ANTHoNY Trollope
Ο ΕΠΙΤΡΟΠΟΣ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ
ΣΑΝΤΥ ΠΑΠΑΪΩΑΝΝΟΥ ΕΙΣΑΓΩΓΗ
DAVID SKIlToN
G U T e N B e r G o r B I S l I T e r° E D I T I O
M I N O R
Ἕνα ἀπὸ τὰ ὡραιότερα βιβλία ποὺ ἔχω διαβάσει. GEORGE ORWELL
#
῾ Ο Trollope θὰ εἶναι πάντα ὁ συγγραφέας ποὺ μιλᾶ στὶς καρδιὲς τῶν ἀνθρώπων καὶ τὶς βοηθᾶ νὰ γνωρίσουν τὸν ἑαυτό τους. Ὁ τρόπος ποὺ ἀντιμετωπίζει καθημερινὲς καταστάσεις εἶναι ἀνεκτίμητος. HENRY JAMES
#
Τὰ βιβλία τοῦ Trollope εἶναι τόσο ρεαλιστικὰ λὲς καὶ ἕνας γίγαντας ἔκοψε μιὰ φέτα ἀπὸ τὴν ὑδρόγειο σφαίρα καὶ τὴν ἔβαλε σὲ βιτρίνα. NATHANIEL HAWTHORNE
#
Ὁ Trollope εἶναι επίκαιρος διακόσια χρόνια ἀπὸ τὸν θάνατό του. Οἱ ἁπλοὶ ἀναγνῶστες τὸν ἀγαποῦν μὲ τὸν ἴδιο τρόπο ποὺ ἀγαποῦν τὴν Jane Austen. THE NEW YORK TIMES
Ἂν δὲν εἶχε προηγηθεῖ ὁ Trollope δὲν θὰ εἶχα γράψει πολλὰ ἀπὸ τὰ βιβλία μου. GEORGE ELIOT
#
Δὲν φεύγω ποτὲ γιὰ ταξίδι χωρὶς νὰ ἔχω μαζί μου ἕνα, τουλάχιστον, μυθιστόρημα τοῦ Trollope. SIR
ALEC GUINNESS
#
Φτιάχνει ἕναν μικρόκοσμο στὸν ὁποῖο ἀντικατοπτρίζονται ὅλα τὰ ἀνθρώπινα, ἰδιωτικὰ καὶ δημόσια, πάθη ὅλων τῶν ἐποχῶν. FRANKFURTER ALLGEMEINE
#
Ὁ πιὸ βικτωριανὸς ἀπὸ τοὺς βικτωριανοὺς συγγραφεῖς μὲ τὸν τρόπο ποὺ ἀναδεικνύει χαρακτῆρες καὶ λεπτομέρειες τῆς καθημερινότητας συναρπάζει καὶ τοὺς σύγχρονους ἀναγνῶστες. EL PAIS
Ἕνα ἀπὸ τὰ ἑκατὸ βιβλία ποὺ πρέπει ὁπωσδήποτε νὰ διαβάσετε.
THE GUARDIAN
#
Ὁ Trollope δὲν εἶναι ἁπλῶς ὁ ἀγαπημένος μου συγγραφέας, ἀλλὰ κι ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ μὲ ἐπηρέασαν περισσότερο. JOHN KENNETH GALBRAITH
# ΠΕΡΙΛΗΨΗ
Ὁ ἐπίτροπος Χάρντινγκ κατηγορεῖται ὅτι καταχρᾶται ὅσα ἔχει κληροδοτήσει ἕνας πλούσιος ἔμπορος στὸ γηροκομεῖο τοῦ Μπάρτσεστερ. Ὁ σύζυγος τῆς μεγάλης του κόρης Γκράντλι τὸν ἐμποδίζει γιὰ νὰ μὴν πληγεῖ τὸ κύρος τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ κατάσταση περιπλέκεται ἀπὸ τὸ γεγονὸς πὼς ἡ μικρή του κόρη καὶ ὁ σημαντικότερος κατήγορός του εἶναι ἐρωτευμένοι. Ξεφεύγει ἀπὸ τὸν ἔλεγχο ὅλων ὅταν ἀρχίζει νὰ ἀσχολεῖται μὲ τὴν ὑπόθεση ἡ ἰσχυρότερη ἐφημερίδα τῆς χώρας. Δεῖτε πὼς ὅσα χρόνια κι ἂν περάσουν παραμένουν σχεδὸν ἴδιοι καὶ οἱ ἔρωτες καὶ τὰ σκάνδαλα.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 7.
῾Ο Τζούπιτερ ἡ ῎Ελινορ Χάρντινγκ ἀπομακρύνιθηκε ἀπὸ τὸν Τζὸν Μπὸλντ μὲ θιγμένο ὕϕος, Π δὲν πρέπει νὰ ὑποθέσουμε πὼς ἡ καρδιά της ἔνιωθε ΑΡΟΛΟ ΠΟΥ
τὴ θριαμβευτικὴ ἱκανοποίηση ποὺ ἔδειχνε ἡ στάση της. Πρῶτα ἀπ᾿ὅλα, αἰσθανόταν ϕυσικὴ ἀποστροϕὴ στὴν ἰδέα νὰ χάσει τὸν ἀγαπημένο της. Καὶ δεύτερον, δὲν ἦταν ἀπολύτως σίγουρη γιὰ τὸ δίκιο ποὺ ἰσχυριζόταν πὼς ἔχει. ῾Ο πατέρας της τῆς εἶχε πεῖ, καὶ μάλιστα ἐπανειλημμένα, πὼς ὁ Μπὸλντ δὲν ἔκανε τίποτε ἄδικο ἢ μικρόψυχο. Τότε γιατί νὰ τὸν κατσαδιάσει καὶ νὰ τὸν ἀπορρίψει, ἀϕοῦ ἔνιωθε πὼς δὲν θὰ ἄντεχε νὰ τὸν χάσει; ῾Ωστόσο, τέτοια εἶναι ἡ ἀνθρώπινη ϕύση, καὶ εἰδικότερα ἡ ϕύση τῶν νεαρῶν κοριτσιῶν. Καθὼς ἀπομακρυνόταν ἀπὸ κοντά του, κάτω ἀπὸ τὶς σκιερὲς ϕτελιὲς τοῦ περιβόλου, τὸ ὕϕος της, ὁ τόνος της, κάθε χειρονομία καὶ κίνηση τοῦ κορμιοῦ της διέψευδαν τὴν καρδιά της. Θὰ ἔδινε τὰ πάντα γιὰ νὰ τοῦ κρατήσει τὸ χέρι, νὰ τοῦ προβάλει ἐπιχειρήματα, νὰ τὸν πείσει, νὰ τὸν πάρει μὲ τὸ γλυκό, νὰ τὸν καλοπιάσει ὥστε νὰ ἐγκαταλείψει τὸ σχέδιό του. Νὰ τὸν νικήσει μὲ τὰ γυναικεῖα της ὅπλα καὶ νὰ λυτρώσει τὸν πατέρα της μὲ τίμημα τὸν ἑαυτό της. ῞Ομως ἡ περηϕάνια δὲν τῆς ἐπέτρεψε νὰ τὸ κάνει. Καὶ τὸν ἄϕησε χωρὶς ἕνα βλέμμα ἀγάπης ἢ ἕναν καλὸ λόγο.
118
ANTHONY TROLLOPE
῍Αν ὁ Μπὸλντ ἔκρινε ἕναν ἄλλο ἐρωτευμένο καὶ μιὰν ἄλλη κυρία, ἴσως νὰ τὰ καταλάβαινε ὅλα αὐτὰ τὸ ἴδιο καλὰ μ᾿ἐμᾶς. ῞Ομως στὰ ἐρωτικά, οἱ ἄντρες δὲν βλέπουν καθαρά. Λένε πὼς ἄτολμη καρδιὰ ποτὲ δὲν κέρδισε ὄμορϕη κυρά. Καὶ εἶναι ἀξιοθαύμαστο γιὰ μένα τὸ πῶς κατακτῶνται οἱ ὄμορϕες κυράδες, τόσο ἄτολμες ποὺ εἶναι συχνὰ οἱ ἀντρικὲς καρδιές! ῍Αν δὲν ἦταν ἡ καλοσύνη τῆς ϕύσης τους, ποὺ βλέποντας τὸ ἀσθενικὸ κουράγιο μας, κατεβαίνουν περιστασιακὰ ἀπὸ τὰ ἄπαρτα ϕρούριά τους καὶ μᾶς βοηθοῦν οἱ ἴδιες νὰ ἐπιτύχουμε τὴν ἥττα τους, πολὺ συχνὰ θὰ ξέϕευγαν ἀπόρθητες, ἂν ὄχι ἀλώβητες καὶ ἐλεύθερες στὸ σῶμα καὶ ἴσως ἴσως στὴν καρδιά. ῾Ο δύστυχος Μπὸλντ ἔϕυγε σέρνοντας τὰ βήματά του, ἐντελῶς ἀποκαρδιωμένος. Εἶχε τὴν αἴσθηση πώς, ἀπέναντι στὴν ῎Ελινορ Χάρντινγκ, ἡ μοίρα του σϕραγίστηκε, ἐκτὸς ἂν συναινοῦσε νὰ ἐγκαταλείψει τὴν ἀποστολὴ στὴν ὁποία εἶχε δεσμευτεῖ καὶ ποὺ μάλιστα δὲν θὰ τοῦ ἦταν εὔκολο νὰ ἐγκαταλείψει. Διότι πλέον εἶχαν ἐμπλακεῖ δικηγόροι καὶ τὸ ζήτημα εἶχε ἀρχίσει νὰ συζητιέται, ὣς ἕναν βαθμό, δημόσια. ᾽Επιπροσθέτως, πῶς θὰ μποροῦσε πραγματικὰ ἕνα κορίτσι μὲ ἔντονη προσωπικότητα σὰν τὴν ῎Ελινορ Χάρντινγκ νὰ μάθει ν ᾿ἀγαπᾶ ἕναν ἄντρα ἐπειδὴ ἀμέλησε τὸ καθῆκον ποὺ ἀνέλαβε; Ἦταν δυνατὸν νὰ ἐπιτρέψει νὰ ἐξαγοραστεῖ τὸ τρυϕερό της αἴσθημα μὲ ἀντίτιμο τὸν δικό του αὐτοσεβασμό; ῞Οσον ἀϕορᾶ τὸ θέμα τῶν ἐνεργειῶν του γιὰ τὴ μεταρρύθμιση στὸ Γηροκομεῖο, ὁ Μπὸλντ δὲν εἶχε λόγο ὣς τώρα νὰ εἶναι δυσαρεστημένος μὲ τὴν ἐπιτυχία του. Σ ᾿ὁλόκληρο τὸ Μπάρτσεστερ εἶχαν ἀνάψει ϕιτίλια. ῾Ο ἐπίσκοπος, ὁ ἀρχιδιάκονος, ὁ ἐπίτροπος, ὁ διαχειριστὴς καὶ κάμποσοι ἄλλοι σύμμαχοι ἀπὸ τὸν κλῆρο εἶχαν καθημερινὲς συσκέψεις, συζη-
Ο ΕΠΙΤΡΟΠΟΣ
119
τώντας τὴν τακτική τους καὶ προετοιμάζοντας τὴ μεγάλη τους ἀντεπίθεση. Εἶχαν ζητήσει τὴ συμβουλὴ τοῦ σὲρ Α ᾽ βραὰμ Χαπχάζαρντ, ἀλλὰ δὲν εἶχαν λάβει ἀκόμη τὴ γνώμη του. Τοῦ εἶχαν ἀποστείλει ἀντίγραϕα τῆς διαθήκης τοῦ Χάιραμ, ἀντίγραϕα τῶν ἡμερολογίων τοῦ ἐπιτρόπου, ἀντίγραϕα μισθωτηρίων, ἀντίγραϕα λογαριασμῶν, ἀντίγραϕα ἀπ᾿ὁτιδήποτε μποροῦσε νὰ ἀντιγραϕεῖ καὶ ἀπὸ μερικὰ ποὺ δὲν μποροῦσαν. Καὶ ἡ ὑπόθεση ἔπαιρνε ἀξιέπαινες διαστάσεις. Πάνω ἀπ᾿ὅλα ὅμως εἶχε κάνει ἀναϕορὰ σ ᾿ αὐτὴν ὁ ἡμερήσιος Τζούπιτερ.* Τὸ παντοδύναμο αὐτὸ ὄργανο τοῦ Τύπου, σ ᾿ἕνα ἀπὸ τὰ κεραυνοβόλα κύρια ἄρθρα του ποὺ ἐξαπέλυε κατὰ τοῦ Σὲντ Κρός, παρενέβαλε τὸ ἑξῆς σχόλιο: ῎Αλλη μία περίπτωση, μικρότερων διαστάσεων πράγματι ἀλλὰ παρόμοιας βαρύτητας, εἶναι πιθανὸν νὰ ἔρθει πλέον στὴ δημοσιότητα. Πληροϕορούμαστε πὼς ὁ ἐπίτροπος ἢ διευθυντὴς ἑνὸς παλιοῦ ϕιλανθρωπικοῦ ἱδρύματος, σχετιζόμενου μὲ τὴ Μητρόπολη τοῦ Μπάρτσεστερ, λαμβάνει εἴκοσι πέντε ϕορὲς τὸ ἐτήσιο εἰσόδημα ποὺ ὁρίστηκε γι᾿αὐτὸν ἀπὸ τὴ διαθήκη τοῦ ἱδρυτῆ, ἐνῶ τὸ ποσὸν ποὺ δαπανᾶται κάθε χρόνο γιὰ τοὺς σκοποὺς τοῦ ἱδρύματος παραμένει σταθερό. Μὲ ἄλλα λόγια, οἱ κληροδόχοι κατὰ τὴ διαθήκη τοῦ ἱδρυτῆ δὲν ἔχουν κανένα ὄϕελος ἀπὸ τὴν αὔξηση τῆς ἀξίας τῆς κτηματικῆς του περιουσίας κατὰ τοὺς τελευταίους τέσσερις αἰῶνες, καθὼς ἡ ἐν λόγω αὔξηση εἰσπράττεται ἐξ ὁλοκλήρου ἀπὸ τὸν προαναϕερθέντα ἐπίτροπο. ᾽Αδύνατον νὰ διανοηθεῖ κανεὶς περίπτωση μεγαλύτερης ἀδικίας. Διότι δὲν εἶναι ἀπάντηση ὁ ἰσχυρισμὸς ὅτι κάπου ἕξι, ἐννέα ἢ δώδεκα γέροντες λαμβάνουν ὅσα ἐπίγεια ἀγαθὰ τοὺς ἁρμόζουν. Σὲ ποιά βάση, ἠθικὴ ἢ θεϊκή, πατροπαράδοτη ἢ νομική, στηρί-
120
ANTHONY TROLLOPE
ζεται ἡ ἀξίωση τοῦ ἐπιτρόπου στὸ μεγάλο εἰσόδημα ποὺ λαμβάνει χωρὶς νὰ κάνει τίποτα; ῾Η ἱκανοποίηση αὐτῶν τῶν ἀπόρων, ἂν εἶναι ἱκανοποιημένοι, δὲν μπορεῖ νὰ τοῦ δίνει δικαίωμα σ ᾿αὐτὸν τὸν πλοῦτο! ᾽Αναρωτιέται ποτέ, ὅταν ἀνοίγει διάπλατα τὴν ἱερατική του παλάμη γιὰ νὰ λάβει ἕνα ποσὸν ποὺ ἀντιστοιχεῖ στὴν ἀμοιβὴ δεκάδων ἄλλων κληρικῶν, γιὰ ποιά ὑπηρεσία ἀμείβεται τόσο; Διακατέχεται ποτὲ ἡ συνείδησή του ἀπὸ ἀμϕιβολία γιὰ τὸ δικαίωμά του σ ᾿αὐτὴ τὴν πρόσοδο; Ἢ εἶναι δυνατὸν νὰ μὴν παρουσιάζεται ποτὲ μ᾿αὐτὸν τὸν τρόπο τὸ θέμα στὸ μυαλό του: πώς, δηλαδή, καρποῦται ἐπὶ τόσα χρόνια, καὶ σκοπεύει –ὁ Θεὸς νὰ τὸν ἐλεήσει– νὰ συνεχίσει νὰ τὸ κάνει γιὰ ἀρκετὰ ἀκόμη, τὰ ὀϕέλη τῆς εὐλαβικῆς ϕιλοπονίας προηγούμενων αἰώνων, δίχως νὰ ἀναλογίζεται ἂν ἔχει τὸ δικαίωμα ἢ ἂν κάποιοι ἄλλοι ἀδικοῦνται; Δὲν μποροῦμε παρὰ νὰ ἐκϕράσουμε τὴ γνώμη πὼς μόνο στὴν ᾽Εκκλησία τῆς ᾽Αγγλίας, μόνον ἐκεῖ, ἀνάμεσα στοὺς ἱερεῖς της, μποροῦμε νὰ συναντήσουμε ἕνα τέτοιο καθεστὼς ἠθικῆς ἀδιαϕορίας.
Πρὸς τὸ παρὸν εἶμαι ἀναγκασμένος ν ᾿ ἀϕήσω τοὺς ἀναγνῶστες μου νὰ ϕανταστοῦν τὴν ψυχικὴ κατάσταση τοῦ κυρίου Χάρντινγκ, ἀϕοῦ διάβασε τὸ παραπάνω ἄρθρο. Λένε πὼς σαράντα χιλιάδες ϕύλλα τοῦ Τζούπιτερ πωλοῦνται καθημερινὰ καὶ πὼς κάθε ϕύλλο τὸ διαβάζουν τουλάχιστον πέντε ἄνθρωποι. Διακόσιες χιλιάδες ἄνθρωποι, λοιπόν, θὰ διαβάσουν αὐτὴν τὴν κατηγορία ἐναντίον του. Διακόσιες χιλιάδες καρδιὲς θ ᾿ἀγανακτήσουν γιὰ τὴ συγκλονιστικὴ ἀδικία, τὴν ἀδιάντροπη ληστεία τοῦ ἐπιτρόπου τοῦ Γηροκομείου τοῦ Μπάρτσεστερ! Καὶ πῶς ν᾿ἀπαντήσει σ ᾿αὐτό; Πῶς ν ᾿ἀνοίξει τὰ ϕυλλοκάρδια του σ ᾿αὐτὸ τὸ πλῆθος, σ ᾿αὐτὲς τὶς χιλιά-
Ο ΕΠΙΤΡΟΠΟΣ
121
δες τῶν πεπαιδευμένων, τῶν ἐκλεπτυσμένων, τῶν διαλεχτῶν ἀνθρώπων τῆς χώρας του; Πῶς νὰ τοὺς δείξει ὅτι δὲν εἶναι ληστής, δὲν εἶναι ἕνας ἄπληστος, ϕυγόπονος παπὰς ποὺ διψᾶ γιὰ χρυσάϕι, ἀλλὰ ἕνας σεμνός, ταπεινὸς ἄνθρωπος ποὺ ἁπλῶς ἔλαβε ἀθῶα ὅ,τι, ἐπίσης ἀθῶα, τοῦ προσϕέρθηκε; —Γράψτε στὸν Τζούπιτερ, πρότεινε ὁ ἐπίσκοπος. — Ναί! εἶπε ὁ ἀρχιδιάκονος, πιὸ πολύπειρος ἀπὸ τὸν πατέρα του. Ναί! Γιὰ νὰ γελοιοποιηθεῖτε στὸ ἔπακρο. Γιὰ νὰ καγχάσουν ξανὰ καὶ ξανὰ σὲ βάρος σας. Γιὰ νὰ σᾶς ξετινάξουν πέρα δῶθε, σὰν ποντίκι στὸ στόμα ἐξασκημένου τεριέ. Ἂν παραλείψετε μία λέξη ἢ ἕνα γράμμα στὴν ἀπάντησή σας, θ᾿ἀρχίσουν νὰ κοπανᾶνε τὴν ἄγνοια τοῦ κλήρου. Ἂν κάνετε κάποιο μικρὸ λάθος, θὰ τὸ ϕουσκώσουν σὲ ψεῦδος. Ἂν παραδεχτεῖτε κάτι, θὰ τὸ θεωρήσουν αὐτοκαταδίκη σας. Θὰ βρεθεῖτε νὰ εἶστε χυδαῖος, ἐριστικός, ἀσεβὴς καὶ ἀγράμματος, καὶ οἱ πιθανότητες εἶναι δέκα πρὸς μία –παρότι εἶστε κληρικός– νὰ βρεθεῖτε ἔνοχος βλασϕημίας! »Μπορεῖ ἕνας ἄνθρωπος νὰ ἔχει τὸν καλύτερο σκοπό, τὸ μεγαλύτερο ταλέντο καὶ τὸν καλύτερο χαρακτήρα. Μπορεῖ νὰ γράϕει ἐξίσου καλὰ μὲ τὸν ῎Αντισον* ἢ τὸ ἴδιο σθεναρὰ μὲ τὸν Τζούνιους.* ᾽Ακόμη καὶ μὲ ὅλα αὐτὰ δὲν μπορεῖ νὰ ἀπαντήσει ἐπιτυχῶς ὅταν δέχεται ἐπίθεση ἀπὸ τὸν Τζούπιτερ. Σὲ τέτοια ζητήματα ἡ ἐϕημερίδα αὐτὴ εἶναι παντοδύναμη. ῞Ο,τι εἶναι ὁ Τσάρος στὴ Ρωσία καὶ ἡ μαϕία στὴν ᾽Αμερικὴ εἶναι ὁ Τζούπιτερ στὴν ᾽Αγγλία. Νὰ ἀπαντήσετε σὲ τέτοιο ἄρθρο! ῎Οχι, ἐπίτροπε. ῾Οτιδήποτε ἄλλο ἐκτὸς ἀπὸ αὐτό. ῎Επρεπε νὰ τὸ περιμένουμε κάτι τέτοιο, ξέρετε. ῾Ωστόσο, δὲν χρειάζεται νὰ προκαλέσουμε οἱ ἴδιοι περισσότερα δεινὰ ἀπὸ τὰ ἀναπόϕευκτα.
122
ANTHONY TROLLOPE
Τὸ ἄρθρο στὸν Τζούπιτερ, ποὺ κατάτρεξε τόσο τὸν δυστυχή μας ἐπίτροπο, ἦταν ἕνας τεράστιος θρίαμβος γιὰ κάποιους ἀπὸ τὸ ἀντίπαλο μέρος. ῞Οσο κι ἂν λυπόταν ὁ Μπὸλντ νὰ βλέπει τὸν κύριο Χάρντινγκ νὰ δέχεται μιὰ τόσο προσωπικὴ ἐπίθεση, δὲν ἔπαυε νὰ νιώθει ἕνα αἴσθημα ἀγαλλίασης, διαπιστώνοντας ὅτι στὸ ὁπλοστάσιό του εἶχε προσθέσει τὴ ϕωνὴ ἑνὸς τόσο ἀποτελεσματικοῦ συνηγόρου. ῞Οσο γιὰ τὸν Φίνι, τὸν δικηγόρο, βρισκόταν σὲ κατάσταση ἀλλοϕροσύνης. Τί! Νὰ ἀσχολεῖται μὲ τὴν ἴδια ὑπόθεση καὶ νὰ βρίσκεται στὴν ἴδια παράταξη μὲ τὸν Τζούπιτερ! Νὰ σιγοντάρει καὶ νὰ προωθεῖ ὁ Τζούπιτερ τὶς ἀπόψεις ποὺ εἰσηγήθηκε ὁ ἴδιος καὶ νὰ μάχεται γι᾿αὐτές! Νὰ δεῖ, ἴσως, τὸ ὄνομά του νὰ ἀναϕέρεται ὡς τὸ ὄνομα τοῦ νομομαθοῦς ἐκείνου τοῦ ὁποίου οἱ προσπάθειες ἀπέβησαν τόσο ἐπιτυχεῖς γιὰ λογαριασμὸ τῶν ϕτωχῶν τοῦ Μπάρτσεστερ! ᾽Ενδεχομένως νὰ τὸν καλοῦσαν μάρτυρα ἐνώπιον ἐπιτροπῆς τοῦ Κοινοβουλίου – ὁ Θεὸς ξέρει μὲ ποιά ἡμερήσια ἀποζημίωση γιὰ τὰ προσωπικά του ἔξοδα. Ἴσως χρειαστεῖ νὰ ἀσχοληθεῖ ἐπὶ χρόνια μὲ αὐτὴ τὴν ἀγωγή! Δὲν εἶχαν τέλος τὰ λαμπρά, χρυσὰ ὄνειρα ποὺ γέννησε τὸ κύριο ἄρθρο τοῦ Τζούπιτερ στὰ μυαλὰ τοῦ Φίνι ποὺ εἶχαν πάρει ἀέρα. Καὶ οἱ γέροντες τρόϕιμοι ἔμαθαν ἐπίσης γι᾿αὐτὸ τὸ ἄρθρο καὶ σχημάτισαν μία θαμπή, ἀκαθόριστη ἰδέα γιὰ τὸν θαυμαστὸ συνήγορο ποὺ εἶχε ἀναλάβει τὴν ὑπόθεσή τους. ῾Ο ῎Αβελ Χάντι πήγαινε κουτσαίνοντας πέρα δῶθε στὰ δωμάτια, ἐπαναλαμβάνοντας ὅλα ὅσα κατάλαβε πὼς τυπώθηκαν, μὲ κάποιες δικές του προσθῆκες, ποὺ θεωροῦσε πὼς ἔπρεπε νὰ ἔχουν γίνει. Τοὺς εἶπε γιὰ τὴ θέση ποὺ διατύπωσε ὁ Τζούπιτερ πὼς ὁ ἐπίτροπός τους ἦταν κοινὸς ληστὴς καὶ πὼς ὅ,τι ἔλεγε ὁ Τζούπιτερ, ὁ κόσμος τὸ
Ο ΕΠΙΤΡΟΠΟΣ
123
παραδεχόταν σὰν ἀλήθεια. Τοὺς εἶπε πὼς ὁ Τζούπιτερ βεβαίωσε ὅτι κάθε ἕνας τους –«Κάθε ἕνας ἀπὸ μᾶς, Τζόναθαν Κράμλ, γιά σκέψου το!»– ἔχει ἀδιαμϕισβήτητο δικαίωμα γιὰ ἑκατὸ τὸ χρόνο καὶ πὼς ἂν τὸ εἶπε ὁ Τζούπιτερ, αὐτὸ ἦταν καλύτερο καὶ ἀπὸ τὴν ἀπόϕαση τοῦ ἀρχιδικαστῆ καὶ Προέδρου τῆς Βουλῆς τῶν Λόρδων. Καὶ ὕστερα περιέϕερε τὴν ἐϕημερίδα ποὺ τοὺς προμήθευσε ὁ κύριος Φίνι, ἡ ὁποία, ἂν καὶ κανένας τους δὲν μποροῦσε νὰ τὴ διαβάσει, παρεῖχε ὡστόσο, καὶ μόνο μὲ τὸ ἄγγιγμα καὶ τὴ θέα της, ἀδιάσειστη ἐπιβεβαίωση τῶν ὅσων τοὺς εἶπαν. Καὶ ὁ Τζόναθαν Κρὰμλ ἀναλογίστηκε τὴν ἀνάκτηση τοῦ πλούτου του. Καὶ ὁ Τζὸμπ Σκάλπιτ εἶδε πόσο σωστὰ ἔπραξε ποὺ ὑπέγραψε τὴν αἴτηση, καὶ τὸ ἐπανέλαβε ἀμέτρητες ϕορές. Καὶ ὁ Σπρὶγκς κοίταζε μοχθηρὰ μὲ τὸ τρομακτικὸ μοναδικό του μάτι. Καὶ ὁ Μούντι, καθὼς ζύγωνε πιὸ κοντὰ στὴν ἐπερχόμενη χρυσὴ περίοδο, μισοῦσε βαθύτερα ἀπὸ ποτὲ ἐκείνους ποὺ συνέχιζαν νὰ κρατοῦν στὴν κατοχή τους αὐτὰ ποὺ τόσο πολὺ λιμπιζόταν. ᾽Ακόμη καὶ ὁ Μπίλι Γκέιζι καὶ ὁ ϕουκαρὰς κατάκοιτος Μπὲλ ζωήρεψαν καὶ ταράχτηκαν, καὶ ὁ μέγας Μπὰνς στεκόταν παράμερα συνοϕρυωμένος, μὲ βαθιὰ θλίψη θρονιασμένη στὴν καρδιά του, γιατὶ ἀντιλαμβανόταν πὼς ἔρχονταν μέρες χαλεπές. Μὲ τὴ συμβουλὴ τοῦ ἀρχιδιακόνου, ἀποϕασίστηκε πὼς καμία διαμαρτυρία, ἐξήγηση ἢ ὑπεράσπιση δὲν θὰ ἀπευθυνόταν ἀπὸ τὸ κονκλάβιο τοῦ Μπάρτσεστερ στὸν ἀρχισυντάκτη τοῦ Τζούπιτερ. ῾Ωστόσο, αὐτὴ ἦταν ἡ μόνη ἀπόϕαση ποὺ εἶχαν πάρει ὣς τώρα. ῾Ο σὲρ ᾽Αβραὰμ Χαπχάζαρντ ἦταν πολὺ ἀπασχολημένος, ἑτοιμάζοντας ἕνα νομοσχέδιο γιὰ τὴν καταστολὴ τῶν παπιστῶν, τὸ ὀνομαζόμενο «Περὶ τῆς ἐπιτηρήσεως τῶν γυναικείων μονῶν», τὸ περιεχό-
124
ANTHONY TROLLOPE
μενο τοῦ ὁποίου θὰ ἔδινε τὴ δυνατότητα σὲ κάθε προτεστάντη κληρικὸ ἄνω τῶν πενήντα ἐτῶν νὰ ἐρευνᾶ κάθε καθολικὴ μοναχὴ ποὺ θὰ ὑποψιαζόταν ὅτι εἶχε στὴν κατοχή της προδοτικὰ ἔγγραϕα ἢ ἰησουιτικὰ σύμβολα. Καὶ καθὼς τὸ σχέδιο νόμου ἐπρόκειτο νὰ ἔχει ἑκατὸν τριάντα ἑπτὰ ἄρθρα, μὲ καθένα τους νὰ περιέχει ἕνα ξεχωριστὸ ἀγκάθι γιὰ τὸ πλευρὸ τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς ᾽Εκκλησίας, καὶ καθὼς ἦταν γνωστὸ ὅτι θὰ τὸ πολεμοῦσαν ἕως ἐσχάτων πενήντα ἐξαγριωμένοι ᾽Ιρλανδοὶ βουλευτές, ἡ δέουσα κατάρτιση καὶ ἡ ἄρτια προετοιμασία του ἀνάλωναν πολὺ ἀπὸ τὸν χρόνο τοῦ σὲρ ᾽Αβραάμ. Τὸ νομοσχέδιο εἶχε καὶ μὲ τὸ παραπάνω τὸ ἐπιθυμητὸ ἀποτέλεσμα. Φυσικά, οὐδέποτε ἔγινε νόμος. ῾Ωστόσο δίχασε τόσο ριζικὰ τοὺς ᾽Ιρλανδούς, οἱ ὁποῖοι πρόσϕατα εἶχαν ἑνωθεῖ γιὰ νὰ ἐπιβάλουν στὴν κυβέρνηση ἕναν νόμο ποὺ νὰ ὑποχρεώνει ὅλους τοὺς ἄντρες νὰ πίνουν ἰρλανδέζικο οὐίσκι καὶ ὅλες τὶς γυναῖκες νὰ ϕοροῦν ἰρλανδέζικη ποπλίνα, ὥστε ὅλη τὴν ὑπόλοιπη περίοδο τῶν ἐργασιῶν τῆς Βουλῆς ἡ «Μεγάλη Λίγκα τῆς Ποπλίνας καὶ τοῦ Οὐίσκι» ἀποδείχτηκε ἐντελῶς ἀκίνδυνη.* ῎Ετσι, συνέβη νὰ μὴν εἶναι ἄμεσα διαθέσιμη ἡ γνώμη τοῦ σὲρ ᾽Αβραάμ, μὲ ἀποτέλεσμα ἡ ἀβεβαιότητα, ἡ προσμονὴ καὶ ἡ δοκιμασία τῶν ἀνθρώπων τοῦ Μπάρτσεστερ νὰ διατηρήσουν τὴν ὑψηλὴ ἔντασή τους.
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 8.
Ἡ ᾽Επισκοπὴ τοῦ Πλάμστεντ νὰ ζητήσουμε ἀπὸ τὸν ἀναγνώιστη νὰ ἐπισκεϕθεῖ τὴν ᾽Επισκοπὴ τοῦ ΠλάμΘ στεντ. Καὶ καθὼς εἶναι ἀκόμη νωρὶς τὸ πρωί, ν᾿ἀνέΑ ΠΡΕΠΕΙ ΤΩΡΑ
βει ξανὰ μαζί μας στὸ ὑπνοδωμάτιο τοῦ ἀρχιδιακόνου. ῾Η δέσποινα τοῦ ἀρχοντικοῦ ὅ,τι ἔκανε τὴν τουαλέτα της, δὲν θὰ στρέψουμε ὅμως σ ᾿αὐτὴν τὰ βέβηλα μάτια μας, ἀλλὰ θὰ προχωρήσουμε σ ᾿ἕνα μικρὸ ἐσωτερικὸ δωμάτιο, ὅπου ὁ δόκτωρ ντυνόταν καὶ ϕύλαγε τὶς μπότες καὶ τὰ κηρύγματά του. Κι ἐδῶ θὰ πάρουμε θέση, ὑπὸ τὴν προϋπόθεση πὼς ἡ πόρτα τοῦ δωματίου θὰ μείνει τόσο ἀνοιχτὴ ὥστε νὰ ἐπιτρέπει τὴ συνομιλία ἀνάμεσα στὸν ἀξιοσέβαστο ᾽Αδάμ μας καὶ τὴν πολύτιμη Εὔα του. — ῞Ολο τὸ λάθος εἶναι δικό σου, ἀρχιδιάκονε, εἶπε ἡ τελευταία. ᾽Απὸ τὴν ἀρχὴ σοῦ εἶπα πῶς θὰ κατέληγε ὅλο αὐτὸ καὶ ὁ μπαμπὰς δὲν πρέπει νὰ εὐχαριστεῖ παρὰ μόνον ἐσένα. — Μὴ χειρότερα, καλή μου, εἶπε ὁ δόκτωρ, ἐμϕανιζόμενος στὴν πόρτα τοῦ μπουντουάρ του, μὲ τὸ πρόσωπο καὶ τὸ κεϕάλι του τυλιγμένα στὴν τραχιὰ πετσέτα ποὺ χρησιμοποιοῦσε μὲ βίαιο τρόπο.Πῶς μπορεῖς νὰ τὸ λὲς αὐτό; Κάνω τὸ καλύτερο ποὺ μπορῶ. — Μακάρι νὰ μὴν τὸ ἔκανες ποτέ, εἶπε ἡ κυρία διακόπτοντάς τον. ῍Αν ἄϕηνες τὸν Τζὸν Μπὸλντ νὰ μπαινοβγαίνει στὸ πατρικό μου ὅπως πρῶτα, ὅπως
126
ANTHONY TROLLOPE
τὸ ἤθελε κι ἐκεῖνος καὶ ὁ μπαμπάς, θὰ εἶχε παντρευτεῖ τώρα τὴν ῎Ελινορ καὶ δὲν θ᾿ἀκούγαμε λέξη γιὰ ὅλη αὐτὴν τὴν ὑπόθεση. — Μά, καλή μου... — ῎Ω, ὅλα καλά, ἀρχιδιάκονε. Καὶ ϕυσικὰ ἔχεις δίκιο. Οὔτε στιγμὴ δὲν μοῦ περνάει ἀπ᾿τὸ μυαλὸ πὼς θὰ παραδεχτεῖς ποτὲ τὸ ἐνδεχόμενο νὰ κάνεις λάθος. ῞Ομως τὸ γεγονὸς εἶναι πὼς ἐσὺ ἔριξες αὐτὸν τὸν νεαρὸ πάνω στὸν μπαμπά, ἔτσι ὅπως τὸν χόλωσες. — Μά, ἀγάπη μου... — Καὶ ὅλα αὐτὰ ἐπειδὴ δὲν σοῦ ἄρεσε ὁ Τζὸν Μπὸλντ γιὰ σύγγαμβρος. Ποῦ θὰ ἔβρισκε ποτὲ καλύτερη τύχη ἡ ῎Ελινορ; ῾Ο μπαμπὰς δὲν ἔχει οὔτε σελίνι. Κι ἔστω κι ἂν δὲν εἶναι ἄσχημη, δὲν διαθέτει καμιὰ συγκλονιστικὴ ὀμορϕιά. Πράγματι, δὲν ξέρω ἂν θὰ μποροῦσε νὰ ἔχει καλύτερη –ἢ τουλάχιστον ἐξίσου καλή– τύχη ἀπὸ τὸ νὰ παντρευτεῖ τὸν Τζὸν Μπόλντ, πρόσθεσε ἡ ἀνήσυχη ἀδελϕή, σϕίγγοντας τὸ τελευταῖο λουράκι τοῦ παπουτσιοῦ της. ῾Ο δόκτωρ Γκράντλι ἔνιωσε ἔντονα τὸ ἄδικο αὐτῆς τῆς ἐπίθεσης. ᾽Αλλὰ τί μποροῦσε νὰ πεῖ; ᾽Ασϕαλῶς, εἶχε δυσαρεστήσει τὸν Τζὸν Μπόλντ. ᾽Ασϕαλῶς, ἀποδοκίμαζε τὸ ἐνδεχόμενο νὰ γίνει σύγγαμβρός του καί, λίγους μῆνες νωρίτερα, ἡ ἰδέα καὶ μόνο ξεσήκωνε τὴν ὀργή του. Τώρα ὅμως τὰ πράγματα ἄλλαξαν. ῾Ο Τζὸν Μπὸλντ ἔδειξε τὴ δύναμή του καὶ παρόλο ποὺ ἦταν τὸ ἴδιο ἀντιπαθὴς ὅπως πάντα στὸν ἀρχιδιάκονο, ἡ δύναμη εἶναι πάντοτε σεβαστὴ καὶ ὁ ἀξιοσέβαστος ἱερωμένος ἄρχισε νὰ σκέϕτεται πὼς μιὰ τέτοια συμμαχία ἴσως νὰ μὴν ἦταν ἀσύνετη. Παρ ᾿ὅλα αὐτά, τὸ σύνθημά του ἔμενε ἀκόμη «δὲν καταθέτω τὰ ὅπλα». ᾽Εννοοῦσε πάντα νὰ δώσει τὴ μάχη μέχρι τέλους. Πίστευε ἀκράδαντα στὴν ᾽Οξϕόρδη, στὶς ἕδρες τῶν ἐπισκόπων στὴ Βουλὴ τῶν
Ο ΕΠΙΤΡΟΠΟΣ
127
Λόρδων, στὸν σὲρ Α ᾽ βραὰμ Χαπχάζαρντ καὶ στὸν ἑαυτό του. Καὶ μόνο ὅταν ἦταν μὲ τὴ γυναίκα του τὸν ἔζωναν ἀμϕιβολίες. Γιὰ ἄλλη μιὰ ϕορὰ προσπάθησε νὰ μεταδώσει αὐτή του τὴν πεποίθηση στὴν κυρία Γκράντλι καὶ γιὰ εἰκοστὴ ϕορὰ ἄρχισε νὰ τῆς λέει γιὰ τὸν σὲρ ᾽Αβραάμ. — ῎Ω, ὁ σὲρ ᾽Αβραάμ! εἶπε ἐκείνη, μαζεύοντας τὰ κλειδιὰ τοῦ σπιτιοῦ της στὸ καλάθι της πρὶν κατέβει. ῾Ο σὲρ ᾽Αβραὰμ δὲν πρόκειται νὰ ἐξασϕαλίσει σύζυγο στὴν ῎Ελινορ. ῾Ο σὲρ ᾽Αβραὰμ δὲν πρόκειται νὰ ἐξασϕαλίσει στὸν μπαμπὰ καινούργιο εἰσόδημα ὅταν τὸν τυραννήσουν τόσο ὥστε νὰ ϕύγει ἀπὸ τὸ Γηροκομεῖο. Σημείωσε αὐτὸ ποὺ θὰ σοῦ πῶ, ἀρχιδιάκονε: ὅσο ὁ σὲρ ᾽Αβραὰμ κι ἐσὺ πολεμᾶτε, ὁ μπαμπὰς χάνει τὴν προαγωγή του. Καὶ τί θὰ κάνεις τότε μ᾿ἐκεῖνον καὶ τὴν ῎Ελινορ στὰ χέρια σου; ᾽Εκτὸς τούτου, ποιός θὰ πληρώσει τὸν σὲρ ᾽Αβραάμ; Ὑποθέτω πὼς δὲν θὰ ἀναλάβει ἀμισθὶ τὴν ὑπόθεση. Καὶ μὲ τὰ λόγια αὐτά, ἡ κυρία κατέβηκε γιὰ ν᾿ἀϕοσιωθεῖ στὰ λατρεμένα της οἰκογενειακὰ καθήκοντα ἀνάμεσα στὰ παιδιὰ καὶ τοὺς ὑπηρέτες, ὑπόδειγμα καλῆς καὶ ϕρόνιμης συζύγου. ῾Ο δόκτωρ Γκράντλι εἶχε εὐλογηθεῖ μὲ μιὰ εὐτυχισμένη, προκομμένη οἰκογένεια. Ὑπῆρχαν, καταρχάς, τρία ἀγόρια, ποὺ τώρα εἶχαν ἐπιστρέψει ἀπὸ τὸ σχολεῖο γιὰ τὶς διακοπές. ᾽Ονομάζονταν, ἀντίστοιχα, Τσὰρλς Τζέιμς, Χένρι καὶ Σάμιουελ. Τὰ δυὸ μικρότερα παιδιά –εἶχαν πέντε συνολικά– ἦταν κορίτσια. Ἡ μεγαλύτερη, ἡ Φλορίντα,* εἶχε τὸ ὄνομα τῆς συζύγου τοῦ ἀρχιεπισκόπου τῆς Ὑόρκης, τῆς ὁποίας ἦταν βαϕτισιμιά. Καὶ ἡ μικρότερη εἶχε βαϕτιστεῖ Γκριζέλ, ἀπὸ μιὰν ἀδελϕὴ τοῦ ἀρχιεπισκόπου τῆς Καντερβουρίας. Τὰ ἀγόρια ἦταν ἔξυπνα καὶ ὑποσχόμενα πὼς θὰ μπορέσουν νὰ τὰ βγάλουν πέ-
128
ANTHONY TROLLOPE
ρα μὲ τὶς ἔγνοιες καὶ τὶς δοκιμασίες τοῦ κόσμου. Παρ᾿ ὅλα αὐτά, δὲν ἔμοιαζαν στὴν ἰδιοσυγκρασία καὶ τὸ καθένα τους εἶχε τὸν προσωπικό του χαρακτήρα, ὅπως καὶ τοὺς ἰδιαίτερους θαυμαστές του ἀνάμεσα στοὺς ϕίλους τοῦ δόκτορα. ῾Ο Τσὰρλς Τζέιμς ἦταν συνεπὲς καὶ προσεκτικὸ παιδί. Δὲν ἀϕηνόταν ποτέ. Ἤξερε πολὺ καλὰ τί προσδοκίες ἔτρεϕαν οἱ ἄλλοι γιὰ τὸν μεγαλύτερο γιὸ τοῦ ἀρχιδιακόνου τοῦ Μπάρτσεστερ καί, κατὰ συνέπεια, πρόσεχε νὰ μὴ συναναστρέϕεται ὑπερβολικὰ ἐλεύθερα τ ᾿ἄλλα παιδιά. Δὲν εἶχε τὰ ταλέντα τῶν νεότερων ἀδελϕῶν του, ἀλλὰ τοὺς ξεπερνοῦσε σὲ κρίση καὶ κοσμιότητα συμπεριϕορᾶς. Τὸ ἐλάττωμά του, ἂν εἶχε ἕνα, ἦταν ἡ ὑπερβολικὴ ἔμϕαση ποὺ ἔδινε στὰ λόγια ἀντὶ στὶς πράξεις. Διακρινόταν ἀπὸ μία σκέψη ἄκρως ἐπιδέξια καί, ὅπως ἀκόμη καὶ ὁ πατέρας του τοῦ ἔλεγε καμιὰ ϕορά, εἶχε μεγάλη ἀδυναμία στὸν συμβιβασμό. ῾Ο δεύτερος, ὁ Χένρι, ἦταν ὁ ἀγαπημένος τοῦ ἀρχιδιακόνου: ἕνα πράγματι εὐϕυέστατο παιδί. ῾Η εὐέλικτη ἰδιοϕυΐα του ἦταν ἐκπληκτικὴ καὶ οἱ ἐπισκέπτες τῆς ᾽Επισκοπῆς τοῦ Πλάμστεντ συχνὰ σάστιζαν μὲ τὸν θαυμαστὸ τρόπο μὲ τὸν ὁποῖο, ὅταν τὸν προέτρεπαν, προσάρμοζε τὴν ἱκανότητά του σὲ καταϕανῶς πολὺ ἀταίριαστες ἐνασχολήσεις. Μιὰ ϕορὰ ἐμϕανίστηκε μπροστὰ σ ᾿ἕναν μεγάλο κύκλο ὡς ὁ Λούθηρος ὁ μεταρρυθμιστὴς καὶ τοὺς εὐχαρίστησε μὲ τὸν τέλειο τρόπο μὲ τὸν ὁποῖον ὑποκρίθηκε τὸν χαρακτήρα. Καὶ μέσα σὲ τρεῖς μέρες τοὺς κατέπληξε πάλι παίζοντας τὸν ρόλο ἑνὸς Καπουτσίνου μοναχοῦ μὲ ἀπόλυτη παραστατικότητα. Γι᾿ αὐτὸ τὸ τελευταῖο του κατόρθωμα τοῦ ἔδωσε ὁ πατέρας του μιὰ χρυσὴ γκινέα καὶ τ ᾿ἀδέλϕια του εἶπαν πὼς ἡ ὑπόσχεση τῆς ἀμοιβῆς εἶχε δοθεῖ ἀπὸ πρίν, στὴν πε-
Ο ΕΠΙΤΡΟΠΟΣ
129
ρίπτωση ποὺ ἡ παράσταση θὰ ἦταν ἐπιτυχής. ᾽Επίσης τὸν ἔστειλαν ἐκδρομὴ στὸ Ντέβονσαϊρ, δῶρο ποὺ ὁ νεαρούλης ἀδημονοῦσε νὰ ἀπολαύσει. Οἱ ϕίλοι τοῦ πατέρα του, ὡστόσο, δὲν ἐκτιμοῦσαν τὰ ταλέντα του καὶ θλιβερὰ σχόλια ἔϕταναν στὸ σπίτι γιὰ τὴ διαστροϕὴ τοῦ χαρακτήρα του. Ἦταν ἕνας πολὺ θαρραλέος νεαρός, ψυχωμένος ὣς τὸ κόκαλο. Σύντομα μαθεύτηκε, τόσο στὸ σπίτι ὅπου ζοῦσε –καὶ σὲ ἀπόσταση κάμποσων μιλίων ἀπὸ τὸν καθεδρικὸ τοῦ Μπάρτσεστερ– ὅσο καὶ στὸ Γουεστμίνστερ ὅπου ϕοιτοῦσε σὲ σχολεῖο, πὼς ὁ νεαρὸς Χένρι ἦταν ἱκανὸς πυγμάχος καὶ πὼς δὲν ἐννοοῦσε νὰ παραδεχτεῖ ποτὲ τὴν ἥττα. ῎Αλλα ἀγόρια πάλευαν ἀκόμα κι ἂν εἶχαν μόνο ἕνα πόδι γιὰ νὰ στηριχτοῦν. Αὐτὸς πάλευε καὶ δίχως πόδι. Οἱ ὑποστηρικτὲς καὶ οἱ ϕίλοι του, βλέποντάς τον μερικὲς ϕορὲς τσακισμένο ἀπὸ τὸ βάρος τῶν χτυπημάτων καὶ ἐξασθενημένο ἀπὸ τὸ αἷμα ποὺ εἶχε χάσει, πάσχιζαν νὰ τὸν τραβήξουν ἀπὸ τὸν ἀγώνα. ῞Ομως ὄχι, ὁ Χένρι δὲν ὑποχωροῦσε ποτέ, δὲν κουραζόταν ποτὲ στὴ μάχη. Τὸ ρὶνγκ ἦταν τὸ μόνο περιβάλλον στὸ ὁποῖο ϕαινόταν νὰ διασκεδάζει. Καὶ ἐνῶ ἄλλα παιδιὰ χαίρονταν μὲ τὸν ἀριθμὸ τῶν ϕίλων τους, αὐτὸς εὐχαριστιόταν περισσότερο μὲ τὸν ἀριθμὸ τῶν ἐχθρῶν του. Οἱ δικοί του δὲν μποροῦσαν παρὰ νὰ θαυμάζουν τὸ θάρρος του, ἀλλὰ μερικὲς ϕορὲς τοὺς στενοχωροῦσε ἡ ἔϕεσή του πρὸς τὸν τραμπουκισμό. Καὶ ὅσοι δὲν τοῦ εἶχαν τὴν ἀδυναμία ποὺ τοῦ εἶχε ὁ πατέρας του, παρατηροῦσαν μὲ πόνο πώς, ἂν καὶ μποροῦσε νὰ καλοπιάνει τοὺς δασκάλους καὶ τοὺς ϕίλους τοῦ ἀρχιδιακόνου, ἦταν αὐταρχικὸς καὶ δεσποτικὸς ἀπέναντι στοὺς ὑπηρέτες καὶ στοὺς ϕτωχούς. ῾Ωστόσο τὴ γενικὴ προτίμηση τὴν εἶχε μᾶλλον ὁ Σάμιουελ. Καὶ ὁ καλός, μικρὸς «Σόουπι», ὅπως 9
ANTHONY TROLLOPE, ῾Ο ᾽Επίτροπος
130
ANTHONY TROLLOPE
τὸν ϕώναζαν μὲ οἰκειότητα, ἦταν τὸ πιὸ ἀξιαγάπητο παιδὶ ποὺ κανάκεψε ποτὲ στοργικὴ μητέρα. Ἦταν ἤπιος καὶ μειλίχιος στοὺς τρόπους καὶ θελκτικὸς στὴν ὁμιλία. ῾Ο ἦχος τῆς ϕωνῆς του ἦταν μελωδία καὶ κάθε του ἐνέργεια σκέτη χάρη. Α ᾽ ντίθετα ἀπὸ τοὺς ἀδελϕούς του, ἦταν εὐγενικὸς μὲ ὅλους, καταδεκτικὸς μὲ τοὺς ταπεινοὺς καὶ πράος ἀκόμη καὶ μὲ τὴ λαντζέρισσα. Ἦταν ἀγόρι πολλὰ ὑποσχόμενο, ποὺ μελετοῦσε τὰ βιβλία του καὶ γέμιζε χαρὰ τὶς καρδιὲς τῶν δασκάλων του. Οἱ ἀδελϕοί του, ὡστόσο, δὲν τὸν ἀγαποῦσαν ἰδιαίτερα. Παραπονοῦνταν στὴ μητέρα τους πὼς ἡ εὐγένεια τοῦ Σόουπι ἔκρυβε μιὰ ἰδιοτέλεια. Θεωροῦσαν πὼς ἡ ϕωνή του ἀκουγόταν ὑπερβολικὰ συχνὰ στὴν ᾽Επισκοπὴ τοῦ Πλάμστεντ καὶ προϕανῶς ϕοβοῦνταν πώς, καθὼς μεγάλωνε, θὰ εἶχε περισσότερη βαρύτητα στὸ σπίτι καὶ ἀπὸ τὸν ἕναν καὶ ἀπὸ τὸν ἄλλον. Γι᾿αὐτὸ ὑπῆρχε ἕνα εἶδος συμϕωνίας μεταξύ τους νὰ τὸν ταπεινώνουν. Αὐτό, ὡστόσο, δὲν ἦταν τόσο εὔκολο. ῾Ο Σάμιουελ, ἂν καὶ μικρός, ἦταν ξυράϕι. Δὲν μποροῦσε νὰ προσποιηθεῖ τὴν ἄκαμπτη εὐπρέπεια τοῦ Τσὰρλς Τζέιμς, οὔτε μποροῦσε νὰ παλέψει σὰν τὸν Χένρι. ῞Ομως ἦταν ἀπόλυτος δεξιοτέχνης τῶν δικῶν του ὅπλων καὶ κατάϕερνε νὰ κρατᾶ τὴ θέση του ἀπέναντι καὶ στοὺς δυό. ῾Ο Χένρι δήλωνε πὼς ἦταν ἕνα δόλιο, πανοῦργο πλάσμα. Καὶ ὁ Τσὰρλς Τζέιμς, ἂν καὶ πάντοτε ἀναϕερόταν σ ᾿αὐτὸν σὰν τὸν καλό του ἀδελϕὸ Σάμιουελ, δὲν ἀργοῦσε νὰ πεῖ κάτι ἐναντίον του ὅταν προσϕερόταν ἡ εὐκαιρία. Γιὰ νὰ λέμε τὴν ἀλήθεια, ὁ Σάμιουελ ἦταν κατεργάρης καὶ ἀκόμη κι ἐκεῖνοι ποὺ τὸν ἀγαποῦσαν περισσότερο δὲν μποροῦσαν παρὰ νὰ παραδεχτοῦν πὼς γιὰ κάποιον τόσο μικρὸ παραῆταν ἐπιτήδειος στὸ νὰ διαλέγει τὶς λέξεις του καὶ ἱκανὸς στὸ νὰ ἐλέγχει τὴ ϕωνή του.
Αναζητ�στε το εδ�
www.gutenbergbooks.gr /gutenbergbooks