ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Δημήτρης Ελευθεράκης, ΤΑΞΙΔΙ II
Κώστας Θ. Ριζάκης, κατευόδιο
Σταύρος Σταμπόγλης, ΥΠΟΘΕΣΗ ΙΙ
Δημήτρης Γ. Παπαστεργίου, ΕΝΟΧΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
Νίκος Κατσαλίδας, ΦΕΓΓΑΡΙ
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ – Λύκοι (ΙΙΙ.)
Δημήτρης Ελευθεράκης, ΤΑΞΙΔΙ II
Αν, φθάνοντας στα Βαλκάνια, θαυμάζουν όλοι
την τσόχινη τραγιάσκα σου και το χρυσό ρολόι
κι αν οι παλιές πολιτικές γλυκοκοιτάζουν το πουγκί σου, έγινες πλούσιος· κι αν είσαι τυχερός στα τυχερά παιχνίδια, σίγουρα ν’ αγοράσεις κάλυκες, δηνάρια κι αυθεντικά σιρίτια
από δημοπρασία ή από ’να γιουσουρούμ.
Κ' ίσως κάποιος τσιγγάνος κάτσει να σου πει
για το ανθρώπινο στην τέχνη ή στην πολιτική
πάνω από 'να βαρέλι με φωτιά ή μέσα
σε μια γυάλινη σφαίρα· πρέπει να τον πληρώσεις
μ' αυτό που κουβαλάς πάντα μαζί σου.
Κι αν είσαι ευγενικός με τους θεούς, θα μείνεις
ένα καλλιεργημένο κουρέλι σε μπαστούνι
κι όχι ένα οικείο όνομα, μια χούφτα κόκαλα
για ομαδική ταφή. Φθάνοντας στα Βαλκάνια
μπορείς ν’ αλλάξεις τις καλές σου γνώσεις
με μια φωτογραφία ή μ’ ένα τρομαγμένο ζώο στο κλουβί.
από τη συλλογή: Εγκώμια, εκδ. Πατάκη, 2013
Κώστας Θ. Ριζάκης
κατευόδιο
έλαμνε η μητέρα στ’ ανοιχτά το καρυδότσουφλό της
αγνάντια αψίκορος ο πόθος της να απομακρυνθεί
κι αν δε ροχάλιζε θορυβωδώς η ενηλικίωσή μου
κι αν δεν μακραίναν τα μαλλιά στον πυρετό τής
λάμπας
ας ονειρεύτηκα πηχτό πληγής αλάτι άσπρο
θα στεκόμουν ακίνητος στον βράχο μου νεκρός
κι ίσως το χέρι το δεξί που σήκωνα γι’ αντήλιο
λύνοντας σαν απόηχος κομποδετό μαντήλι
ναν της κινούσε ποίημα χαιρετισμόν στερνό!
από το βιβλίο:
Ο ΕΞΠΡΕΣΙΟΝΙΣΜΟΣ
ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ Κ. Θ. ΡΙΖΑΚΗ
της Λίλιας Τσούβα
του ιδίου
ΟΚΤΩ ΠΡΟΣΔΟΚΙΜΕΣ ΘΕΑΣΕΙΣ
ισόποσες βλέψεις πορείας
Σταῦρος Σταμπόγλης
ΥΠΟΘΕΣΗ ΙΙ
τοῦ Κώστα Θ. Ριζάκη
Χρώματα. Με τυμπανοκρουσίες παίρνονται τα χρώματα. Ελάσματα χαλκού οι αναστεναγμοί, οι διεισδύσεις. Ο χρόνος, ο χώρος μου, συναξάρια τόσα διασταυρώνονται στην αντήχηση της ελπίδας. Σύννεφα, φυλλώματα εξ ουρανού και βάλσαμο λέξεις: αγάπη, θυσία, πένθος έλεος, θλίψη, πείσμα, επαλήθευση, αλληλεγγύη, συγγνώμη, όπου επιβεβαιώνεται
ηχώ πόλεως ή εξέγερση του πρωινού· ετούτο το ρευστό τοπίο. Κι ύστερα το άρωμα από σταυρολούλουδο, το χριστολούλουδο στις αμμουδιές
του
Αιγαίου, και οι μασχάλες καστανιάς στο στήθος του Ολύμπου. Και στο Βελούχι, αυτήν την τελευταία έξαρση της Πίνδου, οι αγριοκορομηλιές* επάνω στης μικρής κορφής τον ώμο, μ’ εκείνο το λεμόνι τους... Ν’ απορραγίζουνε τα κρούσταλλα, τη μοναξιά να λιώνουν.
Α, οι λέξεις· οι λέξεις δεν είναι παρά ίσκιοι από τα σωθικά καθώς το προσπερνούν ένα φεγγάρι παγωμένο, κι ασήμι το ασήμι βγαίνουν ανυποψίαστοι Οιδίποδες.
Κι έτσι όλα ορμώμενα αντάμα, οργώνουνε το χρέος τους. Φορές αγενείς, απρόσκλητες σαν πάντα, θα εκραγούν στις κορυφές, ηφαίστεια δειλινού, χάλκινα και σιδερένια είδη αγχέμαχα, εμπύρετοι χάλυβες.
Στη βαθιά μου εικόνα χρόνοι κατάπληκτοι καθρεφτίζονται. Τι γενναιότητα· στήθη εν παρατάξει, ολάνθιστα αγόρια· στον ιδρώτα τους αντιφεγγίζουνε κορίτσια εν καλπασμῷ
περιοδικό Εμβόλιμον, 91-92
Δημήτρης Γ. Παπαστεργίου
ΕΝΟΧΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ
Τις καλοπιάνω –τι θαρρείς;–
Τις λούζω, τις χτενίζω,
μα πίσω από την πλάτη μου πάντοτε με χλευάζουν
–Μαινάδες, Βάκχες, Μέγαιρες, της Μπάμπως συνοδεία–
Και τόσην ώρα, που άλλη μια, μοχθείς να μου γεννήσεις,
σε συμπονώ λιγάκι
Της όψης σου οι μορφασμοί, πληγώνουν την καρδιά μου.
Μα σαν τελειώσεις, και πλυθείς,
και πάρεις μιαν ανάσα,
δείξε της πώς να περπατά
και βάλ’ την με τις άλλες.
Στον δρόμο μου τον δύστροπο, μια πάνω ή μια κάτω
στην κουστωδία των ενοχών, πολύ δεν θα με νοιάξει.
Περιοδικό λόγου και τέχνης : καρυοθραύστις, τ. 6
Νίκος Κατσαλίδας, ΦΕΓΓΑΡΙ
Κι από ρόπτρο ρόδινο που χτύπαγε γροθιά και λύγισε χερούλι κι έστριβε και ξέστριβε και κανείς δεν του άνοιγε, μεταμορφώθηκε σε χρυσαφένιο αντικλείδι, εισχώρησε
στην κλειδαρότρυπα κι άνοιξε τα πορτόφυλλα τα δρύινα
κι έλαμψε, έγινε μέρα στην οπτασιακή, εφηβική κρεβατοκάμαρά μου μυρωμένη από θυμάρι αναμνήσεων συθέμελα, μέχρι τον καβαλάρη, ένα αθέατο, πάνω από τη στέγη του ναού, φεγγάρι.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ – Λύκοι (ΙΙΙ.)
Χαράματα οι λύκοι στο κατώφλι μας
με καλοπιάσματα αγκαλιές κι άλλα τερτίπια.
«Ζούσαμε σπάταλη χαρά» και τους πιστέψαμε
κι αφήσαμε να μας νοικοκυρέψουν.
Αυτοί μιλούσαν τα σοφά που δεν κατείχαμε
ήξεραν γράμματα πολλά, γνώσεις καντάρια
νόμο κρατούσανε στα χέρια απ’ το Σινά
λόγια Θεού που προσκυνάς πριν καν διαβάσεις.
Χαράματα οι λύκοι στο κατώφλι μας.
Δε μας δαγκώσανε ευθύς, κρυφογελούσαν
-στα δάση φαίνεται μεμιάς, δεν απορείς
τίνος τα δόντια πιο πικρά, τίνος το δίκιο-
μα εδώ ψευτιές και ρητορείες τόσο ανώφελες
έξι φεγγάρια μάς πλανέψαν να δεχτούμε
να γονατίσουμε με θέρμη που μας έσωσαν «ζούσαμε σπάταλη χαρά, να μαζευτούμε».
Χαράματα οι λύκοι στο κατώφλι μας
κι όπως δεν είχαμε σκυλιά για να τους διώξουν
τους στρώσαμε να κοιμηθούν πλάι στο κρεβάτι μας
δίπλα στις κούνιες των μωρών που μες στον ύπνο αμέριμνα ταξίδευαν τις ώρες τους.
Να μεγαλώσουν στην ψυχή και να ψηλώσουν.
Από τη συλλογή: Μνήμες της ρίζας
ΕΛΕΝΑ ΠΟΛΥΓΕΝΗ, Ηλιοβασίλεμα
Προφέρει αυτό, είναι αυτό, λέει αυτό που είναι. Είναι αυτό που
λένε ότι είναι. Τα πρόσωπά τους κυλούν επάνω της. Ρευστά και
χωρίς σχήμα. Αυτή πηγαίνει σπίτι της. Απλώς εκεί πηγαίνει. Κάθε
φορά τα βλέμματά τους τη βασιλεύουν, την κάνουν να πέφτει
δηλαδή πέφτει σαν τον ήλιο. Εκτελώντας την καμπύλη. Πρόκειται
για τροχιά καθορισμένη. Δεν ανησυχεί κανείς. Λένε αυτή δύει και
είναι σαν να σκοτεινιάζει, απλώς πέφτει σκοτάδι. Μετά δεν την βλέπουν. Δεν υπάρχει διαφορά με το πριν. από την συλλογή: Ανάγλυφη
ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΥΤΗΣ ΤΗΣ ΣΕΙΡΑΣ
ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΑΝ ΣΤΟΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟ FACEBOOK ΤΗΣ ΑΣΗΜΙΝΑΣ ΛΑΜΠΡΑΚΟΥ
ΤΗΝ 21Η ΜΑΡΤΙΟΥ 2021 ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΗΜΕΡΑ ΠΟΙΗΣΗΣ ακολουθήθηκε η μορφοποίηση των συλλογών και περιοδικών από όπου αντιγράφηκαν
ΝΟΕΜΒΡΗΣ ΤΟΥ 2022