ΕΜΠ Τομέας Πολεοδομίας ΔΠΜΣ Πολεοδομία – Χωροταξία Η κρίση στην πόλη – Επιπτώσεις και κινηματικές διεργασίες Καμπουρίδου Βασιλική Ιουλίδα Κέας, Αθήνα Ιούνιος – Σεπτέμβριος 2016
Η εγγραφή της δημόσιας ζωής της κοινότητας στην πολεοδομία του οικισμού και η κρίση της πόλης - μελέτη περίπτωσης: η Χώρα της Τζιας -
Σκίτσο αιγαιοπελαγίτικου οικισμού, Σαρηγιάννης Γ. Ιούνιος 2016
ένα ευχαριστώ στην κα Ράνια Κλουτσινιώτη και τον κο Νικόλα Φαράκλα & στον Δημήτρη, τον Αντώνη, την Λένα, την Ντία, την Μιχαέλα, την Kelly & τον Tom & στον Βασίλη
Εισαγωγή Περπατώντας στην Χώρα της Τζιας (Ιουλίδα), διατρέχει κανείς μια σειρά από άγνωστα στοιχεία για την σύγχρονη πολεοδομία. Το δομημένο περιβάλλον προσκαλεί τον χρήστη του δημόσιου χώρου να κατοικήσει(1) σε αυτόν, να τον χρησιμοποιήσει, να τον βιώσει. Δεν αναφέρομαι στους προκαθορισμένους δημόσιους χώρους (πλατείες, προαύλια εκκλησιών, κρηναϊκά συγκροτήματα), οι οποίοι βεβαίως και αποπνέουν την ταυτότητα της δημόσιας ζωής, αλλά για στοιχειά διάχυτα στον οικιστικό ιστό. Μέσα στο σφικτό πλέγμα των κατοικιών του οικισμού, ο δημόσιος και ο ιδιωτικός χώρος εμπλέκονται συνεχώς σε μία αλληλένδετη οργανική σχέση, έτσι που τα όρια μεταξύ τους να μοιάζουν αδιάφορα. Το δομημένο περιβάλλον της Χώρας της Τζιας κατασκευάστηκε από τους κατοίκους του ώστε να προωθεί μια ζωή κοινότητας, όχι ορμώμενης από κάποιον προσυμφωνημένο σχεδιασμό αλλά με αφετηρία παράγοντες της καθημερινότητας των τότε κατοίκων. Με τη σειρά του, το ίδιο το δομημένο περιβάλλον, κατασκεύασε για τους κατοίκους του μια δημόσια ζωή. Ωστόσο η κοινωνική συνθήκη που (οικο)δόμησε την αστική συγκέντρωση της Χώρας της Τζιας είναι κατά πολύ διαφοροποιημένη στο τώρα. Το μείγμα ευγενών ενετών, νησιωτών αγροτών και εποίκων έχει αντικατασταθεί με το σημερινό κοινωνικό μείγμα των τζιωτών, τουριστών, παραθεριστών και εργαζομένων του νησιού. Πώς ένα κοινωνικό σύνολο βιώνει και κατοικεί έναν χώρο που κατασκεύασε ένα εκ βάθρων διαφορετικό κοινωνικό σύνολο? Μαζί με την αλλαγή της σύνθεσης του κοινωνικού συνόλου αλλάζουν και οι ανάγκες του. Μπορεί το παλαιόδμητο αστικό περιβάλλον να καλύψει τις ανάγκες του νέου κοινωνικού συνόλου? Μήπως μιλάμε για μιαν άλλη πόλη που βρίσκεται σε κρίση? Πέρα από τις πρωτεύουσες και μητροπόλεις, οι μικρές αστικές συγκεντρώσεις ζουν στο όριο ανάμεσα στην ιδέα της σύγχρονης πόλης και τα χαρακτηριστικά που υπαγορεύει η τοπογραφία και η ιστορία τους. Οι νησιωτικοί αστικοί οικισμοί εκκρεμούν ανάμεσα στην σχέση τους με γη και θάλασσα, την ιστορική τους μνήμη (που περνάει μέσα από την εποχή του βιομηχανικού αιγαίου) και τις επιρροές έξωθεν με αποκορύφωμα τον τουρισμό που απαιτεί και αλλάζει τη φυσιογνωμία τους.
1. Ο όρος “κατοίκηση” δεν αναφέρεται στη δραστηριότητας της στέγασης σε οίκημα. Ο όρος “κατοίκηση” ή η φράση “κατοίκηση ενός χώρου”, αναφέρεται στις δραστηριότητες χρησιμοποίησης & βίωσης ενός χώρου στο πεδίο της καθημερινότητάς του. Ακόμη αναφέρεται στην οργανική νοηματοδότηση του χώρου, ως παράγωγο μιας διαδικασίας συνδιαλλαγής ανάμεσα στον χώρο, τον χρόνο & τον χρήστη του: όποιον κατοικεί τον χώρο. Καμπουρίδου Β. 2016
Στεγάδι, Ιούλιος 2016
Μέθοδοι προσέγγισης Η εργασία βασίστηκε πρωτίστως σε έρευνα πεδίου διάρκειας 2 μηνών (Ιούλιος & Αύγουστος 2016). Το σύνολο της διερεύνησης, εξερεύνησης και μελέτης του οικισμού πραγματοποιήθηκε με συμμετοχική παρατήρηση, με τη βοήθεια μόνιμων κατοίκων, γηγενών, τουριστών, παραθεριστών και εργαζόμενων στο νησί. Η ανάλυση έγινε με βάση βιβλιογραφία στις θεματολογίες i. αρχιτεκτονική αιγαιοπελαγίτικων οικισμών ii. ιδιωτικός – δημόσιος χώρος iii. επίδραση του τουρισμού στους αιγαιοπελαγίτικους οικισμούς. Οι πλειοψηφία των φωτογραφιών είναι από το προσωπικό μου αρχείο. Οι όποιες εξαιρέσεις σημειώνονται ειδικά.
Παρουσίαση του νησιού
Χάρτης Κέας, Freely J., (2008) 'Οι Κυκλάδες'
Τοπογραφία Η Κέα ή Τζια είναι το δυτικότερο νησί των Κυκλάδων. Έχει σχήμα σταγονόσχημο, προσανατολισμένο από βορειοανατολικά προς νοτιοδυτικά. Το ανάγλυφό της χαρακτηρίζεται από σχιστολιθικές ορεινές ράχες, παράλληλες μεταξύ τους, σχεδόν ευθυγραμμισμένες με τον προσανατολισμό του νησιού. Η θάλασσα εισχωρεί έντονα στο έδαφος σε τρεις τοποθεσίες, στον κόλπο του Αγίου Νικολάου στα βορειοδυτικά (που είναι ένα από τα μεγαλύτερα φυσικά λιμάνια της Μεσογείου και σήμερα φιλοξενεί το λιμάνι του νησιού), στον κόλπο του Οτζιά στα βόρεια και στον κόλπο του Κούνδουρου στα νοτιοδυτικά. Οι βασικές οικιστικές συγκεντρώσεις βρίσκονται στην Χώρα του νησιού την Ιουλίδα, στην Κορρησία όπου βρίσκεται και το λιμάνι του νησιού, στο πρώην ψαροχώρι και νυν τουριστικό χωριό Βουρκάρι και στον αρχαίο οικισμό των Ποισσών. Ο αρχαίος οικισμός της Καρθαίας έχει εγκαταλειφθεί από κατοίκους. Το νησί είναι γεμάτο από καλλιέργειες φυτεμένες σε αναβαθμούς καθισμένους στους ορεινούς όγκους. Οι τζιώτες έδεσαν το νησί με αναλήμματα και άνδηρα δημιουργώντας αναβαθμούς στις πλαγιές των ορεινών όγκων και σχημάτισαν καλλιεργήσιμα τμήματα γης τα οποία σχεδίασαν εκ νέου τη φυσιογνωμία του νησιού. Το δάσος της βασιλικής δρυός, κάτι σπάνιο πλέον στο Αιγαίο, καλύπτει μεγάλο κομμάτι της κεντρική και ανατολικής Τζια. Μεγάλο τμήμα του νησιού εντάσσεται στο δίκτυο Natura 2000 ως βιότοπος.
Χάρτης περιοχής Natura Κέα, filotis.itia.ntua.gr
Αναβαθμοί, Άγιος Γρηγόριος, Αρχείο Αλεξάνδρου
Ιστορία Λέγεται πως η Τζια και συγκεκριμένα η Ιουλίδα, παρουσιάζει συνεχόμενη κατοίκηση από τα αρχαία χρόνια της ιστορίας της, αν και υπάρχουν μερικές πηγές που αναφέρουν ερήμωση του νησιού εξαιτίας των αράβων και επανακατοίκησή του κοντά στον 7ο αι. Τον 9ο αι. η Κέα άνηκε στο θέμα του Αιγαίου Πελάγους της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους το 1204, το νησί καταλήφθηκε το 1207, οπότε και περιήλθε διαιρεμένο σε 4 ενετούς ευγενείς, που λογοδοτούσαν στην κυριαρχία του Δούκα της Νάξου. Το νησί άλλαξε χέρια άλλη μια φορά μεταξύ βυζαντινών και ενετών. Το 1296 επανήλθε σε ενετική κυριαρχία και ο Δομήνικος Μικέλης, της οικογένειας Μικέλη (μίας από τις πρώτες οικογένειες κύριων του νησιού) οικοδόμησε το Κάστρο της Ιουλίδας. Σε πηγές αναφέρεται ότι η Κέα κάποια στιγμή στην ιστορία της αριθμούσε 5 κάστρα (2.). Η ενετική κυριαρχία παρέμεινε για αιώνες στο νησί και μετέτρεψε τους ελεύθερους αγρότες σε δουλοπάροικους και κολλιγάδες που καλλιεργούσαν τη γη προς όφελος κάποιου ευγενούς που καρπιζόταν την παραγωγή τους. Το 1537 το νησί κατελήφθη από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Οι τούρκοι φαίνεται να μην εγκαταστάθηκαν στο νησί, όμως μετέφεραν αρβανίτες έποικους. Το νησί γνώρισε οικονομική άνθηση κατά την τουρκοκρατία και αύξηση πληθυσμού. Ωστόσο η αγροτική παραγωγή ακόμη συντελούταν από υπόλογους σε κάποιον αφέντη κι όχι από ελεύθερους αγρότες. Παρά την οθωμανική εξουσία, η ενετική άρχουσα τάξη είχε ακόμη βαθιές ρίζες στον τόπο · η σχέση αυτή καθιστούσε την ταξική διαστρωμάτωση χασματώδη ανάμεσα σε αγρότες – δουλοπάροικους και ενετούς ευγενείς. Η σχέση αυτή καθόρισε την κοινωνία, την ιστορία και εν τέλη και την πολεοδομία του οικισμού της Χώρας. Βασική πηγή επιβίωσης ήταν η γεωργία και λιγότερο η κτηνοτροφία σε όλη την ιστορία του νησιού. Οι τζιώτες καλλιεργούσαν και καλλιεργούν μεγάλη ποικιλία γεωργικών προϊόντων. Ίσως τα δυνατά ρεύματα που κινούνται στα ανοιχτά του νησιού να ώθησαν τους κατοίκους μακριά από την αλιεία. Οι τζιώτες φαίνεται να ήταν πεπεισμένοι να καλλιεργήσουν το χώμα του νησιού · σχεδόν πουθενά και σχεδόν τίποτα δε θα μπορούσε να καλλιεργηθεί αν δεν είχε επενδυθεί πολύς μόχθος και επιμονή στην κατασκευή αναβαθμών. Οι κάτοικοι ασχολούνταν και με την κτηνοτροφία, όχι όμως ως κύρια πηγή εσόδων. Κάθε οικογένεια είχε κάποια γιδοπρόβατα ή βοδινά. Οι πεπερασμένες εκτάσεις, που δημιουργήθηκαν, γέννησαν ανάγκες για συγκεκριμενοποίηση των κανόνων εκτροφής και βοσκής των οικόσιτων ζώων. Το δάσος των βελανιδιών που καλύπτει μεγάλο κομμάτι των εσωτερικών τμημάτων του νησιού, αποτέλεσε σημαντικό παράγοντα οικονομικής άνθησης στο παρελθόν, αφού το βελανίδι χρησιμοποιούνταν στη βυρσοδεψία και την ναυπηγική. Πλέον αποτελεί κομμάτι της παραγωγής παραδοσιακών προϊόντων τουριστικής ταυτότητας, διατηρώντας μόνο τη μνήμη της σημαντικότητας του καρπού της βελανιδιάς για τον τόπο. Εξέχουσα θέση στην παραγωγή του νησιού έχει και η μελισσοκομία: το μέλι και τα υπόλοιπα παράγωγα της δραστηριότητας είναι προϊόντα με βαθειά ιστορική συνέχεια στο νησί. Η Τζια γνώριζε οικονομική άνθηση παρά την συνεχή και μόνιμη παρουσία πειρατών στον κόλπο του Αγίου Νικολάου που λυμαίνονταν για αιώνες το φυσικό λιμάνι, λεηλατώντας και εξανδραποδίζοντας τους οικισμούς. Μετά την προσχώρηση της Τζιας στην ελληνική επανάσταση, το Πάσχα του 1821, και στη συνέχεια την ενσωμάτωσή του νησιού στο ελληνικό κράτος, ξεκίνησε η περίοδος της εσωτερικής μετανάστευσης.
2. Φίλιππα-Αποστόλου Μ. (1978) 'Το Κάστρο της Αντιπάρου' σελ. 87
Πανοραμικό της Χώρας Ο οικισμός της Ιουλίδας βρίσκεται στη βορειοανατολική ενδοχώρα του νησιού, τοποθετημένος πάνω στις πλαγιές των ορεινών όγκων. Είναι χτισμένος σε αμφιθεατρική δόμηση με μέτωπο στη θάλασσα, κυρίως προς τις βορινές παραλίες του νησιού. Η δόμηση εκτείνεται σε πλαγιές με διάφορους προσανατολισμούς: από τον κωνικό λόφο του Κάστρου, τις βορειοανατολικά και βορειοδυτικά προσανατολισμένες πλαγιές του βουνού των Μύλων και τον “αυχένα” που ενώνει τις δύο αυτές ορεινές εξάρσεις. Μια πανοραμική θέαση του συνόλου του οικισμού δίνει ίσως την αίσθηση ότι πρόκειται για μία κατασκευή κι όχι για πολλά κτίσματα · ένα πλέγμα αλληλένδετων μονολιθικών, μινιμαλιστικών στοιχείων που συντέθηκε μέσω αργής και ουσιωδώς οργανικής προσθετικής διαδικασίας. Τα κύρια σημεία αναφοράς του οικισμού είναι η πλατείες της Πιάτσας και της Πλατείας, το Κάστρο και η Μεσάδα (ένας κάποτε εμπορικός και τώρα καθαρά οικιστικός δρόμος που διχοτομεί των οικισμό). Το χωριό, ο πεζόδρομος, το σπίτι: στο συνεχώς επαναλαμβανόμενο και ζωτικό κύτταρο της δομής αυτής βρίσκεται η πρωταρχική διάταξη του χώρου μέσα στην ιεραρχία που ορίζει το σύνολο. Δουμάνης Ορ. – OliverP. (1979) 'Οικισμοί στην Ελλάδα – Shelter in Greece'. Σελ. 70 Η ταξική διαφοροποίηση και η κοινωνική διαστρωμάτωση που εμφανίζονταν στο νησί κατά την περίοδο των φέουδων, με τους παλιούς αριστοκράτες να κατοικούν το Κάστρο και τους καινούριους εμπόρους ή τους αγρότες να κατοικούν στο νεόδμητο τμήμα της Ιουλίδας, εκδήλωσε την παρουσία της στην δόμηση του οικισμού. Ακόμη κι αν η κοινωνική διαστρωμάτωση (και η εγγραφή της στον χώρο) είναι εντελώς διαφορετικές σήμερα, το δομημένο περιβάλλον κρατάει ακόμη μνήμες εκείνης της ταξικής συνθήκης. Η Ιουλίδα, όπως και τόσοι άλλοι κυκλαδίτικοι οικισμοί, κατά κανόνα είναι κτισμένη σε σύμπνοια με του κανόνες δόμησης μεταξύ γειτονικών ιδιοκτησιών που όριζαν οι οικοδομικοί περιορισμοί των βυζαντινών χρόνων, χωρίς φυσικά να ξεφεύγει αντίστοιχα και από τις παθογένειες που αυτοί περιγράφουν όπως η αοριστία που οδηγούσε σε προστριβές και αυτοδικίες (3.)
3. Τουρπτσόγλου – Στεφανίδου Β. (1998) 'Περίγραμμα Βυζαντινών Οικοδομικών Περιορισμών' σελ. 194
Η πολεοδομία και η κατασκευή των οικισμών και συγκεκριμένα της Ιουλίδας της Τζιας εντάσσεται στα ευρεία χαρακτηριστικά των αιγαιοπελαγίτικων οικισμών ωστόσο παρουσιάζει ιδιαιτερότητες από μια γενικευμένη «αιγαιοπελαγίτικη» αντίληψη, που άλλωστε δεν εμπίπτει σε κανέναν αιγαιοπελαγίτικο οικισμό. Παρά τη γενικευμένη έκφραση που χρησιμοποιείται ευρέως, κάθε νησί με βάση μορφολογία, ιστορία, πρώτες ύλες και γεωγραφία, έχει αναπτύξει διαφορετικά πολεοδομικά και οικιστικά χαρακτηριστικά. Σε καμία περίπτωση δεν προκρίνεται πως δεν υπάρχουν ομοιότητες και συσχετισμοί, βαθείς και ουσιώδεις, ωστόσο δεν είναι αρκετές για να στερούν ως προς τη νοηματοδότηση την ιδιαιτερότητα του κάθε νησιού ακόμη και του κάθε οικισμού εντός του νησιού. Με αυτή την λογική θα μελετηθεί και η Ιουλίδα ως μελέτη περίπτωσης στην παρούσα εργασία: ως οικισμός σε ένα Κυκλαδίτικο νησί, σε παραλληλισμό με άλλους κυκλαδίτικους οικισμούς αλλά με ιδιαίτερη ταυτότητα και φυσιογνωμία, όπως και κάθε άλλος οικισμός.
Πανοραμικό του οικισμού από το Κάστρο, Ιούλιος 2016
Όψεις της Ιουλίδας, Tom Cullins
Η δόμηση της σύγχρονης Ιουλίδας Ο οικισμός της Ιουλίδας δεν έπαψε ποτέ να κατοικείται από τα αρχαία χρόνια, με εξαίρεση ίσως πριν τον 7ο αι., όπως αναφέρθηκε και παραπάνω. Η αρχαία Ιουλίδα βρισκόταν στο σημείο όπου οικοδομήθηκε το Κάστρο στα νεότερα χρόνια ( το 1296, όπως προαναφέρθηκε). Αρχικά ο οικισμός εκτεινόταν γύρω από το Κάστρο, περιορισμένος στον κωνικό λόφο του, μέχρι την Πιάτσα, την μικρή πλατεία που κατέληγαν οι δρόμοι από τα νότια του νησιού και που βρίσκεται τοπογραφικά ανάμεσα στις δύο ορεινές εξάρσεις του λόφου του κάστρου και του βουνού των Μύλων. Ως πρώτοι βασικοί πυρήνες κοινωνικής οργάνωσης, ως πρώτα σημεία αναφοράς του οικισμού, φέρονται το Κάστρο και η Πιάτσα, με έναν εύκολο διαχωρισμό της άρχουσας τάξης των ευγενών για το πρώτο και της μεσαίας τάξης των εμπόρων και βιοτεχνών για το δεύτερο. Οι τζιώτες ήταν αγρότες και κτηνοτρόφοι, όχι θαλασσινοί. Οι αγρότες – κάτοικοι της Τζιας έπρεπε να κατοικούν κοντά στις καλλιέργειες και τα βοσκοτόπια. Το νησί είναι διάσπαρτο από παλαιές και νεοαποκατεστημένες αγροτικές κατοικίες, τις καθηκιές και τις καθέντρες. Στην πραγματικότητα η κύρια μορφή οικήματος κατοικίας του νησιού είναι η καθηκιά, ένα κτίσμα κατασκευασμένο τόσο για κατοίκηση όσο και για εξυπηρέτηση των αγροτικών εργασιών, περιστοιχισμένο από μεγάλη έκταση γης, μακριά από οικισμό, μακριά ακόμη κι από άλλη καθηκιά. Ο μόνος λόγος που βρίσκει κανείς συγκεντρωμένες καθηκιές ή καθέντρες στην Τζια, είναι κάποιος τοπογραφικός περιορισμός ή πρακτικοί παράγοντες, που καθιστούν ένα σημείο προτιμότερο από το άλλο (καλύτερος προσανατολισμός πρανούς, εγγύτητα σε πηγή κ.α.), αλλά και πάλι η απόσταση μεταξύ τους είναι εμφανής και ξεκάθαρα ορισμένη στον χώρο. Η καθηκιά (και η καθέντρα) είναι ένα σπίτι – εργαλείο κτισμένο για εξυπηρετεί τις λειτουργίες της αγροτικής καθημερινότητας του ξωτάρη (κάτοικος των εξοχών). Είναι ένα οίκημα χωρίς χωρικό περιορισμό αφού μπορούσε να επεκταθεί όπως, όσο και όπου ήθελε στις γύρω ελεύθερες γαίες. Η καθηκιά λειτουργεί μόνο σαν σύμπλεγμα με τον εξωτερικό υπαίθριο χώρο της: το κελάρι αποκτά νόημα και λειτουργική αξία μόνο σε συνδυασμό με τον προαύλιο χώρο του όπου βρίσκεται το τριβείο και το πατητήρι (4.). Εν τέλει πρόκειται για να σύνολο κτισμάτων τοποθετημένων σε μία αλληλεξάρτηση μέσα στον χώρο. Παρά την ύπαρξη από αρχαίων χρόνων διάφορων οικισμών στο νησί, που μάλιστα φαίνεται να ήταν οχυρωμένοι ή με οχυρωμένες ακροπόλεις, η διάσπαρτη κατοίκηση στις εξοχές αποτελεί γεγονός στην ιστορία της Τζιας και φαίνεται να είναι ο κανόνας.
4. Για πιο λεπτομερή περιγραφή των οικοδομικών και αρχιτεκτονικών χαρακτηριστικών των κτισμάτων της Τζιας, βλ. Κλουτσινιώτη Ρ. (1981) 'Ελληνική Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική Τζια (Κέα)'
Πιάτσα και Κάστρο Ιούλιος 2016
Μετά την προσχώρηση του νησιού στο ελληνικό κράτος και την αποπομπή της εξουσίας οθωμανών και ενετών, άρχισε η εσωτερική μετανάστευση στο νησί. Οι αγρότες των εξοχών, οι ξωτάρηδες, άρχιζαν να χτίζουν κατοικίες στην Χώρα, παραπλεύρως των δρόμων και μάλιστα φαίνεται πως έτειναν να χτίζουν τα σπίτια τους παραπλεύρως του δρόμου από τον οποίο ερχόταν από την αγροικία τους. Δηλαδή ένας ξωτάρης ερχόμενος από τις Ποίσσες θα έχτιζε προς τα νοτιοδυτικά του οικισμού, ενώ ένας ξωτάρης από την Πέρα Μεριά θα έχτιζε αντιστοίχως στα νοτιοανατολικά του οικισμού (5) . Με την πάροδο των χρόνων ο οικισμός άρχισε να επεκτείνεται και να σκαρφαλώνει τις πλαγιές των διπλανών ραχών. Έτσι άρχισε να αποκτά σημασία το σημείο που συναντιούνταν οι δρόμοι από τις εξοχές με τον βασικό οδικό άξονα της Πιάτσας, το σημείο της σημερινής Πλατείας όπου τότε βρισκόταν ένα ερειπωμένο μοναστήρι. Εκεί δομήθηκε ένα ακόμη σημείο αναφοράς του οικισμού όπου αργότερα χτίστηκε το δημαρχείο Κέας – Κύθνου και αποτελεί μέχρι και σήμερα σημείο ενδιαφέροντος της κοινωνικής ζωής του οικισμού. Μάλιστα, και με την αποδυνάμωση της τάξης των ευγενών, αναδύθηκε το νέο δίπολο των σημείων αναφοράς, Πιάτσα – Πλατεία και το Κάστρο παραμερίστηκε. Οι αγρότες παρουσίασαν οικονομική άνθηση και η κοινωνική τους παρουσία εγγράφεται στο δομημένο περιβάλλον και με δεύτερο χωρικό σημείο, τον εμπορικό δρόμο της Μεσάδας. Οι περιοχές των ξωτάρηδων, οι σκαρφαλωμένες στις ράχες, η Μεσάδα, το Πανοχώρι, μεγαλώνουν και είναι αυτές που οικοδομούνται μέχρι και σήμερα. Η αλλαγή της κοινωνικής διάρθρωσης του οικισμού που επέφεραν οι ελεύθεροι αγρότες όταν άρχισαν να κατοικούν την Ιουλίδα εγγράφεται στο δομημένο περιβάλλον με σημάδια έκδηλα μέχρι σήμερα. Το Κάστρο, είναι η αλήθεια, αποτέλεσε την χρονική και σημασιολογική αφετηρία του οικισμού όμως ο οικισμός, όπως μπορεί να τον γνωρίσει κανείς σήμερα, είναι παράγωγο της ασχεδίαστης πολεοδομίας των ξωτάρηδων. Η κατοικία στην Χώρα ήταν για τις οικογένειες των ξωτάρηδων το σπίτι για τις γιορτές και τις κυριακές. Η οικογένεια κατοικούσε στην καθηκιά, ωστόσο λόγοι κοινωνικής συνεύρεσης και ανάδειξης, υπαγόρευσαν την αναγκαιότητα ενός σπιτιού στην Χώρα. Από πραγματιστικής άποψης, η καθηκιά παρέμενε το κυρίως σπίτι της οικογένειας, καθώς το σπίτι στην Χώρα βρισκόταν αποκομμένο από τα μέσα διαβίωσης και τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της οικογένειας. Το αγροτικό σπίτι ήταν ένα ουσιαστικό εργαλείο διαβίωσης στην Τζια. Ωστόσο οι κάτοικοι του νησιού κατά συρροήν επέλεγαν ένα δεύτερο σπίτι στην Χώρα. Πέρα από εκάστοτε εμπορικές συναλλαγές, η κατοικία στην Χώρα δεν αποτελούσε πλουτοπαραγωγικό εργαλείο. Τα στοιχεία συγκλίνουν πως η αιτία για την κατασκευή ενός αστικού σπιτιού ήταν η εκούσια επιλογή για μια δημόσια συναναστροφή στην κοινωνία του νησιού. “Η ανάγκη της αγροτικής οικογένειας να έχει σπίτι στην χώρα είναι περισσότερο συμβολική. Δηλώνει την άνοδο της στο επίπεδο των αστών, των νοικοκυραίων, και τονίζει την ελευθερία της.” Κλουτσινιώτη Ρ. 1981 'Ελληνική Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική - Τζια (Κέα)'
5. Παρόμοια ανάπτυξη με βάση τους οδικούς άξονες (γραμμική ή και όχι) συναντάμε και σε άλλα νησιά του Αιγαίου. Παράδειγμα η Αντίπαρος. Φίλιππα-Αποστόλου Μ. (1978) 'Το Κάστρο της Αντιπάρου' σελ. 14
Καθηκιές, Αρχείο Αλεξάνδρου
Η μορφολογία της κατοικίας στην Χώρα φέρει εμφανείς συσχετισμούς με την καθηκιά. Οι λιτοί, μικροί εσωτερικοί χώροι, η πρόβλεψη για τα υποζύγια, η προβολή προς το δημόσιο χώρο πολλών δραστηριοτήτων που σήμερα εγκλείονται σε τέσσερις τοίχους. Σε αντίθεση με την καθηκιά, η κατοικία στην Χώρα αποπνέει ξεκάθαρο χωρικό περιορισμό, ωστόσο τόσο η καθηκιά όσο και η κατοικία της Χώρας βρίσκονται σε άμεση σύνδεση ή/και εξάρτηση με τον εξωτερικό τους περίβολο. Παρά τον αστικό χαρακτήρα της, τα μικρό της μέγεθος και λίγα τα ανοίγματα, η κατοικία της Χώρας επεκτείνει την νοηματοδότησή της στον εξωτερικό της χώρο, δημόσιο ή ιδιωτικό: η αυλή είναι η άμεση συνέχεια του καθιστικού ή της κουζίνας και το στεγάδι υποβαστάζει τη αυλή της ίδιας ή έτερης ιδιοκτησίας και αποτελεί την πραγματική είσοδο και έξοδο στον οικιακό χώρο. Το αστικό σπίτι παραπέμπει νοηματικά στο αγροτικό σπίτι, παρά τις προσαρμογές. Οι κατοικίες που έχτισαν οι αγρότες στην Χώρα είχαν εξ' ορισμού άμεση σύνδεση με τις αγροτικές τους κατοικίες, τόσο εννοιολογικά και πρακτικά όσο και κατασκευαστικά. (4.) “Τα υπαίθρια στοιχεία, ιδίως δε η αυλή, δεν περιβάλλουν την κατοικία άμορφα, αλλά συνδέονται συνθετικά με τους χώρους της και έχουν μια λειτουργική οντότητα εξ' ίσου σημαντική με αυτήν την εσωτερικών χώρων. Τοποθετούνται έτσι ώστε να βρίσκονται σε άμεση και οργανική σχέση με τη βασική κυκλοφορία μεταξύ εσωτερικού και υπαίθρου, συνδέοντας πάντα το έξω με τους ζωτικότερους χώρους της κατοικίας...” Τζάκου Α.Ε. (1979) 'Το κάστρο της Σίφνου’. σελ. 116
“Για το θηραϊκό σπίτι η αυλή είναι απαραίτητο οργανικό στοιχείο και αποτελεί την προέκτασή του προς το ύπαιθρο.” Μιχελή Π.Α. (1977) 'Το ελληνικό Λαϊκό Σπίτι' σελ. 46
Δημόσιος – Ιδιωτικός χώρος στη Χώρα Οι χωρικότητες σχηματίζουν ένα πλέγμα συσχετισμών σε οριζόντιο και κάθετο επίπεδο στην Ιουλίδα. Το σύμπλεγμα της πολεοδομικής δόμησης, με την εμπλοκή δημόσιων – ιδιωτικών και ιδιωτικών – ιδιωτικών χώρων, δίνει την αίσθηση έλλειψης χώρου, φαινόμενο συνηθισμένο στους αιγαιοπελαγίτικους οικισμούς. Οι συνήθεις λόγοι για την πεπερασμένη έκταση των αιγαιοπελαγίτικων οικισμών είναι: ο φόβος των πειρατικών επιδρομών, η υπάρχουσα οχύρωση, η μορφολογία του εδάφους, η οικονομία των υλικών. Από την περίοδο που οι ξωτάρηδες άρχισαν να χτίζουν σπίτια στην Χώρα, ο κλοιός του οχυρωμένου οικισμού του κάστρου της Ιουλίδας παραβιάστηκε, σήμερα σώζονται μόνο δυσδιάκριτα τμήματά του. Ο οικισμός πολλαπλασιάστηκε και κατέλυσε εντελώς κάθε έννοια ελεγχόμενης δόμησης. Ωστόσο, η Ιουλίδα παρέμενε σχετικά προστατευμένη από πειρατικές επιδρομές καθώς είναι δυσδιάκριτη από θαλάσσης, λόγω της μορφολογίας των ορεινών όγκων. Το τμήμα του οικισμού του Κάστρου είναι χτισμένο σε κωνικό λόφο με ένα κάπως κανονικοποιημένο σχήμα, ωστόσο οι επεκτάσεις του οικισμού απλώθηκαν σε ετερόκλιτες πλαγιές του βουνού με πολύπλοκη μορφολογία. Οι εισαγωγές υλικών ήταν δύσκολες έως ακατόρθωτες λόγω του δύσκολου του ναυτικού περάσματος και βεβαίως των πεπερασμένων οικονομικών δυνατοτήτων. Η βασική πηγή ξυλείας του νησιού ήταν τα δάση βελανιδιάς (6.). Οι κάτοικοι της Τζιας φαίνεται να έβρισκαν τρόπο να αντιμετωπίσουν και το δύσκολα οικοδομήσιμο έδαφος και τον φόβο των πειρατών και τα πεπερασμένα οικοδομικά υλικά. Τι ήταν λοιπόν αυτό που κρατούσε τόσο πυκνή τη δόμηση εντός του πολεοδομικού συγκροτήματος? Αν ο οχυρωμένος δακτύλιος είχε ήδη ξεπεραστεί και το δύσκολο τοπογραφικό είχε ήδη αντιμετωπιστεί, τι εμπόδιζε τους κατοίκους της Ιουλίδας να επεκτείνουν χωρικά τον οικισμό, ώστε οι ιδιοκτησίες τους να αποκτήσουν αυτονομία? Μία παροιμία του νησιού απαντάει: “Σπίτι όσο χωρείς και γη όσο θωρείς.” Η μορφολογία της Ιουλίδας δε διαμορφώθηκε από κάτι κανονιστικό, εδώ εκλείπει ο φρουραϊκός χαρακτήρας , το σπίτι – οχυρό, ή οι αναγκαστικές συγκεντρώσεις εντός των τειχών για προστασία από τους πειρατές (7.) που περιγράφονται σε άλλα νησιά. Οι κάτοικοι, μόνιμοι και περιστασιακοί, της Χώρας δεν ήταν αναγκασμένοι να χτίζουν ο ένας δίπλα και πάνω από τον άλλον, φαίνεται πως επιθυμούσαν να το κάνουν. Οι κάτοικοι της Τζιας ζούσαν από αγροτική και κτηνοτροφική δραστηριότητα, γύρω από τις καθηκιές υπήρχαν πολλά εκτάρια καλλιεργήσιμης γης, κενής βέβαια από παρουσία της κοινότητας. Στο σπίτι στην Χώρα όμως, η πολεοδομική δομή είναι τόσο σφικτή που συσφίγγει αναγκαστικά και τη δομή της κοινότητας.
6. Είναι βεβαίως ο κανόνας τα οικοδομικά υλικά των αιγαιοπελαγίτικων οικισμών να προέρχονται από τη γη και τη χλωρίδα του εκάστοτε νησιού. Μιχελή Π.Α. (1977) 'Το ελληνικό Λαϊκό Σπίτι' Χιος σελ. 6, Σαντορίνη σελ. 43, Άνδρος σελ.107 Τζάκου Α.Ε. (1979) 'Το κάστρο της Σίφνου’. σελ. 125 7. Μιχελή Π.Α. (1977) 'Το ελληνικό Λαϊκό Σπίτι' σελ. 7&8, 15, 6
Εμπλοκή Δημόσιου-Ιδιωτικού χώρου, Ιούλιος 2016
Κατοικώντας μέχρι και στη σημερινή εποχή στην Χώρα της Τζιας, δεν είναι δυνατό να μείνεις αμέτοχος στην δημοσιότητα που αποκτά το κάθε ιδιωτικό και στην εμπλοκή των ιδιοτικοτητων διάμεσο της εμπλοκής των ιδιωτικών χώρων. Οι εξώπορτες των ισόγειων σπιτιών βρίσκονται επάνω σε δρόμο ή στενή, κάτοικος και περαστικός βρίσκονται σε πλήρη ακουστική και ίσως οπτική επαφή. Τα στεγάδια επιστεγάζονται από αυλές πάνω στις οποίες συντελείται κομμάτι της ιδιωτικής ζωής των ιδιοκτητών τους, για ακόμη μια φορά ο χρήστης του δημόσιου και του ιδιωτικού χώρου βρίσκονται σε μία ανοικτή συνδιαλλαγή, βιώνοντας διαφορετικά τον ίδιο ακριβώς χώρο. Παρόμοιες πρακτικές και τρόποι διαχείρισης του κοινού χώρου, απαντώνται σε πολλούς αιγαιοπελαγίτικους οικισμούς (8.). Πηγαίνοντας σε παλιότερα παραδείγματα, τα υπαίθρια καθιστικά της Χώρας μαρτυρούν μια εκ των πραγμάτων πρόσκληση για δημόσια συνάθροιση από μεριάς του δομημένου περιβάλλοντος και χρηστικές κατασκευές όπως οι γούρνες με εκροή αποδεικνύουν επιτέλεση δραστηριοτήτων σε δημόσια θέα. Εν τέλει η πολεοδομία της Ιουλίδας επιλέχθηκε για μια δημόσια ζωή, χτίστηκε από κατασκευαστές που την επέλεξαν έτσι και με τη σειρά της η ίδια η πολεοδομία κάνει το «κοινό» αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας. (9.) ...Η έλλειψη σαφούς διαχωρισμού των ιδιωτικών ελεύθερων χώρων από τους δημόσιους δημιουργεί μια πλούσια εντύπωση πολεοδομικού χώρου μέσα στους οικισμούς. Τα σπίτια δεν έχουν εδώ ψηλές μάντρες, αλλά χαμηλά πεζούλια που χωρίζουν τις αυλές από τους δρόμους και αυτό είναι ένα έντονο χαρακτηριστικό στο κεντρικό οικιστικό συγκρότημα της Σίφνου. Εξαίρεση αποτελούν λίγα νεότερα σπίτια εύπορων Σιφνιών Τζάκου Α.Ε. (1979) 'Το κάστρο της Σίφνου’. σελ. 74
“Η κοινή ζωή που υπάρχει στο χωριό δημιουργεί ένα διάχυτο αίσθημα ταυτίσεως” Δουμάνης Ορ. – Oliver P. (1979) 'Οικισμοί στην Ελλάδα – Shelter in Greece' σελ. 78 ‘’Αυτή η ενότης βέβαια έρχεται σε αντίθεση με την ιδιωτικότητα που θα μπορούσε κανείς να απαιτήσει για τις αυλές των σπιτιών, προσφέρει όμως πλεονεκτήματα στον τομέα του οικιστικού περιβάλλοντος...Στην απουσία των ψηλών τοίχων βοηθούσε και το γεγονός της εσωτερικής ασφάλειας, που χαρακτήριζε πάντα τους μικρούς οικισμούς του Αιγαίου, όπως πχ στα Δωδεκάνησα όπου οι κλοπές ήταν άγνωστες.’’ Τζάκου Α.Ε. (1979) 'Το κάστρο της Σίφνου’. σελ. 119
8. Στη Σίφνο συναντάται μια μορφή στεγασμένου χώρου με τρεις τοίχους για είσοδο και συνάθροιση που ονομάζεται στεάδι. Αντίστοιχα η αγροτική κατοικία ονομάζεται ‘‘κατοικιά’’ Τζάκου Α.Ε. (1979) 'Το κάστρο της Σίφνου.’ σελ. 158 Οικοδομήσεις παρόμοιες με τα στεγάδια περιγράφονται στην Χίο (σελ. 116) και την Τήνο (σελ. 179) Μιχελή Π.Α. (1977) 'Το ελληνικό Λαϊκό Σπίτι' 9. Υπό το ίδιο πρίσμα θα μπορούσε να παρουσιάζει ενδιαφέρον η διερεύνηση του κοινού χαρακτήρα των κλιμακοστασίων στο κάστρο της Αντιπάρου. Για μια πρώτη προσέγγιση Φίλιππα -Αποστόλου Μ. (1978) 'Το Κάστρο της Αντιπάρου'
Σκίτσο δημόσιου χώρου στην Σίφνου, Σαρηγιάννης Γ.
Δημόσιος – Κοινός – Ιδιωτικός χώρος Όπως έχουν προτείνει ήδη άλλοι μελετητές του χώρου, πέρα από το διαχωρισμό ανάμεσα σε δημόσιο και ιδιωτικό χώρο, μπορεί να γίνει και διάκριση του Κοινού χώρου. Αν ο δημόσιος χώρος είναι χώρος θεσμοθετημένος για δημόσια χρήση. Αν ο ιδιωτικός χώρος υπόκειται σε ιδιωτικούς κανόνες και διαχείριση. Ο κοινός χώρος είναι ο χώρος που δεν είναι απαραίτητα θεσμοθετημένος για δημόσια χρήση, αλλά έχει αποκτήσει την ταυτότητα του μέσα από την κοινή κατοίκησή του. Είναι ένας χώρος που η νοηματοδότησή του έχει προκύψει από οικειοποίηση και υπόκειται σε κανόνες διαφορετικούς από τους θεσμοθετημένους και τους ιδιωτικούς, κανόνες που σχηματίζονται δυναμικά μέσα από την κοινωνική συνεύρεση. Υπό το πρίσμα της έννοιας του κοινού χώρου θα θεαθεί και ο χώρος της Ιουλίδας, δεδομένου ότι, όπως προαναφέρθηκε, δεν πραγματεύομαι την ύπαρξη και την νοηματοδότηση θεσμοθετημένων δημόσιων χώρων, άλλα την ύπαρξη και απρόσμενη νοηματοδότηση μη προκαθορισμένων αλλά οργανικά δημιουργημένων κοινών χώρων. “Οι κοινοί χώροι είναι εκείνοι οι χώροι που παράγονται από ανθρώπους στην προσπάθειά τους να εγκαθιδρύσουν έναν κοινό κόσμο που να στεγάζει, να υποστηρίζει και να εκφράζει την κοινότητα στην οποία συμμετέχουν. Έτσι λοιπόν, οι κοινοί χώροι πρέπει να διαχωρίζονται και από τους ιδιωτικούς και από τους δημόσιους χώρους. Οι δημόσιοι χώροι είναι κυρίως δημιουργημένοι από μια συγκεκριμένη αρχή (τοπική, περιφερειακή ή κρατική), που τους ελέγχει και καθορίζει τους κανόνες κάτω από τους οποίους οι άνθρωποι μπορούν να τους χρησιμοποιούν. Οι ιδιωτικοί χώροι ανήκουν σε και ελέγχονται από συγκεκριμένα άτομα ή οικονομικές ... που έχουν το δικαίωμα να καθορίσουν τους όρους κάτω από τους οποίους μπορούν να τους χρησιμοποιούν.” Σταυρίδης Στ., (2015) 'Common spaces as Threshold Space: Urban Commoning in Struggles to Re-apppropriate Public Space.' μτφ της ιδίας Στην Ιουλίδα τα δημόσια κτήρια και χώροι είναι λιγοστά και λιτά, παρατήρηση που μιλάει για μια απλή (ή απλοϊκή) πολιτική ζωή από άποψης θεσμών, δεδομένου και του μικρού μεγέθους αλλά και του αποκεντρωμένου της τοποθεσίας. Ας τοποθετήσω εδώ ένα αντιθετικό παράδειγμα, αυτό της κλασσικής Αθήνας, μίας αστικής συγκέντρωσης - κέντρου πολιτικής, εξουσίας και πολιτισμού, με την λαμπρότητα, την μεγαλοπρέπεια και το μέγεθος των δημοσίων κτηρίων της. Αντιστοίχως, οι θεσμοθετημένοι δημόσιοι χώροι του οικισμού είναι πεπερασμένοι σε πλήθος και πολύ συγκεκριμένοι και εξαντλούνται σε πλήθος και ποικιλία στις πλατείες, τους δρόμους και τα κρηναϊκά συγκροτήματα. Όπως τοποθετείται ο Harvey “Οι δημόσιοι χώροι και τα δημόσια αγαθά στην πόλη ανέκαθεν αποτελούσαν αντικείμενο κρατικής εξουσίας και δημόσιας διοίκησης, και τέτοιου είδους χώροι και αγαθά δεν συνιστούν απαραιτήτως κοινά.” Harvey D., (2013) 'Εξεγερμένες πόλεις. Από το δικαίωμα στην πόλη στην επανάσταση της πόλης'
Οι κατοικίες είναι συγκεντρωμένες, λιτές και εγγύς, σαν να περιγράφουν μια αδιαφορία για τη στέγαση της ιδιωτικότητας της ζωής των κατοίκων, είτε λόγω δευτερεύουσας χρήσης των κατοικιών στην Χώρα, είτε (πολύ πιο εντυπωσιακό) λόγω ενός πλαισίου κανονιστικής συμπεριφοράς εντός της κοινότητας και της γειτονιάς, που όφειλε, επιθυμούσε, και θεωρούσε δεδομένο τον κοινωνικό έλεγχο στις πτυχές της ιδιωτικής ζωής. Ο κος Σαρηγιάννης εκθέτει την πολυπλοκότητα του ζητήματος εύστοχα: “Η σημασία της εσωτερικής ιδιωτικής ζωής της οικογένειας και η σχέση με τον δημόσιο χώρο της πόλης σε μια συγκεκριμένη φάση της κοινωνικής εξέλιξης και η σημασία της ιδιωτικοποίησης της δημόσιας ζωή; και της δημοσιοποίησης της ιδιωτικής, σε μία άλλη επίσης συγκεκριμένη φάση της κοινωνίας.” Σαρηγιάννης Γ. ‘Εσωτερική αυλή η οικολογική και η κοινωνική πλευρά’ Οι κοινοί χώροι στην Ιουλίδα αφηγούνται μια ιστορία συμμετοχικής καθημερινότητας, όπου οι κάτοικοι βίωναν μαζί τον χώρο και τον χρόνο τους. Σε συνδυασμό με την ταυτότητα της κατοικίας στον οικισμό, η Ιουλίδα δημιουργήθηκε για και δημιούργησε μια συνθήκη απαράβατης κοινής, δημόσια ζωής, χωρίς κάποιο αίσθημα προστασίας της ιδιωτικότητας εγγεγραμμένο στον χώρο, αλλά μιας έως και κοινοβιακής ζωής για τους Χωριάτες (κατοίκους της Χώρας). Οι τζιώτες της Χώρας, φαίνεται να προβάλλουν προς τα έξω την ιδιωτική τους ζωή, όχι όμως με την έννοια που αναφέρεται συχνά σε βιβλιογραφίες περί δημόσιου – ιδιωτικού χώρου, δηλαδή της επίδειξης πλούτου, κοινωνικού κύρους και δύναμης, αλλά με μια διαφορετική έννοια απόδειξης της κανονικότητας και της νοικοκυροσύνης προς το κοινωνικό σύνολο. Το κοινό δεν πρέπει να ερμηνευτεί ως ένα συγκεκριμένο πράγμα, περιουσιακό στοιχείο ή έστω κοινωνική διαδικασία, αλλά ως μια ασταθής και ρευστή κοινωνική σχέση ανάμεσα σε μια συγκεκριμένη αυτοπροσδιοριζόμενη κοινωνική ομάδα, και σε εκείνες τις πτυχές της που όντως υπάρχουν ή αναμένεται να διαμορφωθούν, και στο κοινωνικό και/ή φυσικό περιβάλλον που θεωρείται απαραίτητο για τη ζωή και την επιβίωσή της. Harvey D., (2013) 'Εξεγερμένες πόλεις. Από το δικαίωμα στην πόλη στην επανάσταση της πόλης' Η κοινωνία της Ιουλίδας φέρει βαθιά την εγγραφή του χώρου που την στεγάζει. Τετριμμένη αλλά χαρακτηριστική ένδειξη είναι η πεποίθηση πώς “τίποτα δεν μένει κρυφό εδώ”. Η διαφορά εδώ από όποιο άλλο χωριό, είναι πως το δομημένο περιβάλλον είναι κρίσιμο εργαλείο για μια τέτοια κοινή γνώση και βίωση της ζωής όλων: περνώντας από το στεγάδι γίνεσαι μάρτυρας ιδιωτικών οικογενειακών στιγμών, μέσα από το σπίτι ακούς και βλέπεις αν γύρισε ο γείτονας... Στην άλλη όψη του νομίσματος βέβαια, γηραιοί ξεκουράζονται στα υπαίθρια, κοινά καθιστικά για να καταφέρουν τα δεκάδες σκαλιά, τα κοντινά, επικοινωνούντα δώματα – αυλές συνθέτουν μία σχεδόν κοινή αυλή για ολόκληρο τον οικισμό. Μιλάμε λοιπόν για μια αμφίδρομη σχέση των κατασκευαστών του χώρου με γνώμονα μια κοινή καθημερινότητα, και του ίδιου του χώρου που επιστρέφει την προώθηση της κοινότητας στους κατοίκους – κατασκευαστές.
“Η κοινότητα δεν υπάρχει απλά, φτιάχνεται. Δεν είναι δομή, ούτε καν οργάνωση, αλλά ένας τρόπος να δημιουργήσει κανείς συνδέσεις ανάμεσα σε ανθρώπους.” Σταυρίδης Στ., (2015) 'Common spaces as Threshold Space: Urban Commoning in Struggles to Re-apppropriate Public Space.' μτφ της ιδίας Η ιδέα που έχει ο κος Σταυρίδης για τη γειτονιά, φαίνεται να παίρνει διαστάσεις οικισμού στο παράδειγμα της Χώρας της Τζιας. Οι “πολυσχιδείς διαπραγματεύσεις περί αποστάσεων” στην περίπτωση της παρούσας μελέτης αναφέρονται τόσο σε κοινωνικές αποστάσεις όσο και πραγματικά χωρικές και εκτείνονται σε όλον τον οικισμό. Η ιδιαιτερότητα της κοινότητας της Ιουλίδας είναι πως η δυναμική ακροβασία των κοινωνικών αποστάσεων έχει γλαφυρή αποτύπωση στον φυσικό χώρο. Ενδιαφέρον στοιχείο είναι πως στο πνεύμα μιας βυζαντινής θεώρησης της πολεοδομίας των αιγαιοπελαγίτικων οικισμών, το δομημένο περιβάλλον φαίνεται όντως να θεωρεί παράλογη μια οπτική (και ακουστική) προστασία της ιδιωτικής ζωής από το κοινωνικό σύνολο, όπως ανέφεραν οι κανονισμοί του Αρμενόπουλου. (10.)
10. Τουρπτσόγλου – Στεφανίδου Β. (1998) 'Περίγραμμα Βυζαντινών Οικοδομικών Περιορισμών' σελ. 195
Εξοπλισμός Κοινού χώρου, Ιούλιος 2016
Η κρίση των νησιωτικών αστικών συγκεντρώσεων Βεβαίως η σύγχρονη κατασκευή στην Χώρα, όντας αποκομμένη από τις κοινωνικές συνθήκες μέσα στις οποίες αρχικά κτίστηκε, έχει χάσει τα χαρακτηριστικά των πολεοδομικών αρχών με βάση τις οποίες δομήθηκε. Συνεχίζεται παρόλα αυτά μια συνάφεια με την παραδοσιακή αρχιτεκτονική και πολεοδομία, κυρίως με μιμητικό τρόπο, που στην πραγματικότητα καμία σχέση δεν έχει με τη διαδικασία παραγωγής χώρου που έχτισε την Ιουλίδα. Οι ανάγκες της οικοδόμησης έχουν βεβαίως αλλάξει ενόσω αλλάζει οι κοινωνική σύνθεση, οι ανάγκες του νησιού και των κατοίκων του. Μπορεί η αγροτική παραγωγή να παραμένει ως δραστηριότητα στο νησί, ωστόσο, όπως σε κάθε άλλο ελληνικό νησί, η βασική πλουτοπαραγωγική πηγή είναι ο τουρισμός. Όπως οι ξωτάρηδες κατασκεύασαν το σπίτι εργαλείο ενός αγρότη, στην σύγχρονη Τζιά κατασκευάζονται σπίτια αναψυχής και παραθερισμού ως νέα εργαλεία βιοπορισμού. Η κοινωνική σύνθεση του νησιού (ιδίως βεβαίως τα καλοκαίρια) περιλαμβάνει τουρίστες, παραθεριστές, εργαζόμενους για τη σαιζόν, μετανάστες εργαζόμενους, και πολλά άλλα, πέρα από τους μόνιμους κατοίκους. Οι τουρίστες που έρχονται να βιώσουν τη διαφορετικότητα και τη γραφικότητα του οικισμού φέρνουν απαιτήσεις και ανάγκες που αλλοιώνουν όχι μόνο το τοπίο που ήρθαν να «θαυμάσουν» αλλά και τα ίδια τα θεμέλια της τζιώτικης και κάθε τοπικής αιγαιοπελαγίτικης κοινωνίας. Για να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις αυτές, ακόμη περισσότερα ξένα κοινωνικά σώματα εισάγονται στην κοινωνία του νησιού που κι αυτά με τη σειρά τους έχουν ειδικές ανάγκες κατοίκησης. Εν ολίγοις σε άλλο σπίτι μένει ο τζιώτης, ο τουρίστας και ο σαιζιονάς, άλλο φαγητό καταναλώνουν, άλλα προϊόντα αγοράζουν. Σε μαγαζί με παραδοσιακά προϊόντα της Χώρας που ειδικεύεται στην μελισσοκομία, τα πιο δημοφιλή είδη σε πωλήσεις είναι το μέλι σε μικρή συσκευασία δώρου (για να περνά από τον έλεγχο του αεροδρομίου) και οι κεραλοιφές (για τα εγκαύματα στις κουζίνες). Εν τέλει ο τουρισμός παράγει έναν χώρου που τα υποκείμενά του βιώνουν και δομούν με διαφορετικό τρόπο. Έτσι το δομημένο περιβάλλον εξαναγκάζεται σε πολλές ετεροτοπίες, διαφορετικούς θύλακες ετερόκλητων πραγματικοτήτων και δεν κατοικείται εξ ολοκλήρου από καμία κοινωνική ομάδα, παρά το μικρό του μέγεθος. Μετατρέπεται σε έναν μη οικισμό, μία μη κοινότητα. Ο τουρισμός έφερε την παρακμή του ίδιου του μοντέλου που κατασκεύασε και τον συντηρεί, με αποτέλεσμα να κρατιέται χωρικά ζωντανός από μια ρηχή βιτρίνα εικόνων. “Ο σημερινός τουρίστας μοιάζει πιο πολύ με ανυπόμονο πελάτη ταβέρνας παρά με προσκυνητή,, ανυπομονεί να του σερβιριστεί γρήγορα το πιάτο με τον εξωτισμό. Όμως παρότι δελεαστικό δεν θα το φάει. Προτιμά να το φωτογραφίσει ή να το πάρει σπίτι..” Μουτσόπουλος Θ. (2006) 'Sea, Sex and Sun. Για μια τουριστική ανθρωπολογία του Αιγαίου' Τα κοσμοπολίτικα, κατά τα άλλα, αστικά κέντρα των κυκλάδων διατηρούν ακόμη μια μεσαιωνική πολεοδομία πάνω στην οποία διαρθρώνονται εντελώς ετεροτοπικές χρήσεις όπως μπαράκια, κλάμπ, ίντερνετ καφέ... Μουτσόπουλος Θ. (2006) 'Sea, Sex and Sun. Για μια τουριστική ανθρωπολογία του Αιγαίου'
Η παρέμβαση και επιρροή του εισαγόμενου τρόπου ζωής παρουσιάζει κάτι διαφορετικό από την περιγραφή της κοινής ζωής που περιγράφηκε παραπάνω. Το (από μία παλαιότερη εποχή) δομημένο περιβάλλον μπορεί να προσκαλεί σε μια ζωή κοινότητας, όμως στην Ιουλίδα των καλοκαιρινών μηνών δεν υφίσταται κοινότητα για να παραλάβει την πρόσκληση. Εξαιρέσεις βεβαίως και υπάρχουν. Κοινωνικές ομάδες κατοικούν και οικειοποιούνται τον κοινό χώρο η καθεμία με τον τρόπο και τις ανάγκες της. Οι εργαζόμενοι συναντιούνται στα πεζούλια, οι γέροι κοινωνικοποιούνται στα υπαίθρια καθιστικά, οι τουρίστες οικειοποιούνται τις πλατείες. Αλλά αυτές ακριβώς οι κατακερματισμένες εικόνες συνθέτουν την περιγραφή της μη κοινότητας. Οι ξενόφερτοι κάτοικοι φέρουν στο συμπεριφορικό τους την εγγραφή του χώρου προέλευσής τους και ενσταλάζουν στον οικισμό έννοιες όπως η προστασία προσωπικής ζωής και αγαθών, ιδιωτικότητα, άνεση και άλλα πολλά. Η Χώρα δυσκολεύεται να ενσωματώσει την ιδέα της πόλης με περιχαρακώσεις, όρια και ασφάλεια. Πιο κραυγαλέα παραδείγματα εγγράφει ο τουρισμός και παραθερισμός για υψηλά εισοδήματα που είναι πολύ δημοφιλής στο νησί. Οι βίλες των πλούσιων νέων κατοίκων έχουν κατακλύσει τις εξοχές της Τζιας. Ενώ στην χώρα δεν υπάρχει ουσιαστικός περιτοιχισμός πουθενά, οι βίλες οριοθετούν το χώρο τους με τοίχους πολλών μέτρων. Κάτι τέτοιο όμως δεν μπόρεσε να εισαχθεί στην Χώρα, πρώτα πολεοδομικά αφού δεν υπάρχει ο φυσικός χώρος για τέτοια δόμηση. Η πολεοδομία της Ιουλίδας προστατεύει ακόμη την ιδέα γύρω από την οποία δομήθηκε. Η κρίση στις μικρές αιγαιοπελαγίτικες αστικές συγκεντρώσεις συνίσταται στη διαφορά ανάμεσα στις ιδέες πάνω στις οποίες (οικο)δομήθηκε και στις ιδέες με βάση τις οποίες κατοικείται. Η έλλειψη της κοινότητα φτιάχνει έναν πιθανά μη οικισμό, αφού κάθε κοινωνική ομάδα έχει διαφορετικές αφετηρίες, ανάγκες και συμφέροντα. Οι κοινωνικές ομάδες έρχονται και παρέρχονται καθώς οι μήνες αλλάζουν και μεταβάλουν την σύνθεση της κοινωνίας του νησιού · το πεπερασμένο του χρόνου δεν δημιουργεί συνθήκες βίωσης και κατοίκησης. Ίσως έτσι ο χώρος να χρησιμοποιείται εργαλειακά και ρηχά, χωρίς δυνατότητα οικειοποίησης. Οι χώροι - διαλείμματα από την καθημερινότητα, γεννούν ατοπικές καθημερινότητες, και μετατρέπονται σε μη τόπους, σε μακροσκοπική θέαση. Με μικροσκοπική θέαση, κάθε οικισμός του αιγαιοπελαγίτικου αρχιπελάγους είναι ένα αρχιπέλαγος θυλάκων ετερότητας. Δεν είναι κάπως έτσι όμως η συνθήκη στην σύγχρονη πόλη? Α ν ένα τμήμα της κρίσης της πόλης οφείλεται στις αχανείς εκτάσεις, στους
μεγάλους πληθυσμούς και τις μακρόχρονες μετακινήσεις, ή στην απουσία και στην συνέχεια μεταφορά πρώτων υλών, στην απομάκρυνση της παραγωγής από την κατανάλωση, στην γιγάντωση του τριτογενή τομέα. Ή ακόμη στον απρόσωπο χαρακτήρα, στην υπερδόμηση χαμηλής ποιότητας, στην κατοικία των μίνιμουμ. Αν λοιπόν ένα κομμάτι της κρίσης στην σύγχρονη πόλη οφείλεται σε όλους αυτούς τους παράγοντες που εκλείπουν σε έναν αιγαιοπελαγίτικο οικισμό, η σύγχρονη πόλη, η ιδέα της και η κρίση που πλέον την συνοδεύει, μεταγγίζουν την κρίση της πόλης στις μικρές αστικές συγκεντρώσεις, που πάσχουν πλέον, όχι από μια ταυτόσημη βεβαίως, αλλά από μία θυγατρική κρίση, εκπορευόμενη από την κρίση της μεγάλης πόλης Η κρίση στην σύγχρονη πόλη κατάφερε να μεταδώσει την απομόνωση.
Βιβλιογραφία Αναστασίου Τ. (2007) 'Κέα'. Σύρος Πολιτιστική εταιρία Αρχιπέλαγος Βασιλειάδη Δ. (1972) 'Θεώρηση της Αιγαιοπελαγίτικης Αρχιτεκτονικής'. Αθήνα: 3η εκδ. Αθηναικό Κέντρο Εκδόσεων του Οργανισμού Δοξιάδη Δουμάνης Ορ. – Oliver P. (1979) 'Οικισμοί στην Ελλάδα – Shelter in Greece'. Αθήνα: 2η εκδ Έκδοση Αρχιτεκτονικών Θεμάτων Καμπουρίδου Βασιλική (2016) “Πίσω από τη φαντασμαγορία – Ο κατασκευασμένος χώρος της Βουκουρεστίου 1-8” Κλουτσινιώτη Ρ. (1981) 'Ελληνική Παραδοσιακή Αρχιτεκτονική - Τζια (Κέα)', Αθήνα: Εκδοτικός Οίκος Μέλισσα Μιχελή Π.Α. (1977) 'Το ελληνικό Λαϊκό Σπίτι'. Αθήνα: 2η εκδ. Ε.Μ.Π. Μουτσόπουλος Θ. (2006) 'Sea, Sex and Sun. Για μια τουριστική ανθρωπολογία του Αιγαίου' στο “Το αιγαίο: Μια διάσπαρτη πόλη” 10η διεθνής έκθεση αρχιτεκτονικής Μπιενάλε Βενετίας Σαρηγιάννης Γ. ‘Εσωτερική αυλή η οικολογική και η κοινωνική πλευρά’, περιοδικό Αζυμούθιο, Οκτ-Νοέμ-Δεκ 2010 Σταυρίδης Στ., (2015) 'Common spaces as Threshold Space: Urban Commoning in Struggles to Re-apppropriate Public Space.' FootprinCommoning as Differentiated Publicness ΣταυρίδηςΣτ. (2011) Neighborhoods and manageable proxomity Τζάκου Α.Ε. (1979) 'Το κάστρο της Σίφνου. Μορφή και εξέλιξη σε ένα παραδοσιακό σύστημα', διδ. διατρ. Αθήνα Ε.Μ.Π. Τουρπτσόγλου – Στεφανίδου Β. (1998) 'Περίγραμμα Βυζαντινών Οικοδομικών Περιορισμών'. Θεσσαλονίκη: Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών Φίλιππα-Αποστόλου Μ. (1978) 'Το Κάστρο της Αντιπάρου', διδ.διατρ. Αθήνα Ε.Μ.Π. Freely J., (2008) 'Οι Κυκλάδες' κεφάλαιο 2, μτφ Ζαχαρούλα Γιορδάμπλη. Αθήνα: Εκδόσεις Πατάκη Harvey D., (2013) 'Εξεγερμένες πόλεις. Από το δικαίωμα στην πόλη στην επανάσταση της πόλης'. Αθήνα Εκδόσεις ΚΨΜ
Φαράκλας Ν., (2001) 'Κέα. Ιστορική διαδρομή'. Καθημερινή, Επτά Μέρες 'Η Νήσος Κέα' 8/6/2001
www.kea.gr filotis.itia.ntua.gr