ό κ ι ν αχρο
άν λ π ι ρ η πε
r u e n ς flâ
ιώνα α 19 ερα ν μ ο ι ή τ σ Ο δ όλη από έως ην π τ σ ηση ο
Αλμπάνη Χρυσάνθη Σεϊτανίδου Μάρθα
Ξάνθη 2016
Ο διαχρονικός flâneur
η περιπλάνηση στην πόλη από τον 19ο αιώνα έως σήμερα
Αλμπάνη Χρυσάνθη Σεϊτανίδου Μάρθα
Υπεύθυνοι καθηγητές: _Μάντζου Πολυξένη _Πατρίκιος Γιώργος _Διαλεισμάς Ξενοφώντας
Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης Πολυτεχνική Σχολή Ξάνθης Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών
Ξάνθη 2016
Θερμές ευχαριστίες, στους υπεύθυνους καθηγητές μας για την καθοδήγηση και τη βοήθεια για την ολοκλήρωση της παρούσας ερευνητικής εργασίας. Ένα μεγάλο ευχαριστώ στους δικούς μας ανθρώπους για τη διαρκή συμπαράστασή τους. Ελπίζουμε η ανάγνωση να αποτελέσει την εκκίνηση για νέες περιπλανήσεις!
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Περίληψη/ Abstract Εισαγωγή Κεφάλαιο 1: Η απαρχή της περιπλάνησης: η εμφάνιση του flâneur
Κεφάλαιο 2: Νέες εκδοχές περιπλάνησης στην πόλη που εξελίσσεται
Κεφάλαιο 3: Η περιπλάνηση στην πόλη υπό νέες συνθήκες
Συμπεράσματα Βιβλιογραφία - Πηγές
4
6 11 15 1.1. H εμφάνιση των μεγάλων πόλεων: η περίπτωση του Παρισιού 1.2. Ορίζοντας τον flâneur 1.3. Η σχέση του flâneur με την πόλη: οι στοές
16 20 26 33
2.1. Η πόλη της δυτικής Ευρώπης στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα 2.2. Αναζητώντας τον flâneur σε νέες εκδοχές της πόλης 2.2.1. Η πόλη του Henri Lefèbvre : χωρικές πρακτικές 2.2.2. Τα στοιχεία της πόλης του Kevin Lynch 2.3. Ο Debord και η καταστασιακή περιπλάνηση στην πόλη 2.4. Προσπάθεια αναβίωσης του flâneur
3.1. Προς μια ψηφιακή πόλη: ο flâneur της νέας εποχής 3.2. Η ψηφιακή περιπλάνηση 3.3. Μια νέα συνθήκη: η περιπλάνηση στη συνύπαρξη του φυσικού και ψηφιακού χώρου
34 36 36 41 45 54 57 58 60 64
77 83
5
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
ΠΕΡΙΛΗΨΗ Στην παρούσα ερευνητική εργασία μελετάται η μεταβολή της περιπλάνησης στην πόλη από το 19ο αιώνα μέχρι σήμερα. Αφορμή για την έρευνα αποτέλεσε η φυσιογνωμία του flâneur, του περιπλανητή της πόλης του Παρισιού του 19ου αιώνα, και η έρευνα κινείται γύρω από την αναζήτηση του περιπλανητή καθώς η πόλη εξελίσσεται. Σε πρώτο επίπεδο απαιτείται η μελέτη των κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών που επηρέασαν την διαμόρφωση της δομής της δυτικής Ευρωπαϊκής πόλης των δύο προηγούμενων αιώνων. Με αφετηρία τον 19ο αιώνα, αναλύονται οι συνθήκες που οδήγησαν στην αναμόρφωση του Παρισιού και κατά συνέπεια στην εμφάνιση του flâneur. Ο πλάνητας, δημιούργημα του Baudelaire, με οδηγό την περιέργειά του για το καινούριο, έρχεται να ανακαλύψει τα δεδομένα της νέας πόλης. Με κυρίαρχο χώρο δράσης τις στοές, αντλεί ερεθίσματα από το ετερογενές πλήθος της, και έτσι ικανοποιεί την ανάγκη του για εξερεύνηση. Προχωρώντας στον 20ο αιώνα, και εστιάζοντας στο δεύτερο μισό του, αναλύονται δύο προσεγγίσεις για την πόλη, των Henri Lefèbvre και Kevin Lynch, και συνεχίζεται η αναζήτηση του περιπλανητήσε αυτές. Γίνεται, επίσης, αναφορά στην ομάδα των Καταστασιακών, που με καθοδηγητή τον Guy Debord, εισήγαγαν την έννοια του dérive, της απρογραμμάτιστης περιπλάνησης στην πόλη. Για τους Καταστασιακούς, το dérive ήταν μια πράξη αντίστασης και μια κριτική ανάγνωση της πόλης. Αποτέλεσμα των δράσεών τους ήταν η δημιουργία ψυχογεωγραφικών χαρτών που αποτύπωναν την εμπειρία της περιπλάνησης και την προσωπική τους ερμηνεία για την πόλη. Τελευταίος σταθμός της έρευνας είναι ο 21ος αιώνας, όπου η αναζήτηση του flâneur γίνεται, αρχικά, στον χώρο των
6
ΠΕΡΙΛΗΨΗ
ψηφιακών μέσων. Στη συνέχεια, η αναζήτηση γίνεται στον φυσικό κόσμο όπου πλέον τα ψηφιακά μέσα, και ιδιαίτερα το διαδίκτυο, διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στον ρόλο της χαρτογράφησης στην σύγχρονη εποχή. Και πάλι λόγω των ψηφιακών μέσων, οι χρήστες έχουν άμεση πρόσβαση σε πληθώρα δεδομένων και μπορούν να τα χρησιμοποιήσουν. Ως αποτέλεσμα μπορούν να συντάξουν τον δικό τους προσωπικό χάρτη που περιλαμβάνει την δική τους ερμηνεία για την πόλη. Αξιοσημείωτη είναι η δυνατότητα που προσφέρεται στους σύγχρονους περιπλανητές να κοινοποιούν άμεσα την αποτύπωση της προσωπικής τους ερμηνείας για την πόλη στους υπόλοιπους χρήστες. Η έρευνα ολοκληρώνεται με τη διατύπωση συμπερασμάτων σχετικά με τη διαχρονικότητα της περιπλάνησης και κατ’ επέκταση της φυσιογνωμίας του flâneur. Στη σύγχρονη εποχή ο flâneur εμφανίζεται και πάλι, καθώς ο χώρος της σύγχρονης πόλης με την είσοδο των ψηφιακών μέσων επαναπροσδιορίζεται και παρουσιάζει εκ νέου ενδιαφέρον για εξερεύνηση. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στη βασική προϋπόθεση της περιπλάνησης στην πόλη που δεν είναι άλλη από την διάθεση του ανθρώπου να ανακαλύψει την πόλη και να προχωρήσει σε μια υποκειμενική ερμηνεία της.
7
ABSTRACT
ABSTRACT The present research project aims at studying the modification of wandering in the city since the 19th century. The motive of the research has been the profile of the flâneur, the city wanderer of Paris in the 19th century and the research moves around the pursuit of the wanderer while the city develops. On the first level we study the socio-economic conditions which affected the formation of the structure of the Western European city in the previous two centuries. Departing from the 19th century we analyse the conditions which led to the reformation of Paris which resulted in the emergence of flâneur. The wanderer who was created by Baudelaire comes to discover the data of the new city guided by his curiosity. The arcades are the main places of action which provide incentives from the heterogenous crowd and thus satisfy his need for exploration. Moving on to the 20th century and focusing on its second half, we analyse two approaches of the city, by Henri Lefebvre and Kevin Lynch. We go on to pursuit the wanderer. We also mention the group of the Situationists who, guided by Guy Debord, initiated the concept of dérive, the unscheduled wandering of the city. For the Situationists the dérive was an act of resistance and a critical reading of the city. The result of their actions was the creation of psychogeographic maps that depicted the experience of wandering and their personal interpretation of the city. Finally, we end up in the 21st century when the quest of the flâneur takes place in the area of the digital media. After that, the quest takes place in the natural world where the digital media, and especially the internet, set a defining role. Special emphasis is given to the role of mapping in modern times. And again because of the digital media, users have immediate access to a multitude of data and are able to use them. As a result, they can compile their person-
8
ABSTRACT
al map which includes their personal interpretation of the city. There is a remarkable potential offered to contemporary wanderers to be able to share immediately the imprint of their personal interpretation of the city with the rest of the users. The research is completed with the formulation of conclusions concerning intertemporal wandering and the profile of the flâneur. In contemporary times the flâneur appears again because the space of the modern city with the initiation of digital media is redefined and presents new interest for exploration. Special emphasis is given to the basic requirement of wandering in the city which is the disposition of man to discover the city and move on to its subjective interpretation.
9
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ Αντικείμενο μελέτης της παρούσας ερευνητικής εργασίας αποτελεί η μεταβολή του χαρακτήρα της περιπλάνησης στην πόλη από τον 19ο αιώνα έως σήμερα. Αρχικά, ορίζουμε την περιπλάνηση ως εργαλείο ανάγνωσης και αναγνώρισης της πόλης. Η περιπλάνηση είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την πόλη και μεταβάλλεται παράλληλα με αυτήν. Για τη μελέτη της περιπλάνησης απαιτείται η μελέτη των κοινωνικών και οικονομικών συνθηκών που επηρέασαν την εξέλιξή της πόλης στο χρονικό διάστημα των δύο προηγούμενων αιώνων. Οι συνθήκες αυτές διαδραμάτισαν καταλυτικό ρόλο στη διαμόρφωση της δομής της πόλης. Το χρονικό πλαίσιο ξεκινά από τον 19ο αιώνα, καθώς τότε συντελείται ένας σημαντικός μετασχηματισμός στη δομή της πόλης του δυτικού κόσμου. Συγκεκριμένα, σημειώθηκαν οικονομικές κρίσεις στα πλαίσια του υφιστάμενου καπιταλιστικού συστήματος. Εστιάζοντας στην περίπτωση του Παρισιού, σύμφωνα με τον βρετανό θεωρητικό David Harvey (γεν. 1935), η αστικοποίηση αποτέλεσε μέσο αντιμετώπισής τους. Ο βαρόνος Haussmann κλήθηκε να μετασχηματίσει σε επίπεδο πολεοδομικό την πόλη έχοντας, όμως, επιπτώσεις και σε κοινωνικό επίπεδο. Αλλάζοντας την δομή της πόλης και ιδιαίτερα την κλίμακά της επηρεάστηκαν οι οικονομικές και κοινωνικές σχέσεις. Τα σημεία στα οποία στηρίζεται η ερευνητική εργασία είναι διαφορετικά για κάθε αιώνα. Συγκεκριμένα, στην περίπτωση του 19ου αιώνα επιλέγεται η ανάλυση της φυσιογνωμίας του flâneur, την οποία εισήγαγε ο γάλλος ποιητής και συγγραφέας Charles Baudelaire (1821-1867). O Baudelaire ορίζει τον flâneur ως τον περιπλανητή στην περίπτωση της πόλης του Παρισιού, η οποία άλλαξε από τα μέσα του 19ου αιώνα μετά από εκτενείς πολεοδομικές παρεμβάσεις. Προχωρώντας στον 20ο αιώνα, συντελέστηκε μία σειρά
11
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
γεγονότων, καθοριστικών για την εξέλιξη των συνθηκών στον δυτικό ευρωπαϊκό χώρο, όπως ο Α’ Παγκόσμιος πόλεμος, το οικονομικό κραχ του 1929, o Β’ Παγκόσμιος πόλεμος, η άνοδος φασιστικών καθεστώτων και η γενικότερη πολιτική αστάθεια. Επικεντρωνόμαστε χρονικά στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, αναζητώντας τη δομή της δυτικής πόλης. Παρατίθενται και αναλύονται δύο διαφορετικές προσεγγίσεις για τη δομή της πόλης, αυτές του γάλλου φιλοσόφου Henri Lefèbvre (1901-1991) και του αμερικανού πολεοδόμου και συγγραφέα Kevin Lynch (1918-1984). Η ανάλυση γίνεται με γνώμονα την αναζήτηση της σχέσης τους με τη φυσιογνωμία του flâneur και της περιπλάνησης στην πόλη. Μία ακόμη εκδοχή της περιπλάνησης στην πόλη του 20ου αιώνα, που μελετάμε, είναι αυτή της ‘καταστασιακής περιπλάνησης’ (dérive) η οποία συνοδεύεται από τη δημιουργία ψυχογεωγραφικών χαρτών, όπως τη θέτει ο Guy Debord. Μεταβαίνοντας στον 21ο αιώνα, γίνεται αναφορά σε πρωτοβουλίες που στόχο έχουν να κινητοποιήσουν τον κάτοικο της σύγχρονης πόλης, ώστε να την εξερευνήσει. Μέσα από την έρευνα προέκυψαν βασικά ερωτήματα ως προς τον χαρακτήρα της περιπλάνησης στη σύγχρονη πόλη, καθώς τα ψηφιακά μέσα έχουν καταλάβει κυρίαρχο ρόλο στις ανθρώπινες δραστηριότητες. Δίνοντας έμφαση στο διαδίκτυο αναζητούμε στον ψηφιακό χώρο την ύπαρξη ενός σύγχρονου flâneur. Σε επόμενο στάδιο μελετούμε τον χαρακτήρα ενός σύγχρονου flâneur στο φυσικό χώρο της πόλης ο οποίος περιπλανάται χρησιμοποιώντας τα ψηφιακά μέσα ως εργαλεία ανάγνωσης και αναγνώρισης των νέων δεδομένων. Ένα ακόμα σημείο της έρευνας είναι η έννοια της χαρτογράφησης ως εργαλείο αποτύπωσης της εμπειρίας της περιπλάνησης στην πόλη. Δίνουμε έμφαση στον υποκειμενικό χαρακτήρα που μπορεί να αποκτήσει σήμερα, καθώς μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως μέσο έκφρασης κάθε περιπλανητή. Αφορμή για την επιλογή του θέματος της ερευνητικής εργασίας αποτελεί η φιγούρα του flâneur, του περιπλανητή
12
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
της πόλης. Είναι το έναυσμα για να διερευνηθεί ο τρόπος που μεταβάλλεται η ύπαρξή του από τον 19ο αιώνα έως σήμερα. Η αναζήτηση αυτής της φιγούρας, που επιδιώκει να αντλήσει ερεθίσματα από το τοπίο της πόλης και να το εξερευνήσει, σε αυτές τις χρονικές περιόδους, αποτελεί βασικό κίνητρο για να γνωρίσουμε και εμείς μαζί του την πόλη. Ταυτιζόμαστε και εμείς με τον flâneur και αποδεχόμαστε την πρόκληση να ακολουθήσουμε τα βήματά του και να κατανοήσουμε τις νέες συνθήκες στην πόλη που βιώνουμε.
Man walking in New York city
13
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 Η απαρχή της περιπλάνησης: η εμφάνιση του flâneur
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
1.1. Η εμφάνιση των μεγάλων πόλεων : η περίπτωση του Παρισιού Στη διάρκεια του 19ου αιώνα, παράλληλα με τη βιομηχανική επανάσταση, συντελούνται στον ευρωπαϊκό χώρο καθοριστικές αλλαγές στην οικονομία που επηρέασαν σημαντικά την κοινωνία και την εξέλιξη της πόλης. Αναλυτικότερα, το 1848 σημειώνεται μία από τις πρώτες καθαρές κρίσεις συσσωρευμένου κεφαλαιακού πλεονάσματος και πλεονάζοντος εργατικού δυναμικού, σε μεγάλο τμήμα της Ευρώπης. Η κρίση αυτή πλήττει σε μεγάλο βαθμό το Παρίσι που βρίσκεται σε αναβρασμό, όπου οι εργάτες διεκδικούν τα δικαιώματα της αστικής τάξης και αναζητούν κοινωνική ισότητα και δημοκρατία, και οι αστοί επαναστατούν ενάντια στη μοναρχία του Ναπολέοντα χωρίς επιτυχία. Το Παρίσι, με νωπές τις μνήμες της γαλλικής επανάστασης και της μάχης για τα κοινωνικά δικαιώματα, συνεχίζει παράλληλα να διαδραματίζει ενεργό ρόλο και στο χώρο των τεχνών αποτελώντας έτσι ένα από τα σημαντικότερα αστικά κέντρα της εποχής παγκοσμίως. Κατά συνέπεια, οι επιπτώσεις της κρίσης διογκώνονται σε μεγάλο βαθμό. Αποτέλεσμα της κατάστασης αυτής ήταν η άνοδος στην εξουσία του Ναπολέοντος Βοναπάρτη, το 18521. Σύμφωνα με την προσέγγιση του βρετανού θεωρητικού David Harvey (γεν. 1935) ο Βοναπάρτης για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα του πλεονάζοντος κεφαλαίου ανακοίνωσε ένα πρόγραμμα επενδύσεων σε υποδομές, μεγάλου εύρους στη Γαλλία. Αναφορικά με τον προγραμματισμό του για το Παρίσι, κάλεσε τον βαρόνο Haussmann το 1853 προκειμένου να αναλάβει την αναμόρφωση της πόλης.
Ο Λουδοβίκος Ναπολέων Βοναπάρτης (Ναπολέων Γ’) (1808-1873) το 1852 αυτοανακηρύχθηκε ως αυτοκράτορας της Γαλλίας διαλύοντας την Β’ Γαλλική Δημοκρατία (1848-1852) εκμεταλλευόμενος της έκρυθμη κατάσταση που επικρατούσε στην Γαλλία την περίοδο εκείνη. 1
16
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Η λεωφόρος Champs-Élysées του Παρισιού στα μέσα του 19ου αιώνα
Η λεωφόρος ‘boulevard de la Madeleine’ στο Παρίσι μετά τις ενέργειες του Haussmann στο Παρίσι
17
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Ο Haussmann ουσιαστικά ανέλαβε να λύσει το πρόβλημα του κεφαλαιακού πλεονάσματος και της ανεργίας διαμέσου της αστικοποίησης. Η αναμόρφωση του Παρισιού που πραγματοποίησε είχε ως αποτέλεσμα την απορρόφηση μεγάλης ποσότητας κεφαλαίου και μεγάλου πλήθους εργατικού δυναμικού, κατέστειλε τις φιλοδοξίες και τις επαναστατικές τάσεις του τελευταίου, οδηγώντας σε μία κοινωνική σταθεροποίηση. Ουσιαστικά, συνέβαλε στην επίλυση του προβλήματος της διάθεσης του κεφαλαιακού πλεονάσματος μέσω της κατασκευής ενός συστήματος αστικών υποδομών και έργων μεγάλης κλίμακας. Η κλίμακα του αστικού τοπίου άλλαξε ριζικά, στοιχείο που επηρέασε καθοριστικά τη μορφή και τα χαρακτηριστικά της σύγχρονης μεγαλούπολης. Ο Haussmann έκανε μια θεώρηση της πόλης σε μεγαλύτερη κλίμακα, και προέβη όχι σε σημειακές επεμβάσεις, αλλά σε μεγάλης κλίμακας επεμβάσεις σε μεγάλα κομμάτια του ιστού της. “Βουλεβάρτα διαλύουν τα όρια της πόλης, καταστρέφουν γειτονιές φτωχών, δρόμους και μνημεία.” [Σταυρίδης, 2009] Φτιάχτηκαν τα πρώτα πολυκαταστήματα. Η πόλη άλλαξε και μαζί με αυτήν και η εμπειρία που παρείχε στους κατοίκους της. Το Παρίσι έγινε η πόλη του φωτός και παράλληλα μεγάλο κέντρο καταναλωτισμού. “Όλα αυτά άλλαξαν τον αστεακό2 τρόπο ζωής με τρόπους που θα μπορούσαν να απορροφήσουν τεράστια πλεονάσματα μέσω του επιπόλαιου καταναλωτισμού.” [Harvey, 2008] Η πόλη προσφέρει πλέον πολλές νέες αισθητηριακές εμπειρίες στους κατοίκους της και καλεί προς εξερεύνηση. “Το σύστημα αυτό λειτούργησε αποτελεσματικά για περίπου 15 χρόνια και είχε ως επακόλουθο όχι μόνο τη μεταμόρφωση των αστεακών υποδομών, αλλά και την κατασκευή ενός ολόκληρου αστεακού τρόπου ζωής και την κατασκευή Ο όρος αστεακός χρησιμοποιείται για την απόδοση του αγγλικού όρου urban, ενώ ο όρος αστικός χρησιμοποιείται για την απόδοση του γαλλικού όρου bourgeois και αναφέρεται στην κοινωνική τάξη. 2
18
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
ενός νέου είδους προσωπικότητας για την πόλη.” [Harvey, 2008] Με τη δημιουργία της νέας πόλης άλλαξαν οι σχέσεις των ανθρώπων τόσο μεταξύ τους όσο και με την πόλη. Άλλαξε η κλίμακα του τοπίου της πόλης και συντελέστηκε πληθυσμιακή διόγκωση. Λόγω της υψηλής συγκέντρωσης πληθυσμού στις νέες πόλεις, και μάλιστα πληθυσμού με ετερογενή καταγωγή, και η ανωνυμία μεταξύ των κατοίκων που επικρατούσε διογκώθηκε σα φαινόμενο. Με τη βιομηχανική επανάσταση, η παραγωγή περνά στις βιομηχανίες, και οι εργάτες έλκονται από τη νέα πόλη για αναζήτηση εργασίας. Η πόλη αυτή χαρακτηρίζεται από ετερότητα και ως προς την παραγωγική βάση. Ο αρχιτέκτων και μελετητής Σταύρος Σταυρίδης (γεν. 1961) αναφέρει χαρακτηριστικά πως “η ετερότητα αποτελεί το αναγκαίο δομικό χαρακτηριστικό της μητρόπολης”. [Σταυρίδης, 2008] Ο M.Bookchin τονίζει πως “η πόλη ήταν πάντα το πιο άμεσο ανθρώπινο περιβάλλον από το οποίο οι άνθρωποι είχαν εμπειρίες: το κέντρο των πιο οικείων μας κοινωνικών και προσωπικών ενδιαφερόντων πέρα από τον οικογενειακό κύκλο ή τον τόπο εργασίας. Υπαρξιακά, η πόλη αποτελεί την πιο άμεση σφαίρα της ζωή μας ως κοινωνικών όντων.” [Bookchin, 2008] Η επιλογή του Παρισιού ως τόπος μελέτης έγινε καθώς αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα αστικά κέντρα της εποχής, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, και υπέστη έντονη αλλαγή με τις ενέργειες του Haussmann. “Η ταχύτατη και φαινομενικά χαοτική ανάπτυξη του Παρισιού στις αρχές του 19ου αιώνα κατέστησαν τη ζωή στην πόλη δύσκολη να αποκρυπτογραφηθεί, να αποκωδικοποιηθεί και να αναπαρασταθεί.” [Harvey, 2003]
Ο γάλλος ποιητής και συγγραφέας Charles Baudelaire
Ο γάλλος ποιητής και συγγραφέας Charles Baudelaire (1821-1867) εισήγαγε τη φιγούρα του flâneur, του περιπλανητή που αντίκριζε με την περιέργεια για το καινούριο ολόκληρη τη νέα πόλη του Παρισιού. Ενσαρκώνει τον άνθρωπο της πόλης του 19ου αιώνα που εξερευνούσε την
19
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
εμπειρία που προσέφερε η νέα μεγαλούπολη. “Στη ματιά του εκκεντρικού πλάνητα, του flâneur του 19ου αιώνα, ξεδιπλώνεται το αποξενωτικό θέαμα του μητροπολιτικού πλήθους.” [Σταυρίδης, 2009]
1.2. Ορίζοντας τον flâneur Ο όρος flâneur είναι γαλλική λέξη που μπορεί να αποδοθεί στα ελληνικά ως ο φαινομενικά άσκοπος περιπατητής. Ο flâneur ήταν αρχικά μία λογοτεχνική φιγούρα, την οποία εισήγαγε ο Baudelaire στα μέσα του 19ου αιώνα. Ο όρος flâneur εμφανίστηκε πρώτη φορά στο έργο του “The Painter of Modern Life” (1863). “Παρατηρητής, φιλόσοφος, flâneur - αποκαλέστε τον όπως θέλετε· αλλά ό, τι λέξεις και να χρησιμοποιήσετε στην προσπάθεια να ορίσετε αυτό το είδος του καλλιτέχνη, είναι βέβαιο ότι θα οδηγηθείτε να αποδώσετε σε αυτόν κάποιο επίθετο που δεν θα μπορούσατε να εφαρμόσετε σε έναν ζωγράφο του αιώνιου, ή τουλάχιστον των πραγμάτων με μεγάλη διάρκεια, ηρωικών ή θρησκευτικών θεμάτων. Μερικές φορές είναι ένας ποιητής· πιο συχνά, έρχεται πιο κοντά στον μυθιστοριογράφο ή στον ηθικολόγο· αυτός είναι ο ζωγράφος της στιγμής που περνά και όλων των προτάσεων της αιωνιότητας που περιέχει.” [Baudelaire, 1863]
Η φιγούρα του flâneur
20
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Σε αυτόν τον τύπο ανθρώπου έκανε μνεία και σε πολλά ποιήματά του, όπως στο ποίημα “Les foules” (Τα πλήθη) (1864).
“Πλήθος, μοναξιά, όροι ισάξιοι και αντιστρέψιμοι από τον δραστήριο και γόνιμο ποιητή. Που δεν γνωρίζει πώς να γεμίσει τη μοναξιά του αλλά και ούτε πώς να είναι μόνος μέσα σε ένα πολυάσχολο πλήθος. Ο ποιητής απολαμβάνει αυτό το εξαιρετικό προνόμιο να μπορεί να, καταπώς το επιθυμεί, να είναι είτε ο εαυτός του είτε κάποιος άλλος. Όπως εκείνες οι περιπλανώμενες ψυχές που ψάχνουν ένα σώμα, μπαίνει, όποτε το θελήσει, μέσα στον κάθε άνθρωπο. Μόνο γι’ αυτόν είναι όλα δυνατά, και αν υπάρχουν κάποιοι χώροι που μοιάζουν να του είναι απρόσιτοι, είναι επειδή στα μάτια του δεν αξίζουν τον κόπο να τους επισκεφθεί.” Ο γερμανός φιλόσοφος και κριτικός Walter Benjamin (1892-1940), στο έργο του ‘The Arcades Project’ ασχολήθηκε με το έργο του Baudelaire και κατέστησε τον flâneur αντικείμενο ενδιαφέροντος. Το εξώφυλλο του ‘The Arcades Project’, έργου του Walter Benjamin
21
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
O βρετανός ιστορικός τέχνης και συγγραφέας T.J.Clark (γεν. 1943) κάνει αναφορά [Clark, 1984] σε ένα θεατρικό έργο του Victorien Sardou3 με τίτλο ‘Maison neuve’ (1866), παραθέτοντας ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα που τονίζει το μετασχηματισμό της πόλης του Παρισιού.
“Αγαπητό παιδί! Είναι το παλιό Παρίσι που έχει χαθεί, το αληθινό Παρίσι! Μια πόλη που ήταν στενή, ανθυγιεινή, σε επάρκεια, αλλά γραφική, πλούσια, γοητευτική, γεμάτη αναμνήσεις. Είχαμε τους αγαπημένους μας περίπατους ένα ή δυο βήματα μακριά, και τα αγαπημένα μας αξιοθέατα, όλα χαρούμενα μαζεμένα! Είχαμε τις δικές μας μικρές εξορμήσεις που τις συνοδεύαμε με τη δική μας λαϊκή έκφραση: πόσο ωραία ήταν!... Πηγαίνοντας για βόλτα δεν ήταν κάτι που σε κούραζε, ήταν μια απόλαυση. Αυτό δημιούργησε τον κατεξοχήν παρισινό συμβιβασμό ανάμεσα στην τεμπελιά και τη δράση γνωστό ως flânerie! Σήμερα για την πιο μικρή εκδρομή χρειάζεται μίλια να κάνεις!...Ένα αιώνιο πεζοδρόμιο που συνεχίζει και συνεχίζει για πάντα!” Έργο τέχνης του Gustave Caillebotte με τίτλο Paris street; rainy day, του 1877
Ο Victorien Sardou (1831-1908) ήταν Γάλλος δραματουργός. Μαζί με τον Émile Augier και τον Alexandre Dumas κυριάρχησαν στη γαλλική σκηνή στα τέλη του 19ου αιώνα. 3
22
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Η περιπλάνηση του flâneur δεν είχε σκοπό. Αυτό που τον ενδιέφερε ήταν η άντληση ερεθισμάτων από το περιβάλλον της πόλης, η οποία μπορεί και να οδηγούσε σε κάποια καλλιτεχνική δημιουργία. “Ο πλάνης μαθαίνει να περιπλανιέται στην πόλη, επανανακαλύπτοντάς της. Μαθαίνει να κοντοστέκεται εκεί που οι άλλοι προσπερνούν βιαστικά, όπως μαθαίνει να αιφνιδιάζεται από τους συνειρμούς που ενεργοποιεί η εισβολή των αναμνήσεων εκεί που κανείς δεν τις περιμένει.” [Σταυρίδης, 2009] “Ο παρατηρητής”, αναφέρει εύστοχα ο Baudelaire, “είναι ένας πρίγκιπας που χαίρεται παντού το ινκόγκνιτό του. Αν ο πλάνης γίνεται έτσι άθελά του ένας ντέντεκτιβ, αυτό από κοινωνική άποψη τον βολεύει θαυμάσια. Η νωθρότητά του είναι μόνο φαινομενική. Πίσω της κρύβεται η εγρήγορση ενός παρατηρητή”. [Benjamin, 1906] Ένα χαρακτηριστικό της πόλης του 19ου αιώνα ήταν το ετερογενές πλήθος. Η απότομη πληθυσμιακή αύξηση ήταν ο παράγοντας που ενέτεινε την ετερογένεια του πλήθους. Το πλήθος ήταν παράλληλα βασικό στοιχείο και προϋπόθεση για την περιπλάνηση του flâneur. Πιο συγκεκριμένα, “ο flâneur αναζητά καταφύγιο στο πλήθος. Το πλήθος είναι το πέπλο μέσα από το οποίο η οικεία πόλη μεταμορφώνεται για τον flâneur σε φαντασμαγορία.” [Benjamin, 1927-1940] “Το πλήθος είναι το στοιχείο του, όπως ο αέρας είναι το στοιχείο των πουλιών και το νερό των ψαριών. Το πάθος του και το επάγγελμά του είναι να γίνει ένα με το πλήθος. Για τον τέλειο flâneur, για τον παθιασμένο θεατή, είναι τεράστια χαρά να στήνει το σπίτι του στην καρδιά του πλήθους, μέσα στην άμπωτη και τη ροή της κίνησης, στη μέση της φυγής και το άπειρο. Το να είναι μακριά από το σπίτι και ακόμη να νιώθει παντού σαν στο σπίτι του· το να βλέπει τον κόσμο, να είναι στο κέντρο του κόσμου, και ακόμη να παραμένει κρυμμένος από τον κόσμο- αυτές είναι λίγες από τις μικρές απολαύσεις αυτών των ανεξάρτητων, παθιασμένων, αμερόληπτων όντων που η γλώσσα μπορεί
23
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
αλλά αδέξια να προσδιορίσει.” [Baudelaire, 1863] Θέλει να παρατηρήσει, να μπλεχτεί με το πλήθος της πόλης, να πάρει τους θορύβους της, το χάος της, την ετερογένειά της, τον κοσμοπολιτισμό της. Το πλήθος ήταν το φυσικό περιβάλλον του flâneur, το ζητούμενό του. “Ο flâneur διαδραματίζει το ρόλο του κυνηγού (scout) στην αγορά. Έτσι, είναι ο εξερευνητής του πλήθους. Μέσα στον άνθρωπο που εγκαταλείπει τον εαυτό του σε αυτό, το πλήθος εμπνέει ένα είδος μέθης, που συνοδεύεται από συγκεκριμένες αυταπάτες. Ο άνθρωπος κολακεύει τον εαυτό του ότι, βλέποντας έναν περαστικό παρασυρόμενο από το πλήθος, τον έχει με ακρίβεια κατατάξει, καθώς βλέπει κατευθείαν μέσα στα μύχια της ψυχής του, και όλα αυτά με βάση την εξωτερική του εμφάνιση.” [Benjamin, 1927-1940] Η σημασία του πλήθους για τον περιπλανητή τονίζεται χαρακτηριστικά στο απόσπασμα του Baudelaire “L’ Art romantique” (1868) όπου αναφέρει : “Κάθε άνθρωπος που μπορεί να βαρεθεί στην καρδιά του πλήθους είναι τούβλο! Ένα τούβλο! Και τον περιφρονώ!” Στο σημείο αυτό αξίζει να τονιστεί πως και ο ίδιος ο Baudelaire ήταν ένας περιπλανητής, ένας εξερευνητής της πόλης. “Η μάζα ήταν το κινούμενο πέπλο μέσα από το οποίο είδε ο Baudelaire το Παρίσι.” [Benjamin, 1906] Ο Benjamin αναφέρει εύστοχα πως “ο πλάνης είναι έρμαιο του πλήθους”. [Benjamin, 1927-1940] Γίνεται, λοιπόν, αντιληπτή η σχέση εξάρτησης του πλάνητα από το πλήθος για να επιτύχει μία ενδιαφέρουσα περιπλάνηση στην πόλη. Δίχως αυτό δεν υπήρχε ενδιαφέρον, άρα ούτε και αξιόλογη περιπλάνηση. Τα ερεθίσματα που δίνει το πλήθος είναι αυτά που έχουν σημασία για τον πλάνητα. Μόνο ο flâneur μπορούσε να δει το πλήθος για αυτό που ‘πραγματικά είναι’. Χρειαζόταν το πλήθος για την δική του ανάγνωση της πόλης, αλλά ταυτόχρονα δεν επιθυμούσε ποτέ να είναι μέρος του. Δεν ήθελε να αποκαλυφθεί για να
24
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
συνεχίσει ανενόχλητος την παρατήρηση του πλήθους. Αν τα στοιχεία του πλήθους αντιλαμβάνονταν την παρουσία του πλάνητα, πιθανότατα θα άλλαζαν τη συμπεριφορά τους, κάτι που ο flâneur δεν επιθυμούσε σε καμία περίπτωση. Ουσιαστικά, απολάμβανε την ελευθερία που του παρείχε η πληθυσμιακή ετερογένεια. Σύμφωνα με τον Benjamin, αλλά και τον Baudelaire, ο flâneur χρησιμοποιούσε τα άτομα μέσα στο πλήθος για να ταυτιστεί. Να ταυτιστεί ως προς την κοινή περιέργεια για την νέα πόλη. Άλλωστε ο Benjamin τόνισε πως “ο Baudelaire αγαπούσε τη μοναξιά, αλλά την ήθελε μέσα στο πλήθος.” [Benjamin, 1906] Ο flâneur αμφιταλαντευόταν ανάμεσα στο ρόλο του θεατή και στο ρόλο του συμμετέχοντα, ανάμεσα στην απόσταση και τη συμμετοχή. Οι επιδιώξεις του flâneur ήταν η απόσπαση του από την κοινωνία, η πραγματική σύνδεσή του με την πόλη και τον παλμό της. “Ο flâneur ήταν ένας περιπατητής μέσα στην πόλη, ένας καλλιτέχνης, ένας αργόσχολος, ένας ντέντεκτιβ και έτσι ένας αποκρυπτογράφος του αστικού χώρου της εποχής του, των κατοίκων του, και της υποκείμενής τους έννοιας.” [Hartmann, 2004] Η περιπλάνηση του flâneur είναι μια μοναχική διαδικασία και διακρίνεται από την αγνή περιέργεια του να ανακαλύψει την μεγαλούπολη και να σκιαγραφήσει τους ανθρώπους της.
Εκδοχές του flâneur
“Φαίνεται παράξενο, αλλά όσο πιο περιχαρακωμένη είναι η ταυτότητα του καθενός στη μοναξιά του, τόσο πιο λυτρωτική είναι η καταβύθισή του στην ανωνυμία του πλήθους”, αναφέρει ο Σταυρίδης. [Σταυρίδης, 2009] Ο flâneur με την περιέργεια που είχε για την ‘ανάγνωση’ της μητρόπολης, της νέας αυτή συνθήκης, έβρισκε το πλήθος ως το μόνο μέσο για να περιχαρακωθεί από το άγνωστο σε αυτή την περιπλάνηση.
25
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
1.3. Η σχέση του flâneur με την πόλη: οι στοές Ο flâneur βόλταρε στους δρόμους του Παρισιού του 19ου αιώνα, και ιδιαίτερα στις στοές (arcades), “τις μοντέρνες, ζωντανές και πολυσύχναστες σειρές καταστημάτων που καλύπτονται από γυάλινες οροφές” [Benjamin, 19271940], με σκοπό να καλλιεργήσει “τη γαστρονομία του ματιού”, όπως χαρακτηριστικά έλεγε ο Honoré de Balzac. Οι στοές ήταν το μέρος που προτιμούσε, γιατί του παρείχαν τα περισσότερα ερεθίσματα, πλούσιες πολυαισθητηριακές εμπειρίες, λόγω του πλήθους των δραστηριοτήτων που διαδραματίζονταν εκεί και του μεγάλου και ετερογενούς πλήθους ανθρώπων που συναθροιζόταν στους τόπους αυτούς. Χρησιμοποιούμε τον όρο στοά για να αναφερθούμε στον αρχιτεκτονικό τύπο που στα γαλλικά είναι γνωστός ως ‘arcade’ στα ιταλικά ως ‘galleria’. Η πρωταρχική λειτουργία της στοάς ήταν η προστασία των περιπατητών από τις καιρικές συνθήκες, όπως η βροχή και ο ήλιος, χωρίς όμως να τους περιορίζει σε έναν κλειστό χώρο. Στη συνέχεια, εμπλουτίζονται με καταστήματα, υπηρεσίες ή άλλες δραστηριότητες. Επομένως, μπορούν να χαρακτηριστούν ως πυκνωτές χρήσεων. Είναι ένας αρχιτεκτονικός τύπος που προεκτείνει τον δημόσιο χώρο φέρνοντας τον πιο κοντά στον ιδιωτικό. Ταυτόχρονα αποτελούν μέρος της πόλης που λειτουργεί ως συνέχεια του δρόμου και χώρος κίνησης των περαστικών αλλά και στοιχεία που συμπληρώνουν τόσο το κτίριο (ιδιωτικό) όσο και τον δρόμο της πόλης (δημόσιο). Επιπλέον, οι στοές ήταν ιδιαίτερες αρχιτεκτονικές φόρμες που παρόλο που ήταν σκεπασμένες δεν συγκαταλέγονταν ούτε στον εσωτερικό ούτε στον εξωτερικό χώρο, αποτελώντας κάτι ενδιάμεσο μεταξύ δρόμου και εσωτερικού. Οι στοές ανοίγονταν στις λεωφόρους. Αποτελούσαν έναν ενδιάμεσο χώρο ανάμεσα στο πολύβουο χώρο των λεωφόρων και στους ήσυχους ιδιωτικούς χώρους. Αντιλαμβανόμαστε τις στοές ως μια
26
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
χωρική μετάβαση που αντικατόπτριζε και τη μετάβαση της ίδιας της εποχής. Αποτελεί ένα χωρικό σύμβολο που περικλείει το νεωτερισμό, την ανερχόμενη μόδα, οικονομικές συναλλαγές ακόμη και αρνητικά στοιχεία. Ο Walter Benjamin θεωρούσε τις στοές του Παρισιού τις πιο σημαντικές αρχιτεκτονικές φόρμες του 19ου αιώνα. Χαρακτηριστικά παραδείγματα στην πόλη του Παρισιού είναι η Passage de l’ Opera, Passage des Princes, Passage de Panoramas, Passage Véro Dodat.
Η στοά Passage Véro-Dodat στο Παρίσι
Η στοά Passage des Princes στο Παρίσι
27
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Οι περισσότερες στοές στο Παρίσι κτίστηκαν μεταξύ 1822 και 1837. [Benjamin, 1927-1940] Οι στοές κατασκευάστηκαν, δηλαδή, πριν τον μετασχηματισμό του Παρισιού από τον Haussmann, αλλά διαδραμάτισαν καταλυτικό ρόλο την περίοδο του μετασχηματισμού, καθώς φιλοξενούσαν όλες τις προαναφερθείσες δραστηριότητες. Ευνοούσαν την περιπλάνηση, και για αυτό ο Baudelaire επέλεξε να εισάγει τον flâneur σε αυτές για να περιπλανηθεί. Οι στοές αρχίζουν να φθίνουν με την εμφάνιση των πολυκαταστημάτων, τα οποία ξεκινούν να αναπτύσσονται ιδιαίτερα με το πέρας της Δεύτερης Αυτοκρατορίας του Παρισιού (1852-1870). Η πρώτη συνθήκη για την ανάπτυξή τους ήταν η έκρηξη στην παραγωγή και στο εμπόριο κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων. Τα καταστήματα καινοτομιών (magasins de nouveautés) αποτέλεσαν τους προδρόμους των πολυκαταστημάτων. “Η εξέλιξη του πολυκαταστήματος προήλθε από τα καταστήματα που στεγάζονταν στις στοές.” [Benjamin, 1927-1940] Οι στοές αποτελούσαν τα εμπορικά κέντρα εκείνης της εποχής σε είδη πολυτελείας και ταυτόχρονα θέλγητρο για τους κατοίκους της πόλης. Η δεύτερη βασική συνθήκη που συνέβαλε στην ανάδυση των στοών και στην άνθηση της ζωής σε αυτές ήταν η έναρξη της σιδηροκατασκευής. Η ανάπτυξη των κατασκευών από σίδηρο παρείχε δυνατότητα γεφύρωσης ανοιγμάτων, και για αυτό το λόγο αναπτύσσονται οι στοές που αποτελούν ενδιάμεσους χώρους ανάμεσα σε κτίρια. Το σίδερο χρησιμοποιούνταν στην κατασκευή στεγάστρων, εκθεσιακών χώρων, σταθμών τρένων, κυρίως δηλαδή σε κτίρια δημόσια και όχι τόσο στην κατασκευή σπιτιών.
28
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Ένας εικονογραφημένος οδηγός της εποχής για την πόλη Παρισιού ανέφερε χαρακτηριστικά
“Αυτές οι στοές, μία πρόσφατη εφεύρεση της βιομηχανικής πολυτέλειας, έχουν οροφές από γυαλί, διαδρόμους από μάρμαρο που εκτείνονται σε ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα, των οποίων οι ιδιοκτήτες έχουν ενωθεί μαζί για τέτοιες επιχειρήσεις. Επενδύοντας και στις δύο πλευρές της στοάς με τα πιο κομψά καταστήματα, η οποία παίρνει φως από πάνω, η στοά είναι μια πόλη, ένας κόσμος σε μικρογραφία.” [Benjamin, 1906]
Έργο τέχνης του Balzac με τίτλο ‘Les passages à Paris au XIXème siècle’
29
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Είναι αντιληπτό πως οι επισκέπτες των στοών δεν ήταν μόνο πελάτες και άνθρωποι που ενδιαφέρονταν για τις επιχειρήσεις. Οι στοές προσέφεραν δυνατότητες για ‘κρυφές’ δραστηριότητες, όπως ανενόχλητο κάπνισμα σε μια εποχή που δεν ήταν ακόμη σύνηθες να καπνίζει κάποιος στο δρόμο. Πρόσφεραν ακόμη θέαμα αλλά και γωνιές για τον ύπνο άστεγων ανθρώπων. Ο flâneur έβρισκε ποικιλία ερεθισμάτων στις στοές, καθώς υπήρχε μεγάλη ποικιλία στους ανθρώπους που διαμόρφωναν το πλήθος που κινούνταν σε αυτές. Στην ακμή τους, οι στοές αποτελούσαν εντυπωσιακούς ναούς κατανάλωσης, χώρους έκθεσης των πιο καινούριων και δελεαστικών προϊόντων. Η παρακμή τους επήλθε με τα βουλεβάρτα του Haussmann, τους μεγάλους εμπορικούς δρόμους και τα πολυκαταστήματα, τους νέους ναούς κατανάλωσης, χώρους κλειστούς και αποκομμένους από το δημόσιο χώρο. Τα πολυκαταστήματα σε αντιδιαστολή με τις στοές είναι εσωτερικοί χώροι όπου οι άνθρωποι πραγματοποιούν αποκλειστικά εμπορικές συναλλαγές και κατά συνέπεια παύουν να έχουν το ίδιο ενδιαφέρον για τον περιπλανητή. Αντιλαμβανόμαστε το πολυκατάστημα ως την παρακμασμένη εκδοχή της στοάς. Όταν οι στοές άρχισαν να ερημώνουν, με την εμφάνιση των πολυκαταστημάτων και την δειλή ανάπτυξη των μέσων μαζικής μεταφοράς (ιππήλατα μέσα), η περιπλάνηση δεν είχε πλέον το ίδιο ευνοϊκές συνθήκες για να ανθίσει. Με την χρήση των μέσων μεταφοράς οι άνθρωποι εγκαταλείπουν το περπάτημα ως μέσο μετακίνησης από ένα σημείο της πόλης σε άλλο και επομένως φθίνει η περιπλάνηση. Ένας ακόμη παράγοντας που συνέβαλε στην παρακμή των στοών ήταν η αλλαγή της κλίμακας της πόλης γενικά αλλά και των κτιρίων ειδικότερα. O Harvey [Harvey, 2003] κάνει μία χαρακτηριστική σύγκριση ανάμεσα στο Palais d’ Industrie που κτίστηκε για τη Διεθνή Έκθεση του 1855 και στο Les Halles με τη στοά Passage de l’ Opera, όπου γίνεται εμφανής η χαρακτηριστική αλλαγή της κλίμακας των κτιρίων, αποτέλεσμα της χρήσης νέων υλικών, της
30
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
κατασκευής νέων αρχιτεκτονικών μορφών και της χρήσης νέων τρόπων οργάνωσης της κατασκευής. Η στροφή των κατασκευών σε κτίρια μεγαλύτερης κλίμακας αλλάζει την σχέση του ανθρώπου με τα κτίρια καθώς δημιουργεί ένα ανοίκειο περιβάλλον, αποτελώντας παράλληλα μια ακόμα μη ευνοϊκή συνθήκη για την περιπλάνηση.
Η στοά Passage de l’ Opera στο Παρίσι
Η αγορά Les Halles στο Παρίσι
31
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Νέες εκδοχές περιπλάνησης στην πόλη που εξελίσσεται
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
2.1. Η πόλη της δυτικής Ευρώπης στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα Κατά τη διάρκεια του πρώτου μισού του 20ου αιώνα, μεταρρυθμίσεις και επαναστάσεις μετασχημάτισαν την επιφάνεια του πλανήτη. Πιο συγκεκριμένα, συντελέστηκε μία σειρά γεγονότων, καθοριστικών για την εξέλιξη των συνθηκών του λεγόμενου Πρώτου Κόσμου, όπως ο Α’ Παγκόσμιος πόλεμος, το οικονομικό κραχ του 1929, o Β’ Παγκόσμιος πόλεμος, η άνοδος φασιστικών καθεστώτων και η γενικότερη πολιτική αστάθεια. Μέχρι τη δεκαετία του ‘60, ο Πρώτος Κόσμος είχε μεταμορφωθεί σε πρωτοφανές επίπεδο. Σε αυτό συνέβαλαν τόσο τα παραπάνω γεγονότα όσο και οι τεχνολογικές εξελίξεις (εξέλιξη ιατρικής και φυσικών επιστημών, μεταφορικών μέσων -εμφάνιση αυτοκινήτου και αεροπλάνου, κατασκευή ραδιοφώνου, μαγνητοφώνου και πρώτου ηλεκτρονικού υπολογιστή), οι οποίες άνοιξαν το δρόμο για μια νέα κοινωνική αλλαγή. Εστιάζοντας στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, η δυτική Ευρώπη με το πέρας των έκκρυθμων καταστάσεων προσπαθεί να ανοικοδομηθεί και να βελτιώσει το βιωτικό επίπεδο των κατοίκων της. Συγκεκριμένα, παρατηρείται μία βιομηχανική ευδαιμονία μετά την περίοδο των πολέμων, αναπτύσσεται ένα νέο αξιακό σύστημα καταναλωτισμού ως αντίδοτο στην υλική αποστέρηση των προηγούμενων χρόνων. Το γενικότερο κλίμα ευδαιμονίας που προκύπτει προέρχεται από την κυριαρχία του καπιταλισμού ως μια κινητήρια δύναμη μετασχηματισμού. Βάσει της θεώρησης του Harvey ο καπιταλισμός βρίσκει πρόσφορο έδαφος για να ανθίσει. Όλες αυτές οι αλλαγές αποτέλεσαν πεδίο προβληματισμού για φιλόσοφους και κριτικούς, οι οποίοι προσπάθησαν να κατανοήσουν τη νέα πόλη και την κοινωνία αυτής. Περνώντας στην απέναντι πλευρά του Ατλαντικού, συνεχίζοντας το ερμηνευτικό σχήμα του Harvey, η
34
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
προαστιοποίηση συνέβαλε στην επίλυση του προβλήματος της απορρόφησης του κεφαλαιακού πλεονάσματος μέσα από τεράστια έργα υποδομών και μεταφορών. “Αυτή η διαδικασία, όταν γίνεται σε επίπεδο έθνους, όπως έγινε στα μητροπολιτικά κέντρα των Η.Π.Α. διαδραματίζει καταλυτικό ρόλο στη σταθεροποίηση του παγκόσμιου καπιταλισμού, μετά τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο.” [Harvey, 2008] Σημαντικό ρόλο σε αυτή την διαδικασία διαδραμάτισε ο Αμερικανός πολεοδόμος Robert Moses (1888–1981) που ανέλαβε να πραγματοποιήσει τέτοια έργα με επίκεντρο την Νέα Υόρκη. Η προαστιοποίηση των Η.Π.Α. απαιτούσε πέρα από κατάλληλες υποδομές και τον ριζικό μετασχηματισμό του τρόπου ζωής των κατοίκων. Σε αυτόν τον νέο τρόπο ζωής, γνωστό ως ‘αμερικανικό όνειρο’, τα νέα προϊόντα, η χρήση αυτοκινήτων για τη μετακίνηση από την κατοικία στον χώρο εργασίας και αντίστροφα, με την αύξηση στην κατανάλωση πετρελαίου, διαδραμάτισαν καταλυτικό ρόλο στην απορρόφηση του πλεονάσματος. Ουσιαστικά εντοπίζεται μια γενικότερη ευδαιμονία η οποία αποτυπώνεται στην αύξηση του καταναλωτισμού. Ακόμη, αντικατοπτρίζεται και στην δημογραφική έκρηξη, γνωστή ως ‘Baby boom’ (1945-65). Η αναφορά στον αμερικανικό πρότυπο ζωής γίνεται διότι επηρεάζει σημαντικά τον τρόπο ζωής στη δυτική Ευρώπη και την εξέλιξη της κοινωνίας. Σε αυτή τη πόλη του δυτικού κόσμου στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, συνεχίζουμε να αναζητούμε τον περιπλανητή, τον flâneur της εποχής αυτής. Η περιπλάνηση συνεχίζει να υπάρχει γιατί η νέα πόλη που αναδύεται προσφέρει δυνατότητα εξερεύνησης.
35
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
2.2. Αναζητώντας τον flâneur σε νέες εκδοχές της πόλης Παρακάτω γίνεται αναφορά στις απόψεις των Henri Lefèbvre και Kevin Lynch για τη σύνθεση του χώρου και των πόλεων από πολύ διαφορετική οπτική γωνία. O Henri Lefèbvre συνέδεσε την παραγωγή του χώρου, και κατ’ επέκταση της πόλης, με την παραγωγική διαδικασία και αντιλαμβανόταν τον χώρο ως ένα σύνολο παραγόμενων χωρικών σχέσεων. Από την άλλη πλευρά, ο Kevin Lynch προσέγγισε την πόλη αναζητώντας τη νέα της μορφή και επιχείρησε μια κυριολεκτική τοπογραφία της. Επιλέξαμε τις δύο παραπάνω εκδοχές για την πόλη, καθώς αυτή του Lefèbvre διακρίνεται από πρωτοπορία στη σύλληψή της, ενώ αυτή του Lynch αφενός δεν παρουσιάζει καινούρια στοιχεία για την πόλη αφετέρου όμως συγκεκριμενοποιεί τα στοιχεία που την απαρτίζουν και τη σύνδεση αυτών μεταξύ τους. Σε αυτές τις εκδοχές της πόλης, συνεχίζουμε να αναζητούμε τον πλάνητα- περιηγητή. Μπορούμε να εντοπίσουμε έναν πλάνητα σε κάθε εκδοχή της πόλης; 2.2.1. Η πόλη του Henri Lefèbvre : χωρικές πρακτικές Ο Henri Lefèbvre (1901-1991) υπήρξε γάλλος μαρξιστής φιλόσοφος ο οποίος μέσα από το έργο του σε γενικά πλαίσια επέκρινε, υπό το πρίσμα της μαρξιστικού τύπου ανθρωπιστικής διδασκαλίας του, την κοινωνία της κατανάλωσης, της στασιμότητας και της γραφειοκρατίας. O Lefèbvre συνέδεσε την παραγωγή του χώρου, και συγκεκριμένα της πόλης, με τα προϊόντα και την προώθησή τους. Η κινητήρια δύναμη της κατασκευής του χώρου θεωρούσε πως είναι η παραγωγική διαδικασία προϊόντων/ αγαθών. Υποστήριζε πως το κεφάλαιο και ο καπιταλισμός συνδέονταν με το χώρο άμεσα, “από την κατασκευή των κτιρίων στην κατανομή των επενδύσεων και στον παγκόσμιο καταμερισμό της εργασίας.” [Lefèbvre, 1974] Κάθε προϊόν της πόλης, όπως τα κτίριά της, κατασκευαζόταν με σκοπό να ‘επιβάλλει’ μία εντύπωση
36
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
στον θεατή- κάτοικο. Για παράδειγμα, τόνιζε πως “η αλαζονική κατακορυφότητα των ουρανοξυστών, και ειδικά των δημόσιων και κρατικών κτιρίων, εισάγει ένα φαλλικό ή για την ακρίβεια φαλλοκρατικό στοιχείο στον οπτικό κόσμο· ο σκοπός αυτής της λειτουργίας, της ανάγκης για εντυπωσιασμό, είναι να μεταφέρουν μια εντύπωση δύναμης σε κάθε θεατή. Η κατακορυφότητα και το μεγάλο ύψος ήταν πάντα η χωρική έκφραση της δυνητικά βίαιης εξουσίας.” [Lefèbvre, 1974] Ο Lefèbvre έκανε μία βασική υπόθεση στο έργο του την οποία προσπάθησε να αποδείξει. Συγκεκριμένα, θεωρούσε πως κάθε κοινωνία- και έτσι κάθε τρόπος παραγωγής με ό,τι αυτός συνεπάγεται- παρήγαγε το δικό της χώρο. Πίστευε πως ο τρόπος παραγωγής είναι ο βασικός παράγοντας που καθορίζει την κοινωνία. Αναφέρει πως “ο καπιταλισμός έχει παράξει αφηρημένο χώρο, που περιλαμβάνει τον κόσμο των προϊόντων, τη ‘λογική’ του και τις παγκόσμιες στρατηγικές του, καθώς και τη δύναμη των χρημάτων και αυτή της πολιτικής κατάστασης. Αυτός ο χώρος έχει βασιστεί στο τεράστιο δίκτυο τραπεζών, επιχειρηματικών κέντρων και μεγάλων παραγωγικών ολοτήτων, καθώς και σε αυτοκινητόδρομους, αεροδρόμια και ενημερωτικά πλαίσια. Σε αυτόν τον χώρο η πόλη, με την εξαναγκασμένη συσσώρευση, την κεφαλή του πλούτου και το κέντρο του ιστορικού χώρου, έχει αποσυντεθεί.” [Lefèbvre, 1974] Θεωρούσε πως η άνοδος του καπιταλισμού είχε επηρεάσει καταλυτικά τρία επίπεδα της ζωής που βρίσκονταν πάντα σε διαρκή αλληλεπίδραση, την βιολογική αναπαραγωγή και κατ’ επέκταση την οικογένεια, την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης και την αναπαραγωγή των κοινωνικών σχέσεων παραγωγής. Μέσα από το έργο του Lefèbvre μπορεί κανείς να συμπεράνει πως ο 20ος αιώνας χαρακτηρίστηκε από σημαντικές αλλαγές στην οικονομία και την κοινωνία
37
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
που καθόρισαν την εξέλιξη του κόσμου. Συγκεκριμένα, “το κράτος ενοποιείται σε παγκόσμια κλίμακα. Βασίζεται στην κοινωνία ολοκληρωτικά. Σχεδιάζει και οργανώνει την κοινωνία ‘λογικά’, με τη βοήθεια της γνώσης και της τεχνολογίας επιβάλλοντας ανάλογα, αν όχι ομόλογα, μέτρα ανεξάρτητα από πολιτική ιδεολογία, ιστορικό πλαίσιο, ή την ταξική προέλευση των ιθυνόντων. “ [Lefèbvre, 1974] Υποστήριζε την ύπαρξη τριών διαφορετικών πρακτικών για την παραγωγή χώρου, την χωρική πρακτική, τις αναπαραστάσεις χώρου και τον αναπαριστώμενο χώρο. Πρόκειται αντίστοιχα για “το χώρο ως βίωμα και το χώρο ως αφηρημένη έννοια (χώρο για τον οποίο μιλούν, για παράδειγμα, τα μαθηματικά) και το χώρο ως συμβολικό σύστημα (στην καθημερινή ζωή όσο και στις τέχνες).” [Σταυρίδης, 2007] Οι πρακτικές αυτές συμβάλλουν στην παραγωγή χώρου με διαφορετικούς τρόπους, “σύμφωνα με τις ποιότητες και τις ιδιότητες, σύμφωνα με την κοινωνία ή τον τρόπο παραγωγής, και σύμφωνα με την ιστορική περίοδο.” [Lefèbvre, 1974] Ο Lefèbvre ανέφερε την ανάγκη ύπαρξης ενός κώδικα, χωρικού κώδικα, που αποτελεί “όχι μόνο μέσο ανάγνωσης ή μετάφρασης του χώρου· αλλά περισσότερο ένα μέσο ζωής σε αυτόν, κατανόησής του και παραγωγής του.” [Lefèbvre, 1974] Πρότεινε έναν νέο κώδικα που να ανταποκρίνεται στη σύγχρονη πραγματικότητα, όπου οι παραγωγικές δυνάμεις εξελίσσονταν, η τεχνική και η επιστήμη μεταμόρφωναν τον φυσικό χώρο σε απειλητικό βαθμό. Οι αναπτυγμένες σε επίπεδα παραγωγής χώρες, δηλαδή οι πιο βιομηχανοποιημένες και αστικοποιημένες, είναι αυτές που μπορούν να εκμεταλλευτούν στο έπακρο τις νέες δυνατότητες που προσφέρουν η τεχνολογία και η γνώση. Ο Lefèbvre ανέφερε τον όρο κοινωνικός χώρος και αναζήτησε την απάντηση στο ερώτημα ‘πώς ορίζεται ο κοινωνικός χώρος;’. Ανέφερε σχετικά ότι : “Η μορφή του κοινωνικού χώρου είναι συμπλοκή, συνδεσμολογία
38
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
και ταυτοχρονισμός. Είναι οτιδήποτε υπάρχει στον χώρο, οτιδήποτε παράγεται είτε από τη φύση είτε από την κοινωνία, είτε από τη συνεργασία τους είτε από τις συγκρούσεις τους. Οτιδήποτε: ζωντανά όντα, πράγματα, αντικείμενα, έργα, σημεία και σύμβολα.” [Lefèbvre, 1974] Περιλαμβάνει ποικιλία φυσικών και κοινωνικών αντικειμένων, καθώς και τα δίκτυα και τους δρόμους που διευκολύνουν την ανταλλαγή υλικών πραγμάτων και πληροφοριών. Τα αντικείμενα δεν είναι μόνο υλικά αγαθά, αλλά και σχέσεις. Αυτό συμβαίνει γιατί ο χώρος αποτελεί μια ομάδα σχέσεων ανάμεσα σε πράγματα, και όχι απλά ένα σύνολο πραγμάτων. “Ο (κοινωνικός) χώρος δεν είναι ένα πράγμα ανάμεσα σε άλλα πράγματα, ούτε ένα προϊόν ανάμεσα σε άλλα προϊόντα. Περισσότερο, εντάσσει πράγματα που παράγονται, και περικλείει τις ενδιάμεσες σχέσεις τους στη συνύπαρξή τους και στην ταυτοχρονία τους. “ [Lefèbvre, 1974] Αναφορικά με την πόλη έθεσε το ερώτημα αν η πόλη είναι έργο ή προϊόν. Η πόλη για τον Lefèbvre ήταν “ένας χώρος ο οποίος έχει διαμορφωθεί, σχηματοποιηθεί και καθοριστεί από κοινωνικές δραστηριότητες που έχουν λάβει χώρα σε πεπερασμένη χρονική περίοδο.” [Lefèbvre, 1974] Αν οριστεί ως έργο κάτι που χαρακτηρίζεται από πρωτοτυπία και μοναδικότητα και παράλληλα βρίσκεται σε ορισμένο τόπο και σχετίζεται με συγκεκριμένο χώρο τότε η πόλη μπορεί να θεωρηθεί ως έργο. Από την άλλη πλευρά όμως η πόλη είναι η αναπαράσταση ενός χώρου που αντανακλά τις λειτουργίες της καθημερινής ζωής και έτσι μπορεί να θεωρηθεί ως προϊόν. Στον αστεακό χώρο μπορούμε να βρούμε πολλές πλευρές τους κοινωνικού χώρου, τις οποίες δεν μπορούμε να βρούμε στα χωριά. Αυτό συμβαίνει γιατί στον αστεακό χώρο συγκεντρώνεται πλήθος ανθρώπων, προϊόντων στις αγορές, πράξεων και συμβόλων. Όλα αυτά συγκεντρώνονται αλλά και συσσωρεύονται. “Ο κοινωνικός χώρος καθ’ εαυτός είναι έργο και προϊόν- μια υλοποίηση (materialization) της κοινωνικής ύπαρξης.” [Lefèbvre, 1974] Οι πηγές παραγωγής
39
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
του χώρου είναι οι παραγωγικές δυνάμεις, η τεχνολογία και η γνώση, και τα μέσα εργασίας, ενώ αποτελεί ένα σύνολο σχέσεων και μορφών. Ο Lefèbvre αντιλαμβάνεται την πόλη τοπογραφικά, ως ένα σύνολο δρόμων, δημόσιων και ιδιωτικών κτιρίων, αλλά βλέπει σε αυτήν και τις σχέσεις που αναπτύσσονται στο πλαίσιο της. Υπάρχουν οι οικονομικές σχέσεις ανάμεσα στα δίκτυα τραπεζών και στα επιχειρηματικά κέντρα, στα συστήματα παραγωγής, αλλά και τις σχέσεις των ανθρώπων μεταξύ τους και με άλλα αντικείμενα. Η νέα αυτή εκδοχή, κατά την οποία η πόλη πέρα από την τοπογραφία της αποτελεί και ένα σύνολο σχέσεων, προσδίδει στην πόλη ένα ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον για περιπλάνηση. Η αποκρυπτογράφηση των σχέσεων αυτών από τον πλάνητα που εξερευνά την πόλη είναι ένα επιπλέον κίνητρο για αυτόν. Σύμφωνα με τον Lefèbvre, η πόλη συγκεντρώνει πλήθος ανθρώπων, προϊόντων στις αγορές, πράξεων και συμβόλων, αλλά και σχέσεων μεταξύ τους. Ο flâneur μπορεί να βρει σε αυτή την εκδοχή της πόλης ό,τι αναζητά, να ικανοποιήσει την αγνή περιέργειά του για εξερεύνηση. Καλείται, λοιπόν, να αντιμετωπίσει μια ακόμη πρόκληση, την ανάγνωση των παραγώμενων σχέσεων.
40
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
2.2.2. Τα στοιχεία της πόλης του Kevin Lynch Ο Kevin Lynch (1918-1984) υπήρξε Αμερικανός πολεοδόμος και συγγραφέας. Με το έργο του συνεισέφερε σημαντικά στο πεδίο του αστικού σχεδιασμού μέσα από την εμπειρική έρευνα του, σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται το αστικό τοπίο και περιηγούνται σε αυτό. Το πιο γνωστό βιβλίο του είναι το ‘The image of the city’ (1960). Στο βιβλίο αυτό διερωτάται σχετικά με τη σημασία της μορφής της πόλης για τους κατοίκους της και τον ρόλο των πολεοδόμων στην διαμόρφωση της εικόνας της. Ο συγγραφέας ασχολήθηκε με το θέμα της εικόνας του περιβάλλοντος της πόλης όπως αυτή γίνεται αντιληπτή από τους κατοίκους. Στο πλαίσιο της πόλης όπως ανέφερε : “Τίποτα δεν γίνεται αντιληπτό από μόνο του, αλλά πάντα σε σχέση με το περιβάλλον του, τις ακολουθίες των γεγονότων που οδήγησαν σε αυτό, τη μνήμη των εμπειριών του παρελθόντος.” [Lynch, 1960] Κατά τη διάρκεια της περιπλάνησης στο τοπίο της πόλης “κάθε αίσθηση βρίσκεται σε λειτουργία και η εικόνα που προκύπτει είναι μια σύνθεση (των ερεθισμάτων)” [Lynch, 1960]
Το εξώφυλλο του βιβλίου ‘Image of the city’, έργου του Kevin Lynch
Βασική ιδέα του βιβλίου αποτελεί η αναγνωσιμότητα (legibility) της πόλης δηλαδή ο βαθμός στον οποίο το τοπίο της πόλης μπορεί να ‘διαβαστεί’. Πιο συγκεκριμένα, ο Kevin Lynch όριζε ως αναγνωσιμότητα “την ευκολία με την οποία μπορούν να αναγνωριστούν τα μέρη (της πόλης) και να οργανωθούν σε ένα συνεκτικό μοτίβο. Όπως αυτή η τυπωμένη σελίδα, αν είναι αναγνώσιμη, μπορεί οπτικά να γίνει αντιληπτή ως ένα συνεκτικό μοτίβο από αναγνωρίσιμα σύμβολα έτσι και η αναγνώσιμη πόλη είναι αυτή της οποίας οι συνοικίες- περιφέρειες ή τα τοπόσημα ή οι δρόμοι- μονοπάτια είναι εύκολα αναγνωρίσιμα και ομαδοποιούνται εύκολα σε ένα γενικότερο σχέδιο.” [Lynch, 1960]
41
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
Τα βασικά στοιχεία της πόλης, σύμφωνα με τον Lynch, είναι πέντε και είναι σημαντικά για τον τρόπο με τον οποίο οργανώνεται η πόλη αλλά και η κίνηση σε αυτήν. Πιο συγκεκριμένα, είναι οι δρόμοι- μονοπάτια, τα όρια- σύνορα, οι συνοικίες- περιφέρειες, οι κόμβοι και τα τοπόσημα. Οι δρόμοι- μονοπάτια είναι οι διαδρομές μέσω των οποίων οι άνθρωποι μετακινούνται μέσα στην πόλη. “Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν οι δρόμοι, τα πεζοδρόμια, οι γραμμές διέλευσης (transit lines), τα κανάλια και οι σιδηρόδρομοι.” [Lynch, 1960] Πρόκειται ίσως για το κύριο στοιχείο που συμβάλλει στη δημιουργία της εικόνας για την πόλη διότι η παρατήρηση γίνεται καθώς κάποιος κινείται σε αυτά. Επιπλέον, τα υπόλοιπα στοιχεία που συνθέτουν το περιβάλλον είναι διατεταγμένα κατά μήκος των διαδρομών. Τα όρια- σύνορα είναι οι διακοπές της συνέχειας της πόλης. Πρόκειται για “γραμμικά στοιχεία που όμως δεν χρησιμοποιούνται ή θεωρούνται ως μονοπάτια από τον παρατηρητή.” [Lynch, 1960] Τα στοιχεία αυτά μπορεί να μην είναι εξίσου κυρίαρχα με τα μονοπάτια όμως χρησιμοποιούνται από τους ανθρώπους ως στοιχεία οργάνωσης, καθώς διαχωρίζουν την πόλη σε επιμέρους περιοχές εύκολα αναγνωρίσιμες. Οι συνοικίες- περιφέρειες είναι εύκολα διακριτές περιοχές της πόλης. “Είναι τα τμήματα της πόλης μεσαίου ή μεγάλου μεγέθους, που γίνονται αντιληπτά σαν να έχουν έκταση δύο διαστάσεων, στην οποία ο παρατηρητής διανοητικά μπαίνει ‘μέσα’. Είναι αναγνωρίσιμες καθώς έχουν κάποια κοινά, που προσδιορίζουν τον χαρακτήρα τους.” [Lynch, 1960] Χάρη στην διάκριση της πόλης σε συνοικίεςπεριφέρειες ο περιηγητής μπορεί εύκολα να αναγνωρίσει σε ποιο σημείο της πόλης βρίσκεται την δεδομένη στιγμή. Οι κόμβοι είναι στρατηγικά σημεία, που βοηθούν στον προσανατολισμό, στα οποία ο παρατηρητής μπορεί να εισέλθει. “Μπορεί να είναι διασταυρώσεις, σημεία όπου διακόπτονται οι μεταφορές, μια διάβαση ή σημείο σύγκλισης
42
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
μονοπατιών, σημεία μετάβασης από τη μία δομή στην άλλη. Ή οι κόμβοι μπορεί να είναι απλά συγκεντρώσεις, οι οποίες αποκτούν σημασία από το να είναι η συμπύκνωση κάποιας χρήσης ή σωματικής δραστηριότητας, όπως η γωνία του δρόμου ή μια κλειστή πλατεία.” [Lynch, 1960] Οι κόμβοι συνδέονται, λοιπόν, άμεσα με τα μονοπάτια καθώς μπορεί να είναι διασταυρώσεις ή κάποιο είδος συμβάντος στη διάρκεια της διαδρομής. Τα τοπόσημα είναι εύκολα αναγνωρίσιμα σημεία αναφοράς που όμως ο παρατηρητής δεν εισέρχεται σε αυτά. “Είναι απλά καθορισμένα φυσικά αντικείμενα όπως ένα κτίριο, μια πινακίδα, ένα κατάστημα ή ένα βουνό. Μερικά σημεία ενδιαφέροντος είναι μακρινά, ορατά συνήθως από πολλές οπτικές γωνίες και αποστάσεις. [...] Μπορούν να είναι μέσα στην πόλη ή και σε απόσταση όπου για πρακτικούς λόγους συμβολίζουν μια σταθερή κατεύθυνση. Τέτοια είναι απομονωμένοι πύργοι, χρυσοί θόλοι, μεγάλοι λόφοι. Ακόμη και ένα κινητό σημείο, όπως ο ήλιος, του οποίου η κίνηση είναι επαρκώς αργή και σταθερή, μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως τοπόσημο. Άλλα τοπόσημα είναι κατά κύριο λόγο τοπικά, είναι ορατά μόνο σε περιορισμένες περιοχές και από συγκεκριμένες προσεγγίσεις. Αυτά είναι αμέτρητες πινακίδες, προσόψεις καταστημάτων, δέντρα, πόμολα, και άλλες αστικές λεπτομέρειες, οι οποίες συμπληρώνουν την εικόνα των παρατηρητών.” [Lynch, 1960] Τα τοπόσημα χρησιμοποιούνται και αυτά ως μέσα προσανατολισμού και αναγνώρισης της περιοχής που βρίσκεται κάποιος.
Τα πέντε στοιχεία της πόλης σύμφωνα με τον Kevin Lynch
Η διάκριση των στοιχείων γίνεται για να μελετηθούν πιο εύκολα, όμως όπως τονίζει ο Lynch “Κανένας από τους τύπους στοιχείων που αναφέρθηκε παραπάνω δεν υφίσταται ξεχωριστά στην πραγματικότητα. Οι συνοικίες είναι δομημένες με κόμβους, που ορίζονται από όρια, διαπερνώνται από μονοπάτια, και εμπλουτίζονται με τοπόσημα. Τα στοιχεία δηλαδή συχνά επικαλύπτουν το ένα το άλλο” [Lynch, 1960] Η πόλη επομένως αποτελεί ένα αδιάσπαστο σύνολο στοιχείων που συνυπάρχουν και αλληλοεξαρτώνται.
43
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
Όσα αναφέρθηκαν παραπάνω παρουσιάζουν ενδιαφέρον, καθώς η ανάλυση της δομής της πόλης συμβάλλει στην κατανόησή της. Η κατανόηση της πόλης αποτελεί βασικό παράγοντα για την περιπλάνηση σε αυτήν. O flâneur βρίσκει θέση στην εκδοχή της πόλης του Lynch, καθώς καλείται να εξερευνήσει την περίπλοκη σχέση ανάμεσα στα στοιχεία της πόλης. O περιπλανητής στην πόλη χρησιμοποιεί τα στοιχεία που την απαρτίζουν για να κινηθεί, να προσανατολιστεί και να ‘βρει τον δρόμο του’ μέσα στο χάος της. Ο βαθμός αναγνωσιμότητας μιας πόλης αποτελεί ένα καθοριστικό εργαλείο για την περιπλάνηση σε αυτήν. Πολλές φορές η ευκολία ανάγνωσης μιας πόλης οδηγεί σε ανούσιες περιπλανήσεις όπου ο περιπλανητής απλά περιφέρεται χωρίς να κινητοποιείται η κριτική αντιληπτική ικανότητα του και δεν αντλεί ερεθίσματα. Αντίθετα, σε περιπτώσεις που παρατηρείται δυσκολία ανάγνωσης του αστικού τοπίου οι περιπλανητές καταλήγουν σε ενδιαφέρουσες και διαφορετικές αναγνώσεις του. Όταν, όμως, μια πόλη χαρακτηρίζεται από μεγάλο βαθμό δυσκολίας ανάγνωσης, ελλοχεύει ο κίνδυνος οι κάτοικοι της να εκφυλιστούν σε απλούς περιπατητές χωρίς επιθυμία εξερεύνησης και ερμηνείας της πολυπλοκότητας της.
44
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
2.3. O Debord και η καταστασιακή περιπλάνηση στην πόλη O Γάλλος θεωρητικός και συγγραφέας Guy Debord (19311994), σημαντική προσωπικότητα του 20ου αιώνα, δεν αναγνωρίστηκε στην εποχή του και ο εμπρηστικός λόγος του παραμένει αιρετικός. Βίωσε τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο και τις συνέπειές του, και μεταπολεμικά κυριεύθηκε από μια διάθεση ανατροπής και αμφισβήτησης των κατεστημένων αρχών και αξιών. Προσπάθησε να κριτικάρει με οξύ τρόπο την κοινωνική πραγματικότητα. Έζησε ένα περιπετειώδη βίο και υποστήριξε έμπρακτα, δηλαδή με τον τρόπο ζωής του, τις θεωρίες του. Σύμφωνα με την άποψή του το κεντρικό πρόβλημα της σύγχρονης κοινωνίας είναι το θέαμα. Στη θεωρία που ανέπτυξε γύρω από το θέμα, “το θέαμα είναι το στάδιο του καπιταλισμού κατά το οποίο το κεφάλαιο έχει πια τόσο συσσωρευτεί ώστε να μετατρέπεται σε εικόνα, από τα τέλη της δεκαετίας του 1950, αν όχι και πιο νωρίς”. [Μπαμπασάκης, 2001] Έγινε κυρίως γνωστός μέσα από το έργο του ‘Κοινωνία του θεάματος’ (1967). Στο έργο αυτό, που απαρτίζεται από 221 παραγράφους, με λακωνικό και μεστό τρόπο εξέθεσε συμπυκνωμένα τις ιδέες του. Τάχθηκε ξεκάθαρα ενάντια στην κυριαρχία του καπιταλισμού που έχει αλλοτριώσει τους ανθρώπους και τους έχει οδηγήσει στην απώλεια των βιωμάτων. Το θέαμα έχει κατακτήσει κυρίαρχο ρόλο στη ζωή των ανθρώπων και έχει πραγματοποιηθεί μια “γενικευμένη διολίσθηση από το έχειν στο φαίνεσθαι” [Debord, 1967] Το εξώφυλλο του βιβλίου ‘Κοινωνία του θεάματος’ έργου του Guy Debord
O Γάλλος θεωρητικός και συγγραφέας Guy Debord 45
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
Η αντίδραση στις κοινωνικές συμβάσεις βρήκε εκφραστές και σε άλλα κινήματα, όπως για παράδειγμα, η γενιά Beat, ένα καλλιτεχνικό κίνημα που απαρτιζόταν από καλλιτέχνες, συγγραφείς και στοχαστές, έδρασε στην Αμερική τις δεκαετίες 1950-1960. Την χρονική αυτή περίοδο η κοινωνία βίωνε την αφθονία και τον καταναλωτισμό. Τα μέλη της γενιάς Beat έζησαν μποέμικη και επαναστατική ζωή και προσπάθησαν να διαμαρτυρηθούν με τον τρόπο τους απορρίπτοντας την ψευδαίσθηση της υλικής ευτυχίας. Όπως χαρακτηριστικά υποστήριζε ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους της γενιάς, ο Αμερικανός συγγραφέας και ποιητής Jack Kerouac (1922 –1969), η γενιά Beat χαρακτηρίζεται από “μια κούραση απέναντι σε όλες τις φόρμες, όλες τις συμβάσεις του κόσμου”. [Kerouac, 1957] Αρχικά, ο Debord έδρασε ως μέλος της Λεττριστικής Διεθνούς4, της ομάδας που μέσα από αμέτρητες ώρες περιπλάνησης στην πόλη του Παρισιού προσπάθησε να επαναπροσδιορίσει τις δυνατότητες και τις ελευθερίες που προσέφερε η μεγαλούπολη. Νιώθοντας περιφρόνηση για την κατάντια που είχε φτάσει η κοινωνία της εποχής τους, είχαν παραιτηθεί από την συμβατική ζωή και μέσα από πειραματικές δράσεις και συνεχείς συζητήσεις θέλησαν να διατυπώσουν θεωρίες και προτάσεις για την δημιουργία ενός νέου τρόπου ζωής. Στη συνέχεια, ο Debord καθοδηγούμενος από την διαρκή του ανάγκη για δράση δημιούργησε την Καταστασιακή Διεθνή5, μια ομάδα ανθρώπων που στόχο είχαν να προχωρήσουν περαιτέρω το έργο των λεττριστών, και να φέρουν επανάσταση στον Ομάδα ριζοσπαστών καλλιτεχνών και θεωρητικών που έδρασαν με βάση το Παρίσι την περίοδο 1952-1957. Εισήγαγαν την έννοια της αστικής περιπλάνησης και έκαναν μέσα από τις δράσεις τους προτάσεις για την αλλαγή του τρόπου θεώρησης της κοινωνίας και της ζωής γενικότερα 5 Κίνημα που εμφανίστηκε την δεκαετία του 1960 στον ευρωπαϊκό χώρο. Βασική προσωπικότητα ήταν ο Guy Debord που διαμόρφωσε το ιδεολογικό υπόβαθρο της ομάδας. Η Καταστασιακή Διεθνής διαλύθηκε από τον ίδιο το 1972. 4
46
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
τρόπο ζωής που είχε επικρατήσει μετά τους πολέμους. Η Καταστασιακή Διεθνής τροφοδότησε αργότερα ιδεολογικά την επανάσταση του Μάη του ‘68 στο Παρίσι. Ακόμη, οι καταστασιακοί είχαν αντιληφθεί την επικράτηση του θεάματος και της επιβολής του με υποσυνείδητο τρόπο στους ανθρώπους. Πιο συγκεκριμένα, “έδωσαν τον όρο θέαμα στην κατάρρευση της πραγματικότητας υπό την επίδραση των εικόνων, των προϊόντων και των δραστηριοτήτων που επικυρώνονται από τις επιχειρήσεις και τη γραφειοκρατία”. [Sadler, 1999] Δεν αρνήθηκαν ποτέ τη γοητεία του, αλλά υποστήριζαν πως επρόκειτο για μία κατασκευασμένη γοητεία. Για αυτό το λόγο αναζητούσαν μία νέα αισθητική, που να βασίζεται στην κατάρρευση του θεάματος.
Αφίσα εμπνευσμένη από την καταστασιακή περιπλάνηση του Debord, για μια έκθεση σχετικού περιεχομένου
Οι δύο βασικές μέθοδοι που χρησιμοποίησαν ο Debord και η ομάδα του ήταν η περιπλάνηση (dérive) και η μεταστροφή (détournement). Σχετικά με την πρώτη μέθοδο, πρότειναν “τη διαρκή περιπλάνηση ως κύρια δραστηριότητα των κατοίκων μιας πόλης πλασμένης για τον homo ludens, τον άνθρωπο του παιχνιδιού, τον άνθρωπο που θα υπερβεί τις οικονομικές μέριμνες και την εργασία”. [Μπαμπασάκης, 2001] Αναζητούσαν, λοιπόν, το πάθος και την περιπέτεια με στόχο να ανατρέψουν την καθεστηκυία τάξη πραγμάτων και να δημιουργήσουν μια νέα αληθινή ζωή. Αφετηρία όλων των δράσεων των καταστασιακών ήταν η προσπάθεια για αλλαγή του περιβάλλοντος της πόλης και της ζωής σε αυτήν, κάτι που απαιτούσε αποκοπή από τους δεσμούς του παρελθόντος και των αναμνήσεων. Βρίσκονταν στην ουσία σε αναζήτηση μίας νέας μορφής εναντίωσης στον καπιταλισμό. Οι καταστασιακοί ήταν αυτοί που πρώτοι “αντιλήφθηκαν την απελπιστική ανάγκη ανάληψης δράσης στην πόλη”. [Sadler, 1999] Το dérive αποτέλεσε την απάντησή τους σε αυτή την ανάγκη. Η θεωρία της περιπλάνησης προέκυψε μέσα από τις δράσεις και την ζωή
47
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
των καταστασιακών. Οι τελευταίοι περιπλανώμενοι στους δρόμους του Παρισιού αναζητούσαν την περιπέτεια και το πάθος και έκαναν σχέδια και νοερές προτάσεις για μια εκ βάθρων αλλαγή του αστικού τοπίου και ανοικοδόμηση του με επαναστατικό τρόπο. Η περιπλάνηση εξάλλου ορίζεται ως “μία τεχνική βιαστικού περάσματος μέσα από ποικίλες ατμόσφαιρες μιας πόλης” [Μπαμπασάκης, 2001]. Βασικό χαρακτηριστικό των περιπλανητών αυτών ήταν η απάρνηση του συμβατικού κόσμου της πόλης και η έντονα πειραματική διάθεση τους, η επινόηση νέων τρόπων συμπεριφοράς με απώτερο στόχο να προκύψει μια καθαρά ανατρεπτική πράξη. Σε ένα dérive το άτομο ή τα άτομα επιλέγουν να εγκαταλείψουν τις δραστηριότητές τους και να αφεθούν στα θέλγητρα της πόλης. Το χωρικό πεδίο ενός dérive μπορεί να οριοθετηθεί επακριβώς ή ασαφώς, και εξαρτάται από το αν ο στόχος είναι να μελετήσει κανείς ένα έδαφος ή να αποπροσανατολίσει συναισθηματικά τον εαυτό του. Η δεύτερη μέθοδος ήταν η μεταστροφή δηλαδή “η εκτροπή από το αρχικό πλαίσιο ορισμένων καλλιτεχνικών ή άλλων στοιχείων και μορφών και, εν συνεχεία, η ενσωμάτωση τους σε νέο, ανώτερο πολιτιστικό συμφραζόμενο, σε μια νέα, ανώτερη πολιτιστική σύνθεση.” [Μπαμπασάκης, 2001] Με άλλα λόγια μέσω της μεταστροφής παράγονταν νέα πολιτισμικά προϊόντα ως αποτέλεσμα της ανασύνθεσης στοιχείων που έχουν προκύψει από την διάσπαση παλαιότερων έργων τέχνης. Αυτό εφάρμοσε και ο ίδιος ο Debord στα έργα του. Για παράδειγμα, η κινηματογραφική μεταφορά της ‘Κοινωνίας του θεάματος’, ως νέου τύπου έργου τέχνης, ήταν το αποτέλεσμα σύνθεσης προϋπαρχόντων στοιχείων, όπως φράσεις από το αντίστοιχο βιβλίο.
Το εξώφυλλο του βιβλίου ‘Theory of the dérive’ έργου του Guy Debord
48
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
Ο Γ.Ι.Μπαμπασάκης6 αναφέρει χαρακτηριστικά στο έργο του για τη ζωή του Debord πως “τόσο η περιπλάνηση όσο και η μεταστροφή ήταν αρχικά πειραματικές δραστηριότητες, σε μεγάλο βαθμό αυθόρμητες και προερχόμενες από τον άφθονο ελεύθερο χρόνο και τον μποεμικό τρόπο ζωής των νεαρών λεττριστών.” [Μπαμπασάκης, 2001] Σε αυτό το σημείο αξίζει να αναφερθεί η άποψη των Καταστασιακών σχετικά με την τέχνη και τη σύνδεσή της με την ζωή. Ο ίδιος ο Debord ήθελε να γίνει η ζωή η 8η τέχνη. Οι καταστασιακοί υποστήριζαν ότι οι τέχνες οφείλουν να δημιουργούν νέες καταστάσεις διαφορετικά δεν πρέπει να υπάρχουν. Θα πρέπει, δηλαδή, η τέχνη να ξεπεράσει τον εαυτό της. Όπως αναφέρει συγκεκριμένα ο Debord “η κατάργηση και η πραγματοποίηση της τέχνης είναι οι αδιαχώριστες όψεις ενός και αυτού ξεπεράσματος της τέχνης” [Debord, 1967] Σε κάθε περίπτωση η τέχνη μπορεί πλέον να βρει εφαρμογή στα πλαίσιο της καθημερινής ζωής και σε άμεση συσχέτιση με την κοινωνική σφαίρα.
Ένα από τα έργα των Καταστασιακών που εξέφραζε τις βασικές αρχές του κινήματος
(γεν. 1960) Έλληνας ποιητής, μεταφραστής και συγγραφέας. Έχει μελετήσει ιδιαίτερα τη δράση της γενιάς Beat, των Λεττριστών και των Καταστασιακών. 6
49
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
Παρόμοια άποψη διατύπωσαν και οι καλλιτέχνες7 που δημιούργησαν ένα νέο είδος τέχνης, τα Happenings (συμβάντα) στη διάρκεια των δεκαετιών 1960-1970. Υποστήριζαν, όπως και οι καταστασιακοί, την κατάργηση των ορίων μεταξύ τέχνης και ζωής. Το έργο τέχνης, λοιπόν, όφειλε να γίνει μια κατάσταση στην οποία ο θεατής εισέρχεται και συμμετέχει ενεργά. Με τον ίδιο τρόπο που βίωνε την ζωή καλούνταν να βιώσει και το έργο τέχνης. Επιπλέον, τα Happenings παρουσίαζαν έντονα το στοιχείο του αυθορμητισμού και της μοναδικότητας. Ο Αμερικανός ζωγράφος Allan Kaprow (1927-2006)8 και δημιουργός Happening τόνιζε πως τα Happening “είναι ένα κολάζ από αφηρημένα γεγονότα που αφορούν ένα κοινό το οποίο μετακινείται.” [Kaprow, 1993] Ένα παράδειγμα Happening το οποίο σχετιζόταν με τον χώρο της πόλης και την περιπλάνηση σε αυτόν ήταν τα Free Flux-Tours που διοργανώθηκαν στη Νέα Υόρκη το 1976 από την ομάδα Fluxus. “Αυτά τα tour είναι έρευνες σε μια ‘άγνωστη’ πόλη, της οποίας ο μυστηριώδης λαβύρινθος πρέπει να διαπεραστεί, υπό την καθοδήγηση των δασκάλων Fluxus. Αλλά επισημαίνουν, επίσης, την κρίσιμη ανησυχία σχετικά με καλλιτεχνικές πρακτικές από τα τέλη της δεκαετίας του 1950 έως το 1970 σχετικά με την τοπογραφική σύλληψη του χώρου της πόλης, ή τη χαρτογράφηση των τόπων και των διαδρομών.” [Hollevoet, 1992]
Πρόγραμμα των Free Flux-Tours που διοργανώθηκαν στη Νέα Υόρκη το 1976 Χαρακτηριστικοί εκπρόσωποι του κινήματος ήταν οι Allan Kaprow, John Cage, Claes Oldenburg, Jim Dine, ομάδα Fluxus 8 O Allan Kaprow αποτέλεσε κεντρική φιγούρα που συνέβαλε στην αλλαγή της τέχνης τη δεκαετία του 1960 7
50
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
Η αναφορά στα Happenings γίνεται διότι παρουσιάζουν κοινά στοιχεία με την λογική του dérive. Ειδικότερα, και στις δύο περιπτώσεις, το κοινό στην περίπτωση των Happenings και οι περιπλανητές στην περίπτωση του dérive, μετακινούνται και έρχονται σε ‘επαφή’ με μία σειρά γεγονότων- καταστάσεων από τα οποία αντλούν ερεθίσματα και προβληματισμούς. Κατά συνέπεια, καλούνται να εγκαταλείψουν τον παθητικό τους χαρακτήρα και να μετατραπούν σε δρώντα υποκείμενα και έτσι, η τέχνη γίνεται αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής. Επιστρέφοντας στη μέθοδο της περιπλάνησης των Καταστασιακών, αυτή είχε σαν απότοκο τη δημιουργία τη ψυχογεωγραφίας, η οποία ορίζεται ως η “μελέτη των συγκεκριμένων αποτελεσμάτων του συνειδητά ή μη διευθετημένου γεωγραφικού περιβάλλοντος που επιδρά άμεσα πάνω στη συναισθηματική συμπεριφορά των ατόμων”.[Μπαμπασάκης, 2001] Ο Debord προκειμένου να σχηματοποιήσει τις εμπειρίες του από την περιπλάνηση δημιούργησε δύο ψυχογεωγραφικούς χάρτες. Κάθε στοιχείο αυτών των χαρτών ήταν τοποθετημένο σκόπιμα, καθώς πρότειναν ένα νέο τρόπο αντιμετώπισης της πόλης, πλούσιο σε γεγονότα και περιπέτειες, αμφισβητώντας την οργάνωση της ζωής στην πόλη γύρω από τη μισθωτή εργασία και τους υποτιθέμενους τρόπους διασκέδασης των κατοίκων της. Ο πιο γνωστός ψυχογεωγραφικός χάρτης είναι αυτός που συνέταξε για το Παρίσι με τίτλο Naked City (1957). Χρησιμοποιώντας την τεχνική του κολάζ έκανε συνδυασμό κομμένων τμημάτων ενός χάρτη της πόλης. Ανάμεσα σε αυτά τοποθέτησε κόκκινα βέλη που υποδήλωναν την ροή της κίνησης μεταξύ τους. Επιχείρησε, δηλαδή, μια αποδόμηση του συμβατικού χάρτη και διάταξη εκ νέου των τμημάτων του και της πόλης κατ’ επέκταση. Ο χάρτης φαίνεται να πραγματώνει την καταγραφή της εμπειρίας αλλά κυρίως της επιθυμίας για την νέα μορφή της πόλης. Η περιπλάνηση στην διαδικασία αυτή εμφανίζεται ως το μέσο σχεδίασης.
51
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
Naked City: ο πιο γνωστός ψυχογεωγραφικός χάρτης του Guy Debord
52
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
Οι καταστασιακοί οραματίζονταν μία ολόκληρη τέχνη που μπορούσε να τη βιώσει κανείς με την περιπλάνηση στην πόλη. Η περιπλάνηση για τους καταστασιακούς αποτελούσε εμπειρία. Σε αυτήν μπορούσε κανείς να αντιληφθεί τον εαυτό του και το περιβάλλον σε αλληλεπίδραση. Η ιδέα της περιπλάνησης του Debord είναι αυτή που την συνδέει με τον Baudelaire και το πρότυπο του flâneur. Κοινό στοιχείο και των δύο αποτελεί ο απρογραμμάτιστος χαρακτήρας της περιπλάνησης. Ωστόσο, η περιπλάνηση του flâneur έχει περισσότερο παθητικό χαρακτήρα σε σύγκριση με το dérive, που είναι μια πράξη αντίστασης, μια κριτική ανάγνωση της πόλης με πολιτικές προεκτάσεις. Η περιπλάνηση του flâneur στην πόλη γίνεται αποκλειστικά για να ικανοποιήσει την προσωπική του περιέργεια για αυτήν. Η δημιουργία κάποιου αποτελέσματος ή έργου από την περιπλάνηση είναι επιλογή του και βασίζεται στην έμπνευσή του. Από την άλλη πλευρά, στη μέθοδο της περιπλάνησης του Debord ο περιπλανητής βρίσκει στην πόλη πεδία προβληματισμού που προσφέρουν δυνατότητες για δράση και αντίδραση στις καταστάσεις. Ακόμη, καλείται να δημιουργήσει έναν νοητικό χάρτη της πόλης, μια ψυχογεωγραφική προσέγγιση της πόλης όπου αποτυπώνει την υποκειμενική του εμπειρία. Και στις δύο προσεγγίσεις η περιπλάνηση έγκειται στην διάθεση του περιπλανητή να ‘βγει’ στους δρόμους της πόλης, να παρασυρθεί από εικόνες, καταστάσεις και γεγονότα και να την ανακαλύψει. Στη συνέχεια, το αποτέλεσμα αυτού του είδους της περιπλάνησης εξαρτάται από τον περιπλανητή.
53
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
2.4. Προσπάθεια αναβίωσης του flâneur Προχωρώντας στον 21ο αιώνα συναντάμε ομάδες ανθρώπων με καλλιτεχνικό ενδιαφέρον ή έντονο προβληματισμό για την περιπλάνηση στο σύγχρονο αστικό περιβάλλον, οι οποίοι εκφράζονται μέσα από δράσεις και έργα για να αποδώσουν τις σκέψεις και τα συμπεράσματα των πράξεών τους. Οι άνθρωποι αυτοί προσπαθούν να δώσουν κίνητρο στο σύγχρονο κάτοικο της πόλης για να βγει, να περιπλανηθεί και να ‘γνωρίσει’ την πόλη. Οι δράσεις τους περιλαμβάνουν μια ‘παιχνιδιάρικη κωδικοποίηση’ της περιπλάνησης. Η περιπλάνηση που προτείνουν είναι καθοδηγούμενη με ένα ευχάριστο τρόπο. Απώτερος στόχος είναι να αποτελέσουν εφαλτήριο για περαιτέρω περιπλάνηση και να εισάγουν τους ανθρώπους σε μια νέα νοοτροπία αντιμετώπισης της πόλης. Παρακάτω αναφέρονται δύο ενδεικτικά πραδείγματα τέτοιων δράσεων. _Τα μέλη της ομάδας Flâneur Society, που δραστηριοποιούνται από το 2010 στις ΗΠΑ, γοητευμένα από την έννοια του flâneur, έχουν ως σκοπό να διαδώσουν την ιδέα αυτή πέραν του ακαδημαϊκού χώρου και να δημιουργήσουν μια γενική συνείδηση για τον τρόπο που βιώνει ο σύγχρονος άνθρωπος τον χώρο της πόλης. Έχουν δημιουργήσει ένα μικρό βιβλίο τσέπης ‘The Guidebook to Getting Lost’ που ορίζει την έννοια του flâneur. Ο οδηγός έχει ως στόχο να εισαγάγει τον συμμετέχοντα σε μια πόλη χωρίς την ανησυχία των ονομάτων των οδών και των κατευθύνσεων. Στο εσωτερικό, υπάρχουν τρεις επιλογές διαδρομών που μπορούν να καθοδηγήσουν τον συμμετέχοντα σε ένα είδος περιπλάνησης flâneur και αστικού σαφάρι. 9
9
54
http://flâneur society.org/1.php
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
_
Ενδεικτική πρόταση διαδρομής της ομάδας Flâneur Society
_Μια ψυχογεωγραφική βόλτα, γνωστή με το όνομα ‘Walk’, με τον Wilfried Hou Je Bek προγραμματίστηκε στα πλαίσια του αρχιτεκτονικού φεστιβάλ Archilab το 2004. Οι συμμετέχοντες έπρεπε να περπατήσουν για μια ώρα σε μία ορισμένη περιοχή, ακολουθώντας ο καθένας έναν ‘αλγόριθμο περπατήματος’ που όριζε τη διαδρομή του, κρατώντας μόνο χαρτί, μολύβι και έναν κενό χάρτη της περιοχής χωρίς πληροφορίες. Αυτός ο αλγόριθμος ήταν μία κάρτα που παρουσίαζε μια λίστα τεσσάρων στοιχείωνοδηγιών και διέφερε για κάθε περιπλανητή. “Κάθε φορά που παρατηρηρούσαν ένα ενδιαφέρον στοιχείο, για παράδειγμα ένα αντικείμενο ή μια γωνία δρόμου, έπρεπε να σημειώσουν ένα όνομα δικής τους επινόησης που αντικατόπτριζε την εντύπωση που το συγκεκριμένο σημείο ή φαινόμενο δημιουργούσε σε αυτούς.” [O’Rourke, 2013] Στιγμιότυπο από την ψυχογεωγραφική βόλτα ‘Walk’ του Wilfried Hou Je Bek 55
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3 Η περιπλάνηση στην πόλη υπό νέες συνθήκες
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
3.1. Προς μια ψηφιακή πόλη: ο flâneur της νέας εποχής Συνεχίζοντας την αναζήτηση του flâneur στη σύγχρονη εποχή δεν μπορούμε να αγνοήσουμε την κυριαρχία των ψηφιακών μέσων στις σύγχρονες πόλεις. Ψηφιακά μέσα θεωρούνται οι τεχνολογίες που λειτουργούν με βάση το δυαδικό σύστημα10. Ένα ψηφιακό μέσο που έχει αλλάξει σημαντικά τη δυνατότητα πρόσβασης στις πληροφορίες προσφέροντας ευκολία και ταχύτητα είναι το διαδίκτυο. Το διαδίκτυο είναι ένα παγκόσμιο ‘πλέγμα’ αποτελούμενο από εκατομμύρια υπολογιστές που συνδέονται μεταξύ τους και παρέχουν υπηρεσίες σε χρήστες σε κάθε σημείο του πλανήτη. Η πρώτη εμφάνιση του έγινε την δεκαετία του 1970 αλλά διαδόθηκε ευρέως μετά το 1990. Η χρήση του διαδικτύου έχει γίνει εκτεταμένη και αποτελεί κυρίαρχο συστατικό της καθημερινής ζωής, καθώς πολλές από τις δραστηριότητες, όπως η ενημέρωση, η πληροφόρηση, το εμπόριο, η ψυχαγωγία και η επικοινωνία πραγματοποιούνται μέσω αυτού. Οι χρήστες επιλέγουν να χρησιμοποιούν το διαδίκτυο, διότι επιτρέπει να γίνονται όλα με πιο γρήγορο και απλό τρόπο από την άνεση του προσωπικού τους χώρου, αλλά και από οπουδήποτε αλλού με τη χρήση φορητών συσκευών. Όπως αναφέρει ο Αυστραλός συγγραφέας, εκπαιδευτικός, αρχιτέκτονας και πολεοδόμος William J. Mitchell (19442010)11 “Το παγκόσμιο δίκτυο των υπολογιστών ανατρέπει, εκτοπίζει και επαναπροσδιορίζει ριζικά τις έννοιες της συνάθροισης, του τόπου, της κοινότητας και της αστικής ζωής.”[Mitchell, 1996] Βασικό χαρακτηριστικό είναι η αποδέσμευση του ανθρώπου από τη σχέση του με τον τόπο. Το δυαδικό σύστημα αρίθμησης αναπαριστά αριθμητικές τιμές χρησιμοποιώντας δύο σύμβολα, το 0 και το 1. Ονομάζεται δυαδικό επειδή η αναπαράσταση της πληροφορίας γίνεται με χρήση δύο συμβόλων. Χρησιμοποιείται για την αποθήκευση και επεξεργασία πληροφοριών στα ψηφιακά μέσα. 11 Aσχολήθηκε με την συσχέτιση της αρχιτεκτονικής με την πληροφορική και την τεχνολογία γενικότερα. 10
58
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
Για παράδειγμα, η επικοινωνία μεταξύ των ανθρώπων μπορεί να πραγματώνεται από απόσταση, με μεγαλύτερη ευκολία και πιο άμεσα. Στη πόλη υπάρχει συγκεκριμένος τόπος για τις ανθρώπινες δραστηριότητες. Υπάρχουν σημεία συγκέντρωσης των ανθρώπων χωρικά καθορισμένα. Επομένως, κάθε πόλη έχει την δική της χωρική οργάνωση και τους δικούς της ρυθμούς. Με την εξάπλωση του διαδικτύου επιτυγχάνεται, σχετικά με κάποιες δραστηριότητες, η απελευθέρωση από τους χωρικούς περιορισμούς. Για παράδειγμα, το ηλεκτρονικό εμπόριο κερδίζει συνεχώς έδαφος, καθώς οι χρήστες επιλέγουν να πραγματοποιούν τις αγορές τους διαδικτυακά αντί να επισκέπτονται τα εμπορικά καταστήματα της πόλης. Ουσιαστικά, η αυξανόμενη χρήση του διαδικτύου επηρεάζει την οργάνωση των δραστηριοτήτων της αστεακής ζωής. Ένα ακόμη στοιχείο που έχει επηρεάσει την αστική ζωή είναι η κυριαρχία αισθητικών προτύπων και αξιών που προωθούνται από την καταναλωτική κοινωνία. Αυτή η τυποποίηση σε κάθε είδους αγαθό -υλικό ή άυλο- οδηγεί και σε τυποποίηση της ζωής, με αποτέλεσμα την αστική μονοτονία. Άνθρωποι με εσωτερική επιθυμία αναζήτησης και περιέργεια για το διαφορετικό μπορούν να ξεφύγουν από την μονοτονία και να βρουν στο διαδίκτυο έναν νέο τόπο εξερεύνησης. Τέτοιος άνθρωπος ήταν εξ ορισμού ο flâneur.
Μήπως παράλληλα με την αλλαγή που συντελείται στην αστική ζωή λόγω του διαδικτύου, αλλάζει και η περιπλάνηση στην πόλη; Μήπως μπορούμε πλέον να αναζητήσουμε τον flâneur στο διαδίκτυο;
59
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
3.2. Η ψηφιακή περιπλάνηση Στον ψηφιακό κόσμο του διαδικτύου αναζητούμε και πάλι ένα πλάνητα-περιηγητή. Μια πρώτη αναφορά στον ψηφιακό περιπλανητή έχει ήδη γίνει από τον Mitchell ο οποίος χρησιμοποιεί τον όρο electronic flâneur. Ειδικότερα αναφέρει: “Το όνομα μου είναι wjm@mit.edu (αν και έχω πολλά ψευδώνυμα), και είμαι ένας electronic flâneur. Συχνάζω στο δίκτυο.” [Mitchell, 1996] Αργότερα, ο Steven Goldate12 διατυπώνει τον ορισμό για τον cyberflâneur: “ο άνθρωπος που ‘βολτάρει’ στον χώρο της πληροφορίας, δεχόμενος την εικονική/ηλεκτρονική αρχιτεκτονική και παραμένοντας ανώνυμος.” [Goldate, 1998] Ο flâneur έχει, λοιπόν, αλλάξει, έχει αποκτήσει και δεύτερη ‘ταυτότητα’, καθώς έχει εμφανιστεί πλέον και στο χώρο του διαδικτύου. Η μεγάλη αλλαγή είναι ο τόπος (από τον φυσικό κόσμο στον ψηφιακό κόσμο), αλλά και ο τρόπος (από την κίνηση στις στοές του Παρισιού και γενικότερα στους δρόμους των πόλεων, στην στατικότητα της περιπλάνηση στις ιστοσελίδες του Διαδικτύου και στις ψηφιακές πόλεις). Για τον flâneur του Baudelaire, η πόλη ήταν ο χώρος δράσης του, ενώ για τον cyberflâneur ο χώρος δράσης γίνεται το διαδίκτυο. Μια ακόμη διαφορά είναι πως κατά την ψηφιακή περιπλάνηση ο χρήστης “εισέρχεται και εξέρχεται από μέρη όχι με φυσική μετακίνηση απλά δημιουργώντας και διασπώντας λογικές συνδέσεις” [Mitchell, 1996] Ο cyberflâneur, αν δεχτούμε την ύπαρξη ενός τέτοιου, με το πάτημα ενός κουμπιού εισέρχεται στον εικονικό κόσμο μέσω της οθόνης του υπολογιστή, του tablet ή του smartphone του και με ένα ακόμη πάτημα ενός κουμπιού εισέρχεται στο Διαδίκτυο, έναν νέο κόσμο, όπου ‘κυκλοφορεί’ πλήθος χρηστών. Με ένα κλικ του ποντικιού προκαλείται η εμφάνιση διαφόρων ερεθισμάτων όπως κειμένων, εικόνων και ήχων. 12
60
Αυστραλός καλλιτέχνης (γεν. 1959)
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
Ο cyberflâneur, όπως και ο flâneur, επιλέγει τη χρονική στιγμή που θα αρχίσει την περιπλάνησή του στο Διαδίκτυο. Η αρχική πληκτρολόγηση/ επιλογή της πρώτης ιστοσελίδας είναι η αφετηρία της περιπλάνησής του, και όπως σε μια φυσική πόλη κάθε φορά ο περιπλανητής επιλέγει την πορεία που θα ακολουθήσει, έτσι και σε αυτόν τον ψηφιακό χώρο επιλέγει την ηλεκτρονική σελίδα στην οποία θα συνδεθεί. Μετά από την πρώτη σελίδα που θα επιλέξει ο cyberflâneur, η πληθώρα επιλογών που εμφανίζονται στην οθόνη μπορεί να οδηγήσει σε άσκοπη περιπλάνηση σε νέα μονοπάτια. Οι σύνδεσμοι (links) μεταξύ των σελίδων είναι αυτοί που οδηγούν σε μια ψηφιακή περιπλάνηση. Η εμφάνιση διαφημίσεων από πολλές ηλεκτρονικές σελίδες, ειδήσεων, άρθρων, εικόνων, παιχνιδιών, πολυμέσων προκαλεί το χρήστη στην ‘ανάγνωσή’ τους. Η περιπλάνηση σε όλα αυτά είναι μεν εκούσια, αλλά δεν είναι απαραίτητα σκόπιμη εξ αρχής. Ο cyberflâneur επιδιώκει να χαθεί στην πληθώρα της πληροφορίας του διαδικτύου που ‘ανοίγεται’ στην οθόνη του. Το πλήθος ανθρώπων πίσω από τις πληροφορίες είναι αυτό που προσφέρει τις δυνατότητες που επιζητά ο cyberflâneur στο διαδίκτυο. Χωρίς αυτό δεν θα υπήρχε το διαδίκτυο, καθώς είναι δημιούργημα εκατομμυρίων ανθρώπων. Ακόμη, το πλήθος μπορεί να του προσφέρει και την ανωνυμία, αν αυτός τη θελήσει. Το διαδίκτυο προσφέρει την ασφάλεια της απόστασης και τη δυνατότητα σε κάθε χρήστη να αποκρύψει την ταυτότητα του και να υιοθετήσει έναν νέο χαρακτήρα. Η διαφορά με τον φυσικό χώρο έγκειται στο γεγονός πως οι χρήστες του διαδικτύου δεν μοιράζονται τον ίδιο φυσικό χώρο, αλλά την ίδια πληροφορία. Δεν βρίσκονται στον ίδιο φυσικό τόπο, όπως ένα δωμάτιο, που καθορίζεται από συγκεκριμένα όρια, αλλά μέσω του δικτύου μπορούν να βρεθούν στην ίδια ηλεκτρονική σελίδα και έχουν ταυτόχρονη πρόσβαση στην ίδια πληροφορία.
61
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
Ένα βασικό πλεονέκτημα της ψηφιακής περιπλάνησης είναι η εύκολη και γρήγορη πρόσβαση στην πληροφορία για τους χρήστες και η κατάρριψη πολλών περιορισμών. Το διαδίκτυο εκμηδενίζει τις αποστάσεις μεταξύ των φυσικών τόπων προσφέροντας την δυνατότητα στον χρήστη να ‘γνωρίσει’ μέρη που δεν μπορεί να επισκεφτεί στην πραγματικότητα. Προχωρώντας, είναι σημαντικό να τονιστεί πως όλες οι αισθήσεις διαδραματίζουν ισάξιο ρόλο στην περίπτωση της περιπλάνησης του flâneur του Baudelaire. Ανάλογα με το ερέθισμα διεγείρεται και η αντίστοιχή αίσθηση του flâneur. Η διαφοροποίηση από τον απλό περιπατητή έγκειται στην εγκεφαλική επεξεργασία των ερεθισμάτων που λαμβάνει. Η αντίληψη του flâneur ήταν διαφορετική και ενισχυόταν από το νέο τρόπο που έβλεπε το ήδη γνωστό, τη θέαση της καθημερινής εμπειρίας από διαφορετική οπτική γωνία. Στην περίπτωση του ψηφιακού flâneur, θα μπορούσαμε να πούμε πως η όραση και η ακοή αποτελούν τις κυρίαρχες αισθήσεις. Αναλυτικότερα, μέσω της όρασης ανιχνεύει τις επιλογές στην οθόνη του και κάθε φορά επιλέγει ένα νέο μονοπάτι για να περιπλανηθεί στο εσωτερικό του ψηφιακού χώρου. Αυτό που τον διαφοροποιεί από τους υπόλοιπους χρήστες του διαδικτύου δεν είναι ούτε ο καλύτερος χειρισμός των τεχνικών του διαδικτύου ούτε η αποτελεσματικότερη αναζήτηση πληροφοριών σε αυτό, αλλά η οξυμένη αντιληπτική ικανότητα. Η αντιληπτική ικανότητα, καθώς ο χρήστης βρίσκεται διαρκώς σε ‘κίνηση’ ανάμεσα σε διαφορετικά ερεθίσματα, απαιτεί από αυτόν να συνδυάσει και να δημιουργήσει τις δικές του ερμηνείες.
Ωστόσο, σε ποιο βαθμό μπορεί όλη αυτή η περιπλάνηση στον ψηφιακό χώρο να ικανοποιήσει την ανάγκη του περιπλανητή για πολυαισθητηριακές εμπειρίες; Μπορεί ο ψηφιακός χώρος να ικανοποιήσει την έμφυτη λαχτάρα του περιπλανητή για ικανοποίηση των αισθήσεών του όπως ο φυσικός χώρος;
62
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
Στην περίπτωση του ψηφιακού χώρου οι εμπειρίες μπορούν να διεγείρουν μόνο την όραση και την ακοή. Η εμπειρία υποπίπτει στην ικανοποίηση των δύο (όραση, ακοή) από τις πέντε αισθήσεις που διεγείρονταν στον φυσικό χώρο. Ο ψηφιακός χώρος δεν μπορεί να παράσχει στον περιπλανητή του πολυαισθητηριακές εμπειρίες. Παρατηρείται η κυριαρχία της όρασης ως αντιληπτικός μηχανισμός, και η συμμετοχή της ακοής κατόπιν επιλογής του ατόμου (κλειστά ηχεία, έλλειψη ηχητικού περιεχομένου σε πολλούς ιστότοπους). “Φυσικά και η περιπλάνηση στον κυβερνοχώρο δεν διαθέτει το πλήρες φάσμα των ερεθισμάτων του αστικού χώρου. Οι περιπλανητές του ψηφιακού χώρου πρέπει να συμπληρώνουν τη διαδικτυακή τους εμπειρία με τη φαντασία και τη μνήμη του πραγματικού χώρου.” [Apostol et al., 2012] Σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί αυτό το νέο είδος περιπλάνησης να αντικαταστήσει την περιπλάνηση στον φυσικό χώρο. Η ψηφιακή περιπλάνηση υστερεί λόγω της έλλειψης της πολυαισθητηριακής εμπειρίας, της απουσίας της υλικότητας και της απώλειας της σωματικότητας. Εξάλλου μέσω της εικονικής περιπλάνησης επιτυγχάνεται επαφή του χρήστη με μια απεικόνιση της πραγματικότητας και όχι με την ίδια την πραγματικότητα.
Επομένως, από τη στιγμή που η ψηφιακή περιπλάνηση δεν καλύπτει πλήρως τις ανάγκες του flâneur συνεχίζουμε να αναζητούμε τον flâneur στον φυσικό χώρο. Για τι είδους περιπλάνηση γίνεται λόγος σήμερα;
63
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
3.3. Μια νέα συνθήκη: η περιπλάνηση στη συνύπαρξη του φυσικού και ψηφιακού χώρου Παράλληλα με την ευρεία χρήση του διαδικτύου και την εμφάνισή του στους περισσότερους τομείς της ζωής των ανθρώπων, έχουν εξελιχθεί και οι συσκευές που προσφέρουν πρόσβαση σε αυτό. Η χρήση των νέων φορητών μέσων (smartphones και tablets) σε συνδυασμό με την ασύρματη δυνατότητα σύνδεσης - πρόσβασης που έχει πλέον αποκτήσει το διαδίκτυο, επιτρέπουν την επικοινωνία και διάδραση χωρίς χωρική δέσμευση. Τα παραπάνω σε συνδυασμό με τη δυνατότητα να γνωρίζει κανείς συνεχώς πού βρίσκεται, δημιουργούν μια ιδιαίτερη σχέση του χρήστη με το φυσικό του περιβάλλον. Ο σύγχρονος flâneur κινείται στον φυσικό κόσμο και αξιοποιεί κάποιες ψηφιακές δυνατότητες και εργαλεία που τον βοηθούν σε αυτή την περιπλάνηση. Ουσιαστικά αλλάζει η εμπειρία στον χώρο, καθώς και ο τρόπος αλληλεπίδρασης με τους ανθρώπους. Επομένως, δημιουργείται μια νέα συνθήκη, που δημιουργεί ευνοϊκές συνθήκες για περιπλάνηση. Τα φορητά μέσα που οι άνθρωποι φέρουν συνεχώς μαζί τους έχουν γίνει προεκτάσεις του ανθρώπινου σώματος, με αφορμή τη διατύπωση της θέσης του Marshall McLuhan. Ήδη από την δεκαετία του ‘70, ο ‘προφήτης των ηλεκτρονικών μέσων’ McLuhan (1911-1980)13 διατύπωσε την άποψη ότι “Κάθε εφεύρεση ή τεχνολογία είναι προέκταση ή αυτοακρωτηριασμός του φυσικού σώματός μας”. [McLuhan, 1964] Πιο αναλυτικά, θεωρούσε ότι τα σύγχρονά του ηλεκτρονικά μέσα είναι προεκτάσεις του ανθρώπινου σώματος (ενός μέλους, μιας αίσθησης ή μιας ικανότητας) – για παράδειγμα, η φωτογραφική ή
Marshall McLuhan έχει χαρακτηριστεί ως ‘προφήτης των ηλεκτρονικών μέσων’ καθώς διατύπωσε επαναστατικές θεωρίες για την εξέλιξη τους και προφήτευσε την κυριαρχία τους. Εισήγαγε την έννοια του ‘οικουμενικού χωριού’ και προοικονόμησε την παγκοσμιοποίηση των μέσων που οδηγεί στην παγκοσμιοποίηση της συνείδησης. 13
64
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
κινηματογραφική μηχανή είναι προέκταση του ματιού, το ραδιόφωνο προέκταση του αυτιού. Οι φορητές συσκευές με την συνεχή σύνδεση τους στο διαδίκτυο επεκτείνουν την εμβέλεια των αισθήσεων. “Όχι μόνο αλλάζουν την αντίληψη του περιπατητή σχετικά με το σώμα του, αλλά και σχετικά με τη θέση του στον κόσμο. Φορητές κάμερες, κινητές οθόνες, συσκευές εγγραφής ήχου, συσκευές αναπαραγωγής μουσικής, κινητά τηλέφωνα και αισθητήρες που βασίζονται στην τοποθεσία είναι μερικά παραδείγματα, μεταξύ άλλων.” [Ψαρράς, 2015] Προεκτείνοντας τις αισθήσεις, τις μετασχηματίζουν, μεταβάλλοντας τη σχέση του υποκειμένου με τον χώρο και επηρεάζουν την αλληλεπίδρασή του με τον κόσμο. Καθορίζουν επίσης και την αντίληψη του χώρου που τον περιβάλλει. Η αντίληψη, λοιπόν, του περιβάλλοντος κατά τη διάρκεια της περιπλάνησης επεκτείνεται χάρη στα νέα μέσα που γίνονται διαμεσολαβητές της πληροφορίας του περιβάλλοντος. Το διαδίκτυο έχει εισβάλει σε κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα με αποτέλεσμα να βρισκόμαστε διαρκώς σε δύο διαφορετικά επίπεδα λειτουργίας- επικοινωνίας. Με τα smartphones και τα tablets πλοηγούμαστε στο διαδίκτυο ενώ παράλληλα περπατάμε στον φυσικό κόσμο. Όπως αναφέρει ο Mitchell “Εισερχόμαστε σε μια εποχή σωμάτων που έχουν προεκταθεί ηλεκτρονικά και ζουν στα σημεία τομής των φυσικών και εικονικών κόσμων.” [Mitchell, 1996] Η θέση αυτή συνεχίζει να ισχύει σήμερα σε μεγαλύτερο βαθμό και οι δύο αυτοί κόσμοι μπλέκονται συχνά και γίνονται πιο δυσδιάκριτα τα όρια διαχωρισμού τους.
65
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
Τα smartphones και τα tablets με τη δυνατότητα συνεχούς σύνδεσης στο Διαδίκτυο δημιουργούν μία νέα σχέση των χρηστών τους με τον φυσικό κόσμο. Συγκεκριμένα, μεταμορφώνουν την εμπειρία τους στο χώρο, καθώς απομακρυσμένα περιβάλλοντα έρχονται σε επαφή με το παρόν περιβάλλον του εκάστωτε χρήστη. Ο σύγχρονος flâneur ψάχνει τρόπο να λειτουργήσει στην νέα αυτή συνθήκη. Κατά τη διάρκεια της περιπλάνησής του συνεχίζει να επιζητά τον προσανατολισμό των αισθήσεών του σε σημεία ενδιαφέροντος. Το ερώτημα που προκύπτει είναι ποια θα πρέπει να είναι η στάση του απέναντι σε αυτή την υπερπληθώρα πληροφορίας και ερεθισμάτων στα οποία έχει άμεση πρόσβαση ανά πάσα στιγμή. Ένα ακόμη ερώτημα είναι με ποιο κριτήριο επιλέγει σε ποιον από τους δύο κόσμους είναι επικεντρωμένος κάθε φορά. Απαιτείται, λοιπόν, περισσότερο από κάθε άλλη εποχή η έντονα κριτική στάση και προσοχή απέναντι στα ερεθίσματα που δέχεται. Οφείλει να μετατραπεί από απλό παθητικό παρατηρητή και δέκτη πληροφοριών σε ενεργητικό υποκείμενο που αξιολογεί τα δεδομένα και πράττει ανάλογα. Σε αυτή την κατεύθυνση κινούνται πολλοί δημιουργοί εφαρμογών για smartphones που προσπαθούν να δώσουν κίνητρα στους ανθρώπους, ώστε να περιπλανηθούν στην πόλη. Έχουν δημιουργηθεί εφαρμογές και παιχνίδια που αξιοποιούν τις δυνατότητες οι οποίες προσφέρονται από τις νέες τεχνολογίες οδηγώντας σε νέες εμπειρίες κατά τη διάρκεια της περιπλάνησης.
66
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
Παρακάτω αναφέρονται δύο ενδεικτικά παραδείγματα τέτοιων εφαρμογών _Η Dérive app είναι μια εφαρμογή αστεακής περιπλάνησης για κινητά τηλέφωνα επηρεασμένη από την ιδέα των Καταστασιακών σχετικά με την εμπειρία του αστικού χώρου. Η εφαρμογή παρέχει στον χρήστη μια κάρτα με οδηγίες η οποία αλλάζει κάθε τρία λεπτά και έτσι αλλάζει η πορεία του ταξιδιού του μέσα στην πόλη. Στόχος είναι να δημιουργηθεί μια νέα αστεακή εμπειρία για τον χρήστη προβάλλοντας τις προσωπικές του απόψεις στην εξερεύνηση της πόλης. Οι Καταστασιακοί, όπως έχει αναφερθεί, χρησιμοποίησαν το dérive για να κατανοήσουν την σύγχρονη πόλη και να αποκτήσουν μια νέα εμπειρία μέσα στο αστικό περιβάλλον. Η εφαρμογή βασισμένη στην ίδια ιδέα έρχεται να δώσει νέο νόημα σε μια καθημερινή διαδρομή, αλλά και να αναλάβει εκ νέου τη σκέψη του πολεοδομικού σχεδιασμού στις σύγχρονες πόλεις. Η εφαρμογή έχει δημιουργηθεί σαν μέσο επαναπροβληματισμού πάνω στον αστεακό σχεδιασμό στις σύγχρονες πόλεις και στόχο έχει να εισάγει το ‘μικρόβιο της περιπλάνησης’ στους συμμετέχοντες. Με άλλα λόγια, να δοθεί κίνητρο σε αυτούς ώστε να πραγματοποιούν πιο συχνά περιπλανήσεις στην πόλη.
Dérive app μια εφαρμογή για κινητά τηλέφωνα επηρεασμένη από τις ιδέες των Καταστασιακών 67
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
Dérive app μια εφαρμογή για την περιπλάνηση στην πόλη
Η Dérive app έχει κατασκευαστεί ως ένα έργο ανοικτού πηγαίου κώδικα (open source project), στο οποίο μπορούν να προστεθούν στοιχεία από το κοινό και θα αλλάξει με την πάροδο του χρόνου. Πιο συγκεκριμένα, ο χρήστης έχει την δυνατότητα να προσθέσει τη δικιά του πόλη, ή να δημιουργήσει νέες dérive με το δικό του σύνολο οδηγιών. Οι χρήστες, δηλαδή, συνδιαμορφώνουν την εφαρμογή προσδίδοντας σε αυτήν ως ένα βαθμό το στοιχείο του μη συγκεκριμένου, που χαρακτήριζε και τις περιπλανήσεις των Καταστασιακών.
68
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
_Η εφαρμογή ‘Catch the sheep’ (‘Πιασε το προβατο’) συνδυάζει τον φυσικό με τον ψηφιακό χώρο ενώ παράλληλα παρακινεί τους χρήστες να περιπλανηθούν μέσα στην πόλη. Έχει δημιουργηθεί στην Ρουμανία το 2011 στα πλαίσια του διεθνούς φεστιβάλ ταινιών animation ‘Anim’est’ και ανανεώνεται κάθε χρόνο. Η εφαρμογή καλεί τους χρήστες χρησιμοποιώντας το κινητό τους τηλέφωνο, καθώς η οθόνη μετατρέπεται σε ένα είδος ραντάρ, να αναζητήσουν 80 πρόβατα (το σύμβολο του φεστιβάλ) που είναι διασκορπισμένα μέσα στην πόλη του Βουκουρεστίου και να κερδίσουν δωρεάν εισιτήρια για το φεστιβάλ και διαφημιστικά μπλουζάκια. Μέσω της εφαρμογής οι χρήστες ανακαλύπτουν την πόλη με νέο τρόπο ενώ παράλληλα διασκεδάζουν.
‘Catch the sheep’ : μια εφαρμογή που καλεί τους ανθρώπους να περιπλανηθούν στην πόλη παίζοντας
69
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
Η νέα συνθήκη πέρα από τη δυνατότητα περιπλάνησης με νέα δεδομένα, προσφέρει και τη δυνατότητα αποτύπωσης της υποκειμενικής ερμηνείας της περιπλάνησης στην πόλη. Η βασική διαφορά που προκύπτει με τη χρήση των ψηφιακών μέσων είναι η ευκολία να μεταβιβαστεί το προσωπικό αποτέλεσμά της σε άλλους χρήστες. Η ερμηνεία του κάθε χρήστη για την πόλη, δημιουργεί ουσιαστικά διαφορετικούς τρόπους γνωριμίας με την πόλη. Και γνωρίζοντας πως η χαρτογράφηση αποτελεί ένα εργαλείο που συντελεί στη γνωριμία με τον αστικό χώρο, μπορούμε να πούμε πως ο κάθε χρήστης μπορεί να δημιουργήσει το δικό του προσωπικό χάρτη για αυτόν. Αναφορικά με την εξέλιξη της χαρτογράφησης, καθ’ όλη τη διάρκεια της ιστορίας των πόλεων οι χάρτες λειτουργούν ως εργαλεία εκτίμησης της υφιστάμενης κατάστασης των πόλεων. “Στο Μεσαίωνα, οι περισσότεροι χάρτες απεικονίζουν την πόλη με τα βασικότερα μνημεία της. Στο 17ο και στο 18ο αιώνα, σχετίζονταν με αναπαραστάσεις της γεωμετρίας των πόλεων και στην ορθολογική εξήγηση του ιστού της πόλης, χρησιμοποιώντας περίπλοκες τεχνικές. Στο 19ο αιώνα, οι χάρτες μετέφεραν τις νέες τεχνολογικές διαστάσεις της πόλης ως εδαφικά δίκτυα.” [Picon, 2008] Η εξέλιξη της χαρτογράφησης είχε φτάσει στον 20ο αιώνα σε τέτοιο επίπεδο που ο χάρτης κατέληγε να αναπαριστά με πλήρη λεπτομέρεια το φυσικό χώρο. Σε αυτό, συνέβαλε καθοριστικά η εξέλιξη της επιστήμης που παρείχε νέες μεθόδους και εργαλεία, ώστε να επιτευχθεί μία αντικειμενική αναπαράσταση και στη συνέχεια κατανόηση και καταγραφή του φυσικού χώρου. Χάρη στους δορυφόρους και τα συστήματα εντοπισμού έχει εξερευνηθεί και χαρτογραφηθεί κάθε σημείο του κόσμου. Οι χρήστες των χαρτών, επομένως, έχοντας άμεση πρόσβαση στα δεδομένα της χαρτογράφησης, έχουν και πλήρη εποπτεία του κόσμου που τους περιβάλλει. Η αναπαράσταση με ψηφιακά μέσα του φυσικού και του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος, βρίσκει εφαρμογή σε εικονικά ψηφιακά περιβάλλοντα και υπηρεσίες, όπως το Google earth, Bing maps. Οι εφαρμογές προσφέρουν μια πιστή αναπαράσταση
70
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
της πραγματικότητας και ένα νέο πλαίσιο περιήγησης για τους χρήστες, συμβάλλοντας παράλληλα σε μια a priori γνωριμία με τον φυσικό κόσμο, ή πιο συγκεκριμένα με την αναπαράσταση του. Οι ψηφιακοί χάρτες είναι διαθέσιμοι μέσω διαδικτύου και σε φορητές συσκευές παρέχοντας ένα χρήσιμο εργαλείο που διευκολύνει τους χρήστες. Οι ψηφιακές βόλτες (virtual tours) σε ψηφιακές πόλεις που είναι αντίγραφα πραγματικών πόλεων, δημιουργούν μία πρώτη σχέση επαφής του ατόμου με την πόλη. Ακολούθως το GPS (παγκόσμιο σύστημα προσδιορισμού θέσης) χρησιμοποιείται για τον ακριβή προσδιορισμό της γεωγραφικής θέσης του χρήστη και την καθοδήγηση του χρήστη στον φυσικό χώρο της πόλης. Τη δυνατότητα προσδιορισμού γεωγραφικής θέσης αξιοποιούν και πολλές εφαρμογές διαθέσιμες σε smartphones και tablets. Ένα παράδειγμα τέτοιας εφαρμογής αποτελεί το ‘Swarm’14 που προεκτείνει αυτή τη δυνατότητα και χρησιμοποιείται για την πραγματοποίηση δήλωσης τοποθεσίας (ckeck in) από τους χρήστες. Κάθε χρήστης διαθέτει το δικό του προφίλ και μέσω της εφαρμογής μπορεί να δηλώνει την τοποθεσία που βρίσκεται αλλά και να παρακολουθεί την δραστηριότητα των ‘φίλων’ του βλέποντας που βρίσκονται. Πέρα από τις εφαρμογές και η τέχνη συνεχίζει να αντλεί έμπνευση από την εξέλιξη των ψηφιακών μέσων. Παράδειγμα αποτελούν οι καλλιτέχνες των Locative Media.
14
https://www.swarmapp.com/
71
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
_ Τα Locative Media15, όρος που δόθηκε πρώτη φορά ως τίτλος σε workshop από τον Karlis Kalmins το 2003, καλύπτουν ένα εύρος καλλιτεχνικών πρακτικών και προσεγγίσεων, συνδεδεμένων με τεχνολογίες όπως βίντεο, ήχος, κείμενο, GPS, πρόσβαση στο διαδίκτυο, κινητά τηλέφωνα και υπολογιστές, και επιχειρούν μια αποτύπωση της εμπειρίας της περιπλάνησης στη σύγχρονη πόλη, μια νέα χαρτογράφηση της. Στην προσπάθειά τους αυτή κάνουν μια ανάγνωση και ερμηνεία του αστεακού τοπίου και την αποτυπώνουν. Ο καλλιτέχνης Jeremy Wood16 δημιουργεί μια νέα προσέγγιση του τοπίου της πόλης καθώς αξιοποιεί δεδομένα από GPS και δημιουργεί ‘καλλιτεχνικούς’ χάρτες. Το έργο του My Ghost είναι ένας χάρτης του Λονδίνου στον οποίο σημειώνεται η πορεία του καλλιτέχνη στην πόλη από το 2000-2009. Πιο συγκεκριμένα, κατέγραψε πληροφορίες μέσω ενός GPS για όλες τις μετακινήσεις που πραγματοποίησε σε εκείνο το διάστημα στην πόλη με στόχο να δημιουργήσει μια προσωπική χαρτογραφία17.
‘My Ghost’, έργο του Jeremy Wood. Μια προσωπική χαρτογραφία με χρήση GPS http://locative.x-i.net/ Αμερικανός καλλιτέχνης και δημιουργός χαρτών (γεν. 1976) 17 http://www.jeremywood.net/my-ghost.html 15 16
72
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
Η καλλιτέχνης Esther Polak18 πειραματίζεται με τη χρήση του GPS για να δημιουργήσει τη δική της προσέγγιση για το αστικό τοπίο. Στο έργο της ‘Amsterdam RealTime’ καλεί τους κατοίκους του Άμστερνταμ να προμηθευθούν το παραπάνω ψηφιακό μέσο και να περιπλανηθούν στην πόλη. Η καλλιτέχνης, για ένα διάστημα περίπου δύο μηνών, καταγράφει τις περιπλανήσεις κάθε κατοίκου, καθώς συνδέεται με το GPS του, και καταλήγει στο συμπέρασμα πως η πόλη έχει ξεχωριστή σημασία για κάθε ένα κάτοικό της. Η μοναδικότητα του προσωπικού χάρτη κάθε κατοίκου τονίζει τη σημασία του αστικού τοπίου στη ζωή του καθενός.
‘Amsterdam RealTime’ έργο της Esther Polak. Ενδεικτική χαρτογράφηση της περιπλάνησης ενός συμμετέχοντα Ολλανδή καλλιτέχνης που ασχολείται με τη χρήση των Νέων Μέσων στην τέχνη (γεν. 1962) 18
73
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
O Antoine Picon υποστηρίζει πως σήμερα συναντάμε δύο είδη χαρτογράφησης, τους χάρτες παγκόσμιας αντίληψης και τους χάρτες που αποτυπώνουν την ατομική εμπειρία στην πόλη. [Picon, 2008] Θα μπορούσαμε να πούμε πως το πρώτο είδος χαρτών έχει αντικειμενικό χαρακτήρα και καλύπτει κάθε φορά ένα συγκεκριμένο πεδίο, για παράδειγμα ένας χάρτης κυκλοφορίας σε μια πόλη, όπου το άτομο λειτουργεί σαν εξωτερικός παρατηρητής. Ωστόσο, δεν μπορούν να αποτυπώσουν παρά μόνο μια στατική εκδοχή της πόλης. “Είναι, επαρκής ο συγκεκριμένος τρόπος αναπαράστασης για την κατανόηση της σύγχρονης πόλης; Στο σύγχρονο αστικό τοπίο, τα γεγονότα αποκτούν μεγαλύτερη σημασία από τα κτίρια, ο χρόνος αποτελεί σημαντικότερη παράμετρο από τον χώρο και τα δίκτυα κυριαρχούν των μεμονωμένων αντικειμένων. [...] Οι κυρίαρχες συμβάσεις χαρτογράφησης δείχνουν αδύναμες να αποτυπώσουν τα νέα χαρακτηριστικά των πόλεων και να συμβάλουν στην αντιμετώπιση των αδιεξόδων τους.” [Δραγώνας, 2010] Μια διέξοδο στο πρόβλημα αυτό έρχεται να δώσει η δεύτερη κατηγορία χαρτών, δηλαδή οι χάρτες που αποτυπώνουν προσωπικές εμπειρίες και κάθε ένας κάτοικος πόλης είναι σε θέση να δημιουργήσει. Ο περιπλανητής της πόλης που διέπεται από την εσωτερική του ανάγκη για την εξωτερίκευση της εμπειρίας του και τη διάδοσή της θα μπορούσαμε να πούμε πως είναι ο flâneur της σύγχρονης εποχής που αναζητούμε. Ο σύγχρονος flâneur έρχεται για να παρουσιάσει τη χωρική πραγματικότητα της πόλης, όπως τη βιώνει αυτός, με το δικό του τρόπο, αξιοποιώντας τις δυνατότητες των ψηφιακών μέσων και διαδίδοντας τους προσωπικούς/ υποκειμενικούς του χάρτες. Η αποτύπωση του βιώματος του και η παρουσίαση της προσωπικής του αφηγηματικής αναπαράστασης της πόλης μέσω των ψηφιακών μέσων, με χαρακτηριστικό την μεγάλη ταχύτητα και ευκολία στη διάδοση, αποτελεί την ειδοποιό διαφορά του σύγχρονου flâneur από τον flâneur που συναντούσαμε τα προηγούμενα χρόνια.
74
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
75
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Η έρευνα που έγινε σχετικά με την περιπλάνηση στην πόλη από τον 19ο αιώνα έως σήμερα οδηγεί στο συμπέρασμα πως ο flâneur είναι μια ιδέα, μια φιγούρα που ενσαρκώνει σε κάθε περίπτωση τον περιπλανητή στην πόλη. Ο flâneur όντας δημιούργημα της πόλης αλλάζει μαζί με αυτήν και προσαρμόζεται στα δεδομένα που συνεχώς μεταβάλλονται. Θα μπορούσαμε να πούμε πως αντικατοπτρίζει τη φυσιογνωμία της πόλης της εποχής του. Η ιδέα ξεκίνησε από τον Baudelaire ως ένα μέσο για να εξερευνήσει την πόλη του Παρισιού του 19ου αιώνα που άλλαζε. Ο flâneur διακρινόμενος από την περιέργεια του να ανακαλύψει την πόλη του Παρισιού που μετασχηματιζόταν, περιπλανιόταν στους δρόμους και ιδιαίτερα στις στοές της. Το ετερογενές πλήθος της πόλης σε συνδυασμό με το πλήθος δραστηριοτήτων δημιουργούσαν ερεθίσματα σε αυτόν τον νέο περιπλανητή. Μοναδικός του στόχος ήταν να ικανοποιήσει την επιθυμία του να γνωρίσει τα νέα δεδομένα της πόλης. Στη συνέχεια, έχοντας αναζητήσει τον flâneur σε δύο διαφορετικές εκδοχές της πόλης, αυτές των Henri Lefèbvre και Kevin Lynch εντοπίζουμε πως συνεχίζει να υπάρχει όμως καλείται να αντλήσει διαφορετικά ερεθίσματα από αυτήν. Αυτό συμβαίνει γιατί στην περίπτωση της πόλης του Lefèbvre ο πλάνητας έρχεται αντιμέτωπος με την ανάγνωση των σχέσεων που εμπεριέχει η πόλη. Στην περίπτωση της πόλης του Lynch καλείται να κατανοήσει τις χωρικές σχέσεις που αναπτύσσονται μεταξύ των στοιχείων της πόλης που ορίζει. Προχωρώντας, η έρευνα μας οδήγησε στους Καταστασιακούς, που έδρασαν στη δυτική πόλη στα μέσα του 20ου αιώνα. Η ομάδα αυτή, με ηγετική φυσιογνωμία των Guy Debord, εισήγαγε την έννοια του dérive, μιας μεθόδου απρογραμμάτιστης περιπλάνησης που στόχο είχε όχι μόνο την άντληση ερεθισμάτων από την πόλη αλλά και την αποτύπωση των εμπειριών της περιπλάνησης σε ένα είδος χαρτών, τους γνωστούς ως ψυχογεωγραφικούς χάρτες.
78
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Στη σύγχρονη εποχή παρατηρούμε πως η περιπλάνηση έχει διαφοροποιηθεί σε σχέση με τις προηγούμενες χρονικές περιόδους, και αυτό γιατί προστέθηκε ο παράγοντας του διαδικτύου και των ψηφιακών μέσων γενικότερα. Αυτό μας οδήγησε σε μια προσπάθεια αναζήτησης του flâneur στο ψηφιακό χώρο. Καταλήξαμε στο συμπέρασμα πως αυτό το νέο είδος χώρου δεν μπορεί να ικανοποιήσει πλήρως τις ανάγκες του περιπλανητή για πολυαισθητηριακές εμπειρίες. Κατά συνέπεια, η ψηφιακή περιπλάνηση δεν μπορεί να αντικαταστήσει την περιπλάνηση στο φυσικό χώρο. Βέβαια η σχέση του περιπλανητή με το φυσικό χώρο έχει αλλάξει με την χρήση των φορητών μέσων και τη συνεχή σύνδεση στο διαδίκτυο. Ως αποτέλεσμα η περιπλάνηση στην πόλη αποκτά ένα νέο χαρακτήρα. Ο κάτοικος της πόλης διαθέτει ψηφιακά μέσα από τα οποία προσλαμβάνει πληθώρα πληροφοριών, που τον οδηγούν σε μια νέα γνωριμία με την πόλη. Περιπλανάται σε αυτήν έχοντας την δυνατότητα να χρησιμοποιήσει τα μέσα, τα οποία φέρνουν σε διαρκή αλληλεπίδραση το φυσικό και τον ψηφιακό χώρο. Ο περιπλανητής στις νέες συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί έχει τη δυνατότητα να αποτυπώσει την υποκειμενική του εμπειρία από την περιπλάνηση στην πόλη με τη χρήση των ψηφιακών μέσων και να την διαδώσει με μεγάλη ευκολία και ταχύτητα. Το γεγονός ότι στα ψηφιακά μέσα έχει πρόσβαση μεγάλη μερίδα ανθρώπων, έχει οδηγήσει στη διεύρυνση της κλίμακας μετάδοσης του αποτελέσματος της νέας χαρτογράφησης. Ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι καλούνται να περιπλανηθούν και να αποτυπώσουν τα βιώματά τους.
79
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Η διαχρονικότητα της φιγούρας του flâneur ερμηνεύεται ως επακόλουθο της διαχρονικής επιθυμίας για περιπλάνηση στην πόλη. Η περιήγηση του flâneur της εκάστοτε εποχής στο αστεακό τοπίο έρχεται, λοιπόν, να ικανοποιήσει την αστείρευτη επιθυμία του ανθρώπου να εξερευνήσει τον κόσμο που τον περιβάλλει. Η φιγούρα του flâneur αναβιώνει στη σύγχρονη πραγματικότητα. Ο σύγχρονος αστεακός χώρος επαναδημιουργείται και παρουσιάζει εκ νέου ενδιαφέρον για εξερεύνηση. Οι νέες τεχνολογίες μπορούν να λειτουργήσουν επικουρικά προκειμένου να προσφέρουν νέες πολυαισθητηριακές εμπειρίες στο πλαίσιο των σύγχρονων πόλεων. Τέλος, το βασικότερο στοιχείο για να επιτευχθεί η περιπλάνηση στη σύγχρονη πόλη είναι η διάθεση του κατοίκου της να την ανακαλύψει και να προχωρήσει σε μια υποκειμενική μετάφρασή της καθορισμένη από τον ίδιο. Σήμερα περισσότερο από κάθε άλλη φορά, η ανάγκη του flâneur για ικανοποίηση της περιέργειάς του είναι εφικτή χάρη στις ευκολίες που προσφέρουν τα ψηφιακά μέσα. Η νέα ανάγκη που προκύπτει, αλλά και το ζητούμενο της νέας περιπλάνησης, είναι ο περιπλανητής να ξεφύγει από την εποπτεία και να περάσει στο στάδιο της ‘εμβύθισης’ στο χώρο της πόλης. Ο σύγχρονος περιπλανητής οφείλει να αφήσει πίσω του τους αναγνωρίσιμους χώρους και τις οικείες μνήμες του από την πόλη, και να αντικρύσει το χώρο και τη ζωή σε αυτόν από νέα οπτική γωνία, ίσως σα να είχε τα μάτια ενός μικρού παιδιού.
80
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
81
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΠΗΓΕΣ
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΠΗΓΕΣ
Ξένη Βιβλιογραφία •Baudelaire C., The painter of modern life (1863), μτφ. Jonathan Mayne, London: Phaidon Press (1964) •Baudelaire C., Η μελαγχολία του Παρισιού (1869), μτφ. Χοροσκέλης Δημήτρης, Θεσσαλονίκη: εκδ. Θεσσαλονίκης (2007) •Benjamin W., The Arcades Project (1927-1940), United States of America: The Belknap Press of Harvard University Press (1999) •Benjamin W., Σαρλ Μπωντλαίρ - Ένας λυρικός στην ακμή του καπιταλισμού (1906), μτφ. Γιώργος Γκουζούλης, Αθήνα: Αλεξάνδρεια (1994) •Benjamin W., Μονόδρομος (1928), μτφ. Ανδρικοπούλου Νέλλη, Αθήνα: Άγρα (2006) •Bookchin Μ., Τα όρια της πόλης (1973), μτφ. Γκλαρνετάτζης Γιάννης, Αθήνα: Παρατηρητής (1996) •Debord G., Η κοινωνία του θεάματος (1967), μτφ. Τσαχαγέας Παναγιώτης- Δημήτρης, Αθήνα: Ελεύθερος Τύπος (1986) •Harvey D., Paris, Capital of Modernity, New York: Routledge (2003) •Hollevoet C., Wandering in the City: Flânerie to Derive and After: The Cognitive Mapping of Urban Space, New York (1992) •Kaprow A., Essays on the Blurring of Art and Life, California: University of California Press (1993) •Kerouac J., Στο δρόμο (1957), μτφ. Λαλιώτης Μιχάλης,
84
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΠΗΓΕΣ
Αθήνα: Πλέθρον (2015) •Lefèbvre H., The Production of Space (1974), μτφ. D. Nicholson-Smith. Oxford: Blackwell (1991) •Lynch Κ., The Image of the City, United States of America: The M.I.T. Press (1960) •McLuhan M., Μedia: Οι προεκτάσεις του ανθρώπου (1964), μτφ. Μάνδρος Σπύρος, Αθήνα : Κάλβος, (1990) •Mitchell W.J., City of Bits, United States of America: The M.I.T. Press (1996) •O’Rourke K., Walking and Mapping, Artists as Cartographers, United States of America: The MIT Press (2013) •Sadler S., The Situationist City, United States of America: The MIT Press (1999) •Solnit R., A field guide to getting lost, London: Penguin Books (2006) •White E., The Flaneur - A stroll through the paradoxes of Paris, London: Bloomsbury (2015)
Ελληνική Βιβλιογραφία •Μπαμπασάκης Γ.Ι., Guy Debord (1931- 1994), Αθήνα: Printa (2001) •Ροζάνης Σ., Εκδοχές της πόλης - Simmel-Benjamin-Cacciari-Adorno, Αθήνα: Εξάρχεια (2013) •Σταυρίδης Σ., Από την πόλη οθόνη στην πόλη σκηνή, Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα (2009)
85
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΠΗΓΕΣ
Άρθρα •Apostol I., Antoniadis P. and Banerjee T., Flânerie between Net and Place: Promises and Possibilities for Participation in Planning Flânerie, Journal of Planning Education and Research (2012) •Goldate S., The ‘Cyberflâneur’ -Spaces and Places on the Internet //Part II, (1998) •Hartmann M., Technologies and Utopias: The Cyberflaneur and the Experience of ‘Being Online’, University of Westminster (2004) •Harvey D., The Right to the City (2008) •Manovich L., The poetics of augmented space, University of California, San Diego (2006) •Picon A., Toward a City of Events - Digital Media and Urbanity, New Geographies -Τόμος 0, Unites States of America: Puritan Press (2008) •De Souza e Silva A.S., From Cyber to Hybrid - Mobile Technologies as Interfaces of Hybrid Spaces, North Carolina State University: Sage publications (2006) •Simmel, G., The metropolis and mental life (1903) •Δραγώνας Π., Χάρτες διαφυγής, Κοντέινερ (2010) •Λυκογιάννη Ρ. (2009), Ένας απολογισμός για το έργο του Lefebvre (2009) •Σταυρίδης Σ., Α. Λεφέβρ: Η απελευθερωτική προοπτική της πόλης- έργο (κείμενο εισαγωγής στο βιβλίο ‘Δικαίωμα στην πόλη’ του Α.Λεφέβρ, Αθήνα: Κουκίδα) (2007)
86
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΠΗΓΕΣ
Διδακτορικές διατριβές •Ψαρράς Β. Emotive Terrains - Exploring the emotional geographies of city through walking as art, senses and embodied technologies (διδακτορική διατριβή), Goldsmiths University of London, 2015
Ηλεκτρονική βιβλιογραφία •http://www.theatlantic.com/technology/archive/2012/02/ the-life-of-the-cyberfl-neur/252687/ •http://www.nytimes.com/2012/02/05/opinion/sunday/ the-death-of-the-cyberflâneur .html?_r=1 •http://therumpus.net/2012/07/the-walk-by-robert-walser/ •https://hybridflâneur .wordpress.com/2015/04/29/on-cities-we-are-multiplicities/ •https://books.google.gr/books?id=HNtRl28x79oC&pg=PA103&lpg=PA103&dq=Cyberfl%C3%A2neur&source=bl&ots=o1WtrpGt10&sig=GP1P0o7N2fwgJk-zlAv2wjlZX2o&hl=en&sa=X&ei=eTEXVamyL4LPaNrKgNAF&ved=0CDwQ6AEwBQ#v=onepage&q=Cyberfl%C3%A2neur&f=false •http://thefrailestthing.com/2012/02/10/flânerie-and-thederive-online-and-off/ •http://constructingotherness.blogspot.gr/2009/02/h.html •http://www.triple-c.at/index.php/tripleC/article/ view/500/639 •http://issuu.com/angelikispiliotopoulou/docs/astiko_
87
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΠΗΓΕΣ
topio_kinisi_antilipsi_xartografisi •http://www.danagoldstein.com/2012/02/on-flânerie-andfacebook.html •http://www.ceramicstoday.com/articles/050498.htm •http://www.ceramicstoday.com/articles/051998.htm •http://ses.library.usyd.edu.au/bitstream/2123/9647/1/forgetflâneur .pdf •http://psychogeographicreview.com/baudelaire-benjamin-and-the-birth-of-the-flâneur / •http://deriveapp.com/s/v2/
88
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΠΗΓΕΣ
Πηγές φωτογραφιών - εικόνων σελίδα 3: http://cdn.citylab.com/media/img/citylab/legacy/2013/04/30/RTXZ0T7.jpg σελίδα13: Mauricio F. Corridan, August 2015 http://mauriciofcorridan.com/portfolio/new-york-15/ σελίδα 17, πάνω: http://stewzanneparis.blogspot. gr/2010_07_01_archive.html σελίδα 17, κάτω: https://upload.wikimedia.org/wikipedia/ commons/6/67/Paris_-_Le_boulevard_de_la_Madeleine,_1870-1899.jpg σελίδα 19: https://upload.wikimedia.org/wikipedia/commons/a/a8/F%C3%A9lix_Nadar_1820-1910_portraits_ Charles_Baudelaire_2.jpg σελίδα 20: https://en.wikipedia.org/wiki/Fl%C3%A2neur σελίδα 21: Benjamin W., The Arcades Project (1927-1940), United States of America: The Belknap Press of Harvard University Press (1999) σελίδα 22: http://c300221.r21.cf1.rackcdn.com/gustavecaillebotte-paris-street-rainy-day-1877-1344894644_b.jpg σελίδα 25, πάνω: https://procrastinationoxford.files.wordpress.com/2014/05/flaneur-2-7-may-2014-17-20.jpg
89
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΠΗΓΕΣ
σελίδα 25, μέση: http://susanayelvira.com/blog/wp-content/uploads/2012/05/flaneur-imagem2.jpg σελίδα 27, αριστερά: http://pre01.deviantart.net/fbad/ th/pre/i/2013/008/d/0/passage_vero_dodat_by_bracketting94-d5qx2pl.jpg σελίδα 27, δεξιά: https://upload.wikimedia.org/wikipedia/ commons/e/e1/Paris_-_Passage_des_Princes_02.jpg σελίδα 29: http://www.mmediene.com/article-11669163. html σελίδα 31,πάνω: http://www.nga.gov/content/ngaweb/features/slideshows/marville-paris.html#slide_15 σελίδα 31, κάτω: https://victorianparis.files.wordpress. com/2011/09/les-halles.jpg σελίδες 41,42,43: Lynch Κ., The Image of the City, United States of America: The M.I.T. Press (1960) σελίδα 45, αριστερά: http://www.housmans.com/images/ Situationist%20International.jpg σελίδα 45, δεξιά: http://s3.amazonaws.com/data.tumblr. com/tumblr_le5rp1linv1qzn0deo1_1280.jpg σελίδα 47: http://1995-2015.undo.net/it/mostra/185471 σελίδα 48: http://images.paperbackswap.com/ xl/54/8154/9788489698154.jpg σελίδα 49: http://www.cvltnation.com/wp-content/uploads/2013/05/RSG6-piger.jpg σελίδα 50: http://img.scoop.it/TImbrcn9XCL7Dr2FbkiNJ-
90
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΠΗΓΕΣ
Dl72eJkfbmt4t8yenImKBVvK0kTmF0xjctABnaLJIm9 σελίδα 52: http://rpi-cloudreassembly.transvercity.net/ wp-content/uploads/2012/09/original-nakedcity.jpg σελίδα 55, πάνω: http://flâneur society.org/1.php σελίδα 55, κάτω: https://transmediale.de/content/walk σελίδες 67,68: http://deriveapp.com/s/v2/ σελίδα 69: http://www.animest.ro/bucharest-wanderingsheep-your-anim-est-free-pass.aspx σελίδα 72: http://www.jeremywood.net/work/my-ghost/ my-ghost.jpg σελίδα 73: http://www.frieze.com/uploads/images/general/3000-CMYK.jpg σελίδα 75: http://studyinuk.universiablogs.net/files/image0017-584x234.jpg σελίδα 81: Henri Catier-Bresson, New York City, USA, 1947 http://41.media.tumblr.com/2f4d8f5a86b0ef8f9c84a3c75f378ced/tumblr_mxoykazI3j1qfcql1o1_1280.jpg
91