EF#10

Page 1

3 Ιουλίου 2008 / Τιμή: 0,01€

Μιχαήλ Μπαρίσνικοφ Ένας ζωντανός θρύλος, ένας ελεύθερος άνθρωπος Συνεντεύξεις Ρενέ Φλέμινγκ Ρικάρντο Μούτι Τρίσα Μπράουν

10 05/2008



επιστολές Ω, οι ευτυχισμένες μέρες... Στις «Ευτυχισμένες μέρες» του Σάμουελ Μπέκετ, που παρουσίασε το Εθνικό Θεάτρο της Αγγλίας στην Επίδαυρο πέρυσι το καλοκαίρι, σε μία και μοναδική παράσταση από κάθε άποψη - λόγω της τραγικής συγκυρίας της οδύνης της απερίγραπτης εθνικής τραγωδίας των πυρκαγιών που οδήγησε στην ακύρωση της δεύτερης προγραμματισμένης παράστασης - και που αισίως ξαναπαρουσιάζεται φέτος, μέσα σε έναν σκηνικό χώρο ερειπίων ενός κόσμου που καταρρέει, η σπουδαία σκηνοθέτις Ντέμπορα Γουόρνερ φώτισε συνταρακτικά το τραγικό στο κείμενο του Μπέκετ, που ανέδειξε με τη μοναδική και ανεπανάληπτη ερμηνεία της η Φιόνα Σο. Η Σο, μεγάλη ηθοποιός με όλη τη σημασία της λέξης, στο ρόλο της θαμμένης μέσα σε ένα λόφο από μπάζα Γουίνι, πασχίζει να αρθρώσει έναν λόγο επικοινωνίας με τον εαυτό της και με το σύζυγό της, Γουίλι - καίρια η συμβολή στο ρόλο του αξιοσημείωτου Τιμ Πότερ - μέσα στον διαλυμένο περίγυρο που καθιστά ανέφικτη κάθε πρόσβαση επαφής, προσφέροντάς μας μία μαγική εμπειρία ουσίας θεάτρου. Μιχάλης Ταμπούκας, ηθοποιός

Περιοδικάρα; Κόψε κάτι... Το περιοδικό όλο και γίνεται καλύτερο, μπράβο. Πολύ μου άρεσαν οι συνεντεύξεις της Αλέκας Παΐζη (εξαιρετικές οι ερωτήσεις της κυρίας Κόμητα), της Πατρίτσια Σαντρέτο Ρε Ρεμπαουντένγκο, του Βασίλη Αλεξάκη, της Μαρίας Χορς και του Σταμάτη Κραουνάκη, βεβαίως. Πάντα τέτοια. Φίλιππος Φιλίππου, συγγραφέας

Να κοινωνικοποιηθεί το Φεστιβάλ! Δράττομαι της ευκαιρίας που μας δίνετε να επικοινωνούμε, για να σας εκφράσω μια θερμή παράκληση τόσο προσωπική μου, όσο και πολλών συναδέλφων μου (είμαι εκπαιδευτικός σε Λύκειο των Αθηνών). Η φθηνότερη τιμή του εισιτηρίου στο Ηρώδειο, όπως ξέρετε, είναι 30 ευρώ, ποσό αρκετό για να μας προβληματίζει για συχνή ως θα θέλαμε παρακολούθηση των παραστάσεων του θεάτρου. Με δεδομένο ότι όλοι θέλουμε να βλέπουμε τουλάχιστον τις περισσότερες, υποχρεωνόμαστε να κάνουμε την επιλογή της επιλογής. Η πρότασή μας είναι να εισηγηθήτε [sic], στο μέτρο που μπορείτε, ο κλάδος μας να τύχει μιας ευνοϊκότερης μεταχείρισης (π.χ. όπως των φοιτητών) ή ακόμα καλύτερα να μας χορηγηθεί ατέλεια εισόδου όπως στα Κρατικά Μουσεία.

ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008 |

Με την ελπίδα ότι απευθήνομαι [sic] σ’ ένα ευήκοον ους, περιμένω τις ενέργειές σας. Μέχρι τότε, Διατελώ, μετά τιμής Μια εκπαιδευτικός

ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΤΟΥ ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΟΥ

Εκπαιδευτικός, ε; Και απευθήνεστε (!) στο Φεστιβάλ για φτηνότερα ή και τζάμπα εισιτήρια. Ενδιαφέρον. Δωρεάν φεστιβάλ, όπως δωρεάν παιδεία, ε; Απευθυνθήτε (!) σε αρμοδιότερους για τόσο ριζικά σοσιαλιστικά μέτρα. Και ευχαριστήστε μας που δεν βάζουμε το όνομά σας.

Θέατρο Άττις – Θεόδωρος Τερζόπουλος Σοφοκλή, Αίας 4 - 5 Ιουλίου | Μικρό Θέατρο Αρχαίας Επιδαύρου

Εκάς οι βέβηλοι! Κύριοι, Εξανίσταμαι διά την δημοσίευσιν της συνεντεύξεως του φερομένου ως σκηνοθέτου Μιχαήλ Μαρμαρινού («εφ», φύλλο 8). Μόνον εγκληματική δύναται να θεωρηθή η πρόσκλησις ενός σκηνοθέτου, οίος θεωρεί εαυτόν ανθέλληνα!!! Η Ελλάς, λίκνον του πολιτισμού ημών και υμών, είναι και θα παραμείνει ζωντανή. Τα κόκκαλα του μακαριστού Ροντήρη θα τρίζουν. Εκάς οι βέβηλοι! Μειλίχιος Παλαιόφρων, συνταξιούχος γυμνασιάρχης

Παράδοση Κύριοι, Αναφέρομαι στο εκδοτικό σημείωμα του φύλλου 9 της εφημερίδος σας. Από τον Μακρυγιάννη στον Μίκη Θεοδωράκη, από τον Σολωμό στον Σεφέρη, στον Ρίτσο, στον Ελύτη, μια ενιαία γραμμή ενώνει τους μεγάλους εκφραστές της νέας Ελλάδας, που είναι η συνέχεια της τρισχιλιετούς έκφρασης του ελληνισμού. Η γραμμή της παραδόσεως. Αρχαιότης, ηρωικό Βυζάντιο, σύγχρονη Ελλάδα, ο ελληνισμός αντιστεκόταν στις μυλόπετρες της ισοπέδωσης, της κατάκτησης, της εξαφάνισης. Πάντα βεβαιως υπήρχαν γραικύλοι που προσπαθούσαν να πουλήσουν στους ξένους, στους Φράγκους και στους Αμερικανούς την όμορφη πατρίδα μας. Δεν θα τα καταφέρουν. Αστέριος Βώρος, Αθήνα

Μπείτε στο blog της “ΕΦ” www.efmag.blogspot.com Μπείτε στο blog της εφημερίδας μας. Γράψτε στο φόρουμ. Στείλτε επιστολή στη διεύθυνση: Ελληνικό Φεστιβάλ, Εφημερίδα εφ, Χατζηχρήστου 23, 11742 Αθήνα ή στην ηλεκτρονική διεύθυνση: free_press01@greekfestival.gr

Ρεσιτάλ με τη Renée Fleming 3 Ιουλίου | Ωδείο Ηρώδου Αττικού

Εθνικό Θέατρο Μεγάλης Βρετανίας Debora Warner Samuel Beckett, Ευτυχισμένες μέρες 4 - 5 Ιουλίου | Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου Μιχαήλ Μπαρίσνικοφ - Mats Ek Ana Laguna - David Neumann Three Duets 5 - 10 Ιουλίου | Πειραιώς 260, Χώρος Δ Συναυλία με τον Νίκο Πορτοκάλογλου Τι έχει μείνει απ’ τη φωτιά 6 - 7 Ιουλίου | Ωδείο Ηρώδου Αττικού Σεμινάριο Σύγχρονου Χορού 7 - 12 Ιουλίου | Μουσείο Μπενάκη 7ος Κύκλος Εντατικών Μαθημάτων για το Αρχαίο Ελληνικό Δράμα Διερευνώντας Εκφάνσεις της Ευρωπαϊκής Ταυτότητας και Ιδεολογίας μέσα από τις (ανά) παραστάσεις του Αρχαίου Δράματος 7 - 20 Ιουλίου Μέσα από τον καθρέφτη Ελληνικός χορός: ντουέτα και σόλο 7 Ιουλίου | Το Σχολείον, Χώρος Β

Εθνική Όπερα της Λιόν Benjamin Britten, Το ποτάμι με τις τουρλίδες 10 - 11 Ιουλίου | Θέατρο Rex – Σκηνή Κοτοπούλη Ορχήστρα του Παρισιού - Christoph Eschenbach Έργα Maurice Ravel 11 Ιουλίου Ωδείο Ηρώδου Αττικού Εθνικό Θέατρο ΒΑΤΡΑ – Χ 11- 12 Ιουλίου Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου Συναυλία με τη Σαβίνα Γιαννάτου και τους Primavera en Saloniko Γη που δεν ακούς Τραγούδια από τη Μεσόγειο και ολόκληρο τον κόσμο 11 - 12 Ιουλίου | Μικρό Θέατρο Αρχαίας Επιδαύρου Ομάδα χορού Israel Galván Arena 11 - 13 Ιουλίου | Πειραιώς 260, Χώρος Η Ομάδα Χορού Trisha Brown 12 - 13 Ιουλίου | Πειραιώς 260, Χώρος Δ drog_A_tek Indust_Real Evol_ution 12 Ιουλίου | Το Σχολείον, Χώρος Α Συναυλία ΚΟΕΜ - Σταύρος Ξαρχάκος 13 Ιουλίου | Ωδείο Ηρώδου Αττικού

schaubühne am lehniner platz William Shakespeare, Άμλετ 7 - 9 Ιουλίου | Πειραιώς 260, Χώρος Δ

Ορχήστρα και Χορωδία Μπολσόι Έργα Σεργκέι Προκόφιεφ 14 Ιουλίου | Ωδείο Ηρώδου Αττικού

Εθνική Όπερα της Λιόν Benjamin Britten, «Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας» 7, 9 Ιουλίου | Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Αίθουσα Αλεξάνδρα Τριάντη

Renate Jett Heiner Müller, Κουαρτέτο 15 - 20 Ιουλίου | Το Σχολείον, Χώρος Β

Μουσικός Φλωρεντινός Μάιος - Riccardo Muti 8 Ιουλίου | Ωδείο Ηρώδου Αττικού Θέατρο σε τροχόσπιτο Γιώργου Νανούρη, Εδώ Δημήτρης Βαρβαντάκη & Γρηγόρη Χατζάκη, Κάσπαρ Χάουζερ: Η ιστορία ενός ανθρώπου Ιούνιος - Ιούλιος | Μουσείο Μπενάκη Ελληνικός χορός: ντουέτα και σόλο Μέσα από τον καθρέφτη 10 Ιουλίου | Το Σχολείον, Χώρος Α

Όπερα Μπολσόι Μόδεστου Μούσοργκσκι, Μπορίς Γκοντουνόφ 15 - 16 Ιουλίου | Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Αίθουσα Αλεξάνδρα Τριάντη Alain Buffard, (Not) a love song 15 - 16 Ιουλίου | Πειραιώς 260, Χώρος Η Θεατρικός Οργανισμός Κύπρου Αριστοφάνη, Πλούτος 16 Ιουλίου | Ωδείο Ηρώδου Αττικού


περιεχόμενα

| ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008

Φωτογραφία: Matthias Horn (Vorabfoto)

ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ Δεκέμβριος 2007. Η Ρενέ Φλέμινγκ και ο μαέστρος της Συμφωνικής Ορχήστρας της Βοστώνης Τζέιμς Λιβάιν, χαιρετούν τον 92 ετών συνθέτη Ανρί Ντιτιγιέ, που παρευρέθηκε στο ρεσιτάλ της διάσημης λυρικής τραγουδίστριας.

8 Λυκαβηττός 16 Διήγημα του Πέτρου Μαρτινίδη 18 Τρίσα Μπράουν 20 Μιχαήλ Μπαρίσνικοφ 24 Ρενέ Φλέμινγκ 26 Ρικάρντο Μούτι 29 Ντέμπορα Γουόρνερ 32 Όπερα Μπολσόι 37 Θ. Τερζόπουλος 38 Νίκος Πορτοκάλογλου 42 Κ. Καρύδης 46 Ρενάτε Τζετ: «Κουαρτέτο» 50 Βάτραχοι 54 Αλέν Μπιφάρ 56 Ισραέλ Γκαλβάν OI ΧΟΡΗΓΟΙ ΤΟΥ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΜΕΓΑΛΟΙ ΧΟΡΗΓΟΙ

ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ Χατζηχρήστου 23 & Μακρυγιάννη | 11742 | Αθήνα | Τ: 210.92.82.900

ΧΟΡΗΓΟΣ

ΧΟΡΗΓΟΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ

ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ

www.greekfestival.gr


editorial

ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008 |

Φωτογραφία: Damir Ysupov

Αρχαιολογίες

ΟΠΕΡΑ ΜΠΟΛΣΟΪ Στιγμιότυπο από τον «Μπόρις Γκοντούνοφ» του Μούσοργκσκι, που σκηνοθετεί ο Αλεξάντερ Σοκούροφ.

Η εφημερίδα του Ελληνικού Φεστιβάλ Ειδική έκδοση για το πρόγραμμα του 2008 Νο 10 (5/2008) | 3/7/2008 ISSN: 1791-1729

Υπάρχουν πολλοί τρόποι να διαβάσεις το παρελθόν. Ένας από τους πιο διαδεδομένους, κυριαρχείται από τη νοσταλγία. Κι η νοσταλγία, πάλι, υπαγορεύει ένα γενικότερο αίσθημα, τύπου: «τι καλά που ήμασταν τότε»! Κι αν όντως ήμασταν καλύτερα; Αν πράγματι υπήρξε ένα παρελθόν πιο ενδιαφέρον, πιο ζωηρό, πιο γόνιμο, πιο ελεύθερο, πιο ελπιδοφόρο; Στις ερωτήσεις αυτές, η νοσταλγία απαντά «ναι» χωρίς πολλά πολλά. Ήμασταν καλύτερα, πάει και τελείωσε. Η νοσταλγία εξωραΐζει το παρελθόν, φιλοτεχνεί γι’ αυτό μια ειδυλλιακή εικόνα. Τι θυμόμαστε, για παράδειγμα, από τη δεκαετία του 1960, τα πρώτα χρόνια; Αγωνιζόμασταν! Η νοσταλγία ήδη ζωγράφισε μια συλλογικότητα που δεν υπήρξε, την απέδωσε σε μια ολόκληρη γενιά και, στη συνέχεια, η ίδια αυτή γενιά έλαβε διαστάσεις εθνικές. Αγωνιζόμασταν λοιπόν, π.χ., για παιδεία, για δημοκρατία, αγωνιζόμασταν να αφήσουμε πίσω τα σπαράγματα του Εμφυλίου και να καταστήσουμε ανενεργό το μετεμφυλιακό κράτος; Ακόμα κι αν έτσι ήταν τα πράγματα, ακόμα κι αν έτσι τοποθετούνταν το πολιτικό διακύβευμα, ο συγκεκριμένος τρόπος να βλέπεις τη συγκεκριμένη εποχή στερεί από την ίδια την εποχή τη δυναμική της σύγκρουσης που ενείχε. Αν όλοι αγωνιζόμασταν, πώς και δεν τα καταφέραμε; Μας φρέναραν οι εξωγήινοι; Πού είναι στο νοσταλγικό κάδρο όσοι δεν αγωνίζονταν; Κι αν ήμασταν τόσο ζωηροί και αποφασισμένοι γιατί, μετά, όταν ήρθε η χούντα, σκύψαμε και το κατάπιαμε; Βλέπετε; Η νοσταλγία δεν είναι αρκετή για να αρχίσει κανείς να απαντά πειστικά ακόμα και σε αυτονόητα ερωτήματα. Η νοσταλγία απεχθάνεται τις ερωτήσεις. Αρκείται στη μυθολογία. Στην επικράτεια της μυθολογίας, η ατομική προβολή του εαυτού μας στο χθες διεκδικεί αξιωματική ισχύ. Η συλλογικότητα διεκδικεί δάφνες εθνικής ομοψυχίας. Ο Χατζιδάκις και ο Θεοδωράκης ήταν το ίδιο, ήταν Ελλάδα – ενώ δεν είναι έτσι, διαφορετικά προσέγγισε ο ένας και διαφορετικά ο άλλος τη λαϊκότητα, διαφορετικά ιδιώματα καλλιέργησε ο ένας και διαφορετικά ο άλλος, «Οδός Ονείρων» ο ένας, «Όμορφη πόλη» ο άλλος… Το σωστό είναι ότι κανένας από τους δύο δεν ήταν Ελλάδα, απλώς και οι δύο ήταν στην Ελλάδα και, επειδή έπαιξαν ρόλο στη διαμόρφωση της κουλτούρας δυο αντιμαχόμενων πολιτικών, ιδεολογικών και αισθητικών ρευμάτων, συμβόλισαν δυο επιλογές για την πορεία της χώρας που τότε συγκρούονταν – και νομίζω, εκδοχές τους, συγκρούονται ακόμα. Η νοσταλγία είναι παγίδα. Συναισθηματική παγίδα. Καμιά φορά και ιδεολογική. Δεν ήμασταν υποχρεωτικά καλύτερα παλιά. Το μόνο σίγουρο είναι ότι ήμασταν ή αγέννητοι ή νεότεροι – μόνο ως προς αυτό ήμασταν σίγουρα καλύτερα. Κι ότι αν θέλουμε να είμαστε σύνθετοι, αν θέλουμε δηλαδή να είμαστε δίκαιοι, δεν μπορούμε να εικονογραφούμε μια εποχή, οφείλουμε να την αναλύουμε. Ο υποκειμενισμός που προκύπτει από την ανάλυση είναι χιλιάδες φορές πιο ουσιαστική πνευματική κατάκτηση από την υποτιθέμενη συνολική εικόνα που φιλοτεχνεί η νοσταλγία. Στην πρώτη περίπτωση, η συζήτηση που θα ακολουθήσει είναι κάτι αυτονόητο. Η δεύτερη περίπτωση αποκλείει τη συζήτηση, αρκείται στη συγκίνηση και στην αίσθηση εθνικής υπερηφάνειας.

σκηνικό στο παρά 5. Προσοχή, όχι βαρύ, καταστρεπτικό για τα μνημεία, αλλά ογκώδες – αντίθετο, δηλαδή, στην αισθητική ορισμένων μελών του ΚΑΣ. Επίσης προσοχή. Δεν ήθελαν ορισμένοι τουλάχιστον αρχαιολόγοι να γνωμοδοτήσουν βάσει της αντικειμενικής ερώτησης, «είναι επιζήμιο για το μνημείο το σκηνικό;». Ήθελαν να γνωμοδοτήσουν με βάση την αισθητική και την ιδεολογία τους. Δεν τους αρκούσε δηλαδή ο ρόλος του υπεύθυνου υπαλλήλου, η συμβολή τους στις καλές υπηρεσίες που ζητά απ’ αυτούς η δημόσια διοίκηση. Προσπάθησαν να υπερβούν αυτό το ρόλο επικαλούμενοι τους θεματοφύλακες της μνήμης. Τους προστάτες τής συνολικής εικόνας του παρελθόντος, που προβάλλεται ως ένα εθνικό άβατο. Με άλλα λόγια, τους υπέρτατους προστάτες της εθνικής μνήμης. Κι έρχεται ο Λάνγκχοφ και τους λέει ότι δεν νομιμοποιούνται να διεκδικούν αυτό το δικαίωμα γιατί αυτό που επικαλούνται δεν είναι θέσφατο, στην καλύτερη περίπτωση είναι η δική τους ερμηνεία της αρχαιότητας. Μπορούν εν μέρει να την επιβάλουν ως συντεχνιακή ομάδα που αντλεί την ισχύ της από την επίκληση του εθνικού συμφέροντος. Αλλά… Αλλά, τους λέει από χειρογράφου στη μέση της παράστασης, «πίστευα ότι αποστολή τους [των αρχαιολόγων του ΚΑΣ] είναι να εργάζονται προκειμένου να έχετε [απευθυνόμενος στους θεατές] εσείς, κυρίες και κύριοι, μια όσο το δυνατόν καλύτερη θεατρική βραδιά. Μάλλον έσφαλα σ’ αυτή μου την εκτίμηση. Το γεγονός ότι τέτοιες αμέλειες κοστίζουν στη χώρα τεράστια ποσά μοιάζει να μην παίζει κανένα ρόλο. Την υπεροψία τέτοιων γραφειοκρατών που δεν θεωρούν αναγκαίο να αιτιολογούν και να εξηγούν τις κινήσεις τους, που στρέφονται ενάντια στη δουλειά εξαιρετικών τεχνικών, κατασκευαστών και καλλιτεχνών, την αντιλαμβάνομαι ως μια ανεπίτρεπτη έλλειψη πολιτισμού (…)».

Δεν είναι λοιπόν εθνικό ό,τι είναι αληθές, δεν έχει δίκιο ο Διονύσιος Σολωμός, ο εθνικός μας ποιητής; Δίκιο έχει – αλλά πού να το βρει; Δείτε, π.χ., πώς διαχειρίζονται τη συλλογική μνήμη, τη συλλογική ιστορία, οι αρχαιολόγοι – σίγουρα όχι όλοι αλλά ασφαλώς πολλοί από τους αρχαιολόγους του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου, του ΚΑΣ. Όχι ως κοινό κτήμα, που οφείλουν να το προστατεύουν και να το αναδεικνύουν, τουλάχιστον όχι μόνο. Αλλά, συχνά, ως ένα προνομιακά δικό τους πεδίο, μια ενότητα την ερμηνεία και τη χρήση της οποίας δεν επιτρέπουν σε κανέναν άλλο. Δείτε, π.χ., τι συνέβη με την περίπτωση του «Φιλοκτήτη» του Χάινερ Μίλερ, στην εκδοχή του Ματίας Λάνγκχοφ, ο οποίος ανέβηκε στη Μικρή Επίδαυρο. Η παράσταση κινδύνευσε να τιναχθεί στον αέρα (και όπως τουλάχιστον ομολόγησε ο σκηνοθέτης έμεινε ανολοκλήρωτη) επειδή οι αρχαιολόγοι, αφού κωλυσιέργησαν από τον Απρίλιο, οδηγώντας την παραγωγή στην αβεβαιότητα, έδωσαν τελικά άδεια να χρησιμοποιηθεί το ογκώδες

Ηλίας Κανέλλης

Διευθυντής Σύνταξης: Ηλίας Κανέλλης Aρχισυντάκτρια: Κατερίνα Οικονομάκου Σύνταξη: Ευγενία Τζιρτζιλάκη, Έλια Αποστολοπούλου, Νατάσα Διαμαντοπούλου, Κατερίνα Κόμητα, Νίκη Ορφανού Φωτογράφοι: Βίκυ Γεωργοπούλου, Βασίλης Μαθιουδάκης Σχεδιασμός: Graphopress Eκτύπωση: ΙΡΙΣ Α.E.

Τι λέει ο Λάνγκχοφ; Ότι αν η νοσταλγία είναι μια αποπροσανατολιστική ερμηνεία του παρελθόντος, η ερμηνεία της σύγχρονης ζωής με πρόταγμα την παρελθοντοπληξία μπορεί ακόμα και να αντιστρατεύεται τα συμφέρονται και τις επιδιώξεις των σημερινών, των ζωντανών ανθρώπων. Το άριστα συντηρημένο αρχαίο θέατρο, χωρίς στο κοίλο του να ηχεί ο θεατρικός λόγος, παραμυθία, αισθητική και ερμηνεία του κόσμου, είναι ένα άδειο κέλυφος. Θέλουμε τα μνημεία άδειο κέλυφος; Θέλουμε την αρχαιότητα μια νεκρή εικόνα, ένα ένδοξο παρελθόν που το νοσταλγούμε χωρίς να το γνωρίζουμε; Θέλουμε τη σύγχρονη Ελλάδα ένα φολκλοριστικό μόρφωμα φτιαγμένο από τα υλικά της νοσταλγίας και του μύθου ή μια ζωντανή, ανταγωνιστική, ανοιχτή κοινωνία. Θέλουμε τη σύγχρονη κουλτούρα μας ένα κράμα αρχοντοχωριατιάς και ακινησίας ή ένα ανήσυχο, ταραγμένο τοπίο; Θέλουμε ό,τι συμβαίνει στον τόπο να είναι σε διαρκή διάλογο με τον κόσμο εκεί έξω ή, απλώς, να επιβεβαιώνει τον αυτάρεσκο εαυτό του; Αν απαντάτε αυτά που φαντάζομαι, ας ευχαριστήσουμε τον Ματίας Λάνγκχοφ, αυτόν τον σύγχρονο φιλέλληνα, που δεν μας κολάκεψε, αλλά μας μάλωσε για να μάθουμε να ζούμε, να σκεφτόμαστε και να φερόμαστε σαν σύγχρονοι άνθρωποι στον σύγχρονο κόσμο.

ΥΓ. Άκουσα κάποιους να λένε ότι ο Λάνγκχοφ είναι ανθέλληνας επειδή, στον «Φιλοκτήτη», οι (αρχαίοι) Έλληνες (του Χάινερ Μίλερ) περιγράφουν τις εγκληματικές τους πράξεις στον κατακτητικό πόλεμο εναντίον της Τροίας. Όσοι λένε τέτοιες ανοησίες ας ξανασκεφτούν ότι τα κείμενα και τα καλλιτεχνικά έργα ανοίγουν διάλογο, ελεύθερα, χωρίς ταμπού, με τους ανθρώπους, τις ιδέες, τον κόσμο. Τους σύγχρονους ανθρώπους, τις σύγχρονες ιδέες, τον σημερινό κόσμο. Κι ότι, συγγραφέας και σκηνοθέτης κατάγονται από μια χώρα που βαρύνεται για το μεγαλύτερο έγκλημα κατά της ανθρωπότητας, τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο και τη θηριωδία του – έγκλημα το οποίο η σύγχρονη Γερμανία και οι πολίτες της δεν κάνουν προσπάθεια να το κουκουλώσουν, να το δικαιολογήσουν, να το πνίξουν, αλλά αναμετριούνται στα ίσια μαζί του, προσπαθούν να το καταλάβουν, να μην ξανασυμβεί ποτέ. Επαναλαμβάνω, λοιπόν. Αυτός ο άνθρωπος είναι φιλέλληνας. Θα το καταλάβουμε;

Ελληνικό Φεστιβάλ Α.Ε. Υπεύθυνος σύμφωνα με το νόμο: Γιώργος Λούκος Νομικός Σύμβουλος: Βάσω Τζιούμη

ΔΙΟΙΚΗΤΙΚO ΣΥΜΒΟYΛΙΟ Πρόεδρος: Γιώργος Λούκος Αντιπρόεδρος: Άγγελος Δεληβορριάς Νομικός Σύμβουλος: Δημήτρης Πασσάς Μέλη: Vincent Baudriller, Nigel Redden, Alistar Spalding, Νίκη Τζούδα, Λουκάς Τσούκαλης


μια στιγμή

| ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008

Φιλοκτήτης, ο πολιτικός Οι Τρώες, η κριτική στους Έλληνες και ο Μπρεχτ Από τη Νίκη Ορφανού

αι ποιος δεν θα σπεύσει να υποστηρίξει σήμερα ότι το θέατρο είναι τέχνη πολιτική; Στην πραγματικότητα, το πολιτικό στοιχείο έχει να κάνει κυρίως με την αξιοποίηση του πολιτικού λόγου ενός κειμένου προς τέρψιν του κοινού και την επίτευξη της συμφωνίας: συμφωνία που εκφράζεται μέσα από το συλλογικό, παρατεταμένο, ζουμερό, χορταστικό χειροκρότημα στο τέλος. Μας διαφεύγει, συχνά πυκνά, ότι και για τους αρχαίους το πολιτικό σήμαινε πολλά άλλα πράγματα, και, κυρίως, την ασυμφωνία. Κρίνοντας τον «Φιλοκτήτη» του Λάνγκχοφ από το χειροκρότημα, επομένως, μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι ζήσαμε μια σπάνια πολιτική εμπειρία: από τη μια ζωηρά παλαμάκια, και από την άλλη σφιγμένα σώματα που έψαχναν ήδη, νοητά, την έξοδο. Πόσο προφητικός αποδεικνύεται ο Μίλερ, όταν στην εισαγωγή του έργου του βάζει τον ήρωά του να δηλώνει στο κοινό: «Έχετε προειδοποιηθεί: δεν θα γελάσετε καθόλου με όσα απόψε θα σας δείξουμε». Προς τι, όμως, το… μίσος και ο αλληλοσπαραγμός για τον «Φιλοκτήτη»; Οι μουρμούρες, δω και κει, κατά την αποχώρηση από το θέατρο της Μικρής Επιδαύρου, έκαναν λόγο για… ανθελληνικό κείμενο! Γιατί ο Φιλοκτήτης, στο μίσος του για τον Οδυσσέα και τους Έλληνες που τον πρόδωσαν και τον παράτησαν στην αφιλόξενη ακτή της Λήμνου, έρμαιο της απόγνωσής του, εξόριστο με τροφή και συντροφιά τα όρνια και την θάλασσα που δεν μπορούσε να καλύψει την αποφορά από το σαπισμένο πόδι του, βρίζει τους Έλληνες και τους εύχεται το θάνατο. Δύσκολο για το κοινό, όπως φαίνεται, να αντιληφθεί ότι η Ελλάδα αποτελεί για τον Μίλερ απλώς μια μεταφορά, ότι ο «Φιλοκτήτης» δεν είναι για το συγγραφέα παρά μοντέλο που επαναλαμβάνεται εις τους αιώνας των αιώνων… Και δύσκολο να μην αναρωτηθούμε, οι μη προσβεβλημένοι, από πότε κρίνεται η τέχνη με κριτήρια φιλελληνισμού ή ανθελληνισμού… Υπάρχει, όμως, και η άλλη πλευρά. Ότι ο ένοχος ανθέλληνας δεν είναι ο Μίλερ και ο «Φιλοκτήτης» αλλά ο ίδιος ο Λάνγκχοφ. Δεν είναι η πρώτη φορά, άλλωστε, που μας… μπαίνει στη μύτη αυτός ο σκηνοθέτης. Το κατάφερε περίφημα με τις «Βάκχες» του, παλιότερα, όπου η Ελλάδα εκπροσωπήθηκε από εικόνα κρεαταγοράς. Το ξανακαταφέρνει τώρα, που ακούγεται ένα πολεμικό ανακοινωθέν για την ήττας της Τροίας, διαβασμένο από έναν ηττημένο Τρώα, πιστό αντίγραφο του τελικού ανακοινωθέντος της ήττας του Τρίτου Ράιχ... Οπωσδήποτε, ωστόσο, η αναπάντεχη παρέμβαση του ίδιου του Λάνγκχοφ ήταν για αρκετούς η σταγόνα που ξεχείλισε. Σε μια απόλυτα μπρεχτική στιγμή, όπου ξαφνικά άνοιξαν όλα τα φώτα και ο σκηνοθέτης όρμησε στη σκηνή, διακόπτοντας τη ροή της πλοκής, για να διαβάσει, σαν άλλος εξόριστος Φιλοκτήτης στη χώρα που γέννησε το θέατρο, με απαλή φωνή στα γερμανικά και ταυτόχρονη μετάφραση από τα ηχεία, μια καταγγελτική επιστολή (για τις συνθήκες με τις οποίες ήρθε αντιμέτωπος στην συγκεκριμένη παραγωγή, λόγω της γνωστής διαμάχης για το σκηνικό με τους αρχαιολόγους του ΚΑΣ). Δύσκολο για τον Γερμανό σκηνοθέτη να αντιληφθεί ότι η δημόσια και άρα πολιτική διαμαρτυρία (ασχέτως αν είναι δίκαιη ή άδικη) είναι στη χώρα μας παρέμβαση νόμιμη και επιθυμητή μόνο αν γίνεται μέσω τηλεοπτικών παραθύρων και αμβώνων… πό την άλλη πλευρά, επί της σκηνής, ένα μπλε αυτοκίνητο αποβιβάζει τους τρεις πρωταγωνιστές του έργου στην είσοδο της Μικρής Επιδαύρου, και από εκεί αυτοί σκαρφαλώνουν στην ακτή της Λήμνου, τόπο εξορίας του Φιλοκτήτη, διωγμένου από τους ομοεθνείς του και συμπολεμιστές Έλληνες εξαιτίας της πληγή του, που τον έχει καταστήσει δυσάρεστο βάρος στον αγώνα τους για την κατάκτηση της Τροίας. Μόνο που, η ακτή της Λήμνου με τα βράχια της είναι ταυτόχρονα και μια εγκαταλελειμμένη μονάδα βαριάς βιομηχανίας του ανατολικού μπλοκ, με σκουριασμένες τροχαλίες, πλατφόρμες παραγωγής και συρματόσκοινα, τόπος (εσωτερικής) εξορίας του συγγραφέα Χάινερ Μίλερ. Τα κοστούμια των χαρακτήρων είναι το ίδιο εύγλωττα με το σκηνικό: αμπέχωνο του Β’ Παγκόσμιου πολέμου με περικεφαλαία, κνημίδες και θώρακα για τον Οδυσσέα, γυμνό τόρσο από πλαστικό και τόξο με πολλαπλά βέλη για τον Φιλοκτήτη, δόρυ και σπαθί για τον επίσης στρατιωτικά ντυμένο Νεοπτόλεμο. Ο Λάνγκχοφ δίνει μαθήματα σκηνοθεσίας. Διαμορφώνει μαγικά γεωμετρίες και ατμόσφαιρες που μεγεθύνουν την πρόζα, αναγκάζοντας το θεατή να εστιάζει σε αυτόν. Μόνο. Τα σκηνοθετικά του «ευρήματα», ο καπνός που βγαίνει από τον κρατήρα του ηφαιστείου / φουρνέλο της φάμπρικας, οι κραυγές από τα όρνεα, ο ήχος των κυμάτων και η εικόνα της βραχώδους ακτής με την αγριεμένη θάλασσα (προβολή), η τροχαλία-γερανός που γίνεται ο γκρεμός του παραλίγο αυτόχειρα Φιλοκτήτη, και που κρέμεται ορατή στο βάθος της σκηνής, ακόμα και το βαθούλωμα των βράχων όπου θα γίνει ο τάφος του ήρωα στο τέλος, εκπηγάζουν από το κείμενο, χωρίς να το εικονογραφούν, και χρησιμοποιούνται με οικονομία. Με την ίδια μαεστρία οι φωτισμοί παίζουν με τόλμη στις κόντρες και τις σκιές, γλιτώνοντάς μας από τη φρίκη της τακτικής στο θέατρο που θέλει τα πρόσωπα φωτισμένα λες και βρίσκονται σε πλατό τηλεόρασης. Το σκηνικό συμπληρώνουν οι πολύ καλές ερμηνείες: Ο Μηνάς Χατζησάββας, Φιλοκτήτης, αποφεύγει έντεχνα την παγίδα του στόμφου, υποστηρίζοντας τους μεγάλους μονολόγους του με μια καλοδουλεμένη σωματική γλώσσα, που ανακαλεί τον πόνο. Ο Λευτέρης Βογιατζής ζωντανεύει τον Οδυσσέα, ελαφρώς εύθραυστος ορισμένες φορές, ερμηνεύοντας εσωτερικά με τον τρόπο του τον πολύπλευρο χαρακτήρα που υποδύεται. Την τριανδρία συμπληρώνει ο Χρήστος Λούλης ως ιδανικός Νεοπτόλεμος, «αρπάζοντας» το ρόλο με θάρρος και πάθος.

ΝΕΟΠΤΟΛΕΜΟΣ vs ΦΙΛΟΚΤΗΤΗΣ Ο Μηνάς Χατζησάββας (δεξιά), πληγωμένο θηρίο, αντιμέτωπος με τον Χρήστο Λούλη, σε μια παράσταση που επεφύλασσε υψηλές εντάσεις και εκπλήξεις.


μια στιγμή

ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008 |

Φωτογραφία: Βίκυ Γεωργοπούλου

Ο Λάνγκχοφ διαμορφώνει μαγικά γεωμετρίες και ατμόσφαιρες που μεγεθύνουν την πρόζα. Με την ίδια μαεστρία, οι φωτισμοί παίζουν με τόλμη στις κόντρες και τις σκιές, γλιτώνοντάς μας από τη φρίκη της τακτικής στο θέατρο που θέλει τα πρόσωπα φωτισμένα λες και βρίσκονται σε πλατό τηλεόρασης.


θέμα

| ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008

Φωτογραφία: Βασίλης Μαθιουδάκης

ΛΟΥΚΕΤΟ ΚΑΙ ΒΟΥΛΟΚΕΡΙ Απόγευμα της 19ης Ιουνίου. Ο Δήμος Αθηναίων έκλεισε το θέατρο του Λυκαβηττού. Οι φαν του Τζέιμς Μπλαντ δεν μπορούν να το πιστέψουν.

Η περιπέτεια του Λυκαβηττού Στις 19 Ιουνίου, το θέατρο στην καρδιά τη Αθήνας σφραγίστηκε με βουλοκέρι. Σήμερα, έπειτα από αντιδράσεις που έμοιαζαν με τσουνάμι αλλά και με ρητή τη διαβεβαίωση των ειδικών ότι ο Λυκαβηττός είναι απολύτως ασφαλής, το μοντέρνο θέατρο που σχεδίασε ο Τάκης Ζενέτος ετοιμάζεται να ξαναϋποδεχτεί τους Αθηναίους. Στις 7 και στις 8 Ιουλίου εμφανίζονται οι Pink Martini, στις 9 του μήνα η Γκλόρια Γκέινορ. Να είστε εκεί. Όταν το απόγευμα της 19ης Ιουνίου κυκλοφόρησε η είδηση, οι περισσότεροι δεν το πίστευαν. «Ο Δήμος Αθηναίων σφράγισε το θέατρο του Λυκαβηττού»! Δεν μπορούσε να γίνει πιστευτό επειδή, στις 9.00 εκείνο το βράδυ, στο θέατρο που έχει σχεδιάσει ο σημαντικός αρχιτέκτονας του ελληνικού μοντερνισμού Τάκης Ζενέτος, θα εμφανιζόταν ο Βρετανός τραγουδιστής Τζέιμς Μπλαντ – ένας ποπ μουσικός με μεγάλο κοινό και στην Ελλάδα. Κι άλλωστε, ο λόγος ασφαλείας τον οποίο είχαν επικαλεστεί οι άνθρωποι του Δήμου, που ανέλαβαν την ευθύνη για το σφράγισμα του χώρου, φθορές στο σκελετό του θεάτρου τόσο σοβαρές που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε κατάρρευση, φαινόταν οξύμωρος: μόλις μερικές μέρες πριν είχε δοθεί συναυλία του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα, τόσο ανεύθυνο ήταν το κράτος και άφησε τόσο

κόσμο εκτεθειμένο στον κίνδυνο; Το Ελληνικό Φεστιβάλ, που έχει τη χρήση του θεάτρου του Λυκαβηττού (και συνεπώς το παραχωρεί για συναυλιακές εκδηλώσεις και για παραστάσεις), και οι άνθρωποί του, προφανώς, γνωρίζουν τις ευθύνες τους. Γι’ αυτό, άλλωστε, από τη στιγμή που υπήρξε αιχμή για ενδεχόμενη στατική ανεπάρκεια του θεάτρου, παραγγέλθηκε αυτοψία προκειμένου να επιβεβαιωθεί ή όχι η δυνατότητα ασφαλούς χρήσης του χώρου. Η αυτοψία έδωσε το πράσινο φως. Εκεί υπετέθη ότι όλα θα είχαν τελειώσει. Όμως, δεν έγινε έτσι. Ο Δήμος Αθηναίων είχε άλλη άποψη. Και τελικά το θέατρο σφραγίστηκε, οι προγραμματισμένες συναυλίες του Τζέιμς Μπλαντ ματαιώθηκαν, ο χώρος δυσφημίστηκε και, υπό το κράτος της αβεβαιότητας, ορισμένες άλλες μεταφέρθηκαν σε άλλους χώρους.

Χρειάστηκαν η ομόθυμη κατακραυγή του Τύπου, η αποδοκιμασία του κλεισίματος του Λυκαβηττού από τον υπουργό Πολιτισμού Μιχάλη Λιάπη στη Βουλή, η ερώτηση της υπεύθυνης του Τομέα Πολιτισμού του ΠΑΣΟΚ Μαρίας Δαμανάκη και η προσφυγή του Φεστιβάλ στο Συμβούλιο Επικρατείας (το οποίο, σύμφωνα με τα κατεθειμένα έγγραφα και τις πραγματογνωμοσύνες, είναι βάσιμο να πιστεύεται ότι θα διέτασσε την επαναλειτουργία του θεάτρου) προκειμένου να ξανανοίξει ο Λυκαβηττός και να επαναποδοθεί το θέατρο το ταυτισμένο με την αναψυχή των κατοίκων της Αθήνας στην προορισμένη γι’ αυτό χρήση.

Το χρονικό Επειδή, στη διάρκεια του κλεισίματος του Λυκαβηττού, μέχρι και το ξανάνοιγμά του

από τον Δήμο Αθηναίων, γράφτηκαν και, κυρίως, ειπώθηκαν διάφορα παραπλανητικά, το Φεστιβάλ Αθηνών, με ανακοίνωσή του, δίνει επακριβώς το χρονικό του αιφνιδιαστικού κλεισίματος του χώρου. Η ανακοίνωση έχει ως εξής: «Η απόφαση της Δημαρχιακής Επιτροπής για το σφράγισμα του Λυκαβηττού πάρθηκε στις 11/6 και εκτελέστηκε στις 19/6, μερικές ώρες πριν από την έναρξη της προγραμματισμένης συναυλίας του Τζέιμς Μπλαντ. Όπως προκύπτει από το κείμενο της απόφασης, μοναδικό στοιχείο για την ενέργεια αυτή αποτέλεσε το από 5/6 έγγραφο της ΕΤΑ για την ενδεχόμενη στατική ανεπάρκεια του Θεάτρου. Την Κυριακή 15/6, με πρωτοβουλία του Ελληνικού Φεστιβάλ, που έχει μόνο τη χρήση του Θεάτρου και όχι την ιδιοκτησία του, διεξήχθη αυτοψία από τον καθηγητή ΕΜΠ


θέμα κ. Π. Καρύδη ο οποίος διαπίστωσε πως δεν συντρέχει κίνδυνος από τη λειτουργία του. Δεν αληθεύει το γεγονός ότι “ο κ. Λούκος ξέχασε να στείλει την έκθεση πραγματογνωμοσύνης”. Αντιθέτως τη διαβίβασε άμεσα στην ΕΤΑ· δηλαδή την ίδια μέρα (Κυριακή 15/06) και, στη συνέχεια, την Τρίτη (17/6), πρώτη εργάσιμη μετά την αργία του Αγίου Πνεύματος, την επέδωσε στις αρμόδιες υπηρεσίες του Δήμου Αθηναίων, στον δήμαρχο κ. Κακλαμάνη, στον αντιδήμαρχο κ. Παπαδάκη, στον πρόεδρο της ΕΤΑ, κ. Αλεβιζάτο, τον διευθύνοντα σύμβουλο της ΕΤΑ, κ. Κοκκώση, στον υπουργό Τουριστικής Ανάπτυξης, στον υπουργό Πολιτισμού και σε όλους τους εμπλεκόμενους φορείς. Την Τετάρτη 18/6 και πριν από την εκτέλεση της σφράγισης, η ΕΤΑ ζήτησε με νέο κατεπείγον έγγραφό της από τον δήμο τη μη σφράγιση του Θεάτρου. Στο έγγραφο αυτό η ΕΤΑ μνημονεύει και λαμβάνει υπόψη την έκθεση του κ. Καρύδη που είχε σταλεί, στο μεταξύ, από το Ελληνικό Φεστιβάλ. Εντούτοις, ο δήμαρχος Αθηναίων και ο αντιδήμαρχος, με τις δηλώσεις τους στα ΜΜΕ, επέμειναν στην αρχική απόφασή τους, διότι τη νέα έκθεση πραγματογνωμοσύνης της ΕΤΑ δεν υπογράφουν οι μηχανικοί που συνέταξαν την αρχική έκθεση (Γ. Σιδηρόπουλος, Ν. Αλευράς) αλλά ο προϊστάμενός τους στην Τεχνική Υπηρεσία, κ. Χαράλαμπος Γιαννόπουλος. Το μεσημέρι της Πέμπτης 19/6 ο δήμος αποφασίζει το σφράγισμα του Λυκαβηττού. Το Σάββατο 21/6 με τρίτο έγγραφό της η ΕΤΑ καλεί εκ νέου το δήμο να ανακαλέσει την απόφασή του. Τη Δευτέρα 23/6 το απόγευμα, μετά τη σύγκληση της Δημαρχιακής Επιτροπής, ο Δήμος Αθηναίων αποφασίζει και αποσφραγίζει το θέατρο».

Τι έγραψε ο Τύπος Από τα δημοσιεύματα που είδαν το φως της δημοσιότητας σχετικά με το θέμα σταχυολογούμε ορισμένα, ενδεικτικά του κλίματος με το οποίο είδαν οι δημοσιογράφοι το ζήτημα που ανέκυψε: • Στο ρεπορτάζ της 20/6, στα «Νέα», που υπογράφει η Μαίρη Αδαμοπούλου, φιλοξενείται η παρακάτω δήλωση του Γιώργου Λούκου: «Η ασυνεννοησία μεταξύ των Τουριστικών Ακινήτων και του Δήμου Αθηναίων έχει τραγικές συνέπειες τόσο για το Ελληνικό Φεστιβάλ όσο και για τους καλλιτέχνες, τους ατζέντηδες και βεβαίως για το κοινό». Η τραγουδίστρια Χάρις Αλεξίου, που αναγκάστηκε να μεταφέρει συναυλία της στο Καλλιμάρμαρο, κάνει στις 23/6, από την ίδια εφημερίδα, θεωρεί το αιφνίδιο κλείσιμο του θεάτρου «εγκληματικό, τερατώδες και τριτοκοσμικό». Εξάλλου, στο σχετικό άρθρο του, ο εκ των αρχισυντακτών της εφημερίδας Παύλος Ηλ. Παπαγιαννίδης σημειώνει (21/6): «Ακόμη κι αν αγνοήσει κανείς τον διεθνή διασυρμό για το αλαλούμ εξουσίας ή προσπεράσει τα διαφυγόντα κέρδη τόσων εταιρειών οργάνωσης συναυλιών που έχουν προκαταβάλει 11.000 ευρώ στο Φεστιβάλ και χρήματα στην Εφορία για τα εισιτήρια, πολλά από τα οποία έχουν προπωληθεί, πώς μπορεί να κωφεύσει στις διαμαρτυρίες τόσων και τόσων θεατών; Και ποιος -και πότε- θα μπορέσει να αποκαταστήσει τη χαμένη τιμή του θεάτρου του Λυκαβηττού που η γραφειοκρατική εσπευσμένη

ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008 |

αστυνόμευση από πλευράς του Δήμου άφησε να αιωρείται πως θα μπορούσε να είναι και “επικίνδυνο” (ενώ αυτό δεν συμβαίνει); Πώς θα μπορέσει κάποιος να ξαναεμπιστευθεί το θεατράκι που αγάπησε και όπου έχουν τρεις γενιές τουλάχιστον χειροκροτήσει τόσα και τόσα αστέρια της τέχνης;» • Από την πρώτη στιγμή, η «Ελευθεροτυπία» έψεξε τη δημοτική αρχή. Στο ρεπορτάζ της Ναταλί Χατζηαντωνίου και της Χρυσούλας Παπαϊωάννου της 20/6, υπό τον τίτλο «Μπουρλότο στο Φεστιβάλ από το δήμαρχο», σημειώνονται και τα εξής: «Βέβαια, είναι ανεξήγητο γιατί ο δήμος αποφάσισε στο... και πέντε να κάνει το “καθήκον” του ως μη όφειλε: η απόφαση στηρίχτηκε σε “ληξιπρόθεσμο” έγγραφο της, ιδιοκτήτριας του θέατρου, Εταιρείας Τουριστικών Ακινήτων περί ανάγκης μελέτης ελέγχου για τη στατική επάρκεια των κερκίδων. Μόνο που η σχετική επιστολή της προς το Ελληνικό Φεστιβάλ (που νοικιάζει τον χώρο, έχοντας την ευθύνη και για το πρόγραμμα), τον ΕΟΤ και τον Δήμο Αθηναίων είχε ημερομηνία 5 Ιουνίου. Ενώ μόλις προχθές, στις 18 Ιουνίου, η ΕΤΑ κοινοποίησε προς τους ίδιους φορείς νέο έγγραφο, με το οποίο τους πληροφορούσε ότι όλα στο θέατρο του Λυκαβηττού (και η στατική επάρκεια) βαίνουν καλώς. Τι κινητοποίησε τόσο βραδέα αντανακλαστικά στον δήμαρχο Νικήτα Κακλαμάνη;» Και στις 23/6 ο Δημήτρης Κανελλόπουλος, υπό τον τίτλο «Επικίνδυνοι ή αρπακολλατζήδες;» σχολίαζε: «Ή το θέατρο είναι όντως επικίνδυνο για την ασφάλεια των θεατών (κάτι που είναι γνωστό από τον Φεβρουάριο ήδη) οπότε ο Δήμος Αθηναίων φέρει τεράστια ευθύνη για την άδεια που έδωσε να πραγματοποιηθούν συναυλίες φέτος εκεί, ή δεν είναι, οπότε ευθύνεται για την ξαφνική του απόφαση να κλείσει το θέατρο λίγες μόνο ώρες πριν πραγματοποιηθεί η sold out συναυλία του Τζέιμς Μπλαντ…» • Ο δηκτικός Παρασκήνιος στην «Καθημερινή» της 21/6 είναι ιδιαίτερα οξύς, όταν γράφει τα εξής: «Δεν θέλει και μεγάλη φαντασία για να καταλάβει κανείς ποιος είναι ο δήμαρχος εκείνος που κατάφερε να τους πάρει όλους εναντίον του (ενώ είχε πολλούς μαζί του). Ο δήμαρχος (…) πάει από το κακό στο… χειρότερο! Του τα ’χαν μαζεμένα –ποιοι; – οι Κολωνακιώτες με τις νερατζιές (μάλιστα, κατάφερε να ξεσηκώσει το Κολωνάκι εναντίον της Ν. Δ.), ακολούθησε το ξήλωμα των γλυπτών του Τάκι από τη Δ. Αρεοπαγίτου και ήρθε το αποκορύφωμα, ο Λυκαβηττός! Κακός χειρισμός; Να το δεχθώ. Ευθυνοφοβία, γραφειοκρατικό αλαλούμ, επίσης να το δεχθώ (δεν μπορώ να κάνω και αλλιώς), αλλά πώς να δεχθεί κανείς την έλλειψη επαφής με την πραγματικότητα και την κοινή λογική; Πάντως, κάνει ό, τι μπορεί για να επιβεβαιώσει το προεκλογικό του σύνθημα: “Δεν έχω πολλά να πω, έχω πολλά να κάνω”! Το αποδεικνύει…». Αλλά και ο αρθρογράφος της εφημερίδας Δημήτρης Ρηγόπουλος σημειώνει: «Η ιστορία του θεάτρου, που μια σφραγίζεται και μια αποσφραγίζεται, εκτός από επικοινωνιακό μπούμερανγκ φαίνεται πως απελευθέρωσε ένα γενικότερο κύμα δυσφορίας για τη σημερινή δημοτική αρχή. Μέσα σε μικρό, σχετικά, χρονικό διάστημα ο Νικήτας Κακλαμάνης δείχνει να έχει απολέσει τη δυναμική της υποψηφιότητάς του…» (25/6). Μια μέρα πριν, η εφημερίδα αναγγέλλει το ξεσφράγισμα του θεάτρου με τον τίτλο «Το

Γίνονται οι συναυλίες των Pink Martini και της Γκλόρια Γκέινορ

• Τελικά, ο Λυκαβηττός θα ξαναλειτουργήσει. Ήδη ετοιμάζεται να υποδεχτεί τους Pink Martini (φωτογραφία δεξιά), που έρχονται για ακόμα μια φορά στην Ελλάδα προκειμένου να μας μεταφέρουν από τη Γαλλία του Μεσοπολέμου στη μυστηριώδη Αραβία, από τη σημερινή Νέα Υόρκη στην Αβάνα του 1930 και από το εξωτικό Σεν Τροπέ ώς τη μυστικιστική Κίνα. Το δωδεκαμελές συγκρότημα, με μουσικούς που προέρχονται από διαφορετικές χώρες και έχουν διαφορετικές μουσικές επιρροές, από κλασική μουσική μέχρι τζαζ και ροκ, δημιουργήθηκαν το 1994 από τον πιανίστα, απόφοιτο του Χάρβαρντ, Τόμας Λόντερντέιλ, ως μια μικρή ορχήστρα τεσσάρων ατόμων με βάση το Πόρτλαντ του Όρεγκον. Έκαναν το ντεμπούτο τους στην Ευρώπη, στο Φεστιβάλ των Καννών, συνοδευόμενοι από τη Συμφωνική Ορχήστρα του Όρεγκον, όπου απέσπασαν διθυραμβικές κριτικές. Έκτοτε άρχισαν να περιοδεύουν με τεράστια επιτυχία σε διάφορες χώρες, όπως Γαλλία, Ισπανία, Βέλγιο, Ελλάδα, Τουρκία, Ταϊβάν, Λίβανο, όπου εμφανίζονταν είτε μόνοι τους είτε συνοδευόμενοι από διάφορες ορχήστρες. Η Ελλάδα αποτελεί αγαπημένο τους συναυλιακό προορισμό καθώς δεν είναι η πρώτη φορά που έρχονται. Μάλιστα, οι προηγούμενες συναυλίες τους ήταν sold out αποδεικνύοντας έτσι πως είναι και ένα από τα αγαπημένα γκρουπ των Ελλήνων. Η επιτυχία τους στηρίζεται στη φαντασία και τη φρεσκάδα της μουσικής τους που συνδυάζει ρετρό και τζαζ μοτίβα με ροκ και ποπ ρυθμούς. «Είμαστε σαν μουσικοί αρχαιολόγοι που ανασύρουμε μελωδίες και ρυθμούς από διάφορα μέρη του κόσμου και δημιουργούμε ένα είδος μοντέρνας μουσικής», όπως περιγράφει ο ιδρυτής τους Τ. Λόντερντεϊλ. • Τα όσα συνέβησαν δεν έγινε δυνατόν να αποτρέψουν ούτε την Γκλόρια Γκέινορ (φωτογραφία αριστερά) από το να τραγουδήσει «στου ιερού Λυκαβηττού το σκούφο». Το βράδυ της 9 Ιουλίου, η βασίλισσα της ντίσκο θα είναι συνεπής στο ραντεβού της με τους Αθηναίους. Θα έχει προηγηθεί μια εμφάνισή της στη Θεσσαλονίκη (7/7), θα ακολουθήσει ακόμα μία στο αρχαίο Ωδείο της Πάτρας (11/7). Η τραγουδίστρια, πάντως, υπόσχεται πως δεν θα είναι μια συνηθισμένη συναυλία, αλλά πιο πολύ ένα καλοκαιρινό πάρτι. Guest djs θα φτιάχνουν ατμόσφαιρα πριν και μετά την εμφάνισή της, σε ανάλογου ύφους ρυθμούς. Κι αυτή θα τραγουδήσει το «Ι am what I am», αλλά και το «Never can say goodbye», το «Reach out I’ll be there» αλλά και το «Honey bee». Και φυσικά τη μεγάλη της επιτυχία, το «I will survive». Πάντως, η Γκλόρια Γκέινορ επέζησε πολλών διακυμάνσεων και η δυναμική επιστροφή της στο τραγούδι σεν περνά απαρατήρητη. Το 2002 ηχογράφησε το πρώτο άλμπουμ μετά από 20 χρόνια, «I wish you love» και το 2006 ακολούθησε το «The answer». Απ’ αυτό ξεχωρίζουμε το «Oh, what a life». Τι ζωή, αλήθεια. Τι παλιοζωή…

Info Οι Pink Martini σάς περιμένουν στις 7 και 8 Ιουλίου για ένα ταξίδι στα πιο όμορφα και ερωτικά μουσικά σημεία του πλανήτη. Η Γκλόρια Γκέινορ θα είναι οικοδέσποινα στο πάρτι της 9ης Ιουλίου.

ακαταλόγιστο του Δήμου Αθηναίων». • Παρόμοια, λίγο-πολύ, αντιμετώπισαν το θέμα και οι άλλες εφημερίδες. Ο Σάκης Δημητρακόπουλος σημειώνει στο «Βήμα» (29/6): «αν όντως υπάρχουν προβλήματα στατικότητας των κερκίδων, αυτά δεν μπορούσαν να έχουν λυθεί το διάστημα που μεσολαβεί από καλοκαίρι σε καλοκαίρι;». Ο «Ελεύθερος Τύπος» αναφέρει (13/6): «Σε εύλογα ερωτήματα δεν έχει δοθεί καμία απάντηση: Γιατί δεν έγινε λεπτομερής έλεγχος το χειμώνα

αλλά στο “και πέντε”; Με τόσα sold out (Λ. Μαχαιρίτσας, Νick Cave, Marc Knopfler) ο κόσμος δεν κινδύνευε; Και, όπως δηλώνει η Χάρις Αλεξίου στον ΕΤ, “ο δήμαρχος ρίσκαρε ;vς τώρα τις ζωές αυτών των ανθρώπων;”» Κι η Αντιγόνη Καράλη σημειώνει στο «Έθνος» (24/6): «Σε τελική ανάλυση το μόνο που έχουν καταφέρει είναι να «κάψουν» τον Λυκαβηττό ως συναυλιακό χώρο για φέτος, αφού ήδη οι μεγάλες παραγωγές έχουν μετακινηθεί σε άλλους χώρους».


επιφυλλίδες

10 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008

Οι γυναίκες και το επώνυμό τους στο γάμο

Τα μελιτζανιά να μην τα βάλεις πια Από τη Ρούλα Γεωργακοπούλου

Η τσαντίλα, λέει, όταν την εκφράζεις και δεν τη βάζεις μέσα σου, τονώνει το μυοκάρδιο και ρίχνει την αρτηριακή πίεση. Από αυτής της απόψεως, τον τελευταίο καιρό σκάω από υγεία κι ας κινδυνεύω να γεμίσω τις λίγες αράδες που μου αναλογούν με μπιπ, με νεκροκεφαλές και συννεφάκια. Όλα αυτά από τη στιγμή που επενέβησαν στο κόμικς της ζωής μου κάποιες κολλητές και πάλαι ποτέ συντρόφισσες στον αγώνα τον καλό. Στην αρχή παραλίγο να τσιμπήσω και να μπω κατευθείαν στο τριπάκι, αλλά, ευτυχώς, ο φεμινιστικός μου αυτοματισμός με έχει εγκαταλείψει προ πολλού. Από πού κι ώς πού πρέπει πάλι ΕΓΩ να γράψω και πάλι ΕΓΩ να καταγγείλω τα επονείδιστα σχέδια αυτής της κυβέρνησης να μας γυρίσει αιώνες πίσω βγάζοντας από το χρονοντούλαπο της ιστορίας το συζυγικό επώνυμο για τις γυναίκες; Και σάμπως δεν ξεσηκώθηκα όταν ήταν ο καιρός μου για την αντισύλληψη, για τον πολιτικό γάμο και για το δεν είμαι του πατρός μου δεν είμαι του αντρός μου; Και σάμπως δεν πήρα την ομπρελίτσα μου και δεν κατέλαβα υπό καταρρακτώδη βροχή τα Προπύλαια τότε που παιζόταν η αλλαγή του Οικογενειακού

Δικαίου, η διατήρηση του επωνύμου των γυναικών μετά το γάμο και η νομιμοποίηση των αμβλώσεων; Ε, δεν θα σηκώσω πάλι εγώ τη μελιτζανιά παντιέρα τη στιγμή μάλιστα που, και ορμονικά να το δει κανείς, δεν με παίρνει καθόλου. Και για να έχουμε καλό ερώτημα, πού στο γερο-διάβολο κρύβονται οι σημερινές φοιτήτριες, αυτές που υποτίθεται ότι αλλάζουν τον κόσμο με συνελευσούλες, καταληψούλες και γιαουρτώματα πρυτάνεων; Έκλεισα το τηλέφωνο στα μούτρα των μαμάδων τους κι άνοιξα το καταλογάκι με τα κινητά των θυγατέρων. Ευτυχώς, διατηρώ μια κάποια οικειότητα μαζί τους, αρκετή πάντως για να τις μπιπ που, ενώ τόσο άνετα γίνονται υποχείρια

Πού στο γερο-διάβολο κρύβονται οι σημερινές φοιτήτριες, αυτές που υποτίθεται ότι αλλάζουν τον κόσμο με συνελευσούλες, καταληψούλες και γιαουρτώματα πρυτάνεων;

ΦΕΜΙΝΙΣΤΙΚΟ ΣΧΟΛΙΟ ΤΟΥ ΝΤΙΣΑΝ; Το περίφημο “L.H.O.O.Q” (1999) του Μαρσέλ Ντισάν. Ας διαβάσουμε τον τίτλο: Elle a chaud au cul. Ας το πούμε στη γλώσσα μας: Έχει καυτό ποπό. Πο, πο!

του πασαένα κνίτη, πασόκου, εακίτη, τώρα δεν παίρνουν κανένα ρίσκο παρά κοιμούνται όρθιες αντί να έχουν σηκώσει την κοινωνία στο πόδι μ’ αυτή την ανήκουστη πρωτοβουλία του υπουργείου Δικαιοσύνης. Τις πέτυχα να λιώνουν στο διάβασμα άλλες με γλωσσολογία, άλλες με αστικό, άλλες με επικοινωνιακές τεχνολογίες κι άλλες με την καταδίκη μου μέσα που ήμουνα νια και δεν γέρασα. «Έλα έλα, η Ρούλα μάς καλεί σε επανάσταση», έλεγαν η μια στην άλλη καλύπτοντας με την παλάμη τους το μικρόφωνο του τηλεφώνου. Έστω κι έτσι, τις έλουσα πατόκορφα και τους έκανα ένα μαλλί που θα το θυμούνται για καιρό. Δεν ντρέπομαι να πω ότι τις αποκάλεσα κοτούλες, γκομενίτσες, χαζές, χωρίς ίχνος γυναικείας περηφάνιας κι ας έχουν οι περισσότερες διπλό επώνυμο, δώρο από τη φεμινιστική θητεία της μαμάς τους. Δεν ντρέπομαι να πω ότι τους επισήμανα, αφήνοντας πλήθος υπονοούμενα, πως η σημερινή Φιλοσοφική βγάζει τις περισσότερες σταρ Ελλάς και η Θεολογική τις περισσότερες πλέι μέιτ. __________________ Η Ρούλα Γεωργακοπούλου είναι δημοσιογράφος, στα «Νέα» και στο περιοδικό «Ταχυδρόμος».

Η ελληνική πόλη παραμένει απολίτιστη

Ξενάκης, Χατζιδάκις και Από τον Γιάννη Ρέντζο

Σε μια φιλική συγκέντρωση στο Παρίσι με σύστησαν σε μια Ιαπωνέζα κυρία. Μόλις μου είπαν το όνομα της δεν το κατάλαβα καλά και ρώτησα αν πράγματι ήταν «Τακαχάσι». Μου το επιβεβαίωσε. Λόγω του πολύ φιλικού περιβάλλοντος πήρα αμέσως το θάρρος να της πω πως γνωρίζω τη σημασία του. «Ψηλή γέφυρα». Εκδήλωσε τον ενθουσιασμό της που ένας Δυτικός το ήξερε και με ρώτησε αν μιλάω λίγο ιαπωνικά. Της εξήγησα λοιπόν πως απλά πριν μερικά χρόνια – νομίζω Ιούνιος 1965 – είχα παρακολουθήσει μια συναυλία στο Ηρώδειο της Αθήνας με έργα Ξενάκη. «Εόντα, αχορρίψεις, πιθοπρακτά, μεταστάσεις»; Κάποια. Δεν θυμάμαι. Διευθυντής ο δικός μας Μάνος Χατζιδάκις και πιανίστας ο Ιάπωνας Τακαχάσι. Τότε το έμαθα, είπα. «Ω! Ξέρετε τον Γιούτζι Τακαχάσι;» με ρώτησε με έκδηλη χαρά. Μετά, μου δόθηκε η ευκαιρία για λίγο να της υπενθυμίσω ποιος ήταν και ο Χατζιδάκις μας. Εκείνη τη βραδιά το Ηρώδειο είχε λίγο κόσμο. Και μάλιστα υπήρχε μια ανησυχία στο κοινό. Ίσως μερικοί σχολίαζαν τα ασυνήθιστα έργα – του Ξενάκη είπαμε – που εκτελούσε το μικρό μουσικό σχήμα στη σκηνή. Το παίξιμο του Τακαχάσι ήταν εντυπωσιακό. Νευρώδες. Ένας ακροατής δίπλα είπε: «έργο για μικρή * Τακαχάσι

ορχήστρα και Γιαπωνέζο», όπως λέμε «κονσέρτο για βιολί και ορχήστρα». Βέβαια δεν ήμαστε μακριά από όσα επακολούθησαν, σε λίγες εβδομάδες, τον Ιούλιο. Ίσως μερικές παρέες συζητούσαν και μετά την έναρξη της συναυλίας πώς έφτασαν εκεί, αφού κάθε ημέρα υπήρχε μια συγκέντρωση στο κέντρο της Αθήνας. Ο Μάνος ενοχλήθηκε από την ανησυχία στο ακροατήριο. Κατέβασε αργά την μπαγκέτα. Η εκτέλεση διεκόπη και εκείνος στράφηκε σιγά σιγά προς το κοινό. Ήταν φανερό πως γινόταν ή θα γινόταν κάτι εκτός προγράμματος. Ήταν μάλλον οργισμένος. Μας ζήτησε λοιπόν να ησυχάσουμε. Είχε δίκιο. «Η παρτιτούρα του Ιάννη Ξενάκη είναι δύσκολη», μας είπε. «Αν συνεχίσετε έτσι θα μπερδευτώ». Χαρήκαμε τα ρω του Μάνου. Από τότε πέρασαν τόσα χρόνια. Το Ηρώδειο γεμίζει. Και άλλοι χώροι και αίθουσες στεγάζουν μουσικές και άλλες εκδηλώσεις. Το Μέγαρο είναι το πιο γνωστό. Ο πολιτισμός έχει βρει, εκεί και αλλού, στέγη. Αναμένεται και η ανέγερση του συγκροτήματος Νιάρχου στο Φαληρικό Δέλτα. Βέβαια συμβαίνουν και μερικά ατυχήματα. Όπως με το Θέατρο Λυκαβηττού, αυτό το καλοκαίρι. Πάντως ένα είναι γεγονός, πως ο πολιτισμός, όπως τον καταλαβαίνουμε, είναι ζήτημα κλειστού χώρου, σκεπαστού ή ανοιχτού, κεντρικού ή περιφερειακού και οπωσδήποτε περι-

φραγμένου. Ο πολιτισμός είναι θέαμα και ακρόαμα, performance και οπτικοακουστικό. Ο πολιτισμός είναι εισιτήριο και παροχή υπηρεσιών. Ο πολιτισμός έχει venue και διάρκεια. Έχει ώρες έναρξης και λήξης. Έχει μέθεξη. Έχει κορύφωση και λύση. Έχει εκτελεστές και υπουργείο. Τίποτε άλλο δεν είναι ο πολιτισμός. Αλήθεια, τίποτε άλλο δεν πρέπει να είναι ο πολιτισμός στην πόλη μας; Ας ανοίξουμε το παράθυρο του κλιματιζόμενου τζιπ να κοιτάξουμε την Αθήνα που τριτοκοσμίζει. Περιμένουμε το φανάρι πάνω στη διάβαση

Ο πολιτισμός είναι θέαμα και ακρόαμα, performance και οπτικοακουστικό. Ο πολιτισμός είναι εισιτήριο και παροχή υπηρεσιών. Έχει κορύφωση και λύση. Έχει εκτελεστές και υπουργείο. Αλήθεια, τίποτε άλλο δεν πρέπει να είναι ο πολιτισμός στην πόλη μας;

των πεζών. Έχει μήνες και χρόνια να ασπριστεί. Μπροστά μας τα μηχανάκια. Δεξιά και αριστερά τα κατάφορτα περίπτερα. Τις ημέρες της απεργίας των οδοκαθαριστών τα δέματα με τις εφημερίδες του σαββατοκύριακου, πάνω στο πεζοδρόμιο, προσέγγιζαν επικίνδυνα τα φορτώματα από τα σκουπίδια. Το αστικό λεωφορείο σταματάει τα μεσάνυχτα. Ο ταξιτζής πρόθυμος, αλλά φίλαθλος και καπνιστής. Το πεζοδρόμιο της όμορφης καινούριας πολυκατοικίας καμπυλωτό για να διευκολύνει το παρκάρισμα στην πιλοτή. Είναι όμως ολισθηρό για το διαβάτη και τον ανάπηρο. Η εύξεινη πόλη του πολιτισμού, άξενη όσο ποτέ. Επί δημαρχίας επωνύμων των Ελλήνων. Ο πολιτισμός του εισιτηρίου και του κλειστού χώρου δεν έγινε λοιπόν ακόμα διάχυτος πολιτισμός. Έμεινε καλλωπιστικός σαν φυτό. Καλλιεργήθηκε αλλά δεν καλλιέργησε. Η ώσμωση ανάμεσα σε κουλτούρα και καθημερινή ζωή δεν πραγματώθηκε. Φάνηκε βέβαια να ξεκίνησε κάτι τον καιρό των Ολυμπιακών Αγώνων. Όμως η ψηλή γέφυρα ανάμεσα σε κουλτούρα και πολιτισμό δεν στήθηκε. Η ελληνική πόλη παραμένει απολίτιστη. Η Τακαχάσι προσδοκάται. __________________ Ο Γιάννης Ρέντζος είναι δρ. Πολιτισμικής Γεωγραφίας του Πανεπιστημίου του Παρισιού.



βόλτες

Φωτογραφία: Βίκυ Γεωργοπούλου

12 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008

Η ΑΝΑΚΥΚΛΩΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΑΛΟΓΟΥ Μια πέτρινη γούρνα με βρώμικα νερά μπροστά στην είσοδο του μετρό, ένα κακόγουστο περίπτερο ανακύκλωσης - και στο βάθος πρασινάδα. Πώς δικαιολογούν όλα αυτά τα παράταιρα την ύπαρξή τους;

Συνηθίσαμε την ασχήμια της πρωτεύουσας; Γιατί έχουμε καταλήξει να αποδεχόμαστε ως αυτονόητη τη δυσάρεστη εικόνα των αθηναϊκών δρόμων και περιττή πολυτέλεια την καθαριότητα και την καλαισθησία; Ο πεζόδρομος της Κοραή είναι ένα καλό case study. Aπό την Κατερίνα Οικονομάκου

Ο χώρος που καταλαμβάνουν τα καφέ της οδού Κοραή είναι απομονωμένος από τον πεζόδρομο, χάρη σε δύο γυάλινα διαχωριστικά. Μπροστά τους, γλάστρες και ζαρντινιέρες με λουλούδια σχηματίζουν θα ’λεγες μια συνοριακή γραμμή. Πίσω από τα τζάμια, τα τραπέζια είναι γεμάτα Αθηναίους που απολαμβάνουν το καλοκαιρινό απόγευμα, σε αυτή την ελάχιστη αστική όαση – υπερβάλλω: μοιάζει με όαση σε σχέση με το υπόλοιπο, ελεύθερο κομμάτι της Κοραή. Θα ’λεγες πως τα γυάλινα διαχωριστικά έχουν τοποθετηθεί ακριβώς για να απομακρύνουν από το βλέμμα των θαμώνων την ασχήμια που έχει πάρει το πάνω χέρι σε αυτόν τον προνομιακό πεζόδρομο του κέντρου. Περνάω τόσο συχνά από την Κοραή που δεν είχα

συνειδητοποιήσει πόσο δυσάρεστη είναι η εικόνα της. Ήταν αρκετό να χρειαστεί να την παρατηρήσω προσεκτικά ξεναγώντας έναν Γερμανό φίλο για να με πιάσει βαθιά μελαγχολία – όχι τόσο εξαιτίας της ασχήμιας που με περιέβαλλε, όσο εξαιτίας της φυσικότητας με την οποία την αποδέχομαι ζώντας στην Αθήνα. Συνηθίζεται η ασχήμια. Σχεδόν δεν αναρωτιέμαι τι λόγο ύπαρξης έχει αυτή η ορθογώνια, πέτρινη γούρνα με τα βρώμικα, πράσινα νερά μπροστά από την είσοδο του μετρό. Ή ποιον εξυπηρετούν τα δεκαεπτά σταντς για free press, που στέκουν άδεια και στοιχισμένα, περιστοιχισμένα από πεταμένα διαφημιστικά φυλλάδια. Τα μηχανάκια που είναι παρκαρισμένα σε όλο το μήκος του δρόμου προφανώς δεν με εκπλήσ-

σουν. Ούτε οι δώδεκα μεγάλες σακούλες σκουπιδιών που στεφανώνουν ένα από τα πέτρινα παγκάκια του πεζόδρομου – ναι, πείσμωσα και τις μέτρησα έτσι για να χωνέψω το παράλογο, βάρβαρο τοπίο της καθημερινότητάς μας. Αυτό που έχουμε εκπαιδευτεί να θεωρούμε δεδομένο. Απέναντι από τα σκουπίδια, εμπρός στη Σταδίου, το κακόγουστο περίπτερο που συστήνεται ως «ολοκληρωμένο κέντρο ανακύκλωσης» του Δήμου Αθηναίων καταλαμβάνει κι αυτό χωρίς κανένα λόγο τα τετραγωνικά του. Προσπαθώ να καταλάβω γιατί είναι περικυκλωμένο από σακούλες με άδεια πλαστικά μπουκάλια, για να διαπιστώσω πως, προφανώς, όποιοι τις έφεραν δεν κατάφεραν να στριμώξουν τα μπουκάλια στις ειδικές

υποδοχές και, πολύ απλά, παράτησαν τις σακούλες στο έδαφος – για να περάσει η καλή νεράιδα της ανακύκλωσης και να τις εξαφανίσει με το ραβδί της; Υποθέτω πως το ολοκληρωμένο κέντρο ανακύκλωσης έχει αποστολή να εκπαιδεύσει τους Αθηναίους στην ορθολογική διαχείριση των σκουπιδιών. Παρέχοντας, μάλιστα, επιχειρήματα βγαλμένα από τον δεκάλογο του χαρωπού προσκόπου: «Ανακυκλώνοντας ένα κουτί αλουμινίου, πόση ενέργεια μπορεί να εξοικονομηθεί; Αρκετή για να ακούσουμε τέσσερις ώρες ραδιόφωνο» διαβάζω – και τώρα καταλαβαίνω γιατί από τα ηχεία ακούγεται το «Δώδεκα» της Άννας Βίσση! Ο Δήμος Αθηναίων μας εκδικείται για κάποιο λόγο; Μήπως διότι δεν τιμούμε τον δημόσιο χώρο που μας επιφυλάσσει; Στο μεταξύ, το τίμημα που πληρώνουμε για να οικοδομηθεί το τρέντι, περιβαλλοντικά ευαίσθητο προφίλ του Δήμου μας, είναι η περαιτέρω αισθητική υποβάθμιση του πεζόδρομου – που τώρα παραπέμπει σε μπερντέ του Καραγκιόζη. Ακυρώνοντας βάναυσα την κομψότητα της οδού Κοραή, το επίμονα ανέπαφο μυστήριο που υπόσχεται η στοά και τη γλύκα των συνειρμών που προκαλούν τα σκαλοπάτια για το υπόγειο του Άστυ, που παραμένει σημείο αναφοράς για τους Αθηναίους σινεφίλ. Ο αυταρχισμός της χαμηλής αισθητικής σχηματίζει ένα ασφυκτικό πλαίσιο, το οποίο ελάχιστες ευκαιρίες δίνει στον περαστικό να αφεθεί στη διακριτική γοητεία ενός δρόμου που έχει συγκροτήσει τη δική του μυθολογία. «Αυτός ο πεζόδρομος θα μπορούσε να είναι θαύμα», λέει ο φίλος που έχει έρθει για τουρισμό – έχει καθίσει σε ένα από τα πέτρινα παγκάκια της Κοραή και χαζεύει τη θέα στη νεοκλασική τριλογία της Πανεπιστημίου και το λόφο του Λυκαβηττού. Μπροστά μας, το θαυμάσιο κτίριο της Εθνικής Τράπεζας. Δεξιά, στη γωνία της Κοραή με τη Σταδίου, το θλιβερό κουφάρι του κτιρίου που προπολεμικά στέγαζε το κομψό, νεοκλασικό Grand Hotel d’Athenes, είναι περικυκλωμένο από σκαλωσιές – σύμβολο μιας πόλης σε καθεστώς διαρκούς εκκρεμότητας και απαξίωσης της ομορφιάς της. Κι αν είναι έτσι, ποιος ο λόγος να κάνουμε βελτιωτικές κινήσεις; Οτιδήποτε θα μπορούσε να κάνει την πόλη ομορφότερη (κάτι πολύ απλό, όπως για παράδειγμα η φροντισμένη κάλυψη του τριώροφου ξεκοιλιασμένου νεοκλασικού, ώστε να μη δείχνει τόσο άχαρο) θεωρείται εκ των προτέρων μάταιος κόπος. Ή, ακόμη χειρότερα, πολυτέλεια. Τα γυάλινα διαχωριστικά των δύο καφέ της Κοραή θυμίζουν με έναν τρόπο τους τοίχους των σπιτιών μας – επιχειρούν να ορίσουν έναν περίκλειστο χώρο μακριά από το αντιαισθητικό, ρυπαρό αστικό περιβάλλον, να δημιουργήσουν ένα άσυλο. Λες κι η ίδια η πόλη δεν μας αφορά, απλώς μας στεγάζει όπως όπως. Είμαστε τόσο εκπαιδευμένοι στην ασχήμια και τη βρωμιά, που τα αντιλαμβανόμαστε ως εγγενή χαρακτηριστικά της Αθήνας. Έτσι την ξέρουμε, έτσι την έχουμε συνηθίσει. Για να τη φανταστούμε διαφορετική, ίσως έχουμε ανάγκη να εκπαιδευτούμε στην ομορφιά – αντί να μας διαφημίζει ο δήμος την ανακύκλωση καταλαμβάνοντας τον πεζόδρομο, ας φρόντιζε να τον διατηρεί καθαρό και καλαίσθητο. Ας δοκίμαζε να μας εθίσει στην ομορφιά, ώστε να μην αντέχουμε να τη στερούμαστε.



για δυνατούς λύτες

14 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008

Quiz

Από τη Μάγια Λεμάγια

Και η παύση είναι μουσική

1. «Adieu, notre petite table»: μια από τις άριες που θα τραγουδήσει στο ρεσιτάλ της, στις 3 Ιουλίου στο Ηρώδειο, η Ρενέ Φλέμινγκ, η λαμπρή υψίφωνος από την Πενσυλβανία που κατέκτησε τον κόσμο. Από ποια όπερα ποιου συνθέτη; i. Από την εύθυμη όπερα «Τζάνι Σκίκι» του Πουτσίνι. ii. Από την πρώτη πράξη της όπερας «Οθέλλος» του Βέρντι. iii. Από τη δεύτερη πράξη της όπερας «Μανόν» του Μασνέ. 2. Σαράντα χρόνια από το ντεμπούτο του ως αρχιμουσικού στην Ορχήστρα του Μουσικού Φλωρεντινού Μαΐου γιορτάζει φέτος ο Ρικάρντο Μούτι, γεγονός που κάνει πανηγυρική την κοινή εμφάνιση συγκροτήματος και μαέστρου στο Ηρώδειο, στις 8 Ιουλίου. Στο μεταξύ, ο Μούτι κλήθηκε και αποδέχτηκε τη θέση του διευθυντή ενός αμερικανικού μουσικού σχήματος. Ποιου; i. Της Συμφωνικής Ορχήστρας του Σικάγου. ii. Της Ορχήστρας Δωματίου του Πανεπιστημίου του Κεντ. iii. Της Μητροπολιτικής Όπερας της Νέα Υόρκης. 3. Τι είναι ο Μπέντζαμιν Μπρίτεν; i. Βρετανός συνθέτης, διευθυντής ορχήστρας, βιολιστής και πιανίστας. ii. Νεοζηλανδός μηχανικός, που παράτησε την επιστήμη του επειδή από τη δουλειά του εμπνεύστηκε ορισμένα οριακά αλλά και φημισμένα έργα ατονικής μουσικής. iii. Αμερικανός πιανίστας με ειδίκευση στον Μπαχ, που εργάστηκε για ένα διάστημα παραγωγός των Rolling Stones. 4. Οι παραστάσεις της όπερας της Λιόν είναι αφιερωμένες στη μνήμη του αρχιμουσικού Μιλτιάδη Καρύδη, 10 χρόνια από το θάνατό του. Σε ποιο από τα παρακάτω μουσικά σχήματα δεν διετέλεσε μουσικός διευθυντής;

i. Στην Κρατική Όπερα της Βιέννης ii. Στην Κρατική Ορχήστρα Αθηνών. iii. Στην Όπερα του Γκρατς. 5. Η Εθνική Όπερα της Λυόν παρουσιάζει, στις 10 και στις 11 Ιουλίου στο θέατρο Ρεξ, την πρώτη και γνωστότερη από τις τρεις «Εκκλησιαστικές παραβολές» του Μπέντζαμιν Μπρίτεν, «Το ποτάμι με τις τουρλίδες». Τι να είναι, άραγε, οι τουρλίδες; i. Είδος νούφαρων. ii. Πουλιά. iii. Σαύρες. 6. Πότε ιδρύθηκε το διάσημο ρωσικό θέατρο Μπολσόι της Μόσχας που, στην πορεία, το 1780, άρχισε να ανεβάζει και όπερες (όπως η όπερα «Μπορίς Γκοντουνόφ» του Μόδεστου Μούσοργκσκι, που στην Ελλάδα παρουσιάζεται στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Αίθουσα Αλεξάνδρας Τριάντη, την 15η και την 16η Ιουλίου, στην αυθεντική ενορχήστρωση του 1872 – δες και φωτογραφία, πάνω δεξιά); i. Το 1703, τη χρονιά που ιδρύθηκε η Αγία Πετρούπολη. ii. Το 1711, όταν τελείωσε ο Ρωσοτουρκικός πόλεμος. iii. Το 1776, ένα χρόνο μετά το ξεκίνημα της Αμερικανικής Επανάστασης. 7. Ο Χαράλαμπος Γωγιός, που παρουσιάζει στην Πειραιώς 260 τη δική του «Πληγή, όπερα σε επτά γεύματα», βασισμένη στο μυθιστόρημα «Damage» της Τζόζεφιν Χαρτ, είχε πρόσφατα εντυπωσιάσει παρουσιάζοντας μια διάσημη όπερα στον μικρό χώρο του Bios, του γνωστού πολυχώρου της οδού Πειραιώς. Ποια; i. «Ο μαγικός αυλός» του Μότσαρτ. ii. «Τροβατόρε» του Βέρντι. iii. «Ταγχόιζερ» του Βάγκνερ. 8. Σε μια μοναδική συναυλία στο Ηρώδειο, στις 11 Ιουλίου, η Ορχήστρα του Πα-

ΜΠΟΡΙΣ ΓΚΟΝΤΟΥΝΟΦ, Η ΟΠΕΡΑ Συνήθως, το διάσημο έργο του Μόδεστου Μούσοργκσκι ανεβαίνει με τις μετατροπές που έχουν γίνει από τον Ρίμσκι-Κόρσακοφ, και οι οποίες είχαν υιοθετηθεί στα ανεβάσματα της όπερας την εποχή του σοβιετικού καθεστώτος. Όμως, ο σκηνοθέτης Αλεξάντερ Σοκούροφ, επιστρέφει στις προεπαναστατικές παραδόσεις.

ρισιού υπό την διεύθυνση του Κρίστοφ Έσενμπαχ, ερμηνεύει τέσσερα έργα του Μορίς Ραβέλ. Το μπαλέτο «Η μάνα μου η χήνα», «Το βαλς», τη Σουίτα για ορχήστρα από το μπαλέτο «Δάφνις και Χλόη» αρ. 2 και το διάσημο «Μπολερό». Ποια μεγάλη χορεύτρια απέδωσε (ή θα αποδώσει) εξίσου διάσημη χορογραφία του «Μπολερό» στο Φεστιβάλ Αθηνών; i. H Σιλβί Γκιλέμ, τη χορογραφία του Μορίς Μπεζάρ. ii. Η Τρίσα Μπράουν, δική της χορογραφία. iii. Η Μαγκί Μαρέν, μια αιρετική διασκευή που είχε διάθεση να προκαλέσει. 9. Ποιος θα διαδεχθεί, το 2010 που θα αποχωρήσει, τον Κρίστοφ Έσενμπαχ στην Ορχήστρα του Παρισιού;

ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΩΝ ΑΠΑΝΤΗΣΕΩΝ Έως τρεις σωστές απαντήσεις Λένε ότι η τύχη βοηθάει τους τολμηρούς – και όντως, δεν είναι και μικρή η βοήθεια που σας έδωσε στο κουιζάκι, μακάρι εξίσου γενναιόδωρη να είναι και στη ζωή σας. Βεβαίως, άμα πάθεις μαθαίνεις – και είμαι πλέον ή σίγουρος ότι, πια, αρχίζετε και αποκτάτε οικειότητα με την κλασική μουσική, την όπερα και όλα αυτά τα πράγματα που, ως προχθές, θεωρούσατε απλώς ότι είναι τέχνασμα για να έχετε καλό φενγκσούι στον ιδιωτικό σας χώρο. Κατά συνέπειαν, εκτός από μια ιστορική φράση του Μπετόβεν που σίγουρα σας έμεινε, οφείλετε να γνωρίζετε και κάτι ακόμα: η κλασική είναι και πάλι της μόδας. Το έγραψε και ο Γιώργος Παυριανός (ο στιχουργός λαϊκών αλλά και χατζιδακικών ασμάτων) στο τακτικό του στιχούργημα στην «Athens Voice»: «Βαρέθηκα τον παίδαρο, λέω να πάω Μέγαρο». Αν αποφασίσετε για αλλαγή να πάτε και Ηρώδειο, δεν θα σας κατηγορήσει κανείς. Τέσσερις έως επτά σωστές απαντήσεις Είστε του ωδείου; Μήπως σπουδάζετε μουσικολογία και αντί να είστε συνδικαλιστής, να βουτάτε κάλπες και να προσπαθείτε με κανένα καλό σκονάκι να γράψετε τις διαφορές του Μπετόβεν από τον Γιάννη Χρήστου, σπασικλιάζετε στα ογκώδη βιβλία και στις μουσικές βιβλιοθήκες; Μήπως πάλι θέλετε να γίνετε παραγωγός του Τρίτου Προγράμματος, οραματίζεστε δική σας

i. O Ρικάρντο Μούτι. ii. Ο Κωνσταντίνος Καρύδης. iii. Ο Πάαβο Γιάρβι. 10. Έργα του Σεργκέι Προκόφιεφ, υπό την μουσική διεύθυνση του Αλεξάντρ Βεντέρνικοφ, θα παρουσιάσει η Συμφωνική Ορχήστρα και Χορωδία του Μπολσόι, σε μια μοναδική συναυλία το βράδυ της 14ης Ιουλίου. Ανάμεσα στα έργα που θα εκτελεσθούν, είναι και η καντάτα για μετζοσοπράνο, χορωδία και ορχήστρα, έργο 78, «Αλέξανδρος Νιέφσκι». Η συγκεκριμένη μουσική γράφτηκε για το ομώνυμο κινηματογραφικό έργο. Ποιος το είχε γυρίσει; i. O Λεβ Κουλέσοβ. ii. Ο Σεργκέι Αϊζενστάιν. iii. Ο Αλεξάντερ Ντοβζένκο. εκπομπή (λόγου, φυσικά) και προετοιμάζεστε να φρονηματίσετε όλους εμάς τους ελαφρούς; Ό,τι κι αν είστε, ακόμα και εργαζόμενος ή εργαζόμενη στο Φεστιβάλ Αθηνών, το βέβαιον είναι ότι έχετε γερές βάσεις πάνω στις οποίες μπορείτε να στηρίξετε μια βαθύτατη σχέση με τη μουσική, με τις τέχνες ευρύτερα και με τους θεράποντές τους (και τις θεραπαινίδες τους). Μη θριαμβολογείτε. Με τον ίδιο τρόπο που μπορείτε να κερδίσετε τη ζωή σας χάρη στην τέχνη, με τον ίδιο μπορείτε και να τη χάσετε. Πάντα υπάρχουν μπροστά οι δυο δρόμοι που σας καλούν ποιον να βαδίσετε. Το δρόμο των κουλτουριάρηδων, τον εκστατικό, ελαφρά μπερδεμένο, στρωμένο με πέρλες και φο γυαλιστερά στολίδια που μπορεί να σας οδηγήσει στο ψώνισμα της σνομπ έπαρσης. Και το δρόμο τον κανονικό, όπου δεν χρειάζεται να επιδεικνύετε τίποτα γιατί έχετε εμπιστοσύνη στα βήματα και στην αναπνοή σας. Διαλιέχτεεεεε… Οκτώ έως και δέκα σωστές απαντήσεις Τι να πω! Αν γνωρίζετε και το λατινικό όνομα της τουρλίδας, numenius arquata, με στείλατε κανονικά. Για λίγο, βεβαίως. Διότι, όχι στην περιοχή της κουλτούρας αλλά στο χώρο της αγκρικουλτούρας (και της οικοκουλτούρας), υπάρχουν πολλά ακόμα ονόματα που ζητούν τη λατινική ταύτισή τους. Σας λένε τίποτα, ονομασίες όπως: καλαμόκιρκοι, βαλτόκιρκοι, βραχοκιρκίνεζα, φαλαρίδες, καλημάνες, κοκκινοσκέλιδες, λιβαδοκελάδες, φαλακροκόρακες; Μην αρχίσετε να τους αναζητάτε στους Μπρίτεν του μέλλοντος.

ΟΙ ΛΥΣΕΙΣ 1. iii 2. i 3. i 4. ii 5. ii 6. iii 7. ii 8. i 9. iii 10. ii

Όταν ήμουν μικρή, στο γυμνάσιο της μικρής, επαρχιακής μας πόλης, στο μάθημα της μουσικής φοβόμουν. Άτεχνη και ατάλαντη, για να μπορώ να αποφεύγω το σολφέζ, τις κλίμακες, τις διέσεις και τις υφέσεις ανακάλυψα την κοπάνα. Μια καταραμένη ημέρα, όμως, ο καθηγητής με βρήκε αναγκαστικά στο μάθημα και με σήκωσε στην έδρα. Αφού με στραπατσάρισε καλά καλά, μου είπε στη συνέχεια: «Πες μας τώρα και κάτι, ό,τι ξέρεις, για να πάρεις τη βάση». Τίποτα δεν ήξερα. Και τότε, σαν φλασιά, πέρασε από το μυαλό μου μια ιστορική φράση του Μπετόβεν. Απηχούσε τα μαύρα μεσάνυχτα που είχα. Θα μου εξασφάλιζε και τη βάση. «Και η παύση είναι μουσική», είπα πελιδνή. Και έκτοτε, άρχισα να μαζεύω γνώσεις και να τις επιδεικνύω δεξιά αριστερά. Μοιραστείτε μαζί μου μερικές, με αφορμή τις μουσικές εκδηλώσεις του Φεστιβάλ Αθηνών.



noir ιστορίες

16 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008

Λογοτέχνες γράφουν noir διήγημα στην «εφ». Σήμερα ο Πέτρος Μαρτινίδης

Με το αυτί στο έδαφος πτώση από το ρετιρέ έκανε λιώμα τα κόκαλά του, το κρανίο του βαθούλωσε το πεζοδρόμιο. Φρίττοντας τον αντίκρισαν όσοι πλησίασαν. Κορμί διπλωμένο, χέρια ανοιχτά, κεφάλι στο πλάι. Πέθανε όπως είχε ζήσει. «Με το αυτί στο έδαφος», κατά την έκφρασή του. Έκφραση που υποδήλωνε την αγγλομάθεια, όσο και τη στάση του στη ζωή και στη λογοτεχνία. Αφουγκραζόταν κάθε επερχόμενο συρμό και τον προλάβαινε επιτυχώς. Στρουκτουραλιστής, μεταμοντέρνος, αποδομιστής και πάντα «βαθύτατα Έλλην», όπως χαρακτηρίστηκε από την πρώτη του εμφάνιση στα γράμματα, ο Τάσος Τερζής είχε αναγορευτεί, στα σαράντα-κάτι, ο πιο διάσημος συγγραφέας της Θεσσαλονίκης. Καλεσμένος σε όποια τηλεοπτική εκπομπή αναφέρονταν βιβλία και τιμώμενος σε κάθε σχετικό φεστιβάλ, είχε μπροστά του σχεδόν άλλα τόσα δημιουργικά χρόνια. Δικαίως οι τοπικές εφημερίδες θρήνησαν τον «θάνατο του συγγραφέα». Οι στενοί του φίλοι, όλοι παλιοί συμμαθητές κι εγώ ανάμεσά τους, όφειλαν να ξεχάσουν τις κακοήθειες και να νιώσουν τύψεις για όσα κατά καιρούς σχολίαζαν σε βάρος του. Ο γαλαντόμος Νίκος, ή ψηλέας, μεμφόταν την τσιγκουνιά του. Τον τραπέζωνε κάθε τόσο κι ο άλλος του πήγαινε το τελευταίο του βιβλίο μόνο, με αφιέρωση. Χωρίς ποτέ να ανταποδίδει το κάλεσμα. Ο αριστερός Χρήστος τον επέκρινε ως καιροσκόπο. Τον είχαμε γνωρίσει σοσιαλιστή στο Λύκειο, ’79 με ’82, έγινε φιλελεύθερος το ’88, ξανά σοσιαλιστής το ’92, μεταπήδησε αργότερα στον ευρωσκεπτικισμό (που ταίριαζε στη «βαθιά ελληνικότητά» του) κι εξασφάλισε νέες εύνοιες το 2004. «Για να κρατά an ear to the ground, όπως παινεύεται, να προλαβαίνει τα καλλιτεχνικά ρεύματα», επαναλάμβανε συχνά ο Χρήστος, «πιάνει μαζί και τα πολιτικά και τη βολεύει. Αμ δε λέγεται ευαισθησία αυτό· οπορτουνισμός λέγεται»! Ο Μιχάλης, τέλος, τον μεμφόταν για τον δεύτερο γάμο του. Ο Τάσος είχε διαζευχθεί στα γρήγορα ένα πρώτο του αίσθημα, για να παντρευτεί τη Ρίτα. Κούκλα, κόρη μεγαλοεργολάβου και εξαιρετική πιανίστρια στα 22 της, πολύ θα την ήθελε ο ίδιος ο Μιχάλης. Την είχαν γνωρίσει ταυτόχρονα, στον γάμο του Νίκου, μα ο Τάσος τον πρόλαβε κι ο Μιχάλης σκύλιαζε. «Και με τη Ρίτα οπορτουνιστής αποδείχνεται», ενίσχυε τον Χρήστο. «Τέσσερα χρόνια μαζί και, όποτε τους συναντώ, την έχει στη μπάντα. Την πήρε για να αναδειχτεί με την προίκα της, μα τώρα κοιτάει άλλες μικρές, που κρέμονται από τα χείλη του… Ψιλοκαθαρματάκι ο συμμαθητής μας». Εγώ δεν μεμφόμουν για τίποτε τον Τάσο. Όχι φανερά, τουλάχιστον. Δεν είχα γίνει αρχιτέκτονας, όπως ο Νίκος, ή ηθοποιός, όπως ο Χρήστος, να τον ζηλεύω για τη διασημότητά του. Δεν έγινα ούτε γυμναστής, όπως ο Μιχάλης, να προπονούμαι όλη μέρα και να σκυλιάζω που, παρά την κορμάρα, ο Τάσος

τα κατάφερνε πολύ καλύτερα με τις μικρούλες. Το βιβλιοπωλείο του πατέρα μου κληρονόμησα, οι δουλειές δεν πήγαιναν πολύ καλά, μα είχα χρόνο για διάβασμα. Έτσι έγινε τακτική πελάτισσά μου η Ρίτα. Της πρότεινα βιβλία που της άρεσαν κι ένα ανοιξιάτικο βράδυ, ενώ ο Τάσος έλειπε στο Λονδίνο να προωθήσει μεταφράσεις έργων του, ανεβήκαμε στο μικρό μου διαμέρισμα για ένα ποτό. Έκτοτε, γίναμε εραστές. Φυσικά, δεν είπα τίποτε σε κανέναν. Ούτε καν στον Μιχάλη, που τον ήξερα από το Δημοτικό κι όταν πηγαίναμε για σκοποβολή, με τα αεροβόλα μας, εκείνος μου εκμυστηρευόταν τα αιμομικτικά του αισθήματα προς την αδελφή του. Κάτι ωστόσο άρχιζε να υποψιάζεται ο Τερζής. Δεν είχε περάσει άδικα μια ζωή «με το αυτί στο έδαφος». Μας κοιτούσε όλους καχύποπτα, στο πρώτο και τελευταίο μας τραπέζωμα σπίτι του, παραμονή του θανάτου του. *** κείνο που εξοργίζει τους απατημένους συζύγους δεν είναι ότι χάνουν την αφοσίωση των γυναικών τους. Είναι ότι χάνουν την αφοσίωση των ανανεωμένων χάρη στον εραστή γυναικών τους. Μπορεί η ιστορία μου με τη Ρίτα να μην είχε ξεκινήσει, εάν δεν μου εκθείαζε κάποιες «σοφές» ρήσεις του Τάσου και δεν της έδειχνα από πού τις ξεσήκωνε. Με το βιβλίο ιστορίας της ΣΤ΄ Δημοτικού λ.χ., όταν κυριάρχησε στα ΜΜΕ την άνοιξη του 2007, η Ρίτα ρώτησε πώς μου φάνηκαν οι εμφανίσεις του σε διάφορα κανάλια και η φράση του, σε όλα, περί «ελληνοχριστιανισμού τον οποίο πολεμούν διάφορα διεθνή κέντρα, αλλ’ αυτός, είτε κερδίζει είτε χάνει μάχες, ποτέ δε θα χάσει τον πόλεμο»! Περιορίστηκα να της δείξω κείμενα ενός νιγηριανού μουσουλμάνου, που έλεγε το ίδιο για το Ισλάμ, ενός βιετναμέζου πολιτικού, που έλεγε το ίδιο για το Βιετνάμ, κι ενός λατίνου ποιητή, που μάλλον είχε κάνει πρώτος αυτή τη δήλωση για την αρχαία Ρώμη. Το πιο καίριο πλήγμα, πάντως, το επέφερα όταν η Ρίτα ήρθε, καμαρωτή, να μου δείξει μια συνέντευξη του Τερζή. Όπου εξηγούσε ότι: «τα στοιχειώδη συστατικά αυτού του κόσμου δεν είναι ελάχιστα σωματίδια, άτομα ή κύματα ύλης, αλλά τόνοι, χρώματα, αποστάσεις, πιέσεις ή διάρκειες –ό,τι ονομάζουμε αισθήσεις– κι άρα η σύνθεση συνειδήσεων και ύλης παραμένει μία!» Της έβγαλα ένα κείμενο του Ερνστ Μαχ που υποστήριζε τα ίδια, αυτολεξεί, στο τέλος του 19ου αιώνα, ένα του Αλεξάντρ Μπογκντάνοβ, που τα ασπαζόταν, κι εκείνο του Λένιν για τον εμπειριοκριτικισμό, που τα καταδίκαζε. Φυσικά, το σημαντικότερο πλήγμα που επιφέρει ο εραστής στις πρωτοτυπίες του συζύγου δεν αφορά ρήσεις. Συνήθως, το πλήγμα έχει να κάνει με πρωτοβουλίες ερωτικών διαχύσεων. Η Ρίτα έδειξε να συνταράσσεται με χάδια που, μέχρι τότε, δεν ήξερε ότι οδηγούν τόσο μακριά στην απόλαυση. «Τίποτε δεν

έχει ολοκληρωθεί, εάν κάτι ακόμα απομένει να γίνει», της είπα περί το τέλος της πρώτης μας βραδιάς και η ευδαιμονία της κορυφώθηκε με γέλια. Παρασιώπησα, ωστόσο, ότι η φράση δεν ήταν δική μου αλλά του Καρλ Φρίντριχ Γκάους. Στο κάτω κάτω εκείνος αναφερόταν σε άλυτα μαθηματικά προβλήματα, ενώ η λογοκλοπή μου σχετιζόταν με την αριθμητική των οργασμών. Καθώς η αμφισβήτηση στο κρεβάτι συνδυάστηκε με την αμφισβήτηση στη βιβλιογραφία (ή αντίστροφα), ο Τάσος ένιωσε να χάνει το έδαφος κάτω από τα πόδια του. Όχι όμως κάτω από το αυτί του! Ένα απόγευμα η Ρίτα μπήκε στο βιβλιοπωλείο χλωμή. Έκανε πως κάτι ψάχνει κι όταν πλησίασα ψιθύρισε πως την παρακολουθούν. «Κάποιος που τον έβαλε ο Τάσος», διευκρίνισε έντρομη. Θα ήταν μεγάλη έκπληξη να ξόδεψε λεφτά σε ιδιωτικό ντετέκτιβ ο Τερζής, μα δεν είπα τίποτε. Προσπάθησα να την καθησυχάσω. Αδίκως. Βρισκόταν σε φάση που δεν της επέτρεπε να τα χαλάσει με τον σύζυγό της. Ο πατέρας της αντιμετώπιζε οικονομικά προβλήματα και έλπιζε ότι, όπως με τον γάμο βοήθησε εκείνος στην προώθηση του γαμπρού, θα τον βοηθούσε τώρα κι ο γαμπρός με τα συσσωρευμένα κέρδη. Είχε περισσότερες πιθανότητες να του πέσει λαχείο, μα πάλι δεν είπα τίποτε. Η Ρίτα πίστευε πως θα καταφέρει τον σύζυγό της. Φτάνει να μη μεσολαβούσαν υποψίες απιστίας. Αρκετά τον προκαλούσε επί ένα χρόνο, με την αμφισβήτηση των πρωτοτυπιών του και τις απροθυμίες της στο κρεβάτι. Περάσαμε τρεις εβδομάδες χωρίς συνάντηση. Ούτε καν τηλεφώνημα, μήπως ο Τάσος έλεγχε το κινητό της. Την τέταρτη εβδομάδα άρχισα να τρελαίνομαι. Στον ένα χρόνο της σχέσης, νόμιζα πως το πιο μεγάλο ποσοστό απόλαυσης το αντλούσε εκείνη. Δεν είχα συνειδητοποιήσει πόσο πολύ χρειαζόμουν την αίσθηση πλησμονής, που μου έδινε η δική της ικανοποίηση. Χωρίς τους στεναγμούς, τις δονήσεις και την ευδαιμονία της, ο κόσμος στέγνωνε απελπιστικά. Η ηδονή της πότιζε την ύπαρξή μου και η στέρηση το φανέρωσε. Πέμπτη εβδομάδα δεν άντεξα. Στήθηκα έξω από την πολυκατοικία τους, στην νέα παραλία. Ήξερα πως παρέδιδε μαθήματα πιάνου κι έφευγε νωρίς, ενώ ο Τάσος, με το που καλοκαίριαζε, έπαιρνε πρωινό στη βεράντα περιμένοντας την έμπνευση. Μόλις με είδε η Ρίτα στράφηκε προς τα πάνω, μήπως εποπτευόταν η αναχώρησή της. Με δυσκολία δέχτηκε να πούμε δυο κουβέντες. Ο πατέρας της εξακολουθούσε να περιμένει ενίσχυση και η ίδια να καλοπιάνει τον σύζυγό της. Αδύνατο να ρισκάρει ύποπτη απουσία. «Μόνο αν κληρονομούσα τον Τάσο θα μπορούσα να σε ξαναδώ», μουρμούρισε απελπισμένη κι έτρεξε να μπει σ’ ένα ταξί. Δεν εννοεί αυτό που υποθέτω, σκέφτηκα αμέσως. Ωστόσο, με αυτή ακριβώς τη σκέψη παιδεύτηκα δυο μερόνυχτα. Φανταζόμουν να καραδοκώ με το αμάξι μου τον παλιό συμ-

μαθητή, να τον χτυπώ και να εξαφανίζομαι. Κι όταν, την μεθεπομένη, τηλεφώνησε ο Τάσος να με καλέσει σπίτι τους, πάγωσα. Μάντεψε τι σχεδιάζω και θα με μεμφθεί αυτός πλέον, υπέθεσα. Θα είχε κάθε δίκιο. Ευτυχώς, καλούσε όλη την παρέα. Τον Νίκο με τη γυναίκα του, τον Μιχάλη με την αδελφή του, η οποία από χρόνια καλόβλεπε τον Χρήστο, και τους μαγκούφηδες Χρήστο και του λόγου μου. Θα γιορτάζαμε «κάτι πολύ ευχάριστο», ανήγγειλε χωρίς άλλη διευκρίνιση. Δέχτηκα κι έπειτα το μετάνιωσα, μα είχα δεσμευτεί. Έτρεμα στην ιδέα πως το «ευχάριστο» μπορεί να ήταν εγκυμοσύνη της Ρίτας. Στο θέατρο, ζεύγη που φτάνουν στο χείλος του χωρισμού συμφιλιώνονται χάρη σε μια εγκυμοσύνη, και ευτυχούν οριστικά. Η ιδέα με τρόμαζε. Το ίδιο, όμως, κι η ιδέα να βγάλω απ’ τη μέση τον Τάσο για να έχω ξανά τη Ρίτα. Έφτασα με ρίγη στο ρετιρέ τους κι εξακολούθησα να ριγώ, όλο το βράδυ. Τσίμπησα ελάχιστα από τα φαγητά που είχαν σερβιριστεί στη βεράντα και, αφού όλοι επέμειναν να μη φύγω, κούρνιασα στο μισοσκότεινο σαλόνι. Ενδιαφέρονταν για την κατάστασή μου, πότε πότε, κι έπειτα με ξεχνούσαν. Περνώντας, ρωτούσαν «είσαι καλύτερα;» και συνέχιζαν να μπαινοβγαίνουν. Το έκαναν αρκετές φορές, πρέπει να πω. Για επιπλέον κρασί, για επιδόρπια, για να ξεναγηθούν στο σπίτι. Κι όποτε η Ρίτα χανόταν στα πίσω δωμάτια ή στην κουζίνα, με κάποιον από την παρέα, έτρεχε μαζί κι ο Τάσος, ακολουθούμενος σύντομα από τους υπόλοιπους. Ήταν φανερό πως ο συγγραφέας δεν άφηνε τη σύζυγό του να απομονωθεί με κανέναν από τους παλιόφιλους. Μόνο όταν οι τρεις γυναίκες πήγαν να φέρουν τις σαμπάνιες έμεινε στη θέση του. Αυτό με παρηγόρησε. Έκανε επίσης φανερό πως οι υποψίες του διαχέονταν σε όλους μας. Το άλλο που με παρηγόρησε ήταν η ανακοίνωση της «ευχάριστης είδησης». «Γιορτάζαμε», εν τέλει, το συμβόλαιό του με έναν εγγλέζικο εκδοτικό οίκο, που θα μετέφραζε το τελευταίο του μυθιστόρημα. «Οι Άγγλοι ξετρελάθηκαν», δήλωσε με οίηση, από το πώς εμφάνιζε τον υπόκοσμο της Θεσσαλονίκης του ’60. Αγιοποιημένο, χάρη στην άδολη αγάπη του για το λαϊκό τραγούδι. Παρά τις πολιτικές δολοφονίες, το παρακράτος και την τρομοκράτηση κάθε προοδευτικού, ο Τάσος, πράγματι, είχε μετατρέψει εκείνα τα καθάρματα σε τρυφερές ψυχές. Όσο διάβαζα το μυθιστόρημα, μου ερχόταν αναγούλα. Μα οι Άγγλοι το εκτίμησαν σαν «αναστροφή του κόσμου του Ντίκενς, με μεσογειακό άρωμα», μας τόνισε ακόμη πιο περήφανος. Μπράβο τους. Το τελευταίο που σκεπτόμουν πάντως, όταν φεύγαμε, ήταν τα κριτήρια των Άγγλων. Όσο για το άλλο πρωί, κάθε μου σκέψη παραμερίστηκε. Μόλις διαδόθηκε η είδηση του θανάτου του, πήρα τη Ρίτα στο κινητό της. Αποκλειόταν να ελεγχθούν οι κλήσεις της, πλέον.


noir ιστορίες

Φωτογραφία: Βίκυ Γεωργοπούλου

ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008 | 17

Πήγαινε στην αστυνομία να καταθέσει, με πληροφόρησε, θα τα λέγαμε στην κηδεία. Τη συλλυπήθηκα και κλείσαμε. Στη λαμπρή κηδεία της επομένης, με μακρά εγκώμια από τις αρχές της πόλης, επίκεντρο όλων των συζητήσεων ήταν η ατυχία του Τερζή. Πήγε να διορθώσει την τέντα της βεράντας, υπέθεταν, στηρίχτηκε σε μάρμαρο του στηθαίου και το μάρμαρο υποχώρησε. Ή το ανάποδο. Έσκυψε να ασφαλίσει το ξεκολλημένο μάρμαρο και, την ίδια στιγμή, έγειρε η τέντα από τον αέρα και τον έσπρωξε στο κενό. Καθώς η Ρίτα έλειπε στα πρωινά της μαθήματα, κανείς δεν μπορούσε να διευκρινίσει με βεβαιότητα τι έγινε. Ομολογώ πως κάθε στενοχώρια μου αντισταθμιζόταν από την προσδοκία να συμμετέχω στην παρηγοριά της φρέσκιας χήρας. Αλλά οι μεγάλες προσδοκίες ευοδώνονται μόνο στον Ντίκενς. *** ια μία ακόμη εβδομάδα η Ρίτα το πήγε από αναβολή σε αναβολή. «Να βρεθούμε, ναι, αλλά όχι αμέσως, είμαι πολύ συγχυσμένη, καταλαβαίνεις…» Καταλάβαινα. Αυτή ήταν η δυστυχία μου. Εκείνο που με καταγοήτευσε και εξακολουθούσε να με κρατά γοητευμένο ήταν οι ενθουσιασμοί της από τα χάδια μου. Τι να την έκανα, λοιπόν, αν συναινούσε για να μη μου χαλάσει χατίρι; Της πρότεινα, περίλυπος, να τη δω έστω για 10 λεπτά. Συμφώνησε. Ήρθε, πανέμορφη κι επιθυμητή όσο ποτέ, για ν’ ακούσει ήρεμη τι καταλάβαινα.

Της είπα πως όσο καθόμουν στο μισοσκότεινο σαλόνι, με ρίγη και τύψεις για ό,τι με υποκίνησε να σχεδιάζω, κι εκείνη μπαινόβγαινε με κάποιους και τον Τάσο από πίσω, είχα παρατηρήσει ορισμένες κινήσεις. Πρώτον, τον Χρήστο να χαλαρώνει τους πύρους της τέντας. Δεύτερον, τον «ψηλέα» Νίκο να ακροβατεί στο στηθαίο, για να καρφιτσώσει ένα χαρτονόμισμα των 200 ευρώ στο κάγκελο του διπλανού ρετιρέ. Τρίτον τον Μιχάλη, όταν έτυχε να μείνει κι αυτός μόνος στη βεράντα, να προσέχει το καρφιτσωμένο 200άρι και, ως χειροδύναμος, να λασκάρει το μάρμαρο όπου πάτησε ο Νίκος. Ο καθένας τους, δηλαδή, προετοίμασε ένα πιθανό ατύχημα για τον Τερζή. Ο Χρήστος, για να του πέσει η βαριά τέντα με το πρωινό αεράκι· ο Νίκος, για να εξάψει την απληστία του· κι ο Μιχάλης, που σωστά υπέθεσε ότι το 200άρι θα τον εξήπτε, για να το κάνει ακόμη πιο επικίνδυνο. Συνδυάστηκαν και τα τρία. Την ώρα του πρωινού ο Τάσος είδε το χαρτονόμισμα, πάτησε στο ξεκολλημένο μάρμαρο, στηρίχθηκε στην ετοιμόρροπη τέντα και βρέθηκε στο κενό. Ήταν ατύχημα, ασφαλώς. Μα ο καθένας είχε έρθει, εκείνο το βράδυ, με μια διάθεση σαν τη δική μου. Επειδή, όπως εγώ ή για παρεμφερείς λόγους, κανείς τους δεν άντεχε τη στέρησή της. Μέχρι κι ο παντρεμένος Νίκος. Μας μάγεψε και τους τέσσερις, η στοργική κόρη, ώστε ένας απ’ όλους να σκοτώσει τον φιλοχρήματο σύζυγο, για να ευνοηθεί ο στριμωγμένος πατέρας. «Δεν καταλαβαίνω τι μου λες», είπε στο τέλος των εξηγήσεών μου, με ύφος θιγμένου. «Γιατί με στεναχωρείς, τώρα; Εσύ, που μου έδωσες

τόση χαρά;» Την άφησα να φύγει, χωρίς να απαντήσω. Ούτε της ομολόγησα, ασφαλώς, πως αν το άλλο πρωί δεν κρυβόμουν με το παιδικό μου αεροβόλο στους θάμνους του πάρκου, απέναντι από την πολυκατοικία τους, να ρίξω μια βολή στην πλαστική τέντα όταν ο Τερζής ακροβατούσε να φτάσει το 200άρι, δε θα αιφνιδιαζόταν από τον κρότο κι έτσι το λασκάρισμα της τέντας ή του μάρμαρου, μόνο, δεν θα έφερνε αποτέλεσμα. Δεν είχε νόημα να της το πω. Η ομολογία μου δεν θα άλλαζε τη στάση της. Σώπασα κι έμεινα και εγώ «με το αυτί στο έδα-

φος», να αφουγκράζομαι τις εξελίξεις. Δεν είναι κάτι δύσκολο, τελικά. Οι θλιμμένες φάτσες Μιχάλη, Νίκου και Χρήστου, όποτε τους συναντώ, με πείθουν πως κι εκείνοι αντιμετωπίστηκαν ανάλογα. Και είδα προχθές, σε κοσμική στήλη, φωτογραφία της Ρίτας με κάποιον ιταλό αρχιμουσικό του φεστιβάλ Αθηνών. Οι δουλειές του πατέρα της πάνε καλά, ακούω, κι η ίδια προβλέπω ότι σύντομα θα δίνει ρεσιτάλ στην Ιταλία. Ναι, δεν είναι δύσκολο να αφουγκράζεσαι τα επερχόμενα. Αποστραγγίζοντας τη γνώση, όμως, σου κατακάθεται η απόγνωση.

Ποιος είναι Καθηγητής αρχιτεκτονικής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, ο Πέτρος Μαρτινίδης εκτός από βιβλία για την αρχιτεκτονική έχει συστηματικά ασχοληθεί με την παραλογοτεχνία και τα κόμικς. Ως συγγραφέας αστυνομικών αφηγημάτων πρωτοεμφανίστηκε το 1998 με το μυθιστόρημα «Κατά συρροήν». Ακολούθησαν τα μυθιστορήματα «Σε περίπτωση πυρκαϊάς», 1999, «Παιχνίδια μνήμης», 2001, «Δεύτερη φορά νεκρός», 2002, «Μοιραίοι αντικατοπτρισμοί», 2003, «Η ελπίδα πεθαίνει τελευταία», 2005, «Ο θεός φυλάει τους άθεους», 2006 (όλα από τη Νεφέλη). Συμμετείχε στη συλλογή «Ελληνικά εγκλήματα: Δέκα αστυνομικές ιστορίες» (Καστανιώτης, 2007), συμμετέχει και στη συλλογή «Ελληνικά εγκλήματα 2: Δεκατρείς αστυνομικές ιστορίες» (Καστανιώτης, 2008). Άλλα βιβλία του είναι: «Σημειολογία των αντιλήψεων και των θεωριών για την αρχιτεκτονική» (Τ.Ε.Ε. 1979), «Συνηγορία της παραλογοτεχνίας» (Πολύτυπο 1982 και συμπληρωμένη έκδοση, Υποδομή 1994), «Οι λέξεις στην αρχιτεκτονική και την επιστημονική σκέψη» (Σμίλη, 1990), «Κόμικς, τέχνη και τεχνικές της εικονογράφησης» (Α.Σ.Ε. 1990, επανέκδοση 1991), «Η υψηλή τέχνη της απελπισίας: γύρω από τον Ισοβίτη του Αρκά» (Ύψιλον, 1992), «Μεσιτείες του ορατού» (Νεφέλη, 1997), «Μεταμορφώσεις του θεατρικού χώρου» (Νεφέλη, 1999), κ.ά.


συνέντευξη

18 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008

ΖΩΓΡΑΦΟΣ ΤΗΣ ΚΙΝΗΣΗΣ Η Τρίσα Μπράουν μεταμορφώνει τη σωματικότητα της τέχνης της σε εικαστική πρόταση, σε παλαιότερη παράσταση. Απέναντι: μια από τις χορογραφίες που θα παρουσιαστούν στην Αθήνα.

Τρίσα Μπράουν «Ο χορός μου υπάρχει πριν από τη μουσική» Η Τρίσα Μπράουν είναι η γυναίκα που ταρακούνησε τα θεμέλια της τέχνης του χορού. Η ομάδα της, «Trisha Brown Dance Company», αποδίδει ένα ρεπερτόριο βασισμένο στην αυστηρότητα της δομής και την ευλυγισία της κίνησης. Ερεύνησε τη σχέση του ανθρώπινου σώματος με την αρχιτεκτονική και τη γεωμετρία, συνεργάστηκε με εικαστικούς και δημιούργησε ένα νέο λεξιλόγιο στο χορό. Στην Αθήνα παρουσιάζει τρεις από τις αντιπροσωπευτικότερες χορογραφίες της από τη δεκαετία του 1990. Με αυτή την αφορμή, η σύντομη συνομιλία που ακολουθεί. Από τη Νίκη Ορφανού

«Οπωσδήποτε, θα ήθελα το κοινό μου να καταλαβαίνει τη δουλειά μου. Αυτό, το ξέρω καλά, δεν είναι πάντα εφικτό».

Με τρεις… μινιατούρες, που όμως είναι οι αντιπροσωπευτικότερες δουλειές της από τη δεκαετία του 1990 έως σήμερα, θα δώσει το παρών στο φετινό Ελληνικό Φεστιβάλ η διάσημη Αμερικανίδα χορεύτρια και χορογράφος Τρίσα Μπράουν με την ομάδα της, «Trisha Brown Dance Company». Από τον μύθο του Ορφέα, όπως αυτός αποκαλύπτεται μέσα από την ομώνυμη όπερα του Μοντεβέρντι, είναι εμπνευσμένο το «Canto/Pianto»: χορογραφία υψηλών τεχνικών απαιτήσεων αλλά και ήσυχων, ασυνήθιστων κινήσεων (κάποιος τρέχει ασταμάτητα σ’ έναν κύκλο, κάποιος άλλος στέκεται καρφωμένος στη θέση του σ’ όλη τη διάρκεια του έργου), με φόντο τις μπαρόκ νότες του

Μοντεβέρντι και άπλετο, καθαρό χρώμα. Μια ιδιαίτερη, και ταυτόχρονα χαρακτηριστική δουλειά της Τρίσα Μπράουν – τόσο χαρακτηριστική, που η ίδια δεν μπόρεσε να μην την αναγνωρίσει στις χορογραφίες άλλων δημιουργών… «Οι άνθρωποι θα έπρεπε να εμπνέονται από αυτά που βλέπουν, χωρίς να κλέβουν τη δουλειά μου. Δεν την κλέβω τη δουλειά μου ούτε καν εγώ!» δηλώνει με κάθε ευκαιρία η χορογράφος. Το πασίγνωστο «If you couldn’t see me», παραγωγής 1994, προέκυψε από ένα… μελαγχολικό αστείο. Κάποιος χάρισε στον συνεργάτη της Μπράουν, Ρόμπερτ Ρόσενμπεργκ, ένα συνθεσάιζερ, ως χριστουγεννιάτικο δώρο. Εκείνος την προκάλεσε να χορέψει

σε μια καινούργια του, ανολοκλήρωτη (νοτισμένη με την μελαγχολία που νιώθει ο ίδιος τις γιορτινές ημέρες) μουσική του σύνθεση, έχοντας γυρισμένη προς το μέρος του την πλάτη. Ένα εγχείρημα που κόστισε στην Τρίσα Μπράουν, όταν τελικά μεταφέρθηκε στη σκηνή, μπόλικο άγχος, καθώς δεν μπορούσε να δει τις εκφράσεις του κοινού, αλλά και διθυραμβικές κριτικές. Η τρίτη δουλειά του προγράμματος δεν είναι άλλη από το «Foray Forêt»: σ’ αυτήν η χορογράφος μεταφέρει τις μνήμες τις παιδικής της ηλικίας, καθώς μεγάλωνε σε μια μικρή κωμόπολη της πολιτείας Ουάσινγκτον δίπλα στο δάσος. «Αγαπώ το δάσος γιατί μου έμαθε να εκτιμώ την ομορφιά», λέει η ίδια. «Παρα-


συνέντευξη

Ιnfo

Φωτογραφία: Lois Greenfield

τηρούσα για ώρες το φως να περνάει μέσα από τα φυλλώματα των δέντρων, ξεχνούσα όλα τα άλλα. Αυτό ήταν νομίζω το πρώτο μου μάθημα για την τέχνη». Στη συνέντευξη που μας παραχώρησε, η Τρίσα Μπράουν μιλά για τη δουλειά της αλλά και τις φήμες που τη θέλουν να εγκαταλείπει το χορό… Γιατί επιλέξατε να παρουσιάσετε στην Αθήνα τις συγκεκριμένες αυτές δουλειές σας; Αυτές οι τρεις δουλειές απεικονίζουν με τον καλύτερο τρόπο τις δυνάμεις του Trisha Brown Dance Company επί του παρόντος. Το «Canto Pianto» και το «Foray Forêt» ανεβάζουν πάνω στη σκηνή όλη την ομάδα, και με κάνουν περήφανη για τους φανταστικούς χορευτές μου. Το «If you couldn’t see me» είναι ένα σόλο, το οποίο προέκυψε από τη συνεργασία μου με τον Ρόμπερτ Ράουσενμπεργκ [σ.σ. συνεργάτης της Τρίσα Μπράουν, έγραφε μουσική, κατασκεύαζε σκηνικά και κοστούμια και επιμελούνταν τους φωτισμούς έως πριν από μερικές εβδομάδες, οπότε και πέθανε ξαφνικά από καρδιακή ανακοπή]. Πρόσφατα έπεσε στους ώμους της Λι Μόρισον, της οποίας το σώμα αλλά και το πνεύμα μοιάζουν πολύ με το δικό μου. Αυτό το σόλο είναι ένα πολύ δύσκολο κομμάτι και η Λι το εκτελεί με φινέτσα και ευαισθησία, αφήνοντας να αναδύεται και η δική της, προσωπική έκφραση και ιδιαιτερότητα. Με τον Ρόμπερτ συνεργάστηκα και για το «Foray Forêt», όπου αυτός ανέλαβε το ρόλο του σχεδιαστή. Το συγκεκριμένο κομμάτι παραμένει μια από τις πιο δουλειές που μας ζητούν συχνά – και συνήθως αντιστέκομαι. Δεν είχε ανεβεί στη σκηνή από το 1994, υπέκυψα όμως τελικά τον περασμένο Φεβρουάριο και το ανέβασα στη Νέα Υόρκη. Και τώρα, έρχεται η σειρά της Αθήνας. Αυτά τα τρία έργα συνθέτουν ένα εξαιρετικό πρόγραμμα και χαίρομαι ιδιαίτερα που θα το παρουσιάσω στο αθηναϊκό κοινό. Έχετε δουλέψει χωρίς μουσική. Και έχετε επίσης δουλέψει με τα περισσότερα είδη μουσικής, από την μπαρόκ ώς τη σύγχρονη. Με ποιο τρόπο, κατά τη γνώμη σας, η μουσική επηρεάζει την κίνηση; Πρωτάρχισα να χρησιμοποιώ μουσική το 1981, στην παράσταση «Son of Gone Fishin’». Νομίζω ότι όλα εκείνα τα χρόνια τα προηγούμενα, που δούλευα χωρίς μουσική, με έκαναν πολύ δυνατή. Όπως έχω πει και στο παρελθόν: ο χορός μου υπάρχει. Η μουσική, το ντεκόρ και ο χορός συν-υπάρχουν. Υπάρχουν

ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008 | 19

πάντα τρόποι να σκεφτόμαστε τη μουσική σαν προσθετικό στοιχείο. Σαν κάτι που να προσφέρει στο χορό. Όμως ο χορός μπορεί να λειτουργήσει και ανεξάρτητα. «Δεν είναι πάντα εφικτό να με καταλαβαίνουν» Πιστεύετε ότι απαιτείται ειδική γνώση για να εκτιμήσει το κοινό το σύγχρονο χορό; Οπωσδήποτε, θα ήθελα το κοινό μου να καταλαβαίνει τη δουλειά μου. Αυτό, το ξέρω καλά, δεν είναι πάντα εφικτό. Κάποιες από τις δουλειές μου έχουν αποδειχτεί πολύ δύσκολες για να τις καταλάβει το κοινό. Τη δεκαετία του 1960, το κοινό μου ήταν μικρό αλλά συνεπές και είχε γνώση των του χορού. Μεγαλώσαμε μαζί. Τώρα το κοινό μου είναι μεγαλύτερο, και έχει κάποιες θεωρητικές γνώσεις από πράγματα που διαβάζει σε περιοδικά και εφημερίδες. Επίσης γνωρίζει ότι υπάρχουν είδη χορού που δεν είναι καθαρή ψυχαγωγία, που δεν στοχεύουν στην καθαρή ψυχαγωγία. Μέχρι εκεί. Αν κανείς προσπαθήσει να αγγίζει τη χορογραφία που ξεπερνά αυτό που ονομάζουμε «αποδεκτό από το κοινό», θα σκο-

ντάψει στα όριά του, τους προσωπικούς του περιορισμούς. Αυτό, βέβαια, ανεβάζει πάντα το επίπεδο της έντασης ανάμεσα στο κοινό και τον χορευτή. Φέτος αποφασίσατε να περιοριστείτε στην ιδιότητά σας ως χορογράφου, τερματίζοντας τη καριέρα σας ως χορεύτρια. Για ποιους λόγους πήρατε αυτή την απόφαση; Ξέρετε, ποτέ δεν αποφάσισα να αποσυρθώ από την καριέρα μου ως χορεύτρια. Το αποφάσισαν οι… «Τimes». Θεώρησαν καλό να ερμηνεύσουν με τον δικό τους τρόπο μια δήλωσή μου, και να τη χρησιμοποιήσουν ως έναν ακόμα από εκείνους τους τίτλους των εφημερίδων που βγάζουν μάτι. Και αφού το έγραψαν οι «Τimes», το πήρε και το σύνολο του Τύπου, αμερικανικού και διεθνούς. Ίσως τα πραγματικά μου λόγια, όπως ειπώθηκαν, να μην έβγαζαν έναν τόσο εντυπωσιακό τίτλο. Όπως και να ’χει, δεν έχω σκοπό να αποσυρθώ ακόμα. Αυτό που κάνω είναι ότι ψάχνω για ένα κινησιολογικό λεξικό που να ταιριάζει στην ηλικία μου. Όταν το βρω, θα το χρησιμοποιήσω.

Canto/Pianto (1997) (Διάρκεια: 25΄) Χορογραφία & Εικαστική Παρέμβαση: Trisha Brown Μουσική: Claudio Monteverdi Ηχητικά Εφέ: Jim Dawson Φωτισμοί: Jennifer Tipton Κοστούμια: Roland Aeschlimann, Burt Barr Χορεύουν: Sandra Grinberg, Hyun Jin Jung, Todd McQuade, Leah Morrison, Melinda Myers, Tony Orrico, Tamara Riewe, Judith Sanchez Ruiz, Todd Lawrence Stone If you couldn’ t see me (1994) (Διάρκεια: 10΄) Χορογραφία: Trisha Brown Μουσική, Κοστούμια & Εικαστική Παρέμβαση: Robert Rauschenberg Φωτισμοί: Spencer Brown, Robert Rauschenberg Χορεύει η Leah Morrison Foray Forêt (1990) (Διάρκεια: 28΄) Με την συνεργασία του Robert Rauschenberg και την συμμετοχή τοπικής μπάντας Χορογραφία: Trisha Brown Μουσική: John Philip Sousa Σκηνικά-Κοστούμια: Robert Rauschenberg Φωτισμοί: Spencer Brown, Robert Rauschenberg Χορεύουν: Hyun Jin Jung, Todd McQuade, Leah Morrison, Melinda Myers, Tony Orrico, Tamara Riewe, Judith Sanchez Ruiz, Todd Lawrence Stone, Laurel Tentindo Πειραιώς 260, Χώρος Δ / 12 & 13 Ιουλίου 2008, 21:00


20 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008

χορός

Μιχαήλ Μπαρίσνικοφ «Προκλήσεις μου, ο πειραματισμός και η συνεργασία» Αισθάνεστε ήδη δέος; Ο Μιχαήλ Μπαρίσνικοφ, ο ζωντανός θρύλος του χορού, ένα από τα πιο εκθαμβωτικά ταλέντα του καιρού μας, θα βρίσκεται για πέντε νύχτες στην Αθήνα. Πριν τον απολαύσουμε να χορεύει λίγα μέτρα μακριά μας, ακούμε τη φωνή του από την άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής.

Φωτογραφία: David H. Wells/Corbis/Αpeiron

Η ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΤΟΥ ΕΞΩΦΥΛΛΟΥ 1985, Νέα Υόρκη. Ο Μιχαήλ Μπαρίσνικοφ σε πρόβα.


χορός «Τι με κινεί ακόμα; Μήπως η αρρωστημένη απόλαυση που αντλώ από το ότι συνεχίζω να χορεύω μετά από τόσα χρόνια; Σοβαρά τώρα, είναι πολλοί οι λόγοι για τους οποίους συνεχίζω να χορεύω. Ένας πολύ σημαντικός λόγος είναι ότι συνεχίζω να συνάπτω νέες καλλιτεχνικές σχέσεις και εξακολουθώ να ανακαλύπτω καινούργιες ευκαιρίες».

ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008 | 21

Συνέντευξη στην Ευγενία Τζιρτζιλάκη

Ο «Μίσα», όπως τον αποκαλούν χαϊδευτικά οι φίλοι, οι συνεργάτες του, αλλά και ο αμερικανικός Τύπος, είναι ένας ζωντανός μύθος, ένα ιερό τέρας, που στα εξήντα του χρόνια συνεχίζει να χορεύει. Είναι πολύ απλά «ο σπουδαιότερος εν ζωή χορευτής», σύμφωνα με το περιοδικό «Time». Τα εύσημα που του αναλογούν, όμως, δεν αφορούν μονάχα τις πρωτοφανείς του επιδόσεις στην τέχνη του, αλλά και το ιδιαιτέρως ελεύθερο και ανεξάρτητο πνεύμα του. Έχοντας διανύσει πάνω από 40 χρόνια επί σκηνής, ο Μιχαήλ Μπαρίσνικοφ εξακολουθεί να πειραματίζεται και να αναζητά νέες συνεργασίες. Από τις 5 ως τις 10 Ιουλίου θα έχουμε την ευκαιρία να τον απολαύσουμε στην παράσταση «Three Duets» (Τρία Ντουέτα), όπου συνεργάζεται με δυο ακόμη σπουδαίες μορφές του σύγχρονου χορού: τον Σουηδό χορογράφο Ματς Εκ που με την θεατρικότητα και την τόλμη της δουλειάς του έχει επεκτείνει τα όρια της εκφραστικότητας στην χορευτική κίνηση, και την εξαιρετική Άνα Λαγκούνα, μούσα του Εκ επί σειρά ετών. Μαζί τους ο Αμερικανός χορευτής και χορογράφος Ντέιβιντ Νιούμαν. Λίγο πριν από αυτήν τη συνάντηση κορυφής, μιλήσαμε με τον κορυφαίο χορευτή του καιρού μας. Κύριε Μπαρίσνικοφ, είστε ένας από τους σπουδαιότερους χορευτές του αιώνα αλλά και ένας πολύ επιτυχημένος ηθοποιός στη σκηνή, στον κινηματογράφο και στην τηλεόραση. Πώς θα περιγράφατε την σχέση μεταξύ χορού και υποκριτικής; Με ποιόν τρόπο συνδέονται ή αλληλοτροφοδοτούνται οι δυο αυτές τέχνες; Χμμ… η υποκριτική και ο χορός είναι δύο εντελώς διαφορετικοί τομείς, κι ο καθένας προφανώς απαιτεί μια σειρά από μοναδικές, ειδικές δεξιότητες. Είναι αλήθεια ότι μερικές φορές οι χορευτές καλούνται να ερμηνεύσουν υποκριτικά, αλλά το αντίστροφο δεν είναι απαραιτήτως αλήθεια. Η πρώτη μου επαφή με την υποκριτική ήταν, φυσικά, μέσω του μπαλέτου, αλλά αυτό το είδος της παντομίμας συνήθως δεν δουλεύει έξω από αυτό το συγκεκριμένο πλαίσιο. Για εμένα σήμερα, η υποκριτική είναι ένα παράλληλο και δευτερεύον ενδιαφέρον και σίγουρα δεν είναι η βασική μου ασχολία, παραμένει όμως μια μορφή τέχνης την οποία αντιμετωπίζω πολύ σοβαρά. Η δυσκολία στο να ακολουθεί κανείς μια καριέρα στην υποκριτική, αλλά και στο χορό, συχνά έγκειται στο πρόγραμμα – δηλαδή στο να βρεις έναν τρόπο να αφοσιώνεσαι στο ένα, διατηρώντας ταυτόχρονα το κορμί και το μυαλό που απαιτείται για το άλλο. Όταν χορεύετε, σε τι κατάσταση βρίσκεστε εσωτερικά; Πώς προετοιμάζεστε πριν βγείτε στη σκηνή και τι συμβαίνει τη στιγμή που εμφανίζεστε; Αυτό που ελπίζω να συμβαίνει είναι να είμαι παρών. (Παύση.) Για να είμαι ειλικρινής, έχω πολύ άγχος και τρακ, και μου δημιουργεί νευρικότητα ακόμη και η σκέψη ότι θα βγω στη σκηνή ενώ προσπαθώ να απαντήσω αυτή την ερώτηση! Γιατί χορεύετε; Τι σας κινεί; Όταν τα πράγματα είναι δύσκολα, τι είναι αυτό που σας κρατάει; Μερικές φορές ρωτάω κι εγώ τον εαυτό μου

ακριβώς αυτή την ερώτηση. Μήπως είναι η αρρωστημένη απόλαυση που αντλώ από το ότι συνεχίζω να χορεύω μετά από τόσα χρόνια; Σοβαρά τώρα, είναι πολλοί οι λόγοι για τους οποίους συνεχίζω να χορεύω. Ένας πολύ σημαντικός λόγος είναι ότι συνεχίζω να συνάπτω νέες καλλιτεχνικές σχέσεις και εξακολουθώ να ανακαλύπτω καινούργιες ευκαιρίες. Και επειδή προσπαθώ να δουλεύω σε διαφορετικές καταστάσεις με διαφορετικούς καλλιτέχνες, με ενδιαφέρει πάντα το πώς θα δουν οι θεατές αυτή τη δουλειά, με εμένα ως το μόνο σταθερό σημείο αναφοράς από το ένα κομμάτι στο άλλο. Φυσικά, αισθάνομαι πολύ τυχερός που έχω την δυνατότητα να δουλεύω κατ’ αυτόν τον τρόπο. Ποια είναι για σας η σχέση μεταξύ χορού και πνευματικότητας; Πάνε μαζί αυτές οι δύο λέξεις; Αν ναι γιατί, κι αν όχι, γιατί όχι; Αυτή είναι μια πραγματικά δύσκολη ερώτηση. Συνήθως, η λέξη πνευματικότητα κουβαλά κάποιου είδους θρησκευτικό συνειρμό, και φυσικά η τέχνη και η θρησκεία ήταν, για αιώνες, δύο έννοιες συνυφασμένες. Και είναι γεγονός ότι ο χορός ειδικά έχει χρησιμοποιηθεί ως μέσο θρησκευτικής έκφρασης. Αλλά εσείς ίσως μιλάτε για αυτή την πλευρά της εσωτερικής ύπαρξης του καθένα – ακόμη κι ενός άθεου – που μπορεί να ονομαστεί «πνευματική». Φυσικά και θέλω να ζήσω τη ζωή μου βιώνοντας πνευματική πληρότητα, και παρόλο που δεν συμβαίνει πάντοτε, αγωνίζομαι να την γεύομαι κάθε φορά που χορεύω. ....Αναλογίζομαι το τίμημα και σκέφτομαι τις άπειρες φωτογραφίες του με μπαταρισμένα πόδια και αστραγάλους, τις πολλαπλές εγχειρήσεις στα γόνατά του. Μοιάζει να μη λυπάται τον εαυτό του, όπως και τόσοι άλλοι χορευτές, που όμως «καίγονται» δεκαετίες πριν από αυτόν, ενώ εκείνος συνεχίζει να χορεύει… Πόσο πόνο εμπεριέχει η δουλειά σας και πώς κατορθώνετε να τον διαχειρίζεστε; Πολύ πιο εύκολα διαχειρίζεται κανείς τον σωματικό πόνο παρά τον συναισθηματικό, κι εγώ τον έχω πια συνηθίσει. Η εθνικότητά σας ποια θεωρείτε ότι είναι; Πού αισθάνεστε να ανήκετε; Θεωρώ τον εαυτό μου Αμερικανό, και αισθάνομαι ότι ανήκω στις Ηνωμένες Πολιτείες, μαζί με την οικογένειά μου. Αλλά θα πω επίσης και ότι είμαι ευτυχής σε κάθε γωνιά του πλανήτη, και ελπίζω πως κάποιοι ίσως με θεωρούν πολίτη του κόσμου. Ποιοι είναι οι στόχοι σας για το μέλλον; Πραγματικά προσπαθώ να μην θέτω πάρα πολλούς στόχους για το μακρινό μέλλον, τουλάχιστον όχι για τον εαυτό μου, παρόλο που θα σας πω το εξής: προτίθεμαι να δουλέψω πολύ σκληρά για να διασφαλίσω ότι το Κέντρο Χορού Μπαρίσνικοφ θα συνεχίσει να ανθίζει και να εξελίσσεται. Ελπίζω το Κέντρο στην Νέα Υόρκη να μπορέσει να παίξει τουλάχιστον έναν μικρό ρόλο στο εξής: να εξασφαλίσει ότι οι καλλιτέχνες θα εξακολουθούν να θέτουν στους εαυτούς τους και στο κοινό τους προκλήσεις μέσω του αληθινού πειραματισμού και της συνεργασίας. Και αν θέλετε μπορείτε να επισκεφτείτε την ιστοσελίδα www.bacnyc.org για να δείτε και άλλες φιλοδοξίες μου!


χορός

22 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008

Ο φυγάς του Βορρά, βασιλιάς στη Δύση Κατά τη διαδρομή του από τη Ρίγα της Λετονίας, όπου γεννήθηκε, στα Μπαλέτα Κίροφ του Λένινγκραντ και από εκεί στη μεγάλη έξοδο προς τη Δύση, η ζωή του Μπαρίσνικοφ έχει όλα τα συστατικά ενός κινηματογραφικού μπλοκμπάστερ. Αυτή είναι η ιστορία ενός ελεύθερου ανθρώπου. τον πρώτο του ρόλο. Οι εμφανίσεις του, σε ολοένα και σημαντικότερους ρόλους, η ακονισμένη τεχνική του, που έμοιαζε να βγάζει γλώσσα στο νόμο της βαρύτητας, και οι δραματικές του ερμηνείες τον έκαναν γρήγορα διάσημο και εξαιρετικά δημοφιλή σε ολόκληρη την Σοβιετική Ένωση. Αργότερα, πάντως, θα γράψει για την άψογη τεχνική του στο βιβλίο του «Baryshnikov at work» (Ο Μπαρίσνικοφ εν ώρα εργασίας): «Δεν έχει σημασία πόσο ψηλά σηκώνεις το πόδι σου. Η τεχνική αφορά τη διαφάνεια, την απλότητα και την ειλικρίνεια της προσπάθειας». Το άστρο του μεσουρανούσε στην τότε ΕΣΣΔ ώς το 1974, όπου, κατά τη διάρκεια μιας περιοδείας στον Καναδά, ο εικοσιεξάχρονος Μπαρίσνικοφ εξαφανίζεται.

...Κι η επανεμφάνιση

ΤΟ ΟΡΑΜΑ ΤΟΥ ΜΙΣΑ Ο Μιχαήλ Μπαρίσνικοφ σε φωτογραφία του 2005, στο Κέντρο Τεχνών που φέρει το όνομά του. Ένα από τα βασικά κίνητρά του που τον οπλίζουν με όρεξη για ζωή και για τέχνη είναι η ανάπτυξη αυτού του κέντρου.

Ο Μπαρίσνικοφ γεννήθηκε στις ακτές της Βαλτικής, στην ειδυλλιακή Ρίγα, πρωτεύουσα της Λετονίας (τότε ΕΣΣΔ). Στην καταπράσινη Ρίγα, όμως, διάσημη για τα πανέμορφα αρ νουβό κτίριά της, η πρώτη του αίσθηση ταυτότητας ήταν αυτή του εξόριστου, καθώς και οι δυο του γονείς ήταν Ρώσοι. Ξεκίνησε σπουδές μπαλέτου σε ηλικία εννέα ετών, ύστερα από παρότρυνση της μητέρας του - η οποία αυτοκτόνησε όταν ο Μίσα ήταν δώδεκα ετών. Στα 15 του μετεγράφηκε στην σχολή μπαλέτου Βαγκάνοβα, μετακομίζοντας στο Λένινγκραντ, όπου μαθήτευσε δίπλα στον θρυλικό δάσκαλο Αλεξάντερ Πούσκιν, μέντορα πολλών αστέρων των Μπαλέτων Κίροφ. Ο μεγάλος δάσκαλος και η γυναίκα του πήραν τον Μπαρίσνικοφ υπό την προστασία τους, φιλοξενώντας τον μάλιστα στο σπίτι τους, όπως είχαν κάνει νωρίτερα και

για τον νεαρό Νουρέγεφ. Σύντομα η προτίμηση του Πούσκιν αποδείχτηκε εύλογη. Ο Μπαρίσνικοφ διακρίθηκε αμέσως και τα πρώτα κιόλας χρόνια του στη σχολή κέρδισε το πρώτο βραβείο στον διεθνή διαγωνισμό Varna. Τα νέα για το σπάνιο ταλέντο του νεαρού χορευτή, με την άκρα καθαρότητα στην τεχνική και την εξαίσια σκηνική παρουσία ταξίδεψαν γρήγορα. Ένας κριτικός των «New York Times» ταξιδεύει ώς το Λένινγκραντ, παρακολουθεί ένα μάθημα του Πούσκιν και ανακηρύσσει τον Μπαρίσνικοφ «τον τελειότερο χορευτή που είδα ποτέ».

Η εξαφάνιση... Το ταλέντο, η πειθαρχία αλλά και η σπάνια μυϊκή δύναμη των ποδιών του του χάρισαν γρήγορα μια θέση στα περίφημα Μπαλέτα Κίροφ – ήταν μόλις 18 χρονών όταν ανέλαβε

Λίγες μέρες αργότερα επανεμφανίζεται, αλλά στις καναδικές αρχές, για να ζητήσει πολιτικό άσυλο – μια απόφαση με κίνητρα τόσο καλλιτεχνικά όσο και πρακτικά. Στη Ρωσία, ένας χορευτής του κλασικού μπαλέτου έπρεπε να κινείται εντός ενός συγκεκριμένου κοινωνικού και οικονομικού πλαισίου – εξαιρέσεις δεν επιτρέπονταν. Ακόμη, ενώ ο νεαρός Μπαρίσνικοφ επιθυμούσε διακαώς να έρθει σε επαφή και διάλογο με τα νέα κύματα της εποχής του, να συμμετάσχει σε πειραματισμούς και να γνωρίσει τα ίδια του τα όρια, ήταν απίθανο να καταφέρει να ερμηνεύσει μια χορογραφία που να ξεπερνά τις κλασικές φόρμες, μιας και η προσκόλληση στις μπαλετικές παραδόσεις του 19ου αιώνα και στα έργα «σοσιαλιστικής» θεματολογίας ήταν απόλυτη στην ΕΣΣΔ. Επιπλέον, καθότι είναι μετρίου αναστήματος, δεν μπορούσε να σταθεί δίπλα σε μια μπαλαρίνα στις πουέντ της (διότι θα έδειχνε πιο κοντός απ’ αυτήν), και κατά συνέπεια συχνά περιοριζόταν σε δευτερεύοντες ρόλους. Έτσι, η ανάγκη του να εισέλθει στον κόσμο του σύγχρονου χορού και της καλλιτεχνικής πρωτοπορίας, έναν κόσμο από τον οποίο ήταν αποκλεισμένος στο Λένινγκραντ, ήταν επιτακτική από κάθε άποψη.

Η εποχή της Αμερικής Από τον Καναδά, ο Μπαρίσνικοφ πέρασε σύντομα στις ΗΠΑ. Εκεί, αρχικά εντάχθηκε στο δυναμικό του American Ballet, λίγα χρόνια αργότερα, όμως, αποφάσισε να χορέψει για τον Ζορζ Μπαλανσίν και να ενταχθεί στην ομάδα του New York City Ballet. Ο Μπαλανσίν, που είχε κι ο ίδιος εγκαταλείψει τη Γεωργία 50 χρόνια νωρίτερα για να ηγηθεί της αμερικανικής χορευτικής πρωτοπορίας, είχε αρνηθεί να δουλέψει με τους άλλους «φυγάδες προς τη Δύση», δηλαδή με τον Νουρέγιεφ και τη Μακάροβα που είχαν φτάσει στις ΗΠΑ πριν από τον Μπαρίσνικοφ. Όμως ο Μπαλανσίν είχε ισχυρούς δεσμούς με το μουσικό θέατρο και δη τα κωμικά μιούζικαλ, και ξεχώρισε τον Μπαρίσνικοφ, που πάντοτε αγαπούσε το


χορός είδος. Και παρόλο που δεν δημιούργησε ποτέ ένα νέο ρόλο γι’ αυτόν, του δίδαξε όσα ήξερε. Η επιλογή του νεαρού Μπαρίσνικοφ αργότερα δικαιώνεται, καθώς οι εμφανίσεις του στο Μπρόντγουεϊ αφήνουν εποχή, οι ταινίες στις οποίες συμμετέχει σπάνε ταμεία - μάλιστα «Η κρίσιμη καμπή» του χαρίζει ένα Όσκαρ. Και ποιος δεν θυμάται τις περίφημες έντεκα πιρουέτες του στις «Λευκές Νύχτες» (όπου σχεδόν έπαιζε τον εαυτό του) ή την πιο πρόσφατη εμφάνισή του στο «Sex and the City», όπου ήταν ο μνηστήρας της Κάρι;

ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008 | 23

«Κάθε μπαλέτο, είτε είναι επιτυχημένο καλλιτεχνικά ή εμπορικά, είτε όχι, μου έχει δώσει κάτι σημαντικό. Όλα όσα έχω κάνει μου έχουν δώσει περισσότερη ελευθερία».

ΧΟΡΕΥΤΙΚΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ ΚΟΡΥΦΗΣ Η Άνα Λαγκούνα και ο Μιχαήλ Μπαρίσνικοφ στην χορογραφία «Place» του Ματς Εκ, που θα παρουσιάσουν στην Αθήνα.

Χορός κι Ελευθερία Το σινεμά κι η τηλεόραση ίσως έκαναν ευρέως γνωστό τον Μπαρίσνικοφ, η σκηνή όμως ήταν που τον έκανε αυτόν που είναι. Ενώ σκηνοθέτησε και ο ίδιος ορισμένες σημαντικές παραγωγές, όπως ο «Καρυοθραύστης» και ο «Δον Κιχώτης», έχει πρωταγωνιστήσει σε πάνω από 100 χορευτικά έργα, κλασικού αλλά και σύγχρονου ρεπερτορίου, πολλά από τα οποία δημιουργήθηκαν ειδικά γι’ αυτόν. Με αυθεντικό ενδιαφέρον για το καινούργιο και το ρηξικέλευθο, και δίχως να φοβάται τα ρίσκα, χόρεψε για κάποιους από τους σημαντικότερους χορογράφους της αμερικανικής πρωτοπορίας, όπως η Τουάιλα Θαρπ, ο Πολ Τέιλορ, ο Τζερόμ Ρόμπινς, η Μάρθα Γκράχαμ, ο Άλβιν Έιλι, ο Μερς Κάνινγκχαμ… Μόνο κατά τη διάρκεια των δύο πρώτων χρόνων στην Αμερική, ο Μπαρίσνικοφ χόρεψε για 13 διαφορετικούς χορογράφους! «Δεν έχει σημασία αν το κάθε μπαλέτο είναι επιτυχία,» έλεγε σε συνέντευξή του στους «New York Times» το 1976, «κάθε καινούργια εμπειρία μου δίνει πολλά». Και το 1978 συμπληρώνει στο βιβλίο του: «Ήμουν εξαιρετικά τυχερός που δούλεψα σε τόσα πολλά καινούργια μπαλέτα, αλλά αυτή είναι η δουλειά του χορευτή». Γράφει ακόμη, ότι το να χορεύει κανείς διαφορετικές χορογραφίες και στυλ είναι σαν να μαθαίνει ξένες γλώσσες, και ομολογεί ότι όσες κι αν δοκιμάσει «ποτέ δεν είναι αρκετές», καταλήγοντας: «Κάθε μπαλέτο, είτε είναι επιτυχημένο καλλιτεχνικά ή εμπορικά είτε όχι, μου έχει δώσει κάτι σημαντικό. Όλα όσα έχω κάνει μου έχουν δώσει περισσότερη ελευθερία.» Το 1980 επέστρεψε στο American Ballet Theatre, του οποίου διετέλεσε καλλιτεχνικός διευθυντής ώς το 1989. Την ίδια χρονιά απέσπασε ένα βραβείο Tony και ένα Drama Critics Award για τη θεατρική του ερμηνεία στην παράσταση «Metamorphosis», στο Μπρόντγουεϊ. Την επόμενη χρονιά, μαζί με τον Μαρκ Μόρις, ίδρυσε την ομάδα White Oak Dance Project, με την οποία περιόδευε έως το 2002. Από τότε, τα βήματά του εξακολουθούν να τον οδηγούν σε νέες διερευνήσεις και πειραματισμούς…

Θυελλώδεις έρωτες Στο μεταξύ, η προσωπική του ζωή δεν υπήρξε λιγότερο θυελλώδης από την καλλιτεχνική του πορεία. Στα τέλη της δεκαετίας του 1970 γνωρίστηκε με την ηθοποιό Τζέσικα Λανγκ με την οποία το 1981 απέκτησε μια κόρη, την Αλεξάνδρα. Όταν ο Μπαρίσνικοφ πρωτογνώρισε τη Λανγκ μιλούσε ελάχιστα αγγλικά, πράγμα που δεν τον πτόησε – απλώς ήταν αναγκασμένοι να επικοινωνούν στα γαλλικά!

Ακολούθησε η σχέση του με την Αμερικανίδα μπαλαρίνα Τσέλσι Κίρκλαντ και, τελικά, η τωρινή μακροχρόνια σχέση του με τη χορεύτρια Λίσα Ράινχαρτ, με την οποία έχει τρία παιδιά – τη Σοφία, την Άννα και τον Πίτερ. Δεν παντρεύτηκε, όμως, ποτέ. Σε συνέντευξή του στον Λάρι Κίνγκ ξεκαθάρισε γιατί: «Δεν πιστεύω στο γάμο επειδή η δέσμευση και η αφοσίωση που αποφασίζουν δύο άνθρωποι να χαρίσουν ο ένας στον άλλο δεν έχει καμία σχέση με νομικές διαδικασίες. Εξάλλου, είμαι άθεος - κι έτσι το να σταθώ μπρος στο ιερό δεν θα σήμαινε τίποτε για μένα».

Ίδρυμα Μπαρίσνικοφ Ο Μπαρίσνικοφ έχει αφήσει εποχή χορεύοντας από Τσαϊκόφσκι, Σοστακόβιτς και Φίλιπ Γκλας, μέχρι Ντιούκ Έλινγκτον και Φρανκ Σινάτρα. Έχει χορέψει σε σιωπή ή με τη συνοδεία του χτύπου της καρδιάς του. Έχει υπάρξει ηγετική μορφή του κλασικού μπαλέτου, του χορού τζαζ, του μοντέρνου και του μεταμοντέρνου χορού, ως ερμηνευτής, χορογράφος, δάσκαλος και καλλιτεχνικός διευθυντής. Στο θέατρο, έπαιξε Μπέκετ και Κάφκα υπό την καθοδήγηση πρωτοποριακών σκηνοθετών. Όποιο «κοστούμι» κι αν δι-

αλέγει να φορά, πάντα κινείται εντός του με άνεση, ειλικρίνεια και απόλυτη επιτυχία. Το 2005 εγκαινίασε το Κέντρο Τεχνών Μπαρίσνικοφ (BAC) στην πόλη της Νέας Υόρκης, την επίσημη στέγη του μη-κερδοσκοπικού Ιδρύματος Χορού Μπαρίσνικοφ που ίδρυσε το 1979. Αποστολή του οργανισμού είναι η ενίσχυση του γενικότερου ενδιαφέροντος για την τέχνη του χορού, καθώς και η ενθάρρυνση της εξέλιξης ερμηνευτών, χορογράφων, σκηνοθετών, συγγραφέων, συνθετών και σχεδιαστών, καθώς και της συνεργασίας ανάμεσά τους. Το Κέντρο, χρησιμεύει στο Ίδρυμα ως δημιουργικό εργαστήριο, τόπος συνάντησης και χώρος παραστάσεων για μια διεθνή κοινότητα καλλιτεχνών, ενώ προσφέρονται υποτροφίες, αναθέσεις για νέα έργα κ.α. Ο Μιχαήλ Μπαρίσνικοφ στηρίζει ξεκάθαρα τον σύγχρονο χορό με κάθε δυνατό τρόπο, ενώ στα άμεσα πλάνα του είναι και η δημιουργία ενός δικού του θεάτρου. Μέσω του Ιδρύματός του, αλλά και της πορείας του ως καλλιτέχνη – με το εύρος της γκάμας του, τη φυσική και άμεση υποκριτική του και το απαράμιλλο χορευτικό του χάρισμα, ο Μπαρίσνικοφ επηρέασε καταλυτικά την πορεία του σύγχρονου χορού. «Για μένα, να δουλεύω σημαίνει να ζω», έχει πει.

Info: «Three Duets» «Memory» (2005) (Διάρκεια: 10΄) Χορογραφία: Mats Ek Μουσική: Niko Rölcke Φωτισμοί: Jörgen Jansson Χορευτές: Ana Laguna, Mats Ek «The Common Foreign Language of the Red-Haired People» (2008 - Παγκόσμια πρεμιέρα) (Διάρκεια: 20΄) Χορογραφία: David Neumann Μουσική: Philip Glass Κοστούμια: Kara Feely Φωτισμοί: Christine Shallenberg Χορευτές: Mikhail Baryshnikov, David Neumann «Place» (2007) (Διάρκεια:20΄) Χορογραφία: Mats Ek Μουσική: Fläskkvartetten (Flesh Quartet) Σκηνικά: Peder Freiij Φωτισμοί: Erik Berglund+ Χορευτές: Ana Laguna, Mikhail Baryshnikov Πειραιώς 260 | Χώρος Δ / 5 - 10 Ιουλίου 2008, 21:00


24 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008

Η ΠΡΙΜΑΝΤΟΝΑ ΑΠΟ ΤΗ ΝΕΑ ΥΟΡΚΗ Μεγαλώνοντας στο Μεγάλο Μήλο της δεκαετίας του 1970 άκουγε τα πάντα και είχε αδυναμία στην Τζόνι Μίτσελ. Σήμερα, όταν δεν υπηρετεί υποδειγματικά την όπερα, ακούει και τραγουδάει τζαζ.

μουσική


μουσική

ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008 | 25

Ρενέ Φλέμινγκ «Τις εμφανίσεις μου επιμελούνται ο οίκος Ντιόρ, ο Λάγκερφελντ, ο Λακρουά...» Είναι μια από τις διασημότερες υψιφώνους της εποχής μας αλλά, ταυτόχρονα, αγαπά την τζαζ και το μιούζικαλ. Με αφορμή την πρώτη της πανελλήνια εμφάνιση στο Ηρώδειο, η Αμερικανίδα σούπερ σταρ της όπερας μιλά για τη ζωή της επάνω και κάτω από τη σκηνή. Από την Τόνια Ευσταθίου

Είκοσι χρόνια συμπληρώνονται φέτος από τότε που, με τον ρόλο της Κοντέσσας στους «Γάμους του Φίγκαρο» του Μότσαρτ, που ερμήνευσε στην Μεγάλη Όπερα του Χιούστον, η Ρενέ Φλέμινγκ έπαιρνε το «εισιτήριο» για μια μαγική διαδρομή στο παγκόσμιο λυρικό στερέωμα. Γρήγορα, μια μια, οι μεγάλες σκηνές «υποκλίθηκαν» στο ταλέντο της νεαρής, τότε, υψιφώνου: η Όπερα της Πόλης της Νέας Υόρκης, το Κόβεντ Γκάρντεν και, φυσικά, η αγαπημένη της Μετροπόλιταν όπου, τον επόμενο Σεπτέμβριο, εγκαινιάζει τη σεζόν 2008-09 με ένα πολυαναμενόμενο γκαλά για το οποίο τα διεθνή ΜΜΕ έχουν από καιρό αρχίσει να εκδηλώνουν το ενδιαφέρον τους. Οι λόγοι είναι σαφείς και δικαιολογημένοι: πρόκειται για το επιστέγασμα μιας εντυπωσιακής διαδρομής δύο δεκαετιών η οποία, με κεντρικό άξονα την όπερα και το lied, αποδείχθηκε άκρως πολυεπίπεδη «αγκαλιάζοντας» με το ίδιο πάθος και επαγγελματισμό είδη όπως η τζαζ και το μιούζικαλ, χωρίς βεβαίως να αγνοήσει και τον τηλεοπτικό φακό. Η αλήθεια είναι πως, σε μια εποχή γενικότερης έλλειψης μεγάλων προσωπικοτήτων, η Ρενέ Φλέμινγκ αποτελεί την ενσάρκωση της απόλυτης πριμαντόνας. Ωστόσο, παρά το ότι η λάμψη που εκπέμπει επάνω στη σκηνή είναι εκτυφλωτική, κάτω από αυτή παραμένει προσιτή και «γήινη» διαθέτοντας, παράλληλα, αίσθηση του χιούμορ, πράγμα εξαιρετικά δυσεύρετο στον υπέροχο κόσμο της σοβαρής μουσικής. Γεννημένη στην Ιντιάνα της Πενσυλβανίας στις 14 Φεβρουαρίου 1959, και μεγαλωμένη στη Νέα Υόρκη, η ενασχόληση της Αμερικανίδας καλλιτέχνιδος με τη μουσική υπήρξε μάλλον φυσική κατάληξη των οικογενειακών της καταβολών: καθηγητές μουσικής και οι δύο γονείς της, ενώ τόσο ο αδελφός όσο και η αδελφή της ακολούθησαν σχετικές σπουδές. Παρά το ότι η ίδια επέλεξε, τελικά, την όπερα, τα παιδικά κι εφηβικά της ακούσματα ήταν διαφορετικού τύπου: έχει, για παράδειγμα, επανειλημμένως δηλώσει το θαυμασμό της για το ταλέντο της Τζόνι Μίτσελ. Το ρεπερτόριο της Ρενέ Φλέμινγκ στο χώρο του λυρικού τραγουδιού είναι εντυπωσιακά ευρύ. Μια αντιπροσωπευτική «γεύση» από αυτό θα έχουμε την ευκαιρία να απολαύσουμε στο πλαίσιο του γκαλά όπερας στις 3 Ιουλίου, όπου, πλαισιωμένη από την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών υπό τον Ισπανό αρχιμουσικό Βίκτορ Πάμπλο Πέρεζ, η περίφημη υψίφωνος θα ερμηνεύσει αγαπημένες της άριες από όπερες των Μασνέ, Βέρντι και Πουτσίνι. Λίγο

προτού ανεβεί στη σκηνή του Ηρωδείου για την πρώτη της αυτή πανελλήνια εμφάνιση, μας μίλησε για την καριέρα της αλλά και τον τρόπο με τον οποίο συνδυάζει τις εξαιρετικά αυξημένες επαγγελματικές της υποχρεώσεις με τις υπόλοιπες πτυχές της ζωής της. Είναι η πρώτη σας εμφάνιση στην Αθήνα. Είναι, ταυτόχρονα, και η πρώτη φορά που θα βρεθείτε στην Ελλάδα; Ήρθα πέρυσι στην Κέρκυρα, επίσκεψη σ’ ένα φίλο – και μου άρεσε πολύ. Στην Αθήνα, όμως, δεν έχω ξανάρθει. Είναι η πρώτη μου φορά. Ωραία. Πόσο διαφορετικό είναι ένα γκαλά όπερας από την ερμηνεία ενός ολόκληρου ρόλου; Πολύ διαφορετικό, πιστέψτε με. Εν προκειμένω δεν υπάρχει όλη αυτή η θεατρική διαδικασία, η ανταλλαγή με άλλους ανθρώπους, δεν καλείσαι να «ζωντανέψεις» μια ιστορία… Και σε αυτή την περίπτωση όμως, όταν ερμηνεύω μια άρια, σκέπτομαι ότι είμαι ο χαρακτήρας. Θέλω να είμαι ο χαρακτήρας για χάρη του κοινού… Είναι μια πολύ ενδιαφέρουσα άσκηση. Δύσκολη, αν σκεφτεί κανείς πως μέσα σε 3-4 λεπτά πρέπει να «κατακτήσεις» ολόκληρο έναν χαρακτήρα και, τις περισσότερες φορές, αρκετά σύνθετο – αλλά ενδιαφέρουσα…

Μάθημα ξένων γλωσσών Έχετε συγκεκριμένες προτιμήσεις ρεπερτορίου; Ναι, θα μπορούσα να το πω. Λόγω της φωνής μου, έχω τη δυνατότητα να κινούμαι σε ένα αρκετά ευρύ ρεπερτόριο. Αυτή τη στιγμή, ο Ρίχαρντ Στράους βρίσκεται στο επίκεντρο της καριέρας μου. Λατρεύω, επίσης, ρόλους όπως την Τραβιάτα και τη Δεισδαιμόνα στον «Οθέλλο». Παράλληλα, μου αρέσει να τραγουδώ σε πολλές διαφορετικές γλώσσες. Μιλώ απταίστως γερμανικά και γαλλικά, μιλώ και λίγα ιταλικά κι αυτό με βοηθά να προσεγγίσω καλύτερα και σε μεγαλύτερο βάθος τις ηρωίδες που τραγουδώ. Όταν η μητρική σου γλώσσα είναι τα αγγλικά, αυτό δεν αρκεί για να κάνεις καριέρα. Γενικότερα, πάντως, αν θέλεις ν΄ασχοληθείς σοβαρά με την όπερα, πιστεύω πως οι ξένες γλώσσες είναι απαραίτητο εφόδιο. Θεωρείτε πως, στην εποχή μας, η εικόνα, η όψη, είναι πολύ σημαντικές στην όπερα; Όπως φαίνεται, εκεί πηγαίνουν τα πράγματα. Η τάση που κυριαρχεί σήμερα, θέλει τους ήρωες να είναι «πιστευτοί» και από άποψη φιγούρας. Μεγάλο ρόλο έχουν παίξει, βεβαίως, τα πρότυπα που προβάλλουν η τηλεόραση και ο κινηματογράφος… Οι ατζέντηδες,

επίσης, δίνουν μεγάλη σημασία σε αυτόν τον παράγοντα. Επομένως, ναι, δεν έχει νόημα να το αρνηθεί κανείς. Σε ό,τι με αφορά, προσέχω την εικόνα μου επί σκηνής. Ο οίκος Ντιόρ, ο Λάγκερφελντ, ο Λακρουά είναι οι σχεδιαστές που επιμελούνται σταθερά τις εμφανίσεις μου… Ορισμένοι πιστεύουν πως η μόδα είναι στενά συνδεδεμένη με την όπερα… Στη διάρκεια της ιστορίας, ναι, υπήρξε σχέση μεταξύ τους. Σήμερα, ορισμένοι σχεδιαστές εργάζονται στο χώρο της όπερας, αλλά δεν θα έλεγα πως είναι πολλοί αυτοί… Κατά καιρούς, έχετε υπερβεί τα όρια της όπερας τραγουδώντας και άλλα είδη, τζαζ ή μιούζικαλ, ας πούμε. Πώς προέκυψε αυτό; Έχει να κάνει με αυτά καθεαυτά τα βιώματά μου. Μεγαλώνοντας, άκουγα τα πάντα και, για να είμαι ειλικρινής, εξακολουθώ να το κάνω. Μου αρέσει πολύ να ακούω τζαζ στον ελεύθερο χρόνο μου. Ως καλλιτέχνις, λοιπόν, θέλησα να «εξερευνήσω» και άλλα είδη μουσικής, είδη που τα αγαπώ πολύ και μιλούν στην ψυχή μου. Δεν το κάνω συχνά, αλλά κάποιες φορές το τολμώ και το χαίρομαι…

«Δεν επιδιώκω την αναγνώριση» Προσφάτως κατακτήσατε μια (ακόμα) σημαντική διάκριση, το σουηδικό βραβείο Polar για την εν γένει προσφορά σας στη μουσική. Τι σημαίνει, αλήθεια, κάτι τέτοιο για σας; Το βρίσκω υπέροχο. Εκτιμώ πολύ την κάθε αναγνώριση της δουλειάς μου. Δεν την επιδιώκω, όμως. Δεν κάνω πράγματα ώστε να την προκαλέσω. Όταν, από την άλλη πλευρά, συμβαίνει, αυτό μου δίνει μεγάλη χαρά και δύναμη να συνεχίσω. Το ίδιο, φαντάζομαι, συμβαίνει σε κάθε άνθρωπο… Πέραν όλων των άλλων, είστε και μητέρα δυο κοριτσιών. Πόσο, εύκολα συνδυάζονται καριέρα και μητρότητα; Για κάθε εργαζόμενη γυναίκα είναι δύσκολος ο συνδυασμός, όμως για μας τις τραγουδίστριες όπερας ίσως είναι κάπως πιο ζόρικα τα πράγματα, γιατί εκτός των άλλων πρέπει συνεχώς να ταξιδεύουμε. Θα ήταν ψέμα να πω πως είναι κάτι εύκολο… Ισχύει το ότι όσο ήταν μικρότερα τα παιδιά σας, δεν δεχόσαστε εύκολα προτάσεις για συμμετοχή σε παραγωγές όπερας στην Ευρώπη, προκειμένου να μη λείπετε συχνά από κοντά τους; Η αλήθεια είναι ότι όσο ήταν μικρές οι κόρες μου, δεν είχα πρόβλημα. Ταξίδευαν μαζί μου και τα καταφέρναμε μια χαρά. Το πρόβλημα υπάρχει τώρα που έχουν μεγαλώσει και

πηγαίνουν στο σχολείο, μάλιστα σε πολύ απαιτητικό σχολείο. Φροντίζω, λοιπόν, να μη λείπω μεγάλο διάστημα από το σπίτι. Κάνω, βεβαίως, όπερα στην Ευρώπη, αλλά συνήθως την καλοκαιρινή περίοδο που τα σχολεία των κοριτσιών είναι κλειστά. Κάνω και κάποια πράγματα το χειμώνα, αλλά πολύ σύντομα σε διάρκεια. Για μένα είναι σημαντικό να είμαι πλάι στα παιδιά μου. Υπάρχει κάτι άλλο, εκτός από τα παιδιά και την οικογένεια, για τη Ρενέ Φλέμινγκ εκτός σκηνής; Τι σας ευχαριστεί να κάνετε τον ελεύθερο χρόνο σας; Όλες μου οι δραστηριότητες έχουν να κάνουν με την τέχνη. Μου αρέσει πολύ το θέατρο, με ενδιαφέρει ιδιαίτερα η τέχνη του 20ού αιώνα. Λατρεύω επίσης τις βόλτες στην εξοχή. Ακόμη, όμως, κι όταν δεν έχω τη δυνατότητα να βρεθώ στην εξοχή, φροντίζω να περπατώ μια ώρα την ημέρα. Μου δίνει ενέργεια και με ξεκουράζει…

Info Ρεσιτάλ με τη Renée Fleming Ωδείο Ηρώδου Αττικού | 3 Ιουλίου Georges Bizet (1838-1875) Σουίτα αρ. 1 από την όπερα Κάρμεν Prelude, Aragonaise, Intermezzo, Les Dragons d’Alcala et les Toreadors Jules Massenet (1842-1912) «Adieu, notre petite table» από τη Β΄ πράξη της όπερας Μανόν «Je marche sur tous les chemins…obéissons quand leur voix appelle» από τη Γ΄ πράξη της όπερας Μανόν Pietro Mascagni (1863-1945), Ιντερμέτζο από την όπερα Καβαλλερία ρουστικάνα Giacomo Puccini (1858-1924) «In quelle trine morbide» από τη Β΄ πράξη της όπερας Μανόν Λεσκώ «Sola, perduta abbandonata» από τη Δ΄ πράξη της όπερας Μανόν Λεσκώ Διάλειμμα Gioachino Rossini (1792-1868), Εισαγωγή από την όπερα Σεμίραμις Giuseppe Verdi (1813-1901) «Piangea cantando… Ave Maria» από την Δ΄ πράξη της όπερας Οθέλλος «Mercè, dilette amiche» από την Ε΄ πράξη της όπερας Σικελικοί Εσπερινοί Jules Massenet, «Meditation» ορχηστρικό απόσπασμα από τη Β΄ πράξη της όπερας Θαΐς Giacomo Puccini «O mio babbino caro» από την όπερα Τζάννι Σκίκι «Vissi d’arte» από τη Β΄ πράξη της όπερας Τόσκα Μουσική διεύθυνση: Víctor Pablo Pérez


μουσική

26 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008

Φωτογραφία: Silvia Lelli

Ο ΑΡΧΙΜΟΥΣΙΚΟΣ Ο Ρικάρντο Μούτι έχει διευθύνει τις περισσότερες από τις μεγάλες ορχήστρες του κόσμου, ενώ ήταν μουσικός διευθυντής της Σκάλας του Μιλάνου επί 19 χρόνια. Το 2010 αναλαμβάνει καθήκοντα διευθυντή της Φιλαρμονικής Ορχήστρας του Σικάγο.

Ρικάρντο Μούτι «Να πάμε κι εμείς να συναντήσουμε τον κόσμο» Λίγο πριν από τη συναυλία του στο Ηρώδειο με τη διάσημη Ορχήστρα και Χορωδία του Μουσικού Φλωρεντινού Μαΐου, ο Ιταλός σούπερ σταρ του πόντιουμ μιλά για την ιδιαίτερη αγάπη που τρέφει για την καινούργια γενιά μουσικών. Aπο την Τόνια Ευσταθίου

«Στη ζωή μου είχα τη μεγάλη τύχη να μελετήσω δίπλα σε σπουδαίους δασκάλους και να συνεργαστώ με εξαιρετικά σημαντικούς μουσικούς, όταν ακόμη βρισκόμουν σε πολύ νεαρή ηλικία».

Παρά το ότι η 40χρονη καριέρα του Ρικάρντο Μούτι στο πόντιουμ έχει δικαιωθεί πανηγυρικά μέσα από σπουδαίες ερμηνείες, λαμπρές συνεργασίες και αναρίθμητες τιμητικές διακρίσεις σε ολόκληρο τον κόσμο, ο ίδιος έχει ακόμη ανεκπλήρωτα όνειρα. Όση επιτυχία κι αν γνωρίσει κανείς, θεωρεί, μια ζωή δεν αρκεί για να κατακτήσει την αλήθεια της μουσικής ερμηνείας σ΄όλο της το βάθος και την έκταση. Με προμετωπίδα την πεποίθηση αυτή, συνεργάζεται σταθερά με τις σημαντικότερες ορχήστρες του κόσμου ενώ παράλληλα, μεγάλο μέρος της δραστηριότητάς του αφιερώνει στους νέους μουσικούς. Με αφορμή την επικείμενη νέα εμφάνισή του στην Αθήνα και το Ωδείο Ηρώδου Αττικού στις 8 Ιουλίου, ο διάσημος Ιταλός αρχιμουσικός μιλά, μεταξύ άλλων, και για την αναζωογονητική, όπως τη χαρακτηρίζει, επαφή του με το «νέο αίμα».

Καιρό έχετε να εμφανιστείτε στην Αθήνα… «Πράγματι, είναι κάποια χρόνια…Η Αθήνα είναι μια πόλη στην οποία επιστρέφω πάντα με μεγάλη χαρά και συγκίνηση. Είμαι νότιος Ιταλός, η παιδεία μου στηρίχτηκε κατά πολύ στον αρχαιοελληνικό πολιτισμό και, όπως είναι φυσικό μετά απ΄όλα αυτά, αισθάνομαι ιδιαιτέρως συνδεδεμένος με αυτή την πόλη αλλά και με την Ελλάδα γενικότερα. Χαίρομαι πολύ για τη συναυλία στο Ηρώδειο, κι αυτό δεν είναι μια τυπική φράση. Το εννοώ πραγματικά…» Εν προκειμένω έρχεστε με την Ορχήστρα του Μουσικού Φλωρεντινού Μαΐου η οποία, αν δεν κάνω λάθος, σημαίνει επίσης πολλά για σας… «Έτσι είναι. Είναι η Ορχήστρα η οποία μου εμπιστεύτηκε τη θέση του μουσικού διευθυντή σε ηλικία 27, μόλις, ετών. Εφέτος, γιορτάσαμε τα 40 χρόνια από την πρώτη μας

συνεργασία, μια επέτειος καθοριστική και συγκινητική. Καταλαβαίνει κανείς πόσο σημαντική είναι για μένα… Ουσιαστικά, από εκεί ξεκίνησαν όλα. Αργότερα ήρθε η Φιλαρμόνια του Λονδίνου, η Ορχήστρα της Φιλαδέλφεια και φυσικά, η Σκάλα του Μιλάνου όπου παρέμεινα για 19 ολόκληρα χρόνια.

Τα καινούρια σχέδια Μια που το αναφέρατε, θεωρείτε πως η Σκάλα είναι ένα κεφάλαιο που έχει κλείσει οριστικά για σας μετά την παραίτησή σας το 2005; «Ναι. Έχω από καιρό γυρίσει σελίδα στη ζωή και την καριέρα μου. Τώρα με απασχολούν τα καινούρια μου σχέδια τα οποία, δόξα τω Θεώ, είναι πολλά…» Ένα από αυτά, φαντάζομαι, είναι η νεανική Ορχήστρα Λουίτζι Κερουμπίνι την οποία ιδρύσατε το 2004 κι έκτοτε έχει διαγράψει εντυπωσιακή πορεία. Πώς προέκυψε, αλή-


μουσική θεια, αυτή η πρωτοβουλία; «Στη ζωή μου είχα τη μεγάλη τύχη να μελετήσω δίπλα σε σπουδαίους δασκάλους και να συνεργαστώ με εξαιρετικά σημαντικούς μουσικούς ,όταν ακόμη βρισκόμουν σε πολύ νεαρή ηλικία. Χαρακτηριστικά, αναφέρω τον Νίνο Ρότα ο οποίος, όπως έχω πει πολλές φορές, «κρύβεται» πίσω από την απόφασή μου να γίνω αρχιμουσικός. Η «ανταλλαγή» αυτή μου δίδαξε πολλά, με έκανε πιο πλούσιο σε εμπειρίες και βιώματα. Θέλησα, λοιπόν, όλ΄αυτά που μου προσφέρθηκαν απλόχερα, κάποια στιγμή να τα επιστρέψω στη χώρα μου. Η Ορχήστρα Λουίτζι Κερουμπίνι, η οποία «βαφτίστηκε» έτσι προς τιμή ενός συνθέτη που αγαπώ πολύ, ιδρύθηκε όπως αναφέρατε το 2004, αποτελούμενη αποκλειστικά από Ιταλούς μουσικούς, ηλικίας 24-30 ετών. Η επιλογή τους έγινε ύστερα από αυστηρές ακροάσεις και, μέσω των παιδιών που συμμετέχουν, αντιπροσωπεύεται «γεωγραφικά» ολόκληρη η χώρα μου. Είναι, θα έλεγα, μια Ορχήστρα- σχολείο όπου προσπαθώ να προσφέρω στους νέους μουσικούς όσα περισσότερα εφόδια και εμπειρίες είναι δυνατόν, ούτως ώστε να έχουν μια καλή πορεία στο μέλλον» Σ΄ εσάς, αλήθεια, τι προσφέρει η διαδικασία αυτή; «Η επαφή μου με τους νέους μουσικούς είναι, σας διαβεβαιώ, άκρως αναζωογονητική. Μέχρι σήμερα η πορεία αυτής της Ορχήστρας μας έχει όλους ικανοποιήσει απολύτως. Βάσεις μας είναι δύο ιταλικές πόλεις, η Πιατσέντσα και η Ραβένα, αλλά έχουμε δώσει συναυλίες σε ολόκληρη, σχεδόν, την Ευρώπη. Τη σεζόν που μόλις κορυφώθηκε εμφανιστήκαμε, μεταξύ άλλων, στην ιστορική Musikverein της Βιέννης, πραγματικό «ναό» της μουσικής, και ο αντίκτυπος ήταν εξαιρετικά θετικός. Του χρόνου αναμένεται το ντεμπούτο της Ορχήστρας στην Όπερα του Παρισιού…»

Τα αριστουργήματα της Νάπολι Είναι και το Φεστιβάλ της Πεντηκοστής στο Σάλτσμπουργκ… «Ασφαλώς, αυτό είναι ένα ιδιαίτερο κεφάλαιο για το οποίο έχω πολλούς λόγους να χαίρομαι. Από τα νεανικά μου, ακόμη, χρόνια, ονειρευόμουν να φέρω στο φως τα άγνωστα μουσικά αριστουργήματα της ιδιαίτερης πατρίδας μου, της Νάπολι. Όπερες και άλλα έργα του 17ου και 18ου αιώνα τα οποία, αν και σημαντικής μουσικής αξίας, είχε καλύψει η λήθη για αιώνες. Κάποια στιγμή, ο διευθυντής του Φεστιβάλ του Σάλτσμπουργκ, ο Γιούργκεν Φλιμ, με επισκέφθηκε στο σπίτι μου, στη Ραβένα, προκειμένου να συζητήσουμε τα μελλοντικά μας σχέδια, για το γνωστό θερινό Φεστιβάλ. Ακούγοντας μια πρόβα της Ορχήστρας Κερουμπίνι, ενθουσιάστηκε. Έτσι, συζητώντας ως προς το τι θα μπορούσαμε να κάνουμε, γεννήθηκε η ιδέα της «αναγέννησης» του Φεστιβάλ της Πεντηκοστής όπου ανέλαβα την καλλιτεχνική διεύθυνση. Ξεκινήσαμε πέρυσι, αρχικά για τρία χρόνια, αμέσως όμως, λόγω της μεγάλης επιτυχίας, το project μετατράπηκε σε πενταετές. Εφέτος, δεύτερη χρονιά, πήγαμε ακόμη καλύτερα, η διεθνής απήχηση ήταν πραγματικά εντυπωσιακή. Συνεχίζουμε, λοιπόν, με κέφι κι ενθουσιασμό…» Υπάρχει ακόμη και η νεοσύστατη Μουσική

ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008 | 27

Ρικάρντο Μούτι

Ο άνθρωπος πίσω από κάθε σημαντικό γεγονός

Ο αρχιμουσικός Ρικάρντο Μούτι γεννήθηκε στη Νάπολι όπου και σπούδασε πιάνο στο Ωδείο του San Pietro a Majella. Συνέχισε τις σπουδές του στη σύνθεση και τη διεύθυνση ορχήστρας στο Ωδείο Τζουζέπε Βέρντι του Μιλάνου. Δάσκαλοί του ήταν ο Μπρούνο Μπετινέλι και ο Aντονίνο Βότο. Ο Μούτι έκανε για πρώτη φορά αίσθηση στους κριτικούς και το κοινό όταν, το 1962, κέρδισε παμψηφεί τον περίφημο διαγωνισμό διεύθυνσης ορχήστρας Γκίντο Καντέλι στο Μιλάνο. Την επόμενη κιόλας χρονιά έγινε κύριος αρχιμουσικός του Maggio Musicale Fiorentino και κράτησε τη θέση αυτή ώς το 1980. Το 1971, ο Μούτι εκλήθη από τον Χέρμπερτ φον Κάραγιαν να διευθύνει στο Φεστιβάλ του Σάλτσμπουργκ. Η συνεργασία του με το μεγάλο αυτό ευρωπαϊκό Φεστιβάλ συνεχίστηκε χωρίς διακοπή για τριάντα και πλέον χρόνια και το 2001 η τριακονταετία αυτή γιορτάστηκε με μια πανηγυρική συναυλία. Από το 1972 και για δέκα χρόνια ο Μούτι ήταν επικεφαλής της London Philharmonia, όπου διαδέχτηκε τον Ότο Κλέμπερερ. Από το 1980 ώς το 1992, κατείχε τη θέση του μουσικού διευθυντή της Philadelphia Orchestra μετά τον Γιουτζίν Ορμάντι. Από το 1986 ώς το 2005, ο Μούτι υπήρξε επίσης μουσικός διευθυντής του Teatro alla Scala του Μιλάνου. Κατά τη διάρκεια της περιόδου αυτής, έλαβαν χώρα σημαντικές παραγωγές, όπως η Τριλογία «Mozart-Da Ponte» και ο «Κύκλος του Δαχτυλιδιού» του Βάγκνερ. Δίπλα στο κλασικό ρεπερτόριο, φρόντισε να φέρει στο φως και πολλά σπάνια ή παραγνωρισμένα έργα. Ανάμεσα σ’ αυτά ήταν επιλεγμένα έργα της Ναπολιτάνικης Σχολής του 18ου αιώνα, όπως και όπερες των Γκλουκ, Κερουμπίνι, Σποντίνι και, τέλος, του Πουλένκ, του οποίου ο Μούτι παρουσίασε τους «Les dialogues des Carmélites». Για αυτή την τελευταία παραγωγή, ο μαέστρος κέρδισε το βραβείο κριτικών Abbiati. Η μακρά περίοδος που ο Μούτι πέρασε ως διευθυντής της Σκάλας κορυφώθηκε στις 7 Δεκεμβρίου 2004, μετά την αναπαλαίωση του θεάτρου, με τα θριαμβευτικά εγκαίνια και την παράσταση της όπερας του Αντόνιο Σαλιέρι «Europa riconosciuta». Το έργο αυτό του Σαλιέρι είχε παραγγελθεί στο συνθέτη από το θέατρο της Σκάλας του Μιλάνου για τα πρώτα του εγκαίνια, το 1778. Κατά τη διάρκεια της εξαιρετικά μεγάλης καριέρας του, ο Ρικάρντο Μούτι διηύθυνε τις περισσότερες από τις μεγάλες ορχήστρες διεθνώς: Φιλαρμονική του Βερολίνου, Ορχήστρα της Βαυαρικής Ραδιοφωνίας, Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης, Εθνική Ορχήστρα της Γαλλίας, όπως βεβαίως και τη Φιλαρμονική της Βιέννης, μια ορχήστρα με την οποία είναι πολύ συνδεδεμένος, την οποία διηύθυνε στο Φεστιβάλ του Σάλτσμπουργκ ήδη από το 1971. Όταν ο Μούτι εκλήθη να διευθύνει τη συναυλία για τον εορτασμό των 150 χρόνων της Φιλαρμονικής της Βιέννης, η ορχήστρα του απένειμε το Χρυσό Δαχτυλίδι, τιμή που επιφυλάσσεται σε λίγους μόνο αρχιμουσικούς ως ένδειξη ιδιαίτερης εκτίμησης και συμπάθειας. Τον Απρίλιο του 2003, ο γαλλικός ραδιοφωνικός σταθμός France Musique, οργάνωσε την «Journée Riccardo Muti», μεταδίδοντας 14 ώρες από τις συμφωνικές και οπερατικές ηχογραφήσεις του μαέστρου με όλες τις ορχήστρες που έχει διευθύνει κατά τη διάρκεια της καριέρας του . Τον ίδιο χρόνο, ο Μούτι διηύθυνε και την πανηγυρική συναυλία για την επαναλειτουργία του θεάτρου La Fenice της Βενετίας. Το 2004, ο μαέστρος ίδρυσε την Ορχήστρα Νέων Λουίτζι Κερουμπίνι. Η δισκογραφική δραστηριότητα του Μούτι έχει αποσπάσει πολλά βραβεία διεθνώς και περιλαμβάνει έργα του κλασικού συμφωνικού και οπερατικού ρεπερτορίου, όπως και έργα σύγχρονης μουσικής. Το 2006 ο Ρικάρντο Μούτι συμμετείχε στους εορτασμούς για το έτος Μότσαρτ, με την Φιλαρμονική της Βιέννης και έδωσε μία πανηγυρική συναυλία στο Σάλτσμπουργκ. Πρόσφατα εξελέγη νέος μουσικός διευθυντής της Φιλαρμονικής Ορχήστρας του Σικάγο. Θα αναλάβει τα καθήκοντά του για πέντε χρόνια, από το 2010-11.

Ακαδημία της Μάλτας όπου αναλάβατε τη θέση του επίτιμου προέδρου… «Πράγματι. Τα μαθήματα αρχίζουν τον Οκτώβριο του 2008 και είναι κάτι που περιμένω με ανυπομονησία. Με τη συμμετοχή της Ορχήστρας Κερουμπίνι και την ισχυρή στήριξη του Υπουργείου Πολιτισμού της χώρας, πρώτος στόχος είναι η διοργάνωση ενός σεμιναρίου, αφιερωμένου στην «ανταλλαγή» ανάμεσα στον Δυτικό Πολιτισμό και τη Μέση Ανατολή. Η γεωγραφική θέση της Μάλτας, βοηθά πολύ σ΄έναν τέτοιο προσανατολισμό. Χάρη στη μουσική, οι νέοι άνθρωποι μπορούν

ν΄ανταλλάσσουν ιδέες και απόψεις υπερβαίνοντας τα όποια πολιτικά προβλήματα. Η μουσική κρύβει μια τεράστια δύναμη μέσα της, γιατί έχει τη δυνατότητα να ενώνει, εκεί που τα λόγια οδηγούν, ορισμένες φορές, σε συγκρούσεις».

Κλασική μουσική για τις μάζες... Είναι αλήθεια ότι στην Ακαδημία αυτή θα διδάξουν μουσικοί της περίφημης Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Βιέννης με την οποία ο ίδιος είστε ιδιαιτέρως συνδεδεμένος;

«Ναι, Στο τέλος του 2008 και το 2009 μέλη της Φιλαρμονικής της Βιέννης θα δώσουν masterclasses σε νέους μουσικούς. Είναι όλοι τους ενθουσιασμένοι γι΄αυτό…» Όλες αυτές οι δραστηριότητες θα μπορούσαν, θεωρείτε, να αξιοποιηθούν, με κάποιο τρόπο και στη νέα σας θέση στην Συμφωνική Ορχήστρα του Σικάγου, όπου το 2010 αναλαμβάνετε καθήκοντα μουσικού διευθυντή; «Ένα πράγμα που θα επιδιώξω στην καινούργια αυτή περιπέτεια που αρχίζει για μένα, είναι το να φέρω την κλασική μουσική κοντά σε όσο το δυνατόν περισσότερους ανθρώπους γίνεται. Θέλω να γνωρίσουν αυτό το είδος άνθρωποι οι οποίοι, ώς τώρα, για τον ένα ή τον άλλο λόγο δεν είχαν αυτή τη δυνατότητα. Θ΄αναλάβω ό,τι πρωτοβουλία χρειάζεται για να το πετύχω. Σύνολα της Ορχήστρας, ας πούμε, θα μπορούσαν να δώσουν συναυλίες σε σχολεία, νοσοκομεία, γηροκομεία, ακόμη και σε φυλακές…Δεν σκοπεύω απλώς να περιμένω από τον κόσμο να έρθει να μας βρει, είμαι αποφασισμένος να πάμε κι εμείς να τον συναντήσουμε…»

Info Μουσικός Φλωρεντινός Μάιος Riccardo Muti Giuseppe Verdi (1813-1901) Από τα Τέσσερα θρησκευτικά κομμάτια, για χορωδία και ορχήστρα Stabat Mater Te Deum Διάλειμμα Gioacchino Rossini (1792-1868), Stabat Mater (1832) Ορχήστρα και Χορωδία του Φεστιβάλ του Μουσικού Φλωρεντινού Μαΐου Μουσική διεύθυνση: Riccardo Muti Σολίστ: Elaine Alvarez, σοπράνο Όλγα Μποροντίνα, μέτζο σοπράνο, Mario Zeffiri, τενόρος, Ιλντάρ Αμπραζάκοφ, μπάσος Ωδείο Ηρώδου Αττικού | 8/7, 21:00


μουσική

28 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008

Tι είναι για μένα ο Μούτι, τι είναι για μένα η Φλέμινγκ Τρεις επαγγελματίες της μουσικής καταθέτουν την άποψή τους για τις δυο μεγάλες παρουσίες Επιμέλεια: Ερατώ Τσούκα

«Ένας θρύλος και μια σταρ»

«Να επιδιώκουμε τις συγκρίσεις»

«Μουσικές προσωπικότητες»

Διονύσης Μαλούχος

Μίνα Πολυχρόνου

Νίκος Χριστοδούλου

Δύσκολα θα μπορούσε να σκεφτεί κάποιος πιο κατάλληλο μαέστρο για το ιταλικό ρεπερτόριο. Ο Ρικάρντο Μούτι είναι ένας θρύλος. Και όταν έρχεται ένας θρύλος στην Αθήνα, μάλιστα σε ρεπερτόριο που θεωρείται δικό του, είναι πάντα μια πολύ μεγάλη είδηση και μια ευκαιρία για όλους Η Ρενέ Φλέμινγκ, πάλι, είναι κλασικό είδος σταρ. Έχει εντυπωσιακή φωνή και σε χροιά αλλά και σε δύναμη. Έχει έκταση στο ρεπερτόριό της, όχι μόνο στο χώρο της όπερας αλλά και έξω από αυτή, αφού πολλά χρόνια τραγουδούσε τζαζ, και βέβαια εντυπωσιακή εμφάνιση. Κι είναι τολμηρή. Δεν τη θυμάστε στον «Άρχοντα των δαχτυλιδιών»; Μούσα πολλών όπως ο Αντρέ Πρεβέν, που για χάρη της έγραψε την όπερα «Λεωφορείον ο Πόθος», είναι αυτή τη στιγμή από τα μεγαλύτερα ονόματα της όπερας. Ελπίζω (γιατί δεν είναι στο πρόγραμμα) να πει το Τραγούδι για το Φεγγάρι, του Ντβόρζακ, στο οποίο η ερμηνεία της είναι αξέχαστη.

Τη γνωρίζω από τις ηχογραφήσεις, αλλά θα είναι η πρώτη φορά που θα τη δω live. Ανυπομονώ. Η Φλέμινγκ διαθέτει μια πλούσια αισθησιακή λυρική φωνή, που προσωπικά μου αρέσει σε γαλλικό ρεπερτόριο. Νομίζω ότι της ταιριάζει στη στρογγυλή, λυρική, αισθησιακή φωνή της. Να ένα ωραίο όνειρο. Μια συνεργασία μαζί της. Με ανθρώπους αυτού του ύψους βγάζει ποιότητες που δεν ξέρεις καν ότι τις έχεις, και τολμάς παραπάνω. Τον Μούτι τον έχω ακούσει ζωντανά όταν σπούδαζα στο Μιλάνο, μάλιστα έχω δουλέψει με έναν βοηθό του, τον Ντάντε Ματσόλα, και είχα την ευκαιρία να παρευρεθώ και σε πρόβες του. Αυτό που μου αρέσει ιδιαίτερα είναι ο ήχος που καταφέρνει να βγάλει από την ορχήστρα, κάτι που είναι δικό του αποτέλεσμα. Αξίζει να έρχονται τέτοιες προσωπικότητες στην Ελλάδα. Συγκρινόμαστε μαζί τους και, αναπόφευκτα, ανεβαίνει και το δικό μας επίπεδο.

Ο Ρικάρντο Μούτι είναι από τους κορυφαίους μαέστρους στον κόσμο. Χαρισματική παρουσία στο πόντιουμ, οι εκτελέσεις του χαρακτηρίζονται από εκφραστικό πλούτο, δυναμισμό, πλαστικότητα. Στη μεγάλη του δημιουργική πορεία συγκαταλέγονται η πρώιμη, δυναμική διευθυντική του θητεία στην ορχήστρα Φιλαρμόνια του Λονδίνου, η διεύθυνση της ορχήστρας της Φιλαδέλφειας και της Σκάλας του Μιλάνου, η πολύχρονη συνεργασία του με την Φιλαρμονική της Βιέννης, όπως και η ιδιαίτερη προσφορά στην όπερα. Το πρόγραμμα της συναυλίας του στο Φεστιβάλ, με το θαυμάσιο, αλλά σπάνιο σε συναυλίες, «Stabat Mater» του Ροσίνι, μαζί με δύο θρησκευτικά κομμάτια του Βέρντι, είναι χαρακτηριστικό της μουσικής προσωπικότητας του Ιταλού μαέστρου. Η Ρενέ Φλέμινγκ είναι από τις σημαντικότερες λυρικές σοπράνο της εποχής μας. Έχει εξαιρετική ποιότητα και πλούσιο χρώμα φωνής, καθώς και πολλές θαυμάσιες ερμηνείες. Το πρόγραμμα του ρεσιτάλ της στο Φεστιβάλ, με ιταλικές και γαλλικές όπερες, δίνει την ευκαιρία στον ακροατή να ακούσει τη Φλέμινγκ σε πολύ αντιπροσωπευτικές της άριες, στην πρώτη της μάλιστα εμφάνιση στην Ελλάδα.

Πιανίστας, παραγωγός Τρίτου Προγράμματος

Υψίφωνος

Συνθέτης, διευθυντής ορχήστρας


θέατρο

Ντέμπορα Γουόρνερ (η σκηνοθέτρια των «Ευτυχισμένων ημερών»)

«Ξαναγυρίζουμε, αλλά όχι με την ίδια παράσταση»!

ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008 | 29

Συνέντευξη στην Ευγενία Τζιρτζιλάκη

H Βρετανή σκηνοθέτρια των μπεκετικών «Ευτυχισμένων ημερών» με τη Φιόνα Σο επιστρέφει στην Επίδαυρο. Πολυβραβευμένη, αλλά και αιρετική, με αξιοθαύμαστη ποιότητα αλλά και όγκο δουλειάς, τόσο στο θέατρο όσο και στην όπερα, στην τηλεόραση και στο σινεμά, κατορθώνει να παραμένει αντισυμβατική, να μας ξαφνιάζει και να προκαλεί με τη διεισδυτική της ματιά, πέρα από την επιφάνεια των πραγμάτων.


θέατρο

30 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008

Γουόρνερ, το δώρο της επιστροφής στην Επίδαυρο είναι αμφίσημο. Κι αυτή μαζί με τη Φιόνα Σο μας δωρίζουν κάτι μαγικό, αλλά κι αυτές αισθάνονται την εκ νέου πρόσκλησή τους ως δώρο. Και μια που μιλάμε για δώρα, ας εκλάβουμε τη συνομιλία που ακολουθεί ως ένα δωράκι ακόμα. Έχετε πει πως δύσκολα διαλέγετε ένα έργο που δεν σας τρομάζει. Συνέβη αυτό με τον Μπέκετ; Όντως, τρομοκρατήθηκα. Χρειάστηκε να με στριμώξουν για να δεχτώ, και στην αρχή νόμισα πως είχα κάνει λάθος. Πραγματικά το εννοώ όταν λέω ότι θαμπώθηκα από το τι ανακάλυψα ότι τελικά ήταν το έργο. Γιατί, στις πρόβες, νόμιζα ότι εν μέρει το έργο ήταν κοροϊδία, μια απάτη… Ότι ίσως ο Μπέκετ να μας είχε εξαπατήσει – δεν βγάζαμε άκρη, δεν έβγαινε νόημα. Κι αυτό είναι πολύ τρομακτικό, επειδή συχνά βλέπουμε στη σκηνή μισοτελειωμένα έργα και ηθοποιούς που δεν ξέρουν τι κάνουν. Δεν είναι γενναίο εκ μέρους μας που συνεχίσαμε – ήταν δύσκολο, αλλά δεν είχαμε επιλογή αφού είχαμε ήδη δεχτεί να το κάνουμε. Μια επιλογή στο θέατρο είναι σαν να λες «ναι» σε ένα γάμο – δεν το αποφεύγεις τόσο εύκολα μετά, είναι κάτι πολύ σοβαρό. Για να φέρεις ένα έργο στη ζωή πρέπει να εναποθέσεις πολλά σ’ αυτό και πρέπει το έργο να είναι τρομερά δυνατό για να αντέξει όσα θα του συμβούν. Ο λόγος πρέπει να βαστά και να κρατά τα σώματα που το παλεύουν. Κι ανακαλύψαμε ότι τελικά το έργο ήταν, και με το παραπάνω, γερό.

ΘΑΜΜΕΝΗ ΣΤΟ ΒΡΑΧΟ Η Φιόνα Σο, Γουίνι, στις «Ευτυχισμένες μέρες» του Μπέκετ, όπως παρουσιάστηκαν πέρυσι στην Επίδαυρο.

Φωτογραφία: Πάνος Κοκκινιάς

Η Γουίνι που παίζει με το κοινό

Αν και έχει σπουδάσει διεύθυνση σκηνής, ήταν μόλις 21 ετών όταν ίδρυσε τη δική της θεατρική ομάδα, την KICK (εκ του κλοτσάω), σκηνοθετώντας κλασικό ρεπερτόριο και κερδίζοντας τις εντυπώσεις. Λίγα χρόνια αργότερα, γνώρισε τη Φιόνα Σο, ξεκινώντας τη σημαντικότερη ίσως συνεργασία της καριέρας και των δύο. Το «τρομερό δίδυμο», όπως συχνά τις αποκαλεί ο βρετανικός Τύπος, έχει αφήσει εποχή με παραστάσεις όπως «Ηλέκτρα», «Ο καλός άνθρωπος του Σετσουάν», «Έντα Γκάμπλερ», «Ριχάρδος ΙΙ» (με τη Σο στον ομώνυμο ρόλο) και «Μήδεια». Ακολούθησε η παγκόσμια περιοδεία της «Έρημης χώρας» του Έλιοτ, η πρώτη της παράσταση σε μη παραδοσιακούς χώρους, εγκαινιάζοντας μια

ιδιαίτερη σχέση θεάτρου και αρχιτεκτονικής την οποία εξέλιξε στο περίφημο «Έργο των αγγέλων» (μια θεατρική εγκατάσταση όπου άγγελοι καθοδηγούσαν τους θεατές στους δρόμους της Νέας Υόρκης) και σε πρωτότυπες παραστάσεις σε κάθε λογής χώρους: παλιά ξενοδοχεία, σταθμοούς τρένων, πύργους, δρόμους… Στις 4 και στις 5 Ιουλίου, το ελληνικό κοινό θα έχει άλλη μια ευκαιρία να συμμετάσχει – όπως το θέτει εκείνη – στο τελευταίο της σημαντικό έργο. Οι περσινές παραστάσεις των «Ευτυχισμένων ημερών» του Μπέκετ δεν ολοκληρώθηκαν εξαιτίας των πυρκαγιών. Έτσι όσοι το επιθυμούν θα έχουν φέτος μια ακόμη ευκαιρία. Και, κατά την Ντέμπορα

Είπατε ότι οι πρόβες ήταν εξαιρετικά δύσκολες και χρειάστηκε να παίξετε τις «Ευτυχισμένες μέρες» μπρος σε κοινό για να αλλάξει αυτό. Γιατί; Ένας λόγος είναι ότι το κείμενο είναι διάσημο για τη δυσκολία του να απομνημονευτεί. Η παγίδα είναι ότι δεν μπορείς να το παίξεις αν δεν το ξέρεις, και δεν μπορείς να το μάθεις αν δεν το παίξεις. Είναι σαν παρτιτούρα – για να δουλέψει ο βιρτουόζος ένα κομμάτι πρέπει να το έχει μάθει –, αυτό το έργο μοιάζει με μουσική. Ο βιρτουόζος μπορεί να παίξει ένα κομμάτι ωραία, αλλά το να βρει αληθινά τις ποιότητες του πώς και του γιατί είναι κάτι άλλο. Παρομοίως, η παράσταση είναι εντελώς διαφορετική κάθε βράδυ, λόγω της αλληλεπίδρασης της Φιόνα με το κοινό. Υπάρχουν δύο ηθοποιοί επί σκηνής, αλλά η Γουίνι δεν παίζει με τον Γουίλι – αυτή είναι και η ιδιοφυής σύλληψη του έργου: ο άλλος χαρακτήρας είναι το κοινό. Μιλά στον Γουίλι αλλά μόνο ως συσκευή για να αποταθεί σ’ εμάς – με εμάς συζητάει. Και αυτό που το κάνει τόσο ζωντανό είναι ότι εμείς έχουμε τρομερά διαφορετικές αντιδράσεις. Η βραδιά, πάει όπου την πάει το κοινό και ίσως, όντως, αυτή να ήταν πάντοτε η φύση του θεάτρου, αλλά εκεί ακριβώς βρίσκεται η ουσία του συγκεκριμένου έργου, το νόημά του. Είναι εκπληκτικό το τι επιτρέπουμε κάθε φορά στη Φιόνα να κάνει. Βεβαίως, η ιδιοφυΐα της είναι στο ότι μας κάνει να τη συμπαθήσουμε τόσο γρήγορα. Σκεφτόμαστε σχεδόν αμέσως ότι είναι μια πολύ καλή, γοητευτική γυναίκα που μας έχει καλέσει στο σπίτι της και χαιρόμαστε που θα περάσουμε μια βραδιά μαζί της. Κι αυτό είναι θεμελιώδες, γιατί αν δεν θέλεις να περάσεις


θέατρο μια βραδιά με τη Γουίνι απλώς εκνευρίζεσαι μ’ αυτή και με το έργο. Η παράσταση μοιάζει με τζαμάρισμα μουσικών της τζαζ, με τη μόνη εξαίρεση ότι εκείνη ακολουθεί ένα πολύ αυστηρό κείμενο. Αλλά βέβαια και ο μουσικός αυτοσχεδιασμός διέπεται από πολύ αυστηρούς μαθηματικούς κανόνες… Αυτό που η Φιόνα κάνει ευφυώς, είναι ότι νομίζεις πως αυτά που λέει τα βγάζει εκείνη την ώρα απ’ το μυαλό της. Κι ο Μπέκετ, είναι η διάνοια που επιτρέπει κάτι τέτοιο να συμβεί. Έχετε πει ότι αυτό το έργο είναι πολύ συναισθηματικό, αλλά ο Μπέκετ δεν θα μπορούσε να το γνωρίζει γιατί το καλό γράψιμο έρχεται από ένα μέρος βαθύτερο από τη διάνοια. Από πού έρχεται; Από το θεό! (γελά.) Εννοώ ότι έρχεται από το σύνολο των εμπειριών κάποιου και βρίσκεται πέρα από την κατανόηση. Νομίζω, ότι δεν υπάρχει ούτε φράση σ’ αυτό το έργο που να μην έχει ακούσει ο Μπέκετ κάποτε κάποιον να λέει. Δεν είναι ρεαλισμός, είναι ποίηση, αλλά είναι συναισθηματικό έργο επειδή ο συγγραφέας ξέρει από πού έρχονται αυτά τα λόγια, δεν είναι αφηρημένες έννοιες. Ίσως έχει ειπωθεί αυτό για τούτο το έργο, αλλά δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα – δεν παίζεται το αφηρημένο. Οι «Ευτυχισμένες μέρες» είναι κάτι βιωμένο.

«Κανείς δεν ρωτάει έτσι τους άντρες ετερόφυλους» Το 2006 κάνατε την είσοδό σας στη λίστα των ομοφυλόφιλων με τη μεγαλύτερη επιρροή παγκοσμίως και ήρθατε τριακοστή τέταρτη κατά την κυριακάτικη «Independent». Πώς επηρέασε η σεξουαλική σας ταυτότητα τις επιλογές ή την καριέρα σας; Φοβάμαι πως καθόλου. Είναι κάτι εντελώς άσχετο. Συχνά με ρωτούν και για το πώς είναι να είμαι γυναίκα σκηνοθέτης, αλλά επίσης δεν υπάρχει απάντηση. Έχω αρνηθεί να συμπεριληφθώ στην κατηγορία «γυναίκες σκηνοθέτες», επειδή δεν είναι αυτό το θέμα. Εγώ, απλώς σκηνοθετώ. Όπως όταν με ρωτούν αν κάνω πολιτικό θέατρο: τότε ρωτάω «Μήπως εννοείτε θέατρο που αφορά το σήμερα; Κι αν εννοείτε αυτό, τότε ναι.» Αλλά πρόκειται για κάτι πέρα από τη σεξουαλικότητά μου, απ’ το αν είμαι γυναίκα ή Αγγλίδα – τα ζητήματα και οι ανάγκες που με απασχολούν, τα υπερβαίνουν όλα αυτά. Είναι αλήθεια, πάντως, ότι ως γυναίκα έπρεπε να αντιμετωπίσω την τεράστια και τραγική ένδεια γυναικείων ρόλων του κλασικού ρεπερτορίου. Με κοίταξε κατάματα αυτό το τέρας. Και ήταν πιθανότερο να ήμουν εγώ αυτή που θα έδινα στη Φιόνα Σο το ρόλο του Ριχάρδου, επειδή παρατήρησα την ανάγκη για αυτό. Αλλά, σιχαίνομαι τον τρόπο που κρίνονται οι καλλιτέχνες από την σεξουαλικότητά τους. Απλώς οδηγεί σε τρομερή μικρότητα αντίληψης. Δείτε τον Μπέντζαμιν Μπρίτεν για παράδειγμα, ίσως τον σπουδαιότερο συνθέτη του αιώνα – το ότι ήταν ομοφυλόφιλος δεν είναι ατέρμονα συναρπαστικό. Κι όσο περνάει ο καιρός γίνεται λιγότερο συναρπαστικό. Το θέμα είναι ότι κανείς δεν θέτει τέτοια ερωτήματα στους άντρες ετερόφυλους, κι αυτό είναι που μ’ ενοχλεί. Αν τους ρωτούσαν πως σχετίζεται η ετεροφυλία τους με τη δουλειά τους θα έλεγαν «Ορίστε;» Έτσι κι εγώ, καταλαβαίνω γιατί ρωτά κανείς, αλλά σχεδόν προσβάλλο-

ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008 | 31

ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΧΑΡΙ ΠΟΤΕΡ Εκτός του ότι είναι μεγάλη θεατρική ηθοποιός, η Φιόνα Σο δεν παραλείπει να εμφανίζεται και στον κινηματογράφο. Στα συν αυτών των εμφανίσεών της, η παρουσία της στο κινηματογραφικό blockbuster «Χάρι Πότερ», από το ομώνυμο μπεστ σέλερ της Τζ. Κ. Ρόουλινγκ.

μαι μ’ αυτή την ερώτηση επειδή δεν έχω τι να απαντήσω. Έχετε πει πως το καλύτερο θέατρο που είδατε τελευταία ήταν στην γκαλερί Τέιτ – ότι η δύναμη της αλληλεπίδρασης του κοινού με το χώρο και τις εγκαταστάσεις ξεπερνούσε το λόγο. Πώς συνταιριάζετε αυτή την οπτική με το ότι ασχολείστε με έργα τόσο βασισμένα στο λόγο, όπως αυτό του Μπέκετ; Νομίζω ότι, τελευταία, διαλέγω μόνο έργα που είναι ξεκάθαρα ποιητικά. Δεν είναι ο λόγος αυτό που με ενδιαφέρει, είναι η ποίηση και δεν τη διαθέτουν όλα τα έργα. Ο Σαίξπηρ, ο Μπέκετ, ο Έλιοτ κάνουν ποίηση, και για μένα αυτό είναι κάτι που αξίζει τον κόπο να ασχοληθώ μαζί του. Είναι πολύ κοπιαστική διαδικασία να διεξάγεις για καιρό ανασκαφές σε ένα έργο – πρέπει να το αξίζει. Τις «Ευτυχισμένες μέρες» δεν έχουμε σταματήσει να τις δουλεύουμε ακόμη. Συνεχώς κουρδίζουμε τις χορδές του έργου, το τελειοποιούμε. Είναι πολύ συναρπαστικό αυτό και μπορείς να το κάνεις για πολύ καιρό. Είναι σαν μηχανή: ένα έργο πρέπει να κουρδιστεί σε πολύ υψηλές συχνότητες και δονήσεις, και σ’ αυτό το σημείο βρισκόμαστε τώρα. Οι «Ευτυχισμένες μέρες» είναι το πιο ριζοσπαστικό δράμα που έχω συναντήσει. Ούτε που φανταζόμασταν να φτάναμε εκεί το 2008. Το ότι κάποιος έφτασε εκεί το 1961, κι ίσως να μην το είχαμε καν παρατηρήσει, είναι θαυμάσιο, αλλά και κάπως ενοχλητικό – θα ελπίζαμε να είχαμε προχωρήσει περισσότερο από τότε, ενώ εμείς δεν τον έχουμε προφτάσει ακόμη. Για μένα, η ελπίδα και η δικαίωση του θεάτρου, έτσι ώστε να συνεχίσει να υπάρχει, βρίσκεται στα ποιητικά κείμενα. Και το θέατρο είναι ο χώρος όπου μπορεί να συνεχίσει η ποίηση να ευημερεί – χρειάζεται μια πλατφόρμα μεγαλύτερη από τις χαρτόδετες εκδόσεις που όλο και λιγότεροι άνθρωποι αγοράζουν, κι ακόμη λιγότεροι διαβάζουν. Νομίζω, πως η ποίηση πρέπει να ξαναγίνει προφορική παράδοση. Κι αυτό είναι που η Φιόνα κάνει τόσο καλά: καθιστά απτό και ξεκάθαρο το πιο δύσκολο ποιητικό κείμενο, με τρομερή αμεσότητα.

«Η παράσταση δεν θα είναι ίδια» Πώς είναι να επιστρέφετε στην Επίδαυρο; Είναι θαυμάσιο το ότι έχουμε πια απαλλαγεί απ’ την αίσθηση του άλματος στο άγνωστο. Ήταν αυθεντικά τρομακτικό στην αρχή, κι εγώ δεν συνηθίζω να έχω τρακ στις πρεμιέρες… Αλλά όντως μου είχαν κοπεί τα πόδια, γιατί δεν μπορούσε κανείς να ξέρει αν η Φι-

όνα θα κατόρθωνε να κρατήσει το κοινό μ’ αυτά που είχαμε. Φοβόμασταν πολύ. Το ελληνικό κοινό του αρχαίου θεάτρου πώς σας φάνηκε; Είχα την αίσθηση ότι το κοινό είχε έρθει για να υποστηρίξει αυτή την πράξη. Μπορούσε κανείς να νιώσει ότι οι άνθρωποι που ήταν εκεί είχαν στ’ αλήθεια θελήσει να συμβεί αυτό το πράγμα, και ήθελαν να επιτύχει. Και το έκαναν να επιτύχει. Κι αυτό επειδή το κοινό έχει τόσο μεγάλο ρόλο – λόγω, βεβαίως, της φύσης αυτού του χώρου – αλλά και λόγω της δυναμικής του ίδιου του έργου. Κι είναι επίσης συναρπαστικό το ότι δεν θα ξαναέρθουμε με την ίδια παράσταση. Τι εννοείτε; Εννοώ ότι η παράσταση δεν θα είναι ίδια με την προηγούμενη φορά, εξαιτίας του τι της έχει συμβεί κατά τη διάρκεια της περιοδείας. Το έργο φέρει πλέον μέσα του την ιστορία της εμπειρίας στην Αμερική (ξέρετε, δώσαμε παραστάσεις στη Νέα Υόρκη το χειμώνα που πέρασε), αλλά και άλλων ανεβασμάτων του. Νομίζω πως κανένας περσινός θετής δεν θα αναγνωρίσει την παράσταση! Κι αυτό είναι πολύ ωραίο. Κι είναι ίσως κι ένα κίνητρο για να ξανάρθουν να το δουν όσοι είχαν έρθει εκείνη την Παρασκευή. Πραγματικά, νιώθω ότι οι «Ευτυχισμένες μέρες» του Μπέκετ είναι ένα ζωντανό πράγμα που αναπνέει και αναπτύσσεται. Δεν είναι αυτό που ήταν, κι αυτό μ’ ενθουσιάζει. Και είμαι καταχαρούμενη που επιστρέφουμε. Το βρίσκω φανταστικό! Τι προνόμιο να δουλεύει κανείς σ’ ένα τέτοιο χώρο! Και πέρα απ’ αυτό, να μπορείς να κάνεις πρόβα, μετά να κάνεις μια βουτιά στη θάλασσα και να ξαναγυρνάς… Αυτή είναι ζωή! Και μιλάμε για την ωραιότερη χώρα στον κόσμο!

Ιnfo Εθνικό Θέατρο Μεγάλης Βρετανίας - Debora Warner Samuel Beckett, Ευτυχισμένες μέρες Σκηνοθεσία: Deborah Warner Σκηνικά: Tom Pye Φωτισμοί: Jean Kalman Μουσική: Mel Mercier Ηχητικός σχεδιασμός: Christopher Shutt Κοστούμια: Luca Costigliolo Πρωταγωνιστεί η Fiona Shaw Συμμετέχει o Tim Potter Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου | 4 - 5/7, 21:00

«Συχνά με ρωτούν και πώς είναι να είμαι γυναίκα σκηνοθέτης, αλλά επίσης δεν υπάρχει απάντηση. Έχω αρνηθεί να συμπεριληφθώ στην κατηγορία «γυναίκες σκηνοθέτες», επειδή δεν είναι αυτό το θέμα».


32 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008

θέμα

Μπολσόι

Η μεγάλη των Ρώσων σχολή….ανακαινίζεται Οι επικείμενες παραστάσεις της όπερας «Μπορίς Γκοντούνοφ» του Μούσοργκσκι συστήνουν στο ελληνικό κοινό το νέο πρόσωπο του ιστορικού θεάτρου Μπολσόι της Μόσχας.

Φωτογραφία: Damir Yusupov

Από την Τόνια Ευσταθίου


θέμα

ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008 | 33

Με βασικό άξονα τους «θησαυρούς» του ρωσικού λυρικού ρεπερτορίου, το εγχείρημα της ανανέωσης έχει να κάνει με μια σειρά βήματα: εμπλουτισμός σε ό,τι αφορά αυτά καθεαυτά τα έργα, συνεργασία με σκηνοθέτες του θεάτρου και του κινηματογράφου, δημιουργική ανταλλαγή με τη Δύση αλλά και τολμηρά «ανοίγματα» στην επονομαζόμενη Regioper, στο δρόμο που χάραξαν τα γερμανικά, κατά βάσιν, λυρικά θέατρα. Δύο είναι, κυρίως, οι λόγοι για τους οποίους οι επικείμενες παραστάσεις της όπερας του Μούσοργκσκι «Μπορίς Γκοντούνοφ», που θα δοθούν στις 15 και 16 Ιουλίου από το φημισμένο Θέατρο Μπολσόι της Μόσχας στην αίθουσα «Αλεξάνδρα Τριάντη» του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, κρίνονται σημαντικές. Ο πρώτος είναι προφανής: πρόκειται για ένα εμβληματικό έργο του ρωσικού λυρικού ρεπερτορίου που παρουσιάζεται από τους κατεξοχήν γνήσιους εκπροσώπους του. Ο δεύτερος, ακούει στο όνομα Αλεξάντερ Σοκούροφ και, πέρα από αυτή καθεαυτή την εγνωσμένη αξία του κινηματογραφιστή κατά βάσιν που αποκλήθηκε «ποιητής των εικόνων», συνδέει, κατά κάποιον τρόπο, το ελληνικό κοινό με μια τάση που εξαπλώνεται διεθνώς: την ενασχόληση των σκηνοθετών του κινηματογράφου με την όπερα.

Από τον κινηματογράφο στην όπερα

ΚΟΡΙΤΣΙΑ, Ο ΤΣΑΡΟΣ Ο Μιχαήλ Καζακόφ στο ρόλο του Μπορίς Γκοντούνοφ.

Η προσέγγιση των δύο τεχνών δεν είναι καινούρια. Ενδεικτική μόνο, αλλά ίσως όχι και πιο χαρακτηριστική αναφορά, είναι η σκηνοθεσία από τον Πατρίς Σερό («Βασίλισσα Μαργκό», «Σαρκική εξάρτηση») της πολυσυζητημένης, μνημειακών διαστάσεων Τετραλογίας του Βάγκνερ, την οποία παρουσίασε στο Φεστιβάλ του Μπαϊρόιτ το 1976 για ν΄αποτελέσει, έκτοτε, διαρκές σημείο αναφοράς για κάθε μεταγενέστερο ανέβασμα. Στο πλαίσιο αυτό, καμιά περιγραφή δεν είναι, ίσως, πιο εύγλωττη από το απόσπασμα του βιβλίου του Φρέντερικ Σποτ «Μπαϊρόιτ, Η Ιστορία του Φεστιβάλ του Βάγκνερ» όπου αναφέρει χαρακτηριστικά: «Στην πρεμιέρα υπήρξαν αιματηρές συμπλοκές, το φόρεμα της νέας συζύγου του Βόλφγκανγκ Βάγκνερ σκίστηκε, το πολύτιμο σκουλαρίκι μιας άλλης γυναίκας καταστράφηκε ενώ το αυτί της τραυματίστηκε σοβαρά. Μέχρι και απειλές για δολοφονίες και τοποθετήσεις εκρηκτικών σημειώθηκαν. Λέγεται επίσης πως, εκείνο το βράδυ, δυνατές φιλίες χρόνων καταστράφηκαν και γάμοι διαλύθηκαν». Τριάντα ακριβώς χρόνια αργότερα, το 2006, η «Madama Butterfly» του Πουτσίνι που σκηνοθέτησε ο – ήδη εκλιπών- βραβευμένος με Οσκαρ Άντονι Μινγκέλα στη Μητροπολιτική Οπερα της Νέας Υόρκης, σήμανε το αποφασιστικό σημείο καμπής. Επρόκειτο για μια παραγωγή η οποία, κατά κοινή ομολογία, κατάφερε ν΄απευθυνθεί σε κοινό ευρύτερο από το κοινό των παραδοσιακών φίλων του λυρικού θεάτρου, ενώ κατόρθωσε ακόμα να κατακτήσει τη μερίδα του λέοντος σ’ ό,τι έχει να κάνει με τη δημοσιότητα στο διάστημα

τουλάχιστον μίας δεκαετίας. Παρά το ότι η «πολιορκία» της Οπερας από τους κινηματογραφικούς σκηνοθέτες δεν φαίνεται να είναι μια τάση καθολικής αποδοχής και κατά καιρούς προκαλεί αντιδράσεις, ο Καναδός Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ, ο Ιρανός Αμπάς Κιαροστάμι και ο Γούντι Άλεν είναι μερικά μόνο από τα ηχηρά ονόματα τα οποία, μέσα στο 2008, ετοιμάζονται να προστεθούν σε μια μακρά λίστα η οποία, μεταξύ άλλων, έχει στο πέρασμα του χρόνου συμπεριλάβει δημιουργούς όπως ο Λουκίνο Βισκόντι, ο Αντρέι Ταρκόφσκι, ο Ζανγκ Γιμού, ο Φράνκο Τζεφιρέλι, ο Μίχαελ Χάνεκε, ο Ρομάν Πολάνσκι, ο Χανς Γίργκεν Ζίμπερμπεργκ…

Πώς ανανεώνονται τα Μπολσόι Ο κατά Αλεξάντερ Σοκούροφ «Μπορίς Γκοντούνοφ» έκανε πρεμιέρα την περσινή άνοιξη στη Νέα Σκηνή του Μπολσόι, καθώς η Κεντρική Σκηνή βρίσκεται σε φάση ευρείας ανακαίνισης (της μεγαλύτερης ανακαίνισης ανάμεσα σε πολλές ακόμα οι οποίες έγιναν κατά καιρούς στο θέατρο). Η ανακαίνιση αυτή άρχισε το 2005 και αναμένεται να ολοκληρωθεί το 2009, με την πρεμιέρα της πρώτης παραγωγής να τοποθετείται τον Νοέμβριο του ίδιου χρόνου. Επρόκειτο για την δεύτερη από τις δύο νέες παραγωγές της σεζόν 20062007 και εντάχθηκε στο πλαίσιο της ευρύτερης προσπάθειας ανανέωσης του θεάτρου έτσι ώστε να συνδεθεί με τις διεθνείς εξελίξεις και να προχωρήσει με σταθερά βήματα στο μέλλον, ύστερα από ένα μεσοδιάστημα κλυδωνισμών, οι οποίοι σημειώθηκαν στη δύσκολη για τη χώρα δεκαετία του 1990. Με βασικό άξονα τους «θησαυρούς» του ρωσικού λυρικού ρεπερτορίου, το εγχείρημα της ανανέωσης έχει να κάνει με μια σειρά βήματα: εμπλουτισμός σε ό,τι αφορά αυτά καθεαυτά τα έργα, συνεργασία με σκηνοθέτες του θεάτρου και του κινηματογράφου, δημιουργική ανταλλαγή με τη Δύση αλλά και τολμηρά «ανοίγματα» στην επονομαζόμενη Regioper, στο δρόμο που χάραξαν τα γερμανικά, κατά βάσιν, λυρικά θέατρα.

Ο Μούσοργκσι κι ο Πούσκιν Ο «Μπορίς Γκοντούνοφ», η μοναδική ολοκληρωμένη όπερα του Μούσοργκσκι, εξελίσσεται σε τέσσερις πράξεις και πρόλογο ενώ θεωρείται το αριστούργημά του. Το λιμπρέτο, είναι του ίδιου του συνθέτη και βασίζεται στο ποιητικό δράμα του Πούσκιν «Η Κωμωδία για τη δοκιμασία της Μοσχοβίτικης Πολιτείας από τον τσάρο Μπόρις και τον Γκρίσκα Οτρέπγιεφ» (1826), καθώς και στην «Ιστορία της


θέμα

34 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008

χρόνια αργότερα, έγινε η πρώτη του παρουσίαση επί σκηνής, σε μια μέτρια σκηνοθεσία, με την παρέμβαση της λογοκρισίας περισσότερο από φανερή. Ο Μούσοργκσκι «ανακάλυψε» το έργο του Πούσκιν το 1868, χάρη σε ένα φίλο του. Ο συνθέτης παρουσίασε δύο διαφορετικές εκδοχές: η πρωτότυπη, του 1869, δεν έγινε αποδεκτή προς παρουσίαση καθώς θεωρήθηκε ατελής. Μια αναθεωρημένη εκδοχή ολοκληρώθηκε το 1872 και, σ’ αυτή τη μορφή, δόθηκε η πρεμιέρα το 1874. Η μουσική αποτελεί υπόδειγμα αυθεντικού ρωσικού ύφους που βασίζεται στη στέρεα γνώση, από πλευράς του συνθέτη, της λαϊκής μουσικής της πατρίδας του και στην απόρριψη της επιρροής της γερμανικής και της ιταλικής όπερας. Μετά το θάνατο του Μούσοργκσκι, ο Νικολάι ΡίμσκιΚόρσακοφ ενορχήστρωσε και αναθεώρησε εκ νέου την όπερα και, σ’ αυτή τη μορφή, την παρουσίασε στην Αγία Πετρούπολη το 1896. Η εκδοχή αυτή ήταν που κυριάρχησε στο Μπολσόι της πάλαι ποτέ σοβιετικής περιόδου για 50, περίπου, χρόνια, για να αντικατασταθεί στην εν λόγω παραγωγή από αυτήν του συνθέτη, εκδοχή που τα τελευταία χρόνια φαίνεται ότι κερδίζει έδαφος.

ΚΛΑΣΙΚΟ ΑΝΕΒΑΣΜΑ Ο σκηνοθέτης Αλεξάντερ Σοκούροφ (απέναντι) φιλοδοξεί η παράστασή του να καταγραφεί ως μια από τις πιο ενδιαφέρουσες που παραμένουν πιστές στους παραδοσιακούς τρόπους της όπερας Μπολσόι.

Φωτογραφία: Damir Yusupov

Η εθνοκεντρική προσέγγιση του Σοκούροφ

Ρωσικής Αυτοκρατορίας» (1829) του Καραμζίν. Στο επίκεντρο βρίσκεται ένας μύθος του 16ου αιώνα, έτσι όπως αναβίωσε στο δεύτερο έργο και έγινε στόχος πολεμικής. Παρουσιάζει σε 24 ασύνδετες μεταξύ τους σκηνές, γεγονότα τα οποία σχετίζονται με τις σκοτεινές δολοπλοκίες γύρω από την άσκηση της απόλυτης εξουσίας κατά την επονομαζόμενη «Εποχή των Ταραχών»: τη θυελλώδη, δηλαδή,

περίοδο της ρωσικής ιστορίας η οποία αρχίζει με το θάνατο του τσάρου Φιοντόρ Α΄το 1598 και κορυφώνεται με την στέψη του πρώτου Ρομανόφ το 1613, δίνοντας έμφαση στην περίοδο της βασιλείας του Μπορίς Γκοντούνοφ (1598-1605). Το έργο του Πούσκιν εκδόθηκε το 1831, αλλά η κυκλοφορία του απαγορεύτηκε στη Ρωσία από τις βασιλικές αρχές και δεν επιτράπηκε παρά μόνο το 1866. Τέσσερα

Σε ό,τι αφορά τη σκηνοθεσία του Σοκούροφ, γνωστού, κυρίως, στην χώρα μας από την ταινία του «Ρωσική Κιβωτός» η οποία, πέραν της υποδοχής που έτυχε από την κινηματογραφική κριτική (δεν ήταν εν γένει εγκωμιαστική, αφού πολλοί διέκριναν χαρακτηριστικά πομπώδους τελετουργίας, στον αντίποδα μιας ρεαλιστικής κατάφασης που τείνει να γίνει κανόνας εμπορικότητας στον σύγχρονο παγκόσμιο κινηματογράφο), υπογράμμισε την αγάπη του δημιιουργού της για την ιστορία της χώρας του, δεν αποτελεί κανένα προκλητικό δείγμα της λεγόμενης Regioper. Ευθύς εξαρχής, όπως είχε δηλώσει ο ίδιος, σκοπός του ήταν μια παράσταση που θα αποτελέσει σημείο αναφοράς μεταξύ των κλασικών ανεβασμάτων, με απόλυτο σεβασμό σε ένα έργο που αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της ρωσικής κουλτούρας. Πολύτιμοι αρωγοί της επιτυχίας του, ο Γιούρι Κούπερ που υπογράφει τα σκηνικά, ο Πάβελ Καπλέβιτς που επιμελήθηκε τα κοστούμια καθώς και ο Νταμίρ Ισμαγίλοφ στους φωτισμούς. Πέρα από τους ερμηνευτές που κέρδισαν κοινό και κριτική στη Ρωσία (ο Μιχαήλ Καζακόφ και ο Ταράς Στόντα εναλλάσσονται στο ρόλο του τίτλου), ο έτερος μεγάλος πρωταγωνιστής της παραγωγής δεν είναι άλλος από τον δυναμικό μουσικό διευθυντή του Μπολσόι, τον Αλεξάντερ Βεντέρνικοφ, εκ των βασικών «αρχιτεκτόνων» της τολμηρής ανανέωσης του θεάτρου. Μια ημέρα πριν από την πρεμιέρα του «Μπόρις», στις 14 Ιουλίου, διευθύνει στο Ηρώδειο την Ορχήστρα και τη Χορωδία Μπολσόι σ’ ένα πρόγραμμα αποκλειστικά αφιερωμένο στον Προκόφιεφ. Η βραδιά, περιλαμβάνει τη Σουίτα βαλς για ορχήστρα, έργο 110 (1946), το Δεύτερο Κοντσέρτο για βιολί σε σολ ελάσσονα, έργο 63 (1935) με σολίστ τον θεσσαλονικιό Σίμο Παπάνα καθώς και τη βασισμένη στη μουσική για την ταινία του Αϊζενστάιν «Αλέξανδρος Νιέφσκι» καντάτα για μετζοσοπράνο, χορωδία και ορχήστρα, έργο 78 (1939). Συμπράττει η Ελένα Μανίστινα.


θέμα

ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008 | 35

Info

Αλεξάντερ Σοκούροφ Η «εθνική σχολή» που αποστρέφεται το θέαμα Από τον Τηλέμαχο Αναγνώστου

Δύο είναι οι ρώσικες λέξεις που ξέρουν όλοι ανά την υφήλιο. Μπάμπουσκες και Μπολσόι. Η πρώτη είναι σύμβολο της λαϊκής κουλτούρας και η δεύτερη προϊόν πολιτισμού, απολύτως εξαγώγιμου, μια σταθερή αξία που επιβεβαιώνει το εθνικό γόητρο. Σε αυτή την παραδοσιακή εθνική αξία στρέφεται ο διεθνώς καταξιωμένος και κορυφαίος Ρώσος σκηνοθέτης Αλεξάντερ Σοκούροφ. Στιβαρός κινηματογραφιστής, λάτρης της λεπτομέρειας, έως σήμερα υπηρετεί ένα προσωποκεντρικό σινεμά όπου την ιστορία τη γράφει η καθημερινότητα των ηρώων του. Απο τον «Μολώχ», τον «Ταύρο» και τον «Ήλιο» της περίφημης τριλογίας του με κεντρικά πρόσωπα τους Χίτλερ, Λένιν, Χιροχίτο μέχρι την «Αλεξάνδρα» του πολέμου της Τσετσενίας, ο Αλεξάντερ Σοκούροφ επιμένει ότι το στοιχείο που τον οδηγούσε πάντα στις ταινίες του, ακόμα και στα «επικίνδυνα» πορτρέτα δυναστών, ήταν η ανθρωπιστική και όχι η πολιτική θεώρηση των γεγονότων, όσο αυτό βεβαίως είναι εφικτό. Και φυσικά, επιμένει τελετουργικά – με ένα ιδίωμα που αντιστρατεύεται τους θεαματικούς τρόπους του αμερικανικού κινηματογράφου. Ένα ιδίωμα που μπορεί κανείς να το χαρακτηρίσει «εθνική ρωσική σχολή».

Ποιος είναι Ο Αλεξάντερ Νικολάγιεβιτς Σοκούροφ γεννήθηκε το 1951 στο χωριό Ποντορβίκα της Σιβηρίας, ένα χωριό που λίγο αργότερα κα-

ταποντίστηκε για να κατασκευαστεί στην περιοχή ένα υδροηλεκτρικό φράγμα. Ο πατέρας του ήταν στρατιωτικός, βετεράνος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Το 1974 γράφτηκε στο Τμήμα Παραγωγής του Πανρωσικού Κινηματογραφικού Ινστιτούτου (VGIK), όπου σύντομα πήρε την υποτροφία Αϊζενστάιν. Το 1979, γύρισε ως το σπουδαστικό φιλμ τη μεγάλου μήκους «Μοναχική ανθρώπινη φωνή», που χαρακτηρίστηκε ως φορμαλιστική και αντισοβιετική και απορρίφθηκε. Άρεσε όμως στον (ήδη φυγάδα από την ΕΣΣΔ) Αντρέι Ταρκόφσκι, με συστατική επιστολή του οποίου ο Σοκούροφ προσελήφθη στα στούντιο της Λένφιλμ. Ανάμεσα στις μυθοπλαστικές ταινίες του που ξεχώρισαν είναι και οι εξής: το 1980 η μικρού μήκους «Διαβάθμιση», η «Οδυνηρή ομοιομορφία» τρία χρόνια μετά, η «Αυτοκρατορία» το 1996, οι «Ημέρες έκλειψης» το 1988, το «Σώσε και προστάτευσε» το 1989 κι ο «Δεύτερος κύκλος» το 1990. Μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης, πιο ενδιαφέρουσες ταινίες του Σοκούροφ είναι η ασπρόμαυρη «Πέτρα» (1992), οι «Σελίδες που ψιθυρίζουν» (1993), η «Μητέρα και γιος» (1996). Στα μέσα της δεκαετίας του 1990, εξοικειωμένος πλέον με τις νέες τεχνολογίες, αρχίζει την παραγωγή μιας σειράς ντοκιμαντέρ, αρκετά με ιαπωνικά κεφάλαια. Μόνιμος θαμώνας των κορυφαίων Φεστιβάλ, με συχνότατες βραβεύσεις και μέλος της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Κινηματογρά-

φου, εξέπληξε με τη «Ρωσική Κιβωτό», ένα τελετουργικό ντοκιμαντέρ-μονοπλάνο για το περίφημο μουσείο Ερμιτάζ, χάρη στο οποίο έσπασε (αναπάντεχα) ταμεία σε Αμερική και Ευρώπη.

Η μουσική στις ταινίες του Πριν αναλάβει να διηγηθεί με οπερετικό τρόπο την τραγική ιστορία της ανόδου και της πτώσης του τσάρου Μπορίς Γκοντούνοφ, ο Σοκούροφ είχε εντάξει τη μουσική στις κινηματογραφικές αναζητήσεις του. Ήδη το 2006 είχε υπογράψει το κινηματογραφικό ντοκιμαντέρ «Ελεγεία της ζωής: Ροστροπόβιτς και Βισνέφσκαγια» - ταινία που είχε προβληθεί και στο δικό μας Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης. Η ταινία αναφέρεται στο πιο διάσημο ζευγάρι της ρωσικής κλασικής μουσικής: την τραγουδίστρια της όπερας Γκαλίνα Παβλόβνα Βισνέφσκαγια (80 χρόνων όταν γυριζόταν) και τον τσελίστα, πιανίστα και διευθυντή ορχήστρα Μστσλάβ Λεοπόλντοβιτς Ροστροπόβιτς που πέθανε στις 27 Απριλίου 2007. Στην ταινία, οι δυο καλλιτέχνες γιορτάζουν την πεντηκοστή επέτειο του γάμου τους στο όμορφο, κλασικά επιπλωμένο σπίτι τους στην Αγία Πετρούπολη, που το απέκτησαν μετά από τριάντα χρόνια σκληρή δουλειά στη Ρωσία και αργότερα (αφού εξορίστηκαν από το σοβιετικό καθεστώς το 1974 επειδή έδωσαν καταφύγιο στον Σολτζενίτσιν και τη γυναίκα του, τους οποίους εξεδίωκε το καθεστώς) στην Ευρώπη και τις ΗΠΑ. .

Όπερα Μπολσόι Μόδεστου Μούσοργκσκι, «Μπορίς Γκοντουνόφ» Μουσική διεύθυνση: Αλεξάντρ Βεντέρνικοφ Σκηνοθεσία: Αλεξάντρ Σοκούροφ Σκηνικά: Γιούρι Κούπερ Κοστούμια: Πάβελ Καπλέβιτς Χορογραφία: Εκατερίνα Μιρόνοβα Φωτισμοί: Νταμίρ Ισμαγίλοφ Βοηθός σκηνογράφου: Βλαντίμιρ Σελίτσκι Ορχήστρα και Χορωδία του Θεάτρου Μπολσόι Διεύθυνση χορωδίας: Βαλέρι Μπορίσοφ Παιδική χορωδία: ΜΑΝΩΛΗΣ ΚΑΛΟΜΟΙΡΗΣ Διεύθυνση παιδικής χορωδίας: Νίκος Μαλλιάρας Διανομή: Μπορίς: Μιχαήλ Καζακόφ (15/07) / Ταράς Στόντα (16/07) Ξένια: Άννα Αγλάτοβα Φιοντόρ: Αλεξάνδρα Τρουμπιτσίνα Παραμάνα: Ευγένια Σεγενιούκ Σουίσκι: Μαξίμ Παστέρ (15/7), / Μιχαήλ Γκάμπσκι (16/07) Σελκάλοφ: Γιούρι Λάπτεφ Ποιμένας: Αλεξάντρ Ναουμένκο Ψευδοδημήτριος: Βσεβολόντ Γκρίνοφ (15/07) / Ρομάν Μουραβίτσκι (16/07) Μαρίνα: Ελένα Μανίστινα Βαρλαάμ: Βαλέρι Γκιλμάνοφ Μισαήλ: Αλεξάντρ Ζαχάροφ Ταβερνιάρισσα: Οξάνα Κορνιέφσκαγια Αγαθιάρης: Βιτάλι Πανφίλοφ Νικίτιτς: Βλαντίμιρ Κράσοφ Μιτιούχα: Νικολάι Καζάνσκι Χωροφύλακας: Βλαντίμιρ Όγνεφ Ρανγκόνι: Πιοτρ Μιγουνόφ (15/07) / Βαντίμ Λουκόνφσκι (16/07) Βογιάρος: Αλεξάντρ Αρχίποφ Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Αίθουσα Αλεξάνδρα Τριάντη / 15 & 16 Ιουλίου 2008, 20:00 Στα ρωσικά με ελληνικούς υπέρτιτλους

Ορχήστρα και Χορωδία Μπολσόι Έργα Σεργκέι Προκόφιεφ Συμφωνική Ορχήστρα και Χορωδία Μπολσόι Μουσική διεύθυνση: Αλεξάντρ Βεντέρνικοφ Σεργκέϊ Προκόφιεφ (1891-1953) Σουϊτα βαλς για ορχήστρα, έργο 110 Κοντσέρτο για βιολί αρ. 2 σε σολ ελάσσονα, έργο 63 Σίμος Παπάνας, βιολί Αλέξανδρος Νιέφσκυ, καντάτα για μετζοσοπράνο, χορωδία και ορχήστρα, έργο 78 Κείμενο: Σεργκέι Προκόφιεφ, Βλαντιμίρ Λουκόφσκοϊ Ελένα Μανίστινα, μετζοσοπράνο Διεύθυνση χορωδίας: Βαλέρι Μπορίσοφ Ωδείο Ηρώδου Αττικού / 14 /7, 21:00


μουσική Φωτογραφία: Βασίλης Μαθιουδάκης

36 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008

Σίμος Παπάνας

Προκόφιεφ στο χακί Σκέφτεται σαν μουσικός, συνθέτει σαν μαθηματικός και, αυτή την εποχή, ζει σαν στρατιώτης – περίπου. Ο διάσημος σολίστας του βιολιού Σίμος Παπάνας θα έχει έξοδο στις 14 Ιουλίου για να εμφανιστεί στο Ηρώδειο. Από τον Αντώνη Σακελλάρη

Ο νεαρότατος, διεθνούς φήμης σολίστας του βιολιού, αλλά και μαθηματικός με master από το Γέιλ, υπηρετεί τη θητεία του στον ελληνικό στρατό. Ανάμεσα σε σκοπιές, αγγαρείες και σ.εξ. (στέρηση εξόδου), ο Σίμος Παπάνας βρήκε χρόνο να μας πει μερικά πράγματα για την εμφάνισή του στο Ηρώδειο με τη Συμφωνική Ορχήστρα και τη Χορωδία Μπολσόι. Πώς πάει η θητεία στον ελληνικό στρατό; Καλά πάει… Αν εξαιρέσει κανείς τις αυτονόητες δυσκολίες που αντιμετωπίζουν όλοι, μια χαρά είναι μέχρι στιγμής. Ο διοικητής μου δείχνει μεγάλη κατανόηση και έτσι μπορώ και μελετάω κάποιες ώρες. Ξεχωρίζετε κάποιες συνεργασίες σας με ορχήστρες ή μαέστρους; Όχι, δεν θα μπορούσα να ξεχωρίσω καμία συνεργασία μου. Από όλες κέρδισα κάτι. Κάποιες από τις εμπειρίες που είχα μέχρι στιγμής θα τις χαρακτήριζα μοναδικές, όχι μόνο από άποψη συνεργασίας με τα μουσικά σύνολα και τους μαέστρους, αλλά και λόγω του χώρου, της εμφάνισης και της αλληλεπίδρασης με το κοινό. Η κάθε συναυλία είναι ξεχωριστή - δημιουργείται από όλα τα συστατικά της στοιχεία, δηλαδή από το έργο, τους καλλιτέχνες, το χώρο, το ακροατήριο, τη διάθεση, τα συναισθήματα… Μια καταπληκτική εμπειρία ήταν η τελευταία εμφάνιση στο Ηρώδειο με τον Γιώργο Δεμερτζή. Επίσης, δεν θα ξεχάσω ποτέ και μια συναυλία στην αίθουσα που υπεγράφη η Συνθήκη των Ηνωμένων Εθνών. Τα μαθηματικά πώς και πόσο έχουν επηρεάσει τον τρόπο με τον οποίο συνθέτετε; Τα μαθηματικά επηρεάζουν τον τρόπο που σκέφτεται κανείς και όχι μόνο τον τρόπο που συνθέτει, επομένως είναι αυτονόητο ότι έχει επηρεαστεί και ο τρόπος σύνθεσης που ακολουθώ. Ένας υπολογισμός, μια παρατήρηση

ενός φαινομένου δημιουργεί τις προϋποθέσεις να αντιληφθείς πόσες συμπαντικές δυνατότητες υπάρχουν γύρω σου, πόσοι συνδυασμοί, πόσες ικανότητες…Με τα μαθηματικά μπορείς να εκτιμήσεις πιο έντονα από τί δημιουργείται το «ωραίο» που επιδιώκει να δημιουργήσει η τέχνη. Εννοείται ότι τα μαθηματικά έχουν δώσει τη βάση για τη δομική σύσταση της μουσικής. Τι ετοιμάζετε για το άμεσο μέλλον; Μου είναι λίγο δύσκολο να κάνω κάποιο σοβαρό προγραμματισμό αυτή τη στιγμή, λόγω στρατού, καταλαβαίνετε… Πάντως ετοιμάζω κάποια πράγματα τόσο ως προς τη σύνθεση όσο και από άποψη εμφανίσεων, αλλά προτιμώ να τα ανακοινώσω όταν θα οριστικοποιηθούν. Μιλήστε μας για το έργο του Προκόφιεφ που θα ερμηνεύσετε με τη Συμφωνική Ορχήστρα και τη Χορωδία Μπολσόι στο Ηρώδειο. Το έργο του Προκόφιεφ είναι πολύ ξεχωριστό. Αντανακλά τον ώριμο Προκόφιεφ. Είναι πάρα πολύ λυρικό και έχει ένα χαρακτηριστικό που θα προσπαθήσω κι εγώ να περάσω στο ακροατήριο, δηλαδή μια συνεχόμενη κίνηση και μια δημιουργία που περνάει μέσα από διαφορετικά χρώματα και context, κάτι που απαιτεί μια ξεχωριστή σημασία που πρέπει να δώσει κανείς σε κάθε αντικείμενο και κάθε κομμάτι, το οποίο είναι τόσο ωραίο που θα μπορούσε να υπάρχει και από μόνο του, όμως ο Προκόφιεφ τα εντάσσει στο ίδιο έργο κάνοντας μια σοφή κατανομή και επιλογή. Αυτό δεν αφορά μόνο το σολιστικό κομμάτι, αλλά και τα ορχηστρικά μέρη του έργου. Η δυσκολία του βρίσκεται στο εξής χαρακτηριστικό: σε αντίθεση με τα πρώιμα έργα του, εδώ ο Προκόφιεφ δεν βάζει τις μελωδίες στο προσκήνιο, αλλά τις εντάσσει μέσα σε

ΔΑΦΝΕΣ ΚΑΙ ΠΙΚΡΟΔΑΦΝΕΣ Πίσω από τον όρχο των τεθωρακισμένων, ο νεαρός σολίστας του βιολιού έχει την ευκαιρία να ασκείται. Του το επιτρέπει ο διοικητής του - που ίσως να βρεθεί και στο ακροατήριο, στη συναυλία της Ορχήστρας Μπολσόι, στο Ηρώδειο.

μια διαρκώς κλιμακούμενη δραματουργική ένταση και έναν συνεχή διάλογο με την ορχήστρα. Ήδη υπάρχουν τόσο σπουδαίες ερμηνείες του! Θα προσπαθήσουμε όμως να δώσουμε κάτι ξεχωριστό στο κοινό του Ηρωδείου στις 14 του μηνός. Από ό,τι καταλαβαίνω είναι ένα έργο δύσκολο στην ερμηνεία του. Υπάρχουν έργα με τα οποία έχετε αντιμετωπίσει δυσκολίες που σας έκαναν να αμφιβάλλετε για την ικανότητά σας να τα ερμηνεύσετε; Είναι τόσο πολλά… Με κάθε έργο αντιμετωπίζω προβλήματα, γιατί κάθε έργο έχει τις δικές του, μοναδικές, δυσκολίες. Θυμάμαι ένα κοντσέρτο του Μπραμς που μελέτησα και ερμήνευσα σε μικρή ηλικία, γύρω στα 18. Ήταν τόσο μεγάλη η δυσκολία που αντιμετώπισα, που ο καθηγητής μου με προέτρεψε να το αφήσω προσωρινά και να ασχοληθώ με το υπόλοιπο έργο του Μπραμς, με μουσική δωματίου, με σονάτες… μόνο και μόνο για να αντιληφθώ τον γενικότερο τρόπο σκέψης του. Τώρα κα-

ταλαβαίνω αυτήν την προτροπή του. Όταν ξαναγύρισα στο κοντσέρτο, μετά από δύο χρόνια, το αντιμετώπισα κι εγώ με έναν πολύ διαφορετικό τρόπο. Μπόρεσα να αντεπεξέλθω στις τεχνικές του απαιτήσεις που πήγαν να με πνίξουν στην πρώτη μου επαφή. Με ποια άλλα είδη μουσικής έχετε ασχοληθεί; Με ενδιαφέρουν πάρα πολλά είδη. Εκτός από την κλασική, το μπαρόκ και τη μουσική δωματίου, έχω γράψει μουσική για τις πειραματικές παραστάσεις «Medusa» και «Blue Rocks»της Iζούμι Aσιζάουα, που εντάσσονται στο κίνημα του πειραματικού θεάτρου No. Ήταν έργα αλληγορικά, βασισμένα στην αρχαία τραγωδία, αλλά παρουσιασμένα με έναν πολύ ιαπωνικό τρόπο. Προσπάθησα η μουσική μου να συμβαδίζει με το είδος και το χώρο. Ήταν πολύ κολακευτικό και με έκανε να πιστέψω ότι είχα πετύχει τον στόχο μου όταν άκουσα από Ιάπωνες ότι η μουσική μου τους φάνηκε πολύ ελληνική και από Έλληνες ότι τους φάνηκε πολύ γιαπωνέζικη.


θέατρο

ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008 | 37

Φωτογραφία: Βασίλης Μαθιουδάκης

ΣΤΟ ΔΙΚΟ ΤΟΥ ΣΥΜΠΑΝ Ο σκηνοθέτης Θεόδωρος Τερζόπουλος στο προσωπικό του σύμπαν - ένα χώρο όπου ανακλώνται τα δραματουργικά του ενδιαφέροντα.

Θεόδωρος Τερζόπουλος Κραυγές στο σκοτάδι Στον… τόπο του εγκλήματος, εκεί όπου ο φημισμένος για την ανδρεία και την αρετή του Αίας περνά στην τρέλα, σε ένα σκοτεινό ταξίδι μίσους και ενοχής χωρίς επιστροφή, γυρνά και πάλι ο Θόδωρος Τερζόπουλος με το θέατρο «Άττις». Από τη Νίκη Ορφανού

Αυτή τη φορά, ο Θόδωρος Τερζόπουλος δεν επιδιώκει να φωτίσει μόνο το θέμα της τρέλας, όπως έκανε στην προηγούμενη δουλειά του πάνω στον «Αίαντα», που παρουσίασε πριν από λίγα χρόνια στην Ελλάδα και το εξωτερικό, αλλά και στο θέμα των τύψεων της επομένης μέρας... Ο ήρωας ξυπνά το πρωί μετά τη φονική νύχτα πιστεύοντας ότι επιτέθηκε και εξόντωσε τους εχθρούς του, τους Ατρείδες και τον Οδυσσέα, που τον στέρησαν από το δικαίωμά του να κρατήσει ο ίδιος τα όπλα του νεκρού Αχιλλέα. Όμως ο Αίας διαπιστώνει με φρίκη ότι, στην πραγματικότητα, έχει επιτεθεί και σφάξει ένα κοπάδι ζώων. Η συνειδητοποίηση της ανόσιας πράξης του συγκλονίζει τον ήρωα, που συνέρχεται από τη ζαλάδα του μίσους για τους εχθρούς του για να βυθιστεί στις ενοχές και τη ντροπή. Στον «Αίαντα» του Τερζόπουλου, που βασίζεται σε αποσπάσματα από την ομότιτλη τρα-

γωδία του Σοφοκλή, επτά ηθοποιοί μοιράζονται το ρόλο του θύτη - που, ταυτιζόμενος με το θύμα, θρηνεί για την πράξη του με φωνή όχι δική του, αλλά του θύματος: με κραυγή τράγου...

Σκάφες γεμάτες αίμα Δεν είναι τυχαία η μοιρασιά του ρόλου, χαρακτηριστικό, άλλωστε, γνώρισμα των σκηνοθεσιών του Τερζόπουλου. Στην παράσταση ο κάθε ηθοποιός αντιπροσωπεύει μια διαφορετική ψυχική κατάσταση στη διαδρομή του Αίαντα, από το μίσος και την επιθυμία θανάτου στη δική του καταστροφή, όπου παίρνει ο ίδιος με τα χέρια του τη ζωή του. Ο λόγος του Σοφοκλή, σε τρίτο πρόσωπο, αφηγείται μέσω του προσώπου του αγγελιοφόρου την ιστορία του Αίαντα. Μια γυναικεία φιγούρα πιθανότατα η Τέκμησσα- θρηνεί για την πτώση του ήρωα. Ο σκηνοθέτης δεν επιχειρεί να γεφυρώσει

την απόσταση ανάμεσα στον μύθο και τη σύγχρονη εποχή. Ο ήρωάς του παραμένει έτσι αρχετυπικός, απόλυτος στο σύμπαν του αρχαίου μύθου. Η σκηνοθεσία του Τερζόπουλου, βασισμένη, από τη μια πλευρά, στον απόλυτο φορμαλισμό του σκηνικού, με μαύρα κουτιά που άλλοτε γίνονται σκάφες γεμάτες αίμα και άλλοτε αναποδογυρίζουν για να επιτρέψουν στον Αίαντα να βαδίσει στο δρόμο του πάθους και, τελικά, του θανάτου του, και από την άλλη στις τεχνικές για την τραγωδία που συχνά χρησιμοποιεί και που αφορούν τη φωνή και το σώμα, καταφέρνει να αιχμαλωτίσει το θεατή στη βασανισμένη ψυχή του Αίαντα. Η παράσταση παρουσιάστηκε στο Πεκίνο στις 31 Μαΐου, ως μέρος του καλλιτεχνικού προγράμματος της Ολυμπιάδας του Πεκίνου, μαζί με τον «Προμηθέα Δεσμώτη», που ο σκηνοθέτης δούλεψε για ένα μήνα με Κινέζους ηθοποιούς.

Info Αίας, του Σοφοκλή Σκηνική σύνθεση βασισμένη στον Αίαντα του Σοφοκλή Μετάφραση: Ι. Γρυπάρης Σκηνοθεσία – Σκηνικά – Κοστούμια: Θεόδωρος Τερζόπουλος Δραματουργική συνεργασία: Νίκος Νομικός, Κώστας Αρβανιτάκης Μουσική επιμέλεια – Επεξεργασία ήχων: Τάκης Βελιανίτης Φωτισμοί: Θεόδωρος Τερζόπουλος, Κωνσταντίνος Μπεθάνης Ερμηνεύουν: Θανάσης Αλευράς, Τάσος Δήμας, Αντώνης Μυριαγκός, Νίκος Παπαϊωάννου, Σάββας Στρούμπος, Γιώργος Τζωρτζής, Μιλτιάδης Φιορέντζης, Σοφία Χιλλ Μικρό Θέατρο Αρχαίας Επιδαύρου / 4 & 5 Ιουλίου 2008, 21:30


38 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008

Φωτογραφία: Βασίλης Μαθιουδάκης

ΠΕΣ ΤΑ ΟΛΑ! «Με το άλλοθι που μου δίνει το τραγούδι μπορώ να πω τα πιο βαθιά μου μυστικά και αυτό με λυτρώνει». Ο Νίκος Πορτοκάλογλου λίγο πριν εμφανιστεί στο Ηρώδειο.

τραγούδι


τραγούδι

ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008 | 39

Νίκος Πορτοκάλογλου «Ό,τι είναι για τον Ντίλαν η fοlk, είναι για μας τα λαϊκά» Στους Φατμέ τραγουδούσε «Είμαι μετρίως μέτριος». Το περιοδικό «Ντέφι» τον κατέτασσε στους ενδιαφέροντες μουσικούς, πλάι στον Άκη Πάνου και τον Τζίμη Πανούση. Για τους φίλους του μπάσκετ αλλά, κυρίως, για τα αισθήματα των οπαδών της Εθνικής ομάδας (οποιουδήποτε αθλήματος), είναι κάτι σαν συνθέτης εθνικού ύμνου: «Είμαστε πια πρωταθλητές». Για τον σκηνοθέτη Σωτήρη Γκορίτσα είναι από τους σταθερούς συνεργάτες του. Και για τους φίλους της μουσικής του, πάντα, «δεν είναι πανκ ούτε ροκάς, μα ούτε και Ζαγοραίος». Γιατί να ακούσουμε τον Νίκο Πορτοκάλογλου, λοιπόν, στο Ηρώδειο; Από την Κατερίνα Κόμητα

«Τι έχει μείνει απ’ τη φωτιά;». Αυτός είναι ο γενικός τίτλος των δύο εμφανίσεων του Νίκου Πορτοκάλογλου στο Ηρώδειο στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών. Τι έχει μείνει, αλήθεια, λοιπόν; Η απάντηση, κατά τη γνώμη του μουσικού, θα είναι η ίδια η συναυλία. Πλαισιωμένος από σημαντικούς ερμηνευτές και μουσικούς, έρχεται με σκοπό να γιορτάσει δυο γεγονότα: Φέτος, λέει, έκλεισε τα 50 του. Και εξακολουθεί, λέει, να γράφει μουσικές με το ίδιο φλογερό πάθος που τον διέκρινε στα πρώτα του βήματα. Για να διαβάσουμε, λοιπόν, πώς εκφράζεται αυτό το πάθος. Με τι προθέσεις κατεβαίνετε στο Ηρώδειο; Αυτές τις δυο βραδιές τις βλέπω σαν γιορτή. Ίσως είναι που φέτος έκλεισα τα 50 και, γι’ αυτό πιθανόν αισθάνομαι ότι κάτι έκλεισε και κάτι άλλο, καινούργιο αρχίζει. Ίσως πάλι είναι που εξακολουθώ να γράφω τραγούδια με το ίδιο πάθος και τον ίδιο ενθουσιασμό που ένιωθα όταν ήμουν 20. Αυτά είναι πράγματα που θέλω να τα γιορτάσω. Εξάλλου, μια τόσο μεγάλη παραγωγή, σε έναν τέτοιο χώρο, θα μου δώσει την ευκαιρία να παίξω τις μουσικές μου με τρόπο που δεν έχουν ακουστεί ποτέ πριν, τουλάχιστον live. Πώς διάλεξες τα πρόσωπα με τα οποία θα γιορτάσετε μαζί; Η Χαρούλα [Αλεξίου] και η Ελευθερία [Αρβανιτάκη] είναι δυο μεγάλες τραγουδίστριες, σημαντικές για μένα, γιατί συναντηθήκαμε πολλές φορές στις πορείες μας· ο [Νίκος] Ζιώγαλας είναι ο πρώτος φίλος που απέκτησα μέσα από τον κόσμο της μουσικής· ο [Οδυσσέας] Τσάκαλος είναι παιδικός μου φίλος και συνεργάτης· η Ανδριάνα [Μπάμπαλη] είναι παιδί που βγήκε από τη συνεργασία μας όπως και η Βασιλική [Καρακώστα]· ο Χάικ [Γιατζιζιάν] είναι η τελευταία μου αγάπη. Η πρόσκληση που μου έκανε να συμμετάσχω φέτος το χειμώνα στις παραστάσεις του οδήγησε σε μια απολαυστική εμπειρία – και τώρα του το ανταποδίδω. Σχετικά πρόσφατα κυκλοφόρησε ο δίσκος «Η σβούρα και άλλες ιστορίες» με τραγούδια σου που ερμηνεύει η Βασιλική Καρακώστα. Δεν είναι τολμηρό να εμπιστευτείτε τη δουλειά σας σε μια πρωτοεμφανιζόμενη δισκογραφικά ερμηνεύτρια; Η Βασιλική είναι μια πάρα πολύ καλή τραγουδίστρια. Βέβαια, αν ήμουν μυαλωμένος επαγγελματίας, θα έπρεπε να διαλέξω μια καθιερωμένη τραγουδίστρια, για να έχω εξασφαλισμένη επιτυχία και σίγουρα έσοδα.

Αντίθετα, διάλεξα ένα νέο, άγνωστο πρόσωπο, χωρίς συγκεκριμένο image, γιατί αυτό δημιουργεί τις προϋποθέσεις για καλλιτεχνική ελευθερία, για πειραματισμό και για παιχνίδι. Αυτά τα πράγματα δεν θα μπορούσα να τα έχω αν συνεργαζόμουν με μια τραγουδίστρια που θα είχε πίσω της καριέρα και, επομένως, θα έπρεπε να υπηρετήσω το στυλ της. Κρατούσα στα χέρια μου ένα λευκό χαρτί κι αυτό ήταν μεγάλη πρόκληση για μένα. Για μια ακόμα φορά, δηλαδή, «τη βρήκες με το ρίσκο» - για να θυμηθούμε κι ένα στίχο σας. Ναι, πάντα προτιμάω το ρίσκο από τη σιγουράντζα. Εξάλλου, αν με ενδιέφεραν η σιγουριά και το χρήμα θα είχα κάνει άλλου είδους καριέρα. Θα είχα παίξει περισσότερο σε μαγαζιά, σε άλλου είδους σχήματα, εκεί όπου είναι τα λεφτά δηλαδή. Στις εμφανίσεις σας αισθάνεσθε ότι είστε μέρος ενός γκρουπ ή ότι, απλώς, έχετε μια μπάντα που σας συνοδεύει; Εντάξει, είμαι φυσικά αυτός που έχει γράψει τα τραγούδια και τα τραγουδάει, αλλά ταυτόχρονα είμαι και ο κιθαρίστας του γκρουπ. Παλιότερα αυτοί οι δυο ρόλοι με μπέρδευαν, σήμερα όμως τους ξεχωρίζω. Εγώ θα είμαι αυτός που θα πει τελικά ποιο δρόμο θα ακολουθήσει το τραγούδι, αλλά θα το κάνω αφού έχω ακούσει τις ιδέες των άλλων. Είναι σαν να παίζω σε μια ταινία και, ταυτόχρονα, να είμαι και ο σκηνοθέτης. Έχετε γράψει μουσική για τον κινηματογράφο, για τα φιλμ κυρίως του Σωτήρη Γκορίτσα, έχετε κάνει και «πέρασμα» ως ηθοποιός σε δυο ταινίες. Τι σημαίνει να γράφεις μουσική για το σινεμά; Είναι συναρπαστικό· μοιάζει με διάλειμμα από την πραγματική μου δουλειά. Σαν να επιτρέπω στον εαυτό μου να πετάξει την τσάντα του σχολείου και να βγει να παίξει μπάλα. Και παράλληλα είναι ένα κόλπο, που με ξεμπλοκάρει. Ξέρεις, επειδή πάντα τα τραγούδια μου βγαίνουν από τη ζωή μου, δεν είναι λίγες οι φορές που, γράφοντας, νιώθω ότι σκίζω τις σάρκες μου. Έτσι λοιπόν, όταν γράφω μουσικές για έναν άλλο ήρωα, για μια άλλη ζωή, αυτό με ξεκουράζει. Βέβαια στην πραγματικότητα για μένα μιλάω και πάλι, αφού το εργαλείο μας είναι πάντα τα δικά μας αισθήματα, οι προσωπικές μας σκέψεις και αγωνίες. Λέτε, δηλαδή, ότι όλα τα τραγούδια σας είναι αυτοβιογραφικά; Τα παλιότερα ήταν όλα αυτοβιογραφικά. Στη

συνέχεια άρχισα να κάνω μικρά σενάρια, να πλάθω ιστορίες. Όμως πάντα η πρώτη ύλη μου είναι ο εαυτός μου, οι εμπειρίες μου, ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβάνομαι τον κόσμο. Γιατί γράφετε; Όταν ξεκίνησα ήμουν ένα πολύ εσωστρεφές παιδί. Η μεγάλη μου ανακάλυψη ήταν πως, γράφοντας τραγούδια, μπορούσα να εκφράσω ελεύθερα όλα αυτά μου με πνίγανε, που με καίγανε, τα θετικά και τα αρνητικά. Πράγματα που στην πραγματική μου ζωή θα ντρεπόμουν ή θα δίσταζα να πω, στα τραγούδια μου τα έλεγα με φοβερή άνεση. Με το άλλοθι που μου έδινε το τραγούδι, μπορούσα να πω τα πιο βαθιά μου μυστικά, κι αυτό με λύτρωνε. Όταν, μάλιστα, αυτή η εξομολόγηση μπορεί να χορευτεί κιόλας, τότε μιλάμε για την απόλυτη λύτρωση. Πώς ακριβώς βγαίνει στην επιφάνεια ένα τραγούδι; Καταρχάς, όταν γράφω δεν σκέφτομαι. «Υπάρχω εκεί όπου δεν σκέφτομαι» δεν λέει κι ο Λακάν; Συνήθως ξεκινάω, χωρίς να ξέρω τι θέλω να πω, έχοντας μέσα στο κεφάλι μου κάτι σκοτεινό και άναρθρο. Αισθανόμουν πάντα ότι αυτό που έχει αξία δεν είναι να γράφεις με τις γνώσεις και με τις ιδέες σου, αλλά εξερευνώντας το άγνωστο εσωτερικό τοπίο. Ξεκινώ, λοιπόν από ένα στίχο ή από μια κινηματογραφική εικόνα για να φτάσω σε κάτι που είχα μέσα μου, χωρίς να το ξέρω· σε κάτι που το τραγούδι με βοήθησε να το βρω, να το μάθω κι εγώ. Αργά-αργά, με μια διαδικασία επίπονη και καμιά φορά οδυνηρή, γιατί συνήθως ξύνεις τις πληγές σου. Πετάτε πράγματα για να φτάσετε στην τελική μορφή του στίχου; Μπορεί να γράφω δυο μέρες και να δω ότι μόνο ένας στίχος είναι αυτός που αξίζει και πως όλα τα άλλα είναι παιχνίδια του μυαλού μου, παραγεμίσματα, πλαστά, κατασκευασμένα πράγματα. Ο καλός στίχος δεν είναι κάτι όμορφο, είναι κάτι που σε βαράει στο στομάχι. Όταν γράφετε αυτολογοκρίνεσθε; Το πιο σοβαρό είναι να απαγορεύεις στον εαυτό σου να γράψει πράγματα που δεν ταιριάζουν στο image σου, με άλλα λόγια να είσαι υπόδουλος της εικόνας σου και του κοινού σου. Αυτό είναι το πιο άθλιο είδος ανελευθερίας που μπορεί να ζήσει ένας καλλιτέχνης. Έχετε διασκευάσει λαϊκά τραγούδια και,

«Μπορεί να γράφω δυο μέρες και να δω ότι μόνο ένας στίχος είναι αυτός που αξίζει και πως όλα τα άλλα είναι παιχνίδια του μυαλού μου, παραγεμίσματα, πλαστά, κατασκευασμένα πράγματα. Ο καλός στίχος δεν είναι κάτι όμορφο, είναι κάτι που σε βαράει στο στομάχι».


τραγούδι

40 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008

ΔΕΝ ΕΙΜΑΣΤΕ ΠΙΑ ΠΡΩΤΑΘΛΗΤΕΣ «Όταν έγραφα για το μπάσκετ, δεν είχα καμιά πρόθεση να συνθέσω έναν εθνικιστικό ύμνο. Αυτό που με συγκίνησε ήταν ότι κάποιοι άνθρωποι δούλεψαν σαν ομάδα», λέει σήμερα σχολιάζοντας το τραγούδι του «Είμαστε πια πρωταθλητές».

«Την αγαπάω πολύ την Αθήνα. Με ενοχλούν πολύ κλισέ του τύπου: η ζωή στην πόλη είναι απάνθρωπη και άθλια. Αγαπάω τη φύση, αλλά λατρεύω την πόλη. Είμαι παιδί της. Μάλιστα, τα τελευταία χρόνια, ταξιδεύοντας στην Ευρώπη, έχω συνειδητοποιήσει ότι η Αθήνα είναι από τις πιο ζωντανές πόλεις της Ευρώπης».

γενικώς, δίνετε την εντύπωση ότι έχετε πολύ καλή σχέση με το λαϊκό. Είναι οι ρίζες μου. Ό,τι είναι για τον Ντίλαν και τον Σπρίνγκστιν η fοlk, η country και τα blues, είναι για μας τα λαϊκά και τα δημοτικά. Και νομίζω πως καμιά μουσική δεν μπορεί να φτάσει πολύ μακριά αν δεν στηρίζεται στις ρίζες. Αν γράφεις τραγούδια κι έχεις στο νου σου μόνο τον Νικ Κέιβ και τη βρετανική σκηνή, αναγκαστικά θα είσαι πάντα ένας επαρχιώτης που μιμείται τους πρωτευουσιάνους. Ξέρετε, βγαίνουν γκρουπ που γράφουν τραγούδια σαν Αμερικανοί, κι αυτό το θεωρούν πρόοδο. Εγώ αυτό το θεωρώ οπισθοχώρηση. Κι όμως, για παράδειγμα στην περίπτωση των Raining Pleasure είναι εντυπωσιακό το γεγονός πως δεν αναγνωρίζεις τίποτα ελληνικό στον ήχο τους . Γιατί είναι εντυπωσιακό αυτό;

Όταν πρωτοβγήκαν, κανείς δεν μπορούσε να πιστέψει ότι κάποιοι Πατρινοί μπορούν να γράφουν έτσι. Εμένα θα με εντυπωσίαζε ένα γκρουπ από την Πάτρα που να μοιάζει με γκρουπ από την Πάτρα και όχι από το Μάντσεστερ. Γιατί γκρουπ από το Μάντσεστερ υπάρχουν πολλά και μάλιστα πολύ καλά· και ποτέ στην Ελλάδα δεν θα έχουμε καλύτερα γιατί, απλούστατα, δεν είμαστε Μάντσεστερ. Τι σας ενδιαφέρει περισσότερο στη μουσική; Η σύνθεση των αντιθέτων. Αν καθίσεις και σκεφτείς τα πράγματα που σε έχουν σημαδέψει, νομίζω ότι πίσω από όλα θα βρεις να κρύβεται μια τέτοια σύνθεση. Ας πούμε η αξία του Χατζιδάκι είναι ότι συνδύασε την ευρωπαϊκή του κουλτούρα με τις μνήμες από το ρεμπέτικο· αν ήταν μόνο Ευρωπαίος, δεν θα είχε ιδιαίτερο ενδιαφέρον, θα ήταν ένας ακόμα Ευρωπαίος συνθέτης. Ο Τσιτσάνης, πάλι, ήταν ρεμπέτης αλλά ταυτόχρονα και αστός. Ένας επαναστάτης που συνδύασε το ρεμπέτικο με τις αστικές καντάδες και που χρησιμοποίησε για πρώτη φορά πιάνο. Τέτοιος ήταν κι ο Σαββόπουλος που, όταν τον άκουσα για πρώτη φορά, νόμιζα ότι άκουγα τον Ζάπα να παίζει μαζί με Θρακιώτες δημοτικούς μουσικούς. Αυτά τα χαρμάνια δεν τα είχε διανοηθεί κανείς πριν. Πιστεύω ότι σε αυτή την παράδοση ανήκω και εγώ. Με τους Φατμέ αυτό κάναμε. Ήμασταν ένα new wave συγκρότημα, που, παρότι ανήκε στην ίδια γενιά με τους Talking Heads, τους Police και τους Clash, αγαπούσε και τον Άκη Πάνου και τον Τσιτσάνη. Κι αυτό ήταν που μας ξεχώρισε από τα άλλα ελληνικά γκρουπ της εποχής. Το τελευταίο ελληνικό πράγμα που ακούσατε και σας άρεσε ποιο ήταν; Μου άρεσε ο ήχος και το ύφος του Κωστή Μαραβέγια. Κι ακόμα μου αρέσει πολύ μια καινούργια σκηνή με γκρουπ που αποφεύγουν το σκόπελο του στίχου και παίζουν μόνο ορχηστρική μουσική. Τα παιδιά αυτά είναι, κατά κάποιο τρόπο, απόγονοι τον Mode Plagal, ενός από τα αγαπημένα μου γκρουπ.

Μιλάω για τους Happy Dog Project, για τους Eos, για τους Gojam Group, μια καινούργια φουρνιά μουσικών που παίζουν δικές τους μουσικές κι έχουν έναν ήχο κοσμοπολίτικο, ανθρώπων δηλαδή που ζουν στην παγκόσμια κοινότητα αλλά έχουν και έντονα δική τους ταυτότητα· που έχουν funk, reggae, soul και jazz στοιχεία, αλλά και μελωδίες από τη Μεσόγειο. Είστε ποπ, ροκ, πού εντάσσετε τελοσπάντων τον εαυτό σας; Προσπάθησα πρόσφατα να γράψω ένα τραγούδι για να ξανασυστηθώ. Το πρώτο στιχάκι που έγραψα λέει:«Είμαι ευγενής αλήτης, ροκάς Ανατολίτης» Στα 18 σας είχατε φανταστεί τον εαυτό σας στα 50; Γίνατε αυτό που φανταζόσαστε; Σε άλλα πράγματα ναι, σε άλλα όχι. Για παράδειγμα, φανταζόμουν μια ζωή μέσα στη μουσική, κι αυτό έγινε. Από την άλλη, ενώ ήμουν σίγουρος ότι θα κάνω παιδιά, όπως και έκανα, δεν φανταζόμουν ότι θα παντρευόμουν. Σε αυτό η ζωή με διέψευσε. Παντρεύτηκα, και μάλιστα σε ηλικία 25 ετών, τυφλωμένος από έρωτα. Με τη Μαρίνα κλείσαμε φέτος 25 χρόνια γάμου και το γιορτάσαμε με ένα ταξίδι στη Νέα Υόρκη. Με αφορμή τη νίκη της Εθνικής μπάσκετ το 1987 στο Eurobasket είχατε γράψει το «Είμαστε πια πρωταθλητές». Τώρα, μετά την εμφάνιση της Εθνικής ποδοσφαίρου στο πρόσφατο Euro, τι τραγούδι θα γράφατε; «Καλά να πάθουμε». Όντως, είναι απαράδεκτο με το που έχουμε μια επιτυχία να βγαίνει στην επιφάνεια όλη αυτή η μεγαλομανία και η έπαρση. Τώρα με το Euro έβγαιναν διάφοροι και λέγανε ότι θα πάμε στον τελικό… Νομίζω ότι καλό είναι να συμβαίνουν κάτι τέτοια. Προσγειωνόμαστε. Είναι ενοχλητικό, λέτε, όλο αυτό το πλέγμα ιδεών που καταλήγει στην αυτοπεποίθηση του «περιούσιου λαού»… Να ξεκαθαρίσω ότι, όταν έγραφα τότε για το μπάσκετ, δεν είχα απολύτως καμιά πρόθεση να πλέξω το εγκώμιο του Έλληνα, να

συνθέσω έναν εθνικιστικό ύμνο. Αυτό που με συγκίνησε ήταν ότι κάποιοι άνθρωποι δούλεψαν πραγματικά σαν ομάδα. Κι αυτό είναι κάτι που, αν το εφαρμόζαμε γενικώς, θα μπορούσαμε να κάνουμε θαύματα. Όμως όταν αυτό το πιάνουν στο στόμα τους οι εθνικιστές κι όλα αυτά τα απολιθώματα που μιλάνε για την ανωτερότητα της φυλής και τον περιούσιο λαό, τότε όλα αυτά τα θεωρώ μακριά από μένα. Αρκετά από τα τραγούδια μου περιέχουν αναφορές στον τόπο μου, αλλά δεν έχουν καμία σχέση με αυτή τη γελοία ιδεολογία του εθνικισμού. Από την άλλη, βέβαια, βρίσκω εξίσου γελοίο και τον αριστερό διεθνισμό, ότι δηλαδή δεν έχουμε πατρίδα. Έχουμε γεννηθεί σε έναν τόπο όπου ο ήλιος λάμπει με συγκεκριμένο τρόπο, ο αέρας φέρνει συγκεκριμένες μυρωδιές, η θάλασσα έχει συγκεκριμένο χρώμα. Αυτός είναι ο τόπος μας. Το ότι τον αγαπάμε, βέβαια, δεν σημαίνει ότι είναι ανώτερος από τους άλλους τόπους. Η σχέση σας με την Αθήνα ποια είναι; Την αγαπάω πολύ και με ενοχλούν πολύ κλισέ του τύπου: η ζωή στην πόλη είναι απάνθρωπη και άθλια. Αγαπάω τη φύση, αλλά λατρεύω την πόλη. Είμαι παιδί της. Μάλιστα, τα τελευταία χρόνια, ταξιδεύοντας στην Ευρώπη, έχω συνειδητοποιήσει ότι η Αθήνα είναι από τις πιο ζωντανές πόλεις της Ευρώπης. Πώς βλέπετε αυτό το μπέρδεμα των φυλών που συμβαίνει τα τελευταία χρόνια στην πόλη; Μου αρέσει πολύ. Φυσικά και πρέπει να υπάρχει κάποιο μέτρο και κάποιος έλεγχος, αλλά το να ανοίξει η γκάμα και να ζήσουμε με όλους αυτούς τους ανθρώπους που κουβαλάνε όλους αυτούς τους πολιτισμούς είναι πλούτος. Μιλώντας για άνοιγμα της γκάμας, αλήθεια, σας ενοχλεί όταν τα τραγούδια σας ακούγονται σε σκυλάδικα; Με γοητεύει η ιδέα ότι ένα τραγούδι μου μπαίνει σε αυτό το χώρο. Ίσως, όμως, αν το ακούσω με τα αυτιά μου να αλλάξω γνώμη (γελάει). Θυμάστε τον πιο περίεργο τρόπο που ακούσατε ποτέ τραγούδι σας; Μετά από συναυλία στην Ξάνθη συνεχίσαμε σε ένα καλοκαιρινό κλαμπ. Αργά τη νύχτα βγήκαν τα κορίτσια να κάνουν στριπτίζ υπό τον ήχο του «Να με προσέχεις». Ήταν πολύ δυνατή στιγμή…

Info Νίκος Πορτοκάλογλου «Τι έχει μείνει απ’ τη φωτιά» Συμμετέχουν: Χάρις Αλεξίου, Ελευθερία Αρβανιτάκη, Νίκος Ζιώγαλας, Haig Yazdjian, Ανδριάνα Μπάμπαλη, Βασιλική Καρακώστα, Οδυσσέας Τσάκαλος Σκηνοθετική επιμέλεια: Γιώργος Οικονόμου Επιμέλεια προγράμματος: Νίκος Πορτοκάλογλου, Ξενοφών Ραράκος Φωτισμοί: Γιώργος Τέλλος Ηχοληψία: Ζαχαρίας Σταμούλος Οργάνωση παραγωγής: Ερωδιός ΕΠΕ Ωδείο Ηρώδου Αττικού | 6 - 7/7, 21:00


χορός

ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008 | 41

Χορεύετε; Ντουέτα και σόλο της ελληνικής σκηνής Οχτώ χορευτές (τρία ντουέτα και δύο σόλο) θα πειραματιστούν στη σκηνή του Σχολείου στις 7 και 10 Ιουλίου δίνοντας το στίγμα του σύγχρονου χορού στην Ελλάδα. Από την Άννα Μαρτίνου

Προσπαθήσαμε να τους συγκεντρώσουμε για μια ομαδική φωτογράφηση αλλά δεν ήταν εύκολο καθότι διασπαρμένοι στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, άλλος Βερολίνο, άλλος Λονδίνο, Βρυξέλλες…Δεν τους χωράει ο τόπος στην Ελλάδα με τις μηδενικές παροχές και την πολιτιστική απαξίωση; Ή απλά φταίει η νεανική λατρεία του «εξωτισμού» που είναι πάντα της μόδας; Πριν την πρόσφατη μαζική πόρωση του ελληνικού κοινού για τον σύγχρονο χορό, τότε που ο σύγχρονος δεν είχε διαβεί το ρευστό όριο εναλλακτικού-mainstream, οι συγκεκριμένοι οκτώ, γεννημένοι μεταξύ 1975-83, ξεκίνησαν να στροβιλίζονται καταρχάς στο σαλόνι τους και έπειτα, ταυτόχρονα με τις επίσημες σπουδές, σε μπαρ, δρόμους και στούντιο-καταγώγια συμμετέχοντας σε εγχώρια και διεθνή φεστιβάλ. Φυσικά, τους κέρδισαν τα διεθνή. Πέρα από την κλασική τοποθέτηση «μια νέα, πιο σύγχρονη, πιο φρέσκια ματιά» που από μόνη της δημιουργεί δυσφορία στην πρόσληψη, οι χορευτές-χορογράφοι στέκονται μακριά από τη λογική του κατασκευασμένου θεάματος και εστιάζουν σε διαφορετικές μορφές έκφρασης μέσω της μικρής χορευτικής φόρμας (ντουέτα-σόλο) που επιτρέπει τον πειραματισμό. > Την πρώτη βραδιά, τη σκηνή του Σχολείου γεμίζουν γυναικεία σώματα, όπου δύο Ελληνίδες χορεύτριες και χορογράφοι επανεφευρίσκουν τη γυναικεία ταυτότητα επιχειρώντας μια σύγχρονη απόδοση θηλυκών μυθολογικών χαρακτήρων. Η Κατερίνα Παπαγεωργίου στη σόλο περφόρμανς «Αυτό που γδέρνει το τζάμι από τη μέσα πλευρά» απαντά στην πρόκληση της μοναχικής έκθεσης στο κοινό και κατ’ επέκταση στην κοινωνία, έχοντας ως πηγή έμπνευσης την τραγική μοίρα της μυθολογικής Κασσάνδρας. Το ενδιαφέρον της παράστασης εστιάζεται στην καταραμένη προφητεία της Κασσάνδρας και την άρνησή της να την απαρνηθεί. «Να προφητεύεις την αλήθεια και να μη σε πιστεύουν, μέχρι η φωνή να κουραστεί και να επιλέξει το τέλος όταν δεν έχει μείνει πια τίποτα για να σωθεί». >Η Ζωή Δημητρίου από την πλευρά της, από το Λονδίνο, όπου διδάσκει και χορογραφεί, στο ντουέτο «Θεότητες στην εξορία» ανταλλάσει υλικό, ενέργειες και εμπειρίες με την Τζούλιετ Μπάρτον, διερευνώντας τη σχέση της γυναικείας ταυτότητας με τις σύγχρονες μυθολογίες. Με εργαλείο το σώμα, «τη μόνη πραγματικότητα, που είναι ικανή να στεγάσει μνήμες του χθες και του αύριο […]» (Yvonne Rainer) εκθέτει στη σκηνή τις πολλαπλές πραγματικότητες που επιβάλλονται στη γυ-

ναικεία φύση, με τις δύο χορεύτριες να «αναδομούν» την έννοια της θηλυκότητας. Τη δεύτερη βραδιά τη σκυτάλη παίρνουν δύο ντουέτα και ένα σόλο όπου σημείο αναφοράς αποτελεί η σωματικότητα και οι διαφορετικές προσεγγίσεις που αναδύονται μέσα από την χορογραφία. >Η Γεωργία Βαρδαρού και ο Τάσος Καραχάλιος, με το ντουέτο τους «Serenity Square», κάνουν το σώμα τους αντικείμενο και εργαλείο σκέψης σε μια παράσταση βασισμένη στο κείμενο του Φουκό από το 1967 «Οι άλλοι χώροι». Και μαζί και μόνοι, οι χορευτές αναζητούν τη βιρτουοζιτέ που θα τους κάνει να δείχνουν αυθόρμητοι. >Ο Κώστας Τσιούκας στο σόλο του, «Πινόκιο», αποπειράται εκ νέου να παρέμβει στον τρόπο πρόσληψης του χορού χρησιμοποιώντας μια σύγχρονη απόδοση του γνωστού παραμυθιού. Εμπνέεται από την κωμική και τραγική φιγούρα ενός αγνού και αθώου χαρακτήρα, κάποιου που δεν φοβάται το θάνατο και είναι ερωτευμένος με τη ζωή. « Ήμουν τόσο μπαγαπόντης όσο ήμουν κούκλα! Κι είμαι τόσο ευτυχής τώρα που έγινα ένα φρόνιμο αγόρι!», λέει κάπου ο Πινόκιο. >Τέλος, η Μέντη Μέγα και ο Μανώλης Ανδιωτάκης συνδιαλέγονται με τις αναφορές τους στην περφόρμανς «Ποιητικό άσυλο», εξερευνώντας ταυτόχρονα το κοινό πεδίο ανάμεσα στον ποιητικό λόγο, την κίνηση και την εικαστική δράση. Την πάλη μεταξύ του Μέσα και του Έξω υπαινίσσεται η ύπαρξη ενός ιδιόμορφου κουτιού πάνω στη σκηνή. Βασική γλώσσα του έργου είναι και η ζωγραφική, η οποία, σε μια σκηνική πραγματικότητα άυλη και εφήμερη, κατορθώνει να αφήσει ένα ίχνος ανεξίτηλο που διαγράφεται στο παρόν τη δράσης της.

Info

Ντιυέτα και σόλο της ελληνικής χορευτικής σκηνής Μέσα από τον καθρέφτη (1) Κατερίνα Παπαγεωργίου, Ζωή Δημητρίου Το Σχολείον (Χώρος Β) / 7 Ιουλίου Μέσα από τον καθρέφτη (2) Τάσος Καραχάλιος, Γεωργία Βαρδαρού Κώστας Τσιούκας Μέντη Μέγα, Μανώλης Ανδριωτάκης Το Σχολείον (Χώρος Β) / 10 Ιουλίου

Ο ΠΙΝΟΚΙΟ ΚΙ ΟΙ ΣΥΝΑΔΕΛΦΟΙ ΤΟΥ Την ξύλινη κούκλα του γερο Τζεπέτο υποδύεται ο Κώστας Τσιούκας (πάνω), τη σχέση χορευτή και χορεύτριας ανιχνεύουν ο Τάσος Καραχάλιος και η Γεωργία Βαρδαρού (κάτω).


συνέντευξη

42 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008

Κωνσταντίνος Καρύδης «Ανοίξτε τ’ αυτιά σας»! Ο νεαρός αρχιμουσικός Κωνσταντίνος Καρύδης εμφανίζεται φέτος στο Φεστιβάλ Αθηνών με την Όπερα της Λιόν και το έργο του Μπέντζαμιν Μπρίτεν «Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας», από την ομώνυμη κωμωδία του Σαίξπηρ, σε λιμπρέτο του συνθέτη και του Πίτερ Πίαρς. Τον συναντήσαμε στο Βερολίνο, λίγο πριν ταξιδέψει στην Αθήνα, και προσπαθήσαμε να εκμαιεύσουμε τα μυστικά ενός καλλιτέχνη που έχει περάσει από το στάδιο: «παιδί-θαύμα» - και συνεχίζει ακάθεκτος. Από τη Λένια Ζαφειροπούλου Η ΣΗΜΑΣΙΑ ΤΟΥ ΝΑ ΕΙΣΑΙ ΜΑΕΣΤΡΟΣ «Καλό είναι να μπορεί κανείς οδηγώντας μια ορχήστρα, να αφήνει την ελευθερία στους μουσικούς να ξεδιπλώσουν την προσωπικότητά τους», λέει ο νεαρός αρχιμουσικός που διευθύνει την Όπερα της Λιόν στο «Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας».

Τον έψαχνα για καιρό στα τηλέφωνά του, στο Μόναχο. Τον Κωνσταντίνο Καρύδη, όμως, τον συνάντησα μια μέρα που διηύθυνε στην Κρατική Όπερα Unter den Linden του Βερολίνου, λίγη ώρα πριν αρχίσει η παράσταση του «Τούρκου στην Ιταλία». Μέσα από το λαβύρινθο των παρασκηνίων, ο μαέστρος με οδήγησε στο καμαρίνι του. Εκεί μιλήσαμε για την ζωή και την καριέρα του: Είχατε από μικρός σχέση με τη μουσική; Και πώς αποφασίσατε να γίνετε επαγγελματίας μουσικός και αργότερα μαέστρος; Νομίζω ότι δεν το αποφάσισα και τόσο, έγινε κάπως από μόνο του: Άρχισα μαθήματα πιάνου από μικρός. Οι γονείς μου δεν είχαν επαγγελματική σχέση με τη μουσική, μόνο ο πατέρας μου έπαιζε, αυτοδίδακτος, τραγούδια στο πιάνο. Τη διεύθυνση την ξεκίνησα όταν πήγα στο Μόναχο, περισσότερο ως πείραμα. Δεν θα το έλεγα τόσο ένα όνειρο που είχα, έκανα μάλλον μια δοκιμή γιατί είχα πάντοτε ενδιαφέρον για το συμφωνικό ρεπερτόριο, την όπερα, τον ήχο της ορχήστρας και τη συνεργασία με πολλούς ανθρώπους. Τι θυμάστε με ιδιαίτερη αγάπη από τα χρόνια των σπουδών σας; Και τι πιστεύετε ότι σας διαμόρφωσε και ήταν καθοριστικό για σας; Είναι δύσκολο να το προσδιορίσω, ήταν περισσότερο η όλη συναναστροφή με το δάσκαλό μου, το περιβάλλον στη σχολή, οι τόσο ωραίες συναυλίες που μπορούσε να ακούσει κανείς στο Μόναχο...

Ο μαέστρος και η ορχήστρα του Ποια είναι για σας τα χαρακτηριστικά ενός καλού μαέστρου; Η κάθε καινούργια επαφή με μια ορχήστρα είναι, θα μπορούσα να πω, θέμα χημείας. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι το αποτέλεσμα είναι τυχαίο. Φυσικά, υπάρχουν επαγγελματικοί κώδικες. Η ιδιαιτερότητα της διεύθυνσης είναι ότι ο μαέστρος δεν μπορεί να δοκιμάσει τίποτε στο σπίτι του. Ό,τι και να δοκιμάσει θα παραμένει θεωρία, μέχρι να βρεθεί μπροστά στην ορχήστρα. Μεγάλη σημασία έχει για μένα η επικοινωνία με τους μουσικούς. Καλό είναι να μπορεί κανείς οδηγώντας μια ορχήστρα να αφήνει την ελευθερία στους μουσικούς να δώσουν τον καλύτερο εαυτό τους και να ξεδιπλώσουν την προσωπικότητά τους. Με άλλες βέβαια ορχήστρες γίνεται καλύτερη και με άλλες λιγότερο καλή επαφή. Αυτό εξαρτάται από το γούστο και την προσωπικότητα κάθε ορχήστρας. Φυσικά, ο μαέστρος επιδιώκει και επιθυμεί να διαμορφώσει τον ήχο μιας ορχήστρας, όμως με τις


συνέντευξη

ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008 | 43

«Προσπαθώ να είμαι ανοικτός σε όλο το ρεπερτόριο. Κάθε έργο το ερωτεύεται κανείς όταν αρχίζει να το μελετά – ή τουλάχιστον οφείλει να προσπαθήσει να το ερωτευθεί».

Φωτογραφία: Jean-Pierre Maurin

ΤΟ ΑΥΘΕΝΤΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ «Ο Μπρίτεν και ο Πίαρς, που έγραψε μαζί του το λιμπρέτο, έχουν χειριστεί τη γλώσσα του Σαίξπηρ χωρίς να αλλάξουν τίποτε, μόνο παραλείποντας κάποιους στίχους», λέει ο Κωνσταντίνος Καρύδης.

τρεις-τέσσερις πρόβες που έχει συνήθως κανείς στη διάθεσή του αυτό δεν είναι πάντοτε εφικτό. Όταν κανείς το καταφέρνει, παρ’ όλα αυτά, έστω και λίγο, είναι μεγάλη χαρά. Πώς προέκυψε στην καριέρα σας το ότι διευθύνετε κυρίως όπερα; Ήταν μάλλον τυχαίο. Έκανα το ξεκίνημά μου από την όπερα στο Theater am Gärtnerplatz του Μονάχου, κι ύστερα η μία δουλειά έφερε την άλλη. Προσπαθώ όμως να κρατώ μια ισορροπία στο ρεπερτόριό μου μεταξύ όπερας και συμφωνικής μουσικής. Συνειδητά επιδιώκω να έρχομαι σε επαφή συνεχώς με έργα διαφορετικού ύφους και διαφόρων εποχών. Τι γνώμη έχετε για τη θέση της όπερας σήμερα στην μουσική ζωή του κόσμου; Η όπερα που έχει την ιδιαιτερότητα να συνδυάζει τόσα πολλά, το τραγούδι, την ενόργανη μουσική, το θέατρο, τα εικαστικά και κάποτε το χορό, είναι, πιστεύω, ένα πολύ σημαντικό είδος τέχνης και αξίζει να συνεχίσει να υπάρχει και να γίνεται γνωστή. Βέβαια το αναμάσημα που συχνά παρατηρείται στις παραγωγές δεν βοηθά. Τί μπορεί να πάει μπροστά την οπερα, νομίζω θα το δείξει ο χρόνος. Ο καθένας όμως από εμάς πρέπει να καταθέτει ό,τι καλύτερο μπορεί. Πώς δέχεται το κοινό της όπερας τα καινούργια έργα; Το κοινό που πηγαίνει σε παραστάσεις καινούργιων έργων, πάει ούτως ή άλλως εκ πεποιθήσεως και επειδή ενδιαφέρεται. Όσοι δεν ενδιαφέρονται, δεν πηγαίνουν καν σε τέτοιες παραστάσεις. Όταν βέβαια τα θέατρα

παραγγέλνουν καινούρια έργα σε συνθέτες, αυτό είναι ό,τι καλύτερο μπορεί να γίνει για την ανανέωση της όπερας. Ποιες είναι οι όπερες, ή το είδος όπερας που προτιμάτε; Προσπαθώ να είμαι ανοικτός σε όλο το ρεπερτόριο. Κάθε έργο το ερωτεύεται κανείς όταν αρχίζει να το μελετά – ή τουλάχιστον οφείλει να προσπαθήσει να το ερωτευθεί. Ποια είναι η γνώμη σας για τον Μπρίτεν; Πώς εκτιμάτε τη συνεισφορά του στην όπερα; Η συμβολή του στην όπερα είναι αναμφισβήτητη. Με εντυπωσιάζει πάντα η μουσική του δραματουργία και το ότι μιλά με γλώσσα προσιτή και άμεση. Το αν είναι ή όχι αυτό που γράφει πρωτοποριακό, δεν έχει πλέον σημασία. Εξάλλου, ο Μπρίτεν είναι πια στη συνείδηση του κοινού κλασικός και έχει περάσει στην ιστορία.

Ολόκληρο το «Όνειρο…» με μουσική Πείτε μας δυο λόγια για το «Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας», που θα παρουσιάσετε στο Φεστιβάλ Αθηνών. Το «Όνειρο…» έχει καταρχάς μια αξιοθαύμαστη ενορχήστρωση παρ’ όλο που έχει γραφτεί για σχετικά μικρή ορχήστρα και είναι ουσιαστικά μια όπερα δωματίου. Έχει υπέροχα χρώματα στη μουσική του. Είναι ακόμα εντυπωσιακό πώς ο συνθέτης και ο Πίαρς, που έγραψε μαζί του το λιμπρέτο, έχουν χειριστεί το αυθεντικό κείμενο και τη γλώσσα του Σαίξπηρ, χωρίς να αλλάξουν τίποτε, μόνο παραλείποντας κάποιους στίχους. Το

έργο δεν έχει σαφείς άριες ή μάλλον δεν έχει καθόλου άριες. Είναι ένα απέραντο ρετσιτατίβο, ένα καθαρά αφηγηματικό έργο. Η μουσική υπογραμμίζει το σαιξπηρικό κείμενο. Θα μπορούσε κανείς να σκοντάψει πάνω στο ότι ο Μπρίτεν τολμά να μελοποιήσει αυτούσιο τον Σαίξπηρ, αλλά το αποτέλεσμα είναι πραγματικά αξιοθαύμαστα επιτυχημένο. Τι επιθυμείτε από έναν λυρικό τραγουδιστή όταν δουλεύετε μαζί του; Προσπαθώ να επιθυμώ αυτό που νομίζω ότι επιθυμεί και ο συνθέτης. Όλοι προσπαθούμε να υπηρετήσουμε το μουσικό κείμενο. Έχω την αίσθηση ότι όλοι επιδιώκουμε να επικοινωνήσουμε μεταξύ μας με βάση αυτό που έχει γράψει ο συνθέτης και, βέβαια, με βάση τη μελέτη του στυλ και της εποχής του έργου. Τι θα συμβουλεύατε έναν νεαρό μουσικό που θέλει να γίνει μαέστρος; Πρώτα απ’ όλα βέβαια να σπουδάσει και να μένει ανοικτός, να ανοίγει τ’ αυτιά του και τους ορίζοντές του με όποιον τρόπο θεωρεί εκείνος καλύτερο. Τι θέση έχουν το επάγγελμά σας και η καριέρα σας μέσα στην υπόλοιπη ζωή σας; Θέλω να έχω μια ισορροπία ανάμεσα σε ο,τιδήποτε ονομάζεται προσωπική ζωη και στο επάγγελμά μου. Δεν νομίζω ότι κανείς μπορεί να ολοκληρωθεί ως άνθρωπος, ούτε και ως καλλιτέχνης, θυσιάζοντας μία από τις δύο αυτές πλευρές της ζωής του. Νιώθω να εξελίσσομαι μέσα από την όλη πορεία και τη μελέτη μου, ακόμα και μέσα από τις παύσεις

μου. Έχω ένα δρόμο που απλώς ακολουθώ, χωρίς να ξέρω απόλυτα πού θα με βγάλει.

«Ακούω τζαζ και ελληνικά» Ακούτε μουσική στον ελεύθερο χρόνο σας; Και τι είδους; Ακούω συχνά τζαζ, χωρίς όμως και να παίζω. Στην τζαζ είμαι τελείως ερασιτέχνης. Κάποτε ακούω και ποπ ή και ελληνικά τραγούδια. Η μουσική είναι μία γλώσσα, δεν υπάρχουν απαραίτητα ανώτερες και κατώτερες μορφές της, και αξίζει πολλές φορές να την ακούσει κανείς όπως κι αν ονομάζεται αυτή η μουσική. Ποια είναι τα γοητευτικά και ποια τα αρνητικά χαρακτηριστικά μιας διεθνούς καριέρας σαν τη δική σας; Κάτι που θεωρώ δύσκολο είναι το ότι πρέπει να λείπει συχνά κανείς απ’ το σπίτι του. Ελπίζω τα επόμενα χρόνια να πετύχω και σ’ αυτό μια ισορροπία. Ποιοι είναι οι αγαπημένοι σας συνθέτες και γιατί; Πολλούς συνθέτες αγαπώ, μετά κατά καιρούς τους ξεχνώ και τους ξαναβρίσκω. Είναι μια ζωντανή διαδικασία μέσα από την οποία κανείς εξελίσσεται, και χωρίς αυτή δεν μπορεί να βρει έδαφος για εξέλιξη. Η επιλογή σας να μείνετε στη Γερμανία ήταν καθαρά επαγγελματική; Σε καμιά περίπτωση μόνο επαγγελματική. Νιώθω καλά στη Γερμανία απ’ όλες τις απόψεις. Κι αυτό δεν ήταν από την αρχή έτσι: ήταν μια διαδικασία.


πρόσωπο

44 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008

Μπέντζαμιν Μπρίτεν Ο μουσικός του κοσμοπολιτισμός…

Σήμερα, ο Μπρίτεν θεωρείται από τους κορυφαίους συνθέτες της γενιάς του. Η παρουσία του στις αίθουσες συναυλιών όπως και στις οπερατικές σκηνές είναι συνεχής και αμείωτη σε όλο τον κόσμο. Από τη Λένια Ζαφειροπούλου

Η μεγαλύτερη επιτυχία του Μπρίτεν εν ζωή υπήρξε το «War Requiem», το «Ρέκβιεμ του Πολέμου», γραμμένο το 1962, με αφορμή την αναστύλωση του Coventry Cathedral που είχε καταρρεύσει κατά τη διάρκεια βομβαρδισμών στον Β’ Παγκόσμιο.

«Όταν ήμουν στο ιδιωτικό σχολείο, συχνά ενοχλούσα τα άλλα παιδιά γράφοντας μουσική στον κοιτώνα.(...) Αλλά τα σοβαρά μαθήματα σύνθεσης τα άρχισα γύρω στα 12, όταν είχα την πολύ καλή τύχη να συναντήσω τον Φρανκ Μπριτζ... Του είμαι ευγνώμων, γιατί με δίδαξε να κάνω πάντα την κουραστική προσπάθεια να γράφω ακριβώς τις σωστές νότες. Έπαιζε κάθε φράση αργά στο πιάνο κι έλεγε: “Τώρα άκου προσεκτικά. Είναι πραγματικά αυτό που ήθελες;” Και όντως, συνειδητοποιούσε κανείς ότι δεν είχε σκεφθεί αρκετά...» Ο Μπέντζαμιν Μπρίτεν, από τους σημαντικότερους και δημοφιλέστερους συνθέτες του εικοστού αιώνα, γεννήθηκε στο Λόουεστοφτ του Σάφολκ το 1913. Ήταν γιος ενός οδοντιάτρου και μιας ταλαντούχας αλλά ερασιτέχνιδος μουσικού. Η κλίση του για τη μουσική φάνηκε από νωρίς και ο ίδιος άρχισε να συνθέτει ήδη από την παιδική του ηλικία. Ύστερα από τα μαθήματα με τον Φρανκ Μπριτζ που του έδιναν τόση ικανοποίηση, ο Μπρίτεν σπούδασε, με λιγότερη επιτυχία και στο Royal College of Music. Αργότερα, θέλησε να μαθητεύσει κοντά στον Άλμπαν Μπεργκ στη Βιέννη, αλλά οι γονείς του και το Κολέγιο τον απέτρεψαν. Οι πρώτες συνθέσεις του που τράβηξαν την παγκόσμια προσοχή ήταν η Sinfonietta op. 1,

το έργο «A Hymn to the Virgin» (1930) και το «A Boy was born», που γράφτηκε το 1934 για τους BBC Singers. Το 1937, ο Μπρίτεν συνάντησε για πρώτη φορά τον τενόρο Πίτερ Πίαρς, που έμελλε να γίνει ο κύριος μουσικός του συνεργάτης και ο σύντροφος της ζωής του. Στις αρχές του 1939, ο Μπρίτεν και ο Πίαρς μετανάστευσαν στην Αμερική.

Αντιρρησίες συνείδησης «Νομίζω δεν θα ήταν υπεραπλουστευτικό να πούμε ότι πολλοί από εμάς τους νέους εκείνης της εποχής αισθανόμασταν ότι η Ευρώπη, λίγο-πολύ, είχε τελειώσει. Το μεγάλο φασιστικό σύννεφο ήταν έτοιμο να ξεσπάσει από στιγμή σε στιγμή και αισθανόσουν ότι η Ευρώπη δεν αντιστεκόταν, ούτε καν ήθελε να αντισταθεί». Στην Αμερική, ο Μπρίτεν έγραψε κύκλους τραγουδιών όπως τις Les Illuminations, οp. 18 και τα Seven Sonnets of Michelangelo, οp. 22 καθώς και πολλά ορχηστρικά έργα μεταξύ των οποίων το Κονσέρτο για βιολί οp. 15 και τη Sinfonia da Requiem οp. 20. Ο Μπρίτεν και ο Πίαρς επέστρεψαν στην (εμπόλεμη) Αγγλία το 1942 και ζήτησαν να αναγνωριστούν ως αντιρρησίες συνείδησης: «Όλη μου η ζωή έχει αφιερωθεί σε πράξεις

δημιουργίας και μου είναι αδύνατον να συμμετάσχω σε πράξεις καταστροφής. Επιπλέον, αισθάνομαι ότι ο φασιστικός τρόπος ζωής μπορεί να κατανικηθεί μόνο με παθητική αντίσταση. Πιστεύω ειλικρινά, ότι μπορώ να βοηθήσω καλύτερα τους συνανθρώπους μου συνεχίζοντας τη δουλειά που η φυσική μου κλίση και η παιδεία μου μου έμαθαν να κάνω...», δήλωσε τότε. Αυτή την εποχή, ο Μπρίτεν είχε αρχίσει ήδη να δουλεύει την όπερα «Πίτερ Γκράιμς». Η παγκόσμια πρεμιέρα της όπερας αυτής το 1945, ήταν η μεγαλύτερη επιτυχία που ο συνθέτης είχε γνωρίσει μέχρι τότε. Την ίδια χρονιά, έγραψε και το δημοφιλέστατο έργο του «The Young Persons Guide to the Orchestra», παραλλαγές και φούγκα σε ένα θέμα του Χένρι Πέρσελ, οp. 34, με διδακτικό χαρακτήρα για τους νέους και τα όργανα της συμφωνικής ορχήστρας. Το 1947 ίδρυσε το English Opera Group και τον επόμενο χρόνο το Aldeburgh Festival, όπου παίζονταν έργα δικά του και άλλων συνθετών σε μικρή κλίμακα μουσικής δωματίου. Ακολούθησαν και άλλες όπερες όπως «Ο βιασμός της Λουκρητίας», «Άλμπερτ Χέρινγκ», «Μπίλι Μπαντ», «Το στρίψιμο της βίδας», «Γκλοριάνα», «Η όπερα του Ζητιάνου» και «Όουεν Γουινγκρέιβ». Συχνά, οι όπερές του

Φωτογραφία: Douglas Robertson

ΣΟΥΜΙΝΤΑ ΓΚΑΟΥΑ... ...που στα ιαπωνικά σημαίνει «Ο ποταμός Σουμίντα». Αυτός είναι ο τίτλος του κλασικού θεατρικού έργου Νο, το οποίο μετέγραψε ιδιοφυιώς ο Μπρίτεν. Και του έδωσε τον τίτλο «Το ποτάμι με τις τουρλίδες»


πρόσωπο

ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008 | 45

Φωτογραφία: Douglas Robertson

ΑΝΙΕΡΟΣ ΜΠΡΙΤΕΝ Ένα εύθραστο υβρίδιο όπερας και μουσικής δωματίου, ανίερο κράμα πνευματικότητας και αισθησιασμού. «Το ποτάμι με τις τουρλίδες» (αριστερά, σκηνή από την παράσταση της Όπερας της Λιόν) είναι η γνωστότερη εκκλησιαστική παραβολή του Βρετανού συνθέτη (στη φωτογραφία).

έχουν κεντρικό χαρακτήρα έναν αουτσάιντερ που η κοινωνία τον αποβάλλει ή αδυνατεί να τον κατανοήσει. Τέτοιοι, είναι οι επώνυμοι ήρωες στον «Πίτερ Γκράιμς» και τον «Όουεν Γουινγκρέιβ» και, ακόμα, ο αινιγματικός Πίτερ Κουίντ στο «Στρίψιμο της βίδας». To 1960, ο Μπρίτεν παρουσίασε για πρώτη φορά στο Aldeburgh Festival την όπερά του «Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας», από την ομώνυμη κωμωδία του Σαίξπηρ. Η όπερα αυτή, που παρουσιάζεται φέτος στο Ελληνικό Φεστιβάλ, γράφτηκε σε λιμπρέτο του ίδιου του συνθέτη σε συνεργασία με τον Π. Πίαρς. Την ίδια χρονιά, ο Μπρίτεν ανέπτυξε μεγάλη φιλία με το συνθέτη Ντμίτρι Σοστακόβιτς και τον τσελίστα Μστσλαβ Ροστροπόβιτς. Έγραψε πολλά έργα για τον τελευταίο και διηύθυνε τις πρώτες εκτελέσεις στη Δύση της 15ης Συμφωνίας του μεγάλου Ρώσου συνθέτη. Ο Σοστακόβιτς τού είχε αφιερώσει το έργο αυτό και συχνά μιλούσε με πολύ ενθουσιασμό για τη μουσική του Μπρίτεν.

Το Ρέκβιεμ του Πολέμου Η μεγαλύτερη όμως επιτυχία του Μπρίτεν εν ζωή υπήρξε το «War Requiem», το «Ρέκβιεμ του Πολέμου», γραμμένο το 1962, με αφορμή την αναστύλωση του Coventry Cathedral που είχε καταρρεύσει κατά τη διάρκεια βομβαρδισμών στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Για την παγκόσμια πρώτη του έργου, ο Μπρίτεν θέλησε να έχει για συμβολικούς λόγους τρεις σολίστες, από τη Ρωσία, την Αγγλία και τη Γερμανία. Θα τραγουδούσαν η Γκαλίνα Βισνιέφσκαγια, ο Πίτερ Πίαρς και ο Ντίτριχ Φίσερ-Ντισκάου. Σχεδόν όμως την τελευταία

στιγμή, η τότε Σοβιετική Ένωση απαγόρευσε στη Βισνιέφσκαγια το ταξίδι στην Αγγλία και το μέρος της ανέλαβε η Χέδερ Χάρπερ. Στο τέλος της πρεμιέρας, υπήρξε βαθιά σιωπή ανάμεσα στην τελευταία συγχορδία και το χειροκρότημα. Ο θρίαμβος του «Πολεμικού Ρέκβιεμ» ήταν παγκόσμιος και λίγα έργα στον 20ό αιώνα γνώρισαν κάτι παρόμοιο. Γράφοντας στην αδελφή του μετά την πρεμιέρα, ο συνθέτης είπε για την μουσική του: «Ελπίζω να τους κάνει να σκεφτούν λίγο». Την τελευταία δεκαετία της ζωής του, η υγεία του Μπρίτεν ήταν πολύ κλονισμένη. Στα έργα της περιόδου αυτής περιλαμβάνονται η όπερα «Θάνατος στη Βενετία» (1973), με θέμα από το ομώνυμο μυθιστόρημα του Τόμας Μαν, το 3ο Κουαρτέτο Εγχόρδων (1975) και η δραματική καντάτα «Φαίδρα» (1976), γραμμένη για την Τζάνετ Μπέικερ. Το 1976, ο συνθέτης αναγορεύτηκε Βαρώνος του Aldeburgh, εκεί άλλωστε πέθανε λίγους μήνες αργότερα από καρδιακή ανεπάρκεια.

«Θέλω να πω κάτι λεπτό…» Ο Μπρίτεν, υπήρξε εξαίρετος πιανίστας και αρχιμουσικός και είχε από νωρίς την τύχη να παίξει, να διευθύνει και να ηχογραφήσει ο ίδιος πλήθος έργων του. Εκτός από τις μεγάλες συμφωνικές συνθέσεις και τις όπερές του, εξέχουσα θέση στο έργο του κατέχουν τα τραγούδια, γραμμένα τα περισσότερα για τον Πίαρς, καθώς και τα κουαρτέτα εγχόρδων. «Είναι φορές που θέλω να πω κάτι λεπτό ή μύχιο», έλεγε, «κάτι που θα το καταλάβουν

ίσως μόνο άνθρωποι που αισθάνονται τα πράγματα όπως εγώ. Τότε θέλω να γράψω ένα κουαρτέτο(...) ή ένα τραγούδι ή κύκλο τραγουδιών. Μερικές φορές, μάλιστα, κατά τύχη, τέτοια έργα μπορούν να αποκτήσουν δικό τους κοινό. (...) Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι, τελικά, εκτιμούμε περισσότερο το ιδιωτικό από το δημόσιο είδος τέχνης. Αλλά και τα δύο είναι απαραίτητα (…) και οι μεγάλες μορφές ασχολήθηκαν και με τα δύο...» Παρ’ όλο που ο Μπρίτεν θεωρείται από τους μεγαλύτερους συνθέτες του 20ού αιώνα παρέμεινε διαφιλονικούμενη μορφή. Η κριτική του έργου του, συνδέθηκε από νωρίς με την προσωπικότητά του, τις πολιτικές του πεποιθήσεις, τον πασιφισμό του (σε μια εποχή κατά την οποία ο πόλεμος ήταν αναπόφευκτος για τον ελεύθερο κόσμο), ακόμα και τη σεξουαλική του ταυτότητα. Η εμμονή του στην τονικότητα, η άνεση με την οποία χειρίζεται παλαιές μορφές, προσθέτοντας τη δική του αναγνωρίσιμη σφραγίδα, ο μουσικός του κοσμοπολιτισμός και οι εμφανείς επιρροές άλλων συνθετών στο έργο του έχουν συχνά αντιμετωπιστεί από τους κριτικούς με δυσπιστία. Για πολλούς, όμως, όπως και για το μουσικολόγο Ούλριχ Ντιμπέλιους, ένα από τα καλύτερα χαρακτηριστικά του Μπρίτεν είναι η ικανότητά του να αφομοιώνει διαφορετικά στυλ, η φρεσκάδα και ο αυθορμητισμός του. Η μουσική του είναι απαλλαγμένη από περιττό βάρος, όπως και από την έμμονη ιδέα του πρωτοποριακού. Έχει μια αυτοπεποίθηση και κάτι το αυτονόητο, που σπάνια συναντά κανείς στους σύγχρονούς του της ηπειρωτικής Ευρώπης.

Info Εθνική Όπερα της Λυόν Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας του Μπέντζαμιν Μπρίτεν Όπερα σε τρεις πράξεις Λιμπρέτο: Benjamin Britten, Peter Pears Προσαρμογή του ομότιτλου έργου του Σαίξπηρ Μουσική Διεύθυνση: Κωνσταντίνος Καρύδης Βοηθός αρχιμουσικού: Alan Woodbridge Σκηνοθεσία: Robert Carsen Αναβίωση: Emmanuelle Bastet Σκηνικά-Κοστούμια: Michael Levine Βοηθός σκηνογράφου: Alison Walker Φωτισμοί: Davy Cunningham Χορογραφία: Matthew Bourne Διδασκαλία χορογραφίας: Heather Habens Διδασκαλία χορωδίας: Karine Locatelli Διευθυντές σκηνής: Georges Vachey, Elsa Ragon 7, 9 Ιουλίου | Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Αίθουσα Αλεξάνδρα Τριάντη Το ποτάμι με τις τουρλίδες Εκκλησιαστική παραβολή του Μπέντζαμιν Μπρίτεν Λιμπρέτο: William Plomer Βασισμένο στο μεσαιωνικό έργο του ιαπωνικού θεάτρου Νο Σουμίντα γκαουά (Ο ποταμός Σουμίντα) του Juro Montomasa Μουσική Διεύθυνση: Alan Woodbridge Σκηνοθεσία - Φωτισμοί: Olivier Py Σκηνικά-Κοστούμια: Pierre-Andrè Weitz Βοηθός αρχιμουσικού: Karine Locatelli Βοηθός σχεδιασμού φωτισμών: Bertrand Killy Υπεύθυνη τραγουδιού: Angela White Διευθυντής σκηνής: Elsa Ragon 10-11 Ιουλίου | Θέατρο Rex , Σκηνή Κοτοπούλη


θέατρο

46 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008

Το «Κουαρτέτο» του Χάινερ Μίλερ είναι ένα στοχασμός πάνω στις «Επικίνδυνες Σχέσεις», το θαυμάσιο επιστολικό μυθιστόρημα του Σοντερλό ντε Λακλό. Η Μπέτυ Αρβανίτη και ο Χρήστος Στέργιογλου ενσαρκώνουν δύο από τους πιο σαγηνευτικούς, όσο και μοιραίους χαρακτήρες της παγκόσμιας δραματολογίας. Το ερεθιστικό στοίχημα που παίρνουν οι δύο πρωταγωνιστές, σκηνοθετεί η Ρενάτε Τζετ.

Φωτογραφία: Βασίλης Μαθιουδάκης

Κουαρτέτο για δύο πρόσωπα Συνεντεύξεις στην Έλια Αποστολοπούλου

Ο σημαντικότερος ίσως δραματουργός του 20ου αιώνα μετά τον Μπέρτολτ Μπρεχτ, ο ανατολικογερμανός Χάινερ Μίλερ, απομονώνει δύο από τους χαρακτήρες του Λακλό, τη γυναίκα και τον άνδρα που πλέκουν το δίχτυ των Επικίνδυνων Σχέσεων – τη Μαρκησία Ντε Μερτέιγ και τον Βαλμόν. Το «Κουαρτέτο» είναι ένα παιχνίδι ρόλων, φύλων και μεταμφιέσεων, με την Μερτέιγ και τον Βαλμόν, να παίζουν ο ένας τον άλλον, αλλά και να εναλλάσσονται στους ρόλους των γυναικών που απουσιάζουν. Αυτή, όμως, είναι σίγουρα μια παράσταση λίγο «διαφορετική» στη σύλληψή της. Η Μπέτυ Αρβανίτη και ο Χρήστος Στέργιογλου γνωρίστηκαν στην «Τέχνη του κυρίου Χάαρμαν», το οποίο σκηνοθετούσε η τελευταία, και ο Χρήστος Στέργιογλου συμμετείχε ως ηθοποιός. «Δουλέψαμε τόσο καλά μαζί, που όταν ξαναβρεθήκαμε είπαμε: “Γιατί δεν παίζουμε μαζί;” Αμέσως αποφασίσαμε ότι θέλουμε να κάνουμε το “Κουαρτέτο” και από εκεί ξεκίνησαν όλα», λένε οι δύο ηθοποιοί. Επόμενη κίνηση, η απόφαση για τη σκηνοθεσία:

Η Μπέτυ Αρβανίτη ήξερε πως θα έβρισκαν την ιδανική καθοδήγηση στο πρόσωπο της αυστριακής Ρενάτε Τζετ, της οποίας είχε ήδη παρακολουθήσει την πρώτη σκηνοθετική δουλειά στην Ελλάδα, στην παράσταση «The man who» το 2006. Η Τζετ δέχτηκε με προθυμία την πρόκληση του «Κουαρτέτου». Κι έπειτα, ήταν η σειρά του Φεστιβάλ Αθηνών: «Μας έκανε πολύ μεγάλη εντύπωση ο τρόπος που ο Γιώργος Λούκος αντιμετώπισε την πρότασή μας. Όταν του είπαμε ότι είναι το όνειρό μας να κάνουμε αυτή την παράσταση, μας απάντησε “Εδώ είμαστε για να δίνουμε τη δυνατότητα να γίνονται πραγματικότητα τα όνειρα”. Είναι ένα δώρο», αισθάνονται οι δύο πρωταγωνιστές.

Ρενάτε Τζετ

«Οι άνθρωποι συναντιούνται μέσα από την παραφορά» Φτάνουμε στο θέατρο Πορεία, όπου γίνονται οι πρόβες, για να μιλήσουμε με τους συντελεστές της παράστασης. Μετά από λίγα λεπτά

καταφτάνει και η Ρενάτε Τζετ, υπερήφανη για το νέο της κούρεμα. Ξεκινάμε την κουβέντα και μόλις ανοίγω το μαγνητόφωνο η Τζετ αρχίζει να κινείται στο χώρο, ενώ παράλληλα μου μιλάει. Την απειλώ ότι θα αρχίσω να την ακολουθώ… Θέλει, λέει, απλώς να στρίψει ένα τσιγάρο προτού αρχίσουμε τη συζήτηση. Καλλιτέχνις που δεν εφησυχάζει -ασχολείται με την υποκριτική, τη σκηνοθεσία, αλλά και με το τραγούδι- η Τζετ θα σκηνοθετήσει το φθινόπωρο τις «Βάκχες» του Ευριπίδη, για την Εταιρεία Θεάτρου «ΔΟΛΙΧΟΣ» και, στη συνέχεια, θα περιοδεύσει ως τραγουδίστρια με την παράσταση «Dybbuk» που σκηνοθετεί ο Πολωνός Κριστόφ Βαρλικόφσκι.

Η σκηνοθετική ματιά Τη ρωτώ για την περυσινή παράσταση του Μπομπ Γουίλσον με την Ιζαμπέλ Ιπέρ στο ρόλο της Μερτέιγ. Δεν κατάφερε να τη δει. Δεν έτυχε να είναι ποτέ εκεί όπου ανέβαινε το έργο. «Προσεγγίζω το “Κουαρτέτο” μέσα από τους δύο ηθοποιούς. Η προσέγγισή μου συνδέει την ιστορία που αφηγείται ο Μίλερ,

με τις ιστορίες που αφηγούνται οι ηθοποιοί, και τους ίδιους τους ηθοποιούς. Με έλκουν τα έργα που σχετίζονται με ανθρώπους που λένε τις δικές τους ιστορίες. Όταν οι ηθοποιοί συναντούν το κείμενο, το αποτέλεσμα είναι εξαιρετικά ενδιαφέρον».

«Το θέμα δεν είναι ελληνικό, είναι οικουμενικό» «Έχω συνεργαστεί και στο παρελθόν με Έλληνες. Αυτή η ομάδα αποτελείται από ανθρώπους από την κεντρική και νότια Ευρώπη. Μου αρέσει πολύ να φέρνω σε επαφή διαφορετικούς πολιτισμούς και προσεγγίσεις. Ήρθα εδώ, εξάλλου, για να δουλέψω με Έλληνες. Σκοπός μου, βέβαια, δεν είναι να δείξω επί σκηνής τη μείξη των πολιτισμών, αλλά τον τρόπο με τον οποίο δουλεύουμε όλοι μαζί. Όταν ανεβάσαμε το έργο «The man who» ήταν φανερό ότι η δουλειά δεν είχε γίνει στην Κεντρική Ευρώπη. Πιστεύω, όμως, ότι άνθρωποι, οπουδήποτε κι αν βρίσκονται, έχουν τις ίδιες ανάγκες, τις ίδιες επιθυμίες, τους ίδιους πόνους. Τα ζητήματα


θέατρο

ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008 | 47

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΙΘΑΡΧΙΑ Ο Χρήστος Στέργιογλου και η Μπέτυ Αρβανίτη ακούνε με προσήλωση τις οδηγίες της Ρενάτε Τζετ. Η Αυστριακή σκηνοθέτρια λέει πως οι Έλληνες συνεργάτες της αποδεικνύονται «πιο Γερμανοί από τους Γερμανούς».

αυτά, είναι παγκόσμια. Τα ζευγάρια στην Ελλάδα θα είχαν τα ίδια προβλήματα και συναισθήματα, ίσως όμως δεν θα τα εξέφραζαν με τον ίδιο τρόπο. Οι άνθρωποι συναντιούνται μέσα από τον έρωτα, την παραφορά και τη βιαιότητα καθημερινά σε διαφορετικές γλώσσες. Το θέμα δεν είναι ελληνικό ή γερμανικό ή αυστριακό, είναι οικουμενικό», παρατηρεί η Τζετ. «Υπάρχουν στερεότυπα ως προς τη νοοτροπία των λαών. Εγώ, όμως, παρ’ ότι είμαι Αυστριακή, είμαι πολύ εξωστρεφής. Θα μπορούσα να είμαι Ελληνίδα», λέει και, από τα συνωμοτικά γέλια των υπολοίπων, καταλαβαίνω πως όλοι συμφωνούν. «Απολαμβάνω τον τρόπο με τον οποίο δουλεύουν οι άνθρωποι εδώ. Το Φεστιβάλ λειτουργεί με επαγγελματικά στάνταρντ. Φυσικά, πολλά πράγματα είναι διαφορετικά στην Ελλάδα. Είναι δύσκολο να δουλέψεις με τόση ζέστη. Οι άνθρωποι, όμως, με τους οποίους συνεργάζομαι είναι εξαιρετικοί επαγγελματίες. Είναι πιο Γερμανοί κι από τους Γερμανούς! Μ’ αρέσει αυτός ο συνδυασμός επαγγελματισμού και ξεγνοιασιάς. Είναι πολύ σημαντικό για μένα να δουλεύω με επαγγελματίες, αλλά να διασκεδάζουμε κιόλας».

Σκηνοθέτρια, ηθοποιός και τραγουδίστρια «Τα συνδυάζω όλα κάνοντας καθένα ξεχωριστά, το ένα μετά το άλλο. Κάθε φορά που κάνω ένα από τα τρία, ξεχνώ τα υπόλοιπα. Τώρα που σκηνοθετώ, δεν σκέφτομαι ούτε την ηθοποιία ούτε το τραγούδι. Μετά τις δύο σκηνοθεσίες που έχω αναλάβει στην Ελλάδα, θα πάω στην Πολωνία, όπου θα είμαι απλά τραγουδίστρια. Συμμετέχω στην παράσταση που σκηνοθετεί ο Κριστόφ Βαρλικόφσκι, με την οποία θα ταξιδέψουμε σε διάφορα φεστιβάλ. Ανυπομονώ. Και -ποιος ξέρει;- ίσως μετά να ξανασκηνοθετήσω. Μου αρέσει, όμως, ότι μπορώ να δουλέψω και με τα τρία πάθη μου.»

Οι πρωταγωνιστές

Μπέτυ Αρβανίτη

«Οι ήρωες δεν είναι χαρακτήρες, αλλά φορείς ιδεών» «Ο ρόλος είναι η σύνδεση του ηθοποιού με το κείμενο, με τα υλικά του ίδιου του ηθοποιού. Δεν θεωρώ ότι ένας ρόλος είναι κάτι εντελώς

έξω από μένα ούτε έχω αντιμετωπίσει ποτέ ένα ρόλο σαν κάτι τόσο διαφορετικό, γιατί πιστεύω ότι όλα υπάρχουν ήδη μέσα μας. Πλέον δεν με νοιάζουν τόσο πολύ οι ρόλοι, όσο οι συνθήκες και οι σχέσεις και οι συναντήσεις. Η συνάντηση με το έργο, με το συγγραφέα, με τον Χρήστο, με τη Ρενάτε, η συνάντηση με το βαθύτερο εαυτό μου. Ήταν πάντα ένα όνειρό μου αυτό το έργο και μας προέκυψε εντελώς ξαφνικά. Είναι ένα έργο ιδεών που έχει κάτι από την αρχαία τραγωδία. Οι ήρωες είναι φορείς φιλοσοφικών ιδεών, ανθρώπινων και πολιτικών και άλλων. Το έργο μιλάει για τον άνθρωπο, μέσα από τον έρωτα και το θάνατο. Οι ήρωες δεν είναι χαρακτήρες, αλλά φορείς ιδεών. Είναι “ο άντρας” και “η γυναίκα” σε μια μεγάλη ηλικία προς τη δύση της ερωτικής τους ζωής. Έχουν αποκτήσει εμπειρία και μπορούν πια να αντιμετωπίσουν τα μεγάλα θέματα της καταστροφής, του θανάτου, της λειτουργίας του ενός φύλου απέναντι στο άλλο. Είναι δύο άνθρωποι που “το έχουν δει το έργο”. Όλα αυτά τα ζητήματα θίγονται μέσα από ένα παιχνίδι, μέσα από ένα βαθύτερο επίπεδο. Είναι μεγάλο και φιλόδοξο το στοίχημα. Δεν ξέρουμε πού θα φτάσουμε

και αν θα το αγγίξουμε, αλλά έχουμε έντονη επιθυμία να το κάνουμε».

Χρήστος Στέργιογλου

«Το στοίχημα της παράστασης παίζεται στη δική μας σχέση» «Το έργο δεν έχει να κάνει τόσο με έναν διακριτό ρόλο, όσο με εμάς τους ίδιους. Αν εμείς ελευθερωθούμε από οτιδήποτε είμαστε και αν αφήσουμε τη μεταξύ μας σχέση να λειτουργήσει με θάρρος, με εμπιστοσύνη και απόλυτη ελευθερία, χωρίς παρεξήγηση, τότε μάλλον κάτι θα καταφέρουμε. Χρειάζεται, όμως, το θάρρος να αντιμετωπίσουμε τη δική μας ύπαρξη. Το στοίχημα της παράστασης είναι αν έχουμε το θάρρος να βγάλουμε αυτό που κουβαλάμε μέσα μας. Οπότε, δεν υπάρχουν χαρακτήρες. Είναι “ο άντρας” και “η γυναίκα”, η συνεύρεση αυτή με όλες της τις μορφές: με την αγάπη, με τον έρωτα, με το θάνατο, με τον πόλεμο. Είναι δύο άνθρωποι, οι οποίοι -μάλλον- γνωρίζουν τα πάντα για την ύπαρξη».


κινηματογράφος

48 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008

Η συνάντηση με το κοινό «Αυτή τη στιγμή δουλεύουμε ακόμα την παράσταση και δεν μπορώ να σκέφτομαι τον κόσμο. Είναι μια πολύ δύσκολη διαδικασία», απαντά η Ρενάτε Τζετ όταν τη ρωτάμε πώς φαντάζεται την υποδοχή της παράστασης. «Δεν έχω προσδοκίες. Ελπίζω ότι ο κόσμος θα έρθει και ότι θα υπάρχουν αφορμές για να σκεφτεί ο καθένας τη δική του ζωή και τις δικές του σχέσεις. Εύχομαι, να αγγίξουμε την ψυχή του κόσμου. Ελπίζω, καταρχάς, να αρέσει σε μένα και να με αγγίξει». Ούτε ο Χρήστος Στέργιογλου θέλει, μας λέει, να περιμένει κάτι από το κοινό. «Δεν θέλω να σκέφτομαι ούτε την επιτυχία ούτε την αποτυχία».

«Έργο εξαιρετικής ανηθικότητας»

«Οι ηθοποιοί είμαστε όλοι συγγενείς» «Με τη Ρενάτε δουλεύουμε ουσιαστικά και βαθιά, γιατί αναζητούμε τελικά το ίδιο πράγμα. Δουλεύει με ένα πολύ ενδιαφέρον σύστημα, ένα σύστημα αυθεντικής κίνησης», λέει η Μπέτυ Αρβανίτη. «Αυτό για εμάς είναι μια καινούργια εμπειρία, που λειτουργεί σαν πολυτέλεια, γιατί μας δίνει πολλά πράγματα. Μας χαλαρώνει, μας ελευθερώνει και μας κάνει έτοιμους να τολμήσουμε. Οι ηθοποιοί, εξάλλου, πιστεύω ότι ανήκουν σε μια πολύ μεγάλη οικογένεια. Παρ’ ότι μπορεί να μιλούν διαφορετική γλώσσα, υπάρχει κάτι που τους ενώνει πολύ βαθιά, γιατί το υλικό που χειρίζονται είναι ο ίδιος τους ο εαυτός. Υπάρχει μια πραγματική συγγένεια». Ο Χρήστος Στέργιογλου, παρατηρεί πως «θέμα γλώσσας δεν υφίσταται. Για να κερδίσουμε, όμως, αυτό το στοίχημα, πρέπει να έχουμε το θάρρος να αντιμετωπίσουμε ο ένας τον άλλο με αλήθεια. Αυτό θέλει θάρρος, εμπιστοσύνη και ελευθερία. Άντε βρες τα τώρα! Αν το καταφέρουμε σε κάποιο ποσοστό, θα είναι μεγάλο κέρδος και για εμάς και για το κοινό».

Info

Η ΠΙΟ ΠΕΤΥΧΗΜΕΝΗ ΕΚΔΟΧΗ Μισέλ Φάιφερ και Τζον Μάλκοβιτς στις «Επικίνδυνες σχέσεις», όπως τις σκηνοθέτησε ο Στίβεν Φρίαρς (1988).

Οι «Επικίνδυνες σχέσεις» στον κινηματογράφο Έξι ταινίες έχουν γυριστεί με αφετηρία το επιστολικό μυθιστόρημα «Επικίνδυνες σχέσεις» του Πιερ Σοντερλό ντε Λακλό, το κείμενο από το οποίο ο Χάινερ Μίλερ εμπνεύστηκε το επίσης πολυπαιγμένο «Κουαρτέτο» του. Πιο δημοφιλής, εκείνη του Στίβεν Φρίαρς. Πιο φινετσάτη, του Ροζέ Βαντίμ, με τη Ζαν Μορό. Από τη Δώρα Αναγνωστοπούλου

« Κουαρτέτο» του Χάινερ Μίλερ Σκηνοθεσία: Ρενάτε Τζετ Διανομή: Μερτέιγ: Μπέτυ Αρβανίτη, Βαλμόν: Χρήστος Στέργιογλου Μετάφραση: Ελένη Βαροπούλου Σκηνικά - Κοστούμια: Philine Rinnert Μουσική: Sylvain Jacques Αυθεντική κίνηση: Madeleine Lissy Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος Bίντεο: Γιάννης Γαϊτανίδης Τεχνική υποστήριξη βίντεο: τάθης Χρυσίδης Βοηθός σκηνοθέτη: Μαρία Σιδέρη Το Σχολείον, Χώρος Β 15 - 20 Ιουλίου, 21:00

«Έργο εξοργιστικής ανηθικότητας». Τότε ζήτω της ανηθικότητας! Στο μοναδικό του μυθιστόρημα, ο μετέπειτα στρατηγός του Ναπολέοντα, Πιερ Σοντερλό ντε Λακλό, σκανδαλίζει το 1782 την παρισινή κριτική με ένα επιστολικό δράμα ίντριγκας, αποπλάνησης και προδοσίας. Σοκάρει όσο ο Μαρκήσιος ντε Σαντ και ο Ρεστίφ ντε λα Μπρετόν. Ο ίδιος γράφει τις «Επικίνδυνες Σχέσεις» ως «κάτι ασυνήθιστο, που θα κάνει θόρυβο και θα μείνει στη γη και μετά το θάνατό του». Εμεινε. Γιατί, επτά χρόνια πριν από τη Γαλλική Επανάσταση, οι Επικίνδυνες Σχέσεις αποτυπώνουν με αριστοτεχνικό τρόπο αυτό που μας κληροδότησε η πραγματικότητα και ο μύθος: μια παρακμάζουσα κοινωνία, ένα κλίμα βαθιάς κρίσης με μια ανώτερη τάξη σε αποσύνθεση, που στο λαιμό της πληκτικής, φιλήδονης και ανήθικης ζωή της αξίζει μόνο η γκιλοτίνα. Τα υπόλοιπα είναι ένα επιτυχές κοντράστ ανάμεσα σε καλούς και κακούς που η μοίρα

τους είναι η καταστροφή: Η σατανική μαρκησία Ντε Μαρτέιγ αποφασίζει να διαφθείρει τη Σεσίλ ντε Βολάνζ, νεαρά παρθένα και άρτι αφιχθείσα από το μοναστήρι, που η η μητέρα της σχεδιάζει να την παντρέψει με έναν πρώην εραστή της, τον οποίο η μαρκησία θέλει να εκδικηθεί. Έτσι προτείνει σε έναν άλλο πρώην εραστή της, τον ιπποκόμη Ντε Βαλμόν, να την αποπλανήσει, με σκοπό αυτός που θα την παντρευτεί να μην τη βρει αγνή. Ο Βαλμόν όμως ενδιαφέρεται για τη μαντάμ Ντε Τουρβέλ, μια παντρεμένη γυναίκα χριστιανικών αρχών, κυρίως γιατί θεωρεί πρόκληση τη δυσκολία που θα αντιμετωπίσει. Το στοίχημα είναι η αποπλάνηση. Αν κερδίσει, ο Βαλμόν θα έχει ξανά στο κρεβάτι του τη Μαρτέιγ.

Ροζέ Βαντίμ και Ζαν Μορό Οι «Επικίνδυνες σχέσεις» γυρίστηκαν πέντε φορές για τον κινηματογράφο. Η πρώτη, το 1959, με σκηνοθέτη το θεωρητικό της γαλ-

λικής nouvelle vague, Ροζέ Βαντίμ, και σεναριογράφο τον Κλοντ Μπρουλέ, ο οποίος εμπνεύστηκε ελεύθερα από το μυθιστόρημα του Λακλό και επιχείρησε να το μεταφέρει στη δεκαετία του 1950. Η αριστοκρατική τάξη του 18ου αιώνα δίνει τη θέση της πλέον στην αστική τάξη, όπου κυριαρχούν η υποκρισία και η απληστία. Κεντρικοί ήρωες της ταινίας είναι ένα παντρεμένο ζευγάρι με «φιλελεύθερες» ιδέες. Η γυναίκα υποκινεί τον άντρα της σε ένα παιχνίδι σεξουαλικών απολαύσεων με πολλούς και διαφορετικούς παρτενέρ, όπου η μοναδική απαγόρευση είναι να μην ερωτευτούν πραγματικά κάποιον άλλον. Οι δυο τους θα μπλεχτούν σε ένα περίεργο και μοιραίο παιχνίδι, όπου όμως κάποια στιγμή μπερδεύουν τους ρόλους του παιχνιδιού με το πάθος και πορεύονται προς την καταστροφή. Παρά το ιντριγκαδόρικο θέμα της, ωστόσο, και τις προχωρημένες ερωτικές σκηνές για την εποχή της, η ταινία του


κινηματογράφος

ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008 | 49

ΤΡΕΙΣ ΑΚΟΜΑ ΕΚΔΟΧΕΣ Η Ζαν Μορό, σε μια από τις πιο ερωτικές εμφανίσεις της καριέρας της, πρωταγωνίστησε στη φινετσάτη εκδοχή στο μυθιστόρημα σε σκηνοθεσία Ροζέ Βαντίμ (1959). Πετυχημένη θεωρείται και η κορεατική βερσιόν του Λι-Λε Γονγκ (2003, πάνω δεξιά). Αντίθετα, ο «Βαλμόν» του Μίλος Φόρμαν (κάτω δεξιά), που γυρίστηκε το 1989, κράτησε το διάσημο μυθιστόρημα ως πρόσχημα.

Βαντίμ δεν κέρδισε ιδιαίτερα την κριτική και το κοινό, αλλά είχε Τελόνιους Μονκ στη μουσική και την ασπρόμαυρη φωτογραφία του Μαρσέλ Γκρινιόν. Κι έπειτα, ανέδειξε μια σταρ: τη γοητευτική Ζαν Μορό, ιδανική στο ρόλο της ψυχρής συζύγου.

Στίβεν Φρίαρς, Γκλεν Κλόουζ, Μισέλ Φάιφερ, Τζον Μάλκοβιτς Η δεύτερη και κατά πολλούς η πιο ενδιαφέρουσα μεταφορά γυρίστηκε το 1988 σε σκηνοθεσία του Στίβεν Φρίαρς και σενάριο του Κρίστοφερ Χάμπτον, ο οποίος είχε ήδη μεταφέρει τις «Επικίνδυνες Σχέσεις» στο θέατρο. Σκηνοθέτης και σεναριογράφος ακολούθησαν πιστά τη δομή του μυθιστορήματος του Λακλό. Η ταινία στηρίζεται κυρίως στο κείμενο, ενώ η συστηματική χρήση των κοντινών πλάνων δημιουργεί την αίσθηση μιας πρωτοπρόσωπης αφήγησης και πλησιάζει την αφηγηματική μορφή του μυθιστορήματος, εστιάζοντας στην πνευματική και ψυχο-

λογική διάσταση των χαρακτήρων, αν και σε βάρος κάποιων πολιτικών σχολίων που υπάρχουν στο βιβλίο. Οι Αμερικανίδες σταρ της ταινίας, Γκλεν Γκλόουζ και Μισέλ Φάιφερ κερδίζουν υποψηφιότητες για Οσκαρ, ο Τζον Μάλκοβιτς υποδύεται έναν κυνικό Βαλμόν που πλήττει, κυρίως με το βλέμμα του κι ένα αινιγματικό υπομειδίαμα.

κη διάσταση των προυπαρξάντων έργων και αφηγήθηκε μια ιστορία με τη γαργαλιστική διάθεση της ελαφρότητας. Οι χαρακτήρες του είναι προβλέψιμοι και λιγότερο σατανικοί και ο Φόρμαν, με στυλιστική μαεστρία, δημιουργεί υπέροχες εικόνες μιας μαγευτικής Γαλλίας του 18ου αιώνα.

Μίλος Φόρμαν με ελαφρότητα

Οι «Επικίνδυνες σχέσεις» γοήτευσαν μέχρι και τους Ιάπωνες που έδωσαν τη δική τους εκδοχή το 1978, με τίτλο «Κίκεν ναν κανκέι» (πώς αλλιώς να αποδώσεις τα γιαπωνέζικα;) σε σκηνοθεσία Τοσίγια Φουντζίτα. Μια ασιατική βερσιόν, ωστόσο, που ξεχώρισε ήταν η κορεάτικη «Untold scandal» το 2003, σε σκηνοθεσία Λι-Γε Γονγκ. Και μια που εξόργισε ήταν η αμερικάνικη «Cruel intentions» («Ερωτικά παιχνίδια») του 1999, μια άτολμη teenager απόπειρα τοποθετημένη στο σύγχρονο Μανχάταν που περιγράφει τα παιχνίδια αποπλάνησης ανάμεσα σε δυο

Ένα χρόνο μετά την ταινία του Φρίαρς, βγήκε στις αίθουσες μια ακόμη μεταφορά με τίτλο «Βαλμόν» του σημαντικού Τσέχου σκηνοθέτη Μίλος Φόρμαν. Η ταινία του Φόρμαν υπήρξε ακριβή παραγωγή, στοίχισε πάνω από τα διπλάσια χρήματα σε σχέση με την ταινία του Φρίαρς και απέχει αρκετά από το μυθιστόρημα του Ντε Λακλό. Ο κορυφαίος σεναριογράφος (και συνεργάτης του Λουίς Μπουνιουέλ) Ζαν-Κλοντ Καριέρ επέλεξε να ρίξει το βάρος στην ατμοσφαιρικότητα του βιβλίου, απορρίπτοντας τη διανοουμενίστι-

Ιαπωνίς και συ πονείς

ετεροθαλή αδέρφια. Ο Πιερ Σοντερλό Ντε Λακλό χωρίς να θεωρείται απο τους «κλασικούς» συγγραφείς, κατάφερε να γίνονται ακόμη και σήμερα «αναγνώσεις» πάνω στο έργο του. Είτε αυτό αφείλεται στη Γαλλική Επανάσταση που ακολούθησε την έκδοση του βιβλίου του και, μοιραία, συσχετίζει το κείμενο με το κλίμα της εποχής δίνοντάς του τη ριζοσπαστική αξία που διέθετε, είτε οφείλεται στην «πιασάρικη» συνταγή του τρίπτυχου σεξ-προδοσία-ενοχή. Δεν παύει να είναι ένα έργο που συζητιέται, διασκευάζεται 226 χρόνια μετά τη δημιουργία του, έστω και αν σήμερα δεν «σοκάρει» εξαιτίας της ανηθικότητάς του...


θέατρο

50 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008

Ο Κύριος Χ και ο Κύριος Ψ Δημήτρης Λιγνάδης + Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης = ; Το αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου στρώνεται με χλοοτάπητα για να φιλοξενήσει την παράσταση «ΒΑΤΡΑ-Χ». Ο τίτλος γράφεται και έτσι: «Βάτραχοι», του Αριστοφάνη. Λίγο πριν το θεατρικό κουδούνι σημάνει την έναρξη του αγώνα, ο σκηνοθέτης Δημήτρης Λιγνάδης και ο εκ των πρωταγωνιστών, Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, εξηγούν γιατί πήραν την κωμωδία του Αριστοφάνη τόσο σοβαρά όσο της αξίζει. Από την Κατερίνα Κόμητα

Στους «Βάτραχους» του Αριστοφάνη, ο θεός Διόνυσος και ο δούλος του Ξανθίας κατεβαίνουν στον Κάτω Κόσμο για να φέρουν πίσω τον Ευριπίδη, θεωρώντας ότι μόνο ένας ποιητής μπορεί να σώσει την πόλη της Αθήνας που βρίσκεται στο χείλος της καταστροφής, λίγο πριν την οριστική ήττα στον Πελοποννησιακό Πόλεμο. Στον Κάτω Κόσμο, όμως, βρίσκεται και ο Αισχύλος. Κι έτσι, ο θεός θα πρέπει, μέσα από έναν ποιητικό αγώνα που διεξάγεται μεταξύ των δύο ποιητών, να αποφασίσει ποιος είναι τελικά ο κορυφαίος, για να τον πάρει μαζί του στον κόσμο των ζωντανών. Στην παράσταση «ΒΑΤΡΑ-Χ» του Εθνικού θεάτρου που ανεβαίνει στην Επίδαυρο σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Λιγνάδη, γίνεται μια προσπάθεια να διασκευαστεί το αρχαίο κείμενο με «ευφρόσυνο και αριστοφανικό

τρόπο», όπως λένε οι συντελεστές. Ο σκηνοθέτης ντύνει τους ηθοποιούς του με αθλητικές φόρμες και καλύπτει την ορχήστρα του θεάτρου με χλοοτάπητα, παίζοντας με την έννοια του ρήματος «παίζω». Όπως συμβαίνει σε όλους τους αγώνες, η προσπάθειά του θα κριθεί από το αποτέλεσμα.

Δημήτρης Λιγνάδης «Πρώτος ο Αριστοφάνης θα διασκεύαζε σήμερα το έργο του» Ξεκινήσατε τη διασκευή των «Βατράχων», ήδη από τον τίτλο της αριστοφανικής κωμωδίας. Αυτό το «Χ» του τίτλου «ΒΑΤΡΑ-Χ»,

υποδηλώνει κάτι; Ναι, υποδηλώνει. Το ίδιο ακριβώς που, ούτως ή άλλως, υποδηλώνει η αναφορά του ονόματός μου ως διασκευαστή του έργου. Απλώς ήθελα να το τονίσω και με έναν ακόμα -θέλω να πιστεύω, ευφρόσυνο- τρόπο, κρατώντας την ηχητική ακρίβεια στον τίτλο και παραλλάσσοντάς τον γραφικά. Κι αυτό το τεράστιο «Χ», μπορεί να σημαίνει την απορία ή τον άγνωστο X... Γιατί αποφασίσατε να «απιστήσετε» στο αριστοφανικό κείμενο; Δεν ξέρω και κανέναν που να έχει μείνει πιστός στο κείμενο. Τα στοιχεία που δημιουργούν απόσταση ανάμεσα στο σημερινό θεατή και στο έργο, είναι πάρα πολλά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα τα διάφορα ονόματα που αναφέρονται, τη σημασία της αναφοράς

Φωτογραφία: Βίκυ Γεωργοπούλου

Ο ΦΟΒΟΣ ΤΟΥ ΤΕΡΜΑΤΟΦΥΛΑΚΑ... Ο σκηνοθέτης Δημήτρης Λιγνάδης (αριστερά) και ο εκ των πρωταγωνιστών Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης αγωνιούν αν η ανάγνωσή τους στους Βατράχους του Αριστοφάνη θα συγκινήσει το κοινό.


των οποίων δεν μπορεί κανείς να αντιληφθεί εύκολα στις μέρες μας. Έτσι, ο οποιοσδήποτε μεταφραστής, αυτομάτως, κάνει διασκευή. Από εκεί και πέρα, έρχεται ο σκηνοθέτης του έργου, ο οποίος κάνει μια ακόμα διασκευή. Θα πρέπει πάντως να τονίσω ότι οι όποιες αλλαγές, έγιναν με αριστοφανικό τρόπο. Ξέρετε, η διαφορά μου από άλλους σκηνοθέτες είναι, ίσως, ότι εγώ γράφω στο πρόγραμμα ότι έχω κάνει διασκευή του έργου. Γιατί καμιά φορά γίνεται διασκευή, μικρή ή μεγάλη, αλλά αυτό δεν γράφεται πουθενά. Κατά τη γνώμη σας, λοιπόν, πώς πρέπει να αντιμετωπίζεται σήμερα το αρχαίο κείμενο; Θα έλεγα πως μοιάζει σαν να έχουμε κατά κάποιον τρόπο πάθει όλοι αγκύλωση, από φόβο ίσως, γιατί θεωρούμε ότι κείμενο είναι αυτό που βλέπουμε γραμμένο μπροστά μας. Στην πραγματικότητα, όμως, αυτό που βλέπουμε είναι ένα κωδικοποιημένο σήμα, το οποίο έχει αφήσει πίσω του ο εκάστοτε συγγραφέας για να αποκρυπτογραφείται στους αιώνες. Το κείμενο των «Βατράχων» ανέβηκε σε μια συγκεκριμένη χρονική στιγμή, έχει δηλαδή το δικό του χρόνο και τρόπο. Ανεβάζοντάς το σήμερα, αναγκαστικά πρέπει να το αλλάξω. Και νομίζω ότι ο πρώτος που θα το άλλαζε θα ήταν ο ίδιος ο Αριστοφάνης. Ας ξεφύγουμε, λοιπόν, από τη στενομυαλιά που ονομάζει «βεβήλωση» την αλλαγή του κειμένου και «σεβασμό» τη μη παρέμβαση. Ποιά είναι η δική σας προσέγγιση στο κείμενο; Αφορμής δοθείσης από την προηγούμενη ερώτηση, η παράσταση που κάνω προσπαθεί να αιτιολογήσει το γιατί αλλάζω το κείμενο· κι αυτό γίνεται μπροστά στα μάτια του θεατή. Τα σκηνικά της παράστασης, όπως για παράδειγμα ο μεγάλος χλοοτάπητας, προδίδουν μια σύνδεση με το άθλημα του ποδοσφαίρου. Σκοπεύετε να παίξετε μπάλα στην Επίδαυρο; Δεν έχω πει ποτέ, ότι θα παιχτεί ποδόσφαιρο στην Επίδαυρο. Απλώς, θέλω το αριστοφανικό, μαζικό θέατρο να παραπέμπει σε κάτι τέτοιο. Με ποιους τρόπους θα γίνεται αυτή η παραπομπή; Τους τρόπους αυτούς τους ψάχνω ακόμα. Πάντως, θα βγει κάτι που θα θυμίζει την ατμόσφαιρα ενός αγώνα, τον οποίο παρακολουθούν οι μάζες. Το αναγώγιμο σε αυτή την περίπτωση είναι είτε οι μεγάλες συναυλίες είτε οι αθλητικοί αγώνες μπάσκετ ή ποδοσφαίρου.

ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008 | 51

Πώς οδηγηθήκατε σε αυτή την επιλογή; Καταρχάς, με οδήγησε η διάθεσή μου να παίζω με το υλικό. Απλώς, αυτή τη φορά αποφάσισα να κυριολεκτήσω με το ρήμα «παίζω». Από την άλλη, εδώ έχουμε να κάνουμε με τη φαεινή ιδέα του έργου, που είναι ο ποιητικός αγώνας μεταξύ του Αισχύλου και του Ευριπίδη. Στο μεταξύ, μου αρέσει πολύ το ποδόσφαιρο. Πραγματικά, λοιπόν, θα ήθελα πολύ να «κουμπώσω» τη χαρά που μου προξενεί ένας χλοοτάπητας, με τη χαρά που μου προξενεί η ορχήστρα της Επιδαύρου και η ένωσή τους να φτιάξει ένα πολύ ωραίο παιχνίδι. Στην Επίδαυρο κατά καιρούς έχουν μπει πολλές χλωρίδες και πανίδες: στάχια, χαλιά, πίστα κλαμπ… Το δικό μου σκηνικό είναι πολύ απλό· είναι ένας τόπος παιδιάς, με την έννοια του playground. Γι’ αυτό και ντύνω το χορό με φόρμες αθλητικές. Θεωρείτε, ότι ρισκάρετε με τη συγκεκριμένη επιλογή σας; Οποιοσδήποτε καταπιάνεται με το αρχαίο δράμα, οφείλει να παίρνει ρίσκο. Γιατί, τα υλικά του αρχαίου δράματος δεν είναι αδρανή - είναι ραδιενεργά και εκπέμπουν ανά τους αιώνες. Ο μοναδικός εξοπλισμός που πρέπει να έχει κάνεις όταν προσεγγίζει τα μεγάλα κλασικά έργα -πολύ περισσότερο τα αρχαία κείμενα, που είναι κορυφή της δραματολογίας- δεν είναι ούτε τα αποστειρωμένα γάντια, ούτε οι λαβίδες, αλλά οι πολύ καλά σκουπισμένες διόπτρες· για να μπορεί να διαβάζει σωστά. Σκοπεύετε να αναδείξετε την πολιτική διάσταση του έργου; Το έργο έχει ένα πολύ ισχυρό πολιτικό σχόλιο. Ευθής εξαρχής, ο μύθος θέλει τον Διόνυσο να πηγαίνει στον Κάτω Κόσμο για να ανασύρει έναν ποιητή, προκειμένου να σώσει την πόλη από τα κακώς κείμενα. Ο Αριστοφάνης, λοιπόν, αναθέτει τη σωτηρία της πόλης σε έναν ποιητή· ούτε σε βιομήχανο, ούτε σε πρωθυπουργό, ούτε σε ιερέα, ούτε σε φιλόσοφο, ούτε σε δημοσιογράφο-διασκεδαστή. Επιλέγει έναν άνθρωπο των τεχνών. Αυτή η ιδέα, ότι δηλαδή επιλέγεται ο πολιτισμός και η παιδεία για τη σωτηρία της πόλης, είναι εξόχως πολιτική. Τι άλλο μας διδάσκουν οι «Βάτραχοι»; Ο Αριστοφάνης σατιρίζει και διακωμωδεί τον Αισχύλο και τον Ευριπίδη, δύο κορυφαίες πνευματικές προσωπικότητες της εποχής του, που μόλις έχουν πεθάνει. Αυτό σημαίνει δύο πράγματα: ότι τα δύο αυτά κορυφαία πνεύματα ήταν άνθρωποι απόλυτα ενταγμένοι στην καθημερινότητα των Αθηναίων και αντιμετωπίζονταν ως κοινοί θνητοί, όχι ως θεοί. Δεύτερον, πως η αληθινή μεγαλοσύνη πνεύματος είναι να μπορείς να διακωμωδείς ακόμα και τα πιο αξιοσέβαστα πρόσωπα, χωρίς να τα θίγεις. Και ο Αριστοφάνης δεν ξεβρακώνει μόνο τις δύο κορυφαίες πνευματικές προσωπικότητες της εποχής του, αλλά ακόμα και τον ίδιο το θεό Διόνυσο. Και μάλιστα, χωρίς ο θεατής-πιστός του θεού να αισθανθεί πως το έργο προσβάλει το θρησκευτικό του συναίσθημα. Καταλαβαίνετε τι σημαίνει, με σημερινούς όρους, να βγει ξεβράκωτος ο Άγιος Δημήτριος; Αυτό δείχνει μια άλλη ματιά πολιτισμού, την οποία εμείς δεν έχουμε. Φανταστείτε ότι το βράδυ της πρεμιέρας, σε ένα διάζωμα του αρχαίου θεάτρου κάθεται ο ίδιος ο Αριστοφάνης. Πώς φαντάζεστε πως αντιδρά στο εγχείρημά σας;

Πολλά δεν ζητάω, εύχομαι μόνο να με «περάσει», έστω και με τη βάση, και να κατανοήσει την προσπάθεια. Μια προσπάθεια που πραγματικά είναι πάρα πολύ δύσκολη.

Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης

«Συνεπείς στην εκπαιδευτική αποστολή της παράστασης» Παράλληλα με το βασικό σενάριο του έργου, η διασκευή περιλαμβάνει ένα δεύτερο σενά-

Φωτογραφία: Βίκυ Γεωργοπούλου

Φωτογραφία: Βίκυ Γεωργοπούλου

θέατρο

ριο, μέσω του οποίου οι θεατές παίρνουν σημαντικές πληροφορίες για την κωμωδία που παρακολουθούν. Μιλήστε μας για το ρόλο σας σε αυτό το σενάριο. Για να μπορέσουμε να «περάσουμε» αυτό που θέλαμε, να διαπιστώσει δηλαδή ο θεατής στο τέλος της παράστασης τα αδιέξοδα και το κενό που μας χωρίζει εμάς τους σημερινούς θεατές από αυτό που πραγματικά ήταν το αρχαίο δράμα, ξεδιπλώνουμε όντως ένα υποσενάριο κάτω από τη βασική ιστορία των «Βατράχων». Οι φιγούρες που ο θεατής θα δει να μπαίνουν πρώτες στη σκηνή, είναι δύο άνθρωποι σημερινοί, δύο ηθοποιοί που προσπαθούν να κάνουν ένα ανέβασμα των «Βατράχων», κρατώντας το αρχικό υλικό. Ο ένας είναι λαϊκός, κωμικός ηθοποιός και ο δεύτερος κάποιος που πιστεύει ότι είναι ένας σπουδαίος, αλλά αδικημένος ερμηνευτής. Οι δύο αυτοί ηθοποιοί λοιπόν θα υποδυθούν τον Διόνυσο και τον Ξανθία. Εγώ με τον Δημήτρη (σ.σ. Λιγνάδη) είμαστε αυτοί οι δυο ηθοποιοί, τους οποίους ας ονομάσουμε ο κύριος «Χ» και ο κύριος «Ψ». Ποια θα είναι η λειτουργία αυτού του δεύτερου σεναρίου; Στην αρχαιότητα τα έργα «διδάσκονταν», δεν παίζονταν. Έτσι κι εμείς, θέλουμε να μείνουμε συνεπείς στην εκπαιδευτική αποστολή της παράστασης, η οποία όμως στο σύνολό της είναι τυλιγμένη με ένα κωμικό, αριστοφανικό περιτύλιγμα. Για να προσεγγίσει κανείς το έργο, πρέπει να γνωρίζει μια σειρά πραγμάτων· για παράδειγμα, τι συνέβαινε την εποχή που γράφτηκε και ποια η σημασία του στη συγκεκριμένη ιστορική στιγμή. Το «υποσενάριο» αυτό δίνει στο θεατή «κλειδιά» για να κατανοήσει το

έργο. Αυτό που προσπαθούμε να κάνουμε, είναι να ανοίξουμε τα «κλειδωμένα συρτάρια» που δυσκολεύουν την κατανόηση και να δώσουμε κι άλλο υλικό στο κοινό. Και όλο αυτό, θέλουμε να το κάνουμε με έναν τρόπο διασκεδαστικό και ταυτόχρονα απαλό. Πώς προσεγγίσατε το ρόλο σας; Ως το ήμισυ ενός διδύμου. Ο Δημήτρης και εγώ είμαστε ένα δίδυμο που προσπαθεί να προσεγγίσει ένα ρόλο· που φτιάχνει ένα όχημα για να μπορεί να πει την ιστορία. Και επειδή μας αρέσει πολύ να δουλεύουμε μαζί, κάθε φορά που συνεργαζόματε βγάζουμε αυτήν την αίσθηση του διδύμου. Ο Γιώργος Μαρίνος και η Δήμητρα Ματσούκα ποιους ρόλους κρατούν; Ο Γιώργος Μαρίνος εμφανίζεται αρχικά ως Ηρακλής και στο τρίτο μέρος, κατά έναν τρόπο, ως Αριστοφάνης. Όπως στο αρχαίο κείμενο ο Ηρακλής δείχνει στον Διόνυσο και στον Ξανθία το δρόμο για να φτάσουν στον Κάτω Κόσμο, αναλογικά ο Γιώργος Μαρίνος βοηθά, με τρόπο ωραίο και συγκινητικό, τις δύο φιγούρες στην προσπάθειά τους να ανεβάσουν τους «Βατράχους». Μάλιστα, ο Γιώργος έχει και μια καταπληκτική παρλάτα, κατά τη γνώμη μου αντάξια του «Ηθοποιός σημαίνει φως» που τραγουδούσε παλιότερα και η οποία μιλάει για το θέατρο και την αρχαία κωμωδία. Η Δήμητρα στην παράσταση είναι, θα λέγαμε, η έχουσα τη θεωρητική γνώση. Είναι μια θεατρολόγος, μια θεωρητική του θεάτρου, που «πετάγεται» και θέλει και αυτή να μπει στο έργο, ακριβώς επειδή έχει τη γνώση. Εδώ, έχουμε να κάνουμε με τον γνωστό αγώνα ανάμεσα στους κλασικούς και στους θεωρητικούς του θεάτρου, που συνεχίζεται μέχρι να καταλάβουν ότι, μάλλον, χρειάζονται ο ένας στον άλλο. Η Δήμητρα προσφέρει το πραγματικά παιδευτικό κομμάτι της παράστασης, δηλαδή μας δίνει τις πληροφορίες με έναν τρόπο πολύ διασκευαστικό.

Info Εθνικό Θέατρο, «ΒΑΤΡΑ – Χ» Μετάφραση: Νίκος Χαραλαμπόπουλος Διασκευή - Σκηνοθεσία: Δημήτρης Λιγνάδης Σκηνικά - Κοστούμια: Έλλη Παπαγεωργακοπούλου Μουσική: Γιάννης Χριστοδουλόπουλος Χορογραφία: Φωκάς Ευαγγελινός Φωτισμοί: Σάκης Μπιρμπίλης Βοηθός σκηνοθέτη: Σύλβια Λιούλιου Ερμηνεύουν: Στεφανία Γουλιώτη, Δημήτρης Λιγνάδης, Γιώργος Μαρίνος, Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, Δήμητρα Ματσούκα, Βαγγέλης Χατζηνικολάου κ.α. Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου 11 - 12/7, 21:00


ΜΕΤΑΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ Δεν μας αφήνουν να δούμε τα πρόσωπά τους, δεν μας λένε ποιοι είναι. Ξέρουν κάτι παραπάνω που δεν γνωρίζουμε εμείς;

drog_A_tek «Η πολιτική είναι ένα εργαλείο για το μάρκετινγκ της τέχνης» Τα live τους δεν είναι «εύκολα», απαιτούν προσήλωση, ίσως και υπομονή, σίγουρα και ανοιχτό μυαλό. Εμπλέκουν τη μουσική, την εικόνα, τη θεατρικότητα, την αφήγηση, το χώρο και το χρόνο. Με την ευκαιρία της παράστασής τους «indust_REAL_EVOL_ution» - μια οπτικοακουστική αφήγηση, όπως την ονομάζουν - συνομιλήσαμε διαδικτυακά. Πού αλλού να τους βρεις; Από τον Αντώνη Σακελλάρη

Οι drog_A_tek είναι ένα ελαστικό μουσικό σχήμα που αυτοπροσδιορίζεται σε κάθε του συνάντηση. Ένα ετερόκλητο όσο και εκλεκτικό σύνολο αυτοσχεδιαστικής αταξίας, που δημιουργήθηκε το 2001 στην Αθήνα, ηχογραφεί στιγμές σε πραγματικό χρόνο και παράγει προσωρινά ηχητικά/οπτικά περιβάλλοντα. Χρησιμοποιεί αντικείμενα, αναλογικά/ψηφιακά/μουσικά όργανα, γραφομηχανές, συχνότητες, εικόνες, ηχογραφημένα αρχεία/τοπία και τεχνολογικά απορρίμματα κατασκευάζοντας μικρές δημόσιες αποσπασματικές αφηγήσεις. Εξελίσσουν την κάθε παράστασή τους πέρα από κάθε κανόνα χρήσης των υλικών τους. Εκπέμπουν/λαμβάνουν γνωστές/άγνωστες

διηγήσεις και εφήμερες επιθυμίες. Τυπώνουν μουσική, αφίσες, stickers, γράφουν σε τοίχους και στο διαδίκτυο. «Διαδικτυακά πλάσματα σε μεταβιομηχανικά ερείπια – ηλεκτρονικά δρώμενα σε νεκρούς χρόνους. Ηχητικές στάλες σε αποκεντρωμένους δέκτες. Γενετικά ελπιδοφόρα πλαστικά όνειρα – κεντρικές πύλες, μηχανές επιθυμίας. Έντομα με λογισμικό κατασπαράζουν ιστούς χωρίς αράχνες. Διάλειμμα για διαφημίσεις, με υπερ-δεσμούς στα εγκεφαλικά κύτταρα, φανταστείτε ανθρώπους. Ανάμεσα πρόσωπα, αληθινά τίποτα. Παραγω-

γή-κατανάλωση, όμοιο. Αληθινά ψέματα με ηλεκτρονικά ίχνη, ταξίδια χωρίς όχημα. Μια χρήση, μια φράση, μια εντύπωση. Άστοχες πληροφορίες δίχως παραλήπτες. Λέξεις που δεν καταλαβαίνεις, έννοιες που πάλιωσαν, ίσως και να μην υπήρξαν. Σε θέλω – ποτέ δεν θα με έχεις. Εν αρχή, πόλεμος εν ειρήνη. Σ΄ αφήνω τώρα». Αυτό αρκεί για να εξάψει την περιέργεια, σωστά; Τα μέλη της μουσικής κολεκτίβας drog_ A_tek προθυμοποιήθηκαν να απαντήσουν στις ερωτήσεις μας. Θα μας πείτε μερικά πράγματα για την παρά-

σταση που ετοιμάζετε; Το indust_REAL EVOL_ution είναι ένα ηχητικό-οπτικό αφήγημα αποσπασματικών εντυπώσεων. Οι drog_a_tek είναι μια κολεκτίβα μουσικών, sound artists και κινηματογραφιστών που παράγουν προσωρινά ηχητικά/ οπτικά περιβάλλοντα, χρησιμοποιώντας την κινηματογραφική γραφή και τον μουσικό αυτοσχεδιασμό. Κάθε παράσταση δημιουργείται σε πραγματικό χρόνο και επιτρέπει πολλαπλά επίπεδα ανάγνωσης. Κάθε απόπειρα να περιγράψουμε την παράσταση στο αμφιθέατρο του σχολείου θα ακύρωνε την ίδια την παράσταση. Σχετίζεται η παράσταση σας στο Σχολείον με

Φωτογραφία: Γεράσιμος Δομένικος

συνέντευξη

52 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008


συνέντευξη

Πολλές φορές ο ήχος είναι αρκετός για να πει μια ιστορία από μόνος του. Αρκετές φορές είναι από μόνος του μία σκηνοθεσία. η μουσική από μόνη της μπορεί να μονοπωλήσει την αφήγηση και να ελέγξει πλήρως την εκπομπή των μηνυμάτων.

Φωτογραφία: Γεράσιμος Δομένικος

το project «ΗΣΥΧΙΑ» που είχατε παρουσιάσει στο Τριανόν; Η «ΗΣΥΧΙΑ» ξεκίνησε από μία αφίσα και ένα αυτοκόλλητο που κολλήθηκε στους δρόμους της Αθήνας. Ήταν μία λέξη, ένα δυνατό σήμα τυπωμένο σε χαρτί. Έπειτα συλλέξαμε οπτικό υλικό από διάφορο κόσμο που ήθελε να συμμετάσχει και το τοποθετήσαμε τυχαία φτιάχνοντας μία αμοντάριστη ταινία που εμείς θα αυτοσχεδιάζαμε ζωντανά το σάουντρακ της. Σε εκείνη τη στιγμή προέκυψε μία κατάσταση τυχαίων συναντήσεων ατόμων, ήχου και εικόνας σε κινηματογραφικό χρόνο που χρησιμοποιούσε και τον πραγματικό χώρο της πόλης ως μέρος της. Αυτό δεν μπορεί να επαναληφθεί. Τα υλικά και τα μέσα είναι παροδικά. Αυτή είναι ίσως μία σχέση που υπάρχει με το indust_REAL EVOL_ution όπως και με κάθε άλλη δράση μας: καθετί αρχίζει και τελειώνει μια φορά. Η μουσική σας στα live μπορεί να σταθεί από μόνη της, χωρίς προβολές, video art και σκηνοθεσία; Αρκετές φορές παίζουμε χωρίς εικόνα. Πολλές φορές ο ήχος είναι αρκετός για να πει μια ιστορία από μόνος του. Αρκετές φορές είναι από μόνος του μία σκηνοθεσία. Η μουσική από μόνη της μπορεί να μονοπωλήσει την αφήγηση και να ελέγξει πλήρως την εκπομπή των μηνυμάτων. Δεν θέλουμε όμως το ηχητικό περιβάλλον που δημιουργούμε να έχει χτιστεί πάνω στη σιωπή της ακρόασης ενός μουσικού έργου. Δεν χρησιμοποιούμε την μουσική ως τεχνική της παράστασης. Είναι μια μη προσχεδιασμένη διαδικασία, όπου ο ήχος κάνει να ακουστεί ένα νέο τοπίο που σιγά σιγά θα γίνει θεατό. Ζείτε από τη μουσική σας; Θα θέλατε να ζείτε από τη μουσική σας ή πιστεύετε ότι αυτό θα μείωνε την ελευθερία πειραματισμού σας; Ένα μεγάλο κομμάτι του χρόνου μας πηγαίνει στους drog_Α_tek. Όλοι απασχολούμαστε σε άλλες εργασίες, χωρίς να έχουμε κάποια ιδιαίτερη δεξιότητα που να είναι άξια λόγου. Δεν είμαστε και οι καλύτεροι φίλοι της μισθωτής ζωής. Τις περισσότερες φορές καλύπτουμε μόνοι μας τα έξοδα παραγωγής. Πολλές φορές αυτό που θέλουμε να κάνουμε δεν χρειάζεται χρήματα. Τα εργαλεία, τα αντικείμενα και τα μέσα βρίσκονται στα ίδια μας τα σπίτια. Μπορεί τα πράγματα που χρειαζόμαστε να βρίσκονται στα πλούσια σκουπίδια της πόλης μας... Είτε πληρώνεσαι από αυτό που αγαπάς να κάνεις είτε το «ταΐζεις» από ίδιους πόρους. Και στις δύο περιπτώσεις δεν έχεις τον απόλυτο έλεγχο. Και στις δύο περιπτώσεις θα χρειαστεί να παίξεις σε ένα σύστημα κανόνων της αγοράς που δεν απαλείφονται με τη χρήση μιας προσωρινής νησίδας ελευθερίας όπου θα μπορέσει το δημιουργικό σου έργο να επιπλεύσει ηθικά. Δεν επιθυμούμε να κατέχουμε τα πράγματα που κάνουμε. Να εμφανιζόμαστε ως ιδιοκτήτες τους. Προτιμούμε να εξαφανίζουμε την όποια ιδεολογική αναφορά, σε αξίες που μας έχουν παραδοθεί. Δεν εμπιστευόμαστε αυτά που θα δυσκολέψουν την συνάντησή μας με κάτι νέο, με κάτι που δεν ξέρουμε. Όλα εμπεριέχουν διπλές αναγνώσεις. Δεν μπορείς απλά να βαδίσεις δυο φορές τον ίδιο δρόμο. Την ίδια στιγμή που φαίνεται να μην αμείβεσαι και να μη συμμετέχεις στην εμπορευματική διαδικασία, ανακαλύπτεις ότι είσαι ένα κομμάτι ενός συνολικότερου συστήματος

ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008 | 53

που συνεχίζει να παράγει εμπορεύματα χωρίς να αξιώνει χρήματα για την απόκτησή τους. Αξιώνει απλά την κατανάλωση της κυρίαρχης ιδεολογίας. Και αυτό σίγουρα το δίνει δωρεάν. Τι εννοείτε όταν λέτε ότι είστε μια μουσική κολεκτίβα; Αυτός ο όρος δεν έχει και πολιτικές εκφάνσεις; Είναι ένας από τους τρόπους που επικοινωνούμε μεταξύ μας. Ένα κομμάτι του τρόπου μας είναι να λειτουργούμε ως κολεκτίβα. Δεν συγκροτούμε όμως μεταξύ μας κάποιο σκληρό πυρήνα θέσεων και ιδεών. Δεν επιθυμούμε η ομάδα μας να αναφέρεται στον ίδιο της τον εαυτό. Να λειτουργεί δηλαδή κεντρικά, να τρέφεται εσωτερικά. Η κολεκτίβα μας στηρίζεται στην εξωτερικότητα, στην καθημερινή συνάντηση με το άλλο. Οι drog_Α_tek δεν είναι ένα πολιτικό συγκρότημα. Η πολιτική είναι ένα μαχητικό εργαλείο για το μάρκετινγκ της τέχνης. Η τέχνη είναι ένα αποτελεσματικό εργαλείο για να εγκαταστήσει μια πολιτική. Η τακτική αυτή, ετών 40 Μαϊων από το 1968, είναι πλήρως διαδεδομένη στη χώρα μας. Συνηθίζεται η παράλληλη πολιτική τοποθέτηση των καλλιτεχνών. Μα φυσικά εκείνη η γενιά είναι που διαχειρίζεται τα πράγματα τώρα, παρέδωσε τη γλώσσα και τους κώδικές της αφήνοντας την εντύπωση ότι μοιραζόμαστε κάτι βεβαρημένο από την ιστορική παράδοση. Απο τον Μάη έως τα πρόσφατα κινήματα

της αντιπαγκοσμιοποίησης, η πολιτική έγινε ένα επίκαιρο, μία είδηση, ένα ηθικό ανθρωπιστικό χρέος που να μπορεί εύκολα να τοποθετηθεί στον ελεύθερο χρόνο μας. Συγκρούεται το «μανιφέστο» που έχετε αναρτήσει στο site σας με την επιδίωξή σας για συνεργασία με έναν κρατικό φορέα, όπως το Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου; (στο site www.pointblank.ws/drog_a_tek, υπάρχει η εξής φράση: “We say no!!! To masters, kings, queens, all bastards nationalists, capitalistic employers and fuck you! Stop animal experiments!!! – Stop using all of us!! Motherfuckers!) Οι drog_A_tek δεν διεκδικούν κάποιο είδος ιδεολογικής καθαρότητας. Δεν είμαστε καθαροί. Τα πράγματα που κάνουμε δεν τα επιλέγουμε βάσει κάποιας «Βίβλου». Προτιμάμε να ακολουθούμε τις επιθυμίες μας. Αυτές αντιμετωπίζουμε κάθε μέρα, όχι κάποιο θεωρητικό πρόβλημα προς λύση. Πώς θα χαρακτηρίζατε τη μουσική σας; Η μουσική μας μπορεί να χαρακτηριστεί σάουντρακ. Χρησιμοποιούμε αναλογικά/ψηφιακά/ακουστικά μουσικά όργανα ή αντικείμενα. Αυτοσχεδιάζουμε επί σκηνής και πολλές φορές είτε ανακυκλώνουμε πράγματα που έχουμε ξαναπαίξει είτε κάνουμε sampling στη μουσική άλλων. Δεν μπορούμε να περιγράψουμε τη μουσική μας, μόνο, ίσως, ότι αυτή παίρνει την τελική της μορφή σε πραγμα-

τικό χρόνο. Το ίδιο συμβαίνει αυτή τη στιγμή και στις εικόνες που προβάλλουμε. Στήνονται και αυτές σε πραγματικό χρόνο επί σκηνής. Οι ρόλοι επίσης των μελών μπορούν να αλλάξουν. Από τη μουσική μπορεί να βρεθείς στην εικόνα. Μας αρέσει να κατασκευάζουμε μικρές δημόσιες αποσπασματικές αφηγήσεις. Εξελίσσουμε την κάθε παράστασή μας πέρα από κάθε κανόνα χρήσης των υλικών μας. Πιστεύετε ότι η μουσική σας έχει εκπαιδευτικές ιδιότητες; Διεκδικείτε τέτοιο ρόλο; Μόνο ίσως ότι εκπαιδεύει εμάς. Για ποια ταινία ή για ποιον σκηνοθέτη θα θέλατε να γράψετε μουσική; Θα θέλαμε ο Ντέιβιντ Λιντς να γράψει την μουσική στην ταινία που θα σκηνοθετούσαμε.

Info drog_A-tek, «indust_REAL_EVOL_ution» 12/7, 21:00 Το Σχολείον, Χώρος Α


χορός

54 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008

NOT A LOVE DANCE Ο Μιγκέλ Γκουτιέρες περιστοιχισμένος από τη Βέρα Μαντέρο και την Κλαούντια Τριότσι.

Αλέν Μπιφάρ Ο άνθρωπος που δηλητηριάζει το μιούζικαλ Στην πρωτοπορία του παγκόσμιου χορού, ο έντονα πολιτικοποιημένος Αλέν Μπιφάρ αποφάσισε αυτή τη φορά να τα βάλει με το μιούζικαλ, με την ελαφρότητα του χολιγουντιανού, κατά βάσιν, ιδιαίτερα δημοφιλούς είδους. Πώς; Ανατρέποντας τα κλισέ της χαράς, μεταμορφώνοντας μια ελαφρά, χαρούμενη αφήγηση σε τραγωδία. Κάτι πολύ βαθύτερο από απλή άσκηση ύφους. Από τη Νίκη Ορφανού

Τρεις χορευτές διεθνούς φήμης με αξιόλογο υποκριτικό ταλέντο και φωνές που συναρπάζουν και ξαφνιάζουν, δίνουν σάρκα και οστά στο μουσικοχορευτικό θέαμα του Αλέν Μπιφάρ με τον περιπαικτικά διφορούμενο τίτλο «(Not) a love song». Ο Μιγκέλ Γκουτιέρες, η Βέρα Μαντέρο και η Κλαούντια Τριότσι (ντυμένοι με εντυπωσιακά ρούχα υψηλής ραπτικής των Γιαμαμότο, Σανέλ και Λακρουά) πλέκουν έναν αιθέριο ιστό από ανθρώπινες σχέσεις: έρωτα, πάθος, ενοχή, ντροπή, εξάρτηση, μοναξιά, βία, φιλία. Ο διάσημος Γάλλος χορογράφος δημιουργεί, πάνω σε ψυχρό, κατάλευκο φόντο, έναν ολόκληρο κόσμο από ήχους και κινήσεις, που φέρνουν στο μυαλό γνωστές ταινίες του σινεμά. Πάνω στον κόσμο αυτό της ελαφρότητας και της ανεμελιάς απλώνει την υποψία μιας αδηφάγας βιομηχανίας του θεάματος τύπου Χόλιγουντ.

Ο Αλαίν Μπιφάρ, από τους πρωτοπόρους του κινήματος των conseptual Γάλλων χορογράφων, παίζει εδώ με το είδος του μιούζικαλ κάνοντας στα κρυφά… ενέσεις κυνισμού σε ένα είδος ο αφηγηματικός ιστός του οποίου συνήθως εξυμνεί την αφέλεια. «Όλοι θέλουν να πάρουν μια γεύση από τον αστραφτερό κόσμο της σόουμπιζ. Εγώ την προσφέρω άφθονα… Κι αν μείνει σε κάποιους μια πικρή γεύση στο στόμα, τότε θα ξέρω ότι η παράσταση πήγε καλά», μας είπε ο ίδιος. Ολόκληρη η συζήτηση που είχαμε μαζί του, στις αράδες που ακολουθούν. Με το «(Not) a love song» επιχειρείτε να δημιουργήσετε ένα νέο είδος, το «τραγικό μιούζικαλ». Μπορείτε να μας εξηγήσετε το κόνσεπτ του; Το να ασχοληθώ με το μιούζικαλ ήταν κάτι που ήθελα να κάνω από παλιά. Γιατί είχα

πάντα μια παράξενη σχέση έρωτα - μίσους μαζί του. Από τη μια με γοήτευε η ελαφρότητά του και η ζωντάνια του, από την άλλη με απωθούσε η προβλεψιμότητά του, τα άπειρα κλισέ του. Έτσι, σκεφτόμουν πώς θα ήταν να έβρισκα τρόπο να μπολιάσω το μιούζικαλ με την τραγωδία, να το δηλητηριάσω με ένα δεύτερο επίπεδο ανάγνωσης, πιο σκοτεινό από το πρώτο, πιο διφορούμενο, πιο πολιτικό. Νομίζω ότι το κατάφερα με το «(Not) a love song»: το έργο μπορείς να το διαβάσεις με δύο τρόπους, είτε ως μιούζικαλ είτε ως τραγωδία.

Η λεωφόρος της Δύσης Υπάρχει αφηγηματικό νήμα στο έργο; Και ναι και όχι. Είναι η ιστορία τριών χαρακτήρων: δύο γυναικών, που θα μπορούσαν να είναι ηθοποιοί του Χόλιγουντ, και μιας ανδρι-

κής αινιγματικής φιγούρας, που θα μπορούσε να είναι πολλά πράγματα. Φωτογράφος, γείτονας, εραστής, απλός φίλος, ή τίποτα απ’ όλα αυτά. Δεν είμαστε βέβαιοι για τίποτα, μπορούμε μόνο να εικάζουμε. Οι χαρακτήρες έχουν αναφορές στις συλλογικές κινηματογραφικές μας εμπειρίες. Πυξίδα μου ήταν, αν θέλετε, το «Sunset Boulevard» (ελληνικός τίτλος: «Η λεωφόρος της Δύσης», 1950) του Μπίλι Γουάιλντερ (με την Γκλόρια Σουάνσον πλάι στον παλαίμαχο κινηματογραφιστή Έριχ φον Στροχάιμ, συμπρωταγωνίστρια του Ουίλιαμ Χόλντεν) και η «Βερόνικα Φος» του Φασμπίντερ (1982). Από αυτά παίρνω διάφορα στοιχεία, και αφηγηματικά και αισθητικά. Πρόκειται ουσιαστικά για μια μείξη που κάνω βασισμένη, περισσότερο απ’ όλα ίσως, στο προσωπικό μου γούστο. Το ίδιο κάνω και στο επίπεδο της μουσικής.


χορός Ο τίτλος κάνει αναφορά μήπως στο γνωστό τραγούδι… This is not a love song, ναι. Είναι ένα πολύ γνωστό κομμάτι των αρχών της δεκαετίας του 1980. Έχει γέλιο να μιλάς για τον έρωτα λέγοντας ότι δεν μιλάς για τον έρωτα. Έχει, ταυτόχρονα, και κάτι το τραγικό… Είναι, λοιπόν, η δουλειά σας αυτή μια αναφορά στην πολυπλοκότητα των ανθρώπινων σχέσεων; Βέβαια. Είναι σχέσεις άλλοτε αγνές και αυθεντικές, άλλοτε εξαρτημένες, παρακμιακές, ακόμα και σαδιστικές. Ποτέ δεν μπορείς να ορίσεις μια σχέση –ή έναν άνθρωπο– απλώς με ένα αρνητικό ή θετικό πρόσημο. Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου – αν και, όπως είπα, δεν μου αρέσουν καθόλου τα κλισέ! Επίσης, το έργο ασχολείται και με τη διαδικασία της γήρανσης, της παρακμής. Αν μιλάμε για ένα σταρ σύστεμ, όπου οι άνθρωποι εκλαμβάνονται ως προϊόντα και τα πάντα ορίζονται με το χρήμα, τη δόξα και τα… νιάτα, είναι εύκολο να δούμε την φυσική διαδικασία τού να μεγαλώνουμε ως την απόλυτη φρίκη.

Το Χόλιγουντ δεν συγχωρεί τα γηρατιά Υπάρχει, πιστεύετε, αντιστοιχία ανάμεσα σ’ αυτόν τον γυαλιστερό κόσμο του Χόλιγουντ και εκείνον του χορού; Υπάρχουν κάποιες αντιστοιχίες, ιδιαίτερα στην εποχή μας. Ωστόσο, ο χορός απαιτεί πολλή δουλειά, σκληρή δουλειά – και σ’ αυτό διαφέρει από την κενότητα των σταρ τύπου Χόλιγουντ. Για να είσαι χορευτής πρέπει να ξέρεις τι θέλεις και γιατί το θέλεις, πρέπει να είσαι διατεθειμένος να αφιερωθείς σ’ αυτό. Πρέπει να αφιερωθείς στην τέχνη σου. Δεν μπορείς να… κλέψεις με μια καλή εμφάνιση, για παράδειγμα. Αλλά, στο Χόλιγουντ, το να γερνάς δεν σημαίνει ότι απλώς μπορεί να χάσεις μια καριέρα αλλά ότι μπορεί να χάσεις ακόμα και την ταυτότητά σου. Και μπορεί να χάσεις και την αγάπη. Στις σχέσεις που εξετάζονται στο «(Not) a love song» περιλαμβάνονται και οι ομοφυλοφιλικές; Όλη μου η δουλειά έχει να κάνει και με το θέμα της ομοφυλοφιλίας, όπως και με τις σχέσεις ανάμεσα στα φύλα – με όλων των ειδών τις σχέσεις. Θέλω να μιλάω γι’ αυτά τα πράγματα. Πιστεύετε ότι γινόμαστε όλο και πιο συντηρητικοί; Ναι, αυτό νομίζω. Είναι λες και έχουμε επιστρέψει στη δεκαετία του 1950, με τις αξίες του 1950. Τις οικογενειακές αξίες – και μαζί μ’ αυτές και την αξία του χρήματος. Προσπαθήσαμε να το αποφύγουμε αυτό το 1970 και να στραφούμε σε πιο ουσιαστικά πράγματα. Αλλά αντί να πηγαίνουμε μπροστά, πηγαίνουμε πίσω. Στον ψεύτικο κόσμο της σόουμπιζ αλλά και στα… family values, στις περιβόητες οικογενειακές αξίες! Το βλέπει κανείς και στο πολιτικό πεδίο αυτό… Εννοείτε τον Σαρκοζί και την Κάρλα Μπρούνι; Βέβαια. Η πολιτική ζωή της Γαλλίας μοιάζει αυτόν τον καιρό περισσότερο με την αμερικανική σόουμπιζ, παρά με οτιδήποτε άλλο θα πιστεύαμε ότι είναι η πολιτική. Και αυτό δεν το εννοώ επιφανειακά, δεν αναφέρομαι στις φωτογραφήσεις, στα πάρτι και τις άλλες σαχλαμάρες. Αναφέρομαι στην ουσία του πράγματος: η πολιτική που ανακοίνωσε ότι

ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008 | 55

«Όλη μου η δουλειά έχει να κάνει και με το θέμα της ομοφυλοφιλίας, όπως και με τις σχέσεις ανάμεσα στα φύλα – με όλων των ειδών τις σχέσεις. Θέλω να μιλάω γι’ αυτά τα πράγματα».

Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΟΥ ΑΛΛΑΖΕΙ ΤΟ ΣΤΥΛ ΤΟΥ ΜΠΙΛΙ ΓΟΥΑΪΛΝΤΕΡ Το φαινομενικά χαρούμενο ύφος του μιούζικαλ στην πραγματικότητα δεν υπάρχει. Ο Αλέν Μπιφάρ αλλάζει τα κλισέ.

θα ακολουθήσει για τις τέχνες η κυβέρνηση του Σαρκοζί στόχο έχει να ελέγξει τις τέχνες, μέσα από τον έλεγχο της γαλλικής τηλεόρασης, ενθαρρύνοντας τα μεγάλα, κακόγουστα και ηλίθια θεάματα. Να τους κάνει όλους ευτυχισμένους ανόητους… και να προχωρήσει με το ίδιο στυλ και σ’ όλους τους υπόλοιπους τομείς, όπως στην εκπαίδευση, ακόμα και στη δικαιοσύνη. Να μοιάζουν τα πάντα με ένα ατέλειωτο τηλεπαιχνίδι… Νομίζω ότι βρισκόμαστε σε χειρότερη κατάσταση και από τις ΗΠΑ αυτή τη στιγμή. Η κυβέρνηση του Σαρκοζί είναι μια δεξιά κυβέρνηση του χειρότερου είδους, το χάσμα ανάμεσα στους φτωχούς και τους πλούσιους όλο και βαθαίνει, οι δημοκρατικοί θεσμοί καταντούν ένα αστείο. Με δεδομένο ότι η δική σας δουλειά διαβάζεται με δυο τρόπους, μπορεί και να τον ξεγελούσε… Μπορεί. Μπορείς να δεις το έργο μόνο σαν ένα διασκεδαστικό μιούζικαλ, που αφήνει τους πάντες ευχαριστημένους, ή να το διαβάσεις πολιτικά. Υπάρχουν διαφορετικοί τρόποι στην προσέγγιση αυτής της δουλειάς, διαφορετικές αναγνώσεις. Το ποια ανάγνωση θα διαλέξεις έχει ίσως να κάνει με το ποιος είσαι. Απ’ αυτή την άποψη, ναι, μπορεί ο Σαρκοζύ να ευχαριστιόταν με τη δουλειά μου!

«Να ψάχνεις. Τι άλλο;» Σας θεωρούν στο τιμόνι της πρωτοπορίας του σύγχρονου χορού. Πώς θα ορίζατε το πρωτοποριακό σήμερα; Δεν ξέρω, στ’ αλήθεια δεν μπορώ να απαντήσω σ’ αυτό. Το αβαν- γκάρντ μου θυμίζει κάτι από το παρελθόν, από τις αρχές του 20ού αιώνα. Δεν μ’ αρέσει σαν τίτλος. Δεν ξέρω… Εγώ προσπαθώ να αμφισβητώ πράγματα, να θέτω δύσκολες ερωτήσεις, δύσκολες για μένα εννοώ, να μεταφράζω σε χορογραφίες τις ανησυχίες και τους προβληματισμούς μου. Τα άγχη μου και τους φόβους μου. Κυρίως τους φόβους μου, όπως έκανα με το «Mauvais Genre», πριν από δέκα χρόνια, που ασχολήθηκα με το θέμα του AIDS, βάζοντας μπόλικα αυτοβιογραφικά στοιχεία. Τώρα, δεν ξέρω τι λένε για μένα όλα αυτά. Το σίγουρο είναι ότι είμαι σε μια διαρκή διαδικασία να ανακαλύπτω νέα μονοπάτια, νέους τρόπους

σκέψεις και αντίληψης. Για το «(Not) a love song» χρησιμοποιείτε πολύ γνωστούς καλλιτέχνες… Δεν νομίζω ότι θα μπορούσα να πραγματοποιήσω αυτή την παραγωγή χωρίς αυτούς. Δεν είναι απλά ταλαντούχοι χορευτές, έχουν και εξαίρετα φωνητικά προσόντα – κάτι πολύ σημαντικό για το έργο. Ο Μιγκέλ Γκουτιέρες ήταν αυτονόητη επιλογή για το ρόλο: είναι απίστευτα δημιουργικός χορευτής αλλά και ηθοποιός. Τη Βέρα Μαντέρο την ήξερα ως ιδιαίτερα ταλαντούχα χορεύτρια και χορογράφο, έχει όμως και μια υπέροχη φωνή. Τραγουδά τζαζ, με μεγάλη επιτυχία μάλιστα. Εκπληκτική φωνή έχει και η Κλαούντια Τριότσι, που είναι επίσης performance artist. Νιώθω πολύ τυχερός που τους έχω. Μιλώντας γενικώς, θεωρείτε ότι ο χορευτής υποτάσσεται στη θεωρητική σύλληψη του χορογράφου; Σίγουρα όχι στα δικά μου έργα. Χωρίς τους χορευτές είμαι ένα τίποτα. Είμαι μόνο ένα ζευγάρι εξωτερικά μάτια… Σχεδιάζω γραμμές, σχήματα. Αλλά η αληθινή δουλειά γίνεται μαζί τους, με τον καθένα προσωπικά και όλους μαζί. Έτσι, αυτό που έχεις ίσως αρχικά στο κεφάλι σου, καταφέρνεις να το φωτίσεις με πολλούς διαφορετικούς τρόπους, να το κάνεις να πάρει ζωή και στη σκηνή. Ο χορός είναι μια συλλογική εργασία, δεν είναι, όπως κάποιοι προσπαθούν να δείξουν, προϊόν σούπερ εγκεφάλων!

Ιnfo Alain Buffard, (Not) a love song Σύλληψη – Σκηνογραφία: Alain Buffard Μουσική επιμέλεια: Vincent Ségal Φωτισμοί: Yves Godin Ερμηνεύουν: Miguel Gutierrez, Vera Mantero, Claudia Triozzi & Vincent Ségal Πειραιώς 260, Χώρος Η | 15 - 16/7, 21:00


χορός

56 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008

Ισραέλ Γκαλβάν «Yo no mataria*»

Στις ταυρομαχίες που διεξάγονται στην «Αρένα» του διάσημου Ισπανού χορογράφου, το ρόλο του ταύρου θα τον έχουμε εμείς, το κοινό. Ο Ισραέλ Γκαλβάν μας προκαλεί μέσα από μια τολμηρή φιέστα θανάτου. Από τη Νίκη Ορφανού

«Προσωπικά σιχαίνομαι τα κλισέ - και όταν η παράδοση μοιάζει με ένα τσουβάλι από κλισέ, τότε σιχαίνομαι και την παράδοση. Αλλά δεν θα δηλώσω μεταμοντέρνος μόνο από μόδα».

*Δεν θα σκότωνα

Είναι πολυβραβευμένος Ισπανός χορευτής και χορογράφος. «Είναι ο παλιότερος από τους νέους χορευτές», λένε πολλοί ομότεχνοί του, και όχι άδικα. Γιατί ο Ισραέλ Γκαλβάν, σε αντίθεση με άλλους καλλιτέχνες της γενιάς του, δεν σταματά να γυρίζει πίσω στις παραδοσιακές… αξίες της πόλης του, της Σεβίλλης, στις ταυρομαχίες και το φλαμένκο. Πάντα όμως με ένα ερωτηματικό. Πάντα με την επιθυμία μιας νέας προσέγγισης, μιας νέας αρχής. «Προσωπικά, σιχαίνομαι τα κλισέ – και όταν η παράδοση μοιάζει μ’ ένα τσουβάλι από κλισέ, τότε σιχαίνομαι και την παράδοση. Αλλά δεν θα δηλώσω μεταμοντέρνος μόνο από μόδα», λέει αίφνης. Στην χώρα μας ο Γκαλβάν έρχεται για πρώτη φορά (όχι χωρίς κάποιο άγχος, όπως ομολογεί), για να παρουσιάσει ένα από τα πιο γνωστά του θεάματα: την «Αρένα». Σ’ αυτή ξετυλίγει, μέσα από έξι διαφορετικές χορογραφίες, τον εντυπωσιακό, τολμηρό, βάρβαρο, παράξενο και αντιφατικό κόσμο των ταυρομαχιών, που εμπεριέχει ταυτόχρονα την τέχνη και το θάνατο, σαν να είναι οι δυο όψεις του ίδιου νομίσματος.

Αντικείμενο του πόθου του Γκαλβάν στην «Αρένα» δεν είναι ο ταυρομάχος αλλά ο ταύρος: είναι η δική του ζωική και καλλιτεχνική υπόσταση αυτή που θέλει να αναδείξει ο Ισπανός χορογράφος, είναι το δικό του σύμπαν αυτό που θέλει να συνθέσει, μέσα από το χορό, τη μουσική και -γιατί όχι;- την ποίηση… H «Αρένα», που θα παρουσιάσετε στην Αθήνα, είναι μια δουλειά εμπνευσμένη από τις ταυρομαχίες. Ποια είναι η φιλοσοφία του θεάματος αυτού; Η «Αρένα» είναι μια δουλειά αφιερωμένη στον σύμπαν του ταύρου. Η ιδέα είναι η ακόλουθη: εγκλωβίζομαι μέσα σε 6 χορογραφίες, σαν να ήμουν εγκλωβισμένος μέσα στην αρένα με 6 ταύρους. Ο κάθε ταύρος και η κάθε χορογραφία είναι διαφορετική. Ανάμεσα στις σκηνές υπάρχουν ακουστικά και οπτικά ιντερλούδια, με την εικόνα του Ενρίκε Μορέντε να διαβάζει ποίηση αφιερωμένη στις ταυρομαχίες. Αυτό που μ’ ενδιαφέρει να δείξω το σύμπαν του ταύρου τόσο από καλλιτεχνικής, όσο και από φιλοσοφικής πλευράς. Και, βέβαια, και τη ζωώδη πλευρά…

Τη ζωώδη πλευρά του ταύρου ή του ταυρομάχου; Γιατί οι υποστηρικτές των δικαιωμάτων των ζώων στην Ευρώπη μιλούν για ωμή βία απέναντι στους ταύρους. Ποια είναι η γνώμη σας; Συμφωνώ, η ταυρομαχία είναι μια σφαγή ζώων. Εγώ δεν θα σκότωνα και, όπως συνηθίζουμε να λέμε στην Ισπανία, «Yo no mataria». Αλλά στην τέχνη της ταυρομαχίας, αν δεν σκοτωθεί το ζώο, αυτή δεν θα ήταν πιστευτή. Εγώ μεγάλωσα σ’ ένα κόσμο όπου το ζητούμενο ήταν να πλησιάσουμε τον ταύρο με τρόπο λιγότερο βάρβαρο. Και όχι μόνο τον ταύρο. Παλαιότερα δεν υπήρχε στη χώρα προστασία για κανένα ζώο, ούτε καν για τα άλογα. Τώρα αυτό έχει αλλάξει. Η ισπανική κοινωνία κατάλαβε ότι η τακτική αυτή -ή η έλλειψη οποιασδήποτε τακτικής- απέναντι στα ζώα ήταν μια βαρβαρότητα. Πιστεύω ότι όταν θα έρθει η στιγμή που η επόμενη γενιά θα πει ότι και αυτό που έχει απομείνει στη χώρα, οι ταυρομαχίες δηλαδή, είναι επίσης μια βαρβαρότητα. Παρ’ όλα αυτά, όσο περισσότερο εμβαθύνει κανείς στο σύμπαν του ταύρου τόσο περισσότερο το κατανοεί


χορός και συνειδητοποιεί ότι ο θάνατός του δεν είναι τσάμπα. Όσο περισσότερο διαβάσει κανείς για τη φιέστα, τόσο περισσότερο την καταλαβαίνει. Η Ισπανία και οι ταυρομαχίες, άλλωστε, είναι κομμάτι της Ευρώπης. Και ο θάνατος είναι κομμάτι της ζωής. Πιστεύετε ότι η τέχνη είναι μια απάντηση στο θάνατο; Δεν πιστεύω ότι η τέχνη μπορεί να αναστήσει το βιολογικό σώμα, αλλά, ναι, πιστεύω ότι μπορεί να αναστήσει από συναισθηματικούς θανάτους. Στην «Αρένα» ο ταύρος μου είναι το κοινό. Αυτόν προκαλώ. Πάντως, μπορούμε να πούμε ότι η δουλειά μου εξετάζει την ιδέα του θανάτου ως γιορτή, ως φιέστα. Εξετάζω τις καλλιτεχνικές παραμέτρους τού να σκοτώνεις, προς τέρψιν του κοινού.

ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008 | 57

ΦΛΑΜΕΝΚΟ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ Ο,ΤΙ ΝΟΜΙΖΕΤΕ «Έχω καταργήσει τα επιφανειακά στοιχεία του φλαμένκο, κρατάω μόνο την ουσία», λέει ο Ισραέλ Γκαλβάν

«Προσφέρουμε φλαμένκο στους τουρίστες» Το άλλο βασικό συστατικό της «Αρένας» είναι το φλαμένκο. Ποια η μεταξύ τους σχέση; Λεγόταν πάντα ότι το φλαμένκο αγαπάει τις ταυρομαχίες και το αντίθετο. Υπήρχε μια επικοινωνία ανάμεσα στους δύο αυτούς κόσμους. Δεν είναι τυχαίο ότι έγιναν και τα δυο τα … ορεκτικά που προσφέρουμε στους τουρίστες. Αλλά το φλαμένκο, όπως και οι ταυρομαχίες, είναι κάτι πολύ περισσότερο απ’ αυτό. Έχουν γίνει πολλές δουλειές εδώ στην Ισπανία που συνδυάζουν αυτά τα δύο. Εγώ όμως ήθελα με την «Αρένα» να μην το κάνω επιφανειακά. Να μη δώσω την οπτική του torero, αλλά του ταύρου… Αυτά τα δυο φτιάχνουν μια εμπορική συνταγή. Σας ικανοποιεί ή σας ενοχλεί αυτό; Δεν θεώρησα ποτέ τη δουλειά μου εμπορική. Αλλά αν αυτή η αίσθηση του εμπορικού μπορεί να μου απλουστεύει τη ζωή, να φέρνει και στις παραστάσεις μου κοινό που δεν θα έμπαινε αλλιώς στον κόπο, δεν με πειράζει. Πόσο «παραδοσιακό» είναι το δικό σας φλαμένκο; Είναι παραδοσιακό, στο βαθμό που προέρχεται από τη σχέση με την οικογένειά μου, από το μεγάλωμά μου, από τις ρίζες μου. Ξεκίνησα μέσα σε έναν κόσμο του φλαμένκο που ξεχείλιζε από... ορθόδοξους πιστούς. Χρειάστηκε να ψάξω για να βρω τη δική μου προσωπικότητα μέσα σ’ αυτό. Είναι λίγο αστείο: για τους περισσότερους, κυρίως για όσους δεν ξέρουν καλά τη δουλειά μου, αυτό που κάνω με το φλαμένκο είναι εντελώς μεταμοντέρνο. Κάποιοι διασκεδάζουν απίστευτα με τον τρόπο που -θεωρούν ότι- μεταχειρίζομαι την παράδοση της χώρας, άλλοι σοκάρονται. Αλλά η αλήθεια είναι ότι πρέπει πάντα να επιστρέφω και να ψάχνω μέσα μου για το παραδοσιακό φλαμένκο. Δεν μπορώ να αποκοπώ απ’ αυτό. Πάντως, δεν εξαντλούνται στο φλαμένκο οι αναφορές μου. Μου αρέσουν πολλά και διαφορετικά είδη μουσικής. Μου αρέσει να πηγαίνω σινεμά και στο θέατρο, να διαβάζω λογοτεχνία και να βλέπω εικαστικές δουλειές. Από όλα αυτά παίρνω τις ιδέες μου. Παρουσιάσατε την «Αρένα» για πρώτη φορά πριν από τέσσερα χρόνια. Την έχετε ξαναδουλέψει από τότε; Ναι. Δεν άλλαξε πολύ, το κόνσεπτ έμεινε ίδιο, αλλά κέρδισε σε νόημα προσεγγίζοντας περισσότερο την ουσία. Όλα τα επιφανειακά στοιχεία του θεάματος καταργήθηκαν, δεν κράτησα παρά μόνο τα ουσιαστικά πράγματα.

«Δεν χορεύω για διασκέδαση, ζω από αυτό» Σας είναι εύκολο να χορογραφείτε τον εαυτό σας; Από τη μια πλευρά, μου είναι εύκολο γιατί θεωρώ ότι με ξέρω καλά. Από την άλλη, όμως, δεν καταφέρνω πάντα να φτάσω εκεί όπου θα ήθελα, αφού το πνεύμα υπερισχύει πάντοτε του σώματος. Δεν είναι κακό αυτό. Έτσι ο χορευτής Γκαλβάν αντιστέκεται στο χορογράφο Γκαλβάν, τον βασανίζει, τον κρατάει σε εγρήγορση. Τον αναγκάζει να ξεκινά πάντα από την αρχή –και να είναι ελεύθερος. Από την άλλη, ο χορογράφος Γκαλβάν αναγκάζει το χορευτή Γκαλβάν να γίνεται ηθοποιός, και πάλι χορευτής, και τα δυο μαζί. Δεν ξέρω πού θα πάει αυτό, δεν ξέρω τι θα είμαι εγώ σε δέκα χρόνια από τώρα. Αλλά αυτό δεν με χαλάει καθόλου. Είναι η ψυχαγωγία ο στόχος της δουλειάς σας ή υπάρχει κάτι παραπάνω; Δεν χορεύω για να διασκεδάζω. Ζω απ’ αυτό. Αν είχα πολλά χρήματα, μπορεί και να μη χόρευα. Όμως δεν θα ήμουν μια προσωπικότητα πλήρης εάν δεν χόρευα και εάν δεν δίδασκα το χορό μου. Απ’ την άλλη πλευρά, αν με ρωτάτε για το κοινό, αν στόχος της δουλειάς μου είναι η ψυχαγωγία του κοινού, θα σας έλεγα ότι είναι. Θέλω να περνάει καλά ο κόσμος που έρχεται στα θεάματά μου. Αν παίρνει κάτι παραπάνω; Φυσικά, ακόμα κι όταν δεν το ξέρει. Μήπως μπορεί να κάνει αλλιώς; Είναι η πρώτη φορά που έρχεστε στην Ελλάδα για να παρουσιάσετε τη δουλειά σας σε

ένα άγνωστο σε σας κοινό. Νιώθετε λιγάκι άγχος; Ναι, νιώθω άγχος κάθε φορά και σε κάθε καινούργιο μέρος. Γιατί η ιδέα που έχει το κοινό -κυρίως το ξένο κοινό- για το φλαμένκο τρέφεται συχνά από κλισέ. Έτσι όταν το κοινό βλέπει το χορό μου, εκπλήσσεται και με την καλή και με την κακή έννοια. Και πάντα έχω αυτή την αμφιβολία μέσα μου.

Info Compania Israel Galvan Arena Χορογραφία – Ερμηνεία: Israel Galván Καλλιτεχνική διεύθυνση & βίντεο: Pedro G. Romero Σκηνοθεσία: Belen Candil Φωτισμοί: Ada Bonadei Ήχος: Félix Vázquez Διευθυντής σκηνής: Balbina Parra Σκηνικά αντικείμενα: Pepe Barea, Pablo Pujol Κοστούμια: Mangas Verdes Ζωντανή μουσική: Diego Carrasco, Juan José Amador, τραγούδι, Pedro Sierra, κιθάρα, Diego Amador, πιάνο, Bobote, palmas, jaleo, pataíta, José Carrasco, κρουστά, Mercedes Bernal, gaita d’El Gastor, Charanga Los Sones, μουσικό σύνολο Συμμετέχει ο Enrique Morente (τραγούδι - βίντεο) Πειραιώς 260, χώρος Η / 11 - 13 Ιουλίου 2008, 21:00

«Ο χορογράφος Γκαλβάν αναγκάζει τον χορευτή Γκαλβάν να γίνεται ηθοποιός, και πάλι χορευτής, και τα δυο μαζί. Δεν ξέρω πού θα πάει αυτό, δεν ξέρω τι θα είμαι εγώ σε δέκα χρόνια από τώρα. Αλλά αυτό δεν με χαλάει καθόλου».


οι συγγενείς

58 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008

Τι βγάζει η Καλαμάτα; Αυτήν την περίοδο, τουλάχιστον, βγάζει στην επιφάνεια μερικές από τις πιο ενδιαφέρουσες παραστάσεις σύγχρονου χορού. Θα τις παρακολουθήσουμε στη διάρκεια του 14ου Φεστιβάλ Χορού της πόλης.

ΤΖΟΝΑΘΑΝ ΜΠΑΡΟΟΥΖ-ΜΑΤΕΟ ΦΑΡΓΚΙΟΝ Χορεύουν καθισμένοι σε δυο καρέκλες. Πολλοί θα τους ζήλευαν, και όχι μόνο στην Καλαμάτα.

ΣΑΝΚΑΪ ΤΖΟΥΚΟΥ Τα σώματά τους είναι βαμμένα λευκά και η χορογραφία τους είναι όντως επικίνδυνη. Το 1985, ένα μέλος τους σκοτώθηκε στη σκηνή!

Από την Έλια Αποστολοπούλου

Προσανατολισμένο στην πρωτότυπη διεθνή δημιουργία, το Φεστιβάλ Χορού Καλαμάτας θα παρουσιάσει στο ελληνικό κοινό δέκα χορογραφίες από σημαντικούς καλλιτέχνες της διεθνούς πρωτοπορίας, κάποιοι από τους οποίους θα κάνουν για πρώτη φορά την εμφάνισή τους στην Ελλάδα. Θα παρουσιαστούν δημιουργίες από τη Νότιο Αφρική, τη Μεγάλη Βρετανία, την Πορτογαλία, την Ολλανδία, τη Γερμανία, την Ελλάδα και για πρώτη φορά και από την Ιαπωνία. --Αναμφισβήτητα η πιο ηχηρή εμφάνιση είναι αυτή των διάσημων Ιαπώνων Σάνκαϊ Τζούκου, που εφαρμόζουν την τεχνική μπούτο: Πρόκειται για μια σύγχρονη μορφή χορού με πολλές παραλλαγές. Κοινό χαρακτηριστικό όλων των παραλλαγών είναι ότι τα σώματα των χορευτών είναι βαμμένα λευκά. Η πιο αντισυμβατική πτυχή του μπούτο είναι η κίνηση και η προετοιμασία που προϋποθέτει από πλευράς χορευτή. --Υπό τις οδηγίες του ιδρυτή τους Ούσιο Αμαγκάτσου, οι Σάνκαϊ Τζούκου θα παρουσιάσουν την παράσταση μπούτο «Utsushi» (αντικατοπτρισμός), ένα απόσταγμα από τη χορογραφική δουλειά του Αμαγκάτσου τα τελευταία τριάντα χρόνια. Οι Σάνκαϊ Τζούκου είναι διεθνώς διάσημοι για το περίφημο “hanging event”, κατά τη διάρκεια του οποίου τέσσερις χορευτές κρεμασμένοι από σκοινιά, προσγειώνονται στη σκηνή από μεγάλο ύψος. Όμως ό,τι τους χάρισε φήμη, σημάδεψε την πορεία τους και με μία τραγωδία: Το 1985, ένα από τα μέλη τους σκοτώθηκε επάνω στη σκηνή, κατά τη διάρκεια παράστασης στο Σιάτλ. Θα περνούσε ένας χρόνος μέχρι οι Σάνκαϊ Τζούκου να επαναλάβουν το hanging event. --Το φεστιβάλ ανοίγει με δύο χορογραφίες του Ισραηλινού χορογράφου Χόφες Σέκτερ, του τρομερού παιδιού της λονδρέζικης σκηνής: επτά άνδρες αναδύονται μέσα από σκιές, για να βομβαρδίσουν το κοινό με το «Uprising», ενώ το «In your rooms» είναι μια προκλητική, πολιτική και βαθιά προσωπική αποτύπωση της κοινωνίας. --Αμέσως μετά, ο Νοτιοαφρικανός Γκρέγκορι Μακόμα, ο οποίος ξεκίνησε από τα γκέτο του Σοβέτο και κατέκτησε τις πιο σημαντικές σκηνές του κόσμου, θα παρουσιάσει το σόλο

«Beautiful me». Η ανατρεπτική Πορτογαλίδα περφόρμερ Βέρα Μαντέρο θα παρουσιάσει τη χορογραφία «Until the moment when God is destroyed by the extreme exercise of beauty» αμφισβητώντας τα όρια μεταξύ χορού και θεάτρου. --Ο Τζόναθαν Μπάροουζ, από τους σημαντικότερους βρετανούς χορογράφους, με το φίλο και συνεργάτη του Ματέο Φάργκιον παρουσιάζουν το «Both sitting duet». Το πολυβραβευμένο έργο ανήκει στα πιο αντισυμβατικά και απολαυστικά έργα της σύγχρονης ευρωπαϊκής σκηνής. Καθισμένοι σε δύο καρέκλες, οι δημιουργοί εκτελούν μια σειρά από χορογραφημένες χειρονομίες κατά τη διάρκεια μιας απρόσμενης και συχνά διασκεδαστικής συνομιλίας. Τρεις φορές αναγκάστηκαν να επιστρέψουν στη σκηνή μετά το τέλος της παράστασης στο Λονδίνο το 2003, για να καταχειροκροτηθούν από το κοινό. --Επανέρχονται στο φεστιβάλ και οι Νοτιοαφρικανοί Βία Κάτλχονγκ, που κατέκτησαν πέρυσι το κοινό της Καλαμάτας, μαζί με τον Γάλλο Κριστιάν Ριζό και την επίσης Νοτιοαφρικανή Ρόμπιν Όρλιν με το έργο «Imbizo e Mazweni». Δυο ξεχωριστές χορογραφίες: «toutes sortes de deserts» του Ριζό και «Still life with homeless heaven and urban wounds...(even bananas have bones)». --Η Ελληνίδα χορογράφος Αποστολία Παπαδαμάκη και η ομάδα της Quasi Stellar παρουσιάζουν τη χορογραφία «Electric girl», ένα διάλογο ανάμεσα σε μια χορεύτρια και έναν διάσημο μουσικό που φέρνουν στη σκηνή μια σχέση γεμάτη ένταση. --Τι σχέση μπορεί να έχει το παγκόσμιο κύπελλο ποδοσφαίρου του Μονάχου με το Φεστιβάλ Χορού της Καλαμάτας και τη γερμανική χιπ χοπ; Τον Νιλς «Στορμ» Ρομπίτσκι. Ο άνθρωπος που χορογράφησε την τελετή έναρξης του μουντιάλ του 2006, αναλαμβάνει τώρα τους απίθανους βραζιλιάνους χορευτές χιπ χοπ Ντισίπουλος ντο Ρίτμο στο «Geometronomics» - μουσική, βίντεο και δρώμενα που κόβουν την ανάσα. --Γύρω από τον Καταλανό Πέρε Φάουρα έχει δομηθεί ένα τρίπτυχο πρότζεκτ. Στην πρώτη ενότητα ο χορογράφος ξαναδουλεύει με

ΒΙΑ ΚΑΤΛΧΟΝΓΚ Δεύτερη συνεχόμενη χρονιά, το συγκρότημα από τη Νότια Αφρική έρχεται στη μεσσηνιακή πρωτεύουσα.

Ελληνίδες χορεύτριες αυτή τη φορά το τρίο StripteaSeS, μια εσωτερική διαδικασία απογύμνωσης. Στη δεύτερη ενότητα θα χορέψει ο ίδιος το πολυβραβευμένο σόλο «This is the picture of a person Ι don’t know». Σε συνέχεια της συνεργασίας καλλιτεχνών και θεωρητικών του χορού που ζουν και εργάζονται στην Ολλανδία, όπως και ο Πέρε Φάουρα, όλες οι παραστάσεις πλαισιώνονται από συζητήσεις και διαλέξεις. Η τελευταία ενότητα του πρότζεκτ περιλαμβάνει μία συζήτηση

για το χορό και την τεχνολογία με αφορμή του δουλειά του χορογράφου. --Όπως κάθε χρόνο, το φεστιβάλ θα φιλοξενήσει και ένα σεμινάριο σύγχρονου χορού, φέτος με τον Ισπανό Ινιάκι Ασπιλάγκα. Οι παράλληλες εκδηλώσεις του φεστιβάλ, εξάλλου, περιλαμβάνουν μουσικές βραδιές, συναντήσεις με τους καλλιτέχνες, αλλά και μια βραδιά βωβού κινηματογράφου με ζωντανή μουσική.


μπάλα-λάικα

ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008 | 59

Η παέγια καταβρόχθισε το βουρστ Μετριότης, τα πάντα μετριότης…. Από τον Κωστή Τούλη (c.toulis@yahoo.gr)

Εμείς, του ‘60, του ‘70, του ‘80 οι εκδρομείς... ήμασταν συνεπείς. Απ’ τις 7 του Ιούνη, γίναμε φίλαθλοι, οπαδοί και Ούννοι. Όπως ακριβώς οι κανόνες της μπαλα-λάικα προστάζουν. Περιμέναμε, συντονιστήκαμε, είδαμε και δυστυχώς το τέλος μας αφήνει μια γλυκόπικρη γεύση. Λίγο εξαιτίας της ποιότητας, λίγο εκ του αποτελέσματος και πολύ περισσότερο εκ του ότι 22 μέρες, δυστυχώς ή ευτυχώς, περνάνε γρήγορα. Κι ένα τουρνουά με 16 μόνο ομάδες τελειώνει πριν καλά καλά προλάβεις να το συνειδητοποιήσεις. Η απληστία ήταν ανέκαθεν προσόν των ποδοσφαιρόφιλων. Οι εμμονές μας και οι προσδοκίες μας, εθνικές, οπαδικές ή όποια τέλος πάντων νεύρωση κουβαλάει ο καθένας μας, δεν ικανοποιήθηκαν από την ποδοσφαιρική ποιότητα της διοργάνωσης. Έτσι το 2008 δεν θα αργήσει να γίνει ανάμνηση. Πολύ σύντομα, αφού καταφτάνει ο Ολυμπιακός Αύγουστος. Τουλάχιστον, αποζημιωθήκαμε ηθικά και ποδοσφαιρικά από την ήττα των Γερμανών και κατά συνέπεια από τη νίκη - κατάκτηση του τροπαίου από τους Ισπανούς. Συμπερασματικά και ποιητικά:

γαλία του 2004. Τον Ζαγοράκη με το τρόπαιο αγκαλιά, τις βόλτες στην Ομόνοια, τα συνθήματα με τζατζίκι, τη γηραιά ήπειρο να υποκλίνεται στην Εθνική των ηρώων. «- Euro 2008; - Πότε έγινε αυτό; - Α ναι, θυμάσαι τότε που το πήραν οι Ισπανοί. - Πολύ καλή ομάδα. - Ναι, βέβαια και αυτός ο Βίγια τι παικταράς αδερφάκι μου! Σσσς…» > Τη Γερμανία με τα κριάρια της που πήγε πάλι τελικό. Για αυτή τη ρημάδα τη βαριά φανέλα. Μιλάμε για τη «ραγκμποποίηση» του ποδόσφαιρου. Κλοτσιά και πάλι κλοτσιά. Και ο πιο ποιοτικός; Ο Μπάλακ που μπιστάει το τόπι με μίσος. Όχι έτσι αγόρι μου! Χαλαρά, «χάιδεψε» τη να δακρύσει το ματάκι μας.

«Σε περιμέναμε καρτερικά, με όνειρα, λάγνα, ηδονικά, και τραλαρί και τραλαρά. και τραλαρί και τραλαρά. Ξέχασα φίλους και γνωστούς, στο σπίτι αμπαρώθηκα, μα ούτε μπάλα χάρηκα ούτε και δικαιώθηκα, η Εθνική βυθίστηκε νωρίς, και ο Μπάλακ καθοδηγητής, μια διοργάνωσης μετρίας, και η κούπα η ευρωπαϊκή στην αγκαλιά της Ισπανίας. (Αντίο Εuro 2008, με κυνηγάει του Μάο το κουρνιαχτό. Θιβέτ - Πεκίνο συμμαχία, για την Ολύμπια μαλαχία».)

> Τις διοργανώτριες χώρες, Αυστρία και Ελβετία. Και όχι μόνο για το βαρετό ποδόσφαιρο που παρήγαγαν αλλά κυρίως για το βαρύ ευρωπαϊκό κλίμα της διοργάνωσης. Λες και ήταν φεστιβάλ κλασικής μουσικής με επίσημους προσκεκλημένους κοστουμάτους. Κέρδιζε κι Γερμανία και όλο κοντινά στη Μέρκελ, στα επίσημα. Και το έτρωγα όλο το φαϊ μου μόλις έβλεπα τη βερολινέζικη βερσιόν της Θάτσερ, στο πιο μπασμένο και κακεντρεχές από το real thing. Αν δεν έχεις μια αλάνα, 2-3 παραγκουπόλεις, μια παμπ που βαράνε τατουάζ «Koula I Love yoυ» και μια ακατάσχετη αλητεία να αιωρείται στον αέρα, πώς θα δεις ωραίο τουρνουά; Το Euro 2008 θα έπρεπε να έχει τη στάμπα της διοργάνωσης: «Don’t touch». «Σας καλωσορίζουμε στο εικαστικό μας δρώμενο Euro 2008, κυρίες και κύριοι απενεργοποιήστε τα κινητά σας και φορέστε τις ζώνες σας, ο ποδοσφαιρικός αγώνας σε λίγο αρχίζει».

Τι δεν θέλω να θυμάμαι από το Euro 2008

> Τη λατρεμένη μου Γερμανία με το φαντασμαγορικά αχώνευτο ποδόσφαιρό της, που τελικά δεν κατάφερε να ΤΟ πάρει! Αντίθετα, η Ισπανία με τα πληθωρικά σε ταλέντο χαφάκια της, που δεν σου γεμίζουν καθόλου το μάτι, ανέβηκε στο ψηλότερο σκαλί του βάθρου. Και μάλιστα δικαίως. Και καταπληκτικό ρόστερ έχει, και καλό ποδόσφαιρο έπαιξε και

> Το πρώτο πράγμα που απωθώ είναι οι διεθνείς ήρωες (μόνο της Πορτογαλίας πλέον). Όχι, η Ελλάδα δεν συμμετείχε στο Euro 2008 και καλά θα κάνετε να ακολουθήσετε πλέον την ένδοξη ελληνική τακτική της επιλεκτικής μνήμης. Εγώ, ας πούμε, θυμάμαι την Πορτο-

«Το γιαπί, το πηλοφόρι το μυστρί, κι η Μέρκελ γνέφει απ’ την κερκίδα, / Απέκτησα μάτια γουρλωτά σαν μια καραβίδα. / Τι δόλια κακοποίησις, τι άμπαλη μανία, / Θεέ της μπάλας φύλαξε το σπορ εκ Γερμανίας!»

Τι δεν θέλω να ξεχάσω από το Euro 2008:

ΠΑΡ’ ΤΟ ΜΠΑΛΑΚ ΚΑΙ ΚΑΝ’ ΤΟ ΚΟΡΝΙΖΑ Η στήλη χαρίζει στον αρχηγό της εθνικής ομάδας της Γερμανίας αυτό το θαυμάσιο έργο του Κιθ Χέρινγκ.

σε καμία περίπτωση δεν χασμουριέσαι όταν κυκλοφορεί με μαεστρία την μπάλα. Εύγε! Και με την νίκη αυτή, κάθε αυτοκαταστροφικός έχει πλέον βάσιμες ελπίδες επανάκαμψης. Γιατί στον τελικό οι «Furias Rojas» δεν νίκησαν τους απόντες Γερμανούς, αλλά τη δική τους ιστορική παρακαταθήκη της αυτοκτονίας. > Την Ολλανδία του πρώτου γύρου. Δηλαδή την ομάδα που σκόρπισε στους πέντε ανέμους Γαλλία, Ιταλία και Ρουμανία με μια πιστή παραδοχή του «Total Football». Στους ημιτελικούς έπεσε πάνω στον κύριο Αρσάβιν και στις κακές επιλογές του προπονητή της Μάρκο Φαν Μπάστεν αλλά το παγκόσμιο του 2010 είναι κοντά και οι Ολλανδοί θα είναι εκεί πολύ δυνατοί. Ίδομεν. > Το ανεπανάληπτο σπικάζ της δημόσιος ελληνικής τηλεόρασης (ονόματα δεν λέμε, οικογένειες δεν θίγουμε). Το αυτί μου πήρε 2 αριστοφανικές ατάκες: Κατά τη διάρκεια του αγώνα Ολλανδία - Ιταλία με το σκορ στο 3-0, ο νεαρός Ολλανδός Αφελάι εισέρχεται στον αγωνιστικό χώρο. Λίγα λεπτά μετά κάνει ένα αρκετά καλό σουτ που περνάει μόλις άουτ. Στο ριπλέι ο αρχι-σπορκάστερ παρατηρεί ότι η μπάλα έγλειψε το δοκάρι και λέει: «Δοκάρι ήταν!», για να απαντήσει ο βοηθός του στο σπικάζ: «Όχι, ήταν ο Αφελάι». Στο Βιλαμπάχο ακόμα τρίβουν!

Στο ίδιο μήκος κύματος το σχόλιο (για Νόμπελ Φυσικής) κατά τη διάρκεια της 7λεπτης τηλεοπτικής διακοπής στον ημιτελικό Γερμανίας - Τουρκίας. Ως γνωστόν, εξαιτίας κακοκαιρίας, κεραυνός χτύπησε τον αναμεταδότη του σήματος. Αλλά ο ραδιοφωνικός σχολιαστής είχε άλλη άποψη, την οποία και χωρίς καμία ντροπή ξεστόμισε: «Δεν μπορεί να υπάρξει σήμα καθότι κεραυνός χτύπησε τον δορυφόρο!». Αμ τι. Δεν το ξέρατε; ο Άρμστρονγκ είχε πάρει μαζί του και μια ομπρέλα γιατί στο διάστημα έχει κάτι καταιγίδες – πέρα από τις αστρικές – άλλο πράγμα. Και φυσικά ο Σινάτρα γύρισε εκείνο το αλησμόνητο βίντεο κλιπ του «Singing in the Rain» στη Σελήνη. > Το πάθος της Τουρκίας. Ήταν η ομάδα που μέσα στο γήπεδο το ήθελε περισσότερο. Πέταξαν έξω τους Κροάτες, με αρκετή δόση τύχης. Στο τέλος έφτασαν μια ανάσα από τον τελικό (με μόλις 13 παίκτες υγιείς και μη τιμωρημένους) αλλά είχαν μείνει από δυνάμεις. Δεν κρύβω πως ήθελα πολύ να κατακτήσουν το τρόπαιο, μόνο και μόνο για να δω τη γαλάζια στρατιά των Λακεδαιμονίων να κάνει τουμπεκί ψιλοκομμένο. Θα ήταν καζούρα ολκής.


διαγωγή κοσμία

60 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008

Γκλάμουρ και αναστυλώσεις

Φωτογραφία: Χάρης Μπίλιος

Και στο κέντρο, Ζωζώ, Άννα Καλουτά, Λάκης Λαζόπουλος.

Από την Juicy Liou

Η Ζωζώ στο Ηρώδειο... > Κλείσε-άνοιξε, άνοιξε-κλείσε σουσάμι του Λυκαβητtού. Πάνω που αρματωθήκαμε και μεις, με σκεπάρνι και μιστρί, κοτσάραμε και του Μπομπ του μάστορα την ειδική στολή, μας έφυγε μέσα από τα χέρια η ένδοξη στιγμή να αναστυλώσουμε του τιμημένου venue, Lycabettus την αυλή. Quelle decadence mes cheries! Αλλά ας πάψει πια αυτή η λύπηση για το κλαψιάρικο (Tζέιμς Μπλαντ), αφού μια χαρά τα πέρασε με την εθνική μας ποπ σταρ Άννα Βίσση. Τον μπούκωσε πίτσες και ραβιόλια και έφυγε χορτάτος και ξεκούραστος ο άνθρωπος.

> Φάγαμε όλα μας τα νύχια μέχρι να έρθει εκείνη η έρμη ώρα του διαλείμματος στον

Γράψε Ζωζώ, Κραουνάκη...

Φωτογραφία: Χάρης Μπίλιος

(όπως λέμε: Η Ζαζί στο μετρό)

Η νέα μπάρα στην παλιά Επίδαυρο, για να σκοντάφτουν πάνω της οι κοσμικοί.

«Φιλοκτήτη» για ν’ ακούσουμε τον πύρινο λόγο Λάνγκχοφ κατά αρχαιολόγων αντί του ιντερμέδιου (που ποιος νοιάζεται, αδερφάκι μου;). Κάποτε περιμέναμε την παράσταση, αλλά πάνε αυτά που ξέρατε. Μετά κι από αυτό, αναμένουμε τη σφράγιση και της Επιδαύρου -αφού και κει κάπου χώσανε μια μπαριέρα-, και μετά να μας σκάσουν τα λάστιχα του Τροχόσπιτου κ.λπ., κ.λπ.

> Η επόμενη συγκίνηση μας ήρθε μαζί με κύματα αποπληξίας, λόγω ζέστης και σαρδελοποί-

Φωτογραφία: Εύη Φυλακτού

ησης, «Χ ΣΚΗΝΗΣ» κατάμεστου Ηρωδείου από τον λατρεμένο Σταμάτη Κραουνάκη. Φτερά και πούπουλα, αγαπημένες στιγμές, αγαπημένοι άνθρωποι και το άνω διάζωμα να αλαλάζει εκστασιασμένο ενώ το κάτω κουνούσε ρυθμικά βεντάλιες. Ας γινόταν όμως, κάποτε, το κάτω άνω και το άνω κάτω, έτσι για την αποκατάσταση της «σκηνικής» αδικίας που συντελείται εδώ και χρόνια.

> Την κατάλληλη στιγμή, τώρα που σαρανταρίζει ο «Κέλσιος», μας ήρθε και το νησιώτικο δράμα «Μη με λες Φωφώ» με στιγμές δροσιάς και… λιγούρας γιατί κάπου εμφανίζεται ένας Ελληνοαμερικάνος με φουσκωτό και τάπερ με κεφτέδες και εγώ αυτό περίμενα (το τάπερ, όχι το φουσκωτό, αλίμονο) γιατί πάντα εν μέσω παραστάσεων διακατέχομαι από μια ακατανίκητη βουλιμία και δυσκολεύομαι να παρακολουθήσω. Τώρα, την έχω στο τσεπάκι την παράσταση.

> Και επειδή μ’ έχει πιάσει και μια γερμανολατρεία τελευταία, βλέπω κάθε βράδυ στον ύπνο

> Ας κλείσει αυτή η άρτζι-μπούρτζι στήλη με το αθάνατο εθνικό σεξ σύμπολ Ζωζώ Σαπουντζάκη όπως μας τραγούδησε ανεβασμένη στο πιάνο του Κραουνάκη πασπαλισμένη φλας και στρας αποχαυνώνοντας το σαστισμένο Ηρώδειο: «Δικά μου όλα τα πλούτη, τα διαμαντικά, η μίνι φούστα και τα μπούτια μου, όλα δικά μου. Γράφτε Ζωζώ. Και άλλα, δεν επιτρέπω». Ματίας Λάνκγχοφ, Γιώργος Λούκος unter den klimatofylla.

Φωτογραφία: Εύη Φυλακτού

μου να χαριεντίζομαι με τον Μπάλακ και τον Όστερμαϊερ μες στην Πειραιώς και μετά να γίνονται ζόμπι και να απολύομαι. Αλλά κάποιος μου ‘κοψε τη φόρα τελευταία γιατί μου είπε ότι ο Όστερμαϊερ αρραβωνιάζεται και μου κόπηκαν τα φτερά. Τώρα μένει μόνο ο χασογκόλης ο Μπάλακ, αλλά οι ποδοσφαιριστές είναι επίφοβη ράτσα και δεν θέλω. Επόμενο δίδυμο, Νίκος Πορτοκάλογλου-Ρικάρντο Μούτι.


οι επιλογές σας στ’ άστρα

ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008 | 61

STAR WARS Η τύχη σου στα άστρα...

Από τον Άγγελο Γκαγκάριν ΚΡΙΟΣ

ΤΑΥΡΟΣ

ΔΙΔΥΜΟΙ

ΚΑΡΚΙΝΟΣ

ΛΕΩΝ

ΠΑΡΘΕΝΟΣ

(21 Μαρτίου – 19 Απριλίου)

(20 Απριλίου – 20 Μαΐου)

(21 Μαΐου – 21 Ιουνίου)

(23 Ιουλίου – 22 Αυγούστου)

(23 Αυγούστου – 22 Σεπτεμβρίου)

Εντάξει το ξέρουμε. Είσαι πολύ καλός στο να κατευθύνεις τη ζωή σου. Σε αυτό βεβαίως βοηθάει και το μυαλό σου που αρκετές φορές «κόβει» τις καταστάσεις με ακρίβεια «ξυραφιού». Πρόσεξε όμως γιατί ένα μυαλό-«ξυράφι» εκτός από χρήσιμο εργαλείο, μπορεί να εξελιχθεί σε εξαιρετικά επικίνδυνο όπλο. Θα στο πω κι αλλιώς: Καμιά φορά το θέμα δεν είναι να πατάς γερά στα πόδια σου· καμιά φορά το θέμα είναι να μπορείς να ισορροπείς. Αν με όσα ακούς, έχεις ήδη αρχίσει να τσιτώνεις, χαλάρωσε. Σου έχω καλά νέα. Το Καλοκαίρι είναι η εποχή που παραδίδει τα καλύτερα μαθήματα. Ένα από αυτά είναι ότι η ζωή είναι εύκολη, και πως απαιτούνται ελάχιστα πράγματα για να περάσει κανείς καλά. Το μόνο που απαιτείται από εσένα είναι να βρεις το σωστό soundtrack για τις νύχτες σου. Να μια καλή πρόταση: --Μουσική: Μουσικός Φλωρεντινός Μάιος – Μουσική διεύθυνση: Riccardo Muti 8 Ιουλίου, Ηρώδειο

Όσοι σε ξέρουν καλά βλέπουν ότι τον τελευταίο καιρό μέσα σου συμβαίνουν τρομακτικές αλλαγές. Το εσωτερικό σου τοπίο μετακινείται, αλλάζει. Ακόμα και οι μεγάλες αξίες τις ζωής σου, όπως η οικογένεια, μπαίνουν στο μικροσκόπιο. Όσοι σε ξέρουν όμως ακόμα πιο καλά, έχουν από καιρό παρατηρήσει ότι τα τελευταία χρόνια χτίζεις μέσα σου μια μεγαλοπρεπή αίθουσα δικαστηρίου και πως έχεις ήδη ράψει τη μαύρη τήβεννο. Απαιτείς εδώ και τώρα δικαιοσύνη. Αυτό που θα πρέπει να έχεις πάντως στο μυαλό σου, είναι πως ακόμα και το δίκαιο έχει ημερομηνία λήξης. Με λίγα λόγια, τα εγκλήματα από ένα χρονικό σημείο και μετά, παραγράφονται και πως ο χρόνος είναι ο καλύτερος φίλος του παραβάτη. Κι αυτό είναι κάτι που θα πρέπει να το συνειδητοποιήσεις όσο πιο γρήγορα γίνεται. Να και μια παράσταση που ίσως σε βοηθήσει: --Θέατρο: «Άμλετ», Ουίλλιαμ Σαίξπηρ / SCHAUBUHNE AM LEHNINER PLATZ 7-9 Ιουλίου, Πειραιώς 260 (Χώρος Η)

Ας μιλήσουμε για πράγματα που σε ενδιαφέρουν. Ας μιλήσουμε για απολαύσεις και ηδονές. Βλέπω πως έχεις ήδη αρχίσει να χαμογελάς. Νιώθεις πως βρίσκεσαι στο στοιχείο σου, έτσι δεν είναι; Σου έχει περάσει όμως από το μυαλό, φίλε μου, ότι πίσω από κάθε ηδονή, μπορεί να κρύβεται μια οδύνη. Πως η άλλη όψη του πανηδονισμού είναι ο πανοδυνισμός; Πίστεψέ με, δεν προσπαθώ να σε τρομάξω. Απλώς να σου τραβήξω την προσοχή… Όπως, άλλωστε, προσπαθούν να σου τραβήξουν την προσοχή και τα κιλά που έχουν αρχίσει να μαζεύονται γύρω από τη μέση σου. Όλα αυτά τα «παχάκια» είναι πρώην ηδονές. Μήπως με πιάνεις τώρα; Η λύση είναι γνωστή και την ξέρεις: εγκράτεια και άσκηση. Που θα πει: συγκρατήσου και ξεκίνα να τρέχεις· μέχρι την Επίδαυρο. --Θέατρο: «Ευτυχισμένες μέρες», Μπέκετ / Εθνικό Θέατρο Μεγ. Βρετανίας – Ντέμπορα Γουόρνερ, Φιόνα Σο 4 & 5 Ιουλίου, Επίδαυρoς

(22 Ιουνίου – 22 Ιουλίου)

Το κορμί, το κορμί σου… Διαλογήσου. Σκέψου. Αναλογήσου. Ποια ήταν η τελευταία φορά που το φρόντισες πραγματικά; (Το κόψιμο των νυχιών και το καθάρισμα των αυτιών ΔΕΝ είναι αυτό που εννοώ.) Πότε αφιέρωσες χρόνο, ενέργεια και – γιατί όχι; – χρήμα μόνο και μόνο για να ανακουφίσεις το σαρκίο σου; Ποια ήταν η τελευταία φορά που έδειξες έμπρακτα ότι κατανοείς το «νους υγιής εν σώματι υγιεί», που απέδειξες ότι γνωρίζεις πως σώμα και ψυχή είναι ένα κι όποιος παραμελεί το ένα τρώει σφαλιάρα από το άλλο; Για πολύ καιρό έχεις υπάρξει ο απόλυτος Δυτικός – αυτός που δίνει προσοχή μόνον στο πρόβλημα, που ανησυχεί μονάχα για ό,τι ασθενεί, που μετανοεί αλλά δεν προνοεί. Σε περίπτωση που αναρωτιέσαι, όχι, δεν είν’ καλό αυτό. Πρώτο βήμα η συνειδητοποίηση. Δεύτερο, πήγαινε δες Χορό (ναι, με κεφαλαίο). --Χορός: Ντουέτα και Σόλο / Κ. Παπαγεωργίου, Ζ. Δημητρίου 7 Ιουλίου, Το Σχολείον (Χώρος Β)

Εδώ και καιρό μοιάζεις σαν να έχεις στα χέρια σου ένα γεμάτο χρηματοκιβώτιο, για το οποίο όμως μάταια ψάχνεις να βρεις το σωστό συνδυασμό. Σου ’χω νέα! Ψάχνεις λάθος. Εσύ παλεύεις με νούμερα κι ο θησαυρός σου απαιτεί συνθηματική λέξη. Και η λέξη, αυτή, αν και απλή, τελευταία είναι εξορισμένη από το λεξιλόγιό σου. «Ρομαντισμός», φίλε μου λιοντάρι. Ρο-μα-ντι-σμός. Σου λέει κάτι; Αυτό είναι το φάρμακό σου, και πρέπει να το πάρεις. Δεν ξέρω αν θα κλείσεις τη μύτη ή τα μάτια ή και τα δυο, όμως, πίστεψέ με, οι πρώτες μέρες είναι δύσκολες. Μετά παραδίνεσαι σε μια γλυκιά αποχαύνωση που ταιριάζει πολύ με την εποχή. Α, και κάτι ακόμα, άσχετο-σχετικό: Αν δεις ότι δεν πιάνουν όλα αυτά που σου προτείνω, δες κάτι όμορφο, έτσι για να ξεχαστείς... --Θέατρο: «Κουαρτέτο» (ερμηνεύουν: Μπέτυ Αρβανίτη, Χρήστος Στέργιογλου) 15 – 20 Ιουλίου, Το Σχολείον (Χώρος Β)

Τελευταία νιώθεις ότι παίζεις σε ένα έργο που έχουν γράψει και σκηνοθετούν άλλοι. Και πως αυτοί οι άλλοι σου έχουν δώσει ένα ρόλο κομμένο και ραμμένο στα… μέτρα τους. Αυτή η αίσθησή σου είναι απολύτως σωστή, όμως ξέρεις καλά ότι σε αυτή την κατάσταση έχεις βάλει κι εσύ το χεράκι σου· έχεις αφήσει τα πράγματα να εξελιχθούν κατ’ αυτόν τον τρόπο, για τους δικούς σου λόγους που δεν θα εξηγήσουμε επί του παρόντος. Το θέμα λοιπόν είναι τι κάνεις από εδώ και πέρα. Επαναστατείς ή υπομένεις; Παρατάς το ρόλο ή συνεχίζεις να τον υπηρετείς (και μαζί με αυτόν και τους γύρω σου); Η απάντηση θα εξαρτηθεί από τα αποθέματα αυτοπεποίθησης που σου έχουν απομείνει. Ναι είναι άγρια εκεί έξω, αλλά κι εδώ μέσα δεν είναι ακριβώς ήρεμα. Πριν πάρεις αποφάσεις, σκέψου καλά. Και κάνε το ακούγοντας καλές μουσικές: --Μουσική: «Όνειρο καλοκαιρινής νύχτας» / Εθνική Όπερα της Λυόν – Μπέντζαμιν Μπρίτεν 7 & 9 Ιουλίου, Μέγαρο Μουσικής (Αίθουσα Αλεξάνδρα Τριάντη)

ΖΥΓΟΣ

ΣΚΟΡΠΙΟΣ

ΤΟΞΟΤΗΣ

ΑΙΓΟΚΕΡΩΣ

ΥΔΡΟΧΟΟΣ

ΙΧΘΥΣ

(23 Σεπτεμβρίου – 23 Οκτωβρίου)

(24 Οκτωβρίου – 21 Νοεμβρίου)

(22 Νοεμβρίου – 21 Δεκεμβρίου)

(22 Δεκεμβρίου – 19 Ιανουαρίου)

(20 Ιανουαρίου – 18 Φεβρουαρίου)

(19 Φεβρουαρίου – 20 Μαρτίου)

Έχεις την τύχη να ξέρεις πώς να κερδίζεις τους άλλους. Κάποιοι αυτή «την τύχη να ξέρεις» τη λένε και ταλέντο. Το ταλέντο σου, λοιπόν, έχει δυο άξονες: την τύχη και τη γνώση. Όχι δεν επαναλαμβάνομαι, απλώς προσπαθώ να σου το φέρω μαλακά. Να σου πω πως, αν κάποια στιγμή η τύχη σου υποχωρήσει, η γνώση από μόνη της δεν θα μπορέσει να σε σώσει και πως κάπως έτσι ανοίγει ο ασκός του Αιόλου. Και να ξέρεις πως μέσα σε αυτό τον ασκό υπάρχουν δαίμονες που έχεις φυλακίσει από χρόνια. Θυμήσου πως έχεις κοντά σου ανθρώπους που σε αγαπάνε και που θέλουν το καλύτερο για σένα. Εσύ όμως τι προθέσεις έχεις για αυτούς τους ανθρώπους; Σ’ έκανα χάλια; Η μουσική λένε πως θεραπεύει την ψυχή. Τι λες; --Μουσική: «Μπορίς Γκοντούνοφ» / Όπερα Μπολσόϊι 15 – 16 Ιουλίου, Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (Αίθουσα Αλεξάνδρα Τριάντη)

Η περίπτωσή σου είναι κάπως ιδιαίτερη κι αυτό γιατί όταν αρχίσει κανείς να απαριθμεί τα χαρακτηριστικά σου συνήθως τα παραθέτει με ένα ρήμα και ένα τεράστιο «ΔΕΝ». Που θα πει: ΔΕΝ ξεχνάς, ΔΕΝ συγχωρείς, ΔΕΝ αποκαλύπτεσαι και ενίοτε ΔΕΝ ακούς. Πώς θα μπορούσαμε άραγε να το πούμε όλο αυτό τώρα; Άρνηση; Είμαι σίγουρος πως αυτό που είπα ΔΕΝ σου άρεσε καθόλου. Στο αμέσως επόμενο διάστημα θα κληθείς να παλέψεις με αυτή τη μικρή, αλλά εξαιρετικά σπουδαία λέξη. Το αποτέλεσμα της μάχης θα κρίνει το αν θα περάσεις την υπόλοιπη ζωή σου στη χώρα του ΔΕΝ ή θα προσπαθήσεις να παλέψεις με τους δαίμονές σου και να περάσεις τα σύνορα, έστω και λαθραία. Σε αυτή τη μάχη λοιπόν έχεις αντίπαλο τον εαυτό σου, γι’ αυτό πρόσεξε καλά πως θα χρησιμοποιήσεις τα δηλητηριώδη όπλα σου. Να μια παράσταση για σένα. --Χορός: «Αρένα» / Ομάδα Χορού Ισραέλ Γκαλβάν 11-13 Ιουλίου, Πειραιώς 260 (Χώρος Η)

Όλοι παραδέχονται ότι είσαι αυτό που λένε «το καλό παιδί». Κι αυτό σίγουρα είναι πολύ σπουδαίο. Υπάρχει όμως ένα ακόμα χαρακτηριστικό σου που πραγματικά είναι αξιοζήλευτο: Ανάμεσα σε όλα τα ζώδια του ζωδιακού κύκλου ίσως είσαι εκείνος που ξέρει καλύτερα από όλους πως περνάς καλά και διαφυλάσσεις την ηρεμία σου απέναντι σε οποιαδήποτε επίθεση. Στο αμέσως επόμενο διάστημα θα κληθείς να αποδείξεις ακριβώς αυτό το χαρακτηριστικό σου. Η αλλιώς ο καλός ο καπετάνιος στη φουρτούνα θα φανεί. Μην ξεχνάς πως οι γύρω σου μπορεί να δηλώνουν πρόθυμοι να σε βοηθήσουν, όμως αυτό απομένει να αποδειχθεί. Κι ακόμα πως αυτή η κρίση θα αποδειχθεί πολύ σημαντική για τη μετέπειτα πορεία σου, γιατί θα ξεχωρίσει την ήρα από το σιτάρι. Έχω την απόλυτη πρόταση για την περίπτωσή σου. --Μουσική: Τι έχει μείνει απ’ τη φωτιά / Νίκος Πορτοκάλογλου 6 & 7 Ιουλίου, Ηρώδειο

Μπορεί να μην το αντιλαμβάνεσαι, αλλά το να μην έχεις αυτό που θέλεις υπάρχει περίπτωση είναι και το καλύτερο που μπορεί να σου συμβεί. Οπότε σταμάτα τα σχέδια επί χάρτου, κλείσε τα μάτια και αφέσου στο ρεύμα της ζωής. Ξέρω τι σκέφτεσαι. Ότι δεν μπορείς να αφήσεις τη ζωή σου στο τυχαίο, στη μοίρα. Πως δεν είναι σώφρον να πηγαίνεις στα τυφλά. Θα σου απαντήσω απλώς πως υπάρχουν άπειροι πράγματα που, ούτως ή άλλως, μας προκαλούν «τύφλωση»: τα απωθημένα, τα κόμπλεξ, η φιλοδοξία, η πλεονεξία, η ματαιοδοξία, ο έρωτας. Τώρα νομίζω πως εξηγηθήκαμε απολύτως. Αν εξακολουθείς να αντιδράς, θα σου προτείνω μια πιο μετριοπαθή λύση. Τα γυαλιά ηλίου. Εσύ θα εξακολουθείς να έχεις τα μάτια σου ανοιχτά, και τον (υποτιθέμενο) έλεγχο της κατάστασης, αλλά τουλάχιστον οι προθέσεις σου (και κυρίως οι αδυναμίες σου) δεν θα είναι τόσο φανερές στους άλλους. --Χορός: «(Not) a Love Song» / Αλέν Μπιφάρ 15 & 16 Ιουλίου, Πειραιώς 260 (Χώρος Η)

Λένε πως ο καθένας απαντά στη ζωή του την ευτυχία και τη δυστυχία σε ίσες ποσότητες. Οπότε φίλε μου, όπως καταλαβαίνεις, το δικό σου τίμημα στα δύσκολα έχει πληρωθεί και με το παραπάνω και από εδώ και στο εξής έχεις λαμβάνειν πολλή ευτυχία. Άνοιξε λοιπόν το τεφτέρι σου και γράψε όσα περιμένεις από τη ζωή. Το σπουδαίο είναι ότι οι δυσκολίες σε έχουν κάνει πιο σοφό και πιο προσεκτικό, σε βαθμό μπορείς να αποφεύγεις τις κακοτοπιές και να ξεχωρίζεις αυτό που πραγματικά σου αξίζει. Μέχρι σήμερα ήξερες να πετάς. Τώρα πια ξέρεις και να προσγειώνεσαι σε ό,τι αξίζει κι αυτό είναι πολύ σπουδαίο. Ωστόσο, υπάρχει ένα ακόμα σημείο που χρειάζεται προσοχή: Εξακολουθείς να παραδίνεσαι, να αράζεις και να αποξεχνιέσαι σε ό,τι σε κάνει να νιώθεις ήρεμος και ασφαλής. Κι αυτό είναι κάτι υπέροχο, αρκεί να μη βρίσκεσαι στη χώρα των Λωτοφάγων. --Χορός: Ομάδα Χορού Τρίσα Μπράουν 12-13 Ιουλίου, Πειραιώς 260 (Χώρος Δ)

Το τελευταίο διάστημα έχετε απορροφηθεί από τη δουλειά σε βαθμό που παραμελείτε βασικές προσωπικές ανάγκες, πράγμα που δεν ταιριάζει καθόλου στη φύση και στα θέλω σας. Εντάξει, είναι γεγονός ότι οι οικονομικές σας ανάγκες είναι αυξημένες, όμως και οι ανάγκες σας για ανθρώπινη επαφή είναι εξίσου δυνατές και παρούσες. Βρείτε τη χρυσή τομή. Η συναισθηματική σας νοημοσύνη, αυτή που σας έχει σώσει τόσες και τόσες φορές μέχρι σήμερα, είναι το κλειδί και στην προκειμένη περίπτωση. Εξασφαλίστε ελεύθερο χρόνο, τηλεφωνήστε σε φίλους, ξεκινήστε μια καινούργια δραστηριότητα και οργανώστε εξόδους και Σαββατοκύριακα εκτός των πυλών. Το να περνάει καλά κανείς είναι κι αυτό μια δουλειά και παράλληλα μια επένδυση που έχει σίγουρη απόδοση. Μιλώντας για μικρές αποδράσεις από την πόλη να μια καλή ιδέα... --Θέατρο: «Βάτρα-Χ», Αριστοφάνη / Εθνικό Θέατρο 11-12 Ιουλίου, Επίδαυρος

To tip του αστρολόγου Για τους μόνους: Η ζωή είναι παράταιρη χωρίς ταίρι. Ξανακοιτάξτε το φιλικό σας περιβάλλον με φρέσκο μάτι. Μήπως τόσο καιρό σας ξεφεύγει κάτι;


62 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #05 | 3 ΙΟΥΛΙΟΥ 2008

κόμικς του Χρήστου Δημητρίου




Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.