Fernando Pessoa - Τα Ποιήματα του Άλβαρο ντε Κάμπος

Page 1



Fernando Pessoa

Τὰ ποιήμὰΤὰ Τοῦ ὰλβὰρο νΤὲ Κὰμπος ᾽ὲπιλογὴ -ὲἰσαγωγὴ-μετάϕραση

Μαρία Παπαδήμα

GUTENBERG

᾽Α θήνα 2014



῎Εχω ἕνα γερὸ συνάχι, κι ὅλος ὁ κόσμος ξέρει πὼς τὰ γερὰ συνάχια μεταβάλλουν ὅλο τὸ σύστημα τοῦ σύμπαντος, μᾶς κάνουν νὰ τὰ βάζουμε μὲ τὴ ζωή, καὶ κάνουν νὰ ϕταρνίζεται ὣς καὶ τὴ μεταϕυσική. ῾Η μέρα μου πῆγε χαμένη σκουπίζοντας ἀδιάκοπα τὴ μύτη μου. Πονάει τὸ κεϕάλι μου ἀκαθόριστα. Θλιβερὴ κατάσταση γιὰ ἕναν ἐλάσσονα ποιητή! Σήμερα εἶμαι στ’ ἀλήθεια ἕνας ἐλάσσων ποιητής. ῞Ο,τι ἤμουν πρὶν ἦταν μιὰ ἐπιθυμία. Πάει πιά. ᾽Αντίο γιὰ πάντα, βασίλισσα τῶν ξωτικῶν! Οἱ ϕτεροῦγες σου ἦταν ἀπὸ ἥλιο κι ἐγὼ ἐδῶ σέρνομαι. Θὰ νιώσω καλὰ μονάχα ξαπλωμένος στὸ κρεβάτι. Ποτὲ δὲν ἔνιωσα καλὰ παρὰ μονάχα ξαπλωμένος στὸ σύμπαν. Excusez du peu... Τί γερὸ συνάχι σωματικό! Χρειάζομαι ἀλήθεια κι ἀσπιρίνη. 14-3-1931


308

ΤΑ ΠΟΙΗΜ ΑΤΑ ΤΟΥ Α Λ βΑρΟ ΝΤΕ Κ Α ΜΠΟΣ

Ναί, εἶμαι ἐγώ, ἐγὼ ἀκριβῶς, ὅπως προέκυψα, εἶδος δευτερεῦον ἢ περίσσευμα τοῦ ἑαυτοῦ μου, ἀκανόνιστα περίχωρα τῆς εἰλικρινοῦς μου συγκίνησης, εἶμαι ἐγὼ ἐδῶ μέσα μου, εἶμαι ἐγώ. ῞Ο,τι ὑπῆρξα, ὅ,τι δὲν ὑπῆρξα, εἶμαι ὅλα αὐτά. ῞Ο,τι θέλησα, ὅ,τι δὲν θέλησα, ὅλα αὐτὰ μὲ ἔπλασαν. ῞Ο,τι ἀγάπησα ἢ ἔπαψα νὰ ἀγαπῶ εἶναι ἡ ἴδια νοσταλγία μέσα μου. Καί, ταυτόχρονα, ἡ ἐντύπωση, λίγο ἀντιϕατικὴ σὰν ἕνα ὄνειρο πλασμένο ἀπὸ μεικτὲς πραγματικότητες ὅτι ἄϕησα τὸν ἑαυτό μου σ’ ἕναν πάγκο τοῦ τρένου, γιὰ νὰ μὲ βρεῖ στὴν τύχη κάποιος ποὺ θὰ πήγαινε νὰ καθίσει πάνω του. Καί, ταυτόχρονα, ἡ αἴσθηση, κάπως μακρινή, σὰν ἕνα ὄνειρο ποὺ ἐπιμένει στὸ μισοσκόταδο ὅταν ξυπνᾶς, ὅτι ὑπάρχει μέσα μου καλύτερος ἀπὸ μένα. Ναί, ταυτόχρονα, ἡ αἴσθηση, κάπως ὀδυνηρή, ὅπως ὅταν ξυπνᾶς χωρὶς ὄνειρα γιὰ μιὰ μέρα μὲ πολλοὺς πιστωτές,


Ο ΑΠΟΜΑ ΧΟΣ ΜΗΧ ΑΝΙΚΟΣ (1931-1935)

309

ὅτι ἀπέτυχα σὲ ὅλα ὅπως ὅταν σκοντάϕτεις στὸ χαλάκι, ὅτι τὰ μπουρδούκλωσα ὅλα ὅπως ὅταν ϕτιάχνεις τὴ βαλίτσα σου ξεχνώντας τὶς βοῦρτσες, ὅτι κάπου στὴ ζωὴ κάποιο πράγμα πῆρε τὴ θέση μου. Φτάνει! Εἶναι ἡ αἴσθηση κατὰ τὸ μᾶλλον ἢ ἧττον μεταϕυσική, σὰν τὸν ἥλιο ποὺ πέϕτει γιὰ τελευταία ϕορὰ στὸ παράθυρο τοῦ σπιτιοῦ ποὺ πρόκειται νὰ ἐγκαταλείψεις, ὅτι εἶναι καλύτερα νὰ θέλεις νὰ εἶσαι παιδὶ ἀπὸ τὸ νὰ θέλεις νὰ καταλάβεις τὸν κόσμο – ἡ αἴσθηση τοῦ ψωμιοῦ μὲ βούτυρο καὶ παιχνίδια μιᾶς μεγάλης ἡσυχίας χωρὶς τοὺς Κήπους τῶν ῾Εσπερίδων, μιᾶς θέλησης γιὰ τὴ ζωὴ ποὺ ἀκουμπάει τὸ κεϕάλι στὸ τζάμι τοῦ παραθύρου, καὶ βλέπει τὴ βροχὴ νὰ κροταλίζει ἔξω κι ὄχι τὰ πεθαμένα δάκρυα ποὺ τὰ καταπίνεις μὲ κόπο. Φτάνει, ναί, ϕτάνει! Εἶμαι ἐγὼ ὁ ἴδιος, ποὺ μὲ ἄλλαξαν, ὁ ἀπεσταλμένος χωρὶς ἐπιστολὴ καὶ διαπιστευτήρια, ὁ κλόουν ποὺ δὲν γελάει, ὁ παλιάτσος μὲ τὴ ϕαρδιὰ ϕορεσιὰ ἑνὸς ἄλλου


310

ΤΑ ΠΟΙΗΜ ΑΤΑ ΤΟΥ Α Λ βΑρΟ ΝΤΕ Κ Α ΜΠΟΣ

ποὺ χτυποῦν τὰ καμπανάκια στὸ κεϕάλι του σὰν μικρὰ κουδούνια μιᾶς σκλαβιᾶς ἐκεῖ πάνω. Εἶμαι ἐγὼ ὁ ἴδιος, τὸ στιχάκι τοῦ αἰνίγματος ποὺ κανεὶς ἀπ’ τὴ συντροϕιὰ δὲν μαντεύει στὸ ἐπαρχιακὸ σαλόνι. Εἶμαι ἐγώ ὁ ἴδιος, τί παρηγοριά!...


Ο ΑΠΟΜΑ ΧΟΣ ΜΗΧ ΑΝΙΚΟΣ (1931-1935)

311

Μὴ μιλᾶς δυνατά, γιατὶ αὐτὸ ἐδῶ εἶναι ζωὴ – ζωὴ καὶ ἡ συνείδησή της, γιατὶ ἡ νύχτα προχωράει, εἶμαι κουρασμένος, δὲν κοιμᾶμαι, κι ἂν βγῶ στὸ παράθυρο, βλέπω κάτω ἀπ’ τὰ βλέϕαρα τοῦ ζώου, τὰ πολλὰ μέρη τῶν ἄστρων… Κουράστηκα τὴ μέρα μὲ τὴν ἐλπίδα νὰ κοιμηθῶ τὴ νύχτα, εἶναι νύχτα σχεδὸν ἄλλη μέρα. Νυστάζω. Δὲν κοιμᾶμαι. Νιώθω ὅλη τὴν ἀνθρωπότητα μέσα ἀπ’ τὴν κούραση – μιὰ κούραση ποὺ κάνει σχεδὸν σάρκα τὰ ὀστά μου… Εἴμαστε ὅλοι ἐκεῖνο… Λικνιζόμαστε, μύγες, μὲ τὰ ϕτερὰ πιασμένα, στὸν κόσμο, ἱστὸ ἀράχνης πάνω ἀπ’ τὴν ἄβυσσο. 21-10-1931


312

ΤΑ ΠΟΙΗΜ ΑΤΑ ΤΟΥ Α Λ βΑρΟ ΝΤΕ Κ Α ΜΠΟΣ

ΣΗΜΕΙωΣΕΙΣ γΙΑ ΤΗΝ ΤΑβΙρΑ

῎Εϕτασα τελικὰ στὴν κωμόπολη τῶν παιδικῶν μου χρόνων. Κατέβηκα ἀπ’ τὸ τρένο, θυμήθηκα, κοίταξα, εἶδα, συνέκρινα. ( ῞Ολα αὐτὰ ὅσο διαρκεῖ ἕνα κουρασμένο βλέμμα.) ῞Ολα εἶναι παλιὰ ἐκεῖ ποὺ ἦταν καινούρια. Πρῶτα ἀπ’ ὅλα –ἄλλα μαγαζιά, κι ἄλλες χρωματιστὲς προσόψεις στὰ ἴδια κτίρια– ἕνα αὐτοκίνητο ποὺ ποτὲ δὲν εἶχα δεῖ (δὲν ὑπῆρχαν παλιά) σάπιζε κίτρινο σκοῦρο μπροστὰ σὲ μιὰ μισάνοιχτη πόρτα. ῞Ολα εἶναι παλιὰ ἐκεῖ ποὺ ἦταν καινούρια. Ναί, γιατὶ ὣς καὶ τὸ πιὸ καινούριο ἀπὸ μένα σημαίνει ὅτι τὰ ὑπόλοιπα εἶναι παλιά. Τὸ σπίτι ποὺ τό ’βαψαν ἐκ νέου εἶναι πιὸ παλιὸ γιατὶ τό ’βαψαν ἐκ νέου. Σταματῶ μπροστὰ στὸ τοπίο, κι αὐτὸ ποὺ βλέπω εἶμαι ἐγώ. ῎Αλλοτε ἐδῶ μὲ προεῖδα μεγαλειώδη στὰ σαράντα μου – κύριο τοῦ κόσμου – καὶ στὰ σαράντα ἕνα μου ποὺ κατεβαίνω ἀπ’ τὸ τρένο [ἀρχιτεμπέλης;]


Ο ΑΠΟΜΑ ΧΟΣ ΜΗΧ ΑΝΙΚΟΣ (1931-1935)

313

τί κατέκτησα; Τίποτα. Τίποτα, δὲν κατέκτησα τίποτα στ’ ἀλήθεια. Κουβαλάω τὴν πλήξη μου καὶ τὴ χρεοκοπία μου σωματικὰ καθὼς ἡ βαλίτσα μὲ βαραίνει περισσότερο... Ξαϕνικὰ προχωρῶ σίγουρος, ἀποϕασιστικά. Πέρασε ὅλος ὁ δισταγμός μου αὐτὴ ἡ κωμόπολη τῶν παιδικῶν μου χρόνων εἶναι τελικὰ μιὰ ξένη πόλη. (Νιώθω καλά, ὅπως πάντα, μπροστὰ στὸ ξένο, σ’ αὐτὸ ποὺ δὲν μοῦ εἶναι τίποτα) εἶμαι ξένος, tourist, περαστικός. Εἶναι σαϕές: αὐτὸ εἶμαι. ῝ως καὶ μέσα μου, Θεέ μου, ὣς καὶ μέσα μου. 8-12-1931


314

ΤΑ ΠΟΙΗΜ ΑΤΑ ΤΟΥ Α Λ βΑρΟ ΝΤΕ Κ Α ΜΠΟΣ

Θέλω νὰ τελειώσω ἀνάμεσα στὰ τριαντάϕυλλα, γιατὶ τ’ ἀγάπησα παιδί. Τὰ χρυσάνθεμα πού ’ρθαν μετὰ τὰ μάδησαν ἐν ψυχρῶ. Μιλᾶτε λίγο, σιγά. Νὰ μὴν ἀκούω, κυρίως μὲ τὴ σκέψη. Τί θέλησα; ῎Εχω τὰ χέρια ἀδειανά, γαντζωμένα μὲ παράπονο στὴ μακρινὴ κουβέρτα. Τί σκέϕτηκα; ῎Εχω τὸ στόμα ξερό, ἀϕηρημένο. Τί ἔζησα; ῏Ηταν τόσο ὡραῖα νὰ κοιμᾶμαι! [8-12-1931]


Ο ΑΠΟΜΑ ΧΟΣ ΜΗΧ ΑΝΙΚΟΣ (1931-1935)

315

῎Οχι, δὲν εἶναι κούραση... εἶναι μιὰ ποσότητα ψευδαίσθησης ποὺ διεισδύει μέσα μου μὲ τὸν τρόπο τοῦ σκέπτεσθαι, εἶναι μιὰ Κυριακὴ στοὺς ἀντίποδες τοῦ συναισθήματος, μιὰ σχόλη στὴν ἄβυσσο... ῎Οχι, κούραση δὲν εἶναι... Εἶμαι ἐγὼ ποὺ ὑπάρχω κι ὁ κόσμος τὸ ἴδιο, μὲ ὅλα ὅσα περιλαμβάνει, μὲ ὅλα ὅσα ξεχειλίζουν καὶ τελικὰ εἶναι τὸ ἴδιο διαϕορετικὸ πράγμα σὲ ὅμοια ἀντίγραϕα. ῎Οχι. Κούραση γιατί; Εἶναι μιὰ ἀϕηρημένη αἴσθηση τῆς συγκεκριμένης ζωῆς – κάτι σὰν κραυγὴ ποὺ βγάζουμε, κάτι σὰν ἀγωνία ποὺ ὑποϕέρουμε, ἢ ποὺ ὑποϕέρουμε ἐντελῶς, ἢ ποὺ ὑποϕέρουμε σάν... Ναί, ἢ ποὺ ὑποϕέρουμε σάν...


316

ΤΑ ΠΟΙΗΜ ΑΤΑ ΤΟΥ Α Λ βΑρΟ ΝΤΕ Κ Α ΜΠΟΣ

Ναὶ ἀκριβῶς, σάν... Σὰν τί;... ῍Αν ἤξερα, δὲν θά ’χα μέσα μου αὐτὴ τὴν ψεύτικη κούραση. ( ῎Αι, τυϕλοὶ ποὺ τραγουδᾶτε στὸ δρόμο, τί ὡραῖο ὀργανάκι ἡ κιθάρα τοῦ ἑνός, κι ἡ βιόλα τοῦ ἄλλου, καὶ ἡ ϕωνὴ τῆς γυναίκας!) γιατὶ ἀκούω, βλέπω. ῾Ομολογῶ: εἶναι κούραση!...


Αναζητ'στε το εδ,

www.gutenbergbooks.gr /gutenbergbooks


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.