EF # 30

Page 1



© Sebastian Bolesch

Η ΕυρωπΗ τριζΕι

H

οικονομική, πολιτική και κοινωνική κρίση της Ελλάδας μπορεί να έχει διαρθρωτικότερα αίτια από την αντίστοιχη κρίση άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Αλλά η κρίση δεν έβγαλε στην επιφάνεια μόνο τα ελλείμματα της δικής μας κοινωνίας. Ανέδειξε εξίσου αποκαλυπτικά το εν υπνώσει τέρας σε ολόκληρη την ευρωπαϊκή ήπειρο, το τέρας που περιμένει την πρώτη δυσκολία για να ξυπνήσει και να υπαγορεύσει τον δικό του παράλογο λόγο στους λαούς. Είναι το τέρας της υποτιθέμενης εθνικής ανωτερότητας. Οχυρωμένο πίσω από τα κλισέ του καθημερινού λόγου μεγάλων τμημάτων της τηλεόρασης, του Ίντερνετ, των εφημερίδων, φιλοτεχνεί την πλαστή εικόνα ενός δήθεν εθνικού εξαιρετισμού, που επιτρέπει την καλλιέργεια αίσθησης ανωτερότητας για όσους θεωρούνται ότι μοιράζονται την ίδια ταυτότητα και, την ίδια στιγμή, αισθημάτων περιφρόνησης και μίσους για τους άλλους. Η Ευρώπη τρίζει. Δεν ήταν αναπόφευκτη αυτή η εξέλιξη. Το 1949, όταν οι ευρωπαϊκές χώρες βγήκαν κατεστραμμένες από τον μεγάλο πόλεμο, η ιδέα της συνεργασίας των λαών ήταν η μόνη βιώσιμη λύση. Με βάση την Ένωση Άνθρακα και Χάλυβα, έναν ας πούμε βιομηχανικό συνεταιρισμό, μπήκε μπροστά η ιδέα της Ενωμένης Ευρώπης. Μιας μεγάλης ομοσπονδίας λαών και πολιτισμών, τα εσωτερικά σύνορα της οποίας βαθμιαία θα καταργούνταν. Μιας υπερεθνικής Ένωσης, τα στοιχεία ταυτότητας της οποίας θα ήταν ο σεβασμός της ατομικότητας, η προστασία των πολιτικών και των κοινωνικών δικαιωμάτων και ελευθεριών. Μιας επικράτειας δικαιοσύνης και προόδου. Η ουτοπία έγινε δυνατή, δεν χρειάστηκε μάλιστα να ανοίξει ρουθούνι γι’ αυτό. Η Ευρώπη ήταν ελκυστική – και γι’ αυτό αρκούσε η μετάφραση των δεδομένων της προόδου της ηπείρου σε συνθήκες ειρήνης. Η ελευθερία, η πρόοδος και τα δικαιώματα γκρέμισαν το τείχος του Βερολίνου, η ελευθερία, η πρόοδος και τα δικαιώματα γκρέμισαν και τα εσωτερικά τείχη. Η Ενωμένη Ευρώπη προχώρησε πολύ και γρήγορα. Δεν στηρίχτηκε σε μύθους ηρωισμού και θυσιών, αλλά σε γραφειοκρατικούς μηχανισμούς. Δεν τροφοδότησε επικά λογοτεχνικά κείμενα αλλά πειραματικές γραφές, που ρέπουν στην ανασημασιοδότηση και στην έρευνα. Η Ενωμένη Ευρώπη είναι πληκτική – αλλά αυτό είναι και το μεγαλείο της, μια τεράστια επικράτεια με τους πολίτες της να πορεύονται στα σίγουρα, προστατευμένοι, χωρίς το άγχος του αύριο και χωρίς το άγχος ενός επικείμενου πολέμου. Κι οι πολίτες της αντί να πολεμάνε ταξιδεύουν –τα ανοιχτά εσωτερικά σύνορα μοιάζουν πλέον φυσική κατάσταση–, σπουδάζουν, ερευνούν, μελετούν, κάνουν τέχνη... Αυτό είναι η πρόοδος. Να μην έχεις να ασχοληθείς με την κουλτούρα της αντιπαλότητας, να μην ιδροκοπάς για να ετοιμάσεις εποποιίες, κατακτήσεις, αφανισμούς, τις περίφημες «μεγάλες αφηγήσεις» και, αντ’ αυτών, να σου περισσεύει χρόνος για να σκεφτείς και να δουλέψεις πώς θα κάνεις πιο ουσιαστική τη ζωή σου στο μονότονο ειρηνικό περιβάλλον που σου εξασφαλίστηκε. Η Ευρώπη προχώρησε πολύ και γρήγορα. Έφτιαξε και ενιαίο νόμισμα, απλουστεύτηκε κι άλλο η ζωή των Ευρωπαίων, σταθεροποιήθηκε το επίπεδο από το 2001. Κι όλα ίσως να πήγαιναν καλύτερα αν η ταχύτητα δεν είχε ανακοπεί, αν οι πολιτικές της ενοποίησης είχαν οδηγήσει και σε πολιτική ένωση – κάτι σαν τις Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης, που λέει και ο παλιός Βέλγος

EDITORIAL

πρωθυπουργός Γκι Φερχόφστατ. Εκεί η πορεία ανακόπηκε, οι εθνικές πολιτικές άρχισαν να επικαλούνται την «κυριαρχία», να μη χάσουμε την «κυριαρχία», κάτω τα χέρια από την «εθνική κυριαρχία» και κάπως έτσι άρχισε ξανά να ανακάμπτει το μεγάλο εθνικιστικό ρεύμα. Στην πραγματικότητα ήταν το όπλο των πολιτικών των εθνών να μην υποβιβαστούν σε απλούς τοπάρχες. Κι ύστερα ήρθε η οικονομική κρίση για να αποδειχθεί ότι η Ευρώπη δεν ήταν προετοιμασμένη για κλυδωνισμούς, δεν είχε ούτε αυστηρότητα ούτε αλληλεγγύη, δεν είχε κεντρικό πηδαλιούχο και το καράβι άρχισε να κλυδωνίζεται. Η Ευρώπη τρίζει. Ορισμένοι ηγέτες, έστω με καθυστέρηση, το ανακάλυψαν. Αλλά πια είναι δύσκολο να πείσουν τους λαούς. Η υποχώρηση του επιπέδου της ζωής για πολλούς γέννησε την αβεβαιότητα – κι αυτή επιτάθηκε με την κρίση. Κι όπως συνήθως συμβαίνει σε τέτοιες περιπτώσεις, όπως οι εθνικές ηγεσίες επικαλούνται την «κυριαρχία» έτσι κι οι πολίτες επικαλούνται τα «κεκτημένα», κανείς δεν θέλει να κάνει πίσω από το επίπεδο που έχει κατακτήσει. Με τούτα και με τ’ άλλα, λοιπόν, στην Ελλάδα π.χ. είχαμε δυο αλλεπάλληλες εκλογικές αναμετρήσεις και κανένα κόμμα δεν είχε κεντρική ατζέντα της πολιτικής του την Ευρώπη, την ιδέα της Ευρώπης. Η ουτοπία της κοινής συμβίωσης των λαών τείνει να υποβιβαστεί σε μηχανισμό διανομής του πλούτου – κι όταν αυτός συνυφαίνεται με την «εθνική κυριαρχία», και σε μηχανισμό άρνησης διανομής του πλούτου. Η διεκδίκηση από την πλευρά μας, π.χ., μιας ζωής χωρίς κοινούς κανόνες και ενός επιπέδου που δεν το κατακτήσαμε με την παραγωγή, τον εξορθολογισμό της διοίκησης, τον εκσυγχρονισμό της κοινωνίας και του κράτους οδηγεί μαθηματικά στον αντίποδα της ευρωπαϊκής ιδέας. Την ευρωπαϊκή ιδέα, όμως, την επικαλούνται ακόμα οι πολίτες που καταλαβαίνουν τι κέρδισαν και τι κινδυνεύουν να χάσουν. Την επικαλείται και η Σάσα Βαλτς (στην κορυφή, εικόνα από τη χορογραφία της Continu που παρουσιάζεται στο Φεστιβάλ Αθηνών), στο τεύχος που κρατάτε στα χέρια σας. «Υπάρχουν σήμερα προβλήματα, κυρίως από το γεγονός ότι οι χώρες της Ευρώπης δεν συμβαδίζουν οικονομικά, αλλά αυτά πρέπει να ξεπεραστούν», λέει, σ’ ένα σημείο της συνέντευξης που παραχωρεί στη Νίκη Ορφανού. «Πρέπει να δουλέψουμε γι’ αυτό, και να μείνουμε ενωμένοι. Δεν πρέπει να εγκαταλείψουμε την ιδέα της Ευρώπης λόγω της κρίσης. Θα αισθανόμουν πολύ περισσότερο φόβο αν επιστρέφαμε πίσω, στην Ευρώπη έτσι όπως ήταν, με χώρεςκομματάκια γης και υπέρμετρους εθνικιστικούς εγωισμούς. Θα ήμασταν και πάλι στο σημείο μηδέν, θα γυρίζαμε στο 1949...» Αυτό, τις χώρες κομματάκια γης και τους υπέρμετρους εθνικιστικούς εγωισμούς, οφείλει να το αντιστρατευθεί πρωτίστως ο κόσμος της τέχνης. Οι πολίτες της Ευρώπης, οι πολίτες του κόσμου που πόνεσαν πολύ για να κερδίσουν την συνύπαρξη, για να διεκδικούν να μιλούν για λογαριασμό ενός υπερεθνικού κοινού, να συνεργάζονται με μια διεθνή σημαντικών ανθρώπων που τους ενώνουν πολλά περισσότερα από την κοινή γλώσσα και τις κοινές παραδόσεις. Ο ανοιχτός μοντέρνος κόσμος δεν έχει τελειώσει. Θα την παλέψουμε την ιδέα της Ευρώπης, της περισσότερης Ευρώπης, της ενωμένης Ευρώπης – και θα την κερδίσουμε. Είναι η δική μας ουτοπία, η μόνη ουτοπία που είναι εφικτή σ’ αυτόν τον μάταιο κόσμο. Και τη διεκδικούμε με την ανοιχτωσιά μας και τη δημιουργικότητά μας.

[

H EΦΗμΕριδα του EλλΗνικου ΦΕστιβAλ Eιδική έκδοση για το πρόγραμμα του 2012 Nο 30 (3/2012) [28/6/2012] ISSN: 1791-1729

]

Διευθυντής Σύνταξης: Hλίας Kανέλλης Eπιμέλεια ύλης: Μαίρη Κιτροέφ Σύνταξη: Έλια Aποστολοπούλου, Βένα Γεωργακοπούλου, Nικόλας Zώης, Kατερίνα Kόμητα, Nίκη Oρφανού, Χαρά Σακελλάρη, Aντώνης Σακελλάρης, Έλενα Xρηστοπούλου Συνεργάζονται: Τηλέμαχος Αναγνώστου, Xάρης Bλαβιανός, Nίκος Διονυσόπουλος, Σταύρος Καπλανίδης, Mατούλα Kουστένη Kόμικς: Τάσος Μαραγκός Φωτογράφοι: Bίκυ Γεωργοπούλου, Bασίλης Mαθιουδάκης Σχεδιασμός: Z-axis Δημιουργικό: Aνδρέας Pεμούντης Eκτύπωση: IPIΣ A.E.

EλλΗνικο ΦΕστιβαλ A.E.

Yπεύθυνος σύμφωνα με το νόμο: Γιώργος Λούκος

MEΓAΛΟI XOPHΓOI

XOPHΓOI

XOPHΓOI EΠIKOINΩNIAΣ

ME THN YΠOΣTHPIΞH

Ηλίας Κανέλλης [28 IOYNIOY 2012] #30 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 3


Xατζηχρhστου 23 & Mακρυγιaννη 11742 / aΘhNa / T. 210 9282900

H εικόνα του εξωφύλλου: Σκηνή από την παράσταση Continu, της Σάσα Bαλτς Φωτογραφία: Sebastian Bolesch

6

EΠιΣτοΛεΣ

7

ΑNτιΦεΣτιΒΑΛ

10

ΣAΣΑ ΒΑΛτΣ OΛOI MAZI

14

ΑΛEξΑνΔροΣ ευκΛεIΔηΣ ΓιΑΤι ΠρEΠΕι ΝΑ ΣΕΒOΜΑΣΤΕ ΤΟυΣ ΚΛΑΣιΚΟYΣ;

18

OIΔIΠOYΣ TYρΑννοΣ ΑιμIΛιοΣ ΧειΛAκηΣ ME ΛENE ΟιΔιΠΟΔΑ

20

κΩνΣτΑντIνοΣ μΑρκουΛAκηΣ ΜΕ ΛΕΝΕ ιΟΚΑΣΤΗ

ΣεΛ. 10

22

τΣεζAριΣ ΓκρΑουζIνιΣ «Ο ΟιΔιΠΟυΣ ΤυρΑΝΝΟΣ ξΕΧΕιΛιζΕι ΑΠΟ ΤΕΣΤΟΣΤΕρΟΝΗ»

24

ο ΒΑΦτιΣτικοΣ του ΘεοΦρΑΣτου ΣΑκεΛΛΑριΔη ΒΑΣIΛηΣ ΠΑΠΑΒΑΣιΛεIου Ο ΚOΣΜΟΣ ΕIΝΑι ΑυΤOΣ ή Η ΠΑρωΔIΑ ΤΟυ;

26

τζίνΑ ΦΩτεινοΠοYΛου - ειρHνη κΑρAΓιΑννη ΤA ΜΠιζΟY ΤΗΣ ΕΛΛΗΝιΚΗΣ ΟΠΕρΕΤΑΣ

ΣεΛ. 18

29

IριΣ KΑρΑΓιAν NA ΤΟΛΜΑΣ

30

ΣτEΦΑνοΣ τΣιΑΛHΣ ΑΠΟ ΤΗ ΛΕιψιΑ ΜΕ ΑΓΑΠΗ

32

ΘεOΔΩροΣ κουρεντζHΣ ΧωρIΣ ΜΠΑΓΚEΤΑ

34

ΑΛEν μΠιΦAρ ΝΑ ΠρΟΣΤΑΤΕυΣΟυΜΕ ΤιΣ ΕΛΕυΘΕριΕΣ ΜΑΣ

38

ευριΠIΔηΣ ΛΑΣκΑρIΔηΣ ΣΤΟΝ ΠΟΔΟΓυρΟ ΤΗΣ ΠιΝΑ ΜΠΑΟυΣ

40 42

ΒρΑΔιA ΣYΓΧρονου εΛΛηνικοY ΧοροY ΓεΩρΓIΑ ΒΑρΔΑροY HArdcOrE ΑΠO ΤιΣ ΒρυξEΛΛΕΣ μΑρIΑ ΓορΓIΑ Η ΔυΣΚΟΛΗ ΧΕιρΑΦΕΤΗΣΗ

44 46

KρΑτικH OρΧHΣτρΑ AΘHNΩN ΒΑΣIΛηΣ ΧριΣτOΠουΛοΣ ΠΑιζΟΝΤΑΣ ΓιΑ ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΚΟιΝΟ ΒΑΣIΛηΣ ΒΑρΒΑρEΣοΣ ΑΝΟιΧΤΟι OριζΟΝΤΕΣ

48

ΣAκηΣ ΠΑΠΑκΩνΣτΑντIνου, ΛουIζΑ ΑρκουμΑνEΑ

ΣεΛ. 26 ΣεΛ. 38

«EΧΟυΜΕ ΠHξΕι ΣΤΟυΣ ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤIΕΣ ΤΟυ ΘΕAΤρΟυ»

50

νIκοΣ ΔιΑμΑντHΣ ΜΕΣ’ ΣΤΟ ΜΟυΣΕιΟ ΜιΑ ΜΕρΑ ΜΠΗΚΑ ΜΕ ΦΟρΑ Κι ΕΓω...

52

ΑΓΓεΛικH ΠΑΠοYΛιΑ, ΓιΩρΓοΣ ΒΑΛΑHΣ, ΧρHΣτοΣ ΠΑΣΣΑΛHΣ HEY HO, lEt’s gO!

54

MιΧΑHΛ MΑρμΑρινOΣ ΣΤΑ ΟριΑ

58

ΣYΛΒιΑ ΛιοYΛιου «Ο ΣΟΛωΜΟΣ ΒριΣΚΕι ΔιΑρΚωΣ ΕΝΑ ΤΟιΧΟ»

60

STAR WARS tΑ AΣΤρΑ

61

JUICY LIU ΣΤΟΝ υΠEρΟΧΟ ΚOΣΜΟ ΤΟυ ΕΛΛΗΝιΚΟY ΦΕΣΤιΒAΛ

62

EXIT ΕΠιΦυΛΛIΔΑ

Για να αγοράσετε τα εισιτήριά σας τηλεφωνικά χρησιμοποιώντας την πιστωτική κάρτα σας, καλείτε στο 210-32 72 000 Δευτέρα έως Κυριακή, 09:00 με 21:00 4 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #30 [28 IOYNIOY 2012]

ΠEPIEXOMENA



A γαπ ητή EΦ... σχόλια και επιστολές, στη διεύθυνση: free_press01@greekfestival.gr

το προΓραμμα 28.6 Eωσ 11.7.2012 μουΣικη Κρατική Ορχήστρα Αθηνών Βασίλης Χριστόπουλος Ωδείο Ηρώδου Αττικού 28 Ιουνίου, 21:00 Neuköllner Oper - Οι όπερες των ζητιάνων Yasou Aida! Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης 29-30 Ιουνίου & 1 Ιουλίου, 21:00 Καμεράτα Ορχήστρα των Φίλων της Μουσικής Ο βαφτιστικός Θεόφραστου Σακελλαρίδη Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Αίθουσα «Αλεξάνδρα Τριάντη» 3-4 Ιουλίου, 21:00 Κρατική Ορχήστρα Αθηνών Στέφανος Τσιαλής Ωδείο Ηρώδου Αττικού 5 Ιουλίου, 21:00 Αφιέρωμα στη Δόμνα Σαμίου Έχε γεια, πάντα γεια Ωδείο Ηρώδου Αττικού 8 Ιουλίου, 21:00

Λάθος και πρόοδος Αγαπητοί φίλοι, Διαβάζω με ενδιαφέρον πολλούς από τους αφορισμούς των καλλιτεχνών, Ελλήνων και ξένων, στις συνεντεύξεις που παραχωρούν στο ενδιαφέρον περιοδικό του Φεστιβάλ. Μερικές φορές με καταπλήσσει η απολυτότητα των διατυπώσεών τους, η απόλυτη βεβαιότητα ότι σκέπτονται το σωστό, ότι αυτό που πιστεύουν για τα πράγματα θα έπρεπε να συμβαίνει και στην πραγματική ζωή. Μου κάνει, επίσης, εντύπωση ότι ελάχιστοι (έως κανένας) αμφιβάλλουν για την οξυδέρκεια των καλλιτεχνικών εγχειρημάτων τους, την απήχησή τους, τη διαθεσιμότητα των θεατών, εν τέλει τη χρησιμότητά τους. Τόση αυτοπεποίθηση; ή μήπως τόσος ναρκισσισμός;

Σε όλους αυτούς θα ήθελα, αν μου επιτρέπετε, να αντιπαραθέσω ένα μικρό απόσπασμα του Μπέρτολτ Μπρεχτ, από τις Ιστορίες του κυρίου Κόυνερ, στην παλιά αλλά ακόμα ανεξίτηλη μετάφραση του Πέτρου Μάρκαρη: «Όταν κανείς κρίνει μόνο από τον εαυτό του, δεν μπορεί ποτέ να πιστέψει ότι κάνει λάθη, γι’ αυτό και δεν προκόβει. Είναι λοιπόν απαραίτητο να σκέφτεται αυτούς που θα συνεχίσουν τη δουλειά του. Μονάχα έτσι εμποδίζει κανείς κάτι να φτάσει στο τέλος του». Ευχαριστώ, Πέτρος Παυλοστάθης συνταξιούχος καθηγητής

Λίγη παραπάνω μουσική… Ομολογώ ότι το αφιέρωμα στον Μάρκο, φέτος, ήταν σούπερ. Αλλά μου λείπει λίγη παραπάνω μουσική, σύγχρονη μουσική, στο Φεστιβάλ Αθηνών. Όχι τίποτ’ άλλο, αλλά με είχατε γλυκάνει μερικά χρόνια πριν με τις ονειρικές συναυλίες του Έλβις Κοστέλο, της Λόρι Άντερσον, της Νόρα Τζόουνς ή

του Πάολο Κόντε. Άλλαξαν οι προσανατολισμοί σας ή είναι θέμα μπάτζετ; Σταύρος Ωραιόπουλος Απάντηση: Δεν άλλαξαν οι προσανατολισμοί μας…

Eισιτήρια σε άνεργους

Musica Aeterna Έργα Ραχμάνινοφ, Σοστακόβιτς Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Αίθουσα «Χρήστος Λαμπράκης» 10 Ιουλίου, 21:00

Και φέτος το Φεστιβάλ Αθηνών προσφέρει τη δυνατότητα σε άνεργους να παρακολουθήσουν δωρεάν μια σειρά από εκδηλώσεις. Τα 200 εισιτήρια που δόθηκαν για τη Συναυλία-αφιέρωμα στον Μάρκο Βαμβακάρη στις 22-23/6 και τα 100 εισιτήρια για τη Συναυλία-αφιέρωμα στη Δόμνα Σαμίου στις 8/7 έγιναν ανάρπαστα! Το Φεστιβάλ διευρύνει την προσφορά του και προσφέρει ακόμα:

ΘεΑτρο

100 εισιτήρια για τη Συναυλία της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών στις 28/6 στο Ηρώδειο με έργα Καλομοίρη, Προκόφιεφ και Τσαϊκόφσκι. Διευθύνει ο Βασίλης Χριστόπουλος, σολίστ ο Βασίλης Βαρβαρέσος (πιάνο).

Ομάδα Blitz Δον Κιχώτης Πειραιώς 260, Κτίριο Δ 28-29 Ιουνίου, 21:00

200 εισιτήρια για τη Συναυλία της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών στις 5/7 στο Ηρώδειο με έργα Βέμπερ, Μότσαρτ και Ντβόρζακ. Διευθύνει ο Στέφανος Τσιαλής, σολίστ ο Διονύσης Γραμμένος (κλαρινέτο).

Σύλβια Λιούλιου – Ο Λάμπρος, Ζακύνθου αρ. 12, Διονύσιος Σολωμός Πειραιώς 260, Κτίριο Ε 3-4 Ιουλίου, 21:00

Η παραλαβή των εισιτηρίων γίνεται αποκλειστικά από τα εκδοτήρια του Φεστιβάλ, Πανεπιστημίου 39 στη Στοά Πεσμαζόγλου (ωράριο λειτουργίας: καθημερινά 09.00-17.00 και Σάββατο 9.00-15.00) με επίδειξη της κάρτας ανεργίας.

Ευριπίδης Λασκαρίδης – Ώσμωση Πειραιώς 260, Κτίριο Η 5- 6 Ιουλίου, 21:00

How do you like us?

Θέατρο Σημείο - Νίκος Διαμαντής Μουσείο ανθρώπινης συμπεριφοράς Μουσείο Μπενάκη 5 Ιουλίου 12:00-15:00, 6 - 7 Ιουλίου 18:00-21:00 Tσεζάρις Γκραουζίνις – Οιδίπους Τύραννος Σοφοκλή Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου 6-7 Ιουλίου, 21:00 Theseum Ensemble - Μιχαήλ Μαρμαρινός Insenso / Όπερα Δημήτρη Δημητριάδη Πειραιώς 260, Κτίριο Δ 7-9 Ιουλίου, 19:30 Σάκης Παπακωνσταντίνου La Commune Grecque Πειραιώς 260, Γκαράζ Η 9-10 Ιουλίου

XOPOΣ Βραδιά σύγχρονου ελληνικού χορού Hardcore Research on Dance (21:00) Γεωργία Βαρδαρού Kρυμμένη στους ελαιώνες (22:00) Μαρία Γοργία Πειραιώς 260, Κτίριο Ε 27-28 Ιουνίου Αλέν Μπιφάρ – Tout va bien Πειραιώς 260, Κτίριο Η 29-30 Ιουνίου, 21:00 Ομάδα Χορού ΖΗΤΑ - Ίρις Καραγιάν Μητέρες Πειραιώς 260, Κτίριο Ε 7-8 Ιουλίου, 21:00 Σάσα Βαλτς – Continu Ωδείο Ηρώδου Αττικού 11 Ιουλίου, 21:30

Οι Εκκλησιάζουσες του Αριστοφάνη από το Θέατρο του Νέου Κόσμου σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου θα ανέβουν τελικά στις 27 και 28 Ιουλίου στο Αρχαίο Θέατρο της Επιδαύρου. Για τη νέα ημερομηνία η προπώληση αρχίζει στις 6 Ιουλίου.

Κάντε like στη σελίδα του Φεστιβάλ στο Facebook (facebook.com/athens.epidaurusfes tival) για να δείτε φωτογραφίες, βίντεο, δημοσιεύματα και αποκλειστικές πληροφορίες για τις παραστάσεις. Μοιραστείτε τις αναρτήσεις μας με τους φίλους σας, δείτε τους διαγωνισμούς μας και κερδίστε δωρεάν εισιτήρια. Για τα tweets σας υπάρχει λογαριασμός (@athensfestival Ελληνικά και @greek_festival Αγγλικά).

εΠιΣτοΛεΣ


Oταν ο σολωμOσ ΕπΗρΕAστΗκΕ απO τον βyρωνα Από τον Χάρη Βλαβιανό

T EΠEIΔH H TEX NH EM ΠNEETAI AΠO TH ZΩH

ο πρώτο συνθετικό ποίημα που ο Σολωμός επιχείρησε να ολοκληρώσει ήταν το επικοδραματικό ποίημα ο «Λάμπρος». H πρώτη γραφή του ποιήματος χρονολογείται ήδη το 1823, το κύριο μέρος του γράφτηκε στα χρόνια 1824-1826, ενώ η ατελέσφορη προσπάθεια για την ολοκλήρωσή του κράτησε ώς το 1834, χρονιά κατά την οποία ο Σολωμός επεξεργάστηκε και πάλι ένα μέρος του έργου (τη «Δέηση της Μαρίας και το Όραμα του Λάμπρου») και το δημοσίευσε ανώνυμα στην Ιόνιο Ανθολογία, περιοδικό που είχε ιδρύσει ο λόγιος και φιλελεύθερος αρμοστής Νούτζεντ. Η πλοκή του έργου εν συντομία είναι η ακόλουθη: ο Λάμπρος σχετίζεται με μια νεαρή κοπέλα, τη Μαρία, της υπόσχεται να την παντρευτεί και αποκτά μαζί της τρία αγόρια κι ένα κορίτσι, τα οποία στη συνέχεια εγκαταλείπει (όπως είχε κάνει και ο ζαν-ζακ ρουσσώ) σε ορφανοτροφείο. Όταν πρόκειται να σταλεί το κορίτσι, η Μαρία χαράζει ένα σταυρό με το μαχαίρι στην παλάμη του και περνάει στο λαιμό του μια catena di capelli (αλυσίδα για τα μαλλιά), που της είχε χαρίσει ο Λάμπρος, με την ελπίδα ότι στο μέλλον θα συναντηθούν και πάλι και θα μπορέσει έτσι να την αναγνωρίσει. Ύστερα από χρόνια, ο Λάμπρος συνάπτει ερωτική σχέση με τη φυσική του κόρη, η οποία, όταν αποκαλύπτεται η αιμομιξία (ο πατέρας την αναγνωρίζει από το σημάδι στην παλάμη και την αλυσίδα), αυτοκτονεί, πέφτοντας στα νερά της λίμνης των ιωαννίνων. Ακολουθεί η αυτοκτονία της Μαρίας τη μέρα της Ανάστασης (μέρα που επρόκειτο να παντρευτεί τον Λάμπρο), με τον ίδιο τρόπο που είχε χαθεί και η κόρη της, και λίγο αργότερα του Λάμπρου. Το ποίημα κλείνει με την ακόλουθη τραγική παρομοίωση: «ήταν αδύνατο δέντρο εις ένα δάσος κι άπλωσε τα κλωνάρια του εις άλλο δέντρο· τέσσερα βλαστάρια εβγήκαν από τον κορμό του· επέρασε αστροπελέκι και δεν άφησε άλλο ειμή το χώμα όπου είχαν ριζώσει, Και δεν έμεινε μήτε ένα κλωνάρι, Φιλέρημο πουλάκι να καθίσει, Το βράδυ, την αυγή, να κελαϊδήσει».

κΑΘΑρΩτΑτον ηΛιον εΠρομηνουΣε Aπεικόνιση του Διονυσίου Σολωμού, ο «Λάμπρος» του οποίου προετοίμασε το έδαφος για τους «Eλεύθερους Πολιορκημένους».

Τα σωζόμενα αποσπάσματα μαρτυρούν τη θεματική επίδραση της ποίησης του Μπάυρον (η ιδιαίτερα ισχυρή επίδραση του Μπάυρον στην ελληνική ποίηση του 19ου αιώνα είναι γνωστή με τον όρο βυρωνισμός). H μορφή του ήρωα-επαναστάτη που, όπως ο Λάμπρος, έρχεται σε σύγκρουση τόσο με τον θεϊκό νόμο όσο και με τον ανθρώπινο απαντά σε πολλά ποιήματα του Άγγλου ρομαντικού ποιητή. Τα κύρια θεματικά στοιχεία του ποιήματος (όπως η αιμομιξία, ο βίαιος ή πρόωρος θάνατος των προσώπων, η αυτοκτονία, τα υπερφυσικά στοιχεία) είναι τυπικά ρο-

μαντικά θέματα της εποχής και φανερώνουν την πρόθεση του Σολωμού να συγχρονιστεί με την τότε ευρωπαϊκή ποίηση. Θέμα του ποιήματος, όπως αναφέρθηκε, είναι μια ερωτική ιστορία με τραγικό τέλος, και μικρή είναι η σχέση του με τον εθνικό αγώνα. Ο Πολυλάς σωστά παρατηρεί ότι ο Σολωμός, με τα δεκάξι οκτάστιχα του «Λάμπρου» «έδειχνε εις το έθνος του ότι η απλή γλώσσα δύναται να εκφράσει με θαυμαστή σφοδρότητα και συντομία τα παθητικότερα και πλέον απόκρυφα αισθήματα»· ωστόσο, θα είναι αφελές να υποστηρίξει κανείς ότι «η γιγαντιαία, αλλά μάταιη αντίσταση της θέλησης του ανθρώπου εις τους ηθικούς νόμους δεν επαραστάθηκε ίσως ποτέ εις εικόνα τρομερότερη από τούτην του Λάμπρου» και ότι το έργο αυτό του εθνικού μας ποιητή, «δικαίως έδωσε αφορμήν εις την σύγκριση με τη Λαίδη Μακμπέθ του Σαίξπηρ». υπάρχουν στοιχεία του έργου τα οποία σήμερα φαντάζουν υπερβολικά και άκρως μελοδραματικά: ο Σολωμός, για παράδειγμα, θέλει τον Λάμπρο να αποπλανά την κόρη του σε νεκροταφείο, και μάλιστα πάνω στον τάφο του αδελφού του· τη γυναίκα και την κόρη του Λάμπρου ν’ αυτοκτονούν με τον ίδιο τρόπο πέφτοντας και οι δύο στα νερά της λίμνης· και τα φαντάσματα των νεκρών αγοριών του να τον καταδιώκουν να τον συναντούν τελικά μέσα στην εκκλησία, τη μέρα του Πάσχα, κι εκεί να τον φιλούν στο στόμα («Αφού στον κόσμο ελάμψανε τ’ αστέρια,/ τέτοιου τρόμου φιλιά δεν εδοθήκαν./ Φτυούνε τα χείλη σαν από φαρμάκι· / μέσα του επήε το νεκρικό βαμπάκι». Η αντιπαράθεση ανάμεσα στο άγριο, άνομο πάθος του άντρα και την εξαγνιστική δύναμη της αγάπης της γυναίκας φαντάζει επίσης απλοϊκή. ωστόσο, τα στοιχεία αυτά του «εντυπωσιασμού» απαντούν σε όλα ανεξαιρέτως τα έργα των ρομαντικών ποιητών (και δη του Μπάυρον) και δεν θα μπορούσε ο Σολωμός να αποτελεί εξαίρεση. Ο «Λάμπρος» αποτελεί μεταβατικό έργο. «Ο νους του Σολωμού», όπως πάλι ορθά διέκρινε ο Πολυλάς, «ήδη τραβηγμένος από μια ανώτερη θεωρία εις την περιοχή της ποιητικής, άφηνε ατελείωτο εκείνο το πόνημα ως κατώτερο από την θέση όπου πρέπει να υψωθεί η Τέχνη, αν θέλει να είναι σε όλα αληθινή». Είχε φθάσει πλέον η στιγμή ο Σολωμός να συνθέσει το πιο ώριμο, τολμηρό του έργο: τους «Ελεύθερους πολιορκημένους». s Ο Χάρης Βλαβιανός είναι ποιητής, διευθυντής του περιοδικού Ποιητική. 2 Στoν «Λάμπρο» του Διονυσίου Σολωμού στηρίζεται η παράσταση της Σύλβιας Λιούλιου, O Λάμπρος, Zακύνθου αρ. 12. Πληροφορίες και συνέντευξη της σκηνοθέτριας στη σελ. 58

TO EΠOMENO ΔEKAΠENΘHMEPO Έλλη Παπακωνσταντίνου Κουαρτέτο Βόιτσεκ Mια πολιτική σάτιρα βασισμένη στον Bόιτσεκ του Mπίχνερ (12-14 ιουλίου, Πειραιώς 260 E) Μπαλέτα της Όπερας Περμ Iγκόρ Στραβίνσκι, Οι γάμοι, Πετρούσκα Mε δύο χορογραφίες του Γίρζι Kίλιαν και του Nίκολο Φόντε μάς συστήνονται τα ρωσικά μπαλέτα (12 ιουλίου, Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Αίθουσα «Αλεξάνδρα Τριάντη») Εθνικό

Θέατρο -

Νίκος Μαστοράκης Αριστοφάνη, Νεφέλες O Γιάννης Mπέζος ως Στρεψιάδης σ’ έναν αγώνα μεταξύ Δίκαιου και Άδικου Λόγου (13-14 ιουλίου, Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου) Συναυλία O Aλκίνοος Iωαννίδης «πειράζει» τα τραγούδια του με τον Γιώργο Kαλούδη στο τσέλο και την κρητική λύρα (13-14 ιουλίου, Μικρό Θέατρο Αρχαίας Επιδαύρου) Λένα Κιτσοπούλου Αθανάσιος Διάκος - Η επιστροφή O Nίκος Kαραθάνος μετατρέπεται σε αντιήρωα της Eλλάδας του 2012 (14-16 ιουλίου, Πειραιώς 260 Η ) Κ.Θ.Β.Ε. - Θέατρο Ακροπόλ Αριστοφάνη, Ιππής O Πέτρος Φιλιππίδης και ο Γιάννης Zουγανέλης υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του Σταμάτη Φασουλή (20-21 ιουλίου, Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου)

ΣXOΛIA

[28 IOYNIOY 2012] #30 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 7


Δόμνα Σαμίου

Η μοντΕρνα τΗσ παρAδοσΗσ «Δεν είμαι τραγουδίστρια με την επαγγελματική σημασία της λέξης, δεν τραγουδάω σε δημοτικά κέντρα ή σε πανηγύρια για τη διασκέδαση μιας ορισμένης πελατείας. Τραγουδώ μόνο όπου πιστεύω πως εξυπηρετώ τη διατήρηση και τη διάδοση του δημοτικού τραγουδιού, έτσι ατόφιο όπως έφτασε σε μας από την παράδοση». Κανείς δεν θα μπορούσε να δηλώσει τα παραπάνω και να γίνει πειστικός. Εκτός αν πρόκειται για τη Δόμνα Σαμίου. Αυτή τη μικροκαμωμένη γυναίκα με το επίμονο βλέμμα, την δωρικότητα στη σκηνή, την αυστηρότητα στο ύφος και την ακαταπόνητη αφοσίωση στην παράδοση, που έβγαλε στο προσκήνιο το δημοτικό τραγούδι απενοχοποιημένο. Από τη Ματούλα Κουστένη

H

Δόμνα Σαμίου γεννήθηκε το 1928 στην Καισαριανή από γονείς Μικρασιάτες πρόσφυγες που, μετά πολλών κόπων, εξασφάλισαν μια μικροσκοπική παράγκα για την οικογένειά τους. Μέχρι τα 13 της, οπότε βρήκε διέξοδο στη μουσική, είχε νιώσει για τα καλά τι θα πει φτώχεια: μια ρέγκα στα τέσσερα για ολόκληρη την οικογένεια ήταν το μενού της ημέρας. Μπόλικο νερό για να φουσκώνει η κοιλιά τους και να ξεγελούν την πείνα ώσπου να κοιμηθούν. ρούχα και παπούτσια αγόραζαν σπανίως. Η οροφή της παράγκας έσταζε το χειμώνα νερό σε τεντζερέδια, κατσαρόλια, ενίοτε και πάνω στα κρεβάτια των παιδιών. Μπάνιο είχε κάθε Σάββατο με βρόχινο νερό και κρέας μόνο τις Κυριακές μετά την εκκλησία. Τα γράμματα δεν τα πολυαγαπούσε. «Στο σπίτι άλλο από μια Σύνοψη και την εφημερίδα που διάβαζε ο πατέρας μου δεν υπήρχε», έλεγε. Αντιθέτως, τη γοήτευαν οι ψαλμοί. «Στην εκκλησία τα κοριτσάκια απαγορευόταν να ψέλνουνε... Αλλά στην παράγκα, το χειμώνα, γύρω απ’ το μαγκάλι, δεν υπήρχε άλλος τρόπος να ζεσταθούμε... Ο πατέρας έκανε τον παπά, εγώ το διάκο, εκείνος τον δεξιό ψάλτη, εγώ τον αριστερό. Αυτό ήτανε για μένα η μεγαλύτερη χαρά». Το 1941 ο πατέρας της πέθανε από πείνα κι εκείνη, για να αποφύγει την ίδια μοίρα, έπιασε δουλειά, παραδουλεύτρα, στην οικία ζάννου. «Ενώ σκούπιζα, ξεσκόνιζα ή έστρωνα κρεβάτια, τραγουδούσα κι έψελνα, γιατί εμένα η αγάπη μου ήταν αυτού του είδους η μουσική». Η κυρία του σπιτιού που την άκουγε, της εξασφάλισε μια συνάντηση με τον Σίμωνα Καρά. Εκείνος, από την πρώτη κιόλας τους συνάντηση την έριξε στα βαθιά. Με το γνώριμο αυστηρό ύφος του, της μίλησε για «νι πα βου γα δι κε ζο νι» (δηλαδή τις νότες της βυζαντινής μουσικής), χωρίς εκείνη να καταλαβαίνει γρι.

H ΔOMNA ΣAMIOY ME TON ΔIONYΣH ΣABBOΠOYΛO «Tι να τα κάνω τα τραγούδια σας / είναι πολύ ζαχαρωμένα / ταιριάζουν για σοκολατόπαιδα / μα δεν ταιριάζουνε για μένα. // Tι να τα κάνω τα τραγούδια σας / ποτέ δεν λένε την αλήθεια / ο κόσμος υποφέρει και πονά / κι εσείς τα ίδια παραμύθια...» Ήταν τα λόγια ενός σύντομου τραγουδιού, που μεταδικτατορικά μπήκε στον δίσκο Δέκα χρόνια κομμάτια. H Σαμίου συνάντησε τον Σαββόπουλο το 1971, μέσα στη χούντα – και σ’ εκείνον χρωστάει ότι έπαψε να είναι απλή μελετήρια κι άρχισε κι η ίδια να τραγουδά.

«Παιδί μου, δεν φτάνει το δημοτικό σχολείο, πρέπει να πας και στο γυμνάσιο. Χωρίς γράμματα δεν μπορείς να κάνεις μουσική», της έλεγε. Το πρωί, λοιπόν, δούλευε, το απόγευμα έτρεχε για μουσική στου Καρά, το βράδυ κατέληγε στο νυχτερινό γυ-

8 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #30 [28 IOYNIOY 2012]

μνάσιο. Η 20χρονη αδερφή της πέθανε το 1944 από φυματίωση, η μητέρα της έμεινε μόνη, ενώ η χαριστική βολή ήρθε όταν, κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών, κάηκε το μοναδικό σημείο αναφοράς τους: η παράγκα της Καισαριανής.

Με την ίδρυση της ραδιοφωνίας στην Ελλάδα (1936), ο Σίμων Καράς οργάνωσε το Τμήμα Δημοτικής Μουσικής. «Τα καλοκαίρια όργωνε την Ελλάδα. Όταν επέστρεφε, έφερνε τραγούδια γραμμένα με το χέρι με βυζαντινή παρασημαντική και οι τσέπες του ήταν γεμάτες απολειφάδια, που λέμε, από τα μολύβια τα Faber, τα ξύλινα. Άδειαζε από τις τσέπες χούφτες τα μολυβάκια τα μικρά που μένανε». Από τα «λάφυρα» του Σίμωνος Καρά αισθάνθηκε την έλξη που της ασκούσε το δημοτικό τραγούδι. Έτσι, τα επόμενα χρόνια, το υπηρέτησε από διάφορα απίθανα «πόστα»: στο τότε Ειρ ετοίμαζε προγράμματα και ήλεγχε τους δίσκους που έστελναν οι εταιρείες. Συνεργάστηκε με τον Πατσιφά (Fidelity - Philips), αναζητώντας γνήσια συγκροτήματα, διότι θύμωνε με την προχειρότητα και τη δήθεν «μοντερνιά» των δισκογραφικών εκδόσεων της εποχής. Έκανε μουσική επιμέλεια σε λαογραφικού περιεχομένου εκπομπές. Μέχρι μουσική σε ταινίες φουστανέλας έβαζε. Φαίνεται, ωστόσο, πως με καμιά από τις παραπάνω δουλειές δεν ταυτίστηκε. Βαθιά μέσα της πίστευε ότι, στο δρόμο προς τις μεγάλες αστικές περιοχές ή τη δισκογραφία, το δημοτικό τραγούδι έχανε την αυθεντικότητα, την ουσία, το πηγαίο του συναίσθημα. Έτσι, έκανε σκοπό της ζωής της να ακολουθήσει το δρόμο του δασκάλου της και να αναζητήσει το δημοτικό τραγούδι στον τόπο της δημιουργίας του. Αντί για Faber μολυβάκια απέκτησε, με τις πρώτες οικονομίες της, το πρώτο μαγνητόφωνο Uher. Και γύρω στο 1962-63, ξεκίνησε την περιπετειώδη περιπλάνηση από την Κρήτη ως τη Θράκη. Για να «αυτονομηθεί», όμως, έπρεπε να εγκαταλείψει τον Σίμωνα Καρά. Η απομάκρυνση ήταν για τη Δόμνα Σαμίου κόψιμο του ομφάλιου λώρου και ενηλικίωση μαζί. «Δυσκολεύτηκα πάρα πολύ μέσα μου, πάλεψα για να ξεφύγω και θυμάμαι με πόσο δισταγμό, με πόση δειλία, με πόσο

ΣXOΛIA


απολαύσαμε το δημοτικό ξανά χωρίς ενοχή Από τον Νίκο Διονυσόπουλο Συνάντησα πρώτη φορά τη Δόμνα Σαμίου το 1975 –αν θυμάμαι καλά– σε συναυλία στο Πολυτεχνείο. Αμέσως καταλάβαμε ότι κάτι διαφορετικό συνέβαινε. Η εποχή είχε ένα πολύ βαρύ πέπλο καθώς ο σκεπτόμενος κόσμος προσπαθούσε εναγωνίως να αποτινάξει όλα εκείνα τα πολιτιστικά στοιχεία που συνδέθηκαν με τη χούντα. Το δημοτικό τραγούδι ήταν σίγουρα ένα από αυτά. Είναι, λοιπόν, σπουδαίο επίτευγμα αυτής της πεισματάρας γυναίκας το ότι απολαύσαμε ξανά το δημοτικό τραγούδι χωρίς ενοχή και χωρίς να τρέχει ο νους στα τσάμικα και τα πηδήματα του Παπαδόπουλου. Της χρωστάμε το γεγονός ότι φρόντισε να αποκαθάρει τα τραγούδια από τη χουντική χρήση αλλά και το πόσο μόχθησε για τη μετέπειτα μεταστροφή του κόσμου στην παραδοσιακή μουσική. Τίποτα από αυτά δεν έγινε βάσει σχεδίου, καθώς για τη Σαμίου κυρίαρχο κίνητρο υπήρξε πάντοτε η γνήσια αγάπη της για το δημοτικό τραγούδι. Τρανή απόδειξη ένα περιστατικό που λίγοι γνωρίζουν: όταν κάποτε το Ίδρυμα Νιάρχου της πρόσφερε οικονομική βοήθεια για να οργανώσει και να ψηφιοποιήσει το αρχείο της, εκείνη (προς τιμήν της) είπε ότι προηγείται το αρχείο του Σίμωνα Καρά. Μια πράξη με την οποία αναγνωρίζει ότι υπάρχουν και σπουδαιότερα έργα από τα δικά της. Μεγαλοψυχία και αντίδωρο στον δάσκαλό της... Ο Νίκος Διονυσόπουλος είναι εθνομουσικολόγος, μελετητής του παραδοσιακού τραγουδιού.

φόβο, μπορώ να πω, τόλμησα να του πω ότι θα κάνω κάποια δισκάκια». Εκείνος δεν την συγχώρησε ποτέ, εκείνη ως το τέλος τον μνημόνευε. ζόρικες, όμως, ήταν και οι αναζητήσεις της στην επαρχία. «Έπρεπε να κάνω οικονομίες, να αγοράσω μαγνητόφωνο, μαγνητοταινίες, να πληρώσω έξοδα μετακίνησης, διατροφής, διαμονής, να βρω τους κατάλληλους ανθρώπους που ξέρουν τα γνήσια δημοτικά τραγούδια και, το δυσκολότερο, να τους καταφέρω να τα τραγουδήσουν». ρωτούσε σε καφενεία, στις γειτονιές ή στην κοινότητα και σχεδόν πάντα τα κατάφερνε. Προερχόταν, βλέπετε, από λαϊκά στρώματα και είχε τον τρόπο να προσεγγίζει τους ανθρώπους της υπαίθρου. Επίσης, η αναγνωρισιμότητα που της πρόσφερε η εκπομπή Μουσικό οδοιπορικό στην τηλεόραση έγινε το αντικλείδι της, προκειμένου να πείσει και τους πιο διστακτικούς να της χαρίσουν την πληροφορία αλλά και την ερμηνεία που ποθούσε. Η συνάντησή της με τον Διονύση Σαββόπουλο, το 1971, ήταν το κομβικό εκείνο σημείο όπου παύει να είναι μόνο ερευνήτρια και άρχισε να συστήνεται και ως performer. Είχαν προηγηθεί βέβαια ατελείωτες ώρες σκέψης και άγχους. «Για να καθηλώσω το κοινό, έβαλα τον Χαλκιά να παίξει ηπειρώτικο μοιρολόι και μετά τραγούδησα εγώ ένα άλλο τραγούδι, ακριτικό, τον «Κωσταντά». Είναι παλιό τραγούδι και λέγεται ότι αναφέρεται στον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο. Το κοινό ξέσπασε και πήγε η καρδιά μου στη θέση της». Με το ίδιο θερμό χειροκρότημα το κοινό αγκάλιασε τις επόμενες δεκαετίες ό,τι κι αν έκανε: τους δεκάδες δίσκους της, την ανιδιοτελή προσπάθεια να διασώσει την παράδοση, τον αγώνα της να πείσει τους νέους να δώσουν στο δημοτικό τραγούδι μια δεύτερη ευκαιρία, τις αξέχαστες συναυλίες της... Το 1981, το όραμά της αποκτά κι επίσημη στέγη καθώς ιδρύεται ο Καλ-

ΣXOΛIA

λιτεχνικός Σύλλογος Δημοτικής Μουσικής Δόμνα Σαμίου με σκοπό τη διάσωση και προβολή της παραδοσιακής μουσικής και κυρίως την έκδοση δίσκων. Η κορυφαία της στιγμή, ωστόσο, σύμφωνα με την ίδια, υπήρξε η παρουσία της στο Womad. «Είχα δέκα χιλιάδες νέα παιδιά να με ακούν. Αυτή είναι η καλύτερη ανταμοιβή μου. Δεν μπορώ να πω πως το τραγούδι ήταν το όνειρό μου. Τα πράγματα γίνανε μόνα τους. Ό,τι έκανα, το έκανα από έρωτα γι’ αυτή τη μουσική. Μπορώ να μπω στη θέση αυτών των άμοιρων παιδιών που μπαίνουν στα ναρκωτικά για να βρουν λίγη ευτυχία. Όταν εγώ που, δεν έχω πάρει ποτέ μου ουσίες, τραγουδώ ή ακούω άλλους να τραγουδούν, λέω ότι κάπως έτσι πρέπει να αισθάνονται τα παιδιά που παίρνουν ναρκωτικά». s

Info Αφιέρωμα στη Δόμνα Σαμίου Έχε γεια, πάντα γεια Μια βραδιά αφιερωμένη στη Δόμνα Σαμίου και στο παραδοσιακό τραγούδι. Τραγουδούν: Ελευθερία Αρβανιτάκη, Φωτεινή Βελεσιώτη, Βαγγέλης Δημούδης, ζαχαρίας Καρούνης, Αντώνης Κυρίτσης, Μανώλης Μητσιάς, Δημήτρης Μπάσης, Κατερίνα Παπαδοπούλου, Διονύσης Σαββόπουλος, Σάββας Σιάτρας, Ηλίας υφαντίδης και η Χορωδία του Καλλιτεχνικού Συλλόγου Δημοτικής Μουσικής Δόμνα Σαμίου, σκηνοθεσία: Γιώργος Σκεύας, καλλιτεχνική επιμέλεια: Γιώργος Παπαδάκης. Ωδείο Ηρώδου Αττικού 8 Ιουλίου, 21:00 Εισιτήρια: 30€ (ζώνη Α), 15€ (Άνω διάζωμα), 10€ (Φοιτητικό, ΑΜΕΑ)

ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΣ ΣΚΗΝΗΣ Aπό την Άννα Δαμιανίδη

Δεν σκοτώνουμε τον πατέρα μας και δεν παντρευόμαστε τη μητέρα μας. Εμείς συγκρατούμαστε, ενώ οι ήρωες στο θέατρο δεν.

ΕξΕΓΕρμΕνοι καλλιτΕχνΕσ Με τρομάζουν οι καλλιτέχνες όταν πολιτικολογούν, όταν στρατεύονται. Τους ακούμε πάντα με υπερβάλλον δέος, φυσικό είναι. Δεν μας κέρδισαν με παροχές, ούτε καν με ιδέες, μας κέρδισαν με την αλήθεια της τέχνης τους. Έχουν αυτό το τρομερό προνόμιο, μιλάνε απευθείας στο βάθος της αντίληψης. Εξ ορισμού, η τέχνη. Έστιν ουν τραγωδία, προσπάθησε ο Αριστοτέλης να το διατυπώσει, να τους βάλει σε μια θέση, να μην απλώνονται παντού σαν αμοιβάδες. Αλλά κάθε λέξη του ορισμού, όπως τον αποστηθίσαμε, απλώνεται από μόνη της σαν αμοιβάδα και εξασκεί την ακαταμάχητη μαγεία της. Κάθε λέξη. Δεν μπορείς να τους ορίσεις, να τους περιζώσεις με ξεκάθαρες γραμμές. Εμείς οι άλλοι ζούμε στο σύμπαν των συμβιβασμών, εκείνοι έχουν το απόλυτο, σαν την καρδιά καθολικού ιησού να τους φωτίζει. Εμείς έχουμε υποκύψει στο κοινωνικό συμβόλαιο, περνάμε το δρόμο με πράσινο ανθρωπάκι οι πεζοί, για να μη μας πατήσουν τ’ αυτοκίνητα, κι όταν οδηγούμε σταματάμε στο κόκκινο για να μην πατήσουμε τους πεζούς. Δεν σκοτώνουμε τον πατέρα μας και δεν παντρευόμαστε τη μητέρα μας σε γενικές γραμμές. Ούτε τον αντίζηλο σκοτώνουμε ούτε τα παιδιά μας, αν και συχνά θέλουμε να τους σκοτώσουμε όλους αυτούς και μερικούς ακόμα. Εμείς συγκρατούμαστε, ενώ οι ήρωες στο θέατρο δεν. Βγάζει η τέχνη τη σκοτεινιά από τη συλλογική μνήμη, από το υποσυνείδητο, από όπου εκείνη ξέρει τέλος πάντων, από τις κρυφές σπηλιές του νου και της ψυχής, και γνέθει τους τρόπους να μας μιλά γι’ αυτά, ηδυσμένω λόγω. Τα θηριώδη ένστικτα που πιέζουμε για να ζήσουμε σε κοινωνία, αναλαμβάνουν να τα θυμίζουν τελετουργικά, για να μην τα ξεχνάμε τελείως. Γνωριζόμαστε, κλαίμε, παραδεχόμαστε τη δουλειά που έχει πίσω του αυτός ο ηδυσμένος λόγος.

Πιο πολύ από ποτέ σεβόμαστε το μόχθο. Άλλη εποχή δεν δόξασε έτσι τους καλλιτέχνες ούτε και παρήγαγε τόσους πολλούς. Σεβόμαστε τις ιδιαιτερότητες, θαυμάζουμε τα βεντετιλίκια τους, μας συγκινεί το δάκρυ τους περισσότερο κι από του παιδιού μας. Όταν κηρύττουν παγκόσμια ειρήνη είναι πιο πειστικοί από τους φιλοσόφους, όταν παίρνουν το μέρος συγκρουσιακών ιδεών φοβίζουν περισσότερο και βαθύτερα από στρατηγούς. Εκείνοι δεν το ξέρουν, μπορεί να παίζουν και τότε ένα ρόλο, να τον στολίζουν με τον καλλιτεχνικά απόλυτο τρόπο που συνηθίζουν, όμως κάνουν κατάχρηση εξουσίας της άμεσης επικοινωνίας που κέρδισαν πάνω μας. Ανακατεύουν την καλλιτεχνική τους ικανότητα με την πολιτική γλώσσα, μπερδεύουν και μπερδεύονται. Ώρες ώρες, το ενδεχόμενο να τους δυσαρεστήσεις πιστεύοντας κάτι διαφορετικό απ’ αυτό που σου λένε ως πολιτική άποψη, αυτό που σου προτείνουν ως αγωνιστική πράξη, είναι συναισθηματικά αφόρητο, δεν αντέχεται. Κι όταν επιλέγουν απ’ όλους τους ρόλους τον πιο αυθόρμητο καλλιτεχνικά, αυτή τη ναρκισσιστική πρόκληση που απαιτεί πλήρη αποδοχή, σε κάνουν κομμάτια. Αν με αρνηθείς, είναι σα να σου λένε, δεν θα σου δώσω ποτέ ξανά χαρά με την τέχνη μου, θα σου πάρω αναδρομικά κι αυτή που έχεις νιώσει… Πιο δικτάτορες δεν γίνεται. Αλλά τι να τους πεις, μη μιλάτε πολιτικά, μην παίρνετε θέση; Δε γίνεται. Έχουμε δημοκρατία, ο καθένας μπορεί να λέει ό,τι θέλει και να παίρνει το μέρος όποιου θέλει. Μόνο η αισθητική μπορεί να τσιρίζει, αλλά δεν ακούγεται η καημένη, εν αντιθέσει με τους θεράποντές της. Το έλεος εναπόκειται στη δική τους ωριμότητα. Εμείς είμαστε ανυπεράσπιστοι απέναντί τους. s

[28 IOYNIOY 2012] #30 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 9


Σ ά σ α

Β α λ τ ς

© Sebastian Bolesch

OλOI MAZI


H διάσημη Γερμανίδα χορογράφος οργανώνει μια σύνθεση για την ισορροπία ανάμεσα στο άσπρο και στο μαύρο. Xορός και διαλεκτική, χορός και αρχιτεκτονική, χορός και πραγματικότητα... Kι όταν όλα γύρω αλλάζουν, μεταμορφώνεται ακόμα κι η ίδια η χορογραφία. H Σάσα Bαλτς έχει ανοιχτά τα μάτια σε ό,τι συμβαίνει. Γι’ αυτό ανησυχεί με την πιθανότητα επιστροφής στο 1949, σε μια Eυρώπη σπαραγμένη από τους εθνικισμούς. Kαι κάνει έκκληση να κρατήσουμε πάση θυσία αυτό που κατακτήσαμε: την ιδέα της Eνωμένης Eυρώπης, τη δυνατότητα να πορευόμαστε όλοι μαζί. Από τη Νίκη Ορφανού

Info Σάσα Βαλτς Continu Η Σάσα Βάλτς χορογραφεί εικοσιτέσσερις χορευτές για να εξερευνήσουν τις σχέσεις ανάμεσα στο σύνολο, το ζευγάρι και το άτομο, αλλά και τη θέση του ανθρώπινου σώματος στον χώρο. Η χορογραφία πλέκεται γύρω από τον Αρκάνα του Έντγκαρ Βαρέζε, αλλά και από μουσική του ιάννη ξενάκη και του Κλοντ Βιβιέρ. Μία παραγωγή των sasha Waltz & guests σε συνεργασία με την schauspielhaus Zürich, Zürcher Festspiele, spielzeit’europa/Berliner Festspiele και sadler’s Wells london. Με την υποστήριξη της radial stiftung. Ωδείο Ηρώδου Αττικού 11 Ιουλίου, 21:30 Εισιτήρια: 40€ (VIP), 35€ (ζώνη Α), 30€ (ζώνη Β), 20€ (ζώνη Γ), 15€ (Άνω διάζωμα, φοιτητικό ζώνης Γ), 10€ (Φοιτητικό, ΑΜΕΑ)

η ΧοροΓρΑΦιΑ τΩν ΑντιΘεΣεΩν Tο μαύρο εναντίον του άσπρου, οι αντιθέσεις: με αυτή τη διαλεκτική συντίθεται η χορογραφία της Σάσα Bαλτς Continu, που παρουσιάζεται στο Hρώδειο.


© Sebastian Bolesch

© Sebastian Bolesch

Δ

εν είναι παράξενο που η Σάσα Βαλτς γοητεύεται από τα μυστήρια της αρχιτεκτονικής. Κόρη αρχιτέκτονα, η διάσημη Γερμανίδα χορογράφος είδε από νωρίς τη δυναμική σχέση ανάμεσα στην τέχνη του σχεδιασμού και της κατασκευής κτιρίων και στο ανθρώπινο σώμα. Η έρευνά της ξεκίνησε το 1999 με το Körper, μια δουλειά-ορόσημο που έκανε για το Εβραϊκό Μουσείο του Βερολίνου. Δέκα χρόνια μετά, εγκαινίασε το άδειο ακόμα Neues Museum του Βερολίνου, στο Νησί των Μουσείων, καταμεσής του ποταμού Σπρέε. Το μουσείο, που είχε καταστραφεί κατά τους βομβαρδισμούς του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ανακατασκευάστηκε από τον Ντέιβιντ Τσίπερφιλντ. Η Σάσα Βαλτς παρουσίασε εκεί το Dialogue 09, ένα συναρπαστικό θέαμα με 70 χορευτές, ενώ μια δεύτερη εκδοχή της ίδιας δουλειάς εγκαινίασε το μουσείο σύγχρονης τέχνης ΜΑΧΧι στη ρώμη, που σχεδίασε η ζάχα Χαντίτ. Στο Continu (μια νέα εκδοχή του οποίου θα παρουσιάσει η Σάσα Βαλτς στην Αθήνα, στο θέατρο Ηρώδου Αττικού), η σαρανταεννιάχρονη χορογράφος επιστρατεύει εικοσιτέσσερις χορευτές για να εξερευνήσει τις σχέσεις ανάμεσα στο σύνολο, το ζευγάρι και το άτομο, αλλά και τη θέση του ανθρώπινου σώματος στο χώρο. Η χορογραφία της πλέκεται γύρω από τον πασίγνωστο Αρκάνα του Έντγκαρ Βαρέζε, ενός από τους πρωτοπόρους του κινήματος του Φουτουρισμού στη μουσική, αλλά και από μουσική

του ιάννη ξενάκη και του Κλοντ Βιβιέρ. Η Σάσα Βαλτς ίδρυσε το 1993 την εταιρεία χορού sasha Waltz and guests. Έχει συνεργαστεί μέχρι σήμερα με 250 καλλιτέχνες και σχήματα απ’ όλο τον κόσμο, απ’ όλους τους τομείς της καλλιτεχνικής δημιουργίας. «Η τέχνη μάς διδάσκει τη συνεργασία», λέει η ακούραστη αλλά και ανήσυχη καλλιτέχνιδα. «Αν τη χάσουμε, είμαστε χαμένοι».

Η δουλειά που θα παρουσιάσετε φέτος στο Ηρώδειο, το Continu, μοιάζει να συνεχίζει ένα διάλογο που ξεκινήσατε εδώ και καιρό με την αρχιτεκτονική. Πόσο σημαντικός είναι ο φυσικός χώρος για σας; Έχει η αρχιτεκτονική επηρεάσει τη δουλειά σας; Αυτός ο διάλογος ξεκίνησε το 1999 με τη δουλειά που έκανα στο Εβραϊκό Μουσείο του Βερολίνου. Εκεί αναζητούσα τη σύνδεση της αρχιτεκτονικής με το σώμα, ερευνούσα το υλικό του σώματος, το ρυθμό του, τη φύση του. Έφτιαχνα με τα σώματα ζωντανούς πίνακες, ήταν όντως μια δουλειά σχεδόν εικαστική. Για μένα ήταν το πρώτο βήμα σ’ ένα χώρο που θα με απασχολούσε για πολλά χρόνια ακόμη. Δέκα χρόνια αργότερα, ξεκίνησα δύο μεγάλα εγχειρήματα, ένα για το μουσείο Neues του Βερολίνου, κι ένα δεύτερο στο MAXXI το οποίο σχεδίασε η ζάχα Χαντίτ στη ρώμη. Αυτοί οι χώροι είναι πολύ δύσκολοι, καταρχάς από άποψη τετραγωνικών: είναι τεράστιοι, δεν ξέρεις από πού ν’ αρχίσεις και πού να τελειώσεις – κι ούτε μπορείς να πεις ότι θ’ ασχοληθείς με μια

12 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #30 [28 IOYNIOY 2012]

γωνίτσα τους και θ’ αγνοήσεις το υπόλοιπο κτίριο! ξεκίνησα με μεγάλο ενθουσιασμό, αλλά και νευρικότητα. Για ένα μεγάλο διάστημα δοκίμαζα πράγματα που δεν λειτουργούσαν. Αλλά επέμεινα. Μ’ ενδιέφερε αυτός ο διάλογος με την αρχιτεκτονική, και το να βγάλω στην επιφάνεια τις δυναμικές σχέσεις ανάμεσα στη χορογραφία, στη μουσική και στα εικαστικά. Το κάθε μουσείο ήταν για μένα μια ξεχωριστή περίπτωση, που μου επέτρεπε να βλέπω το θέμα –το διάλογο με την αρχιτεκτονική– κάτω από διαφορετικό πρίσμα. Στο Neues μελέτησα τα εκθέματα, την ιστορία τους. ήθελα να κάνω χορό μέσα από την ιστορία, και να καλέσω το κοινό να συμμετέχει. Στο ΜΑΧΧι δούλεψα κυρίως με ρεπερτόριο, με προηγούμενες δουλειές μου, μπαίνοντας η ίδια στη συνθήκη του παρουσιάζω έκθεση, δείχνω τι έχω ήδη κάνει. Όλες αυτές οι προσεγγίσεις ήταν πολύ διαφορετικές, και μαζί συνθέτουν το φόντο της δουλειάς που θα δείξω στην Αθήνα, με το Continu. Σ’ αυτές τις προηγούμενες δουλειές που αναφέρατε στα μουσεία, θέτατε επίσης ερωτηματικά για τη σχέση περφόμερ και θεατή, με το κοινό να μπαινοβγαίνει κατά βούλησιν, να δημιουργεί το ίδιο συνθήκες για τη χορογραφία. Δεδομένου ότι το Continu επιστρέφει στον κανονικό θεατρικό χώρο –τη σκηνή–, φέρει μαζί του αναπόφευκτα και κάτι πιο συντηρητικό; υπήρχε πάρα πολύ υλικό, και πολύ καλό υλικό στη διάθεσή μου να χρησιμοποιήσω για να συνθέσω το συγκεκριμένο

έργο. Στο τέλος, όμως, αποφάσισα να μη χρησιμοποιήσω σχεδόν τίποτα. Οι προηγούμενες δουλειές ήταν ολοκληρωμένες στη μορφή που ήταν, και το να πάρω αυτά τα «δάνεια» θα ήταν όντως συντηρητικό. Γιατί όντως, μια δουλειά που μοιάζει υπέροχη στο μουσείο, δεν σημαίνει ότι λειτουργεί όταν τη μεταφέρεις έξω απ’ αυτό. Κράτησα ένα μέρος της έρευνας και τη συνέχισα, ενώ έψαξα και για μουσική με τις ποιότητες που αναζητούσα. Το Continu είναι λοιπόν μια νέα δημιουργία, είναι κάτι καινούργιο που βασίζεται σε παλιά έρευνα, κι όχι ένα ξαναζεσταμένο πιάτο. Δούλεψα μάλιστα με τη μνήμη αυτών που είχα κάνει χωρίς καθόλου ν’ ανοίξω τα σημειωματάριά μου. Ένιωσα σαν να άνοιξα μια πόρτα και να κοίταξα πίσω στο παρελθόν μου. ήταν δύσκολο όλο αυτό. Αλλά στο τέλος βγήκε κάτι για το οποίο είμαι περήφανη. Μπορείτε να μας εξηγήσετε τα δύο μέρη του έργου – το μαύρο και το άσπρο; Το Continu έχει δημιουργηθεί πάνω στο μουσικό κομμάτι του Έντγκαρ Βαρέζε Αρκάνα. Αναρωτιόμουν: πώς μπορώ να συνοδεύσω αυτό το κομμάτι; Πώς μπορώ να συνομιλήσω μαζί του; Έπρεπε να μείνω κοντά σ’ αυτή τη γλώσσα που επιτάσσει η μουσική αυτή, να τη χρησιμοποιήσω για να χτίσω ένα σύμπαν γύρω της. Έτσι προέκυψε το μαύρο και το άσπρο, σαν μια ισορροπία ανάμεσα σε αντίθετες δυνάμεις που προσπαθούν να υπερισχύσουν η μία της άλλης, να ακυρώσουν η μία την άλλη. Κι όμως, η ισορροπία προκύπτει

XOPOΣ


© Nancy Coste

από αυτήν ακριβώς την πάλη ανάμεσα στο μαύρο και το άσπρο. ή ανάμεσα στη λογική και το συναίσθημα, αν θέλετε. Αυτή είναι η ισορροπία της φύσης. Στο μαύρο κομμάτι καταλήγουμε με μια σκηνή όπου μια φιγούρα σκοτώνει όλες τις υπόλοιπες.... Αυτή η ιδέα ξεκίνησε στο ΜΑΧΧι, γιατί η περιοχή του μουσείου είχε λειτουργήσει σαν στρατιωτική βάση και είχε βαφτεί με αίμα κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Άρχισα τότε να δουλεύω στην ιδέα του θύματος και του θύτη – όμως ο θύτης δεν είναι απαραίτητα αυτός που τραβάει τη σκανδάλη, αλλά αυτός που δίνει την εντολή. Ποια είναι η σχέση του ατόμου με το σύνολο; Ποια είναι η δυναμική του συλλογικού έναντι της μονάδας; Μπορεί το σύνολο να αφανίσει την ομάδα; Είναι ένα έργο για τη δύναμη, την εξουσία. Δεν υπάρχουν ξεχωριστοί χαρακτήρες, ή ρόλοι, αλλά μόνο φιγούρες αρχετυπικές. Αυτές οι ιστορίες που περιέγραψα είναι ιστορίες που συμβαίνουν κάθε μέρα, τις διαβάζουμε στις εφημερίδες κάθε πρωί, τις βλέπουμε στα βραδινά δελτία ειδήσεων. Όλη αυτή η βία, όλες αυτές οι εικόνες με καταδιώκουν. Ακόμα και ο τρόπος που λειτουργούν οι αγορές σήμερα είναι βία. Έχουμε, πιστεύετε, τη δύναμη ν’ αντιδράσουμε απέναντι σ’ αυτή τη βία; Νομίζω ότι έχουμε δυνατότητες που δεν είχαμε παλιότερα. Μπορούμε να μιλήσουμε μέσα από τα κοινωνικά δίκτυα, με μπλογκ, μπορούμε να επικοινωνήσουμε

XOPOΣ

με τρόπους άμεσους που θα ήταν αδιανόητοι λίγα χρόνια νωρίτερα. Την ίδια ώρα, ωστόσο, βλέπουμε αυταρχισμό από την επίσημη εξουσία. Πιστεύω ότι πρέπει να διεκδικήσουμε ως κοινωνία μια καλύτερη εκπαίδευση, μια εκπαίδευση του συλλογικού. Σήμερα, ενώ έχουμε κάποιους τρόπους αντίδρασης, δεν ξέρουμε πώς να τους χρησιμοποιήσουμε. Ελπίζω πως οι νέοι πολιτικοί θα αλλάξουν τα πράγματα, γιατί νιώθουν το αδιέξοδο στο οποίο βρισκόμαστε. Απ’ την άλλη, δεν ξέρω αν οι άνθρωποι έχουν αυτή την αισιοδοξία, αν μπορούν να ελπίζουν. Νιώθω ότι είναι δραματική η κατάσταση στην Ελλάδα, όπως είναι και στην Ευρώπη. Δεν ξέρω καθόλου αν οι Έλληνες ενδιαφέρονται ακόμα για την τέχνη, αν υπάρχει χώρος για την τέχνη στη χώρα. Κι όμως, η τέχνη μάς δείχνει πόσο σημαντική είναι η Ευρώπη. Δεν πρέπει να παραιτηθούμε απ’ όσα κατακτήσαμε. Τι εννοείτε; Η Ευρώπη είναι σημαντική, κι εννοώ την ιδέα της Ευρώπης. ιδίως όσοι ασχολούμαστε με την τέχνη σκεφτόμαστε πάντα με networks, κάνουμε συνεργασίες, δεν υπάρχουμε ο ένας χωρίς τον άλλον. υπάρχουν σήμερα προβλήματα, κυρίως από το γεγονός ότι οι χώρες της Ευρώπης δεν συμβαδίζουν οικονομικά, αλλά αυτά πρέπει να ξεπεραστούν. Πρέπει να δουλέψουμε γι’ αυτό, και να μείνουμε ενωμένοι. Δεν πρέπει να εγκαταλείψουμε την ιδέα της Ευρώπης λόγω της κρίσης. Θα αισθανόμουν πολύ περισσότερο φόβο αν επιστρέφαμε πίσω, στην Ευρώπη έτσι

όπως ήταν, με χώρες – κομματάκια γης και υπέρμετρους εθνικιστικούς εγωισμούς. Θα ήμασταν και πάλι στο σημείο μηδέν, θα γυρίζαμε στο 1949. Για μένα δεν είναι αυτή η λύση. Πρέπει να σκεφτούμε και πέρα από τα οικονομικά. Θέλω να βγούμε από την κρίση και να ξεπεράσουμε τα προβλήματα, όλοι μαζί. Αυτή είναι μια βαθιά κρίση της πολιτικής πρωτίστως: οι πολιτικοί πρέπει να ελέγχουν την οικονομία και όχι το αντίθετο, να ορίζουν δηλαδή οι αγορές την πολιτική. Εμείς ψηφίζουμε κυβερνήσεις και οφείλουμε να απαιτούμε κάτι καλύτερο. Στο Continu χρησιμοποιείτε και έργα του συνθέτη Ιάννη Ξενάκη. Πριν από κάποια χρόνια γνώρισα τη μουσική του ξενάκη. Για μένα, τo Rebonds B έχει απίστευτη δύναμη, και την ίδια ώρα είναι μια τόσο απλή μουσική. Μου φαίνεται ότι μιλάει για τις απαρχές της ύπαρξης, έχει πολύ γη και φωτιά μέσα της, έχει ανατολική επιρροή, μιλάει και για τις γυναίκες – η μουσική συνοδεύει την είσοδο μιας ομάδας γυναικών στη σκηνή. Το άλλο κομμάτι του ξενάκη που έχω βάλει στο έργο, το Concret PH, είναι ηλεκτρονική μουσική, που ωστόσο συνδέεται μ’ έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο με το πρώτο κομμάτι. Δούλεψα και με άλλα κομμάτια του ξενάκη, πολύ περισσότερα απ’ όσα χρησιμοποίησα στην τελική σύνθεση. Το Continu υποδηλώνει μια συνεχή ροή. Είναι αλήθεια αυτό για το έργο; Ναι, οπωσδήποτε. Το Continu είναι μια συνέχιση, μια ροή που οδηγεί στη μετα-

μόρφωση. Δεν θα δείτε το έργο που παρουσίασα στο Βερολίνο πριν από ένα χρόνο. Έχει και πάλι αλλάξει, έχει πάρει άλλα χαρακτηριστικά, ακολουθεί το χρόνο, τις συνθήκες, ακολουθεί τον τόπο τον οποίο ταξιδεύει. Και, κυρίως, την αρχιτεκτονική αυτού του τόπου. Για πρώτη φορά, το έργο θα παρουσιαστεί σε ανοιχτό χώρο, στο Ηρώδειο, και όχι σε black box. Έτσι αποφάσισα να ξαναδουλέψω το υλικό, να αφαιρέσω το σκηνικό και ν’ ανοίξω το χώρο. Και, παραδόξως, το έργο επιστρέφει και πάλι στις ρίζες του: τη δουλειά που έκανα για τα μουσεία, κυρίως για το Neues, που είναι χώρος πολύ ανοιχτός, με κολόνες. Αυτή η πορεία, από το χώρο του μουσείου σε black box και κατόπιν στο ανοιχτό θέατρο, με συναρπάζει. Με συναρπάζει το τι μπορεί να προκύψει από αυτό, που ακόμα δεν ξέρω. Αυτό που ξέρω είναι ότι το έργο μεταμορφώνεται, γίνεται μια καινούργια δημιουργία. Είμαι ευγνώμων γι’ αυτή την ευκαιρία να δουλέψω στο Ηρώδειο, αλλά και να μιλήσω με τον κόσμο της Αθήνας. s

OΛA KYΛANE H Σάσα Bαλτς (δεξιά) αλλάζει συνεχώς το Continu με βάση τη ροή των γεγονότων, τις συνθήκες και τον τόπο στον οποίο παρουσιάζεται. Aριστερά και στο μέσον, δυο σκηνές από την παράσταση όπως ανέβηκε πέρυσι στο Bερολίνο. Στην Aθήνα, οι σκηνικές μετατροπές έγιναν για τον χώρο του Ωδείου Hρώδου του Aττικού.

[28 IOYNIOY 2012] #30 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 13


MιΑ AϊντΑ ΠοΛυ εΛΛηνιΔΑ O Aλέξανδρος Eυκλείδης. H δική του εκδοχή της Aΐντα φέρνει τη δράση στα γραφεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στη Φρανκφούρτη. Τη θέση των βάρβαρων Αιθιόπων του πρωτότυπου του Βέρντι έχουν πάρει οι σύγχρονοι Έλληνες. Η Aΐντα είναι μια Eλληνίδα μαθητευόμενη, η Ελπίδα. Στόχος της παράστασης ήταν η υπονόμευση των στερεοτύπων που σχηματίζει ένας λαός για τον άλλο, συχνά με τη βοήθεια ορισμένων MME. H παράσταση πρωτοανέβηκε στο Bερολίνο με τεράστια επιτυχία.

Info Neuköllner Oper Οι όπερες των ζητιάνων Yasou Aida! Η γερμανική ομάδα Neuköllner Oper σε συνεργασία με τις Όπερες των ζητιάνων παρουσιάζουν μια παράσταση με σκελετό την όπερα του Βέρντι. Η Aida, είναι μια Eλληνίδα μαθητευόμενη, η Ελπίδα, που επισκέπτεται τα γραφεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στη Φρανκφούρτη. Σκηνοθετεί ο Αλέξανδρος Ευκλείδης, μουσική προσαρμογή και διεύθυνση: Χαράλαμπος Γωγιός. Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης 29-30 Ιουνίου & 1 Ιουλίου, 21:00 Εισιτήρια: 20€, 15€ (μειωμένο), 10€ (Φοιτητικό, ΑΜΕΑ) Συμπαραγωγή: Neuköllner Oper, Οι όπερες των ζητιάνων, Οργανισμός Μεγάρου Μουσικής Θεσσαλονίκης. Οι παραστάσεις πραγματοποιούνται με τη στήριξη του υΠ.ΠΟ.Τ. (Επιχορηγήσεις Ελεύθερου Θεάτρου 2011-2012) και της Γερμανικής Πρεσβείας στην Αθήνα.


Αλέξανδρος ευκλείδης

Γιατι πρEπΕι να σΕβOμαστΕ

τουσ κλασικοyσ; Το Yasou Aida! είναι μία ελληνογερμανική παράσταση που προσεγγίζει με αναιδή τρόπο την Αΐντα του Βέρντι. Τοποθετεί τη δράση της στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και παρουσιάζει τη Γερμανία σαν μια αποικιοκρατική δύναμη που διεξάγει έναν ιδιότυπο –οικονομικό και λεκτικό– πόλεμο κατά της αποικίας της, της Ελλάδας. Από τον Αντώνη Σακελλάρη Φωτογραφία: Βασίλης Μαθιουδάκης

O

γερμανικός θίασος Neuköllner Oper, το 2010, στην αρχή της πανευρωπαϊκής κρίσης, αναζητούσε την ιδέα για μια παράσταση που θα σατίριζε τα στερεότυπα που κυριαρχούσαν στον καθεστωτικό γερμανικό λόγο και παρουσίαζαν την Ελλάδα σαν τον αποδιοπομπαίο τράγο όλης της Ευρώπης. Απευθύνθηκαν στον Αλέξανδρο Ευκλείδη, ο οποίος σκέφτηκε να χρησιμοποιήσουν σαν σκελετό την όπερα του Βέρντι, που μιλούσε για μια άλλη ηγεμονία, την Αίγυπτο, και τον πόλεμο με τις αποικίες της. Σύντομα, στο εγχείρημα εντάχθηκε και η εταιρία Όπερες των ζητιάνων, κάνοντας την παράσταση, ουσιαστικά και σε όλα τα επίπεδα, διεθνή. Ο Αλέξανδρος Ευκλείδης μάς μίλησε για όλα αυτά που σατιρίζει η δική τους Aida, για την κυρίαρχη γλώσσα της εξουσίας, για τη σχέση όπερας και πολιτικής και για την ανάγκη του λυρικού θεάτρου να βρει ένα νέο κοινό.

Το Yasou Aida! είναι μία εισαγόμενη παράσταση; Ναι, θα μπορούσε να πει κανείς ότι είναι μία εισαγόμενη παράσταση με εξαγόμενους συντελεστές. Το 2010, η γερμανική ομάδα Neuköllner Oper ήθελε ν’ ανεβάσει μία παράσταση-σχόλιο για την εικόνα που έχουν οι Γερμανοί για τους Έλληνες και αντίστροφα. Πρωτοπαίχτηκε στο Βερολίνο και πριν από μερικούς μήνες ανέβηκε και στη Θεσσαλονίκη. Τώρα είναι η σειρά της Αθήνας και του Φεστιβάλ Αθηνών. Πώς προέκυψε αυτή η συνεργασία; Το σκεπτικό της Neuköllner Oper ήταν να θιχτεί το θέμα των ελληνογερμανικών σχέσεων μέσα από μία ελληνογερμανική συνεργασία. ή μάλλον μία «ελληνογερμανική συνάντηση φιλίας», όπως λένε και οι Neuköllner Oper. ήθελαν να προσεγγίσουν ένα τόσο επίκαιρο θέμα από τη δική τους σκοπιά, ακούγοντας παράλ-

MOYΣIKH

ληλα και την ελληνική φωνή. Μέσω κάποιων γνωστών, έμαθαν τη δουλειά μου και κάπως έτσι άρχισε η συνεργασία μας. Τους πρότεινα την ιδέα της διασκευής της όπερας του Βέρντι, ιδωμένης μέσα στο πλαίσιο μιας πανευρωπαϊκής κρίσης, και ξεκινήσαμε να τη δουλεύουμε. Γρήγορα μπήκαν στο πρότζεκτ οι Όπερες των ζητιάνων, ο Χαράλαμπος Γωγιός, που ανέλαβε τη μουσική διεύθυνση, ο δραματουργός Μπέρνχαρντ Γκλόκσιν, και ο Δημήτρης Δημόπουλος, που έγραψε εξαρχής το κείμενο. Πού εκτυλίσσεται η δική σας Aida; Η βασική δραματουργική ιδέα του έργου είναι να εκτυλίσσεται η δράση στα γραφεία της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στη Φρανκφούρτη. Τη θέση των βάρβαρων Αιθιόπων του πρωτότυπου του Βέρντι έχουν πάρει οι σύγχρονοι Έλληνες. Η Aida, είναι μια Eλληνίδα μαθητευόμενη, η Ελπίδα. Ποιoς είναι ο στόχος του Yasou Aida!; Στόχος είναι η εικόνα που σχηματίζει ένας λαός για έναν άλλο, μέσα από τον στερεοτυπικό λόγο των κυρίαρχων ΜΜΕ. Πώς υποδέχτηκαν την παράσταση οι Γερμανοί; Με πλήρη ταπεινότητα, μπορώ να πω ότι στέφθηκε από απόλυτη επιτυχία και έλαβε εξαιρετικές κριτικές. Οι αντιδράσεις του γερμανικού κοινού ήταν πολύ ζεστές, ειδικά όταν καλούνταν να συμμετάσχει στα interactive σημεία της παράστασης. Οι Γερμανοί πετούσαν τη σκούφια τους προκειμένου να συμμετάσχουν σ’ αυτά τα κομμάτια. ξέρετε, είναι μύθος ότι οι Γερμανοί είναι ψυχροί στις αντιδράσεις τους. Η Neuköllner Oper είναι ένα εναλλακτικό μουσικό θέατρο που έχει δημιουργήσει το δικό της κοινό, το οποίο δεν είναι «ειδικό» στο λυρικό θέατρο. Γι’ αυτό και δεν αποτελούσε μεγάλη έκπληξη ότι υποδέχτηκε τόσο εγκάρδια αυτή τη διασκευή. Η έκπληξη για μένα ήταν η υποδοχή από το κοινό του Μεγάρου Μουσικής Θεσσαλονίκης, το οποίο,

όπως μπορείτε να καταλάβετε, έχει τους συνήθεις περιορισμούς του κοινού ενός Μεγάρου. Όμως, παραδόξως, βρήκαμε τις ίδιες ακριβώς αντιδράσεις. Μου έκανε εντύπωση πόσο γρήγορα έσπασε ο πάγος και πόσο πρόθυμα δέχτηκαν να «εκτεθούν», συμμετέχοντας στην παράσταση. Ίσως έχει να κάνει ότι μάλλον δεν ήταν η συνήθης σύνθεση του κοινού μιας όπερας. Η παράστασή σας είναι διασκευή ή παρωδία του πρωτότυπου; Παρότι έχει πολλά στοιχεία παρωδίας, θα έλεγα ότι είναι μία διαφορετική και σύγχρονη ανάγνωση της βασικής ιστορίας. Δεν έχω κανένα πρόβλημα με τον όρο παρωδία, ούτε θεωρώ αυτό το είδος ταπεινότερο ή υποδεέστερο άλλων. Δεν έχω καμία αναστολή όταν προσεγγίζω ένα κλασικό έργο. Ίσα ίσα, πιστεύω ότι δεν οφείλουμε να σεβόμαστε τα κλασικά έργα. Δεν έχουν να φοβηθούν τίποτα από εμάς. Η αγκύλωση είναι αυτή που τα βλάπτει, όχι η αναίδεια. Πρέπει να τα προσεγγίζουμε με απόλυτη ελευθερία. Αυτό κάναμε κι εμείς με την Aida. Για όποιον γνωρίζει το πρωτότυπο, ίσως λειτουργεί σαν παρωδία. Για όποιον όμως δεν ξέρει το έργο του Βέρντι, το δικό μας είναι ένα καινούργιο και αυτόνομο έργο. Μια κριτική ανέφερε ότι το έργο είναι «πιο διασκεδαστικό από οποιαδήποτε δημοσιογραφική εκπομπή». Πιστεύετε ότι η παράσταση λειτουργεί σαν ένα είδος ρεπορτάζ; Βασικά είναι ένα έργο τέχνης. Πιο συγκεκριμένα, είναι ένα καινούργιο έργο τέχνης που βασίζεται σ’ ένα παλιότερο. Θα μπορούσα να πω ότι είναι ένα είδος μουσικοθεατρικού παλίμψηστου. Δεν είχαμε ποτέ κατά νου να φτιάξουμε ένα πολιτικό μανιφέστο. Όμως, είναι αλήθεια ότι έχει αρκετά πραγματολογικά στοιχεία. Επίσης, εξαρχής, η πρόθεσή μας ήταν να παίξουμε σ’ αυτό το γήπεδο του στερεοτυπικού δημοσιογραφικού λόγου. Το μεγαλύτερο μέρος του κειμένου βασίζεται στην κλισέ δημοσιογραφική ελληνική και

ευρωπαϊκή ορολογία. Θέλαμε να παίξουμε με όλα αυτά τα κλισέ, περί τεμπέληδων Ελλήνων και αμείλικτων Γερμανών. Θεωρούμε πως αυτά τα στερεότυπα είναι πλέον η κατεξοχήν παραγωγή του κεντρικού πολιτικού λόγου. Αυτό είναι εξαιρετικά επικίνδυνο. Δείτε πόσο κλισαρισμένος είναι ο λόγος των πολιτικών, ακόμα και τώρα που βρισκόμαστε στο χείλος του γκρεμού. Τώρα που κινδυνεύουμε να βουλιάξουμε όλοι μαζί (όχι μόνο η Ελλάδα), οι Γερμανοί πολιτικοί εξακολουθούν να παίρνουν τις κεντρικές πολιτικές αποφάσεις τους μέσα από ένα οπλοστάσιο αυστηρά στερεοτυπικού λόγου. Κάτι αντίστοιχο γίνεται και με τους Έλληνες πολιτικούς. Πιστεύετε δηλαδή ότι τα στερεότυπα προσδιορίζουν την κεντρική πολιτική ή ότι η κεντρική πολιτική παράγει αυτά τα στερεότυπα ως μέσο αυτοσυντήρησης; Θεωρώ ότι κάθε κράτος, κάθε πολιτική σκηνή, αλλά και κάθε πολιτικός ξεχωριστά έχει την κρυφή του ατζέντα. Τα στερεότυπα στον πολιτικό λόγο υπάρχουν για να υποστηρίξουν αυτήν ακριβώς την ατζέντα. Δείτε τι γίνεται με την πολιτική της Γερμανίας αυτή την περίοδο. Η Γερμανία έχει αναλάβει το ρόλο της οικονομικής και πολιτικής ηγεμονίας στην Ευρώπη και, κατά τη γνώμη μου, χρησιμοποιεί αυτή την ηγεμονία βλακωδώς, αντιμετωπίζοντας όλη τη νότια Ευρώπη σαν την αποικία της και οδηγώντας όλους μας στην καταστροφή. Η πολιτική αυτή έχει βασιστεί σε κάποια στερεότυπα. Τώρα πια όλοι, ακόμα και οι Γερμανοί, έχουν καταλάβει το αδιέξοδο της γερμανικής πολιτικής. Αλλά η Γερμανία δεν μπορεί να απεμπλακεί από αυτή την πορεία, γιατί έχει εγκλωβιστεί από τα στερεότυπα που αυτή δημιούργησε. Δεν μπορεί ο Χριστιανοδημοκράτης υπουργός οικονομικών να πει ότι «ξέρετε, τόσο καιρό σας λέγαμε ψέματα, το πρόβλημα δεν είναι η Ελλάδα που ξόδευε ασύστολα, αλλά ο καπιταλισμός». Τους είναι πια πολύ δύσκολο να

[28 IOYNIOY 2012] #30 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 15


© Matthias Heyde


ΔΩΣ’ MOY ENA KATOΣTAPIKO H Λυδία Ζερβάνου, Eλπίδα/Aΐντα, η ελληνίδα μαθητευόμενη της Eυρωπαϊκής Kεντρικής Tράπεζας (αριστερά) και η σοπράνο Ελπινίκη Ζερβού (δεξιά), λύνουν το οικονομικό πρόβλημα της Eυρώπης.

πείσουν ότι όλοι όσοι τους κατηγορούν για καταστροφική πολιτική κάνουν λάθος κι ότι αυτοί έχουν δίκιο. Όμως, τα στερεότυπα που έχουν τροφοδοτήσει δεν τους αφήνουν να παραδεχτούν τα σφάλματά τους. Η Μέρκελ μοιάζει πια με μια οδηγό που οδηγεί το αυτοκίνητό της στο αντίθετο ρεύμα και συνεχίζει να ισχυρίζεται ότι όλοι οι υπόλοιποι οδηγούν ανάποδα. Περιγράφετε ουσιαστικά μια νέα αποικιοκρατία. Μα έτσι δεν είναι; Αυτή η ανεξέλεγκτη παραγωγή κλισέ οδήγησε σε μια κοντόφθαλμη πολιτική που είχε σαν αποτέλεσμα πολλές χώρες να αντιμετωπίζονται πια σαν αποικίες. Όπως στις αποικίες της Αΐντα του Βέρντι, έτσι και σήμερα, στις φτωχές χώρες, όπως η δική μας, υπάρχουν κάποιοι «νεοαποικιοκράτες» που ορίζουν ποιος είναι ο καλός κι ο κακός, ο ενάρετος κι ο μοχθηρός, ο εργατικός κι ο τεμπέλης. Μέσα απ’ αυτά τα προτεσταντικά δίπολα, βλέπουμε πλέον αυτό στο οποίο έχει εξελιχθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτή είναι η βασική ιδέα του Yasou Aida! Μπορεί η τέχνη να συμβάλει στο σπάσιμο αυτών των στερεοτύπων; Όχι, τα στερεότυπα δεν καταρρίπτονται έτσι εύκολα. Η τέχνη μπορεί να βοηθήσει στη συνειδητοποίηση κάποιων πραγμάτων, μέσα από την απεικόνιση βιωμένων –πολιτικών, και όχι μόνο– εμπειριών. Δεν έχω, όμως, καμία αυταπάτη για το πόσο λίγο μπορεί να βοηθήσει η τέχνη στο να ξεπεραστούν κάποια στερεότυπα, ιδιαίτερα όταν αφορούν κρατικές πολιτικές και εθνικές νοοτροπίες. Εμείς προσπαθούμε απλά να προσεγγίσουμε, με αρκετά μεγάλη δόση ειρωνείας, όλα αυτά τα αδιέξοδα με τα οποία ερχόμαστε αντιμέτωποι. Η πραγματικότητα σας διέψευσε, σας δικαίωσε ή σας ξεπέρασε; Μέχρι στιγμής μας έχει δικαιώσει. Ενίοτε νιώθουμε ότι μας ξεπερνάει κιόλας. Όσον αφορά την Ελλάδα, το αποτέλεσμα των τελευταίων εκλογών μάς κάνει να πιστεύουμε πως για μερικούς ακόμα μήνες θα συνεχίσουμε να βιώνουμε ό,τι σατιρίζουμε στην παράσταση. Στο έργο μιλάμε για μια συνθήκη όπου οι πολιτικές αποφάσεις λαμβάνονται κάτω από ένα καθεστώς απόλυτης υποταγής στη δικτατορία των διεθνών χρηματαγορών και όπου δεν υπάρχει καμία δημοκρατική νομιμοποίηση. Σ’ ένα βαθμό, η πραγματικότητα έχει κάνει τη θεματολογία της παράστασης να φαίνεται ξεπερασμένη. Όταν ξεκινήσαμε να στήνουμε το έργο, το 2010, πιάσαμε το μομέντουμ της εποχής. Όταν ολοκληρώναμε το πρότζεκτ, του δώσαμε τον υπότιτλο «Μια μεταποικιακή φουτουριστική τραγωδία». Νομίζω ότι το «φουτουριστική» πρέπει να το βγάλουμε. Η πραγματικότητα έχει κάνει το Yasou Aida! να φαίνεται σαν μια ρεαλιστική, σχεδόν ιστορική, τραγωδία.

Αυτή η ενασχόληση με την επικαιρότητα δεν δίνει στο έργο σας μια εφήμερη υπόσταση; Μα βέβαια, το ξέραμε από την αρχή ότι αυτό το έργο θα είναι θνησιγενές. Δεν γράφτηκε για να μείνει στον αιώνα τον άπαντα. Είναι μια διασκευή-σχόλιο της τωρινής πραγματικότητας. Η φιλοδοξία της παράστασης ήταν αυτή ακριβώς: να σατιρίσει φλέγοντα ζητήματα μ’ έναν εφήμερο τρόπο. Να μιλήσει για το εδώ και τώρα. Με αφορμή την παράσταση, οι Όπερες των Ζητιάνων διοργανώνουν ένα συνέδριο με τίτλο «Όπερα και πολιτική». Μιλήστε μας γι’ αυτή τη σχέση. Η όπερα είναι ένα καλλιτεχνικό είδος κατεξοχήν πολιτικό. Αυτό δεν είναι μόνο δική μου πεποίθηση, θα έλεγα μάλιστα ότι είναι μια μάλλον mainstream άποψη, τουλάχιστον στον ακαδημαϊκό χώρο. Για διάφορους λόγους, στην Ελλάδα αυτή η σχέση έχει σκοπίμως μείνει στην αφάνεια. Η όπερα ανέκαθεν μιλούσε για την εξουσία και αναπαρήγαγε τις δομές της. Δεν είναι τυχαίο ότι η όπερα και οι δημιουργοί της είχαν πάντα μια πολύ προνομιακή σχέση με την εξουσία. Αυτό από μόνο του αρκεί για να μας πει πολλά πράγματα για τη σχέση όπερας και πολιτικής, από την εποχή του μεγάλου οπερατικού ρεπερτορίου μέχρι σήμερα. Όμως, αυτό το είδος δεν ήταν μόνο έκφραση της κρατικής εξουσίας – πολλές φορές έχει αποκτήσει μια σχεδόν αντιεξουσιαστική υπόσταση. Πάντως, αυτή η σχέση υπήρχε πάντα και θα υπάρχει, ακόμα κι εκεί που θεωρούμε ότι δεν χωράει, όπως σ’ ένα απλό λαβ στόρι. Πώς βλέπετε το εγχείρημα της εταιρίας Όπερες των Ζητιάνων να βγάλει την όπερα από τους συνήθεις χώρους της; Αυτό το εγχείρημα έχει πολύ μέλλον. Φαίνεται, εξάλλου, από το πόσο έχει εξαπλωθεί. Για παράδειγμα, η Εθνική Λυρική Σκηνή κάνει κάτι αντίστοιχο. Διοργανώνει παραστάσεις όπερας στα σχολεία ή στο δρόμο. Πράγματα ανήκουστα πριν από μερικά χρόνια. Αντίστοιχες προσπάθειες γίνονται και από άλλες ομάδες, στη Θεσσαλονίκη, τη Λάρισα και αλλού. Πιστεύω ότι δεν γίνεται διαφορετικά. Η όπερα χρειάζεται μια νέα προσέγγιση και, κυρίως, χρειάζεται ένα νέο κοινό. Αυτό το κοινό δεν θα έρθει μόνο του. Πρέπει η ίδια η όπερα να πάει να το βρει. Το παραδοσιακό κοινό της όπερας δεν μας φτάνει. Όχι μόνο αριθμητικά, αλλά και καλλιτεχνικά. Αυτό το νέο κοινό κουβαλάει τα δικά του βιώματα και προσφέρει στο είδος μια νέα πνοή. Αυτός ο αναβρασμός στο χώρο της όπερας έχει ακόμα μία ανάγνωση: εμείς οι συντελεστές της αγαπάμε πολύ αυτό που κάνουμε, αλλά θέλουμε να ξεπεράσουμε τους περιορισμούς που μας θέτουν οι κλασικοί χώροι της. Θέλουμε να ανεβάσουμε μια παράσταση που δεν θα χρειάζεται έναν τεράστιο μηχανισμό που περιλαμβάνει δεκάδες ανθρώπους και απαιτεί πολλά χρήματα. s

[28 IOYNIOY 2012] #30 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 17


OIΔIΠOYΣς Tύραννο

OXI ΓKPINIA O Aιμίλιος Xειλάκης, στην περιρρέουσα γκρίνια για τις περικοπές στις χρηματοδοτήσεις που έφερε η κρίση, αντιπροτείνει περισσότερη δουλειά και περισσότερα ρίσκα από την πλευρά των καλλιτεχνών. AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #30 [28 IOYNIOY 2012]

18 ΦEΣTIBAΛ

ΘEATPO


Αιμίλιος Χειλάκης

ME λENE οιδιποδα Kρατά τον βασικό ρόλο στον Oιδίποδα Tύραννο, είναι και ο συμπαραγωγός. Φίλος πολλών χρόνων του Kωνσταντίνου Mαρκουλάκη, κι ας παίζουν πολλά χρόνια μαζί. Θαυμαστής και του Γκραουζίνις, ευθύνεται για την πρώτη σκηνοθεσία του Λιθουανού σε ανοιχτό θέατρο και, σε αντάλλαγμα, αφέθηκε στις αναγνώσεις του, στις εντολές του, στο παιχνίδι και στην περιπέτεια της ανακάλυψης μιας άλλης θεατρικής γλώσσας. Από τη Νίκη Ορφανού Φωτογραφία: Βίκυ Γεωργοπούλου

K

αθόλου τυχαία, η ιδέα γι’ αυτήν την παραγωγή ανήκει στον Αιμίλιο Χειλάκη, που ερμηνεύει τον Οιδίποδα Τύραννο για πρώτη φορά στην εικοσάχρονη καριέρα του. Σ’ αυτή τη δουλειά που θα δούμε στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου, και που υπογράφει σκηνοθετικά ο Τσεζάρις Γκραουζίνις, ο Αιμίλιος Χειλάκης πραγματοποιεί τρεις επιθυμίες του: να παίξει αυτόν το ρόλο, να συνεργαστεί με τον συγκεκριμένο σκηνοθέτη τον οποίο λέει ότι θαυμάζει από τότε που πρωτοείδε δουλειά του και να βρεθεί στο σανίδι δίπλα στο φίλο του Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη – αφού δεν τα είχαν καταφέρει ποτέ πριν, παρότι βγήκαν στο θέατρο περίπου μαζί. Στη συνέντευξη που μας παραχώρησε, ο Αιμίλιος Χειλάκης μιλά για τον Oιδίποδα, για το θεατρικό παιχνίδι, αλλά και για το ρόλο του θεάτρου σήμερα. «Aπαιτείται εξωστρέφεια», τονίζει.

Σε ποιο σημείο βρίσκεστε αυτή τη στιγμή που μιλάμε [σσ. τελευταίες μέρες του Iουνίου]; Είστε ευχαριστημένος; Είμαστε στις τελευταίες πρόβες, στο Βόλο, και ακολουθούν οι πρώτες παραστάσεις. Δεν μπορώ να πω ότι είμαι ευχαριστημένος. tο αντιλαμβάνεσαι αφού κατακαθίσει η σκόνη. Ποια ήταν η μεγαλύτερη πρόκληση για σας; Το ίδιο το κείμενο. Ευτυχώς δουλεύαμε με τη θαυμάσια μετάφραση του Βολανάκη. Μας πήρε από το χέρι το κείμενο και μας οδήγησε. Είναι καλή η δουλειά που έχουμε κάνει – αλλά πάλι, ποιος μπορεί να το πει αυτό πριν σταθεί απέναντι στο κοινό; Νομίζω η ανάγκη μου τώρα ταυτίζεται με αυτή του ρόλου που ενσαρκώνω, του Οιδίποδα: είναι η ανάγκη να είμαστε αξιοπρεπείς σ’ ό,τι μας συμ-

ΘEATPO

βαίνει. Αυτό απαιτεί και το παιχνίδι. Για παιχνίδι μίλησε και ο Τσεζάρις Γκραουζίνις... Παιχνίδι είναι ό,τι έχει να κάνει με παράσταση. Εδώ στο παιχνίδι έχουμε το χορό και τρεις υποκριτές. Η όλη σκηνοθεσία βασίζεται σ’ ένα παιχνίδι αλλαγής ρόλων. Παιχνίδι είναι κι η ίδια η διαδικασία του ν’ ανακαλύψεις αυτούς τους ρόλους. Σ’ αυτά τα κείμενα δεν στέκεσαι με έτοιμη άποψη. Τα διαβάζεις και κάτι σου γεννάνε μέσα σου εκείνη τη στιγμή. Eμείς ξέρουμε πια το έργο άριστα, και πρέπει να σας πω ότι το μεγαλύτερο μέρος της παράστασης βασίστηκε στον αυτοσχεδιασμό. Δεν ήταν ένας άναρχος αυτοσχεδιασμός. Oι στόχοι ήταν εξ αρχής δεδομένοι από τον σκηνοθέτη, εμείς κληθήκαμε να εξερευνήσουμε ό,τι εκείνος είχε εντοπίσει. Kάπως έτσι, νομίζω, δουλεύει πλέον το παγκόσμιο θέατρο. Οι αντιλήψεις έχουν αλλάξει από τον καιρό που έκανα την πρώτη μου επαγγελματική δουλειά. Ποια ήταν η πρώτη σας επαγγελματική δουλειά; ήταν το 1990, οι Αχαρνής του Αριστοφάνη στο Ηρώδειο. ήταν ωραία εμπειρία, ένα μεσημέρι του Απρίλη. Είναι ωραίο να παίζεις κάτω από το φως της ημέρας. Αλλά βέβαια, την τελευταία εικοσαετία που είμαι παρών στο θέατρο, έχουν συμβεί διεργασίες πρωτοποριακές, για παράδειγμα το devised που απενεχοποίησαν οι Blitz. Αυτή η δουλειά που παρουσιάζουμε τώρα, ο Οιδίπους Τύραννος, δεν είναι αυτό που θα λέγαμε μια κλασικότροπη προσέγγιση. ήδη η βασική συνθήκη με τους τρεις άνδρες υποκριτές είναι άλλο βλέμμα πάνω στην τραγωδία. Aλλά και γενικότερα, αν αναλύσεις ένα έργο στις θεματικές του και επιμείνεις μέχρι να βρεις τι σε έλκει περισσότερο, οικοδομώντας πάνω σ’ αυτό, τότε θα γεννηθεί ένα καινούργιο καλλιτεχνικό έργο.

Γιατί επιλέξατε έναν αμιγώς ανδρικό θίασο; Nα ακόμα ένα παιχνίδι. Nα σας γυρίσω την ερώτηση; Γιατί πάντα οι άνδρες είχαν δικαίωμα να πλησιάζουν το ιερό στην εκκλησία και όχι οι γυναίκες; Δεν υπάρχει απάντηση... Ίσως επειδή οι άνδρες είμαστε πάντα πιο παιδιά, όσο χρονών κι αν είμαστε. Έτσι και στο θέατρο, οι άνδρες, σαν παιδιά, είχαν το δικαίωμα να παίξουν. Ήταν δική σας ιδέα η παραγωγή; Κάπως έτσι. Eίχα δει τις σκηνοθεσίες του Γκραουζίνις και ένιωθα ζήλεια, να δουλέψω κι εγώ μαζί του. Είναι εξαιρετικός σκηνοθέτης, είχε σημαντικούς δασκάλους, δεν έχει κάνει άλλη δουλειά πέρα από τη σκηνοθεσία. Είναι αφοσιωμένος σ’ αυτό που κάνει. Είναι καλοί σκηνοθέτες οι Λιθουανοί, όπως ο Νεκρόσιους και ο Κουρσινόβας, κι είναι ευτυχία να δουλεύεις με τέτοιους ανθρώπους. Είχα λοιπόν την ιδέα να συνεργαστούμε για τον Οιδίποδα Τύραννο, ήρθα σε επικοινωνία με το Φεστιβάλ και πρότεινα τον Γκραουζίνις. Του έστησα έτσι ωραία παγίδα! Ποια παγίδα; Να σκηνοθετήσει σε ανοιχτό χώρο. ήταν κάτι που δεν το είχε κάνει στο παρελθόν. Αλλά βρήκε τις λύσεις. Eίναι αλήθεια ότι είστε καλοί φίλοι με τον Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη; Nαι. Aλλά είναι η πρώτη φορά που δουλεύουμε μαζί στο θέατρο, ύστερα από 20 χρόνια φιλία. Συνεργαστήκαμε σε δύο τηλεοπτικές σειρές, πάντα τρέφαμε βαθύ σεβασμό ο ένας για τον άλλο και νιώθουμε μεγάλη χαρά όταν βλέπουμε τις δουλειές που κάνει ο καθένας μας. Είμαι πολύ περήφανος για τον Κωνσταντίνο. υποκλίνομαι. Είναι από τους πιο ταπεινούς συνεργάτες και, ταυτόχρονα, από τους πιο συγκροτημένους ηθοποιούς. Kαι ξέρετε; Με καλό συμπαίχτη, η δουλειά

είναι πιο ξεκούραστη, δεν κουβαλάς το κάρο μόνος σου! Αλλά και οι υπόλοιποι συνεργάτες είναι ξεχωριστά παιδιά. Ο Χρήστος Σαπουντζής είναι πραγματικός εργάτης της τέχνης – παίζει μουσική, κι εγώ δεν ξέρω πόσα όργανα, τραγουδά... Ακόμα και όταν λιώνουμε με τις ώρες στις πρόβες, το μάτι του είναι ξεκούραστο. Πώς βλέπετε τα του θεάτρου; Το να μιλάς για το θέατρο είναι πολιτική θέση. Το θέατρο είναι παράθυρο στον κόσμο, και όσοι θέλουν να το κλείσουν μάλλον ενοχλούνται ή φοβούνται τη δύναμή του. tο βλέπουμε καθαρά: είναι δυνατόν να υπήρξε κίνδυνος να μην πραγματοποιηθεί το Eλληνικό Φεστιβάλ, το μόνο ελληνικό παράθυρο στον κόσμο; Ευτυχώς, το στήριξαν οι ίδιοι οι καλλιτέχνες, που δεν απαίτησαν από το Φεστιβάλ αλλά μπήκαν στη διαδικασία να συνεργαστούν μαζί του, να γίνουν συμπαραγωγοί. Kαι πολύ σωστά. Πρέπει να πάψουμε να αντιμετωπίζουμε το Φεστιβάλ σαν τον προικοδότη μας. Μπορούμε να συνεχίσουμε και με λιγότερα λεφτά ή με περισσότερη προσωπική εργασία. Κι ας μοιραστούμε όσα βγάζουμε. Δεν είναι κακό. Έτσι θα γίνουμε πιο ταπεινοί. Και ας γυρίσουμε δυναμικά στις περιοδείες για να ενισχύσουμε τη δουλειά μας. Το θέατρο άλλωστε έχει μια σπουδαία λαϊκή πλευρά. Το βλέπουμε και στον Θίασο του Αγγελόπουλου. Φυσικά δεν εννοώ ότι δεν καταλαβαίνω πόσο ριψοκινδυνεύουν οι καλλιτέχνες όταν γίνονται οι ίδιοι παραγωγοί. Έχουν δίκιο όταν φοβούνται ότι θα βγουν χρεωμένοι. Αλλά το πρόβλημα είναι ότι κινούμασταν με εσωστρέφεια. Τόσα χρόνια είχαμε συνηθίσει να τρώμε λεφτά χωρίς να μας νοιάζουν τα εισιτήρια. Πρέπει όμως να καταλάβουμε ότι τα πράγματα άλλαξαν. Οφείλουμε να γίνουμε εξωστρεφείς, να φέρουμε το θέατρο στο κοινό και όχι να περιμένουμε να έρθει μόνο του σε μας. Μόνο έτσι μπορούμε να συνεχίσουμε. s

[28 IOYNIOY 2012] #30 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 19


μιΑ εινΑι η ουΣιΑ O Kωνσταντίνος Mαρκουλάκης εντοπίζει την ουσία του θεάτρου στην απόλαυση του κοινού. Tα άλλα έπονται.

OIΔIΠOYΣς Tύραννο

20 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #30 [28 IOYNIOY 2012]

ΘEATPO


κωνσταντίνος μαρκουλάκης

μΕ λΕνΕ ιοκαστΗ ...αλλά και tειρεσία. Eίναι και ο Θεράπων, ο βοσκός που είχε διατάξει ο Λάιος να αφήσει έκθετο τον Oιδίποδα όταν ήταν νεογέννητο στον Kιθαιρώνα για να μην εκπληρωθεί ο χρησμός. tρεις ρόλους παίζει ο Kωνσταντίνος Mαρκουλάκης, που επιμένει ότι η προσήλωση στο θέατρο και η εμβάθυνση στους ρόλους είναι η βασική δουλειά του ηθοποιού. Σταρ αντιστάρ, δηλαδή, που επιμένει στην προσωπική καλλιέργεια. Από τη Νίκη Ορφανού Φωτογραφία: Βίκυ Γεωργοπούλου

O

Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης επιστρέφει στον τόπο του εγκλήματος, στη βασανισμένη πόλη της Θήβας, εκεί όπου ο λιμός θερίζει τους πολίτες επί επτά συναπτά χρόνια και κανείς δεν μπορεί να ξεσκεπάσει το μίασμα και να ξορκίσει το κακό. Αυτή τη φορά, όχι σαν Οιδίπους Τύραννος, το ρόλο που ερμήνευσε το 2010 στη σκηνοθεσία του Σπύρου Ευαγγελάτου στην Επίδαυρο. Eρμηνεύει τον Τειρεσία, τον Θεράποντα αλλά και την ιοκάστη. «Επιστρέφουμε στον τρόπο με τον οποίο μοιράζονταν οι ρόλοι την εποχή του Σοφοκλή», εξηγεί. «tρεις ηθοποιοί ερμηνεύουν όλους τους ρόλους». O δημοφιλής ηθοποιός μάς μίλησε για τη δουλειά του σ’ ένα διάλειμμα από τις τελικές πρόβες. «Τα μεγάλα κείμενα επιτρέπουν άπειρες, νόμιμες και ενδιαφέρουσες προσεγγίσεις», τονίζει. «Κι έτσι καταφέρνουν να μην είναι ποτέ βαρετά. Αυτό είναι το δώρο που μας έχουν κάνει οι κλασικοί».

Δώστε μας μια αίσθηση. Tι να περιμένουμε; Θα σας περιγράψω την αρχή. Το έργο ξεκινά με τους άνδρες που βγαίνουν στη σκηνή. Δεν ξέρουμε από πού έρχονται ούτε ποιοι είναι. Βλέπουμε ότι έχουν περάσει κακουχίες: το βλέπουμε πάνω τους, στα πρόσωπά τους, στα βρώμικα ρούχα τους. Καλούν τους θεούς, αλλά οι θεοί δεν ανταποκρίνονται. Ένας από τους άνδρες γίνεται Οιδίποδας και οι υπόλοιποι μοιράζουν τους ρόλους. Δεν ξέρω αν αυτή η προσέγγιση έχει γίνει παλιότερα ή όχι. Νομίζω όμως ότι ο τρόπος αυτός λειτουργεί, γιατί ταιριάζει ουσιαστικά στον ίδιο τον μύθο. Ο θεατής ίσως θα αισθανθεί, αν και δεν είναι σίγουρο, τη συνθήκη αυτή, που δηλώνει μια άλλου είδους προσέγγιση, ένα παιχνίδι διαφορετικό. Οι άνδρες αρχικά δεν έχουν ονόματα, δεν έχουν ταυτότητα. Είναι θέατρο μέσα στο θέατρο. Ένας

ΘEATPO

φόρος τιμής στη ρίζα του θεάτρου που δεν είναι άλλη από την αφήγηση. Είχε ενδιαφέρον για σας να δουλέψετε ένα κείμενο που ξέρατε ήδη καλά με άλλους συνεργάτες; Σίγουρα. Νομίζω ότι κέρδισα πολλά γιατί ακριβώς ήξερα το κείμενο καλά λόγω της προηγούμενης παραγωγής του Οιδίποδα Τυράννου, στην οποία είχα δουλέψει. Είχα ψάξει το έργο πολύ, είχα διαβάσει. Εκείνη η σκηνοθεσία του Σπύρου Ευαγγελάτου ήταν μια ευθεία ματιά στο κείμενο του Σοφοκλή. Τώρα έχω την ευκαιρία να το δω μέσα από άλλους ρόλους, και ίσως μέσω μιας ματιάς υπό γωνία. Aυτός ήταν κι ένας από τους λόγους για τον οποίο ήθελα να παίξω στην παράσταση του Γκραουζίνις. Να επιστρέψω στον ίδιο τόπο από άλλο μονοπάτι... Αυτό πάντως που είναι κοινό και στις δύο παραστάσεις είναι ότι μένουν πιστές στο κείμενο. Με τη λέξη «ευθεία», εννοείτε πιο παραδοσιακή ματιά; Συχνά ακούμε για «σύγχρονη ματιά». Κάποια προσέγγιση είναι, υποτίθεται, πιο σύγχρονη από την άλλη. Αυτά για μένα δεν ισχύουν ούτε και μου αρέσει να χρησιμοποιώ ταμπέλες για το θέατρο. Σύγχρονες είναι εξ ορισμού όλες οι ματιές στο θέατρο, ακόμα κι αυτές που δεν μοιάζουν εκ πρώτης όψεως να είναι έτσι, αυτές που φέρουν το στίγμα του παραδοσιακού, όπως αναφέρατε. Το θέατρο της εποχής μας είναι σύγχρονο, καμία δουλειά δεν μπορεί να ξεφύγει από τη μοίρα του να είναι σύγχρονη, από τη στιγμή που ανήκουν στο σήμερα, στο εδώ και στο τώρα. Ακόμα και όταν κοιτάμε πίσω, πάλι στο εδώ και στο τώρα ανήκουμε, καθώς με τις δικές μας σύγχρονες αισθήσεις και αντιλήψεις θα προσεγγίσουμε το παλιό. Αν τελικά επιτυγχάνει μια σκηνοθεσία ή όχι, αυτό δεν είναι θέμα σύγχρονου ή μη, αλλά του κατά πόσον καταφέρνει να αγγίξει τον θεατή. Το θέμα δεν είναι η πρωτοτυπία, αλλά το πώς μπορεί να

φτάσει κανείς στο περιεχόμενο. Από αυτή την άποψη, όλα έχουν γίνει, τίποτα δεν είναι πρωτότυπο. Άρα, δεν είναι εκεί η ουσία. Ποια είναι λοιπόν η ουσία; Η ουσία στο θέατρο είναι αντίστοιχη με την ουσία στη μαγειρική. Έχουμε πολλές διαφορετικές κουζίνες, αλλά το θέμα πάντα είναι το πόσο καθεμιά μπορεί να τιμήσει το λόγο για τον οποίο φτιάχτηκε. Ευχαριστεί τον ουρανίσκο μας; ικανοποιεί το στομάχι μας; Κεντρίζει συνολικά τις αισθήσεις μας; Τότε είναι καλή, γιατί μας κάνει να επιστρέφουμε σ’ αυτή. Το ίδιο συμβαίνει με το θέατρο. Επιχειρείτε μια νατουραλιστική Ιοκάστη; Όχι. Η ιοκάστη είναι μεν ρόλος γυναικείος, αλλά εδώ αντιμετωπίζουμε το έργο κάπως διαφορετικά. Το φύλο των ηρώων δεν έχει τη σημασία που έχει στο νατουραλιστικό θέατρο, καθώς οι ήρωες εκπροσωπούν περισσότερο ιδέες και λιγότερο συγκεκριμένους χαρακτήρες. Στις πρόβες λοιπόν δεν σταθήκαμε στο φύλο της ιοκάστης, καθώς αυτή δεν μας ενδιέφερε ως μια πιστή απεικόνιση γυναίκας, αλλά ως η ιδέα ιοκάστη: ένα στοιχείο προστασίας του κόσμου που μοιράζεται με τον Οιδίποδα από τον εξωτερικό κίνδυνο, κυρίως από τις μαντείες. Η ιοκάστη δεν πιστεύει καθόλου σε μαντείες. Με συναρπάζουν και οι τρεις αυτοί ρόλοι που ερμηνεύω. Ο βοσκός, ο Τειρεσίας και η ιοκάστη δίνουν τα κλειδιά της πτώσης του Οιδίποδα: ο Τειρεσίας τού ζητά να μην ψάξει το θέμα, να μην αναζητήσει το μίασμα, η ιοκάστη του ζητά, για διαφορετικούς λόγους, να αγνοήσει τις μαντείες και τους χρησμούς, ενώ ο βοσκός, που σώθηκε από το φόνο του βασιλιά Λαΐου, ο ίδιος που είχε παραλάβει το μωρό για να το αφήσει έκθετο στον Κιθαιρώνα (ο Σοφοκλής είχε τρομερές εμπνεύσεις), έρμαιο της απόφασης των Θεών, αυτός προσθέτει τον τελευταίο κρίκο πληροφοριών που οδηγούν τον Οιδίποδα στην πτώση του.

Πώς ήταν η συνεργασία σας με τον Τσεζάρις Γκραουζίνις; Είναι σκηνοθέτης της ρωσικής σχολής, με μεγάλη εμπειρία και γνώση, και πολύ δυνατός στο θέατρο της φαντασίας. Η φαντασία του σκηνοθέτη δένει μ’ αυτή των ηθοποιών και δημιουργεί έναν κόσμο ανοιχτό και για το κοινό. Έπειτα από μια περίοδο ανάγνωσης και εξερεύνησης του κειμένου, της πολύ καλής μετάφρασης του Βολανάκη (ξέρετε, η μετάφραση είναι η πρώτη σκηνοθεσία), ξεκινήσαμε τις πρόβες που κράτησαν περίπου δυόμισι μήνες. Ο Γκραουζίνις επέμεινε ιδιαίτερα να δημιουργήσει τις συνθήκες εκείνες ώστε να μας κάνει ν’ αφεθούμε όλοι οι ηθοποιοί, να βάλουμε μπροστά τη φαντασία μας, να ανακαλύψουμε την ενέργεια της στιγμής. Είναι σκηνοθέτης που βασίζεται πολύ στο υλικό που προκύπτει από τις πρόβες, που το επεξεργάζεται, το συνθέτει... Πώς μαθαίνετε εσείς, ως ηθοποιός; Τι σας κάνει καλύτερο; Με τους ηθοποιούς συμβαίνει κάτι αντίστοιχο με αυτό που συμβαίνει με τους συγγραφείς. Μπορεί να μην είναι πρωτογενείς δημιουργοί όπως οι συγγραφείς, αλλά έχουν την τύχη να τους μοιάζουν στο ότι γίνονται καλύτεροι με το χρόνο. Ο χρόνος τούς ωριμάζει, τους δίνει βάθος. Το ταλέντο είναι μια πρώτη ευκολία, είναι μια δυνατότητα που δεν ξέρουμε πού θα πάει. ή, για να το πω αλλιώς, είναι καλό εργαλείο που μπαίνει στην υπηρεσία του πνεύματος και της ψυχής. Το να σε κρίνουν ή να σε θαυμάζουν τελικά δεν έχει μεγάλη σημασία. Αυτό που έχει σημασία, για μένα, είναι να γίνομαι βαθύτερος και καλύτερος, να έχει βάθος η ερμηνεία μου. Ο χρόνος μάς βοηθάει, ο χρόνος μάς κρίνει. Προφανώς και παρακολουθώ θέατρο, δεν αγνοώ τις κριτικές, τις παρατηρώ ίσως χωρίς να βασίζομαι πάνω τους. Αλλά η αλήθεια του ηθοποιού δεν είναι εκεί: εξελίσσεσαι πρώτα ως άνθρωπος κι έπειτα ως καλλιτέχνης με τις ώρες πτήσεις, τις ώρες παρουσίας στη σκηνή. s

[28 IOYNIOY 2012] #30 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 21


OXI MAΘHMA

OIΔIΠOYΣς

O Tσεζάρις Γκραουζίνις απεχθάνεται τον διδακτισμό. Όταν δουλεύει, προτιμά να αναφέρεται στις εμπειρίες του, σε έννοιες στις οποίες έχει κατασταλάξει. Mόνο έτσι είναι σίγουρος ότι προχωρεί με σαφήνεια και μπορεί να τον κατανοήσει και το κοινό.

Tύραννο

τσεζάρις Γκραουζίνις

«ο οιδιπουσ τυραννοσ ξΕχΕιλιζΕι απο τΕστοστΕρονΗ» Για τον Τσεζάρις Γκραουζίνις, τον σαρανταπεντάχρονο Λιθουανό σκηνοθέτη, που ήρθε πριν από έξι χρόνια στη χώρα μας (για να δοκιμάσει την εγχώρια μπύρα και για να σκηνοθετήσει Δάφνι και Χλόη) και αποφάσισε να μείνει και να... νοικοκυρευτεί στην Αθήνα, η ουσία του θεάτρου βρίσκεται στο παιχνίδι. υποκρινόμαστε ρόλους, αφηγούμαστε ιστορίες. Παίζουμε. Κι έτσι συμμετέχουμε σε μια ξεχωριστή εμπειρία, σχεδόν θρησκευτική. Από τη Νίκη Ορφανού Φωτογραφία: Βίκυ Γεωργοπούλου

M

ε τον Οιδίποδα Τύραννο που παρουσιάζει φέτος στην Επίδαυρο, την πρώτη σοβαρή απόπειρά του με την αρχαία τραγωδία, όπως λέει ο ίδιος, ο σκηνοθέτης στήνει ένα δυναμικό παιχνίδι «συμμετοχής στην εμπειρία του Οιδίποδα»: ανταλλαγές ρόλων από έναν αμιγώς ανδρικό θίασο, έμφαση στο κείμενο, εξερεύνηση του χώρου του αρχαίου θεάτρου της Επιδαύρου. «Δεν φοβάμαι να δοκιμάσω πράγματα καινούργια για μένα», τονίζει. «Κι αν το παιχνίδι καταλήξει σε... γιουχάισμα, θα έχω τουλάχιστον κάτι να διηγούμαι στα εγγόνια μου!» Ήρθατε στην Ελλάδα το 2006 έπειτα από πρόταση του Δημήτρη Τάρλοου, να σκηνοθετήσετε Δάφνι και Χλόη στο

θέατρο Πορεία. Το κάνατε. Κι, απ’ ό,τι φαίνεται, μείνατε. Όταν έχεις τη νοοτροπία του τσιγγάνου, κάθε τόπος όπου βρίσκεσαι είναι ο καλύτερος: οι καλύτερες γυναίκες, η καλύτερη μπύρα, οι καλύτεροι φίλοι. Αλλιώς γιατί να βρίσκεσαι εκεί; Μου είπαν τότε, το 2006, ότι η Ελλάδα ήταν το καλύτερο μέρος. Κι ήρθα. Δεν έχει αλλάξει η άποψή σας με την κρίση; Ποια κρίση; Ακούω για κρίση αλλά δεν τη βλέπω. Για μένα δεν έχουν αλλάξει τα πράγματα. ήρθα από τη Λιθουανία, μην το ξεχνάτε. Για μένα η Ελλάδα ήταν και είναι μια καπιταλιστική χώρα, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Ίσως η κρίση να είναι δημιούργημα των μίντια. Αυτό που εννοούμε ως κρίση, πάντως, είμαι απόλυτα σίγουρος ότι δεν θα αλλάξει.

22 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #30 [28 IOYNIOY 2012]

Πέραν των σκηνοθεσιών που έχετε κάνει για μεγάλα θέατρα και θεσμούς, όπως το Εθνικό και το Φεστιβάλ Αθηνών, πήρατε γεύση και από την πιο σκληρή πραγματικότητα των ελεύθερων παραγωγών στην Ελλάδα... Εννοείτε το Ντε Σαντ. Στη Ζυστίν... που έκανα στο θέατρο Φούρνος. Γι’ αυτή τη δουλειά ανέλαβα όλο το πακέτο: έγραψα ο ίδιος τον μονόλογο, τον σκηνοθέτησα, έκανα την παραγωγή. ήταν μια μοναδική εμπειρία που δεν έκλεισε ακόμη τον κύκλο της. Έχει, πιστεύω, μεγάλες προοπτικές κι όχι μόνο στην Ελλάδα. ήδη παρουσιάστηκε με μεγάλη επιτυχία στη Λιθουανία, και τώρα είμαι πεπεισμένος ότι η δουλειά αυτή μπορεί να σταθεί σε διεθνές επίπεδο. Σύμφωνοι, οι συνθήκες της ελεύθερης παραγωγής δεν είναι εύκολες. Δεν είναι ποτέ εύκολο να βρεθεί το κατάλληλο θέα-

τρο, οι ιδιοκτήτες δεν αισθάνονται ασφαλείς, θέλουν πολλά λεφτά με το καλημέρα, δεν θέλουν να πάρουν ρίσκα. Κι έτσι είναι δύσκολα τα πράγματα. Από την άλλη, πετύχαμε πολλά στην Αθήνα, πήραμε πολύ καλές κριτικές. Το σχέδιο τώρα είναι να περιοδεύσουμε αρχικά στην Ελλάδα – δεν έχουμε ακόμη υπογράψει συμβόλαια, αλλά όλα φαίνονται να πηγαίνουν καλά. Κατόπιν, όπως είπα, σχεδιάζουμε να πάμε την παράσταση στο εξωτερικό. Στη Λιθουανία η Μάρω Παπαδοπούλου πήρε εξαιρετικές κριτικές για το μεσογειακό της πάθος. Μ’ αρέσει να δουλεύω μαζί της, όχι γιατί το απαιτεί από μένα, ως σύζυγός μου, αλλά γιατί είναι υπέροχη ηθοποιός. Είμαι πολύ τυχερός που είναι τόσο ταλαντούχα. Φαντάζομαι ότι στην αντίθετη περίπτωση θα υποφέραμε κι οι δύο!

ΘEATPO


Ο Οιδίπους Τύραννος ήταν δική σας ιδέα; Η ιδέα ήρθε από τον Αιμίλιο Χειλάκη. ήθελε πολύ να δουλέψουμε μαζί και πρότεινε τον Οιδίποδα Τύραννο. Το προτείναμε στο Ελληνικό Φεστιβάλ κι εκείνοι δέχτηκαν με χαρά. Αυτή η προοπτική, το να σκηνοθετήσω τον Οιδίποδα Τύραννο, με κέντρισε, κυρίως γιατί αυτή θα είναι η πρώτη σοβαρή ενασχόλησή μου με την αρχαία τραγωδία. Κάποιοι ξένοι σκηνοθέτες που καταπιάστηκαν με την αρχαία τραγωδία στην Επίδαυρο, όπως ο Βασίλιεφ ή ο Ντίμιτερ Γκότσεφ, αντιμετώπισαν πολύ αρνητικές αντιδράσεις από μέρους του κοινού. Είναι κάτι που σας απασχολεί; Πιστεύω ότι το κοινό έχει το δικαίωμα να αντιδρά με όποιον τρόπο θέλει. Και μάλιστα καταλαβαίνω πολύ καλά την αντίδρασή του, όταν ξένοι σκηνοθέτες έρχονται και προσπαθούν να σοκάρουν ή να διδάξουν πώς πρέπει να γίνεται –με πολύ μοντέρνους τρόπους δηλαδή– η τραγωδία. Οι αντιδράσεις του κοινού έχουν να κάνουν με την αλαζονεία ή την αφέλεια των ξένων. Εκτιμώ αυτές τις αντιδράσεις γιατί θεωρώ ότι είναι ειλικρινείς. Από τη δική μου πλευρά, είμαι ψυχολογικά προετοιμασμένος για όλα. Είμαι ίσως κιόλας ενθουσιασμένος στην προοπτική ενός μεγάλου «γιούχα» στην Επίδαυρο. Έστω κι έτσι, κάτι θα έχω να διηγούμαι στα εγγόνια μου! Μιλήσατε για αφέλεια και αλαζονεία από την πλευρά των ξένων σκηνοθετών... Ποιο είναι, νομίζετε, το λάθος τους; Τι θα κάνετε εσείς διαφορετικά; Γενικώς μιλώντας, και όχι έχοντας συγκεκριμένους σκηνοθέτες στο μυαλό μου –γιατί άλλωστε δεν μ’ αρέσει να κρίνω τους συναδέλφους μου–, πιστεύω ότι είναι λάθος να έρχεται κανείς με έτοιμες ιδέες και να προσπαθεί να τις επιβάλει στην Επίδαυρο. Το θέατρο του «πειραματισμού» πρέπει συνεχώς να αποδεικνύει τον εαυτό του, να δείχνει ότι έχει λόγο ύπαρξης. Έτσι, κάποιοι σκηνοθέτες θέλουν απλώς να κάνουν αυτό που πάντα κάνουν, το ζητούμενο γι’ αυτούς είναι να «πρωτοτυπήσουν». Η Επίδαυρος μάλλον δεν τα σηκώνει αυτά. Το να καταπιάνεσαι με το αρχαίο ελληνικό δράμα, και μάλιστα σ’ αυτόν το χώρο, είναι μεγάλο πράγμα. Εγώ προσπαθώ να μην έρθω σε διαμάχη με το χώρο, αλλά ν’ ανακαλύψω τους νόμους του, τους κανόνες του. Να τους ανακαλύψω και να τους δεχτώ, όχι να τους καταστρέψω. Είναι μια μεγάλη πρόκληση. Πολλά από τα ταλέντα μου μπορούν να μη λειτουργούν σ’ ένα χώρο σαν την Επίδαυρο. Αυτό το δέχομαι. Και προσπαθώ να αναπτύξω καινούργια ταλέντα. Δεν φοβάμαι. Η κύρια χαρά σ’ αυτή τη δουλειά είναι να ξαφνιάζεις τον εαυτό σου. Νιώθω ότι χάνω τη χαρά και τη διάθεση να δουλέψω αν ξέρω εξαρχής τα πάντα. Στην προοπτική αρνητικής κριτικής, δεν φοβάμαι – θα τη δεχτώ. Ίσως πρέπει από τώρα να το ενσωματώσουμε στην πα-

ΘEATPO

ράσταση με κάποιον τρόπο. Ίσως να πρέπει να ζητήσουμε από τον συνθέτη μας να γράψει παρτιτούρα για τα γιουχαΐσματα! Πέρα απ’ την πλάκα τώρα, πιστεύω ότι οι αρχαίοι χώροι είναι ιεροί. Ίσως αυτοί οι σκηνοθέτες να μην αντιλαμβάνονται την ιερότητα των αρχαίων θεάτρων. Ίσως να μην τους ενδιαφέρει τόσο το κοινό. Ποια όμως είναι η φύση του θεάτρου; Δεν είναι η επικοινωνία; Αν έχεις να πεις κάτι, πρέπει να το πεις με τον πιο ευθύ, τον πιο απλό τρόπο. Στην καρδιά του, το θέατρο είναι απλό. Το πρόβλημα είναι ότι πολλές φορές υπάρχει η ανάγκη να μιλήσεις, αλλά δεν έχεις τίποτα να πεις. Εκεί το θέατρο γίνεται αφαιρετικό, αποτυγχάνει. Εγώ δεν λειτουργώ «αφαιρετικά». ψάχνω πάντα για γέφυρες. Δεν κάνω παραστάσεις μόνο για μένα αλλά και για το κοινό. Πώς χτίζει κανείς γέφυρες με το κοινό, και μάλιστα σε μια ξένη χώρα; Δεν ξέρω τι είναι το ελληνικό κοινό ούτε καν το λιθουανικό. Όταν δουλεύω σ’ ένα ξένο μέρος, πρώτα συναντώ τους ηθοποιούς, οι οποίοι είναι αντιπροσωπευτικές φιγούρες της κοινωνίας. Ελέγχω λοιπόν τις ιδέες μου μ’ αυτούς: ίσως να έχω μια ιδέα που να μου φαίνεται ξεκαρδιστική, αν όμως οι ηθοποιοί μου δεν χαμογελάσουν, τότε δεν είναι γι’ αυτούς και θα ψάξω για κάτι άλλο. Ύστερα, το ψάχνω με τους φίλους τους που θα έρθουν στις πρόβες. Και αργότερα με τους φίλους των φίλων τους. υπό αυτή την έννοια, μικρό κοινό και μεγάλο κοινό δεν έχει καμία απολύτως διαφορά. Όταν δουλεύω, ξέρω ότι δεν έχει κάθε ιδέα που μπαίνει στις πρόβες το δικαίωμα να ζήσει. Μόνο οι ερασιτέχνες νομίζουν ότι οι πρώτες ιδέες είναι καλές. Οι επαγγελματίες πρέπει να πετούν πολλά στα σκουπίδια, να είναι πολύ σκληροί, πρωτίστως με τον εαυτό τους. Πρέπει να έχουν το θάρρος να ψάχνουν τα πάντα. Η σύνδεση με το κοινό είναι μέρος της δουλειάς, δεν είναι κάτι το επιπλέον. Το θέατρο είναι συλλογική τέχνη, βασίζεται στα χρήματα του κοινού. Αυτοί που λένε ότι δεν τους νοιάζει το κοινό είναι μάλλον υποκριτές. Κάνετε Οιδίποδα Τύραννο αποκλειστικά με άνδρες ηθοποιούς, όπως γινόταν στην εποχή του Σοφοκλή. Είναι μέρος της προσπάθειάς σας να «ανακαλύψετε τους νόμους της Επιδαύρου»; Φυσικά δεν είναι μόνον αυτός ο λόγος. Νιώθω ότι ο Οιδίπους Τύραννος ξεχειλίζει από τεστοστερόνη. υπάρχει τόση αρσενική ενέργεια, που θεώρησα ότι μόνο ένας αμιγώς ανδρικός θίασος μπορεί να την υπηρετήσει. Ακολουθώ αυτήν την ενέργεια. Δεν μ’ αρέσει να εκλιπαρώ για οίκτο όταν κάνω αρχαία τραγωδία. Μ’ ενδιαφέρει η διαδικασία τού να δέχεσαι το πεπρωμένο σου, την αλήθεια ότι η ζωή είναι πόνος, που έχει παρ’ όλα αυτά στιγμές περηφάνιας. Θέλω να πω την ιστορία του περήφανου Οιδίποδα. Το να δέχεσαι την καταστροφή με περηφάνια είναι κάτι

σπουδαίο. Δεν είναι μάθημα, δεν δέχομαι αυτή τη λέξη. Δεν πιστεύω ότι οι άνθρωποι του θεάτρου έχουν τίποτα να διδάξουν στον κοινό, το βρίσκω γελοίο να σου λένε το αυτονόητο λες και είσαι μικρό παιδί. Πιστεύω ότι η δυνατότητα που έχει το θέατρο είναι να οργανώσει την εμπειρία. Μια μεταφυσική εμπειρία: να ξεχνάς την καθημερινότητα και να ξεκινάς ένα ταξίδι, να αναγνωρίζεις την αίσθηση ότι «θυμάσαι», να ανακαλύπτεις τα αισθήματά σου, τα οποία στο θέατρο είναι πολύ κοντά σε θρησκευτικά. Έχετε αντιμετωπίσει και το κείμενο με ευλάβεια ή έχετε κάνει παρεμβάσεις; Σέβομαι πολύ το έργο του Σοφοκλή. Το επεξεργάστηκα λίγο, έκοψα κάποια σημεία. Έκανα, θα έλεγα, μια οργάνωση του κειμένου. Χρησιμοποιώ λίγο διαφορετική σκηνοθετική γλώσσα απ’ αυτή του Σοφοκλή. Οι παρεμβάσεις μου δεν έχουν στην πραγματικότητα να κάνουν με το κείμενο αλλά με τις δράσεις – κάποια πράγματα που βλέπουμε επί σκηνής δεν χρειάζεται να λέγονται. Eίναι απλό: δεν ήθελα επαναλήψεις. Δεν νομίζω ότι οι παρεμβάσεις αυτές είναι ασέβεια προς το έργο. Η μετάφραση του Βολανάκη είναι εξαιρετική, έχει κάνει πολύ καλή δουλειά με το ρυθμό της γλώσσας, με τις εικόνες. Για ποιο λόγο ο χορός των γερόντων αποτελείται από νέους άνδρες; Είναι μια ομάδα ανδρών στην καλύτερη ηλικία, την πιο ενεργητική. Συνδέεται με την ιδέα ότι οι άνθρωποι συμμετέχουν στο παιχνίδι, στην εμπειρία του Οιδίποδα. Αυτό δεν είναι για ηλικιωμένους άνδρες που έχουν ήδη ζήσει τη ζωή τους, που έχουν μεγάλη εμπειρία ζωής και δεν προσμένουν πια τίποτα, αλλά για τους νέους που έχουν προκλήσεις να αντιμετωπίσουν. Πώς έχει στηθεί η παράσταση; Η δουλειά μου δεν είναι να μιλάω τόσο για την παράσταση πριν η μετά, αλλά να πω με την ίδια την παράσταση όσα έχω να πω. Περιμένω το κοινό να μιλήσει γι’ αυτήν. Αν το κοινό ξέρει εξαρχής τι ακριβώς θα δει, μάλλον δεν θα μπει στον κόπο! Θα πω μόνο ότι σ’ αυτή τη δουλειά προσπαθώ να είναι ο ηθοποιός στο κέντρο, ν’ ακούγεται ο λόγος. Ο μινιμαλισμός είναι το πιο αριστοκρατικό ύφος στο θέατρο, συνδέεται με το θέατρο του Σαίξπηρ, όπου λίγοι άνδρες καθισμένοι στην αγορά διηγούνταν υπέροχες ιστορίες με χειρονομίες, με τον τόνο της φωνής τους, με λίγη μουσική, και μ’ αυτά μόνο κατάφερναν να κινήσουν την περιέργεια. Τα πολλά κόλπα στερούν την φαντασία, κι αυτό στο θέατρο είναι θάνατος. Πάντως, θέλω να ξεκαθαρίσω ότι ο τρόπος που έχω στήσει την παράσταση συνδέεται με το συγκεκριμένο έργο και με τους συγκεκριμένους ηθοποιούς. Όπως είπα και πριν, δεν ήρθα με έτοιμες συνταγές ούτε και να επαναλάβω όσα ξέρω.

Μιλήστε μας για τους ηθοποιούς σας. Είναι πολύ ικανοί ηθοποιοί, αυτό μ’ ενδιέφερε σ’ αυτούς κι όχι το ότι είναι γνωστοί. Είναι ηθοποιοί ανοιχτοί σε νέους τρόπους. Pιψοκινδυνεύουν. Δεν έχουν μανιέρα. Βέβαια, προσπαθώ κι εγώ να είμαι ευαίσθητος. Ο Αιμίλιος Χειλάκης θα είναι ένας Οιδίποδας-Χειλάκης. Δεν προσπαθώ να τον κάνω κάτι που δεν είναι. Αυτό που θα δείτε στην παράσταση είναι ότι δεν έχουμε στην πραγματικότητα ήρωες και χορό, δεν είναι μια παράσταση για το μεγαλείο ενός ανθρώπου. Δεν είναι πως δεν πιστεύω σε μεγάλους ήρωες. Πιστεύω σ’ αυτούς. Πιστεύω ακόμα και στον Θεό, κι ας μην τον έχω δει ποτέ. Αλλά σ’ αυτή τη δουλειά με απασχολεί περισσότερο μια διαφορετική προσέγγιση, που έχει να κάνει με τη δυναμική ανάμεσα στην ομάδα και το άτομο και στην αναζήτηση ενός μοντέλου ισορροπίας. Ο Οιδίποδας ακολουθεί ένα δρόμο που τον οδηγεί πέρα από ερωτήματα και αναζητήσεις καλού και κακού, ευτυχίας και δυστυχίας είναι μάλλον ένα μοντέλο που σήμερα το προτείνει ο βουδισμός. Και όλοι οι άλλοι ακολουθούν τον Οιδίποδα σ’ αυτό το παιχνίδι. Η εμπειρία του Οιδίποδα είναι μια συλλογική διαδικασία. Επαναλάβατε και πάλι τη λέξη παιχνίδι... Είναι το θέατρο κάτι άλλο από παιχνίδι; Κάποιες φορές πιο φανερό, κάποιες πιο κρυφό... Aλλά πάντα παιχνίδι. Γι’ αυτό και μας είναι απαραίτητο. s

Info Οιδίπους Τύραννος Σοφοκλή Ο Οιδίποδας, γιος του βασιλιά της Κορίνθου, παίρνει χρησμό από το μαντείο των Δελφών, σύμφωνα με τον οποίο θα σκοτώσει τον πατέρα του και θα παντρευτεί τη μητέρα του. Θέλοντας να αποφύγει την πραγματοποίηση του χρησμού, αποφασίζει να μην επιστρέψει σε εκείνους που θεωρούσε γονείς του. Στο δρόμο συναντά τον Λάιο και βρισκόμενος σε άμυνα τον σκοτώνει αγνοώντας ότι είναι ο φυσικός πατέρας του. Φτάνει στη Θήβα και παντρεύεται τη βασίλισσα ιοκάστη και μητέρα του... Ερμηνεύουν: Αιμίλιος Χειλάκης, Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης, Χρήστος Σαπουντζής, Κώστας Κορωναίος, Αλμπέρτο Φάις, Γιάννης Τσεμπερλίδης, Κώστας Σειραδάκης, Παναγιώτης Εξαρχέας, Ονίκ Κετσογιάν, Γιώργος Παπανδρέου, Τζεφ Μααράουι. Συμπαραγωγή: Εταιρία Αρτivities / ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. ΒΟΛΟυ Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου 6-7 Ιουλίου, 21:00 Εισιτήρια: 50€ (VIP), 40€ (ζώνη Α), 30€ (ζώνη Β), 15€ (Φοιτητικό - ζώνη Β), 20€ (Άνω Διάζωμα), 10€ (Φοιτητικό - Άνω Διάζωμα, ΑΜΕΑ)

[28 IOYNIOY 2012] #30 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 23


O BAΦTIΣTIKOΣ

η Θεόφραστου Σακελλαρίδ


Βασίλης Παπαβασιλείου

ο κOσμοσ ΕIναι αυτOσ ή Η παρωδIα του; Τι σχέση έχει ο σκηνοθέτης με τη λαϊκή οπερέτα Ο Βαφτιστικός του Θεόφραστου Σακελλαρίδη; Μα, το ίδιο το παιχνίδι της ζωής που δεν έχει σταματήσει ποτέ να τον ιντριγκάρει. Από την Έλενα Χρηστοπούλου Φωτογραφία: Βασίλης Μαθιουδάκης

O

Βασίλης Παπαβασιλείου είναι χωμένος σ’ ένα δωμάτιο στο Μέγαρο Μουσικής, το οποίο κρύβεται μέσα σ’ ένα δαιδαλώδες υπόγειο. Μετά την κλειστοφοβία της διαδρομής μέχρι εκεί, μας υποδέχεται ένας ψηλοτάβανος χώρος, όπου ηθοποιοί, τραγουδιστές και χορευτές κάνουν πρόβα μια σκηνή από τη Β’ πράξη της οπερέτας του Βαφτιστικού, με το τέλος της οποίας μας καλωσορίζει με χαμόγελο ο σκηνοθέτης. Η συζήτηση που ακολουθεί είναι το λιγότερο φωτεινή, κοντράροντας το μαύρο φόντο των τοίχων. Και ο Βασίλης Παπαβασιλείου μιλά με τη γνωστή, αδιανόητη γλαφυρότητά του για όσα τον συναρπάζουν στον Βαφτιστικό, για το πώς ήρθε κι «έδεσε» με Του Κουτρούλη το γάμο, ένα από τα πιο επιτυχημένα θεατρικά της φετινής σεζόν, για τις προβλέψεις του Σόιμπλε και για τη γελοία σοβαροφάνεια του κόσμου. Μας αποχαιρετά στο τέλος δηλώνοντας αισιόδοξος ή, μάλλον, παραπέμποντάς μας στον Γκράμσι: «αισιόδοξος στη βούληση, απαισιόδοξος στη σκέψη». Στη συζήτηση συνεισέφερε και ο μόνιμος καλλιτεχνικός συνεργάτης του, Σωτήρης Χαβιάρας.

Πώς περάσατε από του Κουτρούλη το Γάμο στην οπερέτα του Σακελλαρίδη; Υπήρχε η πρόταση συμπαραγωγής Φεστιβάλ και Μεγάρου, και το σκεπτικό του μαέστρου Γιώργου Πέτρου για την αποκατάσταση της μουσικής αξίας του έργου του Σακελλαρίδη. Όπως και να το κάνουμε, είναι η δημοφιλέστερη ελλη-

νική οπερέτα. Και ήρθε σε μια στιγμή όντως μετά τον Κουτρούλη και μ’ έναν έμμεσο τρόπο συναντήθηκε μαζί του, γιατί με μια έννοια και ο Κουτρούλης για την τραγική οπερέτα που λέγεται Ελλάδα μιλάει. Γενικώς, νομίζω, το να ζεις στην Ελλάδα σημαίνει πως έχεις ανοιχτούς λογαριασμούς και με την τραγωδία και με την οπερέτα. Με την τραγική οπερέτα! Από αυτή την άποψη λοιπόν, του timing, είμαι ευτυχής. Τι ανοιχτούς λογαριασμούς προσπαθείτε να κλείσετε δηλαδή; Οι λογαριασμοί –ευτυχώς γι’ αυτούς, δυστυχώς για μας– διατηρούνται πάντα ανοιχτοί. Όπως η ιστορία αυτού του κράτους που είναι ένας ανοιχτός λογαριασμός δυο αιώνων. Τώρα θα μου πεις, η οπερέτα πού κολλάει; Το είδος αυτό καθαυτό είναι ένα είδος που εμφανίζεται, ανθεί, θάλλει σε καιρούς όπου οι κοινωνίες περνούν από μετασχηματισμούς, από αποσταθεροποιήσεις πραγμάτων τα οποία οι άνθρωποι θεωρούν βεβαιότητες. Η οπερέτα είναι κι αυτή μια ιστορία του 19ου αιώνα, παιδιά του οποίου είμαστε όλοι μας, είτε το ξέρουμε είτε δεν το ξέρουμε. Ίσως ζήσαμε πολύ έντονα μέσα στον 20ό αιώνα και τώρα τα στοιχεία της κρίσης μάς υποχρεώνουν να δούμε τη γενεαλογία μας και να επισκεφτούμε ξανά τον 19ο. Η οπερέτα είναι μια τέτοια μορφή, μια μορφή όπου τα στοιχεία, τα φαινομενικώς ετερόκλητα, που παράγουν υβρίδια –και μουσική και πρόζα και χορός– είναι εδώ και μας καλούν σε αναθεωρήσεις. Στο δελτίο Τύπου της παράστασης έχει γραφτεί πως «ξεσκονίζετε» τον Βαφτιστικό. Τι εννοείτε; Τίποτα δεν σημαίνει. Δεν ευθύνομαι για το δελτίο Τύπου! Νομίζω ότι είναι η σύμβαση και

πάλι. «Α, είναι πάλι ο Βαφτιστικός. Ένα έργο που έχει παιχτεί κι έχει παιχτεί». Έχει καταχωριστεί στις δέλτους της Ιστορίας. Μοιραία λοιπόν μια ματιά από συγκεκριμένους ανθρώπους σήμερα, στο εδώ και το τώρα, κουβαλά ένα στοιχείο θεωρητικά νέας προσέγγισης. Διότι, να έχει σκονιστεί ο Βαφτιστικός δεν το πιστεύω. Είναι ένα έργο με μουσική μνήμη, ισχυρό και καταχωρισμένο στην κοινή συνείδηση ώστε να μη χρειάζεται ξεσκόνισμα. [εδώ παρεμβαίνει ο Σωτήρης Χαβιάρας: Όπως είχε πει κι ο Αντουάν Βιτέζ, τίποτε δεν είναι πιο ενδιαφέρον από τη σκόνη που έχει κάτσει πάνω στα έργα.]

Μιλήσατε για το τραγικό και το γελοίο. Tο κωμικό ποιο είναι; Τι σας κάνει να γελάτε στον Βαφτιστικό; Εμένα με κάνει να γελάω η ίδια η ύπαρξη των ζωντανών ανθρώπων πάνω στη σκηνή. Είναι μεγάλο δώρο, και σ’ αυτούς τους καιρούς γίνεται μεγαλύτερο. Η σκηνή είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ότι ο κόσμος μας είναι έργο ενός κωμικού θεού. Πρέπει να φτάσουμε στην όχθη της πλατωνικής ανοησίας για να γεννήσουμε κάτι. Γιατί στη σκηνή πάνω γεννάμε, δεν ανακοινώνουμε πράγματα – ευτυχώς. Πόσο μυαλό χρειάζεται για να κάνεις μια δουλειά που δεν θέλει μυαλό;

Ο Βαφτιστικός είναι ένα έργο που βασίζεται στις παρεξηγήσεις. Και γενικά το είδος της οπερέτας είναι παρεξηγημένο – για την αλαφράδα του, το λαϊκό στοιχείο του. Εσάς τι σας ιντριγκάρει σ’ αυτή; Με ιντριγκάρει ο κόσμος μας, το παρόν μας. Mέσω του κόσμου μας συναντάμε και την οπερέτα. Ο κόσμος μας από μια άποψη είναι πολύ πιο σοβαρός και πολύ πιο γελοίος απ’ όσο πιστεύουμε. Ακόμα κι αυτά που ζούμε τα τελευταία δυόμισι χρόνια στην Ελλάδα έχουν μια διπλή όψη. Έχουν μια ανάγνωση η οποία συναντά την τραγικότητα της κατάστασης, έχουν και μια άλλη ανάγνωση όμως, με μια κυρία Μέρκελ στις κερκίδες κι έναν υπουργό Οικονομικών, να προβλέπει το αποτέλεσμα, 3-2, 4-1. Αυτό η πρόβλεψη του Σόιμπλε είναι ένα επιχείρημα υπέρ της διαχρονικής επικαιρότητας της οπερέτας. Στον κόσμο του Σακελλαρίδη τι ήταν; Οι Bαλκανικοί Πόλεμοι, η Mικρασιατική Eκστρατεία, οι άνθρωποι που ήταν στο μέτωπο, οι άνθρωποι που είχαν μείνει πίσω, καλή ώρα, και γιόρταζαν τον γάμο τους – πάλι ένας κόσμος απόντων σε σχέση μ’ έναν κόσμο παρόντων, όπως είναι σήμερα ένας κόσμος που μεταφέρει τα λεφτά του έξω, ένας κόσμος δηλαδή που απουσιάζει από την Ελλάδα στην οποία μένουν κάποιοι άλλοι. Αυτό το παιχνίδι της ίδιας της ζωής, το παιχνίδι της ατιμίας, το οποίο είναι εδώ τώρα και θα είναι πάντα.

Μπορείτε, δηλαδή, και διασκεδάζετε μ’ αυτό; Ναι, βεβαίως. Απεχθάνομαι τους σοβαροφανείς, και στον τόπο μας έχουν περισσέψει. Και η συγκυρία της τελευταίας διετίας το ενίσχυσε αυτό, αν σκεφτείτε ακριβώς και τα πρόσωπα και το λεξιλόγιο. Γι’ αυτό θεωρώ ότι η σκηνή είναι μια ευεργεσία. Tο είχε πει άλλωστε κι ο Φρόιντ. «Κύριε καθηγητά», τον είχε ρωτήσει ο γιατρός του όταν πια είχε καρκίνο, «τελικά ποιο είναι το όπλο για να αντέξει κανένας το υπέροχο και δύσκολο άθλημα της ζωής;». «Tο χιούμορ!» [Eδώ παρεμβαίνει εκ νέου ο Σωτήρης Χαβιάρας: «Είναι αλήθεια πως η οπερέτα δημιουργήθηκε σαν αντίδοτο στη σοβαροφάνεια της όπερας»]. Εξ ορισμού. Πέρα απ’ αυτό, στον Βαφτιστικό έχουμε αυτή την ταπεινή, την ελάχιστη πρόζα του Σακελλαρίδη, η οποία είναι ένα μεγάλο πρόβλημα, γιατί όλοι θα θέλαμε να πετάξουμε από το ένα μουσικό μέρος στο άλλο. Και αυτό το ανάμεσα τι γίνεται; Η οπερέτα, και στην προκειμένη περίπτωση ο Βαφτιστικός, είναι αυτό το ανάμεσα, δίνει δικαιώματα στο παρ’ ολίγον. Mέσα απ’ αυτό το παρ’ ολίγον φτιάχνεται ένα μνημείο για το οποίο αναρωτιόμαστε: «Ο κόσμος είναι αυτός ή η παρωδία του;». Παντρεύονται λοιπόν ο κόσμος και η παρωδία του σ’ ένα τέτοιο σχήμα, κι αυτό είναι που, για μένα, κάνει τον Βαφτιστικό συναρπαστικό. s


τζίνα Φωτεινοπούλου - ειρήνη καράγιαννη

τA μπιζοy τΗσ ΕλλΗνικΗσ οπΕρΕτασ Στον Βαφτιστικό του Σακελλαρίδη, οι άντρες παρουσιάζονται δειλοί και ενίοτε γραφικοί, σχεδόν καρικατούρες. Κυρίαρχο ρόλο έχουν δύο γυναίκες καπάτσες, δυναμικές, αλλά και ευάλωτες στο μικρόβιο του έρωτα, η Βιβίκα και η Κική. Στην παράσταση της Καμεράτας, τους ρόλους αυτών των δύο γυναικών κρατούν δύο από τις πιο γοητευτικές και ταλαντούχες λυρικές τραγουδίστριες στην Ελλάδα, η Τζίνα Φωτεινοπούλου και η Ειρήνη Καράγιαννη. Από τον Αντώνη Σακελλάρη Φωτογραφία: Βίκυ Γεωργοπούλου

Σ

υναντήσαμε την tζίνα Φωτεινοπούλου και την Eιρήνη Kαράγιαννη σε μια πρόβα της παράστασης στο υπόγειο του Μεγάρου Μουσικής, όπου, αέρινες και μπριόζες, τραγουδούσαν, έπαιζαν και χόρευαν υπό τις οδηγίες του Βασίλη Παπαβασιλείου και του Γιώργου Πέτρου. Το άγχος ήταν εμφανές. Ηθοποιοί, τραγουδιστές και χορευτές έπρεπε να μάθουν τέλεια τα λόγια και τις κινήσεις τους. Φαίνονταν, ωστόσο, να απολαμβάνουν τους ρόλους τους. Σ’ ένα διάλειμμα της πρόβας, μίλησαν για τη Βιβίκα και την Κική που υποδύονται, για τις καλλιτεχνικές πορείες τους, για τις δυσκολίες που κρύβει η οπερέτα, και εξήγησαν γιατί, κατά τη γνώμη τους, την αγαπά τόσο πολύ το αθηναϊκό κοινό.

Ο Βαφτιστικός του Σακελλαρίδη είναι ίσως η πιο γνωστή ελληνική οπερέτα. Έχει παρουσιαστεί αρκετές φορές, ακόμα και στο πρόσφατο παρελθόν. Πού πιστεύετε ότι θα διαφέρει η παράσταση της Καμεράτας; Τζίνα Φωτεινοπούλου: Ο Σακελλαρίδης λέγεται ότι έγραψε τον Βαφτιστικό σε πολύ μικρό διάστημα, ωστόσο το έργο αναδείχτηκε σε μια από τις πιο αγαπημένες ελληνικές οπερέτες. Στην τωρινή παρουσίασή του θ’ ακούσουμε, με πρωτοβουλία του μαέστρου Γιώργου Πέτρου, την αυθεντική ενορχήστρωση του 1918. Με το πέρασμα του χρόνου είχαν παραληφθεί ή παραποιηθεί κάποια μουσικά μέρη, που τώρα παρουσιάζονται ξανά στην αυθεντική μορφή τους. Ειρήνη Καράγιαννη: Για μένα ο Βαφτιστικός είναι το μπιζού της ελληνικής οπερέτας. H πλοκή του είναι πολύ χαριτωμένη και το μουσικό κομμάτι του πολύ εμπνευσμένο. Αυτοί είναι οι λόγοι που πάντα έχουν επιτυχία τα ανεβάσματά του. Είναι το ίδιο το έργο που έχει μεγάλη δυναμική, που παραμένει ζωντανό έπειτα

από τόσα χρόνια. Στη δική μας παράσταση, τα στοιχεία που συνηγορούν στο ότι θα είναι εξαιρετική είναι δύο: αφενός, ο σκηνοθέτης μας, ο Βασίλης Παπαβασιλείου, που ό,τι και να πούμε γι’ αυτόν θα είναι λίγο, και αφετέρου η Καμεράτα, που είναι το σπουδαιότερο ελληνικό ορχηστρικό σύνολο. Το έργο προσεγγίζεται παραδοσιακά ή μέσα από ένα σύγχρονο βλέμμα; Ε.Κ.: Ο Βασίλης Παπαβασιλείου προσπαθεί να αποδώσει το πνεύμα και την ατμόσφαιρα της εποχής, αναδεικνύοντας τα διαχρονικά στοιχεία του. Η διαχρονικότητα των χαρακτήρων και των καταστάσεων είναι κάτι αδιαμφισβήτητο. ωστόσο, δεν θα είναι ένα μοντέρνο ανέβασμα από άποψη σκηνογραφίας, κοστουμιών και σκηνοθεσίας. Σέβεται το πνεύμα του Σακελλαρίδη. Τ.Φ.: Η απόδοση της μουσικής είναι εντελώς πιστή στο πρωτότυπο. Το θεατρικό κομμάτι φέρει εξ ολοκλήρου τη σφραγίδα του κυρίου Παπαβασιλείου. Δεν θα χαρακτήριζα τη σκηνοθεσία του σύγχρονη ή παραδοσιακή. Έχει ένα προσωπικό στίγμα που, με χρήση σύγχρονων ή παλαιότερων στοιχείων, δίνει τον τόνο σ’ αυτή την παράσταση. Είναι μοναδικός μάλιστα ο τρόπος που έχει να εκμαιεύει στοιχεία από το χαρακτήρα των ηθοποιών. Στην παράσταση ερμηνεύετε τους δύο βασικούς γυναικείους ρόλους, την Κική και τη Βιβίκα. Πόσο αληθοφανείς ή σύγχρονοι είναι αυτοί οι δύο ρόλοι; Τ.Φ.: Η Βιβίκα, που υποδύομαι, είναι παντρεμένη με τον φυγόστρατο ζαχαρούλη και ερωτευμένη με τον βαφτιστικό της, ή μάλλον με την εικόνα του βαφτιστικού της, αφού ουσιαστικά δεν τον έχει δει ποτέ (αν και η αλληλογραφία μαζί του είναι αρκετή για τη δημιουργία ενός εξ αποστάσεως μεν, απόλυτου θαυμασμού δε). Η Βιβίκα είναι ερωτευμένη με τον «ήρωα».

26 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #30 [28 IOYNIOY 2012]

Όταν αυτός εμφανίζεται στο σπίτι της ξαφνικά, η έλξη προς αυτόν είναι μοιραία αναπόφευκτη. Aναπόφευκτα μοιραία. Η Βιβίκα ερωτεύεται εγκεφαλικά και παραδίδεται σχετικά εύκολα και σαρκικά, αφού το αντρικό πρότυπο στον έγγαμο βίο της έχει καταρρεύσει. Θεωρώ ότι η γυναικεία φιγούρα που προτίθεται να απατήσει ή απατά τον άντρα της γιατί δεν την καλύπτει εγκεφαλικά και, κατά συνέπεια, και σαρκικά, δεν είναι ίδιον χαρακτήρων οπερέτας, αλλά άκρως ρεαλιστικών χαρακτήρων του «τότε» και του «τώρα». Ε.Κ.: Είναι πάρα πολύ τωρινοί χαρακτήρες. Η Κική που ερμηνεύω εγώ είναι μια καπάτσα γυναίκα που κάνει τα πάντα για να αποφύγει ο άντρας της τους κινδύνους του μετώπου των Βαλκανικών Πολέμων. Στην προσπάθειά της αυτή φτάνει κοντά στο σημείο να τον απατήσει με τον συνταγματάρχη, στον οποίο πάει για το ρουσφέτι. Θα μπορούσε να είναι μία σημερινή γυναίκα που χτυπάει την πόρτα του υπουργού Αμύνης για να μην πάει ο σύζυγός της στα σύνορα. Αντιλαμβάνεστε ότι δεν είναι κάτι ξένο με την εποχή μας. Αντίθετα, είναι ένα μοτίβο που επαναλαμβάνεται στο διηνεκές της ελληνικής πραγματικότητας. Η οπερέτα θεωρείται «ελαφρό» είδος μουσικού θεάτρου. Ποιες δυσκολίες παρουσιάζει η ερμηνεία ενός ρόλου; Τ.Φ.: Η δυσκολία στην οπερέτα έγκειται στο συνδυασμό της μουσικής με την πρόζα, στο ρυθμό με τον οποίο πρέπει να «παντρέψεις» το λόγο με τη μουσική, ώστε αυτά να είναι ομοιογενή και ισότιμα. Η τοποθέτηση της φωνής είναι «ελαφρύτερη» σε σχέση με την τοποθέτηση στην όπερα. Θεωρώ δε ότι η ελληνική οπερέτα έχει μια επιπλέον δυσκολία ως προς την επικοινωνία του μουσικού λόγου, ειδικά όταν απευθύνεσαι σε κοινό ομόγλωσσο, που περιμένει ν’ ακούσει το στίχο καθαρά, χωρίς να χάνεται σε «στρογγυλέματα» τεχνικής, σε περιπτώ-

σεις που η μελωδική γραμμή είναι πολύ ψηλά γραμμένη. Ε.Κ.: Αυτή η ελαφρότητα είναι που παρουσιάζει μεγάλες δυσκολίες. Μπορεί να μην έχει το ψυχολογικό βάθος της όπερας, αλλά δεν σημαίνει ότι δεν είναι βαθιά τα νοήματα που εμπεριέχει. Μπορεί να είναι διασκεδαστική και ευχάριστη, αλλά απαιτεί πολύ μεγάλες ερμηνευτικές ικανότητες. Το να προσεγγίσεις απλούς καθημερινούς χαρακτήρες και κοινότοπες καταστάσεις είναι κάτι πολύ δύσκολο, αν θες να το κάνεις σωστά. Γιατί είναι πάλι της μόδας η οπερέτα τα τελευταία χρόνια; Τ.Φ.: Όντως, φέτος ειδικά, υπήρξε έξαρση. Ίσως έχει να κάνει με την ανάγκη του κόσμου να παρακολουθήσει θέματα διαχρονικά, που όμως προσεγγίζονται μ’ έναν πιο ρομαντικό τρόπο. Για παράδειγμα, ο έρωτας, ως κινητήριος δύναμη παρεξηγήσεων, ευτράπελων ή κωμικών καταστάσεων, σε πολλές οπερέτες προσεγγίζεται με μια αθωότητα, μακριά από τον όποιο σύγχρονο εκχυδαϊσμό του. Mην ξεχνάμε κι ένα μέρος του κοινού που αναζητά ένα ελαφρό θέαμα, προσπαθώντας να ξεφύγει από μια πιεστική καθημερινότητα. Η οπερέτα προφανώς λειτουργεί σαν αντίδοτο στο βαρύ κλίμα που επικρατεί το τελευταίο διάστημα. Ε.Κ.: Εγώ το βλέπω κάπως διαφορετικά. Ίσως τα προηγούμενα χρόνια ήταν ένα παρεξηγημένο είδος, τώρα τελευταία όμως έχει αρχίσει ν’ αλλάζει η εικόνα των συντελεστών και του κόσμου απέναντί της. Δεν είναι πια ο φτωχός συγγενής της όπερας, είναι κάτι εξίσου αξιόλογο και δύσκολο. Απλώς, έχει άλλη φιλοσοφία στην ανάγνωση της ιστορίας στην οποία βασίζεται. Συνδυάζει το θέατρο και τη λόγια μουσική. Χρειάζεται πολύ καλούς ηθοποιούς και τραγουδιστές. Και πάνω απ’ όλα, χρειάζεται σωστό τάιμινγκ, που θα αποδώσει σε μια παράσταση τη σκη-

OΠEPETA


O BAΦTIΣTIKOΣ

η Θεόφραστου Σακελλαρίδ

Info Καμεράτα – Ορχήστρα των Φίλων της Μουσικής Ο βαφτιστικός Θεόφραστου Σακελλαρίδη Στις αρχές του 20ού αιώνα, το ζεύγος ζαχαρούλη γιορτάζει τη δεύτερη επέτειο του γάμου τους. Η Βιβίκα ζαχαρούλη, απογοητευμένη από τον άντρα της που έχει βγει βοηθητικός για να αποφύγει τη στράτευση, τρέφει θαυμασμό για τον Μάρκο Κορτάση, τον βαφτιστικό της που πολεμάει στο μέτωπο. Οι παρεξηγήσεις αρχίζουν όταν χτυπάει το κουδούνι κι ένας νεαρός στρατιώτης αυτοσυστήνεται ως Μάρκος Κορτάσης. Μια οπερέτα σε πλήρως σκηνοθετημένη μορφή από τον Βασίλη Παπαβασιλείου, σε μουσική διεύθυνση Γιώργου Πέτρου.

H κικη κΑι η ΒιΒικΑ H Eιρήνη Kαράγιαννη (αριστερά) και η Tζίνα Φωτεινοπούλου, πρωταγωνίστριες στον Bαφτιστικό του Θεόφραστου Σακελλαρίδη, σε σκηνοθεσία Bασίλη Παπαβασιλείου. H πρώτη λέει γελώντας ότι ο πολύς κόσμος την ξέρει από τη διασκευή σε οπερατικό ύφος του λαϊκού «Σ’ έχω κάνει θεό».

Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Αίθουσα «Αλεξάνδρα Τριάντη» 3-4 Ιουλίου, 21:00 Εισιτήρια: 40€ (VIP), 30€ (ζώνη Α), 20€ (ζώνη Β), 15€ (ζώνη Γ), 10€ (Φοιτητικό, ΑΜΕΑ) Ίδρυμα ωνάση: Μέγας χορηγός της Ορχήστρας 2011-2013


A

ν στα τέλη του 20ού αιώνα η αστική ελίτ διασκέδαζε στον κινηματογράφο, στο θέατρο, στα σκυλάδικα και στις συναυλίες ή απλά βλέποντας τηλεόραση, στις αρχές του 20ού αιώνα η πρωτοεμφανιζόμενη τότε ελληνική αστική τάξη πήγαινε στα θέατρα για να παρακολουθήσει οπερέτα και επιθεώρηση. Απλούστερη και μικρότερη από την όπερα, χιουμοριστική και ανάλαφρη, με καλή μουσική και στροβιλιζόμενες σκηνές, η οπερέτα ήταν ο πιο φιλικός προς τον χρήστη τρόπος να γίνει πραγματικότητα αυτό που επέβαλε το πνεύμα της εποχής, τον εξευρωπαϊσμό δηλαδή των Ελλήνων αστών. Οι νέες τάσεις της μόδας, οι νέοι χοροί και τα καινούργια ακούσματα, η προσπάθεια υιοθέτησης του σαβουάρ βιβρ: όλα λάμβαναν χώρα στις πλατείες των θεάτρων που σείονταν από τα χειροκροτήματα, τα ποδοχτυπήματα και τα γέλια. Το κοινό της Αθήνας γνώρισε τη γαλλική οπερέτα το 1871 από έναν περιοδεύοντα γαλλικό θίασο, ενώ το 1908, το ανέβασμα της γαλλικής οπερέτας Μαμζέλ Νιτούς σε ελληνική μετάφραση σηματοδότησε την αρχή της αγάπης για το είδος. Ο τότε μαέστρος Θεόφραστος Σακελλαρίδης περιγράφει γλαφυρότατα την «επιδημίαν»: «Στη μικρή και χαριτωμένη εκείνη γαλλική οπερέτα έτυχε ο κλήρος –αν θέλετε, η τιμή– να γίνει η αφορμή της ιδρύσεως του σύγχρονου οπερατικού μας θεάτρου, να γίνει δηλαδή η μάνα της ελληνικής οπερέτας. Η Νιτούς δεν ήτο έργον. ήτο το μικρόβιον της επιδημίας...» Και η επιδημία όντως επεκτάθηκε, με αποτέλεσμα τη γέννηση της καθαρά ελληνικής ή αλλιώς αθηναϊκής οπερέτας μετά από κάποια χρόνια. Μιας οπερέτας

νοθετική μεστότητα. Θα έλεγα ότι μερικές φορές είναι πιο δύσκολο και πιο προκλητικό είδος από την όπερα. Ποιος είναι ο μέσος όρος ηλικίας του κοινού που έρχεται να δει μια οπερέτα; Ε.Κ.: ρωτάτε αν η οπερέτα είναι ένα μουσειακό είδος που απευθύνεται σε ηλικιωμένους; Καθόλου, σας πληροφορώ. Μπορεί σε μια μερίδα του κοινού να ξυπνάει την ανάγκη της αναπόλησης, αλλά η βασική ανάγκη πίσω από μια παράσταση οπερέτας δεν είναι η νοσταλγία, αλλά η ανάδειξη ενός κομματιού της αστικής μας κληρονομιάς. Κι αυτό φαίνεται από τη σύνθεση του κοινού, που περιλαμβάνει όλες τις ηλικίες. Ο Βαφτιστικός, ας πούμε, «διαβάζει» μία περίοδο της σύγχρονης ιστορίας μας: το Μεσοπόλεμο. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι αυτή η περίοδος είναι η απαρχή του νεοελληνικού κράτους. Άρα, έχει πολλή μεγάλη σημασία σαν μια ματιά σε μια συγκεκριμένη εποχή. Επίσης, μην ξεχνάμε ότι οι συντελεστές των παραστάσεων οπερέτας τα τελευταία χρόνια είναι κυρίως νέοι σε ηλικία, άρα και ο κύκλος ανθρώπων που τους

Η ΕλλΗνικH οπΕρEτα, ο «πατEρασ» τΗσ κι ο βαΦτιστικOσ τΗσ Από τη Χαρά Σακελλάρη

OΠΩΣ ΠAΛIA O μαέστρος Γιώργος Πέτρου (αριστερά), δούλεψε με την αυθεντική ενορχήστρωση του 1918. Με το πέρασμα του χρόνου, είχαν παραληφθεί ή παραποιηθεί κάποια μουσικά μέρη, που τώρα παρουσιάζονται ξανά στην αυθεντική μορφή τους. Δεξιά, ο συνθέτης, αρχιμουσικός και δημιουργός της ελληνικής οπερέτας, Θεόφραστος Σακελλαρίδης (1883-1950).

που επηρεαζόταν μεν από τη γαλλική φάρσα και την αντίστοιχη γαλλική και βιεννέζικη οπερέτα, αλλά είχε και στοιχεία κωμειδυλλίου, δημοτικού τραγουδιού, καντάδας, τσιγγάνικης μουσικής ή ακόμα και τζαζ. Η μεγάλη απήχηση του είδους, που συγκέντρωνε το μεγάλο κοινό της εποχής, δημιούργησε αμιγώς οπερατικούς θιάσους, υποσκέλισε την όπερα και, σιγά σιγά, εκτόπισε τις αντίστοιχες βιεννέζικες και γαλλικές οπερέτες από τα συνοικιακά θέατρα. Τα «ανκόρ», τα μπιζαρίσματα δηλαδή, έδιναν

κι έπαιρναν, και οι ηθοποιοί-τραγουδιστές έπρεπε να επαναλάβουν τα τραγούδια ακόμα και 10 φορές. Ταυτόχρονα, κοινό και δημοσιογράφοι διχάστηκαν, ηθοποιοί, συνθέτες και παραγωγοί έγιναν «φίρμες», άλλοι απ’ αυτούς καταστράφηκαν οικονομικά και καλλιτεχνικά, ενώ αρκετοί από το κοινό «εξαπαραδιάσθησαν με το να παρακολουθούν κάθε βράδυ οπερετικές παραστάσεις». Και μπορεί ο, κατά πολλούς «πατέρας» του είδους, Θεόφραστος Σακελλαρίδης

ακολουθούν είναι κι αυτοί νέοι. Κάπως έτσι, η οπερέτα γίνεται κτήμα των μικρών ηλικιών. Τ.Φ.: Εγώ θα μιλήσω από προσωπική πείρα. Το χειμώνα που μας πέρασε, πρωταγωνιστούσα σε μια άλλη οπερέτα, την Εύθυμη χήρα. Το κοινό που γέμιζε τη Λυρική Σκηνή ήταν όλων των ηλικιών. Έρχονταν άνθρωποι που ομολογούσαν ότι τα ακούσματά τους ήταν λαϊκά κι ότι δεν είχαν ξαναδεί οπερέτα. Άκουσα πολλές φορές: «Δεν ξέραμε τι θα δούμε, αλλά ενθουσιαστήκαμε και σίγουρα θα ξαναέρθουμε». Αυτό είναι το μεγαλύτερο κέρδος για μένα.

κάνει μέχρι τώρα είναι προϊόν μεγάλης, αλλά και σκεπτόμενης προσπάθειας, τηρουμένων των αναλογιών πολλών παραγόντων, δυνατοτήτων ή επιλογών που απαρτίζουν τη ζωή ενός ανθρώπου. Με λίγα λόγια, δεν έχω κανένα παράπονο η απωθημένο. Αγαπώ όσα έχω κάνει, αγαπώ ακόμη και τη διασκευή του τραγουδιού «Σ’ έχω κάνει θεό» της Κατερίνας Στανίση. Καθόλου δεν το μετανιώνω. Ίσα ίσα, χαίρομαι που έκανα κάτι τόσο όμορφο και χιουμοριστικό. Και σας πληροφορώ ότι το χάρηκε και η Κατερίνα Στανίση. Με παίρνει ακόμα τηλέφωνο και μου λέει για πλάκα: «Τι θα γίνει, χρυσό μου; Όπου πάω ακούω τη δική σου βερσιόν τρεις φορές περισσότερο απ’ τη δική μου. Πρέπει να συνεργαστούμε. Θα κάνουμε θραύση!» Τ.Φ.: Είμαι υπερήφανη για όλη τη μέχρι τώρα πορεία μου που γίνεται με αγώνα, αλλά και πάθος για να εκφραστώ, να επικοινωνήσω, να μοιραστώ, ν’ αγαπηθώ. Κάθε νέα μου δουλειά είναι σαν μια κατάκτηση καινούργιας κορυφής και εύχομαι οι κορυφές να μην τελειώνουν ποτέ, όσο οι φωνητικές και βιολογικές μου δυνάμεις το επιτρέπουν. Αν γίνονται

Ποια είναι τα πράγματα για τα οποία είστε υπερήφανες και αυτά για τα οποία έχετε μετανιώσει στην καριέρα σας; Ε.Κ.: Δεν ξέρω αν υπάρχουν πράγματα για τα οποία πρέπει να είμαι πραγματικά υπερήφανη εκτός από τα δυο μου παιδιά. Όσον αφορά στη δουλειά μου, μπορώ να πω ότι δεν μπορώ να πάρω τίποτε πίσω απ’ όσα έχω κάνει. Μέσα από έναν τίμιο διάλογο με τον εαυτό μου, έχω τη βαθιά πεποίθηση πως ό,τι έχω

28 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #30 [28 IOYNIOY 2012]

να σχολίασε τα παραπάνω και να είπε ότι κάποια «άλλη μοίρα, βάσκανη αυτή», τον αποτράβηξε από τη ζωή της οπερέτας και από την… οπερέτα της ζωής, αλλά οι οπερέτες του έδωσαν ζωή στα βράδια των Αθηναίων αστών και συνέβαλαν με τον τρόπο τους στη διαμόρφωση της νεοελληνικής αστικής ταυτότητας. Μία απ’ αυτές, ο Βαφτιστικός, πρωτοανέβηκε τον ιούλιο του 1918 από το θίασο Παπαϊωάννου και προκάλεσε σάλο τόσο με τη μουσική όσο και με το θέμα της. Βασισμένη σε μια γαλλική φάρσα των Ενεκέν, Βεμπέρ και ντε Γκορς, η οπερέτα γράφτηκε αποκλειστικά από τον Σακελλαρίδη. Ο συνθέτης, εκτός από τη μουσική, έγραψε το λιμπρέτο και τους στίχους και περιγράφει μία σύγχρονή του εποχή. Πρόζα, φάρσα, στοιχεία «κουτσομπολίστικης» δημοσιογραφίας, απίθανες καταστάσεις και πολύ οικεία για την εποχή πρόσωπα συνθέτουν μία οπερέτα που έδωσε «τροφή» στον ελληνικό κινηματογράφο αναδεικνύοντας την εικόνα του φτωχού λαϊκού ήρωα και χλευάζοντας τη δειλία και τη μεγαλομανία των αστών, και η οποία κατέληξε να είναι μια από τις πιο αγαπημένες ελληνικές οπερέτες κι από τις λίγες που ανεβαίνουν ακόμα και σήμερα. Τραγούδια της, όπως το «Τίκι τακ... η καρδιά μου πονεί για σας» και το «Συ μου πήρες», τραγουδήθηκαν απ’ όλους και ήρθαν να επιβεβαιώσουν την άποψη του Σακελλαρίδη ότι «η ελληνική οπερέτα έδωσε στο λαό το τραγούδι του, στο σαλόνι το τανγκό του και στον στρατιώτη το πολεμικό του εμβατήριο». Ο Βαφτιστικός έγινε και ταινία το 1952 από τη Μαρία Πλυτά, με πρωταγωνιστές τον Αλέκο Αλεξανδράκη, την Ανθή ζαχαράτου και τον Μίμη Φωτόπουλο. s

λάθη επιλογών, αυτό που έχω να πω είναι ότι και τα λάθη είναι για τους ανθρώπους. Σημασία έχει αν κάποιο λάθος σου κοστίσει ένα πέσιμο, να το προσπεράσεις και να ξανασηκωθείς για την «ωραία πορεία». Από την απεικόνιση της κοινωνίας των Βαλκανικών Πολέμων στο έργο του Σακελλαρίδη, θα μπορούσαμε να βγάλουμε συμπεράσματα για τη σημερινή κοινωνική κατάσταση; Ε.Κ.: Σίγουρα. Η ματιά του, παρά την ελαφρότητα της γραφής του, σατιρίζει την αστική και κάθε άλλη κοινωνική τάξη. Σατιρίζει, πολλές φορές αμείλικτα, την ειδική εκείνη κάστα των «ευνοούμενων». Μπορούμε να αντλήσουμε διδάγματα από τη γραφή του. Είναι 100% επίκαιρο. Είναι κομμάτι της πρόσφατης ιστορίας μας. Για μένα σύγχρονη είναι η ματιά που αναδεικνύει τη σχέση του σήμερα με το τότε. Κι αυτή σχέση υπάρχει στο συγκεκριμένο έργο. Στο κάτω κάτω, δεν μπορώ να καταλάβω γιατί κάποιος θα έλεγε ότι δεν μας αφορά το έργο του Σακελλαρίδη. Όλα αφορούν όλους. Τίποτα δεν πρέπει να μας αφήνει αδιάφορους. s

OΠEPETA


ίρις Kαραγιάν

NA τολμασ O χορευτής πρέπει να είναι τεχνικά άρτιος, δημιουργικός, να έχει φαντασία και να δουλεύει σαν το σκυλί. H Ίρις Kαραγιάν μοιράζεται μαζί μας όσα της έμαθε η (καλλιτεχνική της) ζωή. Από την Κατερίνα Κόμητα Φωτογραφία: Βίκυ Γεωργοπούλου

Info Ομάδα Χορού ΖΗΤΑ - Ίρις Καραγιάν Μητέρες

H

Ίρις Καραγιάν σπούδασε χορό στην Κρατική Σχολή Ορχηστρικής Τέχνης και ακολούθησε μεταπτυχιακές σπουδές στον τομέα των Παραστατικών Τεχνών και του Πολιτισμού στην Αγγλία. Σήμερα, διδάσκει χορογραφία στην Κρατική Σχολή Ορχηστικής Τέχνης, ενώ έργα της έχουν παρουσιαστεί σε φεστιβάλ χορού τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Στο φετινό Φεστιβάλ Αθηνών, υπογράφει τη χορογραφία για την παράσταση της ομάδας ζΗΤΑ, της οποίας είναι ιδρυτικό μέλος.

Πείτε μας λίγα λόγια για την παράσταση. Η παράσταση Μητέρες είναι ένα ντουέτο γυναικών. Η ιδεολογική αφετηρία των Μητέρων είναι η ιδέα του ηρωισμού και της υπερβατικής φύσης του ανθρώπου, ωστόσο, τελικά, το έργο έχει περισσότερο να κάνει με την «κατασκευή» της ίδιας της παράστασης. Μ’ άλλα λόγια, αυτό που μ’ ενδιαφέρει να «χτίσω» μέσα απ’ την παράσταση είναι κάποιες ενέργειες, εντάσεις, αυξομειώσεις εντάσεων, δυναμικές, ένα ρυθμό και τελικά ένα περιβάλλον. Το τελευταίο δημιουργείται αφενός σε επίπεδο ηχητικό –οι χορεύτριες παράγουν ήχους με τις κινήσεις των σωμάτων τους και τα όσα πράττουν επί σκηνής–, αφετέρου σε επίπεδο φόρμας και κίνησης.

ΘEATPO

Γιατί ονομάσατε το έργο Μητέρες; Ο τίτλος συνδέεται περισσότερο με την έννοια της δημιουργίας και της κατασκευής. ωστόσο, ο θεατής που θα δει το έργο ζωντανά θα μπορέσει ίσως να βρει και να ξεκλειδώσει και άλλα νοήματα που μπορεί να έχει. Μπορεί κάθε χορευτής να γίνει χορογράφος; Ναι, με την προϋπόθεση ότι τον ενδιαφέρει η σύνθεση και η δημιουργία. Επιπλέον, θα πρέπει να τον ενδιαφέρει η επικοινωνία με τον κόσμο, με την έννοια ότι έχει την ανάγκη να μοιραστεί κάτι με τους άλλους, ή, μ’ άλλα λόγια, τον ενδιαφέρει να λύσει κάτι που τον απασχολεί, ένα μυστήριο. Υπάρχουν χορογράφοι που επιλέγουν να είναι μέσα στις χορογραφίες τους ως χορευτές. Αναρωτιέμαι, γιατί; Φαντάζομαι ο καθένας έχει τους προσωπικούς του λόγους. Ας πούμε, πρόσφατα σε μια συζήτηση που είχε με το κοινό η Αν Τερέζα ντε Κεερσμάακερ, η οποία χόρευε στα κομμάτια της, δήλωσε ότι ανακαλύπτει και είναι πολύ πιο κοντά στο υλικό όταν το κάνει και η ίδια με το σώμα της. Όταν σχεδιάζετε μια χορογραφία πώς τη δουλεύετε; Αρχικά έχω μια ιδέα που με απασχολεί, την οποία και μελετάω, διαβάζοντας, συζητώντας, κρατώντας σημειώσεις. Το δεύτερο στάδιο αφορά στην πρακτική δημι-

ουργία του έργου και είναι πολύ σημαντικό. Γίνεται σε συνεργασία με τους χορευτές ή τους συντελεστές. Δίνω εγώ κάποιες ιδέες ή κάποιες οδηγίες, παίρνω κάτι πίσω και μετά αρχίζω να το πλάθω. Δουλεύετε το έργο ξεκινώντας από την αρχή και πηγαίνοντας σκηνή σκηνή; Όχι. Αφού βρω τον πυρήνα, το συστατικό στοιχείο του έργου, από εκεί και πέρα αρχίζω να το πλάθω σε σχέση με τη δομή. Ύστερα προσπαθώ να το προσεγγίσω και να το κατανοήσω ακόμα καλύτερα, για να δω τι πορεία θέλω να έχει, πώς θέλω να ξεκινάει, πώς να αναπτυχθεί και πώς να τελειώσει. Τι θεωρείτε σημαντικό στοιχείο σ’ έναν χορευτή; Να είναι γενναιόδωρος, τεχνικά άρτιος, δημιουργικός, να έχει φαντασία και να δουλεύει σαν το σκυλί. Τι εννοείτε λέγοντας «γενναιόδωρος χορευτής»; Να μην έχει κάποια στεγανά ή κάποια όρια. Να μην υπονοείται μεταξύ χορευτή και χορογράφου ένα παιχνίδι, ας πούμε, εξουσίας. Θέλω ο χορευτής να είναι ανοιχτός και να γουστάρει αυτό που κάνει, δίνοντας απλόχερα τα εργαλεία του και τα υλικά του. Τι είναι αυτό που θαυμάζετε σ’ έναν καλλιτέχνη; Θαυμάζω κάποιον για την καλλιτεχνική

Ένα ντουέτο γυναικών παίζει με την ιδέα του ηρωισμού και την υπερβατική φύση του ανθρώπου. Εναλλαγές ρυθμού, κυκλικές κινήσεις, ενέργεια και ευαισθησία αποτελούν τα βασικά στοιχεία της χορογραφημένης εγκατάστασης. Χορηγός Επικοινωνίας dancetheatre.gr. Πειραιώς 260, Κτίριο Ε 7-8 Ιουλίου, 21:00 Εισιτήρια: 20€, 15€ (μειωμένο), 10€ (Φοιτητικό, ΑΜΕΑ)

του εξέλιξη, για το πώς επιτυγχάνει να επανατοποθετεί τον εαυτό του. Θαυμάζω την επιμονή και τη σχολαστικότητα κάποιων δημιουργών να εμβαθύνουν σε κάτι και ν’ απλώνουν γύρω του όλη την κοσμοθεωρία τους. Θαυμάζω το ρίσκο, την τόλμη να δοκιμάζει κανείς πράγματα, και την αποδοχή της αποτυχίας. Υπάρχει κάτι που θα χαρακτηρίζατε ξεπερασμένο σήμερα στο χορό; Σε πρώτο επίπεδο μπορείς να χαρακτηρίσεις πολλά πράγματα ξεπερασμένα, κλισέ ή προφανή. Όμως υπάρχει και κάτι άλλο που έχει ίσως περισσότερο ενδιαφέρον. Το πώς δηλαδή ξεκινάει κανείς από κάτι που είναι ξεπερασμένο και κλισέ, και το αναδεικνύει μ’ έναν τρόπο που δεν είναι καθόλου ξεπερασμένος. Γιατί ο στόχος δεν είναι πάντα η πρωτοπορία και το καινούργιο. Κάποιες φορές, το στοίχημα είναι να χρησιμοποιήσει κανείς μια ιδέα, μια φόρμα ή μια αισθητική ξεπερασμένη ως σημείο αναφοράς για να πάει πιο πέρα, λέγοντας κάτι πιο προσωπικό. s

[28 IOYNIOY 2012] #30 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 29


KAΛΑ, εΣυ εΦυΓεΣ νΩριΣ O Στέφανος Tσιαλής, από το 2009 διευθυντής της Φιλαρμονικής της Θουριγγίας (απέναντι).

Info Κρατική Ορχήστρα Αθηνών Στέφανος Τσιαλής Ο Στέφανος Τσιαλής διευθύνει την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών σε τρία από τα πιο γνωστά έργα του συμφωνικού ρεπερτορίου: το Kοντσέρτο για κλαρινέτο και ορχήστρα (1791) του Μότσαρτ, την εισαγωγή από την όπερα Ευρυάνθη (1823) του Βέμπερ και τη Συμφωνία αρ. 9 του Ντβόρζακ (1893). Ο σολίστ Διονύσιος Γραμμένος θα παίξει το κοντσέρτο του Μότσαρτ σε κλαρινέτο. Ωδείο Ηρώδου Αττικού 5 Ιουλίου, 21:00 Εισιτήρια: 30€ (VIP, ζώνες Α,Β,Γ), 15€ (Άνω διάζωμα), 10€ (Φοιτητικό, ΑΜΕΑ)


Στέφανος τσιαλής

απο τΗ λΕιψια μΕ αΓαπΗ Από τον Αντώνη Σακελλάρη

Bέμπερ, Mότσαρτ και Nτβόρζακ. Aνόμοια; O Στέφανος tσιαλής έχει μάθει να συνθέτει. Aνάμεσα στα φαινομενικά διαφορετικά, και την Eλλάδα με τη Γερμανία. Bεβαίως, έχει τη δυνατότητα να το κάνει. Διότι είναι Έλληνας του εξωτερικού.

O

Στέφανος Τσιαλής τα τελευταία χρόνια έχει τη βάση του στη Λειψία. Εκεί διευθύνει, από το 2009, τη Φιλαρμονική της Θουριγγίας. Επίσης ταξιδεύει σ’ όλο τον κόσμο. Το βιογραφικό του περιλαμβάνει εμφανίσεις με μερικά από τα πιο γνωστά μουσικά σύνολα της υφηλίου. Η καλλιτεχνική του πορεία ωφελήθηκε από την απόφασή του να φύγει από την Ελλάδα. Ο ίδιος, όμως, θα ήθελε να ξαναγυρίσει και να δουλέψει εδώ. Θέλει, μας λέει, να προσφέρει στη χώρα του, που δεν αντέχει να τη βλέπει από μακριά έρμαιο της παγκόσμιας κρίσης.

Με ποια κριτήρια επιλέγετε τα έργα που θα ερμηνεύσετε στις συναυλίες σας; Αυτό εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, από τους σολίστες, από την ορχήστρα με την οποία θα συνεργαστώ, από το πρόγραμμα ενός φεστιβάλ. Συνήθως, προσπαθώ να υπάρχει συνοχή όταν επιλέγω έργα. Είναι απαραίτητη για μένα η ύπαρξη μιας σύνδεσης, μιας συγγένειας ανάμεσά τους. Και ποια είναι αυτή η σύνδεση ανάμεσα στα τρία έργα των Βέμπερ, Μότσαρτ και Ντβόρζακ που θα παρουσιάσετε με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών; Για το ντεμπούτο μου στο Ηρώδειο και στο Φεστιβάλ Αθηνών, διάλεξα τα έργα που θα ερμηνεύσει η ορχήστρα με πολλή προσοχή. Θα έλεγα ότι υπάρχει ένας σχεδόν αδιόρατος κρίκος που ενώνει τους τρεις συνθέτες: ο κλασικός γερμανικός ρομαντισμός. Για τον Βέμπερ και τον Μότσαρτ, αυτό είναι εύκολα αντιληπτό. Ο πρώτος είναι κατεξοχήν εκπρόσωπος αυτού του ρεύματος και το έργο του Μότσαρτ επίσης αγγίζει την πρώιμη ρομαντική σχολή. Στην περίπτωση του Ντβόρζακ, η σχέση του με τις «επιταγές» της γερμανικής ρομαντικής σχολής είναι πιο σύν-

MOYΣIKH

θετη, κι έχει να κάνει με τις μουσικές σπουδές και καταβολές του. Η Συμφωνία του Νέου Κόσμου έχει ιδιαίτερη σημασία για μένα. Ο Τσέχος Ντβόρζακ τη συνέθεσε όταν βρισκόταν στην Αμερική. Παρότι στην Αμερική έκανε λαμπρή καριέρα, η σκέψη του γύριζε συνέχεια στην Τσεχία. Γι’ αυτό το λόγο, το κυρίαρχο στοιχείο της σύνθεσής του είναι ο νόστος. Η πόλη που μένω στη Γερμανία, η Λειψία, είναι πολύ κοντά στα σύνορα με την Τσεχία, κι έχει τύχει να γνωρίσω αρκετά καλά την τσεχική νοοτροπία. Έχω καταλάβει ότι είναι ένας λαός που όταν απομακρύνεται από την πατρίδα του, διακρίνεται από την ίδια ποιότητα και ένταση αυτού του συναισθήματος, του νόστου. Ακριβώς όπως κι εμείς οι Έλληνες. Έχετε ένα βιογραφικό γεμάτο από εμφανίσεις με φιλαρμονικές σ’ όλο τον κόσμο. Γιατί πιστεύετε ότι τόσες ορχήστρες σάς επιλέγουν να τις διευθύνετε; Στάθηκα τυχερός στην καριέρα μου. Η τύχη μ’ έχει ευνοήσει πολλές φορές, όπως για παράδειγμα όταν μου προσφέρθηκε μόνιμη θέση μαέστρου στα είκοσι έξι μου χρόνια. Εκτός από την τύχη, όμως, νομίζω ότι με χαρακτηρίζουν τα προτερήματα που, λίγο έως πολύ, χαρακτηρίζουν και τη φυλή μας. Η μαχητικότητα, η επιμονή, η αισιοδοξία και το μεράκι για τη δουλειά μου. Κοιτώντας τη μέχρι τώρα πορεία σας, για ποιο πράγμα αισθάνεστε περισσότερο υπερήφανος; Μπορώ να υπερηφανεύομαι για το ότι δεν έκανα σημαντικούς καλλιτεχνικούς συμβιβασμούς, για το ότι είχα τον έλεγχο της καριέρας μου, και για το ότι έχω καταφέρει, βασιζόμενος στις δυνάμεις μου, να διατηρήσω την αξιοπρέπειά μου. Επίσης, όσο και να μετανιώνω για μερικά λάθη που έχω κάνει, πιστεύω ότι και αυτά συμβάλλουν στη διαμόρφωση της πορείας και της προσωπικότητάς μου. Μπορώ να πω ότι ακόμα και τα λάθη έγιναν για καλό σκοπό. Αυτή

είναι η κατεξοχήν ελληνική άποψη για τη ζωή! Πώς πιστεύετε ότι θα είχε εξελιχθεί η καριέρα σας αν δεν είχατε φύγει από την Ελλάδα; Σίγουρα θα ήταν πιο δύσκολα τα πράγματα. Πιθανότατα θα έπρεπε να διδάσκω σε κάποιο ωδείο για να τα βγάζω πέρα. Επίσης, οι ορχήστρες στην Ελλάδα είναι σαφώς λιγότερες απ’ ό,τι στη Γερμανία. Για να καταλάβετε, στη Γερμανία υπάρχουν πάνω από 80 όπερες και 138 κρατικές ορχήστρες. Στην Ελλάδα μετριούνται στα δάχτυλα του ενός χεριού. Βεβαίως, εδώ πρέπει να σημειώσω ότι η πρόοδος που έχουν κάνει οι ελληνικές ορχήστρες είναι εκπληκτική. Μέσα σε μία εικοσαετία έχουν κατακτήσει πολύ υψηλή ποιότητα. Οι επιλογές, όμως, για έναν μουσικό παραμένουν λίγες στη χώρα μας. Παρ’ όλα αυτά, θεωρώ ότι και να είχα μείνει στην Ελλάδα, θα είχα ασχοληθεί εξίσου σοβαρά με τη συμφωνική μουσική. Σκέφτεστε να γυρίσετε κάποια στιγμή και να διεκδικήσετε θέση σε κάποια ορχήστρα; Είναι πολύ πιθανό. Ίσως τώρα η συγκυρία να μην είναι η πιο ευνοϊκή, αλλά κάποια στιγμή θέλω να επιστρέψω. Είναι αυτό που σας έλεγα και προηγουμένως: ο νόστος σε εμάς τους Έλληνες είναι πολύ ισχυρός κι έχω διαπιστώσει ότι όσο μεγαλώνω τόσο μεγαλώνει κι αυτός. Δεν γνωρίζω κανέναν Έλληνα που δεν τρέφει βαθιά νοσταλγία για την πατρίδα του. Οι ρίζες μας είναι πολύ δυνατές. Θέλω να ξαναγυρίσω στον τόπο που γεννήθηκα. Πιστεύω ότι θα είναι εύκολο να πείσω τη Γερμανίδα γυναίκα μου να μείνουμε στην Ελλάδα. Αγαπάει πολύ τη χώρα μας. Δώστε μας την εικόνα που έχει αυτή τη στιγμή για την Ελλάδα ένας Έλληνας που ζει στη Γερμανία. Είναι πάρα πολύ δύσκολα τα πράγματα. Είναι πολύ δύσκολο για μένα να βλέπω τον τόπο μου να υφίσταται τέτοιες δοκι-

μασίες, τόσοι άξιοι άνθρωποι να υποφέρουν, να υπάρχει τόσο μεγάλη κοινωνική αδικία. Δυστυχώς, διαπιστώνω επίσης καθημερινά την πολύ άδικη αντιμετώπιση της Ελλάδας από το διεθνές σύστημα και τον ξένο tύπο. Κι αυτή η αντίληψη έχει περάσει και σε μεγάλα κομμάτια των λαών της Ευρώπης, όπως των Γερμανών, με τους οποίους συμβιώνω. Θα αποκατασταθούν, πιστεύετε, οι σχέσεις μεταξύ των δύο λαών; Ναι, το πιστεύω, αλλά θα είναι δύσκολο. Τα στερεότυπα, όπως αυτά ανακυκλώνονται από τα διεθνή και τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης, έχουν πολύ άσχημες επιπτώσεις. Αναπτύσσεται και στους δύο λαούς ένα αίσθημα εχθρότητας. Για να είμαι όμως δίκαιος, ούτε εγώ προσωπικά αντιμετώπισα ποτέ πρόβλημα στη Γερμανία ούτε όμως και η γυναίκα μου, όταν ερχόμαστε στην Ελλάδα. Από την άλλη, βέβαια, έχω διαπιστώσει ότι ένα μεγάλο μέρος του γερμανικού Τύπου τρέφει μεγάλη συμπάθεια για τους Έλληνες και όσα αυτοί υποφέρουν. Είστε αισιόδοξος ότι θα ξεπεράσουμε ως χώρα αυτή τη δοκιμασία; Θα σας πω τι μου έχει πει ο πατέρας μου, που είναι 82 χρονών και ανήκει σε μια γενιά που έχει υποστεί τα πάντα – πολέμους, εμφύλιο, εξορία, χούντα. Αυτός ο άνθρωπος μού είπε ότι όσα και να υποφέρουμε, δεν θα χάσουμε την αισιοδοξία και τη μαχητικότητά μας. Αν το δω συναισθηματικά και πατριωτικά, θα συμφωνήσω μαζί του. Θα τα καταφέρουμε! Επίσης, κάθε κρίση είναι και μια ευκαιρία να καταλάβουμε πού φταίξαμε κι εμείς. Και αν επικρατήσουν τα καλά στοιχεία της νοοτροπίας του Έλληνα, όπως λέει κι ο πατέρας μου, θα ορθοποδήσουμε ξανά. Αλλά δεν μπορούμε να κρίνουμε τα πράγματα μόνο από τη σκοπιά της Ελλάδας. Ούτε φταίμε μόνο εμείς ούτε το πρόβλημα είναι μόνο ελληνικό. Πλέον μιλάμε για μια παγκόσμια καπιταλιστική κρίση. Κανείς δεν μπορεί να προβλέψει πού θα οδηγήσει αυτή η κατάσταση. s

[28 IOYNIOY 2012] #30 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 31


Θεόδωρος κουρεντζής – Musica Aeterna

χωρIσ μπαΓκEτα Στη ρωσία, όπου ζει και εργάζεται, τον λατρεύουν. Η γνώμη του για τα μουσικά πράγματα στην Ελλάδα, δεν είναι και η καλύτερη. Όμως ο Θεόδωρος Κουρεντζής δεν έρχεται να παρουσιάσει έργα ραχμάνινοφ και Σοστακόβιτς, με την ορχήστρα του Musica Aeterna, γιατί μας κάνει τη χάρη. Το πιθανότερο είναι ότι στις όχι και λίγες, όπως λέγεται, εκκεντρικότητές του –η διεύθυνση ορχήστρας με γυμνά χέρια είναι μόνο μία από αυτές– δεν πρόκειται να κάνει ούτε μία έκπτωση. Από τον Νικόλα Ζώη

A

ς ξεκινήσουμε με δικά του λόγια: «Δεν αντέχω αυτό το πράγμα που γίνεται στη Δύση», δήλωνε το 2007, «όπου μόλις λήξει το ωράριο, οι μουσικοί παρατάνε αμέσως την πρόβα. Σαν την πόρνη που έτσι και κάτσει λίγο παραπάνω ο πελάτης, τον χτυπάει στον ποπό και του λέει: “Ε, αγάπη μου, τι, θα παντρευτούμε;”. Η μουσική όμως δεν είναι έτσι, η μουσική είναι σαν τον έρωτα. Θέλει αφοσίωση. Έκανα λοιπόν μια πειραματική ορχήστρα, παίρνοντας τους καλύτερους σολίστ απ’ όλη τη ρωσία. Και φτιάξαμε ένα μουσικό γκέτο. Έναν καταυλισμό, ας πούμε, όπου οι άνθρωποι που ζουν εκεί βλέπουν όλοι μαζί φιλμ του Ντράγερ, διαβάζουν ρίλκε στα γερμανικά, μεταφράζουν Πάουλ Τσέλαν, ακούν διάφορες ηχογραφήσεις, κάνουν πρόβα χωρίς να κοιτάνε το ρολόι –μερικές φορές φτάνουμε και το δωδεκάωρο. Ένα μοναστήρι. Γι’ αυτό και η επαφή αυτής της ορχήστρας με τη μουσική είναι κάτι πολύ διαφορετικό». Ενδιαφέρον, έτσι; Η ερώτηση μάλιστα που απαντούσε ο Έλληνας μαέστρος αφορούσε απλώς στη δημιουργία της Musica Aeterna, του σχήματος που δημιούργησε σχεδόν αμέσως μετά την ανάληψη το 2004 της διεύθυνσης της ορχήστρας της Όπερας του Νοβοσιμπίρσκ. Εκείνη είναι μια πόλη στην καρδιά της Σιβηρίας, στην οποία, ενώ άλλοι έβλεπαν μόνο χιόνια, λύκους και γκουλάγκ, εκείνος βρήκε το καταλληλότερο έδαφος για να πραγματοποιήσει ένα από τα πολλά σχέδιά του. Σε καμία περίπτωση βέβαια δεν ήταν μια εξορία, απ’ αυτές που σε κάνουν να παραμιλάς και να βλέπεις όνειρα γεμάτα

αφοσιωμένους μουσικούς, ταινίες του Ντράγερ και πολύ έρωτα. Παρόλο που ο Κουρεντζής μάλλον σε τέτοια όνειρα πίστευε πάντα. Από τον Βύρωνα, όπου γεννήθηκε το 1972 και μεγάλωσε, θυμάται –όπως έλεγε παλιότερα– αλάνες με στάχυα, χαμομήλια και μαργαρίτες, γιορτές του ΆιΓιάννη όπου πήδαγε φωτιές, παιχνίδια στη μέση του δρόμου, βράδια στο σινεμά «Αρκαδία», πρωινά ξυπνήματα που, λόγω της μουσικού μητέρας του, γίνονταν με Τσέρνι, Μότσαρτ, Σούμπερτ. Δεν ήταν δύσκολο να ασχοληθεί μαζί τους και ο ίδιος. Όταν στα εφτά του χρόνια άρχισε μαθήματα βιολιού, είχε ήδη κάνει και μαθήματα πιάνου. Όταν το 1987 ασχολήθηκε για πρώτη φορά με τη σύνθεση υπό την καθοδήγηση του Γιώργου Χατζηνίκου («μας γνώρισε τον Σκαλκώτα, τον Σένμπεργκ και τον Βέμπερν»), είχε ήδη φοιτήσει στο Εθνικό ωδείο, στο τμήμα Θεωρητικής Μουσικής και στο Τμήμα Εγχόρδων. Αρχές του 1990, έφυγε για τη ρωσία, ένα μεγάλο του όνειρο: «δεν είμαι από αριστερή οικογένεια, ούτε ήμουν του χώρου», δήλωνε λίγα χρόνια πριν, εξηγώντας την επιλογή του. «ήμουν πάντα αναρχικός και διατηρώ μέχρι σήμερα μια παρόμοια στάση. Η ρωσία ήταν για μένα ο Μπαρβίνσκι, ο Μαγιακόφσκι, ο Χλεμπίκοφ, ο Καντίνσκι – αυτά είχα στο μυαλό μου. Με εξέφραζε ο ρομαντισμός και η μακρότητα που έχει αυτή η χώρα». Πέρασε τις πόρτες του Κρατικού ωδείου της Αγίας Πετρούπολης. Δάσκαλός του ήταν ο Ίλια Μούσιν, μυθική σχεδόν μορφή της σοβιετικής διεύθυνσης ορχήστρας, που είπε κάποτε για τον νεαρό Έλληνα: «Eίχα πολύ ταλαντού-

32 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #30 [28 IOYNIOY 2012]

χους μαθητές, σαν τον τον Βαλέρι Γκεργκίεφ και τον Γιούρι Τεμιρκάνοφ και μία μόνο διάνοια: τον Θεόδωρο Κουρεντζή». Ο ίδιος αργότερα θα ανέτρεχε σ’ εκείνα τα λόγια με χαρά, μέχρι να το κάνει όμως, θα διέγραφε και μια πορεία που θα έκανε τα ρωσικά μίντια να τον χαρακτηρίζουν «αναρχικό, ωραιοπαθή και ιδιοφυΐα», τη χήρα του Σοστακόβιτς να τον αποζητά για να τον συγχαρεί αυτοπροσώπως, τον Βλαντιμίρ Πούτιν να δηλώνει θαυμαστής του. Τι θα περιλάμβανε αυτή; Μετά το θάνατο του Μούσιν, απελευθερώθηκαν «διάφορες αντιζηλίες», στις οποίες ο Κουρεντζής δεν είχε καμία διάθεση να αναμειχθεί, γι’ αυτό και έφυγε για τη Μόσχα μεταξύ συζητήσεων για να αναλάβει το Μπολσόι. Τελικά το 2002, μαζί με την Eλληνίστρια Φατίμα Γιελόεβα, ίδρυσε το Κέντρο Ελληνικού Πολιτισμού στο Πανεπιστήμιο της Αγίας Πετρούπολης. Το 2003 έγινε μόνιμος αρχιμουσικός στη ρωσική Φιλαρμονική Ορχήστρα του Βλαντιμίρ Σπιβακόφ. Την επόμενη χρονιά, με τολμηρά σχέδια αναμόρφωσης, ανέλαβε το Θέατρο Όπερας και Μπαλέτου του Νοβοσιμπίρσκ, όπου λίγο αργότερα οργάνωσε τη Musica Aeterna και το συγκρότημα New siberian singers. «Το Νοβοσιμπίρσκ είναι η τρίτη μεγαλύτερη πόλη της ρωσίας μ’ έναν καταπληκτικό περίγυρο μεγάλων επιστημόνων, καλλιτεχνών και πνευματικών ανθρώπων, μια δύναμη που έδινε πάντα εναλλακτικές λύσεις στη ρωσία. Διαθέτει δε, ένα πανέμορφο θέατρο, που είναι και το μεγαλύτερο της Ευρασίας, με 3.500 θέσεις, κι ένα πιτ ορχήστρας που χωράει 150 μουσικούς», απαντούσε σε όσους

νόμισαν ότι η καριέρα του θα γίνει, γεωγραφικά τουλάχιστον, κάπως απόμακρη. Το 2006, δημιούργησε στη Μόσχα το πρωτοποριακό και αφιερωμένο σε όλες τις τέχνες φεστιβάλ «territoria». Τις δύο επόμενες χρονιές κράτησε το βαρύτιμο ρωσικό βραβείο «Χρυσή Μάσκα» για τη Σταχτοπούτα του Προκόφιεφ και τους Γάμους του Φίγκαρο. Όλη αυτή την περίοδο δεν σταμάτησε να εμφανίζεται μαζί με τη Musica Aeterna ή τις καλύτερες ρώσικες ορχήστρες σε μουσικά φεστιβάλ και όπερες όλου του κόσμου (στην Ελλάδα ήρθε πρώτη φορά το 2007 στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών) και ο tύπος δεν τσιγκουνεύτηκε σχόλια ούτε για τις εμφανίσεις του («μεγαλοφυΐα», «σούπερ σταρ») ούτε για το πλήθος των θαυμαστριών του ή την επιμονή του να διευθύνει χωρίς μπαγκέτα, φορώντας άσπρο πουκάμισο χωρίς γιακά και μαύρο σακάκι. Όχι ότι ο Κουρεντζής αδιαφορούσε για όλα αυτά. Απλώς, περισσότερο απ’ όλα τον ένοιαζε η μουσική, «που έχει τις ίδιες αξιώσεις με τον έρωτα». Με τέτοια μυαλά, δεν πρέπει να δυσκολεύτηκε και πολύ να ξεσηκώσει τα παριζιάνικα πλήθη με τον Μάκβεθ του Βέρντι το 2009, να ντεμπουτάρει στο Μπολσόι την ίδια χρονιά με τον Βόιτσεκ του Μπεργκ ή να επιστρέψει την επόμενη σεζόν με τον Ντον Τζιοβάνι. Και μάλλον δεν σκοπεύει να αλλάξει τώρα που ως καλλιτεχνικός διευθυντής της Κρατικής Όπερας του Περμ (άλλη μια απομακρυσμένη πόλη στην οποία παρέσυρε τη Musica Aeterna του και τους New siberian singers), προετοιμάζεται για εμφανίσεις σε Γερμανία με έργα του Μάλερ, για την παρθενική του συναυλία

MOYΣIKH


με τη Φιλαρμονική της Βιέννης σε έργα Μότσαρτ ή για το πρώτο του πέρασμα από την Όπερα της ζυρίχης με τη Λαίδη Μάκβεθ του Μτσενκ. Και για την Ελλάδα; Πρέπει καταρχήν να πούμε πως η κατάσταση της μουσικής στη γενέτειρά του έχει αφήσει στον Κουρεντζή μάλλον πικρή γεύση. Έλεγε το 2007 με αφορμή την αποπομπή του καλλιτεχνικού διευθυντή της Λυρικής Σκηνής: «Νομίζω πως αν ζούσα στην Ελλάδα δεν θα ήθελα καν να ασχολούμαι με τη μουσική. Κατάθλιψη παθαίνω. ιδού, η αποπομπή του Στέφανου Λαζαρίδη από τη Λυρική, αυτό το αίσχος! Είναι καταβαράθρωση αυτό που κάνουμε. Από τη μια αυτή η αντιμετώπιση από την πολιτεία, από την άλλη ο συνδικαλισμός και όπως ασκείται. Αυτός ο ολέθριος ατομισμός. Γι’ αυτούς τους ανθρώπους δεν υπάρχει καμιά έννοια “Πολιτεία” ή “κοινωνικό όφελος” έξω από το κατώφλι του σπιτιού και του γκαράζ τους». Όπως και να έχει, στο Φεστιβάλ Αθηνών θα παρουσιάσει το δημοφιλέστατο Δεύτερο κονσέρτο για πιάνο του ραχμάνινοφ, έργο ρομαντικό μεν, με παραδοσιακούς ρώσικους ήχους, που δημιουργεί όμως και μια αίσθηση μυστηρίου (ακούγεται και στην ταινία Σύντομη Συνάντηση του Ντέιβιντ Λιν) και την Πέμπτη Συμφωνία του Σοστακόβιτς, που στην πρεμιέρα της το 1937 χειροκροτήθηκε για μισή ώρα, που ο δημιουργός της την χαρακτήρισε «λυρική ιστορία ενηλικίωσης» και ένας δημοσιογράφος την είδε σαν απάντηση στην καθεστωτική κριτική που είχε δεχθεί η Λαίδη Μάκβεθ… της προηγούμενης χρονιάς. Στο πιάνο θα κάθεται ο Αλεξάντερ Μέλνικοφ, επίσης διάσημος Pώσος σολίστ, που έχει βραβευθεί πολλάκις για τις ευαίσθητες και ιδιότυπες ερμηνείες του. Προσοχή όμως! Για τον μαέστρο της βραδιάς, σημασία δεν έχει τόσο να γνωρίζει το κοινό του όλα τα παραπάνω. Ας κλείσουμε πάλι με δικά του λόγια: «Το κοινό στη Μόσχα», έλεγε σε μια συνέντευξή του το 2006, «δεν έρχεται στην παράσταση για να βάλει το φράκο του ούτε για να πάρει μαζί το σκυλάκι του, όπως κάνουν στη Μετροπόλιταν Όπερα της Νέας υόρκης. Δεν έχω πρόβλημα να κάνω μουσική για σκυλιά, αρκεί να είναι κοπρόσκυλα κι όχι τα σκυλιά της πλούσιας κυρίας. Αυτές, καλά θα κάνουν, αντί για το σκυλί, να πάρουν κάποιο άστεγο παιδάκι της Νέας υόρκης και να το φέρουν να δει μια όπερα». s

EΛΛηνεΣ ειΣ την ξενην O Θεόδωρος Kουρεντζής γεννήθηκε στον Bύρωνα και, σήμερα, είναι σταρ στη Pωσία. Aπαιτητικός όχι μόνο από τους συνεργάτες και τον εαυτό του, είναι εξίσου απαιτητικός από το κράτος και την κοινωνία. Kαλός γνώστης της Eλλάδας, κι ας λείπει, δεν παύει να ασκεί κριτική στον ελληνικό ατομικισμό και στις μεθόδους της συνδικαλιστικής παράδοσης.

MOYΣIKH

Info Musica Aeterna Έργα ραχμάνινοφ, Σοστακόβιτς Ο διάσημος Έλληνας αρχιμουσικός Θεόδωρος Κουρεντζής επιστρέφει στην Ελλάδα για να παρουσιάσει το Δεύτερο κοντσέρτο για πιάνο του Σεργκέι ραχμάνινοφ με σολίστ στο πιάνο τον Αλεξάντερ Μελνίκοφ και την Πέμπτη συμφωνία του Ντμίτρι Σοστακόβιτς. Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Αίθουσα «Χρήστος Λαμπράκης» 10 Ιουλίου, 21:00 Εισιτήρια: 40€ (VIP), 30€ (ζώνη Α), 20€ (ζώνη Β), 15€ (ζώνη Γ), 10€ (Φοιτητικό, ΑΜΕΑ)


OI ΣKIEΣ TOY ΠOΛEMOY

© Marc Domage

H νέα χορογραφία του Aλέν Mπιφάρ (στην ένθετη φωτογραφία) έχει τίτλο που παραπέμπει σε μια από τις ταινίες της στρατευμένης περιόδου του Zαν-Λικ Γκοντάρ και θέμα της τον μιλιταρισμό.

Info Αλέν Μπιφάρ Tout va bien Με σημείο εκκίνησης την ταινία του Στάνλεϊ Κιουμπρικ Full Metal Jacket και μετά από δουλειά έρευνας με νέους σπουδαστές, που κράτησε δυο χρόνια, το «κακό παιδί» του γαλλικού χορού δημιούργησε ένα έργο καθαρά πολιτικό, που καταγγέλλει κάθε μορφή ολοκληρωτισμού και μιλιταρισμού, κάθε καταπίεση και καταστολή, σε κάθε τομέα, συλλογικό ή προσωπικό. Ο τίτλος, βέβαια, είναι ειρωνικός, αφού τίποτα δεν πάει καλά. Με στοιχεία καμπαρέ, κινηματογραφικά και μπουρλέσκ ο Μπιφάρ αναστατώνει και σοκάρει. Με την υποστήριξη του Γαλλικού ινστιτούτου Πειραιώς 260, Κτίριο Η 29 - 30 Ιουνίου, 21:00 Εισιτήρια: 25€, 20€ (μειωμένο), 15€ (Φοιτητικό, ΑΜΕΑ)


Αλέν μπιφάρ

να προστατΕυσουμΕ τισ ΕλΕυθΕριΕσ μασ

Από τη Βένα Γεωργακοπούλου

© Marc Domage

Μου λέει συνέχεια «δεν κάνω πολιτική τέχνη», αλλά αν τον άφηνα θα έβριζε όλη την ώρα τον Σαρκοζί – με λίγο τσίγκλισμα θα τα άκουγε και ο Ολάντ. Μου λέει συνέχεια «δεν κάνω στρατευμένη τέχνη», αλλά φέρνει στο Φεστιβάλ μια άκρως πολιτική παράσταση. Και, επιπλέον, ιδιαίτερα καθαρή και ευανάγνωστη για σύγχρονο χορό. Δηλαδή, δεν χρειάζεται καν να διαβάσουμε το πρόγραμμα για να προετοιμαστούμε για το Tout va bien (Όλα πάνε καλά) του Αλέν Μπιφάρ. Θα πιάσουμε αμέσως το αντιμιλιταριστικό του μήνυμα.


O

γνωστός Γάλλος χορογράφος μάς πρωτοσυστήθηκε στην Πειραιώς 260 το 2008 με το (Not) A Love Song, που συνδύαζε χορό, τραγούδι και μουσική. Στη νέα, τολμηρή του χορογραφία, που έκανε πρεμιέρα το 2010 στο Montpellier dance, στήνει ένα μεγάλο σκηνικό που χωράει κάθε είδους καταπίεση, καταστολή, βία, ολοκληρωτισμό. Από το στρατό (κυρίως αυτόν) μέχρι το σεξ και το χορό τον ίδιο. Ενέργεια, ένταση, ταχύτητα, έλλειψη ορίων, ερωτισμός (συναφής, βέβαια, με το θέμα, ήτοι με μπόλικες δόσεις σαδομαζοχισμού) και χιούμορ γραπώνουν τον θεατή στα δίχτυα τους. Γεννημένος το 1960, ο Αλέν Μπιφάρ ξεκίνησε ως χορευτής αφού πρώτα μαθήτευσε στα θρανία του Άλβιν Νικολάις. Το 1988 κάνει την πρώτη του εμφάνιση ως χορογράφος, αλλά χρειάστηκαν δέκα χρόνια και δύο καθοριστικές συναντήσεις με την Άννα Χάλπριν και την υβόν ράινερ για να επιστρέψει στο χώρο και να μείνει οριστικά και με ολοένα και μεγαλύτερη αναγνώριση: Good Boy (1998), INtime/Extime και More et encore (1999), Dispositif 3.1 (2001), Les Incosoles (2005). Aλλά και επιμέλειες εικαστικών εκθέσεων και ταινίες (My Lunch with Anna για την Άννα Χάλπριν, το 2005). ήδη, μετα το Τοut va bien, έχει καινούργιο έργο, το Baron Samedi, που έκανε πρεμιέρα τον Απρίλιο στη Νιμ. Εκεί τον βρήκαμε κι εμείς πριν λίγες μέρες. Για να μιλήσει ο ίδιος για τη δουλειά του, αφού ο κάθε κριτικός του βάζει και από μια ταμπέλα, πράγμα που και ο Αλέν Μπιφάρ επισημαίνει.

Η βία, η καταπίεση, ο φόβος, η στρατιωτική οργάνωση και η καταστολή παντού, ακόμα και στην προσωπική μας ζωή, ανεβαίνουν στη σκηνή με το Tout va bien. Ένας καθαρά αντιμιλιταριστικός χορευτικός λόγος. Γιατί να διαλέξει ένας Γάλλος χορογράφος, πολίτης μιας δημοκρατικής και ελεύθερης χώρας, ένα τόσο σκληρό θέμα; Ναι, κεντρικό θέμα του Tout va bien είναι ο αντιμιλιταρισμός. Παρόλο που ποτέ δεν ξεκινάω μια χορογραφία λέγοντας «ωραία, θα κάνω ένα έργο γι’ αυτό ή για κείνο». Αλλά οι πόλεμοι σε παγκόσμιο επίπεδο είναι κάτι που κανείς δεν αντέχει. Και υπάρχουν και οι καθημερινές μάχες που δίνουμε στη ζωή μας, απέναντι σε κάθε είδος και μορφή καταπίεσης. Δεν είμαι, όμως, πολιτικός καλλιτέχνης, ακόμα λιγότερο στρατευμένος. Η αντιμιλιταριστική διάθεση και κριτική είναι απλώς το πρώτο επίπεδο του έργου. Όσο για τη Γαλλία, πιστεύετε ότι είναι ελεύθερη και δημοκρατική; Είχαμε επί πέντε χρόνια Πρόεδρο της Δημοκρατίας έναν κύριο που λεγόταν Σαρκοζί. Και πριν γίνει πρόεδρος ήταν υπουργός Εσωτερικών. Μπορεί, λοιπόν, να μην έχουμε γνωρίσει ποτέ στη Γαλλία δικτατορία ή απολυταρχία, αλλά σιγά σιγά γίναμε μια

αυταρχική δημοκρατία. O Σαρκοζί κάθε τόσο πέρναγε νόμους καταπιεστικούς. Εναντίον των μειονοτήτων, των φυλακισμένων, του συστήματος για την ψυχική υγεία, της εκπαίδευσης. Γι’ αυτόν, οι μορφωμένοι και ενημερωμένοι πολίτες ήταν πιο επικίνδυνοι από όσους βλέπουν αηδίες στην τηλεόραση. Φτάσαμε σ’ ένα σημείο η Γαλλία του Πετέν να μην είναι πολύ μακριά από τη σημερινή. Το έργο σας είναι πολύ άμεσο και ευθύ στα νοήματά του. Επιπλέον, παρασύρει με την έντονη ενέργειά του, αιχμαλωτίζει το κοινό. Σας ενδιέφερε ιδιαίτερα αυτή τη φορά η επικοινωνία με τους θεατές; Είναι αλήθεια ότι πριν το Tout va bien, ως ένα είδος έρευνας που θα με οδηγούσε σε αυτό, έκανα για πρώτη φορά μια δουλειά με νέα παιδιά, σπουδαστές χορού. Τους έθεσα την ερώτηση: «τι σας εξοργίζει σήμερα;» Άκουσα τα γνωστά κλισέ: ο πόλεμος, η κακομεταχείριση των ζώων... Με έκπληξη και στενοχώρια συνειδητοποίησα ότι είχαν ελάχιστη πολιτική συνείδηση ως Γάλλοι πολίτες, αλλά και ως πολίτες του κόσμου. Προσπάθησα, λοιπόν, να αποκαταστήσω ανάμεσά μας ένα κοινό λεξιλόγιο, να βρω τις λέξεις που έλεγαν σε μένα, σ’ αυτούς, αλλά και σε σας το ίδιο πράγμα. Και μετά προσπάθησαμε να τις κάνουμε φόρμα. Ίσως γι’ αυτό το Tout va bien είναι τόσο άμεσο και επικοινωνιακό. Δεν κρύψατε ότι βασιστήκατε στην ταινία του Στάνλεϊ Κιούμπρικ Full Metal Jacket. Πώς ακριβώς τη χρησιμοποιήσατε ως υλικό για τη χορογραφία; ήταν το σημείο εκκίνησης του έργου μου, το πρώτο πράγμα που έδειξα στους νέους σπουδαστές, αν και αρκετοί την ήξεραν ήδη. Τους έβαλα να δουλέψουν πάνω στο πρώτο μέρος της ταινίας, που για μένα είναι ήδη από μόνο του μια χορογραφία. Φυσικά στο Tout va bien δεν υπάρχει τίποτα από το Full Metal Jacket ή από τη δουλειά που έκανα με τα παιδιά πάνω στις σεκάνς του Κιούμπρικ. Έμεινε όμως η διάθεσή μου, όπως άλλωστε σε όλα τα έργα μου, να δουλέψω πάνω στην πίεση, στην καταπίεση, στον εξαναγκασμό που υφίσταται ένα σώμα, άλλα και ένα πνεύμα με μια διαφορετική αυτή τη φορά φόρμα. Δούλεψα, επίσης, πάνω στις δυνάμεις, συχνά βίαιες, που χρησιμοποιούν οι άνθρωποι, ο ένας εναντίον του άλλου. Και, τέλος, προσπάθησα να βρω στρατηγικές απελευθέρωσης, χειραφέτησης του σώματος από τα συστήματα που έχει αναπτύξει για να προστατεύεται, αλλά και να υποτάσσεται στη βία. Όλοι μας καθημερινά υφιστάμεθα τέτοιες σωματικές πιέσεις. Είναι ένα θέμα που διασχίζει όλη τη δουλειά μου, που με καθόρισε ως χορευτή και χορογράφο. Ανήκω σ’ αυτούς που σκέφτονται μέσω του σώματος, μπορώ να παρακολουθώ επί ώρες, για παράδειγμα, πώς περπατάνε οι άνθρωποι. Μου δίνει έμπνευση.

36 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #30 [28 IOYNIOY 2012]

Τονίζετε τη σχέση σας με το σώμα, σε μια εποχή που ο σύγχρονος χορός μοιάζει να εγκαταλείπει όλο και περισσότερο την κίνηση για παραστάσεις πιο κοντά στο θέατρο. Δεν κάνω καμιά ιεράρχηση στα μέσα μου. Έχω κάνει ακόμα και έργα που θύμιζαν μιούζικαλ, με τραγουδιστές και χορευτές. Για μένα, όλα είναι χορός, ακόμα και μια συζήτηση. Οι άνθρωποι που προσέχουν το ρυθμό της ομιλίας τους παράγουν μουσική. Όταν χορεύεις αναγκαστικά βεβαίως και χρησιμοποιείς το σώμα σου, αλλά η έκφραση βγαίνει από μέσα σου. Δεν μου αρέσει, λοιπόν, να βάζω ετικέτες: «χορός», «θέατρο» κ.λπ. Κατά καιρούς μ’ έχουν τοποθετήσει κι εμένα σε διάφορες κατηγορίες, πότε στην καθαρή κίνηση, πότε στον «μη χορό», μ’ έχουν πει ακόμα και «εικαστικό του χορού», γιατί μ’ ενδιάφερει το σύνολο των πραγμάτων πάνω στη σκηνή: τα κοστούμια, οι ήχοι, ό,τι κι αν είναι αυτοί, από τραγούδια και λόγια μέχρι θόρυβοι που παράγονται όταν ακουμπάς ένα αντικείμενο ή την ίδια τη σκηνή. Τι κουβαλάτε μέσα σας από την εποχή που ήσασταν χορευτής και το οποίο καθορίζει τη δουλειά σας ως χορογράφου; Πρόσφατα, ξέρετε, ξανανέβηκα στη σκηνή. Άρχισα να σκέφτομαι: «γιατί να μην ξαναχορέψω σε έργα δικά μου ή άλλων;» Πιστεύω, όμως, ότι ο χορογράφος, όσο προσωπικός κι αν είναι ο τρόπος της δουλειάς του, πρέπει να κάνει τεράστιες προσπάθειες να καταλάβει το υλικό που έχει στα χέρια του. Θέλω να δείχνω απόλυτη εμπιστοσύνη στα πρόσωπα με τα οποία δουλεύω, στο σώμα και στην τεχνική του καθενός. υπάρχουν στιγμές που δεν μπορώ να βρω τις σωστές λέξεις. Και τότε μπορεί να πω: «λοιπόν, εγώ θα το έκανα έτσι. Εσύ, με τη δική σου ιστορία, με τις δικές σου σωματικές δυνατότητες, πώς θα το έκανες, τι ιστορία θα διηγιόσουν;» Έχει αρχίσει να μ’ ενδιαφέρει πολύ με τα έργα μου να διηγούμαι ιστορίες. Παίρνετε στα σοβαρά τις κριτικές; Το Tout va bien είχε καλή υποδοχή ή μήπως σόκαρε; Δεν νομίζω ότι σόκαρε. Θα ’λεγα ότι η υποδοχή του ήταν πολύ καλή. υπήρχε, βέβαια, και η μερίδα εκείνη που θεωρεί τον εαυτό της πιο πρωτοπόρο και ενημερωμένο, που έχει μια μανία με τις ιδέες και την εννοιολογική τέχνη, που θα ήταν ικανοποιημένη όχι απλώς με το να βλέπει λιγότερο χορό, αλλά με την εξαφάνιση του ίδιου του σώματος. Κάτι που για μένα είναι απολύτως αδιανόητο, όχι μόνο ως χορευτή και χορογράφο, αλλά και ως θεατή, ό,τι και να βλέπω – όπερα, θέατρο ή σινεμά. Ακόμα κι όταν διαβάζεις λογοτεχνία, υπάρχουν συγγραφείς που σε κάνουν να νιώθεις το φως, τη θερμοκρασία, την υγρασία των σωμάτων. Ορισμένοι χορογράφοι το ξεχνάνε λίγο αυτό, μεταφέρονται σ’ έναν υψηλό, κλειστό και εγκεφαλικό κόσμο. Τη δεκαετία του ’90, ίσως

να ήταν χρήσιμο. Αλλά όχι και να φτάσουμε να περιφρονούμε το σώμα που χορεύει, τραγουδάει, μιλάει, αναπνέει. Μ’ έσωσαν τα χορευτικά θρανία, στα οποία κάθησα. Αναφέρομαι, βέβαια, στον Άλβιν Νικολάις. Με δίδαξε ένα τεράστιο μάθημα: να έχω συνείδηση της κίνησης, ακόμα κι αν είμαι ακίνητος. Έρχεστε στην Ελλάδα μια πολύ δύσκολη περίοδο. Δεδομένου ότι τα γαλλικά ΜΜΕ έχουν ασχοληθεί πολύ μαζί μας, τι σκέφτεστε για την ελληνική κρίση; Δεν μπορώ να ξέρω τι θα κάνει ο Σαμαράς με τη συμμαχική του κυβέρνηση. Αλλά δεν είστε εσείς το πρόβλημα της Ευρώπης – τα ίδια συμβαίνουν και στην ισπανία, την Πορτογαλία, την ιταλία. Έμαθα και σοκαρίστηκα ότι, σε μια δημοσκόπηση, οι Πορτογάλοι εξέφρασαν νοσταλγία για τον Σαλαζάρ! Τρελάθηκα. Το ίδιο συμβαίνει και στη Γαλλία. Ο Σαρκοζί επέτρεψε την επιστροφή ενός ρατσιστικού λόγου. Γι’ αυτό περιμένω πολύ λίγα από τον Ολάντ, επειδή η καταστροφή είναι τεράστια. Χάνονται στοιχειώδη δημοκρατικά δικαιώματα. Στη Γαλλία φοβόμαστε πια τους αστυνομικούς, που η δουλειά τους είναι να μας προστατεύουν και να μας καθησυχάζουν. Όχι να μας γρονθοκοπούν ή να μας πυροβολούν. Στην Ελλάδα, οι αστυνομικοί ψηφίζουν Χρυσή Αυγή, ένα νεοναζιστικό κόμμα. Και στη Γαλλία ψηφίζουν τη Λε Πέν. Η στρατηγική της ακροδεξιάς είναι να δημιουργεί σύγχυση και ψεύτικους εχθρούς –τους μετανάστες– στους πολίτες, που δεν έχουν πια τίποτα. Γιατί και στη Γαλλία υπάρχει μεγάλο πρόβλημα φτώχειας. Όλοι οι Ευρωπαίοι, όχι μόνο εσείς, είμαστε τρομοκρατημένοι. Δεν ξέρουμε αν θα έχουμε λεφτά και δουλειά, αν θα μπορούμε να θρέψουμε τα παιδιά μας ή να κρατήσουμε το διαμερισματάκι που αποκτήσαμε με αίμα. Όλα πάνε προς τα πίσω. Το Παρίσι που ξέρατε δεν υπάρχει. Δεν μπορείς να ζήσεις. Οι άνθρωποι φοβούνται, γίνονται επιθετικοί, στο μετρό, στους δρόμους, στις πολυκατοικίες. Οι σχέσεις άλλαξαν. Κάποτε κάναμε κους κους στις γειτονιές, στα πεζοδρόμια, στις αυλές. Τώρα πια τίποτε. s

XOPOΣ


© Marc Domage

FULL METAL JACKET O Aλέν Mπιφάρ δεν εκθέτει την κινηματογραφοφιλία του. Παραδέχεται, ωστόσο, ότι η νέα δουλειά του ξεκίνησε από τη χορογραφία του πρώτου μέρους της τελευταίας ταινίας του Στάνλεϊ Kιούμπρικ, του Full Metal Jacket (μικρή φωτογραφία), το θέμα του οποίου είναι η σκληρή εκπαίδευση νεοσύλλεκτων που προορίζονται να πάνε στο πεδίο της μάχης.


EορΑκΑμεν τον μεΓΑΛο κοΣμο

Info Ευριπίδης Λασκαρίδης Ώσμωση Η ομάδα osmosis που δημιούργησε το 2010 ο Ευριπίδης Λασκαρίδης παρουσιάζει ένα έργο που εξερευνά την καθημερινή ζωή, τις μικρές λεπτομέρειες, το φανταστικό και το γελοίο. Σύλληψη-σκηνοθεσία: Ευριπίδης Λασκαρίδης, ερμηνεία-χορογραφία: Θανάσης Ακοκαλίδης, Κωνσταντίνος Καρβουνιάρης, Ευριπίδης Λασκαρίδης, Τατιάνα Μπρε, Σίμος Πατιερίδης, Καλλιόπη Σίμου, Στέλλα Χριστοδουλοπούλου. Η παράσταση δεν ενδείκνυται για παιδιά Πειραιώς 260, Κτίριο Η 5, 6 Ιουλίου, 21:00 Εισιτήρια: 25€, 20€ (μειωμένο), 15€ (Φοιτητικό, ΑΜΕΑ)

Mια σκηνή από την Ώσμωση του Eυριπίδη Λασκαρίδη (στη μικρή φωτογραφία, απέναντι). O σκηνοθέτης ομνύει σήμερα στην εξωστρέφεια και στις απροσδόκητες δημιουργικές εξάρσεις των σπουδαίων καλλιτεχνικών σχημάτων του μεγάλου κόσμου, που τον βοήθησαν να βρει το καλλιτεχνικό στίγμα του.


ευριπίδης Λασκαρίδης

στον ποδοΓυρο τΗσ πινα μπαουσ Έμαθε τα μυστικά της τέχνης του μαζί με την εξωστρέφεια όταν σπούδαζε στη Nέα Yόρκη. Eπέστρεψε και, έκτοτε, προσπαθεί να ενσωματώσει δημιουργικά στη δουλειά του τις επιρροές του, την Πίνα Mπάους, τον Mπομπ Oυίλσον, τον Zακ tατί... Aισθάνεται άβολα με τη βία της ελληνικής κοινωνίας αλλά, αντίδοτο, τον γοητεύει η περιρρέουσα γελοιότητα, πρώτης τάξεως υλικό παρωδίας. Από την Κατερίνα Κόμητα Φωτογραφίες: Βασίλης Μαθιουδάκης

Λ

ίγο πριν την αποφοίτησή του από το Θέατρο Τέχνης, ο Ευριπίδης Λασκαρίδης είχε την ευκαιρία που ονειρεύονται όλοι οι νέοι ηθοποιοί: έπαιξε στην Επίδαυρο το ρόλο του Φρυγία στον Ορέστη του Ευριπίδη και προτάθηκε μάλιστα για το Βραβείο Καλύτερου Ηθοποιού από την Ένωση Ελλήνων Κριτικών Θεάτρου. Παρ’ όλα αυτά, δεν κυνήγησε την «καριέρα» του ηθοποιού, αλλά αποφάσισε να βουτήξει στα βαθιά νερά της Νέας υόρκης, σπουδάζοντας σκηνοθεσία θεάτρου στο Brooklyn college και στις πλατείες των θεάτρων που έδιναν παραστάσεις οι μεγάλες δυνάμεις της σύγχρονης θεατρικής πρωτοπορίας, όπως η Πίνα Μπάους και ο ρόμπερτ Ουίλσον, δημιουργοί που τον στοιχειώνουν μέχρι σήμερα, όπως παραδέχεται κι ο ίδιος. Δυο επιτυχημένες απόπειρές του στον κινηματογράφο ( η μικρού μήκους Downlove, που ήταν και η πρώτη ελληνική στερεοσκοπική πειραματική ταινία, σε συνεργασία με τον Μάριο Σέργιο Ηλιάκη, και το πρόσφατο μικρού μήκους ντοκιμαντέρ Η σκαλωσιά), αποδεικνύουν ότι κοιτάζει και προς το σινεμά. Έχει πολλά να δώσει...

Πείτε μας δυο λόγια για την Ώσμωση. Ώσμωση είναι ο τίτλος της παράστασής μας, αλλά και το όνομα της ομάδας που σχημάτισα το χειμώνα του 2010 με αφορμή ένα work in progress που είχα κατά νου με κέντρο έρευνας το θέαμα στη μετα-νεωτερική εποχή. Δυο χρόνια αργότερα, και μετά την παρουσίαση της δουλειάς μας στο Εθνικό και στο θέατρο Εμπρός, παρουσιάζουμε για πρώτη φορά ένα ολοκληρωμένο έργο στο Φεστιβάλ Αθηνών. Τα μέλη της ομάδας ανανεώνονται, αλλά ο πυρήνας μας προέρχεται από συνεργάτες που συνάντησα ως ερμηνευτής στις παραστάσεις του Δημήτρη Παπαϊωάννου. υπάρχει έτσι ένας κοινός κώδικας επικοινωνίας στην ομάδα

ΘEATPO

που έχει να κάνει με την εμπειρία μας από τη συνεργασία με τον Δημήτρη. Η ώσμωση νομίζω είναι ένας όρος της φυσικής επιστήμης… Πράγματι. Η ώσμωση είναι ένα φυσικό φαινόμενο, μια τάση της φύσης να εξισώνει διαλύματα διαφορετικών πυκνοτήτων όταν αυτά έρθουν σε επαφή μέσω ημιπερατής μεμβράνης. Η πρόβα μας έχει πάρα πολλές αρχές που καθρεφτίζουν το φαινόμενο αυτό και η πεποίθησή μου είναι ότι μια τέτοια διαδικασία πρέπει, μεταφυσικά σχεδόν, να συμβαίνει και μεταξύ θεατών και ερμηνευτών για να έχουμε παραστάσεις που «λειτουργούν». Αποκαλύψτε μας ένα μυστικό της παράστασης. Στις πρόβες αυτών των ημερών μπαίνω στον πειρασμό να φέρω στην παράσταση, μ’ ένα ριψοκίνδυνο τρόπο, την αίσθηση εγκλωβισμού που νιώθω απέναντι στον πήχη που έβαλαν μεγαλοφυΐες της τέχνης που με στοιχειώνουν, όπως η Πίνα Μπάους, o ρόμπερτ Ουίλσον, ο ζακ Τατί, κ.ά. Για παράδειγμα, όταν πριν μερικά χρόνια είδα το αναβιωμένο Café Müller στο Φεστιβάλ Αθηνών, συνειδητοποίησα πως όλο το σύγχρονο χοροθέατρο, μέχρι και σήμερα, κινείται στον ποδόγυρο της μεγαλοφυούς αυτής δημιουργίας. Μου φαίνεται αδύνατο ως δημιουργός να μη φέρω στη σκηνή αυτό το φάντασμα που με στοιχειώνει, ειδικά σε μια δουλειά που πραγματεύεται τα υλικά της τέχνης μας. Μοιάζει η παραδοχή της αδυναμίας μου να ξεπεράσω μια εικόνα να είναι το μόνο όπλο μου για να λυτρωθώ... Αρχικά επρόκειτο να ανεβάσετε στο πλαίσιο του Φεστιβάλ τις Καρέκλες του Ιονέσκο, μια παράσταση που τελικώς ματαιώθηκε και στη θέση της ανεβαίνει η Ώσμωση με την ομώνυμη ομάδα. Πράγματι, δεν θα ανεβάσουμε αυτό το καλοκαίρι τις Καρέκλες του ιονέσκο λόγω

μιας ατυχίας. Λυπηθήκαμε πολύ και μιλάμε συνεχώς με την Όλια Λαζαρίδου για το έργο, που είναι ένα αριστούργημα. Η παράσταση θ’ ανεβεί τελικά το χειμώνα. Αισθάνεστε περισσότερο ηθοποιός ή σκηνοθέτης; Όσο σπούδαζα στο Θέατρο Τέχνης, ήμουν σίγουρος ότι η σκηνοθεσία με αφορούσε. Έτσι, με το που τέλειωσα τη σχολή, έφυγα αμέσως στην Αμερική για να τη σπουδάσω και να περάσω απ’ την άλλη μεριά της σκηνής... Πλέον είμαι βέβαιος ότι η σκηνοθεσία δεν σπουδάζεται, στη Νέα υόρκη όμως γνώρισα τη σύγχρονη πρωτοπορία και συνειδητοποίησα ότι υπάρχει το performance, ότι δηλαδή πέρα απ’ τον ηθοποιό και τον σκηνοθέτη υπάρχει κι ένα άλλο είδος, ο δημιουργός, που έχει τη δυνατότητα να ερμηνεύσει και ο ίδιος, αλλά και να καθοδηγεί τους άλλους ερμηνευτές. Και πώς επιλέγετε κάθε φορά από ποια πλευρά θα «σταθείτε» για να δείτε το έργο; Το πότε ερμηνεύω και το πότε καθοδηγώ είναι απλά ζήτημα ανάγκης. Όταν, για παράδειγμα, συνεργάζομαι με τον Δημήτρη Παπαϊωάννου πετάω τη σκούφια μου να ερμηνεύσω, γιατί είναι από εκείνους τους δημιουργούς που θέλεις να σε καθοδηγούν πάνω στη σκηνή. υπάρχουν όμως ιδέες που θέλω να τις δοκιμάζω απ’ έξω, όπως με την Ώσμωση, και παίρνω τεράστια χαρά, ιδίως όταν είμαι τυχερός να έχω τόσο καλούς ερμηνευτές. Πώς ήταν γενικότερα η εμπειρία σας στη Νέα Υόρκη; Μου άνοιξαν τα μάτια. Κατάλαβα πόσο εγκλωβισμένος ήμουν με τις μικρές μου αντιλήψεις. Είναι πολύ σημαντικό να γνωρίζεις ότι υπάρχει ένας ολόκληρος κόσμος που κινείται μ’ έναν τελείως διαφορετικό τρόπο. Εκεί βρήκα την καλλιτεχνική μου φωνή, εκεί είδα το θέατρο που με αφορά, εκεί βρέθηκα στην πρόβα των

ιερών τεράτων για τα οποία σου μίλησα πριν, κι εκεί είχα τις πρώτες μου σημαντικές συνεργασίες και παραστάσεις: στο Fringe, στην Judson church, στο dixon Place, στο Krain theater κ.ά. Και πώς ξαναγυρνάει κανείς στην Ελλάδα, έχοντας προηγουμένως ζήσει σ’ ένα τόσο κοσμοπολίτικο περιβάλλον; Eπέστρεψα με τεράστια χαρά έχω να σου πω. Τότε είχαν πέσει οι δίδυμοι πύργοι και είχε ξεκινήσει ο πόλεμος στο ιράκ. Δεν ήμουν λοιπόν καθόλου σύμφωνος με την Αμερική του 2003. Αντιθέτως, στην Ελλάδα βρισκόμασταν πριν τους Ολυμπιακούς του 2004, η χώρα και γενικότερα η Ευρώπη ήταν σε βρασμό, και πράγματι το έδαφος έμοιαζε πολύ πρόσφορο. Επιπλέον, η πρόσκλησή μας να εκπροσωπήσουμε την Ελλάδα στην 11η Μπιενάλε Νέων Καλλιτεχνών Μεσογείου έμοιαζε το τέλειο εισιτήριο επιστροφής. Άλλωστε στην Ευρώπη ζούσαν και δούλευαν όλες οι ομάδες που είχα δει και θαυμάσει στη Νέα υόρκη – με εξαίρεση το Wooster group. Ποιος είναι για εσάς ο καλός ηθοποιός; Πολύ καλός ηθοποιός, κατά τη γνώμη μου, είναι αυτός που μπορεί να σε ξαφνιάζει ευχάριστα, χρησιμοποιώντας τα πιο απλά υλικά. Αυτός που καταλαβαίνει τη φόρμα και μπορεί να τη διατηρεί ζωντανή. Αυτός που σου τροφοδοτεί συνεχώς την αίσθηση ότι αυτό που συμβαίνει πάνω δονείται αληθινά. Είναι η βία της ελληνικής κοινωνίας ενδεχομένως το προκλητικό στοιχείο για να ασχοληθεί ένας νέος καλλιτέχνης; Η βία είναι συχνά τροφή για την τέχνη, αλλά προσωπικά δεν μπορώ να δω τη βία –που ξαφνικά μας περιβάλλει όλο και πιο ασφυκτικά– σαν υλικό έμπνευσης. Αντίθετα, αυτό που με συγκινεί και με εμπνέει είναι η γελοιότητα... Συνειδητοποιώ ότι η παρωδία μού αποκαλύπτει πολύ περισσότερες αλήθειες απ’ ό,τι το δράμα, η σκοτεινή βία ή τα αίματα. s

[28 IOYNIOY 2012] #30 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 39


Info Βραδιά σύγχρονου ελληνικού χορού Hardcore Research on Dance (21:00) Η Γεωργία Βαρδαρού παρουσιάζει έναν κινητικό αυτοσχεδιασμό πάνω στην κίνησή της. Σε συνεργασία: stUK kunstencentrum /leuven (BE), Monty/Antwerp (ΒΕ). Kρυμμένη στους ελαιώνες (22:00) Η Μαρία Γοργία χορογραφεί τη ράνια Γλυμίτσα σ’ ένα έργο που πραγματεύεται το ζήτημα της γυναικείας ταυτότητας. Μουσική: lost Bodies, «Γοργοπόταμος» διασκευή του Θάνου Μικρούτσικου, Μαρία Δημητριάδη «Στέλλα» του Μάνου Χατζιδάκη από την ταινία Στέλλα. «Γαλάζιος Δούναβης»: J. s. strauss. Συνέντευξη στη Βούλα Πιερράκου, ακούγονται οι Μαρία Μπέικου και Έλλη Παππά, ανδρική φωνή: Θάνος Κόης. Χορηγός επικοινωνίας: dancetheater.gr Πειραιώς 260, Κτίριο Ε 27-28 Ιουνίου, 21:00 Εισιτήρια: 20€, 15€ (μειωμένο), 10€ (Φοιτητικό, ΑΜΕΑ)


Γεωργία Βαρδαρού

Βραδιά σύγχρονου ελληνικού χορού

HArdcOrE © Stanislav Dobak

απO τισ βρυξEλλΕσ

H

νεαρή περφόρμερ τελείωσε την Κρατική Σχολή Ορχηστρικής Τέχνης το 2001 και στη συνέχεια φοίτησε με υποτροφία στη διάσημη σχολή PArts της Αν Τερέζα ντε Κεερσμάακερ. Έκτοτε ζει και εργάζεται στις Βρυξέλλες. Η Γεωργία Βαρδαρού διεύρυνε τους ορίζοντές της εκεί, συνεργάστηκε με ανθρώπους απ’ όλο τον κόσμο και έμαθε ότι είναι πολύ σημαντικό για έναν χορευτή να παίρνει πρωτοβουλίες και να μην αντιγράφει απλά κινήσεις. Μ’ αυτή την εμπειρία, φέτος δοκιμάζει την τύχη της στη χορογραφία.

Από την περφόρμανς στη δημιουργία. Πώς αποφασίσατε να ασχοληθείτε με τη χορογραφία; Τελείωσα τις σπουδές μου πριν τέσσερα χρόνια και μετά ξεκίνησα να δουλεύω με τον Σάλβα Σάντσις μ’ έναν τρόπο που επιτρέπει τη χρήση της προσωπικής κίνησης. Οι χορευτές πλέον δεν περιμένουμε να μας δείξει ο χορογράφος μια φράση βασισμένη στη δική του κίνηση και να την αντιγράψουμε, αλλά φέρνουμε το δικό μας υλικό και κάνουμε προτάσεις. Ο ρόλος του χορευτή τα τελευταία χρόνια γίνεται πιο δημιουργικός και πιο απαιτητικός. Κατά κάποιο τρόπο είσαι ήδη σε μια συνεργασία με τον χορογράφο και δεν είσαι απομονωμένος. Άρα είναι πιο εύκολο να μεταπηδήσεις από τον έναν ρόλο στον άλλο. ήταν η πρώτη φορά μετά

XOPOΣ

Τη γνωρίσαμε στο Φεστιβάλ Αθηνών το 2008 παρέα με τον Τάσο Καραχάλιο στο Serenity Square. Φέτος, η 28χρονη Γεωργία Βαρδαρού επιστρέφει με μια ατομική άσκηση πάνω στην προσωπική της κίνηση και τις διαδρομές του σώματος: Hardcore Research on Dance. Από την Έλια Αποστολοπούλου Φωτογραφία: Βασίλης Μαθιουδάκης

απ’ όλα αυτά τα χρόνια δουλεύοντας ως χορεύτρια που ένιωσα την ανάγκη να κάνω κάτι δικό μου: μια έρευνα κίνησης. Τι είδους έρευνα είναι το σόλο Hardcore Research on Dance; ήθελα να πάω μέσα στον εαυτό μου και στο σώμα, για να ανακαλύψω τη δική μου κίνηση. Κάθε άνθρωπος έχει την προσωπική του κίνηση, η οποία προκύπτει από την εκπαίδευση, τον τόπο καταγωγής, την οικογένειά, τη δουλειά, τις εμπειρίες. Προσωπική κίνηση είναι ο συνδυασμός όλων αυτών των επιρροών, αλλά σε σχέση με την ιδιαιτερότητα κάθε σώματος και τους μηχανισμούς του. ήθελα λοιπόν να οργανώσω την προσωπική μου κίνηση μέσα σ’ ένα ερευνητικό πλαίσιο όσο γινόταν πιο αποκομμένο από χορογραφικές ιδέες, οι οποίες δεν προκύπτουν από το σώμα και την ιστορία του. Με ποιο τρόπο δουλέψατε και τι θα παρουσιάσετε; ξεκίνησα με παρατήρηση, προσπαθούσα να μπω αυθόρμητα στο χορό και ταυτόχρονα να παρατηρώ ποιες είναι οι συνήθειές μου, ποια είναι τα μέρη που πηγαίνω. Επίσης, μαγνητοσκοπούσα και μετά είδα ότι υπάρχουν πράγματα που γίνονται συνειδητά και τα κάνω γιατί μου αρέσουν κι άλλα που δεν ήξερα ότι τα έκανα. Έχει πολύ μεγάλη σημασία στο χορό να ξέρουμε ακριβώς τι εκπέμπουμε, τόσο ως προς το σχεδιασμό της κίνησης όσο και ως προς τα νοήματα, τη φυσιογνωμία, τα χαρακτηριστικά. Πολ-

λές φορές δίνουμε πάρα πολλές πληροφορίες εν αγνοία μας. Μετά δούλεψα με τα υλικά μου, απομόνωσα συγκεκριμένους μηχανισμούς που έχει το σώμα μου, ανακάλυψα ότι κάποιες κινήσεις ήξερα γιατί τις έκανα και από πού προέρχονται κι άλλες δεν μπορούσα να βρω την καταγωγή τους. Όσο και να προσπαθούσα να αναλύσω τα στοιχεία που συνθέτουν το χορό μου, υπήρχαν πάντα κάποια που παρέμεναν μυστηριώδη. Αυτή ίσως να είναι και η γοητεία του χορού. Αυτό που παρουσιάζω είναι ένας κινητικός αυτοσχεδιασμός. Αυτοσχεδιάζω επί σκηνής με τα δεδομένα υλικά, η δομή είναι ανοιχτή και δεν είναι ίδια κάθε φορά. Δεν διηγούμαι μια ιστορία, αλλά εστιάζω στην κίνηση, στην πόζα και στην επιλογή του υλικού. Η επιλογή είναι πολύ βασικό στοιχείο του αυτοσχεδιασμού. Γιατί επιλέξατε να παρουσιάσετε αυτή την άσκηση; Με ενδιαφέρει πολύ το ανθρώπινο σώμα και οι επιλογές του. Καθώς χορεύει κάθε άνθρωπος αποκαλύπτει ένα προσωπικό περιεχόμενο που αποτελεί ταυτόχρονα και δραματουργικό στοιχείο. Επέλεξα να δημιουργήσω κάτι με μοναδικά υλικά αυτό που κάνει και προβάλλει το ίδιο μου το σώμα χωρίς πρόσθετα και εξωτερικά θέματα. Γιατί hardcore; ήταν για μένα hardcore, γιατί ήθελα να ξεγυμνώσω όλα τα στοιχεία και να πάω στις ρίζες αυτού που κάνω. Σκοπός μου ήταν να καλυτερεύσω και να διευρύνω

το μέσο μου, αλλά και να μένω συνδεδεμένη με αυτό. Ποια είναι τα επόμενα σχέδιά σας; Με αφετηρία την ίδια έρευνα, θα παρουσιάσω τον επόμενο χρόνο στο Βέλγιο ένα καινούργιο τρίο με τον τίτλο Phenomena. Σ’ αυτό το κομμάτι θα προτείνω την ίδια διαδικασία έρευνας και στους χορευτές μου. Ο τίτλος παραπέμπει σε φαινόμενα που μπορούν να προκληθούν επί σκηνής και με κύριο μέσο το σώμα και την ιδιοσυγκρασία του κάθε χορευτή. Πώς είναι η ζωή στις Βρυξέλλες για μια Ελληνίδα; Μένω ήδη οκτώ χρόνια στις Βρυξέλλες. Αν ο καιρός ήταν καλύτερος, δεν θα μου έλειπε τόσο πολύ η Ελλάδα. Βέβαια πάντα μου λείπουν κάποιοι άνθρωποι. Για το χορό, όμως, είναι φοβερές οι συνθήκες. Είναι το προϊόν που εξάγουν και το στηρίζουν οικονομικά. Έχουν κάνει, βέβαια, περικοπές από την αρχή της κρίσης, αλλά ακόμα και όταν γίνονται περικοπές υπάρχει πρόνοια. Το σημαντικό είναι ότι υπάρχουν ευκαιρίες. Εγώ στην αρχή το σκεφτόμουν πριν περάσω στη χορογραφία, αλλά αμέσως ανοίξανε πόρτες και στούντιο όταν ενδιαφέρθηκα. Σκέφτεστε να επιστρέψετε; Προς το παρόν όχι. Τα πράγματα πηγαίνουν καλά εκεί. Πέρα από τη δουλειά μου ως χορεύτρια και νέα χορογράφος, χτίζω συγχρόνως και την προσωπική μου ζωή εκεί, οπότε όσο περισσότερο μένω εκεί τόσο δυσκολότερη θα ήταν και μία επιστροφή. s

[28 IOYNIOY 2012] #30 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 41


μαρία Γοργία

Η δυσκολΗ

© Σάββας Μπαλτζής

Βραδιά σύγχρονου ελληνικού χορού

χΕιραΦΕτΗσΗ

Η Μαρία Γοργία χορογραφεί τη ράνια Γλυμίτσα σε μια παράσταση που εξετάζει την πορεία χειραφέτησης της γυναίκας στην Ελλάδα, από την ίδρυση του νεότερου ελληνικού κράτους έως σήμερα. Xορογραφείται η ιστορία της διεκδίκησης της ισότητας των φύλων; Από την Έλια Αποστολοπούλου Φωτογραφία: Βασίλης Μαθιουδάκης

H

ομάδα χορού Αμάλγαμα, που ιδρύθηκε από τη Μαρία Γοργία, έχει ήδη παράδοση σε έργα με ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα, με άξονα τη θέση της τέχνης στη σημερινή κοινωνική πραγματικότητα. Η ταλαντούχα χορογράφος μάς μίλησε για την έρευνα που έκανε για τις ανάγκες του έργου, τις καλλιτεχνικές της αναζητήσεις, αλλά και το ρόλο που μπορεί να παίξει το διαδίκτυο, για να μας κρατήσει σ’ επαφή με ό,τι συμβαίνει στο εξωτερικό.

Έχοντας στο ιστορικό σας ήδη μια χορογραφία εμπνευσμένη από την ιστορία της νεότερης Ελλάδας, παρουσιάζετε τώρα την παράσταση Κρυμμένη στους ελαιώνες με θέμα τη χειραφέτηση της Ελληνίδας τους δύο τελευταίους αιώνες. Κάνετε κάποιου είδους έρευνα για τις ανάγκες των έργων που ανεβάζετε; Πώς προετοιμάζεστε; Χωρίς έρευνα δεν μπορώ να φτιάξω έργο και πόσο μάλλον έργο, που εμπνέεται και αναφέρεται στην πολιτικοκοινωνική ιστορία της Ελλάδας! Στην Κρυμμένη στους ελαιώνες, η επιλογή της βιβλιογραφίας για την πορεία της χειραφέτησης της γυναίκας στην Ελλάδα (από την ίδρυση του ελληνικού κράτους μέχρι σήμερα), έγινε από τον Αλέξανδρο Κιουπκιολή (πολιτικό επιστήμονα και λέκτορα στο ΑΠΘ, στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών). Τι ακριβώς θα δούμε; Το έργο αποτελείται από πολλές σκηνές, ραμμένες μεταξύ τους. Η σειρά εμφάνισης των σκηνών δεν καταρρίπτει τη χρονολογική σειρά των επιλεγμένων γυναικείων προσωπικοτήτων ή των λαϊ-

κών σωμάτων. Σκηνές που αναφέρονται σε κεντρικές φυσιογνωμίες που δρουν «ηρωικά» για την εποχή τους και ασκούν επιρροή στη δημόσια σφαίρα εναλλάσσονται με σκηνές που αποκαλύπτουν την αργή πορεία της χειραφέτησης της γυναίκας. Το έργο καταλήγει με τη δημιουργική του αφήγηση στο σήμερα. Η ράνια Γλυμίτσα κινείται, παλεύει, χειρίζεται, παραμορφώνει ή παραμορφώνεται, συνυπάρχει, συνδιαλέγεται με τα αντικείμενα κυρίως, αλλά και με την εικόνα-βίντεο. Γιατί δίνετε έμφαση στο έργο σας σε θέματα της έμφυλης ταυτότητας; Ο προβληματισμός είναι ένα αποτέλεσμα της μακρόχρονης ενασχόλησής μου με τα κοινωνικά στερεότυπα και τον καθοριστικό τους ρόλο σε ό,τι αφορά την κατασκευή της έμφυλης ταυτότητας (γυναικείας ή ανδρικής) και την επιρροή τους στις έμφυλες σχέσεις. Η προσέγγιση του θέματος γίνεται καταρχάς με την έκθεση των χαρακτηριστικών και των συμπεριφορών που φέρουν οι κατασκευές αυτές. Η έκθεση αυτή γίνεται μ’ έναν ωμό ρεαλισμό. Στη συνέχεια, αρκετές φορές, δημιουργείται μια αντικρουόμενη δράση ή μια αντιφατική σκηνή. Έχετε και λόγια στην παράσταση, εκτός από μουσικές; O λόγος έχει ουσιαστικό ρόλο: να φανερώσει ιστορικά πρόσωπα και καταστάσεις που δεν είναι ευρέως γνωστά στο κοινό. Στα τελευταία πέντε έργα μου, φλερτάρω με τη σχέση λόγου-κίνησης και τις αποχρώσεις της. Κάποιες φορές, η σχέση είναι απλά παράλληλη, αλλά καθόλου τυχαία. Όλες οι γλώσσες στο έργο (σώμα, αντικείμενο, λόγος, εικόνα, ήχος) συμβάλλουν στην ολοκλήρωση της εικόνας και της δραματουργίας.

42 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #30 [28 IOYNIOY 2012]

Διαβάζω ότι το Αμάλγαμα δημιουργεί σύγχρονα έργα με έντονο το στοιχείο του κοινωνικού και αισθητικού προβληματισμού. Δηλαδή; Η σχέση της αισθητικής με τη φόρμα και την ιδεολογία αποτελεί βασικό πυρήνα στα έργα μου από το 2000 και έπειτα. Μετά την έρευνά μου με το σώμα ως εργαλείο που κινείται προς αναζήτηση προσωπικού λεξιλογίου, και πιστεύοντας τότε στην αφηρημένη τέχνη και στις ελευθερίες που αυτή δημιουργεί τόσο στον θεατή αλλά και στον δημιουργό, ακολούθησε η περίοδος ενασχόλησης με τη σχέση φόρμας και ιδεολογίας και η απόρριψη της αισθητικής ως φιλοσοφικής έννοιας ξεχωριστής από την ιδεολογία. Κάθε αισθητική φόρμα φέρει μέσα της ιδεολογικό περιεχόμενο. Ακόμα και οι αφηρημένες φόρμες που συνειδητά έχουν δημιουργηθεί με στόχο την τέχνη για την τέχνη! Σ’ ένα παλαιότερο έργο μου, Το επιδόρπιο, ασχολήθηκα μ’ αυτό ακριβώς το θέμα: τη δήθεν αθωότητα της αφηρημένης φόρμας. Ο θεατής λοιπόν δεν φεύγει από τις παραστάσεις μας καθηλωμένος από τη μαγεία της ωραίας «κρυστάλλινης» φόρμας. Η φόρμα στοχεύει να γίνει εντυπωσιακή μόνο αν υπάρχει λόγος δραματουργικός. Η φόρμα που «ναρκισσεύει» δεν έχει κανένα χώρο στα έργα μου και είναι ένα στοιχείο που προσωπικά μου προκαλεί αποστροφή σε οποιοδήποτε έργο τέχνης. Με δεδομένη την οικονομική κατάσταση της χώρας, οι κρατικές επιχορηγήσεις λιγοστεύουν. Έχει ελπίδες ο χορός να επιβιώσει χωρίς τη στήριξη του κράτους; Ο χορός έχει ελάχιστες ελπίδες να επιβιώσει χωρίς τη στήριξη του κράτους. Για την ακρίβεια, μόνο οι ομάδες που έχουν εισοδήματα από άλλους πόρους

θα μπορέσουν να επιβιώσουν για ένα διάστημα, καθώς κι εκείνες που θα καταφέρνουν να αντλήσουν ιδιωτικές χορηγίες, πράγμα καθόλου εύκολο πλέον. Επίσης, η συλλογική δράση θα γίνει για ένα διάστημα το προσωρινό «αναλγητικό φάρμακο του ανίατου ασθενούς». Θα επιφέρει, βέβαια, τη βελτίωση της επικοινωνίας των καλλιτεχνών μεταξύ τους, αλλά και τη συρρίκνωση του χώρου και χρόνου δουλειάς, και συμβιβασμούς ως προς την προώθηση της προσωπικής καλλιτεχνικής δημιουργίας. Θα συμβουλεύατε έναν νέο χορευτή/ χορογράφο να παραμείνει στην Ελλάδα ή να δοκιμάσει την τύχη του στο εξωτερικό; Θα συμβούλευα κάθε χορευτή και χορογράφο, νέο ή παλαιό να ζήσει για ένα διάστημα στο εξωτερικό. Είναι πλούσια εμπειρία, όχι μόνο από καλλιτεχνικής άποψης, αλλά και πολιτισμικής. Οι εμπειρίες και τα ερεθίσματα που ρουφά κανείς, ακόμα κι από μια σύντομη παραμονή στο εξωτερικό ανοίγουν το μυαλό σε νέες οπτικές. Στο εξωτερικό, –σε ορισμένες χώρες τουλάχιστον– υπάρχουν καλύτερες και πιο οργανωμένες υποδομές που ωφελούν την ανάπτυξη της τέχνης του χορού περισσότερο. Η χρηματοδότηση όμως από το κράτος, στα περισσότερα μέρη, είναι καλή και πιο σταθερή μόνο για ένα μικρό αριθμό ομάδων. Επιπλέον, σήμερα, οι τρόποι διάδοσης της γνώσης και της πληροφορίας είναι πολύ πιο ανεπτυγμένοι, κυρίως λόγω του διαδικτύου αλλά και της δημιουργίας νέων φεστιβάλ, πλατφορμών, συνεδρίων κ.λπ. Οπότε αν κάποιος θέλει να ζει και να εργάζεται στην Ελλάδα (όσο μπορεί ακόμα κανείς στην κρίση), μπορεί πιο εύκολα απ’ ό,τι στο παρελθόν να παίρνει ερεθίσματα από το εξωτερικό. s

XOPOΣ



Βασίλης Χριστόπουλος

παιζοντασ

Για το μΕΓαλο κοινο Kαλομοίρης, Προκόφιεφ, tσαϊκόφσκι. tα έργα των τριών συνθετών που παρουσιάζει η Kρατική Oρχήστρα Aθηνών έχουν μια κοινή αναφορά στη δύναμη του πεπρωμένου. Aλλά ο διευθυντής της ορχήστρας πιστεύει ότι το πεπρωμένο σου το καθορίζεις εσύ με το δυναμισμό σου και τις επιλογές σου. Eκείνος έχει κάνει τις δικές του. Πασχίζει για μια ορχήστρα δυναμική και καλά κουρδισμένη, παλεύει με τη γραφειοκρατία και διεκδικεί τους αμύητους. Από τον Αντώνη Σακελλάρη Φωτογραφία: Βασίλης Μαθιουδάκης

O

Βασίλης Χριστόπουλος συμπλήρωσε κιόλας ένα χρόνο ως καλλιτεχνικός διευθυντής της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών. Στο διάστημα αυτό αναμετρήθηκε με τα φτωχά οικονομικά, με την κυβερνητική απροθυμία να στηριχτούν τα μουσικά σχήματα και με την παράλογη γραφειοκρατία. Παρ’ όλα αυτά, ένα χρόνο μετά, μπορεί να λέει ότι ήταν επιτυχημένη χρονιά. «Αναβαθμίσαμε το αισθητικό μας προφίλ, ανανεώσαμε το ρεπερτόριό μας και ανοιχτήκαμε στην κοινωνία». Η ικανοποίησή του είναι βάσιμη. Γι’ αυτό ίσως διατηρεί πάντα την ευγένεια και το χαμόγελό του. Τον συναντήσαμε ενόψει της συναυλίας της ΚΟΑ στο Ηρώδειο. Γι’ αυτή την εμφάνιση, ο Βασίλης Χριστόπουλος έχει επιλέξει τρία έργαορόσημα. «Θεωρώ ότι τα τρία έργα τα συνδέουν πολλά πράγματα. υπάρχει μία φανερή συγγένεια ανάμεσά τους, η λαϊκή μουσική παράδοση που αναδύεται μέσα από τα έργα των συνθετών. Τα ενώνει, όμως, κι άλλος ένας αδιόρατος δεσμός, ο ρόλος της μοίρας. Ο πατριάρχης της νεοελληνικής μουσικής, ο Μανώλης Καλομοίρης, συνέθεσε το Τρίπτυχο για το θάνατο του στενού του φίλου, Ελευθερίου Βενιζέλου. ήταν το έργο που παίχτηκε στην πρώτη συναυλία της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών το 1943, την ημέρα που κηδευόταν ο πνευματικός πατέρας του Καλομοίρη, Κωστής Παλαμάς. Η αχλύ του πεπρωμένου είναι πανταχού παρούσα και στην εμβληματική σύνθεση του Προκόφιεφ, που γράφτηκε σαν έκφραση του πένθους του συνθέτη για το θάνατο ενός παιδικού του φίλου. Τέλος, στη μοίρα απέδιδε τα βάσανά του και ο Τσαϊκόφσκι, που έφερε σαν βάρος το ότι δεν μπορούσε να ζήσει μία φυσιολογική ζωή, λόγω της ανομολόγητης ομοφυλοφι-

λίας του. Το μήνυμα που συνδέει τους τρεις δημιουργούς είναι αυτό: τη δύναμη του πεπρωμένου κανείς δεν μπορεί να την αγνοήσει». Όταν μιλάει για μουσική, ο Βασίλης Χριστόπουλος παθιάζεται. «Η μουσική είναι αυτή που με κρατάει ζωντανό και μου δίνει τη δύναμη να αντιμετωπίσω όλα τα προβλήματα που μου επιφυλάσσει ο νέος μου ρόλος». υπάρχουν φορές που νιώθει ότι χάνει τον στόχο για τον οποίο παλεύει. «Πολλές φορές νιώθω να είμαι περισσότερο διοικητικός διευθυντής παρά μουσικός. Όταν πρέπει ν’ αντιμετωπίσω τον παραλογισμό της ελληνικής πολιτείας και όλες τις αγκυλώσεις που δυσκολεύουν το έργο της ορχήστρας, αυτό που ισχυροποιεί τη βούλησή μου είναι η αγάπη μου για τη μουσική και η ανάγκη μου να προσφέρω σ’ αυτόν τον τόπο όπως μπορώ ως καλλιτέχνης». Αυτός ο παραλογισμός είναι που τον αναγκάζει να διεκδικεί αυτονόητα πράγματα. «Δεν είναι δυνατό να υπάρχει οργανόγραμμα που να περιλαμβάνει θέσεις υπηρέτριας και βοηθού δακτυλογράφου, αλλά να μην προβλέπει θέση υπεύθυνου ανεύρεσης χορηγών. Δεν μπορώ να διανοηθώ πόσο δύσκολο είναι ν’ αλλάξεις έναν οργανισμό του 1943». Πολύ συχνά βρίσκεται αντιμέτωπος με την έλλειψη βούλησης των κυβερνώντων. «Καταλαβαίνω πόσο δύσκολα είναι τα πράγματα κι ότι δεν υπάρχουν λεφτά. Δεν είμαι στον κόσμο μου. Όταν μειώθηκε στο μισό ο προϋπολογισμός μας για το 2011 δεν διεκδίκησα παραπάνω χρήματα. Προσπάθησα να νοικοκυρέψω τα οικονομικά, να κόψω τις σπατάλες και να εξοικονομήσω πόρους από αλλού. Νομίζω κιόλας ότι τα κατάφερα. Αύξησα κατά πολύ τα έσοδα από ιδιωτικούς πόρους. Αυτό που δεν μπορώ να αντιμετωπίσω, όμως, είναι η αφερεγγυότητα. Συμβιβάστηκα με τα μισά χρήματα, αλλά τελικά μας έδωσαν μόλις το ένα τέταρτο.

Πλέον γίνεται πολύ δύσκολο να πληρώνεις τόσους ανθρώπους». Η ενασχόληση με την τέχνη από τη θέση ενός καλλιτεχνικού διευθυντή απαιτεί γερά νεύρα την εποχή του μνημονίου. «Η Τρόικα είναι καταστροφική για καλλιτεχνικούς οργανισμούς όπως η ΚΟΑ. Μας ζητούν πρόβλεψη προϋπολογισμών για το 2014, αλλά εμείς δεν ξέρουμε πόσα λεφτά δικαιούμαστε για το 2012». Οι κακοπληρωμένοι εργαζόμενοι της ορχήστρας, όμως, έχουν καταφέρει πολύ σημαντικές διακρίσεις μέσα σ’ ένα χρόνο. «Νομίζω ότι έχουμε κατορθώσει να βάλουμε την ΚΟΑ στον παγκόσμιο μουσικό χάρτη. Το πολύ σημαντικό περιοδικό Grammophone χαρακτήρισε ένα κοντσέρτο μας “εμπειρία που δεν πρέπει να χάσει κανείς”. Η ορχήστρα πλέον συζητιέται σ’ όλο τον κόσμο. Ταξιδεύουμε όλο και πιο συχνά στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Αν ήταν καλύτερα τα οικονομικά μας, θα δίναμε τις διπλάσιες συναυλίες». Στόχος του Βασίλη Χριστόπουλου είναι να γνωρίσει όλο και περισσότερος κόσμος την ορχήστρα και την κλασική μουσική. «Δεν μας ενδιαφέρουν οι επαγγελματίες φιλόμουσοι. Αυτό που μας ενδιαφέρει είναι να μυήσουμε στη μαγεία της κλασικής μουσικής ένα κοινό που μέχρι σήμερα δεν την γνώριζε». Γι’ αυτό το λόγο, τη στρατηγική της ΚΟΑ χαρακτηρίζει πλέον η εξωστρέφεια. «Προσπαθούμε να παίζουμε σ’ όλη την Ελλάδα, σε ανοιχτούς χώρους, σε πλατείες, παντού. Δεν χρειάζεται καμία εκπαίδευση. Όλοι μπορούν να απολαύσουν ένα κοντσέρτο. Αυτός είναι και ο λόγος που καθιερώσαμε τις εισαγωγικές ομιλίες πριν από τις συναυλίες μας. Εξηγούμε στο κοινό μερικά πράγματα που ίσως δεν γνωρίζει για τον κάθε συνθέτη που ερμηνεύουμε. Δεν είμαστε ένας ελιτίστικος φορέας. Παίζουμε για όλους και μας αφορούν όλοι, και κυρίως οι νέοι άνθρωποι».

Οι νέοι άνθρωποι επανέρχονται συνέχεια στην κουβέντα. «Οι ορχήστρες χρειάζονται τις νέες γενιές. Είναι αυτές που αναγεννούν τον πολιτισμό. Είναι κρίμα που τόσα νέα παιδιά δεν έχουν καμία επαφή με τη συμφωνική μουσική». Στόχος της ορχήστρας είναι να κάνει τη μουσική κτήμα των παιδιών. Ένας απλός τρόπος είναι να πάει η μουσική στα σχολεία. «Έχουμε φτιάξει μικρά σχήματα που επισκέπτονται τα σχολεία και δίνουν μίνι συναυλίες μέσα στις τάξεις. Στην αρχή, ξεκινήσαμε επιφυλακτικά αυτό το πρόγραμμα, αλλά η υποδοχή των μουσικών μας από τα παιδιά ήταν συγκλονιστική. Όταν τελειώνουν αυτές οι συναυλίες, τα πιτσιρίκια τους πολιορκούν για να πάρουν το αυτόγραφό τους. Σας διαβεβαιώνω ότι αυτό το πρόγραμμα θα επεκταθεί». Αυτό που αποκομίζεις από μια συζήτηση με τον Βασίλη Χριστόπουλο, είναι η βαθιά του πεποίθηση ότι η μουσική πρέπει ν’ ανήκει σε όλους και ότι μια κρατική ορχήστρα πρέπει να αντιλαμβάνεται τον κοινωνικό της ρόλο. «Είναι προφανές ότι πρέπει να καλλιεργήσουμε την κοινωνική μας ευθύνη. Ειδικά σε μία τόσο ακραία εποχή. Γι’ αυτό προσπαθούμε να βοηθήσουμε όσο μπορούμε οργανισμούς όπως το 18 Άνω. ήδη είμαστε σε επαφή με τη θεραπευτική τους κοινότητα και σχεδιάζουμε τουλάχιστον μία συναυλία, όπου θα συμμετέχουν και μέλη της. Είναι συγκλονιστική η προσπάθεια των παιδιών που συμμετέχουν στο 18 Άνω και των θεραπευτών τους. Και είναι εξοργιστικός ο πόλεμος που δέχονται τον τελευταίο καιρό». Για τον Βασίλη Χριστόπουλο, η τέχνη πρέπει να υπηρετεί την κοινωνική ευαισθητοποίηση. «Όταν τα πιο ακραία ρατσιστικά και φασιστικά ένστικτα βρίσκουν εκπροσώπηση στο κοινοβούλιο επειδή έτσι έκρινε μία μερίδα του λαού, η κοινωνική ευθύνη του κόσμου της τέχνης πολλαπλασιάζεται». s


σ τρ ή χ ρ O ή κ ι τ α Kρ

α

N Ω N H AΘ

μουΣικη ΠΑιΔειΑ ουμΠερ ΑΛεΣ O Bασίλης Xριστόπουλος της KOA διεκδικεί την ανανέωση του ακροατηρίου του. «Οι ορχήστρες χρειάζονται τις νέες γενιές», δηλώνει. «Είναι αυτές που αναγεννούν τον πολιτισμό. Είναι κρίμα που τόσα νέα παιδιά δεν έχουν καμία επαφή με τη συμφωνική μουσική»


τρ α σ ή χ ρ O ή κ ι τ Kρα

Βασίλης Βαρβαρέσος

N Ω ανοιχτοι OριζοντΕσ N H Θ A

Ο Βασίλης Βαρβαρέσος είναι ένας ακόμα από τους Έλληνες μουσικούς που διακρίνονται στο εξωτερικό. Πολυπράγμων πιανίστας και συνθέτης, με αστείρευτη δραστηριότητα, έχει άποψη για πολλές πτυχές της τέχνης του, για τη μουσική στον κινηματογράφο, για τις παγκόσμιες τάσεις, ακόμα και για την ποπ. Iσχυρίζεται ότι η δεξιοτεχνία σ’ ένα όργανο δεν βλάπτει, αλλά δεν είναι και το παν. Όταν τον συναντήσαμε ήταν συνοφρυωμένος. Eτοιμαζόταν για να αναμετρηθεί με ένα ιδιαίτερα απαιτητικό μουσικό έργο – το 2ο Kοντσέρτο για Πιάνο του Προκόφιεφ Από τον Αντώνη Σακελλάρη

Ξ

Πώς ξεπερνιούνται οι δυσκολίες μιας παράστασης και πώς βοηθάει σ’ αυτό ο μαέστρος; Έχω την τύχη να συνεργάζομαι με τον Βασίλη Χριστόπουλο, που είναι καταπληκτικός σ’ αυτό που κάνει. Όταν θα ξεκινήσουν οι πρόβες θα δουλέψουμε πρώτα τους χρόνους, τα tempi, και στη συνέχεια πρέπει να «δέσει» το δικό μου παίξιμο με τις δυνατότητες της ορχήστρας. Πρέπει ένας σολίστας να αντιλαμβάνεται τις ικανότητες κάθε μουσικού της ορχήστρας και σ’ αυτό το σημείο είναι πολύ κρίσιμος ο ρόλος του μουσικού διευθυντή. Στην εποχή μας συνήθως συνδιαμορφώνεται από τον σολίστα και τον μαέστρο ο τρόπος ερ46 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #30

© Christian Steiner

εκίνησε τη διεθνή του καριέρα από τα 14 του χρόνια, κερδίζοντας έναν πολύ σημαντικό διεθνή διαγωνισμό. Στα 19 του έγινε δεκτός στη φημισμένη μουσική σχολή Τζούλιαρντ της Νέας υόρκης. Εγκαταστάθηκε στη Νέα υόρκη δύο εβδομάδες πριν το χτύπημα στους δίδυμους πύργους και πρόλαβε να δει την αμερικανική κοινωνία να μεταμορφώνεται από αυτή την τραγωδία. Όταν ξεπέρασε το πολιτιστικό σοκ ενός εφήβου που αφήνει τη Θεσσαλονίκη για την Αμερική, συνειδητοποίησε ότι η εξέλιξή του, αν είχε μείνει στην Ελλάδα, θα ήταν πολύ διαφορετική. Και δεν μετάνιωσε ποτέ για την απόφασή του να φύγει. Τώρα μένει στο Παρίσι, όπου συνεχίζει να διακρίνεται στις μουσικές αίθουσες. Εν όψει της εμφάνισής του με την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, ο Βασίλης Βαρβαρέσος μάς εξηγεί την υπέρβαση που απαιτεί το πιο δύσκολο και σκληρό κοντσέρτο του Προκόφιεφ. ήθελε να το ερμηνεύσει από τότε που ήταν πολύ νεαρός και χαίρεται που έχει επιτέλους την ευκαιρία να αναμετρηθεί με την ιδιοφυή γραφή του μεγάλου ρώσου.

η εΛΛΑΔΑ ΑΠο μΑκριΑ O Bασίλης Bαρβαρέσος είναι λίγο απογοητευμένος από την Eλλάδα. Aλλά πιστεύει ότι υπάρχει αντίδοτο στο κλίμα της κατήφειας και της ανέξοδης διαμαρτυρίας: δουλειά, κι αγάπη για τον τόπο.


μηνείας. ζούμε σε μια εποχή δημοκρατικότητας για τη συμφωνική μουσική. Κανένας δεν είναι ο απόλυτος κυρίαρχος, όπως συνέβαινε παλιότερα. Έχει γίνει πλέον συνείδηση σε όλους τους σολίστες πιάνου ότι δεν είναι αυτοσκοπός η δεξιοτεχνία. Περισσότερο μετράει η μεστότητα της συνολικής ερμηνείας. Και στο συγκεκριμένο έργο που θα ερμηνεύσουμε, αυτό ακριβώς το στοιχείο της συλλογικής δεξιοτεχνίας πηγάζει αβίαστα. Εκτός από σολίστας είστε και συνθέτης. Έχετε συνθέσει μουσική για θέατρο και σινεμά. Τι είναι αυτό που διακρίνει έναν καλό θεατρικό ή κινηματογραφικό συνθέτη; Για να μην μπω σε τεχνικές λεπτομέρειες που ενδιαφέρουν πολύ λίγους, θα σας πω ότι για μένα το βασικό χαρακτηριστικό ενός καλού συνθέτη της λεγόμενης «δραματικής» μουσικής είναι η οικονομία. Πρέπει να σέβεσαι την εικόνα που έχεις μπροστά σου. Πρέπει να συνοδεύεις ένα θεατρικό έργο ή μία ταινία και να αναδεικνύεις τις στιγμές που απαιτούν τη μουσική επένδυση. Να μην καπελώνεις τη δουλειά του σκηνοθέτη και των ηθοποιών, αλλά να υπογραμμίζεις μία σκηνή. Αυτή ακριβώς η οικονομία είναι που συναντάται και χαρακτηρίζει όλους τους μεγάλους κινηματογραφικούς συνθέτες, όπως ο Μπέρναρντ Χέρμαν και ο Ένιο Μορικόνε. Δείτε πώς αυτοί οι δύο σπουδαίοι συνθέτες έχουν καθορίσει όχι μόνο ταινίες, αλλά ολόκληρα κινηματογραφικά είδη. Οι ταινίες του Χίτσκοκ θα ήταν τελείως διαφορετικές χωρίς τη μουσική του Χέρμαν και τα σπαγγέτι Γουέστερν δεν θα είχαν μείνει στην ιστορία χωρίς τον Μορικόνε. Αυτό είναι που ενδιαφέρει κι μένα. Πώς δηλαδή θα βρεθεί εκείνη η μελωδία ή ο συνδυασμός οργάνων που θα υπογραμμίσει και θα υπογράψει μία σκηνή, ένα χαρακτήρα ή μία ιδέα του σκηνοθέτη. Για ποια ταινία θα θέλατε να έχετε γράψει εσείς τη μουσική; Αυτό θέλει πολλή σκέψη. Να σας πω μόνο ότι πολλές φορές βάζω να δω μία ταινία, χαμηλώνω τον ήχο και βάζω να παίζει άλλο σάουντρακ ή αυτοσχεδιάζω στο πιάνο. Είναι τόσες πολλές οι ταινίες που έχω θαυμάσει... υπάρχουν ταινίες που θεωρώ το σάουντρακ εκπληκτικό και άλλες που πιστεύω ότι θα μπορούσαν να έχουν ντυθεί με πολύ καλύτερη μουσική. Χαρακτηριστικό παράδειγμα του τελευταίου είναι οι κωμωδίες και τα θρίλερ. Είναι πια τόσο κοινότοπος ο τρόπος που τις επενδύουν μουσικά! Αυτό είναι λογικό βέβαια, αν σκεφτείτε πόσο μεγάλη είναι η παραγωγή αυτών των δύο ειδών. Είναι πολύ δύσκολο να βρεις πια κάποια κωμωδία ή θρίλερ που δεν είναι βιομηχανικό προϊόν. Πάντως, αν πρέπει ν’ απαντήσω γρήγορα στην ερώτησή σας, σίγουρα μία ταινία που έχω ζηλέψει είναι ο Θάνατος στη Βενετία του Βισκόντι. Βέβαια, η μουσική που περιέχει αυτή η ταινία είναι κλασική και αξεπέραστη.

MOYΣIKH

Εκτός από τη λεγόμενη «λόγια» μουσική, ασχολείστε και με άλλα είδη; Βεβαίως. Πρόσφατα κάναμε στο Παρίσι μία συναυλία με ποπ τραγούδια. Και ήταν καταπληκτικά. Όλα τα μουσικά είδη με αφορούν και όλα προσπαθώ να τα αντιμετωπίζω με την ίδια σοβαρότητα. Πάντα θυμάμαι αυτό που είχε πει ο Τακιμίτσου, ο συνθέτης που έχει γράψει ίσως την περισσότερη κινηματογραφική μουσική. Τον είχε ρωτήσει κάποτε ένας δημοσιογράφος: «Εκτός από τη μουσική για κινηματογράφο, γράφετε και σοβαρή μουσική;» Και είχε απαντήσει ο Τακιμίτσου: «Μα, αγαπητέ μου, πάντα η μουσική που γράφω είναι σοβαρή!» ξέρετε, όμως, κάποιος που έχει εντρυφήσει στην κλασική μουσική θα σας πει ότι σε αυτό το είδος μουσικής θα βρεις τα πάντα. Το βάθος, το βάρος, την ελαφρότητα, το ρυθμό, ό,τι κι αν βρίσκεις αποσπασματικά στα υπόλοιπα είδη, στην κλασική θα το βρεις στο σύνολό του και στον υπερθετικό βαθμό. Ακούω Μότσαρτ, Σούμπερτ ή Στραβίνσκι και χαλαρώνω ή βρίσκω το ρυθμό που ψάχνω. Δεν ακούω ποπ, τζαζ ή ροκ για να βρω αυτό που δεν μου προσφέρει η κλασική μουσική. Όλα αυτά τα ακούω από κοινωνιολογικής σκοπιάς.

αυτά, μπόρεσε να ξαναπατήσει στα πόδια της. Ένα στοιχείο που τους βοήθησε να το καταφέρουν αυτό ήταν η βαθιά και ανυπόκριτη αγάπη για την πατρίδα. Αυτό είναι που λείπει από την ελληνική κοινωνία. Οι ελληνικές κυβερνήσεις δεν αγαπούν τον τόπο. Εντάξει, η οικονομία είναι σημαντική. Αλλά εξίσου σημαντική είναι η γλώσσα, η παιδεία, ο πολιτισμός το περιβάλλον. Πού είναι όλες αυτές οι έννοιες; Πώς μπορεί να επιβιώσει μία κοινωνία χωρίς αυτές; Έχετε κάποια συμβουλή γι’ αυτούς που κυβερνούν; Δουλειά. Αυτό χρειάζεται. Δουλειά και αγάπη για τον τόπο σου. Και να εκμεταλλευτούμε τους Έλληνες που διαπρέπουν στο εξωτερικό. Είναι τόσοι πολλοί οι Έλληνες του εξωτερικού που περιμένουν μια ευκαιρία για να γυρίσουν και να προσφέρουν! Είναι κρίμα να μην εκμεταλλεύονται οι κυβερνώντες όλα αυτά τα μυαλά. s

Info Κρατική Ορχήστρα Αθηνών Βασίλης Χριστόπουλος υπό τη μουσική διεύθυνση του Βασίλη Χριστόπουλου, η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών παρουσιάζει το τρίπτυχο για ορχήστρα Στη μνήμη ενός ήρωα του Μανώλη Καλομοίρη, το 2ο Kοντσέρτο για Πιάνο του Σεργκέι Προκόφιεφ και την 4η Συμφωνία του Πιοτρ Ίλιτς Τσαϊκόφσκι. Σολίστ στο πιάνο ο Βασίλης Βαρβαρέσος. Ωδείο Ηρώδου Αττικού 28 Ιουνίου, 21:00 Εισιτήρια: 30€ (VIP, ζώνες Α,Β,Γ), 15€ (Άνω διάζωμα), 10€ (Φοιτητικό, ΑΜΕΑ)

O προκοΦιΕΦ κι ΕΓω

Ζείτε χρόνια στο εξωτερικό. Αυτή η απόσταση που σας χωρίζει από την Ελλάδα, Ποιες είναι οι προκλήσεις που αντιμετωπίζει ένας σολίστας όταν ερμηνεύει το κοπώς σας κάνει να βλέντσέρτο του Προκόφιεφ; πετε τις εξελίξεις στη Το 2ο Kοντσέρτο για Πιάνο του Προκόφιεφ είναι ένα από τα δυσκολότερα έργα που έχουν γραφτεί χώρα; για πιάνο. Ίσως είναι το δυσκολότερο μαζί με το 3ο κοντσέρτο του ραχμάνινοφ. Άρα, οι προκλήσεις που Μπορεί να κάνω τεπαρουσιάζει είναι αρχικά τεχνικές. Πρέπει να έχεις φτάσει σε υψηλό επίπεδο δεξιότητας και αυτοκυλείως λάθος, μπορεί είριαρχίας για να το ερμηνεύσεις. Πέρα από τις τεχνικές δυσκολίες, όμως, το κυριότερο στοιχείο του έργου, μαι εντελώς «off», αλλά και αυτό που πρέπει να αναδείξει ένας σολίστας, είναι το συναισθηματικό βάθος. Ο Προκόφιεφ το έγραψε βλέπω τα πράγματα να σε πολύ νεαρή ηλικία και ήταν μία εκδήλωση του πένθους του για την αυτοκτονία ενός πολύ στενού του εξελίσσονται με πολύ φίλου. Είναι ένα υπερβολικά σκληρό κομμάτι που αποτυπώνει την οδύνη του δημιουργού. Για να καταάσχημο τρόπο. Συγχωλάβετε, ενώ συνήθως τα κοντσέρτα για πιάνο έχουν κάποιο αργό μέρος, που δίνει και στον σολίστα την ρήστε την απαισιοδοξία ευκαιρία να μαζέψει δυνάμεις, το έργο του Προκόφιεφ είναι φρενιτιώδες. Είναι μια κραυγή πόνου που μου, αλλά νομίζω ότι λείζητάει από τους ερμηνευτές την υπέρβαση. Σε πολλά σημεία του κοντσέρτου ξεπηδούν μελωδίες που πουν πολύ βασικές ένστοιχειώνουν το έργο. Ειδικά στο τελευταίο μέρος, μια λαϊκότροπη ρωσική μελωδία αναδύεται και νοιες από τη συζήτηση κατακλύζει όλη τη σύνθεση. Είναι δείγμα μεγαλοφυΐας του συνθέτη είναι το πώς συνδυάζει την στην Ελλάδα, όπως τουλάχιακαδημαϊκότητα με αυτά τα λαϊκά στοιχεία. Η σχέση της μουσικής του Προκόφιεφ με τη στον μου τη μεταφέρουν οι ρωσική παράδοση είναι βαθιά. Αν ακούσετε κοντινοί μου άνθρωποι ή όπως το τρίτο μέρος, είναι σαν να βγαίνει την παρακολουθώ από το διακατευθείαν από τις ρωσικές δίκτυο. Η βασικότερη απ’ στέπες. αυτές είναι η αγάπη για την πατρίδα, η αγάπη για τον τόπο, η αγάπη γενικά. Μπορεί να είναι οπισθοδρομικό O Σεργκέι Προκόφιεφ αυτό που λέω, αλλά δεν έχω γνωρίσει Αμερικανό ή Γάλλο που να μην υπεραγαπάει τη χώρα του. Στην Αμερική εγκαταστάθηκα δυο εβδομάδες πριν το χτύπημα στους πύργους. Έζησα από πολύ κοντά το θρήνο και τη μετάλλαξη της κοινωνίας τους, που βρέθηκε πολύ κοντά στο σημείο της έκρηξης, αλλά που, παρ’ όλα

[28 IOYNIOY 2012] #30 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 47


Σάκης Παπακωνσταντίνου, Λουίζα Αρκουμανέα

«EχουμΕ πHξΕι στουσ ΕπαΓΓΕλματIΕσ του θΕAτρου» Το αν θα γίνει επανάσταση στην Ελλάδα –έστω με τη μορφή μιας βραχύβιας ελληνικής κομμούνας– για άλλους είναι ζήτημα χρόνου, για άλλους είναι ζήτημα φαντασιοπληξίας. Για τον Σάκη Παπακωνσταντίνου και τη Λουίζα Αρκουμανέα, που υπογράφουν αντίστοιχα τη σκηνοθεσία και τη δραματουργική επεξεργασία της παράστασης La Commune Grecque, το ζήτημα είναι να νιώσουν κάποιοι λιγάκι άβολα.

Σάκης Παπακωνσταντίνου La Commune Grecque

Από τον Νικόλα Ζώη Φωτογραφία: Βίκυ Γεωργοπούλου

O

πως συμβαίνει μερικές φορές, την πρώτη σπίθα την άναψε άλλος. Στη δική μας περίπτωση ήταν ο Bρετανός σκηνοθέτης Πίτερ Oυότκινς, που το 2000 ολοκλήρωσε μια ταινία για την Παρισινή Κομμούνα του 1871. Ανάμεσα σε όσους την είδαν όταν προβλήθηκε στην Eλλάδα, ήταν και ο Σάκης Παπακωνσταντίνου και η Λουίζα Αρκουμανέα, παλιοί φίλοι. tο La Commune Paris, 1871 χρησιμεύει σήμερα σαν βάση για ένα αντίστοιχο θεατρικό έργο. Με τη δράση να εκτυλίσσεται επί ελληνικού εδάφους, επί ελληνικών συνθηκών. Η Λουίζα έβαλε τις σπουδές θεατρολογίας και τη μακρά εμπειρία της ως θεατρικής κριτικού στο Bήμα, ο Σάκης την αγάπη του για το θέατρο και τις σπουδές στη σκηνοθεσία κινηματογράφου. Kαι ιδού... Kάτω από ποιες συνθήκες πάρθηκε η απόφαση για την παράσταση; Λουίζα Αρκουμανέα: Προβλήθηκε πέρσι στην Ταινιοθήκη της Ελλάδας το La Commune του Πίτερ Oυότκινς. Η ιδέα του Σάκη, ήταν ότι θα είχε ενδιαφέρον ένα παρόμοιο θεατρικό εγχείρημα. Ο Oυότκινς είχε χρησιμοποιήσει ένα εγκαταλειμμένο εργοστάσιο έξω από το Παρίσι, σαν το χώρο στην Πειραιώς όπου δουλεύουμε εμείς. Είχε βρει 200 ηθοποιούς, πολλοί εκ των οποίων δεν ήταν επαγγελματίες, και μέσα σε είκοσι μέρες γύρισε μια ταινία με ελάχιστα μέσα. Εκείνος είχε σκοπό να αφηγηθεί και να αποκαταστήσει την ιστορική αλήθεια γύρω από ένα κομμάτι της γαλλικής ιστορίας παραμελημένο ή και σκοτεινό. Εμείς είχαμε συνεργαστεί και παλιότερα, αναζητούσαμε μια πρόταση για το Φεστιβάλ και καταλήξαμε σ’ αυτήν γιατί πιστεύουμε ότι, σε μια τεταμένη κατάσταση σαν τη σημερινή, το θέατρο πρέπει να είναι πολιτικό. Να μιλάει για την εποχή που ζούμε. Το να δω ένα έργο

του Στρίντμπεργκ ή ένα έργο του Ίψεν, στο βαθμό που δεν μιλάει για το σήμερα, δεν με αφορά πολύ. Πρόκειται δηλαδή για τη θεατρική μεταφορά μιας ταινίας που αναφέρεται σε μια άλλη χώρα, σε μια άλλη εποχή, με διαφορετικά χαρακτηριστικά; Δεν είναι λίγο επικίνδυνο αυτό; Λ.Α.: Εκείνη ήταν μια απίστευτη ιστορική στιγμή. Ο λαός για ένα πολύ σύντομο διάστημα πήρε στα χέρια του την εξουσία. Το ότι συνέβη, και μάλιστα αυθόρμητα, το βρίσκουμε συγκινητικό. Αναρωτιόμαστε αν σήμερα κάτι τέτοιο είναι φαντασίωση ή πραγματικότητα και, τελικά, είναι ίσως το πρώτο. Δεν νομίζω ότι ο κόσμος εδώ θα φτάσει να επαναστατήσει. Ακόμα και με όσα περνάει, δεν δείχνει τέτοια διάθεση. Θέλουμε επομένως να φανταστούμε πώς θα ήταν αν επαναστατούσαν πρόσωπα και πράγματα που βράζουν, αλλά δεν φτάνουν στη σύγκρουση. Ποιο το βασικό στοίχημα της σκηνοθεσίας και ποιο της δραματουργίας; Σ.Π.: Αρχικά υπήρχε μια συγκεκριμένη δομή, μια ιστορία, μια αφηγηματικότητα, η οποία, ξεκινώντας τις πρόβες, άρχισε να καταρρέει. Μέσα από συζητήσεις και διάλογο, αρχίσαμε να κρατάμε πράγματα που προέκυπταν και να διώχνουμε άλλα προαποφασισμένα. Τώρα πια το έργο εκείνο δεν υπάρχει, είναι κάτι άλλο. Και ένα από τα πράγματα που μας απασχολούν είναι να μεταφράσουμε σε αυτό την έλλειψη αφηγηματικότητας και συνέχειας της ίδιας μας της ζωής. Δουλειά μου τώρα είναι να φανταστώ ένα μοντάζ από αυτά τα νέα κομμάτια που έχουν γεννηθεί, μέσα από την αίσθηση μιας ομάδας που συνδημιουργεί, ενός θιάσου που, όπως έλεγε ένας παλιός αιρετικός, πρέπει να λειτουργεί σαν μοντέλο ηθικής της κοινότητας, σαν μοντέλο για τους υπόλοιπους ανθρώπους.

48 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #30 [28 IOYNIOY 2012]

Info

Λ.Α.: Η δραματουργία ξεκίνησε πατώντας επιλεκτικά στο σενάριο του Oυότκινς, γιατί εκείνος μιλάει και για την καθολική εκκλησία, τους Πρώσους, τον Μπίσμαρκ. Στην πορεία, πέρα από το αρχικό σενάριο, φέραμε κι άλλα κείμενα. υπάρχουν μέρη από το Περί τυφλότητας του ζοζέ Σαραμάγκου, από την Φυσική ιστορία της καταστροφής του Βίνφριντ Γκέοργκ ζέμπαλντ, από το Κουρδιστό πουλί του Χαρούκι Μουρακάμι, από τις Μέρες της Κομμούνας του Μπέρτολτ Μπρεχτ, ένα απόσπασμα από την ταινία Οι δώδεκα πίθηκοι του Τέρι Γκίλιαμ κι ένα από το θεατρικό κείμενο Μαρά / Σαντ του Πέτερ Βάις. Πόσο απαραίτητες θεωρείτε τις επαναστάσεις σε χώρες τις Ευρώπης, που υποτίθεται ότι απέκτησαν την ωριμότητα να λύνουν τις διαφωνίες τους όμορφα και πολιτισμένα; Σ.Π.: υπάρχει κάποιο παράδειγμα του «όμορφα και πολιτισμένα»; Η Γιουγκοσλαβία ας πούμε; Νομίζω ότι είναι λίγο μύθος αυτή η φράση, μια κληρονομιά που κάθεσαι πάνω της. Πιο πραγματικό είναι το ακροδεξιό ρεύμα, η Ευρώπη των τραπεζών, των εκβιασμών μια μέρα πριν ψηφίσουμε, οι έντονοι εθνικισμοί, η ανάγκη να χωριστεί το Βέλγιο στα δύο. Τα υπέροχα άρθρα της Bild που έγραφε πως το γεγονός ότι παίρνουμε λεφτά από τα ΑΤΜ, το οφείλουμε στη Γερμανία. Στην επανάσταση, οι άνθρωποι φτάνουν όταν δεν έχουν τίποτα να χάσουν, όταν βρίσκονται στον πάτο. Και ποιοι δεν έχουν σήμερα να χάσουν τίποτα; Οι νεοάστεγοι, οι μετανάστες, οι άποροι. ή μια μεγάλη κατηγορία νέων παιδιών που δεν έχουν ακόμα σχέση με την ιδιοκτησία, δεν έχουν καμία πρόσβαση στο σύστημα, είναι εντελώς στην «απ’έξω». Θέλετε να περιγράψετε δύο-τρεις αντιπροσωπευτικούς χαρακτήρες που εμφανίζονται στη δική σας εκ-

Ο Σάκης Παπακωνσταντίνου σκηνοθετεί μια παράσταση βασισμένη στην ταινία La Commune - Paris, 1871 του Πίτερ Oυότκινς και επιχειρεί να διερευνήσει τη δυναμική μιας εξέγερσης. Τη δραματουργική επεξεργασία υπογράφει η Λουίζα Αρκουμανέα. Παίζουν: Μάνος Βακούσης, Ναζίκ Αϊδινιάν, Δημήτρης Δημητρόπουλος, Άρτεμις ιωάννου, Έλενα Κωνσταντινίδου, Άρης Λάσκος, Δήμητρα Μητροπούλου, Ελένη Μπέη, Νίκος Ντάλας, Μαριάνθη Παντελοπούλου, ιάσων Παπαματθαίου, Στέλιος Παρρής, Ντομένικα ρέγκου, Νίκος Σεβαστόπουλος, Νίκη Σερέτη, Νεκτάριος Σμυρνάκης, Μαρία Καστάνη, Χάρις Συμεωνίδου, Αγγελική Τόμπρου, Παντελής Φλατσούσης, ειδική συμμετοχή: Μανώλης Μαυροματάκης. Πειραιώς 260, Γκαράζ Η 9-10 Ιουλίου Τιμές εισιτηρίων: 20€, 15€ (μειωμένο), 10€ (Φοιτητικό, ΑΜΕΑ)

δοχή μιας «ελληνικής κομμούνας»; Λ.Α.: υπάρχει μια σκηνή, όπου μια ομάδα από εργαζόμενες γυναίκες, μοδίστρες, συγκρούονται με την αφεντικίνα τους, την ιδιοκτήτρια μιας βιοτεχνίας στο Μοναστηράκι. Της λένε: «πεινάμε, δεν έχουμε να φάμε, δώσε μας δουλειά», είναι γυναίκες που σκέφτονται ότι έζησαν μια θλιβερή ζωή, ποτέ δεν έδωσαν στην οικογένειά τους αυτά που ήθελαν, δουλεύουν 13 ώρες την ημέρα, ιδροκοπάνε και έχουν να πληρωθούν τόσους μήνες. Από την άλλη, η ιδιοκτήτρια λέει: «δεν έχω παραγγελίες, τι θέλετε να κάνω, δεν έχω να σας πληρώσω». Έτσι ακούγονται και οι δύο πλευρές, καθεμιά με τη δική της υπόσταση και δύναμη ή και το δίκιο της αν θες. υπάρχουν επίσης δημοσιογράφοι, κάτι που πήραμε από τον Oυότκινς. Έχουμε κι εμείς δύο, του «Κομμούνα tV», που βρίσκονται στο δρόμο και παίρνουν συνεντεύξεις από

ΘEATPO


VIVE LA REVOLUTION O Σάκης Παπακωνσταντίνου και η Λουίζα Aρκουμανέα. H ανάπαυση των πολεμιστών πριν τη μεγάλη μάχη.

τον κόσμο, και τον παρουσιαστή ειδήσεων του «Βερσαλίες tV» (εμείς το λέμε «Εθνικό Κανάλι»), που αντιπροσωπεύει το κατεστημένο των ΜΜΕ – το σύστημα, που έχει πολλά να χάσει και δεν θέλει να ανατραπεί η κατάσταση, αλλά να μείνει ως έχει. Τι πρέπει να συμβεί μετά την παράσταση για να πείτε «κάτι κάναμε, κάτι καταφέραμε, κάπως πετύχαμε το στόχο μας»; Σ.Π.: O Παζολίνι είχε πει ότι το πιο σημαντικό καθήκον του καλλιτέχνη σήμερα είναι να προκαλεί. Και το «προκαλεί», το έλεγε χορταστικά. Το σημαντικό λοιπόν είναι να προκαλέσεις, γιατί έτσι έρχεται και μια αντίδραση. Θα μου πεις, ποια είναι αυτή; Να κάνει επιδρομή στην παράσταση η Χρυσή Αυγή; Θα ήταν βέβαια ενδιαφέρον να δεις στο θέατρο την ουσία της αμορφωσιάς, το θάνατο της γνώσης, αυτό δηλαδή που

ΘEATPO

είναι και η ουσία της Χρυσής Αυγής. Λ.Α.: Ναι, θα ήταν ιδανικό να γίνει κάτι. Όμως είναι πάρα πολύ δύσκολο για μια παράσταση να προκαλέσει αντίδραση στην εποχή μας. Στην εποχή των ντανταϊστών και των σουρεαλιστών, ο κόσμος αντιδρούσε πετώντας αντικείμενα και ντομάτες στις παραστάσεις. Τώρα έχει κυριαρχήσει το «όμορφα και πολιτισμένα». Ίσως λοιπόν το ζητούμενο να είναι κάποιοι να νιώσουν λίγο άβολα.

πήξει στους επαγγελματίες του θεάτρου, στον πάρα πολύ μορφωμένο κόσμο. Και λίγοι αμόρφωτοι δεν βλάπτουν. Λ.Α.: Επειδή είναι δύσκολο να ζεις από το θέατρο, αυτό στο οποίο μοιραία καταλήγουν πολλοί σήμερα είναι να το κάνουν επάγγελμα. Κάνουν δουλειές για να ζήσουν από αυτές, τους ενδιαφέρει πάρα πολύ το ταμείο, οι δημόσιες σχέσεις, το όνομα, αναλαμβάνουν πράγματα που θεωρητικά δεν θα αναλάμβαναν αν είχαν τη δυνατότητα.

Τα θεατρικά δίδυμα και οι ομάδες είναι το μέλλον του θεάτρου; Ή χρειάζεται και μια μεγάλη προσωπικότητα; Ένας νέος Κάρολος Κουν ας πούμε; Σ.Π.: Αν υπάρχουν άνθρωποι που έχουν να πουν κάτι, τότε δεν έχει τόση σημασία αν λειτουργούν σε ομάδα ή μόνοι τους. Το μέλλον είναι να εξαφανιστεί κάπως ο επαγγελματισμός. Χρειάζεται λίγο πείραμα, λίγος ερασιτεχνισμός. Έχουμε

Για το τέλος, θέλω τη γνώμη σας για ένα τεράστιο κλισέ: μπορεί η τέχνη να αλλάξει τον κόσμο; Λ.Α.: Λέει ένα φοβερό στίχο ο Όντεν, που έχει συζητηθεί πολύ: «poetry makes nothing happen» (σ.σ. «η ποίηση τίποτα δεν κάνει να συμβεί», μτφ.: Αντώνης Δεκαβάλλες, από το βιβλίο W.H. Auden, Ποιήματα, Kέδρος, 2002). Από την άλλη, όσοι καλλιτέχνες θεω-

ρούνται σήμερα πρωτοπόροι και σημαντικοί, όταν παρουσίασαν τα έργα τους, συνάντησαν την κατακραυγή. Τώρα δυστυχώς δεν υπάρχει ούτε αυτό. Καθένας όμως κάνει ό,τι μπορεί. Εμείς και έναν θεατή να κερδίσουμε, κάτι θα έχουμε καταφέρει. Σ.Π.: Αναζήτησε την απάντηση στην ιστορία της. Νομίζω ότι ούτε γι’ αστείο δεν μπορεί. Δεν είναι όμως τόσο απλό. Ας πούμε ο ιησούς, δοκίμασε τρία πράγματα. Έκανε μονόλογο και διάλογο, κάτι πολύ δημοκρατικό, με τρομερή ηρεμία. Έφερε το μύθο, έκανε θαύματα. Και έπειτα μπήκε στο ναό, όπου έπεσε ξύλο. Τίποτα δεν τον βοήθησε. Δοκίμασε τρεις μορφές «θεάτρου», ένα μυθοπλαστικό, ένα σύγχρονο, σαν μια ομάδα που λειτουργεί συλλογικά, έγινε και τρομοκράτης. Αλλά το κοινό του δεν το έπεισε. Το αν λοιπόν η τέχνη μπορεί να αλλάξει τον κόσμο, ίσως εξαρτάται και από το κοινό της. s

[28 IOYNIOY 2012] #30 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 49


νίκος Διαμαντής

μΕσ’ στο μουσΕιο μια μΕρα μπΗκα μΕ Φορα κι ΕΓω... tο απόσπασμα ενός από τα τραγούδια της Λιλιπούπολης, που μπήκε ως τίτλος, θα μπορούσε να περιγράφει το δρώμενο που επινόησε ο Nίκος Διαμαντής. Πώς θα μπορούσε, όμως, ένα θέατρο να μπει και να παρουσιαστεί μέσα στο Mουσείο; O σκηνοθέτης περιγράφει πώς μια τρελή ιδέα γίνεται πραγματικότητα. Από τη Χαρά Σακελλάρη Φωτογραφία: Βίκυ Γεωργοπούλου

Σ

το Νέο Μουσείο Μπενάκη θα δούμε ανθρώπους να πλένουν ρούχα και παιδιά να διαβάζουν παραμύθια, θ’ ακούσουμε πρόσωπα (όπως ο Σάββας Μιχαήλ και οι καθηγητές Πέπη ρηγοπούλου και Θόδωρος Γεωργίου) να μιλάνε για την πολιτική, τη δημοκρατία και την κοινωνικότητα, θα έχουμε έναν ιδιόρρυθμο ξεναγό κι ένα χάρτη για να μας καθοδηγούν, και θα έρθουμε σε επαφή με ζωντανά εκθέματα. Και όλα αυτά για τρεις ώρες. Μην μπερδευτείτε, όμως: δεν είναι ούτε περιοδική έκθεση του Μουσείου Μπενάκη, ούτε μια πρωτοποριακή ξενάγηση, ούτε κύκλοι μαθημάτων πολιτικής θεωρίας. Το Μουσείο ανθρώπινης συμπεριφοράς είναι μια θεατρική εγκατάσταση με ηθοποιούς, μία ανατροπή τόσο του χώρου του μουσείου όσο και του θεατρικού χώρου, «ένας τόπος αλληλέγγυος» όπου όλοι συμπράττουν, όπως επισημαίνει ο σκηνοθέτης Νίκος Διαμαντής. ιδρυτής του θεάτρου Σημείο, σκηνοθέτης, ηθοποιός και καθηγητής του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, ο Νίκος Διαμαντής μάς εξηγεί το γιατί και το πώς αυτού του «πειράματος», εκφράζει την αγάπη του για τα παντός είδους κείμενα και την αδυναμία του απέναντι στην κρίση, δηλώνει ότι δεν μπορεί ν’ απαντήσει αν είναι ευχαριστημένος με τη ζωή, και ψάχνει ριζοσπαστικούς τρόπους δράσης. Και τελικά μας δίνει όλο το ελεύθερο να πράξουμε, να φύγουμε, να γελάσουμε, ακόμα και να λιθοβολήσουμε...

Τι είναι το Μουσείο ανθρώπινης συμπεριφοράς; Είναι μια αναγκαιότητα να αναστοχαστούμε πάνω στο γιατί κάνουμε θέατρο

στη σημερινή εποχή, ποια είναι τα όρια του θεάτρου, ποια είναι η αναγκαιότητα της ίδιας της ύπαρξής μας ως καλλιτεχνών και πόσο περιττοί είμαστε μέσα σ’ αυτούς τους δύσκολους καιρούς. Ποια είναι τα πράγματα που μας αφορούν σήμερα και για ποιο λόγο αυτά τα πράγματα θέλουμε να τα μοιραστούμε με άλλους ανθρώπους. Και πού καταλήξατε; Η απάντηση ήταν πολύ απλή, ενώ βρίσκουμε σύνθετους τρόπους για να εκβιάσουμε απαντήσεις που θα πρέπει να είναι αρεστές ή να υπακούν σ’ ένα κοινό γούστο ή σε κάποιες έννοιες του μοντέρνου και της πρωτοπορίας. Πρέπει να μιλήσουμε με τον απλούστερο, αλλά και πιο δύσκολο τρόπο. Μέσα από μια πορεία διαρκούς αφαίρεσης θεματικών, θεατρικών τεχνοτροπιών, κατασταλάξαμε στην προσπάθεια να διατυπώσουμε το ερώτημα «τι είναι η ζωή;», τι είναι ο άνθρωπος, γιατί θέλουμε ν’ αλλάξουμε τον κόσμο και αν μπορούμε ν’ αλλάξουμε τον κόσμο. Χρησιμοποιήσαμε λοιπόν ένα τεράστιο υλικό από φιλοσοφικά και λογοτεχνικά κείμενα, από διηγήσεις που αφορούν τα γηρατειά, από συνεντεύξεις. Ένα ευρύ φάσμα λόγου και χειρονομιών δημιουργεί ένα παστίς, πάνω στο οποίο θα έρθει ο θεατής να χαρτογραφήσει, να περιδιαβεί και να δει όλο αυτό το συμβάν. Το παρακολουθεί για όσο χρόνο θέλει κατά τη διάρκεια των τριών ωρών της παράστασης. Έχει τη δυνατότητα να συμμετέχει και να δημιουργήσει ένα προσωπικό μουσείο, εντέλει. Διότι αυτό που θα πάρει μαζί του ο θεατής θα είναι μια προσωπική πορεία. Εμείς του δίνουμε απλά το υλικό. Εξηγήστε μας λίγο το πώς θα γίνει όλο αυτό στην πράξη. Πρακτικά, ο θεατής παίρνει ένα χάρτη,

50 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #30 [28 IOYNIOY 2012]

στον οποίο είναι τρισδιάστατα τοποθετημένα τα σημεία όπου λαμβάνουν χώρα όλα αυτά τα συμβάντα, έχει διαδρομές τις οποίες μπορεί να ακολουθήσει, έχει ανθρώπους που μπορούν να τον βοηθήσουν να φτάσει εκεί που θέλει, έχει ξεναγήσεις από έναν ειδικό ξεναγό ο οποίος μ’ ένα απολαυστικό και πάρα πολύ καίριο credo της ζωής –που περνάει μέσα από μία ιστορία βατραχιών–, μιλάει για όλο το φαινόμενο του κύκλου της ζωής. Από εκεί και πέρα, ο θεατής είναι ελεύθερος να σταθεί σε κάθε ζωντανό «έκθεμα», είναι ελεύθερος να καθίσει, να φύγει και να επανέλθει. Μπορεί ν’ ακούσει παραμύθια από ένα παιδί, μπορεί να πλύνει ρούχα, μπορεί ν’ αγκαλιάσει. Και σε ορισμένα απ’ αυτά είναι ελεύθερος να παρέμβει. Για παράδειγμα, αν θέλει, μπορεί να λιθοβολήσει έναν άνθρωπο. Ένας λιθοβολισμός; Το λέω προκλητικά. Ναι, υπάρχει ένας λιθοβολισμός. Αν θέλει ο θεατής, συμμετέχει σ’ αυτόν. Δεν θα πω περισσότερα. Χωρίς να μιλήσετε για το λιθοβολισμό καθεαυτόν, θα ήθελα να σας ρωτήσω αν βάζετε όρια στην αντίδραση του θεατή. Δηλαδή μέχρι πού είναι θεμιτή η εμπλοκή του; Αυτό το πείραμα χώρου-θεατρικών διαστάσεων, ορίου και σχέσης με το κοινό είναι ένα πράγμα που προσπαθούμε να το θίξουμε σε όλο το φάσμα της εμπλοκής κοινού και καλλιτέχνη. Δεν θέτω όρια στις αντιδράσεις και στην εμπλοκή του θεατή, εκτός από το χρονικό όριο των τριών ωρών. Θέτω μόνο τα ανθρώπινα όρια μέσα στα οποία μπορούμε να κινηθούμε εμείς. Δυνητικά, θα θέλαμε να καταργήσουμε και αυτό το όριο για να εξαπλωθεί αυτό το πράγμα σε πολύ μεγαλύτερο χρόνο, αλλά υπάρχουν

στιγμές που δεν θα μπορούσαμε να τις αγγίξουμε. Ίσως κάποια άλλη στιγμή θα μπορούσαμε να δούμε το ίδιο πράγμα, ακόμα πιο διευρυμένο, όπου θα έπαιζε το ρόλο της ακόμα και η εξάντληση, η έλλειψη ύπνου. Όλη αυτή η συμμετοχικότητα θα είχε ενδιαφέρον αν τη βλέπαμε να συμβαίνει επί μία ολόκληρη βδομάδα, χωρίς διαλείμματα, κατά την οποία θα λάμβαναν χώρα όλες οι ανθρώπινες λειτουργίες, όπως για παράδειγμα ο ύπνος. Αυτό θα οδηγούσε σε κάτι πολύ ακραίο και θα ξεπερνούσε κατά πολύ όχι μόνο τα όρια του θεάτρου, αλλά και τα όρια ενός κοινωνιολογικού πειράματος. Αυτό θα ήταν πάρα πολύ ακραίο και θα είχε τεράστιο ανθρωπολογικό ενδιαφέρον, γιατί θα ήταν μια συλλογική εμπειρία. Κάποια στιγμή θα το τολμήσουμε. Στο επόμενο Φεστιβάλ! Να ένα στοίχημα!

ΘEATPO


ΘεΑτρο, οΠΩΣ ΠοΛιτικη O σκηνοθέτης Nίκος Διαμαντής . Πιστεύει ότι, πρωτίστως, το θέατρο που κάνει είναι πολιτικό θέατρο. Eξ ορισμού, λέει, συμβαίνει αυτό, από τη φύση του θεάτρου, που θέτει ερωτήματα. «Ο τρόπος με τον οποίο διατυπώνεις ένα ερώτημα δεν είναι ποτέ αθώος. Διότι μ’ αυτόν τον τρόπο συμπλέκεται, συγκρούεται, συμβαδίζει, απομονώνεται, πέφτει και σηκώνεται μέσα σ’ όλο το φάσμα της πολιτικής ζωής».

Η καλλιτεχνική σας πορεία δείχνει ότι σας απασχολεί πολύ ο ρόλος του θεατή. Ο ρόλος του θεατή στο σύγχρονο θέατρο είναι ένα θέμα που μας απασχόλησε πολύ, από την ίδρυση του θεάτρου Σημείο. Γι’ αυτό και διαλέξαμε έναν μη συμβατικό χώρο, τον οποίο πάντα αλλάζουμε και μέσα στον οποίο πάντα παίζουμε με τα όρια του θεατή, με τις σχέσεις και τις αποστάσεις. Με τα χρόνια, όμως, προσωπικά καταστάλαξα σε μια φόρμα που είναι η απλούστερη δυνατή. Σε μια φόρμα που θα την ονόμαζα ένα «διαρκές θεατρικό close up», μέσω του οποίου βάζω τον θεατή σε άμεση επαφή με τον ηθοποιό, πάρα πολύ κοντά στον ηθοποιό. Τον βάζετε και σε δύσκολη θέση πολλές φορές. Δεν τον βάζω σε δύσκολη θέση. Τον βάζω σε μια θέση μοιράσματος, σε μια θέση από την οποία έχει τη δυνατότητα

ΘEATPO

να κινητοποιηθεί και μέσα από την οποία δημιουργείται μια σχέση σχεδόν εμπειρίας. Αλλά δεν τον βάζω εκβιαστικά. Νομίζω ότι αυτός ο τρόπος είναι ο πιο απλός και ο πιο άμεσος. Απλώς θέλει πολλή δουλειά από τον ηθοποιό και πολλή δουλειά στα κείμενα. Ευτυχώς, μ’ αυτόν τον τρόπο απαλλάχτηκα από τη σκηνογραφία, απαλλάχτηκα από τους φωτισμούς, απαλλάχτηκα από οτιδήποτε περιττό, γιατί όλη αυτή η σχέση περιέχει από μόνη της τη σκηνογραφία και τη ρευστότητα του θεατρικού τοπίου. Ανεβάζοντας τους θεατές πάνω στη σκηνή, απαλλάσσεσαι απ’ όλα τα περιττά στοιχεία τη συγκεκριμένη στιγμή της θεατρικής τέχνης. Αυτό που περιέχει μια μεγάλη ουτοπική απλότητα είναι η δυνατότητα να μιλήσεις για το θεατρικό φαινόμενο έχοντας τους θεατές δίπλα σου, μέσα στα όρια της θεατρικής πράξης. Είναι μια διαρκής συνομιλία, στην οποία παρουσιάζεις ερωτήματα αντί να δίνεις απαντήσεις.

Θα χαρακτηρίζατε τη δουλειά σας πολιτική μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο; Πιστεύω ακράδαντα ότι η δουλειά του καλλιτέχνη είναι πολιτική, πρώτον γιατί εκτίθεται δημόσια και δεύτερον γιατί προσπαθεί να διατυπώσει με όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ειλικρίνεια τα ερωτήματά του, άρα εξ ορισμού είναι πολιτική. Ο τρόπος με τον οποίο διατυπώνεις ένα ερώτημα δεν είναι ποτέ αθώος. Διότι μ’ αυτό τον τρόπο συμπλέκεται, συγκρούεται, συμβαδίζει, απομονώνεται, πέφτει και σηκώνεται μέσα σ’ όλο το φάσμα της πολιτικής ζωής. Σχέδια έχετε για το χειμώνα; Θα παρουσιάσουμε στο θέατρο Σημείο ένα έργο του Μπέργκμαν, το Μέσα από τον σπασμένο καθρέφτη, με βάση το οποίο θα συνομιλήσουμε με το κοινό πάνω στη φύση του ανθρώπου και του θεού. Πώς και γιατί ο άνθρωπος έχει ανάγκη το Θεό και ποιο θεό έχει τελικά ανάγκη. s

Info Θέατρο Σημείο - Νίκος Διαμαντής Μουσείο ανθρώπινης συμπεριφοράς Μια θεατρική εγκατάσταση με ηθοποιούς. Ο θεατής παίρνει ένα χάρτη, στον οποίο είναι τρισδιάστατα τοποθετημένα τα σημεία όπου λαμβάνουν χώρα όλα τα συμβάντα, έχει διαδρομές τις οποίες μπορεί να ακολουθήσει, έχει ανθρώπους που μπορούν να τον βοηθήσουν να φτάσει εκεί που θέλει και ξεναγήσεις από έναν ειδικό ξεναγό. Μουσείο Μπενάκη 5 Ιουλίου 12:00-15:00, 6-7 Ιουλίου 18:00-21:00 Είσοδος ελεύθερη

[28 IOYNIOY 2012] #30 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 51


Αγγελική Παπούλια, Γιώργος Βαλαής, Χρήστος Πασσαλής

HEy HO, lEt’s gO! Η ομάδα-κεραυνός blitz ξαναχτυπά, ξεχαρβαλώντας πλήρως τον θερβαντικό Δον Κιχώτη. Εκείνοι μπορεί πού και πού να τον βαριούνται. Εμείς χαιρόμαστε που κάποιος αποφάσισε να του αλλάξει τα φώτα. Από την Έλενα Χρηστοπούλου Φωτογραφία: Βίκυ Γεωργοπούλου

H

ομάδα blitz (ήτοι η Αγγελική Παπούλια, ο Γιώργος Βαλαής και ο Χρήστος Πασσαλής) δεν είναι ανατρεπτική επί τούτου. Οι τρεις τους δεν ξεκινούν να αναποδογυρίσουν, να αναιρέσουν και να καταρρίψουν, να μεταβάλουν ριζικά ή να ματαιώσουν ολοκληρωτικά. Κάνουν κάτι ακόμα καλύτερο: απλά μετατοπίζουν την οπτική τους γωνία μια ιδέα παραπέρα. Κι από ’κει προκύπτουν οι ωραίοι κόσμοι τους που κινούνται, όχι στο σύμπαν του φανταστικού απαραίτητα (αν και φλερτάρουν μ’ αυτό), αλλά του ευφάνταστου. Οι blitz τοποθετούν τον μοναχικό, ονειροπόλο ήρωα του Θερβάντες στο φόντο, πάνω σ’ έναν κυλιόμενο διάδρομο, να μονολογεί, ακόμα πιο μόνος, ενώ πρόσωπα που, είτε υπάρχουν είτε όχι στο βιβλίο, μιλούν γι’ αυτόν. Εκείνος προχωρά στο «στατικό road movie» του, χωρίς να καταλήγει πουθενά, ή να κατορθώνει τίποτα. Μετά τα πρόσφατα κι αναγνωρισμένα Cinemascope και Γαλαξίας (το δεύτερο παρουσιάστηκε στο F.I.N.D. 2012 της Σαουμπίνε), o πειραγμένος Δον Κιχώτης τους –το «πιο εικαστικό απ’ όλα μας τα έργα», όπως δηλώνουν– κινείται στα θολά όρια ανάμεσα στη μυθοπλασία και στο ντοκιμαντέρ, εκεί όπου η πραγματικότητα μπλέκεται με τον εφιάλτη και η 7η του Μπετόβεν γίνεται εργαλείο για θριλερικούς συνειρμούς. Συναντηθήκαμε με τους τρεις καλλιτέχνες μέσα στο αθηναϊκό λιοπύρι, σε μια τεράστια αποθήκη του παλιού αεροδρομίου όπου κάνουν τις πρόβες τους, και μιλήσαμε για τη σχέση έρωτα-ανίας που έχουν με τον ήρωά τους, την «πεσιμιστική αισιοδοξία» τους και την ανάγκη τους να μην παίρνουν τους εαυτούς τους στα σοβαρά.

Τι είναι αυτό που σας αρέσει στον Δον Κιχώτη; Χρήστος Πασσαλής: Περισσότερο μας αρέσει ότι δεν μπορούμε ν’ αποφασίσουμε κάποια πράγματα σε σχέση με τον ήρωα και το βιβλίο γενικά. Πρώτον,

αν πραγματικά μας αρέσει ή αν το βαριόμαστε αφόρητα! Δεύτερον, αν αυτός ο ήρωας είναι ασήμαντος ή σημαντικός. Γιώργος Βαλαής: Θετικός ή αρνητικός... Αγγελική Παπούλια: Αν συμφωνούμε ή διαφωνούμε μ’ αυτά που κάνει, ή αν αυτά που κάνει τα θεωρούμε κάποιες φορές γοητευτικά ή γελοία. υπάρχει μια αμφιθυμία, δηλαδή. Είναι και κουραστικό όμως αυτό. Καμιά φορά σκέφτομαι ότι ίσως θα ήταν καλύτερα να είχαμε διαλέξει κάτι που να μας άρεσε πιο ολοκληρωτικά. Θα ήταν πιο ευχάριστο! Κάθε μέρα έχεις και μια διαφορετική γνώμη, κι είναι περίεργο αυτό. Ο Δον Κιχώτης είναι ένα μεγάλο έργο. Τι έχετε κρατήσει από όλον αυτόν τον όγκο; Γ.Β.: Έχουμε κρατήσει τη μοναξιά του ήρωα, την παραισθητικότητα, τον ιδεαλισμό του. Έχουμε πετάξει όλες τις παρένθετες ιστορίες που υπάρχουν στο βιβλίο. Έχουμε κρατήσει τη βασική εικόνα ενός ανθρώπου, ο οποίος περπατά και μονολογεί για διάφορα πράγματα και πάνω σ’ αυτό μοντάρουμε εμείς είτε μαρτυρίες είτε εικόνες, οι οποίες δεν ξέρεις αν ανήκουν στο φαντασιακό του ήρωα ή αν εξηγούν τη δική μας την πραγματικότητα τώρα. Οπότε κρατήσαμε ουσιαστικά κάποιες έννοιες από το βιβλίο. Δεν πήραμε κάποια επεισόδια να τα αναπαραστήσουμε Χ.Π.: Το γράμμα προς τη Δουλτσινέα έχουμε κρατήσει μόνο από το αυθεντικό. Γενικά στο έργο σας ασχολείστε με την έννοια του τέλους, του τέλματος, της απώλειας, της καταστροφής. Γιατί; Γ.Β.: Γιατί αυτός είναι ο κόσμος στον οποίο ζούμε. Δεν ζούμε σ’ έναν κόσμο ανοικοδόμησης νοήματος, αλλά σ’ έναν κόσμο που το νόημα καταστρέφεται σιγά σιγά. Εγώ δεν βλέπω πουθενά φως γύρω μου, για να πω την αλήθεια. Χωρίς να με κάνει αυτό απαισιόδοξο. Αυτή η εποχή μας έτυχε. Χ.Π.: Συν ότι η έννοια του θανάτου είναι κομβικής σημασίας σε όλη την τέχνη.

52 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #30 [28 IOYNIOY 2012]

Είτε με αυτό θα ασχολείσαι είτε με τον έρωτα. Α.Π.: Το βρίσκουμε πολύ γοητευτικό! Είναι όντως γοητευτικό. Απλά δεν μπορώ να καταλάβω πώς γίνεται να μη βλέπεις φως και να μην είσαι απαισιόδοξος. Χ.Π.: Είμαστε πεσιμιστικά αισιόδοξοι! Γ.Β.: Δεν είμαι αφελής. Έχω υπάρξει και ευτυχισμένος και μέσα στην απώλεια. Η ευτυχία έχει περισσότερο να κάνει με την ισορροπία μεταξύ φωτός και σκοταδιού δικού σου, παρά με την κοινωνική συνθήκη γύρω σου. Φυσικά και επηρεάζεσαι… Οικοδομούνται όμως κι άλλα πράγματα. Το ότι τελειώνει κάτι, δεν σημαίνει κάτι απόλυτο. Γ.Β.: Ναι, εννοείται. Το τέλος μου είναι η αρχή μου. Χ.Π.: Το γκρέμισμα, η αποδόμηση αυτή όμως δεν έχει αρνητικό χαρακτήρα. Α.Π., Γ.Β.: (με μια φωνή) Ναι, κι εγώ αυτό ήθελα να πω! Χ.Π.: Εξαρτάται και τι γκρεμίζεις. Αν πρόκειται για κάτι σαν κι αυτό που ζούμε τώρα, δεν έχουμε κανένα λόγο να λυπόμαστε. Α.Π.: Δεν λυπόμαστε για όλη αυτή την καταστροφή, για όλον αυτόν το θάνατο. Εγώ βρίσκω κάτι πολύ ωραίο μέσα σ’ αυτό. Είναι θέμα του χαρακτήρα μου, των τριών χαρακτήρων μας; Δεν έχω καταλάβει. Μ’ αρέσει αυτό το σκοτάδι, νιώθω καλά μέσα σ’ αυτό. Ίσως είναι θέμα γούστου. Μπορεί να μιλάμε για σκοτεινά πράγματα, αλλά πρέπει να ειπωθεί πως το έργο σας έχει και πολύ χιούμορ. Γ.Β.: Ο καθένας από μας αυτοσαρκάζεται πολύ μπροστά στους άλλους δύο και το θεωρώ πολύ ωραίο που μεταξύ μας δεν παίρνουμε τους εαυτούς μας στα σοβαρά. Αν και πρέπει να πούμε ότι αυτή η παράσταση δεν έχει τόσο χιούμορ όσο οι προηγούμενες. Το χιούμορ επαναφέρει τα πράγματα στη βάση τους. Α.Π.: Κι είναι έτσι πιο πραγματικά. Το χιούμορ σε βοηθά να γειώνεσαι και να εί-

σαι σε καλύτερη επικοινωνία με την πραγματικότητα. Δεν λέμε ποτέ ότι θέλουμε να κάνουμε μια αστεία παράσταση. Το έχουμε ανάγκη. Χ.Π.: Είναι και συνθετικό το θέμα. Με το χιούμορ ο θεατής «ανοίγει», οπότε τον βοηθά να συλλάβει με άλλον τρόπο αυτό που βλέπει, κι όχι μόνο εγκεφαλικά. Συνήθως, οι παραστάσεις που είναι «λυπημένες» πάσχουν κι από ρητορεία, είναι κακότεχνες. Γ.Β.: Δεν μας αρέσει γενικά η σκυθρωπή πρωτοπορία μιας προηγούμενης γενιάς καλλιτεχνών! Είναι σοβαρά τα πράγματα, αλλά μπορούμε να γελάμε ταυτόχρονα. Χ.Π.: υπήρχε η τάση του όσο πιο σοβαρό είναι αυτό που θέλω να πω τόσο πιο βαρύ θα το κάνω. Α.Π.: Αν ήταν κάτι βαρύ σήμαινε πως είχε και βάθος. Που φυσικά δεν ισχύει κάτι τέτοιο.

ΘEATPO


H ομΑΔΑ BLITZ Γιώργος Βαλαής, Αγγελική Παπούλια, Χρήστος Πασσαλής. Aυτή τη φορά είπαν να αναμετρηθούν με το υποδειγματικότερο λογοτεχνικό αφήγημα της δυτικής νεωτερικότητας, τον Δον Kιχώτη. Tο έκαναν με τον τρόπο τους (ή, όπως θα έλεγε ο Xριστιανόπουλος, «σε πήρα να μ’ επισκευάσεις, μα εσύ με ξεχαρβάλωσες»).

Info Ομάδα blitz Δον Κιχώτης Οι blitz τοποθετούν τον μοναχικό, ονειροπόλο ήρωα του Θερβάντες στο φόντο, πάνω σ’ έναν κυλιόμενο διάδρομο, να μονολογεί, ακόμα πιο μόνος, ενώ πρόσωπα που, είτε υπάρχουν είτε όχι στο βιβλίο, μιλούν γι’ αυτόν. Εκείνος προχωρά στο «στατικό road movie» του, χωρίς να καταλήγει πουθενά, ή να κατορθώνει τίποτα. Στη διάρκεια της παράστασης, ακούγονται έντονοι πυροβολισμοί. Επίσης η παράσταση περιέχει ορισμένες βίαιες σκηνές. Πειραιώς 260, Κτίριο Δ 28-29 Ιουνίου, 21:00 Εισιτήρια: 25€, 20€ (μειωμένο), 15€ (Φοιτητικό, ΑΜΕΑ)

Αν δεν είχα δει ποτέ έργο σας και διάβαζα πρώτα μια συνέντευξή σας, θα περίμενα να δω κάτι πολύ διαφορε-

ΘEATPO

τικό. Όταν διαβάζει κανείς για σας, συνεντεύξεις ή κείμενα, προβάλλεστε κι εσείς ως εγκεφαλικοί, διανοητικοί, σοβαροί – τουλάχιστον σε μένα. Αλλά έχω δει το έργο σας και βγαίνει πολύ παιχνίδι, και συναίσθημα και χιούμορ. Γιατί πιστεύετε ότι συμβαίνει αυτό; Α.Π.: Η εικόνα μας προς τα έξω δηλαδή είναι σοβαρή; Γ.Β.: Δεν κάνουμε κινήσεις για ν’ αλλάξουμε την εικόνα μας. Προσπαθούμε απλά να ζούμε τις ζωές μας. Μας ενδιαφέρει βέβαια η κριτική αντιμετώπιση των πραγμάτων γύρω μας – αλλά εξίσου και η χαρά της ζωής. Ίσως μερικές φορές να παρα-απαντάμε σοβαρά, αλλά ίσως γιατί είναι μια συνθήκη που αφορά μόνο το κεφάλι σου εκείνη τη στιγμή. Χ.Π.: Πάντως δεν είμαστε σοβαροί, το εννοώ σοβαρά! Αυτό που λέει ο Ουάιλντ, ότι η σοβαρότητα είναι το τελευ-

ταίο καταφύγιο των ρηχών, είναι μια πραγματικότητα. Αν βγαίνει κάτι τέτοιο, τότε μάλλον είναι θέμα δικής μας διαχείρισης! Σοβαροί είναι οι πολιτικοί, και γι’ αυτό είναι αυτό που είναι. Κάθε φορά που διαβάζω το όνομα blitz, τραγουδάω μέσα μου το «Blitzkrieg bop» των Ramones. Εσάς, μετά από τόσα χρόνια, τι συνειρμός σας έρχεται σήμερα; Α.Π.: Η κούραση! Αυτός είναι ο αυτόματος συνειρμός μετά από τόσα χρόνια και τόσες προσπάθειες! Και μεγάλες επιτυχίες ταυτόχρονα! Γ.Β.: Και λεφτά με τη σέσουλα! Όπως έκανα μια έρευνα, βρήκα μια ιστοσελίδα που έγραφε «Έφυγε ο Γιώργος Βαλαής». Ήταν σ’ ένα μπλογκ από τη Ροδιανή του δήμου Κοζάνης. Στην αρχή θορυβήθηκα. Αλλά μετά

θυμήθηκα την ερώτηση που ήθελα να σας είχα κάνει αν είχαμε συναντηθεί για το προηγούμενο έργο σας, τον Γαλαξία: Πότε φαντάζεστε ότι θα πεθάνετε και τι θα σας λείψει τότε; Α.Π.: Εγώ νομίζω ότι θα πεθάνω από καρκίνο. Στους πνεύμονες (κοιτάζει με την άκρη του ματιού της το τσιγάρο στο χέρι της). Και θα μου λείψουν οι φίλοι μου. Χ.Π.: Ελπίζω να μου λείψει κάτι που δεν ξέρω τώρα, και να πεθάνω από λόγους που δεν μπορώ να φανταστώ. Κανείς δεν ξέρει. Γ.Β.: Εγώ νομίζω ότι θα με βρουν από τη μυρωδιά! «Αυτός ο Γιώργος, μέρες έχει να φανεί βρε παιδιά», θα πουν. Θα μου λείψει αυτή η ορμή που με πιάνει μερικές φορές εναντίον των πραγμάτων γύρω μου, εναντίον όσων με καταπιέζουν. Προσπαθώ να κάνω θετική αυτή την ορμή. Άλλες φορές κερδίζω, άλλες όχι. s

[28 IOYNIOY 2012] #30 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 53


Mιχαήλ Mαρμαρινός

στα ορια Eν αρχή ην το Senso του Bισκόντι. Ύστερα, ο Δημήτρης Δημητριάδης έγραψε μια παραλλαγή του. Στο τέλος, ήρθε ο Mιχαήλ Mαρμαρινός. Πήρε το κείμενο και, με βάση το δημιουργικό κίνητρο που του εμφύσησε, έστησε μια παράσταση για τον έρωτα ως ματωμένο ανταγωνισμό μέσα στο τοπίο μιας άλλης μάχης, που είναι η ελληνική κρίση. Mια ακόμα παράσταση καταδικασμένη να πετύχει κάνει πρεμιέρα... Από τη Βένα Γεωργακοπούλου Φωτογραφία: Βίκυ Γεωργοπούλου

AYTONOHTA ΠPAΓMATA O Mιχαήλ Mαρμαρινός είναι πάντα παρεμβατικός και δεν σκέφτεται να λειάνει τις απόψεις του για να μην ενοχλήσει. Yπερασπίζεται, λοιπόν, τα αυτονόητα. Tη σκληρή εργασία, την αντίθεση στο «διογκωμένο, άρρωστο κράτος», ουσιαστική συνιστώσα της κρίσης, το διάλογο στον αντίποδα κάθε μορφής βίας. Kαι περιγράφει με ευστοχία το λαϊκισμό που λέει ότι μετά βδελυγμίας απεχθάνεται.


Info Theseum Ensemble Μιχαήλ Μαρμαρινός Insenso / Όπερα Δημήτρη Δημητριάδη Μια ταινία-θρύλος του Βισκόντι (Senso) δίνει έναυσμα στον Δημήτρη Δημητριάδη για ένα κείμενο πάνω στα απύθμενα βάθη του έρωτα. Η ιστορία της Iταλίδας κόμισσας Λίβια Σερπιέρι και του Aυστριακού αξιωματικού εραστή της ξεκινά σαν ταξική και εθνική παρασπονδία, αλλά ολοκληρώνεται σπαραχτικά με ερωτική προδοσία και θάνατο. Ο Μιχαήλ Μαρμαρινός παραδίδει το έργο του Δημητριάδη σε 21 γυναικείες φωνές και καλεί τους θεατές σε μια μικρή βόλτα έξω από την Πειραιώς 260, όπου η παράσταση θα αρχίσει με το φως του ήλιου. Παίζουν: sandra garuglieri, Νάντια Μουρούζη, Μαρία Ναυπλιώτου, Ηλέκτρα Νικολούζου, Θεοδώρα Τζήμου, Τζένη Δριβάλα, ιωάννα Ασημακοπούλου, Αλεξάνδρα Αϊδίνη, Μαριλού Βόμβολου, Βιργινία Κατσούνα, Κατερίνα Κυβετού, ρεγγίνα Μανδηλάρη, Δάφνη Μανούσου, Εύη Μπλέσιου, Ελένη Πετάση, Ολγα Σπυράκη, Μαρία Σταύρακα, Δώρα Στυλιανέση, Σοφία Φίλωνος, Αναστασία Χατζάρα. Πιάνο: Ειρήνη Τινιακού. Ο Aυστριακός: Josef ruttger. Πειραιώς 260, Κτίριο Δ 7-9 Ιουλίου, 19:30 Εισιτήρια: 25€, 20€ (μειωμένο), 15€ (Φοιτητικό, ΑΜΕΑ) Λόγω της ιδιαιτερότητας του χώρου διεξαγωγής του α' μέρους της παράστασης, όσοι αντιμετωπίζουν κινητικές δυσκολίες παρακαλούνται να επικοινωνήσουν με τα εκδοτήρια για διευκρινίσεις σε σχέση με τη διαδρομή τους και τον τρόπο παρακολούθησης.


T

ο Senso του Βισκόντι ξαναζεί ένα ακόμα ελληνικό καλοκαίρι. Μακριά από τα θερινά σινεμά. Χάρη σε μια παράσταση στο Φεστιβάλ, στον Δημήτρη Δημητριάδη και στον Μιχαήλ Μαρμαρινό. Σπουδαία ταινία. Ποιος ξεχνάει την Αλίντα Βάλι και τον Φάρλεϊ Γκρέιντζερ, ένα ζευγάρι παράνομο και ανήκουστο; Αυτή, η ιταλίδα κόμισσα Λίβια Σερπιέρι. Αυτός, ο Αυστριακός αξιωματικός Φραντς Μάλερ. Η εποχή δεν σηκώνει το πάθος τους. Οι ιταλοί επαναστάτες το 1866 προσπαθούν να κερδίσουν τη Βενετία από τους Αυστριακούς κατακτητές. Κι όμως, η Λίβια προδίδει για χάρη του Μάλερ την πατρίδα της. Κι όταν αυτός την απαρνιέται και την ταπεινώνει, τον καταδίδει και τον οδηγεί στο εκτελεστικό απόσπασμα. Από τη νουβέλα του Καμίλο Μπόιτο (1883), που την ενέπνευσε, και την ίδια την ταινία του Βισκόντι (1954), ο Δημήτρης Δημητριάδης στο δικό του Insenso κράτησε τα βασικά: θέμα και ήρωες. ξεκινώντας όμως, όπως μας λέει ο Μιχαήλ Μαρμαρινός, «ακριβώς από το σημείο που τελειώνει, τόσο απότομα, το Senso. Από τους τίτλους του τέλους». Και, φυσικά, ο Θεσσαλονικιός συγγραφέας ενέταξε τη Λίβια Σερπιέρι στη δική του μυθολογία του πάθους και του έρωτα μ’ ένα μονόλογο, τον οποίο στην παράσταση στην Πειραιώς θα ερμηνεύσουν είκοσι μία γυναίκες. Ο σκηνοθέτης, που έκανε το Πεθαίνω σαν χώρα μια από τις μεγαλύτερες –και πιο ταξιδεμένες στο εξωτερικό– επιτυχίες του Φεστιβάλ, προσεγγίζει πάλι ένα έργο του Δημητριάδη με όρους θεάτρου και θεάματος, κάτι που φαίνεται και από τον τίτλο της παράστασης: Insenso/Όπερα. «Θα μπορούσα να πω ότι είναι μια άτυπη όπερα ή ένα αλλόκοτο ραδιοφωνικό ή μια κινηματογράφηση, στην οποία δεν βλέπουμε τις κάμερες», εξηγεί. υποβάλλει τους θεατές σε μια μίνι πορεία, αφού η παράστασή του αρχίζει έξω από την Πειραιώς 260, «σ’ ένα πολύ κοντινό, αλλά συναρπαστικό τοπίο, σαν ένα σκάμμα της μνήμης πάνω στο σώμα της πόλης». Και αλλάζει τον προσανατολισμό του χώρου Δ, μεταφέροντας τις κερκίδες. Κατά τ’ άλλα, μεγαλύτερη έγνοια του ήταν ο λόγος του Δημητριάδη. Γιατί, όπως λέει, «δεν περπατάμε πουθενά έξω από τη γλώσσα, τη μνήμη και την ιστορία. Κυρίως στο θέατρο. Αυτή καλείται να διατυπώσει την εικόνα, αλλά και τον κόσμο του άφατου». Μια παράσταση για τον έρωτα στην ταραγμένη κοινωνικά και πολιτικά εποχή μας. Πώς το σκεφτήκατε; Σκέφτηκα ότι αν το Πεθαίνω σαν χώρα

έφερε την κρίση, ανεβάζοντας το Insenso μπορεί να σωθούμε, να ερωτευθούμε όλοι! Η αλήθεια είναι ότι τα κείμενα μάς διαλέγουν, δεν τα διαλέγουμε εμείς. υπάρχουν κάποιες συναντήσεις που κρατάνε καλά το μυστικό τους. Από έναν συγγραφέα σαν τον Δημητριάδη δεν μπορείς, όμως, να περιμένεις ροζ ιστορίες για τον έρωτα. Ο έρωτας είναι ένα αιματηρό συμβάν. Το συγκεκριμένο κείμενο, επιπλέον –κι αυτό το κάνει ιδιαίτερα ερεθιστικό–, έχει να κάνει με τον έρωτα ως πεδίο μάχης μέσα σε πεδίο μάχης. Το Insenso αφορά ιδιαίτερα τις γυναίκες, αφού είναι ο μονόλογος της Λίβια Σερπιέρι; Δεν μου αρέσει η λέξη μονόλογος. Για μένα δεν υπάρχουν μονόλογοι στο θέατρο. υπάρχουν μόνο διάλογοι, απλώς δεν ακούγεται το άλλο πρόσωπο, που μπορεί να είναι το κοινό. Η σιωπή του άλλου με κάνει ν’ ανοίξω το στόμα μου. Αν δεν υπάρχουν δυο μέρη, δεν ξεκινά καν η εσωτερική σκέψη που θα αρθρωθεί προφορικά, δυνατά. Όσο για το αν το Insenso είναι γυναικεία υπόθεση, προτιμώ να το χαρακτηρίζω «γυναικείο». Δεν αφορά μόνο τις γυναίκες, αλλά είναι μέσα από τη φωνή μιας γυναίκας. Ο Δημήτρης Δημητριάδης λέει, πάντως, ότι ο έρωτας της κόμισσας για τον Αυστριακό αξιωματικό έχει κάτι από τα άκρα, στα οποία μόνο μια ομοφυλόφιλη σχέση μπορεί να φτάσει. Υπάρχει αυτή η ευρύτητα στην παράστασή σας; Ο έρωτας δεν έχει φύλο. Παρ’ όλα αυτά, νομίζω ότι θηλυκό στόμα μπορεί να διατυπώσει πιο εύκολα το θέμα του έρωτα όταν αυτός φτάνει στα όρια, γιατί η γυναίκα είναι πιο πανδέγμων, δέχεται τα πάντα. Αυτό που το έργο του Δημητριάδη διεκδικεί και διατυπώνει βρίσκεται πραγματικά στο κόκκινο. Είναι ο βαθύς πόνος του έρωτα, που μπορεί να σε στείλει στην ουτοπία του πάθους. Τότε που ό,τι σκεφτόμαστε και αισθανόμαστε μπορεί να συμβεί, τότε που το αίσθημά μας γίνεται τόσο δυνατό, που αρχίζει να συναντά την πίστη – όχι τη θεολογική, αλλά την πίστη ότι κάτι μπορεί να συμβεί. Χωρίς πίστη δεν υπάρχει κίνηση, ακόμα κι αν είναι πλασματική. Από κει που ανατέλλει η πίστη, καταργείται ο γραμμικός χρόνος. Η τέχνη συλλαμβάνει τις δυνατότητες του αοράτου, του μη εύκολα αισθητού. Το ότι δεν το βλέπουμε δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχει. Το Insenso, δηλαδή, σκάβει στην πραγματικότητα και μας δίνει την άλλη της δυνατότητα. Η ταινία του Βισκόντι είχε πρόσωπα, αφήγηση, ιστορία. Το κείμενο του Δη-

56 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #30 [28 IOYNIOY 2012]

μητριάδη είναι περισσότερο φιλοσοφικό, ποιητικό, αφαιρετικό; Οποιαδήποτε σκέψη φιλοσοφική δεν κάνει μπάνιο στην πραγματικότητα, δεν υφίσταται. Ο Δημητριάδης είναι διάπυρος όταν γράφει, γι’ αυτό και τα έργα του, κυρίως τα μη θεατρικά, σε στέλνουν σε τεράστια βάθη. Μπορούν να αρθρώσουν πράγματα και για μας, να καταλάβουμε κι εμείς στα σκοτάδια που ψάχνουμε. Γιατί τότε μόνο μας αφορά η τέχνη. Στο κομμάτι της καθολικότητάς της, στο κομμάτι του συλλογικού, εκεί που αναγνωρίζεσαι αυτομάτως σ’ αυτό που άκουσες ή είδες. Από πού αντλήσατε για να μετατρέψετε ένα λογοτεχνικό κείμενο σε ζωντανό θέατρο; Πόσο δύσκολο ήταν; Νομίζω ότι το θέατρο πάντα παράγει λογοτεχνία. Οφείλει να την παράγει. Μπορεί μια φράση πεταμένη στο χώμα αν τη σηκώσεις και τη βάλεις μέσα στη δραματουργία να είναι ποίηση, ενώ εκτός αυτής να είναι απλώς μια φράση πεταμένη στο χώμα. Αυτό είναι το ένα. Το δεύτερο συγκλονιστικό, που συμβαίνει ειδικά στον Δημητριάδη, και στο Πεθαίνω σαν χώρα και στο Insenso, είναι ότι ο ηθοποιός γίνεται σαν ένα σώμα πεταμένο στη γλώσσα. Ο τρόπος που επιβιώνει το ανθρώπινο σώμα πεταμένο βίαια μέσα στη γλώσσα είναι η υποκριτική αυτών των κειμένων. Από τη στιγμή που εμπλέκονται ζωντανά σώματα, ζωντανή αναπνοή, με ήχο ή χωρίς ήχο, είμαστε ήδη στην επικράτεια του θεάτρου. Από κει και πέρα το προχωράς. Πρέπει να διαρθρωθεί και μια γλώσσα οπτική, σωματική, συγκινητική και μπαίνει, φυσικά, και η συμμετοχή του θεατή, που εδώ είναι μεγάλη. Η μουσική του Δημήτρη Καμαρωτού παίζει τόσο μεγάλο ρόλο όσο υπονοεί η λέξη «όπερα» στον τίτλο; υπάρχει, βέβαια, τραγούδι. Αλλά η μουσική είναι ελάχιστη, το μίνιμουμ δυνατό. Ο λόγος, όμως, σε πάρα πολλές στιγμές έχει ταυτόχρονα και μουσική αξία, από την εσωτερική του δομή, από το αίσθημα του πράγματος. Με τον Δημήτρη όταν συνεργαζόμαστε είμαστε συνεχώς μαζί, ο ένας συμπληρώνει τον άλλο. Η μουσική αναφύεται, αναπηδά από τη διαδικασία της πρόβας. Για παράδειγμα, δεν πίστευα ποτέ ότι η λέξη «ναι» θα μπορούσε να έχει χαρακτήρα καθαρής μουσικής αντίστιξης και νότας. Το Φεστιβάλ μέσα σε τέτοια κρίση κρατάει γερά. Πώς το εξηγείτε; Η τέχνη είναι ο ορισμός αυτού που οι τεχνοκράτες ονομάζουν «ανάπτυξη». Μέσα στον απόλυτο ζόφο, κρατάει την ελπίδα ότι κάτι μπορεί ν’ αλλάξει όταν δουλεύεις. Γι’ αυτό και στις δύσκολες

στιγμές είναι καλό να είμαστε κοντά στην τέχνη – παίρνουμε κάτι απ’ αυτήν την ακτινοβολία της κίνησης προς κάπου. Και μην ξεχνάτε ότι, εκτός από το δίωρο μιας παράστασης, η τέχνη ταξιδεύει μέσα μας και εμφανίζεται σε στιγμές ανύποπτες. Η τέχνη είναι βραδυφλεγής, ένα μηχάνημα για να ξαναπαίρνουμε από την πραγματικότητα τα πιθανά της δώρα. Η γνώμη σας για την κρίση, για το πώς φτάσαμε εδώ, ποια είναι; Στην Ελλάδα μυθοποιήσαμε την έννοια του «δύσκολου», χωρίς στην πραγματικότητα να έχουμε δει ακόμα τίποτα. Πολλές φορές ονομάζουμε δυσκολία την απώλεια μιας ευμάρειας του λάθους. Και το λέω αυτό με κάθε σεβασμό σε όλους όσοι δοκιμάζονται σκληρά. Είναι η μεγάλη αδικία αυτού του άτυπου πολέμου: ότι την πληρώνουν και άνθρωποι που δεν θα ’πρεπε. Αλλά είχαμε φτάσει στη διαστροφή να θεωρούμε την εργασία ηλιθιότητα – είναι η μεγαλύτερη καταστροφή που συνέβη στη μεταπολιτευτική διαδρομή. Το διογκωμένο, άρρωστο κράτος κατάντησε να είναι το ιδανικό μας. Να χωθούμε στο Δημόσιο για ν’ αράξουμε. Από την άλλη, είχαμε γαλουχηθεί σε μια κατάργηση ορίων, σε κάθε επίπεδο. Η ανοχή στη βία, στην ανομία δεν είναι ελευθερία. Χρειαζόμαστε δομές για να υπάρξουμε ως άτομα κι ας επιδιώκουμε το μετασχηματισμό τους. Πρέπει να σεβόμαστε τη γνώμη του άλλου, κι ας προσπαθούμε να την αλλάξουμε. Είστε, δηλαδή, λίγο αισιόδοξος; Είμαι αισιόδοξος όταν σκέφτομαι τη θετική πλευρά της κρίσης. Με θυμάμαι, για παράδειγμα, να φεύγω από το Εθνικό και να μην μπορώ να περπατήσω γιατί όλα τα πεζοδρόμια ήταν γεμάτα Καγιέν. Με τι κριτήρια ψηφίσατε στις εκλογές; Δεν μου αρέσει να θεωρώ τον εαυτό μου θύμα μηχανορραφιών και συνωμοσιών. Δεν μου το επιτρέπει η προσωπική μου αξιοπρέπεια να συναινέσω σε τέτοιου είδους διατυπώσεις, απ’ όπου κι αν προέρχονται. Επίσης, θεωρώ τον εαυτό μου λίγο αριστοκράτη, δεν μου αρέσει ο λαϊκισμός. Και μην ταυτισθεί, παρακαλώ, η αριστοκρατία με ταξικά χαρακτηριστικά – δουλεύω 18 ώρες. Θεωρώ ότι κάθε άνθρωπος πρέπει να είναι αριστοκράτης, να του αρέσει το άριστον, να υποστηρίζει το άριστον, να προσπαθεί για το άριστον. Ο λαϊκισμός είναι κάτι από το οποίο έχουμε υποφέρει πολύ στην Ελλάδα. Με θίγει γιατί με καλεί να είμαι λίγο πιο βλάκας απ’ όσο είμαι. Και δεν το ανέχομαι. s

ΘEATPO


© Seven Films

ο προΦΗτικOσ και διΕισδυτικOσ δΗμHτρΗσ δΗμΗτριAδΗσ Από τον Παναγιώτη Θανασά

Σ

το πρώτο και, σύμφωνα με τους ειδικούς, πιθανότατα καλύτερο πεζογράφημα που δημοσίευσε το 1978, υπό τον τίτλο Πεθαίνω σαν χώρα, ο Δημήτρης Δημητριάδης επιχειρεί να συλλάβει και να περιγράψει στη γλώσσα της λογοτεχνίας τον τρόπο με τον οποίο όταν μια χώρα καταλύεται, παύει να υπάρχει. Την αφορμή της διήγησης σ’ αυτό το «κομμάτι αιμόφυρτου λόγου» (έτσι το χαρακτήρισε έγκαιρα ο Δημήτρης Μαρωνίτης) δίνει μια πολεμική σύρραξη, η οποία όμως απλώς καλείται να κλείσει μια υπόθεση που κρατούσε σε εκκρεμότητα έναν ολόκληρο λαό εξουθενωμένο απ’ την πλέξη της ίδιας του της ιστορίας κι ανίκανο πια ν’ αντισταθεί στα πιεστικά κελεύσματα μιας ενστικτώδους εγωπάθειας και μιας ανεξέλεγκτης αλλά συνειδητής περιφρόνησης προς καθετί που συνεργούσε στην επιβίωση του έθνους, πράγμα που έφτανε στα όρια της προμελετημένης πατριδοκτονίας και σήμαινε, ούτε λίγο ούτε πολύ, ότι η έννοια του έθνους είχε από τη στιγμή εκείνη κιόλας χαθεί οριστικά (Πεθαίνω σαν χώρα, εκδ. Άγρα, σ. 9-10).

Το κείμενο του Δημητριάδη είναι οραματικό, βάζοντάς μας στον πειρασμό να το χαρακτηρίσουμε ακόμη και προφητικό – όταν π.χ. περιγράφει

πως το αδιέξοδο της χώρας ήταν στις ψυχές των κατοίκων της ή πως η ψυχή των κατοίκων της δεν ήταν παρά το δικό της αδιέξοδο. Γιατί η μετάβαση από τον έναν ιστορικό κύκλο στον άλλον είχε εξαντλήσει και την τελευταία της περιστροφή... (Πεθαίνω σαν χώρα, σ. 18).

σε αυτά τα ερωτήματα καταφεύγοντας σ’ ένα πεδίο που μου είναι πιο οικείο: σ’ εκείνο της φιλοσοφίας. Το αδιέξοδο της χώρας του Δημητριάδη δεν είναι οικονομικό ή στρατιωτικό· δεν οφείλεται σε τεχνικές αβελτηρίες, σε έλλειψη φυσικών πόρων, σε ελλειμματικό ισοζύγιο εμπορικών συναλλαγών, αλλά εντοπίζεται στις «ψυχές των κατοίκων της». Η σχέση, ωστόσο, δεν είναι μονοσήμαντη: ο συγγραφέας δεν προσφεύγει στην απλοϊκή εκτίμηση ότι για την καταστροφική κατάσταση της χώρας ευθύνονται οι ατομικές ψυχές των κατοίκων, των πολιτών. Φαίνεται μάλιστα να κλίνει προς την αντίστροφη άποψη: οι ψυχές αυτές προσδιορίζονται καταλυτικά από το αδιέξοδο της χώρας – πολλώ μάλλον: είναι αυτό το αδιέξοδο! Η χώρα που πεθαίνει δεν συγκροτείται δευτερογενώς ως απλό άθροισμα ψυχών που προϋπάρχουν αυτόνομα, αλλά καθορίζει πρωτογενώς, και ίσως εξαντλητικά, τον χαρακτήρα των ατόμων. Γι’ αυτόν τον λόγο, δεν είναι εντέλει η χώρα που πεθαίνει, αλλά εσύ, εμείς, εγώ. «Έχω μέσα μου την μοίρα της... Πεθαίνω σαν χώρα...» – έτσι θα κλείσει ο συγκλονιστικός καταληκτικός μονόλογος του κειμένου του Δημητριάδη.

Σ’ αυτό ακριβώς το σημείο, το σημαντικό λογοτέχνημα του Δημητριάδη περιγράφει ερωτήματα, η απάντηση των οποίων φαίνεται να οδηγεί εκτός λογοτεχνίας. ή, σε κάθε περίπτωση, οδηγεί εμένα να αναζητήσω απάντηση

Απόσπασμα από ευρύτερη μελέτη του καθηγητή Παναγιώτη Θανασά που δημοσιεύθηκε στο περ. the Books’ Journal, #15. Αναδημοσιεύεται κατόπιν αδείας του συγγραφέα του.

τον λόγο του προέδρου της Δημοκρατίας [που] υπενθύμισε για μια ακόμα φορά την υποχρέωση του καθενός να παραμείνει πιστός στην παρακαταθήκη του παρελθόντος, και την εθνική ανάγκη να περισωθεί τουλάχιστον η αξιοπρέπεια της χώρας. Όσοι άκουσαν τον προεδρικό λόγο [...] ξεστόμισαν τις χειρότερες βρισιές και για τον πρόεδρο και για τον λόγο του και για την χώρα, παρακινώντας ακόμα και τα μικρά παιδιά να επαναλαμβάνουν ρυθμικά τα βρισίδια χτυπώντας όλοι μαζί παλαμάκια (Πεθαίνω σαν χώρα, σ. 1112). Η χώρα του Δημητριάδη πεθαίνει, κι όποιος παρακολουθεί αυτόν το θάνατο διαπιστώνει


Σύλβια Λιούλιου

«ο σολωμοσ βρισκΕι

διαρκωσ Ενα τοιχο» Ο Λάμπρος, είναι ένα ποίημα του Σολωμού ανολοκλήρωτο, σχεδόν αποσπασματικό. Η Σύλβια Λιούλιου αναμετριέται με τη σκοτεινιά του ποιητή, με την αγωνία του και, κυρίως, με τη γλώσσα του, την οποία επιχειρεί να μετατρέψει σε θεατρικό κείμενο. Όχι μόνο γιατί αυτό είναι το στοίχημά της, το στοίχημα της σκηνοθέτριας, αλλά και επειδή πιστεύει ότι σημασία έχει ο «λόγος» που κρύβεται πίσω από πολλά πράγματα. Πίσω από ένα τέτοιο ποίημα, για παράδειγμα. ή πίσω από την κρίση που ζούμε. Aπό τον Νικόλα Ζώη Φωτογραφία: Βίκυ Γεωργοπούλου

Γ

εννήθηκε το 1980. Έκανε θεωρητικές σπουδές στην Aθήνα και στο Λονδίνο, εργάστηκε ως βοηθός σκηνοθέτη πλάι σε ονόματα όπως η ρούλα Πατεράκη, η Έφη Θεοδώρου ή ο Jossi Wieler, έκανε γενικώς πολλές δουλειές. Δική της δουλειά πρωτοσκηνοθέτησε το 2009 και, λίγο αργότερα, με τονΠελεκάνο του Στρίντμπεργκ, έκανε το υπόγειο του Bios να ασφυκτιά. Στο πλάι της, στη νέα δουλειά της, έχει δυνατά ονόματα: τον Νίκο Παναγιωτόπουλο στη δραματουργία, τον Άγγελο Μέντη στην εικαστική σύλληψη, τη Λένα Πλάτωνος στη μουσική, την Ελευθερία Ντεκώ στους φωτισμούς... Ναι, αλλά ο “Λάμπρος”; Τι μας αφορά ένας «καταραμένος» ήρωας του Σολωμού; Ποιος ο λόγος να τον ξεσκονίσουμε και να αφηγηθούμε την ιστορία του; H Σύλβια Λιούλιου θυμήθηκε το συγκεκριμένο ποίημα στη δίνη της κρίσης. «Όταν άρχισα να σκέφτομαι αυτό που συνέβαινε στην Ελλάδα μέσα από έναν γνώμονα απελπισίας», εξηγεί, «προσπαθούσα να καταλάβω ποια είναι η θέση του θεάτρου μέσα στον κοινωνικό περίγυρο τη δεδομένη στιγμή. Και επειδή ο θεατρικός προβληματισμός μου ήταν πάντα γύρω από τη γλώσσα, άρχισα να σκέφτομαι ποια είναι η έννοια της ελληνικότητας σε αυτή, ποιες είναι οι απαρχές του νεοελληνικού πολιτισμού στην καταγραφή τους στο νεοελληνικό έργο. Έτσι έλαμψε μέσα μου ο Λάμπρος. Άρχισα να τον ξαναδιαβάζω, δεν καταλάβαινα όμως. Δεν καταλάβαινα τη γλώσσα. Και αυτό μου ερέθισε τη διάθεση να ξαναπλησιάσω το κείμενο».

Ποια είναι δηλαδή η σχέση της γλώσσας και αυτού που έβλεπες να συμβαίνει στη χώρα; Νομίζω ότι εδώ και κάποια χρόνια, αυτό που ζούμε είναι μία κρίση που έχει να κάνει με την ταυτότητά μας. Για να καταλά-

βει κανείς το τώρα, πρέπει να αναζητήσει την απαρχή του. Όταν αποφάσισα, λοιπόν, ότι γι’ αυτό θα κάνω το έργο και αποτάθηκα στον Νίκο Παναγιωτόπουλο να με βοηθήσει, εκείνος άρχισε να βάζει μπροστά μου διαρκώς την έννοια του ποιήματος ως «ερειπίου». Αυτή η αναλογία ενός ποιητικού ερειπίου, σε μια τέτοια αίσθηση για τον σύγχρονο πολιτισμό μας, μου φάνηκε η πιο συνταρακτική και η πιο αποκαλυπτική αλήθεια. Έχετε καταπιαστεί και στο παρελθόν με ποίηση. Ποιες είναι οι μεγαλύτερες δυσκολίες στη σύνδεσή της με το θέατρο; Η πρώτη μου απόπειρα με τον ποιητικό λόγο ήταν η Μετέωρη κυρία, στην ουσία ένας μονόλογος από 13 ποιήματα της Κικής Δημουλά, τον οποίο ερμήνευσε η ρούλα Πατεράκη. Διαπίστωσα ότι το πιο δύσκολο πράγμα είναι να συγκροτήσεις ένα χαρακτήρα έτσι όπως διαφαίνεται μέσα από τα ποιήματα. Προσπάθησα να δημιουργήσω μια ενδιάμεση περσόνα ανάμεσα στην ποιήτρια και την ερμηνεύτρια. υπάρχει ένα κοινό χαρακτηριστικό μ’ αυτό που κάνω τώρα: η αφαίρεση. Μπορείς να συνθέσεις πρόσωπα μέσα από τον ποιητικό λόγο μόνο διά της αφαιρέσεως. Όσο κι αν φιλοδοξείς να είσαι συγκεκριμένος, το πορτρέτο σου να είναι νατουραλιστικό, αποτυγχάνεις. Ίσως λοιπόν αυτή η προσέγγιση να είναι, πώς να το πω, ενδεχομένως αφαιρετική. Κυβιστική. Γιατί μόνο δύο ηθοποιοί; Προφανώς δεν είναι η οπτική αναπαράσταση ο κεντρικός άξονας της σκηνοθετικής σας προσέγγισης... Όχι, όχι, σε καμία περίπτωση. Πρώτα απ’ όλα πρέπει να καταλάβουμε πως ο λόγος ο σολωμικός έχει μια δυσκολία στην κατανόηση της γλώσσας. Πρέπει να ξεσκονίσεις πολύ τη συνειδητότητα σου για να

58 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #30 [28 IOYNIOY 2012]

την προσεγγίσεις. Δεύτερον, ο προσανατολισμός μου στο θέατρο είναι ο «λόγος». Το ξεκλείδωμά του. Ποιος είναι ο χαρακτήρας από πίσω του, ποια είναι η συναισθηματική διακύμανση, τι προδίδει ο ρυθμός. Αποφάσισα να έχω δύο ερμηνευτές, μια γυναίκα κι έναν άντρα, γιατί και στο ποίημα, ο πυρήνας της δραματουργίας που απασχολεί το Σολωμό έχει να κάνει με την έννοια του αρσενικού και του θηλυκού. Το πιο αναπτυγμένο μέρος μέσα στο ποίημα, ένα όνειρο-εφιάλτης, αναπτύσσεται τόσο για τον γυναικείο χαρακτήρα όσο και για τον αντρικό. υπάρχει το όνειρο της Μαρίας και το όραμα του Λάμπρου. Μολονότι στις εκδόσεις αυτά είναι απομακρυσμένα μέρη, ο ποιητής στο χειρόγραφό του τα αναπτύσσει παράλληλα. Θα κάνουμε λάθος αν δώσουμε βαρύτητα στις αποπλανήσεις, τους καταραμένους ήρωες, στις αιμομιξίες ή στις αυτοκτονίες που εμφανίζονται στο ποίημα, ως συστατικά που τραβούν το ενδιαφέρον του σύγχρονου θεατή; Αυτά που συζητάμε, έχουν να κάνουν με την έννοια του σφάλματος, της αστοχίας. Όντως ο Λάμπρος, στη σύλληψη του, είναι ένας ήρωας που κάνει λάθος. Και επειδή κάνει λάθος, άρα είναι τραγικός, μέλλεται και να τιμωρηθεί. Ο τρόπος με τον οποίο τιμωρείται, είναι διά της αιμομιξίας. Έπειτα, τα στοιχεία που περιγράφεις είναι στοιχεία του ρομαντισμού, είμαστε εμποτισμένοι με αυτά, μολονότι στο ποίημα –και σίγουρα στην ερμηνεία μου– θα έλεγα ότι κυρίαρχη αίσθηση είναι η αίσθηση του θανάτου. υπάρχει κάτι πάρα πολύ σκοτεινό, που για μένα είναι και ο μεγαλύτερος ελκτικός πόλος. Ακουμπάει στη δική μου αγωνία για το θάνατο και σχετίζεται με το ποιητικό αδιέξοδο του Σολωμού. Ο Σολωμός –φαίνεται από τον τρόπο που γράφει και αποτυπώνεται εξαιρετικά στα χειρόγραφά του– βρίσκει

διαρκώς έναν τοίχο. Διαρκώς προσπαθεί να δημιουργήσει και διαρκώς αποτυγχάνει. Εξηγούν τα παραπάνω και το ενδιαφέρον σας για τους στίχους που ο Σολωμός άφησε ανολοκλήρωτους και που δεν βρίσκονται σε πολλές εκδόσεις; ισχύει. Διαλέξαμε κάποιους στίχους, οι οποίοι δεν θεωρούνται προς έκδοση. Δεν ακουμπάνε στη σολωμική ποιητική αρτιότητα. Εντούτοις φέρουν ένα εξαιρετικό φορτίο της έννοιας του ημιτελούς, της αγωνίας του ποιητή, που γράφει και ξαναγράφει, βάζει ιταλικές λέξεις γιατί δεν βρίσκει εκείνη την ώρα το ελληνικό ανάλογο. Αυτή η αγωνία αποτυπώνεται σ’ αυτούς τους στίχους, γι’ αυτό τους έχουμε εντάξει στη δραματουργία. Αλλά και γιατί με τον τρόπο που τους έχουμε βάλει χειρουργικά μέσα στην έκδοση, προωθούν λίγο την κατανόηση της ιστορίας. Σαν να έχουμε ένα ψηφιδωτό το οποίο έχει υποστεί μεγάλη καταστροφή και εμείς, στην προσπάθειά μας να το συγκροτήσουμε ή να το καταλάβουμε καλύτερα, προσθέ-

ΘEATPO


ΘεμΑ τΑυτοτητΑΣ H Σύλβια Λιούλιου. H ενασχόλησή της με τον “Λάμπρο” προέκυψε ως ανάγκη αυτογνωσίας.

Info Σύλβια Λιούλιου Ο Λάμπρος, Ζακύνθου αρ. 12, Διονύσιος Σολωμός Ο Λάμπρος αποτελεί έναν αντιφατικό ήρωα: γενναίος πολεμιστής, αλλά και άπιστος σύντροφος, εφιαλτικός πατέρας. Απέκτησε τέσσερα παιδιά με τη Μαρία, χωρίς ποτέ να την παντρευτεί, τα οποία μάλιστα οδήγησε στο ορφανοτροφείο. Ο Λάμπρος ερωτεύεται μια νέα και αφού έχει απατήσει τη Μαρία, συνειδητοποιεί από ένα σημάδι στην παλάμη της ότι πρόκειται για κόρη του. Η συνέχεια είναι τραγική: η κόρη πνίγεται στη λίμνη, η Μαρία τρελαίνεται και πνίγεται κι αυτή, ενώ ο Λάμπρος συντετριμμένος από τις τύψεις, αυτοκτονεί. Πειραιώς 260, Κτίριο Ε 3-4 Ιουλίου, 21:00 Εισιτήρια: 20€, 15€ (μειωμένο), 10€ (Φοιτητικό, ΑΜΕΑ)

τουμε με μεγάλο σεβασμό, μερικές ακόμη ψηφίδες. Το επιτελείο των συνεργατών σας είναι αξιοζήλευτο. Είναι αυτό ταυτόχρονα και μια απόδειξη ότι η οικονομική δυσπραγία δεν αποθαρρύνει τη συνύπαρξη «μεγάλων», αξιόλογων ονομάτων; Νομίζω ότι οι άνθρωποι, όταν είναι σημαντικοί, είναι εξαιρετικά μακριά από την έννοια του χρήματος. Μου το αποδεικνύει η εμπειρία μου συνολικά στο θέατρο. Δεύτερον, έχουν, πώς να το πω, μια μεγαθυμία για τους νέους. Φυσικά τους προσέγγισα με την προσωπική μου ανασφάλεια, αλλά και με την ελπίδα ότι θα με στηρίξουν. Και αισθάνομαι πάρα πολύ τυχερή. Σε κάθε περίπτωση, υπάρχει ο Σολωμός. Μ’ αυτό το υλικό που είχα στα χέρια μου, έπρεπε να είμαι πολύ προσεκτική στους ανθρώπους που διάλεξα. Υπάρχει κάτι από την οικονομική συγκυρία της χώρας που θα μπορούσε να σας αποθαρρύνει από την ενασχό-

ΘEATPO

λησή σας με το θέατρο; Είναι μέρες που αναρωτιέται κανείς για το βιοπορισμό του. Είναι άλλες που σκέφτεσαι πως, ό,τι και να γίνει, εγώ θα συνεχίσω να προχωράω σ’ αυτόν τον δρόμο, δεν έχω άλλα περιθώρια. Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, είμαι στο θέατρο όλη την ενήλικη ζωή μου. Όμως καμιά του πτυχή δεν μπορεί να σου εξασφαλίσει μια «εύρωστη» ζωή. υπάρχει μια εξοικείωση με αυτό, όπως υπάρχει η σχέση με τους ανθρώπους που σε στηρίζουν. Αν βρισκόμουν βέβαια σε μια τεράστια ανάγκη, δεν ξέρω τι θα έκανα. Στο θέατρο έχετε δουλέψει σε αρκετές διαφορετικές θέσεις. Τι σας έδωσε αυτό στην εξέλιξή σας; Η δουλειά μου σε δύσκολες θέσεις του θεάτρου, με δυσκολότερη εκείνη της υπευθύνου παραγωγής στο Εθνικό Θέατρο, την εμπειρία της παραγωγής στην Επίδαυρο ή της περιοδείας, σαν να εξάσκησε έναν μυ τεράστιας αφοσίωσης, μεγάλης αυταπάρνησης, κατάργησης της προσωπικής ζωής και κυρίως πίστης σε

κάτι το οποίο είναι τελικώς ανώτερο. Πώς κανείς αποφασίζει να κάνει όλα αυτά, αν δεν πιστεύει σε κάτι πιο πάνω από τον εαυτό του; Δεν λέω ότι για να γίνεις σκηνοθέτης πρέπει να έχεις περάσει από το σκληρό δρόμο που πέρασα εγώ. Αλλά σίγουρα έχω μεγάλη κατανόηση του τι σημαίνει θεατρική παράσταση. Οι σπουδές σας είναι αξιόλογες αφενός, περισσότερο θεωρητικές αφετέρου. Ανάμεσα στη θεωρία και την πράξη του θεάτρου, τελικά ποια πιστεύετε ότι είναι σημαντικότερη; Οι θεωρητικές μου σπουδές μπορεί ενίοτε να γίνονται και εμπόδιο. Σίγουρα έχεις δυο δρόμους προκειμένου να καταλάβεις ένα κείμενο. Το δρόμο της κατανόησης και τον βιωματικό. Εγώ περνάω μέσα από την κατανόηση. Βαθαίνω πολύ στην ανάλυση και την προπαρασκευή, δημιουργώ ένα πεδίο έρευνας, προκειμένου να προσέλθω στην πρόβα. Το να είσαι όμως λατρευτικός στη θεωρία είναι εμπόδιο. Κάτι που έμαθα στη royal Academy of dramatic Art, είναι ότι από

τον ηθοποιό πρέπει να ζητάς κάτι συγκεκριμένο. Πρέπει να δώσεις μια πρακτική οδηγία και σ’ αυτό έχω αρχίσει να εξασκούμαι. Πολλές φορές, μπορεί η κατανόησή μου μια δεδομένη στιγμή της πρόβας να είναι πιο εξωτερική, μετά όμως δίνω μια εντολή στον εαυτό μου και λέω: «μετάφρασε τώρα αυτό που σκέφτεσαι σε μια πρακτική οδηγία». Είστε κάπως έτσι και στην καθημερινότητά σας, μ’ αυτή τη σχέση θεωρίας και πράξης για οδηγό; Όχι. Στη ζωή μου είμαι παρορμητική, εξαιρετικά παρορμητική. Και τρομερά ανυπόμονη. υπάρχει μεγάλη πειθαρχία την περίοδο που κάνω ένα έργο – ακόμα και μέσα στην πρόβα, με το να είμαι υπομονετική με τους ηθοποιούς, να μην πιέζω τα πράγματα παραπάνω από αυτό που αντέχει η πρόβα. Εκεί γίνεται μια μικρή πάλη μέσα μου. Και ποιος κερδίζει; Δεν ξέρω. Ελπίζω να κερδίσει η παράσταση. s

[28 IOYNIOY 2012] #30 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 59


STAR WARS

Τα άστρα & οι προτάσεις του δεκαπενθημέρου – 2 σε 1 Από τον Άγγελο Γκαγκάριν

To tip του ασ τρολόγου

Ποτέ κανείς δεν γνωρίζει τι απ’ όλα αυτά που λέει είναι αλήθεια.

Κριός

Καρκίνος

Ζυγός

Αιγόκερως

(21 Μαρτίου – 19 Απριλίου)

(22 ιουνίου – 22 ιουλίου)

(23 Σεπτεμβρίου – 23 Οκτωβρίου)

(22 Δεκεμβρίου – 19 ιανουαρίου)

Η εποχή σε προκαλεί σε αναθεώρηση και επανεξέταση: Ποιος είσαι, από πού ήρθες, πού πας και πού θα μπορούσες να είχες πάει; Κατά πόσο οι άνθρωποι που διάλεξες (ή σε διάλεξαν) αξίζει να συνεχίσουν να βρίσκονται στη ζωή σου; Τα σκληρά ερωτήματα πολλές φορές μας οδηγούν σε σκληρές αποφάσεις για τις οποίες δεν έχουμε προετοιμάσει κανέναν, ούτε καν τον ίδιο μας τον εαυτό. Λάβε υπόψη σου ότι οι τωρινές σου πράξεις θα έχουν μεγάλο αντίκτυπο στα χρόνια που έρχονται, γι’ αυτό προσπάθησε να κάνεις όσες περισσότερες προσομοιώσεις μπορείς. Για παράδειγμα, αν σκέφτεσαι να βγάλεις έναν άνθρωπο από τη ζωή σου, πριν προχωρήσεις δοκίμασε να τον απομακρύνεις για ένα ικανό διάστημα για να δεις πώς αισθάνεσαι. Σου βάζω δύσκολα; Θέατρο: Oμάδα Blitz, Δον Kιχώτης 28-29 ιουνίου, Πειραιώς 260, Κτίριο Δ

Δεν βαρέθηκες να παίζεις τη μαμά του λόχου; Δεν κουράστηκες να είσαι το αποκούμπι, ο καλύτερος ώμος για να κλάψει κανείς, το πιο πρόθυμο αφτί για τα παράπονα όλων; Τα δικά σου τα δράματα πού θα παιχθούν; Ποιος θα τα ακούσει; Ποιος θα σε παρηγορήσει; Καρκίνε, η επανάστασή σου αρχίζει μέσα στο ίδιο σου το σπίτι και τα θύματα θα είναι οι πιο κοντινοί σου άνθρωποι, η ίδια σου η οικογένεια. Απαιτείς να πάρεις πίσω ακριβώς όσα δίνεις με το γουρλωμένο μάτι του καρατσιφούτη που δεν αντέχει να χάσει ούτε γραμμάριο από όσα του αναλογούν. Όπως κάθε υπερβολή, έτσι και αυτή μπορεί να σε οδηγήσει στο να αδικήσεις εκείνους που τελικά δεν φταίνε για το ότι έχεις φτάσει σε αυτή την κατάσταση. Σε νοιάζει; Χορός: Ομάδα Χορού ΖΗΤΑ - Ίρις Καραγιάν, Μητέρες 7-8 ιουλίου, Πειραιώς 260, Κτίριο Ε

Η εποχή σε βρίσκει σε κατάσταση αναβρασμού. Ανησυχείς για το ποιοι είμαστε και πού πάμε. Για το ποιο το μέλλον της κοινωνίας, της ανθρωπότητας και του πλανήτη μη σου πω! Ο παραδοσιακά διπλωμάτης ζυγός μετατρέπεται σ’ έναν άνθρωπο που δεν διστάζει να συγκρουστεί ανοιχτά για τις ιδέες του, με τρόπο που ακόμα κι ένας υδροχόος θα σε παραδεχτεί για την τρέλα σου (ή θ’ αναρωτηθεί μήπως έχεις κάνει κρυφά εγχείρηση αλλαγής ζωδίου!). Δεν θα σε αποτρέψω από τέτοιες συμπεριφορές (ποιος είμαι εγώ, άλλωστε;) – ζήσε το και δώσε του να καταλάβει. Τι κατάλαβες άλλωστε, που τόσο καιρό σκεφτόσουν και ανέλυες τόσο διεξοδικά τις συνέπειες των πράξεών σου; Θέατρο: Σάκης Παπακωνσταντίνου, La Commune Grecque 9-10 ιουλίου, Πειραιώς 260, Γκαράζ Η

Αν έχεις αρχίσει να ξεχνάς ή να μπερδεύεις να λόγια σου, μην αρχίσεις ν’ ανησυχείς για πρόωρη εμφάνιση άνοιας. Το άγχος είναι αυτό που σε κάνει να παραμιλάς και να ξεχνάς τις λέξεις. Προσπάθησε να ηρεμήσεις και να βάλεις τα πράγματα σε μια σειρά. Επίσης, προσπάθησε ν’ αφήσεις για λίγο στην άκρη την τελειομανία σου, γιατί στη συγκεκριμένη φάση λειτουργεί απολύτως αυτοκαταστροφικά. Ασχολήσου με τον εαυτό σου, με το σώμα σου και την εμφάνισή σου. Βγες και διασκέδασε, ξεκίνα περπάτημα, γυμναστήριο, ποδήλατο, ό,τι νομίζεις ότι σε ευχαριστεί και σε απομακρύνει από το στρες. Μια ζωή την έχουμε, λέμε... Μουσική: Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, Έργα Καλομοίρη, Προκόφιεφ, Τσαϊκόφσκι 28 ιουνίου, ωδείο Ηρώδου Αττικού

Ταύρος (20 Απριλίου – 20 Μαΐου)

Σου ’χω ευχάριστα. Ένα πρόβλημα να το πω; Αγκάθι να το πω; Μπελά να το πω; Όπως θες πες το, πάντως θα εξαφανιστεί από τη ζωή σου. Πώς ακριβώς; Όχι πάντως με δική σου πρωτοβουλία. Ένα πρόσωπο του περιβάλλοντός σου αναλαμβάνει να κάνει τη βρωμοδουλειά, κι έτσι, χωρίς κόπο, θα βρεθείς με αναβαθμισμένη ποιότητα ζωής εκεί που δεν το περιμένεις. Μέσα, λοιπόν, στη γενικότερη απαισιοδοξία που σε διακρίνει στα επαγγελματικά σου, εκείνη η κρυμμένη σπίθα που κρύβεις μέσα σου (ναι ντε, το τρελό σου όνειρο ότι θα γίνεις τελικά μεγιστάνας) ξαναζωντανεύει με κάποια απρόσμενα έσοδα που θα φουσκώσουν τη ζαρωμένη τσέπη σου. Ε, μετά από όλα αυτά, πού νομίζεις ότι θα σε έστελνα; Χορός: Αλέν Μπιφάρ, Tout va bien 29-30 ιουνίου, Πειραιώς 260, Κτίριο Η

Δίδυμοι (21 Μαΐου – 21 ιουνίου)

Μπλεξίματα... Αυτά που ήξερες να τα ξεχάσεις ή καλύτερα αυτούς που ήξερες να τους ξεχάσεις... Άνθρωποι για τους οποίους θα έβαζες ακόμα και το χέρι σου στη φωτιά αποδεικνύεται ότι έχουν ένα ακόμα πρόσωπο που δεν θα σου αρέσει καθόλου... Τα μυστικά και τα ψέματα αποκαλύπτονται και οι λάθος εκτιμήσεις καταρρέουν... Κοσμογονικές αλλαγές σου λέω, και γι’ αυτό, το καλό που σου θέλω, να είσαι προετοιμασμένος και να χρησιμοποιήσεις την καλή διδυμίστικη τρέλα σου και τη χαρά της ζωής που σε κάνει να επιβιώνεις ακόμα και στα πιο δύσκολα. Μπορείς να ζήσεις χωρίς ψεύτες και χωρίς κόλακες. ή μήπως όχι; Μουσική: Καμεράτα – Ορχήστρα των Φίλων της Μουσικής, Θεόφραστου Σακελλαρίδη, Ο βαφτιστικός 3-4 ιουλίου, Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Αίθουσα «Αλεξάνδρα Τριάντη»

Λέων

Σκορπιός

(23 ιουλίου – 22 Αυγούστου)

(24 Οκτωβρίου – 21 Νοεμβρίου)

Είναι στιγμές που οι υποχρεώσεις είναι τόσο σφιχτές, που τις αισθανόμαστε πιο σφιχτές κι από θηλιά στο λαιμό. Κάπως έτσι θα περιέγραφα την κατάστασή σου αυτόν τον καιρό. Τα οικονομικά θέματα σου προκαλούν εκνευρισμό και κλέβουν ένα μεγάλο κομμάτι της δημιουργικής σκέψης σου. Και είναι κρίμα γιατί η εποχή απαιτεί να αξιοποιήσεις δημιουργικά την ευφυΐα σου. Η μόνη λύση στην περίπτωσή σου είναι το συναίσθημα. Μόνο αυτό μπορεί να σε γλιτώσει από τις αγκυλώσεις που σου προκαλούν οι ευθύνες. Νιώσε το, φώναξέ το. Στον σύντροφό σου, στη μάνα σου, στο κατοικίδιό σου, στα λουλούδια σου. Άσε την κραυγή των συναισθημάτων να καλύψει τον ήχο εισπρακτικής μηχανής... Μουσική: Neuköllner Oper – Οι όπερες των ζητιάνων, Yasou Aida! 29-30 ιουνίου - 1 ιουλίου, Ίδρυμα Μ. Κακογιάννης

Σε πείσμα όλων εκείνων που προσπαθούσαν να σε αποθαρρύνουν δένοντας τα φτερά σου με τα βαρίδια του ρεαλισμού, εσύ κατάφερες να πετάξεις. Το πρώτο βήμα έχει γίνει αλλά πολλά απομένουν ακόμα ν’ ακολουθήσουν κι αυτό εσύ το ξέρεις καλύτερα απ’ όλους μας. Η μεταμόρφωση στην οποία υπέβαλες τον εαυτό σου τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να έχει χειροπιαστές συνέπειες σε όλα τα επίπεδα της ζωής σου. Περισσότερο από κάθε τι άλλο, θα αποδειχθεί καθοριστικής σημασίας η ικανότητα που έχεις αποκτήσει να απομακρύνεις όσους σε πλησιάζουν για να ικανοποιήσουν τα δικά τους μικροσυμφέροντα. Τα επαγγελματικά είναι ο πρώτος τομέας που επωφελείται από τη νέα τάξη πραγμάτων. Χορός: Σάσα Βαλτς, Continu 11 ιουλίου, ωδείο Ηρώδου Αττικού

Παρθένος

(22 Νοεμβρίου – 21 Δεκεμβρίου)

(23 Αυγούστου – 22 Σεπτεμβρίου)

Είναι σίγουρο ότι μια συγκεκριμένη κατάσταση που παραμένει εδώ και πάρα πολύ καιρό στάσιμη σ’ έχει κουράσει. Οι όποιες προσπάθειες έχεις καταβάλει εσύ ο ίδιος για να αναστρέψεις το κλίμα έχουν πέσει στο κενό κι ο εκνευρισμός σου μεγαλώνει μέρα με τη μέρα. ωστόσο, αυτός δεν είναι λόγος για να παγώσεις τις σχέσεις σου με ανθρώπους, η φιλία των οποίων έχει δοκιμαστεί στο πέρασμα του χρόνου και έχουν περάσει τις εξετάσεις τους. Ούτως ή άλλως δεν έχεις περιθώρια για άλλες απώλειες, αφού ένα πολύ δικό σου πρόσωπο, αναγκαστικά, απομακρύνεται από τη ζωή σου. Το να αφιερωθείς σε μια συνήθεια που αγαπάς θα ήταν πολύ θεραπευτικό και θα κάλυπτε αρκετά από τα κενά σου... Θέατρο: Σοφοκλή, Οιδίπους Τύραννος 6-7 ιουλίου, Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου

60 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #30 [28 IOYNIOY 2012]

Τοξότης Πολύ σύντομα θα γίνεις μάρτυρας μιας σύγκρουσης που θα εκδηλωθεί ανάμεσα σε δικούς σου ανθρώπους, πρόσωπα που αγαπάς, με αποτέλεσμα να βρεθείς σε πολύ δύσκολη θέση. Όπως συμβαίνει τις περισσότερες φορές σε τέτοιου είδους «οικογενειακές» διαμάχες, ο καθένας έχει το δίκιο του (ή το συμφέρον του), γι’ αυτό και θα δυσκολευτείς πολύ να παίξεις αποτελεσματικά το ρόλο του πυροσβέστη. Στα οικονομικά σου, άκουσέ με, βάζε και τίποτα στην άκρη για ώρα ανάγκης – που θα έρθει, είναι σίγουρο. Μην κουνάς το κεφάλι σου υποτιμητικά, δεν εννοώ να αποταμιεύσεις κανένα φοβερό ποσό. ξεκίνα με κάτι συμβολικό για να μάθεις πρώτα πού βρίσκεται η τρύπα του κουμπαρά και μετά βλέπουμε... Θέατρο: Theseum Ensemble Μιχαήλ Μαρμαρινός, Δημήτρη Δημητριάδη, Insenso / Όπερα 7-9 ιουλίου, Πειραιώς 260, Κτίριο Δ

Υδροχόος (20 ιανουαρίου – 18 Φεβρουαρίου)

Κλείνεις τ’ αφτιά σου. Δεν αντέχεις πια τις ασυναρτησίες και τους παραλογισμούς του κόσμου, την ακατάσχετη φλυαρία. Τέλος. You’ve had enough! Η απόλυτη άρνηση είναι η βασίλισσα της καρδιάς σου και πλέον έχεις φύγει πολύ μακριά, ακόμα και από πολύ δικούς σου ανθρώπους. Μια καλή ιδέα θα ήταν να φύγεις και κυριολεκτικά. Ένα ταξίδι μακριά απ όλους και όλα, θα ήταν μια πρώτης τάξης ευκαιρία να μηδενίσεις το κοντέρ, και επιπλέον να έχεις την ευκαιρία να δουν τα μάτια σου νέους τόπους και νέους ανθρώπους. ήρθε πια η στιγμή να λυπηθείς τον εαυτό σου, να του δώσεις μια ευκαιρία να πάρει ανάσα. Θέατρο: Ευριπίδης Λασκαρίδης, Ώσμωση 5-6 ιουλίου, Πειραιώς 260, Κτίριο Η

Ιχθύες (19 Φεβρουαρίου – 20 Μαρτίου)

Ετοιμάσου να δεις κάτι που δεν θα σου αρέσει καθόλου, μα καθόλου. Μια μικρή δολιοφθορά θα σου καταβαραθρώσει αρχικά τη διάθεση και στη συνέχεια θα σε κάνει έξαλλο. Αν ζητήσεις εκδίκηση ή δικαίωση, φρόντισε να εξασφαλίσεις τα νώτα σου ώστε να μη βρεθείς για μια ακόμα φορά εσύ ο ζημιωμένος. Συναισθηματικά εξασκείσαι στην γεωμετρία και ειδικότερα στα τρίγωνα. Ακόμα δεν κουράστηκες από αυτού τους είδους τις δύσκολες ασκήσεις; Τι περιμένεις πια, να πάρεις και το νόμπελ μαθηματικών για να καταλάβεις ότι σε τέτοιου είδους μπλεξίματα δεν κερδίζει ποτέ ο πιο συναισθηματικός, αλλά ο πιο κυνικός; Μουσική: Αφιέρωμα στη Δόμνα Σαμίου, Έχε γεια, πάντα γεια 8 ιουλίου, ωδείο Ηρώδου Αττικού

ζΩΩΔιΑ


JUICY LIU

Στον υπέροχο κόσμο του Eλληνικού Φεστιβάλ

Και ξαφνικά, μετά την Επιστροφή του Οδυσσέα από τη Σαουμπίνε, κατάφερα να αρθρώσω επιτέλους με λέξεις μια μεγάλη μου απορία χρόνων. Πώς είναι δυνατόν ένα κράτος, που επιβάλλει σε όλη την Ευρώπη δημοσιονομική πειθαρχία και όρια, να εξάγει το πιο ξεσαλωμένο θέατρο; Μια ερμηνεία έχω. Ότι οι καθωσπρέπει, καλλιεργημένοι Γερμανοί αστοί –έχω ιδίαν αντίληψη– που χειροκροτούν τέτοιες ασυμμάζευτες, συχνά πλακατζίδικες ερμηνείες κλασικών κειμένων, βγάζουν το άχτι τους πριν πάνε να ψηφίσουν Μέρκελ. Κατά τα άλλα, ο Τόμας Οστερμάγερ μπροστά στον Ντάβιντ Μάρτον μού φάνηκε σαν συντηρητικό παιδάκι. Μήπως, όμως, οι Bερολινέζοι καλλιτέχνες έφτασαν πια μπροστά σ’ έναν τοίχο έμπνευσης και προσπαθούν να τον γκρεμίσουν χωρίς να έχουν κάτι ουσιαστικό και καινούργιο να πουν; Οι Γερμανοί είναι κολλητοί μας στο Φεστιβάλ. Τους χρωστάμε πολλά. Τι έκαναν, όμως, τη μέρα που ο Σαμαράς (ο Γιώργος) έλυνε στο Γκντανσκ τις διαφορές μας με την Μέρκελ; Ο Τομπίας Βάιτ, καλλιτεχνικός executive producer της Σαουμπίνε, κάπου βρήκε να δει με την ησυχία του τον αγώνα. Την καλύτερη, όμως, ποδοσφαιρική αναφορά από τρόφιμο του Φεστιβάλ την άκουσα από τα χείλη του Διονύση Φωτόπουλου! Ούτε που το περίμενα, εκτός κι αν με δούλευε. Το συνηθίζει. Μου περιέγραψε με άκρα ποιητικότητα το πέναλτι του μικρόσωμου Σαλπιγγίδη, που τίναξε τα δίχτυα του χρυσοπληρωμένου ψηλολέκεκα Μάνουελ Νόιερ. Εγώ δυστυχώς εκείνη την ώρα, τσαντισμένη, είχα γυρίσει την τηλεόρασή μου στο Nόμος και τάξη. Περιμένω να δω τον νέο άρχοντα του Πολιτισμού Κωνσταντίνο Τζαβάρα στους χώρους της Πειραιώς, στο Ηρώδειο ή στην Επίδαυρο. Εντάξει, το υπουργείο μας συγχωνεύτηκε με το Παιδείας, σαν να ήταν καμιά προβληματική υπηρεσία του Δημοσίου. Η χρησιμότητά του, όμως, ειδικά αυτή την εποχή, είναι ανυπολόγιστη. Μέσα κι έξω από τη χώρα. Λίγο κέφι να έχει ο πρώην τομεάρχης Δικαιοσύνης της Νέας Δημοκρατίας και θα ανακαλύψει στο νέο του πόστο έναν κόσμο μαγικό. Του το εγγυώμαι. Να ξεκολλήσει δε θα θέλει!

ΣΧοΛιΑ

NICE SPARTA Oι 300 του Λεωνίδα στην εξέδρα του Φεστιβάλ στη Πολωνία.

Ο Νίκος Καραθάνος βάλθηκε τα τελευταία χρόνια να γίνει ο darling των ελλήνων θεατρόφιλων. Από πού να πρωταρχίσω χωρίς να κάνω τη σειρά των σπουδαίων ερμηνειών του μαντάρα; Μαλβόλιο, Σιρανό ντε Μπερζεράκ, Ηρακλής Μαινόμενος, Κουτρούλης. Τώρα και Αθανάσιος Διάκος στο έργο της Λένας Κιτσοπούλου, που εξάπτει τη φαντασία μας παίζοντας με τα εθνικά σύμβολα στην κόψη του ξυραφιού. Δεν ξέρω, αλλά τόσο αυτή η παράσταση όσο και η άλλη του Καλαβριανού (Γιοι και κόρες) μου θύμισαν μετά από πολλά χρόνια το λατρεμένο μου «Ελεύθερο Θέατρο» με την Γκόλφω του και το Τραμ το τελευταίο. Μπορεί και να φταίει και η πολιτική ατμόσφαιρα, που μυρίζει μεταπολίτευση, τέλος εποχής. Τι ήθελε και έλεγε εδώ στο εφ ο Λιθουανός σκηνοθέτης Τσέζαρις Γκραουζίνις, που έχει ζήσει σε Βίλνιους και σε Μόσχα, ότι εμείς οι Έλληνες δεν έχουμε ιδέα τι θα πει πραγματική φτώχεια και δυσκολίες; Η τσάντα του, αφημένη ανέμελα δίπλα του, γεμάτη πολύτιμες σημειώσεις και προσωπικά αντικείμενα, έκανε φτερά. Να έστελνε, τουλάχιστον, και τον κλέφτη στην Επίδαυρο, να δει τον Οιδίποδα Τύραννό του, καλά θα ήταν.

[28 IOYNIOY 2012] #30 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY 61


η ΠοΛη ζει

EXIt

Ξέρουν, έμαθαν πού να μαζεύονται οι Αθηναίοι για να μην τους πάρει εντελώς από κάτω. Σε γειτονιές, σε πλατείες, σε χώρους όπως η Πειραιώς 260, απ’ όπου η φωτογραφία.

© Bασίλης Mαθιουδάκης

Από τη Βένα Γεωργακοπούλου

Η ζωΗ Ειναι στισ ΓΕιτονιΕσ

T

ο λεωφορείο που συνδέει τη γειτονιά μου με το μετρό και άρα την υπόλοιπη Αθήνα, είναι της πολυτελείας. Το τελευταίο περνάει από τη Λεωφόρο Αλεξάνδρας εκεί γύρω στις 11 και κάτι, δεν βάζω και το χέρι μου στη φωτιά, μια φορά το ‘βαλα και παραλίγο να γυρίσω σπίτι με τα πόδια. Και μετά πάπαλα. Κοινώς ταξί, εν μέσω κρίσης. Σφίγγεται το στομάχι σου, αλλά το ευχαριστιέσαι. Καταρχήν οι ταξιτζήδες όλοι μεταμορφώθηκαν σε Eγγλέζους μπάτλερ. Στενοχωριέμαι που η έλλειψη πελατών τούς έχει αλαλιάσει, αλλά το εκμεταλλεύομαι κυνικά. ρωτάω αμέσως, αν μπορώ ν’ ανάψω τσιγάρο, χωρίς πολλές τσιριμόνιες. Παλιά χρησιμοποιούσα το κόλπο «ήμουνα κλεισμένη στο θέατρο δυο ώρες». Και

έπιανε. Τώρα ούτε καν αυτό. Κατευθείαν στο ψητό! Ελάχιστοι δεν θυσιάζουν τις αντικαπνιστικές αρχές τους στη ρημάδα την αναδουλειά – ομολογώ ότι τους καμαρώνω. Έπειτα, ειδικά όταν γυρνάω αργά το βράδυ από την Πειραιώς και τα περίχωρα, βρίσκω την ευκαιρία να ρίξω κλεφτές ματιές σε γειτονιές της Αθήνας που δεν ξέρω, δεν συχνάζω. Και εκεί είναι που ανακαλύπτω έκθαμβη και συγκινημένη τη ζωή που το ’βαλε στα πόδια από τις κεντρικές λεωφόρους. Ταβερνάκια, καφετέριες, μπαράκια, πάρκα και πλατείες γεμάτα κόσμο. Άγνωστα στέκια, που κανένα περιοδικό δεν έχει διαφημίσει. Φαγητό, που κανένα αστέρι δεν θα αξιωθεί. Άνθρωποι χαλαροί, με τα ρούχα που φορούσαν όλη μέρα. Παιδάκια, επιτέλους παιδάκια, που τσιρίζουν, τρεχοβολάνε και τη σπάνε στους άστοργους.

62 ΦEΣTIBAΛ AΘHNΩN & EΠIΔAYPOY #30 [28 IOYNIOY 2012]

Δεν νιώθω πια μόνη μου. Τους παίρνω όλους αυτούς μαζί μου διασχίζοντας την έρημη Κηφισίας, που κάποτε την όργωναν ολονυχτίς, καθημερινές και Κυριακές, τζιπάρες. Δίπλα μου ο ταξιτζής γκαζώνει, συννεφιάζει με τη θύμηση της παλιάς Αθήνας, που δεν κοιμόταν ποτέ και μου θυμίζει ότι προλαβαίνω να καπνίσω άλλο ένα τσιγάρο. Τραβάω τις τζούρες και για κείνον. ξέρουν, έμαθαν πού να μαζεύονται οι Αθηναίοι για να μην τους πάρει εντελώς από κάτω. Να βάλω και την Πειραιώς 260 μέσα, κι όχι για να ευλογήσουμε τα γένια μας. Αλλά δέστε τι γίνεται κάθε μέρα στο κοντινό μας Ίδρυμα Κακογιάννη, αλλά και στον Ελληνικό Κόσμο με Χουβαρδά και Κραουνάκη. Η Ευρωπαϊκή Μέρα Μουσικής, κυρίως στους κήπους του Μεγάρου, πρώτη χρονιά μου φάνηκε

τόσο πετυχημένη. Κι ας την πρόσεξα γιατί έχω ανάγκη να επιβεβαιώνω συνεχώς ότι αντέχουμε, ότι βαστάμε, ότι το καλοκαίρι τούτο άμα το πηδήξουμε γι’ άλλα δέκα χρόνια άντε καθαρίσαμε. Είναι ηθικό να ξεχνιέσαι. Με ποδόσφαιρο, με τέχνη. Μια μόνο συμβουλή, που πιάνει. Όταν μετά από μια ωραία παράσταση, ας πούμε σαν το Γιοι και κόρες του Καλαβριανού, γυρίσετε σπίτι σας και νιώθετε πάλι 18 χρονών, ανάλαφροι και αισιόδοξοι, μείνετε μακριά από το λάπτοπ σας. Μην μπείτε στο facebook, μη ρίξετε μια βιαστική ματιά σε εφημερίδες μπας και σας ξέφυγε καμιά είδηση. Κρατήστε όσο περισσότερο μπορείτε την ψευδαίσθηση ότι ζείτε σε μια άλλη Ελλάδα. Έχετε καιρό να την ξανασυναντήσετε με το που ανοίξετε το μάτι σας. s

εΠιΦυΛΛιΔΑ




Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.