Φυλλάδιο ποίησης απρ 2018

Page 1

Φυλλάδιο Ποίησης Α/Α: 3 / Απρίλιος 2018

Ποιήματα Δημητρίου Α. Γκόγκα Από την ποιητική συλλογή: Κάμπος Μιας Νιότης

Ήμασταν φτωχοί πάντα έλεγε ο παππούς στο χαγιάτι και έβαζε την στάμνα με το κρύο καθαρό νερό στο γόνατο. Γέμιζε το ποτήρι. Από το ίδιο ποτήρι πίναμε όλοι. Όταν ακούγαμε πως έφυγε κάποιος φωνάζαμε όλοι πως τον αγάπησε ο θεός. Οι φράκτες στην αυλή μας ήταν δένδρα. Οι πιο νέοι έσκουζαν να πάρουμε περισσότερα ποτήρια. Στο παζάρι της Τρίτης αγοράσαμε δώδεκα γυάλινα. Ο καθένας να έχει το δικό του. Γέμιζε ο νεροχύτης άπλυτα ποτήρια φώναζε η μαμά γκρίνιαζε ο παππούς δεν μπορούσε πια να δίνει νερό από το ίδιο ποτήρι. Αυτός κράτησε την παλιά συνήθεια για τον ίδιο. Σήκωνε την στάμνα γέμιζε πάλι το ποτήρι ρουφούσε το νερό του πηγαδιού!

Αιφνιδίως έκλεισα - αργοκίνητα στην στάσητα Φθινόπωρο στα χέρια και το βιβλίο της έκτης Δημοτικού. '' Ένα το χελιδόνι κι η Άνοιξη ακριβή"* Και ύστερα, αιφνιδίως και πάλι ούρλιαξα, για την προδομένη ποιητική ενασχόληση. Τι ανθρώπινος στίχος για μένα, τον χρόνο και το γεράκι… Ο πατέρας πετάχτηκε έντρομος - με την ανάσα του παγωμένηκαι τα μάτια ορθάνοικτα και σαστισμένα. Μέσα από τα παραθυρόφυλλα η φωτιά στην πόρτα, το νερό και τ΄ αγκάθι. Στη ξυλόσομπα που κάπνιζε, τσίκνιζε μια ζωή. Στο ένα του χέρι δετό το χελιδόνι στο άλλο κρυφά η Άνοιξη! *στίχος του Οδ. Ελύτη

1


Χρεωμένος θα φύγω στην ζωή και στον θάνατο χρεωμένος σε σένα. Πρώτες σκέψεις. Μόλις υπέγραψα συμβόλαιο ζωής και θανάτου. Σαν κατευόδωσα την ζωή ήρθε ο θάνατος. Ήρθαν μαζί οι χάριτες κουνάμενη κι η μοίρα. Τρεις ευχές Μια πατρίδα που ανάσανε μέσα μου Ένας σταυρός που καρφώθηκε στη πλάτη μου Μια μάνα που όρισε τη τύχη μου Μου χρωστάει λοιπόν η ζωή μου χρωστά και ο θάνατος Ένα αιχμάλωτο πατέρα χάθηκε ένα ανοιξιάτικο απόγευμα από τα μάτια μας ένα μικρό σπιτάκι στην θάλασσα, μια χαμένη Ιθάκη ( ας μην μιλάμε πια για την Ιθάκη, ίσως να ήταν μόνο μία) Μου χρωστάει λοιπόν η ζωή, μου χρωστά επιστροφές ο θάνατος Αν ισχύουν αυτά γιατί το συμβόλαιο κάτω από την καλλιγραφημένη ένδειξη: ο δανειζόμενος φέρει την υπογραφή μου;

Την τελευταία χρονιά ήμουν μικρός, ο κόσμος μεγάλος. Κουφόβραση στον κάμπο Ειδοποιηθήκαμε, -εδώ θα πρέπει να το πωη κοινότητα και ο αστυνόμος - νάναι καλά- οι θεσμοί άριστοι στο έργο τους, η πρώτη με το μεγάφωνο στα χείλη κι ό άλλος με το μπεγλέρι στα χέρια. Στην δημοσιά-που ήθελε επειγόντως επιδιόρθωσητο έλεγε και το επείγον τηλεγράφημα (με κόκκινα γράμματα η λέξη επείγον: εγκυμονεί κινδύνους για το έθνος) θα σταματούσε ο Παττακός και ο Μακαρέζος, στον δρόμο για την πόλη των Σερρών. Σε δυο ώρες γέμισαν τις λακκούβες σε δυο ώρες πλέναμε τα χέρια (για το χειροκρότημα) χτενίσαμε τα μαλλιά μας ποδιές στο χρώμα του ουρανού και της Θάλασσας (αγόρια και κορίτσια) σημαιούλες στο μυαλό σε δυο ώρες, η κυρία Δασκάλα (πιο κυρία από ποτέ) εν δυο. Το αμάξι πέρασε -τι ωραίο μαύρο χρώμα….κυρία. (κόμπιασε η λέξη στο λαιμό) Οι σημαίες χρόνια τώρα κυματίζουν μέσα μου. Δεν γνώρισαν ποτέ τους άπνοια.

2


Μέσα στην Ποίηση βρήκα την Ειρήνη

Βρέχει απόψε. Βρέχει όπως έριχνε τα σημάδια του ο θεός και χθες. Πιάνονται κάποιες στάλες στις πρόκες του φράκτη. Κάποιες στις άκριες των κάρων και άλλες τις πιάνω με τις χούφτες μου και τις κάμω σελίδες ενός θρήνου. Ο θυμωμένος ουρανός, ξεχύθηκε στ΄ απέραντο αναζητώντας στο κάμπο τη ζωή της μάνας. Ακροβατεί, στο κελάιδισμα τ΄ αηδονιού. και περιμένει ν΄ ανέβει η στάθμη της ψυχής, να μιλήσει. Η πίστη της δεν είναι παρά μια γωνιά από έρωτες που μούλιασαν.

Το ταξίδι των νερών A. Ο παππούς ήξερε πολύ καλά, τα νερά, που ταξιδεύανε και πάνε, όταν έβρεχε στο χωριό και στον κάμπο. Και έβρεχε πολύ τελευταία. Βαθιά εκεί, στο πηγάδι της γειτόνισσας, με το σκοτάδι στο πάτο και τα σημάδια στο μέτωπο της κόρης. Το γνώριζα ότι το ένιωθε. Μαζί με τις έννοιες των φτωχών ανθρώπων. Άνοιγε από νωρίς χαντάκια. Με το πρώτο κρύο σφύριγμα τ΄ ανέμου, την σύναξη των σύννεφων. Κάπου εκεί χωμένη και η δύναμή του. Ίσιωνε τις αράδες με την τσουγκράνα των μεγάλων παλαμών και ψιθύριζε : Να κυλήσουν μέσα τα νερά του Θεού «όλες οι ματαιοδοξίες του κόσμου τούτου» συμπλήρωνα κάτω από τα φρύδια. Άρα σκεπτόμουνα και οι δικές του.

Όταν έσβησε ο πατέρας Όταν έσβησε ο πατέρας, έπεσε στο έδαφος, ένα δένδρο στην αυλή που γεννήθηκα. Κοίταζα το ταβάνι, πατούσα το πάτωμα, λείψανε τα κλαδιά, λείψανε ο κορμός και τα φύλλα, οι ρίζες μου. Ήρθαν συγγενείς, φίλοι ξενιτεμένα αδέλφια, μοιρολογίστρες, από τον πέρα μαχαλά, ήρθαν οι μοίρες. «Θα γίνεις εσύ ένα δένδρο θ΄ απλώσεις τις δικές σου ρίζες» Εγώ όμως το ήξερα, βαθιά μέσα στην γη μου, ένα δένδρο έπεσε και χάθηκε το δάσος. B. Όταν κόπαζε ο πόλεμος των νερών και βασίλευε ο ήλιος κοίταζε τις στέγες να δει τους πελαργούς και τα μικρά τους. Έφερνε στο λιπόσαρκο στήθος το χέρι, -δόξα σοι ο Θεός, πέρασε και τούτοάναβε το καντηλάκι των ταμάτων στράγγιζε τα ρούχα, τον θυμό και την υπομονή του. Στέγνωνε από τις έννοιες κι έλεγε πως θ αλλάξουν τα πράματα. Αγκάλιαζε τον Θεό κι έκανε σχέδια μαζί του. Φίλοι θαρρείς. «Με τον θεό πρέπει να σαι φίλος» έλεγε. Το βράδυ σαν έπεφτε στο ξύλινο κρεβάτι γελούσε κοιτάζοντας ψηλά. Σήκωνε τα χέρια κι έπιανε τον ουρανό του δωματίου. Κατέβαζε την δύναμή του Κατέβαζε τον ουρανό στις χούφτες του. Αν βρέξει πάλι, θ΄ ανοίξω καινούργια χαντάκια, θαρρώ πιο μεγάλα και καλύτερα.

3


Στάχτες Άραγε τι σκέφτονται οι άνθρωποι αυτοί κρατώντας την άκρη του τσιγάρου πατώντας στα λερωμένα χόρτα κάθε μέρα κάθε βράδυ λίγο πριν τους πούνε : φύγετε Το πρόσωπό τους μοιάζει με κερί κίτρινο από συνειδήσεις μοιάζει πράσινο σαν τα πεύκα νεκροταφείων μοιάζει σαν αυλή μικρότερη της παλάμης. Μια σπιθαμή τσακισμένες τσουκνίδες τόσο απάντησαν είναι αρκετός τόπος να ζήσουν. Μα δες τόσο τόπο δεν έδωσαν. Και κείνοι απάντησαν μασώντας την άκρη του τελειωμένου τσιγάρου σβήνοντας με την μύτη των παπουτσιών την κάφτρα ως αντίδοτο, στα λερωμένα χόρτα.

Βγήκε στο μπαλκόνι πριν από τον ήλιο να τινάξει την κουβέρτα της ζωής της να σκορπίσει τον χρόνο που την πλάκωνε χρόνια τώρα με τα δυο της χέρια στραγγιστό βγήκαν οι στάχτες κοράκια στους δρόμους. Στάχτες οι πίκρες κι οι χαρές στάχτες ότι αγάπησε η αγάπη της στάχτες τρία μέτρα(έτσι υπολόγιζε) πριν την γη που βοτάνιζε γερμένη την κάθε μέρα η μικρή αυλή της – ο κόσμος τηςμε τους μικρούς βασιλικούς και τον Κωνσταντινοπολίτικο κι ύστερα στάχτες και τα μικρά στάχτες και τα μεγάλα (ποια μεγάλα; γέλασε) στάχτες και τα δάκρυα που έχυσε τόσο ποτάμι που πέρασε δεν πήρε μαζί του τίποτα δεν καθάρισε η γη και το χώμα μπούχτισε από κλάματα ραβδισμούς και μαύρες πέτρες Φώναξε τον χρόνο πίσω τίναξε για τελευταία φορά την κουβέρτα -είναι αλήθεια φύγανε σκόνεςέκλεισε με βρόντο πίσω την πόρτα -τα παιδιά πείνασαν-

4


Τον χρόνο δεν φοβάμαι με τους ίσκιους τον μετρώ στους τοίχους με τις αρρωστημένες συκιές και τα παράγωγα ουσιαστικά των ανθρώπων. Οι μέρες κουράζονται, οι ώρες περνούν κουρσεύοντας τα ορθάνοιχτα παραθύρια απέραντα ποτάμια, θάλασσες. Στέκομαι προσοχή απέναντί τους. Την Άνοιξη γεννούν οι ζωές των ανθρώπων, η δική μου ρέει αίμα και στάχτη. Το Φθινόπωρο μαραίνεται ο ανθός ο κήπος με τους σβόλους βρεγμένος είναι. Κι ύστερα ο Χειμώνας έρχεται και κρυώνει τους λεπτοδείκτες ακόμα και του κάτω κόσμου.

Φωνή το χρώμα τους

Φωνή το χρώμα τους με αίμα πάνω στο αίμα τους έχτιζαν τα τούβλα. Στην ζύμη που σταυρώνανε έχτιζαν το αύριο, κρεμούσαν στους τοίχους ότι πέρασε, σε δυο τσιγκέλια το βιός τους στο ταβάνι τα χαμόγελα και τη θλίψη σ΄ ένα τσουκάλι. Πίνανε συχνά απ΄ αυτό. Γυρνούσαν το κεφάλι ξαφνικά και λέγανε την ώρα που ξεφούρνιζαν το ψωμί «το ποτάμι στο χωριό πάντα κατηφορίζει»

Ρίχνω πάνω μου την προβιά του χθες, κεντημένη με ρυτίδες της μάνας. Σκιές πεταρίζουν στα τείχη που αγκαλιάζει η συκιά της αυλής. Χρόνιες σκιές. Το βράδυ, φεγγαρόφωτες ανοίγουν την πόρτα μπαίνει η οσμή βασιλικού που μαραίνεται από την κάψα του Καλοκαιριού και μας συντροφεύει. Άδεια πιάτα. Χρόνος. Στον τοίχο της Κουζίνας θλιμμένος αετός αντιστέκεται στις ξέρες του αέρα σκοντάφτει, πέφτει, ματώνει μόλις στην πρώτη τουφεκιά. Ματώνει και το ξομπλιαστό πουκάμισο στον τοίχο. Ακόμα. Ανοίγω νωρίς τον τάφο να μπει η σκιά κι ο χρόνος παρέα να γίνει ένα χώμα Τίτλος Ποιητικής Συλλογής : Κάμπος μιας νιότης Συγγραφέας: Δημήτριος Γκόγκας Ημερομηνία Έκδοσης: Μάρτιος 2015 Ψηφιακές Εκδόσεις: http://www.easywriter.gr e-mail επικοινωνίας: dimitriosgogas2991964@yahoo.com Copyright 2015 © Δημήτριος Γκόγκας

5


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.