EdGAR ALLAN PoE
ΠΟΙΗΜ ΑΤΑ ΤΑ ΝΕΑΝΙΚΑ Προλογικὸ σημείωμα - Μετάϕραση
Γιῶργος Βαρθαλίτης ᾽Επιμέλεια
Δημήτρης ᾽Αρμάος Εἰκονογράϕηση
W. Heath Robinson
GUTENBERG
᾽Α θήνα 2015
ΠΕ ρΙ Ε χΟΜ Ε ΝΑ
Προλογικὸ Σημείωμα στὰ Νεανικὰ Ποιήματα τοῦ Πόε . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
11
[Πρόλογος στὴν ῎Εκδοση τοῦ 1831]. . . . . . . . . . .
17
Πρόλογος . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 39 Σονέτο – Στὴν ᾽Επιστήμη . . . . . . . . . . . . . . . . . . 43 ᾽Αλ ᾽Ααραάϕ . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 45 Στὸν Ποταμὸ —— . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 77 Ταμερλάνος . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 79 Στὴν —— [1] . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 93 ῎Ονειρο. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 95 Εἰδύλλιο . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 97 Μαγικὴ χώρα [1] . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 99 ῾Η Λίμνη – Στὴν —— . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 103 Τραγούδι . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 105 Στὴ Μ. Λ. Σ—— . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 107 [ 9 ]
10
ΠΕ Ρ Ι Ε χΟΜ Ε ΝΑ
Τὰ Πνεύματα τῶν Πεθαμένων . . . . . . . . . . . . . . Στὴν ῾ Ελένη [1] . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . ῞ Εσπερος . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . [῾ Η Πιὸ ῎ Ολβια Μέρα] . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Μίμηση. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . ῎ Ονειρα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . [Στὴ Νιότη μου γνώρισα Κάποιον] . . . . . . . . . . . [Μονάχος] . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
109 111 113 115 117 119 121 123
᾽Επίμετρο . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Παιάν . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Στὴν ᾽ Ισιδώρα . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . Μετάϕραση: ῞ Υμνος στὸν ᾽Αριστογείτονα καὶ τὸν ῾ Αρμόδιο . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . .
125 129 133 137
Μερικὲς Πληροϕορίες. . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 139 ῎ Εντγκαρ ῎Αλαν Πόε: Συνοπτικὸ χρονολόγιο Βίου καὶ ῎ Εργου . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . . 151
ΠΡ ΟΛΟΓΟΣ (“ Preface”, 1829 ~ “Introduction”, 1831· βλ. καὶ “Romance”, 1843)
ΤΟ ΕΙΔΥΛΛΙΟ, ποὺ ὅλο νύστα τραγουδᾶ μὲ διπλωμένα τὰ ϕτερά, μέσα στὰ ϕύλλα ποὺ θροΐζουν πάνω ἀπὸ λίμνην ἡσκιερή, ἤτανε παπαγάλος πλουμιστὸς γιὰ μέ –κοινότατο πουλί– ποὺ μοῦ ᾽ μαθε τ ᾽ ἀλϕάβητό μου, τὶς πρῶτες λέξεις μου νὰ πῶ, σὰν τριγυρνοῦσα στ ᾽ ἄγρια δάση, παιδί – μὲ βλέμμα γνωστικό. ᾽ Αλλὰ οἱ χρονιὲς ποὺ ἀκολουθῆσαν ἄγριες πολὺ γιὰ μουσικές, ἐτοῦτες οἱ χρονιὲς κυλῆσαν σὰν καταιγίδες τροπικές, πού, ὅταν οἱ λάμψεις ξεψυχοῦσαν στοὺς ταραγμένους οὐρανούς, ϕαινόνταν μὲς στοὺς κεραυνοὺς παντοῦ σκοτάδια ἐκεῖ ψηλά – μὰ τὰ σκοτάδια ϕῶς σκορποῦσαν στῆς ἀστραπῆς τ ᾽ ἄσπρα ϕτερά. [ 39 ]
40
EdGAR ALLAN PoE, ΠΟΙΗΜΑΤΑ. ΤΑ ΝΕΑΝΙΚΑ
Μιᾶς κι ἤμουνα νωθρὸ παιδὶ ποὺ διάβαζε ᾽Ανακρέοντα, ἔπινε κρασί, ἔβρισκα στοῦ ᾽Ανακρέοντα τοὺς στίχους συχνὰ γεμάτους πάθος ἤχους – καὶ τοῦ μυαλοῦ μου ἡ ἀλχημεία ἔκανε τὴ χαρά του δυστυχία – τὴν ἀϕελότητά του ἐπιθυμία ἄγρια – τὸ πνεῦμα του στοργὴ πιστή – καὶ ϕλόγα τὸ κρασί – κι ἔτσι ἐρωτεύθηκα, ὁ τρελός, βαθιὰ μὲ τὴ μελαγχολία, κι ὅλη τὴ γήινη ἠρεμία τὴν πέταξα μακριὰ στ ᾽ ἀστεῖα – κι ἔτσι μονάχα ἐκεῖ ἀγαποῦσα ποὺ ὁ θάνατος κι ἡ ὀμορϕιὰ ἀνάσαιναν κι οἱ δύο κοντά – ἢ ὅταν νὰ περπατοῦν θωροῦσα ὁ Ὑμέναιος, ὁ χρόνος καὶ τὰ Πεπρωμένα ἀνάμεσα σ ᾽ ἐκείνη καὶ σ ᾽ ἐμένα. Μετὰ τοῦ κόνδορα τὰ χρόνια τοὺς οὐρανοὺς ἀναταράζαν, καθὼς πετοῦσαν καὶ βροντοῦσαν, ποὺ ἔγνοιες νωθρὲς δὲν μὲ δελεάζαν, μέσα σὲ τέτοια ταραχή. Μὰ ὅταν ὥρα πιὸ γαληνὴ
EdGAR ALLAN PoE, ΠΟΙΗΜΑΤΑ. ΤΑ ΝΕΑΝΙΚΑ
μὲ χάιδευε μὲ τὰ ϕτερά της πὼς θά ᾽ ταν, ἔνιωθα, ἁμαρτία τὸν χρόνο αὐτὸν νὰ τὸν περάσω μὲ τὸ τραγούδι καὶ τὴ λύρα, ἐκτὸς κι ἂν κάποια μελωδία χυνόταν στὴν καρδιὰ πλημμύρα. Μὰ ἔχει ἡ ψυχή μου τ ώ ρ α εὐρυχωρία· ϕύγαν ἡ δόξα κι ἡ μελαγχολία – τὸ μαῦρο γίνηκε τεϕρὸ καὶ σβήνουν οἱ ϕωτιὲς ἐδῶ. Τὸ πάθος ρούϕηξα καὶ τώρα ἦρθε νὰ ξαποστάσω ἡ ὥρα· μετὰ τῆς μέθης τὴ μανία βαριὰ μὲ πλάκωσεν ἡ ἀνία – μόνο ἕνας πόθος μοῦ ᾽ χει μείνει: νὰ ὀνειρευτῶ τὴ ζωὴ νὰ σβήνει. Μὰ τὰ ὄνειρα ὅσων εἶναι σὰν κι ἐμένα πεθαίνουν καταδικασμένα· καὶ θά ᾽ θελα νὰ σπάσω μόνο μὲ τὴ στριγγὴ αὐτὴ μελωδία τοῦ χρόνου τὴ μονοτονία, ὅσο δὲν σκιάζουνε τὰ γερατειά μου τὴ θλίψη καὶ τὴν ἀϕελὴ χαρά μου –
41
42
EdGAR ALLAN PoE, ΠΟΙΗΜΑΤΑ. ΤΑ ΝΕΑΝΙΚΑ
μιᾶς καὶ τῶν γερατειῶν δαιμόνια δὲν σκιάζουν τὰ δικά μου χρόνια–, κι ὅπως τὰ γερατειὰ θὰ προσπερνοῦσαν τ ᾽ ὀνειρικό μου τὸ βιβλίο θὰ ἀγνοοῦσαν.
ΣΟΝΕΤΟ – ΣΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΗ (“ Sonnet [– To Science]”, 1829)
ΤΟΥ ΓΕΡΟΝΤΑ, ᾽ Επιστήμη, γνήσια κόρη! τὸ κοϕτερό σου βλέμμα ὅλα τ ᾽ ἀλλάζει. Γιατί τὸ στέρνο τοῦ ποιητῆ σπαράζεις, ὄρνιο, πεζὰ ὄντα ποὺ εἶναι τὰ ϕτερά σου; Δὲν σ ᾽ ἀγαπῶ. Μηδὲ σοϕὴ σὲ κρίνω. ῞ Οταν περιπλανιέμαι, δὲ μ᾽ ἀϕήνεις τοὺς θησαυροὺς τῶν οὐρανῶν νὰ ψάξω, μ᾽ ὅλο ποὺ ἀτρόμητα ϕτερὰ μ᾽ ὑψώνουν. ᾽Απ ᾽ τ ᾽ ἅρμα της δὲν γκρέμισες τὴ Φοίβη; Δὲν ἔδιωξες τὶς Δρυάδες ἀπ ᾽ τὰ δάση γιὰ νὰ ϕωλιάσουν σ ᾽ ἄστρα πιὸ μακάρια; Δὲν διώχνεις τὴ Ναϊάδα ἀπ ᾽ τὸ ποτάμι, τὸ ξωτικὸ ἀπ ᾽ τὴ χλόη κι ἀπὸ ἐμένα τοῦ θέρους τ ᾽ ὄνειρο στὴ σκιὰ τοῦ ταμαρίνδου;
[ 43 ]
Αναζητ'στε το εδ,
www.gutenbergbooks.gr /gutenbergbooks