Παλατινή Ανθολογία - Των Εραστών τα Μάτια είναι Πάντα σα Βροχή...

Page 1



Τῶν ἐραστῶν τὰ μάτια εἶναι πάντα σὰ βροχή... ΠΑλΑΤινὴ ΑνθολογιΑ ΒιΒλιο ΠέμΠτο

᾽έπιγράμματα ἐρωτικά έἰσαγωγικὸ σημείωμα καὶ μετάϕραση

γιῶργος Κεντρωτής

GutenberG ᾽Α θήνα 2014


ΜΕΤΑϕρΑζΟΝΤΑΣ ΤΟ Ε ΄ ΒΙΒΛΙΟ ΤΗΣ ΠΑλΑΤινὴς ΑνθολοΓιΑς

ςτὴ μνήμη τοῦ ᾽Ανδρέα λεντάκη

ΓΙΑ ΤΗΝ Παλατινὴ

᾽ νθολογία ἄκουσα πρώτη ϕορὰ ἀπὸ τὸ Α στόμα τοῦ ἀείμνηστου ᾽Ανδρέα Λεντάκη: ἑνὸς ἀνθρώπου πού, ἐπεξεργαζόμενος τὴ γιγαντιαία καὶ ἀκράδαντη θεωρητικὴ παιδεία του περὶ τὸν ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κόσμο, μᾶς πρόσϕερε, μεταξὺ πολλῶν ἄλλων, ὑψηλῆς κλάσεως μεταϕράσματα τοῦ ποιητικοῦ ἐπιγραμματικοῦ λόγου, καθώς, βέβαια, καὶ τὸ μνημειῶδες ἔργο του γιὰ τὸν ἔρωτα στοὺς ἀρχαίους χρόνους.1 Παρακολουθώντας μὲ ϕανατικὴ προσήλωση τὰ σεμινάρια τοῦ Λεντάκη στὴ ϕιλοσοϕικὴ Σχολὴ τοῦ ᾽Αθήνησι –18 χρονῶ παιδὶ ἐγώ, ϕοιτητὴς τῆς Νομικῆς Σχολῆς, στὸ κτίριο τῆς ὁποίας, στὴν ὁδὸ Σόλωνος, ἐϕιλοξενεῖτο τότε καὶ ἡ ϕιλοσοϕική– μπορῶ νὰ πῶ ὅτι καλύτερο δάσκαλο νὰ μὲ μπάσει στὰ μυστικὰ τῆς ἀρχαίας ποίησης καὶ ποιητικῆς, ἀλλὰ καὶ νὰ μὲ διδάξει τὸ τί καὶ τὸ πῶς τοῦ –ὅπως λέγεται– ἐνδογλωσσικοῦ μεταϕραστικοῦ λόγου, δὲν θὰ μποροῦσα οὔτε νὰ βρῶ οὔτε νὰ ϕανταστῶ. Μὲ τὴν ὄχι (ἐν πάσῃ περιπτώσει) ἀμελητέας τάξεως κεκτημένη ἀρχαιομάθεια, ποὺ μοῦ εἶχε ἐγγυηθεῖ τὸ αὐστηρό 1. ᾽Ανδρέας Λεντάκης, ῾ο ἔρωτας στὴν Α ᾽ ρχαία ῾Ελλάδα, 4 τ., ᾽ Εκδόσεις Καστανιώτη, ᾽Αθήνα 1997-1999.

7


(ἐπαρχιακό) ἑξατάξιο γυμνάσιο τοῦ πρώτου ἡμίσεος τῆς δεκαετίας τοῦ ’70, καὶ μὲ θράσος νεήλυδος στὴν πόλη τῶν ποιητῶν ἄρχισα νὰ μεταϕράζω ἀργὰ-ἀργά, στίχο-στίχο καὶ ἐπίγραμμα-ἐπίγραμμα, τὸ Ε ΄ Βιβλίο τῆς Παλατινῆς ᾽Ανθολογίας, ὥσπου ἦρθε κάποια στιγμὴ ποὺ τὸ τελείωσα... ἀρχὲς τῆς δεκαετίας τοῦ ’80 θά ’τανε. Χωρὶς ἴχνος ὑπερβολῆς στὰ λόγια μου μπορῶ νὰ πῶ ὅτι ἐξέχασα (γιὰ τὴν ἀκρίβεια: θυμόμουν ὅτι κάπου πρέπει νὰ τά ’χα) τὰ μεταϕράσματά μου ἐκεῖνα· περίπου εἴκοσι τόσα χρόνια πάνω-κάτω πέρασαν, ὥσπου νὰ τὰ ἀναζητήσω, νὰ τὰ ξαναβρῶ καὶ νὰ τὰ ξαναπιάσω, καὶ τὴν ἀϕορμὴ μοῦ τὴν ἔδωσε ἕνα συνέδριο γιὰ τὸν ῎Ερωτα στὴν ᾽Αρχαία ῾Ελλάδα, ποὺ ὀργανώθηκε στὴ Σύμη ἀπὸ τὸ ῞ Ιδρυμα «᾽Ανδρέας Λεντάκης». Τὰ ξαναβρῆκα, τὰ ξανάπιασα, τὰ ξαναδούλεψα. Μὲ ἀϕοσίωση καὶ μὲ τὸν ἀναγκαῖο γιὰ τέτοια πράγματα ϕανατισμό. Καὶ πρὶν ἀπὸ πέντε χρόνια ἡ εὐχὴ καὶ συνάμα προτροπὴ τοῦ Νίκου Παπαδημητρίου, ἀδελϕικοῦ ϕίλου καὶ συναδέλϕου μου στὸ ᾽ Ιόνιο Πανεπιστήμιο καὶ σπουδαίου μουσικοῦ, νὰ παρουσιάσουμε μιὰν ἐπιλογὴ ἀπὸ αὐτὰ στοὺς ϕοιτητές μας στὸ κτίριο τῆς ᾽Αναγνωστικῆς ῾ Εταιρίας στὴν Κέρκυρα εὐοδώθηκε: στὸ πιάνο ὁ Νίκος Παπαδημητρίου, στὸ σαξόϕωνο ὁ Ναπολέων Σαβανὴς καὶ στὸ κοντραμπάσο ὁ Γιάννης Κουτάγιαρ μὲ συνόδεψαν στὶς ἀπαγγελίες τῶν μεταϕρασμάτων μου, τὰ ὁποῖα εἶχα ξαναδουλέψει.. Ναί – μὲ ἀϕοσίωση καὶ μὲ τὸν ἀναγκαῖο γιὰ τέτοια πράγματα ϕανατισμό. Καὶ κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ καλοκαιριοῦ πού μᾶς πέρασε τὰ ξαναδούλεψα (ὅπως ἤδη θὰ ἐμάντεψε ὁ καλὸς ἀναγνώστης) μὲ ἀϕοσίωση καὶ μὲ τὸν ἀναγκαῖο γιὰ τέτοια πράγματα ϕανατισμό. Κι ἔτσι τώρα πιὰ νομίζω ὅτι εἶναι ὥριμα πρὸς ἔκδοση, γι’ αὐτὸ καὶ παράγγειλα στὸν τυπογράϕο τὸ «τυπωθήτω». ᾽Απ’ ἀϕορμὴ αὐτή μου τὴ μεταϕραστικὴ δραστηριότητα καὶ τὴ σχετικῶς κτηθεῖσα ἐμπειρία σύρονται καὶ οἱ ἀκόλουθες ἀράδες, τὶς ὁποῖες ἡ καλοσύνη καὶ ἡ ἀνοχή σας, ἀγαπητοὶ ἀναγνῶστες, μοῦ ἐπιτρέπουν νὰ σᾶς τὶς ἐκθέτω. Πρὶν ἀπὸ ὅλα τὰ ἄλλα κρίνω ὅτι πρέπει νὰ πῶ πὼς μεταϕράσεις ποιημάτων ἀπὸ τὴν Παλατινὴ Α ᾽ νθολογία ἔχουμε 8


στὰ νέα ἑλληνικὰ πολλές, μερικὲς ἀπὸ αὐτές, μάλιστα, εἶναι πολὺ καλὲς ἕως καὶ ἀριστουργηματικές – ἀπὸ τὸν Σίμο Μενάρδο2 ἕως τὸν ᾽ Οδυσσέα ᾽ Ελύτη,3 ἀπὸ τὸν Παναγὴ Λεκατσᾶ4 ἕως τὸν Γιῶργο ᾽ Ιωάννου,5 ἀπὸ τὸν Κωνσταντίνο Τρυπάνη6 ἕως τὸν Νίκο Χ. Χουρμουζιάδη.7 ᾽Ανάμεσά τους8 πάνστιλπνες καὶ δροσερὲς ξεχωρίζουν οἱ μεταϕράσεις τοῦ ᾽Ανδρέα Λεντάκη, ποὺ ἔχουν –καὶ δικαίως– ἀγαπηθεῖ ἀπὸ τὸ ἀναγνωστικὸ κοινό, καθὼς ὁ μαῦρος στενόμακρος τόμος τῶν ἐκδόσεων Δωρικός, ὁ ϕέρων τίτλο 500 Ποιήματα ἀπὸ τὴν Παλατινὴ ᾽Ανθολογία, ἔχει γνωρίσει ἤδη τὴν ἕκτη του ἔκδοση – ἡ πρώτη ἔκδοση στὰ 1972. Στὴν Παλατινὴ Α ᾽ νθολογία τοῦ Λεντάκη μεταϕράζονται, ὅπως ἀναγράϕεται καὶ στὸν τίτλο τοῦ σχετικοῦ τόμου, 500 ποιήματα, ἀπὸ τὰ συνολικῶς 3.700 ποὺ ἀπαρτίζουν τὰ δεκαπέντε Βιβλία της, ὅπως τὰ συνέθεσε γύρω στὰ μισὰ τοῦ 9ου αἰώνα τὸ ϕίλεργο πνεῦμα τοῦ πρωτοπαπᾶ τῆς βυζαντινῆς Αὐλῆς κυρίου Κωνσταντίνου Κεϕαλᾶ (: τοῦ μακαρίου καὶ 2. ςτέϕανος, μετάϕραση Σίμος Μενάρδος, Δίϕρος, ᾽ Αθήνα 1971 ( ᾽Αθήνα 11923). 3. Κριναγόρας, μορϕὴ στὰ νέα ἑλληνικὰ ᾽ Οδυσσέας ᾽ Ελύτης, ὕψιλον / βιβλία, ᾽Αθήνα 1987. 4. ῾ Ο Παναγὴς Λεκατσᾶς δημοσίευσε ἑβδομηνταπέντε μεταϕράσματά του ἀπὸ τὴν Παλατινὴ Α ᾽ νθολογία στὴ νέα ῾Εστία μεταξὺ 1940 καὶ 1943. 5. Παλατινὴ ᾽Ανθολογία, ςτράτωνος Μοῦσα Παιδική, μετάϕραση Γιῶργος ᾽ Ιωάννου, δεκατρία σχέδια τοῦ Βασίλη Βασιλειάδη, Κέδρος, ᾽Αθήνα 11979, 21985. 6. Α ᾽ λεξανδρινὴ Ποίησις, ἐπιμέλεια Κωνσταντίνος Τρυπάνης, ᾽Αθήνα 1943. 7. Παλατινὴ Α ᾽ νθολογία, Ε ᾽ ρωτικὰ Ε ᾽ πιγράμματα, ἐπιλογή, εἰσαγωγή, μετάϕραση, σχόλια Νίκος Χ. Χουρμουζιάδης, στιγμή, ᾽Αθήνα 1999. 8. ᾽ Εντελῶς τυχαῖα καὶ ὅπως μοῦ ἔρχονται στὸν νοῦ γράϕω τὰ ὀνόματα γνωστῶν λογοτεχνῶν ποὺ ἔχουν καταπιαστεῖ μὲ μεταϕράσεις ποιημάτων τῆς Παλατινῆς Α ᾽ νθολογίας: ᾽ Ιωάννης Πολέμης, Γιῶργος Θέμελης, Γιῶργος Κοτζιούλας, Γιάννης Δάλλας, Τέλλος ῎ Αγρας, Κώστας Καιροϕύλλας, ᾽ Ηλίας Βουτιερίδης, Βασίλης Λαζανᾶς, Τάκης Μπαρλᾶς, ᾽ Ηλίας Κυζηράκος, Παντελὴς Μπουκάλας...

9


ἀειμνήστου καὶ τριποθήτου ἀνθρώπου, καταπῶς ἀναϕέρεται

κάπου ἀπὸ κάποιον γραϕέα) καὶ ὅπως τὰ ἔϕερε στὸ ϕῶς τὸ 1606 ὁ ϕιλέρευνος ζῆλος τοῦ γάλλου λογίου Σαλμασίου –Claude de Saumaise στὰ γαλλικά–, λόγιος ὁ ὁποῖος ἐντρυϕοῦσε στοὺς χαϊδελβεργιανοὺς κώδικες τῆς Παλατινῆς Βιβλιοθήκης. ᾽Αντιγράϕω τὶς πρῶτες ἀράδες ἀπὸ τὴν Εἰσαγωγὴ τοῦ Λεντάκη: ῾ Η Παλατινὴ ἢ ῾ Ελληνικὴ ᾽Ανθολογία εἶναι μιὰ ἀπ’ τὶς πολυτιμότερες πηγὲς γιὰ τὴ γνωριμιά μας ὄχι μόνο μὲ τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ ποίηση, ἀλλὰ καὶ μὲ τὴν Ποίηση γενικότερα. Τὸ πὶ κεϕαλαῖο. Δὲν μᾶς γνωρίζει μονάχα μὲ μιὰν ἐποχὴ 17 αἰώνων (τόσους καλύπτει ἀϕοῦ ἀρχίζει ἀπὸ τὸν 7ο π.Χ. αἰώνα καὶ ϕτάνει στὸ 950 μ.Χ.) ἀλλὰ καὶ μᾶς διδάσκει. Τὰ 3.700 ποιήματά της (σχεδὸν ὅλα ἐπιγράμματα, συνολικὰ γύρω στοὺς 23.000 στίχους) δὲν εἶναι μόνον ποίηση. Εἶναι καὶ ποιητική. Καὶ νομίζω πὼς τὸ ποιητικὸ εἶδος, πού ’ναι πιὸ κοντὰ πρὸς τὴν Ποίηση ἀπ’ ὁποιοδήποτε ἄλλο, εἶναι τὸ ἐπίγραμμα.9

῎ Οντας, ὅμως, κατὰ τὸν Λεντάκη, ἡ Παλατινὴ Α ᾽ νθολογία ἔμμετρο «δοκίμιο» ποίησης καὶ ποιητικῆς, στὴν οὐσία συνιστᾶ ν ο μο κ ά ν ο ν α τοῦ εἴδους «ἐπίγραμμα». Μᾶς διδάσκει τὰ πάντα γιὰ τὸ εἶδος αὐτὸ σὲ ὅλους του τοὺς ἀναβαθμούς: ἀπὸ τὸ εὐτελέστατο στιχάκι ἕως τὴν ἀριστουργηματικότατη ποιητικὴ σύνθεση. Τίποτα δὲν εἶναι περιττὸ ἐκεῖ, διότι ὅλα ὑπηρετοῦν τὴν ποίηση ξεκινώντας ἀπὸ τὴν ἁπλὴ λέξη καὶ ϕτάνοντας στὴ μεθόριο τοῦ ἐπέκεινα τοῦ ποιήματος: ξεκινοῦν, μὲ ἄλλα λόγια, ὅλα ἀπὸ τὴν ἁπλὴ λυρικὴ λέξη-ἐκϕώνημα καὶ ϕθάνουν ἕως τὸ κραταιὸ ποιητικὸ ρῆμα ποὺ συνθέτει ἐν ἑνὶ συμπεριϕορὲς καὶ νοοτροπίες. Δεινὸς ἐξιχνιαστὴς τῶν γραπτῶν μυστηρίων ὁ Λεντάκης ἀναγνωρίζει τὸν κατὰ βάση λ ε ξ ι θ η ρ ι κ ὸ χαρακτήρα τῶν ἐπιλογῶν τοῦ Κεϕαλᾶ, γι’ αὐτὸ καὶ γίνεται καὶ ὁ ἴδιος ἰδιαίτατα λεξιθηρικὸς στὴ μετάϕρασή του. Λάμπει καὶ ἀγλαΐ9. ᾽Ανδρέα Λεντάκη, 500 Ποιήματα ἀπὸ τὴν Παλατινὴ Α ᾽ νθολογία, Δωρικός, ᾽Αθήνα 61998, σ. 9.

10


ζει ἡ λ έ ξι ς του! Προεξαγγέλλω δὲ ἐδῶ ὅτι, ἐπηρεασμένος βαθύτατα ἀπὸ τὸν Λεντάκη, λεξιθηρικὸς προσπαθεῖ νὰ εἶναι καὶ ὁ μεταϕράζων στὰ μεταϕράσματά του, μὲ τὴ διαϕορὰ ὅτι ὁ Λεντάκης ὑπῆρξε λεξιθηρικὸς καὶ πυκνός, ἐνῶ ὁ ὑπογραϕόμενος λεξιθηρικὸς καὶ ἐπιμελῶς (καὶ ἐν γνώσει του) πιὸ ἀραιός... πιὸ ἀ ρ ύ ς. Γι’ αὐτὸ καὶ κάποιες ϕορὲς τὰ μεταϕράσματά του εἶναι ἐπιμελεῖς «ἀναγνώσεις», «ἐξηγήσεις», «ἀναπλάσεις», «ἀναγωγές», «μεταποιήσεις» κ.τ.ὅ. ποὺ συνιστοῦν μὲ τὸν ἕνα ἢ μὲ τὸν ἄλλο τρόπο «συγγνωστὲς παραβάσεις». Περισσότερα, ὅμως, γι’ αὐτὸ τὸ ζήτημα στὸ τέλος τοῦ σημειώματός μου. Γιὰ ἐδῶ ϕτάνουν τὰ προεκτεθέντα, μὲ τὴν ἀναγκαία συμπλήρωση ὅτι ὁ Λεντάκης ϕαίνεται πὼς εἶχε προσηλωμένο τὸν νοῦ του στὸ ὅτι τὰ ἐπιγράμματα, ποὺ βάλθηκε νὰ μεταϕράζει, ὑπῆρξαν ποιητικὸ εἶδος αὐτόνομο, βασιζόμενο στὴ βραχυλογία· γι’ αὐτὸ καὶ εἶναι λεξιθηρικὸς καὶ συνάμα par excellance βραχυλογικός – δὲν λησμονᾶ ποτὲ τὴν κουβέντα τοῦ Καλλίμαχου: ἐχθαίρω τὸ ποίημα τὸ κυκλικόν, ἤτοι: σιχαίνομαι τὰ μεγάλης ἐκτάσεως ποιήματα. Γιὰ τὴ δική μας λεξιθηρία καὶ γιὰ τὴν ἐκ μέρους μας μερικὴ παράβαση τοῦ βραχυλογικοῦ κανόνα θὰ μιλήσουμε, ὅπως εἴπαμε, παρακάτω, στὸ τέλος τῶν ἐξηγήσεών μας. ᾽Απὸ τὰ 500 ποιήματα, ποὺ μετέϕρασε ὁ Λεντάκης, τὰ 100 περίπου εἶναι ἐρωτικά, τὰ συντριπτικῶς περισσότερα ἐκ τῶν ὁποίων ἀνήκουν στὸ Ε ΄ Βιβλίο της, τό –κατὰ κοινὴ ὁμολογία– δημοϕιλέστερο ὅλων, καὶ καλύπτουν χρονικὴ ἔκταση περίπου ἑπτὰ αἰώνων: ἀπὸ τὸν Μελέαγρο τὸν Γαδαρηνό (100 π.Χ.) ἕως τὸν ᾽Αγαθία τὸν Σχολαστικό (536 μ.Χ.). Στὸ Ε ΄ Βιβλίο τῆς Παλατινῆς ᾽Ανθολογίας περιλαμβάνονται 310 ποιήματα, ποὺ ἀνήκουν σὲ 46 ἐπώνυμους ποιητές, ἀνάμεσά τους ὅμως εἶναι καὶ μερικὰ ἄδηλα ἢ ἀδέσποτα. Στὶς γραμμές, ποὺ ἕπονται, δὲν πρόκειται νὰ προβῶ σὲ κάποια τυπολογία τοῦ ῎ Ερωτα, ὅπως ἐμϕανίζεται στὸ Ε ΄ Βιβλίο τῆς Παλατινῆς ᾽Ανθολογίας – ὄχι. ᾽ Εξ ἄλλου ὑπάρχουν ἑκατοντάδες σὲ εἰδικὰ ἐγχειρίδια καὶ ἐγκυκλοπαίδειες· μία παραπάνω δὲν θὰ συντελοῦσε σὲ τίποτε ἄλλο, πλὴν στὴν 11


κατὰ μία αὔξηση τοῦ ἀριθμοῦ τῶν ἤδη ὑπαρχουσῶν. Σκόρπια καταγραϕὴ ἰδιοτήτων τοῦ ῎ Ερωτα κάνω, καὶ ἀμέσως μετὰ περνῶ στὰ μεταϕρασιολογικὰ καὶ μεταϕραστικὰ σχόλια. ῾ Ο –σύμϕωνα μὲ τὸν ῾ Ησίοδο– κάλλιστος μεταξὺ τῶν ἀθανάτων θεῶν, ὁ ῎ Ερως ὁ λυσιμελής, εἶναι πρωτίστως ὁ ϕιλοπαίγμων γιὸς τῆς ᾽Αϕροδίτης, ἕνας ὡραιότατος παῖς χρυσοφαής, πού, ὁπλισμένος μὲ τόξο καὶ βέλη, πετᾶ ὑπὲρ τὰ ἄνθη, ὑπὲρ γῆν καὶ ὑπὲρ πόντον, καὶ ἀλλοῦ εἶναι ὁ δεινότατος τῶν θεῶν ποὺ ἄλλοτε στάζει πόθο καὶ εἰσάγει γλυκιὰ χάρη στὶς ψυχὲς καὶ ἄλλοτε τυραννᾶ καὶ βασανίζει θνητοὺς καὶ ἀθανάτους. Δρᾶ ἐν παντὶ καιρῷ καὶ χρόνῳ, ἰδίως ὅμως τὴν ἄνοιξη, ὅταν ὀργᾶ ἡ ϕύση καὶ ξαναγεννιέται ἡ ζωή. ῎ Εχει συμπαραστάτες τὸν Πόθο, τὸν ῞ Ιμερο καὶ τὴν Πειθώ, συμπαίζει δὲ κατ’ ἔθος μὲ τὶς Μοῦσες καὶ μὲ τὶς Χάριτες. Καί, βεβαίως, εἶναι τὸ τσιράκι τῆς «ποικιλώνυμης» ᾽Αϕροδίτης: Παϕίας, Κυθερείας, ᾽Αναδυομένης κ.λπ. Τὰ ξόρκια στ’ ὄνομά του δίνουν καὶ παίρνουνε, ἡ χυδαία ὑλικότητα τῶν διαμεσολαβήσεών του μᾶς ἐκπλήσσει, ὁ πλοῦτος κοινοτοπιῶν ποὺ τὸν περικοσμεῖ –βέλη, πτήσεις, ὅρκοι αἰώνιας πίστης, ἀπιστίες, ζήλιες, διεκδικήσεις, ξεμωράματα κ.τ.ὅ.– δὲν μᾶς ἀϕήνει περιθώρια γιὰ τὶς γνωστὲς ἐξιδανικεύσεις του ποὺ μᾶς ἔχουν ’ρθεῖ ἀπὸ τοὺς μεσαιωνικοὺς πύργους καὶ τὶς καστροπολιτεῖες τῆς ῾ Εσπερίας καὶ μᾶς ἐντυπωσιάζουν ἀκόμα. Ὁ τυφλὸς καὶ ἀφρόντιστος παῖς –ἔτσι τὸν θέλει ὁ Θεόκριτος– ἔχει καὶ ἀϕηρημένη ὑπόσταση· τοῦτο ϕαίνεται στὴν ἀλληγορία γύρω ἀπὸ τὴ σχέση του μὲ τὴν ψυχή, τὴ γλυκιὰ ϕτερωτή (καὶ αὐτή) παρθένα, ἀπὸ τὴν ὁποία, ἐπειδὴ ἐναλλὰξ τὴ χαροποιεῖ καὶ τὴ βασανίζει, πάσχει κι ἐλόγου του ἐξ αὐτῆς τὰ ἀντίποινα. Γενικῶς, ὅμως –ἀκλόνητη καὶ ἀγύριστη ἑλληνικὴ παράδοση αὐτὸ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων–, ὁ ῎ Ερως βγαίνει πάντα νικητὴς στὶς μάχες καὶ στὸ δ ο κ ίμ ι ν τ ῆ ς ἀ γ ά π η ς. Καὶ μιὰ καὶ εἴπαμε δοκίμιν, μόνο στὸν ᾽Ερωτόκριτο, σημειωτέον, ἔρχεται ἡ πένα τοῦ Βιτσέντζου Κορνάρου καὶ εἰσάγει τὴ μορϕὴ τοῦ Κυπρίδημου, ὁ ὁποῖος ἔχει «στὴν περικεϕαλαία του ζωγραϕισμένο ἁμάξι καὶ σέρ12


νει τὸν ῎ Ερωτα δεμένο», καὶ τὴν ἀλαζονικὴ ἐπιγραϕὴ «πὼς τὸ κοπέλλι τὸ τυϕλὸ ποτὲ δὲν τὸν ἐνίκα». ᾽ Εμεῖς, ὅμως, δὲν θὰ παρασυρθοῦμε ἀπὸ τὴν ἀγάπη μας γιὰ τὸν ποιητὴ ποὺ ἐνεθράϕη στὴν ςτείαν, κι ἔτσι θ’ ἀϕήσουμε τὸν Κορνάρο καὶ θὰ γυρίσουμε ἀμέσως ξανὰ κάμποσους αἰῶνες πιὸ πίσω: στὴν Παλατινὴ Α ᾽ νθολογία, καὶ δὴ σὲ σχόλια μεταϕρασιολογικὰ καὶ μεταϕραστικά, ὅπως προείπαμε, σχετικὰ μὲ τὰ ἐπιγράμματά της. ᾽Απὸ τὸν Wilhelm von Humboldt στὸν Willard van Orman Quine καὶ ἀπὸ ἐκεῖνον πίσω στὸν Roman Jakobson ― μὲ τὴ μεγαλύτερη δυνατὴ βραχύτητα μάλιστα: ὁ διαχρονικῶς ἰσχύων κανόνας λέει ὅτι ἡ μετάϕραση (ὅπως ἀκριβῶς, ἄλλωστε, ἡ γλώσσα) δὲν εἶναι ἔργον (ergon), ἀλλὰ ἐνέργεια (energeia), ἡ ὁποία, ἀναπτυσσόμενη ὡς λόγος, ἐμποδίζεται στὸ πλῆρες ξεδίπλωμά της ἀπὸ τὴ λεγόμενη ἔνδον μορϕὴ τῆς κάθε ϕυσικῆς γλώσσας (innere Sprachform), γι’ αὐτὸ καὶ παραμένει ἐσαεὶ ἀπροσδιόριστη (indeterminate), μὴ μπορώντας νὰ ὑπερβεῖ τήν (ἀξιωματικῶς ἐκλαμβανόμενη) ἐγγενὴ ἀσυμμετρία τῶν ϕυσικῶν γλωσσῶν, πράγμα ποὺ σημαίνει ὅτι, γιὰ νὰ λειτουργήσει, ἀπαιτεῖται νὰ ἐπιστρατεύονται κατὰ περίπτωση ἰσοδυναμίες ἐν διαϕορᾷ (equivalencess in difference). Αὐτὸν τὸν διαχρονικῶς ἰσχύοντα κανόνα ὀϕείλουμε νὰ τὸν τηροῦμε εὐλαβῶς, ἂν θέλουμε νὰ ξεπερνᾶμε ἀβλαβῶς ὅλες τὶς περὶ μὴ μεταϕρασιμότητας ἔλλογες ἐνστάσεις ποὺ ἔχουν στὴ διαδρομὴ τῶν χρόνων καὶ τῶν αἰώνων ἐπανειλημμένως διατυπωθεῖ. ῾ Ο περὶ οὗ ὁ λόγος κανόνας ἰσχύει καὶ στὴ λεγόμενη ἐνδογλωσσικὴ μετάϕραση – ἰσχύει, ἄρα, καὶ ὅταν μεταϕράζουμε ἀπὸ παλαιότερη μορϕὴ τῶν ἑλληνικῶν στὰ νέα ἑλληνικά. Κατ’ ἀνάγκην θὰ κινηθοῦμε καὶ ἐδῶ στὰ κρίσιμα ἐπίπεδα τῆς λέξης καὶ τοῦ ὅλου κειμένου – συντακτικό, μορϕολογικό, πραγματολογικὸ καὶ σ η μ α σ ι ο λ ο γ ι κ ό. Προκειμένου νὰ ἀνασυστήσουμε στὰ νέα ἑλληνικὰ τὴν ἀρχαιοελληνικὴ ἐννοιοσυστασία τῆς πραγματικότητας, ὅπως εἶχε ἐμπεδωθεῖ σὲ κάποιο ἐπίγραμμα τῆς Παλατινῆς ᾽Ανθολογίας, ὀϕείλουμε νὰ μεταϕράσουμε κ α ὶ τ ὴ ν λ έ ξ ι ν κ α ὶ τ ὸ 13


π ρ ά γ μ α. Τὴν μὲν λέξιν τὴν ἐννοοῦμε ἐδῶ ὡς οὐσία καὶ πνεῦμα τῶν ἐπὶ μέρους λέξεων, ποὺ ἀπαρτίζουν τὸ κείμενο, τὸ δὲ πράγμα πρέπει νὰ τὸ προσεγγίσουμε ἀποκρυπτογραϕώντας τὸν σημασιακό του κώδικα μὲ γνώμονα τὸ τριττὸ ἐργαλεῖο «σημεῖο-σημασία-ἔννοια». ᾽Απὸ τὴ σώρευση σημασιῶν, ποὺ ὀϕείλεται πρωτίστως μὲν στὴν κρυπτικότητα τοῦ ποιήματος καὶ στὴ ϕιλοπαιγμοσύνη τοῦ ποιητῆ, ἀλλὰ καὶ ποὺ μερικὲς ϕορὲς προκαλεῖται ἀπὸ τὴ δράση τοῦ χρόνου πάνω στὶς ἐπὶ μέρους λέξεις, σὲ σημεῖο μάλιστα τέτοιο, ὥστε νὰ βρισκόμαστε μπροστὰ σὲ σώρευση γιγαντιαία, ὁ μεταϕραστὴς θὰ ξεδιαλέξει τὴν ἔννοια τὴν κρίσιμη στὴ γλώσσα ἀϕετηρίας· θὰ ἀποκωδικεύσει, δηλαδή, τὴν ἔννοια ἐκείνη, ποὺ βαραίνει στὸ ἀρχαῖο ποίημα, καὶ θὰ τὴν ἀνακωδικεύσει στὴ γλώσσα ἀϕίξεως, στὰ νέα ἑλληνικὰ δηλονότι. Πολλὲς ϕορὲς συμβαίνει νὰ συμπίπτουν οἱ ἔννοιες, ἀκόμα μάλιστα καὶ στὴν ἠχητικὴ ἐκδοχή τους. Πολλὲς ϕορές, πάλι, συμβαίνει –καὶ ἐδῶ τὰ πράγματα δυσκολεύουν ἀϕάνταστα– νὰ μὴν ὑπάρχει σύμπτωση μεταξὺ παλαιᾶς καὶ νέας ἐκδοχῆς σὲ κανένα ἀπολύτως ἐπίπεδο. ῾ Ο μεταϕραστής, ὡστόσο, ὀϕείλει νὰ ἀποκωδικεύσει σημασίες καὶ νὰ ἀνακωδικεύσει ἔννοιες, παναπεῖ ὀϕείλει νὰ μεταϕράσει. Διότι, ὡς γνωστόν, τὰ πάντα μεταϕράζονται – δηλαδὴ μεταϕράζον ται μὲ κά ποιον τρόπο. ᾽Ακόμα καὶ ἂν χρειαστεῖ (ὅπως ὄντως χρειάστηκε) νὰ ἐπιστρατευθεῖ ἀτόϕυο ἕνα σπασμένο στὰ δύο τετράστιχο τοῦ ᾽Ανδρέα Λασκαράτου ἢ κάποιο στιχάκι τοῦ Μάρκου Βαμβακάρη, προκειμένου νὰ ἀποδοθεῖ ἤ (καλύτερα) νὰ τονισθεῖ σωστὰ μία μόνο λέξη... Τὸ ἐπίγραμμα ὡς μετάϕρασμα πρέπει νὰ παραμείνει ἐπίγραμμα· πρέπει, ὅμως, νὰ παραμείνει ἐπίγραμμα σύμϕωνα μὲ τοὺς γραμματολογικοὺς ὅρους τῆς γλώσσας ἀϕίξεως. Οἱ ὅροι παραγωγῆς τοῦ ποιητικοῦ προϊόντος ἐπίγραμμα ἔχουν μεταβληθεῖ στὴ διαδρομὴ τῶν αἰώνων. Μόνο ἡ βραχυλογία ἐπιμένει νὰ ὑποτονίζει τὸ κατὰ κανόνα κρυπτικὰ ἢ ἐμπαικτικὰ μεταδιδόμενο μήνυμα... μόνο πού, νά!, ἀλλιῶς βραχυλογοῦσαν οἱ παλιοὶ καὶ ἀλλιῶς βραχυλογοῦν οἱ νεότεροι, πέ14


ραν τοῦ ὅτι, ἀσϕαλῶς, ἀλλιῶς ἔκρυπταν τὰ νοήματα καὶ κορόιδευαν οἱ παλιοὶ καὶ ἀλλιῶς τὸ κάνουν οἱ νεότεροι. ῞ Οταν πιάνουμε νὰ μεταϕράσουμε ἀρχαιοελληνικὰ ἐρωτικὰ ἐπιγράμματα στὴ νέα ἑλληνική, τὸ πρῶτο ποὺ διαπιστώνουμε εἶναι ὅτι ἔχουν ἐκλείψει πλέον –καὶ τὶς πιὸ πολλὲς ϕορὲς εἶναι ἀδύνατο νὰ ἀνακαλύψουμε ποῦ ἔχουν χαθεῖ– τὰ stricto sensu κοινωνικὰ αἴτια παραγωγῆς τοῦ κάθε συγκεκριμένου βραχυλογικοῦ ποιητικοῦ ἐπιτεύγματος. ῎ Αλλη νοοτροπία διοικεῖ πλέον τὰ πράγμα, ὅπερ σημαίνει ὅτι διευχεραίνεται ἔτσι ἡ ἀπιστία πρὸς τὸ πρωτότυπο· κι ἂν πάλι αὐτὸ τὸ τελευταῖο εἶναι μεταϕραστικῶς κακό, καὶ ἐπειδὴ ἀκριβῶς οὐδὲν κακὸν ἀμιγὲς καλοῦ, θὰ ποῦμε ὅτι ἔτσι, μέσῳ τῆς διευκολυμένης ἀπιστίας, ἀποϕεύγεται ὁ ἐκϕετιχισμὸς τοῦ ἀρχαιοελληνικοῦ ποιητικοῦ προϊόντος. ῾ Ο χρόνος, ποὺ ὡς Κρόνος τρώει τὰ παιδιά του καὶ τὰ ἔργα τῶν παιδιῶν του, διατάζει τὸν μεταϕραστὴ νὰ χρησιμοποιήσει νέα γλώσσα προσαρμοσμένη καὶ προσανατολισμένη στὰ παλιὰ δεδομένα καὶ δόγματα: νὰ προβεῖ, δηλαδή, στὴν ἐκπόνηση ἰσοδυναμιῶν ἐν διαϕορᾷ, ὅπου θὰ βρεθεῖ ὁπωσδήποτε χῶρος ἀκόμη καὶ γιὰ τὰ λείψανα ἀπὸ τ’ ἀποϕάγια τοῦ χρόνου. Die Bedeutung eines Wortes ist sein Gebrauch in der Sprache γράϕει ὁ Λουδοβίκος Βιτγκενστάιν στὴν 43η παράγραϕο τῶν Φιλοσοϕικῶν ᾽Ερευνῶν του: ἡ σημασία μιᾶς λέξης εἶναι ἡ χρήση της στὴ γλώσσα. ῾ Ως ἀξίωμα πρέπει νὰ

βλέπει ὁ μεταϕραστὴς τὴν πρόταση αὐτή, καὶ τὴν ἀλήθειά της νὰ τὴν ἐπικαλεῖται (ρητῶς, ὑπορρήτως ἢ καὶ σιωπηρῶς) παντοῦ. ᾽Αναγκαστικὰ ἐδῶ θὰ προβοῦμε σὲ περιπτωσιολογία – σὲ περιπτωσιολογία, μάλιστα, ἥκιστα ἐξαντλητική, γιὰ νὰ μὴν καταντήσει καὶ κουραστική. ῾ Η ἐνδεικτικότητά της μᾶς ἐπιτρέπει, ἐν τούτοις, τὴν ἀβίαστη συναγωγὴ καθόλου ἀμελητέων συμπερασμάτων, πού, mutatis mutandis, μποροῦν νὰ ἐκπτυχθοῦν εὐεργετικὰ σὲ εὐρύτερους τομεῖς τῆς μεταϕραστικῆς πράξης. Τὸ ἐπαναλαμβάνω μὲ ἄλλα λόγια... κάπως διαϕορετικά: δὲν μεταϕράζουμε λέξεις, μεταϕράζουμε κείμενα. ῾ Ο νοῦς μας, 15


ἑπομένως, πρέπει νὰ εἶναι καρϕωμένος στὸ εἶδος ἐπίγραμμα ὡς κείμενο, ὄχι στὶς ἐπὶ μέρους λέξεις του· ἡ μεταϕραστική μας δράση πρέπει νὰ οἰστρηλατεῖται ἐπέκεινα τῶν μεμονωμένων λέξεων· πρέπει νὰ «βλέπει» ὁλόκληρο τὸ κείμενο... τὸ ἕνα, ὄχι τὰ πολλά· γιὰ τὴν ἀκρίβεια: τὸ ἕνα ποὺ ἔχει συντεθεῖ ἀπὸ πολλά. Τὸ ἕνα, λοιπόν: τὸ κείμενο! Γιὰ τὴν ἐπανάρθρωση τοῦ ἀρχαιοελληνικοῦ κειμένου μὲ λόγο νεοελληνικὸ σὲ κείμενο ἐπιγράμματος, καὶ στὸ μέτρο ποὺ ἐπιθυμοῦμε νὰ περάσουμε ἀζημίως ἀπὸ τὴν λέξιν στὸ πράγμα καὶ ἀπὸ ἐκεῖ στὸ μετάϕρασμα-ποίημα, χρειάζεται ἀπαραιτήτως νὰ λεξιθηρίσουμε. Πρῶτα ἐντοπίζουμε τὸ ὄνομα μὲ ὅλους τοὺς νόμους καὶ τοὺς τρόπους τῆς ποιητικῆς ἐπιστήμης καὶ τέχνης· κατόπιν τὸ ἐπεξεργαζόμαστε καὶ πάλι μὲ ὅλους τοὺς νόμους καὶ τοὺς τρόπους τῆς ποιητικῆς ἐπιστήμης καὶ τέχνης· στὸ τέλος τὸ ἐντάσσουμε καὶ πάλι, βεβαίως, μὲ ὅλους τοὺς νόμους καὶ τοὺς τρόπους τῆς ποιητικῆς ἐπιστήμης καὶ τέχνης στὸ σῶμα τοῦ ὑπὸ διαμόρϕωση ποιήματος ― ἔτσι τὸ καθιστοῦμε μοναδιαῖο στοιχεῖο τοῦ συνθέματος, ἀπαραίτητο συστατικὸ τοῦ ποιήματος, χωρὶς τὸ ὁποῖο κείμενο δὲν ὑϕίσταται. ῍ Ας περάσουμε τώρα στὴν προεξαγγελθεῖσα περιπτωσιολογία – μὲ τὴν ἀναγκαία διευκρίνιση, πάντως, ὅτι οἱ διδόμενες ἀπαντήσεις στὰ ἀμέσως παρακάτω τιθέμενα χαρακτηριστικὰ ἐρωτήματα, παρ’ ὅλο ποὺ δὲν ἔχουν χαρακτήρα συνταγῶν, δὲν μποροῦν νὰ μὴ διεκδικήσουν ὑπέρ τους τὴν περιωπὴ κατευθυντηρίων ὁδηγιῶν, καθὼς μάλιστα προκύπτουν ἀπὸ τὴ δράση τοῦ μεταϕραστῆ μέσα στὸ ἐργαστήρι του. Καί, ἐν πάσῃ περιπτώσει, ἀϕοροῦν μόνον αὐτὸν καὶ ἰσχύουν μόνο στὴν περίπτωσή του. Τί κρατᾶμε ἀπὸ τὰ ἀρχαῖα ἑλληνικὰ στὰ νέα; Στὸ ἐπίπεδο τῆς λέξης ὄχι μόνο μποροῦμε, ἀλλὰ σχεδόν ἐπιβάλλεται νὰ κρατήσουμε ὁτιδήποτε ἀρχαιοελληνικὸ λέγεται ἢ καὶ κατανοεῖται ἀπρόσκοπτα ἀπὸ τὸ σημερινὸ μέσο νεοελληνόϕωνο κοινό. Καὶ τοῦτο δὲν γίνεται μόνο γιὰ νὰ διατηρήσουμε τὴν ἐπαϕή –τὴ δική μας καὶ τοῦ ἑλληνόϕωνου χρήστη– μὲ τὸ ἀρχαῖο κείμενο, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ θεσπίσουμε τὴν ἐκ νέου 16


νόμιμη χρήση παλαιῶν λεκτικῶν μονάδων σὲ κείμενα νεοελληνικά. ῾ Ο Ανδρέας Λεντάκης μᾶς διδάσκει ἐν προκειμένῳ ὅτι πρέπει νὰ λέμε καὶ στὰ νέα ἑλληνικά –σταχυολογῶ ἐντελῶς τυχαῖα καὶ ἐπὶ τροχάδην ἀπὸ τὶς μεταϕράσεις του– ϕιλάσωτος, ϕιλέραστος, ϕιλόκνιση, ϕαρετροϕόρος, χρυσοϕόρα σπατάλη, στεϕάνια εὐπέταλα, μυροτραϕής. Τὸ φῶς ἐπιχαιρέκακον, πάλι, τὸ κάνει χαιρέκακο ϕῶς, τὴν προστακτικὴ χαλαζοβόλει τὴ λέει χαλαζοβόλα, καὶ τὸ γύναι πάγκοινε τὸ θέλει πάγκοινο θηλυκό. ῞ Ομως πάει καὶ παραπέρα ἀπὸ αὐτὰ καὶ τὰ παρόμοια. ᾽Απὸ τὰ ἀρχαῖα ἑλληνικὰ κρατάει σχεδὸν ὅλο τὸ σημασιακὸ εὖρος τῶν λέξεων, συνάψεων καὶ προτάσεων καὶ τὸ ἐπαναδιατυπώνει στὰ νέα ἑλληνικὰ μὲ ἦθος ἀπροσμίκτως νεοελληνικό. Παραθέτω μικρὸ κατάλογο σχετικῶν παραδειγμάτων: δεύτερα πάντα ὡς διαβησομένη κακὸν κοίτης θηρίον ὠκὺς ἐπέστης ἔρως δεινός κακοζωία βινῶ ἥσυχος δολία σοβαρῶν ταρσῶν χαλεπαὶ πρήξιες

: : : : : : : : : : :

δεύτερο πράμα λὲς κι ἤθελε νὰ περάσει σκύλα ὁλόταχος ἔρως ϕοβερός χαμοζωή ἀπαυτώνω μὲ τὸ πάσο του ζαβολιάρα στιβαρῶν ταρσῶν κομπίνες

᾽Απὸ τὴν προσεκτικὴ ἀνάγνωση τῶν παραδειγμάτων αὐτῶν συνάγουμε ὅτι ὑπάρχουν πλεῖστοι ὅσοι τρόποι ἐπιλύσεως μεταϕραστικῶν προβλημάτων... ὅτι ὑπάρχουν ἀγκάθια ποὺ μποροῦμε νὰ τὰ πιάσουμε χωρὶς τὸν ϕόβο πὼς θὰ τρυπηθοῦμε! Γι’ αὐτὸ κι ἐμεῖς, μὲ τὴ σειρά μας, διδαχθέντες καταλλήλως, περάσαμε στὸ κείμενο τοῦ μεταϕράσματος τά –ἐνδεικτικῶς παρατιθέμενα– ἀκόλουθα:

17


Αναζητ'στε το εδ,

www.gutenbergbooks.gr /gutenbergbooks


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.