H AΡXH
Τόσα χρόνια έχω συνηθίσει να γράφω σε γυναίκες. Δεν ξέρω πώς να γράψω στους άντρες. Δηλαδή, μάλλον ξέρω. Γιατί οι σις στρέιτ
άντρες, όπως κι εσύ, θέλουν να μάθουν πώς σκέφτονται οι γυναί
κες, κι εγώ θέλω να μάθω στους στρέιτ άντρες να μη σκέφτονται
όπως σκέφτονταν οι στρέιτ άντρες για τις γυναίκες ως τώρα.
Οπότε θα γράψω ως γυναίκα.
Αρχικά, θέλω να ξέρεις το εξής: Δεν γεννήθηκα φεμινίστρια.
Με μεγάλωσαν να πιστεύω ότι τα φύλα είναι ίσα μεταξύ τους, μόνο που φεμινισμός δεν είναι απλώς να πιστεύεις στην ισότητα. Πολλές φορές λέμε ότι αυτό είναι, θα σ’ το εξηγήσω
αναλυτικά στις επόμενες σελίδες, αλλά δεν είναι απλώς η παθητική πίστη στην ισότητα.
Φεμινισμός είναι ο αγώνας για ισότητα. Χρειάζεται πρώτα να
ξέρεις, βαθιά μέσα σου, ότι ισότητα δεν υπάρχει. Εμένα, παρόλο που είμαι γυναίκα, μου πήρε καιρό να το δω ξεκάθαρα και να
άλλωστε, όμως όλοι πρέπει να είμαστε φεμινιστές. Ναι, και οι
στρέιτ άντρες. Κι εσύ. Μη νομίζεις ότι ο φεμινισμός δεν είναι για
σένα. Μην τον φοβάσαι. Όλοι οι άντρες σελέμπριτιζ που το δη
λώνουν περήφανα κάτι ξέρουν. Κι εσύ έχεις λόγους να αγωνιστείς
για την ισότητα. Δεν χρειάζεται (αν και θα είσαι ευπρόσδεκτος)
να κατέβεις στους δρόμους να διαδηλώσεις. Μπορείς να αγωνί
ζεσαι για την ισότητα απλώς ζώντας τη ζωή σου. Πηγαίνοντας για
καφέ με τους φίλους σου, βγαίνοντας ραντεβού για ποτό. Ακόμα
καλύτερα, μπορείς να είσαι φεμινιστής κάνοντας σεξ.
Αυτό το βιβλίο δεν το έγραψα για να σε πείσω να γίνεις
φεμινιστής – αν και εύχομαι, διαβάζοντάς το, να σου συμβεί.
Σου υποσχέθηκα ότι είναι για να πετύχεις στο ναρκοπέδιο του dating, και η υπόσχεσή μου είναι ιερή. Αλλά για να φτάσουμε εκεί, πρέπει να πάρουμε κάποια πράγματα από την αρχή.
Ξεκίνησα να γράφω δημόσια στο φέισμπουκ γιατί δεν με τρόμαζε η έκθεση, και το γράψιμο το είχα εύκολο από μικρή.
Όταν λέω ότι δεν με τρόμαζε η έκθεση, εννοώ το να εκτίθεμαι
δημόσια, όχι το μάθημα – αν και δεν με τρόμαζε ούτε αυτό.
Αλλά δεν έγραφα πάντα για φεμινισμό.
Τα πρώτα χρόνια, τότε παλιά που ακόμα κάναμε πόουκ (σκού
ντηγμα νομίζω) ο ένας στον άλλο, δεν υπήρχε κρίση (ούτε βέβαια
πανδημία ούτε πόλεμος) και οι βροντόσαυροι κυκλοφορούσαν
ανέμελοι στις πεδιάδες χωρίς να μπορούν να φανταστούν κα
νέναν μετεωρίτη, έγραφα αστείες ιστορίες για βραδιές σε μπαρ
και πρώτες ατάκες, για πεσίματα και γνωριμίες, για αποτυχημένα
ραντεβού και για διαλόγους πεσίματος στην πραγματική ζωή και
αργότερα σε μηνύματα στο μέσεντζερ ή σε dating εφαρμογές.
Έγραφα και για σεξ. Χωρίς περιγραφές, αλλά και χωρίς περι
στροφές. Έγραφα ανοιχτά και αναπολογητικά, και, απ’ ό,τι συνει
δητοποίησα μετά, δεν υπήρχαν πολλές γυναίκες στην Ελλάδα που
τολμούσαν να γράψουν για όλα αυτά χωρίς να είναι συγγραφείς
που είχαν το άλλοθι ότι έγραφαν λογοτεχνικά. Κι αν υπήρχαν
γυναίκες καθημερινές που έγραφαν έτσι, το έκαναν ανώνυμα, με κείμενα κρυμμένα σε μπλογκ, που δεν πρόδιδαν καμιά.
Εγώ δεν ένιωθα ότι είχα κάτι να κρύψω. Έγραφα γιατί είχα να
πω ωραίες ιστορίες και γιατί οι γνωριμίες, το σεξ και το dating
μου φαίνονταν εξαιρετικά κωμικό υλικό. Η προσπάθεια των
ανθρώπων να ζευγαρώσουν και να ζήσουν τη σκηνή που περ
πατάνε χέρι χέρι στο ηλιοβασίλεμα, ειδικά όταν στέφεται από
αποτυχία, είναι βαθιά αστεία. Δεν ντρεπόμουν να μιλήσω για
κάτι που είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ανθρώπινης εμπειρίας.
Και είχα πραγματικά αστείες ιστορίες. Από απλές ατάκες, όταν με πλησίασε σε μπαρ κάποιος μικρότερός μου, τουλάχιστον δεκαετία, και του είπα δεν έχω πιει αρκετά για να το αντιμετωπίσω αυτό, και είπε καλά, θα περάσω ξανά σε μία ώρα. Ακόμα μία, μια βραδιά που έβρεχε κατακλυσμικά και κάποιος μου είπε να πάμε την άλλη μέρα βόλτα με το σκάφος, και του λέω ωραία, να ρίξουμε άγκυρα στο όρος Αραράτ. Μια
συζήτηση στο μέσεντζερ, που με ρωτάει κάποιος αν έχω κάνει ποτέ τίποτα σεξουαλικό σε σινεμά, απαντάω «handjob»* και ρωτάει «γιατί όχι blowjob;».**
«Γιατί έβλεπα ταινία».
Έχω ιστορία από σκορπιό που με τσίμπησε στη ρώγα και
άγνωστοι ήθελαν να δουν το τσίμπημα όλο το βράδυ που ήμουν
στο νοσοκομείο, και μου ζητούσαν να ανοίξω τη ρόμπα.
Ιστορία όπου ξημέρωνε γλυκά ενώ εγώ πρόσφερα στομα
τικό σεξ στην ακροθαλασσιά και ξαφνικά ήμασταν σε πλήρη
θέα με κερκίδα.
* Χειρωνακτική μέθοδος υποβοηθούμενης αυτοϊκανοποίησης. Ε, αυτό έχουμε τώρα, τι να κάνουμε.
** Στοματική μέθοδος σεξουαλικής ικανοποίησης ή και στοματικό σεξ προς άντρες.
Ιστορία όπου πορτιέρης είπε σε εμένα και στη φίλη μου
«βάλατε τα μικρά για ύπνο και ξανάρθατε», και μιλούσε για
κάτι δεκαοκτάχρονα με τα οποία ήμασταν νωρίτερα μαζί και
όντως τα βάλαμε για ύπνο και γυρίσαμε για ποτό.
Ιστορία γνωριμίας με διάσημο ποδοσφαιριστή που νόμιζα
ότι ήταν καλεσμένος στο μπάτσελορ φίλου από το εξωτερικό,
και μέχρι να λυθεί η παρεξήγηση ήδη είχαμε φιληθεί. Δεν μιλού
σαμε την ίδια γλώσσα, και το σεξ δυο μέρες μετά αποδείχτηκε
δύσκολο στη νοηματική.
Ιστορία με κάποιον που νόμιζε ότι η κλειτορίδα είναι στον
μηρό. Ιστορία με κάποιον με πέος τόσο τεράστιο, που είπα
αποκλείεται να τον ξαναδώ, εκτός κι αν στο ραντεβού έχει
μαζί του επισκληρίδιο.
Τα χρόνια που έγραφα μετά από κάθε Σαββατοκύριακο
που έβγαινα πολύς κόσμος, και συγκεκριμένα πολλοί άντρες
φίλοι έστελναν μηνύματα για να μου πουν πόσο διασκέδαζαν
με τις ιστορίες μου, αλλά δεν τολμούσαν να κάνουν λάικ ή
να σχολιάσουν, γιατί δεν ήθελαν να το δει ο κοινωνικός τους
κύκλος.
Είναι εντυπωσιακό πόσο είναι εντυπωμένο στις συνειδήσεις
των ανθρώπων το «τι θα πει ο κόσμος», και δεν μας νοιάζει
τι θα πει ο κόσμος όταν είμαστε αρνητές της επιστήμης π.χ.
ή ανεβάζουμε ψευδείς ειδήσεις χωρίς ντροπή, αλλά μας νοιά
ζει αν κινδυνεύσει η υποτιθέμενή μας ηθική. Γιατί μιλάμε για
θρησκευτική ηθική, όχι για το Καλό και το Κακό. Μιλάμε για
επίπλαστη ηθική.
Και εκτός από κρυφό θαυμασμό, λάμβανα και άπειρη αρ
νητική κριτική, για να το πω γλυκά. Αυτό που λάμβανα ήταν
μίσος φυσικά.
Συνειδητοποίησα γιατί συνέβαινε, πολύ σταδιακά. Γιατί η
γυναικεία σεξουαλικότητα είναι απαγορευμένη. Είναι δαιμο
νοποιημένη. Οι γυναίκες δεν έχουν δικαίωμα να έχουν σεξουα
λική ζωή και να εκφράζουν τη σεξουαλικότητά τους ανοιχτά
όπως οι άντρες, δεν έχουν δικαίωμα να θέλουν σεξ όπως οι
άντρες και βέβαια δεν έχουν δικαίωμα να το απολαμβάνουν.
Αν το κάνουν, σημαίνει ότι είναι κατώτερης ποιότητας, εί
ναι εύκολες, φτηνές, τσούλες, και δεν αξίζουν σεβασμό. Και έμαθα ότι πολλοί πιστεύουν κι ότι τέτοιες γυναίκες αξίζει να τιμωρηθούν. Ποιος ξέρει, όταν διάβασες τις ιστορίες μου επιγραμματικά, ίσως να το σκέφτηκες κι εσύ, έστω για μία στιγμή. Δεν πειράζει. Καταλαβαίνω. Είναι πολύ βαθιά ριζωμένη αυτή η πεποίθηση. Θα προσπαθήσω να την ξεριζώσουμε μαζί.
Η φεμινιστική αφύπνιση δεν συμβαίνει σε μία μέρα. Δεν έγινα φεμινίστρια εν μία νυκτί. Αλλά είχα αρχίσει να συνδέω
κομμάτια της πραγματικότητας και να καταλαβαίνω. Είχα αρ
χίσει να νιώθω μια υπόγεια αίσθηση αδικίας – μια αδικία που
δεν είχα τις λέξεις να την ονομάσω ή να την περιγράψω.
Σκεφτόμουν πόσο αντιφατικά ήταν όλα τα μηνύματα που
λαμβάναμε για το πώς πρέπει να φέρονται οι γυναίκες. Το πώς έπρεπε να μοιάζω και να φέρομαι εγώ. Έπρεπε να είμαι σέξι και
να ντύνομαι σέξι αν ήθελα να μου ρίξει κανείς δεύτερη ματιά, αλλά όχι και πολύ σέξι, γιατί τότε θα ήμουν φτηνή. Έπρεπε να
θέλω σεξ και να δείχνω ότι το θέλω, αλλά όχι πολύ, αλλιώς θα
ήμουν τσούλα. Κι έπρεπε να δείχνω ότι απολαμβάνω το σεξ, ακόμα κι αν δεν το απολάμβανα καθόλου, γιατί αλλιώς θα ήμουν «ψυχρή». Δεν έβγαζε νόημα όλο αυτό. Δεν μπορεί να
ήταν σωστό.
Με τη συνειδητοποίηση ότι αυτά που μας έμαθαν ήταν ψέματα, όλες μας είδαμε τη ζωή μας ξανά, από νέα οπτική, με ένα πέπλο να έχει εξαφανιστεί, και συνειδητοποιήσαμε τι ήταν εκείνες οι μικρές στιγμές, οι ανεξήγητα άβολες, οι αμήχανες, αυτές που θέλουμε να ξεχάσουμε, αυτές που βαφτίσαμε
«κακό σεξ», οι φρικτές, οι μικρές και μεγάλες αδικίες, οι «κα
κές συγκυρίες», οι κραυγές που παρέμειναν σιωπές, αυτά που
ανεχτήκαμε και υπομείναμε, γιατί έτσι είναι η γυναικεία ζωή.
Είδαμε ξανά κάθε τέτοια στιγμή και επιτέλους καταλάβαμε
το γιατί.
Το καλοκαίρι του 2016 διάβασα για την υπόθεση του Στάν
φορντ στην Αμερική. Ένας φοιτητής, ο Μπροκ Τέρνερ, είχε
σεξουαλικά κακοποιήσει μια αναίσθητη κοπέλα πίσω από κάτι
κάδους σκουπιδιών, έξω από ένα πάρτι, και παρόλο που τον
έπιασαν στα πράσα, στο δικαστήριο προσπάθησαν να τον
δικαιολογήσουν και να τον αθωώσουν. Η ποινή του ήταν έξι
μήνες, από τους οποίους εξέτισε τους τρεις. Ε, βέβαια. Ήταν
φοιτητής και κολυμβητής, ήταν λευκός προνομιούχος άντρας
και αθλητής, ένας φέρελπις νέος με δυνατότητες και προοπτι
κές, και θα ήταν κρίμα ένα ατυχές συμβάν να του καταστρέψει
τη ζωή. Του θύτη.
Έμαθα για την υπόθεση όταν έτυχε να διαβάσω την τελι
κή δήλωση του θύματος, ως ανοιχτή επιστολή στο διαδίκτυο.
Περιέ γραφε τι συνέβη στη δίκη. Όλα τα «τι φορούσες», «τι
γύρευες στο πάρτι», «γιατί πήγες μόνη σου», «γιατί ήπιες», «πού ήταν το αγόρι σου», «έχεις ενεργή σεξουαλική ζωή». Τα
ίδια δηλαδή που ακούμε και τόσα χρόνια μετά.
Τα διάβαζα και ένιωθα ναυτία. Ένιωθα να πνίγομαι, δεν μπορούσα να αναπνεύσω. Ένιωθα θυμό. Έπρεπε κάτι να γράψω, κάτι να κάνω. Και έγραψα από ανάγκη, όχι από επιλογή.
Ανάγκη για δικαιοσύνη. Το κείμενό μου ήταν περίπου δέκα σελίδες και απλώς το ανέβασα στο φέισμπουκ, όπως έκανα και με όλες τις άλλες ιστορίες. Ήθελα να εξηγήσω πώς λειτουργεί
μαϊκά. Ήθελα να μιλήσω με απλά λόγια για το slut shaming,*
το victim blaming,** τους ρόλους και τις προσδοκίες των φύ
λων, το οργασμικό κενό, τα ψέματα που μας έχουν μάθει να
πιστεύουμε, για όλα.
Και σκέφτηκα επαγγελματικά, διαφημιστικά. Πώς μπορώ
να τους κάνω να δουν πως ό,τι λέω είναι σημαντικό; Πώς μπο
ρώ να τους κάνω να με ακούσουν και να καταλάβουν; Τότε ανακάλυψα το χάσταγκ #whenIwas, δηλαδή «όταν ήμουν…»,
που ακολουθείται από έναν αριθμό. Ο αριθμός αυτός αντιπρο
σωπεύει ηλικία, και μετά ακολουθεί μια ιστορία. Αποφάσισα
ότι αυτό θα έκανα. Θα μοιραζόμουν τις ιστορίες που ως τότε
δεν είχα τολμήσει να μοιραστώ, ως αφορμή για αυτά που ήθε
λα να πω.
Ιστορίες που δεν ήταν χαριτωμένες και αστείες, και άρα
δεν είχαν θέση στα social media, έτσι πίστευα τότε, και βέβαια
προτιμούσα να τις ξεχάσω κι εγώ. Γιατί ενώ τόσο καιρό έγραφα
ιστορίες για dating, μια πολύ σκοτεινή και τρομακτική πλευρά
του, που όμως φαινόταν αναπόφευκτη, ήταν η σεξουα λική κα
κοποίηση και ο βιασμός.
Οπότε έγραψα για περιστατικά που με είχαν βιάσει. Όχι άγνωστοι σε σκοτεινό δρομάκι, αλλά νεαροί, έξυπνοι, ελκυστικοί, χαρισματικοί άντρες (επίσης, Έλληνες, και το λέω με σαρκασμό, για να μην παρεξηγηθώ) με τους οποίους είχα βγει από επιλογή. Άντρες που ήξερα και είχα εμπιστευτεί. Καλά Παιδιά™.
* Το να ντροπιάζει η κοινωνία μια γυναίκα για τη σεξουαλικότητά της. Η τσουλοδιαπόμπευση.
** Το να κατηγορεί η κοινωνία το θύμα. Γνωστό και ως «τι γύρευε στο πάρτι/στα Εξάρχεια/ στο σπίτι του;».
Απόσπασμα του κειμένου:
Ήμουν 24, σε ένα πάρτι στην παραλιακή, δεν θυμάμαι
πώς και τι, είχε dress code, έπρεπε να φοράμε τιρκουάζ.
Γνώρισα κάποιον, γνωστός γνωστών, είχα πιει, φιλιόμα-
σταν, ανταλλάξαμε τηλέφωνα, μιλήσαμε μες στην εβδο -
μάδα, ήθελε να κανονίσουμε για Σάββατο βράδυ. Ήμουν
μικρή. Είπε ότι το σπίτι φίλου του είναι άδειο κι έχει τα
κλειδιά, είπε ότι ο ίδιος δεν θέλει να πιει πάλι, λέω προτι-
μώ να βγω, λέει αλήθεια είναι κουρασμένος γιατί είχε προ-
πόνηση, ας πάω ν’ αράξουμε, λέω ότι δεν θέλω καθόλου, επιμένει, επιμένω, λέει τότε οκέι, άλλη φορά, νιώθω ότι με
απορρίπτει, υποχωρώ, λέω εντάξει, δεν είναι μακριά, θα πάω, σιγά. Μένει κι αυτός κοντά, είπαμε, γνωστός γνωστών, έρχεται να με πάρει και πάμε.
Και καθόμαστε στο ξένο σπίτι και αρχίζει να με πιέζει να κάνουμε σεξ. Προσπαθούσε να με πείσει ώρες. Παρακαλούσα να μ’ αφήσει να φύγω και σε κάποια φάση κλεί-
δωσε την πόρτα, πήρε το κλειδί και το έβαλε μέσα στο
παντελόνι του. Τρομοκρατήθηκα, αλλά δεν ούρλιαζα.
Δεν ήθελα να φανώ μη πολιτισμένη και «υστερική». Δεν
ήθελα να μ’ ακούσουν οι γείτονες και να με κρίνουν που
βρισκόμουν εκεί. Κι ας με απείλησε ότι ή θα κάνω κάτι
εγώ με τη θέλησή μου ή θα μου κάνει εκείνος χειρότερα.
Έκανα. Με γύρισε σπίτι, είπε ότι θα με πάρει τηλέφωνο,
κλείστηκα στο δωμάτιό μου κι έκλαιγα. Και με πήρε τη-
λέφωνο λίγες μέρες μετά για να ξαναβγούμε. Στο δικό του
το μυαλό δεν είχε κάνει τίποτα κακό.
[Μετά από
Ήμουν 33 όταν γνώρισα κάποιον στο γυμναστήριο. Δί-
δασκε πολεμικές τέχνες σε παιδάκια. Μετά το μάθημα
έκανε κι ο ίδιος γυμναστική, τότε ήταν που τον έβλεπα
εγώ, είχαμε το ίδιο πρόγραμμα, τρεις φορές την εβδομά-
δα βλεπόμασταν και μιλάγαμε, αλλά η σεζόν τέλειωνε, τα παιδάκια θα πήγαιναν διακοπές, θα έφευγε κι εκείνος
και θα πήγαινε να δουλέψει αλλού. Μου είπε να βγούμε. Είπα ναι. Και βγήκαμε. Και μετά πήγαμε σπίτι μου.
Και κάναμε σεξ και με πονούσε. Του είπα να σταματήσει.
Μου είπε να περιμένω. Και του φώναξα. Και τον παρακάλεσα. Είπε: «Δεν θα μου πάρει πολύ, κάνε υπομονή»,
χωρίς να δείχνει ότι τον ένοιαζε τι ένιωθα. Φοβήθηκα
και το υπέμεινα.
Ήμουν 38 , ήταν Νοέμβρης, Κυριακή βράδυ. Είχα φάει, έβλεπα ταινία, άβαφτη, με χνουδωτή ρόμπα, πάπλωμα,
είχα πάρει και παυσίπονο γιατί είχα πρώτη μέρα περίο -
δο. Μου στέλνει μήνυμα ένα αγόρι με το οποίο βγαίναμε πέντε χρόνια πριν, του είχα μεγάλη αδυναμία, είχαμε
τέσσερις μήνες σχέση, όσο «κανονική σχέση» γινόταν,
ενώ τον περνούσα έντεκα χρόνια. Βόλτες, παρέες, χορός,
ποτά, εκδρομές, γενικά υπέροχη χαρά. Από τότε είχαμε
βγει αρκετές φορές ξανά, του είχα δώσει πολλές συμβου -
λές για γκομενικά. Πλέον δεν τον έβλεπα παραπάνω από
φιλικά, αλλά τον ένιωθα δικό μου άνθρωπο. Λέει θέλει
να με δει. Του λέω να το ξεχάσει, τέτοια ώρα Κυριακή,
και άβαφτη, και αδιάθετη, και να έχω να ξυπνήσω νω -
ρίς το πρωί, δεν υπάρχει περίπτωση. Επιμένει, δεν είναι
καλά, θέλει να μου μιλήσει. Επιμένω κι εγώ, αποκλείε -
ται, αν θέλει, να πάρει τηλέφωνο να μου τα πει. Όχι, με
παρακαλεί. Δεν είναι καλά, θέλει να με δει.
Από πιτζάμα και ρόμπα που φορούσα, απλά έβαλα
φόρμα. Και ήρθε. Για μία ώρα με ρωτούσε τα δικά μου και
κάθε πέντε λεπτά τού έλεγα να μου πει εκείνος τι ήθελε
να μου πει. Όταν δεν είχα πια τι άλλο να πω, ήρθε πάνω
μου κι άρχισε να με φιλάει. Είπα «όχι». Με αγνόησε. Ξαναείπα «όχι, σταμάτα». Είπα «όχι» πάρα πολλές φορές.
Δεν ούρλιαξα. Ήταν ο Χρήστος μου. Δεν καταλάβαινα τι
συνέβαινε. Πώς το έκανε αυτό. Μα ο Χρήστος μου είναι
πολύ καλό παιδί, μου έλεγα. Τον λατρεύεις το Χρήστο σου.
Αλλά έλεγα «όχι». Ξανά και ξανά. Και συνέχιζε. Του είπα
να φύγει πάρα πολλές φορές, στο τέλος με άκουσε, είπε
«συγγνώμη που δεν πέρασες καλά» κι έφυγε.
[Μετά από εκείνη τη φορά ήταν που αποφάσισα πως
δεν μπορώ να ξαναβρεθώ σε σπίτι μόνη με κανέναν άντρα
γενικά, εκτός κι αν είμαι σίγουρη ότι θέλω να κάνω σεξ
μαζί του. Ελπίζω, ως άντρα, αυτό να σε προσβάλλει. Ελ-
πίζω να μην είσαι εντάξει με το να σε αντιμετωπίζουν σαν
άγριο ζώο. Ελπίζω να θες να κάνεις ό,τι μπορείς για να
αλλάξεις αυτή τη λάθος εντύπωση.]
Θυμάμαι που το ίδιο βράδυ –που δεν προσπάθησα καν να
πέσω να κοιμηθώ, ήταν αδύνατον– περιέγραψα το σκηνι-
κό σε κάποιον που βρήκα ξύπνιο στο μέσεντζερ. Μου είπε
«έλα τώρα, τον φώναξες σπίτι σου μία η ώρα τη νύχτα και
ήταν πρώην σου, αποκλείεται να μην ήθελες».
Με πίστεψε μόνο αφού περιέγραψα ότι είχα πρώτη μέρα περίοδο, ότι χρειάστηκε να πετάξω τα σεντόνια, ότι ακόμα
κι οι τοίχοι και το πάτωμα ήταν γεμάτα αίματα. Μάλλον
Ήταν μια εξομολόγηση τύπου #metoo έναν χρόνο πριν το
#metoo γίνει γνωστό σε όλο τον κόσμο – αλλά αρκετά χρόνια
προτού έρθει το κίνημα επίσημα στην Ελλάδα. Έγινε viral.
Δεν περίμενα αυτό που συνέβη μετά. Νόμιζα ότι το έγραψα
κι αυτό ήταν, έφυγε το βάρος από πάνω μου, έκανα το καθήκον
μου και θα τέλειωνε εκεί, και δεν είχα άλλα μυστικά να μοιρα
στώ. Αλλά ήταν μόνο η αρχή. Άρχισα να λαμβάνω μηνύματα
από γνωστές και άγνωστες γυναίκες. Εκατοντάδες μηνύματα.
Εκατοντάδες ιστορίες κακοποίησης και βιασμών. Εκατοντάδες
γυναίκες που μου έλεγαν ότι έχει συμβεί και σ’ εκείνες. Μία απ’
αυτές ήταν η αδερφή μου. Άλλη μία η μητέρα μου.
Τα μηνύματα συνέχισαν να έρχονται και όλες οι γυναίκες με παρακαλούσαν να συνεχίσω να γράφω. Και το έκανα. Τον
Οκτώβρη του 2016 με φώναξαν να κάνω μια ομιλία TEDx για την κουλτούρα του βιασμού. Ακολούθησαν ντοκιμαντέρ, άρθρα, συνεντεύξεις, πόντκαστ, ραδιοφωνικές εκπομπές, και συνέχιζα
να γράφω. Ακόμα περισσότερα μηνύματα. Ήταν δύσκολο να ακούω τόσες φρικτές ιστορίες. Τα πρώτα χρόνια έφτασα να μην
αντέχω πια τόσο πόνο συλλογικό, αλλά απαντούσα σε κάθε
μήνυμα, δεν άφηνα καμία μόνη. Έπρεπε να είμαι εκεί. Κάποιος
έπρεπε να είναι εκεί να ακούσει κάθε γυναίκα και να την πιστέ
ψει. Να ακούσει καθένα από τα ντροπαλά κορίτσια.