Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ - Πόσο Ελληνικό είναι το Βυζάντιο;

Page 1



20

Ε Λ Ε ΝΗ ΓΛΥ Κ ΑΤΖΗ-ΑΡΒΕ Λ ΕΡ

῞Εδρα τῆς αὐτοκρατορικῆς καὶ ἐκκλησιαστικῆς ᾽Αρχῆς (τῆς Αὐλῆς καὶ τοῦ Πατριαρχείου), κέντρο ἀπ ᾽ὅπου ξεκινοῦσε καὶ κατέληγε ἡ κάθε πολιτικὴ καὶ στρατιωτικὴ ἐξουσία, ἑστία δηλαδὴ τοῦ Θεοστήρικτου κράτους τοῦ Βυζαντίου καὶ καρδιὰ κάθε καλλιτεχνικῆς καὶ πνευματικῆς δημιουργίας, ποὺ ἀκτινοβολοῦσε ἀνὰ τὸν τότε γνωστὸ κόσμο, ἡ Κωνσταντινούπολη ἔγινε πρῶτο ὑπόδειγμα πρωτεύουσας μοντέρνου κράτους. Πόλος ἕλξης καὶ παράδειγμα γιὰ μίμηση, ὀργανωτικὸ καὶ ἀρχιτεκτονικό, ἡ κατεξοχὴν Πόλις, βασιλεύουσα πού, ὅπως λέει ὁ Κωνσταντίνος Πορϕυρογέννητος, « ἡ καὶ παντὸς τοῦ κόσμου ὑπερέχουσα». Καὶ ἐνῶ οἱ Ρωμαῖοι ὀνόμαζαν «Ρώμη» τὴν ὅποια πόλη ὅπου βρίσκεται ὁ αὐτοκράτοράς τους (Ρώμη κινητή – Roma mobilis), κατὰ τὴν βυζαντινὴ θεώρηση, ὅποιος κατεῖχε τὴν Κωνσταντινούπολη, ἦταν καὶ κυρίαρχος τῆς αὐτοκρατορίας, ἐξοῦ καὶ τὰ ἐπίθετα τῆς Κωνσταντινούπολης «Βασιλεύουσα» καὶ «Βασιλίς». Στὴν παλιὰ πόλη τοῦ Βύζαντος ποὺ εἶχε καταστρέψει ὁ Σεπτίμιος Σεβῆρος (193-211 μ.Χ.), ἐξοῦ καὶ τὸ ὄνομα «Βυζάντιο», κτίστηκε ἀπὸ τὸν Κωνσταντίνο ἡ μετέπειτα ϕημισμένη Πόλη. Θεόπνευστη ἡ ἐπιλογὴ τῆς τοποθεσίας ὅπου ἱδρύθηκε ἡ Κωνσταντινούπολη. Νὰ θυμίσω ὅτι πρώτη ἐπιλογὴ τοῦ Κωνσταντίνου ἦταν ἡ Τροία, τὸ ῎Ιλιον. ᾽Εγκαταλείϕθηκε ὕστερα ἀπὸ τὴν ἀντίδραση τῶν ναυάρχων, ποὺ ἔβρισκαν ὅτι τὸ λιμάνι της ἦταν ἀπρόσϕορο γιὰ τὴν συγκέντρωση πολυάριθμου στόλου· ἐνῶ ἡ τε-


ΠΟΣΟ ΕΛ ΛΗΝΙΚΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ;

21

λευταία ἐπιλογὴ τοῦ Κωνσταντίνου, τὸ σημερινὸ Σκούταρι, ἀπέναντι στὴν Πόλη στὴν ἀσιατικὴ ἀκτή, ματαιώθηκε λόγω ἐπέμβασης, κατὰ τὰ θρυλούμενα ᾽Αγγέλου, ποὺ μετέϕερε τὰ οἰκοδομικὰ ὑλικὰ καὶ ἐργαλεῖα στὴν εὐρωπαϊκὴ ἀκτή, κατὰ θεϊκὴ βέβαια ἐντολή. ᾽Εκεῖ ὁ Κωνσταντίνος ἵδρυσε μιὰ χριστιανικὴ πόλη –ἀπόδειξη οἱ πολυπληθεῖς ἐκκλησίες ποὺ θεωροῦνται Κωνσταντίνειες–, πόλη ποὺ ἀϕιέρωσε εἰς τὸν Δεσπότην Χριστόν (ὅπως δείχνει ἡ ἑλληνικὰ γραμμένη ἀϕιερωματικὴ ἐπιγραϕή) καὶ ποὺ ἐπρόκειτο νὰ ἀναδειχθεῖ σὲ Νέα Ρώμη. Πόλη χριστιανική, κτισμένη σὲ ἑλληνόϕωνο χῶρο, ἡ Κωνσταντινούπολη ἦταν προορισμένη νὰ διαδεχθεῖ ἐξουσιαστικὰ τὴν παλιὰ Ρώμη καὶ νὰ γίνει, ὡς πάγιο κέντρο διοικητικό, ἐκκλησιαστικό, πνευματικό, καλλιτεχνικό, ἡ πρώτη «πρωτεύουσα» αὐτοκρατορίας μὲ τὴν σύγχρονη ἔννοια τοῦ ὅρου. Κωνσταντινούπολις, ῾Η Κωνσταντινούπολη εἶναι συνυϕαΝέα Ρώμη, σμένη μὲ τὴν αὐτοκρατορικὴ ΚωνΝέα ῾Ιερουσαλήμ

σταντίνεια θεωρία, τὴν μεταϕορὰ δηλαδὴ τοῦ κράτους ἀπὸ τὴν Ρώμη στὴν Κωνσταντινούπολη – τὴν Translatio Imperii, ποὺ ἔκανε κατὰ τὴν παράδοση ὁ ἴδιος ὁ Μέγας Κωνσταντίνος. Τὸ πράγμα βέβαια ἀπέχει τῆς ἱστορικῆς ἀλήθειας. ῾Η περίϕημη Κωνσταντίνειος Δωρεὰ τῆς Ρώμης στὸν Πάπα Συλβέστρο, σύμϕωνα μὲ τὴν ὁποία ὁ Κωνσταντίνος δώρισε τὴν Ρώμη στὸν Πάπα καὶ ἔκανε πρωτεύουσα τὴν Κωνσταντινούπολη, εἶναι ἔγ-


22

Ε Λ Ε ΝΗ ΓΛΥ Κ ΑΤΖΗ-ΑΡΒΕ Λ ΕΡ

γραϕο πλαστὸ τοῦ τέλους τοῦ 8ου αἰώνα. Μποροῦμε τὸ πολὺ νὰ ποῦμε ὅτι ὁ Κωνσταντίνος δημιούργησε μιὰ δεύτερη πρωτεύουσα, μιὰ δεύτερη Ρώμη μὲ ἔντονο χριστιανικὸ χαρακτήρα, μολονότι, ὅπως εἶπα, δὲν ἦταν ὁ ἴδιος χριστιανός, χωρὶς ὅμως νὰ ἀϕαιρέσει τὰ πρωτεῖα ἀπὸ τὴν παλιὰ Ρώμη. ῎Οχι λοιπὸν Translatio Imperii ἀλλὰ ὁπωσδήποτε Translatio Legis (μεταβίβαση νόμου) στὴν Κωνσταντινούπολη ἀπὸ τὸν Κωνσταντίνο. Τὰ ἐγκαίνια τῆς Κωνσταντινούπολης (11 Μαΐου 330) σηματοδοτοῦν ἔτσι, ἔστω συμβατικά, τὴν ἀρχὴ τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας. Νέα λοιπὸν Ρώμη ἡ Κωνσταντινούπολη, Νέα Σιὼν καὶ Νέα ῾Ιερουσαλὴμ ὡς ἕδρα τοῦ Χριστιανισμοῦ, δὲν ὀνομάστηκε ποτὲ «Νέαι ᾽Αθῆναι», καὶ αὐτὸ γιατὶ τὸ ὄνομα τῆς ᾽Αθήνας ἦταν συνδεδεμένο μὲ τὴν εἰδωλολατρία, τὴν ἀρχαία θρησκεία, ποὺ τὸ Βυζάντιο καταπολέμησε καὶ τέλος ἐξαϕάνισε. «Ποὺ τῶν ᾽Αθηναίων ὁ τύφος» θὰ γράψει ὁ ᾽Ιωάννης ὁ Χρυσόστομος, «῍Η τῶν ᾽Αθηναίων τὰς πλοκὰς διασπῶσα» ψάλλει ὁ «᾽Ακάθιστος ῞Υμνος» στὴν Παναγία. «Βομβέουσιν ῞Ελληνες» διαβάζουμε στὸν Λαυσιακὸ καὶ «Πλανῶνται πρὸς Πλάτωνα». Παρὰ τὶς κατὰ τῆς θύραθεν παιδείας ὕβρεις, εἶναι τὰ βυζαντινὰ μοναστήρια, ὡστόσο, ποὺ διέσωσαν τὴν ἀρχαία γραμματεία καὶ ὄχι οἱ ῎Αραβες, ὅπως εἶναι εὐρύτατα, ἀλλὰ ἀνιστόρητα, διαδεδομένο. Εὐκαιρία νὰ ὑπογραμμίσω ὡς ἀνιστόρητη τὴν θέση ποὺ θέλει τοὺς ῎Αραβες (Βαγδάτης καὶ Κόρδοβας) νὰ διασώζουν καὶ νὰ διαδίδουν μόνον αὐτοὶ στὴν Δύση, χάρη στὶς


ΠΟΣΟ ΕΛ ΛΗΝΙΚΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ;

23

μεταϕράσεις τους, τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ γραμματεία, ἀρχίζοντας ἀπὸ τὰ ἔργα τοῦ Σταγειρίτη. Στὴν ἄκριτη, ἂν καὶ εὐρύτατα διαδεδομένη, αὐτὴ θέση, ποὺ παραβλέπει τὸ ἔργο τῶν Βυζαντινῶν ἀντιγραϕέων καὶ διανοουμένων, προβάλλω πάντα τὶς ἁπλὲς ἐρωτήσεις: Ποῦ εἶναι ὁ ἀραβικὸς ῞Ομηρος; Ποῦ οἱ ἀραβικοὶ ἀρχαῖοι λυρικοί; Ποῦ οἱ ἀραβικοὶ ἀρχαῖοι τραγωδοί; Καὶ ποῦ οἱ ἱστορικοὶ Θουκυδίδης, Ξενοϕώντας, ῾Ηρόδοτος καὶ ἄλλοι; Χωρὶς βέβαια οἱ ἐρωτήσεις αὐτὲς νὰ παραγνωρίζουν τὸ ἔργο τῶν ᾽Αράβων ϕιλοσόϕων, ὅπως τοῦ ᾽Αβερρόη καὶ τοῦ ᾽Αβικέννα, στὴν μελέτη τῆς ἀριστοτελικῆς ἰδιαίτερα παράδοσης, κυρίως τὰ σχετικὰ σχόλια. Οἱ ὀνομασίες ποὺ γρήγορα θὰ δώσουν στὴν Κωνσταντινούπολη οἱ ἐγκωμιαστές της θὰ ὑπογραμμίσουν ὅτι, ἀκριβῶς ἐπειδὴ εἶναι Νέα, εἶναι καὶ ἡ ὡραία Ρώμη, ποὺ ὑπερακόντισε τὴν Παλαιὰ καὶ πρεσβυτέρα (δηλαδὴ τὴν γηραιά), καὶ ὡς Νέα ῾Ιερουσαλὴμ καὶ Νέα Σιὼν εἶναι ἕδρα τῆς νέας θρησκείας, αὐτῆς ποὺ στὴ νεοσύστατη πόλη λατρευόταν στὸν Ναὸ τῆς Θεοῦ Σοϕίας, κτίσμα καὶ αὐτὸ τοῦ Κωνσταντίνου. Λίγους αἰῶνες ἀργότερα, χάρη στὸ μεγαλόπρεπο ἔργο τοῦ αὐτοκράτορα ᾽Ιουστινιανοῦ, στὴ θέση τοῦ Κωνσταντίνειου ναοῦ θὰ κτισθεῖ ἡ ᾽Εκκλησία τῆς ῾Αγίας Σοϕίας, ποὺ ἐπιμελήθηκαν ὁ ᾽Ισίδωρος καὶ ὁ ᾽Ανθέμιος (532-537), ἡ ὁποία ἐπέπρωτο νὰ γίνει ὁ θρόνος τῆς ᾽Ορθοδοξίας καὶ τὸ ἀγλάισμα τῆς Χριστιανοσύνης· μὲ τὴν ἱστορία της συνδέεται ἡ μεγαλοσύνη τῆς αὐτοκρατορίας τοῦ


24

Ε Λ Ε ΝΗ ΓΛΥ Κ ΑΤΖΗ-ΑΡΒΕ Λ ΕΡ

Βυζαντίου καὶ ἡ δόξα τῆς ᾽Ορθόδοξης ᾽Εκκλησίας. Δικαιολογημένα ὁ ᾽Ιουστινιανός, βλέποντας τὴν αἴγλη, τὸ κάλλος καὶ τὴν μεγαλοπρέπεια τοῦ Ναοῦ ποὺ ἐγκαινίασε τὸ 537, ἀνέκραξε τό: «Νενίκηκά σε, Σολομῶντα». ῾Η Παναγία ῾Οδηγήτρια καθιερώθηκε ὡς πολιοῦχος τῆς Νέας Ρώμης τῆς Κωνσταντινούπολης· τὴν ϕύλαξη ὅμως καὶ τὴν προστασία της ὁ ἱδρυτής της ἀνάθεσε στὸν Χριστό, σύμϕωνα μὲ τὰ λόγια ποὺ ὅπως λέγεται διέταξε ὁ Κωνσταντίνος νὰ χαραχθοῦν στὴν ἱδρυτικὴ στήλη τῆς Πόλης: «Σοὶ Χριστὲ κόσμου βασιλεὺς καὶ δεσπότης, σοὶ προστίθημι τήνδε τὴν δούλην πόλιν καὶ σκῆπτρα τῆσδε καὶ τὸ πᾶν Ρώμης κράτος, φύλαττε ταύτην σῶζε δ᾽ ἐκ πάσης βλάβης». Τὸ ἐπίγραμμα ἑστιάζει τὴν χριστιανικὴ κατα-

βολὴ τοῦ θεοστήρικτου κράτους τῆς Κωνσταντινούπολης, τὸ «πᾶν κράτος Ρώμης», τῆς Ρωμιοσύνης δηλαδή, ποὺ σήμερα ὀνομάζουμε ὅλως ἄκριτα καὶ ἀνιστόρητα «Βυζάντιο», μολονότι γνωρίζουμε ὅτι οἱ Βυζαντινοὶ οὐδέποτε ὀνόμασαν ἑαυτοὺς «Βυζαντινούς», ἀλλὰ μόνο «Ρωμαίους», καὶ ὅτι εἶπαν τὸ κράτος τους «Ρώμη», «Ρωμανία» καὶ ὄχι «Βυζάντιο». Αὐτὴ ἡ νέα Ρωμαϊκὴ Αὐτοκρατορία, ἡ ἐκχριστιανισμένη, ἐξελληνισμένη Ρώμη ποὺ ἑδραιώθηκε στὰ ἐδάϕη τῆς ᾽Ανατολικῆς Ρωμαϊκῆς Αὐτοκρατορίας καὶ ποὺ εἶχε τὴν Κωνσταντινούπολη γιὰ κέντρο διοικητικὸ καὶ πολιτιστικὴ ἀναϕορά, αὐτὴ ἡ αὐτοκρατορία τοῦ μείζονος ῾Ελληνισμοῦ, ἐπειδὴ ἀκριβῶς πρώτη ἐπίστευσε στὸν Δεσπό-


ΠΟΣΟ ΕΛ ΛΗΝΙΚΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ;

25

τη Χριστὸ καὶ στηρίχτηκε στὴν ὀρθὴ πίστη, ἔπρεπε νὰ ζήσει αἰώνια, σύμϕωνα μὲ τὶς προϕητεῖες καὶ τὴν βαθιὰ ριζωμένη λαϊκὴ πίστη: «Τὸ Ρωμαίων βασίλειον [τὸ Βυζάντιο δηλαδὴ] πρῶτον ὂν καὶ πρῶτον πιστεῦσαν εἰς Χριστὸν [...] εἰς τὸν αἰῶνα οὐ διαφθαρήσεται [...]» χάρη στὴν εἰσαγωγὴ τοῦ Χριστιανισμοῦ, γράϕει ὁ Κοσμᾶς ᾽Ινδικοπλεύστης τὸν 6ο κιόλας αἰώνα. Χάρη στὴν εἰσαγωγὴ τοῦ Χριστιανισμοῦ ὁ Κωνσταντίνος ἐξασϕάλισε ὡς ἐγγυητὴς τῆς αὐτοκρατορικῆς τάξης τὸν ἔλεγχο τοῦ ὀργανωμένου ἐκκλησιαστικοῦ δικτύου, καὶ χάρη στὴν θέση τῆς Κωνσταντινούπολης ἐξασϕάλισε τὴν ἀντίσταση κατὰ τῶν βαρβαρικῶν ϕύλων ποὺ εἰσέβαλαν ἀπὸ τὰ βόρεια, ἀλλὰ καὶ κατὰ τῶν Περσῶν ποὺ ἀπειλοῦσαν τὰ ἀνατολικὰ σύνορα τῆς αὐτοκρατορίας καὶ διεκδικοῦσαν τὸ dominium mundi. Στρατιωτικὴ λοιπὸν ἡ σημασία τῆς Κωνσταντινούπολης στὴν ἀρχή, πρὶν ἡ Πόλις ἀναδειχθεῖ σὲ Βασιλεύουσα, σὲ μοναδικὴ δηλαδὴ πρωτεύουσα τῆς αὐτοκρατορίας καὶ ὡς «ποιοῦσα βασιλεῖς» αὐτοὺς ποὺ τὴν κατέχουν. Πῆρε ἀρκετὸ καιρὸ γιὰ νὰ γίνει ἡ Κωνσταντινούπολη ἀπὸ Δεύτερη, ἡ μόνη Ρώμη. Σταθμὸς στὴν ἐξέλιξη αὐτὴ μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ ἡ καταστροϕὴ τῆς παλιᾶς Ρώμης ἀπὸ τοὺς Γότθους τοῦ ᾽Αλαρίχου στὰ 410. Εἶχαν προηγουμένως καταστρέψει τὸν Παρθενώνα, συνεπικουρημένοι ἴσως ἀπὸ ντόπιους χριστιανοὺς καλόγηρους.


26

Ε Λ Ε ΝΗ ΓΛΥ Κ ΑΤΖΗ-ΑΡΒΕ Λ ΕΡ

Παράλληλη μὲ αὐτὴν τὴν ἐξέλιξη σχετικὰ μὲ τὴν σπουδαιότητα τῆς Κωνσταντινούπολης, εἶναι στὸ Βυζάντιο ἡ ἑδραίωση τῆς ἑλληνόϕωνης παιδείας καὶ ἡ πρόοδος τῆς ἑλληνογλωσσίας. ῾Ο Γρηγόριος Ναζιανζηνός, στὴν διατριβὴ τὴν γνωστὴ μὲ τὸν τίτλον τίνος τὸ ἑλληνίζειν ποὺ ἐκπόνησε ὡς ἀπάντηση στὶς κατηγορίες τοῦ ᾽Ιουλιανοῦ τοῦ Παραβάτη κατὰ τῶν χριστιανῶν (τοὺς ὀνόμαζε «Γαλιλαίους» καὶ τοὺς εἶχε ἀμϕισβητήσει τὸ δικαίωμα νὰ χρησιμοποιοῦν τὴν ἑλληνικὴ γλώσσα), ὁ Ναζιανζηνὸς λοιπὸν ἀπαντᾶ ὅτι οἱ χριστιανοὶ κληρονόμησαν ὅλα τὰ κατορθώματα καὶ τὶς συνήθειες τῶν ἀρχαίων ῾Ελλήνων (πλὴν ὅμως τῆς παιδεραστίας). ῎Αλλωστε, ὄχι μόνο τὰ Πρακτικὰ τῶν Συνόδων, ἀλλὰ καὶ ὅλη ἡ χριστιανικὴ παιδεία, ὅπως σημείωσα, ποὺ βασίζεται στὸ ἔργο τῶν Πατέρων τῆς ᾽Εκκλησίας, εἶναι σὲ ἑλληνικὴ γλώσσα· παρόλο ποὺ ἀκόμη ἡ ἐπίσημη γλώσσα τοῦ κράτους καὶ βέβαια ἡ νομοθεσία ἦταν λατινικές. Θὰ πρέπει νὰ περιμένουμε ὣς τὴν βασιλεία τοῦ ῾Ηρακλείου (610-641) γιὰ νὰ γίνουν τὰ ῾Ελληνικὰ ἡ ἀναμϕισβήτητα ἐπίσημη γλώσσα τοῦ κράτους. ῾ώστόσο ἡ ἐποχὴ τοῦ ᾽Ιουστινιανοῦ ἀποτελεῖ σταθμὸ σ ᾽ αὐτὴν τὴν ἐξέλιξη. Νὰ θυμίσω ὅτι ἐνῶ ὅλη ἡ κωδικοποιημένη ᾽Ιουστινιάνειος νομοθεσία εἶναι λατινική, οἱ νόμοι τοῦ ᾽Ιουστινιανοῦ μὲ τὸν τίτλο «Νεαραὶ» εἶναι γραμμένοι ἑλληνικά. Νὰ παρατηρή῾Η Γλωσσικὴ ῾Ελληνικότητα τῆς Αὐτοκρατορίας


ΠΟΣΟ ΕΛ ΛΗΝΙΚΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ;

27

σω μόνο ὅτι τὸ θηλυκὸν «Νεαρὰ» παραπέμπει ὄχι στὸ ἑλληνικὸ «νόμος» ποὺ εἶναι γένους ἀρσενικοῦ, ἀλλὰ στὸ θηλυκὸ «Lex» ἀντίστοιχο λατινικό· ἀπόδειξη αὐτό, κατὰ τὴν γνώμη μου, μιᾶς ἐποχῆς ὅπου συντελεῖται σχεδὸν ἀνεπαίσθητα καὶ ὁμαλὰ ἡ μετάβαση ἀπὸ τὴ μιὰ γλώσσα στὴν ἄλλη. Τότε ἀκριβῶς καὶ ὁ ᾽Ιωάννης ὁ Λυδός, ἀνώτατος κρατικὸς λειτουργός, γράϕει στὸ Περὶ ἀξιωμάτων πόνημά του ὅτι ἡ χρήση τῆς πατρίου γλώσσας, τῶν Λατινικῶν δηλαδή, ἦταν δεῖγμα μεγαλείου, πράγμα ποὺ ὅμως διαπιστώνει καὶ ἐκϕράζει σὲ γλώσσα ἑλληνική! ῾Ελληνικὴ λοιπὸν ἡ χριστιανικὴ ὀργάνωση, λειτουργία καὶ παιδεία, ἑλληνόϕωνοι καὶ ἑλληνομαθημένοι οἱ διανοούμενοι τῆς αὐτοκρατορίας, τῆς Κωνσταντινούπολης, τῆς ᾽Αλεξάνδρειας, τῆς ᾽Αντιόχειας, τῆς Βηρυτοῦ. Νὰ μνημονεύσω, πλὴν τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἀξιωματούχων, τὸν Λιβάνιο, ὀνομαστὸ ρήτορα τῆς ᾽Αντιόχειας τὴν ἐποχὴ τοῦ Θεοδοσίου (379-395), καὶ τὸν Θεμίστιο, ὅπως καὶ ὅλους τοὺς χρονικογράϕους καὶ ἱστορικοὺς τῆς ἐποχῆς, μὲ προεξάρχοντες τὸν Σωζομενό, τὸν Εὐάγριο, τὸν ᾽Αγαθία, τὸν πολὺ Προκόπιο. Νὰ μὴν ξεχνᾶμε ἄλλωστε ὅτι παρὰ τὶς κατὰ τῶν λεγομένων «εἰδωλολατρῶν» ἀποϕάσεις, ἡ Φιλοσοϕικὴ Σχολὴ τῆς ᾽Αθήνας μὲ τὴν νεοπλατωνίζουσα κυρίως διδασκαλία της λειτουργεῖ ὣς τὴν ἀπόϕαση τοῦ ᾽Ιουστινιανοῦ νὰ τὴν καταργήσει (529). Παρεμπιπτόντως ἐπίσης νὰ σημειώσω ὅτι τὸ κλείσιμο τῆς σχολῆς αὐτῆς ὑποχρέωσε τοὺς διδάσκοντες σὲ αὐτοεξορία στὴν Περσία,


28

Ε Λ Ε ΝΗ ΓΛΥ Κ ΑΤΖΗ-ΑΡΒΕ Λ ΕΡ

πράγμα ποὺ ἐγκαινιάζει τὴν μετάϕραση ἔργων τῆς ἀρχαίας γραμματείας στὰ ᾽Ασσυριακὰ καὶ μετέπειτα, μετὰ τὴν ἀραβικὴ κατάκτηση τῆς Περσίας, στὰ ᾽Αραβικά. Καὶ αὐτὸ κυρίως ἀπὸ διανοούμενους χριστιανοὺς τῶν περιοχῶν ποὺ κατέκτησαν οἱ ῎Αραβες σὲ Συρία, Παλαιστίνη καὶ Αἴγυπτο. ῾Οπωσδήποτε τὸ πολυεθνικὸ Βυζάντιο εἶχε καὶ ἐπισήμως γίνει ἑλληνόϕωνο στὶς ἀρχὲς τοῦ 7ου αἰώνα μὲ ἀπόϕαση τοῦ ῾Ηρακλείου (610-641). ῍Ας μὴν ξεχνᾶμε ὡστόσο ὅτι οἱ βυζαντινοὶ πληθυσμοὶ κατοικοῦν περιοχὲς ἑλληνικὲς ἀπὸ ἀρχαιοτάτων χρόνων, ἢ πρὸ πολλοῦ ἑλληνοποιημένες, κυρίως χάρη στὴν ἀλεξανδρινὴ κατάκτηση καὶ τὴν χρήση τῆς «Κοινῆς», δηλαδὴ τῆς πρώτης διεθνοῦς γλώσσας. ῾Η ἀλεξανδρινὴ «Κοινὴ» εἶναι ἡ γλώσσα ποὺ μιλιέται στὶς χῶρες τῆς ἀνατολικῆς λεκάνης τῆς Μεσογείου, «ἀπὸ τὸν ζάγρο ὣς τὰ Φράατα πέρα», ὅπως γράϕει ὁ Καβάϕης, ἐκεῖ δηλαδὴ ποὺ ἄνθησε τὸ Βυζάντιο, ἐνῶ τὰ Λατινικὰ ὑπερισχύουν στὶς περιοχὲς δυτικὰ τῆς ᾽Αδριατικῆς. ῾Η ὑπεροχὴ τῶν Λατινικῶν ὀϕείλεται βέβαια στὶς ρωμαϊκὲς κατακτήσεις, ἐνῶ ἡ ἐπικράτηση τῶν ῾Ελληνικῶν στὴν ἄνθηση τῶν ἑλληνιστικῶν βασιλείων, ἀλλὰ καὶ στὴν ὑπεροχὴ τοῦ ἑλληνικοῦ πνεύματος. ῾Η ἀντιπαλότητα ἀνάμεσα στὶς δύο αὐτὲς διεθνεῖς γλῶσσες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης εἶναι αἰσθητὴ στὰ γραϕτὰ συγγραϕέων. ῾Ο Λιβάνιος, π.χ., παρακαλεῖ τοὺς θεοὺς νὰ συνδράμουν στὴν διατήρηση τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας ποὺ ἀπειλεῖται ἀπὸ τὴν ἐπιβολὴ τῶν Λατινικῶν στὴν ρωμαϊκὴ ἐπικράτεια.


ΠΟΣΟ ΕΛ ΛΗΝΙΚΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΒΥΖΑΝΤΙΟ;

29

῾Οπωσδήποτε ἡ πνευματικὴ καὶ διοικητικὴ ἑλληνοποίηση τοῦ Βυζαντίου εἶχε συντελεσθεῖ ἤδη στὸ τέλος τοῦ 7ου - ἀρχὲς τοῦ 8ου αἰώνα. Νὰ θυμίσω ὅτι ἡ «᾽Εκλογή», ὁ νομοθετικὸς κώδικας τοῦ Λέοντος Γ ´ ᾽Ισαύρου (717-741), εἶναι γραμμένη ῾Ελληνικά, ὅπως ἄλλωστε καὶ οἱ ναυτικοὶ καὶ οἱ γεωργικοὶ νόμοι – οἱ κανόνες δηλαδὴ τῆς καθημερινῆς ζωῆς τῶν Βυζαντινῶν. ῾Η γλωσσικὴ ἑλληνικότητα τῆς αὐτοκρατορίας μαζὶ μὲ τὴν τελικὴ ἐπικράτηση τοῦ Χριστιανισμοῦ ὡς ᾽Ορθοδοξία –συντελεῖται καὶ αὐτὴ τὴν ἴδια ἀκριβῶς ἐποχὴ μὲ τὴν λήξη τῆς χριστολογικῆς ἔριδας– (τὸν 7ο αἰώνα) ἀποτελοῦν τὰ βασικὰ στοιχεῖα τῆς βυζαντινῆς ταυτότητας. Χάρη στὰ χαρακτηριστικὰ αὐτὰ γίνεται ἐϕικτὴ ἡ ἀϕομοίωση τῶν ξένων πληθυσμῶν ποὺ δὲν παύουν νὰ εἰσρέουν στὰ αὐτοκρατορικὰ ἐδάϕη. Αὐτὸ δηλώνει ὁ Λέων ΣΤ ´ ὁ Σοϕὸς στὰ τακτικὰ ὅταν γράϕει ὅτι ὁ πατέρας του, ὁ Βασίλειος Α´ὁ λεγόμενος «Μακεδόνας» (867-886), κατάϕερε νὰ ἐνσωματώσει τοὺς Σλάβους στὴν αὐτοκρατορία – χάρη στὸν ἐξελληνισμό (τὴν γνώση δηλαδὴ τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας) καὶ τὸν ἐκχριστιανισμό. Τὴν πολιτικὴ αὐτὴ ἄλλωστε θὰ ἀκολουθήσει τὸ Βυζάντιο χωρὶς διακοπή, ὅπως δείχνει, π.χ., καὶ ἡ ἐνσωμάτωση τῶν Κουμάνων στὴν Αὐτοκρατορία τῆς Νίκαιας στὸ πρῶτο ἥμισυ τοῦ 13ου αἰώνα. Περιττὸ νὰ ὑπογραμμίσω ὅτι ἑλληνοϕωνία καὶ χριΒυζαντινὴ Ρωμιοσύνη


30

Ε Λ Ε ΝΗ ΓΛΥ Κ ΑΤΖΗ-ΑΡΒΕ Λ ΕΡ

στιανοσύνη σηματοδοτοῦν καὶ τὴν ἔνταξη στὴν βυζαντινὴ κοινωνία καὶ ἂν ἀκόμη διατηροῦνται ἔθιμα, συνήθειες καὶ παραδόσεις ἀρχαιορωμαϊκῆς καταγωγῆς. ῎Ετσι ἡ προετοιμασία τῆς πριγκίπισσας Φράγκισσας γιὰ τὸν γάμο της μὲ Βυζαντινὸ μέλλοντα αὐτοκράτορα συνεπάγεται τὴν γνώση ἐκ μέρους της τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας (τῆς «γραικικῆς», λέει τὸ σχετικὸ κείμενο) καὶ τῶν «ρωμαϊκῶν ἠθῶν». Εὐκαιρία νὰ θυμίσω ἀκόμη μιὰ ϕορὰ ὅτι τὸ ἐπίσημο ὄνομα τῆς αὐτοκρατορίας ἦταν ὄχι τὸ ἀδόκιμο καὶ πολὺ μεταγενέστερό της «Βυζάντιο», ἀλλὰ τὸ «Ρωμανία», καὶ ἀκόμη πιὸ ἐπίσημα τὸ «Ρώμη». Οἱ ξένοι ἀναϕέρονται ὡς οἱ « ῎Εξω Ρώμης», ὁ αὐτοκράτοράς της εἶναι ὁ «πιστὸς ἐν Χριστῷ τῷ Θεῷ βασιλεὺς καὶ αὐτοκράτωρ Ρωμαίων», «Ρωμαῖοι» οἱ ὑπήκοοί της (ἀναϕέρονται μάλιστα καὶ «καθαροὶ Ρωμαῖοι» σὲ ἀντιδιαστολὴ μὲ τοὺς μιξέλληνες καὶ μιξοβαρβάρους τῶν συνοριακῶν περιοχῶν), ἐξοῦ καὶ τὸ δικό μας «Ρωμιοὶ» καὶ «Ρωμιοσύνη». ῞Οσο καὶ ἂν ἀποποιηθήκαμε τὶς ὀνομασίες αὐτὲς καὶ τὶς ἀντικαταστήσαμε μὲ τὶς δῆθεν πιὸ εὐγενεῖς ἀρχαιοελληνικῆς καταγωγῆς, δὲν παύει νὰ συγκινεῖ τὸ ποντιακὸ τραγούδι ποὺ λέει «῾ή ρωμανία κι ἂν πέρασε ἀνθεῖ καὶ ϕέρει κι ἄλλο», οὔτε ἀϕήνουν τοὺς Νεοέλληνες ἀδιάϕορους τὰ λόγια τοῦ Παλαμᾶ «καὶ τῶν ῾Ελλάδων, μιὰ ἡ ρωμιοσύνη», ἢ ἀκόμη τοῦ Κύπριου ποιητῆ Μιχαηλίδη «ἡ ρωμιοσύνη εἶναι τοῦ κόσμου σύγκαιρη». Σὲ κάνουν ὅλα αὐτὰ νὰ ἀναρωτηθεῖς ὄχι πόσο ἑλληνικὸ εἶναι τὸ Βυζάντιο, ἀλλὰ καὶ πόσο Βυζαντινοὶ εἶναι οἱ Νεοέλληνες.


Αναζητ'στε το εδ,

www.gutenbergbooks.gr /gutenbergbooks


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.