EF#27

Page 1



[

H Eφημερίδα του Eλληνικού φεστιβάλ

Eιδική έκδοση για το πρόγραμμα του 2011 Nο 27 (5/2011) [28/7/2011] ISSN: 1791-1729 Διευθυντής Σύνταξης: Hλίας Kανέλλης Eπιμέλεια ύλης: Μαίρη Κιτροέφ Σύνταξη: Έλια Aποστολοπούλου, Nικόλας Zώης, Kατερίνα Kόμητα, Kατερίνα Oικονομάκου, Nίκη Oρφανού, Aντώνης Σακελλάρης, Έλενα Xρηστοπούλου Συνεργάζονται: Τηλέμαχος Αναγνώστου, Άννα Δαμιανίδη, Σταύρος Καπλανίδης, Ξένια Πηρούνια, Χαρά Σακελλάρη, Μαρία Σιδηροπούλου, Κατερίνα Σχινά Kόμικς: Ηλίας Κυριαζής Φωτογράφοι: Bίκυ Γεωργοπούλου, Bασίλης Mαθιουδάκης Σχεδιασμός: Z-axis Δημιουργικό: Aνδρέας Pεμούντης Eκτύπωση: IPIΣ A.E.

Έιμι Γουάινχαουζ

Η ωμότητα των πραγμάτων Το φεστιβαλικό καλοκαίρι κλείνει κάπως πρόωρα, βιαστικά. Και κλείνει με δυο ειδήσεις (που πάντα είναι αφορμές για σκέψεις). Είδησις πρώτη, ευχάριστη: ο σαιξπηρικός Ριχάρδος Γ’, στην εκδοχή του Σαμ Μέντες, ξεπούλησε, χρειάστηκε να προγραμματιστεί ακόμα μια παράσταση που και αυτής τα εισιτήρια εξαντλήθηκαν αμέσως, σχεδόν με το που δόθηκε η δυνατότητα προπώλησης στο Ίντερνετ. Είδησις δεύτερη, δυσάρεστη. Πέθανε ο Λούσιαν Φρόιντ, ο σπουδαίος αναπαραστατικός ζωγράφος που δεν εξιδανίκευσε, δεν κραύγασε, δεν διαμαρτυρήθηκε αλλά, με μια κοσμοπολίτικη ευγένεια, ζωγράφισε, μέσω πορτρέτων, ό,τι υπάρχει – την ομορφιά πλάι στην ασχήμια, τη φθορά κόντρα στη νεότητα, το λαό και το Κολωνάκι (όπως θα λέγαμε εδωπέρα), την ωμότητα των πραγμάτων (όπως θα έλεγε ο κολλητός του, ο Φράνσις Μπέικον). Ο Ριχάρδος Γ’ μπορεί να μοιάζει εκ πρώτης όψεως μ’ ένα θεαματικό event, βοηθούν σε αυτό τα μεγάλα ονόματα, ο Κέβιν Σπέισι και ο Σαμ Μέντες, αλλά δεν είναι – ή δεν είναι μόνο. Πρωτίστως είναι μια κατάδυση, σύνθετη, αριστοτεχνική, στην ψυχή ενός δραματικού προσώπου, η προσωπική δυσανεξία του οποίου έχει μεταστοιχειωθεί σε εξουσιαστικό τρόπο ζωής. Είναι ένας τύραννος. Ο Σαίξπηρ έφτιαξε ένα απεχθές πρόσωπο, έναν κυνικό εξουσιαστή, έναν καθ’ έξιν δολοφόνο – αλλά δεν τον περιέγραψε ως τυπικά κακό. Ο Ριχάρδος είναι περισσότερο μια δαιμονική φύση, το νταραβέρι του με την εξουσία είναι στο πλαίσιο ενός νταραβεριού με τη ζωή. Περιγράφοντας ένα τέτοιο πρόσωπο δεν το αθωώνει – αλλά και δεν φτιάχνει έναν αποδιοπομπαίο τράγο για να μπορούν οι θεατές να ξεχαρμανιάζουν πάνω του. Ο Ριχάρδος είναι ένα βδέλυγμα, αλλά περιστοιχίζεται από ένα μάτσο ωφελιμιστές κόλακες – κι ο λαός, σε ένα βαθμό χειραγωγείται, αλλά και σε έναν άλλο βαθμό συμφωνεί με τις επιλογές του, εκφράζει πτυχές του συλλογικού φαντασιακού του πλήθους που κολακεύεται. Με άλλα λόγια, και μια που το έργο επιτρέπει την παραπομπή και την ανάγνωση μέσα από τα δρώμενα της εποχής μας, ο παντοδύναμος εκδότης Μέρντοκ, π.χ., μπορεί να χάνει κύρος και δύναμη μετά την αποκάλυψη ότι πολλά από τα δημοσιεύματα της ταμπλόιντ εφημερίδας ιδιοκτησίας του News of the World αντλούσαν υλικό και πληροφορίες από υποκλοπές, αλλά αυτοί που σήμερα αγανακτούν ήσαν εκείνοι που διάβαζαν τα γαργαλιστικά κουτσομπολιά του, είναι λαϊκή τέρψη να βάζεις το μάτι στην κλειδαρότρυπα του γείτονα. Θέλω να πω ότι τα πράγματα είναι πολύ πιο σύνθετα από τον μανιχαϊσμό με τον οποίο, συνήθως, τα αντιμετωπίζει η πολιτική. Κι ότι, όπως ο Ριχάρδος, αρνείται να δει την καμπούρα του, κι ας τον κρατά ρικνό και καθηλωμένο σε μόνιμα άβολη στάση, έτσι κι εμείς αρκούμαστε στις βεβαιότητές μας, στην κλειστή όψη που έχουμε στα πράγματα. Συνήθως, αυτή η όψη μάς αρκεί για να γκρινιάζουμε και να φορτώνουμε στους άλλους (σε κάποιους άλλους) ό,τι μας έχει συμβεί. Βολεύει. Αποφεύγουμε το καθρέφτισμα της αψιμυθίωτης μορφής μας. Αυτό το ψεύτικο, το επιφανειακό καθρέφτισμα επιχειρεί να αναδείξει το ανέβασμα του σαιξπηρικού Ριχάρδου από τον Σαμ Μέντες. Το ίδιο, μια ζωή, επιχειρούσε με την τέχνη του ο Λούσιαν Φρόιντ: δεν έκανε όμορφη, δεν εξιδανίκευσε ούτε τη βασίλισσα. Όπως ο Φράνσις Μπέικον, έτσι κι ο Λούσιαν Φρόιντ, αποστράφηκε την απλοϊκότητα κι ας σήμαινε αυτό άμεσο πάρε-δώσε με την πιο άσχημη πλευρά του κόσμου μας, που συνήθως είναι ο εαυτός μας – οι ενοχές του, οι φοβίες του, οι έξεις του, οι φανατισμοί του… Όπως περίπου το περιέγραφε, το 1963, ο Αμερικανός ποιητής Τζον Άσμπερι, όταν ερχόταν πρώτη φορά σε επαφή με τη δουλειά των καλλιτεχνών που αναζητούσαν το θέμα τους στην ωμότητα των πραγμάτων: «Το θέμα αυτό», έγραφε, «είναι ο άνθρωπος στη φρίκη της μοναξιάς του, γυμνός κι αισχρός πάνω σ’ έναν καναπέ ή μορφάζοντας σαν μπαμπουίνος, πίσω από ένα γραφείο... Μετά όμως την πρώτη κατάπληξη, αρχίζει κανείς να νιώθει σχεδόν οικεία με αυτά τα πλάσματα ενός ζωολογικού κήπου. Είναι ένας άσχημος, αισχρός και φρικτός κόσμος, αλλά είναι κι ένας βαθιά ανθρώπινος κόσμος». Enjoy. Ηλίας Κανέλλης

]

Eλληνικό Φεστιβάλ A.E. Yπεύθυνος σύμφωνα με το νόμο: Γιώργος Λούκος

Διοικητικό Συμβούλιο Πρόεδρος: Γιώργος Λούκος Aντιπρόεδρος: Λουκάς Τσούκαλης Mέλη: Δάκης Ιωάννου, Σάντρα Μαρινοπούλου Τάκης Αράπογλου, Νίκη Τζούδα Δημήτρης Πασσάς

MEΓAΣ XOPHΓOΣ

XOPHΓOΙ

XOPHΓOI EΠIKOINΩNIAΣ

XOPHΓOΣ ΦIΛOΞENIAΣ

ME THN YΠOΣTHPIΞH

ΥΓ. Την ώρα που κλείναμε το τεύχος, μάθαμε ότι βρέθηκε νεκρή η Έιμι Γουάινχαουζ. Ήταν σπουδαία τραγουδίστρια, αλλά ποτέ δεν συμβιβάστηκε με την ωμότητα των πραγμάτων.

EDITORIAL

[28 IουΛίου 2011] #27 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 3


H εικόνα του εξωφύλλου: O Κέβιν Σπέισι στην παράσταση Ριχάρδος Γ’ του Σαμ Μέντες. Φωτογραφία: Tristram Kenton

Xατζηχρήστου 23 & Mακρυγιάννη 11742 / AΘHNA / T. 210 9282900

ΣεΛ. 14

ΣεΛ. 24

ΣεΛ. 32 ΣεΛ. 36

6

EΠΙΣτοΛεΣ

7

ΑNτΙΦεΣτΙΒΑΛ

14 16 18 22 24 28 29 30

ΡΙχAΡΔοΣ Γ ’ Καλωσήρθατε στο αυταρχικό μου βασίλειο ΚEΒΙν ΣΠεΪΣΙ - ΣΑμ μEντεΣ Μια συνομιλία ΚEΒΙν ΣΠεΪΣΙ Το θέατρο χρειάζεται τη βοήθειά μου, όχι οι ταινίες! MONOLOGUES Το βασίλειό μου για ένα άλογο ΣΑμ μEντεΣ O Θείος Σαμ ΛOΡενΣ οΛIΒΙε O Θείος Λάρι τΙ εΓΡΑΨε Η ΚΡΙτΙΚΗ Το ιερατείο των φαρμακόγλωσσων ΡεΠοΡτΑΖ Tι ζητούσατε στο εκδοτήριο;

HΡΑΚΛΗΣ μΑΙνOμενοΣ 32 ΚΑΡυοΦυΛΛΙA ΚΑΡΑμΠEτΗ Ποτέ δεν αισθάνθηκα ότι έφτασα κάπου 36 MΗνΑΣ χΑτΖΗΣΑΒΒΑΣ Δεν με πτοούν οι γκρίνιες 40 μΙχΑΗΛ μΑΡμΑΡΙνοΣ Επειδή επιχορηγείσαι πρέπει να το βουλώνεις; 44 STAR WARS Tα άστρα 45 JUICY LIU Στον υπέροχο κόσμο του Ελληνικού Φεστιβάλ 46 ΦΡοντΙΣτΗΣ ΣΚΗνΗΣ Επιφυλλίδα

4 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #27 [28 ΙουΛίου 2011]

ΠEPIEXOMENA


Ηλίας Κυριαζής


Aγαπητή EΦ... σχόλια και επιστολές, στη διεύθυνση: free_press01@greekfestival.gr

Ιαπωνίς εν κιμονώ Χυμωδεστάτη Λιού, Η αναφορά σας, στο τεύχος της 14ης Ιουλίου, στο δίστιχο του Γιάννη Πατίλη («Ιαπωνίς / και συ πονείς») ανεκάλεσε αίφνης στον νου μου το αριστουργηματικό πεντάστιχο του Κώστα Π. Παναγιωτόπουλου, του γνωστού και ως “ΒΑΡ-ΒΑΡ”: «- Ιαπωνίς / μήπως πονείς; // - Νο, νο. / Εγκυμονώ / εν κιμονώ / εν και μονό». Πρόκειται, βεβαίως, για ένα από τα εκλεκτά του Αποφταίγματα (Καστανιώτης, 1981), που μας ψυχαγώγησαν επί πολλά μεσημέρια μετά το οικογενειακό γεύμα, την αθώα εκείνη εποχή, η οποία και απετυπώνετο ενδεχομένως στο δύστυχο: «Εν Ελλάδι / όλα λάδι». Ας είναι: «Τα ευκόλως / ωθούμενα / παραγλείφονται». Εκχύμως υμέτερος, Παναγιώτης Ιωαννίδης

Η Σιλβί Γκιλέμ σε γιαπωνέζικο περιβάλλον. Eonnagata (2009).

Κοπήκαμε στο τεστ Papes

το ΠΡοΓΡΑμμΑ 28.7 έως 13.8.2011 εΚΘεΣεΙΣ The Last Grand Tour - Σύγχρονοι Περιηγητές στην Ελλάδα Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης 15 Απριλίου - 10 Οκτωβρίου, Ξεναγήσεις για το κοινό κάθε Πέμπτη στις 19.00 και κάθε Κυριακή στις 12.30

ΘεΑτΡο The Bridge Project, από την Bank of America Merrill Lynch Κέβιν Σπέισι Ριχάρδος Γ‘, Ουίλλιαμ Σαίξπηρ Σκηνοθεσία: Σαμ Μέντες Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου 29-31 Ιουλίου, 21:00 Εθνικό Θέατρο - Μιχαήλ Μαρμαρινός Ηρακλής μαινόμενος του Ευριπίδη Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου 5-6 Αυγούστου, 21:00 Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος Μικρά Διονύσια Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου 12-13 Αυγούστου, 21:00

Στη σελίδα 29 του τελευταίου τεύχους της εφημερίδας του Ελληνικού Φεστιβάλ, το Palais des Papes της Αβινιόν αναγράφεται ως Palais des Pap. Απευθύνεστε σε υποψιασμένους αναγνώστες. Τέτοια λάθη είναι ανεπίτρεπτα. Κωνσταντίνος Κάκαρης @gmail.com

σημαίνει τίποτα στα γαλλικά, δεν υπάρχει τέτοια λέξη. Στην πραγματικότητα πρόκειται για το Palais des Papes, όπως πολύ καλά γνωρίζετε. Μεγάλη απροσεξία. Χαράλαμπος Παρμενίδης @gmail.com

Στο τελευταίο τεύχος της εφημερίδας εφ, η Φιλαρέτη Κομνηνού δηλώνει ότι το 2002 παρακολούθησε θεατρικές παραστάσεις στο Palais des Pap στην Αβινιόν. H λέξη “Pap” δεν

Η απάντηση της σύνταξης: Ευχαριστούμε για την υπόδειξη του τυπογραφικού λάθους – ούτε ο πάπας δεν διεκδικεί πλέον το αλάθητο.

εισιτήρια στο Διαδίκτυο Σας γράφω για να σας εκφράσω την αγανάκτησή μου σχετικά με την αγορά εισιτηρίων για τις παραστάσεις του Φεστιβάλ Αθηνών-Επιδαύρου. Αφορμή στάθηκε η απόπειρά μου να βρω εισιτήρια των 40 ευρώ για την παράσταση της Παρασκευής 29/7 ή του Σαββάτου 30/7 του Ριχάρδου Γ’. Την πρώτη ημέρα της προπώλησης 8/7 και ώρα 9.00 το πρωί όλα τα εισιτήρια ήταν εξαντλημένα, εκτός από μερικά στο άνω διάζωμα… Ανακοινώθηκε και τρίτη παράσταση την 31/7 και ορίσθηκε πρώτη ημέρα προπώλησης η 12/7. Μετά από συμβουλή φίλων στήθηκα στο διαδίκτυο για να επιχειρήσω να κλείσω τα εισιτήρια on line. Όντως 12 παρά δύο έτοιμη στο σχετικό site περιμένω. 12.00 και 3/2 ανοίγει η αγορά και ακολουθώ τη διαδικασία για να κλείσω 2 εισιτήρια των 40 ευρώ, φευ όμως δεν επιτρεπόταν η αγορά τόσων συνεχόμενων (!) θέσεων. Αποσβολώθηκα, αλλά συνέχισα, γυρίζοντας για να προσπαθήσω στα εισιτήρια των 30 τα οποία και… κατάφερα να κλείσω. Περιττό να αναφέρω ότι 12.01 τα εισιτήρια των 50 ευρώ είχαν κιόλας εξαντληθεί! Πραγματικά δεν καταλαβαίνω τι συμβαίνει. Θεωρώ αδύνατον χιλιάδες κόσμου να ξενυχτάνε στο διαδίκτυο από τις 12.00 για να κλείνουν τις θέσεις. Ακόμη όμως και να συμβαίνει αυτό τότε όλοι αυτοί οι εξοικειωμένοι με το διαδίκτυο έχουν ένα μεγάλο πλεονέκτημα έναντι των άλλων, με αποτέλεσμα την άνιση μεταχείριση των τελευταίων. Πιστεύω ότι τα εκδοτήρια online και τα συμβατικά πρέπει να ανοίγουν ταυτόχρονα, αυτό είναι το σωστό και το πρέπον. Τώρα όσο για τα VIP, των 50 ευρώ δηλαδή, αυτά είναι ανέφικτα για κοινούς θνητούς σαν και εμάς. Δεν είναι η πρώτη

φορά που θα παρακολουθήσω παράσταση στην Επίδαυρο, αλλά όλα αυτά τα χρόνια που κατεβαίνω (κυρίως τα τελευταία, λόγω και του μεγάλου ενδιαφέροντος των παραστάσεων αυτών) ένα πράγμα κατάλαβα, εισιτήριο των 50 ευρώ (το οποίο για τις παραστάσεις αυτές δεν θεωρώ ακριβό, τουλάχιστον πριν την οικονομική κρίση) δεν θα μπορέσω ποτέ να βρω για εμένα και τους ομοίους μου, αυτές οι θέσεις των 50 ευρώ είναι ουσιαστικά απαγορευμένες, τώρα πλέον και οι θέσεις των 40 – μα με ποιο δικαίωμα; Σε ποια ευρωπαϊκή δημοκρατική χώρα συμβαίνει αυτό; Ο κ. Λούκος ως σύγχρονος άνθρωπος, με όραμα –και μέχρι στιγμής μόνο καλά λόγια έχω να πω για το φεστιβάλ στο σύνολό του– είναι κρίμα να αφήνει τις «ελληνικουριές» να αμαυρώνουν τη διαδικασία και να διώχνουν ανθρώπους σαν και εμένα από τέτοιες εκδηλώσεις που τώρα περισσότερο από ποτέ έχουμε βαθιά ανάγκη. Με εκτίμηση Ανδριάνα Κυριαζή Μεσολόγγι Η απάντηση της σύνταξης: Μολονότι ευγενική, είστε άδικη. Το Ίντερνετ είναι μια μορφή δημοκρατίας – πώς αλλιώς θα είχατε άμεση πρόσβαση σε εισιτήρια ενός μπεστ σέλερ από το μακρινό Μεσολόγγι χωρίς αυτό; Απλώς, σας συνέβη ό,τι στις πραγματικές δημοκρατίες. Όσο περισσότερο διευρύνεται η βάση που διεκδικεί κάποια δεδομένα αγαθά, τόσο δυσκολότερη γίνεται η πρόσβαση σε αυτά. Είναι ο κανόνας του ανταγωνισμού. Σας βεβαιούμε, οι «ελληνικουριές» απαγορεύονται.

εΠΙΣτοΛεΣ


Λούσιαν Φρόιντ

O τελευταίος ρεαλιστής

EΠEIΔH H TEXNH EMΠNEETAI AΠO TH ZΩH

Ο ζωγράφος Λούσιαν Φρόιντ είχε βάλει στόχο να ζωγραφίζει μέχρι το θάνατό του, «μακριά, όμως, από τον θορυβώδη κόσμο της τέχνης», όπως είχε δηλώσει ο ατζέντης του. Και το πέτυχε. Στα χνάρια του Τιτσιάνο, ο Φρόιντ δούλευε μέχρι τα 89 του χρόνια. Εκκεντρικός –αλλά αρνούμενος να πουλήσει στα μίντια την εκκεντρικότητά του– και επί χρόνια πιστός στην παραστατική ζωγραφική, πέθανε στις 20 Ιουλίου στο σπίτι του στο Λονδίνο. Χαρακτηριζόμενος ως «ο μεγαλύτερος ρεαλιστής σύγχρονος ζωγράφος», ο Λούσιαν Φρόιντ έγινε ευρύτερα γνωστός χάρις στα «γυμνά του πορτρέτα», όπως τα χαρακτήριζε ο ίδιος. Ωστόσο, προσπαθούσε ν’ αποφεύγει τη μανιέρα, κινούμενος πάντα από την παρόρμηση. Γι’ αυτό και πλάι σε μικροσκοπικά έργα ολοκλήρωνε πίνακες μεγάλων διαστάσεων, ατομικά πορτρέτα πλάι σε γυμνά, αυτοπροσωπογραφίες, εικόνες εραστών μαζί με σκυλιά, άνδρες που θηλάζουν, γυμνούς άνδρες μαζί με αρουραίους, τη βασίλισσα Ελισάβετ, άλογα. Δούλευε επί ώρες, μέρες και μήνες για να ολοκληρώσει έναν πίνακα, εξαντλούσε τα μοντέλα του –που δεν ήταν άλλα από φίλους, φίλες, ερωμένες, μητέρα, κόρες–, χαρακτήριζε τη δουλειά του αυτοβιογραφική και δεν ζωγράφιζε ποτέ έξω από το ατελιέ του. Δεν υπήρχε τίποτα το εξιδανικευμένο στην πινελιά του: τα μοντέλα του ήταν άλλοτε άσχημα ή γερασμένα, άλλοτε παχύσαρκα, πάντοτε όμως ανθρώπινα. Και ήταν ίσως περισσότερο ανθρώπινα από άλλα γιατί ο Φρόιντ επέμενε να χρησιμοποιεί σαν μοντέλα κανονικούς ανθρώπους, ερασιτέχνες και όχι επαγγελματίες. «Οι επαγγελματίες», έλεγε, «έχουν κοιταχτεί τόσο πολύ από τον κόσμο, ώστε έχουν δημιουργήσει ένα δεύτερο επιπλέον δέρμα. Όταν βγάζουν τα ρούχα τους, δεν είναι καν γυμνοί».

εΠΙ το εΡΓον O Λούσιαν Φρόιντ στο ατελιέ του, ενώ ζωγραφίζει μια από τις μεγάλες επιφάνειές του.

ΣXOΛIA

[28 IουΛίου 2011] #27 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 7


Λούσιαν Φρόιντ

“μέχρι τέλους

εκθέτοντας την αλήθεια

Ο

«Οι άνθρωποι στα έργα μου δεν είναι εκεί για να κάνουν την εικόνα εύκολη ή ευχάριστη στο μάτι, αλλά γιατί κατέχουν ένα χώρο μέσα στην εικόνα κι εγώ απλώς το καταγράφω» Από τη Χαρά Σακελλάρη

8 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #27 [28 ΙουΛίου 2011]

Λούσιαν Φρόιντ γεννήθηκε στο Βερολίνο το 1922 και μετακόμισε με την οικογένειά του στο Λονδίνο το 1933, εξαιτίας της ανόδου του ναζισμού. Εγγονός του πατέρα της ψυχανάλυσης, Σίγκμουντ Φρόιντ και γιος του αρχιτέκτονα Έρνστ Φρόιντ, ο Λούσιαν απέκτησε την αγγλική υπηκοότητα και το 1938 ξεκίνησε την εκπαίδευσή του στην Κεντρική Σχολή Τεχνών του Λονδίνου. Ανήσυχο πνεύμα, δεν μένει για πολύ εκεί και, από το 1939, παρακολουθεί μαθήματα στη σχολή East Anglian School of Painting and Drawing, του Σέντρικ Μόρρις, την οποία και φημολογείται ότι έκαψε κατά λάθος μ’ ένα τσιγάρο... Οι φήμες αυτές απλά συμβάλλουν στο χτίσιμο του μύθου ενός εκκεντρικού καλλιτέχνη. Ο Φρόιντ υιοθέτησε από την αρχή της καλλιτεχνικής του πορείας τη σαγηνευτική εικόνα του μποέμ καλλιτέχνη. Κλεινόταν στο ατελιέ του επί μέρες, απέφευγε την κανονική οικογενειακή ζωή, είχε πάθος με τον τζόγο, σύχναζε στα κακόφημα στέκια του Σόχο, είχε πολλές ερωτικές σχέσεις, απέκτησε πολλά παιδιά, δεν είχε τηλέφωνο μέχρι τη δεκαετία του 1980, και προσπαθούσε να προστατεύσει την προσωπική του ζωή από τους δημοσιογράφους, αν και συχνά δεν τα κατάφερνε. Υπηρέτησε στο ναυτικό το 1941, ταξίδευε συχνά στο Παρίσι –όπου ήρθε σε επαφή με τον Πικάσο και τον Τζακομέττι–, έμεινε στην Ελλάδα για πέντε περίπου μήνες, εικονογράφησε ποιήματα του Νίκολας Μουρ, αφιέρωσε ένα σχέδιό του της Μασσαλίας στον Νίκο Καββαδία, αγαπούσε ιδιαιτέρως το συγγραφέα Χένρι Τζέιμς και, προς το τέλος της ζωής του, έκανε παρέα ακόμα και με την Κέιτ Μος. Στα πρώτα βήματα της καριέρας του, ο Λούσιαν Φρόιντ προσπάθησε να φλερτάρει με το σουρεαλισμό, αλλά, όπως δήλωσε ο ίδιος αργότερα, δεν μπορούσε να απεικονίσει τίποτα που δεν ήταν όντως μπροστά στα μάτια του. Η ανακάλυψη του δικού του προσωπικού στυλ ήρθε μετά τη δεκαετία του 1950 και οφείλεται εν μέρει στη γνωριμία του με τους ζωγράφους Φράνσις Μπέικον, Φράνκ Άουερμπαχ και Μάικλ Άντριους, με τους οποίους ίδρυσε τη λεγόμενη «Σχολή του Λονδίνου». Επιμένοντας μεν στην παραστατική ζωγραφική, ο Φρόιντ απορρίπτει την πεζή εκφραστική ακρίβεια και αφιερώνεται στην απεικόνιση της σάρκας μ’ έναν κραυγαλέο ρεαλισμό που πολλές φορές εκπλήσσει ή και τρομάζει. Ο καμβάς του αποκτά μια συγγένεια με τα έργα του Μπέικον, όχι τόσο από άποψη σύνθεσης και τεχνικής προσέγγισης, όσο από άποψη στάσης απέναντι στο έργο και στη ζωή. Οι πίνακές του αποκαλύπτουν μια σχεδόν γλυπτική έλξη προς τη σάρκα και τα περιγράμματα, καθώς και μια ακόμα πιο έντονη γοητεία απένα-

ντι στη φθορά και την ατέλεια και απέναντι στην ίδια τη ζωή. Η «σκληρή» του πινελιά, η απουσία λεπτών γραμμών, η περιορισμένη χρωματική παλέτα, όπου το άσπρο κυριαρχούσε, τα παχιά στρώματα μπογιάς και η διεισδυτική του ματιά κάνουν τα έργα του εύκολα αναγνωρίσιμα. Ο Φρόιντ κατάφερε να χτίσει το δικό του προσωπικό εικαστικό λεξιλόγιο, καταρρίπτοντας τις καλλιτεχνικές συμβάσεις για το γυμνό και ταράζοντας τα όρια μεταξύ του δημοσίου και του ιδιωτικού. Η σχέση με τα μοντέλα του ήταν περίεργη και δυναμική, ανατρέποντας λίγο την παραδοσιακή σχέση μεταξύ ζωγράφου και μοντέλου. Η παρουσία του ίδιου μέσα στον πίνακα έμοιαζε πάντα τόσο έντονη, που θύμισε στον κριτικό Τζον Ράσελ τη σχέση μεταξύ ανακριτή και ανακρινόμενου ή ακόμα και τη σχέση μεταξύ ασθενή και παθολόγου. «Oι άνθρωποι στα έργα μου», έχει πει, «δεν είναι εκεί για να κάνουν την εικόνα εύκολη ή ευχάριστη στο μάτι, αλλά γιατί κατέχουν ένα χώρο μέσα στην εικόνα κι εγώ απλώς το καταγράφω». Γυμνές ανθρώπινες φιγούρες μέσα σε δωμάτια, αποδομένες άλλοτε με μια δόση χιούμορ κι άλλοτε με μελαγχολία, παρελαύνουν συχνά στους πίνακές του. Ο Φρόιντ σκηνοθετούσε, αλλά πάντοτε με μινιμαλισμό, και εξέφραζε στα έργα του μια ακραία, λιτή θεατρικότητα. Ως σκηνικό, προτιμούσε, απέναντι στη μαλακή σάρκα, τα παλιά έπιπλα ή το σκληρό, ξύλινο πάτωμα. Τίποτα βαρύ, τίποτα που να αποσπά την προσοχή του θεατή από το θέμα. Για κάποιους απίστευτα ταλαντούχος και για άλλους ένας καλλιτέχνης που δούλευε πολύ σκληρά, ο Λούσιαν Φρόιντ επιλέχθηκε το 1954 μαζί με τους Φράνσις Μπέικον και Μπεν Νίκολσον να εκπροσωπήσει τη Μεγάλη Βρετανία στην 27η Μπιενάλε της Βενετίας, αλλά έπρεπε να περιμένει ώς το 1970 για να βρει τη θέση που του άξιζε στον κόσμο της τέχνης. Το 2008, απέκτησε τον τίτλο του ακριβότερου εν ζωή ζωγράφου, όταν ένα έργο του πουλήθηκε προς 33,6 εκατομμύρια δολάρια. Έργα του, όπως η προσωπογραφία της βασίλισσας Ελισάβετ, που παρουσιαζόταν μόνο από το λαιμό και πάνω και που απεικονιζόταν –σύμφωνα πάντα με κάποια δημοσιεύματα– «σαν να είχε πάθει εγκεφαλικό», προκάλεσαν θύελλα αντιδράσεων και αρνητικών σχολίων. Ο ζωγράφος αυτός ήξερε να σοκάρει, αλλά το έκανε πάντα με τρόπο και μέτρο, και χωρίς αυτό να αποτελεί ποτέ αυτοσκοπό. Μια ιδιαίτερη προσωπικότητα, λοιπόν, μια πολυετής πορεία, αμέτρητοι πίνακες –τελειωμένοι και ημιτελείς–, πολλές εκθέσεις, μια ταραχώδης ζωή, αρκετοί εχθροί και φίλοι, δημιουργημένοι μύθοι κι ένα πάντα προσηλωμένο και διεισδυτικό βλέμμα συνθέτουν το τελευταίο πορτρέτο του ζωγράφου Λούσιαν Φρόιντ. s

ΣχοΛΙΑ


οΙ εΙΚονεΣ του Απέναντι: Αντανάκλαση (αυτοπροσωπογραφία), 1985. Ένα από τα μικρά πορτρέτα του ζωγράφου, με μοντέλο τον εαυτό του. Αριστερά, πάνω: Γυναίκα με άσπρο σκυλί, ένα πρώιμο έργο από το 1952. Στη μέση: Benefits Supervisor Sleeping, μια διάσημη ελαιογραφία του 1995, που πουλήθηκε πανάκριβα. Δεξιά πάνω: Naked Man, Back View, 1992 Δεξιά κάτω: Ο ζωγράφος Ντέιβιντ Χόκνεϊ ποζάρει κάτω από το πορτρέτο που του έκανε ο Λούσιαν Φρόιντ.

ΣXOΛIA

[28 IουΛίου 2011] #27 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 9


μουσικό χωριό

μια αυτοδιαχειριζόμενη μουσική κοινότητα Kάθε καλοκαίρι, εδώ και πέντε χρόνια, στον Άγιο Λαυρέντιο του Πηλίου, κάτω από μηλιές και πλατάνια, γίνεται ένα ξεχωριστό φεστιβάλ. Εκεί, με το βλέμμα στην πιο όμορφη θέα στο Αιγαίο, συναντιούνται ο αυτοσχεδιασμός στη μουσική, η αναζήτηση στο θέατρο και το χορό, η Δύση κι η Ανατολή. Από τον Αντώνη Σακελλάρη Φωτογραφίες: Νικόλας Χρυσσός

10 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #27 [28 ΙουΛίου 2011]

Τ

ο όνομα ήρθε απλά και φυσικά στους διοργανωτές: Μουσικό Χωριό. Και αν ανυποψίαστος πας σε μια ταβέρνα του χωριού για τσίπουρο και σπετζοφάι και δεις παραδίπλα ανθρώπους να κάνουν γιόγκα ή να παίζουν το djembe, μην παραξενευτείς. Εκεί πάνω στο χωριό, μια ομάδα που δεν αποσκοπεί στο κέρδος, η arTree, διοργανώνει μια πολύ ενδιαφέρουσα συνάντηση της τέχνης με την ελληνική φύση στα καλύτερά της. Βασικοί άξονες του Φεστιβάλ είναι η εκπαίδευση και η ελεύθερη ανταλλαγή ιδεών από ανθρώπους που κινούνται στον ευρύτερο χώρο της τέχνης. Χιλιάδες άνθρωποι έχουν ανηφορίσει τα τελευταία χρόνια το δρόμο από την Αγριά, προκειμένου να πάρουν μέρος σ’ ένα

από τα δεκάδες σεμινάρια, masterclasses και εργαστήρια ή να παρακολουθήσουν συναυλίες, θεατρικές παραστάσεις και περφόρμανς χορού. Κάτω απ’ τα δέντρα, στα πλακόστρωτα, παίζουν τρομπέτες και τσέλα, δοκιμάζουν τα όρια της φωνής τους και μαθαίνουν στα παιδιά τη χαρά της δημιουργίας. Στα θρυλικά τους γλέντια είναι προσκεκλημένο όλο το χωριό και κάθε επισκέπτης. Είναι πολύ συνηθισμένο θέαμα παρέες που δημιουργήθηκαν μόλις μια ώρα πριν να στήνουν αυτοσχέδιους ικαριώτικους και καρσιλαμάδες, ενώ οι μαθητές του σεμιναρίου για βιολί να γυρνάνε το χωριό παίζοντας όλη τη νύχτα. Μέσα στα πέντε χρόνια που υπάρχει το Φεστιβάλ, έχουν περάσει από τον Άγιο Λαυρέντιο πολύ σημαντικοί καλλιτέχνες. Ο Σωκράτης Μάλαμας, ο Αγγελάκας με τον Ψαραντώνη, ο Μπάμπης

ΣχοΛΙΑ


Παπαδόπουλος, η Σαββίνα Γιαννάτου, πολυφωνικά σχήματα και καλλιτέχνες απ’ όλο τον κόσμο. Συνεχίζοντας αυτή τη σύντομη, αλλά τόσο σημαντική πορεία, φέτος το Μουσικό Χωριό ξεκινάει στις 18 Αυγούστου και διαρκεί μέχρι την πρώτη Σεπτεμβρίου. Στους δύο κύκλους του, συγκεντρώνεται ένας πολύ μεγάλος αριθμός μουσικών εργαστηρίων, συναυλιών, θεατρικών δρώμενων, παραστάσεων χορού και εργαστηρίων εισαγωγής στη γιόγκα και στο σιάτσου. Κανένα είδος μουσικής δεν είναι ξένο για το Μουσικό Χωριό. Από τη μουσική δωματίου ώς τα Βαλκάνια κι απ’ τον ηλεκτρονικό αυτοσχεδιασμό ώς την οθωμανική μουσική. Όλα ταιριάζουν κι όλα αφορούν τους συντελεστές και τους επισκέπτες του Φεστιβάλ. Όπως μας είπαν, δεν μπορούν να φανταστούν κανένα είδος μουσικής που να μη χωράει στο Φεστιβάλ, είτε αυτό είναι πανκ είτε σύγχρονη ατονική μουσική, αρκεί να μην αναπαράγει τα εμπορικά στερεότυπα. Εξάλλου, η μουσική δημιουργία στο μυαλό τους δεν έχει σύνορα. Η μεγαλύτερη συναυλία του Φεστιβάλ ανήκει στον Φοίβο Δεληβοριά που θα παίξει ζωντανά στις 19 Αυγούστου, στην πλατεία Χατζίνη, τον τελευταίο του δίσκο «Ο αόρατος άνθρωπος». Εξίσου σημαντικές, όμως, είναι και οι συναυλίες των Beat Furrer, της Σαββίνας Γιαννάτου, του Ηaig Yazdjian και πολλών ακόμη. Ξεχωριστό ενδιαφέρον έχει το αφιέρωμα στον Ιάννη Ξενάκη από τους dissonArt Ensemble και τον Στέφανο Θωμόπουλο. Τέλος, ο Αλέξανδρος Ευκλείδης και οι dissonArt Ensemble (πάλι) ετοιμάζουν ένα μουσικοθεατρικό για τα στοιχεία και τα στοιχειά του μαγικού βουνού των Κενταύρων. Μεγάλο κομμάτι του Μουσικού Χωριού έχει να κάνει με τη μαγεία της εκπαίδευσης. Μέσα από πολυάριθμα εργαστήρια και σεμινάρια, τα παιδιά ανακαλύπτουν το θέατρο και το χορό, παίζουν όργανα και μαθαίνουν να φτιάχνουν δημιουργικές παρέες. Τα μουσικοπαιδαγωγικά προγράμματα έχουν σκοπό να ανιχνεύσουν τομείς έκφρασης και εκπαίδευσης που δύσκολα βρίσκουν εφαρμογή αλλού στον ελληνικό χώρο. Προσανατολίζονται στην υπέρβαση κάθε μεθόδου. Προκρίνουν τον αυτοσχεδιασμό σαν εργαλείο για να ξεπεράσουν δάσκαλοι και μαθητές τα δοκιμασμένα. Βασικό στοίχημα των διοργανωτών του Μουσικού Χωριού είναι να μη φτιάξουν ένα κλειστό φεστιβάλ, αλλά ούτε και μία τουριστική φιέστα. Από την αρχή, στόχος τους ήταν η ελεύθερη ανταλλαγή ιδεών και η δημιουργία μιας διεθνούς κοινότητας καλλιτεχνών (και όχι μόνο) με επίκεντρο τον Άγιο Λαυρέντιο. Έτσι, δημιούργησαν μια αυτοδιαχειριζόμενη πλατφόρμα συμβίωσης που, από τα πρώτα της βήματα, ανέπτυξε τέτοια δυναμική που έκανε τον Άγιο Λαυρέντιο τόπο έλξης για ανθρώπους που ψάχνουν τη γνήσια έκφραση μέσα από την τέχνη. s

ΣχοΛΙΑ

χΑΡουμενΗ ΓνΩΣΗ Στο Μουσικό Χωριό του Πηλίου, εκτός από συναυλίες και εργαστήρια μουσικού αυτοσχεδιασμού, οργανώνονται και πολλά σεμινάρια: για θέατρο, χορό, μουσικούς αυτοσχεδιασμούς - απ’ όπου και οι φωτογραφίες της σελίδας. Απέναντι, μια ηλικιωμένη κάτοικος του Αγίου Λαυρεντίου παρακολουθεί ένα γλέντι.

[28 IουΛίου 2011] #27 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 11


Bon Jovi το μεγαλύτερο μουσικό event της χρονιάς Μας βραχνιάσανε. Λογικό – αφού πολλές και πολλοί από εμάς περιμέναμε και τριάντα χρόνια να τους ακούσουμε. Κι ήρθαν στο ΟΑΚΑ ανήμερα του Αη Λιός… Από την Αναστασία Δουκάκη και την Αφροδίτη Κομπολίτη

O

Bon Jovi με αριθμούς 120.000.000+ Οι πωλήσεις των άλμπουμ τους παγκοσμίως 35.000.000+ Οι φαν που τους έχουν δει live 2.650+ Οι συναυλίες που έχουν πραγματοποιήσει παγκοσμίως 50+ Οι χώρες όπου έχουν παίξει live

Οι Βοn Jovi μετρούν 30 χρόνια παρουσία στα μουσικά δρώμενα και ώς το βράδυ της 20ής Ιουλίου μετρούσαν και 30 χρόνια απουσία από το ελληνικό κοινό. Οι θαυμαστές του γκρουπ αν μη τι άλλο ανταμείφθηκαν για την πολυετή αναμονή! Κάποιες δεκαετίες πριν, όταν ακούγαμε στα γουόκμαν και το ραδιόφωνο το «Always» και το «Living on a Prayer», δεν φανταζόμασταν ότι κάποια μέρα θα είχαμε την ευκαιρία να απολαύσουμε τους Bon Jovi από κοντά. Ακόμα και λίγα χρόνια πριν, όταν το «It’s My Life» και το «Have a Nice Day» απογειώνονταν τόσο στα ξένα όσο και στα ελληνικά τσαρτ, φάνταζε ως άλλο όνειρο θερινής νυκτός μια τέτοια εμπειρία! Κι όμως, χρειάστηκαν 300 ημέρες αντίστροφης μέτρησης από την ανακοίνωση της συναυλίας πέρυσι το καλοκαίρι για να βρεθούμε σύσσωμοι όλοι οι φαν στο ΟΑΚΑ. «Αθήνα, είμαστε επιτέλους εδώ. Δεν είναι η τηλεόραση, είμαστε εδώ», αναφώνησε ο Τζον Μπον Τζόβι μόλις ανέβηκε στη σκηνή. Σε μια Greatest Hits συναυλία, που τίμησε τον τίτλο της με το παραπάνω, ο Τζον Μπον Τζόβι, ο Ρίτσι Σαμπόρα, ο Ντέιβιντ Μπράιαν και ο Τίκο Τόρρες μας ταξίδεψαν με τα τραγούδια τους... από το 1983 έως σήμερα! Η ενέργειά των Bon Jovi πάνω στη σκηνή δεν άφησε καμία αμφιβολία σε κανέναν από τους 70.000 και βάλε παρευρισκόμενους στο ΟΑΚΑ γιατί είναι μία από τις μπάντες με τα μεγαλύτερα tours παγκοσμίως σε προσέλευση κοινού και εισπράξεις. Γι’ αυτό και ο λαιμός πολλών είναι ακόμα βραχνιασμένος. Δέκα λεπτά μετά τις 9, η στιγμή της εμφάνισης των Bon Jovi είχε φτάσει. Οι θαυμαστές τους είχαν την ευκαιρία να ακούσουν για πρώτη φορά live μεγάλες επιτυχίες του γκρουπ, όπως: «You Give Love a Bad Name», «It's My Life», «Blaze of Glory», «In These arms», «Bad Medicine», «Bed of Roses», «I'll Be There for You», «Keep the Faith», «Wanted Dead or Alive», «Always», «Living on a Prayer», και πολλά άλλα. Ο Τζον Μπον Τζόβι έδωσε τα ρέστα του σε μια σκηνή 57 μέτρων, ενώ το video wall λέγεται ότι χρειάστηκε δύο μήνες για να κατασκευαστεί καθώς είναι από τα μεγαλύτερα που έχουν χρησιμοποιηθεί ποτέ. Ήταν μια βραδιά σχεδόν τέλεια, εάν δεν υπήρχε το πρόβλημα στον ήχο της συναυλίας που δεν άφηνε να ακουστούν καθαρά οι στίχοι των τραγουδιών και οι σκόρπιες ατάκες του τραγουδιστή. Σε πείσμα του καύσωνα, ο Τζον Μπον Τζόβι επέμεινε να φορά δερμάτινο πουκάμισο σ’ ένα χορταστικό σόου δυόμιση ωρών. Σίγουρα μας έμεινε ο Ρίτσι Σαμπόρα να μοιράζει πένες στο κοινό της αρένας, ο Τζον Μπον Τζόβι να δένει μια ελληνική σημαία στη βάση του μικροφώνου του, τα λουλούδια που πετούσαν κάποιοι από το κοινό στο «Bed οf Roses» αλλά και το δυνατό, ασταμάτητο χειροκρότημα των φαν! Well done guys! s

ΣχοΛΙΑ


O

Ριχάρδος Γ΄ αποτελεί το τελευταίο έργο μιας τετραλογίας ιστορικών έργων: ολοκληρώνει ένα δραματικό χρονικό που ξεκίνησε με τον Ερρίκο Δ΄ (1ο μέρος) και συνεχίστηκε με τον Ερρίκο Δ’ (2ο μέρος) και τον Ερρίκο Δ΄ (3ο μέρος). Η τετραλογία έχει κεντρικό θέμα τον Πόλεμο των Ρόδων, τον εμφύλιο πόλεμο που ξέσπασε στην Αγγλία μεταξύ των οίκων του Γιορκ και του Λάνκαστερ από το 1455 έως το 1485 για τη διαδοχή στο θρόνο. Τα εμβλήματα των δύο οίκων, το λευκό ρόδο για το Γιορκ και το κόκκινο ρόδο για το Λάνκαστερ, έδωσαν το όνομά τους στον Πόλεμο των Ρόδων. Ο Ριχάρδος Γ’ γράφτηκε το 1591 και αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα έργα του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ. Κεντρική φιγούρα είναι ο καμπούρης και κουτσός Ριχάρδος, δούκας του Γκλόστερ, ο οποίος αναρριχάται στην εξουσία ως Ριχάρδος Γ’, σκοτώνοντας εχθρούς, συγγενείς, τη γυναίκα του και τους περισσότερους υποστηρικτές του πριν φτάσει στη μάχη του Μπόσγουορθ. Το έργο αρχίζει μ’ ένα μονόλογο, όπου ο ήρωας προλογίζει το έργο, αναλύοντας τον εαυτό του. Πρόκειται για σπάνια περίπτωση όχι μόνο στον Σαίξπηρ, αλλά και στο παγκόσμιο δραματολόγιο. Το αποκρουστικό αυτό τέρας, μ’ όλη τη φρίκη που μας προκαλεί σε κάθε του εμφάνιση, καταφέρνει να κερδίσει το θαυμασμό μας. Ο βασιλιάς Εδουάρδος Δ΄ είναι βαριά άρρωστος κι ο αδελφός του Ριχάρδος, δούκας του Γκλόστερ, εποφθαλμιά το θρόνο. Ο Ριχάρδος σχεδιάζει να στρέψει τον Εδουάρδο Δ΄ εναντίον του άλλου αδελφού τους, του Γεωργίου, δούκα του Κλάρενς, ώστε ο ίδιος να καταλάβει το θρόνο. Τελικά, ο Γεώργιος συλλαμβάνεται με την κατηγορία της εθνικής προδοσίας. Η ανηθικότητα του Ριχάρδου ξεπερνάει τα όρια, ιδίως όταν κυνηγά την Άννα, χήρα του Εδουάρδου, πρίγκιπα της Ουαλίας. Ο δούκας του Γκλόστερ, σκανδαλωδώς, δεν αφήνει καν τη νεκρώσιμη ακολουθία του Ερρίκου Στ΄ να σταθεί εμπόδιο στα σχέδιά του. Τελικά, καταφέρνει να φλερτάρει την Άννα, λέγοντάς της μάλιστα ότι σκότωσε τον άντρα της επειδή την αγαπούσε. Όταν ο βασιλιάς Εδουάρδος Δ΄ πεθαίνει, αναζωπυρώνονται οι βλέψεις του δούκα του Γκλόστερ για το θρόνο. Χωρίς ν’ αφήνει τίποτε στην τύχη, σχεδιάζει το θάνατο του αδελφού του Κλάρενς (όπως αναφέρεται συχνά ο Γεώργιος, δούκας του Κλάρενς) στον Πύργο του Λονδίνου από πνιγμό σ’ ένα βαρέλι κρασί. Έτσι, ο δούκας του Γκλόστερ θα κληθεί ν’ αναλάβει το θρόνο έως ότου ο Εδουάρδος Ε΄, γιος και διάδοχος του Εδουάρδου Δ΄, φτάσει σε ηλικία να κυβερνήσει. Ο Μπάκινγχαμ και ο Ριχάρδος Γ΄ στέλνουν τους γιους της βασίλισσας Ελισάβετ, Γκρέι και Ντόρσετ, στο κάστρο του Πόμφρετ. Η βασίλισσα Ελισάβετ κι ο γιος της Ριχάρδος (δούκας του Γιορκ) κρύβονται. Υπό το πρόσχημα της προστασίας, ο Ριχάρδος βάζει τον Εδουάρδο Ε΄ (πρίγκιπα της Ου-

ΣχοΛΙΑ

50 χρόνια κθβε. οΚ, τελικά...

O Ριχάρδος του Σαίξπηρ Με ποια αφορμή γράφτηκε ο Ριχάρδος Γ’, ποια ιστορία αφηγείται και γιατί ο κουτσός και δύσμορφος ήρωάς του είναι το απόλυτο θεατρικό φετίχ; Από την Έλια Αποστολοπούλου αλίας) και τον αδελφό του, δούκα του Γιορκ, να μείνουν στον Πύργο του Λονδίνου, όπου έχουν δολοφονηθεί ο Γκλόστερ, ο Ερρίκος Στ΄ και ο Γεώργιος. Ο Ριχάρδος Γ΄ φυλακίζει τους συγγενείς της χήρας του Εδουάρδου Ρίβερς, Βον και Γκρέι, που παραμένουν πιστοί στον Εδουάρδο και οι οποίοι τελικά αποκεφαλίζονται στο κάστρο του Πόμφρετ. Στον Πύργο του Λονδίνου, ο Ριχάρδος Γ΄ αποκεφαλίζει τον λόρδο Χέιστινγκς με την κατηγορία της εθνικής προδοσίας. Χωρίς την υπεράσπιση των λόρδων πια, ο Ριχάρδος Γ΄ βάζει τον Μπάκινγχαμ να διαδώσει φήμες ότι ο βασιλιάς Εδουάρδος Δ΄ και τα παιδιά του είναι νόθα. Ο Ριχάρδος οργανώνει να του παραδοθεί δημόσια το στέμμα, προσποιούμενος μάλιστα ότι διστάζει ν’ αναλάβει τη βασιλεία. Για να ενδυναμώσει μάλιστα τη θέση του ως βασιλιά, ο Ριχάρδος Γ΄ αποφασίζει να απαλλαχθεί από την απειλή των απογόνων του Εδουάρδου Δ΄. Όμως, ακόμα κι ο πιστός Μπάκινγχαμ δεν μπορεί να σκοτώσει δύο παιδιά. Έτσι, ο Ριχάρδος βάζει τον Τίρελ να σκοτώσει τα αγόρια. Ο Μπάκινγχαμ δεν του είναι πια πολύ χρήσιμος. Η Άννα εξαφανίζεται μυστηριωδώς, αφήνοντας ελεύθερο το πεδίο στον

Ριχάρδο να εστιάσει την προσοχή του στην Ελισάβετ, ανιψιά του και κόρη του βασιλιά Εδουάρδου Δ΄. Όμως, η Ελισάβετ σχεδιάζει να παντρευτεί τον κόμη του Ρίτσμοντ, ο οποίος οδηγεί ένα στράτευμα στη Γαλλία για να πολεμήσει τον Ριχάρδο. Μαζί του συμπράττει κι ο Μπάκινγχαμ, αλλά μια πλημμύρα προκαλεί αταξία στο στράτευμά του. Ο Μπάκινγχαμ συλλαμβάνεται και εκτελείται από τον Ριχάρδο. Στο μεταξύ, ο Ρίτσμοντ περνάει τη Μάγχη και κατευθύνεται προς το Λονδίνο. Τα δύο στρατεύματα συναντώνται κοντά στο Μπόσγουορθ. Τη νύχτα πριν τη μάχη, επισκέπτονται τον Ριχάρδο με τη μορφή φαντασμάτων όλοι όσους δολοφόνησε και προφητεύουν τον αφανισμό του. Στη μάχη, ο Ριχάρδος πέφτει απ’ το άλογό του. Μέσα στη σφαγή και στο χάος, ο Ρίτσμοντ σκοτώνει τον Ριχάρδο. Στο πεδίο της μάχης, ο Ρίτσμοντ αναγορεύεται βασιλιάς Ερρίκος Ζ΄. Με τον γάμο του Ερρίκου Ζ΄ και της Ελισάβετ (κόρης του Εδουάρδου Δ΄) η δυναστεία των βασιλέων του Γιορκ έχει πια πεθάνει και μαζί της κι ο Πόλεμος των Ρόδων. s Όλα για την παράσταση στις επόμενες σελίδες.

Τελικά, η παράσταση Μικρά Διονύσια, του ΚΘΒΕ, που είχε αναβληθεί λόγω της απεργίας των συντελεστών του θεάτρου, θα πραγματοποιηθεί στην Επίδαυρο, στις 12 και στις 13 Αυγούστου. Η παράσταση είναι μια αναδρομή στην 50χρονη ιστορία του μεγάλου Kρατικού Θεάτρου της Βόρειας Ελλάδας, μέσα από τα μάτια ενός φροντιστή θεάτρου, που τον υποδύεται ο Γιώργος Αρμένης. Ο Γιάννης Ρήγας και ο Γρηγόρης Καραντινάκης υπογράφουν από κοινού τη σκηνοθεσία ενός έργου που, στο τεύχος 25 (3/2011) της εφ, περιγραφόταν ως ενιαίο θέαμα, στο μοντέλο του αρχαίου δράματος: πάροδος, επεισόδια, χορικά. Ο Γιάννης Ρήγας δήλωνε ότι το θέατρο κοιτάζει το μέλλον με αισιοδοξία, χωρίς να παραλείπει να κοιτάζει την πραγματικότητα. Στη φωτογραφία, πολλοί από τους συντελεστές της παράστασης.

Info Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος Μικρά Διονύσια Μια αναδρομή στα 50 χρόνια του ΚΘΒΕ μέσα από τα μάτια ενός φροντιστή, του Γιώργου Αρμένη. Σκηνοθεσία: Γιάννης Ρήγας, Γρηγόρης Καραντινάκης, Κείμενα: Κώστας Γεωργουσόπουλος, Παίζουν ακόμα: Λάζαρος Γεωργακόπουλος, Γιάννης Καλατζόπουλος, Ταμίλα Κουλίεβα, Γιάννης Μαλλούχος, Φωτεινή Μπαξεβάνη, Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου, Νίκος Ψαρράς Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου 12-13 Αυγούστου, 21:00 Εισιτήρια: 50€, 40€, 25€, 15€


Info The Bridge Project, από την Bank of America Merrill Lynch Κέβιν Σπέισι Ριχάρδος Γ‘, Ουίλλιαμ Σαίξπηρ Σκηνοθεσία: Σαμ Μέντες Δύο χρόνια μετά το Χειμωνιάτικο παραμύθι, Αμερικανοί και Βρετανοί συνεργάζονται ξανά για τις ανάγκες του Ριχάρδου Γ’ αυτή τη φορά. Ο Σαμ Μέντες σκηνοθετεί τον Κέβιν Σπέισι στον πρωταγωνιστικό ρόλο και τα εισιτήρια εξαφανίζονται εν ριπή οφθαλμού. Παραγωγή: The Old Vic, BAM, Neal Street. Αποκλειστικός χορηγός: Bank of America Merrill Lynch Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου 29-31 Ιουλίου, 21:00 Εισιτήρια: 50€ (VIP), 40€ (Ζώνη Α), 30€ (Ζώνη Β), 20€ (Άνω Διάζωμα), 15€ (Φοιτητικό - Ζώνη Β), 10€ (Φοιτητικό - Άνω Διάζωμα, ΑΜΕΑ)

ο μεΓΑΛοΣ ΠΑτεΡουΛΗΣ Ο Κέβιν Σπέισι/πανταχού παρών Ριχάρδος παρακολουθεί από βίντεο γουόλ τι συμβαίνει στο βασίλειό του, την ώρα που μια ορδή τυμπανιστών σημαίνει την αυταρχικότητα ενός καθεστώτος που στηρίζεται στην επιβολή.


Ριχάρδος Γ’

Καλωσήρθατε στο αυταρχικό μου βασίλειο

© Manuel Harlan

Ένας σκοτεινός άναξ, δύσμορφος και σωματικά αδύναμος, μπορεί τα πάντα – και δεν έχει κανέναν ενδοιασμό για να τα κατακτήσει. Αν ζούσε σήμερα, θα μπορούσε να είναι διακεκριμένος δικτάτορας, ο Καντάφι ή κάποιος από τους Κιμ της Βόρειας Κορέας. Ο Ριχάρδος Γ’ του Σαίξπηρ είναι ένας δαιμονικός, σκοτεινός ρόλος, με διαρκή επικαιρότητα. Ο Σαμ Μέντες τον φέρνει στα μέτρα του σύγχρονου απαιτητικού θεατή, ο Κέβιν Σπέισι τον φορτίζει ερμηνευτικά – και το αποτέλεσμα εγγυάται η αρτιότητα των παραγωγών του Bridge Project. Θέλετε να μάθετε κι άλλα γι’ αυτή την παράσταση, τους συντελεστές της, τους σταρ της, για ό,τι έχει προηγηθεί, για τους μύθους της; Γυρίστε σελίδα.


© Alastair Muir

Δύο σκηνές από τον Ριχάρδο Γ΄του Bridge Project σε σκηνοθεσία Σαμ Μέντες. Πάνω: Ο Κέβιν Σπέισι/Ριχάρδος Γ’ και η Άνναμπελ Σόλεϊ/Lady Anne. Κάτω: Ο δύσμορφος βασιλιάς Κέβιν Σπέισι με το χορό των τυμπανιστών. Απέναντι: Κάτω αριστερά ο Σαμ Μέντες, πάνω δεξιά ο Κέβιν Σπέισι.

© Manuel Harlan

ενΑ εντυΠΩΣΙΑΚο ΘεΑμΑ


εξερευνώντας τη σκοτεινή πλευρά Ο Σαμ Μέντες και ο Κέβιν Σπέισι παίρνουν μια ανάσα από τις πρόβες για να κουβεντιάσουν για έναν εικονικό ρόλο κι ένα έργο που αντηχεί στο σήμερα.

Γιατί επιλέξατε τον Ριχάρδο Γ’ ως τελευταία παράσταση του Bridge Project; Σαμ Μέντες: Όταν συλλάβαμε την ιδέα του Bridge Project, σχεδιάζαμε εξαρχής ότι ο Κέβιν θα πρωταγωνιστούσε στην τελευταία παράσταση. Το κάστινγκ και η επιλογή έργων είναι θέμα συγχρονισμού, οπότε, για μένα, το ζήτημα ήταν να βρω ένα όχημα για τον Κέβιν. Πάντοτε πίστευα, ακόμα και πριν τον γνωρίσω, όταν τον είχα δει στους Συνήθεις υπόπτους και στο Seven, ότι πρόκειται για έναν τεχνικά ευφυέστατο ηθοποιό που είχε γεννηθεί για να παίξει τον Ριχάρδο. Είχα σκηνοθετήσει το έργο πριν 20 χρόνια, αλλά το στοιχείο που ξεκλεί-

δωσε αυτή τη φορά την απόφαση να το ξανακάνω ήταν η συμμετοχή του Κέβιν στον πρωταγωνιστικό ρόλο. Ήθελα να απελευθερώσει πάλι τη σκοτεινή πλευρά του εαυτού του. Πώς είναι να σου ζητάνε να απελευθερώσεις τη σκοτεινή πλευρά του εαυτού σου; Κέβιν Σπέισι: Γι’ αυτό το ρόλο πρέπει να πας σε μέρη που δεν θέλεις να πας, να εξετάσεις πράγματα για τα οποία έχεις μετανιώσει στη ζωή σου, να ξεθάψεις όλα τα σκατά. Έπειτα πρέπει να έχεις το θάρρος να το μοιραστείς αυτό με το κοινό, να πεις: «ορίστε, δεν έχω τίποτε να κρύψω, τίποτε να ντραπώ, αυτός είμαι, με όλα μου τα ελαττώματα». Ο Ριχάρδος είναι απίστευτος χαρακτήρας, γιατί κάνει όλα τα πράγματα που επιδιώκει και λέει ότι θα κάνει και είναι τόσο ευχαριστημένος με την έκβαση, που συνεχώς μεγαλώνει την πρόκληση. Είναι ένα δύσκολο εγχείρημα για τον ηθοποιό από κάθε άποψη. Πρόκειται για έναν απαιτητικό ρόλο σωματικά και συναισθηματικά, που προϋποθέτει δεξιότητα με τη γλώσσα και τη δέσμευση να δώσεις το 150%. Γι’ αυτό σταμάτησα το ποτό, το τσιγάρο, τα πάντα: για να αφοσιωθώ σ’ αυτό το χαρακτήρα. Καθώς εξερευνούσατε το κείμενο του Σαίξπηρ, ποιες αντηχήσεις στο σήμερα ήταν εμφανείς; Σαμ Μέντες: Όταν διαχωρίσεις τον Ριχάρδο Γ’ από τα ιστορικά θεατρικά έργα και τον βγάλεις από το ιστορικό πλαίσιο του Πολέμου των Ρόδων, στον οποίο αναφέρεται, τότε ξεπροβάλλει ως ένα έργο, όχι τόσο για τη μοναρχία και την αγγλική ιστορία, όσο για την εξουσία. Κατά μία έννοια είναι ένα από τα πρώτα σημαντικά πορτρέτα ενός σύγχρονου δικτάτορα. Είναι καταπληκτικό ότι στον 21ο αιώνα υπάρχουν ακόμα προσωπικότητες στα πρωτοσέλιδα κάθε εφημερίδας, όπως ο Καντάφι ή ο Μουμπάρακ, οι οποίοι είναι ακριβώς αυτό που περιέγραφε και ανέτεμνε ο Σαίξπηρ πριν από 400 χρόνια. Ανεβάζοντας τον Ριχάρδο Γ’ μ’ έναν διεθνή οργανισμό μπορείς να

ΘEATPO

χαλαρώσεις τους δεσμούς που τον κάνουν αμιγώς αγγλικό και γίνεται, ίσως, μ’ αυτό τον τρόπο, λίγο πιο παγκόσμιος – μια μελέτη της δικτατορίας. Με ενδιαφέρον παρατηρεί κανείς πως τέτοιες προσωπικότητες εμφανίζονται σε περιόδους χάους, με τη φήμη για σίγουρη και αμερόληπτη πληροφόρηση, υποσχόμενοι την τάξη. Όταν, όμως, κατακτήσουν την εξουσία, αποκαλύπτεται το σημείο της διαφθοράς στο οποίο έχουν φτάσει. Κέβιν Σπέισι: Αυτό που σε ξαφνιάζει πάντα με τα θεατρικά έργα που έχουν γραφτεί μια άλλη εποχή είναι η εντυπωσιακή ελαστικότητά τους. Όταν ακούς, για παράδειγμα, τον τρόπο με τον οποίο ο Σαίξπηρ καταπιάνεται με τις σχέσεις, αν και αρχικά οι λέξεις μοιάζουν ξένες, στην πραγματικότητα είναι προσιτές, τα κίνητρα είναι καθαρά και οι αντηχήσεις σύγχρονες. Αν βάλεις αυτά το λόγια σ’ ένα επίκαιρο πλαίσιο –θα μπορούσε σ’ αυτή τη θέση να είναι ο Καντάφι ή ο Μουμπάρακ– γίνεται εμφανές πόσο ο Ριχάρδος Γ’ μοιάζει μ’ αυτόν τον τύπο προσωπικότητας, με τα μέσα επικοινωνίας και την χειραγώγηση, τις συμμαχίες και τους ασήμαντους φθόνους. Είναι συναρπαστικό το πόσο γνώριμο είναι αυτό στο σύγχρονο κοινό, ακόμα κι αν δεν γνωρίζει καλά τον Σαίξπηρ. Ποια άλλα στοιχεία κάνουν το έργο ιδιαίτερο; Σαμ Μέντες: Στον Ριχάρδο Γ’ καταλαβαίνει κανείς πως ο Σαίξπηρ ήταν νέος συγγραφέας όταν έγραφε το έργο –το ολοκλήρωσε σχετικά νωρίς στην καριέρα του–, διερευνώντας τις πολλές στυλιστικές ευκαιρίες που του προσέφερε το θέατρο. Δομεί σκηνές, λοιπόν, με διαφορετικές φόρμες. Υπάρχει ένας νατουραλιστικός θάνατος κι ένας άκρως στιλιζαρισμένος θάνατος. Γράφει σχεδόν τελετουργικές σκηνές θρήνου και πολύ αστείες σκηνές πολιτικής ίντριγκας. Δεν φοβάται να ενορχηστρώσει παράφωνες σκηνές, συνδέοντας την υψηλή κωμωδία με τη βαθιά τραγωδία. Αυτό είναι ακόμα και σήμερα πολύ θαρραλέο – ένα έργο με πλήθος αισθητικών επιλογών από το

οποίο αναδεικνύεται ένα ενοποιημένο σύνολο. Κι αυτό προσδίδει στο έργο τη σύγχρονη χροιά του. Πόσο σημαντική είναι η σχέση που δομεί ο Σαίξπηρ μεταξύ του Ριχάρδου και του κοινού; Κέβιν Σπέισι: Μοναδική, γιατί ο Ριχάρδος κάνει αποκαλύψεις στο κοινό, το οποίο μετατρέπεται σε συν-συνωμότη του. Ευφυώς, ο Σαίξπηρ χρησιμοποιεί άμεσες προσφωνήσεις σε μεγάλο μέρος του έργου. Σε μια σκηνή της πέμπτης πράξης, αφού ξυπνάει από τον εφιάλτη του, αιφνιδιάζει το κοινό με την ετοιμότητά του να κάνει αποκαλύψεις. Νιώθει ίσως την ανάγκη να μοιραστεί τις εμπειρίες και τα συναισθήματά του. Είναι η πρώτη φορά που δημιουργείται η εντύπωση ότι μπορεί να έχει ηθικές αναστολές, να νιώθει ένοχος ή να μετανιώνει. Είναι συναρπαστική ανακάλυψη. Σαμ Μέντες: Ο Σαίξπηρ χρησιμοποιεί θεατρικές φόρμες που παραμένουν απίστευτα σύγχρονες – όπως η άμεση προσφώνηση. Δεν χρησιμοποιεί τόσο πολύ αυτή τη φόρμα στα άλλα ιστορικά έργα του. Ο Ριχάρδος Β’ και ο Ερρίκος Ε’ μιλάνε μόνοι τους, μ’ ένα είδος εσωτερικού μονολόγου, στο Θεό, αλλά μόνο ο Ριχάρδος Γ’ και ο Φάλσταφ περπατάνε ώς τη μέση της σκηνής, κοιτάνε το κοινό στα μάτια και λένε: «Μιλάω σ’ εσάς, σ’ εσάς που κάθεστε σ’ αυτές τις θέσεις». Ακόμα και σήμερα, παραμένει τολμηρό. s Η συνομιλία των δυο βασικών συνετελστών της παραστασης είναι μετάφραση από το πρόγραμμα του Old Vic.

[28 IουΛίου 2011] #27 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 17


KEVIN SPACeY

SPACeY ο σταρ οΠεΡΑ


ο μυΘοΣ ΠΙΣΩ ΑΠ’ το ΡοΛο

© Marcelo Sayao

Κέβιν Σπέισι. Ο Ριχάρδος του Bridge Project είναι ένας πετυχημένος ηθοποιός του Χόλιγουντ, αλλά κάθε φωτογράφος θα ένιωθε μεγάλη χαρά αν τον συναντούσε εκτός του σταρ σύστεμ, στην πραγματική ζωή. Στο στιγμιότυπο της φωτογραφίας μας, o Σπέισι είχε βρεθεί το Φεβρουάριο του 2009, στο Ρίο ντε Τζανέιρο της Βραζιλίας, να παρακολουθεί τη γιορτή του καρναβαλιού. Εκεί, υπό τους ήχους της σάμπα, χαλάρωσε, και τον συνέλαβε ο φωτογράφος.


Ο Κέβιν Σπέισι φορά την καμπούρα του Ριχάρδου Γ΄, συναντά ξανά τον σκηνοθέτη του American Beauty Σαμ Μέντες και ταξιδεύει δέκα μήνες με το διατλαντικό Bridge Project. Το βασίλειό μου για ένα εισιτήριο! Από την Έλενα Χρηστοπούλου

νΑ ΑΛΛΑΖεΙΣ ΔΙΑΡΚΩΣ Απέναντι: ο Κέβιν Σπέισι, όπως εμφανίζεται στα βίντεο γουόλ της παράστασης – αλλά και στις αφίσες της. Μετά τα Όσκαρ, την κινηματογραφική επιτυχία και το Old Vic, το ιστορικό θέατρο της Βρετανίας που διευθύνει από το 2004, ανακοίνωσε την πρόθεσή του να παραιτηθεί το 2015. «Ένα θέατρο χρειάζεται νέο καλλιτεχνικό αίμα», λέει.

Π

ρέπει να σκάψεις βαθιά γι’ αυτό το ρόλο, να πας σε μέρη που δεν θες, να διερευνήσεις όλα τα πράγματα για τα οποία έχεις μετανιώσει στη ζωή σου, να ξεθάψεις όλα τα σκατά. Και μετά πρέπει να έχεις το θάρρος να τα μοιραστείς με το κοινό, να πεις: Εδώ είμαστε, δεν έχω τίποτα να σας κρύψω, τίποτα για το οποίο να ντρέπομαι, αυτός είμαι, με όλα μου τα μειονεκτήματα.1 Για έναν ηθοποιό-σταρ, ο οποίος κρατά παροιμιωδώς κρυφή την προσωπική του ζωή, ο Κέβιν Σπέισι δεν κρύβει τίποτα όταν υποδύεται ένα χαρακτήρα στον κινηματογράφο. Όσο πιο «ελαττωματικός» δε, τόσο το καλύτερο. Τα μειονεκτήματα, οι ανθρώπινες αδυναμίες θρέφουν τον Αμερικανό ηθοποιό, κάτι που φανερώνεται από τις επιλογές του: από τον Βέρμπαλ Κιντ των Συνήθων υπόπτων, τον Τζον Ντο του Seven και τον Λέστερ Μπέρναμ του American Beauty ώς τον Λεξ Λούθορ του Σούπερμαν, τον Τζακ Έιμπραμοφ του προσεχούς Casino Jack και, φυσικά, τον Ριχάρδο Γ΄. Ο Σπέισι αναλαμβάνει όχι να αναπαραστήσει τους «κακούς» χαρακτήρες που κανείς δεν θέλει, αλλά να τους προσδώσει την ανθρωπιά που κανείς δεν τους αναγνωρίζει. Το αξιοσημείωτο είναι πως η πρόκληση δεν φαίνεται ποτέ να είναι η πρόθεσή του· αντιθέτως, ως κίνητρο ξεπροβάλλει η περιέργεια και η επιθυμία για κατανόηση, ακόμα και για ταύτιση. Θυμάται άραγε κανείς τον Κέβιν Σπέισι ως γραφικό γκάνγκστερ να κυνηγά τον Ρίτσαρντ Πράιορ και τον Τζιν Γουάιλντερ στο Δε βλέπω τίποτα, δεν ακούω τίποτα; Ή ως τον κοκαϊνομανή μπίζνεσμαν Μπομπ Σπεκ να «κολλάει» στη Μέλανι Γκρίφιθ στο Εργαζόμενο κορίτσι; Είναι τόσο άρρηκτη η σύνδεση του ονόματός του με μερικούς cult ή ιστορικούς πια ρόλους, που μοιάζει λες κι ο Κέβιν Σπέισι ήταν πάντα εκεί, και μάλιστα πάντα εκεί ψηλά. Κι όμως, ο ηθοποιός που ξεκίνησε ως πωλητής παπουτσιών άργησε ν’ αποκτήσει τη θέση του στη συνείδηση του κοινού. Λίγοι θυμούνται πως ο Σπέισι ξεκίνησε πρώτα στο θέατρο με Ίψεν, Μολιέρο και Τσέχοφ, έχοντας προηγουμένως παρατήσει τις σπουδές του στη διάσημη σχολή Juilliard για να δουλέψει. Λιγότεροι ακόμα γνωρίζουν πως παράλληλα έκανε και stand up comedy.

20 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #27 [28 ΙουΛίου 2011]

Χαρισματικός μίμος, ο Σπέισι είχε ξεκινήσει να μιμείται γνωστούς ηθοποιούς (ο Τζίμι Στούαρτ ήταν ο «πρώτος» του, τον οποίο έχουν αντικαταστήσει πλέον ο Τζακ Νίκολσον, ο Κρίστοφερ Γουόκεν κι ο Μόργκαν Φρίμαν) γιατί έκανε τη μητέρα του να γελά. Ωστόσο, πάνω στη σκηνή τα πράγματα δεν ήταν τόσο ρόδινα. «Δεν υπάρχει τίποτα πιο τρομακτικό απ’ το να κάνεις stand up. Είσαι μόνος σου πάνω στη σκηνή, δεν μπορείς καν να κρυφτείς πίσω από κάποιον άλλο ηθοποιό!», αποκάλυψε πριν μερικούς μήνες σε μια διάλεξη που είχαν οργανώσει οι New York Times. Το καθοριστικό πέρασμά του στο σινεμά το αποδίδει στον σκηνοθέτη Άλαν Τζ. Πακούλα (Όλοι οι άνθρωποι του προέδρου), ο οποίος, ενώ πήγαινε να δει τον Τομ Μπέρεντζερ να παίζει στο θεατρικό National Anthems, ανακάλυψε τον Κέβιν Σπέισι. Του άρεσε μάλιστα τόσο πολύ, που έπρεπε να δώσει μάχη για να πείσει τους παραγωγούς να δώσουν μια ευκαιρία στον άγνωστο τότε ηθοποιό. Την ίδια χρονιά, ακολουθούν τα Οικόπεδα με θέα, η εμπορική αποτυχία του Τζέιμς Φόουλι για την οποία ο Σπέισι είναι πολύ περήφανος. Του ίδιου του αρέσει να την παρομοιάζει με το Μια υπέροχη ζωή – μια επίσης αποτυχημένη στο box office ταινία, την οποία όμως οι Αμερικανοί βλέπουν πλέον ευλαβικά κάθε Χριστούγεννα στην τηλεόραση. Με παρόμοιο τρόπο, και τα Οικόπεδα έχουν αγαπηθεί από το αμερικανικό, και όχι μόνο, τηλεοπτικό κοινό.

ΣΥΛΛΕΓΟΝΤΑΣ ΒΡΑΒΕΙΑ Τα υπόλοιπα είναι πάνω-κάτω γνωστά. Το Όσκαρ Β΄ αντρικού ρόλου για τους Συνήθεις υπόπτους διαδέχεται η συμμετοχή του στο Seven – επιμελώς κρυμμένη από τους τίτλους κατόπιν προτροπής του ίδιου του Σπέισι, ο οποίος, αναγνωρίσιμος πλέον, δεν ήθελε να μειώσει τη δύναμη του έργου σε περίπτωση που το όνομά του μαρτυρούσε από την αρχή ποιος είναι ο δολοφόνος Τζον Ντο. Αν και πλέον δεν μπορεί να φανταστεί κανείς κάποιον άλλο στο ρόλο αυτό, η αλήθεια είναι πως ο Σπέισι δεν είχε καταφέρει να περάσει από την πρώτη οντισιόν για την ταινία. Μήνες μετά, και αφότου το είχε ξεχάσει, του τηλεφώνησαν από την παραγωγή για να του ανακοινώσουν πως τον προσλαμ-

το θέατρο χρειάζεται τη βοήθειά μου, όχι οι ταινίες!

βάνουν και πως ξεκινά δουλειά… την επόμενη κιόλας μέρα (εκ των έσω πληροφορία για τους φαν: όταν αποφάσισε από μόνος του να ξυρίσει το κεφάλι του για το ρόλο, το ίδιο έκανε κι ο σκηνοθέτης Ντέιβιντ Φίντσερ για να μην τον αφήσει μόνο. Με τον Ντέιβιντ Φίντσερ θα ξανασυνεργαστεί ξανά, ως παραγωγός πλέον, στο Social Network και, ως ηθοποιός, στην τηλεοπτική σειρά House of Cards που θα κυκλοφορήσει το 2012). Αν και στους κινηματογραφόφιλους έχει ήδη καθιερωθεί ως ο βασιλιάς της διαστροφής, με το American Beauty καταφέρνει να τρυπώσει στις mainstream αίθουσες ανά τον κόσμο και να κερδίσει μαζικά την εκτίμηση. «Αυτό είναι το απόγειο της μέρας μου. Ελπίζω να μην είναι όλα κατηφόρα από δω και πέρα!», αναφέρει στο λόγο του όταν δέχεται το Όσκαρ Α΄ αντρικού ρόλου, προσαρμόζοντας για την περίσταση τον εναρκτήριο μονόλογό του απ’ την ταινία. Αφιερώνει το βραβείο στον μέντορά του, Τζακ Λέμον, αλλά και «στους φίλους μου που μου δείχνουν τα κακά μου στοιχεία – ξέρω ότι το κάνουν επειδή μ’ αγαπούν. Γι’ αυτό αγαπώ κι εγώ τον Λέστερ, γιατί βλέπουμε τα ελαττώματά του αλλά, παρ’ όλα αυτά, στο τέλος τον αγαπάμε. Αυτή η ταινία είναι σημαντική γιατί κάθε ανθρώπινη πράξη όταν βγαίνει εκτός πλαισίου μπορεί να γίνει καταδικαστέα».

ΣΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ OLD VIC Η πορεία του μετά το δεύτερο Όσκαρ μπορεί να μην εκτοξεύεται (πόσο πιο ψηλά να πάει;), αλλά σε καμία περίπτωση δεν είναι κατηφόρα. Περίπου πέντε χρόνια μετά το Όσκαρ, ανακοινώνει τη νέα του θέση ως καλλιτεχνικού διευθυντή του Old Vic, του ιστορικού, αρχαιότερου εν ενεργεία θεάτρου του Λονδίνου, το οποίο είχε άμεση ανάγκη για ανανέωση του προφίλ του. «Δεν ήθελα να περάσω άλλα δέκα χρόνια στο κινηματογραφικό κύκλωμα, ήθελα να στραφώ στο θέατρο. Η αλήθεια είναι πως οι ταινίες δεν χρειάζονται τη βοήθειά μου, αλλά το θέατρο τη χρειάζεται!», δηλώνει σήμερα2. Υπό την καθοδήγηση του Σπέισι, ο θίασος έχει παρουσιάσει πάνω από 30 παραγωγές από το 2004 έως σήμερα. Τώρα, προτάσσοντας ο ίδιος καμπούρα και χολή, τα βάζει με το ιερό τέρας του Σαίξπηρ. «Όταν ακούς, για παράδειγμα, τον τρόπο με τον οποίο ο Σαίξπηρ κα-

ΘεΑτΡο


ταπιάνεται με τις σχέσεις, αν και αρχικά οι λέξεις μοιάζουν ξένες, στην πραγματικότητα είναι προσιτές, τα κίνητρα είναι καθαρά και οι αντηχήσεις σύγχρονες. Αν βάλεις αυτά το λόγια σ’ ένα επίκαιρο πλαίσιο –θα μπορούσε σ’ αυτή τη θέση να είναι ο Καντάφι ή ο Μουμπάρακ– γίνεται εμφανές πόσο ο Ριχάρδος Γ’ μοιάζει μ’ αυτόν τον τύπο προσωπικότητας, με τα μέσα επικοινωνίας και την χειραγώγηση, τις συμμαχίες και τους ασήμαντους φθόνους.».3 Στον τρίτο και τελευταίο χρόνο του Bridge Project, ο Ριχάρδος Γ΄ έρχεται για να σταθεί δίπλα στην επικαιρότητα, «γεφυρώνοντας» την Αγγλία του 15ου αιώνα με την αραβική άνοιξη. Με ανάλογο τρόπο, ο Σπέισι «γεφυρώνει» διαφορετικές ερμηνείες, παίζοντας απ’ τη μία τον Ριχάρδο Γ΄ κι απ’ την άλλη τον Τζακ Έιμπραμοφ του Casino Jack, ενός ρεπουμπλικάνου λομπίστα που φυλακίστηκε επί Μπους για απάτη και συνωμοσία κατά της κυβέρνησης. «Ακόμα πιστεύω πως η προετοιμασία και η διερεύνηση συναισθημάτων δεν είναι διαφορετική στον Σαίξπηρ απ’ όσο είναι στον Μάμετ», εξηγεί. «Η γλώσσα είναι σίγουρα μεγάλη πρόκληση. Ως ηθοποιός, δεν μπορώ να κρίνω τον χαρακτήρα, δεν τον σκέφτομαι ως κακό. Δεν είναι ενεργή λέξη, ο “κακός”. Δεν είναι κάτι που παίζεις – πρέπει να παίξεις κάποιον που στο μυαλό του δεν νιώθει πως είναι κακός. Η ηθοποιία είναι ένα από τα πιο ανθρωπιστικά επαγγέλματα. Αν είσαι σαν κι εμένα και προσεγγίζεις έναν χαρακτήρα χωρίς να τον κρίνεις, κι η δουλειά σου απαιτεί να μπεις στη θέση κάποιου άλλου, να βάλεις τα παπούτσια του, να φορέσεις τα ρούχα του, να καταλάβεις τα κίνητρά του, τότε είναι πολύ πιο δύσκολο να είσαι προκατειλημμένος στην προσωπική σου ζωή».4 Σε συνέντευξή του στην Telegraph πριν ένα μήνα, ανακοίνωσε ότι είναι αποφασισμένος να φύγει από το θέατρο το 2015, δηλώνοντας: «Είναι φανταστικό να εστιάζεις τη ζωή σου σε κάτι άλλο από την προσωπική σου καριέρα και φιλοδοξία. Το έκανα για λίγο καιρό, και με επιτυχία. Αλλά μετά αφαίρεσα τις παρωπίδες και αποφάσισα να δουλέψω για κάτι που με ξεπερνούσε. Ένα θέατρο χρειάζεται, όμως, νέο καλλιτεχνικό αίμα». Σημειώνοντας πως έχει μάθει πολλά πράγματα απ’ αυτή τη δουλειά κι έχει καταφέρει να διαχειριστεί έναν μεγάλο βρετανικό θεσμό χωρίς καμία κρατική επιδότηση, επισημαίνει πως δεν του λείπει τίποτα από την προηγούμενή του ζωή. «Αγαπώ αυτό που κάνω. Δεν λαχταρώ τίποτα άλλο». Μπορεί το Old Vic σε μερικά χρόνια να χρειάζεται έναν αντικαταστάτη για τον Κέβιν Σπέισι, αλλά προς το παρόν εμείς δεν λαχταράμε τίποτ’ άλλο απ’ τον ίδιο και τις όσες αδυναμίες του. s 1, 3

2, 4

Από διάλεξη στο πλαίσιο του Arts and Leisure Weekend, σε διοργάνωση των New York Times, TimesTalks Center, 6 Ιανουαρίου 2011.

ΘEATPO

© Robert Wilson

Από το πρόγραμμα του Old Vic για την παράσταση του Ριχάρδου Γ΄.


American Beauty (1999)

Από το «χειμώνα της δυσαρέσκειάς μας» μέχρι το «το βασίλειό μου για ένα άλογο», ο Σαίξπηρ υπήρξε γενναιόδωρος με τους μονολόγους και τις ατάκες του Ριχάρδου Γ΄ (ο δεύτερος ρόλος μετά τον Άμλετ με τόσο μεγάλο κείμενο), προσφέροντας πλούσιο υλικό στις μελλοντικές γενιές ηθοποιών. Οι μονόλογοι που ο Κέβιν Σπέισι έχει αναλάβει στον κινηματογράφο προκαλούν το ίδιο ρίγος στους φερέλπιδες διαδόχους του. Εδώ παραθέτουμε ένα μικρό μόνο δείγμα.

22 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #27 [28 ΙουΛίου 2011]

Λέστερ: Τ’ όνομά μου είναι Λέστερ Μπέρναμ. Αυτός είναι ο δρόμος μου. Αυτή είναι η γειτονιά μου. Αυτή είναι η ζωή μου. Είμαι 42 χρονών. Σε λιγότερο από ένα χρόνο, θα είμαι νεκρός. Φυσικά, δεν το γνωρίζω αυτό, ακόμα κι αν, κατά κάποιον τρόπο, είμαι ήδη νεκρός. Κοιτάξτε με πώς αυνανίζομαι ενώ κάνω ντους. Αυτό θα είναι και το απόγειο της ημέρας μου. Όλα θα είναι κατηφόρα μετά απ’ αυτό. Αυτή είναι η γυναίκα μου Κάρολιν. Βλέπετε πώς το χερούλι που έχει το κλαδευτήρι της ταιριάζει με τα παπούτσια κηπουρικής της; Δεν είναι τυχαίο. Αυτός είναι ο γείτονάς μας, ο Τζιμ, κι αυτός είναι ο εραστής του, ο Τζιμ. Πω πω, κουράζομαι μόνο που τη βλέπω. Δεν ήταν πάντα έτσι. Κάποτε ήταν ευτυχισμένη. Κάποτε ήμαστε ευτυχισμένοι. Η κόρη μου, Τζέιν. Μοναχοπαίδι. Η Τζέιν είναι μια κλασική έφηβη: θυμωμένη, ανασφαλής, μπερδεμένη. Μακάρι να μπορούσα να της πω πως όλα θα περάσουν... αλλά δεν θέλω να της πω ψέματα. Και η γυναίκα και η κόρη μου πιστεύουν πως είμαι μια τεράστια αποτυχία. Κατά κάποιο τρόπο, έχουν δίκιο.

ΘEATPO


M

O

N

O

L

O

G

U

E

S

το Βασίλειό μου για ένα άλογο

Swimming with Sharks

Se7en

(1994)

(1995)

Μπάντι Άκερμαν: Κοίτα, σε καταλαβαίνω. Ήμουν κι εγώ νέος. Ένιωθα όπως κι εσύ. Μισούσα την εξουσία. Απεχθανόμουν όλα μου τα αφεντικά, πίστευα πως ήταν όλοι ψεύτικοι. Όπως λένε: Αν δεν είσαι επαναστάτης μέχρι τα 20 σου, δεν έχεις καρδιά· αν δεν έχεις ανατρέψει το κατεστημένο μέχρι τα 30, δεν έχεις μυαλό! Δεν υπάρχει ρομάντζο, καλό τέλος στο παραμύθι. Οπότε προτού βγεις έξω για ν’ αλλάξεις τον κόσμο, πρέπει να αναρωτηθείς: Τι θες πραγματικά; Μην μου κάνεις κήρυγμα, όμως, για το τι νομίζεις πως είναι δίκαιο. Γιατί δεν είσαι και κανένας μάρτυρας. Δεν είσαι ήρωας. Είσαι απλά ένας γαμημένος υποκριτής. Είσαι σαν όλα τ’ άλλα τα κωλόπαιδα εκεί έξω, που ψάχνουν τρόπο, οποιονδήποτε τρόπο, να μπουν μέσα στο χορό, και με χρειάζεσαι. Τι νομίζεις, δηλαδή, πως μου τη χαρίσανε αυτή τη δουλειά; Το ’χω παίξει τηλεφωνήτρια, έχω πάει κι έχω φέρει τις χαζογκόμενες, έχω ανεχτεί τους τύραννους και τους φωνακλάδες. Έχω κάνει περισσότερα απ’ όσα μπορεί καν να φανταστεί το μικρό σου μυαλουδάκι. Έχω πληρώσει το χρέος μου! Γαμώτο, είναι σειρά μου να είμαι εγωιστής! Είναι σειρά μου! Αυτό είναι το πρόβλημα με τη γενιά σας, τη γενιά του MTV και του φούρνου μικροκυμάτων. Τα θέλετε όλα και τα θέλετε τώρα. Νομίζετε ότι τ’ αξίζετε απλά και μόνο επειδή τα επιθυμείτε; Ε λοιπόν δεν πάει έτσι. Πρέπει να τα κερδίσετε. Να τα πάρετε. Να τα κάνετε δικά σας. Αλλά πρώτα πρέπει ν’ αποφασίσεις τι θες πραγματικά.

Βέρμπαλ Κιντ: Υποτίθεται πως είναι Τούρκος. Άλλοι λένε πως ο πατέρας του είναι Γερμανός. Κανείς δεν πιστεύει πως είναι αληθινός. Κανείς δεν τον γνώρισε ή είδε κάποιον που να έχει δουλέψει απευθείας μαζί του. Αλλά, απ’ ό,τι λέει ο Κομπαγιάσι, οποιοσδήποτε θα μπορούσε να έχει δουλέψει για τον Σόζε. Ποτέ δεν ήξερες – αυτή ήταν η δύναμή του. Το καλύτερο κόλπο που έστησε ποτέ ο Διάβολος ήταν να πείσει τον κόσμο πως δεν υπήρχε. […] Ο Κίτον έλεγε πάντα «Δεν πιστεύω στο Θεό, αλλά τον φοβάμαι». Λοιπόν, εγώ πιστεύω στο Θεό αλλά το μόνο πράγμα που με τρομάζει είναι ο Κάιζερ Σόζε.

Τζον Ντο: Αθώοι; Αυτό το λες γι’ αστείο; Ένας παχύσαρκος άνθρωπος, ένας αηδιαστικός άνθρωπος που δεν μπορούσε σχεδόν να σταθεί στα πόδια του; Ένας άνθρωπος που, αν τον έβλεπες στο δρόμο, θα τον έδειχνες στους φίλους σου για να τον κοροϊδέψετε παρέα; Ένας άνθρωπος που αν τον έβλεπες ενόσω έτρωγες δεν θα μπορούσες να τελειώσεις το γεύμα σου; Και μετά απ’ αυτόν, διάλεξα το δικηγόρο. Κι οι δυο σας πρέπει να μ’ ευχαριστήσατε κρυφά γι’ αυτόν. Ένας άντρας που αφιέρωσε τη ζωή του στο να βγάζει χρήματα λέγοντας ψέματα με κάθε ανάσα του, για να μένουν δολοφόνοι και βιαστές έξω απ’ τη φυλακή. […] Μια γυναίκα τόσο άσχημη εσωτερικά που δεν μπορούσε καν να αντέξει να ζήσει παραπάνω αν δεν μπορούσε να γίνει όμορφη εξωτερικά. Ένας έμπορος ναρκωτικών – ένας παιδεραστής που πουλούσε ναρκωτικά, για την ακρίβεια. Και μην ξεχνάμε την πόρνη που έσπειρε ασθένειες. Μόνο σ’ έναν τόσο σκατένιο κόσμο θα μπορούσες να προσπαθήσεις να πεις πως αυτοί ήταν αθώοι άνθρωποι χωρίς να γελάσεις. Αλλά αυτή είναι η ουσία. Βλέπουμε από μια θανάσιμη αμαρτία σε κάθε γωνιά, σε κάθε σπίτι, και το ανεχόμαστε. Το ανεχόμαστε γιατί είναι κάτι συνηθισμένο. Είναι κάτι τετριμμένο. Το ανεχόμαστε πρωί, μεσημέρι, βράδυ. Ε, λοιπόν, όχι πια! Θέτω το παράδειγμα. Κι αυτό που έχω κάνει θα προβληματίσει τον κόσμο, και θα το μελετήσουν και θα το ακολουθήσουν… για πάντα. [...] Προσπάθησα να το παίξω σύζυγος. Προσπάθησα να γευτώ τη ζωή ενός απλού ανθρώπου. Δεν πέτυχε. Οπότε πήρα ένα σουβενίρ: το όμορφό της κεφάλι... Επειδή ζηλεύω τη φυσιολογική σου ζωή. Φαίνεται πως ο φθόνος είναι η δική μου αμαρτία.

Συνήθεις ύποπτοι (1995)

[28 IουΛίου 2011] #27 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 23


© Chema Moya

ΑνοΙΞΙΑτΙΚο ΠΑΡΑμυΘΙ 16 Απριλίου 2009. Ο σκηνοθέτης Σαμ Μέντες φωτογραφίζεται στη Μαδρίτη, κατά τη διάρκεια συνέντευξης όπου το Bridge Project παρουσίασε τις δύο παραστάσεις του εκείνης της χρονιάς: το Χειμωνιάτικο παραμύθι του Σαίξπηρ και το Βυσσινόκηπο του Τσέχοφ. Το πρώτο έργο παίχτηκε, την ίδια χρονιά, στην Επίδαυρο.


Σαμ μέντες

O Θείος

Σαμ

Μεταξύ Ευρώπης και Αμερικής, ο Σαμ Μέντες αποδομεί την ανθρώπινη ψυχοσύνθεση με τις ταινίες του και αντιμετωπίζει σκοτεινά τέρατα με τα θεατρικά του. Από την Έλενα Χρηστοπούλου

Σ

τον Δρόμο της επανάστασης, την τραγική ιστορία της αποσύνθεσης του έρωτα της Έιπριλ (Κέιτ Γουίνσλετ) και του Φρανκ (Λεονάρντο ντι Κάπριο), και την καλύτερη, ώς τώρα, ταινία του Σαμ Μέντες, υπάρχει μια υποτιμημένη σεκάνς που σχεδόν περνά απαρατήρητη. Προκειμένου να ανανεώσουν τη σχέση τους και να ξεφύγουν από τη μπαγιάτικη, συμβιβασμένη ζωή τους στα προάστια, το ζευγάρι, σε μια κρίσιμη στιγμή, παίρνει την απόφαση να μετακομίσει στο Παρίσι. Ως δια μαγείας, η υπόσχεση αυτή της αλλαγής διώχνει μακριά την ασφυξία τους, διαλύει τις μεταξύ τους συγκρούσεις, ανανεώνει την ερωτική τους ζωή και επαναφέρει το χαμόγελο στα πρόσωπά τους. Η σεκάνς ξεκινά με την Έιπριλ να περπατά στο δρόμο, έχοντας μόλις παραλάβει τα εισιτήρια του πλοίου και τις ταξιδιωτικές επιταγές. Περπατά με αυτοπεποίθηση, η έκφρασή της μαρτυρά μια ανεπαίσθητη ευχαρίστηση – χωρίς να γίνεται σαφής, η κυρίαρχη αίσθηση που μεταδίδει είναι ενός ανθρώπου που έχει φτερά στα πόδια. Ταυτόχρονα, ο Φρανκ κάθεται στην κουπαστή μιας σκάλας του μετρό, καθώς κύματα εργαζομένων τον προσπερνούν. Εκείνος αγναντεύει, αιωρούμενος πάνω απ’ την κίνηση που τον περιτριγυρίζει, πανευτυχής μέσα στη γνώση πως σύντομα δε θα είναι ένας απ’ αυτούς – άλλωστε, ποτέ δεν ήταν πραγματικά ένας απ’ αυτούς. Η ταινία δεν κέρδισε κανένα Όσκαρ (προκαλώντας την οργή της Κέιτ Γουίνσλετ εναντίον των αδελφών Γουάινστιν που της είχαν υποσχεθεί ότι θα προωθούσαν την ταινία του τότε συζύγου της την επόμενη χρονιά, για να μη συγκρουστεί με τα Σφραγισμένα χείλη – τα οποία βέβαια της χάρισαν το Όσκαρ Α’ γυναικείου ρόλου). Τα δύο αυτά στιγμιότυπα ενδεχομένως να μην καταλήξουν καν στο πάνθεον των καλύτερων κινηματογραφικών στιγμών. Αλλά μαρτυρούν κάτι σημαντικό για τον ίδιο τον Σαμ Μέντες. Πολλοί, είτε καλοπροαίρετα είτε κακοπροαίρετα, παρατηρούν ή απορούν για το πώς ένας Βρετανός σκηνοθέτης κάνει


1 ταινίες για την αμερικανική εμπειρία. Η αλήθεια είναι ότι το μόνο που συνδέει τις τόσο διαφορετικές μεταξύ τους ταινίες του είναι ότι εστιάζουν σε Αμερικανούς πρωταγωνιστές. Πρόκειται όμως για μια μάλλον εύκολη ανάγνωση της πολυδιάστατης δουλειάς ενός πολυδιάστατου ανθρώπου. Όπως ο αγαπημένος του ηθοποιός και πρωταγωνιστής στον Ριχάρδο Γ’, Κέβιν Σπέισι, φωτίζει την ανθρώπινη πλευρά «κακών» χαρακτήρων, έτσι κι ο Σαμ Μέντες φροντίζει πάντα ν’ αναδεικνύει κάτι γλυκό στους χαρακτήρες των ταινιών του, να τους προσφέρει ένα διάλειμμα που θα τους επιτρέψει να μαλακώσουν, που θα τους κάνει, έστω για λίγο, αγαπητούς και προσιτούς μέσα στην προσωρινή ανάτασή τους. Κι αυτό, ένα διόλου εύκολο επίτευγμα, δεν περιορίζεται ούτε σε γεωγραφικά ούτε σε χρονικά πλαίσια. Ο Σαμ Μέντες ξεκίνησε μνημειωδώς την καριέρα του, σκηνοθετώντας στα 24 μόλις χρόνια του τη Τζούντι Ντεντς (της οποίας η ερμηνεία δέχτηκε διθυραμβικές κριτικές) στο Βυσσινόκηπο (θέατρο Aldwych, 1989). Ακολούθησε ένα πέρασμα από το Shakespeare Theatre Company, και, το 1992, ανέλαβε το Donmar Warehouse, κάνοντας ένα θεαματικό και ριψοκίνδυνο άνοιγμα με το, αποτυχημένο στην Αμερική, Assassins. Ένα από τα highlights της θεατρικής του καριέρας αποτελεί η διασκευή –και αναβίωση– του μιούζικαλ Καμπαρέ (1994) με τον Άλαν Κάμινγκ και τη Νατάσα Ρίτσαρντσον, το οποίο πέρασε στο Μπρόντγουεϊ και χάρισε και στους δύο πρωταγωνιστές το βραβείο Τόνι, καθώς και το Blue Room (1998), όπου έκανε καρδιές –και όχι

μόνο– να σκιρτήσουν με τη στιγμιαία γυμνή εμφάνιση της Νικόλ Κίντμαν (ο ίδιος το έχει παρομοιάσει με το Άλιεν του Ρίντλεϊ Σκοτ, ενώ η Telegraph το περιέγραψε ως «γνήσιο θεατρικό βιάγκρα»!). Υποτίθεται πως λόγω της ερμηνείας της αυτής τη διάλεξαν οι Μπαζ Λούρμαν και Στίβεν Ντόλντρι για το Μουλέν Ρουζ και τις Ώρες αντίστοιχα. Ο ίδιος ο Μέντες έχει κερδίσει το βραβείο Λόρενς Ολίβιε για τις παραγωγές Γυάλινος κόσμος και Company το 1996, και Η δωδεκάτη νύχτα και Ο θείος Βάνια το 2003. Με την αυτοπεποίθηση της θεατρικής προϋπηρεσίας του, ο Μέντες περνά με φόρα στο σινεμά το 1999 με το, προς μεγάλη έκπληξη του ιδίου, πολυβραβευμένο ντεμπούτο του American Beauty, για το οποίο κέρδισε το Όσκαρ σκηνοθεσίας (η ταινία κέρδισε άλλα 4 Όσκαρ, ανάμεσά τους και αυτό του σεναρίου και της καλύτερης ταινίας). Κατά πολλούς υπερτιμημένο, σε σχέση ιδίως με τα επόμενα έργα του, το American Beauty αν μη τι άλλο προανήγγειλε, όχι τόσο μια κυρίαρχη θεματική που θα διέτρεχε στη συνέχεια το έργο του Βρετανού, αλλά την αδιαμφισβήτητη προσέγγισή του: όλοι είμαστε συνήθως τρύπιοι και ενίοτε υποκριτές, αλλά πάντοτε πληγωμένοι. Μια σαφώς όχι και τόσο πρωτότυπη διαπίστωση, η οποία, όμως, μεταφέρεται με μεγάλη δύναμη και προσοχή στην οθόνη – και η επανάληψη της οποίας, κακά τα ψέματα, δεν πλησιάζει ποτέ τον κορεσμό. Ο Μέντες ξέρει και φροντίζει να συλλαμβάνει με το φακό του εκείνη τη στιγμή, τη φευγαλέα ή μη, που το συναίσθημα θα βρει τη διέξοδό του, θα απο-

52 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #27 [28 ΙουΛίου 2011]

2

κτήσει υπόσταση και θα τοποθετήσει το χαρακτήρα σ’ ένα στάδιο προ ή εκτός τραύματος – την τόσο αφοπλιστική αυτή στιγμή που γραπώνει το θεατή χωρίς η

ίδια/ο ίδιος να το έχει καταλάβει. Από τον αντιπαθέστατο μέσα στη βολεμένη επανάστασή του Λέστερ Μπέρναμ του American Beauty και τον άτεγκτο γκάν-

ΘεΑτΡο


οΙ τΑΙνΙεΣ του ΣΑμ μεντεΣ

3

1. Ο Τομ Χανκς στην ταινία του Σαμ Μέντες Ο δρόμος της απώλειας (2002). 2. Jarhead, μια ταινία, το στόρι της οποίας ξεδιπλώνεται στον Κόλπο, στη διάρκεια του πολέμου (2005). 3. H Kέιτ Γουίνσλετ και ο Λεονάρντο ντι Κάπριο στο Δρόμο της επανάστασης (2008). 4. O Σαμ Μέντες στα γυρίσματα της ταινίας του Jarhead δίνει οδηγίες στους ηθοποιούς του, τον Τζέικ Τζίλενχαλ και τον Μπράιαν Γκέρατι.

4

γκστερ Μάικλ Σάλιβαν με το γλυκό πατρικό ένστικτο στο Δρόμο της απώλειας έως τον πολεμοχαρή Άντονι Σουόφορντ του Jarhead και τον δειλό Φρανκ Γουίλερ

ΘEATPO

του Δρόμου της επανάστασης, ο Μέντες αγαπά τα παιδιά του, κι ας υπάρχουν φορές που θέλει να τα δείρει. Γι’ αυτό άλλωστε τον αγαπούν τόσο οι

ηθοποιοί του. Ως αποτέλεσμα, απ’ τη μια, της θεατρικής του εμπειρίας, ο Μέντες τους δίνει χώρο και χρόνο, τους αφήνει και τους προτρέπει να ψάξουν το ρόλο προτού σταθούν μπροστά στις κάμερες. Είναι μάλιστα παροιμιώδης η έκπληξη των χολιγουντιανών ηθοποιών για το πόσο διαρκούν οι πρόβες για ταινία του Σαμ Μέντες – συνήθως λίγες εβδομάδες (ο Ντι Κάπριο είχε παραδεχτεί πως ποτέ δεν είχε ξανακάνει τόση δουλειά εκτός κάμερας για ταινία). Ως επαγγελματική άποψη, απ’ την άλλη, παραμένει πάντα

πιστός στο σενάριο και δεν θέλει να μπαίνει ανάμεσα στους ηθοποιούς και το κείμενο ή το κοινό τους. Ο πνευματώδης σκηνοθέτης, πάντως, είναι ακούραστος. Αφότου γύρισε πέρσι το διαφημιστικό του iPhone 4 για λογαριασμό της Apple, πρόκειται να περάσει τώρα σε καινούργια κινηματογραφική περιπέτεια με τη σκηνοθεσία του Bond 23, στην οποία ήδη έχει επιβεβαιωθεί η συμμετοχή του Ντάνιελ Κρεγκ (φυσικά), του Ρέιφ Φάινς και του Χαβιέρ Μπαρδέμ. s

[28 IουΛίου 2011] #27 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 27


O Θείος

Λάρι Ο Λόρενς Ολίβιε (σερ Λάρι, τον φώναζαν) ενσάρκωσε με το Old Vic τον Ριχάρδο Γ’ το 1944 στο Λονδίνο, γνωρίζοντας τεράστια επιτυχία. Έντεκα χρόνια αργότερα, υπέγραψε σκηνοθετικά την κινηματογραφική μεταφορά του θεατρικού έργου με τον ίδιο στον πρωταγωνιστικό ρόλο. Η ταινία δεν ενθουσίασε τους κριτικούς, αλλά ο Λόρενς Ολίβιε ήταν υποψήφιος για Όσκαρ A’ ανδρικού ρόλου. Και το 1966, όταν η ταινία επαναπροβλήθηκε, έσπασε τα ταμεία σε πολλές πόλεις, θεωρήθηκε μάλιστα μία από τις καλύτερες κινηματογραφικές μεταφορές έργου του Σαίξπηρ. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, ο Σαλβαδόρ Νταλί έκανε το πορτρέτο του Ολίβιε ως Ριχάρδου Γ’. Ο πίνακας ήταν ένας από τους αγαπημένους του Ολίβιε, έως ότου αναγκάστηκε να τον πουλήσει για να πληρώσει τα δίδακτρα του σχολείου των παιδιών του. Η ερμηνεία του Ολίβιε έκανε μάλιστα τον Πίτερ Σέλερς να ερμηνεύσει το «A Hard Day’s Night» των Beatles μιμούμενος τον Ριχάρδο Γ’ του Λόρενς Ολίβιε.

ΣεΡ ΡΙχΑΡΔοΣ Στην κορυφή: Ο Λόρενς Ολίβιε/Ριχάρδος, όπως τον ζωγράφισε ο Σαλβαδόρ Νταλί, εμπνεόμενος από την περσόνα του σαιξπηρικού ήρωα που ενσάρκωσε στο θέατρο και στον κινηματογράφο (από όπου και οι δύο φωτογραφίες πάνω). Ο Ολίβιε, πάντως, κάποια στιγμή πούλησε τον πίνακα τον οποίο του είχε χαρίσει ο Iσπανός ζωγράφος για να πληρώσει τα δίδακτρα του σχολείου των παιδιών του. Αριστερά, ο Πίτερ Σέλερς υποδύεται τον Λόρενς Ολίβιε να υποδύεται τον Ριχάρδο, σε μια αριστουργηματική παρωδία.

28 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #27 [28 ΙουΛίου 2011]

ΘEATPO


Charles Spencer «Λαμπρή επίδειξη»

Michael Billington «Άγρια ενέργεια»

The Telegraph Ο Σπέισι μας παρουσιάζει μια εκδοχή του Ριχάρδου που συχνά ηλεκτρίζει το κοινό και που προσδιορίζει ευφυέστατα τις δύο δυνάμεις που ωθούν το «δηλητηριώδες, καμπούρικο βατράχι» – την άκαρδη φιλοδοξία και τη βαθιά αποστροφή που νιώθει ο Ριχάρδος για τον εαυτό του. Ωστόσο, όσο κι αν σε καθηλώνει, δεν νιώθεις ποτέ –όπως με άλλους, πραγματικά μεγάλους Ριχάρδους Γ΄– ότι ο Σπέισι αποκαλύπτει κάτι σκοτεινό κι επικίνδυνο που έχει ανακαλύψει μέσα του. Ερμηνεύει με μια λαμπρή επίδειξη της υποκριτικής του τεχνικής, αλλά ποτέ δεν ξεχνάς ότι κάθε του κίνηση είναι υπολογισμένη με πονηριά. Αν και η παραγωγή του Μέντες με την αγγλοαμερικανική εταιρεία Bridge Project έχει ροή και σαφήνεια, δεν διαθέτει την εντυπωσιακή εφευρετικότητα και τη γεμάτη ανησυχία ονειρική ατμόσφαιρα της παραγωγής του Έντουαρντ Χολ, που τώρα ανεβαίνει στο Hampstead. Όπως και ο αρχιτεκτονικός σχεδιασμός του Τομ Πάιπερ, με τους τοίχους και τις πόρτες που υποχωρούν, η προσέγγιση του Μέντες δείχνει κάπως επιφανειακή και επιτηδευμένη, αφήνοντας ελάχιστα περιθώρια στο κοινό ν’ αξιοποιήσει τη φαντασία του. Το έργο των σχεδόν τρεισήμισι ωρών θα επωφελείτο σε μεγάλο βαθμό από την αφαίρεση σκηνών.

The Guardian O Σπέισι δεν ανατρέπει ριζικά την εκδοχή του Ριχάρδου που λάνσαρε ο Ολίβιε, ως ενός σατανικού πλακατζή. Αυτό που μας προσφέρει είναι μια δική του λεπτή παραλλαγή του ρόλου: έναν Ριχάρδο, στον οποίο το ενστικτώδες κωμικό μπρίο συνδυάζεται με τη λαγνεία για εξουσία, προερχόμενη από ένα άσβεστο μίσος για τον ίδιο του τον εαυτό. Η στιγμή που ξεχώρισα είναι αυτή της ενθρόνισης του Ριχάρδου κατά την έναρξη της δεύτερης πράξης. Η ματιά του Σπέισι αντανακλά τη στιγμιαία αγαλλίαση της απόλυτης εξουσίας, που την επόμενη στιγμή μετατρέπεται σε ανήσυχη ανασφάλεια. Αυτό που είναι εντυπωσιακό στον Σπέισι είναι ότι ενσαρκώνει το ρόλο με κάθε ίνα της ύπαρξής του. Η φωνή του έχει αποκτήσει μια πιο τραχιά, πιο σκοτεινή απόχρωση. Με το αριστερό του πόδι εγκλωβισμένο σε δαγκάνες νάρθηκα, σφύζει από άγρια ενέργεια πάνω στη σκηνή.

The Art Desk «Είναι αρκετά επικίνδυνος;» αναρωτιέται ο Γούντολ για τον Ριχάρδο του Σπέισι. Σε μια αποκαλυπτική στιγμή μιας συνέντευξης τύπου, ο Σπέισι δήλωσε ότι «σταμάτησα να πίνω, να καπνίζω, έκοψα τα πάντα για να αφιερωθώ πλήρως σ’ αυτό το χαρακτήρα». Θα προτιμούσα να μην τα είχε κάνει όλα αυτά. Εάν υπάρχει κάτι που λείπει απ’ το παίξιμό του, είναι αυτή η παρακμή, ο ιδρώτας της διαφθοράς και της ηθικής αποσύνθεσης. Από τη στιγμή που εκφωνεί την πρώτη του ομιλία, σε μια καρέκλα, μετά από μια γιορτή, μ’ ένα χάρτινο στέμμα στο κεφάλι, προσφέρει στο ρόλο σωματική και ψυχική πληρότητα, και μας κάνει να παρακολουθούμε και ν’ ακούμε γοητευμένοι – με τα περισσότερα ίχνη της αμερικανικής προφοράς του να έχουν χαθεί. Το ότι ο Σπέισι απολαμβάνει το ρόλο του είναι προφανές, γεγονός που μας κερδίζει απ’ την αρχή, σε μια παραγωγή με κινηματογραφική ευρηματικότητα. Απλά να είστε προετοιμασμένοι για κάποιες αναπόφευκτες περιόδους ανίας, που δεν είναι ακριβώς λάθος του Μέντες. Ο ίδιος βρήκε το Ριχάρδο του και πιθανότατα δεν θα τον αναζητήσει ξανά.

ΘEATPO

Paul Taylor «Χιουμοριστικές πινελιές» The Independent Έχουν υπάρξει πολύ πιο τρομακτικές και χαρισματικές απεικονίσεις του Ριχάρδου Γ΄. Αλλά η ερμηνεία του Σπέισι συνδυάζει το ενστικτώδες, επιβλητικό κύρος με υπέροχες, χιουμοριστικές πινελιές… Υπάρχουν φορές που αυτός ο Ριχάρδος μοιάζει με σατανικό ξάδελφο του Βίνσεντ Πράις, με τα φρύδια του που ανασηκώνονται κωμικά, με τα περιφρονητικά τινάγματα των χεριών του και τις πανούργα ανατρεπτικές παύσεις του…

Quentin Letts «Όλα με ψυχραιμία» Daily Μail Με τον κ. Σπέισι στο ρόλο του Ριχάρδου Γ΄, όλα γίνονται με ψυχραιμία. Ο ίδιος είναι υπέροχος ερμηνευτής. Αλλά πού βρίσκεται η μοναδική, σκληρή τρέλα του Ριχάρδου μέσα σ’ αυτή την κομμένη και ραμμένη στα μέτρα του Σπέισι υποκριτική μανιέρα; Έπιασα τον εαυτό μου ν’ αναρωτιέται αν η αυτοεκτίμησή του ήταν εμπόδιο – μια επικάλυψη από σαρκασμό και επιδεικτικότητα. Ο Μέντες επιδεινώνει το πρόβλημα εισάγοντας ένα τεράστιο κοντινό πλάνο του Σπέισι όταν ο Ριχάρδος έχει σχεδόν κατακτήσει το θρόνο. Ο ίδιος ο Ριχάρδος δεν είναι στη σκηνή εκείνη τη στιγμή. Υπάρχει μόνο μια μεγάλη οθόνη γεμάτη από Σπέισι. Είναι υπερβολικό. Οι γκριμάτσες του προκαλούν πολύ γέλιο. Το κοινό χαχανίζει ακόμη κι όταν ο Ριχάρδος καταδικάζει τους νέους άρχοντες σε θάνατο, στον Πύργο του Λονδίνου, λέγοντας, «Θέλω τα καθάρματα νεκρά». Η συγκεκριμένη ατάκα θα ’πρεπε να μας παγώσει το αίμα. Αντ’ αυτού, προκάλεσε γέλια!

© Manuel Harlan

James Woodall «Λίγη παρακμή ακόμα...»

ΠοΛυΠΡοΣΩΠο εΡΓο Ο Άντριου Λονγκ και η Χάιντν Γκουέιν σε μια ακόμα σκηνή από τον Ριχάρδο Γ’ σε σκηνοθεσία Σαμ Μέντες. Το έργο είναι από τα πλέον πολυπρόσωπα του Σαίξπηρ και δεν έχουν γίνει, όπως εκτεταμένα συνηθίζεται, περικοπές σκηνών.

Κριτικοί: το ιερατείο των φαρμακόγλωσσων Τι έγραψαν οι κριτικές του βρετανικού Τύπου για τον Ριχάρδο του Bridge Project και του Κέβιν Σπέισι; Στην πραγματικότητα, και παρά ορισμένες αντιρρήσεις ως προς την ανάγνωση, σχεδόν όλοι οι έγκυροι κριτικοί συμφωνούν: η ερμηνεία του καθηλώνει. Επιμέλεια: Μαρία Σιδηροπούλου

[28 IουΛίου 2011] #27 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 29


τι ζητούσατε

στο εκδοτήριο; Ένα καυτό μεσημέρι του Ιουλίου στηθήκαμε στο εκδοτήριο του Φεστιβάλ. Πολύς κόσμος περίμενε να ψωνίσει εισιτήριο για την Επίδαυρο. Τι περιμένουν να δουν; Από τη Μαρία Σιδηροπούλου Φωτογραφίες: Βασίλης Μαθιουδάκης

Η

8η Ιουλίου, η πρώτη μέρα που θα είχε τη δυνατότητα το κοινό να προμηθευτεί εισιτήρια για τον Ριχάρδο Γ΄, έμελλε να ξαφνιάσει μέχρι και τους συντελεστές του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου. Μέσα σε 14 ώρες από την έναρξη της προπώλησης, πουλήθηκαν περισσότερα από 10.000 εισιτήρια, τα περισσότερα από τα οποία εξαφανίστηκαν μέσα στην πρώτη ώρα, 00:01-1:00! Τα εισιτήρια χάνονταν ένα ένα, και μαζί μ’ αυτά χάνονταν και οι ελπίδες πολλών θεατών που μπορεί να μη διέθεταν πιστωτική, Ίντερνετ, τηλέφωνο ή και κουράγιο να τρέξουν μέχρι το κέντρο της Αθήνας μες στη ζέστη για να προμηθευτούν το πολυπόθητο χαρτάκι. Το γεγονός αυτό οδήγησε το Φεστιβάλ (αφού εξασφάλισε τη συναίνεση του οργανισμού Bridge Project και, βέβαια, των συντελεστών) να προγραμματίσει και τρίτη παράσταση, για τις 31 Ιουλίου, ημέρα Κυριακή. Έτσι, ξεκίνησε και δεύτερη προπώληση στις 12 Ιουλίου. Οι επίδοξοι θεατές συγκεντρώθηκαν και πάλι από το πρωί, ανακουφισμένοι που θα είχαν τελικά τη δυνατότητα να παρακολουθήσουν τον Σπέισι να παίζει Σαίξπηρ. Δεν είναι μόνο ο μύθος των σταρ που τους κίνησε το ενδιαφέρον. Το ελληνικό κοινό είχε την ευκαιρία να δει την προσέγγιση του Μέντες στον Σαίξπηρ και το 2009, όταν στην Επίδαυρο παρουσιάστηκε το Χειμωνιάτικο

παραμύθι, που και τότε είχε κινηματογραφικό σταρ, τον Ίθαν Χοκ. Η έλευση ενός σταρ είναι, πάντως, κίνητρο για μεγάλο μέρος του κόσμου – κι είναι ευνόητο το γιατί. Ιδίως μάλιστα όταν ο σταρ είναι ο Κέβιν Σπέισι, ένας ηθοποιός που έχει αποδείξει ότι αξίζει να κοπούν εισιτήρια και μόνο στ’ όνομά του. Γι’ αυτούς τους λόγους, κυρίως, έξω από το εκδοτήριο του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου στη Στοά Πεσμαζόγλου, ανάμεσα Σταδίου και Πανεπιστημίου, ο ενθουσιασμός ήταν έκδηλος. Ένα θερμό μεσημέρι συναντήσαμε ορισμένα από τα πρόσωπα που περίμεναν υπομονετικά στη σειρά να πάρουν εισιτήριο. Τι τους έκανε να σπεύσουν; Η Νατάσσα Γιαννακοπούλου, φοιτήτρια Αγγλικής Φιλολογίας, μας λέει: «Μόλις έμαθα για το Ριχάρδο Γ΄, έσπευσα να προμηθευτώ το πολυπόθητο εισιτήριο. Φυσικά σ’ αυτό συνέβαλε και ο Κέβιν Σπέισι. Είμαι μεγάλη φαν και του ηθοποιού αλλά και των έργων του Σαίξπηρ». «Το Φεστιβάλ κάνει ανοίγματα και προσκαλεί τα τελευταία χρόνια γνωστούς ηθοποιούς, σκηνοθέτες και παραγωγές από το εξωτερικό. Αυτές οι κινήσεις αποδεικνύουν πως ο θεσμός δοκιμάζει και εξελίσσεται», δηλώνει η Σοφία Πολυχρονοπούλου που μόλις βγήκε απ’ το εκδοτήριο. «Αγόρασα το εισιτήριο γιατί ήξερα ότι θα δω κάτι διαφορετικό», μας λέει χαμογελώντας κι ο Δημήτρης. Ε, ψιτ, μη βιάζεσαι, πες μας και το επώνυμό σου. Δεν τον προλάβαμε. Έγινε αέρας. Μα γιατί είναι όλοι τόσο βιαστικοί; s

32 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #27 [28 ΙουΛίου 2011]

Σοφία Πολυχρονοπούλου: Είναι ωραίο που το Φεστιβάλ κάνει ανοίγματα και προσκαλεί γνωστούς ηθοποιούς, σκηνοθέτες και παραγωγές από το εξωτερικό. Ο θεσμός δοκιμάζει και εξελίσσεται.

Χριστίνα Χατζηπαναγιώτου Είμαι μεγάλη φαν του Κέβιν Σπέισι και θεωρώ τύχη να τον δω στην Επίδαυρο.


Mαρία Είμαστε μακριά από εκεί που συμβαίνει. Αλλά δεν θα έχανα την ευκαιρία να δω μια παράσταση για την οποία στη Βρετανία παραληρούν, κοινό και κριτικοί.

Νατάσσα Γιαννακοπούλου Είμαι φοιτήτρια Αγγλικής Φιλολογίας. Ο Σαίξπηρ με γοητεύει, πώς να το κάνουμε; Κι όταν παίζει κι ο Κέβιν Σπέισι...

Δημήτρης Παραστάσεις όπως ο Ριχάρδος Γ΄, δίνουν μια ιδιαίτερη νότα στο Φεστιβάλ. Ξέρω ότι θα δω μια σπουδαία παράσταση.

Ντίνα και Παναγιώτης Μαρής Ήταν δύσκολο να βρούμε εισιτήρια. Αλλά για το Bridge Project, αξίζει να περιμένεις λίγο στην ουρά. Θυμόμαστε και πρόπερσι το Χειμωνιάτικο παραμύθι....


«εΙμΑΣτε ΑΠομονΩμενοΙ» Στην Ελλάδα είμαστε μακριά από ό,τι συμβαίνει στη διεθνή σκηνή. Aν δεν υπήρχε το Φεστιβαλ Αθηνών δεν θα ξέραμε καν τι συμβαίνει εκεί έξω ή θα χρειαζόμασταν πολλά χρήματα για ταξίδια και καλλιτεχνική ενημέρωση. Η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη περιγράφει τους λόγους της θεατρικής μας εσωστρέφειας – που είναι υποσύνολο μιας ευρύτερης εθνικής εσωστρέφειας.

Σ Η Λ Κ Α Ρ H όμενος μαιν


Καρυοφυλλιά Καραμπέτη

Info Εθνικό Θέατρο - Μιχαήλ Μαρμαρινός Ηρακλής μαινόμενος του Ευριπίδη Ένα από τα λιγότερο γνωστά έργα του Ευριπίδη, τον Ηρακλή μαινόμενο επιλέγει να παρουσιάσει ο Μιχαήλ Μαρμαρινός φέτος στην Επίδαυρο. Η Ήρα σπρώχνει τον Ηρακλή να σκοτώσει τη γυναίκα του Μεγάρα και τα παιδιά του. Όταν συνέρχεται, συνειδητοποιεί τις πράξεις του και ετοιμάζεται να δώσει τέλος στη ζωή του. Παίζουν: Νίκος Καραθάνος, Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, Μηνάς Χατζησάββας, Θοδωρής Αθερίδης, Γιάννης Βογιατζής, Στεφανία Γουλιώτη, Θεοδώρα Τζήμου, Γιώργος Γάλλος, Χάρης Τσιτσάκης, Γιώργος Μπινιάρης, Γιώργος Ζιόβας, Αργύρης Πανταζάρας, Γιάννης Παπαδόπουλος, Προκόπης Αγαθοκλέους, Αλέξανδρος Μαυρόπουλος, Κώστας Κοράκης, Kωνσταντίνος Ασπιώτης, Γιούλα Μπούνταλη, Δημήτρης Μακαλιάς, Ντένης Μακρής Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου 5-6 Αυγούστου, 21:00 Εισιτήρια: 50€, 45€, 25€, 15€ (Άνω Διάζωμα, Φοιτητικό, ΑΜΕΑ)

ποτέ δεν

αισθάνθηκα ότι έφτασα κάπου

Η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη δεν υποτιμά την καριέρα της. Απλώς γνωρίζει ότι οι δάφνες δεν είναι και το καλύτερο μέρος για ν’ αναπαυθεί ένας ηθοποιός. Αν έπρεπε, ακολουθώντας τα χνάρια της Μεγάρας, της ηρωίδας που υποδύεται στον Ηρακλή μαινόμενο, να κάνει μια θυσία για κάτι που την ξεπερνάει, μάλλον θα θυσίαζε ανέσεις, χρήμα, φιλαρέσκεια για την τέχνη της. Γι’ αυτήν είναι λόγος ύπαρξης. Γι’ αυτό και την ενδιαφέρει να συνεχίζει, να αναζητά και να διεκδικεί... Από τον Νικόλα Ζώη Φωτογραφίες: Βασίλης Μαθιουδάκης

[28 IουΛίου 2011] #27 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 33


Γ

ια να μην πάθουν κακό οι πολίτες της Θήβας, η Μεγάρα, σύζυγος του Ηρακλή, προτιμάει να θυσιαστεί η ίδια. Προκειμένου ν’ ανέβει μια παράσταση χωρίς απρόοπτα, η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη επιλέγει να κάνει τη δουλειά της μέχρι τελικής πτώσεως. Η βασιλική καταγωγή της κόρης του Κρέοντα την έχει προικίσει με ήθος που δεν της επιτρέπει συμβιβασμούς. Τέκνο αγροτικής οικογένειας, η γνωστή ηθοποιός έχει αρνηθεί δουλειές ακόμα κι όταν είχε ανάγκη τα χρήματα. Η ηρωίδα του Ευριπίδη βρήκε το θάνατο από το χέρι του άντρα της, οπλισμένο από ένθεη μανία, αλλά η ηρωίδα πολλών παραστάσεων, ταινιών και σειρών, απρόθυμη να παντρευτεί, δεν κινδυνεύει από κάτι αντίστοιχο. Οι αυθαίρετες συγκρίσεις μεταξύ των δύο γυναικών θα μπορούσαν να συνεχιστούν για πολύ ακόμα. Κάποιος θα μπορούσε να προχωρήσει σε μεταξύ τους χαρακτηρολογικές ταυτίσεις ή σε μέτρηση αποστάσεων. Ευτυχώς που, μιλώντας για ένα μυθικό πρόσωπο απ’ τη μια, και για μια ψημένη στην αρχαία τραγωδία ηθοποιό απ’ την άλλη, λίγα από τα παραπάνω μπορούν να οδηγήσουν σε κάποιο φυσιογνωμικό ή θεατρικό αδιέξοδο. Κι ακόμα περισσότερο ευτυχώς που οι δύο γυναίκες έχουν την ευκαιρία να εκτεθούν στην κρίση θεών και ανθρώπων όχι μέσα από γνώμες τρίτων, αλλά με τον καλύτερο τρόπο που η κάθε μία διαθέτει. Η Μεγάρα μέσα από το έργο του Ευριπίδη που ανεβαίνει στην Επίδαυρο στις 5 και 6 Αυγούστου, και η Καρυοφυλλιά Καραμπέτη με τη μέχρι τώρα δουλειά της και με μια συνέντευξη στην οποία μιλάει για το ρόλο της στον Ηρακλή μαινόμενο του Μιχαήλ Μαρμαρινού, την αγωνία του να εμφανίζεται σ’ ένα θέατρο-πεδίο συχνών αντιπαραθέσεων, αλλά και για την επιλογή της ν’ αφοσιωθεί όχι στην πυρηνική, αλλά στη θεατρική οικογένεια.

Έχετε ερμηνεύσει τεράστια γκάμα γυναικείων ρόλων. Στη Μεγάρα ποιο ήταν το απρόσμενο, το αναπάντεχο στοιχείο που σας προκάλεσε περισσότερο; Ευτυχώς που ο φόνος της Μεγάρας και των παιδιών συμβαίνει στα παρασκήνια, όπου συνήθως χτυπάει η μοίρα στην αρχαία ελληνική τραγωδία. Αυτό θα ήταν το δυσκολότερο σημείο του ρόλου. Έτσι, όμως, όπως είναι γραμμένο το έργο κι έτσι όπως ο Μιχαήλ Μαρμαρινός καθοδηγεί το ρόλο, η δυσκολία βρίσκεται στον κώδικα υποκριτικής που απαιτείται. Η επική αφήγηση που χρησιμοποιεί την αφαίρεση στην κίνηση των ηθοποιών, διατηρεί μόνο στο λόγο ψηφίδες ωμού ρεαλισμού. Στο θρήνο της, όμως, όπου η Μεγάρα μιλάει για τη διάψευση των ελπίδων της απευθυνόμενη στα παιδιά της, όλα πρέπει να αποδοθούν έτσι ώστε εκείνα να μην καταλάβουν, να μην ανησυχήσουν, να μην

τρομάξουν. Επίσης, όταν βλέπει τον άντρα της να επιστρέφει, μένει άναυδη, σε μια σωματική ακινησία η οποία εμπεριέχει όλο τον εσωτερικό της παλμό. Την απίστευτη έκπληξη, την άφατη χαρά, την ανάγκη να δώσει όσες περισσότερες πληροφορίες μπορεί, τη θλίψη για την απώλεια των δικών της προσώπων, τα πάντα. Ο Μιχαήλ μου ζητάει το χαμόγελο του Κούρου σχεδόν σε όλη τη διάρκεια του ρόλου, το οποίο σου χαρίζει αυτή την ιδανική απόσταση από τα πράγματα. Ταυτόχρονα, όμως, σε προκαλεί και σε ενεργοποιεί νευροφυσιολογικά σαν ηθοποιό, δημιουργώντας όση συγκίνηση απαιτείται. Ποιες είναι οι πάγιες αρετές και οι συγκρούσεις της Μεγάρας που την κάνουν άξια τραγική ηρωίδα; Έχει την ευγένεια και τη γενναιότητα που συναντάμε στην Άλκηστη. Αρθρώνει πολιτικό λόγο σε μια κρίσιμη στιγμή, όταν βλέπει πως τα πράγματα φτάνουν στο απροχώρητο, εξαιτίας του θράσους του τυράννου να απειλήσει τους γέροντες του χορού. Ο Λύκος «δεν ορρωδεί προ ουδενός», θα βάλει φωτιά γύρω απ’ το βωμό, οπότε ο θάνατος είναι αναπόφευκτος. Η Μεγάρα επιλέγει να βαδίσει στο τέλος με αξιοπρέπεια, και η ίδια και τα παιδιά της και ο Αμφιτρύωνας, ο θετός πατέρας του Ηρακλή. Είναι επίσης κόρη βασιλιά, η καταγωγή της συνεπάγεται ένα ηρωικό κι ένα γλωσσικό ήθος. Με επιχειρήματα πείθει τον Αμφιτρύωνα ότι η μόνη λύση είναι ο θάνατος, γιατί η ίδια δεν ελπίζει στην παρέμβαση κανενός θεού. Και μπροστά στον Λύκο, όταν μιλάει για τον Ηρακλή που λείπει στον Άδη, ρωτάει τον Αμφιτρύωνα αν όντως πιστεύει πως θα έρθει «από της γης τα έγκατα» ο γιος του. Μετά, βέβαια, απόντος του Λύκου, επικαλείται τον Ηρακλή, τη μόνη της ελπίδα. Ο Ηρακλής, όμως, μέσα στη μανία του, τη σκοτώνει. Χώρια που σύμφωνα με τη μυθολογία την είχε πάρει σαν «αριστείο» για την απελευθέρωση της Θήβας. Δεν ακούγονται λίγο υποτιμητικά όλα αυτά για το γάμο της; Αυτά ανήκουν στη σφαίρα του μύθου. Γενικά είναι προβληματική η σχέση του Ηρακλή με τις γυναίκες. Εξολόθρευσε την Ιππολύτη, δηλητηριάστηκε από τη Δηιάνειρα, τέθηκε στην υπηρεσία της Ομφάλης, όπου γελοιοποιήθηκε αναγκασμένος να φοράει γυναικεία ρούχα. Η σχέση της Μεγάρας βέβαια με τον Ηρακλή, πριν το γεγονός του φόνου, είναι αρμονική. Είναι μητέρα των τριών γιων του που λατρεύει. Στη διάρκεια της επίκλησής της, του λέει με ευγένεια: «Καλέ μου, ακούγονται στον Άδη οι ζωντανοί;» Η πρώτη της λέξη όταν εκείνος εμφανίζεται, είναι «αγαπημένε». Ο φόνος της δεν είναι εκούσιος, η μανία του Ηρακλή είναι θεόσταλτη. Την έστειλαν οι θεοί στο αποκορύφωμα της δόξας του, όταν θα έπρεπε να απολαμβάνει διπλή τιμή. Από τους ανθρώπους, γιατί

36 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #27 [28 ΙουΛίου 2011]

υπήρξε ευεργέτης τους, αφού σαν τον Προμηθέα μεσολάβησε μεταξύ εκείνων και των θεών· από τους θεούς, γιατί ανόρθωσε τη θρησκεία τους όταν πολλοί την είχαν ξεχάσει. Προκάλεσε όμως το φθόνο τους. Η Ίρις, η απεσταλμένη της Ήρας, το λέει καθαρά: ο Ηρακλής πρέπει να τιμωρηθεί, αλλιώς θα κερδίσουν οι θνητοί και οι θεοί θα χάσουν τα πάντα. Αν ζούσε σήμερα η Μεγάρα, τι είδους γυναίκα θα ήταν; Μια γυναίκα αριστοκρατικής καταγωγής με αληθινό νοιάξιμο για τους άλλους. Η Μεγάρα δεν σκέφτεται τον εαυτό της, αλλά τα παιδιά της, τον γέροντα πατέρα του Ηρακλή, το χορό των γερόντων, τους πολίτες, δηλαδή, της χώρας της. Λέει «προσέξτε, προσέξτε, μην πάθετε για χάρη μας κακό», κι όταν το λέω αυτό, φέρνω στο μυαλό μου εικόνες της Αθήνας του σήμερα. Στη διάρκεια της συζήτησής μας πάνω στο έργο, είχαμε στην αίθουσα όπου γίνονταν πρόβες φωτογραφίες από τις πορείες, τις συγκρούσεις των ηλικιωμένων με την αστυνομία όταν διεκδικούσαν την ασφάλιση, τη σύνταξή τους, εισπράττοντας ξύλο και δακρυγόνα. Η Μεγάρα δεν θα καθόταν στη βίλα της των βορείων προαστίων, αλλά θα ήταν στον αγώνα προσπαθώντας να ισορροπήσει τα πράγματα με αυτοθυσία. Προκειμένου να μην πάθουν τίποτε οι γέροντες, που ο τύραννος τους αποκαλεί δούλους και των οποίων απειλείται η ζωή, η περιουσία και η ελευθερία, προτιμάει να θυσιαστεί η ίδια. Προτιμότερος, λέει, ο θάνατος, παρά να συμβεί το κακό σε αθώους πολίτες. Η ερμηνεία ενός ρόλου γίνεται πιο απαιτητική μπροστά από το κοίλο της Επιδαύρου; Και αν ναι, φταίει η λεγόμενη ιερότητα του χώρου, ή το βάρος που οι άνθρωποι του δίνουν; Τα τελευταία χρόνια γίνεται συνέχεια κουβέντα γύρω απ’ αυτό το θέμα, όπως και για την ερμηνεία της αρχαίας τραγωδίας γενικότερα. Χοντρικά, το κοινό έχει χωριστεί σ’ αυτούς που θέλουν προσήλωση στην παράδοση, συντήρηση στην ερμηνεία του αρχαίου δράματος, και σ’ εκείνους που θέλουν να δουν κάτι καινούργιο, πέρα από τις κλασικές αναγνώσεις. Πλέον, η τέχνη έχει πάει αλλού, θέλουμε και η ματιά πάνω στην τραγωδία να είναι πιο τολμηρή, πιο πειραματική. Και οι δύο πλευρές κατεβαίνουν στην Επίδαυρο, είτε ως δημιουργοί είτε ως κοινό, και γίνεται το έλα να δεις. Ευτυχώς, μέχρι στιγμής δεν βρέθηκα στη θέση να είμαι στην ορχήστρα και να γίνεται ο κακός χαμός από κάτω. Μέσα μου υπάρχει πάντα η αγωνία για το τι θα συμβεί. Έχω δουλέψει και στην κλασική ανάγνωση, και στην πιο πειραματική, όπως τώρα, και η ψυχή μου βρίσκεται στη δεύτερη. Γι’ αυτό και, στην περίπτωση που κάτι ακουστεί, δεν πρόκειται να πτοηθώ ούτε εγώ ούτε οι συνάδελφοί μου. Το έργο βέβαια έχει και το πλεονέκτημα ότι δεν ανεβαίνει συχνά, δεν

το γνωρίζει το ευρύ κοινό, οπότε διατηρεί αμείωτο το ενδιαφέρον του κόσμου. Μέχρι πρόσφατα είχατε και το άγχος αν θα γίνει τελικά η παράσταση λόγω απεργιών. Είναι ψυχοφθόρα όλα αυτά; Ή αναμενόμενα και κατανοητά σε περίοδο κρίσης; Το ψυχοφθόρο και το αναμενόμενο δεν αναιρούν το ένα το άλλο. Εδώ βράζει ο κόσμος, έχουν κοπεί συντάξεις, μισθοί, υπάρχει ανεργία, τα πάντα βρίσκονται σε κρίση. Οι εξελίξεις είναι τόσο ραγδαίες που δεν μπορείς να κάνεις καμία πρόβλεψη. Στο Εθνικό Θέατρο, που είναι ένας δημόσιος οργανισμός, έχουν γίνει περικοπές μισθών, γίνονται ήδη άλλες στα λεγόμενα «εκτός έδρας» και όλα αυτά ακούγονται επόμενα της κρίσης. Οι Έλληνες καλλιτέχνες, πάντως, δεν αμείβονται όπως οι ξένοι συνάδελφοι τους. Όταν ήταν εδώ πριν δύο χρόνια ο Ντίμιτερ Γκότσεφ και σκηνοθετούσε τους Πέρσες, μόλις άκουσε τους μισθούς των παιδιών χλόμιασε κι ένιωσε ντροπή. Εξαρτάται βέβαια και απ’ τον καθένα το πόσο μπορεί να τ’ αφήσει όλα στην άκρη και να επικεντρωθεί στο ρόλο του. Υπάρχουν άνθρωποι που τους χαλάει πολύ όλο αυτό. Έχω ακούσει συναδέλφους να λένε ότι δεν θέλουν να έρθουν στην πρόβα, ότι είναι καλύτερα να πάνε σπίτι. Το ζητούμενο, όμως, είναι να κάνεις τη δουλειά σου μέχρι τελικής πτώσεως, γιατί, αν τελικά όλα λυθούν, δεν θα έχεις δικαιολογία αν δεν είσαι πανέτοιμος. Τα χρήματα και η ανάγκη για επιβίωση μπορούν να οδηγήσουν έναν ηθοποιό σε επιλογές που ίσως μετανιώσει; Είναι η τηλεόραση μέσα σ’ αυτές, όπως κάποιοι πιστεύουν; Είμαι παιδί αγροτικής οικογένειας, ποτέ δεν είχα πολλά χρήματα κι εδώ και χρόνια ζω απ’ τη δουλειά μου. Την τηλεόραση την αρνιόμουν για πολύ καιρό. Στο Ανοιχτό Θέατρο, παλιότερα, σνομπάραμε και την κρατική. Όταν μου έκαναν την πρόταση για το πρώτο μου σίριαλ, τον Κίτρινο φάκελο του Καραγάτση σε σκηνοθεσία Κουτσομύτη, έκανα ένα μήνα ν’ απαντήσω, γιατί φοβόμουν ότι θα ήταν επικίνδυνη επιλογή σε μια πορεία με καλλιτεχνική και θεατρική πυξίδα. Φυσικά, αποδείχθηκε ότι οι φόβοι μου ήταν αβάσιμοι, αφού κι αυτή η δουλειά και άλλες που ακολούθησαν –τηλεοπτικές μεταφορές μυθιστορημάτων κυρίως– ήταν αξιόλογες. Πρόσεχα βέβαια πολύ τις προτάσεις. Σε όποια μύριζε λίγο πιο εμπορικά, παρόλο που είχα ανάγκη τα χρήματα, έλεγα όχι. Υπήρξα και φανατική, λέγοντας ότι ένας καλλιτέχνης είναι καλύτερα να πεινάσει ή να βρει άλλη δουλειά, γιατί έχει ευθύνη απέναντι στο κοινό. Η πείρα της ζωής, όμως, με δίδαξε ότι δεν είναι εύκολο ν’ αλλάξεις επάγγελμα, ότι υπάρχουν υποχρεώσεις συναδέλφων με οικογένεια και ότι ο αυστηρά καλλιτεχνικός χώρος δεν μπορεί να τους απορροφήσει όλους. Αναγκάζονται λοιπόν κάποιοι να ρίξουν νερό στο κρασί τους.

ΘEATPO


Κάποιο καλλιτεχνικό απωθημένο; Στην Ελλάδα αισθανόμαστε λίγο αποκομμένοι από τη διεθνή σκηνή. Αν δεν είχαμε τις εξαιρετικές παραστάσεις του Φεστιβάλ Αθηνών, θα έπρεπε να ξοδέψουμε του κόσμου τα χρήματα σε τεράστια ταξίδια για να τις δούμε. Σκέφτεσαι λοιπόν, γιατί εμείς δεν είμαστε σε ξένα φεστιβάλ, γιατί δεν μπορούμε να δουλέψουμε μ’ αυτούς τους μεγάλους σκηνοθέτες; Γίνονται προσπάθειες, μακάρι όμως να υπήρχαν περισσότερες προϋποθέσεις και χρήματα. Εκτός από τον Πέτερ Στάιν και τον Γιούρι Λιουμπίμοφ, που είναι και οι δύο μεγάλη προίκα, δεν είχα τη χαρά να συνεργαστώ μ’ ένα μεγάλο ξένο σκηνοθέτη, από εκείνους που αυτή τη στιγμή κάνουν το πιο πειραματικό θέατρο, το πιο ενδιαφέρον. Οι Έλληνες ηθοποιοί δεν βγαίνουμε πολύ έξω. Παλιότερα είχαμε πάει στη Νέα Υόρκη, στη Σεούλ, στον Καναδά, στην Ιαπωνία, και είδα τι σημαίνει για τον κόσμο στο εξωτερικό το να δει το αρχαίο δράμα από Έλληνες. Κι ας μην λέμε μόνο για την τραγωδία. Το θέατρό μας έχει να επιδείξει πολύ ενδιαφέρουσες παραστάσεις και είναι κρίμα που δεν ξεπερνάν τα σύνορα. Αυτά θα ήθελα να δω και να κάνω. Ή έστω μια ταινία, μ’ έναν σπουδαίο Ευρωπαίο ή Αμερικανό σκηνοθέτη. Υπάρχουν πάντως ακόμα και ιστοσελίδες αφιερωμένες σε εσάς. Πώς θα νιώθατε αν μαθαίνατε ότι έχετε γίνει σύμβολο, είδωλο για ένα μέρος του κοινού; Αυτό φυσικά με κάνει ευγνώμονα κι ευχαριστώ όλους αυτούς τους ανθρώπους που μου κάνουν τέτοια τιμή και μου δείχνουν τέτοια εμπιστοσύνη. Παρ’ όλα αυτά, ως φύση είμαι συνεχώς ανήσυχη και αυτοαναιρούμενη. Ποτέ δεν αισθάνθηκα ότι έφτασα κάπου, το θεωρώ γελοίο και μόνο που το διατυπώνω. Είμαι ανήσυχη για το επόμενο βήμα, για το πώς θα εξελιχθώ καλλιτεχνικά, για το πώς θα είμαι στην αιχμή του δόρατος. Δεν θέλω να με ξεπεράσει η εποχή και να μείνω πίσω. Γι’ αυτό είμαι και από τους πιο φανατικούς του Φεστιβάλ, γι’ αυτό και μου αρέσει να ενημερώνομαι. Γιατί με ενθουσιάζουν πολύ τα καινούργια ρεύματα και θέλω να προχωρώ στην τέχνη μου. Έχετε συλλάβει ποτέ τον εαυτό σας να σιχαίνεται τις συνεντεύξεις, τις φωτογραφίσεις, τη δημοσιότητα; Ή είναι αναγκαίο κακό;

ΘEATPO

Και τα δύο. Εάν μπορούσα να αποφύγω όλο αυτό το κομμάτι της δουλειάς μας, θα ήμουν ευτυχής. Κάθε φορά που πλησιάζει η πρεμιέρα και πρέπει να προωθηθεί το έργο στο κοινό, δεν χαίρομαι και πολύ με όλα αυτά. Καταλαβαίνω, όμως, απόλυτα την αναγκαιότητά τους και, για να μπορώ να είμαι συνεπής απέναντι στους εργοδότες μου, τα κάνω. Τα αποδέχομαι. Πολλές φορές, όταν αισθάνομαι ότι έχω μιλήσει αρκετά, ότι δεν χρειάζεται άλλο, απλώς αρνούμαι ευγενικά. Η φιλαρέσκεια είναι παγίδα ή καύσιμο για μια πρωταγωνίστρια; Παγίδα. Παγίδα τεράστια. Είναι απαγορευμένη για μένα. Αν, ως καλλιτέχνης, παγιδευτείς στο ναρκισσισμό, έχεις χάσει το παιχνίδι. Οι περισσότεροι ρόλοι δεν ζητάνε από σένα να είσαι ωραίος και λαμπερός. Αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία είναι οι πολλαπλές όψεις της έννοιας «άνθρωπος». Κι αυτό συμπεριλαμβάνει τα πάντα – την ασχήμια, την εξαθλίωση, τον πόνο. Όταν έχεις να συνδιαλλαγείς με τέτοιου τύπου έννοιες, πώς είναι δυνατόν το μόνο που σε νοιάζει να είναι να βγεις ωραίος; Στο Λα Τσούνγκα, που ερμήνευα τα δύο προηγούμενα χρόνια και θα ερμηνεύσω για το μισό της σεζόν που έρχεται, υποδυόμουν την ηρωίδα, άβαφη και ατημέλητη. Αν έκανα το αντίθετο θα πρόδιδα το ρόλο. Καλύτερα να έπαυα να είμαι ηθοποιός. Η ομορφιά είναι για μια γυναίκα η καταλληλότερη αρετή στον έρωτα; Αλίμονο αν δείχνουμε στον άλλο μόνο το ωραίο μας πρόσωπο. Πιστεύω σ’ έναν έρωτα που έχει και στοιχεία αγάπης, που έχει ξεπεράσει το πρώτο στάδιο της προσπάθειας απλώς να γοητεύσεις. Το θέμα είναι να γοητεύεις τον άλλον και μέσα από τις αδυναμίες σου, κι εσύ να τον αγαπάς και για τις ρωγμές του. Έτσι πλησιάζουν τα ανθρώπινα όντα μεταξύ τους. Ο έρωτας δεν είναι ούτε μάχη, ούτε παιχνίδι εξουσίας ή ομορφιάς ντε και καλά. Ο αγαπημένος μου θα με δει και άβαφη και άρρωστη και θλιμμένη κι απ’ όλα. Ελπίζω ότι θα μ’ αγαπάει και μ’ αυτά. Από την εποχή της Μεγάρας μέχρι σήμερα, ο γάμος και η μητρότητα θεωρούνται από πολλές γυναίκες η φυσική συνέχεια του έρωτα. Η δική σας γνώμη σε τι διαφέρει; Δεν μου αρέσει ο γάμος, τον θεωρώ μία πλασματική, ψευδή κοινωνική συνθήκη. Θα τον είχα επιλέξει μόνο αν είχα αισθανθεί την ανάγκη να κάνω παιδιά. Απ’ τη στιγμή που δεν την ένιωσα, δεν ήταν απαραίτητος. Έτσι κι αλλιώς, οι σχέσεις των ανθρώπων είναι ρευστές και εξελίσσονται κι εγώ είμαι ένας άνθρωπος που έχει ανάγκη τον έρωτα και το πάθος στη ζωή του. Από τη στιγμή που δεν υπάρχουν πια, που δίνουν τη θέση τους σε κάτι άλλο, σε σκέτη φιλία για παράδειγμα, δεν έχω

λόγο να συνεχίσω μια ερωτική σχέση. Έτσι κι αλλιώς, ένας χωρισμός είναι επώδυνος, γιατί να πρέπει να λύσεις και το νομικό κομμάτι; Και δεν μου αρέσει που οι περισσότεροι γάμοι σήμερα συνεχίζονται για λόγους κοινωνικούς ή και οικονομικής εξάρτησης. Βρίσκονται μέσα τους τόσα μυστικά και ψέματα, που δεν μπορώ να ενστερνιστώ και να δεχτώ. Και αν έπρεπε να αντικαταστήσετε το όνειρο της οικογένειας με κάποιο άλλο, τι θα ήταν αυτό; Το όνειρο για μένα είναι η δουλειά μου, η τέχνη μου, το θέατρο. Είναι η μεγάλη μου αγάπη, εκεί βρίσκω λόγο ύπαρξης και είμαι ο εαυτός μου. Νιώθω δημιουργική και χρήσιμη, περνάω όμορφα. Υπάρχει και το τίμημα, υπάρχει αγωνία, άγχος, απογοήτευση, ανάλωση του εαυτού σου, ξόδεμα της ενέργειάς σου. Αλλά αυτά που παίρνεις, μπροστά σ’ αυτά που δίνεις, αξίζουν τον κόπο για οποιαδήποτε τέτοιου τύπου θυσία. s

Η φιλαρέσκεια είναι

παγίδα. Παγίδα τεράστια. Είναι απαγορευμένη για

μένα. Αν, ως καλλιτέχνης, παγιδευτείς στο

ναρκισσισμό, έχεις χάσει το

Εσείς θα αλλάζατε κάτι, αν μπορούσατε, στη μέχρι τώρα καριέρα σας; Προσπαθώ, όσο γίνεται, να μην κάνω μεγάλους συμβιβασμούς. Κάποιους έχω κάνει, μη μου ζητήσεις όμως να σου πω ποιοι είναι. Αισθάνομαι ότι κάποια πράγματα, αν είχα οικονομική άνεση, θα τα είχα αποφύγει, θα τα άλλαζα, αλλά για λόγους επαγγελματικής δεοντολογίας και από σεβασμό στους ανθρώπους που μου έδωσαν ψωμί, δεν θέλω να τα αναφέρω.

παιχνίδι. Οι περισσότεροι

ρόλοι δεν ζητάνε από σένα να είσαι ωραίος και λαμπερός

[28 IουΛίου 2011] #27 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 35



Mηνάς χατζησάββας

Δεν με πτοούν

οι γκρίνιες Στο ρόλο του Αμφιτρύωνα, τραγικού πατέρα του σε κατάσταση αμόκ Ηρακλή, έχει την ευκαιρία να στοχαστεί για το πέρασμα του χρόνου. Είναι σπάνιο αυτό στο θέατρο, ο ρόλος να ταυτίζεται με την κατάστασή σου – αλλά ο Μηνάς Χατζησάββας δηλώνει ότι αισθάνεται το βάρος της ηλικίας. Κάποιες στιγμές αυτό τον χαροποιεί, κερδίζει σε στοχαστικότητα. Κάποιες άλλες τον αποθαρρύνει, νιώθει να μην έχει τις δυνάμεις που χρειάζεται, π.χ., ένας ρόλος σαν τον Οιδίποδα Τύραννο. Αλλά δεν χάνει το κέφι του. Μαζί με τον αυτοσαρκασμό, μια ποιότητα που κατακτιέται, ο καλός ηθοποιός όσο περνάει ο καιρός είναι όλο και πιο καλός. Σαν το παλιό κρασί. Από τη Νίκη Ορφανού

Σ Η Λ Κ Α Ρ H ενος μαινόμ


Η τΗΛεοΡΑΣΗ Δεν εΙνΑΙ ΑνΑΓΚΑΣτΙΚΑ εχΘΡοΣ Ο Μηνάς Χατζησάββας έχει παίξει πολύ στην τηλεόραση, σε μγάλο βαθμό για βιοπορισμό. Αλλά δεν αρνείται την πραγματικότητα, καταδικάζοντας με ευκολία ένα μέσο για την ταυτότητα του οποίου ευθύνονται άνθρωποι. «Όλοι γκρινιάζουν γιατί τα νέα παιδιά μεγαλώνουν με την τηλεόραση», λέει, «αλλά πρέπει να είμαστε τυφλοί για να μη βλέπουμε ότι το θέατρο προχωράει».

Σ

τον Ηρακλή μαινόμενο του Ευριπίδη, ο ήρωας επιστρέφει από τον Άδη στη Θήβα, η οποία έχει πέσει στα χέρια του Λύκου. Η γυναίκα του Ηρακλή, Μεγάρα, και τα τέκνα τους έχουν καταφύγει στο ναό. Ο Ηρακλής καταφέρνει να εξοντώσει τον Λύκο, όμως πέφτει θύμα της Ήρας και κυριεύεται από μανία, με αποτέλεσμα να σκοτώσει ο ίδιος την οικογένειά του. Το ρόλο του Αμφιτρύωνα, τραγικού πατέρα του Ηρακλή, κρατά ο Μηνάς Χατζησάββας. Στη συνέντευξη που μας παραχώρησε, ο καταξιωμένος ηθοποιός μας μιλά για το κείμενο του Ευριπίδη, τη συνεργασία του με τον Μιχαήλ Μαρμαρινό – αλλά και για το πόσο δύσκολο είναι να γερνάς...

Είναι η πρώτη σας συνεργασία με τον Μιχαήλ Μαρμαρινό; Ναι, δεν έχουμε συνεργαστεί στο παρελθόν, αν και είχαμε βρεθεί σε μια ταινία, στα Παιδιά του Κρόνου του Γιώργου Κόρρα, το 1984. Παρακολουθούσα βέβαια τις δουλειές του –φαντάζομαι ότι κι αυτός θα έχει δει κάποιες δικές μου– και τον εκτιμώ πολύ. Έτσι, όταν μου έκανε την πρόταση, δεν μπορούσα να αρνηθώ, παρ’ όλο που πλέον αποφεύγω να κάνω πράγματα κατά τη διάρκεια της καλοκαιρινής περιόδου. Είναι μεγάλη ταλαιπωρία να δουλεύεις μες στη ζέστη κι εγώ δεν βρίσκομαι στην πρώτη μου νιότη! Οι αντοχές μου δεν είναι όπως άλλοτε... Δέχτηκα όμως, γιατί μου άρεσε η ιδέα να δουλέψω με τον Μαρμαρινό. Ήταν καλή ευκαιρία να δούμε και αν ταιριάζουμε. Γιατί αν η χημεία είναι καλή κι αν μια συνεργασία θα έχει μέλλον φαίνεται σίγουρα πάνω στη δουλειά. Πάντως, μέχρι στιγμής πάει μια χαρά. Εγώ βέβαια ανησυχώ για τον εαυτό μου, δεν ξέρω αν θα τα καταφέρω – αλλά αυτή την αγωνία την έχω πάντα, κυρίως όταν οι πρόβες έχουν προχωρήσει αρκετά. Ο δεύτερος λόγος για τον οποίο δέχτηκα την πρόταση ήταν διότι σκέφτηκα ότι, ως Αμφιτρύωνας, θα έχω μικρό ρόλο. Κι εκεί την πάτησα! Ο ρόλος δεν είναι καθόλου μικρός, ο Αμφιτρύωνας είναι στη σκηνή από την αρχή μέχρι το τέλος του έργου. Έχει πολλή δουλειά, είναι πιο ζόρικος ρόλος απ’ ό,τι αρχικά φαντάστηκα. Τελικά, πάντως, το διασκεδάζω. Μόνο το διασκεδάζετε; Τόση ώρα που μιλάμε δείχνετε ενθουσιασμένος... Έτσι είναι, το παραδέχομαι. Η δουλειά που γίνεται με τον Ηρακλή μαινόμενο είναι πραγματική καλλιτεχνική πρόταση, δεν αναμασάμε καθιερωμένα σχήματα και τεχνικές. Ο Μαρμαρινός χειρίζεται το κείμενο σαν παρτιτούρα. Γίνεται πολλή δουλειά πάνω στο λόγο, αυτό δημιουργεί ένταση και στο σώμα, νιώθεις λοιπόν διαρκώς ότι είσαι σε μια μάχη. Τα

ΘEATPO


Είναι και η διαδικασία διαφορετική; Πώς δουλεύετε στις πρόβες; Δοκιμάζαμε διάφορα πράγματα στις πρόβες. Ο Μαρμαρινός έχτιζε ένα πλαίσιο, που είχε να κάνει με το τι ήθελε γενικά για την παράσταση, και μας έβαζε σε μια κατάσταση εγρήγορσης. Κάναμε αυτοσχεδιασμούς, κάποιους μάλιστα τους κράτησε, καθώς τα πάντα καταγράφονταν κατά τις πρόβες. Μετά χωριστήκαμε και πλέον κάνουμε σπαστές πρόβες. Προχτές είδα τα παιδιά του χορού να δουλεύουν και πάτησα τα κλάματα. Κι ας μην είναι αυτό το ζητούμενο, να κάνουμε δηλαδή το κοινό να κλάψει. Αλλά δημιουργείται μια βαθύτερη συγκίνηση, οπτική και πνευματική, απέναντι στα δρώμενα – τουλάχιστον εγώ έτσι ένιωσα. Πρέπει πάντως να αφεθείς, να δεις αυτό που εξελίσσεται μπροστά σου αθώα και απλά. Γιατί στην παράσταση τα πράγματα είναι απλά, δεν υπάρχει καμία εκζήτηση. Δεν έχουν γίνει αλλαγές στο κείμενο ούτε κοψίματα. Η μετάφραση του Γιώργου Μπλάνα, όμως (σε συνεργασία με τον Μιχαήλ Μαρμαρινό), είναι εξαιρετική και το ίδιο το κείμενο είναι τόσο καλό... Τι σας συγκινεί στο έργο; Νομίζω ότι δύσκολα βρίσκουμε σε έργο καλύτερη περιγραφή για τα γηρατειά. Ο Ευριπίδης, επειδή ήταν μεγάλος σε ηλικία όταν το έγραψε, είχε την εμπειρία και τη σοφία να μιλήσει ουσιαστικά για το τι σημαίνει να γερνάς, να μη μπορείς να οδηγήσεις πια το σώμα σου, να τρέμουν τα πόδια σου. Είναι πολύ συγκινητικός ο τρόπος με τον οποίο μιλάει ο συγγραφέας για τους γέρους, για την ηλικία. Ταυτόχρονα, όμως, το κείμενο είναι κι ένας ύμνος στα νιάτα. Νομίζω, ο πατέρας τον οποίο υποδύομαι, ο Αμφιτρύωνας, είναι τόσο αληθινός. Είναι ένας πατέρας που συγκινείται, που φοβάται, που προσπαθεί να σώσει τα εγγόνια του... Είναι δύσκολο για έναν καλλιτέχνη να μεγαλώνει; Εσάς σας απασχολεί η ηλικία; Είναι δύσκολο και περίεργο μαζί. Απ’ τη μια πλευρά, όσο μεγαλώνεις έχεις εμπειρίες, ξέρεις περισσότερα, βρίσκεις πιο

ΘEATPO

γρήγορα το στόχο καθώς η αντίληψή σου είναι οξυμένη και δεν σε πειράζει να ρισκάρεις ίσως και παραπάνω, διότι βλέπεις την ουσία των πραγμάτων, όχι την επιφάνεια, και σ’ ενδιαφέρει λιγότερο το τι θα πουν οι άλλοι... Αλλά απ’ την άλλη πλευρά, αυτή η κατάκτηση έρχεται σε αντίθεση με το σώμα σου. Το σώμα σου, δηλαδή, δεν μπορεί να σε ακολουθήσει. Θέλεις να κάνεις τολμηρά πράγματα, αλλά σε πονάει το πόδι σου, πιάνεται η μέση σου, ξεχνάς τα λόγια σου και πάει λέγοντας. Το πνεύμα θέλει, αλλά το σώμα έχει αντιρρήσεις. Αυτή είναι μια εμπειρία πολύ άσχημη για κάθε καλλιτέχνη. Όσο για μένα, σ‘ αυτή την παράσταση έχω ένα επιπλέον πρόβλημα: από την αρχή ώς το τέλος ακούω συνεχώς να με αποκαλούν γέροντα! Ε, δεν έχω και την αίσθηση πια ότι είμαι τόσο πολύ γέρος! Εντάξει, έχω κλείσει τα 63, ξέρω ότι ανά πάσα στιγμή μπορεί να βρεθεί μπροστά μου ένας πιτσιρικάς και να με αποκαλέσει παππού (ή και, λιγότερο ευγενικά, παλιόγερο)… Τι να κάνω, θα το αποδεχτώ. Αλλά μέσα μου, ασχέτως πώς φαίνομαι εξωτερικά, δεν αισθάνομαι και τόσο μεγάλος, αυτό το «γέροντα, γέροντα» που με φωνάζουν, μου κακοφαίνεται. Είναι λίγο δύσκολο να το αντέξω... Εντάξει, να με λένε πατέρα ή μπαμπά, αλλά γέροντα; Πρώτη φορά μου συμβαίνει να παίζω το ρόλο ενός τόσο ηλικιωμένου. Πάντως, μέχρι στιγμής το αντιμετωπίζω με ηρωισμό… Υπάρχουν ρόλοι που δεν προλάβατε να κάνετε; Θα ήθελα να είχα κάνει έναν Οιδίποδα, Οιδίποδα Τύραννο εννοώ, αλλά τώρα είναι πλέον πολύ αργά. Δεν πειράζει, τι να κάνουμε... Προλαβαίνω τουλάχιστον να κάνω τον Οιδίποδα επί Κολωνώ. Η αλήθεια είναι ότι ποτέ δεν κόλλησα σε συγκεκριμένους ρόλους, χαιρόμουν τόσο πολύ που έκανα θέατρο ώστε να μη μ’ ενδιαφέρει να ταυτιστώ με κάποιους απ’ αυτούς. Το ότι βρισκόμουν με κάποιους ανθρώπους με τους οποίους μοιραζόμαστε το ίδιο πάθος, ότι κάναμε ομάδες, ότι αναπνέαμε αυτή τη συλλογική δουλειά, όλα αυτά ήταν πιο σημαντικά από το να κάνω συγκεκριμένους ρόλους. Μου άρεσε η πράξη του θεάτρου καθεαυτή. Άλλωστε και ένας μικρός ρόλος έχει ενδιαφέρον, πρέπει να παλέψεις για να τον κάνεις σημαντικό, κάθε φορά χρειάζεται να δώσεις τον καλύτερο εαυτό σου. Δεν ξέρω αν είμαι ευτυχισμένος ή αν έχτισα τη ζωή μου καλά, αλλά χαίρομαι που ανακάλυψα το θέατρο. Γιατί μου χάρισε φοβερές στιγμές, και κακές και καλές. Πολεμούσα συνέχεια, το θέατρο αυτό είναι, ένας πόλεμος, μια διαρκής μάχη με τον εαυτό σου, με τα κείμενα… Θα πείτε: αυτός ο πόλεμος μ’ έκανε να μην καταλάβω ότι πέρασαν τα χρόνια. Αλλά ήταν γεμάτα χρόνια, δεν βαρέθηκα. Δεν έχετε κουραστεί, δηλαδή… Δεν λέω ότι δεν έχω κουραστεί, αυτό θα ήταν ψέμα. Όπως έχει πει κι η Μάγια Λυ-

μπεροπούλου, το θέατρο είναι για τους νέους. Έχει δίκιο. Οι μεγαλύτεροι ακολουθούμε, γιατί δεν θέλουμε να παραδώσουμε τα όπλα. Το σίγουρο είναι ότι, προσωπικώς, αν δεν είχα τη δυνατότητα να κάνω το θέατρο που μου αρέσει, που με κεντρίζει, που με κρατά σε εγρήγορση, αν είχα μείνει σ’ όσα είχα κατακτήσει, θα είχα ήδη παραιτηθεί. Άλλωστε η τέχνη πρέπει να αφυπνίζει, αλλιώς δεν έχει νόημα – και πώς θα αφυπνίσει τον οποιονδήποτε ένας αποκοιμισμένος ηθοποιός; Θέλατε από μικρός να κάνετε θέατρο; Όταν ήμουν μικρός, όλοι θέλαμε να παίξουμε σινεμά. Ήμουν τυχερός, έκανα καλό σινεμά ταυτόχρονα με το θέατρο. Είχα κάνει την επανάστασή μου – η μητέρα μου δεν ήθελε, ο πατέρας μου δεν είχε αντίρρηση. Μετά βγήκε η τηλεόραση... Η αλήθεια είναι ότι όλοι φάγαμε ψωμί με την τηλεόραση. Ο κινηματογράφος είναι ακριβό χόμπι, και ίσως σήμερα να είναι ακόμα πιο ακριβό. Το ίδιο και το θέατρο. Εγώ ξεκίνησα πολύ αργά τηλεόραση, γύρω στα 45. Ήμουν μεγάλος, τα μυαλά μου δεν μπορούσαν να πάρουν αέρα. Ποια είναι η αίσθησή σας για τους νέους ηθοποιούς; Υπάρχουν νέες δυνάμεις απίστευτες. Ναι, ξέρω, όλοι γκρινιάζουν γιατί τα νέα παιδιά μεγαλώνουν με την τηλεόραση και ό,τι συνεπάγεται αυτό. Αλλά πρέπει να είμαστε τυφλοί για να μη βλέπουμε ότι το θέατρο προχωράει, ότι γίνεται πολύ καλό θέατρο πλέον στη χώρα μας κι ότι έχουμε θαυμάσιους νέους ηθοποιούς, πολύ πιο προχωρημένους απ’ όσο ήμασταν εμείς. Βλέπω τους νέους ηθοποιούς να τραγουδάνε, να χορεύουν, και όλα αυτά επαγγελματικά, όχι «λίγο απ’ όλα» όπως όταν ξεκινούσαμε εμείς. Οι νέοι ηθοποιοί μαθαίνουν τόσα πράγματα, έχουν τόσες δεξιότητες. Είμαι πολύ αισιόδοξος, δεν με πτοούν ούτε οι γκρίνιες ούτε η τηλεόραση ούτε τίποτα... Οι νεότεροι θα μας ξεπεράσουν, κι αυτό είναι καλό. Δεν σημαίνει ότι δεν βλέπω τις δυσκολίες, ιδιαίτερα στον καιρό της κρίσης που ζούμε. Απ’ την άλλη, μια κρίση μπορεί να μας κάνει και πιο αποφασισμένους. Ίσως να είναι και μια ευκαιρία η κρίση. Από ποια άποψη; Ίσως να μπορέσουμε να θέσουμε με μεγαλύτερη σαφήνεια κάποια ερωτήματα για μας τους ίδιους, για τη ζωή μας. Δεν μ’ αρέσει να κρίνω ούτε να βγάζω αποφάσεις. Αλλά μπορώ να καταλάβω τι σημαίνει ενοχή. Δεν αισθάνομαι και τόσο αθώος. Είμαι αριστερής σκέψης, αλλά νομίζω ότι μας έμαθαν να ζούμε και λιγάκι ωφελιμιστικά. Να είμαστε ελαστικοί, να κάνουμε «λαμογιές», ανάλογα με τις δυνατότητές μας. Βλέπω αυτούς που φωνάζουν και σκέφτομαι ότι θα ήταν ωραίο, από μια άποψη, να μπορώ κι εγώ να καταδικάζω, θα έκανε πιο απλά τα πράγματα. Αλλά πώς να βγω να φωνάξω

και να καταδικάσω; Σίγουρα εμένα θα μπορούσε να με βάλει στη θέση μου κάποιος που δεν έχει τα μέσα να ζήσει. Εγώ πήρα καλή σύνταξη, μπορώ να ζήσω με αξιοπρέπεια. Δούλεψα, αλλά ίσως κάποιοι άλλοι δεν είχαν αυτή τη δυνατότητα. Πολλοί λοιπόν έχουν λόγους να φωνάζουν. Αλλά για μένα το σημαντικό είναι να θέσουμε με ωριμότητα κάποια ερωτήματα, να σκεφτούμε πιο σοβαρά για τη ζωή μας, την ηθική μας, το τι μας δένει με τους άλλους – και η κρίση μας ίσως τελικά μας αναγκάζει να το κάνουμε αυτό. Όχι ότι θα μπορέσουμε να δώσουμε τελικά απαντήσεις. Όπως και να ’χει, θα πεθάνουμε με ερωτήματα και με την αμφιβολία… s

Δεν αισθάνομαι και τόσο αθώος. Είμαι αριστερής σκέψης, αλλά νομίζω ότι μας έμαθαν να ζούμε και λιγάκι ωφελιμιστικά. Να είμαστε ελαστικοί, να κάνουμε “λαμογιές”. Βλέπω αυτούς που φωνάζουν και σκέφτομαι ότι θα ήταν ωραίο να μπορώ κι εγώ να καταδικάζω, θα έκανε πιο απλά τα πράγματα

δρώμενα βγαίνουν από την μάχη που δίνει ο κάθε ηθοποιός με τον εαυτό του. Κι έτσι, δεν υπάρχει καμία δραματοποίηση, με την έννοια ότι «τώρα παίζουμε δράμα» ή «τώρα κλαίμε»... Όλα κρατιούνται σε μια απόσταση. Όπου χρειάζεται ρεαλισμός υπάρχει, αν και συνήθως ανατρέπεται από κάτι άλλο. Αυτή η μέθοδος –ας μην μπούμε τώρα σε τεχνικές λεπτομέρειες– είναι σαν παρτιτούρα, και ο κάθε ηθοποιός δουλεύει σαν ένα μουσικό όργανο. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι ο ηθοποιός δεν καταθέτει και την προσωπική του σφραγίδα, την ευφυΐα του, την ευαισθησία του. Είναι μια συνεργασία ουσιαστική. Αυτή είναι, πάνωκάτω, η δουλειά που γίνεται, και εγώ την κάνω για πρώτη φορά.

[28 IουΛίου 2011] #27 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 39


Σ Η Λ Κ Α Ρ H όμενος μαιν

τΙ εΙνΑΙ ΚΙτΡΙνο Ο Μιχαήλ Μαρμαρινός αρνείται με έμφαση την κριτική που λέει πως, αν ένας θίασος λαμβάνει κρατικές επιδοτήσεις, αυτό είναι αποτέλεσμα συνδιαλλαγής με την εξουσία. Αυτη είναι κίτρινη κριτική, λέει. Και αρνείται διαρρήδην ότι έστω μια στιγμή είχε οποιοδήποτε πολιτικό αλισβερίσι με οποιονδήποτε.


μιχαήλ μαρμαρινός

επειδή επιχορηγείσαι πρέπει να το βουλώνεις; Η δουλειά του έχει ξεπεράσει τα σύνορα της χώρας (παραστάσεις του έχουν ανεβεί σε Πολωνία, Γερμανία, Ιταλία, Γεωργία και Κορέα), ενώ το έργο του έχει προκαλέσει το ενδιαφέρον πολλών ξένων φεστιβάλ. Φέτος, παρουσιάζει στην Επίδαυρο ένα από τα λιγότερο παιγμένα έργα του Ευριπίδη, τον Ηρακλή μαινόμενο. Με αφορμή την παράσταση αυτή, ο Μιχαήλ Μαρμαρινός μιλάει στην εφ για το θέατρο, την ελληνική δημιουργικότητα που δεν βρίσκει διέξοδο, αλλά και για όσους του ασκούν σκληρή κριτική. Και δεν μασάει τα λόγια του… Από την Κατερίνα Κόμητα Φωτογραφίες: Βασίλης Μαθιουδάκης

[28 IουΛίου 2011] #27 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 41


Γιατί επιλέξατε ν’ ανεβάσετε το συγκεκριμένο έργο; Η επιλογή ενός έργου είναι κατά ένα μόνο μέρος συνειδητή, ενώ το υποσυνείδητο και η σύμπτωση –δύο παράγοντες, δηλαδή, που δεν μπορείς να ελέγξεις– παίζουν πάντα καθοριστικό ρόλο. Έτσι, οποιαδήποτε απάντηση κι αν σας δώσω, θα είναι ένα μόνο μέρος της αλήθειας. Ας αρκεστώ λοιπόν να πω πως ο Ηρακλής μαινόμενος είναι ένα έργο που ανεβαίνει σπάνια και γι’ αυτό δεν είναι πολύ γνωστό στο ευρύ κοινό. Έτσι, ο θεατής έχει την πολυτέλεια να παρακολουθήσει ένα έργο που του επιτρέπει να είναι λίγο πιο αθώος απέναντι στα πράγματα. Κι αυτή η αθωότητα ίσως είναι μια όμορφη συγκυρία.. Πού τοποθετήσατε χρονικά το κείμενο; Εκεί που τοποθετούνται πάντοτε τα μυθικά κείμενα όταν συναντάνε την τρέχουσα Ιστορία. Είναι φανερό πως δεν απαντάω ευθέως στο ερώτημά σας. Ωστόσο, αυτό που έχει σημασία είναι πως η παράσταση είναι κάτι που συμβαίνει Τώρα και προκύπτει απ’ τη συνάντηση ενός μυθικού υλικού με το παρόν, με την τρέχουσα ιστορία και τις δυνάμεις της. Παρ’ όλα αυτά, η τραγωδία διατηρεί πάντα μια απόσταση απ’ την άμεση επικαιρότητα. Μπορεί να τη λαμβάνει μοιραία υπ’ όψιν, όμως, δεν την απασχολεί η απλή καταγραφή της. Για να λάβουμε υπόψη και την τρέχουσα πολιτική και κοινωνική κατάσταση, μήπως ο δικός σας Ηρακλής βρίσκεται μαινόμενος σε κάποια πλατεία; Η τραγωδία πάντοτε υπονοεί δύο χώρους: τον δημόσιο, όπου τα πράγματα συμβαίνουν μπροστά στα μάτια μας, και τον ιδιωτικό –ή, αλλιώς, τον κρυφό–, στον οποίο συμβαίνουν πράγματα που μπορούμε να φανταστούμε ή ν’ ακούσουμε, αλλά δεν επιτρέπεται να δούμε ιδίοις όμμασι. Η ορχήστρα, βέβαια, είναι πάντοτε μια μορφή πλατείας, ένας χώρος δημόσιος. Δεν είναι περίεργο που ο χορός επινοήθηκε στην Ελλάδα, όπου πολύ σπάνια έως ποτέ μιλάμε όλοι μαζί και λέμε το ίδιο πράγμα; Μα ο χορός δεν λέει ποτέ το ίδιο πράγμα, γιατί απλούστατα δεν είναι ένα άτομο κλωνοποιημένο επί 15, 300 ή 10 εκατομμύρια, όσοι δηλαδή είμαστε οι Έλληνες. Ο χορός ενέχει τον εσωτερικό ή ακόμα και τον συγκρουσιακό διάλογο. Είναι ένα σύνολο από ατομικότητες σε κοινή συνθήκη. Οι γνώμες των μελών του μπορεί να συμπέσουν, αλλά μπορεί και να συγκρουστούν. Κι αυτή η παρεξήγηση περί της λειτουργίας του χορού δημιουργήθηκε, κατά κύριο λόγο, μέσα από μια πολύχρονη ιστορία παραστάσεων που αντιμετώπισαν το χορό ως μία φωνή. Όμως, προς Θεού, μη θεωρήσετε ότι ισχύει κάτι τέτοιο. Όπου χρειαστεί είναι όντως μία φωνή, άλλοτε,

όμως, είναι πολλές φωνές, περισσότερες ακόμα κι απ’ τον ίδιο τον αριθμό των μελών του! Σε πρόσφατη συνέντευξή σας στο Βήμα, σχολιάζοντας τη σημερινή πολιτικοκοινωνική κατάσταση, είχατε πει μεταξύ άλλων ότι «όταν η μόνη διαφυγή είναι ένα αδιέξοδο, η μόνη δημιουργική πράξη είναι η καταστροφή» και πως «στην περίπτωσή μας, η δημιουργία είναι η καταστροφή». Επειδή αυτές οι φράσεις προκάλεσαν ποικίλα σχόλια, θα ήθελα καταρχάς να ξεκαθαρίσετε τι ακριβώς εννοούσατε. Μιλάω με όρους φυσικής θερμοδυναμικής. Γενικά, όταν σ’ ένα σύστημα δεν υπάρχει διαφυγή, όταν, δηλαδή, η ζωτική ενέργεια ενός πλήθους δεν έχει διόδους δημιουργικής διατύπωσης, είναι μοιραίο να γίνεται εκρηκτική. Γιατί, όταν η καταστροφή καταλήγει να είναι η μόνη έκφραση, τότε βιώνεται με όρους δημιουργίας. Γι’ αυτό κι ο ρόλος της πολιτικής είναι να βρίσκει τρόπους μετατροπής της δημιουργικής ενέργειας ενός πληθυσμού σε ωφέλιμο έργο. Δυστυχώς, όμως, η ελληνική πολιτική σε αυτό επιδεικνύει ζηλευτές αποτυχίες.. Ο δημοσιογράφος Σταύρος Θεοδωράκης, σε άρθρο του με τίτλο «Η εξέγερση των βολεμένων», σας άσκησε πολύ έντονη κριτική υποστηρίζοντας: «Αναρωτιέμαι λοιπόν πώς είναι δυνατόν να είσαι ένα από τα αγαπημένα παιδιά των Υπουργείων (του Σημίτη, του Καραμανλή, του Παπανδρέου) και παράλληλα να προπαγανδίζεις την καταστροφή του συστήματος». Πώς απαντάτε; Καταρχάς, η ηχώ και μόνο μιας τέτοιας διατύπωσης είναι –για να μην την ονομάσω χειρότερα– αντιδημοκρατική… Στην ουσία, αυτό που διατυπώνεται είναι πως, εφόσον το σύστημα στέκεται δίπλα σου –και σε επιχορηγεί– εσύ πρέπει να το βουλώνεις. Εάν αυτή είναι ηθική ή ο τρόπος που θέλει να σκέφτεται ο συγκεκριμένος δημοσιογράφος, με στενοχωρεί, αλλά, λυπάμαι, δεν θα ακολουθήσω τις προτιμήσεις του. Κατά δεύτερον, εμένα και τους ομοίους μου δεν μας επιχορηγούν κυβερνήσεις – μας επιχορηγεί η πολιτεία, που είναι τελείως άλλο πράγμα. Είναι ανατριχιαστικό ν’ ακούγεται ότι, εάν υποστηρίζεσαι οικονομικά από το κράτος, δεν έχεις δικαίωμα και να το κρίνεις, Μα αυτό τότε δεν είναι επιχορήγηση, είναι χρηματισμός!... Δεν ξέρω αν ο εν λόγω δημοσιογράφος θα το χρησιμοποιούσε σαν πρακτική στις δικές του δραστηριότητες, αλλά εμένα μου δημιουργεί φλύκταινες. Αν δεν μιλήσει η τέχνη για όσα αισθάνεται ως προδοσία αρχών, ποιος άλλος θα το κάνει; Η ίδια η πολιτική ή η δημοσιογραφία; Πάντως, έτσι όπως γράφτηκε το κείμενο του Θεοδωράκη, σε κάνει να σκεφτείς πως ένας άνθρωπος που

44 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #27 [28 ΙουΛίου 2011]

επιχορηγείται σταθερά μάλλον έχει φροντίσει γι’ αυτό. Ότι, δηλαδή, έχει πιθανά συνδιαλλαγεί με την εξουσία, γι’ αυτό και το να της ασκεί κριτική μοιάζει «δήθεν». Καταρχήν, όλο αυτό είναι «κίτρινο». Ακόμα και η ερώτησή σας. Ξέρετε τι αντηχεί πίσω απ’ όλη αυτή την «απορία»; Ότι μόνο οι ημέτεροι μπορούν να δημιουργούν σ’ αυτή τη χώρα. Ευτυχώς για την ελληνική πολιτεία, δεν είναι έτσι τα πράγματα, είμαστε σε καλύτερη μοίρα από τις κίτρινες αντιλήψεις… Σε ό,τι με αφορά, μπορεί να με χαρακτηρίζει η ιδεολογία μου, μπορεί να υποστηρίζω ανθρώπους συγκεκριμένα και επιλεκτικά, μπορεί να έχω πολιτικό λόγο απέναντι στα πράγματα, αλλά δεν έτυχε να είμαι ημέτερος κάποιου. Κι αυτό φαίνεται από το έργο μου, που, στο πέρασμα του χρόνου, φαίνεται να δικαιώνει τη στήριξη της πολιτείας. Ωστόσο, αν τελικά ισχύουν πράγματι αυτές οι θεωρίες περί ημετέρων, τότε είμαστε απόλυτα ρομαντικοί εμείς και βρισκόμαστε σε άλλη κατάσταση. Το πολιτικό αλισβερίσι μπορεί να υπάρχει, αλλά εγώ δεν έχει τύχει να το βιώσω, και το ίδιο ισχύει και για πολύ κόσμο στο χώρο της τέχνης. Ίσως γιατί η τέχνη συνεχίζει να είναι η τελευταία «κατοικία της ουτοπίας». Πάντως, θα είχε ενδιαφέρον να κάνω μια συζήτηση με τον κύριο Θεοδωράκη face to face για όλα αυτά… Πολιτικά, σε ποιο χώρο ανήκετε; Δεν θα σας απαντήσω. Αυτό που μπορώ να πω είναι ότι δεν θα ήταν εύκολο να με χαρακτηρίσετε κομματικά. Πέρα από την προσωπική μου ιδεολογία, αυτό που μπορώ να πω είναι ότι είμαι ανοιχτός σε κάθε κίνηση, απ’ όπου κι αν προέρχεται, που προάγει την κοινωνική ελπίδα, δικαιοσύνη και δημιουργικότητα. Σας ρωτώ γιατί υπάρχουν κι αυτοί που σας ασκούν κριτική ότι η πολιτική διάσταση του αισθητικού στίγματός σας είναι ηθελημένα θολή και απολιτική, και πως ο φόβος μήπως «παρεξηγηθείτε» και εκτεθείτε καθορίζει ακόμα και τις θεατρικές σας επιλογές. Είμαι πολιτικό ον, αλλά δεν κάνω στρατευμένη τέχνη. Δεν θέλω, όμως, ν’ ασχοληθώ άλλο με αναλύσεις «ψυχαναλύοντος» τύπου. Όλοι αυτοί ας βλέπουν τα έργα κι ας καταλαβαίνουν ό,τι είναι να καταλάβουν. Ο δικός μου στόχος δεν είναι να κάνω πολιτικό μάθημα· είναι να προκαλώ μια άλλου τύπου εσωτερική ανάταση που, πιθανά, να κάνει κάποιον καλύτερο πολιτικό ον, χωρίς όμως να είναι αυτή η πρόθεσή μου. Η τέχνη, αν κι έχει πάντοτε σχέση με την πολιτική, δεν κάνει πολιτική. Κι όσον αφορά τις πολιτικές πεποιθήσεις μου, μπορεί ο καθένας να πιστέψει ό,τι θέλει, όμως, η αλήθεια είναι πως, στη δημιουργία, τα πράγματα φαίνονται πολύ πιο καθαρά και πολύ πιο μυστικά, όπως και πρέπει να είναι.

Ας μετακινήσουμε τη συζήτηση στο χώρο της δημιουργίας. Θεωρείτε πως έχετε καταφέρει να δημιουργήσετε τη δική σας αισθητική; Δεν είμαι το κατάλληλο πρόσωπο ν’ απαντήσω σ’ αυτό το ερώτημα. Όμως, το γεγονός ότι αναγνωρίζονται οι παραστάσεις μου σημαίνει ότι έχουν κάποιους κώδικες που εμένα, ούτως ή άλλως, με απασχολούν ως εμμονές, και που, προφανώς, αντηχούν μια γλώσσα, μια γραφή. Δώστε μου τον ορισμό της θεατρικής αποτυχίας. Όταν αυτό που έκανες είναι μακριά απ’ αυτό που φανταζόσουν. Έχω κάνει παράσταση –μιλάω για τη Μήδεια–, η οποία έτυχε να έχει εμπορική επιτυχία και την οποία τη σταμάτησα στον ενάμιση μήνα γιατί ήταν μακριά απ’ αυτό που φανταζόμουν. Η δεύτερη εκδοχή της, που ανεβάσαμε λίγο αργότερα, δεν είχε την ίδια επιτυχία αλλά ήταν πιο κοντά σ’ αυτό που νόμιζα σωστό. Φαντάζομαι πως δεν είναι καθόλου εύκολο να σταματάς μια παράσταση. Καθόλου, γιατί δεν έχει να κάνει μόνο με τα δικά σου θέλω – οφείλεις να σκεφτείς και τους συνεργάτες σου. Όμως, δεν σταματάς εντελώς την παράσταση – την επαναδιαπραγματεύεσαι. Ξέρετε, μερικά πράγματα βαθαίνουν στο χρόνο, γι’ αυτό και πρέπει κανείς να δίνει χρόνο στα πράγματα για να συμβούν. Γι’ αυτό και στην τέχνη δεν πρέπει να σπρώ-

ΘεΑτΡο


«ΛΑμΒΑνΩ υΠοΨΗ μου το ΠεντΑΩΡο» Ο Μιχαήλ Μαρμαρινός μιλάει για τη σχέση του με τους ηθοποιούς. Εργάζεται στο πλαίσιο του ωραρίου τους, όπως ορίζεται από τις συλλογικές συμβάσεις. «Ωστόσο, η γνώμη μου είναι ότι το επίσημο ωράριο εργασίας των ηθοποιών πρέπει να επαναπροσδιοριστεί», προσθέτει. «Σε άλλες χώρες, τις οποίες –όχι μόνον εγώ– τις θεωρούμε προοδευμένες, το ωράριο είναι οκτάωρο και όχι πεντάωρο. Μερικά πράγματα εξαρτώνται ευθέως κι από κάποιες θεσμικές συνθήκες ή “συνδικαλιστικές κατακτήσεις” – με την κακή έννοια».

Στις πρόβες εξαντλείτε τους ηθοποιούς; Λαμβάνω υπόψη μου το πεντάωρο του ωραρίου τους πολύ αυστηρά, ωστόσο, η γνώμη μου είναι ότι το επίσημο ωράριο εργασίας των ηθοποιών πρέπει να επαναπροσδιοριστεί. Σε άλλες χώρες, τις οποίες –όχι μόνον εγώ– τις θεωρούμε προοδευμένες, το ωράριο είναι οκτάωρο κι όχι πεντάωρο. Μερικά πράγματα εξαρτώνται ευθέως κι από κάποιες θεσμικές συνθήκες ή «συνδικαλιστικές κατακτήσεις» – με την κακή έννοια. Στην πορεία σας, ποια ήταν η δουλειά που κάνατε και σας έκανε να νιώσετε καλύτερα από κάθε άλλη, και γιατί; Η τέχνη δεν είναι ρινγκ για να επικρατεί κάποιος. Ωστόσο, θα σας πω μερικές: υπάρχει μια παράσταση που τη θεωρώ βαθιά κρίσιμη και η οποία είναι απ’ τις πιο άγνωστες που έχω κάνει. Λέγεται Ρομαντισμός και την ξεχωρίζω γιατί συνέπεσε με την εκκίνηση μιας άλλης γραφής, αυτό που λέμε «σκηνοθεσία ως δραματουργία», η οποία εμφανίστηκε πολύ πιο εκρηκτικά στον Εθνικό ύμνο, μια εξίσου

ΘEATPO

σημαντική παράσταση. Επίσης, θα ξεχώριζα το Πεθαίνω σα χώρα, τις δύο δουλειές μου πάνω στον Σαίξπηρ –τον Άμλετ και το Ρομέο και Ιουλιέτα– κ.λπ. Τι είναι αυτό που κάνει κάποιον ν’ αλλάζει γραφή; Ένα κλικ; Δεν πιστεύω ακριβώς ότι κάποιος αλλάζει γραφή. Απλώς μια τυχαιότητα, μια αναγκαιότητα, τον κάνει να εκπλήσσεται από τον εαυτό του. Το γεγονός ότι εκείνη την ώρα, από το πουθενά, έχεις την εσωτερική δύναμη να πεις «ναι» σε μια παράλογη τόλμη. Ο Λιβανέζος σκηνοθέτης Ουαζντί Μουαουάντ χρησιμοποίησε τον, καταδικασμένο για το φόνο της Μαρί Τρεντινιάν, Μπερτράν Καντά στην παράσταση Γυναίκες που παίχθηκε πριν λίγες μέρες στο Ηρώδειο. Η επιλογή του αυτή προκάλεσε την αντίδραση γυναικείων οργανώσεων σ’ όλο τον κόσμο. Εσείς θα λέγατε «ναι» σε μια τέτοια τόλμη; Δεν μπορώ να σας απαντήσω. Μπορεί ναι, μπορεί και όχι. Το ζητούμενο είναι πώς ταξιδεύει το γεγονός αυτό μέσα στην ψυχή του θεατή. Αν μπορεί δηλαδή κάτι, που αρχικά μοιάζει ζοφερό, να προκαλέσει μέσα του μια διαδρομή ανθόσπαρτη. Αναρωτιέμαι αν έχετε βγάλει λεφτά από το θέατρο. Ανήκω στην κατηγορία εκείνων που έχουν χάσει λεφτά από το θέατρο.

Μένετε σε ενοίκιο; Ο πατέρας μου μου άφησε ένα διαμέρισμα το οποίο και πούλησα για ν’ αγοράσω αυτό που μένω τώρα. Αν δεν είχαν έτσι τα πράγματα, δεν ξέρω πού θα έμενα αυτή τη στιγμή. Νομίζω πως, αν κανείς συνέκρινε τις εργατοώρες μου με τις ώρες αμοιβής μου, θα έβλεπε πως η αναλογία είναι συντριπτικά εναντίον – τόσο, που θα έπρεπε να γυρίσει και να μου πει: «μα καλά, χαζός είσαι;». Αλλά φαίνεται ότι κάπου υπάρχει μια άλλου είδους ανταμοιβή που εξισορροπεί το οικονομικό έλλειμμα. Πριν τρία χρόνια, σας ζητήθηκε από έντυπο να προτείνετε κάποια βιβλία τα οποία είχατε διαβάσει. Ένα απ’ αυτά ήταν ο Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ο οποίος περιλαμβάνει βίους αγίων. Τι ήταν αυτό που βρήκατε μέσα στο βιβλίο αυτό και σας έκανε να το προτείνετε; Αυτό που βλέπει κανείς μέσα σ’ αυτόν τον Συναξαριστή είναι η διαρκής υπέρβαση του εαυτού· το πώς οι άνθρωποι, υπέρ κάποιου άλλου, μπορούσαν να ξεπερνούν τα όρια του εγώ τους. Η συνάντησή μου μ’ αυτό το βιβλίο κι αυτές τις ζωές ήταν μια διαρκής και ακατανόητη συγκίνηση.

Αλήθεια, πιστεύετε στο Θεό; Ελπίζω ότι πιστεύω… Τι σημαίνει αυτό; Δεν θα σας πω περισσότερα. s

H συνάντησή μου με τον Νέο Συναξαριστή της Ορθοδόξου Εκκλησίας και τις ζωές που περιγράφει ήταν μία διαρκής και ακατανόητη συγκίνηση

χνουμε τα πράγματα στη λεγόμενη «υπερπαραγωγικότητα», μόνο και μόνο για ν’ αποδεικνύεται ότι οι άνθρωποι δουλεύουν!... Δεν μπορεί να απαιτούμε την παραγωγή τριών έργων από έναν οργανισμό, απλώς και μόνο για να αποδεικνύει ότι τα χρήματα που παίρνει κάτι τα κάνει. Η τέχνη οφείλει να αναπτύσσεται εγκάρσια, προς το βάθος.

[28 IουΛίου 2011] #27 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 43


STAR WARS Τα άστρα & οι προτάσεις του δεκαπενθημέρου – 2 σε 1 Από τον Άγγελο Γκαγκάριν

To tip του ασ τρολόγου

«Καλοκαίρι, στόμα υγρό, μικροί λαγώνες, καλοκαίρι, με τη φέτα το καρπούζι στο ένα χέρι με φιλιά μισολιωμένα, καλοκαίρι».

Δεν χρειάζεσαι συμβουλές.

Κριός

Καρκίνος

Ζυγός

Αιγόκερως

(21 Μαρτίου – 19 Απριλίου)

(22 Ιουνίου – 22 Ιουλίου)

(23 Σεπτεμβρίου – 23 Οκτωβρίου)

(22 Δεκεμβρίου – 19 Ιανουαρίου)

Η καριέρα σου, οι επαγγελματικοί σου στόχοι και τα όνειρα παίζουν σίγουρα ένα πολύ σημαντικό ρόλο στη ζωή σου. Ωστόσο, με το χέρι στην καρδιά, θέλω να μου απαντήσεις: Ποιο είναι το τίμημα που πληρώνεις για τις ατέλειωτες ώρες εργασίας; Μ’ άλλα λόγια, όταν βρίσκεσαι στη δουλειά, από πού λείπεις; Σου βάζω δύσκολα, μα σκέψου και τη θέση μου… Είμαι εδώ για να σου εφιστώ την προσοχή όταν πρέπει. Τι λέγαμε λοιπόν; Μήπως θα μπορούσες να μειώσεις λίγο τον όγκο της εργασίας σου; Όχι; Τότε μήπως θα μπορούσες να φορτώσεις ένα κομμάτι της δουλειάς σου σε κάποιον άλλον; Μήπως θα μπορούσες να κάνεις τη ζωή σου πιο εύκολη, κάνοντας τη δουλειά σου πιο εύκολη; Την τελειομανία πολλοί εμίσησαν, τον ελεύθερο χρόνο ουδείς, παρά μόνο όσοι έχουν ξεχάσει πώς μπορούν να τον αξιοποιήσουν. Βρε μπας;

Οι αληθινές επιθυμίες και κρυμμένοι πόθοι σου, η πίκρα για τη ζωή που δεν έζησες, αναδύονται στην επιφάνεια όπως οι φυσαλίδες για να δείξουν ότι στο βάθος υπάρχει ακόμα κάτι ζωντανό. Τι κρίμα να καταλαβαίνεις τι πραγματικά ένοιωσες, τι πραγματικά έγινε και τι πραγματικά έζησες, όταν πια δεν μπορείς να γυρίσεις πίσω… Μάλιστα… Τι κάνουμε όμως από εδώ και στο εξής, αυτό έχει σημασία. Αυτό που πρέπει να προσέξεις είναι το μάθημα να μη σου γίνει πάθημα. Όχι δεν μπέρδεψα την παροιμία, έγραψα ακριβώς αυτό που εννοούσα. Κατά τ’ άλλα, πολύ σύντομα θα κληθείς, εκ των πραγμάτων, να βάλεις τη ζωή σου σε μια τάξη, αφού οι αποφάσεις που πρέπει να πάρεις δεν μπορούν να περιμένουν άλλο κι αυτό θα φανεί μέσα απ’ την καθημερινότητά σου.

Στον επαγγελματικό χώρο υπάρχουν άνθρωποι που μιλάνε για σένα πίσω απ’ την πλάτη σου. Η ζήλια και η εμπάθεια θα δημιουργήσουν εντάσεις, γι’ αυτό, όσο μπορείς, πρόσεξε να μη δώσεις αφορμές για σχόλια γιατί κάποιοι ψάχνουν να πιαστούν απ’ το παραμικρό σου λάθος. Παράλληλα, καλά θα κάνεις να ψάξεις καλά τις τσέπες σου γιατί είναι σίγουρο ότι έχουν τρύπες. Αυτές τις τρύπες να τις βρεις και να τις μαντάρεις καλά, γιατί, αν συνεχίσεις να ξοδεύεις τα χρήματά σου με τον τρόπο που το κάνεις μέχρι τώρα, πολύ σύντομα θα έχεις σοβαρό οικονομικό πρόβλημα. Στον τομέα των αισθηματικών, δεν θα πρέπει να ξεσπάς την όποια ένταση και κούραση αισθάνεσαι στον άνθρωπό σου, γιατί κι αυτός έχει κάποια όρια αντοχής. Make love not war, baby!

Η έλλειψη αποφασιστικότητας που σε διακρίνει μπορεί να οδηγήσει σε εκνευρισμό τον άνθρωπό σου. Αντί να στρέψεις την προσοχή σου στο πώς θα συμφιλιωθείτε, επικεντρώσου στο να δώσεις στον εαυτό σου μια ειλικρινή απάντηση στο ερώτημα: Γιατί τόσο καιρό δεν καταφέρνεις να πάρεις κάποιες αποφάσεις. Η ρευστότητα που χαρακτηρίζει τη γενικότερη περιρρέουσα κατάσταση, ναι, θα μπορούσε να είναι μιας πρώτης τάξεως δικαιολογία. Όμως, μεταξύ μας μιλάμε, δεν είναι αυτός ο πραγματικός λόγος για τον οποίο έχεις καρφωθεί σ’ ένα σημείο και δεν μπορείς να μετακινηθείς ούτε εκατοστό. Κάτι που θα πρέπει ακόμα να προσέξεις είναι η υγεία σου. Πρόσεξε τις διατροφικές σου συνήθειες, και βάλε λίγο γυμναστική ή περπάτημα στη ζωή σου.

Ταύρος

Λέων

Σκορπιός

(20 Απριλίου – 20 Μαΐου)

(23 Ιουλίου – 22 Αυγούστου)

Αν αυτό το διάστημα πρέπει να πάρεις μια πολύ σοβαρή απόφαση που θα σου δημιουργήσει μακροχρόνια δέσμευση, τότε θα πρέπει να κάνεις ό,τι μπορείς για να το αποφύγεις. Τα πράγματα είναι πολύ ρευστά. κι εσύ δεν είσαι σε θέση να γνωρίζεις όλα όσα παίζονται αυτόν τον καιρό. Παράλληλα, κουράζεσαι αρκετά, και γι’ αυτό θα πρέπει πάση θυσία να βρίσκεις ή να επινοείς, ανάμεσα στις υποχρεώσεις σου, διαστήματα ανάπαυλας, που θα σου επιτρέπουν να γεμίζεις κάπως τις μπαταρίες σου. Στα αισθηματικά σου τώρα, οι πιθανότητες να γνωρίσεις έναν νέο άνθρωπο που θα είναι πολύ κοντά στις επιθυμίες σου είναι πολύ μεγάλες. Το ζήτημα είναι ότι, κατά τη φάση της πρώτης γνωριμίας, θα πρέπει να είσαι χαλαρός και να μην προδώσεις τα υπαρξιακά άγχη που σε κατατρέχουν. Τι λες; Θα τα καταφέρεις;

Ήρθε η ώρα να ανοίξεις τα χαρτιά σου και να συζητήσεις ανοιχτά τα θέματα που σε απασχολούν με τους εμπλεκόμενους. Μια επιπλέον αναμονή το μόνο που θα μπορούσε να κάνει είναι να περιπλέξει ακόμα περισσότερο τα πράγματα και να οδηγήσει τελικά σε αδιέξοδο. Μην προλαμβάνεις τις καταστάσεις και μη θεωρείς ότι τα ξέρεις όλα. Η πραγματικότητα είναι σίγουρα πολύ πιο μεγάλη από την αντίληψη που χωράει το δικό σου μυαλό. Στην αντίπερα όχθη, στην όχθη δηλαδή της εξωστρέφειας και της κοινωνικής σου ζωής, γίνεται ο καλός χαμός! Προσκλήσεις και προτάσεις που θα πρέπει να δεχθείς, γιατί η εποχή κρύβει ευκαιρίες για να περάσεις πολύ καλά στα ερωτικά σου. Στους δύσκολους καιρούς που ζούμε, είναι αμαρτία να λες όχι…

Δίδυμοι

Παρθένος

(21 Μαΐου – 21 Ιουνίου)

(23 Αυγούστου – 22 Σεπτεμβρίου)

Το χειρότερο που μπορείς να κάνεις είναι να συμπεριφέρεσαι σαν ένα πεισματάρικο ανήλικο που έχει αποφασίσει ότι κανένας δεν τον αγαπάει. Το παιχνίδι που δεν έγινε τελικά δικό σου (εδώ αντί για «παιχνίδι» βάλε εσύ τη δική σου λέξη) δεν θα πρέπει να σηματοδοτήσει και την ολική ρήξη με το περιβάλλον σου. Πρέπει να φανείς επιεικής και υπομονετικός και μην περιμένεις απ’ τους άλλους να τσακίζονται για να ικανοποιήσουν τα «θέλω» σου. Ναι (για φαντάσου!), έχουν κι αυτοί τις δουλειές τους. Ακόμα, αν σκέφτεσαι να κάνεις μια μεγάλη αλλαγή στα επαγγελματικά σου, τότε θα πρέπει να μάθεις ότι η εποχή δεν ευνοεί μια τέτοια αλλαγή ρότας, οπότε το καλύτερο που έχεις να κάνεις είναι να περιμένεις μέχρι να πετύχεις έναν πιο ούριο άνεμο.

Ο εριστικός τρόπος ενός συναδέλφου ή ενός ατόμου που συνδέεται με το επαγγελματικό σου περιβάλλον θα σε φέρει σε πολύ δύσκολη θέση. Πρόσεξε πώς θα αντιδράσεις γιατί, και χίλια δίκια να έχεις, αν υπερβάλεις, μπορεί τελικά να χάσεις τις εντυπώσεις. Μην αφήσεις τίποτα στην τύχη και φρόντισε να μιλήσεις στους ανθρώπους που εκτιμάς, ώστε να ξεκαθαρίσεις τη θέση σου και την κατάσταση. Ευτυχώς, πάντως, υπάρχουν και καλά νέα: Μια εξέλιξη που δεν μπορείς να προβλέψεις θα επηρεάσει θετικά τα οικονομικά σου και θα σου δώσει την ανάσα που αναζητάς για να κάνεις επιτέλους κάποια έξτρα έξοδα και να φροντίσεις το κακομαθημένο παιδί που κρύβεις μέσα σου. Με τις ευλογίες μου…

(24 Οκτωβρίου – 21 Νοεμβρίου)

Περνάς φάση εσωστρέφειας και μέχρι εδώ καλά, γούστο σου και καπέλο σου. Το πρόβλημα δημιουργείται όταν αυτή η απομόνωση που επιλέγεις για τον εαυτό σου κάνει τους άλλους να αισθάνονται παραμελημένοι και πληγωμένοι. Προσπάθησε να μην αποκλείεις τα αγαπημένα σου πρόσωπα και μοιράσου μαζί τους ό,τι σε απασχολεί γιατί είναι πολύ πιθανό τη λύση που ψάχνεις να σου τη δώσει κάποιος πολύ δικός σου άνθρωπος. Την ίδια ώρα θα πρέπει να μην αφήνεις την αισιοδοξία να σου γλιστρά μέσα από τα χέρια, και να μην απογοητεύεσαι. Η παρούσα φάση, που αντικειμενικά έχει πολλές δυσκολίες, εγκυμονεί ένα πολύ καλό μέλλον. Κι αυτό δεν είναι παρηγοριά – είναι πρόβλεψη.

Τοξότης

44 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #27 [28 ΙουΛίου 2011]

(22 Νοεμβρίου – 21 Δεκεμβρίου)

Το μυαλό σου είναι δοσμένο στις αισθήσεις και στις ηδονές. Κι αυτό θα πει ότι είσαι ένας απολύτως φυσιολογικός άνθρωπος που έχει στενάχωρη καρδιά, στην οποία σεκλέτια δεν χωρούνε. Ωστόσο, μια πισινή θα πρέπει να την κρατήσεις κι εσύ, βρε παιδί μου. Χωρίς να γκαντεμολογήσεις, δες προσεκτικά (και κυνικά θα έλεγα) τους πιο ευαίσθητους τομείς της ζωής σου (βλέπε οικονομικά) και τώρα που σε παίρνει κατάστρωσε ένα plan B για την περίπτωση που κάτι πάει στραβά. Σ’ το φέρνω μαλακά, όπως βλέπεις, αλλά έξυπνο παιδί είσαι, με καταλαβαίνεις νομίζω. Κάποια οικονομικά στοιχεία που μοιράζεσαι με άλλα πρόσωπα της οικογένειάς σου μπορεί να γίνουν το μήλον της έριδος, και στον καυγά να εμπλακούν και τρίτα πρόσωπα. Αντιμετώπισε την κρίση με την παροιμιώδη ψυχραιμία σου.

Υδροχόος (20 Ιανουαρίου – 18 Φεβρουαρίου)

Υπάρχει κάπου στον κόσμο μια καλά κρυμμένη τράπεζα όπου οι άνθρωποι αποταμιεύουν την τρυφερότητά τους; Αν υπάρχει, τότε αυτή θα είναι μια πρώτης τάξεως δικαιολογία για να μας εξηγήσεις γιατί τσιγκουνεύεσαι να δείξεις τρυφερότητα στους γύρω σου, ακόμα και σ’ αυτούς που την έχουν πολύ μεγάλη ανάγκη. Αυτό που, ίσως, σου διαφεύγει είναι το γεγονός ότι η τρυφερότητα είναι ο μόνος δρόμος για μια άλλου είδους επικοινωνία, την ποιότητα της οποίας κανένα μυαλό ποτέ δεν θα μπορέσει να αντιληφθεί και να πετύχει. Ακόμα κι εκείνες οι προσφωνήσεις που σιχαίνεσαι («ψυχή μου», «μάτια μου», «αγάπη μου») έχουν έναν πολύ σημαντικό λόγο ύπαρξης. Είναι το υλικό που στεγανοποιεί τη σχέση δύο ανθρώπων. Αν δεν υπάρχει αυτό το υλικό, η ενέργεια της σχέσης χάνεται, σταλιά-σταλιά κι αχόρταγα. Μήπως έριξα λίγο φως στα μαύρα σκοτάδια σου;

Ιχθύες (19 Φεβρουαρίου – 20 Μαρτίου)

Μετά από πολύ καιρό έχεις στη διάθεσή σου χρόνο για να τον αφιερώσεις στον εαυτό σου και μόνο. Κάτι τέτοιο, με βάση τα τελευταία δεδομένα της ζωής σου, μοιάζει με πραγματική πολυτέλεια. Έτσι, λοιπόν, αυτή είναι μια καλή περίοδος για να βελτιώσεις ό,τι δεν σου αρέσει στην εμφάνισή σου και κατ’ επέκταση να καλυτερέψεις τη διάθεσή σου. Αυτό που θα σε ωφελούσε αληθινά θα ήταν να περάσεις κάποιες μέρες πολύ μακριά απ’ ό,τι σου θυμίζει τις δυσκολίες που αντιμετώπισες στο πρόσφατο παρελθόν και μάλιστα μέσα σε μια αγκαλιά που θα σε βοηθήσει να υποστείς αυτή την ευλογημένη αμνησία. Αυτοσχεδίασε μια απόδραση μακριά απ’ την Αθήνα, και προσπάθησε να ξαναβρείς τον εαυτό σου, πριν χρειαστεί να παλέψεις ξανά με τις αντιξοότητες.

ΖΩΩΔΙΑ


JUICY LIU Στον υπέροχο κόσμο του Eλληνικού Φεστιβάλ

Τώρα που το Φεστιβάλ Αθηνών τελείωσε και ψάχνετε πώς θα κάνετε ξεχωριστή την παρουσία σας στο κοσμικοκαλλιτεχνικό γεγονός του καλοκαιριού, στον Ριχάρδο Γ’ του (γοητευτικού) Κέβιν Σπέισι, στην Επίδαυρο, είναι ώρα να πούμε μερικές αλήθειες (έτσι δεν το λένε στην τηλεόραση πολιτικοί και παρουσιαστές;). Αλήθεια μία και βασική, λοιπόν: η φετινή χρονιά ήταν η χρονιά των γυναικών. Η Αριάν Μνουσκίν, η Μαγκί Μαρέν και η Σιλβί Γκιλέμ έδωσαν τον τόνο, έσπασαν τα ταμεία και απέσπασαν το χειροκρότημα. Αδιαμφισβήτητο; Αδιαμφισβήτητο, όπως και η παραδοχή ότι το μέλλον είναι γυναίκα. Η Αριάν Μνουσκίν, που άνοιξε το Φεστιβάλ, είναι θρυλική. Ζει για το θέατρο. Μέχρι και ποίημα έχει γράψει για το θέατρο. «Θέατρο βοήθεια», λέγεται: «Θέατρο, βοήθησέ με! / Κοιμάμαι. Ξύπνησέ με. / Είμαι χαμένη μέσα στο σκοτάδι, οδήγησέ με, τουλάχιστον κοντά σε ένα κερί. / Είμαι οκνηρή, κάνε με να ντρέπομαι. / Είμαι κουρασμένη, ανέβασέ με. / Είμαι αδιάφορη, χτύπησέ με. / Παραμένω αδιάφορη, τσαλάκωσέ μου την εικόνα. / Φοβάμαι, δώσε μου κουράγιο. / Είμαι αδαής, εκπαίδευσέ με. / Είμαι απάνθρωπη, εξανθρώπισέ με. / Είμαι φαντασμένη, κάνε με να πεθάνω στα γέλια. / Είμαι κυνική, αποδόμησέ με…» «...Είμαι κτήνος, μεταμόρφωσέ με. / Είμαι μοχθηρή, τιμώρησέ με. / Είμαι δεσποτική και σκληρή, πολέμησέ με. / Είμαι σχολαστική, γελοιοποίησέ με. / Είμαι χυδαία, εξύψωσέ με. / Είμαι μουγκή, ελευθέρωσέ με. / Δεν ονειρεύομαι πια, φέρσου μου σαν σε δειλό ή ανόητο. / Έχω ξεχάσει, ξεκίνησέ μου τη Μνήμη. / Αισθάνομαι γριά και άχρηστη, κάνε να σκιρτήσει η παιδικότητα. / Είμαι άχαρη, δώσε μου τη Μουσική. / Είμαι θλιμμένη, ψάξε τη Χαρά. / Είμαι κουφή, κάνε στην καταιγίδα να ουρλιάξει η λύπη / Είμαι άστατη, όπλισέ με Φρόνηση. / Είμαι αδύναμη, άναψε τη Φιλία / Είμαι τυφλή, φέρε μου όλα τα Φώτα. / Είμαι υποταγμένη στην Ασχήμια, κάνε να με κατακτήσει η Ομορφιά. / Με έχει προσηλυτίσει το Μίσος, κάνε να μου δοθεί όλη η δύναμη της Αγάπης». Η Σιλβί Γκιλέμ, η δύσκολη και απαιτητική όπως την περιέγραφε στο προηγούμενο τεύχος η εφ, ζει για το χορό. Το βράδυ της 19ης και το βράδυ της 20ής Ιουλίου, στο Ηρώδειο, ζωγράφισε με το σώμα της στο δίπτυχο (του τριπτύχου) στο οποίο χόρεψε. Άρεσε; Στους περισσότερους, κυρίως διότι το ιδίωμα του Φόρσαϊθ, η πρώτη χορογραφία δηλαδή, ξενίζει – όπως θα ξένιζε ο Πιερ Μπουλέζ έναν θαμώνα του κέντρου Φαντασία.

ΣχοΛΙΑ

ενΑΣ ΡοΛοΣ ΠΡοΚΛΗΣΗ Το 1996, και ο Αλ Πατσίνο (στη φωτογραφία) έπαιξε το ρόλο αυτού του «δηλητηριώδους, καμπούρικου βατραχιού» (κατά τη θεατρική αργκό στη Βρετανία), στο δραματοποιημένο ντοκιμαντέρ Ριχάρδος Γ’ που σκηνοθέτησε. Στο πλάι του ήταν ο Κέβιν Σπέισι, στο ρόλο του ευγενούς υποστηρικτή του, Μπάκινγκχαμ. Δεν περίμενε πολλά χρόνια για να πάρει προαγωγή στο ρόλο που ονειρεύεται κάθε ηθοποιός, ήδη από τη σχολή.

Ξενίστηκε λοιπόν κι η κ. Νάντια Λιαργκόβα (να την πω συνάδελφο; δεν θα το κάνω, εκτός κι αν με πείσει ότι η παρωδία είναι η κατάληξη του στυλ της ένδοξης σνομπ κοσμικογραφίας), που έγραψε στο περιοδικό Down Town: «Πότε τη βλέπαμε μέσα από την οθόνη, πότε έβγαινε από αυτή και χόρευε επί σκηνής, ντυμένη με φούστα κροκί, πουκάμισο λαχούρι και ζακετούλα κυπαρισί, σαν μεσήλικη γυναίκα που έχει μείνει στα ’70s και βάζει κάτι πρόχειρο πάνω της για να πάει λαϊκή... Ήθελε να δείξει τη σχέση ανάμεσα στο χορό και το γήρας λένε κάποιοι και να βγάλει από πάνω της την ταμπέλα της “κοκέτας”, που της είχαν κολλήσει. Μετά από αυτή την άστοχη εμφάνιση, κατά τη γνώμη μου, τον πέτυχε σίγουρα το στόχο της! Για το χορό της όμως σε αυτό το τρίτο μέρος την παραδέχτηκαν όλοι, κι ας έλεγαν ότι την προηγούμενη φορά στο Μέγαρο Μουσικής ήταν πολύ καλύτερη». Ήθελε να δείξει ότι είναι κοκέτα μια αληθινά υπέρκομψη και ευγενική καλλιτέχνις; Σύμφωνοι, έκανε ζέστη και το ιδίωμα του χορού δεν είναι δημοφιλές στο κοσμικοκαλλιτεχνικό ιερατείο, θέλει προσπάθεια να το καταλάβεις. Και σύμφωνοι, δεν ξέρεις. Δεν ρωτάς; Τώρα με το Ίντερνετ, κινδυνεύεις να σε διαβάσουν και άνθρωποι που μπορούν να μη μένουν στην επιφάνεια. Κι αλίμονό σου όταν έρθει η ώρα της κρίσης τους… Η τρίτη σπουδαία γυναίκα που, φέτος, τίμησε το Φεστιβάλ Αθηνών ήταν η Μαγκί Μαρέν. Δεν θα πω τίποτα γι’ αυτό. Αρκούμαι να αναπαράγω το σύνθημα που ήταν γραμμένο στο σκηνικό της παράστασής της Salves: «Οταν είσαι στα σκατά μέχρι τον λαιμό, πρέπει να τραγουδάς». Καλό υπόλοιπο καλοκαίρι.

[28 IουΛίου 2011] #27 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 45


ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΣ ΣΚΗΝΗΣ Aπό την Άννα Δαμιανίδη

Στο Πανεπιστήμιο, και μόνο η ιστορία που διηγούνται οι τοιχογραφίες της πρόσοψης θα γέμιζαν μια επίσκεψη.

Σκηνικά που θέλουν άλλο έργο

Σ

τα σκαλιά της Εθνικής Βιβλιοθήκης, μια κοπέλα με σορτς κάθεται και τρώει φαλάφελ από ένα πλαστικό πιατάκι. Δεν είναι στην Αθήνα η σκηνή. Στα σκαλιά της δικής μας Εθνικής Βιβλιοθήκης δεν είδα ποτέ καμία κοπέλα να τρώει φαλάφελ, ή παγωτό, ούτε και τίποτε άλλο. Η δική μας Βιβλιοθήκη είναι σοβαρή. Που σημαίνει ότι για να δεις, ας πούμε, ένα βυζαντινό χειρόγραφο, πρέπει να το ξέρεις πως υπάρχει, και να πας να το ζητήσεις. Δεν υπάρχει περίπτωση να δεις απ’ έξω αφίσα να αναγγέλλει ότι μέσα εκτίθεται το τάδε βυζαντινό χειρόγραφο, να σου έρθει η ιδέα να μπεις να το θαυμάσεις στην ειδική βιτρίνα του, να διαβάσεις πέντε πράγματα για την ιστορία του,

ύστερα στο παρακείμενο μαγαζάκι να αγοράσεις αναμνηστικό φλιτζάνι με μια εικονογράφησή του επάνω, τέλος να φας το παγωτό σου ασεβώς και απολαυστικά στα σκαλοπάτια. Παραληρώ; Θα φταίει η ζέστη. Ή το σαχλό DVD Sex and the City που ξαναβλέπω, αφηρημένη, και συνειδητοποιώ ότι η γκλαμουράτη ηρωίδα ετοιμαζόταν για μεγαλειώδη γαμήλια τελετή στην Εθνική Βιβλιοθήκη των ΗΠΑ. Αυτοί οι τύποι νοικιάζουν την Εθνική τους Βιβλιοθήκη για γάμους! Βέβαια δεν της πέτυχε, αν θυμάστε· ο γαμπρός κώλωσε και μετά παντρεύτηκαν οι δυο τους κάπου απλά. Καλά, μη λιθοβολείτε, δεν είπα να νοικιάζουμε την Εθνική Βιβλιοθήκη για γάμους, αλλά αφού αυτά τα τρία

48 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #27 [28 ΙουΛίου 2011]

κτίρια είναι το μόνο κομμάτι της πόλης όπου μπορεί κανείς να δει τη σύγχρονη Ιστορία της, τι θα πείραζε να είναι ανοιχτά στο κοινό με χαμηλό εισιτήριο, να μπορεί κανείς να δει μερικές αίθουσες, κάποια αντικείμενα, να διαβάσει λίγη Ιστορία, να βγάλει φωτογραφίες, να αγοράσει σουβενίρ, να πιει καφέ σε ένα καφενείο μέσα, να γεμίσει ένα τουριστικό πρωινό τέλος πάντων – κι ύστερα να καθίσει στη σκιά από τις νεραντζιές, όπου δεν υπάρχει ούτε ένα παγκάκι, να ξεκουραστεί τρώγοντας το παγωτό του; Στο Πανεπιστήμιο, και μόνο η ιστορία που διηγούνται οι τοιχογραφίες της πρόσοψης θα γέμιζαν μια επίσκεψη. Ονειρεύομαι σχεδιαγράμματα με κάτοψη των τριών κτιρίων και των αγαλμάτων, όπου θα εξηγείται ποιος

είναι ο κάθε εικονιζόμενος, πώς βρέθηκαν όλοι παρέα εκεί πέρα. Με κόσμο να πηγαινοέρχεται τρώγοντας παγωτά, όπως σε όλες τις πόλεις με μνημεία, τα αγάλματα θα μένουν πιο καθαρά, θα μπορέσουν και οι μόνιμοι κάτοικοι στα αντίσκηνα να αναπτύξουν έναν ενδιαφέροντα διεθνή διάλογο. Πώς θα ξεκινήσουν όλ’ αυτά; Χρόνια τώρα συζητούν οι ειδικοί για το πώς να κρατάνε τον τουρίστα μια δεύτερη μέρα στην Αθήνα, αλλά εκεί δεν πάει ο νους τους. Η μόνη ελπίδα είναι να βρεθεί παγωτατζής να στήσει αυθαίρετο στα Προπύλαια του Πανεπιστημίου. Ίσως από κει ξεκινήσουν όλα. Εκτός αν αρχίσει ο Δήμος με κανένα παγκάκι στη σκιά από τις νεραντζιές.

εΠΙΦυΛΛΙΔΑ




Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.