Διάλεξη 9ου εξαμήνου Ακαδ. έτος 2013-2014, Ιανουάριος 2014
Σπουδάστρια:
Βαρβάρα Βασιλάτου
Επιβλέποντες:
Κωνσταντίνος Μωραΐτης, καθ. τομ. ΙΙΙ Παναγιώτης Τουρνικιώτης, καθ. τομ. Ι
Περιεχόμενa Α. Εισαγωγικέσ Παρατηρήσεισ
1.1 Το αντικείμενο της έρευνας 11 1.2 Η αφορμή της έρευνας...............................................................................13 1.3 Η σκοπιμότητα της έρευνας.......................................................................15 1.4 Μεθοδολογικές παρατηρήσεις..................................................................17
Β. Ανάλυση Το Εννοιολογικό Περιεχόμενο των Όρων «Πνεύμα του Τόπου»
2.1 Εισαγωγικές Έννοιες: Η φαντασιακή διάσταση του χώρου Ο τόπος και η αρχιτεκτονική............................... .23 2.2 Η χρήση των όρων «Πνεύμα του Τόπου»...................................................28 Η αρχαία σημασία της έκφρασης ως ένθεος τόπος: το «δαιμόνιο του τόπου».......................................................................28 Η επανάχρηση των όρων από τον Alexander Pope κατά τον 18ο αι......28 Η επαναχρησιμοποίηση των όρων «Πνεύμα του Τόπου» από τον Christian Norberg – Schultz....................................................................32 2.3 Η δυνατότητα εφαρμογής των όρων πέραν του εξωαστικού τοπίου, στο τοπίο της πόλης............................ .................................................34 2.4 Η αντικατάσταση των όρων «Πνεύμα του Τόπου» με τους όρους «Φυσιογνωμία του Τοπίου».......................................................................36
Γ. Η Ιδιαίτερη Φυσιογνωμία Τησ Φλωρεντίασ
3.1 Ιστορική συνθήκη.......................................................................................46 3.2 Εποπτικά αποτελέσματα της καινούριας πολιτικής συνθήκης Αρχιτεκτονική, οργάνωση της πόλης και καλλιτεχνική δημιουργία...... ...50 3.3 Η πόλη ανοίγεται στην ύπαιθρο. ..............................................................62 3.4 Το «Πνεύμα του Τόπου» ως σύμπλοκο της πολιτιστικής κορύφωσης, του πολιτικού συστήματος και του φυσικού υποδοχέα – τοπίου.............68 Η περιήγηση..............................................................................................73
Δ. Συμπεράσματα Ε. Βιβλιογραφίa 7
Εισαγωγικές Παρατηρήσεις
Α. Εισαγωγικέσ Παρατηρήσεισ
«Η πόλη είναι κάτι παραπάνω από ένας σωρός μεμονωμένων ανθρώπων και κοινωνικών μέσων — δρόμοι, κτίρια, ηλεκτρικά φώτα, γραμμές του τραμ και τηλέφωνα, κτλ. Είναι κάτι παραπάνω επίσης από έναν απλό αστερισμό θεσμών και διοικητικών συσκευών: δικαστήρια, νοσοκομεία, σχολεία, αστυνομία και δημόσιους υπαλλήλους κάθε είδους. Η πόλη είναι περισσότερο μια κατάσταση του μυαλού, ένα σύνολο από έθιμα και παραδόσεις και από τις οργανωμένες νοοτροπίες και συναισθήματα τα οποία ενυπάρχουν σε αυτά τα έθιμα και τα οποία μεταδίδονται με αυτή την παράδοση. Η πόλη δεν είναι, με άλλα λόγια, απλά ένας υλικός μηχανισμός και μια τεχνητή κατασκευή. Η πόλη εμπλέκεται στις ζωτικές διαδικασίες των ανθρώπων οι οποίοι την αποτελούν· η πόλη είναι ένα προϊόν της φύσης, και ειδικότερα της ανθρώπινης φύσης».1 Robert Park
1.1 Το αντικείμενο τησ έρευνασ Η ιδιαιτερότητα της διαλεκτικής σχέσης ανθρώπου και κόσμου οδηγεί τον άνθρωπο στην αναζήτηση και την απόδοση νοήματος τόσο στη δική του ύπαρξη, όσο και στον κόσμο. Από μία τέτοια θεώρηση συνεπάγεται η υπαρξιακή προσέγγιση του τόπου, ως φορέα νοημάτων, συλλογικής μνήμης και αισθημάτων. Σε αυτό το πλαίσιο, διακρίνονται συγκεκριμένοι τόποι με έντονη φυσιογνωμία, σύμπλοκο της κατατεθειμένης ιστορίας και της φυσικής τους ποιότητας.
1 R. Park (κοινωνιολόγος), ‘The City’, (μαζί με R.D. McKenzie & Ernest Burgess), κεφ. 1ο: «Suggestions for the Study of Human Nature in the Urban Environment», σελ.1.
Εικ. 1.1: Βιώνοντας τον χώρο της Φλωρεντίας. Η ανθρώπινη κλίμακα του τόπου της Φλωρεντίας: αγροτόσπιτα (case coloniche) στην πεδιάδα του Άρνο δυτικά της Φλωρεντίας, στην περιοχή που ορίζεται από το Poggio a Caiano, το Campi Bisenzio και τη Signa. Firenze, 2012. 11
Κεφάλαιο 1ο
Αρχικά, επιχειρείται η θεωρητική προσέγγιση των πολύ γνωστών όρων στη νεότερη ιστορία της Δύσης, «Πνεύμα του Τόπου» (ή «Genius Loci»), που αφορούν στη φαινομενολογική διατύπωση της αρχιτεκτονικής ή, ορθότερα, της τοπιακής συνθήκης. Ιστορικά, το «Πνεύμα του Τόπου» χρησιμοποιείται προκειμένου να εκφράσει την πρωτογενή δύναμη που ενυπάρχει στα φυσικά στοιχεία του τόπου και που χαρακτηρίζει τη φυσιογνωμία του. Μελετώντας, όμως, λαούς αναπτυγμένου πολιτισμού και χρησιμοποιώντας μεταφορικά τους όρους ως βασικά στοιχεία της φυσιογνωμίας του τόπου, τα στοιχεία αυτά αποδίδονται στο βάθος του χρόνου. Αφορούν εν τέλει στο ιστορικό αποτύπωμα του χρόνου στη μνήμη όσων κατοικούν στον τόπο και όσων τον προσεγγίζουν. Το αντικείμενο της διερεύνησης που ακολουθεί, ως εκ τούτου, οριοθετείται στην κατάδειξη αυτής της συνθήκης του τόπου, «φυσικής», πρωτογενούς και ιστορικής ταυτόχρονα και στη δυνατότητα μύησης της ανθρώπινης ύπαρξης σε αυτήν. Ειδικότερα, προσεγγίζεται η ιδιαίτερη Φυσιογνωμία του Τοπίου της Φλωρεντίας. Εν προκειμένω, επισημαίνεται στην παρούσα μελέτη, πως το «Πνεύμα του Τόπου» ή η Φυσιογνωμία του Τοπίου της Φλωρεντίας αποτελεί θραύσμα των διαρκών, επάλληλων, πολιτισμικών και πολιτιστικών εγγραφών χιλιετών. Ο προσδιορισμός του τόπου της Φλωρεντίας μέσα από τα εγγενή του χαρακτηριστικά θα προσπαθήσει να συλλάβει την χρυσή της μεγαλοπρέπεια ως σύμπλοκο της πρωτογενούς φυσικής παρουσίας του τόπου, σε συνδυασμό με τις κοινωνικές νοητικές κατασκευές και τις πολιτισμικές καταγραφές που σημειώθηκαν στους αιώνες της ιστορίας της. Απόγειο της προσέγγισης θα αποτελέσει βέβαια η ιδιαίτερη ιστορική περίοδος της Αναγέννησης, αφετηρία μιας κατ’ ουσίαν καινούριας πολιτικής, πολιτισμικής και κοινωνικής συνθήκης στην παγκόσμια ιστορία, που θα καταδείξει τη Φλωρεντία ως λίκνο ιστορικής συγκρότησης και αναφοράς του νεώτερου Δυτικού Πολιτισμού της Ευρώπης.
12
Εισαγωγικές Παρατηρήσεις
1.2 Η Aφορμή τησ ερευνασ Η βιωματική σχέση με τον τόπο της Φλωρεντίας. Αφορμή για τη διεκπεραίωση της συγκεκριμένης ερευνητικής εργασίας αποτέλεσε η βιωματική μας σχέση με τη Φλωρεντία, όσο συναισθηματικά φορτισμένη και αν εμφανίζεται μία τέτοια θεώρηση. Η άμεση επαφή με το αστικό φαινόμενο, σύμπλοκο της δυναμικής φυσιογνωμίας και της ποιότητας του φυσικού υποδοχέα, αλλά και της ιστορικής συνθήκης, δεν μπορεί παρά να προκαλέσει το ενδιαφέρον για εμβάθυνση και αναζήτηση των κρυφών κανόνων που, καθώς συνδυάζονται, καταλήγουν σε αυτό το τελικό, γοητευτικό αποτέλεσμα. Κάθε σημείο της πόλης, κάθε δρομάκι, εκκλησία, palazzo, κάτοικος, επιγραφή, φανοστάτης παραπέμπουν σε μία βαθύτερη, ιστορική αναφορά. Η προσέγγισή του, τρόπον τινά, μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο μέσα από τη θεώρηση της αρχιτεκτονικής, της οργάνωσης της πόλης και του πολιτικού-πολιτισμικού μορφώματος του λαού της.
Εικ. 1.2: Βιώνοντας τον αστικό χώρο της Φλωρεντίας. Στην loggia της piazza della Signoria, κοιτώντας προς το αντίγραφο του Davide του Michelangelo. Firenze, 2012. 13
Κεφάλαιο 1ο
Ακριβώς, εδώ, εντάσσονται τα προσωπικά ερωτήματα που υποκινούν μία τέτοια διερεύνηση: - Πώς ο επισκέπτης εισδύει, προσανατολίζεται και ταυτίζεται με τον τόπο; Πώς μεταφράζεται αυτή προσέγγιση στο αστικό τοπίο; - Από πού προκύπτει η ιδιαιτερότητα της φυσιογνωμίας της Φλωρεντίας και πώς προσδιορίζεται; - Τί είναι το «Πνεύμα του Τόπου» και πως μεταφράζεται στην προσέγγιση ενός τόπου; - Θα ήταν δυνατή η χρήση αυτών των όρων για την προσέγγιση του τόπου της Φλωρεντίας, προσαρμοσμένων σε ένα φαινομενολογικό αίτημα και συσχετισμένων με την κατατεθειμένη ιστορική αναφορά;
Εικ. 1.3: Βιώνοντας τον αστικό χώρο της Φλωρεντίας. Στην piazza Beccaria (Ανατολική Πύλη), διαβάζοντας την εφημερίδα «La Nazione». Firenze, 2012. 14
Εισαγωγικές Παρατηρήσεις
1.3 Η Σκοπιμότητα τησ ερευνασ Η σκιαγράφηση του αντικειμένου και των αφορμών της συγκεκριμένης ερευνητικής, φαίνεται ήδη να προσδιορίζει τους αντίστοιχους στόχοι της. Επιχειρείται, κατ’ αρχάς, η διερεύνηση της χρήσης των όρων «Πνεύμα του Τόπου» ιστορικά και ο προσδιορισμός της επανεμφάνισής τους στη νεότερη δυτική σκέψη. Μέσα από την προσέγγιση των όρων θα προκύψει η εις βάθος κατανόηση του περιεχομένου τους, που θα συμβάλλει στην αναγνώριση της σημασίας τους για την αντίληψη του τόπου, αστικού και εξωαστικού. Παράλληλα, θα καταστεί δυνατή η διαστολή των όρων ως προς την πολιτισμική και κοινωνική τους υπόσταση, ώστε να οδηγήσει στην αντικατάστασή τους, εντέλει, από τους όρους ‘Φυσιογνωμία του Τοπίου’. Επιπλέον, εξετάζονται και προσδιορίζονται τα βασικά χαρακτηριστικά στοιχεία της φυσιογνωμίας της Φλωρεντίας, τονίζοντας ότι αφορούν σε στοιχεία δύο επιπέδων: πρώτα απ’ όλα, φυσικά και δεύτερον, πολιτιστικά. Διαγράφοντας και διερευνώντας την ιστορική συνθήκη εξέλιξης της πόλης θα γίνει προσπάθεια προσδιορισμού της ιδιαιτερότητας του φυσικού τόπου – υποδοχέα, ενώ παράλληλα θα προσεγγιστεί ο τρόπος αντιμετώπισης του αστικού τοπίου ως κυρίαρχου υποδείγματος της πολιτιστικής, τοπιακής επεξεργασίας στη δυτική πραγματικότητα. Το ιδιαίτερο πλαίσιο της Αναγέννησης, στο οποίο άρχεται η αναφορά στους νεότερους χρόνους, ορίζει μία σειρά χαρακτηριστικών θεωρήσεων που διαμορφώνουν την τοπιακή πρακτική στις κοινωνίες που ακολουθούν. Ουσιαστικά, η πολιτιστική μετατροπή του τόπου σε τοπίο εμπλέκει ένα εξαιρετικά εκτεταμένο φάσμα πολιτισμικών δράσεων επί του τόπου, που συσχετίζουν αναπόδραστα πολιτισμικό, φυσικό τόπο και κοινωνική ζωή. Επισημαίνεται, επίσης, η έντονη και ιδιαίτερη σύνδεση των χαρακτηριστικών του φυσικού τοπίου στην περιοχή της Φλωρεντίας και των αντίστοιχων χαρακτηριστικών της ίδιας της πόλης στην πορεία της ιστορίας της. Ο τόπος είναι υποδοχέας του ανθρώπου ως ύπαρξης που κατοικεί τη γη και, κατ’ αναλογία υπόβαθρο του «κατοικείν» και του «συλλέγειν». «Συλλέγειν», της συνθήκης, δηλαδή, συγκέντρωσης των πολλαπλών ιδιοτήτων και της συμπαρουσίας τους σε ενιαίο λόγο, 15
Κεφάλαιο 1ο
του οποίου ο τόπος είναι το αναγκαίο υπόβαθρο. Το ενδιαφέρον για τον τόπο, συνεπώς, αποτελεί κεντρικότατο αντικείμενο ενδιαφέροντος και μέριμνας για τις κοινωνίες. Κατά τεκμήριο, το φυσικό τοπίο της Φλωρεντίας συνδέεται με το σύνολο του πολιτισμικού μορφώματος και της ιστορίας της πόλης. Η ερευνητική αυτή ενασχόληση θα προσπαθήσει, εν τέλει, να συμβάλλει στην υπέρβαση της ανιστορικής, φαινομενολογικής προσέγγισης, προς την αναγνώριση ενός αδιάφευκτου, ιστορικού «Υπερεγώ». Η φαινομενολογία διατείνεται την άμεση, ανιστορική επαφή με τον τόπο και τα πράγματα, που προκύπτει από τη βιωματική σύλληψή τους μέσα από μία συνθήκη ώσμωσης και διάχυσης προς αυτά. Η προσπάθεια επικεντρώνεται στην κατάδειξη της αναγκαστικής διαταραχής που η ιστορία επιβάλλει στη φαινομενολογική αυτή θέση. Με τη χρήση των φαινομενολογικά διατυπωμένων όρων «Πνεύμα του Τόπου» ελπίζουμε να προσεγγίσουμε όχι μόνο τη φαινομενολογική φυσικότητα, αλλά και μία άμεσα αντιληπτή ιστορικότητα, καταγεγραμμένη στα πράγματα.
Εικ. 1.4: Βιώνοντας τον αστικό χώρο της Φλωρεντίας. Via di San Gallo. Firenze, 2012. 16
Εισαγωγικές Παρατηρήσεις
1.4 Μεθοδολογικέσ παρατηρήσεισ Από μεθοδολογική άποψη, επιχειρείται η διερεύνηση του υπαρξιακού χώρου της Φλωρεντίας μέσω της χρήσης των όρων «Πνεύμα του Τόπου». Δύνανται, αυτοί οι όροι, να συλλάβουν την ολότητα του αστικού φαινομένου; Η απάντηση θα διερευνηθεί μέσα από δύο επιμέρους, θεωρητικές, βασικές υποθέσεις: Στην πρώτη, βασική υπόθεση εργασίας διερευνάται η εννοιολογική σημασία των όρων «Πνεύμα του Τόπου» και η δυνατότητα συσχέτισης των όρων με τη Φυσιογνωμία του Τοπίου. Τίθεται το μεθοδολογικό ερώτημα: είναι δυνατή η χρήση των όρων αυτών εξαρθρωμένων από το ιστορικό τους πεδίο και προσαρμοσμένων σε ένα φαινομενολογικό αίτημα; Μέσα από τις ιστορικές αναφορές, θα επιχειρηθεί η σκιαγράφηση της πορείας προσέγγισής τους από την αρχαιότητα ως σήμερα. Κατ΄ αρχάς, προσεγγίζεται η αρχική σημασία των όρων ως πρωτογενείς δυνάμεις που ενυπάρχουν στα φυσικά στοιχεία του πράγματος (θεότητες). Ακολούθως, επισημαίνονται και προσδιορίζονται οι ιστορικές επανεμφανίσεις των όρων από τον Alexander Pope και τον Christian Norberg – Schulz, ενώ παράλληλα προσεγγίζεται και η σημασία εφαρμογής τους για την αντίληψη του τόπου ως πολιτισμικού τοπίου. Μέσα από την ανίχνευση της δυναμικής ιδιαιτερότητας των όρων, καθίσταται δυνατή η διαστολή τους πέρα του εξωαστικού και στο αστικό τοπίο και η συσχέτιση – αντικατάστασή τους με τη Φυσιογνωμία του Τοπίου. Η δεύτερη, βασική υπόθεση εργασίας εστιάζει στον τόπο της Φλωρεντίας, ως κατεξοχήν πολιτισμικό τοπίο με έντονο χαρακτήρα και ιδιαίτερη ποιότητα, όπου και επιχειρείται η προσέγγιση των εγγενών αυτών χαρακτηριστικών που διαμορφώνουν το «Πνεύμα του Τόπου» και προσδίδουν στην πόλη τη χαρακτηριστική της ταυτότητα. Αρχικά, προσεγγίζεται η ιδιαίτερη, ιστορική συνθήκη της πόλης, που λειτουργεί επεξηγηματικά στον προσδιορισμό της φυσιογνωμίας της. Ως αφετηριακή περίοδος επιλέγεται η Ιταλική Αναγέννηση, περίοδο στην οποία 17
Κεφάλαιο 1ο
άρχεται η αναφορά στους νεώτερους χρόνους και η οποία διατηρήθηκε εις το πέρας του χρόνου, καθιστώντας τη Φλωρεντία σημείο ιστορικής συγκρότησης και αναφοράς της Ευρώπης. Επιχειρείται η σκιαγράφηση της καθ’ όλα καινούριας πολιτικής, κοινωνικής και πολιτισμικής συνθήκης και περιγράφονται τα εποπτικά αποτελέσματα στην αρχιτεκτονική, την οργάνωση της πόλης και την καλλιτεχνική δημιουργία. Επισημαίνεται, επιπλέον, η πολιτική συνέμφαση του τοπίου που καταδεικνύεται με την ιδιαίτερη στροφή των αναγεννησιακών προς αυτό και τις τοπιακές διαμορφώσεις με ελέγχουσα διάθεση. Έχοντας εγγράψει το ιδιάζον ιστορικό, πολιτικό και πολιτισμικό πλαίσιο της αναγεννησιακής έξαρσης από την οποία αναδύεται η ιδιαίτερη φυσιογνωμία της πόλης, οδηγούμαστε, τρόπον τινά, στη σύγχρονη εικόνα της πόλης. Σε αυτό το σημείο, στην προσπάθεια μύησης του αναγνώστη στο περιβάλλον της Φλωρεντίας, τοποθετείται ο περιηγητής που ακολουθεί μία φαντα-
Εικ. 1.5: Βιώνοντας τον αστικό χώρο της Φλωρεντίας. Η σύγχρονη πραγματικότητα: Via del corso. Firenze, 2012. Εικ. 1.6 και 1.7: Αξονομετρική άποψη (βλέπε κάτοψη Bonsignori, εικ. 600-602) και κάτοψη του συστήματος των μνημείων του κέντρου της Φλωρεντίας (βλέπε E. N. Biasoni): SS. Annunziata, via dei Servi, Duomo, via Calzaiuoli, piazza και Palazzo della Signoria, Uffizi, Corridoio Vasariano, Ponte Vecchio, Palazzo Pitti, giardini dei Boboli. 18
Εισαγωγικές Παρατηρήσεις
σιακή κίνηση στο αστικό του πεδίο. Στο πρόσωπο του περιηγητή διαγράφεται ο απροσωποποιημένος αναγνώστης, που προσπαθεί να ταυτιστεί και να βιώσει την κίνηση στην πόλη, καθώς ασύνειδα εν πολλοίς, «αναπνέει» την ιστορική της «ατμόσφαιρα». Η φαντασιακή του κίνηση ακολουθεί τη λογική επαγωγή από την «εν είδει» προσέγγιση συγκεκριμένων στοιχείων, αρχιτεκτονημάτων και χώρων της πόλης προς την «εν γένει» θεώρηση της πόλης σε μία πανοραμική θέαση, με τον θόλο του Duomo, τον πύργο του Palazzo Vecchio, τον ποταμό Άρνο και τους λόφους του Boboli. Ολοκληρώνοντας τη φαντασιακή του πορεία, το υποκείμενο περιηγητής-αναγνώστης έχει προσεγγίσει την «αόρατη Φλωρεντία», το «Πνεύμα του Τόπου» της, ως σύμπλοκο της πολιτιστικής κορύφωσης, του πολιτικού συστήματος και του φυσικού υποδοχέα – τοπίου, συναρτημένο με τις ασύνειδες αναφορές της δυτικής του παιδείας. Ακολουθώντας τη μεθοδολογική αυτή πορεία, θα καταλήξουμε στην τελευταία ενότητα, όπου συγκεντρώνουμε τις συμπερασματικές μας παρατηρήσεις.
19
Το Εννοιολογικό Περιεχόμενο των Όρων «Πνεύμα του Τόπου»
Β. Ανάλυση Το Εννοιολογικό Περιεχόμενο των Όρων «Πνεύμα του Τόπου»
«Ο χώρος είναι μια αμφιβολία, πρέπει συνεχώς να τον ορίζω, να τον ονοματίζω, δεν είναι ποτέ δικός μου, ποτέ δε μου έχει δοθεί, πρέπει να τον κατακτώ συνεχώς... Γράφω, προσπαθώ σχολαστικά να συγκρατήσω κάτι, να αποσπάσω συγκεκριμένα ψυχία από το κενό καθώς σχηματίζεται, ν’ αφήσω κάπου ένα ίχνος, ένα σημάδι... κάποια στίγματα».2
Georges Perec
2
G. Perec: «Χορείες Χώρων», σελ. 128-129.
Πρόκειται για όρο που εμφανίζεται για πρώτη φορά από τον Κορνήλιο Καστοριάδη: «Η φαντασιακή θέσμιση της κοινωνίας» εκδ. Κέδρος-Ράπα, Αθήνα 1999. Φαντασιακός: αυτός που αναφέρεται ή αναπτύσσεται στην φαντασία. Μ’ αυτόν τον όρο ο Έλληνας φιλόσοφος αναφέρεται στην ανθρώπινη φαντασία, στην κατεξοχήν δύναμη να φανταζόμαστε τον κόσμο και να τον επινοούμε δίχως τέλος, μέσα από την απέραντη ποικιλία των μορφών που φανταζόμαστε - επινοούμε. Αυτές οι μορφές συνιστούν το «αέναα νέο», την αλλοίωση της πραγματικότητας, την συνεχώς αναδυόμενη διαφορετικότητα. Η επαναχρησιμοποίηση και η ανάλυση των όρων τελείται και από τον Ν. Χιωτίνη, στο άρθρο του: «Η φαντασιακή διάσταση του χώρου και ο ελληνικός τόπος», σελ.1.
3
2.1 Εισαγωγικέσ Έννοιεσ: Η φαντασιακή διάσταση του χώρου Ο τόποσ και η αρχιτεκτονική Ο άνθρωπος, πέρα από τα στενά όρια της βιολογικής – φυσικής του παρουσίας, αναζητά την απόδοση νοήματος στη Ζωή του και στην περιβάλλουσα πραγματικότητα, που αόριστα αποκαλεί «Κόσμο», και η οποία του προσφέρει υπαρξιακή ευρύτητα. Η ιστορική καταγραφή επιβεβαιώνει τη δυϊστική υπόσταση του ανθρώπινου παράγοντα, η οποία προκύπτει ως βιοτική πλέον ανάγκη και αποτελεί, πράγματι, κυρίαρχη επιδίωξη του ανθρώπου, σε σημείο ώστε να καθορίζει τις προτεραιότητες της ζωής του. Σε αυτή τη θεώρηση, δεχόμαστε ότι η ανθρώπινη ύπαρξη θεσμοθετείται φαντασιακά ή αλλιώς, θεμελιώνεται φιλοσοφικά.3
Εικ. 2.1: Βιώνοντας τον χώρο της Φλωρεντίας. Στην πεδιάδα του Άρνο, δυτικά της Φλωρεντίας, στην περιοχή που ορίζεται από το Poggio a Caiano, το Campi Bisenzio και τη Signa. 23
Κεφάλαιο 2ο
Ο χώρος, εν προκειμένω, προσεγγίζεται ως το πεδίο φανέρωσης της φαντασιακής θεσμοθέτησης, όσο και φιλοσοφικής θεμελίωσης, του ανθρώπου και της κοινωνίας. Ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε τον χώρο εξαρτάται από το νόημα που αποδίδουμε στην ύπαρξή μας και στον Κόσμο. Κατά συνέπεια, «Ο χώρος είναι αυτό που θεωρούμε ως χώρο».4 Αποτελεί φορέα νοημάτων· σύμπλοκο των υπαρξιακών νοηματοδοτήσεων και των προσωπικών ή συλλογικών μνήμων και αισθήσεων. Συνιστά υποδοχέα της φυσικής υπόστασης και της προσωπικής μνήμης, του ασυνείδητου, της σκέψης, της φαντασίας, της «ψυχής» ή, με άλλους όρους, του ήθους και της συμπεριφοράς του ανθρώπου. Κατ’ ουσίαν, προκύπτει ως ακρογωνιαίος λίθος της «ψυχολογικής ένταξης» που σχετίζεται με το βάθος της ανθρώπινης συγκρότησης. «Ο χώρος δεν είναι μία άψυχη γεωμετρικοποιημένη παρουσία, είναι μία ‘φανέρωση’ στο πνεύμα και στη ψυχή του θεατού του».5 Ο Bachelard, λοιπόν, ανάγει τη σχέση αρχιτεκτονημένου χώρου και περιβάλλοντος σε διαλεκτική μεταξύ του είναι και του μη είναι, ή καλλίτερα, σε διαλεκτική του Είναι του ανθρώπου με το Είναι του Κόσμου, προς το οποίο οδηγείται φαντασιακά ο άνθρωπος.
Ν. Χιωτίνης: «Η φαντασιακή διάσταση του χώρου και ο ελληνικός τόπος», σελ.1.
4
G. Bachelard: «Η ποιητική του χώρου», αναφορά στον Ν. Χιωτίνη: «Η φαντασιακή διάσταση του χώρου και ο ελληνικός τόπος», σελ.1-2.
5
Εικ. 2.2: Βιώνοντας τον χώρο της Φλωρεντίας. Η ανθρώπινη κλίμακα του τόπου της Φλωρεντίας: αγροτόσπιτα (case coloniche) στην κοιλάδα του Άρνο δυτικά της πόλης, στην περιοχή που ορίζεται από το Poggio a Caiano, το Campi Bisenzio και τη Signa. 24
Το Εννοιολογικό Περιεχόμενο των Όρων «Πνεύμα του Τόπου»
Από τα παραπάνω, ο χώρος προκύπτει ως αφηρημένη συμβατική συνθήκη που γίνεται αντιληπτή από τον ανθρώπινο παράγοντα μέσω της αδιάφευκτης βιωματικής του εμπειρίας. Υπάρχει και σηματοδοτείται διηνεκώς, αποκτώντας τον χαρακτήρα της δυναμικής αλλαγής. Μέσα σε αυτή την προσέγγιση, ο χώρος ξεπερνά τα στενά όρια της τρισδιάστατης πραγματικότητας και συνιστά τον συνολικώς φορτισμένο τόπο6, που απαρτίζεται από ορατά και αόρατα στοιχεία, αισθητά και υπεραισθητά, χωρικά και χρονικά, περιλαμβάνοντας το παρόν, το παρελθόν και το μέλλον. Ο τόπος, ως εκ τούτου, συγκεντρώνει την ανθρώπινη υπόσταση μέσω του «κατοικείν» και αντίστροφα, ο άνθρωπος επιχειρεί μέσω του «κατοικείν» να ορίσει τον εαυτό του μέσα στον κόσμο. «Ο τόπος είναι η συγκεκριμένη εκδήλωση της κατοίκησης του ανθρώπου, και η ταυτότητά του εξαρτάται κατά κύριο λόγο από την αίσθηση ότι ανήκει σε κάποιον τόπο».7 Εν προκειμένω, ο τόπος ως περιβάλλον επηρεάζει τον άνθρωπο, προσφέροντάς του τη δυνατότητα ταύτισης. Με την παροχή υπαρξιακών ερεισμάτων, προσδίδεται μία αδήριτη «χωρική» διάσταση στο ανθρώπινο Είναι, που υφίσταται ως υπαρκτό χαρακτηριστικό του. Η ύπαρξη του ανθρώπου και συγκεκριμένα η κατοίκηση σε κάποιον τόπο προϋποθέτουν την κατανόηση των δομών και των μορφών που τον νοηματοδοτούν, μεταφραζόμενες σε βιώματα και καταστάσεις ζωής. Εστιάζοντας στην έννοια της «κατοίκησης», διαπερνώνται τα στενά όρια της στέγασης ή του χώρου διημέρευσης. Το «κατοικείν» δύναται να προσεγγιστεί μέσω των εννοιών του «συλλέγειν» και του «πράγματος». Ο Heidegger αναφέρει ότι «το πράγμα πραγματώνει κόσμο»8· τον υποστασιοποιεί συγκεντρώνοντας, εστιάζοντας πάνω του επιμέρους ιδιότητες. Με αυτή την προσέγγιση, το νόημα του πράγματος, της συγκεκριμένης δηλαδή κάθε φορά ύπαρξης, συνίσταται στη δυναμική του να συλλέγει9: να συγκεντρώνει στην ιδιαίτερη αυτή ύπαρξή του, διάσπαρτες πριν, ιδιότητες. Οι χώροι κατοίκησης μεταμορφώνονται, τρόπον τινά, σε τόπους – τοπία, με την πλήρη έννοια των όρων (όπως θα προσδιοριστούν στη συνέχεια): ο τόπος προκύπτει ως χώρος με ξεχωριστό χαρακτήρα10. Η κατοίκηση, ως εκ τούτου, καθίσταται υπαρξιακό έρεισμα του ανθρώπου. Ο άνθρωπος που κατοικεί μπορεί παράλληλα να προσανατολιστεί στο περιβάλλον του και να ταυτιστεί με αυτό. Ας αναλογιστούμε, εδώ, τα λόγια του Martin Heidegger στη διάλεξη του «Κτίζειν Κατοικείν Σκέπτεσθαι» το 1951, όπου προσπαθεί να προσεγγίσει την ουσία του κτίζειν και του κατοικείν μέσα από τη σχέση του ανθρώπου με τον τόπο.
Τόπος (ο): [ αρχ., άνγωστου ετύμου]. Τοποθεσία, μέρος, περιοχή,· μέρος καταγωγής ή διαμονής,· σύνολο σημείων με ορισμένη κοινή ιδιότητα. Λεξικό Νέας Ελληνικής, Γ. Μπαμπινιώτη.
6
C. Norberg-Schulz: «Genius Loci, Towards a phenomenology of Architecture», Πρόλογος, σελίδα 7.
7
8
M. Heidegger, «Poetry, Language, Thought», σελ. 181-182.
Ακόμα και ετυμολογικά, «πράγμα» στην αγγλική σήμαινε συνάθροιση, συνέλευση για συζήτηση. «Το πράγμα συναθροίζει [συλλέγει] κόσμο», ή αλλιώς: το ποίημα (πράγμα) ποιεί (συνθέτει) κόσμο. 9
10 C. Norberg-Schulz: «Genius Loci. Towards a phenomenology of Architecture», σελ. 7.
25
Κεφάλαιο 2ο
Αναφέρει χαρακτηριστικά ότι «θεμελιώδες χαρακτηριστικό του κατοικείν είναι το φείδεσθαι», ορίζοντας ως καθαυτό [ιδιάζον, προσίδιο] φείδεσθαι κάτι θετικό που επισυμβαίνει όταν αφήνουμε κάτι να στηρίζεται εκ των προτέρων στην ουσία του, και συνεχίζει επισημαίνοντας την τετράπτυχη ουσία του κατοικούν φείδεσθαι, που περιλαμβάνει γη, ουρανό, θεότητες και θνητούς. Για τον Heidegger, «επάνω στη γη» σημαίνει ήδη «υπό τον ουρανό», που αμφότερα εννοούν «το παραμένειν ενώπιον των θεοτήτων» και περικλείουν ένα «ανήκειν στη συναλληλία των ανθρώπων». Ειδικά για τις θεότητες σημειώνει «μέσα από την ιερή επικυριαρχία της θειότητος ο Θεός φανερώνεται στην παρουσία του ή αποσύρεται στη συγκάλυψή του»11.
11
Μ. Heidegger: «Κτίζειν Κατοικείν Σκέπτεσθαι», σελ.37.
Εικ. 2.3: Σχηματοποίηση του Τετραμερούς. 26
Αρχικά λοιπόν, ορίζει την έννοια του φείδεσθαι ως την προστασία της ουσίας ενός πράγματος, την περίφραξή του στην ουσία του και κατά συνέπεια την πραγματική ελευθέρωσή του μέσα από αυτήν την ώθηση προς την ουσία του, ενώ στη συνέχεια αναλύει αυτή την έννοια σε ένα τετράπτυχο που θα μπορούσαμε να μεταφράσουμε ως τον τόπο (γη και ουρανός), τον άνθρωπο (θνητοί) και το «Genius Loci» (θεότητες) του τόπου, που φανερώνεται στην παρουσία του. Το «Πνεύμα του Τόπου» που ιερά επί – κυριαρχεί στη διάσωση της γης και στη δεξίωση του ουρανού, που προσάγει τον άνθρωπο και που η σχέση του με όλα τα υπόλοιπα φανερώνεται στο κατοικούν φείδεσθαι. Πρόκειται για ένα τετραμερές, τα στοιχεία του οποίου είναι άρρηκτα δεμένα μεταξύ τους και μπορούμε να τα προσεγγίσουμε μόνο ως ολότητα, ως σύμπτυξη των τεσσάρων. Μέσα από αυτήν την προσέγγιση, καθίσταται δυνατή η κατανόηση της ουσίας του κατοικείν, θεμελιώδους χαρακτηριστικού του Είναι.
Το Εννοιολογικό Περιεχόμενο των Όρων «Πνεύμα του Τόπου»
Ο άνθρωπος, υποστηρίζει ο Heidegger, κατοικεί «ως φιλοξενούμενος» και όχι «ως κύριος». «Κατοικούμε στη γη ως επισκέπτες και όχι ως οικοδεσπότες, σε μία σχέση προσμονής και ελπίδας με τις θεότητες (...) Στη σωτηρία της γης, στην υποδοχή του ουρανού, στην προσμονή των θεοτήτων, στην προσαγωγή των θνητών, λαμβάνει χώρα το κατοικώ ως μέριμνα και διαφύλαξη του τετραμερούς»12. Ο δεσμός του ανθρώπου με τον τόπο και τους χώρους στηρίζεται στο «κατοικείν» του και εντέλει η σχέση ανθρώπου και χώρου εστιάζεται στο ουσιωδώς εννοούμενο «κατοικείν». Συνειδητοποιούμε ότι το Είναι και ο Τόπος συνδέονται μεταξύ τους κατά έναν τρόπο που δεν μας επιτρέπει να νοήσουμε το ένα ως παράγωγο του άλλου, αλλά αντιθέτως μας επιβάλλει να στοχαστούμε το Είναι ως κάτι που μπορεί να φανερωθεί μόνο μέσα στον και μέσα από τον Τόπο. Ακολουθώντας την ίδια συλλογιστική, ο Christian Norberg-Schulz σημειώνει: «ο άνθρωπος σχετίζεται με το ‘χαρακτήρα’ των πραγμάτων. Από το αρχικό στάδιο του ανιμισμού, αναπτύσσει βαθμιαία μια ενσυνείδητη ή ασυνείδητη κατανόηση ότι υπάρχει μια Übereinstimmung13, μια αντιστοιχία, ανάμεσα στις δικές του ψυχικές καταστάσεις και στις ‘δυνάμεις’ της φύσης. Μόνο έτσι μπορεί να αποκτήσει προσωπική ‘φιλία’ με τα πράγματα, και να βιώσει το περιβάλλον ως φορέα νοήματος».14 Γίνεται αντιληπτή η σχέση αλληλεξάρτησης ανθρώπου και τόπου, ο οποίος μάλιστα «ζει», έχοντας ταυτόχρονα corpus και genius. Κατ’ αντιστοιχία, η ικανότητα δημιουργίας του ανθρώπου εκφύεται από τη δυναμική σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσά τους,· «ο άνθρωπος προφανώς δεν ‘κτίζει’ μόνο τη φύση αλλά κτίζει και τον εαυτό του, την κοινωνία και τον πολιτισμό, και μέσα απ’ αυτή τη διαδικασία μπορεί να ερμηνεύσει ένα δεδομένο περιβάλλον με διαφορετικούς τρόπους».15 Καταλήγοντας την προσπάθεια περιγραφής της δυναμικής σχέσης ανθρώπου και τόπου, η αρχιτεκτονική μπορεί να προσεγγιστεί και να ερμηνευτεί ως «φανέρωση του υπαρξιακού χώρου», ως η φανέρωση της υπαρξιακής διάστασης του πραγματικού τόπου, απότοκος της προσπάθειας ερμηνείας της βιωματικής εμπειρίας του τόπου. Κατ’ αναλογία, η συγκεκριμένη πραγματικότητα που καλείται ο άνθρωπος να αντιμετωπίσει και να προσαρμόσει την ύπαρξή του εντοπίζεται στο «Genius Loci», τις υπαρξιακές δομές που εκφύονται από το φαινόμενο του τόπου· στοιχεία, νοήματα, σύμβολα που φανερώνονται στο κτίζειν και το κατοικείν, με την αρχιτεκτονική να προσεγγίζεται ως «φανέρωση του Genius Loci». Τί είναι λοιπόν το «Genius Loci»;
12
M. Heidegger: «Κτίζειν Κατοικείν Σκέπτεσθαι», σελ.41.
Γερμανικά στο κείμενο: Übereinstimmung = συμφωνία, αρμονία. 13
14 C. Norberg-Schulz: «Genius Loci. Towards a phenomenology of Architecture», σελ. 182. 15 C. Norberg-Schulz: «Genius Loci. Towards a phenomenology of Architecture», σελ. 182.
27
Κεφάλαιο 2ο
2.2 Η χρήση των όρων «Πνεύμα του Τόπου» Η αρχαία σημασία των όρων ωσ ένθεοσ τόποσ: το «δαιμόνιο του τόπου»
Το «Πνεύμα του Τόπου». Σύμφωνα με το λεξικό της νέας ελληνικής του Γ. Μπαμπινιώτη, η αρχαία σημασία του πνεύματος ήταν η «πνοή», ο «άνεμος». Σημειώνεται μάλιστα ο συσχετισμός της βιβλικής σημασίας του όρου (Άγιο Πνεύμα και κακά πνεύματα) με το αντίστοιχο εβραϊκό rûáh «φύσημα, πνοή», το οποίο μεταφράστηκε από τους Εβδομήκοντα ως πνεῦμα: πρόκειται για το εσωτερικό και άυλο μέρος της ανθρώπινης ύπαρξης, που περιλαμβάνει τις σκέψεις, τις ιδέες, που αντιλαμβάνεται και παράγει κρίσεις (σκέψη, μυαλό, νόηση, αντίληψη),· ψυχική και πνευματική ατμόσφαιρα, το σύνολο των ιδεών και των αισθημάτων,· η ζωή, η ύπαρξη,· κάθε άυλη ύπαρξη, που δε γίνεται αντιληπτή με τις αισθήσεις (κατά τη λαϊκή φαντασία, δαίμονες, φαντάσματα κτλ).
16
17 C. Norberg-Schulz: «Genius Loci. Towards a phenomenology of Architecture», σελ. 22. 18 Alexander Pope (1688-1744): ποιητής, θεωρητικός της αισθητικής και ερασιτέχνης κηποτέχνης. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Christian Norberg-Schulz, στο βιβλίο του «Genius Loci, Towards a phenomenology of Architecture» παραδόξως δεν αναφέρεται στην συμβολή του Pope. Υπήρξε, μάλιστα και μεταφραστής των ομηρικών επών, ενώ ασχολήθηκε έμπρακτα με τη διαμόρφωση των κήπων και του grotto στην εξοχική κατοικία του στο Twickenham. (Βλέπε: Κ. Μωραΐτης: «Το Τοπίο, Πολιτιστικός προσδιορισμός του τόπου», τόμος ΙΙ, σελ. 396398).
Εικ. 2.4: Άγαλμα έκθεσης στην Cortona, Toscana.
28
Διερευνώντας τη χρήση των όρων «Genius Loci»16, η ιστορική τους προέλευση συνίσταται στην αρχαία, ρωμαϊκή αντίληψη που διατείνεται την άυλη, εσωτερική ύπαρξη στον τόπο. «Κάθε ανεξάρτητο ον έχει το ‘δαιμόνιό’ (genius) του, το πνεύμα – φύλακά του. Το πνεύμα αυτό δίνει ζωή στους ανθρώπους και στους τόπους, τους συνοδεύει από τη ζωή ως το θάνατο, και καθορίζει τον χαρακτήρα ή την ουσία τους».17 Πρόκειται, κατ’ ουσίαν, για μία συνθήκη που εν-υπάρχει στον τόπο πριν τον πολιτισμό και πέρα από αυτόν. Η ιδιαίτερη αντιμετώπιση του χαρακτήρα του τόπου στη ρωμαϊκή μυθολογία δεν αποτελεί παρθένο φαινόμενο, αλλά συνυφαίνεται με αντίστοιχους τρόπους προσέγγισης από κοινωνίες της αρχαιότητας, συνιστώντας ιστορική συνθήκη. Χαρακτηριστικές είναι οι παγανιστικές απόψεις που υποστήριζαν τη θεώρηση του συνέθεου τόπου, δηλαδή του τόπου που χαρακτηρίζεται από κάποια θεότητα, στοιχείο που τον διαμορφώνει, τον φροντίζει και τον υποστηρίζει. Θα μπορούσε. μάλιστα, να παραλληλιστεί με το ανάλογο του Πολιούχου Αγίου της χριστιανικής θρησκείας, με την πρόσφυση ωστόσο της δαιμονικής διάστασης, της πρόκλησης δηλαδή «δυσχερειών» σε άτομα με «μη – ιερή» στάση προσέγγισης του τόπου. Η μυθική καταγωγή των όρων, επομένως, εγγράφεται ως ιδεολογική κατασκευή, εφεύρημα της ανθρώπινης νόησης παλαιότερων εποχών για την περιγραφή των χαρακτηριστικών του τόπου, προσδίδοντάς τους μορφή, σάρκα και οστά. Νεράιδες, ξωτικά των νερών, δαιμόνια πνεύματα και Genius Loci.
Η επανάχρηση των όρων από τον Alexander Pope κατά τον 18ο αι. Ο νεώτερος Ευρωπαίος αντιλαμβάνεται μόνο μεταφορικά τη δεισιδαιμονική παρουσία των όρων, υποστηρίζοντας ότι η φύση υποδεικνύει τους κανόνες που καθορίζουν τον χαρακτήρα κάθε τόπου. Πρόκειται για το «πνεύμα» της οργανωτικής δομής, το «πνεύμα» των φυσικών νόμων που εκφύονται από τη φύση, το «πνεύμα» των αφανών κανονικοτήτων που ενυπάρχουν στον τόπο και συνιστούν καταστατικό του χαρακτηριστικό. Αναφέρεται, κατ’ ουσίαν, στην εσωτερική «δύναμη» που καθορίζει τον τόπο.
Το Εννοιολογικό Περιεχόμενο των Όρων «Πνεύμα του Τόπου»
Η επανεμφάνιση των όρων «Genius Loci» στη νεότερη ιστορία αποδίδεται στον Alexander Pope18, ποιητή και διανοούμενο ολκής της αγγλικής κοινωνίας. Συγκεκριμένα, το 1731 στο ποίημά του ‘VI Επιστολή προς τον Richard Boyle, 3ο κόμη του Burlington’, αναφέρει χαρακτηριστικά στους αντίστοιχους στίχους: 57 58 59 60 61 62 63 64
Consult the genius of the place in all; That tells the waters or to rise, or fall; Or helps th’ ambitious hill the heav’ns to scale, Or scoops in circling theatres the vale; Calls in the country, catches opening glades, Joins willing woods, and varies shades from shades, Now breaks, or now directs, th’ intending lines; Paints as you plant, and, as you work, designs.19
19 A. Pope, Of false taste; an epistle to the Right Honourable Richard Earl of Burlington. Σε ελεύθερη μετάφραση:
Σε καθετί το πνεύμα του τόπου συμβουλέψου· Αυτό τα νερά προστάζει να υψωθούν ή να πέσουν· Ή τον λόφο τον φιλόδοξο βοηθά στους ουρανούς να ανέλθει, Ή σαν κοίλο θεάτρου σκάβει την κοιλάδα,· Την εξοχή προσκαλεί, τα ανοικτά ξέφωτα αρπάζει, Τα πρόθυμα δάση ενώνει, τις διάφορες σκιές ποικίλει, Τώρα διακόπτει, ή τώρα κατευθύνει, τις φιλόδοξες γραμμές· Ζωγραφίζει καθώς φυτεύεις, και καθώς εργάζεσαι, σχεδιάζει.
29
Κεφάλαιο 2ο
Ο Alexander Pope, με αφετηριακή αναφορά το εξωαστικό τοπίο, αντιλαμβάνεται την ιδιαιτερότητα που φέρει κάθε τοπίο και την περιγράφει ως «Πνεύμα του Τόπου». Τί σημαίνει αυτή η δήλωση; Για να προσεγγίσουμε την επανεμφάνιση των όρων, θα πρέπει να διερευνήσουμε το ιστορικό της πλαίσιο. Κατά τον 18ο αι., με την ανάπτυξη της αγγλικής αρχιτεκτονικής τοπίου πραγματοποιείται ολοκληρωτική στροφή της ευρωπαϊκής τοπιακής συνείδησης. Οι αρχιτέκτονες απευθύνονται στο τοπίο με «φυσικότροπες» διαθέσεις προσέγγισης και σχεδιασμού, σε αντίθεση με τη, μέχρι τότε, ορθολογική τοπιακή επικυριαρχία. Οι παλαιότερες επικρατούσες αντιλήψεις περί πλήρη ελέγχου του τόπου, εν είδει του φυσικού, αντικαθιστώνται από τη διερεύνηση των «δυνάμεών» του, δηλαδή των εγγενών του ποιοτήτων που θα πρέπει να ληφθούν υπόψιν. Κατ’ αναλογία, η τάση σχεδιασμού στρέφεται προς την προσέγγιση και μίμηση της ιδιαίτερης ποιότητας και του συγκεκριμένου χαρακτήρα της φύσης. Αυτή ακριβώς η κατεύθυνση οδηγεί εν συνεχεία στη ρομαντική τοπιακή προσέγγιση της αυτάρκους φύσης, προσδι-
Εικ.2.5: Η κατοικία του A. Pope στο Twickenham, που απεικονίζει το grotto. Από υδατογράφημα που δημιουργήθηκε αμέσως μετά τον θάνατό του. 30
Το Εννοιολογικό Περιεχόμενο των Όρων «Πνεύμα του Τόπου»
ορισμένης από ένα σύστημα αξιών που ‘υπερβαίνει’ κατά πολύ τον ανθρώπινο παράγοντα και εγγράφει την έννοια του Υψηλού. Κατά τεκμήριο, η φύση σποτελεί τη γενική συνθήκη που περιβάλλει τον άνθρωπο και εκφύεται από αυτόν. Είναι η «ζωοποιός» ενέργεια του σύμπαντος. Μέσα σε αυτό το ιδεολογικό πλαίσιο, αναζητείται η πραγματική ποιότητα του τόπου, το σύμπλοκο των εγγενών χαρακτηριστικών του, η κατανόηση των οποίων επιτρέπει την κατοίκηση ή διαμόρφωσή του.20 Ενταγμένος στη συγκεκριμένη, μεταβατική, ιστορική συνθήκη, ο Alexander Pope συντάσσει το προκείμενο ποίημα, προσεγγίζοντας ακριβώς αυτή τη στροφή της θεώρησης του τοπίου. Το συγκεκριμένο απόσπασμα περιγράφει τη «δύναμη» του τόπου, τη «θεότητα» που διαφεντεύει τις δυνάμεις της φύσης, διαμορφώνει την εικόνα και τον χαρακτήρα του τοπίου, «που λέει στα νερά είτε να ανατέλλουν είτε να πέφτουν... τώρα σπάει, ή τώρα καθοδηγεί, τις προτιθέμενες γραμμές (ίχνη)... ζωγραφίζει όπως φυτεύεις, και, όπως δουλεύεις, σχεδιάζει». Η ουσία του «Genius Loci» περικλείεται στην έκταση των οκτώ στίχων. Το «Πνεύμα του Τόπου» λέει, βοηθάει, διαμορφώνει, καλεί, ενώνει, σπάει, καθοδηγεί και, το κυριότερο, ζωγραφίζει και σχεδιάζει. Η συγκεκριμένη προσωποποίηση αποσκοπεί στην εμφατική αναφορά στην αδιάφευκτη σχέση του τόπου με τον ανθρώπινο παράγοντα και στην προέχουσα σημασία της υγιούς ανάπτυξής της. Το «Πνεύμα του Τόπου», ως εκ τούτου, διατείνεται ανιστορικά πρωτογενή στοιχεία που εν-υπάρχουν στον τόπο και με την προσέγγιση των οποίων ο άνθρωπος δύναται να διαμορφώσει υπαρξιακή ταυτότητα. Πρόκειται, εν τέλει, για την εγγενή, ανιστορική συνθήκη που δίνει ζωή στον τόπο και στον άνθρωπο, καθορίζει τον χαρακτήρα και φανερώνει την ουσία τους.
20 Κ. Μωραΐτης: «Το Τοπίο, Πολιτιστικός προσδιορισμός του τόπου», τόμος ΙΙ, κεφ. 6o, σελ. 343-410.
Εικ. 2.6: Η κατοικία του Pope στο Twickenham. Υδατογράφημα. 31
Κεφάλαιο 2ο
Η επαναχρησιμοποίηση των όρων «Πνεύμα του Τόπου» από τον Christian Norberg-Schultz
«Ο άνθρωπος κατοικεί σημαίνει ότι είναι ταυτόχρονα τοποθετημένος στον χώρο και εκτεθειμένος σε έναν ορισμένο περιβαλλοντικό χαρακτήρα [...] Για να αποκτήσει όμως ένα υπαρξιακό έρεισμα, πρέπει να είναι ικανός να προσανατολιστεί, πρέπει να ξέρει πού βρίσκεται. Αλλά πρέπει επίσης να ταυτιστεί με το περιβάλλον, δηλαδή πρέπει να ξέρει πως και ο ίδιος είναι ένας συγκεκριμένος τόπος».21 Christian Norberg-Schulz
Στα πλαίσια μελέτης της ιστορικής εξέλιξης των όρων «Genius Loci», αξίζει να επισημάνουμε την ιδιαίτερη, εννοιολογική σημασία που τους αποδίδεται κατά τη μεταμοντέρνα περίοδο (20ος αι.). Σε μια εποχή κατά την οποία οι αρχιτέκτονες επιδιώκουν τον επαναπροσδιορισμό της επικοινωνίας με το κοινό τους που αναζητά υπαρξιακή ταυτότητα, παρατηρείται συνολική στροφή του ενδιαφέροντος στο ιστορικό και ταυτόχρονα φυσικό υπόβαθρο του τόπου. Σε αυτή την τοποθέτηση, θεωρείται εύλογη η προσπάθεια των αρχιτεκτόνων για αναβίωση της παραδοσιακής μορφής ή της τοπικής μορφής στην κατασκευή. Τίθεται και πάλι επί τάπητος το ζήτημα της ιστορικότητας των πόλεων, ενώ αναπτύσσεται εξαιρετικό ενδιαφέρον για τη διαμόρφωση, τον σχεδιασμό και τη συνολική αντίληψη του τοπίου. C. Norberg-Schulz: «Genius Loci, Towards a phenomenology of Architecture», σελ. 22.
21
32
Μέσα σε αυτό το ιστορικό πλαίσιο εντάσσεται ο Christian Norberg-Schulz, Νορβηγός αρχιτέκτονας, ιστορικός και θεωρητικός της αρχιτεκτονικής, που συγγράφει
Το Εννοιολογικό Περιεχόμενο των Όρων «Πνεύμα του Τόπου»
το βιβλίο: «Πνεύμα του Τόπου. Προς μία φαινομενολογία της αρχιτεκτονικής»22. Στο εν λόγω βιβλίο, ο συγγραφέας προσεγγίζει τον υπαρξιακό χώρο μέσα από τις βασικές σχέσεις ανθρώπου και περιβάλλοντος, χρησιμοποιώντας τους συμπληρωματικούς όρους του «χώρου» και του «χαρακτήρα» σε αντιστοίχιση προς τις βασικές, ψυχικές λειτουργίες του «προσανατολισμού» και της «ταύτισης». Ουσιαστικά, επιχειρεί να προσδιορίσει τις νόρμες που θέτει το περιβάλλον στον ανθρώπινο παράγοντα και που, με αντίστροφη συλλογιστική, γίνονται αντιληπτές μέσα από την ανθρώπινη έκφραση· την κατοίκηση, την κατασκευή, το οικοδόμημα, τον οικισμό, την πόλη. Με αφετηρία, ως εκ τούτου, το γενικό επίπεδο της περιοχής – περιβάλλοντος, ο Schulz αναζητά τα εγγενή στοιχεία του τόπου με έντονο χαρακτήρα που καθίστανται ικανά να προκαλέσουν υπαρξιακά ερείσματα στον άνθρωπο. Συνεπακόλουθα, προσδιορίζει τους κύριους άξονες ανάπτυξης και τα κύρια χαρακτηριστικά του αστικού ιστού, μεταφράζοντας τα πρωταρχικά εκείνα στοιχεία σε ίχνη – σημεία πόλης. Έτσι, σκιαγραφώντας την πορεία της βιωματικής εμπειρίας τόπου και ύπαρξης, ο συγγραφέας οδηγείται αναπόφευκτα στα συγκεκριμένα, πλέον, χαρακτηριστικά του κάθε αρχιτεκτονήματος, απότοκο των υπαρξιακών ερεθισμάτων που έχει συλλάβει ο ανθρώπινος παράγοντας, των αρχέτυπων στοιχείων που έχει μοτιβοποιήσει σε τυπολογίες και στοιχεία αρχιτεκτονικής σύνθεσης. Ο Schulz μοιάζει να κυνηγά τα αρχέτυπα αυτά, κινούμενος μέσα στον αχανή χωροχρόνο του βιωμένου τόπου. Σύμβολα και στοιχεία, εν δυνάμει ενεργά και χρονικά αναλλοίωτα, που διαμορφώνουν τον χαρακτήρα του τόπου, προκαλούν συγκεκριμένα συναισθήματα και ξυπνούν συγκεκριμένες αισθήσεις του ανθρώπου, καταλήγοντας να αποτελούν ενστικτώδεις αντιδράσεις στην κίνηση και τη στάση (με την έννοια της κατοίκησης) στον τόπο. Είναι σαφές ότι η φαινομενολογική προσέγγιση που επιχειρεί ο συγγραφέας διατείνεται, εντέλει, την ανιστορική, πρωτογενή επαφή με τον τόπο και τα πράγματα, μέσα από την οποία δύναται ο άνθρωπος να ταυτιστεί και να κατοικήσει σε αυτόν. Εδώ, ακριβώς, τίθεται το εύλογο ερώτημα: μπορεί μία τέτοια προσέγγιση να αποστερείται του πολιτικού, κοινωνικού και πολιτισμικού μορφώματος του τόπου στον οποίο αναφέρεται; Μπορεί ο άνθρωπος να προσεγγίσει τον οποιοδήποτε τόπο, εξαρθρωμένος από την κατατεθειμένη ιστορία και την πολιτισμική του παιδεία; Ή, μήπως, η χρονούμενη ύπαρξη που προσεγγίζει η φαινομενολογία είναι, κατ’ ανάγκην, ιστορικά καθορισμένη;
22 C. Norberg-Schulz: «Genius Loci, Towards a phenomenology of Architecture», 1979. Πανεπιστημιακές εκδόσεις ΕΜΠ, 2009. Αξίζει να σημειωθεί η καταγωγή του συγγραφέα από περιοχή της Ευρώπης (Νορβηγία) με έντονο, φυσικό τοπίο και εξαιρετικό, ιστορικά, ενδιαφέρον για τις φυσικές ποιότητες και τον τόπο εν γένει.
33
Κεφάλαιο 2ο
2.3 Η δυνατότητα διαστολήσ των όρων πέραν του εξωαστικού τοπίου και στο αστικό τοπίο
Στη σκιαγράφηση της ιστορικής συνθήκης του «Πνεύματος του Τόπου» που επιχειρήθηκε, εμπεριέχεται το εύρος των ποικίλων εκφάνσεων προσέγγισης του τόπου, που αποκλίνει από στατικές αντιμετωπίσεις. Η δυναμική αυτή κατάσταση μεταφράζεται σε πολιτιστική επεξεργασία. Είναι κοινώς αποδεκτή η άποψη ότι η αντίληψη αποτελεί την πύλη για τις πολυπλοκότερες διαδικασίες. Συμπερασματικά, από τη στιγμή που ένας τόπος γίνεται αντιληπτός, έχει αποκτήσει ήδη πολιτισμική επεξεργασία, κάτι που τον καθιστά «τοπίο»23, ως «σύνθεση όλων εκείνων των πρακτικών του πολιτισμού που στοχάζονται, ερμηνεύουν και κατασκευάζουν τον τόπο»24.
23 Ετυμολογία: τοπίο < μεσν. Τοπίον < μτγν. τόπιον (με καταβιβασμός του τόνου), υποκ. του αρχ. τόπος. Αρχαία ελληνικά: τοπείον ή τοπήιον = φραγμός κήπων, πρασιά θάμνων ‘επιμελώς κλαδευόμενων’. 24 Κ. Μωραΐτης: «Το Τοπίο, Πολιτιστικός προσδιορισμός του τόπου», τόμος Ι, σελ. 44.
Εικ. 2.7: Ο Φλωρεντινός με το ποδήλατο. Ξεχωρίζει για το ιδιαίτερο και χαρακτηριστικό του στυλ, αδιάσπαστο στοιχείο της ιστορικής του παιδείας. 34
Το Εννοιολογικό Περιεχόμενο των Όρων «Πνεύμα του Τόπου»
Ακολουθώντας αυτή την προσεγγιστική πορεία, το τοπίο δεν νοείται ως μεμονωμένη, φυσική συνθήκη, αλλά αποκαλύπτεται ως καρπός της συνεχούς σχέσης αλληλεπίδρασης φύσης και κοινωνίας. Κατά αυτή την έννοια, η τοπιακή προσέγγιση συγκροτείται μέσα από τα φυσικά δεδομένα και τις κοινωνικές δομές, δηλαδή θεωρήσεις, ερμηνείες, παραστάσεις που άπτονται του τόπου ή των κάθε είδους διαμορφώσεών του. Συνεπάγεται, ως εκ τούτου, το ενδιαφέρον της εκάστοτε κοινωνίας να εισέλθει, να αναγνωρίσει, να μεταφράσει και να ελέγξει τον συγκεκριμένο τόπο. Επισημαίνοντας την κοινωνική πτυχή της προσέγγισης, καταλήγουμε επαγωγικά στο αστικό φαινόμενο. «Με την έννοια αυτή, η πληρέστερη μετατροπή του φυσικού περιβάλλοντος σε κοινωνικά προσδιορισμένο τοπίο, δεν αποδίδεται τόσο από την παράσταση του εκτεταμένου κήπου, όσο από το αστικό τοπίο. Στην έκταση του αστικού τοπίου, οι πολιτιστικές πρακτικές συγκλίνουν. Διαμορφώνουν τον τόπο, όπου κτηριακές δομές και φυσικά στοιχεία συντίθενται, προκειμένου να καλύψουν κατά σύμπλοκο τρόπο, το σύνολο των κοινωνικών απαιτήσεων».25 Ο Δημήτρης Δημητρούλης τονίζει, χαρακτηριστικά, ότι η πόλη «ανήκει στην κατηγορία εκείνων των λέξεων οι οποίες, έχοντας ισχυρό πολιτισμικό εκτόπισμα, τροφοδοτούν τη φαντασιακή επινόηση του ανθρώπου, όταν επιχειρεί να συνθέσει τον κρίσιμο λόγο του πολιτισμού του».26 Το αστικό «συλλέγειν» επομένως, μπορεί να κατανοηθεί ως ερμηνεία του «Genius Loci» σύμφωνα με τις αξίες και τις ανάγκες της δεδομένης, κάθε φορά, κοινωνίας. Υπεισέρχοντας στα λόγια του Schulz, «τα νοήματα που συλλέγονται από έναν τόπο συνιστούν το genius loci του».27 Διερευνώντας συνεπώς τους όρους «πολιτισμικό τοπίο», καταλήγουμε να συμπεριλάβουμε σε αυτούς κάθε είδους τόπο που προσλαμβάνεται και επηρεάζεται από τον ανθρώπινο παράγοντα, αστικό, περιαστικό ή εξωαστικό. «Μέσα από τη χρήση των όρων ‘πολιτισμικό τοπίο’ δικαιούμαστε να αναπτύξουμε με τρόπο φυγόκεντρο την έκταση των δράσεων που περιγράφει, περιλαμβάνοντας σε αυτές κάθε κοινωνική πρακτική και συνεισφορά εν γένει, από οποιασδήποτε κοινωνική ομάδα ή πολιτισμό και αν προέρχεται».28 Πώς μεταφράζεται αυτή η προσέγγιση στους όρους «Πνεύμα του Τόπου»;
25 Κ. Μωραΐτης: «Το Τοπίο, Πολιτιστικός προσδιορισμός του τόπου», τόμος Ι, σελ. 44. 26 Δ. Δημητρούλης: «Κείμενα για την Αθήνα των Ολυμπιακών Αγώνων του 1896», εισαγωγικό κείμενο (συγγραφέας Εμμανουήλ Ροΐδης). 27 C. Norberg-Schulz: «Genius Loci. Towards a phenomenology of Architecture», σελ. 185.
Κ. Μωραΐτης: «Το Τοπίο, Πολιτιστικός προσδιορισμός του τόπου», τόμος Ι, σελ. 45. 28
35
Κεφάλαιο 2ο
2.4 Η αντικατάσταση των όρων «Πνεύμα του Τόπου» με τη Φυσιογνωμία του Τόπου
Διαστέλλοντας την αρχική, δεισιδαιμονική υπόσταση των όρων «Πνεύμα του Τόπου» και λαμβάνοντας υπ’ όψιν τους τρόπους προσέγγισης του 18ου και του 20ου αι., θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε, πλέον, ότι σε κάθε τόπο ενυπάρχουν εγγενή χαρακτηριστικά, εν πολλοίς ασύνειδα, τα οποία καθορίζουν τη συμπεριφορά του ανθρώπου – δέκτη προς αυτόν και τα οποία είναι υποχρεωμένος να σεβαστεί για κάθε επικείμενη παρέμβαση. Σε αυτή την τοποθέτηση, προσεγγίζεται η ιδιαίτερη Φυσιογνωμία του Τοπίου ως διεπιστημονική θεώρηση που αφορά είτε σε αστικό είτε σε εξωαστικό τόπο. Κατ’ ουσίαν, συνάπτεται η πολιτισμική αναγνώριση στον τόπο, διάσταση που προϋποθέτει την, ικανή να αντιληφθεί τις συγκεκριμένες ποιότητες, κοινωνία. Αυτή η Φυσιογνωμία του Τοπίου καθιστά δυνατή την αντίληψή του όχι ως τόπο, αλλά ως πολιτισμικό τοπίο (όπως προαναφέρθηκε).
Εικ. 2.7: Βιώνοντας τον αστικό χώρο της Φλωρεντίας. Στην piazza Santo Spirito. Firenze, 2012. 36
Το Εννοιολογικό Περιεχόμενο των Όρων «Πνεύμα του Τόπου»
Μέσα από αυτά τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που προσδιορίζουν τη Φυσιογνωμία του Τοπίου, προσεγγίζεται το πρόβλημα της εν τόπω κατοίκησης δηλαδή του, πάντα επικαίρου για την αρχιτεκτονική κοινότητα, ζητήματος, της ένταξης σε τοπίο. Πώς εντάσσεται μία νέα συνθήκη – κατάσταση σε ένα ιστορικό, κατ’ αρχάς, περιβάλλον; Και, εν τέλει, πώς μεταφράζονται αυτοί οι όροι ένταξης σε ένα φυσικό περιβάλλον; Ουσιαστικά, η σχέση με τον τόπο συνιστά σχέση ένταξης σε τοπίο, αστικό ή εξωαστικό. Αφορά, δηλαδή, στην επεξεργασία και συσχέτιση φυσικών και πολιτισμικών δεδομένων ταυτόχρονα. Κατά αυτή την έννοια, οι όροι «Πνεύμα του Τόπου» επιστρέφουν στη διερεύνηση των συγκεκριμένων στοιχείων του τοπίου, που σχετίζονται με την ένταξη σε αυτό. Πρόκειται για την επίλυση του διπόλου φυσική – πολιτισμική ένταξη, καθώς ο όρος «τοπίο» αναφέρεται στην πολιτισμική ερμηνεία, αναγνώριση και επεξεργασία του τόπου. Είναι κατ’ ανάγκη πολιτισμικό, γιατί έχει γίνει ήδη αντιληπτό και αναγνωρίσιμο από τον ανθρώπινο παράγοντα. Κατ’ αναλογία, οι, μεταφορικά χρησιμοποιούμενοι, όροι «Πνεύμα του Τόπου» δύνανται να αντικατασταθούν από τους όρους ‘Φυσιογνωμία του Τοπίου’. Επανερχόμενοι στη χρήση των όρων «Πνεύμα του Τόπου» ή Φυσιογνωμία του Τοπίου, συνοψίζουμε ότι ο τόπος διαθέτει κάποιες ιδιαίτερες ποιότητες που συνιστούν σύμπλοκο της συνολικής του οργάνωσης, δομής και χαρακτηριστικών. Με αυτή την έννοια, αναφερόμαστε στον ιδιαίτερο χαρακτήρα του τόπου, είτε αφορά σε εξωαστικό, είτε σε αστικό τόπο. Η υπόθεση αυτή, βέβαια, συνάπτει στον τόπο την πολιτιστική αναγνώριση, με την έννοια ότι ο «χαρακτηρισμένος» τόπος – ή καλύτερα, η φυσιογνωμία του τοπίου – προϋποθέτει μία κοινωνία, ένα άτομο-κοινωνό, ικανό να αναγνωρίσει την ιδιαίτερη αυτή συνθήκη. Επομένως ο τόπος μεταφράζεται σε τοπίο, σε πολιτισμικό τοπίο, φυσικό υπόβαθρο επί του οποίου επικάθεται η ερμηνεία ή αναγνώριση ή διαδικασία προσέγγισης και κατασκευής των συγκεκριμένων κοινωνικών ομάδων, των συγκεκριμένων κοινωνιών που πασχίζουν να τον ερμηνεύσουν, να τον αναγνωρίσουν, να τον προσεγγίσουν, να τον κατασκευάσουν. Εδώ εισάγεται η σημασία προσέγγισης τόπων με περίπλοκη ιστορία και ιδιαίτερο φυσικό υπόβαθρο, όπως λόγου χάρη η Αθήνα, η Ρώμη και η Φλωρεντία. Σε αυτές τις πόλεις, η ιδιαίτερη Φυσιογνωμία του Τοπίου δεν αποτελεί σύγχρονη τοποθέτηση, αλλά συνθήκη – κατάσταση που προέρχεται από μία εξαιρετικά εκτεταμένη, 37
Κεφάλαιο 2ο
χρονικά, εγγραφή και περιλαμβάνει το φυσικό τους υπόστρωμα. Το γεγονός αυτό τις καθιστά κατ’ ουσίαν πολιτισμικά τοπία και επιβεβαιώνει τη σημασία να επανεξεταστεί η σχέση των φυσικών και πολιτιστικών χαρακτηριστικών τους, προσδιορίζοντας εκείνα τα χαρακτηριστικά που είναι κεντρικά για το «Πνεύμα του Τόπου» ή τη Φυσιογνωμία του Τοπίου. Εν προκειμένω, διερευνάται η ιδιαίτερη Φυσιογνωμία του Τοπίου της Φλωρεντίας. Επιστρέφοντας στο πλαίσιο της πόλης, μοιάζει σαν να έχουμε καταφέρει να αναγνωρίσουμε, έστω και διαισθητικά, τη νοητή της περίμετρο, με την έννοια εκείνου απ’ όπου «κάτι αρχίζει να εκδιπλώνει την ουσία του»29. Είμαστε, πλέον, έτοιμοι να εισέλθουμε στον κόσμο των κρυφών της σημείων, των αόρατων πόλεων. Ποιά είναι, λοιπόν, η «αόρατη πόλη» της Φλωρεντίας;
Εικ. 2.8: Iacopo del Sellaio: S. Giovanni Battista. 1450 ca. (λεπτομέρεια). Washington National Gallery. Η εικόνα της πόλης στην ζωγραφική του 15ου αι. Εικ. 2.9: Βιώνοντας τον αστικό χώρο της Φλωρεντίας. Στην piazza dei Ciompi, μπροστά στην loggia του Mercato delle Pesce. Firenze, 2012. 29
38
M. Heidegger: «Κτίζειν Κατοικείν Σκέπτεσθαι», σελ. 53.
Η Ιδιαίτερη Φυσιογνωμία της Φλωρεντίας
Γ. Η Ιδιαίτερη Φυσιογνωμία τησ Φλωρεντίασ «Le sentiment qui nous fait non pas considerer une chose comme un spectacle, mais y croire comme en un être sans equivalent».30 Marcel Proust
Ελάχιστοι τόποι ασκούν τόση γοητεία όσο η πόλη της Φλωρεντίας. Όσοι την επισκέπτονται καταλαμβάνονται αμέσως από μία έντονη αίσθηση μυσταγωγικής δύναμης του τόπου. Το περιβάλλον της Φλωρεντίας μοιάζει να συγκινεί τον επισκέπτη και να τον ωθεί ασυνείδητα να περιπλανηθεί στα δρομάκια της, να σκιαγραφήσει τα μεγαλόπρεπα μνημεία της, να χαθεί στους κήπους της, να θαυμάσει την ομορφιά της. Δεν είναι τυχαίο το φλωρεντινό γνωμικό «Roma per grandezza, Firenze per bellezza». Η Φλωρεντία είναι όμορφη. Αυτή όμως η μυσταγωγία του ωραίου της πόλης δεν περικλείεται στατικά, μα εκλύεται σε μία ολοκληρωτική καταδυνάστευση του επισκέπτη από τη δύναμη του τόπου μέσα στην οποία αναγεννάται η έντονη παρουσία του ως όντος. Αυτή η δύναμη, εν τέλει, φανερώνεται στην επαφή του ατόμου με τον τόπο σε μία υπαρξιακή θέση. Συνεπώς, όσο εμείς ως επισκέπτες δυνάμεθα να ζήσουμε την επαφή του υπαρξιακά, τόσο πιο έντονη καταλήγει η μυσταγωγική του καταδυνάστευση. Ο ιδιαίτερος, μεθυστικός χαρακτήρας της πόλης είναι εκ των πραγμάτων αδιαμφισβήτητος. Μοιάζει να συνεπαίρνει τον επισκέπτη, να τον ταξιδεύει και να του αναπαράγει μνήμες, άγνωστες ιστορίες του παλίμψηστου παρελθόντος του τόπου. Στην προσπάθεια σκιαγράφησης της φλωρεντινής μυσταγωγίας επιχειρείται, συνεπώς, η διερεύνηση της ιδιαίτερης, ιστορικής της συνθήκης. Κατ’ αντιστοιχία, το «Πνεύμα του Τόπου», που «δίνει ζωή στους ανθρώπους και στους τόπους» και καθορίζει τον χαρακτήρα ή την ουσία τους, προκύπτει ως η ζωντανή πραγματικότητα που συμβιβάζεται στη δυναμική της αλλαγής, μέσω της συγκεκριμενοποίησης της ουσίας του σε διαρκώς νέα ιστορικά – αρχιτεκτονικά πλαίσια και κοινωνικοπολιτικά δεδομένα. Και εδώ επισυνάπτεται και πάλι το ερώτημα: μπορεί αυτή η φαινομενολογική προσέγγιση να εγγράψει την καταγραμμένη ιστορικότητα του τόπου σε μία συνθήκη ώσμωσης, που μεταφέρει τη σκόνη των καιρών στην αναπνοή του επισκέπτη;
30 M. Proust, À la recherché du temps perdu, Du coté de chez Swann, I.
Μετάφραση: «Το συναίσθημα που μας δημιουργεί είναι να μη θεωρούμε κάτι ως θέαμα, αλλά να πιστεύουμε ότι αυτό είναι μία οντότητα δίχως όμοιο του». Εικ. 3.1: «Θαυμάζοντας». Duomo di Pisa, 2012. 43
Εικ. 3.2: «Πανοραμική θέαση της Φλωρεντίας, σχεδιασμένη εκ του πραγματικού από τον αρχιτέκτονα Luigi Zumkeller, στα χρόνια 1934-36». Μουσείο «Firenze com’era», Φλωρεντία. Στις γραμμές του «τακτικού σχεδίου πόλης» του 1924, η πόλη επεκτείνεται σαν φωτιά, χωρίς να καθορίζει δομές σύνδεσης μεταξύ της παλιάς πόλης και των νέων αστικών περιοχών. Αυτές οι τελευταίες επεκτείνονται προς κάθε κατεύθυνση, σαν μονότονες και μη-ποιοτικές ομαδοποιήσεις, από άποψη λειτουργική και μορφική. Η περιφέρεια εκμεταλλεύεται το αρχαίο κέντρο. Ωστόσο, η ποιότητα της κοιλάδας του Άρνο και των αρμονικής κλίμακας λόφων που την περικλείουν, διατηρούν τον χαρακτήρα τους.
Κεφάλαιο 3ο
3.1 Ιστορική συνθήκη
«Συνευρισκόμενα, το αδιάστατο σημείο (πρώτη χωρική μονάδα) με την αδιάστατη στιγμή (πρώτο χρόνημα) εμφανίζουν την έκταση και τη διάρκεια, τη χώρα μέσα στην οποία θα αναπτυχθεί κάθε δημιούργημα. Μα τί άλλο είναι η όποια δημιουργία βλέπουμε γύρω μας πέρα από ένα τέτοιο πάντρεμα του χώρου και του χρόνου! Των δύο απαραίτητων συνθηκών μέσα στις οποίες δρα, κινείται, αναπτύσσεται, διαμορφώνεται ο άνθρωπος και ολοκληρώνει ουσιαστικά την πορεία της ζωής του».31 Δ. Σπηλιοτόπουλος
31 Δ. Σπηλιοτόπουλος, «Περί Φερεκύδους του Συρίου και της κοσμογονίας αυτού». Αναφορά στο δοκίμιο των Ι. & Ι. Στεφάνου: «Το Ελληνικό Τοπίο», σελ. 238.
Εικ. 3.3: Ανώνυμος, τέλη του 15ου αι. Άποψη της Φλωρεντίας. Λονδίνο, συλλογή Bier. Στις σχέσεις στο εσωτερικό και προς το εξωτερικό, η περιτειχισμένη πόλη είναι μία μορφή-δομή τέλεια και ισορροπημένη. 46
Η Ιδιαίτερη Φυσιογνωμία της Φλωρεντίας
Ως αφετηριακή περίοδος προσέγγισης προτείνεται η περίοδος της Ιταλικής Αναγέννησης, η οποία θεωρείται πολλαπλά σημαντική για τη συγκρότηση του νεότερου ευρωπαϊκού και ευρύτερα δυτικού πολιτισμού εν γένει και εν είδει σπέρμα του εξαιρετικά σύμπλοκου πνεύματος της Φλωρεντίας. Η υπόθεση της πόλης ως «Λίκνο της Αναγέννησης»32 φαίνεται να είναι αποδεκτή από πολλούς εξειδικευμένους ερευνητές. Χαρακτηριστικά, ο G. C. Argan γράφει: «η καλλιτεχνική αναγέννηση γεννιέται ως ‘πολεμική’ ενάντια στον υστερο-γοτθικό ρυθμό· και γεννιέται στη Φλωρεντία, τη στιγμή ανόδου της αστικής οικονομίας, ως αντίθεση στο αριστοκρατικό και αυλικό γούστο»33. Προσεγγίζοντας το συγκεκριμένο πολιτικο-κοινωνικό πλαίσιο στο οποίο βρίσκεται η Φλωρεντία και το οποίο πληροί τις προϋποθέσεις της επικείμενης έξαρσης, διαγράφονται έντονες κοινωνικές αντιθέσεις και αγώνες34 που συντελούνται κατά το δεύτερο μισό του 14ου αι. και εξαντλούν τις κοινωνικές τάξεις35, συμβάλλοντας στην επικράτηση μιας οργανωμένης, διοικητικής, αστικής ολιγαρχίας. «Σε αυτά τα χρόνια 1375-1430, μία επιχειρησιακή ολιγαρχία κυβερνά τη Φλωρεντία[...]»36, «... φτάνουμε, τέλος, σε μία ολιγαρχική κυβέρνηση που διαχειρίζεται την εξουσία με συντεχνιακή – συλλογική μορφή, ως το 1434 και ύστερα υπό την κυριαρχία των Medici37 μέχρι τις αρχές του 16ου αι. (Cinquecento)»38.
32
Ιταλικά: «la Culla del Rinascimento».
G. C. Argan: «Storia dell’arte italiana», Firenze 1968, τόμος ΙΙ, σελ. 75-76. Αναφορά στο βιβλίο του G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città», κεφ. 8ο, σελ. 160-161. 33
34 Χαρακτηριστικά αναφέρονται οι συγκρούσεις εμπόρων και εργαζομένων, (popolo grasso και popolo minuto), η κρίσιμη φάση της οικονομικής κρίσης λόγω της πανούκλας και μιας δεύτερης στη συνέχεια επιδημίας, και η εξέργεση των Ciompi.
Μία ακριβή πολιτική σχέση διαμορφώνει την ιστορία της Φλωρεντίας, από το 1293 ως τις αρχές του 15ου αι. Ηττημένες οι φεουδαρχικές ολιγαρχίες, δύο τάξεις αντιμάχονται: η αστική τάξη (μπουρζουαζία, borghesia) των επιχειρήσεων, ο popolo grasso, και οι εργαζόμενοι, ο popolo minuto e proletario. Η μπουρζουαζία, λαμβάνοντας ως προεξόφληση του δανικού κεφαλαίου, μέρος του παραχθέντος προϊόντος, μετατρέπεται σε τάξη βιομηχάνων, θέτοντας σε εξάρτηση ολοκληρωτικά τον popolo minuto e proletario, περιθωριοποιώντας τους πάντα περισσότερο από την εξουσία.
35
36 Y. Renouard, Histoire de Florence, Paris 1967, σελ. 84. Αναφορά στο βιβλίου του G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città», κεφ. 8ο, σελ. 157. 37 Medici: Μέδικοι, φαρμακοποιοί. Πρόκειται για πανίσχυρη οικογένεια βιοτεχνών φαρμάκων της Φλωρεντίας. Το γεγονός επιβεβαιώνεται από τον αντιπροσωπευτικό θυρεό του τραπεζικού τους οίκου, χαρακτηριστικό του οποίου είναι τρεις παστίλιες. Εξαιτίας της ισχύος που απέκτησαν από τη βιοτεχνία, ανέπτυξαν σημαντική εμπορική και στη συνέχεια τραπεζική δραστηριότητα. Κυριάρχησαν στην πολιτική σκηνή της Φλωρεντίας και κατέλαβαν δύο φορές τον παπικό θρόνο. (Πηγή: F. Funck-Brentano: «Η Αναγέννηση», Αθήνα, 1979, σελ 39-65. Αναφορά στη διατριβή του Κ. Μωραΐτη, «Το τοπίο, πολιτιστικός προσδιορισμός του τόπου», τόμος Ι, σελ 106). 38
G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città», κεφ. 8ο, σελ. 157.
Εικ. 3.4: Έφιππος ανδριάντας του Ferdinando I dei Medici. Έργο του Giambologna, piazza SS. Annunziata. Firenze, 2012. 47
Κεφάλαιο 3ο
39 Πρόκειται για τα πολιτικά κόμματα των Mercanti και των Artigiani, που διαμορφώθηκαν στα τέλη του 13ου αι., οργανωμένων στις Arti maggiori e minori, και ήδη διαχωρισμένων σε «grassi» και «minuti» λόγω συμφερόντων. Μάλιστα, το 1282-83 οι Arti Maggiori (δηλαδή η borghesia των επιχειρήσεων) καταφέρνουν, με την υποστήριξη των Artigiani, να εισάγουν στην κυβέρνηση, χωρίς επαναστάσεις και με ισχυρή προοδευτική, όργανα και φορείς του κόμματος. Αυτή η μορφή διακυβέρνησης σημαίνει την ουσιαστική επικράτηση των Arti για δύο αιώνες. Πρόκειται για την απαρχή ενός αστικού καθεστώτος (Borghese), που συχνά ονομάζεται Secondo Popolo και που σταδιακά αναλαμβάνει την εξουσία, μέχρι την οριστική του επικράτηση στα μέσα του 14ου αι. (Πηγή G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città», κεφ. 4ο, σελ. 55). 40 Να σημειωθεί ότι επιτελείται, κατ’ ουσίαν, μία ακόμα πολιτική μεταβολή. Η εικοσαετία 1418-1436 κατά την οποία διαμορφώνεται και το καινούριο καλλιτεχνικό κίνημα, συμπίπτει με την μετάβαση από την αστική ολιγαρχία στην προσωπική εξουσία του Cosimo de’ Medici. Η οικογενειακή αντιπαλότητα ανάμεσα στους Albizi και τους Medici αντικατροπτίζει την αντίθεση ανάμεσα στην αρχαία επιχειρηματική αριστοκρατία, ακόμα εν μέρει συνδεδεμένη με τις Arti, και την καινούρια καπιταλιστική «ελίτ» που ελέγχει διαμέσου της πίστωσης πολλές παραγωγικές δραστηριότητες. Η δεύτερη, μάλιστα, τείνει να απεμπλακεί από τους παραδοσιακούς κανόνες και ενεργεί σε μία νέα οικονομική διάσταση, όπου ισχύουν μόνο ο ορθολογικός υπολογισμός και η επιτυχία. Η νέα άρχουσα τάξη ενεργεί προς μία καλλιτεχνική και λογοτεχνική κουλτούρα πολύ περισσότερο της προηγούμενης. (Πηγή: L. Benevolo, «Storia dell’architettura del Rinacimento», Bari: 1968, σελ. 46-49 αναφορά στον G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città», κεφ. 8ο, σελ. 158-9). 41 G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città», κεφ. 8ο, σελ. 157. 42 Y. Renouard: «Histoire de Florence», Paris 1967, σελ. 84. Aναφορά στο βιβλίου του G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città»,κεφ. 8ο, σελ. 157.
48
Είναι φανερό ότι η ιδιαίτερη φύση της Ιταλικής Αναγέννησης συνοψίζεται στη συγκεκριμένη πολιτική μεταβολή που πραγματοποιήθηκε στα πλαίσια ανάπτυξης της πόλης της Φλωρεντίας. Πρόκειται, κατ’ ουσίαν, για την άνοδο του αστικού πνεύματος και τη δημιουργία μιας αστικής ολιγαρχίας, που διαφοροποιείται εξ ολοκλήρου από το προϋπάρχον φεουδαρχικό σύστημα. Η επικράτηση της ανερχόμενης αστικής τάξης39 έναντι των φεουδαρχών ηγεμόνων επιτελείται μέσα από αιματηρούς αγώνες και με τη βοήθεια των χαμηλότερων τάξεων που την υποστηρίζουν. Απόγειο αυτών των κοινωνικών διεργασιών αποτελεί η επικυριαρχία των Μεδίκων40, της χαρακτηριστικότερης μορφής των συγκροτημένων αυτών αστικών στρωμάτων που εμφανίζονται, για πρώτη φορά στην ιστορία του δυτικού πολιτισμού, στην περιοχή της Φλωρεντίας. Για την υποστήριξη της ύπαρξής τους, καθίσταται αναγκαία η δημιουργία ενός καθόλα συγκροτημένου κράτους. Η ανάπτυξη του εμπορίου οδηγεί στην άμεση, οικονομική ισχυροποίηση. Ο Giovanni Fanelli σημειώνει ότι «το μέγεθος των επιχειρήσεων της οικογένειας των Medici είναι ήδη τριπλό από εκείνο των μεγαλύτερων φλωρεντινών τραπεζιτών των αρχών του Trecento»41. Οι Μέδικοι γίνονται οι χρηματιστές της Ευρώπης. Για την εξασφάλιση της πολιτικής, διοικητικής και οικονομικής τους ακεραιότητας επικεντρώνονται στη δημιουργία ισχυρού πολιτιστικού υποβάθρου. Αυτή η ελίτ κυβερνά την πόλη, όχι μόνο σύμφωνα με τις επιχειρησιακές επιταγές που εξασφαλίζουν την επιβίωση του συνόλου εν γένει, αλλά κυρίως υποστηρίζοντας τους αντιπροσωπευτικούς τρόπους σκέψης του κλασικού πολιτισμού, που συμπίπτουν τέλεια με τον τρόπο ζωής της και τις επιδιώξεις της. Κατ’ αντιστοιχία, η Φλωρεντία γίνεται το επίκεντρο δράσης του Ουμανισμού. «Σε αυτά τα χρόνια, [...] με τη συνάθροιση των μαθητευόμενων της γενιάς των διανοούμενων του 14ου αι. η πόλη γίνεται εστία σφυρηλάτησης του ουμανισμού και συνειδητοποιεί πλήρως τη διανοητική της υπεροχή· καλλιτεχνική, ηθική, οικονομική και πολιτική»42. Η υποστήριξη αυτής της υπεροχής πραγματοποιείται με από την ανάπτυξη των τεχνών και την «ανακάλυψη» προτύπων, διαχρονικών και αδιαμφισβήτητων, δηλαδή του αρχαίου ελληνικού και του αρχαίου ρωμαϊκού. Ο συγκεκριμένος παραλληλισμός με την «αναβίωση» του αρχαίου κλασικού, πολιτικού και πολιτιστικού πνεύματος υπήρξε καίριας σημασίας για την εδραίωση της καινοφανούς πολιτικής συνθήκης της Φλωρεντίας. Οι Μέδικοι, δηλαδή, ισχυρίστηκαν την «αναβίωση» της κλασικής δημοκρατίας – και πράγματι, το νέο πολίτευμα έχει πολλά κοινά χαρακτηριστικά – για τη συγκρότηση μιας, πρωτοφανούς για την ιστορία, πολιτικής, οικονομικής και πολιτιστικής κατάστασης.
Η Ιδιαίτερη Φυσιογνωμία της Φλωρεντίας
Ο όρος «Αναγέννηση»43 προκύπτει, ως εκ τούτου, από την κριτική του 19ου αι., που αποδέχεται τον μύθο των ίδιων των ουμανιστών του 15ου αι. περί «αναβίωσης» της κλασικής αρχαιότητας. Η αναφορά στην αρχαιότητα δε διατείνεται τη λατρευτική στάση προς το παρελθόν, αλλά υπονοεί την αναγνώριση μιας στιγμής της ιστορίας όπου επανεπιβεβαιώνονται δυναμικά οι ικανότητες του ανθρώπου. Ο άνθρωπος, για πρώτη φορά μετά την κλασική αρχαιότητα, επανατοποθετεί τον εαυτό του στο επίκεντρο, ισχυρίζεται πως διαθέτει τον έλεγχο της μοίρας του και κινείται με ελέγχουσες διαθέσεις προς τον κόσμο. Αυτό-τίθεται κύριος του εαυτού του. Έτσι, το λογοτεχνικό κίνημα του ουμανισμού και το καλλιτεχνικό κίνημα του 14ου αι. έχουν κοινή την πίστη στην αυτόνομη ορθολογιστική διερεύνηση των ανθρωπιστικών αξιών και την αναφορά στην κλασική αρχαιότητα, αποτελώντας «τομή» ανάμεσα στον Μεσαίωνα και την Αναγέννηση.44 «Στην αισθητική ασάφεια του ιδανικού της ζωής αντιπαρατίθεται η εξειδικευμένη έρευνα, στην ποιητική περιγραφή η διανοητική κατασκευή, στην ποικιλία της εμφάνισης η δομική ενότητα, στη διαφορετικότητα των τεχνικών η ενιαία μέθοδος σχεδιασμού, στην ακαθόριστη χρονικά ομορφιά η εμβάθυνση στην ιστορία»45.
43 Η εφεύρεση του όρου «Rinascita» αποδίδεται στον Giorgio Vasari, ζωγράφο, αρχιτέκτονα, θεωρητικό και ιστορικό των τεχνών, προκειμένου να μιλήσει στα 1550 για αυτή τη μεταβολή που επιτρέπει να γεννηθεί ξανά, στην Ιταλία, η αίγλη της ελληνικής και της ρωμαϊκής αρχαιότητας. (Βλέπε: Κ. Μωραΐτης: «Το τοπίο, πολιτιστικός προσδιορισμός του τόπου», τόμος Ι, κεφ.3ο, σελ. 111 και υποσημείωση 46). Επίσης, ας σημειώσουμε πως η έμφαση στην κεντρική σημασία του Ουμανισμού και ο καθορισμός της ουσίας του ως επιστροφή στην αρχαιότητα συνδέεται με τον 19ο αιώνα. 44 Η σύγχρονη κριτική, ωστόσο, αναγνωρίζει τη συνέχεια των δύο εποχών. 45 G. C. Argan: «Storia dell’arte italiana», Firenze 1968, τόμος ΙΙ, σελ. 75-76. Aναφορά στο βιβλίου του G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città», κεφ. 8ο, σελ. 161.
Εικ. 3.5: Domenico di Michelino, Η Θεία Κωμωδία του Δάντη (1465). Λεπτομέρεια του μνημείου του έφιππου ανδριάντα του Niccolò da Tolentino. Βρίσκεται σε κλήτος του Duomo di Firenze. 49
Κεφάλαιο 3ο
3.2 Εποπτικά αποτελέσματα τησ καινούριασ πολιτικήσ συνθήκησ Αρχιτεκτονική, οργάνωση τησ πόλησ και καλλιτεχνική δημιουργία
46 Jacob Burckhard (1818-97). Ελβετός ιστορικός του 19ου αι., που καθιέρωσε τον όρο «Αναγέννηση», δημοσιεύοντας το 1860 το βιβλίο: «The civilazion of the renaissance in Italy», London 1944. Αναφορά στο βιβλίο του R. FurneauJordan: «Ιστορία της Αρχιτεκτονικής», σελ. 222. 47
G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città», κεφ. 5ο, σελ. 83.
Arnolfo di Cambio: (1240-1300/1310), «αρχιτέκτονας» και γλύπτης. 48
49 Να σημειωθεί ότι στα τέλη του αιώνα η Φλωρεντία είναι το σημαντικότερο πολιτισμικό κέντρο της Ιταλίας (ο Giotto ζωγραφίζει σε Assisi, Padova, Roma, ο Dante γράφει στην εξορία τη Divina Commedia). Πηγές: L. Benevolo: «Storia della città», σελ. 445-446, G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città», κεφ. 4ο, σελ 62-74.
Εικ. 3.6: Το πρώτο fiorino d’oro που κόπηκε στην Φλωρεντία. Αναπαριστά το fior di giglio, το λουλούδι-σύμβολο της πόλης, από όπου πήρε και το όνομά του. 50
Οι Μέδικοι μετατρέπουν τη Φλωρεντία στην πιο θελκτική πόλης της Ευρώπης. Ο J. Burckhard αναφέρει ότι «η ακτινοβολία που άσκησαν (οι Μέδικοι) στη Φλωρεντία δεν οφείλεται τόσο στις πολιτικές τους ικανότητες όσο στο γεγονός ότι ήταν ηγέτες του πνευματικού πολιτισμού της εποχής τους»46. Σε αυτή την προσεγγιστική, περισσότερο των αριστουργηματικών έργων της εποχής, η σημασία της δράσης των Μεδίκων επικεντρώνεται στο απαύγασμα της γενικής αποδοχής της Αναγέννησης ως υπόβαθρο ανάπτυξης του πολιτισμικού μορφώματος των Φλωρεντινών, ως υπόβαθρο της κουλτούρας τους. Γίνεται αντιληπτή μία ιδιορρυθμία της σχέσης αρχόντων – Μεδίκων και πόλης. Ενώ η δράση τους άπτεται της προώθησης και παγίωσης της επικυριαρχίας τους, η πόλη εντούτοις προσεγγίζεται «σαν ένα συλλογικό έργο τέχνης, στολισμένο από επιμέρους έργα τέχνης»47. Οι Μέδικοι γίνονται κατ’ αυτόν τον τρόπο οι πρώτοι έμποροι – μαικήνες της ιστορίας. Σκιαγραφώντας τη συγκεκριμένη έκφραση της αναγεννησιακής συνθήκης σε αρχιτεκτονικό και πολεοδομικό επίπεδο, τα πρώτα επιτεύγματα πραγματοποιούνται στο πλαίσιο της επονομαζόμενης Τοσκανικής Πρωτο-Αναγέννησης του 13ου αι. (Duecento). Εξέχουσα προσωπικότητα, ο Arnolfo di Cambio48, θεωρείται σχεδιαστής του πρώτου, πραγματικού, τακτικού σχεδίου πόλης. Κυρίαρχο στοιχείο και ιδιάζουσα καινοτομία του σχεδίου αποτελεί η διαμόρφωση στα όρια των πρώτων τειχών, δύο νέων μνημειακών κέντρων – πόλων: ενός θρησκευτικού, piazza del Duomo (με τα κτήρια Duomo, Battistero, Campanile) και ενός πολιτικού, piazza della Signoria (με το Palazzo dei Priori – μεταγ. Palazzo Vecchio) που συνδέονται από τη via Calzaiuoli. Οι πολεοδομικές παρεμβάσεις του Arnolfo υπό την αιγίδα της αστικής κυβέρνησης θέτουν τις βάσεις της ανάπτυξης και καθορίζουν τη νέα αστική δομή της πόλης στο αρχαίο κέντρο και την περιφέρεια49.
Η Ιδιαίτερη Φυσιογνωμία της Φλωρεντίας
Εικ. 3.7: Το έργο του Arnolfo στην Φλωρεντία.
Υπό τις κατευθυντήριες νόρμες που έθεσε το πρώτο αυτό πολεοδομικό σχέδιο, ακολουθεί περίοδος εξαιρετικής οικοδομικής δραστηριότητας και ευρηματικότητας. Η Φλωρεντία καθίσταται «εργοτάξιο». Ο αστικός οργανισμός προκύπτει εν γένει σχεδιαστικά διαμορφωμένος, ενώ υπολείπεται η υλοποίηση και η αποπεράτωση του καινούργιου τοπίου της πόλης. Ωστόσο, οι επιδημίες μειώνουν αισθητά τον φλωρεντινό πληθυσμό και η ευρωπαϊκή οικονομική κρίση δυσχεραίνει την κατάσταση. Προκαλούνται οι προαναφερόμενες κοινωνικές έριδες που καταλήγουν στην αστική ολιγαρχία των Μεδίκων.
1. Κάτοψη των νέων τειχών / 2. Ανακατασκευή της Badia / 3. Orsanmichele (1290) / 4. Santa Croce (1295) / 5. Θέση του νέου Καθεδρικού / 6. Battistero / 7. Palazzo dei Priori / 8. Συστηματοποιήσεις της piazza del Duomo / 9. Συστηματοποιήσεις της piazza della Signoria / 10. Arno. Ο Αρνόλφο φαίνεται να είχε συνείδηση ότι τα έργα που πραγματοποιούσε ή σχεδίαζε θα αποτελούσαν τα πρωταρχικά στοιχεία μιας καινούριας πόλης. Στο εσωτερικό των νέων τειχών διαφαίνεται μία νέα αστική ολότητα, οργανωτική και μορφική. Στα όρια του αστικού πυρήνα που αντιστοιχεί στα «παλαιά» τείχη, τα μνημειακά συγκροτήματα CattedraleBattistero, Palazzo dei Priori, Badia-Bargello λαμβάνουν μία διάσταση και μία διαμόρφωση που τα προτείνει στην ολότητά τους ως κεντρικό σύστημα της πόλης που εκτείνεται μέχρι τα νέα τείχη. 51
Κεφάλαιο 3ο
Με την αστική επικυριαρχία, αναλαμβάνεται η εκλεπτυσμένη ολοκλήρωση και ποιοτική τελειοποίηση των αστικών και οικοδομικών οργανισμών του 13ου αι. Οι καλλιτέχνες που απασχολούνται σε αυτό το πρόγραμμα – Orcagna, Talenti, Ghiberti, και στην συνέχεια Brunelleschi, Donatello, Masaccio, Paolo Uccello – καθορίζουν την οριστική εικόνα της πόλης: Ο θόλος του Brunelleschi καθίσταται το ιδανικό κέντρο, το «άνθος»50 όπως εκφύεται στις πανοραμικές εικόνες της πόλης του 15ου αι. (Quattrocento). Πλέον, η συνεισφορά τους αποκτά παγκόσμια διάσταση, ως διαμόρφωση ενός νέου sistema culturale, της Αναγέννησης, που έμελλε να μετασχηματίσει τη διεθνή θεωρία και πρακτική της καλλιτεχνικής έκφρασης στους μεταγενέστερους αιώνες.
50 Αναφορά στην προέλευση της ονομασίας της πόλης, Firenze. Προκύπτει από το λατινικό ‘Florentia’, δηλαδή η «πόλη των λουλουδιών». Πρόκειται για την ονομασία που δόθηκε στη ρωμαϊκή αποικία του 59 π. Χ. λόγω της ίδρυσής της κατά την ανοιξιάτικη περίοδο των ‘ludi florales’ («οι Αγώνες της Φλώρας», 28/04 - 03/05. Αγώνες που ελάμβαναν χώρα στο Circus Maximus στη Ρώμη κατά τη διάρκεια της γιορτής Floralia (28-30 Απριλίου) προς τιμήν της θεότητας των λουλουδιών, Flora, επικαλούμενοι την εποχιακή εμφάνιση των λουλουδιών. Περιλάμβαναν παραστάσεις θεάτρου και τσίρκου και ολοκληρώνονταν με θυσία).
Εικ. 3.8: Οψοτομή του θόλου της Santa Maria del Fiore (H. von Geymüller e C. von Stegmann). Εικ. 3.9: Ο θόλος του Duomo και η tribuna της SS. Annunziata, στα δύο άκρα του άξονα της οδού dei Servi, όπως φαίνονται από το Κωδωνοστάσιο του Giotto. 52
Θεωρώντας το κοινωνικό και πολιτισμικό πλαίσιο του μεσαίωνα, που επεξηγεί τον χαρακτήρα και δικαιολογεί τον επακόλουθο μετασχηματισμό, παρατηρείται μία ουσιαστική διαφορά οροθέτησης «καλλιτέχνη» και τεχνίτη. Στη μεσαιωνική κουλτούρα δεν επιτελείται διαφοροποίηση τέχνης και επαγγέλματος. Κατ’ αντιστοιχία, οι εργαζόμενοι ταξινομούνται σύμφωνα με τις πρώτες ύλες που χρησιμοποιούν σε συντεχνίες (le Arti, maggiori και minori). Στην αναγεννησιακή πραγματοκότητα, ωστόσο, οι πιο γνωστοί και ταλαντούχοι «καλλιτέχνες» αποκτούν προσωπικό κύρος που τους διαχωρίζει από τις αντίστοιχες συντεχνίες και επιλέγο-
Η Ιδιαίτερη Φυσιογνωμία της Φλωρεντίας
νται από την αστική κυβέρνηση ως σύμβουλοι υψηλού επιπέδου των δημοσίων έργων.51 Κατ’ αναλογία, μεγάλοι ουμανιστές – Coluccio Salutati, Leonardo Bruni, κ.α. – επιλέγονται ως γραμματείς του Δήμου, με στόχο τη διατύπωση των πολιτικών δρώμενων και τη συνεργασία μεταξύ των εξουσιών. Η εφευρετική δραστηριότητα και η υπεροχή των φλωρεντινών παρεμβάσεων από τον 13ο αι. και έπειτα, που οδήγησαν στο εύμορφο τοπίο της πόλης, συνίστανται ως εκ τούτου στην ατομική ιδιοφυΐα και τη συλλογική δράση των συγκεκριμένων αυτών «καλλιτεχνών». Η επικείμενη κρίση εκφράζεται και στο πλαίσιο της συλλογικής οργάνωσης του ύστερου Μεσαίωνα, οδηγώντας κατ’ ανάγκη στον επαναπροσδιορισμό και την αναγνώριση της επαγγελματικής υπόστασης των καλλιτεχνών της Αναγέννησης (από τον Brunelleschi και έπειτα), ως διεθνών ειδικών υψηλού επιπέδου. Πολυσχιδείς προσωπικότητες, ξεπερνούν τα στενά όρια της αστικής κοινωνίας της Φλωρεντίας και απεξαρτητοποιούνται από αυτήν. Πρόκειται για μία νέα καλλιτεχνική συνθήκη, ιταλική και κατ’ επέκταση παγκόσμια.
Υποστηρίζεται η άποψη ότι γλύπτες και ζωγράφοι, έχοντας την ικανότητα σύλληψης των μορφών, μπορούν να επινοήσουν εν γένει μορφές, ακόμα και σε αρχιτεκτονική ή αστική κλίμακα. Χαρακτηριστική η περίπτωση του γλύπτη Arnolfo που έχει προαναφερθεί και του ζωγράφου Giotto στον οποίο ανατίθεται ο σχεδιασμός του Campanile. 51
Εικ. 3.10 (πάνω), 3.11 και 3.12 (αριστερά): η τέχνη του αρχιτέκτονα, του ζωγράφου και του γλύπτη αντίστοιχα. Στην περίοδο της Αναγέννησης αναγνωρίζεται η επαγγελματική τους υπόσταση. Κάθε αναγνωρισμένος καλλιτέχνης έχει το δικό του εργαστήριο και διαφοροποιείται από τους τεχνίτες. Τρεις μορφές από την βάση του Κωδωνοστασίου του Giotto στην πλατεία του Duomo. 53
Κεφάλαιο 3ο
52 Filippo Brunelleschi (1377-1446). Χαρακτηριστικά έργα του αποτελούν o Θόλος του Καθεδρικού (Cuppola del Duomo, 1418-1446), η εκκλησία San Lorenzo (1419), το Παλαιό Σκευοφυλάκιο της εκκλησίας San Lorenzo (Sacrestia Vecchia di San Lorenzo), το ‘Νοσοκομείο των Αθώων’ (Ospedale degli Innocenti, 1419-1444), η εκκλησία Santo Spirito (1428) και το Παρεκκλήσι των Πάτσι (Capella dei Pazzi, 1429) στη Santa Croce (Χαρακτηριστικό των δυσκολιών είναι ότι χρηματοδοτήθηκαν και ολοκληρώθηκαν υπό τη διεύθυνσή του μόνο ο Θόλος του καθεδρικού ναού και το σκευοφυλάκιο του San Lorenzo. Βλέπε L. Benevolo: «Storia della città», σελ. 502).
Εικ. 3.13: Διάγραμμα αναλογιών της τομής της Capella dei Pazzi στην εκκλησία Santa Croce. Έργο του Brunelleschi. Εικ. 3.14: Δυτική εσωτερική όψη της Capella dei Pazzi στην εκκλησία Santa Croce. Έργο του Brunelleschi. Υφολογικά και στυλιστικά, το αριστούργημα του Brunelleschi, όπου φαίνεται να αναβιώνει ένα μέρος του ελληνικού πνεύματος και ο άνθρωπος για μια στιγμή νιώθει ότι μπορεί να διαχειριστεί μέρος της ύπαρξής του. 54
Η επανάσταση στην αρχιτεκτονική δημιουργία πραγματοποιείται από ένα και μόνο άτομο, τον Filippo Brunelleschi52, περί το 1420-1446. Το έργο του προκύπτει ξεκάθαρα ως μία αποφασιστική στιγμή στην ιστορία της αρχιτεκτονικής και της αστικής μορφής εν γένει, ενώ τελείται ο επαναπροσδιορισμός της σχέσης καλλιτέχνη – κοινότητας. Καθιερώνει μία νέα μέθοδο σχεδιασμού που, ουσιαστικά, της αλλάζει φυσιογνωμία και της προσδίδει πνευματική αυστηρότητα και πολιτισμική αξιοπρέπεια, ενώ παράλληλα συμβάλλει στην αναβίωση αρχιτεκτονικών στοιχείων της αρχαιότητας (ρωμαϊκής αρχιτεκτονικής και ρομανικού φλωρεντινού στυλ). Τα έργα του εντάσσονται σε ένα ήδη καθορισμένο αστικό πλαίσιο. Στον τρόπο υλοποίησής τους, ωστόσο, ενυπάρχει μία επινοητική ευφυΐα και μία νέα αντίληψη κατασκευής χωρικών οντοτήτων που, στις δομές τους και στις μεταξύ τους καθορισμένες σχέσεις, επιβεβαιώνουν στη μεσαιωνική Φλωρεντία μία δομική άρθρωση βασισμένη στις αρχές του ορθολογικού και γεωμετρικού ρυθμού. Αυτή καθορίζει κάθε ειδική περίπτωση και γενικότερα ολόκληρη την πόλη στην εδαφική της επικράτεια.
Η Ιδιαίτερη Φυσιογνωμία της Φλωρεντίας
Ο Brunelleschi συλλαμβάνει την πόλη ως ένα νέο ορθολογιστικό σύστημα, στο οποίο όλα, ακόμα και το παρελθόν, παραλαμβάνουν καινούριες διάστασεις. Κατ΄ αναλογία, καθίσταται δυνατή μία νέα προσέγγιση της αστικής οργάνωσης: προκύπτει αρθρωμένη, αλλά ενοποιημένη και καθορισμένη σύμφωνα με μία ιεραρχία ορθολογιστικά προϋπολογισμένη· ένα σχέδιο λογικό σε κάθε του σημείο. Είναι πραγματικά χάρη στις παρεμβάσεις του Brunelleschi που η Φλωρεντία, όντας ακόμα κατ’ ουσίαν μεσαιωνική, παρουσιάζεται μετά το Quattrocento μέχρι σήμερα ως «αναγεννησιακή» πόλη· με αφετηριακές τις αναφορές των Ουμανιστών ως παράδειγμα ιδανικής πόλης. Η αρχιτεκτονική του λοιπόν, προσδιορίζει την ανανέωση της αστικής τάξης – Borghese – αλλά στη συνοχή της ξεπερνά τις προσδοκίες των εμπορικών αυτών τάξεων.
Εικ. 3.15: Η Ιδανική πόλη. Fra Carnevale, 1480-4. Aναφoρά σε ένα σχέδιο σύμφωνο με τις επιταγές της «λογικής» και «ηθικής» του στόχου. Εικ. 3.16: Το έργο του Brunelleschi στην Φλωρεντία. 1. Συστηματοποίηση της κατοικίας του Apollino Lapi στο canto de’ Ricci (1409) / 2. cappella Schiatta Ridolfi στο S. Jacopo Sopr’ Arno / 3. Εργασίες στο palazzo της Parte Guelfa / 4. Cappella Barbadori στην S. Felicità (1418) / 5. κατοικία Barbadori στο borgo S. Jacopo / 6. θόλοι και tribune του Duomo κα. / 7. Ospedale degli Innocenti στην piazza SS. Annunziata (1419-44) / 8. Παλαιό Σκευοφυλάκιο στην εκκλησία San Lorenzo (1419-28) / 9. Cappela dei Pazzi στην S. Croce (1429 ss.) / 10. Rotonda της S. Maria degli Angioli (1434) / 11. S. Spirito (1428 σχεδια, 1444 αρχή εργασιών) / 12. Palazzo Pitti (αρχές εργασιών περί 1450-1465)/ 13. Palazzo Busini, μετά Bardi-Serzelli, via dei Benci / 14. σχέδιο ανακατασκεής της Badia / 15. palazzo Quaratesi, via del Procosolo (η απόδοση στον Brunelleschi είναι γενικώς απορριπτέα) / 16. Δεύτερο chiostro της S. Croce (η απόδοση στον Brunelleschi είναι γενικώς απορριπτέα) / 17. Μη υλοποιημένο σχέδιο για το palazzo dei Medici στο S. Lorenze / 18. Μη αναγνωρίσιμες εργασίες στο palazzo della Signoria. Όλα τα έργα του Brunelleschi έχουν δύναμη και εφευρετική καινοτομία τέτοιες, ώστε να αποτελούν χωρικές οντότητες που επιβεβαιώνουν στην μεσαιωνική Φλωρεντία τη, θεμελιωμένη στις αρχές του ορθολογιστικού και γεωμετρικού ρυθμού, δομική άρθρωση, οργανώνοντας κάθε ειδική περίπτωση και ολόκληρη την πόλη στην επικράτειά της. Ο Brunelleschi συλλαμβάνει την πόλη με βάση τον ορθολογιστικό ρυθμό στον οποίο τα πάντα, ακόμα και το παρελθόν, λαμβάνουν καινούριο νόημα. Είναι, λοιπόν, δυνατή μία νέα αστική οργάνωση, αρθρωτή αλλά ενοποιητική και οργανωμένη σύμφωνα με μία ορθολογιστικά προϋπολογισμένη ιεραρχία, με ένα σχέδιο λογικό σε κάθε σημείο του. Μη μπορώντας να απεξαρτητοποιηθεί από την μεσαιωνική πόλη και, κυρίως, με αφετηρία την προσωπική νοημοσύνη του, ο Brunelleschi αντιλαμβάνεται όλη την προϋπάρχουσα δομή σε ένα νέο όραμα που την αντιστρέφει και μετατρέπει εκ βάθρων το περιεχόμενό της. 55
Κεφάλαιο 3ο
Εικ. 3.17: Τομή της piazza SS. Annunziata. (L. Piccinato): το επίπεδο της στοάς έχει ανυψωθεί με τα σκαλοπάτια μέχρι το ύψος του ορίζοντα του περαστικού. Εικ. 3.18: Βιώνοντας τον χώρο της πόλης. Η loggia του Ospedale degli Innocenti (1419, Brunelleschi) και η σχέση της με την πλατεία της SS. Annunziata. Firenze, 2012. Δεν πρόκειται μόνο για ένα νοσοκομείο, αλλά κυρίως για έναν τόπο νοσηλείας και ζωής για τους εγκαταλειμμένους Innocenti. Αναδύεται εδώ, χάρη στην αρχιτεκτονική του Brunelleschi, με μία αξιοπρέπεια η οποία, όσον αφορά την αστική και θρησκευτική αρχιτεκτονική, το καθιστά δομικό στοιχείο της εικόνας της πόλης. Η ιδέα της στοάς μπορεί να συσχετιστεί ιστορικά με τις στοές των αρχαίων πλατειών, τις φλωρεντινές logge του 13ου αι. (ιδιωτικές και δημόσιες, πχ. της Signoria και του Orsanmichele) ή στις logge των Ospedale del Lupi και del Balducci. Εδώ, ωστόσο, η loggia δεν είναι αυτόνομο στοιχείο, μέρος του κτηρίου ή της αστικής δομής, αλλά εν-περιέχεται και αποτελεί αναπόσπαστο στοιχείο του σχεδίου που οργανώνει τα στοιχεία της δομής, τις σχέσεις τους και τις αναλογίες τους κατά τρόπο επαναστατικό. Αναγνωρίζεται ως σχέδιο των “τοιχωμάτων” του δοχείου που παραμένει καθορισμένο και που μπορεί να θεωρηθεί ως η πρώτη φλωρεντινή πλατεία. Αποτελεί την πρώτη σύλληψη κατά σύμπλοκο τρόπο, “συντεθειμμένη” από ένα και μόνο πνεύμα (η αρχική κατασκευή και μόνο της μιάς της πλευράς οργανώνει και οδηγεί σε συνοχή όλες τις μετέπειτα παρεμβάσεις) και όχι αποτέλεσμα μιας διαπλάτυνσης ή πολλών διαδοχικών επιλύσεων (μεσαιωνικές πλατείες). Αυτή η σύλληψη επιβεβαιώνεται στην αστική δομή μπροστά στην αρχαία εκκλησία των serviti, στην οποία φτάνει κανείς από την οδό dei Servi. Η via dei Servi συνιστά μία “νέα” οδό, συστηματοποιημένη κατά το Duecento και το Trecento, την οποία ο Brunelleschi καθορίζει μέσα από την παρέμβασή του ως σημαντικό αστικό άξονα, τοποθετειμένο ανάμεσα στην piazza del Duomo και την καινούρια συμμετρική piazza SS. Annunziata. Αν παρατηρηθεί ο τρόπος διαμόρφωσης της πλατείας, ο Brunelleschi, εκμεταλλευόμενος ακόμα και την ιδιαίτερη συνθήκη του τοπίου (καθίζηση που αντιστοιχεί σε παρακλάδι του αρχαίου ποταμού Mugnone), ανυψώνει τις πλευρές της με ψηλά σκαλοπάτια και προσπαθεί να μειώσει τη σημασία και την παρουσία των άλλων εισόδων της πλατείας. Προκύπτει ξεκάθαρα η προσπάθειά του να 56
Η Ιδιαίτερη Φυσιογνωμία της Φλωρεντίας
Εικ. 3.19: Ανάλυση της πλατείας της SS. Annunziata. 1. κενό της πλατείας / 2. άξονες των αγαλμάτων / 3. αναλογίες της πλατείας / 4. οπτικές φυγές από την οδό via dei Servi / 5. περιοχές της πλατείας από τις οποίες είναι ορατός ο θόλος της SS. Annunziata / 6. χρονολογίες των στοιχείων που καθορίζουν τον αστικό χώρο της πλατείας. Εικ. 3.20: Βιώνοντας τον χώρο της πόλης. Η loggia του Ospedale degli Innocenti, μετωπικά. Firenze, 2012.
προσδιορίσει την πλατεία ως έναν απομονωμένο κόσμο, ενιαίο και τέλειο από μόνο του, συγκεντρώνοντας τις σχέσεις με το εσωτερικό στον άξονα της Via dei Servi που καταλήγει στον Θόλο του Duomo (στον οποίο και θα αντιστοιχηθεί μόλις μία δεκαετία μετά ο θόλος της SS. Annunziata. Το ύψος που «κερδίζεται» με τα σκαλοπάτια αντιστοιχεί στην γραμμή του ορίζοντα του περαστικού. Τοποθετημένη πάνω σε αυτή τη γραμμή, η επανάληψη των τόξων δεν γίνεται αντιληπτή ως διαμήκης ανάπτυξη ενός ατέρμονα ρυθμού, αλλά ως καταληκτική διενέργεια για την αναπαραγωγή της ίδιας, ιδανικής ενότητας. Η απόσταση των κιόνων είναι ακριβώς 10 braccia και το ύψος 9 braccia. Κάθε άνοιγμα αποτελεί πρακτικά μία κυβική οντότητα που εμπεριέχεται σε μία ημισφαιρική οντότητα: ένα modulo ιδανικό, που συνοψίζει θεωρητικά όλο τον χώρο. Η loggia είναι «εξωτερικός» χώρος του συμπλέγματος του νοσοκομείου στο οποίο εμπεριέχεται. Είναι, παράλληλα, «εσωτερικός» χώρος σε σχέση με την πλατεία, καθώς εμπεριέχεται στο επίπεδο της πρόσοψης. Αποτελεί μία λεπτή και υπολογισμένη επίλυση της σχέσης εσωτερικού-εξωτερικού, τυπική στην αρχιτεκτονική του Brunelleschi. Έτσι, σημειώνεται η σημασία του χαρακτηρισμού του σχεδίου της «πρόσοψης» των logge ως διάφραγμα τοποθετημένο ανάμεσα στις δύο οντότητες «εξωτερικό» και «εσωτερικό». Με αυτή την έννοια διαβάζεται και η αναλογία του modulo του κίονα και η σχέση διάμετρος κίονα – μετακιόνια διαστήματα. Η οντότητα των πραγματοποιημένων αρχιτεκτονικών κατασκευών συνοψίζεται στον καθορισμό της ακριβούς σχέσης των διαφόρων χωρικών ενοτήτων (πλατεία, αίθριο, εσωτερικό του νοσοκομείου). Το δίκτυο των καθορισμένων σχέσεων του χώρου δεν έχει υλοποιηθεί, έχουν υλοποιηθεί μόνο τα όρια για αυτόν τον ιδανικό χώρο. 57
Κεφάλαιο 3ο
Είναι σαφές ότι η αναγεννησιακή αρχιτεκτονική σχετίζεται εν είδει με τον αστικό παράγοντα. Η επίτευξη, ωστόσο, του συγκερασμού αρχαίων ρωμαϊκών προτύπων και αστικών επιταγών προσδίδεται στον Leon Battista Alberti53. Ο Alberti ήταν ο πρώτος που προσέγγισε με τη σύγχρονη έννοια το θεωρητικό πρόβλημα της διασαφήνισης της σημασίας της καλλιτεχνικής εμπειρίας σε σχέση με τη σύλληψη του ‘homo universalis’ και των νόμων της καλλιτεχνικής και της αρχιτεκτονικής έκφρασης. Ενστερνιζόμενος τα επιτεύγματα του Brunelleschi, κατορθώνει να προσδιορίσει το νόημα σε καλλιτεχνικά επίπεδα, αντιλαμβάνοντας την κατασκευή ως μνημείο, το νόημα της ιστορίας ως περιεχόμενο του αρχιτεκτονικού επιτεύγματος και αναγνωρίζοντας την έκταση του τυπολογικού προβλήματος. Στην αρχιτεκτονική προσέγγιση του Alberti υπάρχει πλεόνασμα πνευματικών περιορισμών που υποδεικνύει την επιθυμία υπέρβασης της φυσικής εμφάνισης του οργανισμού και που παραπέμπει σε μία κρυμμένη αλήθεια πίσω από τα φαινόμενα. Εμπεριέχοντας, λοιπόν, τη φιλολογική εμβάθυνση, θεωρητικοποιεί τις δυνατότητες μίμησης σύμφωνα με αρχαιολογικά, συμβολικά ή αναλογικά κριτήρια, ακόμα και ως
53 Leon Battista Alberti, Γένοβα 1404 – Ρώμη 1472). Ιταλός αρχιτέκτονας, λόγιος, γλύπτης, ζωγράφος, μουσικός, αθλητής, συζητητής, θεατρικός συγγραφέας, γλωσσολόγος, συνθέτης, μαθηματικός, θεωρητικός και συγγραφέας με ευρύτατη ουμανιστική καλλιέργεια. Κατέχει επάξια τον τίτλο του ολοκληρωμένου παν-επιστήμονα, του «homo universalis» και του κατ’ εξοχήν «ανθρώπου της Αναγέννησης». Μόνο ο Λεονάρντο Ντα Βίντσι θεωρείται «ανώτερός» του. (Πηγή: R. Furneau-Jordan: «Ιστορία της Αρχιτεκτονικής», σελ. 230).
Εικ. 3.21: «L’architettura», Leon Battista Alberti, 1565. Εικ. 3.22: Η πλατεία της Santa Maria Novella, όπως φαίνεται από τη loggia του Ospedale S. Paolo dei Convalescenti. Στο βάθος, η πρόσοψη της εκκλησίας. Πρόκειται για εξαιρετικό παράδειγμα σύνθεσης του Alberti, που δίνει νέα διάσταση στην άποψη του Brunelleschi για την επίλυση των ρυθμών σε διαδοχή. 58
Η Ιδιαίτερη Φυσιογνωμία της Φλωρεντίας
μέσον εδραίωσης και υπεράσπισης της καλλιτεχνικής επανάστασης – εκείνης του Brunelleschi – που βρισκόταν σε κίνδυνο. Η ίδια η συνθήκη του Alberti προκύπτει ως προσπάθεια εξορθολογισμού, με την έννοια που ειπώθηκε – διαμέσου ενός συνόλου πρακτικών επιλύσεων, συσχετισμένων με ανώτερες αρχές – της κλασικής παράδοσης και της πραγματικότητας της μεσαιωνικής πόλης.54 Έτσι, τα φλωρεντινά έργα του αρχιτέκτονα αναπαράγουν την εμπειρία του Brunelleschi, την υλοποίηση δηλαδή μιας αστικής τάξης διαμέσου της εμβάθυνσης στις τυπολογικές ορθολογιστικές λύσεις, υπαινίσσοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την άνοδο και την κυριαρχία της νέας πολιτικής συνθήκης των αστών: ο μεγάλος θόλος (της εκκλησίας SS Annunziata), η πρόσοψη του palazzo (Palazzo Rucellai), η πρόσοψη της εκκλησίας (Santa Maria Novella), το παρεκκλήσι σε εκκλησιαστικό οργανισμό (S. Pancrazio), η ανοικτή στο αστικό περιβάλλον loggia (Loggia Rucellai).55
54 Εδώ θα μπορούσε να παρατηρηθεί ότι, σε σχέση με τον Brunelleschi, πολλές πτυχές της αρχιτεκτονικής του Alberti, ειδικότερα η σχέση μεταξύ εξωτερικής τοιχοποιίας και εσωτερικού, συνιστούν μία επιστροφή στο ρομανικό φλωρεντινό στυλ. Ακόμα και αν το κίνητρο (πνευματικό σε αυτή την περίπτωση) κι η φύση της κρυμμένης αλήθειας πίσω από τα φαινόμενα είναι διαφορετικά. Η διαφορετική διάσταση της αρχιτεκτονικής και πολεοδομικής εμπειρίας του Brunelleschi και του Alberti, ως εκ τούτου, είναι εμφανής στη σχέση της αναφοράς με την αρχαιότητα. (Πηγή: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città» κεφ 9o, σελ 218).
G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città», κεφ. 4o, σελ. 217220.
55
Εικόνες 3.23 και 3.24: Palazzo Rucellai. Πρόσοψη επί του δρόμου via della Vigna Nuova. Γενική άποψη και αποκατάσταση (από τον Geymüller). 59
Κεφάλαιο 3ο
Προέχον αναγεννησιακό επίτευγμα θεωρείται η προοπτική του Quattrocento, που «ανακαλύφθηκε» από τον Brunelleschi και θεωρητικοποιήθηκε από τον Alberti. Αποτελεί «θεωρία ενοποιημένη» που προτείνει τη μείωση στη μονάδα, όλων των πιθανών τρόπων θέασης, αντιλαμβάνοντας την πιθανότητα απόδοσης του χώρου ως πεπερασμένη αναπαράσταση του απείρου. Θεμελιώδης συνέπεια μιας τέτοιας προσέγγισης είναι η αντίληψη της πραγματικότητας όχι ως απογραφή στοιχείων αλλά ως σύστημα αναλογικών σχέσεων. Καθετί γίνεται αντιληπτό μέσω αναλογικών σχέσεων· «η αντίληψη είναι αποτέλεσμα συγκρίσεων» (Alberti).
Εικ. 3.25: Γραφική αναπαράσταση του πειράματος με τους καθρέπτες του Brunelleschi για την προοπτική γραφική κατασκευή του Battistero.
Εικ. 3.26: Γραφική ανακατασκευή του D. Gioseffi ενός από τους πίνακες προοπτικής του Brunelleschi.
60
Η Ιδιαίτερη Φυσιογνωμία της Φλωρεντίας
Στη γλυπτική και τη ζωγραφική, οι καλλιτέχνες διαφοροποιούνται από τις μεσαιωνικές ιδεαλιστικές αντιλήψεις. Με τη χρήση της προοπτικής μεθόδου καθίσταται δυνατή η ακριβής και επιστημονική αναπαράσταση του φυσικού κόσμου. Εισάγονται οι επιστημονικές παράμετροι της ορθής προβολής, της αξονομετρίας, της γραμμικής προοπτικής και των γεωμετρικών προβολών, υπάγοντας την τέχνη στους κανόνες της τάξης και του ορθού λόγου. Ο Donatello (1386-1466) χρησιμοποιεί τους μηχανισμούς της πολιτισμικής συνθήκης για να διερευνήσει τον ορατό κόσμο, σχεδόν σε ανταγωνισμό με τη ζωγραφική, πειραματιζόμενος σε τεχνικές και υλικά. Ο Masaccio (1401-1428) χρησιμοποιεί τις νέες, αναπαραστατικές μεθόδους για να προσδώσει υφή στους ανθρώπινους χαρακτήρες του. Το φόντο της «Τριάδος» (‘la Trinità’, εκκλησία Santa Maria Novella, Φλωρεντία, περί το 1426-28) αποτελεί άρτιο παράδειγμα εφαρμοσμένης γραμμικής προοπτικής για την απόδοση της αίσθησης του βάθους. Η προοπτική προσεγγίζεται ως το μέσο διαμόρφωσης μιας νέας οπτικής της εικόνας του κόσμου. Πρόκειται κατ’ ουσίαν για μία νέα ανακατασκευή της πραγματικότητας.
Εικ. 3.27: «Davide», Donatello. (1440;). Museo Nazionale del Bargello. Εικ. 3.28: «La Trinità», Masaccio. 1425-27. Ανακατασκευή των προοπτικών χαράξεων. 61
Κεφάλαιο 3ο
3.3 Η πόλη ανοίγεται στην ύπαιθρο
Εικ. 3.29: Προπαρασκευαστικά σχέδια του G. Zocchi για τα χαρακτικά της «Επιλογή 24ων απόψεων των κύριων επαρχιών, πλατειών, εκκλησιών και palazzi της Φλωρεντίας» που εκδόθηκαν το 1744. Pierpont, Morgan Library, New York. Η σκηνογραφικά προσανατολισμένη περιβαλλοντική ευαισθησία που επιβεβαιώνεται στην Φλωρεντία το 16ο-17ο, είναι ξεκάθαρα επαληθεύσιμη στις «Απόψεις της Φλωρεντίας» και στις «Απόψεις των Ville» του Giuseppe Zocchi.
62
Ο πολιτισμός της Αναγέννησης παρουσιάζει άλλη μία ιδιαίτερη ιδιοτυπία. Έχοντας αντιμετωπίσει τις εχθρικές απειλές εκτός των τειχών της μεσαιωνικής πόλης και έχοντας εξασφαλίσει την απαιτούμενη ασφάλεια, η πόλη ανοίγεται στην ύπαιθρο. Αυτό το γεγονός είναι πρωταρχικής σημασίας, καθώς για πρώτη φορά στη νεότερη ιστορία αναγνωρίζεται με ιδιαίτερη έμφαση η μοναδική ποιότητα του φυσικού τοπίου στο οποίο επικάθεται η Φλωρεντία.
Η Ιδιαίτερη Φυσιογνωμία της Φλωρεντίας
Αποτέλεσμα του επαναπροσδιορισμού της σχέσης με τον φυσικό τόπο, με την ιδιαίτερη φυσιογνωμία της κοιλάδας του Άρνο, είναι ο σχεδιασμός μεγάλων τοπιακών διαμορφώσεων στην ευρύτερη περιοχή της πόλης. Φυσικά, οι διαμορφώσεις αυτές δεν ανταγωνίζονται τις αντίστοιχες της περιόδου του Μπαρόκ που έπεται. Ωστόσο, αφορούν στις φλωρεντινές villa, τους αντίστοιχους κήπους τους και ιδιαίτερα, σε ένα ιδιότυπο σύστημα που οι αναγεννησιακοί Ιταλοί αποκαλούν integrazione scenica. Συγκεκριμένα, η σκηνογραφική ενσωμάτωση της αναγεννησιακής villa της φλωρεντινής επαρχίας στο τοπίο υπονοεί την ορθολογική ερμηνεία του τόπου και την αξιολογική ενσωμάτωση των αποτελεσμάτων αυτής της ερμηνείας σε μία γεωμετρική σχηματοποίηση που εκφράζεται από τη δομική οργάνωση της villa και των γύρω της κατασκευών.56 Σχετίζεται, επομένως, με την προσπάθεια προσέγγισης της κοιλάδας του ποταμού Άρνο, του ίδιου του ποταμού και της πόλης της Φλωρεντίας ως μία συνολική, τοπιακή, σκηνογραφική συνθήκη. Πρόκειται, κατ΄ ουσίαν, για μία σκηνή τοπίου με αναγνωρισμένη εκ των φλωρεντινών φυσιογνωμία, ένα «Πνεύμα Τόπου», που συνίσταται στον φυσικό υποδοχέα της κοίλης γεωμορφολογίας, τον ποταμό Άρνο που τη διασχίζει και τα βουνά της περιφέρειάς της που την περικλείουν και την ορίζουν, δημιουργώντας το απαραίτητο φόντο του αρμονικού συνόλου. Την πόλη με το Duomo, βασικό τοπόσημο αναφοράς ως προς το οποίο οργανώνεται όλο το σύστημα μικρο – παρεμβάσεων που επισυμβαίνουν στα χωριά της περιαστικής περιοχής και στις επαύλεις των Μεδίκων. Ο Leon Battista Alberti αναφέρει «...ενσωμάτωσε (μεν) την απόλαυση της αγροτικής ζωής, αλλά αυτό συνέβη με τρόπο αστικό».57 Εξετάζοντας, στη συνέχεια, τις πολυτελείς κατασκευές των επαύλεων που μεταφέρουν τα αστικά ήθη στην ύπαιθρο, επισημαίνει την απαίτηση οπτικής συσχέτισής τους με τη γειτνιάζουσα πόλη. Το γεγονός της οπτικής συσχέτισης, σε συνδυασμό με τη συνολική, δομική και οργανωτική δραστηριότητα, περιγράφει με έμφαση την εισβολή της ελέγχουσας συνείδησης στον φυσικό τόπο. Η αναγεννησιακή villa, άρρηκτα δεμένη με τον αστικό βίο και τις αστικές συνήθειες, μεταφέρεται στην ύπαιθρο, με στόχο τον «έλεγχο» του τόπου. Κατ’ αναλογία, εκφράζεται η ιδιαίτερη ιδεολογική ποιότητα της villa, ως τμήμα της αστικής ζωής και ειδικότερα, η ιδιαίτερη λειτουργική της ταυτότητα, ως πραγματικά επιχειρησιακά κέντρα ελέγχου μεγάλων εκτάσεων καλλιεργήσιμης γης.
Κ. Μωραΐτης: «Το τοπίο, πολιτιστικός προσδιορισμός του τόπου», τόμος Ι, κεφ.3ο, σελ. 104.
56
57 Πρβλ. L.B.Alberti: The architecture of Leon Battista Arberti in ten books. Leoni Ed., 1755 / The ten books of architecture. Λονδίνο: 1986. Book V, Chap. XIV και XVII: «...και ας έχει τη θέα κάποιας μεγάλης Πόλης...», σελ. 104. Αναφορά στη διατριβή του Κ. Μωραΐτη: «Το τοπίο, πολιτιστικός προσδιορισμός του τόπου», τόμος Ι, σελ. 104.
63
Κεφάλαιο 3ο
58 Εικ. 3.30: Alesso Baldovinetti: ‘Madonna col bambino’. Παρίσι: Μουσείο Λούβρου, 1470.
59 Εικ. 3.31: Antonio Pollaiuolo: ‘Apollo e Dafne’. Λονδίνο: National Gallery, 1470-80.
64
Επιβεβαίωση της έντονης στροφής των φλωρεντινών προς την αντίληψη και τον επαναπροσδιορισμό της ιδιαίτερης φυσιογνωμίας του τόπου τους, αποτελούν οι τοπιακές απεικονίσεις των αναγεννησιακών ζωγράφων στις οποίες το τοπιογραφικό υπόβαθρο καθορίζεται συχνά από την άμεση βιωματική επαφή με τον τόπο. Είναι εξαιρετικά ενδιαφέρουσα παρατήρηση ότι, ενώ το τοπίο δεν αποτελεί προβεβλημένο στοιχείο μέχρι τον 17ο αι., όπου και εμφανίζεται η τοπιογραφία ως ανεξάρτητη ζωγραφική απεικόνιση και κυρίως στη βόρεια Ευρώπη, εντούτοις, ήδη από τον 14ο αι. υπάρχουν καλλιτέχνες στη Φλωρεντία που απεικονίζουν στο φόντο του ζωγραφικού τους πίνακα την κοιλάδα του Άρνο με τον ίδιο τον ποταμό ή κάποιο τοπίο παραπλήσιο. Ενίοτε, σε πρώτο επίπεδο προβάλλεται ένας Άγιος που μαρτυρεί, ο Ηρακλής που εκτελεί κάποιον άθλο· ωστόσο, στο παρασκήνιο της πράξης υπάρχει κάτι, ένα τοπίο γνώριμο χωρίς να είναι αντιγραφή, παρόμοιο χωρίς να αποτελεί φωτογραφική απεικόνιση. Για παράδειγμα, στον πίνακα «Madonna»58 του Alesso Baldovinetti, στο «Απόλλων και Δάφνη»59, στο «Ηρακλής και η Ύδρα»60 και στο «Μαρτύριο του Αγίου Σεβαστιανού»61 του Antonio Pollaiuolo, οι ζωγράφοι αναπαριστούν στο βάθος του πίνακα τη μητρική τους κοιλάδα του Arno. Αυτή η ιδιαίτερη προσέγγιση των αναγεννησιακών καλλιτεχνών δεικνύει την ιδιαίτερη επίδραση της συνθήκης του φυσικού τόπου στην καρδιά του πολιτισμού τους. Πρό-
Η Ιδιαίτερη Φυσιογνωμία της Φλωρεντίας
κειται για το φόντο, επί του οποίου επικάθεται η αναφορά στην αρχαιότητα, η αναφορά στη θρησκεία, η αναφορά στον ηγεμόνα, για το παρασκήνιο που αναγνωρίζεται ως υπόβαθρο και υποδοχέας του πολιτισμού, δηλαδή για τη φυσιογνωμία του τόπου της Φλωρεντίας.62 Συμπερασματικά, οι τοπιακές διαμορφώσεις της Αναγεννησιακής περιόδου τοποθετούνται σε ένα σύνολο πολιτιστικών πρακτικών, οι οποίες εν συνεχεία αναπτύσσονται παράλληλα και σε εμφανή συσχέτιση με το ευρύ φάσμα του πολιτισμικού μορφώματος που χαρακτηρίζει την αναγεννησιακή κοινωνία. Ακόμα και η φυσική ποιότητα του τοπίου της Τοσκάνης δηλώνει διαρκώς την, συνεχή στους αιώνες, πολιτιστική εγγραφή.
60 Εικ. 3.32: Antonio Pollaiuolo: ‘Heracles and Hydra’. Φλωρεντία: Πινακοθήκη Uffici.
61 Εικ. 3.33: Antonio Pollaiuolo και Pier Pallaiuolo: ‘Martyrdom of Saint Sebastian’. Λονδίνο: National Gallery, 1475. 62 Κ. Μωραΐτης: «Το τοπίο, πολιτιστικός προσδιορισμός του τόπου», τόμος Ι, κεφ.3ο.
65
Κεφάλαιο 3ο
3.4 Το «Πνεύμα του Τόπου» ωσ σύμπλοκο τησ πολιτιστικήσ κορύφωσησ, του πολιτικού συστήματοσ και του φυσικού υποδοχέα – τοπίου
«Τέχνη είναι η ανώτερη έκφραση και μεγαλόπρεπη συμπύκνωση της πλουσιότερης απ’ αυτή και ζωντανότερης πραγματικότητας».63 Μανώλης Μεσσήνης
63 Μ. Μεσσήνης, Meditations: Τέχνη και Καλλιτεχνική Δημιουργία. 64 Να επισημανθεί εδώ ότι η επιλογή και η διαμόρφωση της πορείας πραγματοποιήθηκε με γνώμονα τη δυνατότητα παρουσίασης του ιστορικού αναγλύφου της πόλης, για την κάλυψη των αναγκών της συγκεκριμένης ερευνητικής. Ως εκ τούτου, πρόκειται για μία προτεινόμενη και όχι αποκλειστική ή μοναδική πορεία περιήγησης στο τοπίο της Φλωρεντίας, που ελλείπεται πολλών σημαντικών στοιχείων.
Εικ. 3.34 (προηγούμενη σελίδα): Η πεδιάδα της Φλωρεντίας στο ηλιοβασίλεμα. Η ιδιαίτερη φυσιογνωμία της κοιλάδας του Άρνο, με την πόλη να διαχέεται, ακολουθώντας τις νόρμες του τοπίου. Άποψη από την Fiesole. 2012. Εικ. 3.35: F. Fanozzi: «Γεωμετρική κάτοψη της Φλωρεντίας» σε κλίμακα 1:4500, 1843. Την εποχή που σχεδιάστηκε η συγκεκριμένη κάτοψη η αρχαία πόλη παρουσιάζεται σε ολοκληρωμένη μορφή. Η περιφέρεια που περικλείει την κάτοψη εκφράζει ίσως αυτή την «ολοκλήρωση». Και αν η κάτοψη αυτή παρουσιάζει την δομή της αρχαίας πόλης στην κορύφωσή της, αποτελεί επίσης και το σημείο άφιξης της ιστορικής χαρτογραφίας της πόλης ως αποτέλεσμα τέλειας ισορροπίας ανάμεσα στην επιστημονική ακρίβεια και την παραστατική σύνθεση. 68
Η μυσταγωγική αντιμετώπιση της Φλωρεντίας διέπεται από την αισθητική θεώρηση της πραγματικότητάς της, συνδυαζόμενης με το ιστορικό, πολιτικό και οικονομικό σύμπλοκο που τη χαρακτηρίζει. Καθώς προχωράμε προς τη σφαίρα επιρροής της υπαρξιακής αυτής συνθήκης, «σταματάμε» ενώπιον μίας στιγμής της μορφής της και αφομοιωνόμαστε στην απόλαυσή της. Αυτή ακριβώς η προσέγγιση έχει ως συνέπεια τη δημιουργία μιας ιδιαίτερης βιωματικής αίσθησης, ποικίλης στην κλίμακα της έντασης και καθ΄ όλα εντονότερης της τρέχουσας καθημερινότητας, που αναφέρεται ωστόσο σε μία συγκεκριμένη, χρονική συνθήκη. Η ιδιαίτερη, συγκινησιακή επιφόρτιση που δημιουργείται οδηγεί, τρόπον τινά, σε μία εν-συναίσθηση, είτε αποτελεί αναβίωση του παρόντος, είτε σχετίζεται με ένα ορισμένο αισθησιακό βίωμα και η οποία εν-περιέχει την υπαρξιακή συμμετοχή του δέκτη στην απόλαυση. Αυτή η υπαρξιακή κατάσταση στην οποία υποβάλλεται ο δέκτης τοποθετείται ακριβώς πίσω από την εικόνα του παρόντος. Μία τέτοια συνθήκη, που δεν αποστερεί τον δέκτη από την ικανότητα έκφρασης, συνιστά τη μετάφραση των υπαρξιακών ερεισμάτων της πραγματικότητας την οποία καλείται να αναγνωρίσει, κατανοήσει και συνειδητοποιήσει. Η απόδοση της βιωματικής εν-συναίσθησης, της άμεσης υπαρξιακής προσέγγισης, θα επιχειρηθεί μέσω της υποθετικής πορείας ενός περιηγητή που βυθίζεται στην αστική συνθήκη της περιοχής της Φλωρεντίας.64 Ελπίζουμε έτσι να αποδώσουμε τη μύηση του παρατηρητή στη σύνθετη πραγματικότητα της βιωμένης Φλωρεντίας. Δύναται, εν τέλει, η φαινομενολογική προσέγγιση να συλλάβει το σύμπλοκο της κατατεθειμένης ιστορίας;
Εικ. 3.36: Χάρτης της υφιστάμενης κατάστασης του κέντρου της Φλωρεντίας με τον ποταμό Άρνο.Επισημαίνεται το ιστορικό κέντρο της πόλης (με βάση τον χάρτη της Unesco), με τις αρχαίες πύλες.
Η Ιδιαίτερη Φυσιογνωμία της Φλωρεντίας
Η περιήγηση
Ο ήλιος συναντά την πρωινή, δροσερή ατμόσφαιρα των σκιερών, στενών δρόμων. Περιτριγυρισμένος από την καταναλωτική μάστιγα των οίκων μόδας και τους ανθρώπινους, πολυπολιτισμικούς χείμαρρους· από την ωχρή πέτρα, τον κίτρινο σοβά και τα πράσινα παράθυρα, αναζητά ένα στοιχείο προσανατολισμού. Η θέση του μοιάζει περισσότερο καταληκτική, παρά αφετηριακή. Όλοι οι δρόμοι συγκλίνουν στη διασταύρωση. Στο βάθος ενός δρόμου αποκαλύπτεται μία αψίδα, στο άνοιγμα της οποίας διαγράφονται κατάλευκες στο έντονο φως, οι επιφάνειες κτηρίων: πρόκειται για ξέφωτο.
Εικ. 3.37: Το ποδήλατο, αδιάσπαστο στοιχείο της ζωής στην Φλωρεντία. Στο Borgo Pinti. Firenze, 2012. Εικ. 3.38: Βιώνοντας τον χώρο της πόλης. Στην via Strozzi, κοιτάζοντας την Arcone. Firenze, 2012. 73
Κεφάλαιο 3ο
74
Η Ιδιαίτερη Φυσιογνωμία της Φλωρεντίας
Εικ. 3.39: Το κέντρο της centurazione, ‘umbilicus colonae’. Εικ. 3.40: Απέναντι (χάρτης-υπόβαθρο). Η centurazione της περιοχής της Φλωρεντίας και η θέση της ‘urbs’.
Ο περιηγητής βρίσκεται στον ομφαλό της ρωμαϊκής αποικίας, το «umbilicus coloniae», που απαντάται στη διασταύρωση των δρόμων Strozzi, Tornabuoni, della Vigna Nuova και della Spada.65 Όπως διαφαίνεται από την ιδιαίτερη τοπογραφία της πόλης, το αρχαίο ρωμαϊκό κέντρο υιοθετεί το παραδοσιακό κριτήριο προσανατολισμού σύμφωνα με τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα και στρέφεται σε σχέση με την προτασσόμενη centurazione, για την οποία ακολουθήθηκε η φύση του τοπίου. Η φυσική ασυνέπεια της παραδοσιακής ρωμαϊκής λύσης θα οδηγήσει στη χαρακτηριστική στροφή των μεσαιωνικών τειχών (1172) και την ακτινωτή συνέχεια των ενδιάμεσων δρόμων, ώστε να καταλήξει σε ένα ορθοκανονικό σύστημα διαμόρφωσης κατά τις παρεμβάσεις του Arnolfo. Επιστρέφοντας στον ομφαλό της πόλης, σημείο τομής των δύο συστημάτων – της ανθρώπινης, ρωμαϊκής επικυριαρχίας στην κοιλάδα και των φυσικών νορμών που διέπουν τη γεωμορφολογία της – καθίσταται έντονο ένα αντιφατικό συναίσθημα έναντι της αυστηρώς προσανατολισμένης και ορθοκανονικά διαμορφωμένης ρωμαϊκής εγκατάστασης και των μαλακών, καμπύλων δρόμων (πχ. via della Spada, via della Vigna Nuova), φανέρωση των φυσικών τάσεων του τόπου στα δυτικά της πόλης. Το συναίσθημα που κατακλύζει τον περιηγητή τον ωθεί να κινηθεί προς το πραγματικό κέντρο της urbs, την piazza della Reppublica.66
Εικ. 3.41: Απέναντι (εστιασμένη εικόνα). Η πόλη και οι κύριοι δρόμοι, με τις εδαφικές κατευθύνσεις. Στην περιοχή της Φλωρεντίας είναι ακόμα αναγνωρίσιμα μερικά ίχνη της διαίρεσης κατά εκατονταρχίες (centuriazione) της αποικίας. Αναφέρονται οι σημαντικότερες οδοί: Via Cassia: περί τον 2ο αι. μ.Χ., διέσχιζε τις Compiobbi, Terenzano, Settignano, Ponte a Mensola, Coverciano, S. Gevasio, Camerata, le Forbici, piazza delle Cure, la Pietra, Montughi, ponte di Rifredi sul Terzolle, Quarto, Quindo, Sesto, Settimello, Calenzano, Pizzidimonte, Prato. Η Florentia στην απομονωμένη τοποθεσία της, ενωνόταν με την via Cassia διαμέσου του cardo massimo της διαίρεσης. Via Cassia Nova: το 123 μ. Χ., ο αυτοκράτορας Αδριανός διέταξε την κατασκευή μιας νέας οδού, από την Chuisi προς την Φλωρεντία, που είχε ήδη επιβληθεί για την ευνοϊκή γεωγραφική της θέση. Via Faentina: περί τα τέλη του 1ου αι. μ. Χ. Συνέδεει την Φλωρεντία άμεσα με την Faeza και την κοιλάδα της Πάδου. Via Pisana: αρχαιότατος εμπορικός δρόμος που ένωνε το Tirreno με την Αδριατική, από την Πίζα στην Spina. Via Volterrana: η αρχαιότερη οδός που διέσχιζε την κοιλάδα και συνέδεε τις ετρουσκικές πόλεις Volterra και Fiesole με την Φλωρεντία. Via Senese: περί τα τέλη του 1ου αι. μ. Χ. Πρόκειται για την οδό που ένωνε Siena-Firenze. 65 Πρόκειται για το κέντρο της διαίρεσης κατά εκατονταρχίες (centurazione). Τετράγωνο πλέγμα 2400 ρωμαϊκών ποδιών, με πλευρά περίπου 710μ. Το κέντρο ορίζεται από τη διασταύρωση του μέγιστου οριζόντιου (decumanus maximus) και του μέγιστου κάθετου (cardo maximus). Στην περίπτωση της Φλωρεντίας, ως βάση decumanus λήφθηκε ο εμπορικός δρόμος via Cassia. Ίχνη της διαίρεσης είναι ακόμα εμφανή στην πεδιάδα δυτικά της Φλωρεντίας. Αναφορικά, η ρωμαϊκή αποικία ιδρύθηκε περί το 59 π.Χ. (Βλέπε G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città», κεφ. 1ο σελ 1-2). 66 Η ρωμαϊκή εγκατάσταση (ορθοκανονικού σχήματος μονάδα του castrum) οριζόταν από τούβλινα τείχη περιμέτρου περίπου 1800μ. και ήταν οργανωμένη σε συνάρτηση με τους δύο κύριους άξονες (cardo και decumano) που συνέδεαν τις τέσσερις πύλες και διασταυρώνονταν σε ορθή γωνία στο σημείο τομής των σύγχρονων οδών Roma, Speziali και Calimala στην πλατεία della Repubblica, όπου εκείνη την εποχή υπήρχε η κύρια πλατεία, το forum Urbis. Η πόλη διέθετε επίσης γέφυρα και λιμάνι επί του ποταμού Άρνο. (Πηγή: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città», κεφ. 1ο, σελ 3).
75
Κεφάλαιο 3ο
Ο τρόπος που το άπλετο φως πλημμυρίζει την πλατεία της Δημοκρατίας, τον εντυπωσιάζει. Καταλαβαίνει ότι πρόκειται για χώρο – τόπο ώσμωσης διαφόρων πληθυσμών και πολιτισμών, μεταβατικό χώρο κίνησης και στάσης που «ανοίγει» τον πυκνό μαγματικό ιστό της πόλης, με τα στενά σοκάκια και τους ψηλούς, κλειστού τύπου, κτηριακούς όγκους. Και όμως, διαισθάνεται την αντίφαση της ανοικτής αυτής αστικής δομής σε σχέση με τον χαρακτήρα της πόλης. Οι ισόγειοι χώροι διασκέδασης με τα εστιατόρια, τα πολυτελή ξενοδοχεία, τα πολυκαταστήματα και τα μοντέρνα καφέ διαμορφώνουν ένα είδος αστικού «σαλονιού» – πλατείας, μιας εικόνας που του προκαλεί σύγχυση. Σχεδόν βλέπει τους διάσημους συγγραφείς και καλλιτέχνες του 20ου αι. να παίρνουν τον καφέ τους στο Caffé Gilli και στο Caffè Le Giubbe Rosse, να περιφέρονται στοχαστικά στον χώρο ή να σχολιάζουν
Εικ. 3.42: Το caffé των αδελφών Reininghaus (εν συνεχεία caffé “Le Giuppe Rosse”) στην πλατεία Vittorio Emanuele (εν συνεχεία πλατεία Repubblica). Περί το 1910 και το 1920 οι συντάκτες των περιοδικών “La Voce” και “Lacerba” (και όλοι οι εκφραστές του πολιτισμού τη δεδομένη εποχή) μαζεύονταν καθημερινά στο γνωστό caffé της πλατείας της Δημοκρατίας. 76
Η Ιδιαίτερη Φυσιογνωμία της Φλωρεντίας
την Arcone67: «L'ANTICO CENTRO DELLA CITTÀ. DA SECOLARE SQUALLORE A VITA NUOVA RESTITUITO». Ωστόσο, αυτή η εικόνα δεν συνάδει με τους μεσαιωνικούς πύργους, τις εκκλησίες, τα palazzo των ευγενών, τις botteghe που περίμενε να συναντήσει. Συνειδητοποιεί ότι αυτά τα στοιχεία έχουν διαγραφεί από το τοπίο της πλατείας. Παρ’όλα αυτά, η πλατεία διακατέχεται από κάποιες βαθύτερες νόρμες, που βιώνονται κατά τρόπο ώστε, όλες αυτές οι αντιφατικές συγκρούσεις να καταλήγουν σε έναν άρρηκτο συγκερασμό της εικόνας τους ως ολότητας. Στο βάθος, η μουσική του carousel μοιάζει να συνθέτει τη συνθήκη των αντιθέσεων σε μία μελωδία που ξεκινά στον χώρο της πλατείας και διασπείρεται σε όλη της την έκταση, ώστε να χαθεί στην περίμετρό της. Παρασυρμένος στη δίνη της, σχεδόν μυστικιστικά, ο περιηγητής κατευθύνεται βόρεια.
Πρόκειται για τις στοές με τη χαρακτηριστική Αψίδα Θριάμβου, εμπνευσμένες από την αυλική, φλωρεντινή αρχιτεκτονική της Αναγέννησης. Οι σύγχρονες προσθήκες, ωστόσο, τη διαφοροποιούν σχεδόν εξ ολοκλήρου από το πραγματικό αρχαίο πρότυπο. Η επιγραφή υπαγορεύτηκε μάλλον από τον Isidoro del Lungo. Μετάφραση: «ΤΟ ΑΡΧΑΙΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ. ΑΠΟ ΤΗΝ ΚΟΣΜΙΚΗ ΕΞΑΘΛΙΩΣΗ, ΣΕ ΜΙΑ ΝΕΑ ΖΩΗ ΕΠΙΣΤΡΑΜΕΝΟ». (Πηγή: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città», κεφ. 12ο, σελ. 291-292, και κεφ. 27ο, σελ 447-450). 67
Εικ. 3.43: Firenze, Piazza del Mercato Vecchio (πλέον Piazza della Repubblica), 1880 ca. Εικ. 3.44: Firenze, Piazza della Repubblica, περί το 1910. Εικ. 3.45: Βιώνοντας τη Φλωρεντία. Η Arcone. Firenze, 2012. 77
Κεφάλαιο 3ο
68 Σχετικά με την ιστοριογραφία της piazza della Repubblica, η σημερινή εμφάνιση της πλατείας οφείλεται στις αστικές παρεμβάσεις του 1885-1895 με την ανακήρυξη της Φλωρεντίας πρωτεύουσας της Ιταλίας (1865-1871). Η περίοδος αυτή είναι γνωστή ως η περίοδος του «Καθαρισμού» («Risanamento») σύμφωνα με την πανηγυρική ορολογία του δέκατου ένατου αιώνα (οι επικριτές την αποκαλούν, πιο πεζά, «κατεδάφιση της πόλης») και άλλαξε δραματικά την εικόνα του μεγαλύτερου μέρους του κέντρου της πόλης. Η απόφαση να διευρυνθεί η πλατεία είχε ως αποτέλεσμα την ολική καταστροφή κτηρίων μεγάλης σημασίας: μεσαιωνικοί πύργοι, εκκλησίες, η εταιρική έδρα των Τεχνών, ορισμένα palazzi ευγενών, καθώς και botteghe και τα σπίτια, ενώ παράλληλα οικοδομούνται κτήρια σύμφωνα με την εκλεκτική μόδα της εποχής. Η πράξη παρουσιάστηκε αναγκαία για την αποκατάσταση των συνθηκών υγιεινής της περιοχής, αλλά στην πραγματικότητα ήταν κατά κύριο λόγο μία πράξη οικοδομικής κερδοσκοπίας και νομιμοποίησης της αναδυόμενης μεσαίας τάξης, πρωταγωνίστριας των γεγονότων μετά την ιταλική ενοποίηση. «Η μορφική αντίθεση των νέων οικοδομημάτων και της
Εικ. 3.46: Η πλατεία της Αρχαίας Αγοράς (Mercato Antico), για χρόνια ένα από τα ζωτικά κέντρα της λειτουργικής δομής της πόλης. Η ανατολική πλευρά της πλατείας: στα αριστερά η εκκλησία του S. Tommaso (φωτογραφία Baccani, περί το 1889). Εικ. 3.47: Piazza del Mercato Vecchio, όπως φαινόταν από την via Strozzi (νοτιοδυτικό άκρο της πλατείας). Για αιώνες, ένα από τα ζωτικά κέντρα της λειτουργικής δομής της πόλης. Αριστερά η loggia del Pesce. Στο φόντο ο Θόλος και το Κωδωνοστάσιο. 78
Ασύνειδα σχεδόν, η τοπογραφία της πόλης και η σκηνογραφική σύμφυση κατευθύνσεων και κτηρίων αποτελούν τα προκλητικά αίτια κίνησης και προσανατολισμού στο εσωτερικό της. Η αρχαία ρωμαϊκή αγορά (piazza del foro) και σύγχρονη πλατεία της Δημοκρατίας (piazza della Repubblica)68 συνιστά το αρχαίο κέντρο, που παρ’ όλη την καταστροφή της ιδιαίτερης φυσιογνωμίας του κατά τον 19ο αι., συνεχίζει να συλλέγει τις ανθρώπινες ροές και να τις κατευθύνει προς τους δυναμικότερους πόλους της, την piazza del Duomo και την piazza della Signoria. Οι κύριες κατευθύνσεις, ως εκ τούτου, προκύπτουν στις οδούς Roma – Calimala, degli Speziali, del Corso, οι οποίες αντιστοιχούν στους θεμελιώδεις άξονες κίνησης της ρωμαϊκής πόλης (cardo και decumano αντίστοιχα) και οι οποίοι αποτελούν τις βασικές κατευθυντήριες γραμμές ανάπτυξης και οργάνωσης της αστικής δομής. Και πράγματι, ο άνθρωπος προσανατολίζεται μέσα στην πόλη, πάντα σε σχέση με τους δύο άξονες αρχικά και τις οπτικές φυγές69 προς τα συγκεκριμένα κτήρια – τοπόσημα, σύμβολα της οικονομικής και αστικής προόδου της πόλης, στη συνέχεια.
Η Ιδιαίτερη Φυσιογνωμία της Φλωρεντίας
Εικ. 3.48: Αλληλοεπικαλυπτόμενες κατόψεις του αρχαίου κέντρου της Φλωρεντίας, πριν και μετά τις παρεμβάσεις κατά την περίοδο του «Καθαρισμού» (1885-95). Μαύρη διαγράμμιση: περίμετρος των οικοδομικών τετραγώνων προ των παρεμβάσεων. Γκρι διαγράμμιση: κατειλημμένες περιοχές στη σύγχρονη κατάσταση. Λεπτές μαύρες γραμμές: εικόνα της αρχαίας πόλης. Οι πρώτες ιδέες ανασυγκρότησης του αρχαίου κέντρου παρουσιάζονται κατά την ναπολεονική επικυριαρχία. Ωστόσο, μόλις το 1861, παρουσιάζεται το πρώτο σχέδιο (Luigi Del Sarto) κατεδάφισης και ανοικοδόμησης μιας νέας αγοράς τροφοεφοδίων ανάμεσα στην piazza Brunelleschi και την οδο via Cardinali. Ακολουθούν και άλλες προτάσεις(1861). Πέραν των κρατικών δικαιολογιών περί υγιεινής και κυκλοφοριακής συμφόρησης, ο «Καθαρισμός» του αρχαίου κέντρου γύρω από την Αρχαία Αγορά οφείλεται στα συμφέροντα της αστικής τάξης προς επιβεβαίωση του κύρους της. Ακόμα και σε αυτή την περίπτωση, το μέσο επίτευξης είναι η οικοδομική κερδοσκοπία: «για πολλά χρόνια συζητείται αυτό το πρόβλημα, με τον ανταγωνισμό μιας αδιανόητης σειράς προτάσεων του Δήμου, ιδιώτων και κερδοσκοπικών επιχειρήσεων, που προσφέρουν μία φαντασμαγορική διαδοχή παραλλαγών του ίδιου σφάλματος» (E. Detti).Τo 1884 ξεκινούν οι διαδικασίες απαλλοτρίωσης και το 1888 εγκρίνεται το δημόσιο σχέδιο. Σε όλα αυτά τα χρόνια των συζητήσεων δεν απαντάται καμία σοβαρή κριτική επί αυτού που θα προέκυπτε ως το μεγαλύτερο πολεοδομικό σφάλμα του αιώνα. Οι αρνητικές κριτικές και οι κατακρίσεις θα αρχίσουν αμέσως μετά. Ακόμα και από αυτή τη σχηματική συγκρίση που αναπαριστάται εδώ, διαφαίνονται ξεκάθαρα τα χαρακτηριστικά της παρεμβασης: καταστροφή της οργανικότητας της αστικής διαστρωμάτωσης του αρχαίου ιστού· υιοθέτηση μιας ορθοκανονικής διάταξης χωρίς ταυτότητα· διατήρηση ορισμένων μνημειακών στοιχείων, αλλά όχι και της ζωτικής τους ατμόσφαιρας. απομείνουσας πόλης έχει γίνει αφόρητη με την καταστροφή εκείνου του χαρακτηριστικού της στενής φλωρεντινής οικοδομικής, με την εναλλαγή των προεξέχουσων – για τον ήλιο και τη βροχή – στεγών, που αποτελούσαν ένα μοναδικό αφηρημένο παιχνίδι φωτός, σκιάς και παραφωνίας που ενυπάρχει στο πνεύμα του συνόλου της πόλης». (E. Detti, Firenze scomparsa, με τη συνεργασία του T. Detti, εισαγωγή A. Palazzeschi, Φλωρεντία 1970, σελ. 88-90, αναφορά στο βιβλίο του G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città», κεφ. 12ο, σελ. 449). 69 Να σημειωθεί ότι οι σημαντικότεροι οδικοί άξονες της πόλης, που οδηγούσαν από τις πύλες των τειχών (ανά εποχή) στον κεντρικό πυρήνα, προσφέρουν μια δυνατότητα οπτικών φυγών, στοιχείο που προκύπτει ως συνέπεια αντίστοιχης σχεδίασης. (Πηγή: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città», κεφ. 4ο, σελ. 65).
79
Κεφάλαιο 3ο
Εικ. 3.49: Σύστημα των αξονικών σχέσεων ανάμεσα στα θεμελιώδη στοιχεία της αστικής δομής. Οι σημαντικότεροι άξονες σημειώνονται με τις έντονες διακεκομμένες γραμμές. Με τις ελαφρύτερες γραμμές σημειώνονται οι υπόλοιποι άξονες. Ο σταυρός δεικνύει την τομή του cardo και του decumano της ρωμαϊκής πόλης. Στο τέλος της ανάπτυξης και διαμόρφωσης, το οποίο διαδέχονται οι παρεμβάσεις του Arnolfo και του Brunelleschi, η αρχαία πόλη οργανώνεται και τακτοποιείται από ένα ακριβές σύστημα σχέσεων (επιθυμητών και επακόλουθων των γενικών ρυθμίσεων), από ένα σύμπλοκο συνεχών σχέσεων, επακριβώς ορισμένων αποστάσεων και σημαντικών διαστημάτων, έτσι ώστε να σχηματίζεται μία ενοποιητική ολότητα κενού και πλήρους, τόνων και παύσεων, αναδυόμενων στοιχείων και εδάφους. Ο χάρτης παρουσιάζει συγκεκριμένα τους, σχετικούς σε αυτό στο σύστημα σχέσεων, άξονες. Λαμβάνονται υπ’όψην οι σημαντικότερες αναδυόμενες δομές, του palazzo della Signoria και του Duomo· πέραν των οδών που αντιστοιχούν στον cardo και τον decumano, οι μεσαιωνικοί δρόμοι που αντιστοιχούν στις κύριες πύλες, είχαν μία ακριβή προοπτική, ήταν δηλαδή “σε άξονα” με τον πύργο της Signoria, σύμβολο της εξουσίας του Δήμου: για παράδειγμα οι via Romana, via Palazzuolo, via Faenza. Ο πύργος είναι εμφανής και από άλλα αστικά μονοπάτια, όπως για παράδειγμα από την πλατεία S. Trinita, διαμέσου της via delle Terme. Σχετικά με τον θόλο του Duomo σημειώνονται χαρακτηριστικά οι: ο άξονες της οδού via dei Servi μέχρι τον θόλο της SS. Annunziata, ο άξονας ponte Vecchio-Por S. Maria-Orsanmichele που εκτείνεται μέχρι το σημείο τομής με τον άξονα palazzo Pitti-Boboli, στο πέρασμα ανάμεσα στο κτήριο και τον κήπο. Ο άξονας Θόλος-πύργος του Arnolfo-Uffici επεκτείνεται μέχρι το κέντρο του palazzina di Belvedere. Στο Oltrarno καταλήγουν θεμελιώδη οι: άξονας via Romana, άξονας palazzo Pitti-Boboli-κωδωνοστάσιο S. Spirito, ο 2ος άξονας των Boboli που ενώνει Forte Belvedere και πύλη porta Romana διαμέσου της λεωφόρου Poggio Imperiale. Οι εκκλησίες των Carmine και S. Spirito παρουσιάζονται συμμετρικώς εναλλασσόμενες επί της γραμμής που αγκαλιάζει τις δύο προσόψεις. Τέλος, σημειώνεται o άξονας των δρόμων με έντονη κλίση και της piazzale Michelangelo, αν και καθ’ όλα ξένων του αρχαίου συστήματος σχέσεων. 80
1. Θόλος του Duomo 2. Κωδωνοστάσιο του Duomo 3. Πύργος του Palazzo Vecchio 4. Orsanmichele 5. Κωδωνοστάσιο της Badia 6. Πύργος του Palazzo del Podestà 7. Θόλος της Santissima Annunziata
8. Santa Croce 9. Santa Maria Novella 10. Uffici 11. Palazzo Pitti 12. Κωδωνοστάσιο της S Spirito 13. Palazzina di Belvedere 14. Piazzale Michelangelo
Η Ιδιαίτερη Φυσιογνωμία της Φλωρεντίας
Εικ. 3.50: Χάρτης των θεμελιωδών κατευθύνσεων της αστικής ανάπτυξης. Με έντονη, συνεχή γραμμή σημειώνονται οι κύριες κατευθύνσεις, που αντιστοιχούν στους συνδετικούς άξονες από πύλη σε πύλη· με συνεχή γραμμή μικρότερης έντασης, οι σημαντικότερες δευτερεύουσες κατευθύνσεις· με διακεκομμένες, οι εσωτερικές κατευθύνσεις με τη μεγαλύτερη λειτουργική συσχέτιση, που αφορούν στην σύνδεση των διαφόρων περιοχών της πόλης· με λεπτή γραμμή, οι κύριοι μνημειακοί οργανισμοί. Εικ. 3.51: Κάτοψη των διαδοχικών φάσεων περιτείχισης και οχύρωσης της πόλης. Στην αρχαία πόλη, η μορφή της εγκατάστασης και η δομή των οχυρώσεων προκύπτουν στενά συνδεδεμένες. Τα ίχνη και η διαθρωτική επίπτωση των περιμετρικών γραμμών των διαδοχικών τειχών, καθώς και η δομική σημασία της παρούσιας των οχυρών, είναι καθαρά αναγνωρίσιμα στην μορφολογική διάταξη (βλέπε ειδικότερα το οδικό σύστημα της πόλης) της Φλωρεντίας, με την κατάληξη της ανάπτυξης της αρχαίας πόλης το 1800, αλλά και μέχρι σήμερα.
Ίχνη των ρωμαϊκών τειχών (1ος αι. μ Χ.) Πιθανά ίχνη των βυζαντινών τειχών (541-545) Πιθανά ίχνη των καρολίγγειων τειχών (10ος αι.) Πιθανά ίχνη των τειχών της Ματίλδης (τα «Αρχαία Τείχη» -Cerchia Antica- του Δάντη, 1078) 1α Δημόσια τείχη (1173-75 και έπειτα) Τείχη του Oltrarno, με υλικά των κατεστραμένων πύργων και των κατοικιών των Ghibellini, περί το 1258 Δημόσια τείχη που αποφασίστηκαν το 1284 και κατασκευάστηκαν περί το 1299-1333 (Arnolfo;)
Α. Castello Altafronte / B. Οχυρώσεις S. Miniato (Michelangelo 1529), επεκταμένες και συστηματοποιημένες από τον Cosimo I το 1552 / C. Προπύργιο S. Gallo, 1529/1552 / D. Προπύργιο των Tre Canti, 1529 / E. Προπύργιο των Mongibello, 1529/1552 / F. Προπύργιο S. Giorgio, 1529/1552 / G. Προπύργιο των Mulini, 1529/1552 / H. Προπύργιο της Serpe, 1529/1552 / I. Οχυρό S. Giovanni Battista ή «da Basso», Antonio da Sangallo, 1534-35 / J. τείχη κατασκευασμένα από τον Cosimo I για τον πόλεμο ενάντια της Siena, 1544 / K. Οχυρό της S. Maria ή του Belvedere, Buontalenti, 1590-95. 81
Κεφάλαιο 3ο
Εικ. 3.52: Άποψη του θόλου του Duomo από την πλατεία. Firenze, 2012. Αναφορά σε ένα ανέκδοτο που σχετίζεται με τη διάσημη οικογένεια Bischeri. Οι συγκεκριμένοι αρνήθηκαν να πουλήσουν τα σπίτια τους για τη διάνοιξη του χώρου κατασκευής του καθεδρικού ναού, τα οποία κατά τραγική ειρωνεία καταστράφηκαν σε πυρκαγιά. Έτσι προέκυψε η τυπική φλωρεντινή έκφραση για τους άφρονες: «O Bischero!», «Non essere un Bischero!». 70
71 Piazza del Duomo. Αποτελείται από το Battistero di San Giovanni, το Duomo – Cathedrale di Santa Maria del Fiore και το Campanile di Giotto.
Προχωρώντας στην piazza del Duomo από τη via Roma, ο περιηγητής μυείται στο μεγαλείο της αποκάλυψης: μπροστά του, σε έναν ευρύ χώρο πλατείας που μάλλον προκύπτει «μικρός» – η «νέμεσις» των Bischeri70, ίσως; – δεσπόζει το σύμπλοκο του θρησκευτικού κέντρου της πόλης, συντεθειμένο από το Βαπτιστήριο, τον καθεδρικό ναό της Santa Maria del Fiore και το Κωδωνοστάσιο71. Στοιχεία διαδοχικών εποχών και προσεγγίσεων, ενοποιούνται και συσχετίζονται έτσι, ώστε να συνθέτουν μία εικόνα μεγαλόπρεπη, ικανή να καθηλώσει κάθε ανθρώπινο ον, να σταθεροποιήσει κάθε χωρική ενότητα και να περιγράψει κάθε δυναμική αλλαγή στη μονάδα του χρόνου. Με τον μεσημεριανό ήλιο, το μεγαλείο επιτείνεται από δέσμες φωτός που αντανακλούν στις κρύες μαρμάρινες όψεις και τις χρυσές πόρτες. Το συνονθύλευμα των συναισθημάτων που βομβαρδίζει τον περιηγητή στοιχειοθετείται σε μία λεπτή ισορροπία απαράμιλλου δέους μπροστά στο μεγαλείο της καρδιάς της πόλης και παράλληλης αίσθησης περίκλεισης· έχει εισέλθει στον τόπο της πόλης, βρίσκεται «μέσα», «ανήκει» και αποτελεί «μέρος» του «όλου». 82
Η Ιδιαίτερη Φυσιογνωμία της Φλωρεντίας
Εικ. 3.53: Ανάλυση των πλατειών του Duomo και του Battistero από τις προηγούμενες διαμορφώσεις στις παρεμβάσεις του 18ου αι. 1. Κάτοψη των διαφοροποιήσεων της αρχικής κατάστασης κατά την διάρκεια του 14ου αι. / 2. εσωτερικοί χώροι των μνημείων / 3. κενό και πλήρες του αστικού χώρου / 4. θεμελιώδη αρθρωτή διάταξη / 5. ενοποιητικές πορείες ανάμεσα στα διάφορα μέρη της πλατείας / 6. σημεία πρόσπτωσης επί των αρχιτεκτονικών όψεων των οπτικών αξόνων από τις οδούς που καταλήγουν στην πλατεία / 7. οπτικές φυγές (γωνίας 60ο) από τις οδικές αρτηρίες προς την πλατεία / 8. θέση των κυρίαρχων γλυπτικών στοιχείων: επί των μνημειακών όψεων / 9. ονομασίες των διαφόρων αστικών χώρων της πλατείας: a. via delle Fondamenta, b. piazza dell’Opera, c. piazza delle Pallottole, d. piazza del Capitolo, e. piazza S. Giovanni.
Η πλατεία του Duomo συγκροτήθηκε για να αποτελέσει την «καρδιά» της πόλης, που αναδύεται με κεντρική μεγαλοπρέπεια από τον πυκνό, μαγματικό, αστικό ιστό. Χώρος που συγκεντρώνει τις ροές συνάντησης και ανταλλαγής. Κέντρο αμιγώς προσδιορισμένο στο πλαίσιο προσέγγισης της πόλης ως σύμπλοκο ανταλλαγών σε πολεοδομικό και πνευματικό επίπεδο, αποτελεί τοπόσημο που, σύμφωνα με τα λόγια του Villani ήταν «το πρώτο πάσο (πτυχή) και stazzo της αναδιαμορφωμένης Φλωρεντίας, εκεί όπου οι ευγενείς πολίτες κάθε Κυριακή βρίσκαν καταφύγιο και έκαναν χρήση της ιθαγένειας (δηλαδή εκεί όπου ξεκουράζονταν και συζητούσαν) τριγύρω από το Duomo και εκεί ελάμβαναν χώρα όλοι οι γάμοι και οι συνάψεις ειρήνης, κάθε μεγαλείο και επισημότητα του δήμου».72 Τα προέχουσας σημασίας, επιβλητικά κτήρια μόνο φαινομενικά διασκορπίζονται στον χώρο της πλατείας. Διατηρούν την αυτονομία τους, ενώ παράλληλα υπάγονται σε ένα σύστημα δυναμικών πόλων, που τα αντιμετωπίζει ως ολότητα.
72 G. Villani, [1348] εκ.1844-45, 1. IV, κεφ. X. (Cronica di Giovanni Villani dalla Torre di Babel fino al 1348/ Firenze 1587/ Firenze: εκδ. F. Gherardi-Dragomanni, 1844-45. Αναφορά στο G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città», κεφ. 2ο, σελ. 16). Μετά από τις σπάνιες διαπλατύνσεις του 11ου και 12ου αι. και τις πρώτες πλατείες μπροστά στις εκκλησίες των Επαιτικών Ταγμάτων, με το έργο του Arnolfo di Cambio κατά τον 13ο αι., οι πλατείες, παράλληλα με το νέο αστικό δομικό σύστημα, διαμορφωμένο και οργανωμένο σε σχέση με πόλους ογκομετρικά συσχετισμένους και αναδυόμενους, λαμβάνουν μία αύξουσα σημασία, τόσο σε σχέση με τη λειτουργία, ως χώροι δημόσιων σχέσεων, όσο και ως επίσημο γεγονός, ως νέα χωρική κλίμακα. Στα τέλη του επόμενου αιώνα η πόλη παρουσιάζεται ως αρθρωτή διαδοχή ανοικτών χώρων και οπτικών σχέσεων που καδράρονται στους οδικούς ορίζοντες. (Πηγή: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città», κεφ. 4ο, σελ. 69, 72).
83
Εικ. 3.54: Το συγκρότημα του καθεδρικού Duomo. Άποψη από το εστιατόριο στην κορυφή του Rinascente, εμπορικού κέντρου στην piazza Repubblica. Firenze, 2012.
Κεφάλαιο 3ο
73 Πρόκειται για την τολμηρή και καινοτόμα ιδέα συνδυασμού των διαμήκη κλιτών σε ένα μεγάλο σώμα σε κεντρικό σύστημα που κυριαρχείται από τον θόλο. Δε στερείται ιστορικών αναφορών στη ρομανική και γοτθική αρχιτεκτονικής της ίδιας της Τοσκάνης. Φαίνεται να είναι αποδεκτή η συνεισφορά του Arnolfo di Cambio σε αυτή την ιδέα, που θα γίνει αποδεκτή και θα επιστρέφει πάντα στη μεγάλη φλωρεντινή αρχιτεκτονική από τον Brunelleschi μέχρι τον Michelucci. (Βλέπε G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città», κεφ. 4ο, σελ. 70-72).
86
Οι οπτικές σχέσεις που δημιουργούνται βάσει του γεωμετρικά ορισμένου υποβάθρου εντείνονται από τη χρήση του λευκού, πράσινου και κόκκινου μαρμάρου στην αυστηρώς γεωμετρικά καθορισμένη ορθομαρμάρωση των εξωτερικών τους επιφανειών. Κατ΄ αναλογία, ξεπερνούν τα στενά όρια της εκκλησιαστικής τους λειτουργίας και καθίστανται συμβολικές δομές. Το Βαπτιστήριο, δομή περίκεντρη με εσωτερική αυστηρότητα, κατασκευαστική ένταση και αναφορά στην αρχαιότητα. Το Κωδωνοστάσιο, κατακόρυφος γραμμικός άξονας αναφοράς, κυρίαρχος «πύργος» της πόλης. Εντέλει, ο Καθεδρικός, με δεσπόζουσα έκταση, υλική και πνευματική διάσταση στην κλίμακα όλης της πόλης, οργανώνει σε ενότητα όλα τα στοιχεία του πανοράματος. Εν-περιέχει την εικόνα της πόλης που τον εν-περιέχει. Εδώ, δηλώνεται με πολιτική έμφαση η σύλληψη της εκκλησίας ως δημόσιου κτηρίου και η αντιμετώπιση του εσωτερικού χώρου ως χώρου σύνοψης του αστικού μεγέθους. Τεράστιος, απόλυτα ισόμερος και υπολογιστικά ευφυέστατος, καθίσταται «πλατεία», κλειστή και καθορισμένη, τόπος συγκέντρωσης της κοινότητας.73 Με την ολοκλήρωση του θόλου του Brunelleschi, επιλύονται οι δυνατότητες των μεγεθών σε ένα σχέδιο που ενισχύει όλες τις συνιστώσες της πολεοδομικής συσχέτισης σε επίπεδο πόλης, για να τις προτείνει ως θεμελιώδες εδαφικό σημείο αναφοράς, καθιστώντας ξεκάθαρη τη σύλληψη από κάθε σημείο των περιχώρων ενός ενιαίου αστικού σχεδίου συντονισμένου στον θόλο.
Η Ιδιαίτερη Φυσιογνωμία της Φλωρεντίας
74 Παλαιότερα, η οδός ήταν χωρισμένη τμηματικά ανά την Οικογένεια που είχε τη bottegha: via dei Cacioli (πωλητές τυριού), via de’ Banderai, via dei Farsettai, via de’ Bonaguisi, il corso dei Pittori ή di San Bartolo, via dei Brigliai e il Corso degli Adimari. Αργότερα επικράτησε η κοινή ονομασία του δρόμου ως via dei Calzauioli. Και μόνο με την ιστορική τοπωνυμία διαφαίνεται η εμπορική αποστολή του δρόμου.
Η περιήγηση δεν σταματά εδώ. Με τον προσδιορισμό του θρησκευτικού κέντρου, ο περιηγητής τείνει να κατευθυνθεί νότια, προς τον διοικητικό πόλο της πόλης. Η via Calzaiuoli, ο πλέον εμπορικός δρόμος της Φλωρεντίας, με τις botteghe και τα εργαστήρια των ζωγράφων, αποτελεί τον φυσικό και νοητό άξονα που συνδέει θρησκευτική και πολιτική εξουσία. Διεισδύοντας στη ζωντανή πραγματικότητα της αστικής συνθήκης, ο περιηγητής αρχίζει να αντιλαμβάνεται τα στοιχεία που μορφώνουν την ιδιαίτερη παρουσία της και καταδεικνύουν στους αιώνες ό,τι απλουστευτικά περιγράφουμε σαν «ομορφιά» της Φλωρεντίας. Ακόμα και στο δρόμο αυτό, «σκιασμένο» από την εμπορική και τουριστική υπερβολή, αποκαλύπτεται η ύφανση του κρυφού σχεδίου, στέρεα ραμμένου στο ιστορικό της παλίμψηστο, υπεύθυνου τελικά για τον χαρακτήρα της. Άραγε, αντιπαραβάλλει ο περιηγητής στην σύγχρονη πραγματικότητα τις botteghe των Cacioli, Banderai, Farsettai, Bonaguisi,74 τα μαγαζιά των παλιών εμπόρων, τα εργαστήρια του Donatello και του Michelozzο; Στοιχεία που καθόλου δεν δυσανασχετούσαν από τον συγχρωτισμό της υψηλής εικαστικής τέχνης με την επίσης υψηλή αστική τέχνη του εμπορίου των τυριών. Όλα αυτά έχουν πια παραχωρήσει τις θέσεις τους σε κάποιο πολυκατάστημα, οίκο μόδας, ή σε μία gelateria, ένα παρασκευαστήριο παγωτού.
Εικ. 3.55 (αριστερή σελ. αριστερά): Λεπτομέρειες της ορθομαρμάρωσης του Βαπτιστηρίου. Γραμμικά μεγέθη, επιφάνειας και χρώματος, της εξωτερικής επικάλυψης. Εικ. 3.56 και 3.57 (αριστερή σελ. δεξιά): Λεπτομέρειες της ορθομαρμάρωσης του Βαπτιστηρίου και του Duomo, με την χρήση του λευκού, του κόκκινου και του πράσινου μαρμάρου. Εικ. 3.58 (πάνω αριστερά): F. Zuccari: Φλωρεντινός δρόμος. Biblioteca Marucelliana.Το σχέδιο τεκμηριώνει το καλό γούστο για την δυναμική συνέχεια των κτηριακών προσόψεων που επιβεβαιώνεται στην αρχιτεκτονική του αιώνα. Εικ. 3.59 (πάνω δεξιά): F. Granacci: πλατεία S. Giavanni (Battistero) και η οδός via dei Calzaiuoli. Uffizi, Αρχείο σχεδίων και φωτογραφίων. Το σχέδιο απεικονίζει το Βαπτιστήριο υπευψωμένο σύμφωνα με μία αρχαία παράδοση ή σύμφωνα με το σχέδιο του Leonardo da Vinci, το οποίο «παρουσίαζε την επιθυμία ανύψωσης και τοποθέτησης των σκαλοπατιών, χωρίς την καταστροφή του» (Vasari). Κατά μήκος της via Calzaiuoli ευθυγραμμίζονται τα σπίτια και οι πύργοι των Adimari. Το Βαπτιστήριο, μία δομή - θεμελιώδες σημείο αναφοράς για την ανάπτυξη του φλωρεντινού, εικονιστικού πολιτισμού, απεικονίζεται με τα σκαλοπάτια ακόμα και στην ιδεατή ανακατασκευή του ως «Ναός του Άρη», στις ξυλογραφίες του V. Borghini, ‘Discorsi’ (1584). 87
Κεφάλαιο 3ο
75 Αναφορά στην αρχική διαμόρφωση της πλατείας. Κατά το Trecento, μετά τη συστηματοποίηση σε περισσότερες φάσεις της πλατείας επιβεβαιώνεται ως θεμελιώδης ο άξονας της οδού via Calzaiuoli, μετακινημένος σε σχέση με τον αρχικό άξονα του Palazzo Vecchio (τον άξονα που ανταποκρίνεται στη βόρεια είσοδό του). Έτσι, σήμερα η είσοδος στην πλατεία γίνεται συνήθως από το κέντρο του 19ου αι (piazza Repubblica/Duomo) ή από την οδό via Por S. Maria (που διανοίχτηκε εκ νέου μετά τον πόλεμο). Στην πραγματικότητα, η κατάσταση που ανταποκρίνεται πλησιέστερα στην αρχαία είναι η άφιξη διαμέσου των οδών via dei Cerchi – via delle Farine, που εξυπηρετούν και τις οπτικές φυγές προς το palazzo. (Πηγή: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città», κεφ. 4ο, σελ. 73).
Εικ. 3.60: Το Palazzo Vecchio με τον πύργο. Firenze, 2012.
Στο βάθος, διακρίνεται, ακόμη, σταθερός, ο πύργος του Palazzo Vecchio75, σύμβολο της εξουσίας που καταλήφθηκε από την ανερχόμενη αστική τάξη, borghesia. Με την είσοδο στην πλατεία του, Piazza della Signoria, ο περιηγητής αντιλαμβάνεται την ιδιαιτερότητα του χώρου στον οποίο βρίσκεται. Θυμίζει αστική λεκάνη, ‘λίμνη’ που συγκεντρώνει την ανθρώπινη παρουσία, πόλο έλξης όπου οι ετερόκλητοι σήμερα πληθυσμοί περιηγητών συρρέουν και συγχέονται, σαν ποτάμια που εκβάλουν σε κοινή έκταση, εμπρός από το Palazzo Vecchio, δημιουργώντας στον εξωτερικό χώρο τη μεθυστική αίσθηση εσωτερικού. Είναι απόγευμα και ο πλανόδιος κιθαριστής επιτείνει την αναπόληση, προτρέποντας τον περιηγητή να κινηθεί προς την κεντρομόλο δύναμη του αστικού μεγάρου και να συναντήσει τον Davide και το Marzocco να στέκουν μπροστά στην πύλη του, προστάτες και σύμβολα της δύναμης της πόλης. Το ήπιο φως του ήλιου συναντά μαλακά τις πέτρινες μουντές επιφάνειες των palazzo και των torri. Μετά ανακλάται προβάλλοντας στα σύγχρονα μάτια παλιές ιστορίες. 88
Η Ιδιαίτερη Φυσιογνωμία της Φλωρεντίας
76 Αρχική ονομασία του Palazzo Vecchio ήταν το «Palazzo dei Priori». Ήδη στα τέλη του 13ου αι. – 14ο αι. το κτήριο ονομάζεται «Palazzo del Popolo» και τον 15ο αι. μετονομάζεται σε «Palazzo della Signoria». (Για τα ακριβή αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά του, βλέπε: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città», κεφ. 4ο, σελ. 72-73).
Εικ. 3.61: Ανάλυση της piazza della Signoria.
Η Piazza della Signoria αποτελεί το διοικητικό κέντρο της πόλης και το κατ’ εξοχήν κέντρο της δημόσιας ζωής. Κυρίαρχη θέση στον αστικό ιστό του ιστορικού κέντρου, η πλατεία συνιστά κόμβο που αντιτίθεται και παραλληλίζεται με την πλατεία-κόμβο του Duomo και την αντίστοιχη της Repubblica. Ως εκ τούτου, το Palazzo Vecchio76 ανταποκρίνεται σε μία συγκεκριμένη πολιτική και πολεοδομική σκοπιμότητα (δίπολο πλατεία Signoria – πλατεία Duomo). Ως μορφή συνιστά ένα κτήριο – τοπόσημο της αρχιτεκτονικής τυπολογικής εξέλιξης και της πολεοδομίας της πόλης. Στη δομή του εναρμονίζονται τα τρία σημαντικότερα στοιχεία της αστικής μεσαιωνικής αρχιτεκτονικής, που αναπτύχθηκαν σε διαφορετικούς τύπους κτηρίων: το μπλοκ που αποτελείται από έναν θολωτό χώρο χωρισμένο σε δύο κλίτη στην ισόγεια στάθμη, (που στηρίζει την αίθουσα του ‘Συμβουλίου των Τετρακοσίων’ του άνω ορόφου)· τον πύργο77· και την εσωτερική τοξωτή αυλή. Αξίζει να σημειωθεί ότι προκύπτει μία ολότητα και εκφραστική ομοιογένεια που είναι σπάνιο να παρατηρηθεί σε προγενέστερα κτήρια και σε κτήρια μέχρι τον Brunelleschi.
1. Κενός χώρος της πλατείας / 2. Σχέση της διαγωνίου των δύο παρόμοιων τετράπλευρων που σχηματίζονται από τις πλευρές της πλατείας (κενής) και της περιμέτρου του Palazzo Vecchio (πλήρες) / 3. Σημεία πρόσπτωσης επί των αρχιτεκτονικών όψεων των οπτικών αξόνων από τις οδούς που καταλήγουν στην πλατεία / 4. Οπτικές φυγές (60οC) από τις οδούς που καταλήγουν στην πλατεία / 5. Σχέση ανάμεσα στον άξονα που ορίζεται από τον Θόλο και τα Uffici και στον άξονα που προσδιορίζεται από τα αγάλματα, παράλληλα παρατεταγμένα με τη δυτική πρόσοψη του Palazzo Vecchio / 6. Λειτουργία της κρήνης του Ποσειδώνα σε σχέση με τις όψεις του κτιρίου και σε σχέση με τις δύο περιοχές της πλατείας. Οι piazza della Signoria και piazza del Duomo έχουν διαφορετικές χωρικές ποιότητες. Η πλατεία της διοικητικής εξουσίας, τόπος των σημαντικών δημόσιων λειτουργιών, είναι ένας ανοικτός χώρος, ορισμένος από τους πολιτικούς κτηριακούς όγκους. Το θρησκευτικό κέντρο έχει την δική του πραγματική πλατεία στο εσωτερικό του καθεδρικού και εκείνη που ονομάζεται «piazza del Duomo» είναι μία κοίτη στην οποία έχουν τοποθετηθεί οι κτηριακοί όγκοι. Αντίθετα, το Palazzo Vecchio κυριαρχεί στον αστικό ιστό και είναι εμφανές στην ολότητά του από κάθε σημείο της πλατείας. 89
Κεφάλαιο 3ο
Εικ. 3.62: Οι case-torri της Φλωρεντίας. Το σχέδιο απεικονίζει ομάδα πύργων που ανήκει σε μία οικογένεια, ενωμένων με τρόπο ώστε να διαμορφώνουν ένα κλειστό μπλοκ με κεντρική εσωτερική αυλή. Οι εξωτερικές ξύλινες κατασκευές (ballatoi esterni), που εξυπηρετούσαν για την απόκρουση των εχθρικών επιθέσεων, κατασκευάζονταν από κινητά στοιχεία. 77 Οι πύργοι (torri) συνιστούν μία ακριβή και διακριτή τυπολογική ατομικότητα ήδη από τα τέλη του 12ου αι. Αρχικά δεν είχαν συντονισμένη περιβαλλοντική και μνημειακή πολεοδομική οργάνωση και ήταν διασκορπισμένοι εντός της πόλης, με υψηλότερη συγκέντρωση στην περιοχή του Mercato Vecchio. Ως προέλευση, δημιουργούνται αποκλειστικά για στρατιωτική χρήση (δε χρησιμοποιούνταν ως κατοικίες, παρά μόνο κατ’ εξαίρεση). Ειδικότερα, κατασκευάζονταν δίπλα στην κατοικία (ή τις κατοικίες) των οικογενειών που την κατοικούσαν, οι οποίες από τους ανώτερους ορόφους μπορούσαν να εισέλθουν στους πύργους την κατάλληλη στιγμή, διαμέσου ανοιγμάτων επικοινωνίας εφαρμοσμένων στα τοιχώματα των πύργων, χωρίς να χρειάζεται το πέρασμα από τον δρόμο. Αργότερα (τέλη 14ου αι.) οι πύργοι χρησιμοποιούνται και μετατρέπονται σε κατοικίες (ήταν ήδη χαμηλωμένοι, συμπεριληφθέντες στην αναδιάρθρωση). Προγενέστερες τυπολογίες των μεσαιωνικών πύργων μπορεί να θεωρηθούν οι «gardighi», αμυντικές δομές των βυζαντινών στην περιοχή του αρχαίου ρωμαϊκού θεάτρου που χρησιμοποιήθηκαν ως πύργοι κατόπτευσης και παρατηρητήρια από τους Λομβαρδούς κατακτητές. Τέλος, πύργοι ανέρχονταν πολυάριθμοι και στα προάστια και πιθανολογείται ότι το όνομα borgo ήταν αποτέλεσμα μιας οργάνωσης πύργων.
90
Εν τέλει, στο δίπολο των piazza del Duomo και piazza della Signoria εγγράφεται η «ψυχή» της πόλης, ως σύμπλοκο πολιτικής και θρησκευτικής ισορροπίας, ως έκφραση του απόγειου της αρχιτεκτονικής δημιουργίας και της εξελικτικής τυπολογίας στη χρονική συνιστώσα και ως παράγοντας πολεοδομικής συμμετρικής (σε σχέση με τα τείχη και όρια της πόλης) δυναμικής. Αν προσεγγιστεί η πλατεία του Duomo ως λόφος, με τον μεγαλειώδη μνημειακό και λατρευτικό της χαρακτήρα, η πλατεία της Signoria απαντάται ως λίμνη, με την ευρεία έννοια της αστικής συγκέντρωσης, απότοκο του πνεύματος της αστικής φλωρεντινής δημοκρατίας. Για να υποστηριχτεί αυτή η θέση, αρκεί να συνυπολογιστεί η τοποθέτηση του Μarzocco78 και του Davide79, ως σύμβολα της άρχουσας αστικής ολιγαρχίας και της δύναμης της πόλης την προκειμένη περίοδο.
Η Ιδιαίτερη Φυσιογνωμία της Φλωρεντίας
Εικ. 3.65 (πάνω): Η piazza della Signoria. Άποψη του Palazzo Vecchio του G. D., της Loggia και της Piazza, με την Festa των Omaggi, στην Solennità του S. Gio, Batista, προστάτη της πόλης.
Εικ. 3.63 (κάτω): Η piazza della Signoria. Άποψη από το Museo Gucci. Firenze, 2012. Εικ. 3.64 (αριστερή σελίδα κάτω): Σχέσεις ανάμεσα στα θεμελιώση δομικά στοιχεία του ιστορικού κέντρου της Φλωρεντίας. a. Ponte Vecchio / b. Palazzo della Signoria / c. Duomo / d. Orsanmichele / e. Badia / f. Palazzo del Podestà (Bargello) / g. Εκκλησία S. Maria Novella / h. Εκκλησία S. Croce / i. Εκκλησία S. Marco / j. Εκκλησία SS. Annunziata. Το Duomo και το Palazzo Vecchio, δηλαδή τα δύο κέντρα της θρησκευτικής και πολιτικής εξουσίας, τοποθετούνται - όπως έχει ήδη επισημανθεί - ως κυρίαρχες δομές σε σχέση με τη νέα διάσταση της μεσαιωνικής πόλης κατά τη φάση της μέγιστης ανάπτυξής της περί το 1200 και το 1300, και ως θεμελώδη δομικά στοιχεία σύνδεσης και συμβολής ανάμεσα στον κεντρικό αστικό πυρήνα (που αντιστοιχεί στην πόλη από τις απαρχές ως τον 12ο αι.) και τις περιοχές επέκτασης της αστικής κοινωνίας: βόρεια, στην περιοχή που εκτείνεται περιμετρικών των παλαιών τειχών (cerchia antica)· νότια, κατά μήκος του ποταμού και στο Oltrarno. Αν υποτεθεί ο Θόλος ως το κέντρο του αστικού πυρήνα, τα συγκροτήματα S. Croce, S. Maria Novella, S. Marco, SS. Annunziata είναι διατεταγμένα σε μία περίμετρο ακτίνας 650 μέτρων, που αντιστοιχούν προσεγγιστικά σε 1100 braccia. Σε αυτή την περίμετρο, η διάμετρος ευθυγραμμίζεται με την Ponte Vecchio (την αρχαία γέφυρα, της οποίας η λειτουργία είναι στενά συνδεδεμένη με τους ίδιους τους λόγους ύπαρξης της πόλης) και διαβαίνει ανάμεσα των S. Marco και SS. Annunziata, θεμελιώδων συγκροτημάτων για την οργάνωση της βόρειας αστικής περιοχής και εν είδει για το πολιτισμικό σύστημα που αναπτύχθηκε, από τους Μεδίκους και έπειτα, προς αυτή την κατεύθυνση. Ο άξονας που ενώνει S. Maria Novella και S. Croce, τα δύο σημαντικότερα, αστικά, μοναστηριακά συγκροτήματα, προκύπτει κάθετος σε εκείνη τη διάμετρο και κατ’ ουσίαν παράλληλος του ποταμού, διαβαίνοντας από τη διασταύρωση των cardo και decumano της αρχαίας πόλης (σταυρός με διακεκομμένες) και ανάμεσα από τις Badia και Bargello.
78 Πρόκειται για το εραλδικό λιοντάρι, γνωστό στη γλυπτική απόδοση του Donatello στα 1418-1420. Σύμβολο της πόλης, κατέληξε να αποτελεί σύμβολο της Φλωρεντινής Δημοκρατίας. Το 1420 το Marzocco του Donatello τοποθετήθηκε στην πλατεία della Signoria και αποτέλεσε το πρώτο αστικό σύμβολο και άγαλμα στη Φλωρεντία, που τοποθετείται σε ανοικτό χώρο (το μόνο που προηγείται: ο μυθικός έφιππος του Άρη στο Ponte Vecchio). 79 Ο Δαυίδ (1504) αποτελεί έργο που ανατέθηκε στον Michelangelo από την ομάδα της «Opera del Duomo» το 1501. Αν και δεν αποτελεί το σημαντικότερο έργο του καλλιτέχνη, ωστόσο αντιμετωπίζεται σε σχέση με την τοποθέτησή του και λαμβάνει μορφική δύναμη και ιδιαίτερη αξία (διαστάσεις, σχέση με τα διάφορα στοιχεία της πλατείας, άρθρωση των αναλογιών των μερών σε σχέση με τις οπτικές γωνίες διαφόρων θεάσεων κτλ). Θα πρέπει να επισημανθεί η συμβολική σημασία του έργου, ως «νίκη» του «αστού Δαυίδ», ενάντια στον «φεουδάρχη ηγεμόνα Γολιάθ», με την πολιτική προέκταση του ζητήματος, όπως έχει ήδη προσεγγιστεί.
91
Εικ. 3.66: Ο Arno, αδιάσπαστο στοιχείο ενότητας της πόλης. Κοιτώντας το Dillarno, με τη γέφυρα ponte alla Carraia. Lungarno Corsini, Firenze, 2012.
Κεφάλαιο 3ο
Εικ. 3.67: Η δεξιά όχθη του ποταμού Άρνο, από τον κήπο Ricasoli (στα δεξιά) μέχρι την αρχή της γέφυρας alla Carraia και το πάρκο ‘le Cascine’. Αντίγραφο σχεδίου του E. Burci, Μουσείο της «Firenze com’era». Η είκονα της όχθης πριν τις καταστροφές του 1854, όπου δημιουργήθηκε ο παρόχθιος δρόμος «lungarno Vespucci». Εικ. 3.68: To Ponte Vecchio με τις δύο όχθες στην προηγούμενη διαμόρφωση από τις πολεμικές καταστροφές του 1944. Φωτογραφία από τη γέφυρα S. Trinita. Το τμήμα του ποταμού ανάμεσα σε αυτές τις δύο γέφυρες μοιάζει σαν κλειστός καθρέπτης που προσφέρει οπτικές φυγές προς τους λόφους του Νότου. Σύμφωνα με τα λόγια του χρονικογράφου Lapini: «Όλοι θαύμαζαν τους όμορφους αντικατροπτισμούς των νερών του Άρνο».
94
Ο περιηγητής, έχοντας πλέον εισέλθει στον υπαρξιακό χώρο της πόλης, συνεχίζει την περιπλάνησή του και καταλήγει από τα Ufffici στον Lungarno και το Ponte Vecchio, την παλαιότερη γέφυρα επί του ποταμού. Όντας επί της γέφυρας, νιώθει τη δύναμη της αιώρησής της πάνω από το ποτάμι και αντιλαμβάνεται το προκλητικό αίτιο της σύλληψής της. Ίσως κάνει μία φαντασιακή αναδρομή, από την πρώτη γέφυρα, αποτελούμενη από ένα πλοιάριο με σχοινιά, την ξύλινη γέφυρα του 1ου αι. π.Χ., την πέτρινη του 2ου αι. μ. Χ., μέχρι τη γέφυρα της σημερινής μορφής, που καταστράφηκε και ανασκευάστηκε τόσες φορές. Θα μπορούσε, ενδεχομένως, να φανταστεί την αγορά των κρεάτων80 που καταλήφθηκε εν συνεχεία από χρυσοχόους και κοσμηματοπώλες στον κολοφώνα της ματαιοδοξία των αρχόντων Μεδίκων. Απότοκος αυτής και το «corridoio vasariano», ο υπερυψωμένος διάδρομος επικοινωνίας του πολιτικού και διοικητικού κέντρου Palazzo Vecchio με την ιδιωτική τους έπαυλη Palazzo Pitti.
Η Ιδιαίτερη Φυσιογνωμία της Φλωρεντίας
80 Το 1442 οι δημοτικές αρχές μεταφέρουν την αγορά των κρεάτων στα καταστήματα του Ponte Vecchio για τη διασφάλιση της καθαριότητας και ευπρέπειας του κέντρου της πόλης. Η γέφυρα γίνεται η αγορά κρέατος και οι κρεοπώλες, που αργότερα έγιναν ιδιοκτήτες των καταστημάτων, για εξοικονόμηση χώρου προσθέτουν με άτακτο τρόπο τις κατασκευές που προεξέχουν πάνω από τον ποταμό, υποστηριζόμενες με ξύλινους πασσάλους. Το 1565 ο αρχιτέκτονας Giorgio Vasari χτίζει για τον Cosimo I τον υπερυψωμένο διάδρομο “Corridor Vasari”, προκειμένου να επιτραπεί η επικοινωνία μεταξύ πολιτικού και διοικητικού κέντρου (Palazzo Vecchio) και ιδιωτικής κατοικίας των Μεδίκων (Palazzo Pitti). Διανύει απόσταση περίπου ενός χιλιομέτρου, ξεκινώντας από το Palazzo Vecchio και διασχίζοντας την Πινακοθήκη Uffizi, κατά μήκος του Lungarno Archibusieri, στη συνέχεια τα καταστήματα στην ανατολική πλευρά της γέφυρας, γύρω από τον πύργο Mannelli, καταλήγοντας στην αντίπερα όχθη (Oltrarno) μέχρι το Palazzo Pitti. Τα κρεοπωλεία καταλαμβάνονται από χρυσοχόους και κοσμηματοπώλες με διάταξη του Φερδινάνδου I το 1593, καθώς η αγορά των κρεάτων «δε συνάδει» με την ευγενή παρουσία του παρακείμενου διαδρόμου!
Εικ. 3.69: Η Παλαιά Γέφυρα (Ponte Vecchio) το βράδυ, με τα φώτα της πόλης. Firenze, 2012.
Η γέφυρα καθιστά τον ποταμό Άρνο εσωτερική αστική υποδομή, κύριο χαρακτηριστικό της φυσιογνωμίας της πόλης και θεμελιώδες στοιχείο της ανάπτυξής της στους αιώνες, ως δρόμος επικοινωνίας σε συνάρτηση με τη βιομηχανική δραστηριότητα. Στην υπαρξιακή της θεώρηση, η γέφυρα οπτικοποιεί τη σχέση της ανθρώπινης εγκατάστασης με τον τόπο, συγκεντρώνοντας τη γη ως τοπίο γύρω από τον ποταμό· συμβολίζει από την ίδια της τη σύλληψη τον διαχωρισμό των δύο όχθων του ποταμού, έτσι ώστε η ίδια να φέρει το ποτάμι, την όχθη και τη στεριά το ένα μέσα στην περιοχή του άλλου· και συλλέγει το Είναι σε μία συγκεκριμένη «θέση», την οποία καθιστά Τόπο, αποκαλύπτοντας τα δυνητικά παρόντα νοήματα που ενυπάρχουν σε ένα δεδομένο περιβάλλον. Το Ponte Vecchio, κατά αυτό τον τρόπο, συγκεντρώνει στον ποταμό τις εκτάσεις που βρίσκονται πίσω από τις όχθες του, προτάσσοντάς τον ως Τόπο γύρω από τον οποίο συλλέγεται το τοπίο. Και πράγματι, αυτή η σκιαγράφηση της πόλης ως βιωμένος τόπος με τη γέφυρα και τον ποταμό, αντικατοπτρίζει την εικόνα της πρώτης εγκατάστασης στην κοιλάδα του Άρνο.
95
Κεφάλαιο 3ο
81 Ονομασία του Oltrarno (της πόλης στην αντίπερα όχθη) στη φλωρεντινή διάλεκτο. Να σημειωθεί ότι η φλωρεντινή διάλεκτος επιβάλλεται στις άλλες για τη διαμόρφωση της επίσημης σύγχρονης ιταλικής, λόγω της λογοτεχνικής της ακτινοβολίας του 13ου αι. (Trecento). Ο Dante, ο Petrarca και ο Boccaccio θεωρούνται αναμορφωτές της ιταλικής γλώσσας. Με τη μέγιστη επίδραση των έργων τους πέτυχαν έκτοτε να καθιερώσουν την καθομιλουμένη ζωντανή γλώσσα, του λαού ως γλώσσα της λογοτεχνίας, η οποία κατ’ ολίγο, εξελίχθηκε και σε επίσημη γλώσσα ολόκληρου του Ιταλικού εθνικού συνόλου.
Περνώντας τη γέφυρα, φτάνει στην περιοχή του Dillarno81. Αυτή η περιοχή παρουσιάζει μία ιδιαιτερότητα σε σχέση με την κυρίως περιοχή της Φλωρεντίας. Εδώ, ο γνήσιος χαρακτήρας της παλαιάς πόλης μοιάζει να έχει διατηρηθεί κατά θαυμαστό τρόπο και σε μεγαλύτερο βαθμό. Ίσως η απομακρυσμένη θέση της περιοχής από το ιστορικό κέντρο της πόλης, ίσως η συγκέντρωση των σημαντικότερων θρησκευτικών μνημείων και του διοικητικού κέντρου στην αντίπερα όχθη, η περιοχή του Dillarno διακατέχεται από μια έντονη φυσιογνωμία, λαϊκότερη και απλοϊκότερη, αναλλοίωτη ωστόσο από τουριστικές επιταγές. O περιηγητής δημιουργεί την εικόνα της παλιάς πόλης, γεμάτης με μικρές botteghe και εργαστήρια καλλιτεχνών. Βρίσκει ακόμα τις μικρές vinotteche για το κρασί και τα μαγαζάκια των artigiani με τα χειροτεχνήματα. Διαισθάνεται την αντιπαραβολή της πλούσιας φλωρεντινής έπαυλης των Μεδίκων, Palazzo Pitti και της ανυπέρβλητης ομορφιάς των θαυμαστών κήπων του Boboli, με το τοπικό λαϊκό αίσθημα της συνοικίας και τον πυκνό αστικό ιστό των στενόμακρων, κλειστού τύπου μετώπων. Θα περιπλανηθεί στα σοκάκια με τα ενισχυτικά τόξα και τους υπερυψωμένους διαδρόμους και θα φτάσει στην πλατεία της Santo Spirito, ώστε να συλλάβει την ιδιαίτερη πτυχή της ως χώρο – τόπο. Και εδώ θα αρχίσει να ξεδιαλύνεται η ιδιάζουσα υφή της ήδη βιωμένης πόλης. Κύριες κατευθύνσεις και ενοποιητικοί πόλοι αποτελούν στοιχεία ενός σχεδίου που ξεδιαλύνεται μέσα από την εμπειρία του βιωμένου χώρου.
Εικ. 3.70 (προηγούμενη σελίδα): Άποψη της ponte Santa Trinita και της Ponte Vecchio από την Ponte alla Carraia. Στο βάθος οι λόφοι της περιοχής του San Niccolo. Firenze, 2012. Εικ. 3.71: Βιώνοντας τον χώρο της Φλωρεντίας. Βράδυ, στο Oltrarno. Firenze, 2012. 98
Η Ιδιαίτερη Φυσιογνωμία της Φλωρεντίας
99
Κεφάλαιο 3ο
Η περιοχή του Oltrarno προκύπτει «φτωχότερη» του ιστορικού και αρχιτεκτονικού μεγαλείου της αντίπερα όχθης, ωστόσο διατηρεί στοιχεία «αντίστασης» προς την τάση αντιμετώπισης της πόλης ως «τουριστική attraction». Η piazza Santo Spirito82, συνδέεται με τους εκκλησιαστικούς πόλους της piazza SS. Annunziata, piazza Santa Maria Novella83 και piazza Santa Croce84, αλλά και με τους μικρότερους θρησκευτικούς τόπους, διάσπαρτους στην πυκνή τοπογραφία της πόλης, συντονισμένους ωστόσο από τη μορφική δομή του συμπλόκου του Καθεδρικού. Και παράλληλα, αντιπαραβάλλεται με τη δυναμική παρουσία του Palazzo Pitti, προκλητικό αίτιο ανάπτυξης της ίδιας της περιοχής, χαρακτηριστικό παράδειγμα και μέρος του συστήματος σκηνογραφικής ενσωμάτωσης (intergrazione scenica) της αστικής villa στο τοπίο. Διαφαίνεται ως εκ τούτου η σύλληψη της εικόνας της πόλης ως σύστημα δυναμικών πόλων, διαμορφωμένων μέσα από τον κανόνα που επιβάλλει η ιστορική συνθήκη και οι επιταγές του πολιτισμικού τοπίου της πόλης. Έτσι, σε αυτή τη σύνθετη πραγματικότητα, ο θόλος προκύπτει ως «μοχλός» ενοποίησης, ο ομφαλός της πόλης που συντονίζει και υφαίνει τον αστικό ιστό, διατηρώντας σε ισορροπία το σύνολο.
100
Η Ιδιαίτερη Φυσιογνωμία της Φλωρεντίας
Εικ. 3.72: Σχεδιαστική αποκατάσταση της εκκλησίας και της μονής του S. Spirito (Geymüller). 1. Εκκλησία Brunelleschi (1428, εργασίες 1434-1487) / 2. Predella του 14ου αι. / 3. Προθάλαμος (1492-94) / 4. Σκευοφυλάκιο (1488-96) / 5. Κωδωνοστάσιο (1503-17) / 6, 7 και 8: Μονές (chiostro) / 9. Τραπεζαρία / 10. Κουζίνα / 11. Υπερώο του S. Spirito (σήμερα μουσείο της Fondazione S. Romano). Εικ. 3.73: Η πλατεία S. Spirito στα τέλη του 18ου αι. Στην πρόσοψη του 17ου αι. διατηρείται ακόμα η ζωγραφική διακόσμηση. Στα αριστερά και σε σειρά, τα σπίτια της δυτικής πλευράς της πλατείας. Η διαδοχική διαπλύντη της πλατείας το 1292, το 1297 και το 1301 μέχρι τις σύγχρονες διαστάσεις της. Το 1812 ο Δήμος τοποθετεί κεντρικά της πλατείας την κρήνη που βρίσκεται στην μονή της S. Spirito, Σύμφωνα με τον αρχ. G. Del Rosso. Σύμφωνα με τον Fantozzi (firenze disegnata e descritta, 1846), η πλατεία αυτή ήταν μία από τις πιο «ασαφή και ιερές» πλατείες της πόλης, όπου ανέπνεε κανείς έναν καθαρότατο αέρα, «λόγω της υπερύψωσής της, ακόμα και σε σχέση με τους γύρω δρόμους». Η πλατεία S. Spirito καλωσορίζει όποιον κινείται από τους αυλικούς χώρους της πλατείας Pitti και της οδού via Maggio με τις ακανόνιστες αλλά ακριβώς υπολογισμένες τάσεις της, που προκύπτουν από τα μονοπάτια της περιοχής και με τις κτηριακές προσόψεις της λαϊκής αρχιτεκτονικής. Ξεχωρίζουν το palazzo Guadagni στην ιδιαίτερη θέση του στην γωνία και η μεγάλη, υπερυψωμένη εκκλησία του S. Spirito.
82 Πρόκειται για την πλατεία της εκκλησίας του «Αγίου Πνεύματος» του Oltrarno. Ιδρύθηκε από το Επαιτικό Τάγμα των Αυγουστινιάνων (1250). Με την αντίστοιχη εκκλησία Santa Carmine (1268) ως παρουσίες διαμορφώνουν κυρίως δύο πόλους αστικής και πολεοδομικής οργάνωσης (η συνεισφορά τους στον πνευματικό βίο της πόλης είναι ήσσονος σημασίας). Οι δύο αυτές εκκλησίες είναι τα δύο μεγάλα κέντρα γύρω από τα οποία συσσωρεύεται όλη η αστική δομή της και η δημόσια ζωή του Oltrarno, ήδη από την στιγμή της ίδρυσής τους. (Πηγή: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città», κεφ. 4ο, σελ. 43). Εικ. 3.74 (αριστερή σελίδα, πάνω): Oltrarno. Οι κτηριακές προσόψεις επί της οδού via Maggio, κατεβαίνοντας από την γέφυρα Ponte Santa Trinita. Εικ. 3.75 (αριστερή σελίδα, κάτω): Το σοκάκι της οδού via del Canneto ανάμεσα στην ακτογραμμή Scarpuccia και την ακτογραμμή de’ Magnoli. Σε αυτό το μέρος δεν έχει χαθεί τελείως η αίσθηση της αρχαίας πόλης.Η οδός via del Canneto επικοινωνούσε κάποτε με την οδό via dei Bardi και την οδό via dei Del Nero, η οποία και διατηρείται ακόμα ως ιδιωτικός χώρος. Εικ. 3.76 (αριστερή σελίδα, δεξιά):Στις αναγεννησιακές συνθέσεις των προσόψεων ανθίζουν τα στοιχεία του μεσαιωνικού υποβάθρου: παραθυράκια στην γωνία με την οδό που κατεβαίνει από το palazzo dei Pitti.
Σε αυτή την περιοχή δεν έχει χαθεί τελείως η αίσθηση της αρχαίας πόλης, που σε ορισμένα της μέρη «συνέπλεκε» επαρχία και πόλη. 101
Κεφάλαιο 3ο
83 Πρόκειται για την πλατεία της εκκλησίας της «Σάντα Μαρία Νοβέλλα». Η εκκλησία ιδρύθηκε από το Επαιτικό Τάγμα των Δομινικανών (1221), οι οποίοι άσκησαν ιδιαίτερη επιρροή στην πόλη, κυρίως στον πνευματικό τομέα. Στα τέλη του 13ου αι. οι εκκλησίες λαμβάνουν διαστάσεις ίσες με εκείνες των μεγαλύτερων δημόσιων αστικών οργανισμών, με αποτέλεσμα τη διάνοιξη αντίστοιχων πλατειών για το κήρυγμα. Πρόκειται, κατ’ ουσίαν, για αστικά Τάγματα, που αναζητούν τη σχέση με την κοινωνία στο εσωτερικό της αστικής κοινότητας. Με την εμφάνιση των αστικών ταγμάτων τελείται συνολική στροφή της αστικής ανάπτυξης. Η πόλη αναπτύσσεται συνδυάζοντας τους κατευθυντήριους άξονες των borghi με τη δομική παρουσία αυτών των πόλων, αποτελούμενων από σημαντικούς – συχνά μνημειακούς – λειτουργικούς οργανισμούς. Γύρω από τις εν λόγω εκκλησίες συγκεντρώνονται οι δραστηριότητες και η ζωή των αστικών περιοχών της ακτίνας επιρροής τους. Εκκλησίες όπως η S. M. Novella και η S. Croce θεωρούνται, όπως προκύπτει ξεκάθαρα και από έγγραφα, πραγματικά δημόσια κτήρια για τον ρόλο που διαδραματίζουν στην πολιτιστική, πολιτική και καλλιτεχνική διάσταση της κοινότητας. Συγκεκριμένα, οι προαναφερθούσες συνιστούν τις δύο μεγαλύτερες μονές της Φλωρεντίας, που αποκτούν θεμελιώδη ρόλο στην ιστορία της πόλης και «ενίοτε της Δύσης» (Renouard 1967, σελ. 34). Οι δομές των συγκεκριμένων θρησκευτικών οργανισμών υφίστανται μία ακατάπαυστη σειρά αναμορφώσεων, κατά την οποία ο εκκλησιαστικός οργανισμός επιλύεται σε μία νέα τυπολογία, τόσο στο εσωτερικό (νέα λειτουργία), όσο και στις σχέσεις με το εξωτερικό, ώστε να ανταποκρίνεται ακριβώς στον αστικό, πολιτικό, πολιτιστικό και μορφολογικό της ρόλο. (Πηγή: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città», κεφ. 4ο, σελ. 40-42).
Εικ. 3.77: Κάτοψη του μοναστηριακού συγκροτήματος της S. M. Novella και του Monastero Nuovo. Archivio di Stato, Conventi soppressi. Η κάτοψη τεκμηριώνει την κτηριακή κατάσταση πριν τις καταστροφές που πραγματοποιήθηκαν στο βορινό μέρος του αρχαίου κέντρου (για την συστηματοποίηση της αστικής περιοχής γύρω από τον σιδηροδρομικό σταθμό) και τις ανακατασκευες του Νέου Μοναστηριού. Εικ. 3.78: Η πλατεία Santa Maria Novella. Firenze, 2012. 102
Η Ιδιαίτερη Φυσιογνωμία της Φλωρεντίας
Εικ. 3.79: Η πλατεία Santa Croce, Firenze, 2012. Πριν τις διαμορφώσεις του 1859, η ουσία της πρόσοψης αντιστοιχούσε στην ποιότητα του εσωτερικού χώρου. Προστεθημένο στο πλαίσιο των γυμνών τοίχων, το άγαλμα του Donatello αναλάμβανε μια εξαιρετικά δυναμική παρουσία. Η κύλικα (tondo) επάνω από το στρογγυλό παράθυρο (με το μονόγραμμα του Χριστού και του S. Benardino) τοποθετήθηκε το 1437, επί τη ευκαιρία μιας μάστιγας. Στα αριστερά της πρόσοψης βρίσκεται ακόμα η «πέτρα του Τιμίου Σταυρού», που αποτελεί τη βάση του κωδωνοστασίου, σχεδιασμένου από τον Baccio Bandinelli. Αργότερα, κατεδαφίζεται η «πέτρα» (το ‘masso’) και δίδεται προς αποκατάσταση το πρόστωο της βορινής πλευράς της εκκλησίας. Η όψη του Matas ολοκληρώθηκε το 1863. Εικ. 3.80: Ανάλυση της πλατείας S. Croce. 1. Κενός χώρος της πλατείας. / 2. Το μέγεθος του χώρου της πλατείας / 3. Σημεία πρόσπτωσης επί των αρχιτεκτονικών όψεων των οπτικών αξόνων από τις οδούς που καταλήγουν στην πλατεία / 4. οπτικές φυγές προς τους κύριους μνημειακούς όγκους της πόλης, από δύο σημεία ευθυγράμμισης της πρόσοψης της S. Croce / 5. Λεπτομέρειες του αστικού σχεδιασμού πριν τις διαμορφώσεις του 19ου αι.: το άγαλμα του S. Lodovico (Donatello) επί της πρόσοψης· τα σκαλοπάτια μπροστά στην εκκλησία· η σειρά των πέτρινων υπαίθριων καθισμάτων και βαθμίδων στην περίμετρο της πλατείας, διαμορφωμένα κατά τον 18ο αι.· η κρήνη των Bardi, του 17ου αι.
84 Πρόκειται για την πλατεία της εκκλησίας του «Τίμιου Σταυρού» που ιδρύθηκε από το Επαιτικό Τάγμα των Φραγκισκανών (1226-28). Η S. Croce, εκκλησία ενός Τάγματος αφιερωμένου στη φτώχεια, γίνεται το φλωρεντινό Πάνθεον, γεμάτο ενθουσιασμό και οικογενειακή δόξα. Η στενή σχέση ανάμεσα στη ζωή της συνοικίας και του θρησκευτικού οργανισμού οδήγησε σε ορισμένες περιπτώσεις και σε φόρμες λαϊκοποίησης του μοναστηριακού βίου. Η S. Croce είχε γύρω της μία κοινότητα «pinzochere» («φανατισμένοι», αναφορά στο φανατισμένο θρησκευτικό κοινό της τρίτης τάξης των Φραγκισκανών που είχαν την ιδιαίτερη φροντίδα του μοναστηρίου) και βρισκόταν πάντα στο κέντρο του κοινού βίου της συνοικίας, που διαφοροποιείται από κάθε άλλο, σε οποιαδήποτε εποχή, μέχρι τα τελευταία χρόνια. (Πηγή: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città», κεφ. 4o, σελ.41-42). Εικ. 3.81: Σχεδιαστική αποτύπωση της εκκλησίας και της μονής του Τίμιου Σταυρού (S. Croce). 1. Εκκλησία του Arnolfo (1295-1385) / 2. Παρεκκλήσι Casteilani (μετά το 1383) / 3. Παρεκκλήσι Baroncelli / 4. Διάδρομος του παρεκκλησίου Medici (Michelozzo) / 5. Noviziato (Michelozzo, επίβλεψη Cosimo de’ Medici) / 6. Σκευοφυλάκιο (1340) / 7. Παρεκκλήσι Riccardi / 8. Παρεκκλήσι Niccolini (1579-85) / 9. Παρεκκλήσι Bardi / 10. Παρεκκλήσι Salviati / 11-12. Πρόστωα στις παρειές της εκκλησίας, (βορινή και νότια αντίστοιχα) / 13. Πρόστωο εισόδου στην 1η μονή / 14. 1η μονή / 15. Τραπεζαρία, σήμερα Μουσείο της Opera di S. Croce / 16. Προθάλαμος τραπεζαρίας / 17. Παρεκκλήσι Cerchi-Canigiani / 18. Παρεκκλήσι Pazzi (Brunelleschi, 1429-61) / 19. 2η μονή (B. Rossellino, προσχέδιο του Brunelleschi(;), 1452).
103
Κεφάλαιο 4ο
Εικ. 3.82: Πανοραμική θέαση του palazzo Pitti και μέρους των κήπων του Boboli. Firenze, 2012 Εικ. 3.83: Βιώνοντας τον χώρο της πόλης. Artigiano εν ώρα εργασίας, Oltrarno, Firenze. Σε σύγκριση με την κύρια πόλη βόρεια του Άρνο, ήταν πραγματικά το Oltrarno - ανέγγικτο από τις αναδιαμορφώσεις του 19ου αι. και απομονωμένο μέχρι το τέλος των πολέμων (με την ανακατασκευή της γέφυρας S. Trinita) που διατήρησε για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα τις δομές, τις μορφές και εν μέρει τους ίδιους τρόπους ζωής της αρχαίας πόλης. Κάτι τέτοιο συνάδει και με την ιδιαίτερη, φυσική-τοπογραφική κατάσταση της περιοχής (τείχη, ποταμός, λόφοι), εμπλεκόμενης λιγότερο άμεσα στην δυναμική των αστικών διαπλατύνσεων, και κατοικημένης από το φτωχότερο αστικό πληθυσμό. Δυστυχώς το Oltrarno τα τελευταία χρόνια υποβάλλεται σε μία εις βάθος υποβάθμιση, για κοινωνικούς (φυγή των νέων), αστικούς και πολιτισμικούς (κρίση των αξιών που εκπροσωπεί) λόγους. Έχει κατορθώσει να διατηρήσει ένα γενικό πνεύμα δυναμικού πόλου, αλλά έχει χάσει τις σημαντικότερες αξίες του, όπως την ικανότητα της οξείας κριτικής, την εργατικότητα, την αίσθηση της κοινότητας και της κοινωνικής αλληλεγγύης. Στο Oltrarno διακρίνονται διάφορες, ποικίλες ολότητες: α. η περιοχή του palazzo Pitti και κατά μήκος της via Romana· β. η περιοχή κατά μήκος των μεσαιωνικών κατευθύνσεων και της οδού dei Bardi-S.Niccolò· γ. η περιοχή της S. Spirito· η πειοχή της San Frediano.Σχετικά με τις λειτουργίες, τις δομές και τις μορφές η περιοχή του San Freiano ήταν πάντοτε πιο συμπαγής και λαϊκή· η περιοχή το S. Spirito, πιο «αστική» και ποικίλα, με διάφορες κλίμακες μορφών και λειτουργιών (συνύπαρξη κατοικιών ευγενών/λαού και διάφορων εμπορικών και χειροτεχνικών δραστηριοτήτων) και αμεσότερα συνδεδεμένο με την περιοχή Pitti-Boboli και το κέντρο της Φλωρεντίας. Οι δύο αυτές πλατείες, βρισκόμενες στα κέντρα των αντίστοιχων περιοχών, αντικατοπτρίζουν επακριβώς τις διαφορετικές ποιότητες. «Γενικά είναι τείχη αρχαιότατα, κατά ένα μέρος πέτρινα και κατά ένα άλλο τούβλινα και ασβέστινα. Το ένα παντρεύεται το άλλο, μέχρι να φτάσουν μία κιτρινωπή ολότητα που κυριαρχεί επί των ρόδινων και μελανών αποχρώσεων που εδώ και εκεί αναδύονται σαν νότες αγάπες σε έναν πολεμικό ύμνο. [...] αυτό το σύμπλεγμα κύβων και ορθογώνιων, στοιβαγμένων και ακουμπισμένων ο ένας επί του άλλου, με μία όψη σχεδόν ατσάλινη». O. Rossai, για τα κτήρια της Φλωρεντίας.
104
Η Ιδιαίτερη Φυσιογνωμία της Φλωρεντίας
Ο περιηγητής έχει, πλέον, την ανάγκη να ακολουθήσει μία επαγωγική μέθοδο παρατήρησης και να οδηγηθεί από την εν είδει εστιασμένη εικόνα του σε μία γενικευμένη θεώρηση· αναζητά την απομάκρυνση από την πόλη. Η πανοραμική θέαση θα ευνοήσει την ολοκλήρωση του παζλ, θα του επιτρέψει να σκιαγραφήσει συνολικά την εμπειρία του και να αντιληφθεί με ενάργεια την εικόνα πίσω από την πόλη. Καταλήγει στην Piazzale Michelangelo. Ο ήλιος δύει στα νερά του Άρνο και ο περιηγητής απολαμβάνει το ολοκληρωμένο τοπίο που ξεδιπλώνεται μπροστά του.. H ουσία της πόλης εγγράφεται σε μία απλή skyline, με τον θόλο του Καθεδρικού και τον πύργο του Palazzo Vecchio, τον Άρνο και τον λόφο των Boboli. Πίσω του, ένα ακόμα αντίγραφο του Δαυίδ: ο «ανερχόμενος αστός», Δαυίδ, έρχεται αντιμέτωπος με τον «κατεστημένο φεουδάρχη ηγεμόνα», Γολιάθ. Η αστική «δημοκρατία» αντιμέτωπη με το ισχύον σύστημα. Ο αναγεννησιακός άνθρωπος αντιμέτωπος με τον κόσμο.
Εικ. 3.84: Στην Piazzale Michelangelo, κατά την δύση του ήλιου. Firenze, 2012.
105
Κεφάλαιο 4ο
85
G.Fanelli: «Firenze Architettura e Città», κεφ. 1o, σελ. 1.
Αναφορικά στην πρώτη οργανωμένη εγκατάσταση στην κοιλάδα, της ρωμαϊκής αποικίας, η ίδρυση της πόλης κατέστη δυνατή από την εξασφαλισμένη ηρεμία και επαρκή ασφάλεια της ρωμαϊκής κατάκτησης. Ωστόσο, δεν πρέπει να υπερεκτιμάται η σημασία της ρωμαϊκής Φλωρεντίας. Πρόκειται για ένα από τα στοιχεία του καμβά ενός περιφερειακού συστήματος κατ’ ουσίαν ισορροπημένου. 86
Εικ. 3.85 (προηγούμενη σελίδα): Ο Δαυίδ που «ανατέλει», piazzale Michelangelo, Firenze 2012. Εικ. 3.86: Το ιδιαίτερο «φως των λόφων». Πανοραμική θέαση των νότιων λόφων της πόλης κατά τη δύση του ηλίου. Firenze, 2012. Εικ. 3.87 (επόμενη σελίδα): F. B. Werner: άποψη της Firenze από το Bellosguardo (1705). Παρά την προφανή έμφαση του νορβιγικού γούστου, η θέα παρουσιάζει με σαφήνεια το γενικό σχέδιο και τα επιμέρους στοιχεία της αστικής δομής.
108
Στην πανοραμική θέαση της πόλης διακρίνεται η φυσική συνθήκη που διατείνεται την ίδια την κατοίκηση του ανθρώπου στη συγκεκριμένη τοποθεσία. «Το σκηνικό έχει αλλάξει από εκείνη τη μακρινή εποχή,· ακόμα και το φυσικό περιβάλλον. Ορισμένα βασικά στοιχεία της περιοχής, ωστόσο, παραμένουν αναλλοίωτα: οι κατατομές των λόφων και των οριζόντων· το φως (τουλάχιστον εν μέρει), ένα φως που στις μέρες της καλοκαιρίας αναδεικνύει όλη τη φινέτσα των γραμμών και των επιπέδων του σχεδίου του τοπίου»85. Αυτή η τάση – πρόθεση δρόμων και ανθρώπινου πληθυσμού να κατέλθουν στην κοιλάδα επιβεβαιώνεται ήδη με την πρώτη εγκατάσταση86 στην κοιλάδα, στο σημείο όπου η κοιλάδα «στενεύει» και ο (κάποτε) ποταμός Mugnone εκβάλλει στον ποταμό Arno, δημιουργώντας έναν ειδυλλιακό φυσικό υποδοχέα και ένα εξαιρετικό στρατηγικό αμυντικό σημείο. Από αυτό το σημείο, όπου η πόλη και τα διάφορα αστικά στοιχεία ενοποιούνται, ο θόλος του Καθεδρικού, αυτή η στοιχειώδης γεωμετρική μορφή εξυψώνεται στον ουρανό και προσανατολίζει όλο τον χώρο της πόλης και της ευρύτερης περιοχής. Και η Φλωρεντία διαθέτει αυτή την αρχέγονη ιδιότητα της ανάδυσης ως «μορφής» στο εσωτερικό ενός συνεχούς «φόντου», αρμονικού και ομοιόμορφου, στο οποίο το κυρίαρχο «πνεύμα» διασκορπίζεται στην ουσία της φύσης.
Συμπεράσματα
Δ. Συμπεράσματα
87
«Στις πόλεις είναι όπως στα όνειρα: ό,τι είναι δυνατό να φανταστεί κανείς μπορεί και να το ονειρευτεί αλλά και το πιο αναπάντεχο όνειρο είναι ένας γρίφος που κρύβει μία επιθυμία, ή το αντίστροφό της μία φοβία. Οι πόλεις, όπως τα όνειρα, είναι χτισμένες με επιθυμίες και φοβίες, παρότι το νήμα που τις συνδέει είναι μυστικό, οι κανόνες τους παράλογοι, οι προοπτικές παραπειστικές και κάθε πράγμα κρύβει ένα άλλο πράγμα»87. Italo Calvino
Ολοκληρώνοντας αυτή την απόπειρα διερεύνησης, καταλήγουμε σε ορισμένες συμπερασματικές θέσεις. Η φαινομενολογική προσέγγιση διατείνεται την ανιστορική, πρωτογενή επαφή με το φαινόμενο του τόπου. Οι όροι «Genius Loci», με την παλαιότατη αρχική τους χρήση, αφορούν σε εγγενή χαρακτηριστικά του τόπου. Αφορούν στις υπαρξιακές δομές που εκφύονται από αυτόν, σύμβολα και στοιχεία, εν δυνάμει ενεργά και χρονικά αναλλοίωτα, που εν-υπάρχουν στον τόπο και διαμορφώνουν τον χαρακτήρα του. Πρόκειται, ουσιαστικά για την «εμμενή» - immanante88, την έμφυτη ποιότητα του τόπου, τη «δύναμη» της φύσης που «ζωοποιεί» το σύμπαν και προσφέρει τη δυνατότητα υπαρξιακής οντότητας στον άνθρωπο. Ωστόσο, η προσέγγιση του τόπου εμπεριέχει το εύρος των πολλαπλών εκφράσεών του, που αποκλίνει από στατικές αντιμετωπίσεις. Ο τόπος συνιστά φορέα όχι της φυσικής υπόστασης μόνο, αλλάκαι υποδοχέας της προσωπικής μνή-
I. Calvino, «Le città invisibili», σελ. 665.
88 Immanance: εμμένεια.Αφορά σε φιλοσοφικές και μεταφυσικές θεωρίες της «θείας παρουσίας», στις οποίες η «θεότητα» φαίνεται να εκδηλώνεται ή να περιλαμβάνει τον υλικό κόσμο. Συχνά αντιπαραβάλλεται με θεωρίες «υπερβατικότητας», στις οποίες η «θεότητα» θεωρείται εκείθε του υλικού κόσμου. Η εμμένεια εφαρμόζεται συνήθως σε μονοθεϊστικές, ή πανθεϊστικές θρησκείες, που προτείνουν ότι ο πνευματικός κόσμος διαπερνά τα εγκόσμια. Ο όρος εισάγεται από τον B. Spinoza προκειμένου να περιγράψει εγγενείς εσωτερικές ποιότητες. Ο Spinoza υποστηρίζει ότι το «Deus sive Natura» αποτελεί μια ανώτερη άπειρη ουσία (Θεός ή Φύση), που εκφράζει άπειρες ιδιότητες και λειτουργίες. Θεωρεί ότι όλα όσα υπάρχουν μέσα στη Φύση (δηλαδή, τα πάντα στο σύμπαν) είναι μία Πραγματικότητα (ουσία) και υπάρχει μόνο ένα σύνολο κανόνων που διέπουν το σύνολο της πραγματικότητας που μας περιβάλλει και της οποίας είμαστε μέρος. Ο Σπινόζα παρουσιάζει Θεό και Φύση ως δύο ονομασίες για την ίδια πραγματικότητα, και συγκεκριμένα μιας μοναδικής, βασικής ουσίας (που σημαίνει «αυτό που βρίσκεται κάτω» και όχι «ύλη»). Αυτή συνιστά τη βάση του σύμπαντος. Όλες οι κατώτερες «οντότητες» είναι, στην πραγματικότητα, λειτουργίες ή τροποποιήσεις της. Όλα τα πράγματα καθορίζονται από τη Φύση για να υπάρξουν και να επιβούν σε κάποιο αποτελεσμα· όμως η πολύπλοκη σύνδεση αιτίας και αποτελέσματος είναι κατανοητή μόνο εν μέρει. Για να χρησιμοποιήσουμε ένα παράδειγμα, η ανθρώπινη εμπειρία δεν είναι παρά μια σταγόνα νερού σε ένα απέραντο ωκεανό που αποτελεί την ύπαρξη. (Στα πλαίσια της συζήτησης για την ερευνητική εργασία με τον κο Κ. Μωραΐτη. Πηγή: βικιπαιδεία).
Εικ. 4.1: Βιώνοντας τον χώρο της Φλωρεντίας. Βράδυ, στην Via dei Neri, έξω από το L’antico Vinaio: το πρώτο οινοποιείο και η αξιολογότερη, κατά γενική ομολογία σήμερα , panineria. Firenze, 2012. 115
Κεφάλαιο 4ο
μης, του ασυνείδητου, της σκέψης, της φαντασίας, της «ψυχής» του ανθρώπου. Η προσέγγιση του τόπου ως πεδίου φανέρωσης της φαντασιακής θεσμοθέτησης του ανθρώπου και της κοινωνίας, χαρακτηρίζεται από μία δυναμική κατάσταση η οποία και μεταφράζεται σε πολιτιστική και πολιτισμική επεξεργασία. Ο τόπος, τρόπον τινά, καθίσταται «τοπίο», με την έννοια της σύνθεσης όλων των πολιτισμικών πρακτικών που τον προσεγγίζουν, τον ερμηνεύουν και τον κατασκευάζουν. Ακολουθώντας αυτή την προσεγγιστική πορεία, το τοπίο νοείται ως σύμπλοκο της σχέσης αλληλεπίδρασης φύσης και κοινωνίας. Εγγράφεται ως εκ τούτου η κοινωνική πτυχή της προσέγγισης του τόπου που καταλήγει επαγωγικά στο αστικό φαινόμενο. Έτσι, το «Genius Loci» συγκροτείται ταυτόχρονα μέσα από τα φυσικά δεδομένα και τις κοινωνικές δομές, δηλαδή τις θεωρήσεις, ερμηνείες, παραστάσεις που άπτονται του τόπου ή των κάθε είδους διαμορφώσεών του και τον καθιστούν «πολιτισμικό τοπίο». Πρόκειται, κατ’ ουσίαν, για μία πολιτισμική αναγνώριση που προϋποθέτει μια κοινωνία ικανή να αντιληφθεί τις συγκεκριμένες ποιότητες. Οι όροι, ως εκ τούτου, διαστέλλονται στις έννοιες της Φυσιογνωμίας του Τόπου, που καθιστούν δυνατή την αντίληψή του όχι ως τόπο, αλλά ως πολιτισμικό τοπίο.
Ο όρος «Υπερεγώ» χρησιμοποιείται ως ασύνειδη επιρροή των κοινωνικών κανόνων και των κοινωνικών εγγραφών στον άνθρωπο. Θα μπορούσαμε να τον παραλληλίσουμε με την Ηθική που περιλαμβάνει τους όρους «moral» και «ethics», διευρυνόμενους έτσι ώστε να δηλώνουν έναν συγκεκριμένο τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς. Αυτός ο τρόπος συμπεριφοράς δεν αναφέρεται σε απλοποιημένες συνθήκες απαγορεύσεων, αλλά συνιστά ολόκληρο σύστημα πολιτισμού, εν τω προκειμένω, του νεώτερου Δυτικού Πολιτισμού της Ευρώπης. Κατ’ ουσίαν πρόκειται για το σύνολο των κανόνων που μας υπερβαίνουν και για τους οποίους δεν κατέχουμε τακτική συνείδηση, πρότυπα εν πολλοίς ασυνείδητα, τα οποία όμως μας καθορίζουν με κάποιο συγκεκριμένο τρόπο, συνιστώντας έμμεσο τρόπο αγωγής μας. Για παράδειγμα, η αναγεννησιακή προοπτική προκύπτει ως ηθική ελέγχου του κόσμου. (Στα πλαίσια της συζήτησης για την ερευνητική εργασία με τον κο Κ. Μωραΐτη).
89
116
Επιστρέφοντας στη φαινομενολογική προσέγγιση, δεχόμαστε ότι η άμεση, βιωματική και ανιστορική επαφή με τον τόπο δύναται να υποδεχθεί την επιρροή της ιστορίας. Η αμεσότητα της σχέσης Είναι και Τόπου συνάπτεται στην άμεση επαφή με καταγραφές του ιστορικού του παλίμψηστου. Ο τόπος δε μεταφέρει την αχρονική διαίσθηση φαινομένων, αλλά αυτό που ιστορικά διηθείται στη δομική ύλη και στην ύλη της παιδείας του ανθρώπου που τον προσεγγίζει. Πρόκειται κατ’ ουσίαν για την αναγνώριση ενός ιστορικού «Υπερεγώ»89 από το οποίο αδυνατεί εν τέλει να διαφύγει. Καταλήγουμε στην υπέρβαση της χρήσης των φαινομενολογικά διατυπωμένων όρων «Genius Loci» για την προσέγγιση της φαινομενολογικής φυσικότητας του τόπου και τους εντάσσουμε στην προσέγγιση της φαινομενολογικά αντιληπτής ιστορικότητας, καταγραμμένης στον τόπο και τα πράγματα. Μέσα από την περιήγηση στον τόπο της Φλωρεντίας, ο επισκέπτης έρχεται συνέχεια σε επαφή με το στοιχείο της ασύνειδης επικοινωνίας με την ιστορική ατμόσφαιρα της πόλης. Ο επισκέπτης, συμφυής με τις ασύνειδες αναφορές της
Συμπεράσματα
δυτικής του παιδείας, ανακαλύπτει, επίσης ασύνειδα, στην πόλη της Φλωρεντίας όλα εκείνα τα πολιτιστικά ίχνη που υπάρχουν μέσα του. Κατ’ ουσίαν, αναδύονται γύρω του και καθίστανται πρόδηλες οι πολιτισμικές καταγραφές που εν-υπάρχουν άδηλες μέσα του. Αυτή η πολιτιστική ανάδυση, που συναντάται σε πόλεις με καθοριστικό ιστορικό επιφαινόμενο για τον παγκόσμιο πολιτισμό, όπως η Αθήνα, η Ρώμη και η Φλωρεντία, συσχετίζεται με το πολιτιστικό ασυνείδητο «Υπερεγώ» που υπερβαίνει την περιορισμένη ατομική συνείδηση. Και εδώ επισυνάπτεται η σημασία του «Genius Loci» της Φλωρεντίας, ως περιοχής ανάδυσης της καινούριας πολιτικής συνθήκης, ως περιοχής ανάδυσης της αστικής σκέψης90. Σε μία αρχιτεκτονική προσέγγιση, αξίζει να σημειωθεί ο συσχετισμός της ποιότητας της αίσθησης του επισκέπτη σε σχέση με την κλίμακα και την πυκνότητα του χώρου στο ιστορικό κέντρο της Φλωρεντίας91. Πρόκειται για μία πόλη πυκνών σχέσεων και ταυτόχρονα, κοντά στην ανθρώπινη κλίμακα. Μέσα από την κίνηση του περιηγητή, προσεγγίζεται σαφώς το μεσαιωνικό υπόβαθρο που χαρακτηρίζεται από την πυκνότητα και την οικειότητα της μεσαιωνικής πόλης, επί του
89 Αναφορά στην πολιτική και αστική συνθήκη της αναγεννησιακής Φλωρεντίας που έχει ήδη επισημανθεί παραπάνω και τονιστεί από την κίνηση του περιηγητή. 91 Να σημειωθεί η επιλογή της κίνησης μες στον αστικό ιστό σαν πορεία ιστορικής αναδρομής, επαγωγικής προσέγγισης (από τα ειδικά στοιχεία-σημεία της πόλης στην γενική-πανοραμική θέαση) και ανάδειξης των κυρίαρχων αστικών στοιχείων που θεωρούνται ότι καταδεικνύουν την ιδιαίτερη ιστορική συνθήκη της πόλης. Αρχικά γίνεται αναφορά στη ρωμαϊκή πόλη (έναρξη της πορείας στον ομφαλό της ρωμαϊκής αποικίας, το «umbilicus coloniae» και αρχική κίνηση του περιηγητή προς τον αρχαία αγορά). Στη συνέχεια, η αναφορά στη μεσαιωνική πόλη (κίνηση προς το Βαπτιστήριο (αφιερωμένο στον S. Giovanni Battista, αρχές 7ου αι., υπό την κυριαρχία των Λομβαρδών, στα όρια των Ματιλδινών τειχών («cerchia antica», τέταρτα σε σειρά τείχη από την ίδρυση της αποικίας που συμπεριλαμβάνουν στην οχυρωματική τους γραμμή το Βαπτιστήριο, την εκκλησία S. Reparata [μετέπειτα Santa Maria del Fiore] και την κατοικία της Δούκισσας. Έπειτα, η κίνηση διαμέσου της via Calzaiuoli που όπως έχει επισημανθεί αποτελεί τον άξονα cardo της ρωμαϊκής αποικίας. Γίνεται αναφορά στις πύργινες δομές με την προσέγγιση του Palazzo Vecchio. Η κίνηση από τη γέφυρα «Ponte Vecchio», που καθίσταται αστική υποδομή ήδη από τις απαρχές της πόλης). Η αναφορά στην αναγεννησιακή πόλη (διαμέσου των κυρίαρχων αστικών στοιχείων και εν είδει των δύο μεγάλων αστικών πόλων του θρησκευτικού και διοικητικού κέντρου [Duomo και Palazzo Vecchio] που προσεγγίζονται από τη συγκεκριμένη κίνηση και αναδεικνύουν την ιδιαίτερη αναγεννησιακή συνθήκη και την εικόνα της πόλης, όπως έχει πολλαπλά επισημανθεί. Αναφορά στη σημασία της πλατείας ως χώρο αρχιτεκτονικά χαρακτηρισμένο, που εμφανίζεται αρχικά στην πόλη του Arnolfo). Και τέλος, η αναφορά στη σύγχρονη εποχή (με την γενική θέαση της πόλης από την piazzale Michelangelo, αλλά και διαμέσου της συνολικής περιήγησης, που προσεγγίζει πρώτα την υφιστάμενη κατάσταση. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε την piazza Repubblica με τις κατεδαφίσεις που υπέστη κατά τον 18ο αι.).
Εικ. 4.2: Βιώνοντας τον χώρο της Φλωρεντίας. Υπό το φως του δειλινού, στο Borgo Pinti. Firenze, 2012. 117
Κεφάλαιο 4ο
οποίου επικάθεται σταδιακά και με φυσικότητα η ανάδυση του νέου αστού, κάτοικου της πόλης και μέλους της ανερχόμενης αστικής τάξης. Στην πυκνότητα των στενών, μεσαιωνικών, ανθρωπίνων σχέσεων, ο αναγεννησιακός άνθρωπος προσθέτει την αντίληψη μίας κοινωνίας πολιτών. Στο μεσαιωνικό αστικό ιστό προστίθενται πλατείες και κεντρικοί δημόσιοι χώροι όπου οι φλωρεντινοί αστοί μπορούν να εκφράσουν τη συλλογικότητά τους. Προκύπτει έτσι μία «ανθρώπινη» πόλη που αποδίδει την προσπάθεια των Φλωρεντινών να παράγουν επί της μεσαιωνικής πόλης την κοινωνία των αστών πολιτών, κάτι που υποδεικνύει εν τέλει τη συγκρότηση του Ουμανισμού, αποτυπωμένη στο φυσικό χώρο. Διαφαίνεται, δηλαδή, το ενδιαφέρον για τον άνθρωπο-πολίτη και την ελεύθερη συνείδηση, που διατηρεί εντούτοις την αντίληψη της συνεκτικής κοινότητας, απότοκο της μεσαιωνικής πόλης. Στα δύο αυτά επιχειρήματα προτίθεται η ασυνείδητη επικοινωνία του δυτικού ανθρώπου με το ιστορικό, πολιτικό, κοινωνικό και πολιτισμικό του μόρφωμα στα πλαίσια της προσέγγισης του τόπου της Φλωρεντίας, που εν τέλει συγκροτεί το συλλογικό «Υπερεγώ». Ακολουθώντας αυτόν τον συλλογισμό, το πεδίο της πόλης αντιμετωπίζεται ως το κατ’ εξοχήν πεδίο απόθεσης της κοινωνικής ιστορίας, κάτι που δικαιολογεί την επιλογή της Φλωρεντίας ως τόπου διερεύνησης. Εν κατακλείδι, ο τόπος προκύπτει ως το μέσον εντός του οποίου και δια του οποίου είναι υποχρεωμένη να συντελεστεί κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα, εμπειρική θεωρητική, ποιοτική ή τεχνική, έλλογη ή βουλητική. Ο τρόπος που η εξωτερική πραγματικότητα επηρεάζει τον ανθρώπινο παράγοντα συνιστά απότοκο του τρόπου δόμησης του περιβάλλοντος και των πραγμάτων. Το «Genius Loci» ως εκ τούτου, το «Πνεύμα του Τόπου», συνιστά το «πνεύμα» μιας εποχής, το «πνεύμα» ενός πολιτισμού και εν είδει το Πνεύμα του Δυτικού Πολιτισμού, η συγκρότηση του οποίου άρχεται στην αναγεννησιακή περίοδο. Εστιάζοντας ως εκ τούτου στον τόπο της Φλωρεντίας, ο δυτικός άνθρωπος έρχεται ασύνειδα και αδιάφευκτα αντιμέτωπος με το βάθος της παιδείας του, με τις διαρκείς, επάλληλες, πολιτισμικές και πολιτιστικές εγγραφές χιλιετιών, που διαμορφώνουν το ευρύ φάσμα του πολιτισμικού του μορφώματος. Με όλη την απειρία και την αφέλεια της περίπτωσης, ελπίζουμε να έχουμε προσεγγίσει το ζητούμενο.
Εικ. 4.3: Βιώνοντας τον χώρο της Φλωρεντίας. Συγκερασμός παλαιών και σύγχρονων επιταγών. Firenze, 2012
119
Ε. Βιβλιογραφία • Benevolo, Leonardo: «Storia della città». Roma: εκδ. editori Laterza, 1975. • B enevolo, Leonardo: «Η Πόλη στην Ευρώπη». Αθήνα: Εκδ. Ελληνικά Γράμματα, 2010. (Τίτλος πρωτοτύπου: «La città nella storia d’ Europa»). • Bachelard, Gaston: «Η ποιητική του χώρου». Αθήναι: εκδ. Χατζηνικολή, 1982. • Calvino, Italo: «Οι Αόρατες Πόλεις». Αθήνα: Εκδ. Καστανιώτη, 2004. (Τίτλος πρωτοτύπου: «Le città invisibili»).Fanelli, Giovanni: «Firenze Architettura e Città». Firenze: Vallecchi editore, 1973. Σύγχρονη εκδ. Madragora, 2002. • Fanelli, Giovanni: «Firenze Architettura e Città, l’atlante». Firenze: Vallecchi editore, 1973. Σύγχρονη εκδ. Madragora, 2002. • Furneau-Jordan, Robert: «Ιστορία της Αρχιτεκτονικής». Αθήνα: εκδόσεις Υποδομή, 1981. • Gombrich, E. H.: «Το Χρονικό της Τέχνης». Αθήνα: Μορφωτική Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, 1998. (Τίτλος πρωτοτύπου: «The Story of Art»). • Heidegger, Martin: «Είναι και Χρόνος». Τόμος Ι & ΙΙ. Αθήνα: Εκδ. Δωδώνη, 1978. . (Τίτλος πρωτοτύπου: «Sein und Zeit»). • Heidegger, Martin: «Κτίζειν Κατοικείν Σκέπτεσθαι». Αθήνα: Εκδ. Πλέθρον, 2008. (Τίτλος πρωτοτύπου: «Bauen Wohnen Denken»). • Heidegger, Martin: «Poetry, Language, Thought». USA: Harper Perennial Modern Classics, 2001 (Τίτλος πρωτοτύπου: «Das Ding dingt Welt»). • Honour Hugh, Fleming John: «Ιστορία της Τέχνης», Αθήνα: Εκδ. Υποδομή, 1998. (Τίτλος πρωτοτύπου: «A World History of Art»). • La Cecla, Franco: «Contro l’architettura». Torino: εκδ. Bollati Boringhieri editore, 2008. • Lynch, Kevin: «The Image of the City». USA: The MIT Press, Massachusetts Institute of Technology Cambridge, Massachusetts, and London, England, 1960. 122
• Norberg-Schulz, Christian: «Το Πνεύμα του Τόπου. Για μία Φαινομενολογία της Αρχιτεκτονικής». Αθήνα: Πανεπιστημιακές εκδόσεις ΕΜΠ, 2009. (Τίτλος πρωτοτύπου: «Genius Loci, Towards a phenomenology of Architecture»). • Μωραΐτης, Κωνσταντίνος: «Το Τοπίο, Πολιτιστικός προσδιορισμός του τόπου». Διδακτορική Διατριβή, Αθήνα 2012, τόμοι Ι & ΙΙ. • Park, Robert Ε. (μαζί με Ernest W. Burgess, Morris Janowitz): «The City». Chicago: University of Chicago Press, 1925. • Πεπονής, Γιάννης: «Ο αρχιτεκτονικός σχηματισμός του νοήματος». Αθήνα: εκδ. Αλεξάνδρεια, 2003. • Rossi, Aldo: «Η Αρχιτεκτονική της Πόλης». Θεσσαλονίκη: Εκδόσεις Επιστημονικών Βιβλίων & Περιοδικών, University Studio Press, 1991. (Τίτλος πρωτ. «L’Architettura della città»). • Χιωτίνης, Νικήτας: «Η φαντασιακή διάσταση του χώρου και ο ελληνικός τόπος», Αθήνα, Φεβρουάριος 2012.
Διαδικτυακέσ πηγέσ: • T-Space. University of Toronto Library: Alexander Pope, Of false taste; an epistle to the Right Honourable Richard Earl of Burlington. Occasion’d by his publishing Palladio’s designs of the baths, arches, theatres, &c. of ancient Rome, 3rd edn. (London, L. Gilliver, 1731 [i.e. 1732]). Σύνδεσμος: https://tspace.library.utoronto.ca/html/1807/4350/poem1632.html
• Wikipedia. Σύνδεσμος: http://it.wikipedia.org/wiki/Storia_di_Firenze • OpenLIT: Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Ανοικτή Λογοτεχνία. Σύνδεσμος: http://www.openlit.gr • Guida Turistica alla Toscana. Σύνδεσμος: http://www.tuscanyiloveyou.com/ it/citta/firenze/
• Μανώλης Μεσσήνης, Meditations: Τέχνη και Καλλιτεχνική Δημιουργία. Blogspot, σύνδεσμος: http://inmeditations.blogspot.gr/2008/11/blogpost_8260.html
123
Πηγέσ Φωτογραφικού Υλικού: Καλλιτεχνική επιμέλεια εξωφύλου: Βαρβάρα Βασιλάτου Κεφάλαιο 1ο: • • • • • •
Εικόνα 1.1: Προσωπικό αρχείο. Εικόνα 1.2: Προσωπικό αρχείο. Εικόνα 1.3: Προσωπικό αρχείο. Εικόνα 1.4: Προσωπικό αρχείο. Εικόνα 1.5: Προσωπικό αρχείο. Εικόνα 1.6: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 1o, σελ. 13.
Κεφάλαιο 2ο: • • • • • • • •
Εικόνα 2.1: Προσωπικό αρχείο. Εικόνα 2.2: Προσωπικό αρχείο. Εικόνα 2.3: Greek Architects. Σύνδεσμος: http://www.greekarchitects.gr/gr/ αρχιτεκτονικες-ματιες/προβληματισμοί-με-αφορμή-την-διάλεξη-κτίζω-κατοικώσκέπτομαι-1-του-mheidegger-id810 Εικόνα 2.4: Προσωπικό αρχείο. Εικόνα 2.5: Σύνδεσμος: http://www.juggle.com/alexander-pope Εικόνα 2.6: Boston Piblic Library. Σύνδεσμος: http://foreedge.bpl.org/node/712 Εικόνα 2.7: Προσωπικό αρχείο. Εικόνα 2.8: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 1o, σελ. 70.
•
Εικόνα 2.9: Προσωπικό αρχείο.
Κεφάλαιο 3ο: • • • • 124
Εικόνα 3.1: Προσωπικό αρχείο. Εικόνα 3.2: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 1o, σελ. 201. Εικόνα 3.3: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 1o, σελ. 200. Εικόνα 3.4: Προσωπικό αρχείο.
• Εικόνα 3.5: Βικιπαιδεία. Σύνδεσμος: http://commons.wikimedia.org/wiki/ File:Dante_Domenico_di_Michelino_Duomo_Florence.jpg • Εικόνα 3.6: L. Benevolo: «Storia della città», σελ. 436. • Εικόνα 3.7: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 1o, σελ. 13. • Εικόνα 3.8: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 1o, σελ. 44. • Εικόνα 3.9: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 2o, σελ. 250. • Εικόνα 3.10: L. Benevolo: «Storia della città», σελ. 438. • Εικόνα 3.11: L. Benevolo: «Storia della città», σελ. 438. • Εικόνα 3.12: L. Benevolo: «Storia della città», σελ. 438. • Εικόνα 3.13: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 1o, σελ. 47. • Εικόνα 3.14: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 1o, σελ. 47. • Εικόνα 3.15: Βικιπαιδεία. Σύνδεσμος: http://en.wikipedia.org/wiki/Ideal_city • Εικόνα 3.16: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 1o, σελ. 13. • Εικόνα 3.17: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 2o, σελ. 300. • Εικόνα 3.18: Προσωπικό αρχείο. • Εικόνα 3.19: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 2o, σελ. 300. • Εικόνα 3.20: Προσωπικό αρχείο. • Εικόνα 3.21: Βικιπαιδεία. Σύνδεσμος: http://commons.wikimedia.org/wiki/File:De_ Re_Aedificatoria.jpg • Εικόνα 3.22: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 2o, σελ. 309. • Εικόνα 3.23: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 1o, σελ. 53. • Εικόνα 3.24: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 1o, σελ. 53. • Εικόνα 3.25: http://maitaly.wordpress.com/2011/04/28/brunelleschi-and-the-rediscovery-of-linear-perspective/ • Εικόνα 3.26: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 1o, σελ. 43. • Εικόνα 3.27: Σύνδεσμος: http://www.shafe.co.uk/art/Ground_plan_of_Masaccio_ Trinity_fresco.asp • Εικόνα 3.28: Σύνδεσμος: http://employees.oneonta.edu/farberas/arth/Images/110images/sl4images/donatello_david_det1.jpg • Εικόνα 3.29: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 1o, σελ. 151. • Εικόνα 3.30: Βικιπαιδεία. Σύνδεσμος: http://commons.wikimedia.org/wiki/File:Alesso_baldovinetti,_madonna_col_bambino,_louvre.jpg • Εικόνα 3.31: Σύνδεσμος: http://paintings-art-picture.com/paintings/archives/3857/pollaiuolo-antonio-del-apollo-and-daphne-painting 125
• • • • • • • • • • • • • • • • • • • • • • • • • • • • • • •
Εικόνα 3.32: Βικιπαιδεία: Σύνδεσμος: http://commons.wikimedia.org/wiki/File:Antonio_Pollaiuolo_002.jpg Εικόνα 3.33: Σύνδεσμος: http://www.shafe.co.uk/art/A-_Pollaiuolo-_Martyrdom_ of_St_Sebastian_(NG)-_detail-_landscape.asp Εικόνα 3.34: Προσωπικό αρχείο. Εικόνα 3.35: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 2o, σελ. 228. Εικόνα 3.36: Προσωπική επεξεργασία. Σχέδια autocad: Comune di Firenze. Εικόνα 3.37: Προσωπικό αρχείο. Εικόνα 3.38: Προσωπικό αρχείο. Εικόνα 3.39: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 1o, σελ. 2. Εικόνα 3.40: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 1o, σελ. 2. Εικόνα 3.41: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 1o, σελ. 4. Εικόνα 3.42: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 2o, σελ. 221. Εικόνα 3.43: MNAF Museo Nazionale Alinari della Fotografia. Εικόνα 3.44: MNAF Museo Nazionale Alinari della Fotografia. Εικόνα 3.45: Προσωπικό αρχείο. Εικόνα 3.46: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 2o, σελ. 283. Εικόνα 3.47: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 2o, σελ. 283. Εικόνα 3.48: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 2o, σελ. 190. Εικόνα 3.49: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 2o, σελ. 249. Εικόνα 3.50: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 2o, σελ. 231. Εικόνα 3.51: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 2o, σελ. 232. Εικόνα 3.52: Προσωπικό αρχείο. Εικόνα 3.53: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 2o, σελ. 278. Εικόνα 3.54: Προσωπικό αρχείο. Εικόνα 3.55: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 1o, σελ. 7. Εικόνα 3.56: Προσωπικό αρχείο. Εικόνα 3.57: Προσωπικό αρχείο. Εικόνα 3.58: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 1o, σελ. 121. Εικόνα 3.59: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 1o, σελ. 120. Εικόνα 3.60: Προσωπικό αρχείο. Εικόνα 3.61: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 2o, σελ. 280. Εικόνα 3.62: L. Benevolo: «Storia della città», σελ. 438.
• • • • • • • • • • • • • • • • • • • • • • • • •
Εικόνα 3.63: Προσωπικό αρχείο. Εικόνα 3.64: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 2o, σελ. 248. Εικόνα 3.65: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 1o, σελ. 156. Εικόνα 3.66: Προσωπικό αρχείο. Εικόνα 3.67: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 2o, σελ. 345. Εικόνα 3.68: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 2o, σελ. 349. Εικόνα 3.69: Προσωπικό αρχείο. Εικόνα 3.70: Προσωπικό αρχείο. Εικόνα 3.71: Προσωπικό αρχείο. Εικόνα 3.72: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 2o, σελ. 317. Εικόνα 3.73: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 2o, σελ. 318. Εικόνα 3.74: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 2o, σελ. 338. Εικόνα 3.75: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 2o, σελ. 342. Εικόνα 3.76: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 2o, σελ. 338. Εικόνα 3.77: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 2o, σελ. 306. Εικόνα 3.78: Προσωπικό αρχείο. Εικόνα 3.79: Προσωπικό αρχείο. Εικόνα 3.80: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 2o, σελ. 298. Εικόνα 3.81: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 2o, σελ. 294. Εικόνα 3.82: Προσωπικό αρχείο. Εικόνα 3.83: Σύνδεσμος: http://www.viator.com/tours/Florence/Florence-WalkingTour-Oltrarno-Art-and-Crafts/d519-2428FLORENCE_EB Εικόνα 3.84: Προσωπικό Αρχείο. Εικόνα 3.85: Προσωπικό Αρχείο. Εικόνα 3.86: Προσωπικό Αρχείο. Εικόνα 3.87: G. Fanelli: «Firenze Architettura e Città, l’atlante», μέρος 1o, σελ. 149.
Κεφάλαιο 4ο: • Εικόνα 4.1: Προσωπικό Αρχείο. • Εικόνα 4.2: Προσωπικό Αρχείο. • Εικόνα 4.3: Προσωπικό Αρχείο.
Στους καθηγητές μου, κ. Μωραΐτη και κ. Τουρνικιώτη, για τη καθοδήγηση και ενθάρρυνση. Σε οικογένεια και φίλους, για την κατανόηση που έδειξαν. Στον θ. Νίκο και τη Γωγώ, που με τη συνεχή τους συμπαράσταση,υπομονή και θετική σκέψη συνέβαλαν στην εκπλήρωση του στόχου μου. Βαρβάρα Βασιλάτου, Αθήνα, 2014