Η Αρχιτεκτονική ως Πληροφορία : Προς αναδυόμενες μορφές οικολογικής κυριαρχίας στην πόλη

Page 1



Η Αρχιτεκτονική ως Πληροφορία: Προς αναδυόμενες μορφές οικολογικής κυριαρχίας στην πόλη


transmythologies

| Ευχαριστίες | Θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά τους Εμμανουήλ Ζαρούκα και Δημήτρη Γουρδούκη για την συμβολή τους στην εκπόνηση της εργασίας. Επιπλέον, ευχαριστώ πολύ το Ίδρυμα Ωνάση και συγκεκριμένα, το Τμήμα Υποτροφιών, για την οικονομική υποστήριξη της συμμετοχής μου στο συγκεκριμένο μεταπτυχιακό πρόγραμμα.

| Δήλωση πρωτοτυπίας | Η παρούσα διατριβή αποτελεί έργο του συγγραφέα και δεν βασίζεται σε προηγούμενη εργασία. Επιπλέον, δεν αποτελεί συνέχεια άλλης εργασίας, ούτε έχει μερικώς δημοσιευτεί. | Πνευματικά Δικαιώματα | Τα πνευματικά δικαιώματα της παρούσας εργασίας ανήκουν στην Ιωάννα Ηλιάδη και στο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών ‘Σχεδιασμός Αιχμής: Καινοτομία και Διεπιστημονικότητα στον Αρχιτεκτονικό Σχεδιασμό’, Α.Π.Θ.


Η Αρχιτεκτονική ως Πληροφορία: Προς αναδυόμενες μορφές οικολογικής κυριαρχίας στην πόλη Architecture as Information: Towards emergent ecological governance in the city

Η ερευνητική εργασία παρουσιάστηκε στο Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα “Σχεδιασμός Αιχμής: Καινοτομία και Διεπιστημονικότητα στον Αρχιτεκτονικό Σχεδιασμό” του Τμήματος Αρχιτεκτόνων του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης ως μερική εκπλήρωση των απαιτήσεων για την απόκτηση Μεταπτυχιακού Τίτλου Σπουδών στην Αρχιτεκτονική.

Ιωάννα Ηλιάδη Φεβρουάριος, 2017


περίληψη

H παρούσα διατριβή εστιάζει στον ρόλο που διαδραματίζουν οι υλικές και άυλες υποδομές των υπολογιστικών συστημάτων παγκόσμιας εμβέλειας στο περιβάλλον των σύγχρονων πόλεων, πέρα από τεχνολογικά εργαλεία, ως φορείς πολιτικών επισυνάψεων σε σχέση με την αστική διακυβέρνηση και την κατασκευή των πολιτικών υποκειμένων. Η πόλη, στα πλαίσια μιας σύνθετης παγκόσμιας αστικότητας όπου η κυριαρχία αποδεσμεύεται από την κατάληψη του χώρου, προσεγγίζεται ως χωρικό λογισμικό που προγραμματίζει τον αστικό χώρο με όρους κινητικότητας ή διαχωρισμού ανθρώπων και δεδομένων, μέσω ανατρεπόμενων εικονικών και φυσικών ορίων-διεπιφανειών. Η δυναμική της, μάλιστα, εντοπίζεται στην λανθάνουσα ενέργεια των υποδομών που απορρέει από τις αλληλοσυσχετίσεις οργανωτικών μορφών και αφηγήσεων που επιδρούν στο αστικό περιβάλλον. Παράλληλα, το υποκείμενο-χρήστης πλατφορμών, ως πεδίο πολλαπλών και διαφοροποιούμενων διαδικασιών υποκειμενοποίησης, συνθέτει αφενός την ατομικότητά του μέσω της υπερπληθώρας πληροφοριών και αφετέρου την διαχέει σε πολλαπλασιαζόμενες υπολογιστικές οντότητες, ανθρώπινες και μη, με αποτέλεσμα την ανάδυση άτυπων υβριδικών μοντέλων πολιτών και την μετάπτωση του ανθρώπου στην θέση ενός ακόμα ενεργού παράγοντα εντός ενός πλέγματος εναλλακτικών. Στα πλαίσια αυτά, η θεώρηση της αρχιτεκτονικής ως χωρική πληροφορία και, ταυτόχρονα, δράση μεταστρέφει το στοχαστικό και σχεδιαστικό πεδίο, από τα στατικά αντικείμενα του αστικού υλισμικού, στην σύνθεση απρόβλεπτων σεναρίων ενεργών μορφών και υβριδικών συστημάτων υπολογιστικού λογισμικού και αρχιτεκτονικού προγραμματισμού, ικανών να κατανείμουν εναλλακτικά τις δυνάμεις της αστικής διακυβέρνησης και να επανασχεδιάσουν το πολιτικό υποκείμενο, αναδεικνύοντας οικολογικές μορφές κυριαρχίας στην πόλη


abstract

This dissertation thesis is focused on the way that material and immaterial infrastructure, serving planetary computation systems, govern contemporary urban space by controlling flows and constructing political subjects. The city, embedded in a complex global urbanism - where sovereignty is detached from the occupation of space - is approached as a spatial software programming urban space in terms of mobility and segmentation both of people and data packets, through alternating virtual and physical interfaces. Its dynamics stems from the latent disposition of the infrastructure, related to the interplay of organizational structures and prevailing narratives within urban environment. Furthermore, the subjects – users of platforms, open to multiple and differentiating processes of subjectification, are getting composed and decomposed in a contradictory manner. Initially, they compose their individuality through the overabundance of information and then, they diffuse it in a multiplying range of computational entities, human or not. Consequently, human figure tends to become one more agent in a complex ecology of alternatives. In these contexts, architecture, regarded as spatial information and action, shifts speculation and design from the static objects of the urban hardware to the composition of unpredictable scenarios of active forms and hybrid systems of computational software and architectural programming, pointing to an alternative distribution of powers in urban governance and to the re-design of political subjects, in an ecological approach.



ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΙΣΑΓΩΓΗ [ 1 - 8 ] i. Θέμα και Στόχοι της Έρευνας

1

ii. Υπόβαθρο έρευνας

3

iii. Βασική Υπόθεση Εργασίας και Κύρια Ερωτήματα

5

iv. Δομή της Εργασίας

7

v. Στιλιστικές παραδοχές

8

| ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1 | Λογισμικο και Μηχανισμοι Κυριαρχιας [ 9 - 25 ]

1.1.Από το λογισμικό στην πόλη

13

1.1.α Ο παγκόσμιος υπολογισμός ως ολοκληρωτικό σχήμα κυριαρχίας

13

1.1.β Από την πόλη στην μετα-αστικότητα του Σύννεφου

16

1.2. Από την πόλη στο λογισμικό

21

1.2.α Η ποιητική των υποδομών

21

1.2.β Οι υποδομές ως χωρικό λογισμικό

23

| ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 | Δομές του Aστικού Λογισμικού [ 27 - 44 ]

2.1.Το λογισμικό ως εναλλασσόμενη διεπιφανειακή συνθήκη

30

2.1.α. Εικονικές Διεπιφάνειες

32

2.1.β. Υλικές Διεπιφάνειες

36

2.2. Το λογισμικό ως δίκτυο «ενεργών μορφών»

40

| ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3| Το Πολιτικό Υποκειμενο ως Χρήστης [ 45 - 58 ]

3.1 Μηχανισμοί υποκειμενοποίησης του Χρήστη

49

3.2 Από το καθολικό υποκείμενο σε μετανθρώπινους χρήστες

51

3.3 Νέα «δικαιώματα στην πόλη»;

55

| ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4 | Η Χωρική Πολιτική της Αρχιτεκτονικής ως Πληροφορία και ο Σχεδιασμός του Υποκειμένου [ 46 - 76 ]

4.1 Συμβιωτικά προγράμματα σύνθετων διεπιφανειών

61

4.2 Αστικές χωρογραφίες ενεργών μορφών

65

4.3 Πολιτική συνεισφορά – εναλλακτικός ακτιβισμός & περιβλήματα ως πολιτικές μηχανές

68

4.4 Επανασχεδιασμός του υποκειμένου στον κόσμο

72

ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ [ 85 - 90 ] ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ [ 91 - 96 ]


εισαγωγή

i. Θέμα και Στόχοι της Έρευνας Σύγχρονες τεχνολογίες τηλεπικοινωνίας και πληροφορίας και υπολογιστικά συστήματα με παγκόσμια εμβέλεια σε διαφορετικές μορφές και κλίμακες - από δίκτυα οπτικών ινών μέχρι φορητές και ενσωματωμένες συσκευές τεχνολογίας αιχμής και νανοεπεξεργαστές - συγκροτούν ένα διάχυτο σχήμα διασυνδεδεμένων φυσικών και ψηφιακών δομών που εισδύει σε κάθε πτυχή της σύγχρονης αστικότητας και που, αναπόφευκτα, εξελίσσεται με ταχύτατους ρυθμούς. Στα πλαίσια της συνθήκης αυτής, η μετάλλαξη του χαρακτήρα των σύγχρονων, παγκόσμιων πλέον, πόλεων ή αστικών μορφωμάτων, αποτελεί ενεργό αντικείμενο συζητήσεων, αναδεικνύοντας πολυπλοκότητες κινούμενες σε πολλαπλά επίπεδα και κλίμακες, αλλά και αβεβαιότητα και σύγχυση για τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις τους στο δομημένο περιβάλλον.

[1] Ο όρος αναφέρεται σε έναν υποθετικό υπολογιστή που περιγράφτηκε για πρώτη φορά το 1936 από τον Alan Turing, ικανό να εκτελεί οποιονδήποτε υπολογισμό / Varnelis K.,“The Rise of Network Culture”, 2007

[2] Bratton B.H., The Stack: On Software and Sovereignty / Cloud Layer ,The MIT Press, 2016 (e-book)

Ένα από τα πλέον καίρια ζητήματα που ανακύπτουν, εντοπίζεται στον ρόλο που διαδραματίζουν τα υπολογιστικά συστήματα παγκόσμιας εμβέλειας ως μηχανισμοί ελέγχου τόσο των όρων διαμόρφωσης του αστικού χώρου όσο και των ανθρώπινων υποκειμένων που αλληλεπιδρούν μέσω εναλλασσόμενων φυσικών και εικονικών δομών. “Αόρατες“ υπερ-υπολογιστικές πλατφόρμες, με χαρακτηρισμούς όπως “ακανόνιστη υπολογιστική τροπόσφαιρα” ή «καθολική μηχανή Turing»[1], μέσα από συγχωνευμένες δομές επεξεργασίας, αποθήκευσης και διανομής δεδομένων, δημιουργούν σε πραγματικό χρόνο ασύλληπτες διασυνδέσεις και αλληλεξαρτήσεις ανάμεσα σε απανταχού οντότητες, χώρους και συστήματα, καταργώντας παραδεδομένες ιεραρχήσεις, αποδεσμεύοντας την κυριαρχία από την κατάληψη του χώρου της πόλης και επανασχεδιάζοντας, εν τέλει, το πολιτικό πεδίο κατ’εικόνα τους. [2] Αν και η φαινομενικά άυλη φύση τους, συχνά υπερισχύει σε ένα ολοένα και πιο ενεργό πεδίο συζητήσεων, τα χωρικά τους αποτυπώματά είναι καθόλα ορατά, από την κλίμακα του πλανήτη στην κλίμακα της σύγχρονης πόλης, αφήνοντας να αναδυθούν νέα μοντέλα πολιτικής και πρωτόκολλα συμμετοχής. Σ’αυτό το πλαίσιο, οι υποδομές των σύγχρονων πόλεων ως το πιο εύγλωττο αποτύπωμα των τεχνολογιών στο αστικό χώρο, αν και συχνά διαφεύγουν της προσοχής, έχουν σαφή χωρική διάσταση που δεν εξυπηρετεί μόνο τον ρόλο τους ως τεχνικά εργαλεία, αλλά ταυτόχρονα επαυξάνεται με πολιτικές επισυνάψεις επιδρώντας στο πώς οργανώνονται μορφές και περιεχόμενο στο αστικό περιβάλλον και στο πώς διοχετεύονται, μέσω κοινωνικών αφηγήσεων, ροές


εισαγωγή

νοημάτων που διαμορφώνουν την επικρατούσα κοινή γνώμη. Επικαλυμμένες, τις περισσότερες φορές, από τα λαμπερά περιτυλίγματα της καινοτομίας, της ανάπτυξης και της προόδου, αποπροσανατολίζουν από την αδήλωτη ενέργειά τους ως μηχανισμοί εξυπηρέτησης σκοπιμοτήτων, πολλαπλών ανταγωνιζόμενων για εξουσία και ενισχυμένων από τα σύγχρονα υπολογιστικά συστήματα, δυνάμεων. Καθώς, μάλιστα, οι υποδομές οφείλονται για την παραγωγή του μεγαλύτερου μέρους του δομημένου χώρου στην σύγχρονη πόλη, μέσα από επαναλαμβανόμενα χωρικά προϊόντα και ομογενοποιημένα καταναλωτικά μοτίβα που οργανώνουν κράτη και οικονομικά συστήματα στην μακροκλίμακα, ενώ παράλληλα, συγκροτούν την καθημερινότητα στην μικροκλίμακα, αναδύεται η ανάγκη να διευρυνθεί το πεδίο μελέτης τους πέρα από την διάστασή τους ως υποστηρικτικά τεχνολογικά εργαλεία, αλλά και ως πηγές λανθάνουσας δυναμικής, πολλαπλών και απρόβλεπτων τάσεων.

Οι αρχιτέκτονες καλούνται πλέον να συμμετέχουν ενεργά σε μια συζήτηση που μέχρι πριν λίγα χρόνια κυριαρχούνταν από τεχνοκρατούμενους κλάδους, ώστε να ανακαλύψουν το πώς οι τεχνολογίες γίνονται αντικείμενο στοχασμού και εναλλακτικών σχεδιασμού, ή διαφορετικά διακινδυνεύουν να τεθούν στο περιθώριο καθώς το μελλοντικό περιβάλλον παίρνει μορφή. [3] Στον βαθμό που οι τεχνολογικές εξελίξεις κινητοποιούνται

1-2

Στα πλαίσια της συνθήκης αυτής, η παρούσα ερευνητική εργασία, επιδιώκει να διερευνήσει την πόλη εν είδη σύνθετου λογισμικού, που εμπεριέχεται όχι μόνο στο πλέγμα πληροφορίας που συμπληρώνει ή επαυξάνει το υλισμικό (hardware) -με όρους χτισμένου χώρου- και κατευθύνει τις δράσεις των πολιτών–χρηστών σ’αυτό μέσα από ψηφιακές πλατφόρμες, αλλά και στην ίδια την αρχιτεκτονική του δομημένου χώρου ως φορέα πληροφορίας, που περικλείει ενεργές αφηγήσεις και προγράμματα, ως έκφραση των αναδυόμενων τεχνολογικών μοντέλων κυριαρχίας. Παράλληλα, θεωρώντας τον χρήστη των πλατφορμών ως το νέο γεωπολιτικό υποκείμενο, που φαίνεται να εκτοπίζει την θεσμικά κατοχυρωμένη και ιστορικά παραδεδομένη ιδιότητα του πολίτη, η έρευνα στρέφεται στους μηχανισμούς με τους οποίους το αστικό-πλανητικό λογισμικό διαμορφώνει το νέο υποκείμενο και, εν τέλει, επιτρέπει την ανάδυση νέων μορφών πολιτικής υποκειμενικότητας αποτελούμενων από συναρμογές πολλαπλοτήτων, κάθε είδους υπολογιστικά ορισμένων οντοτήτων, ανθρώπινων και μη.

[3] Wessner G., “Preface” in Sentient City: ubiquitous computing, architecture, and the future of urban space (ed. Shepard M.), The MIT Press, Cambridge, Massachusetts, 2011


[4] H έννοια της οικολογίας δεν χρησιμοποιείται στα πλαίσια της απλουστευμένης και μονομερούς σύνδεσής της με περιβαλλοντικές ανησυχίες, αλλά ως ένα σύστημα αλληλοσυνδεδεμένων δικτύων που συνυπάρχουν στο επίπεδο της νόησης, της κοινωνίας και του περιβάλλοντος, με βάση την φιλοσοφική σκέψη του Gregory Bateson που επέκτεινε εν συνεχεία ο Guattari. Η οικολογική σκέψη, στηρίζοντας εγκάρσιες συνδέσεις φύσης - κοινωνίας, συγκροτεί την αντίληψη για τον άνθρωπο, την κοινωνία και τα φυσικά οικοσυστήματα (τρεις οικολογίες) ως διαφορετικές εκφράσεις κλιμάκων που συνδέονται μέσω μη γραμμικών σχέσεων αιτιότητας. //Bateson G., Steps to an Ecology of Mind, Jason Aronson Inc. Northvale, New Jersey, 1987 , Guattari F.,The three ecologies, translated by Chris Turner, The Athlone Press London and New Brunswick, NJ,2000

κατεξοχήν από επιχειρηματικά και κρατικά συμφέροντα, μπορεί κανείς να αναμένει με βεβαιότητα την εμφάνιση νέων μορφών κατανάλωσης και ελέγχου, με προφανείς τις επιπτώσεις για το χτισμένο περιβάλλον και τον χαρακτήρα της μελλοντικής πόλης, καθώς και για την διαμόρφωση των υποκειμένων της. Η σύγχρονη αρχιτεκτονική, ως θεωρία και ως πρακτική, έρχεται αντιμέτωπη με την μεγαλύτερη ίσως πρόκληση που της έχει θέσει η τεχνολογία μέχρι σήμερα, καλούμενη, όχι μόνο να διαβάσει με κριτικό βλέμμα τους όρους της παγκόσμιας αστικότητας και τους τεχνολογικούς μηχανισμούς κυριαρχίας που την παραμετροποιούν, αλλά να επαναδιατυπώσει μια σύγχρονη πρόταση που αναδύεται μέσα από την ίδια λανθάνουσα δυναμική της συνθήκης που διερευνάται, τις αλληλεπιδράσεις, τις αποκλίνουσες τάσεις, την απροσδιοριστία ή τον τυχηματικό χαρακτήρα, την διακύμανση των κλιμάκων, την πολυπλοκότητα και την πολλαπλότητα. Η ευθύνη της δεν έγκειται στο να σχεδιάσει για το υποκείμενοχρήστη ως παραδεδομένη πολιτική οντότητα, αλλά εν τέλει να επανασχεδιάσει το γεωπολιτικό υποκείμενο, μέσα από εναλλακτικές στις οποίες η χωρική ευφυΐα, ως κατεξοχήν αρχιτεκτονικό γνώρισμα, ενορχηστρώνει μαζί με νέες δημιουργικές συνέργειες τις μεταβλητές του αστικού χώρου και αναδύει απρόβλεπτες και δυναμικές μορφές κυριαρχίας, στα πλαίσια οικολογικών [4] συνεργειών.

ii. Υπόβαθρο έρευνας

[5] “Το cloud computing είναι ένα μοντέλο που επιτρέπει ευέλικτη, δικτυακή πρόσβαση σε ένα κοινόχρηστο σύνολο παραμετροποιήσιμων υπολογιστικών πόρων (όπως δίκτυα, servers, αποθηκευτικοί χώροι, εφαρμογές και υπηρεσίες), το οποίο μπορεί να τροφοδοτηθεί γρήγορα και να διατεθεί με ελάχιστη προσπάθεια διαχείρισης ή αλληλεπίδραση με τον πάροχο της υπηρεσίας.”/ National Institute of Standards and Technology [https://www.nist.gov/ sites/default/files/documents/itl/ cloud/cloud-def-v15.pdf]

Η έρευνα κινούμενη από τον προσωπικό προβληματισμό στην ανάγκη επαναπροσδιορισμού του ρόλου της αρχιτεκτονικής στην αστική κλίμακα, υπό το πρίσμα των εντεινόμενων μορφών κυριαρχίας των παγκόσμιων υπολογιστικών συστημάτων, βρήκε πρωταρχικό βιβλιογραφικό έναυσμα στους συγγραφείς Benjamin Bratton και Keller Easterling. Ο Βenjamin Bratton, με θεωρητικό έργο στα όρια φιλοσοφίας, τέχνης και σχεδιασμού, διερευνά τις τομές σύγχρονων κοινωνικών και πολιτικών θεωριών, υπολογιστικών μέσων και υποδομών, αρχιτεκτονικού και αστικού σχεδιασμού. To πρόσφατο βιβλίο του με τίτλο “The Stack: On Software and Sovereignity” επικεντρώνεται στην πολιτική γεωγραφία του cloud computing [5] και σε εναλλασσόμενα μοντέλα οικολογικής διακυβέρνησης. Χρησιμοποιώντας το στοχαστικό μοντέλο της «Στοίβας», ο Bratton περιγράφει ένα γεωπολιτικό μοντέλο κυριαρχίας που λειτουργεί με λογικές κατακόρυφης διαστρωμάτωσης υλισμικού και λογισμικού πολλαπλών κλιμάκων, αποδίδοντάς το ως ολοκληρωτική δομή που παράγει κατ’εικόνα του πολύπλοκους και αντιφατικούς χώρους. H Keller Easterling, αρχιτέκτονας και συγγραφέας που ενεργοποιείται σε


Οι δύο διερευνήσεις, κινούμενες σε μεγάλο βαθμό παράλληλα ή συμπληρωματικά, συμβάλλουν στην διαμόρφωση του κεντρικού πυρήνα της παρούσας εργασίας, που στην εξέλιξή του εμβολιάζεται από συμπληρωματικές βιβλιογραφικές πηγές, ώστε να οδηγήσει σε μια πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση και πλουσιότερη συζήτηση. Μεταξύ αυτών, συμπεριλαμβάνονται φιλοσοφικές θεωρήσεις του Gilles Deleuze, σε σχέση με τις «κοινωνίες του ελέγχου», αλλά και του Bruno Latour για τα δίκτυα ως ενεργούς μηχανισμούς υπό το πρίσμα της θεωρίας Δρώντος – Δικτύου (Actor – Network Theory). Παράλληλα, η λανθάνουσα ενέργεια και η ποιητική των υποδομών, υπογραμμίζεται μέσα από θεωρήσεις των Gregory Bateson για την πληροφορία, του Gilbert Ryle για την τάση των συστημάτων και του Brian Larkin, αναφορικά με την πολιτική και ποιητική διάσταση των υποδομών. Συμπληρωματικά, ο αρχιτέκτονας Alejandro Zaera-Polo, επαυξάνει τις πολιτικές διαστάσεις του δομημένου χώρου, μέσα από την θεωρία του περί “κτιριακών περιβλημάτων”.Σε σχέση με τις σύγχρονους μηχανισμούς υποκειμενοποίησης, αξιοποιείται η θεωρία του “apparatus” του Giorgio Agamben και του Bruno Latour, όσον αφορά στην πολιτική υπόσταση των υπολογιστικών οντοτήτων ως υβριδία ανάμεσα σε φύση – κοινωνία μέσω του “Κοινοβουλίου των Πραγμάτων” (Parliament of Things). Τέλος, η φιλοσοφική θεώρηση της Claire Corlebrook σε σχέση με την έννοια του «κόσμου» (cosmos) διευρύνει τις επεκτάσεις του σχεδιασμού πέρα από την πολιτεία.

εισαγωγή 3-4

ζητήματα αστικού σχεδιασμού και αρχιτεκτονικής στα πλαίσια της παγκοσμιοποίησης, στο πρόσφατο έργο της με τίτλο “Extrastatecraft: the Power of Infrastructure Space” επικεντρώνεται στο μοντέλο του «χώρου των υποδομών» ως ένα παγκόσμιας κλίμακας πλέγμα υλικών και άυλων υποδομών και ως μέσο μιας πέρα από τα όρια των τυπικών ή επίσημων μορφών κυριαρχίας, που καθορίζει, μέσω του αδήλωτου περιεχομένου του, τους σύγχρονους όρους αστικής ανάπτυξης.


iii. Βασική Υπόθεση Εργασίας και Κύρια Ερωτήματα Με αφετηρία την θεώρηση της σύγχρονης αστικότητας ως μόρφωμα που συγκροτείται κατεξοχήν από τις υποδομές των υπολογιστικών συστημάτων παγκόσμιας εμβέλειας, η παρούσα εργασία διερευνά την πολιτική τους διάσταση, μέσα από την ικανότητά τους να μεταλλάζουν παραδεδομένους μηχανισμούς κυριαρχίας στην πόλη, ελέγχοντας ροές και κατασκευάζοντας πολιτικά υποκείμενα. Πώς εκδηλώνουν την κυριαρχία τους οι υλικές και άυλες υποδομές των υπολογιστικών συστημάτων παγκόσμιας εμβέλειας στο περιβάλλον της σύγχρονης πόλης και τι είδους πολιτικά υποκείμενα κατασκευάζουν; Με ποιες στρατηγικές μπορεί η αρχιτεκτονική να ανακατανείμει εναλλακτικά τις δυνάμεις, ώστε να επανασχεδιάσει το υποκείμενο και την πόλη μέσα από αναδυόμενες μορφές κυριαρχίας στα πλαίσια οικολογικών συνεργειών;

Το κεντρικό αυτό ερώτημα, συμπληρώνεται, προοδευτικά από τα ακόλουθα ερώτηματα: _Πώς μέσα από το άυλο λογισμικό των υπολογιστικών συστημάτων κινούμαστε προς την πόλη και την υλικότητα ή και, αντίστροφα, πώς κινούμενοι από τα υλικά χωρικά προϊόντα των υποδομών τεχνολογίας και επικοινωνίας μπορούμε να επανασχεδιάσουμε την πόλη ως εναλλακτικό χωρικό λογισμικό; _Ποιες θεωρήσεις γύρω από την σύγχρονη πόλη ως λογισμικό μπορούν να συμβάλλουν σε μια πιο διεισδυτική και κριτική οπτική αλλά και σε εναλλακτικές για τον σχεδιασμό; _Πώς αποκωδικοποιώντας το υφιστάμενο χωρικό λογισμικό, μπορούμε να συνθέσουμε νέες αλληλουχίες κώδικα στα πλαίσια μια νέας διαδικασίας παραγωγής του αστικού χώρου, στον αντίποδα του συνονθυλεύματος των ομογενοποιημένων αστικών περιβαλλόντων; _Μπορεί η αρχιτεκτονική, ανταπαντώντας στους υφιστάμενους μηχανισμούς κυριαρχίας, να παράξει αποτελέσματα ικανά να τους αποσταθεροποιήσουν; Και ποιες αρχιτεκτονικές στρατηγικές είναι ικανές να πυροδοτήσουν επιδράσεις στην κατανομή των δυνάμεων; _Πώς διαμορφώνεται το σύγχρονο γεωπολιτικό υποκείμενο χρήστης, με βάση τις σύγχρονες διαδικασίες υποκειμενοποίησης των τεχνολογικών μέσων και τι είδους χρήστη, μπορούμε αντ’αυτού να σχεδιάσουμε; Πώς σχεδιάζουμε, ως αρχιτέκτονες, τις πλατφόρμες ώστε να διαμορφώσουμε το νέο υποκείμενο;


εισαγωγή 5-6

A New York City Vision / KooZA/rch, 2014 [ https://koozarch.com/2014/05/27/a-new-york-city-vision/ ]


iv. Δομή της Εργασίας Η εργασία συγκροτείται από τέσσερα (4) κεφάλαια, εκ των οποίων τα τρία πρώτα έχουν περισσότερο διερευνητικό χαρακτήρα, ενώ το τελευταίο επιδιώκει να επεκτείνει την προηγηθείσα έρευνα στα πλαίσια μιας ευρύτερης συζήτησης. Πιο συγκεκριμένα: _Στο κεφάλαιο [1] με τίτλο «Λογισμικό και Μηχανισμοί Κυριαρχίας» εξετάζονται τα αναδυόμενα από τα σύγχρονα υπολογιστικά συστήματα παγκόσμιας εμβέλειας μοντέλα κυριαρχίας, μέσα από την προσέγγιση του παγκόσμιου υπολογισμού ως ολοκληρωτικό σχήμα κυριαρχίας [ενότητα 1.1] και μέσα από την πολιτική διάσταση των υποδομών[ενότητα 1.2]. _Στο κεφάλαιο [2] με τίτλο «Δομές του Αστικού Λογισμικού» διερευνάται ο τρόπος με τον οποίο τα μοντέλα που εξετάστηκαν στο κεφάλαιο [1] διαμεσολαβούν τα αποτυπώματά τους στις σύγχρονες αστικές συγκροτήσεις, εν είδη λογισμικού, εκπεφρασμένου είτε ως διεπιφανειακή συνθήκη [ ενότητα 2.1]με άυλη ή υλική υπόσταση - είτε ως σύμπλεγμα «ενεργών μορφών» του χώρου των υποδομών [ενότητα 2.2]. _Το κεφάλαιο [3] με τίτλο «Το Πολιτικό Υποκείμενο ως Χρήστης» προσανατολίζεται στο πώς ο χρήστης των υπολογιστικών συστημάτων συγκροτεί την υποκειμενικότητά του [ενότητα 3.1], στην διάχυση της ανθρώπινης υποκειμενικότητας στε απανταχού υπολογιστικές οντότητες και μετανθρώπινους χρήστες [ενότητα 3.2] και στο πώς τα αναδυόμενα, από την συνθήκη αυτή, υποκείμενα μπορούν να αποκτήσουν πολιτική υπόσταση, αναιρώντας υφιστάμενες ιεραρχήσεις κοινωνικών και τεχνολογικών παραγόντων [ενότητα 3.3]. _Το κεφάλαιο [4] με τίτλο «Η Χωρική Πολιτική της Αρχιτεκτονικής ως Πληροφορία και ο Σχεδιασμός του Υποκειμένου» επιδιώκει να διευρύνει τον προβληματισμό των προηγούμενων κεφαλαίων και να στοχαστεί πάνω στην ιδέα της συμβίωσης αρχιτεκτονικής και υπολογιστικού λογισμικού στον αστικό χώρο [ενότητα 4.1], της ενορχήστρωσης χωρικών μεταβλητών σε απρόβλεπτα αστικά σενάρια [ενότητα 4.2], της πολιτικής συνεισφοράς της αρχιτεκτονικής, μέσω ενός εναλλακτικού ακτιβισμού επαυξημένου από την πολιτική δυναμική των υλικών οργανώσεων [ενότητα 4.3] και τέλος στην ιδέα επανασχεδιασμού του πολιτικού υποκειμένου στα πλαίσια δημιουργικών συνεργειών ανθρώπινων και μη οντοτήτων [ενότητα 4.4].


Ως προς τις επιλογές στην παρουσίαση του υλικού, καλό θα ήταν να διευκρινιστούν τα ακόλουθα:

εισαγωγή

v. Στιλιστικές παραδοχές

_φράσεις ή προτάσεις που έχουν εξαχθεί αυτούσιες (ή μεταφρασμένες) από το πρωτότυπο κείμενο – βιβλιογραφική πηγή, τίθενται πάντα εντός εισαγωγικών και με πλάγιους χαρακτήρες, -λέξεις ή φράσεις εντός του κειμένου, στις οποίες επιδιώκεται να δοθεί μεγαλύτερη έμφαση, παρουσιάζονται με πιο έντονους χαρακτήρες _οι υποσημειώσεις οργανώνονται σε κατακόρυφες στήλες, παράλληλες στις στήλες του κυρίως κειμένου.

7-8

Τέλος, ειδικότερα, οι λέξεις: Στοίβα, Σύννεφο, Γη, Διεπιφάνεια, Χρήστης, Πόλη, Διεύθυνση, Νόμος όταν σημαίνονται με κεφαλαίο το αρχικό τους γράμμα, παραπέμπουν στις έννοιες με τις οποίες αναλύει το μοντέλο του ο Benjamin Bratton.


«Δεν είναι η γραμμή που ορίζεται μεταξύ δύο σημείων, αλλά το σημείο που είναι η τομή πολλαπλών γραμμών.» Deleuze G., Pourparlers: 1972-1990, Paris, Editions De Minuit,1990

Global scale: City-to-City Connections with the Internet (2011) / Chris Harrison, Human Computer Interaction Institute. Carnegie Mellon University


The planet (or a city) as a network / Vicente Guallart


κεφάλαιο 1

λογισμικό και μηχανισμοί κυριαρχίας

[1] Deleuze G., «Η Κοινωνία του Ελέγχου», Ελευθεριακή Κοινότητα, 2001

[2] Ο Deleuze αναφέρεται σ’αυτήν την συνθήκη ως «μετατονισμός» // Ο.π., σελ.11

Ήδη από την πρώιμη ψηφιακή εποχή, η σύλληψη του χώρου της πόλης, μέσα από τους όρους των έκδηλων χωρικών και πολιτικών διαστάσεων της ενσωμάτωσης των συστημάτων πληροφορίας, είχε εγείρει έντονους προβληματισμούς σε σημαντικούς εκπροσώπους της διανόησης. Μεταξύ αυτών, η θεωρία του Γάλλου φιλοσόφου Gilles Deleuze, αναφορικά με την αποκαλούμενη «κοινωνία του ελέγχου», επικεντρώνεται στην μετατόπιση της φύσης της κυριαρχίας που ασκείται στις κοινωνικές τάξεις από τους φυσικούς και χωρικούς μηχανισμούς, στους οποίους στηρίζεται το μοντέλο της «κοινωνία της πειθαρχίας» του Michel Foucault, στη χρήση της πληροφορίας στο επίπεδο των εξατομικευμένων υποκειμένων και τον ψηφιακό μηχανισμό ελέγχου [1]. Σε αντίθεση με τις πειθαρχικές κοινωνίες του Foucault που προχώρησαν στην οργάνωση των μεγάλων χώρων εγκλεισμού ως ανεξάρτητων μεταβλητών που διαμορφώνουν το άτομο, εν είδη «καλουπιών», μέσω μιας κοινής αναλογικής γλώσσας, ο Deleuze αποδίδει τις κοινωνίες του ελέγχου ως οργανώσεις της ψηφιακής γλώσσας των μηχανών πληροφορικής και των υπολογιστών μέσα από εξαρτημένες μεταβλητές που σχηματίζουν συστήματα ευμετάβλητης γεωμετρίας, ως «αυτοπαραμορφούμενα πρόπλασματα που αλλάζουν από την μια στιγμή στην άλλη»[2]. Στις κοινωνίες του ελέγχου, το ουσιώδες είναι ένα ψηφίο ή ένα σύνολο ψηφίων που σηματοδοτεί την πρόσβαση στην πληροφόρηση ή την απόρριψη, ενώ πλέον το ζεύγος μάζα-άτομο αντικαθίσταται από άτομα που δημιουργούνται από «διαιρέσεις» σε κατανεμημένα δίκτυα πληροφοριών και μάζες από στατιστικά δείγματα, δεδομένα ή αγορές. Πώς εκδηλώνονται, όμως, στην σύγχρονη συνθήκη των υπολογιστικών συστημάτων παγκόσμιας πλέον εμβέλειας, αυτοί οι όροι της κοινωνίας του ελέγχου;


01 | λογισμικό και μηχανισμοί κυριαρχίας [3] Bratton B.H., The Stack: On Software and Sovereignity, The MIT Press, 2016 (e-book) [4] Easterling,K., Extrastatecraft: The politics of infrastructure space, Verso,2014 (e-book)

11 - 12

H έρευνα, αναζητώντας σύγχρονες θεωρήσεις για τον τρόπο με τον οποίο οι τεχνολογίες πληροφορίας και επικοινωνίας μεταλλάσσουν τον χαρακτήρα της σύγχρονης αστικότητας και παραδεδομένους τρόπους παραγωγής χώρου και πολιτικών υποκειμένων, στρέφεται σε δύο θεωρήσεις : στο μοντέλο της «Στοίβας» του Benjamin Bratton [3] και στον «χώρο των υποδομών» [4] της Keller Easterling. Οι ενότητες που ακολουθούν διερευνούν τις δύο προσεγγίσεις, μέσα από την αντιμετάθεση ρόλων πόλης –λογισμικού. Η πρώτη προσέγγιση, με κατεύθυνση από το λογισμικό προς την πόλη, μας επιτρέπει να διαβάσουμε τον χαρακτήρα της σύγχρονης αστικότητας ξεκινώντας από το διάγραμμα του πλανητικού υπολογισμού -υλισμικού, λογισμικού, δικτύων- ως ένα ολοκληρωτικό κυριαρχικό σχήμα. Η δεύτερη προσέγγιση, με αντίστροφη κατεύθυνση από την πόλη προς το λογισμικό, διαβάζει τα ίδια τα επαναλαμβανόμενα χωρικά προϊόντα ή μοτίβα της αστικής καθημερινότητας, μέσα από τις υποδομές, ως χωρικό λογισμικό που κωδικοποιεί την σύγχρονη αστική ανάπτυξη, προς όφελος συγκεκριμένων πολιτικο-οικονομικών σκοπιμοτήτων.


1.1

Από το λογισμικό στην πόλη – Η Στοίβα 1.1.α Ο παγκόσμιος υπολογισμός ως ολοκληρωτικό σχήμα κυριαρχίας [5] O Paul Virilio, σε συνέντευξή του στον Enrique Limon, (2001) διαφοροποιεί την έννοια της πολιτικής από την έννοια της γεωπολιτικής. “Κάθε πολιτικός χώρος είναι γεωπολιτικός χώρος. Η λέξη «πολιτικός» δεν σημαίνει τίποτα από μόνη της. Ένας πολιτικός χώρος αναφέρεται σε ένα κομμάτι γης, μικρό (πόλη) ή μεγάλο (έθνος-κράτος). Είναι γεωπολιτικός τόσο με την έννοια της «πολιτικής γεωγραφίας», αλλά και με την έννοια της «γεωμετρίας». […] Κάθε χώρος είναι πάντα πολιτικός μέσω της γεωγραφίας και μέσω των γεωμετρικών του χαρακτηριστικών.” // Stuart Elden, «Secure the Volume: Vertical Geopolitics and the Depth of Power», Political Geography 34 (2013) [6] Bratton B.H.,The Stack: On Software and Sovereignty/ Platforms / The layers of the Stack, The MIT Press, 2016 (e-book) [7] «Μία πλατφόρμα μπορεί να οριστεί ως ένα τεχνικο-οικονομικό σύστημα βασισμένο σε τύπουςstandards, που μπορεί παράλληλα να διανέμει διεπιφάνειες σ’ αυτό το σύστημα μέσα από τον απομακρυσμένο συντονισμό τους, ενώ παράλ- ληλα να συγκεντρώνει τον έλεγχο που ενσωματώνουν μέσω αυτού του ίδιου του συντονισμού. Οι πλατφόρμες δεν συγκροτούν μόνο τεχνικά μοντέλα, αλλά και θεσμικές μορφές, σε συν- δυασμό με κράτη και αγορές. Είναι παραγωγικοί μηχανισμοί, μηχανές που θέτουν τους όρους συμμετοχής σύμ- φωνα με καθορισμένα πρωτόκολλα, ενώ ενισχύουν την εξουσία τους διαμεσολαβώντας μη σχεδιασμένες ή μη προβλέψιμες αλληλεπιδράσεις.» // Ο.π., Glossary/ Platform [8] O Carl Schmitt περιγράφει τον νόμο ως κατασκευή μιας εδαφικής τάξης έπειτα από την διεκδίκηση και φυσική κατάληψη του χώρου. Αναφέρεται σε ένα σύνολο αρχών που κυβερνούν την ανθρώπινη συμπεριφορά», σε σχέση με τον πόλεμο, τον χώρο, την

Ο Bratton, με την έννοια της «Στοίβας» αποδίδει ένα γεωπολιτικό [5] μοντέλο κυριαρχίας που αναδύεται μέσα από την θεώρηση των υπολογιστικών συστημάτων παγκόσμιας εμβέλειας, πολλαπλών μορφών και κλιμάκων, ως συνολικό, συνεκτικό σχήμα, έναντι διαφορετικών μεμονωμένων ή αυτόνομων δομών. Το σχήμα αυτό αποδίδεται ως μια ασύλληπτου μεγέθους, ακανόνιστη μεγαδομή που λειτουργεί με λογικές κατακόρυφης διαστρωμάτωσης συστημάτων υλισμικού, λογισμικού και δικτύων, διαμορφώνοντας αλληλεξαρτήσεις μεταξύ διαφορετικών τεχνολογιών κυμαινόμενων από το παγκόσμιο στο τοπικό. Πολλαπλά επίπεδα καταλαμβάνουν ταυτόχρονα το ίδιο εδαφικό πεδίο (οριζόντια), αλλά συγκεντρώνουν και υποδιαιρούν τις διαδικασίες τους κατακόρυφα σε διακριτές μηχανικές «δικαιοδοσίες».[6] Ο στόχος του σχήματος αυτού, μάλιστα, δεν περιορίζεται στο να περιγράψει την τεχνική διευθέτηση του παγκόσμιου υπολογισμού ως μια ενότητα ή ολοκληρωτική δομή, αλλά επιδιώκει ταυτόχρονα να προκαλέσει τον στοχασμό σε σχέση με τους πολύπλοκους και αντιφατικούς χώρους που έχουν παραχθεί κατ’ εικόνα του. Η Στοίβα στηρίζεται στην γενική λογική της πλατφόρμας, ως βασική αρχή σχεδιασμού και συντονισμού σύνθετων συστημάτων[7], και δεδομένου ότι δεν συγκροτεί μόνο υπολογιστικό σύστημα, αλλά και μοντέλο κυριαρχίας, στηρίζεται στον δικό της «Νόμο» [8]. Αποδεσμευμένος από την κατοχή του φυσικού χώρου, ο Νόμος αυτός παραμορφώνει τις τρέχουσες δικαιοδοσίες κρατικών μηχανισμών ή υπάρχουσες πολιτικές γεωγραφίες, δημιουργώντας νέες, ως συμπυκνωμένες κατακόρυφες πολιτικές γεωγραφίες, ενσωματώνοντας ταυτόχρονα πολλαπλές κλίμακες και ασύλληπτο πλήθος πληροφορίας. Χαρακτηριστικά ο Bratton αναφέρεται στην «Στοίβα» ως «η μηχανή ως κράτος»[9], υποστηρίζοντας ότι «η συγχώνευση υπολογιστικών συστημάτων σε συστήματα πλατφορμών, δεν αντανακλά, διαχειρίζεται ή ενισχύει απλά μορφές κυριαρχίας, αλλά τις παράγει εξ’ αρχής». Γι’αυτό και η Στοίβα προτείνεται, όχι τόσο ως μέσο χαρτογράφησης της πολιτικής γεωγραφίας, αλλά και ως ένας τρόπος να κατανοήσει κανείς το πώς οι τεχνολογίες καθορίζουν αυτήν την γεωγραφία.


The Stack Diagram by Metahaven [http://andrefincato.info/ow/blog/the-stack-a-diagram-by-metahaven]

[9] Σε αντιδιαστολή με χαρακτηρισμούς όπως “το κράτος ως μηχανή» (Max Weber) «κρατική μηχανή» (Louis Althusser),«κυβερνητικότητα» (Michel Foucault) // Bratton B.H., The Stack: On Software and Sovereignty, Introduction / A New Architecture, The MIT Press, 2016 (e-book)

«Ο πλανητικής κλίμακας υπολογισμός εκδηλώνεται σε διαφορετικές μορφές και κλίμακες […]. Θα πρέπει να τις δούμε μέσα από τον σχηματισμό ενός συνεκτικού και αλληλεξαρτώμενου συνόλου. Αυτές οι τεχνολογίες ευθυγραμμίζονται, από επίπεδο σε επίπεδο, σε κάτι τεράστιο όσο και ατελές, διάχυτο όσο και ακανόνιστο, υλισμικό και λογισμικό : την Στοίβα. Αυτή η μορφή υπάρχει και δεν υπάρχει, είναι τόσο ιδέα όσο και αντικείμενο, είναι μηχανή που εξυπηρετεί ένα σχήμα όσο και ένα σχήμα μηχανών. [...] Η μηχανική της Στοίβας δεν είναι αναπαράσταση κυριαρχίας, αλλά η ίδια η κυριαρχία» Bratton B.H. The Stack: On Software and Sovereignity

01 | λογισμικό και μηχανισμοί κυριαρχίας 13 - 14

κυριαρχία, αλλά με έναν πιο απτό και υπερβατικό τρόπο, συγκριτικά με τον αφαιρετικό χαρακτήρα του νόμου. Ο νόμος προηγείται έναντι κάθε νομικής, οικονομικής ή κοινωνικής τάξης. Συγκροτείται από την εκμετάλλευση, την διανομή και την παραγωγή και μόνο μέσω αυτών μπορεί να κινηθεί από το συγκεκριμένο στο καθολικό: από την αυθαίρετη κατάληψη του χώρου σε αναπαραστάσεις χωρικών προσδιορισμών και σε μια γεωπολιτική τάξη.// Carl Schmitt, The Nomos of the Earth in the International Law of the Jus Publicum Europaeum, New York: Telos Press, 2003)


[10] Κάθε συσκευή που συνδέεται στο διαδίκτυο φέρει μια συγκεκριμένη διεύθυνση (συνήθως προσωρινά) από και προς την οποία αποστέλλεται πληροφορία. Κάθε πράγμα – ως συσκευή, πρόσωπο, φυσικό γεγονός ή οποιαδήποτε αφαίρεση – εφόσον αποκτά διεύθυνση, είναι παρόν και διαθέσιμο προς επικοινωνία με οποιαδήποτε άλλη διεύθυνση. Η διεύθυνση παρέχει ταυτότητα, ανταλλαγή και αναδρομή. // Ο.π. Glossary/ Address Layer

[11] Bratton B.H., στο ίδιο, Introduction/An accidental megastructure

[12] Οι στοίβες, εν γένει, περιγράφονται ως ευέλικτες και επεκτεινόμενες δομές. «Προσφέρονται για σπονδυλωτό επανασυνδυασμό επιμέρους συστατικών ενός συστήματος, εντός του καθορισμένου συνόλου των βασικών συνθετικών της επιπέδων. [..] Κλειδί για την επιτυχία αυτού του σπονδυλωτού μοντέλου είναι η ευελιξία του στο να απορροφά μελλοντικές τεχνολογικές καινοτομίες που μπορούν να εισαχθούν σε οποιοδήποτε επίπεδό του, χωρίς να διαταράσσονται τα υπάρχοντα συστατικά μέρη του. Πλέον το μοντέλο της στοίβας χρησιμοποιείται σε πολλαπλά ακαδημαϊκά πεδία ως μέρος της οντολογίας, της επιστημολογίας ή της μεθοδολογίας τους» // Bratton B.H., στο ίδιο, Glossary / Stacks [13] Virilio, P. Museum of accidents, 2003.

Το σενάριο που εμπεριέχεται στη Στοίβα μπορεί συνοπτικά να περιγραφεί ως αυτό στο οποίο Χρήστες συγκροτούνται σε συσχετισμό με Διεπιφάνειες που παρέχουν ολοκληρωτικές εικόνες Διευθύνσεων[10] δικτύων του συνόλου - από τις φυσικές και εικονικές διεπιφάνειες της Πόλης, στο υπολογιστικό αρχιπέλαγος του Σύννεφου και στην Γη, από την οποία αντλούνται λαίμαργα πηγές για την εξυπηρέτηση των αναγκών του Σύννεφου και της Πόλης. Τα επιμέρους επίπεδα του μοντέλου και του αντίστοιχου σεναρίου (Χρήστης, Διεπιφάνειες, Διευθύνσεις, Πόλη, Σύννεφο, Γη) λειτουργούν σε σχέσεις αλληλεξάρτησης, επικοινωνώντας μεταξύ τους με ειδικά πρωτόκολλα αποστολής και παραλαβής πληροφορίας, ώστε να καθίσταται δυνατή η μετάφραση των διαφορετικών τεχνολογιών που καταλαμβάνουν το κάθε επίπεδο. Εντούτοις, για τον Bratton, δεν είναι μόνο οι υπολογιστικές μορφές (καλώδια οπτικών ινών, κέντρα δεδομένων, βάσεις δεδομένων, standards και πρωτόκολλα, ενσωματωμένα συστήματα), που συγκροτούν αυτές τις τεχνολογίες, αλλά εξίσου και οι κοινωνικές, ανθρώπινες ή φυσικές δυνάμεις (πηγές ενέργειας, χειρονομίες, αισθήματα, πόλεις και δρόμοι, δωμάτια και κτίρια), επιτρέποντας έτσι την ανάμειξη και εναλλαγή ρόλων μεταξύ των αποκαλούμενων «σκληρών» και «μαλακών» συστημάτων πληροφορίας. [11] Η Στοίβα προτείνεται τόσο ως δεδομένη οργάνωση, αλλά και ως στοχαστικό σχήμα, σχεδιασμένο ώστε να επανασχεδιαστεί και εκεί ακριβώς έγκειται και ένα από τα πιο δυναμικά της στοιχεία. Άλλωστε και η ίδια η δομή της στοιβών, δανεισμένη από μοντέλα της πληροφορικής, επιτρέπει την αντικατάσταση κάθε επιμέρους επιπέδου από έναν ολωσδιόλου διαφορετικό μηχανισμό, εφόσον αυτός μπορεί να επικοινωνεί με όρους πρωτοκόλλου με το προηγούμενο και το επόμενο στην διάταξη επίπεδό,[12] διατηρώντας την συγκρότηση του γενικού διαγράμματος. Η πλέον δυναμική συνθήκη επανασχεδιασμού της Στοίβας, εντούτοις, εντοπίζεται στην δυνατότητά της να διασπείρει ατυχήματα στα επιμέρους της επίπεδα, λόγω της τεχνολογικής τους υπόστασης. Αντιστρέφοντας το αξίωμα του Paul Virilio σύμφωνα με το οποίο «η εφεύρεση κάθε νέας μορφής τεχνολογίας είναι ταυτόχρονα η εφεύρεση ενός νέου είδους ατυχήματος» [13], ο Bratton υποστηρίζει ότι και «το ατύχημα μπορεί επίσης να παράξει μια νέα τεχνολογία». Επομένως, κάθε επιμέρους επίπεδο, κατανοητό ως μοναδική τεχνολογία, δύναται να παράξει το δικό του εύρος παραγωγικών ατυχημάτων, που μέσα από αντιφάσεις και απρόβλεπτα αποτελέσματα, μπορούν να ανατρέψουν την αρχική συγκρότηση της Στοίβας και να φέρουν στο προσκήνιο εναλλακτικές στοίβες, άρα και εναλλακτικές κυριαρχικές πλατφόρμες, υποδεικνύοντας νέες μορφές γεωκοινωνικών


[14] Bratton B.H., The Stack: On Software and Sovereignty, Introduction/An accidental megastructure, The MIT Press, 2016 (e-book)

Αν δεχτούμε ότι η σύγχρονη αρχιτεκτονική δημιουργία και πρακτική λαμβάνει χώρα σε μια εποχή όπου η υπόθεση εργασίας συμπίπτει με την υπόθεση εργασίας της Στοίβας, τότε ποια είναι η πρότασή της για την πόλη; Πώς εκφράζεται η Στοίβα ως κυριαρχική δομή στον αστικό χώρο; Και αν, όπως ορίζει η κατακόρυφη γεωγραφία της Στοίβας, η κυριαρχία αποδεσμεύεται από τα όρια της πόλης, τότε τι πόλη καλούμαστε να σχεδιάσουμε;

01 | λογισμικό και μηχανισμοί κυριαρχίας

σχέσεων και γεωπολιτικών συστημάτων.[14] Άλλωστε, τονίζεται, ότι και η ίδια η Στοίβα είναι μια ατυχηματική μεγαδομή, αποτέλεσμα απροσχεδίαστων, απρόβλεπτων και μη διαχειρίσιμων τεχνικών και κοινωνικών αλληλεπιδράσεων σε διαφορετικές κλίμακες.

O B.Bratton, αναφερόμενος στην Πόλη ως ένα από τα επιμέρους κατακόρυφα επίπεδα του γεωπολιτικού μοντέλου της Στοίβας, την τοποθετεί σε άμεση εξάρτηση από το Σύννεφο [15], μια ασύλληπτης κλίμακας δομή συγκροτούμενη από ανομοιόμορφα δίκτυα οπτικών ινών, κέντρα δεδομένων, τερματικά και προγράμματα περιήγησης, που αφενός, απομυζεί ενέργεια και ορυκτές πηγές από την γη και αφετέρου, εγκαθιστά υποδομές τεχνολογίας και επικοινωνίας στις πόλεις, για την λειτουργία των οποίων επιτελεί ταυτόχρονα αδιανόητους υπολογισμούς. Σύμφωνα με τον Bratton, στο Σύννεφο λαμβάνει χώρα μια φαινομενικά αόρατη, αλλά όχι δίχως τόπο «μετα-αστικότητα» που ορίζεται, όχι τόσο από την κατανομή εδαφικών συνόρων, αλλά από τον συγκεντρωτισμό κόμβων – αστικών, οικονομικών, υλικοτεχνικών, πολιτικών – στην υπηρεσία των δικτύων τους [16]. Στρατηγικά δίκτυα και κέντρα δεδομένων, καλώδια οπτικών ινών, σωλήνες μεταφοράς ενέργειας, αυτοκινητόδρομοι, αποθήκες και εμπορικά λιμάνια μαγνητίζουν γύρω τους άλλες γεωγραφίες εν είδη ασυναφών θυλάκων, που με τη σειρά τους παράγουν νομικές εξαιρέσεις, νομισματικές οικονομίες και πολέμους πλατφορμών για την προσέλκυση εκτεταμένων μόνιμων ή διερχόμενων πληθυσμών. Όπως η Στοίβα στο σύνολό της, έτσι και το Σύννεφο, είναι ένα έργο διαμόρφωσης εδαφών, καλύπτοντας την υδρόγειο με υπόγεια καλώδια και διακόπτες ή εναέριες διατάξεις δορυφόρων, αποκεντρώνοντας και συγκεντρώνοντας ταυτόχρονα υπολογιστικά συστήματα και αποθήκες δεδομένων. Μάλιστα, οι «ορέξεις» των υποδομών του Σύννεφου

[15] Παράλληλα, εντούτοις, στα πλαίσια των σχέσεων αλληλεξάρτησης του κάθε επιπέδου με τα υπόλοιπα στην λογική της Στοίβας, η Πόλη επικοινωνεί με το επίπεδο της Γης, που της παρέχει την απαραίτητη ενέργεια και το υπόστρωμα για να ικανοποιήσει τις αδηφαγία της σύνθετής αστικής της συγκρότησης, της Διεπιφάνειας που επαναχαρτογραφεί τις οντότητες των διευθύνσεων στο εύρος της Πόλης, και τον Χρήστη που μέσα από τις επαναχαρτογραφήσεις διαντιδρά με την Πόλη, ανάλογα με το εύρος των ενεργειών που του ορίζουν οι ψηφιακές πλατφόρμες και οι αστικές μεμβράνες. [16] Bratton B.H., The Stack: On Software and Sovereignty / Cloud Layer, The MIT Press, 2016 (e-book)

15 - 16

1.1.β Από την πόλη στην μετα-αστικότητα του Σύννεφου


[17] Bratton B.H., The Stack: On Software and Sovereignty / Cloud Layer, The MIT Press, 2016 (e-book)

[18] Π.χ. Google, Apple, Amazon, Facebook

για νερό και ενέργεια απαιτούν συγκεκριμένες εγκαταστάσεις στο όνομα ορθολογιστικών στρατηγικών για ενέργεια, φτηνό χώρο, εγγύτητα σε περάσματα, χαλαρές διατάξεις σε σχέση με την αποθήκευση δεδομένων ή την ασφάλεια. Πάνω από το έδαφος, οι υποδομές του Σύννεφου εξυπηρετούνται από δίκτυα logistics και αποθηκών, αυτοκινητόδρομους, containers, λιμάνια, αεροδρόμια που ταυτόχρονα επιτρέπουν ροές φυσικών προϊόντων και δεδομένων. Μ’ αυτόν τον τρόπο, το Σύννεφο απορροφά μετα-δεδομένα [17] για κάθε τέτοιο αγαθό και την σχέση ανταλλαγής του, όλα μεταφρασμένα από αλγορίθμους αναφορικά με την παραγωγή, την ζήτηση και την ανταπόκριση στην βελτιστοποίηση. Η οικονομία αυτή στηρίζεται στα οφέλη του συγκεντρωτισμού, που επιτυγχάνεται από την ραγδαία πτώση των τιμών σε ό,τι αφορά τον υπολογισμό, την αποθήκευση και μετάδοση δεδομένων, που με την σειρά τους αυξάνουν τις ποσότητες των δεδομένων που παράγονται από δισεκατομμύρια μηχανές που διοχετεύουν πληροφορία στις υπηρεσίες των ψηφιακών πλατφορμών. Αυτός ακριβώς ο φαύλος κύκλος μηχανών τροφοδοτεί την ραγδαία κεντρομόλο δύναμη για τον συγκεντρωτισμό της πληροφορίας εντός περιορισμένου αριθμού πλατφορμών Σύννεφου, ικανών να υποστηρίζουν και να αξιοποιούν τις υποδομές των υπηρεσιών σε μαζική κλίμακα [18].Το τελικό αποτέλεσμα είναι η σύνδεση σχεδόν κάθε προσώπου, πράγματος, κτιρίου, αυτοκινήτου, φυτού, έξυπνης συσκευής σε υπερυπολογιστικές πλατφόρμες, επιτρέποντας σε κάθε τελικό χρήστη να συνεισφέρει σε διαφορετικά αδύνατους υπολογισμούς, οι οποίοι με την σειρά τους ισχυροποιούν ακόμα περισσότερο την κεντρική θέση των πλατφορμών. Καθώς μάλιστα οι υπηρεσίες των ψηφιακών πλατφορμών αυξάνουν τις διαχειριστικές δυνατότητες του τελικού χρήστη, την ευφυία του σμήνους και την κοινωνική δικτύωση, ο συγκεντρωτισμός του Σύννεφου γίνεται ο μηχανισμός αποκέντρωσης των ψηφιακών διεπιφανειών. Ενώ από την μία πλευρά, αυτή η συνθήκη υπερ-υπολογισμού, μέσω του πολλαπλασιασμού των διασυνδέσεων και των αλληλεξαρτήσεων δρα ισοπεδωτικά ως προς υφιστάμενες ιεραρχήσεις, από την άλλη πλευρά, απομακρύνεται σαφώς από την ιδέα των μη ιεραρχικών δικτύων. Διαφορετικοί παράγοντες (πολιτείες, κράτη, standards, παραγωγοί υλισμικού, λογισμικά) διαδραματίζουν όλοι διαφορετικούς ρόλους και ελέγχουν το υλισμικό και το λογισμικό των εφαρμογών με διαφορετικούς τρόπους, εξυπηρετώντας ο καθένας διαφορετικές σκοπιμότητες. Αυτή η οπτική μας φέρνει πολύ κοντά στην άποψη του θεωρητικού των μέσων, Alexander Galloway, ότι τα κατανεμημένα δίκτυα και ιδιαίτερα το Internet είναι ένα από τα καταλληλότερα


01 | λογισμικό και μηχανισμοί κυριαρχίας 17 - 18

Cloud Structure / Gregor Kregar [ http://gregorkregar.com/portfolio/cloud-structures/ ]


[19] Το ρίζωμα συγκροτεί ένα πολύσημο και καθοριστικό μεταφορικό σχήμα σε σχέση με την ιδέα της πολλαπλότητας και των μη ιεραρχικών δομών, όπως διαμορφώνονται στην φιλοσοφική σκέψη των Deleuze & Guattari. Το ρίζωμα αποδίδεται με το μεταφορικό σχήμα τω φυτών που διακλαδίζονται δημιουργώντας νέους βλαστούς σε κάθε σημείο και αντιτίθεται στην δενδροειδή δομή, στην οποία όλα τα κλαδιά ξεκινούν από έναν κεντρικό κορμό. Επομένως, το ρίζωμα αποτελεί ένα είδος αποκεντρωμένου μοντέλου δικτύου που απορρίπτει δυαδικούς διαχωρισμούς, ιεραρχίες και πλασματικές ενότητες, προωθώντας την πολλαπλότητα και την ετερογένεια. «Το ρίζωμα δεν έχει αρχή ή τέλος. Είναι πάντοτε στο ενδιάμεσο μεταξύ πραγμάτων (interbeing, intermezzo)”// Deleuze G. & Guattari F., A Thousand Plateaus: Capitalism and Schizophrenia 2 (1980), Minneapolis: University of Minnesota Press,1987, σελ. 25 [20] Galloway A., Protocol: How Control Exists after Decentralization, Cambridge, MA: MIT Press, 2004, σελ.147 [21] Bratton B.Η, στο ίδιο / City Layer / City as Layer [22] Ο.π / Cloud Layer

σχήματα για να περιγράψει κανείς τις κοινωνίες του ελέγχου. Τα ριζωματικά [19] και ευέλικτα κατανεμημένα δίκτυα, αν και ιστορικά αναδύθηκαν ως εναλλακτική στα ιεραρχικά, άκαμπτα, κεντρωμένα (και αποκεντρωμένα δίκτυα), οργανώθηκαν, εν τέλει, με τέτοια πρωτόκολλα που όχι μόνο δεν οδήγησαν σε χαοτικές ή μη οργανωμένες δομές, αλλά σε καταφανείς μηχανισμούς ελέγχου. [20] Η Πόλη, στα πλαίσια αυτής της συνθήκης, περιγράφεται ως τμήμα μιας «παγκόσμιας σύνθετης πόλης», συντιθέμενη από επιμέρους μητροπόλεις – δορυφόρους που λειτουργούν «ως τοπικά δείγματα παγκόσμιων οικονομιών κινητικότητας και διαχωρισμών»[21]. Αυτός ο σύνθετος σχηματισμός δεν δομείται μόνο από πληθώρα διαφορετικών πόλεων, αλλά και από δίκτυα οπτικών ινών, ενεργειακούς καννάβους και τσιμεντένιες υποδομές που συνδέουν τα αστικά συμπλέγματα σε γεωγραφικές ιεραρχίες, δημιουργώντας ένα σύνθετο και ανομοιόμορφο μετα-αστικό μόρφωμα[22]. Η πόλη δεν διαμεσολαβεί απλά την Στοίβα, αλλά την εκφράζει στο σύνολό της μέσα από αντιφατικές πρακτικές, λειτουργώντας ταυτόχρονα συγκεντρωτικά μέσα από την παγίωση κόμβων δικτύων ευρυζωνικότητας ως μεγαπόλεις-κράτη και αποκεντρωτικά διαθέτοντας σε παγκόσμια κλίμακα ισχυρές φορητές συσκευές προς χρήση στην αστική καθημερινότητα. To Σύννεφο με την σειρά του αφήνει το χωρικό του αποτύπωμα στο αστικό περιβάλλον, ευνοώντας την εμφάνιση αρχιτεκτονικών μορφών και προγραμμάτων με την μορφή θυλάκων εντός αρχιτεκτονικών μεγακατασκευών ορατών από δορυφόρους. Χαρακτηριστικά ο Bratton αναφέρεται σε κτίρια κλίμακας Στοίβας, που εξυπηρετούν ανθρώπινη κατοίκιση ή ροές αγαθών, εγκαταστάσεις πολυεθνικών εταιριών, κέντρα δεδομένων και αποθηκών ή τα ίδια τα κεντρικά γραφεία των πλατφορμών του Σύννεφου. Το αποτέλεσμα είναι η παραγωγή μιας απόλυτης αρχιτεκτονικής αποκομμένης από την δημόσια πόλη και ορισμένης από τα δικά της δομικά σύνορα - πύλη, τείχη, επιδερμίδες, κήποι – στραμμένη προς το εσωτερικό της, ώστε να επικοινωνεί και να συνδέεται με εξωτερικές παγκόσμιες οικονομίες με τους δικούς της όρους.


01 | λογισμικό και μηχανισμοί κυριαρχίας

[23] «Για να καταλάβουμε καλύτερα τον αντίκτυπο της πληροφοριακής, ψηφιακής τεχνολογίας και της παγκοσμιοποίησης, πρέπει να σταματήσουμε να χρησιμοποιούμε τον όρο πόλη. Αντ’αυτού θα έπρεπε μάλλον να δημιουργήσουμε μία πιο αφηρημένη κατηγορία κεντρικότητας και χώρο συσπείρωσης, που θα μας οδηγήσουν ειρωνικά στο να ανακαλύψουμε εκ νέου την πόλη, όμως ως μία εγκατάσταση μέσα σε ένα πολύ ευρύτερο περιβάλλον» // Saskia Sassen, The Metapolis Dictionary of the Advanced Architecture, σελ.425 [24] Bratton B.Η, στο ίδιο, Introduction / Global and Local

19 - 20

Στα πλαίσια επομένως ενός ολοκληρωτικού κυριαρχικού σχήματος του απανταχού υπολογισμού, όπως αυτό που μας υποδεικνύει η Στοίβα, η πόλη εμφανίζεται ως ένα σύνθετο μόρφωμα, ως πόλη – μηχανή αποτέλεσμα αντιφατικών πρακτικών αποκέντρωσης και συγκεντρωτισμού, βασισμένη σε απρόβλεπτες εκδηλώσεις της κυριαρχίας των δεδομένων. Ίσως ακόμη και η ίδια η έννοια της πόλης να μην επαρκεί και να πρέπει να την ανακαλύψουμε εκ νέου, ως μια πιο αφηρημένη έννοια, ως εγκατάσταση με όρους κεντρικότητας και συσπείρωσης σε ένα πολύ ευρύτερο περιβάλλον [23] όπου το παγκόσμιο και το τοπικό αναδιπλώνονται σε σχέσεις μέρους – συνόλου. Η ατυχηματική μας μεγαδομή αναφέρεται στην πολλαπλότητα, στην αντίφαση, στην συνθετότητα και στην διακύμανση των κλιμάκων. Αναδύει μια εικόνα του κόσμου όχι ως κόσμο πληροφορίας, αλλά «κόσμο θορύβου»[24] , μια εκκωφαντική ανάμειξη ασύνδετων εξισώσεων, την οποία αποδεχόμαστε και στην οποία δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να εισέλθουμε. Ή μήπως όχι; Αν όπως η Στοίβα, διασπείρει παραγωγικά ατυχήματα και επανασχεδιάζεται μέσω αυτών, μπορούμε να σκεφτούμε και την πόλη ως ένα πεδίο – όσο ασυνεχές ή αφηρημένο κι αν είναι – που δύναται να αποσταθεροποιήσει την υφιστάμενη συγκρότησή του και να γίνει πεδίο εναλλακτικών μορφών κυριαρχίας;


1.2

Από την πόλη στο λογισμικό – Οι υποδομές 1.2.α Η ποιητική των υποδομών

[25] Σύμφωνα με τους Graham και Marvin, οι υποδομές είναι «μηχανισμοί ελέγχου του χρόνου ωθώντας κύματα κοινωνικής προόδου» [Graham S, Marvin S. 1996. Telecommunications and the City: Electronic Spaces, Urban Places. London: Routledge]. Για τον Marx, οι υποδομές των τεχνολογιών δεν ήταν μόνο υλικά αντικείμενα, αλλά ενσάρκωναν την ίδια την ροή της ιστορίας, επειδή η βιομηχανία ήταν ένα σύστημα μηχανών που απομάκρυνε «κληρονομικά κακά» και «παθητικές μορφές επιβίωσης», καθώς εξελισσόταν η ιστορική ανάπτυξη. Οι υποδομές ήταν ενσωματωμένες στην οργάνωση της οικονομίας της αγοράς και η ιδέα της προόδου ήταν κεντρική στον νεοφιλελευθερισμό.// Larkin B., “The Politics and Poetics of Infrastructure” /The unbearable modernity of infrastructure, Barnard College, Columbia University, New York [26] Klose A., “Container Love, and Fear”, Technosphere Magazine, 2016 [27] «Ώριμα τεχνολογικά συστήματα – αυτοκίνητα, δρόμοι, δημοτικές παροχές νερού, τηλέφωνα, σιδηρόδρομοι, κτίρια, υπολογιστές – κατοικούν σε ένα υπόβαθρο που φαντάζει φυσικό, τόσο φυσικό και απαρατήρητο σε μας όπως τα δέντρα και το φως».// Edwards P. “Infrastructure and Modernity: Force, time, and social organization in the history of sociotechnical systems,” in Misa, Brey, and Feenberg (eds), Modernity and Technology, σελ.185 [28]Larkin B.σ στο ίδιο

H υποδομή, έχοντας τις εννοιολογικές της ρίζες στην ιδέα του Διαφωτισμού για έναν κόσμο εν κινήσει και ανοιχτό στην αλλαγή, όπου η ελεύθερη κυκλοφορία αγαθών, ιδεών και ανθρώπων δημιουργεί την δυνατότητα προόδου, στην ιστορική της εξέλιξη, συνυφάνθηκε με την διαμόρφωση της νεωτερικής κοινωνίας και την επίτευξη ενός υποσχόμενου μέλλοντος που εξασφαλίζει την ελευθερία.[25] Για τον λόγο αυτό, οι υποδομές εγχαράχτηκαν στο συλλογικό υποσυνείδητο με επαναστατικές μορφές σκέψης, προκαλώντας βαθιές επιδράσεις σε αναπτυσσόμενες κοινωνίες. Οι καινοτομίες του 19ου αιώνα – και του πρώιμου 20ου- με τα τεράστια δίκτυα σιδηροδρόμων, ηλεκτρικής ενέργειας, τηλεγράφων και τηλεφωνικών συστημάτων, αλλά και με την κατασκευή αυτοκινητόδρομων και αγωγών πετρελαίου λίγο αργότερα, μπορούν να ιδωθούν ως καθοριστικές ως προς την διαμόρφωση της σύγχρονης εικόνας των απανταχού υποδομών. Από τότε, ωστόσο, έχει πραγματοποιηθεί μια καθοριστική μετατόπιση (από το 1950 και μετά) που συνδέεται με την εφεύρεση των υπολογιστικών συστημάτων και την ψηφιακή τεχνολογία που έφερε την υποδομή πολύ πιο κοντά στην καθημερινότητα.[26] Οι υποδομές σήμερα, ως υλικά δίκτυα που επιτρέπουν την ροή αγαθών, ανθρώπων ή ιδεών, ορίζοντας τις συνθήκες της ανταλλαγής τους στον χώρο, συγκροτούν μια αρχιτεκτονική κινητικότητας που κυριολεκτικά περιδένει τις σύγχρονες κοινωνίες, παράγοντας το περιβάλλον της καθημερινής ζωής, ως «δεύτερη φύση».[27] Μάλιστα, μπορεί κανείς πλέον να μιλά για έναν «φετιχισμό» [28] σε σχέση με τις υποδομές, δεδομένου πολλά από τα έργα τους εγκαθίστανται και κατασκευάζονται, ώστε πόλεις ή κράτη να μπορούν να συμμετέχουν μέσω κοινών οπτικών και εννοιολογικών δειγμάτων και μοτίβων στους όρους της σύγχρονης ανάπτυξης και προόδου. Σύμφωνα με τον Brian Larkin, του οποίου η έρευνα στρέφεται στις ανθρωπολογικές προεκτάσεις των υποδομών, η ιδιαίτερη οντολογία τους έγκειται στο ότι είναι «ύλη που επιτρέπει την κίνηση και μεταφορά άλλης ύλης», στο ότι «είναι πράγματα, αλλά και αλληλεπίδραση μεταξύ πραγμάτων», γεγονός που τις διαφοροποιεί από άλλες τεχνολογίες και τις ανάγει σε


Πιο συγκεκριμένα, σύμφωνα με τον Larkin, η ποιητική τους διάσταση έγκειται στο ότι υποδομές γίνονται τα μέσα με τα οποία κράτη ή πόλεις προσφέρουν αυτές τις αναπαραστάσεις στους πολίτες τους ζητώντας τους να τις εκλάβουν ως κοινωνικά γεγονότα, ως δείγματα προόδου και ανάπτυξης. Οι υποδομές ορίζοντας μια μορφή αισθητικής τάξης στον χώρο και υποβάλλοντας μια αίσθηση νεωτερικότητας, μια διαδικασία με την οποία το σώμα, όσο και το μυαλό, κατανοούν τι σημαίνει να είσαι σύγχρονος, μεταβαλλόμενος και προοδευτικός, αναδεικνύουν μια αισθητική [31] πτυχή τους, όχι μόνο μέσω της αναπαράστασης, αλλά και της ενσωματωμένης – βιωμένης εμπειρίας που κυριαρχείται από τους τρόπους με τους οποίους οι υποδομές παράγουν τις περιβάλλουσες συνθήκες της καθημερινής ζωής.

Dubai [ https://urbannext.net/dubai-ae/ ]

[29] «Ένα τεχνικό σύστημα ξεκινά από ένα μέρος επεκτεινόμενο συναρτήσει συγκεκριμένων τοπικών οικολογικών, νομικών, πολιτικών και βιομηχανικών τεχνικών. Καθώς εξελίσσεται σε δικτυωμένη υποδομή, πρέπει να μετακινηθεί σε άλλα μέρη με διαφορετικές συνθήκες, τεχνολογικά standards ή νομικούς κανονισμούς, αξιοποιώντας μεθόδους προσαρμογής και μετάφρασης, δηλαδή διαδικασιών έμφυτων στην δόμηση συστημάτων.» // Larkin B, στο ίδιο “Systems thinking and technopolitics” [30] Σύμφωνα με τον Jacobson, η έννοια της ποιητικής αναφέρεται στην άρθρωση του λόγου που οργανώνεται σύμφωνα με τις υλικές ποιότητες του ίδιου του σημαίνοντος και όχι από την αναφορική του σημασία. Η σημειολογική απτότητα γίνεται η κυρίαρχη, αποφασιστική λειτουργία της πράξης του λόγου.// Jakobson R. 1985. Closing statements: linguistics and poetics. In Semiotics: An Introductory Anthology, ed. RE Innis, pp. 145–75. Bloomington: Indiana Univ. Press [31] Σύμφωνα με τον Αριστοτέλη, η αίσθηση αναφέρεται όχι σε μια πνευματική αντίληψη των έργων τέχνης, αλλά σε μια σωματική αντίδραση στην βιωμένη πραγματικότητα: «Είναι μια μορφή επίγνωσης που αποκτάται μέσω της γεύσης, της αφής, της ακοής, της όρασης και της όσφρησης» // Buck-Morss S. 1992. Aesthetics and anaesthetics: Walter Benjamin’s artwork essay reconsidered

21 - 22

συστήματα.[29] Μάλιστα αυτή η τοποθέτηση του συστήματος ως υπόβαθρο της ανάλυσής του, μετατοπίζει το ενδιαφέρον από την επικέντρωση στην αμιγή τεχνική λειτουργία των υποδομών στην οποία άλλωστε επικεντρώνεται η πλειονότητα σχετικών αναλύσεων, και φωτίζει πολλαπλές πλευρές τους. Πιο συγκεκριμένα, οι υποδομές μπορούν να επιτελούν τεχνικές λειτουργίες (επιτρέπουν μετακινήσεις οχημάτων, νερού, ηλεκτρισμού) διαμεσολαβώντας ανταλλαγές από απόσταση συνυφαίνοντας ανθρώπους και αντικείμενα σε σύνθετα ετερογενή συστήματα, αλλά και να λειτουργούν ως μορφές που έχουν αφαιρεθεί από το συγκείμενό τους και έχουν σχετική αυτονομία από την τεχνική τους λειτουργία. Αυτή η προσέγγιση φέρνει στο προσκήνιο μια αισθητική διάσταση των υποδομών, ως μια μορφή ποιητικής.[30]


1.2.β Οι υποδομές ως χωρικό λογισμικό

[32] Easterling K., Extrastatecraft: The politics of infrastructure space, “Introduction”, Verso,2014 (e-book)

[33] O όρος «τάση» προέρχεται από προσωπική μετάφραση του όρου “disposition” που χρησιμοποιεί η Easterling, με αφορμή τον όρο “dispositif” του Michel Foucault. To “dispositif” ορίζεται ως «μια καθόλα ετερογενής συναρμογή που αποτελείται από ομιλίες, θεσμούς, αρχιτεκτονικές μορφές, κανονιστικές αποφάσεις, νόμους, διοικητικά μέτρα, επιστημονικές δηλώσεις, φιλοσοφικές, ηθικές και φιλανθρωπικές προτάσεις – εν συντομία, τα ειπωμένα όσο και τα ανείπωτα». // Foucault Μ., “The Confession of the Flesh”,1977

Μία ακόμα πιο διευρυμένη οπτική για τις υποδομές, κινούμενη συμπληρωματικά ως προς την ανθρωπολογική ανάλυση του Larking, υιοθετεί και η Keller Easterling - ενεργοποιούμενη από ζητήματα αστικού σχεδιασμού και αρχιτεκτονικής- με την έννοια του «χώρου των υποδομών», αποδίδοντάς τον ως ένα παγκόσμιας εμβέλειας πλέγμα υλικών και άυλων υποδομών– επαναλαμβανόμενων μοτίβων που παράγουν τον μεγαλύτερο μέρος του χώρου σε παγκόσμια κλίμακα. Η υποδομή, από την πλευρά της Easterling, δεν αποδίδει μόνο υλικά δίκτυα μεταφορών ή επικοινωνιών, αλλά και τα άυλα μικροκύματα που εκπέμπουν οι δορυφόροι, τα πλήθη των διασκορπισμένων ηλεκτρονικών συσκευών, τους κανόνες που ορίζουν την λειτουργία των πάντων –από τεχνικά αντικείμενα μέχρι τρόπους διαχείρισης. Η υποδομή δεν επιδιώκει να περιγράψει «το αστικό υπόστρωμα (υπό – δομή), αλλά την ίδια την αστική δομή, τις παραμέτρους της παγκόσμιας αστικότητας.»[32] Ο αστικός χώρος αποδίδεται πλέον ως φορέας επαναλαμβανόμενων σειρών χωρικών προϊόντων εντός παρόμοιων αστικών διατάξεων (ουρανοξύστες, φανάρια, χώροι στάθμευσης, ελεύθερες ζώνες, καζίνο, εστιατόρια γρήγορου φαγητού, ξενοδοχεία, εμπορικά κέντρα, κτίρια γραφείων, προάστια, βιομηχανικά πάρκα κ.ά.), με στόχο την οργάνωση μοτίβων συμπεριφοράς και κυρίαρχο άξονα την κατανάλωση. Το ιδιαίτερο ενδιαφέρον της προσέγγισης της Easterling έγκειται στην περιγραφή του χώρου των υποδομών ως μέσο πληροφορίας, που κατοικεί τόσο στα χωρικά μοτίβα και στις τεχνολογίες των υποδομών, όσο και στις επικρατούσες αφηγήσεις και τους σύγχρονους μύθους που τις πλαισιώνουν ως μοχλούς ανάπτυξης και προόδου, όπως υπογραμμίστηκε και παραπάνω με την έννοια της ποιητικής διάστασης που τους αποδίδει ο Larkin. Η πληροφορία αυτή δεν εντοπίζεται στην μορφή – μήνυμα, με την έννοια του ορατού, δηλωμένου περιεχομένου των υποδομών («τι είναι»), αλλά στο μέσο – ενέργεια των αόρατων, αδήλωτων δραστηριοτήτων («τι κάνουν») που καθορίζουν πώς αντικείμενα και περιεχόμενο οργανώνονται και κυκλοφορούν. Υπό αυτήν την οπτική, η Easterling χαρακτηρίζει τον χώρο των υποδομών ως «χωρικό λογισμικό» που μέσω της αδήλωτης δράσης του, κωδικοποιεί σχέσεις μεταξύ επιμέρους οργανωτικών δομών ή/και αφηγήσεων, επιτρέποντας ή μη ορισμένες καταστάσεις ή συμβάντα στον αστικό χώρο. Αυτή η λανθάνουσα ενέργεια, αποδίδεται ως τάση [33] , ως συντελεστής δράσης που ενυπάρχει, χωρίς αυτό να προϋποθέτει την ανάγκη για πραγματική κίνηση ή συμβάν.


O σύγχρονος χώρος υποδομών, καθώς ως χωρικό λογισμικό, ενορχηστρώνει δράσεις συχνά μη δηλωμένες, αλλά ουσιώδεις, καθίσταται όπλο στα χέρια των ισχυρών του κόσμου, μέσα από αφηγήσεις που μεταμφιέζουν καταστάσεις ή αποσπούν την προσοχή από αυτό που πραγματικά συμβαίνει, από την δράση των δυναμικών συστημάτων χώρου, πληροφορίας και δύναμης. Ως φορέας πολλαπλών, αλληλεπικαλυπτόμενων ή ένθετων μορφών κυριαρχίας, γίνεται το μέσο μιας πέρα από τα όρια θεσμοθετημένων μορφών κυριαρχίας, που ενεργούν πέρα, προσθετικά ή και σε συνεργασία με την επίσημη διακυβέρνηση και που η Easterling αποκαλεί “extrastatecraft”[36].Ενώ, λοιπόν, ο ίδιος ο αστικός χώρος αποτελεί την πεμπτουσία του χώρου των υποδομών, οι τεχνικές γλώσσες των ιδιωτικών εταιρειών και των άλλων δυνάμεων του extrastatecraft τον υποσκελίζουν μετατρέποντάς τον σε παραπροϊόν πολιτικών παιχνιδιών και ρευστών αγορών. [37] Προκειμένου να καταστεί περισσότερο κατανοητή η προσέγγιση της Easterling, αξίζει μια σύντομη αναφορά στην ελεύθερη ζώνη, ως μια «μολυσμαντική» σε παγκόσμια κλίμακα χωρική τεχνολογία και χαρακτηριστικό δείγμα του χώρου των υποδομών. Η ελεύθερη ζώνη, αν και ξεκίνησε ως αμιγώς οικονομικό και διαχειριστικό εργαλείο στα μέσα του 20ου αιώνα, λειτουργώντας ως εργαλείο εισόδου αναπτυσσόμενων χωρών στην παγκόσμια αγορά μέσα από λογικές ειδικών οικονομικών κινήτρων και φορολογικών εξαιρέσεων, εξελίχθηκε σταδιακά ως «ισομορφικός εξωαστικός θύλακας» [38] που απορρόφησε όλο και μεγαλύτερο μέρος της οικονομίας των χωρών υποδοχής στο εσωτερικό του. Σήμερα οι ζώνες, έχουν μεταμορφωθεί σε μητροπολιτικά μοντέλα, με χαρακτηρισμούς όπως «κυβερνοπόλεις», «τεχνοπόλεις», «έξυπνες πόλεις», ικανά να υποδεχτούν κάθε οικιστικό,

01 | λογισμικό και μηχανισμοί κυριαρχίας

[34] Easterling K., Extrastatecraft: The politics of infrastructure space, Introduction, Verso,2014 (e-book)

[35] Η έννοια των ενεργών μορφών, σύμφωνα με την θεωρία της K.Easterling, αναπτύσσεται αναλυτικά στην ενότητα 2.2

23 - 24

Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει η Easterling, «oι χώροι και οι αστικές οργανώσεις συνήθως αντιμετωπίζονται, όχι ως δρώντες, αλλά ως στατικές συγκεντρώσεις αντικειμένων ή όγκων. Η δράση- η ενέργεια συνδυάζεται μόνο με την έννοια της κίνησης. Η τάση είναι εμμενής ιδιότητα, όχι σε κινούμενα μέρη, αλλά σε σχέσεις μεταξύ των μερών.» [34] H τάση, προσδίδοντας εκτυλισσόμενη δράση μέσω αλληλεπιδράσεων μεταξύ συναρμογών, συγκροτεί τον χώρο των υποδομών ως συγχρονισμένη πλατφόρμα που ξεδιπλώνεται στον χρόνο, ώστε να διαχειριστεί νέες καταστάσεις κωδικοποιώντας σχέσεις, ως «ενεργή μορφή»[35], όπως τα δυαδικά ψηφία ενός κώδικα λογισμικού που οργανώνονται σε πρωτόκολλα, διαδικασίες και προγράμματα.

[36] Σύνθετη λέξη «extra – statecraft» που μεταφράζεται επακριβώς ως «έξω – πολιτική τέχνη / πολιτική ικανότητα» [37] Easterling K., στο ίδιο

[38] Ο.π.


επιχειρησιακό ή πολιτισμικό πρόγραμμα (π.χ Shenzen, Shangai, Dubai, King Abdulah Economic City, Cyberjaya) αποτελώντας πλέον το πιο διάσημο πρότυπο για την σύγχρονη παγκόσμια πόλη. Εντούτοις, αν και περιβεβλημένη με ένα πέπλο πολιτικής ουδετερότητας και οικονομικού φιλελευθερισμού ή ορθολογισμού, στην πραγματικότητα, η ζώνη εμπεριέχει και διαχειρίζεται πολύπλοκα και αλληλεξαρτώμενα στρώματα κυριαρχίας κρατικών ή μη μηχανισμών και χειραγώγησης της αγοράς, ως «μια τέλεια χοάνη ανορθολογισμού και φαντασίας».[39]Η κατάχρηση περιβαλλοντικών πηγών, αλλά και ανθρώπινου εργατικού δυναμικού, στα πλαίσια της φαινομενικής αυτονομίας της ζώνης, μπορεί μέχρι και σήμερα να εξελίσσεται ανεμπόδιστα. Η δημοτικότητα των ζωνών, δεν πηγάζει τόσο από οικονομικές αρχές, αλλά από ανορθολογικές κοινωνικές και πολιτισμικές επιθυμίες συμβιβασμού σε μια παγκόσμια νόρμα, με αποτέλεσμα, αμύητες χώρες να πασχίζουν, παρά την αρνητική εμπειρία που έχει αποκτηθεί, να αποκτήσουν μια νέα ζώνη ώστε να ενταχθούν στην παγκόσμια αγορά με ανταγωνιστικούς όρους. Αναλύοντας την ελεύθερη ζώνη υπό τους όρους χωρικού λογισμικού, η λανθάνουσα ενέργειά της απορρέει τόσο η αποσύνδεση από τις πραγματικές δραστηριότητες των οργανώσεων των ζωνών και ο έλεγχος της δημοτικότητάς τους προς όφελος συγκεκριμένων σκοπιμοτήτων.

Οι υποδομές της σύγχρονης αστικότητας, ως κυρίαρχη έκφραση των τεχνολογικών επιτευγμάτων και της συνθήκης των υπολογιστικών συστημάτων σε παγκόσμια κλίμακα, έρχονται στο προσκήνιο, επομένως, ως φορείς ποιητικής και λανθάνουσας ενέργειας. Αυτή ακριβώς η αόρατη διάστασή τους, μας προκαλεί να μάθουμε την γλώσσα τους, ώστε να είμαστε σε θέση να διαβάσουμε την διαφορά ανάμεσα στις αναπαραστάσεις τους – δηλωμένο τους περιεχόμενο – και στην υποβόσκουσα δυναμική τους – αδήλωτο περιεχόμενο – προκειμένου να αποκωδικοποιήσουμε το σύνθετο χωρικό λογισμικό που τις παραμετροποιεί και προγραμματίζει την σύγχρονη πόλη. Πώς, κινούμενοι από τα προϊόντα των υποδομών και αποκωδικοποιώντας τα, μπορούμε να επανασχεδιάσουμε την πόλη ως εναλλακτικό χωρικό λογισμικό; Μπορούμε να συνθέσουμε νέες αλληλουχίες κώδικα στα πλαίσια μια νέας διαδικασίας παραγωγής του αστικού χώρου, στον αντίποδα του συνονθυλεύματος των ομογενοποιημένων αστικών περιβαλλόντων;


01 | λογισμικό και μηχανισμοί κυριαρχίας 25 - 26

Shanghai Urbanism [ https://www.flickr.com/photos/landrey/4003631523/ ]



Global Myopia (Uruguay Pavilion, Giardini della Biennale, Venice, Italy) / Marco Maggi


κεφάλαιο 2

δομές του αστικού λογισμικού

[1] McLuhan M., Understanding Media:The Extensions of Man, New York, 1964

Η αλληγορία της πόλης ως μεγάλος υπολογιστής και η ανάγνωση του αστικού πεδίου ως λειτουργικό σύστημα, δεν προκύπτει αποκλειστικά από σύγχρονες προσεγγίσεις, αλλά βρίσκει τα πρώτα της δείγματα σε διατυπώσεις –θεωρητικές ή σχεδιαστικές – της πρώιμης ψηφιακής εποχής. Ήδη από τα μέσα του 20ου αιώνα, ο Marshall Mc Luhan επαναδιατύπωσε την πόλη ως τοπίο έξυπνων δικτύων και μέσων πρόσθεσης πληροφορίας [1], ενώ σχεδιαστικές προτάσεις, εν ήδη ουτοπιών, όπως αυτές των Archigram και Archizoom, κινούμενες από τους κοινωνικούς, πολιτισμικούς και κυρίως τεχνολογικούς μετασχηματισμούς στα τέλη της δεκαετίας του ’60, πειραματίστηκαν με ιδέες προγραμματισμού του χώρου, προς όφελος μιας πρωτοποριακής, ευέλικτης και κινητικής αρχιτεκτονικής, υπό την μορφή σύμπραξης λογισμικού και υλισμικού. Εντούτοις, η σημερινή συνθήκη, αποκαλύπτει μια άνευ προηγουμένου δυναμική υπό τους όρους σύγκλισης υλικής και άυλης πληροφορίας, όπως άλλωστε έχει αποκαλυφθεί στα πλαίσια της μέχρι τώρα ανάλυσης. Στην παρούσα ενότητα, επιδιώκεται μια εμβάθυνση στην σύγκλιση αυτή, μέσα από την ανάγνωση της σύγχρονης αστικότητας με όρους εναλλασσόμενης διεπιφανειακότητας και ενεργών μορφών. Ενώ, η πρώτη δίνει έμφαση στην ενέργεια των ορίων –εικονικών και φυσικών - και η δεύτερη στην ενέργεια που απορρέει μέσω αλληλεπιδράσεων με όρους δικτύωσης, είναι και οι δύο αποκαλυπτικές ως προς τον τρόπο που κατευθύνουν ροές και επιτρέπουν ή μη συγκεκριμένες καταστάσεις ή συμβάντα στον αστικό χώρο, φωτίζοντας η καθεμία από την πλευρά τους συμπληρωματικά το πεδίο διερεύνησης. Αυτή ακριβώς η οπτική, επιτρέπει και την περιγραφή τους με όρους λογισμικού, ανεξάρτητα από την επαύξησή τους από ψηφιακή πληροφορία ή μη.


Το λογισμικό ως εναλλασσόμενη διεπιφανειακή συνθήκη

Σύμφωνα με τον Bratton, διευρύνοντας το σχήμα του «ελέγχου» του Deleuze, η άσκηση ελέγχου έγκειται στην επιλεκτικά διαφοροποιούμενη δυνατότητα πρόσβασης του κάθε χρήστη στα διεπιφανειακά κυκλώματα, καθώς οι διεπιφάνειες διανοίγουν ή αποκλείουν αστικούς (φυσικούς ή εικονικούς) χώρους σε διαφορετικούς χρήστες, με διαφορετικούς τρόπους, συνδέοντας και χωρίζοντας κατ’επέκταση την ίδια την κοινωνία. “Οι διεπιφάνειες είναι κατώφλια. Συνδέουν και αποσυνδέουν εξίσου, οργανώνοντας ροές συνδυάζοντας ή κατατέμνοντάς τες, επιτρέποντάς ή ματαιώνοντάς τες»[5]. Πώς όμως οι αναρίθμητες διεπιφάνειες της σύγχρονης αστικότητας εκδηλώνονται ως μηχανισμός ελέγχου, είτε με άυλη είτε με υλική υπόσταση στο περιβάλλον της παγκόσμιας πόλης;

[2] Η διεπιφάνεια, πιο συγκεκριμένα, ορίζεται ως το «το κάθε σημείο επαφής μεταξύ δύο σύνθετων συστημάτων που καθορίζει τις συνθήκες ανταλλαγής μεταξύ των συστημάτων αυτών»// Bratton B.,The Stack: On Software and Sovereignity/ Interface Layer, The MIT Press, 2016 (e-book) [3] O.π. / City Layer [4] Ο.π.

29 - 30

Ο Bratton, αναφερόμενος στο επίπεδο της πόλης εντός του σχήματος της Στοίβας, χρησιμοποιεί ως βασική μονάδα και ταυτόχρονα μέσο άσκησης ελέγχου το διεπιφανειακό [2] χώρισμα, περιγράφοντάς το ως το «φυσικό ή εικονικό όριο που μπορεί να ανατρέπεται συστηματικά μέσα από την αλληλεπίδρασή του με τα ευρύτερα υπολογιστικά συστήματα» [3] Το διεπιφανειακό χώρισμα, εκφράζεται άλλοτε ως εσώκλειστη αστικότητα – θύλακας και άλλοτε ως κινούμενη αστικότητα – ροή, τόσο φυσικών αντικειμένων και ανθρώπων, όσο και ψηφιακών οντοτήτων και πακέτων δεδομένων. Η πόλη μέσα από τις εναλλαγές του χαρακτήρα των διεπιφανειών, περιγράφεται, άλλοτε, ως πόλη χωρισμάτων, σταθερών κέντρων και περίκλειστων πληθυσμών και άλλοτε, ως πόλη της κινητικότητας, των νομαδικών τοπίων και των μετασχηματιζόμενων προοπτικών. Στην πρώτη η διεπιφάνεια λειτουργεί ως διαχωριστική γραμμή, ως παγιωμένο σύνορο, ενώ στην δεύτερη ως διάνυσμα, ως δυναμική διασύνδεση. Ο κάνναβος, ως γενικευμένη πλατφόρμα περιχάραξης ορίων στην σύγχρονη αστική επιφάνεια, μέσα από κανονικοποιημένα πλήρη και κενά, κτιριακά συγκροτήματα και δρόμους, επαυξάνει αυτήν την μετάβαση από τον θύλακα στην ροή, εξυπηρετώντας τον διπλό σκοπό του εγκλεισμού και της διαφυγής. Στα πλαίσια της συνθήκης που εξετάζουμε, το αστικό τοπίο συνυφαίνεται ουσιαστικά από δύο καννάβους, έναν «τσιμεντένιο» και έναν πιο «μαλακό», αν όχι εξίσου βαρύ.[4]

02 | δομές του αστικού λογισμικού

2.1

[5] Ο.π / Interface Layer,


No-Stop City / Archizoom Associati


Η μετάφραση αυτή ενός τεράστιου συνόλου δυνατότητων σε οπτικό όργανο, καθίσταται δυνατή μέσα από τη χρήση ενός πλήρους εύρους σημείων και συμβόλων, που όταν ενεργοποιούνται μέσω της υπολογιστικής τους διάστασης, παύουν να συγκροτούν αναπαραστατικά διαγράμματα και γίνονται τα ίδια απτές τεχνολογίες που προκαλούν πραγματικά συμβάντα, αντίστοιχα του σημειωτικού περιεχομένου της εικόνας- συμβόλου. Υπό αυτήν την σκοπιά, τα γραφικά περιβάλλοντα χρήστη μπορούν να αποδοθούν ως ένα είδος διαγραμματικού χάρτη, που δεν λειτουργεί μόνο ως περιγραφή ή αναπαράσταση των χώρων στους οποίους αναφέρεται, αλλά ως μέσο, που λόγω της υπολογιστικής του δύναμης, επιτρέπει τις δράσεις των χρηστών, πλαισιώνοντάς τες και ανταποκρινόμενο ενεργά σ’αυτές. Έτσι, η διεπιφάνεια περιγράφεται ως διάγραμμα επαυξημένο με υπολογιστική δύναμη που μετατρέπει την εικόνα-διάγραμμα σε τεχνολογία, σε ενεργή εικόνα που της επιτρέπει της να ελέγχει αυτό ακριβώς που αναπαριστά. Πέρα από την πλαισίωση πιθανών δράσεων, η δυνατότητα ενεργής ανταπόκρισης του διεπιφανειακού διαγράμματος επιτρέπει μια μοναδική χαρτογράφηση της πραγματικότητας. Κατά μία έννοια, «οι διεπιφάνειες επαναχαρτογραφούν αυτό που χαρτογραφούν, ενώ καθώς τα διεπιφανειακά σχέδια πολλαπλασιάζονται, οι εναλλασσόμενες γεωγραφίες τους υπερκαλύπτονται και αντιπαρατίθενται».[7] Η δυνατότητα αυτής της επαναχαρτογράφησης σε πραγματικό χρόνο, μεταβάλλει όχι μόνο τον τρόπο με τον οποίο οι χρήστες των εικονικών διεπιφανειών – ιδιαίτερα των φορητών

[6] Bratton B.,The Stack: On Software and Sovereignity/ Interface Layer, The MIT Press, 2016 (e-book)

31 - 32

Οι εικονικές διεπιφάνειες (π.χ. γραφικά περιβάλλοντα διεπαφής χρήστη), λειτουργούν ως επίπεδα διαμεσολάβησης ανάμεσα στα υποκείμενα της πόλης, εν είδη χρηστών, και στις υπολογιστικές υποδομές παγκόσμιας εμβέλειας, ώστε οι ενέργειές του να μπορούν να τις επηρεάζουν, αλλά και να επηρεάζονται από αυτές. Πιο συγκεκριμένα, οι εικονικές διεπιφάνειες έχουν την δυνατότητα να λαμβάνουν μια ασύλληπτη ποσότητα πληροφορίας που προέρχεται από τα υπολογιστικά συστήματα σε παγκόσμια κλίμακα και να επιστρέφουν σε αντάλλαγμα μια εικόνα-διάγραμμα, μέσα από διαδικασίες μετάφρασης, περιοριστικές και εξαιρετικά απλουστευτικές, στοχεύοντας στην διευκόλυνση της διαχείρισής τους από τους χρήστες και της επίτευξης του μέγιστου βαθμού αλληλεπιδράσεων μ’αυτούς. Από αυτήν την άποψη, δικαιολογείται και ο χαρακτηρισμός τους ως συγκεντρωτικές μηχανές [6].

02 | δομές του αστικού λογισμικού

2.1.α. Εικονικές Διεπιφάνειες

[7] Ο.π



02 | δομές του αστικού λογισμικού 33 - 34

Locals and Tourists / Eric Ficher Υπέρθεση ροών χρηστών με βάση «ετικέτες» (geotags) φωτογραφιών αναρτημένων σε εφαρμογές κινητών συσκευών (Flickr και Picasa), επί του υφιστάμενου οδικού δικτύου. 01.Λονδίνο / 02.Παρίσι / 03.Χόνγκ Κόνγκ / 04.Τόκυο / 05.Τορόντο /06.Νέα Υόρκη/ 07.Ταϊπέι / 08.Σαν Φρανσίσκο [www.flickr.com/photos/walkingsf/ sets/72157624209158632/


[8] Αυτή η ανθρωπομορφική διάσταση αποδίδεται στην απτότητα των ψηφιακών μέσων ιδιαίτερα λόγω των δυνατότητων αλληλεπίδρασης μ’αυτά μέσω πολλαπλών χειρονομιών (αφή, ομιλία κλπ) έναντι των πιο απρόσωπων διαδικασιών “point-and-click”. Αυτή η μεταστροφή καθιστά τις εικονικές διεπιφάνειες ικανές να λειτουργούν κοινωνικά και ψυχολογικά ως αστικές διεπιφάνειες, που συνδέουν άμεσα με τον φυσικό κόσμο. Η διεπιφάνεια του κινητού τηλεφώνου έχει αντικαταστήσει πράγματα, δεν μόνο μια μεταφορική απόδοσή τους.» / Ο.π, City Layer/ Designing for Mixed Envelopes, Mixed Programs [9] “Καθώς έχουμε συνηθίσει στο να πλοηγούμαστε στην πόλη μέσω των έξυπνων συσκευών μας και τους χάρτες της Google, εξοικειωνόμαστε σε μια δυσδιάστατη, σχεδόν κατοψική εμπειρία. Αντί του να βλέπουμε τους εαυτούς μας ως μέρος του ιστού της πόλης και να βιώνουμε την τρισδιάστατη αστική συνθήκη, κατοικούμε σε μια μόνιμη εμπειρία πέρα από το σώμα, απομακρυσμένης από τον πραγματικό τόπο, βλέποντας τους εαυτούς μας ως κινούμενες κουκκίδες σε έναν χάρτη” / Kazys Varnelis and Leah Meisterin “The invisible city: Design in the age of intelligent maps” [10] Shepard M. (editor), Sentient City: ubiquitous computing, architecture, and the future of urban space / Introduction, The MIT Press, Cambridge, Massachusetts, 2011 [11] Η μορφή που οριζόντια διαφοροποιείται ως διακριτό κελί εντός ενός αστικού καννάβου και κατακόρυφα διαφοροποιείται με πολλαπλά στοιβαγμένα προγράμματα αποκαλείται ουρανοξύστης //Rem Koolhaas, Delirious New York: A Retroactive Manifesto for Manhattan, New York: Monacelli Press,1994 [12] Bratton B., στο ίδιο,/Interface Layer / The Interface as Layer

συσκευών – αλληλεπιδρούν με την πόλη, αλλά και πώς την αντιλαμβάνονται. Περιβάλλοντα αστικά δίκτυα αποκτούν ζωή μέσα από τις οθόνες των φορητών συσκευών, επιτρέποντας την επικοινωνία με εγγύτερα ή πιο απομακρυσμένα σημεία, ενώ η απτότητα και τα «ανθρωπομορφικά» [8] χαρακτηριστικά των ψηφιακών μέσων, συνδέουν τον χρήστη όχι με ένα εικονικό βασίλειο, αλλά, εν τέλει, με τον ίδιο τον φυσικό χώρο. Η πόλη, υπόκειται σε διαδικασίες εγγραφής – επανεγγραφής μέσω δεδομένων πραγματικού χρόνου, καθώς η παραμικρή δράση του χρήστη είναι μια νέα πληροφορία που προστίθεται σε ένα ζωντανό σύνολο, επαναπροσδιορίζοντας τον χάρτη της πόλης για κάθε άλλον χρήστη (π.χ. μέσω εφαρμογών γεωεντοπισμού). Αυτή η, εν είδη ανατροφοδοτούμενου βρόγχου, διαδικασία μπορεί να οδηγήσει ένα πρόσωπο σε αλλαγή πορείας ή αποφάσεων, σε συσχετισμό με τις ενέργειες των άλλων χρηστών, αναδεικνύοντας τις ψηφιακές διεπιφάνειες των φορητών συσκευών σε πραγματικά κυκλώματα κινητικότητας.[9] «Η πόλη γίνεται ένα δίκτυο από σημεία και συνδέσεις μέσα στα οποία κυκλοφορούμε ως πακέτα δεδομένων.»[10] Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει ο τρόπος με τον οποίο ο Bratton συνδέει τον «μαλακό» κάνναβο των εικονικών διεπιφανειών με τον «σκληρό» κάνναβο του υλικά δομημένου αστικού χώρου. Τα αστικά συστήματα έχουν την δυνατότητα να κατευθύνουν φυσικές ροές σύμφωνα με καθορισμένες γεωμετρίες και που, στην χρονική τους εξέλιξη, συγκεντρώνονται σε νέους υπερμεγέθεις κόμβους γύρω από καίρια μεταβατικά σημεία. Όταν οι τοπολογίες του καννάβου περιορίζουν τους τόπους ως ιδιωτικά κελιά εντός ενός ευρύτερου υποβάθρου, επιτρέπουν παράλληλα στο καθένα να παράξει το δικό του ετερογενές πρόγραμμα ανεξάρτητα από τις οριζόντιες γειτνιάσεις ή και εσωτερικά διαφοροποιημένο σε σχέση με την κατακόρυφη διαστρωμάτωσή του[11].Τα διεπιφανειακά συστήματα, ειδικά τα γραφικά περιβάλλοντα διεπαφής χρήστη, συνδέοντας και κατατέμνοντας, λειτουργούν όπως και οι αστικοί κάνναβοι. «Οι γραμμές που σχεδιάζουν, ενώνοντας και αποκόπτοντας, διασταυρώνονται σε κανονικά μοτίβα και περιγράφουν ατομικά κελιά με τις δικές τους ιδιαίτερες τηλεσκοπικές λογικές του τοπικού και του παγκόσμιου. […] Κανναβοποιούν τόσο την ίδια την εικόνα-μηχανή όσο και τον χώρο στον οποίο η μηχανή επενεργεί.»[12]


02 | δομές του αστικού λογισμικού

2.1.β. Υλικές Διεπιφάνειες [ Κτιριακά Περιβλήματα ] Αν και η έννοια της διεπιφάνειας έχει συνυφανθεί με την άυλη διάστασή της μέσω των ψηφιακών τεχνολογιών, στον αστικό χώρο τα ίδια τα κτιριακά περιβλήματα λειτουργούν ως υλικές διεπιφάνειες, ως περιοχές όπου συμβαίνουν αλληλεπιδράσεις μεταξύ κοινωνικών ομάδων, ανταλλαγές και μεταλλάξεις. Από αυτήν την άποψη, παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον μια πολιτική θεωρία για την αρχιτεκτονική διεπιφάνεια διατυπωμένη από τον σύγχρονο αρχιτέκτονα και θεωρητικό, Alejandro Zaera – Polo, βασισμένη στην μορφολογική τυπολογία των κτιριακών περιβλημάτων και στους διαφορετικούς τύπους κοινωνικού χώρου που συγκεντρώνουν στο εσωτερικό τους.

Το πλαίσιο αυτό σκιαγραφεί τον στοχαστικό ορίζοντα κάτω από τον οποίο διαμορφώνει την θεωρία του, ως απόπειρα να συνδέσει τις αρχιτεκτονικές τεχνολογίες και την πολιτική και να προωθήσει μια νέα πολιτική κριτική της αρχιτεκτονικής, ικανής να απευθύνεται στις προκλήσεις που θέτει η παγκοσμιοποίηση ενσωματώνοντας πολιτικό περιεχόμενο σε αρχιτεκτονικές οντότητες. Σύμφωνα με τον Zaera-Polo, το κτιριακό περίβλημα (building envelope), ως το πρωταρχικό αρχιτεκτονικό στοιχείο, δίνει υλική υπόσταση στον διαχωρισμό του εσωτερικού από το εξωτερικό, του τεχνητού από το φυσικό, του ιδιωτικού από το δημόσιο, διαμορφώνοντας «το όριο, το σύνορο, το άκρο, την ακμή, το περιεχόμενο και την σύνδεση».[13] Το σχήμα αυτό χαρακτηρίζει το περίβλημα πέρα από την αρχιτεκτονική του εκφραστικότητα ως υλική διεπιφάνεια πολιτικής και επί τόπου γεωγραφίας. Σ’αυτό το πλαίσιο, το περίβλημα

35 - 36

Ο Zaera-Polo, θεωρώντας την αρχιτεκτονική τόσο φυσικό, όσο και κοινωνικοπολιτικό κατασκεύασμα και απομακρυνόμενος από την ιδέα την αρχιτεκτονικής μόνο ως αναπαράσταση του πολιτικού ή αναπαράσταση φυσικών νόμων, την τοποθετεί σε ρόλο διαμεσολαβητή ανάμεσα σε ανθρώπινα και μη όντα, πολιτισμού και τεχνολογίας και ως μηχανισμό που επιτρέπει την παραγωγή στοχαστικών πεδίων ενδιαφέροντος. Στην σύγχρονη συνθήκη, ο ρόλος αυτός της αρχιτεκτονικής έχει αποδυναμωθεί ή διαβρωθεί, από την αυξανόμενη πολυπλοκότητα των παγκόσμιων επιτευγμάτων - την κατανομή εξουσιών στην παγκόσμια οικονομία, τον διεθνή ανταγωνισμό μεταξύ πόλεων, την αυξανόμενη ανάπτυξη ιδιωτικών παραγόντων στην διάθεση υπηρεσιών και υποδομών, την ανάδυση των μέσων ως φορέων πολιτικής εξουσίας- καθώς η ασύλληπτη ταχύτητα, αλλά και η συνθετότητα των αλλαγών που διαδραματίζονται, συχνά υπερνικά την δυνατότητα των αρχιτεκτόνων να αναπαριστούν την πολιτική ιδεολογικά μέσα από υλικές προτάσεις με επισυνάψεις για πολιτική ουσίας.

[13] Zaera-Paolo, A. The politics of the envelope, 2009


υπερβαίνει την επιφάνεια ενσωματώνοντας ένα μεγαλύτερο εύρος συνάψεων, εντός των ζητημάτων της κατασκευής και της αναπαράστασης, που συγκλίνουν στον σχεδιασμό των φυσικών ορίων του κτιρίου. Αφορά την υλικότητα και την κατασκευή, την ενεργειακή αποδοτικότητα, ενώ παράλληλα δεσμεύει ποικίλες πολιτικές μορφές: οικονομικές, κοινωνικές, ψυχολογικές. [14] Manuel Castells, The Informational City: Information Technology, Economic Restructuring, and the Urban Regional Process (Oxford: Blackwell, 1989). [15] Zaera-Paolo, A. (2009) The politics of the envelope, σελ.78

[16] Στα πλαίσια αυτής της ομαδοποίησης, ο Zaera-Polo αναφέρεται σε τέσσερις βασικές τυπολογίες περιβλημάτων και στις πολιτικές τους επισυνάψεις. Οι τυπολογίες αυτές είναι: 1/το επίπεδο οριζόντιο περίβλημα, 2/το σφαιρικό περίβλημα, 3/ το επίπεδο κατακόρυφο περίβλημα και 4/ το κατακόρυφο περίβλημα. // o.π.

17] “Ένα διαφορετικό δημοκρατικό μοντέλο θα ήταν ένας χώρος όπου δεν έχει σημασία αν οι άνθρωποι κατανοούν λεκτικά ο ένας τον άλλον, αλλά θα κατανοούν ο ένας τον άλλον μέσω των σωμάτων τους. Μπορούν να το κάνουν αυτό, μέσω μιας μορφής οργάνωσης στην οποία θα βρίσκονται και μαζί και χωριστά. Αυτή είναι η δημοκρατία του ζωντανού άκρου.[…]Πιστεύω ότι είναι κάτι που οι αρχιτέκτονες και οι πολεοδόμοι μπορούν να κάνουν”. / Από την ομιλία του Richard Sennett με τίτλο “Democratic Spaces” , Berlage Institute, 3 Μαρτίου 2004

Οι αρχιτέκτονες στην προσπάθειά τους να ανταποκριθούν σ’ έναν δίχως όρια χώρο, «τον χώρο των ροών»[14], προτείνουν μια σειρά χωρικών τυπολογιών που διαλύουν το περίβλημα ως εμπόδιο στην ροϊκή κίνηση και στην χωρική συνέχεια, παρουσιάζοντας «μια εικόνα του κόσμου ως ένα χαοτικά ρέον μάγμα»[15] . Ωστόσο, αυτοί οι συλλέκτες μιας ρευστής πραγματικότητας δίνουν έμφαση στην εικονογραφική δύναμη της αρχιτεκτονικής, υποτιμώντας την οργανωτική της διάσταση, με άλλα λόγια την δυνατότητά της να οργανώνει κοινωνικές και φυσικές δυνάμεις που οδηγούν στο υλικό αποτέλεσμα. Οι διαδικασίες παραγωγής των σύγχρονων περιβλημάτων αντανακλούν την ανάδυση παγκόσμιων αγορών και μεταφοράς αστικής εξουσίας από τους θεσμούς σε ιδιωτικούς φορείς ή στους αναδυόμενους μηχανισμούς κυριαρχίας των παγκόσμιων υπολογιστικών συστημάτων, γεγονός που καταδεικνύει την ανανεωμένη σημασία του περιβλήματος. Το μοντέλο του Zaera-Polo επιδιώκει να ομαδοποιήσει τις πολιτικές επιδράσεις των αρχιτεκτονικών συστημάτων [16], όχι ανάλογα με τις ιδεολογικές τους αναφορές, αλλά ανάλογα με το πώς κατευθύνουν τα κοινά (ή υποκειμενοποιούν τους χρήστες) ως λειτουργίες των χωρικών δικτύων στα οποία συμμετέχουν. Τα κτιριακά περιβλήματα δομούν και εκφράζουν συνδέσεις ανάμεσα στο κτίριο και τον κόσμο, εισάγοντας κατατμήσεις, ιεραρχίες, διαιρέσεις, συμπιέσεις, προσθέσεις ή γειτνιάσεις, στα οποία ο Zaera-Paolo αναφέρεται ως πραγματικότητα της αρχιτεκτονικής μικροπολιτικής. Μέσα από μια προσεκτική ανάγνωση της όψης και του όγκου των κτιρίων, αντιλαμβάνεται κανείς τον ρόλο του συστήματος των περιβλημάτων, ως μέσο για την διάταξη δρώντων, δικτύων και συναρμογών, αλλά και ως πρωταγωνιστή εντός των δικτύων και των συναρμογών εντός των οποίων τοποθετείται. Αυτή η σύνδεση χωρικών τυπολογιών και πολιτικών τρόπων βρίσκει αφορμή στην θεωρία των «χώρων της δημοκρατίας» του Richard Sennett, σύμφωνα με την οποία, το όριο είναι η πιο ενεργή πολιτικά ζώνη υλικών οργανώσεων που μπορεί να λειτουργήσει ως πρότυπο για να εντοπίσει κανείς το πολιτικό περιεχόμενο μιας αρχιτεκτονικής ενότητας [17]. Τα όρια εμφανίζονται ως οι βιολογικά πιο ενεργές και διαφοροποιούμενες ζώνες. Εκεί ακριβώς συγκεντρώνεται


Θα μπορούσε αυτή η θεωρία να νοηματοδοτήσει εκ νέου την πολιτική διάσταση της αρχιτεκτονικής και την ικανότητά της να παράγει αποτελέσματα ικανά να αποσταθεροποιήσουν υφιστάμενα κυριαρχικά καθεστώτα, αντί της μεμονωμένης λειτουργίας της ως μορφή πολιτικής αναπαράστασης;

37 - 38

Ποιες αρχιτεκτονικές στρατηγικές μπορούν να πυροδοτήσουν επιδράσεις στην κατανομή της εξουσίας;

02 | δομές του αστικού λογισμικού

η πολιτική ενέργεια και ενεργοποιείται μέσω της διαφοράς.

City Walls / Dogma and OFFICE Kersten Geers David van Severen. [http://quaderns.coac.net/en/2014/08/equal-sized-rooms/]


Σύμφωνα με την διερεύνηση που προηγήθηκε, οι διεπιφάνειες γίνονται είναι ταυτόχρονα ένα πεδίο για την συσσώρευση των ροών, μια τεχνική για την αναπαράσταση συναρμογών, αλλά και ένα λεξιλόγιο για αμφισβητούμενες εναλλακτικές. Η πόλη χαρτογραφείται όχι μόνο μέσα από κτίρια και δρόμους, αλλά και από αλληλένδετους καννάβους και πυκνά, γρήγορα αρχιπελάγη δεδομένων. Ο προβληματισμός σε σχέση με τις διεπιφάνειες της πόλης αφορά τόσο τις μικροπολιτικές που καθορίζουν τα αρχιτεκτονικά περιβλήματα, όπως οι σκληρές διεπιφάνειες του Zaera-Polo, όσο και τις εξίσου σύνθετες εικονικές διεπιφάνειες- μαλακά περιβλήματα, που οργανώνουν χρήστες εν κινήσει. Τόσο οι εικονικές όσο και οι αρχιτεκτονικές διεπιφάνειες, ως προϊόντα ή εκφράσεις των μοντέλων κυριαρχίας του απανταχού υπολογισμού, επιτρέπουν παράλληλα την εμφάνιση νέων και απρόβλεπτων πεδίων αστικής έκφρασης και επομένως, είναι ανάγκη να συλλάβουμε τον σχεδιασμό και των δύο μορφών ταυτόχρονα, τόσο ως αντιτιθέμενα όσο και ως συνεργαζόμενα στοιχεία ενός συνόλου. Μέσα στην πόλη, η γραμμή, η πύλη, το τείχος – τα κτιριακά περιβλήματα - χωρίζουν το εσωτερικό από το εξωτερικό, το περίπου ιδιωτικό από το περίπου δημόσιο, παράγοντας και καθοδηγώντας ροές αντίστοιχα. Οι αστικές διεπιφάνειες μπορεί να είναι σε κίνηση, όσο αδιόρατη κι αν είναι η ταχύτητά τους, καθώς η ικανότητα των γραμμών να ορίζουν το εσωτερικό από το εξωτερικό είναι πάντα ανατρεπόμενη. Οι εικονικές διεπιφάνειες, με την σειρά τους, κατατέμνουν και προγραμματίζουν τον αστικό χώρο, σε τελείως διαφορετικά επίπεδα και μάλιστα με αυξανόμενη ισχύ, όσο τα υπολογιστικά μέσα ενισχύουν δραματικά την κινητικότητα του χρήστη του αστικού χώρου. Με βάση την σημειωτική των γραφικών διαγραμμάτων, μπορούν να εκφράζουν οργανώσεις χώρου, χρόνου και χρηστών, με μεγαλύτερη ευκολία και σαφήνεια σε σχέση με το αρχιτεκτονικό λεξιλόγιο και την μορφολογία του αστικού χώρου, και μάλιστα εν κινήσει και σε πραγματικό χρόνο. Παράλληλα, πολλά από τα προγράμματα που παραδοσιακά αναλάμβανε ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός απορροφώνται σήμερα από το λογισμικό των διεπιφανειών του πλανητικού υπολογισμού (χώροι συναντήσεων έναντι chat rooms, αποθηκευτικοί χώροι έναντι βάσεων δεδομένων, ταυτοποίηση χώρων με συστήματα γεω-εντοπισμού κλπ), γεγονός που εγείρει εύλογα ερωτήματα για την διατήρηση ή και ενίσχυση της προγραμματικής εξουσίας της αρχιτεκτονικής. Πώς μπορεί η οπτική για την πόλη ως σύνθετο διεπιφανειακό μόρφωμα άσκησης κυριαρχίας –υλικό και άυλο - να συμβάλλει όχι μόνο σε μια πιο διεισδυτική και κριτική οπτική της αλλά και σε εναλλακτικές για τον σχεδιασμό;


02 | δομές του αστικού λογισμικού

Το λογισμικό ως δίκτυο ενεργών μορφών Η έννοια της «ενεργής μορφής», ως δομή του χωρικού λογισμικού που προτείνει η Easterling, εισάγει την παράμετρο της λανθάνουσας ενέργειας και δυναμικής – «τάσης»στον αστικό χώρο, που πηγάζει όχι μόνο από τα μέσα των πληροφοριών τεχνολογίας, αλλά από την ίδια την ιδέα του χώρου ως τεχνολογία ή μέσο πληροφορίας, με την οποία είμαστε λιγότερο εξοικειωμένοι. Οι ενεργές μορφές στο χωρικό λογισμικό, λειτουργούν κατ’ αντιστοιχία των ψηφίων ενός κώδικα υπολογιστικού λογισμικού, ως μεταβλητές εν δυνάμει προγραμματισμού του αστικού περιβάλλοντος. O Gregory Bateson, κοινωνικός επιστήμονας και κυβερνητιστής, χαρακτηρίζει την πληροφορία ως καθολική μονάδα ή πρωταρχικό σωματίδιο, αναγνωρίζοντάς την όχι ως κάτι το υπερφυσικό, αλλά ως ανταλλαγή μεταξύ ανθρώπινων και μη παραγόντων. Υποστηρίζει, μάλιστα ότι «πληροφορία είναι η διαφορά που κάνει την διαφορά».[18] Με το παράδειγμα της συναρμογής ενός ανθρώπου, ενός δέντρου και ενός τσεκουριού ως σύστημα πληροφορίας, εντοπίζει την εκδήλωση της πληροφορίας στην δράση ως δυνατότητα ενός συστήματος να δημιουργεί επιρροές, τάσεις, ανταλλαγές και αλληλοσυσχετίσεις. Αντίστοιχα, οι ενεργές μορφές λειτουργούν εγκαθιστώντας ένα σύνολο παραμέτρων για την δράση μιας οργάνωσης στον χρόνο και για την αλληλεπίδραση χωρικών μεταβλητών, στοχεύοντας στην δημιουργία ενός χωρικού λογισμικού- μέσου να δημιουργηθεί μια πολλαπλότητα από αλληλεξαρτώμενες σχέσεις. Η ενεργή μορφή, υπό αυτήν την οπτική, εκφράζεται όπως η «αφηρημένη μηχανή» των Deleuze και Guattari, συγκροτώντας ένα διάγραμμα ανεξάρτητο από μορφές ή υλικές εκφράσεις, που δεν αναπαριστά μια μοναδική πραγματική συναρμογή, αλλά κατασκευάζει μια επερχόμενη πραγματικότητα.[19]Το ρητό του ΜcLuhan “το μέσο είναι το μήνυμα” θα μπορούσε να βρει το ανάλογό του στον χώρο των υποδομών ως «η ενέργεια είναι η μορφή». [20] H Easterling ορίζει ένα συγκεκριμένο συντακτικό ενεργών μορφών, ως οργανωτικές δομές που λειτουργούν μέσω ενός πλέγματος αλληλεξαρτήσεων θέτοντας τους όρους διαμόρφωσης και ανάπτυξης του αστικού περιβάλλοντος υπό το πρίσμα του χώρου των υποδομών. Οι «πολλαπλασιαστές», μεταξύ αυτών, αποδίδουν επαναλαμβανόμενα στοιχεία που

[18] Gregory Bateson, Steps to an Ecology of Mind, Chicago: University Press, 2000, σελ.21,271,315,381,462

[19] “Η αφηρημένη μηχανή συνενώνει ετερογενή στοιχεία, χωρίς αυτά να παύουν να είναι ετερογενή […]. Δεν γνωρίζει τίποτα από μορφή και ύλη. Αυτό είναι που την καθιστά αφηρημένη και ορίζει και την έννοια της μηχανής σε αυστηρό πλαίσιο[…]. Αποτελείται από ασχημάτιστη ύλη και ασύμβατες λειτουργίες”// Deleuze G. & Guattari F., A Thousand Plateaus: Capitalism and Schizophrenia 2 (1980) , εκδ. Minneapolis: University of Minnesota Press, Μinnesota, 1987, σελ. 142,329,511 [20] Easterling,K., Extrastatecraft: The politics of infrastructure space /Introduction, Verso,2014 (e-book)

39 - 40

2.2


[21] Για παράδειγμα, το διαδίκτυο, συχνά θεωρητικοποιημένο ως ένα ανοιχτό πλέγμα στο οποίο κάθε σημείο μπορεί να φτάσει οποιοδήποτε άλλο σημείο, στην πραγματικότητα είναι περισσότερο μια πολύ-κεντρική οργάνωση. Διαδικτυακοί τόποι όπως το Facebook ή η Google, μπορούν είτε να βοηθούν στο φιλτράρισμα της πληροφορίας καθιστώντας το δίκτυο λιγότερο χαοτικό, ή και να διαμορφώνουν ένα διαδίκτυο που λειτουργεί περισσότερο ως δίκτυο υπηρεσιών με μονοπωλιακό έλεγχο.

φέρουν την «γενετική πληροφορία» για την ανάπτυξη μιας αστικής συγκρότησης (αυτοκίνητα, ανελκυστήρες, κινητά τηλέφωνα, νόμοι, μεσιτικά πρότυπα, δομικές καινοτομίες, τεχνολογίες ασφάλειας).Οι «διακόπτες / τηλεχειριστήρια» εγκαθιδρύουν δυνητικότητες, ενεργοποιώντας σημεία από απόσταση ώστε να επιδράσουν σε μια τοπική συνθήκη, αλλά και ελέγχοντας τις ροές των δραστηριοτήτων (κόμβος αυτοκινητόδρομου, φράγμα σε υδρολογικό δίκτυο, πάροχος δικτύου κλπ). Δεδομένου μάλιστα ότι δεν μπορούν να ελέγξουν όλες τους τις συνέπειες, εμπεριέχουν υψηλό βαθμό απροσδιοριστίας. Οι περισσότεροι λειτουργούν παράλληλα και ως πολλαπλασιαστές, ως ισχυρότεροι κόμβοι, στο σύνολο του συστήματος, «κουρδίζοντας» την τάση μιας συναρμογής, καθιστώντας το δίκτυο πιο ανταγωνιστικό και με πιο εύρωστη λανθάνουσα δυναμική. Η «συνδεσιμότητατοπολογία» εκφράζει την σχετική θέση και σειρά ενός κόμβου σε ένα δίκτυο και μπορεί να θεωρηθεί ως συναρμογή πολλαπλασιαστών και διακοπτών. Υπογραμμίζεται ιδιαίτερα, η σημασία των τοπολογιών ως εκδηλώσεις πολιτικής τάσης, καθώς ορίζουν τους τρόπους με τους οποίους οι αρχές μεταδίδουν ή συγκεντρώνουν πληροφορία.[21] Τέλος, με την έννοια του «κυβερνήτη», η Easterling αναφέρεται σε πρωτόκολλα που εγκαθιστούν σχέσεις μεταξύ διαφορετικών

Types of Networks / Baran [http://networkcultures.org/unlikeus/resources/articles/what-is-a-federated-network/]


Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η απόδοση από την Easterling χαρακτήρα ενεργούς μορφής, όχι μόνο σε οργανωτικές δομές, όπως ο πολλαπλασιαστής, το τηλεχειριστήριο, ο διακόπτης, ο κυβερνήτης, αλλά και σε κοινωνικές ιστορίες και επικρατούσες αφηγήσεις, σε μέσα που διοχετεύουν ροές νοημάτων. Σ’αυτό το πλαίσιο, η «κοινωνική επιστήμη» του Bruno Latour, επαναπροσδιορισμένη ως επιστήμη «καταγραφής σχέσεων» αρθρώνει εύγλωττα τον τρόπο με την οποίο κοινωνικά και τεχνολογικά συστήματα συνδιαλέγονται μέσα από διαρκώς αναδιπλούμενες και απροσδιόριστες αλληλοσυσχετίσεις. Ο Latour, με την θεωρία του Δρώντος – Δικτύου, γνωστή ως Actor – Network Theory [24] αναγνωρίζει τα δίκτυα ως ενεργούς μηχανισμούς – όπως ο χώρος υποδομών – που συντίθεται τόσο από κοινωνικούς όσο και από τεχνικούς παράγοντες. Οι τεχνολογίες νοούνται ως μη-ανθρώπινοι παράγοντες (“actants”) που επηρεάζουν τις ανάγκες και τις επιθυμίες των ανθρώπων (“actors”) σε σχέση αμοιβαιότητας. [25] Επομένως, και οι κοινωνικές αφηγήσεις, αν και άυλες και μη χωρικές, μέσα από την αλληλεπίδραση του κοινωνικού με το τεχνολογικό, είναι ενεργές μορφές, ικανές να προκαλέσουν διακυμάνσεις τάσης στον χώρο υποδομών ή και να αξιοποιηθούν με χωρικές σκοπιμότητες, όπως άλλωστε

[22] O Latour χρησιμοποιώντας την έννοια του “Ding” (thing, πράγμα στα γερμανικά), το αποδίδει ως μια συναρμογή μεταξύ ανθρώπων και μη, πολιτικής και φύσης, ανησυχιών και γεγονότων και ως εκ τούτου δεν αποτελεί ούτε αμιγώς φυσικό αντικείμενο ούτε αμιγώς κοινωνικό κατασκεύασμα, αλλά μια συναρμογή των δύο, του αντικειμένου και όλων των επισυνάψεών του.// Latour B., Politics of Nature: How to Bring the Sciences Into Democracy, Cambridge, MA: Harvard University Press, 2004 [23] Ο G.Ryle, xρησιμοποιεί ως παράδειγμα την παράσταση του κλόουν. Το να γνωρίζει πώς να είναι αστείος, δεν είναι κάτι που μπορεί να δηλωθεί, να ονομασθεί ως αντικείμενο ή συμβάν.// Gilbert Ryle, The Concept of Mind, Chicago: University Press, 1949

41- 42

Η ενεργή μορφή αντιδιαστέλλεται με την έννοια της στατικής μορφής, μέσω της οποίας έχουμε συνηθίσει να διαβάζουμε την πόλης ως συγκέντρωση όγκων, καθώς η πρώτη αντιμετωπίζει την μορφή ως «πράγμα» [22] και η δεύτερη την μορφή ως «αντικείμενο». Για τον Latour, τίποτα δεν είναι μόνο παθητικό αντικείμενο καθώς δεν μπορεί να διαχωριστεί από την ενέργεια που εμπεριέχει (τα πάντα «κάνουν κάτι»). Για την αρχιτεκτονική και τον αστικό σχεδιασμό, όπως και για πολλές σχολές σκέψεις, η διάκριση ανάμεσα στην μορφή ως αντικείμενο και στην μορφή ως πράγμα παραπέμπει στην διάκριση του φιλόσοφου Gilbert Ryle, ανάμεσα στο «γνωρίζω ότι» και «γνωρίζω πώς»,[23] συνδέοντας το δεύτερο με την τάση. Καταδικάζοντας τον καρτεσιανό διχασμό σώματος-σκέψης, υποστηρίζει ότι η ευφυία ή η γνώση έχει να κάνει με το ‘γνωρίζοντας πώς’ και στην σκέψη και στο σώμα. Αντίστοιχα, στο επίπεδο του σχεδιασμού, η μορφή – αντικείμενο (πχ. master plan) εκφράζει την επιθυμία του ‘γνωρίζω ότι’, ενώ ένα πρωτόκολλο ανάπτυξης που εξελίσσεται στον χρόνο εκφράζει την επιθυμία του ‘γνωρίζω πώς’.

02 | δομές του αστικού λογισμικού

ενοτήτων του συστήματος, ορίζοντας συγκεκριμένους κανόνες και αλληλεπιδράσεις μεταξύ μεταβλητών.

[24] Latour B., Reassembling the Social: An Introduction to Actor Network Theory, Oxford University Press, 2005

[25] Οι άνθρωποι δημιουργούν και χρησιμοποιούν τους υπολογιστές, αλλά και οι ίδιοι οι υπολογιστές επιδρούν στους ανθρώπους. Διαμορφώνονται με βάση τις ανθρώπινες ανάγκες ως συσκευές, αλλά ταυτόχρονα δίνουν κίνητρο για περεταίρω ανθρώπινες χρήσεις και για τις ίδιες τις πνευματικές δομές που τα επινόησαν./ Easterling,K., Extrastatecraft: The politics of infrastructure space / Disposition /Stories are active forms,


ισχύει και στην περίπτωση των σύγχρονων μύθων που πλαισιώνουν τις ελεύθερες ζώνες. Η συνήθης λογική σχεδιασμού αρχιτεκτόνων και πολεοδόμων – σε μεγάλο βαθμό λόγω της παιδείας τους- επικεντρώνεται σε στατικές μορφές και master plans, έναντι ενεργών μορφών σε αλληλεπίδραση, ενώ συχνά επικρατεί η εσφαλμένη αντίληψη της ενεργούς μορφής ως τυπικού αντικειμένου που, μέσω της επαύξησής του με τις δυνατότητες των ψηφιακών μέσων σχεδιασμού, αναπαριστά δράση ή κίνηση, χωρίς αυτή εντούτοις να συνεπάγεται ουσιαστική πρόταση για αλλαγή. Ωστόσο, η ιδέα της πόλης ως χωρικό λογισμικό συντιθέμενο από οργανωτικές και αφηγηματικές μορφές, μας προσκαλεί σε μια μεταστροφή του σχεδιασμού από το αρχιτεκτονικό υλισμικό του αστικού χώρου όπως το γνωρίζουμε, στο λογισμικό των υποδομών ή την ανάγκη να σκεφτούμε τον χώρο, πέρα από την στατική μορφολογική γεωμετρία και την υλική διάρθρωση, υπό το πρίσμα των τοπολογιών των διασυνδεδεμένων συστημάτων πληροφορίας. Αν, μάλιστα η δράση των ενεργών μορφών είναι ακαθόριστη και σε μεγάλο βαθμό απροσδιόριστη, τότε η μεγαλύτερη πρόκληση είναι τόσο η ανάγνωση και ο εντοπισμός της, αλλά και ο σχεδιασμός της. Μπορεί η αρχιτεκτονική να παράξει την πόλη μέσα από μια τέτοια οπτική ώστε να κατανείμει εναλλακτικά τις υπάρχουσες δυνάμεις; Πώς μπορεί η απροσδιοριστία και η αντίφαση να αποτελέσει δημιουργική δύναμη και πηγή εναλλακτικών πολιτικών δράσεων;


02 | δομές του αστικού λογισμικού 43 - 44

Generative Sketches - Grid Studies / Refik Anadol [http://hellohaters.tumblr.com/post/89407574853/skullvisiter-generative-sketches-grid ]

«Όταν το αντικείμενο σχεδιασμού δεν είναι μια στατική μορφή ή ένα master plan, αλλά ένα σύνολο κανόνων που καθορίζουν την αλληλεπίδραση μεταξύ μεταβλητών, ο σχεδιασμός αποκτά μερική από την δύναμη και την εξουσία του λογισμικού. Αυτό το λογισμικό δεν είναι ένα πράγμα, αλλά ένας τρόπος να επινοηθεί μια πληθώρα αλληλεξαρτήσεων και αλληλουχιών – μια εκτυλισσόμενη πλατφόρμα που δημιουργεί διακυμάνσεις μιας ροής αντικειμένων» Easterling Keller, Extrastatecrft: The politics of infrastructure space



«Human data portrait» / Laser Drawings by Laurie Frick


κεφάλαιο 3

το πολιτικό υποκείμενο ως χρήστης

Στο πλαίσιο της διερεύνησης της παρούσας εργασίας, όπου η έννοια της πόλης διασκορπίζεται σε μια σύνθετη παγκόσμια αστική συνθήκη, έρχεται στο προσκήνιο μια νέα εικόνα πολίτη – αν είναι ακόμα σωστός αυτός ο όρος – ως πολίτης-χρήστης, ενεργός συμμέτοχος στο τεράστιο πλήθος αλληλοσυνδέσεων που λαμβάνουν χώρα διαντιδρώντας τόσο με τις εικονικές όσο και με τις υλικές διεπιφάνειες της αστικής καθημερινότητας. Αυτή η έννοια του χρήστη, έχει χρησιμοποιηθεί για να αναπαραστήσει μια σύγχρονη τεχνική εικόνα του εαυτού, τις περισσότερες φορές, περιορισμένη σε χρηστικά-λειτουργικά πλαίσια που τοποθετούν την ανθρώπινη φιγούρα στο κέντρο του κόσμου, διαμορφώνοντας συστήματα κατ’εικόνα της.

[1] Bratton B.H., The Stack: On Software and Sovereignty /User Layer,The MIT Press, 2016 (e-book)

Στην παρούσα ενότητα, στόχος είναι η διερεύνηση του χρήστη όχι ως αυτόνομη οντότητα, αλλά ως μια κατηγορία ενεργών παραγόντων, ως συστατικό ενός ευρύτερου συστήματος μέσα στο οποίο ενεργοποιείται και αποκτά ταυτότητα. Άλλωστε και στα πλαίσια της Στοίβας του Bratton, ο χρήστης δεν είναι η καθολική ανθρώπινη φιγούρα, ένας σταθερός όρος γύρω από τον οποίο ο σχεδιασμός πρέπει να προσανατολίσει τις διεπιφάνειές του, αλλά ένα μοντέλο που δεν έχει δοθεί εξαρχής και κατασκευάζεται μέσα από διεπιφάνειες και πλατφόρμες. Αν και τοποθετείται στην κορυφή της Στοίβας, η θέση του είναι εύθραυστη και αναπροσδιορίζεται αέναα, ξαναγράφοντας τους όρους διαμόρφωσης της υποκειμενικότητάς του. Υπό αυτήν την έννοια, ο Χρήστης δεν κυριαρχεί επί των υπόλοιπων επιπέδων της Στοίβας, αλλά συνέχει προσωποποιημένες όλες τις επιμέρους καθ’ ύψος διαντιδράσεις τους. Συγκροτεί τόσο την αφετηρία, όσο και το πέρας όλων των κατακόρυφων μονοπατιών που συνδέουν τα επιμέρους επίπεδα.[1] Πώς κυριαρχείται, επομένως, το άτομο, όταν οι πλατφόρμες κυριαρχίας το αντιλαμβάνονται ως χρήστη σε ένα συγκεκριμένο επίπεδο ενός συνόλου, αντί για πολίτη;


03 | το πολιτικό υποκείμενο ως χρήστης 47 - 48

How Architects Depict the Human Figure From Renaissance Until Today / Collection of Drawings by Noor Makkiya [http://www.archisearch.gr/article/2260/how-architects-depict-the-human-figure-from-renaissance-untiltoday---collection-of-drawings-by-noor.htm]


3.1 Μηχανισμοί υποκειμενοποίησης του χρήστη

[2] Η λέξη “apparatus” κυριολεκτικά σημαίνει ένα σύνολο εξοπλισμού ή εργαλείων ή μηχανής που χρησιμοποιείται για συγκεκριμένους σκοπούς. (Cambridge Dictionary) Εδώ χρησιμοποιείται ως επέκταση του όρου dispositif, για να περιγράψει το σύστημα που ορίζει ένα σύνολο σχέσεων μεταξύ ετερογενών συστατικών μιας συναρμογής. [3] Dispositif: όρος που χρησιμοποίησε πρώτος ο Michel Foucault για να αποδώσει τους ποικίλους θεσμικούς, φυσικούς και διοικητικούς μηχανισμούς και τις γνωστικές δομές, που επαυξάνουν και συντηρούν την άσκηση εξουσίας στο κοινωνικό σώμα.

[4] Agamben G., «What is an Apparatus?» in What is an Apparatus? And Other Essays. Stanford: Stanford University Press, 2009, σελ.14.

[5] Αυτή η διαδικασία απόυποκειμενοποίησης, αναφέρεται σε άλλα σημεία από τον Agamben, ως «βία». Χαρακτηριστικά αναφέρει ότι «Κάθε apparatus συνεπάγεται μια διαδικασία υποκειμενοποίησης, δίχως την οποία δεν μπορεί να λειτουργήσει ως μηχανισμός εξουσίας, αλλά περιορίζεται στην άσκηση βίας». Ο.π, σελ 17

[6] Bratton B.H., The Stack: On Software and Sovereignty / City Layer / Programs, Subjects, and Zombie Jurisdictions, The MIT Press, 2016 (e-book)

Στα πλαίσια της διερεύνησης των διαδικασιών, μέσω των οποίων ο χρήστης διαμορφώνει την υποκειμενικότητά του, είναι σκόπιμη η αναφορά στην έννοια του “apparatus” [2] που χρησιμοποιεί ο Ιταλός φιλόσοφος Giorgio Agamben. Ο Agamben, επεκτείνοντας τον όρο “dispositif”[3] του Michel Foucault, τον μεταφράζει ως apparatus για να αποδώσει «κυριολεκτικά ο,τιδήποτε έχει κατά κάποιον τρόπο την ικανότητα να αιχμαλωτίζει, να κατευθύνει, να αποφασίζει, να ανακόπτει, να μοντελοποιεί, να ελέγχει ή να παγιώνει τις χειρονομίες, τις συμπεριφορές ή τις ομιλίες των έμβιων όντων. Επομένως, δεν είναι μόνο οι φυλακές, τα ψυχιατρεία, το panopticon, τα σχολεία, τα εργοστάσιο, οι πειθαρχίες, τα δικαστικά μέτρα κλπ (των οποίων η σύνδεση με την εξουσία είναι προφανής με μια συγκεκριμένη έννοια), αλλά και το μολύβι, η γραφή, η λογοτεχνία, η φιλοσοφία, η γεωργία, τα τσιγάρα, η πλοήγηση, οι υπολογιστές, τα κινητά τηλέφωνα και – γιατί όχι – η ίδια η γλώσσα, που ίσως αποτελεί το πιο αρχαίο apparatus”[4]. O Agamben περιγράφει το «apparatus» όχι μόνο ως μηχανή παραγωγής υποκειμένων, αλλά και ως μηχανή άσκησης εξουσίας. Αντιπαραθέτει, μάλιστα, την διαδικασία που αποκαλεί “από-υποκειμενοποίηση”, η οποία περιλαμβάνει μηχανισμούς που αφαιρούν από το υποκείμενο την δυνατότητα να διαμορφώνει την υποκειμενικότητά του, εξαιτίας των ολοκληρωτικών και ομογενοποιημένων μορφών κυριαρχίας, όπου πλέον ισοπεδώνονται οι αντιφάσεις των πολλαπλών διαδικασιών υποκειμενοποίησης[5]. Εκεί ακριβώς εντοπίζεται και η πολιτική σκοπιμότητα των μηχανισμών που δρουν στις μέρες μας, που αφενός, φαίνεται να πολλαπλασιάζουν τις διαδικασίες υποκειμενοποίησης και αφετέρου, τις περιορίζουν μέσω παράλληλων ή λανθάνοντων μηχανισμών απόυποκειμενοποίησης. Ο Bratton, διευρύνοντας το πεδίο του Agamben εντός του μοντέλου της Στοίβας, θεωρεί ότι οι διαδικασίες διαμόρφωσης υποκειμένων είναι εξίσου απεριόριστες όσο και οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ όντων και μηχανών, υποστάσεων και υποκειμένων. Το ίδιο το υποκείμενο και η ίδια οντότητα μπορεί να είναι το πεδίο πολλαπλών και διαφοροποιούμενων διαδικασιών υποκειμενοποίησης, «άλλοτε ως χρήστης κινητού τηλεφώνου, άλλοτε ως διαδικτυακός περιηγητής, άλλοτε ως συγγραφέας ιστοριών.»[6] Στον αστικό χώρο, το “apparatus” περιλαμβάνει τόσο αρχιτεκτονικές όσο και εικονικές


03 | το πολιτικό υποκείμενο ως χρήστης [7] O.π. /User Layer/Origins of the User

49 - 50

διεπιφάνειες, αναπαριστώντας την πολυπλοκότητα του σχεδιασμού, τόσο μέσω της υλικής πλαστικότητας του κόσμου όσο και μέσω της κωδικοποίησης ως τεχνικές ενίσχυσης η μία της άλλης. Μέσα από την υπερπληθώρα των καθημερινών αλληλεπιδράσεων του Χρήστη, κάποιοι αναδυόμενοι μηχανισμοί υποκειμενοποίησης μπορούν να απορροφούν τους ρόλους άλλων υφιστάμενων, μεταμορφώνοντάς τους ή εκτοπίζοντάς τους. Καθώς ο ίδιος ο Χρήστης μετακινείται από ένα apparatus σε άλλο, κινείται ουσιαστικά μεταξύ εναλλασσόμενων εκδοχών υποκειμένων, γεωγραφιών και μηχανισμών κυριαρχίας, ενώ παράλληλα το ίδιο το σύστημα αναδιαμορφώνει το apparatus και τον χρήστη-υποκείμενο ξανά και ξανά.«Το όλον δημιουργεί τα μέρη και τα μέρη το όλον: το apparatus ατομικοποιεί τον Χρήστη, και η ολότητα των χρηστών έρχεται να ορίσει το πεδίο εφαρμογής και την ποιότητα του apparatus ως υποδομή για την ζωή τους»[7].

«Human data portrait» / Laurie Frick Patterns σε μέγεθος τοίχου, ως αποτέλεσμα ψηφιακής καταγραφής συναισθημάτων, επιπέδων άγχους, βιολογικών λειτουργιών της δημιουργού κατά το διάστημα 2011 - 2013. [http://www.lauriefrick.com/mood-quantify/u85s31irmdyuyffjl3ymcdjkhcrnxo]


3.2 Από το καθολικό υποκείμενο σε μετανθρώπινους χρήστες

[8]Bratton B.H., The Stack: On Software and Sovereignty / User Layer / Origins of the UserThe MIT Press, 2016 (e-book)

[9] O.π.

Ο σχεδιασμός έχει υπάρξει ενεργός συμμέτοχος στην διαμόρφωση του χρήστη ως πρακτικό υποκείμενο, επαναπροσαρμόζοντάς τον εδώ και τουλάχιστον έναν αιώνα, ώστε να ανταποκρίνεται σε αντικείμενα καθημερινής χρήσης – αυτοκίνητα, εργαλεία, έπιπλα, πόλεις – αντανακλώντας αυτήν την υποθετική ταυτότητα του χρήστη στους πραγματικούς ανθρώπους. Στα πλαίσια της σχεδιαστικής έρευνας και των εργονομικών standards για το μοντέλο του ιδανικού – προσανατολισμένου στα προϊόντα ή υπηρεσίες - χρήστη, έχει μάλιστα επικρατήσει η έννοια “personas” (προσωπικότητες)[8]. Παράλληλα, αυτή η λογική σχεδιασμού, που συνεχίζεται μέχρι σήμερα, οδηγεί σε μια πληθώρα υλικών τεχνουργημάτων που έχουν συλληφθεί ώστε να ανταποκριθούν στα πολλαπλά ενδιαφέροντα φανταστικών ανθρώπων που δρουν σε υποθετικά σενάρια, με κυρίαρχο άξονα την κατανάλωση. Αυτή η συνθήκη του γενικευμένου χρήστη, που εξυπηρετείται μέσω της υποθετικής του ομοιότητας με μια ομάδα “personas” από το σύνολο του πληθυσμού των χρηστών ανατρέπεται συστηματικά από τις πλατφόρμες του παγκόσμιου υπολογισμού – Σύννεφου, που αποκτώντας πρόσβαση στο συγκεκριμένο προφίλ του κάθε χρήστη ξεχωριστά (ιστορικό, αγορές, γεωγραφική τοποθεσία, κύκλος γνωριμιών), δημιουργούν μια υπερβολική κατάτμηση υπηρεσιών και περιεχομένου. “Ωστόσο, στην παγκόσμια κλίμακα της Στοίβας, η θέση του Χρήστη προορίζεται για μια περιορισμένη τακτοποίηση στα πλαίσια ενός προσαρμόσιμου ωφελιμισμού, που όταν ενεργοποιείται από διεπιφανειακά καθεστώτα πλανητικής κλίμακας, η ταυτοποίησή του μέσα από τις τοπικές αντανακλάσεις των υπολογιστικών καθρεφτών, μπορεί να τον αποξενώσει ακόμα και από τις ίδιες του τις εμπειρίες”. [9] Αυτό μπορεί να συμβεί με δύο τουλάχιστον τρόπους: αφενός, με τον υπερτονισμό της ατομικής ταυτότητας και, αφετέρου, με την αποκάλυψη της υποκειμενικότητας άλλων μη ανθρώπινων και υπολογιστικά σύνθετων χρηστών. Σ’αυτό το πλαίσιο, ο Bratton χρησιμοποιεί το σχήμα της αντανάκλασης ως εργαλείο αναγνώρισης, αλλά και παραγνώρισης του εαυτού. Η αύξηση στην ένταση και στην λεπτομέρεια - ανάλυση της πληροφορίας σε σχέση με τα ψηφιακά ίχνη του χρήστη στον κόσμο, η οποία του παρέχεται από την υπερπληθώρα των υπολογιστικών μέσων με τα οποία συνδιαλέγεται στην καθημερινότητά του,


Η ενσωμάτωση πληροφορίας στον χρήστη-υποκείμενο, καθώς λειτουργεί αρχικά ως μηχανισμός παγίωσής του και στην συνέχεια έκρηξης της ανθρώπινης διάστασής του, έχει ως αποτέλεσμα την συνεύρεση της βιολογικής υλικότητας του ανθρώπινου υποκειμένου με άλλους παράγοντες και συμβάντα, μετα-ανθρώπινα υποκείμενα.[11] Αυτός ο πολλαπλασιασμός μη ανθρώπινων και μη εξατομικευμένων δρώντων εντός του διευρυμένου πεδίου του πανταχού παρόντος υπολογισμού εκτοπίζει τον άνθρωπο από την θέση του ως μοναδικού είδους Χρήστη, καθιστώντας τον, εν τέλει, έναν ακόμα ενεργό παράγοντα σε ένα πλέγμα εναλλακτικών. Μία ενδιαφέρουσα προσέγγιση ως προς τον τρόπο που το ανθρώπινο υποκείμενο μετατοπίζεται από τον ρόλο του δημιουργού με δυνατότητα απόλυτου ελέγχου των τεχνολογικών συστημάτων στα οποία και συμμετέχει, στην θέση απλού συμμέτοχου, διατυπώνεται από τον Peter Haff. [12]. O Haff χρησιμοποιώντας την έννοια της «τεχνόσφαιρας» [13] για να περιγράψει την πληθώρα των τεχνολογικών συστημάτων του «Ανθρωπόκαινου» [14], υποστηρίζει ότι αν και είναι αντιληπτή ως δομή δημιουργημένη και ελεγχόμενη από τον άνθρωπο, υπό μια πιο μακροσκοπική ματιά, η τεχνόσφαιρα και τα επιμέρους τμήματά της λειτουργούν πέρα από τον έλεγχο και τις επιταγές του ανθρώπου. Οι άνθρωποι, ναι μεν διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση των τεχνολογικών συστημάτων, ωστόσο αποτελούν υποδεέστερα συστατικά της στοιχεία, καθώς η τεχνόσφαιρα μπορεί να

03 | το πολιτικό υποκείμενο ως χρήστης

[10] Η ανίχνευση δεδομένων (data tracking) έχει γίνει μια δημοφιλής πρακτική σε πολλαπλά επίπεδα (υγεία, άθληση, εργασία, παραγωγικότητα, μάθηση), Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το Quantified Self Movement, που στηρίζεται στην συγκέντρωση δεδομένων σε σχέση με ανθρώπινες καταστάσεις, πρακτικές και συνήθειες με εύκολα διαχειρίσιμους τρόπους. Συνήθως αυτές οι τεχνολογίες επιτρέπουν την αυτόματη συλλογή δεδομένων βάσει ποσοτικής πληροφορίας. [11] Bratton B.H , στο ίδιο, Death of the User [12] Peter Haff, “Humans and technology in the Anthropocene: Six rules,” The Anthropocene Review 1, no. 2 (2014) [13] Η τεχνόσφαιρα περιλαμβάνει μεγάλης κλίμακας συστήματα ενέργειας και εξαγωγής πηγών, παραγωγικά και μεταφορικά συστήματα, επικοινωνιακά, οικονομικά και άλλα δίκτυα, κυβερνήσεις και γραφειοκρατικούς μηχανισμούς, πόλεις, εργοστάσια, φάρμες και χιλιάδες άλλα δομημένα συστήματα, καθώς επίσης και μέρη αυτών, συμπεριλαμβανομένων υπολογιστών, οχημάτων, συσκευών και ανθρώπων./ Ο.π.

[14] Ο όρος «Ανθρωπόκαινο» ή «η εποχή των ανθρώπων» εισήχθη από τον χημικό της ατμόσφαιρας Paul J.Crutzen και την οικολόγο Eugene Stoermer, για να διαφοροποιήσει την παρούσα γεωλογική περίοδο που διανύει ο πλανήτης Γη από την περίοδο του «Ολόκαινου», λόγω της κλίμακας της ανθρώπινης επίδρασης στο περιβάλλον. [Paul J. Crutzen and Eugene Stoermer, “The Anthropocene,” International Geosphere-Biosphere Programme Newsletter 41 (2000): 17–18; Paul J. Crutzen, “Geology of Mankind,” Nature 415 (Ιανουάριος 2002)]Ο όρος κατοχυρώθηκε το 2016. Το Ανθρωπόκαινο εισάγει μια περίοδο ριζικής αστάθειας, που χαρακτηρίζεται από τεράστιας κλίμακας γεωμορφικές

51 - 52

βραχυπρόθεσμα παράγει ένα υπερτονισμένο διάγραμμα του εαυτού. Αόρατα αυτοβιογραφικά μοτίβα, καταναλωτικές συμπεριφορές, καθημερινές συνήθειες - μεταλλασσόμενα σε διεπιφανειακές συνθέσεις, μέσα από λογιστικές τεχνικές και οικονομικές επιταγές, συνθέτουν τον χρήστη αντανακλώντας του ένα ενδελεχές προφίλ ικανό να τον πείσει για την ατομική του συνεκτικότητα [10]. Εντούτοις, η βραχυπρόθεσμη αυτή σταθερότητα αποδεικνύεται φαινομενική, καθώς την θέση της λαμβάνει η απροσδιοριστία και η ευθραυστότητα, όσο η ποσότητα της πληροφορίας που αντανακλάται διαρκώς γιγαντώνεται και καθετί πλέον τείνει να καταλάβει την θέση του χρήστη – υποκειμένου. Οι ίδιες τεχνολογίες που συνέθεσαν τον χρήστη, υποσκάπτουν τα όρια του εαυτού και του άλλου, εκτοπίζουν το άτομο από μη ανθρώπινους παράγοντες και πολλαπλά αντικείμενα που εν τέλει τον αποσυνθέτουν.


«Μπορούμε να μιλάμε για τον Θάνατο του Χρήστη, δηλαδή για την εκπνοή ενός συγκεκριμένου μοντέλου χρήστη και την αντικατάσταση του μαλακού ανθρωπισμού από το αντιληπτικό κέντρο των στρατηγικών σχεδιασμού, εξαιτίας του πολλαπλασιασμού και της επικράτησης και μη ανθρώπινων και μη εξατομικευμένων δρώντων εντός του διευρυμένου πεδίου του απανταχού σχεδιασμού» Bratton B.H. The Stack: On Software and Sovereignity

Αποσύνθεση και διάχυση του ανθρώπινου χρήστη σε ένα διάχυτο δίκτυο υπολογιστικών οντοτήτων.


Για ποιον χρήστη καλούμαστε επομένως να σχεδιάσουμε ή, μάλλον, αντιστρέφοντας το ερώτημα, τι είδους χρήστη καλούμαστε να σχεδιάσουμε, πέρα από τον διαρκώς συντιθέμενο και αποσυντιθέμενο από την πληροφορία υποκείμενο; Διερύνοντας το πεδίο της συζήτησης, πώς σχεδιάζουμε, ως αρχιτέκτονες, τις πλατφόρμες ώστε να διαμορφώσουμε το νέο υποκείμενο;

τα μεγάλης κλίμακας συστατικά της τεχνόσφαιρας δεν μπορούν να επηρεάζουν άμεσα την συμπεριφορά των ανθρώπινων τμημάτων, 2/ανικανότητα, με την έννοια ότι οι άνθρωποι δεν μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά την συμπεριφορά των μεγάλων τεχνολογικών συστημάτων, 3/έλεγχο, σύμφωνα με τον οποίο ο άνθρωπος δεν μπορεί να ελέγχξει ένα τεχνολογικό σύστημα που εκφράζει ένα μεγάλο εύρος συμπεριφορών, 4/ αμοιβαιότητα, που σημαίνει ότι ο άνθρωπος μπορεί να αλληλεπιδράσει άμεσα μόνο με συστήματα του μεγέθους του, 5/ απόδοση, σύμφωνα με τον οποίο όλοι οι άνθρωποι πρέπει να επιτελέσουν κάποια ελάχιστα καθήκοντα ώστε να υποστηρίξουν τον μεταβολισμό της τεχνόσφαιρας, 6/ πρόβλεψη, με την έννοια ότι η τεχνόσφαιρα πρέπει να παράσχει ένα περιβάλλον ευνοϊκό ώστε οι άνθρωποι να επιτελέσουν την επιβίωση και λειτουργία τους. // Peter Haff, στο ίδιο [16]Giorgio Agamben, «What is an Apparatus?» in What is an Apparatus? And Other Essays. Stanford: Stanford University Press, 2009

03 | το πολιτικό υποκείμενο ως χρήστης

Εφόσον όμως τα αναδυόμενα υποκείμενα είναι πλέον «πράγματα», γεννώνται καίρια ζητήματα σε σχέση με τους μηχανισμούς υποκειμενοποίησης, όπως τους περιγράψαμε στην προηγούμενη ενότητα, επαναφέροντας παράλληλα στο προσκήνιο ιεραρχήσεις μεταξύ φυσικών υποκειμένων και αντικειμένων. Επιστρέφοντας στον Agamben, διαχωρίζει τα έμβια όντα από τις μηχανές (με την έννοια του apparatus), τοποθετώντας το υποκείμενο στο ενδιάμεσο των δύο πόλων, ως αποτέλεσμα μιας διαρκούς διαμάχης. Σ’αυτό το σχήμα, τα ζώα ή η μηχανές δεν μπορούν επουδενί να διεκδικήσουν την θέση του χρήστη, καθώς συγκροτούν υποδεέστερες συναρμογές. [16] Για τον Bratton, ωστόσο, το σχήμα αυτό αποδεικνύεται ανεπαρκές στο να περιγράψει τον τρόπο με τον οποίο διαμορφώνεται ο σύγχρονος Χρήστης-υποκείμενο, θεωρώντας ότι η τοποθέτηση μη ανθρώπινων υποκειμένων στην θέση του Χρήστη είναι μέσο για να διερευνηθούν νέες μορφές δημιουργικότερων εναλλακτικών συνεργειών.

μεταλλαγές της επιφάνειας της γης, συμπεριλαμβάνοντας την ταχεία αστικοποίηση, την όξυνση των ωκεανών, την αμείλικτη εξάλειψη ζώντων οργανισμών, και, πάνω από όλα, την κλιματική αλλαγή. / Tyszczuk R., “Anthropocenophobia: The Stone Falls on the City»,Harvard Design Magazine [15] Ο Peter Haff αναφέρεται σε έξι (6) κανόνες: 1/μηπροσβασιμότητα, με την έννοια ότι

53 - 54

λειτουργεί σύμφωνα με περίπου αυτόνομες δυναμικές, στα πλαίσια μιας συστημο-κεντρικής προσέγγισης, έναντι της ανθρωποκεντρικής. Πιο συγκεκριμένα, διατυπώνονται κανόνες που περιγράφουν αυτές τις δυναμικές σε σχέση με τον βαθμό ελέγχου του ανθρώπου σ’αυτές, όπου με βάση την κλίμακα και το μέγεθος των επιμέρους τμημάτων καθορίζονται και οι μεταξύ τους αλληλεπιδράσεις.[15]


3.3

Νέα «δικαιώματα» στην πόλη;

[17] Ενέργεια, υποδομές, απόδοση ταυτότητας, χαρτογράφηση, αξιόπιστο συνάλλαγμα // Bratton B.H., The Black Stack”, e-flux journal # 53, 2014 [18] Ο.π.

[19]«Μπορούμε να ορίσουμε τον «κοσμοπολιτισμό ως τη θεωρία, ή καλύτερα τη νοητική στάση και συμπεριφορά που υποβαθμίζει και κατ’ επέκταση ακυρώνει τους πολιτισμικούς, πολιτικούς, κοινωνικούς και κάθε είδους παράγοντες διαφοροποίησης μεταξύ των εθνών-κρατών, αποδίδοντας στα μέλη των οριοθετημένων και διασκορπισμένων ανά την υφήλιο ανθρώπινων κοινοτήτων την ταυτότητα, τον προσδιορισμό του συνανήκειν σε μια ενιαία, παγκόσμια πολιτική κοινότητα. […] Στόχος της «ιδεολογίας» του κοσμοπολιτισμού (είναι) η επίτευξη της ισότητας μεταξύ των ανθρώπων, η οποία εδράζεται σε ένα ενοποιητικό στοιχείο, είτε αυτό ορίζεται ως ανθρώπινη φύση, είτε ως Λόγος. Μ’ ένα συνεκτικό λογισμό, ως αποτέλεσμα της ισότητας απορρέουσας από την πεποίθηση της κοινής υπαγωγής της ανθρωπότητας στο σύνολό της σε μία «οικουμενική» κοινότητα, προκύπτει ως διαπίστωση ο ειρηνευτικός προσανατολισμός και χαρακτήρας του κοσμοπολιτισμού» / Αρβανιτάκης Ν., Η ιδέα του κοσμοπολιτισμού κατά τον Immanuel Kant: Περιγραφική ανάλυση των όρων πραγμάτωσης της «Αιώνιας Ειρήνης», Κέρκυρα 2014 [πηγή: academia.edu]

Οι σύγχρονες ψηφιακές πλατφόρμες των παγκόσμιων υπολογιστικών συστημάτων παραμορφώνουν ή ακόμα αντικαθιστούν λειτουργίες που παραδοσιακά επιτελούν κρατικοί μηχανισμοί [17], υποδεικνύοντας νέα χωροχρονικά μοντέλα πολιτικής και κοινωνικής συγκρότησης. Μεταξύ των λειτουργιών αυτών, η απόδοση διαδικτυακής ταυτότητας (μίας ή πολλαπλών) στον χρήστη (πχ Google ID) σε αντάλλαγμα για την πρόσβασή του σε υπηρεσίες παγκόσμιων υποδομών, θέτει τους όρους εμφάνισης νέων μορφών συμμετοχής, μη υποχρεωτικής και επομένως, περισσότερο ευέλικτης από θεσμοθετημένα κοινωνικά συμβόλαια [18]. Αυτή ακριβώς η συνθήκη παραγωγής ταυτότητας, διαμορφώνει χρήστες – άτυπους πολίτες, καθώς παρέχει δυνατότητες διευρυμένων προσβάσεων σε διεπιφάνειες σε υποκείμενα που θα αποκλείονταν από άλλα νομικά ή κρατικά συστήματα (π.χ. οι μετανάστες). Η εξάπλωση αθέλητων, μη σχεδιασμένων θέσεων άσκησης δύναμης και συμμετοχής , τις οποίες μπορούν να καταλάβουν χρήστες, ανεξάρτητα από το αν νομικά απολαμβάνουν τα δικαιώματα των θεσμοθετημένων πολιτών, διανοίγει νέους ορίζοντες στην έννοια της αστικής διακυβέρνησης, δηλαδή της ενεργούς συμμετοχής στη λήψη και την υλοποίηση αποφάσεων που αφορούν την πόλη. Ενθαρρύνεται, παράλληλα, ο πολλαπλασιασμός εναλλακτικών γεωγραφιών, όχι βάσει διαταγμάτων, αλλά βάσει της φυσικής κατοχής του χώρου, με την έννοια του πεδίου που διανοίγεται στους κατόχους των υπολογιστικών εργαλείων. Ο Bratton περιγράφει αυτήν την συνθήκη ως εμφάνιση “άτυπων κοσμοπολιτισμών”, αναφερόμενος στην παραγωγή ενός συστήματος που κυριαρχείται από υποκείμενα – χρήστες, πολύ πιο ανοιχτού απ’αυτό που θα μπορούσαν να διαχειριστούν κρατικά συστήματα διακυβέρνησης. Ο απροσχεδίαστος χαρακτήρας αυτής της εξέλιξης, της επιτρέπει και την θεώρησή της ως ένα από τα παραγωγικά ατυχήματα των διεπιφανειών, που φέρνει στο προσκήνιο εναλλακτικές μορφές κυριαρχίας. O «κοσμοπολιτισμός» [19], σύμφωνα με τον Καντ, αναφέρεται στην υπέρβαση των στενών ορίων του ανθρώπου και στην διεύρυνσή των χωρικών οριζόντων - το να σκεφτούμε δηλαδή πέρα από τα γεωγραφικά όρια που δημιουργούν νοητά πολιτικά και πολιτισμικά φράγματα – εισάγοντας παράλληλα τρόπους αναγνώρισης και αλληλοσεβασμού. Ο κοσμοπολιτισμός επομένως, διαπραγματεύεται έναν τρόπο με τον οποίο ο


Πρόκειται για ένα εργαλείο δικτύου ασφαλείας, βασισμένο στο GPS του κινητού τηλεφώνου, σχεδιασμένο να καθοδηγεί τους ανθρώπους που διέσχιζαν το σύνορο Μεξικού - Ήπα. Στόχος του εργαλείου ήταν να καταδείξει την δυνητική «διάχυση» του συνόρου μέσω της φυσικής του λειτουργίας και της ποιητικής του.

03 | το πολιτικό υποκείμενο ως χρήστης

«Transborder Immigrant Τool» / b.a.n.g. lab (2008)

55 - 56

[https://faculty.washington.edu/michamc/ wordpress-bang/ ]


άνθρωπος είναι σε συνδιαλλαγή με τον συνάνθρωπό του, δίνοντας την δυνατότητα να συμμετέχουν όλοι στο πολιτικό γίγνεσθαι, χωρίς αυτό να σημαίνει εξάλειψη όλων των διαφορών προς όφελος ενός μεμονωμένου μοντέλου πολίτη, αλλά την καντιανή Ιδέα της πολιτικής – ως συγκέντρωση σωμάτων προς συζήτηση και λήψη αποφάσεων. Μπορεί αυτή η ιδέα του κοσμοπολιτισμού, σήμερα πιο επίκαιρη από ποτέ, να μας επιτρέψει να στοχαστούμε νέες εκφράσεις του κόσμου προσανατολισμένες σε δυνητικότητες, πέρα από τα ήδη διαμορφωμένα πολιτικά υποκείμενα ως πολίτες;

[20] Bratton B.H., Jeremijenko N.,Suspicious images, latent interfaces , The Architectural League of New York, 2008

[21] Latour B., We have nerver been modern, Harvard University Press Cambridge, Massachusetts,1993

Πέρα από την διευρυμένη πρόσβαση στις υπηρεσίες ψηφιακών ψηφιακών διπειφανειών και στην ολοένα και μεγαλύτερη ανάλυση της πληροφορίας που διατίθεται, η υποστήριξη διευρυμένων συμμετοχικών μοντέλων εμπεριέχει την ανάγκη συσσωρευμένης δράσης σε σχέση μ’αυτήν την πληροφορία, την δυνατότητά της να αποτελέσει το υπόβαθρο μιας νέας πολιτικής και κοινωνικής μεσολάβησης, να αναμορφώσει με άμεσο και επιταχυνόμενο (σε σχέση με συνήθεις μορφές συμμετοχής) τρόπο μακρο-θεσμικούς σχηματισμούς. Σύμφωνα με την Natalie Jeremijenko [20], το ενδιαφέρον μετατοπίζεται σε μια νέα δομή συμμετοχής, ικανής να αμφισβητήσει τους καθιερωμένους όρους παραγωγής, ερμηνείας και χρήσης της πληροφορίας, στα πλαίσια των δυνητικοτήτων που διανοίγει το αποκαλούμενο “Κοινοβούλιο των Πραγμάτων” (Parliament of Things) σύμφωνα με την θεωρία του Bruno Latour. Αν, λοιπόν, τα απανταχού υπολογιστικά στοιχεία έχουν πολιτική υπόσταση, τότε ποια είναι αυτή; Σ’αυτήν την κατεύθυνση, ο Bruno Latour, αναθεωρώντας τους διαχωρισμούς φύσης – κοινωνίας και κατ’επέκταση τις απόψεις που θέλουν, αφενός, την επιστημονική εξουσία να επιφορτίζεται με την αναπαράσταση πραγμάτων-μη ανθρώπινων όντων και, αφετέρου, την πολιτική εξουσία να αναλαμβάνει στην αναπαράσταση των υποκειμένων – ανθρώπινων όντων, με τον όρο “Κοινοβούλιο των Πραγμάτων” αναφέρεται στην εγγενή πολιτική φύση περίπουαντικειμένων, υβριδίων ανάμεσα στην φύση και στην κοινωνία. Αν η μέχρι τώρα πολιτική συγκρότηση, κατασκευάζεται κατά το ήμισυ από την επιστήμη και την τεχνολογία και κατά το άλλο ήμισυ από τις κοινωνίες, στόχος είναι η σύνδεση των δύο πεδίων ώστε να ενεργοποιηθεί εκ νέου η πολιτική. Τα πράγματα ενεργοποιούνται και «ζωντανεύουν» μέσω της πληροφορίας, γεγονός που καθιστά δυνατή και αναπόφευκτη την πολιτική, δημόσια φωνή τους. Σύμφωνα με τον Latour, θα πρέπει να δοθούν δικαιώματα σε μη-ανθρώπινα υποκείμενα, στα περίπου-αντικείμενα, στα υβρίδια, ώστε “να αλλάξουμε τους τρόπους με τους επιζητούμε την αλλαγή”.[21]


57 - 58

Latour B.[1993] We have never been modern / The Parliament of Things

03 | το πολιτικό υποκείμενο ως χρήστης

“Όταν αναφερόμαστε στο Κοινοβούλιο, εξακολουθούμε να πιστεύουμε στις επιστήμες […] κρατώντας την τόλμη τους, τον πειραματισμό τους, την αβεβαιότητά τους, την ζεστασιά του, την ασυνεχή μείξη υβριδίων, την ικανότητά τους να επανασυνθέτουν τους κοινωνικούς δεσμούς.”

Υβριδικά Δίκτυα έναντι των διχοτομήσεων Φύσης-Κοινωνίας Latour B. / We have never been modern

Πώς μπορεί, λοιπόν, να ενεργοποιηθεί το «δικαίωμα στην πόλη, όχι απλώς ως διατύπωση του αιτήματος για γενικευμένη προσβασιμότητα στα αγαθά και τις υπηρεσίες που προσφέρουν οι αστικές διεπιφάνειες ή ο χώρος των υποδομών, αλλά ως επανάδειξη της πόλης ως “έργου”[22] που θα παράγεται συλλογικά από ανθρώπινα και μη ανθρώπινα υποκείμενα; Πώς μπορεί να συμβάλλει η αρχιτεκτονική στην ανάδειξη νέων κοινών, στην εποχή της κυριαρχίας των απανταχού υπολογιστικών συστημάτων;

[22] Η «πόλη –έργο», όπως και «το δικαιωμα στην πόλη» αντλούνται από τον Lefebvre H., Δικαίωμα στην Πόλη: Χώρος και Πολιτική, Εκδόσεις Κουκκίδα, 2007



SoundScapes_Apomechanes Workshop / Steliou S. & Iliadi I.


κεφάλαιο 4

η χωρική πολιτική της αρχιτεκτονικής ως πληροφορία και ο σχεδιασμός του υποκειμένου

Τα δύο στοχαστικά μοντέλα που αποτέλεσαν τον οργανωτικό - στοχαστικό πυρήνα της εργασίας, η Στοίβα του Bratton και ο χώρος υποδομών της Easterling, ανέδειξαν στην βάση τους κοινές οπτικές για την σχέση πόλης – λογισμικού στον άξονα των μηχανισμών κυριαρχίας των παγκόσμιων τεχνολογιών υπολογισμού. Το πρώτο ξεκινώντας από την υπολογιστική μεγαδομή της Στοίβας κινείται προς την πόλη, μέσα από αλληλεπιδράσεις διαδοχικών επιπέδων, ενώ το δεύτερο ξεκινώντας από την πόλη και τα χωρικά προϊόντα των παγκόσμιων υποδομών κινείται, μέσα από διακυμάνσεις τάσης, προς το λογισμικό του χώρου. Το λογισμικό είτε ως διεπιφανειακή σύνθεση είτε ως πλέγμα ενεργών μορφών, αναδεικνύεται ως δυναμική συνθήκη και πεδίο ανάδυσης εναλλακτικών αφηγήσεων για τον σχεδιασμό της σύγχρονης αστικότητας, με όρους αλληλεπίδρασης, επικοινωνίας μέσω πρωτοκόλλων, απροσδιοριστίας ή αντίφασης, τυχηματικού χαρακτήρα, ενέργειας, διακύμανσης κλιμάκων και πολλαπλότητας. Οι όροι αυτοί επιτρέπουν όχι μόνο μια πληθώρα εναλλακτικών προσεγγίσεων, αλλά την διατύπωση μιας πολιτικής πρότασης για τον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό, που εμπεριέχεται άλλωστε εγγενώς στην ίδια την πόλη και στην αρχιτεκτονική ως χωροχρονική κατασκευή. Η ενότητα αυτή επιδιώκει να πυροδοτήσει μια ευρύτερη συζήτηση, με βάση την διερεύνηση που προηγήθηκε, σε μια προσπάθεια να απαντηθούν ή να επεκταθούν τα ερωτήματα που τέθηκαν προοδευτικά στα επιμέρους αντικείμενα έρευνας. Ουσιαστικά, στόχος είναι πλέον η μετάθεση του κεντρικού ερωτήματος που τροφοδότησε την διαδικασία διερεύνησης, από το πώς εκδηλώνουν την κυριαρχία τους τα υπολογιστικά συστήματα «προγραμματίζοντας» κατ’εικόνα τους πόλεις και υποκείμενα, στο πώς μπορεί η αρχιτεκτονική να προτείνει εναλλακτικές μορφές κυριαρχίας, μέσα από έναν αναδυόμενο και όχι επιβεβλημένο από πολιτικές σκοπιμότητες και μονομερείς οικονομικούς – διαχειριστικούς ρόλους προγραμματισμό του αστικού περιβάλλοντος. Αν το ολοκληρωτικό σχήμα του παγκόσμιου υπολογισμού σχεδιάζει την πόλη κατ’εικόνα του, τότε πώς η αρχιτεκτονική μπορεί να θέσει τους όρους παραγωγής της πόλης μέσα από την ενυπάρχουσα δυναμική της;


04 | η χωρική πολιτική της αρχιτεκτονικής ως πληροφορία και ο σχεδιασμός του υποκειμένου

Συμβιωτικά προγράμματα σύνθετων διεπιφανειών Η ανάγνωση της πόλης ως λογισμικό συντιθέμενο από ανατρεπόμενες διεπιφάνειες ή ενεργές μορφές, μετατοπίζει το πεδίο της αρχιτεκτονικής θεωρίας και πρακτικής από το υλισμικό και από κυρίαρχες προσεγγίσεις βασισμένες σε στατικές μορφές και αντικείμενα, στην διάσταση προγραμματισμού του χώρου. Υπό την σκοπιά του προγράμματος, η αρχιτεκτονική λειτουργεί ως λογισμικό, καθώς όπως στο λογισμικό (των υπολογιστικών συστημάτων) ο σχεδιασμός ενός προγράμματος καθορίζει τον βαθμό συμμετοχής του χρήστη και το πλήθος των προβλεπόμενων ενεργειών σε σχέση με το συγκεκριμένο υλισμικό, έτσι και η αρχιτεκτονική προγραμματίζει τον χώρο, προδιαγράφοντας συγκεκριμένες χωρικές συνήθειες, συμπεριφορές ή κοινωνικές οργανώσεις, μέσα από τον σχεδιασμό των χωρικών δομών. [1] Με αυτήν την έννοια, το πρόγραμμα παρέχει υλική υποστήριξη σε κοινωνικές δραστηριότητες και οργανώσεις που επαναλαμβάνονται στα πλαίσια ενός συγκεκριμένου υλισμικού, είτε αυτό αναφέρεται στον άυλο εικονικό είτε στον φυσικό χώρο.[2] Ωστόσο, η μετατόπισης της υλικής αυτής υποστήριξης του αστικού σχεδιασμού από το λογισμικό, καθιστά το πρόγραμμα του ίδιου του φυσικού χώρου κινητικό και μεταβαλλόμενο, καθώς αυτή η υποστήριξη λαμβάνει χώρα σε διαφορετικές τοποθεσίες, σε διαφορετικούς χρόνους, για πολλούς ή για έναν χρήστη ταυτόχρονα. Κατά μία έννοια, « οι ίδιες οι αστικές λειτουργίες μεταφράζονται σε εφαρμογές»[3], και καθώς αυτές ενεργοποιούνται από διαφορετικούς χρήστες, κάθε εφαρμογή παρέχει μια διαφορετική διεπιφάνεια για την ίδια τοποθεσία, αλλά και ένα διαφορετικό αστικό πρόγραμμα για κάθε έναν από τους χρήστες που τυγχάνουν να βρίσκονται στο ίδιο σημείο την ίδια στιγμή. Συνεπώς, σε αντίθεση με το αρχιτεκτονικό περίβλημα που συμπυκνώνει μια πολιτική στάση διευθετώντας τον χώρο της, για τους εικονικούς φακέλους του κινητού εξοπλισμού, «το πρόγραμμα γίνεται μια λιγότερο καθορισμένη στάση εκπεφρασμένη από την κάτοψη ή ένα master plan, αλλά ένα σύνολο παραμέτρων πρόσβασης, αυτοσχεδιασμού και τύχης.» [4] Επιπλέον, η άυλη φύση των εικονικών διεπιφανειών, δεν σημαίνει ότι στερούνται δομής και δυνατότητας έκφρασης της δικής τους χωρικής πολιτικής, ενίοτε γεφυρώνοντας το υλικό με το άυλο, ενισχύοντας, επαυξάνοντας ή ακυρώνοντας τα σκληρά αρχιτεκτονικά περιβλήματα. Όπως χαρακτηριστικά διατυπώνει ο Bratton, «μαλακές και σκληρές διεπιφάνειες διαρρέουν πληροφορία το ένα στο άλλο μέσα από τις διάτρητες

[1] Shepard M. (editor), Sentient City: ubiquitous computing, architecture, and the future of urban space,/Introduction”(by Mark Shepard), The MIT Press, Cambridge, Massachusetts, 2011, σελ.23, [2] Μία απάντηση σε απόλυτους προγραμματισμούς επιδίωξε να δώσει ο Koolhas μέσα από το “γενικό πρόγραμμα” (generic program) όπου οι άνθρωποι κατοικούν και χρησιμοποιούν οποιοδήποτε μέρος με οποιοδήποτε τρόπο- ανεξάρτητα από την προκαθορισμένη του διευθέτηση και την λειτουργία που του έχει ανατεθεί. Μια άλλη απάντηση στο ζήτημα του προγράμματος επιδίωξε να δώσει και ο Bernard Tschumi, με την πρότασή του περί σκόπιμα υβριδικών σχεδιαστικών προγραμμάτων και διαχωρισμών που προκαλούν νέες χρήσεις και δραστηριότητες που, μέσα από τον σχεδιασμό τους, είναι ακαθόριστες. // Ο.π. [3] Bratton B.H., The Stack: On Software and Sovereignty / City Layer /Designing for Mixed Envelopes, Mixed Programs , The MIT Press, 2016 (e-book) [4] Ο.π

61 - 62

4.1


[5] Bratton B.H., The Stack: On Software and Sovereignty / City Layer/Designing for Mixed Envelopes, Mixed Programs, The MIT Press, 2016 (e-book) [6] Ο.π.

επιδερμίδες τους».[5] Καθώς, μάλιστα, όπως έχει γίνει φανερό, οι εικονικές διεπιφάνειες αλληλοεπικαλύπτονται σε μεγάλο βαθμό με τις φυσικές διεπιφάνειες, καθιστούν εξαιρετικά αβέβαιη ή απροσδιόριστη την ύπαρξη ενός αυστηρά καθορισμένου εξωτερικού χώρου. Η ενδυνάμωση του ρόλου των ψηφιακών διεπιφανειών είναι πιθανό είτε να διαχύσει και να εξασθενίσει την βαρύτητα των αρχιτεκτονικών περιβλημάτων, είτε να την ενισχύσει. Στην αστική κλίμακα, όπου πολλαπλές αρχιτεκτονικές διεπιφάνειες συνδυάζονται και ανταγωνίζονται και όπου η κατανομή συγκεκριμένων προγραμμάτων δεσμεύεται σε περιορισμένες θεσμοθετημένες – χωρικές ζώνες (αστική, εμπορική, βιομηχανική κλπ), η δυνατότητα των ψηφιακών εφαρμογών να επαυξάνουν ή να τροποποιούν συγκεκριμένα χωρικά προγράμματα για διαφορετικούς χρήστες στον ίδιο ή σε διαφορετικούς χρόνους, εισάγει την διάσταση μιας αναπόφευκτης «μικτής χρήσης» του χώρου για τον χρήστη. Συνεπώς, τα πιο ενδιαφέροντα σχεδιαστικά ζητήματα εντοπίζονται στον επαναπροσανατολισμό του λογισμικού και του αστικού προγραμματισμού, ώστε να αναμειγνύονται και να συγχωνεύονται με πιο ευφυείς τρόπους και μέσω αυτών να εκφράζουν αναδυόμενες κυριαρχίες πιο κατηγορηματικά. Και τα δύο συνυφαίνονται καθώς η αρχιτεκτονική γίνεται ένα δοκιμαστικό πεδίο για τα προγράμματα λογισμικού, όπως και οι διεπιφάνειες του λογισμικού οργανώνουν τρόπους πλαισίωσης και ενεργοποίησης του χώρου. Είναι αναγκαία η συγκρότηση ενός σύνθετου υποβάθρου που να περιγράφει τους διαφορετικούς τρόπους με τους οποίους φυσικές-αρχιτεκτονικές διεπιφάνειες συνυφαίνονται με τις άυλες-εικονικές διαμορφώνοντας ένα υβριδικό σύστημα πλατφορμών που με την σειρά τους παράγουν τα υποκείμενα της πόλης. Ο σχεδιασμός της πόλης απαιτεί έναν νέο τρόπο να αναπαραστήσει το πρόγραμμα ως μια μορφή εικόνας «που μπορεί να ανιχνεύει αλληλένδετες συγκλίσεις σκληρών και μαλακών περιβλημάτων στον ζωντανό χρόνο των δικτύων». [6] Δεδομένου ότι αυτή η αρμοδιότητα, σαφέστατα, δεν ανήκει αποκλειστικά στον αρχιτέκτονα–σχεδιαστή-πολεοδόμο, αναδύεται η ανάγκη διεπιστημονικών προσεγγίσεων, στα πλαίσια μιας κοινής οικονομίας αρχιτεκτονικής –λογισμικού.


04 | η χωρική πολιτική της αρχιτεκτονικής ως πληροφορία και ο σχεδιασμός του υποκειμένου 63 - 64

Amphibious Architecture / Natalie Jeremijenko & The Living (New York - 2009) Πρόκειται για installation, που αποτελείται από δύο υπερτιθέμενα δίκτυα: ένα δίκτυο επιπλέοντων φωτεινών σωλήνων και ένα δίκτυο αισθητήρων στον βυθό. Οι αισθητήρες ανιχνεύουν την ποιότητα του νερού, την παρουσία ψαριών και το ανθρώπινο ενδιαφέρον στο οικοσύστημα του ποταμού, ενώ οι σωλήνες ανταποκρίνονται μέσω διαφοροποιούμενου φωτισμού. Επιπρόσθετα, μία ψηφιακή εφαρμογή επιτρέπει στους πολίτες - επισκέπτες να στέλνουν μυνήματα κειμένου (sms) στα ψάρια, ώστε να παραλαμβάνουν πληροφορίες πραγματικού χρόνου για το ποτάμι και να συνεισφέρουν στην επίδειξη συλλογικού ενδιαφέροντος για το περιβάλλον. [http://www.thelivingnewyork.com/]


4.2 Αστικές χωρογραφίες ενεργών μορφών

[7] Bratton B.H., The Stack: On Software and Sovereignty / Ιnterface layer, The MIT Press, 2016 (e-book) [8] Απόσπασμα από συνέντευξη του Bruno Latour: Decoding the Collective Experiment,Σ by Mar.a J. Prieto and Elise S. Youn, Agglutinations.com, July 05, 2004., (όχι πλέον διαθέσιμη στο διαδίκτυο) στο άρθρο “An Internet of things”, e-flux journal της Κ.Easterling

[9] Easterling K., “Action is the form” στο Sentient City: ubiquitous computing, architecture, and the future of urban space, ( ed.Shepard M.) “The MIT Press, Cambridge, Massachusetts, 2011

[10] Easterling,K., Extrastatecraft: The politics of infrastructure space / Disposition /Stories are active forms, Verso,2014 (e-book)

Η ανάμειξη του αστικού σχεδιασμού με τις δυνατότητες των υπολογιστικών μέσων δεν σημαίνει την άμεση υπέρθεση ενός τεχνητού υπολογιστικού δικτύου επί ενός δεδομένου σεναρίου, αλλά την ενεργοποίηση ή καταστολή ήδη υπάρχοντων προγραμμάτων. «Η πρόκληση για διεπιφανειακότητα στην αστική κλίμακα είναι να παρέχει μια συστηματοποιημένη γεωγραφία για ενέργειες πεδίου που ήδη είναι σε εξέλιξη.» [7] Παρ’ο,τι η απανταχού παρουσία των ψηφιακών τεχνολογιών, όπου «αντικείμενα κινούνται χωρίς να μετασχηματίζονται»[8] δυσχεραίνει ακόμα αναγνώριση χωρικών τεχνολογιών και δικτύων σε μη ψηφιακά επαυξημένα μέσα, η ιδέα της ενεργούς μορφής, σύμφωνα με την Eastreling και τις σχετικές θεωρήσεις των Latour και Ryle, φέρνει στο προσκήνιο μια πρόσθετη δραματουργική διάσταση του σχεδιασμού. Η στροφή από το στατικό αντικείμενο στην ενεργή μορφή που απαιτεί τόσο ιδεασμό ή ανάλυση σε ορισμένες σχολές σκέψης, όπως ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός, είναι απόλυτα φυσική σε άλλα πεδία, όπως το θέατρο.[9] Όπως ένας performer, o σχεδιαστής ενεργών μορφών, έχοντας εξοικειωθεί με την ιδέα του λιγότερου ελέγχου, εργάζεται με βάση μια αναδιπλούμενη ροή αντικειμένων αντί μιας μοναδικής μορφής. Για τον σχεδιαστή των ίδιων των αφηγήσεων ως ενεργές μορφές – κοινωνικές μορφές με σκοπό να έχουν χωρικές συνέπειες – η αντίφαση ή η απροσδιοριστία αναδεικνύει πρόσθετες ευκαιρίες. Όπως οι εξουσίες που δρουν στον χώρο των υποδομών προσφέρουν συνήθως πειστικές ιστορίες που απομακρύνονται από το πραγματικό τους περιεχόμενο, έτσι και οι performers είναι εξοικειωμένοι με την ιδέα της δράσης ως φορέα πληροφορίας που μπορεί να αντιφάσκει σε σχέση με το δηλωμένο κείμενο. Η δράση αυτή, ανεξάρτητη από κίνηση ή χωρογραφία, είναι ο πραγματικός φορέας της πληροφορίας, του νοήματος και της αλλαγής, και μπορεί να αποσυνδέεται ολοκληρωτικά από το σενάριο [10]. Ο διεπιστημονικός σχεδιασμός της πόλης καλείται, επομένως, να γίνει τόσο τεχνικός - μηχανικός όσο και δραματουργικός, ώστε να συστηματοποιεί την δυνατότητα να εκτυλίσσονται συγκεκριμένα συμβάντα, εντός ή εκτός προγράμματος, και να σχεδιάζει τα σενάρια βάσει των οποίων αυτά θα συμβάντα μπορούν να συνυφανθούν δημιουργικά. Η πρόκληση για τον σχεδιασμό και την κυριαρχία δεν έγκειται στο να προγραμματίσουν την χαοτική πλατφόρμα εκ των προτέρων,


04 | η χωρική πολιτική της αρχιτεκτονικής ως πληροφορία και ο σχεδιασμός του υποκειμένου

Το λογισμικό των αλληλουχιών, των πολλαπλασιαστών ή οι αλληλεπιδράσεις μεταξύ χωρικών μεταβλητών επεκτείνει το μορφολογικό λεξιλόγιο, χωρίς όμως να το αντικαθιστά. Δεν πρόκειται για μια αντι-μοντέρνα πρόταση, που ακυρώνει την στατική μορφολογική γεωμετρία και την συγκεκριμένη υλική διάρθρωση ή που διαδέχεται την μορφή-αντικείμενο, αλλά για μια εναλλακτική που την επαυξάνει με πρόσθετες δυνάμεις και αισθητικές απολαύσεις. Οι δύο μορφές, ενεργή και στατική, μπορούν να συνυπάρχουν στον σχεδιασμό. Η ενεργή μορφή μπορεί να συνεργάζεται και να προωθεί το αντικείμενο, προσδιορίζοντας το πώς θα ευθυγραμμιστεί με την δύναμη του να «ταξιδεύει» στον χώρο των υποδομών. Πρόκειται για μια προσέγγιση της αισθητικής όχι ως ένα κωδικοποιημένο σύνολο οδηγιών ή κανόνων, που ο πολιτισμός προσέχει και διατηρεί, αλλά, σύμφωνα με τον Ranciere, ως μετασχηματιζόμενο πρόγραμμα μορφών που είναι γεμάτες νόημα - όχι καθορισμένο νόημα- και κατανέμονται σε διαφορετικά επίπεδα του αντιληπτού. [12]

[11] Bratton B.H., στο ίδιο, Ιnterface layer/ Interfaces at hand - from object to sign

65 - 66

σύμφωνα με ένα master plan, αλλά να θέσουν τις παραμέτρους μέσω των οποίων πολλαπλά υποσυστήματα μπορούν να μοχλεύσουν το ένα το άλλο. Σύμφωνα με τον Bratton , “η ανάδυση της ενδεχόμενης κυριαρχίας θα καθορίζεται λιγότερο από καθορισμένες παρεμβάσεις, παρά από μια εκτυλισσόμενη χωρογραφία και υποδοχή απρόβλεπτων συλλογικοτήτων αναπτυσσόμενων διεπιφανειακών αντικειμένων”. [11]

[12] Ranciere J., The politics of aesthetics / The distribution of the Sensible: Politics and Aesthetics ,translated by Gabriel Rockhill,Continuum international publishing group,2004



Πολιτική συνεισφορά -

εναλλακτικός ακτιβισμός & περιβλήματα ως πολιτικές μηχανές

«Προτιμώ να μιλώ για διαφωνία, παρά για αντίσταση»,[15] υποστηρίζει ο Ranciere, και, καθώς η διαφωνία – αντίφαση είναι πάντα παρούσα στον διαρκώς μετασχηματιζόμενο διάλογο μεταξύ ανθρώπων και τεχνολογιών, η επικέντρωση σ΄αυτήν είναι χρήσιμη όχι μόνο στο να εντοπίζει την λανθάνουσα, αλλά αδήλωτη, τάση, αλλά και ως ευκαιρία για μια αντί – αφήγηση.[16] Προς αυτήν την κατεύθυνση, η υιοθέτηση σχεδιαστικών τεχνικών που απομακρύνονται από την μη υπαρκτή διαίρεση της αντίστασης ή μη αντίστασης ως μορφές πολιτικής δράσης, μπορεί να καταστεί περισσότερο αποτελεσματική. Οι τεχνικές αυτές ως πολιτικές ενσαρκώσεις ενεργών μορφών, που εμπεριέχουν λανθάνουσες ικανότητες, στηρίζονται σε μικρότερες αλλαγές συσχετισμών που είναι ικανές να επανασυνθέσουν το χωρικοπολιτικό κλίμα, δεσμεύοντας την πολιτική δύναμη της τάσης στον αστικό χώρο και όχι απορρίπτοντας ή ανατρέποντας βίαια τα υφιστάμενα συστήματα. Πρόκειται για ένα ανοίκειο πολιτικό

[13] Easterling,K, στο ίδιο, Extrastatecraft / An expanded activist repertoire in infrastructure space”

67 - 68

Ο σχεδιασμός με όρους ενεργών μορφών εμπεριέχει, πέρα από αισθητικές απολαύσεις, επιπρόσθετες πολιτικές ικανότητες, έχοντας την δυνατότητα να λειτουργήσει ως εργαλείο ενός ανορθόδοξου χωρικοπολιτικού ακτιβισμού. [13] Αν το λειτουργικό σύστημα των υποδομών αποτελείται επαναλαμβανόμενες σειρές κώδικα – χωρικών προϊόντων αλλά και αφηγήσεων, το να καταφέρει κανείς να αποσυνδέσει το δηλωμένο από το αδήλωτο περιεχόμενο, εν είδη τάσης μιας οργάνωσης, εμπεριέχει έναν αυξημένο βαθμό κινδύνου, αλλά και ευκαιρία για να αναπροσαρμόσει τον πολιτικό χαρακτήρα του χώρου των υποδομών. Διαβάζοντας τον αστικό χώρο μέσα από την λανθάνουσα ενέργειά του, μπορούμε ουσιαστικά να τον αποκωδικοποιήσουμε ώστε να τον επανασυνθέσουμε με διαδικασίες λογισμικού, αλληλεπιδράσεις και πρωτόκολλα, ικανά να αναδείξουν υποβαθμισμένες από τις διαπραγματεύσεις της παγκόσμιας πολιτικής χωρικές μεταβλητές. Χαρακτηριστικά, αναφέρει η Easterling, ότι «πολλές από τις ενεργές μορφές του χώρου των υποδομών μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να χακάρουν αυτό το λογισμικό, καθώς μπορούν να εξισορροπήσουν ή να ανακατευθύνουν μια τάση, πολλαπλασιαζόμενες εντός ενός πεδίου, επανασυνθέτοντας έναν πληθυσμό ή δημιουργώντας ένα δίκτυο.»[14]

04 | η χωρική πολιτική της αρχιτεκτονικής ως πληροφορία και ο σχεδιασμός του υποκειμένου

4.3

[14] Easterling,K., Extrastatecraft: The politics of infrastructure space / Disposition/Active Forms – Governor/Interplay, Verso,2014 (e-book) [15] Ranciere J., “The art of the possible: Fulvia Carnevale and John Kelsey in Conversation with Jacques Ranciere”, Artforum International 45, no.7 (2007), 256-60 [16]“Το έργο της διαφωνίας είναι πάντα να επανεξετάζει τα όρια μεταξύ αυτού που υποτίθεται ότι είναι κανονικό και αυτού που υποτίθεται ότι είναι υπονομευτικό, μεταξύ αυτού που θεωρείται ενεργό, και άρα πολιτικό, και αυτού που θεωρείται παθητικό ή απόμακρο, και άρα απολίτικo” // Easterling,K, στο ίδιο / Introduction


[17] Easterling,K., στο ίδιο, Extrastatecraft / An expanded activist repertoire in infrastructure space

ρεπερτόριο που συμπεριλαμβάνει τεχνικές όπως το χιούμορ, ο αποπροσανατολισμός, η σύγχυση, το χακάρισμα, ο εξ αποστάσεως έλεγχος.[17] Ο εναλλακτικός ακτιβιστής μαθαίνει ότι μέσα από τον συνδυασμό νέων τεχνολογιών, νέου χωρικού λογισμικού ή νέων μέσων πειθούς, μια οφιοειδής αλυσίδα κινήσεων μπορούν να ελιχθούν στον χώρο των υποδομών και σταδιακά να ασκήσουν πίεση, μοχλεύοντας μη εύκολα τιθασεύσιμες πολιτικές. Ο μετασχηματισμός της αρχιτεκτονικής σε ενεργή πληροφορία και σε ενορχήστρωση χωρικών μεταβλητών, εν είδη πρωτοκόλλων και απρόβλεπτων σεναρίων, δεν θα πρέπει να μεταφραστεί, εντούτοις, σε εκτοπισμό της υλικής διάστασης της. Το λογισμικό λειτουργεί πάντα σε συνεργασία με το υλισμικό – τον χωρικό εξοπλισμό- και, συνεπώς, οι υλικές οργανώσεις συγκροτούν τους κατεξοχήν φορείς του χωρικού λογισμικού του αστικού χώρου. Παράλληλα, η ικανότητα της αρχιτεκτονικής να αναπαριστά συστήματα επεκτείνεται πέρα από τα σημειολογικά παιχνίδια των εικονικών διεπιφανειών και των γραφικών περιβαλλόντων διεπαφής χρήστη, οπότε ανακύπτει η ανάγκη για μεταστροφή του σχεδιασμού μακριά από τον συμβολισμό και για εστίαση στα υλικά αποτελέσματα και στην πολιτική που υποβόσκει στον δομημένο χώρο ως αντίδραση της αρχιτεκτονικής παιδείας στις προκλήσεις που θέτουν οι οπτικοποιήσεις του λογισμικού των σκληρών αρχιτεκτονικών διεπιφανειών. Από αυτήν την άποψη, μια πολιτική κριτική της αρχιτεκτονικής, όπως αυτή που τίθεται από τον Paolo –Zaera και την θεωρία του περί κτιριακών περιβλημάτων, ως υλικών διεπιφανειών πολιτικής και γεωγραφίας, μπορεί να λειτουργήσει ιδιαίτερα εκπαιδευτικά.

[18] Zaera-Paolo, A. (2009) The politics of the envelope, σελ.80

Κινητοποιώντας μια πολιτική κριτική του περιβλήματος, ικανή να απευθυνθεί σε πολλαπλές συνάψεις –τεχνολογικές, περιβαλλοντικές, κοινωνικές - , η θεωρία αυτή επιτρέπει την πλαισίωση της αρχιτεκτονικής όχι απλώς ως αναπαράσταση συγκεκριμένων συμφερόντων, πολιτικών ιδεολογιών και ουτοπικών εικόνων, αλλά ως καθ’όλα πραγματική, συγκεκριμένη και αποτελεσματική πολιτική συνεισφορά ικανή να συγκεντρώνει και να διαμεσολαβεί όλες τις πολυπλοκότητες που συγκλίνουν στο αρχιτεκτονικό έργο. Σύμφωνα με τον Zaera-Polo, «το διακύβευμα έγκειται στην ικανότητα των αρχιτεκτονικών οντοτήτων να αποκτήσουν την διάσταση των πραγμάτων, να αναπτύσσουν πολλαπλές συνάψεις σε μια πολύπλοκη πραγματικότητα, να εισέλθουν στο πεδίο ανταγωνιζόμενων οντοτήτων, αντί του να παραμένουν το αναπόφευκτο προϊόν καθιερωμένων πολιτικών δυνάμεων ή μόνο αναπαράσταση εναλλακτικών ιδεολογιών.»[18]


H πρόταση αφορά ένα κτίριο σχεδιασμένο να έλκει την σκόνη με ηλεκτρομαγνητισμό, ώστε να καθαρίζει την περιβάλλουσα μολυσμένη ατμόσφαιρα. Η αστεία μορφή του σχολιάζει κριτικά το πρόβλημα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης, ως εναλλακτική των «πράσινων» πρωτοβουλιών.

04 | η χωρική πολιτική της αρχιτεκτονικής ως πληροφορία και ο σχεδιασμός του υποκειμένου

Dusty Relief / François Roche (Bangkok - 2002)

69 - 70

[http://www.new-territories.com/


Η αρχιτεκτονική, καλείται να νομιμοποιήσει την πολιτική της διάσταση, όχι με πολιτικό λεξιλόγιο ρήξης ή συναίνεσης στις κυρίαρχες πλατφόρμες, αλλά μέσα από τις δικές τις δυνάμεις. Οι δυνάμεις αυτές συγχωνεύονται στα κάθε μορφής εργαλεία που χρησιμοποιεί ο σχεδιασμός- πληροφορία, τεχνολογία, αφήγηση, φορμαλισμός, υλικότητα – τα οποία είναι πάντοτε φορτισμένα με συγκεκριμένη πολιτική σκέψη, αντανακλώντας τον τρόπο με τον οποίο ο σχεδιασμός αντιλαμβάνεται την πολλαπλότητα των συσχετισμών ανάμεσα σε υποκείμενα ή κοινωνικούς, τεχνολογικούς, περιβαλλοντικούς παράγοντες. Οι ποιότητες και η δομή των υλικών οργανώσεων – όπως η διαφορά και η επανάληψη, η συνοχή και η ποικιλία, η ευελιξία και η διαφάνεια, η διαπερατότητα– στην πραγματικότητα συγκροτούν το πολιτικό συντακτικό της αρχιτεκτονικής. Η αρχιτεκτονική, άλλωστε, θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι είναι η ίδια μια πολιτική πράξη μέσα από μια διαδικασία παραγωγής χωροχρονικών αποφάσεων και κατασκευών. Η πρόκληση, επομένως, μετατίθεται στο πώς οι αρχιτεκτονικοί όροι παράγουν πολιτική και όχι το αντίστροφο, στο πώς η αρχιτεκτονική κατασκευάζει μια διαφορετική πολιτική θεώρηση ή μπορεί να πυροδοτήσει επιδράσεις στην κατανομή των μηχανισμών κυριαρχίας.

[19] Zaera-Paolo, A. (2009) The politics of the envelope, σελ.104

Αν οι σύγχρονες μορφές εξουσίας παράγονται από την ικανότητά τους να εκκινούν, να ανιχνεύουν και να τροποποιούν ροές με εξαιρετικά σύνθετα μέσα και πολύπλοκες συσκευές ανακατευθύνοντας σώματα και αντικείμενα σε άνευ προηγουμένου κλίμακες και εύρος, τότε το ενδιαφέρον για τα περιβλήματα - υλικές διεπιφάνειες ως πολιτικές μηχανές εντοπίζεται ακριβώς στο ότι συγκροτούν στοιχείο που πλαισιώνει ένα σύστημα και καθορίζει ροή ενέργειας και ύλης μέσα από αυτό. Σε αντιδιαστολή με την παραδοσιακή πολιτική, που στηρίζεται σε ισορροπημένα μοντέλα και κλειστά συστήματα, οι σύγχρονοι μηχανισμοί κοινωνικής και οικονομικής ενσωμάτωσης υποδεικνύουν την ανάγκη για ανοιχτά συστήματα. Η αλλαγή και η ανισορροπία μπορούν να συγκροτήσουν τις πιο ισχυρές μηχανές δημιουργικότητας σήμερα, σε αντίθεση με τις παραδοσιακές μορφές πολιτικών ιδεολογιών και ουτοπιών που λειτουργούν ως στατικές ιεραρχικές οργανώσεις. Σ’αυτό το πλαίσιο, ο Zaera αναφέρεται σε «μια εγκάρσια πολιτική (αρχιτεκτονική) πρακτική που διαρκώς εξελίσσεται και συσσωρεύει νέες πολιτικές ανησυχίες, καθώς εκτυλίσσονται νέα συμβάντα, και δομεί ένα σύνολο που νοείται περισσότερο ως το άθροισμα των μερών του, αλλά παραμένει ανοιχτό.»[19]


04 | η χωρική πολιτική της αρχιτεκτονικής ως πληροφορία και ο σχεδιασμός του υποκειμένου

4.4 Σχεδιασμός του υποκειμένου στον κόσμο

Εντούτοις, το πεδίο των εξωτερικών μεταβλητών και συστημάτων που δρουν στον xρήστη και που ουσιαστικά προσωποποιούνται μέσω αυτού, μπορεί να αποτελέσει εύφορο πεδίο από το οποίο μπορούν να επινοηθούν εναλλακτικές θέσεις xρηστών, ως ένα ιδεατό πλέγμα κόμβων και συνδέσεων, όπου το ένα τείνει να μεταμορφώνεται στο άλλο. Καθώς όλος ο κόσμος γίνεται αντιληπτός ως πληροφορία, ο άνθρωπος ενώ συμμετέχει σ’αυτήν την σύνθεση, δεν είναι πια απαραίτητα ο πρωταρχικός της παράγοντας. Η ανθρώπινη σκέψη, το ανθρώπινο σώμα και γενικότερα το ανθρώπινο είδος, ενώ συχνά τοποθετούνται στο επίκεντρο των φαινομένων και της αντίληψης διαχέονται εν τέλει σε ένα ανοιχτό πεδίο εξαρτώμενο από ένα αμείωτο πλέγμα δυνάμεων πολλαπλών κλιμάκων. Όπως χαρακτηριστικά υπογραμμίζει ο Bratton, «στα πλαίσια των υποδομών πληροφορίας πλανητικής κλίμακας που συμπεριλαμβάνουν αναρίθμητα όντα, η κλίμακα της πλατφόρμας δεν θα πρέπει να αφορά έναν Χρήστη την φορά, που συντίθεται ή αποσυντίθεται από μια ναρκισσιστική εικονική πραγματικότητα, αλλά πολλαπλότητες εν μέρει χρηστών, περίπου – χρηστών, ανθρώπινων και μη, οργανικών και μη, εμπλεκόμενων σε διαυποκειμενικές συνέργειες, με κοινές αντιλήψεις, μνήμη, αλγορίθμους και τεχνικές». [21]

[20] Bratton B.H., The Stack: On Software and Sovereignty / User Layer/ Quantified Self and Its Mirror, The MIT Press, 2016 (e-book) [21] Ο.π.

71 - 72

Πριν σκεφτούμε, εντούτοις, το πεδίο ή την κλίμακα της πολιτικής συζήτησης στην αρχιτεκτονική, θα πρέπει να προβληματιστούμε σε σχέση με τους όρους διαμόρφωσης του πολιτικού υποκειμένου ως χρήστη που – όπως αναδεικνύεται μέσα από το μοντέλο της Στοίβας- γίνεται αντιληπτό ως ένα ακόμα επίπεδο ενός συνόλου, ως ένα στοιχείο που αποκτά υπόσταση από την πληροφορία που παραλαμβάνει και μεταδίδει και όχι από το «ποιος είναι» ή «τι είναι». Μάλιστα καθώς αυτός ο Χρήστης συντίθεται από μια υπερπληθώρα επιπέδων πληροφορίας, συνεχώς αυξανόμενων και αλληλεπικαλυπτόμενων, αυτή η διαδικασία διαμόρφωσης του, μπορεί να προσομοιωθεί με έναν «μαύρο καμβά» σχεδιασμένο από συνεχώς προστιθέμενα επίπεδα σχημάτων, χρωμάτων, διαγραμμάτων [20]. Σ’αυτήν την περίπτωση, σύμφωνα με τον Bratton, o επαναπροσδιορισμός των ορίων του Χρήστη συγκροτεί μια δημιουργική διαδικασία ως πράξη αφαίρεσης, ικανής να περιορίσει την πολυπλοκότητα των συστημάτων στα οποία εμπεριέχεται το υποκείμενο και που γράφουν και επανεγγράφουν το προσωπικό του διάγραμμα ξανά και ξανά.


Καθώς η έκρηξη της υπερτοπικής πληροφορίας ενισχύει και πολλαπλασιάζει τις εντάσεις της κοινωνικής αλληλεπίδρασης, ταυτόχρονα αποκαλύπτει την κλίμακα και την συνθετότητα της επικοινωνίας μεταξύ ανθρώπων και απανταχού υπολογιστικών οντοτήτων, ενεργοποιώντας νέα δίκτυα από αλληλένδετες οικολογίες στην υπολογιστική πόλη, που αν και ακόμα νέα, είναι πρωταρχικής σημασίας. Αν και η ασυμφωνία των ταχυτήτων εξέλιξης αφενός της αστικής συμπεριφοράς και αφετέρου του αστικού λογισμικού, με το δεύτερο να κινείται με ανεξέλεγκτους ρυθμούς, γεννά εύλογα ερωτήματα αναφορικά με το ποιος αναδεικνύεται εν τέλει «μέσο» τίνος, η ικανότητα μη έμβιων όντων να αλληλεπιδρούν με τον άνθρωπο, όσο η υπολογιστική ισχύς των ψηφιακών διεπιφανειών αυξάνεται, επιτρέπει –επιβάλλοντάς το ταυτόχρονα- τον στοχασμό πάνω σε μια διευρυμένη έννοια συμμετοχικού σχεδιασμού τοποθετημένου σε άλλο επίπεδο από αυτόν που μας έχει παραδοθεί από υφιστάμενες πρακτικές: για έναν σχεδιασμό από ανθρώπινες και μη ανθρώπινες οντότητες, φυσικές ή τεχνητές, υλικές ή άυλες.

[22] Ο.π.,User Layer/ From UserCentered Design to the Design of the User [23] Corlebrook C., Death of the PostHuman, Essays on Extinction, Vol. 1 / Destroying Cosmopolitanism for the Sake of the Cosmos, Open Humanity Press, 2014, σελ.96

[24] Bratton B.H., στο ίδιο, City Layer/ City as Layer

Εντούτοις, ένας τέτοιος εναλλακτικά συμμετοχικός σχεδιασμός των σύγχρονων αστικών μορφωμάτων, δεν αναφέρεται μόνο σε μια συνθήκη συνύπαρξης αποκλίνοντων, μέσω της βιολογικής τους υλικότητας ή της τεχνολογικής τους διάστασης, πραγμάτων, αλλά σε μια συνθήκη βίαιης- παρασιτικής συμβίωσης, μέσω αλληλοδιείσδυσης πολλαπλών ενεργών παραγόντων, υπό την μορφή μικροπλατφόρμας. Ο Bratton, δανειζόμενος το βιολογικό μοντέλο ένθετων κοινοτήτων χρηστών, υπογραμμίζει ότι σε κάθε σχεδιασμό ο χρήστης, ως μικροπλατφόρμα, ενσωματώνει άλλον, ενώ ταυτόχρονα ενσωματώνεται από άλλον, «μολυσμαντικός και μολυσμένος ταυτόχρονα», προκαλώντας έναν σχεδιασμό για συνθετικά υποκείμενα – χρήστες, «γι’αυτό που έρχεται μετά, γι’αυτό που έρχεται απ’εξω».[22] Συνεπώς, πέρα από τον καθολικό Χρήστη – πολιτικό υποκείμενο, η υπέρτατη πρόκληση για την αρχιτεκτονική έγκειται στο να επινοήσει νέες άγνωστες μορφές αστικοποίησης : όχι έναν αθάνατο καντιανό κοσμπολιτισμό, που αν και διευρύνει τους χωρικούς ορίζοντες πέρα από γεωγραφικά φράγματα, δεν παύει να διατηρεί την εικόνα του «ανθρώπου μέσα στην ανθρωπότητα»,[23] αλλά «έναν γεωπολιτικό υπερυλισμό για τον οποίο το δικαίωμα στην πόλη αφορά όλους τους χρήστες, ανθρώπινους και μη».[24] Τι εάν σκεφτούμε την αρχιτεκτονική, πέρα από τα όρια του κοσμοπολιτισμού ως ζωντανό τμήμα του «κόσμου»;


04 | η χωρική πολιτική της αρχιτεκτονικής ως πληροφορία και ο σχεδιασμός του υποκειμένου 73 - 74

The Bloom’s Room / Aristide Antonas [http://www.aristideantonas.com/tag/reading/project/the-blooms-room]

«Πρέπει να σώσουμε τις μη ανθρώπινες οντότητες από το να γίνουν μόνο ανθρώπινες, ώστε να μπορούν να μας δείξουν έναν διαφορετικό δρόμο να είμαστε και άνθρωποι ή και όχι» Bratton B.H. The Stack: On Software and Sovereignity


[25] Deleuze G. & Guattari F., A Thousand Plateaus: Capitalism and Schizophrenia 2 (1980) Mετάφραση Brian Massumi, Minneapolis: University of Minnesota Press, Μinnesota, 1987

[26] Ο όρος “μη-τόπος” για πρώτη φορά χρησιμοποιήθηκε το 1955 από τον Γάλλο ανθρωπολόγο Marc Augé στο βιβλίο του, «Μη-τόποι, Εισαγωγή στην Ανθρωπολογία της Υπερνεωτερικότητας». Με λίγα λόγια ο όρος αναφέρεται σε εκείνους τους μεταβατικούς χώρους (αεροδρόμια, σταθμοί τραίνων, νοσοκομεία κ.τ.λ) οι οποίοι δεν έχουν τόσοι μεγάλη «σημασία» ώστε να θεωρούνται “τόποι”. [27] “Συχνά, η έννοια της γεωπολιτική συνδέεται με την πολιτική γεωγραφία σε μεγάλη κλίμακα. […]Τι εάν σκεφτόμασταν την γεωπολιτική μέσα από την γη, τον αέρα και το υπέδαφος, μέσα από ερωτήματα για την γη και τα πεδία ως τα κύριοι όροι που διακυβεύονται σήμερα, έναντι μιας απλουστευτικής αίσθησης του παγκόσμιου;” // Elden S., Secure the Volume: Vertical Geopolitics and the Depth of Power,” Political Geography 34 , 2013

Η έννοια του «κόσμου»(cosmos), σύμφωνα με την C.Colebrook, αναφέρεται σε ένα ενεργειακό επίπεδο ανάγνωσης της πραγματικότητας, σε άντιθεση με την γη(earth), που περιλαμβάνει το υλικό και δεδομένο κομμάτι του κόσμου στο οποίο ζούμε, αυτό που είναι εδαφικοποιημένο και από το οποίο μπορούμε να αντλήσουμε γνωστικές κατασκευές (και που εμπεριέχεται, εντούτοις, στην ευρύτερη έννοια του «κόσμου»). «Ο κόσμος, αντίθετα, αφορά την απεδαφικοποίηση μη ανθρώπινων δυνάμεων» και σύμφωνα με την φιλοσοφία του Deleuze [25], η σύλληψή του στηρίζεται σε έναν εναλλακτικό τρόπο σκέψης που απελευθερώνει τις δυνάμεις των σωμάτων και την έννοια του κόσμου πέρα από την πολιτεία. H ένταξη ίδιας της αρχιτεκτονικής μέσα στα πλαίσια του κόσμου, μας βοηθά δημιουργικά στο να διευρύνουμε και το πεδίο μέσα στο οποίο σκεφτόμαστε την παραγωγή του υποκειμένου, ενός υποκειμένου που αντιλαμβάνεται τον κόσμο και παράγει γνώση (γνωστικό υποκείμενο), μέσα από τον τρόπο που τον βιώνει (αισθητικό υποκείμενο) και αποκτά ταυτότητα, όχι μόνο από τις σχέσεις με δεδομένες οντότητες, όχι μόνο μέσα από την αντιπαράθεσή του με άλλα σώματα, αλλά μέσα από μια οικολογία ανθρώπινων και μη ανθρώπινων συσχετισμών. Σ’ αυτήν ακριβώς την συνθήκη, το παγκόσμιο και το τοπικό δεν μπορούν να παραμένουν αλληλοαποκλειόμενες ή σταθερές εκφράσεις κλίμακας. Και οι δύο κλίμακες αναμειγνύονται και ενσωματώνονται σε συναρμογές, σε σχέσεις μέρους – συνόλου, χωρίς, εντούτοις, αυτό να συνεπάγεται έναν «μη τόπο»[26] λόγω των διαβρωμένων από τις ροές πληροφορίας γεωγραφιών. Αντ’ αυτού, μια πληθώρα τόπων έρχεται στο προσκήνιο, ως μια εμπειρία τόπου σε πολλαπλές κλίμακες, κυμαινόμενες σε μεγαλύτερο τηλεσκοπικό εύρος από αυτό των τοπικών και παγκόσμιων σταθερών.[27]

“Αν μια οικοσυστημική προσέγγιση είναι αυτή που λαμβάνει χώρα σήμερα, τότε η αρχιτεκτονική θα πρέπει να ανήκει ταυτόχρονα και στην γη (ύλη), στο «σύννεφο» (πληροφορική) και στο «σώμα» (ζωντανό σώμα)” Di Raimo A., Francois Roche: Heretical Mechanisms and Living Architectures of New-Territories.com,2014


04 | η χωρική πολιτική της αρχιτεκτονικής ως πληροφορία και ο σχεδιασμός του υποκειμένου 75 - 76

Neil Armstrong’s first human footprint on the Moon (July 20th, 1969) Image © NASA (Courtesy «Are We Human» / 3. Istanbul Tasarim Bienali) [http://www.archdaily.com/793761/details-revealed-beatriz-colomina-mark-wigley-3rd-third-istanbul-designbiennial-turkey-are-we-human


Αντι Επιλογου

The Head / Mikhail Beilin https://architectural-review.tumblr.com/post/147588228448/the-head-mikhail-beilin


αντί επιλόγου

Ο παγκόσμιος υπολογισμός λειτουργώντας ως ολοκληρωτικό σχήμα που συμπυκνώνει ταυτόχρονα πολλαπλές δικαιοδοσίες και πολιτικές σκοπιμότητες, μετατοπίζει την άσκηση της εξουσίας από τα όρια του αστικού περιβάλλοντος σε ένα ακανόνιστο, ασυναφές και, σε μεγάλο βαθμό ανεξέλεγκτο σχήμα, διαχέοντας πλέον την πόλη σε μια παγκόσμια μετα-αστική συνθήκη. Ο όρος πόλη χρησιμοποιείται σχεδόν καταχρηστικά για να περιγράψει αυτό το σχήμα, όπου πλέον το τοπικό και το παγκόσμιο, όχι μόνο δεν αλληλοαποκλείονται, αλλά συνδιαλέγονται αέναα και συνδιαμορφώνονται. Η πόλη, επομένως, τοποθετείται σε ένα πλέγμα αλληλεξαρτήσεων με πολλαπλά επίπεδα, γεγονός που θέτει ταυτόχρονα κρίσιμα ερωτήματα για την τοποθέτηση του πεδίου της αρχιτεκτονικής σκέψης και πρακτικής. Αν και τα αποτελέσματα των υλικών της οργανώσεων μπορεί να εντοπίζονται εντός μιας πιο περιορισμένης αστικής κλίμακας σχεδιασμού, εντούτοις, δεν μπορεί παρά να προσβλέπει παράλληλα στην ενσωμάτωση ιδεών και προβληματισμών παγκόσμιου εύρους, επικοινωνώντας την μικροκλίμακα με την μακροκλίμακα. Αναλύοντας τους όρους της σύγχρονης αστικότητας, υπό τo πρίσμα ενός ομογενοποιημένου και επαναλαμβανόμενου σε παγκόσμια κλίμακα, λογισμικού που προγραμματίζει την παραγωγή του χώρου και των υποκειμένων, προς όφελος αλληλοεπικαλυπτόμενων, συνεργαζόμενων ή ανταγωνιζόμενων πολιτικών και οικονομικών σκοπιμοτήτων, έρχεται στο προσκήνιο μια νέα δυναμική. Η ανάγνωση και, ουσιαστικά, η αποκωδικοποίηση των αλληλουχιών του λογισμικού αυτού, είτε με όρους εναλλασσόμενων φυσικών και εικονικών διεπιφανειών, είτε με όρους ενεργών οργανωτικών δομών και αφηγήσεων, επεκτείνει το πεδίο αντίληψης του αστικού χώρου πέρα από μια μη παραγωγική ανάλυση του

77 - 78

Στα πλαίσια της διερεύνησης που προηγήθηκε, τα σύγχρονα υπολογιστικά συστήματα παγκόσμιας εμβέλειας, έχοντας διεισδύσει στην αστική καθημερινότητα σε κάθε μορφή και κλίμακα, εκδηλώνονται ως καίριος μηχανισμός πολιτικής έκφρασης, μεταλλάσσοντας παραδεδομένους τρόπους αστικής διακυβέρνησης. Η έρευνα, υπό το πρίσμα της συνθήκης αυτής, στράφηκε στους κυρίαρχους μηχανισμούς κατασκευής τόσο της πόλης όσο και των υποκειμένων της, διερευνώντας τους με τρόπο που να διατέμνει ένα εύρος κλιμάκων και να αποκαλύπτει το εύρος των πολυπλοκοτήτων και των αλληλοσυσχετισμών.


ως συλλογή κτιρίων, οδικών αρτηριών και διασυνδεδεμένων συσκευών, και μας επιτρέπει να εντοπίσουμε την λανθάνουσα ενέργειά του. Αυτή η ενέργεια που κατοικεί στο αδήλωτο περιεχόμενό του, στο πώς οργανώνονται δομές και όρια και στο πώς διοχετεύονται οι περιρρέουσες επικρατούσες αφηγήσεις, είναι ο πραγματικός φορέας της πληροφορίας που δύναται να κινητοποιήσει μετασχηματιστικές δράσεις. Αποκαλύπτεται επομένως μια εναλλακτική προοπτική για τον σχεδιασμό, που απομακρύνεται από άνωθεν επιβεβλημένα ντετερμινιστικά προγράμματα και στατικά αντικείμενα, προκειμένου να χωρογραφήσει αναδυόμενες εκτυλισσόμενες δράσεις, στηριζόμενος στις δυνάμεις της τυχαιότητας, της απροσδιοριστίας ή ακόμα και των ίδιων των αντιφάσεων ή διαφωνιών ως μοχλών αλληλεπιδράσεων και αλλαγών. Μια τέτοια λογική ανάγνωσης και σχεδιασμού, πέρα από τις αισθητικές απολαύσεις που εμπεριέχει, απελευθερώνει τις ίδιες της παραγωγικές δυνάμεις της πόλης, προκαλώντας, θα μπορούσαμε να πούμε, - κατά το πρότυπο της Στοίβας του Bratton- μικρά παραγωγικά ατυχήματα ικανά να ανατρέψουν την αρχική της συγκρότηση και να την επανασχεδιάσουν, υπό την μορφή διαδοχικών και εξελισσόμενων προσαρμογών του χωρικοπολιτικού κλίματος. Εκεί έγκειται, επομένως και η πολιτική της δυναμική, που τοποθετεί τον αρχιτέκτονα σε ρόλο ανορθόδοξου ακτιβιστή, μέσα από το πολιτικό συντακτικό της ίδιας της αρχιτεκτονικής, όχι εν είδη στρατευμένου λόγου ρήξης, αλλά μέσα από τις ποιότητες των υλικών της οργανώσεων και την δυνατότητα των αφηγήσεών της να διαμορφώνουν υβριδικές πλατφόρμες κυριαρχίας. Μια τέτοια στάση σημαίνει ότι θα πρέπει να τοποθετήσουμε, παράλληλα, την αρχιτεκτονική σε διεπιστημονικές τομές με την πολιτική, την κοινωνιολογία και άλλες επιστήμες, που δίνουν βαρύτητα σε υποβαθμισμένες χωρικές μεταβλητές από τα συστήματα παγκόσμιας διακυβέρνησης, αλλά και να αναδείξουμε μια στοχαστική πλευρά της αρχιτεκτονικής πρακτικής, μέσω της δυνατότητας της να δημιουργεί συσχετισμούς ανάμεσα σε πολλαπλά πεδία, ως έκφραση σχεδιαστικής ευφυίας που παραμένει σε μεγάλο της βαθμό ανεξερεύνητη και αναξιοποίητη. Επιπρόσθετα, η έννοια των υβριδικών συγκροτήσεων, εμπερικλείει τόσο την ανάγκη διεπιστημονικής συγχώνευσης των δυνατοτήτων του αστικού και υπολογιστικού λογισμικού ή υλικών ποιοτήτων και αφηγήσεων, αλλά και την διαφορετικότητα της βιολογικής ή τεχνολογικής υπόστασης των υποκειμένων – πολιτών (αν μπορούμε ακόμα να χρησιμοποιούμε αυτήν την λέξη) που καλούνται να λάβουν μέρος. Σύμφωνα με την διερεύνηση που προηγήθηκε, η έννοια του πολίτη εκτοπίζεται συστηματικά από την έννοια του χρήστη, που σχεδιάζεται από πλατφόρμες με όρους πρακτικής εξυπηρέτησης και


αντί επιλόγου

εντατικοποίησης της κατανάλωσης. Ο χρήστης αυτός, στην συνθήκη που μελετάμε, αποκτά ταυτότητα μέσω αντιφατικών πρακτικών, αφενός υποκειμενοποίησης μέσω πολλαπλών και διαφοροποιούμενων μηχανών – από χωρικές δομές, μέχρι τεχνολογικές συσκευές ή και την ίδια την γλώσσα- και αφετέρου, αφαίρεσης κάθε δυνατότητας παραγωγής υποκειμενικότητας λόγω της εξάπλωσης καθολικών ομογενοποιημένων μοτίβων.

Η πόλη ως θεωρητικό κατασκεύασμα με μακροχρόνιους ισχυρισμούς σε σχέση με τις αναγκαίες ανθρώπινες ποιότητες, ικανότητες και ιδιότητες, κριτικά αποσταθεροποιείται μέσω μηανθρώπινων ενεργών παραγόντων. Αυτή η αποσταθεροποίηση μπορεί να γίνει μοχλός για άλλους τρόπους σκέψης, όχι τόσο για να αντιτεθούμε στις κυρίαρχες ιδεολογίες, αλλά για να εξαλείψουμε κοινές αντιλήψεις και σοφίσματα. Όσο ο σχεδιασμός θεωρεί τον χρήστη ως μοναδικό ενεργό παράγοντα με μεμονωμένη προοπτική, αντί τμήμα ενός ευρύτερου πλήθους ενεργών παραγόντων, η επίπλαστη ταυτότητα του ανθρωποκεντρικού - Βιτρουβιανού χρήστη ενισχύεται και παγιώνεται. «Ποια είναι η καλύτερη «μονάδα κυριαρχίας» από την ίδια την συναρμογή τότε;» [1] Η αρχιτεκτονική μπορεί να ανταπεξέλθει στην σύγχρονη πρόκληση, όταν πλέον απομακρυσμένη από το ανθρωποκεντρικό βλέμμα, πτυχώνει τις δυνάμεις του τοπικού με το παγκόσμιο, αλλά και του ανθρώπινου με το μη ανθρώπινο, εμπεριέχοντας την δύναμη της τυχαιότητας και της διαφοροποίησης, ώστε να θέσει τους όρους διαμόρφωσης εναλλακτικών συσχετισμών και παραγωγής νέων ταυτοτήτων. Ο σύγχρονος σχεδιασμός της πόλης αναζητά το «αντίδοτο» για την «θεραπεία» της στην ίδια της την «παθολογία» και καλείται να διασπείρει απρόβλεπτα σενάρια, συνοδευόμενα από μεγαλύτερες - πέρα από το τοπικό – αφηγήσεις, συνδέοντας την αρχιτεκτονική με τον κόσμο και διευρύνοντας δημιουργικά το πεδίο μέσα στο οποίο σκεφτόμαστε την παραγωγή του υποκειμένου και της πόλης, ως σύνθετη και δυναμική οικολογία.

79 - 80

Εντούτοις, μία από τις πλέον δυναμικές προεκτάσεις του απανταχού υπολογισμού, έγκειται στην ανάδυση μη ανθρώπινων υποκειμένων – από μικρόβια μέχρι μηχανές – που λόγω της υπολογιστικής τους διάστασης και της δυνατότητάς τους να αλληλεπιδρούν με τον άνθρωπο, δύνανται να καταλάβουν την θέση του χρήστη και, ως υβρίδια ανάμεσα στην φύση και την κοινωνία, την επιστήμη και την πολιτική, να αποκτήσουν πολιτική υπόσταση. Η πλευρά αυτή, αναδεικνύει επομένως μια πρόσθετη προοπτική διευρυμένων συμμετοχικών σχημάτων, αλλά και ένταξης της ίδιας της αρχιτεκτονικής σε ένα απεδαφικοποιημένο από ανθρώπινες δυνάμεις πεδίο, συντιθέμενο από ανθρώπινες και μη, υλικές ή άυλες, φυσικές ή τεχνητές συνιστώσες.

[1] Bratton B.H., The Stack: On Software and Sovereignty, The MIT Press, 2016 (e-book)


βιβλιογραφικές αναφορές

Βιβλία | Bateson G., Steps to an Ecology of Mind, Jason Aronson Inc. Northvale, New Jersey, 1987

[http://www.edtechpost.ca/readings/Gregory%20Bateson%20-%20Ecology%20of%20Mind.pdf / τελευταία πρόσβαση: Ιανουάριος 2017]

Bratton B.H., “The Stack: On Software and Sovereignty”, The MIT Press, 2016 (e-book) Bratton B.H., Jeremijenko N.,Suspicious images, latent interfaces , The Architectural League of New York, 2008

[http://www.situatedtechnologies.net/files/ST3-SituatedAdvocacy.pdf / τελευταία πρόσβαση: Νοέμβριος 2016]

Corlebrook C., Death of the PostHuman, Essays on Extinction, Vol. 1, Open Humanity Press, 2014

[http://openhumanitiespress.org/books/download/Colebrook_2014_Death-of-the-PostHuman.pdf / τελευταία πρόσβαση: Ιούνιος 2016]

Deleuze G. & Guattari F., A Thousand Plateaus: Capitalism and Schizophrenia 2 (1980) Mετάφραση Brian Massumi, εκδ. Minneapolis: University of Minnesota Press, Μinnesota, 1987 Geiger, J.) Entr’acte performing Publics, pervasive media, and architecture

[ http://cast.b-ap.net/arc597f15/wp-content/uploads/sites/31/2015/09/Bratton1.pdf / τελευταία πρόσβαση: Νοέμβριος 2016]

Gilbert R., The Concept of Mind, Routlege, Taylor & Francis Group, London and New York, 2009 [ http://s-f-walker.org.uk/pubsebooks/pdfs/Gilbert_Ryle_The_Concept_of_Mind.pdf / τελευταία πρόσβαση: Ιανουάριος 2017]

Guattari F.,The three ecologies, translated by Chris Turner, The Athlone Press London and New Brunswick, NJ,2000 [http://banmarchive.org.uk/collections/newformations/08_131.pdf / τελευταία πρόσβαση: Οκτώβριος 2016]

Easterling K., Extrastatecraft: The politics of infrastructure space, Verso, 2014 (e-book) Latour, B.- Weibel Peter (editors) Making Things Public. Atmospheres of Democracy , Center for Art and Media Karlsruhe, Germany and Massachusetts Institute of Technology, Cambridge, Massachusetts, 2005

[http://www.mara-stream.org/wp-content/uploads/2010/09/Latour_How_to_Make_Things_Public. pdf / τελευταία πρόσβαση: Δεκέμβριος 2016]

Latour B., Reassembling the Social: An Introduction to Actor-Network Theory, Oxford University Press, 2005 [http://townsendgroups.berkeley.edu/sites/default/files/reassembling_ the_social_selections.pdf / τελευταία πρόσβαση: Δεκέμβριος 2016]

Latour B.,We have never been modern : translated by Catherine Porter, Harvard University Press Cambridge, Massachusetts,1993 [https://monoskop.org/images/e/e4/Latour_Bruno_

We_Have_Never_Been_Modern.pdf]

Lefebvre H., Δικαίωμα στην Πόλη: Χώρος και Πολιτική, Εκδόσεις Κουκκίδα, 2007


Mc Cullough M., Digital ground: Architecture, pervasive computing, and environmental knowledge , The MIT Press, Cambridge, Massachusetts, 2005 Ranciere J., The politics of aesthetics, translated by Gabriel Rockhill,Continuum international publishing group,2004

[https://selforganizedseminar.files.wordpress.com/2012/10/rancic3a8re-jacques-politics-aestheticsdistribution-sensible-new-scan.pdf / τελευταία πρόσβαση: Ιανουάριος 2017]

Shepard M. (editor), “Sentient City: ubiquitous computing, architecture, and the future of urban space”, The MIT Press, Cambridge, Massachusetts, 2011 | Άρθρα - Ηλεκτρονικός Τύπος | Αρβανιτάκης Ν., “Η ιδέα του κοσμοπολιτισμού κατά τον Immanuel Kant: Περιγραφική ανάλυση των όρων πραγμάτωσης της «Αιώνιας Ειρήνης”, Κέρκυρα 2014 [πηγή: academia.edu / τελευταία πρόσβαση: Ιανουάριος 2017]

Agamben, G., “What is an apparatus”, 2009

[http://isites.harvard.edu/fs/docs/icb.topic642734.files/agamben_what%20is%20an%20apparatus. pdf / τελευταία πρόσβαση : Δεκέμβριος 2016] [http://www.e-flux.com/journal/53/59883/the-black-stack/]

Crain, C., “Living in a society of control.”, 2015

[http://www.mantlethought.org/philosophy/living-society-control (Τελευταία πρόσβαση: 29 Δεκέμβρης 2016)]

During, E. (2013)” Loose coexistence: Technologies of attention in the age of the postmetropolis.“ [http://xenopraxis.net/readings/during_loosecoexistence.pdf (Τελευταία πρόσβαση: 30 Δεκέμβρης 2016)]

Deleuze G., “Postcript on the Societies of Control”, 1992

[https://cidadeinseguranca.files.wordpress.com/2012/02/deleuze_control.pdf / τελευταία πρόσβαση : Δεκέμβριος 2016]

Easterling, K., “An Internet of things”, e-flux journal, 2012

[ http://www.e-flux.com/journal/31/68189/an-internet-of-things]

Easterling, K, “Interplay”, Harvard Design Magazine, τεύχος 39: “Wet Matter”, 2014 [http://www.harvarddesignmagazine.org/issues/39]

Elden, S.,‘Secure the volume: Vertical geopolitics and the depth of power’, Political Geography, 34, 2013 [https://progressivegeographies.files.wordpress.com/2013/07/secure-the-volume-verticalgeopolitics-and-the-depth-of-power.pdf / τελευταία πρόσβαση : Δεκέμβριος 2016 ]

Fard A. & Meshkani T. (Editors), “New Geographies 07: Geographies of Information”, Harvard University Press, Οκτώβριος 2015

81 - 82

Bratton B.H., “The Black Stack”, e-flux journal # 53, 2014 *


Faste Η.,A post-human world is coming. Design has never mattered more., 2016 [https://www.fastcodesign.com/3060742/a-post-human-world-is-coming-design-has-never mattered-more / τελευταία πρόσβαση 12/06/2016]

Fest, B.,“Poetics of Control, a review of Alexander R. Galloway, The Interface Effect” (Polity, 2012).

[http://www.boundary2.org/2015/07/poetics-of-control/ (Τελευταία πρόσβαση: Δεκέμβρης 2016).]

Galloway, A. “Allegories of control”, 2015

[ http://cultureandcommunication.org/galloway/allegories-of-control (Τελευταία πρόσβαση: Δεκέμβρης 2016).]

Galloway, A., “From data to information”, 2015

[ http://cultureandcommunication.org/galloway/from-data-to-information (Τελευταία πρόσβαση: Δεκέμβρης 2016).]

Gärdebo J, “Technosphere Verticality”,Technosphere Magazine, 2016

[ http://technosphere-magazine.hkw.de/#/p/5f112fd0-914d-11e6-bb8e-515155f3fd55?_ k=b4xf17] (Τελευταία πρόσβαση: Ιανουάριος 2017)

Haff P., “Humans and technology in the Anthropocene: Six rules,” The Anthropocene Review 1, no. 2, 2014[http://journals.sagepub.com/doi/pdf/10.1177/2053019614530575 (Τελευταία πρόσβαση: Ιανουάριος 2017)]

Hight C. & Perry C. (Editors), “Collective Intelligence in Design”, Architectural Design Journal, issue 180,Wiley-Academy Press, London, 2007

Kuitenbrouwer K., “The stack and the post-human user: An interview with Benjamin Bratton”, 29 Φεβρουαρίου 2015 [ [http://tuinvanmachines.hetnieuweinstituut.nl/en/stack-and-posthuman-user-interview-benjaminbratton / Τελευταία πρόσβαση: 10 Νοέμβριος 2016]

Larkin B.,The Politics and Poetics of Infrastructure”, Barnard College, Columbia University, New York [http://www.cades.be/ckfinder/userfiles/files/Larkin2013PoliticsPoeticsInfrastructure.pdf]

Larkin B., “Ambient Infrastructures. Generator Life in Nigeria”, Technosphere Magazine2015

[ http://technosphere-magazine.hkw.de/#/p/76704180-91e7-11e6-8d22-0bf4eeadcfb0?_ k=65o7mz] (Τελευταία πρόσβαση: Ιανουάριος 2017)

Latour, B., “From RealPolitik to DingPolitik”., 2005

[http://www.bruno-latour.fr/sites/default/files/downloads/96-MTP-DING.pdf / Τελευταία πρόσβαση: Ιανουάριος 2017]

Latour B., “Politics of Nature: How to Bring the Sciences Into Democracy,” Cambridge, MA: Harvard University Press, 2004

[http://www.studyplace.org/wiki/images/archive/3/34/20091008021135!Latour-Politics-of-Nature. pdf / τελευταία πρόσβαση: Δεκέμβριος 2017]

Latour, B. ‘Will non-humans be saved? An argument in ecotheology’, Journal of the Royal Anthropological Institute

[ http://www.bruno-latour.fr/sites/default/files/113-JRAI-PUBLISHED-GB.pdf /τελευταία πρόσβαση:


Δεκέμβριος 2017 ]

Massumi, B. (1998) ‘Sensing the Virtual, Building the Insensible” From Hypersurface Architecture, edited by Stephen Perrella, Architectural Design (Profile no. 133), vol. 68, no. 5/6, May-June 1998 [http://www.brianmassumi.com/textes/Sensing%20the%20Virtual.pdf/ τελευταία πρόσβαση: Δεκέμβριος 2017]

McEwen Μ., “Another Arxhitecture - Interview with Keller Easterling about subtraction” , 26/08/2014

[http://archinect.com/another/interview-with-keller-easterling-about-subtraction (Τελευταία πρόσβαση: Οκτώβριος 2016).] (Τελευταία πρόσβαση: Ιανουάριος 2017)

Medina S (editor) , “Urban Software”, Συνέντευξη της Keller Easteling, Metropolis Magazine, Ιανουάριος 2015 [http://www.metropolismag.com/Ιανουάριος-2015/Urban-Software/]

Metahaven, “The Cloud, the State, and the Stack: Metahaven in Conversation with Benjamin Bratton”, Συνέντευξη του Bratton B.H., 2012/12/16

[http://mthvn.tumblr.com/post/38098461078/thecloudthestateandthestack / Τελευταία πρόσβαση : Ιανουάριος 2017]

Parks L.,“Infrastructure and Affect”, Technosphere Magazine, 2014

Sennett R., “The spaces of democracy” _ 1998 Raoul Wallenberg lecture, The University of Michigan, 2013 [https://taubmancollege.umich.edu/pdfs/publications/map/wallenberg1998_richardsennett.pdf (Τελευταία πρόσβαση: Δεκέμβρης 2016).]

Tyszczuk R., “Anthropocenophobia: The Stone Falls on the City”,Harvard Design Magazine, No. 42 / Run for Cover!, 2016

[http://www.harvarddesignmagazine.org/issues/42/anthropocenophobia-the-stone-falls-on-thecity (Τελευταία πρόσβαση: Ιανουάριος 2017) ]

Varnelis Kazis, “Eyes that do not see: Tracking the self in the age of data center”, Harvard Design Magazine, Issue No. 38 / Do You Read Me?

[http://www.harvarddesignmagazine.org/issues/38/eyes-that-do-not-see-tracking-the-self-in-theage-of-the-data-center (τελευταία πρόσβαση: Ιανουάριος 2017)]

Varnelis Κ.- Meisterin L. “The invisible city: Design in the age of intelligent maps”

[http://blog.experientia.com/the-invisible-city-design-in-the-age-of-intelligent-maps/(τελευταία πρόσβαση: Ιανουάριος 2017)]

Varnelis K., “The rise of network culture”, 27/01/2007 [http://varnelis.net/the_rise_of_network_culture]

Yeesheen Yang, “How We Come to Know Ourselves In the Age of the Quantified Self”, Boom: A Journal of California, Ιανουάριος 2015 [http://gizmodo.com/how-we-come-to-know-ourselves-in-the-age-of-the-quantif-1681806904 / τελευταία πρόσβαη: Ιανουάριος 2017]

83 - 84

[http://technosphere-magazine.hkw.de/#/p/39a48f10-944c-11e6-805b-b9157f19856f?_ k=h1pmv1] (Τελευταία πρόσβαση: Ιανουάριος 2017)


Διαδικτυακοί Τόποι | Keller Easterling [ http://kellereasterling.com/] Alexander Galloway [http://cultureandcommunication.org/galloway/] Technosphere Magazine http://technosphere-magazine.hkw.de/ Harvard Design Magazine http://www.harvarddesignmagazine.org/ Uncube Magazine [http://www.uncubemagazine.com/] E-flux Journal [http://e-flux.com/] Urban Net [ https://urbannext.net/tag/infrastructure/] Aristide Antonas [http://www.aristideantonas.com/] Dogma Architetti (Pier Vittorio Aureli) [http://www.dogma.name/about.html] R-Sie(n) - Francois Roche [http://www.new-territories.com/] B.a.n.g. Lab [https://faculty.washington.edu/michamc/wordpress-bang/] The Living [http://www.thelivingnewyork.com/] Balmond Studio (Essays) [http://tip.balmondstudio.com/format/essays/] Christian Hubert Studio (Writings) [http://christianhubert.com/writings/index.html]


- τέλος -



Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.