Δεσμοί Αρχιτεκτονικής και Τόπου
Δεσμοί Αρχιτεκτονικής και Τόπου Μαρία Παπαχριστοδούλου
Επιβλέποντες Κυριακή Τσουκαλά Claudio Conenna
Η παρούσα ερευνητική εργασία διπλώματος εκπονήθηκε, στο τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, κατά το Ακαδημαϊκό έτος 2013-2014, υπό την επίβλεψη των καθηγητών Κυριακής Τσουκαλά και Claudio Conenna.
Α.Π.Θ. | Πολυτεχνική Σχολή | Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Σεπτέμβριος 2014
Εικόνα εξωφύλλου: Steilneset Memorial, Peter Zumthor, Luis Bourgeois (φωτογραφία της Ellen Ane Eggen)
ευχαριστίες Ευχαριστώ θερμά τους επιβλέποντες καθηγητές κα. Κυριακή Τσουκαλά και κ. Claudio Conenna, για τις συζητήσεις και τα καίρια σχόλια τους, σε όλη τη διάρκεια της μελέτης. Η συμβολή τους ήταν καθοριστική για την ολοκλήρωση αυτής της εργασίας.
περιεχόμενα εισαγωγή
(αντικείμενο/αφορμή/σκοπιμότητα) σ. 7-14
I. εξέλιξη τοπικισμού
μετατοπίσεις της έννοιας του τοπικού σ. 15-30
IΙ. έννοιες
Ποιός τοπικισμός; κριτικός τοπικισμός/critical regionalism διαλεκτικοί συλλογισμοί: τυπολογία-τοπογραφία, τεχνητό-φυσικό, οπτικό-απτικό σ. 31-42
IΙΙ. σχέση αρχιτεκτονικής-τόπου ‘στοιχεία τοπικότητας’/μεθοδολογία σ. 43-47
i. τόπος_ τοπίο/τοπογραφία/έδαφος [Κωνσταντινίδης-Ando] σ. 48-70 ii. τόπος_ κλίμα/φως/αέρας [Murcutt] σ. 71-88 iii. τόπος_ υλικότητα [Zumthor] σ. 89-111 iv. τόπος_ πολιτιστική ταυτότητα [αναφορά σε όλους] σ. 112-130
IV. συμπεράσματα σ. 131-141
πηγές εικονογράφησης σ. 143-147
βιβλιογραφικές πηγές σ. 149-153
εισαγωγή
[7]
Druk White Lotus School, Ladakh, India, Arup
[8]
εισαγωγή
(αντικείμενο/αφορμή/σκοπιμότητα) 1 Ο τοπικισμός στην αρχιτεκτονική περιγράφει μια τάση, ένα εννοιολογικό πλαίσιο αναφοράς με βάση το οποίο διαμορφώνεται το αρχιτεκτονικό έργο. 2 Σύμφωνα με τον Colquhoun η προσέγγιση του τοπικισμού θέλει την αρχιτεκτονική να βασίζεται σε συγκεκριμένες τοπικές πρακτικές, στις φυσικές συνθήκες και στις τοπικές πολιτιστικές παραδόσεις, αναγνωρίζοντάς τες ως το θεμέλιο για μια αυθεντική αρχιτεκτονική. Η αναφορά στον τοπικισμό/τοπικότητα αφορά την ανάγκη δημιουργίας μιας τοπικής αρχιτεκτονικής έκφρασης, η οποία απαντάει σε διαφορετικά ερωτήματα ανάλογα με τις χρονικές στιγμές που εμφανίζεται. (Είτε απαντά σε ζητήματα συσπείρωσης γύρω από μια εθνική ταυτότητα και εμφανίζεται ως μια μορφή αντίστασης, είτε προκύπτει από τη δημιουργική ιδιομορφία που είναι συνυφασμένη με μία τοποθεσία.) Ο τοπικισμός ως ευρύ πλαίσιο αναφοράς για την αρχιτεκτονική, τονίζει εμφατικά την σχέση του με την παράδοση, το τοπίο, την τοπογραφία, το έδαφος, που εμφανίζεται ως η κριτική στάση στο μοντέρνο κίνημα. Ως στάση υποδηλώνεται λιγότερο ή περισσότερο συνειδητά και περιγράφει την αρχιτεκτονική ευαισθησία στην τοπολογική διαμόρφωση του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος. Αντικείμενο της έρευνας είναι η διερεύνηση του όρου ‘τοπικισμός’ ως 3 αρχιτεκτονική τάση , και αναφέρεται στις σχέσεις που δημιουργούνται
1
Η λεξιλογική περιγραφή του όρου τοπικισμός (regionalism), προσδιορίζει: « […] έναν γεωγραφικό όρο για κοινωνικοπολιτικά κινήματα που επιθυμούν να ενθαρρύνουν ή να προστατέψουν μια ιθαγενή κουλτούρα σε ιδιαίτερες περιοχές […]». Στο Fontana Dictionary of Modern Thought, λήμμα Regionalism. Πάραυτα είναι σημαντική η διευκρίνιση ότι αντικείμενο της έρευνας δεν είναι ο τοπικισμός που σχετίζεται με την χρήση της αυτόχθονης κτιριακής παράδοσης αλλά με την ικανότητα διαμόρφωσης μιας νέας ποιητικής προσαρμογής στην τοπική πραγματικότητα. 2
Colquhoun, A. (1992). ¨The concept of regionalism¨, σε ελληνική μετάφραση: Alan Colquhoun, ¨Κριτική του τοπικισμού¨ στο Θέματα χώρου + τεχνών αρ. 28, σελ. 96-99.
3
Δεν διερευνάται ο τοπικισμός ως η προσαρμογή σε ένα στυλ, αλλά ως τα ¨μαθήματα¨ που παίρνουν οι αρχιτέκτονες από το τοπίο, την τοπογραφία και γενικότερα τα ιδιαίτερα φυσικά και ανθρωπογενή χαρακτηριστικά μιας τοποθεσίας, χωρίς να καταφεύγουν σε συναισθηματικούς αποκλεισμούς του μοντέρνου συντακτικού. Τα ¨μαθήματα¨ δεν [9]
ανάμεσα στις νέες επεμβάσεις και στις προϋπάρχουσες τοπικές συνθήκες, φυσικές ή πολιτιστικές. (Αφορμή της έρευνας είναι κάποιες διαπιστώσεις για την κατάσταση της σύγχρονης εποχής, κατ’ επέκταση και της αρχιτεκτονικής. ¨Στους σύγχρονους μεταβαλλόμενους καιρούς, καθώς τα πράγματα αλλάζουν συνεχώς, οι τόποι καταλήγουν να είναι προϊόντα μιας μονίμως 4 ανολοκλήρωτης εμφάνισης¨. Το παρόν απόσπασμα είναι χαρακτηριστικό για την κατάσταση που βιώνουμε.) Στα σύγχρονα περιβάλλοντα κατοίκησης οι ποιοτικές δεσμεύσεις με τον τόπο είναι ανύπαρκτες. Στην εποχή του ‘παγκόσμιου’, μέσα από τα μέσα μαζικής επικοινωνίας, μια εποχή που η 5 εμπειρία τείνει να αντικατασταθεί από την πληροφορία , οι σταθερές αναφορές και οι ‘συνδέσεις’, είναι πιο αναγκαίες από ποτέ. Οι συνδέσεις αναφέρονται στην ανάπτυξη σωματικών, αλλά και πνευματικών σχέσεων με τα περιβάλλοντα στα οποία κατοικούμε. Αυτό που προσδοκούμε από το 6 δομημένο περιβάλλον είναι να εκπληρώνει την αίσθηση του ‘ανήκειν’ σωματικά και ψυχικά. 7 Έτσι σε μια εποχή ρευστότητας και αποσπασματικών εμπειριών, όπου η αρχιτεκτονική εξαρτάται από εφήμερες συγκυρίες, στρεφόμαστε σε 8 ζητήματα, ‘σταθερότητας τόπου’ (stabilitas loci) που αποτελούν βασική αναφέρονται σε τοπικά ιδιώματα με όρους μίμησης, αλλά με όρους ερμηνείας σε επίπεδο αρχών και όχι μορφών. 4
Λέφας, Π.(2008). Αρχιτεκτονική και Κατοίκηση. Από τον Heidegger στον Koolhas, Αθήνα: Πλέθρον, σελ. 203. 5 Frampton, K. (1987). Ten Points on Architecture of Regionalism: A Provisional Polemic. Center 3, New Regionalism, New York: Rizzoli, σελ. 382-382. 6 και με δεδομένο ότι η αρχιτεκτονική παρέχει υπαρξιακό στήριγμα, όπως υποστηρίζει ο Schulz. 7 Σύμφωνα με το έργο του Bauman, με τίτλο Ρευστή Αγάπη (ελλ. έκδοση: Ρευστή Αγάπη, Για τη Ρευστότητα των ανθρωπίνων δεσμών, μετάφραση. Γιώργος Καράμπελας, Εστία, Αθήνα 2006) στη σύγχρονη εποχή, οι σχέσεις των ανθρώπων διακρίνονται από μια προσωρινότητα και αδυνατούν να αντέξουν στο χρόνο. Στο Λέφας, Π.(2008). Αρχιτεκτονική και Κατοίκηση. Από τον Heidegger στον Koolhas, Αθήνα: Πλέθρον, σελ. 205. 8 Με την υπόθεση ότι η ταυτότητα του ανθρώπου προϋποθέτει ταυτότητα τόπου, ο Schulz παρατηρεί ότι η ανάπτυξη της ταυτότητας είναι μια αργή διαδικασία, που δύσκολα επιτυγχάνεται σε ένα μεταβαλλόμενο περιβάλλον. Ο σταθερός και δομημένος κόσμος, απελευθερώνει τις πνευματικές δυνάμεις του ανθρώπου, ενώ ο κινούμενος κόσμος τον καθηλώνει σε ένα εγωκεντρικό στάδιο ανάπτυξης. Επιπλέον τα σύγχρονα περιβάλλοντα δεν [10]
ανθρώπινη ανάγκη. Μέσα από την μελέτη του ‘τοπικισμού’, αναζητούμε τις ποιοτικές δεσμεύσεις της αρχιτεκτονικής με τον τόπο. Η σκοπιμότητα της έρευνα είναι η αναζήτηση της δημιουργικής ιδιομορφίας που είναι συνυφασμένη με έναν τόπο, καθώς επίσης και η συμβολή στον προβληματισμό σε ζητήματα τοπικότητας στην αρχιτεκτονική (ως μια μορφή αντίστασης στην παγκόσμια κουλτούρα, όπου η εμπειρία του τόπου τείνει να αντικατασταθεί από την πληροφορία.) Στο παραπάνω πλαίσιο, σε πρώτη φάση τίθενται ερωτήματα όπως τι είναι ‘τοπικισμός’ στην αρχιτεκτονική, πότε εμφανίζεται ο όρος και πως κλιμακώνεται στις περιόδους εξέλιξης της αρχιτεκτονικής. Σε δεύτερη φάση διερωτόμαστε πώς εντάσσεται η έννοια του ‘τοπικού’ στο σχεδιασμό; Μπορεί μια αρχιτεκτονική τοπικού χαρακτήρα να αποτελέσει μια μορφή κριτικής πρακτικής ενάντια στην κουλτούρα του παγκόσμιου; Αν ναι, τότε με ποια σύγχρονα δεδομένα; (Μεθοδολογία προσέγγισης θέματος.) Σε μία προσπάθεια κατανόησης του φαινομένου, η μελέτη των χειρισμών και της αντίληψης του τοπικισμού, προσεγγίζεται μέσα από τη μελέτη των μετατοπίσεων του ‘τοπικού’ στις περιόδους εξέλιξης της αρχιτεκτονικής. Με άλλα λόγια, διερευνάται η εξέλιξη του τοπικισμού στην αρχιτεκτονική (από ο τον 20 αιώνα μέχρι σήμερα). Ο όρος ‘τοπικισμός’ εμφανίζεται στους κόλπους του μοντέρνου, την δεκαετία του 1930, για να αποτελέσει μεταπολεμικά (δεκαετία 1950) την κριτική στάση στο μοντέρνο κίνημα, καταλήγοντας να εκφράσει μια μορφή αντίστασης στην κουλτούρα του παγκόσμιου, με τον ‘κριτικό τοπικισμό’ του Frampton (μετά την δεκαετία του 1970). Η έννοια του ‘τοπικού’ και ο τρόπος που αυτή εντάσσεται στον σχεδιασμό, ορίζεται σχεσιακά και επαναπροσδιορίζεται μέσα στο χρόνο. Οι μετατοπίσεις του τοπικού, ανάγονται στη σχέση αρχιτεκτονικής-τόπου. Η αναφορά στην εξέλιξη του τοπικισμού ή καλύτερα στην έννοια του τοπικού στην αρχιτεκτονική, δείχνει τις μεταβάσεις από τον τοπικισμό της ισχυρής ταυτότητας, στη σύγχρονη τοπικότητα των πιο χαλαρών συνδέσεων με τον τόπο. Η εργασία δίνει έμφαση σε ζητήματα τοπικισμού/τοπικότητας επιτρέπουν την κατοίκηση, καθότι δεν παρέχουν δυνατότητες προσανατολισμού και ταύτισης, με αποτέλεσμα την ανθρώπινη αλλοτρίωση. Norberg-Schulz, C. (2009). Genius loci. Το πνεύμα του Τόπου. Για μία φαινομενολογία της Αρχιτεκτονικής, Αθήνα: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Ε.Μ.Π. σελ. 195. [11]
που εμφανίστηκαν μετά το 1960 και έχουν επηρεαστεί από τη 9 τοπικισμός του φαινομενολογική σκέψη . Συγκεκριμένα ο κριτικός 10 Frampton, συγκεντρώνει έννοιες και θέματα από τη φαινομενολογία. Στην παρούσα έρευνα ο τοπικισμός προσεγγίζεται ως μηχανή που ισχυροποιεί την ταυτότητα αλλά και ως εναρκτήρια πηγή για μοναδικότητα, ιδιομορφία και διαφοροποίηση που απορρέει από τις τοπικές κλιματικές/φυσικές και πολιτισμικές συνθήκες. Η εργασία ασχολείται με την τάση του κριτικού τοπικισμού/ως εγγυητή ταυτότητας και θέτει ερωτήματα σχετικά με το αν υπάρχουν κοινά σημεία με τη σύγχρονη τοπικότητα/ως δυνατότητα διαφοροποίησης που απορρέει από την τοποθεσία. (Kαι στις δύο περιπτώσεις η εμμονή του τοπικού απορρέει από την αναζήτηση ισορροπιών σε αντιθετικούς συλλογισμούς ή εννοιών σε δίκτυο.) Η σχέση αρχιτεκτονικής-τόπου, μέσα την οπτική κυρίως του Frampton11, μια οπτική με φανερές επιρροές από τη φαινομενολογική σκέψη, προσεγγίζεται από τα ‘στοιχεία τοπικότητας ή τοπικισμού’. Μέσα από τα στοιχεία αυτά αναζητούνται οι ποιοτικές δεσμεύσεις της αρχιτεκτονικής με τον τόπο. Ο τόπος προσεγγίζεται ως φυσικό/γεωγραφικό/κλιματικό και 12 πολιτιστικό τοπίο. Το εύρος της έννοιάς του περιορίζεται. Η αναζήτηση της έννοιας του τόπου στρέφεται στα φυσικά και ανθρωπογενή χαρακτηριστικά του (υλική διάσταση) και στη σχέση αυτών με τις πολιτισμικές συνθήκες της περιοχής. Τα στοιχεία τοπικότητας ή τοπικισμού, πλαισιώνονται από τις 13 (με θεωρητικές απόψεις του Frampton για τον κριτικό τοπικισμό
9
Οι βάσεις για το θεωρητικό υπόβαθρο του τοπικισμού τέθηκαν την δεκαετία του 1960, ενώ μέσα στη δεκαετία του 1970, απόκτησε το θεωρητικό υπόβαθρο. 10 Τερζόγλου, Ν. (2009). ‘Φαινομενολογία και Κριτικός Τοπικισμός’ στο Ιδέες του χώρου στον 20ο αιώνα, σελ. 285. 11
(τα σημεία του Frampton για τον κριτικό τοπικισμό μέσα από τα οποία προσεγγίζονται τα αρχιτεκτονικά παραδείγματα, προωθούν μια αρχιτεκτονική χωρική / συγκεκριμένη / βιωματική, ενώ στέκονται η αφορμή για νέες αναγνώσεις τόπου, εξασφαλίζοντας την νοηματική συνέχεια αυτού που προϋπάρχει αλλά με κριτική απόσταση.) 12 (Συρρίκνωση τόπου). Λέφας, Π.(2008). Αρχιτεκτονική και Κατοίκηση. Από τον Heidegger στον Koolhas, Αθήνα: Πλέθρον, σελ. 169-172 . 13 Frampton, K. (1987). Ten Points on Architecture of Regionalism: A Provisional Polemic. Center 3, New Regionalism, New York: Rizzoli. [12]
παράλληλες αναφορές στον αυθεντικό τοπικισμό14 του Curtis). Το ζητούμενο στις έννοιες του τοπικισμού και στις δύο περιπτώσεις, είναι οι ποιοτικές δεσμεύσεις αρχιτεκτονικής-τόπου, στη βάση του αντιθετικού συλλογισμού παγκόσμιο/τοπικό. Η μελέτη της σχέσης αρχιτεκτονικής-τόπου στην οποία επικεντρώνεται η εργασία, προσεγγίζεται μέσα από αρχιτεκτονικά παραδείγματα. Έτσι στην κάθε ενότητα διερευνώνται οι σχεδιαστικές προθέσεις των επιλεγμένων αρχιτεκτόνων, στο ζήτημα τοπικότητας που εξετάζουμε_ ποιά είναι η ιδιαίτερη αντιμετώπιση του αρχιτέκτονα και πώς αυτή εκφράζεται σε επίπεδο συνθετικών αρχών; Το ζητούμενο είναι να αποκαλυφθούν οι σχέσεις που εμπλουτίζουν τις συνδέσεις της αρχιτεκτονικής με τον τόπο. Στη θεματική τόπος_ τοπίο/τοπογραφία/έδαφος, αναζητούμε την δημιουργική ιδιομορφία που είναι συνυφασμένη με τον τόπο, μέσα από την εξέλιξη του δημιουργικού διαλόγου εγγραφής του έργου στο περιβάλλον του. Αναζητώντας τις ποιοτικές δεσμεύσεις με τον τόπο, διερωτόμαστε ποιες είναι οι συνθετικές αρχές που εκφράζουν τη σχέση αρχιτεκτονικήςτοπίο/τοπογραφία έδαφος. Τα παραδείγματα ανασύρονται από το έργο του Έλληνα Κωνσταντινίδη και του Ιάπωνα Ando. Για τη διερεύνηση της σχέσης αρχιτεκτονικής με τον τόπο ως κλιματικό τοπίο, με τις ιδιαίτερες συνθήκες φωτός και αέρα, στη θεματική τόπος_ κλίμα/φως/αέρας ανατρέχουμε στο έργο του Αυστραλού Murcutt, ενώ για τη θεματική τόπος_ υλικότητα, γίνονται αναφορές στο έργο του Ελβετού Zumthor. Σε όλες τις παραπάνω θεματικές η αναφορά στην σχέση τόπος_ πολιτιστική ταυτότητα είναι αναπόφευκτη. Άρα συνοψίζοντας, σε κάθε θεματική/ενότητα διερευνώνται οι σχεδιαστικές προθέσεις/συνθετικές αρχές των Κωνσταντινίδη, Ando, Murcutt, Zumthor, που δείχνουν την ιδιαίτερη αντιμετώπισή τους στο ζήτημα/στοιχείο τοπικότητας που εξετάζουμε. Στα αρχιτεκτονικά παραδείγματα, η αυθεντικότητα του τοπικού αναζητά τις ποιοτικές δεσμεύσεις στις σχέσεις αρχιτεκτονικής-τόπου και ανθρώπωνFrampton, K. (1987). ‘Κριτικός Τοπικισμός: μοντέρνα αρχιτεκτονική και πολιτιστική ταυτότητα’ στο Μοντέρνα Αρχιτεκτονική Ιστορία και κριτική, μετάφραση. Θ. Ανδρουλάκης, Μ. Παγκάλου, Αθήνα: Θεμέλιο, σελ. 277-288. 14 Curtis, W. (1986). "Towards an Authentic Regionalism." In MIMAR 19: Architecture in Development. Singapore: Concept Media Ltd. Curtis, W. (1996). Modern Architecture since 1900. Third Edition, London/New York: Phaidon Press.
[13]
πραγμάτων. Όλοι οι παραπάνω αρχιτέκτονες, αναφέρονται στον ‘τοπικισμό’, χωρίς ο όρος να είναι περιοριστικός για το έργο τους, που εκφράζεται ως η αρχιτεκτονική ευαισθησία, που εισάγει στην ορθολογικότητα της κατασκευής βιωματικές, ποιητικές και υπαρξιακές παραμέτρους. Στην παρούσα έρευνα, υποστηρίζεται η άποψη ότι η σύγχρονη αρχιτεκτονική πρακτική για να μπορέσει να σταθεί με κριτική διάθεση απέναντι στις αρνητικές επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης και του διεθνούς εκσυγχρονισμού, είναι αναγκαία η αποσαφήνιση της έννοιας του τόπου και η ένταξή της στο σχεδιασμό. Ο τοπικισμός με τα σύγχρονα δεδομένα, αποδεσμευμένος από εθνικιστικές καταβολές και μιμητισμούς παρελθοντικών μορφών, θα μπορούσε να αποτελέσει μια βιώσιμη τάση, με ανθρωπιστικές και περιβαλλοντικές προεκτάσεις.
[14]
I.εξέλιξη τοπικισμού (μετατοπίσεις της έννοιας του τοπικού)
[15]
[16]
εξέλιξη τοπικισμού
μετατοπίσεις της έννοιας του τοπικού ο
Μια επισκόπηση των τοπικιστικών τάσεων στον 20 αιώνα, δίνει την εικόνα μιας ετερογενούς συλλογής κινήτρων και απαιτήσεων στη συζήτηση, σε θέματα αρχιτεκτονικής θεωρίας και πρακτικής. Όπως έχουμε αναφέρει, η έννοια της τοπικότητας στην αρχιτεκτονική και ο τρόπος που αυτή εντάσσεται στο σχεδιασμό, ορίζεται σχεσιακά και επαναπροσδιορίζεται μέσα από το χρόνο. Στο σημείο αυτό θα διερευνήσουμε τις μετατοπίσεις του 15 ‘τοπικού’ στις περιόδους εξέλιξης της αρχιτεκτονικής . (Η προσέγγιση είναι παραδειγματική και αφορά υλοποιημένα αρχιτεκτονικά παραδείγματα από ο τον 20 αιώνα.) 16 Ο Colquhoun τοποθετεί τον τοπικισμό στις ιδεολογικές διαμάχες των ου αρχών του 20 αιώνα. Πιο συγκεκριμένα, η δεκαετία του 1920 είναι η σκηνή μιας βαθιάς ιδεολογικής διαμάχης όπου το ρασιοναλιστικό πνεύμα, 17 συγκρούεται με τις ιδέες που έχουν αντί-ρασιοναλιστικό χαρακτήρα . Μέσα στο παραπάνω κλίμα εντοπίζεται η καταγωγή του τοπικισμού που συμβαδίζει με τις πρωτοπορίες του 1920. ου Από τις διάφορες τάσεις που εμφανίζονται στις αρχές του 20 αιώνα μέχρι την δεκαετία του 1920 όπου καθιερώνεται το μοντέρνο, κάποιες αλληλεπικαλύπτονται και κάποιες συγκρούονται. Μέσα από αυτές τις καταστάσεις αναδύεται ο τοπικισμός, που ως τάση διαφοροποιείται από το μοντέρνο της εποχής του. Ο τοπικισμός, εμφανίζεται ως διαφοροποίηση του μοντέρνου.
15
Η εξέλιξη του τοπικισμού, προσεγγίζεται από τις μετατοπίσεις της έννοιας του τοπικού στην αρχιτεκτονική, από την ισχυρή ταυτότητα στις πιο χαλαρές συνδέσεις με τον τόπο. 16
Colquhoun, A. (1992). “The concept of regionalism”, σε ελληνική μετάφραση: Alan Colquhoun, ¨Κριτική του τοπικισμού¨ στο Θέματα χώρου + τεχνών αρ. 28, σελ. 96-99. 17
ου
Λίγο νωρίτερα, προς το τέλος του 19 αι. ο τοπικισμός είχε αρχίσει να διακρίνεται μέσα από την σύγκρουση των ρομαντικών ιδεών του λαού και της θετικιστικής ιδέας της υλικής προόδου. Για παράδειγμα στη Φινλανδία εκείνη την εποχή, χρησιμοποιούνται στην αρχιτεκτονική ρομαντικές μορφές, για να μεταδώσουν τις αρχέγονες αξίες του φιλανδικού τοπίου στο σχεδιασμό. [17]
Εικόνα 01 | ¨Μεσογειακότητα¨ (Mediteraneanism). Casa Malaparte 1938, Adalberto Libera. Δημοτικό σχολείο στα Πευκάκια, 1933, Δημήτρης Πικιώνης.
Οι τοπικισμοί του 1930 συνδέονται με την υποστήριξη αισθημάτων όπως εθνική ταυτότητα και προσήλωση στο τοπικό ιδίωμα των διαφορετικών παραδόσεων. Ο τοπικισμός προκύπτει ως μια μορφή εμπιστοσύνης στο φυσικό τόπο καταγωγής, ενάντια στην αφηρημένη σκέψη του μοντέρνου και 18 συνδέεται με πολιτικά οράματα. Ο δεσμός με τη γη αποκτά ιδιάζουσα σημασία, καθώς η γη είναι η πιο αξιόπιστη τοποθεσία/locus του κοινού πολιτισμού. Παράδειγμα αποτελεί ο Alvar Aalto, ο οποίος συνδυάζει τις αξίες των τοπικών παραδόσεων της Φιλανδίας με τις νέες ιδέες που κυκλοφορούν τη συγκεκριμένη περίοδο στην Ευρώπη.
18
Οι τοπικισμοί του 1930, θα λέγαμε ότι είναι εθνικιστικού τύπου, αποβλέπουν στην τόνωση της ισχυρής ταυτότητας και λειτουργών ως οχήματα χειραφέτησης πολιτικών οραμάτων. Η εμπιστοσύνη στο φυσικό τόπο καταγωγής, είναι σημαντική σε χώρες που τελούσαν υπό κατοχή. (Για παράδειγμα στην περίπτωση της Φιλανδίας, η έννοια του τοπικού, προτάσσεται για την ενίσχυση της εθνικής ταυτότητας, μετά από την απαλλαγή της Ρωσικής κυριαρχίας.) Στο Curtis, W. (1996) Modern Architecture since 1900. Third Edition, London / New York: Phaidon Press, σελ. 329. Αντίστοιχα με τα παραπάνω, η ¨Μεσογειακότητα¨ (Mediteraneanism) ως προσέγγιση της τοπικότητας στην δεκαετία του 1930, χρησιμοποιήθηκε κάποιες φορές σαν όχημα των ιταλών ρασιοναλιστών, στην έκφραση των εθνικιστικών τους θέσεων. Άλλοτε η παραπάνω τάση είναι φανερή και άλλοτε όχι. Το κτίσμα Casa Malaparte (1938), αποτελεί παράδειγμα που δεν πρεσβεύει εθνικιστικά συμφέροντα, αλλά ανασύρει τις αξίες του μεσογειακού τοπίου (θαλάσσιου). Επίσης ο Curtis αναφέρει τους Πικιώνη (Δημοτικό σχολείο στα Πευκάκια, 1933 και Πειραματικό Θεσσαλονίκης 1935) και Κωνσταντινίδη που συμφιλιώνουν το τοπικό μεσογειακό με το παγκόσμιο μοντέρνο. ο. π. σελ. 378-370. [18]
Εικόνα 02 | Villa Mairea, 1939, Finland. Στο έργο αυτό διακρίνονται οι προθέσεις του Aalto, να συνδυάζει τις τοπικές φιλανδικές παραδόσεις με τις νέες ιδέες, υιοθετώντας ένα πιο προσωπικό στυλ.
Την ίδια περίοδο, εκτός από τους τοπικισμούς της ισχυρής ταυτότητας, υπάρχουν και εναλλακτικές προσεγγίσεις τοπικισμού σε επίπεδο προσωπικών αναζητήσεων. Παράδειγμα της παραπάνω τάσης είναι οι προσωπικές αναζητήσεις του Wright (Taliesin House) και του Le Corbusier (Maison Mandrot) στην δεκαετία του 1930 που ερμηνεύουν τον τοπικισμό μέσα από τα κλιματικά και τοπογραφικά δεδομένα τις περιοχής. Ειδικότερα για τον Le Corbusier είναι η περίοδος που απομακρύνεται από τη σκέψη της ¨μηχανής¨ και του πουρισμού και αναζητά τη φυσικότητα μέσα από τις ιδιαίτερες συνθήκες της κάθε τοποθεσίας. Διατυπώνει με ακρίβεια τις θέσεις του, γράφοντας: ¨ …η αρχιτεκτονική είναι η κατάσταση του πνεύματος της εποχής.[…] τα προβλήματα που επιλύει, οι τεχνικές και τα επιστημονικά μέσα είναι οικουμενικά. Εν τούτης οι τόποι δεν πρέπει να συγχέονται μεταξύ τους, γιατί οι κλιματικές, γεωγραφικές, τοπογραφικές
[19]
Εικόνα 03 | (δεξιά) Maison Mandrot, Le Corbusier. Η μεταστροφή στην τοπογραφική ευαισθησία και η αποδοχή του τοπικού ιδιώματος, δείχνουν την ρήξη με τις αρχές του πουρισμού (αριστερά, Ville le Lac). Το ‘τοπικό’ ερμηνεύεται μέσα από τα τοπογραφικά και κλιματικά δεδομένα της τοποθεσίας. (κάτω) Taliesin House, Wright.
συνθήκες και χίλια άλλα πράγματα είναι βαθιά ριζωμένα στον τόπο και θα 19 οδηγήσουν σε ‘υπαγορευμένες’ μορφές.¨ Στο Maison Mandrot, η μεταστροφή στην τοπογραφική ευαισθησία και η αυθόρμητη αποδοχή του τοπικού ιδιώματος ως τρόπου έκφρασης, δείχνουν τη ρήξη του με την αισθητική του πουρισμού. Άρα στη δεκαετία 1930, η έννοια του ‘τοπικού’ έχει δύο διαφορετικές κατευθύνσεις. Η πρώτη συνδέεται με την ενίσχυση της εθνικής ταυτότητας, στις βόρειες ευρωπαϊκές χώρες που ανασυντάσσονται μετά από κοινωνικό-πολιτικές μεταβολές. Η δεύτερη στρέφεται στις προσωπικές αναζητήσεις των δημιουργών του μοντέρνου, που προσαρμόζουν τις αρχές τους στις τοπικές κλιματικές και τοπογραφικές συνθήκες της κάθε τοποθεσίας.
19
Colquhoun, A. (1992). ¨The concept of regionalism¨, σε ελληνική μετάφραση: Alan Colquhoun, ¨Κριτική του τοπικισμού¨ στο Θέματα χώρου + τεχνών αρ. 28, σελ. 96-99. [20]
(μεταπολεμικά) Η προσέγγιση του τοπικισμού και η έννοια του ‘τοπικού’ αλλάζει σημαντικά 20 στη μεταπολεμική περίοδο . Ήδη από το 1945 εκδηλώνεται το 21 ενδιαφέρον για τις παραδόσεις των απομακρυσμένων πολιτισμών . (Το παραπάνω φαινόμενο γίνεται αποδεκτό και επίσημα με την έκθεση ¨Architecture without Architects¨ στην Νέα Υόρκη (1964). Ο Σημαιοφορίδης αναφέρει: ¨…το δίδαγμα της ανθρωπιάς της παραδοσιακής αρχιτεκτονικής είναι ότι οι άνθρωποι ως πρωταγωνιστές, συλλογικοί χρήστες και χτίστες ταυτόχρονα, μπορούν να προσαρμόσουν τα χτίσματά τους στα φυσικά πλαίσια που τους περιβάλλουν. Αντίθετα από την υποταγή της φύσης στην τεχνολογία, οι παραδοσιακοί πολιτισμοί, προσπαθούν να συνδυάσουν τα κτίσματα με τις παραξενιές του κλίματος και τις προκλήσεις της τοπογραφίας, έτσι ώστε να φέρνουν αντιμέτωπο τον μοντέρνο δυτικό αρχιτέκτονα με το ακόλουθο ερώτημα: πώς μπορεί η μοντέρνα αρχιτεκτονική να αποτελέσει οργανικό μέρος της κουλτούρας των παραδοσιακών 22 πολιτισμών και τόπων;¨ )
20
Η περίοδος μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, αλλάζει ριζικά τις απόψεις γύρω από την έννοια του ‘τοπικού’ Λόγω των δεινών του πολέμου, παρατηρείται μια εσωστρέφεια και στροφή στην εσωτερικότητα, οι οικουμενικές αξίες του καθολικού χώρου, περιορίζονται και η αναζητήσεις της αρχιτεκτονικής στρέφονται στο ατομικό, ιδιωτικό, που είναι και αυτό μια έννοια του ‘τοπικού’.
21
Το ενδιαφέρον αφορά το μορφολογικό μέρος των αρχιτεκτονικών παραδόσεων σε διάφορα μέρη του κόσμου, όπως για παράδειγμα τους οικισμούς των ελληνικών νησιών και τους οικισμούς της Β. Ιταλίας. Οι εθνογραφικές μελέτες εμπλουτίζουν στην Αφρική, Ασία και Λατινική Αμερική, διαμορφώνουν ένα πολιτιστικό κλίμα, όπου όροι όπως αυθόρμητη, λαϊκή, παραδοσιακή, ανώνυμη αρχιτεκτονική, συμπληρώνουν τους αντίστοιχους όρους της επίσημης, υψηλής, ελιτίστικης αρχιτεκτονικής. Σημαιoφoρίδης, Γ. (1983), ¨Τoπικισμός και Σύγχρoνη Αρχιτεκτoνική, στο Θέματα Χώρoυ+ Τεχνών, αρ. 14, σελ. 12-26. 22 ό. π. σελ. 13. [21]
Εικόνα 04 | (Μεταπολεμικά, το ‘τοπικό’ στρέφεται στο μορφολογικό μέρος των αρχιτεκτονικών παραδόσεων στα διάφορα μέρη του κόσμου.) Όπως για παράδειγμα, οικισμοί των ελληνικών νησιών αλλά και ορεινοί οικισμοί της Β. Ιταλίας, που μελέτησε ο Bernard Rudofski (1964).
[22]
Κατά την περίοδο 1950 – 1960, η διάδοση του μοντέρνου σε χώρες και πολιτισμούς με πολύ διαφορετικό χαρακτήρα συγκριτικά με τις χώρες από όπου ξεκίνησε, φέρνει στο προσκήνιο το ζήτημα της ¨εμφύτευσης¨ μιας 23 αρχιτεκτονικής ξένης σε σχέση με τις τοπικές παραδόσεις. Τα ουτοπικά πρότυπα του μοντέρνου εγκαταλείπονται και ομάδες όπως οι Team X με επικεφαλείς τους Alison και Peter Smithson και τον Aldo Van Eyck ασκούν ουσιαστική κριτική στο μοντέρνο, προσεγγίζοντας το σχεδιασμό με μεγαλύτερη ευαισθησία σχετικά με το κοινωνικό πλαίσιο αλλά 24 και το context γενικότερα (φυσικό, κοινωνικό, πολιτισμικό) . Το ζήτημα του τοπικισμού\regionalism, είναι στο επίκεντρο των αρχιτεκτονικών συζητήσεων περισσότερο από κάθε άλλη φορά. Τα χαρακτηριστικά στην έννοια του τοπικού σε αυτήν την περίοδο, είναι η ευαισθησία στις αναγνώσεις του context, οι προσαρμογές στις τοπικές κλιματικές και πολιτισμικές συνθήκες, ειδικότερα σε χώρες του αναπτυσσόμενου κόσμου. Ο απρόσιτος και αφηρημένος χαρακτήρας της αρχιτεκτονικής αμφισβητείται. Στους τοπικισμούς της περιόδου 1950-1960 η έννοια του ‘τοπικού’ συνδέεται με το πραγματικό, με παραδείγματα αυτής της τάσης από το έργο των Barragan, Utzon, Aldo Van Eyck, Coderch. Οι αναζητήσεις του τοπικισμού στρέφονται σε νέες κατευθύνσεις, όπου ο άνθρωπος, τα πράματα και η φύση, βρίσκονται σε αρμονία και η αρχιτεκτονική είναι προσαρμοσμένη στις τοπικές πολιτισμικές συνθήκες. Οι παραπάνω τάσεις ανανεώνουν τις μεσοπολεμικές θεωρήσεις για την έννοια του τοπικού. Ο ¨νέος τοπικισμός¨, όπως αποκαλείται από τον Giedeon, απομακρύνεται από τους ¨αιματηρούς¨ τοπικισμούς της προηγούμενης
23
Curtis, W. (1996). Modern Architecture since 1900. Third Edition, London/New York: Phaidon Press, σελ. 16. 24
Στο παραπάνω πλαίσιο διαμορφώθηκαν τα χαρακτηριστικά του Βρετανικού Μπρουταλισμού, με κύριους εκφραστές τους Smithsons, οι οποίοι διαμόρφωσαν μια αρχιτεκτονική ευαισθησία άμεσα συνδεόμενη με την κοινωνική και φυσική πραγματικότητα του υφιστάμενου πλαισίου (context). Σύμφωνα με τον Frampton, ο Μπρουταλισμός των Smithsons με έμφαση στην ειλικρίνεια των υλικών\μορφής\δομής, απορρίπτει τον ευχάριστο λαϊκισμό των γραφικών λεπτομερειών που επικρατεί στη μεταπολεμική Βρετανία. Kenneth, F. (1987). Μοντέρνα Αρχιτεκτονική Ιστορία και κριτική, μετάφραση Θ. Ανδρουλάκης, Μ. Παγκάλου, Αθήνα: Θεμέλιο, σελ. 236. [23]
Εικόνα 05 | Τοπικισμοί της περιόδου 1950-1960. Η έννοια του τοπικού, συνδέεται με την γνώση της ‘πραγματικότητας’ της κάθε τοποθεσίας. Μεξικό: Casa de Piedra Jardin, Barragan. Ισπανία: Casa Ugalde, Coderch. Δανία: Kingo Houses, Utzon
[24]
περιόδου και εκφράζεται με ποικίλους τρόπους ως η συμφιλίωση του 25 μοντέρνου και των τοπικών παραδόσεων. Η νέα προσέγγιση του τοπικισμού, φαίνεται ιδιαίτερα στην αρχιτεκτονική των Σκανδιναβικών χωρών. Πρόκειται για την τάση που ο Γιακουμακάτος αναφέρει ως ¨φονξιοναλιστικό τοπικισμό¨ και αφορά τους ευαίσθητους χειρισμούς του τοπίου, του φωτός και των φυσικών υλικών, που συνδέουν τη λειτουργική αισθητική του μοντέρνου με τις καθημερινές ανάγκες, δείχνοντας πώς μπορεί η αρχιτεκτονική να είναι μια συνεχώς 26 διευρυνόμενη κοινωνική κατάκτηση. Στη δεκαετία 1960, ο τοπικισμός απομακρύνεται από την ισχυρή ταυτότητα των τοπικισμών του 1930, η έννοια της ταυτότητας διαφοροποιείται. Ο τοπικισμός στην αρχιτεκτονική αυτής της περιόδου, στοχεύει στην αποκάλυψη των ποιοτήτων που ενυπάρχουν στον τόπο και όχι στην τόνωση της εθνικής συνείδησης, οι επιρροές από τη 27 28 φαινομενολογική σκέψη είναι φανερές. Την περίοδο αυτή , οι διαφορετικές 25
Curtis, W. (1996). Modern Architecture since 1900. Third Edition, London/New York: Phaidon Press, σελ. 453. 26 Αναφέρεται στο Σκανδιναβικό μοντέλο της αρχιτεκτονικής που καθιερώνεται την δεκαετία του 1950 και του 1960 και πρόκειται να αποτελέσει σημείο αναφοράς για την υπόλοιπη μεταπολεμική Ευρώπη και όχι μόνο. Το παραπάνω μοντέλο καθιερώνεται μέσω της απλής λειτουργικής αισθητικής του, μέσα από τις αρχές του μοντέρνου, οι οποίες είναι προσαρμοσμένες με οργανικό τρόπο και όχι δογματικά στις καθημερινές ανάγκες. Χαρακτηριστικά σημειώνει, ότι ο τοπικισμός των υπερβόρειων χωρών, απέχει από τον ου συναισθηματικό μανιερισμό και είναι μια ερμηνεία της έντεχνης παράδοσης του 20 αιώνα με όρους ταυτότητα και αντίστασης. (παράδειγμα ο αρχιτέκτονας Sverre Fehn) Γιακουμακάτος, Α. (2009) Φονξιοναλιστικός Τοπικισμός. Η σύγχρονη αρχιτεκτονική της Σκανδιναβίας μέσα από μια χρονιά διαλέξεων και εκθέσεων στο Μουσείο Μπενάκη. Άρθρο στο Greek Architects. 27
Οι επιδράσεις από τη φαινομενολογία στρέφουν την αρχιτεκτονική σκέψη προς νέες αναγνώσεις των συνθηκών του τόπου, η ποιητική, η συναισθηματική και η βιωμένη ανάγνωση του φυσικού τοπίου, είναι θέματα που απασχολούν του αρχιτέκτονες εκείνης της περιόδου (1950-1960).
28
Η απώλεια της πολιτιστικής ταυτότητας που βιώνεται στην δεκαετία του 1960, και είχε επισημανθεί νωρίτερα από τον Adolf Loos, στα μέσα της δεκαετίας γίνεται εντονότερη. Οι απλοποιητικές τάσεις του μοντέρνου, έχουν οδηγήσει σε πτώχευση το περιβάλλον της πόλης. Ο Van Eyck χαρακτηρίζει την κατάσταση της εποχή του, κενή από πολιτιστικά νοήματα, επισημαίνοντας τους κινδύνους από το ξερίζωμα της τοπικότητας που επέφερε η μοντέρνα αρχιτεκτονική. Ο Aldo Van Eyck αναφέρει: ¨ Ο δυτικός πολιτισμός συνηθίζει να [25]
θεωρήσεις γύρω από την έννοια του τοπικού, συστηματοποιούνται αναζητώντας μια νέα μορφή τοπικότητας κατάλληλης για το δεύτερο μισό ου 29 του 20 αιώνα. Από την πολυφωνία των απόψεων που χαρακτηρίζει την δεκαετία του 1960 σε ζητήματα τοπικότητας, θα σταθούμε στις απόψεις που έχουν επηρεαστεί από τη φαινομενολογική σκέψη. Η τοπικότητα στη φαινομενολογική σκέψη είναι συνδεδεμένη με την καθημερινή εμπειρία των πραγμάτων (και αποτελεί μια έκφραση της ανάγκης του ανθρώπου να δώσει νόημα στην ύπαρξή του). Σε αυτήν την προσέγγιση το νόημα του τόπου ανασύρεται μέσω της αρχιτεκτονικής. Η διαφορά στην ‘ταυτότητα’ των τοπικισμών του 1930 και αυτών της φαινομενολογικής προσέγγισης είναι ότι στη δεύτερη περίπτωση, η ταυτότητα συνδέεται με το νόημα που προϋπάρχει σε έναν τόπο και είναι αποκαλυπτική για το πνεύμα του τόπου (genius loci). Το νόημα όμως που προϋπάρχει σε μία περιοχή επιδέχεται διαφορετικές ερμηνείες και η ιδιοσυγκρασία του κάθε δημιουργού κατευθύνει το σχεδιασμό. (Η έννοια της ‘ταυτότητας’ στη φαινομενολογική προσέγγιση, διαφέρει από την ταυτότητα των τοπικισμών του 1930). Μεταπολεμικά και για τρεις δεκαετίες μέχρι το 1960, το ‘τοπικό’ σταθεροποιείται σαν έννοια και η αρχιτεκτονική δημιουργία στρέφεται στην αποκάλυψη των ποιοτήτων που προϋπάρχουν σε αυτόν. Αρχιτέκτονες όπως Team X, Schulz, Gregotti, Frampton κ.α., αναζητούν στο πλαίσιο δράσης τους μια ουμανιστική αρχιτεκτονική στον αντίποδα της τεχνολογικής αλλοτρίωσης. Ο τοπικισμός, άλλοτε ως αντίδραση και άλλοτε ως κριτική στο μοντέρνο, πρεσβεύει το συγκεκριμένο αντί του αφηρημένου, το βιωμένο αντί
ταυτίζει τον εαυτό του με τον ίδιο τον πολιτισμό[…] ότι δεν είναι όμοιό του, είναι πρωτόγονο, εξωτικού ενδιαφέροντος.¨ και δυσπιστεί στην ιδέα της προόδου, που είναι αποκομμένη από την περιβαλλοντική εμπειρία. Frampton, K. (1987). Μοντέρνα Αρχιτεκτονική Ιστορία και κριτική, μετάφραση. Θ. Ανδρουλάκης, Μ. Παγκάλου Αθήνα: Θεμέλιο, σελ. 258. 29
Για παράδειγμα ο Ungers, προσεγγίζει την έννοια της τοπικότητας ως μια διαδικασία μετάλλαξης της συγκεκριμένης τοποθεσίας:¨ …η αρχιτεκτονική είναι μια διαδικασία μετάλλαξης[…]. Η αναφορά στην συγκεκριμένη πραγματικότητα κάθε φορά της ιδιαίτερης τοποθεσίας – άρα και στην ιστορική της ατμόσφαιρα- αποκαλύπτει την ποίηση του τόπου. Η αρχή της μετάλλαξης είναι ενεργή σε όλα τα πεδία της ζωής, της φύσης της τέχνης.¨ ό.π.
[26]
για το ορθολογικό, το οικείο αντί του πειραματικού, το απτικό αντί του οπτικού. Στην δεκαετία του 1970, έρχονται στο προσκήνιο νέες προσεγγίσεις της 30 έννοιας του ‘τοπικού’, είναι η περίοδος που η έννοια του τόπου αποκτά κεντρική θέση στην συζήτηση περί αρχιτεκτονικής και πόλης. Ο τοπικισμός στην περίοδο αυτή τείνει να αποκτήσει το θεωρητικό του υπόβαθρο, ως 31 κριτική και ιστορική έννοια της αρχιτεκτονικής . Είναι η περίοδος που το θεωρητικό έργο του Νορβηγού αρχιτέκτονα Schulz, θεμελιώνεται σε μια 32 μορφή τοπικότητας, με αναφορές στην φαινομενολογική σκέψη. Η προβληματική της αρχιτεκτονικής πρακτικής και θεωρίας προσανατολίζεται σε θέματα όπως: μερίμνα για την σημασία του τόπου, ανάγκη ένταξης στο γεωγραφικό περιβάλλον. Οι διαφορετικές θεωρήσεις θέτουν το ζήτημα της τοπικότητας ως διαδικασίας εξοικείωσης με το φυσικό περιβάλλον, στη διαμάχη παγκόσμιο/τοπικό. Ο όρος τοπικισμός στην περίοδο αυτή χρησιμοποιείται για να περιγράψει το έργο των αρχιτεκτόνων όπως Barragan, Siza, Ando κ.α. (όπως είχε χρησιμοποιηθεί αρχικά για τους Wright, Le Corbusier, Kahn και μεταγενέστερα για τους Utzon, Van Eyck, Coderch κ.α), οι οποίοι συνθέτουν τοπικά και διεθνή στοιχεία, ενσωματώνοντας και μετασχηματίζοντας διαφορετικούς πολιτισμούς μέσα στο έργο τους.
30
Σύμφωνα με τον Λέφα, την περίοδο αυτή η έννοια του τόπου απογυμνώνεται από τις μεταφυσικές πτυχές της για να μπορέσει να υιοθετηθεί σε πρακτικό και θεωρητικό επίπεδο της αρχιτεκτονικής. Είναι η περίοδος που ο τόπος ταυτίζεται με ένα περιβάλλον φιλικό προς τον άνθρωπο και οι αναγνώσεις του περιορίζονται σε αυτές του φυσικού και πολιτιστικού πλαισίου. Το αρχικό εύρος του τόπου περιορίζεται και ταυτίζεται με υλικά στοιχεία, τεχνητά ή φυσικά στα οποίο ο άνθρωπος βρίσκει ψυχολογικό, κοινωνικό και πολιτιστικό έρεισμα. Έρχεται αντιμέτωπος με τα ποικίλα προβλήματα της πολύπλοκης κοινωνικής πραγματικότητας (ο τόπος). Στο Λέφας, Π. (2008). Αρχιτεκτονική και Κατοίκηση. Από τον Heidegger στον Koolhas, Αθήνα: Πλέθρον, σελ. 169. 31
Σημαιoφoρίδης, Γιώργoς. (1983), ¨Τoπικισμός και Σύγχρoνη Αρχιτεκτoνική¨, στο Θέματα Χώρoυ + Τεχνών, αρ. 14, σελ. 12-26. 32
Κωτσιόπουλος, Α.(1994). Κριτική της Αρχιτεκτονικής Θεωρίας, Θεσσαλονίκη: University Studio Press, σελ. 90.
[27]
Εικόνα 06 | Μέχρι την δεκαετία του 1970, ο όρος τοπικισμός αρχικά περιγράφει το έργο των, Wright, Le Corbusier, Kahn (πάνω) και μεταγενέστερα το έργο των Coderch, Barragan και Utzon (κάτω). Το ζήτημα της τοπικότητας, προσεγγίζεται ως η διαδικασία εξοικείωσης με το φυσικό και πολιτιστικό περιβάλλον, με το γεωγραφικό τόπο.
Εικόνα 07 | Alvaro Siza,Galician Center of Contemporary Art, Santiago 1993
[28]
Οι τοπικισμοί αυτής της περιόδου (1970-1980), δεν απορρίπτουν τις αρχές του μοντέρνου και αναζητούν το νόημα στους τοπικούς μύθους και στις φυσικές δυνάμεις της κάθε περιοχής, στηρίζοντας τα θεμέλιά τους στους αρχαίους πολιτισμούς. Οι μη δυτικές παραδόσεις των αναπτυσσόμενων χωρών, έρχονται στο προσκήνιο και οι διακριτές εικόνες του παρελθόντος συναντούν τις θέσεις του μοντέρνου προκύπτοντας νέα πρότυπα. Οι τοπικισμοί του 1980, αποστασιοποιούνται από το μεταμοντέρνο (που το θεώρησαν μέρος της ¨ασθένειας¨ παρά ως θεραπεία του), καθώς και από τους εδαφικούς τοπικισμούς της δεκαετίας του 1930. Το ενδιαφέρον στρέφεται στην ανησυχία για το ¨ξερίζωμα¨ πολιτισμών και των τόπων. Η παραπάνω ανησυχία, αποκαλύπτει το αυξημένο ενδιαφέρον για τους τοπικισμούς αυτής της περιόδου, οι οποίοι προβάλλονται ως μια μορφή αντίστασης στις ομοιογενοποιητικές δυνάμεις της παγκόσμιας τεχνολογικής 33 ανάπτυξης, στη διαμάχη τοπικό/παγκόσμιο. Ο τοπικισμός συνδέεται με την ταυτότητα του πρωταρχικού νοήματος και της αρχετυπικής μνήμης που ενυπάρχουν σε μια τοποθεσία. Η παραπάνω τάση επιδέχεται διαφορετικές ερμηνείες, άλλοτε μιμητικές και άλλοτε ευρηματικές, σε κάθε περίπτωση ο σχεδιασμός καθορίζεται από την ιδιοσυγκρασία του δημιουργού. Η αντίσταση στις κατακτήσεις και στους πειραματισμούς της τεχνολογικής προόδου, με την δημιουργία σταθερών θυλάκων παραγωγής νοήματος, είναι το κύριο μέλημα των τοπικισμών αυτής της περιόδου. Η εμφάνιση του όρου ¨κριτικός τοπικισμός¨ (critical 34 regionalism) από τους Lefaivre και Tzonis φαίνεται να υπονοεί την παραπάνω αγωνία, για την απώλεια των τόπων. Ο όρος δηλώνει το κριτικό φίλτρο ανάμεσα στην παράδοση και στη νέα επέμβαση και εκφράστηκε μέσα από ποικίλες απόψεις. Από την πληθώρα των τοπικιστικών απόψεων της περιόδου αυτής, στεκόμαστε στον κριτικό τοπικισμό του Frampton και στα ζητήματα της φαινομενολογικής σκέψης που αναπτύσσει.
33
Curtis, W. (1996). Modern Architecture since 1900. Third Edition, London/New York: Phaidon Press.
34
Αναφέρεται για πρώτη φορά στο κείμενο τους με τίτλο ¨ο κάνναβος και η πορεία¨ (1981), για να περιγράψουν το έργο του γραφείου Αντωνακάκη, ως ένα συνδυασμό του διεθνούς καννάβου του Κωνσταντινίδη και της τοπικής/τοπογραφικής πορείας του Πικιώνη. Lefaivre, L. & Τζώνης, Α. (1981). ¨Ο κάνναβος και η πορεία¨ στο Αρχιτεκτονικά Θέματα, αρ. 15, σελ. 164-178. [29]
(Σχετικά με τις σύγχρονες προσεγγίσεις του ‘τοπικού’, όλα είναι δυνατά. Η ερμηνεία του τόπου παραμένει ανοιχτή και οι απόψεις που αφορούν την τοπικότητα πληθαίνουν. Οι σύγχρονες απόψεις για την τοπικότητα αναπτύσσονται στα συμπεράσματα.)
[30]
II.έννοιες
[31]
The construction of Brasilia, 1956
[32]
έννοιες
ποιος τοπικισμός; (Από τις πολλές εμφανίσεις του τοπικισμού, προσεγγίζεται εκείνη που 35 φανερώνεται ως μια μορφή αντίστασης στην παγκοσμιοποίηση και στην τυποποίηση των μεθόδων σχεδιασμού που αφαιρούν την διαφορετικότητα του τοπικού (διαμάχη τοπικό/παγκόσμιο). Το ζητούμενο δεν είναι η αντίσταση με όρους μίμησης παρελθοντικών μορφών, αλλά η αναζήτηση 36 στο ¨προηγούμενο¨ της ουσίας που θα δώσει την έμπνευση για τη δημιουργία νέων αυθεντικών προτύπων. Η αυθεντικότητα του τοπικού, αναζητά την ποιοτική δέσμευση στη σχέση αρχιτεκτονικής–τόπου, ανθρώπων και πραγμάτων, μια δέσμευση που απορρέει από το βαθμό συμμετοχής και δηλώνει την παρουσία της βιωματικής εμπειρίας. Η έλλειψη συμμετοχής οδηγεί στην απουσία της βιωματικής εμπειρίας, στην αποδυνάμωση των σχέσεων ανθρώπων-τόπων και στην απώλεια της 37 αυθεντικότητας. )
35
¨το φαινόμενο της παγκοσμιοποίησης, ενώ αποτελεί πρόοδο του ανθρώπινου γένους, παράλληλα συντελεί σε ένα είδος καταστροφής, όχι μόνο της παραδοσιακής κουλτούραςγεγονός που δεν θα ήταν ανεπανόρθωτο- αλλά και αυτού που σήμερα θεωρούμε δημιουργικό πυρήνα κάθε πολιτισμού και κουλτούρας[…]Η σύγκρουση ξεκινά από δω. ¨ P. Ricoeur , Universal Civiizatons and National Cultures, 1961. Βλ. Frampton, K. (1987). ‘Κριτικός Τοπικισμός: μοντέρνα αρχιτεκτονική και πολιτιστική ταυτότητα’ στο Μοντέρνα Αρχιτεκτονική Ιστορία και κριτική, μετάφραση. Θ. Ανδρουλάκης, Μ. Παγκάλου Αθήνα: Θεμέλιο, σελ. 277. 36
Το ¨προηγούμενο¨ είναι μια έννοια που χρησιμοποιεί ο Φατούρος για να αναφερθεί στην παράδοση εκείνη που δεν επιμένει σε στερεότυπα, μια παράδοση που μεταμορφώνεται και μετασχηματίζεται από τις διακηρύξεις του μοντέρνου ή καλύτερα της σύγχρονης αρχιτεκτονική. Φατούρος, Δ. (2003). Η Επιμονή της Αρχιτεκτονικής, Αθήνα: Καστανιώτη, σελ. 188. 37
Όπως υποστηρίζει ο αυστραλός κριτικός τέχνης Kim Dovey: ¨ Η μορφή ενός αντικειμένου θα πρέπει να συνδέεται με την διαδικασία της δημιουργίας του. ¨ Η παραπλανητική σχέση με τον τόπο προκύπτει όταν αφαιρείται από τόπο η έννοια του πραγματικού, με αποτέλεσμα να μειώνεται η ικανότητα δέσμευσης και συμμετοχής με τα πράγματα του περιβάλλοντος. Canizaro, V. (2007). Architectural Regionalism. Collected Writings on Place, Identity, Modernity, and Tradition, New York: Princeton Architectural Press. [33]
Στην παραπάνω κατεύθυνση, η επιλογή των Frampton και Curtis, ανάμεσα στις πολλές απόψεις για τον τοπικισμό, έγινε διότι στις απόψεις τους διακρίνεται η πρόθεση να ενισχύσουν τις χαμένες 38 συνδέσεις με τον τόπο (ως απάντηση στη ρευστότητα των καιρών) , παραμένοντας κοντά στις ανάγκες της σύγχρονης εποχής. Παρακάτω εξετάζονται τα βασικά σημεία των θεωρητικών τους απόψεων πάνω στον τοπικισμό. κριτικός τοπικισμός/critical regionalism (Frampton) (Από τις πολυάριθμες αναφορές του Frampton στον κριτικό τοπικισμό, στεκόμαστε κυρίως στο άρθρο του Ten Points on Architecture of 39 Regionalism: A Provisional Polemic (1987) διότι πιστεύουμε ότι είναι περισσότερο αποκαλυπτικό για τις ποιοτικές δεσμεύσεις της αρχιτεκτονικής με τον τόπο. Επιπλέον, συγκεντρώνει έννοιες και θέματα από τη 40 φαινομενολογική σκέψη που προτάσσονται ως εναλλακτικές αναγνώσεις τόπου, με έμφαση στην αποκάλυψη του τοπικού χαρακτήρα και τη μεταφορά του στην αρχιτεκτονική πρακτική.)
38 39
Το ζήτημα των ρευστών καιρών, επεξηγείται αναλυτικότερα στην εισαγωγή.
Frampton, K. (1987). Ten Points on Architecture of Regionalism: A Provisional Polemic. Center 3, New Regionalism, New York: Rizzoli.
40
τέτοιες έννοιες αφορούν την μοναδικότητα του τόπου, την ποιητική διάσταση του χώρου, την εμμονή στην τοπογραφία και γενικότερα στα πρωτογενή στοιχεία της φύσης. Όλες αυτές οι έννοιες προτάσσονται ως εναλλακτικές αναγνώσεις τόπου, με έμφαση στην αποκάλυψη του τοπικού χαρακτήρα και την μεταφορά του στην αρχιτεκτονική. (Οι απόψεις-διαλεκτικές αντιθέσεις του Frampton για τον κριτικό τοπικισμό, συγκεντρώνουν έννοιες και θέματα από την φαινομενολογική σκέψη. Θα λέγαμε ότι το θεωρητικό υπόβαθρο του τοπικισμού, με τον οποίο ασχολείται η εργασία, βρίσκεται στις θεωρίες τοπικότητας του Schulz, ως έκφραση του ολιστικού θεωρητικού λόγου (Κωτσιόπουλος). Βασικό ζήτημα στην φαινομενολογική σκέψη είναι η κατανόηση του χαρακτήρα του τόπου, ώστε να αποκαλυφθεί ο χαρακτήρας της αρχιτεκτονικής που του ταιριάζει. Η αρχιτεκτονική στο παραπάνω πλαίσιο προσεγγίζεται με ποιοτικούς, υπαρξιακούς όρους. Ο κάθε τόπος από τη φύση του συγκεντρώνει ποιότητες που ο αρχιτέκτονας καλείται να αποκαλύψει και να μεταφέρει στο έργο του. Η μεταφορά των ποιοτήτων αποδίδεται με το genius loci και την ‘ατμόσφαιρα’ του, έννοιες που δύσκολα περιγράφονται λεκτικά, καθώς αφορούν πράγματα που αισθανόμαστε και δεν περιγράφονται μέσω αναλυτικών διαδικασιών.) [34]
Βασική πρόθεση του κριτικού τοπικισμού είναι να μετριάσει τις επιπτώσεις του παγκόσμιου πολιτισμού, χρησιμοποιώντας στοιχεία που απορρέουν από τις τοπικές ιδιαιτερότητες, εγγυώμενος την ταυτότητα της αρχιτεκτονικής που αρμόζει στο συγκεκριμένο τόπο. Ως μέθοδος σχεδιασμού, που αντιστέκεται στις επιπτώσεις του παγκόσμιου, εστιάζει το ενδιαφέρον του σε ποικίλα ζητήματα, από τις διακυμάνσεις του φυσικού φωτός, τον τεκτονικό χαρακτήρα των κατασκευαστικών δομών, μέχρι τις 42 τοπογραφικές συνθήκες της τοποθεσίας. Το ‘τοπικό’ του Frampton σχετίζεται με την απτική αμεσότητα της χωρικής εμπειρίας (tactile immediacy 43 of spatial experience) και αποπνέει μια αίσθηση πραγματικότητας με πολιτιστικά νοήματα (είναι η απάντηση στην α-τεκτονική αρχιτεκτονική και στις ομοιογενοποιητικές δυνάμεις του παγκόσμιου πολιτισμού). Στην παραπάνω κατεύθυνση, ο Frampton αναπτύσσει τις απόψεις του μέσα από ζεύγη εννοιών (διαλεκτικές αντιθέσεις), μέσω των οποίων αναζητάει να ισορροπήσει τη σχέση τοπικό/παγκόσμιο. Τα αντιθετικά ζεύγη, 44 όπως υποστηρίζει ο ίδιος έχουν άμεση σχέση με την αρχιτεκτονική πρακτική και αφορούν έννοιες όπως: Οπτικό / απτικό (visual / tactile), τεκτονικό / σκηνογραφικό (tectonic / scenographic), τεχνητό / φυσικό (artificial / natural), τυπολογία / τοπογραφία (typology / topography), χώρος / τόπος (place / space) και πληροφορία / εμπειρία (information / experience). Τα ζεύγη εννοιών του Frampton, δεν ερμηνεύονται ηθικολογικά, άρα δεν παίρνουν αρνητικό ή θετικό πρόσημο, αλλά ως πολικότητες που υπογραμμίζουν την αναγκαία αντίθεση, για την ύπαρξη της αρχιτεκτονικής που αντιστέκεται στην απώλεια του τόπου. Στην παρούσα έρευνα τα αντιθετικά δίπολα του Frampton, τίθενται ως ζητήματα για την δημιουργία των ποιοτικών δεσμεύσεων με τον τόπο. Οι τάσεις του κριτικού τοπικισμού που αναπτύσσονται μέσα από τα αντιθετικά 41
41
Η κατάληξη ‘-ισμός’, στην περίπτωση του κριτικού τοπικισμού, δεν αναφέρεται σε ένα ενιαίο σύνολο μορφολογικών χαρακτηριστικών που παραπέμπουν στο όρο του ‘στυλ’. Άρα δεν αναφερόμαστε σε ένα στυλ, αλλά σε μια τάση της αρχιτεκτονικής με κάποια κοινά σημεία σε επίπεδο αρχών και όχι μορφών. 42
Frampton, K. (1983). Towards a Critical Regionalism: Six Points for an Architecture of Resistance στοThe Anti-Aesthetic, Essays on Postmodern Culture. Port Townsend: Bay Press. 43
Frampton, K. (1987). Ten Points on Architecture of Regionalism: A Provisional Polemic. Center 3, New Regionalism, New York: Rizzoli.
44
Frampton, K. (1997). ¨Διεθνισμός και/ή τοπικισμός. Ανεπίκαιρες σκέψεις για το μέλλον του νέου¨ στο Θέματα Χώρoυ + Τεχνών, αρ. 28, σελ. 88-91. [35]
δίπολα του Frampton, χρησιμοποιούνται ως το εννοιολογικό πλαίσιο για την προσέγγιση των παραδειγμάτων. Συμπληρωματικά με τα παραπάνω γίνονται αναφορές και στον αυθεντικό τοπικισμό του Curtis. Στο σημείο αυτό θα αναφερθούμε στις αντιθετικές διαλέξεις του Frampton που καθορίζουν το εννοιολογικό πλαίσιο στην ανάλυση των παραδειγμάτων. διαλεκτικοί συλλογισμοί Frampton/έννοιες τοπικισμού (Στις έννοιες του τοπικισμού θα αναζητήσουμε τις ποιοτικές δεσμεύσεις στη 45 σχέση αρχιτεκτονικής-τόπου , στη διαμάχη τοπικό-παγκόσμιο. Επιλέγουμε να αναφερθούμε στα δίπολα typology/topography, artificial/natural και visual/tactile, διότι δίνουν κατευθύνσεις για την αποκάλυψη των ποιοτικών δεσμεύσεων της αρχιτεκτονικής με τον τόπο. Εστιάζουμε στα σημεία που πιστεύουμε ότι είναι σημαντικά για την ενίσχυση της σχέσης αρχιτεκτονικήςτόπου, και που προωθούν μια αρχιτεκτονική συγκεκριμένη / χωρική / βιωματική.) Η ανάπτυξη των απόψεων του Frampton, ξεκινάει με τη διαφοροποίηση 46 του τοπικισμού από την ανώνυμη λαϊκή αρχιτεκτονική (vernacular ), αλλά και από τον τοπικισμό χωρίς το επίθετο ‘κριτικός’. Στη σκέψη του, πρωταρχικό ζήτημα αποτελεί η διαμάχη των εννοιών χώρος/τόπος. Ο παραπάνω αντιθετικός συλλογισμός ανάγεται στο ζεύγος spatium in extension (infinitive space) και Raum (όριο ή περιοχή). Εδώ φαίνεται και η φαινομενολογική αναφορά στη σκέψη του και συγκεκριμένα οι αναφορές στα 47 γραπτά του Heidegger (1954) . Το Raum, ερμηνεύεται ως όριο, αλλά με την έννοια ότι είναι αυτό από το οποίο κάτι αρχίζει την παρουσία του, είναι τόπος 48 ελεύθερος και κατάλληλος για κατάλυμα. Ο χώρος δεν προσεγγίζεται ως 45
Γενικά, οι θεωρητικές απόψεις του Frampton, όπως αναπτύσσονται μέσα από τα δίπολα, αναζητούν τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της αρχιτεκτονικής, που είναι κατάλληλη για τον συγκεκριμένο τόπο.
46
Vernacular: ορισμός από τον Colquhoun στο Vernacular Classicism (verna=ταπεινός) Colquhoun, A. (1989). Vernacular Classicism στο Modernity and the Classical Tradition, Cambridge: MIT Press, σελ. 21-31.
47
αναφορά στο Building/Dwelling/Thinking του Heidegger. Frampton, K. (1987). Ten Points on Architecture of Regionalism: A Provisional Polemic. Center 3, New Regionalism, New York: Rizzoli. 48
Frampton, K. (1987). Μοντέρνα Αρχιτεκτονική Ιστορία και κριτική, [36]
άπειρος (infinitive) αλλά η ύπαρξή του καθορίζεται από όρια, ο χώρος είναι αυτό για το οποίο έχει δημιουργηθεί ο τόπος και έχει τεθεί στα όριά του. Η διάκριση αυτή σε χώρο και τόπο, επεκτείνεται στο δίπολο τυπολογία/τοπογραφία. 49 #Typology/Topography_ για τον Frampton , ο κριτικός τοπικισμός, σε αντίθεση με την λογική tabula rasa του μοντέρνου κινήματος, βασίζεται στις σχέσεις που αναπτύσσονται ανάμεσα στις νέες επεμβάσεις και στο φυσικό περιβάλλον, θεωρούμενο ως τοπίο, τοπογραφία, έδαφος. Στην παραπάνω κατεύθυνση, υποστηρίζει τη δημιουργία των ‘τόπο-μορφών’ (place-formς) σε αντίθεση με την θεώρηση που θέλει το κτίριο ως ελεύθερο αντικείμενο, οι οποίες αποτελούν μέρος της κοινωνικής πραγματικότητας μιας περιοχής. Η παραπάνω διαλεκτική δίνει έμφαση σε δύο παραμέτρους της αρχιτεκτονικής που είναι σημαντικές, το πολιτιστικό και το φυσικό περιβάλλον (υπόβαθρο/ τοπίο, τοπογραφία, έδαφος), που καθορίζουν την ταυτότητα της τοποθεσίας και διαμορφώνουν το χαρακτήρα της. 50 Η τυπολογία ως ένα εργαλείο πολιτιστικής μνήμης που αποτελεί συνθήκη του αρχιτεκτονικού νοήματος, προσεγγίζεται μέσα από την αλληλεπίδραση του πολιτισμού, της κουλτούρας και της φύσης. Το αντιθετικό ζεύγος τυπολογία/τοπογραφία είναι καθοριστικό για την ανάπτυξη των σχέσεων ανάμεσα στο αρχιτεκτονικό έργο και στο υπάρχον πλαίσιο. Η τυπολογία είναι καθοριστική για τη δημιουργία τόπου (place making), βασικής έννοιας του κριτικού τοπικισμού. Εξίσου σημαντική είναι και η τοπογραφία που καθορίζει τις κλιματικές και οικολογικές συνθήκες του τόπου. Η ισορροπία ανάμεσα στην τυπολογία και την τοπογραφία, ανάγεται σε σχέση πολιτιστικού/φυσικού υπόβαθρου, για τη δημιουργία ‘τόπομορφών’. (Το παραπάνω δίπολο (τυπογραφία/τοπογραφία) συμπληρώνεται από το ζεύγος εννοιών τεκτονικό/σκηνογραφικό.)
μετάφραση. Θ. Ανδρουλάκης, Μ. Παγκάλου, Αθήνα: Θεμέλιο, σελ. 250. 49
Frampton, K. (1983). “Towards a Critical Regionalism: Six Points for an Architecture of Resistance” in The Anti-Aesthetic: Essays on Postmodern Culture, σελ. 26.
50
¨…η δημιουργία είναι μια διαδικασία προσαρμογής τύπων από τις ανάγκες του παρελθόντος, στις ανάγκες του παρόντος. ‘Τύπος και Τόπος’, Colquhoun στο Kate Nesbit. Colquhoun, A. (2004) ‘Typology and the Design Method’ στο Theorizing a new agenda for architecture. An anthology of architectural theory 1965-1995, Kate Nesbit (επιμ.), New York: Princeton Architectural Press, σελ. 248-255. [37]
Στην αναζήτηση των ποιοτικών χαρακτηριστικών της αρχιτεκτονικής, που την καθιστούν κατάλληλη για έναν τόπο, ο Frampton θέτει το ζήτημα των εννοιών τεκτονικό/σκηνογραφικό. Μέσα από αυτό αναφέρεται στην κατασκευαστική δομή του έργου, που αλληλεπιδρά με το φυσικό περιβάλλον εγγραφής του, όχι μόνο με την έκφραση της κατασκευαστικής του ειλικρίνειας, αλλά και με όρους αντοχής στο χρόνο και στο κλιματικό περιβάλλον. Ο τεκτονικός χαρακτήρας λοιπόν, είναι μια ποιοτική δέσμευση στη σχέση αρχιτεκτονικής τόπου, αφού δεν θα μπορούσε να υπάρξει παρά μόνο σε ένα συγκεκριμένο τόπο, σε αντίθεση με το σκηνογραφικό χαρακτήρα ο οποίος προσδιορίζεται ως ‘αναπαραστατικός’ και θα μπορούσε να υπάρξει σε οποιαδήποτε τοποθεσία. Άλλωστε οι τεκτονικές ποιότητες του έργου (τεκτονικός χαρακτήρας), συμβάλλουν στην κατανόηση της αρχιτεκτονικής ως ολοκληρωμένης εμπειρίας που συνδέεται με τον τόπο (η κατασκευαστική δομή που αλληλεπιδρά με το περιβάλλον του, τον άνθρωπο, τις κοινωνικές και φυσικές δομές). Η αναζήτηση των ποιοτικών δεσμεύσεων με τον τόπο εκφράζεται μέσα από το δίπολο τεχνητό φυσικό. #Artificial/Natural_ εδώ αναζητείται η ισορροπία ανάμεσα στη χρήση των παγκόσμιων τεχνολογιών που βελτιώνουν την ποιότητα ζωής και στις τοπικές κλιματικές συνθήκες με σκοπό την ενδυνάμωση της αίσθησης τόπου. Ο Frampton επισημαίνει την εξάρτηση της σύγχρονης αρχιτεκτονικής από την τεχνολογία, με σκοπό τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης στο δομημένο περιβάλλον, διατηρώντας μια παγκόσμια κουλτούρα ‘τεχνητής άνεσης’ (artificial comfort). Η κουλτούρα της τεχνητής άνεσης εξαφανίζει τις φυσικές συνθήκες κλίματος, φωτός και αέρα, έτσι αμβλύνονται οι διαφοροποιημένες εμπειρίες τόπου που σχετίζονται με τις ιδιαιτερότητες της κάθε τοποθεσίας. Η αντίληψη του θερμικού περιβάλλοντος μας συνδέει συναισθηματικά με τον τόπο 51, ενώ η αντικατάσταση των τοπικών κλιματικών συνθηκών από τα παγκόσμια τεχνολογικά πρότυπα, τείνει να εξαλείψει την αίσθηση τόπου και τις σωματικές και συναισθηματικές μας δεσμεύσεις με αυτόν. Η ολοκληρωμένη αρχιτεκτονική εμπειρία ως ποιοτική δέσμευση αρχιτεκτονικής τόπου, εκφράζεται μέσα από το δίπολο οπτικό/απτικό. #Visual/Tactile_ η θέση του Frampton για την ικανότητα της αρχιτεκτονικής να βιώνεται με όλες τις αισθήσεις, διατυπώνεται από τη 51
Curtis, W. (1996) Modern Architecture since 1900. Third Edition, London/New York: Phaidon Press, σελ. 638. [38]
διαλεκτική οπτικό/απτικό (Visual/Tactile) . Μέσα από τη ματιά του κριτικού τοπικισμού, είναι σημαντική η παραπάνω ικανότητα της αρχιτεκτονικής, στον αντίποδα της εποχής του παγκόσμιου, όπου η εμπειρία τείνει να αντικατασταθεί από την πληροφορία (information/experience). Το δίπολο οπτικό/απτικό μέσα από το οποίο προσεγγίζεται η υλικότητα της αρχιτεκτονικής, δεν βρίσκεται σε ένταση αλλά λειτουργεί ενωτικά, ως σύνολο. Η οπτική εμπειρία από μόνη της, δεν αρκεί για την ολοκληρωμένη εμπειρία του αρχιτεκτονικού έργου. Αλλά δρώντας παράλληλα με την απτική εμπειρία, διευρύνεται το εύρος της ανθρώπινης αντίληψης και αυξάνεται η ικανότητα αντίστασης στην παγκόσμια κουλτούρα, δίνοντας έμφαση στην εμπειρία και όχι στην πληροφορία. Η εμπειρία όλων των αισθήσεων και η σωματική εμπειρία γενικότερα, δημιουργεί ισχυρούς δεσμούς με το χτισμένο περιβάλλον, ενισχύοντας τις ποιοτικές δεσμεύσεις με τον τόπο. Ο κριτικός τοπικισμός, ως τάση υποστηρίζει την παραπάνω άποψη. Προτείνει τη χρήση υλικών που έχουν τοπική συνάφεια/σχέση με το χαρακτήρα του τόπου και των κατασκευών που προάγουν τη σωματική εμπειρία και προκαλούν ποικίλες συναισθηματικές καταστάσεις. (Έχοντας εξετάσει τις απόψεις του Frampton και) πριν από τη σύνθεση του εννοιολογικού πλαισίου για την αναφορά στα αρχιτεκτονικά παραδείγματα, εξετάζουμε εν συντομία τις θεωρητικές απόψεις του Curtis, οι οποίες συμπληρώνουν τις βασικές θέσεις του Frampton που έχουμε επιλέξει να σταθούμε. 52
αυθεντικός τοπικισμός/authentic regionalism (Curtis) Στην αφετηρία των σκέψεων του Curtis για τον αυθεντικό τοπικισμό, είναι η αγωνία του για τις επιπτώσεις του παγκοσμίου στους πολιτισμούς των αναπτυσσόμενων χωρών. Σε αντίθεση με τον Frampton δε χρησιμοποιεί αντιθετικούς συλλογισμούς για να αναπτύξει τις απόψεις του. Ο αυθεντικός τοπικισμός του Curtis, έχει τη θεωρητική πρόθεση να βρει τα σημεία επαφής, ανάμεσα στο τοπικό που απορρέει από τις τοπικές συνθήκες-τοπογραφικές, κλιματικές και πολιτισμικές- και το παγκόσμιο που απορρέει από το μοντέρνο και την παγκόσμια τεχνολογία. Στην κατεύθυνση αυτή διεισδύει στις σχεδιαστικές αρχές και τις συμβολικές δομές του παρελθόντος, ώστε να 52
Frampton, K. (1987). Ten Points on Architecture of Regionalism: A Provisional Polemic. Center 3, New Regionalism New York: Rizzoli, σελ. 384. [39]
αποκαλύψει τις πνευματικές δυνάμεις (spiritual forces) του κάθε πολιτισμού και να τις μετασχηματίσει σε μορφές που να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του παρόντος. Θα λέγαμε ότι ο αυθεντικός τοπικισμός, είναι περισσότερο ένας πολιτιστικός ορισμός της έννοιας του ‘τοπικού’, (γι αυτό οι απόψεις του πλαισιώνουν την ενότητα τόπος & πολιτιστική ταυτότητα.) Ο Curtis προσεγγίζει τις μορφές της ανώνυμης λαϊκής αρχιτεκτονικής (vernacular) με την πρόθεση να αποκαλύψει το θεωρητικό υπόβαθρο της δημιουργικής διαδικασίας σχεδιασμού. Υποστηρίζει ότι αυτή είναι το αποτέλεσμα της ‘εσωτερικής ώθησης’ (internal impetus) και της εξωτερικής ώθησης (external impetus), οι οποίες μετασχηματίζουν τα τοπικά στοιχεία βάση των εξωτερικών επιρροών. (Ένα σημείο που απορρέει από την παρούσα άποψη είναι η αναζήτηση της σοφίας’ στο vernacular, που ισορροπεί τον άνθρωπο, τον πολιτισμό και τη φύση.) Η τοπική ευαισθησία στην προσέγγιση του Curtis, αναζητάει την ισορροπία ανάμεσα στην πρόοδο του μοντέρνου και στις φυσικές δυνάμεις της τοποθεσίας, μαζί με τη σοφία που αντλείται από τις δομές του παρελθόντος. Σε αυτές αναζητά τις αναφορές στα τοπικά υλικά, στους τρόπους δομής, στις κλιματικές συνθήκες, στις κοινωνικές δομές. Έχει την πρόθεση να παρέχει λύσεις βασισμένες στον τόπο’ και στις παγκόσμιες αξίες παράλληλα και χωρίς μιμητικές ή νοσταλγικές διαθέσεις να ενδυναμώνει την σχέση αρχιτεκτονικής-τόπου. Για τον Curtis βασικά ζητήματα για τη δημιουργία ποιοτικών δεσμεύσεων με τον τόπο είναι: οι αρχές της ανώνυμης λαϊκής αρχιτεκτονικής (vernacular), οι τοπικοί τρόποι δομής και τα τοπικά υλικά και τέλος η ισορροπία ανάμεσα στην ανάπτυξη του αστικού στοιχείου και αυτού της υπαίθρου (urban Vs rural). Θα λέγαμε ότι η άποψη του Frampton για τον τοπικισμό, σχετίζεται περισσότερο με την αρχιτεκτονική πρακτική, σε αντίθεση με του Curtis η οποία προβάλλεται περισσότερο ως θεωρητική πρόθεση. Από τις απόψεις τους θα διακρίνουμε τα βασικά σημεία για τη δημιουργία τόπου. 53
53
Curtis, W. (1986). "Towards an Authentic Regionalism" In MIMAR 19: Architecture in Development. Singapore: Concept Media Ltd, σελ. 24. [40]
Frampton/Curtis/συσχετίσεις Οι Frampton και Curtis αναπτύσσουν τις απόψεις τους για τον τοπικισμό, με αφορμή τη διαμάχη τοπικό-παγκόσμιο, έχοντας την πρόθεση να αποκαταστήσουν τις χαμένες συνδέσεις με τον τόπο, παραμένοντας ταυτόχρονα κοντά στις σύγχρονες ανάγκες. Εδώ είναι το κοινό τους σημείο, το οποίο όμως ερμηνεύεται από τον καθένα διαφορετικά. Για τον Frampton η αυθεντικότητα του τοπικού, αναζητείται στις δεσμεύσεις αρχιτεκτονικήςτόπου, που απορρέουν από το βαθμό συμμετοχής στην αρχιτεκτονική εμπειρία τόπου. Το ‘τοπικό’ του Frampton σχετίζεται με την απτική αμεσότητα της χωρικής εμπειρίας και αποπνέει μια αίσθηση πραγματικότητας με πολιτιστικά νοήματα. Αντιθέτως ο Curtis δεν αναφέρεται στην παραπάνω τάση (αμεσότητα απτικής εμπειρίας) αλλά αναζητά στις βαθύτερες δομές, στο υπόβαθρο της δημιουργικής διαδικασίας σχεδιασμού, της ανώνυμης λαϊκής αρχιτεκτονικής (vernacular). Ανατρέχει στη ‘σοφία’ του vernacular για να δώσει απαντήσεις σε σύγχρονα ζητήματα πολιτιστικής και περιβαλλοντικής φύσεως. Εκεί ψάχνει τις χαμένες συνδέσεις με τον τόπο. Άρα με διαφορετικό τρόπο και οι δύο, αναζητούν το νόημα που ενυπάρχει σε έναν τόπο, ένα νόημα που συνδέει την αρχιτεκτονική με τις φυσικές και πολιτιστικές συνθήκες έχοντας την πρόθεση να αποκαταστήσουν τις χαμένες συνδέσεις με τον τόπο. 54 54
Την ίδια περίοδο που εμφανίστηκαν οι απόψεις των Frampton και Curtis για τον κριτικό και αυθεντικό τοπικισμό αντίστοιχα, ο Colquhoun αποστασιοποιείται από τις απόψεις των παραπάνω, αλλά με αφορμή αυτές θέτει το ζήτημα σε διαφορετική βάση. Ο Colquhoun, αναπτύσσει τις απόψεις για τον τοπικισμό, περισσότερο ως μια μορφή κριτικής στους παραπάνω τοπικισμούς και τον προσδιορίζει ως την διαφορετική αντιμετώπιση/ στάση στο ζήτημα αρχιτεκτονικής-τεχνολογίας. “…but there is another phenomenon called regionalism…” Θα λέγαμε ότι η άποψή του είναι περισσότερο μια μορφή κριτικής στον τοπικισμό, τον οποίο συνδέει με την οικονομική και πολιτική κατάσταση της κάθε περιοχής. Ο Colquhoun αφήνει το ενδεχόμενο για έναν τοπικισμό πέρα από εξιδανικευμένες αναφορές στην λαϊκή αρχιτεκτονική (vernacular utopia), ή την κριτική στις επιπτώσεις του παγκόσμιου. Ο τοπικισμός του Colquhoun είναι το αποτέλεσμα της αλληλεπίδρασης ανάμεσα στο διεθνή εκσυγχρονισμό και στις τοπικές παραδόσεις που ριζώνουν βαθιά σε θεσμούς και συμπεριφορές. Πιο απλά, ο τοπικισμός του, εκδηλώνεται ως η διαφοροποίηση των [41]
Συμπερασματικά θα λέγαμε ότι από τις παραπάνω απόψεις, η θέση του Frampton για τον τοπικισμό, σχετίζεται περισσότερο με την αρχιτεκτονική πρακτική, σε αντίθεση με του Curtis η οποία προβάλλεται περισσότερο ως θεωρητική πρόθεση. Από τις απόψεις τους διακρίνουμε τα βασικά σημεία για τη δημιουργία τόπου.
στάσεων στη σχέση αρχιτεκτονικής τεχνολογίας. Αναφέρει ότι τα υλικά του πολιτισμού, είναι παντού τα ίδια, αυτό που αλλάζει είναι ο τρόπος ερμηνείας τους. Όπως η διαφορετική στάση στο ζήτημα των Αμερικάνων δημιουργών που είναι πραγματιστική και στην άποψη των Ευρωπαίων δημιουργών που εμφανίζεται περισσότερο ιδεαλιστική. Η άποψη του Colquhoun επανεξετάζεται στην ενότητα τόπος και πολιτιστική ταυτότητα. Colquhoun, A. (1989) ‘Regionalism and Technology’ στο Modernity and the Classical Tradition, Cambridge: MIT Press, σελ. 207.
[42]
IΙΙ. σχέση αρχιτεκτονικής-τόπου παραδείγματα
[43]
[44]
σχέση αρχιτεκτονικής-τόπου
‘στοιχεία τοπικότητας’
56 Η σχέση της αρχιτεκτονικής-τόπου , διερευνάται μέσα από τα ‘στοιχεία τοπικότητας’. Τα ‘στοιχεία τοπικότητας’ ως αναγνωρίσιμες πτυχές της αρχιτεκτονικής, θα μπορούσαν να θεωρηθούν ως τα σημεία επαφής και 57 επικοινωνίας στη σχέση αρχιτεκτονικής-τόπου , που αποκαλύπτουν τις δεσμεύσεις του ανθρώπου με το περιβάλλον κατοίκησής του.
Ο τόπος στην προκειμένη περίπτωση προσεγγίζεται με την υλική του 58 διάσταση , ενώ η τοπικότητα αντιμετωπίζεται ως ένα ζήτημα που καθορίζει το χαρακτήρα και την ταυτότητα της αρχιτεκτονικής. Όπως αναφέρει ο 59 Moneo: ¨…η γνώση τόπου, είναι η γνώση πραγματικότητας¨ . Άρα ο τοπικισμός/τοπικότητα, ως πραγματικό ζήτημα στην αρχιτεκτονική, προσεγγίζεται μέσα από σταθερές έννοιες-αναφορές στο τοπίο/τοπογραφία/έδαφος, στο κλίμα/φως/αέρας, στην υλικότητα και στον πολιτισμό, έννοιες που περιέχουν ποσότητα φυσικών και ιστορικών υπολειμμάτων παρέχοντας πηγή και υλικό για την αρχιτεκτονική δημιουργία αντανακλώντας φυσικές, κοινωνικές και σωματικές πραγματικότητες. Τα στοιχεία τοπικότητας μέσα από τα οποία προσεγγίζεται η σχέση αρχιτεκτονικής-τόπου, πλαισιώνονται από τις θεωρητικές απόψεις του Frampton για τον κριτικό τοπικισμό.
56 57
που προσεγγίζεται με όρους τοπικισμού/τοπικότητας.
η σχέση αρχιτεκτονικής τόπου ανάγεται σε σχέση ανθρωπογενούς και φυσικού περιβάλλοντος, με το ζήτημα του ‘τοπικού’ να τίθεται ως η διαδικασία εξοικείωσης με το φυσικό περιβάλλον. Η παραπάνω διάκριση καθιστά φανερή την φαινομενολογική οπτική του θέματος. Norberg-Schulz, C. (2009). Genius loci. Το πνεύμα του Τόπου. Για μία φαινομενολογία της Αρχιτεκτονικής, Αθήνα: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Ε.Μ.Π.
58
Το αρχικό εύρος του τόπου περιορίζεται και ταυτίζεται με υλικά στοιχεία, τεχνητά ή φυσικά στα οποίο ο άνθρωπος βρίσκει ψυχολογικό, κοινωνικό και πολιτιστικό έρεισμα. (βλ. ενότητα ‘ μετατοπίσεις του τοπικού’, την δεκαετία 1970).
59
Moneo, R. (2004). Theoretical anxiety and design strategies in the work of 8 contemporary architects, MIT Press.
[45]
Τα σημεία του Frampton60, από τον κριτικό τοπικισμό που έχουμε επιλέξει να σταθούμε, προωθούν μια αρχιτεκτονική χωρική / συγκεκριμένη / βιωματική, ενώ στέκονται η αφορμή, για νέες αναγνώσεις τόπου, εξασφαλίζοντας τη νοηματική συνέχεια αυτού που προϋπάρχει αλλά με κριτική απόσταση. μεθοδολογία (Η τάση του τοπικισμού/τοπικότητας, στην οποία αναφέρεται η έρευνα, ως πραγματικό ζήτημα στην αρχιτεκτονική, μελετάται μέσα από αρχιτεκτονικά παραδείγματα, τα οποία ενσωματώνουν με τον πιο πλήρη τρόπο τη φιλοσοφία του κάθε αρχιτέκτονα στο συγκεκριμένο ζήτημα τοπικότητας που εξετάζεται στην κάθε θεματική.) Σε κάθε θεματική, αρχικά συσχετίζεται το στοιχείο τοπικότητας (πχ τοπίο/τοπογραφία/έδαφος) με τα δίπολα του Frampton (πχ τυπολογίατοπογραφία), προσδιορίζοντας κατά κάποιο τρόπο την έννοια του τοπικού. Στη συνέχεια διερευνώνται οι θέσεις και οι σχεδιαστικές απόψεις του κάθε αρχιτέκτονα, στο εκάστοτε ζήτημα τοπικότητας, οι οποίες αποκαλύπτονται μέσα από την ανάλυση ενός έργου τους. Έτσι η θεματική τόπος_ τοπίο/τοπογραφία/έδαφος, πλαισιώνεται θεωρητικά από το δίπολο τυπολογία/τοπογραφία. Εδώ διερευνώνται οι θέσεις των Κωνσταντινίδη και Ando, στο ζήτημα της ένταξης στο τοπίοφυσικό τόπο, που εκφράζεται ως το ‘αίτημα για φυσικότητα’ (ενσωμάτωση) αφενός και αφετέρου ως η ‘ελεγχόμενη απόσταση με τη φύση’ (ένταση). Και στις δύο περιπτώσεις ο ανοιχτός διάλογος της νέας επέμβασης με το περιβάλλον, που είναι το ζητούμενο και βασίζεται σε σχέσεις απόστασης και όχι μίμησης, επιτυγχάνεται μέσα από την αφαίρεση και την προσήλωση στα στερεοτυπικά σχήματα. Η θεματική τόπος_ κλίμα/φως/αέρας, προσεγγίζεται μέσα από το δίπολο τεχνητό/φυσικό. Σε αυτή διερευνώνται οι θέσεις του Murcutt σχετικά με τις κλιματικές προσαρμογές των κτιρίων του και τις εμπειρίες του κλιματικού τόπου, μέσα από τις έννοιες της μεταβλητότητας, του layering 61 και της ρευστότητας των ορίων . Η θεματική τόπος_ υλικότητα, με αναφορά στο δίπολο οπτικό/απτικό, διερευνά τις θέσεις του Zumthor στο ζήτημα της απτικής ευαισθησίας της 60 61
Βλέπε ενότητα ‘έννοιες’. Μεταξύ φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος.
[46]
υλικότητας, μέσα από τις έννοιες της χωρικής μνήμης, της σωματικότητας, της δημιουργίας καταστάσεων περιπλάνησης. Για την αποκάλυψη του νοήματος του τόπου και για τη βίωση της αρχιτεκτονικής με όλες τις αισθήσεις. Στη θεματική τόπος_ πολιτισμός, ενοποιούνται όλες οι παραπάνω περιπτώσεις αρχιτεκτόνων. Διερευνάται πώς οι θέσεις της σύγχρονης αρχιτεκτονικής διασταυρώνονται με εικόνες του παρελθόντος (τοπικές ιδιαιτερότητες από πολιτισμικές συνθήκες). Συνοπτικά έχουμε: #τόπος_ τοπίο| τοπογραφία | έδαφος Typology/Topography [Κωνσταντινίδης, Ando] γεωμετρικός χώρος-φύση ένταξη / ενσωμάτωση-ελεγχόμενη απόσταση / αφαίρεση #τόπος_ κλίμα| φώς | αέρας. Artificial/Natural [Murcutt] εμπειρία κλιματικού τόπου / μεταβλητότητα / layering κλιματικές προσαρμογές #τόπος_ υλικότητα Visual/Tactile [Zumthor] αισθητηριακές δεσμεύσεις / απτική ευαισθησία μνήμη / σωματικότητα / περιπλάνηση #τόπος_ πολιτισμική ταυτότητα [Κωνσταντινίδης, Ando, Murcutt, Zumthor] ‘προηγούμενο’ / ‘σύγχρονο’
Σε κάθε περίπτωση το ‘τοπικό’ ερμηνεύεται διαφορετικά, ως διάλογος με το περιβάλλον, ως περιβαλλοντικός χειρισμός, ως απτική ευαισθησία υλικότητας και ως πολιτιστική ταυτότητα. Το ζητούμενο είναι οι διαφοροποιημένες εμπειρίες τόπου…
Στο παραπάνω πλαίσιο, διερευνάται η ένταξη της έννοιας του τοπικού στο σχεδιασμό, καθώς και οι ποιοτικές δεσμεύσεις αρχιτεκτονικής-τόπου, ως σταθερές αναφορές για την ανάπτυξη σωματικών και πνευματικών σχέσεων του ανθρώπου με το περιβάλλον κατοίκησής του.
[47]
i. τόπος_τοπίο/τοπογραφία/έδαφος [Κωνσταντινίδης-Ando]
[48]
τόπος_ τοπίο/τοπογραφία/έδαφος [Κωνσταντινίδης, Ando]_ γεωμετρικός χώρος και φύση Στην αναζήτηση των ποιοτικών δεσμεύσεων στη σχέση αρχιτεκτονικήςτόπου, με τον τόπο, ως τοπίο, τοπογραφία, έδαφος η θέση του Frampton στο δίπολο typology/topography, δίνει την κατεύθυνση για την αναζήτηση των ποιοτικών δεσμεύσεων. Η παρούσα προσέγγιση του τοπικού, ως τοπίο 62 /τοπογραφία/ έδαφος , παραπέμπει σε υλικές και βιωματικές ποιότητες που ενσωματώνουν μια συναισθηματική, διαισθητική, πολιτιστική ολότητα 63 αξιών. Το ‘τοπικό’ ερμηνεύεται ως συγκεκριμένος γεωγραφικός τόπος. Οι αναφορές στον ιδιαίτερο χαρακτήρα του τόπου, ως γεωγραφικού και φυσικού χώρου, είναι αποκαλυπτικές για τον τόπο. Σύμφωνα με τον Gregotti, η ποιητική αλήθεια του τόπου βρίσκεται στην εδαφική παρέμβαση που αποκαλύπτει τη φύση μέσα από τη μετατροπή και τη μέτρηση του 64 τόπου και του τοπίου. Στη θεματική αυτή διερευνάται η ένταξη της έννοιας του ‘τοπικού’ στο σχεδιασμό ή οι σχεδιαστικές προθέσεις των αρχιτεκτόνων που χρησιμοποιούν το τοπίο, την τοπογραφία, το έδαφος, ως το υλικό για την αρχιτεκτονική τους, για να δημιουργήσουν τις ‘τόπο-μορφές’ του Frampton, που βασίζονται στις σχέσεις που αναπτύσσονται ανάμεσα στις νέες επεμβάσεις και στο φυσικό περιβάλλον, θεωρούμενο ως τοπίο, τοπογραφία, έδαφος.
62
Το τοπίο, η τοπογραφία, το έδαφος, περιγράφουν την δομή του φυσικού τόπου, ο οποίος δηλώνεται από μια σειρά περιβαλλοντικών επεισοδίων σε διαφορετικές κλίμακες, από μια μεγάλη έκταση μέχρι τη σκιά του δέντρου που πέφτει στο έδαφος. Το τοπίο, είναι το περιβαλλοντικό επίπεδο που χρησιμεύει ως σκηνικό για την καθημερινή ζωή. Το έδαφος, είναι το σταθερό στοιχείο του χαρακτήρα ενός τόπου, σε αντίθεση με τον ουρανό που αλλάζει. Και η τοπογραφία καθορίζει τον τρόπο που εκτείνεται το τοπίο, περιγράφει και τη φυσική διαμόρφωση του τόπου. Στο Norberg-Schulz, C. (2009). Genius loci. Το πνεύμα του Τόπου. Για μία φαινομενολογία της Αρχιτεκτονικής, Αθήνα: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Ε.Μ.Π. σελ. 32. 63 ο Τερζόγλου, I. Ν. (2009). Ιδέες του χώρου στον 20 αιώνα, Αθήνα: Νήσος, σελ. 294. 64 Gregotti, V. (2004). Territory and Architecture στο Kate Nesbit, Theorizing a new agenda for architecture. An anthology of architectural theory 1965-1995, Princeton Architectural Press New York, 2004, σελ. 342. [49]
Εδώ διερευνάται η ιδιαίτερη αντιμετώπιση στο ζήτημα της σχέσης της αρχιτεκτονικής (γεωμετρικός χώρος) με τον τόπο ως φυσικό περιβάλλον (φύση). Επομένως η σχέση της αρχιτεκτονικής με το τοπίο/τοπογραφία/έδαφος, μέσα από τη διαλεκτική τυπολογία/τοπογραφία, ανάγεται σε σχέση τεχνητού (αρχιτεκτονικός γεωμετρικός χώρος_ τυπολογία) και φυσικού (τοπίο/τοπογραφία/έδαφος), έννοιες παρούσες στο έργο του Ando και του Κωνσταντινίδη.
(Το ζητούμενο στη σχέση αρχιτεκτονικής- τόπου (φύσης) είναι η ένταξη των στοιχείων της φύσης στο έργο και το αντίστροφο, η εξέλιξη του δημιουργικού διαλόγου με το περιβάλλον εγγραφής του έργου.) Αναζητούμε τη δημιουργική ιδιομορφία που είναι συνυφασμένη με τον τόπο, μέσα από την εξέλιξη του δημιουργικού διαλόγου εγγραφής του έργου στο περιβάλλον του. Αναζητώντας τις ποιοτικές δεσμεύσεις με τον τόπο, διερωτόμαστε ποιες είναι οι συνθετικές αρχές που εκφράζουν τη σχέση αρχιτεκτονικής-τοπίο/τοπογραφία έδαφος. Τα παραδείγματα ανασύρονται από το έργο του Έλληνα Κωνσταντινίδη και του Ιάπωνα Ando.
[50]
Κωνσταντινίδης & Ando_ γεωμετρικός χώρος και φύση Ισχυριζόμαστε ότι η κοινή αρχή που ενοποιεί το αρχιτεκτονικό έργο των Κωνσταντινίδη και Ando είναι η προσπάθεια τους να ισορροπήσουν το δίπολο τυπολογία/τοπογραφία ή διαφορετικά τον γεωμετρικό χώρο με τον τόπο ως τοπίο\τοπογραφία\έδαφος, θεωρούμενο ως φυσικό περιβάλλον\ φύση. Αυτό επιταχύνεται με την προσφυγή τους σε σχηματισμούς αρχετυπικούς, σταθερών χωρικών σχημάτων, που μετατρέπονται σε 65 σύμβολα πολιτισμού. Το στοιχείο της αφαίρεσης και η εστίαση σε ουσιαστικά ζητήματα είναι η κοινή τους σχεδιαστική σκέψη, στην αντιμετώπιση της σχέσης της αρχιτεκτονικής (γεωμετρικός χώρος) με τον τόπο, ως φυσικό περιβάλλον (φύση). Η προσήλωση στο λιτό\αφαιρετικό, στο απαραίτητο, εκφράζεται με αυστηρές γεωμετρικές φόρμες, σε συνδυασμό με σκυρόδεμα και εμφανές μπετόν στην περίπτωση του Ando. Τόσο ο Ando, όσο και ο Κωνσταντινίδης, σέβονται την τοπική αρχιτεκτονική παράδοση των χωρών τους, πιστεύουν όμως σε μία παγκόσμια αρχιτεκτονική, που χρησιμοποιεί την τεχνολογία ως μέσο. Θα λέγαμε ότι δεν απορρίπτουν το συντακτικό του Μοντέρνου, διακρίνονται από κατασκευαστική ειλικρίνεια, καθώς και από ενδιαφέρον για την ένταξη της νέας επέμβασης στο υπάρχον πλαίσιο. Στη συνέχεια διερευνάται η σχεδιαστική τους σκέψη στο ζήτημα της τοπικότητας που εξετάζουμε ως τοπίο\τοπογραφία\έδαφος, θεωρούμενο ως φυσικό περιβάλλον\φύση. Για το λόγο αυτό επιλέγονται παραδείγματα έκτος αστικού ιστού.
65
ο
Τερζόγλου, I. Ν. (2009). Ιδέες του χώρου στον 20 αιώνα, Αθήνα: Νήσος, σελ. 293. [51]
Εικόνα 08 | (πάνω) Πέτρα, Ιορδανία. Ο άνθρωπος μιμείται τη φύση, οπτικοποιεί την κατανόηση της φύσης και κτίζει αυτό που έχει δει, συμπληρώνοντας ότι λείπει. (κάτω) Ακρωτήρι στην Ανάβυσσο. Κατοικία διακοπών. Η παρουσία της αρχιτεκτονικής στο τοπίο δηλώνεται. Αποκαλύπτει τα νοήματα που προϋπάρχουν στο χώρο. Η ιδιότυπη πρόθεση ενσωμάτωσης στο φυσικό περιβάλλον απορρίπτει τη συγκάλυψη.
[52]
το αίτημα της φυσικότητας _η ένταξη στο τοπίο. [Άρης Κωνσταντινίδης ] Οι θέσεις του Κωνσταντινίδη στο ζήτημα της τοπικότητας που εξετάζουμε στην παρούσα ενότητα, φανερώνονται με ενάργεια τόσο στα γραπτά του, όσο και στο υλοποιημένο έργο του. Στα γραπτά του, κεντρικό ζήτημα αποτελεί η ένταξη στο τοπίο που μεταφράζεται ως σχέση γεωμετρίας-φύσης, η σχέση εσωτερικού εξωτερικού. Σε επίπεδο πρακτικής αυτά εκφράζονται με λιτότητα και σαφήνεια στη μορφή, ειλικρίνεια στη χρήση υλικών, κατασκευαστική τυποποίηση και μέριμνα για την ένταξη στη ζωή του κάθε τόπου. Αναζητώντας την ισορροπία μεταξύ φυσικού-τεχνητού, συζητά το αίτημα για μια αρχιτεκτονική ως ¨δοχείο ζωής¨, που θα εκπληρώνει την ανάγκη επικοινωνίας του ανθρώπου με το φυσικό του περιβάλλον. Στο άρθρο του με τίτλο Δοχεία Ζωής ή το Πρόβλημα για μια Αληθινή Αρχιτεκτονική (1972) αναφέρει: ¨ Ανέκαθεν ζούσε ο Έλληνας σε μια οργανική επικοινωνία με το φυσικό του περίγυρο . Οπότε και με το κάθε τι που έπλαθε με τα χέρια του , έβγαινε , αυτονόητα στο μέτρο και στην πειθαρχία που έχει το κάθε φυσικό έργο. Όπως, με άλλα λόγια στον ελληνικό κόσμο, ο 66 άνθρωπος και η φύση μιλάνε την ίδια γλώσσα.¨ 67 Το αίτημα της φυσικής ένταξης στο τοπίο και στον τόπο επιβεβαιώνεται και στις μελέτες του για την ανώνυμη λαϊκή αρχιτεκτονική, την οποία πάντα μελετά σε σχέση με το ελληνικό τοπίο και την αποκαλεί
66
Κωνσταντινίδης, Α. (1975). Στοιχεία Αυτογνωσίας, Για μια αληθινή Αρχιτεκτονική, Αθήνα: ‘Αγρα, σελ. 299. 67 Είχε διατυπωθεί και παλιότερα από τον A. Loos στο Architektur (1910):
¨Μου επιτρέπετε να σας οδηγήσω στις όχθες μιας λίμνης στο βουνό; Ο ουρανός είναι γαλανός, τα νερά πράσινα και όλα είναι βαθιά ειρηνικά. Τα βουνά και τα σύννεφα καθρεφτίζονται μέσα στη λίμνη, όπως καθρεφτίζονται και τα σπίτια, οι αυλές, τα περιβόλια και οι εκκλησίες. Δεν μοιάζουν φτιαγμένα από ανθρώπινα χέρια αλλά από θεϊκό εργαστήριο, σαν τα βουνά και τα δέντρα, τα σύννεφα και τον γαλανό ουρανό. Α, τι είναι αυτό; Μια παραφωνία μέσα στην αρμονία. Σαν απροσδόκητη κραυγή. Στο κέντρο κάτω από τα σπίτια των χωρικών, που δεν δημιουργήθηκαν από αυτούς αλλά από το Θεό, υπάρχει μια έπαυλη. Την έφτιαξε άραγε ένας καλός ή ένας κακός αρχιτέκτων; Δεν ξέρω. Το μόνο που ξέρω είναι ότι η γαλήνη και η ομορφιά δεν υπάρχουν πια… Και ρωτάω ξανά: γιατί ο αρχιτέκτων, είτε είναι καλός, είτε είναι κακός, βιάζει τη λίμνη; Όπως κάθε κάτοικος της πόλης, ο αρχιτέκτων δεν έχει πολιτιστική παιδεία. Δεν διαθέτει την ασφάλεια του χωρικού, που έχει έμφυτη μια τέτοια παιδεία. Ο κάτοικος της πόλης είναι ένας νεόπλουτος. Ονομάζω πολιτιστική παιδεία εκείνη την ισορροπία του εσωτερικού και του εξωτερικού κόσμου του ανθρώπου, που είναι άλλωστε η μόνη εγγύηση μιας λογικής σκέψης και πράξης.¨ στο Μοντέρνα Αρχιτεκτονική Ιστορία και κριτική, Frampton, 1987.
[53]
Εικόνα 09 | Το αίτημα της φυσικότητας για την αληθινή αρχιτεκτονική, επιβεβαιώνεται από τις μελέτες του για την ανώνυμη λαϊκή αρχιτεκτονική. Υπόστεγο στο ελληνικό τοπίο. Φωτογραφία Άρη Κωνσταντινίδη.
αληθινή αρχιτεκτονική . Οι σύνδεσμοι με το φυσικό περιβάλλον, τοπίο\τοπογραφία\έδαφος, δεν είναι πάντα εμφανείς με την πρώτη ανάγνωση, όπως την κατοικία στο Μετς των Αθηνών όπου έχει χτίσει πάνω στο βράχο. Σε μια προσπάθεια απομόνωσης των στοιχείων που χαρακτηρίζουν το έργο του, παρατηρούμε ότι: με ευαισθησία τονίζει την αλληλεπίδραση φυσικού-τεχνητού, εντάσσει τα κτίσματα του στο φυσικό τους περιβάλλον, διακρίνεται από κατασκευαστική ειλικρίνεια και αναδεικνύει την ιδιαίτερη φυσιογνωμία των υλικών που χρησιμοποιεί. Όπως έχουμε αναφέρει η ένταξη στο τοπίο, απαιτεί τη γνώση τόπου. Το ζήτημα της ενοποίησης του ¨μέσα¨ με το ¨έξω¨, είναι κεντρικό σημείο των αναζητήσεων του και απαιτεί τη γνώση τόπου. Η ουσία της αρχιτεκτονικής του βρίσκεται στη ¨διαβαθμισμένη μετάβαση¨ από το υπαίθριο και φωτεινό 69 ¨έξω¨ στο πιο κλειστό και σκοτεινό ¨μέσα¨. Έτσι αντιμετωπίζει τη σχέση μεταξύ φυσικού-τεχνητού, φύσης και γεωμετρικού χώρου, φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος. Στην αναζήτηση της δημιουργικής ιδιομορφίας που είναι συνυφασμένη με τον τόπο στο παράδειγμα που ακολουθεί θα αναλύσουμε πώς εξελίσσεται ο δημιουργικός διάλογος του έργου με το περιβάλλον εγγραφής του. 68
68
Κωνσταντινίδης, Α. (1947). Δύο χωριά απ’ τη Μύκονο, Αθήνα. Η ενοποίηση επιτυγχάνεται με την ισότιμη αντιμετώπιση του μέσα με το έξω, με την προσήλωση στη λειτουργικότητα του χώρου. Τα κτίρια του σαν ¨δοχεία ζωής¨ είναι έτοιμα να υποδεχτούν το απολύτως αναγκαίο και το απρόβλεπτο, έχοντας τις προϋποθέσεις για μια αβίαστη σχέση με τα φυσικά στοιχεία.
69
[54]
Εικόνα 10 | Το βραχώδες ακρωτήρι. Ανάβυσσος.
¨Ανέκαθεν ζούσε ο Έλληνας σε μια οργανική επικοινωνία με το φυσικό του περίγυρο. Οπότε και με το κάθε τι που έπλαθε με τα χέρια του, έβγαινε, αυτονόητα στο μέτρο και στην πειθαρχία που έχει το κάθε φυσικό έργο. Όπως, με άλλα λόγια στον ελληνικό κόσμο, ο άνθρωπος και η φύση μιλάνε την ίδια γλώσσα.¨ Άρης Κωνσταντινίδης
[55]
¨Μικρό σπίτι στην Ανάβυσσο¨ 1962 Η μικρή κατοικία στην Ανάβυσσο, αποτελεί παράδειγμα που συμπυκνώνει τις συνθετικές αρχές του αρχιτέκτονα με τις οποίες αντιμετωπίζει ζητήματα τοπικότητας και φυσικής ένταξης στο τοπίο, εκφράζοντας το δέσιμο με τη γη. Το αίτημα της φυσικότητας είναι παρών και εδώ. Στο θεωρητικό του έργο Στοιχεία Αυτογνωσίας, Για μια αληθινή Αρχιτεκτονική, (1975) υποστηρίζει ότι το τοπίο και ο άνθρωπος είναι τα δύο αρχικά ¨δεδομένα¨, εφαλτήρια της αληθινής αρχιτεκτονικής και βλέπει αδύνατη την ύπαρξη του ανθρώπου έξω 70 από ένα συγκεκριμένο φυσικό περίγυρο. Στη σκέψη του, το φυσικό περιβάλλον/φύση, αναλύεται στα συστατικά του, στο τοπίο, την τοπογραφία, το έδαφος, τα οποία μαζί με τον άνθρωπο αποτελούν το εφαλτήριο της αληθινής αρχιτεκτονικής. Η αρχιτεκτονική του ως ¨αληθινή¨, αυτοφύεται από μέσα από το βραχώδες γεωλογικό υπόβαθρο 71 της περιοχής\έδαφος και εναρμονίζεται με την περιβάλλουσα φύση. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η πρόθεση της ενσωμάτωσης στο φυσικό περιβάλλον. Με μια πρώτη ανάγνωση η πρόθεσή αυτή δεν είναι ξεκάθαρη, καθότι απορρίπτει την συγκάλυψη, όπως συμβαίνει σε περιπτώσεις παραδειγμάτων, όπου το κτίριο και το τοπίο γίνονται ένα. Η ιδιαίτερη αντιμετώπιση του ζητήματος ενσωμάτωση, αποκαλύπτεται παρακάτω. Στο βραχώδες τοπίο του ακρωτηρίου, απογυμνωμένο από ψηλή βλάστηση, τοποθετείται το μονόχωρο κτίσμα. Η ύπαρξη ενός μικρού κτιριακού όγκου είναι αισθητή, ενώ απουσιάζει οποιαδήποτε διαμόρφωση του χώρου που το περιβάλλει, ενισχύοντας το αίτημα της φυσικότητας. Από την επίλυση της κάτοψης θα αναζητήσουμε την φυσικότητα της ένταξης του στο τοπίο.
70
Κωνσταντινίδης, Α. (1975). Στοιχεία Αυτογνωσίας, Για μια αληθινή Αρχιτεκτονική, Αθήνα: ‘Αγρα, σελ. 302. 71 Η ευαισθησία με την οποία αντιμετωπίζει το τοπίο φαίνεται από τη χρήση της μεταφοράς των αιωνόβιων δέντρων που ριζώνουν στο βαθιά στο έδαφος με την αληθινή αρχιτεκτονική, δηλώνοντας παράλληλα και το α-χρόνο χαρακτήρα της φύσης και της αρχιτεκτονικής του. Κωνσταντινίδης, Α. (1992). Η Αρχιτεκτονική της Αρχιτεκτονικής-Ημερολογιακά Σημειώματα, Αθήνα, σελ. 326.
[56]
Εικόνα 11 | Κάτοψη και όψη.
Οι μικρές διαστάσεις του κτίσματος και ο περιορισμός στα απολύτως απαραίτητα, τονίζουν τη λιτή έκφραση σε απόλυτη αρμονία και επαφή με το φυσικό περιβάλλον. Οι λειτουργίες του σπιτιού οργανώνονται με έναν ορθογωνικό κάνναβο, ο οποίος καθορίζει την θέση των πέτρινων τοιχίων, σε αντιστοιχία με τις λειτουργίες. Η εναλλαγή των τοιχίων όπως φαίνεται από την κάτοψη, δημιουργεί ένα διάτρητο περίβλημα μέσω του οποίου η φύση αλληλεπιδρά με το κτίσμα. Το χωρικό εύρημα των εναλλασσόμενων τοιχίων πάνω στον ορθογωνικό κάνναβο, με το οποίο χειρίζεται ισότιμα το ¨μέσα¨ και το ¨έξω¨, υπονοεί τον περίκλειστο χώρο. Ο βαθμός ανοικτότητας του περίκλειστου, 72 καθορίζει το χαρακτήρα του χώρου, σύμφωνα με τον Schulz , που άλλοτε υποβάλλει το σώμα σε κίνηση και άλλοτε σε στάση. Ο ημιυπαίθριος στεγασμένος χώρος που προκύπτει από την τοποθέτηση των τοιχίων στον κάνναβο, το ¨υπόστεγο¨ όπως τον αποκαλεί 73 στα γραπτά του , γίνεται αντιληπτός ως ένας χώρος μετάβασης μέσω του οποίου η φύση και το τοπίο εισάγονται στο κτιστό περιβάλλον και 74 αντίστροφα. 72
Norberg-Schulz, C. (2009). Genius loci. Το πνεύμα του Τόπου. Για μία φαινομενολογία της Αρχιτεκτονικής, Αθήνα: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Ε.Μ.Π. (ανθρωπογενής τόπος, περίκλειστος, χαρακτήρας). 73 Κωνσταντινίδης, Α. (1992). Η Αρχιτεκτονική της Αρχιτεκτονικής-Ημερολογιακά Σημειώματα, Αθήνα: Άγρα, σελ. 82.
[57]
Εικόνα 12 | Διαγράμματα εσωτερικού-εξωτερικού, ρευστότητας ορίων, ανοικτότητας και αλληλεπίδρασης με το τοπίο
Εικόνα 13 | Κάδρα τοπίου. Η παρουσία του τοπίου είναι αισθητή στο εσωτερικό του κτίσματος. Τα ρευστά όρια εσωτερικού-εξωτερικού, φυσικού και ανθρωπογενούς, ο ανοιχτός διάλογος με το περιβάλλον εγγραφής του.
[58]
Η ρευστότητα των εγκατεστημένων ορίων ενισχύει τον ανοιχτό και δημιουργικό διάλογο με το περιβάλλον εγγραφής του, ζήτημα που εκφράζει και στο γραπτό του έργο αναφέροντας: ¨…το τοπίο πρέπει να εισχωρεί στους εσωτερικούς χώρους και να δίνει το παρόν της ύπαρξης του. Το τοπίο που θα το χαίρεται κανείς και μέσα στον κάθε εσωτερικό χώρο, έτσι που θα 75 το αισθάνεται και θα το βλέπει και δεν θα μπορεί να κάνει χωρίς αυτό.¨ Σε αντίθεση με τον ρευστό χαρακτήρα μεταξύ του φυσικού και ανθρωπογενούς\κτισμένου περιβάλλοντος, έρχονται οι μορφολογικές επιλογές του Κωνσταντινίδη που περιορίζονται σε στερεοτυπικά-σταθερά σχήματα, μετρημένων αναλογιών, που δείχνουν σαφείς αναφορές στο μοντέρνο συντακτικό. Το λεξιλόγιο του μοντέρνου φιλτράρεται μέσα από το ελληνικό τοπίο και τις μορφές της ανώνυμης λαϊκής αρχιτεκτονικής του, με 76 αποτέλεσμα να προκύπτει ένας ιδιαίτερος ιδιωματικός χαρακτήρας. Η αυστηρή γεωμετρία των μορφολογικών του επιλογών, δείχνει την ειλικρινή του ενσωμάτωση στο τοπίο\φυσικό περιβάλλον καθώς και τον αχρόνο χαρακτήρα του έργου του. Η παρουσία της αρχιτεκτονικής του στο τοπίο δηλώνεται, δεν αποκρύπτεται με οργανικές μορφές, συμπυκνώνοντας 77 ακόμη περισσότερο την αίσθηση του τοπίο γύρω του, μέσα από σχέσεις απόστασης και όχι μίμησης. 78 Η φυσικότητα δεν επιτυγχάνεται μέσω της μίμησης των μορφών της φύσης αλλά μέσα από τη μεταφορά των ιδιοτήτων της. Άλλωστε σύμφωνα με τον Pellegrino: Η μίμηση ως έμβλημα του απολύτου και τέλεια στην όψη
75
Κωνσταντινίδης, Α. (1992). Η Αρχιτεκτονική της Αρχιτεκτονικής-Ημερολογιακά Σημειώματα, Αθήνα: Άγρα, σελ. 323. 76 Ιδιότυπος ρομαντικός ορθολογιστής, χαρακτηρισμός που αποδίδεται στον Κωνσταντινίδη ο από τον Τερζόγλου, Τερζόγλου, I. Ν. (2009). Ιδέες του χώρου στον 20 αιώνα, Αθήνα: Νήσος, σελ. 299. 77 Κοτιώνης, Ζ. (2004). Η Τρέλα του Τόπου. Αρχιτεκτονική στο Ελληνικό Τοπίο, Αθήνα: Εκκρεμές. 78 Η Anne Cauquelin, γαλλίδα φιλόσοφος και εικαστικός, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Paris X (Nanterre), αναφέρει: ¨εάν κρατήσουμε στο μυαλό μας ότι κάθε τέχνη είναι παραγωγή που συνοδεύεται από κανόνες, θα κατανοήσουμε ότι η μίμηση, δεν είναι η αντιγραφή ενός μοντέλου και το ξεπατίκωμα μιας ιδέας, απομακρυσμένο από την αλήθεια κατά πολλούς βαθμούς, όπως συνέβαινε σύμφωνα με τον Πλάτωνα. Είναι παραγωγός, καταφατική και αυτόνομη. Αν επαναλαμβάνει η μίμηση, αυτό που επαναλαμβάνει δεν είναι ένα αντικείμενο αλλά μια διαδικασία: η μίμηση παράγει όπως η φύση, με αναλογικά μέσα, με σκοπό να δώσει ύπαρξη σε ένα αντικείμενο. Η διαφορά έγκειται στο ότι το αντικείμενο αυτό θα είναι χειροτέχνημα, ενώ το ον θα είναι ένα ον φανταστικό.¨ Cauquelin, A. (1999). Les Théories de l'art, Que sais-je? Paris: PUF [59]
Εικόνα 14 | Η ειλικρινής ενσωμάτωση στο τοπίο, δηλώνεται με σχέσεις απόστασης, όχι μίμησης. Τοπίο στην Αμοργό, αρχαίο θέατρο Δωδώνης. Το σπίτι των διακοπών στην Ανάβυσσο.
[60]
είναι ανίκανη να επιτρέψει την αποκάλυψη της ουσίας του κόσμου.¨ Και αναφέρει την παρουσία του ίδιου μέσα στο όμοιο ως ηθική ικανοποίηση 79 μειωμένης αισθητικής ευχαρίστησης. Η φυσικότητα απορρέει από την μέτρηση των ασυνεχειών του τόπου\τοπίου\εδάφους και αποκαλύπτει τη φύση, μέσα από τους μετασχηματισμούς του τόπου, ανασύροντας αξίες από το περιβάλλον. Αποτολμώντας το συσχετισμό με τις θέσεις του Gregotti, θα λέγαμε ότι η αρχιτεκτονική του γίνεται αντιληπτή ως η τροποποίηση των υλικών πραγμάτων της φύσης και του τοπίου, που αποτελούν το υλικό για την αρχιτεκτονική του και καθιστά το πέρασμα της αρχιτεκτονικής στη γη ως 80 οικολογική\περιβαλλοντική και πολιτισμική αναγκαιότητα. Η αμφίδρομη σχέση τοπίου\φύσης και κτίσματος είναι πάντα παρούσα στο σπίτι της Αναβύσσου, είτε μέσω των υλικών είτε μέσω του τοπίου όπως αυτό πλαισιώνεται από τα μεγάλα ανοίγματα.
79
Pellegrino, P. (2000). Το νόημα του χώρου, μετάφραση: Κυριακή Τσουκαλά, Αθήνα, Τυπωθήτω, σελ. 175. 80
Gregotti, V. (2004). Territory and Architecture στο Kate Nesbit, Theorizing a new agenda for architecture. An anthology of architectural theory 1965-1995, Princeton Architectural Press New York, 2004, σελ. 342. [61]
Εικόνα 15 | ‘ελεγχόμενη φύση’. Η φύση φτιαγμένη από τον άνθρωπο-man made nature. Επιδιώκεται μια νέα σχέση ανθρώπου-φύσης. Το τέμπλο του Νερού/Water Temple, Japan 1991.
[62]
Ελεγχόμενη φύση [Tadao Ando] Σε αντιστοιχία με την περίπτωση του Κωνσταντινίδη , θα αναζητήσουμε τις θέσεις του Ando στο ζήτημα της τοπικότητας που εξετάζουμε στην παρούσα ενότητα, μέσα από τη σχέση μεταξύ φυσικού-τεχνητού. Στα γραπτά του Ando κεντρικό ζήτημα αποτελεί η σχέση του ανθρώπου με τη φύση, η σχέση μεταξύ τεχνητού και φυσικού. Αν και εστιάζει στη φύση ως το απόλυτο αντίθετο από το οποίο ξεκινάει η αρχιτεκτονική του, αναφέρει: ¨…ο άνεμος και το φώς έχουν νόημα όταν εισάγονται μέσα στο κτίσμα, ως στοιχεία αποκομμένα από τον έξω κόσμο. Τα απομονωμένα θραύσματα του φωτός 82 και του αέρα, υπονοούν ολόκληρο το φυσικό κόσμο.¨ Η ισορροπία του ¨μέσα¨ με το ¨έξω¨ αντιμετωπίζεται με ελεγχόμενη απόσταση και όχι με ενοποίηση. Εισάγει τη φύση ελεγχόμενα στο σχεδιασμό, με διάφορους αρχιτεκτονικούς χειρισμούς. Το τοπίο στην περίπτωση του Ando με την έννοια του φυσικού περιβάλλοντος\φύσης, αναλύεται στα στοιχεία του φωτός, αέρα και του νερού. O Ando αποκαλύπτει τον σεβασμό του για τον τόπο και χρησιμοποιεί μοντέρνα μέσα για να ξαναβρεί την ενότητα μεταξύ αρχιτεκτονικής και φύσης, μια ενότητα που έχει χαθεί στη διαδικασία εκμοντερνισμού των 83 ιαπωνικών πόλεων. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο τρόπος με τον οποίο ο Ando αντιμετωπίζει τη σχέση φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος. 81
81
Ο Κωνσταντινίδης στα Ημερολογιακά του σημειώματα (1992) αναφέρει: ¨…μονάχα σε κάποιες μακρινές ασιατικές χώρες θα μπορούσαμε να βρούμε κάτι που να στέκει ισότιμα με τα δικά μας ¨πράγματα¨, στο χώρο της τέχνης και της αρχιτεκτονικής και της ηθικής, ακόμα, υπόστασής μας.¨ Κωνσταντινίδης, Α. (1992). Η Αρχιτεκτονική της Αρχιτεκτονικής-Ημερολογιακά Σημειώματα, Αθήνα: Άργα, σελ. 95. 82 Frampton, K. (1987). ‘Κριτικός Τοπικισμός: μοντέρνα αρχιτεκτονική και πολιτιστική ταυτότητα’ στο Μοντέρνα Αρχιτεκτονική Ιστορία και κριτική, μετάφραση. Θ. Ανδρουλάκης, Μ. Παγκάλου, Αθήνα: Θεμέλιο, σελ. 286. 83 Στο άρθρο του From Self-enclosed Modern Architecture toward Universality εκφράζει τους προβληματισμούς σε σχέση με τη φύση, διατυπώνοντας: ¨…η στενή σχέση με τη φύση και το άνοιγμα στον φυσικό κόσμο έχει χαθεί. Αυτό που εννοώ λέγοντας κλειστή μοντέρνα αρχιτεκτονική είναι μια αποκατάσταση της ενότητας ανάμεσα στο σπίτι και τη φύση, στοιχεία που έχασαν τα γιαπωνέζικα σπίτια μέσα στη διαδικασία του εκσυγχρονισμού.¨ ό.π. [63]
Εικόνα 16 | Αντιπαράθεση της φύσης και της αρχιτεκτονικής, με την γεωμετρία και την αφαίρεση που δημιουργούν θραύσματα φυσικών τόπων. (πάνω) τομή, Koshino House. (αριστερά), αίθριο στο Azuma House. (δεξιά) εσωτερική και εξωτερική άποψη στο Koshino House.
[64]
Η ιδιόμορφη σχέση των κατασκευών του με τη φύση, περιγράφεται από τον ίδιο στο κείμενό του Spatial Composition and Nature (1982), όπου αναγνωρίζοντας την επίδραση των δυνάμεων της τοποθεσίας στον άνθρωπο αναφέρει: ¨…η φύση επηρεάζει με υποκειμενικό τρόπο τον άνθρωπο, η οποία αποκαλύπτεται σε αυτούς που μπορούν να τη συλλάβουν. Η αρχιτεκτονική είναι η απάντηση στην υποκειμενικότητα της σύλληψης.[…] Ο σκοπός της αρχιτεκτονικής είναι η δημιουργία ενός περιβάλλοντος όπου η λογική της φύσης και η λογική της αρχιτεκτονικής, 84 συνυπάρχουν αλλά μέσα από σφοδρή ένταση.¨ Από το παραπάνω διαπιστώνεται ότι, η σχέση φυσικού-τεχνητού βρίσκεται πάντα σε ένταση, ενώ για να φανερώσει την αόρατη λογική της φύσης, προτείνει την αντιπαράθεση της με την αρχιτεκτονική. Για την φανέρωση της αόρατης φύσης, προσφεύγει σε σταθερά γεωμετρικά σχήματα\αρχέτυπα, τα οποία λόγω του αυθαίρετου ή μη χαρακτήρα τους, 85 συμπυκνώνουν ποικίλα νοήματα και αποκτούν ξεχωριστή σημασία. Για τη γεωμετρία ο Ando αναφέρει: ¨Η γεωμετρία, εκτός από το πλαίσιο του συνόλου, δημιουργεί και θραύσματα τόπων. Μπορεί να πλαισιώνει τη θέα του τοπίου, μπορεί να είναι μια διαδρομή με στάσεις και κίνηση […] η τοποθεσία μέσα από τη διαδικασία αυτή βρίσκεται σε αντίθεση με την 86 αρχιτεκτονική αν και συνυπάρχει μαζί της.¨ Για το σχεδιασμό κατοικιών ο Ando αναφέρει: ¨…στον σχεδιασμό μιας κατοικίας- ενός δοχείου ανθρώπινης 87 κατοίκησης - αναζητώ επίμονα τη ζωτική ενότητα της αφηρημένης 88 γεωμετρικής μορφής με την ανθρώπινη δραστηριότητα¨. Ο Ando αναφέρεται στη φύση, ως φύση ¨φτιαγμένη¨ από τον άνθρωπο (man-made nature) ή ως ¨τάξη¨ που έχει αποσπαστεί από τη φύση και όχι ως πρώτη ύλη (raw nature). Έτσι επιδιώκει μια νέα σχέση ανθρώπου89 φύσης.
84
Ando, T. (1982). ¨Spatial Composition and Nature¨, στο El Croquis Tadao Ando, vol. 44+58, Spain, σελ. 348-351. 85 ό. π. 86 ό. π. 87 ¨a vessel for human dwelling¨ έννοια που παραπέμπει στα ¨δοχεία ζωής¨ του Κωνσταντινίδη. 88 Ando, T. (1991). Toward New Horizons in Architecture New York, στο Kate Nesbit, Theorizing a new agenda for architecture. An anthology of architectural theory 1965-1995, New York: Princeton Architectural Press, σελ. 458-460. 89 Ο Ando παρατηρεί μια σημαντική διάκριση μεταξύ της Δυτικής και Ανατολικής θεώρησης της φύσης. Ο Ιαπωνικός πολιτισμός δίνει έμφαση σε αυτή ως πνευματική αφετηρία, μεταξύ [65]
Η παραπάνω στάση εκφράζεται με την αφαίρεση που χαρακτηρίζει την αρχιτεκτονική του σκέψη, μια αφαίρεση με πρόθεση να δηλώσει τη διαμεσολαβητική έρευνα, που απορρέει από την πολυπλοκότητα του 90 κόσμου.
Εικόνα 17 | Chikatsu-Asuka Historical Museum, Osaka. Μακέτα.
του κτιρίου και της φύσης, σε αντίθεση με την θεώρηση της ως φυσικό όριο από τον Δυτικό πολιτισμό. Ando, T. (1991). Toward New Horizons in Architecture New York, στο Kate Nesbit, Theorizing a new agenda for architecture. An anthology of architectural theory 1965-1995, New York: Princeton Architectural Press, σελ. 458-460. 90 ¨…δεν είναι μια εξοντωτική αφαίρεση αλλά μια προσπάθεια οργάνωσης του πραγματικού γύρω από μια διεισδυτική ματιά με σκοπό να δώσει τάξη μέσω μιας αφηρημένης δύναμης. Το εναρκτήριο σημείο της αρχιτεκτονικής ως τόπος\φύση\ιστορία, εκφράζεται με αυτή την αφαίρεση¨ ό. π. σελ. 459. [66]
Εικόνα 18 | Απόψεις του φυσικού τόπου, γύρω από το μουσείο Ιστορίας.Chikatsu-Asuka Historical Museum, Osaka
[67]
Chikatsu-Asuka Historical Museum, Osaka,1994 Η ένταση ανάμεσα στο φυσικό-τεχνητό, φανερώνεται με ενάργεια στο Chikatsu-Asuka Historical Museum, Osaka. Το παραπάνω έργο του είναι μια δήλωση, ότι η αρχιτεκτονική μπορεί να παράγει ένα νέο τοπίο (new landscape). Παράλληλα δηλώνεται η πρόθεση του να ανασύρει τα συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του δεδομένου τόπου. Τα χαρακτηριστικά αναφέρονται στο τοπίο, στην τοπογραφία, στο έδαφος. Ο ίδιος για το μουσείο αναφέρει: ¨Σε μία τοποθεσία σημαντική για την ιστορία της Ιαπωνίας, αντιμετώπισα το ζήτημα της αναζήτησης μιας αρχιτεκτονικής που δεν θα έβλαπτε το μεγαλειώδες τοπίο. Για το λόγο αυτό επικεντρώθηκα στην δύναμη της αρχιτεκτονικής να εισάγει ένα νέο τοπίο, όφειλα να δημιουργήσω ένα μουσείο που θα εγκολπώνεται(;) σε ολόκληρο το τοπίο με τα 91 αντικείμενα των εκθέσεων του.¨ Στο μουσείο ιστορίας Chikatsu-Asuka στην περιοχή της Minamikwachi στην Osaka, η επέμβαση του επιχειρεί να εντάξει νέες αρχιτεκτονικές χειρονομίες σε έντονα φορτισμένα (ταυτοποιητικά) πλαίσια, στο ιστορικό 92 περιβάλλον της Ιαπωνίας των kofun . Αναγνωρίζει την παρουσία της αρχιτεκτονικής, άσχετα με τον αυτοδύναμό (self-contained) της χαρακτήρα, ως δημιουργία νέου τοπίου, το οποίο αναζητά η ίδια η τοποθεσία, αποκαλύπτοντας το χαρακτήρα του τόπου. Η βατή και κλιμακωτή οροφή του κτιρίου καθορίζει τον τρόπο που το κτίριο υψώνεται προς τον ουρανό. Η κλίμακα προς τον ουρανό ενοποιεί νοηματικά το χώρο που κατασκευάζει o Ando με το φυσικό περιβάλλον ενώ συνάμα μορφοποιεί και ένα όριο ανάμεσα σε αντιθετικές έννοιες όπως: φως και σκοτάδι, διανόηση και συναίσθημα (intellect and emotion). Κάτω από την κλίμακα απλώνεται ο υπόγειος μουσειακός χώρος, που αφιερώνεται στον αρχαίο πολιτισμό και φανερώνεται ως ένας τόπος, όπου τα αρχαία πνεύματα κατοικούν, ο τόπος κατοίκησης του genius loci.
91
ό. π. Αυτή η σημαντική θέση στην ιαπωνική ιστορία, που βρίσκεται στο νότιο τμήμα της Οσάκα, περιλαμβάνει περισσότερους από 200 αρχαίους ταφικούς τύμβους, συμπεριλαμβανομένων τεσσάρων αυτοκρατορικών τάφων. Το μουσείο είναι αφιερωμένο στο να προβάλλει τον προϊστορικό πολιτισμό Kofun.
92
[68]
Εικόνα 19 | Σχέδια. Κατόψεις και τομές. Διαγράμματα. Η σχέση με το έδαφος, το τοπίο, την τοπογραφία. Με κόκκινο η αντιπαράθεση αρχιτεκτονικής-φύσης.
[69]
Στο τοπιακό αυτό έργο διακρίνεται η πρόθεσή του να υποβάλει τον άνθρωπο στην ανακάλυψη μιας νέας σχέσης με τη φύση. Αντιπαραθέτει το κτίσμα με το φυσικό περιβάλλον\τοπίο δημιουργώντας σχέσεις απόστασης και όχι ενσωμάτωσης, φανερώνοντας την αόρατη φύση, μέσα από αρχετυπικούς σχηματισμούς, πυκνωτές νέων νοημάτων για το ¨νέο τοπίο¨. Τα ανηφορικά κεκλιμένα επίπεδα και οι κλίμακες σε όλη την έκταση της οροφής του υπόσκαφου εκθεσιακού χώρου, δίνουν την αίσθηση ενός τελετουργικού, δημιουργώντας παράλληλα ένα υπαίθριο θέατρο με τους περιβάλλοντες λόφους να είναι το βάθος της σκηνής (shakkei_ ο σύνδεσμος 93 μεταξύ πρώτου πλάνου και υπόβαθρου) Γράφει: ¨I compose architecture by seeking an essential logic inherent in the place. The architectural pursuit implies a responsibility to find and draw out site’s formal characteristics along with its cultural traditions, climate and natural environmental features, the city structure that forms its backdrop and the living patterns and age-old customs that people will carry into the future.[…] Only in these way can architecture repudiate the realm of 94 industrial technology to become ¨grand art¨ In its truest sense.¨ Στην περίπτωση του Ando, το ‘τοπικό’ δεν εξαντλείται στην αντιμετώπιση του θέματος της αρχιτεκτονικής ταυτότητας, μέσα από την προσαρμογή στο τοπίο, την τοπογραφία και το έδαφος. Υπερβαίνει την απλή τοπικιστική διευθέτηση και παράγει δυναμικές αφηγήσεις τόπου. Στην ενότητα αυτή, διερευνήθηκαν οι σχεδιάστηκες προθέσεις των Κωνσταντινίδη και Ando στη θεματική τοπίο\τοπογραφία\έδαφος. Οι αναφορές τους στον ιδιαίτερο χαρακτήρα του τόπου ως γεωγραφικού και φυσικού χώρου με τις ασυνέχειες του, δείχνουν ότι η αρχιτεκτονική τους είναι αποκαλυπτική για τον τόπο. Στα συγκεκριμένα παραδείγματα ο σχεδιασμός τους είναι ένας ανοιχτός διάλογος με το περιβάλλον και το υπάρχον πλαίσιο, που βασίζεται σε σχέσεις απόστασης και όχι ¨μίμησης¨.
93
Curtis, W. (1996). Modern Architecture since 1900. Third Edition, London/New York: Phaidon Press, σελ. 670. 94
Ando, T. (1991). Toward New Horizons in Architecture New York, στο Kate Nesbit, Theorizing a new agenda for architecture. An anthology of architectural theory 1965-1995, New York: Princeton Architectural Press, σελ. 458-460. [70]
ii. τόπος_κλίμα/φως/αέρας [Glenn Murcutt]
[71]
τόπος_ κλίμα/φως/αέρας [Glenn Murcutt, Αυστραλία]_ κλιματικές προσαρμογές/μεταβλητότητα Στη θεματική αυτή διερευνάται η σχέση αρχιτεκτονικής με τον τόπο, θεωρούμενο ως κλιματικό τοπίο με τις ιδιαίτερες συνθήκες φωτός και αέρα. Ανατρέχουμε στη διαλεκτική του Frampton τεχνητό/φυσικό (artificial/ 96 natural) , η οποία αναζητά την ισορροπία ανάμεσα στην ‘κουλτούρα της 97 τεχνητής άνεσης’ και στην εμπειρία τόπου , μέσα από τις τοπικές κλιματικές συνθήκες. Το ζητούμενο είναι η αρχιτεκτονική η οποία δεν αμβλύνει τις κλιματικές εμπειρίες με τη χρήση τεχνητών μέσων αερισμού, φωτισμού και θέρμανσης, αλλά που σχεδιάζει μαζί με αυτές ώστε να μην αποκλείονται, αλλά να εισάγονται στο αρχιτεκτονικό έργο ως διαφοροποιημένες εμπειρίες βιωμένου τόπου. Αναζητούνται οι ποιοτικές δεσμεύσεις της αρχιτεκτονικής με τον τόπο ως κλιματικό τοπίο, με τις εμπειρίες που απορρέουν από αυτόν. Η αποκάλυψη του τοπικού χαρακτήρα, αφορά τις ιδιαίτερες κλιματικές συνθήκες και την μεταφορά τους στην αρχιτεκτονική. Το ‘τοπικό’ στην παρούσα θεματική προσεγγίζεται ως κλιματικό τοπίο μαζί με τον απτικό χαρακτήρα των φυσικών φαινομένων που το συνοδεύουν (και την ιδιαίτερη ατμόσφαιρα που δημιουργούν.) Η εμπειρία του κλιματικού τόπου είναι σημαντική διότι η αντίληψη του θερμικού περιβάλλοντος μας συνδέει συναισθηματικά με τον τόπο. Σε αντίθεση με την αντικατάσταση των τοπικών κλιματικών συνθηκών, από τα παγκόσμια τεχνολογικά πρότυπα, που εξαλείφουν την αίσθηση τόπου και τις συναισθηματικές και σωματικές μας δεσμεύσεις με αυτόν. Στην εμπειρία του τόπου που σχετίζεται με τις τοπικές κλιματικές συνθήκες και τα φαινόμενα 96
για τα ‘στοιχεία τοπικότητας’ που προσεγγίζονται μέσα από το δίπολο τεχνητό/φυσικό_ η ερμηνεία των εννοιών αλλάζει_ στην θεματική τόπος_ τοπίο|τοπογραφία|έδαφος, η έννοια του τεχνητού, ερμηνεύεται ως αρχιτεκτονικός-γεωμετρικός χώρος και η έννοια του φυσικού ως φύση (τοπίο, τοπογραφία, έδαφος) με τις φυσικές ιδιότητες του χώρου να εκδηλώνονται με απτό χαρακτήρα. Στη θεματική τόπος_ κλίμα/φώς/αέρας, το τεχνητό χρεώνεται την παγκόσμια κουλτούρα μιας ‘τεχνητής άνεσης’, ενώ το φυσικό την κλιματολογική εμπειρία τόπου. 97
Σχόλιο για αρνητικές επιπτώσεις της παγκόσμιας τεχνολογίας, οι τοπικές συνθήκες βιώνονται πανομοιότυπα σε όποιο μέρος και αν βρισκόμαστε, σε οποιαδήποτε εποχή του χρόνου. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που έχουμε βιώσει τις αρνητικές συνέπειες της τεχνητής θερμικής άνεσης, στο εσωτερικό των περίκλειστων χώρων. [72]
που απορρέουν από αυτές, σημαντικό ζήτημα είναι η έννοια του χρόνου που επηρεάζει το χαρακτήρα του φυσικού τόπου. Ο χρόνος ως στοιχείο σταθερότητας και αλλαγής καθιστά το χώρο και το χαρακτήρα του, μέρη μιας πραγματικότητας, η οποία είναι ανά πάσα στιγμή δεδομένη σε συγκεκριμένη 98 τοποθεσία, και αποκαλύπτεται ως genius loci/πνεύμα του τόπου. Το ζητούμενο είναι η ιδιαίτερη αντιμετώπιση στο δίπολο τεχνητό/φυσικό, στην αναζήτηση των ποιοτικών δεσμεύσεων με τον τόπο με σκοπό τη δημιουργία ποιοτικών περιβαλλόντων κατοίκησης. Δίνεται έμφαση στους κλιματικούς χειρισμούς που απορρέουν από την κάθε τοποθεσία και στον τρόπο που αυτοί εντάσσονται στο σχεδιασμό, εμπλουτίζοντας την εμπειρία κλιματικού τόπου. Η παραπάνω τάση προσεγγίζεται μέσα από το έργο του Murcutt.
98
Τα φαινόμενα που προσδιορίζουν το χαρακτήρα του φυσικού τόπου, άρα και την έννοια του ‘τοπικού’ στην αρχιτεκτονική, συνοδεύονται και εξαρτώνται από τους χρονικούς ρυθμούς του φωτός. Norberg-Schulz, C. (2009). Genius loci. Το πνεύμα του Τόπου. Για μία φαινομενολογία της Αρχιτεκτονικής, Αθήνα: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Ε.Μ.Π. σελ. 36. [73]
“I am not interested in designing large scale projects. Doing many smaller works provides me with many more opportunities for experimentation. Our building regulations are supposed to prevent the worst; they in fact fail to stop the worst, and at best frustrate the best—they certainly sponsor mediocrity. I’m trying to produce what I call minimal buildings, but buildings 99 that respond to their environment.” Glenn Murcutt
99
Βιογραφικά στοιχεία του Murcutt. Στο http://www.pritzkerprize.com/2002/bio [74]
κλιματικές προσαρμογές/ μεταβλητότητα Glenn Murcutt Η αναφορά στο έργο του Murcutt, είναι αποκαλυπτική για το ζήτημα τοπικότητας που εξετάζουμε. Οι θέσεις του αρχιτέκτονα στο εν λόγω ζήτημα, φανερώνονται με ενάργεια μέσα από το υλοποιημένο έργο του. Θα λέγαμε ότι δεν ισορροπεί ανάμεσα στο τεχνητό/φυσικό, αλλά τείνει στην έννοια του φυσικού, επιδιώκοντας τη βίωση των κλιματικών φαινομένων στο εσωτερικό των κτιρίων του. Η έμφαση στις διαφοροποιημένες εμπειρίες του κλιματικού τόπου, είναι ένα διαρκές και επίμονο ζήτημα στην αρχιτεκτονική του Glenn Murcutt. Η απολύτως περιορισμένη χρήση των τεχνητών μέσων αερισμού, ψύξης και θέρμανσης, ενισχύει τις σωματικές και συναισθηματικές συνδέσεις με το φυσικό τόπο. Σύμφωνα με τον Murcutt, ο άνθρωπος ως μέρος του φυσικού περιβάλλοντος, αναζητά την επικοινωνία και την επαφή με τα φυσικά φαινόμενα. Στις προθέσεις του Murcutt, είναι να αποκαλύψει τα σημεία επαφής αρχιτεκτονικής-τόπου μέσα από την άμεση επικοινωνία του 100 ανθρώπου και του φυσικού περιβάλλοντος. Για την προσαρμογή των κατασκευών του στις τοπικές κλιματικές συνθήκες, στρέφεται προς τα ‘μέσα’ (αυστραλιανή παράδοση) και προς τα 101 ‘έξω’ (μοντέρνο) ώστε να ισορροπήσει στην παραπάνω διαλεκτική. Ο Murcutt προσαρμόζει τις κατασκευές του στις τοπικές κλιματικές συνθήκες μετά από ‘ευαίσθητες αναγνώσεις τόπου’. Τα βιώματά του από το ακραίο κλιματικό τοπίο της Αυστραλίας του επιτρέπουν να αποκαλύπτει το χαρακτήρα του φυσικού τόπου, και να τον εντάσσει στο σχεδιασμό. 100
Foromot, F. (1995). Glenn Murcutt: works and projects, London: Thames and Hudson, σελ. 32. 101 Curtis, W. (1996). Modern Architecture since 1900. Third Edition, London/New York: Phaidon Press, σελ. 639. Επιρροές: έρχεται σε επαφή από πολύ νωρίς με την αρχιτεκτονική του μοντέρνου, όπου τα τεκτονικά ευρήματα είναι αδιαίρετα από την ποιητική μορφή της κατασκευής. Καθοριστική επιρροή στην σκέψη του, άσκησε το ποικίλο κλιματικό τοπίο αλλά και πολιτισμικό τοπίο της Αυστραλιανής ηπείρου και ειδικότερα η καταπιεσμένη παράδοση των Αβοριγίνων- με την ηθική αρχή διατήρησης της φύσης. Το ενδιαφέρον του για την παράδοση έγκειται στην συμβιωτική σχέση μεταξύ ανθρώπου και φύσης. Frampton, K. (2002). The Architecture of Glenn Marcus Murcutt, (Glenn Murcutt, 2002, Laureate Essay, Pritzker Architecture Prize). [75]
Η μεταβλητότητα των στοιχείων της φύσης, αποδίδεται στα κτίρια του μέσα από ιδιωματικούς κατασκευαστικούς χειρισμούς. Κατανοεί τους μηχανισμούς που δημιουργούν τα απτικά φαινόμενα, και συλλαμβάνει τον απτικό τους χαρακτήρα, αποδίδοντας τον σχεδιαστικά με ιδιαίτερους, σχεδόν ιδιωματικούς κατασκευαστικούς χειρισμούς. Έτσι εισάγει τα φυσικά στοιχεία στο σχεδιασμό, ενισχύοντας τις ποιοτικές συνδέσεις με τον τόπο. Στο έργο του, χρησιμοποιούνται τα στοιχεία της φύσης που συνδέονται με τα κλιματικά φαινόμενα, για να αποκαλυφθεί ο μεταβαλλόμενος χαρακτήρας 102 του φυσικού τόπου . Ο ίδιος για το ζήτημα της μελέτης του χαρακτήρα των απτικών φαινομένων (και για την γνώση του χαρακτήρα του φυσικού τόπου) αναφέρει: ¨ …κάποτε είχα περάσει σε ένα κτίριο ένα ολόκληρο 24ωρο. Άλλαζα θέση κάθε δύο ώρες. […] μπορούσα να κατευθύνω τον άνεμο επιτρέποντας τον να εισέλθει στο εσωτερικό ή αποκλείοντας τον. […] το φεγγάρι εμφανίζονταν από τους φεγγίτες, ενώ ‘κομμάτια’ ουρανού φαίνονταν στο δωμάτιο. Είχα βιώσει σχεδόν ολοκληρωτικά τις συνθήκες του εξωτερικού περιβάλλοντος, όντας στο εξωτερικό του κτιρίου. Έτσι θα έπρεπε να λειτουργούν τα κτίρια […] τροποποιώντας την μορφή και το περίβλημά (skin) τους σύμφωνα με τις εποχιακές συνθήκες και τις αλλαγές των φυσικών 103 στοιχείων.¨
102
Τα φυσικά στοιχεία είναι συγχρόνως παγκόσμια και τοπικά, μιας και διαφοροποιούνται από τόπο σε τόπο. 103 Becker, L. (2004). Force of Nature. (Originally published in the title "Mr. Natural" in the Chicago Reader, March 19). http://www.lynnbecker.com/repeat/murcutt/murcutt.htm [76]
Εικόνα 20 | Marika Alderton House. Ο μεταβαλλόμενος χαρακτήρας του κλιματικού τόπου, αποδίδεται με ιδιωματικούς κατασκευαστικούς χειρισμούς.
[77]
Μέσα από τις διεισδυτικές αναγνώσεις τόπου, επιδιώκει στα κτίρια του να υιοθετούνται οι κλιματικές αλλαγές (μέσα από τη στρωμάτωση/layering και τη μεταβλητότητα των κατασκευαστικών και συνθετικών στοιχείων) εκφράζοντας κατά κάποιο τρόπο έναν ‘οικολογικό φονξιοναλισμό’, που αναφέρεται στη λειτουργική αρχιτεκτονική που απορρέει από τη μελέτη των φυσικών φαινομένων και που αντιλαμβάνεται το κτίριο περισσότερο σαν διαδικασία παρά σαν τελικό προϊόν. Ο Pallasmaa, αναφέρει: ¨…architecture returns to early Functionalists ideals derived from biology… architecture again will take root in its cultural and regional soil. This architecture could be called Ecological Functionalism. […] architecture is likely to return to aesthetics of necessity in which the elements of metaphorical expression and practical craft fuse into each other 104 again; utility and beauty again united¨. Για το χαρακτήρα προσαρμογής των κτιρίων του στις κλιματικές αλλαγές αναφέρει: ¨Με ενδιαφέρουν τα κτίρια που συμπεριφέρονται σαν ένα οργανικό κέλυφος, που ιδρώνει, αναπνέει, ζεσταίνεται και κρυώνει, ώστε να ανταποκρίνεται στις σωματικές και ψυχολογικές ανάγκες με τρόπο παρόμοιο με αυτόν των ρούχων. Με άλλα λόγια τα κτίρια που υιοθετούν τις αλλαγές 105 των κλιματικών συνθηκών.¨ Καθοριστικό ζήτημα στη σκέψη του Murcutt, είναι η έμφαση του στις ‘τοπικές ποιότητες’ και στις ‘δεσμεύσεις τόπου’, που απορρέουν από την ιδιαίτερη ατμόσφαιρα, των απτικών φαινομένων του κλιματικού τόπου. Μέσα από μια δυναμική ροή αρχιτεκτονικού χώρου και φυσικού τόπου, επιδιώκει την αφομοίωση του έργου του από το φυσικό και κλιματικό context.
104
ο όρος ‘οικολογικός φονξιοναλισμός’ που επινοήθηκε από τον Pallasmaa, αναφέρεται στο παράδοξο ζήτημα της οικολογικής/περιβαλλοντικής αρχιτεκτονικής, που μπορεί να είναι ταυτόχρονα περισσότερο πρωτόγονη αλλά και εκλεπτυσμένη (refined), υιοθετώντας τον κυκλικό μεταβολισμό φύσης σε ζητήματα ύλης και ενέργειας. Foromot, F. (1995). Glenn Murcutt: works and projects, London: Thames & Hudson, σελ. 47. 105 Frampton, K. (2002). The Architecture of Glenn Marcus Murcutt, (Glenn Murcutt, 2002, Laureate Essay, Pritzker Architecture Prize).
[78]
Εικόνα 21 | Η ατμόσφαιρα και η εμπειρία των φαινομένων του κλιματικού τόπου στο εσωτερικό του κτιρίου, ενισχύει τις δεσμεύσεις τόπου και τις βιωματικές σχέσεις του ανθρώπου με το περιβάλλον του. (Simpson Lee House 1994, Marika Alderton House 1993)
Στο έργο του Murcutt, τα κτίρια του συνδέονται με τη διαδικασία δημιουργίας τους, μια διαδικασία που απορρέει από τη μελέτη των 106 μηχανισμών που δημιουργούν τον απτικό χαρακτήρα των φυσικών φαινομένων και που μπορούν να βιωθούν στο εσωτερικό του. Η σύνδεση των κτιρίων του με τη διαδικασία δημιουργίας τους, οδηγεί σε αυθεντικές σχέσεις με τον τόπο, δίνοντας έμφαση στην έννοια του ‘πραγματικού’ που αυξάνει την ικανότητα δέσμευσης και βιωματικής συμμετοχής στη σχέση αρχιτεκτονικής-τόπου, ανθρώπων και πραγμάτων. (Οι δεσμεύσεις τόπου στην περίπτωση του Murcutt αναζητούνται περισσότερο στο κλιματικό περιβάλλον και λιγότερο στη σχέση αρχιτεκτονικής-εδάφους.) Οι κλιματικοί χειρισμοί του Murcutt, όπως θα δούμε στη συνέχεια, ξεπερνούν τη συνείδηση της ηθικής διατήρησης της φύσης και στοχεύουν στον εμπλουτισμό των βιωματικών ποιοτήτων που απορρέουν από τα φυσικά φαινόμενα του κλιματικού τόπου. Λειτουργούν ως το σημείο επαφής 107 και επικοινωνίας μεταξύ του ανθρωπογενούς και φυσικού περιβάλλοντος . (Μέσα από το παράδειγμα, θα διερευνήσουμε την ένταξη του τοπικού στο 106
ο απτικός χαρακτήρας, αναφέρεται στις συνθήκες φυσικού φωτισμού και αερισμού, υγρασίας και ανέμων. 107 Becker, L. (2004). Force of Nature. (Originally published in the title "Mr. Natural" in the Chicago Reader, March 19). [79]
σχεδιασμό, ώστε να αποκαλύψουμε τις ποιοτικές δεσμεύσεις στη σχέση αρχιτεκτονικής-τόπου, που προωθούν μια αρχιτεκτονική συγκεκριμένη/ χωρική/βιωματική.) Εστιάζουμε στους κλιματικούς χειρισμούς του Murcutt που στοχεύουν στην υιοθέτηση των κλιματικών αλλαγών από την κατασκευαστική και συνθετική δομή του κτιρίου. Θα διερευνήσουμε πώς ο Murcutt εντάσσει στο σχεδιασμό τα στοιχεία/φαινόμενα του κλιματικού τόπου, ενισχύοντας τις ποιοτικές δεσμεύσεις με τον τόπο. Στο έργο του, ο χαρακτήρας του φυσικού τόπου αποκαλύπτεται, ενισχύοντας τις δεσμεύσεις τόπου.
[80]
Εικόνα 22 | Marie Short House. Kempsey New South Wales Austalia. Τοποθεσία και χαρακτήρας φυσικού τόπου. (απέναντι) Χάρτης της Αυστραλίας.
[81]
Marie Short/Glenn Murcutt’s House, 1974-75/1980 τοποθεσία: Kempsey, New South Wales, Australia Οι θέσεις του Murcutt, σχετικά με το ζήτημα τοπικότητας που εξετάζουμε, διατυπώνονται ξεκάθαρα στο Marie Short House (1974), στο οποίο αποκρυσταλλώνονται οι βασικές αρχές του σε ζητήματα προσαρμογής στο κλιματικό περιβάλλον. Τοποθετημένη στο θερμό/υποτροπικό τοπίο του Kempsey της νότιας Αυστραλίας με θερμά καλοκαίρια, ψυχρούς χειμώνες και υψηλές βροχοπτώσεις, σε υψόμετρο είκοσι μέτρων από την επιφάνεια της θάλασσας, η κατοικία που ξεπροβάλλει μέσα από την αγροτική πεδινή περιοχή, εκ πρώτης όψεως δίνει την εντύπωση κτίσματος αγροτικού χαρακτήρα. Θα εστιάσουμε στους συνθετικούς και κατασκευαστικούς χειρισμούς των κλιματικών προσαρμογών, που δείχνουν τις επιλογές του Murcutt, ως προς την αντίληψή του για το μεταβλητό χαρακτήρα του φυσικού τόπου. (Συνθετικοί χειρισμοί κλιματικών προσαρμογών) Από την επίλυση της κάτοψης αναζητάμε αρχικά, τους κλιματικούς χειρισμούς του Murcutt, που επιτρέπουν την αντίληψη και την εμπειρία των φυσικών φαινομένων στο εσωτερικό του κτιρίου. Η γραμμική οργάνωση των λειτουργιών και το μικρό πλάτος του εσωτερικού χώρου, απορρέουν από την ανάγκη να μεγιστοποιήσει τη διαμπερότητα του φυσικού αερισμού για κάθε 108 εσωτερικό χώρο. Στην τυποποιημένη και επιμήκης κάτοψη, οι λειτουργίες οργανώνονται σε χώρους οι οποίοι διατάσσονται, παρατακτικά και διαδέχονται ο ένας τον άλλον, μέσα από γραμμικές συνδέσεις-περάσματα (walkways). Τα ‘περάσματα’ είναι αποκαλυπτικά για το χαρακτήρα του φυσικού τόπου, ο οποίος βιώνεται στο εσωτερικό του κτιρίου μέσα από συνεχείς ή ασυνεχείς καταστάσεις, παρέχοντας ποικίλες εμπειρίες τόπου. Το 109 ‘ταξίδι’, στο φυσικό τόπο/κλιματικό τοπίο διακόπτεται από ενδιάμεσους 108
Η τυπολογική καταγωγή των κτιρίων του, εντοπίζεται στο Μισιανό στυλ και συγκεκριμένα στην οικία Farnsworth καθώς και στο αυστραλιανό ‘woolshed’, κτίριο αγροτικού χαρακτήρα της αυστραλιανής ενδοχώρας. Το επίμηκες κτίριο κατοικίας/pavilion γίνεται η βασική ‘μονάδα’ της αρχιτεκτονικής του, που εμφανίζεται σχεδόν σε κάθε έργο του. 109 όπως έχουμε αναφέρει ο Murcutt μελετά τα φυσικά τους μηχανισμούς των φυσικών φαινομένων, που σχετίζονται με τον απτικό χαρακτήρα του κλιματικού τόπου, η αναφέρει Foromot: ¨…η πολυπλοκότητα και η ασάφεια αυτών των φαινομένων, που προκύπτουν από [82]
χώρους (intermediate spaces), μεταξύ του ‘μέσα’ και του ‘έξω’, που είναι οι τελευταίοι χώροι στην παρατακτική αλληλουχία των εσωτερικών χώρων. Το χωρικό εύρημα του στεγασμένου ημιυπαίθριου χώρου που αναφέρεται ως ‘veranda’, αποτελεί την έκφραση της παραπάνω πρόθεσης/ αντιμετώπισης.
Εικόνα 23 | Δ1 διαγράμματα αλληλεπίδρασης με το φυσικό τόπο.
τη συνάντηση τόσο διαφορετικών στοιχείων, υπογραμμίζουν τη σημασία του ‘ενδιάμεσου χώρου…¨ Foromot, F. (1995). Glenn Murcutt: works and projects, London: Thames & Hudson, σελ. 32. [83]
Εικόνα 24 | Δ2 διαγράμματα.
(κέλυφος/όψεις/ρευστότητα ορίων) Η αντιμετώπιση του κτιριακού κελύφους και των όψεων αφορούν επίσης ζητήματα των κλιματικών χειρισμών του Murcutt. Η κατοικία Marie Short, τοποθετημένη με τις μακριές πλευρές της στον άξονα βορρά-νότου, εμφανίζεται άλλοτε ‘ανοιχτή’ και άλλοτε ‘κλειστή’ στους βόρειους ανέμους, η όψη εμφανίζεται αδιαφανή, σχεδόν συμπαγής, ενώ στο νότο τα χωρίσματα των εσωτερικών χώρων, είναι πορώδη και κινητά. Τα ανοίγματα, καταλαμβάνουν όλη την επιφάνεια των όψεων, ώστε άλλοτε να υποδέχονται και άλλοτε να αποκλείουν τον φυσικό φωτισμό. Η διαφορετική αντιμετώπιση των όψεων, ανάλογα με τον προσανατολισμό, ανταποκρίνεται στην ανάγκη της ανθρώπινης ‘εγκατάστασης’ (settlement). Η παραπάνω αντιμετώπιση, σχετικά με τις εναλλαγές κλειστού/ανοιχτού, συμπαγούς/διαφανούς, εκφράζει τον περίκλειστο χαρακτήρα των ανθρωπογενών τόπων, ο οποίος καθορίζεται 110 από το βαθμό ανοικτότητας. Η κατοικία ανταποκρίνεται στην πρωταρχική σημασία του ανθρώπινου 111 καταφυγίου: ‘ …να προστατεύει, ενώ παράλληλα να παραμένει ‘ ανοιχτό’. 110
Norberg-Schulz, C. (2009). Genius loci. Το πνεύμα του Τόπου. Για μία φαινομενολογία της Αρχιτεκτονικής, Αθήνα: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Ε.Μ.Π. σελ.40. 111 Ο βαθμός ανοικτότητας χαρακτηρίζει τον περίκλειστο χαρακτήρα των ανθρωπογενών τόπων. Παράλληλα ανταποκρίνεται στην πρωταρχική ανάγκη του ανθρώπου: ¨…να προστατεύεται, ενώ παράλληλα να παραμένει ανοιχτός. Το παραπάνω αίτημα, το συναντάμε στις αρχές των Αβοριγίνων, που διέπουν την δημιουργία των καταλυμάτων [84]
Το ενδιαφέρον του Murcutt σχετικά με την παράδοση των ιθαγενών της Αυστραλίας και την ευαίσθητή τους σχέση με τη φύση, στρέφεται στον συμβολικό και οντολογικό χαρακτήρα των ‘προσωρινών καταφυγίων’ τους, που συνδιαλέγονται με το περιβάλλον τους και περιλαμβάνουν ελάχιστους αρχιτεκτονικούς χειρισμούς. Η κατοικία Marie Short, υπερυψωμένη κατά ογδόντα εκατοστά από την επιφάνεια του εδάφους, ώστε να αντιμετωπίζει τα φαινόμενα των πλημμυρών της πεδινής έκτασης όπου βρίσκεται, εμφανίζει το σύνολο των κατασκευαστικών χειρισμών που έχει αναπτύξει ο Murcutt, για την 112 προσαρμογή στις κλιματικές αλλαγές. (κατασκευαστικοί χειρισμοί κλιματικών προσαρμογών) Οι κατασκευαστικοί χειρισμοί, που αποδίδουν στο εσωτερικό του Marie Short House, τον απτικό και μεταβλητό χαρακτήρα των φυσικών φαινόμενων είναι το ζητούμενο. Η υιοθέτηση των κλιματικών αλλαγών από το κτίριο, επιτυγχάνεται μέσα από τη μεταβλητότητα του κελύφους και τη στρωμάτωση 113 (layering) των κατασκευαστικών του στοιχείων . Η κατοικία αναπτύσσει ένα σύστημα τριπλού κελύφους, με ελαφριές μεμβράνες σε αλλεπάλληλες στρώσεις, ώστε να ανταποκρίνεται στις κλιματικές συνθήκες. (Δεν επιδιώκει τις συνθήκες τεχνητής άνεσης, αλλά με το σύστημα του τριπλού κελύφους, υιοθετεί τις κλιματικές αλλαγές παρέχοντας συνάμα και προστασία.) τους. Οι αρχές τους αφορούν την ‘ασφάλεια’ που παρέχει το καταφύγιο/εγκατάσταση, καθώς και την ‘ανοικτότητα’ που εξασφαλίζει την επαφή με το φυσικό περιβάλλον, όντας στο εσωτερικό και προστατευμένος από τα κλιματικά φαινόμενα. 112 Η υπερύψωση έχει λειτουργική και συμβολική σημασία. Αφενός προστατεύει από τα φαινόμενα των πλημμυρών, τον άνθρωπο αλλά και τα ζώα που βρίσκουν καταφύγιο κάτω από αυτή. Αφετέρου ελαχιστοποιεί το ίχνος του περιβαλλοντικού και φυσικού αποτυπώματος του. Δεν διαταράσσει την ισορροπία του φυσικού περιβάλλοντος, μπορεί να απομακρυνθεί χωρίς να αφήσει τα ίχνη του. Σε αντιστοιχία (συσχετίζεται) με τον ‘παροδικό’ χαρακτήρα της παρουσίας του ανθρώπου στο φυσικό περιβάλλον. 113
το ‘πλαίσιο’ και η στέγη είναι τα βασικά κατασκευαστικά στοιχεία που υλοποιούν την έννοια του καταφυγίου (shelter), που εντάσσεται στο αυστραλιανό κλιματικό τοπίο. H ιδιωματική στέγη του Murcutt, δημιουργεί ένα ρεύμα ενδιάμεσου αέρα και ψύχει τον θερμό αέρα που συσσωρεύεται από το εσωτερικό σημείο στο ανώτατο σημείο του εσωτερικού χώρου. Η εξωτερική αυλακωτή λαμαρίνα, καλύπτει την κορυφή και δημιουργεί ένα ρεύμα αέρα. (εικόνα 25, κατασκευαστική τομή από το White House).
[85]
Η τυποποίηση του τριπλού κελύφους, στο Marie Short House, περιλαμβάνει (από έξω προς τα μέσα) ένα σύστημα περσίδων, ένα ενδιάμεσο συρόμενο πέτασμα, για προστασία από τα έντομα και ένα επιπλέον σύστημα περσίδων εσωτερικά, ώστε να απομονώνεται περιστασιακά, από το εξωτερικό περιβάλλον. Οι φεγγίτες με τις μεταβαλλόμενες περσίδες υπό κλίση, αντιμετωπίζουν πλήρως το μεταβλητό χαρακτήρα του φυσικού τόπου, επιτρέποντας ή αποκλείοντας το φυσικό φώς να εισέλθει στο εσωτερικό. Το Marie Short House, αποπνέει την ‘γνώση τόπου’, άρα κατά μια έννοια και τη γνώση της αυστραλιανής πραγματικότητας.
Εικόνα 25 | Κατασκευαστικοί χειρισμοί κλιματικών προσαρμογών. (αριστερά) τριπλό κέλυφος, (δεξιά) η ιδιωματική στέγη από αυλακωτή λαμαρίνα και εσωτερικά το σύστημα απτικός χαρακτήρας των φυσικών μεΟ τους φεγγίτες. (κάτω) τομή της ιδιωματικής στέγης, απόφαινομένων, το White House. που απορρέει από
[86]
τον κλιματικό τόπο, μεταφέρεται στο εσωτερικό του κτιρίου και υποστηρίζεται από τη μεταφορά των μηχανισμών που δημιουργούν τα φαινόμενα αυτά στην κατασκευαστική και συνθετική δομή του. (Ανακεφαλαιώνοντας, οι κατασκευαστικοί χειρισμοί είναι: το τριπλό μεταβλητό κέλυφος, η διπλή στέγη, η υπερύψωση. Στους συνθετικούς χειρισμούς είναι: η διάταξη της μεγάλης διάστασης των κατόψεων στον άξονα βορρά-νότου, με τη βόρεια όψη προστατευμένη και συμπαγή και τη νότια διάτρητη σχεδόν ημιδιάφανη, το μικρό πλάτος των κατόψεων και η επιμήκης διάταξη για την εκμετάλλευση του φυσικού αερισμού και φωτισμού.) Στην κατοικία Marie Short, τα φυσικά στοιχεία του κλιματικού τόπου, δεν αποκλείονται επιδιώκοντας την κουλτούρα της τεχνητής άνεσης αλλά, συμμετέχουν στο σχεδιασμό της, ώστε να ενισχύονται οι ποιοτικές δεσμεύσεις με τον τόπο. Παρατηρούμε ότι με την τυποποίηση, συνθετική και κατασκευαστική, των κατόψεων και του κελύφους, ο Murcutt αντιμετωπίζει την πολυπλοκότητα και τη μεταφορά του απτικού χαρακτήρα των τοπικών κλιματικών φαινομένων στο έργο του. Κάποια ζητήματα είναι σταθερά στο σύνολο των έργων του. Η επίμονη επεξεργασία των ζητημάτων προσαρμογής στο κλιματικό περιβάλλον, οδήγησαν στην τυποποίηση των κατασκευαστικών και συνθετικών χειρισμών. Άρα, η τυποποίηση και ως προς την τυπολογία της κάτοψης και ως προς την κατασκευαστική αντιμετώπιση του κελύφους, είναι το εργαλείο με το οποίο χειρίζεται/αντιμετωπίζει την πολυπλοκότητα και τη μεταβλητότητα των καταστάσεων που απορρέουν από τα φυσικά φαινόμενα. (Ρευστότητα ορίων και αλληλεπίδραση εσωτερικού εξωτερικού). Η μεταβλητότητα του χαρακτήρα των φυσικών φαινομένων, στο Marie Short House,όπως είδαμε, εκφράζεται από το παραπάνω σύστημα του τριπλού κελύφους, αλλά και από το σύνολο των κατασκευαστικών και συνθετικών χειρισμών. Η ενιαία αντιμετώπιση των επιφανειών της κατοικίας, δίνει την αίσθηση ότι το κτίριο ‘αναπνέει’. Η σχέση εσωτερικού-εξωτερικού χώρου, δεν καθορίζεται από μεμονωμένα ανοίγματα, αλλά από συρόμενες επιφάνειες, που τροποποιούν το χαρακτήρα του εν μέρει, περίκλειστου εσωτερικού. Η κατοικία στο σύνολο της, θα λέγαμε ότι λειτουργεί ως μεταβατικός τόπος, ανάμεσα στο φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον, ενισχύοντας τις ποιοτικές δεσμεύσεις του ανθρώπου με το περιβάλλον του. Επιδιώκει την κλιματολογική εμπειρία τόπου, ως απόρροια των φυσικών συνθηκών [87]
φωτισμού-αερισμού, αποκαλύπτοντας τις συνδέσεις ανθρώπου και φυσικού τόπου. Η ρευστότητα των ορίων μεταξύ ανθρωπογενούς και φυσικού περιβάλλοντος, συμπληρώνει τη σύλληψη του μεταβλητού χαρακτήρα του φυσικού τόπου και τη μεταφορά του στην κατοικία Marie Short, ενισχύοντας τις συνδέσεις με τον τόπο. Τα ρευστά όρια, μεταξύ τεχνητούφυσικού/εσωτερικού-εξωτερικού, εμφανίζονται με κάποιο τρόπο αποϋλοποίησης/εξαΰλωσης (dematerialization) που ο Murcutt αποκαλεί 114 ‘feathering’ και έρχονται σε αντίθεση με τις μορφολογικές επιλογές, των στερεοτυπικών σχημάτων, με αναφορές στο λεξιλόγιο του μοντέρνου, 115 φιλτραρισμένο από το τοπίο και την παράδοση της Αυστραλίας . Η ρευστότητα των ορίων στους εσωτερικούς χώρους, αλλά και του εσωτερικού-εξωτερικού προσδίδει στο Marie Short House το χαρακτήρα ενός ‘ζωντανού κουτιού’ (‘living box’), που μένει ‘ανοιχτό’ και διάτρητο εν μέρει, σύμφωνα με τις παγκόσμιες τάσεις εκφράζοντας συνάμα το λειτουργικό και συμβιωτικό χαρακτήρα των περίκλειστων χώρων. Η παρουσία του κλιματικού τοπίου στο Marie Short House, δηλώνεται δεν αποκρύπτεται με τη χρήση των τεχνητών μέσων κλιματισμού. Το λειτουργικά αυτόνομο Marie Short House, σχεδιασμένο ώστε να ανταποκρίνεται στις κλιματικές συνθήκες, καταναλώνοντας τη λιγότερη δυνατή ενέργεια, εκφράζοντας τη λειτουργία του, με οικονομία στην χρήση φυσικών πόρων και υλικών, είναι η απόδειξη ότι ο Murcutt, δε στρέφεται στην κουλτούρα της τεχνητής άνεσης. Η τάση του προς το ‘φυσικό’ δε συνδέεται με μιμητικούς βιομορφισμούς, αλλά με τους κανόνες που διέπουν την φύση και τα στοιχεία της, κανόνες που θα έπρεπε να διέπουν και την αρχιτεκτονική δημιουργία. Παραφράζοντας τον ‘οικολογικό φονξιοναλισμό’ του Pallasmaa, θα λέγαμε ότι ο Murcutt, αναφέρεται σε έναν κλιματικό τοπικισμό με οικολογικές/περιβαλλοντικές προεκτάσεις. Εν τέλει το δίπολο τεχνητό/φυσικό, δεν ισορροπεί στην περίπτωση του Murcutt αλλά τείνει στο δεύτερο σκέλος, με έμφαση στη βιωματική εμπειρία του κλιματικού τόπου, που ενισχύει την αυθεντικότητα στη σχέση αρχιτεκτονικής-τόπου.
114
“Το κτίριο ΄peals away to its peripheries’ όπως στα έργα του Ball House & Pratt House”. Foromot, F. (1995). Glenn Murcutt: works and projects, London: Thames & Hudson. 115 Παραδειγματικά αναφέρονται τα ‘woolsheds’- κτίρια αγροτικού χαρακτήρα με τα διάτρητα κελύφη τους και η οικία Farnsworth, με την ρευστή και ‘ανοιχτή’ κάτοψη. [88]
iii. τόπος_υλικότητα [Peter Zumthor]
[89]
τόπος_ υλικότητα [Peter Zumthor]_ απτική ευαισθησία Στην παρούσα θεματική, διερευνάται πώς η υλικότητα της νέας επέμβασης ενδυναμώνει τη σχέση αρχιτεκτονικής-τόπου. Η σχέση της υλικότητας με τις 116 δεσμεύσεις τόπου, προσεγγίζεται μέσα από το δίπολο οπτικό/απτικό , το οποίο αναφέρεται στην ικανότητα του ανθρώπου να βιώνει την αρχιτεκτονική με όλες τις αισθήσεις του. Η υλικότητα του αρχιτεκτονικού έργου, μέσα από τη ματιά του κριτικού τοπικισμού ενισχύει τη σχέση αρχιτεκτονικής-τόπου, στον αντίποδα της εποχής του παγκόσμιου, όπου η εμπειρία τείνει να 117 αντικατασταθεί από την πληροφορία. Το ‘τοπικό’ προσεγγίζεται μέσα από την απτική ευαισθησία της υλικότητας, που ενεργοποιεί όλες τις αισθήσεις ενισχύοντας τις δεσμεύσεις τόπου. Η αρχιτεκτονική δημιουργεί χώρους οι οποίοι ενεργοποιούν το σύνολο των αισθήσεων, προσφέροντας κάτι παραπάνω από μια μονομερή οπτική ικανοποίηση. Το αρχιτεκτονικό έργο ως αντικείμενο, είναι ανοιχτό σε διαφορετικά επίπεδα αντίληψης. Έτσι η εμπειρία που λαμβάνεται από αυτό, μέσω της αντίληψης και των αισθήσεων συμβάλλουν στη γνώση των πραγμάτων, άρα και στη γνώση τόπου. Και εδώ οι συνιστώσες της αντίληψης, της εμπειρίας και του χρόνου, είναι σημαντικές. Η αλληλεπίδραση του ανθρώπου/χρήστη/αποδέκτη της αρχιτεκτονικής με το περιβάλλον του, μεταβάλλεται ανάλογα με τα δεδομένα 118 που λαμβάνει από την αντίληψη του και το σώμα του . 116
Frampton, K. (1987). Ten Points on Architecture of Regionalism: A Provisional Polemic. Center 3, New Regionalism New York: Rizzoli. 117 Στην εποχή του παγκόσμιου όπου η εμπειρία τείνει να αντικατασταθεί από την πληροφορία (information vs. experience), με την οπτική και απτική εμπειρία της αρχιτεκτονικής, διευρύνεται το εύρος της ανθρώπινης αντίληψης και αυξάνεται η ικανότητα αντίστασης στην παγκόσμια κουλτούρα, δίνοντας έμφαση στην εμπειρία και όχι στην πληροφορία. Η παραπάνω θέση είναι σύμφωνη με τις απόψεις του κριτικού τοπικισμού. Ο Curtis στον αυθεντικό τοπικισμό, δεν αναφέρεται σε ζητήματα απτικής ευαισθησίας. (Αναζητά στο ευρύτερο περιβαλλοντικό context, στις παραδοσιακές μεθόδους δομής και στα τοπικά υλικά, την ποιοτική δέσμευση με τον τόπο, αλλά μέσα από μια οπτική που έχει περισσότερο πολιτισμικές και περιβαλλοντικές προεκτάσεις. Ο αυθεντικός τοπικισμός του Curtis αναφέρεται στην κατάσταση όπου η νέα επέμβαση ‘ριζώνει’ στον τόπο από τη στιγμή της σύλληψής της ως ιδέα, μέχρι την κατασκευή της.) 118 Ο Merleau- Ponty αναφέρει: ¨Η αντίληψη δεν είναι ένα σύνολο μόνο από οπτικά, απτικά και ακουστικά δεδομένα. Αντιλαμβανόμαστε τα πράγματα με όλο μας το είναι, με έναν ολιστικό τρόπο: η κατανόηση της μοναδικής δομής του αντικειμένου και ο μοναδικός ρόλος της ύπαρξής του, μιλάει με όλες μας τις αισθήσεις. [90]
Η υλικότητα της αρχιτεκτονικής συνδέεται και με το χρόνο, αποκτώντας και την ιδιότητα μεταφοράς εμπειριών, όχι μόνο της πληροφορίας. Ο χρόνος ως στοιχείο σταθερότητας και αλλαγής ταυτόχρονα, επηρεάζει την έννοια του τοπικού στην αρχιτεκτονική. Οι μεταβολές των υλικών μέσα από το χρόνο και ειδικότερα των φυσικών υλικών όπως ξύλο και πέτρα, εκφράζουν την αντοχή τους στο χρόνο αλλά και την ιστορία των ανθρώπων που τα χρησιμοποιούν. Η πάτινα των υλικών, που δεν αντιστέκονται στη φυσιολογική φθορά, ενδυναμώνει τόσο την εμπειρία του χρόνου όσο και τη 119 δέσμευση τους με τον τόπο. Η έμφαση της σύγχρονης πραγματικότητας στην εικόνα, αν και είναι σημαντική για τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε την αρχιτεκτονική, μας κάνει να ξεχνάμε ή να αδιαφορούμε για τη δυνατότητα του σώματος να διαβάζει το περιβάλλον και να το βιώνει με όλες τις αισθήσεις. Ο Pallasmaa, στο θεωρητικό του έργο The Eyes of the Skin, αναζητάει μια νέα οπτική και αισθητηριακή ισορροπία, η οποία κατά κύριο λόγω εκφράζεται μέσα από την 120 υλικότητα και τη σχέση της με το χρόνο. Στην παραπάνω κατεύθυνση είναι το έργο του Ελβετού Zumthor. Στην παρούσα θεματική θα διερευνήσουμε τον τρόπο με τον οποίο η υλικότητα εμπλουτίζει τη σχέση αρχιτεκτονικής-τόπου. Η απτική ευαισθησία (tangible sensibility) της υλικότητας ως ‘στοιχείο τοπικότητας’, είναι παρούσα στο έργο του Ελβετού Zumthor. Παρακάτω θα προσπαθήσουμε να αποκαλύψουμε τα στοιχεία που χρησιμοποιεί ώστε να είναι πιστός στις αισθητηριακές δεσμεύσεις του με τον τόπο. (Επικαλείται τη μνήμη και τη σωματικότητα της υλικής παρουσίας των πραγμάτων, ώστε να δημιουργήσει την ιδιαίτερη ατμόσφαιρα από την οποία θα αναδυθούν οι αισθητηριακές δεσμεύσεις τόπου.) Pallasmaa, J. (2005). The Εyes of the Skin: Architecture and the Senses, West Sussex: John Wiley & Sons Ltd. σελ. 25. 119 Σε αντίθεση με τα παγκόσμια/βιομηχανικά υλικά, τα οποία με κάθε τρόπο ‘κρύβουν’ την ηλικία τους και τη φυσιολογική φθορά του χρόνου. Δεν είναι παρόντα στο συνεχές του χρόνου, αποφεύγοντας την πνευματικά σημαντική, διαδικασία της φθοράς και της γήρανσης, χωρίς να συσχετίζονται με το χρόνο και τον τόπο. Η αδύναμη εμπειρία χρόνου, έχει επιπτώσεις στην πνευματική ανάγκη του ανθρώπου να παραστεί στο συνεχές του χρόνου. Η αρχιτεκτονική του Zumthor ενδυναμώνει όχι μόνο την εμπειρία τόπου, αλλά και την εμπειρία χρόνου. ό. π. σελ. 31-32. Pallasmaa, J. (2005). The Εyes of the Skin: Architecture and the Senses, West Sussex: John Wiley & Sons Ltd. σελ. 31-32. 120 ό.π. σελ. 35. [91]
Εικόνα 26 | η σχέση υλικότητας-χρόνου στα βιομηχανικά υλικά (αριστερά) και στα φυσικά (δεξιά) (κάτω), η υλικότητα εμπλουτίζει τη σχέση αρχιτεκτονικής-τόπου και τις αισθητηριακές δεσμεύσεις τόπου. Ο χρονικός χαρακτήρας της υλικότητας.
[92]
“ All design works starts from the premise of its physical, objective, sensuousness of architecture, of its materials. To experience architecture in a concrete way, means to touch, to see, to hear, to smell. To discover and consciously work with these qualities…” Peter Zumthor, Thinking architecture
[93]
Αισθητηριακές δεσμεύσεις τόπου/υλικότητα Peter Zumthor Οι θέσεις του Zumthor, στο ζήτημα τοπικότητας που εξετάζουμε φανερώνονται με ενάργεια τόσο στις θεωρητικές του απόψεις, όσο και στο υλοποιημένο έργο του. Βασικό ζήτημα στη σκέψη του Zumthor είναι η ολοκληρωμένη εμπειρία αρχιτεκτονικής, που βιώνεται με όλες τις αισθήσεις. Το έργο του είναι αποκαλυπτικό για το χαρακτήρα του τόπου, των αισθήσεων και των συναισθημάτων που απορρέουν από αυτόν. Αποκαλύπτει τις ποιότητες από το χαρακτήρα του τόπου και τις μεταφέρει στο αρχιτεκτονικό έργο. Βασικό ζήτημα στη σκέψη του Zumthor είναι η υλικότητα, η οποία προσεγγίζεται μέσα από τη χωρική μνήμη και τη σωματικότητα της αρχιτεκτονικής, με τελικό ζητούμενο τη δημιουργία/σχεδιασμό της ιδιαίτερης 121 ατμόσφαιρας. Για τη δημιουργία ατμόσφαιρας, ανατρέχει στις αισθήσεις και στα συναισθήματα που συνοδεύουν τις χωρικές μνήμες, τις οποίες θεωρεί συστατικά της αρχιτεκτονικής εμπειρίας. Η αρχιτεκτονική εμπειρία που βιώνεται μέσα από την αίσθηση της χωρικής μνήμης δυναμώνει τη σχέση αρχιτεκτονικής-τόπου (εγγραφές και μνήμες), χαρακτηριστικά ο Zumthor αναφέρει: ¨…υπήρχαν φορές που είχα βιώσει την αρχιτεκτονική χωρίς να σκέφτομαι για αυτήν. Η αίσθηση του μετάλλου από το πόμολο της 122 πόρτας, ο ήχος του χαλικιού κάτω από τα πόδια μου...¨ . Μέσα από την παραπάνω περιγραφή, διακρίνεται ότι η χωρική μνήμη και η απτική ευαισθησία της υλικότητας συνδέονται. 121
Η ατμόσφαιρα για το Zumthor αναφέρεται στη φυσική παρουσία των πραγμάτων/αντικειμένων που καταφέρνουν να ‘συν-κινήσουν’ τις αισθήσεις. Η έννοια της ατμόσφαιρας, περιγράφεται ως κάτι που αισθανόμαστε αλλά δύσκολα μπορούμε να εξηγήσουμε με λόγια. (Το ερώτημα του τί είναι χωρική ποιότητα, προσεγγίζεται με όρους ατμόσφαιρας και φυσικής παρουσίας των πραγμάτων.) Για το Zumthor η ατμόσφαιρα είναι μια αισθητική κατηγορία που συνδέεται με τη φυσική παρουσία των πραγμάτων άρα και με την υλικότητα. Δεν περιγράφεται λεκτικά. Αποδίδεται στη φυσική παρουσία των πραγμάτων, ως κάτι που αισθανόμαστε αλλά δεν μπορούμε να περιγράψουμε. Η αντίληψη της ατμόσφαιρας μέσα από τη συναισθηματική ευαισθησία είναι γρήγορη και άμεση. Zumthor, P. (2006). Atmospheres: Architectural environments. Surrounding Objects Basel: Birkhauser - Publishers for Architecture, σελ. 11. 122 Zumthor, P. (2006). Thinking Architecture Basel: Birkhauser-Publishers for Architecture. σελ. 7. [94]
Έτσι διερευνά τη χωρική αίσθηση και τη μνήμη που σχετίζονται με το χαρακτήρα και την ιδιαίτερη ατμόσφαιρα της κάθε τοποθεσίας/τόπου. Για τις μνήμες των αρχιτεκτονικών εμπειριών, αναφέρει: ¨…μνήμες σαν και αυτή, που περιγράφεται παραπάνω, περιέχουν μια βαθειά αρχιτεκτονική εμπειρία, αποθέματα αρχιτεκτονικής ατμόσφαιρας και εικόνων που επεξεργάζομαι στη 123 δουλειά μου.¨ . Το έργο του στρέφεται γύρω από τη σχέση ανθρώπουπεριβάλλοντος και στα υποκειμενικά ζητήματα που βιώνονται μέσα από τις 124 διάφορες καταστάσεις. Στην αρχιτεκτονική του Ζumthor η υλικότητα συνδέεται με την ποιητική διάσταση του ‘κατοικείν’. Βασικό ζητούμενο στη σκέψη του, είναι η δημιουργία καταστάσεων που αποκαλύπτουν το νόημα της υλικότητας, ένα νόημα που προϋπάρχει και αποτελεί μια δέσμευση τόπου για την 125 αρχιτεκτονική πράξη .
123
ο.π. O Urspung αναφέρεται με εξαιρετικά περιγραφικό τρόπο στις σωματικές του εμπειρίες από το χώρο του Saint Benedict του Zumthor. Αναφέρει: ¨…I recalled various moments when one or two steps had led to a radical shift of my spatial experience. Almost automatically, hand followed the thin metal hand rail the way one holds onto a gangway before boarding a ship…¨ /¨Από νωρίς συμμετείχα στη χωρικότητα του κτιρίου. Έγινα μέρος μιας χορογραφίας καθημερινών κινήσεων και χειρονομιών. Οι λεπτομέρειες οδήγησαν την κίνησή μου και με βοήθησαν να οικειοποιηθώ του περιβάλλοντος.¨ ¨As I entered the building, I felt as if I were putting on a coat. The moment of entry was not marked by a specific threshold but by the sudden change of perception. My experience was discontinuous in the sense that the outside was incompatible with the inside; the process of transition resembled a series of cuts in a cinematic montage. Hearing, smelling, touching and seeing were inseparably intertwined. The warmth and softness of the wooden floor under my shoes clearly differed from the coolness of the concrete steps. Inside the chapel, the smell of the wood was radically different from outside, where the scent of the forest mixed with the meadow…¨ Ursprung, P. (2009). Earthworks: The Architecture of Peter Zumthor, (Peter Zumthor, 2009, Laureate Essay, Pritzker Architecture Prize). http://www.pritzkerprize.com/2009/essay 125 Για το Zumthor η αρχιτεκτονική συνιστά πρωτίστως μια κατασκευαστική πράξη με έμφαση στις λεπτομέρειες που ολοκληρώνουν την αποκάλυψη του νοήματος. Η αρχιτεκτονική ως ολότητα διαφορετικών πραγματικοτήτων, με τις λεπτομέρειες να αποτελούν μέρος του όλου. Στην κατεύθυνση αυτή η πράξη της αρχιτεκτονικής, δημιουργεί καταστάσεις που νοηματοδοτούν την υλικότητα, μιας και τα υλικά από μόνα τους δεν αποκαλύπτουν την ποιητική τους διάσταση. Zumthor, P. (2006). Thinking Architecture Basel: Birkhauser-Publishers for Architecture. σελ. 11-19. 124
[95]
Εικόνα 27 | Η αλληλεπίδραση μεταξύ των υλικών, που χρησιμοποιεί ο Zumthor, φαίνεται στη χειρονακτική ακρίβεια των κατασκευών του. (από πάνω προς τα κάτω) ‘καμένη όψη’ από το εσωτερικό του Brauder Claus Chapel, φεγγίτες στο Saint Benedict Chapel. Τομές των Brauder Clauss και Saint Benedict Chapel.
[96]
Η αίσθηση και η συνάφεια των υλικών, είναι ζητήματα που διερευνά διαρκώς για το σχεδιασμό της ατμόσφαιρας, μένοντας πιστός στις αισθητηριακές δεσμεύσεις τόπου. Οι αναφορές του στην ενέργεια και αλληλεπίδραση μεταξύ των υλικών, φαίνονται μέσα από τη χειρονακτική ακρίβεια των κατασκευών του που αποδίδουν λεπτομερώς τον τρόπο 126 συνδυασμού των υλικών και της αίσθησης που αποπνέουν. Για το Zumthor η αρχιτεκτονική είναι η ενέργεια, η ένταση, οι δονήσεις των υλικών, σχετικά με τη συμμετοχή της υλικότητας στις αισθητηριακές δεσμεύσεις τόπου αναφέρει: ¨Η αίσθηση που προσπαθώ να ενσταλάξω στα υλικά, ξεπερνά τους κανόνες σύνθεσης, ο απτικός τους χαρακτήρας, η αφή, η οσμή, η ακουστικές τους ποιότητες, είναι στοιχεία βασικά της γλώσσας που οι αρχιτέκτονες οφείλουν να χρησιμοποιούν.¨, για να ολοκληρώσει λέγοντας: ¨…Οι αισθήσεις ξυπνούν όταν ανασύρονται νοήματα που προϋπάρχουν στον τόπο και 127 γίνονται αντιληπτά μέσα στο συγκεκριμένο χώρο.¨ Στην αναζήτηση του νοήματος της υλικότητας, στρέφεται σε ζητήματα του ‘πραγματικού’ και διερευνά την παρουσία των υλικών της νέας επέμβασης στο συγκεκριμένο αρχιτεκτονικό και περιβαλλοντικό context. Η πραγματικότητα της αρχιτεκτονικής είναι το συγκεκριμένο σώμα/body, όπου οι μορφές, οι όγκοι και οι χώροι βρίσκουν την ύπαρξή τους. Για τη βίωση της αρχιτεκτονικής εμπειρίας με ένα συγκεκριμένο τρόπο, ως ένα ‘σώμα’ που έρχεται σε ύπαρξη, σημαίνει να αγγίζεις, να βλέπεις, να ακούς, να μυρίζεις.
126
Σχετικά με την υλικότητα ο Ζumthor αναφέρει: ¨… τα υλικά αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, μέσα από την ενέργεια τους ώστε η τελική τους σύνθεση να αποπνέει μια αίσθηση μοναδικότητας…¨ Zumthor, P. (2006). Atmospheres: Architectural environments. Surrounding Objects Basel: Birkhauser-Publishers for Architecture. σελ. 24-25. 127 Zumthor, P. (2006). Thinking Architecture Basel: Birkhauser-Publishers for Architecture. σελ. 10. [97]
Εικόνα 28 | Η παρουσία της υλικότητας σε διαφορετικά contexts. (από πάνω προς τα κάτω) Saint Benedict Chapel, Shelters for Roman archaeological site, Columba Art Museum.
[98]
Στην κατεύθυνση της αποκάλυψης των ποιοτικών δεσμεύσεων, υλικότητας-τόπου, ο Zumthor αναφέρεται συχνά στη σωματικότητα της αρχιτεκτονικής και στη σχέση της με τον απτικό χαρακτήρα της υλικότητας: ¨…τα κτίρια είναι σωματικές οντότητες που αναπνέουν, έχουν μυρωδιά, 128 βιωματικές εγγραφές και μνήμες.¨ Δίνει έμφαση στην ενέργεια που δημιουργείται μεταξύ των υλικών, στον τρόπο που αυτά αλληλεπιδρούν και σε ζητήματα που σχετίζονται με το είναι και όχι μόνο με τον τρόπο που αποκαλύπτονται οπτικά. (Αναφορά στο παράδειγμα του Bruder Klaus Chapel). Η περιοχή των αισθητηριακών δεσμεύσεων αρχιτεκτονικής-τόπου, ως εναρκτήρια πηγή του σχεδιασμού, σωματική και αντικειμενική, είναι ένα θέμα παρών, στις αναζητήσεις του Zumthor που το επεξεργάζεται διαρκώς μέσα 129 από την έμφαση που δίνει στην υλικότητα/σωματικότητα/ατμόσφαιρα. Αναζητώντας τη δύναμη που κρύβουν τα καθημερινά πράγματα, τονίζει 130 ότι δεν υπάρχουν ιδέες παρά μόνο στα ίδια τα πράγματα. Έτσι μένει πιστός στις αισθητηριακές δεσμεύσεις τόπου και χρόνου. Το έργο του αναπτύσσεται φυσικά στο χρόνο και εδώ συναντάμε τις 131 απόψεις του Pallasmaa για τη σχέση υλικότητας-χρόνου. Ο Zumthor πάνω σε αυτό σημειώνει: ¨…τα κτίρια που αναπτύσσονται φυσικά στο χρόνο, γίνονται μέρος του τόπου τους. Κάθε καινούργια δουλειά, περικλείει ποιότητες που μετατρέπονται σε ένα σημαντικό διάλογο με τις υπάρχουσες 132 καταστάσεις.¨
128
Zumthor, P. (2006). Thinking Architecture Basel: Birkhauser-Publishers for Architecture, σελ. 21-22. 129 Η διαδικασία σχεδιασμού για το Ζumthor ξεκινάει με την προϋπόθεση να αποκαλυφθούν οι σωματικές και αισθητηριακές διαστάσεις της υλικότητας. Αναφέρει: ¨…Για την εμπειρία της αρχιτεκτονικής με όρους του πραγματικού και του συγκεκριμένου, σημαίνει να αγγίζεις, να αισθάνεσαι, να μυρίζεις, να ανακαλύπτεις και συνειδητά να δουλεύεις με αυτές τις ποιότητες.¨ ό. π. σελ. 66. 130 Για το Zumthor η πραγματικότητα της αρχιτεκτονικής μέσα από την πράξη της κατοίκησης, προσδιορίζεται μέσα από το σκοπό και τον τόπο. Αναφέρει: ¨…the reality in my design lies in words place and purpose... the reality of architecture is in the concrete body in which forms and volumes and spaces, come into being. There are no ideas except in things.¨ ο.π. σελ. 37. 131 Pallasmaa, J. (2005). The Εyes of the Skin: Architecture and the Senses, West Sussex: John Wiley & Sons Ltd. 132 Zumthor, P. (2006). Thinking Architecture Basel: Birkhauser-Publishers for Architecture. σελ. 37. [99]
Οι παραπάνω θέσεις υπογραμμίζουν το χρονικό (temporal) χαρακτήρα της υλικότητας και το ρόλο του στις δεσμεύσεις τόπου. Για το ίδιο ζήτημα σε άλλο σημείο αναφέρει: ¨…η αρχιτεκτονική πρέπει να είναι ικανή να απορροφά τα ίχνη της ανθρώπινης ζωής…¨ που επιβεβαιώνει την άποψή του για την υλικότητα της αρχιτεκτονικής που εξελίσσεται στο χρόνο και αλλάζει μέσα από τη φυσική φθορά όπως και ένας ζωντανός οργανισμός. Η συνείδηση του φθαρτού χαρακτήρα της υλικότητας (ως πνευματική ανάγκη ), δείχνει ότι η αρχιτεκτονική του είναι παρούσα στο συνεχές του χρόνου, 133 ενισχύοντας την εμπειρία τόπου και χρόνου. Η απτική ευαισθησία της υλικότητας (που γίνεται αισθητή μέσα από τη σωματικότητα) και η σχέση της με το χρόνο, αποκαλύπτει τις ποιότητες που μαρτυρούν την πραγματικότητα του παρελθόντος, μια πραγματικότητα παρούσα στο συνεχές του χρόνου. Διερευνώντας το πραγματικό, ο Ζumthor αναζητά στα εγγενή χαρακτηριστικά της αρχιτεκτονικής, την ουσία των πραγμάτων, προβάλλοντας μια μορφή αντίστασης στα χαμένα νοήματα της σύγχρονης 134 εποχής, που στρέφεται σε μη ουσιώδη θέματα. Στην παραπάνω κατεύθυνση, αναζητά τη ‘συμπυκνωμένη ουσιαστικότητα’ των πραγμάτων, όχι επιβάλλοντας ή προκαλώντας συναισθήματα, αλλά δημιουργώντας καταστάσεις ώστε να αναδυθούν ξεχωριστά συναισθήματα, για τον κάθε 135 έναν, μένοντας πιστός στις δεσμεύσεις τόπου . Η ‘επιστροφή στα πράγματα’ που συχνά επικαλείται, δημιουργεί τις συνθήκες ανάδυσης των συναισθημάτων, βασίζοντας τη σύλληψη των έργων του, στο συγκεκριμένο τόπο και σκοπό/χρήση ενισχύοντας τη δύναμη 136 της αρχιτεκτονικής εμπειρίας . 133
Στο παραπάνω πλαίσιο, η πάτινα του χρόνου, είναι το φυσικό ίχνος που αποτυπώνεται, μέσω της υλικότητας στο σώμα της αρχιτεκτονικής. Εκφράζεται έτσι η σωματικότητα της αρχιτεκτονικής, που βιώνεται ως ολοκληρωμένη εμπειρία των αισθήσεων. 134 Η αρχιτεκτονική σήμερα έχει την ανάγκη να θέτει ζητήματα που απορρέουν από τα εγγενή χαρακτηριστικά της. Σε μια εποχή που στρέφεται στα μη ουσιώδη η αρχιτεκτονική του Zumthor, ως μια μορφή αντίστασης για λογαριασμό των χαμένων νοημάτων… (βασική τάση κριτικού τοπικισμού, ισχύει για όλους). 135 Συμπληρώνει τις θέσεις του για την πραγματικότητα, μέσα από την οποία προσεγγίζει τις δεσμεύσεις τόπου αναφέροντας: ¨…όταν επικεντρώνομαι σε μια συγκεκριμένη τοποθεσία, ή σε έναν τόπο, για τον οποίο πρόκειται να σχεδιάσω ένα κτίριο, κουβαλάω μέσα μου, συγκεκριμένες διαθέσεις συναισθηματικές και ποιότητες που θέλω να αποκαλύψω μέσα από τις αρχιτεκτονικές καταστάσεις.¨ ό. π. 136 Η επιστροφή στα πράγματα, προσεγγίζεται μέσα από την πράξη της κατοίκησης, ενώ αναφέρεται στην πραγματικότητα των υλικών και των κατασκευών τους. Αναφέρει: ¨…δεν [100]
Το έργο του Zumthor αφήνεται ‘ανοιχτό’ στο χρόνο και στη ζωή γενικά, να εξελίσσεται (ως non finito) και να επιδέχεται διαφορετικές ερμηνείες, ένα έργο που δηλώνει απλά την παρουσία του σε συνέπεια με τον τόπο, την 137 υλικότητα και το σκοπό για τον οποίο έχει δημιουργηθεί. (Η ‘ανοιχτότητα’ του έργου του, ως δέσμευση τόπου, είναι παρούσα στο έργο του. Αλλά η ‘ανοιχτότητα’ είναι κοινή έννοια σε όλα τα τοπικιστικά παραδείγματα που μελετήσαμε μέχρι τώρα.) Εν τέλει οι χειρισμοί του Zumthor, που ενισχύουν τις δεσμεύσεις αρχιτεκτονικής-τόπου, (μέσα από την απτική ευαισθησία της υλικότητας) εντοπίζονται στο σχεδιασμό της ατμόσφαιρας ως τελικό ζητούμενο, μαζί με το χαρακτήρα και την αίσθηση τόπου που τη συνοδεύουν. Η σωματικότητα, της αρχιτεκτονικής χρησιμοποιείται για την ανάδειξη της ιδιαίτερης ατμόσφαιρας, μέσα από αισθητηριακές δεσμεύσεις τόπου. Το κτίριο αντιμετωπίζεται, ως ‘σώμα’ με την κυριολεκτική σημασία του όρου, ως σωματική οντότητα με βιωματικές εγγραφές και μνήμες. Η υλικότητα προσεγγίζεται ως ο τρόπος που είναι τα πράγματα και όχι μόνο το πώς φαίνονται. (Η απτική ευαισθησία της υλικότητας, μέσα από τις έννοιες χωρική μνήμη / σωματικότητα / ατμόσφαιρα διερευνάται στο Thermal Baths στο Vals της Ελβετίας.)
επιθυμώ να υποκινώ/προκαλώ τα συναισθήματα με τα κτίρια μου… αλλά να τα επιτρέπω να αναδύονται και να υπάρχουν…¨ Zumthor, P. (2006). Thinking Architecture Basel: Birkhauser-Publishers for Architecture σελ. 27. 137 ό. π. σελ. 31. [101]
Εικόνα 29 | Χαρακτήρας του τόπου: εναέριες απόψεις αλπικού τοπίου και του κτιρίου, ο οικισμός, το κτίριο των λουτρών.
[102]
Thermal Baths, 1996 τοποθεσία: Vals, Ελβετία Οι προθέσεις του Zumthor, στο ζήτημα τοπικότητας που εξετάζουμε, φανερώνονται ξεκάθαρα στα ιαματικά λουτρά (Thermal Baths) στο Vals της Ελβετίας. Το έργο αυτό ενσωματώνει με τον πιο πλήρη τρόπο τη φιλοσοφία του αρχιτέκτονα και την ιδιαίτερη αντιμετώπισή του στο ζήτημα τοπικότητας που διερευνάται. Τοποθετημένο εν μέρει μέσα στο έδαφος, στον ιστό ενός ελβετικού χωριού των Άλπεων, σχεδόν κρυμμένο, φανερώνει τις φαινομενολογικές προθέσεις του Zumthor καθώς είναι αποκαλυπτικό για τις αισθητηριακές δεσμεύσεις του τόπου-υλικότητας. Θα εστιάσουμε στους χειρισμούς του, που αποκαλύπτουν την παραπάνω σχέση και σχετίζονται με την απτική ευαισθησία της υλικότητας. Η υλικότητα είναι αποκαλυπτική για το χαρακτήρα του τόπου. Ο Zumthor, στο λουτρικό σύμπλεγμα, συλλέγει πράγματα και νοήματα από το περιβάλλον, που περιέχουν εγγραφές και μνήμες και τα μεταφέρει μέσω της υλικότητας στο έργο του. Λεπτά στρώματα γνεύσιου, (τοπικού πετρώματος που εξορύσσεται επί τόπου) τοποθετημένα σε στρώσεις, αποκρύπτουν τον παλιό μπετονένιο σκελετό μιας προγενέστερης οικοδομικής φάσης του λουτρικού συγκροτήματος, δίνοντας ένα αισθητηριακά ενδοσκοπικό εσωτερικό. Η ενότητα της υλικότητας που ενισχύει τις δεσμεύσεις τόπου, επιδιώκεται στο Thermal Baths, ο Zumthor αναφέρει: ¨…για μια στιγμή αισθάνθηκα ότι το έργο, μας είχε ξεπεράσει και είχε γίνει ανεξάρτητο, καθώς η εξέλιξη της υλικής του ενότητας, υπάκουε πλέον στους δικούς της κανόνες¨ 138. Χρησιμοποιεί τα υλικά της φύσης για να μείνει πιστός στις αισθητηριακές δεσμεύσεις τόπου. Η πέτρα στους εξωτερικούς και εσωτερικούς χώρους, το νερό, ο φυσικός φωτισμός είναι στοιχεία πρωτογενή με τα οποία συνθέτει το σύνολο του έργου του, ενισχύοντας το δέσιμο με την τοποθεσία. Ο χρονικός χαρακτήρας υλικών που χρησιμοποιεί, δηλώνεται με την αποδοχή της φυσικής φθοράς και της απορρόφησης, του ίχνους της ανθρώπινης ζωής. Το κτίριο τοποθετημένο στο τοπίο, ενσωματώνεται στην γεωμορφολογία του εδάφους, ενώ η χρήση του φυσικού πετρώματος σε 138
Zumthor, P. (2006). Thinking Architecture Basel: Birkhauser-Publishers for Architecture σελ. 62. [103]
αλλεπάλληλες στρώσεις (γνεύσιος), είναι μια δέσμευση τόπου και χρόνου, που ξυπνάει τις αισθήσεις μέσα από μία ολοκληρωμένη αρχιτεκτονική εμπειρία. (Η έμφαση στις αισθήσεις του ανθρώπινου σώματος και ο τρόπος αντίδρασής του καθορίζει τη σύνθεση. Χρησιμοποιεί τα βασικά στοιχεία του κόσμου/αρχέτυπα, τη φύση, το φως, την υλικότητα, προκειμένου να αφυπνίσει χωρικές μνήμες, εγγραφές και συναισθήματα που θα προκύψουν από τη βιωματική εμπειρία της αρχιτεκτονικής του, θεωρούμενης ως 139 περίβλημα για την ανθρώπινη ζωή.)
Εικόνα 30 | Πρωτογενή στοιχεία φυσικού τόπου, πέτρωμα γνεύσιος, η ενότητα της υλικότητας. Ο χρονικός χαρακτήρας των φυσικών υλικών και το δέσιμο με την τοποθεσία. 139
Zumthor, P. (2006). Atmospheres: Architectural environments. Surrounding Objects Basel: Birkhauser-Publishers for Architecture. σελ. 20-21. [104]
Εικόνα 31 | Κατά πλάτος τομή, κάτοψη στο επίπεδο του λουόμενου, εξωτερική άποψη-διάρθρωση όψεων-κενά και πλήρη, κατά μήκος τομή.
(Συνθετικοί χειρισμοί/κάτοψη) (Το κτίριο αποτελείται από 15 μονάδες, οι οποίες αρθρώνονται εσωτερικά και εξωτερικά γύρω από μία υδάτινη επιφάνεια. Οι επιφάνειες των όψεων δεν εμφανίζονται μονολιθικές, με τη διάταξη των κενών και των πλήρων να αντιτάσσεται στο στιβαρό και συμπαγές υλικό του τοπικού πετρώματος\γνεύσιου.) Η χωρική σύνθεση του λουτρικού συμπλέγματος, προσεγγίζεται μέσα από τις πιθανότητες την απόκρυψης και της αποκάλυψης, του κλειστού αρχιτεκτονικού σώματος, που απομονώνει το χώρο μέσα του και του ανοιχτού σώματος που περιβάλλει μια περιοχή του χώρου και συνδέεται με το ατελείωτο συνεχές του τόπου και του χρόνου: ¨…περιέχουν ένα τμήμα του 140 άπειρου χωρικού συνεχές σε ένα είδος ανοιχτού ‘δοχείου’.¨ Με τον τρόπο αυτό, η διάθρωση του εσωτερικού χώρου, παρουσιάζεται μέσα από ένα σύμπλεγμα διαδρομών, που καθορίζουν τους χώρους στάσης και κίνησης. Στα σημεία στάσης το κτίριο ‘ανοίγεται’ στο εξωτερικό περιβάλλον, ενώ καδραρισμένες απόψεις του εξωτερικού, εισέρχονται στο εσωτερικό, συνδέοντας το εσωτερικό με το ατελείωτο συνεχές του φυσικού τόπου.
140
Zumthor, P. (2006). Thinking Architecture Basel: Birkhauser-Publishers for Architecture σελ. 22. [105]
Εικόνα 32 | Διαγράμματα αισθητηριακών δεσμεύσεων τόπου.
Εικόνα 33 | Σημείο στάσης, καδραρισμένη άποψη του εξωτερικού περιβάλλοντος, εισέρχεται στο εσωτερικό.
[106]
(Χωρική αποπλάνηση) Οι συνθετικοί χειρισμοί μαζί με αυτούς της υλικότητας, στο λουτρικό συγκρότημα, που στοχεύουν στην περιπλάνηση του χρήστη και όχι στην αυστηρή του καθοδήγηση, έχουν να κάνουν με τον τρόπο που η αρχιτεκτονική συνδιαλέγεται με την κίνηση (συν-κίνηση). Σε αυτό το σημείο τα λόγια του Ζumthor αποκαλύπτουν τις προθέσεις του: ¨ …ήταν απαραίτητο να εισάγουμε το αίσθημα της ελευθερίας, της κίνησης, να δημιουργήσουμε 141 ένα περιβάλλον για περιπλάνηση.¨ Οι υδάτινες περιπλανήσεις που σχεδιάζει ο Zumthor στο λουτρικό σύμπλεγμα, αντιστοιχούν στον αρχιτεκτονικό περίπατο, ο οποίος στην περίπτωση αυτή, είναι ρευστός λόγου του υδάτινου χαρακτήρα του, δημιουργώντας καταστάσεις για αισθητηριακές αποπλανήσεις. Η ικανότητα της αρχιτεκτονικής για χωρικές και αισθητηριακές αποπλανήσεις αποκαλύπτεται στο κτίριο που μελετάμε. Η αίσθηση της μη καθοδηγούμενης κίνησης στο χώρο, ενισχύει την αισθητηριακή εμπειρία, που άλλοτε 142 υποβάλλει το σώμα σε κίνηση και άλλοτε σε στάση. (¨…the feeling that I am not being directed but can stroll at will-just drifting along…and it’s a kind 143 of voyage of discovery¨ ). Ολόκληρο το κτίριο, βιώνεται ως ένας χώρος που σχετίζεται με την περιοχή της επιθυμίας… να περιηγηθείς σε αυτόν, να τον ανακαλύψεις. (H περιπλάνηση που είναι το ζητούμενο, προκαλείται μέσα από τη δημιουργία καταστάσεων ιδιαίτερης ατμόσφαιρας, που θεμελιώνουν την έρευνα του Zumthor σε μια περιοχή επιθυμίας.) (Ατμόσφαιρα) Η δημιουργία ατμόσφαιρας ως τελικό ζητούμενο μέσα από την υλικότητα και τις αισθητηριακές δεσμεύσεις τόπου, αποκαλύπτεται στο κτίριο των ιαματικών λουτρών. Η επεξεργασία του φυσικού πετρώματος και οι διαφορετικές εμφανίσεις του, υπό την επίδραση του φυσικού φωτός και του νερού, δημιουργούν καταστάσεις για τη σωματική εμπειρία του χώρου και την ανάδυση πρωτόγνωρων συναισθημάτων. Οι αισθήσεις εντείνονται με τη ο ο χρήση διαφορετικής θερμοκρασίας (που κυμαίνεται από 14 C-24 C) σε συνδυασμό με την επιλογή χρώματος και την ένταση του φυσικού φωτός. Η σωματική εμπειρία του χώρου με όλες τις αισθήσεις είναι παρούσα. 141
Zumthor, P. (2006). Atmospheres: Architectural environments. Surrounding Objects Basel: Birkhauser-Publishers for Architecture, σελ. 40-41. 142 Υπάρχουν χώροι, όπου καθώς εισέρχεσαι σε αυτούς, αισθάνεσαι ότι θέλεις να μείνεις και όχι απλώς να περάσεις. 143 Zumthor, P. (2006). Atmospheres: Architectural environments. Surrounding Objects Basel: Birkhauser-Publishers for Architecture, σελ. 40-41. [107]
Εικόνα 34 | Η περιπλάνηση μέσα από τη δημιουργία καταστάσεων ιδιαίτερης ατμόσφαιρας, για τη δημιουργία αισθητηριακών δεσμεύσεων αρχιτεκτονικής-τόπου.
[108]
Οι αισθητηριακές δεσμεύσεις με τον τόπο, μέσω της υλικότητας αποκαλύπτονται στο Thermal Baths στο Vals της Ελβετίας. Οι εναλλαγές των αισθήσεων μέσα από τις σωματικές εμπειρίες της ιδιαίτερης 144 ατμόσφαιρας, οργανώνονται με τις διαβαθμίσεις της θερμοκρασίας , των χρωμάτων, του φωτός, του νερού, ολοκληρώνοντας τη σωματική χωρική εμπειρία. Οι επεξεργασία των υλικών στις επιφάνειες του κτιρίου, αν και συνδέονται με το τοπικό περιβάλλον (ορεινοί βραχώδες σχηματισμοί γνεύσιου), αποδίδουν μια αίσθηση περισσότερο ανάλαφρη και όχι μονολιθική και συμπαγής. Οι αισθητηριακές δεσμεύσεις υλικότητας-τόπου, στο λουτρικό συγκρότημα αποκαλύπτονται (και μαζί τους και οι φαινομενολογικές προθέσεις) στα λεγόμενα του Zumthor: ¨όλα μου τα κτίρια είναι ένα είδος ανοιχτού διαλόγου με την τοποθεσία. Στο Vals, το νερό, το βουνό, οι πηγές, τα πετρώματα, είναι αποκαλυπτικά για το χαρακτήρα του τόπου, που φανερώνεται μέσα στο κτίριο.¨ Και σε άλλο σημείο: ¨…προσπαθήσαμε να μεταφράσουμε σε αρχιτεκτονική τα νοήματα και την αισθησιακότητα που απορρέουν από τα πρωτογενή/βασικά στοιχεία της τοποθεσίας/ τόπου… υπήρχε η προτίμηση για τη μυστικιστική φύση ενός πέτρινου κόσμου στο εσωτερικό του βουνού, για το σκοτάδι και το φως, για το καθρέφτισμα του φωτός στο νερό, για τη διάχυση του φωτός μέσα από τον γεμάτο ατμούς αέρα, για τους διαφορετικούς ήχους που κάνει το νερό μέσα σε πέτρινο περιβάλλον, για τη ζεστή πέτρα και το γυμνό δέρμα, για την τελετή του 145 λουτρού…¨ Το κτίριο προέκυψε μέσα από τις μεταφράσεις των νοημάτων που συλλέχθηκαν από το τοπικό περιβάλλον, μέσα από την αρχιτεκτονική ερμηνεία που δόθηκε στην αλληλουχία των βασικών στοιχείων του αλπικού τόπου (βουνό, πέτρα, νερό, κτίσιμο στην πέτρα, κτίσιμο στο βουνό). (Χωρική μνήμη) Ο Zumthor μέσα από το Thermal Baths, δίνει έμφαση στην παρουσία της μνήμης και στην αίσθηση που αποπνέουν τα πράγματα και οι καταστάσεις που αυτά δημιουργούν. Η αρχιτεκτονική του προσπαθεί να ανακαλέσει κάτι από ‘προηγούμενες’ αισθήσεις στις χωρικές μνήμες του, και αποκαλύπτεται από τη χρήση πρωτογενών στοιχείων που ενισχύουν τις δεσμεύσεις τόπου. 144
Η θερμοκρασία του χώρου, σωματική και ψυχολογική, ενισχύει τις αισθητηριακές δεσμεύσεις τόπου-υλικότητας. 145 Frampton, K. (1987). Μοντέρνα Αρχιτεκτονική Ιστορία και κριτική, μετάφραση Θ. Ανδρουλάκης, Μ. Παγκάλου Αθήνα: Θεμέλιο, σελ. 324. [109]
Οι αισθητηριακές δεσμεύσεις αρχιτεκτονικής-τόπου είναι παρούσες στο λουτρικό συγκρότημα, με διάφορους τρόπους. Ο χρήστης βιώνει την απομόνωση μέσα στο υγρό και ενδοσκοπικό περιβάλλον με τις διακυμάνσεις της θερμοκρασίας ανάμεσα στους εσωτερικούς και εξωτερικούς χώρους που 146 συμπληρώνονται από τους λεπτούς χειρισμούς του φυσικού φωτός. ‘Οι σχέσεις ανθρώπου-τόπου μέσα από την αρχιτεκτονική του Zumthor, εντοπίζονται στο ‘ενδιάμεσο’, που καθορίζεται από το βαθμό οικειότητας που δημιουργεί η αρχιτεκτονική του. Οι απόψεις του σώματος σε σχέση με το χώρο, η απόσταση και η εγγύτητα ανάμεσα στην κατοίκηση και στο περιβάλλον της… συνοδεύονται από ποικίλες συναισθηματικές επιπτώσεις, το μυαλό, το σώμα, ο χώρος, δημιουργούν μια συνεχή αισθητηριακή 147 εμπειρία. (συμπερασματικά) Η απτική ευαισθησία της υλικότητας, μέσα από τις έννοιες της σωματικότητας και της χωρικής μνήμης, είναι παρούσα στο Thermal Baths και φανερώνεται μέσα από την ιδιαίτερη ατμόσφαιρα, που αποκαλύπτει το χαρακτήρα του τόπου. Το Thermal Baths στο Vals της Ελβετίας, ενσωματώνεται στον τόπο, μέσα από την υλικότητα και τις αισθητηριακές δεσμεύσεις που αυτή δημιουργεί. Η επαφή με τα τοπικά υλικά, η ενότητα οπτικού/απτικού προσεγγίζει το έργο ως σύνθεση υλικών και άυλων στοιχείων. Οι ποιοτικές δεσμεύσεις τόπου, διεγείρουν τις αισθήσεις και ενεργοποιούν τη συναισθηματική πλευρά του νου. Η χωρική οικειοποίηση που πραγματοποιείται από την υλικότητα και τη δημιουργία ιδιαίτερης ατμόσφαιρας, μέσα από τα διάφορα επίπεδα εγγύτητας, καθιστούν το σώμα του κτιρίου ως το ‘περίβλημα’-μέσο αντίληψης του νοήματος και των δεσμεύσεων αρχιτεκτονικής-τόπου. Η έννοια του τοπικού ως απτική ευαισθησία της υλικότητας (ή απλά ως υλικότητα), καθιστά δυνατές τις εμπειρίες τόπου και χρόνου, ενισχύοντας τη χωρική ταυτότητα μέσα από την αμεσότητα των αισθητηριακών δεσμεύσεων τόπου.
146
Navas, I. (2011). ‘Relaciones Afectivas/Affective Relationships’ στο Architectura para un Lugar/Architecture for a Place Barcelona: Departamento de Proyectos Architectonicos, ETSAB-UPC, σελ. 101. 147 Vaimberg , D. (2011). ‘Between Spaces’ στο Architectura para un Lugar/Architecture for a Place Barcelona: Departamento de Proyectos Architectonicos, ETSAB-UPC, σελ. 107.
[110]
‘Η απτική ευαισθησία της υλικότητας, μέσα από τις έννοιες της σωματικότητας και της χωρικής μνήμης, είναι παρούσα στο Thermal Baths και φανερώνεται μέσα από την ιδιαίτερη ατμόσφαιρα, που αποκαλύπτει το χαρακτήρα του τόπου.’
Εικόνα 35 | Στο υγρό και ενδοσκοπικό περιβάλλον στη σχέση ανθρώπου-τόπου, η εγγύτητα και η απόσταση που δημιουργεί η αρχιτεκτονική συνοδεύονται από συναισθηματικές επιπτώσεις- το μυαλό, το σώμα, ο χώρος, δημιουργούν μια συνεχή συναισθηματική εμπειρία.
[111]
iv. τόπος_ πολιτιστική ταυτότητα [Κωνσταντινίδης, Ando, Murcutt, Zumthor]
[112]
{Σημείωση: οι θεματικές τοπίο/τοπογραφία/έδαφος, κλίμα/φώς/αέρας και υλικότητα, που αναπτύχθηκαν μέχρι εδώ, θα μπορούσαν και οι τρεις να περιέχουν αναφορές από τα έργα όλων των αρχιτεκτόνων (Κωνσταντινίδη/Ando/Murcutt/Zumthor). Η επιλογή για την αναφορά τους στην κάθε θεματική δεν είναι περιοριστική για το έργο τους. Το ζήτημα που αφορά τη σχέση τόπος-πολιτιστική ταυτότητα, είναι το σημείο που ενοποιεί τα εγχειρήματα των παραπάνω περιπτώσεων και αποκαλύπτει το υπόβαθρο του κάθε δημιουργού.} τόπος_ πολιτιστική ταυτότητα [Κωνσταντινίδης, Ando, Murcutt, Zumthor]
Στον αυθεντικό τοπικισμό του Curtis, το νόημα αναζητείται στις φυσικές δυνάμεις, στους τοπικούς μύθους, στις μνήμες. Η δημιουργική διαδικασία του σχεδιασμού ορίζεται από δύο ωθήσεις, την εσωτερική (internal impetus) και την εξωτερική (external impetus) και υπερβαίνει τα ζητήματα ταυτότητας, έχοντας πιο γενικούς στόχους. Σύμφωνα με τον Curtis, το ποιοτικό αρχιτεκτονικό έργο, από το παρελθόν, που διατηρεί την επιρροή του στο σήμερα, είναι ένας συνδυασμός απαντήσεων σε τοπικό επίπεδο, με μια συγκεκριμένη καθολικότητα. Οι αρετές των έργων που δημιουργούνται στο παραπάνω πλαίσιο, στηρίζονται στην εγχώρια σοφία χωρίς να μιμούνται τις μορφές του vernacular. Με άλλα λόγια, οι αναζητήσεις στρέφονται πέρα από τους μορφολογικούς κανόνες των τοπικών στυλ, σε προσαρμογές του παρελθόντος στο τοπίο και στο κλίμα. 148 Συμπληρωματικά ο Colquhoun , αναφέρει ότι τα στοιχεία του πολιτισμού είναι ίδια σε κάθε τοποθεσία/περιοχή/χώρα. Ο τρόπος όμως που αυτά ερμηνεύονται είναι διαφορετικός και εξαρτάται από το υπόβαθρο του 148
Ο Colquhoun αναφέρει: “…τα υλικά του πολιτισμού είναι ίδια σε όλες τις χώρες, αλλά η κάθε χώρα ερμηνεύει τα υλικά αυτά με διαφορετικούς τρόπους[…] Οι διαφορετικές ερμηνείες των στοιχείων πολιτισμού, επιφέρουν ενδιαφέρουσες διαφοροποιήσεις στην αρχιτεκτονική ”. Colquhoun, A. (1989) ‘Regionalism and Technology’ στο Modernity and the Classical Tradition, Cambridge: MIT Press, σελ 207. Η άποψη του Colquhoun που αναφέρεται παραπάνω, αν και διατυπώθηκε σχεδόν τριάντα χρόνια πριν, είναι επίκαιρη καθότι η ταυτότητα με την έννοια της διαφοροποίησης είναι το ζητούμενο και όχι η παραγωγή πανομοιότυπων εικόνων. πχ Arch daily . [113]
δημιουργού. Οι διαφορετικές ερμηνείες των στοιχείων του πολιτισμού επιφέρουν διαφοροποιήσεις στην αρχιτεκτονική, που εκφράζεται με όρους ταυτότητας και χαρακτήρα. Στη θεματική αυτή, διερευνάται πως διαστρώνονται οι θέσεις της παγκόσμιας αρχιτεκτονικής, με τις τοπικές ιδιαιτερότητες από τις εικόνες του παρελθόντος της κάθε περιοχής. Αναζητούνται οι κρυμμένες εικόνες του παρελθόντος ή του ‘προηγούμενου’ στo έργο των αρχιτεκτόνων που μελετήσαμε, που προσδιορίζουν την πολιτιστική ταυτότητα της αρχιτεκτονικής τους. Ο Pallasmaa αναφέρει για την πολιτιστική ταυτότητα: “…Identity is not a given factor or a closed entity. It is an exchange; as I settle in a place, the place settles in me. Spaces an places are not mere stages for our lives, as they are ‘chiasmatically’ intertwined, to use a notion of Merleau-Ponty. As this philosopher argues: ‘ The world is wholly inside me, and I am wholly outside of myself’. Or as Ludwig Wittgenstein 149 concludes: ‘I am my world’.” Juhani Pallasmaa, Newness, Tradition and Identity, Helsinki, 2012 Αναζητούνται οι ισορροπίες ανάμεσα στις εσωτερικές δυνάμεις του 150 πολιτισμού (ή κρυφές πτυχές του πολιτισμού ), και τις επιταγές του σύγχρονου που ενισχύουν τις δεσμεύσεις τόπου. Η έννοια του ‘τοπικού’ προσεγγίζεται μέσα από εκφράσεις και εμπειρίες της συγκεκριμένης φύσης, γεωγραφίας, του τοπίου, των τοπικών υλικών και των πολιτιστικών προτύπων. Σύμφωνα με τον Pallasmaa, οι ποιότητες της πολιτιστικά προσαρμοσμένης αρχιτεκτονικής (culturally adapted architecture) είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με το ‘προηγούμενο’ (παρελθόν). Αναφέρει 149
Pallasmaa, J. (2012). ¨Newness, Tradition and Identity¨ στο Architectural Design: Human Experience and Place. Sustaining Identity, vol. 82, σελ. 14-21. 150 Οι κρυφές πτυχές του πολιτισμού/ the hidden dimension of culture. Σύμφωνα με τη δομική ανθρωπολογία οι σχέσεις των ανθρώπων με τα αντικείμενα (artifacts) ως δημιουργήματα του ανθρώπου, καθώς και με τον πολιτισμό, είναι πολύπλοκες. Οι δυσκολίες της λογικής σύλληψης αυτών των σχέσεων, έγκεινται στην αλληλεπίδραση μεταξύ ενός ανεπίγνωστου βιο-πολιτιστικού (bio-cultural) επιπέδου. Σύμφωνα με τον ανθρωπολόγο Edward T. Hall, οι ανεπίγνωστες (ασυναίσθητες) πολιτιστικές χρήσεις του χώρου, είναι ανεκτίμητες στους αρχιτέκτονες. Εκεί εντοπίζει τις κρυμμένες διαστάσεις του πολιτισμού.
[114]
χαρακτηριστικά ότι χωρίς τη συνέχεια του ‘προηγούμενου’ η χρήση τοπικών στοιχείων σε επιφανειακό επίπεδο, οδηγεί σε συναισθηματική και 151 σκηνογραφική προσέγγιση, σε ένα ρηχό αρχιτεκτονικό σουβενίρ . Η συνεκτικότητα των πτυχών, φανερών ή κρυφών που συνιστούν τον πολιτισμό είναι αδιάσπαστη. Ο πολιτισμός είναι μια ενότητα γεγονότων, αντιλήψεων (παλιών και νέων), υλικών πραγματικοτήτων και πνευματικών συνθηκών, που διαφοροποιούν την αρχιτεκτονική στη σύγχρονη εποχή. Κατά τα λεγόμενα του Pallasmaa: ¨…to reveal and expose old works in a new light…not to turn back on what was done earlier, but somehow to 152 reveal its essence¨ . Οι αρχιτέκτονες που αναφέρθηκαν (Κωνσταντινίδης, Ando, Murcutt, Zumthor) αποτελούν παραδείγματα μιας πολιτισμικά διαφοροποιημένης αρχιτεκτονικής. Στο έργο τους απηχούνται διαφορετικές ποιότητες από την ελληνική, ιαπωνική, αυστραλιανή και κεντροευρωπαϊκή/ελβετική κουλτούρα και ζωή. Με την αρχιτεκτονική τους, μετατρέπουν τα πολιτισμικά χαρακτηριστικά της περιοχής τους σε μοναδικές ποιότητες και διαχρονικές αξίες. Οι θέσεις της σύγχρονης αρχιτεκτονικής μεθερμηνεύονται και 153 προκύπτουν υπεύθυνες πολιτιστικές μεταφράσεις , χωρίς να απορρίπτουν τις εικόνες που κουβαλούν μέσα τους από το παρελθόν. (Οι σχέσεις τους με 154 το προηγούμενο , ως μη ομολογούμενες, χαρακτηρισμός του Φατούρου, αποκαλύπτουν τις κρυφές εικόνες του παρελθόντος.) 151
Pallasmaa, J. (1988). ‘The Feasibility Of Regional architecture in Post-Modern Society’ στο Architectural Regionalism. Collected Writings on Place, Identity, Modernity and Tradition, επιμ. V. Canizaro, New York: Princeton Architectural Press, σελ. 128-139.
152
Pallasmaa, J. (2012). ¨Newness, Tradition and Identity¨ στο Architectural Design: Human Experience and Place. Sustaining Identity, vol. 82, σελ. 14-21. 153 Bahbaa, ινδός διανοητής, χρησιμοποιεί την έκφραση ‘πολιτισμική μετάφραση’, αναφερόμενος στη διήθηση και ενσωμάτωση σε ένα έργο, στοιχείων από διάφορους πολιτισμούς. Bhabha, H. (1994). The Location of Culture, London: Routledge. 154 ¨Το ‘προηγούμενο’, το πρόσφατο και το σχετικά πρόσφατο προηγούμενο καθορίζουν την παρουσία της αρχιτεκτονικής, συνολικά ή επί μέρους, φανερά ή λιγότερο φανερά. Το προηγούμενο, ως προς το περιεχόμενο του είναι πιο αβαθές, πιο ουδέτερο και μάλλον όρος συνεπέστερος, με την έννοια της λιγότερο δεσμευμένης διατύπωσης. Το παρελθόν όμως, διατηρεί μια ψύχραιμη συσχέτιση με την ιστορικότητα, γι αυτό είναι περισσότερο περιεκτικό, παρακινώντας απορίες. Το προηγούμενο, διαφοροποιείται από την παράδοση που επιμένει σε στερεοτυπικές καταστάσεις.¨ Φατούρος, Δ. (2003). Η επιμονή της αρχιτεκτονικής, Αθήνα: Καστανιώτη, σελ. 57. [115]
Πολιτισμικές προσαρμογές Κωνσταντινίδης/Ando/Murcutt/Zumthor (Η πολιτισμικά προσαρμοσμένη αρχιτεκτονική ή η πολιτισμική συγκεκριμενοποίηση του σχεδιασμού, είναι το αποτέλεσμα μιας βαθιάς υποβολής μέσα σε συγκεκριμένα πολιτιστικά πρότυπα, μια μίξη δημιουργικών συνθέσεων, συνειδητών προθέσεων, ανεπίγνωστων καταστάσεων μνήμης και εμπειρίας, σε μια διαλογική σχέση του ατομικού και 155 του συλλογικού . Με αφετηρία το γεγονός ότι η εικόνα του εαυτού είναι αυτή που επεξεργάζεται μέσα από το έργο τέχνης, τότε μια διαφοροποιημένη κτιριακή παράδοση υποστηρίζει μια συλλογική εικόνα του εαυτού της/ την εικόνα ενός ολόκληρου πολιτισμού.) Στην περίπτωση του Κωνσταντινίδη, η σχέση ανάμεσα στα στοιχεία του πολιτισμού της χώρας του και των επιταγών του σύγχρονου, (της εποχής του) είναι φανερή. Αντιπαραθέτοντας τις εικόνες που κουβαλάει μέσα του από την ελληνική ύπαιθρο και την ανώνυμη λαϊκή αρχιτεκτονική που 156 μελέτησε μέσα από μια σειρά συγγραμμάτων , καθώς και το συντακτικό του μοντερνισμού της εποχής του, αναδύεται η ρομαντική αλλά και ορθολογική διάθεση που προσεγγίζει το έργο του. Οι εικόνες του προηγούμενου’ αποκαλύπτονται. Αν και σέβεται την ανώνυμη αρχιτεκτονική της περιοχής του, δεν απορρίπτει την πίστη του στις αξίες της σύγχρονης αρχιτεκτονικής, αφού χρησιμοποιεί τις σύγχρονες τεχνολογίες της εποχής του, ως μέσο για την αρχιτεκτονική του έκφραση. Ο Frampton αναφέρεται στον όρο ‘τοπικιστικός μοντερνισμός’ για να προσεγγίσει το έργο του, ένας 157 όρος που περιέχει και το ρομαντικό και το ορθολογικό.
155
ό. π. Κωνσταντινίδης, Α. (1947). Δύο χωριά απ’ τη Μύκονο , Αθήνα. 157 Frampton, K. (1987). ‘Κριτικός Τοπικισμός: μοντέρνα αρχιτεκτονική και πολιτιστική ταυτότητα’ στο Μοντέρνα Αρχιτεκτονική Ιστορία και κριτική, μετάφραση Θ. Ανδρουλάκης, Μ. Παγκάλου Αθήνα: Θεμέλιο, σελ. 287. 156
[116]
Εικόνα 36 | Ανώνυμη λαϊκή αρχιτεκτονική. Καλύβα/υπόστεγο στην ύπαιθρο, παλιά Αθηναϊκά σπίτια. Εικόνες του ‘προηγούμενου’ που επεξεργάζεται ο Κωνσταντινίδης στην αρχιτεκτονική του.
[117]
Εικόνα 37 | Το τοπίο της ελληνικής υπαίθρου με τις ξερολιθιές και ο ‘διεθνής’ ορθολογικός φέροντας οργανισμός από οπλισμένο σκυρόδεμα.
Οι θέσεις της σύγχρονης αρχιτεκτονικής της εποχής του, διασταυρώνονται με τις εικόνες του παρελθόντος, στη χρήση του ‘διεθνούς’ και ορθολογικού μπετονένιου φέροντα οργανισμού και των τοπικών φυσικών υλικών πλήρωσης, ξύλου και πέτρας. Εδώ εντοπίζονται οι πολιτιστικές προσαρμογές του Κωνσταντινίδη (στο φυσικό και ανθρωπογενές τοπίο της ελληνικής υπαίθρου). Ο Κωνσταντινίδης, συμπυκνώνει το τοπίο της ελληνικής υπαίθρου με τις κατασκευές των ξερολιθιών, να υπονοούνται ως στοιχεία πλήρωσης στο μεγαλύτερο μέρος του έργου του. Το έργο του δωρικό, σαφές και λιτό, εκφράζει την αρχαία ελληνική και λαϊκή αρχιτεκτονική. Ένα σημείο που ενοποιεί τις θέσεις των Κωνσταντινίδη και Ando, ως προς την αντιμετώπισή τους στο ζήτημα τόπος-πολιτισμός, είναι η αναφορά του πρώτου, χωρίς να το σκεφτεί/επιδιώκει, στα κοινά τους σημεία: ¨…μονάχα σε κάτι μακρινές ασιατικές χώρες, θα μπορούσαμε να βρούμε κάτι που να στέκει ισότιμα με τα δικά μας πράγματα, στο χώρο της τέχνης, της αρχιτεκτονικής και της ηθικής μας ακόμα υπόστασης.¨ 158
158
Κωνσταντινίδης, Α. (1992). Η Αρχιτεκτονική της Αρχιτεκτονικής-Ημερολογιακά Σημειώματα, Αθήνα, σελ. 326.
[118]
Εικόνα 38 | (πάνω) Τοπίο στην Ιαπωνία. (κάτω) Τοπίο στην Τήνο, Ελλάδα.
[119]
Αντίστοιχα με τον Κωνσταντινίδη, ο Ando αναζητά την ισορροπία ανάμεσα στον πολιτισμό της χώρας του και στις σύγχρονες αρχιτεκτονικές τάσεις. Ο σεβασμός στην αρχιτεκτονική παράδοση της Ιαπωνίας είναι αναπόφευκτος, καθότι ως αυτοδίδακτος αρχιτέκτων στρέφεται στη μελέτη της τοπικής αρχιτεκτονικής. Οι χειρισμοί του ‘προηγούμενου’ που αφορoύν την αρχιτεκτονική του ιαπωνικού περιβάλλοντος, δείχνουν ότι κατέχει την ουσία του πολιτισμού της χώρας του. Δε χρησιμοποιεί τις μορφές της ιαπωνικής παράδοσης, αποφεύγοντας το σκηνογραφικό μιμητισμό, αλλά μέσα από τα βιώματά του, καταφέρνει να ενσωματώσει στην αρχιτεκτονική του ζητήματα του ιαπωνικού πολιτισμού. Η σχέση του με τον τόπο και το χρόνο (μέσα από την υλικότητα), είναι ένα σημείο επαφής με την ιαπωνική κουλτούρα. Τα ιαπωνικά σπίτια κατασκευασμένα από ξύλο και χαρτί, γερνούν φυσικά και αποδέχονται την πολυπόθητη πάτινα του χρόνου. Αντίστοιχα τα κτίρια του Ando, είναι ανοιχτά στη φθορά του χρόνου, πιστά στη φιλοσοφία του wabi sabi-μιας έννοιας που αποδέχεται τον εφήμερο και φθαρτό χαρακτήρα των πραγμάτων και τη φυσικότητα, εκφράζοντας την ομορφιά που απορρέει από το ατελές και το ανολοκλήρωτο. Οι επιφάνειες των κτιρίων του από εμφανές σκυρόδεμα, προκύπτουν από καλούπια ξυλοτύπων εξαιρετικής ποιότητας, λόγω της ιαπωνικής παράδοσης στις ξύλινες κατασκευές. Ο Ando μετασχηματίζει την ιαπωνική παράδοση των ξύλινων κατασκευών σε τοίχους εμφανούς σκυροδέματος, μένοντας πιστός στη φιλοσοφία του wabi sabi. Όπως υποστηρίζει και ο ίδιος, η αρχιτεκτονική του είναι μια μίξη δυτικής και ανατολικής αρχιτεκτονικής, μια μίξη αντίθετων χωρικών ιδεών-της γεωμετρικοποιημένης μορφής και της 159 ακανόνιστης μορφής- σε μια διάφανη λογική.
159
Ando, T. (1982). ¨Spatial Composition and Nature¨, στο El Croquis Tadao Ando, vol. 44+58, Spain, σελ. 348-351. [120]
Εικόνα 39 | Ιαπωνικό τοπίο. Παραδοσιακή κατασκευή. Επιφάνεια εμφανούς σκυροδέματος.
[121]
Και στην περίπτωση του αυστραλού Murcutt, οι τοπικές ιδιαιτερότητες των εικόνων του παρελθόντος, διασταυρώνονται με τη σύγχρονη αρχιτεκτονική. Το έργο του αποκαλύπτει τις κρυμμένες εικόνες του παρελθόντος, ενώ ταυτόχρονα φανερώνει και τις αναφορές του στην αρχιτεκτονική του μοντέρνου. Η τυπολογική καταγωγή των επιμηκών κτιρίων του εντοπίζεται στο αυστραλιανό woolshed, κτίσμα αγροτικού χαρακτήρα, το οποίο αν και φαίνεται εξωτερικά συμπαγές, είναι διάτρητο με αποτέλεσμα να αερίζεται και να φωτίζεται με φυσικό τρόπο. (Aπό αυτόν τον τύπο κτίσματος, αντλεί τις απαντήσεις του σε ζητήματα λειτουργικότητας και βιοκλιματικών χειρισμών). Η ευαισθησία του, όπως και ο σεβασμός του για το περιβάλλον, έχουν τις ρίζες τους στην παράδοση των ιθαγενών κατοίκων της Αυστραλίας (Αβοριγίνων). Το ενδιαφέρον του στρέφεται στον οντολογικό και συμβολικό χαρακτήρα των ‘προσωρινών’ τους καταφυγίων και στη σχέση τους με το φυσικό περιβάλλον μέσα από ελάχιστους χειρισμούς. Από τα προσωρινά καταφύγια των ιθαγενών αντλεί, όπως ο ίδιος ονομάζει, ‘αναλογική 160 έμπνευση/analogical inspiration’.
160
Τα κτίσματα των ιθαγενών ανταποκρίνονται στο αίτημα της προστασίας ενώ παράλληλα παραμένουν ανοιχτά στο φυσικό περιβάλλον. Η υπερύψωση τους από το έδαφος, έχει διττή σημασία, προστατεύει τόσο τον άνθρωπο, όσο και τα ζώα από τα πλημμυρικά φαινόμενα και ελαχιστοποιεί το ίχνος του περιβαλλοντικού αποτυπώματος του κτιρίου. Ο εφήμερος χαρακτήρας τους είναι ένα ζήτημα που συσχετίζεται με τον παροδικό χαρακτήρα της ύπαρξης του ανθρώπου στο φυσικό του περιβάλλον και την ελαχιστοποίηση του οικολογικού του αποτυπώματος. Η ηθική αρχή των Αβοριγίνων που αναφέρεται στη σχέση τους με το φυσικό περιβάλλον συνοψίζεται στη φράση τους: ¨…αγγίζοντας τη γη ελαφριά/touching this earth lightly¨. Foromot, F. (1995). Glenn Murcutt: works and projects, London: Thames & Hudson, σελ. 28. [122]
Εικόνα 40 | Προσωρινά καταφύγια των ιθαγενών της Αυστραλίας. Εσωτερικό αποθήκης- woolshed και εξωτερική άποψη.
[123]
Οι αναφορές του Murcutt, στο vernacular της περιοχής του και στο μοντέρνο, τον καθιστούν αντιπροσωπευτικό παράδειγμα στην τάση του κριτικού τοπικισμού. Έχοντας ταξιδέψει στην Αμερική και στην Ευρώπη ήρθε σε επαφή με την α-στιλιστική αρχιτεκτονική του μοντέρνου, όπου τα τεκτονικά ευρήματα είναι αδιαίρετα της ποιητικής τους μορφής. Στο Laurie Short House o ατσάλινος φέροντας οργανισμός, παραπέμπει στo Μισιανό στυλ του Farnsworth House, της γεωμετρικής καθαρότητας και της διαφάνειας. Η άποψη του Murcutt για τη νέα αυστραλιανή κατοικία, είναι ένας συνδυασμός του αυστραλιανού woolshed και της τεκτονικής τελειοποίησης του μισιανού Farnsworth House.
Εικόνα 41 | Farnsworth House, Chicago. Laurie Short House, Australia
[124]
Εικόνα 42 | Αλπικό τοπίο. Vals, Ελβετία.
Οι αναζητήσεις του Zumthor στο ζήτημα τόπος-πολιτισμός, στρέφονται κυρίως στη χρήση τοπικών υλικών, καθώς και στη σοφία των τεκτονικών παραδόσεων της περιοχής του. Στα ίχνη του χρόνου, του τόπου και του τοπίου, στα ίχνη που αφηγούνται την ανθρώπινη ζωή. Το αλπικό τοπίο, από το οποίο αντλεί έμπνευση για την έκφραση της αρχιτεκτονικής του, είναι μέσα του- ως εσωτερική αναγκαιότητα και ως συνέχεια στο πλαίσιο της δημιουργικότητας και όχι ως μορφή διανοητικής χειραγώγησης 161 (Kandinsky) . Το τοπικό και το παγκόσμιο, αναμιγνύονται στην αρχιτεκτονική του Zumthor, η οποία αποπνέει μια αίσθηση πραγματικότητας. Η ταυτότητα που απορρέει από τον τόπο και τον πολιτισμό, δεν είναι κάτι που σκέφτεται ο Zumthor εξ αρχής. Για αυτόν, η ταυτότητα βρίσκεται σε πραγματικά και ουσιαστικά ζητήματα της αρχιτεκτονικής. Άλλωστε υποστηρίζει ότι η αρχιτεκτονική δίνει συγκεκριμένες λύσεις και απαντήσεις σε ζητήματα που αφορούν την ‘κατοίκηση’ του ανθρώπου. Προσεγγίζει την ταυτότητα ως κάτι που είναι αναγνωρίσιμο, έχει χαρακτήρα και είναι κάπως διαφοροποιημένο. Η ταυτότητα ως ζήτημα πραγματικότητας της αρχιτεκτονικής, αποκαλύπτεται από τα λεγόμενα του Zumthor: ¨…τα κτίρια μου, επιδιώκω να είναι μέρος μιας ευρύτερης κατηγορίας άλλων κτιρίων, τμήματα ενός αστικού τοπίου ή ενός οργανισμού… δεν μπορείς απλά να είσαι στις προσωπικές σου εμμονές για τη δημιουργία ταυτότητας/identity 162 making¨. 161
Pallasmaa, J. (1988). ‘The Feasibility of Regional architecture in Post-Modern Society’ στο Architectural Regionalism. Collected Writings on Place, Identity, Modernity and Tradition, επιμ. V. Canizaro, New York: Princeton Architectural Press, σελ. 128-139. 162 Zumthor, P. (2012). ¨In Conversation. Peter Zumthor¨ συνέντευξη του P. Zumthor στον J. Pallasmaa, στο Architectural Design: Human Experience and Place. Sustaining Identity, vol. 82, σελ. 22-25. [125]
Οι απαντήσεις σε συγκεκριμένα θέματα είναι το ζητούμενο για το Zumthor και οι εικόνες του προηγούμενου που ανιχνεύονται στο έργο του, είναι στα στοιχειώδη/essentials στοιχεία της αρχιτεκτονικής. Ο πολιτισμός με τον τόπο, στην περίπτωση του Zumthor, συναντώνται μέσα από τον απτικό χαρακτήρα των πρωτογενών στοιχείων για τη ζωή, στο φως/ στο νερό/ στα φυσικά πετρώματα-έδαφος-γη/ στη συμπυκνωμένη ουσιαστικότητα των πραγμάτων. Πάνω σε αυτό προτείνει τη στροφή στη μελέτη των απλών και ανώνυμων κτιρίων (vernacular) θέτοντας το ζήτημα της συνέχειας και της 163 ανανέωσης του ‘προηγούμενου’ . Το ενδιαφέρον του στρέφεται στην ανάπτυξη της ικανότητας, να αναγνωρίζονται οι συγκεκριμένες ποιότητες στο συνηθισμένο/ordinary και να αποδίδονται στο αρχιτεκτονικό έργο. (Οι πολιτιστικές προσαρμογές του Zumthor, εντοπίζονται στο ενδιαφέρον του για το πραγματικό… δεν υπάρχουν ιδέες παρά μόνο στα ίδια τα πράγματα). Η στάση του στο ζήτημα τόπος-πολιτισμός, διακρίνεται στα έργα του 164 εκτός Ελβετίας, όπως για παράδειγμα στο Steilneset Memorial to the victims of the witch trials, Vardo, Norway/μνημείο Steilneset, των θυμάτων ο που δικάστηκαν για μαγεία (τον 17 αι.), στο οποίο συνεργάστηκε με τη 165 γλύπτρια Luis Bourgeois . Εδώ αποκαλύπτονται οι ευαίσθητοι χειρισμοί του φυσικού, 163
Ο Zumthor αναγνωρίζει τις συνδέσεις μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος, με το σημείο επαφής τους να βρίσκεται στην αναζήτηση των αληθινών πραγμάτων. Η ουσία της αρχιτεκτονικής για το Zumthor δεν είναι στο παλιό ή στο νέο, άλλα στο όμορφο και στο αληθινό, που ανταποκρίνεται στις σύγχρονες ανάγκες της καθημερινής ζωής. Ό.π. σελ. 22. 164 ο Στην περιοχή του Vardo, στη Νορβηγία, διεξήχθησαν κατά τον 17 αι. δίκες μαγισσών. Το μνημείο ανακαλεί μνήμες από τις δικές των μαγισσών και αφιερώνεται στις 91 γυναίκες και στους 14 άνδρες, που κάηκαν στην πυρά. Το μνημείο αποτελείται από δύο κατασκευές. Η μία έχει σχεδιαστεί από το Zumthor για να στεγάσει το τελευταίο μεγάλο έργο της Bourgeois. O Zumthor επανερμηνεύει τις ξύλινες κατασκευές για το στέγνωμα των ψαριών, που χρησιμοποιούν οι κάτοικοι της περιοχής στο ακραίο τοπίο της Νορβηγίας, ζωντανεύοντας μνήμες από την εκτέλεση των μαγισσών. Έτσι επανασυνδέει τον τόπο με το παρελθόν και το μέλλον. Zumthor, P. (2012). ¨In Conversation. Peter Zumthor¨ συνέντευξη του P. Zumthor στον J. Pallasmaa, στο Architectural Design: Human Experience and Place. Sustaining Identity, vol. 82, σελ. 22-25. 165
Ο Zumthor για το μνημείο αναφέρει: ¨…το αποτέλεσμα είναι μια γραμμή’ και μια ‘κουκίδα’ που είναι δική της… η εγκατάσταση της Luis αφορά περισσότερο την πυρά και την [126]
Εικόνα 43 | Vardo Norway, Steilneset Memorial.
επιθετικότητα ενώ η δική μου εγκατάσταση αφορά τη ζωή και τα συναισθήματα των θυμάτων./ …so the result is a line, which is mine and a dot, which is hers…Luis installation is more about the burning and aggression and my installation is more about life and emotions of victims. ό. π. σελ. 25. [127]
υλικού και ιστορικού νησιωτικού τοπίου της Νορβηγίας, που στοχεύουν στη συνέχεια και στην ανανέωση της παράδοσης (δείχνοντας ότι η σημασία της ταυτότητας έγκειται στην ουσία των πραγμάτων). Η μνήμη, το τοπίο και η αρχιτεκτονική, βρίσκονται σε μια ευαίσθητη ισορροπία στο ακραίο φυσικό περιβάλλον του αρκτικού κύκλου.
Εικόνα 44 | Ξύλινες κατασκευές για το στέγνωμα των ψαριών, που χρησιμοποιούνται στο Vardo. Το μνημείο για το ολοκαύτωμα των μαγισσών. Εικόνα 45 | Επόμενη σελίδα Steilneset Memorial. ‘η γραμμή και η κουκίδα, των Zumthor και Bourgeois, στο τοπίο του Vardo της Νορβηγίας.
[128]
[129]
Συμπερασματικά, η επιφανειακή ανησυχία για τον τοπικισμό, ενέχει τον 166 κίνδυνο να μετατραπεί σε ένα συναισθηματικό επαρχιωτισμό . Αντιθέτως η ουσιαστική θεώρηση του πολιτισμού έρχεται μέσα από μια ανοιχτή αντιπαράθεση του παγκόσμιου και του τοπικού, του ατομικού και του συλλογικού, του παραδοσιακού και του πρωτοποριακού. Η πολιτισμικά προσαρμοσμένη αρχιτεκτονική (των Κωνσταντινίδη/Ando/Murcutt/Zumthor), αντηχεί στην παράδοση και αναμιγνύεται με τα διαχρονικά τοπικά ιδιώματα, σε μια αυθεντική αρχιτεκτονική που δε μπορεί να εφευρεθεί. Πρέπει να ανακαλύψει ξανά και να αναζωογονήσει ζητήματα του προηγούμενου, μέσα από τις κρυμμένες διαστάσεις του πολιτισμού.
166
Ο T.S. Eliot, αναγνωρίζει τον πνευματικό επαρχιωτισμό αναφέροντας: ¨….ένας επαρχιωτισμός όχι του χώρου αλλά του χρόνου: ένας τέτοιος για τον οποίο η ιστορία είναι απλώς μια καταγραφή των ανθρωπίνων μηχανευμάτων…¨ Pallasmaa, J. (1988). ‘The Feasibility of Regional architecture in Post-Modern Society’ στο Architectural Regionalism. Collected Writings on Place, Identity, Modernity and Tradition, επιμ. V. Canizaro, New York: Princeton Architectural Press, σελ. 128-139.
[130]
IV. συμπεράσματα
[131]
[132]
συμπεράσματα επιλεγόμενα (1). Τοπικισμός και αρχιτεκτονική. Στην έρευνα επιχειρήθηκε να προσεγγισθεί ο τοπικισμός, ως αρχιτεκτονική τάση με αναφορές σε σταθερά ζητήματα ,που ενισχύουν τις ‘συνδέσεις’ με τα περιβάλλοντα στα οποία κατοικούμε. Αφορμή στάθηκε η έλλειψη σταθερών αναφορών στη σχέση αρχιτεκτονικής-τόπου, στη σύγχρονη εποχή 167 που κυριαρχείται από την πληροφορία (information/experience). ο Από τη διερεύνηση της εξέλιξης του αρχιτεκτονικού τοπικισμού στον 20 αιώνα, συμπεραίνεται ότι ο τοπικισμός εκδηλώνεται ως μια μορφή αντίστασης (ή αντίδρασης) στο πέρασμα της κοινωνίας- άρα και της 168 αρχιτεκτονικής- από έναν προ-μοντέρνο σε ένα μοντέρνο κόσμο. Τα επίθετα που συνοδεύουν τον τοπικισμό, στις περιόδους εξέλιξης της αρχιτεκτονικής, δείχνουν τις μετατοπίσεις της έννοιας του τοπικού στην αρχιτεκτονική. Έτσι οι ‘εθνικιστικοί’ τοπικισμοί της δεκαετίας του 1930, συνυπάρχουν με τους ‘μοντερνιστικούς’ τοπικισμούς των προσωπικών αναζητήσεων (των δημιουργών του μοντέρνου) που στρέφονται στις φυσικές και κλιματικές συνθήκες του τόπου. Μεταπολεμικά, η μεταστροφή στις τοπικές αξίες χρησιμοποιείται για να ασκηθεί κριτική στον ‘απρόσωπο’ 167
Λέφας: ¨…χρειαζόμαστε όλο και περισσότερες διαμεσολαβήσεις για να αντιληφθούμε τα στοιχειώδη, εκεί που αφηνόμαστε ανίσχυροι να εννοήσουμε και να ζήσουμε πλήρεις αισθήσεων και στοχασμών, γινόμαστε έρμαια των εικόνων.¨ (Η σύγχρονη πραγματικότητα δίνει έμφαση στην εικόνα, η οποία γίνεται αντιληπτή ως πληροφορία. Η έλλειψη σταθερών αναφορών και οι ραγδαίες μεταβολές κλονίζουν τη σταθερότητα τόπου, που αποτελεί την προϋπόθεση για την απελευθέρωση των πνευματικών δυνάμεων του ανθρώπου. Οι δεσμεύσεις τόπου είναι το ζητούμενο στον αντίποδα της απώλειας τόπου. Στα σύγχρονα περιβάλλοντα κατοίκησης, οι δεσμεύσεις τόπου είναι ανύπαρκτες και απειλούνται από την επικράτηση της πληροφορίας ενάντια στην εμπειρία). Λέφας, Π. (2008). Αρχιτεκτονική και Κατοίκηση. Από τον Heidegger στον Koolhas, Αθήνα: Πλέθρον, σελ. 203. 168
Η αντίδραση που αρνείται, αποδέχεται ή προσπαθεί να ενσωματώσει το ‘μοντέρνο’ , στην καθημερινή ζωή του τόπου. Σημαιoφoρίδης, Γ. (1983). ¨Τoπικισμός και Σύγχρoνη Αρχιτεκτoνική¨, στο Θέματα χώρoυ+ τεχνών, αρ. 14, σελ. 16-26. [133]
χαρακτήρα του μοντέρνου, κυρίως σε επίπεδο αστικού και πολεοδομικού σχεδιασμού. Αργότερα η τοπικότητα συνδέεται με την ολικότητα του αρχιτεκτονικού φαινομένου (δεκαετία 1960) και την αναζήτηση του νοήματος που προϋπάρχει σε έναν τόπο. Ο σεβασμός στην τοπικότητα, πλέον εκφράζει την ανάγκη του ανθρώπου να νοηματοδοτήσει την ύπαρξή του (υπαρξιακός; τοπικισμός). Η νέα θεώρηση της τοπικότητας, έθεσε τις βάσεις για την εμφάνιση του ‘κριτικού’ τοπικισμού (δεκαετία 1970), ως το κριτικό φίλτρο που όφειλε να χρησιμοποιήσει η αρχιτεκτονική για να γεφυρώσει το χάσμα τοπικού και παγκόσμιου. Αργότερα, ο τοπικισμός εκφράζεται με το επίθετο ‘αυθεντικός’, δείχνοντας την αγωνία για την καταστροφή των μη δυτικών πολιτισμών. Σε κάθε περίπτωση, οι αναγνώσεις τόπου, δίνουν το επίθετο που χαρακτηρίζει τον τοπικισμό και αποκαλύπτουν τις μετατοπίσεις της έννοιας του τοπικού στο χρόνο. Ο τοπικισμός στην παρούσα έρευνα προσεγγίστηκε μέσα από τη φαινομενολογική σκέψη και χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει την αρχιτεκτονική ευαισθησία που δίνει έμφαση στις βιωματικές, ποιητικές και υπαρξιακές παραμέτρους της αρχιτεκτονικής. Κατά βάση, η παραπάνω τάση αναφέρεται στην αρχιτεκτονική που βιώνεται και που αναζητά το νόημα στη συμπυκνωμένη ουσιαστικότητα που απορρέει από τα ίδια τα πράγματα. Αναφέρεται σε μια αρχιτεκτονική, που στρέφεται προς τα ‘μέσα’, όντας ταυτόχρονα ‘ανοιχτή’ σε πολλά επίπεδα αντίληψης, ερμηνείας, και εμπειριών. Ο ρεαλιστικός χαρακτήρας της προσέγγισης είναι φανερός, στην κατεύθυνση της αναζήτησης της τοπικής ταυτότητας, που θα εμπλουτίσει τις χωρικές και βιωματικές εμπειρίες της αρχιτεκτονικής. Άρα πρόκειται για την τάση που θα μπορούσε να αναφερθεί ως ‘ρεαλιστικός τοπικισμός’, όπου η γνώση τόπου τείνει να ταυτιστεί με τη γνώση πραγματικότητας. Η γνώση πραγματικότητας είναι μια έννοια μεταβαλλόμενη και συνάμα σταθερή και συγκεκριμένη… Μέσα από τις έννοιες του τοπικισμού (διατυπωμένες ως δίπολα) που προσεγγίστηκαν στη διαδικασία της έρευνας, οι δεσμεύσεις τόπου, του κριτικού ή γενικότερα του τοπικισμού που αναφέρεται η εργασία, προωθούν μια αρχιτεκτονική συγκεκριμένη, χωρική, βιωματική, με πολιτιστικά νοήματα. Η ταυτότητα, στην περίπτωση αυτή είναι τοπική και ενοποιητική, απορρέοντας από το χαρακτήρα του φυσικού τόπου και το πνεύμα του genius loci, αναζητώντας την αρχιτεκτονική που είναι κατάλληλη για το συγκεκριμένο τόπο.
[134]
(2). Δεσμεύσεις αρχιτεκτονικής και τόπου/παραδείγματα. Στα παραδείγματα διερευνήθηκαν οι δεσμοί αρχιτεκτονικής και τόπου. Οι δεσμοί, αναφέρονται στην ανάπτυξη των σωματικών και πνευματικών μας ‘συνδέσεων’ (connections) με τα περιβάλλοντα κατοίκησης, ώστε μέσα από αυτά να εκπληρώνεται η αίσθηση του ‘ανήκειν’ σωματικά και ψυχικά, ως βασική προϋπόθεση της κατοίκησης. Ο τόπος προσεγγίστηκε ως φυσικό, κλιματικό και πολιτιστικό τοπίο. To ‘σπίτι της Αναβύσσου’, το ‘Chikatsu-Asuka Historical Museum’, το ‘Marie Short House’ και το ‘Thermal Baths’, έργα των Κωνσταντινίδη, Ando, Murcutt και Zumthor, είναι παραδείγματα τα οποία αποκαλύπτουν τις δεσμεύσεις τόπου, εντάσσοντας την έννοια του τοπικού στο σχεδιασμό. Αποτελούν εκφράσεις της τοπικότητας που αντιστέκεται στις χαμένες εμπειρίες της σύγχρονης αρχιτεκτονικής που δίνει έμφαση στην πληροφορία και όχι στην εμπειρία. Η αποσαφήνιση και η ένταξη του τοπικού στο σχεδιασμό είναι το αίτημα της σύγχρονης εποχής και έχει περιβαλλοντικές, κοινωνικές και ανθρωπιστικές διαστάσεις. Οι δεσμεύσεις τόπου στην περίπτωση του Κωνσταντινίδη και Ando, εντοπίζονται στη σχέση τεχνητού-φυσικού, με το τεχνητό να εκφράζει το γεωμετρικό χώρο της αρχιτεκτονικής και το φυσικό, τη φύση, το τοπίο, το έδαφος. (Η σχέση τεχνητού-φυσικού εκφράζεται με την αρχιτεκτονική πράξη να διαμορφώνεται ως ένας ανοικτός διάλογος με το περιβάλλον εγγραφής της). Το ‘σπίτι της Αναβύσσου’, αντιμετωπίζει το ζήτημα της φυσικής ένταξης στο τοπίο, όχι με εμφανείς συνδέσμους, (συγκάλυψη), αλλά με τη γεωμετρικότητα του, δηλώνοντας την ειλικρινή του ενσωμάτωση στο τοπίο. Η ειλικρινής ενσωμάτωση απορρέει από τη βαθύτερη γνώση τόπου, που αποτελεί συνάμα και δέσμευση τόπου. Η παρουσία της αρχιτεκτονικής δηλώνεται στο τοπίο (δεν αποκρύπτεται), ενισχύοντας τις δεσμεύσεις τόπου, συμπυκνώνοντας την αίσθηση του τόπου γύρω του, μέσα από σχέσεις απόστασης και όχι μίμησης. Άρα στο έργο του Κωνσταντινίδη οι δεσμεύσεις τόπου, αναζητούνται μέσα από το αίτημα για φυσικότητα, που απορρέει από τη μέτρηση των ασυνεχειών του τοπίου, της τοπογραφίας, του εδάφους και εκφράζεται στην αρχιτεκτονική ως η τροποποίηση υλικών πραγμάτων της φύσης.
[135]
Στο ‘Chikatsu-Asuka Historical Museum’, οι δεσμεύσεις τόπου εντοπίζονται στην ‘ελεγχόμενη απόσταση’ με την οποία προσεγγίζεται η σχέση τεχνητό-φυσικό. Το τεχνητό συνυπάρχει με το φυσικό αλλά μέσα από σφοδρή ένταση, η οποία εκφράζεται με την αντιπαράθεση των αρχετυπικών σχημάτων με τη φύση. Επιδιώκεται μέσω της ελεγχόμενης απόστασης στη σχέση φυσικού-τεχνητού, η νοηματική συνέχεια αυτού που προϋπάρχει αλλά με κριτική απόσταση. Ο τοπιακός χαρακτήρας του έργου, αναγνωρίζει την παρουσία της αρχιτεκτονικής ως τη δημιουργία του νέου τοπίου, το οποίο αναζητά η ίδια η τοποθεσία για να αποκαλύψει το χαρακτήρα του τόπου. Στο ‘Marie Short House’, οι δεσμεύσεις τόπου, αναζητούνται στην κατανόηση των μηχανισμών των απτικών φαινομένων του κλιματικού τόπου και στην ένταξη τους στο σχεδιασμό. Ο μεταβλητός χαρακτήρας του κλιματικού τόπου υιοθετείται από το κτίριο. Το ‘Marie Short House’ στο σύνολο του βιώνεται σαν ένας μεταβατικός τόπος με πορώδη όρια ανάμεσα στο φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον. Στο ‘Thermal Baths’, οι δεσμεύσεις τόπου εντοπίζονται στην απτική ευαισθησία της υλικότητας που γίνεται αντιληπτή μέσα από τη σωματικότητα και τη χωρική μνήμη, που καθιστά το σώμα του κτιρίου ως το ‘περίβλημα’μέσο αντίληψης νοημάτων και δεσμεύσεων στη σχέση αρχιτεκτονικής και τόπου. Η αναζήτηση των δεσμεύσεων τόπου στη σχέση τόπος και πολιτιστική ταυτότητα, είναι το σημείο που ενοποιεί τα εγχειρήματα των παραπάνω περιπτώσεων και αποκαλύπτει τη σχέση της αρχιτεκτονικής με το ‘προηγούμενο’. Από την ανάλυση των παραδειγμάτων συμπεραίνουμε ότι τα έργα με ευαισθησία και συνείδηση τόπου, είναι έργα ‘ανοιχτά’. Εν τέλει οι δεσμεύσεις τόπου, προκύπτουν μέσα από την ‘ανοιχτότητα’ του αρχιτεκτονικού έργου, στο περιβάλλον (φυσικό και κλιματικό), στις αισθήσεις, στο χρόνο, στις σχέσεις-συνδέσεις και στις εμπειρίες. Η προσέγγιση της τοπικότητας, αντιμετωπίζει το αρχιτεκτονικό έργο σαν ολότητα (η ολικότητα συνυφαίνεται με την τοπικότητα) που πραγματοποιείται στο χώρο και στο χρόνο και συσχετίζεται με τις πολλαπλότητες της επιθυμίας και των σχέσεων, ως ένα ‘ανοιχτό’ σύστημα ακόμη και όταν είναι 169 ολοκληρωμένο .
169
Φατούρος, Δ. (2003). Η επιμονή της αρχιτεκτονικής, Αθήνα: Καστανιώτη. [136]
Στα παραδείγματα που μελετήσαμε, ο κάθε αρχιτέκτονας ορίζει το δικό του φαινομενολογικό πλαίσιο εννοιών, σταδιακά η σταθερότητα της φαινομενολογικής σκέψης χάνεται και διαμορφώνονται νέα πλαίσια εννοιών (μέσα από τις υποκειμενικές αναγνώσεις του τόπου).
(3). Σύγχρονη τοπικότητα και αρχιτεκτονική. (Το μεταβαλλόμενο τοπικό/νέες ιεραρχήσεις/SANAA) ‘στην σύγχρονη προσέγγιση του τοπικού, όλα είναι δυνατά…’ Η σύγχρονη τοπικότητα αντιλαμβάνεται το ‘τοπικό’ ως ένα μεταβαλλόμενο 170 πεδίο δυνάμεων , που προκύπτει από την αναδιάταξη της πρόσκαιρης ισορροπίας των δυνάμεων, την εμφάνιση νέων και την απόσυρση παλιότερων. Η ένταξη του τοπικού στο σχεδιασμό, δεν αναζητείται μόνο στο συγκεκριμένο χαρακτήρα του φυσικού τόπου (όπως είδαμε μέσα από τα παραδείγματα), αλλά διερευνά τις δυνατότητες αλλαγής που περιέχονται στη φαινομενική σταθερότητα του ‘τοπικού’, εστιάζοντας στο σχεδιασμό των 171 συνθηκών μεταβολής του έργου. Η διευθέτηση των αντιφάσεων ανάμεσα σε δίπολα (του κριτικού τοπικισμού), μεταβαίνει στη λογική της διευθέτησης των δυνάμεων επί πεδίου (της σύγχρονης τοπικότητας). Η ταυτότητα, τοπική και ενοποιητική στην πρώτη περίπτωση, μεταβαίνει στη δικτυακή ταυτότητα, της εποχής που κυριαρχείται από την πληροφορία και τα media. Η σύγχρονη τοπικότητα πραγματεύεται τη νέα ένταση μεταξύ τοπικής (συγκεκριμένης) και δικτυακής (μη ορατής) ταυτότητας, αφήνοντας τη 172 συζήτηση για την ερμηνεία της τοπικής ταυτότητας του έργου ανοιχτή… Με τα δεδομένα της σύγχρονης εποχής, η ιεράρχηση των αντιφάσεων που πραγματεύεται η αρχιτεκτονική μέσα από την τοπικότητα αλλάζει. 170
Παπαλεξόπουλος, Δ. (2008). Ψηφιακός Τοπικισμός, Αθήνα: Libro. Η φαινομενική σταθερότητα του τοπικού, αναιρείται στιγμιαία, αφού στιγμιαίος είναι και ο χαρακτήρας των αντιφάσεων που καλείται να επιλύσει η αρχιτεκτονική. Ο στιγμιαίος χαρακτήρας έγκειται στην υποκειμενικότητα του τρόπου βίωσης της αρχιτεκτονικής. 172 Στην ένταση αυτή, αναζητείται το θετικό πρόσημο του ‘τοπικού’, με την προϋπόθεση ότι η τοπικότητα αντιμετωπίζεται ως μη επιλύσιμη ένταση. 171
[137]
Εικόνα 46 | Δέσμες δικτύων διαφορετικών ταυτοτήτων. Η σύγχρονη τοπικότητα (;), είναι τοπικότητα σε δίκτυο.
Η ενοποιητική ταυτότητα του κριτικού τοπικισμού, μεταβαίνει στη δικτυακή ταυτότητα των δεσμών δικτύων διαφορετικών ταυτοτήτων. Αντίστοιχα οι αναζητήσεις των συνδέσεων (connections) αρχιτεκτονικήςτόπου, από ενοποιητικές μεταβαίνουν σε τοπολογικές διαμορφώσεις 173 διαφορετικών ταυτοτήτων. Οι σχέσεις ανάμεσα στα σημεία που συνιστούν την ταυτότητα, αλλάζουν από ενοποιητικές σε τοπολογικές. Εάν η σύγχρονη τοπικότητα, είναι τοπικότητα σε δίκτυο, τότε οι δεσμεύσεις αρχιτεκτονικής-τόπου, περιγράφονται μέσα από τοπολογικές διαμορφώσεις (και όχι από γραμμικές σχέσεις). Παράδειγμα της παραπάνω τάσης, είναι η αρχιτεκτονική των SANAA, η οποία αναδεικνύει νέες πτυχές στο ζήτημα των δεσμών στη σχέση αρχιτεκτονικής-τόπου (δεσμεύσεις τόπου). Οι SANAA επεξεργάζονται τα ευέλικτα και πορώδη όρια, των αόρατων δικτύων της σύγχρονης τοπικότητας, επιδιώκοντας την πολιτιστική εξομάλυνση (cultural smoothness) της πληροφορίας (information) που κυριαρχεί στο σύγχρονο κόσμο. Θέτουν το ζήτημα πολιτισμός-πληροφορία σε νέα βάση, πέρα από τη διαλεκτική εμπειρία/πληροφορία του κριτικού τοπικισμού, προσεγγίζοντας και αξιοποιώντας τη δυναμική που απορρέει από μια τέτοια κοινωνία. 173
Τοπολογικές σχέσεις, θεωρία δικτύων Barabasi. Η τοπολογία αναφέρεται στον τρόπο σύνδεσης των σημείων/κόμβων (nodes) ενός δικτύου (net work). Η θεωρία Barabasi, αναφέρεται στη δημιουργία δικτύων τυχαίας κλίμακας, που προκύπτουν από μηχανισμούς συνδέσεων σχετικά με την προτίμηση/προτιμησιακούς (preferential attachment mechanism). Δίκτυα χωρίς κλίμακα, όπως αυτά που περιγράφονται παραπάνω είναι διαδεδομένα σε διάφορα φυσικά και ανθρωπογενή συστήματα (από το Διαδίκτυο μέχρι τα κοινωνικά δίκτυα). http://en.wikipedia.org/wiki/Barab%C3%A1si%E2%80%93Albert_model [138]
Εικόνα 47 | Στο Rolex Learning Center (2006) των SANAA, η νέα τοπικότητα, αποκαλύπτεται σε ατομικό επίπεδο, μέσα από τις νοητικές πιθανότητες της αρχιτεκτονικής. Ο χώρος οργανώνεται σε action-based logics, με τη δυνατότητα κατοίκησης να θεμελιώνεται σε μια περιοχή επιθυμίας (εξατομικευμένες δυνατότητες κατοίκησης, ο χρήστης κατοικεί όπως επιθυμεί…).
[139]
Χαρακτηριστικά η Sejiima αναφέρει: ¨Παρόλο που η κοινωνία της πληροφορίας είναι αόρατη, η αρχιτεκτονική πρέπει να έχει κάποια σχέση με 174 τις ανάγκες μιας τέτοιας κοινωνίας.¨ για να τονίσει την παρουσία της αρχιτεκτονικής, στον κυριαρχούμενο από τα μέσα (media) κόσμο του εικοστού πρώτου αιώνα. Τα νέα δεδομένα (της σύγχρονης τοπικότητας) που επεξεργάζονται οι SANAA, στη σχέση αρχιτεκτονικής-τόπου, αφορούν την προσβασιμότητα και την ανταλλαγή πληροφοριών, τη μεταξύ τους διάδραση, τη συνάντηση του τοπικού και του παγκόσμιου, μέσα από τις αναζητήσεις του συλλογικού στο ατομικό. Η συνδεσιμότητα (connectivity) του κόσμου της πληροφορίας, καθορίζει τις νέες δεσμεύσεις τόπου, παράγοντας υβριδικά και ευέλικτα περιβάλλοντα. Για παράδειγμα στο Rolex Learning Center, o χώρος οργανώνεται μέσα από λογικές βασιζόμενες στη δράση (action-based logics), που δίνουν 175 τη δυνατότητα στο χρήστη να κατοικήσει όπως επιθυμεί. Η δυνατότητα μεταβολής του τοπικού, σε ατομικό επίπεδο αποκαλύπτεται…
174
¨…Although information society is invisible, architecture must have some sort of relationship with such a society¨. Zaera-Polo, A. (2000). ‘A conversation with Kazuyo Sejiima & Ryue Nishizawa’, στο El Croquis SANAA, Spain, vol. 77, σελ. 14. 175 Οι SANAA προσεγγίζουν τη νέα τοπικότητα, σε επίπεδο ατομικό, μέσα από τις νοητικές πιθανότητες της αρχιτεκτονική: στον τρόπο που η αρχιτεκτονική καθορίζει τον τρόπο επίγνωσης του κόσμου και του εαυτού, μέσα από τη γνώση και την αντίληψη που αποκτώνται από την εμπειρία της. ¨…one receives suggestion from the building up to a certain point, but after that one discovers the building oneself.¨ η κατοίκηση απαιτεί συνεχώς δράση και αποφάσεις από τη πλευρά του χρήστη. The Rolex Learning Center! ¨…a new departure in this sense. A single open space between parallel undulating horizontal planes, it configures a vertically differentiated landscape; a terrain where vantage point and topography suggest (without dictating) patterns of use and inhabitation.¨ Blau, E. (2010), Inventing New Hierarchies, (Kazuyo Sejima and Ryue Nishizawa 2010 Laureate Essay, Pritzker Architecture Prize), σελ. 5. [140]
Συμπερασματικά, η εμμονή του τοπικού και στις δύο περιπτώσεις, καθώς και η διασύνδεσή τους με τα σημεία της ταυτότητας, εκφράζει την 176 ισορροπία του όλου και του μέρους στη σχέση τόπου-πολιτισμού. Στη σύγχρονη εποχή η ερμηνεία του τόπου παραμένει ανοιχτή. Οι λύσεις σε επίπεδο αρχιτεκτονικής πρακτικής, αναζητούνται μέσα από μια πληθώρα επιλογών, όπου η κάθε συνθήκη (εν δυνάμει μεταβαλλόμενη), περιέχει το αντίθετό της (η διαφάνεια στην αδιαφάνεια, η ανοιχτότητα στην κλειστότητα, η ανεξαρτησία στη σύνδεση, η κανονικότητα στην ευελιξία, η σαφήνεια στην ασάφεια). Ο σχεδιασμός τείνει να μετατραπεί σε μια πειραματική πρακτική, όπου η σαφήνεια συνυπάρχει με την απροσδιοριστία και η συνοχή με την ανοικτότητα. Με τα σύγχρονα δεδομένα ο (βιώσιμος) τοπικός χαρακτήρας της αρχιτεκτονικής θα μπορούσε να αναζητηθεί στο σημείο τομής του τοπικισμού της ισχυρής ταυτότητας (κριτικού ή ρεαλιστικού) και της σύγχρονης τοπικότητας, που εντοπίζεται στην ανοιχτότητα του αρχιτεκτονικού έργου. Και πιο συγκεκριμένα μέσα από τις αντιθέσεις, που περιέχονται σε συνθήκες ικανές να υποδεχτούν τις συνθήκες μεταβολής του έργου. Οι συνδέσεις αρχιτεκτονικής και τόπου, βρίσκονται κάπου ανάμεσα στις ‘δεσμεύσεις’ τόπου της τοπικής ταυτότητας και της ‘συνδεσιμότητας’ της δικτυακής ταυτότητας. Πλέον σε αυτή την πολυπλοκότητα αναζητούνται τα νοήματα της αρχιτεκτονικής στη σχέση τόπου-πολιτισμού, που θα ισχυροποιήσουν τους δεσμούς μας με τα περιβάλλοντα κατοίκησης, ανακτώντας την απώλεια τόπου και ξεπερνώντας το εγωκεντρικό στάδιο ανάπτυξης που χαρακτηρίζει το σύγχρονο-κινούμενο κόσμο.
176
(Τουρνικιώτης, πρόλογος ‘ψηφιακός τοπικισμός’) Παπαλεξόπουλος, Δ. (2008). Ψηφιακός Τοπικισμός, Αθήνα: Libro. [141]
[142]
πηγές εικονογράφησης Εικόνα 01 http://followthecreativepath.blogspot.gr/2011/05/casamalaparte.html http://www.culture2000.tee.gr/ATHENS/GREEK/BUILDINGS/BUILD _TEXTS/B36_t.html Εικόνα 02 http://www.alvaraalto.fi/net/villa_mairea/en/2.htm Εικόνα 03 http://www.fondationlecorbusier.fr/corbuweb/morpheus.aspx?sysId= 13&IrisObjectId=5415&sysLanguage=enen&itemPos=66&itemSort=enen_sort_string1%20&itemCount=78&sysParentName=&sysParentId =64 Εικόνα 04 Rudofski, B. (1964). Architecture without Architects, New York. Εικόνα 05 http://www.barragan-foundation.org/ http://www.casaugalde.com/en/ http://www.utzonphotos.com/guide-to-utzon/projects/kingohusenehelsingor/ Εικόνα 06 Πηγές: όμοια με εικόνα 05 και http://www.h-architecture.com/?p=5072 Εικόνα 07 Alvaro Siza Galician Center of Contemporary Art, Santiago 1993 El croquis. Εικόνα 08 Norberg-Schulz, C. (2009). Genius loci. Το πνεύμα του Τόπου. Για μία φαινομενολογία της Αρχιτεκτονικής, Αθήνα: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Ε.Μ.Π. http://www.culture2000.tee.gr/ATHENS/GREEK/BUILDINGS/BUILD _TEXTS/B123_t.html Εικόνα 09 http://www.elblogdelapartamento.com/2013/12/la-poetica-delsilencio-2-aris.html [143]
Εικόνα 10 http://www.elblogdelapartamento.com/2013/12/la-poetica-delsilencio-2-aris.html Εικόνα 11 http://www.elblogdelapartamento.com/2013/12/la-poetica-delsilencio-2-aris.html Εικόνα 12 προσωπικό αρχείο. Εικόνα 13 http://www.elblogdelapartamento.com/2013/12/la-poetica-delsilencio-2-aris.html Εικόνα 14 προσωπικό αρχείο & http://www.elblogdelapartamento.com/2013/12/la-poetica-delsilencio-2-aris.html Εικόνα 15 Ando, T. (1982), ‘Spatial Composition and Nature’ στο El Croquis Tadao Ando volume 44+58, Spain. Εικόνα 16 Masao, F. (2006). ANDO, Germany: Taschen. Εικόνα 17 http://moleskinearquitectonico.blogspot.gr/2010/09/tadao-andomuseo-chikatsu-asuka.html Εικόνα 18 https://www.google.gr/webhp?sourceid=chromeinstant&ion=1&espv=2&ie=UTF-8#q=google+maps http://moleskinearquitectonico.blogspot.gr/2010/09/tadao-andomuseo-chikatsu-asuka.html Εικόνα 19 Ando, T. (1982). ‘Spatial Composition and Nature’ στο El Croquis Tadao Ando volume 44+58, Spain & προσωπικό αρχείο. Εικόνα 20 http://www.ozetecture.org/2012/marika-alderton-house/ Εικόνα 21 http://www.ozetecture.org/2012/simpson-leehouse/#!prettyPhoto[slides]/0/ http://www.ozetecture.org/2012/marika-alderton-house/
[144]
Εικόνα 22 https://www.google.gr/maps/preview Εικόνα 23 http://www.ozetecture.org/2012/marie-short-house/ & προσωπικό αρχείο. Εικόνα 24 Προσωπικό αρχείο. Εικόνα 25 http://www.ozetecture.org/2012/marie-short-house/ Εικόνα 26 http://www.archdaily.com/532137/yoga-house-wmr-arquitectos/ http://www.archdaily.com/category/selected/page/13/ προσωπικό αρχείο. Εικόνα 27 http://en.wikiarquitectura.com/index.php/Bruder_Klaus_Field_Chapel http://www.archdaily.com/85656/multiplicity-and-memory-talkingabout-architecture-with-peter-zumthor/ Εικόνα 28 http://www.pritzkerprize.com/2009/works http://www.arcspace.com/features/atelier-peter-zumthor/sheltersfor-roman-archaeological-site/ http://www.archdaily.com/85656/multiplicity-and-memory-talkingabout-architecture-with-peter-zumthor/ Εικόνα 29 http://www.bing.com/maps/ https://www.google.gr/maps/@40.6174835,22.958212,15z?hl=el https://www.tumblr.com/tagged/therme-vals Εικόνα 30 https://www.tumblr.com/tagged/therme-vals https://www.google.gr/maps/@40.6174835,22.958212,15z?hl=el Εικόνα 31 http://architectuul.com/architecture/thermal-bathsvals?utm_content=buffer45f68&utm_medium=social&utm_source=f acebook.com&utm_campaign=buffer https://www.tumblr.com/tagged/therme-vals Εικόνα 32 προσωπικό αρχείο.
[145]
Εικόνα 33 https://www.tumblr.com/tagged/therme-vals Εικόνα 34 http://koolandkreativ.blogspot.gr/2010/11/therme-vals.html https://www.tumblr.com/tagged/therme-vals Εικόνα 35 http://www.skyscrapercity.com/showthread.php?p=12374104 Εικόνα 36 Κωνσταντινίδης, Α. (1983). Τα παλιά Αθηναϊκά σπίτια, πολύτοπο. Εικόνα 37 http://www.tinos-tinos.com/gr/album.php?id=6&rel=home http://galaxy.hua.gr/~landscapesatlas/index.php/2010-01-21-16-4729/landscapescat/64-2009-07-31-09-49-13/161-tinos.html Κωνσταντινίδης, Α. (1981). Μελέτες και κατασκευές, Άγρα. Εικόνα 38 http://ourworld.unu.edu/en/the-people-who-sustain-japans-historicterraced-rice-fields http://www.tinos-tinos.com/gr/album.php?id=6&rel=home http://galaxy.hua.gr/~landscapesatlas/index.php/2010-01-21-16-4729/landscapescat/64-2009-07-31-09-49-13/161-tinos.html Εικόνα 39 http://hikari.aminus3.com/image/2008-08-03.html http://moleskinearquitectonico.blogspot.gr/2010/09/tadao-andomuseo-chikatsu-asuka.html http://nicolonelytraveler.blogspot.gr/2014/02/a-little-bit-ofnature.html Εικόνα 40 http://www.flickr.com/photos/thirnbeck/11916959873/in/photostream/ http://www.answers.com/topic/australian-aborigine http://screencentral.com.au/category/rural/page/4/ Εικόνα 41 http://www.earchitect.co.uk/images/jpgs/chicago/farnsworth_house_ gmad06_2.jpg The Pritzker Architecture Prize 2002 GLENN MURCUTT. http://riffraff.wikispaces.com/file/view/Murcutt.pdf Εικόνα 42 https://www.google.gr/maps/preview
[146]
Εικόνα 43 http://www.architecturenorway.no/projects/culture/witch-memorial2011/ Εικόνα 44 http://www.architecturenorway.no/projects/culture/witch-memorial2011/ http://norskneedlework.blogspot.gr/2012/07/day-23-on-hurtigrutenin-norway.html Εικόνα 45 http://www.architecturenorway.no/projects/culture/witch-memorial2011/ Εικόνα 46
http://esa.github.io/pygmo/documentation/topology.html Εικόνα 47 http://www.archdaily.com/50235/rolex-learning-center-sanaa/ http://archinect.com/lian/live-blog-ryue-nishizawa-at-mit Εικόνες σελίδων 8,16,32 & 44 http://www.detail-online.com/architecture/news/sustaining-identityiii-symposium-019903.html http://www.casaugalde.com/en/ http://www.archdaily.com/303639/the-construction-of-brasiliaphotos-by-marcel-gautherot/ http://norskneedlework.blogspot.gr/2012/07/day-23-on-hurtigrutenin-norway.html
[147]
[148]
βιβλιογραφικές πηγές
Ando, T. (1982). ¨Spatial Composition and Nature¨, στο El Croquis Tadao Ando, vol. 44+58, Spain, σελ. 348-351. Ando, T. (1991). ‘Toward New Horizons in Architecture’, στο Kate Nesbit Theorizing a new agenda for architecture. An anthology of architectural theory 1965-1995, New York: Princeton Architectural Press, σελ. 458-460. Bhabha, H. (1994). The Location of Culture, London: Routledge. Baker, G. (1989). Design Strategies in Architecture: an approach to the analysis of form, London: Van Nostrand Reinhold. Cauquelin, A. (1999). Les Théories de l'art, Que sais-je? Paris: PUF. Colquhoun, A. (1989). ‘Regionalism and Technology’ στο Modernity and the Classical Tradition, Cambridge: MIT Press, σελ. 207-211. Colquhoun, A. (1992). “The concept of regionalism”, σε ελληνική μετάφραση: Alan Colquhoun, ¨Κριτική του τοπικισμού¨ στα Θέματα χώρου+τεχνών 28/1997, σελ. 96-99. Colquhoun, A. (2004). ‘Typology and the Design Method’ στο Theorizing a new agenda for architecture. An anthology of architectural theory 1965-1995, Kate Nesbit (επιμ.), New York: Princeton Architectural Press, σελ. 248-255. Curtis, W. (1996). Modern Architecture since 1900. Third Edition, London/New York: Phaidon Press. Frampton, K. (1987). Μοντέρνα Αρχιτεκτονική Ιστορία και κριτική, μετάφραση: Θ. Ανδρουλάκης, Μ. Παγκάλου, Αθήνα: Θεμέλιο. Frampton, K. (1997). ¨Διεθνισμός και/ή τοπικισμός. Ανεπίκαιρες σκέψεις για το μέλλον του νέου¨, στο Θέματα χώρoυ + τεχνών αρ. 28, σελ. 88-91. Foromot, F. (1995). Glenn Murcutt: works and projects, London: Thames & Hudson. Gregotti, V. (2004). ‘Territory and Architecture’ στο Kate Nesbit, Theorizing a new agenda for architecture. An anthology of architectural theory 1965-1995, Princeton Architectural Press, New York, 2004, σελ. 338344. Heynen, H. (1999). Architecture and Modernity: a critique, Cambridge: MIT Press.
[149]
Κοτιώνης, Ζ. (2004). Η Τρέλα του Τόπου. Αρχιτεκτονική στο Ελληνικό Τοπίο, Αθήνα: Εκκρεμές. Κωνσταντινίδης, Α. (1947). Δύο χωριά απ’ τη Μύκονο, Αθήνα. Κωνσταντινίδης, Α. (1975). Στοιχεία Αυτογνωσίας, Για μια αληθινή Αρχιτεκτονική, Αθήνα: Άγρα. Κωνσταντινίδης, Α. (1992). Η Αρχιτεκτονική της ΑρχιτεκτονικήςΗμερολογιακά Σημειώματα, Αθήνα. Κωτσιόπουλος, Α. (1994). Κριτική της Αρχιτεκτονικής Θεωρίας, Θεσσαλονίκη: University Studio Press. Κωτσιόπουλος, Α. (2010). Η Αρχιτεκτονική σε περίοδο κρίσης, επιμ. Ανδρέας Γιακουμακάτος, Αθήνα: ΝΕΦΕΛΗ. Λέφας, Π. (2008). Αρχιτεκτονική και Κατοίκηση. Από τον Heidegger στον Koolhas, Αθήνα: Πλέθρον. Lefaivre, L. & Τζώνης, Α. (1981). ¨Ο κάνναβος και η πορεία¨ στο Αρχιτεκτονικά Θέματα, αρ. 15, σελ. 164-178. Moneo, R. (2004). Theoretical anxiety and design strategies in the work of 8 contemporary architects, MIT Press. Navas, I. (2011). ‘Relaciones Afectivas/Affective Relationships’ στο Architectura para un Lugar/Architecture for a Place Barcelona: Departamento de Proyectos Architectonicos, ETSAB-UPC, σελ. 129132. Norberg-Schulz, C. (2009). Genius loci. Το πνεύμα του Τόπου. Για μία φαινομενολογία της Αρχιτεκτονικής, Αθήνα: Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Ε.Μ.Π. Pallasmaa, J. (1988). ‘The Feasibility of Regional architecture in PostModern Society’ στο Architectural Regionalism. Collected Writings on Place, Identity, Modernity an Tradition, επιμ. V. Canizaro New York: Princeton Architectural Press. σελ. 128-139. Pallasmaa, J. (2005). The Εyes of the Skin: Architecture and the Senses, West Sussex: John Wiley & Sons Ltd. σελ. 25-34. Pallasmaa, J. (2012). ¨Newness, Tradition and Identity¨ στο Architectural Design: Human Experience and Place. Sustaining Identity, vol. 82, σελ. 14-21. Παπαλεξόπουλος, Δ. (2008). Ψηφιακός Τοπικισμός, Αθήνα: Libro. Pellegrino, P. (2000). Το νόημα του χώρου, μετάφραση: Κυριακή Τσουκαλά, Αθήνα: Τυπωθήτω, σελ. 175. Σημαιoφoρίδης, Γ. (1983). ¨Τoπικισμός και Σύγχρoνη Αρχιτεκτoνική¨, στο Θέματα χώρoυ+τεχνών αρ.14, σελ. 16-26. [150]
Τερζόγλου, I. Ν. (2009). Ιδέες του χώρου στον 20ο αιώνα, Αθήνα: Νήσος, σελ. 253-302. Φατούρος, Δ. (2003). Η Επιμονή της Αρχιτεκτονικής, Αθήνα: Καστανιώτη, σελ. 55-83. Vaimberg , D. (2011). ‘Between Spaces’ στο Architectura para un Lugar/Architecture for a Place Barcelona: Departamento de Proyectos Architectonicos, ETSAB-UPC, σελ. 135-138. Zaera-Polo, A. (2000). ‘A conversation with Kazuyo Sejiima & Ryue Nishizawa’, στο El Croquis vol.77, σελ. 14. Zumthor, P. (2006). Atmospheres: Architectural environments. Surrounding Objects Basel: Birkhauser - Publishers for Architecture. Zumthor, P. (2006). Thinking Architecture Basel: Birkhauser-Publishers for Architecture. Zumthor, P. (2012). ¨In Conversation. Peter Zumthor¨ συνέντευξη του P. Zumthor στον J. Pallasmaa, στο Architectural Design: Human Experience and Place. Sustaining Identity, vol. 82, σελ. 22-25.
διαδικτυακές πηγές 1. Becker, L. (2004). Force of Nature. (Originally published in the title "Mr. Natural" in the Chicago Reader, March 19). [online], 13 Μαρτίου. http://www.lynnbecker.com/repeat/murcutt/murcutt.htm [Μετάβαση: 19 Ιουνίου 2014]. 2. Blau, E. (2010). Inventing New Hierarchies, (Kazuyo Sejima and Ryue Nishizawa, 2010, Laureate Essay, Pritzker Architecture Prize). [online]. http://www.pritzkerprize.com/2010/essay [Μετάβαση: 30 Ιουλίου 2014]. 3. Canizaro, V. (2007). Architectural Regionalism. Collected Writings on Place, Identity, Modernity, and Tradition, New York: Princeton Architectural Press. [online]. http://books.google.gr/books/about/Architectural_Regionalism.html?id=f8OQ OZ6REYAC&redir_esc=y [Μετάβαση: 10 Μαρτίου 2014]. [151]
4. Curtis, W. (1986). "Towards an Authentic Regionalism." In MIMAR 19: Architecture in Development. Singapore: Concept Media Ltd. [online]. Διαθέσιμο στο: http://archnet.org/publications/3956 [Μετάβαση: 25 Ιανουαρίου 2014]. 5. Γιακουμακάτος, Α. (2009). Φονξιοναλιστικός Τοπικισμός. Η σύγχρονη αρχιτεκτονική της Σκανδιναβίας μέσα από μια χρονιά διαλέξεων και εκθέσεων στο Μουσείο Μπενάκη. Greek Architects. [online]. http://www.greekarchitects.gr/gr/αρχιτεκτονικές-ματιές/φονξιοναλιστικός τοπικισμός-id2712 [Μετάβαση: 15 Ιανουαρίου 2014]. 6. Frampton, K. (1983). Towards a Critical Regionalism: Six Points for an Architecture of Resistance στοThe Anti-Aesthetic, Essays on Postmodern Culture. Port Townsend: Bay Press. Διαθέσιμο στο: http://it.scribd.com/doc/37271994/Kenneth-Frampton-Towards-a-CriticalRegionalism-Six-Points-for-an-Architecture-of-Resistance-1983 [Μετάβαση: 15 Δεκεμβρίου 2013]. 7. Frampton, K. (1987). Ten Points on Architecture of Regionalism: A Provisional Polemic. Center 3, New Regionalism, New York: Rizzoli, σελ. 375-382. Διαθέσιμο στο: http://iris.nyit.edu/~rcody/Thesis/Readings/Frampton%20%20Ten%20Points%20on%20and%20Architecture%20of%20Regionalism_ SM.pdf [Μετάβαση: 15 Δεκεμβρίου 2013]. 8. Frampton, K. (2002). The Architecture of Glenn Marcus Murcutt, (Glenn Murcutt, 2002, Laureate Essay, Pritzker Architecture Prize). [online]. http://www.pritzkerprize.com/2002/essay [Μετάβαση: 20 Απριλίου 2014]. 9. Πολίτης, Γ. (2011). ‘Η δύναμη των δικτύων: Πως όλα είναι συνδεδεμένα μεταξύ τους και ποιο το αντίκτυπο...’ [online], Ιούλιος 2014. http://gerasimos-politis.blogspot.gr/2011/08/blog-post_9409.html [Μετάβαση: 3 Αυγούστου 2014].
[152]
10. Ursprung, P. (2009). Earthworks: The Architecture of Peter Zumthor, (Peter Zumthor, 2009, Laureate Essay, Pritzker Architecture Prize). [online]. http://www.pritzkerprize.com/2009/essay [Μετάβαση: 15 Μαΐου 2014]. http://en.wikipedia.org/wiki/Barab%C3%A1si%E2%80%93Albert_model [Μετάβαση: 3 Αυγούστου 2014].
[153]
[154]