.
Στην Ιωλκό των Αργοναυτών y
Καθώς το άλογο πήρε να καλπάζει ξέφρενα και ταυτόχρονα να ανυψώνεται, η Στέλλα κοίταξε έναν γύρο τον κόσμο από κάτω τους. Είχε αρχίσει να χαράζει και τα ρόδινα χρώματα της ανατολής έβαφαν τον Παγασητικό κόλπο και τα γραφικά ακρογιάλια του. Το νησάκι Τρίκερι φαινόταν κόκκινο από ψηλά, σαν ένα καβούρι, έτσι όπως ήταν λουσμένο στο ρόδινο αυγινό φως. Όλα έλαμπαν και ιρίδιζαν λες και βρίσκονταν στο . εσωτερικό μιας σαπουνόφουσκας που την είχε φυσήξει ο Ποσειδώνας μέσα από τα νερά της θάλασσας. Τότε ξεκίνησε να γίνεται κάτι το πρωτοφανές. Ο ήλιος άρχισε να αναβοσβήνει σαν φλας αυτοκινήτου. Μια έλαμπε και μια έσβηνε. Οι μέρες και οι νύχτες έρχονταν και έφευγαν με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Το φεγγάρι και τα άστρα έτρεχαν κι αυτά σαν παλαβά αναβοσβήνοντας. Η Στέλλα κατάλαβε μονομιάς ότι έτρεχαν μέσα στον χρόνο. Έκλεισε τα μάτια της σφιχτά γιατί νόμιζε πως θα τρελαθεί. Όταν τα ξανάνοιξε, ο ήλιος έλαμπε πάλι κανονικά πάνω από τα κεφάλια τους. Κοίταξε χαμηλά και είδε πως το Πήλιο ήταν ακόμη από κάτω τους. Όμως τα χωριά, οι δρόμοι, οι κολόνες της ΔΕΗ και καθετί που θύμιζε τον σύγχρονο κόσμο είχαν εξαφανιστεί. Έβλεπε ένα Πήλιο σε παρθενική 35
κατάσταση, σκεπασμένο από τους πρόποδες μέχρι τις κορυφές του με πυκνά δάση. Σμήνη λευκών πουλιών έσκιζαν τον αέρα πάνω από καταπράσινα δέντρα που μαρτυρούσαν άνοιξη, ενώ όταν ξεκίνησαν το χρονοταξίδι τους βρίσκονταν στην καρδιά του φθινοπώρου. Η όλη εικόνα θύμιζε από εκεί ψηλά μια γυάλινη σφαίρα όπως αυτές που έχουν παραμυθένια τοπία κλειδωμένα μέσα τους και όταν τις κουνάμε γεμίζουν χιονονιφάδες. Μόνο που τώρα οι χιονονιφάδες ήταν τα εκατοντάδες λευκά πουλιά που στροβιλίζονταν στον πρωινό αέρα. Η ομορφιά της εικόνας έμοιαζε εξωπραγματική, όπως εξωπραγματικό ήταν και το ταξίδι τους. Η Στέλλα αγκάλιασε σφιχτά τον Εβαρίστο από τη μέση και ξανάκλεισε τα μάτια της. Όταν τα άνοιξε πάλι, είδε πως κατέβαιναν προς ένα αμμουδερό ακρογιάλι. Έμοιαζε με φυσικό λιμάνι έτσι στρογγυλή καθώς ήταν . η ακτή που το αγκάλιαζε. Μερικά μέτρα από την ακτή βρισκόταν αραγμένο ένα πλοίο με κατεβασμένο το μοναδικό ολόλευκο πανί του, που κρεμόταν σαν φτερούγα πληγωμένου περιστεριού. Άντρες έτρεχαν πάνω κάτω στην κουβέρτα του και κάποιοι άλλοι ήταν σκαρφαλωμένοι στο μοναδικό πανύψηλο κατάρτι του. Μόνο ένας στεκόταν στην πλώρη του και κοιτούσε σκεφτικός το ανοιχτό πέλαγος που ξανοιγόταν μπροστά τους. Ήταν όλοι τους ντυμένοι με κοντούς χιτώνες, που άφηναν να φαίνονται τα νεανικά και σφριγηλά κορμιά τους. Καθώς κατέβαινε το άλογο όλο και πιο χαμηλά, η Στέλλα μπόρεσε να διαβάσει στο πλάι του πλοίου ένα όνομα γραμμένο με κεφαλαία ελληνικά γράμματα: ΑΡΓΩ! – Εβαρίστο, τι βλέπουν τα μάτια μου; Μήπως ονειρεύομαι; 36
– Δεν ονειρεύεσαι, κοπέλα μου. Κάναμε χρονική βουτιά και φτάσαμε στα μυθικά χρόνια. Αυτό είναι το φυσικό λιμάνι της αρχαίας Ιωλκού. Έχεις μπροστά σου τους Αργοναύτες, που ετοιμάζονται να ξεκινήσουν για την Αργοναυτική εκστρατεία με τη θρυλική Αργώ. Αυτός που βλέπεις στην πλώρη είναι ο Ιάσονας και ο άλλος δίπλα του, ο πανύψηλος με τα μαύρα γένια, είναι ο ήρωας Ηρακλής. Α, να… βλέπω να ανεβαίνει στην κουβέρτα και ο Ορφέας με τη λύρα του! Κοίταζε, κοίταζε η Στέλλα και δε χόρταιναν τα μάτια της. Ήταν πανέμορφη η Αργώ. Μεγάλο πλοίο, επιβλητικό. Στα δύο της πλευρά ξεχώριζαν δεκάδες μεγάλα κουπιά ίδια με απλωμένα χέρια που λες και χάιδευαν τη θάλασσα. Πρέπει να ήταν πενήντα συνολικά, όπως θυμόταν από τη δασκάλα της στο δημοτικό. Είκοσι πέντε από τη μία πλευρά και είκοσι πέντε από την άλλη. Στην πλώρη της .είχε σκαλισμένη τη μυθική Μέδουσα, που κοιτούσε το πέλαγο με μάτια αγριεμένα και τα μαλλιά της κατέληγαν σε κεφάλια φιδιών. Λικνιζόταν η Αργώ πάνω στα γαλανά νερά σαν νύφη στολισμένη που ετοιμάζεται για τον γάμο της. Και όλο καμάρωνε την ομορφιά της στον καθρέφτη της θάλασσας. Καθρεφτιζόταν μαζί της και η φοβερή πλωρίσια Μέδουσα, που ίσως να είχε αγριέψει θωρώντας το ίδιο της το είδωλο μέσα στο νερό. Και ο Χείρωνας καθρεφτιζόταν κι αυτός από ψηλά. Ένα άλογο τρεμουλιαστό πάνω στον κυματιστό καθρέφτη της θάλασσας, με έναν άντρα και μια κόρη σκυμμένους να κοιτούν το καθρέφτισμα και να μη χορταίνουν. Ξαφνικά, μια θεϊκή μουσική ξεχύθηκε στον αέρα, μια μουσική ίδια με το κελάηδημα χίλιων αηδονιών. Ήταν η λύρα του Ορφέα, που τις χορδές της χάιδευε ο μυθικός λυράρης 37
.
Βουτιά στον Παγασητικό y
Ο ήλιος ανηφόριζε κι αυτός, ακολουθώντας την προαιώνια διαδρομή του πάνω στη γαλάζια ανηφοριά τ’ ουρανού. Κόντευε σχεδόν στο μεσουράνημα και έριχνε τα βέλη του πυρωμένα προς τη γη. – Εβαρίστο, πάμε να κάνουμε μια βουτιά σ’ εκείνη την ξανθή αμμουδιά; παρακάλεσε σαν παιδάκι η Στέλλα και του έδειξε ένα χρυσό ακρογιάλι, απ’ αυτά που είναι γεμάτη η Μαγνησία εκεί που σμίγει με τον . Παγασητικό. – Και δεν πάμε, Στέλλα; Εγώ βέβαια δε θα κολυμπήσω γιατί, όσο κι αν σου φανεί παράξενο, δεν ξέρω μπάνιο. Θα κολυμπήσει όμως ο καημένος ο Χείρωνας. Έχει κουραστεί από το ατέλειωτο ταξίδι μας μέσα στον χρόνο. Ο Χείρωνας, που καταλάβαινε τι έλεγε το αφεντικό του λες και ήταν άνθρωπος, χλιμίντρισε τόσο τρανταχτά και χαρούμενα, ώστε ένα σμήνος πουλιών φτεροκόπησε τρομαγμένο πετώντας μακριά. Σε λίγο βρέθηκαν δίπλα στη θάλασσα, πάνω σε μια αμμουδερή ακτή. Η Στέλλα όπως ήταν ντυμένη με το λευκό της φόρεμα όρμησε και βούτηξε στα διάφανα νερά, ενώ ο Χείρωνας έσκυψε και καμάρωνε την εικόνα του που καθρεφτιζόταν μέσα τους. Όταν η Στέλλα 71
.
Μια προβολή στο μέλλον y
Καθώς μιλούσαν μεταξύ τους βαδίζοντας κατά μήκος των γραμμών, μπήκαν έπειτα από μια στροφή σε ένα ευθύγραμμο τμήμα τους. Στο βάθος του ξεχώρισαν ξαφνικά δυο σιλουέτες. Ήταν ένα ζευγάρι που περπατούσε κρατημένο χεράκι χεράκι. Η κοπέλα φορούσε τζιν παντελόνι, άσπρο πουκάμισο και άσπρα αθλητικά παπούτσια. Ο νέος επίσης τζιν παντελόνι, κόκκινο μπλουζάκι και ένα. όμορφο μπεζ καπελάκι. – Εβαρίστο, έχουμε και παρέα, είπε χαρούμενη η Στέλλα. Υπάρχουν κι άλλοι που πεζοπορούν ακολουθώντας τις γραμμές του Μουτζούρη. Ο Εβαρίστο δεν απάντησε, και καθώς η Στέλλα γύρισε να τον κοιτάξει παραξενεμένη, διέκρινε στα χείλη του ένα χαμόγελο γεμάτο μυστήριο. Κοίταξε πάλι μπροστά της και τότε σαν να της ήρθε λιποθυμιά. Στηρίχτηκε πάνω στον Εβαρίστο για να μην πέσει και ξανακοίταξε με προσοχή τις σιλουέτες του ζευγαριού. Η κοπέλα καθώς βάδιζε ήταν ολόιδια με τον εαυτό της, με το χαρακτηριστικό δικό της βάδισμα όπως το είχε δει πρόσφατα σε ένα βίντεο. Τη στιγμή εκείνη μάλιστα, καθώς έστριψε το κεφάλι της στο πλάι, αναγνώρισε το προφίλ της και το ιδιαίτερο σχήμα της μύτης της. Ναι, δεν υπήρχε αμφιβολία. 93