ο Αλέξανδρος Τουργκένεφ μέχρι τον θάνατο του (1830) διατήρησε το αρζαμαϊκό του ψευδώνυμο
(Αιόλου
άρπα). '.Π; ΐΓ'ί: ί:
Και, τέλος ο χριστιανικός Αριστεί
j;r«ft
δης [Καποδίστριας] εκτός των πάσης φύσεως πολιτικών, πνευματικών και συναισθηματικών δεσμών που συνέπλεξε με τους κορυφαίους της ρωσικής
''.'Vi ' ! W Ì I : Ì H ! Ì Ì ' ! Ì : H .VI;..·.,, -i.v.isv-'B t.if. V ο
λογιοσύνης, ουδέποτε λησμόνησε ότι ο «Αρζαμάς» προικοδότησε με αρκετές ιδέες την επέκταση του έργου της Φιλό μουσου Εταιρείας στη Βιέννη.75 Και, εν
47
κατακλείδι, τόσο οι «αρζαμάίστές» ομοεπαγγέλματοί του όσο και οι επίγονοί τους στο υπουργείο των Εξωτερικών Υποθέσεων μέχρι και σήμερα, επισημειώνουν με σημα σία την επίμονη φροντίδα του Ιωάννη Καποδίστρια, όπως η καλλιέπεια του «αρζαμαϊκού» λόγου εισαχθεί στη δημόσια χρήση της επίσημης υπηρεσιακής αλληλογρα φίας και της ρωσικής διπλωματικής γλώσσας.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 1 Βλ. Γ. Π. Apw, Η. KanoducmpuR u speueckoe uav,uoHabo - oceoôodumewbwoe 1809-182 [Ο Ιωάννης Καποδίστριας και το ελληνικό εθνικό-απελευθερωτικό κίνημα], roAaTe-bCTBO «Hayka», MOCKBa 1976, ctp. 14-15. 2 Σύμφωνα με την πρώτη απογραφή (1750) ο γενικός πληθυσμός της πόλης ήταν 74.283 κάτοικοι και εξ αυτών 5.562 αλλοδαποί (7,5%), εκ των οποίων 9 καταγράφοντα στην κατηγορία ίων «αλλο γενών υπουργών» και στην κατηγορία «παρ' αυτοίς υπηρέται» άλλοι 58. Στην επόμενη του 1818, ο πληθυσμός ανέρχεται σε 386.000 και οι αλλοδαποί, ως ομογενοποιημένη πλέον κατηγορία, σε 35.000 (9%). Το συγκαιρινό του Καποδίστρια πανόραμα της πόλης, (η δυναμική του αστικού πληθυσμού, ο κοινωνικός ιστός, η λειτουργικότητα της πολεοδομικής οργάνωσης, η ανθρωπογεω γραφία των συμπαγών εθνικών ομάδων και, ειδικότερα, της ειδικής κατηγορίας των αμφιδέξιων αλλοδαπών οι οποίοι είχαν επισήμως προσκληθεί για ανάληψη συγκεκριμένων θέσεων (κρατική διοίκηση, στρατός-στόλος, επιστήμη, και τέχνη), αποτυπώνεται στο συλλογικό έργο MHOZOHÜUUOHäJirMUÜ llemepöypz: ucmopuH paiuzuu napodu [Το πολυεθνικό Πέτερμπουργκ: ιστορία, θρη σκείες, εθνότητες) CaHKT-nexep6ypr] «HCCKVCTBO CUB» 2002, CTp. 17-71. 3 Ο Ιωάννης Τρ. Δομπόλης (1769-1850) περί τον λήγοντα 18 ο αιώνα μετοίκισε από την φθίνου σας εμπορικής σημασίας και γενέτειρα του Νίζνα στην κομβικής σπουδαιότητας Πετρούπολη όπου και, μετέφερε τις επιχειρηματικές δραστηριότητες του και έζησε μέχρι το θάνατο του (1850). Μετα ξύ Δομπόλη και Καποδίστρια εξαρχής παγιώθηκε εγκαρδιωμένη φιλία και στα επακόλουθα χρόνια ο εξ Ηπείρου καταγόμενος Φιλογενής πάροικος εκτελεί χρέη ταμία-διαχειριστή της κάσσας και των περιουσιακών υποθέσεων του Ιβάν Αντόνοβιτς, δραστηριοποιείται ως γενικός γραμματέας και ταμίας (1818-1822) της Φιλόμουσου Εταιρείας, αναδεικνύεται αρωγός των διαφωτιστικών-εκπαιδευτικών οραμάτων του επιστήθιου ομοϊδεάτη του και, τέλος, εγκαταλείποντας «την ειρηναίαν ζωήν», συγκαταριθμείται στην ολιγομελή επίσημη ακολουθία του Κυβερνήτη κατά την άφιξη στην ελεύθερη ελληνική γη. Ο αυλικός σύμβουλος και ιππότης Ιβάν Ντόμπολις, «ων ευτυχώς Ρώοσος υπήκοος», οτρηρός, ασκητικός και άγαμος με διαθήκη (Πετρούπολη 1849) κληροδότησε σχεδόν ολόκληρη την περιουσία του «προς ανίδρυσιν Πανεπιστημίου ονομασθησομένου Καποδιστριακού, προς μισθοδοσίαν των καθηγητών και προς συντήρησιν υποτρόφων καταγόμενων εξ Ηπείρου». Βλ, Γ Λ. Apia. όπ. π., cxp. 14, 124, 156-159_ Αθ. Παπαχριοτοπούλου, Κληροδοτήματα, ήτοι μελέτη περί των υπέρ εθνικών και ευαγών σκοπών κληρονομιών, κληροδοτημάτων και δωρεών, Τεύχος Α' Εν Αθήναις, έκτου εθνικού τυπογραφείου, 1914, σελ.107-111. 4 Πρόκειται για το αριστοκρατικότερο και πιο αραιοκατοικημένο πολεοδομικό διαμέρισμα, το οποίο απεικόνιζε ρεαλιστικά και συμβολικά την πρωτεύουσα πολιτική, διοικητική, πνευματική και οικονομική ισχύ της πόλης αλλά και σύμπασας της Αυτοκρατορίας. 5 «Τα κανόνια της Πλατείας Ισαάκ αφύπνισαν μία ολόκληρη γενιά», αναθυμάται ο Αλέξανδρος Γκέρτσεν, στοχαζόμενος την εξέγερση των Δεκεμβριστών και τη συμβολή τους στην ανάπτυξη του απελευθερωτικού, κοινωνικού κινήματος στη Ρωσία. 6 Για τα στάδια της υπηρεσιακής πορείας του Ι. Καποδίστρια, βλ. «3anncKa r p a f a Kano4HCTρ ι ω ο ero «yjKeÖHOÖ pcRTeiamocìm [Σημείωμα του κόμη Καποδίστρια για την υπηρεσιακή του δραστηριότητα], στο CôopHUK pyccKOZO ucmopuucKOZO oöuieuea, χ 3, C n 6 1868. 7 Μέχρι και το β' ήμισυ του 19ου αιώνα, το Υπουργείο Εξωτερικών Υποθέσεων (MHL/Tj, ως επί το βέλτιον ανασυγκροτημένος διάδοχος του Κολλεγίου Εξωτερικών Υποθέσεων, παραμένει κύριος και αρμόδιος δικαιοδόχος επί του τομέα κατασκοπείας-αντικατασκοπείας, και ως «Κέντρο» συγκε48
ντρώνει, αξιολογεί και επεξεργάζεται άπασες τις πληροφορίες που διοχετεύουν ή διαβιβάζουν είτε τα δίκτυα πρακτόρων και οι διακλαδώσεις πληροφοριοληπτών, τα οποία συντηρούν στο εξωτερι κό οι μόνιμες αποστολές και οι πληρεξούσιες αντιπροσωπείες της Ρωσίας, είτε οι δίαυλοι των ταχυ δρομικών σταθμών και η ετερόκλιτος πληθύς των αλλοεθνών εμμίσθων πληροφοριοδοτών. Στις συγκομιζόμενες πληροφορίες συγκαταλέγονται και οι στρατιωτικές, παρότι επί των ημερών του Υπουργού Πολέμου, Στρατάρχη, πρίγκηπα Μιχαήλ Μπογκντάνοβιτς Μπαρκλάϋ ντε Τολλύ (17571818) άρχεται η διαδικασία απευθείας υπαγωγής τους στο Υπουργείο του (1810) και η οποία θα περαιωθεί επί υπουργίας (1827) του (και διώκτη των Δεκεμβριστών) Αλεξάνδρου Ιβάνοβιτς Τσερνίσεφ. Ο Ν. Μ. Καραμζίν σέρνοντας το ιστορικό νήμα από τα χρόνια ακόμη του Βλαδίμηρου του Κιέβου (998) αναγνωρίζει την εδραίωση μιας σταθερής αλήθειας, την οποία μεταγενέστερα ως αφο ριστική διατύπωση: «ο καλός πράκτορας αξίζει όσο μία ολόκληρη στρατιά», ενστερνίζεται και εμπράκτως συμμερίζεται ο Αλέξανδρος Α', όπως -άλλωστε- έπραξαν και οι προκάτοχοι του Μέγας Πέτρος και Αικατερίνη. Για τις διαδικασίες διεπικρατειακής οργάνωσης, την καταλυτική συνεισφο ρά των πολυειδών δικτύων πρακτόρων, την αλίευση νοημονέστατων προσώπων, το ακριβοτάγισμα υψηλών στρατολογημένων και την έν γένει διαχείριση του ανθρώπινου παράγοντα στην υπηρεσία των εκάστοτε γεωπολιτικών στοχεύσεων της Ρωσίας, ήγουν το λυκαυγές και το μεσουράνημα της ρωσικής κατασκοπείας-αντικατασκοπείας από την εποχή της Αικατερίνης και εφεξής, τους μηχανι σμούς, τις δομές, και μεθόδους δια των οποίων καθίσταται εφικτή η εξόρυξη υλικού πολιτικού, στρατιωτικού, οικονομικού, και επιστημονικοτεχνολογικού χαρακτήρα, βλ. αντί πολλών άλλων το άκρως τεκμηριωμένο και πολυεδρικά διαφωτιστικό έργο υπό την επιστημονική γενική εποπτεία του μέχρι και το 1994 διευθυντή της Υπηρεσίας Πληροφοριών της Ρωσίας και Ακαδημαϊκού, Ε. Μ. Π ρ κ ι ^ κ ο φ , OiepKH ncTopnn poccHÖCKOH BHeinHeü pa3Be4KH, Β 6-T. H3-Ba Me>K4yHapo4Hbie OTHomeHHH [Ιστορικά δοκίμια για τη ρωσική κατασκοπεία-αντικατασκοπεία], MocKBa 1995-1999 και ειδικότερα, τον πρώτο τόμο: Ο τ ApeBHefintHX BpeMeii 40 1917 r04a [Από τις παλαιότατες εποχές χρόνια μέχρι το έτος 1917]. 8 Πολιτικό αξίωμα βαθμού Πέμπτης Τάξης. 9 Βλ. Γ. Λ. Αριπ, όπ. π., crp. 18. 10 Κραταιό το παράδειγμα της ανεπιτυχούς κατάληξης των μεταρρυθμιστικών προτάσεων, καθώς και η προσωπική τύχη του εισηγητή τους Μ. Μ. Σπεράνσκι (1772-1839) -ειρωνικώς αποκαλούμε νου, από τους αντιπάλους, «παπαδοπαίδι» εξ αιτίας της μη αριστοκρατικής του καταγωγής-, έναντι της κατίσχυσης των συμφερουσών απόψεων της συντηρητικότερης μερίδας ευγενών, οι οποίες εκφράστηκαν περίτρανα δια της γραφίδος του Ν. Μ Καραμζίν. 11 Διεξοδικότερα, περί των ημερών του Αλεξάνδρου [τη] θαυμάσια αρχή, βλ. Ολυμπία Σελέκου, Βασίλι Πούσκιν. Ο «αιώνιος θείος» των ρωσικών γραμμάτων, περ. Ο Πολίτης, Σεπτέμβριος 2007, τεύχος 158, σελ. 32-45. 12 Ο Πάβελ Πέτροβιτς Σβίνιν (1788-1839) υπήρξε καταπληκτικά ασυνήθιστη προσωπικότητα και εξ αυτού του λόγου λειτούργησε ως πρότυπο για την θεατρική περσόνα του αφοπλιστικού, ευφά νταστου αβαντιουρίστα Χλεστακόφ στο έργο «Ο Επιθεωρητής», του Νικολάι Γκόγκολ (1836).' Διαπρεπής συγγραφέας, ποιητής, μυθοπλάστης, συλλέκτης παλαιοτήτων, λαογράφος, ιστορικός, περιηγητής, διπλωμάτης και περιώνυμος φίλος των Κριλόφ, Γκριμπογιέντοφ και Πούσκιν' Εκδό της του σπουδαίου περιοδικού Οτεπ. 3aniiCKH [Πατριωτικοί Σημειώσεις], 1820-1830, και ιδρυ τής του Ρωσικού Μουσείου Πετρούπολης. Στο συγγραφικό του έργο μεταξύ άλλων; περιλαμβάνο νται: OnncaHHe ΑψοικκοΗ ropbi, 1807 [Περιγραφή του όρους του Άθω] KapTHHbi POCCHH Η 6 Η Τ pa3norweMeHMX en Hapo40B, 1831 [Εικόναι της Ρωσίας και ο βίος των αλλοεθνών λαών της], όπου και αναφορές για τον Καποδίστρια. Λεπτομερέστερα, περί των μυστικών διπλω ματικών αποστολών του Σβίνιν στα Βαλκάνια, την Επτάνησο και τα της τεκτονικής δραστηριότη τας, βλ. PO ΡΗΕ, φοΗ4 679 [Τμήμα χειρογράφων. Ρωσική Εθνική Βιβλιοθήκη Αγίας Πετρού πολης] . 13 Η εξωτερική πολιτική και η μυστική ή η φανερή διπλωματία, από τα χρόνια της Αικατερίνης και εφεξής, συμπλέχθηκε (σε σύμπνοια ή ρήξη) με τις συντηρητικές ή φιλελεύθερες έως και ιακωβινικές εκφάνσεις του ρωσικού τεκτονισμού. Για το θέμα αυτό και τα συναφή με τις οικογενειακές
δυναστείες των διπλωματών Ρουμιάντσεφ, Στάκελμπεργκ, Τσιτσάγκοφ, βλ., Α. Η . CepKOB, HcmopuR PyccKoio Macoucmea, C. Oexepöypr 2000, c r p 124-224. 14 Βλ Γ. Λ. Apin όπ. π., c r p . 22-25. 15 Βλ. Ε. B.Tap/ie, 1812 zoo, [Το έτος 1812], MocKBa 1950. 16 Ο Κ. Κ Ροδοφοινίκης, στη αυνέχεια, τέθηκε επικεφαλής τοπ Ασιατικού Τμήματος του Υπουρ γείου των Εξωτερικών Υποθέσεων και το 1829 (ύστερα από την επίθεση του υποκινημένου, από τους Αγγλους, περσικού όχλου στην ρωσική πρεσβεία στην Τεχεράνη, με την επακόλουθη ολοσχε ρή πυρπόληση του κτηρίου και την μέχρις ενός κατασφαγή του διπλωματικού προσωπικού, συμπε ριλαμβανομένου και του Πληρεξούσιου Πρέσβη και συγγραφέα Αλέξανδρου Σ. Γκριμπογιέντοφ) οργάνωσε εκ νέου και διηύθυνε το ρωσικό δίκτυο αντικατασκοπείας στην Περσία και ολόκληρη την Ασία, βλ, Ε. Μ. ΠρκΜΕΚΟφ, Om dpeeueuw,ux epeuen do 1917, c r p 122-126. 17 Εύχρηστη επισκόπηση του θέματος στη διαχρονία του, Βλ. Β. Π. Ποτέμκιν (επιμέλεια), Ισιορία 2 της διπλωματίας, τόμ. 3, εκδ. «Μπάϋρον», Αθήνα 1974. Χρήζει ιδιαίτερης προσοχής το ελάχιστα αξιοποιημένο έργο του C. Grünwald, Trois siècles de Diplomatie russe, Paris 1945. 18 Βλ. Γ. Λ. Apia, όπ. π., crp. σελ. 26-27. 19 Ο Π. Β. Τσιτσάγκοφ (1762-1849) είχε αναλάβει (6/18 Απριλ'ου 1812) την αρχιστρατηγία της στρατιάς του Δούναβη και ύστερα από την παραίτηση (που υπέβαλλε εξαιτίας της-από κοινού με τον Βίτγκενστάιν- επιδειχθείσας ολιγωρίας , η οποία ευνόησε τη διαπεραίωση του Μπερεζίνα από τον Ναπολέοντα, τινάζοντας, τοιουτοτρόπως-στον αέρα το σχέδιο αιχμαλωσίας του), αυτοεξορί στηκε (1814) στο Παρίσι όπου και πέθανε, καταλείποντας σημαντικού περιεχομένου απομνημο νεύματα. Βλ. Cht, Lahovary, Mémoires del Amiral Rial Tchitchagof, Paris, 1909, σελ .362-366. 2 0 Στιγμιότυπα από τη «στρατιωτική ζωή» του Καποδίστριας περιγράφει ο συντοπίτης, συνάδελ φος, «συστρατιώτης» και φίλος του Σπυρίδων Δεστούνης, βλ. C. fi. /(eCTyHHC, «H3BecTHe ο rpacpe KanoAHCTpua»[Ειδήσεις περί του Κόμητος Καποδίστρια], Ceeepuan mena, α.τ. 113/115, ΟΠ6 1828. 21 Και όταν αργότερα ο Μέγας Ναπολέων (προκειμένου να εξαπατήσει τη γαλλκή κοινή γνώμη), κατέδειξε ως υπαίτιο των δεινών της εκστρατείας του, τον επελαύνοντα δριμύτατο χειμώνα, ο Ιωάν νης Καποδίστριας ως εμμελής γνώστης των πραγματικών αιτίων, χωρίς ενδοιασμούς συμμερίστη κε την άποψη του «συστρατιώτη», φίλου του και μετέπειτα Δεκεμβριστή Νικολάου Ι. Τουρκένιεφ πως «τα ρωσικά όπλα και ο λαός εξεδίωξαν τους Γάλλους, μηδέ ο χειμών». 22 Μέχρι το 1812 διευθυντής του Γραφείου ήταν ο μετέπειτα αρζαμάίστής Α. Φ. Βοέϊκοφ. 23 Μνείας χρήζει η υπηρεσία του απεσταλμένου στο Παρίσι, Αλεξάνδρου Ιβάνοβιτς Τσερνίσεφ (1785-1857), γόνου παλαιάς αριστοκρατικής οικογένειας. Χρημάτισε διπλωματικός αντιπρόσωπος του Αλεξάνδρου παρά τον Ναπολέοντα (1808-1812) και είχε κατορθώσει να διεισδύσει στα άδυτα των αδύτων των Γάλλων στραταρχών, των διευθυντών σημαντικών υπουργείων και της μυστικής αστυνομίας, εξασφαλίζοντας για τον Τσάρο σημαντικότατες αναφορές με έγκαιρη, έγκυρη και απόρρητη πληροφόρηση γύρω από την γενική πολτική και οικονομική κατάσταση, τις εμπορικές σχέσεις με τις διάφορες ευρωπαϊκές χώρες και την οθωμανική αυτοκρατορία, το επίπεδο των ενό πλων δυνάμεων, την ψυχογραφία των στραταρχών και κυρίως την περιγραφή των έξεων τους. Την περίοδο 1815-1823 διατελεί στρατηγός-αγιουτάντης του Αλεξάνδρου Α'. Μεταξύ Τσερνίσεφ και Καποδίστρια, εκτός των αρμονικών υπηρεσιακών σχέσεων, είχε αναπτυχθεί αμοιβαία προσωπική συμπάθεια και αλληλοεκτίμηση. Βλ Ε. Μ. ΠρΗΜΗΚοφ, Om òpeewuwjkx, ό.π., c r p 109-115. 24 Βλ. Ε Λ. Αριπ, όπ.π., ετρ. 31. 25 Βλ Γ. Λ. Αρπα, όπ.π., c r p . 31. S. Lascaris,Capodistrias avant la révolution Gréque.Sa carrière politique jusquA en 1822, Lausanne 1918' Παύλος Πετρίδης, Σκιαγραφία Ιωάννου Καποδίστρια στο Ιωάννης Καποδίστριας 1776-1831.0 κορυφαίος Έλληνας Ευρωπαίος, Αθήνα εκδ. Γκοβόστης 1992, σελ. 13-39. 26 Πολτικό αξίωμα βαθμού Τρίτης Τάξης. 27 Βλ. Α. Α. BaawtwKOB, CeueücMeo PasyMoecKUX [Η Φαμίλα των Ραζουμόφσκι], τ IV, Η. 2, ΟΠΟ 1887, crp. 174-177 και πρβλ, Ρωξάνδρα Στούρτζα, Mémoires de h comtesse Edling (née Stourdza), Moscou, 1888, sel 174-175 146
28 Εμβληματικό επεισόδιο στη διαχρονική ιστορία των ρωσικών υπηρεσιών πληροφοριών, αποτε λεί ο επ αμοιβή και επί μακρώ χρόνω προσπορισμός κεραιών μυστικών πληροφοριών-αναφορών, από την αυτού υψηλότητα, εκλαμπρότατο πρίγκηπα και Κύριο του δουκάτου του Μπενεβέντ, μέγα Kammerherr της αυτοκρατορικής Αυλής, αναπληρωτή μεγάλο εκλέκτορα της γαλλικής αυτοκρατο ρίας, διοικητή του τάγματος λεγεώνος της τιμής και υπουργό επί των Εξωτερικών Υποθέσεων της Γαλλίας, περίπυστο Κάρολο-Μαυρίκιο ντε Ταλλεϋράνδο-Περιγκόρ (1754-1838). Ο Ταλλεϋράνδος καμουφλαρισμένος πίσω από συνωμοτικά ονόματα (εξάδελφος Ανρί, Ωραίος Λέανδρος, Άννα Ιβάνοβνα, Νομοσύμβουλος), σε ιδιόγραφες κρυπτογραφημένες επιστολές τις οποίες, από το 1808, διο χέτευε απευθείας στον Αλέξανδρο, του παρείχε απόρρητη πληροφόρηση και συμβουλές, ειδοποιώ ντας τον μάλιστα μέχρι και για την επακριβή ημερομηνία επίθεσης (Απρίλιος 1812) του Ναπολέο ντα στην Ρωσία. Αλλά επειδή ο μίσθαρνος Υψηλός Γάλλος είχε εγκολπωθεί -έκπαλαι- ως credo πως «η βασική ποιότητα του χρήματος έγκειται στην ποσότητα του», κατά τη διάρκεια του Συνεδρίου της Βιέννης, ο «Ωραίος Λέανδρος» ως συνεπής υλόφρων, πωλούσε τις ίδιες ακριβώς πληροφορίες που είχαν πλουσιοπάροχα προπληρώσει οι Ρώσοι και στους Αυστριακούς, μη γνωρίζοντας, ωστό σο, πως και για τούτη του τη δραστηριότητα ο Αλέξανδρος Α ήταν ήδη καταλλήλως πληροφορη μένος. Βλ. Ο Τ ApeBHHiiiHX BpeMeH 40 1917 r04a σελ 105-108 και την ιστορική βιογραφία Ταλλεϋράνδος του Ευγενίου Ταρλέ. 29 Βλ. Β. Π. Ποτέμκιν, ο. π., σελ.88-107' Ρ. Κ. Grimstead, «Capodistrias and a "New order" for Restoration Europe: The "liberal ideas" of a Russian Foreing Minister 1814-1822», Journal of Modern History, τομ. 40, 1968, σελ. 166-192' Κώστας Βεργόπουλος, «Η κατασκευή της ιδέας του έθνους: Βιβλιογραφικές σημειώσεις» Ειρμός, Περιοδικά έκδοση των κοινωνικών επιστημών, τεύχος 2, 1999, σελ. 53-68. 30 Λήγοντος του Συνεδρίου, ο Μέττερνιχ είχε οριστικά πεισθεί ότι αυτά ήταν περιεσκεμμένως προσποιητά και πως στην πραγματικότητα ο Αλέξανδρος δεν ήταν παρά ένας επίμονος Μονάρ χης, που γνώριζε επακριβώς τη δύναμη του και υπήρξε ιδιαιτέρως επικίνδυνος όταν ήταν εξαιρε τικά ευγενής. 31 βλ Γ. Λ. Αρπι, όπ. π., ετρ. 32. 32 Ανώτατος τιμητικός κρατικός-πολιτικός ή αυλικός τίτλος. 33 Βλ Γ Λ. Apio, όπ. π., σελ. 32. Χρήζει ιδιαίτερης προσοχής το ελάχιστα αξιοποιημένο έργο του C. Grünwald, trios siede de Diplomatie russe, Paris 1945, sel.162. 34 Εύφωνη χειρονομία η εγκατάσταση του στο παρά την Πλατεία των Ανακτόρων κυβερνητικό μέγαρο, του οποίου προηγούμενος εγκάτοικος υπήρξε ο καγκελάριος Ν. Π. Ρουμιάντσεφ.] 35 «...προσφιλέστατος CTaTC-ceKpeTap-b, εξ απορρήτων σύμβουλος και, ούτως ειπείν, εγκαρδιότατος φίλος του Αυτοκράτορος. Η απολύτως ανιδιοτελής του στάσις έναντι χρηματικών άμα τε υπηρεσιακών σχέσεων, η ανυπαρξία οικογενειακής καταστάσεως, η διαρκής ταπεινότης και εγκρά τεια, η μέγιστη ειλικρίνεια, επιδεξίως πεπηγμένη δι' αισθήματος υπακοής, καθ' εκάστην ημέραν ενδυνάμωναν και ευμεγέθυναν την επιρροήν του επί του Αλεξάντρ Πάβλοβιτς...» Βλ. Α Α Baciwb'jHKOB, CeMeücMeo, ό.π., οτρ 570. 36 Ο συγγραφέας Μ. Α. Νψίτριεφ, ο οποίος το 1818 υπηρετούσε στο Υπουργείο, ενθυμούμενος στιγμιότυπα της Υπηρεσίας, σε επιστολή του (1856) προς τον ιστορικό Μ. Π Πογκόντιν, αναφέ ρει μεταξύ άλλων: «από τον καιρό ακόμα των Συνεδρίων του Αλεξάνδρου ο Νέσσελρόντε ούτε βήμα δεν έκανε χωρίς τον μπάρμπα-Καποδίστρια», βλ. Γ. Λ. Αριιι, όπ. π., σελ. 34. 37 Βλ. Ο-κρκ HcropHH MroiHCTepBa HHOcrpannblx Aen. 1802-1902 [Δοκίμιο ιστορίας του Υπουργείου Εξωτερικών Υποθέσεων], ΟΠ6 1902, CTp 82. 38 «Η εμπιστοσύνη του Αλέξανδρου στο πρόσωπο του Νέσσελρόντε, ταλαντεύτηκε κατά τη διάρ κεια του Συνεδρίου της Βιέννης, καθόσον ο Υπουργός του περιέπεσε στα δίχτυα της ισχυρής επιρ ροής του Μέττερνιχ και ως εκ τούτου, εν συνεχεία, τον χρησιμοποιούσε ως ένα επιδέξιο υπάλληλο του κράτους, αρκετά ικανό από τα λεχθέντα ή τα προσχέδια του αυτοκράτορα του να συντάσσει δια φόρων ειδών επίσημα διπλωματικά έγγραφα», βλ. Α Α BaciwbHHKOB, CeueücMeo, ό.π., ετρ 527. 39 Ο Τσάρος υπήρξε πράγματι ειλικρινής ως προς το υψηλό αίσθημα εκτίμησης των ικανοτήτων 51
του Καποδίστρια' αλλά και ήταν το ίδιο ανειλικρινής όταν συνομιλώντας με τον Υπουργό του, ενίο τε, εξέφραζε την αγνή του «αγάπη για τις δημοκρατίες». Ως γνωστόν, αγαπημένη του συνήθεια ήταν να καλύπτει με φιλελεύθερες φράσεις τις απολυταρχικές ιδέες και τους εκ διαμέτρου διαφορετικούς πολιτικούς σκοπούς. Με πλήρη επίγνωση, ρεαλισμό και ψυχρό υπολογισμό, εκλάμβανε, "έβλεπε", τον Υπουργό του σαν «πληρεξούσιο αντιπρόσωπο του πνεύματος της εποχής», οι απόψεις του οποί ου θα μπορούσαν να φανούν χρήσιμες κατά την άσκηση πολιτικής συναφειών, επαφών και συμβι βασμών με τις νέες πολιτικές δυνάμεις της Ευρώπης. Βλ. Η. Κ. H(HAh6ep, MMìiepamop ΑΜKcaudp IlepSblÜ [Ο Αυτοκράτωρ Αλέξανδρος ο Πρώτος], τ. IV, CT16. 1905, CTp 119. 40 Εκτός από την Ακαδημία Επιστημών της Πετρουπόλεως που τον ανακήρυξε (1818) επίτιμο μέλος, τιμήθηκε και από την άκρως δραστήρια, θρησκευτικο-μυστικισπκού προσανατολισμού, Βιβλική Εταιρεία, η οποία είχε ιδρυθεί το 1812 και τελούσε υπό την πνευματική δικαιοδοσία του Μητροπολίτη Μόσχας Φιλάρετου. Ωστόσο, ιδιαίτερη σημασία είχε η παρουσία του στην Ελεύθερη Εταιρεία Εραστών Λόγου, Επιστημών και Τεχνών (BQ/îCHX), στην οποία συμμετείχαν οι Π. Σβίνιν, Ι. Πίνιν, Ν. Ραντίσεφ, Β. Καπνίστ, Ι. Μουραβιόφ-Απόστολ, Α. Ραέφσκι, Β. Κιουχελμπέκερ, Φ. Γκλίνκα, Α. Ντέλβιγκ και αρκετοί παρόμοιοι. Στην εν λόγω εταιρεία, ο Καποδίστριας εισήλθε το 1816, ύστερα από σύσταση του Κ. Μπάτιουσκοφ (μέλος της από το 1804), πληρώνοντας ως ετή σια συνδρομή δεκαπέντε ρούβλια και έτερα δέκα για το εγχάρακτο δίπλωμα εταίρου, ενώ κάποιες άλλες φορές εισέφερε έκτακτα ποσά μέχρι και πενήντα ρούβλια. Οι τακτικές θεματικές αναγνώσεις της B O A C H X κάλυπταν ευρύτατη θεματολογία, π.χ. ενότητες φιλολογίας, φιλοσοφίας, πολιτειολογίας, παιδαγωγικής, γεωγραφίας (με ιδιαίτερη έμφαση στις εξερευνητικές αποστολές της Μεσο γείου και ρωσικής Αμερικής). Όπως προκύπτει από το πρακτικό συνεδρίασης της 28ης Φεβρουα ρίου 1818, ο Καποδίστριας πραγματοποίησε εμπεριστατωμένη διάλεξη για το καινοτόμο παιδαγω γικό σύστημα των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων Φέλλενμπεργκ και την εφαρμοοιμότητά του στη Ρωσία, καταθέτοντας, ταυτοχρόνως, για χρήση της βιβλιοθήκης την Έκθεση προς την Αυτού Αυτο κρατορική Μεγαλειότητα του Κρατικού Γραμματέα κόμη Καποδίστρια για τα εκπαιδευτήρια του κυρίου Φέλλενμπεργκ. 41 Θεμελιώδη πηγή αποτελούν τα δημοσιευμένα Πρωτόκολλα των συνεδριάσεων του, βλ. «Ap3ctMac u Ap30MaccKue npouomiiu», noia pefl- M. G. TbopoBKOBOH - MafticoBofi, ;tenHHrpaA 1933. Ισοδύναμη αξία συνιστούν οι εγκατεσπαρμένες πληροφορίες σε απομνημονευματικά κείμενα, βιογραφίες ιστορικά και φιλολογικά δοκίμια, μονογραφίες και περιοδικά, καθώς και στο πεζογραφικό ή ποιητικό έργο των κορυφαίων των ρωσικών γραμμάτων που υπήρξαν και η ψυχή του κύκλου (π.χ. Β. Ζουκόφσκί, Βασίλι και Αλέξανδρος Ποΰσκιν). Πέραν τούτων και, ειδι κότερα για τη συγγραφή του παρόντος κειμένου χρησιμοποιήθηκαν, σχεδόν εξαντλητικά, οι ακό λουθες δημοσιευμένες πρωτογενείς ή δευτερογενείς πηγές καθώς και η σχετική, ενδεικτική, βιβλιο γραφία: ΚΗ. Π. Α. BH3eMCKHH, «BmdepxcKu us cuapbtx ôyuaz OcMd(ßz,eecKoio apxuea» [Anoσπασμάτια έκτων παλαιών εγγράφων του αρχείου Οστάφιεβ], MocKBa 1867'Μ. Α. ^MHxpneB, Menomi tt.3 mnaca Moeü naMRMU [Σκαλαθύρμαια εκ του αποθέματος της μνήμης μου], MocKBa 1869' Φ. Φ. BHrejib, BocnoMUuanuR [Αναμνήσεις], 3 τ, M o c r a a 1864-1866' Α. C. OypAsa, heceòa imo. Pyc. Ciwea u Apmuac β mpcMeoeanue Anenccmòpa I u MOU eocnoMUwmuR [H Συνομιλία των φίλων του ρωσικού Λόγου και ο Αρζαμάς επί βασιλείας του Αλεξάνδρου Α' και αϊ αναμνήσεις μου], περ. MOCKBHTHHHH, Μ 1, 6 21, MocKBa 1851' Του ιδίου, Ocbuoe nneapn 1851 ÖMlicauue wduMR Ί,ιφοβα [Όγδοη Ιανουαρίου 1851. Περιγραφή του ιωβηλαίου Μπλούντοφ], C n 6 1851' C06111. Κ Η . Π. Α. BroeMCKoro, «ΠροΜ,οκοη 20-ζο Apsauacc%ozo sacedaHUti» [Ιδιόγραφον πριγκ. Π. Α. Βιάζεμσκι, «Πρωτόκολλο 20ης συνεδριάσεως του Αρζαμάς], Pyc. Αρχ., 1868, No 4-5' Ε. KoBajieBCKHH, Γραφ B-Aydoe u ezo epeuR [Ο κόμης Μπλούντοβ και η εποχή του], ΠΌΛΗ. Co6p. Ccw. ΓΛ Y C 0 6 1872. A. Taiaxe, HcTopna pyc. OOBCCHOCTH ApeBHen u HOBOH [Ιστορία του ρωσικού Λόγου, παλαιού και νεωτέρου], τ 2 Β, 2 Η3Α, ΏΙδ 1880· Π. A H H O Ì K O B , Α. C. UJIUKUH β AiiencauòpoecKyrn inoxy [Ο Α. Σ. Πούσκιν επί εποχής του Αλεξάνδρου], ΪΛ. 4, CTI 1874' Κ). Μ. Λ,ΟΤΚΜΗ, ôecedu ο pyccKoü KyjihMype: htm u Mpaduüuu pyccKOZO deopRHCMea (XVIII - mucuio XlXeena). [Συνομιλίες για τον ρωσικό πολιτισμό: Τρόπος ζωής και παραδόσεις της ρωσικής αριστοκρατίας 18ος-αρχές του19ου atóva),CanKT
52
ü e T e p ö y p r 1999. 42 Βλ Κ). Μ. ΛΟΤΜΕΗ, KapamuH, Camcr EieTep6ypr 1997. 43 Η «Πράσινη Λάμπα» δημοσίως είχε κατηγορηθεί ότι αποτελούσε «συνάθροιση των διεφθαρμέ νων» και συνένωνε ερωτύλους, αρνούμενους να υπηρετήσουν τον αυτοκράτορα και το κράτος, έκλυτους και παραδομένους στον πότο και τα όργια, πάρεργους νεαρούς λετρ.στές. Στην πραγμα τικότητα, οι ερατεινοί φίλο,, ιππότες κα. συμπότες, της «Πράσ^ης Λάμπας», πρωτοστατούντος του Α. Πούσκιν, όμνυαν στον Έρωτα, στην Ελευθερία και στον Βάκχο και εκτός από την ενασχόληση με αισθητικά, καλλιτεχνικά και ιστορ,κά ζητήματα, μετείχαν δραστήρια σε σοβαρές συζητήσεις γύρω από τα χρονίζοντα κοινωνικά και πολιτικά ζητήματα του καιρού τους. Θεωρούσαν πως η συμμετοχή στην «Πράσινη Λάμπα» προσδιόριζε την νέου τύπου υπηρεσία προς την πατρίδα και αντιλαμβάνονταν τον πολιτικό αχώνα όχι μόνον ως απάρνηση της ζωής και προσωπική θυσία αλλά και ως την πεμπτουσία της λεβεντιάς, της χαράς και της γ 1 0 ρτής. Ο Αλέξανδρος Ποάσκιν, στο ερώ τημα «σε ποια υπηρεσία είστε υπόλογος», που του απηύθυναν οι ανακριτές για την υπόθεση της συνωμοσίας των Δεκεμβριστών, απάντησε, «Εγώ, είμαι υπόλογος στη Ρωσία». Η απάντηση, αναμ φιβόλως, δόθηκε και για λογαριασμό της παρέας από την «Πράσινη Λάμπα», στης οποίας τον ηγε τικό πυρήνα βρίσκονταν τα μέλη της «Ένωσης Ευποιίας» Φ. Γκλίνκα, Σ. Τρουμπετσκόι και Γ. Τολ στόι, οι οποίοι συμμετείχαν στο κίνημα και την εξέγερση των Δεκεμβριστών. Παρόμοιας φυσιο γνωμίας ήταν και η «Εταιρεία ηχηρού γέλωτος», την οποία τιμούσαν τόσο ο «Αρζαμάς» όσο και η «Πράσινη Λάμπα». 44 «... και κοίτα να δεις, πολυφίλητέ μου φίλε, εμείς ήμασταν αρζαμαϊστές μεταξύ μας, όταν ακόμη δεν υπήρχε ο Αρζαμάς», γράφει ο Βιάζεμσκι στον Βασίλι Πούσκιν. 45 Εντελώς ενδεικτικά, βλ Τ. Ο. COKMOBCKM, Pyccwe Maconcueo u ezo juauenue β UCMOÒUU oemecMeeuHozo dewcenw (XVIII u nepean ueueepu XIX cnuaema) [Ο ρωσικός Μασονισμός και η σημασία του στην ιστορία του κ 01 νωνικού κινήματος (18ος και πρώτο τέταρτο του 19ου αι.)], C n 6 l 9 0 8 και Β. Η. CeMeBCH«, fleKanpucMm-Macmm [Δεκεμβριστές-Μαοόνοι], MHHVBHe ; ro4bi/3, C n 6 l 9 0 8 . 46 Βλ. Α. Η. CepKOB, McMopun Pyccnozo MacoucMea, C. n e x e p ö y p r 2000, crp 204- 205, και ειδικότερα περί του «Αρζαμής», CTp 124. 47 Τούτη την εποχή υπήρξε μίσθιος της Αυλής, έχων την ιδιότητα του διδασκάλου των ρωσικών της αυτοκράτεφας Αλεξάνδρας Φεοντόροβνα και του παιδαγωγού του τσάρεβιτς. 48 «...φοβερός πόλεμος ξέσπασε στον Παρνασσό. Δέρνονται γύρω από εμένα κι εγώ σιωπώ_ ίσως και να είναι προτιμότερο ή και καλλίτερο εάν όλοι σιωπούσαν» γράφει ο Ζουκόφσκι στη λόγια φίλη του Α. Π. Ελάγκινα-Κιρέεφσκαγια. 49 Vision de 1 abbe Morrei« (1760) γνωστή κωμωδία που έγραψε ο Γάλλος Κάρολος Παλισσώ Ντε Μοντενουά (1730- 1814), σατίριζων τους φιλόσοφους κα. ειδικότερα τον Ρουσσώ. ο φρούριο ρ ζ α μ ά ς ( 1 5 7 6 ) σ τ η ν Π £ ρ ι ο χ ή τ ο υ Ν ] , ζ ν ι Ν ό β γ ο ρ ο ν Τ ; π ρ ο ς τ ο τ έ λ ο ( . τ ο υ 1 7 ο υ αιώνα απώλεσε την στρατηγική του σημασία, παραμένοντας, έκτοτε, μία ασήμαντη κώμη. Σύμφω να με την παράδοση, ο Ιβάν ο Τρομερός, κατά την εκστρατεία του στο Καζάν το 1552, σταθμεύο ντας στον οικισμένο τόπο, έτυχε υποδοχής από δύο γηγενείς Μορδοβούς γέροντες, ονόματι Αρζάε και Μασάε, που, παραυτίκα, δήλωσαν αιώνια υποταγή, βαπτίστηκαν ορθόδοξοι χριστιανοί και θεμελ'ωσαν το οχυρό. 51 Βλ. Πρακτικό της πρώτης συνεδρίασης του Αρζαμάς, καθώς και τις αναμνήσεις του Βίγγελ 52 Οι πρόσφατες ιστορικές έρευνες μετατοπίζουν τον «Αρζαμάς» από την παραδοσιακά εγκαθι δρυμένη προοπτική της εποχής του Πούσκιν και των Δεκεμβριοτών[εννοείται το βαρύσημο έργο των Μη. Τομασέφσκι, Μ. Γκίλλελσον, Μπ. Βατσούρο] και στρέφουν την οπτική στο διεθνές σκη νικό της μεταναπολεόντειας τάξης πραγμάτων και τις πολιτικές-ιδεολογικές επιδιώξεις των «συνηνωμένων αδελφών μοναρχών του χριστιανικού κόσμου». Βλ. τα πολύ ενδιαφέροντα και για τον Καποδίστρια έργα: ApsaMac: C 6 O P H H K Β A Byx KHHrax [Συλλογή εγγράφων] τ 1-2 MocKBa 1994 και M a p ™ MaìrocpHC, Basseame κ Eepone [Έκκληση προς την Ευρώπη], HflO/Historia Rossica, MocKBa 2008. 53 Τακτικοί (μετά των ψευδωνύμων τους) εταίροι: Κ. Ν. Μπάτιουσκοφ (Αχίλλ), Δ. Ν. Μπλούντοφ
53
(Κασσάνδρα), Φ. Φ. Βίγγελ (Γερανός), Α. Φ. Βόεϊκοφ (Καπνισμένη Σόμπα), πρίγκηπας Π. Α. Βιάζεμσκ. (Ασμοδαίσς), Δ. Β. Νταβίντοφ (Αρμένης), Δ. Β. Νιασκόφ (Τσού!), Σ. Π. Ζίχαρεφ (Θορυβοπο.ός), Β. Α Ζουκόφσκ. (Σβετλάνα [Φωτεινή]), Δ. Α. Καβέλιν (Τούβλο), Μ. Ο. Ορλόφ (Ρήνος), Α Σ Πούσκιν (Γρίλλος), Β. Λ. Πούσκιν (Ιδού), Δ. Π. Σεβέρ.ν (Στραβόγατος), Α. Ι. Τσυργκένεφ (Αιόλου άρπα), Ν. Ι. Τσυργκένεφ (Κουρκοΰτι), Σ. Σ. Ουβάρσφ (Γραΐδ.ον), και Ν. Μ. Μουραβιόφ (Αντελστάν). ( Επίτιμοι εταίροι: Ν. Μ. Καραμζίν, Ι. Α Καποδίστριας, πρίγκηπας Γ. Ν. Γκαγκάριν, 1.1. Ντμίτριεβ, Γ. Α. Νελεντίνσκι- Μελέτσκι, πρίγκηπας Α. Ν. Σάλτικοφ και Μ. Α. Σάλτικοφ. 54 ΟΒασίλι Ανδρέγεβ.τς Ζουκόφσκι (1783-1852) από τα χρόνια των σπουδών του στη Μόσχα είχε ενταχθεί σχον κύκλο του Νόβικοφ, όπου και πρωτοσυνάντησε τον Καραμζίν. 55 Οι καθ' όλα κομψότατοι αρζαμαϊοτές επιθυμώντας να στηλιτεύσουν και την ενδυματολογική γραφειοκρατική τυπολατρία των «σοβαρών» Ακαδημαϊκών, προτίμησαν εντελώς δ.αφορετ.κό στυλ από εκείνο της «Μπεσέντα», οι συνεδρ.άσε.ς της οποίας ήταν κατάφορτες με ύφος και τουπέ, οπού οι άνδρες εμφανίζονταν, άλλο. με την χρυσοποίκιλτη στολή, τα λαμπυρίζοντα παράσημα και άλλοι με το αψεγάδιαστο διπλωματ.κό φράκο, ενώ οι κυρίες τους παρουσιάζονταν με ένδυμα χορού, δια δήματα, κορδέλες και περίτεχνες κομμώσεις. 56 Μια και μοναδική φορά συνέβη να αδικηθεί κάποιος ομοεπαγγέλματος: ο Αλέξανδρος λεργκεγεβιτς Γκριμπογ.έντοφ (1795-1829), για το Συμφορά από το πολύ μυαλό έγινε στόχος σκωπτικών κρίσεων, διότ. τον είχαν κατατάξει στις επιρροές της «Μπεσέντα» και τον θεώρησαν νεοαρχά.στή, έχοντα ροπή στη σλαβιανοφιλία. 57 Η προσηγορία οφείλει την πατρότητα της στον Ουβάρσφ. 58 Ο Μπλούντοφ (1785-1864) ά Ρ χ 1 σε την σταδιοδρομία του (1800) στο Τμήμα Αρχείων του Κολλεγίου των Εξωτερικών Υποθέσεων, στη Μόσχα και περιλαμβάνεται στο περιβόητο αβροδίαιτο την «σμήνος των αρχε.οπαίδων» που γλαφυρά περίγραφε! ο Α. Πούσκιν στον Ευγένιο Ονέγκιν. Με ™ 'εται ανάρρηση του Αλεξάνδρου Α στο θρόνο, μετακινείται στην Αγία Πετρούπολη και συγκαταλεγ ιστον στο απαύγασμα της χρυσής νεολαίας, εμφορούμενος, όπως κα> ο Αυτοκράτορας του (τουλάχιο στην αρχή), από φιλελεύθερες ιδέες και μεταρρυθμιστικές βλέψεις. Από το 1809 η ζωη του δια σταυρώνεται με εκείνη του Καποδίστρια, όπου πέραν της υπηρεσιακής συσχέτισης, καλλιεργείται αμοιβαία, .οχυρή φιλία. Επί υπουργίας του ο Καποδίστριας, τον επ ΐφ ορτίζει (1816-1822) να «ενη μερώνει» τον ξένο Τύπο για την επικρατούσα κατάσταση των ρωσικών πραγμάτων και, επίσης , δ ω της συστηματ.κής ορθογραφίας του στον αγγλικό Τύπο, να υπερασπίζεται, την ρωσική π ο λ ί τ η από τις λογής- λογής επιθέσεις όλων και όπου γης των μη φιλικών δημοσιευμάτων. Ο Μπλούντοφ, υπήρξε ένθερμος, σταθερός θιασώτης των πολιτικών απόψεων, των δ.πλωματικών τακτικών και εν γένει της κοσμοαντίληψης του Καποδίστ ρΐ α. Πα τον λόγο αυτό, συμμεριζόταν τις προσεκτικές αντίρρησης του προς την Ιερά Συμμαχία και τον Μέττερν1χ, δεν «πίστευε» στην αυστριακή φίλια και «έβλεπε» την Αυστρία ως έναν φυσικό ανταγων.στή-αντίπαλο για την ρωσική επιρροή στις βαλ κανικές υποθέσεις. Ο Μπλούντοβ, όπως και η πλειοψηφούσα ρωσική κοινή γνώμη, υποστήριζε την ανάμειξη της Ρωσίας στον ελληνικό αγώνα εναντίον της Τουρκίας. Την περίοδο 1814-1822, ο Μπλούντοβ, υλοποιώντας σχέδιο του Καποδίστρια, εργάζεται επίμοχθα για την μετάφραση, κωδι κοποίηση κα έκδοση «Ντοκουμέντων για την ιστορία των διπλωματικών σχέσεων Ρωσίας - Δυτι κών Δυνάμεων κατά τα έτη 1814-1822». Στην εργώδη αυτή συλλογή, επικαιροποιεί κα! θεμελιώνει την ρωσική δ.πλωματ.κή γλώσσα του 19ου αιώνα. Ο Καποδίστ ρΐ ας, αποκαλούσε τον φίλο του «μαργαριτάρ. των Ρώσων διπλωματών». Με την παραίτηση του Καποδίστρια, έληξε κα. η δ.πλωματική σταδιοδρομία του Μπλούντοφ. 59 Ο Νμτίτρ. Βασίλεβ.τς Νταοκόφ (1788-1839) ξεκίνησε την δ.πλωματική του σταδιοδρομία (1815) από το ιδ.αίτερο υπουργικό γραφείο του Καποδίστρια, ο οποίος εκτιμώντας τα χαρισματι κά προσόντα του υφισταμένου, ευνόησε την ανέλιξη του με επιλεκτικό διορ.σμό στην Κωνσταντι νούπολη Ο Ντασκόφ, κατά γενική ομολογία «πολιτικό τέκνο» του Καποδίστρ.α, υπηρέτησε στη ρωσ.κή πρεσβεία ως Κρατ.κός Γραμματέας (1818-1820), όπου αποδείχθηκε ιδιαιτέρως δραστήριος προς όφελος των ελληνικών συμφερόντων κα. εξεδήλωσε τεράστια, έμπρακτη αλληλεγγύη προς τους βάναυσα δ.ωκόμενους Έλληνες κατά τ.ς ημέρες των ταραχών που κατέληξαν στον απαγχονι54
σμό του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε'. Το 1820, ο Ι. Καποδίστριας ανέθεσε στον υπεξούσώ του την εποπτική παρακολούθηση όλων των ρωσικών προξενείων στο Λεβάντε. Ο νοημονέστατος, φιλόμοχθος Ντασκόφ ανήλθε τις βαθμίδες της κρατικής ιεραρχίας, περαιώνοντας τον δημόσιο βίο του ως υπουργός Δικαιοσύνης (1832). 60 Γαμβρός επ αδελφή του Αλέξανδρου Στούρτζα και ομοϊδεάτης. 61 Πα την προϊστορία των σχέσεων Καποδίστρια-Βοέϊκοφ, βλ, στο παρόν κείμενο σελ. 13 και υπο σημείωση 24. 62 Ο Ουβάροφ, εκτός από τις προαναφερθείσες αρμοδιότητες, την ίδια περίοδο είχε ορισθεί Έφο ρος της Δημόσιας Εκπαίδευσης στην Αγία Πετρούπολη και αργότερα υπήρξε ο ιδρυτής του Π α ΐ δαγωγικού Ινστιτούτου το οποίο μετεξελίχθηκε σε αυτοδύναμη Σχολή του Πανεπιστημίου. 63 Ο Ν. Μ. Καραμζίν (1766-1826) από το 1816, οπόταν μετοίκησε στην Πετρούπολη, δημιούρ γησε στην οικία του μια από τις πιο φιλόκαλες εστίες πνευματικότητας και κοσμικής ζωής, που η φήμη της εξαπλωνόταν και πέρα από την ρωσική επικράτεια. Σε πολλές Αναμνήσεις συγκαιρινών του αναφέρεται, ότι το χειμερινό στην πόλη ή στο Τσάρσκοε Σέλο θερινό σαλόνι του ζεύγους Καραμζίν (η σύζυγος Αικατερίνα Ανδρέ γΐ εβνα ήταν η μεγαλύτερη αδελφή του Βιάζεμσο), ανήκε στα απολύτως ευάριθμα όπου οι συναθροιζόμενοι μιλούσαν μόνον ρωσικά και δεν έπαιζαν χαρτιά. Στο πολιτικοφιλολογικό σαλόνι (εν ζωή 1816-1826 και μετά τον θάνατο του ιστοριογράφου 18261850) των Καραμζίν, αξιαγάπητοι και ανελλιπείς θαμώνες υπήρξαν οι Β. Α. Ζουκόφσκι, Α. Ι. Τουργκένεφ, πρ. Π. Α. Βιάζεμσκι και Ι. Α. Καποδίστριας. Όπως ενθυμείται ο Κ. Σ. Σερμπινόβιτς (προσωπικός γραμματέας του οικοδεσπότη) «οι εντιμότατο! διεξήγαγαν εν τω βάθει συζητήσεις, όπως άρμοζε σε υπεύθυνους Ρώσους πολίτες και εξόχως ευπαίδευτους δημόσιους άνδρες. Επι στημονικά επιτεύγματα και φιλολογικά νέα, πολιτικές, κοινωνικές και διεθνείς ειδήσεις, ζητήματα κρατικής διεύθυνσης, πληροφορίες για τους εν τη αλλοδαπή συγγενείς ή υπηρετούντες φίλους, ιστορήσεις για παλαιότερες εποχές, ιστορικές προσωπικότητες[...] συνέθεταν τον καμβά των συζη τήσεων...». 64 Οι φιλολογικοί αντίπαλοι έχουν νικηθεί κατά κράτος, υψώνουν απεγνωσμένα την λευκή σημαία της παράδοσης των όπλων KCU μάλιστα ο πατριάρχης της «Μπεσέντα» επιζητεί και την έντιμη συμ φιλίωση. 65 Βλ. Ολυμπία Σελέκου, ό. π. 66 Ο Γρίλλος (Αλεξάντρ Σεργκέγιεβης Πούσκιν), έλεγε: «είμαι υπερήφανος για το ότι κατά την τελευταία πενταετία της απολυταρχικής διακυβέρνησης του μακαρίτη του αυτοκράτορα [Αλέξαν δρος Α'] εξασκούσα επί του εσναφίου των λογοτεχνών πολύ ισχυρότερη επίδραση και απο αυτό ακόμη το υπουργείο της Διαφώτισης όμως προϋπήρξε ο «Αρζαμάς» και τούτο τα επισκιάζει όλα». 67 Υπό την καταλυτική επίδραση του .Αρζαμάς.» μεγαλούργησαν οι Ζουκόφσκι, Μπάτιουσκοφ και Αλέξανδρος Πούσκιν, θεμελώνοντας την εθνική φιλολογ 1Κ ή παιδεία ο κράτιοτος Καραμζίν, συνυ πολογιζομένων των ενδελεχών συζητήσεων με τον εμμανή συνταγματία Καποδίστρια, μεταστράφηκε επί το συνταγματικότερον_ «διόρθωσε», άμβλυνε τις παλαιότερα διατυπωμένες αντιλήψεις περί ισχύος της απόλυτης, απεριόριστης απολυταρχίας, και αυτές του οι μετατοπίσεις αποτυπώθη καν στους δύο τελευταίους τόμους της οκτάτομης Ιστορίας του. Ο Καποδίστριας, χαρακτήριζε το έργο του Καραμζίν « ιστοριογραφική ποιητική εποποιία» και- ως γνωστόν- επηρέασε το εγχείρημα συγγραφής της ελληνικής αναλογίας. Ο Γιούρι Λότμαν στην απαστράπτουσα βιογραφία «ψυχής» του ιστορωγράφου, φωτίζει την κοσμοαντίληψη και παρουσιάζει τα «αγαπημένα παράδοξα του ιδιότυπου συντηρητικού ρεαλισμού» του Καραμζίν, τα οποία είχαν τύχει των συγκαιρινών σχολίων του Α. Πούσιαν, του Ν. Τουρκένεφ, των ακραιφνών liberalistes, με επικεφαλής τον Βωζεμσκι και, τέλος, επέφεραν τη σκληρότατη κριτική των Δεκεμβριστών, οι οποίοι για ιδεολογικούς λόγους κατέκρ ΐ ν αν τον «αντικειμενισμό» του ιστοριογράφου (ιδίως για τους πρώτους τόμους του έργου του), απαιτώντας όχι μόνον τη μετακίνηση από τις θέσεις αυτές αλλά και τον ενστερνισμό «πλέονος υπο κειμενισμού» στην πρόσληψη της εγχώριας κκορίας, με την αιτίαση ότι αυτή, αφορούσε μία φεου δαρχική χώρα, σε αντίθεση με την Γαλλία, της οποίας η επανάσταση, ήδη είχε προλάβει να μετα βληθεί σε ίστορία. Βλ. Κ). Μ. ΠΟΤΜΕΗ, KapoMsm, Camcr Π ε τ β ρ 6 γ ρ Γ 1997, οτρ. 404-408.
Πρβλ, Π. AeHeHKOB, Α. C, IlyUKUH β AneKccmapoecKyw moxj, ό. π., crp. 90. 55
68 Οι σκοποί, τα μέσα και οι τακτικές των νέων μελών καταυγάζονται στη φράση-κλειδί του μυη μένου στο Τάγμα των Ρώσων Ιπποτών Μιχαήλ Ορλόφ: «συνωμοσία εν τη συνωμοσία», η οποία εκτός του ότι αποτελούσε την πεμπτουσία των βαθύτατων πατριωτικών του πεποιθήσεων, υπο γράμμιζε τόσο το βάθος των αντιπαρατιθέμενων ιδεών στους κόλπους του «Αρζαμάς» όσο και όριζε έναν ακόμη χώρο για διενέργεια προπαγάνδας, κατά τρόπο όμοιο με τη δραστηριότητα που είχαν επωμισθεί είτε στη Βιβλική Εταιρεία, είτε στα Λαγκαστεριανά σχολεία, τα οποία ιδρύθηκαν και λει τουργούσαν με πρωτοβουλία του Τάγματος. Το Τάγμα των Ρώσων Ιπποτών, υπήρξε μια από τις μακροβιότερες, προδρομικές οργανώσεις των Δεκεμβριστών και στον ηγετικό του πυρήνα ανήκαν αμφότεροι οι προαναφερθέντες αρζαμάίστές. Βλ. 10. Μ. Λ0ΤΜ3Η, Beœdu ο pyccou KjRwype, όπ. π., c r p 365-366 και Α. Η. CepcOB, HcMopun, on. i l , c r p 124. 69 «...Από τα ελεύθερα ρυάκια του «Αρζαμάς», παντού απ' άκρου α' άκρον, πρέπει να κυλήσει η σοφία και το ήθος των ιδεών μας. Εμπρός να κυκλοφορήσουμε το Περιοδικό. Τούτο πρέπει να διασυνδέει Ευρώπη και Ρωσία, χαιρετίζοντας τις νέες επιτυχίες της πολιτικότητας. Ας ενθυμούμεθα, φίλοι αξιέραστοι, ότι η δράση του «Αρζαμάς» δεν οφείλει μόνον να ξεσήκωνε! το νου, αλλά και να τον ταράζει...». Απόσπασμα από την ομιλία του Ρήνου (Ορλόφ) στη συνεδρίαση της 22 Απριλίου 1817. 70 Ο Ντασκόφ κατέχει υπολογίσιμη θέση στη ρωσική φιλολογική γραμματεία. Ως εντελεστατος ελληνο-λατινομαθής, αναδιφώντας με επιμονή και πάθος σε αρκετές κονισαλέες βιβλιοθήκες ή δυσπρόσιτα αρχειοφυλάκεια των τόπων που ανήκαν στα γεωγραφικά όρια της διπλωματικής του ™' ποιηαρμοδιότητας (Κωνσταντινούπολη, Άθως, Ιερουσαλήμ), συγκέντρωσε αρκετά χειρόγραφα με π τικά έργα των Μελεάγρου, Αγαθίου και Φιλίππου του Θεσσαλονικέως, και αναζήτησε με παροιμιώδες πείσμα το σύνολο έργο των Τίτου Λίβιου και Διόδωρου. Τα αποτελέσματα του ερευνητικού μόχθου, τα περιηγητικά κείμενα που έγραψε για το Άγιον όρος ή τους Αγίους Τόπους, καθώς και ορισμένες ανθολογήσεις των προαναφερθέντων ποιητών της αρχαιότητας, είχε τετράκις παρουσιά σει ενώπιον των φίλων στις αρζαμάίκές συναθροίσεις. 71 «.. .Τρίτη, επί σειρά, ημέρα είχαμε «Αρζαμάς». Απροσδόκητα, όλοι μας παραμερίσαμε, λίγο, την λιτερατούρα και αρχίζουμε να μιλάμε για εσωτερική πολιτική. Όλοι συμφωνούμε στο κατεπείγον: Να συντριβεί η Δουλεία...» σημειώνει, ο Νικολάι Τουργκένεφ, την 29η Σεπτεμβρίου 1817 στο καθημερινό του ημερολόγιο. 72 Ο Νικολάι Τουρκένιεφ σε επιστολή (26 Απριλίου 1818) που απευθύνει στον αδελφό του Σέρ γιο Τουργκένεφ (υπήρξε σύμβουλος της ρωσικής πρεσβείας στην Κωνσταντινούπολη και έμπιστος φίλος του Ιωάννη Καποδίστρια, τον οποίο, αργότερα, συνέχιζε να επισκέπτεται στην Ελβετία), μετα ξύ άλλων, αναφέρει: «και τι να περιμένεις από αυτά τα .διπλωματικά κουτάβια;. Οι δικές μας ιδέες εκπηγάζουν από την αγάπη προς την πατρίδα, τη δικαιοσύνη, και την καθαρή συνείδηση και, ασφαλώς και δεν αρέσουν ή δεν τα.ριάζουν σε χαμερπείς. Αυτοί είναι χαμαιλέοντες...». Ο Ν. Τουργκένεφ εννοούσε, πρωτίστως, τον Σεβέριν, που σύντομα παντρεύεται την αδελφή του Α. Στούρτζα και έν τάχει εξελίσσεται σε ακραιφνή υποστηρικτή των αντιδραστικών θέσεων του γαμ βρού του. Οι παραπάνω απαξιωτικοί χαρακτηρισμοί αφορούσαν, επίσης, τον Καβέλιν (ο οποίος το 1821 συνέργησε στην εκδίωξη των ελευθεροφρόνων προφεσσόρων του Πανεπιστημίου της Αγίας Πετρούπολης), τον Ουβάροφ (που επί Νικολάου Α αναγορεύτηκε σε διαπρύσιο κήρυκα της απο λυταρχικής του διακυβέρνησης) και, τέλος, τον οξυνούστατο Μπλούντοφ (ο οποίος το 1826 συνέ ταξε την Απόρρητη Έκθεση για τις μυστικές εταιρείες και υπήρξε ο βασικός κατήγορος του μεταρ ρυθμιστή του «Αρζαμάς» Νικολάι Τουργκένεφ - πράξη οδυνηρή, που τον έτυπτε καθ' όλο το υπό λοιπο του βίου του. 73 Βλ. Άνενκοφ 89-90. 74 Απόσπασμα από την επιστολή (14 Απριλίου 1820) του Μ. Ορλόφ προς τον Π. Α. Βιάζεμσκι,
βλ. ΚΗ. Π. Α. BœeMCKHii, «Budepncnu us CMapwc ό. π., 18-19. 75 Επιστολή του Βασίλι Ζουκόφσκι προς τον Ντμίτρι Βασίλεβιτς Ντασκόφ, ο οποίος την περίοδο 1818-1820 υπηρετούσε στη ρωσική πρεσβεία στην Κωνσταντινούπολη
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΑΡΒΑΝΙΤΑΚΗΣ*
Μεταθανάτιες εικόνες του Καποδίστρια στο Ιόνιο Α. Ανδρέας Μουστοξύδης - Μάριος Πιέρης: Φιλοκαποδιστριακοί ατελέσφοροι
Η
σχετική με τον Καποδίστρια ιστοριογραφία έχει καταλήξει στη θέση ότι μετά τη δολοφονία του πρώτου Κυβερνήτη, εκείνοι που κυρίως ανέλαβαν την υπερά
σπιση της μνήμης και του έργου του, πέραν από τους αδελφούς του, ήταν οι Επτα νήσιοι, συνεργάτες του ή όχι, αν και κατά τα αμέσως μετά το 1831 χρόνια, λίγα ήταν τα αυτόνομα σχετικά δημοσιεύματα1. Πράγματι, κατά τα πρώτα χρόνια, τα υπερασπιστικά κείμενα που προήλθαν από Επτανήσιους δεν ήταν πολλά. Μέσα στη δεκαετία του 1830, εμφανίστηκε το βιβλιαράκι του Σταμάτη Βούλγαρη (1832), οι τυπωμένες μορφές των επικήδειων του Ιερώνυμου Παδοβάνη (1832) και του Σπυρίδωνος Καίσαρη (1833), καθώς και το βιβλίο του Ανδρέα Παπαδόπουλου Βρετού (1837-1838). Μπορούμε να υποθέσουμε ότι η εντύπωση που έχει σχηματιστεί δεν υπήρξε τόσο αποτέλεσμα του όγκου της βιβλιακής παραγωγής, όσο προϊόν ενός κλίματος, που έβλεπε στους Επτανήσιους τους αυτονόητους και φυσικούς συμμάχους του Καποδί στρια, είτε στο επίπεδο των ιδεών είτε ακόμη σε εκείνο της ίδιας της διοίκησης, δεδο μένου ότι πολλοί συμπατριώτες του βρέθηκαν τότε στην Ελλάδα κι, όπως γνωρίζου με, έλαβαν το μερίδιο τους στις περί αυταρχισμού, σκοταδισμού και υποτιμητικής συμπεριφοράς κατηγορίες. Όπως, πάντως, θα επιχειρήσουμε να δείξουμε στη συνέχεια, οι προσπάθειες των Επτανησίων να συμμετάσχουν στον μετακαποδιστριακό διάλογο υπήρξαν περισσότε ρες από όσες γνωρίζουμε σήμερα. Το γεγονός ότι αρκετές δεν τελεσφόρησαν σχετί ζεται με τη φύση των ανθρώπων αλλά και με τις διαμορφούμενες πραγματικότητες των επόμενων δεκαετιών. Γεγονός, οπωσδήποτε, είναι ότι ο Καποδίστριας είχε μια μεταθανάτια παρουσία αρκετά ισχυρή στο χώρο της επτανησιακής πολιτικής σκέψης, τόσο ώστε η ανέγερση του ανδριάντα στον γενέθλιο τόπο του, είκοσι τόσα χρόνια μετά την Ένωση, να έρθει ως αποκορύφωμα αυτής της διαρκούς και πολύ πραγματικής παρουσίας του 2 . Το παρόν κείμενο, ωστόσο, πέρα από την καταγραφή ορισμένων, κατά κύριο λόγο, ατελέσφορων προσπαθειών βιογράφησης και, οπωσδήποτε, υπεράσπισης του Καποδί στρια από Επτανησίους, έχει στόχο να θέσει και ένα διαφορετικής φύσεως ερώτημα: το ερώτημα του τι σημαίνει ότι άνθρωποι τόσο διαφορετικοί, όπως ο Ανδρέας Μουστο ξύδης (1785-1860), ο Μάριος Πιέρης (1776-1852), ο Δημήτριος Αρλιώτης (17771860), ο Σταμάτης Βούλγαρης (1774-1842), ο Ιερώνυμος Παδοβάνης (1784-1858), ο
.^
^
Ιωάννης Ζαμπέλιος (1787-1856), συναντήθηκαν γύρω από το πρόσωπο του Καποδί- Μουσείο Μπενάκη 57
στρια. Ποιο ήταν το σημείο εκκινήσεως; Ήταν η αυτονόητη, όσο και πληγωμένη «επτανησιακότητα», ήταν ο θάνατος ενός συντοπίτη ή και φίλου, ή μήπως υπάρχει κάτι ακόμη; Κάτι που μπορεί να μας μιλήσει για τη διαμόρφωση των πολιτικών ιδεών στο Ιόνιο και ακόμη για τη φύση και τη λειτουργία της τοπικής λογιοσύνης; Η είδηση του ερχομού του Καποδίστρια στην Ελλάδα δημιούργησε, καθώς γνω ρίζουμε, ένα κλίμα ευφορίας ή, οπωσδήποτε, συγκρατημένης αισιοδοξίας. Γρήγορα όμως τα σύννεφα που άρχισαν να εμφανίζονται οδήγησαν σε mo ανήσυχες και πιο μελαγχολικές σκέψεις: βεβαίως, η συνειδητοποίηση των καταστάσεων εξαρτάται και από την οπτική γωνία του καθενός και άρα από τις δυνατότητες να υπερβεί τα όρια που ο ίδιος θέτει στην κρίση του. Κατά συνέπεια, η αντιμετώπιση και η ερμηνεία της αντιπολίτευσης στον Καποδίστρια ως έργο λίγων διανοουμένων ή ορισμένων μόνον που διεκδικούσαν την εξουσία, υπήρξε το ερμηνευτικό εργαλείο της καποδιστριακής πλευράς, η οποία πάντως δεν άργησε να αντιληφθεί ότι δεν ήταν έτσι, ή ότι, οπωσδή ποτε, αυτή η αντιπολίτευση υπήρξε, αν μη τι άλλο, ικανή να πλήξει τον ίδιο της το στόχο
με τον
πιο
αποτελεσματικό
3
τρόπο . Ο σαρανταεξάχρονος Ανδρέας
%
Μουστοξύδης
στην αρχή της κρίσης
επέμενε ότι οι «λίγοι» εχθρεύονται τον 4ΙΑ
Κυβερνήτη, ο «λαός» όμως τον ακολου θεί. Στις 9/21 Μαρτίου 1831 έγραφε στον Giampietro Vieusseux, φίλο του
ètóiÈiiifÉs
και εκδότη του σημαντικού και για τον ελληνικού κόσμο φλωρεντινού περιοδι
'—Λο
κού Antologia,: «[...] κάποιοι λίγοι που ή έχουν συνηθίσει στην αναρχία ή ονει ρεύονται μιαν ελευθερία, για την οποία δεν είμαστε ακόμη ώριμοι, δαγκώνουν το χαλινάρι. Αλλά ο λαός είναι ικανοποι ημένος και χαρούμενος, και με την ισχύ
li
-'>.:•£·*• •: Ά,
.. .
:Sί
των νόμων έχει απομακρυνθεί από τους
·"
τυραννίσκους και υψώνεται σταδιακά
: Ι,
i
στην αξιοπρέπεια του πολίτη». Λίγους μήνες μετά, τον Ιούνιο του 1831, γρά φοντας πάντα στον ίδιο, περιέγραφε ένα
. .
'
"
:
,
.
•
:
:
κλίμα εμφανώς πιο βαρύ, αν όχι για την έκταση της αντιπολίτευσης, τουλάχιστον για τις δυναμικές της: «[...] η ψυχή μου είναι ταραγμένη από τα γεγονότα αυτής της χώρας. Η φαναριώτικη μηχανορρα φία, η διαφθορά κάποιων διανοουμενί-
58
σκων, το θράσος πολλών αφρόνων, πυροδότησαν μια φατριαστική εξέγερση, που την τροφοδοτούν κάποιοι αγγλογάλλοι, οι οποίοι ευχαριστούνται να βλέπουν την Ελλάδα 4
να ξεσκίζει η ίδια τα σωθικά της» . Σταδιακά, καθώς θα μετακινείται από την πρώτη σιγουριά, θα συνειδητοποιήσει με τον πιο δραματικό τρόπο το τέλος της αυταπάτης. Στο μυαλό του Μουστοξύδη, αλλά και συνολικά των οπαδών του Καποδίστρια, η δολοφονία εκείνη ισοδυναμούσε με την «ήττα» της επανάστασης. Η είδηση της δολοφονίας του Κυβερνήτη συγκλόνισε όλους, όσοι με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο ήλπιζαν στην επιτυχία του έργου του και έβλεπαν στη διοίκηση του τον μόνο τρόπο εξασφάλισης ενός βιώσιμου ελληνικού κράτους. Παραμένοντας στη μαρτυρία του Μουστοξύδη, του ουσιαστικού συνεργάτη του Καποδίστρια στην οργάνωση της εκπαιδευτικής πολιτικής, αυτός, λίγες μέρες μετά τη δολοφονία, έτσι παρουσίαζε στον Αιμίλιο Τυπάλδο την κατάσταση και τις αιτίες της: «Τη θλιβερή είδηση, Αιμίλιε μου, θα την έχεις μάθει. [...]Γιατί, όπως το ξέραμε και θα το διαπι στώσουμε ακόμη καλύτερα, αυτή η αισχρή συνομωσία εμψυχώθηκε από τους Γάλ λους και τους Άγγλους. [...] Πού είναι τώρα πια ο άνθρωπος που με τη δύναμη της πένας του κατέστρεψε τρία Πρωτόκολλα; Αυτοί εδώ [σσ. οι εχθροί του] θα γονατί σουν μπροστά στον πρώτο υποπρόξενο και στον πρώτο καπετάνιο ενός μπρικιού»5. Ο φίλος και συνεργάτης του Καποδίστρια, ο άνθρωπος που είχε μοιραστεί μαζί του τις κατηγορίες των αντιπάλων του, και του ίδιου ακόμη του Κοραή, στις 13/25 Απριλίου του 1832, λίγο πριν φύγει από την Ελλάδα για την Κέρκυρα, απ' όπου δεν επρόκειτο ποτέ να ξαναγυρίσει, έγραφε πικρόχολα στον Ανδρέα Παπαδόπουλο Βρετό: «Μόλις πατήσω σε πιο πολιτισμένη γη, θα ξανασηκωθώ, μετανιώνοντας που φέρθηκα στους κατωτέρους μου σαν να ήταν ισάξιοι' μου, κάνοντας τους κριτές μου. Δεν αξίζουν ούτε τη λάσπη που λερώνει τα πόδια μου»6. Μπορεί από την Ελλάδα ακόμη, αλλά οπωσδήποτε αμέσως με την άφιξη του στην Κέρκυρα, ο Μουστοξύδης να αποφάσισε να αντικρούσει δημοσίως τις κατηγο ρίες, που είχαν εκτοξευτεί εναντίον του ίδιου και εναντίον της καποδιστριακής πολι τικής, μέσω των δύο ψευδώνυμων διαλόγων του Κοραή και των Ελληνικών Συμμίκτων των Ράλλη και Φουρναράκη, αλλά και να υπερασπιστεί συνολικά τη μνήμη και το έργο του Καποδίστρια7. Σχεδίαζε, ως εκ τούτου, να γράψει μια βιογραφία του Κυβερνήτη και ένα άλλο κείμενο, στο οποίο θα υπερασπιζόταν κυρίως την εκπαι δευτική του πολιτική απέναντι στους αντιπάλους του ' ένα κείμενο στο οποίο θα ονο μάτιζε τον αντίπαλο του: τον Αδαμάντιο Κοραή. Αυτό το σχέδιο, που ο ίδιος ονόμασε «Απολογία», το άφησε σχεδόν ολοκληρωμέ νο στα χαρτιά του. Για ένα διάστημα έδειχνε ότι προχωράει μαζί τα δύο εγχειρήματα: το Σεπτέμβριο του 1832, γράφοντας στον Αιμίλιο, αναφέρει ότι έχει συγκεντρώσει όλα τα βιβλία που του χρειάζονται, ότι η «Απολογία» θα είναι έτοιμη μέχρι το τέλος του χρόνου και ότι θα επιθυμούσε να την τυπώσει στη Βενετία8. Στην αρχή της επό μενης χρονιάς έλεγε πια ότι την είχε ολοκληρώσει, ότι το μεγαλύτερο μέρος της είχε ήδη σταλεί στην Ελλάδα για δημοσίευση και ότι σχεδίαζε τη σύνταξη της βιογραφίας
5
του Καποδίστρια . Την ίδια εποχή όμως, τον Απρίλη του 1833, χανόταν από τον κόσμο των ζωντανών ο εχθρός του Μουστοξύδη και αυτό έκανε προβληματική, σε έναν βαθμό, την έκδοση της «Απολογίας». Είχε νόημα η έκδοση ενός κειμένου πολε μικής μετά το θάνατο του αντιπάλου; Ο Μουστοξύδης μοιάζει να σκέφτηκε έτσι ή, πάντως, έτσι ερμηνεύτηκε ο δισταγμός του, αν και θα μπορούσε κάλλιστα να επικα λεστεί το παράδειγμα του ίδιου του Κοραή, ο οποίος δεν δίστασε να τυπώσει τον δεύ τερο Διάλογο μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια, και να εκδώσει κι αυτός το κεί μενο του_ το δικό του ήταν άλλωστε μια απολογία απέναντι και στην ιστορία. Δεν το έπραξε όμως. Λίγο μετά το θάνατο του Κοραή, σημείωνε: «Ο Κοραής είναι νεκρός και κείνη η ευλογημένη η Απολογία μου, μετά από τόσες περιπλανήσεις, σαν τον Οδυσσέα, κείτεται στην Ελλάδα κι ούτε που γνωρίζω πότε θα ιδεί το φως. Λίγο ενδια φέρει, αν και μου κόστισε όχι μικρό κόπο»10. Αυτή η «αδιαφορία» μπορεί να ερμη νευτεί, όμως, ποικιλοτρόπως. Όπως και να 'χει το πράγμα, η «Απολογία» δεν είδε ποτέ το φως της δημοσιότη τας και, όσο γνωρίζουμε, δεν έχει εντοπιστεί ούτε το προς εκτύπωση κείμενο της". Με άλλην ευκαιρία έχουμε αναφερθεί στο περιεχόμενο αυτού του κειμένου, το οποίο έθετε τα ζητήματα του ιδεολογικού προσανατολισμού, της οργάνωσης και, ιδίως, της εκπαιδευτικής πολιτικής του νέου κράτους, με έναν τρόπο ρεαλιστικό, με εκείνον που χρησιμοποίησαν για να αμυνθούν οι καποδιστριακοί. Απέναντι σε έναν αντίπαλο, όπως ο Κοραής, ο Μουστοξύδης θα ξιφουλκήσει, προσάπτοντας του μια κριτική εξ αποστάσεως, εκ του ασφαλούς δηλαδή, και μια εγκληματική ευπιστία, που τον παγί δευε σε μιαν αλλοιωμένη εικόνα της πραγματικότητας, μέσω των κακόπιστων και αθεμελίωτων πληροφοριών, που ο «σεβάσμιος γέρων» λάβαινε από τους εχθρούς του Καποδίστρια. Για τον Κερκυραίο λόγιο, ο Χιώτης αντίπαλος του στην προκειμένη περίπτωση υπήρξε ένοχος λόγω αδυναμίας κατανόησης των ελληνικών συνθηκών και περισσότερο ένοχος για την ανιστορική προπαγάνδιση της μεταφοράς των αγγλι κών ή γαλλικών προτύπων στην ερημωμένη από τον πόλεμο Ελλάδα. Είναι ένα επι θετικό και πικρό κείμενο που, εν τέλει, στον πυρήνα της επιχειρηματολογίας του εγκαταλείπει την ιδεολογική συζήτηση, για να επικεντρωθεί στις αιτιάσεις των εχθρών του ως προς τη δράση του στα εκπαιδευτικά πράγματα. Εδώ θα είναι άλλο τόσο ρεα λιστής: άδικες οι κατηγορίες για διωγμό δασκάλων από το Κεντρικό Σχολείο, άδικες οι κατηγορίες για εξοστρακισμό των αρχαίων, μάλιστα του Πλάτωνα, από την εκπαί δευση. Σ' αυτό ειδικά το σημείο ο Μουστοξύδης θα βρει τον τρόπο να επισημάνει στον σοφό δάσκαλο του Παρισιού ότι άλλο η αξία των αρχαίων ελληνικών κειμένων και άλλο οι προσληπτικές δυνατότητες των μαθητών. Την «Απολογία» του ο Μουστοξύδης δεν την δημοσίευσε, το αναφέραμε, καθώς ο χρόνος ολοκλήρωσης της συνέπεσε σχεδόν με το θάνατο του αντιπάλου του. Ο αδύ νατος έτσι κι αλλιώς διάλογος δεν μπορούσε πλέον να γίνει. Αλλά με τη μη δημοσί ευση μειώθηκαν και οι φωνές, που θα υποστήριζαν με γνώση των γεγονότων την πολιτική του Καποδίστρια. Οπωσδήποτε, στους λόγους που εξηγούν τη μη δημοσί-
12
ευση αυτού του κειμένου δεν ήταν μόνον ο θάνατος του Κοραή: οι πολλαπλές πλέον υποχρεώσεις του Μουστοξύδη στο Ιόνιο Κράτος, οι άλλοι αγώνες και τα αξιώματα,που εκεί αναλάμβανε, όχι μόνον του αφαιρούσαν χρόνο, αλλά και τον ενέτασσαν σε νέες πραγματικότητες, απομακρύνοντας τον από την ελληνική εμπειρία, την οποία, ούτως ή άλλως, από την αρχή εβίωσε με βαριά καρδιά και αρνητικά συναισθήματα. Η ακατανοησία ανάμεσα στους Ιόνιους συνεργάτες του Κυβερνήτη και τους Έλληνες λόγιους και πολιτικούς ήταν το εξαγόμενο μιας ολόκληρης ιστορικής διαδικασίας και δεν μπορούσε να απαλειφθεί εν μια νυκτί. Η φράση που σημείωσε κάπου ιδιωτικά ο Μουστοξύδης («Μας ζηλεύουν γιατί είμαστε ανώτεροι τους») προδιέγραψε τα όρια ενός οπωσδήποτε δύσκολου και όχι αναίμακτου διαλόγου. Στην ατυχή κατάληξη, λοιπόν, των «καποδιστριακών» σχεδίων του Μουστοξύδη, πέραν των παραπάνω δεδομένων, θα πρέπει να διαβλέψουμε άραγε και μια διαδικασία απώθησης; Μετά την «ολοκλήρωση» του αντικοραϊκού κειμένου, παρέμενε η βιογραφία. Αν το σχέδιο του πρώτου ο Μουστοξύδης, ο άνθρωπος των δυσανάλογα μεγάλων σχε δίων, το προχώρησε, το δεύτερο, απ' ότι φαίνεται, ποτέ δεν το επιχείρησε πραγματικά. Για χρόνια επανερχόταν στο ζήτημα, αλλά τίποτα ολοκληρωμένο δεν άφησε πίσω του13. Γρήγορα το εγκατέλειψε, όπως θα δούμε, προς μεγάλη απογοήτευση του Βιάρου, ενώ ο φίλος του ο Αιμίλιος συνέχιζε για χρόνια να τον παρακινεί, ακόμη και ένα χρόνο πριν το θάνατο του, να δημοσιεύσει την αλληλογραφία του με τον πριν πολλά χρόνια πλέον χαμένο Καποδίστρια14. Η εγκατάλειψη του σχεδίου πρέπει να δυσαρέ στησε πολλούς στο νησί, που είχε γεννήσει τον πρώτο διεθνούς κύρους Έλληνα πολι τικό: «Ο Μουστοξύδης επολύσταινε την κοινή επιθυμία με τη ζωή του Κυβερνήτη που έλεγε πως θα τυπώσει δια ν' αποδείξει ψεύτη και κακούργο τον Κοραή και τους αντάρτες», αλλά, όταν έγινε Πρόεδρος της Γενικής Επιτροπής Δημοσίου Εκπαιδεύ σεως, «του είπαν ετότες να τυπώσει το σύγγραμμα του κι αυτός αποκρίθηκε, "μα μπορώ τώρα;"», σημειώνει δηκτικά ο Γεώργιος Τυπάλδος Ιακωβάτος15. Παρόλ' αυτά, ο Μουστοξύδης στα επόμενα χρόνια παρακολουθούσε, όπως είναι αυτονόητο, ως γνώστης βέβαια και ως αναγνώστης, όλα όσα γράφονταν για τον παλιό του φίλο. Καθώς ο καιρός περνούσε, η μνήμη των γεγονότων θάμπωνε και η ερμηνεία συνδε όταν με τρέχουσες πολιτικές και μελλοντικές στοχεύσεις. Έτσι, θα συνεχίσει να σχε διάζει, άλλη μία φορά (!), να μεταφραστεί στα ιταλικά η Ωδή που ο Ιωάννης Πετριτσόπουλος αφιέρωσε στον Καποδίστρια και να διορθωθούν οι πληροφορίες, οι οποί ες περιλαμβάνονταν στη βιογραφία που συνέταξε ο Valentin Parisot, όταν αυτή επρό κειτο να δημοσιευτεί στην Ιταλία, ενώ δεν θα παραλείψει να ειρωνευτεί, συνθέτοντας ένα σκωπτικότατο επίγραμμα, το βιβλίο του Ανδρέα Παπαδόπουλου Βρετού για τον Καποδίστρια, και βεβαίως να εκφράσει τη γνώμη του για την ποιότητα των σχετικών πληροφοριών και των κρίσεων, που δημοσίευσαν ο Pier Viviano Zecchini και ο Francesco Cusani16. Ωστόσο, τα χρόνια περνούσαν και ο Μουστοξύδης δεν επρόκειτο να πει τον δικό του λόγο για τα γεγονότα και τα πρόσωπα, που του είχαν στοιχίσει την απογοήτευση
κατά τη στιγμή του περάσματος από τον γενέθλιο τόπο στην ελεύθερη εθνική πατρί δα. Δεν γνωρίζω αν στην επιθυμία του Κερκυραίου λόγιου να συντάξει τα φιλοκαποδιστριακά του κείμενα έπαιξαν κάποιον ρόλο οι αδελφοί του Κυβερνήτη, ιδιαίτε ρα ο Βιάρος, με τον οποίον ο Μουστοξύδης ήταν πάντα σε πολύ καλές σχέσεις. Σίγουρα, πάντως, θα τον ενθάρρυναν: έμοιαζε άλλωστε ο αρμοδιότερος. Το αποτέλε σμα όμως επρόκειτο να διαψεύσει και να δυσαρεστήσει όσους εναπόθεταν σ αυτόν τις ελπίδες τους, επιδιώκοντας τον πολλαπλασιασμό των έργων, τα οποία θα παρέδι δαν στην ιστορία ένα θετικό πρόσωπο του Καποδίστρια, ενώ η φήμη, την οποία μάλ λον και ο ίδιος καλλιεργούσε ή, πάντως, δεν διέψευδε, δηλαδή ότι σχεδίαζε πάντα τη βιογραφία του Καποδίστρια, εμπόδισε άλλους να το επιχειρήσουν έγκαιρα. Στην άλλη μεριά της Αδριατικής κι άλλοι Έλληνες παρακολουθούσαν τις τύχες του νεογέννητου κράτους με πολλή θέρμη και ενδιαφέρον. Ο Κερκυραίος Μάριος Πιέρης, παλιά καθηγητής στο πανεπιστήμιο της Πάδοβας, ήταν ένας απ' αυτούς 17 . Αναθυμούμενος την είδηση της δολοφονίας του Κυβερνήτη, ο Πιέρης σημείωνε το 1844 στην λίγο υστερότερα δημοσιευμένη αυτοβιογραφία του: «[...] Έμεινα έκπλη κτος, χαμένος... Κατόπιν, μόλις συνήλθα, περπατούσα μεσ' στο σπίτι μου φωνάζο ντας θυμωμένα: -Έλληνες, Έλληνες, γίνετε τουλάχιστον πρώτα έθνος και στ' αλήθεια ελεύθεροι, μεγάλοι και δυνατοί, προτού να γίνετε αχάριστοι. [...] Αλίμονο, οι Μεγά λοι εχθροί μας θα βαλθούν τώρα να φωνάζουν ότι η Ελλάδα δεν ξέρει να είναι ελεύ θερη κι ότι της άξιζαν τόσοι αιώνες σκλαβιάς! Δύστυχε Καποδίστρια! Ποιος ξέρει πόσοι, αχρείοι ή παραπλανημένοι, θα ξεφυτρώσουν τώρα για να δυσφημήσουν το όνομα σου! Κι εγώ δεν έχω καν τα γεγονότα στα χέρια μου για να μπορέσω να σε υπε ρασπιστώ. - Ο θάνατος εκείνου του ενάρετου και μεγάλου άνδρα στην αρχή θεωρή θηκε σαν μια ιδιωτική εκδίκηση του γιου του Πετρόμπεη, αλλά ήταν μια εκδίκηση της Αγγλίας_ κι εκείνος ο ολέθριος Έλληνας τυφλό όργανο της. Και τέτοια είναι η συνηθισμένη συμπεριφορά εκείνης της φιλελεύθερης κυβέρνησης: να εξαφανίζει δηλαδή τους εχθρούς της, εξυπηρετούμενη από το χέρι των ίδιων των συμπατριωτών τους, έτσι ώστε να μην φαίνεται δικό της έργο. [...]*". Η θέση του Πιέρη, σχετικά με το ποιος υποκίνησε τη δολοφονία, δεν επρόκειτο στο μέλλον ν' αλλάξει. Και στις εξαιρετικά ενδιαφέρουσες ημερολογιακές του σημει ώσεις, τις «Αναμνήσεις» του («Memorie»), που μας άφησε χειρόγραφες και οι οποίες παρακολουθούν τα γεγονότα, αλλά και σε όλη τη διάρκεια της μεταγενέστερης συγ γραφής της αυτοβιογραφίας του", θα επιμείνει στην εκδοχή αυτή. Επιπλέον, κάθε φορά που θα αναφέρεται στην Αγγλία, την «προστάτιδα» δύναμη του Προτεκτοράτου του Ιονίου, θα βρίσκει την ευκαιρία να ξαναθυμίσει το ρόλο της στη δολοφονία του Κυβερνήτη 20 . Στις «Αναμνήσεις» του σκιαγραφεί το κλίμα που τον οδήγησε, όπως θα δούμε αμέσως, στο να αποδεχτεί την πρόταση να γράψει τη βιογραφία του παλι ού του φίλου και συνεργάτη την εποχή της Επτανήσου Πολιτείας. Για τον Πιέρη, η εποχή εκείνη υπήρξε κρίσιμη: Περασμένα πλέον τα πενήντα, στη δεκαετία του 1830, αντιλαμβάνεται ότι η θέση του στο ιταλικό Πάνθεο θα είναι κάτι χειρότερο κι από δευ-
τερεύουσα. Παράλληλα, πέραν της ηλικίας και της έλλειψης οικογένειας, η ύπαρξη του ελληνικού αλλά και του Ιόνιου κράτους, η έξαρση του ευρωπαϊκού φιλελληνι σμού, η ήττα του κλασικιστικού του κοσμοειδώλου, θα κάνουν να γιγαντώνεται μέσα του η αίσθηση της αποτυχίας, η έλλειψη μιας ορισμένης ταυτότητας, η ανυπέρβλητη μοναξιά. Μέσα σε αυτό το λαβύρινθο συναισθημάτων θα επιχειρήσει τη σύνθεση ενός έργου, που θα ήταν ταυτόχρονα φόρος τιμής στον Κερκυραίο πολιτικό, καταδίκη της αγγλικής πολιτικής που βίαζε τις ελευθερίες των Ελλήνων και ειδικά του Ιονίου, αλλά μαζί και ένα βιβλίο, που θα του χάριζε τη δόξα που φαινόταν να μην μπορούν να του εξασφαλίσουν ούτε η καθηγητική έδρα ούτε οι φιλολογικές και ποιητικές του επιδό σεις ούτε οι αισθητικές του απόψεις ούτε οι ποικίλες παρεμβάσεις του για την ιταλι κή φιλολογία21. Είναι σίγουρο ότι στην απόφαση αυτή τον ώθησε ο Βιάρος, μάλλον απογοητευ μένος από την αναποτελεσματικότητα του Μουστοξύδη ή ίσως και επιθυμώντας ένα ακόμη κείμενο στο χαράκωμα των φιλοκαποδιστριακών. Γνωρίζουμε άλλωστε ότι ο ίδιος δραστηριοποιήθηκε έντονα προς την κατεύθυνση αυτή, όχι μόνο παρακι νώντας άλλους, αλλά και εκδίδοντας τρία ανώνυμα έργα: το Renseignements sur la Grèce et sur l'administration du Comte
Capodistrias,
το
Examen
critique..., ως απάντηση στο δίτομο έργο του Thiersch, De l'état actuel de la • • . • . • • • • • • . . . . • ι , · ,j
Grèce et des moyens d'arriver à sa restauration (Λειψία 1833), αλλά και μια βιογραφία του Καποδίστρια, όπως
Ι» ι,«» A U r . « ^ ~ i a ( i v i . ίι -lSiTftw )
22
θα δούμε στη συνέχεια . . i i i i l i ' i . i i j f e i . wj-,,^. ••&,*.*-„*fn«i.*HKv
*bw*3Buk0JH«gj| * '.--• ίϊϊ-ι'.'TOï- <w.!.-.v.'ïii;,iL-<y-K:yï<i'. ^ . ut.i^ii<Mfv jtf a-. .*W.ut:..v,i·..- ri;-;.,..,. „,,•',.,,,,,· ,,i-; ·•,., pfJiii-ti.ijii,w .-Ί/ιιϊ,ιί,. .h:r:.-ii'vK.-,if.t>i -7.u>;iil«> 01 :p Λ.:";!..! Min» CI: /ςάΰ»<ι, π.- nur !ΐ»»·ι«.ι )»«g.ii>; i n f o i » juinimKW
Η ιδέα της σύνταξης μιας βιογρα φίας του Καποδίστρια υποβλήθηκε στον Πιέρη από τον Βιάρο στα τέλη του 1832, εφόσον η πρώτη εγγραφή στις «Αναμνήσεις» του πρώτου είναι στις 15 Ιανουαρίου του 1833 23 . Το ζήτημα τον απασχόλησε για κάποιο διάστημα: στο
•ν. !=-·*ϊ:--*-«ΐ;ί(.·ΐ!ΐιιίοΐ.
τέλος Ιανουαρίου εκείνης της χρονιάς φαίνεται ότι είχε ήδη καταρτίσει κάποιο l-.'-iîi-; Vl.MiJV.vvI.-
...
σχέδιο του κειμένου, το οποίο κοινοποί ησε στον Βιάρο, εφόσον αναφέρει ότι αυτός ο τελευταίος έμεινε ευχαριστημέ
Λι Siu
iiurijïilil I I ; I V Î V
inr.:\:-!..T:- |8i«..m,-,- V.v'.iu •l'i,".i>r:Tr'-;•:• ï.îij!rtïi..imi.
νος από το σχέδιο «που του έστειλε». Η εργασία του προχώρησε κάποια στάδια,
63
καθώς μας πληροφορεί ότι συγκέντρωσε το σχετικό υλικό και άρχισε την επεξεργα 2 1
σία του " . Αλλά ο Καποδίστριας δεν επρόκειτο να είναι τυχερός στη Φλωρεντία, όπως δεν ήταν ούτε στην Κέρκυρα: το Σεπτέμβρη της ίδιας χρονιάς, από μιαν επιστολή του Μουστοξύδη στον κοινό τους φίλο, τον Giambattista Niccolini, ο Πιέρης πληροφο ρείται ότι και ο Μουστοξύδης επιχειρεί ήδη το ίδιο σχέδιο -και μάλλον αποκαρδιώ25
νεται . Αλλωστε ο δύσκολος Μουστοξύδης δεν είναι το μόνο «εμπόδιο»: όπως σε λίγο θα δούμε, ένας ακόμη Κερκυραίος, ο Δημήτριος Αρλιώτης, φαίνεται ότι είχε ήδη ολοκληρώσει -μόνος αυτός!- το σχέδιο. Ο Πιέρης στη Φλωρεντία, αβοήθητος και με λίγα στοιχεία στα χέρια του, εξαρτώμενος σχεδόν αποκλειστικά από τις πληροφορίες και το υλικό που του στέλνουν οι Καποδίστρια από την Κέρκυρα, αρχίζει «να σημει ώνει ορισμένα πράγματα για τη βιογραφία [,..]», όταν λαβαίνει, στις 24 Δεκεμβρίου, μια επιστολή του Βιάρου, η οποία προς στιγμήν τον ενθαρρύνει, καθώς φαίνεται ότι το τοπίο του ανταγωνισμού ξεκαθαρίζει και οι Καποδίστρια κάνουν τις επιλογές τους: «[...] με εμψυχώνει να ξεκινήσω την εργασία μου για τον δύστυχο Ιωάννη, φανερώ νοντας μεγάλην ανυπομονησία να τη δει να ξεκινάει από τα χέρια μου, και όχι από τα χέρια του Μουστοξύδη. Θα κάνω ό,τι μπορώ για να ικανοποιήσω την ευγενική επι θυμία του φίλου»2''. Αλλά, αν, όπως είναι φυσικό, οι αδελφοί Καποδίστρια επιθυμούσαν μιαν «ομοβροντία» φιλοκαποδιστριακών κειμένων, οι υποψήφιοι συγγραφείς, προφανώς για τους δικούς τους λόγους, δεν επιθυμούσαν τον μεταξύ τους συναγωνισμό. Αν ο Μου στοξύδης είχε την αίσθηση ότι βρέθηκε στο κέντρο της πολεμικής, -κάτι που άρχιζε να ξεθωριάζει καθώς περνούσαν τα χρόνια στην Κέρκυρα, μακριά από την Αθήνα-, και άρα το ζήτημα τον αφορούσε άμεσα, ο Πιέρης, πέρα από την επιθυμία της υπεράσπι σης του Κερκυραίου φίλου του και τη δόξα που ανέμενε από το επτανησιακό και ευρωπαϊκό αναγνωστικό κοινό, άλλη συναισθηματική ή πολιτική εμπλοκή δεν είχε. Ώστε, αν για τον Μουστοξύδη η απόσταση πια από τα γεγονότα, η δυναμική του εμπλοκή στα του Ιονίου και μια φυσική αναβλητικότητα του μπορούν να εξηγήσουν την ολιγωρία του ή την αναποτελεσματικότητα του, για τον Πιέρη, η βιογραφία ήταν ναι μεν μια υπεράσπιση, κυρίως όμως, νομίζω, μάλλον απλώς ένα σχέδιο ανάμεσα στα άλλα. Δίχως καμία αμφιβολία, θα θεωρούσε το βιβλίο αυτό και ως μία καταδίκη της αγγλικής πολιτικής στο Ιόνιο, αλλά ο Πιέρης, το γνωρίζουμε, ήταν πολύ λίγο πολιτικός_ πολύ λιγότερο απ' όσο ο Μουστοξύδης. Δεν γνωρίζω αν τελικά το φόβητρο του Μουστοξύδη ήταν ο βασικός λόγος που τον απέτρεψε από το να ολοκληρώσει το σχέ διο του, σίγουρα όμως δεν ήταν ο μόνο2"" το αποτέλεσμα, πάντως, όπως σήμερα το διαπιστώνουμε, είναι εξίσου λειψό με εκείνο του «ανταγωνιστή» του: λίγες σκόρπιες σημειώσεις, σχεδιαγράμματα και σκέψεις είναι ό,τι έχει απομείνει στα κατάλοιπα του 28 . Αλλά, αν το σχέδιο του Πιέρη έμεινε στα χαρτιά, ο ίδιος είχε μιαν, έμμεση έστω, εμπλοκή στην έκδοση ενός άλλου κείμενο, που ακόμη σήμερα παραμένει φάντασμα. Τις ίδιες μέρες, που ο Βιάρος υπέβαλε στον Πιέρη την ιδέα μιας βιογραφίας, γνωρί ζουμε ότι ο ίδιος είχε εκδώσει ένα ακόμη φιλοκαποδιστριακό, «αντικοραϊκό» μάλλον,
κείμενο, ίο οποίο δυστυχώς δεν έχει ακόμη εντοπιστεί. Οφείλουμε την πληροφορία σε μια αναφορά του Μουστοξύδη σε επιστολή του στον Παπαδόπουλο Βρετό, το Φεβρουάριο του 1833. Πρόκειται για το: Προς τον Συνθέτην και Εκδότην του Δευτέ ρου διαλόγου Γ. Πανταζίδην, το οποίο κυκλοφόρησε στη Φλωρεντία το Δεκέμβριο 29
της προηγούμενης χρονιάς . Από την ίδια πηγή μαθαίνουμε ότι το κείμενο κυκλοφό ρησε ανώνυμο (ο Μουστοξύδης αναφέρει: «θα δεις ότι δεν είναι δικό μου»), αλλά ο Βρετός μάς πληροφορεί, με σιγουριά, στα σχόλια της επιστολής, ότι είναι του Βιάρου. Το θέμα το θυμάται πολύ αργότερα και ο Πιέρης στην αυτοβιογραφία του, σημειώ νοντας μάλιστα ότι το Δεκέμβριο εκείνης της χρονιάς, την εποχή που ο νέος βασιλιάς Όθωνας περνούσε από την Τοσκάνη για να έρθει στην Ελλάδα, τον επισκέφθηκε ο Casini, Γραμματέας του υπουργείου εξωτερικών του Μεγάλου Δουκάτου, «ο οποίος ευγενέστατα ερχόταν να τον παρακαλέσει να δεχτεί να εξετάσει ένα βιβλιαράκι ελληνι κό, τυπωμένο στη Βενετία, αλλά που ακόμη δεν είχε πάρει την έγκριση της Λογοκρι σίας»30. Σε μια αναλυτική σημείωση του ο Πιέρης είναι αρκετά κατατοπιστικός για το περιεχόμενο του εν λόγω κειμένου: «Κι ούτε μπορούσα να αρνηθώ μια τόσο μικρή χάρη σε έναν μεσολαβητή τόσο ευγενικό. Κι ακόμη περισσότερο προθυμοποιήθηκα, εφόσον γνώριζα ότι επρόκειτο για μια απολογία των Καποδίστρια και μάλιστα του δύστυχου κόντε Ιωάννη, ενάντια στις άφρονες και αισχρές κατηγορίες που εκτόξευσε από το Παρίσι ένας ανώνυμος, που έλεγαν ότι ήταν ο διάσημος Κοραής, σε ένα βιβλίο γραμμένο ελληνικά σε διαλογική μορφή. Μέσα σ αυτό, ο Καποδίστριας κατηγορού νταν ότι επιχείρησε να επιβάλλει τυραννία, αν και άλλοτε [ο Κοραής] τον είχε χαρα κτηρίσει ως Τιμολέοντα των καιρών μας. Μόνον που ο Κοραής ήταν πια ένας παρηκμασμένος γέροντας και λίγο μετά πήγε να συναντήσει τους Ισοκράτηδες, τους Δημοσθένηδες και τους Πλουτάρχους, που είχε σχολιάσει, και ίσως και να δώσει λόγο στον Μίνωα για τη συκοφαντία εναντίον του νέου, αλλά άτυχου Τιμολέοντα. Αν βέβαια αληθεύει ότι αυτός ο φημισμένος γέροντας, παραπλανημένος από κάποιους σύγχρο νους δημαγωγούς, στιγμάτισε τις τελευταίες του μέρες με τη συκοφαντία»31. Η πληροφορία του Πιέρη επιβεβαιώνεται από τα στοιχεία που εντοπίστηκαν πρόσφατα στο Κρατικό Αρχείο της Φλωρεντίας (Αρχείο της Λογοκρισίας). Δυστυ χώς, όμως, το ίδιο το κείμενο δεν εντοπίστηκε. Μετά από την εξέταση που πραγμα τοποίησε ο Πιέρης, καθότι η Λογοκρισία δεν είχε άνθρωπο αρμόδιο για τα ελληνικά κείμενα, δεν βρέθηκε τίποτα το επιλήψιμο και στις 29 Δεκεμβρίου του 1832 ο Neri Corsini, Διευθυντής της Γραμματείας του Κράτους και της Κεντρικής Λογοκρισίας, εξουσιοδοτούσε τον βασιλικό Λογοκριτή πατέρα Mauro Bernardini «να δώσει τις κατάλληλες εντολές ώστε να παραδοθούν στον ενδιαφερόμενο όλα τα αντίτυπα του γνωστού κειμένου [γραμμένου] στην απλοελληνική και το οποίο περιέχει την απολο γία του Καποδίστρια (apologia del Capo d'Istria)»32. Την ίδια μέρα στο επίσημο κατά στιχο της Λογοκρισίας συναντούμε την επόμενη και τελευταία σχετική, όσο και μάλ λον απρόσμενη, πληροφορία: «Τυπογραφείο Calasanziana. Με Υψηλή εντολή παρα δόθηκαν όλα τα αντίτυπα στη ρωσική διπλωματική αποστολή (Legazione Russa)»33.
Από τα παραπάνω μπορεί να εξαχθεί με σιγουριά το συμπέρασμα ότι το βιβλίο κυκλο φόρησε από την «Tipografia Calasanziana», το τυπογραφείο που οι Padri Scolopi είχαν δημιουργήσει στη Φλωρεντία, ήδη από το 1816, κυρίως για την εκτύπωση εκπαιδευτικών βιβλίων. Χαρακτηριστικό είναι ότι ο επικεφαλής του τυπογραφείου ήταν ο μετριοπαθής λόγιος πατέρας Bernardini, ο οποίος την ίδια στιγμή, ένεκα του κύρους του αλλά και της ισχύος του τάγματος του (των Padri Scolopi), ήταν και επι κεφαλής της Λογοκρισίας στο Μεγάλο Δουκάτο της Τοσκάνης 34 . Πώς πρέπει να ερμηνευτεί η απόφαση για την αποστολή όλων των αντιτύπων στη ρωσική διπλωματική αποστολή; Ότι το βιβλίο του Βιάρου εντασσόταν στην προσπά θεια της Ρωσίας για έμμεση δικαιολόγηση της πολιτικής της στην Ελλάδα ή μήπως σημαίνει απλούστερα ότι τα αντίτυπα του βιβλίου παραδόθηκαν σε κάποιο πρόσωπο που υπηρετούσε εκεί, για να παραδοθούν με τη σειρά τους στον Βιάρο; Σε κάθε περί πτωση, η υπεράσπιση του Καποδίστρια, υπό μία ορισμένη οπτική, ισοδυναμούμε με υπεράσπιση της πολιτικής του τσάρου και, άρα, εξ αντικειμένου εξυπηρετούσε τους στόχους της ρωσικής πολιτικής. Η πιθανότερη εκδοχή είναι ότι κάποια ρωσικά διπλωματικά κανάλια θα χρησιμοποίησε ο Βιάρος, για να επιτύχει την έκδοση και ίσως την καλύτερη διακίνηση του έργου 35 . Περίεργο, ωστόσο, παραμένει το γεγονός ότι δεν έχει ακόμη εντοπιστεί κανένα αντίτυπο ενός έργου, το οποίο κάποια κυκλο φορία θα επιδιώχθηκε να έχει. Το βιβλίο πάντως έφτασε οπωσδήποτε γρήγορα στην Κέρκυρα, εφόσον το Φεβρουάριο του 1833 ο Μουστοξύδης στέλνει αντίτυπο του στον Παπαδόπουλο Βρετό, στο Ναύπλιο. Αλλά ο Πιέρης, πέρα από το μη ολοκληρωμένο σχέδιο της βιογράφησης του Καποδίστρια και τον έμμεσο ρόλο που έπαιξε στην έκδοση του 1832, εμπλέκεται και εν μέρει ευθύνεται για την καθυστέρηση της έκδοσης της βιογραφίας του Κερκυραί ου πολιτικού από το συντοπίτη του Δημήτριο Αρλιώτη. Πρόκειται, όπως γνωρίζου με, για τη μόνη ουσιαστική βιογράφηση που εκυκλοφόρησε, έστω πολύ καθυστερη μένα, συνταγμένη από Κερκυραίο και δεν προερχόταν από την οικογένεια Καποδί στρια: La vita di Giovanni Conte Capodistria scritta nel 1833 da Demetrio Arliotti Corcirese (Ì859)36. Ο Αρλιώτης, στην εισαγωγή του κειμένου του, επιχειρεί να δικαιολογήσει τη μεγάλη καθυστέρηση της έκδοσης, ισχυριζόμενος πως αντιλήφθηκε ότι, καθώς έγρα ψε αμέσως μετά από τα γεγονότα, το ύφος του θα μπορούσε να θεωρηθεί υπερβολικό_ ως εκ τούτου, αποφάσισε να μην τυπώσει το κείμενο του. Υποχώρησε στις μεγά λες πιέσεις των φίλων του μόνον στο τέλος της ζωής του, δίνοντας το κείμενο στη δημοσιότητα37. Την ίδια ερμηνεία προβάλλει και ο βιογράφος του, ο Νικόλαος-Φραγκίσκος Μπελτράμης Μάνεσης, σημειώνοντας ότι η λογοκρισία στο Ιόνιο, «μέχρι το 1850», εμπόδιζε την κυκλοφορία του έργου στην Κέρκυρα, ενώ επιπλέον, για τον Αρλιώτη, ο οποίος άλλωστε «δεν έτρεφε φιλοδοξίες συγγραφέα, δεν ήταν εύκολο [...] να προστρέξει στο εξωτερικό, για να τυπωθεί το βιβλίο του στην Ελβετία ή στο Βέλγιο. Μία φορά, μάλιστα, παρακινημένος από τον Μάριο Πιέρη, δέχτηκε να ανα-
λάβει ο τελευταίος την υποχρέωση να τυπωθεί το βιβλίο παράνομα στην Ιταλία_ όλα 38
συμφωνήθηκαν, αλλά κατόπιν η προσπάθεια απέτυχε» . Ο Πιέρης αναφέρει ότι κατά το πρώτο ταξίδι του στην Κέρκυρα (το χειμώνα του 1836), ο παλιός του φίλος και φίλος του Καποδίστρια, επίσης, Δημήτριος Αρλιώτης, του διάβασε το κείμενο και, με κάποιο ίσως παράπονο για τη δική του αναποτελε σματικότητα, εκφράζεται πολύ θετικά για την αξία του: «Ευτυχώς, ένας άλλος συμπα τριώτης μας και τρυφερός φίλος της νιότης μου, καλλιεργημένο πνεύμα και ευγενι κή ψυχή, [...], ο Δημήτριος Αρλιώτης, συγκεντρώνοντας καθημερινά ειδήσεις της Ελλάδας και συζητώντας συνεχώς με όσους πήγαιναν κι έρχονταν σ' εκείνη τη δύστυ χη χώρα, και κατόπιν με φίλους, συγγενείς και κάθε είδους γνωστούς τού αθάνατου νεκρού, κατόρθωσε να συνθέσει μια ωραία και φροντισμένη βιογραφία του, την οποία είδα ο ίδιος κατά τα τελευταία ταξίδια μου στην Κέρκυρα, και που ένεκα χιλίων απρόβλεπτων συμβάντων παραμένει ακόμη (= 1844) ανέκδοτη»39. Πράγματι, από τη σωζόμενη αλληλογραφία Αρλιώτη - Πιέρη όλα αυτά τα σημεία επιβεβαιώνονται40. Ή δ η τον Αύγουστο του 1837, όταν ο Πιέρης έχει επιστρέψει στη Φλωρεντία, ο Αρλιώτης από την Κέρκυρα, και προφανώς μετά από προηγούμενες μεταξύ τους συζητήσεις, εξηγεί ότι δεν απευθύνθηκε στον Dondi, εφόσον ο τελευ ταίος αυτός, κατέχοντας δημόσιο αξίωμα, δεν θα ήθελε να αναμιχθεί στην έκδοση ενός πολιτικού κειμένου, το περιεχόμενο του οποίου θα του δημιουργούσε ίσως προ βλήματα. Ταυτόχρονα, παραπονιέται ότι ο Πιέρης, αν και του υποσχέθηκε να μερι μνήσει για την έκδοση στην Τοσκάνη, τελικά δεν έκανε τίποτα: «[...] και τα έχω και λίγο μαζί σας, εφόσον με τα ωραία σας λόγια με πείσατε να επιθυμήσω τις τιμές μιας έκδοσης. [...] Μου φαίνεται ότι ούτε καν το διαβάσατε στους πολλούς σας φίλους, όπως μου είχατε υποσχεθεί, γιατί αν το είχατε κάνει, θα μου γράφατε την κρίση τους». Και αφού σημειώσει ότι ένα τέτοιο χειρόγραφο στην Αγγλία και στη Γαλλία, όχι μόνον θα έβρισκε εκδότες, αλλά εκεί θα ήταν πρόθυμοι να πληρώσουν για να το αποκτή σουν, επισημαίνει: «[...] Δεν μπορώ να σας αποκρύψω ότι είμαι πολύ δυσαρεστημέ νος που αυτή μου η δουλειά προς έπαινον του πλέον διακεκριμένου άνδρα που έβγα λε ποτέ το νησί μας δεν μπορεί να εκδοθεί». Περισσότερο από ένα χρόνο μετά, την 1η Νοεμβρίου του 1838, τα πράγματα φαίνεται να έχουν πάρει άλλη τροπή: ο Πιέρης έχει επιτύχει μια κάποια συμφωνία (απ' ό,τι φαίνεται στη συνέχεια, με τον Mazzarini [ή Mazzavini;]) και το πράγμα πλη σιάζει στην ολοκλήρωση του, αφού η έκδοση μοιάζει επικείμενη_ ο Αρλιώτης μάλι στα σημειώνει ότι «δεν μου φαίνεται απαραίτητο να τεθεί το ονοματεπώνυμο στη σελί δα τίτλου_ αρκούν τα αρχικά μου». Η οικονομική συμφωνία, επίσης, φαίνεται ότι είναι θετική για τον Αρλιώτη, αφού θα του επιτραπεί «να βάλει και κάτι στην τσέπη του». Θα τυπώνονταν τετρακόσια αντίτυπα, γαλλικά και ιταλικά, εφόσον ο ίδιος ζητά από τον Πιέρη να του στείλει στην Κέρκυρα το συντομότερο δυνατόν (μόνον!) «24 -δώδεκα γαλλικά και άλλα τόσα ιταλικά», να χαρίσει εξ ονόματος του όσα επιθυμεί σε διάφορους φίλους του στην Ιταλία (αναφέρει ονομαστικά τον γνωστό φιλελεύθε-
ρο θεατρικό συγγραφέα Giambattista Niccolini, αγαπητό φίλο του Πιέρη, αλλά και του ίδιου) και να πουλήσει τα υπόλοιπα. Μάταια όμως... Οι καιροί για τον Πιέρη δεν ήταν ευχάριστοι, η απομόνωση στη Φλωρεντία μεγάλωνε, τα δύο ταξίδια του στην Κέρκυρα είχαν κάνει πιο έντονη την αμφπαλάντευσή του ανάμεσα στις δυο πατρίδες και ακόμη μεγαλύτερη την αδυναμία μιας απόφασης για τις μελλοντικές του 41
επιλογές . Το σχέδιο του Αρλιώτη δεν φαίνεται να πρώτευε στο μυαλό του... Το Μάρτη πια του 1839, όταν ο Πιέρης προβληματίζεται επίμονα για την πιθανότητα οριστικής επιστροφής του στην Κέρκυρα, ο Αρλιώτης του γράφει ότι η παρουσία του στη Φλωρεντία είναι η μόνη ελπίδα για έκδοση και παραπονιέται έντονα γιατί η έκδο ση καθυστερεί, εκφράζοντας μάλιστα έναν φόβο, τον οποίο συμμερίζεται ή, μάλλον, υποδαυλίζει ο Βιάρος: μήπως δηλαδή το πρόσωπο με το οποίο διαπραγματεύεται ο Πιέρης στη Φλωρεντία φάνηκε τόσο γενναιόδωρο στη συμφωνία, μόνο και μόνο για να μπορέσει να αποκτήσει το χειρόγραφο και κατόπιν να εμποδίσει την έκδοση. Τον Ιούνιο, έχει αρχίσει πια να ανησυχεί πραγματικά ακόμη και για την τύχη του χειρο γράφου του, δείχνει μετανιωμένος που δεν είχαν συμπεριλάβει στη συμφωνία μία ρήτρα, που θα ανάγκαζε τον εκδότη να αποζημιώσει οικονομικά το συγγρα φέα στην περίπτωση αθέτησης των υποχρεώσεων του, καλεί τον Πιέρη να εκφράσει τη δυσαρέσκεια του στο μαρ κήσιο Azzolino, τον εκπρόσωπο του εκδότη, και να τον κρατεί ενήμερο για τις εξελίξεις. Στις 28 Αυγούστου τα πράγματα δεν έχουν αλλάξει, ο Πιέρης μάλιστα μοιάζει να υπεκφεύγει να απα ντήσει ή να δεσμευτεί πλέον («[...] Είναι σειρά σας τώρα να μου πείτε σεις, σε ποιον απευθυνθήκατε τόσους μήνες, είτε προφορικά είτε γραπτά, για να επι σπεύσετε την εκτύπωση; Ποια βήματα έχετε κάνει; Τι
σας
υποσχέθηκαν;
[...]»). Στο ίδιο διάστημα φαίνεται ότι έκανε ορισμένες επεμβάσεις στο αρχικό κείμενο, αφού τον Ιούλιο του ενημερώνει
τον
1840,
αναποτελεσματικό
Πιέρη ότι με βάση το αντίγραφο, που είχε κρατήσει, επεξεργάστηκε ένα και νούργιο κείμενο, φροντίζοντας περισ σότερο το ύφος και προσθέτοντας « 1 2 -
68
16 σημειώσεις». Κατά συνέπεια, ζητάει να κάνει ό,τι μπορεί ο Πιέρης, για να πάρει πίσω το χειρόγραφο του, «μιας και τώρα το χειρόγραφο είναι πιο πλήρες και δεν θα ήθελα να τυπωθεί η προηγούμενη μορφή του». Ένα μεγάλο κενό στην αλληλογραφία δεν μας επιτρέπει να γνωρίσουμε την πορεία των πραγμάτων, η οποία όμως δεν ήταν, ούτως ή άλλως, ευτυχής. Έντεκα χρόνια μετά (Οκτώβριος του 1851) ούτε η έκδοση έχει πραγματοποιηθεί ακόμη ούτε το χειρόγραφο έχει επιστραφεί στο συγγραφέα. Πιθανώς στην προοπτική μιας νέας συμφωνίας για έκδοση, ο εβδομηντατετράχρονος πλέον Αρλιώτης γράφει πάντα από την Κέρκυρα ότι επιθυμεί να τυπωθεί το επεξεργασμένο κείμενο και όχι εκείνο το παλιό, το οποίο «εξαφανίστηκε για πολλά χρόνια». Μάλλον δίχως πολλές ελπίδες πια, θέτει στον παλιό του φίλο έναν όρο για την έκδοση: να το διαβάσει, να το διορθώσει και να επιβλέψει προσωπικά την έκδοση42. Δεν γνωρίζουμε την απάντηση του Πιέρη, γνωρίζουμε όμως ότι ούτε αυτό το σχέδιο ευοδώθηκε, εφόσον ο μελαγχολικός και μάλλον απογοητευμένος Κερκυραίος λόγιος πέθανε σε λίγους μήνες στη Φλωρεντία (στις 20 Μαΐου του 1852), δίχως να κατορθώσει να ταφεί ούτε στην Sante Croce, στο Πάνθεον των μεγάλων Ιταλών, όπως πολύ θα επιθυμούσε, ούτε όμως και στο γενέθ λ ο νησί του 43 . Μετά από όλες αυτές τις αβεβαιότητες και τις διαψεύσεις, το κείμενο του Αρλιώτη επρόκειτο να δει το φως, ύστερα από οχτώ ακόμη χρόνια, στη γενέθλια Κέρκυρα αυτή τη φορά, χάρη στη επιμονή και στη φροντίδα των φίλων του_ μάλι στα, μπορούμε να εικάσουμε, κυρίως του Μάνεση, ο οποίος μόλις είχε φροντίσει και την έκδοση των στίχων του, πάλι στην Κέρκυρα.
Β. Το Ατελέσφορο και οι Τρόποι του Λόγου
Α
τελέσφοροι, λοιπόν... Ας συνοψίσουμε. Ούτε η «Απολογία» του Μουστοξύδη είδε ποτέ το φως, αλλ' ούτε και η βιογραφία του Κυβερνήτη. Η διαδιδόμενη
πληροφορία ότι προχωρούσε στην πραγματοποίηση των σχεδίων του, ιδιαίτερα αυτού του τελευταίου, οπωσδήποτε ανέστειλε την όποια ορμή του Πιέρη, τον απο θάρρυνε και συνέβαλε τελικά, δίχως καμιά αμφίβολα, στο να μεγεθυνθούν οι φόβοι και οι φοβίες του: ώστε, τελικά ούτε αυτός να ετοιμάσει τη δική του φιλοκαποδιστριακή βιογραφία. Η κωλυσιεργία αυτού του τελευταίου, οπωσδήποτε, πιθανώς η απόσταση και άλλες δυσκολίες, συνέβαλαν ώστε να ευθύνεται επιπλέον, έμμεσα αν μη τι άλλο, για τη σχεδόν τριαντάχρονη καθυστέρηση της έκδοσης της βιογραφίας του Αρλώτη: της μόνης πραγματική βιογραφίας του Κυβερνήτη. Διαψεύστηκαν εντέλει οι ελπίδες του Βιάρου, ο οποίος είτε υποκινούσε είτε ενθάρρυνε τις προσπάθειες και, βεβαίως, οι Επτανήσιοι, αυτοί τουλάχιστον στους οποίους εδώ αναφερθήκαμε, δεν συμμετείχαν ουσιαστικά στο διάλογο, στην πολεμική δηλαδή, που ακολούθησε τα γεγονότα του 1831, ούτε στις μετεξελ'ξεις της εικόνας του Καποδίστρια από τη δεκα ετία του 1840 και μετά. Αν ήταν, όμως, «ατελέσφοροι» ο Μουστοξύδης και ο Πιέρης, ήταν εξίσου «ατε λέσφορη», στο συγκεκριμένο ζήτημα, και όλη η Ιόνια λογιοσύνη. Γιατί, ακόμη κι αν
δεν είναι χωρίς σημασία η παρατήρηση του Πιέρη, ότι ο Μουστοξύδης δεν κράτησε την υπόσχεση του, αφού γνωρίζουμε ότι με τον ίδιο αναβλητικό τρόπο αντιμετώπισε πολλά σχέδια στη ζωή του, δεν μπορεί αυτή η παρατήρηση να ερμηνεύσει αποτελε σματικά τη στάση του Μουστοξύδη αλλά ούτε και του Πιέρη ή των υπολοίπων. Θα πρέπει να ληφθούν υπόψη, το αναφέραμε, οι συνθήκες στις οποίες ζούσε πλέον ο Μουστοξύδης, στο πλαίσιο του Ιονίου κράτους, όπως αναμφισβήτητα και η απομα κρυσμένη σχέση του Πιέρη με τα πράγματα της Κέρκυρας και ακόμη περισσότερο με τις υποθέσεις της Ελλάδας. Πέρα όμως από τις ατομικές συμπεριφορές, υπάρχουν τα γενικότερα ζητήματα: Η συζήτηση που διεξαγόταν εκείνες τις δεκαετίες στο ελληνι κό κράτος, οι διαδοχικές ερμηνείες της μορφής του Καποδίστρια και οι αξιολογήσεις της πολιτικής του, σε συνδυασμό με τις τρέχουσες πολιτικές εξελίξεις και τις προο πτικές του κράτους, δεν μπορούσαν πλέον παρά να αφορούν έμμεσα τον Κερκυραίο πια Μουστοξύδη και ακόμη περισσότερο έμμεσα τον Κερκυραιο-ιταλό Πιέρη, που γερνούσε μέσα στη θαμπή απόσταση του χρόνου, με μιαν αίσθηση εξορίας και απο μόνωσης στη Φλωρεντία. Στον εντός ελληνικού κράτους διάλογο συμμετείχαν, κατά κάποιο τρόπο, αργότε ρα, άλλοι: ο Αριστοτέλης Βαλαωρίτης και λίγα χρόνια νωρίτερα ο Ιωάννης Ζαμπέ λιος44. Αλλά, η καποδιστριακή παράταξη την κρίσιμη ώρα στερήθηκε τα μεγάλα ονό ματα των φίλων και συνεργατών του Καποδίστρια: αν μη τι άλλο, το όνομα του Μου στοξύδη. Τα κείμενα που παρήχθησαν στο Ιόνιο, στο διάστημα μάλιστα μιας τριακο νταετίας, δεν ήταν ούτε τόσα ούτε τέτοια που να μπορέσουν να επηρεάσουν τη σχη ματιζόμενη εικόνα για τον Κυβερνήτη: ούτε στην κρίσιμη εποχή μετά το 1843, οπότε διαμορφώθηκε στην Ελλάδα μια τάση αποκατάστασης του δολοφονημένου πολιτι κού, η οποία βρήκε την έκφραση της στην, μη εφαρμοσθείσα τελικά, απόφαση της Εθνικής Συνέλευσης για την ανέγερση του πρώτου ανδριάντα (Μάρτιος του 1844), ούτε και στη συνέχεια, όταν μέσα στο κλίμα της αντίδρασης στην πολιτική της Αντι βασιλείας, ο Καποδίστριας «επανεμφανίστηκε» στην πολιτική συζήτηση και ο ρόλος του επαναξιολογήθηκε. Αν στο ελληνικό βασίλειο η πρώτη κίνηση μιας μετριοπαθούς ερμηνείας της κρίσιμης περιόδου 1828-1831 έγινε από τον Νεόφυτο Δούκα 45 , οι Ιόνιοι δεν συμμετείχαν στη συμφιλιωτική κίνηση_ τα κείμενα που διαθέτουμε μαρτυ ρούν αλλιώς. Είναι ως εκ τούτου, νομίζω, συζητήσιμη η άποψη αν πράγματι η τρα γωδία του Ιωάννη Ζαμπέλιου (1844), μπορεί να θεωρηθεί ότι συνέβαλε στη διαδικα σία της συμφιλίωσης46. Η ένταση του κειμένου του «μαθητή» του Βιττόριο Αλφιέρι είναι τέτοια, οι χαρακτήρες και οι καταστάσεις τόσο απόλυτες, οι θέσεις των αντιπά λων τόσο ρητές και άκαμπτες, οι δρόμοι ανάμεσα στους αντιμαχόμενους ήρωες τόσο κλειστοί, που το κείμενο εντέλει μοιάζει μάλλον μια -ακόμη τότε!- διεκδίκηση του δίκαιου Καποδίστρια, παρά μια προσπάθεια συνάντησης των αντιπάλων. Οι πραγ ματικότητες των δυο όμορων κρατών (του Ιονίου κράτους και της Ελλάδας), οι στο χεύσεις και τα προβλήματα ήταν τόσο διαφορετικά, που βεβαίως η αξιολόγηση του παρελθόντος υπάκουε σε διαφορετικές αναγκαιότητες: για την Ελλάδα ο Καποδί-
στριας ήταν ένας σωτήρας ή ένα τύραννος_ για το Ιόνιο ήταν, πέρα από Κερκυραίος, ο ευρωπαίος ρεαλιστής και αποτελεσματικός πολιτικός, ο πρώτος Κυβερνήτης του ελεύθερου ελληνικού κράτους, στο οποίο οι Ιόνιοι ήθελαν να ενταχθούν. Οπωσδή ποτε ακούστηκαν κι άλλες φωνές, όπως εκείνη του Γεωργίου Τυπάλδου Ιακωβάτου 47
προς τα τέλη του αιώνα ' αλλά η εικόνα του Καποδίστρια στο Ιόνιο ήταν αναντίρ ρητα θετική. Η εικόνα του στο Ιόνιο συνδυάζεται και με μιαν άλλη παρατήρηση: εκείνη που υποδηλώνει τη «χρήση» του Καποδίστρια στο πλαίσιο του αντιαγγλικού αγώνα, με κορύφωση τη μετά το 1848 κατάσταση. Ή δ η το 1846-47 ο Francesco Cusani, μιλώ ντας γι' αυτήν ακριβώς την «παρουσία» του Καποδίστρια στο Ιόνιο, σημείωνε ότι οι εξελίξεις στην Ελλάδα «αφύπνισαν το δημόσιο πνεύμα και έδωσαν μιαν ώθηση στο μαραζωμένο θαλάσσιο εμπόριο των νησιών. Αλλά εκείνο που ακόμη περισσότερο επηρέασε τη χώρα [= το Ιόνιο κράτος] ήταν η επιλογή του Κερκυραίου Καποδίστρια ως προέδρου της Ελλάδας, επειδή πολλοί συμπατριώτες του έσπευσαν στο Ναύπλιο, αποκτώντας αξιώματα. Όταν δολοφονήθηκε, αυτοί αναγκάστηκαν να επιστρέψουν και διέδωσαν τον έρωτα της ανεξαρτησίας και την επιθυμία των μεταρρυθμίσεων»48. Ταυτόχρονα, ένας άλλος Ιταλός, με πολλαπλούς επίσης δεσμούς με το Ιόνιο κράτος και την ελεύθερη Ελλάδα, ο Giuseppe Regaldi, γράφοντας τη βιογραφία του Καπο δίστρια, στη δεκαετία πια του 1850, όχι μόνον θα κάνει σαφείς νύξεις για το ρόλο της Γαλλίας και θα υπαινιχθεί δευτερευόντως και την Αγγλία ως υπεύθυνες για τη δολο φονία του, αλλά θα αποτελέσει αφορμή για τον Βαλαωρίτη, ο οποίος στοχαζόταν και δρούσε πλέον μέσα στους ανοιχτότερους ορίζοντες του έθνους, για να τον παραινέσει να συνεχίσει να γράφει ώστε να διαδοθούν τα δίκαια της Ελλάδας49. Οπωσδήποτε, λοιπόν, και σε σχέση με την ερμηνεία που ήθελε τη δολοφονία του ως προϊόν της αγγλικής πολιτικής, για τους Ιόνιους ο Καποδίστριας ήταν το πρώτο, το πλέον ανά γλυφο δείγμα της αληθινής ουσίας της «ψευδοφιλελεόθερης» αγγλικής πολιτικής: να θυμίσουμε ότι ο Πιέρης, κάθε φορά που μιλάει στην αυτοβιογραφία του για την αγγλική πολιτική στο Ιόνιο θυμάται πάντα τη δολοφονία του Καποδίστρια. Κι επι πλέον είναι αυτονόητο ότι μέσα στον αγώνα των πολιτικών ιδεών, οι ρωσόφιλοι του Ιονίου στο πρόσωπο του Καποδίστρια έβρισκαν έναν αρχηγό και μάρτυρα. Στη σειρά των κρίσιμων εξελίξεων της περιόδου (3η Σεπτεμβρίου 1843, εμφάνιση του «πρώ του» ριζοσπαστισμού στο Ιόνιο, επαναστάσεις 1848-49 στην Κεφαλονιά) εντάσσεται η οπωσδήποτε εκρηκτική διπλή απόφαση της Θ' Ιονίου Βουλής (1850), μετά από πρόταση των Ριζοσπαστών βουλευτών, αφενός για θέσπιση της 25ης Μαρτίου ως επίσημης εορτής του Ιονίου κράτους, αλλά και η άλλη, η οποία πάρθηκε «παμψη φεί», για την ανέγερση του ανδριάντα του πρώτου Κυβερνήτη 50 . Αν όμως τα παραπάνω επιχειρούν περιγράψουν το κλίμα και να απαντήσουν στο αυτονόητο διπλό ερώτημα γιατί έγραψαν οι Επτανήσιοι για τον Καποδίστρια, αλλά και γιατί έγραψαν τόσο λίγα, ένα άλλο σχετικό ερώτημα φαίνεται να παρουσιάζει μεγαλύτερο ενδιαφέρον: Ποιοι Επτανήσιοι και πώς βιογράφησαν τον Καποδίστρια;
Νομίζω ότι αυτό το ερώτημα αφενός συμβάλλει στη σκιαγράφηση της πορείας των πολιτικών ιδεών στο Ιόνιο στο πρώτο μισό του δέκατου ένατου αιώνα και αφετέρου φωτίζει, από μια διαφορετική οπτική, το ζήτημα των καταγωγών και της διαμόρφω σης της λογιοσύνης του μικρού εκείνου τόπου. Στα ζητήματα αυτά η έρευνα δεν έχει εμβαθύνει μέχρι σήμερα ικανοποιητικά ή τα έχει αντιμετωπίσει σταθερά υπό μίαν ορι σμένη οπτική. Μάλιστα, η έμφαση έχει δοθεί στον ενωτικό αγώνα, πράγμα που έχει προωθήσει, αλλά και υπό μία έννοια συσκοτίσει, τη μελέτη του «επτανησιακού ριζο σπαστισμού». Στην κατεύθυνση αυτών των προβληματισμών θα επιχειρηθεί εδώ ένας πρώτος σχολιασμός του ζητήματος. Οπωσδήποτε, προς ώρας, οι απαντήσεις δεν μπορεί παρά να είναι μερικές, εφόσον πολλές πτυχές και πολλοί όροι της συζήτησης παραμένουν ακόμη αδιευκρίνιστοι. Τι σημαίνει η βιογράφηση του Καποδίστρια; Σημαίνει, βεβαίως, και αυτό ισχύει σε όλες σχεδόν τις γνωστές περιπτώσεις, τη βιογράφηση ενός φίλου, ενός συνεργά τη, ενός συμπατριώτη 51 . Σημαίνει επιπλέον την προσπάθεια απάντησης στις κατηγο ρίες περί «ξένων», περί τυραννίας, περί ρωσοφιλίας, περί σκοταδισμού, περί «επτανησοβενετικής ψώρας» και αριστοκρατικής νοοτροπίας. Βιογραφώντας τον Καποδί στρια, μάλιστα θετικά ή ακόμη και εγκωμιαστικά, οι Επτανήσιοι επιχειρούν να αυτοκαθαρθούν από τις παραπάνω κατηγορίες αλλά και, με τον τρόπο τους, να συμμετά σχουν στην πορεία του ελληνικού κράτους, στον προβληματισμό για την ιδεολογική - πολιτική του πορεία. Παρουσιάζοντας τον Κυβερνήτη ως το πρότυπο του πολιτι κού ηγέτη, του uomo di stato, του ρεαλιστή και φιλόπατρι, μάλιστα σε αντιπαράθεση με το φατριαστικό πνεύμα των παραδοσιακών ηγεσιών ή και εκείνων που τον πολέ μησαν και τον διαδέχτηκαν, με την «ανθελληνική» πολιτική των Μεγάλων Δυνάμεων ή ακόμη με την «ανεδαφική» σκέψη των Ελλήνων διανοουμένων, μάλιστα του ίδιου του πατέρα της νεοελληνικής σκέψης, του Κοραή, διεκδικούν την πολιτική ορθοφροσύνη, εντάσσοντας τη «λελογισμένη» και αναγκαστική βία του καποδιστριακού κράτους στην αναγκαιότητα της ιστορίας: σε μια φάση της πορείας προς το σχηματι σμό του νεότερου κράτους, μέσα μάλιστα στις συγκεκριμένες μετεπαναστατικές ελλη νικές συνθήκες. Όλα τα παραπάνω, ωστόσο, θα μπορούσαν να ισχύουν, δίχως καμία αμφιβολία, αν οι βιογράφοι ή οι επίδοξοι βιογράφοι, εντάσσονταν στο ίδιο ιδεολογικό φάσμα, ή καλύτερα στο ίδιο πλέγμα ιδεών. Δεν είναι όμως αυτή η περίπτωση μας. Αντιθέτως, πρόκειται για διαφορετικές πορείες και επιλογές, οι οποίες συγκλίνουν σε ένα κοινό συμπέρασμα, σε μια κοινή στάση. Πάντως πρέπει να ληφθεί υπόψη, έστω κι αν αυτό υπερβαίνει τις δυνατότητες της παρούσας ανακοίνωσης, ότι οι συγκλίσεις δεν παρα τηρούνται μονάχα στην αξιολόγηση της καποδιστριακής πολιτικής: είναι ευρύτερες, και αυτό που εδώ μας απασχολεί είναι μονάχα μια στιγμή αυτής της πορείας. Με δεδομένο αυτό, το γεγονός ότι τόσο διαφορετικοί άνθρωποι συναντιούνται εντέλει στη συμφωνία και τον έπαινο του Καποδίστρια μπορεί να ερμηνευτεί μόνο μέσα από ένα πλέγμα παραγόντων, που ξεκινούν από τις ατομικές ιστορίες (κοινός γενέθλιος
τόπος, φιλικοί δεσμοί), για να συναντηθούν με τις μεγάλες διάρκειες (βενετική κατά κτηση, κοινωνικοί ρόλοι και κοσμοείδωλα), την ιστορική συγκυρία (ρωσική πολιτι κή, δημιουργία κρατικών μορφωμάτων στο Ιόνιο, ελπίδες εθνικής αποκατάστασης) και τις τομές (όξυνση των κοινωνικών αγώνων, εμφάνιση της εθνικής ιδέας). Οι προ τάσεις ερμηνείας, κατά συνέπεια, που ακολουθούν, εντάσσονται σε μια προσπάθεια σκιαγράφησης ορισμένων στιγμών κατά την πορεία σχηματισμού της λογιοσύνης και της πολιτικής σκέψης στο Ιόνιο: δεν αποτελούν ένα κλειστό σχήμα ερμηνείας και δεν θεωρούν ότι υπάρχει μια συνολική ερμηνεία των ατομικών διαδρομών. Επιχειρείται δηλαδή, μάλλον η παρακολούθηση των διαδρομών και η ένταξη τους μέσα σε ένα πλαίσιο, σε ένα ορίζοντα δυνατοτήτων, όχι μονοσήμαντων όμως, με στόχο να εντοπι στούν οι κύριες παράμετροι και η κατίσχυση ορισμένων ιδεών_ εντέλει, η ίδια η νοηματοδότηση της ρήξης με το παρελθόν και οι συντεταγμένες του μέλλοντος. Προϋποτίθενται δύο αρχές. Η πρώτη, αποτελεί την αυτονόητη παρατήρηση ότι οι ιδέες διαμορφώνονται μέσα από ένα διάλογο του κάθε φορά παρόντος με το βιω μένο ή πιο απόμακρο παρελθόν: το οποίο με τη σειρά του υποσημαίνει την αργή διαδικασία των ρήξεων και την επίγνωση των βαθμών διείσδυσης του παρελθόντος στο παρόν. Ακόμη περισ σότερο σημαίνει την αντιμετώπιση του προβλήματος της αντοχής των ιδεών, rœn ΣΏΤΙΜΑΤΟΣ
ιδίως των νέων ιδεών, τους τρόπους
ΑΙΈΣΚΟΝΤΛΙ ΦΙΛΌΣΟΦΟΙ;;
μετασχηματισμού των παραδοσιακών ιδεών και αντιλήψεων, τις δυναμικές των μικρών τόπων και βεβαίως τις δυνατότητες «ριζώματος» της νεωτερικότητας σε κοινωνίες εξαρτημένες και
ini: ti,mfCi.ii tov iiiiiur,';Tifiti .1.',·, r.v,,icirr=**! if; lir-.twvwi.yen•(,(,/- fuj.-inui-iimTl-
με όχι μεγάλη ιδεολογική προετοιμασία.
M äi-MW'WU·:'*: Us·:;: a> .'lKI'rtì·.!:'!-. Γ.-.ν I .'j...-i,i. tfJi.ltlOtiiS.
Κι αυτό μας οδηγεί στη δεύτερη αρχή. Εκείνη που, διατυπωμένη ήδη στο πλαίσιο
γενικότερων
ερμηνευτικών
O Ï : ΪΙΤΑΙίΊΧΙΛ
υποθέσεων52, σχετίζεται πιο συγκεκρι μένα με τις δυνατότητες πρόσληψης των κοινωνικών ιδεών και των κοινωνι κών
συγκρούσεων,
'.7jii'.tii«ilïi*0 l-ï'.Ti.'iiiJltt.lC.Ti/ll-.fffu,-
την εσωτερική
σχέση της κοινωνικής και της εθνικής
?. -!.ηκί«τ!:;« 'jrar«
σκέψης, στην καμπή του δέκατου όγδο ου προς τον δέκατο ένατο αιώνα: για την
ελληνική εμπειρία, σε μεγάλο
A",
.•:lStìyii^-:-,[lli-1:f.'l'li..i.>|..(.i:ol|-,'|.«t[ijfm;.i-lirr.-.(f ι,Ίί,.ίΙν! IÎIIJV
•>."·. :-,.j&i.i.,s. η - ss.« ift.^.jv^i ;".ι,«ν.ιϊ,· ,ΛίΛ^,κίΜ,,.Λ, am-t.!!•.•.,,. i-tm,,,: v»t,<ji,..TMf»J!iÎi-.lT,iii«wi.>:j"i',- '!•• iriJIj ,a--(î>-, :s;i!i«ii,Far|i:.i»;in-.'injîïiT ' :•!." »'.w 'nr,e».iei:|[r!!lïiiiit'ï"---.'i'«j t .-"»ϊ,-.ις- 3.-Τ.ΊΓιψ„; -ι It Sii· ι M|.
i-/tvi-;-'i ^Jv-.-W^i.-ïeiiïJii^-ivit^rit,
βαθμό, αυτή η πρόσληψη καθορίστηκε
73
από τη συναίρεση του κοινωνικού στο εθνικό, αλλιώς από την «υποταγή» του πρώ του στο δεύτερο. Λοιπόν, ποιοι είναι και από ποιον «ιδεολογικό» κόσμο προέρχονται οι Ιόνιοι εκεί νοι που βιογραφούν τον Καποδίστρια; Αν μπορούμε να βρούμε δεσμούς και συνά φειες στο επίπεδο της νοοτροπίας, των επιλογών και της ιδεολογίας ανάμεσα στον Μουστοξύδη και τον Πιέρη, πόσα πράγματα, πέραν των φιλικών δεσμών, συνδέουν αυτούς με ανθρώπους, όπως ο Σταμάτης Βούλγαρης, ο Ιερώνυμος Παδοβάνης, ο Δημήτριος Αρλιώτης, ο Ιωάννης Ζαμπέλιος ή ακόμη ο Δημήτριος Γουζέλης; Ας δούμε ενδεικτικά. Ο Μουστοξύδης και ο Πιέρης, στη μεγάλη καμπή του δέκατου όγδοου αιώνα, δεν μοιάζει να συγκινήθηκαν από το σεισμό των ιδεών του 1789 ή από το ρήγμα, που δημιούργησαν οι Γάλλοι στο Ιόνιο το 1797-179953. Ο Πιέρης, βρισκόμενος στην Ιτα λία, όταν οι Γάλλοι γκρέμισαν το υπεραιωνόβιο βενετικό απολίθωμα, τάχθηκε με το μέρος τους, κατά τη ρητή του έκφραση, όχι τόσο επειδή συμφωνούσε με τις επανα στατικές αρχές των Γάλλων, αλλά επειδή απεχθανόταν τη βενετική κυριαρχία στο Ιόνιο, που το είχε καταδικάσει στην αμάθεια, αλλά και γιατί αυτή η εξέλιξη, «σχεδόν υποσχόταν να δω την ανάσταση όλης της Ελλάδας και την υπέρτατη και ευεργετική ελευθερία της»5". Αλλά αν, και οι δυο, δεν ενστερνίστηκαν τις επαναστατικές ιδέες στην κρίσιμη εκείνη περίοδο για τα νησιά αλλά και για τη νεοελληνική ιδεολογία, συμμετείχαν στην (ή και ταυτίστηκαν περισσότερο με την) εξουσία στην περίοδο της Επτανήσου πολιτείας (1800-1807), αναλαμβάνοντας και δημόσια λειτουργήματα, μαζί με τον Καποδίστρια, μέχρι μια στιγμή τουλάχιστον55. Κατόπιν, στη μακρά περίο δο του «προτεκτοράτου» (1815-1864), και οι δύο εξέφραζαν επίμονα το φιλελευθε ρισμό τους και, βεβαίως, την αντιαγγλική τους διάθεση, για λόγους προφανείς_ ο πρώτος βέβαια με εμφανή την κλίση του προς τη ρωσική πολιτική 56 . Η διαδρομή του Αρλιώτη συναντιέται, αν και δεν ταυτίζεται με εκείνη των δύο προηγουμένων: υπήρξε περισσότερο δραστήριος κατά τη διετή παρουσία των Γάλ λων, αφού συμμετείχε στην Πατριωτική Εταιρεία της Κέρκυρας, ενώ έφυγε από το νησί του -δεν είναι σαφές το γιατί- λίγο πριν την αποχώρηση των Γάλλων. Επέστρε ψε όμως στην Κέρκυρα στα μέσα του 1803 (επί αυτοκρατορικών Γάλλων), αλλά οι ιδέες του, «περισσότερο ελεύθερες απ' όσο επέτρεπαν οι συνθήκες και ο υπερβολικά θαρραλέος τρόπος με τον οποίο τις υποστήριζε, τον εξέθεσαν εξαρχής σε μεγάλους κινδύνους», σημειώνει ο βιογράφος του. Παρόλ' αυτά, επί αυτοκρατορικών Γάλλων ανέλαβε δημόσια αξιώματα (κυρίως δικαστικά), έλαβε μέρος στην πρώτη Ιόνιο Ακα δημία (1807) και στην Αγροτική Εταιρεία (1813), ενώ επί Επτανήσου Πολιτείας υπη ρέτησε στο Υγειονομείο. Την κρίσιμη χρονιά του 1814 συμφωνούσε με τον Καποδί στρια ότι ήταν προτιμότερη η διέξοδος της αγγλικής προστασίας από την αυστριακή, αλλά το Σύνταγμα του 1817 διέψευσε όλες τις ελπίδες του: επί αγγλικού προτεκτο ράτου ανέλαβε δημόσιες θέσεις μόνο επί Nugent, όταν δηλαδή έβλεπε ότι διανοίγο νταν δυνατότητες για μια περισσότερο φιλελεύθερη πολιτική 57 . 74
Νεότερος από τους προηγούμενους, ο Λευκαδίτης Ιωάννης Ζαμπέλιος, στην Ιτα λία, όπου σπούδασε νομικά, διασταυρώθηκε με τον Φόσκολο, τον Μόντι και τον Αλφιέρι, κι ο τελευταίος αυτός σφράγισε την αντίληψη του για τη φύση και τη λει τουργία της δραματικής δημιουργίας_ αλλά μαζί, στην Ιταλία ή αλλού, γνώρισε τον Κωλέττη, τον Κοραή, τον Καΐρη, τον Βάμβα... Θιασώτης του Ναπολέοντα, θα συν δεθεί παρόλ' αυτά, κατόπιν, με τη διοίκηση του προτεκτοράτου, υπηρετώντας για χρόνια στη θέση του εισαγγελέα, αλλά οπωσδήποτε εκείνο το οποίο θεωρούσε κόσμη μα της ζωής και των επιλογών του ήταν η συμμετοχή στη Φιλική Εταιρεία και η δράση του κατά τον Αγώνα της Ανεξαρτησίας58. Αλλά για την κατανόηση αυτών των παραδειγμάτων, των μεταστροφών στις ατο μικές διαδρομές, πράγματα τα οποία στη γενίκευση τους συμβάλλουν εντέλει στην κατανόηση του σχηματισμού της λογιοσύνης, των πολιτικών ιδεών και της αντίληψης για τη φύση του κράτους, σημασία θα είχε μια παρατήρηση σχετική με τα περιβάλλο ντα διαμόρφωσης και τους ρόλους, τους οποίους εκ παραδόσεως είχε συνηθίσει να αναλαμβάνει η λογιοσάνη του Ιονίου. Πολύ περισσότερο μάλιστα, αν συνειδητοποιή σουμε το αρκετά ομογενοποιημένο πολιτικό και πολιτιστικό υπόστρωμα, το οποίο παραγόταν από μια ισχυρή κοινωνική δομή, η οποία ποτέ δεν αμφισβητήθηκε ουσια στικά, από τις αδράνειες και τις δυνατότητες πρόσληψης του νεωτερικού: όλοι αυτοί οι άνθρωποι γεννήθηκαν σχεδόν τα ίδια χρόνια (σχεδόν συνομήλικοι του Καποδίστρια οι περισσότεροι), μορφώθηκαν και ανδρώθηκαν όχι μόνο μέσα στις δυνατότητες -όχι μεγάλες- που είχε το πνευματικό περιβάλλον της Κέρκυρας, αλλά και μέσα στον κόσμο και στο κοσμοείδωλο που όριζε η Βενετία και η ίδια η κατάκτηση. Γνωρίζουμε ότι και κατά την περίοδο της βενετοκρατίας, αλλά και στη συνέχεια -οπωσδήποτε μέχρι περί που το 1848-, η λογιοσύνη του Ιονίου έβρισκε διέξοδο όχι σε αυτόνομους ρόλους, έξω από τους ποικίλους θεσμούς του κράτους, αλλά σε μεγάλο βαθμό συνδεόταν οργανι κά με την εξουσία, εντασσόμενη στη λογική και τους μηχανισμούς της. Αν δηλαδή ο Κοραής και ένα μεγάλο μέρος των Ελλήνων λογίων της εποχής εκείνης μορφώθηκε στις ευρωπαϊκές πόλεις και αναμφισβήτητα έξω από τους θεσμούς του Οθωμανού Κυριάρχου, δεν συνέβη καθόλου το ίδιο με το Ιόνιο. Εκεί, και αυτό ισχύει οπωσδή ποτε για τον Μουστοξύδη, τον Αρλιώτη και τον Ζαμπέλιο, ακόμη και για τον Πιέρη σε έναν βαθμό, οι λόγιοι συνδέονταν ουσιαστικά με τις δομές της εξουσίας και άρα με τη φιλοσοφία της. Η σύνδεση αυτή, η εξάρτηση μάλλον, της λογιοσύνης από το κρά τος και η κατά μεγάλο βαθμό πανεπιστημιακή μόρφωση της μέσα στο ελεγχόμενο πανεπιστήμιο της Πάδοβας, μπορούμε να θεωρήσουμε ότι της δημιουργούσε μια ορι σμένη λογική για τη φύση της εξουσίας και ότι, ταυτόχρονα, δεν μηδένιζε, βέβαια, αλλά σε έναν βαθμό υπονόμευε τη δυνατότητα ανάπτυξης ανατρεπτικών ιδεών. Δεν γνωρίζουμε, εν τοιαύτη περιπτώσει, ακόμη σε βάθος τη δυνατότητα διείσδυσης των ιδεών του 1789 στην τοπική λογιοσάνη και στην τοπική κοινωνία. Με δεδομένο όμως ότι η αυστηρή κοινωνική δομή και ο καταλυτικός βενετικός έλεγχος υπονόμευαν οποιαδήποτε «φυσιολογική» κοινωνική και οικονομική εξέλιξη, αλλά και ότι ούτε η
Κέρκυρα και το Ιόνιο ούτε βεβαίως και η αυστηρή λογοκρισία της Βενετίας επέτρεπαν τη μεγάλη διάδοση άλλης φύσεως κειμένων, κατανοούμε ότι δεν ήταν εύκολο να δια μορφωθεί μια παράδοση, στην οποία θα μπορούσε να στηριχτεί με αξιώσεις η νέα κοι νωνική σκέψη της Γαλλικής επανάστασης. Πέραν όμως από τους όρους διαμόρφωσης και τους ρόλους που αναλάμβανε παραδοσιακά η λογιοσύνη του Ιονίου, στην προκειμένη περίπτωση, υπάρχει ένας επιπλέον παράγων, που μπορεί να ερμηνεύσει την προσέγγιση ανθρώπων πολύ δια φορετικών και που οδήγησε εντέλει στην ομόλογη ανάγνωση (και) του Καποδίστρια. Πρόκειται για την ανάδυση και τη σταδιακή ισχυροποίηση της εθνικής ιδέας. Στο Ιόνιο, ο στρατός του Ναπολέοντα έφερε όχι μόνον το Δέντρο της Ελευθερίας και την κατάργηση των κοινωνικών προνομίων, αλλά και επέμεινε στον τονισμό της «εθνι κής» ελευθερίας, της «ανάστασης» του ελληνικού έθνους. Αυτό, βέβαια, συντελούσε προς μια ορισμένη ερμηνεία και αντίληψη για το τέλος της Βενετίας και τις επόμενες προοπτικές του τόπου εκείνου. Ενδεικτικά παραδείγματα: Το πρώτο. Ο Δημήτριος Αρλιώτης, δραστήριος κατά την πρώτη γαλλική παρου σία στο Ιόνιο, μέσα από τις αλλαγές, και μέσα από την ίδια την προπαγάνδα του Ναπολέοντα, έβλεπε την προοπτική της «ανάστασης» του ελληνικού έθνους. Είναι χαρακτηριστικός ο λόγος που εξεφώνησε στην Πατριωτική Εταιρεία (1798) και ο οποίος περιελήφθη στον πρώτο και μοναδικό τόμο των εκδεδομένων ομιλιών5'. Ο Αρλιώτης κατανοεί τη διαδικασία της κοινωνικής απελευθέρωσης σε απόλυτο συν δυασμό με τη διαδικασία της απελευθέρωσης του έθνους, μέσα από το ρόλο του «μεγάλου έθνους» της Γαλλίας. Μπορούμε, δηλαδή, να υποθέσουμε ότι θεωρούσε τις πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές των χρόνων εκείνων ως όχημα προς την εθνική ολοκλήρωση. Το δεύτερο. Ο Πιέρης λέει ρητά, όπως είδαμε, ότι είδε με ευχαρίστηση το τέλος της Βενετίας, όχι τόσο από πραγματική συμπάθεια στην Επανάσταση, όσο γιατί γκρε μιζόταν ο Κυρίαρχος που είχε καταδικάσει το Ιόνιο στην αμάθεια και στην καθυστέ ρηση. Στην ίδια κατηγορία παραδειγμάτων εντάσσεται και ο τρόπος με τον οποίον υποδέχτηκε τους Γάλλους του Γεντιλή ο πρωτοπαπάς της Κέρκυρας60. Αλλά γνωρί ζουμε, επίσης, και τις γενικότερες ελπίδες που γέννησε η παρουσία των Γάλλων στο Ιόνιο: οι ελπίδες του Ρήγα και του Κοραή είναι ενδεικτικές του κλίματος. Άλλωστε, και όσον αφορά στο Ιόνιο, μέσα στον δέκατο ένατο αιώνα, η ερμηνευτική προσέγγι ση που αντιλαμβανόταν τη φύση και το τέλος της βενετικής κατάκτησης αλλά και το ρόλο των Γάλλων, με όρους εθνικής καταστροφής και εθνικής αναγέννησης, αντί στοιχα, κέρδιζε όλο και περισσότερο έδαφος 61 . Όμως, αν η παρουσία των Γάλλων στο Ιόνιο υπήρξε σύντομη και αν ίσως οι υπέρμαχοι της Γαλλίας το 1799 ήταν λιγότεροι από εκείνους του 1797, τα σπέρματα των κοινωνικών και των εθνικών ιδεών είχαν ριχτεί. Και οι άνθρωποι συμμετέχουν στην αλλαγή της ιστορίας ακόμη και αρνητικά_ ακόμη κι όταν αντιστέκονται σε εκεί νο που βλέπουν να συμβαίνει γάρω τους. Έτσι, ο υπέρμαχος του νεοκλασικισμού 76
Πιέρης, στην αυτοβιογραφία του θα στοχαστεί πάνω στο νόημα της ανθρώπινης ιστορίας. Αναφερόμενος στις εξελίξεις της Ευρώπης, δε θα διστάσει να πει ότι ουσια στικά, «δεν τρέφει καμία υπόληψη» γι' αυτές_ τις θεωρεί ως μία συνεχή διαδικασία κατάπτωσης. Κι αν θα δεχτεί ότι με την αμερικανική και τη γαλλική επανάσταση ο άνθρωπος «ανυψώνεται», η κατάληξη και των δύο δεν τον ικανοποιεί. Δεν μπορεί να κατανοήσει τις δυναμικές των επαναστάσεων ούτε βέβαια τις εσωτερικές αντιθέσεις των κοινωνιών που οδηγούν στις επαναστάσεις. Βλέπει την ιστορία υπό ένα διπλό πρίσμα: πρώτον υπό το πρίσμα του αρχαιοελληνικού και ρωμαϊκού προτύπου και αφετέρου υπό το ιδανικό του εθνικού κράτους. Έτσι, μέσα στον ακατανόητο ορυμα γδό της σύγχρονης ιστορίας, «εντέλει είχε επιφυλαχθεί στους Έλληνες μου να υψώ σουν τον άνθρωπο στο πρώτο του μεγαλείο... Αλλά, μονάχοι τους απέναντι σε όλο τον κόσμο!... Τι καρπό έδωσαν τόσες προσπάθειες και τόσο αίμα; Τελικά, έξω από την ελληνική και τη ρωμαϊκή ιστορία ο άνθρωπος δεν βρίσκει σχεδόν τίποτα μέσα στις άλλες ιστορίες που να εξυψώνει την ψυχή_ αντίθετα, αντλεί ένα ανικανοποίητο και μια βαθιά υποτίμηση απέναντι στους ομοίους του»62. Ωστόσο, το ρήγμα έχει έλθει: μένουν οι ποικίλες νοηματοδοτήσεις του. Το ρήγμα έχει έλθει: είναι το έθνος. Για τους Ιόνιους, η εθνική ιδέα έπαιρνε σταδιακά, μάλλον αρκετά γρήγορα στη φάση εκείνη, πολύ συγκεκριμένες μορφές: το «πρώτο ελληνικό κράτος» δημιουργή θηκε εκεί, μάλιστα με τον καταλυτικό ρόλο του τσάρου_ και σε εκείνη τη συγκυρία αναδύθηκαν οι προσωπικότητες και του Καποδίστρια και του Μουστοξύδη και του Πιέρη. Από το curriculum των ανθρώπων που συναντήσαμε, είναι φανερό ότι ακόμη και οι υπέρμαχοι των Γάλλων δεν είδαν πάντοτε εχθρικά ή αδιάφορα τη ρωσική παρουσία και την Επτάνησο Πολιτεία. Ένα ακόμη παράδειγμα: Ο Κηθύριος Γεώρ γιος Παουλίνης, αναμφισβήτητα Γιακωβίνος στα κρίσιμα χρόνια, ακολούθησε τα γαλλικά στρατεύματα που αποχωρούσαν από την Κέρκυρα63 και συμμερίστηκε τις τύχες των γαλλικών όπλων μέχρι τη μάχη του Μαρέγκο (1800). Στο βιβλιαράκι που εξέδωσε το 1802, ο οπαδός του Ρουσσώ, όπως αυτοχαρακτηρίζεται, εκθειάζει το άτυχο Σχέδιο Συντάγματος της Έντιμης Αντιπροσωπείας (1801)64, το οποίο θα μπο ρούσε να εγγυηθεί την ομαλή εξέλιξη της κοινωνίας, μέσα στο πλαίσιο που εξασφά λιζε η πολιτική του τσάρου Αλεξάνδρου. Στην περίπτωση του Παουλίνη, όπως νομί ζω και του Αρλιώτη αλλά και άλλων (ο Πιέρης κάνει, όπως είδαμε, μία σαφή σχετι κή νύξη), η διαδοχική εμπειρία της γαλλικής παρουσίας, της «τρομοκρατίας» και του «πρώτου ελληνικού κράτους» οδήγησε σε έναν «πολιτικό ρεαλισμό», που σήμαινε οπι σθοχώρηση σε σχέση με τις γιακωβίνικες ιδέες, πράγμα που πρέπει να συνδυαστεί με την ερώτηση για το κατά πόσον οι πληθυσμοί των νησιών ήταν ώριμοι για την εφαρ μογή αυτών των ιδεών65. Και στην ελληνική, αλλά και στην ιταλική εμπειρία, όπως γνωρίζουμε, η παρουσία των Γάλλων, όχι μόνο προκάλεσε μια ισχυρή ταξική και ιδε ολογική αντίδραση, αλλά και πολύ συχνά οδήγησε εντέλει τους ίδιους τους υπέρμα χους των γιακωβίνικων ιδεών σε πολύ διαφορετικές θέσεις και σε επαναξιολογήσεις: ο Ούγκο Φόσκολο είναι το πιο γνωστό παράδειγμα, αλλά όχι το μόνο66.
Ας μην ξεχνούμε, επίσης, ότι για τους Ιονίους ήταν πολύ κοντινό το παράδειγμα του Ναπολέοντα και η αμηχανία, οτην οποία οδήγησε τους Ιταλούς λογίους και πολι τικούς η αξιολόγηση της δράσης του στην Ιταλία: καταστροφέας ή συντελεστικός παράγων της εθνικής ιδέας; Άνθρωποι, όπως ο Φόσκολο, πίστωναν στον Γάλλο αρχι στράτηγο και κατόπιν αυτοκράτορα, τη δημιουργία του Βασιλείου της Ιταλίας. Στο φως αυτής της πραγματικότητας ήταν διατεθειμένοι, αναγκασμένοι έστω, να λησμο νήσουν ή έστω να μην αναδείξουν τον τρόπο της διοίκησης, τον αυταρχισμό και τις μορφές της καταπίεσης της εξουσίας, που οι Γάλλοι είχαν επιβάλει στην Ιταλία. Έτσι, ακόμη κι αν άνθρωποι, όπως ο Πιέρης, δεν έτρεφαν και μεγάλη εκτίμηση στον Ναπολέοντα, κατανοούσαν την αναγκαιότητα του «αυταρχισμού» και τη «βία» στη διαδικασία δημιουργίας του σύγχρονου εθνικού κράτους67. Λοιπόν, υποχώρηση των κοινωνικών ιδεών; Μάλλον μια ορισμένη εννοιολόγησή τους μέσα στο νέο πλαίσιο της ελευθερίας, η οποία ενείχε ούτως ή άλλως την έννοια της συνολικής ρήξης με το παρελθόν: η συνολική ρήξη έρχεται μέσα από τις δυνα τότητες, που ανοίγει η σύλληψη και η :
Ο.
J^Pw^"öw.^#ilü^ ΟΙ HAÏ»AAOVïw"A3ïeS ΗΓΪ.Μ IÏIS1 ΚΕ
πραγμάτωση της εθνικής ιδέας68. Οι ελπίδες των Ιονίων, αλλά και πολλών άλλων Ελλήνων, για την «εθνι κή αφύπνιση» γνωρίζουμε ότι μορφο ποιήθηκαν ακόμη πιο στέρεα στη στιγ μή εκείνη: η αφιέρωση στον τσάρο, που προέταξε ο Μουστοξύδης στο Notizie per servire alla storia corcirese (1804), ήταν σαφής και ενδεικτική των κατευ θύνσεων, που διαμορφώνονταν. Αλλά και μετά τη διάλυση του «πρώτου ελλη νικού κράτους», μετά το 1807, γνωρί ζουμε ότι η ρωσική πολιτική συνέχισε να ενδιαφέρεται για την περιοχή και να καλλιεργεί τις ελπίδες. Μάλιστα, ο φιλε λευθερισμός του Αλεξάνδρου, προπαγανδιζόμενος
ή και πραγματικός
(ακόμη και την εποχή που ο επαναστα l i r,..,. : .-,ι.ίΓ.;>:ν-.,Γϊ.-'.ί;"1';·--· .'"'·'·ιιΊ.Λ Μ ..;>..„πι-; ν • Ι .'.IΓ ι ϊ-Μ irsi» [ rio· W" Ί •; ι π ι -η· fui.;.
τικός πυρετός των λαών και οι μεταφυ σικές υποχωρήσεις του τσάρου συντελούσαν στη γέννηση της Ιερής Συμμα χίας), υπήρξε καταλυτικός παράγων, για να πλησιάσουν τη ρωσική πολιτική
TI«W»W«*!«W"I
άνθρωποι με πολύ διαφορετικές ιδεολο γικές αφετηρίες, οι οποίοι όμως προσέ-
78
βλεπαν στην «εθνική αποκατάσταση». Το ζήτημα δεν αφορά μόνον την Ελλάδα: κατά κόρον παρατηρήθηκε την ίδια εποχή και στην Ιταλία, όπου παλαιοί Γιακωβίνοι και φιλελεύθεροι εξαρτήθηκαν συχνά από τη ρωσική πολιτική και τις ρωσικές μυστικές υπηρεσίες, ελπίζοντας, ακόμη και μετά την ίδρυση της Ιερής Συμμαχίας, στη βοήθεια 65
του Αλεξάνδρου . Οι παραπάνω παρατηρήσεις ορίζουν ένα πλαίσιο μέσα στο οποίο, με αντιθέσεις και παλινδρομήσεις, μορφώνονται οι νέες κατευθύνσεις. Στον βαθμό που η παραπά νω σκιαγράφηση επιτυγχάνει να αποδώσει πτυχές των πραγματικοτήτων, αυτές θα μπορούσαν να συναιρεθούν στη διπλή παρατήρηση: μεγάλο μέρος της λογιοσύνης του Ιονίου, προσέλαβε το τέλος της βενετικής κυριαρχίας, βοηθούσης της ναπολεό ντειας προπαγάνδας, ως μια στιγμή στην πορεία της ανάστασης του έθνους, ενώ η όξυνση της κατάστασης, η κοινωνική διαμάχη και η «τρομοκρατία» συνέβαλαν στην υποχώρηση των κοινωνικών ιδεών, σε συνάρτηση με την άνοδο του γοήτρου της Ρωσίας, η οποία εκείνη ακριβώς τη στιγμή έδειχνε ότι συνέβαλε στην αναρρίπιση και στην εν μέρει, τουλάχιστον, πραγμάτωση του ιδεώδους που είχαν προωθήσει οι Γάλ λοι: της δημιουργίας του ελληνικού έθνους. Εξειδικεύομενες οι παραπάνω παρατη ρήσεις στο πρόβλημα της αντιμετώπισης του Καποδίστρια από τους Ιονίους, θα μπο ρούσαν να μεταγραφούν ως εξής: - μια ορισμένη αντίληψη, απότοκος και της βενετικής και των ακολούθων εμπει ριών, για την έννοια της κρατικής δομής και μία ετοιμότητα στην αποδοχή της βίας των θεσμών, στην κατεύθυνση της δημιουργίας του εθνικού κράτους. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι όλοι αυτοί οι «βιογράφοι» επέμειναν στη σύγκρουση του Κυβερνήτη με τις παραδοσιακές και εξίσου αυταρχικές, αλλά (κι αυτό έχει σημασία) εθνικά ατελέσφορες συμπεριφορές των παλιών ηγετικών ομάδων ή των ομαδώσεων που προέκυψαν μέσα από τον Αγώνα. Σ' αυτή την προοπτική, στην προοπτική της εθνικής αφύπνισης, οι διαφορετικής ιδεολογικής και κοι νωνικής κατεύθυνσης λόγιοι ήταν έτοιμοι να συμφωνήσουν και να συναντη θούν με την πραγματικότητα του Καποδίστρια. - πρόταξη του εθνικού σε σχέση με το κοινωνικό, η οποία σε συνδυασμό με το ρόλο της Ρωσίας στην περιοχή (του «φιλελεύθερου» Αλεξάνδρου και κατόπιν του «αποτελεσματικού» Νικολάου) και ειδικά το ρόλο της στη δημιουργία των εθνικών κρατών (και του Ιονίου και του ελληνικού) διευκόλυνε τη διαμόρφω ση θετικών εικόνων και αποτιμήσεων. Αλλά οι πραγματικότητες δεν είναι ποτέ μονοσήμαντες. Αν όλα τα παραπάνω σκια γραφούν μια τάση, νομίζω κυρίαρχη, αντιστικτικά θα μπορούσε να διαβαστεί το παρά δειγμα του Ζακυνθινού και, επίσης, Γιακωβίνου Δημητρίου Γουζέλη (1774-1843)70. Αυτός, το 1833, και στην προοπτική της βασιλείας του νεοορισθέντος Όθωνα, εξέδω σε το Τα κατά τους 'Ελληνας1'. Η εικόνα όμως του Καποδίστρια, την οποίαν φιλοτε χνεί ο Γουζέλης, δύο χρόνια μετά τη δολοφονία, είναι εντελώς διαφορετική από εκεί νη που προκύπτει από τον άλλοτε «ομοϊδεάτη» του Δημήτριο Αρλιώτη. Ο Γουζέλης θα 79
κατακεραυνώσει μεν τους εχθρούς του Καποδίστρια, αλλά θα εξισώσει τις δύο πλευ ρές ως προς το ζήτημα της αυθαιρεσίας και της αδικίας_ της αδικίας μάλιστα απένα ντι στους αγωνιστές. Λοιπόν, το ιδανικό του Γουζέλη είναι οπωσδήποτε η Ελλάδα, αλλά η δίκαιη Ελλάδα. Και στην προοπτική αυτή δεν ήταν διατεθειμένος να αναγνω ρίσει ελαφρυντικά στη βία και την αυθαιρεσία του Κερκυραίου πολιτικού. Τέλος, σε άμεση συσχέτιση με το πρόβλημα της πρόσληψης του Καποδίστρια στο Ιόνιο αλλά και της πορείας των κοινωνικών ιδεών και του εθνικού προγραμματισμού, θα πρέπει οπωσδήποτε να ληφθεί υπόψη και η πρόσληψη και αποδοχή του αντιπά λου του, του Αδαμάντιου Κοραή. Συμβολικές στιγμές στη διαδικασία αυτή θα ήταν, πέρα από την κατίσχυση των γλωσσικών του ιδεών στην Ιόνιο Ακαδημία, η δημι ουργία της λέσχης «Μουσείον ο Κοραής» στο Αργοστόλι (1843)72, ή ακόμη η εκδή λωση, που οργανώθηκε στην Αναγνωστική Εταιρεία Κερκύρας (Δεκέμβριος του 1852) και στην οποία ο Αντώνιος Δάνδολος στεφάνωσε την προτομή του Κοραή73. Την ίδια εποχή, ο Ιταλός Regaldi μαρτυρούσε για τη διάδοση της γνωστής λιθογρα φίας που παρίστανε τον Ρήγα και τον Κοραή να ανασηκώνουν την αιμάσσουσα Ελλά δα, καθώς σημείωνε, στις 28 Οκτωβρίου του 1851, την παρουσία της στην Παναγία τη Σκοπιώτισσα, στη Ζάκυνθο74. Αλλά η πρόσληψη των γλωσσικών, πολιτικών και εθνικών ιδεών του Κοραή, όπως και εκείνη του Καποδίστρια εντάσσονται στη διαδικασία της «εθνικοποίησης» των Ιονίων νησιών και στην προσπάθεια προσέγγισης, με τους δικούς τους πολιτικούς και ιδεολογικούς όρους, του εθνικού παραδείγματος. Με ένα τρόπο δηλαδή, ο διάλογος και η διαδικασία συμφιλίωσης, που διαπιστώθηκε και στο ελληνικό κράτος, παρατη ρήθηκε και στο κράτος του Ιονίου στις δεκαετίες που προηγήθηκαν της Ένωσης. ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 1. Βλ. ενδεικτικά: Χριστίνα Κουλούρη - Χρήστος Λούκος, Τα πρόσωπα του Καποδίστρια. Ο πρώ τος Κυβερνήτης της Ελλάδας και η νεοελληνική ιδεολογία (1831-1996), εκδ. Πορεία, Αθήνα 1996, σσ. 91-96 (όπου και απόψεις για την ερμηνεία της διαπίστωσης). 2. Για την ανέγερση του ανδριάντα στην Κέρκυρα (τα αποκαλυπτήρια, στις 10 Απριλίου του 1887), βλ. Οι εκφωνηθέντες λόγοι κατά τα αποκαλυπτήρια του ανδριάντος..., Κέρκυρα [1887] και τα σχε τικά λήμματα στο: Θωμάς Παπαδόπουλος, Ιονική βιβλιογραφία. Bibliogparhie Ionienne 16ος 19ος αιώνας, τ. 3, Αθήνα 2002, σ. 539 (εγγραφές στο λ. Καποδίστριας Ιωάννης). 3. Για τα ζητήματα αυτά βλ. Χρήστος Λούκος, Η αντιπολίτευση κατά του Κυβερνήτη Ιωάννη Καπο δίστρια, Αθήνα, Θεμέλιο, 1988. 4. Biblioteca Nazionale Centrale di Firenze [= BNCF], Fondo Vieusseux, Carteggio Vieusseux, cas. 73, επ. αρ. 99 και 100. Βλ. και τις επιστολές της ιδίας περιόδου προς τον Αιμίλιο Τυπάλδο στο: Δημήτρης Αρβανπάκης (επιμ.), Ανδρέας Μουστοξύδης - Αιμίλιος Τυπάλδος. Αλληλογραφία (1822-1860), Μουσείο Μπενάκη - Εκδόσεις Κότινος, Αθήνα 2005 [= Αρβανιτάκης, Μουστοξύδης -Τυπάλδος]. 5. Αρβανιτάκης, Μουστοξύδης - Τυπάλδος, σσ. 199-200 (επιστολή 9 Οκτωβρίου 1831). 6. [Andrea Papadopoulo Vreto], Corrispondenza del Cav. Andrea Mustoxidi col suo amico Andrea Papadopulo Vreto, Αθήνα, Nella Stamperia di G. Angelopulo, 1860, σ. ίχ. Για το κλίμα της περιόδου, μέσα από τα κείμενα του Μουστοξύδη, βλ. και Αρβανιτάκης, Μουστοξύδης - Τυπάλδος, σσ. 36-49. 7. Βλ. την επιστολή του προς τον Αιμίλιο Τυπάλδο, 3 Ιουνίου 1832: Αρβανιτάκης, Μουστοξύδης
- Τυπάλδος, ο. 43 και 213-215. 8. Βλ. Αρβανιτάκης, Μουστοξύδης - Τυπάλδος, σ. 229 (επιστολή, 25 Σεπτεμβρίου του 1832). Πβ. (ό.π., σ. 844) την επιστολή προς τον φίλο του Felice Bellotti (23 Σεπτεμβρίου 1832: «Προς το τέλος του χρόνου θα δεις λοιπόν κάτι σαν Απολογία, η οποία θα ρίξει φως σε πολλές αδικίες, [...]»). 9. Αρβανιτάκης, Μουστοξύδης - Τυπάλδος, σσ. 843-844. Η πληροφορία σε επιστολή προς τον Αιμίλιο (αχρονολόγητη, αλλά οπωσδήποτε των αρχών του 1833). 10. Αρβανιτάκης, Μουστοξύδης - Τυπάλδος, σ. 257 (επιστολή προς Τυπάλδο, Μάιος 1833). 11. Για τα σχετικά με την παρουσία του κειμένου στο «Αρχείο Μουστοξύδη» (Μητρόπολη Κερκύ ρας), τις περιπέτειες του κατ την τελική εξαφάνιση του, βλ. Αρβανιτάκης, Μουστοξύδης - Τυπάλ δος, σ. 44 σημ. 85. Για την πιθανή ταύτιση τμήματος της «Απολογίας» με το τέλος του λόγου του Καίσαρη (Επιτάφιος λόγος του Α' Κυβερνήτου της Ελλάδος και απαντήσεις τινές προς τον Α. Κ. συνταχθείς και τοις Επτανησίοις αφιερωθείς υπό Σπυρίδωνος Καίσαρη Κερκυραίου, Κέρκυρα, Εκ της τυπογραφίας της Κυβερνήσεως, 1833), βλ. Εμμανουήλ Φραγκίσκος, «Το χρονικό και τα παρακόλουθα του θανάτου του Αδαμάντιου Κοραή (1833)», στο: Σταθμοί προς τη νεοελληνική κοινω νία, έκδ. του περ. Εποχές, Αθήνα 1965, σσ. 188-189 σημ. 171 (η υπόθεση οφείλεται στον Μ. Λάσκαρη)_ πβ. Απόστολος Δασκαλάκης, Κοραής και Καποδίστριας. Οι κατά του Κυβερνήτου λίβελλοι, Αθήνα 1958, σσ. 51-52 και σημ. 88 & 89. 12. Οι Κουλούρη - Λούκος (ό.π., σσ. 25-26 και σημ. 25) αναφέρουν ότι γενικότερα με το θάνατο του Κοραή, οι επιθέσεις για την αντικαποδιστριακή του δράση «φαίνεται πως αραιώνουν» και ότι του αποτίουντιμή «ακόμη και Επτανήσιοι». Ο Φραγκίσκος («Το χρονικό και τα παρακόλουθα», ό.π., σσ. 180-181) πάντως αναφέρει μόνον τη νεκρολογία του στην «Εφημερίδα του Ενωμένου Κράτους των Ιονικών Νήσων» (φ. 123, 4 Μαΐου 1833) και φυσικά τον επικήδειο του Φραγκίσκου Πυλαρινού. 13. Πα τις αλληλογραφίες με τον Κυβερνήτη και το υλικό για τα εκπαιδευτικά της Αίγινας, που απόκεινται στο Αρχείο Μουστοξύδη, βλ. Αγάθη Νικοκάβουρα, «Το Αρχείο του Ανδρέα Μουστο ξύδη», Πρακτικά Τρίτου Πανιονίου Συνεδρίου (23-29 Σεπτεμβρίου 1965), τ. 1, Αθήνα 1967 σσ 246-252. 14. Βλ Αρβανιτάκης, Μουστοξύδης - Τυπάλδος, σ. 819 (επ. Τυπάλδου, 11 Ιουνίου 1859). Προ φανώς η παρακίνηση του Αιμίλιου σχετίζεται με την κυκλοφορία, τότε ακριβώς, της βιογραφίας του Καποδίστρια από τον Δημήτριο Αρλιώτη (βλ. γι' αυτήν στη συνεχεία). 15. Γεώργιος Τυπάλδος Ιακωβάτος, Ιστορία της Ιονίου Ακαδημίας (έκδ. Σπύρος Ασδραχάς) Αθήνα 1982, σ. 96. 16. Για τα θέματα αυτά βλ. Αρβανιτάκης, Μουστοξύδης - Τυπάλδος, σσ. 338 (1835: για τον Πετριτσόπουλο), 394 και 397 (1837: για το άρθρο του Parisot), 823 (1859: για τον Βρετό: «Ζωή πολύτι μη κι αγαπημένη! Άδικη η μοίρα, / Αλίμονο! σε έδωσε λεία σε δύο φονιάδες. / Ο ένας ο' έσβησε με το σίδερο, και ο άλλος, / στον Σηκουάνα, σε ζωγράφισε με ανόητη πένα»), 371 (1836: διαφωνία με τον Zecchini και κυρίως με το δημοσίευμα του, του 1832, «Riflessioni mediche») και 732-734 (1848: διορθώσεις και κρίσεις για Cusani). 17. Λίγες οι ουσιαστικές μελέτες για τον σχεδόν λησμονημένο από την έρευνα Μάριο Πιέρη. Ο ίδιος, εκτός των αυτόνομα τυπωμένων φιλολογικών έργων του, μας άφησε την τετράτομη έκδοση Opere (Φλωρεντία, Le Monnier, 1850-1851), στην οποία περιλαμβάνεται το Della vita di Mario Pieri scritta da lui medesimo (= τ. 1-2). Μετά το θάνατο του κυκλοφόρησε το: David Montuori (επιμ.), Lettere di illustri italiani a Mario Pieri, Φλωρεντία, Le Monnier, 1863. Για ορισμένα βιο γραφικά του βλ. Λαυρέντιος Βροκίνης, Βιογραφικά σχεδάρια [= Κερκυραϊκά Χρονικά 16 (1972)], σσ. 178-182. Τα πολύτιμα κατάλοιπα του (όπου περιλαμβάνεται και το εννιάτομο «Memorie»), βρί σκονται στην Βιβλιοθήκη Riccardiana της Φλωρεντίας: Βλ. σχετικά: Mario Pieri, Memorie Ι, επιμ. Roberta Masini, Ρώμη, Bulzoni editore, 2003. 18.Mario Pieri, Della vita ..., ό.π., σσ. 150-151. 19. Την αυτοβιογραφία του άρχισε να τη γράφει το 1838. 20. Βλ. ενδεικτικά το 6ο βιβλίο της αυτοβιογραφίας (Della vita..., ό.π., σσ. 277-378), όπου με αφορ μή τα δύο του ταξίδια στην Κέρκυρα ( στα χρόνια 1836-1838), απεικονίζει την εκεί κατάσταση. 21. Pieri, Della vita..., ό.π., τ. 2, σσ. 179-181.
81
22. Το πρώτο κυκλοφόρησε oro Παρίσι TO 1833, το δεύτερο στη Λειψία το 1835. Το τρίτο είχε χρονικά προηγηθεί: Φλωρεντία, Δεκέμβριος του 1832. Είναι πιθανόν ο Μουστοξύδης να είχε μεσο λαβήσει για την έκδοση του 1833, εφόσον σε επιστολή στο φίλο του Leopoldo Pelli - Fabbrom, στις 2/14 Ιουνίου 1832, ο οποίος βρισκόταν στην Φλωρεντία, του έλεγε ότι του στέλνει ένα χειρόγραφο στα γαλλικά, για να μεριμνήσει να τυπωθεί εκεί, δίχως να φανερώσει από πού προέρχεται: BNCF, Fondo Vieusseux, Carteggi Vari, cas. 476, δεσμίδα 25, αρ. επ. 4_ πβ. Μουσείο Μπενάκη, Αρχείο Μουστοξύδη, φακ. 3, υποφ. 3, επ. 279. Ο Βιάρος με το έργο του, αλλά και με την υποκίνηση ξενό γλωσσων εκδόσεων, επιχειρούσε να προωθήσει στην ευρωπαϊκή κοινή γνώμη και βιβλιογραφία μια εικόνα θετικής αποτίμησης του αδελφού του, κυρίως απέναντι σε κείμενα που εκκινούσαν από αντιρωσικές ή φιλελεύθερες, γενικά, θέσεις. Βλ και Κουλούρη - Λούκος, ό.π., σ. 61 κ.ε. 23. Για την επιστολή του Βιάρου, βλ. Riccardiana, Carte Mario Pieri, Memorie, τ. 5 (1828-1833) [= Riccardiana, Memorie], φ. 209v (εγγραφή 15 Ιανουαρίου 1833). 24. Βλ. Riccardiana, Memorie, φ. 213v και Pieri, Della vita...,, ό.π., τ. 2, σ. 170. Βλ. και Riccardiana, Memorie, φ φ . 236v και 264v, όπου αναφέρει ότι, μεταξύ άλλων, συμβουλεύτηκε τις «Memorie sull'amministrazione del povero Capodistria» και ένα άρθρο υπέρ του Καποδίστρια στη Bibliothèque Universelle της Γενέβης, στο τεύχος του Αυγούστου της χρονιάς εκείνης). 25. Riccardiana, Memorie, φφ. 249v-250r (εγγραφή: 19 Σεπτεμβρίου 1833). Σημειώνει: «Θα το σκεφτώ καλά προτού το επιχειρήσω». 26. Για τις «σημειώσεις» του και την επιστολή του Βιάρου, βλ. Riccardiana, Memorie, φφ. 267ν και 270r (εγγραφές 12 και 24 Δεκεμβρίου του 1833). Στον στόχο του φαίνεται ότι τον ενθάρρυναν και οι επισκέιμεις του Βιάρου και του Αυγουστίνου το 1833 στη Φλωρεντία: Della vita..., ό.π., τ. 2, σ. 186 και 197. 27. Ο Πιέρης, όταν συνέθετε την αυτοβιογραφία του, θυμήθηκε το παράπονο του: «[...] Και ύστε ρα ο Μουστοξύδης, κατά τη συνήθεια του, δεν έκαμε τίποτα και άφησε να τον προλάβει ένας από τη Γενέβη» (Della vita..., ό.π., σ. 180). Η αναφορά του Πιέρη προφανώς στην τετράτομη έκδοση Correspondance du Comte Jean Capodistrias... (Γενεύη - Παρίσι 1839) του Ε. Α. Bétant. Και ο Μουστοξύδης δεν παρέλειψε, διαβάζοντας το σημείο αυτό να σχολιάσει, πικρόχολα μεν λειψά δε: «Ως προς εμένα, δεν βρήκα (στο κείμενο της αυτοβιογραφίας) αναφορές και ακόμη λιγότερο σκλη ρές αναφορές. Έχει μιαν αυθάδεια εκεί που λέει ότι κατά τη συνήθεια μου υποσχέθηκα να γράψω μια βιογραφία του Καποδίστρια και μετά δεν κράτησα την υπόσχεση μου. Σ' αυτό θα μπορούσα να προσθέσω πολλά πράγματα»: Αρβανιτάκης, Μουστοξύδης - Τυπάλδος, σ. 767 (επιστολή στον Αιμί λιο, 1η Αυγούστου 1851). Οι σχέσεις τους, ούτως ή άλλως, από πολλά χρόνια δεν ήταν ιδιαίτερα καλές. Ενδεικτικό είναι ότι στο μεγάλο κεφάλαιο της αυτοβιογραφίας του, στο οποίο ο Πιέρης αφη γείται τα ταξίδια του στην Κέρκυρα, κατά το 1836-38, χρόνια που τα σφράγισε η πολιτική δράση του Μουστοξύδη, ο τελευταίος αναφέρεται μία μόνο φορά και μάλιστα αρνητικά (Della vita..., ό.π., τ. 2, σ. 307). Αναγνωρίζει ωστόσο τη μεγάλη αξία του Promemoria (του 1839): βλ. ό.π., σ. 352. 28. Βλ. Riccardiana 3543 (Miscellanea). Εκεί βρίσκεται ένα σύντομο σχεδίασμα της βιογραφίας, με τίτλο: «Della vita del Co. Gio. Capodistria. Libri IV». Προηγείται ένα «Proemio» και ακολουθεί συνοπτικό διάγραμμα. Κατά τα φαινόμενα, τα γεγονότα της Ελλάδας θα κάλυπταν μόνο το τέταρτο βιβλίο. Υπάρχουν ακόμη αντιγραμμένα αποσπάσματα βιογραφικών στοιχείων (μάλλον από το Conversation lexicon, Λειψία, 13 Αυγούστου 1833), αποσπάσματα επιστολών, κείμενα για τη δράση του στην Ελβετία και τη Γενέβη κ.λπ. 29. Βλ. Corrispondenza..., ό.π., σ. χχί, σημείωση b: επιστολή Μουστοξύδη από την Κέρκυρα, με ημερομηνία «7/19 febbrajo 1832». Η ημερομηνία είναι οπωσδήποτε εσφαλμένη, εφόσον ο Παπα δόπουλος Βρετός αναφέρει στη σημείωση του ότι το βιβλίο κυκλοφόρησε «in décembre del 1832». Αλλωστε, στην ίδια επιστολή γίνεται λόγος για το κλείσιμο του «Ελληνικού καθρέπτη», το οποίο έγινε τον Ιανουάριο του 1833. 30. Pieri, Della vita..., ό.π., τ. 2, σο. 176-177_ πβ. Riccardiana, Memorie, φ. 206r-v (εγγραφή 26 Δεκεμβρίου 1832). 31. Pieri, Della vita..., ό.π., τ. 2, σ. 177. Στις ημερολογιακές του καταγραφές (Riccardiana, Memorie, ό.π..) σημειώνει: «Θα ήθελα να μην ήταν αληθινό, γιατί θα ήταν πολύ θλιβερό να στιγ82
μάτιζε αυτός ο διάσημος γέροντας τις τελευταίες του μέρες με τη συκοφαντία». Η ταυτότητα του «Πανταζίδη», πάντως, έγινε έγκαιρα γνωστή στην Ελλάδα και φυσικά στον Μουστοξύδη. 32. Archivio di Stato di Firenze [= ASF], Censura, filza 55, έγγραφο 993 (29 Δεκεμβρίου 1832). 33. ASF, Censura, registro 18, αρ. 10163 (29 Δεκεμβρίου 1832). 24. Πα ορισμένες πληροφορίες σχετικά με το τυπογραφείο αυτό βλ Maurizio Brotini, «Sul catalogo storico della Tipografia Calasanziana», La fabbrica del libro, έτ. XII 2/2006, σσ. 37-43. Για τη μετριοπάθεια του Bernardini και τη θετική στάση που κράτησε γενικά απέναντι σε «ανατρεπτικές» ιδέες, γ ΐ α το διάστημα που κράτησε τη θέση του ( 1814-1842), πέρα από τη β1βλιογραφία που παρα τίθεται στο προηγούμενο άρθρο, βλ. δύο συγχρονικές μαρτυρίες: Niccol_ Tommaseo, Di Giampietro Vieusseux e dell'andamento della civiltà italiana in un quarto di secolo. Memorie di N. Tommaseo, Φλωρεντία, Stamp. Sulle Logge del Grano, 1863, σ. 125_ Arturo Linaker, La vita e i tempi di Enrico Mayer con documenti inediti della storia della educazione e del Risorgimento italiano (1802-1877), τ. 1-2, Φλωρεντία, έκδ. Barbèra, 1898, σσ. 16-18. Σύμφωνα, πάντως, με όσα είχε την καλοσύνη να με πληροφορήσει ο Maurizio Brotini, ο οποίος συντάσσει τον γενικό κατάλο γο των εκδόσεων της Calasanziana, δεν έχει μέχρι στιγμής εντοπιστεί έκδοση ελληνόγλωσσου κει μένου από το τυπογραφείο αυτό. 35. Δεν γνωρίζω αν υπηρετούσε κάποιος Ιόνιος στη ρωσική διπλωματική αποστολή του Μεγάλου Δουκάτου, αν και αυτοί δεν θα ήταν οι μόνοι δεσμοί που μπορούσε να έχει ο Βιάρος. Γνωρίζουμε, ωστόσο, ότι στην πρεσβεία του Λομβαρδοβενετικού βασιλείου υπηρετούσε ο Σπυρίδων Ναράντζης (περ. 1760-1833) και στο Πιεμόντε ο Γεώργιος Μοτσενίγος (1762-1839). 36. Κέρκυρα, από την Tipografia Mercurio Α. Tersachi. Η βιογράφηση εκτείνεται σε 190 σελίδες (+ 15 σελίδες σημειώσεις). Για τον Αρλιώτη, ο οποίος συμμετείχε ενεργά στα γεγονότα της Κέρκυρας επί γαλλικής κυριαρχίας (1797-1799) και ιδίως στον κύκλο της Πατριωτικής Εταιρείας, βλ. [Ν. Β. Manessi], Alcuni versi inediti di Demetrio Arliotti Corcirese, Tipografia Jonia di Spiridione ed Arsenio Cao, 1860_ [Ανδρέας Μουστοξύδης ;], «Δημήτριος Αρλιώτης», Πανδώρα, τ. 11 / φυλ. 242 (15 Απριλίου 1860), σσ. 45-47_ Μιχαήλ Λάσκαρη, «Δημήτριος Αρλιώτης (1777-1860)», Κερκυ ραϊκά Χρονικά 8 (1960), σο. 62-69. Πβ. Συνταγματικά κείμενα των Ιονίων Νήσων, επιμ. Αλίκη Νικηφόρου, Ίδρυμα της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία, Αθήνα 2008,σσ. 74-75 σημ. 43. 37. Βλ. Arliotti, La vita di Giovanni Conte Capodistria, ό.π., σ. e-f. 38. Βλ. Alcuni versi inediti di Demetrio Arliotti Corcirese, ό.π. Ο «Πρόλογος του εκδότη» υπογρά φεται από τον Μάνεση (με χρονολογία «Νοέμβριος I860»): Οι κρίσεις και το απόσπασμα του Μάνεση στις σ. χχ και xxi-xxii. Ο Μάνεσης σημειώνει (ό.π., σ. xxi) ότι το βιβλίο απέσπασε θετικές κρίσεις από τον Πιέρη, τον Μουστοξύδη, τον Αιμίλο Τυπάλδο, τον Φιλητά, τον Ιωάννη Οικονομίδη, τον Βράιλα-Αρμένη, τον Τερτσέτη κ.ά. 39. Βλ Pieri, Della vita..., ό.π., τ. 2, σσ. 180-181_ πβ. ό.π., ο. 287. 40. Στη Βιβλοθήκη Riccardiana (Riccardiana 3521 [= Lettere a Mario Pieri]) σώζονται, μεταξύ άλλων, 29 επιστολές του Αρλώτη προς τον Πιέρη. 41. Είναι πολύ ενδιαφέρουσα η εσωτερική αναζήτηση της έννοιας της πατρίδας από τον Πιέρη, οι αντιφάσεις του και οι δισταγμοί τελκής απόφασης, τουλάχιστον την εποχή συγγραφής της αυτο βιογραφίας: βλ. ενδεικτικά: Della vita..., ό.π., τ. 2, ο. 29 («Η Ελλάδα, έλεγα μέσα μου, είναι η αλη θινή μου πατρίδα και όχι η άθλα Κέρκυρα, θλβερή σκλάβα της αισχρής Αγγλίας»: αναφέρεται στην περίοδο του 1824), σ. 190-191 («Την εποχή που ποθούσα την πατρίδα και τους συμπατρκότες μου Κερκυραίους [= 1833], και έγραφα ότι ο άνθρωπος που δεν έχει πατρίδα είναι χειρότερος κι από θηρίο ...»), σ. 248-249 («στοχάστηκα πάρα πολύ πάνω στην ατυχία του ανθρώπου εκείνου που έχει δύο πατρίδες, στη δική μου δηλαδή...»)_ πβ. ό.π., σσ. 154-155, 160-163, 280 315 321 325-326, 350 κ.λπ. 42. Βλ. τις επιστολές του Αρλώτη στην Riccardiana 3521, με ημερομηνίες: 14 Αυγούστου και 1η Νοεμβρίου 1837, 12 Μαρτίου, 28 Ιουνίου και 28 Αυγούστου 1839, 29 Ιούλου 1840 και 28 Οκτωβρίου 1851. 43. Για τη μελαγχολα που του γεννούσε η αδυναμία του να ενταχθεί στο ιταλκό Πάνθεο, βλ. Della 83
vita..., ό.π., τ. 2, σσ. 8 και 280-281. 44. Πέρα από όσα κείμενα έχουν ήδη αναφερθεί, μέχρι την Ένωση, αυτόνομα κείμενα εδημοσίευσε και ο Ιω. Ζαμπέλιος (Ιωάννης Καποδίστριας. Τραγωδία ογδόη, παρά Ι. Ζ. του Λευκαδίου, Εν Αθή ναις, Εκ του τυπογραφείου Αναστασίου XXX, 1844) και ο Εμμ. Θεοτόκης (Du comte Capodistrias et de sa mort, 1863), ενώ ο Αρ. Βαλαωρίτης δημοσίευσε υλικό σχετικό με τον Καποδίστρια στα παραρτήματα ποιητικών του έργων: βλ. Κουλούρη - Λούκος, ό.π., «Βιβλιογραφία». 45. Ν. Δούκας, Ξυνωρίς ήτοι Φυσική και Μεταφυσική, Αίγινα 1834 (στο οποίο προτάσσεται το <Ανδρών αγαθών. Βίος Αδαμαντίου Κοραή και του Κυβερνήτου της Ελλάδος Ι. Καποδίστρια...»). 46. Γι' αυτή την άποψη βλ. Κουλούρη - Λούκος, ό.π., σ. 53. 47. Ο Ιακωβάτος, στο πλαίσιο της πολεμικής του κατά του πανσλαβισμού, θα χαρακτηρίσει τον Καποδίστρια μέσα στη Βουλή (1879), πράκτορα της Ρωσίας (: «"σκλαβούνος", αιμοβόρος, πρά κτορας της Ρωσίας, κοντολογίς "γκουμπερνάτωρ"»): βλ. Τυπάλδος Ιακωβάτος, Ιστορία, ό.π., σ. κς' (εισαγωγή Ασδραχά)^ πβ. Κουλούρη - Λούκος, ό.π., σ. 94 σημ. 178. Βλ. στη συνέχεια για την περί πτωση του Δημητρίου Γουζέλη. 48. Francesco Cusani, Dalmazia, le Isole jonie e la Grecia (visitate nel 1840). Memorie storicostatistiche di Francesco Cusani, τ. 2, Μιλάνο, Pirata, 1847, σ. 57. Στο σχετικό με τον Καποδίστρια κεφάλαιο (σσ. 221-241), ο Cusani επιχειρεί να είναι αντικειμενικός (στηρίζεται στην εμπειρία που αποκόμισε στην Ελλάδα και βιβλιογραφικά κυρίως στον Thiersch και τον Παπαδόπουλο Βρετό), αλλά τα πορτραίτα του Κυβερνήτη και του Μουστοξύδη καθόλου δεν ευχαρίστησαν τον τελευταίο: βλ. Αρβανιτάκης, Μουστοξύδης - Τυπάλδος, σσ. 732-734 (επιστολή στον Αιμίλιο, 6 Δεκεμβρίου 1848 και σχόλια). 49. Η πρώτη μορφή της βιογραφίας κυκλοφόρησε μάλλον το 1854, εφόσον σε απαντητική επί στολή στον Regaldi, ο Giuseppe Mattioli (Κέρκυρα, 24 Φεβρουαρίου 1855) τον ευχαριστεί γ ι ατην αποστολή δύο τομιδίων: της βιογραφίας του Σολωμού και εκείνης του Καποδίστρια (: Βιβλιοθ:Ιήκη Marucelliana, Carteggio Regaldi 208). Ο Βαλαωρίτης επίσης τον ευχαριστεί για την αποοτολή του τομιδίου, στις 15 Οκτωβρίου 1862 (: Marucelliana, Carteggio Regaldi 349). Ο Βαλαωρίτης ιαναφέρεται σε επόμενη έκδοση του κειμένου: Giuseppe Regaldi, Il Conte Giovanni Capodistria: cenni storici, Τορίνο, Tip. Scolastica di Sebastiano Franco e figli, 1862 (ΤΟ κείμενο περιελήφθη επίσης στον β' τόμο της συνολικής έκδοσης του Regaldi, Canti e prose, από τον ίδιο εκδότη, 1861, σσ. 153-170). 50. Βλ. Κωνσταντίνος Μαχαιράς, Λευκός και Λευκάδιοι επί αγγλικής προστασίας (1810-1864), Κέρκυρα 1940, σ. 137. 51. Πέρα από τη φιλική σχέση και τη συνεργασία του με τον Μουστοξύδη, γνωρίζουμε τη φιλική του σχέση, από νεαρή ηλικία, με τον Μάριο Πιέρη (συνεργασία και την περίοδο της Επτανήσου Πολιτείας), με τον Αρλιώτη, αλλά ακόμη και με τον Σταμάτη Βούλγαρη (συνεργασία στην Ελλάδα). 52. Για την άποψη αυτή βλ. Βασίλης Παναγιωτόπουλος, «Η εμφάνιση της σύγχρονης πολιτικής σκέ ψης στην Ελλάδα», Τα Ιστορικά τ. 6 / τχ. 10 (Ιούνιος 1989), σ. 3-12 (η αναφορά στην περίπτωση του Ιονίου στις σσ. 5-6) και Σπύρος Ασδραχάς, «Κοινωνικοί αγώνες και Διαφωτισμός: μερικές αυτόδηλες παρατηρήσεις», στο: Κοινωνικοί αγώνες και Διαφωτισμός. Μελέτες αφιερωμένες στον Φίλιπ πο Ηλιου, επιμ. Χρήστος Λούκος, Ηράκλειο, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2007, σσ. 77-83. 53. Ο Πιέρης αναφέρει (Della vita..., ό.π., τ. 1, οσ. και 78-79 και τ. 2, σ. 57) ότι επί Γάλλων συμ μετείχε στην «Πατριωτική Εταιρεία», αλλά απομακρύνθηκε γρήγορα, ενώ την ίδια εποχή συμμετεί χε, μαζί με τους αδελφούς Καποδίστρια, τον Μάρκο Πολυλά, τον Ιωάννη-Φραγκίσκο Τσουλάτη, τον Αρλιώτη, τον Νικόλαο Δελβινιώτη κ.ά στην «Εταιρεία των Φίλων»_ για το γρήγορο τέλος των συμπαθειών του απέναντι στους Γάλλους και την αξιολόγηση του «terrorismo», βλ. τις δικές του, αλλά νομίζω συγκεχυμένες πληροφορίες: ό.π., τ. 1, σσ. 49-55. Ενώ ο Πιέρης παρουσιάζει την Εται ρεία των Φίλων μάλλον ως ένα φιλολογικό σύλλογο, ο Μάνεσης (Alcuni versi inediti, ό.π., ο. viiiix) εξισώνει τις δύο Εταιρείες, σημειώνοντας ότι σκοπό είχαν «να υποστηρίξουν και να διαδώσουν τα νέα δόγματα της Γαλλικής επανάστασης». Πβ. Παναγιώτης Χιώτης, Σειράς ιστορικών απομνη μονευμάτων, τ. 3, Κέρκυρα, Εκ της Τυπογραφίας της Κυβερνήσεως, 1863, ο. 604 (αντλεί από τον — Μάνεοη) και Βροκίνης, Βιογραφικά σχεδάρια, ό.π., σα. 20-21.
54. Pieri, Della vita..., ό.π., τ. 1, σσ. 33 και 45-46. Πβ. το περιστατικό που αφηγείται ο Ιωάννης Ζαμπέλιος: Ιωάννης Ζαμπέλιος, Τραγωδίαι, τ. 1., Ζάκυνθος, τυπ. Σ. Ραφτάνη, 1860, ο. κς'. 55. Ο Πιέρης ορίστηκε για ένα διάστημα «Υπογραμματέας της Επικράτειας» (1803-1804), ενώ ο Μουστοξύδης ορίστηκε ως ο επίσημος «Ιστοριογράφος των Ιονίων Νήσων» (μετά την έκδοση του έργου του Notizie per servire alla storia corcirese, 1804). Οι δύο τους υπήρξαν επίσης εκδότες της Gazzetta Urbana, αλλά ο Πιέρης, όπως με κάποια αυταρέσκεια αναφέρει ο ίδιος (Della vita..., ό.π., τ. Ι,σ. 79), αποχώρησε λόγω των παρεμβάσεων της λογοκρισίας: «έστειλα στον Διάβολο και τους Λογοκριτές και την εφημερίδα». 56. Για τη διακήρυξη του «ρεπουμπλικανικού» πιστεύω του Πιέρη, σε συνδυασμό με την καταδίκη του Ναπολέοντα, «ο οποίος κυριάρχησε τόσον καιρό στην Ευρώπη και που, αν και μπορούσε να ελευθερώσει την Ιταλία και τον Κόσμο, τους έκανε σκλάβους, καταστρέφοντας και τον εαυτό του», βλ. ανάμεσα σε πολλά άλλα: Della vita..., ό.π., τ. 1, σ. 26. 57. Γι' αυτές τις πληροφορίες βλ. κυρίως Alcuni versi inediti di Demetrio Arliotti, ό.π., σ. x-xxxiii (: το απόσπασμα στις σσ. x-xi: από τη βιογραφία του, την οποία συνέθεσε ο Μάνεσης). 58. Βλ. κυρίως τη βιογραφία του: Ζαμπέλιος, Τραγωδίαι, ό.π., σσ. θ'-ρ'. Για περισσότερα βιβλιο γραφικά στοιχεία βλ. Σπυρίδωνος Ζαμπελίου, Τα κριτικά κείμενα, επιμ. Γιώργος Γ. Αλισανδράτος, Ίδρυμα Κώστα και Ελένης Ουράνη, Αθήνα 1999, σσ. 12-13 σημ. 1. Πβ. Ugo Foscolo, Epistolario, τ. 2 [= Edizione Nazionale delle Opere di U. E, τ. 15], επιμ. Plinio Carli, Φλωρεντία, Le Mounier, 1952, o. 428-429 (και σχόλια). Συναφής υπήρξε η πορεία του Ι.-Φ.Τσουλάτη (1762-1805), ο οποί ος, όπως ήδη αναφέρθηκε (σημ. 53) είχε φιλικούς δεσμούς με τα εδώ αναφερόμενα πρόσωπα. Υπήρξε «ένθερμος οπαδός των φιλελεύθερων ιδεών με έντονη δράση κατά την περίοδο της κυριαρ χίας των δημοκρατικών Γάλλων» (Πετράτος), συμμετείχε στην Εταιρεία των Πεφωτισμένων (Illuminati), που ιδρύθηκε τότε ακριβώς στο Αργοστόλι, έγινε μέλος της Municipalità (αν και ο Τσιτέλης παρατηρεί: «διακριθείς όμως μάλλον επί ευφυία και επιτηδειότητι ή επί αληθεί αστικώ ενδιαφέροντι»), το 1800 εξελέγη βουλευτής Κεφαλονιάς, διετέλεσε Γερουσιαστής και Γραμματέας της Επτανήσου πολιτείας, με αρμοδιότητες επί στρατιωτικών και οικονομικών θεμάτων, η Γερουσία τον είχε αρχικά ορίσει να μεταβεί στην Πετρούπολη για να συγχαρεί τον νέο τσάρο Αλέξανδρο για την ανάρρηση του στον θρόνο (αλλά τελικά οι μηχανορραφίες επέβαλαν τον Γ. Μοτσενίγο) κι εντέλει υπήρξε συντάκτης του Σχεδίου Συντάγματος του 1803, καθώς και της εισηγητικής έκθεσης. Βλ. Ηλίας Τσιτσέλης, Κεφαλληνιακά Σύμμικτα_ τ. 1, Αθήνα, Tun. Παρασκευή Λεώνη, 1904, σο. 625630_Γεράσψος Μαυρογιάννης, Ιστορία των Ιονίων Νήσων αρχομένη τω 1797 και λήγουσα τω 1815, τ. 1, Αθήνα, Tun. Παλιγγενεσία, 1889, σ. 376_ Πέτρος Πετράτος, «Ο Α. Κοραής και η Κεφαλονιά. Η ονοματοδοσία της λέσχης "Μουσείον ο Κοραής" (1843)», Ο Ερανιστής 25 (2005), σ. 288 σημ. 34. 59. Βλ. Discorsi pronunciati nella Società Patriottica di Corcira, Numero primo, Κέρκυρα, anno VI [= 1798], σ. 50-52. Ο Αρλιώτης είναι ο μόνος που αναφέρεται με τόση έμφαση στο ζήτημα: «Ω Έλληνες! Ποιος υψηλός ενθουσιασμός πρέπει να νιώσουμε ότι μας εμψυχώνει! Θα εμφανιστούμε ξανά και θα λάμψουμε στου κόσμου τη μεγάλη σκηνή, τώρα που μπορούμε να ελπίσουμε σε μια πατρίδα! Ω εποχές υπερβολικά θλιβερές, τότε που η Ελλάδα [, η οποία] στην Ανατολή συνθλιβόταν από τον πιο βαρύ ζυγό και στη Δύση στριμωχνόταν μέσα στα δεσμά μιας αδηφάγος αριστοκρατίας, δεν μπορούσε να κυριεύεται από κανένα άλλο συναίσθημα παρά από εκείνο της παρακμής και της εκμηδένισης της! Τώρα τα δεσμά της αριστοκρατίας έσπασαν και δεν είναι μακριά ο καιρός που κι εκείνος ο Θρακιώτης ζυγός ...»: σ. 51). 60. Ermanno Lunzi, Storia delle Isole Jonie sotto il reggimento dei repubblicani francesi, Βενετία, Tipografia del Commercio, σ. 39. 61. Ενδεικτικό είναι το έργο του Κωνσταντίνου Λομβαρδού, Απομνημονεύματα προς καταρτισμόν της περί απελευθερώσεως της Επτανήσου ιστορίας, τ. Α7 φυλ. Α'- Ε', Ζάκυνθος-Αθήνα 1871-1875. 62. Pieri, Della vita..., ό.π., τ. 2, σσ. 163-164. Στην ίδια προβληματική εντάσσεται η υποτιμητική στάση του (ό.π., σσ. 159-160) απέναντι στις «μοντέρνες» έννοιες της «πολιτικής οικονομίας» και της «πολιτικής». 63. Memorie storiche sulla fondazione della Repubblica Jonica, ossia delle Sette Isole Unite, di 85
Giorgio Paulini cittadino del dipartimento Egeo, Ιταλία 1802, σσ. 18-19: «Δεν εγνώρισα στη ζωή μου μέρα πιο πένθιμη και πιο θλιβερή από εκείνη κατά την οποία είδα τους Γάλλους να καταθέτουν τα όπλα και να συνθηκολογούν με τον εχθρό: η πίκρα μού συνέθλιψε την ψυχή και η απελπισμένη μου θλίψη θα ήθελε περισσότερο ναταφώ κάτω από εκείνα τα πρόσφατα ερείπια, παρά να δω πάνω στα περήφανα τείχη μας να υψώνεται η οθωμανική Ημισέληνος». 64. Βλ. κυρίως την ανεπιφύλακτη υποστήριξη του Σχεδίου: Paulini, ό.π„ σσ. 103-105. 65. Βλ. Paulini, ό.π., σο. 97-100_ πβ. το μεταγενέστερο: Lunzi, Storia delle Isole Jonie, ό.π., σσ. 54, 95 & 116. 66. Ένα άλλο παράδειγμα, ανάμεσα σε πολλά, είναι ο Filippo Pananti, ο φίλος του Ανδρέα Κάλβου, μέλος της Πατριωτικής Εταιρείας και της Εθνικής Φρουράς της Τοσκάνης: βλ. Luigi Andreani (επιμ.), Filippo Pananti. Scritti minori inediti e sparsi, con notizie della vita e delle opere sue, raccolti e pubblicati da Luigi Andreani, Φλωρεντία, R. Bemporad e Figlio. Cessionari Della Libreria Editrice Felice Paggi, 1897, σ. 42-45 (κυρίως)_ Carlo Mangio, I Patrioti toscani fra «Repubblica etrusca» e Restaurazione, Φλωρεντία, Olschki, 1991, σσ. 172-177 & 206 κ.ε. Για την ιταλική περίπτωση γενι κά βλ. Luigi Salvatorelli, Il pensiero politico italiano da! 1700 al 1870, Τορίνο, Einaudi, 1942, σσ. 89-139_ ο ίδιος, Sommario della storia italiana, Τορίνο, Einaudi, 1969, σσ. 387-411. 67. Διαφορετικό είναι το παράδειγμα του Ιωάννη Ζαμπέλιου, ο οποίος, επιστρέφοντας στη Λευκά δα (1810), κατηγορήθηκε ως «βοναπαρτιστής και δημεγέρτης», αλλά γρήγορα διασκέδασε τις κατη γορίες και ανέλαβε δημόσια λειτουργήματα: βλ. τη «Βιογραφία» του: Ιωάννης Ζαμπέλιος, Τραγωδίαι, τ. 1, ό.π., σο. μη'- μθ'. 68. «[...] το κοινωνικό από νωρίς, πριν από τη διάδοση των Φώτων, είχε συναιρεθεί στο εθνικό, δηλαδή στην αντίθεση κατακτητών και κατακτημένων, η άρση της αντίθεσης αυτής υποτίθεται ότι ήταν υπέρτερο αιτούμενο, το αιτούμενο που ο Αντόνιο Γκράμσι συνόψισε στην ανάγκη για γενική απελευθέρωση. [...] ας θυμίσουμε ότι μια εξέγερση, μια σύγκρουση, δεν έχει πάντα ως σύνδρομο το αίτημα της ανατροπής των όρων ζωής, την πολιτική μεταβολή: το σύστημα που διέπει τις σχέ σεις ανάμεσα στους ανθρώπους ως διακριτά (και αντιτιθέμενα) οικονομικά και κοινωνικά υποκεί μενα δεν τίθεται σε αμφισβήτηση. Για να συμβεί αυτό θα πρέπει να τεθεί σε ενέργεια το αίτημα για εθνική συγκρότηση, αίτημα εγγενώς ανατρεπτικό για τις συλλογικότητες των κατακτημένων»: Ασδραχάς, «Κοινωνικοί αγώνες και Διαφωτισμός», ό.π., σσ. 78-79. 69. Χαρακτηριστικό παράδειγμα προσέγγισης του τσάρου για την επίτευξη της ιταλικής ανεξαρτη σίας ήταν ο Γιακωβίνος και αντιβοναπαρτιστής Luigi Angeloni, ο οποίος απηύθυνε στον Αλέξαν δρο το Sopra l'ordinamento che aver dovrebbero i governi d'Italia, Παρίσι, apresso l'auttore, 18ΐ4_πβ. σχετικές μαρτυρίες στον Todeas Twattle-Basket [= Tommaso de Angelis], Note di cronaca ossia i giornali, gli istituti e gli uomini illustri italiani a Londra durante Fera vittoriana (1837-1897), Μπέργκαμο, F. e P. Fratelli Bolis, 1897, o. 12, αλλά και το ανώνυμο (αρχικά είχε αποδοθεί στον Φόσκολο): Orazione di un italiano intorno alle cose d'Italia al Congresso di Aquisgrana, Εδιμβούρ γο, Presso Manners e Miller, 1819. Για μια σύνοψη της πολιτικής του Αλεξάνδρου (1801-1825), βλ. Nicholas Riasanovsky, Storia della Russia dalle origini ai giorni nostri, Μιλάνο, Bompiani, 2005 (a έκδ. Oxford University Press, 1984), σσ. 302-322. Πα τη ρωσική εξωτερική πολιτική σε σχέση με το ιταλικό εθνικό ζήτημα, βλ. τη χρησιμότατη μελέτη του Giuseppe Berti, Russia e stati italiani nel periodo risorgimentale, Einaudi, Τορίνο 1957. 70. Για πλούσια βιογραφικά και βιβλιογραφία, βλ. Δημήτριος Γουζέλης, Ο Χάσης (το τζάκωμα και το φτιάσιμον), κριτική έκδοση: ΖήσιμοςΧ. Συνοδινός, Αθήνα, Ωκεανίδα, 1994. 71. Τα κατά τους Έλληνας. Διαιρούμενον εις δύο μέρη ελεγκτικόν και παραινετικόν. Πονημάτων Δημητρίου Γουζέλη. Έγγραφον εν μηνί Ιανουαρίω 1833, Αίγινα, Εκ της Τυπογραφείας Α. και Ν. Αγγελιδών, 1833. 72. Βλ. Πετράτος, «Ο Α. Κοραής και η Κεφαλονιά», ό.π., σο. 281-299. 73. Βλ. το μονόφυλλο: «Corfu, 19/31 Décembre 1852. Questa sera lo zelantissimo Patriota Antonio Dandolo, nel Gabinetto di Lettura coron_ di lauro dorato l'effigie dell'immortale Coray con la seguente inscrizione: Ad Adamante Coray .... A. Dandolo Corcirese. Tipog. Scheria». 74. Βιβλιοθήκη Marucelliana, Mss Regaldi 34 («Zante»), φφ. 31r-32r.
ΓΙΑΝΝΗΣ Σ. ΠΙΕΡΗΣ* Ο Ιω. Καποδίστριας και ο οικογενειακός του περίγυρος
Η
Κέρκυρα είχε τη τύχη να μην υποστεί όπως ο υπόλοιπος ελληνικός κόσμος την υποδούλωση στην Οθωμανική αυτοκρατορία και παρά τις δυσχέρειες των
αλλεπάλληλων κατόχων ακολούθησε μια ομαλή ιστορική πορεία. Τα τετρακόσια χρό νια που απετέλεσαν την παρένθεση ανάμεσα στο μεσαιωνικό και το νεοελληνικό ελλη νισμό, δεν έχουν σχέση με την ιστορική πορεία της Κέρκυρας και γενικότερα του Ιόνι ου χώρου. Τουλάχιστον για τις αστικές κοινωνίες της Κέρκυρας και της Ζακύνθου, το μεσαίωνα διαδέχτηκε, η Αναγέννηση, ο Διαφωτισμός, η Γαλλική επανάσταση. Κάτω από την κυριαρχία ευρωπαϊκών κρατών, γνωστών για την κρατική και κοι νωνική τους οργάνωση, όπως η Βενετία και η Μεγάλη Βρετανία, κυρίως στην Κέρ κυρα και τη Ζάκυνθο δημιουργήθηκε μία ευρωπαϊκή αστική κοινωνία η οποία έχο ντας σταθερά στο πλευρό της το κύρος και την αγωνιστικότητα της Ελληνορθόδοξης Εκκλησίας, όχι μόνο κατόρθωσε να διατηρήσει ζωντανή την εθνική της ταυτότητα, αλλά και να απορροφήσει τους ξένους, που α αυτό το διάστημα εγκαταστάθηκαν στο νησί. Γέννημα του Ιονίου χώρου ο Ιωάννης Καποδίστριας ένας δυτικός Έλληνας, ένας Έλληνας με συνείδηση της ευρωπαϊκής του ταυτότητας. Η οικογένεια Καποδίστρια ή Καβουδίστρα εμφανίζεται στην Κέρ κυρα τα τέλη του 1 4 ο υ αι. Ανεπιβε βαίωτη οικογενειακή παράδοση θέλει τον ερχομό του γενάρχη της οικογέ νειας Βιτόριο Βιτόρι από την Ίοτρια, αρχηγό μικρού στρατιωτικού σώμα τος που εξυπηρετούσε τις ανάγκες προστασίας φεουδαρχών του νησι ού. Από τα σωζόμενα σήμερα στα Αρχεία Νομού Κερκύρας, στη Σειρά Ενετοκρατία, πρακτικά των συνε δριάσεων του Γενικού Συμβουλίου της πόλης, στις εκλογές της 1.9.1477 βλέπουμε για πρώτη φορά να παίρ νουν μέρος δύο μέλη της οικογένειας, ο Φίλιππος και ο Ιωάννης. Στα πρακτικά δεν αναφέρονται πατρώνυμα και έτσι δεν είναι δυνατόν να γνωρίζουμε ποια ήταν η μεταξύ τους συγγενική σχέση. Πιθανόν ήταν αδέλφια, παιδιά του Νικολάου Καποδίστρια . Από τότε και μέχρι το τέλος της Βενετι κής κυριαρχίας το 1797, τα άρρενα μέλη της οικογένειας είχαν συνεχή παρουσία στο
* Πρόεδρος
Γενικό Συμβούλιο και στο Συμβούλιο των εκατόν πενήντα και ενέμοντο αξιόλογα και
Ετ^είαΤΓΓύΤ'
87
προσοδοφόρα κοινοτικά αξιώματα. Τόσο τα άρρενα μέλη της οικογένειας, όσο και τα κορίτσια σε όλο το διάστημα των τεσσάρων αιώνων της Βενετικής κυριαρχίας σύναψαν γάμους με μέλη οικογενειών που είχαν εισαχθεί στο Γενικό Συμβούλιο. Το 17° αι., η οικογένεια χωρίστηκε σε τρεις κλάδους. Το κλάδο των Καποδίστρια του Αγίου Δημητρίου ή του Βάίλάτου. Η casa dominicale του κλάδου ήταν στη συνοικία του Αγίου Δημητρίου της Γέφυρας, στο Τραφοχώρι δίπλα στο παλάτι του Βάιλου. Τον κλάδο των Καποδίστρια - Σούφη και τον κλάδο των Καποδίστρια των Μουράγιων. Γενάρχης του πρώτου κλάδου ήταν ο Ιωάννης γιος του Νικολάου και της Βιάρας κόρης του τιμαριούχου βαρώνου Φαντίνου De Gotti. Ο κλάδος αυτός εξέλειπε τα τέλη του 1 9 ο υ αι. με το θάνατο του τελευταίου άρρενα απογόνου Ο δεύτερος κλάδος της οικογένειας των Καποδίστρια - Σουφή, είχε γενάρχη τον επίσης Ιωάννη γιο τον Αλβίζε Καποδίστρια. Ο Ιωάννης παντρεύτηκε τη Μαρίνα Μιδέη κόρη του Νικολάου Μιδέη και της Ιερωνύμας De Gotti. Η Μαρίνα Μιδέη ήταν κληρονόμος από τη μητέρα της της βαρωνείας Μέμα. Στα 1673 με το θάνατο της Ιερωνύμας De Gotti - Μιδέη, ο Ιωάννης Καποδίστριας έλαβε την περιβολή της βαρονίας. Ο κλάδος αυτός εξέλειπε με το θάνατο του Γεωργίου (1824-1909) γιου του Ανδρέα Καποδίστρια - Σουφή και της Διαμαντίνας Παλατιανού το 1909. Ο τρίτος κλάδος της οικογένειας, ο κλάδος των Καποδίστρια delle Mura, των Μουράγιων, ήταν ο επισημότερος από τους τρεις κλάδους της οικογένειας. Η casa dominicale του κλάδου βρίσκονταν στην περιοχή των θαλασσίων τειχών της πόλης, (Μουράγια), σήμερα στο τέρμα της οδού Καποδίστρια και την αρχή της οδού Αρσε νίου. Γενάρχης του κλάδου ο Ιερώνυμος γιος του Βίκτωρα. Ο εγγονός του Ιερώνυ μου, Βιάρος Καποδίστριας (1623-1711), τις 13.8.1689, για την αφοσίωση του και τις εξαιρετικές του υπηρεσίες, έλαβε από το Δούκα της Σαβοΐας Κάρολο - Εμμανουήλ, τον τίτλο του κόμητος. Η Βενετία φαίνεται ότι δεν αναγνώρισε το τίτλο αυτό και έτσι οι Καποδίστρια στη χρυσόβιβλο του 1781 δεν περιλαμβάνονται στους τιτλούχους 2
ευγενείς ._ Αυτό συνέβη και με πολλές άλλες οικογένειες του βενετοκρατούμενου Ιόνι ου χώρου που είχαν λάβει τίτλους από άλλους ηγεμόνες και όχι από το Δόγη της Βενετίας. Ο τίτλος του κόμητος αναγνωρίστηκε στους Καποδίστρια των Μουράγιων το 1803 από την Επτάνησο Πολιτεία, κατόπιν ενεργειών του Αντώνιου - Μαρία Καποδίστρια πατέρα του κυβερνήτη. Στον κλάδο αυτό των Μουράγιων ανήκει και ο κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας. Στη χρυσόβιβλο του 1781 η οικογένεια Καποδί στρια είναι μία από τις έντεκα οικογένειες που χαρακτηρίζονται λατινικές, όμως από τις ληξιαρχικές πράξεις των αρρένων μελών των οικογενειών που μετείχαν στο Γενι κό Συμβούλιο και είναι καταχωρημένες στη Σειρά Ενετοκρατία των A.N.Κ., προκύ πτει ότι η οικογένεια Καποδίστρια τουλάχιστον από τα μέσα του 17 ο υ αι. ήταν ορθό δοξη. Η παλαιότερη σωζώμενη ληξιαρχική πράξη βαπτίσεως έχει ημερομηνία 13.2.1670 και αφορά το Ματθαίο - Δημήτριο Καποδίστρια γιο του Βιάρου και της Ελένης Καρυόφυλλου. Η βάπτιση έγινε στην εκκλησία του Αγίου Ιωάννη του Προ-
δρόμου από τον τότε εφημέριο του ναού Γεώργιο Αυλωνίτη . Η προσχώρηση στην Ορθόδοξη Εκκλησία καθολικών οικογενειών του Συμβουλίου ήταν κάτι πολύ συνη θισμένο, σχεδόν όλες οι λατινικές οικογένειες που μετείχαν στο Γενικό Συμβούλιο το ου
τέλος του 18 αι. είχαν προσχωρήσει στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Τον τελευταίο αιώνα της Βενετικής κυριαρχίας το 18°αι. στο Γενικό Συμβούλιο της πόλης μετείχαν περίπου εβδομήντα οικογένειες. Πολλές από αυτές είχαν δραστη ριοποιηθεί σ' αυτό από το 15°αι. λιγότερες τους επόμενους και ελάχιστες τον 18°αι. Μία από τις ισχυρότερες ήταν και η οικογένεια Καποδίστρια και κυρίως ο κλάδος των Καποδίστρια των Μουράγιων. Του κλάδου αυτού αλλά και όλης της οικογένει ας ηγείτο μία ισχυρή προσωπικότητα, ο Αντώνιος - Μαρία Καποδίστριας γιος του Βιάρου και της Στέλας Κουρτάνου (1741-1821).Τα εγκύκλια γράμματα παρακολού θησε στο σχολείο του Νικηφόρου Θεοτόκη και του Ιερεμία Καββαδία στο κελί της Παναγίας των Ξένων και στη συνέχεια σπούδασε νομικά στο πανεπιστήμιο της Πάδοβας από το οποίο έλαβε το δίπλωμα του διδάκτορα της νομικής. Ο Αντώνιος Μαρία Καποδίστριας δεν είχε επιβληθεί μόνο στον οικογενειακό του περίγυρο αλλά και σε ένα σημαντικό τμήμα των μελών του Γ. Συμβουλίου της πόλης. Ηγείτο ουσια στικά της συντηρητικής ομάδας των αρχοντικών οικογενειών του νησιού. Άτομο με μεγάλη μόρφωση και νομική κατάρτιση, τα τελευταία χρόνια της Βενετικής κυριαρ χίας κατέλαβε τα υψηλότερα κοινοτικά αξιώματα όπως αυτό του Κήνσωρα και του Συνδίκου. Με την κατάληψη της Κέρκυρας από τους Ρωσοτούρκους και τη δημι ουργία το 1800 της Επτανήσου Πολιτείας, ο ρόλος του υπήρξε σημαντικός τόσο στην
!!•••••••
-r,.,.:^...»,,..r^
ê
Η πόλη της Κέρκυρας
89
σύνταξη και επικύρωση του Βυζαντινού Συντάγματος όσο και στην ανασύσταση του ορθόδοξου επισκοπικού θρόνου της Κέρκυρας και ειδικά στην επιλογή του προσώ που που θα καταλάμβανε τη θέση αυτή. Ο Αντώνιος - Μαρία Καποδίστριας παντρεύ τηκε την Αδαμαντίνη κόρη του κόμητος Χριοτοδούλου Γονέμη με την οποία απέκτη σε πέντε αγόρια και τέσσερα κορίτσια, το δεύτερο παιδί ήταν ο κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας. Στη διαμόρφωση του χαρακτήρα του, πολλά οφείλονται στον πατέρα του για τον οποίο έτρεφε βαθύτατο σεβασμό και απεριόριστο θαυμασμό. Αυτό φαί νεται εξάλλου και από τη μεταξύ τους αλληλογραφία. Ο ψυχικός σύνδεσμος του Ιωάννη Καποδίστρια με την οικογένεια του και ιδιαίτερα με τον πατέρα του υπήρξε μεγάλος. Ο Ιωάννης Καποδίστριας μέχρι τα δεκαεπτά του χρόνια έζησε σε μια αυστη ρά δομημένη οικογένεια που είχε αντιγράψει πρότυπα ευρωπαϊκά της εποχής με παράλληλα στενούς δεσμούς με την Ορθόδοξη Εκκλησία. Στο οικογενειακό περι βάλλον κυριαρχούν αφ' ενός η ισχυρή προσωπικότητα του πατέρα του και αφ' ετέ ρου συγγενικά πρόσωπα που ανήκαν τόσο στην πατρική όσο και στη μητρική οικο γένεια. Οι δύο θείοι, ο αδελφός του παππού και ο αδελφός του πατέρα του, δύο σημαντικοί ορθόδοξοι κληρικοί, μοναχοί της μονής της Θεοτόκου Παλαιοπόλεως και Νέας Αναφωνήτρας. Ο ένας θα διαδεχθεί τον άλλο στην ηγουμενία της μονής, ενός θρη σκευτικού ιδρύματος με δράση. Την θέση του ηγουμένου της μονής είχαν καταλάβει ιδιαίτερα αξιόλογες προσω πικότητες όπως ο Γεράσιμος Βλάχος, ο Αρσένιος Καλούδης και άλλοι. Η γνώμη των δύο αυτών ιερωμένων ήταν ' Ζ . Ir-prei/r;. :-/i VÏMJ ?.-,-.!>: . Ir." •.•):'.'.V'i' , K' , :'.V'i' ,v 1 t * Λ. ·:.»;*; iiVji';"!·:· "•••••ν λΐ"·^!..«-·..«,:;·,'.":!'.-·"·. .-;Ü , i,
πάντα σεβαστή στην οικογένεια. Δίπλα
i
••ιιΚίΛ.-ϊτίΛίι>ν,τ.ί<;!·. ••«••hi''»-i -..:"'" ri---'.'1.i':u.Tf:
σ' αυτούς τους δύο, ο ιερομόναχος Άγγελος Γονέμης αδελφός της μητέρας του, εφημέριος του ναού του Αγίου Γ025£
Νικολάου των Γερόντων, στην αδελφό
ss;
τητα του οποίου ήταν μέλη τόσο οι
l.i::.vt,i ill••.-Yyii.irnrj S.-on'ii (.•vYWÌ.ir>Tr,t-:i/|.;y i-fcitTTlAl.ri
Καποδίστρια όσο και οι Γονέμη. Η οικογένεια της μητέρας του Ιωάννη Καποδίστρια ,κυπριακής καταγωγής, εγκαταστάθηκε στην Κέρκυρα τα τέλη
Η;
ï§fc$J-M
του 15 0 υ αι. Το 1519 η οικογένεια έγινε δεκτή στο Γενικό Συμβούλιο της πόλης της Κέρκυρας, ενώ στις αρχές του επό-
90
μενού αιώνα συγκαταλέγεται στις οικογένειες που δραστηριοποιούνται στο συμβού λιο των 150 και εκλέγονται μέλη της σε σημαντικά κοινοτικά αξιώματα. Πολλά μέλη της οικογένειας Γονέμη διακρίθηκαν στις βενετοτουρκικές συρράξεις
Ιδιαίτερη
υπήρξε η συμμετοχή της οικογένειας στην άμυνα της πόλης της Κέρκυρας κατά την πολιορκία των Τούρκων το καλοκαίρι του 1716. Ο Χριστόδουλος Γονέμης παππούς του κυβερνήτη, πατέρας της Αδαμαντίνης Γονέμη και του ιερομόναχου Αγγέλου Γονέμη, διακρίθηκε για τον ηρωισμό του κατά τη διάρκεια της πολιορκίας και τιμή θηκε από τη Βενετική Σύγκλητο με το τίτλο του κόμητα. Πολλά μέλη της οικογένει ας υπηρέτησαν την Ορθόδοξη Εκκλησία της Κερκύρας και διακρίθηκαν για το ήθος και την παιδεία τους. Ο ιερομόναχος Άγγελος Γονέμης χρημάτισε Μέγας Σακελάριος του τελευταίου Μεγάλου Πρωτοπαπά, τοποτηρητής της Μητροπόλεως Κέρκυρας την περίοδο από το θάνατο του Γεωργίου Χαλικιόπουλου μέχρι την εκλογή του Ιερό4
θεού Τσιγάλα, εκλογή στην οποία και ο ίδιος είχε θέσει υποψηφιότητα . Στον κύκλο των κληρικών και μοναχών που είχαν σχέση με τις οικογένειες Καπο δίστρια και Γονέμη, οι μοναχές Φεβρωνία και Μακαρία Γονέμη, αδελφές της μητέρας του Κυβερνήτη που εγκαταβίωναν στην αρχοντική μονή της Θεοτόκου Λαμποβίτισσας στο προάστειο των Γαστράδων. Μαζί με τις θείες στο ίδιο μοναστήρι μόναζαν και οι δόο από τις τέσσερις κόρες του Αντώνιου - Μαρία Καποδίστρια και αδελφές του Κυβερ νήτη, η Αικατερίνη και η Άννα με τα μοναστικά ονόματα Ευφροσύνη και Ευφημία. Στη 10 Ιουνίου του 1797 ο Ιωάννης Καποδίστριας ανακηρύσσεται διδάκτωρ της ιατρικής στο Πανεπιστήμιο της Πάδοβας και αμέσως επιστρέφει στη Κέρκυρα. Ένα μήνα πριν, η Γαληνότατη Δημοκρατία διαλύεται υπό την απειλή των στρατευμάτων του Βοναπάρτη. Στις 29 Ιουνίου του 1797 τα γαλλικά πλοία με αρχηγό το στρατηγό Ζεντιλί κατέπλευσαν στην Κέρκυρα. Πολύ γρήγορα ο Αντώνιος - Μαρία Καποδί στριας, θα έλθει σε ρήξη με τους νέους κατακτητές οι οποίοι θα τον θέσουν σε κατ' οίκον περιορισμό και θα απαγορεύσουν την έξοδο από την πόλη αυτού και των μελών της οικογένειας του. Παρά τον αυστηρό έλεγχο και τη φρούρηση των πυλών της πόλης ο Αντώνιος - Μαρία Καποδίστριας κατόρθωσε αυτός και η οικογένεια του να φύγουν από τη πόλη. Για να μην είναι μακριά από τη πόλη και από τα γεγονότα επέλεξε για κατοικία του και των μελών της οικογένειας του το εξοχικό σπίτι της οικο γένειας στη θέση Κουκουρίτσα εννέα χιλιόμετρα από την πόλη της Κέρκυρας. Η οικογένεια θα κατοικήσει στο εξοχικό της Κουκουρίτσας μέχρι και το τέλος του 1799. Μαζί και ο νεαρός τότε Ιωάννης. Διακόσια μέτρα περίπου από την εξοχική κατοικία των Καποδίστρια, το Μετόχι του Ευαγγελισμού. Την περίοδο αυτή φιλοξενούσε τους μοναχούς της μονής της Πλατυτέρας, εμπερίστατους μετά την ολοσχερή καταστροφή της μονής από το γαλλικό στρατό. Ο Ιωάννης Καποδίστριας θα συνδεθεί στενά με τους μοναχούς. Στις ατελείωτες συζητήσεις μαζί τους στο γαλήνιο περιβάλλον της περιοχής θα του δοθεί η ευκαιρία να εκτιμήσει το ήθος των μοναχών Συμεών και Χρύσανθου αδελφών Μασσέλου. Ο δεσμός ειδικά με το Συμεών, θα κρατήσει μέχρι τον θάνατο του. Εκτός από την μεταξύ τους αλληλογραφία, στα γράμματα προς τον
πατέρα του δεν λείπει σχεδόν ποτέ να στείλει χαιρετισμούς και τα σέβη του στον ιερο μόναχο Συμεών, ακόμη και σε άλλα γράφει ότι «...επαφίεται εις τας προσευχάς του καλλίστου ιερομόναχου Συμεώνος...». Μάρτυρας του στενού αυτού δεσμού η μικρή εικόνα του Αγίου Συμεών του Στυλίτη, δώρο του Συμεών στον Καποδίστρια και σήμερα πολύτιμο έκθεμα στο Μουσείο Καποδίστρια στην εξοχική κατοικία της Κουκουρίτσας. Ο σεβασμός προς τον ιερομόναχο Συμεών και τον αδελφό του Χρύσαν θο Μητροπολίτη Κερκύρας , αλλά και η με θαυματουργικό τρόπο σωτηρία του από βέβαιο θάνατο στην είσοδο της μονής της Πλατυτέρας θα τον συνδέσει με την μονή, στον εσωνάρθηκα εξάλλου της μονής από τις 12 Απριλίου του 1832 αναπαύεται η σωρός του. Μία βαθύτατη θρησκευτική πίστη που ξεκινάει από τα παιδικά του χρόνια και πιθανόν έχει σχέση και με τον οικογενειακό του περίγυρο θα τον διακρίνει σε όλη του τη ζωή μέχρι την ημέρα που θα αφήσει την τελευταία του πνοή στα σκαλοπάτια της εκκλησίας του Αγίου Σπυρίδωνα στο Ναύπλιο.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 1 Α.Ν.Κ., Ενετοκρατία, Φ.5, φ.274ν. 2 Α. Ε. Κ. «Libro delle famiglie nobili della magnifica citta di Corfu tratto dal libro d' oro tenuto nelP archivio della medesima Γ anno MDCCLXXXI», σ. 40 3 A.N.Κ., Ενετοκρατία, Φ.85, υπ.4, φ. 127. Καβοδίστριας Ματθαίος - Δημήτριος του s. Βιάρου του τιμ. s. Φραντζέσκου και της κυράς Ελενέτας Καριόφιλη του s. Μικέλ, ανάδοχος ο κυρ. Νίκος Χρίστος, μονή αγίου Ιωάννου Προδρόμου, ιερεύς Αυλωνίτης Γεώργιος 13.02.1670. 4 Α.Χ. Τσίτσα, «Η αποκατάσταση του επισκοπικού θρόνου στην Κέρκυρα», Κέρκυρα 1987, σ.26 και 38. 5 Ο κλάδος ίων Καποδίστρια των Μουράγιων διέθετε τρία εξοχικά στην κερκυραϊκή ύπαιθρο. Το ένα στην περιοχή Φέλεκα Σκριπερού. Το δεύτερο στην παραθαλάσσια περιοχή των Επισκοπιανών, Μωραΐτικων και το τρίτο στην περιοχή Κουκουρίτσα των Ευρωπούλων. Τα δύο πρώτα βρίσκονται σε μεγάλη απόσταση από την πόλη. Το κτήμα και το εξοχικό της Κουκουρίτσας, είχε περιέλθει στην κατοχή του Αντώνιου - Μαρία Καποδίστρια το 1787 μετά το θάνατο της αδελφής του Βιτώριας Καποδίστρια - Λούπινα (1734-1787). 6 Α.Χ. Τσίτσα, «Μακάριος Δαμασκηνός, Χρύσανθος Μασσέλος Μητροπολίτες Κερκύρας», Κέρ κυρα 1996, σ.39,40.
92
ΔΗΜΗΤΡΗΣ
ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ*
Η συμμετοχή της Αίγινας στην Επανάσταση του 1821, μέχρι την άφιξη του Καποδίστρια (Ιανουάριος 1828)
Η
διερεύνηση του θέματος «Η συμμετοχή της Αίγινας στην Επανάσταση του '21» μπορεί να εκτιμηθεί ως διττά χρήσιμη:
α) Ενισχύει το πληροφοριακό υλικό αλλά και την όλη ιστοριογραφική εικόνα της Επανάστασης του '21. β) Ρίχνει περισσότερο φως σε αυτό που συμβατικά αποκαλείται «τοπική» ιστορία της Αίγινας. Εννοώ εδώ ότι, σε απόλυτη επιστημονική κυριολεξία, δεν υπάρχουν τοπικές ιστορίες: το ιστορικό γίγνεσθαι δεν μπορεί να οριοθετηθεί «κατά τόπους», όπως π.χ. αυτό γίνεται στις γεωγραφικές χαρτογραφήσεις. Ως εκ τούτου, η συγγρα φή της «ιστορίας» ενός τόπου, η τοπική ιστοριογραφία, για να χρησιμοποιήσω το δόκιμο όρο, υπονοεί μια μεθοδολογική προσέγγιση που εξυπηρετεί τον ιστοριογρά φο να παρουσιάσει το θέμα του με τέτοιο τρόπο, ώστε να γίνει πιο ενδιαφέρον και, με κάποια έννοια, πιο κατανοητό σε αναγνώστες που σχετίζονται με το συγκεκριμέ νο ιστοριογραφούμενο τόπο ως γηγενείς ή ως κάτοικοι. Έτσι, οι τοπικές ιστοριογρα φίες γίνονται μοχλός καλλιέργειας του ιστορικού ενδιαφέροντος και, συνακόλουθα, της ιστορικής αυτογνωσίας. Ωστόσο, πρέπει να παρατηρηθεί εδώ ότι στις τοπικές ιστοριογραφίες, πέραν από την όποια μεθοδολογική ανορθοδοξία, ελλοχεύει και ο κίνδυνος , τόσο η έκθεση των γεγονότων από τον, συνήθως, γηγενή ιστοριογράφο, όσο, ή και περισσότερο, και η πρόσληψη των γεγονότων από το γηγενή αναγνώστη, να γίνεται με τρόπο έντονα υποκειμενικό. Κι αυτό, γιατί μέσα από τη γνώση της «ιστορίας» του τόπου δεν επι διώκεται μόνον η ικανοποίηση μιας εύλογης περιέργειας και η κατάκτηση της ιστο ρικής αυτογνωσίας, αλλά επιδιώκεται, έστω υποσυνείδητα, και η ηθική/ ιστορική καταξίωση, η «αναφορά» σε ένδοξο ή, τουλάχιστον, ηρωικό παρελθόν. Από αυτήν την άποψη, οι τοπικές ιστοριογραφίες σχετίζονται με βαθύτερες, αρχετυπικού χαρα κτήρα, συλλογικές ψυχικές ανάγκες. Εκτιμώ, τελικά, ότι οι τοπικές ιστοριογραφίες είναι χρήσιμες ακόμη και στις περι πτώσεις που το υποκειμενικό στοιχείο πλεονάζει. Κι αυτό, γιατί «ακόμη κι έτσι» παρα μένουν μοχλός, «ένα πρώτο βήμα», για την καλλιέργεια του ιστορικού ενδιαφέροντος και της ιστορικής αυτογνωσίας. Και, εν πάση περιπτώσει, τα πάντα υπόκεινται σε επι στημονικές και μεθοδολογικές βελτιώσεις. Μετά τη σύντομη αυτή εισαγωγική τοποθέτηση επικεντρώνομαι στο θέμα και εκθέ τω εξαρχής ένα αδρό σχέδιο για την κάλυψη του, που περιέχει τις παρακάτω ενότητες: α)Η Αίγινα λίγο πριν την Επανάσταση (δηλαδή κατά τα τέλη του 1 8 ο υ και αρχές τ ο υ 1 9 ο υ αϊ).
β) Η Αίγινα και η Φιλική Εταιρεία.
»Φιλόλογος πολιτικός επιστήμονας,
Λύκειο Αίγινας. 93
γ) Η έναρξη της Επανάστασης στην Αίγινα. δ) Η Αίγινα ως προσφυγικό κέντρο στη διάρκεια της Επανάστασης. ε) Η συμμετοχή των Αιγινητών στις εκστρατείες/πολεμικές επιχειρήσεις κατά τη διάρκεια της Επανάστασης. στ) Η εγκατάσταση στην Αίγινα, το 1826, της ελληνικής επαναστατικής κυβέρ νησης («Διοικητικής Επιτροπής») υπό τον Α. Ζαΐμη και η ιδιαίτερη σημασία της για την Αίγινα. Πριν από την επιμέρους ανάπτυξη των παραπάνω ενοτήτων αναφέρω πληροφο ριακά ότι η βασική μου πηγή είναι ο 2°S τόμος, με τίτλο (Αίγινα Π» , του τρίτομου βιβλίου με το γενικό τίτλο « Αίγινα» της Γεωργίας (Γωγώς) Κουλικούρδη. Οι πηγές στις οποίες βασίστηκε η συγγραφή του τόμου «Αίγινα Π» είναι, κατά βάση, οι παρα κάτω: Αρχείο Ύδρας, Αρχείο Κουντουριωτών, Αρχείο Θανάτων Δήμου Αίγινας, Αρχείο Πολυμνίας Ηρειώτου (Λαογραφικό Μουσείο), Αρχείο Ελληνικής Παλιγγενε σίας, Γενικά Αρχεία του Κράτους, Δελτίο Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας, Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια, Νέα Ελληνική Βιβλιοθήκη, Πρωτόκολλο Δήμου Αίγινας, Χειρόγραφα Εθνικής Βιβλιοθήκης. Η ίδια η ιστοριογράφος Γωγώ Κουλικούρδη, αξιολογώντας την επάρκεια των πηγών της, γράφει στην «Εισαγωγή» του τόμου «Αίγινα II»: «Η ιστορία της Επανά στασης στην Αίγινα και η συμβολή του νησιού μας στον Αγώνα του 1821 είναι περί που άγνωστη. Δεν έχει σχεδόν μελετηθεί, και η προφορική παράδοση είναι συγκεχυ μένη. Τα σχετικά δημόσια και ιδιωτικά έγγραφα και αρχεία της δημογεροντίας, έχουν καταστραφεί. Εξαίρεση, όσα διέσωσε η Πολυμνία Ηρειώτου - Θωμάκου, που φυλά γονται στο Λαογραφικό Μουσείο, και όσα υποδηλώνονται στο πρωτόκολλο του Δήμου Αίγινας, που διασώθηκε. Σε όλα αυτά, στο Αρχείο Αγωνιστών της Εθνικής Βιβλιοθήκης και στα σχετικά έγγραφα των Γενικών Αρχείων του Κράτους, στηρίζε ται αυτή η μελέτη, που δείχνει ότι στην πραγματικότητα η Αίγινα και κατά την Επα νάσταση έπαιξε σημαντικό και πολύπλευρο ρόλο, που η γεωγραφική της θέση αλλά και η προθυμία του λαού τον προσδιόρισαν». Προχωρώ στην ανάπτυξη των ενοτήτων:
1 Η Αίγινα λίγο πριν την Επανάσταση. Στα τέλη του 1 8 ο υ και στις αρχές του 1 9 ο υ αι. οι Αιγινήτες μετακινούνται από το εσωτερικό του νησιού, τη σημερινή Παληαχώρα, προς τα παράλια. Στο εσωτερικό του νησιού είχαν καταφύγει από τον 10° αι.μ.Χ., για να γλιτώσουν από τις επιδρομές των Σαρακηνών κουρσάρων. Η μετακίνηση αυτή έγινε δυνατή για δυο λόγους: 1) Ενισχύθηκε ο στόλος της Ύδρας και των Σπετσών, που έτσι εξασφάλισε το Σαρωνι κό από τις επιδρομές των κουρσάρων και 2) Δόθηκαν από την τουρκική Διοίκηση κάποια προνόμια και στους Αιγινήτες. Η μετακίνηση των Αιγινητών στα παράλια είχε ως ευνόητο επακόλουθο την ανά πτυξη της ναυτιλίας και του εμπορίου. Η νέα πόλη της Αίγινας ιδρύεται τώρα ακρι94
βώς στη θέση της αρχαίας πόλης και η εκλογή αυτής της θέσης ήταν πράγματι η πιο κατάλληλη για οικισμό. Από τα σημαντικότερα κτίσματα του οικισμού, που χρονολο γούνται από τα τέλη του 1 8
ου
ή και τις αρχές του 1 9
ου
αι., είναι τα παρακάτω: Ο
Πύργος του Μαρκέλλου, που χρησιμοποιήθηκε και ως έδρα της ελληνικής κυβέρ νησης στα 1826 και 1827. Το σπίτι του Μιχάλη Μοίρα, που χρησιμοποιήθηκε αργό τερα ως Κυβερνείο του Καποδίστρια. Το σπίτι της Φανερωμένης, κατοικία του επι σκόπου. Η «μαγαζάρα», μια μεγάλη αποθήκη, που στεγάστηκε αργότερα το εθνικό τυπογραφείο και η Μητρόπολη, η κατασκευή της οποίας ολοκληρώθηκε το 1806. Το 1820 η νέα πόλη είχε σχεδόν οργανωθεί. Συνολικά είχε 120 σπίτια. Είναι σημα ντικό, ακόμη, να αναφερθεί ότι στην Αίγινα δεν κατοικούσαν Τούρκοι ή ήσαν ελάχι στοι και το πιθανότερο είναι να μην υπήρχαν τουρκικές περιουσίες. Επίσης, εξέλιπε παντελώς η παρουσία τοπικών τουρκικών Διοικητικών Αρχών.
2. Η Αίγινα και η Φιλική Εταιρεία. Η μύηση διαφόρων Αιγινητών ή κατοίκων της Αίγινας στη Φιλική Εταιρεία είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα, κυρίως, από την άποψη ότι συντελεί στην προετοιμασία της τοπικής Επανάστασης. Οι μυήσεις των Αιγινητών στη Φιλική Εταιρία αρχίζουν τον Αύγουστο του 1818. Είναι η εποχή που γίνονται πολλές μυήσεις στα Μέγαρα, την Κόρινθο και την Περαχώρα. Οι Αιγινήτες ταξίδευαν σ' αυτά τα μέρη συχνά. Ήταν εύκολο, λοιπόν, το «μήνυμα» να περάσει και στην Αίγινα. Κάποιοι από τους μυημένους ή, σύμφωνα και με την οικεία ορολογία, «κατηχημένους» Αιγινήτες (ή κατοίκους της Αίγινας) είναι οι παρακάτω: Γεώργιος Λιβερόπουλος, έμπορος εγκατεστημένος στην Αίγινα, καταγόμενος από την Κοτίτσα της Ναυπακτίας. Σπύρος Αντ. Μάρκελλος, έμπορος και πρόκριτος, Αιγινήτης και από τους αρχηγούς της Επανάστασης στην Αίγι να. Οι αδελφοί Αναστάσιος, Μιχαήλ και Κυριάκος Μούρτζης, Αιγινήτες από το χωριό Πέρδικα. Ο Κυριάκος Μούρτζης υπήρξε ο οπλαρχηγός της Πέρδικας. Πιθανότατα «κατηχημένοι» να ήταν και οι παρακάτω: Οι οικογένειες Μοίρα και Λογιωτατίδη, που ήταν από τις σημαντικότερες στο νησί. Ο Κύριλλος Λαμπαδάριος, ηγούμενος του μοναστηριού της Χρυσολεόντισσας, καταγόμενος από την Τρίπολη. Αυτός ευλόγησε τη σημαία της τοπικής επανάστασης. Γεώργιος Τσελεπής ή Τσελεπής ή, σύμφωνα με το κανονικό του όνομα, Καρόδης. Το «Τσελεπής» είναι προσωνυμία (παρεγκώμιοπαρατσούκλι). Η λέξη «Τσελεπής» ή και «Τσελεμπής» είναι τούρκικη και, σύμφωνα με το Λεξικό της «Σύγχρονης Ελληνικής Δημοτικής Γλώσσας» του Μανώλη Κριαρά, σημαίνει: γιος σουλτάνου ή αρχηγός τάγματος δερβίσηδων και, συνεκδοχικά, προύχο ντας, άρχοντας. Η ακτή Τσελεπή, στο λιμάνι του Πειραιά, ονομάστηκε έτσι από τον εν λόγω Αιγινήτη Φιλικό και μετέπειτα οπλαρχηγό του αιγινήτικου στρατού. Αναμφίβο λα, υπήρξαν και πολλοί άλλοι «κατηχημένοι» στη Φιλική Εταιρεία, για τους οποίους δεν υπάρχουν πληροφορίες. Σύμφωνα με την τοπική παράδοση, οι Φιλικοί ορκίζο νταν στην παλιά εκκλησία των Ταξιαρχών, στην Παχιοράχη. Και εκεί, σύμφωνα με την ίδια παράδοση, υψώθηκε η σημαία της τοπικής Επανάστασης.
3. Η έναρξη της Επανάστασης στην Αίγινα. Δεν υπάρχουν συγκεκριμένες και ακριβείς πληροφορίες για την κήρυξη της Επα νάστασης στην Αίγινα. Δηλαδή, δεν είναι γνωστός ο ακριβής χρόνος, η ημέρα και το τοπικό σημείο της «επίσημης» κήρυξης της («ύψωση σημαίας»). Η παλιά εκκλησία των Ταξιαρχών στην Παχιοράχη αναφέρεται μόνον από την ανεπιβεβαίωτη παράδο ση ως τοπικό σημείο της κήρυξης της Επανάστασης. Ο χρόνος κήρυξης της Επανά στασης προσδιορίζεται έμμεσα και, ας μου επιτραπεί η έκφραση, «στο περίπου» από δυο έγγραφα: 1 ) Έγγραφο των προκρίτων της Ύδρας προς τον αρχιεπίσκοπο Αιγίνης και Ύδρας Γεράσιμο, από τον οποίο ζητείται να διατάξει τους ιερείς να ψάλλουν κάθε μέρα παρά κληση για την κατατρόπωση του εχθρού και να καλέσει τους ενορίτες να φροντίζουν για τη φύλαξη της πατρίδας. Το έγγραφο έχει ημερομηνία 25 Μαρτίου 1821. 2) Έγγραφο του Παπαφλέσσα από την Καλαμάτα «προς τους αδελφούς των νήσων Πόρου, Αιγίνης, Αθηνών και Κάτω Ναχαγέ (Ερμιονίδας, Τροιζηνίας)», στο οποίο ζητείται «να συνταχθείτε οι φρόνιμοι και συσκεφθείτε ζητούντες τους αξιότε ρους εις το να αποδειχθώσιν αξιωματικοί και, διορίσαντές τους αξιωματικούς, εκστρατεύσατε, καθώς ο ίδιος (εννοεί τον αποστελλόμενο από τον Παπαφλέσσα στρα τηγό Χριστόδουλο Μέξη) θέλει να σας παραστήσει την γνώμην μας». Κι αυτό το έγγραφο έχει ημερομηνία 25 Μαρτίου 1821. Από τα έγγραφα αυτά συνάγεται, με σοβαρό βαθμό βεβαιότητας, ότι η Επανάστα ση στην Αίγινα κηρύχθηκε κατά τα τέλη Μαρτίου 1821. Και, πάντως, είναι απόλυτα βέβαιο ότι η Αίγινα σας 18 Απριλίου είναι ανάμεσα στις επαναστατημένες περιοχές μαζί με την Τρίπολη, τη Θήβα, τη Λειβαδιά, τα Σάλωνα, την Αθήνα και τον Πόρο.
4. Η Αίγινα ως προσφυγικό κέντρο στη διάρκεια της Επανάστασης. Η Αίγινα, λόγω της γεωγραφικής της θέσης αλλά και της υπεράσπισης της από τους ισχυρούς στόλους της Ύδρας και των Σπετσών, προσφέρθηκε πολλές φορές ως καταφύγιο προσφύγων, μετά από «έκτακτες» καταστάσεις, που δημιουργούσε ο πόλεμος. Ενδεικτικό της πληθώρας των προσφύγων στην Αίγινα είναι το παρακά τω στατιστικό στοιχείο: το 1821 με την έναρξη της Επανάστασης η Αίγινα είχε 3500 κατοίκους, ενώ το 1829 οι κάτοικοι της ήταν 10.900, δηλαδή ο πληθυσμός της είχε τριπλασιαστεί! Ως πρόσφυγες στην Αίγινα κατέφυγαν Ψαριανοί, Αϊβαλιώτες, Μοσχο-νησιώτες, Χιώτες, Στερεοελλαδίτες, συγκεκριμένα Γαλαξιδιώτες και Στυλιδιώτες, Αθηναίοι, ή, σε μικρότερη κλίμακα, και άλλοι. Η πιο ενδιαφέρουσα περίπτωση, σχετικά με τους πρόσφυγες, είναι αυτή των Ψαριανών προσφύγων, που ήρθαν στην Αίγινα το 1825, μετά την καταστροφή των Ψαρών. Οι Ψαριανοί πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν σε δικό τους συνοικισμό στην περιοχή του Μαραθώνα και, αργότερα, μετοίκησαν μέσα στην πόλη της Αίγινας, κοντά στο λιμάνι. Ανέπτυξαν σοβαρή κοινωνικοπολιτική δράση: σύστησαν τη Επι τροπή Ψαριανών (Ε.Ψ), που συνεργάστηκε το 1826-'27 με την εδρεύουσα στην Αίγι-
να επαναστατική κυβέρνηση του Ανδρέα Ζαίμη, κυρίως για την αντιμετώπιση του στεγαστικού προβλήματος που προέκυψε με την έλευση χιλιάδων προσφύγων. Η Επιτροπή Ψαριανών (Ε.Ψ) συμπαραστάθηκε και στην εδρεύουσα, το 1827, στην Αίγινα Αντικυβερνητική Επιτροπή (Α.Ε), υπό τον Γεωρ. Μαυρομιχάλη, που είχε σοβαρές αντιθέσεις με τους Πελοποννήσιους οπλαρχηγούς. Ψαριανοί πρόσφυγες απετέλεσαν και την πρώτη φρουρά του Καποδίστρια. Μετά από προστριβές με τους Αιγινήτες, για λόγους εμπορικού ανταγωνισμού, έφυγαν από την Αίγινα και εγκατα στάθηκαν στην Ερμούπολη της Σύρου (1830). Εν κατακλείδι, η Αίγινα ως προσφυ γικός τόπος προσέφερε σημαντική βοήθεια στην Επανάσταση.
5. Η συμμετοχή των Αιγινητών στις εκστρατείες κατά τη διάρκεια της Επανάστασης. Αρχικά πρέπει να διευκρινιστεί ότι η Αίγινα, παρότι είναι νησί και μάλιστα μεγά λο, δεν μπόρεσε να ενισχύσει την Επανάσταση με πολεμικά/μάχιμα καράβια, γιατί τα αιγινήτικα καράβια ήταν μικρά και δεν προσφέρονταν για ναυμαχίες. Ωστόσο, τα αιγινήτικα καράβια χρησιμοποιήθηκαν πολό σε μεταφορές στρατευμάτων και εφο δίων και μερικοί Αιγινήτες ναυτικοί πολέμησαν μέσα στα καράβια των Ψαρών, της Ύδρας και των Σπετσών. Και, ακόμη, η Αίγινα υπήρξε η ναυτική βάση του στόλου των Ψαρών μετά το 1825. Σημαντικότερη ήταν η συμβολή της Αίγινας στον πόλεμο της ξηράς: αιγινήτικα σώματα πήραν μέρος σε μάχες που έγιναν στην Πελοπόννησο , στη Στερεά, στην Εύβοια και στη Δ. Ελλάδα. Δεν είναι, βέβαια, δυνατό στα πλαίσια της παρούσης ομιλίας να περιγραφεί αναλυτικά η συμμετοχή και η δράση των Αιγι νητών σ' αυτές τις μάχες. Περιορίζομαι να αναφερθώ ενδεικτικά σε κάποια στοιχεία: Στην α' πολιορκία του Ακροκορίνθου, που άρχισε την 1 η Απριλίου 1821, μετέ χει ένα σώμα Αιγινητών με επικεφαλής το Γεωρ. Λογιωτατίδη και το Σπύρο Μάρ κελλο και οπλαρχηγούς το Γεωρ. Τσελεπή και τους Κυριάκο και Αναστάσιο Μουρτζη. Ο Φωτάκος γράφει ότι ο Λογιωτατίδης και ο Μάρκελλος συνετέλεσαν στη στε ρέωση της πολιορκίας του Ακροκορίνθου προβλέποντας εξ ιδίων τα μέσα του πολέ μου και ότι συνεργάστηκαν με τον Παπαφλέσσα, για να επεκταθεί η Επανάσταση σε όλη την επαρχία της Κορινθίας. Στη β' πολιορκία του Ακροκορίνθου, που άρχισε στα τέλη του Απριλίου 1821, συμμετείχαν και Αιγινήτες, οι οποίοι ήρθαν στην Κόρινθο στις αρχές Μαΐου. Ο Αιγι νήτης Δημ. Μπόγρης, πρωτόπαπας από την Πέρδικα, προσέφερε υπηρεσίες γραμ ματέα των οπλαρχηγών, και ο Αιγινήτης Μοραΐτης με τον αδελφό του επισκεύαζαν τα κοντάκια (τους αραμπάδες) των κανονιών της πολιορκίας. Οι Αιγινήτες παρέμει ναν στην Κόρινθο μέχρι και τον Οκτώβριο του 1823, οπότε παραδόθηκε ο Ακροκό ρινθος, αφού προηγήθηκε και τρίτη πολιορκία. Στην α' πολιορκία της Ακρόπολης των Αθηνών, που ουσιαστικά αρχίζει στις 25 Απριλίου 1821 με την κατάληψη της πόλης από τους Έλληνες, οι Αιγινήτες είχαν μεγάλη συμμετοχή. Αναφέρεται στο φάκελο του Αιγινήτη Συμεών Καρύδη: «έφθασεν
εις Αθήνας έχων υπό την οδηγίαν του ικανόν αριθμόν συμπολιτών του και αμέσως έλαβε μέρος εις τον αποκλεισμόν της Ακροπόλεως των Αθηνών». Οι Αιγινήτες στην πολιορκία τοποθετήθηκαν μεσημβρινά του φρουρίου, απέναντι από το θέατρο του Διονύσου, όπου υπήρχαν αλώνια, ώστε να εμποδίζουν τους πολιορκημένους Τούρ κους να βγαίνουν για επισιτισμό. Οι Αιγινήτες μετείχαν στις μάχες της πολιορκίας μέχρι τη λήξη της, με την παράδοση των Τούρκων (10 Ιουνίου 1822). Στις επιχειρήσεις υπεράσπισης και φρούρησης των Δερβενιών- από το 1821 μέχρι και το 1827 - έπαιρναν αδιάκοπα μέρος Αιγινήτες. Τα Δερβένια, τα στενά της Μεγαρίδας, οι οχυρές θέσεις Αγέρας και Μύγες, ήταν κρισιμότατο
στρατηγικό
σημείο. Κι αυτό, γιατί ήταν ο μοναδικός δρόμος, η πόρτα, από την οποία θα μπο ρούσε να περάσει ένας εχθρικός στρατός και να υποτάξει την Πελοπόννησο. Έτσι, οι Έλληνες φρόντιζαν συνεχώς για τη φρούρηση τους. Ιδιαίτερα μεγάλη ήταν η συμ μετοχή των Αιγινητών στις μάχες των Δερβενιών το 1824. Στις μάχες αυτές διακρί θηκαν οι Αιγινήτες οπλαρχηγοί Κυρ. Μούρτζης και Γεωρ. Τσελεπής. Στις μάχες των Δερβενακίων, δηλαδή στις μάχες των περιοχών Άγιος Σώστης και
mm KiYlSt AÎ1.0
Αγινόρι, από 16 μέχρι 18 Ιουλίου του 1822, πήραν μέρος 81 Αιγινήτες,, που πολέμη σαν με τους οπλαρχηγούς τους υπό το Νι κηταρά. Στις μάχες αυτές οι Τούρκοι υπέ
I-;NY.OK.ÌS Κ
στησαν πανωλεθρία (το γεγονός έμεινε γνω στό και ως η «Καταστροφή του Δράμαλη» από το όνομα του Τούρκου στρατηγού). Σε ανάμνηση της συμμετοχής των Αιγινη
ÉÉÉÉ ί
•"
••:
••
••'
ν.
•.
••
•.
*».,..i,.iUti),i,i;*JC:i-
τών σε αυτό το σπουδαίο γεγονός οικοδο μήθηκε ο ναός του Αγίου Σώστη (Αγίου
• •
Σώζοντος, στην επίσημη ονομασία του) στο χωριό Πέρδικα της Αίγινας.
IMX Ä » ϊ.Ο!,«Ί I W M « IBXftWriOl' Κ *
Στην εκστρατεία στη Στερεά πολέμη σαν και Αιγινήτες, ενταγμένοι στο στρα
I t f ï W Ï W » l'i BOl'MSlBÎ'ïi
isStìfiam WMMÌ Re m i t t
*^—"·"——
τό του στρατηγού Δίον. Ευμορφόπουλου με οπλαρχηγό τους το Γεωρ. Τσελε πή. Πιο συγκεκριμένα, πήραν μέρος στις μάχες, που έγιναν στο Μαραθώνα και το Καπανδρίτι στις 6 Ιουλίου 1824. Οι μά χες αυτές ήταν νικηφόρες για τους Έλλη νες. Ανάμεσα στους τρεις Έλληνες νε κρούς αυτών των μαχών αναφέρεται και ο Αιγινήτης Ελευθέριος Κικάκης. Στη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέ-
98
μου (1924 - 25) οι Αιγινήτες πολέμησαν στο πλευρό των κυβερνητικών στρατευμάτων ως ανήκοντες στα στρατιωτικά σώματα του Ευμορφόπουλου και του Γκούρα. Δηλα δή, πολέμησαν υπέρ της κυβέρνησης του Γ. Κουντουριώτη. Με την κάθοδο του Ιμπραήμ στην Πελοπόννησο, το 1825, οι Αιγινήτες πήραν μέ ρος σε διάφορες μάχες (π.χ. Κρεμμύδι, Σφακτηρία) υπό την αρχηγία του Ιω. Νοταρά και του Δ. Καλλέργη και με οπλαρχηγούς τους το Γεωρ. Τσελεπή και τον Κυρ. Μοάρτζη. Επίσης, χρησιμοποιήθηκαν για τη φρούρηση των Δερβενιών, που φάνηκε, προς στιγμήν, να απειλούνται από τον Ιμπραήμ, που προέλαυνε προς το Άργος. Στη β' πολιορκία της Ακρόπολης ( 1826-1827) και στα σχετικά με αυτήν πολεμι κά γεγονότα η συμμετοχή των Αιγινητών, συντομότατα, έχει ως εξής: Στις μάχες στο Χαϊδάρι, 6 και 8 Αυγούστου, πολέμησαν υπό τον Καραϊσκάκη και το Φαβιέρο 58 Αι γινήτες εναντίον του Κιουταχή (που είχε, ήδη, καταλάβει την Αθήνα από 3 Αυγούστου 1826 και πολιορκούσε την Ακρόπολη, στην οποία είχε οχυρωθεί ο Γκούρας με τη φρουρά του και Αθηναίους). Στις μάχες του Χαϊδαρίου σκοτώθηκε ο Χρ. Αιγινήτης και πληγώθηκε στο αριστερό μάτι ο Γεωρ. Μούρτζης. Στη μάχη του Φαληρέα (Κα στέλας), 30 Ιανουαρίου 1827, πήραν μέρος και αιγινήτικα σώματα υπό το Μακρυ γιάννη και το Νοταρά. Από την Αίγινα έστειλαν χτίστες και εργάτες, για να φτιάξουν ταμπούρια, και δυο τουφεξήδες για την επισκευή των τουφεκιών. Την επιχείρηση αυ τή βοήθησαν και τα αιγινήτικα καράβια από τη θάλασσα. Στην καταστροφή του Φαλήρου, τη μεγαλύτερη καταστροφή του πολέμου για τους Έλληνες, 24 Απριλίου 1827, πολέμησαν και Αγινήτες. Εδώ σκοτώθηκαν ο Κυρ. Μούρ τζης, ο Μιχ. Τσελεπής και ο Δημ. Κικάκης. Ο Γεωρ. Τσελεπής πιάστηκε αιχμάλωτος και εκτελέστηκε τις επόμενες μέρες. Οι περισσότερες από τις παραπάνω αναφερόμενες εκστρατείες των Αιγινητών έ γιναν με δαπάνες του Κοινού (Κοινότητας) της Αίγινας ή και εύπορων οπλαρχηγών, όπως π.χ. του Γεωρ. Λογιωτατίδη. Οι δαπάνες αυτές αφορούσαν κυρίως τον επισιτι σμό των στρατιωτών. Η Κεντρική Διοίκηση αναγνωρίζοντας αυτήν την προσφορά της Αίγινας την απάλλαξε από τη συμμετοχή σε εράνους για τη συντήρηση του στόλου, που ήταν υποχρέωση όλων των νησιών. Το εκστρατευτικό σωμάτων Αιγινητών, συνολικά, υπολογίζεται σε 150 στρατιώ τες. Γενικός υπεύθυνος για τη στρατολόγηση ήταν ο Γ. Λογιωτατίδης, που διακρίθηκε στα μετέπειτα χρόνια της Ανεξαρτησίας και ως Δήμαρχος και βουλευτής Αίγινας. Βα σικοί συντελεστές στην πρακτική διαδικασία της στρατολόγησης ήταν οι «μπουλουξήδες», εμπειροπόλεμοι άνδρες που επέλεγαν τους κατάλληλους για στράτευση και τους ενέτασσαν στις ομάδες τους.
6. Η εγκατάσταση στην Αίγινα, το 1826, της ελληνικής επαναστατικής κυβέρνησης («Διοικητικής Επιτροπής»). Αξιολογότατο γεγονός για την Αίγινα, κυρίως από πολιτική άποψη, ήταν η εγκα τάσταση στην Αίγινα, 11 Οκτωβρίου 1826, της «Διοικητικής Επιτροπής», δηλαδή
της ελληνικής επαναστατικής κυβέρνησης του Ανδρέα Ζαΐμη. Η κυβέρνηση του Α. Ζαίμη επέλεξε την Αίγινα ως «καταφύγιο» που πρόσφερε ασφάλεια και τη δυνατό τητα παρακολούθησης από κοντά των πολεμικών επιχειρήσεων στην Αττική. Η εγκα τάσταση, όμως, της ελληνικής επαναστατικής κυβέρνησης στην Αίγινα λειτούργησε και προς μια άλλη κατεύθυνση εξόχως σημαντική και γι' αυτήν την ίδια την Αίγινα. Δηλαδή, έγινε αφορμή να εμπεδωθεί η αντίληψη αλλά και να «δρομολογηθεί» μια πρακτική που εμφάνιζε την Αίγινα ως κατάλληλο τόπο και για την έδρα μελλοντικών κυβερνήσεων. Από αυτήν την άποψη, η εγκατάσταση στην Αίγινα της κυβέρνησης του Α. Ζαΐμη ήταν ένα πρόκριμα για την εγκατάσταση στην Αίγινα και της Αντικυ βερνητικής Επιτροπής, που συστάθηκε ενόψει της άφιξης του Καποδίστρια, αλλά, βέβαια, και για την εγκατάσταση στην Αίγινα του ίδιου του Καποδίστρια ως Κυβερ νήτη της Ελλάδας, τον Ιανουάριο του 1828. Η ιστοριογράφος Γωγώ Κουλικούρδη, αποτιμώντας τη σημασία της εγκατάστα σης της επαναστατικής κυβέρνησης του Α. Ζαΐμη στην Αίγινα το 1826- 27, παρα τηρεί: «Από το 1826 η εγκατάσταση της κυβέρνησης στην Αίγινα, η σχετική οργάνω ση της πόλης, η άφιξη του Ιωάννη Καποδίστρια το 1828, που την κάνει έδρα για το κυβερνητικό του έργο, δίνουν νέα κοινωνική και πολιτική διάσταση. Ο ρόλος και η σημασία της τής δίνουν ξεχωριστή θέση στην ιστορία. Πρόκειται αναμφισβήτητα για την πρώτη πρωτεύουσα του ελεύθερου ελληνικού κράτους».
Από την επίσκεψη των συνέδρων στην Παληαχώρα.
ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ Χ. ΚΑΛΑΜΑΚΗΣ ΚΑΙ Χ Ρ Η Σ Τ Ο Σ Π. ΜΠΑΛΟΓΛΟΥ
«Εθνικό Νομισματοκοπείο Αιγίνης. Το ανέκδοτο αρχείο του Εφόρου Νικολάου Αγγ. Λεβίδη»
Μ
ε το από 3ης Απριλίου 1827 Στ' Ψήφισμα της Γ' εν Τροιζήνι Εθνικής Συνε
λεύσεως ο Ιωάννης Καποδίστριας εκλέγεται Κυβερνήτης της Ελλάδος και στις
11/23 Ιανουαρίου 1828 «περί λύχνων αφάς» φθάνει στην Αίγινα . Η Γ' εν Τροιζήνι Εθνική Συνέλευση συνέστησε με το από 1ης Μαΐου 1827 ψηφισθέν «Πολιτικόν Σύνταγμα της Ελλάδος» Βουλή από αντιπροσώπους των επαρ χιών . Μεταξύ των αρμοδιοτήτων της Βουλής περιλαμβανόταν η διάταξη, όπως η Βουλή «κανονίζη το νομισματικόν σύστημα, προσδιορίζουσα το βάρος, την ποιότη τα, τον τύπον και το όνομα εκάστου νομίσματος, καθ' όλην την επικράτειαν» . Σχετι κή δραστηριότητα για τα νομισματικά θέματα εμφάνισε η Τριμελής Αντικυβερνητική Επιτροπή, απαρτιζόμενη από τους Γ. Μαυρομιχάλη, Ι. Μ. Μιλαΐτη και Ι. Νάκο, η οποία είχε συσταθεί με το ψήφισμα Θ' της 5ης Απριλίου 1827 της Γ' εν Τροιζήνι Εθνικής Συνελεύσεως με σκοπό τη διακυβέρνηση της χώρας μέχρι της αφίξεως του Καποδίστρια. Στις δραστηριότητες της εντάσσεται, πρώτον η υποβολή σχετικής προ τάσεως για την πάταξη της κιβδηλοποιίας και δεύτερον η προώθηση προς τη Βουλή σχετικής αναφοράς του Δ. Κ. Βυζαντίου , του γνωστού συγγραφέα του έργου Βαβυ λωνία. Στην αναφορά του Βυζαντίου γίνεται λόγος για τη σύσταση νομισματοκοπεί ου, είναι μάλιστα ενδεικτικό ότι είχε βρεθεί ο σφραγιδοποιός Αναγνώστης Λιναρδόπουλος, ο οποίος ανέμενε στην Αίγινα την απόφαση της Βουλής. Η επικείμενη άφιξη του Κυβερνήτη Καποδίστρια ανέστειλε οποιαδήποτε πρωτο βουλία. Με την άφιξη του ο Καποδίστριας θα ασχοληθεί με το νομισματικό πρόβλη μα, θα καθιερώσει, κατόπιν της από 27 Ιανουαρίου 1828 εισηγήσεως του Αλεξ. Κοντοσταύλου , το φοίνικα ως νόμισμα και θα κοπούν τα πρώτα νομίσματα στο νομι σματοκοπείο Αιγίνης στις 28 Ιουλίου 1829 , το οποίο συγκροτήθηκε από τον Αλέ ξανδρο Κοντόσταυλο.
Α. Σύντομο ιστορικό του Εθνικού Νομισματοκοπείου Αιγίνης. Με το ψήφισμα Ζ' της 31ης Ιουλίου 1829, που εξεδόθη στο Αργός από την Δ' Εθνική των Ελλήνων Συνέλευση, ιδρύθηκε το Εθνικό Νομισματοκοπείο'" και εγκρί θηκε η κοπή του ελληνικού νομίσματος, βάσει σχεδίου που επέβαλε το Πανελλήνιο στην Κυβέρνηση. Το Νομισματοκοπείο στεγάστηκε στην Αίγινα, άγνωστο σε ποιο * Καθηγητής στο Πανεπιοτήοίκηίαα ^ 10 Αθηνών και Δρ. Οικονο μολόγος. Τα τμήματα Α' και Από της 12ης Σεπτεμβρίου 1829 μέχρι της 27ης Δεκεμβρίου 1829 η Εφορεία του Β' της μελέτης έχουν συνταΝομισματοκοπείου ασκήθηκε συλλογικώς από τα μέλη της Επιτροπής της Οικονο'
Λ\
ν
ι
\
τ
ν
/
A i - r r
μιας Αλ. Κοντόσταυλο, Γ. Σταύρου, Α. Παπαδόπουλο και Ι. Κοντουμά, ως αναπλη-
χθεί από τον Δ ε ν ώ
' Κ^Η™"·
™ "ψήματα Γ', Δ' και Ε' απ
ό τον Χ. Μπαλόγλοσ. 101
ρωματικό μέλος. Από της 27ης Δεκεμβρίου 1829, οπότε η ως άνω Επιτροπή αναχώ ρησε από την Αίγινα για το Ναύπλιο, μέχρι της 20ής Μαΐου 1830 την Εφορεία του Νομισματοκοπείου άσκησε ο Αλ. Κοντόσταυλος στην Αίγινα, διότι το Νομισματοκο πείο δεν μεταφέρθηκε στο Ναύπλιο, πιθανώς λόγω αδυναμίας εξευρέσεως καταλλή λου οικήματος. Την 7η Μαΐου 1830 τον Αλέξανδρο Κοντόσταυλο διεδέχθη στην Εφορεία του Νομισματοκοπείου ο Αλέξιος Θεοφίλου Λουκόπουλος, ο οποίος μετεί χε και στη Διεύθυνση της Εθνικής Χρηματιστικής Τραπέζης , μαζί με τον Α. Γιαννίτση και άσκησε τα καθήκοντα του μέχρι της 6ης Μαΐου 1832. Την 7η Μαΐου 1832 διορίσθηκε Έφορος του Νομισματοκοπείου ο Νικόλαος Αγγέλου Λεβίδης, ο οποίος άσκησε τα καθήκοντα του μέχρι της εσπέρας της 1ης Φεβρουαρίου 1833, οπότε «ró Έθνικόν Νομισματοκοηεϊον της 'Ελλάδος έσβησε τάς καμίνους mu », συμφώνως προς το διάταγμα περί διακοπής των εργασιών του Νομισματοκοπείου, το οποίο εξε δόθη στο Ναύπλιο την 29-1-1833 από την Αντιβασιλεία. Β. Ο Νικόλαος Αγγ. Λεβίδης και το ανέκδοτο αρχείο του. Ο Νικόλαος Λεβίδης του Αγγέλου (1765-t 28 Απριλίου 1852) είναι μέλος οικο γένειας καταγόμενης από τα Ταταύλα της Κωνσταντινουπόλεως . Ήταν λόγιος, φιλι κός, είχε χρηματοδοτήσει την έκδοση Γραμματικής της Ελληνικής Γλώσσης, σε συνεργασία με τον Μητροπολίτη Μολδαβίας Βενιαμίν και τον Εφηνουπόλεως και Βατοπαιδίου Γρηγόριο , είχε αναλάβει τη δημοσίευση των Απάντων του Αγίου Ιωάν νου του Χρυσοστόμου και είχε αγοράσει τα σχόλια του διδασκάλου του Γένους Κων σταντίνου Βαρδαλάχου στα έργα του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου, έργο το οποίο ακόμη παραμένει ανέκδοτο στο αρχείο του Ν. Δ. Λεβίδη . Έλαβε το αξίωμα του Ταμία της άνω κάσας του Κοινού του Οικουμενικού Πατριαρχείου, του Άρχοντος Δικαιοφύλακος της του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας, ενώ ετιμήθη και από το Πατριαρχείο Ιεροσολύμων. Κατά τις σφαγές της Κωνσταντινουπόλεως του 1821 βρι σκόταν στη Μολδοβλαχία και έτσι γλίτωσε από βέβαιο θάνατο. Στη συνέχεια κατέ φυγε στην Οδησσό και ακολούθως στην Ελλάδα. Απέθανε στην Αθήνα. Απέκτησε πέντε υιούς, τον Αλέξανδρο, τον Περικλή, τον Κωνσταντίνο, εκδότη της «Ελπίδος», τον Γεώργιο και τον Δημήτριο. Υιός του τελευταίου ήταν ο Νικόλαος Δημητρίου Λεβίδης (19/12/1848-1942). Εξελέγη 11 φορές βουλευτής Αττικής, από το 1881 έως το 1920. Διετέλεσε Υπουργός Ναυτικών (1895-1896), Εσωτερικών (1903), Δικαιο σύνης (1903), Πρόεδρος της Βουλής (1906-1907), Υπουργός Εσωτερικών (1908). Ο Νικόλαος Δ. Λεβίδης την 29.12.1938 εδώρισε την βιβλιοθήκη του και το αρχείο της οικογένειας του, αποτελούμενα περίπου από 4.000 τόμους και φακέλους, στον Φιλολογικό Σύλλογο Παρνασσό . Μεταξύ των φακέλων του αρχείου ανευρίσκεται φάκελος άνευ αριθμήσεως με τον τίτλο: «Νομισματοκοπείον Αιγίνης», ο οποίος περιέχει έγγραφα πρωτότυπα και αντίγραφα, αφορώντα στην εκεί υπηρεσία του πάππου του Νικολάου Λεβίδη του Αγγέλου.
Γ. Πρώτες προσπάθειες για συγκρότηση Νομισματοκοπείου. Είναι άξιο προσοχής ότι ο Καποδίστριας μερίμνησε για τα νομισματικά και τρα πεζικά θέματα πριν από την έλευση του στην Ελλάδα. Σχετική είναι η επιστολή του προς τον Μουστοξύδη, στον οποίο συνιστά να συλλέξει όλα τα διατάγματα, τα σχετι κά με τη «νομισματοκοποιΐαν» και οτιδήποτε άλλο ωφέλιμο και χρήσιμο για το «δύσκολον και αξιοφρόντιστον» αυτό θέμα . Παράλληλα, τον προτρέπει να συλλέξει στοιχεία για τους «κώδικας περί εθνικών και εμπορικών Τραπεζών». Φαίνεται ότι υπήρξε γνώστης των πρωσικών κανονισμών για την οργάνωση των τραπεζών και συνιστά στον Ελβετό Κάρολο Βερνέτο να του αποστείλει από το Βερολίνο τα σχετικά διατάγματα, που αφορούν στη σύσταση τραπεζών . Η ελληνική οικονομία χαρακτηριζόταν κατά την εποχή της αφίξεως του Καποδί στρια από έλλειψη ρευστότητας, γεγονός που είχε ως συνέπεια να υπάρχει υψηλό κόστος συναλλαγών, μικρή ζήτηση και, ως εκ τούτου, χαμηλή προσφορά αγαθών. Τα αρνητικά αυτά αποτελέσματα της ανεπαρκούς νομισματικής ρευστότητας είχαν επισημανθεί από τα μέσα του 18ου αιώνα στη Σκωτία, όπως υποστηρίζει ο Α. Καραγιάννης . Οι Σκώτοι οικονομολόγοι David Hume (1752) και Sir James Steuart (1767) είχαν συστήσει μέσα από τα έργα τους στους πολιτικούς να αυξάνουν την κοπή νέου χρήματος σε περίπτωση ελλιπούς ρευστότητας, για να διευκολυνθεί η οικονομική ανάπτυξη . Δεν γνωρίζουμε εάν ο Κυβερνήτης ή κάποιος συνεργάτης του ήταν ενήμεροι γι' αυτές τις προτάσεις οικονομικής πολιτικής. Είναι όμως γεγονός ότι θα έπρεπε να αντιλήφθηκε αμέσως την έλλειψη νομισματικής ρευστότητας, αφού δεν είχε επάρκεια φορολογικών εσόδων, αλλά και δεν είχε κατορθώσει να λάβει επαρ κή δάνεια από τις Μ. Δυνάμεις. Με την κοπή του νομίσματος αναγνωρίζεται αφ' ενός μεν η προσπάθεια για την πάταξη της κιβδηλοποι_ας, αφ' ετέρου δε η εφαρμογή της αρχής του Κυριάρχου, καθώς ο Κυβερνήτης ήθελε να αποδείξει με τον τρόπο αυτό ότι η χώρα ήταν ανεξάρτητη και αυτόνομη . Στην από 2 Απριλίου 1828 πρόσκληση του Καποδίστρια προς το Πανελλήνιον γίνεται λόγος για νομισματοκοπείο: «Κράτιστον είναι λοιπόν νά άποφασίσωμεν άνευ αναβολής περί τούτου καί περί καταστάσεως νομισματοκοπείου νά έπιμεληθώμεν, αν τφ όποίω... θέλει συμβη νά κόπτεται καί νόμισμα όργυροϋν». Για το λόγο αυτό προσκαλεί το Πανελλήνιον να επιφορτίσει το Οικονομικό Τμήμα να ετοιμάσει σχέ διο, «...ró νά περιέχη... προεκλογισμόν των έκχωρηθησομένων χρημάτων είς τήν Οίκονομικήν Έπιτροπήν προς κατασκευήν του νομισματοκοπείου» . Δ. Οι προσπάθειες του Κοντοσταύλου και η σύσταση του Νομισματοκοπείου. Μετά την σύνταξη του σχεδίου ψηφίσματος για τα νομίσματα αντιμετωπίσθηκε το θέμα της αποκτήσεως νομισματοκοπείου. Για το λόγο αυτό επιφορτίσθηκε ο Κοντόσταυλος να μεταβεί τον Μάιο του 1828 στη Μάλτα και στην Ιταλία, για να προ μηθευτεί, με την οικονομική αρωγή των ναυάρχων των συμμάχων δυνάμεων, τα ανα γκαία υλικά «δ/σ νά κόψωμεν εν Ελλάδι νόμισμα χαλκοΰν, ώς έχοντες τήν ϋλην έκ
των άχρηστων ορειχάλκινων κανονιών», όπως γράφει στον Ανδρέα Μουστοξύδη, εγκατεστημένο στην Βενετία". Επισημαίνεται στον Μουστοξύδη να συνδράμει τον Κοντόσταυλο στην εύρεση «σηκωτηρίου (balancier) καί άλλων προς σύστασιν
του
μικρού μας κερματοποιείου», κυρίως όμως εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού. Πράγματι, εντός του Ιουνίου 1828 ο Κοντόσταυλος αγόρασε αντί 100 λιρών στερλι νών, δηλ. 500 ισπανικών ταλλήρων ή 7.300 γροσίων Τουρκίας, το σύνολο των μηχα νών του νομισματοκοπείου του Τάγματος των Ιπποτών του Αγ. Ιωάννου της Μάλτας που ευρίσκονταν σε αχρησία. Το Τάγμα είχε εξωσθεί πριν από τριάντα έτη από τους 25
Γάλλους από το νησί . Ο Κοντόσταυλος ήλθε στην Αίγινα την 20ή Νοεμβρίου 1828 κομίζοντας όλα τα μηχανήματα που είχε προμηθευθεί και εγκαταστάθηκε στο ισόγειο και στην αυλή του γραφείου και της οικίας του Κυβερνήτη. Ο Κοντόσταυλος επιφορτίσθηκε με την ανεύρεση των υπαλλήλων που θα επανδρώσουν το Νομισματοκοπείο και την 12η Μαΐου 1829 διατάχθηκε η έναρξη των εργασιών του Νομισματοκοπείου υπό την επαγρύπνηση και ευθύνη του Κοντοσταύλου. Με το Ζ' Ψήφισμα της 31ης Ιουλίου 1829, που εξέδωσε η Δ' εν Αργεί Εθνική 26
/
ι
Συνέλευση , εγκρίθηκε αφ' ενός η αγορά και η σύσταση του νομισματοκοπείου, αφ ετέρου εξουσιοδοτήθηκε ο Κυβερνήτης να θέσει σε κυκλοφορία το νέο νόμισμα και να εγκρίνει την περαιτέρω νομίσματοκοπία σύμφωνα με το σχέδιο του Πανελληνίου. Ε. Το Εθνικό Νομισματοκοπείο Αιγίνης και το Αρχείο Νικολάου Avy. Λεβίδη. Τον Αλέξανδρο Κοντόσταυλο, ο οποίος παραιτήθηκε τον Μάιο του 1830, διαδέ χθηκε ο Αλέξιος Λουκόπουλος , ο οποίος διατήρησε την θέση του ως Εφόρου καθ' όλη την υπόλοιπη περίοδο που κυβέρνησε ο Καποδίστριας, αλλά και μετά τη δολο φονία του (27.9.1831), όταν τη διακυβέρνηση της χώρας ανέλαβε Τριμελής Διοικη τική Επιτροπή υπό την προεδρία του Αυγουστίνου Καποδίστρια. Την 6η Μαΐου 1832 αντικαθίσταται ο Λουκόπουλος και την 7η Μαΐου 1832 αναλαμβάνει Έφορος του Νομισματοκοπείου ο Λεβίδης (1765-28.4.1852). Η χαώδης κατάσταση, που επικράτησε μετά την δολοφονία του Καποδίστρια έως και την άφιξη του Όθωνος (30.1.1833) , είχε αντίκτυπο και στη λειτουργία του Νομισματοκοπείου. Ειδικότερα, όπως αναφέρεται σε έγγραφο του Αρχείου σε σχετι κή αναφορά του Εφόρου Λεβίδη, ο Διοικητής Φρουράς της Αιγίνης, χιλίαρχος Νικόλαος Κοντογιάννης, απείλησε τον Λεβίδη λέγοντας ότι θα συλήσει το Νομισμα τοκοπείο. Περισσότερα έκτροπα απεσοβήθησαν μόνον κατόπιν της πλήρους ικανο ποιήσεως του απαιτητικού χιλιάρχου κατά διαταγή της Κυβερνήσεως. Η τοπική φρουρά αντικαταστάθηκε από το 4ο Τάγμα του τακτικού στρατού, η συμπεριφορά, όμως του διοικητή του τάγματος, υποταγματάρχου Φρ. Ανδριέττι, δεν υπήρξε π καλύτερη δυνατή. Προστριβές προς τον Λεβίδη ασκούνταν από τον Επιστάτη του Ορφανοτροφεί ου Γρηγόριο Κωνσταντά, τον Έκτακτο Επίτροπο Ν. Σκούφο και τον Έφορο των
διδακτηρίων Θεόκλητο Φαρμακίδη (4.10.1832), όπως συνάγεται από τον απολογι σμό της Εφορείας του Λεβίδη, που φυλάσσεται στο Αρχείο. Σοβαρότατη, επίσης, υπήρξε η διαμάχη μεταξύ των επιθυμούντων να διορισθούν χαράκτες των νομισμάτων Δημητρίου Κόντου και Γ. Δημητρακοπούλου. Η επιλογή του Κόντου εξόργισε τον έτερο υποψήφιο και άρχισε οξύς αγώνας διά του τύπου με πλήθος αλληλοκατηγοριών. Αποτέλεσμα των διαφόρων αυτών οχλήσεων ήταν η δια κοπή των εργασιών του Νομισματοκοπείου την 22α Σεπτεμβρίου 1832 και η επανά ληψη τους την 12η Οκτωβρίου 1832. Η άφιξη του Όθωνος την 30ή Ιανουαρίου 1833 και η συνακόλουθη εγκατάστα ση της Αντιβασιλείας οδήγησε σε μία προσωρινή ύφεση των πολιτικών παθών. Με το Β.Δ. της 8ης/20ής Φεβρουαρίου 1833 καθορίσθηκε ως νόμισμα η δραχμή. Παράλ ληλα, διατάχθηκε από την Αντιβασιλεία η διακοπή της λειτουργίας του Νομισματο κοπείου, διότι θεωρήθηκε τούτο ως τεχνικώς ατελές και μη καλώς συνεστημένο,
καθόσον: «... άχρι τοϋδε δέν υπάρχει εις τήν 'Ελλάδα καλώς συστημένον νομισματοκοπεϊον...» . Πράγματι, η Γραμματεία της Οικο νομίας διεβίβασε την εντολή αυτή στον Λεβίδη, ο οποίος στην αναφορά του (2.2.1833), μνημονεύει
ότι απέλυσε
(ïËVfà
4
τους εργάτες και είχε αρχίσει η απογρα,
30
φη απο τον Εκτακτο Διοικητή . Έτσι, το Εθνικό Νομισματοκοπείο, το οποίο λειτούργησε για 3,5 έτη έκλεισε το από γευμα της 1ης Φεβρουαρίου 1833. Στο Αρχείο Λεβίδη υπάρχει σχετική αναφορά των απολυμένων εργατών προς τον Έφορο, στην οποία υπάρχει αίτημα τους (7.2.1833) για την πληρω μή υπερωριών νυκτερινής εργασίας για 15μερο. Το αίτημα αυτό παραπέμφθη κε από τον Λεβίδη στην Γραμματεία της Οικονομίας. Ο Λεβίδης υπέβαλε, 15 ημέρες μετά την παύση των εργασιών, απολογισμό προς την Γραμματεία της Οικονομίας, ο οποίος περιελάμβανε πλήρη στοιχεία για τη δραστηριότητα του Νομισματο κοπείου κατά το διάστημα της Εφορεί ας του (17.5.1832-1.2.1883). Ειδικότε ρα, στο Αρχείο Λεβίδη απόκεινται στοι105
χεία από λογιστικά βιβλία του Νομισματοκοπείου, όπως: α': Prime note 17.5.18321.2.1833, σε μηνιαία τεύχη, β': Πρόχειρο των μεγάλων κατάστιχων, και γ': Γενικός Ισολογισμός του Ταμείου Νομισματοκοπείου από 17.5.1832-21.12.1832. Τέλος, υπάρχει ο Κατάλογος των όσων πληρωμών έκαμε το Εθνικόν Νομισματοκοπείον από 17.5. έως 13.12.1832 και Κατάλογος των βιβλίων, τα οποία παρεδόθησαν από τον Λουκόπουλο στον Λεβίδη. Εντυπωσιάζει το γεγονός ότι ο Λεβίδης παραθέτει λογι στικές εγγραφές στην κίνηση των λογαριασμών, δείγμα των εμπορικών γνώσεων του. Στον απολογισμό του Λεβίδη αναφέρεται ότι τα χρησιμοποιηθέντα «πανδέχτια» υπήρ ξαν ανόμοια και συνεπώς οι «λάμαι», από τις οποίες κατασκευάζονταν τα χάλκινα νομίσματα, δεν ήταν ομοιοβαρείς, τελικά όμως πραγματοποιήθηκε κέρδος υπέρ του δημοσίου, συνολικού ποσού 6.323,15 φοινίκων. Επίσης, αναφέρεται ότι η φύρατου χαλκού περιορίσθηκε, από 8,5% κατά την διάρκεια της Εφορείας Λουκοπούλου, σε 2,8%, με αποτέλεσμα το Δημόσιο να έχει όφελος 10.960 φοίνικες. Από τους στατι στικούς πίνακες κυκλοφορίας των κερμάτων που παραθέτει ο Λεβίδης, αποδεικνύε ται ότι οι συναλλαγές σε ελληνικό νόμισμα διεξάγονταν αποκλειστικά με εικοσάλεπτα. Όταν συγκροτήθηκε στην Αθήνα το Βασιλικό Νομισματοκοπείο, όσα μηχανήμα τα της Αιγίνης ήταν χρήσιμα, μεταφέρθηκαν στην Αθήνα και προστέθηκαν στον εξο πλισμό του νέου εργοστασίου, τα μηχανήματα του οποίου είχαν κατασκευασθεί στο Μόναχο. Τα υπόλοιπα μηχανήματα παρέμειναν στην Αίγινα εγκαταλελειμμένα. Ο Σπυρίδων Λάμπρος, όταν το 1885 επισκέφθηκε το νησί, είδε στην αυλή του Κυβερ νείου «παρηγκωνισμένον
τό τελευταϊον
άκμονα πιθανώς, έψ' ou έτίθεντο γίδος διά της σφύρας,
του Νομισματοκοπείου
τάμετάλλινα
λείψανον,
τόν
κέρματα προς έπιχάραξιν της σφρα-
διότι ούτως απλή φαίνεται
οτι ητο ή διαδικασία
της
χαραγής»' . Με μέριμνα του Σπ. Λάμπρου, το τελευταίο αυτό λείψανο του Εθνικού Νομισματοκοπείου της Ελληνικής Πολιτείας μεταφέρθηκε στο Μουσείο της Ιστορι κής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος, στο Μέγαρο της Παλαιάς Βουλής, όπου σώζεται μέχρι σήμερα.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 1. Ανδρέα Μάμουκα, Τα κατά την άναγέννησιν της 'Ελλάδος..., τομ. Θ', σ. 97. Γενική Έφημερίς της 'Ελλάδος (ΓΕΕ), φ. 56/1827. 2. Ελένης Κούκκου, Ιωάννης Καποδίστριας. Ο άνθρωπος-ο διπλωμάτης. 1800-1828, Αθήνα 199812, σ. 336. 3. Ψήφισμα ΙΘ' ιης 4ης Απριλίου 1827, εις Α. Μάμουκα, τομ. Θ', ο. 113. Η Βουλή διαλύθηκε με την άφιξη του Κυβερνήτη. Γ. Δ. Δημακοπούλου, Προσηάθειαι νομισματοκοπίας κατά την έλληνικην Έπανάστασιν. Αθήνησιν 1963, ο. 58. 4. Αρθρ. 84 του Συντάγματος 1827. 5. Α. Μάμουκα, τομ. Θ', ο. 100. 6. Γ. Δ. Δημακοπούλου, Προσπάθειαι νομιαματοκοπίας..., σο. 59-60. 7. Γ. Δ. Δημακοπούλου, ό.π., ο. 61. 8. Γ. Δ. Δημακοπούλου, «Ή πρότασις ιού Αλεξάνδρου Κοντοσταύλου περί τοΰ εισακτέου νομι σματικού συστήματος έν 'Ελλάδι (Αίγινα, 27 Ιανουαρίου 1828)», στη σειρά Τεύχη του ΕΛΙΑ, τομ. Γ' (1993), σσ. 43-50.
9. Λ. Μακκά, Ή έν τοις δημοσίοις οίκονομικοίς δρδσις του Καποδιστρίου (11.4.1827-27.9.1831), διδ. διατριβή, 'Αθήναι 1910, σσ. 44-45. Χ. Μπαλόγλου «Η κυκλοφορία του πρώτου νεοελληνικού νομίσματος», Ιστορικά Θέματα, τχ. 3, Ιανουάριος 2002, σσ. 90-95. 10. Γ. Δ. Δημακοπούλου, «Το Εθνικόν Νομισματοκοπείον της Ελλάδος (1828-1833)», Πελοπον νησιακά, 8 (1971), σσ. 15-96. Πρόκειται περί συστηματικής μελέτης περί της ιστορίας του Εθνικού Νομισματοκοπείου. 11. Γεωργίας Π. Κουλικούρδη, Αίγινα III. Τοπογραφικά και ιστορικά στοιχεία για τη νεότερη πόλη (1800-1828), Αθήνα 2006, σσ. 136-138, σημ. 80. 12. Λαζάρου Θ. Χουμανίδη, «Περί υπό του Καποδιστρίου ιδρυθέντος Ορφανοτροφείου της Αιγίνης», Παρνασσός 31 (1989), σ. 313. Του ιδίου, «Περί της υπό του Ιωάννου Καποδιστρίου ιδρυ θείσης Εθνικής Χρηματιστικής Τραπέζης», Παρνασσός 36 (1994), σο. 17-30. 13. Γ. Δ. Δημακοπούλου, «Το Εθνικόν...», σ. 87. 14. Περί της οικογενείας Λεβίδη. Σύντομον ιστορικόν απάνθισμα ερανισθέν υπό φίλου της οικογε νείας εκ των ανεκδότων «Ιστορικών και πολιτικών απομνημονευμάτων», Νικολάου Δ. Λεβίδη, εν Αθήναις 1929, σσ. 3-5. 15. π. Δ. Στρατή, Ελληνικά έγγραφα του Ειρηνουπόλεως και Βατοπαιδίου Γρηγορίου (1761-1846) από το αρχείο της Μονάς Βατοπαιδίου, Ιερά Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου. Αγιον Όρος 2003, σα 25-63. 16. Δίον. Χ. Καλαμάκη, «Το έν τη Βιβλιοθήκη του Φιλολογικού Συλλόγου Παρνασσού υπ' αριθμ. 3475 χειρόγραφον του αρχείου Ν. Δ. Λεβίδου», Πρακτικά του επιστημονικού συμποσίου «Μνήμη αγίων Γρηγορίου του Θεολόγου και Μεγάλου Φωτίου Αρχιεπισκόπων Κωνσταντινουπόλεως», Θεσσαλονίκη 1994, σσ. 341-349. 17. Ν. Π. Αποστολοπούλου, Ή Βιβλιοθήκη και το ιστορικόν και πολιτικον άρχεΐον Νικολάου Δ. Λεβίδη δωρηθέντα τω Φιλολογικω Συλλόγω Παρνασσω. Σύντομος μνεία τινών αυτών, Αθήναι ά.χ. 18. Καποδίστριας προς Μουστοξύδη (6/18 Νοεμβρίου 1827), Ι. Α. Καποδίστρια Correspondance, τομ. Α', σσ. 212-216. 19. Correspondance, τομ. Α', σσ. 204-205. Πβ. Χ. Π. Μπαλόγλου «Η οικονομική φιλοσοφία του Ιωάννη Καποδίστρια όπως αυτή μετουσιώνεται στο πρόγραμμα οικονομικής πολιτικής», Πρακτικά ΣΤ Διεθνούς Πανιονίου Συνεδρίου (Ζάκυνθος, 23-27 Σεπτεμβρίου 1997), τομ. Β'. Αθήνα 2001, σσ. 479-493, εδώ σα 490-491. 20. Α. Δ. Καραγιάννη, «Η οικονομική πολιτική του Ιωάννη Καποδίστρια», Η Αιγινιαία, τχ. 13 (Ιανουάριος-Ιούνιος 2007), σσ. 62-71. 21. Α. Δ. Καραγιάννη, Ιστορία Οικονομικής Σκέψης: Προ-κλασική 1998, σα 198-9, 290-2.
περίοδος. Μελέτες. Αθήνα
22. Ν. Σπηλιάδη, Απομνημονεύματα, τομ. Δ', τχ. Α', επιμ. Π. Χριστοπούλου, Αθήνα 1971, ο. 219. 23. Ι. Α. Καποδίστρια, Correspondance, τομ. Β', 1841, σσ. 6-7. 24. Καποδίστριας προς Μουστοξύδη 23-5-1828, εις Correspondance, τομ. Β', σ. 107. 25. Γ. Δ. Δημακοπούλου, «Το Εθνικόν Νομισματοκοπείον...», ό.π., σ. 30. 26. Α. Μάμουκα, τομ. ΙΑ', ο. 43. 27. ΓΕΕ, φ. 49 (25-6-1830). Γ. Δ. Δημακοπούλου, «Το Εθνικόν...», σσ. 65-81. 28. Στην Νεοελληνική ιστορία έχει καθιερωθεί ο όρος «Περίοδος Αναρχίας», για να δηλώσει την χρονική στιγμή από 27.9.1831 έως 30.1.1833. Πβ. Κ. Βακαλοποόλου, Η Περίοδος της Αναρχίας. Θεσσαλονίκη, 1984. 29. ΦΕΚ, φ. 16, 28 Απριλ/10 Μαΐου 1833. Για το σχετικό διάταγμα, πβ. Γ. Δημακοπούλου «Το Εθνικόν...», σσ. 86-87 30. Γ. Δημακοπούλου, «Το Εθνικόν...», ο. 87. 31. Αλ. Κοντοσταύλου, Τα περί των έν Αμερική νουπηγηθέντων (sic) φρεγατών και του tv Α Ίγίνη Νομισματοκοπείου, έν Αθήναις 1855, σσ. 261-262. Σπ. Λάμπρου, «Το παλάτιον του Μπαρμπαγιαννη», έν περ. 'Εστία 1887, σ. 266. Του ιδίου, «Τα πρώτα ελληνικά νομίσματα» Μικτα'ι σελίδες, α 657.
107
ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΜΠΡΕΓΙΑΝΝΗ*
Ιδεολογικές αποτυπώσεις στα νομίσματα και μετάλλια της καποδιστριακής περιόδου Σύντομο ιστορικό του φοίνικα
Ο
φοίνικας, σύμβολο προφανές της Ελλάδας που αναγεννιέται, αποτελεί το πρώτο νεοελληνικό εθνικό νόμισμα. Στη συγκεκριμένη ανακοίνωση επιχειρήθηκε
η συνοπτική παρουσίαση κάποιων λιγότερο γνωστών στοιχείων για την ιστορία του καποδιστριακού νομίσματος, για τη σχέση του με τη συγκρότηση της Ελληνικής Πολι τείας, καθώς για τον τρόπο με τον οποίο αντανακλώνται σε αυτό οι επικρατούσες ιδεο λογίες. Η καποδιστριακή, εξάλλου, περίοδος είναι ιδιαίτερα ουσιώδης για την ανί χνευση των καναλιών, μέσω των οποίων το Κράτος αυτοπροσδιορίστηκε, όχι μόνο γιατί πρόκειται για την ιδρυτική του φάση, αλλά και γιατί αποτελεί μια άλλη προσέγ γιση της εξουσίας σε σχέση με τη μοναρχική -ελέω θεού ή συνταγματική- διακυβέρ νηση που ακολούθησε. Ή δ η από το 1822 το ζήτημα της κοπής νομίσματος είχε απασχολήσει το αρμόδιο Βουλευτικό Σώμα της Προσωρινής Διοικήσεως της Ελλάδας. Σύμφωνα, λοιπόν, με το «Προσωρινόν Πολίτευμα της Ελλάδος» [Επίδαυρος, 1-1-1822], το Βουλευτικό Σώμα «θέλει διατάξει νέον σύστημα νομισμάτων, χαραττομένων εις όνομα του έθνους διά του Εκτελεστικού Σώματος». Μια πρώτη ενέργεια, με έγγραφο του Βουλευτικού Σώματος,
ήταν ο προσδιορισμός της αξίας των διαφόρων νομισμάτων, που κυκλο
φορούσαν στον ελληνικό χώρο. Οι επίσημες συζητήσεις σχετικά με την ανάγκη του προσδιορισμού μιας νομι σματικής μονάδος ανάγονται στο έτος 1823, για να επαναληφθούν το έτος 18251· Τα σχέδια αυτά δεν είχαν αποτέλεσμα και η νομισματική ανωμαλία εξακολούθησε: μολονό τι στις αρμοδιότητες της Αντικυβερνητικής Επιτροπής -στην οποία ανατίθεται η διακυ βέρνηση της χώρας από τη Γ' Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας μέχρι την άφιξη του Καποδίστρια- συγκαταλέγεται και η εισαγωγή νομισματικού συστήματος, η Επιτροπή ασχολήθηκε, κυρίως, με μέτρα αποτρεπτικά της κυκλοφορίας κίβδηλων νομισμάτων2. Ας αναφερθεί δε σε αυτό το σημείο η άποψη του Κοραή για την ανάγκη υιοθέτησης ενιαίου νομισματικού συστήματος στην επικράτεια, βασισμένου στην κατά δεκάδες και πεντάδες διαίρεση των νομισμάτων. Προφανώς ο Κοραής συνηγορεί υπέρ του δεκαδικού νομισματικού συστήματος, που στη Γαλλία υιοθετείται ήδη από το 1795. Οι απόψεις αυτές του έλληνα λογίου συνάδουν με τον οικονομικό φιλελευθερισμό του και τις συστάσεις του για ορθολογική διαχείριση των δημοσίων οικονομικών, * Κέντρο Ερευνης Ιστορίας Νεότερου
ο π ω
ς
τ1
ς αντλούμε από την επιστολογραφία του. Παρόμοιες δε απόψεις αποτυπώνοη
,
Ρ„ , νται στα πρώτα νομοθετήματα της επαναστατικής αρχής. Ακαδημίας Αθηνών Στις αρχές του 1828, ο Κυβερνήτης Καποδίστριας αποτάθηκε στα Πανελλήνιον 108
καλώντας το να συσκεφθεί περί δημιουργίας εθνικού νομίσματος. Ένα από τα πρώτα, λοιπόν, μέτρα της διακυβέρνησης του ήταν η εισαγωγή νομισματικού συστήματος. Κάπως έτσι θα σχολιάσει μεταγενέστερα και ο Ευθύμιος Κεχαγιάς: «Την σπουδαιότητα και την ανάγκην αυτού εγνώριζε πρό παντός άλλου ο αοίδιμος Κυβερνήτης και δια τούτο βλέπομεν, ότι, αν και περιεσπάτο από τόσας και ποικίλος κυβερνητικός ανάγκας και περιπέτειας, εν τούτοις το πρώτον έργον, το οποίον έκαμεν, ήτο να κανονίση το νομι σματικό ν σύστημα .. Λ. Πράγματι, το Πανελλήνιον υπέβαλε στην κρίση του Κυβερνήτη, τον Απρίλιο το 1828, σχέδιο με το οποίο εισήχθη νομισματικό σύστημα με βάση το φοίνικα. Έχει ενδια φέρον να αναφερθεί η αιτιολόγηση της ανάγκης εισαγωγής εθνικού νομισματικού συστήματος με την αντικατάσταση -λογιστική και πραγματική- του οθωμανικού γροσίου κατά τις καθημερινές συναλλαγές στην ελληνική επικράτεια4. Με την ίδρυση της Ελληνικής Πολιτείας συνάδει, με τον πλέον ορατό τρόπο, η εισαγωγή του νεοελληνικού νομίσματος, αναπαριστώντας τη σχέση κρατικής ιδεολογίας και νομίσματος. Άλλωστε το πρώιμο ενδιαφέρον των Ελλήνων της Διασποράς να στήσουν συλλογές αρχαίων νομι σμάτων σχετίζεται με τη συγκρότηση μιας «νομισματικής μνήμης», στο πλαίσιο της ανα ζητούμενης συνέχειας του ελληνισμού και στο αίτημα για κρατική έκφραση του. Στο ίδιο πλαίσιο θα πρέπει να ενταχθεί και η -με Διάταγμα του Κυβερνήτη- ίδρυση, την 2 1 η Οκτωβρίου 1829, του Εθνικού Μουσείου, βασικός πυρήνας του οποίου ήταν η συλλο γή των αρχαίων νομισμάτων5. Ο Ι. Καποδίστριας εισήγαγε στη συνεδρίαση της 29 η ζ Ιουλίου 1829 της Δ' Εθνο συνέλευσης του Αργούς το σχέδιο του Πανελληνίου, τονίζοντας: «Την ανάγκην ταότην (δηλαδή την ανάγκη εθνικού νομίσματος) υπαγορεύουσιν η τιμή του Έθνους, το συμ φέρον του Εθνικού Ταμείου και η ευκολία των συναλλαγμάτων, θεωρούμενη μάλιστα κατά τον ελάχιστον όρον της τιμής του νομίσματος, από την οποίαν εξαρτάται η κατά μέρος των πολιτών κατά πολλά λυσιτελής οικονομία6». Στην ίδια εισήγηση του Κυβερ νήτη σημειώνεται ότι έπειτα από γνωμοδότηση του Πανελληνίου κρίθηκε προσφορό τερη η κοπή νομισμάτων στην Ελλάδα και η αγορά μηχανολογικού εξοπλισμού, παρά την πρόταση του Γάλλου επιχειρηματία Saint Croix για κατασκευή στη Γαλλία χάλκινων κερμάτων με αντάλλαγμα εκ των μη χρησιμοποιούμενων ορειχάλκινων κανονιών. 0 φοίνικας γεννιέται νόμισμα αργυρό με αναλογία τίτλου εννέα μερών αργυρού και ενός χαλκού, κατά τα πρότυπα του αργυρού γαλλικού φράγκου και νομισματικό κανόνα τον άργυρο. Το σχέδιο του Πανελληνίου ορίζει δε πολλαπλάσια του φοίνικα σε χρυσό και ασήμι, καθώς και υποδιαιρέσεις σε χαλκό. Πρόκειται για τη χρυσή Αθηνά, την ασημένια αιγίδα και τις χάλκινες υποδιαιρέσεις του φοίνικα. Ας παρακολουθήσουμε τη διαδικασία προς τη δοκιμαστική κοπή και τη νομική επικύρωση του φοίνικα, καθώς το ζήτημα είναι άμεσα συνδεδεμένο με τις προσπά θειες συγκρότησης εθνικού οικονομικού χώρου και υπάγεται στους περιορισμούς που επιβάλλει η πρωτογενής ακόμη οργάνωση του κρατικού μηχανισμού. Όπως αναφέρει το Υπουργείο Οικονομικών σε μεταγενέστερη έκδοση: «Και απεφασίσθη μεν η χάραξις 109
ιδίου Ελληνικού νομίσματος, αλλ' έλλειπον αϊ τε αναγκαίοι μηχαναί και το χρήμα, άτινα εξευρέθησαν περί τα τέλη Μαίου 1828. Τότε περιήλθεν εις τον Κυβερνήτην παρά της Ρωσικής Κυβερνήσεως δια συναλλαγματικών πληρωτέων εν Λονδίνω ποσόν ενός 7
και ημίσεος εκατομμυρίων ρουβλίων» . Ο Καποδίστριας προέβη σας απαραίτητες ενέρ γειες και αποφάσισε την αγορά νομισματικοό-μηχανολογικού εξοπλισμού από τους Ιωαννίτες Ιππότες της Μάλτας για το ευτελές ποσό των εκατό αγγλικών λιρών. Ας σημει ωθεί σε αυτό το σημείο ότι επιφορτισμένος με τα νομισματικά της εποχής ήταν ο Αλέ ξανδρος Κοντόσταυλος, παλαιός Φιλικός και μέλος της επί των Οικονομικών Επιτρο πής. Μ' αυτό τον παλαιό και εφθαρμένο μηχανολογικό εξοπλισμό, που ο ίδιος ο Κοντόσταυλος αγόρασε από την Μάλτα, ιδρύθηκε το πρώτο Ελληνικό Νομισματοκο πείο και εγκαταστάθηκε στην Αίγινα. Ως ημερομηνία έναρξης των εργασιών του Νομι σματοκοπείου ορίζεται από τον Κυβερνήτη η 12 η Μαΐου 1829. Τη θέση του Εφόρου του Νομισματοκοπείου καταλαμβάνει όπως είδαμε ο Αλ. Κοντόσταυλος, τη . Αργότερα θέση του Εφόρου ανέλαβαν ο Αλέξιος Λουκόπουλος (Μάιος του 1830) και ο Νικό λαος Λεβίδης (Μάιος του 1832). Το Νομισματοκοπείο συνέχισε, μετά την παροχή της σχετικής άδειας από τον Κυβερνήτη, να λειτουργεί στην Αίγινα και μετά τη μεταφορά της πρωτεύουσας του Κράτους στο Ναύπλιο. Τον Ιούνιο του 1829 κόπηκαν, λοιπόν, τα πρώτα δοκίμια. Πρόκειται για χάλκινα κέρματα του ενός, των πέντε και των δέκα λεπτών, τα οποία και απεστάλησαν στην Εθνοσυνέλευση του Αργούς προς έγκριση. Η διαδικασία έλαβε χώρα ταυτόχρονα με τη νομική επικύρωση του νομισματικού συστήματος. Χαρακτηριστικά δε ο Πρόεδρος της Δ' Εθνοσυνέλευσης Γ. Σισίνης ανέφερε σε έγγραφο του προς τον Κυβερνήτη: «Η πρώτη θέα εθνικού νομίσματος εκίνησε συγχρόνως εις όλους τους αντιπροσώπους την αγαλλίασιν, την οποίαν έπρεπε να κίνηση το μέγιστον και λαμπρότερον δείγμα της πολιτι κής και κοινωνικής του έθνους επανορθώσεως.. Λ. Η Α Εθνοσυνέλευση δια του ψηφίσματος Ζ' της 31ης Ιουλίου 1829 ενέκρινε τη σύσταση του Εθνικού Νομισματοκοπείου και την κοπή του νομίσματος σύμφωνα με το σχέδιο του Πανελληνίου. Το Ψήφισμα εξουσιοδότησε, επίσης, την κυβέρνηση να θέσει σε κυκλοφορία το εθνικό νόμισμα. Ως σύμβολα επικυρώθηκαν ο φοίνικας και ο κλάδος ελιάς και δάφνης, ενώ το νόμισμα φέρει τις εκατέρωθεν επιγραφές Ελλη νική Πολιτεία" και "Κυβερνήτης Ι. Α. Καποδίστριας". Ο ίδιος ο Κυβερνήτης ανέφε ρε στην εισήγηση του προς τη Εθνοσυνέλευση, ως προς τη χάραξη και του ονόματος του: «Φέρει προς τούτοις και την επιγραφήν: Ο Κυβερνήτης Ι. Α. Καποδίστριας, διότι ούτως ενεκρίθη από το Πανελλήνιον, χωρίς όμως να ζητηθή κατά τούτο η γνώμη μας, ήτις ήτο και είναι πάντοτε να φέρη Ελληνική Πολιτεία μόνον'». Σε συνέχεια του παραπάνω ψηφίσματος, η επί των Οικονομικών Επιτροπή κοι νοποίησε, την 28η Σεπτεμβρίου 1829, ότι ετέθησαν στην κυκλοφορία τα ήδη κοπεντα εθνικά νομίσματα: ο αργυρός φοίνικας διαιρείτο σε 100 λεπτά, ενώ 6 φοίνικες αντιστοιχούσαν σε 1 ισπανικό δίστηλο, νόμισμα ευρέως διαδεδομένο στις εμπορικές συναλλαγές που διενεργούνταν στην Ανατολική Μεσόγειο. Επίσημη ημερομηνία 110
κυκλοφορίας των πρώτων εθνικών νομισμάτων ορίστηκε η 31η Οκτωβρίου 1829, ενώ είχε προβλεφθεί και σχετική επίσημη τελετή. Παρά το γεγονός ότι τα πρώτα νεο ελληνικά νομίσματα κόπηκαν το 1829, οι φοίνικες φέρουν έτος κοπής 1828, προφα νώς για να τιμηθεί η άφιξη του κυβερνήτη στη χώρα αλλά και η ίδια η ίδρυση της Ελληνικής Πολιτείας. Από τα αργυρά και χρυσά πολλαπλάσια του φοίνικα δεν κόπη κε κανένα, λόγω της έλλειψης πολυτίμων μετάλλων: «εκόπησαν μόνον 11.978 άργυ ροι φοίνικες δια τους οποίους εχρησιμοποιήθη άργυρος προερχόμενος εκ της νηοψίας του ελληνικού στόλου, δια δε τα χαλκά κέρματα εχρησιμοποιήθησαν τα εκ λαφύρων προερχόμενα τουρκικά τηλεβόλα10». Οι κοπές με αναγραφόμενο έτος κοπής το 1828 περιλαμβάνουν, επίσης, τα χάλκινα μονόλεπτα, δίλεπτα, πεντάλεπτα και δεκάλεπτα. Οι κοπές των συγκεκριμένων χάλκινων κερμάτων επαναλήφθηκαν το έτος 1830 και 1831, ενώ το 1831 κόπηκε, επίσης, και χάλκινο εικοσάλεπτο για τη διευκόλυνση των συναλλαγών. Από το Νομισματοκοπείο της Αίγινας κόπηκαν συνολι κά 12.000 αργυροί φοίνικες με αναγραφόμενο έτος κοπής 1828. Επίσης, το σύνολο των κοπών των χάλκινων υποδιαιρέσεων (που αναγράφουν ως έτος κοπής τα έτη 1828, 1830 και 1831) ανέρχονται σε 801.514,55 φοίνικες". Οι κοπές του 1831 ήταν και οι τελευταίες, καθώς το 1833 το Νομισματοκοπείο διαλύθηκε. Το Νομισματοκοπείο είχε πάντως συμμετοχή στις διαμάχες που ακολουθούν την καποδιστριακή περίοδο, καθώς -όπως αναφέρει ο Βρετανός Πρεσβευτής Dawkins- η ασποσπασμένη στην Αίγινα φρουρά Ρουμελιωτών για την προστασία του νησιού, κατέλαβε το κτήριο του Νομισματοκοπείου και οικειοποιήθηκε το μηχανολογικό εξοπλισμό και τις σφραγί δες για την κοπή νομισμάτων, απειλώντας με την καταστροφή τους, εάν δεν τους καταβαλλόταν από την κυβέρνηση η καθυστερούμενη μισθοδοσία12. Όπως γίνεται εύκολα κατανοητό, το νομισματικό σύστημα, που εισήχθη από τον Ιω άννη Καποδίστρια, είχε ως στόχο αφ' ενός την ευρεία διείσδυση του εθνικού νομίσματος στις καθημερινές μικροσυναλλαγές μέσω της κυκλοφορίας των χάλκινων υποδιαιρέσε ων, και αφ' ετέρου την αναγωγή του σε παράγοντα του εξωτερικού εμπορίου μέσω της σύνδεσης του με το ισπανικό δίστηλο. Τον ίδιο στόχο εξυπηρέτησε άλλωστε και η κυ βερνητική πράξη της 25ης Ιανουαρίου 1830, η οποία διέτασσε την τήρηση των δημο σίων λογαριασμών σε φοίνικες και λεπτά, ενώ προσκλήθηκαν «... όλοι οι έμποροι και λοι ποί πολίται να συμμορφωθώσι και αυτοί με το παρόν νομισματικόν σύστημα13». Με δεύ τερο ψήφισμα, της ίδιας ημερομηνίας, απαγορεύτηκε η κυκλοφορία όλων των ξένων χάλ κινων κερμάτων, καθώς και όλων των οθωμανικών νομισμάτων με έτος κοπής μετά το 1826. Η χρονολογία αυτή ως όριο δεν λήφθηκε τυχαία, καθώς το έτος 1826 άρχισαν οι μεγάλες υποτιμήσεις του οθωμανικού νομίσματος με στόχο την αντιμετώπιση των δημο σιονομικών δυσχερειών της Αυτοκρατορίας αλλά και της νομισματικής αρρυθμίας που υπήρχε σε αυτήν14. Το ψήφισμα καθόρισε, επίσης, την ισοτιμία των σημαντικότερων ξέ νων νομισμάτων ως προς το φοίνικα, ενώ προσδιόριζε ότι μόνο τα αναφερόμενα σε αυτό νομίσματα (μεταξύ άλλωντάλιρα, στερλίνες, γαλλικά φράγκα, ρούβλια, βενετικά φλωρία κλπ.) θα γίνονταν δεκτά στις συναλλαγές των πολιτών με το Δημόσιο15. 111
Η πραγματική φύση του πρώτου νεοελληνικού νομίσματος προσδιορίστηκε, ωστό σο, και από τη νομισματική του λειτουργία. Το βάρος του κοπέντος φοίνικα (4,163 γραμμάρια, εκ των οποίων 3,747 γραμμάρια καθαρός άργυρος) ήταν μικρότερο από το βάρος που είχε αναγγελθεί (4,408 γραμμάρια, εκ των οποίων 4,029 καθαρός άργυ ρος). Παρατηρείται, επομένως, αναντισωιχία μεταξύ πραγματικού και θεσμοθετημένου βάρους του φοίνικα. Κατά συνέπεια, και η σχέση του προς το ισπανικό δίστηλο είναι κατά τι μικρότερη από την καθορισμένη ισοτιμία. Σύμφωνα με τα μεταγενέστερα σχόλια του Υπουργείου Οικονομικών, οι ανωμαλίες στο βάρος του φοίνικα είναι δικαιολογη μένες τόσο από την απειρία του κρατικού μηχανισμού, όσο και από τις "νομισματικές αρρυθμίες" της περιόδου. Η αναντιστοιχία του βάρους του φοίνικα ως προς τη ληφθείσα βάση αποτέλεσε την αφορμή για την αλλαγή του νομισματικού συστήματος και τη γέφυρα για το πέρασμα ertiti δραχμή. Εν γένει, ο φοίνικας αντιπροσωπεύει τις προσπάθειες του Καποδίστρια για τη συγκρότηση κρατικού μηχανισμού, οι οποίες όμως ακυρώνονται με την έλευση του Όθωνα και τη γένεση του Ελληνικού Βασιλείου. Η δολοφονία του Καποδίστρια είχε ως φυσική συνέπεια και το τέλος του νομισματικού συστήματος που ο ίδιος εισήγαγε, σε παραλληλία με τις προσπάθειες του για την πολι τειακή συγκρότηση του νεοσύστατου Κράτους.
Απεικονίσεις και συμβολισμοί Ως προς τον τύπο των νομισμάτων είναι χαρακτηριστική η απεικόνιση του φοίνικα στην κύρια όψη, με την παράσταση του σταυρού, ενώ στην περιφέρεια του νομίσματος χαράσσονται οι λέξεις «Ελληνική Πολιτεία» και η χρονολογία αωκά (1821) σε ανάμνη ση του έτους της Ελληνικής Επανάστασης. Στη δεύτερη όψη χαράσσεται στέφανος ελιάς και δάφνης, με εγγεγραμμένη τη χρονολογία κοπής (182816, 1830 και 1831 αντίστοιχα) και κυκλοτερώς οι λέξεις Κυβερνήτης Ι. Α. Καποδίστριας. Ο ασημένιος φοίνικας φέρει το σύμβολο του Νομισματοκοπείου της Αίγινας, μια μικρή άγκυρα εγχάρακτη δίπλα στη χρονολογία αωκά καθώς και τους διπλούς χαλαρούς κόμβους ενός οριζόντιου οκτώ. Η μυστικιστική παράσταση του φοίνικα που αναγεννιέται εκ της τέφρας του έχει να κάνει με το συμβολισμό του ελληνικού έθνους που ξαναζεί μετά την περίοδο της οθωμανικής κατάκτησης, αλλά και με τη χρήση του συμβόλου από τη Φιλική Εταιρεία κατά την αμέσως προηγουμένη περίοδο. Έτσι, η παράσταση του φοίνικα στο πρώτο νεοελληνικό νόμισμα συνδέεται έστω και έμμεσα με την απεικόνιση του συμβόλου στην «της ελευθερίας σημαίαν. ... σύμβολα φέρουσα έκτου ενός τον άγιον Κωνσταντίνον συν τη Ελένη με το σημείον του σταυρού, και υπό αυτοίς το "εν τούτω νίκα" εκ δε του άλλου τον Φοίνικα με το "εκ της κόνεώς μου αναγεννώμαι" »,7. Οι προγε νέστερες απεικονίσεις του φοίνικα δεν θα παρατεθούν, ωστόσο, εδώ, καθώς δεν μας ενδιαφέρει η χρήση της απεικόνισης παρά στο βαθμό που συνδέεται με το νόμισμα. Έτσι, στο πλαίσιο των αναφορών στο σύμβολο περιοριζόμαστε στο νομισματικό πεδίο, ή ακόμη σε ότι αφορά το διανοητικό περιβάλλον που συνδέεται άμεσα με το ίδιο το νόμισμα.
112
Ο ίδιος ο Καποδίστριας, εισηγούμενος οτη Δ' Εθνοσυνέλευση το νέο νομισματικό σύστημα, σημείωνε ότι ενέκρινε την πρόταση του Πανελληνίου για τη νομισματική απεικόνιση του μυθολογικού φοίνικα, παρά την τροποποίηση της ελληνικής σημαίας 18
από την Α' Εθνοσυνέλευση . Σύμφωνα με μια πληροφορία, εισηγητής της απεικόνι σης του φοίνικα ήταν ο Φιλικός Αλ. Κοντόσταυλος, πράγμα που συνδέει το νέο νόμι σμα με τους συμβολισμούς που χρησιμοποιήθηκαν από τις ηγετικές ομάδες των εξε γερμένων Ελλήνων. Διαδεδομένη είναι η άποψη ότι ο Καποδίστριας συνηγόρησε στη χρήση του συμβόλου λόγω του ελευθεροτεκτονισμού του, κρίνοντας ότι ο αναγεννώμενος φοίνικας θα ήταν χρήσιμο εργαλείο για την υποστήριξη της ελληνικής υπόθε σης". Εξάλλου, υπό το πρίσμα μιας πιο «θετικιστικής» οπτικής, είναι εύλογη η χρήση του συμβολ1σμού της αναγεννημένης πατρίδας, καθώς η εικονιστική της παράσταση με το φοίνικα θα μπορούσε να γίνει εύκολα αντιληπτή από τον κάθε Έλληνα πολίτη. Από την άλλη πλευρά, είναι γνωστή στη σύγχρονη νομισματική η χρήση του ίδιου συμβόλου σε γερμανικά και σικελικά νομίσματα του 1 8 ο υ αιώνα. Ο φοίνικας, ως σύμβολο αιωνιότητας αλλά και παλινόρθωσης, είναι εξάλλου απεικόνιση γνωστή στη ρωμαϊκή νομισματική, αλλά και σε εκείνη των βυζαντινών χρόνων 20 . Πέρα από τους συμβολισμούς, η ίδια η χρήση της απεικόνισης αποτελεί και τη σημειολογία ενός Κράτους που τρέφεται από τους μύθους του παρελθόντος, της νεότερης ή αρχαιότε ρης εθνικής μυθολογίας. Άλλωστε, και η χρήση του μοτίβου της Αθηνάς στο χρυσό νόμισμα που υποδείκνυε το ανεκτέλεστο -όσον αφορά τα χρυσά νομίσματα- σχέδιο του Πανελληνίου, αλλά και η χρήση της γλαύκας στο, επίσης, ανεκτέλεστο νόμισμα της αργυρής αιγίδας συνδέουν την Ελληνική Πολιτεία με το πρόσφατο επαναστατι κό παρελθόν. Προγενέστερα το Πολίτευμα της Επιδαύρου όριζε την απεικόνιση της Αθηνάς και του συμβόλου της φρονήσεως (δηλαδή της γλαύκας) στη σφραγίδα της Προσωρινής Διοίκησης. Η χρήση της Αθηνάς από την επαναστατική αρχή αφορά ένα αντιδάνειο, καθώς απηχεί τα γαλλικά φιλελεύθερα και ρασιοναλιστικά πρότυπα, που με τη σειρά τους αντλούν από την κλασική αρχαιότητα21. Έτσι, καθίσταται κυρίαρχο το ιδεολόγημα της άμεσης σύνδεσης του νέου ελληνικού Κράτους με την 22
Αρχαία Ελλάδα . Παρατηρούμε, λοιπόν, πως ο κλασικισμός -με ότι συνεπάγεται αναφορικά με τη μετακένωση ιδεών- περνά σε επίπεδο συμβόλων από την επαναστατημένη Γαλλία στην επαναστατημένη Ελλάδα. Εξάλλου, η χρήση πολλαπλών απεικονίσεων από το επίσημο Κράτος καταδεικνύει ότι την ίδια πρώτη περίοδο συνυπάρχουν μυστικιστι κά, άρα πρώιμα ρομαντικά, και κλασικιστικά σύμβολα, όπως προκύπτουν από το ρασιοναλιστικό διανοητικό σύμπαν της Γαλλ1κής Επανάστασης Κ α ΐ το Διαφωτισμό. Τα σύμβολα αυτά απηχούν, επομένως, πολλαπλές σημάνσεις της έννοιας της ελληνι κότητας ενώ, κατά την καποδιστριακή περίοδο, εκφράζουν εξίσου τις διαφορετικές πολιτικές στρατηγικές για την κρατική συγκρότηση. Μια ακόμη ένδειξη για την υιοθέτηση κλασικιστικών συμβόλων αποτελεί η σχεδια ζόμενη τελευταία κοπή της καποδιστριακής περιόδου. Έτσι, η Ε' Εθνοσυνέλευση, με το 113
ψήφισμα Ι Σ Γ , συγκαταλέγει στα μέσα για τη διαιώνιση της μνήμης του Κυβερνήτη την κυκλοφορία νέων ασημένιων νομισμάτων: «να τυπωθή αργυρούν νόμισμα, ισόσταθμον με το Ισπανικόν Δίστηλον, και εις αριθμόν δέκα χιλιάδων, φέρον εγκεχαραγμένον αφ'ενός μέρους την προτομήν και το όνομα του αειμνήστου Κυβερνήτου, αφ'ετέρου δε την Ελλάδα ισταμένην και δακρυρροούσαν επί τεφροδόχου κάλπης. Το νόμισμα δε τούτο 23
θέλει έμβει εις κυκλοφορίαν ως το πρώτον αργυρούν εθνικόν νόμισμα ». Παρόλο που η κοπή αυτή δεν πραγματοποιήθηκε, η χρήση του θέματος της δακρυρροούσας Ελλά δος παραπέμπει στις κλασικιοτικές προσλήψεις της ελληνικότητας. Και το στοιχείο αυτό συνδέεται με την περιρρέουσα ατμόσφαιρα του Διαφωτισμού και την απεικονιστική προσωποποίηση -απότοκο της Γαλλικής Επανάστασης- εννοιών, όπως της Ελευθερίας και της Δημοκρατίας. Εξάλλου, η προσωποποιημένη απεικόνιση της Ελλάδος είχε χρη σιμοποιηθεί ήδη από τα τέλη του 1 8 ο υ αιώνα, απεικονίσει που την παρουσιάζουν ως σκλάβα, ρακένδυτη και ταλαιπωρημένη. Γνωστή δε είναι παρόμοια παράσταση της Ελλάδας από το εξώφυλλο του Σαλπίσματος Πολεμιστηρίουτου
Κοραή (1801)24.
Εν γένει από τα σύμβολα της Ελληνικής Επανάστασης προκύπτει η σύνδεση με το πνεύμα του ευρωπαϊκού φιλελευθερισμού, που με τη σειρά του δανείστηκε συμβολι σμούς από την κλασική αρχαιότητα. Όπως ήδη σημειώθηκε, κατά την καποδιστριακή περίοδο τα σύμβολα αυτά συνυπάρχουν με πρώιμα ρομαντικά -αλλά και μυστικιστικάσύμβολα25, αναδεικνύοντας έτσι τις πολλαπλές αναγνώσεις αλλά και τις διανοητικές επιρ ροές που δέχθηκε η έννοια της ελληνικότητας κατά τη στιγμή της διαμόρφωσης της. Η ανάλυση των συμβόλων παραπέμπει στην ιστορικότητα -με την έννοια των διαφορετι κών αποχρώσεων στο πλαίσιο της εκάστοτε συγκυρίας- του περιεχομένου της ελληνικό τητας, και συνδέεται κατ'αυτόν τον τρόπο περισσότερο με τη Διανοητική και την Κοινω νική Ιστορία και όχι τόσο με τα διακυβεύματα της σημειολογίας.
Σχέδια για τα πρώτα ελληνικά ρεΐάλλια : ρ α πρώτη προσέγγιση Με το Νόμο 6 της Α' Εθνοσυνέλευσης της Επιδαύρου της 5Ώ€> Μαρτίου 1822 καθο ρίστηκε η απονομή αναμνηστικού μεταλλίου στους συμμετέχοντες στην Ελληνική Επα νάσταση, που θα έφερε την παράσταση της Αθηνάς26-κατ'αντιστοιχία με το σύμβολο που, όπως ειπώθηκε και παραπάνω, αποφασίσθηκε να φέρει η σφραγίδα της Προσω ρινής Διοικήσεως- και κυκλοτερώς την επιγραφή Η Ελλάς ευγνωμονούσα καθώς και στη δεύτερη όψη την επιγραφή Εθνική Συνέλευσις αωκβ. Το μετάλλιο επρόκειτο -με διακριτικό επιπλέον σημείο το πράσινο δέμα, δηλαδή την κορδέλα του μεταλλίου- να απονεμηθεί στα μέλη της Εθνοσυνέλευσης και μόνο, βάσει του παρακάτω σκεπτικού : Επειδή η εν Επιδαύρω εθνική συνέλευσις, οργανίσασα την πρόσκαιρον της Ελλάδος Λιοίκησιν, χρέος ιερόν της πατρίδος ειργάσατο, δίκαιον να ψέρωσι τα συγκροτήσαντα αυτήν μέλη σημείον τι της τοιαύτης αυτών κοινωφελούς εργασίας27. Από τα άρθρα του Νόμου καθορίζονταν αυστηρές κυρώσεις για όποιον τυχόν θα το έφερε χωρίς να του έχει απονεμηθεί'· είναι δε χαρακτηριστική η πρόβλεψη «μετά την σφυροκοπίαν αυτών [των μεταλλίων] να συντριβή η μήτρα». 114
Με διάταξη του Προέδρου του Εκτελεστικού Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου επικυ ρώθηκε ο παραπάνω νόμος, όπου χαρακτηριστικά προσδιορίστηκε : «Δια την απαιτουμένην γλαφυρότητα η μεν εκτάπωσις έχει να γίνει εις κανένα μέρος της Ιταλίας». Έως ότου θα γινόταν η εκτύπωση των μεταλλίων η Διάταξη προέβλεψε την απονομή των σχε τικών επίσημων εγγράφων στα μέλη της Εθνοσυνέλευσης, τα οποία θα είχαν και το δικαίωμα να φέρουν την πράσινη κορδέλα ως μετωνυμική ένδειξη της απονομής του 28
μεταλλίου . Πράγματι, παρά το γεγονός ότι στη σχετική βιβλιογραφία το σχέδιο γ ΐ α την απονομή μεταλλίων στα μέλη της Εθνοσυνέλευσης της Επιδαύρου παρουσιάζεται ως ανεκτέλεστο, διενεργήθηκε η απονομή των τιμητικών διπλωμάτων. Έτσι, με έγγραφο της Προσωρινής Διοικήσεως της Ελλάδας τιτλοφορούμενο Ηθική αμοιβή τιμής προς τους νομοδότας της Ελλάδος, το μετάλλιο απονέμεται στο Βουλευτή και πρώτο Γραμματέα του Βουλευτικού Ι. Σκανδαλίδη, με το παρακάτω σκεπτικό «Σας επιτρέπεται να στολισθήτε το αργυρούν Νόμισμα, φέρον της Επιδαύρου το Σύμβολον, ως μέλος της Νομοδοτικής Συνελεύσεως29». Η πραγματική εκτύπωση του μεταλλίου πραγματοποιήθηκε μεταγενέστερα, με το οθωνικό Διάταγμα της 18nS Σεπτεμβρίου 1835. Κατά την καποδιστριακή πλέον περίοδο, η Δ' Εθνοσυνέλευση εξουσιοδοτεί, με το Ψήφισμα Η' της 31 n S Ιουλίου του 1829, την Κυβέρνηση να συστήσει «εν Τάγμα Ιππέ ων υπό την σκέπην και το θείον όνομα του Σωτήρος». Σύμφωνα με τ ΐ ς διατάξεις του Ψηφίσματος, οι διάφοροι βαθμοί του μεταλλίου του Τάγματος αυτού θα προσφέρονταν ως δείγμα ευγνωμοσύνης του Έθνους προς τους Ναυάρχους που συμμετείχαν στη Ναυ μαχία του Ναυρίνου, προς τον Αρχιστράτηγο
της απεσταλμένης
Γαλλικής
στρατιάς Maison και προς τους στρατιωτικούς της συνοδείας τους που θα υπεδείκνυαν οι προαναφερθέντες. Επίσης, τα μετάλλια θα απονέμονταν στους φιλέλληνες που συνέ δραμαν τον Αγώνα ,είτε στρατιωτικά είτε οικονομικά, αλλά και στους πολίτες που υπη ρέτησαν στρατιωτικά την πατρίδα ή συνέδραμαν την πολιτική συγκρότηση του Κράτους. Όπως σημειώνει δε το ψήφισμα, επί του παρόντος ο μόνος που είχε δικαίωμα να φέρει τα διάσημα του Τάγματος ήταν ο Κυβερνήτης, και μέχρις ότου «τεθή και επικυρωθεί παρά της Εθνικής Συνελεύσεως νόμος οριστικός περί τούτου, κανονίζων την βαθμολογίαν, τα προνόμια, τον αριθμόν, και τα απαιτούμενα χαρακτηριστικά των πολιτών, οι οποίοι θέλουν φέρει το παράσημον τούτο». Κατά την καποδιστρική περίοδο δεν πραγ ματοποιήθηκαν εκτυπώσεις και απονομές των μεταλλίων αυτών, το Τάγμα δε του Σωτή ρος εγκαινιάσθηκε το 1833 με οθωνικό Διάταγμα. Ολοκληρώνοντας την αναφορά στην καποδιστριακή περίοδο, ας παρατεθούν δυο σχετιζόμενα με αυτήν μετάλλια30. Πρόκειται για το αργυρό Βραβείον Φάομαθείας με εγχάρακτη την παράσταση στεφάνου δάφνης και τη χρονολογία 1830. Αλλος τύπος του βραβείου Φιλομάθειας φέρει στη δεύτερη όψη του την κυκλοτερή επιγραφή «Ι. Α. Καποδίστριας». Το μετάλλιο του φιλέλληνα Eynard31 (παρά την εμφανώς γαλλική προ έλευση του) συνδέεται, επίσης, με την καποδιστριακή περίοδο, όχι μόνο γιατί ο Ελβετός φιλέλληνας υπήρξε φίλος και συνεργάτης του Κυβερνήτη, αλλά και γιατί συμμετείχε στις πρώτες προσπάθειες για έκδοση χαρτονομίσματος, καθώς και στο γενικότερο εγχείρημα 115
της οικονομικής συγκρότησης της Ελληνικής Πολιτείας. Το μετάλλιο είναι έργο του χαράκτη P. J. David d'Angers, ο οποίος , σύμφωνα με πληροφορίες περιηγητών, είχε επισκεφθεί την Αθήνα στη δεκαετία του 1830. Είναι εμφανής ο κλασικισμός της μορ φής, καθώς η απεικόνιση του Eynard θυμίζει έντονα μορφές εγχάρακτες σε ρωμαϊκά νομίσματα, απηχώντας τις καλλιτεχνικές τάσεις της εποχής. ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 1 Βλ Α. Λιναρδάκης, «Το σχέδιο του νομίσματος των 5 λεπτών του 1825», Νομισματικά Χρονικά, 17 (1998), σ. 116. 2 Βλ. αναλυτικά για τα παραπάνω: Κ. Μπρέγιαννη, Νόμισμα, πολιτική και ιδεολογία στην
tUaòa,
Αθήνα, ΚΕΙΝΕ Ακαδημίας Αθηνών, υπό έκδοση, κεφ. 1, Οι πρώτες προσπάθειες για εθνικό νόμι σμα και η συγκρότηση της Ελληνικής Πολιτείας,, όπου η ευρύτερη βιβλιογραφία και αρχειακή τεκ μηρίωση. 3 Βλ. Επίσημος Εφημερίς της Συνελεύσεως, τ. ΣΤ, Αθήναι, εκ του Εθνικού Τυπογραφείου, 1864, συνεδρίασις 311, 3-9-1864, σ. 290. 4 Γ. Δ. Δημακόπουλος, «Το εθνικόν Νομισματοκοπείον της Ελλάδος (1828-1833), Πελοποννησια κά, Η' (1971), σ. 25-26. 5 Η. Τσούρτη, «Η ιστορία του Νομισματικού Μουσείου», στο: Β. Πένα, Ι. Τουράτσογλου (επιμ.), Νομίσματα και νομισματική, Αθήνα, Νομισματικό Μουσείο, 1996, σ. 15. Για τη νομισματική συλ λογή, τις συστηματικότερες προσπάθειες για την ταξινόμηση της κατά την ύστερη οθωνική περίο δο, και την αναδιοργάνωση του Νομισματικού Μουσείου μετά την προαγωγή του Ι. Σβορώνου σε «νόμισματογνώμονα» το 1890, βλ. Αγ. Κόκκου, Η μέριμνα για τις αρχαιότητες στην Ελλάδα και τα πρώτα μουσεία, Αθήνα, Ερμής, 1977, ο. 258-264. 6 Εγγρ. 13569 του Κυβερνήτη προς την Εθνοσυνέλευση, της 29ης Ιουλίου 1829. Αρχεία της Ελλη νικής Παλιγγενεσίας, 1821-1832. Α. Εθνικαί Συνελεύσεις, τ. Β', Δ' εν Αργεί Εθνική Συνέλευσις, Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων, 1973, σ. 584. 7 Υπουργείον Οικονομικών, Γενική Διεύθυνσις Δημοσίου Λογιστικού, Τα ελληνικά νομίσματα, Αθήνα, Εθνικόν Τυπογραφείον, 1932, τ. Α , σ. 9. 8 Αρχεία της Είληνικής Παλιγγενεσίας, 1821-1832. Αι Εθνικαί Συνελεύσεις, τ. Β', Δ' εν Αργεί Εθνική Συνέλευσις, Αθήνα, Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων, 1973, σ. 588. 9Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας, 1821-1832. Αι Εθνικαί Συνελεύσεις, τ. Β', Δ' εν Αργεί Εθνική Συνέλευσις ... ό. π., σ. 586. Η τοποθέτηση αυτή του Καποδίστρια ίσως απηχεί τις αιτιάσεις για αυτοπροβολή του Κυβερνήτη και αποτελεί απάντηση σε αυτές. 10 Υπουργείον Οικονομικών, Γενική Διεύθυνσις Δημοσίου Λογιστικού, Τα ελληνικά νομίσματα ..., σ. 11. 11 Στοιχεία της επί των Οικονομικών Επιτροπής (ΓΑΚ, Αρχείο Αγώνος-Καποδιστρίου), όπως παρατίθενται στο : Δημακόπουλος, Το εθνικόν Νομισματοκοπείον... ό. π., σ. 47, 61, 79. Πβ. επί σης, Υπουργείον Οικονομικών, Τα ελληνικά ...ό. π. , σ. 11. Είναι χαρακτηριστική η συνεχής ανά γκη του Νομισματοκοπείου για χαλκό, προκειμένου για την εκτύπωση των χάλκινων κερμάτων. Οι ανάγκες αυτές καλύπτονταν με τη μεταφορά κανονιών στην Αίγινα. Βλ. για το στοιχείο αυτό το περχεχόμενο του φακέλου : ΓΑΚ, Αρχείο Αγώνος-Καποδιστρίου, Μικροί Κλάδοι, Φ. 19, Νομι σματοκοπείον Εθνικόν, 1831-1832. 12 Βλ. Έγγραφο του Dawkins στον Υπουργό Εξωτερικών Palmerstón, με ημερομηνία 16 Σεπτεμ βρίου 1832, Foreign Office 32, General Correspondence, Greece, Φ. 31, έγγραφο 55. 13 Γενική Εφημερίς της Ελλάδος έτους 1830, Ψήφισμα Γ , 25-1-1830, φύλλο 11 (5-2-1830). 14 Βλ. για τα παραπάνω: _. Pamuk, A Monetary History of the Ottoman Empire, Cambridge, Cambridge University Press, 1999, σ. 193. 15 Γενική Εφημερίς της Ελλάδος έτους 1830, Ψήφισμα Β', 25-1-1830, φύλλο 11 (5-2-1830). 16 Όπως και παραπάνω σημειώθηκε, τα πρώτα νομίσματα κόπηκαν το 1829. 116
17 Για την περιγραφή βλ. Η λ Φωτεινός, Οι άθλοι της εν Βλαχία Ελληνικής Επαναστάσεως το 1821 έτος στο Εμμ. Γ. Πρωτοψάλτης (επιμ.), Απομνημονεύματα αγωνιστών του 1821, Αθήνα, Χ. Κοσμαδάκης, χ.χ., σ. 67-68. 18 Βλ. για τη συγκεκριμένη τοποθέτηση του Καποδίστρια, Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας, 1821-1832. Αι Εθνικοί Συνελεύσεις, τ. Β', Δ' εν Αργεί Εθνική Συνέλευσις.. .0. π. , σ. 586. 19 Λ. Δρούλια, «Τα σύμβολα του νέου ελληνικού κράτους», Τα Ιστορικά,23 (1995/2), σ. 347 20 Βλ. για τις αναπαραστάσεις του φοίνικα σε ρωμαϊκά νομίσματα Km μετάλλια: Γ. Γεωργιόπουλος, «Το νεοελληνικό νόμισμα από την ανεξαρτησία μέχρι σήμερα», στο Η ιστορική διαδρομή της νομι σματικής μονάδας στην Ελλάδα, Αθήνα, Εθν ΙΚ ό Ίδρυμα Ερευνών, 2002, σ. 124-125. Εξάλλου, οι απεικονίσεις στα ρωμαϊκά νομίσματα συμβολίζουν τη συνεχώς ανανεωμένη δύναμη της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Βλ Encyclopédie des symboles, διευθ. της γαλλικής μετάφρασης M. Cazenave, Παρίσι, Encyclopédies d'aujourd'hui, 1996, σ. 522. 21 Βλ. εκτενέστερα, Δρούλια, «Τα σύμβολα ...ό. π„ ο. 344-346. 22 Πβ. Λ. ΔρούλΙα, «Η εικόνα της Αθηνάς στα χρόνια της εθνικής διαμόρφωσης του νέου ελληνι σμού» στο Οι χρήσεις της αρχαιότητας από το νέο ελληνισμό, Πρακτικά Επιστημονικού Συμποσί ου (14, 15 Απριλίου 2000), Αθήνα, Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παι δείας Σχολής Μωραΐτη, 2002, σ. 225. 23 Γενική Εφημερίς της Ελλάδος έτους 1832, Ψήφισμα Ι Σ Γ , 12-2-1832, φύλλο 19 (9-3-1832). 24 Βλ. αναλυτικότερα για τα παραπάνω, Κ. Θ. Δημαράς, Νεοελληνικός Διαφωτισμός, Αθήνα V Ερμής, 1977, ο. 47. 25 Είναι χαρακτηριστικό ότι διάφορες κρατικές υπηρεσίες κατά την περίοδο του Καποδίστ ρΐ α χρη σιμοποιούν σφραγίδα με την απεικόνιση του φοίνικα -πανομοιότυπη με αυτήν του νομίσματος-, ενώ άλλες τη σφραγίδα της επαναστατικής αρχής με την Αθηνά. Βλ. πρόχειρα γ 1 α τις σφραγίδες στα κρατικά έγγραφα ΓΑΚ, Αρχείο Αγώνος-Καποδιοτρίου, Μικροί Κλάδοι, Φ. 19, Νομισιιατοκοπείον Εθνικόν, 1831-1832. 26 Στο κείμενο του Νόμου αναγράφεται ως σύμβολον της Επιδαύρου. Βλ. Αριθ. 6 του κειμένου των Νόμων, Κόρινθος, 5 Μαρτίου 1822, Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας μέχρι εγκαταστάσε ως της Βασιλείας, εγκρίσει και δαπάνη της Βουλής των Ελλήνων, Τόμος Α', Εν Αθήναις, ΤυπογραφείονΔ. Α. Μαυρομάτη, 1857. 27 Στο ίδιο. 28 Βλ. για τα παραπάνω : Διάταξ ΐ ς του Προέδρου του Εκτελεστικού, Κόρινθος, 6 Μαρτίου 1822, Αρχεία της Ελληνικής Παλιγγενεσίας μέχρι εγκαταστάσεως της Βασάείας, ...ό. π., σ. 232. 29 Για τη φωτοστατική ανατύπωση του εγγράφου, βλ. στο: Ι. Μελετόπουλος Ι. (επιμ.), Μονόφυλ λα του Αγώνος, εισ. Ι. Κ. Μαζαράκης-Αινιάν, Αθήνα, Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλά δος, 1973, έγγραφο Γ3. 30 Τα μετάλλια βρίσκονται στη Συλλογή Μεταλλίων-Παρασήμων Π. Ταζεδάκη, Τράπεζα της Ελλάδος. Την επιστημονική επιμέλαα της Συλλογής έχει αναλάβει η γράφουσα, ενώ στην ομάδα εργασίας συμμετέχουν 0 1 : Αργυρώ Ξένου (Δωικητηαί Υπεύθυνη της Τ. Ε), Νίκος Δουγέκος, Ανα στασία Πεσματζόγλου (φωτογραφκή επιμέλεια/τεκμηρίωση), Μ. Αρκολάκης (Βοηθός Έρευνας). 31 Πληροφορίες για τη δράση του Εϋνάρδου όσον αφορά ειδικά τα δημοσιονομικά της Ελλάδος, από το 1826 έως το 1846, αντλούντω από το : Σπ. Μ. Θεοτόκη (επιμ.), Αλληλογραφία Ι. Α. Καπο δίστρια -Ι. Γ. Εϋνάρδου. 1826-1831, Αθήνα, Βιβλιοπωλείον Ι. Ν. Σίδερη, 1929, σ. ι'-ιζ'. Βλ. επί σης και για το βίο του, Le Chevalier Jean-Gabriel Eynard, Athènes, Editions des Archives Historiques de la Banque Nationale de Grèce, 1963.
117
ΓΙΑΝΝΗΣ ΚΟΚΚΩΝΑΣ*
Η Ηώς, ο Εθνικός, και το Κεντρικό Σχολείο *<ο γνωστό περιοδικό Η Ηώς npc
και η σχεδόν άγνωστη εφημερίδα Ο Εθνικός (1830-
1831, 1832) δεν μακροημέρευσαν και η βραχΰτης του βίου τους ήταν, κυρίως, τέλεσμα της βούλησης των πολιτικών αντιπάλων, στην πρώτη περίπτωση των αποτε/ καποδιστριακών, στη δεύτερη των συνταγματικών. Με όσα ακολουθούν θα προσπα θήσω πρώτα να δείξω ότι την έκδοση της Ηούς δεν την οργάνωσε η αντικαποδιστριακή αντιπολίτευση, όπως έχει υποτεθεί1, αλλά ότι το περιοδικό σχεδιάσθηκε, για να αποτελέσει βήμα των περί την εκπαίδευση κυρίως ασχολουμένων λογίων, και εκ των πραγμάτων έγινε πολιτικό και αντιπολιτευόμενο, με τον τρόπο του, προκειμένου να επιβιώσει, όταν ο, δημοκρατικός ούτως ή άλλως και έντονα πολιτικοποιημένος, εκδότης του διαπίστωσε την αστοχία του αρχικού σχεδιασμού. Στη συνέχεια θα παρουσιάσω τις πληροφορίες που διαθέτουμε για την εφημερίδα Ο Εθνικός, ώστε να συγκρίνουμε τον τρόπο με τον οποίο προσπάθησαν χαμηλόβαθμα στελέχη της Διοί κησης με την έγκριση του Κυβερνήτη να φιμώσουν την Ηώ που τους ενοχλούσε, με τον τρόπο που έκαναν το ίδιο επιφανείς συνταγματικοί για τον φιλοκαποδιστριακό Εθνικό μετά τη δολοφονία του Καποδίστρια. Θα αναφερθώ, δηλαδή, σε λεπτομέρει ες σχετικές με τη γέννηση και το θάνατο των δύο αυτών περιοδικών εντύπων, λεπτο μέρειες από εκείνες που νομίζω ότι βοηθούν στην καλύτερη κατανόηση της εποχής εκείνης και των ανθρώπων της. Το Κεντρικό Σχολείο αναφέρεται στον τίτλο, γιατί, όπως θα δούμε στη συνέχεια, σχετίζεται με την κάπως άτυχη αφετηρία της Ηούς, και συνδέεται με το βίαιο τέλος του Εθνικού. Αρχίζω με την Ηώ, υπενθυμίζοντας ορισμένα στοιχειώδη για το συντάκτη και εκδότη της. Ο Εμμανουήλ Αντωνιάδης, Κρητικός την καταγωγή, έμπορος στην Κωνσταντινούπολη προεπαναστατικά, φιλικός, πολιτικό στέλεχος στην Επανάσταση και 2
«μέχρι θανάτου δημοκρατικός» , τον καιρό που οι περισσότεροι μορφωμένοι αγωνι στές αναζητούσαν κάποια, ανάλογη των προσόντων και της προσφοράς τους, δημό σια θέση στη νεοπαγή πολιτεία, αποφάσισε να εξασφαλίσει τα προς το ζην ασκώντας ελεύθερο επάγγελμα. Αν πιστέψουμε τον Νικόλαο Δραγούμη, όχι μόνο δεν επεδίωξε κάποια έμμισθη θέση, αλλά αρνήθηκε πάντοτε σχετικές προσφορές, «φοβούμενος μή ποτέ βιασθη μισθοφόρων και κάμψη τον αυχένα» 3 . Τα χρήματα, που είχε συγκε ντρώσει από την προεπαναστατική εμπορική του δραστηριότητα, τα είχε ανεπιτυχώς επενδύσει από το 1826 στη ναυτιλία, ναυπηγώντας μαζί με άλλους δυο γολέτες, οι οποίες όμως είχαν εμπλακεί στην πειρατεία και είχαν γίνει αιτία να χαρακτηρισθεί την άνοιξη του 1828 σε επίσημα έγγραφα «συνένοχος εις ΐάς πειρατικός πράξεις»4. Με το στίγμα αυτό να τον βαραίνει ο Αντωνιάδης φρόντισε να αποκτήσει τυπογραφικό -Αναπληρωτής ίο™ Πανεπ,στήμ,ο 118
εξοπ^σμό προκειμένου να ασκήσει το επάγγελμα του τυπογράφου και εκδότη'. Θα πρέπει να ήταν φθινόπωρο ή χειμώνας του 1829, όταν τον έβλεπε ο Δραγού-
μης στο «πενιχρον έργαστήριόν» του, δίπλα στο Κυβερνείο του Ναυπλίου, να κάνει μόνος του τη χύτευση των τυπογραφικών στοιχείων: «έχων έν μεν τη άριστερφ μήτρας, έν δέ τη δεξις μέταλλον τετηγμένον κατεσκεύασε τα δύσμορφα έκεϊνα στοιχεία, άτι να εμελλον να συμπήξωσι μετ' ολίγον τας άξεστους σελίδας της [...] Ήοΰς»6. Οι καιροί ήσαν δύσκολοι και ο Αντωνιάδης ήξερε ότι, ως νεόκοπος τυπο γράφος, δεν θα έπρεπε να περιμένει πολλές παραγγελίες για εκτύπωση βιβλίων: οι σπουδαίοι και έμπειροι τεχνίτες Τόμπρας και Δημίδης, τους οποίους γνώριζε καλά και από τους οποίους είχε διδαχθεί την τέχνη, είχαν τυπώσει μόνο δύο βιβλία το 1828 στο τυπογραφείο τους, στο Ναύπλιο και τρία μόλις βιβλία το 1829 είχε τυπώσει ο Τόμπρας με το νέο του συνεργάτη Κωνσταντίνο Ιωαννίδη' αν υπήρχε λοιπόν μια ελπίδα να επιβιώσει αυτός ως τυπογράφος και εκδότης, αυτή ήταν μια περιοδική έκδοση με συνδρομητές, που θα εξασφάλιζε τακτικά έσοδα και συνεχή λειτουργία του τυπογραφείου. Προς τα τέλη του 1829 λοιπόν, παρακολουθώντας τις γενικότερες εξελίξεις και προφανώς διερευνώντας την αγορά κατέληξε στο συμπέρασμα ότι θα μπορούσε να υπάρξει ζήτηση για ένα περιοδικό, το οποίο θα κάλυπτε τα ζητήματα της παιδείας και της εκπαίδευσης. Ειδικά, όταν ανακοινώθηκε η ίδρυση και το πρόγραμμα σπουδών του Κεντρικού Σχολείου, θεώρησε ότι η στιγμή ήταν κατάλληλη: οι αξιολογότεροι διδάσκαλοι επρόκειτο να συγκεντρωθούν και να διδάξουν εκεί, και θα μπορούσαν να δημοσιεύουν ό,τι έκριναν πως άξιζε να διαδοθεί πέρα από τις αίθουσες του νέου, ανώτερου εκπαιδευτηρίου,, εκατοντάδες νέοι θα συνέρρεαν στην Αίγινα από όλες τις περιοχές του κράτους, για να αποκτήσουν τα προσόντα, που θα τους επέτρεπαν να προσληφθούν αργότερα ως στελέχη της Διοίκησης ή ως εκπαιδευτικοί, πολλοί άλλοι θα ήθελαν ενδεχομένως να παρα κολουθούν τα εκπαιδευτικά πράγματα και να αυτομορφώνονται διαβάζοντας ό,τι θα δημοσί ευαν οι διδάσκαλοι και, γενικά, οι λόγιοι, ώστε να γίνουν καλύτεροι πολίτες. Μια εντοπισμένη 7
από τη βιβλιογραφική έρευνα -αλλά ανεκμετάλ λευτη ακόμα από τους μελετητές της εποχήςέντυπη αγγελία, που κυκλοφόρησε την πρωτο χρονιά του 1830, μας δίνει πολύτιμες πληροφο ρίες. Στο κείμενο αυτό του Αντωνιάδη προσδιο ρίζεται ο ρόλος και οι στόχοι του νέου περιοδι κού, το οποίο θα ονομαζόταν Ή Ήώς - Ή Αυγή δηλαδή- καλούνται οι λόγιοι να στείλουν συνερ γασίες, προσδιορίζεται η έκταση και η περιοδι κότητα του εντύπου, και γνωστοποιούνται οι
119
όροι προεγγραφής συνδρομητών, ένα δίκτυο 37 συνεργατών σε 32 πόλεις και νησιά είχε συγκροτηθεί ai 'Τ
ιη
i-'
<
*
| ήδη για τη συγκέντρωση των συνδρομών. 8
' Λ Γί Γ
Από το εκτενές κείμενο της αγγελίας αυτής παρα-
s,,s,« ,„•:-
\ θέτω αποσπάσματα δύο παραγράφων, που μας υποI χρεώνουν, όπως είπα στην αρχή, να αναθεωρήσουμε , την άποψη ή την υπόθεση ότι η έκδοση της Ηούς σχεδιάσθηκε τρόπον τινά και ανατέθηκε στον Αντω
'Or
νιάδη από την αντιπολίτευση: «Ή Κυβέρνησις», σημείωνε ό
Αντωνιάδης,
«προθυμοποιουμένη
πάντοτε του να έμψυχόνη καί εύκολύνη τον θείον τούτον δρόμον της παιδείας, συσταίνει ήδη καί εν Κεντρικον Ιχολείον εις Αίγιναν από τους έδώ ευρισκόμενους εμπειρότερους διδασκάλους μας, οπού κοντά εις την Έλληνικήν φιλολογίαν, θέλουν ;;
.' διδάσκεσθαι ή Λατινική, Γαλλική, Αγγλική καί Γερ!
μανική, θέλουν διδάσκεσθαι έπιστήμαι, ή φιλοσοφία κ.λη. οπού οι νέοι μας "Ελληνες θέλουν τρέχει 8ε8αια ώς διψώσαι έλαφοι [...] Εις τήν περίστασιν
ταύτην εθεωρείτο αναγκαιότατη καί ή έκδοσις τινών περιοδικών συγγραμμάτων, πραγματευομένων τά περί της διδασκαλίας κ.λ.π. Έτόλμησα να έηιχειρίσω τήν έκδοσιν ενός τοιούτου με την ελπίδα, οτι θέλω ευρει Ι
il
\l
συνεργούς τους λογίους του έθνους μου [...] θέλω «*
νομίζει τον εαυτόν μου ευτυχή, αν δυνηθώ να γίνω και όργανον του νά κοινοποιούν οι λόγιοι μας ούτοι
^iJWÏt^X
τάς γνώσεις των ει'ς τους "Ελληνας, και μετοχετεύουν
ί,ΧΙ χ% ΧΚ-
εις αυτούς διάφορα ηθικά, φιλολογικά, επιστημονι κά, γεωργικά καί άλλα πράγματα. Το σύγγραμμα ÌΡ1ΛΙΟ!
τούτο θέλει είσθαι ή άκόνη, εις τήν οποίαν θέλουν ακονίζει τάς ιδέας των, δια να τάς καθιστώσι τοιαύ τας, όποίαι να λαμπρύνουν τήν θείαν έηιστήμην της Διδασκαλίας, καί νά ευκολύνουν τήν πρόοδον των Φώτων είς τους "Ελληνας». Σε ολόκληρο το κείμενο της αγγελίας, που έχει τον τίτλο «Προειδοποίησις», δεν διακρίνει κανείς αντιπολιτευτική διάθεση ή πρόθεση. Εκτός από την επαινετική αναφορά στις κυβερνητικές
φροντίδες
για την Εκπαίδευση που είδαμε, σε άλλο σημείο ανα; φέρεται πάλι θετικά η «πρόνοια της Κυβερνήσεως μας είς το να είσαχθή και ή ευταξία, είς τήν οποίαν
120
έπροχώρησε και προχωρεί θαυμασίως ή Πατρίς [...]». Ο κατάλογος πάλι των ανθρώ πων που είχαν αναλάβει τη συγκέντρωση των συνδρομών δεν επαληθεύει την άποψη, σύμφωνα με την οποία ο Αντωνιάδης «αναζήτησε τους συνεργάτες καί συνδρομητέας του ανάμεσα σε κορυφαίους αντικυβερνητικούς»'. Από τους τριάντα επτά αντι προσώπους του Αντωνιάδη επτά περιλαμβάνονται στους καταλόγους των κυβερνητι κών και των αντιπολιτευομένων, που έχει καταρτίσει ο Χρήστος Λούκος10. Από τους επτά αυτούς, τέσσερις ήσαν αντιπολιτευόμενοι και τρεις γνωστοί κυβερνητικοί, οι Ν. Φλογαΐτης, Αλέξανδρος Αξιώτης και Κωνσταντίνος Ράμφος. Το πρώτο φύλλο της Ηούς κυκλοφόρησε, όπως είχε προαναγγελθεί, την 1η Φεβρουαρίου του 1830, σχεδόν ταυτόχρονα με την έναρξη των μαθημάτων στο Κεντρικό Σχολείο. Ο υπότιτλος συνόψιζε όσα είχε ανακοινώσει ο εκδότης τον Ιανου άριο: «Σύγγραμμα ηεριοδικον άσχολούμενον περί την φιλολογίαν, φιλοσοφίαν, περί τάς έπιστήμας, τέχνας, γεωργίαν, έμπόριον καί τ.λ.π.», αλλά οι μόνες υποσχέ σεις προς τους συνδρομητές που κατόρθωσε να τηρήσει ο Αντωνιάδης ήσαν εκείνες που αφορούσαν στην ημερομηνία κυκλοφορίας του πρώτου τεύχους και στον τίτλο. Από την ανάγνωση του πρώτου τεύχους είναι προφανές ότι οι λόγιοι δεν είχαν αντα ποκριθεί στην πρόσκληση του εκδότη, με αποτέλεσμα να μην συγκεντρώνεται η ύλη, που είχε περιγραφεί στην αγγελία και αναμενόταν από τους συνδρομητές. Το τεύχος ήταν οκτασέλιδο, αντί για δεκαεξασέλιδο, και περιείχε μόνο δύο ανακοινώσεις του Αντωνιάδη και ένα μέρος άρθρου «Περί Κυβερνήσεως», μεταφρασμένο από κάποιο παράρτημα της Encyclopedia Britànnica, πιθανότατα από τον γνώστη της αγγλικής γλώσσας Σπυρίδωνα Αντωνιάδη, αδελφό του εκδότη. Ότι υπήρχε πρόβλημα ύλης αποδεικνύεται και από την αναδημοσίευση, στο πρώτο αυτό τεύχος της 1ης Φεβρουαρίου, της ειδικής ανακοίνωσης-έκκλησης, που είχε απευθύνει ο Αντωνιάδης στους λογίους ένα μήνα πριν, στις 4 Ιανουαρίου: «Διευ θύνων δε την παροΰσαν μου αμέσως προς σας, σας προσκαλώ να συνδράμετε το σύγγραμμα μου τούτο με διάφορα πονήματα σας, κατάλληλα ως προς τον χαρα κτήρα τον όποιον ίδιοποιήθη, πραγματευόμενα δηλ. ΰλην περί φιλοσοφίας, φιλο λογίας, περί της ηθικής ή τής Βιωτικής κυρίως [...] περί επιστημών, τεχνών καί μάλι στα περί γεωργίας και εμπορίου. Έγώ έλπίζων είς την συνδρομήν σας επεχείρησα την έκδοσιν του συγγράμματος τούτου. Σεις δε, δεν ελπίζω ποτέ δτι θέλετε υποφέ ρει να ψευσθώ τών ελπίδων μου». Οι λόγιοι όμως φαίνεται ότι δεν μπόρεσαν, ίσως λόγω μεγάλου φόρτου εργασίας, ή δεν θέλησαν να γράψουν για το περιοδικό του Αντωνιάδη, όπως δείχνει και το δεύ τερο φύλλο, που είχε επίσης οκτώ αντί για 16 σελίδες, και κυκλοφόρησε όχι μετά από μία εβδομάδα, όπως θα έπρεπε, αλλά μετά από δεκαπέντε ημέρες, και με διαφορετι κό υπότιτλο, ο οποίος δείχνει ότι ο εκδότης αποφάσισε γρήγορα να αλλάξει τον χαρα κτήρα του περιοδικού: αντί για «Σύγγραμμα περιοδικον άσχολούμενον περί την φιλολογίαν, φιλοσοφίαν, περί τάς έπιστήμας, τέχνας, γεωργίαν, έμπόριον καί τ.λ.π.» η Ηώς από το δεύτερο φύλλο της είναι απλώς «Σύγγραμμα περιοδινόν»' στο δεύτε-
ρο αυτό φύλλο οι συνδρομητές βρήκαν τη συνέχεια της μετάφρασης του αγγλικού κειμένου που προαναφέραμε και το πρώτο μέρος ενός αρκετά σκληρού άρθρου για το Ναύπλιο,, που δημοσιεύθηκε σε συνέχειες και στο οποίο κυρίως επικρινόταν με δριμύτητα ή ηθική διαφθορά των κοινωνικών ομάδων, που συγκροτούσαν τότε τον πληθυσμό της πόλης11. Στο τρίτο τεύχος, επίσης οκτασέλιδο, τυπωμένο κι αυτό μετά από ένα δεκαπενθή μερο, πάλι δεν φαίνονται συνεργασίες λογίων12, ούτε υπάρχει κάποια αναφορά σε όσα είχε προαναγγείλει ο Αντωνιάδης για την παιδεία και την εκπαίδευση. Το Κεντρικό Σχολείο, που κατείχε κεντρική θέση στην αναγγελία της έκδοσης, ξεχάστηκε τελείως, τα «περί διδασκαλίας» γενικά επίσης είναι απόντα. Όσο για τον πολιτικό προσανατο λισμό, η επιλογή του αγγλικού κειμένου και το κείμενο των παρατηρήσεων για την πόλη του Ναυπλίου δίνουν ένα δημοκρατικό πολιτικό στίγμα, αιχμές όμως κατά του Κυβερνήτη δεν υπάρχουν, αντίθετα, οι αναφορές σε αυτόν προσωπικά είναι ιδιαίτε ρα επαινετικές. Στο πρώτο τεύχος διαβάζουμε ότι την ευδαιμονία του έθνους θα την εξασφαλίσουν στο εγγύς μέλλον το Σύνταγμα και «τα ιδιαίτερα προτερήματα του ΚυΒερνήτου μας, του φιλόστοργου πατρός μας», στο τρίτο τεύχος ο Καποδίστριας ονομάζεται «Σεβάσμιος Πρόεδρος της Πολιτείας μας» και εκθειάζονται διάφορες ενέργειες του, άπό τις όποϊες «βλέπομεν ότι όσα εξαρτώνται άπα την Κυθέρνησίν μας, και αν δεν έγειναν, θέλουν γένει μετ' ολίγον». Ας συνοψίσουμε, λοιπόν, τα δεδομένα που υπήρχαν στις αρχές Μαρτίου του 1830, δύο μήνες δηλαδή μετά την προαναγγελία της έκδοσης, και ενώ ετοιμαζόταν το 3ο τεύχος: σε σχέση με τον αρχικό σχεδιασμό το περιοδικό, πρώτον είναι μικρότε ρο σε αριθμό σελίδων, δεύτερον εκδίδεται δύο αντί για τέσσερις φορές το μήνα, τρί τον έχει αλλάξει υπότιτλο, καθότι εξ ανάγκης έχει αλλάξει ύλη. Ακριβώς τότε ο Αντω νιάδης ήρθε σε επαφή με δύο κορυφαία στελέχη της αντιπολίτευσης, τον Μαυρο κορδάτο και τον Γεώργιο Κουντουριώτη. Στις 3 Μαρτίου έστειλε ένα γράμμα στο δεύ τερο, τον Κουντουριώτη δηλαδή, πρώτον για να του πει ότι ντρέπεται που δεν μπο ρεί να ανταποκριθεί στην απαίτηση της πληρωμής ενός δανείου πενήντα ταλίρων διστήλων, τα οποία του είχε δανείσει ο επιφανής Υδραίος πριν από χρόνια, και δεύ τερον για να του στείλει την αγγελία της Ηούς, που είχε τυπώσει τον Ιανουάριο, καθώς και τα δύο πρώτα τεύχη. 13
Η σχετική με την Ηώ περικοπή της επιστολής νομίζω πως δεν αφήνει καμιά αμφιβολία ότι ανάμεσα στους δΰο άνδρες δεν υπήρχε προηγούμενη συνεννόηση για την έκδοση του περιοδικού. Μάλιστα η αποστολή αυτή αποτελεί ισχυρή ένδειξη για το ότι ο Κουντουριώτης δεν ήταν καν συνδρομητής, αλλιώς θα είχε πάρει τα τεύχη, όταν εκδόθηκαν και όχι μετά από έναν μήνα, και φυσικά δεν θα είχε νόημα η αποστο λή τής από πολύν καιρό τυπωμένης αγγελίας. Χρεωμένος, λοιπόν, στον Κουντουριώ τη ο Αντωνιάδης και γενικά οικονομικά στριμωγμένος, «εις άκρον στενοχωρημένος», όπως γράφει ο ίδιος, με τις συνθήκες να μη βοηθούν στην πραγματοποίηση των αρχι κών σχεδίων του για το περιοδικό, έκανε την αναγκαία στροφή: αν οι λόγιοι δεν έγρα-
φαν για την Ηώ «περί διδασκαλίας, περί φιλολογίας και περί φιλοσοφίας» και αν ίσως δεν είχαν βρεθεί αρκετοί συνδρομητές πρόθυμοι να προπληρώσουν το όχι ευκατα φρόνητο ποσό των είκοσι πέντε φοινίκων, για να διαβάζουν κάθε βδομάδα τα εκπαι δευτικά και φιλολογικά νέα, μπορούσε οπωσδήποτε να βρεθεί ύλη πολιτική και ίσως αναγνώστες πρόθυμοι να διαβάζουν ένα κυρίως πολιτικό περιοδικό, σε μια εποχή που η αντιπολίτευση κατά της καποδιστριακής κυβέρνησης εντεινόταν. Η συνέχεια είναι γνωστή: ο υπερβάλλων ζήλος της αστυνομίας και του Διοικητή Ναυπλίου, ενθαρρυμένος από τον Κυβερνήτη, οδήγησε στο προσωρινό κλείσιμο του περιοδικού τον Απρίλιο του 1830, ο Αντωνιάδης παραπέμφθηκε σε δίκη με την κατη γορία ότι η κριτική που άσκησε στους υπουργούς έβλαπτε τη χώρα και υποκινούσε τον λαό σε αποστασία, κρίθηκε ένοχος, και καταδικάσθηκε σε φυλάκιση ενός μηνός από το πρωτόκλητο δικαστήριο Αργολίδος14. Η Ηώς επανεκδόθηκε το Σεπτέμβριο του ίδιου έτους, κάθε βδομάδα αυτή τη φορά, αλλά η έκδοση διακόπηκε πάλι τον Οκτώβριο, ενώ ο Αντωνιάδης δια της δικαστικής οδού διεκδικούσε την αθώωση του. Τελικά, το «έκκλπΐον» δικαστήριο της Πελοποννήσου, τον Απρίλιο του 1831, «άπαθώς, εύσυνειδήτως και έλληνικώς» σύμφωνα με το κείμενο της απόφασης του, έκρινε ότι ο εκδότης της Ηούς κακώς κατηγορήθηκε και κακώς καταδικάσθηκε. Ο δικαιωμένος από το δικαστήριο Αντωνιάδης τύπωσε ακόμα δύο τεύχη, ένα στις 18 και ένα στις 25 Απριλίου 1831, πριν διακόψει, οριστικά πλέον, την έκδοση. Τα δύο αυτά φύλλα, και ίσως ένα ολιγοσέλιδο βιβλίο που τυπώθηκε λίγο αργό τερα15, αποτελούν τη συμβολή του Αντωνιάδη στην περί ελευθερίας του Τύπου συζή τηση που διεξαγόταν τότε, καθώς είχε επιληφθεί του θέματος η Γερουσία' ο ασφυ κτικά πιεζόμενος από την αντιπολίτευση Καποδίστριας είχε επαναλάβει το αίτημα για την ψήφιση νομοθετήματος, που θα έθετε όρια στην καθιερωμένη από τα επαναστα τικά συντάγματα ελευθεροτυπία, δίνοντας του τη δυνατότητα να ελέγξει νομότυπα τον Τύπο. Το φύλλο 16 της Ηούς, που τυπώθηκε στις 18 Απριλίου 1831, περιείχε μια σύντομη περιγραφή της περιπέτειας του Αντωνιάδη, ολόκληρη τη δικαστική απόφα ση που τον δικαίωνε, μαζί με τις απόψεις του ενός από τα μέλη του δικαστηρίου που είχε διαφωνήσει, καθώς και μια επιστολή του Κοραή, με ημερομηνία 20 Ιανουαρίου 1831, με την οποία ο γέροντας ευχαριστούσε τον εκδότη για τα τεύχη που του έστει λε, τον επαινούσε για την εκδοτική προσπάθεια, τον συμβούλευε να βρει συνεργάτες, αρνιόταν ευγενικά να γράψει ο ίδιος κείμενα προς δημοσίευση στην Ηώ και ευχόταν καλή επιτυχία. Το τελευταίο φύλλο, αυτό της 25ης Απριλίου 1831, αποτελεί την ύστατη προσπά θεια του Αντωνιάδη να πείσει τον Καποδίστρια και τα μέλη της Γερουσίας ότι ένα νομο θέτημα που θα περιόριζε την ελευθεροτυπία στο τέλος θα ζημίωνε και θα κατέστρεφε τον ίδιο τον Κυβερνήτη. Αυτά τα είπε έμμεσα: το 1827 είχε τυπωθεί μια Ιστορία του Ναπολέοντα, γραμμένη από τον Jacques Marquet de Montbreton, βαρώνο του Norvins, Γάλλο συγγραφέα, γνωστό για τις διοικητικές, στρατιωτικές και διπλωματικές υπηρε σίες που προσέφερε στην πατρίδα του προ του 1814' στο βιβλίο αυτό ο Αντωνιάδης 123
βρήκε ένα απόσπασμα, σχετικό με τον περιορισμό της ελευθεροτυπίας από τον Ναπο λέοντα στα τέλη του 1811 και τις καταστροφικές συνέπειες αυτού του περιορισμού για τον ίδιο τον εμπνευστή του, το μετέφρασε και το σχολίασε, χωρίς να αναφερθεί ευθέως στις σχετικές συζητήσεις της Γερουσίας και στο υπό έκδοση ψήφισμα. Ο τρόπος που επέλεξε ο Αντωνιάδης να υπερασπισθεί την ελευθεροτυπία την παραμονή της έκδοσης του καποδιστριακού ψηφίσματος, με τον παραλληλισμό Ναπολέοντα και Καποδίστρια, είναι ο τρόπος του αυστηρού και ανήσυχου ενεργού πολίτη και όχι του σκληρού αντιπολιτευόμενου, που επιδιώκει την εξόντωση του πολιτικού αντιπάλου: «"Έντοσούτω το περί ελευθερίας του Τύπου ψήφισμα του έφερε, το οποίον έπρεπε να φέρη αποτέλεσμα" άπεξένωσεν άπο τον Ναπολέοντα τους γενναίους εκείνους άνδρας, των οποίων τα φώτα, ή ικανότης, και ή γνώμη, σχηματίζουν την δύναμιν των επικρατειών [...] ό αφανισμός του προήλθε άπο την άκινησίαν της Γαλλίας, ήτις μ' όλον τούτο τον έθαύμαΐ,ε και 'ίσως άκόμπ τον ήγάπα". Κατ' αυτόν τον τρόπον εκφραζόμενος εις την του Ναπολέωντος ίστορίαν ό κύριος Νορθοϊνς μας δίδει εις ολίγας γραμμάς μάθημα πολλά σπουδαϊον και οαθείας μελέ της άξιον»16. Η επόμενη ημέρα έδειξε ότι ο Κυβερνήτης και η Γερουσία δεν θέλησαν να πάρουν αυτό το «πολλά σπουδαϊον» μάθημα: το ψήφισμα υπ' αρ. 2085, που όριζε το πλαίσιο εντός του οποίου όφειλαν να κινούνται οι εκδότες εφημερίδων, εκδόθηκε στις 26 Απριλίου 1831, με την έγκριση της Γερουοίας_ πέντε μόνο από τους είκοσι επτά γερουσιαστές είχαν διαφωνήσει17. Είναι εύλογο να συνδέουμε την οριστική διακοπή της έκδοσης του περιοδικού Η Ηώς με το ψήφισμα της 26ης Απριλίου 1831, συμπεραίνοντας ότι ο Αντωνιάδης προτίμησε να κλείσει το περιοδικό παρά να αντιμετωπίσει το ενδεχόμενο νέων, νομό τυπων τώρα, διώξεων, στην περίπτωση που οι Αρχές έκριναν ότι με όσα δημοσίευε «καθήπτετο τάς εύεργέτιδας της Ελλάδος δυνάμεις», ή «έκίνει είς άνατροπην των καθεστώτων», ή «προεκάλει είς άπείθειαν προς τους νόμους»18_ ίσως ακόμα να μην ήθελε ή να μην ήταν σε θέση να πληρώσει τη χρηματική εγγύηση, που προβλεπόταν από το νέο νομοθέτημα για τους εκδότες περιοδικών εντύπων. Επίσης εύλογο όμως είναι να υποψιαζόμαστε και αδυναμία για τη συνέχιση της έκδοσης λόγω έλλειψης συνδρομητών. Για να συνεχιστεί η έκδοση, δεν έφτανε μόνο να το επιτρέπει η Κυβέρ νηση, έπρεπε να υπάρχουν και συνδρομητές ή να έχει εξασφαλισθεί η χρηματοδότη ση με άλλο τρόπο. Πόσοι άραγε από τους αναγνώστες της Ηούς ανανέωσαν τη συν δρομή τους, όταν στη χρονιά που πέρασε είχαν πληρώσει το σεβαστό ποσό των 25 φοινίκων προκειμένου να λάβουν σε 12 μήνες 48 τεύχη των 16 σελίδων, και τελικά έλαβαν σε 14 μήνες 17 τεύχη των 8 σελίδων, δηλαδή πήραν 136 σελίδες αντί 768; Όσο για τους αντιπολιτευόμενους, που θα μπορούσαν ενδεχομένως να στηρίξουν οικονομικά το περιοδικό, είχαν τώρα την εφημερίδα που χρειάζονταν: ο Απόλλων του Πολυζω'ί'δη εκδιδόταν στην'Υδρα από τις 11 Μαρτίου 1831. Εξάλλου, η σχετι κά ήπια κριτική που ασκούσε ο Αντωνιάδης στην Κυβέρνηση, χωρίς ποτέ να κατα φέρεται προσωπικά κατά του Καποδίστρια, δεν ήταν αυτό που ζητούσε η συγκυρία. 124
Ας κάνουμε τώρα ένα άλμα ατο χρόνο, προσπερνώντας την πολύ γνωστή συνέ χεια, με την κλιμάκωση της πολιτικής κρίσης και τη δολοφονία του Καποδίστρια, για να πάμε στο φθινόπωρο του 1832, όταν πολλά είχαν αλλάξει στη χώρα γενικά, και βεβαίως στην Αίγινα. Έκτακτος Διοικητής του νησιού ήταν ο Νικόλαος Σκούφος", έφορος των σχολείων στη θέση του Ανδρέα Μουστοξύδη ο γνωστός και διωγμένος επί Καποδίστρια Θεόκλητος Φαρμακίδης, πρώην εκδότης περιοδικού και με εμπει ρία στην έκδοση εφημερίδων επίσης' μια ομάδα μελών του καποδιστριακού κόμμα τος, το οποίο βρισκόταν σε πορεία ανασύνταξης, ετοιμαζόταν να εκδώσει μια φιλο λογική και πολιτική εφημερίδα και είχε ζητήσει τη σχετική άδεια από τον Έκτακτο Διοικητή. Στην ομάδα αυτή ανήκε μεταξύ άλλων και ο Κανάρης, και την έκδοση της εφημερίδας είχε αναλάβει ο Στάμος Τριανταφυλλίδης, πρώην γραμματέας του Πρω τοκλήτου Δικαστηρίου Αιγίνης. Οι συνταγματικοί, στα πράγματα πλέον, το πληροφορήθηκαν, και ανάμεσα σε αυτούς ο Φαρμακίδης, ο οποίος, γνωρίζοντας την πολιτική τοποθέτηση του εκδότη και των φίλων του, δεν περίμενε να εκδοθεί η εφημερίδα για να αντιδράσει, αλλά φρόντισε να μην επιτραπεί καθόλου η έκδοση' ας τον ακούσουμε να συνεννοείται ιδιαιτέρως με τον Μαυροκορδάτο: «μία συντροφιά κακών και κακοηθών ανθρωπά ριων ήνώθησαν εις έκδοσιν εφημερίδος, και συντάκτης αύτης έφάνη κάποιος Τρια νταφυλλίδης, κακοηθέστατον άνθρωπάριον αμα έμαθον τούτο εΤπον τω διοικητή, ώς, νομίζω, ήτον και το ορθόν, και να ένεργήσωμεν κρυφίως την μη δόσιν της αδείας»20. Αυτή η πρώτη προσπάθεια του Εφόρου των Εκπαιδευτηρίων για τη ματαίωση της έκδοσης δεν είχε αποτέλεσμα, γιατί ο Σκούφος έδωσε την άδεια και το πρώτο φύλλο της εφημερίδας κυκλοφόρησε στις 15 Νοεμβρίου του 1832. Ο Φαρμακίδης, λοιπόν, δεν είχε παρά να περιμένει την πρώτη αφορμή που θα έδινε ο Εθνικός, για να ενεργήσει δραστικότερα και αποτελεσματικότερα, και η αφορμή αυτή δεν άργησε να δοθεί. Ενώ το δεύτερο φύλλο είχε στοιχειοθετηθεί και διορθώνονταν τα δοκίμια, οι πληροφοριοδότες του Φαρμακίδη, ίσως κάποιος εργαζόμενος στο τυπογραφείο, 21
τον ενημέρωσαν για το περιεχόμενο ενός υπό δημοσίευση άρθρου , το οποίο αναφε ρόταν επικριτικά στον Γεννάδιο προσωπικά και γενικότερα στο Κεντρικό Σχολείο και τους διδασκάλους του, τους οποίους κατηγορούσε μεταξύ άλλων για πολιτικό και ροσκοπισμό, επαναλαμβάνοντας στην ουσία, από άλλη θέση βέβαια και για διαφορε τικούς λόγους, τη σκληρή κριτική, που είχε ασκήσει λίγο νωρίτερα ο Κοραής22. Καθώς ήταν, δεδομένη η απροθυμία του Διοικητή να παρέμβει, ο Γεννάδιος και ο Φαρμακίδης κινήθηκαν προς τρεις κατευθύνσεις: η μία ήταν να ματαιώσουν δυναμι κά την εκτύπωση και την κυκλοφορία του υπό εκτύπωση φύλλου, η δεύτερη να πεί σουν τον τυπογράφο Αγγελίδη να αρνηθεί τις υπηρεσίες του στον εκδότη της εφημε ρίδας και η τρίτη να πείσουν την Κυβέρνηση πρώτον ότι πρέπει η εφημερίδα να κλεί σει και ο εκδότης της να εκτοπισθεί από την Αίγινα και δεύτερον ότι την ίδια τύχη με τον εκδότη θα πρέπει να έχει και ο Διοικητής. Για τη ματαίωση της εκτύπωσης επί-
στρατεύθηκε μια ομάδα 30 περίπου θερμόαιμων μαθητών, οι οποίοι το πρωί της 25ης Νοεμβρίου 1832 εισέβαλαν στο τυπογραφείο, και μη βρίσκοντας τον εκδότη διέλυσαν τις στήλες της εφημερίδας, και έφυγαν παίρνοντας μαζί τους τα δοκίμια, για να ξαναγυρίσουν προς το μεσημέρι και να ξυλοκοπήσουν τον εκδότη, ο οποίος μαθαίνοντας τα καθέκαστα είχε πάει εν τω μεταξύ στο τυπογραφείο. Μετά τον ξυλο δαρμό οι μαθητές, όπως φαίνεται ακολουθώντας συγκεκριμένες οδηγίες του Γεννά διου και του Φαρμακίδη, πήγαν στο Διοικητή απαιτώντας να κλείσει την εφημερίδα και να διώξει τον εκδότη της από την Αίγινα, διαφορετικά θα έφευγαν αυτοί. Λεπτο μέρεια που αξίζει να αναφερθεί: ο επικεφαλής των μαθητών αυτών λεγόταν Νικόλα ος Σωμάκης ή Σουμάκης, ήταν 21 ετών, και σπούδαζε από το 1830 στο Κεντρικό Σχολείο με έξοδα του Ιωάννη Κωλέττη, ο οποίος ήταν εξάδελφος του 23 . Σειρά είχε ο τυπογράφος. Εδώ ο Φαρμακίδης θα πρέπει να θυμήθηκε μια παλαι ότερη επιτυχημένη «επιχείρηση» των προεπαναστατικών χρόνων, όταν ως συνεκδότης του Λόγιου Ερμή συμμετείχε μαζί με άλλους περί τον Κοραή λογίους σε μια σειρά ενεργειών, που οδήγησαν το 1819 στο κλείσιμο του περιοδικού Αθηνά. Το περιοδι κό αυτό εκδιδόταν στο Παρίσι από μια ομάδα νέων λογίων, που είχαν διαφοροποιη θεί από τη γραμμή του Κοραή. Μία από τις πρώτες ενέργειες του Κοραή και των φίλων του ήταν να πείσουν τον τυπογράφο Firmin Didot να αρνηθεί τις υπηρεσίες του στους εκδότες της Αθηνάς14. Οι τυπογράφοι αδελφοί Αγγελίδη ή Αγγελοπούλου πείσθηκαν, λοιπόν, από τον Γεννάδιο και τον Φαρμακίδη να διακόψουν τη συνεργα σία με τον εκδότη του Εθνικού 25 .
Για να επιτευχθεί ο τρίτος στόχος, δηλαδή η επίσημη παύση της εφημερίδας με κυβερνητική απόφαση και ο εκτοπισμός από την Αίγινα του εκδότη αλλά και του Διοικητή, ο οποίος συνέλαβε τον μαθητή που είχε πρωταγωνιστήσει στον ξυλοδαρμό του εφημεριδογράφου, γράφτηκαν με συντονισμένο τρόπο αναφορές του Γεννάδιου και των διδασκάλων του Κεντρικού Σχολείου προς τον Φαρμακίδη, του Φαρμακίδη προς το Υπουργείο Παιδείας και του Υπουργού Παιδείας προς την Διοικητική Επι τροπή, ενώ ταυτόχρονα ο Φαρμακίδης ζητούσε και ιδιωτικά με προσωπικές επιστο λές την παρέμβαση του Μαυροκορδάτου. Μερικές περικοπές θα βοηθήσουν να ζωντανέψουμε το κλίμα και να καταλάβουμε την τακτική: 26.11.1832, Γεννάδιος και διδάσκαλοι προς Φαρμακίδη: «Ό κύριος Τριαντα φυλλίδης ευθύς εις ιό δεύτερον φύλλον της εφημερίδος του έξέρασεν ύβρεις ενα ντίον των διδασκάλων, των μαθητών και αυτών τών διδακτικών καταστημάτων [...]. Παρακαλουμεν λοιπόν, Κύριε "Εφορε, να άναφερθήτε οπού ανήκει, δια να διωχθεί από την νήσον ταύτην ò αναίσχυντος αυτός και άδικος υβριστής. Άλλέως είμεθα αναγκασμένοι ν' άνασχωρήσωμεν ημείς- και τότε ή Κυβέρνησις ας διορίση διδάσκαλον τον καλόν αυτόν άνθρωπον, δια να μόρφωση ομοίους του πολίτας»26. 26.11.1832, Φαρμακίδης προς Γραμματεία Εκκλησιαστικών και Δημοσίου Εκπαιδεύσεως: «Ό ποτέ γραμματεύς του έδώ Πρωτοκλήτου Δικαστηρίου, Τριαντα φυλλίδης επονομαζόμενος, άνέλαβεν έκδοσιν πολιτικής εφημερίδος κατ' άδειαν μόνον του έκτ. διοικητού χωρίς την προηγουμένην γνώσιν της Κυβερνήσεως. [...] Εις τον άρ. 2 της εφημερίδος [...] γράφει τα έξ αμάξης εναντίον τών διδασκάλων, και
"
~
:
"ffffffu .Jim
li
·•·'
IBI
127
ιδιαιτέρως όνομαστι εναντίον του κ. Γενναδίου [...] Οι μαθηχαι [...] παροργισθέντες [...] έδειραν αυτόν [...] "Ας μη παρεξηγηθη [...]TOκίνημα των μαθητών [...]• ή αταξία είναι πάντοτε αταξία- αλλ' αταξία αταξίας διαφέρει [...] Ό συντάκτης του 'Εθνικού πρέπει ν' απομακρυνθώ εντεύθεν προς αποφυγήν [...] άλλου τινός σκανδάλου εις τους μαθητάς. [...] αυτός ό έξ αγωγής, άν οχι έκ φύσεως, αυθάδης και έπαρμένος είς το όποιον ανήκει κόμμα έγινεν αίτιος τοΰ δαρμού του»27. 26.11.1832, Φαρμακίδης προς Μαυροκορδάτο: «Οι μαθηται και οι διδάσκαλοι ζητούν την παΰσιν της εφημερίδος και την δίωξιν του συντάκτου της· τοΰτο ζητεί και ή Δημογεροντία του τόπου' άλλ' ò Σκούφος, επιμένων είς τάς συνταγματικός αρχάς του, δεν θέλει να κόμη πράγμα αύθαίρετον [...]'· ας έχη τάς αρχάς του άλλ' ός λείψη απ' έδώ δια να μη μας κάμη έκ νέου άνω κάτω»2δ. 27.11.1832, Φαρμακίδης προς Γραμματεία Εκκλησιαστικών και Δημοσίου Εκπαιδεύσεως: «Είναι ατιμία, είναι ύβρις εθνική το να παρουσιάζωνται είς τον κόσμον τοιούτοι άνθρωποι ώς δημόσιοι συγγραφείς, και ή Κυβέρνησις πρέπει να θέση όρια, κα' όσον συγχωροϋσιν α'ι περιστάσεις, είς την τόσην άναίσχυντον κατάχρησιν του περί ελευθεροτυπίας νόμου' urlò το πρόσχημα του νόμου τούτου κρύπτουσιν ο'ι πονηροί τους ιδίους αυτών σκοπούς, ταράττουσι τα πράγματα, ύθρίζουσι πρόσωπα, και μένουσιν ατιμώρητοι δια την κατάστασιν τών εθνικών πραγμάτων και τήν έλλειψιν τών δικαστηρίων [..;] και ό διοικητής Αίγίνης, δούς τόσον ευκόλως τήν άδειαν είς έκδοσιν εφημερίδος παρά τήν προηγουμένην γνώσιν της Γραμματεί ας, είς ην ανάγονται τα τοιαύτα, έπραξε κακώς»2'. 28.11.1832, Φαρμακίδης προς Μαυροκορδάτο: «Ό Κύριος Σκούφος, ένόμισεν ότι έχω τον χαρακτήρα του, και ήθέλησεν άνοήτως να έπέμθη και είς τα τών σχο λείων [...]• έφυλάκωσε μαθητήν χαριζόμενος εϊς τόν Κανάρην, προστατεύοντα τον δαρμένον συντάκτην τοΰ 'Εθνικού [...] Δεν το έχαρίτωσα τω Κυρίω Σκούφω. Ό άνθρωπος αυτός κατάντησε τωόντι αφόρητος- τόσον κοΰφον και ανάξιος και μικρόφιλότιμον δεν τον έπρόσμενα- [...] επιθυμώ πολύ να κρημνισθή τελευταϊον άπ' έδώ ò βρωμάνθρωπος»10. Ο Φαρμακίδης και ο Γεννάδιος ήσαν αποφασιστικοί και αποτελεσματικοί άνθρω ποι γενικά, και στην περίπτωση αυτή επίσης. Ο Υπουργός Παιδείας Ιάκωβος Ρίζος, αν και δεν συμμερίσθηκε τις απόψεις του Φαρμακίδη περί αναρμοδιότητας του Διοι κητή να συλλάβει τον πρωταίτιο του ξυλοδαρμού μαθητή, υιοθέτησε τις προτάσεις για το κλείσιμο της εφημερίδας και λίγες ημέρες αργότερα, στις 14.12.1832, εισηγή θηκε στην Διοικητική Επιτροπή τα σχετικά: «θεωρούσα [...] ή Γραμματεία ότι, ό έκ προμελέτης πρωταίτιος τής ταραχής ταύτης ητον ό έφημεριδογράφος [...] είναι γνώ μης [....] να διαταχθώ ό έκτακτος Διοικητής Αίγίνης οχι μόνον να παύση τήν έκδο σιν και δημοσίευσιν τοΰ φύλλου τούτου, άλλα και τον συντάκτην, ώς έπιφέροντα τάραχος είς τήν νήσον [...] να άποπέμψη προς καιρόν εκείθεν»31. Έτσι φαίνεται πως έγινε. Ο εκδότης του Εθνικού πήρε τα χειρόγραφα του δεύτερου φύλλου και πήγε στις Σπέτσες, όπου το ξαναστοιχειοθέτησε και το τύπωσε στο τυπογραφείο που εκδι-
δόταν ο Ελληνικός Καθρέπτης, γ ΐ α να αποδείξει ότι όσα του καταμαρτυρούσαν ήσαν άδικα. Έτσι έληξε η σύντομη ιστορία της εφημερίδας Ο Εθνικός. Σήμερα σώζεται μόνο ένα αντίτυπο του πρώτου από τα δύο φύλλα στη Βιβλιοθήκη της Βουλής. Όταν ο Ανδρέας Παπαδόπουλος Βρεττός επέκρινε τον Φαρμακίδη και τον Γεν νάδιο για τον ρόλο τους στο κλείσιμο της εφημερίδας, ονομάζοντας τους «ψευδωνύ μους συνταγματικούς», οι οποίοι «μ' ολην την δύναμιν ιών πνευμόνων των φωνά 32
ζουν υπέρ τής ελευθερίας, άλλα δι' αυτούς μόνον την θέλουν» πήρε την εξής, εύγλωττη από πολλές απόψεις απάντηση, δημοσιευμένη στο φύλλο 81 (18.1.1833) της νέας εφημερίδας του Εμμανουήλ Αντωνιάδη, της Αθηνάς. «Αντί πάσης απαντή σεως λέγω. Ό συντάκτης του Καθρέπτου ονομάζεται Ανδρέας Παπαδόπουλος Βρετός, Λευκάδιος· ό συντάκτης του 'Εθνικού ονομάζεται Σπυρίδων Π. Τριανταφύλλης, Κερκυραίος έν μέρει- και ò συγγραφεύς του κατά του Κυρίου Γ. Γενναδίου, τών άλλων διδασκάλων και των μαθητών άρθρου του Εθνικού ονομάζεται Κων σταντίνος Ράμφος ΧΤος [...] και όστις δεν τους γνωρίζει παρακαλείται να έξετάσο και να τους μάθη. Προς τοιούτους ανθρώπους όστις καταδέχεται ν' αγωνίζεται νικών νικάται, καί, έν άμίλλαις πονηραΐς άθλιώτερος ò νικήσας. Καλόν ήτον να ήσαν μετριώτεροι. Ταύτα μόνον, παρακαλώ, να γενώσι γνωστά δια της εφημερίδος σου. Εύδαιμόνει. Ό φίλος σου θ . Φαρμακίδης».
ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ Εμμανουήλ Αντωνιάδης, Ναύπλιο
r j jß^g
Αγγελία για προεγγραφή συνδρομητών στο περιοδικό Η Ηώς Γενικά Αρχεία του Κράτους, Αρχείο Βλαχογιάννη, φ. 37, αρ. 68 και Συλλογή Βλαχο γιάννη, Κατάλογος Δ , κυτ. 69, φ. 5, υποφ. 1β . Η εΠΙσήμανση των πηγών ορισμέ νων φράσεων από βιβλικά κείμενα και ένα έργο του Πλάτωνα και οι αντίστοιχες υπο σημειώσεις έχουν γίνει από εμένα.
ΠΡΟΕΙΔΟΠΟΙΗΣΕ Το Έλληνικόν "Εθνος, όποιας καί αν έπαθε μεταβολάς άπό τους διαφόρους κατακτητάς του, όποιον καί αν ύπέφερεν ζυγόν άπό αυτούς, καί μάλιστα άπό τον πνέοντα τα λοίσθια όλοϋστερινόν του έκείον, τον αίμοβόρον Τύραννον όσον καί αν έξέπεσεν ηθικώς, δεν έφθασεν όμως να χάση καί το ζωηρόν εκείνο, το άγχίνουν, τό μεγαλεπή βολος την φιλομάθειαν, τον ήρωϊσμόν καί άλλα, όσα ή φύσις έχάρισεν εις αυτό. Ή σύμφωνος με την έλληνικήν φιλοσοφίαν Ευαγγελική Διδασκαλία δεν έμπορουσε βέβαια να εύρη καταλληλοτέραν δια την κήρυξίν της διάλεκτον παρά τήν Έλληνικήν καή ή θρησκεία λοιπόν καί τα αθάνατα τών προγόνων μας συγγράμματα, κοντά είς τήν φύσιν, έσύντρεξαν καί θέλουν συντρέχειν πάντοτε, είς τό να διατηρηται ή 'Ελληνική γλώσσα, και ò ελληνικός χαρακτήρ. 129
Ή αχώριστος άπο την δουλείαν πενία, οι διωγμοί και άλλα μυρία δεινά, εΤχον φθά σει μεν, να άποναρκώσουν το πνεύμα των Ελλήνων αλλ' ή κατά την δυτικήν Εύρώπην πρόοδος των φώτων την παρελθοΰσαν εκατονταετηρίδα, και αϊ τότε μικροί εμπορικοί σχέσεις των με τους συναδέλφους των χριστιανούς Ευρωπαίους ήρέθισαν αίσθαντικώς την κλίσιν τών Ελλήνων είς την παιδείαν, οϊτινες αν καί έστέναζον υπό τον βαρύτερον ζυγόν, αναλόγως μ' όλα ταύτα με την αΰξησιν τών μέσων των, ήρχισαν να εισάγουν και την παιδείαν είς τάς εστίας των πεπεισμένοι είς το ρητον τό, Πενίαν και άτιμίαν αφαι ρείται παιδεία31· όθεν και είς διάφορα μέρη άμιλλώμενοι έσύσταιναν διδακτήριο' τα Ιωάννινα, ή Χίος, αϊ Κυδωνίαι, ή Σμύρνη, ή Κωνσταντινούπολις, κ.τ.λ., καυχώνται δια τάς πρώτας φιλολογικός και επιστημονικός σχολάς των, άπο τάς οποίας ικανοί μαθηταί διεσπάρησαν είς διάφορα της Ελλάδος μέρη, καί έδίδασκον τους ομογενείς των. Όδηγον σοφόν, όδηγόν ένάρετον, φίλον ειλικρινή καί ένθερμον ζηλωτήν της αληθούς ευδαιμονίας και δόξης τοΰ έθνους του, ευτύχησαν ο'ι "Ελληνες ώστε είς την παλιγγενεσίαν των ταύτην, ν' απαντήσουν τον σεβόσμιον γέροντα Κοραή, είς τοΰ οποίου τας όρθάς και αθανάτους σύμβουλος χρεωστεΐ ή Ελλάς μέγα μέρος τών προό δων τών φώτων της και τής ηθικής Βελτιώσεως της. Αλλ' ή έν τώ μεταξύ τούτω διακόψασα τάς προόδους μας ταύτας παράκαιρον μέν, κλαγγή τών όλων μας, αναπόφευκτος όμως και βασισμένη άπο την κορύφωσιν τών ανοικονόμητων δεινών, τα όποϊα ό απάνθρωπος ζυγός έπεσώρευσε και έπέθεσεν είς τον αυχένα τών 'Ελλήνων, μας άνοιξεν άλλο νέον στάδιον, τό όποιον άλλο τι παρά την Έλληνικήν άπόφασιν και καρτερίαν δεν ήτο δυνατόν δυνατόν να διατρέξη, αλλ' ούτε να έλπιση την παραμικράν έπιτυχίαν, ώς προς τό άσύγκριτον τοΰ αγώνος των. Ό ύψιστος δέ, ό άνορθών κατερραγμένους34, ό σώζων λαόν ταπεινόν, και οφθαλ μούς υπερήφανων ταπεινών35, περιέζωσεν ημάς δύναμιν και έθετο άμωμον την όδόν ημών36, έδίδαξε τάς χείρας ημών είς πόλεμον, και έθετο τόξον χαλκούν τους βραχίονας ημών ό ύψιστος, λέγω, έδωκεν ήμϊν ύπερασπισμόν σωτηρίας, καί ή δεξιά τριών σεβα στών χριστιανών Ηγεμόνων άντελάΒετο ημών37. Ή άντίληψις δ' αύτη, άπο την δικαιοσύνην τής οποίας, ώς προορισθεΤσα έξ Ουρα νού, έχομεν όλην την πεποίθησιν ότι θέλομεν απολαύσει την έλευθερίαν μας τοιαύτην, οποίαν ή χριστιανοσύνη, ή φιλανθρωπία, και τό προς την Ελλάδα χρέος τής φωτισμέ νης Ευρώπης άπαιτουσι, και οποίαν θεΤοι καί ανθρώπινοι όρκοι και δεσμοί τήν καθιέ ρωσαν ή άντίληψις, λέγω, αυτή ή εύδοκήσασα, ώστε διό τών Γαλλικών στρατευμάτων, είς τα όποϊα και ιδίως ή 'Ελλάς θέλει ευγνωμονεί αιωνίως, να διωχθώσιν οι εχθροί άπο την Πελοπόννησον, είσήξε κατά μέρος τήν άσφάλειαν είς τήν 'Ελλάδα. Ή ακόλουθος τής ασφαλείας ησυχία, ή πρόνοια τής Κυβερνήσεως μας είς τό να είσαχθή και ή ευταξία, εις τήν οποίαν έπροχώρησε και προχωρεί θαυμασίως ή Πατρίς, όπου λείπει ό "Αρης, ή στιγμιαία άνάπαυσις τών 'Ελλήνων, έξύπνησαν χωρίς άργοπορίαν τό αίσθημα τής φιλομάθειας των, και εδόθησαν αμέσως προς τοϊς άλλοις και είς τήν παιδείαν, έξεύροντες άπο τους προπάτοράς των, τό, Ό άνθρωπος... παιδείας μέν ορθής τυχών και φύσεως ευτυχούς, θειότατον, ήμερωτατόν τε ζώον γίγνεσθαι φιλεΤ, μη Ίκανώς δέ, ή μη καλώς τραφείς, άγριώτατον όπόσα φύει γη38· όθεν καί παντού ανή γειραν διδακτήριο τής Λαγκαστρινής μεθόδου, εις τα όποϊα ή Κυβέρνησις συνήργησε πολύ· ανήγειραν καί σχολεία τής προγονικής ημών γλώσσης και τής φιλολογίας, είς 130
τινά έξ αυτών διδάσκονται έπιστημαι, γλώσσαι ξέναι κ.λ.π. Ή Κυβέρνησις προθυμοποιουμένη πάντοτε του να έμψυχόνη και εύκολύνη τον θείον τούτον δρόμον της παιδείας, συσταίνει ήδη και εν Κεντρικον Σχολεΐον εις Αϊγιναν άπο τους έδώ ευρισκομένους εμπειρότερους διδασκάλους μας, όπου κοντά εις την Έλληνικήν φιλολογίαν, θέλουν διδάσκεσθαι ή Λατινική, Γαλλική, Αγγλική και Γερμανι κή, θέλουν διδάσκεσθαι έπιστημαι, ή φιλοσοφία κ.λ.π. οπού οι νέοι μας "Ελληνες θέλουν τρέχει βέβαια ώς διψώσαι έλαφοι, δια να ποτισθώσι τα νάματα της ιεράς φιλο σοφίας, τα όποϊα τους έστέρησαν έννεατη δυστυχήματα ενός έξολοθρευτικου πολέμου και τους στερούν φευ! ακόμη κατά μέρος. Είς την περίστασιν ταύτην εθεωρείτο αναγκαιότατη και ή εκδοσις των περιοδικών συγγραμμάτων, πραγματευομένων τα περί της Διδασκαλίας κ.λ.π. έτόλμησα να επιχει ρήσω τήν εκδοσιν ενός τοιούτου με την ελπίδα, ότι θέλω εΰρει συνεργούς τους λογί ους του έθνους μου, άπο τήν συνέργειαν τών οποίων, και όχι άπο τάς μικροτάτας μου γνώσεις, ελπίζεται σχεδόν το παν. θέλω νομίσει τον εαυτόν μου ευτυχή, άν δυνηθώ να γίνω και όργανον του να κοινοποιούν οι λόγιοι μας ούτοι τάς γνώσεις των είς τους Έλληνας, και μετοχετεύουν είς αυτούς διάφορα ηθικά, φιλολογικά, επιστημονικά, γεωρ γικά και άλλα πράγματα. Το σύγγραμμα τούτο θέλει εισθαι και δι' αυτούς ή άκόνη, είς τήν οποίαν θέλουν ακονίζει τάς ιδέας των, δια να τάς καθιστώσι τοιαύτας, όπϊαι να λαμπρύνουν τήν θείαν έπιστήμην της Διδασκαλίας, και να ευκολύνουν τήν πρόοδον τών φώτων είς τους "Ελληνας, μέσον δια μόνον του οποίου δυνηθο οι "Ελληνες να γνω ρίσουν και φυλάξουν τήν άληθινήν έλευθερίαν των. Το Σύγγραμμα τούτο λαμβάνει το όνομα ή Ήώς· θέλει εκδίδεται άπαξ της εβδομά δος εν φύλλον τυπογραφικόν είς όγδοον τιμάται δια είκοσι πέντε φοίνικας κατ' έτος προπληρωτέους. Προσκαλούνται δέ, όσοι τών συνδρομητών θέλουν να λαμβάνουν τό σύγγραμμα τούτο να διευθύνωνται είς τους κατά μέρος άναδεχομένους τήν έπιστασίαν της συν δρομής δια να καταγράφουν τα ονόματα των με τους οποίους οπόταν εισακουσθούν, ώς ανωτέρω, θέλουν λαμβάνει τακτικώς τό φύλλον του περιοδικού τούτου συγγράμματος, του οποίου ή έκδοσις θέλει αρχίσει άπό της α ' Φευρουαρίου. Η συνδρομή γίνεται· 'Εν Ναυπλίω παρά τω έκδοτη. 'Εν "Αργεί παρά τω κ. Χ. Κλονάρη και Ν. Φανδρίδη. 'Εν Τριπολιτσά παρά τω κ. Καλλινίκω Καστόρχη. 'Εν Καλαορύτοις, παρά τω κ. Α. Ζαΐμη. 'Εν Βοστίτση παρά τω κ. Ν.Φλογαΐτη. 'Εν Κορίνθω παρά τω κ. Φωκςϊ Φραγκούλη. 'Εν Π. Πάτραις, παρά τω κ. Α. Αξιώτη. 'Εν Νεοκάστρ^, παρά τω κ. 'Ράμφω. 'Εν Καλαμάτα, παρά τω κ. Zaxapig Bayiovg. 'Εν Άγίω Πέτρω, παρά τω κ. Π. Ζαφειρόπουλω. 'Εν Πέτσαις, παρά τω κ. Κ. Μαρινόγλου. 'Εν "Υδρς, παρά τοις κ.κ. Δημητρίω Βούλγαρη και Γ. Moaxovg. Άν Πόρω, παρά τφ κ. 'Ε. Τομπάζη. 131
Έν Αίγίνη, παρά τοϊς κ.κ. Γ. Γενναδίφ και Γ. Χρυσηίδη. Έν Σύρα, παρά τοϊς κ.κ. Κ. Άποσιόλφ Δοϋμφ και Σταματίφ Γαλάτη. Έν Τήνω, παρά τοις κ.κ. Ά. Αλμπέρτα και Δρόσω Ν. Δρόσου. Έν Σάμφ, παρά τοϊς κ.κ. Χ. Ματακίδη και Ί. Δεκάτη. Έν Νάξφ, παρά τω κ. Παύλφ Λεντούδη. Έν Σαντορίνη, παρά τφ κ. Παύλφ Σανταντονίφ. Έν Κία, παρά τω κ. Ί . Παγκάλφ. Έν Μυκόνφ, παρά τφ κ. Ίακώβφ Μοναχφ Σαντοριναίφ. Έν "Ανδρφ παρά τφ κ. έκεϊσε Διοικητή. Έν Πάτμφ, παρά τφ κ. Ποθητφ Νικολαΐδη. Έν Μεσολογγίφ, παρά τφ έκεϊσε Διοικητή. Έν Μαργαρίταις της Κρήτης, παρά τοις κ.κ. Κ. Κριτοβουλίδη και Παύλφ Καλογεννήτφ. Έν Κισάμφ, παρά τφ κ. Γ. Σταματάκη. Έν Σφακίφ παρά τφ Χ. Γρηγοράκη. Έν néTpg, παρά τφ κ. Ν. Οικονομώ. Έν Κέρκυρα, παρά τφ κ. Κ. Γεροστόθη. Έν Όδησσφ, παρά τφ κ. Γ. Ανδρεάδη. Έν Ναυπλίφ την 1η 'Ιανουαρίου 1830. Ό Πολίτης Έμ. Αντωνιάδης.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 1 Δέσποινα Κατηφόρη, «Ό Έμμ. 'Αντωνιάδης και τα περί αναμείξεως του είς την πειρατειαν», Μνήμων 1 (1971), σ. 133-134 και Χρήστος Λούκος, Ή αντιπολίτευση κατά τσΰ κυβερνήτη Ίω. Καποδίστρια, 1828-1831, Αθήνα 1988, σ. 191-191. 2 Νικόλαος Δραγούμης, Ιστορικοί αναμνήσεις, τ. Α ', Αθήνα 31973, σ. 53. 3 Από τη νεκρολογία που δημοσίευσε ο Νικόλαος Δραγούμης στην Πανδώρα, U (1863-64)'τοτο κείμενο έχει αναδημοσιευθεί από τη Σοφία Α. Αντωνιάδη, Εμμανουήλ -Αντωνιάδης. Ό αγωνιστής, ό δημοσιογράφος, 1791-1863), Αθήνα 1971, σ. 205-209. Η συγκεκριμένη φράση στη σ. 207. 4 Δέσποινα Κατηφόρη, ό.π., ο. 131. 5 Τον Οκτώβριο του 1828 ο Αντωνιάδης μετέφερε στην Αίγινα τυπογραφικό εξοπλισμό, αγορασμένον, κατά δήλωση του, από το «Κοινόν» της Κρήτης. Βλ. Δέσποινα Κατηφόρη, ό.π., ο. 132. 6 Σοφία Α. Αντωνιάδη, ό.π., ο. 207. 7 Τριαντάφυλλος Ε. Σκλαβενίτης, «Ά8ι6λιογράφητα μονόφυλλα (1825-1863) των Γενικών αρχεί ων του Κράτους». Συναγωγή πρώτη», Τετράδια εργασίας 10 (1988), σ. 20 (άρ. 45). 8 Δημοσιεύεται ολόκληρο εδώ, σ. ΧΧΧΧΧΧ 9 Χρήστος Λούκος, Ή αντιπολίτευση ..., ο. 191. 10 Ό.π., σ. 408-433. 11 Για τη θεματική του περιοδικού και τα περιεχόμενα του βλ. Ελένης Δ. Μπελιά, «Ή Ήως και η Αθηνά' του Ναυπλίου», Πρακτικά Α'Συνεδρίου Αργολικών Σπουδών, Αθήνα 1979, ο. 219-244, και κυρίως 237-241. 12 Αργότερα μόνο, στα φύλλα 7-8 (3 Απριλίου 1830) και 12 (13 Σεπτεμβρίου 1830) μόνο ουο λόγιοι έστειλαν επώνυμα από ενα κείμενο σχετικό με m γεωργία, ή Αικατερίνη Βαλέτα και ό Δημήτριος Γουζέλης. 132
13 «Πάρα του ιδίου κ. Δημητρίου Κρ,εμάδη θέλετε λάβει τον 1ον καί δεύτερον άριθ του συγ γράμματος του οποίου επεχείρησα την έκδοσιν ομού μέ την προειδοποίησίν μου περί της εκδό σεως του καί έπ,θυμών να εύαρεστηθϊτε αν δχι είς τάς γνώσε,ς μου τουλάχιστον είς την είλικρίνε,αν των σκοπών μου διό την οποίαν ημπορώ να διαμαρτυρηθώ τους συναγωνιστάς καί συνεργατας της ελπ,ζομένης ελευθερίας μας». Βλ. 'Αρχεία Λαζάρου καί Γεωργίου Κουντουρ,ώτου, επ,μ Κωνσταντίνος Αθαν. Σταμάτης, τ. 10ος, Αθήνα 1969, σ. 165-166. 14 Βλ. Χρήστος Λούκος, Ή αντιπολίτευση ..., ο.π., ο. 190-191, όπου και η σχετική βιβλιογραφία. 15 Περί τύπου έκ του Μιραβώ, πρωτότυπον λαβόντος είς την ΰλην ταύτην τον Μίλτωνα Μετεφρασθη περί το 1831. έν NaunXlç. Πρόκεπαι για μετάφραση του κε.μένου Sur h liberti de h presse το οποίο βρήκε ο ανώνυμος μεταφραστής οε κάπο.α από τις εκδόσεις των απάντων του Mirabeau που κυκλοφορούσαν τότε. Το κείμενο αυτό του Mirabeau, στο μεγαλύτερο μέρος του παράφραση του περίφημου Άρεοπαγιτικοΰ (Areopagitica) λόγου με τον οποίο ο John Milton δια μαρτυρήθηκε για το περιοριστικό της ελευθεροτυπίας διάταγμα της 14ης Ιουνίου του 1643 εκδό θηκε για πρώτη φορά σης αρχές Δεκεμβρίου του 1788. Το φυλλάδιο του Ναυπλίου μας δίνε, terminus post quem για την εκτύπωση του, με την α φ ΐ έρωση «Είς τους πέντε έκ των γερουσιαστών της Ελλάδος, τους υπέρ της ελευθεροτυπίας γενναίως άγων,σθέντας, καί κατά της τυποκτόνου γνώμης διαμαρτυρηθέντας. Δ,ά τον πατριωτ.σμόν». Κυκλοφόρησε λοιπόν μετά τις 26 Απρ.λίου 1831, πιθανότατα μεταφρασμένο και τυπωμένο από τον Αντωνιάδη 16ΗΗώς,φ.
17(25.04.1831) 1-2.
17 Για το ψήφισμα κα. τις δεσμεύσεις που επέβαλε βλ. Χρήστος Λούκος, «Ή δίωξη της εφημερί δας Ο Απόλλων», Ο Ερανιστής 9 (1971) σ. 18 Φράσεις-κλειδιά του ψηφίσματος της 26ης Απριλίου 1831. 19 Για τη διαδρομή του Σκούφου ως τα τέλη του 1828 βλ. Δέσποτνα Κατηφόρη, Νικόλαος Σκούφος. Σχεδίασμα βιογραφίας, Αθήνα, Εταιρεία Μελέτης Νέου Ελληνισμού, Παράρτημα του περιοδικού Μνήμων αρ. 4, 1990. 20 Βλ. Γιάννης Κόκκωνας, Οι μαθητές του Κεντρικού Σχολείου, ΙΑ ΕΝ άρ. 31, Αθήνα 1997 σ 676 21Το άρθρο είχε σύνταξε, ο γνωστός καποδιστριακός Κωνσταντίνος Ράμφος και θα δημοσιευόταν ανώνυμα, βλ. Γιάννης Κόκκωνας, ό.π., ο. 66, 678, 704, 708. Το κείμενο ό.π., ο 674-675 22 «Μέγα μέρος της Ελληνικής νεολαίας ήθελαν την άναγ,νώσκειν [την Ιστορία] προσεκτικώτερα και την εξηγειν σήμερον είς τους γονείς των, έάν αντί του γελοιωδεστάτου Κεντρικού σχολείου ε,χαμεν φροντιστήρια ώργανισμένα, κατά τά σημερ,νά τών Παρισίων φροντιστήρια, καί έπιστατουμενα απο διδασκάλους φίλους της ελευθερίας άδολους, καί οχ, Ύμνητάς τυράννων ώς ονομάζει ο Πλάτων τους αναίσχυντους της απολύτου εξουσίας ψωμοκόλακας». Βλ. Αδαμάντιος Κοραής, Τ, συμφέρει είς την έλευθερωμένην όπα Τούρκους Ελλάδα να πράξη είς τάς παρούσας περιστάσεις, δ,ά νά μη δουλωθο είς χριστιανούς τουρκίζοντας. Διάλογος δύο Γραικών δεύτερος εκδιδόμενος άπό τον Γ. Πανταζίδην, Παρίσ, 1831 [Φωτοανατύπωση του Κέντρου Νεοελληνικών Ερευνων/Ε.Ι.Ε., 1983], σ. 67. Α φορμή της σύνταξης του άρθρου που θα δημοσιευόταν στον Εθνι κό στάθηκε μια παράγραφος από τον πρόλογο του Γεννάδιου στη Γραμματική της αρχαίας Ελλη νικής γλώσσης, τ. Α ', Αίγ,νο 1832, σ. Β': «Είς τον 6' τόμον μέλλω νά λαλήσω καί πόθεν καί διατι προήλθαν τα εμπόδια, καί νά δικαιολογήσω κατά περίστασιν τους διδασκάλους του Κεντρι κού σχολείου, κατηγορηθέντας άπό τον συγγραφέα τοϋ νέου Πανταζίδου ώς ψωμοκόλακας ένώ εδω έπαθαν τα πάνδεινα ώς άπε.θεϊς είς τον ζυγόν άνθρωπου, άπό τον οποίον έλπίζετο σωτή ρια». Στο άρθρο του λοιπόν ο Ράμφος έγραψε μεταξύ άλλων για τον Γεννάδιο: «θέλω τον πολέ μησε, με τα ,δ,ά του όπλα, καί θέλω άποδίξε, καί αυτόν καί τους συν αύτώ τόσους ψωμοκόλακας αληθείς. Ο Κύριος Γεννάδιος και οι συν αύτώ, αφού άπαξ έγνώρισαν τύραννον τον Αρχηγον του Εθνους ως τον κυρίττουν, καί έξηκολούθουν άκούοντες δ.αταγάς του, χωρίς νά παραιτηθώσ,νάπο το έργον του διδασκειν, τί άλλο ητον ειμή τόσοι ψωμοκόλακες δούλοι του δεσπότου των» Βλ Γιάννης Κόκκωνας, ό.π., σ. 675. 23 Τα έγγραφα, από τα οποία αντλούνται οι πληροφορίες αυτές, έχουν δημοσιευθεί' βλ Γιάννης Κοκκωνας, ό.π., σ. 672-679, 699-700, 704-708. ' 24 Γιάννης Κόκκωνας, Ό πολίτης Πέτρος Σκυλίτζης Όμηρίδης, 1784-1872. Μελέτη της συμμε-
133
τοχής ένας ελάσσονος σε γεγονότα μείζονος σημασίας, Αθήνα, Εταιρεία Μελέτης Νέου Ελληνι σμού, Παράρτημα του περιοδικού Μνήμων αρ. 13, σ. 95. 25 Σε αναφορά του Φαρμακίδη προς το Υπουργείο Παιδείας, γραμμένη στις 2 Δεκεμβρίου 1832, διαβάζουμε: «Γνωστοποιώ [...] έν ηαρόδω και την παΟσιν της κατ' αδειαν του Έκτακτου Διοικητού εκδιδομένης έν Α ,'γίνη εφημερίδος· η παύσις αύτη έγεινεν έπε,δη Ò τυπογράφος δεν καταδέχε ται να γίνηται όργανον των παθών του ενός και του άλλου- δέν εξεδόθη ούτε ό δεύτερος αριθ μός της εφημερίδος- και ούτως άφηρέθη έκ του μέσου και αυτό το σκάνδαλον». Αργότερα ο Ανδρέας Παπαδόπουλος-Βρεττός έδινε την εκδοχή της άλλης πλευράς, γράφοντας στην εφημερί δα Ο ΒΑηπκός Καθρέπτης στΐς 22 Δεκεμβρίου 1832 τα εξής: «Μετά την βδελυράν ταύτην πραξ,ν [εννοεί την επίθεση των μαθητών στο τυπογραφείο], όργανισθεΐσαν άπό τους δυο ψευόονυμους Συνταγματικούς τον Διδάσκαλον Γεννάδιον, και τον Παναιδεσιμότατον Θ. Φαρμακίδην, θελησαντες ούτοι ν' άφα,ρέσωσιν άπό τον Έκδότην τα μέσα του να έκδίδη του λοιπού την 'Εφημερίδα του έκέρδισαν τον Τυπογράφον δίδοντες εις αυτόν χίλια Γρόσια ϊνα τυπώση εν βιβλιον. 1φ οντι ό Τυπογράφος αυτός ήρνήθη τον τύπον του εις τον κ. Τρ,ανταφύλλην, λέγων οτι εμελε να τυπώση αμέσως έν Σύγγραμμα άναγκαϊον εις τους μαθητας των Δημοσίων Σχολείων». Βλ. Γιάν νης Κόκκωνας, ΟΊ μαθητές..., ό.π., σ. 684, 700. 26'Ο.π-., 671-672. 27 Ό.π., 672-674. 28 Ό.π., 677. 29 O.a., 678-679. 30 Ό.π., 679-680. 31 Ό.π., 694. 32 Ό.π., 700. 33 Παροιμίαι, 13, 18. 34 Ψαλμοί, 144, 14, 2. 35 Ψαλμοί, 17, 28. 36 Ψαλμοί, 17, 33. 37 Ψαλμοί, 17, 35-36. 38 Πλάτωνος Νόμοι, 766 a 1-4.
134
ΜΑΡΘΑ ΠΥΛΙΑ*
Προς την συγκρότηση ελληνικής εθνικής ιδεολογίας: από τις προεπαναστατικές τοπικές ελίτ στον Κυβερνήτη Τ Τ αντιφατική εικόνα, που περιβάλλει τον Καποδίστρια, αντιπροσωπεύει τη διαΑ Ιθλασμένη αντανάκλαση της ρευστότητας και των κραυγαλέων αντιφάσεων της εποχής του. Το τραγικό του τέλος προκύπτει ακριβώς από αυτό: από την αδυναμία να συνυπάρξει το παλαιό, που δεν είχε ακόμη πεθάνει στις συνήθειες των ανθρώπων, με το νέο, που σχηματοποιούσαν διαρκώς μετακινούμενες πραγματικότητες και προσδοκίες. Ο ίδιος ο Κυβερνήτης εκπροσωπούσε και τα δύο: ήταν εν ταυτώ φορέ ας αλλαγής και συντήρησης. Δεν θα υπεισέλθω στο πολιτικό του προφίλ, στα έργα και τις ημέρες του, στα γεγονότα της εποχής του. Θα προσπαθήσω να στοιχειοθετή σω με ψηφίδες από τις πηγές, δημοσιευμένες ή ανέκδοτες, τον τρόπο που οι υπήκο οι του παλαιού και οι πολίτες του νέου καθεστώτος προσδιόριζαν τον εαυτό τους. Είναι αλήθεια πως η μετατόπιση από την οθωμανική στην επαναστατική πραγματι κότητα και, αμέσως μετά, στη συγκρότηση του ελληνικού κράτους διέτρεξε κατακλυ σμιαίες ανατροπές μέσα σε λίγα χρόνια. Αποκαλυπτική προς την κατεύθυνση αυτή αλλά και αναπάντεχη ως προς τις νεο ελληνικές μας βεβαιότητες είναι η περίπτωση του Παϊράμη Λιάπη, που το 1828 αυτο παρουσιάζεται στον Κυβερνήτη ως «Τούρκος την θρησκείαν, το γένος Αλβανός, αλλά πολίτης Έλλην -διότι ηγωνίσθην εις όλον το διάστημα του ελληνικού υπέρ ελευθε ρίας αγώνος και ηγωνίσθην όχι κατ' ανάγκην αλλά κατά προαίρεσιν.»1 Ένας άλλος αγωνιστής, Βούλγαρος ή Σέρβος, ο Χατζη-Χρήστος, Τάγγοβιτς στο επίθετο, φέρεται να δήλωσε: «Εν τη ζωή μου δεν απάντησα θαυμασιώτερον παρά την μεταβολήν εμού του ιδίου αυτού - οσάκις διαλογίζομαι τον προ της επαναστάσεως βίον μου, και είτα την θέσιν και την κατάστασιν εις ην ήδη ευρίσκομαι, μένω εκστατι κός εις τρόπον ώστε δυσπιστώ αν εγώ αυτός είμαι εκείνος ο προ της επαναστάσεως.»2 Δεν υπάρχει πιο άμεση περιγραφή της κοσμογονίας που έφερε στις συνειδήσεις η επανάσταση από την παραπάνω διακήρυξη και δεν υπάρχει καμία αμφιβολία πως ο καθένας από όσους την βίωσαν είχε επενδύσει σε αυτήν τις δικές του ιδιαίτερες προσδοκίες. Το αναγκαστικά ελλειπτικό σχήμα αυτοηροσδιορισμοΰ Ελλήνων και Τούρκων που ακολουθεί, στηριγμένο κατά κύριο λόγο σε πηγές που χρονικά περιορίζονται από την προεπαναστατική εποχή σε εκείνη του Καποδίστρια, σκιαγραφεί τον αποφασι στικό ρόλο του πολιτικού περιβάλλοντος στη διαμόρφωση της εθνικής συνείδησης, σε μια εποχή μάλιστα που η πραγματικότητα της εθνεγερσίας δίνει στο φαινόμενο τις ΠΙΟ καθαρές του μορφές. * Καθηγήτρια oro ΔημοΘα ξεκινήσω με την περίπτωση του Σουλεϊμάν Πενάχ Εφέντη, μοραΐτη οθωμα-
KP mÜ
'
' ' ^ Θ ^ 135
νού αξιωματούχου, που μετά τα ορλωφικά καταγράφει με προφητική οξυδέρκεια τις προτάσεις του για τη διάσωση της αυτοκρατορίας. Οι απόψεις του ερμηνεύουν προ φανώς την εποχή του με κριτήριο την οθωμανική νομιμότητα και τα συμφέροντα της αυτοκρατορίας: «Δόξα στον Ύψιστο Θεό, πως το Υψηλό Κράτος δεν έχει ανάγκη 3
περισσότερες από τις ήδη Φρουρούμενες Χώρες.» Είναι χαρακτηριστικό πως εδώ εκφράζει μια αντίληψη διαφορετική από τη διαρκή ισλαμική εξάπλωση, τον λεγόμε νο ιερό πόλεμο, επισημαίνοντας την εδαφική αυτάρκεια, δηλαδή την ανάγκη συντή ρησης της αυτοκρατορίας. «Είθε ο παμμέγιστος Αλλάχ να φυλάττει το νερό, τον αέρα, τα προϊόντα, την δίκαιη ισορροπία και την καθαρότητα των ελληνόφωνων χωρών [Yunanca στο τουρκικό κεί μενο], δηλαδή της Ρούμελης και της Ανατολίας και ενίοτε και της Αραβίας, προπά ντων δε της περιοχής της έδρας του χαλιφάτου [δηλαδή της Κωνσταντινούπολης].»4 Είναι ενδιαφέρον ότι παράλληλα με τον παραδοσιακό ισλαμικό διαχωρισμό του κόσμου σε «απίστους» και μουσουλμάνους μαχητές, χρησιμοποιεί εθνωνάμια, όχι βέβαια με την κατοπινή ή σημερινή τους σημασία. Παραθέτω και πάλι: «.. .είχαν φτά σει από τη Ρούμελη στο Καστέλι [της Πάτρας] 350 στρατιώτες ανάμικτοι, Τούρκοι και Αρβανίτες.»5 Και είναι ακόμη ενδιαφέρον, ότι - αυτάρεσκα, όπως κάθε κριτική που ευλογεί τον εαυτό της - επισημαίνει τη σημασία της γλώσσας στη διάκριση των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών των εθνοτήτων που συμβιώνουν στο εσωτερικό της αυτοκρατορίας: «Η αγωγή ενός γένους τού επιβάλλει να μιλάει τη γλώσσα του κρά τους στο οποίο ανήκει[...] Οι Αρβανίτες επειδή δεν γνωρίζουν την τουρκική και όντας απαίδευτοι, έχουν έμφυτη ανάγωγη στάση και συμπεριφορά και δεν μπορούν να αντλήσουν τη γνώση των πραγμάτων και την επιστήμη από τους άλλους και τον υπόλοιπο κόσμο.»6 Πενήντα χρόνια μετά, λίγο πριν την ελληνική επανάσταση χριστιανοί τοπικοί άρχοντες, οι λεγόμενοι κοτζαμπάσηδες, μιλούν στη μεταξύ τους αλληλογραφία για τον εαυτό τους και την πατρίδα τους_ η πατρίδα εδώ δεν σημαίνει τον γενέθλιο τόπο ούτε και φέρνει, πολύ περισσότερο, το βαρύ ιδεολογικό φορτίο που θα της προσδώ σει το εθνικό κράτος. 1817 Νοεμβρίου 9: Λαγκάδια. Το έγγραφο υπογράφουν μεταξύ άλλων οι Δεληγιανναίοι με το τοτινό τους όνομα Παπαγιαννόπουλοι. Το κείμενο αυτό επιχειρεί να διαχειριστεί τα δεινά, που ενέσκηψαν μετά τον αποκεφαλισμό του γέρο Δεληγιάννη (1816)7, και να αποσοβήσει τα ζοφερό μέλλον, που θα προκαλούσαν οι συνεχιζόμε νες, λυσσαλέες ενδοκοινοτικές αντιθέσεις. «Δια του παρόντος ημών συμφωνητικού δηλοποιούμεν οι κάτωθεν γεγραμμένοι ότι με το να ακολούθησαν διχόνοιαι στο αναμεταξύ μας, πάθη κινούμενοι και βλέπο ντες τα αυτά κακά κινήματα ότι είναι φθοροποιά και τέλος πάντων την αθλιότητα των περιστατικών του χωρίου μας και του εαυτού μας, ελθόντες εις εαυτούς και απορρί πτοντες όλα τα προγεγονότα εις τον βυθόν της αλησμονησίας, με καλήν μας γνώμη εσυμφωνήσαμεν τόσον δια την κατάστασιν και ωφέλειαν της πατρίδος μας, όσον και 136
δια την σύστασιν του συστήματος της αδελφότητας μας και του εαυτού μας, αγωνι ζόμενοι εις τρόπον ότι και του συστήματος μας και του εαυτού μας τα δίκαια να βαστάζωμεν. ..»
8
Είναι προφανές ότι εδώ η «ωφέλεια της πατρίδος» συμπορεύεται «με τα δίκαια του συστήματος» και συγκεκριμένα με τις πολιτικές επιλογές της εν λόγω συμμαχίας. Ταυτόσημη εκφορά των όρων του συμφέροντος και της πατρίδας είναι περισσότερο εμφανής στην ακόλουθη επιστολή: Από το αρχείο Περούκα με ημερομηνία 22 Σεπτεμβρίου 1819, τόπο Κωνσταντι νούπολη και υπογραφές των Δημήτριου Περούκα (προεστώτα Λργους) και Αθανά σιου Κανακάρη (προεστώτα Πατρών) παραθέτω απόσπασμα επιστολής, που αναφέ ρεται στις μεθοδεύσεις της κομματικής τους φατρίας, για να επηρεάσουν από την πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας το διορισμό του δραγουμάνου του Μοριά, δηλαδή του διερμηνέα του πασά στην Πελοπόννησο: «[...] διά την αποπεράτωσιν της δραγουμανίας εις υποκείμενον οπού η εποχή απαιτεί, και την αποφυγήν όσων υποκειμένων αυτού προεβλήθησαν και άλλων, πολλώ μάλλον χειρότερων εκείνων [και] διά να γενή το θέλημα υμών ως το όντι αλη θές και βέβαιον συμφέρον της πατρίδος, ενεκρίναμεν την ευγενείαν του ως παρά πάντα μαρτυρούμενον τίμιον και άξιον του επαγγέλματος. Τούτο μάλιστα δε και από σεβασμιώτατα του έθνους υποκείμενα και είθε ο άγιος θεός να τον φωτίση [...] και εις την υπεράσπισιν των όντως της πατρίδος αναγκών δια να μην λογισθώσι επί ματαίω οι κόποι και οι κίνδυνοι υμών.»9 Σε αυτό το πολιτικό μικροκλίμα οι χριστιανοί τοπικοί άρχοντες επιτελούν τα καθή κοντα τους και αγωνίζονται για να διασφαλίσουν την επιβίωση και τα συμφέροντα τους. Τίποτα δεν προμηνύει τη συμμετοχή τους στην επανάσταση λίγα χρόνια μετά. Ενταγμένοι στα πλαίσια της οθωμανικής νομιμότητας μέχρι τις προπαραμονές της επανάστασης, στην οποία κάποιοι από αυτούς πρωτοστατούν, ή ακόμη ενταγμένοι στην οθωμανική πραγματικότητα, ενώ ταυτόχρονα κατεργάζονται την ανατροπή της, και αυτοί αλλά και όλοι όσοι σχεδιάζουν και εν τέλει πραγματοποιούν την επανάστα ση, διατρέχουν με αστραπιαία ταχύτητα την ιδεολογική και υπαρξιακή διαδρομή, που χωρίζει την υποταγή από την εξέγερση και την διαπραγμάτευση της εξουσίας. Συμβαίνει, μάλιστα, οι ίδιοι οι εμπλεκόμενοι να μην προλαβαίνουν να αφομοιώ σουν τις αρχές και της ανατροπές, που οι ίδιοι ευαγγελίζονται: Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ένα πολύ γνωστό παράθεμα από τα Απομνημονεύματα
του
Κανέλλου Δεληγιάννη: Ο συγγραφέας ωραιοποιεί την οθωμανική κατάκτηση, ενώ ταυτόχρονα εξυμνεί τον εξόχως πατριωτικό ρόλο που διαδραμάτισε η οικογένεια του: «Και έως την επανάστασίν μας 1821 [η Πελοπόννησος] εδιοικείτο δημοκραπκώς χωρίς να δύνανται οι εντόπιοι Τούρκοι να αναμιγνύονται εις κανέν τοπικόν διοικητικόν αντικείμενον των επαρχιών [...] Και δια πεντήκοντα σχεδόν έτη [από το 1715] επέρασεν η Πελοπόννησος εν μεγάλη ησυχία και ευδαιμονία και οι προγονοί μας ωνόμαζον την εποχήν εκείνην «καλόν καιρόν» έως τα 1764.»10
Φαίνεται, λοιπόν, ότι στη δίνη των δραματικών αλλαγών από την οθωμανική πραγ ματικότητα, στην εθνική αφύπνιση και από εκεί στο ελληνικό κράτος, η ταύτιση του καθενός με τα συμφέροντα και τις προσδοκίες ενός συνόλου, που προσδιορίζεται ως εθνικό, διέρχεται από τις ιδιαίτερες-προσωπικές προσλήψεις, συμφέροντα και προσ δοκίες και παίρνει πολυσχιδείς και αντιφατικές μορφές. Η πανσπερμία των απόψεων, οι βίαιες πολιτικές συγκρούσεις και η βαθμιαία μεταβολή των αρχικών ιδεών, που εκκι νούν από τη γαλλική επανάσταση και προσγειώνονται στη μετακινούμενη πραγματικό τητα, αποτυπώνονται εύγλωττα στο νομοθετικό έργο του εν τω γίγνεσθαι κράτους. Η περίπτωση του Παϊράκη Λιάπη, του Τούρκου το θρήσκευμα με την ελληνική συνείδηση, δεν ήταν η μόνη. Στις στατιστικές πληροφορίες των απελευθερωμένων περιοχών, που το 1828 κατατίθενται στον Κυβερνήτη, καταγράφεται μικρός αριθμός Τούρκων, που παραμένουν με τη βία ή «κατά προαίρεσιν» ή ακόμα και για λόγους συμφέροντος ή επιβίωσης. Στην πλειοψηφία τους είναι γυναίκες και σύζυγοι, όπως μαρτυρούν άλλες πηγές, αγωνιστών της επανάστασης. Αντιγράφω ενδεικτικά από τη στατιστική Τριπολιτσάς: «Φαμίλιαι τουρκικοί και ιδιοκτησίαι αυτών. Οι ζώντες και που: Χασάνης Κορωνιός, η ανηψιά του ενταύθα, Χασάν Μπαρμπέρης, ο ίδιος μετά της φαμίλιας του εδώ χριστιανοί, Ουζούν Χασάνης η γυνή του και ο υιός του εδώ, αϊ δύο κόραι του χριοτιαναί εδώ, Φασλή Σπαής ο υιός του εις Τουρκίαν, η εγγονή του εδώ χριστιανή, Εμίν Αγάς, η γυνή του και δύο θυγατέρες του εδώ, 2 άρρενες εις Τουρκίαν...» 11 Στις στατιστικές αυτές καταγράφονται άλλοτε με την προ-οθωμανική διάκριση, ως μουσουλμάνοι, αλλά και ως Τούρκοι, εθνωνύμιο που άλλωστε πριν ακόμη και από την γαλλική επανάσταση χρησιμοποιεί στο κείμενο του ο Σουλεϊμάν Πενάχ εφέντη. Με τον ίδιο τρόπο καταγράφονται στις ίδιες πηγές, άλλοτε ως χρι στιανοί και άλλοτε ως Έλληνες, οι πολίτες του νέου κράτους. Η πρόθεση για προσέλκυση αξιόμαχων μουσουλμάνων είχε ήδη προταθεί στον Μάρκο Μπότσαρη το Μάιο του 182212. Λίγο μετά, το Βουλευτικό εισηγείται ανεπι τυχώς πως «έκαστος των βαπτιζομένων οθωμανών κάτοικος εν τη Ελλάδι νομίζεται Έλλην, και θέλει έχει τα δικαιώματα των Ελλήνων αφ' ής μέρας βαπτισθή [...] μετά δε την παρέλευσιν είκοσι ενιαυτών αφ' ής μέρας βαπτισθή, δύναται να έμβη εις κοινά υπουργήματα.»13. Το Εκτελεστικό αρνήθηκε να το επικυρώσει επικαλούμενο, λόγους «εσωτερικής ασφάλειας»14. Είχε προηγηθεί το 1821 στην απελευθέρωση της Λειβαδιάς ο εκχριστιανισμός των οθωμανών, οι οποίοι με τον ερχομό του Μεχμέτ-πασά, επέστρεψαν δριμύτεροι στον οθωμανικό στρατό15. Εκτός όμως από τις ωφελιμιστικές προθέσεις της στρατολόγησης και του εκχριστιανισμού των οθωμανών, στην παρα πάνω πρόταση του Βουλευτικού, δεν χωράει καμία ερμηνεία υποτίμησης του «εχθρού», ή αν θέλετε «του τυράννου», όπως επίσης κατονομάζονται οι Τούρκοι στα πολιτικά κείμενα της εποχής. Από τον «ιερό αγώνα» μέχρι τον Κυβερνήτη Καποδίστρια, το θρήσκευμα και η εντοπιότητα, που σήμερα πρωταγωνιστούν στη δημόσια συζήτηση για τα χαρακτηριστικά της εθνικής ταυτότητας, δεν περιβάλλονται από ομόφωνη και ενιαία αντιμετώπιση. 138
Το ζήτημα των καθολικών των Κυκλάδων, που προστάτευε η Γαλλία, επέβαλλε οε εγκύκλιο του 1823 την εντυπωσιακή διατύπωση μιας, ας την ονομάσουμε, «εσω τερικής» ανεξιθρησκίας των χριστιανών: «Ο εθνισμός [...] δεν στηρίζεται επάνω εις θρησκευτικός βάσεις, [...] αλλά θεμελιώνεται επάνω εις τόσα και τόσα κοινά όλου του έθνους και υλικά και ηθικά συμφέροντα, τα οποία ως άλλοι δεσμοί συνέχουσι και κρατούσιν εις εν όλον το έθνος [...] Μόνα τα βάρβαρα έθνη ταυτίζουν την θρησκείαν με τον εθνισμό [... θεωροάμεν] τους εις την Ελλάδα γεννηθέντος Έλληνας και τους της Ανατολικής και τους της Δυτικής εκκλησίας, και εν γένει όλους τους πιστεύ οντας εις Χριστόν ως ιδία [μας] μέλη.»16 Το 1827 ο Κυβερνήτης περιορίζει το «ελληνικό έθνος» στους έχοντες «ορθόδοξον πίστιν», αλλά με τη διπλωματική διατύπωση «και την γλώσσαν των πατέρων αυτών λαλούντες» αποφεύγει να το εγκλωβίσει στην ελληνοφωνία: «Το ελληνικόν έθνος σύγκειται εκ των ανθρώπων οίτινες από της αλώσεως της Κων/πόλεως δεν έπαυσαν ομολογούντες την ορθόδοξον πίστιν, και την γλώσσαν των πατέρων αυτών λαλούντες, και διέμειναν υπό την πνευματικήν ή κοσμικήν δικαιοδοσίαν της εκκλη σίας των, όπου ποτέ της Τουρκίας και αν κατοικώσι.»1' Ένα χρόνο μετά, απαντώντας σε δύο από τα περίφημα 28 ερωτήματα των μεγά λων δυνάμεων, προτείνει ως νομίμως διεκδικούμενα σύνορα του νέου κράτους, εκεί να που χαράζει η ελληνική ιστορία και που αποδεικνύονται «εκ των σωζόμενων εισέ τι μνημείων της αρχαιότητος και εκ της γνώμης των περιηγητών και των γεωγρά φων» 18 . Θα μπορούσαμε να το θεωρήσουμε ως προδρομική διατύπωση της μεγάλης ιδέας, όμως οφείλουμε επίσης να δούμε, πίσω από αυτό, την πρόθεση του Κυβερνή τη να νομιμοποιήσει διεθνώς τον περαιτέρω απελευθερωτικό αγώνα μέσα στις συγκε κριμένες συνθήκες της φθίνουσας πολυεθνικής οθωμανικής αυτοκρατορίας. Παρά την απεραντοσύνη και την αοριστία που δυνητικά επιφυλάσσει στο διεκδικούμενο έδαφος η παραπάνω πρόταση και παρότι είχαν πάρει τα όπλα περισσότερες από τις απελευθερωμένες επαρχίες και, επίσης, παρότι αγωνιστές και πολιτικοί είχαν συρρεύσει από την υπόλοιπη Βαλκανική και την Ευρώπη (ο Καποδίστριας ήταν άλλωστε ένας από αυτούς), η διαμάχη «αυτοχθόνων» και «ετεροχθόνων» θα ξεπερά σει κατά πολό την εν λόγω περίοδο και θα θέσει τελικούς περιορισμούς στο δικαίω μα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι. Πρωτεργάτες στην διάκριση αυτή δεν ήταν μόνο οι επωφελούμενοι ντόπιοι στρατιωτικοί και πολιτικοί αλλά και οι εμπλεκόμενες ευρω παϊκές δυνάμεις, που ήθελαν να καθησυχάσουν τις αντιρρήσεις των οθωμανών, που διαπίστωναν πως δικοί τους υπήκοοι μπορούσαν να διεκδικούν πολιτικά δικαιώμα τα σε ένα όμορο και αντίπαλο κράτος. Έτσι, λοιπόν, ενώ κατά την προσφιλή επαναστατική τακτική, πολίτες της ελεύθε ρης Ελλάδας θεωρούνταν όσοι χριστιανοί «υπό τον οθωμανικόν ζυγόν [...] ήλθαν» ή επρόκειτο να «έλθωσι [...] δια να συναγωνισθώσι ή να κατοικήσωσιν εν αυτή»19, το Δεκέμβριο του 1828 το Πανελλήνιον έθεσε υπόψη του Καποδίστρια σχέδιο εκλογι κού νόμου, σύμφωνα με το οποίο δικαίωμα ψήφου είχαν οι αυτόχθονες και από τους
ετερόχθονες όσοι είχαν έρθει τον πρώτο ή τον δεύτερο χρόνο του αγώνα και είχαν αποδεδειγμένα συμμετάσχει σε αυτόν. Οι υπόλοιποι, εφόσον ήσαν υπήκοοι οθωμανοί, θα αποκτούσαν το δικαίωμα του εκλέγειν μετά 2 ή 3 έτη συνεχούς παραμονής και μετά 4 έτη, εφόσον είχαν έλθει από οποιοδήποτε άλλο μέρος. Ο Κυβερνήτης, ετερό20
χθων ο ίδιος, απέφυγε να προωθήσει το παραπάνω σχέδιο.
Η αδρομερής και ακραία ελλειπτική παράθεση των στοιχείων που προηγήθηκαν δεν επιχειρεί να ανατρέψει τα δεδομένα, αλλά να επαναφέρει στη συζήτηση μερικές από τις λιγότερο «δημοφιλείς» όψεις τους. Άλλωστε δεν υπάρχει αμφιβολία πως η προσεκτική ανάγνωση των πηγών αποκαλύπτει νέες, πολυσχιδείς διαδρομές προσω πικού και εθνικού αυτοπροσδιορισμού: Το συμπαγές οικοδόμημα της νεοελληνικής περί έθνους ιδεολογίας χρειάζεται, λοιπόν, να αναμετρηθεί όχι μόνο με τις απόψεις και τις κοινωνικές συνθήκες εκείνων που έζησαν την εθνογένεση αλλά και με τις κατοπινές προσλήψεις και αφηγηματικές αναπαραστάσεις.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 1 Αγγελική Κωσταντακοπούλου, «Βαλκάνιοι φιλλέληνες στην επανάσταση του '21», ένθετο Ανα γνώσεις, εφημ. Αυγή, 26/03/2006, www.hist-arch.uoi.gr/prosopiko/constan/BALKANIOI FILELLHNES.doc 2 στο ίδιο 3 Νεοκλής Σαρρής, Προεπαναστατική Ελλάδα και Οσμανικύ Κράτος. Από το χειρόγραφο Σουλεϊμάν Πενάχ εφέντη του Μοραΐτη (1785), Αθήνα 1993, σελ. 266 4 στο ίδιο 5 στο ίδιο, σελ. 197
του
6 στο ίδιο, σελ. 246 7 Ενδεικτικά, Κανέλλου Δεληγιάννη, Απομνημονεύματα, τ. Α', Αθήνα 1957, σελ. 69-71 8 Εταιρεία των Φίλων του Λαού, Αρχείον Κανέλλου Δεληγιάννη, φάκελος 1, έγγραφο 13 9 Ιστορική Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος, Αρχείο Περούκα, έγγραφο 45415 10 Κανέλλος Δεληγιάννης, ό. π., σελ. 18 11 Γενικά Αρχεία του Κράτους, Συλλογή Γιάννη Βλαχογιάνη, Σειρά Γ', Υποσειρά Ρήγα Παλαμήδη φάκελος 1, υποφάκελος Ια, Μητρόπολις Τριπολιτσά 12 Ελπίδα Βόγλη, «Έλληνες το γένος». Η ιθαγένεια και η ταυτότητα στο εθνικό κράτος των Ελλή νων (1821-1844), Ηράκλειο 2008, σελ. 57 13 στο ίδιο, σελ. 54 14 στο ίδιο, σελ. 55 15 στο ίδιο, σελ. 55 16 στο ίδιο, σελ. 79, 80 17 στο ίδιο, σελ. 71 18 στο ίδιο, σελ. 86 19 στο ίδιο, σελ. 93 20 στο ίδιο, σελ. 117, 118
140
ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΗΤΡΟΣ* «.. .πήρανμολυβί και χαρτί». Αναφορά στην έκθεση για τα βιβλία της Αίγινας που πραγματοποιήθηκε στο Πνευματικό Κέντρο Κυψέλης. «Αστό το πέτρινο κεφάλι και οι σπασμένες γλάστρες Βασιλεύοντας ο ήλιος την ώρα που ποτίζουνε Στην Αίγινα ή στη Μυτιλήνη Από γιασεμίλουϊζα
- το χαρμάνι αυτό και αρμπαρόριζα
Που κρατάει τον ουρανό σε απόσταση Εάν είσαι αλήθεια εκείνος που την ίδια Στιγμή περνά ψηλά πάνω απ' τις στέγες Απαράλλαχτο καΐκι μ' ανοιχτά πανιά». «Και με φως και με θάνατον» [15-21] OS. Ελύτη: «Ο μικρός Ναυτίλος»
Τ
ρεις φίλοι πριν από πολλά χρόνια κάθονταν τα απογεύματα στο πεζούλι της αυλής τους, και αγνάντευαν τη θάλασσα. Βυθισμένοι στην ησυχία του απογεύματος, συ
ζητούσαν, φιλοσοφούσαν, σχεδίαζαν, αστειεύονταν. Κάπου - κάπου τους διέκοπτε ευ χάριστα ο θόρυβος της μηχανότρατας που περνούσε εκείνη την ώρα, πηγαίνοντας για ψάρεμα. Και ο ποιητής της παρέας έλεγε: «... Είναι η μοναδική μηχανή που αποδέχεσαι γιατί έχει τον κτύπο της καρδιάς... » Ήταν ο Γιάννης Μόραλης, ο Νίκος Νικολάου και ο Οδυσσέας Ελύτης. Πριν από αυτούς ένας άλλος γραφιάς στα χρόνια της Γερμανικής κατοχής, είχε απομονωθεί στο Λιβάδι και μαζί με τον Ι. Κακριδή μετέφραζε Όμηρο. Ήταν ο Νίκος Καζαντζάκης που λάτρεψε την Αίγινα. Αυτόν επισκεπτόταν τακτικά η νεαρή Γωγώ Κουλικούρδη και μά θαινε κοντά του, τα μυστικά της ελληνικής γλώσσας. Εκείνα τα χρόνια κυκλοφορεί στην Αίγινα και το ιστορικό περιοδικό «Ο κήρυκας της Αίγινας» που στις σελίδες του φιλοξενήθηκαν πλήθος μελετών για την ιστορία, τη λαογραφία και τον πολιτισμό του νησιού, αλλά και ειδήσεις και πληροφορίες για τη ζωή της μετακατοχικής Αίγινας. Δεκαετίες πριν, ο επίσκοπος Πενταπόλεως Νεκτάριος κα θισμένος κάτω από το μεγάλο πεύκο του μοναστηριού που ίδρυσε στην Αίγινα και α κουμπώντας στο ξύλινο τραπεζάκι που μόνος του είχε φτιάξει συνέγραψε τα θεολογικά του έργα. Ακόμα πιο παλιά, όταν η Αίγινα διετέλεσε έδρα της πρώτης πρωτεύουσας του Ελληνικού κράτους, εδώ τυπώθηκαν οι πρώτες εφημερίδες, η ιστορική «Αιγιναία» και συντάχθηκαν οι πρώτοι νόμοι αλλά και τα απομνημονεύματα του αγώνα. Σκαλίζοντας μέσα στους αιώνες θα ανακαλύψουμε πως από την Αίγινα πέρασαν ο Αγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος αλλά και ο Πίνδαρος και ο Αριστοφάνης. Η Αίγινα τελικά είναι ένας τόπος που προκαλούσε και προσκαλούσε με το ήρεμο φυσικό περιβάλλον, τις γαλήνιες θάλασσες και τους ήσυχους ανθρώπινους ρυθμούς της, τους πνευματικούς αν θρώπους, τους περιηγητές, ζωγράφους, γλύπτες, ποιητές, συγγραφείς να έρθουν και να εργαστούν εδώ, ακουμπώντας στην αιγινήτικη πέτρα, εμπνεόμενοι από το καθάριο φως 2ο Γυμνάσιο Αίγινας 141
του ορίζοντα, γευόμενοι τους καρπούς, τους χυμούς, τις ευωδιές και τα χρώματα του φι λόξενου νησιού. Η μικρή θαλασσινή απόσταση που τη χωρίζει από την Αττική λειτούρ γησε ευεργετικά προς αυτή την κατεύθυνση. Διανοούμενοι, μελετητές, συγγραφείς βρή καν αναπάντεχα έναν κοντινό και φιλόξενο προορισμό, ιδανικό για να δημιουργήσουν. Η Αίγινα, καταμεσής του Σαρωνικού κόλπου στάθηκε επίσης ενδιάμεσος σταθμός ανε φοδιασμού και ξεκούρασης για όσους έπλεαν προς και από το «κλεινόν άστυ» Σήμερα μια αναπάντεχη ανακούφιση διακατέχει όλους μας, καθώς διαπιστώνουμε ότι η Αίγινα εξακολουθεί να συγκεντρώνει αρκετούς ανθρώπους της τέχνης και των γραμ μάτων όχι μόνο για παραθερισμό αλλά και για δημιουργία. Μια κρυφή ευχαρίστηση κα ταλαμβάνει τον Αιγινήτη όταν βλέπει ακόμα και σήμερα να γράφονται ποιήματα και μυ θιστορήματα που η δράση τους εκτυλίσσεται οτην Αίγινα, όταν διοργανώνονται εδώ ε πιστημονικά συνέδρια και τα τοπία του νησιού χρωματίζονται από τον χρωστήρα μεγά λων καλλιτεχνών. Η Αίγινα εν τέλει είναι ένας κατεξοχήν τόπος πνευματικής δημιουργίας, γι' αυτό και εξηγείται η συχνή αναφορά της, στις συζητήσεις στις αναφορές και το έργο πολλών πνευ ματικών ανθρώπων. Με το νησί μας όλοι αυτοί ανέπτυξαν ιδιαίτερους δεσμούς αγάπης και λατρείας πολλές φορές. Και αυτή η σχέση δεν μπορούσε να μείνει κρυφή. Σχεδιά στηκε στον καμβά, λαξεύτηκε στην πέτρα και το μάρμαρο, πέρασε στο σελιλόιντ, έγινε στίχος, τραγούδι, διήγημα, μυθιστόρημα. «Αδιάκριτοι» ερευνητές προσπαθήσαμε να αποκαλύψουμε και τα καταγράψουμε αυ τή τη σχέση. Γ' αυτό ξεκινήσαμε εδώ και καιρό με καλούς φίλους να αναζητούμε τα βι βλία μέσα στα οποία αναφέρεται η Αίγινα. Το υλικό που συγκεντρώθηκε ήταν πραγμα τικά μεγάλο και παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στην έκθεση που διοργανώθηκε στο Πνευματικό Κέντρο Κυψέλης από τις 27 Οκτωβρίου έως τις 4 Νοεμβρίου του 2007. Σκο πός μας, όπως τονίσαμε τότε, ήταν να συνεχιστεί η προσπάθεια από όλους και να βρεθούν κι άλλα βιβλία. Η ανταπόκριση ήταν πρωτόγνωρη. Από το ίδιο βράδυ των εγκαινίων της έκθεσης πολλοί φίλοι μας πλησίασαν και μας ανέφεραν τίτλους και συγγραφείς. Ο χειμώνας που ακολούθησε ήταν κυριολεκτικά αποκαλυπτικός. Οι τίτλοι των βι βλίων έπεφταν σαν τη βροχή. Ήταν αρκετοί αυτοί που μας εμπιστεύτηκαν σπάνιες εκ δόσεις, καταλόγους, βιβλιογραφία, τίτλους παλαιών και νέων βιβλίων. Ο κατάλογος των βιβλίων, των περιοδικών, και των λευκωμάτων που αναφέρονταν στην Αίγινα ή περιεί χαν πληροφορίες γι' αυτήν στις σελίδες τους, μεγάλωσε αρκετά. Έτσι οδηγηθήκαμε στη σκέψη να οργανώσουμε για δεύτερη φορά την έκθεση βιβλίου και πάλι στο Πνευματικό Κέντρο Κυψέλης τον Αύγουστο του 2008. Μας δόθηκε και πάλι η ευκαιρία να ξεσκονίσαμε τη θύμηση, να σκαρφαλώσαμε σε ψηλά ράφια, να ανοίξουμε συρτάρια και βιβλιοθήκες, να χτυπήσουμε πόρτες, να ζητή σουμε και πάλι όλα εκείνα τα βιβλία που τότε τον περασμένο Οκτώβρη, μας είχαν κάνει να νιώσουμε χαρά, ενθουσιασμό, περηφάνια και συγκίνηση. Όλα αυτά τα βιβλία, τις με λέτες, τα άρθρα, τα συγγράμματα, τα περιοδικά, τους οδηγούς που μιλούν για την Αίγινα, που γράφουν και περιγράφουν τον τόπο της Αφαίας - Αθηνάς και του Αγίου Νέκταρί-
ου. Κοντά οε εκείνα που εκθέσαμε, προστέθηκαν και κάποια άλλα που μας έφεραν οι κα λοί φίλοι ή εκείνα που εκδόθηκαν μέσα στο χειμώνα. Και ο κατάλογος μεγάλωσε. Και θα μεγαλώνει συνεχώς, όσο θα έχουμε τη δύναμη και την αντοχή να αγαπάμε την Αίγινα, σε πείσμα όλων εκείνων που επιπόλαια την κα τακτούν και αλλοιώνουν τη φυσιογνωμία της. Όμως πάντα θα υπάρχουν αυτά τα βιβλία που θα μαρτυρούν την ομορφιά της, που θα αποκαλύπτουν τη γοητεία της και θα ταξι δεύουν τους φίλους της με λουίζα και αρμπαρόριζα.... Εμείς κάναμε την αρχή με την πρώτη [Οκτώβριος 2007] και τη δεύτερη [Αύγουστος 2008] καταγραφή ώστε ο ερευνητής ο επιστήμονας, ο φοιτητής, ο δάσκαλος, ο μαθη τής, ο απλός Αιγινήτης και κάθε φίλος της Αίγινας, να έχει στα χέρια του ένα εργαλείο στη μελέτη και την έρευνα της τοπικής ιστορίας του νησιού μας. Από τον κατάλογο των «Βιβλίων για την Αίγινα» παραθέτουμε εκείνα που αναφέρονται στον πρώτο Κυβερνή τη της Νεότερης Ελλάδας Ι. Καποδίστρια και στη σχέση του με την Αίγινα, λόγω του ε ορτασμού των 180 χρόνων από την άφιξη του στην Αίγινα και των εκδηλώσεων που έ λαβαν χώρα στο νησί το φθινόπωρο του 2008. • ΓΙΑΝΝΟΥΛΗ Εμ., «Η Μεγάλη Εκκλησία, ο Μητροπολιτικός ναός στην Αίγινα». • ΕΝ ΑΘΗΝΑΙΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ, «Η ενΑθήναις Αρχαιολογική Εταιρεία για το πρώτο Μουσείο της Ελλάδος» Ενημερωτικό Δελτίο τεύχος 16, Ιούνιος 1991. • ΚΑΡΔΑΜΙΤΣΗ - ΑΔΑΜΗ Μ., «Το Ορφανοτροφείο της Αίγινας». ' ΚΟΚΚΩΝΑΓ. «Οι μαθητές του Κεντρικού Σχολείου [1830-1834], έκδοση Εθνικού Ιδρύ ματος Ερευνών. Νοέμβριος 2007. • ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗ Εμ., «Ιωάννης Καποδίστριας και η Εκκλησιαστική του πολιτική» Αθήναι 1983. • ΚΏΝΣΤΑΝΤΙΝΟΠΟΥΛΟΥ Ε Χρήστου, «Αντικαποδιστριακές σάτιρες - ανέκδοτα κεί μενα», Αθήνα 1972. • ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΠΟΥΛΟΥ Γ. Χρήστου, «Η Αίγινα στα χρόνια του Καποδίστρια», Αθή να 1968 •ΛΑΠΠΑΤ, «Καποδίστριας - ο κυβερνήτης», εκδόσεις Μ. Πεχλιβανίδη. • MAPPE Γ, « Καποδίστριας ο πρώτος κυβερνήτης» • ΣΥΛΛΟΓΟΣ ΑΙΓΙΝΑΣ, «ο Καποδίστριας» «Ιωάννης Καποδίστριας και η Αίγινα» • ΠΟΡΤΕΛΑΝΟΥ Αναστάσιου, «Κτίριο Ορφανοτροφείου [παλαιώνφυλακών] στην Αίγινα». Υπουργείο Πολιτισμού, Αθήναι 1993 • ΣΤΑΜΑΤΗ Κωσταντίνου, «Αίγινα 2, Ιστορία-πολιτισμός» • ΣΦΥΡΟΕΡΑ Σοφίας, «Αίγινα, Πρώτη πρωτεύουσα της Νεότερης Ελλάδος», εκδόσεις «Ελληνικά Γράμματα» • ΥΠΟΥΡΓΕΙΟ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ 2 η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, «Η παραγω γή του νομίσματος: από τις Αιγινήτικεςχελώνες στους φοίνικες του Καποδίστρια». Περιοδικά: • ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ, «Ιστορικά -1. Καποδίστριας, ο Δεσποτικός οραματιστής» ένθε το περιοδικό «Έψιλον», τεύχος 12, Ιανουάριος 2000. • «Η ΑΙΓΙΝΑΙΑ», Ο Καποδίστριας και η Αίγινα, τεύχος 3. • Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, «Έλλη νες πολιτικοί-1. Καποδίστριας» σειρά «Επτά Ημέρες» Εργασίες σχολείων: • «ΑΙΓΙΝΑ - ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ, τοπική ιστορία και περιβάλλον» Γενικό Λύκειο Αίγινας. • «ΣΤΑ ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ» 8° Δημοτικό Σχολείο Νίκαιας, Μάιος 2000. 143
Αίγινα των Ζωγράφων Η έκθεση Αίγινα των Ζωγράφων
παρουσιά
στηκε τον Αύγουστο 2008 στο Λαογραφικό ! Μουσείο του Δήμου Αίγινας με επιμέλεια
|
της Ίριδας Κρητικού. Τις φωτογραφίες των έργων παραχώρησε ευγενικά ο εκδοτικός οίκος «Μικρή Άρκτος».
Ρόιλα Μπουζέα, «Αίγινα παραλία» ;
Ματίλντα Ναχμία, «Σπίτι στα πλακάκια»
Ιωάννα Καφίδα, «Χωρίς τίτλο»
144
ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ - ΙΣΤΟΡΙΚΑ
ΜΑΙΡΗ ΓΑΛΑΝΗ-ΚΡΗΤΙΚΟΥ ι
Παραλειπόμενα από την ιστορία των δρόμων της Αίγινας ίναι φυσικό να έχουν παραλειφθεί πολλές λεπτομέρειες από την ιστορία των αιγινή-
Ε
τικων δρόμων που έγραψα για την «Αιγιναία». Και, παρόλο που η ανταπόκριση των
αναγνωστών μας ήταν πολύ θετική, υπάρχουν φίλοι που μου υπενθυμίζουν ένα ακόμα σπίτι αυτών των δρόμων, έναν αιγινήτικο τύπο, ένα κτίριο που δεν υπάρχει πια ή ένα πι κάντικο παρατσούκλι, σαν κι αυτά που μόνο οι συμπατριώτες μας τολμούν να δίνουν! Ας θεωρηθεί αυτό το σημείωμα σαν ένας μικρός επίλογος της ιστορίας των τριών δρόμων που έγραψα για την «Αιγιναία». Κι αρχίζω με την «αποκατάσταση» του πραγματικού ονόματος του γλύπτη Φωκίω νος Ρωκ (και όχι Φαίδωνος), πατέρα του παιδικού μου φίλου Νίκου Ρωκ - Μελά, που είχαν το σπίτι τους στο τέλος της οδού Αφαίας, στην Οικία Μαυροκορδάτου. Ο Φωκίων Ρωκ φιλοτέχνησε το άγαλμα του Άγνωστου Στρατιώτη στην Αθήνα. Στον ίδιο δρόμο της Αφαίας κατοικούσε η οικογένεια Σακελλαροπουλου, ο φίλος μου ο Ανδρέας και οι γονείς του, και οι τρεις πρώτο μπόι! Τους θυμάμαι στις μεγάλες γιορτές στην Μητρόπολη με τις λαμπάδες τους και τ απογεύματα στο καφενείο του Καραγιάννη, όπου έπαιρναν το γλυκό τους. Στον Ανδρέα χρωστώ και την πληροφορία με τα δύο παρατσούκλια των αδελφών Λαβούτα, που είχαν τα μαγαζιά τους, όπως ήδη έγραψα, στην οδό Αφαίας. Τον ένα τον έλεγαν «στραβοσουγιά» και τον άλλο «θράψαλο»! Ευχαριστώ τον Ανδρέα και για την πλη ροφορία και για την αγάπη του για το νησί μας, που παραμένει αναλλοίωτη... Μια μεγάλη παράλειψη έκανα, επίσης, στην ιστορία της οδού Καζαντζάκη. Δεν α νέφερα το εργοστασιάκι της αποφλοίωσης των φιστικιών, ευρεσιτεχνία του κ. Γρηγόρη Κονιδάρη, που βρισκόταν δίπλα στο «Δελφίνι», τη σημερινή ταβέρνα. Το μηχάνημα του είχε λύσει το πρόβλημα των φισπκοπαραγωγών, οι οποίοι μέχρι τότε καθάριζαν το φλοιό των φρέσκων φιστικιών με το χέρι κι αυτό, βέβαια, έπαιρνε πολύ κόπο και χρόνο. Εκτός των άλλων, ο κ. Γρηγόρης Κονιδάρης έπαιζε και βιολί! Δεν θα ξεχάσω πως, ό ταν κάποτε έμεινα από λάστιχο αυτοκινήτου στην οδό Καζαντζάκη και μαζεύτηκαν φί λοι να με ξελασπώσουν, εκείνος ήλθε δίπλα μας και μας έπαιζε βιολί σ' όλη την διάρκεια της επιδιόρθωσης! Ασφαλώς, θα πρέπει να υπολείπονται πολλές ακόμα λεπτομέρειες ξε χασμένες, ενδιαφέρουσες και πικάντικες ή και σοβαρές και βαρύγδουπες! Κάποιοι άλ λοι θα βρεθούν κάποτε να τις προσθέσουν, συνεχίζοντας το αιγινήτικο γαϊτανάκι της λα ογραφικής ιστορίας της Α'γινας ! 145
teWiïJÏIÉÎIAAii'fii
H ομάδα των συνέδρων μπροστά στο ναό της Αφαίας. 146
ΑΝΝΑ ΧΙΤΖΑΝΙΔΟΥ
Επιστήμονες Μεσογειακού Συνεδρίου επισκέπτονται την Αίγινα
Α
πό τις 31 Μαρτίου μέχρι τις 4 Απριλίου του 2008 διεξήχθη στην Αθήνα επιστη μονικό συνέδριο της «Ομάδας Μεσογειακών Ερευνών για την Αμυγδαλιά». Η
ομάδα είναι γνωστή με το όνομα GREMPA (Groupe de Recherches Méditerranéennes Pour l'Amandier). H ίδρυση αυτού του επιστημονικού σωματείου οφείλεται στην πρωτοβουλία του Γάλλου γεωπόνου Ch. Souty. Αργότερα, συμπεριλήφθηκαν στο αντικείμενο της ομάδας και άλλα είδη ακρόδρυων δένδρων, όπως η φιστικιά, η φου ντουκιά, η καρυδιά. Η ονομασία όμως παρέμεινε η ίδια, GREMPA. Το συνέδριο της Αθήνας είχε ως αντικείμενο τη φιστικιά και την αμυγδαλιά. Η ομάδα GREMPA οργανώνει συνέδρια σε διάφορες μεσογειακές χώρες, στα οποία παρουσιάζονται τα τελευταία αποτελέσματα ερευνητικών εργασιών σχετικών με τα ακρόδρυα δένδρα. Στα συνέδρια συμμετέχουν και επιστήμονες χωρών που δεν είναι μεσογειακές, αλλά έχουν σημαντικές καλλιέργειες των αναφερομένων δένδρων, όπως π.χ. οι ΗΠΑ που κατέχουν παγκοσμίως τη δεύτερη θέση στην παραγωγή φιστι κιών, με πρώτη το Ιράν. Στην Ελλάδα έγινε ένα πρώτο συνέδριο το 1985 στη Θεσσαλονίκη. Της Αθήνας είναι το δεύτερο και οργανώθηκε από το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, το Τεχνι κό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα (TEI) Καλαμάτας, το Εθνικό Ίδρυμα Αγροτικής Έρευνας (ΕΘΙΑΓΕ) και ξένους οργανισμούς. Στο συνέδριο συμμετείχαν 85 επιστήμονες από 16 χώρες. Η γλώσσα του συνεδρίου ήταν τα αγγλικά. Το πρόγραμμα περιέλαβε 76 προφορικές ανακοινώσεις και 59 εικονογραφημένα κείμενα (posters). Σαράντα τέσσερις ανακοινώσεις και 40 εικονογραφημένα κείμενα αφορούσαν τη φιστικιά. Τα επιμέρους ερευνητικά θέματα περιελάμβαναν: καλλιερ γητικές φροντίδες, υποκείμενα και ποικιλίες, άνθιση, επικονίαση, καρπόδεση, εχθροί και ασθένειες, επεξεργασία του προϊόντος και έλεγχος ποιότητας. Είναι ενδιαφέρον να αναφερθεί ότι 7 από τις εργασίες είχαν ως αντικείμενο τις αφλατοξίνες. Τα πλήρη πρακτικά του συνεδρίου πρόκειται να δημοσιευτούν, ώστε οι εργασίες να γίνουν γνω στές στους ενδιαφερόμενους. Πολλοί από τους συνέδρους εξέφρασαν την επιθυμία να επισκεφτούν την Αίγινα, όπου από το τέλος του 19ου αιώνα καλλιεργείται η φιστικιά και που μέχρι τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια ήταν ο σημαντικότερος τόπος παραγωγής φιστικιών στην Ελλά δα. Η Οργανωτική Επιτροπή του συνεδρίου, θέλοντας να ικανοποιήσει το αίτημα τους, προγραμμάτισε μονοήμερη εκδρομή των συνέδρων στο νησί την 1η Απριλίου. Εβδομήντα σύνεδροι έφθασαν στην Αίγινα στις 10:15 π.μ. και συγκεντρώθηκαν στην αίθουσα διαλέξεων του Λαογραφικού και Ιστορικού Μουσείου, όπου τους απη-
SHI
Hl Ι—Ι Η
σμο ^
ο
Δήμαρχος Α 1 "
Παναγιώτης
κ. ,
Κουκού
λας. Ακολούθησε
μια
παρουσίαση της γεωπό|Β
νου
της
Γεωργίας
Διεύθυνσης Πειραιά
κ.
Αθανασίας Χατζηπέρη, η H B !
•"•
οποία
και συσκευασία.
εν
συντομία, αλλά με ωραίο εποπτικό
Φιστίκια έτοιμα για επεξεργασία
ανέφερε
τρόπο,
την
ιστορία της φιστικιάς στην Αίγινα, τον τρόπο καλλιέρ
γειας του δένδρου στο νησί (υποκείμενο, ποικιλία, αναλογία αρσενικών προς θηλυκά δένδρα, αποστάσεις φύτευσης, καλλιέργεια εδάφους, κλάδεμα, άρδευση, φυτοπρο στασία και μετασυλλεκτικές φροντίδες). Τόνισε, επίσης, τα προβλήματα της καλλιέρ γειας κατά τα τελευταία χρόνια, όπως εγκατάλειψη των φιστικιώνων, σοβαρές προ σβολές εντόμων, ακατάλληλο νερό για άρδευση. Δεύτερη ομιλήτρια ήταν η Γενική Γραμματεύς του Αγροτικού Συνεταιρισμού Φιστικοπαραγωγών Αίγινας κ. Ελένη Κυπραίου. Η κ. Κυπραίου μίλησε για το Συνεταιρι σμό και το έργο του. Ο Συνεταιρισμός ιδρύθηκε το 1975 με μικρό αριθμό μελών. Σήμε ρα έχει 380 μέλη. Σκοπός του Συνεταιρισμού είναι η συγκέντρωση του προϊόντος, ο έλεγχος της ποιότητας, η επεξεργασία, η συσκευασία και η προώθηση στην αγορά. Ανέλυσε τον τρόπο με τον οποίο εκτελούνται όλες αυτές οι εργασίες. Ανέφερε ότι τα φιστίκια που διατίθενται έχουν ελεγ χθεί σε διαπιστευμένα εργαστήρια
WÊÊÊÊÊÊÊÊÊ-'
mmàmm
ούμφωνα με προδιαγραφές της Ευρωπαϊκής Ένωσης
(Ε.Ε.) και
είναι απαλλαγμένα από αφλατοξίνες. Τελείωσε την εισήγηση της λέγοντας ότι η ονομασία «φιστίκι Αιγίνης» έχει καταγραφεί από το 1996 «Προστα τευόμενη
Ονομασία
Προέλευσης»
fila ïïBîM:â:$:.à:ïâ.-fcH κ. Ελένη Κυπραίου κατά την εισήγηση της.
(ΠΟΠ) από την Ε.Ε. Μετά από την ενημέρωση των συνέδρων στα θέματα που αφορούν τη φιστικιά στην Αίγινα, κυρίες από το Σύλλογο «Φίλες του Λαογραφικού και Ιστορικού Μου σείου» προσέφεραν στην ωραία αυλή του Μουσείου αναψυκτικά και βουτήματα, από τα οποία μερικά ήσαν καμωμένα με φιστίκι. Οι ξένοι ειδικοί ενδιαφέρθηκαν για τα δύο μεγάλα δένδρα αγριοφιστικιάς στον κήπο του Μουσείου και άρχισε μια επιστη μονική διαμάχη, στην οποία μερικοί είχαν τη γνώμη ότι πρόκειται για το είδος
148
Pistacia terebinthi, ενώ άλλοι θεωρούσαν ότι πρόκειται για το είδος Pistacia atlantica. Η διαφορά δεν λύθηκε και οι επισκέπτες επιβιβάστηκαν στα λεωφορεία για να ξεκι νήσουν την περιοδεία στο νησί. Πρώτος σταθμός ήταν ο Συνεταιρισμός Φιστικοπαραγωγών Αιγίνης. Ο Πρόε δρος του Συνεταιρισμού κ. Νίκος Σταμπουλής και ο Προϊστάμενος κ. Νίκος Κουνάδης έδειξαν τις εγκαταστάσεις του Συνεταιρισμού, τα ψυγεία, όπου φυλάγεται το προϊόν του κάθε παραγωγού χωριστά, τα μηχανήματα διαλογής (μέγεθος και ανοιχτά-κλειστά φιστίκια). Επίσης, έδειξαν τη χειροδιαλογή, κατά την οποία απομακρύ νονται μεταχρωματισμένοι και προσβεβλημένοι καρποί. Στο κεντρικό κτίριο του Συνεταιρισμού οι επισκέπτες παρακολούθησαν την επεξεργασία και τη συσκευασία των φιστικιών. Πολλοί από τους συνέδρους δοκίμασαν φιστίκια από όλα τα στάδια της επεξεργασίας και φάνηκαν πολύ ικανοποιημένοι από τη γεύση των έτοιμων ψημένων φιστικιών. Πριν φύγουν, τους μοιράστηκαν φιστίκια συσκευασμένα με τη φίρμα του Συνεταιρισμού. Επόμενος σταθμός ήταν ο αρχαιολογικός χώρος της Αφαίας, όπου οι ξένοι εντυ πωσιάστηκαν από το ναό και την ομορφιά της γύρω περιοχής. Η κ. Εύη Τουλούπα, αρχαιολόγος και τέως Διευθύντρια της Ακροπόλεως, προσφέρθηκε να κάνει την ξενάγηση. Στην αρχή αναφέρθηκε στη μυθολογία. Σύμφωνα με αυτήν, το όνομα «Αφαία» προέρχεται από τη νύμφη Αφαία, που κυνηγημένη από τον Μίνωα κατέ φυγε στην Αίγινα, όπου ξεκίνησε η λατρεία της. Η ξενάγηση συνεχίστηκε με την ιστο ρία του χώρου. Αρχικά υπήρχε ένας βωμός μόνο. Μετά κτίστηκε ένας μικρός ναός και, όταν αυτός καταστράφηκε από πυρκαγιά, κτίστηκε γύρω στο 500 π.Χ. ο ναός που υπάρχει σήμερα. Ο ναός ήταν αφιερωμένος στη θεά Αθηνά, αλλά υπήρχε ακόμα ένας χώρος λατρείας της Αφαίας. Στο τελευταίο μέρος της ξενάγησης η κ. Τουλούπα μίλησε για την αρχιτεκτονική του ναού και για τα εξαιρετικής τέχνης αγάλματα των αετωμάτων, που βρίσκονται στη Γλυπτοθήκη του Μονάχου. Η περιοδεία συνεχίστηκε στο συσκευαστήριο καρπών «Αίγινα» Ν. Τζίτζης και Σία Α.Ε. Στο συσκευαστήριο αυτό η διαδικασία επεξεργασίας και συσκευασίας του προϊόντος ακολουθεί το
^ ^
σύστημα «Ανάλυσις Επί- ? κινδυνότητας Κρισίμων Σημείων (I lazard
Ελέγχου» Analysis
.--
of
Critical Control Points) γνωστό
ως
HACCP.
Σύμφωνα με αυτό, η όλη διαδικασία ελέγχεται με
*;
αυστηρά διεθνή πρότυ πα ποιότητας και ασφά λειας τροφίμων. Οι σύνε-
„ , Επίσκεψη
σε ψιστικχωνα.
149
δροι είχαν την ευκαιρία να επισκεφτούν τις εγκαταστάσεις επεξεργασίας και συσκευ ασίας των φιστικιών. Στο τέλος της επίσκεψης τους προσφέρθηκαν φιστίκια επεξερ γασμένα με διάφορους τρόπους. Τέλος, οι σύνεδροι επισκέφθηκαν το φιστικιώνα της κ. Ελένης Κυπραίου. Λόγω του πρώιμου της εποχής τα θηλυκά δένδρα δεν είχαν βλαστήσει ακόμα, ενώ στα αρσενικά είχε αρχίσει η έκπτυξη του άνθους. Οι επισκέπτες είδαν από κοντά ένα τυπι κό αιγινήτικο δενδροκομείο, στο οποίο εφαρμόζονται όλες οι συνιστώμενες φροντί δες. Έγινε συζήτηση σχετικά με τον τρόπο καλλιέργειας και επισημάνθηκε η σημασία της αφαίρεσης και καταστροφής με κάψιμο των βοτρύων το φθινόπωρο μετά τη συγκομιδή, μέτρο που μειώνει τον πληθυσμό εντομολογικών εχθρών και παθογόνων. Τέλος, έγινε ξενάγηση στο χώρο με τα ηλεκτροκίνητα μηχανήματα αποφλοίωσης και αποξήρανσης των καρπών. Με την επίσκεψη αυτή ολοκληρώθηκε το επιστημονικό μέρος της περιοδείας. Οι σύνεδροι επιβιβάστηκαν στα λεωφορεία που τους έφεραν στο Μαραθώνα, όπου τους προσφέρθηκε το μεσημεριανό γεύμα. Ο ανοιξιάτικος καιρός επέτρεψε τα τραπέζια να στρωθούν στο ύπαιθρο με θέα πάνω στη θάλασσα και τα γύρω νησιά. Στο περιβάλ λον αυτό απήλαυσαν ένα γεύμα με ελληνικούς μεζέδες και λευκό κρασί. Μετά το φαγητό επέστρεψαν στην πόλη, όπου είχαν αρκετό χρόνο για έναν καφέ ή περιπλά νηση στα παραδοσιακά δρομάκια και στο λιμάνι. Στις 5:15 μ.μ. αποχαιρέτησαν την Αίγινα και επιβιβάστηκαν στο πλοίο με προο ρισμό τον Πειραιά.
Οι φωτογραφίες είναι προσφορά των: Π. Αντωνίου, Μ. Δημακοπούλου, Γ. Καλοκέντη και Ε. Τζάμου.
150
ΜΑΙΡΗ ΓΑΛΑΝΗ - ΚΡΗΤΙΚΟΥ Μαθαίνοντας γράμματα στο σπίτι του Μπάρμπα- Γιάννη!
Κ
τίστηκε για να στεγάσει την Κυβέρνηση του Καποδίστρια, στην τότε πρώτη πρω τεύουσα της Ελλάδας μετά την Τουρκοκρατία! Κι ήταν το Κυβερνείο!
Οι Αιγινήτες το βάπτισαν με αγάπη και οικειότητα το Σπίτι του Μπάρμπα Γιάν νη! (Ο Καποδίστριας έγινε γι' αυτούς ο δικός τους, ο Μπάρμπα Γιάννης!) Στην Γερμανική Κατοχή άλλαξε όνομα κι έγινε η «καζάρμα» (κάζα ντι άρμα), γιατί στέγασε - επιτάχτηκε γι' αυτό το σκοπό- τους Γερμανούς στρατιώτες. Ήταν ο στρα τώνας τους. Έχτισαν μάλιστα για τις ανάγκες τους τα παραπήγματα που στεγάζουν σήμερα τη Δημοτική Βιβλιοθήκη, η οποία βέβαια δεν είναι καποδιστριακό κτήριο! Όταν απελευθερωθήκαμε από τους Γερμανούς, το Κυβερνείο, το Σπίτι του Μπάρμπα Γιάννη , φόρεσε άλλη ταμπέλα: έγινε το Β' Δημοτικό Σχολείο Αίγινας. Και το 1948 στέγασε το Γυμνάσιο της Αίγινας - παράρτημα Γυμνασίου του Πειραιά. Σήμερα, το πρώτο Κυβερνείο της Ελλάδας στεγάζει το Ιστορικό Αρχείο της Αίγι νας! Καταρρέει θλιβερό μα υπερήφανο, γεμάτο υγρασία, μούσκλιο και χαραμάδες, περιμένοντας υπομονετικά την αποκατάσταση του από μια Πολιτεία, που μόλις τώρα ίδρωσε το αυτί της για να το σκεφθεί... Η υπόθεση της αποκατάστασης έχει «κολλήσει» στη δυσκολία της μεταφοράς του Αρχείου σε άλλο πρόσκαιρο χώρο! Ελπίζω να μην χάσουμε τα χρήματα ψάχνοντας για το χώρο της προσωρινής φιλοξενίας του Αρχείου! Είχα τη μεγάλη τύχη να περάσω 11 μαθητικά χρόνια στο «Σπίτι του Μπάρμπα Γιάννη»! Πέντε του Δημοτικού και όλα τα Γυμνασιακά μου χρόνια! Η τάξη μου εγκαι νίασε το κτίριο ως Γυμνάσιο. Πρέπει να πω πως είχα τη μεγάλη τύχη να ανήκω σε μία ειδική ομάδα πολιτι σμένων συμμαθητών, που αξιοποιήσαμε κατάλληλα το χώρο το σφραγισμένο από τον Καποδίστρια! Στο δημοτικό η μεγάλη αίθουσα στέγαζε τα θέατρα μας, τις απαγγελίες μας, ομιλίες λογοτεχνικές και βραδιές βραβείων! Στο Γυμνάσιο γεμίζαμε το μεγάλο αρχοντικό με παλιά έπιπλα και κάναμε δεξιώ σεις , καλώντας τους καθηγητές και τους γονείς μας, όπως, επίσης, και τους επισή μους της Αίγινας. Με το φτωχό οβολό μας ετοιμάζαμε μεζεδάκια σε σπίτια συμμα θητών μας, συνοδεύοντας τα με κρασί που μας χάριζαν Αιγινήτες! Το κομπόδεμά μας ήταν πολύ πενιχρό εκείνα τα χρόνια ... Η τάξη μου έβγαλε και το πρώτο εκλεγμένο πενταμελές συμβούλιο με πρόεδρο τον Φίλιππο τον Χατζηπέρη, που ήταν άριστος μαθητής. Στην τελευταία τάξη είχαμε παρουσιάσει πέντε θεατρικά! Στο βορεινό παράπηγμα, χτισμένο επίσης από τους Γερμανούς, στεγάστηκε το ωδείο της Κυρίας Μπερτουμή. Η ίδια μας δίδασκε πιάνο και κλασικό τραγούδι, και η αδερφή της βιολί. Ήταν δυο γλυκύτατες κυρίες, μορ φωμένες, καλλιεργημένες, που μας αγαπούσαν πολύ και μας έπαιρναν πολύ λίγα
:«w .
.
.
.
.
.
.
.
m .
χρήματα. Εκεί οργανώσαμε μουσικές βρα-
:•'
ili
διές με όργανα και χορωδίες. Στην αυλή του μεγάρου του Μπάρμπα
^'ä, ä
Η
Γιάννη του Καποδίστρια οι καταπληκτικοί Γυ μναστές μας μάς ασκούσαν, μας μάθαιναν ελi ληνικούς χορούς και αυστηρότατο βηματι σμό. Από εκείνον το χώρο ξεκινούσαν τ' αγόj ρια μας στις εθνικές Γιορτές ώρα πέντε το πρωί με το εωθινό. Όργωναν όλη την Αίγινα τρα-
9 j |
γουδώντας κι ύστερα έρχονταν ξανά στο σχο
λείο, όπου συντεταγμένοι ορμάγαμε για τις αξέχαστες παρελάσεις μας. Στο πρώτο Κυβερνείο της Ελλάδας διαμαρτυρηθήκαμε για τα γεγονότα της Κύπρου, εκεί, στον ίδιο χώρο που διαβάζαμε, παίζαμε και, αργότερα, φλερτάραμε κι ερωτευόμαστε κάτω από το βλέμμα της προτομής του Μπάρμπα - Γιάννη! Ήταν ο οικείος, ο δικής μας άνθρωπος1 Και στα υπόγεια του κτιρίου του Κυβερνείου - πώς να το ξεχάσωΐ-είχαμε εγκαταστήσει τη Λέσχη των προσκόπων κι, αργότερα, και των Λυκόπουλων,
των οποίων ήμουν
αρχηγός. Μελίσσι ήταν το πρώην Κυβερνείο! Είμαι σίγουρη ότι ο Αρχοντας Καποδί στριας θα ήταν ικανοποιημένος από ψηλά, .r,αν μας έβλεπε! Γιατί το κτήριο του κατάφεΡ — Μ — m : * , , ρε να στεγάσει τόσες δραστηριότητες παιδιών! Μα και η βιβλιοθήκη με την τότε βιβλιοθηκάριο και φίλη Γεωργία Ηλία ήταν ένα άλ λο στέκι μας! Και με τη βιβλιοθήκη οργανώσαμε φιλολογικές βραδιές και παιδικά θέατρα. Όλα αυτά, βέβαια, προ της τηλεορασικής εποχής! Τότε που οι παιδικές εκδόσεις ήταν σπάνιες και περίμενα με λαχτάρα την επιστροφή της μητέρας μου από την Αθήνα να δω τι καινούργια βιβλία είχε ανακαλύψει για μένα.... Κάποια βράδια, στριφο γυρίζω μόνη γύρω από τα παλιάλημέρια. Πάω στο Εϋνάρδιο, όπου είχε μαζέψει τη συλιχαίων ο παππούς μου, ο Αντώνης Πελεκάνος, HS i s .,-, f :
ι u είχε στεγάσει το πρώτο αρ-
• ' ι χαιολογικό της Αίγινας, ένα ΐ..
Κίουσείο που τραβούσε πλή θος επισκεπτών από όλα τα μέ-
pn του κόσμου! Πηγαίνω δίπλα, στο άλλο καποδιστριακό ερείπιο, όπου τα παλιά μέ λη του Μορφωτικού Συλλόγου, ο Γρ. Μπήλιος, ο γιατρός Γαλάνης, ο πατέρας μου, ο Γ. Αλυφαντής και οι άλλοι με τη συνδρομή των εν Αθήναις Αιγινητών, πρόεδρος των οποίων ήταν ο Αντώνης ο Καρακατσάνης, είχαν διαμορφώσει ένα άρτιο θεατράκι για τις ανάγκες μας! Ούτε θυμάμαι πόσες θεα τρικές παραστάσεις είχε παρουσιάσει η δυ ναμική μου τάξη εκεί! Τα περισσότερα τό
;
.
:
''
••••:
'
.
•
τε παιδιά έχουν εξελιχθεί σε ευαισθητοποιημένους πολίτες σήμερα! Βίκη Κωτσάκη, πρόε δρος του ΝΟΑ, ΜπέλαΓιαννούλη, Ελένη
r;
«
Λινού, γνωστές από την συμμετοχή τους σε θέατρα και συλλόγους, Φίλιππος Χατζηπέρης, Κώστας Γιαννούλης, οι καπετάνιοι που συμβουλεύουν το Λιμεναρχείο για τη σιγουριά του απόπλου από την Αίγινα, ο
Μ'ϊ
'ialiti
:
j.OVtil·'
Μίμης ο Μπήλιος, πάντα ενεργός πολίτης, και ο Γιάννης ο Τσιφλίδης, που πάντα α γαπάμε πολύ όλοι μας. Στους βραδινούς μου περιπάτους καταλήγω στο σπίτι του
ιΐΐ'ΏΕ
Μπάρμπα- Γιάννη. Θυμάμαι με νοσταλ γία τη ζωή που περάσαμε σ' αυτό το κτίριο και νιώθω αγα νάκτηση και ντροπή για την εγκατάλειψη του. Και λέω πως ο Καποδίστριας θα ήταν ευτυχής ξέροντας
Me
ότι στέγασε τόσα παιδιά στο αρχοντικό του και τους έδωσε
13Î2I: ;•'^ÌSl
την ευκαιρία να μορφωθούν και να εξελιχτούν σε ενεργούς
1 : ,:•·..
'.': :"
πολίτες. Όμως η ψυχή του θα είναι βαριά βλέποντας την α
:
διαφορία τη σημερινή για την κληρονομιά μας, το μαύρο χάλι των πολιτικών μας και τη μη πραγματοποίηση των ο ραμάτων του λόγω στενομυαλιάς των απογόνων του.
1. Το Ωδείο της κ. Μπερτουμή, στο Καποδιστριακό θέατρο. 2. AITO την δεξίωση μας στην αίθουσα του Γυμνασίου (27.3.1954). 3.Διαβάζοντας στη βιβλιοθήκη. 4. Τα νέαλυκόπουλα στο προαύλιο του Κυβερνείου. 5.Από το «Ζευγάρωμα» του Γρ. Ξενόπουλου (Μάιος 1954). 6. Έτοιμοι για την παρέλαση στη σκάλα του σχολείου μας, του πρώτου Ι Κυβερνείου της Ελλάδας (25.3.1954).
•< Ο
153
Δ Η Μ Η Τ Ρ Η Σ ΣΑΡΑΝΤΑΚΟΣ
Η παρουσία Εβραίων στην Αίγινα ι συμπολίτες μας με ιουδαϊκό θρήσκευμα ανάλογα με την καταγωγή και την χρονι κή παρουσία τους στην Ελλάδα, ανήκουν σε τρεις ομάδες, στους Ρωμανιώτες, στους Σεφαραδίτες και στους Ασκεναζείμ. Ο πολύς κόσμος πιστεύει πως η εμφάνιση των Εβραί ων στην Ελλάδα είναι απότοκος της Διασποράς του ισραηλιτικού πολιτισμού της Παλαι στίνης, μετά την άλωση των Ιεροσολύμων το 70 και μετά την καταστολή της επανάστασης του Μπαρ Κοχεβάτο 136. Αυτό όμως δεν είναι σωστό. Αναμφισβήτητα ιστορικά δεδομένα μαρτυρούν την παρουσία Εβραίων στην Ελλά δα σε πολύ παλαιότερους χρόνους, τουλάχιστον από την ελληνιστική εποχή και η παρουσίατ ους αυτή δεν οφείλεται σε διωγμούς και εκτοπίσεις αλλά σε άλλους λόγους. Αυ τούς τους Εβραίους συνάντησε ο Παύλος, όταν επισκέφθηκε την Ελλάδα, στους Φιλίπ πους, στη Βέροια, στην Κόρινθο, ενδεχομένως και στην Αθήνα (αν κρίνουμε από το ό νομα της προσήλυτης Δαμάρεως, που δεν είναι ελληνικό). Από τους Εβραίους αυτούς της Αρχαιότητας κατάγονται οι σημερινοί Ρωμανιώτες Εβραίοι που είχαν ανέκαθεν ως μητρική τους γλώσσα την ελληνική και εκτός από το θρήσκευμα δεν διαφέρουν σε τίπο τα από τους άλλους Έλληνες. Από την Ισπανία (στα εβραϊκά Σεφαράδ) ήρθανε στα τέλη του 15ου αιώνα (συγκε κριμένα μετά το 1492), οι Σεφαραδίτες Εβραίοι, που εγκαταστάθηκαν κυρίως στη Θεσ σαλονίκη, συντελώντας καθοριστικά στην ανάδειξη της σε οικονομικό και πνευματικό κέντρο της Βαλκανικής. Οι Σεφαραδίτες μιλούσαν τη λαντίνο, ανδαλουσιανή διάλεκτο της ισπανικής και πολλά τραγούδια τους όπως το πασίγνωστο «μια βοσκοπούλα αγά πησα μια ζηλεμένη κόρη», αγαπήθηκαν από το λαό μας και εξελληνίστηκαν σε σημείο που να μην ξεχωρίζουν από τα δημοτικά μας. Ισχυρά είναι επίσης η επίδραση της σεφαραδίτικης μουσικής στο ρεμπέτικο τραγούδι. Τέλος, από την Αυστροουγγαρία τις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες και την Ουκρανία ήρθανε, επί τουρκοκρατίας, οι Ασκεναζείμ Εβραίοι, η τρίτη συνιστώσα των Ελλήνων ισ ραηλιτών, που μιλούσαν μια γερμανική διάλεκτο, τη γίντις. Επειδή η ονομασία Ασκενα ζείμ παραπέμπει στους Σκύθες, δεν αποκλείεται να μαρτυρεί κάποια σχέση τους με τους Χαζάρους, οι οποίοι τον 1 Οον αιώνα συγκρότησαν στις στέπες της Ουκρανίας και του Βόρειου Καυκάσου το μοναδικό στην ιστορία βασίλειο, που είχε επίσημη θρησκεία του τον Ιουδαϊσμό. Στην Αίγινα υπήρχαν Εβραίοι από την ελληνιστική εποχή ή από τη ρωμαιοκρατία. Ενδεχομένως να ήρθαν από την Αττική και φυσικά ανήκαν στους αποκληθέντες αργό τερα Ρωμανιώτες, μιλούσαν δηλαδή ελληνικά και είχαν ελληνικά ονόματα. Το γεγονός είναι πως πρέπει να ήταν πολυάριθμοι, ώστε να μπορέσουν να συγκροτήσουν κοινότη τα και να οικοδομήσουν Συναγωγή. Από το πολό ενδιαφέρον βιβλίο του Ραφαήλ Φρεζή «Ψηφίδες Ιστορίας του Ελληνικού Εβραϊσμού» και από την πραγματεία του αρχιτέ154
κτονα Ηλία Μεσσίνα «οι Συναγωγές στην Ελλάδα» μαθαίνουμε η Συναγωγή της Αίγινας πρέπει να χτίστηκε τον 4ο αιώνα μ.Χ. δηλαδή κατά την εποχή που ο Χριστιανισμός ανα γνωρίστηκε από τον Κωνσταντίνο αρχικώς ως ανεκτή και εν συνεχεία ως ισότιμη με τις άλλες θρησκείες, αλλά πριν αρχίσει ο διωγμός των εθνικών, των ετεροδόξων και των αι ρετικών, ο οποίος εγκαινιάστηκε από τους διαδόχους του Κωνσταντίνου, ιδίως μετά το κακό παράδειγμα του Ιουλιανού και ο οποίος εντάθηκε με τα αυστηρά διατάγματα των αυτοκρατόρων Θεοδοσίου και Ιουστινιανού. Η Συναγωγή αυτή πάντως λειτούργησε επί τρεις τουλάχιστον αιώνες. Βρισκόταν στη θέση, όπου υπάρχει σήμερα το ξενοδοχείο Αύρα και πρέπει να είχε διαστάσεις 7,60x5,50 μ. Δεν ήταν δηλαδή κανένα επιβλητικό κτίσμα. Η πρόσοψη καιη είσοδος της ήταν από τη δυτική πλευρά. Έβλεπε δηλαδή στη θάλασσα. Δεν ξέρουμε τα αίτια που προκάλεσαν την καταστροφή της Συναγωγής, ούτε και την τύχη της εβραϊκής κοινότητας της Αίγινας. Το γεγονός είναι ότι με διαδοχικά αυτοκρα τορικά διατάγματα, οι μεν ναοί των θεών της παλαιότερης θρησκείας του Δωδεκαθέου κατεδαφίστηκαν και τα αγάλματα των θεών κομματιάστηκαν, απαγορεύθηκε δε η οικο δόμηση ναών ή ευκτήριων οίκων άλλων θρησκευμάτων, εφόσον γειτόνευαν με χριστια νικούς ναούς ή νεκροταφεία και η προσφορά θυσιών και άλλες εκδηλώσεις της αρχαί ας λατρείας απαγορεύθηκαν. Ίσως τότε να διατάχθηκε η καταστροφή του ναού του Απόλ λωνος από τον οποίον έμεινε όρθιος μόνον ένας κίονας (η Κολώνα), ενώ ο απόμερος να ός της Αφαίας Αθηνάς έπαψε να προσελκύει τους εναπομείναντες εθνικούς και αφέθη κε να ερειπωθεί. Ενδεχομένως η εγκατάλειψη και καταστροφή της Συναγωγής να οφεί λεται στη γειτνίαση της με κάποιον χριστιανικό ναό, οπωσδήποτε όμως η φυγή των Εβραί ων από την Αίγινα πρέπεινα σχετίζεται με την ανασφάλεια που δημιούργησε στους πλη θυσμούς των νησιών και των παρακτίων πόλεων η εμφάνιση στο Αιγαίο Σαρακηνών πει ρατών, που σημειώνεται στα μεσάτου 7ου αιώνα. Οι επιδρομές και λεηλασίες εντάθη καν μετά την κατάκτηση από τους Άραβες της Κρήτης το 823 και κράτησαν ως το 960, όταν ο Νικοφήρος Φωκάς ανέκτησε τη μεγαλόνησο. Στο διάστημα αυτό των πειρατικών επιδρομών άρχισε η εγκατάλειψη της παραλιακής πόλης της Αίγινας από τον πληθυσμό της, που αποσύρθηκε στην Παλιαχώρα. Η ύπαρξη της Συναγωγής διαπιστώθηκε για πρώτη φορά το 1829, όταν ο Γερμα νός ιστορικός και αρχαιολόγος Λούντβιχ Ρόζε, που αργότερα υπηρέτησε στην αυλή του Όθωμα, σε ανασκαφή που έκανε κοντά στον Κρυπτό Λιμένα ανακάλυψε το ψηφιδωτό δάπεδο της. Τότε το δάπεδο καλύφθηκε προστατευτικά με χώμα και μελετήθηκε πολύ αργότερα το 1901 από τον Τιρς (τον γνωστότερο με το εξελληνισμένο όνομα του Θείρσιο), το 1904 από τον Φουρτβάνγκλερ, το 1928 από τον Ε. Σούσενικ και τέλος το 1932 από τον Βέλτερ. Την έρευνα συνέχισε η Εθνική Αρχαιολογική Υπηρεσία και τελικά, όταν στην περιοχή άρχισε έντονη οικοδομική δραστηριότητα, μεταφέρθηκε στην αυλή του Αρχαιολογικού Μουσείου.
ΑΝΝΑ ΡΟΔΗ
Μικρή ιστορία από τη γερμανοκρατουμένη Αίγινα με αφορμή την εθνική επέτειο της 18ης Οκτωβρίου Ο ΜΠΑΡΜΠΑ-ΣΩΚΡΑΤΗΣ Ο ΓΚΙΚΑΣ ΚΑΙ ΟΙ ΓΕΡΜΑΝΟΙ
F
ύρω στα 1942-43, μεσούσης της γερμανικής Κατοχής, ο γέροντας Σωκράτης Γκίκας από την Ψαχνή 2 , παλιός βουτηχτής και μανιώδης κυνηγός, έμελλε να ζήσει μια αρ
iL επικίνδυνη περιπέτεια με παράδοξη κατάληξη τέτοια που μια στις τόσες τυχαίνει στον κετά άνθρωπο. Μονολότι οι Γερμανοί κατακτητές είχαν απαγορεύσει αυστηρώς και διά... ροπάλου (ή καλύτερα δια... εκτελέσεως) την οπλοκατοχή και, ως εκ τούτου, καιτο κυνήγι, εκείνος συνέχιζε απτόητος να ασχολείται με την αγαπημένη του συνήθεια. Κάποτε όμως ένας Γερμανός στρατιώτης που περιφερόταν στα βουνά αντίκρισε από μακριά έναν άλλο κυνηγό και επιχείρησε να τον... συλλάβει επί τω έργω με τη... φωτο γραφική του μηχανή. Ο κυνηγός όμως που έτυχε να είναι κι εκείνος φωτογράφος, α ντιλήφθηκε έγκαιρα το Γερμανό κι έστρεφε με τρόπο την πλάτη του, έτσι ώστε εκείνος να μην μπορέσει να τον φωτογραφίσει. Ωστόσο, παρ' όλο που η φωτογράφιση απέτυχε, ο Γερμανός συνέχισε «ευσυνείδητα» την έρευνα του, για να ανακαλύψει τον παραβάτη της εντολής. Έτσι έφθασε και στην Ψαχνή, όπου συνάντησε κάποια μικρά τσοπανόπουλα που, μέ σα στην παιδική τους αθωότητα και ανεμελιά ή από φόβο, του ανακάλυψαν ότι στα μέρη τους κυνηγούσε ο μπάρμπα-Σωκράτης ο Γκίκας. Σε λίγο κατέφθασαν στο μικρό χωριό (βία να αριθμούσε τρία-τέσσερα σπίτιαΟ γερ μανικά στρατιωτικά αυτοκίνητα που, αφού συνέλαβαν το γέρο, έκαναν φύλλο και φτερό τα λιγοστά σπίτια και μαντριά, για να βρουν το όπλο. Το μόνο όμως που βρήκαν τελικά ή ταν ένα παλιό άχρηστο καριοφίλι. Τραγελαφικό στοιχείο στην όλη ιστορία είναι το εξής: Ο γέροντας κάθε φορά που γύ ριζε από το κυνήγι, συνήθιζε να βάζει το όπλο του μέσα στην τρύπα που σχηματιζόταν στην κουφάλα μιας συκιάς που βρισκόταν έξω από το σπίτι του. Σ' αυτό ακριβώς το ση μείο, πάνω στην κουφάλα της συκιάς, καθόταν σε όλη τη διάρ κεια της έρευνας ο... Γερμανός επικεφαλής. Αν και η όλη διαδικασία δεν απέδωσε τους αναμενόμενους καρπούς, ο μπαρμπα-Σωκράτης οδηγήθηκε στο Φρουραρχείο
w:m
στην πόλη, όπου δεν γνωρίζουμε πως του φέρθηκαν, και στην συνέχεια έγινε η μεταγωγή του στον Πειραιά. Με δυο λόγια βρέ θηκαν σε δυσχερή θέση. Εκεί όμως που έχανε τις ελπίδες του, η τύχη του πήρε στρο- Ι ,ΐ 156
φ ή 180 μοιρών και τον πλησίασε μια γυναίκα αρκετά μικρότερη του που εργαζόταν ως διερμηνέας των Γερμανών και τον ρώτησε από πού ήταν και αν τη θυμόταν. Εκείνος της απάντησε ότι ήταν απ' την Αίγινα αλλά δεν την θυμόταν. Η επόμενη ερώτηση της ήταν, αν είχε πάει ποτέ στα Δωδεκάνησα και τότε ο μπαρμπαΣωκράτης απάντησε θετικά λέγοντας ότι στα νιάτα ήταν βουτηχτής και δούλευε με τους Καλύμνιους. Η γυναίκα ξαναρώτησε: «Και δεν με θυμάσαι;», αλλά πήρε την ίδια απάντηση. Τέλος εκείνη είπε: «Εγώ όμως, μπάρμπα, σε θυμάμαι και μάλιστα πολύ καλά! Πριν από πολλά χρόνια στην Κάλυμνο, όταν οι σφουγγαράδες είχαν απλώσει τα σφουγγάρια τους στην παραλία για να στεγνώσουν, εσύ άπλωσες το χέρι σου και μου έδωσες το καλύ τερο σφουγγάρι. Γι' αυτό τώρα μη φοβάσαι. Όλα θα πάνε καλά». Αυτό ήταν. Η περιπέτεια του επίμονου κυνηγού, που θα μπορούσε να είχε άσχημη κατάληξη, έλαβε αίσιο τέλος και την επόμενη μέρα βρέθηκε σώος και αβλαβής στο αγροτόσπιτό του στην Ψαχνή. Σίγουρα όμως όλα τούτα δεν τα ξέχασε μέχρι να πεθάνει. Το ί διο πιστεύω άλλωστε και για το κυνήγι. Μέχρι το θένατό του δεν πρέπει να το εγκατέλει ψε, παρά τα παθήματα του, γιατί όπως λέει και η λαϊκή ρήση του τόπου μου «ό,τι το κοπελομάθεις, δεν το γεροντοξεχνάς». (Πηγή: Η μαρτυρία του πατέρα μου Παναγιώτη Ρόδη του Γεωργίου που γεννήθηκε το 1928 και μεγάλωσε στον Κοντό). ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 1. Η Ρόδη Άννα είναι δασκάλα χου στο 1 ο Δημοτικό Σχολείο Αίγινας και ανάμεσα στα ενδιαφέροντα της είναι και τα θέματα τοπικής ιστορίας και λαογραφίας. 2. Η Ψαχνή είναι μικρός οικισμός νοτιοανατολικά του Κοντού και βόρεια της μονής της Παναγίας της Χρυσολεόντισσας.
157
ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΛΑΤΑΝΟΣ Μία έκθεση για τον Σπύρο Παπαλουκά Αίγινα ήταν ανάμεσα στις αντιπροσωπευτικές ζωγραφικές ενότητες, που φιλοτέ-
Η
._χνησε ο κορυφαίος καλλιτέχνης Σπύρος Παπαλουκάς και παρουσιάστηκε σε με
γάλη έκθεση από τη Συλλογή του Ιδρύματος Εικαστικών Τεχνών και Μουσικής Β. και Μ. Θεοχαράκη στην Αθήνα (8 Δεκ. 2007-20 Απρ. 2008). Στη σπουδαία και πολύ ενδιαφέρουσα αυτή έκθεση παρουσιάστηκαν είκοσι εφτά ζωγραφικά έργα (λάδια σε χαρτόνι) με θέματα από την Αίγινα όπως ξωκλήσια, τοπίο, Ναός Αφαίας, λόφος, σπίτια, κόκκινη πόρτα, εκκλησάκια στο βουνό, εκκλησάκια, εκ κλησάκι με βάρκα, εκκλησιές, μύλος, πλαγιά, δέντρο, κόλπος στην Αίγινα, είσοδος σπι τιού, άποψη Αίγινας, Αίγινα 1923, καλογριές στην Αίγινα. Το καλοκαίρι του 1923 ο Παπαλουκάς μένει στην Αίγινα. Το νησί του Αργοσαρωνικού παρουσιάζεται σα διέξοδος για τον καλλιτέχνη, μετά την εμπειρία σαν πολεμικός ζωγράφος της Μικρασιατικής Εκστρατείας. Στα έργα αυτής της περιόδου ερευνά την ή•,^^ΒΒ^^^^ΜβΙ
'ÌHMHHI
I-:
ρεμη και καθαρή χρωματική ποιότητα του νησιώτικου το πίου σε άμεση συνάρτηση με το άπλετο φως, που δια σκορπίζεται μέσα από τους
^ ί;
; λόφους, τα άσπρα σπίτια και τα ξωκλήσια. Όλα τα έργα εί ναι ελαιογραφίες σε χαρτόνι, συνήθως χωρίς προετοιμα σία. Η διευθύντρια στην Εθνι κή Πινακοθήκη ΜαρίναΛαμπράκη-Πλάκα σημειώνει χα ρακτηριστικά: «Το χαρτόνι α πορροφά την ελαιώδη σύσταση του χρώματος και το κάνει θα μπό σαν τέμπερα. Σαν αποτέ λεσμα, το χρώμα αποδίδει κα λύτερη την ξηρή φύση της Αίγινας. Παράλληλα, η επιλε κτική απουσία του χρώματος ΚόΜοςστην Αίγινα
158
στο μπεζ χαρτόνι λειτουργεί καθοριστικά στη διαμόρ φωση της σύνθεσης, αφού αναδεικνύει τα περιγράμ ματα και συνδυάζει ή συμπληρώνει τα χρώματα». Οι ενότητες που σκιαγραφίσανε την εξελικτική πορεία του ζωγράφου ήταν: Αυτοπροσωπογραφίες και πρώιμα έργα: είναι εκείνα που ζωγραφίζει στη διάρκεια των σπουδών του στην Αθήνα και στο Παρίσι. Τα χαμέ
•
'
να έργα: πεντακόσια έργα του κάηκαν σε τρένο που τα μετέφερε στη Σμύρνη τις μέρες της καταστροφής της. Από την πλούσια παραγωγή αυτής της περιόδου, σώ
> • : • • . .
ζονται ελάχιστα έργα. Γνώριμοι τόποι από τη γενέθλια γη: χωριά του Παρνασσού, ΆγιονΌρος, Μυτιλήνη, Σαλαμίνα. Στην περίοδο αυτή ανήκουν και κάποια πορτρέτα. Όψιμα έργα: Πάρος, Αντίπαρος, Ύδρα. Ο Σπύρος Παπαλουκάς κατέχει ξεχωριστή θέση
Ο Ναός της Αφαίας
ανάμεσα στους κορυφαίους Έλληνες ζωγράφους του περασμένου αιώνα. Ασχολούμε νος με πολλά θέματα, διαμόρφωσε το προσωπικό του εικαστικό ιδίωμα, ισορροπώντας ανάμεσα στην παράδοση του τόπου του και τις πρωτοποριακές ιδέες που άνθιζαν στα ευρωπαϊκά κέντρα της καλλιτεχνικής δημιουργίας, το Παρίσι και το Μόναχο. Κατόρ θωσε να αφομοιώσει γόνιμα τις επιρροές από εξωγενή ρεύματα, διατηρώντας ζωντανή τη φλόγα της βυζαντινής παράδοσης. Τα έργα που παρουσιάστηκαν στην έκθεση ανή κουν στη συλλογή του Ιδρύματος Θεοχαράκη, μετά από δωρεά της κόρης του, ζωγρά φου Μίνας Παπαλουκά και την προσωπική συλλογή των ιδρυτών. Ο Σπύρος Παπαλουκάς γεννήθηκε στη Δεσφίνα της Παρνασσίδας το 1892. Αφού μαθήτεψε σ ένα τοπικό ζωγράφο ήρθε στον Πειραιά. Μετά την αποφοίτηση του από την Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών, συνέχισε με υποτροφία τις σπουδές του στο Παρίσι, στις ακαδημίες Γκραντ Σωμιέρ και Εκόλ Ζουλιάν. Ήρθε σε επαφή με καλλιτεχνικά ρεύματα της εποχής και με την τέχνη κορυφαίων Ευρωπαίων ομοτέχνων του. Γυρίζοντας στην Ελλάδα, ακολούθησε την ελληνική Στρατιά στη Μικρασία ως πολεμικός ζωγράφος της Εκστρατείας. Μετά την έκθεση τους στο Ζάππειο, σχεδόν όλα τα έργα αυτής της εποχής χάθηκαν για πάντα στη Σμύρνη τις μέρες της καταστροφής της. Κατόπι ο Παπαλουκάς φιλοτέχνησε πολλές τοπογραφίες, που τον ανάδειξαν κορυφαίο τοπιογράφο. Υπήρξε κι άφταστος αγιογράφος, όπως μαρτυρά η αγιογράφηση της μητρόπολης στην Αμφισσα. Η συμβολή του στα πολιτιστικά πράγματα υπήρξε τεράστια. Με τους Σ. Δούκα, Δ. Πικιώνη, Ν. Χατζηκυριάκο Γκίκα, Σ. Καραντίνα βγάζουν το περιοδικό «Το 3° Μάτι», έκ δοση- ορόσημο. Το 1940 διορίζεται διευθυντής στη Δημοτική Πινακοθήκη της Αθήνας. Το 1928, με παρότρυνση του Αγγέλου Σικελιανού, πήρε μέρος στις Δελφικές Εορτές. Ασχολήθηκε και με τη σκηνογραφία. Δίδαξε και ως καθηγητής ζωγραφικής. Αφήνοντας σπουδαία παρακαταθήκη, το 1957 έφυγε από τη ζωή στα 65 του χρό ν ΐ α.
159
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ Το «Τετράδων» που έγινε βιβλίο σχολική τάξη που φοίτησε στο 1° Γυμνάσιο Μυτιλήνης από το 1938 έως και ___το 1946 είναι πράγματι τυχερή, ίσως και για άλλους λόγους αλλά οπωσδήποτε και για το λόγο ότι το «Βίο και την Πολιτεία» της διέσωσε η ιστορική μνήμη. Γι' αυτό φρόντισε ένας «εκ των συμμαθητών», ο Δημ. Σαραντάκος. Ο Δημ. Σαραντάκος, ακάματος πνευματικός άνθρωπος σήμερα στην Αίγινα, καταπιάστηκε με τη συγγραφεί του χρονικού αυτής της τάξης. Το χρονικό εκδόθηκε με τη μορφή
μικρού σε σχήμα και ολιγοσέλιδου βιβλίου (137 σελίδες), που του
έδωσε τον τίτλο «Τετράδων του μαθητού Δημ. Σαραντάκου. Μαθητές και Δάσκαλοι». Ο τίτλος του βιβλίου, τοποθετημένος μέσα σε ενισχυμένο περίγραμμα, παραπέμπει σε ετικέτα τετραδίου παλαιότερης εποχής. Την ίδια εντύπωση ενισχύει και η λόγια αιτια τική «τετράδιον» (αντί τετράδιο) και οι λόγιες γενικές «μαθητού» και «Δημητρίου» (αντί μαθητή και Δημήτρη). Γίνεται προφανές από το εξώφυλλο ήδη ότι ο συγγρα φέας πέρα, ίσως, απ' οτιδήποτε άλλο στοχεύει και στη νοσταλγία. Στο εξώφυλλο του βιβλίου υπάρχει και η εικόνα του πράγματι επιβλητικού, καλαίσθητου και κλασικής γραμμής κτηρίου, που στέγασε το 1° Γυμνάσιο Μυτιλήνης από το 1890 και μετά (το Γυμνάσιο είχε ιδρυθεί ήδη το 1 840). Ο συγγραφέας καταφέρνει, κάτι όχι και τόσο εύκολο: να συνδέσει το χρονικό εκεί νης της γυμνασιακής τάξης με την όλη ατμόσφαιρα της εποχής, δηλαδή τη Μεταξική Δικτατορία, τον Πόλεμο, την Κατοχή και την Πείνα, χωρίς να απομακρυνθεί από το θεματικό του άξονα, χωρίς να πλατειάσει, χωρίς η τάξη του να πάψει να είναι ο πραγ ματικός πρωταγωνιστής του χρονικού. Ο αναγνώστης πρέπει να λάβει υπόψη, ανα φέρεται άλλωστε αυτό και στο χρονικό, ότι τα Γυμνάσια εκείνης της εποχής ήταν οκτατάξια, σύμφωνα με νόμο του 1937). Και, οπωσδήποτε, 8 χρόνια έδωσαν οτο συγγρα φέα αρκετό υλικό για το χρονικό του. Η σύνδεση του χρονικού της τάξης εκείνης με την ατμόσφαιρα της εποχής δείχνει, βέβαια, ότι ο συγγραφέας αντιλαμβάνεται το σχο λείο ως κομμάτι του κοινωνικού γίγνεσθαι. Αυτή η ολιστική θέαση του θέματος κάνει το χρονικό πιο ενδιαφέρον, επεκτείνει τα όρια του πέρα από την απλή νοσταλγία και, με κάποια έννοια, του προσθέτει ένα προοδευτικό ιδεολογικό στίγμα. Σχετικά με τα παραπάνω, ιδιαίτερα χαρακτηριστικό είναι το παρατιθέμενο απόσπασμα, αντλημένο από τη σελίδα 33: «Το Γυμνάσιο μας τελικά δε γλίτωσε τη γερμανική επίταξη. Προς το τέλος της Κατοχής, συγκεκριμένα στις 4 Απριλίου του '44, μετά από επιτυχή επιδρο οι μή κομάντος του Ιερού Λόχου κατά της Γκεστάπο και άλλων εγκαταστάσεων τους, ο Γερμανοί αποσύρθηκαν στο εσωτερικό της πόλης και μεταξύ άλλων μεγάλων κτιρίων καταλάβανε και το κτίριο του Γυμνασίου μας. Βρεθήκαμε άστεγοι και συνεχίσαμε τα μαθήματα μας κατά τους υπόλοιπους δυόμισι μήνες του σχολικού έτους, σ' ένα Δημο τικό σχολείο, που βρισκόταν στην άκρη της πόλης, στο λεγόμενο Γαδαρανήφορο». 160
Στις αρετές του βιβλίου πρέπει να απαριθμηθούν η καλή οργάνωση και ταξινό μηση του υλικού, η λειτουργικά συναρτημένη με το κείμενο εικονογράφηση, η αβία στη ροή της αφήγησης, το απλό και όχι σπάνια χαριτόλογο ύφος, καθώς επίσης η συνεκτικότητα και η πληρότητα. Το βιβλίο χωρίζεται σε 6 κεφάλαια που είναι, κατά σειρά, τα παρακάτω: «Οι συμ μαθητές», «Οι Δάσκαλοι που μας έδωσαν το ευ ζην», «Τα περιοδικά μας», «Θεατρι κές δραστηριότητες», «Τα μετέπειτα» και «Παράρτημα». Στο κεφάλαιο «Οι συμμαθητές» ο Δημ. Σαραντάκος αναφέρεται με αγάπη και νοσταλγία στους παλιούς του συμμαθητές. Και γίνεται πολύ πειστικός στο να δείξει ότι αυτά που διαδραματίστηκαν τότε, στο μικρόκοσμο της τάξης του, ήταν ικανά να δημιουργήσουν δεσμούς που θα άντεχαν και πολλά χρόνια μετά. Άλλοτε αναφέρεται σε συγκεκριμένα πρόσωπα και άλλοτε στην τάξη συνολικά. Αυτό το δεύτερο, η τάξη συνολικά, η συλλογικότητα, το ομαδικό πνεύμα, η ομοψυχία, φαίνεται να διεγείρει περισσότερο τη μνήμη και τη νοσταλγία του. Γράφει στη σελίδα 37: «Η τάξη μας, όπως άλλωστε όλες οι τάξεις, όλων των σχολείων, ανέκαθεν είχε απ' όλα: και επιμε λείς και αμελείς, και ήσυχους και ταραχοποιούς. Βέβαια στο θέμα της ευταξίας πολ λές φορές το πνεύμα της ομάδας, ή της αγέλης αν προτιμάτε, παρέσυρε και τους πιο ήσυχους σε παρεκτροπές. Δεν είχαμε πάντως «μαρτυριάρηδες» ( ο όρος «καρφιά» δεν είχε ακόμα καθιερωθεί). Υπήρχε μεταξά μας ομοψυχία. Αυτό είναι σίγουρο και ίσως να είναι μια απ' τις αιτίες που οι φιλίες που μας έδεσαν από τα σχολικά θρανία είναι πολύ ισχυρές και κρατάνε τόσα χρόνια». Στις τελευταίες σελίδες του κεφαλαίου υπάρ χει ο κατάλογος με τα ονόματα των μαθητών που αποφοίτησαν από το Γυμνάσιο το 1946, και μάλιστα με το βαθμό αποφοίτησης του καθενός, καθώς, επίσης, και τα «ωρολόγια προγράμματα» με τα μαθήματα που διδάχτηκε «κατ' έτος» η τάξη. Δίπλα στο όνομα Σαραντάκος Δημήτρης υπάρχει ο βαθμός 18. Αξίζει να παρατηρηθεί ότι στα ωρολόγια προγράμματα αναφέρονται και μαθήματα όπως γερμανικά, χειροτεχνία και ιχνογραφία. Δηλαδή, κάτι που δείχνει, και μάλιστα για 'κείνα τα χρόνια, ότι το 1° Γυμνάσιο Μυτιλήνης ήταν ιδιαίτερα αξιόμαχο. Στο κεφάλαιο « Οι Δάσκαλοι που μας έδωσαν το ευ ζην», ο συγγραφέας αναφέ ρεται με αίσθημα ευγνωμοσύνης και θαυμασμού στους καθηγητές της τάξης του. Τους χαρακτηρίζει σπουδαίους και πανεπιστημιακού επιπέδου. Ωστόσο, ο θαυμα σμός και η ευγνωμοσύνη του δεν αναιρούν την κριτική του διάθεση. Έτσι εντοπίζει και κάποια «κουσούρια» σε μερικούς απ' αυτούς. Περισσότερες αναφορές, και μάλι στα εξόχως θετικές, γίνονται στους φιλολόγους («ελληνιστές»). Αυτό, ίσως, να οφεί λεται και στο ότι ο συγγραφέας, παρότι στις τυπικές του σπουδές είναι χημικός μηχα νικός, ποτέ δεν έπαψε να είναι εραστής της φιλολογίας και της ιστορίας. Με ιδιαίτε ρα εγκωμιαστικό λόγο, καθώς μάλιστα τον αναγνωρίζει ως το σημαντικότερο από τους καθηγητές του, αναφέρεται στο φιλόλογο Μίλτη Παρασκευάίδη. Γράφει σχετι κά (σελ. 58): «Με τις εργασίες αυτές μας έμαθε να μη φοβόμαστε ν' ανοίγουμε μεγά λα, χοντρά βιβλία, μας έδωσε τα πρώτα στοιχεία της μεθοδικής ερευνητικής δουλει-
άς και φυσικά έκανε τους περισσότερους από μας ν' αγαπήσουμε την Ιστορία και τον Πολιτισμό». Στον παρατηρητικό αναγνώστη του βιβλίου υποβάλλεται η εντύπωση ότι οι καθηγητές του 1
ου
Γυμνασίου Μυτιλήνης ήταν αντίστοιχοι προς τη μεγάλη πνευ
ματική παράδοση του νησιού και, με κάποιο τρόπο, συνεχιστές της παράδοσης που κληροδοτήθηκε στην ελληνική Εκπαίδευση από τους Δασκάλους του Γένους. Στο ι«ψάλαιο « Τα περιοδικά μας» ο συγγραφέας αναφέρεται στα μαθητικά περιοδικά της τάξης του: «Μαθητικές σελίδες» και «Λεσβιακά Γράμματα». Ήταν, πράγματι, κατόρθωμα να εκδίδονται τότε και σε κείνες τις συνθήκες περιοδικά από μαθητές, δηλαδή «σε μια εποχή όπου ούτε οι αθηναϊκές εφημερίδες δεν έρχονταν τακτικά στο νησί»..(σελ:87) Και ακόμη γιατί: «Εμείς οι συμμαθητές είχαμε την ευθύνη της σελιδοποίησης, της εκτύπωσης και της βιβλιοδεσίας, αποτελούσαμε τον κινητή ρα του τυπογραφείου, την διπλωτική μηχανή και το συρραπτικό. Όλα τα κάναμε με τα χέρια μας.. ..Όλη αυτή η δουλειά, γινόταν τα απογέματα, μετά το μάθημα, με μεγά λο κέφι και πολλή φασαρία».(σελ: 89) Στο κεφάλαιο «Θεατρικές Δραστηριότητες» που είναι συντομότατο, μόλις 1 σελί δα, ο συγγραφέας αναφέρεται στις παραστάσεις που «ανέβασε» η τάξη του. Ήταν η τραγωδία «Ηλέκτρα», στην οποία βοήθησε σκηνοθετικά τους μαθητές ο «μεγάλος θεατράνθρωπος» Στρατής 1 Ιαρασκευάίδης, και το έργο «Να ζει το Μεσολόγγι» του Βασίλη Ρώτα. Οι παραστάσεις αυτές συνέπεσαν, καθώς εξηγεί ο ίδιος ο συγγραφέας, μ' ένα πολιτιστικό οργασμό, που παρατηρήθηκε στη Μυτιλήνη προς το τέλος της Κατοχής και τον πρώτο καιρό της Απελευθέρωσης. Επίσης, και μάλιστα με κάποια αυτοκριτική διάθεση, πληροφορεί τον αναγνώστη ότι γι' αυτό το κεφάλαιο δεν κατά φερε να βρει επαρκή στοιχεία, αλλά ούτε και η μνήμη του λειτούργησε αποτελεσμα τικά. Έτσι εξηγείται άλλωστε και η συ\τ:ομία του. Στο κεφάλαιο «Τα μετέπειτα» φαίνεται περίτρανα πια ότι οι δεσμοί που σφυρη λατήθηκαν στα χρόνια '38 - '46, την εποχή των θρανίων, ήταν πράγματι ισχυροί, ακατάλυτοι. Οι παλιοί συμμαθητές αισθάνθηκαν την ανάγκη να συναντηθούν πολλές φορές: να θυμηθούν τα παλιά, να τιμήσουν τους επιζώντες καθηγητές και να δείξουν «εις εαυτούς και αλλήλους» ότι ο χρόνος, αν και πανδαμάτωρ, έχει ένα ισχυρό αντί παλο, τη μνήμη. Η σημαντικότερη συνάντηση, η πιο καλά οργανωμένη, η πιο αντι προσωπευτική αυτού του θεσμού, που καθιέρωσαν οι παλιοί συμμαθητές, ήταν αυτή για τα 50 χρόνια από την αποφοίτηση τους. Ήταν στις 29 Αυγούστου του 1996. Η συνάντηση και η συνεστίαση που ακολούθησε έγιναν μέσα σε κλίμα συγκίνησης, νοσταλγίας αλλά και χιουμοριστικής διάθεσης: «Συγκεντρωθήκαμε τότε στα 1 Ιροπύλαια του Γυμνασίου, πενήντα χρόνια μετά από εκείνο το απόγευμα του 1946, που ο Γυμνασιάρχης μας Σταύρος Παρασκευαΐδης μας αποχαιρέτησε ως ακαδημαϊκούς πολίτες πλέον και μας ευχήθηκε ευόδωση των σχεδίων μας και κάθε προκοπή. Ο αναγνωρισμένος «ληξίαρχος» της τάξης μας, ο αξέχαστος Θανάσης Τσερνόγλου, διά βασε τον κατάλογο εκείνης της χρονιάς (του 1946 δηλαδή, όταν πηγαίναμε στην 8 η τάξη), έβαλε κάποιον «να πει την προσευχή» και θυμηθήκαμε τους απόντες συμμα-
θητές μας. Ακολούθησε το ίδιο βράδυ συνεστίαση στην ταράτσα του κέντρου στα Θέρμα του Κόλπου, με μια λαμπρή πανσέληνο να ασημώνει τα νερά του κόλπου της Γέρας.» (σελ: 105,106). Ο Δημήτρης Σαραντάκος, γνωστός και για το πηγαίο χιούμορ του, αρχίζοντας το χαιρετισμό του προς τους συνεσπαζόμενους είπε: «Κουράγιο παι διά! Τα πρώτα εκατό χρόνια είναι δύσκολα.... κι εμείς φάγαμε κιόλας τα πενήντα». Το τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου είναι το «Παράρτημα». Ο συγγραφέας, συνε πής και προς την ιστοριογραφική μεθοδολογία, στις τελευταίες σελίδες του βιβλίου, παραθέτει ντοκουμέντα και ονόματα και τη σχετική, βέβαια, βιβλιογραφία στην οποία στήριξε τις αναφορές του. Αξίζει, πράγματι, να διαβαστεί αυτό το βιβλίο όχι μόνον από εκείνους τους παλι ούς συμμαθητές αλλά από όλους. Ο καθένας θα βρει στις σελίδες του κάτι που θυμί ζει και το δικό του σχολικό βίο. Και προπάντων θα βρει μια αίσθηση βαθιάς αγάπης και αφοσίωσης στις αξίες της Εκπαίδευσης και της Παιδείας.
Μαρίνα Κροντηρά, «Σουλάτσο»
ΕΙΣ Μ Ν Ή Μ Η Ν
ΜΑΡΚΟΣ Φ. ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ
Αλέξανδρος Τσακαλώχος (1926 -2008) ν για κάτι ήταν πλασμένος ο Αλέξανδρος, αυτό ήταν ιστορικός. Τα περισσότερα
Ä
.ιστορικά βιβλία που διάβαζε (και δεν ήταν λίγα) τα θυμόταν απ' έξω με λεπτο
μέρειες. Και ήταν πάντα πρόθυμος να μιλήσει γι αυτά, αν έβλεπε ότι υπήρχε στο συνομιλητή του σχετικό ενδιαφέρον. Τα ενδιαφέροντα του Αλέξανδρου ήταν πολλά και ποικίλα. Τα πρώτα ρεμπέτικα και τις πρώτες λέξεις της μάγκικης αργκό (μα και τόσα άλλα) τα έμαθα από εκείνον. Μιλούοε πάντα ευχάριστα και, όπου ταίριαζε, με χιούμορ. Δεν ήταν καθόλου σχολα στικός. Ούτε και κοσμικός, ενώ ήταν ιδιαίτερα κοινωνικός. Είχε πολλούς φίλους από την Αίγινα, από το σχολείο, από το ναυτικό, όπου κατατάχτηκε το 1948, αλλά και από το Υπουργείο Προεδρίας, όπου εργάστηκε για πολλά χρόνια, μεταξύ άλλων κι ως διερμηνέας, γιατί μιλούσε άπταιστα τα γαλλικά και τα αγγλικά Κι όλοι του οι φίλοι, που δυστυχώς λιγόστευαν με τα χρόνια, του έμειναν πιστοί ως το τέλος. Θυμάμαι πόσο αναστατωνόμουν με το «χειμώνιασε» που μου έλεγε, όταν στην Αίγινα τον Αύγουστο διαγράφονταν στον ορίζοντα τα πρώτα σημάδια του φθι νοπώρου, προαναγγέλλοντας τον ερχομό του νέου σχολικού έτους, που σαν κάθε παιδί της ηλικίας μου, θα επιθυμούσα να μην άρχιζε ποτέ. Το αθώο αυτό αστειάκι το έλεγε για να διασκεδάζει και για να με διασκεδάζει, καθώς καταλάβαινα στο τέλος την πρόθεση του και ξεχνούσα το θυμό μου. Επίσης, θυμάμαι πόσο γέλασα, όταν μου είπε κάποτε ότι ένας Ιάπωνας δημοσιογράφος, διαστρέφοντας χωρίς να το θέλει το όνομα του, τον αποκάλεσε Τσακακλώτο. Κι εγώ άλλωστε πολλές φορές για πλάκα τον φώναζα Τσαλακώτο. Ο Αλέξανδρος ήταν τόσο αγαπητός, ώστε στο «Διρό», που άλλοτε γευματίζαμε μαζί, τα γκαρσόνια που τον ήξεραν με ρωτούσαν ως χτες ανελλιπώς να μάθουν νέα του. Και αυτό, γιατί είχε παύσει από καιρό να βγαίνει από το σπίτι του λόγω του προ βλήματος που είχε στα πόδια του. Για τον Αλέξανδρο η Αίγινα ήταν μια μεγάλη αγάπη, κάτι σαν γενέτειρα, καθώς εκτός από μια πρόγονο αιγινήτισσα, είχε εδώ το σπίτι του, στο οποίο ερχόταν χειμώ να καλοκαίρι από μικρός. Όταν αναγκάστηκε να το πουλήσει, τη δεκαετία του 1980, και πάλι ερχόταν κι έμενε στο φίλο του Αντώνη Τζίτζη στο Λιβάδι και, μετά το θάνα το του Αντώνη, σ ένα τροχόσπιτο στα Πλακάκια. Έχω περάσει αμέτρητα καλοκαιρι νά μεσημέρια με τον Αλέξανδρο και τις οικογένειες του μπάμπα Παντελή Μαρμάρι νου από τη Χλόη και του φίλου μας λευκαδίτη Σπύρου Δάγλα, καθαρίζοντας τα φιστίκια του κτήματος του σε μια σκιερή γωνιά κι ακούγοντας κάτω από τη μπουκαμβίλια τις απολαυστικές διηγήσεις του Αλέξανδρου και του Σπύρου ή τα σοφά 164
λόγια του μπάρμπα Παντελή. Θυμάμαι και τους συχνούς περιπάτους που κάναμε στην οδό Καζαντζάκη - που ήταν τότε χωματόδρομος - όπου πού και πού έσκυβε, όχι για να μαζέψει κάτι που του έπεσε, αλλά κάποιο αρχαίο νόμισμα που είχε εντοπί σει το αετίσιο μάτι του. Η συλλογή αυτή, δυστυχώς, χάθηκε σε κάποια μετακόμιση, όπως κι εκείνη που είχε σχηματίσει με σπιρτόκουτα από όλα τα μέρη του κόσμου. Την πρώτη φορά που πήγα στο πανηγύρι της Χρυσολεόντισσας ήταν τον Αύγου στο του 1951, με την παρέα του Αλέξανδρου. Ξεκινήσαμε προπαραμονή της Πανα γίας όλοι μαζί με τα πόδια από τα Πλακάκια και το πρώτο βράδυ στρώσαμε να κοι μηθούμε στο προαύλιο μιας εκκλησούλας πριν από τη Σουβάλα. Την επομένη, πάντα πεζοπορώντας, ανεβήκαμε στο μοναστήρι και λάβαμε μέρος στο πανηγύρι περνώντας πρώτα από τη Παληαχώρα, που την έβλεπα για πρώτη φορά από κοντά. Εκεί, έξω από την Επισκοπή, σταθήκαμε να ξεκουραστούμε κι ο Αλέξανδρος μας διηγήθηκε όλη την ιστορία της εποχής που διοικούσαν την Αίγινα οι Καταλανοί της οικογένειας των Caupena και, που μερικοί τους, όσοι εξελληνίστηκαν, έγιναν Κουμπενάδες. Είδα τον Αλέξανδρο για τελευταία φορά ένα μήνα προτού πεθάνει. Η κατάσταση των ποδιών του είχε επιδεινωθεί κι ήταν αναγκασμένος να κάθεται σε αναπηρική καρέκλα. Παρόλα αυτά είχε κέφι, με ρωτούσε τη γνώμη μου για τα πολιτικά, θυμό ταν τα πάντα με λεπτομέρειες, διασκέδαζε με τ'αστεία μου και με παρακάλεσε να μάθω αν είχε κυκλοφορήσει κανένας καινούριος χάρτης της Αίγινας, για να τον προσθέσει στη συλλογή του. Αυτό ήταν ο Αλέξανδρος. Ένας άνθρωπος ευγενικός, μειλίχιος, πρωτότυπος κι αξιαγάπητος, μια ζωντανή εγκυκλοπαίδεια, που το κενό που αφήνει δεν αναπληρώ νεται στις καρδιές όσων είχαν την τύχη να τον γνωρίσουν από κοντά.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ Ο Αλέξανδρος Τσακαλώτος
γεννήθηκε το 1926 στην Αθήνα. Η μητέρα του
Φιλοθέη Μπενιζέλου καταγόταν από αθηναϊκή οικογένεια, πρόγονος της οποίας υπήρξε η αγία Φιλοθέη. Η εκ μητρός γιαγιά του ήταν αδελφή του διατελέσαντος προ έδρου της πρώτης ελληνικής δημοκρατίας Αλέξανδρου Ζαΐμη Ο εκ μητρός παππούς του, Γεώργιος Μπενιζέλος, είναι αυτός που έκτισε το σπίτι του Α. στα Πλακάκια (ανήκει τώρα στον Α. Σαλιαρέλλη). Ο πατέρας του Αθανάσιος (1885-1956) ήταν καθηγητής Φαρμακογνωσίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Ο Α. περάτωσε τις γυμνα σιακές του σπουδές στο Δραγάτσειο Λύκειο Αθηνών στην Πλάκα και σπούδασε Νομικά στην Αθήνα. Υπηρέτησε στο Ναυτικό, δούλεψε για μικρό χρονικό διάστημα στο τουριστικό γραφείο του Μενέλαου Πατοχάκη στην Αίγινα και συνέχεια στο Υπουργείο Προεδρίας, απ' όπου συνταξιοδοτήθηκε στα μέσα της δεκαετίας του 1990. Από το γάμο του με την αγγλίδα Muriel Treherme απέκτησε τη Φιλοθέη και τον Κωνσταντίνο.
165
ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ Α Ν Α Γ Ν Ω Σ Τ Ω Ν Αίγινα, Φεβρουάριος 2009.
Στο τεύχος 13 του περιοδικού «Αιγιναία», δημοσιεύτηκε ένα μεγάλο απόσπασμα από την εργασία της Περιβαλλοντικής Ομάδας του 2
ου
Γυμνασίου Αίγινας με τίτλο: «Οι α
νεμόμυλοι της Αίγινας». Η εργασία αυτή ήταν προϊόν της έρευνας που πραγματοποίη σαν οι μαθητές του σχολείου κατά τη διάρκεια της σχολικής χρονιάς 2005 -06. Στα πλαί σια αυτής της εργασίας τα μέλη της ομάδας είχαν την μοναδική ευκαιρία να γνωρίσουν και να καταγράψουν όλους τους ανεμόμυλους που υπάρχουν ακόμα στην Αίγινα. Άλλους κατεστραμμένους από την εγκατάλειψη και την αδιαφορία των ιδιοκτητών τους, και άλ λους αναπαλαιωμένους, συντηρημένους και περήφανους να στέκουν με πείσμα, εμπό διο στην επέλαση του τσιμέντου. Μαζί με την καταγραφή οι μαθητές μελέτησαν και τον παλαιό τρόπο ζωής των Αιγινητών προγόνων τους, τις παλιές ασχολίες, τις καλλιέργει ες και τα προϊόντα, τα ήθη και τα έθιμα που σχετίζονταν με το θερισμό, το αλώνισμα και το άλεσμα του καρπού. Η εργασία των μαθητών παρουσιάστηκε δύο φορές σε δύο διαφορετικές εκδηλώ σεις με μεγάλη επιτυχία. Την πρώτη στην αίθουσα εκδηλώσεων του 2ου Γυμνασίου και τη δεύτερη στην αυλή του Λαογραφικού Μουσείου το Σεπτέμβριο του 2007. Έτσι δό θηκε η ευκαιρία σε πολλούς Αιγινήτες και μη, να γνωρίσουν τους Ανεμόμυλους και να συνειδητοποιήσουν ένα πολύτιμο μέρος της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Η μεγάλη ανταπόκριση και το ενδιαφέρον του κόσμου, οδήγησε τη συντακτική επιτροπή της «Αιγιναίας» να συμπεριλάβει στο τεύχος 13 απόσπασμα από την εργασία μας. Μετά από ένα χρόνο, στο τεύχος 14, στη τελευταία σελίδα [112] του περιοδικού με έκπληξη διαβάσαμε επιστολή του κ. Ν. Ρωκ Μελά ο οποίος αναφερόταν στην εργασία των μαθητών με την απίστευτα απαξιωτική φράση: «Φαντασία οργιάζουσα, γνώσις ου δεμία» . Προκαλεί λύπη πώς ένας άνθρωπος τέτοιας καταγωγής, δεν καταδέχεται να κα τονομάσει τους συντάκτες του άρθρου, αλλά και να διακρίνει το σκοπό της εργασίας των μαθητών. Τα στοιχεία που συνοδεύουν κάθε ανεμόμυλο, προέρχονται από έρευνα των μαθητών, από πληροφορίες που άντλησαν όχι από βιβλία και εγκυκλοπαίδειες, αλλά από κατοίκους, γείτονες, φίλους, παλαιούς Αιγινήτες, σημερινούς ιδιοκτήτες των μύλων. Έτσι έγινε και στην περίπτωση του μύλου του «Κόκκινου Κάστρου». Αναγνωρίζουμε την πίκρα και το παράπονο του κ. Ν. Ρωκ Μελά προς το ελληνικό κράτος που δεν τον ε πιχορήγησε μετά το σεισμό του 1981. Ωστόσο ευχαριστούμε τον κ Ν. Ρωκ Μελά για κάποιες πληροφορίες που μέσω της επιστολής του μας έδωσε. Χαιρόμαστε που οι νέοι ιδιοκτήτες του «Κόκκινου κάστρου» έχουν αναπαλαιώσει υποδειγματικά και παραδειγματικά το μύλο. Τον βεβαιώνουμε πως θα τις συμπεριλάβουμε σε μία επόμενη βελτιωμένη έκδοση της εργασίας μας, αλλά λυ πούμαστε που δεν μπορούμε να γίνουμε κοινωνοί και συμμέτοχοι της πίκρας του. Μπήχρος Γεώργιος Θεολόγος - Καθηγητής 2
ου
Γυμνασίου Αίγινας
: : . .: ; : ·; ! ;
'
':
U tl'flï n i r
: :
ί i
f ί
J
Î i
s»
ί
l i is
f I
5 I
:(
EMJI i
1
':; "*-v.r.··" : -, "
·*
i ί Î
.. .
/ v. s ί
ί
! i
'ta;
r
CE AN
|f.;|| ,; • ':;
i • • ; I
< iï Ì* •••:.
.| % •
!•;
,•:
•:•.
I
•
:
•
.
|
&
}ï •#
,.
* % v l , . . . i <•
; :•
'
'•
'
i'
,
-, , !» i ;
• ' ,
...
...
:
'
i;
.
••
'