OCTAVIO PAZ
ΗΛΙΟΠΕΤΡΑ Π Α ΡΑ Ρ Τ Η μ Α
Κ ΩΣΤΑΣ (ΤΟ ΠΟΙΗμΑ γΙΑ ΤΟν Κ. ΠΑΠΑϊΩΑννΟυ)
Δίγλωσση ῎Εκδοση Εἰσαγωγή -μετάϕραση - ᾽Επίμετρο
Κώστας Κουτσουρέλης ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΚΔΟΣΗ
GUTENBERG
᾽Α θήνα 2015
ΗΛ ΙΟΠΕ Τ ΡΑ PIEDRA DE SOL
La treizième revient... c’est encore la première; et c’est toujours la seule – ou c’est le seul moment ; car es-tu reine, ô toi, la première ou dernière ? es-tu roi, toi le seul ou le dernier amant ? GÉRARD
DE
NERVAL, « Arthémis »
[Δέκατη τρίτη κι ἔρχεται ξανά... Κι αὐτή ’ναι ἡ πρώτη; Κι αὐτή ’ναι πάντα ἡ Μοναχή – ἢ μόνο μιὰ στιγμή; γιατ’ εἶσ’ ἐσὺ βασίλισσα! ἡ πρώτη; ἡ τελευταία; Τὸν Μόνο ἂς ποῦμε βασιλιὰ ἢ τὸν στερνὸ ἐραστή; ΖΕΡΑΡ ΝΤΕ ΝΕΡβΑΛ, « ῎ Αρτεμις»
(μτϕρ. ῞ Ομηρος Μπεκές)]
un sauce de cristal, un chopo de agua, un alto surtidor que el viento arquea, un ΅rbol bien plantado mas danzante, un caminar de r£o que se curva, avanza, retrocede, da un rodeo y llega siempre: un caminar tranquilo de estrella o primavera sin premura, agua que con los p΅rpados cerrados mana toda la noche profec£as, un΅nime presencia en oleaje, ola tras ola hasta cubrirlo todo, verde soberan£a sin ocaso como el deslumbramiento de las alas cuando se abren en mitad del cielo, un caminar entre las espesuras de los d£as futuros y el aciago fulgor de la desdicha como un ave petrificando el bosque con su canto
5
10
15
5
10
15
μιὰ ἰτιὰ κρυστάλλινη, μιὰ ὑδρόεσσα λεύκα, ἕνα ἀνεμοδαρμένο σιντριβάνι, ἕνα δέντρο βαθὺ ποὺ ὅμως χορεύει, τὸ πέρασμα ἑνὸς ποταμοῦ ποὺ ἑλίσσεται, μακραίνει, ἀναποδίζει, ἀλλάζει κοίτη καὶ πάντα ἐκβάλλει: μιὰ πορεία γαλήνια ἄστρου ἢ ἄνοιξης ποὺ δὲν ἐπείγει, νερὸ ποὺ μὲ τὰ βλέϕαρα κλεισμένα ὅλη τὴ νύχτα μαντικὸ ἀναβλύζει, μιὰ ὁμόϕωνη ροὴ κύμα τὸ κύμα ὥσπου νὰ κρύψει ἡ τρικυμία τὰ πάντα, μιὰ πράσινη ἐπικράτεια δίχως δύση ὅπως ἡ λάμψη ἡ ἄγρια τῶν ϕτερούγων σὰν ξεδιπλώνουν στ’ οὐρανοῦ τὴ μέση, μία πορεία ἀνάμεσα ἀπ’ τὶς λόχμες τῶν ἡμερῶν ποὺ θά ’ρθουν κι ἡ μοιραία λάμψη τῆς δυστυχίας σὰν τραγούδι ἑνὸς πουλιοῦ ποὺ ἀπολιθώνει δάση
30
PIEDRA DE SOL
y las felicidades inminentes entre las ramas que se desvanecen, horas de luz que pican ya los p΅jaros, presagios que se escapan de la mano, una presencia como un canto s€bito, como el viento cantando en el incendio, una mirada que sostiene en vilo al mundo con sus mares y sus montes, cuerpo de luz filtrado por un ΅gata, piernas de luz, vientre de luz, bah£as, roca solar, cuerpo color de nube, color de d£a r΅pido que salta, la hora centellea y tiene cuerpo, el mundo ya es visible por tu cuerpo, es transparente por tu transparencia, voy entre galer£as de sonidos, fluyo entre las presencias resonantes, voy por las transparencias como un ciego, un reflejo me borra, nazco en otro, oh bosque de pilares encantados, bajo los arcos de la luz penetro los corredores de un oto•o di΅fano, voy por tu cuerpo como por el mundo, tu vientre es una plaza soleada,
1 20
25
30
35
40
Η Λ ΙΟΠΕ Τ ΡΑ
1 20
25
30
35
40
31
καὶ κεῖνες οἱ εὐτυχίες ἀπ’ τὸ μέλλον μὲς στὰ κλαδιὰ ποὺ ξεθωριάζουν, ὧρες ϕωτὸς ποὺ ἤδη πουλιὰ ραμϕίζουν, οἰωνοὶ ποὺ δραπετεύουν ἀπ’ τὰ χέρια, μιὰ παρουσία σὰν ἔξαϕνο τραγούδι, σὰν ἄνεμος ποὺ τραγουδᾶ στὶς ϕλόγες, δυὸ μάτια ποὺ τὸν κόσμο μετεωρίζουν μ’ ὅλα τὰ πέλαγα καὶ τὰ βουνά του, σῶμα ἀπὸ ϕῶς ποὺ ϕίλτραρε ὁ ἀχάτης, μηροὶ ἀπὸ ϕῶς, κοιλιὰ ἀπὸ ϕῶς, οἱ κόλποι, οἱ βράχοι τοῦ ἥλιου, ἕνα κορμὶ στὸ χρῶμα τοῦ σύννεϕου, στὸ χρῶμα ἅλτριας μέρας, ἡ ὥρα σπινθηρίζει, παίρνει σῶμα, εἶναι ὁρατὸς στὸ σῶμα σου ἤδη ὁ κόσμος, διάϕανος μὲς στὴ διαϕάνειά σου, περνῶ μέσ’ ἀπ’ τὶς σήραγγες τῶν ἤχων, ρέω σὲ παρουσίες ποὺ ἀντηχοῦνε, σὰν τὸν τυϕλὸ διασχίζω τὶς διαϕάνειες, μιὰ ἀνταύγεια μὲ γεννᾶ, πεθαίνω σ’ ἄλλη, ὦ δάσος ἀπὸ κίονες μαγεμένους, κάτω ἀπ’ ἁψίδες ϕωτεινὲς προελαύνω σ’ ἑνὸς διαυγοῦς ϕθινόπωρου διαδρόμους, περνῶ ἀπ’ τὸ σῶμα σου σὰν ἀπ’ τὸν κόσμο, εἶναι ἡ κοιλιά σου ἡλιόλουστη πλατεία,
32
PIEDRA DE SOL
tus pechos dos iglesias donde oficia la sangre sus misterios paralelos, mis miradas te cubren como yedra, eres una ciudad que el mar asedia, una muralla que la luz divide en dos mitades de color durazno, un paraje de sal, rocas y p΅jaros bajo la ley del mediod£a absorto, vestida del color de mis deseos como mi pensamiento vas desnuda, voy por tus ojos como por el agua, los tigres beben sue•o de esos ojos, el colibr£ se quema en esas llamas, voy por tu frente como por la luna, como la nube por tu pensamiento, voy por tu vientre como por tus sue•os, tu falda de ma£z ondula y canta, tu falda de cristal, tu falda de agua, tus labios, tus cabellos, tus miradas, toda la noche llueves, todo el d£a abres mi pecho con tus dedos de agua, cierras mis ojos con tu boca de agua, sobre mis huesos llueves, en mi pecho hunde ra£ces de agua un ΅rbol l£quido,
45
50
55
60
65
☐
Η Λ ΙΟΠΕ Τ ΡΑ
45
50
55
60
65
33
τὰ στήθη σου ναοὶ ὅπου τελοῦνται τοῦ αἵματος τὰ παράλληλα μυστήρια, σὰν τὸν κισσὸ οἱ ματιές μου σὲ σκεπάζουν, εἶσαι μιὰ πόλη πελαγοζωσμένη, ἕνα ὀχυρὸ ποὺ ἔχει τὸ ϕῶς διχάσει σὲ δυὸ ροδακινόχροα κομμάτια, μιὰ γῆ ἀπ’ ἁλάτι, ἀπὸ πουλιὰ καὶ βράχους κάτω ἀπὸ τοῦ μεσημεριοῦ τὸν νόμο, ντυμένη μὲ τῶν πόθων μου τὸ χρῶμα ὅπως ἡ σκέψη μου γυμνὴ γυρίζεις, περνῶ ἀπ’ τὰ μάτια σου σὰν ἀπὸ κρήνη, μέσα τους πίνουν ὄνειρο οἱ τίγρεις, καίγεται τὸ κολύβρι στὴ ϕωτιά τους, περνῶ ἀπ’ τὴν ὄψη σου σὰν σὲ σελήνη, καθὼς τὸ σύννεϕο ἀπ’ τοὺς στοχασμούς σου, σὰν σ’ ὄνειρο περνῶ ἀπὸ τὴν κοιλιά σου, παϕλάζει ἡ ϕούστα σου ἡ καλαμποκένια, ϕούστα κρυστάλλινη, ὑδρόεσσα ϕούστα, τὰ χείλη, τὰ μαλλιά, τὰ βλέμματά σου, νύχτα καὶ μέρα βρέχεις, μοῦ ἀνοίγεις μὲ τοῦ νεροῦ τὰ δάχτυλα τὸ στῆθος, μὲ τοῦ νεροῦ τὸ στόμα μὲ τυϕλώνεις, βρέχεις στὰ κόκκαλά μου, στὸ κορμί μου εἰσδύει μὲ ρίζες τοῦ νεροῦ ἕνα δέντρο, ☐
34
PIEDRA DE SOL
voy por tu talle como por un r£o, voy por tu cuerpo como por un bosque, como por un sendero en la monta•a que en un abismo brusco se termina voy por tus pensamientos afilados y a la salida de tu blanca frente mi sombra despe•ada se destroza, recojo mis fragmentos uno a uno y prosigo sin cuerpo, busco a tientas, corredores sin fin de la memoria, puertas abiertas a un sal½n vac£o donde se pudren todos lo veranos, las joyas de la sed arden al fondo, rostro desvanecido al recordarlo, mano que se deshace si la toco, cabelleras de ara•as en tumulto sobre sonrisas de hace muchos a•os, a la salida de mi frente busco, busco sin encontrar, busco un instante, un rostro de rel΅mpago y tormenta corriendo entre los ΅rboles nocturnos, rostro de lluvia en un jard£n a obscuras, agua tenaz que fluye a mi costado,
1 70
75
80
85
☐
Η Λ ΙΟΠΕ Τ ΡΑ
1 70
75
80
85
35
περνῶ ἀπ’ τὴ μέση σου σὰν ἀπὸ ρέμα, περνῶ ἀπ’ τὸ σῶμα σου σὰν ἀπὸ δάσος, σὰν σὲ ψηλό, βουνίσιο μονοπάτι ποὺ ἐμπρὸς σὲ βάραθρο τραχὺ τελειώνει στοὺς αἰχμηρούς σου λογισμοὺς βαδίζω, καὶ στοῦ λευκοῦ μετώπου σου τὴν ἔξοδο ὁ ἴσκιος μου σωριάζεται, ρημάζει, μαζεύω τὰ κομμάτια μου ἕνα ἕνα καὶ προχωρῶ ἀσώματος καὶ ψάχνω, 75 ἀπέραντοι διάδρομοι τῆς μνήμης, πόρτες ὀρθάνοιχτες πρὸς μιὰ αἴθουσα ἄδεια ὅπου ὅλα σήπονται τὰ καλοκαίρια, κοσμήματα τῆς δίψας καῖν στὸ βάθος, ὄψη σβησμένη, μισοξεχασμένη, 80 χέρι ποὺ θὰ χαθεῖ στ’ ἀκράγγιγμά μου, ἱστοὶ ἀράχνης κατασκονισμένοι σ’ ἀλλοτινὰ χαμόγελα ἐπάνω, στὸ μέτωπό μου μιὰ ἔξοδο γυρεύω, ψάχνω γιὰ μιὰ στιγμή, μὰ δὲν τὴ βρίσκω, 85 γιὰ τῆς βροντῆς τὸ πρόσωπο, τῆς μπόρας μέσ’ ἀπ’ τὰ δέντρα τρέχοντας τῆς νύχτας, πρόσωπο τῆς βροχῆς σὲ κῆπο ζόϕου, ἐπίμονο νερὸ ποὺ πλάι μου ρέει, ☐
36
PIEDRA DE SOL
busco sin encontrar, escribo a solas, 90 1 90 no hay nadie, cae el d£a, cae el a•o, caigo en el instante, caigo a fondo, invisible camino sobre espejos que repiten mi imagen destrozada, 95 piso d£as, instantes caminados, 95 piso los pensamientos de mi sombra, piso mi sombra en busca de un instante, busco una fecha viva como un p΅jaro, busco el sol de las cinco de la tarde templado por los muros de tezontle: 100 la hora maduraba sus racimos y al abrirse sal£an las muchachas de su entra•a rosada y se esparc£an por los patios de piedra del colegio, alta como el oto•o caminaba 105 envuelta por la luz bajo la arcada y el espacio al ce•irla la vest£a de un piel m΅s dorada y transparente, tigre color de luz, pardo venado por los alrededores de la noche, 110 entrevista muchacha reclinada en los balcones verdes de la lluvia, adolescente rostro innumerable,
100
105
110
Η Λ ΙΟΠΕ Τ ΡΑ
1 90
95
100
105
110
ψάχνω δίχως νὰ βρίσκω, γράϕω μόνος, 90 γύρω κανείς, πέϕτει ἡ χρονιά, ἡ μέρα, πέϕτω μὲ τὴ στιγμή, πέϕτω στὰ βάθη, ἀθέατες ὁδοὶ μὲς στοὺς καθρέϕτες ποὺ τοῦ εἴδωλού μου δείχνουν τὰ κομμάτια, μέρες, στιγμὲς ποδοπατῶ ποὺ ϕύγαν, 95 τοῦ ἴσκιου μου ποδοπατῶ τὶς σκέψεις, αὐτὸν τὸν ἴσκιο, μιὰ στιγμὴ ζητώντας, μιὰ ζωντανὴ ἡμερομηνία γυρεύω, τὸν ἥλιο τοῦ ἀπογεύματος στὶς πέντε πάνω στὰ πορϕυρὰ τείχη τῆς λάβας: 100 μέστωνε ἡ ὥρα ἐκεῖ τὶς ἀρμαθιές της, στὸ σῆμα της σκορποῦσαν τὰ κορίτσια ἀπὸ τὰ ρόδινά της σπλάχνα, βγαῖναν στὶς πέτρινες αὐλὲς τοῦ κολλεγίου, ψηλὴ σὰν τὸ ϕθινόπωρο περνοῦσε 105 λουσμένη ϕῶς κάτω ἀπὸ τὴν ἁψίδα κι ὁλόγυρα τὴν ἔντυνε ὁ χῶρος μὲ διάϕανο, μαλαματένιο δέρμα, τίγρη ϕωτόχρωμη, σταχτὶ ἐλάϕι βαθιὰ μὲς στὰ περίχωρα τῆς νύχτας, 110 μισοϊδωμένο ἕνα κορίτσι γέρνει ἀπ’ τῆς βροχῆς τὰ πράσινα μπαλκόνια, πρόσωπο ἐϕηβικὸ ποὺ δὲν μετριέται,
37
38
PIEDRA DE SOL
he olvidado tu nombre, Melusina, Laura, Isabel, Perséfona, Mar£a, 115 tienes todos los rostros y ninguno, eres todas las horas y ninguna, te pareces al ΅rbol y a la nube, eres todos los p΅jaros y un astro, te pareces al filo de la espada 120 y a la copa de sangre del verdugo, yedra ue avanza, envuelve y desarraiga al alma y la divide de s£ misma, escritura de fuego sobre el jade, grieta en la roca, reina de serpientes, 125 columna de vapor, fuente en la pe•a, circo lunar, pe•asco de las ΅guilas, grano de an£s, espina diminuta y mortal que da penas inmortales, pastora de los valles submarinos 130 y guardiana del valle de los muertos, liana que cuelga del cantil del vértigo, enredadera, planta venenosa, flor de resurrecci½n, uva de vida, se•ora de la flauta y del rel΅mpago, 135 terraza del jazm£n, sal en la herida, ramo de rosas para el fusilado, nieve en agosto, luna del pat£bulo,
1 115
120
125
130
135
Η Λ ΙΟΠΕ Τ ΡΑ
1 115
120
125
130
135
39
ξέχασα τ’ ὄνομά σου, Μελουζίνα, Λάουρα, ᾽ Ισαβέλλα, Περσεϕόνη, 115 ἔχεις τὰ πρόσωπα ὅλα καὶ κανένα, εἶσαι οἱ ὧρες ὅλες καὶ καμία, μοιάζεις ἐσὺ μὲ σύννεϕο, μὲ δέντρο, εἶσαι ὅλα τὰ πουλιὰ μὰ κι ἕνα ἀστέρι, μοιάζεις ἐσὺ μὲ τοῦ σπαθιοῦ τὴν κόψη, 120 τὴν κούπα τὴν αἱμάτινη τοῦ δήμιου, κισσὸς ποὺ εἰσβάλλει, ζώνει, ξεριζώνει καὶ τὴν ψυχὴ χωρίζει ἀπ’ τὸν ἑαυτό της, γραϕὴ ϕωτιᾶς ἐπάνω στὸν νεϕρίτη, ἄνασσα τῶν ϕιδιῶν, σχισμὴ στὸν βράχο, 125 στήλη τοῦ ἀτμοῦ, πηγὴ μέσ’ ἀπ’ τὴν πέτρα, αὐλὴ τοῦ ϕεγγαριοῦ, ἀετοράχη, σπέρμα γλυκάνισου, θανάτου ἀγκάθι ἐλάχιστο ποὺ δίνει ἀθάνατα ἄλγη, ποιμένισσα κοιλάδων ὑποβρύχιων, 130 ἐπόπτρια μὲς στὴν κοιλάδα τοῦ ῞ Αδη, λιάνα πιασμένη ἀπ’ τοὺς γκρεμοὺς τοῦ ἰλίγγου, ϕυτὸ ποὺ ἀναρριχᾶται ὅλο ϕαρμάκι, λουλούδι ἀνάστασης, ζωῆς σταϕύλι, κυρὰ τῆς ἀστραπῆς καὶ τῆς ϕλογέρας, 135 βραγιὰ τῶν γιασεμιῶν, στὸ τραῦμα ἁλάτι, μπουκέτο ρόδα στὸν τουϕεκισμένο, σελήνη τῆς ἀγχόνης, χιόνι Αὐγούστου,
40
PIEDRA DE SOL
escritura del mar sobre el basalto, escritura del viento en el desierto, 140 testamento del sol, granada, espiga,
1 140
rostro de llamas, rostro devorado, adolescente rostro perseguido a•os fantasmas, d£as circulares que dan al mismo patio, al mismo muro, 145145 arde el instante y son un solo rostro los sucesivos rostros de la llama, todos los nombres son un solo nombre todos los rostros son un solo rostro, todos los siglos son un solo instante 150 150 y por todos los siglos de los siglos cierra el paso al futuro un par de ojos, no hay nada frente a m£, s½lo un instante rescatado esta noche, contra un sue•o de ayuntadas im΅genes so•ado, 155 duramente esculpido contra el sue•o, arrancado a la nada de esta noche, a pulso levantado letra a letra, mientras afuera el tiempo se desboca y golpea las puertas de mi alma 160 el mundo con su horario carnicero,
155
160
☐
Η Λ ΙΟΠΕ Τ ΡΑ
1 140
145
150
155
160
41
γραϕὴ θαλάσσης πάνω στὸν βασάλτη, πάνω στὴν ἔρημο ἡ γραϕὴ τοῦ ἀνέμου, 140 μιὰ διαθήκη τοῦ ἥλιου, ρόδι, στάχυ, ὄψη καμένη, καταϕαγωμένη, ὄψη ἐϕηβική, κατατρεγμένη, χρόνια ϕαντάσματα, κύκλιες ἡμέρες ποὺ σ’ ἴδια αὐλὴ ὁδηγοῦν, στὸν ἴδιο τοῖχο, 145 καίει ἡ στιγμή, κι εἶναι μιὰ ὄψη μόνο οἱ ὄψεις οἱ διαδοχικὲς τῆς ϕλόγας, ἕνα ὄνομα ὅλα τὰ ὀνόματα εἶναι, ὅλα τὰ πρόσωπα εἶναι ἕνα μόνο, μονάχα μιὰ στιγμὴ ὅλοι οἱ αἰῶνες, 150 καὶ πάντα στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων θὰ ϕράζουν τοῦ αὔριο τὴν ὁδὸ δυὸ μάτια, τίποτα ἐμπρός μου, μιὰ στιγμὴ μονάχα ἀνακτημένη ἀπόψε, ὀνειρεμένη πέρ’ ἀπ’ τοῦ ὀνείρου τὶς μικτὲς εἰκόνες, 155 στ’ ὄνειρο ἐπάνω βίαια λαξεμένη, ἀπ’ τὸ μηδὲν βγαλμένη αὐτῆς τῆς νύχτας, μὲ τὰ δικά μου χέρια ἀναστημένη γράμμα τὸ γράμμα, ἐνῶ ἔξω ἐπείγει ὁ χρόνος καὶ τῆς ψυχῆς μου κρούει σκαιὰ τὶς πόρτες 160 ὁ κόσμος μὲ ὡράριο σαρκοβόρο, ☐
42
PIEDRA DE SOL
s½lo un instante mientras las ciudades, los nombres, los sabores, lo vivido, se desmoronan en mi frente ciega, mientras la pesadumbre de la noche 165 mi pensamiento humilla y mi esqueleto, y mi sangre camina m΅s despacio y mis dientes se aflojan y mis ojos se nublan y los d£as y los a•os sus horrores vac£os acumulan, 170 mientras el tiempo cierra su abanico y no hay nada detr΅s de sus im΅genes el instante se abisma y sobrenada rodeado de muerte, amenazado por la noche y su l€gubre bostezo, 175 amenazado por la algarab£a de la muerte vivaz y enmascarada el instante se abisma y se penetra, como un pu•o se cierra, como un fruto que madura hacia dentro de s£ mismo 180 y a s£ mismo se bebe y se derrama el instante transl€cido se cierra y madura hacia dentro, echa ra£ces, crece dentro de m£, me ocupa todo, me expulsa su follaje delirante, 185 mis pensamientos s½lo son su p΅jaros,
1 165
170
175
180
185
Η Λ ΙΟΠΕ Τ ΡΑ
1 165
170
175
180
185
43
μονάχα μιὰ στιγμὴ καθὼς οἱ πόλεις, τὰ ὀνόματα, ὅσα ζήσαμε, οἱ αἰσθήσεις, στὸ μέτωπό μου τὸ τυϕλὸ ρημάζουν, καθὼς ὁ πόνος κι ὁ καημὸς τῆς νύχτας 165 τὸν νοῦ, τὸν σκελετό μου ταπεινώνει, καὶ τὸ αἷμα μου κυλᾶ πιὸ ἀργὰ στὶς ϕλέβες, τὰ δόντια χαλαρώνουν καὶ τὰ μάτια θαμπώνουνε, κι οἱ μέρες καὶ τὰ χρόνια στοιβάζουν τοὺς δικούς τους ἄδειους τρόμους, σὰν κλείνει τὴ βεντάλια του ὁ χρόνος καὶ πιὰ δὲν κρύβουν κάτι τὰ εἴδωλά του βυθίζεται ἡ στιγμή, ἀναδύεται πάλι τὸν θάνατο ζωσμένη, ἀπειλημένη ἀπὸ τὴ νύχτα κι ἀπ’ τὸ πένθιμό της 175 χασμουρητό, ἀπ’ τὸν σάλο τοῦ θανάτου τοῦ θαλεροῦ καὶ προσωπιδοϕόρου, βυθίζεται ἡ στιγμή, στὰ ἔνδον στρέϕει, ὅπως σϕίγγει γροθιά, ὅπως ϕροῦτο ποὺ ἀργὰ πρὸς τὸν πυρήνα του ὡριμάζει 180 καὶ πίνοντας τὸν ἑαυτό του ἁπλώνει κλείνει ἡ διάϕωτη στιγμή, ἀναστρέϕει κι ἀργὰ ὡριμάζει μέσα της, ριζώνει, ὅλον μὲ κατακτᾶ, ϕυτρώνει ἐντός μου, τ’ ἄϕρονο ϕύλλωμά της μ’ ἀπελαύνει, 185 οἱ σκέψεις μου εἶναι μόνο τὰ πουλιά της,
44
PIEDRA DE SOL
su mercurio circula por mis venas, ΅rbol mental, frutos sabor de tiempo, oh vida por vivir y ya vivida, tiempo que vuelve en una marejada 190 1 190 y se retira sin volver el rostro, lo que pas½ no fue pero est΅ siendo y silenciosamente desemboca en otro instante que se desvanece: frente a la tarde de salitre y piedra 195 armada de navajas invisibles una roja escritura indescifrable escribes en mi piel y esas heridas como un traje de llamas me recubren, ardo sin consumirme, busco el agua 200 y en tus ojos no hay agua, son de piedra, y tus pechos, tu vientre, tus caderas son de piedra, tu boca sabe a polvo, tu boca sabe a tiempo emponzo•ado, tu cuerpo sabe a pozo sin salida, 205 pasadizo de espejos que repiten los ojos del sediento, pasadizo que vuelve siempre al punto de partida, y t€ me llevas ciego de la mano por esas galer£as obstinadas 210
195
200
205
210
Η Λ ΙΟΠΕ Τ ΡΑ
45
στὶς ϕλέβες μου κυλᾶ ὁ ὑδράργυρός της, δέντρο τοῦ νοῦ, καρποὶ μὲ γεύση χρόνου,
1 190
195
200
205
210
ὦ ζωὴ ὅση ἔζησα κι ὅση θὰ ζήσω, χρόνος ποὺ μὲ μιὰν ἄμπωτη τραβιέται 190 καὶ νὰ κοιτάξει πίσω του δὲν στρέϕει, ὅλα ὅσα πέρασαν δὲν ἦταν, εἶναι ὑπαρκτά, καὶ σιωπηλὰ ἐκβάλλουν σὲ μιὰ στιγμὴ καινούργια ποὺ ἀχνοσβήνει: στὸ βράδυ ἐμπρός του νίτρου καὶ τῆς πέτρας μ’ ἀθέατα μαχαίρια ἁρματωμένη ἀνεξιχνίαστο ἐρυθρὸ μελάνι στὸ δέρμα μου κεντᾶς κι εἶν’ οἱ πληγές μου ϕόρεμα ποὺ μὲ ϕλόγες μὲ σκεπάζουν, ϕλέγομαι μὰ δὲν καίγομαι, ζητάω 200 νερὸ ἀπ’ τὰ μάτια σου ἀλλ’ αὐτά εἰναι πέτρα, τὰ στήθη, οἱ λαγόνες, ἡ κοιλιά σου ὅλα εἶναι πέτρα, γεύομαι τὴ σκόνη στὸ στόμα σου, τοῦ χρόνου τὸ ϕαρμάκι, τὸ σῶμα σου ἔχει γεύση ἀπὸ πηγάδι 205 ἀδιέξοδο, καθρέϕτης ποὺ ἀπαρνιέται τὰ μάτια ὅσων διψᾶνε, μονοπάτι ποὺ πάντα στὸ ξεκίνημα ἐπιστρέϕει, κι ἐσὺ τυϕλὸν μὲ παίρνεις ἀπ’ τὸ χέρι καὶ μ’ ὁδηγεῖς σ’ ἔμμονες γαλαρίες, 210
46
PIEDRA DE SOL
hacia el centro del c£rculo y te yergues como un fulgor que se congela en hacha, como luz que desuella, fascinante como el cadalso para el condenado, flexible como el l΅tigo y esbelta 215 como un arma gemela de la luna, y tus palabras afiladas cavan mi pecho y me despueblan y vac£an, uno a uno me arrancas los recuerdos, he olvidado mi nombre, mis amigos 220 gru•en entre los cerdos o se pudren comidos por el sol en un barranco, no hay nada en m£ sino una larga herida, una oquedad que ya nadie recorre, presente sin ventanas, pensamiento 225 que vuelve, se repite, se refleja y se pierde en su misma transparencia, conciencia traspasada por un ojo que se mira mirarse hasta anegarse de claridad: yo vi tu atroz escama, 230 Melusina, brillar verdosa al alba, dorm£as enroscada entre las s΅banas y al despertar gritaste como un p΅jaro y ca£ste sin fin, quebrada y blanca,
1
215
220
225
230
Η Λ ΙΟΠΕ Τ ΡΑ
1
215
220
225
230
ὣς τὰ μισὰ τοῦ κύκλου, ἐκεῖ πυργώνεις σὰν λάμψη ποὺ παγώνει στὸ τσεκούρι, σὰν ἕνα ϕῶς ποὺ γδέρνει, σὰν κρεμάλα ποὺ ὅλους τοὺς μελλοθάνατους γητεύει, γρήγορη, λυγερὴ σὰν τὸ μαστίγιο, 215 σὰν ὅπλο δίδυμο μὲ τὸ ϕεγγάρι, καὶ σκάβουνε τὰ κοϕτερά σου λόγια τὸ στῆθος μου, μ’ ἀδειάζουν, μ’ ἐρημώνουν, μοῦ κλέβεις μία μία κάθε μνήμη, ἔχω ξεχάσει τ’ ὄνομά μου, οἱ ϕίλοι 220 γρυλίζουν μὲς στοὺς χοίρους ἢ σαπίζουν στὶς τάϕρους ἀπ’ τὸν ἥλιο ϕαγωμένοι, μόνο πληγές, δὲν ἔχω μέσα μου ἄλλο, ἕνα κενὸ ποὺ δὲν διανύει κανένας, παρὸν δίχως παράθυρα, μιὰ σκέψη 225 ποὺ ἐμμένει, κατοπτρίζεται, ἀνακλᾶται καὶ χάνεται μὲς στὴ διαϕάνειά της, συνείδηση διάτρητη ἀπ’ τὸ μάτι ποὺ μόνο του κοιτιέται πρὶν βουλιάξει στὴ διαύγεια: τὶς ϕρικτὲς ϕολίδες σου εἶδα πρασινωπὲς ν’ αὐγάζουν, Μελουζίνα, κοιμόσουν τυλιγμένη τὰ σεντόνια καὶ κραύγαζες σὰν τὸ πουλὶ ξυπνώντας κι ἔπεϕτες δίχως τέλος, ἄσπρο θραῦσμα,
47
Αναζητ'στε το εδ,
www.gutenbergbooks.gr /gutenbergbooks