Εκπαιδευτική Οικογένεια Ι arnos.gr Κεφάλαιο 7. Η ακμή του θετικισμού 7.3. Ο κύκλος της Βιέννης. Το πρόβλημα του νοήματος, η αρχή της επαληθευσιμότητας και η γλωσσική στροφή στη φιλοσοφία 106) Πώς διερευνήθηκαν το πρόβλημα του νοήματος και η αρχή της επαληθευσιμότητας από τους εκπροσώπους του κύκλου της Βιέννης; Ποιες ήταν οι
επιπτώσεις
αυτής
της
προβληματικής
στη
διαμόρφωση
της
ιδεολογικοπολιτικής και ηθικής σκέψης τους; (σελ. 163) Το εμπειρικό επιστημολογικό ρεύμα στις αρχές του 20ού αιώνα, κυρίως υπό την επίδραση του Μαχ, εκφράστηκε ως λογικός εμπειρισμός ή λογικός θετικισμός. Εκπροσωπήθηκε πρωτίστως από τον κύκλο της Βιέννης και δευτερευόντως από τον κύκλο του Βερολίνου, με σημαντικότερους εκπροσώπους τους Κάρναπ, Σλικ, Βάισμαν, Νόιρατ, Φάιγκλ, Ράιχενμπαχ και Χέμπελ. Κυριότερος εκπρόσωπος του στον αγγλοσαξονικό κόσμο υπήρξε ο Άιερ, ενώ στις παρυφές του λογικού θετικισμού και σε συνομιλία με αυτόν αναπτύχθηκαν οι φιλοσοφικές συμβολές των Βιτγκενστάιν (Tractatus logicophilosophicus) και Ράσσελ (Principia mathematica). Ο λογικός θετικισμός αφορμάται από την κριτική της καντιανής επιστημολογίας. Κατά τη διατύπωση του Ρούντολφ Κάρναπ, «η εκ των προτέρων συνθετική γνώση είναι αδύνατη». Η διάχυτη στη Γερμανία του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου νεοκαντιανή επιστημολογία υπέστη κλονισμό. Χαρακτηριστική της επιρροής του νεοκαντιανισμού στη Γερμανία είναι η αποδοχή του από τον κορυφαίο Γερμανό επιστήμονα του 19ου αιώνα, τον Χέλμχολτς, παρά το ότι ο ίδιος επέκρινε την απόρριψη των μη ευκλείδειων γεωμετριών εκ μέρους των νεοκαντιανών. Ο κύκλος της Βιέννης επιδίωκε την αναβίωση του ιδεώδους της επιστημονικής κριτικής σκέψης. Υπό το πρίσμα αυτό, αντιτάχθηκε στα μεγάλα ολοκληρωτικά αφηγήματα της εποχής, όπως στον ναζισμό και στον σταλινισμό, που κάτω από την επίφαση μια επιστημονικοφανούς ερμηνείας του κόσμου προωθούσαν τον σκοταδισμό. Η σκέψη αυτών των επιστημόνων ήταν ασύμβατη με το φυλετικό μίσος και τη ρατσιστική κατηγοριοποίηση των ανθρώπων. Στην ταραγμένη μεσοπολεμική περίοδο οι λογικοί θετικιστές επιχείρησαν να καταξιώσουν εκ νέου το διαφωτιστικό ανθρωπιστικό πρόταγμα ως αντίδοτο στον ολοκληρωτισμό. Η πολιτική διάσταση του H Γνώση με τρόπο απλό και κατανοητό! Σολωμού 29 Αθήνα I τηλ: 210 38 22 157 I info@arnos.gr Ι www.arnos.gr
Εκπαιδευτική Οικογένεια Ι arnos.gr φιλοσοφικού αυτού ρεύματος καταδείχθηκε και από τη δολοφονία του Σλικ από έναν ναζιστή φοιτητή το 1936. Ο λογικός θετικισμός είναι στη βάση του εμπειρισμός, εξοπλισμένος όμως με ένα περίπλοκο εννοιολογικό οπλοστάσιο που αφορά την ανάλυση και συγκρότηση των επιστημονικών θεωριών, καθώς και τη σχέση τους με την εμπειρία. Μετατοπίζει τη γνωσιοθεωρητική προβληματική από την έννοια της αλήθειας σε εκείνη του νοήματος, εκκινώντας από τη θέση ότι, προκριμένου να αποδειχθεί πειραματικά το αληθές ή το ψευδές μιας θεωρίας, είναι απαραίτητο αυτή να έχει νόημα. Και νόημα έχει, μόνο εφόσον μας πληροφορεί για το τι θα άλλαζε στην πραγματικότητα (εμπειρικά), εάν αλήθευε. Πρόκειται για την αρχή της επαληθευσιμότητας (verifiability principle): Μια θεωρητική επιστημονική πρόταση έχει νόημα, μόνο εάν υποδεικνύει το συγκεκριμένο συστατικό της εμπειρίας που θα ήταν δυνατό να την επαληθεύσει (ή να τη διαψεύσει). Κατά συνέπεια, γνωρίζουμε μια πρόταση (αναγνωρίζουμε το νόημά της), μόνο εάν γνωρίζουμε τις πραγματικές συνθήκες που θα την επαλήθευαν. Από αυτό δεν συνεπάγεται ότι η συγκεκριμένη πρόταση είναι κατ’ ανάγκη αληθής. Συνάγεται όμως η βεβαιότητα ότι υπάρχουν οι εμπειρικές προϋποθέσεις για την επαλήθευση ή τη διάψευσή της. Σύμφωνα με τη διατύπωση του Σλικ, «ο ορισμός των περιστάσεων υπό τις οποίες μια πρόταση αληθεύει ισοδυναμεί πλήρως με τον ορισμό του νοήματός της». Κατ’ αντιστοιχία, μια πρόταση «στερούμενη νοήματος» (senseless) είναι αυτή που δεν παρέχει καθοδήγηση για τις εμπειρικές δραστηριότητες που έπονται από τη διατύπωσή της. Άρα, είναι εκ των προτέρων συμβατή με κάθε εμπειρική κατάσταση, αλλά και με την αντίθετή της (θα μπορούσε να ισχύει ανεξάρτητα από κάθε απόπειρα επαλήθευσης). Έτσι, μια θεωρητική α-νοησία είναι απρόσβλητη από κάθε εμπειρικό έλεγχο. Κάθε θεωρία που δεν μεταβάλλεται, παρά τις μεταβολές που υφίσταται η πραγματικότητα, δεν έχει επιστημονική αξία. Τέτοιες θεωρίες είναι οι θεολογικές πεποιθήσεις και οι ιδεολογίες που αξιώνουν να ερμηνεύσουν τις έσχατες νομοτέλειες και τον σκοπό του κόσμου. Με τον τρόπο αυτό, ο λογικός θετικισμός έδειξε ότι η ιδεολογία είχε καταστεί το υποκατάστατο της θρησκείας. Το περιεχόμενο των θρησκευτικών και των ιδεολογικών προτάσεων είναι κατανοητό, επειδή διατυπώνονται σύμφωνα με τη γραμματική και το συντακτικό. Αυτό δεν σημαίνει όμως ότι έχουν και λογική αξία, H Γνώση με τρόπο απλό και κατανοητό! Σολωμού 29 Αθήνα I τηλ: 210 38 22 157 I info@arnos.gr Ι www.arnos.gr
Εκπαιδευτική Οικογένεια Ι arnos.gr εφόσον δεν προτείνουν τρόπους πειραματικής επαλήθευσής τους. Υπό το πρίσμα αυτό, η παραδοσιακή φιλοσοφία, ιδίως εκείνη του 19ου αιώνα, θεωρείται μια μεταφυσική α-νοησία. Επιστημονικό και λογικό νόημα διαθέτουν μόνο οι μαθηματικές προτάσεις, οι οποίες είναι λογικές ταυτολογίες, και οι πειραματικά ελέγξιμες προτάσεις της εμπειρικής επιστήμης, όπως ο νόμος του Μπόυλ. Μια ιδιαίτερη κατηγορία αποτελούν οι προτάσεις και οι θεωρίες της ηθικής φιλοσοφίας. Αυτές δεν είναι ούτε αληθείς ούτε ψευδείς, επειδή στη διατύπωσή τους παρεισφρέει ικανή ποσότητα υποκειμενισμού. Ο λογικός θετικισμός συμφωνεί με τον Χιουμ στο ότι οι ηθικές προτάσεις δεν προκύπτουν από τα δεδομένα της εμπειρίας. Οι προτάσεις αυτές εκφράζουν μια υποκειμενική, ψυχολογική και συναισθηματική, στάση ή προτίμηση προς ορισμένα εμπειρικά δεδομένα, τα οποία δεν διαθέτουν καθεαυτά ηθική σημασία. Είναι η λεγόμενη συγκινησιακή θεωρία της ηθικότητας (ethical emotivism). 107) Ποιες αντιλήψεις πρόβαλε ο λογικός θετικισμός για την ενότητα και τη γλώσσα των επιστημών; (σελ. 165) Βασική θέση του λογικού θετικισμού είναι αυτή υπέρ της μεθοδολογικής ενότητας των επιστημών: το θεωρητικό πλαίσιο/πρότυπο που διέπει την κατασκευή ερμηνειών για τον φυσικό κόσμο δεν (πρέπει να) διαφέρει από το αντίστοιχο των ανθρωπιστικών ή κοινωνικών επιστημών. Η ιστορία, η ψυχολογία και η κοινωνιολογία διαφέρουν από τις λεγόμενες «θετικές» επιστήμες μόνο ως προς το αντικείμενο, που είναι οι ατομικές και συλλογικές πράξεις των ανθρώπων, και όχι ως προς τη μέθοδο. Και οι κοινωνικές επιστήμες οφείλουν να προβαίνουν στον πειραματικό έλεγχο των υποθέσεών τους, παρά το ότι σε αυτές παρεισφρέει μεγαλύτερου βαθμού υποκειμενισμός και η παρατήρηση είναι κατά πολύ δυσκολότερη. Οι επιστημονικές ερμηνείες στα δικά τους πεδία είναι κατ’ ανάγκη περισσότερο πιθανολογικές και αμφισβητήσιμες, αλλά, εάν θέλουν να είναι επιστήμες, οφείλουν και αυτές να αναζητούν αντικειμενικές αλήθειες. Πρωτοπόρος στην εφαρμογή του εξηγητικού προτύπου των θετικών επιστημών στον χώρο της ιστορικής-κοινωνικής σκέψης υπήρξε ο Γκέοργκ Χέμπελ. Σημαντικότερη συμβολή του λογικού θετικισμού, όμως, ήταν η λογική ανάλυση της επιστημονικής γλώσσας. Υπό την επίδρασή του η νεότερη φιλοσοφία στράφηκε H Γνώση με τρόπο απλό και κατανοητό! Σολωμού 29 Αθήνα I τηλ: 210 38 22 157 I info@arnos.gr Ι www.arnos.gr
Εκπαιδευτική Οικογένεια Ι arnos.gr στη μελέτη της γλώσσας ως φορέα νοημάτων. Πρόκειται για τη λεγόμενη «γλωσσική στροφή» στη φιλοσοφία. Είτε σε σχέση με την ιδεώδη μαθηματική γλώσσα των επιστημών είτε σε σχέση με την καθημερινή γλώσσα της επικοινωνίας, η τάση αυτή υποκατέστησε τις άλλες φιλοσοφικές δραστηριότητες μεταπολεμικά, ιδίως στον αγγλοσαξονικό κόσμο. Σύμφωνα με τον Σλικ, έργο του ερευνητή επιστήμονα είναι η αναζήτηση της αλήθειας, ενώ έργο του φιλοσόφου είναι η αναζήτηση νοήματος. Σε ό,τι αφορά τη γλώσσα της επιστήμης, αυτή αποτελείται από δύο ειδών όρους: α΄) Παρατηρησιακοί όροι: Έχουν εμπειρικό περιεχόμενο, καθώς προκύπτουν ευθέως από την εμπειρική παρατήρηση. β΄) Θεωρητικοί όροι: Είναι αφηρημένες έννοιες, που δεν μπορούν να αντληθούν άμεσα από τα δεδομένα της εμπειρίας, αλλά είναι απαραίτητες για την απαρτίωση της λογικής δομής μια θεωρίας. Συνδέονται με το εμπειρικό υπόβαθρο της θεωρίας μέσω των «κανόνων αντιστοιχίας». 108) Ποια η σχέση θεωρίας και εμπειρίας στην προβληματική του λογικού θετικισμού; Ποια επιστημονική μεθοδολογία προτείνει και ποια κριτική δέχθηκε; (σελ. 166) Με
βάση
τη
διάκριση
παρατηρησιακών-θεωρητικών
όρων,
η
καίρια
επιστημολογική συζήτηση στους κόλπους του λογικού θετικισμού αφορά την αυτονομία των δεύτερων έναντι της εμπειρίας και τη δυνατότητα αναγωγής τους σε παρατηρησιακούς. Κατά τη φυσικαλιστική θεώρηση (physicalism) του Κάρναπ, είναι δυνατή και αναγκαία πάντοτε η σύνδεση των θεωρητικών όρων μιας θεωρίας με τις εξωτερικές εμπειρίες και όχι με τις υποκειμενικές προσλήψεις της πραγματικότητας ή με τα αισθήματα. Η πειραματική επαλήθευση των παρατηρησιακών όρων της θεωρίας παρέχει επίσης έμμεση επαλήθευση και για τους θεωρητικούς όρους που είναι απαραίτητοι για τη λογική απαρτίωσή της. Ακολουθώντας την επιστημολογία του Μιλ, ο λογικός θετικισμός έχει επίγνωση του γεγονότος ότι η θεωρία «υπερβαίνει» το σώμα των εκάστοτε εμπειρικών δεδομένων. Εντός του πλαισίου της επαγωγής, αναγνωρίζει ιδιαίτερη σημασία στην «απαγωγή» (deduction) και στη «λογική διερεύνηση» (ratiocination) της θεωρίας. Η θέση αυτή αφορά τον ρόλο των υποθέσεων στην επιστημονική έρευνα.
H Γνώση με τρόπο απλό και κατανοητό! Σολωμού 29 Αθήνα I τηλ: 210 38 22 157 I info@arnos.gr Ι www.arnos.gr
Εκπαιδευτική Οικογένεια Ι arnos.gr Προκειμένου να διεξαγάγει μια συγκεκριμένη έρευνα, ο επιστήμονας πρέπει να έχει κατά νου μια καθοδηγητική ιδέα σχετική με τις πιθανές εξηγήσεις του υπό μελέτη φαινομένου. Αυτή η «υπόθεση εργασίας» τού προσπορίζει μια κατεύθυνση προς την οποία χρειάζεται να στραφεί η έρευνά του εν μέσω ενός μεγάλου πλήθους πιθανών εναλλακτικών κατευθύνσεων. Αν δεν έχουν αποκλειστεί εκ των προτέρων κάποιοι θεωρητικοί δρόμοι, δεν μπορεί να αρχίσει η διαδικασία της επαγωγής. Η υπόθεση εργασίας δεν τίθεται αυθαίρετα, καθώς ο ερευνητής διαθέτει προηγούμενη πείρα και ένα συγκεκριμένο θεωρητικό οπλοστάσιο. Αξιοποιώντας αυτήν την πείρα, κινείται προς την ερμηνεία του υπό μελέτη φαινομένου με αυξημένες πιθανότητες εξεύρεσης λύσης. Κατά τον Μιλ, αρκεί συχνά και μόνη η γνώση των προγενέστερων θεμελιωμένων θεωριών για τη συναγωγή ορθών συμπερασμάτων. Η καθοδηγητική υπόθεση εργασίας οφείλει να είναι διατυπωμένη έτσι, ώστε να έχει πειραματικά ελεγχόμενες συνέπειες και η λειτουργία της είναι ευρετική (heuristic). Η ταυτοποίηση των εκάστοτε επικρατέστερων υποθέσεων εργασίας συνιστά το «πλαίσιο ανακάλυψης» (context of discovery) του επιστημονικού έργου, ενώ δεν υπάρχουν καθορισμένοι λογικοί κανόνες για την απομόνωσή τους. Επαφίεται, έτσι, στη δημιουργική φαντασία του ερευνητή, στην ικανότητά του να ενοράται μέσα από ένα πλήθος πιθανών υποθέσεων εκείνες που προαναγγέλλουν τη θετική έκβαση της ερευνητικής διαδικασίας. Ακολουθεί ο πειραματικός έλεγχος, μέσω του οποίου επαληθεύονται ή διαψεύδονται οι αρχικές υποθέσεις. Οι θεωρητικοί όροι τους δοκιμάζονται εργαστηριακά, προκειμένου να προκύψει ασφαλής γνώση. Αυτό είναι το «πλαίσιο της επικύρωσης» (context of validation), στο οποίο εφαρμόζονται οι γενικώς αποδεκτές μέθοδοι ελέγχου που δεσμεύουν όλη την επιστημονική κοινότητα· εδώ παύει να λειτουργεί η δημιουργική φαντασία του ερευνητή. Βασικός όρος της επιστημονικής υπόστασης μιας θεωρίας είναι η δυνατότητα κάθε άλλου ερευνητή να επαναλάβει τον πειραματικό έλεγχό της, καθώς και διεξαγωγής εναλλακτικών πειραμάτων. Πρόκειται για τη «διυποκειμενική δυνατότητα ελέγχου» (intersubjective testability). Αν τα πειράματα εξακολουθήσουν να επικυρώνουν τη θεωρητική ισχύ μιας υπόθεσης, αυξάνεται η πιθανότητα να γίνει αποδεκτή, χωρίς να
H Γνώση με τρόπο απλό και κατανοητό! Σολωμού 29 Αθήνα I τηλ: 210 38 22 157 I info@arnos.gr Ι www.arnos.gr
Εκπαιδευτική Οικογένεια Ι arnos.gr αίρεται η πιθανότητα διάψευσής της. Αν όμως τα πειράματα τη διαψεύσουν, οφείλει να εγκαταλειφθεί οριστικά. Έτσι, και με αφετηρία τη σκέψη του Μιλ, ο θετικισμός αναγνωρίζει σταδιακά την αυξανόμενη σημασία των θεωρητικών υποθέσεων, οι οποίες δεν συνοψίζουν απλώς τα εμπειρικά δεδομένα, αλλά τα υπερβαίνουν. Το γεγονός αυτό και η αυτονομία των θεωρητικών όρων στο πλαίσιο των επιστημονικών θεωριών έστρεψαν την προσοχή του λογικού θετικισμού στη σημασία της λογικής παραγωγής ή απαγωγής (deduction) σε σχέση με τον τρόπο διατύπωσης των επιστημονικών θεωριών. Ο Χέμπελ, ειδικότερα, μιλά για μια σύνθετη υποθετικο-απαγωγική-παρατηρησιακή διαδικασία, αναγνωρίζοντας ανεπάρκεια στην επαγωγή ως έγκυρης μεθόδου για την πλήρη ερμηνεία των εμπειρικών δεδομένων. Μολονότι τελικό κριτήριο για την επικύρωση της θεωρίας εξακολουθεί να είναι η σχέση της με την αντικειμενική πραγματικότητα, η θεωρία οφείλει να διαθέτει μια εσωτερική λογική δομή, τέτοια που να της επιτρέπει να επιβεβαιώνει αυτήν τη σχέση, εκφέροντας ασφαλή συμπεράσματα από τις βασικές παραδοχές της. Άρα, η λογικοπαραγωγική δομή των θεωριών είναι αναγκαία προϋπόθεση για την πειραματική επαλήθευσή τους. Το «υποθετικο-παραγωγικό» (hypothetico-deductive) μοντέλο του Χέμπελ αποτυπώνει αυτήν την προβληματική, αποτελώντας ώριμο απόκτημα του λογικού θετικισμού. Αποφεύγοντας τον μονομερή επαγωγισμό των Μπέικον και Μιλ, αναγνωρίζει τη σχετική αυτονομία της θεωρίας έναντι της εμπειρικής παρατήρησης. Από την άλλη πλευρά, αποτελεί αφετηρία νέων προβληματισμών, που αφορούν την πιθανότητα (probability) και τη λογική υπόσταση της εμπειρικής επικύρωσης (confirmation). Οι προβληματισμοί αυτοί ανέδειξαν ορισμένα εσωτερικά προβλήματα της επιστημολογίας του λογικού θετικισμού. Ένα από αυτά ήταν τα «παράδοξα της επικύρωσης», που αναγνώρισε ο Χέμπελ, Το πρώτο από αυτά είναι ότι η πιθανότητα ισχύος ενός καθολικού νόμου είναι σχεδόν μηδενική, επειδή αυτός αφορά το σύνολο των παρατηρήσιμων δεδομένων, αλλά επικυρώνεται από ένα σχετικά ασήμαντο πλήθος παρατηρημένων δεδομένων. Το δεύτερο παράδοξο είναι ότι μία πρόταση καθολικής ισχύος νόμος επιβεβαιώνεται λογικά από άσχετες παρατηρήσεις, για τί ισχύει λογικά για όλους τους αντίθετους όρους από αυτούς που την απαρτίζουν. H Γνώση με τρόπο απλό και κατανοητό! Σολωμού 29 Αθήνα I τηλ: 210 38 22 157 I info@arnos.gr Ι www.arnos.gr
Εκπαιδευτική Οικογένεια Ι arnos.gr Παρά το τεράστιο αναλυτικό έργο που επιτέλεσε, ο λογικός θετικισμός δεν μπόρεσε να επιλύσει το βασικό γνωσιοθεωρητικό πρόβλημα που είχαν ήδη αναγνωρίσει ο Χιουμ και ο Καντ. Το πρόβλημα αυτό είναι η ασυμμετρία ανάμεσα στο γνωστικό υποκείμενο, τον άνθρωπο με τις πεπερασμένες γνωστικές ικανότητές του, και στο γνωστικό αντικείμενο, τη φύση με τα άπειρα εμπειρικά δεδομένα που παρέχει. Έτσι, οι δυσκολίες του κλασικού θετικισμού άνοιξαν τον δρόμο για αποκλίσεις από τις βασικές θέσεις του, όπως εκφράστηκαν λ.χ. στην επιστημολογία της διαψευσιμότητας του Πόππερ και σε εκείνη των «παραδειγμάτων» του Κουν.
H Γνώση με τρόπο απλό και κατανοητό! Σολωμού 29 Αθήνα I τηλ: 210 38 22 157 I info@arnos.gr Ι www.arnos.gr