Χάϊνριχ Μπελ, Το λυπητερό πρόσωπο

Page 1

ΤΟ ΛυΠηΤΕρΟ ΜΟυ ΠρΟσΩΠΟ

ΕΚΕΙ ΠΟυ σΤΕΚΟΜΟυν στὸ λιμάνι χαζεύοντας τοὺς γλάρους, τὸ λυπητερό μου πρόσωπο τράβηξε τὴν προσοχὴ ἑνὸς ἀστυνομικοῦ ποὺ περιπολοῦσε σ ᾽ἐκείνη τὴ γειτονιά. Εἶχα ἐντελῶς ἀπορροϕηθεῖ ἀπὸ τὸ πέταγμα αὐτῶν τῶν πουλιῶν ποὺ ἐκτινάσσονταν πρὸς τὰ πάνω κι ἔπειτα ἐϕορμοῦσαν πρὸς τὰ κάτω, ἀναζητώντας μάταια τίποτα νὰ ϕᾶνε. Τὸ λιμάνι εἶχε ἐρημώσει, καὶ πάνω στὴν κρούστα τοῦ πρασινωποῦ νεροῦ, ποὺ τὰ βρόμικα λάδια τὸ εἶχαν κάνει παχύρρευστο, ἐπέπλεαν κάθε λογῆς παραπεταμένες σαβοῦρες. Κανένα πλοῖο δὲν ϕαινόταν, οἱ γερανοὶ εἶχαν σκουριάσει καὶ οἱ ἀποθῆκες εἶχαν καταρρεύσει. Οὔτε κὰν ἀρουραῖοι δὲν ϕαινόταν νὰ κατοικοῦν στὰ μαῦρα χαλάσματα τῆς ἀποβάθρας· ὅλα ἦταν σιωπηλά. ᾽απὸ πολλὰ χρόνια κάθε σύνδεση μὲ τὸν ἔξω κόσμο εἶχε πιὰ διακοπεῖ. Εἶχα καρϕώσει τὸ βλέμμα μου σὲ κάποιο γλάρο, παρατηρώντας τὸ πέταγμά του. Φοβισμένος σὰν τὸ χελιδόνι ποὺ προαισθάνεται τὴ θύελλα, πετοῦσε τὶς περισσότερες ϕορὲς κοντὰ στὴν ἐπιϕάνεια τοῦ νεροῦ· μερικὲς μονάχα ϕορὲς ἀποτολμοῦσε νὰ ὁρμήσει πρὸς τὰ πάνω κρώζοντας γιὰ νὰ ἑνώσει τὸ πέταγμά του μ᾽ἐκεῖνο τῶν συντρόϕων του. ῍αν γινόταν νὰ ἐκϕράσω μιὰν ἐπιθυμία, θὰ ἦταν πάνω ἀπ ᾽ὅλα νὰ εἶχα ψωμὶ γιὰ νὰ ταΐσω τοὺς γλάρους· θὰ τὸ ἔκοβα σὲ κομμάτια ποὺ θὰ γίνονταν ἄσπρος


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.
Χάϊνριχ Μπελ, Το λυπητερό πρόσωπο by Gutenberg Books - Issuu