Fernando Pessoa
Γράμμάτά στὴν Οϕέλιά έἰσαγωγὴ-μετάϕραση-᾽έπίμετρο-σχόλια
Μαρία Παπαδήμα
GUTENBERG
᾽Α θήνα 2014
194
Ε ΠΙ Σ Τ ΟΛ Ε Σ
[ϕ → Ο] Μικρή μου ᾽Οϕελίνια, Δὲν ξέρω ἂν μὲ ἀγαπᾶτε, ἀλλὰ σᾶς γράϕω γι’ αὐτὸν ἀκριβῶς τὸν λόγο. Καθὼς μοῦ εἴπατε ὅτι θὰ ἀποϕεύγατε νὰ μὲ δεῖτε αὔριο μέχρι τὶς 5½ στὴ στάση τοῦ τρὰμ ποὺ δὲν εἶναι ἀπὸ ἐκεῖ, θὰ εἶμαι ἀκριβῶς ἐκεῖ. ᾽Εξάλλου, καθότι συμβαίνει ὁ κύριος μηχανικὸς νὰ πρέπει νὰ μὲ συνοδεύσει αὔριο γιὰ ἕνα μεγάλο μέρος τῆς μέρας, δὲν ξέρω ἂν θὰ εἶναι δυνατὸν νὰ ἀποϕύγω τὴν παρουσία –εὐχάριστη ἄλλωστε– αὐτοῦ τοῦ κυρίου κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ ταξιδιοῦ πρὸς κάποια παράθυρα ποὺ δὲν θυμᾶμαι τὸ χρῶμα τους. ᾽Επιπλέον ὁ παλιόϕιλός μου αὐτός, μὲ τὸν ὁποῖο μίλησα μόλις, ἔχει κάτι νὰ σᾶς πεῖ. ᾽Αρνεῖται νὰ μοῦ δώσει τὴν παραμικρὴ ἐξήγηση περὶ τίνος πρόκειται, ἀλλὰ ἐλπίζω καὶ πιστεύω ὅτι μπροστά σας θὰ ἔχει τὴν εὐκαιρία νὰ μοῦ πεῖ ἢ νὰ σᾶς πεῖ ἢ νὰ μᾶς πεῖ περὶ τίνος πρόκειται. Μέχρι τότε παραμένω σιωπηλός, εὐγενικὸς καὶ ἐν ἀναμονῆ. Θὰ τὰ ποῦμε αὔριο, γλυκό μου στοματάκι, 26-9-1929
ϕερνάντο
Δ Ε Υ ΤΕΡΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ 1929-1935
195
[ϕ → Ο] Μικρή μου ᾽Οϕελίνια, ᾽Επειδὴ δὲν θέλω νὰ πεῖτε ὅτι δὲν σᾶς ἔγραψα, ἀκριβῶς ἐπειδὴ δὲν σᾶς ἔγραψα, σᾶς γράϕω. Δὲν θὰ εἶναι μόνο μιὰ γραμμή, ὅπως σᾶς ὑποσχέθηκα, ἀλλὰ οὔτε καὶ πολλές. Εἶμαι ἄρρωστος, κυρίως ἐξαιτίας μιᾶς σειρᾶς ἀπὸ ἀνησυχίες καὶ στενοχώριες ποὺ εἶχα χθές. ῍Αν δὲν θέλετε νὰ πιστέψετε ὅτι εἶμαι ἄρρωστος, προϕανῶς δὲν θὰ τὸ πιστέψετε. ᾽Αλλὰ σᾶς παρακαλῶ μὴ μοῦ πεῖτε ὅτι δὲν τὸ πιστεύετε. Μοῦ ϕτάνει ποὺ εἶμαι ἄρρωστος, δὲν εἶναι ἀπαραίτητο ἐπιπλέον νὰ ἀμϕιβάλλετε ἢ νὰ ζητᾶτε λογαριασμὸ γιὰ τὴν ὑγεία μου σὰν νὰ ἐξαρτιόταν ἀπὸ τὴ θέλησή μου, ἢ σὰν νὰ ἤμουν ὑποχρεωμένος νὰ δώσω λογαριασμὸ σὲ κάποιον γιὰ κάτι. Αὐτὸ ποὺ σᾶς εἶπα ὅτι θὰ πάω στὸ Κασκάις (Κασκάις σημαίνει ἕνα ὁποιοδήποτε μέρος ἔξω ἀπὸ τὴ Λισαβόνα, ἀλλὰ κοντά, μπορεῖ νὰ εἶναι ἡ Σίντρα ἢ τὸ Κασίας) εἶναι ἀπολύτως ἀλήθεια: τουλάχιστον ἀλήθεια ὡς πρὸς τὴν πρόθεση. ῎Εχω ϕτάσει στὴν ἡλικία ὅπου ἔχει κανεὶς τὸν πλήρη ἔλεγχο ὅλων τῶν ἱκανοτήτων του καὶ ὅπου ἡ εὐϕυΐα εἶναι στὸ ἀπόγειο τῆς ἰσχύος καὶ τῆς ἐπιδεξιότητάς της. Εἶναι ἡ εὐκαιρία νὰ πραγματοποιήσω τὸ λογοτεχνικό
196
Ε ΠΙ Σ Τ ΟΛ Ε Σ
μου ἔργο, ὁλοκληρώνοντας ὁρισμένα πράγματα, συγκεντρώνοντας κάποια ἄλλα, γράϕοντας αὐτὰ ποὺ εἶναι γιὰ νὰ γραϕτοῦν. Γιὰ νὰ ὑλοποιήσω αὐτὸ τὸ ἔργο, ἔχω ἀνάγκη ἀπὸ ἠρεμία καὶ κάποια ἀπομόνωση. Δυστυχῶς δὲν μπορῶ νὰ ἐγκαταλείψω τὰ γραϕεῖα ὅπου ἐργάζομαι (δὲν μπορῶ, εἶναι προϕανές, γιατὶ δὲν ἔχω εἰσοδήματα), ἀλλὰ μπορῶ, περιορίζοντας τὶς ὑπηρεσίες ποὺ προσϕέρω στὰ γραϕεῖα αὐτὰ σὲ δυὸ μόνο ἡμέρες τὴ βδομάδα (Τετάρτες καὶ Σάββατα), νὰ ἔχω δικές μου, γιὰ μένα, τὶς ὑπόλοιπες πέντε ἡμέρες. ᾽Εδῶ ὑπεισέρχεται ἡ περίϕημη ἱστορία τοῦ Κασκάις. ῞Ολη μου ἡ μελλοντικὴ ζωὴ ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὸ κατὰ πόσο μπορῶ ἢ ὄχι νὰ τὸ κάνω αὐτὸ καὶ μάλιστα σύντομα. Κατὰ τὰ ἄλλα, ἡ ζωή μου περιστρέϕεται γύρω ἀπὸ τὸ λογοτεχνικό μου ἔργο – εἴτε εἶναι εἴτε πρόκειται νὰ εἶναι καλὸ ἢ κακό. ῞Ολα τὰ ἄλλα εἶναι γιὰ μένα ἥσσονος ἐνδιαϕέροντος: ὑπάρχουν βεβαίως πράγματα ποὺ θὰ μοῦ ἄρεσε νὰ ἔχω, ἄλλα ποὺ ποσῶς μὲ ἐνδιαϕέρει ἂν θὰ ἔρθουν ἢ ὄχι. Πρέπει ὅλοι ὅσοι ἔχουν κάποια σχέση μαζί μου νὰ εἶναι πεπεισμένοι ὅτι εἶμαι ἔτσι καὶ ὅτι τὸ νὰ ἀπαιτοῦν ἀπὸ μένα τὰ συναισθήματα, κατὰ τὰ ἄλλα ἐντελῶς ἀξιοπρεπῆ, ἑνὸς κοινοῦ καὶ συνηθισμένου ἀνθρώπου, εἶναι σὰν νὰ ἀπαιτοῦν νὰ ἔχω γαλάζια μάτια καὶ ξανθὰ μαλλιά. Καὶ τὸ νὰ μοῦ συμπεριϕέρονται σὰν νὰ ἤμουν κάποιος ἄλλος δὲν εἶναι ὁ καλύτερος τρόπος
Δ Ε Υ ΤΕΡΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ 1929-1935
197
γιὰ νὰ διατηρήσουν τὴν ἀγάπη μου. Εἶναι προτιμότερο νὰ συμπεριϕέρονται ἔτσι σὲ κάποιον ποὺ εἶναι ἔτσι, καὶ στὴν περίπτωση αὐτὴ θὰ πρέπει «νὰ ἀπευθυνθοῦν σὲ κάποιον ἄλλο» ἢ κάπως ἔτσι. ᾽Αγαπῶ πολὺ –στ’ ἀλήθεια πολὺ– τὴ μικρή μου ᾽Οϕελίνια. ᾽Εκτιμῶ πολὺ –πάρα πολὺ– τὴν προσωπικότητά της καὶ τὸν χαρακτήρα της. ῍Αν κάποτε παντρευόμουν, θὰ παντρευόμουν μόνο μαζί της. ᾽Απομένει νὰ δοῦμε ἂν ὁ γάμος, ἡ ἑστία (ἢ ὅπως ἀλλιῶς τὸ λένε) εἶναι πράγματα ποὺ συμβιβάζονται μὲ τὴ ζωή μου τῆς σκέψης. ᾽Αμϕιβάλλω. Πρὸς τὸ παρόν, καὶ σύντομα μάλιστα, θέλω νὰ ὀργανώσω αὐτὴ τὴ ζωὴ τῆς σκέψης καὶ τῆς ἐργασίας μου. ῍Αν δὲν τὰ καταϕέρω νὰ τὴν ὀργανώσω, εἶναι προϕανὲς ὅτι οὔτε κὰν θὰ σκεϕτῶ νὰ σκεϕτῶ νὰ παντρευτῶ. ῍Αν τὴν ὀργανώσω μὲ τέτοιον τρόπο ὥστε ὁ γάμος νὰ μοῦ εἶναι ἐμπόδιο, εἶναι σαϕὲς ὅτι δὲν θὰ παντρευτῶ. ᾽Αλλὰ εἶναι πιθανὸν νὰ μὴν εἶναι ἔτσι. Τὸ μέλλον –πολὺ σύντομα– θὰ τὸ πεῖ. Νά τί ἤθελα νὰ σᾶς πῶ καὶ τυχαίνει νὰ εἶναι ἡ ἀλήθεια. ᾽Αντίο, ᾽Οϕελίνια. Νὰ κοιμάστε, νὰ τρῶτε καὶ νὰ μὴ χάνετε βάρος. 29-9-1929
Κυριακὴ
῾Ο ἀϕοσιωμένος σας ϕερνάντο
198
Ε ΠΙ Σ Τ ΟΛ Ε Σ
[ϕ → Ο] Καλημέρα, Μωρό. Μὲ ἀγαπᾶτε ἀκριβῶς; Δὲν ἔρχομαι ἀπὸ τοῦ ᾽Αμπέλ, ἀλλὰ θὰ ἔπρεπε νὰ εἶχα ἔρθει ἀπὸ ἐκεῖ, καὶ ὅπως καὶ νά ’χει, τὸ Μωρὸ ἔχει τὴν ἴδια ἐπιρροὴ μὲ τὸν ᾽Αμπέλ. ῎Εχει ἐπιρροὴ ἐξ ἀποστάσεως, ἀλλὰ στὴν ἀγκαλιὰ (κατάσταση πολὺ ϕυσικὴ γιὰ τὰ μωρὰ) ἔχει ἀκόμη περισσότερη. Καὶ ὁ ᾽Αμπὲλ ἔχει ἕνα ρακὶ γλυκό, ἀλλὰ τὸ στόμα τοῦ Μωροῦ εἶναι γλυκὸ καὶ ἴσως καὶ λίγο ϕλογερό, ἀλλὰ εἶναι καλὰ ἔτσι. Μὲ ἀγαπᾶτε; Γιατί; Ναί; Εἶμαι τρελὸς καὶ δὲν μπορῶ νὰ γράψω ἕνα γράμμα: ξέρω νὰ γράϕω μόνο ἀνοησίες. ῍Αν μπορούσατε νὰ μοῦ δώσετε ἕνα ϕιλί, θὰ μοῦ τὸ δίνατε; Λοιπὸν γιατί δὲν μοῦ τὸ δίνετε; Κακιά. ῾Η ἀλήθεια εἶναι ὅτι ἡ σημερινὴ μέρα πέρασε μὲ τέτοιον τρόπο ποὺ δὲν ἔχω σχεδὸν τὸν χρόνο νὰ σᾶς γράψω κάτι αὐτὸν τὸν λίγο χρόνο. Σϕήκα. Πρέπει νὰ ϕύγω τρέχοντας γιὰ τὸ σπίτι ὥστε νὰ δειπνήσω γύρω στὶς ὀκτὼ κι ὕστερα νὰ πάω στὸ σπίτι ἐκείνου τοῦ ϕίλου μου ὅπου συνηθίζω νὰ δειπνῶ τὰ Σάββατα. Σήμερα θὰ περάσω λίγο ἀπὸ ἐκεῖ τὸ βράδυ, μετὰ τὸ δεῖπνο. ῎Αγριο θηρίο.
Δ Ε Υ ΤΕΡΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ 1929-1935
199
῾Ορίστε, τελείωσα. Θὰ μοῦ δώσετε τὸ στοματάκι σας νὰ τὸ ϕάω; 2-10-1929
῎Ιβις ( ῎Ονομα ἑνὸς πτηνοῦ τῆς Αἰγύπτου, ποὺ εἶναι ἀκριβῶς αὐτὸ)
200
Ε ΠΙ Σ Τ ΟΛ Ε Σ
[ϕ → Ο, 9 ᾽Οκτωβρίου 1929] Τρομερὸ Μωρό, Μ’ ἀρέσουν τὰ γράμματά σας ποὺ εἶναι τρυϕερά, καὶ μ’ ἀρέσετε κι ἐσεῖς ποὺ εἶστε τρυϕερή. Καὶ εἶναι ζαχαρωτό, καὶ εἶναι σϕήκα, καὶ εἶναι μέλι, ἀπὸ τὶς μέλισσες καὶ ὄχι ἀπὸ τὶς σϕῆκες, καὶ ὅλα εἶναι καλά, καὶ τὸ Μωρὸ πρέπει νὰ μοῦ γράϕει πάντα, ἀκόμη κι ὅταν ἐγὼ δὲν γράϕω, ποὺ εἶναι πάντα, καὶ εἶμαι λυπημένος, καὶ εἶμαι τρελός, καὶ κανεὶς δὲν μὲ ἀγαπάει, καὶ ἄλλωστε γιατὶ θὰ μὲ ἀγαποῦσε κανείς, ἔτσι ἔχουν τὰ πράγματα, καὶ ὅλα ξαναρχίζουν ἀπ’ τὴν ἀρχή, καὶ μοῦ ϕαίνεται πὼς θὰ σᾶς τηλεϕωνήσω σήμερα ἀκόμη, καὶ θὰ ἤθελα νὰ σᾶς δώσω ἕνα ϕιλὶ στὸ στόμα, μὲ ἀκρίβεια καὶ λαιμαργία, καὶ νὰ σᾶς ϕάω τὸ στόμα καὶ νὰ ϕάω τὰ ϕιλάκια ποὺ εἶναι ἐκεῖ κρυμμένα καὶ νὰ ἀκουμπήσω στὸν ὦμο σας καὶ νὰ γλιστρήσω πρὸς τὰ τρυϕερὰ περιστεράκια, καὶ νὰ τοὺς ζητήσω συγγνώμη, καὶ ἡ συγγνώμη νὰ εἶναι προσποιητή, καὶ νὰ ξαναρχίσω πολλὲς ϕορές, καὶ τέλος, καὶ πάλι ἀπὸ τὴν ἀρχή, γιατὶ ἡ ᾽Οϕελίνια ἀγαπάει ἕναν κακοποιὸ κι ἕνα γουρούνι κι ἕναν ἄξεστο κι ἕναν τύπο μὲ ρουθούνια σὰν τὸν μετρητὴ τοῦ γκαζιοῦ καὶ μὲ τὴ γενικὴ ἔκϕραση κάποιου ποὺ δὲν εἶναι ἐδῶ ἀλλὰ στὸν νιπτήρα
Δ Ε Υ ΤΕΡΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ 1929-1935
201
τοῦ διπλανοῦ σπιτιοῦ καί, ἀκριβῶς, καὶ τέλος, καὶ θὰ τελειώσω ἐδῶ γιατὶ εἶμαι τρελός, καὶ ἤμουν ἀνέκαθεν, καὶ εἶναι ἐκ γενετῆς, ὅπως ὅταν λέμε ἀπὸ τότε ποὺ γεννήθηκα, καὶ θὰ μοῦ ἄρεσε ἡ Μπέμπα νὰ εἶναι ἡ κούκλα μου, καὶ θὰ ϕερόμουν ὅπως τὰ παιδιά, θὰ τὴν ξέντυνα, καὶ τὸ χαρτὶ τελειώνει ἀκριβῶς στὸ σημεῖο αὐτὸ καὶ μοιάζει ἀδύνατον νὰ ἔχει γράψει αὐτὰ τὰ πράγματα κάποιο ἀνθρώπινο ὄν, ἀλλᾶ τὰ ἔγραψα ἐγὼ ὁ ϕερνάντο
202
Ε ΠΙ Σ Τ ΟΛ Ε Σ
[ϕ → Ο] Μωρό μου ἄγριο θηρίο, Σᾶς ζητῶ συγγνώμη ποὺ σᾶς πειράζω. Τὸ ἐλατήριο τοῦ παλιοῦ αὐτοκινήτου ποὺ κουβαλάω στὸ κεϕάλι μου ἔσπασε καὶ τὸ λογικό μου ποὺ ἤδη δὲν ὑπῆρχε κάνει τρ-τρ-τρ-τρ... ᾽Αμέσως μόλις σᾶς τηλεϕώνησα, κάθομαι καὶ σᾶς γράϕω, καὶ θὰ σᾶς τηλεϕωνήσω ἀσϕαλῶς πάλι, ἂν δὲν σᾶς πειράζει στὰ νεῦρα, καὶ ἀσϕαλῶς δὲν θὰ εἶναι μιὰ ὁποιαδήποτε ὥρα, ἀλλὰ ἡ ὥρα ποὺ θὰ σᾶς τηλεϕωνήσω. Μὲ ἀγαπᾶτε γιατὶ εἶμαι ἐγὼ ἢ γιατί δὲν εἶμαι; ῍Η δὲν μὲ ἀγαπᾶτε οὔτε γιατὶ εἶμαι ἐγὼ οὔτε γιατὶ δὲν εἶμαι; ῍Η γιὰ τί ἄλλο; ῞Ολες αὐτὲς οἱ ϕράσεις καὶ οἱ τρόποι τοῦ νὰ μὴ λὲς τίποτα εἶναι ἐνδείξεις ὅτι ὁ πρώην ῎Ιβις, ὁ μακαρίτης ῎Ιβις, ὁ ῎Ιβις ποὺ δὲν ἔχει σωτηρία καὶ ποὺ κανεὶς δὲν τὸν θέλει, ἑτοιμάζεται νὰ πάει στὸ Τελιὰλ ἢ τὸ Ριλιαϕόλες,6 καὶ γιὰ τὴ λαμπρὴ ἀπουσία του διοργανώνεται μιὰ μεγάλη ἐκδήλωση.
6. Ψυχιατρεῖα στὰ περίχωρα τῆς Λισαβόνας.
Αναζητ'στε το εδ,
www.gutenbergbooks.gr /gutenbergbooks