2
3
Περιεχόμενα |
Μάρτιος 2014
Φως στο Γκάζι
Από τον μπασμά στα φιλμ
Πλίνθοι και Κέραμοι
Φιξ, κάνει καλό
Αρχοντικό μιας άλλης εποχής 4
6
34
60
94
122 5
editorial
Τι κι αν ζούμε στη σημαδεμένη βαθιά,από τη συστημική, οικονομική, πολιτική και κοικωνική κρίση, Ελλάδα; Επιμένουμε πεισματικά να επιλέγουμε την τέχνη σε όλες της τις εκφάνσεις ως τον οδηγό προκειμένου να δούμε τα πράγματα αλλιώς. Απ΄την άλλη είναι και οι καλλιτέχνες.Αυτοί επιμένουν να βρίσκουν λύτρωση μέσα απ΄τα αλλόκοτα τους. Και κάπως έτσι ξεκινά ένας διάλογος. Μεταξύ αυτών κι όλων εμάς. Ένας διάλογος που δεν δίνει απαντήσεις. Μόνο ζητά. Ζητά στέγη. Και τι καλύτερο απ΄τα παλιά στολίδια των πόλεων ανά την Ελλάδα που στο πέρασμα των χρόνων το μόνο που έμεινε ανέπαφο πάνω τους είναι η πραγματική ομορφιά τους; Με μικρές ή μεγάλες αλλαγές, με ίντριγκες ή αθόρυβα, τα κτίρια αυτά ρετουσαρίστηκαν και πλέον αποτελούν κοιτίδες πολιτισμού. Είναι Μάρτης, ο μήνας της αναγέννησης. Θα φορέσω ανοιχτά χρώματα και τα σταράκια μου. Θα βγω βόλτες. Βόλτες αλλιώτικες. Βόλτες γεμάτες τέχνη. Θα με ακολουθήσεις; 6
Συντακτική Ομάδα Κουτσομητέλης Ιάσων Νικομάνη Στεφανία Παπακωνσταντίνου Λυδία Φυτανίδη Μαρία 7
Εργοστάσιο Φωταερίου Τεχνόπολις
8
1
9
Φως στο Γκάζι
Το εργοστάσιο Φωταερίου ιδρύθηκε το 1857 για να φωτίσει τους δρόμους της Αθήνας με φωταέριο και να καλύψει τις ενεργειακές ανάγκες των κατοίκων της πρωτεύουσας. Υπήρξε η πρώτη μονάδα παραγωγής ενέργειας στην Ελλάδα και στην Αθήνα. Παρείχε φωτισμό και ενέργεια στην πόλη για σχεδόν 130 χρόνια, μέχρι το 1984 οπότε έκλεισε οριστικά. Σήμερα αποτελεί το καλύτερα σωζόμενο εργοστάσιο φωταερίου στην Ελλάδα, ένα από τα λίγα στην Ευρώπη και είναι χαρακτηριστικό δείγμα τεχνολογίας και βιομηχανικής αρχιτεκτονικής του 19ου αιώνα, καθώς σώζεται το μεγαλύτερο μέρος των κτιριακών εγκαταστάσεων και σχεδόν ακέραιο ένα μεγάλο μέρος του μηχανολογικού του εξοπλισμού. 10
11
12
13
14
15
16
Το 1938 λήγει το 50ετες συμβόλαιο με την γαλλική εταιρεία. Το 1952 ιδρύεται η (Δ.Ε.Φ.Α.) Δημοτική Επιχείρηση Φωταερίου Αθηνών. Μεταπολεμικά το φωταέριο χάνει συνεχώς έδαφος και ο αριθμός των καταναλωτών μειώνεται συνεχώς. Η επιχείρηση παύει να λειτουργεί το 1984. 17
18
19
Λίγα χρόνια μετά το κλείσιμο του εργοστασίου, ξεκίνησαν οι πρώτες μελέτες για την αξιοποίηση και χρήση των παλαιών εγκαταστάσεων. Ο χώρος κηρύχθηκε ιστορικό διατηρητέο μνημείο από το Υπουργείο Πολιτισμού με την προοπτική να γίνει μουσείο και χώρος πολλαπλών εκδηλώσεων. Επιπλέον, αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα τεχνολογίας και βιομηχανικής αρχιτεκτονικής του 19ου αιώνα, καθώς σώζεται το μεγαλύτερο μέρος των κτιριακών εγκαταστάσεων και σχεδόν ακέραιο ένα μεγάλο μέρος του μηχανολογικού του εξοπλισμού. Αυτό, σε συνδυασμό με τη συγκέντρωση αντικειμένων από το εργοστάσιο καθώς και συσκευών φωταερίου αποτελούν την πλούσια συλλογή του Βιομηχανικού Μουσείου. Η επισκευή και αποκατάσταση των παλαιών κτιρίων, καθώς και η οργάνωση του ελευθέρου χώρου του συγκροτήματος ολοκληρώθηκε το 2004. Ήδη από το 1999, ο χώρος λειτουργεί με την επωνυμία «Τεχνόπολις» Δήμου Αθηναίων και φιλοξενεί πολιτιστικές και άλλες εκδηλώσεις. 20
21
22
23
24
25
26
27
28
Είναι το κλασικό σημείο των πιο όμορφων ραντεβού μας και τα κόκκινα επιβλητικά φουγάρα του αποτελούν σήμα κατατεθέν της πόλης. Είναι οι πιο αξέχαστες συναυλίες μας κι οι πιο αυθόρμητες βόλτες μας σε μεγάλες εκθέσεις όλων των ειδών – τα Meet Market μας, τα Athens Photo Festival μας, τα Jazz Festival μας. Είναι ένα ορόσημο της πόλης μας, η «Τεχνόπολις» του Δήμου Αθηναίων, που σχεδόν 30 χρόνια μετά το κλείσιμό του εγκαινιάζει έναν άλλο χώρο, ορόσημο της δικής του εποχής – το «Εργοστάσιο Φωταερίου της Αθήνας», αυτή τη φορά με τη μορφή Βιομηχανικού Μουσείου. Στο επίκεντρο μπαίνει το εργοστάσιο φωταερίου της Αθήνας, που παρείχε φωτισμό και ενέργεια για σχεδόν 130 χρόνια, για να ανακαλύψουμε ένα έως σήμερα «ξεχασμένο» κομμάτι της ιστορίας της πόλης.
29
30
31
32
Έτσι η Τεχνόπολη αποκτά διπλή λειτουργία, τόσο ως χώρος πολιτιστικών και καλλιτεχνικών εκδηλώσεων όσο και ως το πρώτο Βιομηχανικό Μουσείο Φωταερίου που αρχίζει να διηγείται την ιστορία του και παρουσιάζει την τεχνολογία μιας άλλης εποχής. 33
34
35
Αυστριακές Καπναποθήκες Odeon Πλατεία
36
2
37
Από τον μπασμά στα φιλμ
Η καπναποθήκη Αυστριακού Μονοπωλίου χτίστηκε το 1928 από τον αρχιτέκτονα Νικόπουλο. Στο κτίριο αυτό παρατηρούνται όλες οι τάσεις της σύγχρονης αρχιτεκτονικής ενταγμένες σε έναν εκλεκτισμό εμπλουτισμένο με τις νεοτερικές μορφές του μοντέρνου κινήματος και του Art Deco που επιδιώκει ως αρχιτεκτονική πρακτική αλλά και ως επιλογή να αποδώσει στις νέες οικοδομές την απαραίτητη διαφοροποιητική και συμβολική αξία για την ιεραρχημένη εκπροσώπηση των ιδιοκτητών τους και να τις καταστήσει δυναμικά σημεία αναφοράς στην νέα εικόνα της ανοικοδομουμένης πόλης. Oι καπναποθήκες ως μη υγιείς χώροι βιομηχανικής παραγωγής, εκμεταλλεύονται τη χρήση σκελετού από μπετόν και τις ευνοϊκές διαστάσεις του Γενικού Οικοδομικού Κανονισμού για την καθ’ ύψους ανάπτυξη των χωρών επεξεργασίας και αποθήκευσης καπνών. 38
39
40
Η Περιοχή της Θεσσαλονίκης στη Μακεδονία ήταν από τις πρώτες όπου διαδόθηκε η καλλιέργεια του καπνού ήδη από τον 17ο αιώνα. Η Θεσσαλονίκη ήταν μια από τις τρεις μεγαλύτερες ευρωπαϊκές αγορές (μαζί με τη Δρέσδη και το Αμβούργο) για τα καπνά της Ανατολής και ιδιαίτερα για τον καπνό της Μακεδονίας που ήταν περιζήτητος από όλους τους μεγάλους εμπορικούς οίκους της Ευρώπης και της Αμερικής. Η πόλη αυτή είχε περισσότερο χαρακτήρα κέντρου επεξεργασίας καπνού. Εκεί συγκεντρωνόταν όλη η παραγωγή καπνού της Κεντρικής και Δυτικής Μακεδονίας.
Το κτίριο με τον τρούλο είναι στην γωνία της Καρόλου Ντιλ και στεγάζει τώρα πλήρως ανακαινισμένο τον Ζαρα. Αριστερά διακρίνουμε το μεγάλο κτίριο της Αυστροελληνικής Εταιρείας Καπνού που ανακατασκευάστηκε κρατώντας την πρόσοψή του και εκεί βρίσκεται τώρα το εμπορικό κέντρο Πλατεία. Στη συνέχεια ήταν τα γραφεία της εφημερίδας Ελληνικός Βορράς και στην γωνία με την Καρόλου Ντηλ το περίφημο καφενείο “Βιεννέζικο”.
Η εμπορία και η επεξεργασία του καπνού αποτελούσε μια από τις βάσεις της οικονομικής ευημερίας της πόλης: η Θεσσαλονίκη έγινε έδρα εμπορικών οίκων από όλες τις χώρες της Βαλκανικής, με κορύφωση το μέσον της δεκαετίας του 1920. Στην παλιά φωτογραφία, στα αριστερά, από το αρχείο Λυκίδη, φαίνεται σε πρώτο πλάνο το τραμ διασχίζει την Τσιμισκή κάπου στον Μεσοπόλεμο, από την Αριστοτέλους προς την Αγίας Σοφίας. Δεξιά το πρώτο κτίριο είναι το γωνιακό με την Αριστοτέλους, το μέγαρο Σκαπέρδα και από κάτω το ζαχαροπλαστείο Τερκενλή, στην ίδια θέση ακριβώς που βρίσκονται και σήμερα. 41
Οι ψίθυροι των καπνεργατριών που δούλευαν στις αρχές του 20ού αιώνα στην καπναποθήκη της «Αυστροελληνικής Εταιρίας Καπνού» έδωσαν τη θέση τους στις κουβέντες των θαµώνων των καφέ και στα ξεφωνητά των παιδιών που παίζουν στην «Πλατεία». Στο κεντρικότερο σηµείο της Θεσσαλονίκης υψώθηκε, το 1999, ένα κτίριο σε µορφή «Π», γύρω από µία κεντρική πλατεία που λειτουργεί και ως πέρασµα από τη Βασ. Ηρακλείου προς την Τσιµισκή και αντίστροφα. Το οικόπεδο έχει έκταση 4.211 τ.μ. και καταλαμβάνει το 42% του οικοδομικού τετραγώνου. Οι κτιριακές εγκαταστάσεις, στην ουσία δύο κτίρια που συνδέονται, περιλαµβάνουν τρεις ορόφους καταστηµάτων, έξι ορόφους γραφείων, το γνωστό πολυσινεµά και τετραώροφο υπόγειο σταθµό αυτο- κινήτων. Από το παλαιό κτίριο διατηρήθηκαν οι όψεις της Τσιµισκή και της Β. Ηρακλείου, τυπικό δείγµα αστικού βιοµηχανικού κτιρίου του Μεσοπολέµου. 42
43
Η πρόσοψη επί της οδού Βασ. Ηρακλείου, στάδιο κατσκευής, 1997 44
Ολοκληρωμένη η όψη μετά την ανακατασκευή, 1999 45
Σχέδιο κάτοψης ισογείου 46
Εσωτερική πλατεία - αίθριο του κτιρίου 47
Λόγω των δυσκολιών στήριξης των διατηρητέων όψεων και των πλαϊνών οικοδομών αλλά και του υψηλού υδροφόρου ορίζοντα, επιχειρήθηκε να γίνει κατασκευή του τετραώροφου υπόγειου γκαράζ με την κατασκευαστική μέθοδο «top-down», πρωτοποριακή για τα ελληνικά δεδομένα. Οι διατηρητέες όψεις του κτιρίου προβάλλονται πάνω στην επιφάνεια των νέων προσόψεων που κατασκευάστηκαν σε επαφή με τις παλιές εξασφαλίζοντας την σωστή υποστήριξη και τη στατική συνεργασία του παλιού με το νέο. Ο τούβλινος φλοιός έχει ιδιαίτερη επεξεργασία σε τελάρα μεγάλων διαστάσεων από ανοξείδωτο χάλυβα, κατανεμημένα σε όλο το ανάπτυγμα των όψεων του συγκροτήματος, προβάλλοντας έτσι τις διατηρητέες όψεις με στόχο την αισθητική αποκατάσταση της συνέχειας με τον ιστό των όψεων γειτονικών κτιρίων. Η «ουδέτερη όψη» των νέων κτιρίων, από πανέλα τούβλινης επένδυσης ερμηνεύει με το ίδιο ύφος τη διατηρητέα όψη, επαναλαμβάνοντας με νέες αρχιτεκτονικές λεπτομέρειες τις κοινές αναλογίες, χαράξεις και περασιές.
48
49
50
51
52
Ματωμένη απεργία των καπνεργατών Επιτάφιος Γιάννη Ρίτσου
53
Το 1930 η Καπνεργατική Ομοσπονδία αριθμούσε 25 σωματεία και πάνω από 22000 μέλη. Οι διαμάχες μεταξύ καπνεργατών και καπνεργοστασίων ήταν αρκετά συνήθεις λόγω της περιοδικότητας και της φύσης της εργασίας. Την περίοδο 1927 και 1928 εκδηλώθηκαν οι μεγαλύτερες και μαζικότερες απεργίες. Τα καπνεργοστάσια της πόλης κηρύσσουν περιοδικά λοκ αουτ προκαλώντας σημαντικό κοινωνικό αναβρασμό, τον οποίο εκμεταλλεύονται και οι κομουνιστές. Οι καπνέμποροι απαντούσαν με κλείσιμο των εργοστασίων και οι δυνάμεις καταστολής του κράτους αντιμετώπιζαν τους απεργούς με σκληρότητα που είχε σαν αποτέλεσμα νεκρούς και τραυματίες. Οι καπνεργάτες χαρακτηρίζονταν «επικίνδυνη» τάξη και κρίθηκε από κράτος και καπνεμπόρους ότι έπρεπε να περιοριστούν. Ο Τάσος Τούσης ήταν 25 ετών όταν έπεσε νεκρός, το Σάββατο 9 Μαϊου του 1936 από τα πυρά της Χωροφυλακής στη γωνία Συγγρού & Πτολεμαίων. Αυτοκινητιστής στο επάγγελμα, κατάγονταν από το Ασβεστοχώρι. Η φωτογραφία με τον νεκρό που τοποθέτησαν πάνω στην πόρτα οι σύντροφοί του και το θρήνο της μητέρας του, είναι η πιο γνωστή από την εξέγερση. Η φωτογραφία δημοσιεύτηκε την επομένη της δολοφονίας του στην εφημερίδα Ριζοσπάστη και στάθηκε αφορμή να γράψει ο Γιάννης Ρίτσος τον Επιτάφιο στο διάστημα 10-12 Μαϊου. 54
55
56
Στη στράτα εδώ καταμεσίς τ” άσπρα μαλλιά μου λύνω και σου σκεπάζω της μορφής το μαραμένο κρίνο. Γιάννης Ρίτσος, Επιτάφιος 57
Έφιππες επελάσεις της χωροφυλακής, κατά του άοπλου πλήθους, Σάββατο 9 Μαΐου 1936 58
Ο λαός της Θεσσαλονίκης κηδεύει τα θύματα της εξέργεσης, Κυριακή 10 Μαΐου 1936 59
60
61
Εργοστάσιο Πλινθοκεραμοποιίας Πολυχώρος Τσαλαπάτας
62
3
63
Πλίνθοι και Κέραμοι
Το ατμοκίνητο εργοστάσιο πλινθοκεραμοποιίας του Βόλου, των αδελφών Σπυρίδωνα και Νικολέτου Τσαλαπάτα, ανεγέρθηκε το 1925 και ήταν συνέχεια της οικογενειακής επιχείρησης που λειτουργούσε από το 1917 στην περιοχή του παλαιού Κάστρου. Ο σχεδιασμός, η κατασκευή και ο τεχνολογικός του εξοπλισμός προέρχονταν όλα από το Βέλγιο. Η συνολική έκταση του υπολογίζεται στα 22.000 τ.μ. και στην ακμή της λειτουργίας του απασχολούσε 250 άτομα. Τα προϊόντα του εργοστασίου ήταν διάφοροι τύποι τούβλων και κεραμιδιών που διοχετεύονταν στην ελληνική αγορά, ενώ το 1934 ξεκίνησαν οι εξαγωγές στην υπόλοιπη Ευρώπη. Οι ζημιές που υπέστη το εργοστάσιο κατά τον Β΄Παγκόσμιο Πόλεμο αλλά και από τους σεισμούς, υπήρξαν καθοριστικές για την μεταπολεμική τύχη του εργοστασίου. Ο ευρωπαϊκός ανταγωνισμός και τα μεγάλα οικονομικά προβλήματα οδήγησαν στην οριστική διακοπή της λειτουργίας του το 1975. 64
65
Ψημένα προϊόντα στο προάυλιο του εργοστασίου, 1956 66
ΔΗ.ΚΙ
Το κτίριο του αναδευτηρίου ΔΗ.ΚΙ
67
68
69
70
71
72
Συνδικαλισμός | διεκδικήσεις | απεργίες στα χρόνια του ΄60
73
74
Στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και στις αρχές του 1970 θα κορυφωθούν οι διεκδικήσεις για την κατάταξη των ανειδίκευτων στην κατηγορία των ειδικευμένων, που θα πάρουν και τη μορφή δικαστικών αγώνων. Ωστόσο, ανεξάρτητα από τις διεκδικήσεις, τις αντιπαραθέσεις και τον υψηλό βαθμό συνδικαλιστικής οργάνωσης, σύμφωνα με τις μαρτυρίες των ίδιων των εργατών, το κλίμα στις σχέσεις εργαζομένων και διεύθυνσης ήταν ήπιο. Ο εργοδοτικός πατερναλισμός και οι προσωπικές σχέσεις ίσως είναι τα χαρακτηριστικά που αποδίδουν με τον καλύτερο τρόπο το πλαίσιο της συνύπαρξης διεύθυνσης και εργαζομένων. Η επιστολή, που κοινοποίησε το 1928 ο Σπύρος Τσαλαπάτας στον μηχανικό της επιχείρησης Αθανάσιο Βαλόκα, τον άνθρωπο που πρωταγωνίστησε στην εγκατάσταση και τη λειτουργία του μηχανολογικού εξοπλισμού του εργοστασίου, σκιαγραφεί με εξαιρετικά γλαφυρό τρόπο την κυριαρχία αυτού του μοντέλου. Και επειδή χρόνια σε συμβουλεύω, συ δε αγρόν ηγόρασες, διά τελευταίαν φοράν καταφεύγω να τα επαναλάβω και εγγράφως και τη συμβουλήν, την οποία υποχρεώνεσθε να απαντήσετε εντός τριών ημερών γραπτώς και εμπράκτως.
Οτι εγκαταλείπετε την προαναφερόμενην διαγωγήν, οπότε εγώ σας συγχωρώ, διότι θέλω να πιστεύω ότι εδείξατε τοιαύτην εκ του ότι παρεγνωρίσατε την θέσιν σας και όχι εκ κακής προθέσεως, και αφετέρου διότι επί πολλά χρόνια τρώγαμε ένα ψωμί και εμπράκτως προβήτε εις αξιοπρεπείς σχέσεις μετά των παραγόντων του εργοστασίου, επαναλαμβάνω εντός τριών ημερών, διότι τούτο ουδαμώς είναι δυνατόν γενέσθαι, χάριν της προόδου και της αξιοπρέπειά μου. Εν εναντία περιπτώσει θα θεωρήσω ως να υπεβάλατε την παραίτησίν σας, το οποίον πολύ θα με λύπηση, διότι διά ταύτης θα δείξητε ότι δεν αγαπάτε την πρόοδον και εκείνον όστις πατρικώς σας συμβουλεύει και σας εδείχθη. Ο μηχανικός δεν απολύθηκε ποτέ, παρέμεινε στην επιχείρηση 30 περίπου χρόνια ακόμη.
75
Το 1995 το συγκρότημα περιήλθε στην ιδιοκτησία του Δήμου Βόλου, ενώ το 2004 το Πολιτιστικό Ίδρυμα Ομίλου Πειραιώς ανέλαβε να δημιουργήσει στους κύριους χώρους του εργοστασίου, με εμβαδόν 5.000 τ.μ., ένα πρότυπο Μουσείο Πλινθοκεραμοποιίας, το οποίο αποτελεί σπάνιο δείγμα διασωζόμενου βιομηχανικού συγκροτήματος στον ελληνικό χώρο. Είναι «μουσείο του εαυτού του», δηλαδή, στους χώρους που έχουν χαρακτηριστεί μουσειακοί, έχει καταβληθεί προσπάθεια να γίνει αντιληπτή τόσο η ιστορία του εργοστάσιου, όσο και η διαδικασία παράγωγης των προϊόντων. Κύριο άξονα της μουσειολογικής προσέγγισης αποτέλεσε η ακολουθία της αλυσίδας παράγωγης και η ανάδειξη του μηχανολογικού εξοπλισμού του εργοστασίου. Το μουσείο στοχεύει στην ανάδειξη της ιστορικής ταυτότητας της πόλης του Βόλου και αποτελεί έναν ισχυρό μουσειακό πόλο. Συμβάλλει στην ενίσχυση του πολιτισμικού αποθέματος της περιφέρειας Θεσσαλίας, στη διάσωση και προβολή της βιομηχανικής κληρονομιάς καθώς και στην ανάπτυξη του πολιτιστικού τουρισμού στην ευρύτερη περιοχή της Μαγνησίας. 76
77
78
79
80
περπάτησέ το
81
Η πορεία του επισκέπτη ταυτίζεται με τη γραμμική διαδικασία παράγωγης από την εξόρυξη του χώματος μέχρι το τελικό προϊόν, έτσι ώστε να γίνονται καλύτερα αντιληπτές οι συνθήκες δουλειάς στο εργοστάσιο, οι ιδιαιτερότητες της βιομηχανικής παραγωγής και η ειδική φυσιογνωμία της πλινθοκεραμοποιίας. Έτσι, το εργοστάσιο Τσαλαπάτα λειτουργεί ξανά: τα τριβεία, οι πρέσες, οι κοφτήρες, οι δεξαμενές αργίλου, τα βαγονέτα και η κάμινος Hoffmann ανασυνθέτουν την παραγωγική διαδικασία για τις ανάγκες του με το παραδοσιακό επάγγελμα του πλινθοκεραμοποιιού και των τεχνικών εξειδίκευσης και κατεργασίας των πρώτων υλών, ενώ έχουν αξιοποιηθεί οι πολύτιμες μαρτυρίες των εργατών του πρώην εργοστασίου, που προβάλλονται ως οπτικοακουστικά εκθέματα στους χώρους του μουσείου. Στην πρώτη εκθετική ενότητα ο επισκέπτης πληροφορείται για την ιστορία του πλινθοκεραμοποιιού. Εν συνεχεία, ακολουθεί τον φυσικό βιομηχανικό χώρο των τριβείων, ανεβαίνει τη ράμπα του μύλου, όπου μεταφερόταν το χώμα, αφού το είχαν επεξεργαστεί αρχικά στα τριβεία. Η κυρίως επίσκεψη στο μουσείο, στον πυρήνα του εργοστασιακού 82
χώρου, αρχίζει από το λεβητοστάσιο. Εκεί στεγάζονταν οι τρεις ατμομηχανές που εξασφάλιζαν την ηλεκτροδότηση του εργοστασίου, τη θέρμανση των ξηραντήριων και την κίνηση στα μηχανήματα της αίθουσας παραγωγής. Η πορεία του επισκέπτη συνεχίζεται στην αίθουσα της παραγωγής, όπου μπορεί να παρακολουθήσει τη διαδικασία μορφοποίησης με πρέσες των τούβλων και των κεραμιδιών διάφορων τύπων: τα προϊόντα, αφού αποκτούσαν την τελική τους μορφή, προωθούνταν στα ξηραντήρια, ειδικά διαμορφωμένους χώρους, όπου έμεναν μέχρι να στεγνώσουν εντελώς. Η θερμότητα που ερχόταν από τις ατμομηχανές επιτάχυνε αυτή την διαδικασία. Τέλος, ο επισκέπτης οδηγείται στην κάμινο Hoffmann: πρόκειται για τον τύπο του φούρνου που επικράτησε σε όλη την Ευρώπη από τα μέσα του 19ου αιώνα και του οποίου η μεγάλη καινοτομία είναι ότι μπορούσε να λειτουργεί συνεχώς, εξασφαλίζοντας πολύ καλή ροή παραγωγής στα εργοστάσια. Η λειτουργία της καμίνου γίνεται κατανοητή όχι μόνον από τις πινακίδες και από τη μακέτα που παρουσιάζει το χώρο σε τομή, αλλά και μέσω της διείσδυσης του επισκέπτη σε αυτή, ενώ η τροφοδοσία της με την καύσιμη υλη (κάρβουνο) γινόταν από το πατάρι της καμίνου.
83
84
85
Στον προαύλιο χώρο, ο επισκέπτης προσεγγίζει τα έτοιμα για μεταφορά ψημένα προϊόντα, για να πλησιάσει τις δεξαμενές αργίλου, όπου καθιζάνει η λάσπη για τα κεραμίδια, αλλά και για να πληροφορηθεί για τη μοναδικότητα της ατμομηχανής μεταφοράς χώματος τύπου Deauville, η ποια μάλιστα είναι μια από τις ελάχιστες του είδους της που σώζεται, και χρησιμοποιούνταν για την μεταφορά χώματος στο εργοστάσιο.
86
87
88
89
90
91
Ζυθοποιία Φιξ Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης
92
4
93
Φιξ, κάνει καλό
Στα μέσα της δεκαετίας του ’50,εποχή βιομηχανικής ανασυγκρότησης για την Ελλάδα, η οικογένεια Φιξ αναθέτει στον Τάκη Χ. Ζενέτο την ανακατασκευή του κτιρίου στη λεωφόρο Συγγρού όπου ήδη στεγάζονταν οι εγκαταστάσεις της ζυθοποιίας. Ο σχεδιασμός υπερτόνιζε τις οριζόντιες διαστάσεις κατά μήκος των λεωφόρων Συγγρού και Καλλιρόης με τα οριζόντια γραμμικά υαλοστάσια και το τελικό αποτέλεσμα ήταν άκρως πρωτοποριακό για την εποχή του. 94
95
Φαίνεται πως η ιδέα του Ιωάννη Φιξ να παρασκευάσει μπύρα ενέπνευσε και άλλους συμπατριώτες του, οι οποίοι κατέφθασαν στη χώρα μας όπου άνοιξαν διάφορες ζυθοποιίες. Η οικογένεια Φιξ, όμως, που είχε την εύνοια του βασιλιά και είχε αναπτύξει ένα εκτεταμένο δίκτυο διανομής των προϊόντων της, σύντομα θα κατατρόπωνε τους αντιπάλους της. Πέρα από τους ανταγωνιστές που κατά καιρούς ενέσκηπταν, οι Φιξ είχαν να αντιμετωπίσουν διάφορα λειτουργικά προβλήματα σχετικά με την παραγωγή μπύρας, η οποία, σε κάποιο στάδιο, απαιτούσε ιδιαίτερα χαμηλές θερμοκρασίες και ψύξη. Ελλείψει, τότε, των αναγκαίων ψυκτικών μηχανημάτων αλλά και του χιονιού, ο Βαυαρός ζυθοποιός ανέθετε στους χωρικούς από το Μενίδι να αποθηκεύσουν την πρώτη ύλη στην Πάρνηθα και κατόπιν να την μεταφέρουν μέσα σε σακιά, με τα μουλάρια, στο εργοστάσιο στο Κολωνάκι. Το 1893, τη σκυτάλη αναλαμβάνει ο Κάρολος Φιξ, γιος του ιδρυτή, ο οποίος μεταφέρει το εργοστάσιο στη Λεωφόρο Συγγρού. Η αυξημένη παραγωγική δυναμικότητα του νέου εργοστασίου, το οποίο προσέφερε εργασία σε τουλάχιστον 5.000 άτομα, θα καταστήσει την μπύρα Φιξ κυρίαρχη σε όλη την ελληνική επικράτεια. 96
97
98
Από τη Γερμανία για την Ελλάδα μια ιστορία αρχίζει
99
Η μπύρα Φιξ υπήρξε η πρώτη μπύρα που ήπιαν οι Έλληνες καταναλωτές. Μαζί της μεγάλωσαν ολόκληρες γενιές Ελλήνων, από το 1864, όταν πρωτοεμφανίστηκε η ιστορική μπύρα στην ελληνική αγορά, μέχρι το 1982, όταν εξαιτίας μιας σειράς εσφαλμένων χειρισμών, βρέθηκε στο περιθώριο και ανεστάλη η παραγωγή της.
Φαίνεται πως η ιδέα του Ιωάννη Φιξ να παρασκευάσει μπύρα ενέπνευσε και άλλους συμπατριώτες του, οι οποίοι κατέφθασαν στη χώρα μας όπου άνοιξαν διάφορες ζυθοποιίες. Η οικογένεια Φιξ, όμως, που είχε την εύνοια του βασιλιά και είχε αναπτύξει ένα εκτεταμένο δίκτυο διανομής των προϊόντων της, σύντομα θα κατατρόπωνε τους αντιπάλους της.
Σήμερα, αναγεννημένη από την τέφρα της, η δημοφιλής μπύρα δηλώνει ξανά βροντερό παρόν. Όταν ο πρώτος βασιλιάς της Ελλάδας, ο Οθωνας, εγκαταστάθηκε στη χώρα μας, έφερε μαζί του από την ιδιαίτερη πατρίδα του διάφορους επιστήμονες και ειδικούς τεχνίτες, προκειμένου να τονώσει την εγχώρια βιομηχανία. Ένας από αυτούς ήταν και ο Ιωάννης Φιξ, που είχε σπουδάσει ζυθοποιός στο Μόναχο, ο οποίος καταφθάνει με την οικογένειά του το 1833.
Πέρα από τους ανταγωνιστές που κατά καιρούς ενέσκηπταν, οι Φιξ είχαν να αντιμετωπίσουν διάφορα λειτουργικά προβλήματα σχετικά με την παραγωγή μπύρας, η οποία, σε κάποιο στάδιο, απαιτούσε ιδιαίτερα χαμηλές θερμοκρασίες και ψύξη. Ελλείψει, τότε, των αναγκαίων ψυκτικών μηχανημάτων αλλά και του χιονιού, ο Βαυαρός ζυθοποιός ανέθετε στους χωρικούς από το Μενίδι να αποθηκεύσουν την πρώτη ύλη στην Πάρνηθα και κατόπιν να την μεταφέρουν μέσα σε σακιά, με τα μουλάρια, στο εργοστάσιο στο Κολωνάκι.
Η οικογένεια Φιξ θα εγκατασταθεί αρχικά στο Ηράκλειο Αττικής, πριν αγοράσει δύο κτήματα στο κέντρο της Αθήνας, όπου δημιουργεί δύο μικρές ζυθοποιίες. Μία πυρκαγιά, όμως, που κατέκαψε τη μία ζυθοποιία τον ανάγκασε εν έτει 1863 να εγκαταστήσει την παραγωγή αλλά και τις κατοικίες της οικογένειας στο ‘’εξοχικό’’ τότε Κολωνάκι.
Το 1893, τη σκυτάλη αναλαμβάνει ο Κάρολος Φιξ, γιος του ιδρυτή, ο οποίος μεταφέρει το εργοστάσιο στη Λεωφόρο Συγγρού. Η αυξημένη παραγωγική δυναμικότητα του νέου εργοστασίου, το οποίο προσέφερε εργασία σε τουλάχιστον 5.000 άτομα, θα καταστήσει την μπύρα Φιξ κυρίαρχη σε όλη την ελληνική επικράτεια.
100
101
Μέχρι τη δεκαετία του 1950, η Φιξ, που εν τω μεταξύ έχει αποσπάσει πληθώρα βραβείων και τιμητικών διακρίσεων, έχει καταστεί συνώνυμη της μπύρας στην Ελλάδα.
Τότε, η κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου, ανταποκρινόμενη σε μια σειρά διαμαρτυριών εκ μέρους των λιανοπωλητών οι οποίοι κατήγγειλαν την εταιρεία Φιξ επειδή υιοθετούσε εκβιαστικές πρακτικές για να προωθήσει τη νέα της γραμμή από αεριούχα ποτά, δίνει το πράσινο φως για την ίδρυση δύο ακόμη ζυθοποιείων. Μία από αυτές ήταν η ολλανδικήHeineken, η οποία παράγει την Amstel.
Το ιδιότυπο μονοπώλιο που απολαμβάνει για αρκετές δεκαετίες, έχει μετατρέψει την εταιρεία, τη διοίκηση της οποίας έχει πλέον αναλάβει ο Κάρολος Φιξ ο νεότερος, σε έναν πραγματικό κολοσσό.
Μάλιστα η συγκεκριμένη μπύρα, που εξαιτίας τεχνητού σαμποτάζ έβγαινε σε κατά τι μικρότερο μπουκάλι και φυσικά σε χαμηλότερη τιμή, σύντομα θα κυριαρχούσε στην Ελλάδα, εκτοπίζοντας την Φιξ από την πρώτη θέση.
Σύντομα, όμως, θα αρχίσουν να φαίνονται τα πρώτα σημάδια κόπωσης. Κατ’ αρχάς, στα τέλη της δεκαετίας του ’50, ένα μέλος της οικογένειας, ο Αντώνιος Φιξ, αποσκίρτησε από την επιχείρηση και δημιούργησε δικό του εργοστάσιο επί της οδού Πέτρου Ράλλη, όπου λανσάρει την μπύρα ‘’Αλφα’’, χωρίς όμως ιδιαίτερη επιτυχία. Λίγα χρόνια αργότερα, την αγοράζει ο Πρόδρομος Μποδοσάκης, για να καταλήξει εν τέλει πάλι στην οικογένεια του Ιωάννη Φιξ. Ηχηρό ράπισμα, πάντως, για τη δημοτικότητα της Φιξ ήταν η άρση, στη δεκαετία του ’60, του μονοπωλίου που απολάμβανε στην ελληνική αγορά.
Σαν να μην έφθαναν όλα αυτά, η εμπλοκή ορισμένων στελεχών της εταιρείας Φιξ στην ανατροπή της κυβέρνησης Παπανδρέου, προκάλεσε τη θυμηδία του κόσμου, ο οποίος παράφρασε το διάσημο τότε σλόγκαν «Η Μπύρα Φιξ κάνει καλό» στο «Η μπύρα Φιξ κάνει κακό». Οι τριγμοί, πλέον, στο οικοδόμημα, που γιόρταζε τον πρώτο της ιωβηλαίο, ήταν ισχυροί και, όπως αποδείχθηκε, μη αναστρέψιμοι.
Χαρακτηριστικά, πάνω από 200 καταστήματα διέθεταν αποκλειστικά την εν λόγω μπύρα, η οποία αρχίζει σιγά σιγά να εξάγεται, σε φιάλες και βαρέλια, στο εξωτερικό.
102
Η μπύρα Φιξ έχει μπει πια σταθερά σε τροχιά απαξίωσης. Όπως ακριβώς και το επιβλητικό εργοστάσιό της στη Συγ-
γρού και Καλλιρόης, το οποίο, από τα τέλη της δεκαετίας του ’70, εγκαταλείπεται στη μοίρα του και οδηγειται σε μαρασμό, ίσως το πιο διάσημο κουφάρι εργοστασίου στην ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας.
με αξιώσεις σε μια ιδιαίτερα ανταγωνιστική αγορά. Μέχρι στιγμής, τα μηνύματα είναι θετικά, με την αναγεννημένη μπύρα Fix να εξασφαλίζει ένα σεβαστό μερίδιο αγοράς.
Την ίδια στιγμή, η ζυθοποιία Φιξ δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τον διαρκώς αυξανόμενο ανταγωνισμό και, φορτωμένη με δάνεια, κηρύσσει πτώχευση το 1983. Τα εμπορικά σήματα της ιστορικής εταιρείας περνούν στην πιστώτριά της, την Εθνική Τράπεζα, ενώ οι απόγονοι του ιδρυτή εγκαταλείπουν τη χώρα και μετακομίζουν στην Ελβετία. Αρκετά αργότερα, το 1995, επιχειρείται η επανεμφάνιση της Φιξ, από την εταιρεία Κουρτάκη, προσκρούει όμως στην οικογένεια Φιξ, που ξεκινά δικαστική διαμάχη, την οποία κερδίζει. Ίδια τύχη είχαν και άλλες δύο απόπειρες, μία από Ελληνοαμερικάνο επιχειρηματία που προσπάθησε να την εισάγει σε Αμερική και Καναδά, καθώς και άλλη μία από τον όμιλο Μαρινόπουλου. Σήμερα, στην εποχή της παντοδυναμίας του ομίλουHeineken (ελέγχει το 80% της αγοράς μπίρας την Ελλάδα), η εταιρεία Χητός, που μεταξύ άλλων εμπορεύεται και το νερό Ζαγόρι, τη φορά, θα καταφέρει να αναγεννήσει το μύθο και να σταθεί 103
104
105
106
107
Το 2000 ιδρύεται το Ελληνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης (ΕΜΣΤ) και επιλέγεται ως χώρος στέγασής του το κτίριο του εργοστασίου Φιξ, ή μάλλον ότι είχε απομείνει από αυτό αφού κομμάτι του χρησιμοποιήθηκε για τη δημιουργία του μετρό αλλά και χώρου στάθμευσης. Οι σημαντικοί ενιαίοι του χώροι συνολικής επιφάνειας 20.000 τ. μ. σε συνδυασμό με τη γεωγραφική του θέση -βρισκόταν δίπλα στο αρχαιολογικό κέντρο της πόλης και στο Νέο Μουσείο της Ακρόπολης- το καθιστούσαν ιδανική επιλογή. Υπεύθυνοι για την εκπόνηση του έργου ορίζονται τα αρχιτεκτονικά γραφεία 3SK ΣΤΥΛΙΑΝΙΔΗΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΕΣ, TIM RONALDS ARCHITECTS και Ι. ΜΟΥΖΑΚΗΣ & ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΕΣ Ε.Π.Ε.. 108
109
"Γιατί δεν λένε να σταματήσουν οι περιπέτειες του πολύπαθου κτιρίου Φιξ επί της λεωφόρου Συγγρού; Γιατί αδυνατούμε τον 21ο αιώνα να φτιάξουμε ένα σύγχρονο μουσείο σε ένα υφιστάμενο κτίριο, πόσω μάλλον όταν έχουμε εξασφαλίσει τη χρηματοδότηση (40 εκατ. ευρώ) από τα ευρωπαϊκά κονδύλια; Σε μια πολιτισμένη, ευνομούμενη κοινωνία το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης (ΕΜΣΤ) θα ετοιμαζόταν σε λίγο να γιορτάσει τα δύο του χρόνια στη μόνιμη στέγη του, το κτίριο «ΦΙΞ» στη Λ. Συγγρού. Όμως στο «κράτος» των Αθηνών κανείς ακόμη δεν μπορεί να πει με βεβαιότητα πότε επιτέλους θα δούμε το ΕΜΣΤ στο «σπίτι» του. Συμπληρώθηκε ήδη μια δεκαετία από τότε που ξεκίνησε ο αγώνας της διευθύντριάς του Άννας Καφέτση να μετατραπεί το μνημειώδες έργο της μοντέρνας αρχιτεκτονικής του Τάκη Ζενέτου (ό,τι τέλος πάντων έχει απομείνει) σε μουσείο. Ο δρόμος του ΕΜΣΤ προς το «ΦΙΞ» δεν ήταν εξ αρχής κακοτράχαλος. Στην πορεία έγινε, και οι φταίχτες βρίσκονται στα πολιτικά τους γραφεία. Θυμόμαστε πολύ καλά αρκετούς υπουργούς Πολιτισμού και πρωθυπουργούς να επισκέπτονται το μισοκατεστραμμένο κτίριο «ΦΙΞ» και τις εκθέσεις του μουσείου 110
σε διάφορα σημεία της Αθήνας (όπου περιφέρεται από το 2003), να βγάζουν λογύδρια για την τέχνη και την ανάγκη να δημιουργηθεί ένα σύγχρονο μουσείο στην πρωτεύουσα, να εγκαινιάζουν τις μακέτες (!) της ανάπλασης του «ΦΙΞ», να φωτογραφίζονται, και να γίνονται... καπνός. Συνοπτικά η ιστορία του ξεκινά το 2000 όταν και αποφασίζεται ως στέγη το πρώην κτίριο Φιξ. Το Δεκέμβριο του 2002 προκυρήχθηκε αρχιτεκτονικός διαγωνισμός και το Νοέμβριο του 2003 το έργο αναδικνύονται νικητές τα συμπράττοντα γραφεία Ιωάννης Μουζάκης και Συνεργάτες - Αρχιτέκτονες ΕΠΕ, Μελέτες Τεχνικών Έργων Π. Μπαμπίλης και Συνεργάτες Ε.Ε., INSTA Σύμβουλοι Μηχανικοί Κ. Γαλάνης και Σία Ε.Ε ενώ την αρχιτεκτονική μελέτη υπογράφει και το αρχιτεκτονικό γραφείο 3SK Στυλιανίδης. Τον Οκτώβριο του 2005 προκηρύσσεται διεθνής διαγωνισμός για την ανάδειξη του εργολάβου και το Μάιο του 2006 υποβάλλονται οι οικονομικές προσφορές από 9 εργοληπτικές επιχειρήσεις και κάπως έτσι ξεκινούν τα προβλήματα με τις εν λόγω επιχειρήσεις να μηνούν η μία την άλλη. Τον Ιούνιο του 2007, ως δια μαγείας, φάνηκε ότι ξεπεράστηκαν όλοι οι σκόπελοι και η ΒΙΟΤΕΡ ξεκινά τις εργασίες έως ότου να βρει… αμίαντο! Εκ των υστέρων αποδείχθηκε πως ο αμίαντος ήταν απλά η δικαιολογία της αδικαιολόγητης καθυστέρησης αφού από το Σεπτέμβριο του 2007 έως το 2009 δεν είχε μπει ούτε καρφί. Όταν οι δημοσιογράφοι
ρωτούσαν τότε το ΥΠΠΟ (υπουργός ήταν ο Α. Σαμαράς) αλλά και τον τότε πρόεδρο του ΕΜΣΤ Π. Ζαννή γιατί η ΒΙΟΤΕΡ, δύο χρόνια μετά την υπογραφή της σύμβασης, ήταν τόσο απρόθυμη να «τρέξει» το έργο, η απάντηση ήταν: «Ειλικρινά, δεν μπορούμε να βρούμε ικανοποιητική απάντηση...»! Της παρασχέθηκε πάντως κάθε δυνατή διευκόλυνση να ανταποκριθεί...» έγραφε το 2011 η Φωτεινή Μπάρκα. Πολύ αργότερα, και ενώ φαίνεται πως όλα είναι στην τελική ευθεία για τα εγκαίνια του ΕΜΣΤ, η Άννα Καφέτση, διευθύντρια του μουσείου και διδάκτορα Αισθητικής-Ιστορίας Τέχνης, μιλά στο Γιώργο Κιούση για το εργαστήριο που γεννά ιδέες και κυρίως για την αναγκαιότητα ύπαρξής του. Δεκατέσσερα χρόνια στο τιμόνι του ΕΜΣΤ σημαίνει; Ενας μεγάλος, επίμονος αγώνας, βήμα βήμα. Με σχέδιο και θέληση. Παρά τις αγωνίες, τις δυσκολίες, τον πόλεμο των λίγων, συνεχίζω με προσήλωση και πίστη στο στόχο. Γιατί κάθε κοινωνικός στόχος έχει μια ιερότητα. Και γιατί είναι πολλές οι πνευματικές χαρές και εμπνεύσεις αυτού του ταξιδιού. Η τέχνη πληρώνει το μάρμαρο της κρίσης; Και η τέχνη. Κυρίως οι άνθρωποι, αλλά και οι πολιτιστικοί θεσμοί έχουν
πληγεί από τις οριζόντιες επιπτώσεις. Μόνο που το ΕΜΣΤ απέναντι στη σημερινή κρίση ήταν ήδη αρκετά προπονημένο, από το ξεκίνημά του. Το γεγονός όμως ότι έφτασε σήμερα έως εδώ, δείχνει ότι είναι και ένα εναλλακτικό παράδειγμα διαχείρισης της κρίσης πριν από αυτήν. Δημιουργήθηκε και λειτούργησε σε συνθήκες ρευστότητας, ανέχειας, αστάθειας και διαρκούς μετακίνησης. Αλλά κατάφερε να υπερβεί τις ελλείψεις και τα εμπόδια με σχέδιο και ρεαλισμό, διατηρώντας ζωντανή τη δημιουργική φλόγα. Η οικονομική δυσπραγία απομακρύνει το κοινό από την τέχνη; Προσπαθούμε για το αντίθετο. Σε δύσκολες, οριακές θα έλεγα, στιγμές χρειαζόμαστε αυθεντικά κρατήματα, ακόμη κι όταν δεν ξέρει κανείς πώς και πού να τα αναζητήσει. Η τέχνη μπορεί να είναι ένα από αυτά. Είναι το ταξίδι στον εαυτό μας και τους άλλους. Κι εδώ ως πολιτιστικά ιδρύματα έχουμε να κάνουμε πολλή δουλειά, ανεξάρτητα από την οικονομική κρίση. Το ίδιο και η εκπαίδευση, η τηλεόραση, τα νέα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Και όλοι μαζί. Πότε αναμένονται τα εγκαίνια του νέου ΕΜΣΤ; Πρώτο βήμα είναι να τελειώσει το κτήριο. Μετά τη σχεδόν τρίμηνη παράταση που δόθηκε από το Μουσείο, οι εργασίες αναμένεται να ολοκληρωθούν τέλη Φεβρουαρίου του 2014. Ωστόσο δεν έχει λυθεί το ζήτημα της στελέχωσης των υπηρεσιών του Μουσείου 111
112
113
και της εξασφάλισης των αναγκαίων οικονομικών πόρων για να μπορέσει να λειτουργήσει. Ο στόχος να εγκαινιαστεί προς το τέλος της άνοιξης είναι δύσκολος, αλλά δεν είναι ακόμη ανέφικτος. Αρκεί να εξασφαλιστούν οι δύο όροι και να ανοίξει άμεσα ο δρόμος για τις νέες προσλήψεις που θα χρειαστούν. Θέλει χρόνο η γνωριμία και η εξοικείωση του προσωπικού με τις νέες εγκαταστάσεις. Από τη μεριά μας υπάρχει πλάνο και πρόγραμμα, ο σχεδιασμός της έκθεσης της μόνιμης Συλλογής έχει ολοκληρωθεί, εργαζόμαστε πυρετωδώς. Εχουν θέση οι μάνατζερ σε αυτό; Τα μουσεία χρειάζονται διευθυντές επιστήμονες, που να είναι και καλοί διαχειριστές. Δεν αρκεί μόνο το ένα όταν λείπει το άλλο. Ο διευθυντής ενός μουσείου χρειάζεται να έχει σφαιρική ματιά και συνολικό σχέδιο. Οι επιμέρους πολιτικές πρέπει να συγκλίνουν σε μια κεντρική μουσειακή πολιτική που την υπαγορεύουν η ίδια η θεσμική φύση του μουσείου και η κοινωνική αποστολή του: η συγκρότηση και επιστημονική διαχείριση πολιτιστικής κληρονομιάς, το εκπαιδευτικό και αισθητικό άνοιγμα στο κοινό. Και επειδή χρειαζόμαστε και έσοδα, θέλει γνώση και πολλή μαεστρία για το πώς και από πού θα τα αντλήσει κανείς, με ποιες προτεραιότητες και ποιες θυσίες, χωρίς να αλλοιώσει τον πρωταρχικό, διπλό αυτό στόχο. Επαρκούν τα κρατικά μουσεία στη χώρα μας; 114
Θα έλεγα ότι έχουμε πολύ παραπάνω από όσα μπορεί η χώρα να συντηρήσει. Απλώς υπάρχει μια τεράστια δυσαναλογία μεταξύ των αρχαιολογικών μουσείων και των σύγχρονων. Αλλά μια χώρα που δεν γνωρίζει και δεν στηρίζει την καλλιτεχνική δημιουργία του παρόντος δεν μπορεί να έχει μια σύγχρονη και αληθινή σχέση με το παρελθόν. Χρειάζεται ριζική αναθεώρηση της κρατικής μουσειακής πολιτικής με όρους ισοτιμίας μεταξύ των μουσείων, πρέπει να τεθούν νέες προτεραιότητες, να αναδειχτούν συγγένειες και διαφορές, να γεφυρωθούν χάσματα, να χτιστούν σχέσεις συνεργασίας. Στον 21ο αιώνα τα μουσεία σύγχρονης τέχνης δεν μπορούν να είναι στο περιθώριο ως «άλλοι». Πρέπει να δυναμώσουν και να βγουν στο προσκήνιο. Πώς επιλέγετε τους καλλιτέχνες που θα εκθέσουν στο ΕΜΣΤ; Η κάθε έκθεση επιβάλλει τα δικά της κριτήρια και κεντρίσματα. Σήμερα δεν αρκεί να αναδεικνύουμε την πληρότητα ή τον πρωτοποριακό χαρακτήρα ενός έργου στην ιστορικότητά του. Χρειαζόμαστε συνεχώς νέες αναγνώσεις, νέες σχέσεις ανάμεσα σε έργα και καλλιτέχνες. Αναζητώ διαφορετικές φωνές, έργα που θέτουν ερωτήματα, ασκούν κριτική, που έχουν ένα ποιητικό βάθος. «Αγγελικό και μαύρο, φως», αυτό της εποχής μας; Ο σεφερικός στίχος αγγίζει κάτι βαθύτερο, τον πυρήνα της ύπαρξης,
ορίζει την ανθρώπινη συνθήκη. Υπερβαίνει μονοδιάστατες ερμηνείες και των δύο όψεων, γιατί το μαύρο μπορεί να είναι ταυτόχρονα και ο καθρέφτης της αγγελικής λευκότητας, και το αντίστροφο. Αν ως μεταφορά ακουμπάει στη σημερινή κατάσταση; Τότε θα μπορούσε κανείς να προσδοκά ακόμη. Γιατί η μια όψη φέρει μέσα της και την άλλη. Και οι δύο είναι το φως. Εκτιμάτε ότι αλλάζει κάτι στη χώρα μας; Ισως αλλάζουμε εμείς οι ίδιοι. Τουλάχιστον θέλω να ελπίζω. Επειτα από τόσες κοσμογονικές αλλαγές, είναι ώρα να χτίσουμε μια νέα πραγματικότητα γι' αυτή τη χώρα. Με ωριμότητα, τόλμη και δικαιοσύνη. Διαπλοκή, απληστία, αυταρχικές συμπεριφορές και αλαζονεία είναι, δυστυχώς, ακόμη γύρω μας. Αλλά δεν υπάρχει πλέον ανοχή, κι αυτό είναι ήδη ένα μεγάλο βήμα για μια ουσιαστική αλλαγή. Αρκεί ως πολίτες και ως πρόσωπα να θελήσουμε να υπερβούμε το στάδιο του θυμού. Πώς θα επανεφεύρουμε τη ζωή μας; Αν κοιτάξει κανείς μέσα του και δίπλα του, μπορεί να βρει απαντήσεις. Ανάλογα με τη «φτιαξιά» μας, τις ανάγκες και τις επιθυμίες μας, πολλά μπορούν να επαναπροσδιοριστούν. Να ανοίξουμε άλλες πόρτες, άγνωστες. Να μη νεκρωθούν το συναίσθημα, η συγκίνηση, η αλληλεγγύη. Θέλει δουλειά και χρόνο όλο αυτό.
Δύο χρόνια χωρίς τον Ανδρέα Μπελεζίνη, που μιλούσε μιαν άλλη γλώσσα... Μιλούσε την κρυστάλλινη γλώσσα της καθαρότητας. Στις 19 Ιανουαρίου κλείνουν τρία χρόνια χωρίς τον Ανδρέα. Ο διάλογός μας είναι πάντα ζωντανός. Στη δική μας γλώσσα. Ενα στιγμιότυπο ξεχωριστής ομορφιάς που συναντήσατε και σας συγκίνησε; Το θαύμα δεν θέλει πολύ για να φανερωθεί ή για να το φτιάξουμε. Μπορεί να είναι το λευκό ιστιοφόρο που περνάει αργά αργά μπροστά από τα παράθυρα του σπιτιού. Και η φωνή: «Αννα, Αννα, τρέξε». Και έτρεχα. Τι σας κάνει να αισιοδοξείτε; Οσα με κάνουν να λέω ακόμη «γι' αυτό αξίζει...». Μικρά και μεγάλα. Η θέληση έχει βαθιές πηγές.
115
116
117
118
119
Casa Bianca Δημοτική Πινακοθήκη
120
5
121
Αρχοντικό μιας άλλης εποχής
Το αρχοντικό της Casa Bianca βρίσκεται στο τέρμα της Λεωφόρου Βασιλίσσης Όλγας 180 στην παλιά «περιοχή των Εξοχών». Ιδιοκτήτες του ήταν ο πλούσιος τραπεζίτης Dino Fernadez Diaz, Εβραίος ιταλικής υπηκοότητας. Ο ιδιοκτήτης έδωσε στο αρχοντικό το όνομα της συζύγου του, Ελβετίδας Blanche ή Bianca Meyer και το πρόσφερε, όπως λέγεται, στη σύζυγό του ως γαμήλιο δώρο. Αρχιτέκτονας ήταν ο γνωστός Ιταλός Pietro Arrigoni, ο οποίος είχε κατασκευάσει κι άλλα αξιόλογα σπίτι στην Θεσσαλονίκη. Η μελέτη ολοκληρώθηκε το 1911, χρονολογία η οποία διακρίνεται στο μοναδικό σχέδιο που έχει διασωθεί. Το στύλ της έπαυλης είναι εκλεκτιστικό και ενσωματώνει στοιχεία μπαρόκ και art nouveau. Κατά την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης, το 1912, το αρχοντικό ήταν έτοιμο και οι ιδιοκτήτες του υποδέχονταν επίλεκτα μέλη της ελληνικής κυβέρνησης και της κοινωνίας της Θεσσαλονίκης. Στη διάρκεια του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου η οικογένεια του Dino Fernadez δολοφονήθηκε στην Ιταλία, όπου είχε καταφύγει και η βίλα επιταχθηκε από τους Ιταλούς. Στη συνέχεια, στον όροφο στεγάζεται ιδιωτικό δημοτικό σχολείο. Το 1965 το αρχοντικό αγοράστηκε από τους Ν. και Γ. Τριάρχου και Σολομών και Σουζάνα Μαλλάχ και το 1976 κηρύσσεται διατηρητέο μνημείο. Οι νέοι ιδιοκτήτες άρχισαν να καταστρέφουν κρυφά το αρχοντικό, αρχίζοντας από το εσωτερικό του, με στόχο τον αποχαρακτηρισμό του και την κατεδάφιση του. 122
123
Το 1990, η Casa Bianca, μετά από σειρά μέτρων με στόχο τη διάσωση του κτιρίου και του περιβάλλοντα χώρου του, περιέρχεται στον Δήμο Θεσσαλονίκης, ο οποίος προχωρά στην ανάθεση σύνταξης ειδικής μελέτης αποκατάστασης και αναστήλωσης του κυρίου. Τη μελέτη συνέταξε το 1993 ομάδα αρχιτεκτόνων και πολιτικών μηχανικών υπό τον καθηγητή Ν. Κ. Μουτσόπουλο και το έργο εκτελέστηκε μεταξύ 1994 και 1997. Το έργο, μετά από πρόταση του Δήμου Θεσσαλονίκης, εντάχθηκε στο Πρόγραμμα Έργων του Οργανισμού Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης «Θεσσαλονίκη ' 97» και χρηματοδοτήθηκε με ποσό 750 εκατομμυρίων δρχ. Σήμερα στη Casa Bianca στεγάζεται η Δημοτική Πινακοθήκη Θεσσαλονίκης, ενώ στο υπόγειο δημιουργήθηκε ένας μόνιμος εκθεσιακός χώρος με τεκμήρια σχετικά με την οικογένεια Fernandez και την ιστορία του μνημείου και της παλιάς περιοχής των Εξοχών.
124
125
Σύμφωνα με τη μελέτη, στόχος της επέμβασης ήταν η αποκατάσταση της αρχικής κατασκευαστικής δομής του κτιρίου πρωτοποριακής για την εποχή της, με παράλληλη αποκατάσταση της τυπολογίας και της μορφολογίας του. Η καταστροφή ενός μεγάλου μέρους του κτιρίου, το μεγαλύτερο τμήμα του εσωτερικού χώρου, ήταν καθοριστική για την προσπάθεια διατήρησης των στοιχείων που είχαν διασωθεί. Έτσι αναθεωρήθηκαν οι αρχικές προτάσεις, ως προς την αποξήλωση και ανακατασκευή ορισμένων τμημάτων του κτιρίου, που αφορούσε κυρίως δάπεδο και εξώστες, αφού προηγουμένως διαπιστώθηκε ότι η κατάσταση διατήρησής τους ήταν ικανοποιητική και η συντήρηση ήταν δυνατή με τοπικές ενισχύσεις. Αντίθετα, αποφασίστηκε η κατεδάφιση και ανακατασκευή της αετωματικής απόληξης της Δυτικής όψης, καθώς η επιφάνειά της εμφάνιζε έντονες ρηγματώσεις, αποκόλληση στη βάση της και έντονη απόκλιση από την κατακόρυφο με αποτέλεσμα η στατική της κατάσταση να είναι ιδιαίτερα προβληματική. Το έργο της αποκατάστασης της Casa Bianca περιελάμβανε στατικές, οικοδομικές και αρχιτεκτονικές επεμβάσεις στο υφιστάμενο κτίσμα. Ενισχύθηκαν τα θεμέλια της Δυτικής όψης, τοίχοι ανακατασκευάστηκαν και εφαρμόστηκαν ενέματα στις ρηγματώσεις. Τα δάπεδα, ξύλινα και μεταλλικά, ανακατα126
σκευάστηκαν ή ενισχύθηκαν σε μεγάλο τμήμα της βίλλας. Οι υφιστάμενοι περιμετρικοί τοίχοι της σοφίτας ενισχύθηκαν με οπλισμένο επίχρισμα, κατασκευάστηκαν διαζώματα από οπλισμένο σκυρόδεμα στη στέψη των εσωτερι- κών τοίχων και ανακατασκευάστηκε η στέγη. Μεταλλικοί σύνδεσμοι επανατοποθετήθηκαν ή συμπληρώθηκαν. Τέλος ,συντηρήθηκαν ή ανακατασκευάστηκαν τα εσωτερικά και εξωτερικά κουφώματα, καθώς και οι ιακοσμητικές ταινίες και πλαίσια των ανοιγμάτων των όψεων.
127
128
129
130
Aline | Σπύρος Β΄ Παγκόσμιος
131
-Ο Εβραίος τραπεζίτης Dino Fernadez Diaz έκτισε και πρόσφερε την Casa Bianca στην γυναίκα του Bianca Meyer, όπως λέγεται, ως γαμήλιο δώρο. Με την Bianca ο Dino Fernadez απέκτησε τρία παιδιά , την Aline , τη Nina και τον Pierre. Στενά συνδεδεμένο με την ιστορία του κτιρίου είναι το ειδύλλιο της κόρης του Dino, Aline Fernandez με τον έλληνα αξιωματικό Σπύρο Αλιμπέρτη. Ο Σπύρος Αλιμπέρτης βρέθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1912 ως υπασπιστής του διοικητή της 7ης Μεραρχίας του ελληνικού στρατού. Η τυχαία γνωριμία του με την Aline Fernandez, στο βαγόνι ενός τραμ, ήταν η αρχή για μια ρομαντική ιστορία που συγκλόνισε την Θεσσαλονίκη. Η συντηρητική κοινωνία του 1912 δεν ανεχόταν το γάμο μεταξύ μιας εβραίας και ενός χριστιανού, με αποτέλεσμα την εκούσια απαγωγή της Aline από τον Σπύρο Αλιμπέρτη και την τέλεση του γάμου τους στην Αθήνα την άνοιξη του 1914. Πέρασε αρκετός καιρός μέχρις ότου οι γονείς της νύφης να αποδεχθούν το γεγονός, στη συνέχεια όμως ο Dino Fernandez έδωσε την συγκατάθεση του και το ζεύγος επέστρεψε στη Θεσσαλονίκη. Το 1934 πεθαίνει η Bianca στο Παρίσι και το 1943 εκτελούνται από τους Γερμανούς ο Dino Fernandez και ο γιος του Pierre στο Lacco Maggiore της Ιταλίας, όπου είχαν μέχρι τα βαθιά τους γεράματα 132
καταφύγει, μαζί με άλλους ιταλικής υπηκοότητας Εβραίους της πόλης, σε μια προσπάθεια να αποφύγουν τις διώξεις των Γερμανών και την αποστολή τους στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Στη Θεσσαλονίκη είχε παραμείνει το ζευγάρι των Αλιμπέρτη, το οποίο περιορίστηκε στο ισόγειο της βίλας. Κατά τη διάρκεια της Κατοχής το κτίριο επιτάχθηκε από τους Ιταλούς, και αργότερα από τους Γερμανούς, ενώ ο όροφος του χρησιμοποιήθηκε ως κατοικία από τον Ιταλό πρόξενο. Ο Σπύρος και η Aline Αλιμπέρτη συνέχιζαν να κατοικούν στο κτίριο, όπου και πέθαναν με μικρή χρονική διαφορά το 1965.
133
134
135
έρχεται
Απρίλιος. Πάσχα. Μια ανάσα απ' την Πρωτομαγιά. Σχεδόν καλοκαίρι. Η ανάγκη για διακοπές είναι δεδομένη και η αναζήτηση καταλύματος ξεκινά. Απορρίψτε όλα τα συμβατικά! Εμείς βρήκαμε ξενοδοχεία που στεγάζονται σε κτίρια άλλων εποχών. Ξενοδοχεία που οι χώροι τους ξεχειλίζουν από ιστορίες. Σας περιμένουν να στις διηγηθούν. 136
137
138