Λευτέρης Βογιατζής, Μηνάς Χατζησάββας, Χρήστος Λούλης
Στον “Φιλοκτήτη” του Λάνγκχοφ
19 Ιουνίου 2008 / Τιμή: 0,01€
09 04/2008
Μπιντιμπιντομπιντιμπού Με τη συλλέκτρια
Πατρίτσια Σαντρέτο Ρε Ρεμπαουντέγκο
στο Κέντρο Τεχνών στο Τορίνο
Συνεντεύξεις Τόμας Όστερμαϊερ Λι Μπρούερ Ζαν-Κριστόφ Σαΐς Αλέκα Παΐζη Σταμάτης Κραουνάκης Βασίλης Αλεξάκης
επιστολές
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008 |
150 τα χρόνια από τη γέννηση του Πουτσίνι
στην ενότητα των αντίθετων ρόλων του καλού
Κύριοι,
Όπου στο τέλος αλληλοεξουδετερώνονται.
Θα ήθελα να σας συγχαρώ για την εφημερί-
Αυτό που με προβληματίζει είναι αν η ταχύ-
δα του Ελληνικού Φεστιβάλ για προφανείς
τητα συμβάλλει στην κάθαρση, αν η σταθερή
λόγους (προβολή, ενημέρωση κ.λπ., σχετικά
εκφορά του λόγου με την ασύγχρονη κίνηση
με τις εκδηλώσεις του). Είναι ένα πολύ χρήσιμο
λόγω ταχύτητας οδηγεί στην κορύφωση των
«εργαλείο» που αφ’ ενός βοηθάει τους δυνά-
χαρακτήρων...
μει θεατές και ακροατές να πληροφορηθούν
Άραγε υπάρχει κάποιος ικανός συντάκτης
και να προετοιμαστούν για όποια παράσταση
στην «εφ» που να ξέρει τι του γίνεται από
ή συναυλία τους ενδιαφέρει, αφ’ ετέρου ενδέ-
θέατρο για να φωτίσει τους προβληματισμούς
χεται να προσελκύσει τους λιγότερο ενημερω-
που μου προκάλεσε η παράσταση.
μένους ή αναποφάσιστους.
Περιμένω τα φώτα σας
και του κακού, του αθώου και του πονηρού.
Στέφανος Γιώτας
Θα ήθελα, ωστόσο, να ζητήσω την προσοχή σας στα κείμενα που δημοσιεύονται ώστε να αποφεύγονται λάθη, πιθανώς εκ παραδρομής, πλην όμως λάθη, όπως αυτό που «ξέφυγε» στο εισαγωγικό σημείωμα της συνέντευξης της Janice Baird (φύλλο 7, σελ. 24). Αναφέρομαι
Σας άρεσε ο Μαρμαρινός; Εξαιρετική παράσταση το «Πεθαίνω...»! Μπράβο στον κύριο Μαρμαρινό. (Ελλάδα, το Χάος, σαφώς! Δεν το συζητώ:-) Greek-GAYLOLITA
στα «150 χρόνια από το θάνατο του Πουτσίνι», όταν βέβαια πρόκειται για τα 150 χρόνια από τη γέννησή του. Τέλος, θα ήθελα να προσθέσω ότι συμφωνώ απολύτως με την επιστολή της κας Μαρίας Κουκέα, που δημοσιεύθηκε στο ίδιο φύλλο σχετικά με τον περιβάλλοντα την Πειραιώς 260 χώρο. Με εκτίμηση, Κατερίνα Κινινή
Σας αρέσει ο Άμλετ; Όταν ο υπολογιστής παντρεύτηκε την τραγωδία, γέννησαν ένα παιδί, τον Άμλετ το νεότερο. Έναν Άμλετ που συμβαδίζει με την εποχή μας, γρήγορος, ερωτικός ευαίσθητος και πάνω απ’ όλα καλωδιωμένος. Υπολογιστής μεταφέρει τη σορό του νεκρού πατέρα της Οφηλίας μέσω της οθόνης του. Η κίνηση του σώματος και ο λόγος έχουν μια ιδιομορφία, συγχρονίζονται με τον εαυτό τους που προβάλλεται μέσα από το παρελθόν της ασπρόμαυρης εικόνας. Τα σώματα αναπαράγουν ακόμα και τα ενοχλητικά ηχητικά τζζζζζζζζζζζζζζ και τις λευκές γραμμές που έχουν παραμείνει εσκεμμένα σαν αναφορά του παρελθόντος. Η απόδοση των ρόλων της Οφηλίας και της Γερτρούδης από την ίδια ηθοποιό είναι ιδιαίτερα ευρηματικό και δύσκολο εγχείρημα. Ο διχασμός, το μοίρασμα της ηθοποιού μέσα
Τουρισμός με αμφεταμίνες Θέλω να συγχαρώ τη Μαίρη Αδαμοπούλου για το άρθρο της σχετικά με τα μουσεία και τους αρχαιολογικούς χώρους της Αθήνας. Η κατάσταση είναι απαράδεκτη. Σαν να μην μας έφτανε ότι το μόνο που έχουμε να «πουλήσουμε» πια είναι το παρελθόν μας, του κλείνουμε και τις πόρτες για το κοινό στις 15.00. Από τα πλέον επίσημα χείλη ακούγεται ότι η δύναμη της Ελλάδας και της τουριστικής ανάπτυξης είναι ο τουρισμός. Αν, όμως, θέλουμε τουρίστες που θα πηγαίνουν στα μουσεία, αλλά θα πάρουν και μια γεύση από τη νυχτερινή ζωή της Αθήνας, θα πρέπει να σκεφτούμε το ενδεχόμενο να τους προμηθεύουμε με αμφεταμίνες κατά την άφιξή τους. Γιώργος Παπάς Αθήνα
Μπείτε στο blog της “ΕΦ” www.efmag.blogspot.com Μπείτε στο blog της εφημερίδας μας. Γράψτε στο φόρουμ. Στείλτε επιστολή στη διεύθυνση: Ελληνικό Φεστιβάλ, Εφημερίδα εφ, Χατζηχρήστου 23, 11742 Αθήνα ή στην ηλεκτρονική διεύθυνση: free_press01@greekfestival.gr
ΤΟ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΤΟΥ ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΟΥ Σύγχρονα Μνημεία 1981-2008 Έργα από τη συλλογή Sandretto Re Rebaudengo 18 Ιουνίου - 27 Ιουλίου | Μουσείο Μπενάκη Κουαρτέτο Diotima 19 Ιουνίου | Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Αίθουσα Δημήτρης Μητρόπουλος Νέο Ελληνικό Κουαρτέτο 20 Ιουνίου | Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Αίθουσα Δημήτρης Μητρόπουλος Θέατρο σε τροχόσπιτο Δημήτρης Βαρβαντάκης Γρηγόρης Χατζάκης «Κάσπαρ Χάουζερ: Η ιστορία ενός ανθρώπου» Ιούνιος - Ιούλιος | Μουσείο Μπενάκη Αναστασία Λύρα «Tu Amor Revolucionario» 21-23 Ιουνίου | Μικροσκοπικό Θέατρο Λι Μπρούερ – Μπομπ Τέλσον «Γκόσπελ επί Κολωνώ» 21 Ιουνίου | Ωδείο Ηρώδου Αττικού Ζαν Κριστόφ Σαΐς Ευριπίδη, «Ανδρομάχη» 22-23 Ιουνίου | Το Σχολείον, Χώρος Α Ensemble intercontemporain «Από τα φαράγγια ώς τα άστρα» του Ολιβιέ Μεσιάν 23 Ιουνίου | Ωδείο Ηρώδου Αττικού Ελληνικό Συγκρότημα Σύγχρονης Μουσικής - Θόδωρος Αντωνίου 24 Ιουνίου | Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Αίθουσα Δημήτρης Μητρόπουλος Κουαρτέτο Bartók 25 Ιουνίου | Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Αίθουσα Δημήτρης Μητρόπουλος Στάθης Λιβαθινός «Μασκαράτα» του Μιχαήλ Λέρμοντοφ 25 - 27 Ιουνίου (21:00), 26 Ιουνίου (18:0021:00) | Πειραιώς 260, Χώρος Δ
Κουαρτέτο Chilingirian 26 Ιουνίου | Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Αίθουσα Δημήτρης Μητρόπουλος Γιάννης Χουβαρδάς «Ιστορίες από το Δάσος της Βιέννης» του Έντεν φον Χόρβατ 27 - 30 Ιουνίου | Πειραιώς 260, Χώρος Η Ματτίας Λάνγκχοφ «Φιλοκτήτης» του Χάινερ Μίλερ 27-28 Ιουνίου | Μικρό Θέατρο Αρχαίας Επιδαύρου Les Talens Lyriques - Christophe Rousset 27 Ιουνίου | Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Αίθουσα Φίλων της Μουσικής Σταμάτης Κραουνάκης x ΣΚΗΝΗΣ - Αυτά που κάψαν το σανίδι 27-28 Ιουνίου | Ωδείο Ηρώδου Αττικού ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Ρόδου «Μη με λες Φωφώ» του Βασίλη Αλεξάκη, 29-30 Ιουνίου | Το Σχολείον, Χώρος Α Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης, Φαζίλ Σάι 30 Ιουνίου | Ωδείο Ηρώδου Αττικού Σαουμπίνε «Η Λυσσασμένη Γάτα» του Τένεσι Γουίλιαμς 30 Ιουνίου - 2 Ιουλίου | Πειραιώς 260, Χώρος Δ Θέατρο της Σιωπής «Αναζητώντας τον Οιδίποδα» 1- 5 Ιουλίου | Το Σχολείον, Χώρος Β Ήρωες και Θεοί στο Αρχαίο Δράμα Έκθεση κοστουμιών, φωτογραφιών και οπτικοακουστικού υλικού 1 Ιουλίου - 31 Αυγούστου | Μουσείο Επιδαυρίων Ρεσιτάλ - Αυτοσχεδιασμοί με τον Φαζίλ Σάι και τον Μπουρχάν Οτσάλ 1 Ιουλίου | Μουσείο Μπενάκη
περιεχόμενα
| ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008
Φωτογραφία: Matthias Horn (Vorabfoto)
ΛΥΣΣΑΣΜΕΝΗ ΓΑΤΑ Δέκα παιδιά συμμετέχουν στην κατά Τόμας Όστερμαϊερ εκδοχή του θεατρικού έργου του Τένεσι Γουίλιαμς.
12 Quiz 14 Το noir διήγημα της Μαρίας Φακίνου 16 Αλέκα Παΐζη 18 Ματίας Λάνγκχοφ 22 Θόδωρος Αντωνίου 24 Μπέλα Μπάρτοκ 25 Γιώργος Δεμερτζής 26 Τόμας Όστερμαϊερ 29 Πατρίτσια Σαντρέτο Ρε Ρεμπαουντένγκο 38 Λι Μπρούερ 42 Ζαν-Κριστόφ Σαΐς 45 Σταμάτης Κραουνάκης 50 Βασίλης Αλεξάκης ΜΕΓΑΛΟΙ ΧΟΡΗΓΟΙ
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ Χατζηχρήστου 23 & Μακρυγιάννη | 11742 | Αθήνα | Τ: 210.92.82.900
ΧΟΡΗΓΟΣ
ΧΟΡΗΓΟΙ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ
ΜΕ ΤΗΝ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ
www.greekfestival.gr
editorial
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008 |
Φωτογραφία: Βίκυ Γεωργοπούλου
ΜΙΑ ΠΡΩΤΟΠΟΡΙΑΚΗ ΕΚΘΕΣΗ Αρχιτεκτονική σύνθεση του Ιταλού Μάρκο Ναβάρα, ένα σχόλιο για τις φυλακές υψίστης ασφαλείας (και τα δικαιώματα που καταστρατηγούν), από την έκθεση που άρχισε να λειτουργεί στο Ίδρυμα Σαντρέτο Ρε Ρεμπαουντένγκο, στο Τορίνο.
Εισαγωγικές εξετάσεις (2) Η παράδοση μοιάζει σαν λαστιχένιο γάντι. Όπως το λαστιχένιο γάντι το φορούν πολλά μεγέθη, έτσι και η παράδοση μπορεί να χρησιμοποιηθεί κατά το δοκούν, για να δικαιολογήσει τα καλά και συμφέροντα της στιγμής, όπως τα υπερασπίζονται ιδεολογικοί χώροι που βολεύονται με την υφιστάμενη τάξη, επιθυμούν την ακινησία της κοινωνίας και προσπαθούν να αναβάλλουν όχι μόνο τη σύγκρουση αλλά ακόμα και τη σύγκριση με το καινούριο. Δεν ήταν πάντα έτσι. Η περιβόητη Γενιά του ’30, φωτισμένοι συντηρητικοί διανοούμενοι σε μια εποχή που ακόμα διακυβευόταν η εθνική ολοκλήρωση της χώρας (αλλά και μετά), επέλεξαν την επίκληση της παράδοσης και του ελληνικού λαϊκού πολιτισμού με ευρωπαϊκούς, πρωτοποριακούς όρους, προκειμένου να τονώσουν την εθνική αυτοπεποίθηση, συμβάλλοντας ταυτόχρονα στην εθνική ταυτότητα. Αλλά, το ξέρουμε, ο Σεφέρης, π.χ., ουδέποτε υπήρξε οπαδός ενός εθνικά περίκλειστου κράτους-έθνους. Γι’ αυτόν η τόνωση της εθνικής συνείδησης δεν σήμαινε οχύρωση πίσω από τα μάρμαρα της αρχαιότητας, σήμαινε αντίθετα δημιουργικό διάλογο, εξίσου, και με τις ιδέες που αντανακλούν τα μάρμαρα αλλά και με τις ιδέες που κυκλοφορούν στον σύγχρονο κόσμο. Θυμάμαι ένα ανεπανάληπτο κείμενό του, είχε δημοσιευθεί στον «Ταχυδρόμο» της εποχής, όταν, το 1963, τη χρονιά που του απονεμήθηκε το Νόμπελ, με τη σύζυγό του Μάρω αλλά και με το ζεύγος Λένας και Γ.Π. Σαββίδη επισκέφτηκαν τον Ίνγκμαρ Μπέργκμαν στο νησί όπου προτιμούσε να ζει όταν δεν δούλευε. Γιατί μίλησαν; Θα αστειεύεστε… Για εμπνεύσεις, καλλιτεχνικά οράματα, συγγραφείς, ελευθερίες… Για την πανανθρώπινη παράδοση – όχι για προκάτ εφαρμογές της στο στενάχωρο σακάκι της εθνικής ιδεολογίας. Διαβάζω από, μου φαίνεται, σοβαρούς ανθρώπους (κι ας ποδοπατούν συχνά τη σοβαρότητά τους προτιμώντας να παίζουν τον ξεχασμένο ρόλο του παραδοσιακού καραγωγέα) ότι παράδοση είναι ο Πικιώνης, ο Άρης Κωνσταντινίδης, η Nelly’s (και τα γυμνά στην Ακρόπολη, άραγε, που είχαν θεωρηθεί υβριστικά;), ο Ροϊδης, ο Κόντογλου, ο Εγγονόπουλος… Χαίρω πολύ, άριστα δέκα με τόνο! Απορώ, όμως. Στον σημερινό λόγο περί παραδόσεως, πού υπάρχει άραγε η παραίνεση του Πικιώνη να ζούμε και να αναφερόμαστε έχοντας υπόψη «το πύρινο έδαφος της πραγματικότητας»; Πού είναι η βαθύτατη μελαγχολία του Κωνσταντινίδη, πού η μαχητικότητα και ο αντικληρικαλισμός του Ροϊδη; Είναι άραγε ο Εμπειρίκος οικεία παράδοση; Κι αν δεν είναι, αν του αρνιόμαστε να είναι, γιατί για δεκαετίες διασκέδαζε κρυφά τις παρέες του (στις οποίες συγκαταλέγονταν και ο, επηρεασμένος από Πολ Ελιάρ και Πικάσο, κατά τα άλλα «παραδοσιακός» Ελύτης, κι άλλοι παραδοσιακοί) με τον «Μεγάλο Ανατολικό» του, που κανένας δεν τολμούσε να τυπώσει, διά τον φόβον του παπά και του χωροφύλακα, των εμβληματικών μορφών αυταρχισμού του νέου ελληνικού κράτους; Ας το πάρουμε απόφαση: αυτή η συζήτηση περί ελληνικής παραδόσεως είναι μια εξαντλη-
Η εφημερίδα του Ελληνικού Φεστιβάλ Ειδική έκδοση για το πρόγραμμα του 2008 Νο 9 (4/2008) | 19/6/2008 ISSN: 1791-1729
Διευθυντής Σύνταξης: Ηλίας Κανέλλης Aρχισυντάκτρια: Κατερίνα Οικονομάκου Σύνταξη: Ευγενία Τζιρτζιλάκη, Έλια Αποστολοπούλου, Νατάσα Διαμαντοπούλου, Κατερίνα Κόμητα, Νίκη Ορφανού Φωτογράφοι: Βίκυ Γεωργοπούλου, Βασίλης Μαθιουδάκης Σχεδιασμός: Graphopress Eκτύπωση: ΙΡΙΣ Α.E.
μένη συζήτηση. Η αναφορά (με τον τρόπο που γίνεται, ιδίως στον επίσημο, τον κρατικό λόγο, στην εκπαίδευση και στην κοινότοπη, τη στιλπνή και άδεια επιφάνεια των ΜΜΕ) στην ελληνική παράδοση μάλλον παραμορφωτική εικόνα διαμορφώνει για τη χώρα (αν στόχος είναι μια σύγχρονη, ανοιχτή, ισχυρή και ανταγωνιστική χώρα που επιπλέον ξέρει τα πεπερασμένα μεγέθη της και τις εξίσου πεπερασμένες δυνατότητές της στον σύγχρονο, ανταγωνιστικό κόσμο) και τους πολίτες της. Και ξέρετε γιατί; Επειδή η επίκληση της Γενιάς του ’30, των λόγιων προβληματισμών των εκπροσώπων της για την παράδοση και το Έθνος, των σημερινών επικλήσεων στην αρχαιότητα ή και (κατά το πνεύμα της χούντας την οποία υποτίθεται ο ελληνικός λαός συνέθλιψε εκτός από πολιτικά και ιδεολογικά) στην ορθοδοξία (εκπρόσωποι της οποίας τη θέλουν όλο και σε πιο στενή και παρεμβατική σχέση στις υποθέσεις του κράτους), στην ουσία, συρρικνώνει και τη Γενιά του ’30 και τη σύγχρονη Ελλάδα και την ίδια της έννοιας της παράδοσης σε κάτι κλειστό, φοβικό και μοβόρικο ταυτοχρόνως. Από τον πλούτο των προτάσεων των προσωπικοτήτων εκείνων, έτσι, μένει ένα φολκλοριστικό καλαμπούρι: οι σεγκούνες των δημάρχων της ελληνικής επαρχίας που αναβιώνουν δήθεν (επιδοτούμενοι) τα αποκριάτικα ήθη, οι τσολιάδες των παρελάσεων στις γιορτές και οι σημαιομαχίες με τους ξένους συμπολίτες μας, που (όταν δεν τους εκμεταλλευόμαστε, τονώνοντας και τα δικά μας οικονομικά και την εθνική οικονομία) συνεχίζουμε να τους βλέπουμε εχθρικά, σαν παρείσακτους. Όσο για τη Γενιά του ’30, λυπηθείτε τη. Όσοι την επικαλούνται επί ματαίω, έχουν καταφέρει το ανοιχτό πνεύμα των εκπροσώπων της να το κάνουν κάτι δύστηνο και μίζερο. Έχουν καταφέρει, δηλαδή, να μετατρέψουν το πνεύμα του Σεφέρη, του Ελύτη, του Θεοτοκά σε κάτι που θυμίζει τον (οραματιζόμενο ένα σύστημα ελληνικής κοσμοθεωρήσεως και βιοθεωρήσεως) Περικλή Γιαννόπουλο. Εκείνου, όμως, ουδέποτε οραματίστηκαν ένα Κατακλείδα (και κουίζ μαζί): Το χιουμοριστικό λιμερίκιο του Σεφέρη που ακολουθεί είναι ή δεν είναι παράδοση; «Ήταν ένα παιδόπουλο στο Αίγιο Κι ένας λόρδος περνώντας του λέγει: Ω! Αν μ’ αφήσεις πριν φύγω Να σ’ τον κάτσω για λίγο Θα σε στείλω μετά στο Κολλέγιο.» Αν είναι, υπάρχει πιθανότητα να μπει σε τίποτα εισαγωγικές εξετάσεις του μέλλοντος; Ψοφάω για μια απάντηση επειδή πρέπει να προετοιμαστούν και τα φροντιστήρια. Ηλίας Κανέλλης
Ελληνικό Φεστιβάλ Α.Ε. Υπεύθυνος σύμφωνα με το νόμο: Γιώργος Λούκος Νομικός Σύμβουλος: Βάσω Τζιούμη
ΔΙΟΙΚΗΤΙΚO ΣΥΜΒΟYΛΙΟ Πρόεδρος: Γιώργος Λούκος Αντιπρόεδρος: Άγγελος Δεληβορριάς Νομικός Σύμβουλος: Δημήτρης Πασσάς Μέλη: Vincent Baudriller, Nigel Redden, Alistar Spalding, Νίκη Τζούδα, Λουκάς Τσούκαλης
μια στιγμή
| ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008
Ένας Άμλετ σε fast forward «More matter with less art»... Από τη Δώρα Αναγνωστοπούλου
ΜΙΜΗΣΙΣ ΠΡΑΞΕΩΣ ΣΠΟΥΔΑΙΑΣ... Ο Σκοτ Σέπερντ και η Κέιτ Βαλκ, ο πορτοκαλί Άμλετ δηλαδή και η Οφηλία, συγχρονίζουν τις κινήσεις τους με ό,τι συμβαίνει στην κινηματογραφημένη παράσταση του 1964, που είχε σκηνοθετήσει ο σερ Τζον Γκίλγκουντ και στην οποία έπαιζε ο Ρίτσαρντ Μπάρτον.
ταν διάβασα ότι το Wοoster group θα παρουσιάσει τον δικό του Άμλετ στο Φεστιβάλ, μου ήρθε στο μυαλό ο τίτλος ενός βιβλίου του Ίταλο Καλβίνο, «Γιατί να διαβάζουμε τους κλασικούς». Αναφέρεται στην ανάγκη της επιστροφής στα κλασικά έργα. Να διαβάσουμε ή να ξαναδιαβάσουμε – «κάθε νέα ανάγνωση ενός κλασικού είναι μια ανάγνωση ανακάλυψης όπως και η πρώτη», γράφει σε κάποιο σημείο. Πειραιώς 260, Χώρος Δ. Ενας νέος Άμλετ – «μια νέα ανάγνωση» – εμφανίζεται στη σκηνή. Στο σκηνικό είχαν τοποθετηθεί κάμερες, μόνιτορ, οθόνες, μια καρέκλα με ροδάκια που ήθελε να μοιάζει και με πολυθρόνα, ένα μακρόστενο τραπέζι με ρόδες που έφερνε περισσότερο σε νοσοκομειακό φορείο. Στο κέντρο της σκηνής, μια μεγάλη οθόνη υπενθύμιζε στον θεατή το αυθεντικό σκηνικό της κινηματογραφημένης παράστασης του σερ Τζον Γκίλγκουντ με πρωταγωνιστή τον Ρίτσαρντ Μπάρτον που ανέβηκε στο Lunt Fontanne Theatre της Νέας Υόρκης το 1964. Μόνο που στην οθόνη το τραπέζι ήταν ξύλινο, η καρέκλα με τα ροδάκια ήταν κανονική πολυθρόνα και δεν υπήρχαν κάμερες ή μόνιτορ. Η παράσταση αρχίζει. Ενας ψηλός, αδύνατος άντρας με πορτοκαλί μαλλιά, ο Άμλετ όπως είδαμε στη συνέχεια, εμφανίστηκε στη σκηνή ζητώντας από κάποιον να πατήσει το fast forward. Η οθόνη πίσω από τη σκηνή προβάλλει έναν Ρίτσαρντ Μπάρτον «πειραγμένο», πότε στο γρήγορο, πότε σταματημένο, πότε φλου... Σαν κάποιος να ήθελε να μοντάρει, να παίξει με την ερμηνεία του. Και ενώ η πρώτη μου σκέψη ήταν ότι θα ακολουθούσε μια παρωδία, μια σάτιρα, μια χλευαστική ματιά στο παρελθόν και ότι, απλώς, στην ερμηνεία του Μπάρτον έλαχε αυτή η αποδόμηση, στη συνέχεια εκείνος ο πορτοκαλί Άμλετ άρχισε να μιμείται τον Μπάρτον-Άμλετ, τις στάσεις, τις κινήσεις του, ακόμα και στο fast forward – με το τραπέζι και την πολυθρόνα να μετακινούνται ταυτόχρονα με τους πρωταγωνιστές, από τους ίδιους, με τρομακτική ακρίβεια και συνέπεια στις κινήσεις τους. Εντυπωσιακός ο συγχρονισμός, αλλά μου φάνηκε ότι σε αυτά τα χαρακτηριστικά – τη σχολαστικότητα στις φόρμες – εξαντλούνταν και οι αρετές της παράστασης. ο Wooster Group υπό την καθοδήγηση της Ελίζαμπεθ Λεκόντ υλοποίησε και αποδόμησε τον Άμλετ του Μπάρτον αναπαράγοντας, με τη βοήθεια της τεχνολογίας, έναν μουδιασμένο, αμήχανο ήρωα χωρίς προσωπικότητα που απαγγέλλει τους στίχους με την ψευτομαγκιά ενός ανίδεου ο οποίος δεν καταλαβαίνει και πολλά από αυτά που λέει. Από την άλλη, προσπαθεί να μας θυμίσει ότι ζούμε σε μια χάι-τεκ εποχή. Αλλά, ίσως, αυτό που καταφέρνει να θυμίσει είναι ο γνώριμος στριγκός ήχος στο forward. Όχι και πολύ σύγχρονος από μια άποψη – τα dvd δεν είναι σαν τα ξεπερασμένα βίντεο, έχουν κεφάλαια και δεν κάνουν θόρυβο όταν τα πηγαίνεις στο γρήγορο. Η Ελίζαμπεθ Λεκόντ παίζει με το ρυθμό και την αφηγηματική δομή του κειμένου με την απαίτηση από τον θεατή να ξέρει καλά την ιστορία του Άμλετ. Οι ηθοποιοί πετάνε από τους ώμους τους το βαρύ φορτίο του κλασικού έργου και αυτοσχεδιάζουν με το ευγενές σπορ της αποδόμησης. Καλό, αλλά γιατί με τόσο θόρυβο; Πέρα από το εικαστικό εγχείρημα, αυτό που επιδιώκεται υποτίθεται ότι είναι μια συνομιλία με το παρελθόν. Στο διάλειμμα, ξεφυλλίζοντας το φυλλάδιο της παράστασης, έμεινα στο σημείωμα του Wooster Group που κλείνει με ένα απόσπασμα από κείμενο του Γιέρζι Γκροτόφσκι, του Πολωνού θεατρικού συγγραφέα που θεωρήθηκε καινοτόμος και «πατέρας» του σύγχρονου θεάτρου: «...αυτό σημαίνει ότι βρίσκομαι διαρκώς σε στάδιο συνομιλίας με τους προκατόχους μου. Ασφαλώς δεν συμφωνώ μαζί τους, αλλά ταυτόχρονα δεν τους αρνούμαι. Είναι η βάση μου, η πηγή μου...». Συγγνώμη – αλλά, εδώ, απροσδιόριστη διαφωνία και ίχνος συνομιλίας. Το δεύτερο μέρος ξεκινά με τη μουσική στη διαπασών να εκβιάζει τη δραματική κορύφωση και τους ηθοποιούς να μιμούνται τις ερμηνείες των πρωταγωνιστών της παράστασης του Γκίλγκουντ αυτή τη φορά με λιγότερους λεκτικούς αυτοσχεδιασμούς και κινήσεις στο fast forward. Αν υπάρχει τελικά ο διάλογος που λέει ο Γκροτόφσκι, εξαντλείται στο εικαστικό μέρος. Φτάνει όμως ενας πούρος μοντερνισμός για να κάνει ενδιαφέροντα έναν διάλογο; Στο τέλος, περίεργη για την ανταπόκριση που είχε η παράσταση στο κοινό, έστησα αυτί για να ακούσω τα σχόλια των θεατών. Κάποιοι θεώρησαν ότι η συνομιλία ανάμεσα στην καινοτομία του 1964 και την καινοτομία του 2008 ήταν επιτυχής, άλλοι υποστήριζαν ότι ήταν μια καλή ιδέα που, όμως, επαναλαμβανόταν. Είδα και μερικούς μουδιασμένους. Εμένα, πάντως, μου τριβέλιζε το μυαλό η παραίνεση της Γερτρούδης στον Πολώνιο: «More matter with less art»...
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008 |
Η Ελίζαμπεθ Λεκόντ παίζει με το ρυθμό και την αφηγηματική δομή του κειμένου με την απαίτηση από τον θεατή να ξέρει καλά την ιστορία του Άμλετ. Οι ηθοποιοί πετάνε από τους ώμους τους το βαρύ φορτίο του κλασικού έργου και αυτοσχεδιάζουν με το ευγενές σπορ της αποδόμησης. Καλό, αλλά γιατί με τόσο θόρυβο;
Φωτογραφία: Έυη Φυλακτού
μια στιγμή
επιφυλλίδες
| ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008
Γιατί ο Υβ Σεν Λοράν ήταν ένας αναντικατάστατος Ευρωπαίος
Ξεπερνώντας το πνεύμα του καιρού του Από τη Μαρίλια Παπαθανασίου
Ένα διάσημο - παλιότερα- γαλλικό τραγούδι του Σερζ Γκενζμπούρ έλεγε ότι «ο Θεός καπνίζει πούρα Αβάνας». Το τραγούδι ερμήνευε η ηθοποιός Κατρίν Ντενέβ που, για τις ανάγκες της τέχνης έγινε, τότε, και τραγουδίστρια. Ο Υβ Σεν Λοράν, δημιουργός της υψηλής ραπτικής που πέθανε στο Παρίσι την 1η Ιουνίου κάπνιζε μανιωδώς, ήταν αδελφικός φίλος της Ντενέβ και για πολλούς, και όχι μόνο τους περί την μόδα γνωρίζοντες, είχε από χρόνια ανυψωθεί στη σφαίρα του Θεού. Όχι αδικαιολόγητα. Ο Υβ Σεν Λοράν αφήνει πίσω του, εκτός από θαυμάσια ρούχα, ένα πολύ συγκεκριμένο πνεύμα, ευρύ, το οποίο ξεπερνά κατά πολύ το πνεύμα των εκάστοτε καιρών, το zeitgeist που λέμε. Το πνεύμα των καιρών πρόσταζε καθώς πρέπει φορέματα και καπελάκια σαν αυτά που φορούσε η Τζάκι Ωνάση ως πρώτη κυρία Κένεντι; Ο Υβ Σεν Λοράν έφτιαχνε -για πρώτη φορά!- ταγέρ με παντελόνι και φορέματα εμπνευσμένα από πίνακες του Μοντριάν. Η εποχή αποζητούσε μανιωδώς τα μίνι; Ο Υβ Σεν Λοράν έραβε άνετα, φαρδιά παντελόνια και πουκάμισα σαφάρι στο χρώμα της άμμου. Στη μόδα κυριαρχούσαν τα φρικαλέα παντελόνια καμπάνες; Ο Υβ Σεν Λοράν αντεπετίθετο με την επιστροφή στα υπέρκομψα ρούχα της δεκαετίας του 1940 και στα παπούτσια με χοντρά τακούνια. Ο
Αρμάνι λάνσαρε τα «σκοτωμένα» μουντά χρώματα, το γκρίζο και το μπεζ σε δεκάδες αποχρώσεις; Ο Υβ Σεν Λοράν ανακάτευε το φούξια με το πορτοκαλί, το πράσινο με το γαλάζιο, το βαθύ μπλε με το μαύρο. Ο Υβ Σεν Λοράν αγαπούσε τις γυναίκες, όχι
LE STYLE, C’ EST MOI Όταν οι υπόλοιποι σχεδιαστές προσαρμόζουν τις κολεξιόν τους στις στυλιστικές επιλογές των σελέμπριτι, ο Υβ Σεν Λοράν έκανε τέχνη που φοριέται.
όμως με τον τρόπο που συνήθως λένε πως τις αγαπούν οι σχεδιαστές μόδας. Εκείνος εστίαζε στην προσωπικότητα, στο δυναμισμό και στην ανεξαρτησία τους, σε αντίθεση με τους πολλούς σημερινούς ομότεχνούς(!) του, οι οποίοι ξεσπούν πάνω στα γυναικεία σώματα με λύσσα, προτείνοντάς τους να ενδυθούν ανεκδιήγητης ασχήμιας ρούχα. Σκεφτείτε τα περισσότερα ρούχα των σημερινών μοδάτων σχεδιαστών, των Ντόλτσε και Γκαμπάνα ας πούμε ή της Ντονατέλα Βερσάτσε και θα αντιληφθείτε τι εννοώ. Όλοι αυτοί
Ο Υβ Σεν Λοράν αντιμετώπιζε τη μόδα όχι ως δημιουργία «γενικώς και αορίστως», αλλά ως εργασία συγκεκριμένη και (γιατί όχι;) και ως τέχνη, που για να την ανανεώνει και να την τελειοποιεί διαρκώς διάβαζε, μελετούσε, ταξίδευε και είχε τα μάτια και το μυαλό του ανοιχτά.
που νομίζουν ότι οι γυναίκες είναι ωραίες και σέξι -πρωτίστως!- όταν μοιάζουν με πλούσιες Ανατολίτισσες σε λόμπι ξενοδοχείου έτοιμες να πάνε «στα μπουζούκια», άντε και σε κλαμπ του συρμού. Ο Υβ Σεν Λοράν αντιμετώπιζε τη μόδα όχι ως δημιουργία «γενικώς και αορίστως», αλλά ως εργασία συγκεκριμένη και (γιατί όχι;) και ως τέχνη, που για να την ανανεώνει και να την τελειοποιεί διαρκώς διάβαζε, μελετούσε, ταξίδευε και είχε τα μάτια και το μυαλό του ανοιχτά. Καμιά φορά, για την ακρίβεια αρκετά συχνά, η αγωνία του να φανεί αντάξιος του εαυτού του ήταν τόσο μεγάλη που τον οδηγούσε σε σοβαρούς νευρικούς κλονισμούς και σε ψυχιατρικές κλινικές. Αυτός όμως ο Γάλλος από το Οράν της Αλγερίας μάς κληροδοτεί τεράστια αισιοδοξία. «Πότε είναι ωραιότερα ντυμένη μια γυναίκα;», τον ρώτησαν κάποτε. «Όταν φορά μια μαύρη μπλούζα και μια μαύρη φούστα και βρίσκεται στην αγκαλιά του ανθρώπου που αγαπά», ήταν η απάντησή του. Υπάρχει γυναίκα που θα σκεφτεί αυτή τη φράση και δεν θα αισιοδοξήσει; __________________ Η Μαρίλια Παπαθανασίου είναι συντάκτρια στο τμήμα διεθνών ειδήσεων της «Καθημερινής» και αρθρογραφεί για θέματα διεθνούς πολιτικής και πολιτικής κουλτούρας.
Έκανε την πολυτέλεια κτήμα του λαού
Ο άνδρας που αγαπούσε τις γυναίκες Από την Πέπη Ραγκούση
Μπορεί οι μεταφεμινίστριες φίλες μου να με αποκηρύξουν αλλά πιστεύω ακράδαντα ότι περισσότερο ίσως και από τις πύρινες κορόνες της Άντζελα Ντέιβις, στην ουσιαστική απελευθέρωση της γυναίκας τον 20ό αιώνα συνέβαλε και ο Υβ Σεν Λοράν. Γιατί την απελευθέρωσε από τα στερεότυπα της θηλυκότητας. Γιατί επινόησε και ανέδειξε την «αρσενική», την αιχμηρή, τη δυναμική πλευρά του φύλου της. Αναρωτιέμαι γιατί στους «ποταμούς» που γράφτηκαν για τα 40χρονα του Μάη του 1968, δεν έγινε στον Υβ Σεν Λοράν η αναφορά που του άξιζε. Δεν ξέρω αν κατέβηκε σε διαδηλώσεις, ούτε αν ξήλωσε πεζοδρόμια Έκανε όμως κάτι που, εσείς πείτε το δολιοφθορά, εγώ το λέω μαγκιά. Ήδη δύο χρόνια πριν, όντας η υψηλότερη, παγκοσμίως, μετοχή στον απατηλό κόσμο της πολυτέλειας – όπως την όριζε το, τότε, κατεστημένο – πέρασε στην απέναντι όχθη. Την αριστερή. Κυριολεκτικά. Ήταν ο πρώτος σχεδιαστής της Υψηλής Ραπτικής που τόλμησε να ανοίξει μπουτίκ στην εμβληματική αριστερή όχθη του Σηκουάνα. Στις γειτονιές των φοιτητών
και της διανόησης. Τι δουλειά είχε μια «χρυσή δαχτυλήθρα» στα λημέρια του Σαρτρ και της Σιμόν ντε Μποβουάρ; Αλλά ο διασπαστής το πήγε πάρα πέρα, λανσάροντας το άρωμα Rive Gauche και καθιερώνοντας μία νέα συλλογή ρούχων, την Yves Saint Laurent - Rive Gauche. Και την ανάγκη φιλοτιμία κάνοντας οι κυρίες με τα πολλά «ντε» πριν από το επίθετό τους, περνούσαν στην αριστερή όχθη για να αγοράσουν τις κρεασιόν του λατρεμένου τους μετρ. Την
Ήταν ο πρώτος σχεδιαστής της Υψηλής Ραπτικής που τόλμησε να ανοίξει μπουτίκ στην εμβληματική αριστερή όχθη του Σηκουάνα. Στις γειτονιές των φοιτητών και της διανόησης.
ίδια εποχή πρωτοστάτησε σε μία ριζοσπαστική για τότε κίνηση που σηματοδότησε τον εκδημοκρατισμό της μόδας. Την καθιέρωση του prêt-a-porter. Έως τότε, οι μεγάλοι οίκοι έκαναν μόνο Υψηλή Ραπτική. Κάθε μοντέλο, δηλαδή, κυκλοφορούσε σε ένα μόνο «κομμάτι» με αστρονομική τιμή. Με το prêt-a-porter άρχισε η μαζική παραγωγή των μοντέλων, κάτι που άλλαξε την ιστορία της μόδας, του εμπορίου, της αισθητικής, της οικονομίας. Η ιδιοφυΐα του Υβ Σεν Λοράν φάνηκε πριν καν προλάβει να ενηλικιωθεί. Σε ηλικία 21 μόλις ετών λανσάρει τη γραμμή «trapeze» (εκ του «τραπεζίου»), την πρώτη πραγματικά νεανική γραμμή στην ιστορία της μόδας και προάγγελο του μίνι. Και συνεχίζει βάζοντας, τη μία μετά την άλλη, βόμβες στα θεμέλια του αισθητικού κατεστημένου. Παρουσιάζει το πρώτο γυναικείο μπλέιζερ. Αποδεσμεύει την έννοια της κομψότητας από τον καθωσπρεπισμό βγάζοντας στις πασαρέλες ξιπόλητες «τσιγγάνες» και «χωριατοπούλες», επιβάλλοντας το φολκλόρ και το κάντρι λουκ ή λανσάροντας το σοκαριστικό – για την εποχή του – see through.
Μετατρέπει τα ρούχα των χίπις και τις πολύχρωμες μπαντάνες των φοιτητριών σε επιτομή του στυλ. Απομυθοποιεί τις στρατιωτικές στολές με το λουκ μιλιτέρ. Και φτιάχνει τα πρώτα γυναικεία κοστούμια. Γυναίκες, ανοίξτε την ντουλάπα σας για να εμπεδώσετε τι σημαίνει Υβ Σεν Λοράν. Αν έχετε βραδινό σμόκιν ή βραδινό παντελόνι, σε αυτόν το χρωστάτε., Το ίδιο και τα καφτάνια, τα σακάκια σε στυλ σαφάρι, τις βερμούδες, τα σαλβάρια, τις μακριές εσάρπες, τις μπότες που φτάνουν πάνω από το γόνατο, τα χρωματιστά καλσόν… ΥΓ. Λέγεται ότι ο Υβ Σεν Λοράν δεν είδε ποτέ την επίδειξη του 2002, όταν ο οίκος του είχε εξαγορασθεί από τον όμιλο Gucci και στην πασαρέλα βγήκε αντ’ αυτού ο Τομ Φορντ. Όταν με το έμπα του Ιουνίου εγκατέλειψε τον κακόγουστο αυτό κόσμο η είδηση ήταν πρωτοσέλιδο στις εφημερίδες (στις περισσότερες γαλλικές και μοναδικό). Ο Τομ Φορντ τι κάνει άραγε; __________________ Η Πέπη Ραγκούση είναι σύμβουλος έκδοσης του περιοδικού «Ταχυδρόμος»
βόλτες
10 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008
ΕΠΙ ΠΩΛΟΥ ΟΝΟΥ, ΣΤΗΝ ΑΓΡΙΑ ΠΟΛΗ Είμαστε πολλοί και θέλουμε όλοι να βοσκάμε ελεύθερα στην Αθήνα. Θέλουμε να απλώνουμε μπαμπού καναπεδάκια σε κάθε σπιθαμή ελεύθερου δημόσιου χώρου, να μετατρέπουμε σε πάρκινγκ τους δρόμους και να μας πληρώνετε από πάνω.
Το όνειρο είναι το ίδιο σε όλες τις περιπτώσεις: να προσαρμόσουμε την πόλη στα μικρά, ατομικά μέτρα μας για να κάνουμε ο καθένας τη μικρή ή τη μεγαλύτερη δουλίτσα του. Είναι απλώς θέμα κλίμακας – άλλος μπορεί να ορμάει μαρσάροντας στον πεζόδρομο κι άλλος να κάνει τον ίδιο πεζόδρομο ταβέρνα. Ό,τι μπορεί ο καθένας...
Πετάει ο γάιδαρος Aπό την Κατερίνα Οικονομάκου
Πέρυσι μια φίλη ήθελε να φυτέψει ένα δέντρο στο πεζοδρόμιο έξω από το σπίτι της, αλλά ο δήμος τής το ξέκοψε. Στην ίδια γειτονιά χτίστηκε πρόσφατα μια πολυτελής τριώροφη κατοικία. Τις νύχτες αστράφτει σαν τούρτα από λευκή σοκολάτα, έτσι όπως λούζεται στο φως που βγαίνει από απλίκες στρατηγικά τοποθετημένες κάτω από τα πολλά μικρά παράθυρα. Δεν νομίζω πως το φωτισμό του κτιρίου έχει κάνει ο ίδιος επαγγελματίας που επιμελήθηκε και το φωτισμό ιστορικών κτιρίων της Αθήνας, πάντως η προσπάθεια να επιτευχθεί το ίδιο εφέ είναι φανερή. Έξω από το σπίτι, οι πλάκες του πεζοδρομίου έχουν αντικατασταθεί από ένα είδος βοτσαλωτού δαπέδου. Με την άδεια του δήμου; Αμφίβολο. Υπάρχει λόγος που δεν έχουμε δικαίωμα να επιλέγουμε ο καθένας ξεχωριστά τις πλάκες με τις οποίες θα είναι στρωμένο το πεζοδρόμιο έξω από το σπίτι μας. (Αν και το πάτσγουορκ που θα προέκυπτε δεν θα ήταν λιγότερο αλλοπρόσαλλο ή επικίνδυνο για τους πεζούς, από αυτό που ήδη εκτείνεται στα οικοδομικά τετράγωνα της πόλης). Ο ιδιοκτήτης του σπιτιού μπέρδεψε το πεζοδρόμιο με την αυλή του; *** Ο δημόσιος χώρος της πόλης δεν είναι ούτε η αυλή, ούτε το σαλόνι μας για να στρώσουμε τα σεμέν και τα βοτσαλωτά του γούστου μας. Και οπωσδήποτε δεν προσφέρεται ελεύθερα για να μεγιστοποιούν τον τζίρο τους οι επιχειρηματίες - τα καφέ και τα εστιατόρια που
απλώνουν τραπεζοκαθίσματα σε περισσότερα από τα τετραγωνικά μέτρα που τους επιτρέπει ο δήμος, καταπατούν το χώρο όλων μας. Το κυνήγι του κέρδους μπορεί να είναι θεμιτό, αλλά κάνε πιο πέρα το μπαμπού καναπεδάκι γιατί θέλουμε να περπατήσουμε. Αναπόφευκτα, εξαρτιόμαστε ο ένας από τον άλλον – πρόβλημα, αλλά αυτά έχει η ζωή στην κοινωνία. Στην Αθήνα, όμως, δεν το βάζουμε κάτω. Η μάχη μαίνεται: το ζήτημα μοιάζει να είναι ποιος θα καταφέρει να επιβάλει την αισθητική του και ποιος θα είναι αρκετά μάγκας για να αποκομίσει κέρδη σε βάρος της ποιότητας ζωής στην πόλη όλων μας. Κι όμως, η ατιμωρησία και η ανοχή απέναντι σε όσους και μπορούν και αποφασίζουν να αγοράσουν εξουσία πάνω στον δημόσιο χώρο δεν εκπλήσσει κανέναν. *** Σε τι είδους πολιτισμικό οικοσύστημα φύονται και ευδοκιμούν οι «παρτάκηδες»; Ο άνδρας και ο γάιδαρος φτάνουν στο γκισέ αεροπορικής εταιρείας. «Πετάει ο γάιδαρος;» ρωτάει η υπάλληλος με βλέμμα (συγκρατημένα) έκπληκτο. «Πετάει», αποκρίνεται ο κηδεμόνας του, ο οποίος έχει μόλις κερδίσει πολλά εκατομμύρια στο τζόκερ. Δεν ξέρω αν ο νους που συνέλαβε το διαφημιστικό συνειδητοποιούσε πόσο εύγλωττα συνοψίζει μια νοοτροπία που ανάγει σε μάγκα όποιον είναι σε θέση να κάνει το κέφι του, όσο γελοίο κι αν είναι: ναι, ο δικός μου γάιδαρος πετάει για
Νέα Υόρκη. Η διαφήμιση προωθεί προϊόντα πουλώντας όνειρο: στη συγκεκριμένη περίπτωση, το ταπεινούτσικο όνειρο πως αν έχεις πολλά φράγκα, δεν θα σε αφορούν κανόνες και όρια. Όποιος μπορεί αγοράζει εξουσία μέσω της οποίας παρακάμπτει κανόνες συλλογικά δεσμευτικούς για να υψώσει την αντικοινωνική σημαία του στο ατομικό του κρατίδιο. Και όσοι δεν μπορούν να αγοράσουν εξουσία, μπορούν τουλάχιστον να ονειρεύονται πως κάποτε θα την αγοράσουν. Στο μεταξύ, προπονούνται. *** Η ατάκα «ξέρεις ποιος είμαι εγώ, ρε;» ακούγεται σήμερα αφόρητα γραφική. Σπάνια θα βρεθεί κάποιος να την ξεστομίσει – την κραυγάζουν όμως οι πράξεις. Την κραυγάζουν έμμεσα οι παρκαδόροι των σκυλάδικων και των κλαμπ στην Ιερά Οδό και την παραλιακή, που αντιλαμβάνονται το δρόμο σαν περιουσία των αφεντικών τους. Και την κραυγάζουν όσοι -και είναι πάρα πολλοί- θεωρούν αυτονόητο δικαίωμά τους να εισβάλλουν σε πεζόδρομους με μηχανές και αυτοκίνητα. Το όνειρο είναι το ίδιο σε όλες τις περιπτώσεις: να προσαρμόσουμε την πόλη στα μικρά, ατομικά μέτρα μας για να κάνουμε ο καθένας τη μικρή ή τη μεγαλύτερη δουλίτσα του. Είναι απλώς θέμα κλίμακας – άλλος μπορεί να ορμάει μαρσάροντας στον πεζόδρομο κι άλλος να κάνει τον ίδιο πεζόδρομο ταβέρνα. Ό,τι μπορεί ο καθένας...
για δυνατούς λύτες
12 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008
Quiz
Από τη Μάγια Λεμάγια
Θέατρο über alles Φίλες και φίλοι μου, αν δεν είσαστε φαν της υπέρτατης αφηγηματικής τέχνης, γυρίστε γρήγορα σελίδα ίνα μη μιανθήτε. Αν όμως γουστάρετε πάθη στο σανίδι, αν έχετε ξεκοιλιαστεί στα γέλια παρακολουθώντας αρχαία κωμωδία (ή και τραγωδία) που εξελίχθηκε στο κοίλον της Επιδαύρου, αν όταν ταξιδεύετε έξω δεν σπαταλάτε το χρόνο σας μόνο στα Prada και στα γκουρμέ, αν μπερδεύεστε γλυκά με ερμηνευτικές προτάσεις και δημιουργικές προστριβές, αν έχετε τσακωθεί για ένα εισιτήριο στην Πειραιώς 260 κι αν έχετε από τώρα πιάσει στασίδι για να ξαναδείτε Φιόνα Σο ή για να καταλάβετε τι εστί Βασίλιεφ, πάρτε μολύβι και απαντήστε στις ερωτήσεις που ακολουθούν. Για να δούμε, πόσο βαμμένοι (και πόσο βλαμμένοι) θεατρόφιλοι είστε.
3. Τι ήταν ο Πολώνιος (εκτός από ο λάθος άνθρωπος) τον οποίο σκότωσε ο Άμλετ; i. Πατέρας της Οφηλίας. ii. Πατέρας του Άμλετ. iii. Άντρας της Κλυταιμνήστρας. 4. «Και οι νάνοι ξεκίνησαν μικροί». Ο τίτλος της ταινίας του 1970 παραπέμπει άμεσα στο ιψενικό «Κουκλόσπιτο» των Mabou Mines, που σε σκηνοθεσία Λι Μπρούερ κάνει πρεμιέρα στις 21 Ιουλίου στην Πειραιώς 260. Ποιος είχε σκηνοθετήσει την ταινία; i. Ο Γερμανός Βέρνερ Χέρτζογκ. ii. Ο ελληνικής καταγωγής Αμερικανός Γκρέγκορι Μαρκόπουλος. iii. Ο Φράνσις Φορντ Κόπολα. 5. Από 15 έως 20 Ιουλίου, στο Σχολείον, παρουσιάζεται το «Κουαρτέτο» του Χάινερ Μίλερ σε σκηνοθεσία Ρενάτε Τζετ, με Μερτέιγ την Μπέτυ Αρβανίτη και Βαλμόν τον Χρήστο Στέργιογλου. Ποια ήταν η Μερτέιγ στο περσινό ανέβασμα του έργου στο Φεστιβάλ Αθη-
6. Σε ποιο βιβλίο στηρίζεται το «Κουαρτέτο»; i. Στο «Αλεξανδρινό κουαρτέτο» του Λόρενς Ντάρελ. ii. Στο «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο» του Μαρσέλ Προυστ. iii. Στις «Επικίνδυνες σχέσεις» του Σοντερλό ντε Λακλό. 7. Οι «Ιστορίες από το δάσος της Βιέννης» του Έντεν φον Χόρβατ είναι το έργο με το οποίο αρχίζει να σκηνοθετεί για το Εθνικό ο Γιάννης Χουβαρδάς και κάνει πρεμιέρα στις 21 Ιουνίου στην Πειραιώς 260. Δραματουργός του μεσοπολέμου, αυστροουγγρικής καταγωγής, ο τιμημένος με το βραβείο Κλάιστ για το συγκεκριμένο έργο του Χόρβατ βρήκε το θάνατο το 1938, στα 37 του, από ένα ξαφνικό γεγονός, ενώ περπατούσε στα Ηλύσια Πεδία στο Παρίσι. i. Τον χτύπησε κεραυνός. ii. Έφαγε κατακέφαλα ένα δέντρο. iii. Τον πυροβόλησαν πράκτορες της χιτλερικής Γερμανίας. 8. Ποιο πάθος οδηγεί τις πράξεις του Ευγένιου Αλεξάντροβιτς Αρμπένιν, στη «Μασκαράτα» του Ρώσου συγγραφέα Μιχαήλ Λέρμοντοφ, που ανεβαίνει στις 25, 26 και 27 Ιουνίου στην Πειραιώς 260 σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθηνού; i. Ο τζόγος. ii. Ο ποδόγυρος. iii. Η λατρεία της λογοτεχνίας. 9. Ο Τσεζάρις Γκραουζίνις, ο Λιθουανός σκηνοθέτης που ευθύνεται για το μπεκετικό «Περιμένοντας τον Γκοντό» (με Εστραγκόν τον Μανώλη Μαυροματάκη και Βλαντιμίρ τον Ταξιάρχη Χάνο), το οποίο θα δούμε 2931 Ιουλίου στην Πειραιώς 260, έχει ξανασυνεργαστεί με Έλληνες ηθοποιούς. Ποιος από τους παρακάτω αφέθηκε στις σκηνο-
ΜΙΣΕΛ ΦΑΪΦΕΡ, ΘΕΑ! Εκτυφλωτική φωτογραφία της πρωταγωνίστριας στην πιο πολυσυζητημένη κινηματογραφική εκδοχή του έργου που ενέπνευσε και το θεατρικό «Κουαρτέτο».
θετικές υποδείξεις του; i. Η Μαρία Ναυπλιώτου στον «Βασιλιά Λιρ» του Σαίξπηρ για το Εθνικό (2005). ii. Ο Κώστας Καζάκος στην ελληνική τηλεόραση, στο σίριαλ «Μαύρη χρυσαλλίδα» (1991). iii. Ο Δημήτρης Τάρλοου, στην παράσταση «Ταξίδι αναψυχής», μια θεατρική εκδοχή του ερωτικού δράματος «Δάφνις και Χλόη» (2006).
ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΩΝ ΑΠΑΝΤΗΣΕΩΝ Έως τρεις σωστές απαντήσεις Το ξέρω, είναι δύσκολο κουίζ, ιδίως εάν λάβει κανείς υπόψη ότι μεγάλο μέρος του ξεδιπλώνεται γύρω από το φεστιβαλικό πανηγύρι. Εσείς, εντάξει, ψοφάτε για Φεστιβάλ Αθηνών αλλά υπάρχουν ζόρια. Υπερωρίες στη δουλειά, ένα μικρό παιδί στο σπίτι που κλαίει, πολλοί φίλοι, έχει και ωραία ματς αυτή την εποχή – και το βράδυ που σας μένει ελεύθερο προτιμάτε να ασκήσετε τη γοητεία σας σε κάποια κατά μόνας έξοδο, στην οποία παριστάνετε το τζόβενο που απέδρασε. Ξέρω ότι δεν στενοχωριέστε, το αγαπημένο σας ρητό λέει: «Ars longa, vita brevis». Όσα πάνε κι όσα έλθουν αδέλφια – με άλλα λόγια, ευοί ευάν! Από τέσσερις έως επτά σωστές απαντήσεις Παραδεχτείτε το, ξέρατε μεν δυο τρεις απαντήσεις αλλά σας βοήθησε κι η τύχη. Πώς είπατε; Η τύχη βοηθάει τους τολμηρούς. Πράγματι. Σας αναγνωρίζω την τόλμη να
10. Ο Σταμάτης Κραουνάκης υπογράφει τη μουσική παράσταση «Χ σκηνής – Αυτά που κάψαν το σανίδι», που επιχειρεί μια επιλεκτική αναδρομή στη μουσική του ελληνικού θεάτρου και παρουσιάζεται 27 και 28 Ιουνίου στην Επίδαυρο. Πώς λέγεται το μουσικοθεατρικό σχήμα που ο ίδιος έχει συστήσει; i. Εύγε. ii. Σπείρα – Σπείρα. iii. Ευοί ευάν.
συνωστίζεστε στα εκδοτήρια του Φεστιβάλ για να εξασφαλίσετε το περιπόθητο εισιτήριο (δεν τα καταφέρνετε καλά ακόμα με το Ίντερνετ αλλά πού θα πάει…), σας κατανοώ ακόμα κι όταν πιάνεται ο πισινός σας σε κάτι εξάωρες παραστάσεις που σας έχουν μείνει αξέχαστες (επειδή ακριβώς ήταν αξιομνημόνευτες, βρε κουτά, όχι επειδή πιάστηκε ο πισινός σας) – αλλά βλέπετε που δεν πάει χαμένος ο κόπος σας; Αν συνεχίσετε να θεατρίζεστε με φανατισμό σε λίγο δεν θα χρειάζεστε την τύχη με το μέρος σας για να κοντράρετε ακόμα και τους πιο γνωστούς θεατρολόγους. Εύγε – και φεύγε. Από οκτώ έως δέκα σωστές απαντήσεις Σας ξέρω καλά έναν προς έναν. Είστε η Σπείρα των ειδικών. Σαρηγιάννης, Χατζηιωάννου, Γεωργακοπούλου (και οι δύο), Αγγελικόπουλος, Κατσουνάκη, Ιωαννίδης, Καγγελάρη, Μαυρομούστακος, Βαροπούλου, Αρκουμανέα, Καράλη, Δημάδη, Κρύου… Αν μόνο για μια στιγμή κάθε τόσο περνούσε απ’ το μυαλό σας η πιθανότητα η ζωή να είναι αλλού…
ΑΠΑΝΤΗΣΕΙΣ
2. «Ο Ρόζενκραντζ και ο Γκίλντενστερν είναι νεκροί»: Ποιος έκανε τους δυο ήρωες από τον σαιξπηρικό «Άμλετ» (ήδη είδαμε την εκδοχή του Wooster Group και αναμένουμε την παγκόσμια πρεμιέρα της Schaubuehne και του Όστερμαϊερ στις 7 Ιουλίου) αυτόνομο θεατρικό έργο και, το 1991, κινηματογραφική ταινία; i. Ο σερ Τζον Γκίλγκουντ. ii. Ο Τομ Στόπαρντ. iii. Ο Σαμ Σέπαρντ.
νών, σε σκηνοθεσία Μπομπ Γουίλσον; i. Η Ιζαμπέλ Ιπέρ ii. Η Εμανουέλ Μπεάρ. iii. Η (εικονιζόμενη) Μισέλ Φάιφερ.
1. iii 2. ii 3. i 4. i 5. i 6. iii 7. ii 8. i 9. iii 10. ii.
1. Ποιος γελοιογράφος ζωγράφισε σαν κότα τον τότε υπουργό Προεδρίας Κωνσταντίνο Τσάτσο ο οποίος, στις 29 Αυγούστου 1943, αποχώρησε από το Ηρώδειο και συναίνεσε στη λογοκρισία του πρώτου ανεβάσματος των Ορνίθων του Αριστοφάνη κατά Κάρολον Κουν (τους ίδιους Όρνιθες που θα δούμε στις 20 και 21 Ιουλίου στο Ηρώδειο); i. Ο Αρχέλαος. ii. Ο Κώστας Μητρόπουλος. iii. Ο Φωκίων Δημητριάδης.
noir ιστορίες
14 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008
ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ ΑΠΟ ΤΗΝ «ΛΥΧΝΙΑ» ΚΑΙ ΑΠΟ ΤΟ e-SHOP www.kraounakis.gr
Σιμόνα ξύπνησε κι άπλωσε το χέρι για να πάρει τσιγάρο από το κομοδίνο. Κοίταξε το ρολόι. Εφτά και μισή, σούρουπο Σαββάτου. Φύσηξε τον καπνό κι από το διπλανό δωμάτιο άκουσε πλαστικούς ήχους από εκρήξεις και έναν καταιγισμό από πυροβολισμούς. Μια μηχανική φωνή ανακοίνωσε, «Congratulations! You are the winner!». Ο Λένι, ο δεκαπεντάχρονος γιος της, ξεκίνησε ακόμα ένα παιχνίδι. Ήταν ο αδιαμφισβήτητος νικητής της «Επιχείρησης Πυρετός». Εδώ και λίγους μήνες είχε παρατήσει το σχολείο και η Σιμόνα δεν είχε προβάλει ιδιαίτερες αντιρρήσεις. Είχαν ανάγκη από χρήματα, όμως ο Λένι δεν σκόπευε να συνεισφέρει στο οικογενειακό εισόδημα. Ο Λένι ήθελε να γίνει πυγμάχος. Εκείνη σηκώθηκε, έκανε ντους, τσίμπησε από το κρύο, μεσημεριανό φαγητό που υπήρχε ακόμα στο τραπέζι και μπήκε στο δωμάτιο που έπαιζε ο Λένι. Τα χέρια του τράνταζαν ένα ηλεκτρονικό παιχνίδι και όλη η αγωνία ήταν ζωγραφισμένη στα σμιγμένα φρύδια του. «Πάω στη δουλειά», του είπε μαζεύοντας κάποια σκόρπια ρούχα από το πάτωμα. Ο Λένι δεν της έδωσε σημασία. «Κλείδωσε. Και να μην ανοίξεις σε κανέναν». Ένας εκκωφαντικός ήχος βγήκε από το παιχνίδι και ο Λένι την κοίταξε με μίσος. «Έχασα. Εξαιτίας σου». Η Σιμόνα κούνησε το κεφάλι και έφυγε. Έπρεπε να προλάβει το σωστό λεωφορείο, αυτό που έστριβε στην Ιερά Οδό, και την άφηνε κοντά στο Paradise, το μαγαζί που δούλευε. Από το λεωφορείο που ανέβαινε την Πειραιώς, δίπλα σε μεγαλοπρεπή, εγκαταλειμμένα κτήρια και άλλα που έμοιαζαν με ξεχασμένες αποθήκες, έβλεπε να περπατούν καλοντυμένες παρέες συζητώντας εύθυμα και να κατευθύνονται σε ένα στενό δρόμο που τους υποδείκνυε ένας άντρας με γαλάζια στολή. Η Σιμόνα ενστικτωδώς λούφαξε στο κάθισμά της, όμως αστραπιαία επικράτησε η λογική στο κεφάλι της που της είπε πως αυτός με τη γαλάζια στολή δεν ήταν αστυνομικός. Άλλη δουλειά έκανε, δεν καταλάβαινε τι, οδηγίες έδινε, το σώμα του δεν πρόδιδε εξουσία. Τότε μόνο πρόσεξε ότι είχαν προσπεράσει την Ιερά Οδό χωρίς να στρίψουν. Έτρεξε στον οδηγό, ήταν σίγουρη πως είχε πάρει το σωστό λεωφορείο, «Άλλαξε η διαδρομή, γίνονται έργα», της είπε αδιάφορα, κι αυτός με γαλάζια στολή, παρατήρησε η Σιμόνα, και μόνο που δεν πιάστηκαν στα χέρια για να της ανοίξει να κατεβεί εκεί, στα μισά της Πειραιώς. Έφτασε βρίζοντας στο Paradise και όσο να ’ναι ο θυμός είναι κακός σύμβουλος, όποιο επάγγελμα κι αν κάνεις. Ο Λένι βαριόταν μόνος στο σπίτι. Είχε ψάξει όλα τα συρτάρια της μάνας του και είχε βρει 20 ευρώ που με πολλή άνεση έχωσε στην πλαϊνή τσέπη της φαρδιάς του βερμούδας. Η Σιμόνα θα αργούσε να γυρίσει, ήξερε ο Λένι, έτσι πήρε τα τσιγάρα που βρήκε αφημένα στο κομοδίνο κι έφυγε από το σπίτι αφήνοντας τα φώτα αναμμένα. Πήγε με τα πόδια στην Ομόνοια, ζέστη, οι μετανάστες είχαν απλωμένη την πραμάτεια του σε ένα σεντόνι
ώστε να το μαζέψουν εύκολα και να το βάλουν στα πόδια αν εμφανιζόταν η αστυνομία. Ένας ψηλόλιγνος άντρας γλίστρησε σ’ έναν κινηματογράφο με φωτάκια που αναβόσβηναν. Ο Λένι χαμογέλασε ειρωνικά, αυτός μόνο έργα με μποξ ήθελε να βλέπει, όμως δεν παίζονταν πουθενά τέτοια, και τότε τους είδε από μακριά, την παρέα του, ανήλικοι σαν κι αυτόν, ένα πηγαδάκι πάνω στην πλατεία. «Τι γίνεται, Τζούνιορ;», είπε σε έναν χτυπώντας τον ελαφρά με τη γροθιά. Ήταν βράδυ. Οι πρώτοι πελάτες είχαν ήδη κλειστεί στα ατομικά δωματιάκια του Paradise με το κορίτσι των προτιμήσεών τους, το κορίτσι που εκπλήρωνε κάθε φαντασίωσή τους. Η μουσική έπαιζε δυνατά από τα διάσπαρτα ηχεία και τα κορίτσια περιφέρονταν ημίγυμνα, κουβαλώντας ποτά, και περίμεναν για ένα νεύμα του γεροδεμένου Ιβάν, αφεντικού εκεί μέσα. Δεν ήταν αυτό το αληθινό του όνομα, καμιά τους δεν ήξερε πώς λεγόταν πραγματικά, όμως εκεί μέσα τέτοιες λεπτομέρειες ήταν ασήμαντες, ή μάλλον, όσο λιγότερα ήξερες, τόσο πιο ήσυχος ήσουν. Μια γυναίκα με πλατινέ μαλλιά που την είχε στείλει ο Ιβάν πλησίασε τη Σιμόνα και της είπε να πάει στο ακριανό δωμάτιο. «Να τον περιποιηθείς αυτόν που σε περιμένει εκεί, μου είπε να σου πω», πρόσθεσε φεύγοντας ταλαντευόμενη στα ψηλοτάκουνα παπούτσια της. Η Σιμόνα σιχαινόταν να αγγίζει τις σάρκες όλων αυτών, προσπαθούσε να μην σκέφτεται όταν τα δάχτυλά της έρχονταν σε επαφή με το γυμνό τους δέρμα, όμως αυτός εδώ ήταν διαφορετικός, είχε κάτι διαφορετικό, ήταν νέος, δεν γνώριζε τίποτε γι’ αυτόν αν και είχε έρθει και άλλες φορές και ζητούσε εκείνη, διέθετε ωστόσο μια ευγένεια, ή μάλλον, μια γλυκύτητα σαν να την σεβόταν, όποτε της μιλούσε. Αν και δεν πολυμιλούσαν. Τι να έλεγαν άλλωστε; Εκείνο το βράδυ όμως κάτι συνέβη. Η σιωπή που υπήρχε ανάμεσά τους έκρυβε μια δόση αναμονής, προσδοκίας για κάτι. Η Σιμόνα έτριβε τρυφερά τα πόδια του, την πλάτη, τον αυχένα, σαν αυτό το σώμα να ήταν δικό της, σαν να το γνώριζε από καιρό, παρατηρούσε, χαρτογραφούσε τις λεπτομέρειες του, μια ελιά εδώ, ένα σημαδάκι εκεί, σκέφτηκε το Λένι, ένιωθε ενοχές που δεν ήταν μαζί του, που τον άφηνε τόσες ώρες μόνο, όμως τι άλλο μπορούσε να κάνει; Τότε ο άντρας της δήλωσε απαλά, «Νομίζω πως θα περνούσαμε πολύ καλά οι δυο μας. Θέλεις να σε πάρω από εδώ; Εγώ θα σε φροντίσω. Δεν θα χρειαστεί να ξαναγγίξεις κανέναν. Θα σε πάρω από εδώ. Ε, γλύκα; Τι λες;». Η Σιμόνα ένιωσε το σώμα της να φλέγεται. Ντράπηκε κάπως, θύμωσε, δεν ήξερε τι να πει. Οι κινήσεις της έγιναν πιο βίαιες αλλά ο άντρας ανασηκώθηκε και της έσφιξε τον καρπό. Την κοίταξε βαθιά στα μάτια. Η Σιμόνα σκέφτηκε πάλι τον Λένι. Ένιωθε σαν να την απειλούσε με το σώμα του. «Μη φοβάσαι. Θα περάσουμε καλά οι δυο μας». Άφησε το χέρι του να ακουμπήσει το μάγουλό της και η Σιμόνα έστρεψε απότομα το κεφάλι. Αυτός σηκώθηκε και ντύθηκε με αργές κινήσεις. Η Σιμόνα πρόσεξε το πορτοκαλί πουκάμισό
noir ιστορίες
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008 | 15
Φωτογραφία: Βίκυ Γεωργοπούλου
Λογοτέχνες γράφουν noir διήγημα στην «εφ». Σήμερα η Μαρία Φακίνου
Λένι, ο πυγμάχος του. Το στόμα της στεγνό. Αυτός άνοιξε την πόρτα και η μουσική χίμηξε στο δωμάτιο. Της έκλεισε το μάτι, «Δεν χανόμαστε», είπε και έφυγε αφήνοντας την πόρτα ανοιχτή. Η Σιμόνα σωριάστηκε στην καρέκλα. Πρώτη φορά σκέφτηκε πόσο ενοχλητικά δυνατή ήταν η μουσική. Ο Λένι καθόταν με την παρέα του στα σκαλοπάτια μιας σκοτεινής πολυκατοικίας. Μοιράζονταν μεταξύ τους μια μπίρα και τσιγάρα. Έλεγαν ανέκδοτα κι απίθανες ιστορίες ρίχνοντας φιλικές σπρωξιές ο ένας στον άλλον. Ο Λένι δεν συμμετείχε. Ένιωθε μελαγχολικός. Σηκώθηκε, χαιρέτησε και άρχισε να περπατά μόνος προς το σπίτι. Λίγα τετράγωνα πιο κάτω, σταμάτησε σ’ έναν πράσινο κάδο σκουπιδιών, κατέβασε το φερμουάρ και άρχισε να κατουράει. Κοίταξε ψηλά τον βραδινό ουρανό, πήρε μια βαθιά ανάσα, τα σκουπίδια βρώμαγαν, τα κτήρια ήταν θλιβερά, είχε ζέστη, τη σιχαινόταν αυτήν την πόλη, τις παρέες του, όσα έκανε εκεί, ήθελε να φύγει, να πάει στην Αμερική, να μάθει πυγμαχία, να ξεκινήσει από
το μηδέν, να ματώσουν οι γροθιές του όπως στην ταινία που ο Κλιντ Ήστγουντ εκπαιδεύει μια γυναίκα για να γίνει αστέρι του μποξ, Λένι «the million dollar boy!», είπε μόνος του δυνατά και δαγκώθηκε κι όπως στράφηκε για να φύγει, «Τι κάνεις εδώ ρε!», του λέει ένας άγνωστος ξαφνικά. «Σαν δε ντρέπεσαι! Τα χαρτιά σου ρε! Στους μπάτσους θα σε πάω, μ’ ακούς;». Ο Λένι είχε βουβαθεί, δεν τον είχε ακούσει να πλησιάσει. «Θα σου μάθω εγώ να κατουράς όπου βρεις. Θα στον κόψω σύρριζα, μ’ ακούς;», είπε υψώνοντας κι άλλο τη φωνή. Ο Λένι έκανε να φύγει, όμως ο άλλος τον είχε κολλήσει με την πλάτη στον κάδο. Ο άντρας τον πλησίασε, κόλλησε σχεδόν πάνω του με το πορτοκαλί του πουκάμισο και συνέχισε να τον απειλεί, ο Λένι δεν τον άκουγε πια, μόνο ένιωθε τα σάλια του να εκσφενδονίζονται στο πρόσωπό του, «πώς σε λένε ρε;», ο Λένι ψέλλισε το όνομά του, «πιο δυνατά!», ο Λένι πιο δυνατά, «Λένιν;», ρωτά θυμωμένος και με την παλάμη του γραπώνει το Λένι απ’ τον λαιμό και αρχίζει να τον τραντάζει, ο Λένι πνίγεται, ένα περιπολικό ακούγεται από μα-
κριά, ο Λένι σφίγγει τις γροθιές του, ο άλλος τον κρατά σφιχτά από τον λαιμό, ο Λένι κουνιέται βίαια, άγαρμπα, προσπαθεί να ξεφύγει, σηκώνει το δεξί του χέρι και καταφέρνει να τον χτυπήσει στο μάτι, ο άντρας αιφνιδιάζεται κι η λαβή του χαλαρώνει και τότε ο Λένι θυμάται όλες τις ταινίες με πυγμαχία που έχει δει και αρχίζει αδέξια, στα τυφλά να χτυπά τον άντρα στην κοιλιά, στο πρόσωπο, στο στήθος, ο άντρας παραπαίει διπλωμένος στα δύο, ο Λένι έχει ιδρώσει, αίμα τρέχει από το στόμα του και τότε ακούει, ακούει το πλήθος που φωνάζει ρυθμικά το όνομά του, χιλιάδες άγνωστοι τον αποθεώνουν στο μεγαλύτερο
ρινγκ που έχει ποτέ του φανταστεί, χτυπούν τα πόδια ρυθμικά στις κερκίδες και ανάμεσά τους η παρέα του, είναι κι αυτοί εκεί, υψώνουν τις γροθιές τους, τον ενθαρρύνουν, και στην πρώτη σειρά, σαν βασίλισσα, η Σιμόνα, όρθια, «Τσάκισε τον, αγόρι μου! Μην τον λυπάσαι! Δείξ’ τους ποιος είσαι!», του φωνάζει η μάνα του, κι ο Λένι, αιμόφυρτος, σαν σακί δίπλα στον κάδο με τα σκουπίδια, χαμογελά, καθώς ο άντρας τον κλωτσά ανελέητα μέχρι που η ανάσα του Λένι κόβεται και τα πάντα γύρω του, σαν ένα αόρατο χέρι να έκλεισε τους προβολείς, σκοτεινιάζουν.
Ποια είναι
Η Μαρία Φακίνου γεννήθηκε το 1976 και εμφανίστηκε στα γράμματα πρώτη φορά το 2007, με το μυθιστόρημα «Το καπρίτσιο της κυρίας Ν.» (εκδ. Καστανιώτη). Το «Λένι, ο Πυγμάχος» είναι το πρώτο νουάρ διήγημά της.
συνέντευξη
16 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008
Φωτογραφία: Βασίλης Μαθιουδάκης
BORN TO BE BEAUTIFUL «Όχι δεν έχω μελαγχολήσει με την ηλικία μου,μια χαρά είμαι», λέει η Αλέκα Παΐ ζη, που φωτογραφίζεται στο μπαλκόνι του σπιτιού της. «Δεν είχα ποτέ πρόβλημα με την εμφάνιση μου. Άρεσα πάντα, και τώρα ακόμη νομίζω πως οι άνθρωποι με βλέπουν ευχάριστα.”
Αλέκα Παΐζη «Δεν με απορρόφησε η τέχνη, η ζωή με απορρόφησε» Στις «Ιστορίες από το δάσος της Βιέννης» του Έντεν φον Χόρβατ, υποδύεται τη γιαγιά. «Είμαι η αρχαία του θιάσου», λέει η Αλέκα Παΐζη και μας δίνει το ελεύθερο να πιάσουμε τη... σκαπάνη και να φέρουμε στο φως ιστορίες μιας συναρπαστικής διαδρομής. Από την Κατερίνα Κόμητα
Γοητευτική, με αίσθηση του χιούμορ, που τη διατηρεί ακόμα κι όταν μιλά για τους δύσκολους καιρούς της Κατοχής και, αργότερα, της εξορίας, αλλά και με τόνους θετικής ενέργειας, ζωντάνιας και αμείωτου ενθουσιασμού για το θέατρο -παρά τις έξι δεκαετίες της στο σανίδι-, η Αλέκα Παΐζη δεν φαίνεται να το βάζει κάτω μπροστά σε καμία πρόκληση, ούτε καν σε αυτή του χρόνου. Στη συνέντευξη που μας παραχώρησε, μιλά για αγαπημένους ανθρώπους, για τόπους και για εμπειρίες αλλά, κυρίως, για την απόλαυση του να αφήνεσαι να απορροφηθείς από τη ζωή. Την απόλαυση του να περπατάς όλο το δρόμο, του να πηγαίνεις παρακάτω. Κυρία Παΐζη, έχετε ζήσει μια αρκετά ταραχώδη ζωή… Τα βάσανα άρχισαν από νωρίς, αυτό είναι αλήθεια. Ο πατέρας μου ήταν καπνοβιομή-
χανος και δεν μας έλειπαν οι ανέσεις. Το μονοπώλιο του καπνού, βέβαια, τ’ άλλαξε όλα: ο Παπαστράτος αγόρασε τις καπνοβιομηχανικές εταιρείες και εμείς μπήκαμε σε περιπέτειες. Ο πατέρας μου, με την αποζημίωση που πήρε, προσπάθησε να ορθοποδήσει κάνοντας διάφορες δουλειές. Δεν τα κατάφερε. Η Κατοχή μάς ανάγκασε να φάμε τις οικονομίες μας ώσπου τελικά μείναμε στον άσσο. Κι έτσι, βγαίνοντας στο θέατρο το 1942, δεν είχα τίποτα. Πεινάσατε στην Κατοχή; Βέβαια. Όλοι οι καλλιτέχνες του Εθνικού πεινάσαμε επί Κατοχής. Θυμάμαι ότι είχαμε δύο παραστάσεις τη μέρα και μας δίνανε μόνο ένα μικρό φλιτζανάκι του καφέ με τη μικρή μικρή μαύρη σταφίδα κι ένα κομματάκι παστέλι. Εγώ εκείνη την περίοδο είχα πάθει αβιταμίνωση. Μετά ήρθαν τα συσσίτια με τα
φασόλια που είχαν δυο σταγόνες λάδι…. Είναι αλήθεια πως το άδειο στομάχι οδηγεί στην πολιτικοποίηση; Πιθανόν, γιατί όχι; Ιδιαίτερα όταν η πείνα έρχεται νωρίς… Ο πατέρας μου δεν ενδιαφερόταν για την πολιτική, εγώ και τα αδέρφια μου όμως ήμασταν όλοι αριστεροί. Δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς. Βρεθήκαμε μέσα στον αναβρασμό… Ξέρεις πως στη διάρκεια της Κατοχής τυπώθηκε στο σπίτι μου ο πρώτος «Ριζοσπάστης»; Ήταν στο σπίτι του πρώτου μου άνδρα, στην Αγία Ελεούσα, μια γειτονιά αραιοκατοικημένη, ό,τι πρέπει για μυστικότητες. Η οργάνωση έφερε στο σπίτι έναν νεαρό Αρμένη τυπογράφο κι ένα τεράστιο μηχάνημα με δυο πλάκες. Παλεύαμε μέρα-νύχτα να το κάνουμε να δουλέψει σωστά, αλλά όλες οι προσπάθειες απέβαιναν άκαρπες· το μηχάνημα δεν τύπωνε, έβγαζε
χαρτιά γεμάτα μουντζούρες, κι εγώ τα έκαιγα στο πλυσταριό. Και ξαφνικά, μια μέρα τα γράμματα βγήκαν καθαρά! Δεν φαντάζεσαι τη χαρά μου. Ήταν ο πρώτος «Ριζοσπάστης», κι είχε μέγεθος τετραδίου. Μετά βέβαια, αρχίσαμε να ανησυχούμε για όλα εκείνα τα μηχανήματα. Αποφασίσαμε να θάψουμε το τυπογραφικό μηχάνημα και ό,τι άλλο είχαμε χρησιμοποιήσει στον κήπο. Κάποια άλλα, που είχαν ξεχαστεί μέσα στο σπίτι, τα κρύψαμε σε διάφορα σημεία, ακόμα και κάτω από το πιάνο. Αργότερα, όταν αναγκαστήκαμε να πουλήσουμε το σπίτι για να αγοράσουμε τρόφιμα, αναρωτιόμουν αν οι καινούριοι ένοικοι τ’ ανακάλυψαν, προσπαθώντας να φυτέψουν κανά δεντράκι… Πάντως δεν μας μαρτύρησε κανείς. Εκτός από την παράνομη δράση σας στα χρόνια της Κατοχής, είχατε και το θέατρο...
συνέντευξη
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008 | 17
Θεατρικό μανιφέστο κατά της ανθρώπινης ανοησίας Η Αλέκα Παΐζη πρωταγωνιστεί αυτό το καλοκαίρι, στο έργο «Ιστορίες από το δάσος της Βιέννης», μια συμπαραγωγή του Εθνικού Θεάτρου με το Φεστιβάλ Αθηνών, σε σκηνοθεσία Γιάννη Χουβαρδά, που ανεβαίνει από τις 27 έως τις 30 Ιουνίου στην Πειραιώς 260. Η ίδια δηλώνει ότι «ως η μοναδική αρχαία του θιάσου χαίρεται να συνεργάζεται με τα νεαρότερα μέλη του θιάσου που «είναι πολύ καλά παιδιά και πολύ δουλευταράδες». Υποδύεται το ρόλο της γιαγιάς, σε ένα έργο «πολύ ενδιαφέρον και απαιτητικό», όπως η ίδια το χαρακτηρίζει και υπό την σκηνοθετική μπαγκέτα «ενός πολύ ακριβούς σκηνοθέτη» - ο οποίος με αυτή την παράσταση υπογράφει την πρώτη του σκηνοθεσία ως διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου. Το έργο του Έντεν φον Χόρβατ – που έχασε τη ζωή του όταν έπεσε και τον πλάκωσε ένα δέντρο! – εκτυλίσσεται στη μεσοπολεμική Βιέννη του εκκολαπτόμενου εθνικοσοσιαλισμού. Ο Χόρβατ σκιαγραφεί με αδρές γραμμές μια κοινωνία μικροαστών και υποκριτών, που δεν θέλουν να δουν τον επερχόμενο ζόφο: δεν θέλουν ή δεν μπορούν να δουν, εξαιτίας της βλακείας στην οποία έχουν παραδοθεί; Κοιτώντας πίσω από τις μάσκες, ο συγγραφέας αποκαλύπτει τη δύναμη της ανθρώπινης ανοησίας σε όλο το θλιβερό μεγαλείο της.
Το θέατρο είναι μέσα στον άνθρωπο. Από παιδιά παίζουμε κάτι, παριστάνουμε κάτι. Όταν έδωσα εξετάσεις στο Εθνικό, δεν ήμουν αποφασισμένη ότι ήταν αυτό που ήθελα να κάνω στη ζωή μου. Βρέθηκα, όμως, εκεί, με τον Αλέξη Δαμιανό και τη Μελίνα Μερκούρη, σε εκείνα τα δύσκολα χρόνια της Κατοχής. Στις τελικές εξετάσεις, η Μελίνα ανησυχούσε για το ότι δεν είχα κάτι καλό να φορέσω και μου έστειλε τη μαμά της με μια αρμαθιά φουστάνια. Εγώ δεν υπέκυψα. Έραψα στη μοδίστρα της γειτονιάς τη δική μου φορεσιά – όχι βασίλισσας, όπως των άλλων, αλλά ακολούθου. Αρχικά είχαμε μια πολύ καλή σχέση με τη Μελίνα. Μετά, όμως, απομακρυνθήκαμε, γιατί εγώ ανακατεύτηκα πολύ με τα πολιτικά. Περιμένατε πολύ για τον πρώτο ρόλο; Τότε, στο Εθνικό προσλαμβάνανε έναν-δυο από τους τελειόφοιτους της Σχολής. Στις εξετάσεις, λοιπόν, πίστεψαν ότι είμαι καλή και με προσλάβανε. Έπαιξα αμέσως και καλά πράγματα. Είχα μάλιστα καλές κριτικές και από τους Γερμανούς, που ήταν ιδιαιτέρως θεατρόφιλοι, κι εκείνη την εποχή έβγαζαν εφημερίδα με κριτική στήλη. Αργότερα, όταν πλάκωσε ο εμφύλιος, έφυγα και δούλεψα στους «Ενωμένους καλλιτέχνες», έναν αριστερό θίασο που δημιουργήθηκε εκείνη την εποχή. Εκεί δούλεψα για αρκετά χρόνια.
Φιλάρεσκη και στην εξορία... Η εξορία πώς ήρθε; Ένα πρωί, αξημέρωτα, ήρθαν στο πατρικό μου να με πάρουν. Εγώ σε όλη την Κατοχή και, παρά την έλλειψη ανέσεων, πλενόμουν καθημερινά στο πλυσταριό της μαμάς μου, με μια γκαζιέρα κι ένα κατσαρόλι. Δυστυχώς, εκείνη την ημέρα ήρθαν χωρίς να έχω προλάβει να πλυθώ, πρόλαβα όμως να βάλω ένα ένα κολιέ από κοράλλια κι ένα φόρεμα με κοραλί λουλούδια. Ήμουν πάντα φιλάρεσκη… Έτσι έγινε η πρώτη μου ανάκριση. Μετά με στείλανε εξορία. Έμεινα κάπου τρία χρόνια στο Τρίκερι και στο Μακρονήσι. Η εξορία βέβαια δεν τέλειωσε ποτέ. Ήμουν αδειούχος εξόριστος όλη μου τη ζωή, μέχρι που ήρθε η χούντα και μπόρεσα να φύγω στο εξωτερικό. Τι θυμάστε απ’ αυτή την εμπειρία; Η μεταφορά στο Μακρονήσι ήταν τραγική. Είχαν προηγηθεί απειλές, εξαντλητικά καψόνια, μηνύματα ότι πάμε στο θάνατο. Στο νησί
γίνονταν πράγματα φοβερά. Ταλαιπωρίες σωματικές, ύπουλη εξόντωση. Τη μέρα που έγινε η οργανωμένη επίθεση στον καταυλισμό των γυναικών, ούρλιαζαν οι ντουντούκες από τα ξημερώματα, με απειλές για το τι θα μας έβρισκε αν δεν υπογράφαμε. Εκείνη τη μέρα έγιναν εγκεφαλικές διασείσεις, έσπασαν σπονδυλικές στήλες, γέμισαν τα λεωφορεία τραυματισμένες. Θυμάμαι μια κοπέλα που ούρλιαζε όλη νύχτα: «Χτυπάτε, χτυπάτε, χτυπάτε, χτυπάτε, φασίστες… Ποιον να αποκηρύξω μωρέ; Το αίμα του αδερφού μου;». Γιατί βέβαια στο Μακρονήσι βρέθηκαν και κοπέλες που εξορίστηκαν μόνο και μόνο επειδή είχαν έναν αδερφό αντάρτη, για παράδειγμα. Ναι, ήταν άσχημα τα πράγματα τότε.
«Η τέχνη είναι τσαχπίνα, σου ξεφεύγει» Επιστρέφοντας στο θέατρο... Από τους ρόλους που παίξατε, ξεχωρίζετε κάποιους; Όλα τα παιδιά μας τα αγαπάμε το ίδιο. Άλλωστε, κανένας ρόλος δεν έχει τέλος. Απλώς φτάνεις σε ένα σημείο που λες: μέχρι εδώ· τόσο το μπόρεσα. Γιατί η τέχνη είναι τσαχπίνα πολύ, είναι μεγάλη μπερμπάντισσα· σου ξεφεύγει, δεν τελειώνει ποτέ. Ποια είναι η βαθύτερη αιτία που σπρώχνει κάποιον να ασχοληθεί με την τέχνη; Πιστεύω ότι το κάνεις γιατί σου αρέσει, και όχι για να δοξαστείς. Κανείς δεν αρνείται, βέβαια, τη δόξα, όμως τα πράγματα αυτά ξεκινούν από αγάπη, από ευχαρίστηση. Τους αγαπούσα τους ρόλους μου. Υπάρχει κάποιος ρόλος που ονειρευτήκατε να παίξετε και δεν έτυχε; Έχετε κάποιο καλλιτεχνικό απωθημένο; Τέτοια συναισθήματα δεν έχω. Μακάρι να έχω παίξει πολύ καλά τους ρόλους που έπαιξα. Είδατε το επάγγελμα του ηθοποιού να αλλάζει με τα χρόνια; Στο επάγγελμα του ηθοποιού υπήρχε πάντα και εξακολουθεί να υπάρχει κρίση. Η δουλειά αυτή απαιτεί πολλές ώρες εργασίας, και κάνοντάς την δεν είσαι ποτέ εξασφαλισμένος. Αυτά είναι πράγματα που δεν θα αλλάξουν ποτέ. Βεβαίως, με τα ταμεία των Κρατικών Θεάτρων έχεις μια οικονομική εξασφάλιση, η οποία όμως μπορεί να είναι και επικίνδυνη· δηλαδή, να μην είσαι ευχαριστημένος και να παραμένεις μόνο και μόνο γιατί έχεις εξασφαλίσει το ψωμί σου. Με τους αγώνες των ηθοποιών και την ύπαρξη του
ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΟΥΒΑΡΔΑΣ Με τις «Ιστορίες απο το δάσος της Βιέννης» ο πρώην κύριος Αμόρε υπογράφει την πρώτη του σκηνοθεσία ως διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου.
ΕΝΤΕΝ ΦΟΝ ΧΟΡΒΑΤ «Αγαπούσε τον τρόμο, αλλά όχι με τρόπο παιδικό, αισθητικό, λογοτεχνικό», έγραψε ο Κλάους Μαν για τον αποκαλούμενο και Ποιητή της Βιέννης.
σωματείου έχουμε κερδίσει, φυσικά, ορισμένα πράγματα, αλλά η ανεργία είναι ανεργία...
Πριν από λίγους μήνες ποζάρατε γυμνή για το γνωστό λεύκωμα του Τάκη Διαμαντόπουλου. Δεδομένης της ηλικίας σας, το είδατε σαν μια πρόκληση; Ο Διαμαντόπουλος είναι ένας πολύ καλός καλλιτέχνης και πολύ καλός συνεργάτης. Μου έκανε την πρόταση και δέχτηκα. Γιατί όχι; Δεν έχω μελαγχολήσει με την ηλικία μου. Δεν εχθρεύομαι το πρόσωπό μου και την παρουσία μου. Μια χαρά είμαι, δόξα τω θεώ. Δεν είχα ποτέ πρόβλημα με την εμφάνισή μου, ούτε ως κορίτσι ούτε ως γυναίκα. Άρεσα πάντα, και τώρα ακόμα νομίζω πως οι άνθρωποι με βλέπουν ευχάριστα, δεν τους απωθώ. Δεν είπα ποτέ «αχ! να ήμουνα 15 χρονώ». Άλλωστε, ακόμα και η σωματική έλξη για το άλλο φύλο έχει τη δική της διάρκεια σε όλες τις ηλικίες –με διακυμάνσεις βέβαια– και τη δική της διαδρομή. Το σεξουαλικό είναι ένα πράγμα διάχυτο. Τα πάντα είναι σεξουαλικά τελικά, ένα χέρι που έχει συνηθίσει να ακουμπά και να το ακουμπούν… όλα αυτά είναι επικοινωνίες που έχουν επίδραση στο σώμα. Το σώμα αναπνέει, δεν είναι αμέτοχο. Δεν έχει πάψει η εκτίμησή μου σε αυτά τα θέματα, και η ανθρώπινη παρουσία για μένα εξακολουθεί να έχει μεγάλη σημασία. Γι’ αυτό, δεν ανησυχώ για την εμφάνισή μου… Ούτε για το θάνατο ανησυχώ.
«Για το κοινό παίζουμε, δεν κάνουμε το χόμπι μας» Τι είναι αυτό που σας έκανε να φτάσετε μέχρι εδώ; Το ταλέντο; Απλώς μου αρέσει αυτό που κάνω. Δεν έχω να πω τίποτα άλλο. Επίσης αυτό που πάντα ήθελα και επιδίωκα είναι να βρίσκομαι σε χώρους όπου δουλεύουν πραγματικά, με ανθρώπους με τους οποίους μπορώ να συνεργαστώ, χωρίς… υπόγεια ρεύματα. Βοηθιέσαι πολύ όταν οι άλλοι με τους οποίους συνεργάζεσαι λειτουργούν συναδελφικά. Γιατί σ’ αυτή τη δουλειά έχεις μεγάλη ανάγκη τον άλλον. Θα μου πεις, όλοι έχουν ανάγκη τους άλλους… Όμως δεν είναι έτσι. Για παράδειγμα, ο ζωγράφος κάποια στιγμή θα μείνει μόνος με το αντικείμενό του. Εμείς, από την ώρα που μπαίνουμε στο θέατρο, τους έχουμε ανάγκη όλους: από το συνάδελφο ηθοποιό μέχρι το θυρωρό. Ποιο ρόλο λέτε ότι παίζει το κοινό σε μια παράσταση; Νομίζω ότι κανείς δεν παίζει αμέτοχος από το κοινό. Γι’ αυτό παίζουμε. Αλλιώς θα κάναμε το χόμπι μας μεταξύ μας. Απευθυνόμαστε στον κόσμο και τον έχουμε ανάγκη, αλλά όχι στο βαθμό που να κάνουμε πράγματα μόνο και μόνο για να αρέσουμε. Το όμορφο είναι ότι όταν επικοινωνείς με τον κόσμο, το πιάνεις, είναι κάτι που αιωρείται. Κι αυτή η επαφή προσφέρει μεγάλη ικανοποίηση. Νιώσατε ποτέ ότι σας απορρόφησε η τέχνη σε βαθμό που να το μετανιώσετε; Η ζωή με απορρόφησε, όπως όλους τους ανθρώπους. Ο δρόμος, για να το πω διαφορετικά. Μωρό ακόμα, έβλεπα ότι υπήρχε μια πόρτα, κι από κει μπαινόβγαιναν πολλοί. Έτσι μια μέρα την πέρασα κι εγώ αυτή την πόρτα, και ξέρεις πού έφτασα; Στα τείχη της πόλεως· εκεί όπου τελειώνει το Ηράκλειο… Οι γονείς μου είχαν βέβαια πεθάνει από την αγωνία τους, μ’ έψαχναν σαν τρελοί, μέχρι που βάλανε έναν ντελάλη να φωνάζει με την ντουντούκα: «Χάσαμε ένα παιδί! Χάσαμε ένα παιδί!». Όταν με βρήκαν, κρατούσα το ένα μου παπούτσι στο χέρι. Φαίνεται πως με είχε πονέσει και γι’ αυτό το είχα βγάλει. Πού πήγαινα, ποιος ξέρει… Απλώς περπατούσα. Από τότε, λοιπόν, φαινόταν πως θα περπατήσω πολύ στη ζωή μου…
Info Έντεν φον Χόρβατ, «Ιστορίες από το Δάσος της Βιέννης» Μετάφραση: Γιώργος Δεπάστας Σκηνοθεσία: Γιάννης Χουβαρδάς Σκηνικά – Κοστούμια: Herbert Murauer Μουσική επεξεργασία: Νίκος Πλάτανος Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος Μουσική διδασκαλία: Μελίνα Παιονίδου Παίζουν: Νίκος Κουρής, Όλγα Δαμάνη, Αλέκα Παΐζη, Γιώργος Γλάστρας, Θέμις Μπαζάκα, Δημήτρης Ήμελλος. Ακύλλας Καραζήσης, Δανάη Θέμελη, Αντωνία Καούρη, Γιώργος Τζαβάρας, Θεμιστοκλής Πάνου, Αγγελική Παπούλια, Οδυσσέας Παπασπηλιόπουλος. Πειραιώς 260, Χώρος Η | 27 - 30.06.2008, 21:00
18 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008
θέμα
Φωτογραφία: Βίκυ Γεωργοπούλου
Η ΕΙΚΟΝΑ ΤΟΥ ΕΞΩΦΥΛΛΟΥ Λευτέρης Βογιατζής, Χρήστος Λούλης και Μηνάς Χατζησάββας, λίγο πριν αρχίσει ακόμα μια πρόβα στο Μικρό Θέατρο της Επιδαύρου.
θέμα
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008 | 19
Φιλοκτήτης Αυτό που είναι ο άνθρωπος Με τον δικό του «Φιλοκτήτη», που παρουσίασε για πρώτη φορά στο Μόναχο το 1968, ο Χάινερ Μίλερ ανοίγει έναν εκρηκτικό διάλογο με το αρχαίο δράμα. Αντλώντας τις πρώτες ύλες του από την τραγωδία του Σοφοκλή, συγκροτεί ένα σύμπαν σύγχρονο, βίαιο, απόλυτα ανθρώπινο. Οι τρεις ηθοποιοί που θα ζωντανέψουν στη σκηνή της Μικρής Επιδαύρου το έργο του συγγραφέα, μιλούν για το πάντα επίκαιρο κείμενο και τη συνεργασία τους με τον σπουδαίο σκηνοθέτη Ματίας Λάνγκχοφ. Από τη Νίκη Ορφανού
ΛΕΥΤΕΡΗΣ ΒΟΓΙΑΤΖΗΣ
«Δεν πιστεύω στους ιερούς σκοπούς, ούτε στα οράματα» Ο Λευτέρης Βογιατζής υποδύεται τον Οδυσσέα. Μαζί του είχαμε την ακόλουθη συζήτηση. Ήταν δύσκολο να αφεθείτε, όντας ο ίδιος σκηνοθέτης, στα χέρια του Λάνγκχοφ να σας σκηνοθετήσει; Όχι, καθόλου. Είναι δυο διαφορετικές δουλειές, αυτή του ηθοποιού και αυτή του σκηνοθέτη. Μπορεί κάπου να ταυτίζονται, η μια να έχει μέσα της την άλλη. Ο ηθοποιός καλό είναι να έχει μέσα του μια αίσθηση σκηνοθέτη, για να μπορεί να συλλαμβάνει ορισμένα στοιχεία που του είναι απαραίτητα για τη δουλειά του ως ηθοποιού. Όπως και ένας σκηνοθέτης καλό θα είναι να γνωρίζει ορισμένες από τις διαδικασίες του ηθοποιού - αυτό είναι ακόμη πιο σημαντικό. Το πρώτο μπορεί κανείς να το δει μ’ ένα ερωτηματικό, το δεύτερο χωρίς κανένα. Δυστυχώς, η γνώση του τι είναι ένας ηθοποιός είναι σπάνια από την πλευρά των σκηνοθετών… Πώς βλέπετε το σκηνοθέτη Λάνγκχοφ; Είναι σημαντικός, με μακρά πορεία στο γερμανικό θέατρο. Είναι επίσης ένας εξαιρετικός άνθρωπος, πολύ έντιμος, και αυτό για μένα μετράει πολύ στο θέατρο, όχι μόνο στο επίπεδο της ανθρώπινης επαφής αλλά και της καλλιτεχνικής δουλειάς. Το να είσαι έντιμος, βέβαια, δυσκολεύει τα πράγματα, δεν τα διευκολύνει, για μένα, όμως, η εντιμότητα είναι πάντα το ζητούμενο. Μιλώντας για τον Λάνγκχοφ απ ‘αυτή την πλευρά, της αξίας του ανθρώπου, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είναι σπουδαίος. Από κει και πέρα, η έλλειψη γνώσης της γλώσσας είναι ένα τεράστιο πρόβλημα, όχι μόνο στην επιφάνεια των πραγμάτων, που είναι η καθημερινή επικοινωνία, αλλά και στην ουσία.
Εννοείτε ότι το φράγμα της γλώσσας δεν επέτρεψε να δουλέψετε πλήρως το κείμενο και τους ρυθμούς του; Ναι. Οπωσδήποτε, είμαι ευχαριστημένος που μου δόθηκε η ευκαιρία να έρθω σε επαφή μ’ ένα κείμενο του Μίλερ, ομολογώ ότι μέχρι τώρα είχα κοιτάξει πολύ επιπόλαια τη δουλειά αυτού του συγγραφέα. Βέβαια, ξέρω καλά ότι ακόμα και τους ανθρώπους του θεάτρου μπορεί να τους ξενίσει μια τέτοια γλώσσα σαν αυτή του συγγγραφέα, η οποία φαίνεται, λόγω της ακρίβειάς της, πολύπλοκη. Κατά βάθος δεν είναι. Με λίγη προσοχή, εύκολα κανείς διακρίνει ένα σύμπαν που παραπέμπει σε σαφή νοήματα και ψυχισμούς. Είναι ένα σύμπαν που μιλά, κατά τη γνώμη μου, για την αίσθηση καταστροφής (και αυτοκαταστροφής) του ανθρώπου με τρόπο μοναδικό. Ποιος είναι ο ρόλος του Οδυσσέα, τον οποίο θα υποδυθείτε, μέσα σ’ αυτό το σύμπαν; Εμφανίζεται πολύπλοκος, λόγω της οξύνοιάς του, της ικανότητάς του να βρίσκει πάντα τρόπο να χειραγωγεί τους άλλους και να επιζεί. Δεν πρέπει να ξεχνάμε, όμως, ότι είναι κάποιος που προσπάθησε να αποφύγει την ένταξή του σ’ αυτόν τον πόλεμο. Είναι ένα στοιχείο του μύθου που επιλέγει ο Μίλερ να κρατήσει και στη δική του εκδοχή, όχι χωρίς λόγο. Γιατί στη σκέψη του Μίλερ οι άνθρωποι δεν γεννιούνται με φωτοστέφανο, ή, αντίθετα, βουτηγμένοι στην κακία. Είναι, μάλλον, η περιπέτεια της ζωής, εδώ ο πόλεμος, που τους αλλοιώνει, τους χαλάει, τους ασχημαίνει, τους αποδυναμώνει. Παραμένουν όμως, μ’ όλα τους τα ελαττώματα, άνθρωποι. Ο «Φιλοκτήτης» του Μίλερ είναι ένα βαθιά πολιτικό έργο, που, αν μας δυσκολεύει είναι επειδή μας λείπει η άμεση γνώση των συνθηκών που επικρατούσαν στην ανατολική Γερμανία, μια εμπειρία απολύτως απαραίτητη για να παίξεις το έργο αυτό. Βέβαια, η
αλήθεια είναι ότι δεν υπάρχει τίποτα που να μην είναι μέσα μας, απλά πρέπει να κάνουμε ένα κλικ να το ανακαλύψουμε. Αυτό το κλικ, όμως, δεν είναι πάντα εύκολη υπόθεση. Ο Οδυσσέας φαίνεται να θεωρεί ότι ο σκοπός αγιάζει τα μέσα κι ότι αυτό νομιμοποιεί τις πράξεις του. Φυσικά, αλλιώς δεν θα μπορούσε να επιζήσει. Δεν είναι τυχαίο το ότι ο Οδυσσέας δεν ήθελε να πάει στον πόλεμο, έκανε μάλιστα τον τρελό όταν πήγαν να τον πάρουν. Φανερώνει τον άνθρωπο που ήταν κάποτε, πριν αναγκαστεί από τις συνθήκες να πάρει άλλο δρόμο… Μόνο που τώρα είναι αυτός που είναι, δεν μπορεί να κάνει διαφορετικά. Προς το τέλος τον βλέπουμε πιο ευάλωτο. Την ίδια ώρα, όμως, που φιλοσοφεί πάνω από το πτώμα του Φιλοκτήτη, την ίδια ώρα συλλαμβάνει και μια νέα ιδέα σωτηρίας. Από μια άποψη, αυτό είναι που τον κάνει ζωντανό… Μακάρι να έβαζε την ικανότητά του αυτή στην υπηρεσία άλλων σκοπών! Πιστεύετε ότι υπάρχει σκοπός που αγιάζει τα μέσα; Δεν πιστεύω στους ιερούς σκοπούς ούτε στα οράματα. Όραμα; Δεν μπορώ να ακούω καν αυτή τη λέξη. Ας μην ξεγελιόμαστε από μεγάλες λέξεις όπως αυτή. Γιατί αυτομάτως δημιουργεί ένα είδος θεότητας. Στο θέατρο, για παράδειγμα, για όσους τουλάχιστον ξέρουμε τα πράγματα από μέσα, δεν υπάρχει τέτοιο πράγμα. Το θέατρο είναι μια περιπέτεια στην οποία μπαίνεις μαζί με άλλους. Η ίδια η δημιουργία είναι ένα πράγμα απλό, όχι κάτι περίπλοκο, όπως πάνε να το παρουσιάσουν ορισμένοι. Είναι μια λειτουργία, μια δουλειά, μια ανάγκη. Ο τρόπος που απολαμβάνει κανείς τη φύση ζώντας την, επιτρέποντάς της να τον αλλάξει, αυτό είναι επίσης δημιουργία. Συνεπώς όλοι οι άνθρωποι είναι δημιουργοί; Σαφώς. Μόνο που δεν το ξέρουν. Δυστυχώς, νομίζουν ότι οι δουλειές που κάνουν είναι
Το θέατρο είναι μια περιπέτεια στην οποία μπαίνεις μαζί με άλλους. Η ίδια η δημιουργία είναι ένα πράγμα απλό, όχι κάτι περίπλοκο, όπως πάνε να το παρουσιάσουν ορισμένοι. Είναι μια λειτουργία, μια δουλειά, μια ανάγκη.
θέμα
20 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008
απλά δουλειές, γι’ αυτό υποτιμούν τον εαυτό τους, ενώ πιστεύουν εσφαλμένα ότι μόνο η δουλειά των καλλιτεχνών είναι πραγματική δημιουργία. Νιώθετε έτοιμος για το ρόλο; Όχι καθόλου. Όχι, γιατί οι συνθήκες δεν ήταν καλές. Υπάρχει τρομερό άγχος –και όλα αυτά τα προβλήματα με τους αρχαιολόγους δεν έχουν βοηθήσει να νιώσουμε καλύτερα, βέβαια. Πολλά πράγματα έχουν μείνει ακόμα πολύ σκοτεινά μέσα στο κείμενο, υπάρχουν φράσεις που δεν ξέρουμε προς τα πού πάνε. Αυτό είναι πρόβλημα. Εξάλλου, τι σημαίνει να είναι κανείς έτοιμος; Ποτέ δεν έχεις τα λόγια έτοιμα όταν ανεβαίνεις στη σκηνή. Γιατί ξαφνικά ανοίγει ένα τελείως διαφορετικό πεδίο τη στιγμή που βγαίνεις στη σκηνή. Κι όταν μπουν οι θεατές, τότε το πεδίο ανοίγει ακόμα περισσότερο -είτε αρνητικά είτε θετικά-, το οποίο σου αποδεικνύει σε μια στιγμή ότι πράγματα που έπαιρνες για σίγουρα δεν ήταν καθόλου δεδομένα. Τίποτα δεν ξέρεις μέχρι να μπει στο χώρο το κοινό. Για το κοινό γίνεται όλη αυτή η ιστορία που ονομάζουμε τέχνη.
ΜΗΝΑΣ ΧΑΤΖΗΣΑΒΒΑΣ «Βρίσκομαι σε πόλεμο με τον ίδιο μου τον εαυτό»
Ο Μηνάς Χατζησάββας είναι ο Φιλοκτήτης. Οι απόψεις του καταγράφονται στη συνομιλία που ακολουθεί: Είναι η δεύτερη φορά που συνεργάζεστε με τον Ματίας Λάνγκχοφ. Πώς θα περιγράφατε αυτή την εμπειρία;
Η πρώτη συνεργασία, στις «Βάκχες» το 1997, νόμιζα ότι ήταν η πιο σημαντική εμπειρία μου στο θέατρο. Αυτή αποδεικνύεται το ίδιο σημαντική με την πρώτη. Μόνο που, αυτή τη φορά, είναι μια εμπειρία πολύ πιο επώδυνη, καθώς μου ζητούνται πράγματα πολύ πιο δύσκολα. Σε μια συζήτηση που είχα με τον Λάνγκχοφ, του θύμισα ότι, κατά την προετοιμασία μου να παίξω τον Διόνυσο για τις «Βάκχες», μου έλεγε: «Θεός είναι, κάνε ό,τι θέλεις μαζί του» - και εγώ έκανα ό,τι ήθελα. «Τώρα σου ζητώ να μην κάνεις τίποτα απ’ αυτά που θέλεις», μου απάντησε εκείνος. Έτσι, θα μπορούσε να πει κανείς οτι η σχέση μας κάνει ένα πλήρη κύκλο, ολοκληρώνεται. Ποιες ακριβώς είναι οι δυσκολίες που αντιμετωπίζετε; Είναι ένα εξαιρετικά δύσκολο εγχείρημα. Δεν είμαστε συνηθισμένοι, οι Έλληνες ηθοποιοί, σ’ αυτήν την εκφορά του λόγου που ζητάει ο Λάνγκχοφ. Ο λόγος του Μίλερ είναι απίστευτα δύσκολος, απαιτεί συγκέντρωση, και ο χρόνος που είχαμε στη διάθεσή μας ήταν λίγος. Προσπαθώ να κάνω το καλύτερο αλλά ανησυχώ… Έπειτα, είναι και ο ίδιος ο Φιλοκτήτης… Σας δυσκόλεψε αυτός ο ρόλος; Είναι ένας άνθρωπος παρατημένος για χρόνια σ’ ένα νησί, εντελώς μόνος. Ένας άνθρωπος που τρώει πουλιά για να επιβιώσει, που μουγγρίζει από τον πόνο λόγω του πληγωμένου του ποδιού, που ζει μ’ ένα άσβεστο μίσος γι’ αυτούς που τον χρησιμοποίησαν και τον εγκατέλειψαν στο νησί, και που γυρίζουν τώρα επειδή τον χρειάζονται, χρησιμοποιώντας το δέλεαρ της επιστροφής στην Τροία. Αυτές
είναι ακραίες καταστάσεις… Εγώ δεν είμαι άνθρωπος που μισεί, είμαι ήρεμος και καλός, στο βαθμό που γνωρίζω τουλάχιστον τον εαυτό μου, και δεν έχω ζήσει παρόμοια συναισθήματα, δεν τα έχω καν συναντήσει, μου είναι άρα δύσκολο να τα ενδυθώ. Βρίσκομαι λοιπόν σε πόλεμο με τον ίδιο μου τον εαυτό, προσπαθώ να αφεθώ στο κείμενο - αυτό θέλει ο Λάνγκχοφ, καθώς μου υπενθυμίζει διαρκώς ότι το κείμενο τα περιέχει όλα, κι εγώ πρέπει απλά να τα εκφέρω, να τα βγάλω στη σκηνή, να καταλάβει ο θεατής τι λέω. Προσπαθήσατε να φέρετε τον Φιλοκτήτη στα νερά σας; Αντιστέκομαι σ’ αυτό όσο μπορώ, γιατί δεν είναι καλό να το κάνω. Εκεί είναι που την πατάω και γίνεται έξαλλος ο Λάνγκχοφ. Δεν το θέλει αυτό το πράγμα. Γιατί δεν κλαίει ο Φιλοκτήτης, δεν κλαίει καθόλου. Είναι πολύ περήφανος. Κι είναι άνθρωπος της εξουσίας. Δεν είναι αδικημένος, προδομένος από τους συντρόφους του; Είναι. Μέσα του, όμως, είναι κι αυτός στρατηγός, ένας στυγνός στρατηγός, ένας άνθρωπος που μόλις του δοθεί η εξουσία μπορεί κι αυτός να πατήσει επί πτωμάτων. Έχει το σκουλήκι μέσα του. Απλώς, αυτό που τον κάνει λίγο πιο ανθρώπινο είναι η πληγή του. Το γεγονός ότι πονάει τον κάνει πιο ανθρώπινο, τίποτα άλλο. Μπορεί να μη θέλει και ο ίδιος να το πιστέψει, αλλά είναι σκληρός – γιατί ο πόλεμος κάνει σκληρούς τους ανθρώπους. Το έργο του Μίλερ είναι μια κραυγή αντιπολεμική. Μιλά για το πώς αλλάζει ο πόλεμος τους ανθρώπους, σε τι τους μετατρέπει…
θέμα περιγράφει το τι είναι ικανοί να κάνουν ο ένας στον άλλον. Ο πιο ανθρώπινος χαρακτήρας του έργου είναι ο Νεοπτόλεμος, που δεν θέλει, αλλά θα γίνει κι αυτός σαν κι εκείνους, ίσως και χειρότερος. Είναι η λέπρα της εξουσίας… Έχουν περάσει έντεκα χρόνια από την τελευταία σας συνεργασία με τον Λάνγκχοφ. Τον είδατε αλλαγμένο; -Όχι, καθόλου. Η διαφορά βρίσκεται μόνο στη δουλειά - τότε δουλεύαμε ένα κλασικό κείμενο, τώρα ένα σύγχρονο, που έχει τις δικές του απαιτήσεις. Ομολογώ ότι έχω μεγάλη αγωνία. Νιώθω τέτοια αναστάτωση μέσα στην ψυχή μου. Κακά το ψέματα, δεν ξέρω πώς θα τα πάω. Έχω γίνει πολύ ευαίσθητος. Έτσι και μου πουν το οτιδήποτε, μπήγω τα κλάματα. Ο «Φιλοκτήτης» είναι ένα πολύ δύσκολο εγχείρημα, πολύ σημαντικό, και δεν ξέρω αν έχω τις δυνάμεις. Πώς ήταν η συνεργασία σας με τους άλλους ηθοποιούς; Πολύ καλή. Ο Χρήστος είναι εξαιρετικό παιδί με φοβερή ενέργεια και ταλέντο. Αγαπάει τη δουλειά – αυτό για μένα είναι ταλέντο. Τα πήγαμε πολύ καλά και με τον Λευτέρη, με τον οποίο συνεργαζόμαστε στο θέατρο για πρώτη φορά. Κρατάμε θαυμάσιες ισορροπίες, δεν έχουμε και τίποτα να χωρίσουμε. Ίσα ίσα που πρέπει να στηρίζουμε ο ένας τον άλλον. Σ’ αυτό το έργο, που το κρατάμε όλο εμείς, αν δεν έχει ο ένας τη στήριξη του άλλου δεν θα μπορέσουμε να καταφέρουμε τίποτα.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΛΟΥΛΗΣ
«Λόγος ποιητικός και ταυτόχρονα γυμνός, βρώμικος» Ο μικρός της παρέας, ο Χρήστος Λούλης, είναι ο Νεοπτόλεμος. Τι του έμαθε η συναναστροφή του με τον Ματίας Λάνγκχοφ; Είναι μεγάλη πρόκληση για σας αυτός ο ρόλος; Ναι, από πολλές απόψεις. Ο κάθε ρόλος είναι μια πρόκληση, κι ακόμα περισσότερο τώρα, που σκηνοθετούμαστε από έναν άνθρωπο που δεν ξέρει ελληνικά. Ο Λάνγκχοφ δεν ξέρει τη γλώσσα που μιλάμε πάνω στη σκηνή. Το να λες κάτι και να περιμένεις να μεταφραστεί είναι ήδη δύσκολο. Αφήστε που πολλά χάνονται στη μετάφραση. Είναι δύσκολος άνθρωπος ο Λάνγκχοφ; Όχι, καθόλου. Είναι πολύ καλός, γλυκός και συζητήσιμος. Είναι, θα έλεγα, ένας άνθρωπος σοφός: στις πρόβες είχε πάντα μια ιστορία να διηγηθεί, για να σε κάνει να καταλάβεις αυτό που θέλει να σου πει. Είναι γοητευτικός τρόπος να σκηνοθετείς λέγοντας ιστορίες και όχι πετώντας διαταγές τύπου «όχι έτσι, έτσι, όχι έτσι». Νιώθεις ότι σου ανοίγει παράθυρα για να πετάξεις κι εσύ. Είναι μια όμορφη εμπειρία για μένα. Και η συνεργασία με τους άλλους είναι σημαντική. Γιατί μέσα από δύσκολες εμπειρίες συναντιέσαι πραγματικά με τους ανθρώπους, κι όχι πίνοντας καφέ. Συναντιέσαι μόνο όταν πιέζεσαι. Τι αντιπροσωπεύει για σας ο Νεοπτόλεμος; Τη νιότη… και τη βλακεία της νιότης. Αγωνιά να ξεχωρίσει το καλό από το κακό, δεν ξέρει ότι το καλό και το κακό είναι ένα στην πραγματικότητα. Πιστεύει ότι υπάρχει μόνο μαύρο και άσπρο, ούτε καν υποψιάζεται ότι υπάρχει και το γκρι. Η ιστορία του Νεοπτόλεμου είναι, κατά κάποιον τρόπο, η ιστορία της
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008 | 21
ενηλικίωσης. Κάθε ενηλικίωση είναι δύσκολη, περνάς μέσα από τη φωτιά. Για τον Φιλοκτήτη και τον Οδυσσέα, ο Νεοπτόλεμος είναι το μήλον της Έριδος: ποιος θα πάρει μαζί του τη σύγχρονη γενιά. Είναι ένας σύγχρονος πόλεμος αυτός δηλαδή που περιγράφει ο Μίλερ; Έτσι κι αλλιώς. Ο Μίλερ το έγραψε ζώντας στην Ανατολική Γερμανία, θέλοντας να περιγράψει την εκεί κατάσταση. Κάποια πράγματα μένουν ίδια και σήμερα. Πρέπει να διαλέξεις τη ζωή που θα κάνεις. Εγώ έχω κατασταλάξει κάπως τώρα. Δεν είμαι αυτή τη στιγμή ο Νεοπτόλεμος, αλλά έχω περάσει από κει και ξέρω τι είχα τραβήξει. Είναι δύσκολος δρόμος… Πολλοί θεωρούν το κείμενο ιδιαίτερα δύσκολο… Είναι. Ταυτόχρονα με γοητεύει το ότι δεν λέγεται τίποτα από κάτω, δεν υπάρχει κρυφό περιεχόμενο. Όλα είναι μπροστά, όλα λέγονται ξεκάθαρα. ΄Ο,τι σκέφτομαι, το λέω. Και λέω τα πιο τρελά πράγματα του κόσμου, σαν να είμαστε άνθρωποι που μπορούμε να κάνουμε πράξη τις σκέψεις μας. Ο λόγος του Μίλερ δεν ακούγεται σαν κάτι μεγάλο, αλλά σαν κάτι απτό. Είναι λόγος ποιητικός και ταυτόχρονα γυμνός, βρώμικος. Νιώθετε έτοιμος να ανεβείτε στη σκηνή; Κοιτάξτε, ποτέ δεν νιώθουμε έτοιμοι. Αν είχαμε άλλον ένα μήνα για πρόβες δεν θα μας έκανε κακό. Το θέμα είναι πόσο έτοιμοι είμαστε και ψυχικά και πνευματικά. Η παράσταση μπορεί να ήταν καλύτερη αν είχαμε περισσότερο χρόνο, αλλά μπορεί να ήταν και χειρότερη, κανείς δεν το ξέρει. Αυτή τη στιγμή παλεύουμε με πράγματα προβλέψιμα και απρόβλεπτα. Αδύνατο να… προβλέψει κανείς τι τελικά θα λειτουργήσει θετικά. Μπορεί ένα απρόβλεπτο πρόβλημα να έχει θετική επίδραση στο τέλος, οπότε πας και το κάνεις έτσι κι αλλιώς. Δεν μπορείς να κάνεις διαφορετικά. Το θέμα, για μένα, είναι να μπορέσουμε να πούμε το ψέμα όσο πιο όμορφα γίνεται. Δεν θα ήθελα να πω το ψέμα σαν ψέμα, αλλά σαν αλήθεια -κι άλλωστε, στο θέατρο, λέγοντας το ψέμα καταφέρνουμε να πούμε την αλήθεια. Αν δεν το πω καλά, θα είναι σαν ψέμα. Αυτή είναι η αγωνία μου.
Ιnfo Matthias Langhoff Heiner Müller, Φιλοκτήτης Μετάφραση: Ελένη Βαροπούλου Σκηνοθεσία: Μatthias Langhoff Σκηνικά – Κοστούμια: Catherine Rankl Eρμηνεύουν: Λευτέρης Βογιατζής, Χρήστος Λούλης, Μηνάς Χατζησάββας Μικρό Θέατρο Αρχαίας Επιδαύρου | 27 & 28 Ιουνίου, 21:30
ΜΑΤΙΑΣ ΛΑΝΓΚΧΟΦ
«Με αυτούς τους γραφειοκράτες δεν θα έπινα ούτε μπίρα» Κουρασμένος και οργισμένος από την καθυστέρηση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου να αποφασίσει σχετικά με την εγκατάσταση των σκηνικών στο θέατρο της Μικρής Επιδαύρου, ο Ματίας Λάνγκχοφ μιλάει για τις δυσκολίες και τα προβλήματα που αυτό δημιούργησε στην προετοιμασία του «Φιλοκτήτη». Κύριε Λάνγκχοφ, έχουν μείνει μόλις λίγες μέρες πριν το ανέβασμα του «Φιλοκτήτη». Είστε ικανοποιημένος από αυτή τη δουλειά; Δεν θα γίνω κριτής του εαυτού μου. Άλλωστε δεν δουλεύω ποτέ μ’ ένα αρχικό όραμα. Στο τέλος διαπιστώνω τι ήθελα να κάνω και τι πραγματικά έχει γίνει, πού έχει καταλήξει. Ρωτάτε, μήπως, για τις συνθήκες εργασίας κάτω από τις οποίες δουλεύουμε το έργο; Μπορώ να σας πω ότι το έργο είναι πάντα αποτέλεσμα των συνθηκών εργασίας. Αναφέρεστε στα προβλήματα, που όπως έχει πια γίνει γνωστό, αντιμετωπίζετε με το ΚΑΣ; Αν είμαι ακόμα εδώ, αν δεν σηκώθηκα αμέσως να φύγω, έχει να κάνει μόνο με τον σεβασμό που έχω για το Φεστιβάλ και για το ελληνικό κοινό. Θεωρώ ότι η συμπεριφορά των αρχαιολόγων ξεπερνά αυτό που είναι ανθρωπίνως δυνατό να υπομείνει κανείς. Θέλω να πιστεύω ότι η Ελλάδα είναι οι άνθρωποι που θα έρθουν να δουν την παράσταση και οι άνθρωποι που έχουν δουλέψει γι’ αυτή, όχι οι Έλληνες αρχαιολόγοι. Μου φαίνεται ανήκουστο να μας βάζουν τρικλοποδιές, τραβώντας στα άκρα μια διαδικασία έγκρισης ή απόρριψης. Μ’ αυτούς τους γραφειοκράτες δεν θα έπινα ούτε μια μπίρα. Δεν σας επιτρέπουν να στήσετε τα σκηνικά σας; Είναι σκανδαλώδης η συμπεριφορά τους, ξεδιάντροπη. Σε κάποιες χώρες θα μπορούσες να κινηθείς δικαστικά και να διεκδικήσεις αποζημιώσεις. Οι αρχαιολόγοι και οι πολιτικοί πρέπει να σκεφτούν για τη σχέση της δημοκρατίας με την Ελλάδα, να συνειδητοποιήσουν ότι η δημοκρατία δεν είναι δικαίωμα αλλά υποχρέωση – τουλάχιστον αυτό έχω αντιληφθεί εγώ για την αρχαία Ελλάδα. Η δημοκρατία δεν είναι παιχνίδι εξουσίας. Θεωρείτε ότι υπάρχει αντιστοιχία ανάμεσα σε ό,τι συμβαίνει αυτό τον καιρό με την παράστασή σας και τα δρώμενα στον «Φιλοκτήτη» του Μίλερ; Έτσι ακριβώς είναι. Από μια πλευρά αυτό είναι το καθησυχαστικό, ότι το κείμενο του Μίλερ, που το έγραψε όταν ζούσε στο πετσί του τη γραφειοκρατία του σταλινισμού, είναι επίκαιρο. Δεν πρέπει να ξεχάσουμε ότι αυτό που προσπαθούν να καταφέρουν τώρα οι αρχαιολόγοι, είναι να εμποδίσουν την παράστασή μας. Αν δεν έχουμε ολόκληρο το σκηνικό μας, δεν μπορούμε να την κάνουμε. Το ίδιο συνέβη όταν γράφτηκε τα έργο, που ουσιαστικά απαγορεύτηκε η παράσταση, λόγω των εμποδίων που της έβαλαν.
μουσική
22 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008
Φωτογραφία: Βασίλης Μαθιουδάκης
ΚΙ ΑΝ ΕΙΝΑΙ ΖΟΡΙΚΟ, ΜΗΝ ΤΟ ΦΟΒΑΣΑΙ “Ο καθένας θα επικοινωνήσει με το έργο με διαφορετικό τρόπο. Μπορεί ο Ξενάκης να απευθύνεται στους super intellectuals, αλλά ο Κραμπ, π.χ., θα επικοινωνήσει με όλο το φάσμα του κοινού.”
Θόδωρος Αντωνίου Μεταμοντέρνες ατονικότητες για το λαό! Μη φοβάστε τον Ξενάκη. Οι μουσικές του Τζορτζ Αντχάιλ είναι οι μουσικές μιας αβανγκάρντ ιδιοφυΐας τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα. Ο Τζορτζ Κραμπ είναι ένας συνθέτης που, αν κατανοήσει κανείς το ιδίωμά του, μπορεί να οδηγηθεί στη μέθεξη. Και όχι, ο Θόδωρος Αντωνίου δεν γράφει μουσική που δεν μπορούν να την καταλάβουν όσοι θα την ακούσουν. Ο μαέστρος και η σοπράνο Αγγελική Καθαρίου μας εισάγουν σε έναν θαυμαστό κόσμο διεκδικώντας τη μύησή μας. Από τον Αντώνη Σακελλάρη
Λίγες μέρες πριν τη συναυλία του Ελληνικού Συγκροτήματος Σύγχρονης Μουσικής με τη συνοδεία του συνόλου κρουστών ΤΥΠΑΝΑ στο Μέγαρο Μουσικής, συναντηθήκαμε με το μαέστρο Θόδωρο Αντωνίου και τη μέτζο σοπράνο Αγγελική Καθαρίου στο σπίτι του πρώτου. Ήπιαμε εξαιρετικό καφέ, ειδική παραγγελία από τη Νέα Υόρκη για τον Θόδωρο Αντωνίου, μιλήσαμε ως και για τη στιχουργική των σκυλάδικων της εθνικής και για την απαξίωση των μουσικών συνόλων από την ελληνική πολιτεία (κουβέντες που, τελικά, δεν χώρεσαν στο πολύ ειδικό τμήμα της συζήτησης που ακολουθεί). Α, παρεμπιπτόντως μας είπαν και μερικά εξαιρετικά ενδιαφέροντα πράγματα για την παράσταση που ετοιμάζουν. Μιλήστε μου για τη συναυλία στο Μέγαρο
Μουσικής την επόμενη εβδομάδα. Πώς επιλέξατε τα έργα που θα παρουσιάσετε; Καταρχάς, αυτή είναι μια από τις δέκα περίπου προτάσεις που είχα κάνει στο Φεστιβάλ. Για τέσσερις - πέντε από αυτές ο διευθυντής του Φεστιβάλ μου είπε ότι τον ενδιαφέρουν άμεσα. Λόγω των χώρων και των ημερομηνιών καταλήξαμε σε μία, η οποία θα περιλαμβάνει έργα τα οποία την καθιστούν την πιο δύσκολη αλλά και πιο ενδιαφέρουσα επιλογή από τις δέκα. Το καθένα από τα έργα που θα παιχτούν είναι ένας σταθμός για τη σύγχρονη μουσική, για τη μουσική του 20ού αιώνα. Το πρώτο από αυτά είναι το «Ballet Mecanique» του Τζορτζ Αντχάιλ (George Antheil, 1900-1959). Ο Aντχάιλ ήταν μια καταπληκτική, μοναδική προσωπικότης…
Ήταν ένα παιδί-θαύμα, που από πολύ μικρή ηλικία άρχισαν να παίζονται έργα του από τη Φιλαρμονική της Νέας Υόρκης. Τη δεκαετία του 1920, βρέθηκε στο Παρίσι όπου και συνέθεσε το έργο του που ενορχηστρώσαμε και θα παρουσιάσουμε εμείς… Το ωραίο ήταν ότι εκεί συγκατοικούσε με έναν Γάλλο μεταπτυχιακό φοιτητή που σπούδαζε βιοχημεία, με την οποία ασχολήθηκε ερασιτεχνικώς και ο ίδιος και, καθώς ήταν ένα εξαιρετικό μυαλό, έφτασε να βοηθά τη Γαλλική Αστυνομία στη διαλεύκανση διαφόρων ανεξιχνίαστων εγκλημάτων, με αποτέλεσμα να τιμηθεί με τον τίτλο του ισόβιου μέλους της Γαλλικής Αστυνομίας. Το έργο του λοιπόν αυτό έχει γραφτεί για 16 πιανόλες και 10 κρουστούς και περιλαμβάνει ακόμα και ήχους από προ-
πέλες, ανεμιστήρες, ηλεκτρικά κουδούνια και πολλά ακόμα που προσιδιάζουν στον τίτλο mecanique.
Ο αβανγκάρντ σύζυγος της Χέντι Λαμάρ! Δηλαδή θα έχετε 16 πιάνα στη σκηνή του Μεγάρου; Όχι. Η βερσιόν που θα παρουσιάσουμε είναι για τέσσερα πιάνα και κρουστά, οι δε ήχοι από προπέλες και τα λοιπά θα είναι από προηχογραφημένα samples. Όλο το έργο δε είναι ένα μοναδικό tour de force, που με την ταχύτητα και τον όγκο του σε συναρπάζει… Γράφτηκε για ένα πειραματικό φιλμ του Λεζέ, με το οποίο μόλις πρόσφατα μπόρεσαν να το συνδυάσουν. Ο Aντχάιλ είχε γράψει μουσική
μουσική
Φωτογραφία: Βασίλης Μαθιουδάκης
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008 | 23
Αγγελική Καθαρίου
Η μουσική του Κραμπ και ο Λόρκα
Το έργο αυτό το παρουσιάσαμε για πρώτη φορά στην Ελλάδα με το μαέστρο το 1998, στην ίδια αίθουσα, παρουσία του Τζορτζ Κραμπ, ο οποίος μετά την παράσταση μας μίλησε με πολύ συγκινητικά λόγια. Στο έργο του αυτό είναι ευδιάκριτη η «εκλεκτική συγγένεια» του Κραμπ με το ποιητικό σύμπαν του Λόρκα. Μιλάει για πολύ έντονα πράγματα, για τη γέννηση, για το θάνατο, για βαθιά γήινα συναισθήματα, για τη μυρωδιά της γης…Ως περφόρμερ, αυτό που θέλω να παρατηρήσω είναι ότι πρόκειται για ωραία, «μεγάλη» μουσική, και μια τεράστια πρόκληση για όσους βρίσκονται επί σκηνής, καθώς ο Κραμπ θέλει να συνδυάσει, μέσω της υπέρβασης, τη μουσική και την πρόζα. Έχει έντονα στοιχεία θεατρικότητας. Ο τραγουδιστής δεν τραγουδάει μόνο, αλλά ερμηνεύει, χρησιμοποιεί την declamation, τα extra vocal effects, τους βοκαλισμούς μέσα στο πιάνο. Οι μουσικοί επίσης μιλάνε σε πολλά σημεία, καλύτερα αρθρώνουν λόγο. Αυτό που πρέπει να φτάσει στο κοινό είναι το duende, που διαπνέει το έργο του Λόρκα και του Kραμπ, εκείνη η χθόνια σκοτεινή δύναμη της γης που είναι χαρακτηριστικό της νοτιο-ισπανικής ψυχής, αυτό που όλοι νιώθουμε να μας φυλακίζει και μας κάνει να παλλόμαστε, αλλά ποτέ κανένας φιλόσοφος δεν μπόρεσε να εξηγήσει… Μιλώ γι’ αυτή την αίσθηση της τελετουργίας, του ritual… για πολλά φιλμ του βωβού, ενώ είχε και εξαιρετική σχέση με τον κόσμο του Χόλιγουντ… Μάλιστα ήταν παντρεμένος με τη Χέντι Λαμάρ, με την οποία κέρδισαν ένα δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για την εφεύρεση της συσκευής εναλλασσόμενων συχνοτήτων, που χρησιμοποίησε το αμερικανικό Πολεμικό Ναυτικό στις τηλεκατευθυνόμενες τορπίλες κατά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο! Ουάου! Τι ιστορία!.. Και τα υπόλοιπα έργα που παρουσιάζετε; Το δεύτερο έργο είναι δικό μου… Δεν κατατάσσω βέβαια τον εαυτό μου ανάμεσα σε αυτούς που έχουν συνθέσει έργα-σταθμούς για τη σύγχρονη μουσική. Τέλος πάντων, είναι το Κονσερτίνο για κοντραμπάσο και κρουστά, μια βερσιόν του έργου μου που είχε γραφτεί αρχικά για κοντραμπάσο και ορχήστρα. Είχε γραφτεί για τον Εντ Μπάρκερ, έναν κορυφαίο σολίστα, αλλά εδώ θα παρουσιαστεί για πρώτη φορά σε αυτή την εκδοχή… Ήθελα να εκμεταλλευτώ τη μοναδική ευκαιρία να χρησιμοποιήσω το καταπληκτικό ensemble κρουστών του Δημήτρη Δεσύλλα και τον εξαιρετικό σολίστα του κοντραμπάσου, τον Άγγελο Ρεπαπή.
Ένα έργο που είναι αδύνατον να παιχτεί! Το τρίτο έργο είναι τα «Εόντα» του Ιάννη Ξενάκη, το οποίο συνέθεσε και υπολόγισε με τη βοήθεια του πρωτόλειου υπολογιστή της IBM, στην Πλας Βαντόμ στο Παρίσι, τη δεκαε-
τία του 1960. Η εξαιρετική ιδιαιτερότητα του έργου αυτού είναι η μοναδική δυσκολία να αποδοθούν οι συγχορδίες της εισαγωγής. Θα πίστευε κανείς ότι αυτό είναι κάτι που μόνο ένα κομπιούτερ μπορεί να το κάνει. Να χτυπάς δηλαδή τα πλήκτρα και η κάθε νότα να έχει άλλη δυναμική… Το έργο αυτό είχε πρωτοπαρουσιαστεί στο Ηρώδειο από τον Χατζιδάκι το 1964 με την πειραματική ορχήστρα και σολίστα έναν «αίλουρο», τον Ιάπωνα Γιούτζι Τακαχάσι, στο οποίο βέβαια ο Ξενάκης δεν μπορούσε να παραβρεθεί (είναι γνωστό ότι λόγω της δράσης του στα γεγονότα του Εμφυλίου ήταν καταδικασμένος σε θάνατο, αν ερχόταν στην Ελλάδα θα τον συνελάμβαναν). Η δυσκολία για τον Μάνο ήταν να προλάβει να βρει το σημείο να βάλει τα πνευστά. Στις πρόβες, μετά από δυο τρεις αποτυχημένες προσπάθειες, χαμογέλασε αμήχανα στον Τακαχάσι, ο οποίος του ανταπέδωσε το χαμόγελο και του είπε στα γαλλικά: «μην ανησυχείτε μαέστρο, ακόμα και ο Πιερ Μπουλέζ δεν θα μπορούσε να με προλάβει». Μόνο τότε ο Μάνος αναθάρρησε… Στην παράσταση είχαν προσέλθει μέλη της βασιλικής οικογένειας, ο Ελύτης, ο Γκάτσος, ο Σεφέρης, η Παξινού, μιλάμε για φοβερές προσωπικότητες, οι οποίοι κάποια στιγμή μιλούσαν, ενώ είχε ξεκινήσει η παράσταση, οπότε ο Μάνος γυρνάει και τους λέει: «Σας παρακαλώ, μη μιλάτε γιατί θα μπερδευτώ…» Όταν ο Ροστροπόβιτς διάβασε τις παρτιτούρες είπε πως, αν ένας
πιανίστας μπορεί να αποδώσει αυτά που είναι γραμμένα, τότε πρόκειται για μοναδικό θαύμα της φύσης. Άρα, καταλαβαίνετε ότι τα «Εόντα» ίσως μπορούν να καταταχτούν στα έργα που αδύνατον να παιχτούν. Αλλά ο Ερμής Θεοδωράκης είναι ένας εκπληκτικός σολίστας, που είναι ο ίδιος ο Ξενάκης τον είχε χαρακτηρίσει τον ιδανικό ερμηνευτή των έργων του, λόγω των απίστευτων δυνατοτήτων του, εγκεφαλικών και ερμηνευτικών. Το τελευταίο έργο είναι το «Ancient voices of children» του Τζορτζ Κραμπ, το οποίο θα ερμηνεύσει η Αγγελική. Ο Κραμπ είναι ο κατεξοχήν εκπρόσωπος του μεταμοντέρνου, καθώς εντάσσει στο έργο του στοιχεία από πολλούς πολιτισμούς, όπως τον μεσογειακό, τον ιαπωνικό (μέσω της τεχνικής των ερμηνευτών του θεάτρου Καμπούκι), τον σύγχρονο Δυτικό, βάζει μέσα του πιάνο… Τρομερές καινοτομίες που ξεπερνούν τη δυτική σκέψη και οδηγούν σε ένα αισθητικό conflict, πολύ πιο ουσιαστικό και ευρύ από αυτό των «εκλεκτικών» Σοστακόβιτς, Ντεμπισί και τα λοιπά. Και αυτό το έργο του Κραμπ είναι σε ποίηση του Λόρκα και χαρακτηρίζεται από την εξαιρετική δραματικότητα και την ανάγκη της υπέρβασης των εκφραστικών μέσων.
Η διαστροφή του σνομπισμού Θέλω να μου εξηγήσετε, κύριε Αντωνίου, όταν συνθέτετε κάποιο έργο, έχετε στο μυαλό σας συγκεκριμένους μουσικούς; Και αν ναι, προσαρμόζετε τη μορφή και τα χαρακτηριστικά του έργου σας στις ιδιότητες και τις ικανότητες των μουσικών αυτών; Βεβαίως. Έχω ακούσει απίθανα πράγματα από συναδέλφους. Εγώ, λέει, έχω γράψει ένα έργο που δεν μπορεί να το πει κανένας! Ποτέ δεν μπόρεσα να καταλάβω αυτή τη διαστροφή. Εγώ βάζω τον εαυτό μου στη θέση του εκτελεστή. Αν θα μπορέσω να παράσχω την ευκαιρία στον ερμηνευτή να δείξει τις δυνατότητές του. Την ώρα που γράφω ενδιαφέρομαι για αυτόν στον οποίο απευθύνομαι και ο οποίος θα κληθεί να μεταχειριστεί το έργο μου. Επομένως, θα λέγαμε ότι η σύνθεση για σας δεν είναι μια τόσο μοναχική διαδικασία, αλλά χαρακτηρίζεται από μια ενδόμυχη διαλεκτικότητα. Σίγουρα. Είναι μια διάθεση επικοινωνίας μέσω της μουσικής. Η ανθρώπινη επικοινωνία είναι η ουσία. Αυτό που μετράει είναι το πόσο θέλεις να δώσεις τον καλύτερο σου εαυτό σε έναν εκτελεστή, ώστε να μπορέσει και ο εκτελεστής να δείξει ποιος είναι. Άρα σχεδόν πάντα έχετε κάποιον στο μυαλό σας όταν συνθέτετε; Ναι. Από τα 400 τόσα έργα που έχω γράψει, τα περισσότερα τα έχω γράψει για ειδικές αιτίες. Μετά από παραγγελίες, για συγκεκριμένες περιστάσεις, όπως για τους Ολυμπιακούς του Μονάχου, το 1972, όταν έγραψα την Καντάτα και την παρουσίασα με τον Σπύρο Σακκά και τη νεαρή τότε Αγνή Μπάλτσα, για τις μεγαλύτερες συμφωνικές ορχήστρες και τους σπουδαιότερους μουσικούς της εποχής μας. Ανάμεσα σε αυτές θα ξεχώριζα ίσως τη συνεργασία μου με τον τουμπίστα Γιάννη Ζουγανέλη.
Τα έργα που μας αφορούν Πιστεύετε ότι η παράσταση αφορά ένα ειδικό, «ψαγμένο» κοινό, ή απευθύνεται σε όλους; Θα μπορούσε, π.χ., αντί για το Μέγαρο, να παρουσιαστεί σε μια πλατεία ή σε ένα πάρκο, όπου το κοινό θα ήταν ετερόκλητο και
Τζορτζ Αντχάιλ Ο Τζορτζ Αντχάιλ (1900-1959), γιος λουθηρανών Γερμανών μεταναστών στην Αμερική, ήταν ιδιοφυής μουσικός με μυαλό ξυράφι, έμφυτη ροπή προς τα μαθηματικά, τρελές ιδέες και πολύ ενδιαφέρουσες «κακές» παρέες – στον κύκλο του συγκαταλέγονταν πρόσωπα όπως ο Στέρνμπεργκ ή ο Ερνστ Μπλοχ. Όταν, το 1923, βρέθηκε στο Παρίσι, έκανε καινούριες συντροφιές, απαραιτήτως με πρόσωπα της καλλιτεχνικής πρωτοπορίας: Ιγκόρ Στραβίνσκι, Τζέιμς Τζόις, Έρνεστ Χεμινγκγουέι, αλλά και Μαν Ρέι, Έζρα Πάουντ, Φερνάν Λεζέρ. Γυναίκες, χρυσή μποεμία και μουσικές φουτουριστικές αναζητήσεις, αυτό ήταν η ζωή του για πάρα πολλά χρόνια. Από το Κάρνεγκι Χολ στο σινεμά, από την περιβόητη σύνθεσή του του 1924 «Ballet Mécanique μέχρι τις μουσικές που έγραφε για την τηλεόραση του CBS, o Αντχάιλ ήταν το πρότυπο του πυρετώδους δημιουργού. Στη Νέα Υόρκη τον έλεγαν «κακό παιδί». Ιδιοφυής μουσικός και σκανδαλωδώς ανήσυχος για τα πάντα, κακό παιδί παρέμεινε μέχρι το τέλος, τον ξαφνικό θάνατό του από ανακοπή. Έλα όμως που μόνο τα κακά παιδιά (συνήθως) έχουν ενδιαφέρον...
πιθανότατα ξένο ως προς τις συγκεκριμένες μουσικές; Όχι. Πιστεύω ότι το καθένα από αυτά τα έργα έχει να δώσει κάτι διαφορετικό που απευθύνεται σε κάθε ακροατή με έναν ξεχωριστό τρόπο, κάνοντας τελικά την παράσταση να απευθύνεται σε όλους. Το έργο του Aντχάιλ σε εντυπωσιάζει, το έργο του Ξενάκη σε ξενίζει στην αρχή αλλά σε αιχμαλωτίζει όταν αντιληφθείς τον τρόπο σκέψης του και τη βαθιά φιλοσοφημένη προσέγγισή του στη διαδικασία της σύνθεσης. Τέλος, το έργο του Κραμπ είναι αυτό με το οποίο το ευρύ κοινό θα ανακαλύψει πιο εύκολα τη συγγένεια με τα θέματα που πραγματεύεται, θα βιώσει αυτό που λέμε μέθεξη. Όλοι δηλαδή θα βρουν πράματα που τους αφορούν. Ο καθένας θα επικοινωνήσει με το έργο με διαφορετικό τρόπο. Μπορεί ο Ξενάκης να απευθύνεται στους super intellectuals, αλλά ο Κραμπ, π.χ., θα επικοινωνήσει με όλο το φάσμα του κοινού.
Info Παίζουν το Ελληνικό Συγκρότημα Σύγχρονης Μουσικής υπό την διεύθυνση του Θόδωρου Αντωνίου και το σύνολο κρουστών οργάνων ΤΥΠΑΝΑ υπό την διεύθυνση του Δημήτρη Δεσύλλα. . Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (Αίθουσα Δημήτρης Μητρόπουλος) 24 Ιουνίου 2008
μουσική
24 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008
Μπέλα Μπάρτοκ
Εθνικός, δηλαδή οικουμενικός Ο Μπέλα Μπάρτοκ άντλησε από τις λαϊκές μελωδίες της πατρίδας του με πνεύμα απαλλαγμένο από μισαλλοδοξία και ιδεοληψίες, για να γράψει μια μουσική ελεύθερη, επαναστατική, οικουμενική.
Στο πλαίσιο του αφιερώματος στον Μπέλα Μπάρτοκ έχουν προγραμματιστεί οι ακόλουθες εκδηλώσεις:
Από την Κατερίνα Σχινά
Παιδί, κουράστηκα πολύ με τον «Μικρόκοσμο» του Μπέλα Μπάρτοκ, παλεύοντας με τους δακτυλισμούς και τα μέτρα του – κι όμως, ενδόμυχα ευγνωμονούσα τη δασκάλα μου που, πλήττοντας με τις συμβατικές ωδειακές μεθόδους εκείνου του καιρού, τράβηξε την αυλαία και, σαν να με καλούσε σε παλιό πανηγύρι, μου αποκάλυψε μια ηχητική φαντασμαγορία πρωτοφανέρωτη. Ας μη μου χαρίζονταν εύκολα αυτά τα κομματάκια για πιάνο, που δυσκόλευαν όσο το ένα τεύχος διαδεχόταν το άλλο. Καταλάβαινα πως ήταν εξαιρετικές μουσικές συλλήψεις, μεταμφιεσμένες σε ασκήσεις για την «ανεξαρτησία και τον έλεγχο των δακτύλων». Κανόνες, πεντατονικές μελωδίες, τροπικές κλίμακες, ρυθμοί ασθματικοί: κάτι πρωταρχικό παλλόταν εδώ, κάτι μακρινό αντηχούσε: η urmusik ενός λαού που δεν γνώριζα. Αργότερα έμαθα ότι ο Μπάρτοκ, μαζί με τον Ζόλταν Κόνταλι, ταξίδεψε στα ουγγρικά χωριά καταγράφοντας και συλλέγοντας λαϊκές μελωδίες. Τη μουσική αυτή, «κοινωνική και όχι ατομική πράξη», όπως την έλεγε ο ίδιος, τη διασκεύασε με έναν τρόπο πραγματικά ελεύθερο από τις προκαταλήψεις του 19ου αιώνα. Προκαταλήψεις πολλές: σάρωνε τότε ο εθνικισμός περιοχές ολόκληρες, βουβές ώς τότε, ξεχασμένες από την ιστορία. Και σε ένα βαθμό τόνωνε την τέχνη, της μετάγγιζε ορμή και φλόγα. αλλά, πιο συχνά, στένευε τους ορίζοντες, πνίγοντας στον επαρχιωτισμό και τη μισαλλοδοξία ό,τι διέφερε και ό,τι αντιστεκόταν. Δεν ήταν αυτή η περίπτωση του Μπάρτοκ. Μολονότι η αφετηρία του ήταν
Info
«εθνική», η έρευνά του δεν περιορίστηκε στη γενέθλια Ουγγαρία, αλλά επεκτάθηκε και σε άλλες ευρωπαϊκές εθνικές ομάδες, φτάνοντας πολύ μακριά, ώς τη Βόρεια Αφρική. Κι ύστερα, ποτέ δεν περιορίστηκε στην ενσωμάτωση στοιχείων της λαϊκής μουσικής – ρυθμούς, μοτίβα, ορισμένα χαρακτηριστικά της μελωδικής γραμμής, ακόμα και ολόκληρες μελωδίες – στο προσωπικό του ύφος. Σε μια τέτοια διαδικασία, που παρήγαγε «εθνικούς» συνθέτες όπως ο Γκριγκ ή ο Ντβόρζακ (τα παραδείγματα είναι δικά του) διέκρινε στειρότητα: «Κάτι τέτοιο ασφαλώς και έδινε στο έργο ενός συνθέτη κάποια μάλλον μοναδικά χαρακτηριστικά, που ηχούσαν εξωτικά στα δυτικοευρωπαϊκά αυτιά», έγραψε. «Αντιπροσώπευε ένα αναμφισβήτητο κέρδος στην εξέλιξη και το χρωματισμό της υψηλότερης έντεχνης μουσικής, αλλά δεν επηρέαζε και πολύ τα γενικά χαρακτηριστικά ενός ατομικού ύφους». Τη «μεταστοιχείωση» και τη «μεταλλαγή» των δημοτικών τραγουδιών και μελωδιών ήθελε ο Μπάρτοκ. Να συνθέσει στοιχειώδη δομικά μέρη των δημοτικών ιδιωμάτων σε καινούργιες μορφές που, ως προς τη μελωδική τους ανάπτυξη, την αρμονική στήριξη και τα ηχοχρώματά τους θα εκφράζονται σε μια σύγχρονη, έντεχνη, μουσική γλώσσα. Στα έργα που ακολουθούν το Πρώτο Κουαρτέτο του (1908-09) –γραμμένο στο μεγάλο αντιστικτικό στυλ της Κεντρικής Ευρώπης με ένα περιπλανώμενο είδος τονικού χρωματισμού– ο ουγγρικός χαρακτήρας είναι πανταχού παρών, παρ’ ότι διακρίνουμε λίγο έως και
καθόλου πραγματικό λαϊκό υλικό στη μουσική. Και σταδιακά, όπως έγραψε ο Ε. Lendvai, χρωματικότητα και διατονικότητα, τονικές αρμονίες χτισμένες σε τρίτες, υπερ-χρωματισμός και διάφωνη ατονικότητα, όλες οι τεχνικές του και όλα του τα υλικά λειτουργούν σαν εκφραστικές και δομικές ιδέες εναρμονισμένες στο δικό του πνεύμα. Έτσι κατέκτησε ο Μπάρτοκ το «ατομικό του ύφος», έτσι ανέπτυξε τον γενναιόδωρο, ευρύχωρο και ολοζώντανο μουσικό του λόγο. Δεν προσκολλήθηκε στο φολκλόρ και, παρά την εθνομουσικολογική του περιέργεια, δεν ενστερνίστηκε ποτέ το ρητορικό πρότυπο του Χέρντερ που υποστήριζε ότι οι εθνικοί «λαοί» (Volker) που δεν είχαν την τύχη να ζουν σε πολιτικά ανεξάρτητα έθνη, έδωσαν «φωνή» στο υπό ανάδυση έθνος τους μέσα από τα τραγούδια τους. Ο συνθέτης του «Μικρόκοσμου» αναζητούσε στο μεγάκοσμο της λαϊκής μουσικής το νήμα που συνδέει τους λαούς, τα κοινά χαρακτηριστικά των παραδοσιακών κοινοτήτων που οδηγούν στη συλλογική καλλιτεχνική δημιουργία. Όχι το ξεχωριστό, το διακριτό, το «ευγενέστερο» ουγγρικό ύφος. Ο «εθνικισμός» του Μπάρτοκ δεν γνώριζε σύνορα ούτε ιεραρχήσεις, δεν ήταν πολιτικός και γι’ αυτό κυριαρχικός. Ήταν ανοιχτός στον άλλον – όπως, εξάλλου, και η μουσική του, που συνομίλησε με τη σειραϊκή ορθοδοξία αλλά γλίτωσε την ξηρότητά της και διερεύνησε τις επαναστατικές εμπειρίες άλλων συνθετών, για να κερδίσει σε ελευθερία και εκφραστικότητα.
Κουαρτέτο Diotima
Franck Chevalier βιόλα, Pierre Morlet, τσέλο Pascal Dusapin, Κουαρτέτο για έγχορδα αρ. 4 (1997) Leoš Janáček, Κουαρτέτο για έγχορδα αρ. 2, «Προσωπικά γράμματα» (1928) Béla Bartók, Κουαρτέτο για έγχορδα αρ. 6, Sz. 114 (1939) Naaman Sluchin, βιολί α΄ & β’ Yun-Peng Zhao, βιολί α΄ & β’ _ 19 Ιουνίου | Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (Αίθουσα Δημήτρης Μητρόπουλος) ------------Κουαρτέτο Bartok Béla Bartók Κουαρτέτο αρ. 1, έργο 7, Sz. 40 (1908) Κουαρτέτο αρ. 3, Sz. 85 (1927) Κουαρτέτο αρ. 5, Sz. 102 (1934) Péter Komlós, βιολί α΄ Géza Hargitai, βιολί β΄ Géza Németh, βιόλα László Mező, τσέλο _ 25 Ιουνίου | Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (Αίθουσα Δημήτρης Μητρόπουλος) ------------Κουαρτέτο Chilingirian Béla Bartók, Κουαρτέτο για έγχορδα αρ. 4, Sz. 91 (1928) John Tavener, The Hidden Treasure για κουαρτέτο εγχόρδων (1989) Benjamin Britten, Κουαρτέτο για έγχορδα αρ. 3, έργο 94 (1975) Levon Chilingirian, βιολί Richard Ireland, βιολί Susie Mészáros, βιόλα Philip De Groote, τσέλο _ 26 Ιουνίου | Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (Αίθουσα Δημήτρης Μητρόπουλος) ------------Νέο Ελληνικό Κουαρτέτο Βλέπε στην πλαϊνή σελίδα
μουσική
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008 | 25
Γιώργος Δεμερτζής (βιολιστής στο Νέο Ελληνικό Κουαρτέτο)
Για τη δουλειά και τη συγκίνηση Ο Γιώργος Δεμερτζής, με τρεις ακόμα μουσικούς (Δημήτρης Χανδράκης, Αγγέλα Γιαννάκη, Άγγελος Λιακάκης), συγκροτούν το Νέο Ελληνικό Κουαρτέτο, που συμμετέχει στο αφιέρωμα στον Μπέλα Μπάρτοκ. Στη συνέντευξη που ακολουθεί, ο γνωστός βιολιστής περιγράφει τη μέθοδο του Κουαρτέτου και συνιστά στους νεότερους μουσικούς όραμα αλλά, προπάντων, σκληρή δουλειά.
Φωτογραφία: Βασίλης Μαθιουδάκης
Από τη Λένια Ζαφειροπούλου
ΑΚΟΥΕΙ ΚΑΝΕΙΣ; «Το κοινό στην Ελλάδα είναι ένα, οι φιλόμουσοι που παρακολουθούν συναυλίες – σε αντιδιαστολή με τους φιλόμουσους που αρκούνται στην ακρόαση ηχογραφήσεων. Εξειδικευμένο ακροατήριο για μουσική δωματίου δεν νομίζω ότι υπάρχει.», διαπιστώνει ο βιολιστής Γιώργος Δεμερτζής.
Το Νέο Ελληνικό Κουαρτέτο θεωρείται σήμερα το κορυφαίο συγκρότημα μουσικής δωματίου στην Ελλάδα. Τόσο τα έργα του κλασικού ρεπερτορίου όσο και η πλούσια ελληνική δημιουργία κατέχουν εξέχουσα θέση στο ρεπερτόριο του Κουαρτέτου που έχει παρουσιάσει πλήθος έργων σε διάφορα φεστιβάλ και διεθνείς καλλιτεχνικές συναντήσεις όπως, μεταξύ άλλων, τον Φλωρεντινό Μάιο, τις Beethoven Festwochen στη Βόννη, το «Music Harvest 2000» στη Δανία ή το αφιέρωμα στον Σένμπεργκ στη Βιέννη. Σημαντικό τμήμα της δραστηριότητας του ΝΕΚ αποτελούν οι ηχογραφήσεις που περιλαμβάνουν το σύνολο της μουσικής δωματίου του Νίκου Σκαλκώτα στη σουηδική εταιρία BIS, καθώς επίσης και έργα των Νίλσεν, Σισιλιάνου, Δραγατάκη, Λιάλιου, Νεζερίτη, μεταξύ άλλων. Τον Ιούλιο του 2006 η BIS κυκλοφόρησε τα κουαρτέτα του Ottorino Respighi με το ΝΕΚ και τη μέτζο-σοπράνο Στέλλα Ντουφεξή, που απέσπασαν διθυραμβικές κριτικές. Οι ηχογραφήσεις με τα άπαντα της μουσικής δωματίου του Μίκη Θεοδωράκη στην εταιρία Legend Classics, αποτελούν τις πιο πρόσφατες κυκλοφορίες του κουαρτέτου. Στο Φεστιβάλ Αθηνών, με άξονα τα έξι κουαρτέτα του Μπέλα Μπάρτοκ (1881-1945), το σημαντικότερο ίσως επίτευγμα του Ούγγρου συνθέτη, πιανίστα και μελετητή της παραδοσιακής μουσικής, το Νέο Ελληνικό Κουαρτέ-
το σκιαγραφεί μια αντιπροσωπευτική εικόνα της αντίστοιχης δημιουργίας ολόκληρου του 20ού αιώνα. Έργα Μπάρτοκ, Νίκου Σκαλκώτα και Μπέντζαμιν Μπρίτεν περιλαμβάνονται στο πρόγραμμα της βραδιάς. Για την εμφάνιση αυτή, αλλά και για την ταυτότητα του Νέου Ελληνικού Κουαρτέτου, συνομιλήσαμε με τον βιολιστή Γιώργο Δεμερτζή. Το Νέο Ελληνικό Κουαρτέτο απέκτησε πρόσφατα δυο νέα μέλη. Τι είναι αυτό που κάνει τη σύνθεση ενός κουαρτέτου εγχόρδων πετυχημένη; Νομίζω αυτό που δείχνει ότι ένα κουαρτέτο δουλεύει με επιτυχία είναι η μακροβιότητα και η παραγωγικότητά του. Πώς δουλεύει ένα κουαρτέτο εγχόρδων; Υπάρχει ιεραρχία την ώρα της δουλειάς; Ένα κουαρτέτο μαθαίνει έργα, όπως κάθε εκτελεστής, δίδοντας όμως ιδιαίτερη προσοχή σε τεχνικά ζητήματα που έχουν να κάνουν με τη συλλογική του ιδιότητα. Αυτά είναι, για παράδειγμα, το θέμα του συγχρονισμού, της ορθοτονίας ή της ομοιογένειας του ήχου. Κάθε κουαρτέτο προσδιορίζει μόνο του τον τρόπο εργασίας του, όπως και το ζήτημα της ιεραρχίας. Σε μας επικρατεί απόλυτη ισότητα. Στα προγράμματά σας παρουσιάζετε συχνά σύγχρονα ελληνικά έργα δίπλα στο κλασικό
ρεπερτόριο. Πώς κάνετε τις επιλογές σας; Παίζετε έργα ειδικά γραμμένα για το Νέο Ελληνικό Κουαρτέτο; Παίζουμε κάθε καλό έργο ανάλογα με τις περιστάσεις. Η ταύτισή μας με την ελληνική μουσική θα πρέπει ίσως να θεωρηθεί γεγονός αυτονόητο. Πάμπολλα έργα έχουν γραφτεί ειδικά για μας, μερικά μάλιστα από τους σημαντικότερους μεταπολεμικούς συνθέτες στον τόπο μας , όπως τον Σισιλιάνο, τον Δραγατάκη, τον Τσαλαχούρη, τον Παπάνα ή τον Θεοδωράκη. Μιλήστε μας για το πρόγραμμα που θα παρουσιάσετε φέτος στο Ελληνικό Φεστιβάλ. Το πρόγραμμα περιλαμβάνει τρία έργα: Το Τρίτο Κουαρτέτο του Σκαλκώτα, το Δεύτερο του Μπάρτοκ και το Δεύτερο του Μπρίτεν. Τα κουαρτέτα εγχόρδων που συμμετέχουν φέτος στο Φεστιβάλ και μαζί τους κι εμείς, έχουμε ετοιμάσει ένα αφιέρωμα στα έργα των κορυφαίων αυτών συνθετών του εικοστού αιώνα, του Μπρίτεν και του Μπάρτοκ. Συμπληρώνοντας το πρόγραμμά μας με το τρίτο κουαρτέτο του Σκαλκώτα, παρουσιάζουμε ένα από τα σημαντικότερα ελληνικά έργα μουσικής δωματίου που ανήκουν πλέον στο διεθνές ρεπερτόριο. Υπάρχει κοινό για τη μουσική δωματίου στην Ελλάδα; Το κοινό στην Ελλάδα είναι θα έλεγα ένα: οι φιλόμουσοι που παρακολουθούν γενικά συναυλίες – σε αντιδιαστολή με τους φιλόμουσους που αρκούνται στην ακρόαση ηχογραφήσεων. Εξειδικευμένο ακροατήριο για μουσική δωματίου δεν νομίζω ότι υπάρχει, όπως δεν υπάρχει και μεγάλη ενασχόληση με το κουαρτέτο εγχόρδων, είτε από ερασιτέχνες είτε από επαγγελματίες. Τι ξεχωριστό έχει για σας η μουσική δωματίου σε σχέση με το να παίζετε ως σολίστ με μια ορχήστρα; Ξεχωριστή είναι η φύση των δύο αυτών δραστηριοτήτων. Το κουαρτέτο είναι ένα σύνολο με μεγάλες απαιτήσεις από τους εκτελεστές.
Τους ανταμείβει όμως με ένα πραγματικά τεράστιο και πανέμορφο ρεπερτόριο. Τι θα συμβουλεύατε έναν νεαρό μουσικό που θέλει να παίξει ένα έγχορδο όργανο σε επαγγελματικό επίπεδο; Θα του έλεγα να οραματιστεί τη στιγμή που θα παίξει ένα κονσέρτο, ένα κουαρτέτο, μία συμφωνία και τη μοναδική συγκίνηση που μπορεί να αισθανθεί πριν από όλους ο ίδιος. Από κει και πέρα, πάντως, χρειάζεται πολλή δουλειά. Ποιο είναι για σας το μεγαλύτερο προσόν ενός μουσικού σε ένα κουαρτέτο εγχόρδων; Με δεδομένη την τεχνική του επάρκεια, θεωρώ ως μεγαλύτερο προσόν την ικανότητά του να επικοινωνεί με τους ανθρώπους.
Info
Νέο Ελληνικό Κουαρτέτο Νίκος Σκαλκώτας, Κουαρτέτο αρ. 3, ΑΚ34 (1935) Benjamin Britten, Κουαρτέτο για έγχορδα αρ. 2 σε ντο μείζονα, έργο 36 (1945) Béla Bartók, Κουαρτέτο για έγχορδα αρ. 2 σε λα ελάσσονα, Sz. 67, έργο 17 (1917) Γιώργος Δεμερτζής βιολί α’, Δημήτρης Χανδράκης βιολί β΄, Αγγέλα Γιαννάκη βιόλα, Άγγελος Λιακάκης βιολοντσέλο ___ Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Αίθουσα Δημήτρης Μητρόπουλος | 20.6.2008, 21:00
θέατρο
26 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008
ΚΟΙΤΑΞΤΕ ΤΑ ΜΟΥΤΡΑ ΣΑΣ «Όπως λέει και ο Σαίξπηρ, οι ηθοποιοί πρέπει να γίνουν ο καθρέφτης της αληθινής ζωής. Όχι το να πουν στον κόσμο τι να πιστεύει, αλλά να τον καθρεφτίσουν. Να τον κάνουν να αντιμετωπίσει τα μούτρα του. Μόνο έτσι θα αποκαλύψεις τον δολοφόνο – είτε κρύβεται μέσα σου, είτε μέσα στον διπλανό σου». Ο Τόμας Όστερμαϊερ δεν μασάει...
Τόμας Όστερμαϊερ «Δεν μ’ ενδιαφέρει το conceptual θέατρο, με απασχολούν πραγματικά προβλήματα» Ο Τόμας Όστερμαϊερ, καλλιτεχνικός διευθυντής της βερολινέζικης Schaubuehne, έρχεται για δεύτερη φορά μέσα σε τρία χρόνια στην Αθήνα με μια «πειραγμένη» «Λυσσασμένη γάτα» και έναν αινιγματικό «Άμλετ» που θα κάνει παγκόσμια πρεμιέρα στην Πειραιώς 260. Στη συνομιλία που είχαμε μαζί του, επιβεβαιώνει τον χαρακτήρα του αγύριστου κεφαλιού που του προσάπτουν – αλλά φυσικά έχει τις δικαιολογίες του. Από τη Νίκη Ορφανού
«Στην Αμερική πολιτική ορθότητα είναι να μη μιλάς για το Γκουαντάναμο, στην Ευρώπη επιβάλλεται να μιλάς γι’ αυτό».
Με το… τσιγκέλι βγάζει κανείς δυο λόγια από τον σκηνοθέτη, και διευθυντή της Σαουμπίνε, Τόμας Όστερμαϊερ, για το τι ακριβώς μαγειρεύει με τον «Άμλετ», φετινή παραγγελία του Ελληνικού Φεστιβάλ. Το σίγουρο είναι ότι ο κάθετος στις απόψεις του Γερμανός δεν συνηθίζει να ελίσσεται όταν είναι να κάνει θέατρο, αδιαφορώντας μάλιστα παντελώς για τις τυχόν αρνητικές αντιδράσεις. «Είναι στη φύση του θεάτρου να σπέρνει διχογνωμίες», λέει, «όπως και το να σοκάρει, να προκαλεί, να ξεγυμνώνει το κοινό από την υποκρισία του, να φανερώνει μέσα από το παιχνίδι, όπως γίνεται και στον Άμλετ, το δολοφόνο…» Παιχνίδι «ξεμπροστιάσματος» είναι και η «Λυσσασμένη γάτα» του Τένεσι Γουίλιαμς, περσινή σκηνοθεσία του Όστερμαϊερ. Μόνο που σ’ αυτήν,
η αποκάλυψη της αλήθειας προσπερνά το τραγικό, μετατρέπεται σε κακό αστείο, σε μια φάρσα στην οποία οι… δολοφόνοι είναι οπλισμένοι με τρίπατες τούρτες γεμάτες σαντιγί και τόνους άγευστου ποπ κορν (που ευτυχώς για μας, θα καταλήξει στα κεφάλια των επί της σκηνής και μόνο…). Όσο για τον «Άμλετ», που κάνει παγκόσμια πρεμιέρα στην Αθήνα στις 7 Ιουλίου, εντέλει καταφέραμε να συλλέξουμε κάποιες πληροφορίες γι’ αυτήν, τις οποίες σας παραθέτουμε σε ένθετη στήλη. Με τον Τόμας Όστερμαϊερ είχαμε τη συνομιλία που ακολουθεί: Το ότι ο «Άμλετ» θα παρουσιαστεί σε παγκόσμια πρώτη εδώ στην Αθήνα, σε μη γερμανόφωνο κοινό, επέδρασε στον τρόπο με τον οποίο προσεγγίσατε το έργο;
Όχι, καθόλου. Παλιότερα ίσως να μ’ επηρέαζε, ίσως να προσπαθούσα να δώσω έμφαση στο οπτικό μέρος και όχι στην πρόζα, για να μη βλέπω το κοινό να έχει καρφωμένα τα μάτια του όλη την ώρα στις οθόνες με τη μετάφραση! Τώρα όμως δεν δίνω σημασία σε τέτοιες λεπτομέρειες. Προτιμώ να παρουσιάσω τη δική μου, «τοπική» ματιά πάνω στο έργο, με όποιες δυσκολίες – άλλωστε υποθέτω ότι γι’ αυτό με προσκάλεσε το Ελληνικό Φεστιβάλ. Αυτή η «τοπική» ματιά είναι που κάνει το θέατρο να αξίζει. Το «άλλο» θέατρο, εκείνο της παγκοσμιοποιημένης αισθητικής που βρίσκεις παντού, δεν μου λέει τίποτα. Για ποιο λόγο επιλέξατε να παρουσιάσετε Άμλετ; Θεωρείτε ότι έχετε να πείτε κάτι καινούργιο; Για να πω την αλήθεια, ναι, έτσι νομίζω. Έχω
θέατρο
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008 | 27
Φωτογραφία: Arno Declair
ΜΙΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΟΠΟΥ ΠΑΙΖΟΥΝ ΠΑΙΔΙΑ Σκηνή από τη «Λυσσασμένη γάτα» του Τένεσι Γουίλιαμς, όπως τη σκηνοθετεί ο Τόμας Όστερμαϊερ για τη Σαουμπίνε. Ανάμεσα στους ηθοποιούς εμφανίζονται και δέκα παιδιά!
κάτι καινούριο να πω. Αλλά δεν ξέρω αν πρέπει να σας το πω, γιατί θα είναι σαν να ερμηνεύω ο ίδιος τη δουλειά μου. Αυτό είναι κάτι που εσείς πρέπει να κάνετε, οι δημοσιογράφοι και το κοινό. Δεν μπορώ να σας πω τι έχω να πω, μπορώ μόνο να σας το δείξω. Θα σας φανερώσω, αφού με κεντρίζετε, ότι μ’ ενδιαφέρει κυρίως το θέμα της τρέλας. Όλοι παίζουμε, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, τον τρελό. Τι γίνεται όμως όταν το πολυπαίζεις τρελός; Τι γίνεται όταν το παρακάνεις; Όταν απορροφάσαι από το ίδιο σου το παιχνίδι; Όταν κρύβεις πίσω του τα πραγματικά σου κίνητρα; Υπάρχει κίνδυνος ν’ απορροφηθείς από το ίδιο σου το παιχνίδι; Δεν υπάρχει; Στον Άμλετ, το να παίζεις κάποιο ρόλο, ιδίως μάλιστα αυτόν του τρελού, είναι ο μόνος τρόπος να αποκαλύψεις την αλήθεια… Έτσι είναι, αν και αυτό δεν ισχύει μόνο για τον Άμλετ. Είναι βαθιά ριζωμένη μέσα μας η πεποίθηση ότι υποκρινόμενοι θα μάθουμε την αλήθεια. Ωραίο παιχνίδι, να δούμε ποιου η μάσκα θα πέσει πρώτη. Το ίδιο το θέατρο είναι ένα παιχνίδι που αποσκοπεί στο να καταλάβεις το τι είναι σωστό και τι λάθος, σ’ έναν κόσμο όπου κανείς πια δεν φαίνεται να ξέρει.
«Οι ηθοποιοί είναι καθρέφτης της ζωής» Μπορούμε να πούμε ότι το θέατρο λειτουργεί σαν καθρέφτης για το κοινό, ότι του βγάζει στην επιφάνεια το αληθινό του πρόσωπο; Όπως λέει και ο Σαίξπηρ, οι ηθοποιοί πρέπει να γίνουν ο καθρέφτης της αληθινής ζωής. Αυτός είναι ο πιο σημαντικός ρόλος
του θεάτρου. Όχι το να πουν στον κόσμο τι να πιστεύει, αλλά να τον καθρεφτίσουν. Να τον κάνουν να αντιμετωπίσει τα μούτρα του. Είναι ενοχλητικό, ναι, δημιουργεί πρόβλημα, μπορεί να είναι ακόμα και σοκαριστικό. Αλλά μόνο έτσι θα αποκαλύψεις τον δολοφόνο – είτε κρύβεται μέσα σου, είτε μέσα στον διπλανό σου. Ο Σαίξπηρ βέβαια (και έχει συχνά κατηγορηθεί γι’ αυτό) αποκαλύπτει μέσα από το έργο του τα δικά του κλισέ, τα οποία εκπροσωπούνται με τους δυο Εβραίους χαρακτήρες του έργου. Εσείς τους αντιμετωπίζετε διαφορετικά; Και ναι και όχι. Τους έχω αλλάξει ονόματα, γιατί η καταγωγή τους δεν πρέπει να έχει σημασία για κανέναν. Στη δική μου εκδοχή δεν υπάρχουν τέτοια κλισέ. Αυτό που θέλω να δείξω είναι ότι δεν είναι κακοί χαρακτήρες, ότι στ’ αλήθεια θέλουν να βοηθήσουν τον Άμλετ. Είναι καλοί φίλοι, ενδιαφέρονται γι’ αυτόν, η πρόθεσή τους είναι τίμια. Άλλο που μετά χειραγωγούνται από τον βασιλιά Η εξουσία είναι που χειραγωγεί… Για λόγους πολιτικής ορθότητας, δηλαδή, τους αλλάξατε τα ονόματα, συνεπώς και την καταγωγή; Με ενδιαφέρει η πολιτική ορθότητα, φυσικά. Αλλά τι είναι πολιτική ορθότητα; Ποιος μπορεί να ορίσει τι είναι η πολιτική ορθότητα χωρίς να λέει βλακείες; Στην Αμερική πολιτική ορθότητα είναι να μη μιλάς για το Γκουαντάναμο, στην Ευρώπη επιβάλλεται να μιλάς γι’ αυτό. Η απάντηση που δίνω εγώ είναι να προσπαθώ να είμαι politically correct με τον τρόπο με τον οποίο βλέπω εγώ τα πράγματα. Εγώ αποφασίζω τι είναι σωστό και τι όχι,
«Προτιμώ να παρουσιάσω τη δική μου, “τοπική” ματιά πάνω στο έργο, με όποιες δυσκολίες – άλλωστε υποθέτω ότι γι’ αυτό με προσκάλεσε το Ελληνικό Φεστιβάλ. Αυτή η “τοπική” ματιά είναι που κάνει το θέατρο να αξίζει».
αυτό το δικαίωμα δεν το παραχωρώ στους άλλους.
Όχι στις εύκολες απαντήσεις Νιώθετε ότι έχετε ηθική ευθύνη όταν κάνετε θέατρο; Νιώθω ευθύνη απέναντι στον εαυτό μου, απέναντι στο πώς προσλαμβάνω εγώ ο ίδιος την πραγματικότητα. Ένα με νοιάζει: να μην κοροϊδεύω τον εαυτό μου, να μην τον ταΐζω ψέματα, να μη βολεύομαι, να μην ικανοποιούμαι με εύκολες απαντήσεις. Απ’ όσο γνωρίζω, και στη «Λυσσασμένη γάτα» κάνατε κάποιες αλλαγές. Κυρίως στο τέλος, σαν να θέλετε να μετατρέψετε την τραγωδία σε φάρσα… Έχει πλάκα να αλλάζεις την πορεία των πραγμάτων, να δίνεις διαφορετικό τέλος στο παραμύθι. Το έχουν κάνει πολλοί αυτό, στο συγκεκριμένο μάλιστα έργο έχουν ήδη παρουσιαστεί μπόλικες εκδοχές. Έχει κοιμηθεί η Μάγκι με τον Μπρικ και περιμένει παιδί, ή έχει απλώς αραδιάσει ψέματα στον πατέρα; Εμένα μ’ αρέσει να το αφήνω ανοιχτό, μπορεί να είναι είτε το ένα είτε το άλλο. Άλλωστε ο τρόπος με τον οποίο συμπεριφέρεται η Μάγκι είναι αστείος, είναι μια φάρσα. Είναι και κάπως βιτσιόζα αυτή η γυναίκα, η συμπεριφορά της εννοώ, έτσι δεν είναι; Χρησιμοποιείτε γι’ αυτή την παραγωγή μερικά από τα ιερά τέρατα του γερμανικού θεάτρου, όπως ο Μπιερμπίχλερ και η Ντένε. Ήταν δύσκολο να τους κουμαντάρετε; Μπα, ήταν ευκολότερο να δουλέψω μαζί τους απ’ ό,τι με τους νέους ηθοποιούς. Κουβαλάνε μια βαριά βαλίτσα με θεατρική εμπειρία, είναι γεμάτοι από ερεθίσματα, άρα μπο-
θέατρο
28 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008
«Ο Στάιν δεν είχε να πει κάτι καινούριο» Ήσασταν στην Αθήνα πριν από δύο χρόνια, για να παρουσιάσετε δυο παραγωγές στο Φεστιβάλ. Είδατε τότε κάποια ελληνική θεατρική παραγωγή; Όχι, δηλαδή ναι. Είδα την παραγωγή του Στάιν με τους Έλληνες ηθοποιούς. Καλό μου φάνηκε, είχε δουλέψει με τους ηθοποιούς, και σκηνοθετικά άρτιο. Δεν είδα να έχει ο Στάιν να πει κάτι καινούριο… αλλά, σας το ξαναείπα, είχε κάνει σπουδαία δουλειά στη σκηνοθεσία. Εκείνο το καλοκαίρι, η αντίδραση του κοινού στη δική σας «Νόρα» κυμαινόταν από τον ενθουσιασμό στην αγανάκτηση. Σας απασχόλησε καθόλου; Ανησυχείτε τώρα για την αντίδραση του κοινού; Θα ανησυχήσω αν έρθουν με τα ίδια μυαλά με τα οποία ήρθαν και στη «Νόρα»!.. Όχι, όχι, πλάκα κάνω. Δεν μ’ απασχολεί. Πέρασα καλά, μου άρεσε το κοινό, ήταν ένα νεαρό κοινό με φρέσκες αντιδράσεις, όχι σαν το μπουρζουά κοινό που βλέπω αλλού και που με κάνει να βαριέμαι. Το ελληνικό κοινό μοιάζει να πεινάει για νέα δουλειά, για νέες απόψεις – και αν η νέα δουλειά σε κάποιους κάθεται στο στομάχι, τι να κάνουμε. Δεν μπορώ να τους ευχαριστήσω όλους, κάποιοι θα το αγαπήσουν και κάποιοι θα το σιχαθούν αυτό που κάνω. Είναι μέσα στη φύση της δουλειάς.
«Πέρασα καλά, μου άρεσε το κοινό, ήταν ένα νεαρό κοινό με φρέσκες αντιδράσεις, όχι σαν το μπουρζουά κοινό που βλέπω αλλού και που με κάνει να βαριέμαι. Στην Ελλάδα μοιάζει να πεινάνε για νέες απόψεις – και αν η νέα δουλειά σε κάποιους κάθεται στο στομάχι, τι να κάνουμε...»
Info
ΧΩΜΑ ΚΑΙ ΑΙΜΑ Η μοναδική φωτογραφία που έχει διαρρεύσει για τον «Άμλετ» της Σαουμπίνε, που κάνει παγκόσμια πρεμιέρα στην Αθήνα.
Φωτογραφία: Arno Declair
ρούν να σε καταλάβουν. Είναι αλήθεια ότι τα μεγάλα ονόματα μπορεί να είναι ανυπόφοροι ηθοποιοί και να σου κάνουν τη ζωή πατίνι. Αλλά σ’ αυτή την περίπτωση μοιραζόμαστε για το έργο το ίδιο πάθος. Γεμίζουν τους χαρακτήρες με κομματάκια από τον εαυτό τους και τη ζωή τους, και είναι κάτι πολύ όμορφο να το βλέπεις. Στη Γερμανία, μπορεί να θεωρηθώ συντηρητικός σκηνοθέτης, γιατί ενδιαφέρομαι, πάνω απ’ όλα, για τα ανθρώπινα όντα. Το πώς συμπεριφέρονται, σε τι είδους καταστάσεις βάζουν τους εαυτούς τους. Δεν μ’ ενδιαφέρει το conceptual θέατρο, σε αντίθεση με πολλούς άλλους νέους σκηνοθέτες. Είμαι πρακτικός άνθρωπος, με απασχολούν πραγματικές καταστάσεις – και πραγματικά προβλήματα. Βάζετε σ’ αυτά και το ψαλίδισμα των κρατικών επιχορηγήσεων για το θέατρο στη Γερμανία; Αυτό είναι σίγουρο. Τα πράγματα είναι σκούρα… Και είναι αποτέλεσμα της γενικότερης κακής οικονομίας, της παγκοσμιοποίησης, του νεοφιλελευθερισμού που επικρατεί αυτή τη στιγμή σ’ όλο τον πλανήτη, ακόμα και στην Ευρώπη με τη μακρά παράδοση στον πολιτισμό και τις δημοκρατικές αξίες. Τι στο καλό κάναμε με τις δημοκρατικές μας αξίες; Δεν μπορώ να καταλάβω τι συμβαίνει… Για μένα, το μόνο που έχει νόημα είναι να πληρώνουμε τους φόρους μας, αφού πρέπει να τους πληρώνουμε, και μετά με διαδικασίες δημοκρατικές να αποφασίζουμε πού θα δώσουμε τα λεφτά μας. Όμως δεν συμβαίνει αυτό, έτσι κρεμόμαστε από το ιδιωτικό κεφάλαιο για να κάνουμε τέχνη. Αποτέλεσμα, να κάνουμε τα πάντα εκτός από τέχνη. Να κάνουμε διακόσμηση. Έχουμε καταντήσει διακοσμητές! Αυτή είναι μια αντιδημοκρατική εξέλιξη, ας το πάρουμε χαμπάρι.
Άμλετ; Για τον «Άμλετ» του Τόμας Όστερμαϊερ δεν ξέρουμε και πολλά πράγματα, αφού η παράσταση κάνει παγκόσμια πρεμιέρα στις 7, 8 και 9 Ιουλίου στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών και, προς το παρόν, «το κακό παιδί» της γερμανικής θεατρικής σκηνής είναι κλεισμένο και κάνει πρόβες χωρίς να αποκαλύπτει τις σκηνοθετικές του προθέσεις. Είμαστε σίγουροι πάντως ότι θα υπάρξουν εκπλήξεις, αφού φημίζεται για την ικανότητά του να ανεβάζει κλασικά κείμενα «αλλάζοντάς τους τα φώτα». Απ’ ό,τι έχουμε μάθει, η σκηνή θα είναι γεμάτη χώμα (με χώμα είναι μουντζουρωμένη και η φιγούρα της μίας και μόνης φωτογραφίας που έχουμε από την παράσταση), γιατί μέσα σ’ αυτό το χώμα θα ταφούν οι πολλοί πεθαμένοι του έργου. Eπίσης μαθαίνουμε ότι αυτός ο «Άμλετ» θα έχει ένα κοινό στοιχείο με μια άλλη παράσταση που σκηνοθέτησε ο Όστερμαϊερ πέρυσι (με μεγάλη επιτυχία), το «Γάμο της Μαρίας Μπράουν» (θυμάστε τη γνωστή ταινία του Φασμπίντερ;): και στις δύο οι ίδιοι ηθοποιοί υποδύονται πολλαπλούς ρόλους. Ο Λαρς Έιντινγκερ που έχει το ρόλο του Άμλετ – και όχι μόνο – λέγεται πως είναι εκπληκτικός και πως, αν και έχει αναλάβει ξανά πρωταγωνιστικούς ρόλους, είναι η πρώτη φορά που παίζει σε κλασικό έργο (όχι και τόσο κλασικό βέβαια). H Τζούντιθ Ρόζμαϊρ που παίζει την Οφηλία και τη Βασίλισσα είναι καινούρια στο team της Σαουμπίνε, είναι όμως πολύ γνωστή ηθοποιός στη Γερμανία και κέρδισε πέρυσι τον τίτλο της «Καλύτερης Ηθοποιού για το 2007». Μαρία Παναγιωτοπούλου
Schaubühne am lehniner platz 1. Tennessee Williams, «Η Λυσσασμένη Γάτα» Προσαρμογή στα γερμανικά: Jörn van Dyck Σκηνοθεσία: Thomas Ostermeier Σκηνικά: Jan Pappelbaum Κοστούμια: Ulrike Gutbrod Μουσική: Maurice de Martin Δραματουργία: Ralph Hammerthaler Φωτισμοί: Erich Schneider Παίζουν: Jule Böwe, Mark Waschke, Bettina Hoppe, Kirsten Dene, Josef Bierbichler, Christoph Gareisen, David Ruland και δέκα παιδιά. _ Πειραιώς 260, Χώρος Δ / 30 Ιουνίου, 1 & 2 Ιουλίου 2008, 21:00 2. William Shakespeare, «Άμλετ» Σκηνοθεσία: Thomas Ostermeier Σκηνικά: Jan Pappelbaum Κοστούμια: Nina Wetzel Μουσική: Nils Ostendorf Δραματουργία: Marius von Mayenburg Βίντεο: Sebastien Dupouey Φωτισμοί: Erich Schneider Πρωταγωνιστούν: Robert Beyer, Lars Eidinger, Urs Jucker, Judith Rosmair, Sebastian Schwarz, Stefan Stern _ Πειραιώς 260, Χώρος Δ / 7 - 9 Ιουλίου 2008, 21:00
θέατρο
Φωτογραφία: Βίκυ Γεωργοπούλου
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008 | 29
Πατρίτσια Σαντρέτο Ρε Ρεμπαουντένγκο
Η Συλλέκτρια
“
Το 2001 είχαμε οργανώσει με τον Μαουρίτσιο Κατελάν ένα ταξίδι στη Σικελία για να παρουσιάσουμε μια ρεπλίκα της επιγραφής Hollywood που είχε φτιάξει ο ίδιος. ΄Επειτα από δυο τρεις μήνες επέστρεψα στο Παλέρμο. Πηγαίνοντας από το αεροδρόμιο στην πόλη με ένα ταξί, ρωτάω τον οδηγό να μου πει τι ήταν αυτό. Περίμενα να μου πει «δεν ξέρω», «μια αηδία», τέτοια πράγματα. «Ακούστε τι συνέβη», μου είπε. «Ο Σιλβέστερ Σταλόνε ήθελε να γυρίσει μια ταινία στο Χόλιγουντ αλλά δεν του έδωσαν άδεια. Ηρθε εδώ κι έφτιαξαν την επιγραφή για να γυρίσει την ταινία». Είχε κατασκευάσει ολόκληρη ιστορία! Γι’ αυτό και μόνο πρέπει να ανοίξουμε τον κόσμο της σύγχρονης τέχνης, ο οποίος απ’ έξω μπορεί να φαίνεται πολύ κλειστός.
“
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΡΙΑ, Η ΣΥΛΛΟΓΗ ΤΗΣ ΟΠΟΙΑΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑΖΕΤΑΙ ΣΤΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΜΠΕΝΑΚΗ, ΣΤΗ ΣΕΛ. 32
θέμα
30 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008
Από το Μπιντιμπιντομπιντιμπού 1
Ο ιταλικός σύνδεσμος
Ιώσηπος «Πίπης» Γορτύνης Jr
Φωτογραφία: Βίκυ Γεωργοπούλου
2
Φωτογραφία: Βίκυ Γεωργοπούλου
αθώς αυτές τις μέρες στο Φεστιβάλ Αθηνών εμφανίζεται ισχυρή η επιρροή της Νέας Υόρκης – με εκπροσώπους τον «Άμλετ» του Wooster Group, το μπαλέτο του Πολ Τέιλορ, το «Γκόσπελ επί Κολωνώ» του Λι Μπρούερ που ακολουθείται αργότερα και από το «Mabu Mines DollHouse», το χορευτικό συγκρότημα της Τρίσα Μπράουν, αλλά και τον εδώ και πολλά χρόνια πολιτογραφημένο Νεοϋορκέζο Μιχαήλ Μπαρίσνικοφ – πάει να περάσει απαρατήρητος ο ισχυρός ιταλικός σύνδεσμος που διατρέχει το Φεστιβάλ. Ενώ στα γήπεδα της Ελβετίας η Ιταλία αναστενάζει, εγκαινιάστηκε στο Μουσείο Μπενάκη στην Πειραιώς η έκθεση με έργα από την ιταλική συλλογή Σαντρέτο Ρε Ρεμπαουντένγκο. Είναι μια έκθεση που αποτελείται από γλυπτά - εγκαταστάσεις σύγχρονης τέχνης, έργα που σατιρίζουν, που προκαλούν, που σχολιάζουν, που τραβούν τις ιδέες που τους δίνουν κίνητρο στα άκρα. Έργα που έχουν ένα στοίχημα να κερδίσουν, καθώς η αντοχή τους σε βάθος χρόνου δεν είναι βέβαιη. Πολύς κόσμος αντιμετωπίζει την σύγχρονη τέχνη με δυσπιστία, καθώς δυσκολεύεται να καταλάβει τα κριτήρια που την καθιστούν σημαντική, ή (ακόμα και σε ένα πιο πρώτο επίπεδο) αναρωτιέται αν είναι καν τέχνη. Καλό είναι να θυμόμαστε δύο πράγματα. Πρώτον, ότι ένα έργο τέχνης δεν μπορούμε ποτέ να το κρίνουμε από μια φωτογραφία σε ένα περιοδικό. Όπως ακριβώς στις σχετικά πρόσφατες επιτυχημένες διαφημίσεις εταιρείας κινητής τηλεφωνίας, ο επίδοξος Έλληνας γαμπρός βρέθηκε αντιμέτωπος με μια γυναίκα διαφορετική από την φωτογραφία που είχε δει στο Ιντερνετ και ήταν last year, έτσι και ένα έργο τέχνης αν δεν το έχουμε μπροστά μας είναι αδύνατον να το δούμε. Δεύτερον, μια εικαστική σύνθεση μπορεί να μη μας αποκαλύπτει την προφανή ικανότητα ενός καλλιτέχνη να χειριστεί ένα μέσο παραγωγής τέχνης, αυτό δεν σημαίνει όμως ότι η δημιουργία που βλέπουμε δεν απαιτεί και τεχνική ικανότητα, αλλά κυρίως συνθετική εικαστική αντίληψη που (όχι, αγαπητοί μου!) δεν την έχει όποιος να ’ναι. Το επιχείρημα «αυτό το έφτιαχνα κι εγώ» στο 99,9% των περιπτώσεων δεν ισχύει, και εάν ισχύει για σας αφήστε τη δουλειά σας στο γραφείο και ξαμοληθείτε για διεθνή καλλιτεχνική καριέρα. Ο πιο γνωστός καλλιτέχνης έργα του οποίου έρχονται στην Αθήνα είναι ο Μαουρίτσιο Κατελάν. Η εγκατάστασή του με τίτλο «Η ενάτη ώρα» είχε δημιουργήσει σάλο το 1999, γιατί απεικόνιζε τον πάπα πεσμένο στο έδαφος, χτυπημένο κατακέφαλα από ένα μικρό μετεωρίτη που πέφτοντας είχε θρυμματίσει και κάποιο τζάμι. Όπως γίνεται πάντα σε αυτές τις περιπτώσεις, διάφοροι καθωσπρέπει καθολικοί έγιναν διαμαρτυρόμενοι εναντίον του Κατελάν. Το έργο τελικά μοσχοπουλήθηκε, αλλά αρκετά με αυτό, γιατί δεν έρχεται στην Αθήνα. Αντίθετα στην Αθήνα θα δείτε τον αυτόχειρα σκίουρο, επίσης πολύ γνωστό έργο του Κατελάν, με τον απίθανο τίτλο «Μπιντιμπιντομπιντιμπού». Και εδώ ακριβώς συναντάται το υπόγειο ρεύμα του ιταλικού συνδέσμου με τον Παόλο Κόντε που έρχεται να δώσει μια συναυλία στο Ηρώδειο στα τέλη Ιουλίου. Ή μήπως είναι τυχαίο που στους στίχους του τραγουδιού «Danson Metropoli», ο Κόντε λέει καθαρά, «Μπαμπαμπιμπεμπιμπάμπα»; Όταν ένας από τους καλύτερους τερματοφύλακες του κόσμου ονομάζεται Πιερλουίτζι, αλλά τον φωνάζουν Τζίτζι, δεν μπορεί παρά να υπάρχει ιταλικός σύνδεσμος.
θέμα
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008 | 31
μέχρι το Μπαμπαμπιμπεμπιμπάμπα
3
4
YOUPrison Δυο εγκαταστάσεις από την καινούρια έκθεση που φιλοξενείται στην Fontazione Sandretto Re Rebaudengo, στο Τορίνο, με θέμα τη φυλακή και με συμμετοχή αρχιτεκτόνων από πολλές χώρες, καθένας από τους οποίους σχολιάζει τα σωφρονιστικά συστήματα: 1. Ο Αλεξάντερ Μπρόντσκι (Μόσχα) στήνει μια σουρεαλιστική φυλακή, το υγρό δάπεδο της οποίας αποκλείει την πρόσβαση οπουδήποτε. Ο Ρώσος αρχιτέκτονας εικονογραφεί «μια ζωή μεταξύ ενός τεχνητού ουρανού και της αντανάκλασής του, κινούμενος από τοίχο σε τοίχο, πάνω-κάτω, μέρα με τη μέρα...». 2. Ο Μάρκο Ναβάρα από την Ιταλία, επικεφαλής του δημιουργικού γραφείου NOWA (NavvaraOfficeWalking Architecture), στηριγμένος σε μαρτυρίες και σχέδια εγκάθειρκτων στις φυλακές Καλτατζιρόνε, παρουσιάζει μια κατασκευή που παραπέμπει στο Γκουαντάναμο. ΗERCollection Ανάμεσα στα έργα διάσημων σήμερα εικαστικών από τη συλλογή της Πατρίτσια Σαντρέτο Ρε Ρεμπαουντένγκο, και τα παραπλεύρως εικονιζόμενα διάσημων σήμερα εκπροσώπων της σύγχρονης τέχνης: 3. Τζέικ και Ντίνος Τσάπμαν: «Cyber Iconic Man», 1996, 280x140 cm, εγκατάσταση, μεικτά υλικά. 4. Ναν Γκόλντιν, «Joey in my roof, NYC»,1992, 70x100, φωτογραφικό χαρτί.
32 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008
Πατρίτσια Σαντρέτο Ρε Ρεμπαουντένγκο «Δεν αγοράζω έργα τέχνης για να τα έχω κλεισμένα σε αποθήκη» Η γυναίκα που κατέχει την απαιτητική τέχνη του να διακρίνει την υψηλή τέχνη, μας ξεναγεί σε μια συλλογή που περιλαμβάνει περισσότερα 1.000 έργα – που φέρουν τις πιο σημαντικές υπογραφές της σύγχρονης εικαστικής σκηνής. Ανάμεσά τους, επέλεξε περισσότερα από σαράντα έργα σύγχρονης γλυπτικής 35 διάσημων καλλιτεχνών, που θα δούμε στην Αθήνα, στην έκθεση «Σύγχρονα Μνημεία 1981 – 2008, Έργα από τη Συλλογή Sandretto Re Rebaundengo». ΑΠΟΣΤΟΛΗ: Τορίνο Από τον Περικλή Δημητρολόπουλο | Φωτογραφίες: Βίκυ Γεωργοπούλου
Όταν φτάνεις στο παλιό νεοκλασικό της οικογένειας Σαντρέτο, κοντά στο κέντρο του Τορίνο, σου έρχεται αυτομάτως στο μυαλό η εικόνα του βιομηχανικού Βορρά του περασμένου αιώνα. Της Ιταλίας που παράγει πλούτο, μιας αστικής τάξης που επινοεί και πρωτοπορεί στο γκρίζο περιβάλλον μιας παλιάς αριστοκρατικής πόλης. Η ατμόσφαιρα της τορινέζικης μποργκεζίας επιστρέφει αυτομάτως στην εποχή της, όταν ο άνθρωπος που ανοίγει τη βαριά μεταλλική πόρτα, μας οδηγεί από έναν εξωτερικό διάδρομο στο εσωτερικό του νεοκλασικού. Στην είσοδο, το χαλί με την υπογραφή του Μαουρίτσιο Κατελάν αναπαράγει το logo του γνωστού ιταλικού τυριού Bel Paese, το μεσαίο κεφαλόσκαλο της εσωτερικής σκάλας διακοσμείται με το κρεμασμένο με μανταλάκια σώμα του ίδιου του καλλιτέχνη. Κάθε δωμάτιο του σπιτιού είναι μια ιδιαίτερη εικαστική πρόσκληση, ένα κάλεσμα σε ένα αισθητικό αίνιγμα. Με μοναδική εξαίρεση ένα τραπέζι μπιλιάρδου του 1900, το οποίο βρίσκεται στο υπόγειο και είχε εκτεθεί σε μια έκθεση εκείνη την εποχή στο Παρίσι, η Πατρίτσια Σαντρέτο Ρε Ρεμπαουντέγκο έχει μετατρέψει το παλιό της νεοκλασικό σε προσωπικό εκθετήριο σύγχρονης τέχνης με έργα που ανήκουν στην πλούσια συλλογή της. Με ακόμη μεγαλύτερο πάθος, επιχείρησε να μετατρέψει το βιομηχανικό Τορίνο σε κέντρο μιας τέχνης που ανακάλυψε ξαφνικά πριν από περίπου δεκαπέντε χρόνια κι ερωτεύτηκε με τον ενθουσιασμό μιας έφηβης. Και τα κατάφερε. Το 1995 δημιουργεί την Fondazione Sandretto Re Rebaudengo και επτά χρόνια αργότερα εγκαινιάζει το κτίριο του ιδρύματος σε μια εργατική συνοικία της πόλης. Εκεί εκθέτει κατά καιρούς μέρος της συλλογής της γιατί δεν πιστεύει ότι «τα έργα τέχνης πρέπει να μένουν κλεισμένα σε αποθήκες και υπόγεια», φιλοξενεί νέους καλλιτέχνες, χρηματοδοτεί νέες δουλειές, εκπαιδεύει ενήλικους και παιδιά στις δυσνόητες σημάνσεις της σύγχρονης τέχνης. Αφήνουμε το παλιό νεοκλασικό για το μινιμαλιστικό κτίριο στην οδό Modane. Είναι ένας ελκυστικός πολυχώρος 3.500 τετραγωνικών μέτρων με καφέ, εστιατόριο, βιβλιοπωλείο και αμφιθέατρο. Σε λίγες ώρες, επρόκειτο να ανοίξει για τα εγκαίνια της έκθεσης YOUPrison με έντεκα αρχιτεκτονικά έργα – έντεκα κελιά, που επιχειρούν να αποτυπώσουν τον περιορισμό του χώρου και της ελευθερίας. Για τη συζήτηση μας με οδηγεί στο γραφείο της. Η συλλογή της, μου λέει, περιλαμβάνει περισσότερα από χίλια έργα. Πολλά από αυτά είναι έργα καλλιτεχνών που όταν αγόραζε τις δουλειές τους ήταν άγνωστοι και σήμερα βρίσκονται πολύ ψηλά στο χρηματιστήριο της τέχνης. Η συζήτησή μας αποκάλυψε το ισχυρό αισθητήριο μιας γοητευτικής γυναίκας. Θα ήθελα να ξεκινήσουμε από την αρχή της διαδρομής σας. Άρχισα να ασχολούμαι με τη σύγχρονη τέχνη στις αρχές της δεκαετίας του 1990 χωρίς κάποια ιδιαίτερη προετοιμασία. Είχα σπουδάσει οικονομικά, στη συνέχεια δούλεψα σε μια επιχείρηση του πατέρα μου, παντρεύτηκα, έκανα δυο παιδιά, στα οποία αφιερώθηκα. Τι επιχειρήσεις είχε ο πατέρας σας; Είχε μια βιομηχανία παραγωγής πλαστικών. Εκεί εργάστηκα στη διοίκηση. Και η σύγχρονη τέχνη πώς προέκυψε; Όταν μεγάλωσαν τα παιδιά μου αισθάνθηκα την ανάγκη να κάνω κάτι.΄Αρχισα να ταξιδεύω με μια φίλη συλλέκτρια, είδαμε πολλές εκθέσεις, επισκεφθήκαμε γκαλερί. Τον Μάιο του 1992 πήγαμε στο Λονδίνο, στη Lisson Gallery. Ο ιδιοκτήτης της γκαλερί, Νίκολας Λόγκσντεϊλ, με συνόδευσε στα στούντιο διαφόρων καλλιτεχνών. Ήταν μια απίστευτη εμπειρία. Για μένα, που δεν γνώριζα τη σύγχρονη τέχνη και δεν είχα ποτέ την ευκαιρία να μιλήσω με καλλιτέχνες, άνοιξε ένας νέος κόσμος. Όταν, έπειτα από μερικές ημέρες, ήρθε η στιγμή να φύγουμε, ρώτησα τον Νίκολας τι να αγοράσω. Μου απάντησε ότι σε αυτό δεν θα μπορούσε να μου δώσει καμία συμβουλή και ότι θα έπρεπε να αποφασίσω εγώ η ίδια. Έπρεπε να βρω το θάρρος να
ΑΣΤΡΑΦΤΕΡΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑ Η Πατρίτσια Σαντρέτο Ρε Ρεμπαουντέγκο άρχισε να ασχολείται με τη συλλογή έργων μοντέρνας τέχνης στα 1990. Σήμερα έχει ήδη χίλια έργα των πιο διάσημων καλλιτεχνών στη συλλογή της - και συνεχίζει.
θέμα
θέμα
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008 | 33
θέμα
34 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008
1
μόνο η σύγχρονη τέχνη. Διαπραγματεύεστε μαζί τους και τις τιμές των έργων τους; Ποτέ. Προσωπικά βλέπω τον κόσμο της τέχνης σαν μια μεγάλη αλυσίδα. Όλοι οι κρίκοι είναι σημαντικοί: ο καλλιτέχνης, ο γκαλερίστας, ο κριτικός, ο διευθυντής του μουσείου, ο επιμελητής, ο συλλέκτης. Δεν μου φαίνεται σωστό να σπας αυτή την αλυσίδα και να απευθύνεσαι κατευθείαν στον καλλιτέχνη. Σήμερα στις επιλογές σας παίζουν ρόλο οι γνώμες των λεγόμενων ειδικών, ή εξακολουθείτε να συλλέγετε με γνώμονα τη δική σας οπτική; Κοιτάξτε, επιρροές υπάρχουν πάντα. Πρέπει, όμως, σας πω ότι εμένα με ενδιαφέρουν πολύ οι νέοι καλλιτέχνες, άνθρωποι που ενδεχομένως δεν έχουν καν εκθέσει ακόμη.
«Τώρα ξοδεύουν πολλά»
εμπιστευθώ την αισθητική μου και το γούστο μου. Αυτή ήταν η αρχή. Και τι αγοράσατε; Εργα που μου μετέδιδαν δυνατά συναισθήματα. Θεωρώ ότι ήμουν τυχερή γιατί απέκτησα έργα του Ανίς Καπούρ, του Τόνι Κραγκ και άλλων σημαντικών καλλιτεχνών εκείνης της γενιάς. Το οικογενειακό σας περιβάλλον πώς υποδέχθηκε το ενδιαφέρον σας για τη σύγχρονη τέχνη; Στην αρχή λίγο καχύποπτα. Κάποια στιγμή, ο πατέρας μου, ένας τυπικός βιομήχανος της εποχής του, μου είπε: «Αν σου αρέσει η τέχνη κάν’ το. Αλλά κάν’ το καλά και σοβαρά». Έτσι ένα απλό ενδιαφέρον γίνεται πάθος; Για μένα ήταν πολύ σημαντικό το ότι πράγματα που δεν ήξερα ή δεν καταλάβαινα σε ένα έργο μού τα εξήγησαν οι ίδιοι οι δημιουργοί
τους. ΄Εγινε πάθος και λίγο κληρονομικά, γιατί η μητέρα μου συνέλεγε πορσελάνες του 1800. Πολύ ωραία αντικείμενα, αλλά χωρίς ζωή. Αντίθετα η σύγχρονη τέχνη σού επιτρέπει να τη ζήσεις. Και όχι να τη ζήσεις μόνο συλλέγοντας. Θυμάμαι ,όταν το Ίδρυμά μας χρηματοδότησε ένα έργο του Νταγκ Άιτκεν, που μετά κέρδισε το βραβείο της διεθνούς επιτροπής στην Μπιενάλε της Βενετίας το 1999, ή όταν δυο χρόνια μετά ανέλαβε την παραγωγή ενός άλλου έργου που του ζήτησαν από το Λονδίνο. Πηγαίνοντας να δω το αποτέλεσμα στην γκαλερί αισθανόμουν σχεδόν όπως τότε που έδινα εξετάσεις στο πανεπιστήμιο. ΄Ολη αυτή η διαδικασία σου δίνει δύναμη, σου δίνει τη δυνατότητα να μοιραστείς πράγματα, να συζητήσεις. Ζεις με τον καλλιτέχνη τη διαδικασία της δημιουργίας του έργου του. Αυτό μπορεί να σου το δώσει
Πολλές φορές, πάντως, η προώθηση ενός έργου παίζει μεγαλύτερο ρόλο από την καλλιτεχνική του αξία. Όταν άρχισα να συλλέγω, στις αρχές του 1990, οι συλλέκτες ήμασταν πολύ λίγοι. Τα τελευταία 5-6 χρόνια η αγορά έχει αλλάξει εντελώς. Είναι πάρα πολλοί αυτοί που δεν διστάζουν να ξοδέψουν τεράστια ποσά για να αγοράσουν ένα έργο τέχνης, με αποτέλεσμα οι τιμές να έχουν αυξηθεί τρομακτικά. Πριν από λίγες ημέρες επέστρεψα από τη Βασιλεία όπου έργα ενός ή 2 εκατομμυρίων ευρώ ήταν ο κανόνας. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι μια φούσκα. Εγώ δεν το πιστεύω. Αυτό που πιστεύω, όμως, είναι ότι πολλοί καλλιτέχνες είναι αναμφίβολα υπερεκτιμημένοι. Ως συλλέκτρια δεν σας ενοχλεί αυτό; Αγόραζα πάντα τα έργα νέων καλλιτεχνών και, επομένως, οι τιμές των έργων τους ήταν ακόμη σε ανεκτά επίπεδα. Εργα του Ντέιμιεν Χερστ ή του Μαουρίτσιο Κατελάν, τον οποίο εκτιμώ και είναι φίλος μου, αγόρασα τη δεκαετία του 1990. Είναι σαφές ότι δεν θα τα αγόραζα σήμερα. Σας έχει γίνει ποτέ έμμονη ιδέα η απόκτηση ενός έργου; Υπάρχουν έργα που θα ήθελα στη συλλογή μου και ομολογώ ότι μου δημιουργεί μια αίσθηση θλίψης όταν πρέπει να βγάλω έργα από το σπίτι μου για να εκτεθούν κάπου. Έχω μια δυνατή, αλλά υγιή σχέση με την τέχνη. Και σε μια υγιή σχέση δεν χωράνε οι εμμονές. Δεν ζηλεύω όταν βλέπω ένα ωραίο έργο σε μια άλλη συλλογή, ούτε πηγαίνω πρώτη σε μια έκθεση για να προλάβω να αγοράσω. Δεν βλέπω ανταγωνιστικά τους άλλους συλλέκτες. Η δική μου επένδυση στην τέχνη είναι εσωτερική. Πώς προσλαμβάνετε εσωτερικά την τέχνη; Μου δημιουργεί δυνατά συναισθήματα. Δεν αγαπώ τη διακοσμητική τέχνη. Αγαπώ την τέχνη που έχει κοινωνικές και πολιτικές σημάνσεις. Και αυτή η τέχνη μπορεί οπτικά να είναι ακόμη και δυσάρεστη, να σε σοκάρει. Στο σπίτι μου υπάρχουν τέτοια έργα. Αλλάζει με το πέρασμα του χρόνου η σχέση σας με τα έργα σας; Συνεχίζουν να μου αρέσουν τα έργα που έχω αγοράσει. Δεν μου έχει τύχει ποτέ να κατεβάσω από τον τοίχο κάποιο έργο έπειτα από κάποια χρόνια. Αυτό που έχει συμβεί είναι ότι έπαψα να ακολουθώ κάποιους καλλιτέχνες. Πώς αποφασίσατε να εκθέσετε τα έργα της συλλογής σας; Δεν είναι κάπως ασυνήθιστο; Οι φίλοι μου έλεγαν ότι είμαι τρελή, αλλά ακού-
θέμα
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008 | 35
2
3
4
στε: Εγώ είχα την τύχη να μπορώ να συλλέγω. Οι άνθρωποι που δεν μπορούν να συλλέγουν πρέπει να μπορούν να βλέπουν. Δεν σκέφτηκα ποτέ να αγοράσω έργα τέχνης για να τα έχω κλεισμένα μέσα σε μια αποθήκη. Πριν ακόμη κάνω το Ίδρυμα, το 1995, είχα εκθέσει σε ένα οικογενειακό μας οίκημα έξω από το Τορίνο έργα Βρετανών καλλιτεχνών, όπως του Ντάγκλας Γκόρντον και του Ανίς Καπούρ. Πιστεύω ότι την τέχνη πρέπει να τη μοιράζεσαι – αυτός εξάλλου ήταν ένας από τους λόγους που αποφάσισα να δημιουργήσω αυτό το Ίδρυμα. Αν δεν ξόδευα όλα αυτά τα χρήματα για το Ίδρυμα, η συλλογή μου σήμερα θα ήταν δεκαπλάσια. Όμως, η συλλεκτική διάσταση του καλλιτεχνικού φαινομένου μού φαινόταν λίγη. Με ενδιέφερε να κάνω κάτι για να γνωρίσουν και άλλοι άνθρωποι τη σύγχρονη τέχνη. Ο κόσμος έχει δύσκολη σχέση με τη σύγχρονη τέχνη. Συχνά του φαίνεται δυσνόητη. Μα η σύγχρονη τέχνη δεν είναι εύκολη. Μιλάει για το παρόν, κοιτώντας παράλληλα στο μέλλον. Πολύ συχνά, ο επισκέπτης βλέπει ένα έργο «χωρίς τίτλο» και χωρίς να του δίνεται καμία εξήγηση. Του δημιουργούνται απορίες. Σε αυτό το μικρό μουσείο που έχουμε κάνει προσπαθούμε να βοηθήσουμε τους επισκέπτες στην κατανόηση της σύγχρονης τέχνης. Φοιτητές της σχολής Καλών Τεχνών εκτελούν ένα ρόλο διαμεσολάβησης με τον επισκέπτη, εξηγούν και δίνουν πληροφορίες. Δημιουργείται μια σχέση και γεννιέται ένας πολύ γόνιμος και ενδιαφέρον διάλογος. Δημιουργήσαμε, επίσης, ένα ειδικό τμήμα γνωριμίας με τη σύγχρονη τέχνη, το οποίο πρέπει
να σας πω ότι έχει πολύ μεγάλη συμμετοχή κι ένα τμήμα για παιδιά, που έρχονται σε επαφή με τη σύγχρονη τέχνη μέσω της δικής τους προσωπικής δημιουργίας.
Το Χόλιγουντ, ο Κατελάν κι ο ταξιτζής Εσείς πώς θα περιγράφατε τη σύγχρονη τέχνη σε κάποιον που θα σας ρωτούσε; Με αυτή τη φράση: συλλαμβάνεις το σήμερα και υποψιάζεσαι το αύριο. Η σύγχρονη τέχνη είναι ένας μοναδικός τρόπος για να ζήσεις, να γνωρίσεις το παρόν και να οσμιστείς το μέλλον. Να ανοίξεις τους ορίζοντές σου και να δώσεις χώρο στη φαντασία σου. Θα σας διηγηθώ ένα περιστατικό. Το 2001 είχαμε οργανώσει με τον Μαουρίτσιο Κατελάν ένα ταξίδι στη Σικελία για να παρουσιάσουμε μια ρεπλίκα της επιγραφής Hollywood που είχε φτιάξει ο ίδιος. ΄Επειτα από δυο τρεις μήνες επέστρεψα στο Παλέρμο. Πηγαίνοντας από το αεροδρόμιο στην πόλη με ένα ταξί, ρωτάω τον οδηγό να μου πει τι ήταν αυτό. Περίμενα να μου πει «δεν ξέρω», «μια αηδία», τέτοια πράγματα. «Ακούστε τι συνέβη», μου είπε. «Ο Σιλβέστερ Σταλόνε ήθελε να γυρίσει μια ταινία στο Χόλιγουντ αλλά δεν του έδωσαν άδεια. Ηρθε εδώ κι έφτιαξαν την επιγραφή για να γυρίσει την ταινία». Είχε κατασκευάσει ολόκληρη ιστορία! Γι’ αυτό και μόνο πρέπει να ανοίξουμε τον κόσμο της σύγχρονης τέχνης, ο οποίος απ’ έξω μπορεί να φαίνεται πολύ κλειστός. Γιατί επιλέξατε να δραστηριοποιηθείτε στο Τορίνο και όχι στο Μιλάνο ή τη Ρώμη;
Το Τορίνο είναι η πόλη μου και ήθελα να κάνω κάτι γι’ αυτήν. Φυσικά οι δυσκολίες ήταν περισσότερες. Για παράδειγμα ο κόσμος στην περιοχή όπου κάναμε το Ιδρυμα δεν ήθελε να γίνει η κατασκευή στη γειτονιά του, με αποτέλεσμα να σταματήσουν οι εργασίες για έντεκα μήνες. Κινδυνέψαμε να χάσουμε τη χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή ΄Ενωση. Εκεί πρέπει να σας πω ότι σκέφτηκα να φύγω από το Τορίνο, είχα θυμώσει λίγο. Ήταν και όλα τα εμπόδια της γραφειοκρατίας. Σε αυτό σας το εγχείρημα είχατε βοήθεια; Μόνο από την περιφέρεια. Από το δήμο και το κράτος απολύτως τίποτε, αν και ζήτησα τη συμβολή τους. Από τη συλλογή σας τι θελήσατε να δει στο κοινό του Ελληνικού Φεστιβάλ; Θέλω να πάρει μια ιδέα αυτής της συλλογής. Αρχικά, είχα χωρίσει τη συλλογή μου σε θεματικές ενότητες. Βρετανική τέχνη, φωτογραφία, γυναίκες, Ιταλοί. Σήμερα δεν έχει νόημα αυτός ο διαχωρισμός. Σκέφτηκα, λοιπόν, να ενώσω σε μια ενότητα τα γλυπτά της συλλογής για να δώσω στο κοινό του Φεστιβάλ ένα δείγμα της σύγχρονης γλυπτικής με έργα καλλιτεχνών από ολόκληρο τον κόσμο. Τι χρειάζεται για μια καλή έκθεση; Οπωσδήποτε, καλοί καλλιτέχνες και ωραία έργα. Έπειτα, πολύ σημαντικό ρόλο παίζει το θέμα μιας έκθεσης. Ο κόσμος έλκεται πολύ από τον τίτλο. Μια έκθεση είναι απαραίτητο να έχει μια λογική, ένα μήνυμα. Θα πρόσθετα, κι έναν καλά επιμελημένο κατάλογο. Ο κατάλογος είναι το μοναδικό ντοκουμέντο που μένει όταν τελειώνει μια έκθεση.
ΔΕΙΤΕ ΚΙ ΑΥΤΑ ΣΤΟ ΜΠΕΝΑΚΗ 1. Σάρα Λούκας, «Αυγό», 1995, 183x189 cm, γλυπτική, μεικτή τεχνική. 2. Ρόζμαρι Τρόκελ, «Χωρίς τίτλο», 1995, 70x50x50 cm, σμάλτο πάνω σε μέταλλο. 3. Τζιμ Άϊσερμαν, «Cube Weave», 1996, 132x132x132 cm, γλυπτική με βαμβακερό χειροποίητο ύφασμα και γόμμα. 4. Πιότρ Γιουκλάνσκι, «Χωρίς τίτλο (Μάτια που διασταυρώνονται)», 2001, ένθεση μπλε γκρι ξύλου, στο οποίο έχει περαστεί βερνίκι.
36 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008
θέμα
Ιnfo Σύγχρονα Μνημεία 1981-2008 Έργα από την συλλογή Sandretto Re Rebaudengo Η έκθεση συγκεντρώνει περισσότερα από 29 έργα σύγχρονης γλυπτικής 23 διάσημων καλλιτεχνών της διεθνούς σκηνής, επιλεγμένα από τη σημαντική συλλογή της Πατρίτσια Σαντρέτο Ρε Ρεμπαουντένγκο. Τα συμπαγή αυτά γλυπτά, δημιουργημένα από ετερόκλητα υλικά, θέτουν υπό αμφισβήτηση τη δική μας θέαση για την πραγματικότητα, αναπαριστώντας συμβολικά τον παρόντα χρόνο. Έργα που μνημειώνονται, που αφηγούνται τις κοινωνικές μεταβολές, όπως ο αυτόχειρας σκίουρος του Maurizio Cattelan και το αντιπολεμικό μνημείο του Thomas Hirschhorn, συναντούν την εκλεπτυσμένη αναστοχαστική φόρμα των βάζων του Tobias Rehberger. Τα ανάλαφρα γλυπτά του νεαρού Bojan Sarcevic συνδιαλέγονται με την ειρωνική αναπαράσταση της σεξουαλικότητας της Sarah Lucas και με την περιγραφή του παραλόγου των κοινωνικών στερεοτύπων όπως αυτά αποτυπώνονται στα μανεκέν του Yinka Shonibare. Μουσείο Μπενάκη | 18 Ιουνίου - 27 Ιουλίου
Μαουρίτσιο Κατελάν, «Bidibidobidiboo», 1996, 58x50x60 cm, εγκατάσταση, γεμιστός σκίουρος, μεικτή τεχνική.
εγκατάσταση
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008 | 37
AIMA, ΜΠΟΓΙΑ Ή ΚΕΤΣΑΠ; Η Αναστασία Λύρα στο χώρο της - το Μικροσκοπικό Θέατρο, όπου θα παρουσιάσει μια εγκατάσταση με υλικά ένα γυναικείο σώμα και την ιδέα της επανάστασης - ή απλώς ένα γυναικείο σώμα και ένα άλικο πανί;
Φωτογραφία: Βίκυ γεωργοπούλου
Αναστασία Λύρα Κόκκινο πανί
Η χορευτική εγκατάσταση «Tu amor revolucionario» (Ο επαναστάτης έρωτάς σου) είναι μια ζωντανή γλυπτική σύνθεση με πρωταγωνιστές ένα γυναικείο σώμα και μια σημαία. Βγάλτε τα παπούτσια (όπως κάνουν στα τζαμιά) και περάστε 10 λεπτά μαζί με ένα κορίτσι τυλιγμένο ένα κόκκινο πανί. Από την Ερατώ Τσούκα
Σώματα και σύμβολα, χορός και εικαστική εγκατάσταση επιζητούν την προσοχή του επισκέπτη σε έναν καινούργιο χώρο – το Μικροσκοπικό Θέατρο. Εκεί συναντήσαμε την Αναστασία Λύρα που υπογράφει το συγκεκριμένο θέαμα και ζητήσαμε τις διευκρινίσεις της: Αυτό που θα κάνετε είναι δρώμενο, εγκατάσταση, παράσταση; Τι είναι ακριβώς; Είναι εγκατάσταση. Αποφάσισα να το πω έτσι γιατί ξεκαθαρίζει το θέμα της κίνησης του κοινού, του κόσμου που θα έρχεται και θα φεύγει κάθε 10 λεπτά. Αυτό συμβαίνει σε μια εγκατάσταση. Ως εγκατάσταση είναι κάτι σαν ζωντανό γλυπτό. Το λέω όμως και δρώμενο, γιατί ένα από τα αφηγηματικά μεγέθη του είναι και ο χρόνος. Ο τίτλος της παράστασης είναι ένας στίχος του τραγουδιού «Ηasta siempre Commandante≥ που αναφέρεται στον Τσε Γκεβάρα. Υπάρχει κάτι παραπάνω από σύμπτωση σε αυτό; Tο 2002 έκανα μια περιοδεία στην Κούβα και μετά θα πήγαινα σε ένα συνέδριο στο Όρεγκον. Σκέφτηκα τότε να κάνω ένα σόλο με μια κόκκινη σημαία. Επειδή όμως δεν έβρισκα κόκκινη σημαία στην Κούβα, αποφάσισα να πάρω μαζί μου στο Όρεγκον ένα κομμάτι κόκκινο ύφασμα, που θα παρέπεμπε στην κόκκινη σημαία. Ένα γυμνό σώμα τυλιγόταν
με το ύφασμα-σύμβολο κι ύστερα ξετυλιγόταν μένοντας γυμνό. Στο Όρεγκον, ξέρετε, υπάρχει πάρα πολλή γύμνια γιατί έχει λουτρά. Από εκεί λοιπόν προέκυψε η ιδέα του γυμνού σώματος και από την Κούβα η σημαία Ο τίτλος υπήρχε από την αρχή, παραπέμπει στην Κούβα, στη σχέση που είχα με την Κούβα. Έτσι προέκυψε μια δομή και μια ιστορία, από κει και πέρα όλα ήταν ανοιχτά. Καταλήξατε ποιο θέμα πραγματεύεστε τελικά; Αυτό που θα δει ο κόσμος είναι κάτι απλό. Ένα σώμα γυμνό διπλώνει και ξεδιπλώνει πάνω του ένα κόκκινο ύφασμα (μια σημαία;). Είναι ένα δρώμενο διάρκειας 10 λεπτών που θα επαναλαμβάνεται συνέχεια επί 2 ώρες. Στη σκηνή εναλλάσσονται δυο χορεύτριες, στον ίδιο ρόλο. Με ρωτάτε για νοήματα... Βασικό στοιχείο της δουλειάς μου είναι ο αυτοσχεδιασμός, ορατό είναι και ένα ισχυρό στοιχείο τελετουργίας. Το Μικροσκοπικό Θέατρο όπου θα παρουσιάσετε το έργο σας, να το φανταστούμε σαν μια γκαλερί όπου θα μπαίνουμε να βλέπουμε το έργο και θα φεύγουμε όποτε θέλουμε; Ή θα πρέπει να παρακολουθήσουμε ολόκληρη την περφόρμανς επί δίωρο; Κι έπειτα, θα είμαστε όρθιοι ή καθιστοί; Έχει στοιχεία θεάτρου και στοιχεία γκαλερί. Ο θεατής θα παρακολουθεί για 10 λεπτά καθιστός και μπορεί να μείνει αν δεν υπάρχει
πίεση από άλλους. Τρεις συνεργάτες μας θα προσπαθούν να διευκολύνουν την αλληλοδοαδοχή του κοινού. Προσπαθούμε να μην ενοχλούν τις χορεύτριες και τους θεατές το πήγαιν’-έλα του κόσμου, όπως συνήθως συμβαίνει στο θέατρο. Ο χώρος της περφόρμανς είναι καινούριο δικό σας απόκτημα, που διαμορφώθηκε στη συνέχεια με τη συνεργασία αρχιτεκτόνων. Τι τον θέλατε το χώρο και γιατί τον κάνατε όπως τον κάνατε; Ο χώρος είναι η περιοχή όπου μπορείς να κάνεις τη δουλειά σου. Όταν, επιπλέον, ένας χώρος είναι δικός σου, μπορείς να τον κάνεις όπως θέλεις. Στη διαμόρφωσή του φροντίσαμε να είναι ένας χώρος εύχρηστος και προσαρμόσιμος σε πολλές και διαφορετικές καλλιτεχνικές δραστηριότητες. Και ήταν πολύ σημαντικό να σεβαστούμε το παλαιό κτίριο πάνω στο οποίο κτίσαμε. Να σας πω κι ένα μυστικό; Αυτός ο χώρος ήταν το σπίτι μου, όμως δεν έχω μείνει ποτέ εδώ. Τελευταία λειτουργούσαν καταστήματα και ίσως να μην άλλαζε η χρήση του αν δεν διαπίσωνα ότι το υπόγειο, που στην αρχή δεν μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση, θα μπορούσε να γίνει μικρό θεατράκι. Κάθε καλλιτέχνης ονειρεύεται να έχει τον δικό του χώρο, να δουλεύει με ησυχία, να μπορεί να ελέγχει τις συνθήκες της δουλειάς του.
Γιατί είναι ελεύθερη η είσοδος; Γιατί δεν στέκει να βάλεις εισιτήριο για κάτι που διαρκεί 10 λεπτά. Προσωπικά, πάντως, έχω κάνει πολλές δουλειές χωρίς εισιτήριο, προτιμώ να είναι κάποιος άλλος φορέας, φεστιβάλ, υπουργείο, κάποιος χορηγός που αναλαμβάνει το οικονομικό κομμάτι. Μου αρέσει να μπορεί να το βρει μπροστά του κάποιος καθώς κάνει βόλτα. Με απαλλάσσει από το promotion, από την ανάγκη να πουλήσω με κάποιον τρόπο. Προτιμώ να παλέψω για τον χορηγό παρά για το εισιτήριο. Και νομίζω πως και ο κόσμος στην μεγάλη του πλειοψηφία αυτό το εκτιμά.
Info Tu Amor Revolucionario Xορευτική εγκατάσταση της Αναστασίας Λύρα Ερμηνεύουν: Νατάσα Αβρά ή Αλίκη Κόντζιου-Γούσα Σκηνικό περιβάλλον: Άρτεμις Αλκαλάη Μικροσκοπικό Θέατρο, Δεξίππου και Ταξιαρχών 2, Μοναστηράκι | 21 - 23 Ιουνίου 2008, 19:00 Προσοχή: Πριν οι επισκέπτες εισέλθουν στο χώρο πρέπει να βγάζουν τα παπούτσια.
συνέντευξη
38 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008
ΓΚΟΣΠΕΛ ΕΠΙ ΚΟΛΩΝΩ Η Μπερναντίν Μίτσελ, Αντιγόνη στην ανατρεπτική εκδοχή του Οιδίποδα στην οποία συναντιούνται το αρχαίο δράμα, η αφροαμερικανική μουσική και η χριστιανική τελετουργία.
Λι Μπρούερ «Είναι λίγο “μάτσο” οι άντρες στην Ελλάδα» Με δυο πολυβραβευμένες δουλειές του, το «Γκόσπελ επί Κολωνώ» και το «Κουκλόσπιτο», έρχεται να κατακτήσει την πόλη που λέει πως για αυτόν είναι το τελευταίο άπαρτο κάστρο στην Ευρώπη. Θα παραδοθεί η Αθήνα στον διάσημο σκηνοθέτη; Ο Λι Μπρούερ εξηγεί γιατί έχει τις αμφιβολίες του... Από τη Νίκη Ορφανού
Ο Αμερικανός σκηνοθέτης -που προτιμά να αυτοπροσδιορίζεται ως συγγραφέας- γελάει ευχαριστημένος με τον χαρακτηρισμό «μαύρο πρόβατο της αβανγκάρντ» που του αποδίδουν οι ανταγωνιστές του, προβληματίζεται για την επέλαση των τεχνολογιών στο θέατρο και ξεφυσά με αγανάκτηση που -ενώ έχει παρουσιάσει κι άλλοτε δουλειές του στη χώρα μας με επιτυχία- χρειάστηκε να περιμένει επ’ αόριστον στον… πάγκο για μια πρόσκληση από την Αθήνα. «Γκόσπελ επί Κολωνώ», δηλαδή γκόσπελ και ελληνική τραγωδία μαζί σε μια εκδοχή που συνεχίζει, για πάνω από είκοσι χρόνια, να
ξαφνιάζει. Τι ακριβώς επιδιώκετε με αυτό το πάντρεμα; Ναι, ξαφνιάζει. Κι αυτό γιατί, για μπόλικους αιώνες, οι Ευρωπαίοι ιστορικοί ήθελαν να διατηρήσουν τον ευρωπαϊκό πολιτισμό… λευκότερο από λευκό. Μια σχέση ανάμεσα στην ελληνική τραγωδία και την αφρικανική ψαλμωδία θα ήταν κάτι εντελώς ανάρμοστο και ανεπιθύμητο. Εγώ, ωθούμενος και από το πολιτικό κίνημα του 1960 του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ και άλλων αγωνιστών που διεκδικούσαν περισσότερες εξουσίες για τους Αφροαμερικανούς, θέλησα να δείξω τη σχέση ανάμεσα στην ελληνική τραγωδία και τη
λατρεία στην αφροαμερικανική εκκλησία, ιδίως την Πεντηκοστιανή. Και στα δύο υπάρχει η ιδέα της κάθαρσης, που επιτυγχάνεται μέσα από την κίνηση και το τραγούδι. Και αυτή δεν είναι, βέβαια, η μόνη ομοιότητα. Η αρχαία Ελλάδα είχε πολλές επαφές με το χώρο και τον πολιτισμό της Ανατολής, και μάλιστα υπάρχουν θεωρίες -όπως αυτή που αναπτύσσει ο Μαρτίν Μπερνάλ στη μελέτη του «Η μαύρη Αθηνά»- που υποστήριξαν την ύπαρξη ακόμα πιο κοντινής συγγένειας. Εντάξει, μου μιλάτε για ένα βιβλίο που έκανε μεν αίσθηση αλλά δεν έπεισε τη διεθνή επιστημονική κοινότητα.
Δεν αντιλέγω. Κάποιοι είναι υπέρ της θεωρίας αυτής της γενετικής συγγένειας των Ελλήνων με τους Αφροασιάτες και κάποιοι εναντίον. Εμένα, όμως, περισσότερο από τη γενετική, με ενδιαφέρει το κοινό ήθος ανάμεσα στους δύο πολιτισμούς. Το «Γκόσπελ επί Κολωνώ» αναβιώνει την ατμόσφαιρα της αρχαίας τραγωδίας με έναν πολύ ασυνήθιστό τρόπο. Και δεν βλέπω τίποτα κακό στο να κάνεις μια μετάφραση με γκόσπελ, εφόσον είναι δεδομένο πως η μουσική αποτελεί βασικό συστατικό αυτού που αποκαλούμε αρχαίο ελληνικό πνεύμα. Είναι μια πολύ καλή μετάφραση, κατά τη γνώμη μου. Κάποι-
συνέντευξη
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008 | 39
ΚΟΥΚΛΟΣΠΙΤΟ «Αν και νάνοι, οι άντρες συμπεριφέρονται στις γυναίκες σαν γνήσιοι φαλλοκράτες», σημειώνει ο Λι Μπρούερ, που τονίζει ότι είναι μια προσέγγιση του ιψενικού έργου με πολύ χιούμορ.
οι υποστηρίζουν ότι η γλώσσα της αρχαίας τραγωδίας έχει αναλογίες με αυτή του Σαίξπηρ. Αυτό είναι ένα φρικτό λάθος, γιατί στον Σαίξπηρ δεν υπάρχει τραγούδι, δεν υπάρχει μετάβαση από τη λέξη που προφέρεται σε αυτή που τραγουδιέται. Υπάρχει μέτρο, ναι, αλλά μέχρι εκεί. Το «Γκόσπελ επί Κολωνώ» είναι μια μεταμοντέρνα εκδοχή της αρχαίας τραγωδίας, κι ένας καλός τρόπος να αναβιώσεις την αίσθηση της αρχαίας τραγωδίας, όχι ακαδημαϊκά αλλά πρακτικά, μέσω της θρησκείας. Η κάθαρση, άλλωστε, είναι ένα θρησκευτικό θέμα. Είστε θρήσκος; Θα έλεγα ότι είμαι μελετητής της θρησκείας, ότι ενδιαφέρομαι για τις δομές της θρησκείας, όπως ενδιαφέρομαι και για την επιστήμη. Δεν ανήκω στην Πεντηκοστιανή Εκκλησία, αλλά νιώθω πολύ κοντά στα μέλη της. Ωστόσο, δεν θα περιέγραφα τον εαυτό μου ως θρήσκο. Τρέφω, μάλλον, ένα τεράστιο ενδιαφέρον για τη συνάντηση της θρησκείας με το δράμα, στο βαθμό που μοιράζονται τη βαθιά πίστη στην ανάγκη συμμετοχής, στην ανάγκη όλων να γίνουν κοινωνοί σε κάτι. Πιστεύετε ότι αυτό το στοιχείο της συμμετοχής λείπει από το θέατρο σήμερα; Ναι, οπωσδήποτε λείπει. Και το «Γκόσπελ επί Κολωνώ» είναι μια προσπάθεια να γεφυρωθεί αυτό το χάσμα. Είναι πολύ συναισθηματι-
κό, πολύ ποιητικό. Η έννοια της συμμετοχής βρίσκεται στη βάση του γκόσπελ, και αυτό το ξέρει καλά όποιος έχει την εμπειρία της αφροαμερικανικής εκκλησίας, όπου όλοι συμμετέχουν τραγουδώντας. Έχεις ένα χώρο ζωντανό, που πάλλεται από ενέργεια και δύναμη. Αυτό που προσπαθούμε να πετύχουμε με αυτήν την παραγωγή είναι να κάνουμε όλο τον κόσμο να ανταποκριθεί σε ό,τι συμβαίνει πάνω στη σκηνή. Και νομίζω ότι λείπει αυτό από το θέατρο σήμερα.
Η εποχή μας υπάρχει στην τραγωδία Έχετε ασχοληθεί και στο παρελθόν με την ελληνική τραγωδία. Τι είναι αυτό που διατηρεί και ανανεώνει το ενδιαφέρον σας; Η μυθική της διάσταση. Γιατί στην τραγωδία βρίσκεις τους πιο ουσιαστικούς μύθους της ανθρωπότητας. Ακόμα και ξεφυλλίζοντας ένα εγχειρίδιο βασικής ψυχανάλυσης, διαπιστώνεις ότι όλοι οι μύθοι και το σύμπαν της σύγχρονης κουλτούρας ενυπάρχει στην ελληνική τραγωδία. Σήμερα δεν κάνουμε τίποτα άλλο παρά να κυνηγάμε με μανία να αποδώσουμε με νέους τρόπους τις ίδιες ιστορίες. Κατά τη γνώμη μου, για να το κάνεις αυτό καλά δεν αρκεί να κοιτάς μπροστά. Πρέπει να κοιτάς και πίσω, στις ρίζες. Είναι οι μύθοι για την ανθρώπινη φύση -ή, αντίθετα, την ανθρώπινη κατάσταση- που σας απασχολούν και στο «Κουκλόσπιτο»;
Βλέπετε στη Νόρα μια σύγχρονη γυναίκα της Δύσης; Ξέρω ότι δεν είναι μια δημοφιλής άποψη, αλλά δεν πιστεύω ότι η Δυτική γυναίκα έχει αλλάξει στο πέρασμα του χρόνου. Επιφανειακά, ναι, πολλά πράγματα έχουν αλλάξει. Στην εποχή της Νόρας δεν θα μπορούσε μια γυναίκα να είναι δημοσιογράφος, δεν θα είχε τραπεζικό λογαριασμό, δεν θα μπορούσε καν να ανοίγει τα γράμματά της χωρίς να έχει το… μάτι του συζύγου της πάνω από το κεφάλι της. Η γυναίκα ήταν κυριολεκτικά υποταγμένη στον άνδρα, σαν σκλάβα. Μια ψεύτικη κούκλα - και παρέμενε μια κούκλα σε όλη της τη ζωή. Στη Δύση υποτίθεται ότι οι γυναίκες έχουν απελευθερωθεί. Μπούρδες. Στις ΗΠΑ το ζήσαμε έντονα με την κούρσα ανάμεσα σε έναν Αφροαμερικανό και μια γυναίκα, για την ανάδειξη υποψηφίου του Δημοκρατικού Κόμματος. Συμπέρασμα; Ο ρατσισμός είναι πρόβλημα με μεγάλες διαστάσεις σε αυτή τη χώρα, αλλά ο σεξισμός τον ξεπερνάει. Δεν πιστεύετε ότι η εκλογή του Ομπάμα οφείλεται στο ότι είναι ένας χαρισματικός νέος πολιτικός; Βεβαίως και είναι, αλλά από πότε υποστηρίζονται οι χαρισματικοί άνθρωποι; Ήταν, όμως, πιο εύκολο για τον Ομπάμα να βρει υποστήριξη απ’ ό,τι ήταν για τη Χίλαρι, απλώς και μόνο επειδή είναι γυναίκα -και στην πραγματικότη-
«Οι γυναίκες έχουν απελευθερωθεί στη Δύση. Μπούρδες. Στις ΗΠΑ το ζήσαμε έντονα με την κούρσα ανάμεσα σε έναν Αφροαμερικανό και μια γυναίκα, για την ανάδειξη υποψηφίου των Δημοκρατικών. Συμπέρασμα; Ο ρατσισμός είναι πρόβλημα, ο σεξισμός τον ξεπερνάει».
συνέντευξη
40 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008
ΟΙ ΠΑΤΕΡΕΣ ΤΟΥ ΟΙΔΙΠΟΔΑ! Ο Μπομπ Τέλσον (αριστερά) και ο Λι Μπρούερ που συνυπογράφουν τη γκόσπελ διασκευή του Οιδίποδα επί Κολωνώ.
τα, οι γυναίκες είναι πολίτης δεύτερης κατηγορίας, κάτι που αποκαλύπτεται όταν θέλουν να ηγηθούν. Αυτές οι εκλογές το απέδειξαν ξανά και ξανά. Ο Ομπάμα είναι χαρισματικός και πιθανότατα θα γίνει εξαίρετος πρόεδρος… Όχι ότι δεν υπάρχουν γυναίκες σε θέσεις (λιγότερης) εξουσίας. Αλλά έχω την αίσθηση ότι το μόνο που διαχωρίζει τη σύγχρονη γυναίκα από τη Νόρα είναι μια μικρή αλλαγή στο αρχικό ερώτημα: για τη Νόρα ήταν: «πώς μια γυναίκα μπορεί να έχει εξουσία;», σήμερα είναι «πώς μια γυναίκα με εξουσία μπορεί να έχει αγάπη;». Κι αυτό είναι επίσης τραγικό.
Το μέγεθος δεν έχει σημασία! Με το να χρησιμοποιείτε νάνους στους ανδρικούς ρόλους, μοιάζετε να υπονοείτε ότι η ανδρική κυριαρχία δεν εξαρτάται από το μέγεθος. Το χιούμορ είναι ένας καλός τρόπος για να εκσυγχρονίσουμε τη συζήτηση για τις σχέσεις των δύο φύλων. Συνήθως, η συζήτηση ξεκινά και καταλήγει στο επιχείρημα ότι οι άντρες είναι πιο δυνατοί από τις γυναίκες, και γι’ αυτό επιβάλλονται. Εμείς το αμφισβητούμε. Έτσι βρήκαμε άντρες- νάνους που φτάνουν-δεν φτάνουν στη μέση των γυναικών. Στην παράσταση, για να συνομιλήσουν μαζί τους, οι γυναίκες πρέπει να σηκώνουν τους άντρεςνάνους στον αέρα για να τους φέρνουν κοντά τους ή να γονατίζουν για να βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο με αυτούς. Αλλά ακόμα κι έτσι, η κατάσταση είναι ίδια. Ο άντρας διατάζει και η γυναίκα τρέχει σαν το σκυλάκι να εκτελέσει τη διαταγή. Η ανδρική κυριαρχία, για μας τους θεατές -που βρισκόμαστε για τη διάρκεια της παράστασης έξω από το χορό- είναι μια αυταπάτη, μια παραίσθηση, ενώ οι γυναίκες εκπαιδεύονται να γυρεύουν να ακουμπήσουν στα μικροσκοπικά ανθρωπάκια που τις τριγυρίζουν. Έτσι βγαίνει πολύ γέλιο από την όλη κατάσταση. Το γέλιο σώζει.
«Όπως φαίνεται δεν ήμουν αρκετά γνωστός για να με φέρουν στην Αθήνα. Εγώ, βέβαια, καταλαβαίνω την πολιτιστική διαχείριση διαφορετικά – να ανακαλύπτεις καλλιτέχνες και πράγματα και όχι να περιμένεις να τα ανακαλύψουν οι άλλοι για σένα, ώστε να τα φέρεις όταν πια θα είναι γνωστά –και ακριβά».
Και είναι κι ένας σπουδαίος τρόπος να κάνεις πολιτική, θα έλεγε ο Αριστοτέλης. Βλέπετε το θέατρο ως εργαλείο παρέμβασης; Ναι, έτσι το βλέπω. Έχει ενδιαφέρον αυτό το θέμα. Όλοι λένε ότι, καλλιτέχνες και κοινό, δεν είμαστε αρκετά πολιτικοποιημένοι. Κι όμως, έχω κάνει και πράγματα που δεν ήταν ιδιαίτερα πολιτικά, τα οποία δεν επιβίωσαν στο χρόνο. Αυτά τα δύο έργα, τα πιο πολιτικά μου, είναι αυτά που επιβιώνουν και κερδίζουν κάθε φορά και νέο κοινό. Είναι οι καλύτερες παραγωγές μου. Αυτά είναι τα έργα που άντεξαν. Στα αγγλικά χρησιμοποιούμε για ένα τέτοιο έργο την έκφραση «it has legs» που σημαίνει ότι έχει ενέργεια να προχωρήσει, ότι δεν καταρρέει στη μέση της διαδρομής. Αυτές οι δύο παραγωγές ανήκουν σε αυτή την κατηγορία, και το ότι είναι πολιτικά έργα παίζει το ρόλο του. Βλέποντας τη δουλειά πρωτοποριακών ομάδων και καλλιτεχνών ανά τον κόσμο, έχουμε συχνά την αίσθηση ότι το ενδιαφέρον για το πολιτικό σχόλιο ξεθωριάζει με το χρόνο. Δεν είναι ψέμα, αυτό συμβαίνει δυστυχώς. Και αυτό γιατί ζούμε την εισβολή της τεχνολογίας. Όλα αυτά τα κολπάκια με τις τεχνολογίες τις μυστήριες, τις πομπώδεις προβολές και τα παρόμοια στρέφουν την προσοχή άλλου. Οι δημιουργοί προσπαθούν να βρουν τρόπους γρήγορου εντυπωσιασμού για να αντιμετωπίσουν την εύκολη πλήξη του κοινού. Επιπλέον, έχω την αίσθηση ότι έχει να κάνει και με ναρκισσιστικές ανάγκες των ανθρώπων, που ζηλεύουν τη δύναμη του σινεμά και θέλουν και οι ίδιοι να γίνουν σταρ. Δεν νομίζω ότι αυτού του είδους το κινηματογραφικό θέατρο θα ζήσει και θα μεγαλουργήσει για πολύ. Από την άλλη, οι εποχές αλλάζουν. Εκεί που νομίζεις ότι γνωρίζεις τα πράγματα, διαπιστώνεις ότι δεν ξέρεις τι σου γίνεται. Δεν είμαι νεαρούδι, κάνω θέατρο δεκαετίες
τώρα, αλλά δεν είμαι πλέον σίγουρος ότι ξέρω τι είναι θέατρο. Μια και αναφέρατε τις τεχνολογίες στο θέατρο, ποια είναι η γνώμη σας για το Wooster Group; Είμαι στενός φίλος με τα παιδιά του Wooster Group και νομίζω ότι είναι από τα καλύτερα παραδείγματα οπτικού θεάτρου, γιατί η Ελίζαμπεθ Λεκόντ είναι αληθινή καλλιτέχνης και χρησιμοποιεί την τεχνολογία αναλόγως. Οι παραγωγές της είναι τίγκα στις τεχνολογίες, αλλά τις χρησιμοποιεί με τρόπο ενδιαφέροντα. Ναι, θα έλεγα ότι το Wooster Group αποτελείται από πραγματικούς καλλιτέχνες και υποστηρίζω τη δουλειά τους. Αλλά ώς εκεί. Κάποιοι σας χαρακτηρίζουν, εσάς αλλά και συνολικά την ομάδα Mabou Mines, «τα μαύρα πρόβατα της αβανγκάρντ». Θα είμαι ειλικρινής. Νομίζω ότι όντως είμαστε τα μαύρα πρόβατα της αμερικανικής αβανγκάρντ και υπάρχει λόγος γι’ αυτό. Το Wooster Group ανήκει στα καλά παιδιά της αβανγκάρντ, το ίδιο και ο Ρίτσαρντ Φόρμαν και ο Ρόμπερτ Γουίλσον. Είναι καλλιτέχνες οπτικοί που έρχονται από τον κόσμο της τέχνης, ενδιαφέρονται για την τεχνολογία και ουσιαστικά κάνουν περφόρμανς. Εμείς, αντίθετα, ερχόμαστε από τον κόσμο του θεάτρου. Δηλαδή του λόγου. Ενδιαφερόμαστε για το παραδοσιακό θέατρο και είμαστε οι μόνοι κολλημένοι με την μπάλα – δηλαδή με την υποκριτική. Εδώ και δεκαετίες σαρώνουμε τα βραβεία υποκριτικής, τα οποία οι υπόλοιποι δεν βλέπουν ούτε στα όνειρά τους. Δεν μας χαλάει αυτό, να ασχολούμαστε δηλαδή με την ουσία, όταν οι άλλοι ασχολούνται με το στυλ. Κι ας είμαστε τα μαύρα πρόβατα.
Τρώγοντας πόρτα στην Αθήνα Ο χαρακτηρισμός αυτός έχει να κάνει και με το ότι προέρχεστε από την εργατική τάξη, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους της αβανγκάρντ; Έχω διδάξει στα πιο ακριβά και εκλεκτά πανεπιστήμια - στο Γέιλ, στο Χάρβαρντ, στο Στάνφορντ. Αλλά ναι, προέρχομαι από την εργατική τάξη κι αυτό παίζει επίσης το ρόλο του. Όχι στη θεωρία, αλλά στην πράξη: έχουμε μονίμως πρόβλημα με τα λεφτά. Τα χρόνια της διακυβέρνησης Μπους μας κατέστρεψαν. Δεν δόθηκε φράγκο για τις τέχνες, πόσο μάλλον για το πρωτοποριακό θέατρο. Δεν υπάρχει καμία υποστήριξη, για να μην πω ότι μας βάζουν και τρικλοποδιές. Μένουμε ζωντανοί μόνο χάρη στις περιοδείες, που κρατάνε πολλά χρόνια. Ζηλεύω τα θέατρα της Ευρώπης που παίρνουν κρατικές επιχορηγήσεις, κι ας γκρινιάζουν όλο και περισσότερο τελευταία. Δεν ξέρουν τι είναι να προσπαθείς να επιβιώσεις χωρίς δεκάρα και χωρίς δικό σου χώρο. Ελπίζω να αλλάξουν κάπως τα πράγματα κι εδώ στις ΗΠΑ μετά τις εκλογές. Πώς θα περιγράφατε τον εαυτό σας σαν σκηνοθέτη; Θεωρώ τον εαυτό μου συγγραφέα. Το «Γκόσπελ επί Κολωνώ» και το «Κουκλόσπιτο» είναι προσαρμογές δικές μου και συνεργατών μου, έχω όμως γράψει και πρωτότυπα έργα. Σκηνοθετώ, γιατί ανακάλυψα ότι το να γράφεις και να σκηνοθετείς είναι το ίδιο πράγμα, το ένα είναι προέκταση του άλλου. Το ελληνικό κοινό δεν σας είναι άγνωστο. Έχετε αγωνία για το πώς θα υποδεχτεί τις πα-
συνέντευξη
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008 | 41
Η ΚΥΡΙΑ ΚΑΙ Ο ΝΑΝΟΣ Η Μοντ Μίτσελ και ο βραχύσωμος Μαρκ Ποβινέλ, σε ακόμα μια σκηνή από το «Κουκλόσπιτο» του Λι Μπρούερ και των Μabu Mines.
ραστάσεις σας; Δεν ξέρω, αλήθεια, είναι δύσκολο να πω. Έχω έρθει πολλές φορές στην Ελλάδα. Στην Αθήνα έκανα workshops, ενώ έπειτα από παραγγελία του οργανισμού «Πάτρα, Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης 2006», παρουσίασα την παραγωγή «Χοηφόροι». Αλλά όταν προσπάθησα να φέρω την παράσταση και στην Αθήνα, έφαγα πόρτα. Από τη μια το θέμα ήταν πολιτικό, απ’ ό,τι κατάλαβα. Δεν ήθελαν να διαφημίσουν κάτι που παρουσιάστηκε στην Πάτρα. Δεν ξέρω αν είναι κι ένα είδος σνομπισμού εκ μέρους της πρωτεύουσας προς τις μικρότερες πόλεις. Από την άλλη, όπως φαίνεται δεν ήμουν αρκετά γνωστός για να με φέρουν στην Αθήνα. Εγώ, βέβαια, καταλαβαίνω την πολιτιστική διαχείριση διαφορετικά – να ανακαλύπτεις καλλιτέχνες και πράγματα και όχι να περιμένεις να τα ανακαλύψουν οι άλλοι για σένα, ώστε να τα φέρεις όταν πια θα είναι γνωστά, και ακριβά. Όπως και να ‘χει, ίδρωσα για να πάρω πρόσκληση για την Αθήνα. Έπρεπε να κερδίσω πρώτα βραβεία παντού. Για μένα η Αθήνα ήταν το τελευταίο κάστρο… Πάντως, θα είμαι ειλικρινής: φοβάμαι μήπως παρεξηγηθεί το «Γκόσπελ επί Κολωνώ», μήπως το κοινό δεν καταλάβει τις αναφορές στην αφροαμερικανική εκκλησία. Επίσης, μου φαίνεται πως δύσκολα οι Έλληνες θα εκτιμήσουν το χιούμορ του «Κουκλόσπιτου». Οι άνδρες μάλλον θα το πάρουν σαν προσβολή. Είναι λίγο «μάτσο» οι άνδρες στη χώρα σας… Στις γυναίκες θα αρέσει πολύ και στους άνδρες καθόλου, αυτό πιστεύω. Ελπίζω να με διαψεύσουν.
«Όλα αυτά τα κολπάκια με τις τεχνολογίες τις μυστήριες, τις πομπώδεις προβολές και τα παρόμοια στρέφουν την προσοχή άλλου. Οι δημιουργοί προσπαθούν να βρουν τρόπους γρήγορου εντυπωσιασμού για να αντιμετωπίσουν την εύκολη πλήξη του κοινού. Δεν νομίζω ότι αυτού του είδους το κινηματογραφικό θέατρο θα ζήσει για πολύ».
Info «Γκόσπελ επί Κολωνώ», των Lee Breuer και Bob Telson. Κείμενο, Στίχοι, Σκηνοθεσία: Lee Breuer Μουσική, Προσαρμογή στίχων, Μουσική διεύθυνση: Bob Telson Σκηνικά: Alison Yerxa Ήχος: Ron Lorman Φωτισμοί: Jason Boyd Κοστούμια: Ghretta Hynd Πρόσωπα: Αγγελιοφόρος: Rev. Dr. Earl F. Miller Οιδίπους: The Blind Boys of Alabama Θησέας: Bishop Carl Williams, Jr Κορυφαίος: The Legendary Soul Stirrers: Willie Rogers, Ben Odom, Gene Stewart Ισμήνη: Jevetta Steele Αντιγόνη: Bernardine Mitchell Διευθυντής χορωδίας: J.D. Steele Ο χορός των γερόντων: Fred Steele, Joey Williams Κρέων: Jay Caldwell Πολυνείκης: Kevin Davis Σολίστ χορωδίας: Carolyn Johnson-White Ακόλουθος: Josie Johnson Χορός: The Abyssinian Chancel Choir / Inspirational Voices υπό τη διεύθυνση του Jeff Bolding __ Ωδείο Ηρώδου Αττικού | 21.6.2008, 21:00
“Νόρα/ Το Κουκλόσπιτο”, του Ίψεν. Προσαρμογή από τους Lee Breuer και Maude Mitchell. Σύλληψη – Σκηνοθεσία: Lee Breuer Πρωτότυπη Μουσική και κολλάζ από τα έργα για πιάνο του Edvard Grieg: Eve Beglarian Σκηνικά: Narelle Sissons Φωτισμοί: Mary Louise Geiger Κοστούμια: Meganne George Ήχος: Edward Cosla Χορογραφία: Eamonn Farrell & Eric Liberman Διανομή: Νόρα Χέλμερ: Maude Mitchell Τόρβαλντ Χέλμερ: Mark Povinelli Νιλς Κρόγκσταντ: Kristopher Medina Κριστίν Λίντε: Janet Girardeau Δρ. Ρανκ: Ricardo Gil Έλεν: Margaret Lancaster Έμι Χέλμερ: Hannah Kritzeck Μπομπ Χέλμερ Sophie Birkedlalen / Eilert Sundt Καμέο: Eamonn Farrell, Ilia Dodd Loomis Ξυλοπόδαρος: Jessica Weinstein
__ Πειραιώς 260, Χώρος Δ | 21-24.7.2008, 21:00
θέατρο
42 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008
Ζαν Κριστόφ Σαΐς Αυτή η Ανδρομάχη μιλάει γαλλικά κι αραβικά Δεν έχει καμία πρόθεση να εκμοντερνίσει την «Ανδρομάχη» του Ευριπίδη, γιατί πολύ απλά δεν χρειάζεται. Ούτε σκοπεύει να την αξιοποιήσει σαν όχημα για να κάνει εύκολα και εύπεπτα πολιτικά σχόλια. Ο Ζαν Κριστόφ Σαΐς έχει βάλει ένα πολύ πιο ερεθιστικό καλλιτεχνικό στοίχημα – και μας δίνει μια ιδέα. Από την Άννα Μαρτίνου
«Δεν υπάρχει καμιά ανάγκη να εκμοντερνίζουμε αρχέγονους μύθους και μεγάλους χαρακτήρες, που είναι από μόνοι τους έγκυροι. Αυτό είναι, άλλωστε, που κάνει και τα μεγάλα έργα αξεπέραστα».
Η γαλλο-συριακή «Ανδρομάχη» μοιάζει να συνεχίζει την πολιτική αποστολή της, αυτήν με την οποία την είχε προικίσει ο Ευριπίδης, όταν έγραφε την τραγωδία την περίοδο του Πελλοπονησιακού Πολέμου. Τότε, με μια διάθεση καλοπιάσματος των ημι-βαρβαρικών φυλών για συμμαχία ενάντια στη Σπάρτη, συντελείται η φοβερή αντιστροφή: Οι καλοί και αγαθοί Έλληνες αποκαλύπτονται παράφοροι, βίαιοι και αλαζόνες μπροστά στο ανάστημα που ορθώνει η σκλάβα, βαρβαρική πριγκίπισσα Ανδρομάχη, διχασμένη ανάμεσα στις τρωαδίτικες καταβολές της και μια νέα τάξη πραγμάτων που απαιτεί από εκείνη να τις απαρνηθεί. Ή μήπως η ερμηνεία για την «πολιτική αποστολή» της κατά Σαΐς «Ανδρομάχης» που έκανε μόλις πρεμιέρα στη Δαμασκό, δεν βρίσκει σύμφωνο τον ίδιο το σκηνοθέτη; Πώς ερμηνεύει ο ίδιος την επιλογή του να μοιράσει τους ρόλους ανάμεσα σε Έλληνες και Τρώες σε Γάλλους και Σύριους ηθοποιούς αντιστοίχως; Με ποιον τρόπο είναι πάντα επίκαιρη και πάντα πολιτική η τραγωδία του Ευριπίδη; Σας περιμένουμε στην Αθήνα με μια Ανδρομάχη «δίγλωσση», μετά την παγκόσμια πρεμιέρα της στο θέατρο Ramita στη Δαμασκό... Ναι, θα δείτε μια ελληνική τραγωδία στα γαλλικά και τα αραβικά.
Μιλάτε περισσότερο για μια παραγωγή βασισμένο στην ευριπίδεια τραγωδία, παρά για μια ακόμη θεατρική μελέτη της «Ανδρομάχης». Πρόκειται για μια σύγχρονη εκδοχή της; Όχι, δεν θα το ’λεγα. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι αναγκαστικά είναι σύγχρονη γιατί την ανεβάζουμε σήμερα, αλλά ο σκηνικός χρόνος, ο χρόνος δράσης δεν είναι ο σημερινός. Σίγουρα. υπάρχουν σύγχρονες αναφορές μια που έχουμε να κάνουμε με ένα έργο διαχρονικό, αλλά σε καμία περίπτωση δεν θα ήθελα να εκληφθεί αυτό ως ένα πολιτικό, μονοδιάστατο εγχείρημα που απλώς μεταφέρει τη χιλιοειπωμένη αντιπαράθεση ΑνατολήςΔύσης στο θέατρο σε μια εκμοντερνισμένη εκδοχή. Δεν υπάρχει καμιά ανάγκη να εκμοντερνίζουμε αρχέγονους μύθους και μεγάλους χαρακτήρες, που είναι από μόνοι τους έγκυροι. Αυτό είναι, άλλωστε, που κάνει και τα μεγάλα έργα αξεπέραστα. Δηλαδή, να μην αναζητήσουμε στην παράσταση κανενός είδους πολιτικό σχόλιο, έστω και για την πολυσυζητημένη αντιπαράθεση Δύσης - Ανατολής; Το έργο είναι από μόνο του πολιτικό. Το θέατρο το ίδιο είναι εξ ορισμού πολιτικό. Αλλά η μετατροπή του σε πολιτικό εργαλείο θα σήμαινε και την ταυτόχρονη αποδυνάμωση
του νοήματός του. Το έργο διηγείται, λέει αυτό που έχει να πει. Δεν κάνω πολιτική, ούτε για λογαριασμό της Δύσης ούτε για λογαριασμό της Ανατολής. Κάτι τέτοιο, άλλωστε, θα υπονόμευε το κείμενο. Η μεταφορά μιας εύπεπτης πολιτικής διάστασης θα έθετε το έργο σε δεύτερη μοίρα. Θα περνούσαν όλοι από δίπλα του και κανείς από μέσα. Ένας πόλεμος είναι πάντα ένας πόλεμος ανεξαρτήτως εποχής. Η δική μου η προβληματική είναι ανθρώπινη, έχει να κάνει με τις γυναίκες και με τους άνδρες. Έχει να κάνει με το πώς τελικά υπερασπίζεται κανείς τον εαυτό του, με ποιον τρόπο υπάρχει. Ποια είναι τα βασικά στοιχεία της τραγωδίας που θέλετε να διατηρήσετε στην σκηνοθεσία σας; Τη στιγμή όπου ξεπερνιέται το δράμα. Τη στιγμή όπου οι χαρακτήρες αρχίζουν πια να μιλούν από μόνοι τους μέσω του κειμένου και ξεπερνούν το ίδιο τους το δράμα για να αγγίξουν το τραγικό. Αναφέρομαι στη μετουσίωση του δράματος σε κάθαρση μέσω της τραγικότητας. Έχουμε μια σκηνοθεσία γαλλο-αραβική: το ελληνικό μέρος θα ερμηνευθεί από πέντε Γάλλους ηθοποιούς ενώ το τρωικό από οκτώ Σύριους ηθοποιούς στην αραβική γλώσσα. Σε τι εξυπηρετεί αυτή η ιδιότυπη διανομή; Το έργο πραγματεύεται τη διαμάχη μεταξύ
θέατρο
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008 | 43
ΒΑΒΕΛ Ο Ζαν-Κριστόφ Σαΐς αντιμετωπίζει την αρχαία τραγωδία σαν κείμενο που δεν χρειάζεται προσαρμογή στο σήμερα. Ωστόσο, στην εκδοχή του για την Ανδρομάχη του Ευριπίδη, εκείνη μιλάει γαλλικά και αραβικά, οι Έλληνές του γαλλικά και οι Τρώες αραβικά. Ωραίο παιχνίδι.
«Από την παράδοση, όχι, δεν αισθάνομαι επηρεασμένος. Καθόλου, θα έλεγα. Ωστόσο, δεχόμαστε αναπόφευκτα επιρροές από κάθε είδους αισθητική αλλά από κει και πέρα το να τις αποκωδικοποιήσει κανείς στο έργο του είναι κάτι αρκετά δύσκολο και συγκεχυμένο».
Ελλήνων και Τρώων μετά τον πόλεμο της Τροίας. Θα έπρεπε λοιπόν να μεταφερθεί αυτή η αίσθηση του ξένου ή του εξωτερικού ανθρώπου-εχθρού και στη σκηνή. Αυτό το θέμα στην συγκεκριμένη παράσταση είναι ήδη λυμένο, δεν χρειάζεται να υποκριθούν, είναι όντως ξένοι μεταξύ τους. Γι’ αυτό και διάλεξα να δουλέψω με δυο διαφορετικές εθνικότητες: η Ανδρομάχη είναι Σύρια, αλλά μιλάει δύο γλώσσες, γαλλικά και αραβικά. Και οι Έλληνες είναι Γάλλοι και μιλάνε γαλλικά. Η διπλή γλώσσα σου επιτρέπει να παίξεις με την έννοια του ξένου, της απομόνωσης. Όταν ο Μενέλαος πλησιάζει την Ανδρομάχη και της λέει ότι θα τη σκοτώσει αν δεν εγκαταλείψει αυτόν τον τόπο, της μιλάει στα γαλλικά και ταυτόχρονα παίζει με το γιο της. Το παιδί δεν καταλαβαίνει τη γλώσσα και πέφτει θύμα της αβρότητάς του, αναπτύσσεται σχεδόν μια πατρική σχέση εκείνη τη στιγμή. Υπάρχει το αίσθημα της φρίκης στον τρόπο με τον οποίο εκδηλώνονται τα πράγματα, μια τρομερή διαστροφή. Τι συμβολίζει η Ανδρομάχη που την κάνει ακόμα επίκαιρη; Συμβολίζει την ελπίδα και την ελευθερία. Άρα, είναι κάτι παραπάνω από επίκαιρη, είναι οικουμενική. Υπάρχει κάποια ιδιαίτερη σκηνοθετική οδηγία
ή εύρημα που καθορίζει τη σκηνική δράση; Η βασική σκηνοθετική οδηγία είναι να έχουμε ένα χώρο γυμνό, που παίρνει υπόσταση μόνο χάρη στο φως. Δέσμες φωτός θα διαγράφουν τη σκηνή ακολουθώντας την κίνηση των σωμάτων στο χώρο. Αυτό αποτελεί αποκλειστικά προσωπική μου εμμονή, γιατί απεχθάνομαι τα ντεκόρ. Και ο ρόλος μου ξεκινάει και τελειώνει εκεί. Από κει και πέρα, είναι τα σώματα μεταξύ τους που δημιουργούν τις εντάσεις, τις δυναμικές, τις ανεπαίσθητες αποχρώσεις που θα έρθουν να αναδειχτούν από το φως πάνω στη σκηνή, άρα το ντεκόρ είναι άχρηστο. Για παράδειγμα, είναι η ίδια η Ανδρομάχη που στην πορεία του έργου δημιουργεί το χώρο του ναού, τον οποίο αργότερα οι πρωταγωνιστές θα προσπαθήσουν να γκρεμίσουν. Αλλά ναός δεν υπάρχει πουθενά. Κανένα κτίσμα, καμία κατασκευή. Στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα μεταφορικό ναό. Δουλεύουμε πάνω σε χώρους μεταφορικούς. Η δουλειά σας έχει επιρροές από την εθνική σας παράδοση; Από την παράδοση, όχι, δεν αισθάνομαι επηρεασμένος. Καθόλου θα έλεγα. Ωστόσο, δεχόμαστε αναπόφευκτα επιρροές από κάθε είδους αισθητική. Αλλά από κει και πέρα το να τις αποκωδικοποιήσει κανείς στο έργο του
είναι κάτι αρκετά δύσκολο και συγκεχυμένο. Συνειδητοποιώ ότι στην καλλιτεχνική μου πορεία είμαι μάλλον επηρεασμένος και από θέματα του ιουδαϊσμού και της χριστιανικής μυθολογίας, τα οποία μάλλον κουβαλάω ασυνείδητα και ξαναβρίσκω μέσα στα έργα μου, οπότε αυτό έχει τον αντίκτυπό του και στη σκηνή. Κάποιο σκηνοθετικό απωθημένο έχετε; Ναι, τον «Ριχάρδο ΙΙΙ». Αυτό που με διεγείρει στον «Ριχάρδο ΙΙΙ» είναι η αγριότητα και η βαρβαρότητα. Αυτό είναι που θέλω να αναδείξω. Τώρα το πώς, δεν το ξέρω ακόμα…
Info Jean - Christophe Sais Ευριπίδη, Ανδρομάχη Στα αραβικά και τα γαλλικά με ελληνικούς υπέρτιτλους Σκηνοθεσία: Jean-Christophe Sais, μετάφραση στα γαλλικά: Jean και Mayotte Bollack (εκδ. Minuit), σκηνικά: Jean-Christophe Sais, Jean Tartaroli, φωτισμοί: Jean Tartaroli, κοστούμια: Montserrat Casanova, μουσική: Gilbert Gandil Το Σχολείον, Χώρος Α | 22 - 23 Ιουνίου, 21:00
θέατρο
44 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008
ΗΘΟΠΟΙΟΙ ΣΤΗΝ ΤΑΛΑΙΠΩΡΙΑ Από αριστερά: Ιάσων Κουρούνης, Κώστας Κορωναίος, Μαλαματένια Γκότση, Γιώργης Τσαμπουράκης, Ηλίας Μελέτης. Στο βάθος, η σκηνοθέτρια Ασπασία Κράλλη.
Φωτογραφία: Βασίλης Μαθιουδάκης
Ασπασία Κράλλη Μια παντομίμα τόσο εύγλωττη...
Η Ασπασία Κράλλη, μαθήτρια του μεγάλου μίμου Μαρσέλ Μαρσό, που πέθανε τον περασμένο Σεπτέμβριο, αναβιώνει την παράσταση «Αναζητώντας τον Οιδίποδα». Η σκηνοθέτρια και συγγραφέας του έργου εξερευνά τον αρχαίο μύθο του Οιδίποδα με εργαλείο τη σιωπή και την κίνηση των σωμάτων. Στη συνέντευξή μας, πάντως, ήταν λαλίστατη. Από την Έλια Αποστολοπούλου
Δεν είναι η πρώτη φορά που η Ασπασία Κράλλη ασχολείται με τους αρχαιοελληνικούς μύθους – αυτό άλλωστε την είχε προτρέψει να κάνει και δάσκαλός της, Μαρσέλ Μαρσό. «Προγονόπληκτη δεν είμαι. Αλλά μέσα στους ελληνικούς μύθους υπάρχει κοσμογονία», δηλώνει και εξηγείται: Ο Λάιος, δάσκαλος του Χρύσιππου, γιου του Πέλοπα, ερωτεύτηκε και βίασε τον έφηβο μαθητή του. Το αγόρι αυτοκτόνησε. Η κατάρα του οίκου των Λαβδακιδών κληροδοτήθηκε από τον Λάιο στον Οιδίποδα και από αυτόν στον Ετεοκλή, τον Πολυνείκη και την Αντιγόνη. Η μόνη που φαίνεται να γλίτωσε από την κατάρα ήταν η Ισμήνη. «Ίσως γι’ αυτό έμεινε στην αφάνεια», εκτιμά η Κράλλη. Η παράσταση ξεκινά με το βιασμό του Χρύσιππου από τον Λάιο και τελειώνει με την αυτοτύφλωση του Οιδίποδα. Η ίδια η σκηνοθέτρια υποδύεται τον αμφίφυλο μάντη Τειρεσία, ο οποίος στην παράσταση είναι αόρατος. Είναι αυτός που οδηγεί τη σκέψη των ηρώων. Δεν τον βλέπουν οι ηθοποιοί παρά μόνο οι θεατές - κι αυτό στο τέλος, όταν θα εμφανιστεί για να εξηγήσει… πώς φτάσαμε ώς εδώ. Η Ασπασία Κράλλη θεωρεί ότι η παράστασή της είναι αβανγκάρντ. Γιατί; «Στους αρχαίους Έλληνες απαγορευόταν να δείξουν βία επί σκηνής. Εμείς, όμως, σε μια
παράσταση χωρίς λόγια, μπορούμε να το κάνουμε. Όλα φαίνονται πάνω στη σκηνή. Το θέαμα είναι βίαιο, αλλά βγαίνει μαγικά αυτή η βία χωρίς να σε τρομάζει. Υπάρχει η βία του βιασμού, της αυτοκτονίας, του φόνου, του έρωτα». Η Κράλλη λέει πως πρόθεσή της δεν είναι να σοκάρει. Εξάλλου, προσθέτει, «αν σοκάρει κάτι, αυτό είναι το ίδιο το θέμα. Ίσως γιατί είναι απολύτως σύγχρονο». Με ποια έννοια; «’Οπου και να γυρίσεις θα δεις πατέρες και γιους σε αντιπαράθεση και μητέρες που λατρεύουν τους γιους τους».
«Η γλώσσα της σιωπής είναι διεθνής» Παρατηρώ τη σκηνή και το -σχεδόν επικίνδυνα- κεκλιμένο επίπεδο, πάνω στο οποίο εκτυλίσσεται η δράση. Πόσο δύσκολο μπορεί να είναι αυτό για τους ηθοποιούς και γιατί συμβαίνει; «Όταν συλλαμβάνω τα θέματα των παραστάσεών μου, ξεκινάω πάντα από το εικαστικό μέρος, σαν να ζωγραφίζω. Το “επικίνδυνα” κεκλιμένο επίπεδο σηματοδοτεί την επικινδυνότητα του ίδιου του μύθου. Οι ήρωες βασανίζονται, όπως βασανίζονται και οι ηθοποιοί». Τη ρωτώ για το ταξίδι της παράστασης στην Κίνα και στο Λονδίνο, που θα ακολουθήσει την παρουσίασή της στο Φεστιβάλ. «Μου έγινε μία πρόσκληση από το κρατικό θέατρο
του Μακάο της Κίνας», λέει, «αλλά επειδή η παράσταση είχε παιχτεί πριν από χρόνια, δεν ήξερα αν θα είχα τη δυνατότητα να πάω. Έτσι, η πρόσκληση του κ. Λούκου ήρθε σαν θείο δώρο. Η παράσταση ξαναζωντανεύει και τον Οκτώβριο θα πάμε στο Μακάο. Κάθε χρόνο γίνεται ένα διεθνές φεστιβάλ παντομίμας στο Λονδίνο και θα πάμε κι εκεί. Θα είναι μάλιστα η πρώτη ελληνική συμμετοχή. Η διεθνής γλώσσα της σιωπής μπορεί να επικοινωνήσει παγκοσμίως». Ήταν αυτός ο μόνος λόγος για την αναβίωση της παράστασης μετά από τέσσερα χρόνια; «Είναι ένα θέμα που αισθάνθηκα ότι δεν το είχα εξαντλήσει. Όποιος δει ξανά το έργο, θα δει μια άλλη παράσταση, εκ των έσω. Είμαι πολύ πιο ευχαριστημένη τώρα. Με την ευκαιρία της συμμετοχής μου στο Φεστιβάλ ένιωσα ότι ωρίμασα και εγώ και οι ηθοποιοί, γιατί με την εξαίρεση ενός είμαστε ο ίδιος θίασος. Δένομαι πολύ με τους συνεργάτες μου και πολύ δύσκολα αλλάζω. Έχω εξαιρετικούς ηθοποιούς και θέλω να παίζουν οι νέοι». Λίγο πριν αρχίσει η πρόβα της κάνω μια τελευταία ερώτηση. Ποια είναι η ανταπόκριση του ελληνικού κοινού στις παραστάσεις παντομίμας; «Είναι κοινό μυστικό, αλλά εμείς οι Έλληνες ασπαζόμαστε κάτι όταν έρχεται από το εξωτερικό. Όταν έρχονται ομάδες του εξωτερικού που κάνουν την ανάλογη
δουλειά, ο κόσμος τρέχει. Είναι, όμως, δύσπιστοι ως προς το καινούριο όταν αυτό ξεκινάει στην Ελλάδα. Γι’ αυτό και πάρα πολλοί σκηνοθέτες ταξιδεύουν στο εξωτερικό και κάνουν εισαγωγή τις καινούριες ιδέες για να το εγκαταστήσουν μετά εδώ. Στην Ευρώπη το είδος αυτό έχει αρχίσει να ανθίζει εντυπωσιακά. Εγώ το κάνω εδώ από το 1993».
Info Θέατρο της Σιωπής Αναζητώντας τον Οιδίποδα Κείμενο -Σκηνοθεσία - Σκηνικά - Κοστούμια: Ασπασία Κράλλη Μουσική: Σταύρος Γασπαράτος Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος Επιμέλεια κίνησης: Ζωή Χατζηαντωνίου Παίζουν: Ασπασία Κράλλη, Γιώργης Τσαμπουράκης, Μαλαματένια Γκότση, Ηλίας Μελέτης, Ιάσων Bitter Κουρούνης, Κώστας Κορωναίος. Το Σχολείον, Χώρος Β | 1-5 Ιουλίου, 21:00
συνέντευξη
Φωτογραφία: Βασίλης Μαθιουδάκης
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008 | 45
ΠΑΝΩ ΣΤΟ ΜΠΡΑΤΣΟ ΤΟΥ... Αν ήταν ο Ποπάυ, σε αυτό το σημείο θα βλέπαμε χαραγμένο ένα τατουάζ, μια άγκυρα. Αυτό που χαρακτηρίζει το μουσικό ιδίωμα του Κραουνάκη, όμως, και έχει ποτίσει όλη του την ύπαρξη είναι το «γουσταριλίκι» για καλό τραγούδι, για αναζήτηση, για δράση - και για αρκετή νοσταλγία.
Σταμάτης Κραουνάκης Ξύπνα μου το παρελθόν Τι ζητάνε στο Ηρώδειο η Ζωζώ Σαπουντζάκη με το Γιώργο Μαρίνο, ο Λάκης Λαζόπουλος με την Άννα Καλουτά, η Μάρθα Βούρτση και η Μάρθα Φριντζήλα, η Σόνια Θεοδωρίδου και η Άννα Παναγιωτοπούλου; Συμμετέχουν σε μια παράσταση του μουσικού που του αρέσει να ανακατεύει πρόσωπα και συστατικά από διαφορετικές κουλτούρες. Γιατί; Πώς; Διαβάστε παρακάτω… Από τον Ηλία Κανέλλη
Ο Σταμάτης Κραουνάκης είναι ένα πληθωρικό πρόσωπο. Γράφει τραγούδια που κάνουν επιτυχία, μουσική για θέατρο, για κινηματογράφο, ακόμα και για σίριαλ, ηγείται μιας μουσικοθεατρικής ομάδας, της Σπείρα Σπείρα, που χρόνια τώρα προσπαθεί να ανανεώσει τις φόρμες του σατιρικού μουσικού
θεάτρου (χωρίς να κάνει επιθεώρηση), κατά καιρούς έχει πάρει μέρος ως κριτής σε talentshow, ένα διάστημα έκανε εκπομπή στο ραδιόφωνο κι ένα άλλο διάστημα είχε την ευθύνη για μια μουσική εκπομπή στην τηλεόραση… Μουσικός αλλά και θεατρίνος, και περφόρμερ, και ολίγον αναλυτής, κριτικός,
ιστορικός του τραγουδιού, κατάφερε ωστόσο να μην είναι από τους τύπους που απλώς τσαλαβουτάνε σε ένα χώρο, επιβιώνοντας σε αυτόν. Κάθε άλλο. Ο Κραουνάκης είναι δεσποτικά επιβλητικός και παρεμβατικός στα πράγματα της μουσικής-ως-μαζικό-φαινόμενο – έστω κι αν δεν χρησιμοποιεί περίτε-
χνα διανοήματα για να το πετύχει, έστω κι αν δεν αντλεί τα επιχειρήματά του από κάποια δεξαμενή συλλογικής, δηλαδή κομματικής ή «εθνικής» κουλτούρας. Μερικοί λένε ότι είναι περισσότερο βιωματικός από ό,τι έντεχνος. Αλλά γιατί το βίωμα είναι κακό πράγμα, όταν μάλιστα είναι
συνέντευξη
46 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008
«Θα συγκινηθούν όλοι. Και η γιαγιά θα ευχαριστηθεί αλλά και τα τεκνά νομίζω θα περάσουν μια χαρά. Δεν γέρνει το άκουσμα στη νοσταλγία, ο τρόπος με τον οποίο έχουν ενορχηστρωθεί τα κάνει όλα φρέσκα».
χωνεμένο και επαναποδοσμένο στην εποχή του; Άλλοι πάλι λένε ότι προτάσσει τη συγκίνηση από την εμπεριστατωμένη γνώση, την ανάλυση, την παρέμβαση – αλλά ο καλλιτέχνης σε αυτό ακριβώς διαφέρει από τον πολιτικό, συγκινεί και συγκινείται (ενώ ο πολιτικός οφείλει να σκέφτεται και να αναλύει, όταν μόνο συγκινεί έχουμε φαινόμενα λαϊκισμού και δημοκρατίας της συγκίνησης). Τέλος πάντων… Ούτως ή άλλως, το βίωμα και η συγκίνηση, συν η επαφή του με το θέατρο και οι παρέες του Σταμάτη Κραουνάκη, όλα αυτά μαζί, συνείργησαν στο αποτέλεσμα της μουσικής παράστασης «Χ ΣΚΗΝΗΣ – Αυτά που κάψαν το σανίδι», μια σύγχρονη σύνθεση με υλικό σημαντικά (τα σημαντικότερα κατά την άποψή του) τραγούδια του ελληνικού μουσικού θεάτρου, τον 20ό αιώνα. Γι’ αυτό το φιλόδοξο πείραμα συναντηθήκαμε ένα πρωί στον Κεραμεικό με το συνθέτη. Ο Κραουνάκης δεν έχει αντίρρηση, στην αρχή, να πει ορισμένα στοιχεία του βιογραφικού του. Τότε, ανοίγω το μαγνητόφωνο… Τι ζητάτε στο θέατρο, εσείς, ένας συνθέτης τραγουδιών, με τόσα και τόσα σουξέ στο ενεργητικό σας; Είμαι στο θέατρο 30 χρόνια. Από τη γενιά μου, ενδεχομένως, εγώ είμαι αυτός που έχει σκουπίσει με ιδρώτα σκηνή και καμαρίνια, περισσότερο από όλους. Μου αρέσει να λέω ότι έχω κάνει καθαρίστρια σε περισσότερα από 70 έργα. Δεν είναι ότι έχω γράψει πάρα πολλές μουσικές μόνο για το θέατρο. Έχω βρεθεί στο θέατρο σε πολλές περιπτώσεις, την ώρα που γεννιόταν κάτι. Και έχω δουλέψει με πολλούς σκηνοθέτες πριν ακόμα αρχίσω να φτιάχνω τις δικές μου παραστάσεις. Έχω κάνει τη θητεία μου. Μόνο δέκα χρόνια δίπλα στον Ανδρέα Βουτσινά να κρατάω σημειώσεις, φτάνει. Αλλά και από τον Μίνω Βολανάκη έως τους νεότερους, τον Νίκο Χατζόπουλο, ας πούμε, που έχουμε μία εσωτερική σχέση πολύ δυνατή, έχω κερδίσει πολλά. Μ’ αυτές τις εμπειρίες μπλέξατε με την ομάδα μουσικού θεάτρου που συστήσατε, τη Σπείρα Σπείρα, που μάλιστα τα πηγαίνει πολύ καλά; Εντάξει, εκεί, στο πλαίσιο αυτής της ομάδας, κατάλαβα ότι μπορώ και να σκηνοθετήσω. Αλλά τη Σπείρα τη δημιούργησα εκ του μηδενός, σε ένα χώρο όπου δεν υπήρχε προηγούμενο. Είναι παράξενο ότι αυτό το έκανε ένας συνθέτης, ε; Σας απαντώ ότι μόνο ένας συνθέτης θα μπορούσε να το κάνει. Στην ουσία να κάνει τι; Να επαναφέρει το γουσταριλίκι για το μουσι-
κό θέατρο, χρησιμοποιώντας σε μεικτούς ρόλους ηθοποιούς και τραγουδιστές. Ε, εντάξει, εσείς δεν είστε ένας συνθέτης. Είστε ένας τρελός… (διακόπτοντας)…είμαι ένας τρελός συνθέτης. Θυμάμαι τον Βολανάκη. Όταν, μια φορά, τον ρώτησα σε ένα έργο: «εγώ πού θα παίξω;», μου είχε πει: «εσύ είσαι μουσικός ηθοποιός». Εννοούσα ότι, στη ζωή σας, έχετε κάνει πολύ περισσότερες τρέλες από όσες κάνει συνήθως ένας τυπικός, έστω και πληθωρικός, συνθέτης. Από το συνθέτης, όμως, βγαίνουν αυτά. Ξέρετε. Την ευκολία που έχει ο μουσικός, ο οποίος μπορεί να αρθρώσει λόγο, δεν την έχει ο τραγουδιστής που δεν έχει μελοποιήσει.
Ένα βλαμμένο στις πρόβες του Κουν Έχω ακούσει κριτικές γι’ αυτό, για την ταυτότητά σας και ως συνθέτη. Λένε ότι στη μουσική σας, συχνά, συμπυκνώνονται παλαιότερα ιδιώματα του ελληνικού τραγουδιού. Όντως, βλέπετε το ελληνικό τραγούδι και σαν, ας το πούμε λίγο αυθαίρετα, και σαν ιστορικός; Ναι, γιατί το αγαπούσα σαν παιδί. Η σχέση μου με το ελληνικό τραγούδι και με το θέατρο (γιατί και θέατρο βλέπω όσο πιο πολύ μπορώ), ήτανε καταρχάς ανθρώπου που θαύμαζε. Στα 17-18 μου, ήμουν μονίμως (με καινούργιους τρόπους που κάθε φορά επινοούσα απ’ την αρχή) παρατηρητής στις πρόβες του Κουν. Βλέπανε ένα βλαμμένο που πήγαινε με μια τσάντα εκεί, παρακαθήμενο – επειδή κάποιον γνωστό είχα πάντα. Η αλήθεια είναι, όμως, ότι η μεγάλη μου σχολή ήταν ο Χατζιδάκις. Πηγαίνοντας στο θέατρο, ανακαλύπτοντας, δηλαδή, στην εφηβεία μαζί με τα soul που ήταν η αγάπη μου η μεγάλη και τον Κάρλος Σαντάνα και τον Τζέιμς Μπράουν, ξαφνικά, σε μια εκπομπή του Γιάννη Πετρίδη, ανακάλυψα τον Χατζιδάκι των «Reflections», όπως είχαν παιχθεί από τους New York Rock ’n’ Roll Ensemble. Από αυτό το άκουσμα, ανακάλυψα μετά όλο τον Χατζιδάκι. Κι όταν, 12 χρόνια μετά, μου εμπεδώθηκε ότι οι «Αδελφές Τατά», ένα τραγούδι γραμμένο το 1963, ήταν τόσο προχωρημένο και ροκ-παράξενο τραγούδι, τότε μπήκα μέσα σε ένα παραμύθι. Ποια κατάληξη είχε το παραμύθι εκείνο; Ξαναπήγα στο Θέατρο Τέχνης, ο Χατζιδάκις με ξανάριξε στο Τέχνης. Δηλαδή, η έρευνα για το πού και το πώς γράφτηκαν αυτά, με οδήγησε ξανά εκεί πέρα. Ε, ύστερα, με αυτές
«Δεν πιστεύω στην Ελλάδα» Υπό ποιες προϋποθέσεις ένας καλλιτέχνης στην Ελλάδα μπορεί στο μέλλον να αποβεί δημιουργικά πρωτότυπος, αληθινά πρωτοποριακός; Δεν πιστεύω στην Ελλάδα. Καθόλου. Δεν πιστεύω ότι υπάρχει κανένα μέλλον. Το καθετί γίνεται για να κοπούν χέρια και πόδια από όσους ανθρώπους ακόμα τα καταφέρνουμε να κάνουμε αυτό που αισθανόμαστε ή αυτό που πιστεύουμε ότι είναι η δουλειά μας. Αυτό δεν πρόκειται να αλλάξει, γιατί κανείς δεν θέλει την τέχνη για κανένα άλλο λόγο πέρα από το να τη χρησιμοποιεί, όπως βλέ-
πουμε στους γάμους, που χρειάζεται μια ορχήστρα για να χορέψει το ζευγάρι στο τέλος. Από την άλλη, επειδή είμαστε μια χώρα με πολλές ονομαστικές εορτές, λόγω θρησκείας, αυτό το πράγμα συντηρεί και την παράδοση. Δεν με νοιάζει αν η παράδοση συντηρείται από την Έφη Θώδη, μεταλλαγμένα. Με έναν τρόπο, όταν είναι η ώρα να παίξει το «Μωρή κοντούλα λεμονιά» ή το «Χριστός Ανέστη», το πράγμα είναι στη θέση του. Βέβαια, πάλι, βλέπω πέντε κοντούλες πολύ ευχαριστημένες με τη θέση που έχουν στο πάνελ, με προδιαγεγραμμένο το διάλογο και την αντιπαράθεση.
τις ιδέες στον εξοπλισμό μου, μεγάλωνα σιγά σιγά, το 1980 με βρήκε στη ραδιοφωνία, να δουλεύω παιδικές εκπομπές, να βγάζω μεροκάματο. Από εκείνες τις εκπομπές γνώρισα το μισό ελληνικό θέατρο. Έπεσε κατευθείαν σήμα ότι είναι ένας πιτσιρικάς που τα καταφέρνει, τα κάνει γρήγορα, τα κάνει καλά κι είναι φτηνός. Έτσι μπήκε για τα καλά η μουσική στη ζωή μου… Ο τρόπος που έχετε εμπεδώσει τη μουσική, όπως και το θέατρο, σας έκανε τον κατάλληλο άνθρωπο για να αναβιώσετε την ιστορία του ελληνικού θεάτρου, το καταλαβαίνετε ε; Κοιτάξτε. Όταν μου το πρότεινε ο πρόεδρος του Φεστιβάλ είπα «ναι, μπορεί να γίνει, τους έχουμε τους ανθρώπους που μπορούν να το κάνουν». Από εκεί και πέρα, όμως, για μένα άρχισε μια πολύ μεγάλη περιπέτεια. Κυρίως για να βρεθεί η φόρμα σύνθεσης όλης αυτής της ύλης. Η πρώτη κουβέντα ήταν να βρούμε τις μεγάλες πρωταγωνίστριες του θεάτρου μας και να εμφανιστούν όλες μια βραδιά. Η δεύτερη, πιο σύνθετη σκέψη ήταν να κλείσουμε όλη αυτή την ενότητα, να δείξουμε δηλαδή ό,τι έχει περάσει από τη θεατρική ζωή τα 100 τελευταία χρόνια και από το σανίδι έμεινε να τραγουδιέται από τους Έλληνες. Κατά περίεργο τρόπο, έχει πολύ καλοκαίρι μέσα αυτή η υπόθεση. Δηλαδή, ανακαλύπτεις ξαφνικά πόσο βαθύτατα ερωτικό τραγούδι είναι το «Στρώσε το στρώμα σου για δυο». Την ώρα που το ακούς απενοχοποιημένο από την εποχή του και το χρόνο του, αποδίδοντάς το σαν πολύ ήσυχη λαϊκή μπαλάντα, ξαφνικά αναδύεται ένα βαθύτατα σύγχρονο τραγούδι, απ’ το οποίο αναδίδονται οι σημερινές εκδοχές του ερωτισμού. Ανασύρετε και επιλέγετε. Με ποια μέθοδο; Με οδηγεί το αίσθημα. Αυτό προσπαθώ να διακρίνω και να προσαρμόσω τις διασκευές. Επιλέξαμε, π.χ., ένα τραγούδι του Λεοντή, «Το στρείδι και το μαργαριτάρι», από ένα έργο του Ντάριο Φο. Ο χρόνος που πρωτοτραγουδήθηκε αλλά και το πώς αποτυπώθηκε στο δίσκο, από την παράσταση με τις φωνές των λαϊκών τραγουδιστών, είχε αποδυναμώσει τη θεατρικότητά του. Ξαφνικά, ξαναβάζοντάς το στην πρόβα σαν κομμάτι από το θέατρο πήρε άλλη διάσταση. Πρέπει να σας πω ότι από το 1970 και ύστερα τις έχω δει τις παραστάσεις, έχω προσωπικές μνήμες. Θυμάμαι, ας πούμε, «Το μεγάλο μας τσίρκο», στη δικτατορία. Ήξερα πολύ καλά τι γινόταν την ώρα που έβγαινε ο Ξυλούρης στο σανίδι με το τραγούδι του Ξαρχάκου και τι σήμαινε αυτό το πράγμα – αλλά σήμερα προέχει η συγκίνηση, όχι η αντιγραφή του επικού ύφους του Ξυλούρη. Κι όταν η Μάρθα Βούρτση θα πει κομμάτια του Θεοδωράκη από την παράσταση «Ένας όμηρος», θα προκαλέσει συγκίνηση σε όσους θυμούνται, αλλά πρέπει να συγκινήσει και όσους δεν έχουν μνήμες της εποχής. Έτσι πορευόμαστε. Θυμόμαστε και προσπαθούμενα φέρουμε στο σήμερα τις μουσικές του τότε. Διαφόρων τότε. Με τους ανθρώπους που έχω και φιλική σχέση, όπως με την Άννα Παναγιωτοπούλου, τον Γιώργο Μαρίνο, την Κατιάνα Μπαλανίκα, που έχουμε φάει μαζί ψωμί κι αλάτι 20 χρόνια, οι συγκινήσεις και τα κλάματα ήταν καθημερινό γεγονός στην πρόβα. Πώς καταλήξατε στις επιλογές και στην τελική φόρμα της συγκεκριμένης παράστασης; Η πρώτη σκέψη ήταν το ρεπερτόριο. Σ’ αυτό
συνέντευξη
Γκομενιλίκι Ποιες είναι οι μεγάλες ενότητες στις οποίες, κατά τη γνώμη σας, η μουσική ανταμώνει το θέατρο; Οι «Όρνιθες», το «Τσίρκο», η Ελεύθερη Σκηνή. Αυτό ίσως είναι πολύ προσωπικό βίωμα, αλλά πρέπει να σας πω ακόμα ότι ένιωσα πολύ μεγάλη συγκίνηση την ώρα που άκουσα την Άννα Καλουτά να τραγουδά. Μου θυμίζει μια εποχή που υπήρχε ένα γκομενιλίκι στις σχέσεις των ανθρώπων. Που κάναμε γκομενικά ραντεβού στο Άλσος για να πηγαίνουμε να δούμε την πρόβα. Έχω την εντύπωση ότι λείπει μια από τις μεγαλύτερες συγκρούσεις κατευθύνσεων στο ελληνικό τραγούδι και στο θέατρο. Η σύγκρουση Θεοδωράκη-Χατζιδάκι, της αριστερόστροφης λαϊκότητας με την αστική κομψότητα (για να το πω σχηματικά) στις αρχές της δεκαετίας του 1960... Υπάρχει η «Οδός Ονείρων», εκπροσωπημέ-
Φωτογραφία: Βασίλης Μαθιουδάκης
μας βοήθησε πολύ ο Γιώργος Παπαστεφάνου, γιατί προσωπικά ως το 1960 δεν το κατείχα καθόλου. Με τον Χρήστο Στέργιογλου κάνουμε την προπολεμική εποχή. Η Κατιάνα Μπαλανίκα κάνει το μεταπολεμικό θέατρο – ξέρετε τώρα, επιθεώρηση, Κοτοπούλη, Βέμπο. Ύστερα, περνάμε στην έντεχνη σκηνή. Είναι η πρώτη στιγμή που έχουμε στη σκηνή έναν άγγελο, ακούγεται δηλαδή ο Χορν, η τοτινή και μοναδική ερμηνεία του, την οποία συνοδεύει η αληθινή ορχήστρα. Φυσικά, έχουμε πειράξει αρκετά. Η πάροδος των Ορνίθων, π.χ., τουλάχιστον στο πρώτο μέρος, έχει γίνει κανονικό ραπ, με έναν μαύρο ράπερ στη μέση, ένα καταπληκτικό ελληνόπουλο - που μάλιστα, όλως περιέργως, το επίθετό του είναι πασίγνωστο στο μουσικό θέατρο: Καλουτά. Την Άννα Καλουτά θα την έχετε στην παράσταση, θα έχετε κι άλλες όμως. Πώς τις πείσατε; Με τη Ζωζώ [Σαπουντζάκη] είμαστε φίλοι. Ήταν το σίγουρο και το δεδομένο. Την Καλουτά την πήρα τηλέφωνο με μεγάλο δισταγμό, γιατί μου είχαν πει όλοι ότι δεν θα δεχθεί. Την πήρα για να κλείσουμε ένα ραντεβού και μου είπε: «Δεν μπορώ, αγάπη μου. Είμαι πάρα πολύ κουρασμένη, είμαι άρρωστη». Λέω: «Καλά, δεν πειράζει. Ας έρθω ένα βράδυ από το σπίτι να τα πούμε από κοντά». Πριν περάσει ο χρόνος που είχαμε δώσει ραντεβού, ήρθε στην παράσταση. Εκείνο το βράδυ δέχτηκε. Ενθουσιάστηκε, έκλαιγε. Αυτή και τη Σπεράντζα Βρανά τις κράτησα για το τέλος, για να μπορέσουμε να τις τιμήσουμε, όπως πρέπει. Είναι οι δύο παλαιότερες. Μήπως το παρακάνετε με τη νοσταλγία; Καθόλου. Θα συγκινηθούν όλοι. Και η γιαγιά θα ευχαριστηθεί αλλά και τα τεκνά νομίζω θα περάσουν μια χαρά. Δεν γέρνει το άκουσμα στη νοσταλγία, ο τρόπος με τον οποίο έχουν ενορχηστρωθεί τα κάνει όλα φρέσκα. Όταν υπάρχει ένα οργανωμένο σύνολο και έρχεται ο guest, αναγκαστικά μπαίνει στο τριπάκι της δουλειάς που έχει ήδη γίνει. Είμαι πολύ ευτυχής για τη δουλειά αυτή. Έχω πολύ καλή ορχήστρα και τέλειους μουσικούς. Έχουν τη δυνατότητα να μετατρέψουν το παλιό αίσθημα σε κάτι φρέσκο, χωρίς να πειραχτεί το άρωμα του παρελθόντος. Η σκέψη ήταν να κάνουμε μια ορχήστρα θεάτρου που θα μπορούσε να παίξει σε ένα παγκόσμιο κλαμπ.
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008 | 47
νη από τον Γιώργο Μαρίνο και από τη Μάρω Κοντού. Ο αληθινός αντίποδας, όμως, στο «Φέρτε μου ένα μαντολίνο», ήταν το «Στρώσε το στρώμα σου για δυο». Το θέατρο ή το τραγούδι είναι σε καλή κατάσταση αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα; Ίσως το θέατρο, αλλά δεν έχει κάτι που υπήρχε παλιά. Δεν αφιερώνουν χρόνο. Δεν δουλεύουν στα έργα, όπως δούλευαν παλιά. Λένε όλοι τρελό τον Βογιατζή που δουλεύει 6 μήνες. Δεν ανεβαίνει τραγωδία, όμως, σε δύο μήνες. Το μεγάλο έγκλημα στα ανεβάσματα ξεκινάει από τις μεταφράσεις. Η πρώτη παραφθορά των νοημάτων και της ουσίας γίνονται από τις μεταφράσεις, όπου ο κάθε μεταφραστής φέρνει τη γλώσσα στο χωριό του. Σχεδόν κανείς δεν κάθεται να κοιτάξει το γράμμα και, κυρίως, το ρυθμό. Το βασικότερο πράγμα που πρέπει να σεβαστεί ο μεταφραστής στα αρχαία έργα είναι ο ρυθμός, γιατί αυτά ήταν καθαρόαιμα ενεργειακά, μουσικά κείμενα. Ο ρυθμός στη μετάφραση γίνεται συχνά λεκτικό καλαμπούρι. Ξεχνάμε επίσης ότι η κωμωδία καταγράφει την παρακμή μιας πόλης. Τώρα σε ποια φάση είναι η σύγχρονη Αθήνα; Μεταπαρακμή. Όπως λέμε μεταμοντέρνο. Το τραγούδι λένε ότι περνάει κρίση. Λένε ότι το έχει αλλάξει το Ίντερνετ, και αισθητικά αλλά και την αγορά του. Τι λέτε εσείς; Ένα πράγμα που σου τρυπάει τα αυτιά, από όποια μεριά και να το ακούσεις, αν σ’ αρέσει θα ψάξεις να το βρεις. Σήμερα άκουγα Εν λευκώ και έπαιζε ένα κομμάτι που δεν είχε
λόγια. Μπήκα κατευθείαν στο Ίντερνετ, χτύπησα στο σταθμό και μου έδωσαν αμέσως το όνομα του κομματιού που έπαιζε εκείνη την ώρα. Την ώρα που θες να βρεις αυτό που σ’ αρέσει, το βρίσκεις και το αγοράζεις από οπουδήποτε. Έκανα 20.000 cd με το «Πόσο σ’ αγαπώ», νούμερο πολύ μεγάλο για τις μέρες αυτές, με δύο σημεία πώλησης και το Ίντερνετ. Το πρόβλημα είναι στο προϊόν. Η κρίση βασίζεται σε αυτό κατά τη γνώμη μου. Στον απαίσιο χειρισμό από τις εταιρείες, στο πώς διαμορφώθηκε η εποχή, στο πώς έμπλεξαν τα σκυλάδικα φούστες μπλούζες όλα μαζί. Ανάθεμα την ώρα, γιατί ο Θεοδωράκης έβαλε τον όρο έντεχνο σε μια εποχή που χρειαζόταν ο διαχωρισμός, αλλά απέμεινε αυτός ο όρος σαν αρρώστια. Αυτός, βέβαια, είναι και ένας χειρισμός της πιάτσας που διαμορφώθηκε για να χαρακτηρίσει πράγματα που δεν θέλουμε. Φτάσαμε, όμως, στην πολύ περίεργη στιγμή αυτό το περιβόητο κυνηγημένο έντεχνο να είναι ξανά η γέφυρα. Αυτή τη στιγμή, αν κοιτάξεις γύρω δεν παίζει κανένας τον κυρίαρχο ρόλο. Αυτό δεν αφορά τις δισκογραφικές, αφορά τους καλλιτέχνες.
Info Σταμάτης Κραουνάκης x ΣΚΗΝΗΣ - Αυτά που κάψαν το σανίδι Σύνθεση μουσικού σεναρίου: Σταμάτης Κραουνάκης Σύμβουλος Μουσικού σεναρίου: Γιώργος Παπαστεφάνου Επιμέλεια προγράμματος: Λίνα Νικολακοπούλου & Σταμάτης Κραουνάκης Κείμενα – Παρλάτες: Λίνα Νικολακοπούλου Σκηνοθεσία – Βίντεο: Κώστας Αυγέρης Σκηνικά – Κοστούμια: Γιάννης Μετζικώφ Φωτισμοί: Ελευθερία Ντεκώ Μουσική προετοιμασία: Χρίστος Θεοδώρου, Άρης Βλάχος Ενορχηστρώσεις – Διεύθυνση ορχήστρας: Γιώργος Ζαχαρίου Παρουσίαση: Σταμάτης Κραουνάκης & Ελένη Ουζουνίδου Συμμετέχουν: Γρηγόρης Βαλτινός, Μάρθα Βούρτση, Σπεράντζα Βρανά, Σόνια Θεοδωρίδου, Άννα Καλουτά, Μάρω Κοντού, Λάκης Λαζόπουλος, Γιώργος Μαρίνος, Κατιάνα Μπαλανίκα, Δημήτρης Μπάσης, Άννα Παναγιωτοπούλου, Ζωζώ Σαπουντζάκη, Χρήστος Στέργιογλου, Μελίνα Τανάγρη, Μάρθα Φριντζήλα, Ζωή Φυτούση, Γιάννης Χαρούλης Στο ρόλο της χορωδίας η Ομάδα Ελληνικού Μουσικού Θεάτρου Σπείρα Σπείρα: Αργυρώ Καπαρού, Ελεάννα Καραντίνου, Στέλιος Καρπαθάκης, Δάφνη Λέμπερου, Βασίλης Μοσχονάς, Χρήστος Μουστάκας, Κώστας Μπουγιώτης, Γιώργος Νανούρης, Γιώργος Στιβανάκης, Παρθένα Χοροζίδου Ωδείο Ηρώδου Αττικού | 27 & 28 Ιουνίου 2008, 21:00
μουσικό θέατρο
48 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008
“Θα είμαι κι εγώ Χ ΣΚΗΝΗΣ” Μάρω Κοντού
Ζωζώ Σαπουντζάκη
Άννα Καλουτά
Ποια ήταν η πρώτη σας αντίδραση, όταν σας πρότειναν να πάρετε μέρος σε αυτή την παράσταση; Το πρώτο πράγμα που είπα στο Σταμάτη ήταν ότι από αυτή τη βραδιά δεν πρέπει να λείπει ο Χορν και ότι έπρεπε να βρει έναν τρόπο για να τον εμφανίσει να λέει το «Ηθοποιός σημαίνει φως». Όντως, ο πολυμήχανος Κραουνάκης βρήκε τον τρόπο... Πώς ήταν το κλίμα στις πρόβες; Ήμαστε όλοι μια ωραία ομάδα. Ο ίδιος ο Σταμάτης λέει ότι δεν αντιμετώπισε ούτε μισή γκρίνια. Φαίνεται πως όλοι πήγαμε με χαρά, σαν για να κάνουμε μια παιδική σκανταλιά. Με χιούμορ με αγάπη. Πώς είδατε την ιδέα για μια τέτοια παράσταση; Ήταν ωραία έμπνευση. Ο συνδυασμός ήταν περίεργος αλλά, όπως λέει και ο ίδιος ο Κραουνάκης, «αυτό είναι ροκ»... Θα τραγουδήσετε τη «Μαύρη Φορντ» του Μάνου Χατζιδάκι από την «Οδό Ονείρων». Τι θυμάστε από εκείνη τη θρυλική παράσταση; Θυμάμαι πως όταν μου είχαν δώσει να πω τη «Μαύρη Φορντ», σχεδόν έκλαιγα. Πίστεψαν ότι με είχαν «ξεπετάξει». Ο Χορν με στήριξε, λέγοντάς μου ότι η «…Φορντ» ήταν ένα τραγούδι που θα έμενε. Και έμεινε. Επιστρέφετε μπροστά στο κοινό ύστερ από πολλά χρόνια. Πώς είναι; Νιώθω τρακ και μεγάλη χαρά που θα ξαναβρεθώ με τόσο αγαπημένους συναδέλφους που τους είχα στερηθεί απομακρυνόμενη από το θέατρο και ασχολούμενη με τα κοινωνικοπολιτικά. Νοιώθω σαν να έλειπα χρόνια ταξίδι και τώρα πια γυρνώξανά πίσω, στα χωράφια μου.
Αυτή θα είναι η πρώτη φορά που εμφανίζεστε στο Ηρώδειο. Πώς το πήρατε; Πολύ όμορφα. Δεν μπορώ να πω ότι έχω τρακ. Νοιώθω συγκίνηση, μεγάλη χαρά, γιατί θα είναι μια μοναδική παράσταση. Νομίζω ότι ο κάθε Έλληνας που μπαίνει μέσα σε αυτόν τον ιερό χώρο πρέπει να νιώθει συγκίνηση. Θεωρείτε ότι το μουσικό θέατρο είναι δύσκολο είδος; Είναι το δυσκολότερο. Γιατί στο μουσικό θέατρο μέσα σε δυο-τρία λεπτά πρέπει να έχεις αρπάξει τον κόσμο, με την εμφάνιση, με την ομορφιά, με το ταλέντο σου, με τη φωνή σου, με το χορό σου, και να έχει πέσει χειροκρότημα. Ενώ στην πρόζα έχεις μεγαλύτερη άνεση χρόνου. Μπορεί η πρώτη σκηνή σου να είναι πιο χαλαρή και να γίνεις καλύτερος μετά. Έχεις μεγάλα περιθώρια να φτιάξεις το ρόλο σου μέχρι το τέλος της παράστασης. Παλιότερα, υπήρχαν πολύ αστραφτερές παρουσίες στο θέατρο, γυναίκες που τις αποκαλούσαν θεές. Σήμερα αυτό δεν συμβαίνει εύκολα. Γιατί; Πίσω από αυτές τις θεές που λες εσύ, δεν μπορείς να φανταστείς πόσες θυσίες κρύβονται. Ας μιλήσω για τον εαυτό μου. Εγώ έδωσα τη ζωή μου σ’ αυτή τη δουλειά. Στερήθηκα τα παιδικά μου χρόνια, δεν έπαιξα με κούκλες –γιατί έπρεπε να παίζω στη σκηνή– δεν γνώρισα εφηβεία, δεν είχα χρόνο για φλερτ, δεν πήγα σε πάρτι. Αντί για όλα αυτά, έζησα ένα θέατρο, κι έναν καθρέφτη. Να στέκομαι μπροστά και να προβάρω αυτό που θα έπαιζα, αυτό που θα φορούσα, τον τρόπο που θα χτένιζα τα μαλλιά μου. Κι αυτός ο καθρέφτης έγινε η ζωή μου. Όμως δεν μετανιώνω, γιατί αυτό αγάπησα κι αυτό αγαπώ.
Κυρία Καλουτά, ποια τραγούδια θα πείτε στην παράσταση; Θα πω τέσσερα τραγούδια: Το «Ευζωνάκι», μια παρλάτα, το «Μ’ αρέσεις», και το «Εδώ είμαι ακόμα, ζω» του Κραουνάκη. Το «Ευζωνάκι» είναι το σήμα κατατεθέν σας… Μια ζωή με κυνήγαγαν μια φουστανέλα και δυο τσαρούχια. Δεν υπήρχε παράσταση που να μην ντυθώ τσολιαδάκι. Άσε στον πόλεμο… Ξέρετε, έδρασα στον πόλεμο κι εγώ. Έχουν περάσει 14 χρόνια από την τελευταία σας εμφάνιση. Σας έχει λείψει το θέατρο; Όχι, γιατί το έχω στην ψυχή μου. Και όταν βλέπω σημερινούς ηθοποιούς να στέκουν καλά και με αξιοπρέπεια, καμαρώνω. Βλέπετε παραστάσεις; Σπάνια, γιατί δεν αντέχω τις βωμολοχίες, με στενοχωρούν. Δεν σας κρύβω ότι μια από τις τελευταίες φορές που παρακολούθησα επιθεώρηση πήγα και ήθελα να φύγω – αλλά δεν μπόρεσα, γιατί στο διάλειμμα κάποιος με ανήγγειλε. Έτσι έγινε αισθητή η παρουσία μου με αποτέλεσμα όχι μόνο να μην μπορώ να φύγω αλλά τελικά πήγα και μέσα για να τους συγχαρώ… Σας ορκίζομαι ότι δεν κοιμήθηκα τη νύχτα κι έλεγα: το καημένο το μουσικό θέατρο, πώς κατάντησε έτσι… Μιλώ πάντοτε για το μουσικό θέατρο, γιατί η πρόζα, ευτυχώς, μας βγάζει ασπροπρόσωπους. Μήπως οι σημερινοί συγγραφείς είναι ανεπαρκείς σε σχέση με τους παλαιότερους; Τρεις έχουν καταστρέψει το μουσικό θέατρο. Ο συγγραφέας που τα γράφει, ο ηθοποιός που δέχεται να τα παίξει και το κοινό που τα χειροκροτεί. Νιώθετε αγωνία για την παράσταση; Πάντα, στην αρχή, όταν βγαίνω, έχω ένα ψιλό τρακ. Ακόμα και τώρα; Βεβαίως. Αυτό με έκανε αυτή που είμαι.
«Σαν να έλειπα ταξίδι…»
«Η ζωή μου όλη, ένα θέατρο κι ένας καθρέφτης»
«Ό,τι είμαι με έκανε το τρακ»
μουσικό θέατρο
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008 | 49
Έξι κυρίες που συμμετέχουν στη μουσικοθεατρική παράσταση του Σταμάτη Κραουνάκη εξηγούνται Από την Κατερίνα Κόμητα
Μάρθα Βούρτση
Σπεράντζα Βρανά
Σόνια Θεοδωρίδου
Ποια τραγούδια θα ερμηνεύσετε; Θα πω τρία κομμάτια από την παράσταση «Ένας Όμηρος», το θεατρικό έργο του Ιρλανδού Μπέρτραν Μπίαν, στην οποία είχα πάρει μέρος το 1964 παίζοντας το ρόλο της Μεγκ. Τότε, ο Μίκης Θεοδωράκης είχε γράψει μουσική για την παράσταση σε στίχους που ο ίδιος ο συγγραφέας έχει περιλάβει στο έργο [σ.σ. αναφέρεται στο αίτημα της Ιρλανδίας για αυτοδιάθεση και εθνική ανεξαρτηρία, που πολύ συγκινούσε εκείνο τον καιρό]. Από τα τραγούδια αυτά, το πιο γνωστό είναι το «Γελαστό παιδί». Τι είναι για σας η ερμηνεία ενός τραγουδιού; Εγώ δεν είμαι τραγουδίστρια· μπορώ να τραγουδήσω μόνο ως ηθοποιός. Δηλαδή το τραγούδι μου πρέπει να λειτουργεί ως προέκταση του ρόλου που έχω μέσα σε ένα έργο. Για μένα το τραγούδι είναι ρόλος. Πότε γνωριστήκατε για πρώτη φορά με τον Σταμάτη Κραουνάκη; Το 1981, έπαιζα την «Άννι», ένα πασίγνωστο αμερικάνικο μιούζικαλ. Την εποχή εκείνη ο Ντίνος Κατσουρίδης γύριζε την ταινίας «Ο Θανάσης και το καταραμένο φίδι», με τον Θανάση Βέγγο. Ο Σταμάτης είχε αναλάβει να γράψει μουσική για την ταινία και μου ζήτησε να τραγουδήσω το τραγούδι των τίτλων. Εξεπλάγην, όμως ο Σταμάτης ήξερε πολύ καλά τι ζητούσε, δεν χτύπησε έτσι την πόρτα μου. Όταν σας πρότεινε να λάβετε μέρος στην τωρινή παράσταση πώς αντιδράσατε; Είχα ενδοιασμούς. Αναρωτιόμουν αν θα μπορούσα να είμαι σωστή στο τραγούδι. Το δράμα μου είναι ότι είμαι και μουσικός· μέχρι τα δεκάξι μου είχα φτάσει στην Ανωτέρα στο πιάνο, έτσι ξέρω καλά τις αδυναμίες μου αλλά και τους τρόπους να τις καλύπτω.
Πώς αντιδράσατε στην πρόταση να πάρετε μέρος στην παράσταση αυτή; Είναι γνωστό ότι έχω σοβαρό πρόβλημα με τα πόδια μου, κι αυτό είναι κάτι που μου δημιουργεί πολλές δυσκολίες. Αλλά Ηρώδειο είναι αυτό, ο Κραουνάκης βρήκε ένα τρόπο να με βγάλει που μου άρεσε πολύ, «Το τραμ το τελευταίο», το τραγούδι που θα πω, είναι το τραγούδι με το οποίο ξεκίνησα τα θεατρικά μου βήματα – για όλους αυτούς τους λόγους, λοιπόν, είπα το «ναι». Αν ξεκινάγατε σήμερα τι καριέρα θα ακολουθούσατε; Πριν από 5-6 χρόνια έλεγα ότι, αν ήμουν 18 χρονώ, θα γινόμουν τηλεπαρουσιάστρια. Όμως όταν είδα από «μέσα» την τηλεόραση και το πόσο δύσκολο πράγμα είναι να παίρνεις συνεχώς οδηγίες από πάνω, δηλαδή από το κοντρόλ, κατάλαβα ότι δεν θα μπορούσα να το κάνω. Γι’ αυτό και θαυμάζω τους ανθρώπους που τα έχουν καταφέρει σε αυτή τη δουλειά. Σας έλκουν τα επαγγέλματα που έχουν προβολή, ε; Όταν ξεκινάς αυτού τους είδους τις καριέρες, για παράδειγμα του ηθοποιού, του δημοσιογράφου, του πολιτικού, ο σκοπός σου είναι να εισπράξεις το «μπράβο». Στο βιβλίο μου «Ο οργασμός του μπράβο», γράφω ότι ο μεγαλύτερος οργασμός που μπορεί να νιώσει ο άνθρωπος είναι όταν στέκεται πάνω στη σκηνή και ο κόσμος τον χειροκροτεί, όρθιος, με ενθουσιασμό. Δεν μπορείς να φανταστείς τι οργασμός είναι αυτός. Και εγώ, δόξα σοι ο θεός, τον έχω νιώσει πάρα πολλές φορές.
Πώς νιώθετε ως η μόνη εκπρόσωπος του λυρικού τραγουδιού σε αυτή τη βραδιά; Μου αρέσει πολύ το ότι θα βρίσκομαι ανάμεσα σε τόσους ηθοποιούς. Ακόμα, μου αρέσει το ότι, μέσα σε ένα βράδυ, θα ξετυλιχθεί η ιστορία του ελληνικού θεάτρου μέσα από το τραγούδι. Με τον Σταμάτη Κραουνάκη ποια είναι η σχέση σας; Ερωτική. Τον αγαπώ πάρα πολύ. Τον Νοέμβριο θα δώσουμε ένα κοντσέρτο στο Μέγαρο Μουσικής, βασισμένο στο μέχρι τώρα έργο του και σε κάποια καινούργια τραγούδια που έχει γράψει ειδικά για μένα. Η επιστροφή σας στην Ελλάδα θα σηματοδοτήσει ίσως και μια αλλαγή στην καριέρα σας; Στο εξωτερικό, πολλοί σημαντικοί συνάδελφοί μου πήραν τη λαϊκή μουσική τους και την ανέδειξαν. Τώρα που γύρισα, λοιπόν, έχω τη φιλοδοξία να κάνω κάτι αντίστοιχο. Δεν έχω κανένα φόβο μην τσαλακωθώ προκειμένου να προβάλω τη μουσική της πατρίδας μου. Θα βλέπατε τον εαυτό σας σε μια θεατρική παράσταση εκτός όπερας; Αν και δεν μου λείπει η εμπειρία, πιστεύω ότι δεν διαχειρίζομαι τόσο καλά την πρόζα, όπως θα το έκανε ένας ηθοποιός. Το δυνατό μου σημείο ήταν και συνεχίζει να είναι το τραγούδι, μέσα από το οποίο μπορώ και εκφράζομαι. Αλλά ναι, θα ήθελα πολύ να παίξω σε μια τραγωδία. Είναι κάτι που το έχω μέσα μου. Κι ακόμα, θέλω πολύ να τραγουδήσω για τον κινηματογράφο.
«Για μένα, το τραγούδι είναι ρόλος»
«Αν ήμουν 18 θα γινόμουν τηλεπαρουσιάστρια»
«Θέλω να τραγουδήσω για το σινεμά»
συνέντευξη
50 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008
Φωτογραφία: Γιάννης Τσόλκας
ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗΣ Ο Βασίλης Αλεξάκης περιτριγυρισμένος από τους ηθοποιούς Χρήστο Βαλαβανίδη, Αντιγόνη Αμανίτου, Αλέξανδρο Μυλωνά (που υποδύεται τον Ρασταπόπουλο) και άλλους συντελεστές της παράστασης.
«Είμαστε θύματα βαθύτατης αγραμματοσύνης. Μια χώρα στην οποία δεν διδάσκεται η φιλοσοφία επί 13 αιώνες, είναι μοιραίο να πάσχει πνευματικά και να έχει μείνει πίσω. Αυτό συμβαίνει με την Ελλάδα - δυστυχώς».
Δεν έχω καμία ανάγκη να αισθάνομαι απόγονος του Σωκράτη
Βασίλης Αλεξάκης Aπό την Κατερίνα Οικονομάκου
Η πρωταγωνίστρια του «Μη με λες Φωφώ» είναι μια φιλάρεσκη κυρία 3.000 ετών. Και περιμένει πως υπάρχει ακόμη άνδρας που θα γυρίσει να την κοιτάξει. Σε ποιο κόσμο την έβαλε να ζει ο Βασίλης Αλέξάκης; Δυο γυναίκες ξεχασμένες από τον κόσμο ζουν μόνες σε ένα μικροσκοπικό ελληνικό νησί, όλο κι όλο 3 x 3. Πετάνε βότσαλα στη θάλασσα, συζητούν, τσακώνονται, φροντίζουν τρυφερά η μια την άλλη. Συχνά πυκνά κοιτάζουν τον ορίζοντα, περιμένοντας – να περάσει ένα πλοίο, να βγει ένα τέρας μέσα από τη θάλασσα, κάτι να συμβεί τέλος πάντων. Σε τελική ανάλυση, κάνουν υπομονή εδώ και 3.000 χρόνια. Η Φαίδρα και η τροφός της Οινώνη κατέληξαν εδώ μετά την άτυχη έκβαση του πάθους της πρώτης για το γιο του άνδρα της, του Θησέα. Ο «Ιππόλυτος»του Ευριπίδη συναντάει το «Μη με λες Φωφώ», το νέο θεατρικό έργο του Βασίλη Αλεξάκη. Τραγωδία ο ένας, παρωδία ο άλλος. «Θα έλεγα πως η παρωδία είναι δι-
πλή – και προς το αρχαίο δράμα, και προς το θέατρο του παραλόγου του Μπέκετ», διευκρινίζει ο Βασίλης Αλεξάκης. Ο συγγραφέας -που πρόσφατα τιμήθηκε με το Μεγάλο Βραβείο της Γαλλικής Ακαδημίας για το μυθιστόρημα «μ.Χ.»- κάνει πάντως τη χάρη στις ηρωίδες του να τους στείλει τελικά έναν άνδρα. Το όνομα Ρασταπόπουλος σάς λέει κάτι; Ο κύριος που εμφανίζεται κάποια στιγμή στο νησί υπάρχει περίπτωση να είναι ο Ιππόλυτος; Να είναι τελικά ζωντανός; Όχι, ο πατέρας του έχει φροντίσει να σκοτωθεί, βγάζοντας εκείνο το τέρας μέσα από τη θάλασσα που τρέλανε τα άλογά του. Ενώ ο κακομοίρης ο Ιππόλυτος, από ό,τι φαίνεται, δεν ενέδωσε στη μητριά του. Άλλος θα εμφανιστεί – ένας Ελληνοαμερικάνος, ο οποίος έχει ζήσει μια ζωή η οποία δεν απέχει και πολύ από εκείνη του Θησέα. Όπως ισχυρίζεται έχει κάνει διάφορα κατορθώματα. Εξολόθρευσε κάποιον ο οποίος ήθελε να τον σκίσει στα δύο, κι έναν άλλο που ήθελε να του κόψει
τα πόδια επειδή περίσσευαν από το κρεβάτι. Αν λέει αλήθεια, γιατί μερικοί έχουν την τάση να υπερβάλουν. Τι τύπος είναι ο Ελληνοαμερικάνος; Δεν είναι κακός, αν και το όνομά του είναι δανεισμένο από τον κακό Ελληνοαμερικάνο που έχει πρωταγωνιστήσει σε αρκετές περιπέτειες του Τεν Τεν. Λέγεται Ρασταπόπουλος. Βρισκόμαστε δηλαδή σε μια κανονική κωμωδία σε όλα τα επίπεδα, όπου οι αναφορές είναι πάρα πολλές, και θεατρικές και στη λογοτεχνία και βεβαίως στην πραγματικότητα. Υπάρχει μια ειρωνεία γενική και προς όλες τις κατευθύνσεις. Μέχρι και απόπειρα για επανάσταση υπάρχει, αφού η Οινώνη θέλει να δοκιμάσει το στέμμα της Φαίδρας. Η άλλη φυσικά της λέει πως τα στέμματα δεν δανείζονται. Παρά τις συγκρούσεις, όμως,υπάρχει και μια τρυφερότητα, γιατί πρόκειται για ανθρώπινα πλάσματα. Η Οινώνη νανουρίζει τη Φαίδρα πριν κοιμηθεί, της τραγουδάει. Επίσης, όπως όλοι οι άνθρωποι, αυτές οι δυο μέχρι το τέ-
συνέντευξη λος ελπίζουν πως θα περάσει το καράβι, πως κάτι θα συμβεί, ή πως θα εμφανιστεί το κήτος μέσα από τη θάλασσα. Μα θέλουν να εμφανιστεί το κήτος-φονιάς; Η Φαίδρα θέλει να φαντάζεται ότι το τέρας σκότωσε τον Ιππόλυτο επειδή ήταν ερωτευμένο μαζί της. Παρόλο που είναι 3.000 ετών, θέλει να πιστεύει ότι μπορεί ακόμη να αρέσει. Εξάλλου το μόνο πράγμα που έχει κρατήσει από την προηγούμενη ζωή της είναι ένα κραγιόν. Όπως και η γυναίκα στις «Ευτυχισμένες μέρες»του Μπέκετ. Ο άνθρωπος σε όλες τις ηλικίες θέλει να αρέσει. Πρώτος εγώ. Η Φαίδρα, πάντως, έχει μια δυναμία στους νεαρούς, απ’ ό,τι θυμόμαστε. Α, ναι. Εκδηλώνει αμέσως ζωηρό ενδιαφέρον για το γιο του Ρασταπόπουλου, ρωτάει τι σπουδάζει κ.λπ. Και η Οινώνη της λέει «σκάσε, μην αρχίζεις πάλι τα ίδια». Γιατί έχουμε μια επανάληψη. Απλώς, επειδή ξέρουμε το τέλος -το οποίο είναι το έργο που βλέπουμε εμείς- ούτε της Φαίδρας θα της περάσει από το μυαλό να φύγει με τον Αμερικάνο. Γιατί να φύγει αφού θα έχουμε πάλι τα ίδια; Γιατί να μη φύγει, έστω για την περιπέτεια; Μα την περιπέτεια την έχουμε παρακολουθήσει κατά κόρον, την έχουμε πια βαρεθεί. Εκεί υπάρχει αν θέλεις μία ειρωνεία για τις επαναλήψεις αρχαίου δράματος, που λιγάκι έχουν παραγίνει εδώ και δεκαετίες. Όλες οι Ελληνίδες ηθοποιοί δεν ησυχάζουν αν δεν παίξουν Αντιγόνη ή Ηλέκτρα, που το βρίσκω ελαφρώς γελοίο.Έχει κάτι από σχολική γιορτή, όπου πρέπει όλες οι καλές μαθήτριες να πουν ένα ποιηματάκι. Έτσι έχει καταντήσει. Αρχαίο δράμα ανεβάζουμε όταν έχουμε κάτι να πούμε μέσα από το αρχαίο δράμα, δηλαδή όταν πρόκειται για πραγματική δημιουργία. Δεν επιτρέπεται τα αρχαία θέατρα, και ιδιαίτερα η Επίδαυρος, να χρησιμοποιούνται για παραστάσεις επιθωρησιακού χαρακτήρα και από θλιβερές ηθοποιούς όπως ήταν η Βουγιουκλάκη κι ένα σωρό άλλες. Δεν έχει κανένα δικαίωμα η Βουγιουκλάκη να πατάει το πόδι της στην Επίδαυρο. Εγώ συμφωνώ απολύτως με τη διεύθυνση του Φεστιβάλ που ανέβασε επιτέλους Μπέκετ - από μικρός ονειρευόμουν να δω Μπέκετ στο αργολικό θέατρο. Και θα ήθελα να δω εκεί και το «Περιμένοντας τον Γκοντό». Είναι σεβασμός στην Επίδαυρο το να ανεβάσει κανείς τις «Ευτυχισμένες μέρες». Αντιθέτως, το ανέβασμα της Αντιγόνης ή της Ηλέκτρας με πρωταγωνίστρια μια φωνακλού είναι γελοιοποίηση της κουλτούρας μας.
Σε τι πιστεύει η Φωφώ Η δική σας Φαίδρα, μέσα στα 3.000 χρόνια της ζωής της, ασπάστηκε και το χριστιανισμό; Όχι, όχι, έχει γλιτώσει. Ευτυχώς είναι από τις ελάχιστες Ελληνίδες που γλίτωσαν από τη λαίλαπα του χριστιανισμού. Στο ερημονήσι δεν πήγε ο Παύλος, τις έχουν ξεχάσει εκεί. Στο «μ.Χ.», το βραβευμένο βιβλίο σας, που έγινε και μπεστ σέλερ, λέτε πως ο χριστιανισμός επέβαλε εμπάργκο στην μελέτη και τη διάδοση της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας. Κι όμως, ήδη από τα πρώτα χρόνια ίδρυσης του ανεξάρτητου ελληνικού κράτους έως και σήμερα, οι πιστοί χριστιανοί είναι οι πρώτοι που καμαρώνουν πως είμαστε απόγονοι του Σωκράτη. Θέλετε να πείτε πως αυτό είναι παράδοξο; Κοιτάξτε, είναι ρομαντικές θεωρήσεις αυτές. Δεν έχω καμία ανάγκη να αισθάνομαι κληρο-
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008 | 51
νόμος ή απόγονος του Σωκράτη. Απόγονοι του Σωκράτη είναι αυτοί που τον έχουν μελετήσει και που ξέρουν καλά ελληνικά. Κατά τα άλλα, ο καθένας έχει την τρέλα του. Μπορεί κάποιος να πηγαίνει κάθε Κυριακή στην εκκλησία και να πιστεύει ότι σκέφτεται ελεύθερα. Ο καθένας πιστεύει ό,τι θέλει. Αλλά το ότι ένας από τους στόχους της Ελληνικής Επανάστασης του Ρήγα και διαφόρων άλλων ήταν να χειραφετηθεί η Ελλάδα όχι μόνο από την οθωμανική κυριαρχία, αλλά ταυτόχρονα και από την Εκκλησία, είναι γεγονός. Αυτό είναι το πνεύμα του Διαφωτισμού και το πνεύμα των επαναστατών του 1821, τους οποίους διόλου δεν ενέκρινε η Εκκλησία. Όσο για τη διδασκαλία της φιλοσοφίας, αυτή είχε απαγορευτεί το 520 μ.Χ. και ξαναρχίζει το 1860. Είμαστε θύματα αυτής της βαθύτατης αγραμματοσύνης. Μια χώρα στην οποία δεν διδάσκεται η φιλοσοφία επί 13 αιώνες είναι μοιραίο να πάσχει πνευματικά και να έχει μείνει πίσω. Αυτό συμβαίνει με την Ελλάδα δυστυχώς. Εδώ ανοίγουμε το λεξικό του Μπαμπινιώτη και τι βρίσκουμε μέσα; Ολόκληρο το Πιστεύω, μέσα σε πλαίσιο. Σε ένα καλό, ευρείας χρήσης λεξικό, περιλαμβάνεται μια προσευχή. Από πού κι ώς πού; Δηλαδή -μια που μόλις πέρασε η περίοδος των εξετάσεων- αν σας έβαζαν έκθεση σχετικά με τον ελληνοχριστιανικό πολιτισμό, πώς θα αναπτύσσατε το θέμα; Θα έλεγα πως το θέμα δεν υπάρχει. Πως είναι δύο τελείως αντίθετες έννοιες κι ότι είναι μύθος ο ελληνοχριστιανικός πολιτισμός. Πρόκειται για μια ακροδεξιά άποψη για την ιστορία. Θυμηθείτε το σύνθημα της χούντας «Ελλάς Ελλήνων Χριστιανών». Θέλω να πω ότι βεβαίως είναι μια ακροδεξιά άποψη για την ιστορία αυτή. Και ο ελληνοχριστιανικός πολιτισμός φυσικά δεν υπάρχει. Πρόκειται για ένα ηφαίστειο που εμείς έχουμε δημιουργήσει. Και το οποίο ελπίζω κάποτε να εκραγεί. Ο πολιτισμός είναι ή χριστιανικός ή ελληνικός. Δυο λεπτά. Ο άγιος Κωνσταντίνος δεν μιλούσε ελληνικά και είναι αμφίβολο αν πίστευε στον θεό των χριστιανών. Κι όμως, η Εκκλησία τον ανακήρυξε άγιο. Αυτό δεν αποδεικνύει πόσο ανοιχτόμυαλοι και large είναι οι Ελληνορθόδοξοι; Είναι μάλλον βέβαιο ότι δεν πίστευε στο θεό, στον Απόλλωνα πίστευε, αλλά κατάλαβε ότι μπορούσε να χρησιμοποιήσει το χριστιανισμό. Όχι, ακριβώς το αντίθετο, πόσο απατεώνες είναι αποδεικνύει. Αυτό αποδεικνύει. Από τη στιγμή που θεωρούν άγιο έναν άνθρωπο ο οποίος έσφαξε το γιο του και έπνιξε τη γυναίκα του μέσα σε βραστό νερό - πράγματα γνωστότατα αυτά... Πρέπει κανείς να ζει στην Ελλάδα, σε έναν κόσμο όπου επικρατεί εκκλησιαστική λογοκρισία για να μην ξέρει αυτά τα πασίγνωστα πράγματα – δηλαδή δεν υπάρχει ένα πανεπιστήμιο στο εξωτερικό που να μην ξέρουν ποιος είναι ο Μέγας Κωνσταντίνος. Απλώς, εμείς στην Ελλάδα δεν το ξέρουμε γιατί δεν θέλουμε να το μάθουμε. Δεν είναι λοιπόν ανοιχτοσύνη πνεύματος, είναι μια απάτη.
«Δεν ξέρουμε τι θα πει Αθήνα» Στο διαδίκτυο κυκλοφορεί ένα κείμενο, το οποίο μάλιστα υιοθετείται και απο επίσημα χείλη, σύμφωνα με το οποίο υπάρχει ένα πρόγραμμα εκμάθησης ελληνικών της εται-
Ο Ρασταπόπουλος Όσοι είναι λάτρεις τον κόμικς θα τον ξέρουν. Ο Ρασταπόπουλος είναι κομβικό πρόσωπο σε ορισμένες από τις ιστορίες του Τεντέν, τις εικονογραφημένες ιστορίες δηλαδή του τρομερού νεαρού διάσημου ρεπόρτερ που εξιχνιάζει πλήθος πολύπλοκές υποθέσεις τις οποίες σχεδίασε ο μετρ του σκληρού ντεκουπάζ Βέλγος Ερζέ. Τι εστί Ρασταπόπουλος; Είναι μέγας απατεώνας, που πρωτοβρέθηκε απέναντι στον Τεντέν και την παρέα του στην ιστορία «Τα πούρα του Φαραώ». Έχει, πράγματι, αδυναμία στα πούρα, μάλλον δε προτιμά τα πολύ καλά Αβάνας. Και κυρίως, είναι ελληνικής καταγωγής. Ο Ερζέ, που συχνά έπαιρνε στερεότυπα της εποχής του για να τους δώσει καινούριο νόημα στα κόμικς του, είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι δανείστηκε ένα από τα διασημότερα: ότι οι Έλληνες που ζουν εκτός Ελλάδος, σε μεγάλο βαθμό, διακρίνονται για τον τυχοδιωκτισμό τους, ενδεχομένως και για εμπλοκή με μαφίες. Το κλισέ αυτό το ενέταξε στις ιστορίες του Τεντέν όπως το Χόλιγουντ υιοθέτησε ένα άλλο δημοφιλές κλισέ, ότι η μαφία της Νέας Υόρκης είναι αμιγώς ιταλική υπόθεση. Ένας μύθος υιοθετεί μια πραγματικότητα ή μια δημοφιλή φήμη. Εκεί επάνω χτίζεται ο ήρωας κάποιας αφήγησης. Στην περίπτωση του Ρασταπόπουλου, πρόκειται για καθόλου απλοϊκό, πολύ σύνθετο ήρωα. Είναι λαθρέμπορος, αρχηγός εγκληματικών συμμοριών, συνεργάζεται με άνομα δικτατορικά καθεστώτα αλλά, ταυτόχρονα, είναι καλοπερασάκιας, σαδιστής, έχει ροπή προς την πολυτέλεια και του αρέσει να τον κολακεύουν. Έχει φέρει σε πάρα πολλές περιπτώσεις σε δύσκολη θέση τον Τεντέν αλλά και τον παντοτεινό φίλο του τελευταίου, τον καπετάνιο Χάντοκ (στο «μπαλονάκι», πάνω, τον ακούμε να εκτοξεύει τις περίφημες βρισιές του, βασιβουζούκοι, εκτοπλάσματα κ.λπ., στα αγγλικά). Και γιατί Ρασταπόπουλος; Πώς να τον έλεγε δηλαδή; Παπαδόπουλο;
ρείας Apple που λέγεται Hellenic Quest. Το πρόγραμμα αυτό, λέει, προέκυψε από τη διαπίστωση των επιστημόνων ότι οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές προχωρημένης τεχνολογίας δέχονται ως «νοηματική» γλώσσα μόνο την ελληνική, ενώ όλες τις άλλες γλώσσες τις χαρακτήρισαν «σημειολογικές». Τι νομίζετε εσείς, πρόκειται ή δεν πρόκειται για αστικό θρύλο; Εντάσσεται σε μια πολύ παλιά παράδοση αυτό. Ανέκαθεν γίνονται προσπάθειες σε όλα τα μήκη και τα πλάτη και αυτό από τον 16ο αιώνα , ο καθένας ισχυριζόμενος ότι η δική του γλώσσα είναι καλύτερη και παλαιότερη από τις άλλες. Περνάει ένας εθνικισμός και στο βάθος ένας ρατσισμός μέσα από τη μελέτη της γλώσσας. Αυτές οι θεωρίες είναι άκρως επικίνδυνες πολιτικά. Θεωρείτε πως είναι περισσότερο επικίνδυνες, παρά κωμικές; Κοιτάξτε να δείτε, να σας πω τι πιστεύω και νομίζω βάσιμα το πιστεύω – ότι καμία γλώσσα δεν είναι δημιούργημα ενός, μοναδικού λαού. Τα ελληνικά είναι δημιούργημα και άλλων λαών, των Πελασγών, για παράδειγμα. Και το συζητούσα αυτό πρόσφατα με Έλληνες γλωσσολόγους και αρχαιολόγους, και έμαθα ότι ένα σωρό λέξεις, όπως η ίδια η λέξη Αθήνα, Όλυμπος, Ιλισσός, Λυκαβηττός, Θήβα δεν είναι ελληνικές λέξεις. Η ετυμολογία τους μας είναι ακατανόητη. Μέσα στα ελληνικά υπάρχουν λέξεις τις οποίες δεν καταλαβαίνουμε. Δεν ξέρουμε τι θα πει Αθήνα. Όλυμπος δεν είναι ελληνική λέξη, δεν ξέρουμε την ετυμο-
λογία της. Τι να κάνουμε; Θέλω να πω ότι όταν ισχυρίζεται κάποιος τέτοια πράγματα για τη γλώσσα του, όποια κι αν είναι αυτή, πρέπει να λάβει υπόψη του ότι η κάθε γλώσσα φέρει μέσα της την κληρονομιά λαών οι οποίοι έχουν σβήσει προ πολλού. Και ότι μοιραία μιλώντας μια οποιαδήποτε γλώσσα, μιλάμε ταυτόχρονα και μια ξένη γλώσσα.”
Info ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Ρόδου Βασίλη Αλεξάκη, «Μη με λες Φωφώ» Σκηνοθεσία: Γιώργος Οικονόμου Σκηνικά - Κοστούμια: Κώστας Βελινόπουλος Μουσική: Νίκος Πορτοκάλογλου Φωτισμοί: Ανδρέας Μπέλλης Κινησιολογία: Εύα Καπάζογλου Βοηθός σκηνοθέτη: Μαριλένα Ρασιδάκη Φαίδρα: Αντιγόνη Αμανίτου Οινώνη: Χρήστος Βαλαβανίδης Αγησίλαος: Φάνης Μουρατίδης Ρασταπόπουλος: Αλέξανδρος Μυλωνάς __ Το Σχολείον, Χώρος Α | 29 & 30 Ιουνίου 2008, 21:00
θέατρο
52 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008
Μασκαράτα Στη δίνη του πάθους Οι ηθοποιοί Μαρία Ναυπλιώτου, Νίκος Καρδώνης, Μαρία Σαββίδου, Δημήτρης Παπανικολάου, Μαρία Κίτσου, μας ξεναγούν σε μια παράσταση για τον τζόγο, τον έρωτα, την προδοσία και την πτώση
Η «Μασκαράτα» του Μιχαήλ Λέρμοντοφ ήταν ένα, απαγορευμένο από την τσαρική λογοκρισία, δράμα της ζήλιας, με θέμα της ένας μοναχικό ήρωα σ’ έναν κόσμο χορών, χαρτοπαιξίας και ματαιότητας – τον κόσμο της ρωσικής αριστοκρατίας. Πώς προσεγγίζει αυτόν τον κόσμο η ομάδα που, υπό τον Στάθη Λιβαθινό, παρουσιάζει το έργο για πρώτη φορά στην Ελλάδα; Πήγαμε στις πρόβες, είδαμε, μιλήσαμε – διαβάσαμε και λίγο… Από την Άννα Μαρτίνου
Διεισδύσαμε στα άδυτα του θεάτρου Πορεία όπου γίνονται οι πρόβες της «Μασκαράτας» του Μιχαήλ Λέρμοντοφ σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού. Aνακαλύψαμε μια ζωντανή παρέα ηθοποιών που όλοι έχουν πάθει έρωτα με τον Ρώσο συγγραφέα και, ήδη, ζουν στον δαιμονικό ρυθμό ενός από τα καλύτερα έργα του (που μεταφράζεται για πρώτη φορά στην Ελλάδα). Ενός έργου που ξεκινά γύρο από ένα τραπέζι στο οποίο δοκιμάζουν την τύχη τους ευγενείς τζογαδόροι και συνεχίζεται σ’ ένα πάρτι μασκέ στην κοσμική ρωσική Πετρούπολη… Ώσπου ένα βραχιόλι θα γίνει η αφορμή μιας μοιραίας ίντριγκας για να ακολουθήσει μια σειρά από πλάνες και παρεξηγήσεις που θα καταλήξουν στον τραγικό φόνο μιας αθώας συζύγου από τον αλαζόνα σύζυγό της. Τα αινιγματικά παιχνίδια της μοίρας, η άβυσσος του πεπρωμένου και η απατηλή χλιδή της ρωσικής μπουρζουαζίας του ρομαντικού Λέρμοντοφ γίνονται μια παράστασηπρόκληση για τον Στάθη Λιβαθινό και τους ηθοποιούς του. Η επίσκεψή μας στην πρόβα ήταν ανοιχτή. Η υπόσχεση ήταν έωλη: να ξεναγήσουμε τους αναγνώστες στο έργο αλλά, πρωτίστως, στην παράσταση. Προσπαθήσαμε να το κάνουμε συλλέγοντας σπαράγματα από τις εντυπώσεις των πρωταγωνιστριών και των πρωταγωνιστών, συνθέτοντάς τις στην πορεία με εικόνες απ’ ό,τι συνέβαινε στην πρόβα και με πληροφορίες για το έργο, τη μετάφρασή του, τη σχέση του με την υπόλοιπη λογοτεχνία των συγχρόνων του, την ερμηνεία του στη σημερινή εποχή από τη σκηνοθεσία. Προέκυψε μια ξενάγηση με πρόσωπα και εικόνες που, ελπίζουμε, μεταφέρει ατόφια την εντύπωση που αποκομίσαμε. Είθε να σας βοηθήσαμε…
Πώς κατάλαβαν το έργο οι πρωταγωνιστές του Νίκος Καρδώνης, υποδύεται τον πρίγκιπα Ζβέζντιτς «1835. Μιχαήλ Λέρμοντοφ. 21 ετών, γράφει τη “Μασκαράτα”. 37 ετών πεθαίνει σε μονομαχία. Νέος. Ροκ σταρ της εποχής. Έζησε
γρήγορα, πέθανε γρήγορα. Αλά Κερτ Κομπέιν. Και έγραψε αριστουργήματα». Τι έχετε να πείτε για τη «Μασκαράτα»; Τι σας συναρπάζει; «Μ’ αρέσει ότι, παρόλο που συνδέεται πολλές φορές με τον “Οθέλλο”, έχει τα τυπικά στοιχεία που συναντάμε σε Ρώσους συγγραφείς της εποχής του. Πολύ μαύρο χιούμορ, τρομερούς ρυθμούς, ίσως να ’χει σχέση αυτό και με το στίχο [τη μετάφραση στα ελληνικά έκανε ο Στρατής Πασχάλης]. Νιώθεις ότι το κείμενο καλπάζει. Κάνει παιχνίδι με την ποίηση». Μαρία Σαββίδου, υποδύεται τον Καζάριν, τον τζογαδόρο «Το καλό και το κακό συγχέονται. Η παρακμή και ο καλός δρόμος δεν γίνονται σαφή. Ακόμα και ο τίτλος, “Μασκαράτα”, μοιάζει να μην αφορά μόνο το μπαλ μασκέ αλλά όλο το έργο. Μπορεί να φανερώνεται μοιραία μια στιγμή αλλά δεν βγάζεις άκρη πού σταματάει να υπάρχει μεταμφίεση». Μαρία Ναυπλιώτου, υποδύεται τη Νίνα «Είναι ένας κόσμος που εκφράζει τις αρνητικές σκέψεις και τις αδυναμίες του και οδηγεί έναν άνθρωπο στο θάνατο. Όλα αυτά υπό το πρίσμα του μυστηριώδους ρομαντισμού του Λέρμοντοφ».
Μιλώντας για μάσκες, τότε και τώρα ΜΑΣΚΑΡΑΤΑ = Οργανωμένοι χοροί, πολλές φορές και από τον ίδιο τον τσάρο από τον οποίο έπαιρνε έγκριση εισόδου όποιος επρόκειτο να μπει. Έπρεπε όλοι να είναι μεταμφιεσμένοι και κυρίως οι γυναίκες, οι οποίες μπορούσαν να διαλέξουν τον άντρα που ήθελαν για να τις συνοδεύσει. Πολύ προχωρημένο ακούγεται. Έχουμε σύγχρονες μασκαράτες; Μαρία Σαββίδου: «Νομίζω ότι σε ένα πρώτο επίπεδο σήμερα έχουμε τα dark rooms στα κλαμπ, το chat στο Internet, τα nick names που χρησιμοποιούμε. Πρέπει να γίνονται και πάρτι παρόμοια, αλλά συνήθως δεν ακούγονται, δεν πάει ο οποιοσδήποτε. Ενώ εκεί πή-
γαιναν όλοι και αυτό ήταν το πρωτοποριακό, από την υπηρέτρια μέχρι τη βαρόνη». Καυτηριάζει ο Λέρμοντοφ τα ήθη μιας κολασμένης μπουρζουαζίας; Συνεχίζει η Μαρία Σαββίδου: «Μάλλον τα χαζεύει περισσότερο με μια φιλοσοφική ματιά. Εμείς τόσο πολύ καταλάβαμε ότι πέτυχε η “Μασκαράτα” που φτάσαμε στο σημείο να πούμε ότι μήπως η μόνη σκηνή που δεν έχουμε μάσκα είναι η “Μασκαράτα”. Τόσο πολλή μάσκα υπάρχει παντού που δεν ξεχωρίζεις. Το καλό είναι μεταμφιεσμένο σε κακό και το αντίστροφο. Κι αν δεν είναι η μάσκα της “Μασκαράτας”, είναι η μάσκα των συναισθημάτων, της συμπεριφοράς, της σκέψης».
Τα πρόσωπα και οι ρόλοι Μαρία Ναυπλιώτου: Νίνα, σύζυγος Άρμπενιν και γοητευτικό θύμα «Η Νίνα είναι σπάνιος ρόλος, ένα πραγματικά καθαρό πρόσωπο. Ίσως θα μπορούσε να είναι η Δυσδαιμόνα ή η Ελβίρα στον “Δον Ζουάν”… Είναι αθώα μέχρια αφελείας. Σαν ένας άνθρωπος που δεν έχει παρελθόν και δεν έχει προλάβει να διαφθαρεί, όπως τα μικρά παιδιά. Είναι και τρομερά απομονωμένη, γι’ αυτό άλλωστε δεν καταλαβαίνει τι συμβαίνει γύρω της. Δεν μπορεί να κάνει τις συνδέσεις. Και ενώ έχει εκτροχιαστεί το τρένο, ενώ έχουν σπάσει τα φρένα και πηγαίνει κατά διαόλου, εκείνη νομίζει ότι με
θέατρο
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008 | 53
Φωτογραφία: Βασίλης Μαθιουδάκης
ΜΑΣΚΕΣ, ΧΑΡΤΙΑ ΚΑΙ ΡΟΛΟΙ Όλος ο θίασος επί σκηνής. Οι πρόβες της «Μασκαράτας» πάνε πρίμα και οι συντελεστές της περιμένουν να εισπράξουν το αντίτιμο μιας συστηματικής, κοπιαστικής αλλά και δημιουργικής δουλειάς.
μία κίνηση του χεριού της θα σταματήσει τον καταστροφικό εκτροχιασμό. Είναι τέτοια η προσωπικότητά της. Εγώ δεν είμαι έτσι. Έχω εντυπωσιαστεί με το ρόλο, αλλά σίγουρα δεν είμαι σαν αυτή. Προσωπικά, κάνω και αρνητικές και δεύτερες σκέψεις». Δεν θα ’πεφτες εσύ θύμα; «Α, δεν ξέρω, πραγματικά δεν ξέρω. Γιατί, όντως, το κακό που την περιβάλλει είναι όλος ο υπόλοιπος κόσμος. Είναι σαν τον αποδιοπομπαίο τράγο. Τα πάντα έχουν οργανωθεί γύρω της και είναι βέβαιο με μαθηματική ακρίβεια ότι θα οδηγηθεί στο χαμό. Δεν ξέρω και ’γώ αν θα ξέφευγα από όλο αυτό».
Νίκος Καρδώνης: Πρίγκιπας Ζβέζντιτς, ένας αδίστακτος «Ο πρίγκιπας είναι το τσογλάνι της ιστορίας. Ένα παρορμητικό πλάσμα, αδίστακτο, προκειμένου να πάρει αυτό που θέλει. Είναι κυνικός και το μόνο θέμα του είναι η τιμή του. Έχει παλέψει γι’ αυτό, έχει πολεμήσει – καθώς ήταν αξιωματικός. Στο τέλος, του την παίρνουν, τη χάνει με άσχημο τρόπο, υφίσταται την κοινωνική κατακραυγή. Είναι το αντίπαλον δέος του Αρμπένιν. Στην προσωπική μου ζωή, έχω υπάρξει λίγο απ’ όλα. Και τσογλάνι και πρίγκιπας και άγγελος και διάολος, που λένε. Δεν μπορώ να βάλω στεγανά. Και θύμα και θύτης».
Δημήτρης Παπανικολάου: Αρμπένιν, ο έκπτωτος σύζυγος «Παίζω έναν ευγενή σε φάση αποτοξίνωσης, κάποιον που μετά το γάμο του προσπαθεί να σβήσει μια ζωή γεμάτη κραιπάλες – και παρουσιάζεται απόλυτα οχυρωμένος και σίγουρος. Πολύ ακραία προσωπικότητα γιατί όλο αυτό καταρρέει σε μια στιγμή. Όταν θα πιστέψει ότι τον απατά η γυναίκα του θα ξεκινήσει η πτώση. Μια πτώση από γκρεμό. Είναι δέσμιος της φύσης του. Η κατάστασή του χειροτερεύει σε σχέση με το παρελθόν του, ενώ εκείνος θεωρεί ότι συμβαίνει το αντίθετο.Ώσπου φτάνει στο έσχατο σημείο και τη σκοτώνει [σ.σ. με παγωτό!]. Αλλά
θέατρο
54 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008
ρόλο, η συγκεκριμένη επιλογή έχει να κάνει και με το ποια είναι η σχέση μου με τον Νίκο [Καρδώνη] και με τη Μαρία [Ναυπλίωτου], που είναι η βάση μια αλήθειας η οποία είναι χρήσιμο να φανεί και επί σκηνής. Στο έργο τώρα, η ζωή του Αρμπένιν θα μπορούσε να χωριστεί στο πριν το γάμο και το μετά. Το πριν αφορά έναν κόσμο που ρισκάρει παίζοντας, και ο Καζάριν, που υποδύομαι εγώ, είναι ο κύριος εκπρόσωπος αυτού του κόσμου. Είναι στάση ζωής. Παίζεις, κερδίζεις – παίζεις, χάνεις». Εσύ τζογάρεις; «Χαρτιά; Όχι! Αλλά ρίσκα στη ζωή μου παίρνω. Άλλωστε, και μόνο που επιλέξαμε σε κάποιο κομβικό σημείο της ζωής μας να γίνουμε ηθοποιοί ενώ κάποιοι είχαμε σπουδάσει άλλα αντ’ άλλων, αυτό σημαίνει ότι μπήκαμε σε έναν καθημερινό τζόγο».
όλα αυτά είναι θέματα. Είναι τόσο ποιητικό το κείμενο. Και κάποια στιγμή απλά παίζεις θέματα». Ποια είναι η σχέση σου με τον Αρμπένιν; «Το πιο απωθητικό του στοιχείο είναι το δικό μου αγαπημένο: η ακρότητα. Μπορεί ξαφνικά να χάσει την επαφή με τον κόσμο, να χάσει τα πάντα και να του γυρίσουν όλα ανάποδα. Για να πετύχει τη δική του κάθαρση έβαλε κάποιο ιδανικό, αυτό είναι τελικά που γκρεμίστηκε. Αλλά όταν αποδεικνύεται ότι δεν είσαι τίποτα παρά η φύση σου, βλέπεις ότι, τελικά, ίσως είναι δική σου κατασκευή». Μου κάνει εντύπωση αυτός ο φόνος με το παγωτό. Εσύ πώς θα δολοφονούσες την αγαπημένη σου, τώρα που’ ναι και επίκαιρο; «Αν το έκανα, θα το έκανα με πολύ πιο πεζό τρόπο. Θα την έπνιγα».
ΟΙ ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ Τα κορίτσια (όρθια η Μαρία Σαββίδου, καθιστά η Μαρία Ναυπλιώτου και η Μαρία Κίτσου) πλαισιώνονται από τον Δημήτρη Παπανικολάου, τον Νίκο Καρδώνη και τον Ηλία Κουνέλα (πάνω). Στη μικρή φωτογραφία, ο σκηνοθέτης Στάθης Λιβαθινός.
Μαρία Σαββίδου: Καζάριν, ο αμετανόητος τζογαδόρος Πώς προέκυψε αυτός ο αντρικός ρόλοςπρόκληση; Έτσι δεν λένε για τους κόντρα ρόλους; «Νομίζω ότι προέκυψε στην πράξη, όπως γίνεται πάντα όταν δουλεύουμε με τον Στάθη Λιβαθινό. Νομίζω ότι η διανομή στα έργα, συνήθως, έχει να κάνει και με τις βιογραφίες ημών των ιδίων. Φαντάζομαι ότι πέρα από κάποια στοιχεία που είδε σε μένα και θα μπορούσαν να υπηρετήσουν έναν ανδρικό
Μαρία Κίτσου: Βαρόνη Στραλ, η αδίστακτη «Παίζω μια γυναίκα νέα, αλλά χήρα. Μόνη, σε μια υποκριτική κοινωνία, που πρέπει να τα βγάλει πέρα. Ένα πλάσμα με έντονα πάθη, ερωτευμένο με τον πρίγκιπα, που δεν το φανερώνει. Αποφασίζει να φτάσει στα άκρα και να πάει στη μασκαράτα όπου γίνονται τα πάντα.Στο τέλος μόνο συνειδητοποιεί τι έχει προκαλέσει. Η καταστροφή της Νίνας είναι εργο της Βαρόνης. Θυσιάζει τη Νίνα, τη δίνει βορά στην κοινωνία για να αποφύγει την αποκάλυψή της. Στην παράσταση, φοράω μια μαύρη μάσκα κύκνου - αν και δεν μου πολυαρέσουν οι απόκριες, ίσως γιατί μας έντυναν καταναγκαστικά μικρούς στα πάρτι. Έχουμε ένα θέμα με τις απόκριες οι ηθοποιοί, γιατί ντυνόμαστε κάθε μέρα – και μας πληρώνουν κιόλας γι αυτό.
Γιατί λογοκρίθηκε ο Λέρμοντοφ; Μας διαφωτίζει ο Δημήτρης Παπανικολάου: «Με το που ξεκινήσαμε τις πρόβες, στις συζητήσεις που κάναμε, επισημάνθηκε ότι είναι η πρώτη φορά στη λογοτεχνία που κυριαρχεί ο αρνητικός χαρακτήρας. Δεν τολμούσαν εκείνες τις εποχές να παρουσιάσουν κατι τέτοιο. Γι’ αυτό και λογοκρίθηκε. Απαγορεύτηκε για πολλές δεκαετίες από τις θεατρικές σκηνές και τον αναγκάσανε να γράψει μια τέταρτη πράξη, όπου το κακό θα τιμωρείται. Επιλέξαμε να μην παίξουμε αυτήν την πράξη».
Η Μαρία Ναυπλιώτου για το Φεστιβάλ Αθηνών «Νομίζω ότι έχει ανεβάσει αισθητά τον πήχυ». Αυτή η καλοκαιρινή κατανάλωση κουλτούρας μήπως αναδεικνύει το έλλειμμα του χειμώνα; «Παρότι υπάρχει πληθώρα θεάτρων που δεν προσφέρουν όλα, έχουμε καλό θέατρο. Δεν
νομίζω ότι υπάρχει έλλειμμα όπως εσείς το προσδιορίζετε. Δεν λείπουν οι καλοί σκηνοθέτες ή οι καλοί ηθοποιοί, αυτό που λείπει είναι ότι δεν υπάρχει άνοιγμα στην Ευρώπη. Είμαστε μια χώρα κλειστή, η αντιμετώπιση του πολιτισμού από το κράτος συμπυκνώνεται σε εικόνες όπως “ξανθά κορίτσια με μπικίνι” ή “τουρίστες σε γαϊδούρια πάνε να δουν την καλντέρα”». Πώς προσδιορίζετε τη συνεργασία σας με τον Στάθη Λιβαθινό; «Εξαιρετική. Δουλεύουμε καιρό μαζί του και γνωρίζουμε τη μέθοδό του. Είναι διδακτικός, μαθαίνεις πάντοτε και ταυτόχρονα έχεις ελευθερία κινήσεων και έκφρασης». Και η συνεργασία μεταξύ σας; Εν χορώ: «Ε, κρατάει χρόνια τώρα. Ζούμε οικογενειακές καταστάσεις πια, πάμε ο ένας στους γάμους του άλλου…» Καλά στέφανα. Και καλά κέρδη!
Info Μιχαήλ Λέρμοντοφ, Μασκαράτα Σκηνοθεσία: Στάθης Λιβαθινός Απόδοση: Στρατής Πασχάλης Σκηνικά - κοστούμια: Ελένη Μανωλοπούλου Μουσική σύνθεση: Θοδωρής Αμπαζής Χορογραφία: Σεσίλ Μικρούτσικου Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου Ευγένιος Αλεξάντροβιτς Αρμπένιν : Δημήτρης Παπανικολάου Νίνα, η σύζυγός του: Μαρία Ναυπλιώτου Πρίγκιπας Ζβέζντιτς: Νίκος Καρδώνης Βαρόνη Στραλ: Μαρία Κίτσου Αθανάσιος Παύλοβιτς Καζάριν: Μαρία Σαββίδου Αδάμ Πέτροβιτς Σπριχ: Στέλιος Ιακωβίδης Υπηρέτης Αρμπένιν: Βασίλης Ανδρέου Υπηρέτριες Βαρόνης: Καλλιόπη Σίμου, ΄Ιρις Μάρα Υπάλληλος: Ηλίας Κουνέλας Συμμετέχουν και οι μουσικοί: Διονύσης Βερβιτσιώτης, βιολί, Γιάννης Μουμούρης, βιολί, Μίσα Σμιρνόφ, βιόλα, Τάσος Μισυρλής, τσέλο, Σπύρος Κάκος, κόρνο, Sam Marlieri, κλαρινέτο - σαξόφωνο Πειραιώς 260, Χώρος Δ 25 - 27 Ιουνίου 2008, 21:00, 26 Ιουνίου, 18:00, 21:00
μουσική
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008 | 55
Φαζίλ Σάι
Ένας (ακόμα) Τούρκος σταρ που θέλει να είναι διεθνής Είναι ένας κλασικός πιανίστας που έχει το στυλ και την απήχηση ενός ροκ σταρ του 21ου αιώνα. Και κάτι παραπάνω – ο Τούρκος Φαζίλ Σάι είναι μια μουσική ιδιοφυΐα, που δεν χωράει ούτε σε μουσικά, ούτε σε πολιτισμικά κλισέ. Από τον Αντώνη Σακελλάρη
«Δεν είναι απλά ένας ευφυής πιανίστας, θα γίνει αναμφισβήτητα ένας από τους σπουδαιότερους καλλιτέχνες του 21ου αίωνα», έγραψε γι’ αυτόν η γαλλική «Figaro». Και οι «Financial Times» της Γερμανίας, έκαναν λόγο για «το παιδί-θαύμα που εξελίχθηκε σε σούπερ σταρ». Ο Φαζίλ Σάι είναι σήμερα μόλις 38 ετών. Γεννημένος στην Άγκυρα το 1970, σπούδασε πιάνο και σύνθεση στο κρατικό Τουρκικό Ωδείο και στην ηλικία των 17 κέρδισε μια υποτροφία που τον οδήγησε να σπουδάσει για 5 χρόνια στο Ινστιτούτο Ρόμπερτ Σούμαν, στο Ντίσελντορφ, υπό την καθοδήγηση του Ντέιβιντ Λιβάιν. Από το 1992 ώς το ‘95 σπούδασε στο Ωδείο του Βερολίνου. Τακτικός επισκέπτης των φιλαρμονικών της Νέας Υόρκης, της Αγίας Πετρούπολης, της Βαλτιμόρης και του Ισραήλ, έχει δει τα έργα του να ερμηνεύονται από τις μεγαλύτερες ορχήστρες του κόσμου και ο ίδιος έχει εμφανιστεί στα σημαντικότερα φεστιβάλ. Οι ζωντανές εμφανίσεις του έχουν χαρακτηριστεί ριζοσπαστικές, καθώς ο τρόπος ερμηνείας του σπάει τις νόρμες ενός κλασικού πιανίστα και πλησιάζει την κινησιολογία και την εκφραστικότητα ενός ροκ σταρ. Έχει δεχτεί πολλή κριτική για αυτές, καθώς οι πουρίστες οπαδοί της κλασικής μουσικής του προσάπτουν επιδειξιομανία και εξεζητημένη σκηνική παρουσία, αλλά, βέβαια, κανείς δεν μπο-
ρεί να τον κατηγορήσει για έλλειψη ταλέντου ή μουσικής υποδομής. Ο Σάι, αγνοώντας όσους ζητούν προσήλωση στην κλασική φόρμα, επιμένει να γράφει μουσική που απομακρύνεται συνεχώς από αυτή και δανείζεται στοιχεία από την τουρκική παραδοσιακή μουσική, από τη new age και από την τζαζ. Οι δίσκοι του είναι άλλοτε κλασικίζοντες και άλλοτε ένα μοναδικό χαρμάνι ανατολίτικων αυτοσχεδιασμών, απελευθερωμένης τουρκικής ιδιοσυγκρασίας και δυτικού τρόπου σκέψης. Και πώς θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά άλλωστε, καθώς και ο ίδιος, κάτοικος (ή επισκέπτης;) τόσο της Κωνσταντινούπολης όσο και των Ηνωμένων Πολιτειών και της Γερμανίας, είναι ένας άπατρις στην ουσία καλλιτέχνης, που συγκεντρώνει και μεταφράζει στη μουσική του αναφορές από τη δυτική του παιδεία, την αστική του προέλευση και την ανατολική του καταγωγή. Πειραματίζεται με τα όρια μεταξύ τεχνικού υπόβαθρου και αυτοσχεδιασμών, που φέρνουν στο μυαλό τις κινήσεις δερβίσηδων και την ηλεκτρισμένη πολυπολιτισμική ατμόσφαιρα της Κωνσταντινούπολης. Οι συνεργασίες του είναι, αν μη τι άλλο, ετερόκλητες, καθώς περιλαμβάνουν συμπράξεις με τις μεγαλύτερες φιλαρμονικές της υφηλίου, με την ποπ τραγουδίστρια Σερτάμπ Ερενέρ (ναι, ναι, την γνωστή νικήτρια της Eurovision), το δεξιοτέχνη των κρουστών Μπουρχάν Οκάλ
ΑΤΑΞΙΝΟΜΗΤΟΣ Ο Φαζίλ Σάι απομακρύνεται συνεχώς από την κλασική φόρμα, δανείζεται από την ανατολική μουσική παράδοση, συνεργάζεται με τη Σερτάμπ (της Eurovision) και θέλει μια ελεύθερη και ευρωπαϊκή Τουρκία. Και μαχητικός και δημιουργικός.
(με τον οποίο θα εμφανιστούν στο μέγαρο, επιχειρώντας τζαζ αυτοσχεδιασμούς πάνω σε έργα των Χάιντν και Μότσαρτ), και τον βιρτουόζο του νέι Κουτζί Εργκουνέρ, με τον οποίο σχημάτισε το 2000 το World Jazz Quartet. Με το κουαρτέτο αυτό περιόδευσαν το 2000 στα μεγαλύτερα world και τζαζ φεστιβάλ, μεταξύ των οποίων και στο τζαζ φεστιβάλ του Μοντρέ, όπου έτυχαν αποθεωτικής υποδοχής. Ανάμεσα στα καλύτερα έργα του, συμπεριλαμβάνονται το Ορατόριο του Ναζίμ, βασισμένο στην ποίηση του Ναζίμ Χικμέτ, το Black Hymns, το οποίο συνέθεσε όταν ήταν μόνο 16 ετών (!) και το ορατόριο Requiem for Metin Altiok. Παγκόσμιας αναγνώρισης έτυχαν οι διασκευές του Paganini Jazz και Rondo alla Turka του Μότσαρτ. Τα έργα του είναι αμέτρητα. Πρόκειται άλλωστε για ένα άλλοτε παιδί-θαύμα που έχει μετεξελιχθεί πλέον σε πρόσωπο αναφοράς της παγκόσμιας μουσικής, του οποίου το ταλέντο ξεπερνά τα στεγανά ενός συγκεκριμένου είδους και τα όποια γεωγραφικά ή πολιτιστικά σύνορα. Πρόσφατα, ο Σάι έγινε η αφορμή να ξεσπάσει άλλη μια έριδα μεταξύ ευρωπαϊστών και ισλαμιστών στην Τουρκία. Σε μια αποστροφή του λόγου του, κατά τη διάρκεια μιας συνέντευξης σε γερμανικό κανάλι, δήλωσε ότι σκέφτεται πλέον σοβαρά να εγκαταλείψει για πάντα την Τουρκία. Σταθερά υπέρμαχος ο
ίδιος του ευρωπαϊκού προσανατολισμού της χώρας του, αναφερόταν στην περιορισμένη ελευθερία έκφρασης και στην ανάδυση των πλέον συντηρητικών χαρακτηριστικών της τουρκικής κοινωνίας. Και ενώ δεν υπήρξε καμία ιδιαίτερη αντίδραση από κρατικούς αξιωματούχους (ο υπουργός Πολιτισμούχαρακτήρισε τη δήλωσή του ανάξια λόγου), οι ευρωπαϊστές και οι ισλαμιστές τη χρησιμοποίησαν ως νέο πεδίο αντιπαράθεσης. Μερικοί παρομοίασαν την περίπτωση του Σάι με αυτήν του Ορχάν Παμούκ, τη στιγμή που ο ίδιος ανασκεύαζε τη δήλωσή του…
Info
Φαζίλ Σάι και Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης Ωδείο Ηρώδου Αττικού | 30 Ιουνίου Φαζίλ Σάι και Μπουρχάν Οτσάλ Μουσείο Μπενάκη | 1 Ιουλίου
διευκρινίσεις
56 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008
Όσα δεν καταλάβαμε διαβάζοντας το πρόγραμμα
Θόδωρος Τερζόπουλος Η μικρή Επίδαυρος, η ελευθερία και ο πειραματισμός
Από τη Μαρία Παναγιωτοπούλου
Από το Πεκίνο στη μικρή Επίδαυρο Η θεατρική ομάδα Άττις του Θόδωρου Τερζόπουλου συμπληρώνει 24 χρόνια στο ενεργητικό της και φτάνει φέτος το καλοκαίρι τις 1.640 παραστάσεις! Με περιοδείες και στις 5 ηπείρους -έχει προσκληθεί μέχρι και στη Λατινική Αμερική-, η εμβληματική της παράσταση «Βάκχες» έχει κλείσει 380 συμμετοχές εκτός Ελλάδας. Στις 4 και 5 Ιουλίου εμφανίζεται στη Μικρή Επίδαυρο με τον «Αίαντα» του Σοφοκλή, μια παράσταση που έχει ήδη φιλοξενηθεί στο Πεκίνο στο πλαίσιο των εκδηλώσεων για τους Ολυμπιακούς αγώνες και απέσπασε εξαιρετικές κριτικές. Ρωτώντας τον Θόδωρο Τερζόπουλο αν η συνεχιζόμενη ενασχόληση του με την αρχαία τραγωδία -συχνά σε πειραματικό επίπεδο- τον έχει κουράσει, η απάντηση είναι σαφής: «Αποτελεί ακόμη για μένα ένα ερεθιστικό πεδίο,
ΣΤΟΝ ΠΑΓΚΟ ΤΟΥ ΧΑΣΑΠΗ Η εικαστικότητα της δουλειάς του Θόδωρου Τερζόπουλου είναι ένα επιπλέον κίνητρο για τους θεατρόφιλους, που θα σπεύσουν και για την ανάγνωσή του στον «Αίαντα» του Σοφοκλή.
γιατί τα κείμενα αυτά είναι τόσο σύνθετα που μπορούν να διαβαστούν πολλαπλά και διαφορετικά κάθε εποχή, πράγμα το οποίο δεν επιτυγχάνεται με το αστικό δράμα». Ο «Αίας» του Τερζόπουλου εντρυφεί στο θέμα της τρέλας, της αυτοτιμωρίας, του πένθους και των τύψεων που απουσιάζουν από το σημερινό κόσμο. Έτσι, ο αρχαίος μύθος επικαιροποιείται και καταλήγει να είναι ένα σχόλιο πάνω στους σύγχρονους πολέμους και τις καταστροφές. Είναι ο δεύτερος σκηνοθέτης (έχει προηγηθεί ο Ματίας Λάνγκχοφ) που δηλώνει ενθουσιασμένος με τη συμμετοχή του στο Μικρό Θέατρο της Αρχαίας Επιδαύρου (σε αντιδιαστολή με το Μεγάλο Θέατρο που συγκεντρώνει συνήθως το ενδιαφέρον του θεατρικού κόσμου), γιατί βρίσκει το χώρο πιο οικείο και ανθρώπινο, γεγονός που του παρέχει μεγαλύτερη ελευθερία για πειραματισμούς.
Τζάζ και έθνικ από την Τουρκία
Μουσική του κόσμου
Γεύση διαφορετικής Τουρκίας φέτος στο Φεστιβάλ… Ο περίφημος Τούρκος πιανίστας Φαζίλ Σάι μετά την εμφάνισή του στο Ηρώδειο με την Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης (30 Ιουνίου) θα ξεδιπλώσει μια άλλη πλευρά του ταλέντου του στο αμφιθέατρο του Μουσείου Μπενάκη (την 1η Ιουλίου). Μαζί με τον Μπουρχάν Οτσάλ στα κρουστά θα παίξουν τζαζ αυτοσχεδιασμούς, που αναμένεται να απογειώσουν τους λάτρεις του είδους. Ο Σάι, που περιοδεύει συνεχώς σε όλο τον κόσμο (το πρόγραμμα του για το 2008 περιλαμβάνει 100 συναυλίες), έχει από παλιά εκφράσει την αγάπη του για την τζαζ, την οποία έχει κατά καιρούς συνδυάσει με την έθνικ μουσική. Παρέα με τον Οτσάλ αυτή τη φορά, τον βιρτουόζο κρουστό που είναι διεθνώς γνωστός για τη δεξιότητά του να γεφυρώνει διαφορετικές μουσικές κουλτούρες και ο οποίος έγινε ακόμη πιο δημοφιλής στην Τουρκία, όταν πρόσφατα τον επέλεξε εταιρεία από το χώρο της μόδας ως κεντρικό πρόσωπο για τη διαφημιστική της καμπάνια…
Λίγο αργότερα, τον Ιούλιο, ένα σούπερ τρίο από την Τουρκία, το Taksim Trio, θα εκπροσωπήσει τη χώρα του στο αφιέρωμα που κάνει κάθε χρόνο το Φεστιβάλ Αθηνών υπό τον τίτλο «Ήχοι του Κόσμου». Πρόκειται για τρεις οργανοπαίχτες, τον Χουσνού Σενλεντιριτσί (κλαρίνο), τον Ισμαίλ Τουνκμπιλέκ (σάζι) και τον Αιτάς Ντογάν (κανονάκι) από τους πιο ακριβοπληρωμένους και περιζήτητους μουσικούς της Τουρκίας σήμερα. Τι συνδυάζουν; Την κλασική οθωμανική μουσική, τη λαϊκή μουσική, την παράδοση της Μικράς Ασίας και των Τσιγγάνων, αλλά και την τζαζ. Ένας αληθινά πολυπολιτισμικός ήχος!
διαγωγή κοσμία
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008 | 57
> Τρελό ξεφάντωμα ακολούθησε μετά τη συγκίνηση, στις επιτυχημένες παραστάσεις της ομάδας 18 Μποφώρ και του «ΕΔΩ» του Γιώργου Νανούρη στο Θέατρο στο Τροχόσπιτο – όταν το outsider βάζει τα γυαλιά στο πολυαναμενόμενο γιατί είναι απλώς είναι αυθόρμητο, φυσικό και άνευ τουπέ.
Ο Γιώργος Λούκος με τον Κώστα Σημίτη στο Μέγαρο, στο περιθώριο της παράστασης «Το περίπτερο με τις παιωνίες» αλλά και της ανακοίνωσης της διαγραφής του πρώην πρωθυπουργού από την Κ.Ο. του ΠΑΣΟΚ.
Έλληνες και αλλοδαποί, αναμείχθηκαν δημιουργικά στο Synch.
---
Φωτογραφία: Βασίλης Μαθιουδάκης
> Στην αντίπερα όχθη κινείται το κλίμα στον Άμλετ της Σαουμπίνε, που κρίνοντας και από την φωτογραφία που δόθηκε στον Τύπο και σκιαχτήκαμε (μια σκωροφαγωμένη μουτσούνα πασαλειμμένη χώμα κι αίμα), εικόνες θρίλερ και ώρες τρόμου μας περιμένουν. Όλοι οι ρόλοι θα είναι κάτι σαν ζόμπι βγαλμένα από τη «Νύχτα των ζωντανών νεκρών» του Ρομέρο. Παρ’ όλα αυτά, η νοσηρή πλευρά και πάλι θα υπερισχύσει και όλοι θα σπεύσουμε. --> Σε Μικαέλ Σουμάχερ εξελίχθηκε η Ρενάτε Τζετ, σκηνοθέτρια του «Κουαρτέτου», αφού όχι μόνο αποφάσισε να έρθει οδικώς από την Αυστρία, αλλά έκανε Αθήνα-Πάτρα μέσα σε 2 ώρες. Pas mal για ξένη, γυναίκα οδηγό ε; Έχουν τα χούγια τους αυτές οι βόρειες. --> Μεγάλη ανακούφιση διαπέρασε σύσσωμο το Φεστιβάλ όταν έφτασε η είδηση της ασφαλούς προσγείωσης του αεροσκάφους στο οποίο επέβαινε ο σκίουρος-φίρμα του Κατελάν, μέσα στο χρυσό κλουβάκι του. Ωραία, τώρα δεν μένει παρά να εκστασιαστούμε όλοι μπρος του, στην έκθεση Σύγχρονα Μνημεία στο Μουσείο Μπενάκη. Πετάει ο σκίουρος; Πετάει θα λέτε. --> Με διάθεση ζεν παρακολούθησε ο Κώστας Σημίτης την κινεζική Όπερα Κουν, που πολύ του πάει κιόλας. Ύστερα από τις πρωινές ταραχές στην Χαριλάου Τρικούπη ήταν ό,τι έπρεπε. Δεν ξέρουμε, βέβαια, αν ίσχυσε το ίδιο και με τον πρωτοποριακό «Άμλετ» του Wooster Group. Τηρούμε τις επιφυλάξεις μας πάντως διότι ήταν και στα αγγλικά, πράγμα που αμέσως ανεβάζει το βαθμό δυσκολίας της πρόσληψης - και η παράσταση, όχι, δεν ήτο… μακέτο! --> Από τώρα προσπαθεί να επανδρωθεί κατάλληλα το γραφείο μετακινήσεων για να καταφέρει να βολέψει τα οκτώ κοντέινερ της Όπερας του Μπολσόι που θα καταφθάσουν στην Αθήνα, για τις απαιτήσεις της υπερπαραγωγής Μπορίς Γκοντουνόφ. Δεν ξέρουν πού να μπουν τα χρυσοποίκιλτα, πού οι κορόνες και πού οι άνθρωποι. Όσο και να το κάνεις, αυτοί της όπερας έχουν και το εκτόπισμά τους. --> Ας κλείσουμε με τον καλύτερο στίχο, κατάλληλο για πολλές καλλιτεχνικές φυσιογνωμίες του τόπου. Ακούστηκε την εβδομάδα που πέρασε στην «Turba» της Μαγκί Μαρέν διά στόματος Γάλλου χορευτή σε σπαστά ελληνικά: «Πάψε λοιπόν, ανάξιε, και άσε τις κλάψες, αφού δεν κατάφερες χορτάτος να πας από της ζωής τις χαρές και τους χυμούς, αποσύρσου πια, ν’ αναπαυτείς επιτέλους».
Φωτογραφία: Χρήστος Μπίλιος
Τι είδε ο Κινέζος
Όταν δεν πάει το κοινό στο θέατρο, πάει το τροχόσπιτι στο κοινό.
Φωτογραφία: Χρήστος Μπίλιος
Φωτογραφία: Χρήστος Μπίλιος
Στιγμιότυπο από την παράσταση της όπερας Κουν στο Μέγαρο. Φαντασμαγορία!
μπάλα-λάικα
58 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008
Η απομυθοποίηση των Ολύμπιων Θλίψη, με πιάνει θλίψη... Από τον Κωστή Τούλη (c.toulis@yahoo.gr)
Αβάσταχτος ο πόνος, και τώρα πάλι μόνος. Ρωσίδες, Σουηδές τουρίστριες θα ’ναι της κάθαρσης ο δρόμος
Μια φορά κι έναν καιρό, σε μια βραχεία χρονική συγκυριά της μεταμοντέρνας Ελλάδας, η φράση «τελική φάση Ευρωπαικού πρωαταθλήματος» παρέπεμπε σε γιορτές, ιαχές, πανηγύρια και χορούς στους δρόμους. Ωραία χρόνια. Λίγο πριν τους Ολυμπιακούς αγώνες, οι Έλληνες ποδοσφαιριστές που μετείχαν σ’ εκείνο το Euro βαπτίστηκαν «Θεοί», «Ολύμπιοι», «Ήρωες»! Ήταν «βαριά η φούστα [σ.σ. το βασικό εργαλείο] του τσολιά», γενετικά ανώτερης ποιότητας το DNA του Έλληνα, ψυχολογικά ντοπαρισμένοι οι γείτονες, οι φίλοι, τα
ΜΜΕ, οι πολιτικοί και οι χορηγοί... Ώσπου το Ζέπελιν να σκεπάσει τον αττικό ουρανό και η εθνική παλιγγενεσία της Πορτογαλίας να γίνει ακόμα ένα λαϊκό παραμύθι, οι ήρωές μας δοξάστηκαν – και συνέχιζαν να δοξάζονται έως το περασμένο Σάββατο. Εκείνο το βράδυ, όμως, της 14ης Ιουνίου, «οι αυταπάτες εάλω». Αλλά δεν πειράζει, «Μπράβο στα παιδιά»! Το πρώτο κακό μας είχε βρει στις 10 Ιουνίου, όταν στο αφιλόξενο Σάλτσμπουργκ (η επιχείρηση Αλατόπυργος απέτυχε) οι Ολύμπιοι του Ρεχακλή θυσιάστηκαν στο βωμό της ποδο-
σφαιρικής ανωτερότητας των Σουηδών. Το 2-0 ήταν η αρχή της αποκαθήλωσης. Το δεύτερο κακό, εμμέσως, μας βρήκε όταν άνοιξαν τα Mac Donald’s στην Κόκκινη Πλατεία. Όταν δηλαδή η λενινιστική, ηθικά ακέραιη «Αρκούδα», παραδόθηκε στα χέρια εμπόρων, καπιταλιστών, χοντρών και ματσωμένων. Διότι, στο πλαίσιο της σοσιαλιστικής άμυλας (καμιά σχέση με την προσκοπική, εκείνη είναι άμιλλα), οι καλοί και αγνοί Σοβιετικοί με μια σειρά από άριστες με τον Περισσό ιστορικές σχέσεις στοργής
(που χάνονται στα βάθη του χρόνου, στην εποχή του Ζαχαριάδη) θα μας είχαν αφήσει να κερδίσουμε. Το βλέμμα του Πούτιν, όμως, δεν συγχώρεσε την υπερπροσπάθεια και την καλύτερη απόδοση των Λακεδαιμονίων. Στις 14 τη νύχτα, 0-1, τυπικός αγώνας στις 18 Ιουνίου, βαλίτσες, τσάρτερ, κλάμα και Ελ. Βενιζέλος. Μαύρα κι άραχλα… Θα κάνουμε μια προσπάθεια να τα πούμε και ποιητικά, με μέτρο και ρίμα δηλαδή. Συγγνώμη, αδέρφια, αλλά αν δεν διασκεδάσουμε την ήττα μας θα πέσει να μας πλακώσει:
Ποίημα 1ο
Ποίημα 2ο
Ποίημα 3ο
Στο Τύρολο, στα δυο στενά
Εκδίκηση για Σουηδούς και Ρώσους
You were the number one
Στο Τύρολο στα δυο στενά, σκοτώσανε το κουτσαβάκι τον Μπάμπη τον Σουγιά. Τουμπέκα τώρα κάνουνε τα μίντια της φάπας Κι ο Ότο από Όθωνας, γερμαναράς και μάπας. Τσιγαριλίκι ζόρικο να σβήσω τον καημό μου, Ελλάδα μου, μανίτσα μου, γερο-κουτσάλογό μου».
«Αθάνατοι, αμόλυντοι, λεβέντες, θεριακλήδες, Πρωτοπαλίκαρα ψηλά όπως και οι Ατρείδες. Μα κάτι Ευρωπαιόμουτρα, κριάρια, ξυλοκόποι, με μια πλεκτάνη ζοφερή, μας στείλαν Νευροκόπι. Εγώ όμως τη φανέλα μου πάλι την προσκυνάω, τι κι αν δεν έχω σπίτι μου ούτε φαϊ να φάω. Πατρίδα μου αθάνατη στον κόσμο τιμημένη, IKEA σκατομάγαζο και βότκα νοθευμένη»!
«Ήσουν το νούμερο ένα, κι άλλο ποτέ κανένα. Το τρόπαιο το φαντεζί στα δυο σου χέρια ψηλά εκράτησες εσύ. Μα τώρα όλα μια νοθρή ανάμνηση. Εκ Βοσνίας Σουηδός ο πρώτος δολοφόνος, Ρώσος ορθόδοξος αδελφός αλλά κι αδελφοκτόνος. Αβάσταχτος ο πόνος, και τώρα πάλι μόνος. Ρωσίδες, Σουηδές τουρίστριες θα ’ναι της κάθαρσης ο δρόμος».
(ρεμπέτικο - λαϊκό)
(πατριωτικό)
(Eurovision – ντισκοτσιφτετέλι)
μπάλα-λάικα
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008 | 59
Η ΑΝΑΜΕΤΡΗΣΗ Μαουρίτσιο Κατελάν, «Cesena 47 - A.C. Forniture Sud 12’’ (2o hm;ixrono)», 1990, 120x190 cm, ασπρόμαυρη φωτογραφία.
Το Euro 2008 χωρίς εμάς Τα φαβορί:
Λίγο πολύ αναμενόμενα έχουν εξελιχτεί τα πράγματα στη διοργάνωση μέχρι αυτή τη στιγμή. Απ’ τους 16 στους 8, το Euro 2008 δεν έκρυβε πολλές εκπλήξεις, ούτε ιδιαίτερες ποδοσφαιρικές συγκινήσεις. Ολλανδοί, Ισπανοί και Πορτογάλοι φαίνονται να είναι οι καλύτερες ομάδες της διοργάνωσης. Αν όμως λάβουμε υπόψη μας το μαζοχισμό των «Οράνιε» και των «Furias Rojas» και την αδιαμφισβήτη φλυαρία, για να μην πω ανεπάρκεια των Πορτογάλων στα κρίσιμα παιχνίδια, τότε κάποια άλλη πρωταθλήτρια Ευρώπης μπορεί να προκύψει.
Οι απογοητεύσεις: Ιταλία, Γαλλία και Γερμανία (αν και λογικά θα προκριθούν) είναι οι ομάδες που απείχαν αγωνιστικά έτη φωτός από αυτό που περιμέναμε να δούμε. Οι Ιταλοί και οι Γάλλοι δέχθηκαν σε σύνολο επτά γκολ από τους Ολλανδούς και δεν κατόρθωσαν να κερδίσουν τους Ρουμάνους που λογικά έχουν ένα αβαντάζ πρόκρισης απέναντί τους. Οι Καρπάθιοι αποτελούν τη λαμπρή έκπληξη ενός τελείως ελβετικο-αυστριακού καλοκουρδισμένου τουρνουά. Οι Γερμανοί, σκιά της
πάλαι ποτέ Εθνικής Γερμανίας με 11 ενσωματωμένα ποδοσφαιρικά μηχανάκια αλάνθαστου προγραμματισμού, κάτι πάντσερ κουρασμένα και σκουριασμένα δηλαδή, ηττήθηκαν από τους Κροάτες φανερώνοντας σημαντικές αδυναμίες ως σύνολο. Ξέρω, ξέρω, η φανέλα με τα 3 αστεράκια ελέω κερδισμένων ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων και των 5 αστεριών ελέω κερδισμένων παγκοσμίων είναι πάρα πολύ βαριά ώστε να μην υπολογίζεται ως ένα από τα φαβορί. Όσο βαριά κι αν είναι, πάντως, σίγουρα δεν αντέχεται να παρακολουθείς μια ομάδα που το μπριόζικο δεκάρι της, ο κύριος που τον φωνάζουν Μπάλακ, είναι ο ποδοσφαιριστής που διανύει τα περισσότερα χιλιόμετρα μέσα στο γήπεδο. Έλεος με το μπετόν- αρμέ φούσμπαλ.
Οι ενδιαφέρουσες διασταυρώσεις: Πιθανόν να αναμετρηθούν στα προημιτελικά: Πορτογαλία - Γερμανία: Ο πορτογαλικός θίασος εναντίον αυτής της τόσο κουραστικής ιστορίας που η Γερμανία φέρει ως ποδοσφαιρική ομάδα. Δυστυχώς ή ευτυχώς,
η πρόκριση θα είναι ένα ερώτημα (και μην έχοντας εναλλακτική λύση, υποστηρίζω Πορτογαλία). Ρουμανία ή Γαλλία ή Ιταλία (κατά σειρά προτεραιότητας και οι πιθανότητες) – Ισπανία. Για τους Ισπανούς είναι παιχνίδι κόντρα στον εαυτό τους. Για τους Ρουμάνους, ό,τι και να γίνει θα είναι επιτυχία, ενώ Γάλλοι και Ιταλοί, ακόμα και σε μέτρια αγωνιστική κατάσταση, έχουν τον τρόπο να κερδίζουν τέτοια παιχνίδια.
Το πρόσωπο της διοργάνωσης: Ντιέγο Αρμάντο Μαραντόνα Τι σχέση έχει ένας παλαίμαχος Αργεντίνος με το Euro 2008; Καταρχήν όπου και όποτε υπάρχει «discource» – για να το πούμε σε άπταιστα κυπριακά, όπως θα το έλεγε ο Ντιεγκίτο που τα λέει πάντα σωστά όταν μιλάει για μπάλα. Πριν από την έναρξη του τουρνουά ήταν ο μόνος που έδινε προβάδισμα στους Ολλανδούς (επαλήθευσις πρώτη) αλλά, το σημαντικότερο, είναι ότι κράζει καυστικότατα την φαρσοκωμωδία της FIFA και
της UEFA που έχει μετατρέψει το άθλημα σε εξαντλητικούς αγώνες οι οποίοι θυμίζουν κυνομαχία, όπου οι ποδοσφαιριστές δίνουν κατά προσέγγιση 80 -100 (!) επίσημα παιχνίδια το χρόνο, με αποτέλεσμα η ποιότητα του αθλήματος να φθίνει κατακόρυφα. Έστω κι αν δεν είναι ο ίδιος φωτεινό παράδειγμα (όχι για τις ποδοσφαιρικές ικανότητές του τα χρόνια της δόξας του όσο για τις βλακείες που έχει κάνει), ο Ντιεγκίτο έχει δίκιο. Στο κάτω κάτω, και παρά τις βλακείες που λάγαμε, ήταν και θα είναι ο μεγαλύτερος όλων των εποχών.
Μου έκανε εντύπωση: Κατά την ανακατασκευή του σταδίου Έρνστ Χάπελ της Βιέννης, όπου και θα φιλοξενηθεί ο τελικός της διοργάνωσης, κατασκευάστηκε πολυτελές εστιατόριο απ’ όπου μπορεί κανείς να έχει άριστη θέα του αγωνιστικού χώρου. «Άρτος και θεάματα» δεν έλεγαν στα χρόνια του Σοφοκλή (εντάξει, στα χρόνια του Ευριπίδη έλεγαν «ψάρι, σαλάτα και θεάματα», αλλά μην το κάνουμε θέμα). Με άλλα λόγια: η μπάλα συνεχίζει να είναι θέμα, το βασικότερο θέμα της κοινωνίας του θεάματος, έστω κι αν εμείς δεν παίζουμε πια εκεί.
πρόσωπα
60 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008
Μαρία Χορς «Όνειρα μου προσέφερε ο χορός» Έχει χορογραφήσει περισσότερες παραστάσεις του Φεστιβάλ Αθηνών από οποιονδήποτε άλλο. Έχει δουλέψει με όλα τα ιερά τέρατα της ελληνικής σκηνής. Μαζί μας, η Μαρία Χορς θυμάται τη συνεργασία της με μια ξεχωριστή γυναίκα - τη Μαρία Κάλλας την οποία χορογράφησε στη Μήδεια του Κερουμπίνι, στην Επίδαυρο. Aπο την Κατερίνα Κόμητα
«Θυμάμαι την Κάλλας» Μετρώντας σχεδόν 60 χρόνια καριέρας δίπλα στα μεγαλύτερα ονόματα του ελληνικού θεάτρου, η Μαρία Χορς έχει πολλές ιστορίες να διηγηθεί. Υπάρχει όμως μια ιστορία που διαφέρει από τις άλλες, κι αυτό γιατί η πρωταγωνίστριά της ήταν ένα πλάσμα ξεχωριστό. «Θυμάμαι ότι από την πρώτη στιγμή που είδα τη Μαρία Κάλλας κατάλαβα ότι δεν ήταν ένα κοινό πρόσωπο», λέει. «Τη θαύμαζα πάρα πολύ κυρίως γιατί με έπειθε. Είχε θαυμάσια φωνή, που ήξερε να την κουμαντάρει. Εγώ, από την πλευρά μου, την έβλεπα να χειρίζεται αυτή τη θεία φωνή σαν ένα σώμα, που το πήγαινε μπροστά, πίσω, το λύγιζε, το
ίσιωνε…. Τη θυμάμαι στα παρασκήνια της Σκάλας του Μιλάνου, να περιμένει τη σειρά της να βγει και να χτυπιέται από την αγωνία. Την έβλεπα να υποφέρει, αλλά έτρεμα να την πλησιάσω, φοβόμουν μήπως ξεσπάσει σε μένα. Όταν ήρθε η σειρά της να βγει στη σκηνή, κυριολεκτικά μεταμορφώθηκε· σηκώθηκε, έσπρωξε όποιον βρισκόταν μπροστά της και όρμησε στη σκηνή φωνάζοντας: «Ιο sono qui… Io sono…Medea!», δηλαδή «Είμαι εδώ…Είμαι… η Μήδεια!» και η Κάλλας είχε γίνει πράγματι η Μήδεια και όλο το θέατρο, βλέποντάς την σηκώθηκε όρθιο και χειροκροτούσε». Η Χορς μοιάζει να τρέμει ακόμα όταν θυμάται ίσως την πιο σημαντική στιγμή της καριέρας της. «Η Μήδεια έχει μόλις τελειώσει και οι ερμηνευτές ετοιμάζονται να υποκλιθούν. Τότε η Κάλλας με πλησιάζει και μου λέει: “Όταν θα χαιρετήσουμε, θα έρθεις δεξιά μου”. “Ωχ θεέ μου…Κάτι θα πρέπει να κάνω που δεν το ξέρω…”, ψιθύρισα. “Τίποτα δεν θα κάνεις, απλώς θα έρθεις μαζί μου… αυτή τη στιγμή να τη θυμάσαι…” μου είπε εκείνη σφίγγοντάς μου το χέρι και μια στιγμή μετά η αυλαία άνοιξε…» «Πληρωνόμουν λίγα, χαιρόμουν πολύ» Όταν η κουβέντα έρχεται στο θέμα της αμοιβής για τα τόσα χρόνια δουλειάς η Χορς λέει: «Πληρωνόμουν, αλλά λίγα· πολύ λίγα…» και γελάει. «Όμως αγαπούσα πολύ τη δουλειά μου και ήθελα να μαθαίνω όσα περισσότερα μπορούσα· γιατί μέσα σε αυτή τη δουλειά μαθαίνεις συνεχώς καινούργια πράγματα». Κι όμως, εδώ η Χορς λέει ψέματα. Όλα αυτά τα χρόνια αμείφθηκε πλουσιοπάροχα, μόνο που η αμοιβή της έγινε σε ένα νόμισμα σπάνιο: «Όνειρα», φωνάζει, «ο χορός μου πρόσφερε όνειρα: ότι θα μπορούσα να γίνω μια πολύ καλή χορεύτρια –που δεν έγινα ποτέ– ότι θα μπορούσα να γίνω μια πολύ καλή χορογράφος –που, ως ένα σημείο, έγινα. Όνειρα ότι θα μπορούσα να γίνω κάτι παραπάνω από αυτό που ήμουν!». «Αν κάποιος σας πρότεινε σήμερα να σας χορογραφήσει, θα δεχόσασταν;» η ερώτησή μου αποδείχθηκε εύκολη: «Ναι, θα το έκανα και μάλιστα με πλήρη γνώση πια. Ξέρεις σκοπεύω να ξεκινήσω ένα πρόγραμμα, μόνο που δεν πρέπει να βαρεθώ… γιατί η επανάληψη είναι το χειρότερο πράγμα». Την ακούω κι απορώ. «Τι πρόγραμμα;» τη ρωτώ, «Μα με ασκήσεις…» μου απαντά, κι ύστερα, κοιτώντας με πονηρά, απλώνει το χέρι στο πέλμα και σηκώνει ψηλά το πόδι της. Λίγο πριν φύγω, μια αναμνηστική φωτογραφία δίπλα στα λουλούδια του μπαλκο-
ΜΕ ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ ΣΤΟ ΜΕΛΛΟΝ «Ξέρεις σκοπεύω να ξεκινήσω ένα πρόγραμμα, μόνο που δεν πρέπει να βαρεθώ… γιατί η επανάληψη είναι το χειρότερο πράγμα», λέει η πάντα αισιόδοξη Μαρία Χορς.
Φωτογραφία: Βίκη Γεωργοπούλου
Η Μαρία Χορς ζει σε ένα υπέροχο σπίτι στον πεζόδρομο της Διονυσίου Αρεοπαγίτου, ακριβώς απέναντι από την Ακρόπολη. «Το να βλέπω κάθε μέρα την Ακρόπολη είναι ένα δώρο που μου έκανε η ζωή» λέει η ίδια χαμογελώντας. Παρόλη την ηλικία της διατηρεί μια απίστευτη ενεργητικότητα, μιλάει με κέφι, αγκαλιάζει με τρυφερότητα και αστειεύεται με έναν τρόπο που προδίδει την επτανησιακή της ρίζα: η γιαγιά της, πανταχού παρούσα στις μνήμες της, «ήταν από την Ιθάκη, θιακιά δηλαδή, και παντρεύτηκε τον παππού μου, τον στρατηγό Κόρακα που ήταν Κρητικός». Οι τοίχοι του σπιτιού είναι γεμάτοι με πρωτότυπες φωτογραφίες από τις σημαντικότερες παραστάσεις στην ιστορία του ελληνικού θεάτρου, τραγωδίες που χορογράφησε εκείνη. Ξεχωρίζω μια φωτογραφία: Καμιά τριανταριά άντρες, με γενειάδες και εκείνες τις βαριές μαύρες φορεσιές που συνήθως φορούσε ο χορός σε παλαιότερα ανεβάσματα, κοιτούν σοβαροί το φακό όπως αρμόζει στο ρόλο τους (και ίσως και στο «ρόλο» του φύλου τους) και στη μέση εκείνη, ντυμένη στα λευκά, και με κατάλευκο πρόσωπο, να γίνεται το αντίβαρό τους. Έτσι γεννιέται η πρώτη ερώτηση: Πως κατάφερνε μια μικροκαμωμένη γυναίκα να κουμαντάρει ένα χορό με 30 άντρες; «Πίστευα πολύ σε αυτό που έκανα», μου λέει «κι ύστερα, δεν είναι μόνο το τι λες σε κάποιον, είναι ο τρόπος που το λες. Ξέρεις υπήρχαν περιπτώσεις που κάποιοι ηθοποιοί παρότι ήταν πολύ καλοί, δεν το έδειχναν, κι αυτό από ντροπή που συμμετείχαν στο χορό και δεν ήταν οι πρωταγωνιστές. Όταν λοιπόν έβλεπα κάποιον να υποφέρει κατ’ αυτόν τον τρόπο, του έπιανα το χέρι και του έλεγα: “Μη σε νοιάζει τίποτα… Κάνε αυτό που μπορείς, όσο καλύτερα μπορείς κι άσε όλα τα άλλα.” Κι αυτό πολλές φορές είχε αποτέλεσμα».
νιού της κι ύστερα μια υπόσχεση ότι θα τα ξαναπούμε. Η δική μου επτανησιακή ρίζα με τσιγκλά κι αποφασίζω να την πειράξω: «Το χιπ-χοπ πώς σας φαίνεται σαν χορός;» τη ρωτάω. Δεν καταλαβαίνει αμέσως για ποιο χορό της μιλάω κι έτσι της εξηγώ…«Α κατάλαβα…» μου λέει. «…κοίτα αυτό που ξέρω εγώ είναι ότι, όταν έλεγα στο χορό “χοπ” καταλάβαιναν αμέσως τι έπρεπε να κάνουν. Με το “χοπ” λοιπόν τα πήγαινα καλά· για το “χιπ”… δεν ξέρω τίποτα….»
«Κοίτα, αυτό που ξέρω εγώ είναι ότι, όταν έλεγα στο χορό “χοπ” καταλάβαιναν αμέσως τι έπρεπε να κάνουν. Με το “χοπ” λοιπόν τα πήγαινα καλά· για το “χιπ”… δεν ξέρω τίποτα….»
οι επιλογές σας στ’ άστρα
ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008 | 61
STAR WARS Η τύχη σου στα άστρα...
Από τον Άγγελο Γκαγκάριν ΚΡΙΟΣ
ΤΑΥΡΟΣ
ΔΙΔΥΜΟΙ
ΚΑΡΚΙΝΟΣ
ΛΕΩΝ
ΠΑΡΘΕΝΟΣ
(21 Μαρτίου – 19 Απριλίου)
(20 Απριλίου – 20 Μαΐου)
(21 Μαΐου – 21 Ιουνίου)
(23 Ιουλίου – 22 Αυγούστου)
(23 Αυγούστου – 22 Σεπτεμβρίου)
Σαν να έχεις πάρει τα πάνω σου τελευταία. Τα ύπουλα και ασαφή άγχη που σε έκαναν να τρως τα νύχια σου με το βλέμμα στο κενό έχουν τώρα αντικατασταθεί από ένα και μοναδικό: το άγχος να μη σε ματιάσουν. Είναι ωραίο να είσαι αυθόρμητος και να αντιδράς στο φτερό, δεν είναι; Είναι ωραίο να είσαι ο εαυτός σου και να συνειδητοποιείς ότι η εφευρετικότητα και η δημιουργικότητα δεν είναι μόνο για τους άλλους. Και δεν συντρέχει λόγος ανησυχίας αν η αυτοπεποίθησή σου φουσκώνει σα διάνος μια στο τόσο. Μην περιμένεις λοιπόν να σου πω προειδοποιητικά λόγια σύνεσης και μέτρου. Εγώ, όπως και οι αγαπημένοι σου άνθρωποι, απλά σε φτύνω (να μη σε ματιάσω) και σε καμαρώνω. Δεν πας στο Μουσείο Μπενάκη να το γιορτάσεις με ωραίες μουσικές; It’s OK. --Μουσική: Ρεσιτάλ με τους Φαζίλ Σάι και Μπουρχάν Οτσάλ 1 Ιουλίου, Μουσείο Μπενάκη
Θέλεις στενή επαφή, αλλά δεν θέλεις καταπίεση. Θέλεις δικαιοσύνη, αλλά πολλές φορές εσύ είσαι ο άδικος. Θες να σε σκέφτονται τρυφερά και να σε νοιάζονται άδολα, αλλά συχνά εσύ όλα αυτά τα ξεχνάς, χρησιμοποιώντας ή καθοδηγώντας τους άλλους. Μείνε ακίνητος για μια στιγμή στον καθρέπτη και προσπάθησε να είσαι τίμιος. Κι ας πονάει. Το θέμα δεν είναι να δεις αν έχεις φταίξει και να σε κάνεις ντα. Το σημαντικό είναι να κατορθώσεις να βρεις την άκρη του νήματος, να αναγνωρίσεις τις ευθύνες σου και τελικά – μέγα κέρδος εάν κατορθωθεί – να διαπιστώσεις σε τι βαθμό η ζωή, η δική σου όπως και όλων, διέπεται από το φαινόμενο ντόμινο. Δεν υπάρχει δράση χωρίς συνέπειες και τίποτε δεν σκάει από το πουθενά. Επί τούτου, σου προτείνω ανεπιφύλακτα Ασπασία Κράλλη στο Σχολείον. Θα δεις γιατί. --Θέατρο: «Αναζητώντας τον Οιδίποδα» / Θέατρο της Σιωπής – Ασπασία Κράλλη 1 – 5 Ιουλίου, Το Σχολείον (Χώρος Β)
Οι προβολείς της προσοχής σου αυτή την περίοδο είναι εστιασμένοι στις σχέσεις. Άπειρα ερωτήματα σε βασανίζουν – «Μπορώ να ζήσω τη χαρά ή είναι αυταπάτη όλο αυτό και σε λίγο θα σκάσει στη μάπα μου σα μπαλόνι που έπεσε πάνω σε κάφτρα;», «Και πες ότι τα πράγματα είναι όσο καλά φαίνονται, εγώ πώς μπορώ να σταματήσω να φοβάμαι ότι δεν είναι;», «Πώς μπορώ να πατήσω pause στην οθόνη του μυαλού μου όταν παίζει όλα τα δυνατά σενάρια πιθανών καταστροφών που το μέλλον μου φυλάει;» ΟΚ, η ανησυχία είναι μια φυσική ανθρώπινη κατάσταση, δεν χρειάζεται να ανησυχείς που ανησυχείς. Όταν όμως σε βασανίζουν τόσα αναπάντητα και ουσιαστικά ερωτήματα, κάτι πρέπει να κάνεις κι εσύ. Εγώ λέω να πας στην Πειραιώς και να δεις τις σκέψεις του Τένεσι Ουίλιαμς σχετικά με τα παραπάνω ζητήματα. Κάτι ξέρει... --Θέατρο: «Η λυσσασμένη γάτα» / Schaubuehne – Τόμας Όστερμαϊερ 30 Ιουνίου & 1 – 2 Ιουλίου, Πειραιώς 260 (Χώρος Δ)
(22 Ιουνίου – 22 Ιουλίου)
Τα πολλά τα ζόρια είναι πια πίσω σου, εντάξει. Τώρα η τύχη δείχνει να χαμογελά σε κάθε πεδίο της ζωής (ερωτισμός, διάθεση, οικονομικά) και γενικά δεν πιάνεσαι. Καιρός ήταν, δεν λέω, αλλά μην πάρεις τόση φόρα από τους δίκαιους πανηγυρισμούς και τα σαρώσεις όλα, ακόμη και τον ίδιο σου τον έρμο εαυτό! Εξηγούμαι: το κορμί είναι πάντοτε αναπόσπαστο κομμάτι του εαυτού σου, άρα δικαιούται της αμέριστης, παντός καιρού, προσοχής σου. Μην το παραμελείς και μην το βασανίζεις, με αφορμή μια ευχάριστη συγκυρία τη μία ή μια δυσάρεστη την άλλη. Η έμπρακτη αγάπη προς το σώμα πρέπει να είναι ο κανόνας, όχι η εξαίρεση. Τι εστί κορμί και τι εστί πληγή στο κορμί θα σου το πει ο Φιλοκτήτης. Πήγαινε, κι ίσως μετά το λυπηθείς λίγο το έρμο το σαρκίο. --Θέατρο: «Φιλοκτήτης» / Χάινερ Μίλερ – Ματίας Λάνγκχοφ 27, 28 Ιουνίου, Μικρή Επίδαυρος
«Αμάν! Αυτές οι έρμες οι κατραπακιές πότε θα κάνουν break;», σκέφτεσαι. Νομίζω ότι πρέπει να πάψεις να περιμένεις αυτό το «πότε» τόσο ανυπόμονα. Χαλάρωσε κι άσε τις μπόρες να σε ξεπλύνουν. Τα πάντα (όχι τα panda) εν σοφία εποίησεν, κι αν είσαι και παπάς με την αράδα σου θα πας, κάθε πράμα στον καιρό του κι ο κολιός τον Αύγουστο. Με άλλα λόγια: το μάθημα αυτού του κύκλου είναι η πραγματική υπομονή. Το μέγεθος της σοφίας που ενέχει η υπομονή ως αληθινή και καθάρια αρετή (κι όχι ως καταναγκαστική συνθήκη), ούτε καν το υποψιάζεται σήμερα το βιαστικό, παραγωγικό μυαλό σου. Ζωή είναι αυτό που συμβαίνει στο ενδιάμεσο, ενόσω είσαι απασχολημένος με άλλα πράγματα, έτσι δεν έλεγε ο Λένον; Προς τι η βιασύνη λοιπόν; Ωραίες μουσικές για σένα, για το ενδιάμεσο. --Μουσική: Συναυλία με Φαζίλ Σάι και Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης, 30 Ιουνίου, Ηρώδειο
Παρθένος (23 Αυγούστου – 22 Σεπτεμβρίου) Μιλάμε για πολύ σημαντική περίοδο: κύκλοι κλείνουν, κύκλοι ανοίγουν και η ζωή προχωρά – όπως φαίνεται – μπροστά. Και ενώ όλα βαίνουν κατ’ ευχήν, η γνωστή παρθενική ταραχή δεν λέει να υποχωρήσει. Μπρος στο νέο, πόσο μάλλον μπροστά στο σωτήριο (που ενδέχεται να μας αλλάξει ένα σωρό σταθερές), λογικό είναι να μας πιάνει ένα μικρό τρέμουλο, δεν λέω. Μήπως η λύση είναι να πας για μπάνιο το Σαββατοκύριακο αντί να κάνεις ζάπινγκ; Ή μήπως η λύση βρίσκεται στην πνευματικότητα; Εμείς από πλευράς μας, προοιωνιζόμενοι μόνο καλά πράγματα και για να μπορέσετε να τα χωνέψετε ικανοποιητικά, προτείνουμε να συνδυάσετε πνεύμα και σώμα: πρώτα για μπάνιο στο Σούνιο και μετά (με τ’ αλάτια) στο Μέγαρο για Μπέλα Μπάρτοκ, Τάβενερ και Μπρίτεν. Αν μη τι άλλο, «και του λιμανιού και του σαλονιού»! --Μουσική: Κουαρτέτο Τσιλινγκιριάν / Έργα Μπάρτοκ, Τάβενερ, Μπρίτεν 26 Ιουνίου, Μέγαρο Μουσικής (Αίθουσα Δημ. Μητρόπουλος)
ΖΥΓΟΣ
ΣΚΟΡΠΙΟΣ
ΤΟΞΟΤΗΣ
ΑΙΓΟΚΕΡΩΣ
ΥΔΡΟΧΟΟΣ
ΙΧΘΥΣ
(23 Σεπτεμβρίου – 23 Οκτωβρίου)
(24 Οκτωβρίου – 21 Νοεμβρίου)
(22 Νοεμβρίου – 21 Δεκεμβρίου)
(22 Δεκεμβρίου – 19 Ιανουαρίου)
(20 Ιανουαρίου – 18 Φεβρουαρίου)
(19 Φεβρουαρίου – 20 Μαρτίου)
Αγαπημένε μου Ζυγέ, καμιά φορά είναι προτιμότερο να μασάς παρά να μιλάς. Εννοώ ότι πρέπει κι εσύ, σαν όλο τον κόσμο, να μάθεις πότε η υποχώρηση, ή έστω η σιωπή, είναι η καλύτερη τακτική προς αποφυγήν παρεξηγήσεων και γενικά τζάμπα κόπων. Δεν χρειάζεται να απαντάς σε όλα και σε όλους, και όταν βλέπεις ότι «δεν το ‘χεις» καλύτερα να δίνεις ένα τέλος στη συζήτηση μια ώρα αρχύτερα. Το θέμα είναι: μπορείς; Εγώ λέω: ναι! Στο χέρι σου είναι… Αλλάζω θέμα για να σε πληροφορήσω ότι κάτι καλό θα συμβεί στα ερωτικά σου. Για να ολοκληρωθεί και να πιάσει το καλό, όμως, πρέπει εσύ να μη φοβάσαι ότι θα χάσεις. Τίγκαρε την αυτοπεποίθησή σου και βουρ! Για εμψύχωση, «Ιστορίες από το Δάσος της Βιέννης». Τουλάχιστον θα γελάσει το χειλάκι σου. --Θέατρο: «Ιστορίες από το Δάσος της Βιέννης», Έντεν φον Χόρβατ / Εθνικό Θέατρο – Γ. Χουβαρδάς 27 - 30 Ιουνίου, Πειραιώς 260 (Χώρος Η)
Τα πράγματα επιτέλους απλοποιούνται, οι παρεξηγήσεις αρχίζουν να λύνονται και τα μπερδεμένα κουβάρι να ξετυλίγονται – ωραία αίσθηση, και όντως ήταν ώρα σου να τη ζήσεις (προς αποφυγή παρεξηγήσεων: δεν είναι ότι τα σκοτάδια αρέσουν στους Σκορπιούς, αυτά είναι που τους προτιμάνε). Στο μεταξύ, το σεξ παραμένει ο απόλυτα δικός σου τρόπος να εκφράζεις τα πάντα, οπότε ξέρουμε ότι η γη γυρίζει ακόμη. Συμπερασματικά, κάτι μου λέει ότι αυτή είναι η στιγμή να σπείρεις σπόρο καλό κι έπειτα να απολαύσεις καρπούς θεσπέσιους. Ο σπόρος, λέω εγώ, ας είναι η τέχνη, η αρμονία, η μουσική. Και το χωράφι ας είσαι εσύ. Προτείνω λοιπόν έργα Ραμό, Σαρπαντιέ και Καμπρά, στο Μέγαρο. Σίγουρα κάτι θα φυτρώσει από τέτοιο σπόρο, τώρα τι, ποιος το ξέρει… --Μουσική: Les Talens Lyriques - Κριστόφ Ρουσσέ / έργα Ραμώ, Σαρπαντιέ και Καμπρά 27 Ιουνίου, Μέγαρο Μουσικής (Αίθουσα Φίλων)
Ελπίζω να έχεις ακόμη την ωραία διάθεση για ξεκαθαρίσματα που σε διέκρινε τις τελευταίες εβδομάδες. Πρώτον, διότι ο επιμένων νικά (κάποιες δυσκολίες ίσως σε εμπόδισαν ώς τώρα, αλλά αυτή τη φορά κάτι θα βγει). Δεύτερον διότι ο τολμών νικά (η ανατρεπτική σου στάση απέναντι στα πράγματα ίσως σε οδηγήσει κάπου αυτή την εποχή, όπου τουλάχιστον δεν θα μυρίζει μούχλα). Τρίτον διότι η τύχη ευνοεί τους τολμηρούς (ΟΚ, αυτό ήταν πλεονασμός). Συμπερασματικά, αν συνεχίζεις να επιθυμείς ξεκαθαρίσματα και ανακατατάξεις, τώρα μπορείς να τα επιτύχεις. Εγώ σε προτρέπω να το κάνεις. Διότι αλλιώς μαζεύονται πολλά τα φρύγανα και πιάνουν εύκολα φωτιά… Καλύτερα να είναι ξεκάθαρα τα πράγματα, με ζώνες πυρασφάλειας κάθε τόσο, παρά να τα αφήνεις να μαζεύονται και να καείς ζωντανός στα καλά του καθουμένου. Σωστά; Παραδειγματίσου από τον Κραουνάκη. --Μουσική: «Αυτά που κάψαν το σανίδι» – Χ SKHNHS / Σταμάτης Κραουνάκης 27 και 28 Ιουνίου, Ηρώδειο
Πέρασες μια μικρή σκοτεινή περίοδο, όντως. Βγήκαν διάφορες δυνάμεις και δαιμόνια στη φόρα, σου έβγαλαν τη γλώσσα, σου έτριψαν την ανάποδη όψη των πραγμάτων στα μούτρα και μετά στρογγυλοκάθισαν στο σβέρκο σου και πίναν’ ουισκάκια. Τώρα όμως που τα πράγματα αρχίζουν πραγματικά να καλυτερεύουν, είσαι σε θέση να το δεις ή θα μείνεις κολλημένος στο ποιηματάκι της προηγούμενης περιόδου (με τίτλο «Αν έπινε ο Καρυωτάκης ουίσκια με τον Κάφκα»); Με λίγα λόγια, ξεκόλλα, απεγκλωβίσου από τη μεμψιμοιρία που δείχνει να σε έχει κυριεύσει και θυμήσου ότι οι καλύτερες στιγμές σου δεν ήταν απαραιτήτως όταν όλα πήγαιναν τέλεια, αλλά και όταν όλα πήγαιναν στραβά αλλά εσύ δεν το έβαζες κάτω. Καλά δεν λέω; Άρα, «Ανδρομάχη» του Ευριπίδη για σένα, στο Σχολείον. Αυτές είναι τραγωδίες, όχι τα δικά σου! --Θέατρο: «Ανδρομάχη», Ευριπίδη / Ζαν Κριστόφ Σαΐς 22 και 23 Ιουνίου, Το Σχολείον (Χώρος Α)
Δεν χάθηκε κι ο κόσμος αν αρχίζουν να προκύπτουν παρεξηγήσεις από παντού. Ούτε ο πρώτος θα είσαι ούτε ο τελευταίος που του συμβαίνει κάτι τέτοιο. Το θέμα, όμως, δεν είναι να αναλωθείς στα γιατί και στα διότι (μερικά πράγματα ΑΠΛΩΣ συμβαίνουν, όσο νωρίτερα το χωνέψεις, τόσο καλύτερα για σένα). Το θέμα είναι να σιγουρευτείς ότι εσύ, από τη δική σου πλευρά, έχεις κάνει ό,τι καλύτερο γίνεται για να αποφευχθούν οι παρεξηγήσεις. Έχεις δηλαδή πει τα σύκα σύκα και τη σκάφη σκάφη και μάλιστα στην ώρα τους κι όχι του χρόνου. Διότι και το timing, αγαπητέ, είναι πολύ μεγάλη υπόθεση – μπορεί να σε σώσει ή να σε καταστρέψει όταν όλες οι άλλες παράμετροι παραμένουν σταθερές. Σου προτείνω, λοιπόν, προσεκτική μελέτη του ζητήματος, με μουσικές που αντιλαμβάνονται άριστα τι πάει να πει στιγμή. --Μουσική: Ελληνικό Συγκρότημα Σύγχρονης Μουσικής και ΤΥΠΑΝΑ – Θόδωρος Αντωνίου 24 Ιουνίου, Μέγαρο Μουσικής (Αίθουσα Δημήτρης Μητρόπουλος)
Τελευταία, η δουλειά σου φαίνεται να έχει πάρει τη μορφή βρικόλακα από τα Καρπάθια που με την μπέρτα του να ανεμίζει μελαγχολικά και στυγερά, βουτάει τα δοντάκια του βαθιά στο καρύδι σου και σου πίνει το αίμα λυσσαλέα. Μ’ άλλα λόγια, η πίεση είναι αφόρητη, σε έχουν πρήξει, δεν πάει άλλο, κ.λπ. Μαζί σου είμαι εγώ. Θεωρώ ότι η δουλειά είναι δουλεία, πρέπει να καταργηθεί, να μας συντηρούν οι εξωγήινοι (που τόσο πια ανεπτυγμένοι είναι που αποκλείεται να δουλεύουν) και γενικά ότι δεν πρέπει κανείς μας να υπομένει το μαρτύριο της εργασίας. Ελπίζω να σε παρηγόρησα λίγο, διότι άλλο κάτι δεν έχω να σου πω. Εννοώ: έχεις δίκιο, καταλαβαίνω, υπομονή. Εν τω μεταξύ, γιατί δεν πας στο Ηρώδειο να ακούσεις κάτι εξαιρετικό και να σου ανέβει το κέφι; Ε; --Μουσική: Γκόσπελ επί Κολωνώ / Λι Μπρούερ και Μπομπ Τέλσον 21 Ιουνίου, Ηρώδειο
TO TIP ΤΟΥ ΑΣΤΡΟΛΟΓΟΥ Για μια καλύτερη ζωή, προτείνουμε να γράψετε ό,τι σας αγχώνει στα παλιά σας τα παπούτσια και να πάτε ξιπόλυτοι για μπάνιο!
62 | ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ & ΕΠΙΔΑΥΡΟΥ | #04 | 19 ΙΟΥΝΙΟΥ 2008
κόμικς του Χρήστου Δημητρίου