πολιτική | πολιτισμός | τέχνες Ιανουάριος 2011
Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος Ιανουάριος 2011 2011 Ιανουάριος Ιανουάριος 2011 πολιτική | πολιτισμός | τέχνες Ιανουάριος Ιανουάριος 2011 2011 2011 Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 πολιτική | πολιτισμός | τέχνες Ιανουάριος Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 2011 | πολιτισμός Ιανουάριος Ιανουάριος 2011 πολιτικήπολιτική | πολιτισμός | τέχνες| τέχνες Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 2011 Ιανουάριος 2011 2011 Ιανουάριος 2011 πολιτική | πολιτισμός | τέχνες Ιανουάριος Ιανουάριος 2011 πολιτική 2011 Ιανουάριος Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 2011 ΙανουάριοςΙανουάριος 2011 πολιτική| |πολιτισμός πολιτισμός| |τέχνες τέχνες 2011 2011 Ιανουάριος 2011 πολιτική | πολιτισμός | τέχνες ΙανουάριοςΙανουάριος 2011 Ιανουάριος Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 2011 Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 πολιτική | πολιτισμός | τέχνες πολιτική | πολιτισμός | τέχνες Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 πολιτική | πολιτισμός | τέχνες πολιτική | πολιτισμός | τέχνες Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 πολιτική | πολιτισμός | τέχνες Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 πολιτική | πολιτισμός | τέχνες | πολιτισμός πολιτική | πολιτισμός | τέχνες πολιτικήπολιτική | πολιτισμός | τέχνες| τέχνες πολιτική | πολιτισμός | τέχνες Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 πολιτική | πολιτισμός | τέχνες πολιτική | πολιτισμός | τέχνες πολιτική | πολιτισμός | τέχνες πολιτική | πολιτισμός | τέχνες πολιτική | πολιτισμός | τέχνες Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 ΙανουάριοςΙανουάριος 2011 Ιανουάριος2011 2011Ιανουάριος 2011 πολιτική | πολιτισμός | τέχνες πολιτική | πολιτισμός | τέχνες ΙανουάριοςΙανουάριος 2011 πολιτική | πολιτισμός | τέχνες Ιανουάριος2011 2011Ιανουάριος 2011 πολιτική || πολιτισμός πολιτισμός || τέχνες τέχνες Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος2011 2011 2011 πολιτική ΙανουάριοςΙανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011Ιανουάριος Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος πολιτική || πολιτισμός πολιτισμός || τέχνες τέχνες ΙανουάριοςΙανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011Ιανουάριος Ιανουάριος 2011 2011 2011 Ιανουάριος2011 2011 πολιτική πολιτική | πολιτισμός | τέχνες 2011 Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος πολιτική| |πολιτισμός πολιτισμός| |τέχνες τέχνες Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011Ιανουάριος Ιανουάριος2011 2011 πολιτική πολιτική| |πολιτισμός πολιτισμός| |τέχνες τέχνες πολιτική | πολιτισμός | τέχνες Ιανουάριος Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος Ιανουάριος 2011 2011 Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος2011 2011 πολιτική Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 2011 Ιανουάριος Ιανουάριος 2011 πολιτική Ιανουάριος 2011 πολιτική | πολιτισμός | τέχνες πολιτική| |πολιτισμός πολιτισμός| |τέχνες τέχνες Ιανουάριος Ιανουάριος 2011 2011 πολιτική | πολιτισμός | τέχνες 2011 πολιτική | πολιτισμός | τέχνες 2011 πολιτική | πολιτισμός | τέχνες Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος Ιανουάριος ΙανουάριοςΙανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 2011 Ιανουάριος 2011 2011 Ιανουάριος 2011 2011 2011 πολιτική Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος Ιανουάριος πολιτική||πολιτισμός πολιτισμός||τέχνες τέχνες Ιανουάριος 2011 πολιτική | πολιτισμός | τέχνες ΙανουάριοςΙανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος2011 2011 Ιανουάριος 2011 πολιτική πολιτική | πολιτισμός | τέχνες Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος πολιτική||πολιτισμός πολιτισμός||τέχνες τέχνες Ιανουάριος 2011 πολιτική | πολιτισμός | τέχνες πολιτική | πολιτισμός | τέχνες Ιανουάριος2011 2011 Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος Ιανουάριος2011 2011 πολιτική | πολιτισμός | τέχνες Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 πολιτική | πολιτισμός | τέχνες Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 πολιτική | πολιτισμός | τέχνες Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 πολιτική | πολιτισμός | τέχνες Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 πολιτική | πολιτισμός | τέχνες Ιανουάριος 2011 2011 Ιανουάριος Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 πολιτική | πολιτισμός | τέχνες Ιανουάριος πολιτική | πολιτισμός | τέχνες Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 2011 Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος πολιτική | πολιτισμός | τέχνες Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 2011 Ιανουάριος Ιανουάριος 2011 πολιτική | πολιτισμός | τέχνες Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 2011 Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 2011 Ιανουάριος Ιανουάριος 2011 2011 πολιτική | πολιτισμός | τέχνες ΙανουάριοςΙανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 2011 Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος Ιανουάριος 2011 2011 Ιανουάριος Ιανουάριος 2011 πολιτική | πολιτισμός | τέχνες 2011 ΙανουάριοςΙανουάριος 2011 | πολιτισμός Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος2011 2011 2011 Ιανουάριος 2011Ιανουάριος ΙανουάριοςΙανουάριος 2011 πολιτικήπολιτική | πολιτισμός | τέχνες| τέχνες Ιανουάριος2011 2011 Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011Ιανουάριος | πολιτισμός πολιτικήπολιτική | πολιτισμός | τέχνες| τέχνες Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011Ιανουάριος Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος2011 2011 Ιανουάριος 2011 πολιτική | |πολιτισμός | |τέχνες πολιτική | πολιτισμός | τέχνες πολιτική πολιτισμός τέχνες Ιανουάριος Ιανουάριος 2011 2011 Ιανουάριος 2011 πολιτική | πολιτισμός | τέχνες Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 2011 πολιτική | πολιτισμός | τέχνες ΙανουάριοςΙανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 2011 Ιανουάριος Ιανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 πολιτική | πολιτισμός | τέχνες ΙανουάριοςΙανουάριος 2011 Ιανουάριος2011 2011 πολιτική | πολιτισμός | τέχνες ΙανουάριοςΙανουάριος 2011 ΙανουάριοςΙανουάριος 2011 Ιανουάριος2011 2011 Ιανουάριος2011 2011 Ιανουάριος2011 2011 ΙανουάριοςΙανουάριος 2011 πολιτική || πολιτισμός πολιτισμός || τέχνες τέχνες ΙανουάριοςΙανουάριος 2011 πολιτική Ιανουάριος2011 2011 ΙανουάριοςΙανουάριος 2011 Ιανουάριος2011 2011 πολιτική πολιτική| |πολιτισμός πολιτισμός| |τέχνες τέχνες Ιανουάριος2011 2011 ΙανουάριοςΙανουάριος 2011 2011 πολιτική| |πολιτισμός πολιτισμός| |τέχνες τέχνες πολιτική ΙανουάριοςΙανουάριος 2011 Ιανουάριος2011 2011 ΙανουάριοςΙανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 2011 πολιτική πολιτική| |πολιτισμός πολιτισμός| |τέχνες τέχνες ΙανουάριοςΙανουάριος 2011 Ιανουάριος 2011 πολιτική | πολιτισμός | τέχνες πολιτική||πολιτισμός πολιτισμός||τέχνες τέχνες πολιτική πολιτική||πολιτισμός πολιτισμός||τέχνες τέχνες πολιτική πολιτική | πολιτισμός | τέχνες πολιτική | πολιτισμός | τέχνες
u
o
r
13
1 3 1 3 1 3 1 3 1 3 1 13 3
_Δημήτρης Δαλδάκης
Πόρτα στον ήλιο
Στην Υγεία της Φωτιάς Τα εξώφυλλα είναι ντυμένα με Conn-x. Το Haig μάς μαθαίνει τι είναι Dada και ποιος είναι ο Klee. Ο Χωραφάς συνεχίζει γίγαντας το περπάτημα με Johnnie Walker. Το αφιέρωμα στον Beckett σπονσοράρεται περίτεχνα από τη γαλοπούλα της Q. Το City Link μοιράζει συμβουλές ζωής: «Ονειρέψου», «Νιώσε», «Μοιράσου». Μπάχαλο. –Διαφημιστικές βόμβες. Αυτοκράτειρες free press. «Καλές, ανεξάρτητες δουλειές», λέει ο blogger Homo Ludens. Εναλλακτικός αστικός πολιτισμός. 300.000 αναγνώστες. Προσφορές για θεραπείες siatsuthai μασάζ, Gua Sha, Thai Oil. Κληρώσεις για μοντέρνα νεσεσέρ με τρία προϊόντα ενυδάτωσης. «Για περισσότερες πληροφορίες και κρατήσεις διαφημιστικού χώρου, τηλεφωνήστε.» «Καλές, ανεξάρτητες δουλειές» στο χώρο του διαφημιστικού φυλλαδίου. Εναλλακτικός αστικός πολιτισμός. 300.000 αναγνώστες. Γιατί η νέα αισθητική της Αθήνας θέλει θυσίες. Στα μυθιστορήματα θα διαφημίζονται γιαούρτια, στα μουσικά CD θα βρίσκουμε το τραγούδι του Jumbo και η Cosmote θα χορηγεί γάμους μετά τα χίλια ερωτικά sms. Το γυμνό μοντέλο που θα ποζάρει για το ζωγράφο θα κρατάει το πακετάκι της Trident και ο ποιητής θα χωράει κάπου στο στίχο τη λέξη Vodaphone. Τίποτα γι’αυτό που είναι. Όλα, γι’αυτό που πλουτίζει πάνω τους –Χυδαία. Η οικοδέσποινα της Patty ταράχτηκε από τις μπουνιές που έφαγε ο Χατζηδάκης. Βαρυπενθούσα κήρυξε την ηθική μαζί με τον Ευαγγελάτο άνδρα της και συνέχισε με Eurovision. Οι δημοσιογράφοι του Mega έβαλαν στοίχημα να πουν τις λέξεις «τραμπούκοι», «αλήτες», «φασίστες» εκατό φορές την καθεμία. Μάλλον κατάλαβαν ότι οι επόμενες μπουνιές θα πέσουν πάνω τους. Οι σατιριστές συνεχίζουν ακάθεκτοι. Γυαλιστεροί κι ευπώλητοι. Χαμογελαστοί και χορτάτοι: Πληρωνόμαστε για να γελάμε με τα χάλια μας. Και τα ξαναγινόμαστε για να ξαναπληρωθούμε. Το χρήμα καλό, οι σεζόν της ξεφτίλας ατέλειωτες. Δημοσιογράφοι deluxe. Από το σπίτι στο ραδιόφωνο, από το ραδιόφωνο στο κανάλι, από το κανάλι στη φυλλάδα. Μέσα σε πεντάλιτρο τζιπ ή σε σπορ κάμπριο. Ελεγκτές, φιλόσοφοι και δικαστές. Lifestyle αγγούρια. –Πρέπει να έχουν ένα status που να δικαιολογεί τα εκατομμύρια που μασάνε. Η μετάδοση της είδησης δεν δικαιολόγησε, ποτέ, ούτε πλούτο, ούτε μούρη. Αγωνιστές Παναγόπουλοι όλοι. Βολεμένοι χέστες. Συνταξιούχοι της ζωής. Σκυλάκια. –Μείνετε, ξάπλα, στο τζάκι σας μπροστά, στο βελούδο πάνω ή στο δέρμα, να γλείφετε το πουλί σας. Δεν είναι Απόκριες, τα σκάγια είναι αληθινά. Βγάλτε απ’τα συρτάρια τις φωτογραφίες του εαυτού σας, όταν είσαστε τριών και τεσσάρων. Σ’αυτές θα δείτε τι απογίνατε. Κάπου μέσα στον κόσμο, στην παραμονή, η στιγμή συστήνεται εκτόξευση· άδεια, λευκή σελίδα. Σηκώνω το ποτήρι μου στην υγεία της φωτιάς κι εύχομαι καλή χρονιά μας.
Μια προσφορά από την
info@konteiner. gr | Τ: 211 402 92 77 Εκδότης: Στέφανος Νόλλας Ειδικός Σύμβουλος: Γιώργος Διβάνης g.divanis@konteiner.gr Αρχισυντάκτρια: Ευγενία Μπόζου e.bozou@konteiner.gr Σύμβουλος Έκδοσης: Ηλίας Μαρμαράς Creative Direction: Γιώργος Κωνσταντινίδης g.konstantinidis@konteiner.gr Ατελιέ: Ελένη Σγόντζου, Μαρίζα Σουλιώτη
Επιμέλεια - Διόρθωση: Ηρώ Μακρή, Λευτέρης Βασιλόπουλος Νομικό Τμήμα: Γιάννης Μπάστας Εμπορική Διεύθυνση: Τ: 211 402 92 77 Υποδοχή Διαφήμισης: Κώστας Καλόγερος T: 210 92 96 114 Εκτύπωση - Βιβλιοδεσία: Χ. Κ. Τεγόπουλος Εκδόσεις Α. Ε. Ιδιοκτησία: Διάδραση Α. Μ. Κ. Ε.
3
Twitter _κοντέινερ
4
Ιανουάριος 2011
Τhe Artist Series: Το ρολόι του Christian Marclay _Βολτνόι Μπρέζ
Ο καλλιτέχνης έφτιαξε ένα κολάζ από χιλιάδες σκηνές του παγκόσμιου κινηματογράφου, που, κάπου, κάπως, περιλαμβάνουν ένα ρολόι, Οι ώρες που δείχνουν οι δείκτες όλων αυτών των ρολο-
γιών έχουν τοποθετηθεί σε πραγματική σειρά και καλύπτουν ένα εικοσιτετράωρο. Η εικαστική αυτή εγκατάσταση συγχρονίζεται με την ώρα της χώρας όπου προβάλλεται. Έτσι, όποια στιγ-
μή ο θεατής κοιτάξει την ταινία θα μάθει και τι ώρα είναι, κάτι σαν ένα ρολόι φτιαγμένο από κινούμενες εικόνες! Σε αντίθεση με το σινεμά που συνήθως μας ταξιδεύει εκτός τόπου και χρόνου,
η ταινία του Marclay είναι εκεί για να υπενθυμίζει την ακριβή ώρα, δίνοντας την αίσθηση ότι όσα παρακολουθείς στην οθόνη συμβαίνουν ταυτόχρονα με τον αληθινό χρόνο.
νες ή σπασμένες μποτίλιες, σ’ ένα απ’ αυτά τα ποτήρια βρισκόταν κρυμμένο για πάντα, το μοναδικό κλειδί της ταυτότητάς του; Πώς να γυρίσει και να ψάξει τώρα, να σκάψει κάτω απ’ τα σπασμένα γυαλιά, κάτω απ’ τα αιώνια μπαρ, κάτω από τους ωκεανούς;
χώροι στον κόσμο όπου μπορούμε να συλλάβουμε την πραγματικότητα στη γένεσή της.
Ο Malcolm Lowry υπενθυμίζει ότι όλες οι γιορτές κάποτε τελειώνουν, παρ’ όλα αυτά κάποιοι συνεχίζουν να πίνουν και να σκέφτονται όλοι το ίδιο πράγμα.
Όποιος αγαπά αληθινά δεν είναι άγιος, σεμνότυφος ή ασκητής. Κι αν δοκιμάζει τα κορμιά κι άλλων γυναικών ξέρει πως ωραιότερο σώμα από της αγαπημένης δεν υπάρχει.
Graveyard songs _Γιώργος Βαλαής
Κατέστρεψα το χρόνο, και τώρα ο χρόνος καταστρέφει εμένα. Τα λόγια του William Shakespeare είχαν πάντα μια οικειότητα με τον ψυχισμό μας. Τα σκεφτήκαμε στο παρελθόν; Θα τα πούμε στο μέλλον; Αφορούν το παρόν μας; Ο Ριχάρδος ο Β' τα σκέφτεται φυλακισμένος, για μας η φυλακή έχει τα όρια του πλανήτη.
Όταν σκεφτόμαστε το μέλλον του κόσμου, πάντοτε εννοούμε το σημείο στο οποίο θα φτάσει, αν συνεχίσει την πορεία που εμείς τώρα τον βλέπουμε ν’ ακολουθεί. Δεν μας περνάει απ’
το μυαλό πως η πορεία του δεν είναι μια ευθεία γραμμή, αλλά μια καμπύλη που συνεχώς αλλάζει κατεύθυνση. Ο Wittgenstein μιλά για τις αναγκαστικές στροφές που θα κάνουμε στη νέα δεκαετία που πλησιάζει.
Ο πρόξενος χαμήλωσε τα μάτια του. Πόσες μποτίλιες είχαν περάσει από τότε; Μέσα σε πόσα ποτήρια, σε πόσα μπουκάλια είχε κρυφτεί, μόνος του από τότε; ...Πώς να ελπίζει πως θα ξαναβρεί τον εαυτό του, πως θ’ αρχίσει πάλι από την αρχή όταν κάπου, ίσως μέσα σε μια απ’ αυτές τις χαμέ-
Τα μυστικά βάθη του αισθήματος, τα σκοτεινότερα και τυφλότερα στρώματα του χαρακτήρα, είναι οι μοναδικοί
Ο William James ορίζει την πραγματικότητα που θα ζήσουμε σαν ένα ίχνος το οποίο βρίσκεται μέσα μας.
Ο Robert Desnos δεν φοβόταν τις αντιφάσεις, πίστευε απλά σε ότι έλεγε ο Andre Breton: Δεν υπάρχει λύση έξω από τον έρωτα.
Crave 5
_Iωάννα Kλεφτόγιαννη
-άτακτες σκέψεις για το χρόνο που έφυγε και το νέο που ήρθεΟ χρόνος μπήκε / όσο υπογείως επεισοδιακά «έσβησε» / και χωρίς κανένας / Χριστιανός / να χτυπήσει το κουδούνι του σπιτιού μου για τα κάλαντα / και η πρωτεύουσα / όμως / είχε μια θλίψη / που σερνόταν στα πόδια όλων των «ιθαγενών» / και των επισκεπτών της / στα «επεισόδια»: / οι -αριστερών καταβολών- ανήσυχοι Καλλιτέχνες ενάντια στο Μνημόνιο / «ξαναχτύπησαν» / λίγο πριν στρίψει και χαθεί στη γωνία / για πάντα / το 2010 / χάλασαν τη «γιορτούλα» / της νέας ποιητικής συλλογής του / ταλαίπωρου / υφυπουργού Πολιτισμού / Τηλέμαχου Χυτήρη / εγκαλώντας τον / για τα «ανεξήγητα πράγματα» / που «συντελούνται εν έτει 2010» / με αποτέλεσμα «η ΝΕΤ να μετατρέπεται σε χου-
ντική ΥΕΝΕΔ » / «πώς μια φαινομενική πολυφωνία αποκρύβει μια ταξική / λογοκριμένη ενημέρωση;» / ρώτησαν τον αιφνιδιασμένο υφυπουργό / κι εκείνος σιώπησε / «πώς γίνεται το κούρσεμα των ανθρώπων να ονομάζεται νοικοκύρεμα;» / συνέχισαν / «πώς γίνεται 7.000 πραιτοριανοί / να αντιμετωπίζουν 9.000 άοπλους διαδηλωτές / με φονικά χημικά / και αυτό να μην αποτελεί είδηση;» / και τέλος / «πώς γίνεται η κατοχική κυβέρνηση Παπανδρέου να παραδίδει τα κλειδιά της χώρας στα αφεντικά της;» / λαλιά / δεν έβγαλε / ο ποιητής- υφυπουργός / ανάλογο το σάστισμα / στην πρώτη για το 2011 / κυριακάτικη / λαϊκή απογευματινή / του «Τυχαίου Θανάτου ενός αναρχικού» / του Ντάριο Φο / απ’ την ειρηνική «εισβολή» της Πρωτοβουλίας Αλληλεγγύης στον αναρχικό Αρη Σειρηνίδη / το θεατρι-
κό «κατηγορώ» του Φο / μεταγράφηκε / με το μανιφέστο που μοίραζε η Πρωτοβουλία / σαν πρόγραμμα παράστασης / στην «Καθόλου τυχαία σύλληψη ενός αναρχικού» / η χρονιά μπήκε δυναμικά και με μια ημερίδα / στο« Bios» / που δεν μάσησε τα λόγια της / για την «Πολιτιστική πολιτική στην Ελλάδα / και το σύγχρονο θέατρο »/ διοργανωτής της / η Κίνηση Μαβίλη / που / φαίνεται / φιλοδοξεί να ακολουθήσει τα χνάρια των Κινηματογραφιστών στην Ομίχλη / αν θυμάστε / είναι εκείνοι που / το Σεπτέμβριο / είχαν αποστείλει στον Υπουργό Πολιτισμού και Τουρισμού / μια επιστολή με πολύ σοβαρές προτάσεις / και καταγγελίες / για τις παραστατικές τέχνες / ανάλογη επιστολή / μόλις έστειλαν και οι επιχορηγούμενοι του θεάτρου / που «κινδυνεύει» / ζητούν να ανοίξει ο Γερουλάνος τα χαρ-
τιά του / για το θέατρο / καθώς έχουν περάσει δέκα πέντε μήνες υπουργείας του / και « το μόνο» που έχει γίνει έκτοτε είναι η «κατάργηση του ΕΚΕΘΕΧ» / το οποίο ωστόσο / ακόμη διατηρεί κτήριο και υπαλλήλους / και τι δεν μας περιμένει προσεχώς στη σκηνή / από « Πλατόνοφ» του Τσέχοφ / διά χειρός Γιώργου Λάνθιμου / μέχρι «Πολάνσκι» / από τον Αλέξανδρο Βούλγαρη / κι επειδή / «πόλεμο» ζούμε / δεν ξέρω πότε η ανέγερση Τειχών έσωσε κάποια χώρα / σε οποιαδήποτε ιστορική συγκυρία / μάλλον προβλήματα / μακροπρόθεσμα / δημιούργησε / «ο άνθρωπος αλλάζει;» / αναρωτιέται στη συγκλονιστική αυτοβιογραφία της / «Αφού με ρωτάτε, να θυμηθώ...» / η Καπετάνισσα του ΕΛΑΣ / συμφοιτήτρια του Ταρκόφσκι / Μαρία Μπέικου / η απάντηση διερευνάται / καλή χρονιά /
The party’s over 6 Φαντάζομαι σε μερικά χρόνια τους Scorpions, γερόντια πια, να καταφθάνουν, για μια ακόμα τελευταία φορά, στην Ελλάδα, όχι για να δώσουν συναυλία σε κάποιο από τα στάδια της Αθήνας, αλλά για να γιορτάσουμε όλοι μαζί την πτώση του Τείχους του Έβρου. Και αυτό δυστυχώς, είναι το αισιόδοξο σενάριο. Ο φράχτης (γιατί φράχτης είναι στην πραγματικότητα το τείχος) από συρματοπλέγματα που στήνεται στα σύνορά της χώρας, εκτός από θέμα κορυφής στην ατζέντα της πολιτικής συζήτησης μεταξύ των ελληνοτουρκικών κυβερνήσεων, αποτελεί μια κορυφαία πολιτική απόφαση και είναι μια πράξη κυρίως συμβολική που (θα έπρεπε να) προκαλεί αποτροπιασμό. Δυστυχώς όμως, και ενώ ακόμα και οι υποστηρικτές του νέου Τείχους, που αλωνίζουν δημαγωγώντας και προπαγανδίζοντας σε πρωινάδικα και δελτία ειδήσεων γνωρίζουν πολύ καλά (και μάλιστα, όπως παρατήρησα τις τελευταίες μέρες, στέκονται μάλλον αμήχανοι) πως δεν λύνει κανένα ουσιαστικό πρόβλημα, το τείχος θα χτιστεί, ακριβώς γιατί στηρίζεται στο φόβο, στο μίσος, στην ανασφάλεια, στο ρατσισμό, στο κυνήγι του προσωπικού μικροσυμφέροντος και στη μικροπρέπεια, στη λογική του κακομοίρη νοικοκυραίου, στη φτώχεια και στην ανέχεια που προσπαθούν να μας καταδικάσουν όλους, Έλληνες και ξένους. Δεν ξέρω στ’ αλήθεια ποια «ρεαλιστική» πολιτική μπορεί να υπαγορεύσει την ανέγερση ηλεκτροφόρων κοτετσοσυρμάτων, όμως ξέρω, ότι αφού γιορτάσαμε, παρτάραμε, πανηγυρίσαμε πολλές επετείους εδώ και 20 χρόνια, για την Πτώση του Τείχους του Βερολίνου, φτάσαμε να ζούμε σε έναν κόσμο που έχει γεμίσει τείχη παντού, στο Ισραήλ, στο Μεξικό, στην Αίγυπτο και στο Γιβραλτάρ και δεν ξέρω κι εγώ πού αλλού στον κόσμο, τώρα πάντως και στην Ελλάδα. Το πάρτι τελείωσε, μαζί και τα όποια ψέματα είχαν απομείνει περί ενός ελεύθερου, νέου κόσμου. Ε.Μ.
κοντέινερ | Ιανουάριος 2011
7
Ιανουάριος 2011 | κοντέινερ
Navigation 8
_Tijana Prodanovic, Αντωνάκης Χριστοδούλου
Μουσική
Θέατρο
Film/Etten/Nalyssa Green
Αδέσποτες Σκύλες
21 Ιανουαρίου 6, 7, 8, 9, 22, 23 Ιανουαρίου Gagarin 205, Λιοσίων 205 Quilombo Centro Cultural Σερβίων 10 & Λεωφ.Αθηνών, Ακαδημία Πλάτωνος
Ένα από τα πιο επιτυχημένα αγγλόφωνα indie σχήματα - οι Film επιστρέφουν από τη διεθνή τους περιοδεία στη σκηνή του Gagarin 205 για μια μοναδική κινηματογραφική συναυλία. Μαζί τους θα είναι πάλι η ξεχωριστή φωνή της Εtten (Ελένη Τζαβάρα), ενώ τη βραδιά θα ανοίξει η ανερχόμενη και πολλά υποσχόμενη Nalyssa Green.
Στο «Βαλς των βρόμικων δρόμων» πρωταγωνιστούν πέντε γυναίκες με λουλούδια στα μαλλιά, οι οποίες τραγουδάνε, χορεύουν και κυρίως μιλάνε, εμπνευσμένες από τη σύγχρονη πραγματικότητα και την καθημερινή ζωή στην Αθήνα. Λόγια φιλοσόφων, ποιητών, αρθρογράφων, δημοσιογράφων, λογοτεχνών, επιστημόνων, μπλέκονται με τις δικές τους ρίμες.
Ώρα έναρξης: 21:00
Η άτυπη αυτή παράσταση δανείζεται στοιχεία από το καμπαρέ, την επιθεώρηση, το βαριετέ, τις συναυλίες, τις λογοτεχνικές βραδιές, τις συνευρέσεις φίλων, ή ακόμα και από κάτι νύχτες με φωτιές στην παραλία. Σκηνοθεσία: Ντίνα Καφτεράνη Παίζουν : Πολυξένη Ακλίδη, Δήμητρα Γκλιάτη, Βιβή Κάππα, Ντίνα Καφτεράνη, Ζουλή Λεφέβρ. Ώρα έναρξης: 21:30 Είσοδος ελεύθερη www.quilombo.gr
ΠΕΡΦΟΡΜΑΝΣ
Χορός
DoomRoom 15 -16 Ιανουαρίου Ιδέα/Σκηνοθεσία: Sergiu Matis Ερμηνευτές: Νεφέλη Σκαρμέα, Sergiu Matis Η λεκτική πτυχή του DoomRoom επιχειρεί να το καταστήσει μια ειρωνική ματιά πάνω στο χορό και στην παράσταση. Οι φυσικές, σωματικές πτυχές του, προσδοκούν να αμφισβητήσουν γνωστά πρότυπα και παραδοσιακές μορφές δραματουργίας, να διερευνήσουν δομές ανατομικές, να δημιουργήσουν ένα εργαστήριο όπου το σώμα του ερμηνευτή δρα σαν μια οργανική μάζα με όλες τις δυνατότητες και τους περιορισμούς της. Το ερώτημα του ερμηνευτή και της παράστασης. Προετοιμασία της παράστασης ή αναπαράσταση της προετοιμασίας; Τιμές εισιτηρίων: 10 ευρώ (ενιαίο) ΚΙΝΗΤΗΡΑΣ ΣΤΟΥΝΤΙΟ Artistic Residency Centre Ερεχθείου 22, 117 42 Ακρόπολη, Αθήνα τηλ. 210 9248328 κιν. 698 6155901 www.kinitiras.com κοντέινερ | Ιανουάριος 2011
In to the pill Ο Γιάννης Γρηγοριάδης και ο Γιάννης Ισιδώρου παρουσιάζουν την Πέμπτη 20 Ιανουαρίου στις 8:00μ.μ. στον νέο χώρο Salon de vortex, την έκθεση με τίτλο «Μοφερισμός, μια πρώτη αποτίμηση» mediaoffer. wordpress.com/ Το συντακτικό της πρόβλεψης, η συστηματική ονειροπόληση, η αποκέντρωση, και η απεμπλοκή του ατόμου από τον εαυτό του είναι στις άμεσες προτεραιότητές μας. Salon de Vortex | Ιθάκης 24& Ι. Δροσοπούλου, στην Κυψέλη salondevortex.wordpress.com/
Εικαστικά
Apomechanes 10 - 31 Ιανουαρίου Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, Πειραιώς 206, Ταύρος Στην έκθεση θα παρουσιαστούν οι δημιουργίες του 2ου workshop «apomechanes 2010» που πραγματοποιήθηκε τον Ιούλιο στο Πολιτιστικό Κέντρο του Ιδρύματος, υπό την αιγίδα του Ελληνικού Ινστιτούτου Αρχιτεκτονικής. Ο λόγος για αρχιτεκτονικές εγκαταστάσεις που σχεδιάστηκαν και κατασκευάστηκαν στο πλαίσιο του εργαστηρίου, μέσα από την διερεύνηση των
μεθοδολογιών αλγοριθμικού σχεδιασμού που ασχολούνται με πολυσύνθετα και μη-γραμμικά συστήματα. Οι συμμετέχοντες δημιούργησαν τους δικούς τους εξατομικευμένους αλγόριθμους, που οδήγησαν στο σχεδιασμό λειτουργικών πρωτοτύπων μεγάλης κλίμακας. Στη συνέχεια, τα έργα κατασκευάστηκαν σε κλίμακα 1:1 με τη χρήση μηχανημάτων τελευταίας τεχνολογίας (Laser Cutter, CNC milling). Στη σύνθεση συμμετείχαν αρχιτέκτονες, γραφίστες και νέοι εικαστικοί καλλιτέχνες από την Ελλάδα και το εξωτερικό. Αίθουσες: Foyer ισογείου, 1ου & 2ου ορόφου Ώρες λειτουργίας: Καθημερινά: 18:00 – 22:00
Navigation 9
Εικαστικά
ΤΕΤΑ ΜΑΚΡΗ Η κούκλα του Δαρβίνου κι άλλες πέντε ιστορίες ABOUT 20 Ιανουαρίου – 12 Φεβρουαρίου Η Τέτα Μακρή, ζωγράφος κατ’ εξοχήν του τελάρου, συχνά χρησιμοποιεί μέσα διαφορετικά από αυτά της ζωγραφικής, όπως φωτογραφία, βίντεο, εγκατάσταση, ψηφιακή εκτύπωση, όταν νομίζει ότι αυτό απαιτεί ο πυρήνας του καλλιτεχνικού της διαβήματος. Στην έκθεση παρουσιάζονται δέκα εικόνες διαστάσεων 110Χ110cm*, ενώ προβάλλονται συγχρόνως και δύο παλαιότερα βίντεο της ζωγράφου. Για αυτήν ακριβώς την τελευταία της δουλειά, η Τέτα Μακρή σημειώνει: Τα τελευταία χρόνια, το αντικείμενο επαναπροσδιορίζει τη θέση του στο έργο. Ζωγραφισμένο, φωτογραφημένο, σκαναρισμένο με τρομακτική ακρίβεια, ακίνητο ή ακινητοποιημένο, σε διάταξη αναμενόμενη ή όχι, αφηγείται, ως αξιόπιστος μάρτυρας, ιστορίες της ζωής.Δηλώνει, ή υπαινίσσεται τη σχέση του με τις ζωές των ανθρώπων, τη σχέση των ανθρώπων με τους άλλους, με τη μνήμη, με τον κόσμο των ιδεών και των συναισθημάτων. Δεν άλλαξαν οι ζωγράφοι, δεν άλλαξαν τα αντικείμενα. Είναι το βλέμμα μας που άλλαξε Εγκαίνια: Πέμπτη 20 Ιανουαρίου 2011, ώρα 20:00
Lost Bodies Lost Bodies, 33’ (Γιάννης Μισουρίδης) Την Πέμπτη 27 Ιανουαρίου, η Exile Films και ο σκηνοθέτης Γιάννης Μισουρίδης Ένα ιδιοσυγκρασιακό ντουέτο τραβάει μπροστά σ’ ένα μουσικό ντοκιμαντέρ που αφήνει τις μελωδίες πίσω. Κι όμως, η ζωή τους θα ήταν ένα τίποτα χωρίς νότες. Ο Θάνος, ετών 52, είναι άνεργος και υποψήφιος για αναπηρική σύνταξη. Ο Αντώνης, ετών 51, είναι έκτακτος υπάλληλος καταμέτρησης ρολογιών της ΔΕΗ και σουβλακοδιανομέας.
Ποζάροντας ως εικονικά Χαμένα Κορμιά – παρόλο που ο Αντώνης δεν έχει παίξει ποτέ live – τα ιδρυτικά μέλη των Lost Bodies αγνοούν επιδεικτικά το σύστημα, τσαλαβουτώντας σε ένα μουσικό περιθώριο δικής τους επινόησης, γεμάτο πειραματισμό και άπλετο χιούμορ. Ήρωες ενός υπαρξιακού μυθιστορήματος που δεν γράφτηκε ποτέ, ταλαντεύονται ανάμεσα στην ενδοσκόπηση και τo σουρεαλισμό, χωρίς να ξέρεις ποτέ αν σου κάνουν πλάκα. Άλλωστε τι είναι η ζωή έκτος από ένα μεγάλο ανέκδοτο; Θα πραγματοποιηθούν δύο
διαδοχικές προβολές: Ώρα Έναρξης: 20.30 / 21.30 Και για όσους δεν πιστευούν στα μάτια τους, ακολουθεί συναυλία των Lost Bodies στο SIX D.O.G.S - για να πιστέψουν τουλάχιστον στ΄αυτιά τους! Ώρα Έναρξης: 22.30 ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΕΙΣΟΔΟΣ Exile Films: Αθηνάς 12, 3ος όροφος, ΜΕΤΡΟ Μοναστηράκι, τηλ: 2103223395 Six D.O.G.S: Αβραμιώτου 6-8, ΜΕΤΡΟ Μοναστηράκι (έναντι Exile Films)
Ιανουάριος 2011 | κοντέινερ
Παρέμβαση 10
_Παύλος Χατζόπουλος
4+1 παρατηρήσεις για το Wikileaks 1. Το Wikileaks φωτίζει τη σκοτεινή πλευρά της φιλελεύθερης αντίληψης για τη διαφάνεια Το Wikileaks ενσαρκώνει τη σκοτεινή πλευρά των εκστρατειών της επικυρωμένης από το κράτος διαφάνειας από το ίδρυμα Sunlight, τον Lawrence Lessig και τόσους άλλους. Οι σκοτεινές και οι επικυρωμένες σταυροφορίες διαφάνειας, δεν είναι, όμως, και τόσο ριζοσπαστικά διαφορετικές. Κατά κάποιο τρόπο, αμφότερες, έχουν σαν τελικό στόχο «να κάνουν την κυβέρνηση πιο διαφανή», αν και οι φιλελεύθεροι σταυροφόροι αναλαμβάνουν αυτό το έργο με τις κρατικές ευλογίες και χρηματοδοτήσεις, ενώ το Wikileaks εναντιώνεται στο κράτος. Το Wikileaks εργάζεται ενάντια στη βούληση των κυβερνητικών στελεχών (όχι όλων φυσικά, μιας κι εξαρτάται από τη συνεργασία κάποιων που δρουν σαν βασικοί συνεργοί στις διαρροές), ενώ οι φιλελεύθεροι σταυροφόροι λειτουργούν σε μια σχέση διαχειρίσημης έντασης με κυβερνητικά στελέχη, παραπονούμενοι συνεχώς ότι η κυβέρνηση τηρεί, κάποιες φορές, υποκριτική στάση στην υποστήριξη της διαφάνειας ή ότι δεν είναι προετοιμασμένη να φτάσει την υπόθεση ως το τέλος. Κατά κάποιον τρόπο, το Wikileaks απλά προκαλεί την επιτάχυνση της μηχανής της διαφάνειας. 2. Το Wikileaks ενσαρκώνει την αποθέωση του πληροφορικού ψηφιακού θεάματος Οι διαμάχες γύρω από το Wikileaks περιλαμβάνουν την εκτόξευση του πληροφορικού ψηφιακού θεάματος στη μαζική κατανάλωση. Το δράμα του Wikileaks φέρνει σε κοινή θέα όλες τις κρυμμένες πλευρές τής, κατά τα άλλα, ομαλής λειτουργίας των ψηφιακών δικτύων. Με το Wikileaks οι εξαιρέσεις αποκτούν αισθητική λειτουργία και γίνονται ο πυρήνας της ψηφιακής κινητικότητας. Οι επιθέσεις κατανεμημένης άρνησης παροχής υπηρεσιών (DDoS) υπέρ (από τη λεγεώνα των Ανωνύμων*) και κατά του Wikileaks (από δεξιούς χάκερς**, υποστηριζόμενους ή δρώντες ανεξάρτητα από το Πεντάγωνο). Η άρνηση φιλοξενίας DNS στο Wikileaks***. Η διάσπαρτη εξάπλωση εκατοντάδων κοντέινερ | Ιανουάριος 2011
καθρεπτών (mirrors) της ιστοσελίδας του Wikileaks σ’ όλο τον κόσμο****. Οι πρόσφατες δημιουργίες μεταλλάξεων του Wikileaks που έχουν βαπτιστεί ως Brussels- , Balkans- , Indoκαι βεβαίως πολλά άλλα μελλοντικά -leaks*****. Οι διαμάχες γύρω από κρυπτογραφήσεις, αποκρυπτογραφήσεις και τo δικαίωμα στην ανωνυμία. Το πληροφορικό ψηφιακό θέαμα αποκτά σάρκα και οστά μέσω της αισθητικοποίησης της κινητικότητας των δικτύων, με το Wikileaks να αποτελεί το βασικό αισθητικό σημαίνον σ’ αυτή τη διαδικασία. Το τηλεοπτικό θέαμα των διαρροών υποτίθεται ότι στοχεύει να αποκαλύψει την ενοχή: να δείξει με το δάχτυλο τα κυβερνητικά στελέχη που έσφαλαν (που καταχράστηκαν την εξουσία, που παρανόμησαν) και να σπρώξει προς την κατεύθυνση της απομάκρυνσής τους από τα δίκτυα της κυβέρνησης. Σκεφτείτε το Watergate σαν μία παραδειγματική υπόθεση αποκάλυψης της ενοχής. Το Wikileaks αποκαλύπτει, αντίθετα, με κάπως αυτοαναφορικό τρόπο, απλά ότι η κυβέρνηση δεν μπορεί να ελέγξει την πληροφορία, ούτε τα πληροφορικά κανάλια των επικοινωνιών της. Στο Cablegate δεν υπάρχει ούτε υπαιτιότητα, ούτε η προσπάθεια να κατηγορηθούν κυβερνητικά στελέχη για κατάχρηση εξουσίας ή παραβίαση του νόμου. Οι διαρροές αποκαλύπτουν ακριβώς αυτό: Ότι οι διαρροές δεν μπορούν να περιοριστούν, το ξεκάθαρο γεγονός ότι το κράτος δεν μπορεί πλέον να ελέγξει τις μεταλλάξεις του πληροφορικού ψηφιακού θεάματος. 3. Το Wikileaks ανοίγει τον νεκρό πηγαίο κώδικα της κυβέρνησης Από την προοπτική της ηθικής του χακτιβισμού*****, το Wikileaks είναι ζωτικής σημασίας μιας και ανοίγει τον «πηγαίο κώδικα της κυβέρνησης». Όμως, τι ακριβώς αποκαλύπτει αυτός ο πηγαίος κώδικας; Σε τι μας είναι χρήσιμος; Και τώρα που τον έχουμε, τι μπορούμε αυτόν τον κώδικα να τον βάλουμε να κάνει; Σχεδόν τίποτα: ο κυβερνητικός κώδικας είναι νεκρός. Ένας κώδικας που οργανώνει καθημερινές κυβερνητικές δραστηριότητες: συναντήσεις κυβερνητικών στελεχών με άλλα στελέχη, ή με πληροφοριοδότες-κλειδιά, ή με άλλους έμπιστους
συνομιλητές, τις αξιολογήσεις όλων αυτών για όποια παγκόσμια κατάσταση αυτοί θεωρούν κρίσιμη, τις προτάσεις τους για δράσεις που είναι κυρίως εκτός θέματος και απραγματοποίητες.
Το κράτος βασίζεται σε κανάλια επικοινωνίας που είναι πορώδη, που βρίσκονται εκτός συγχρονισμού με την πραγματικότητα, σε ανίδεους πληροφοριοδότες-κλειδιά, σε μεγαλομανή
Παρέμβαση 11
στελέχη που απολαμβάνουν γεωπολιτικές φιλοδοξίες σαν να βρίσκονταν ακόμα στον 19ο αιώνα. Το Cablegate, όπως και τα ημερολόγια του Αφγανιστάν και του Ιράκ πριν από αυτό, γί-
νεται απλά μια αυτοαναφορική διαδικασία αποκάλυψης πληροφοριών που είτε έχουμε ήδη υποπτευθεί πως υπάρχουν ή που είναι έτσι κι αλλιώς αδιάφορες ως προς μία πιθανή μελλοντική
χρήση τους. Με όρους ψηφιακής πληροφορικής, το Cablegate αποκαλύπτει ότι το κράτος έχει χάσει τον βασικό ρόλο του στην καινοτομία της ψηφιακής εποχής. 4. Συμμετρία, ασυμμετρία και εξουσία Ο ακτιβισμός που γεννιέται γύρω από την υπόθεση του Wikileaks προσπαθεί να αντιπαρατεθεί συμμετρικά με το κράτος-εχθρό. Προσπαθεί, με άλλα λόγια, να εισβάλει στο κεντρικό κάστρο του κράτους-εχθρού, να το υποκλέψει και να ελέγξει το δίκτυο πληροφοριών μέσω του οποίου το κάστρο λειτουργούσε. Το κεντρικό κάστρο όμως είχε ήδη αρχίσει να καταρρέει εδώ και καιρό, η εξουσία είχε σταματήσει να λειτουργεί και να ασκεί έλεγχο στη ζωή των δικτύων μέσα από αυτό. Οι εκπορθητές του κάστρου δεν μένει παρά να ηρωoποιηθούν και πιθανόν να θυσιαστούν: η μοίρα του Julian Assange. Η αντίδραση απέναντι στον έλεγχο των δικτύων γίνεται ανατρεπτική όταν επιμένει στην ασυμμετρία. Ας κάνουμε έναν παραλληλισμό με την υπόθεση του Piratebay και τις δράσεις στήριξής του: εκεί οι ακτιβιστικές πρακτικές που αναπτύχθηκαν διαμορφώθηκαν σε μία σχέση ασυμμετρίας με τον εχθρό στη βάση της λογικής τού «όπως και αν προσπαθήσετε να μας ελέγξετε εμείς θα σας ξεφεύγουμε διαρκώς και θα επινοούμε καινούργια δίκτυα για να μοιραζόμαστε αρχεία». Η υπόθεση του Piratebay, σε αντιδιαστολή με το Wikileaks, γεννά ένα συνονθύλευμα πρακτικών που αποφεύγουν την κατά μέτωπο αντιπαράθεση, που προσπαθούν να ξεγλιστρήσουν από τον έλεγχο της εξουσίας. 4+1. Έχει μείνει κάτι για να αποκαλυφθεί; Η διαρροή δεν είναι το ίδιο με την αποκάλυψη. Η διαρροή που πραγματοποιείται από το Wikileaks δεν υπονοεί την αποκάλυψη του δικτύου εξουσίας που θέτει η κυβέρνηση σε κίνηση. Το πρόβλημα δεν είναι τόσο ότι τα τηλεγραφήματα των πρεσβειών ή τα ημερολόγια του πολέμου δεν έχουν ήδη πλήρως αναλυθεί από τα παραδοσιακά δημοσιογραφικά μέσα με τα οποία συνεργάζεται
το Wikileaks ή από άλλους αναλυτές. Αντίθετα, η διαρροή μοιάζει να αιχμαλωτίζει κυβερνητικές πληροφορίες των οποίων η αποκάλυψη δεν σημαίνει κάποια ριζοσπαστική αλλαγή στις σύγχρονες λειτουργίες της εξουσίας. Η αναγωγή σε μύθο αυτών των πληροφοριών έγκειται κυρίως στη λαϊκή σύλληψη πως αυτές υποτίθεται ότι θα έπρεπε να παραμείνουν οπωσδήποτε απόρρητες, αν και αποτελούσαν ήδη στόχο της διακρατικής κατασκοπείας και είχαν ήδη συζητηθεί σε διπλωματικούς κύκλους. Η αδιαφάνεια δεν είναι, με άλλα λόγια, ένα βασικό εμπόδιο για τη δημοκρατική διακυβέρνηση. Η εξουσία (συμπεριλαμβανομένης της κυβερνητικής) μοιάζει να λειτουργεί στον σύγχρονο κόσμο, περισσότερο με το να κάνει την πρόσβαση δυνατή, με το να προπαγανδίζει την «ανοικτότητα», με το να κάνει τα πράγματα γνωστά, παρά περικλείοντας, αποκρύπτοντας, ή εμποδίζοντας την πρόσβαση. Η σύγχρονη διακυβέρνηση λειτουργεί πρωτίστως μέσω διαδικασιών συμπερίληψης και ενσωμάτωσης παρά αποκλεισμού. Αντί να επιμείνουμε στην αποκάλυψη και την αποποίηση της βίας που μας επιβάλλει ο αποκλεισμός μας από την κυβέρνηση και τις λειτουργίες της, πρέπει να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε με κριτικό τρόπο τη βία που προκύπτει από την ενσωμάτωση και συμμετοχή μας στα δίκτυα της κυβέρνησης και τα πληροφοριακά της κανάλια.
* http://en.wikipedia.org/wiki/Operation_ Payback ** http://news.softpedia.com/news/DDoSAttacks-Against-WikiLeaks-Continue-169735. shtml *** http://www.rawstory.com/rs/2010/12/ wikileaksorg-blank-dns-host-abandons-site/ **** Το http://wikileaks.info/ για μία πρώτη λίστα των καθρεφτών του Wikileaks. ***** τα http://brusselsleaks.com/, http://www.balkanleaks.eu/ , και http://www.indoleaks.org/ ****** Όρος που προκύπτει από τις λέξεις χάκερ + ακτιβισμός Ιανουάριος 2011 | κοντέινερ
12 Κινηματογράφος Θεωρία της Γαίας Gender Βιβλίο Ποίηση
Βλέμμα κοντέινερ | Ιανουάριος 2011
Κινηματογράφος _Βλέμμα
13
_Ελευθερία Γεροφωκά
Ντέμπρα Γκράνικ: «Αγαπημένη μου ηρωίδα είναι η Κασσάνδρα» Μια συνέντευξη της αμερικανίδας σκηνοθέτιδας στην Ελευθερία Γεροφωκά
«Μην ζητάς να σου δώσουν κάτι όταν ξέρεις ότι μπορούν να σου το προσφέρουν». Αυτά είναι τα λόγια που λέει η δεκαεφτάχρονη Ree Dolly (που την υποδύεται η Jenifer Lawrence) στον μικρό αδερφό της στην ταινία Winter’s Bone*. Και αυτά τα λόγια χαρακτηρίζουν την ταινία της ανεξάρτητης αμερικανίδας σκηνοθέτιδας Ντέμπρα Γκράνικ που βραβεύτηκε στο φεστιβάλ Sundance με το βραβείο καλύτερης ταινίας και σεναρίου. Η ταινία κάνει θριαμβευτική πορεία στα μεγάλα φεστιβάλ σαρώνοντας βραβεία, αποκαλύπτοντας κρυφές και άθλιες στιγμές της αμερικάνικης επαρχίας. Συναντηθήκαμε αρκετές φορές με την Ντέμπρα Γκράνικ και κάθε φορά που τελειώναμε τη συζήτησή μας, ήμουν γεμάτη χαρά. Όταν είδα την ταινία της, κατάλαβα. Αν και σκληρή και ρεαλιστική, η ταινία σου αφήνει στο τέλος μια χαραμάδα ελπίδας και αισιοδοξίας. Μιλήσαμε ώρες για τον Μπέλα Ταρ, τον Αισχύλο, τον Ευριπίδη, τον Αντονιόνι, για τις ανθρώπινες σχέσεις, για τη χαρά και τον πόνο και πώς όλα αυτά χωράνε σε μια ταινία. Κρίση και φτώχεια. Στα φτωχά μέρη όπως είναι η κοινότητα Οζράκ στο Μιζούρι όπου έκανα την ταινία μου οι άνθρωποι τρώνε νυφίτσες και βράζουν αμφεταμίνες για να αντέξουν. Και στα φτωχά μέρη βρίσκονται άλλωστε τα εργοστάσια που φτιάχνουν αμφεταμίνες. Οι άνθρωποι εκεί παίρνουν κόκα για να αντέξουν: όχι μόνο το κρύο αλλά και την αθλιότητα. Γυναίκα. Κοιτάζω τη γυναίκα στη ζωή με ενδια-
φέρον και επιλέγω να λέω τις ιστορίες μου έχοντάς την πάντα μπροστά. Αγαπημένη μου ηρωίδα είναι η Κασσάνδρα και προσπαθώ να βρίσκω και να βάζω στοιχεία της στις ηρωίδες μου. Όλοι θέλουμε να μας αγαπούν και θέλουμε να ξέρουμε πως υπάρχει κάποιος που μας αγαπά και μας σκέφτεται και μπορεί να μας είναι αφοσιωμένος. Στο βιβλίο οι δύο πρωταγωνιστές ήταν αγόρια, όταν όμως είδα πώς είναι τα κορίτσια στην Οζράκ και πόσο σκληρά δουλεύουν, άλλαξα το καστ. Τι θα άλλαζα αν ξαναέκανα την ταινία; Θα πρόσθετα κάποιες σκηνές με τους κατοίκους από την Οζράκ και θα τους παρουσίαζα καλύτερα, προβάλλοντας την κουλτούρα, τον πολιτισμό τους και τα τραγούδια τους. Βία. Η βία για μένα είναι ζητούμενο στις ταινίες μου. Το ίδιο και οι ανθρώπινες ιστορίες που συμβαίνουν γύρω μας. Ο άνθρωπος από τη φύση του έχει τεράστια δύναμη να επιβιώνει παρ’ όλη την ταλαιπωρία που μπορεί να υποστεί. Πραγματικά θέλω να δουλεύω πάνω σε αυτή την κατάσταση και θέλω στις ταινίες που κάνω, καθ’ όλη τη διάρκειά τους, να υπάρχει μια σφαίρα συναισθήματος. Δεν θέλω να δείχνω σκηνές βίας παρά μόνο να δίνω την ατμόσφαιρα της βίας. Για μένα, ο ανθρώπινος πόνος στις ταινίες, όταν παρουσιάζεται με τον σωστό τρόπο, δεν μπορεί να σε πειράξει. Μ’ αρέσει να σκαλίζω και να βάζω μεγάλα θέματα στις ταινίες και κυρίως στα πρόσωπα των πρωταγωνιστών μου. Πώς δουλεύω το σενάριό μου: το στηρίζω πολύ στις αρχαίες τραγω-
δίες, εκεί μιλούσαν για κορυφαία συναισθήματα. Ευρώπη και Αμερική Η Ευρώπη είναι η γη της ελευθερίας και τώρα βρίσκεται σε καταλυτική στιγμή, όλα κινούνται υπό το πνεύμα της αμφιβολίας. Η Αμερική από την άλλη υπήρξε η χώρα της μεγάλης ευκαιρίας, πολλοί άνθρωποι έρχονται και θέλουν να τα καταφέρουν, να κάνουν λεφτά, πολλά λεφτά. Οι Αμερικάνοι είμαστε ένας αθώος λαός, που όταν έρχεται η κρίση δεν ξέρει π.χ., πώς να τα βάλει με τις τράπεζες. Πολλοί συμπατριώτες μου ούτε που ενδιαφέρονται να σπουδάσουν, θέλουν μόνο να δουλεύουν και να βγάζουν λεφτά. Να αποκτήσουν ακριβό αυτοκίνητο, μεγάλο σπίτι αλλά στο τέλος δεν έχουν λεφτά να βάλουν βενζίνη και να πληρώσουν τη δόση του σπιτιού. Για μένα, όταν ένας λαός σκέφτεται έτσι είναι αθώος. Είναι ο μύθος της αφθονίας με τον οποίο μας πιπιλίζουν το κεφάλι: «όσα περισσότερα έχεις τόσο πιο ευτυχισμένος είσαι». Στη Νέα Υόρκη που ζω βλέπω τους μετανάστες, Έλληνες, Ιρλανδούς, το μόνο που τους ενδιέφερε ήταν να κάνουν λεφτά και ας ζούσαν 10 άτομα σε ένα δωμάτιο. Δυστυχώς πάσχουμε από μυωπία. Γυναίκες σκηνοθέτες. Οι γυναίκες δεν πρέπει να φοβούνται να κάνουν σινεμά και τώρα πλέον τα πράγματα είναι ακόμα πιο εύκολα για μας. Με το final cut pro και με τις καινούργιες ψηφιακές κάμερες μπορούμε να κάνουμε μικρές, έξυπνες, κοφτερές ιστορίες που να είναι σημειώσεις μιας ζωής. Την ταινία μου τη γύρισα σε red camera, με βοήθησε να κι-
νούμαι πιο γρήγορα, να μην καθυστερώ το γύρισμα αλλά ούτε να κουράζω τους ηθοποιούς. Μ’ αρέσει όταν δουλεύω να είμαι συγκεντρωμένη σ’ αυτό που κάνω και θέλω πάντα στις ταινίες, όσο σκληρές και αν είναι ή για όσο δύσκολα πράγματα κι αν μιλούν, να υπάρχει στο τέλος μια σταγόνα ελπίδας. Είναι πολλά πράγματα που δεν ξέρουμε για τη ζωή των γυναικών και πραγματικά μέσα μας έχουμε έναν τεράστιο κόσμο που περιμένει να τον εκφράσουμε. Γι’ αυτό θέλω οι ηρωίδες μου να είναι γυναίκες. Βραβεία. Τη στιγμή που παίρνω ένα βραβείο, χαίρομαι πολύ, είναι μια επιβράβευση για τη δουλειά μου. Το κοινό για μένα είναι η μούσα μου. Θέματα. Η φτώχεια. Η οικονομική κρίση. Οι ειρωνείες. Το χιούμορ. Το παράδοξο. Μοίρα. Στην καθημερινότητά μου με φοβίζουν όλα αυτά που έχουν να κάνουν με τη μοίρα. Και μόνο που σκέφτεσαι ότι όλα θα πάνε καλά έχεις ήδη διαλέξει να σου πάνε όλα καλά. Θεός. Είμαι σαν τον πιγκουίνο. Πάω λίγο από δω και λίγο από κει. Αγαπώ τηφύση πολύ και δίνω μεγάλη βαρύτητα στη γενναιοδωρία.
* Η ταινία είναι βασισμένη στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Daniel Woodrell. Ιανουάριος 2011 | κοντέινερ
Βλέμμα_ Κινηματογράφος 14
_Γιώργος Ζώης
Η δική μας πλατεία Εξαρχείων
Απόψε θα πάμε για κυνήγι. Θα κυνηγήσουμε πακιστανούς. Έχω δώσει ραντεβού με τα υπόλοιπα παιδιά μετά τα φανάρια. Θα τους πάρουμε από πίσω μόλις φύγουν. Θα τους στριμώξουμε στην πλατεία δίπλα από την οικοδομή. Θα τους χώσουμε μέσα και θα τους σαπίσουμε στο ξύλο. Ό,τι βουτήξω από τα πάκι, θα τα δώσω στη μάνα μου και στην αδελφή μου για τα Χριστούγεννα. Τα δώρα μου για την οικογένεια και την πατρίδα. Τι ωραίο το μπλε μέσα στο μαύρο. Σήμερα έραψα το εθνόσημο στο μαύρο μου flight. Απόψε έχω σκοπιά στην Αττικής. Μακάρι να κάνει το λάθος ένας και να περάσει τα σύνορα της πλατείας. Τότε θα δει τι σημαίνει ελληνική φιλοξενία. Τους σιχαίνομαι όλους, μαύρους, λευκούς, κίτρινους και κυρίως σιχαίνομαι τους σπόρους τους. Αυτά τα μυξιάρικα μωρά που νομίζουν ότι θα παίζουν στις πλατείες μας ελεύθερα. Όχι ρε, να πάτε πίσω στις πατρίδες σας, να κακοντέινερ | Ιανουάριος 2011
τουράτε εκεί υποανάπτυκτα όντα. Σε αυτή την πλατεία δεν θα παίξετε ποτέ, δεν θα βγείτε βόλτα, δεν θα πάρετε μερίδα συσσιτίου. Να πάτε να κλειστείτε στις τρύπες σας ο ένας πάνω στον άλλον. Και τότε θα σας έρθουμε επίσκεψη και θα σας στουπιάσουμε σαν τα ποντίκια. Μας βρομίζετε τις γειτονιές, μας κλέβετε τις δουλειές, μας βιάζετε τις γυναίκες. Αλλά τώρα ενωθήκαμε. Εδώ δεν πατάτε πια, εδώ εμείς είμαστε η αστυνομία, εδώ εμείς είμαστε ο δήμαρχος. Δεν το έχετε πάρει χαμπάρι ακόμα; Δεν βλέπατε τι χτίζαμε τόσον καιρό; Δεν τολμάτε να το πιστέψετε, ε; Ο Άγιος Παντελεήμονας είναι τα δικά μας Εξάρχεια. Η Αττικής είναι η δικιά μας πλατεία. Έδω είναι το δικό μας άσυλο. Ένα μόνο πράγμα μάς λείπει. Μόνο εσείς θα έχετε όπλα; Μόνο εσείς θα πετάτε μολότοφ; Μόνο εσείς θα καίτε; Κι εμείς μπορούμε. Και έχουμε ήδη ξεκινήσει. Θυμάστε την πορεία για να ανοίξετε
την παιδική χαρά; Τις πυρκαγιές στο Βοτανικό και στη συναγωγή; Τους πυροβολισμούς στην Ομόνοια; Αυτή είναι η δική μας τρομοκρατία. Μόνο που εμείς δεν γράφουμε προκυρήξεις. Απλά θέλω ένα όπλο. Αν δεν με ακολουθήσει κανείς, θα πάω μόνος μου. Τους το λέω συνέχεια, δεν θα φυλάω μόνο πλατείες, δεν είμαι εγώ κότα στο κοτέτσι, θα πεταχτώ μπροστά τους και τότε θα το βγάλω έξω. Θα τους ρίξω και θα εξαφανιστώ. Τώρα έχει έρθει η σειρά μου. Εσείς φοράτε τις κουκούλες απ’ έξω, εμείς τις φοράμε μέσα μας. Είμαι ο ανάποδος κουκολουφόρος, ο αντιεξουσιαστής φασίστας, ο εθνικός επαναστάτης. Είμαι η μηδενική ανοχή, η προστασία του πολίτη, η νέα υπηρεσία καθαριότητας του Δήμου. Θα τους σκουπίσω όλους, θα τους ξεπλύνω στα συντριβάνια, θα τους βάψω λευκούς με σπρέι. Απλά περάστε από τα μέρη μου. Νομίζετε ότι σας είμαι ξένος, ότι δεν έχετε κα-
μία σχέση μαζί μου και ότι προσβάλλεστε από όλα αυτά που λέω; Για θυμηθείτε λίγο όταν νευριάζετε με το που σας πλένουν το παρμπρίζ στα φανάρια, όταν βάζετε βιαστικά την πρώτη για να τους αποφύγετε, όταν κουνάτε δεξιά αριστερά τους υαλοκαθαριστήρες. Βράζω μέσα σας και εσείς εκπνέετε τους υδρατμούς μου. Οι υπόλοιποι είστε φιλάνθρωποι των φαναριών που εξαγοράζετε τις ενοχές σας με ελάχιστα ψιλά. Σ’ εσάς σιγοβράζω ακόμη. Το πρωί πήρα το όπλο μου. Το βράδυ θα βγω σεργιάνι. Μόνος μου και ας μην έρθει και κανένας. Απόψε θα πάω για κυνήγι. Μόνος Εναντίον Όλων (Seul contre tous) Σενάριο-Σκηνοθεσία: Gaspar Noe Ηθοποιοί: Philippe Nahon, Blandine Lenoir, Frankie Pain, Martine Audrain, Jean-François Rauger Διάρκεια: 93’ Χώρα: Γαλλία Έτος: 1998
Κινηματογράφος _Βλέμμα _Αλέξανδρος Βούλγαρης
15
Ταινίες που φορούσαν το μπλε βελούδο
Άνθρωποι ελέφαντες O David Lynch μεγάλωσε στην Αμερική του ’50. Σπορ αυτοκίνητα, φωτεινά χρώματα, γκαζόν και κορίτσια με αλογοουρές και ροζ ζακέτες. Ερωτευμένος με την εξωτερική ομορφιά άλλά και με την εσωτερική ασχήμια, σαν ντοκιμαντερίστας απέναντι από αποικία μυρμηγκιών ανέδειξε τη βία της κοινωνίας που εκκολάπτεται μέσα στην Αμερική. Το 1980 παρουσίασε τον Άνθρωπο Ελέφαντα, μια ταινία που αναφέρεται στη ζωή του παραμορφωμένου Τζον Μέρικ στην Αγγλία του 19ου αιώνα. Ο Lynch είχε εκεί την τύχη να ασχοληθεί με την άλλη του μεγάλη αγάπη, τις μηχανές. Κάποτε είπε ότι αυτό που αγαπάει στις μηχανές είναι η δύναμη της δημιουργίας και ότι θεωρεί αυτή τη δημιουργία αντίστοιχη με τη δημιουργία της φύσης. Στον Άνθρωπο Ελέφαντα πίσω από τη βασική ιστορία ο Lynch μιλάει για τη βιομηχανική επανάσταση. Για τότε που τα μηχανήματα ήταν μεγάλα και κάνανε θόρυβο. Για τότε που οι άνθρωποι προσπάθησαν να κατακτήσουν τον κόσμο τους. Για το πώς σκέφτηκε το παραμορφωμένο πρόσωπο του Τζον Μέρικ, ο Lynch είπε ότι επηρεάστηκε από τις εκρήξεις των εργοστασίων, από τις εκρήξεις της γνώσης. Έτσι σκέφτηκε το κεφάλι με τα εξογκώματα. Σαν ένα μυαλό που παλεύει να μάθει περισσότερα .Παλεύει να ξεπεράσει τον εαυτό του.
River’s edge (1986) του Τim Hunter Η πιο ολοκληρωμένη ταινία του αδίκως ξεχασμένου Tim Hunter με τους Crispin Glover, Keanu Reeves, Dennis Hopper στους πρώτους ρόλους είναι μια ρεαλιστική εκδοχή του Μπλέ Βελούδου. Η Αμερική στο μικροσκόπιο. The Dark Backward (1991) του Adam Rifkin Μια ταινία που δεν βρήκε ποτέ το κοινό της αν και είχε μεγάλους σταρ στο
1.David Lynch -What a good day today Το νέο τραγούδι του Lynch. Ενορχηστρωμένο και τραγουδισμένο με μια παιδική αφέλεια. Για άλλη μια φορά δεν καταλαβαίνεις αν ο Lynch κυνηγάει το παιδί μέσα του ή αν το παιδί που έχει μέσα του κυνηγάει τον ίδιο. http://www.youtube.com/ watch?v=RPmTRKB5Bdg
ενεργητικό της. Ένας αποτυχημένος stand up κωμικός κατακτάει την επιτυχία όταν φυτρώνει στην πλάτη του ένα τρίτο χέρι. Heathers (1989) του Michael Lehmann Κριστιάν Σλέιτερ και Γουινόνα Ράιντερ στήνουν την καλύτερα οργανωμένη τρομοκρατική επίθεση με θύματα όλο το σχολείο τους σε αυτή τη μαύρη σάτιρα που έγραψε ο Daniel Waters.
2.David Lynch -Alphabet «Είχα ζωγραφίσει έναν πίνακα που απεικόνιζε μια γυναίκα. Καθώς κοίταζα τον πίνακα φύσηξε ο αέρας από το ανοιχτό παράθυρο και ένιωσα ότι έπρεπε να κουνηθεί το φόρεμα και τα μαλλιά της γυναίκας. Από τότε άρχισα να ψάχνω πώς θα κάνω κινούμενους πίνακες.» Η πρώτη απόπειρα του David Lynch στο σινεμά όντας τότε φοιτητής ζωγραφικής.
The Lost boys (1987) του Joel Schumacher Αριστούργημα της teen μυθολογίας· στο Lost Boys οι πειρασμοί των ναρκωτικών και του εφηβικού έρωτα παρομοιάζονται με το βαμπιρισμό. Rubin and Ed (1991) του Trent Harris Χαμένη ταινία με πρωταγωνιστή τον Crispin Glover. Δύο εκκεντρικοί ήρωες ψάχνουν σε όλη την Αμερική το τέλειο μέρος για να θάψουν τον γάτο τους.
3.David Lynch talks about Dune Μια συνέντευξη του Lynch στην περίοδο των γυρισμάτων του Dune. Η μεγάλη αποτυχία του Lynch και ίσως η τελευταία φορά που δόθηκε από τους χρηματοδότες τόση ελευθερία σε αμερικανό σκηνοθέτη. http://www.youtube.com/ watch?v=CvCeLzC2sNs
http://www.youtube.com/ watch?v=tqNt5PPrpSc
Ιανουάριος 2011 | κοντέινερ
Βλέμμα_ Κριτική Κινηματογράφος 16
_Βένια Βέργου
Ζωές και πνεύματα
Ο θείος Μπούνμι θυμάται τις προηγούμενες ζωές του, του Απιτσατπόνγκ Ουερασεθακούλ (Ταϊλάνδη, 2010, 113΄). Ένα δάσος, κάπου στη βορειοανατολική Ταϊλάνδη, όπου οι άνθρωποι, τα φαντάσματα και τα ζώα συνομιλούν στοχεύοντας σε μια ψυχογενετική νιρβάνα. Ένα πάσχον σώμα το οποίο πιστεύει πως το κάρμα του τον τιμωρεί επειδή σκότωσε κομμουνιστές. Ένας σκηνοθέτης για τον οποίο το σινεμά είναι μετενσάρκωση. Μια ταινία όπου τα πνεύματα από προηγούμενες ζωές φέρνουν συμφιλίωση και όχι φόβο. Χρυσός φοίνικας στις Κάννες.
Μέρος ενός ευρύτερου έργου με τον τίτλο Primitive (installations, μικρού μήκους, βίντεο), η ταινία παρακολουθεί τις τελευταίες μέρες του πάσχοντος από νεφρική ανεπάρκεια Μπούνμι σε μια εξοχική κατοικία. Ενώ στο πλευρό του έχει την νύφη του και τον ανιψιό του, ένα βράδυ εμφανίζεται στο οικογενειακό τραπέζι το φάντασμα της εδώ και χρόνια νεκρής γυναίκας του καθώς και ο γιός του –ο τελευταίος όχι με την ανθρώπινη μορφή του. Για τον Μπούνμι είναι η αρχή ενός προσωπικού απολογισμού κι ένα ταξίδι που θα τον οδηγήσει οικογενειακώς σε μια γνώριμη σπηλιά μέσα στο δάσος. Για τον Ουερασεθακούλ είναι μια ακόμη ταινία όπου η φύση είναι ο ζωτικός πνεύμονάς της, οι άνθρωποι είναι γεμάτοι αμφιβολίες πνιγμένοι μέσα στη φθαρτότητα τους, τα ζώα επιδεικνύουν ασύλληπτες επικοινωνιακές ιδιότητες κοντέινερ | Ιανουάριος 2011
(απίστευτη η σεκάνς με την μυθική πριγκίπισσα στη λίμνη) και ο χρόνος είναι μια έννοια ανοιχτή σε απροσμέτρητες αναγνώσεις κι ερμηνείες. Απόδειξη η επιλογή του να «διακόψει» ξαφνικά την κινηματογραφική αφήγηση μ’ ένα φωτογραφικό μοντάζ ή η διάθεσή του να ορίσει ως φινάλε μια εκ πρώτης όψεως απολύτως πεζή σεκάνς. Το σινεμά αυτού του πολυσχιδή Ταϊλανδού* είναι δύσκολο, δυσνόητο στις συνδέσεις που πρέπει να κάνει ο θεατής χάρη σε μια οπτικοακουστική πραγματικότητα απόλυτης ελευθεριότητας. Ταυτόχρονα όμως, όσο σύνθετες και χαοτικές μπορεί να γίνουν οι αφηγήσεις του, διατηρούν μια απλότητα στον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζουν την ανθρώπινη κατάσταση, την κοινωνική συναναστροφή, τους οικογενειακούς δεσμούς. Αν και περισσό-
τερο προσιτό συγκριτικά με παλαιότερες δουλειές του (όπως το Σύνδρομα κι ένας αιώνας), το Ο θείος Μπούνμι θυμάται τις προηγούμενες ζωές του καθιστά το σινεμά μια (σχεδόν) πρωτόγνωρη εμπειρία. Κι αυτό δεν είναι παρά μια πολιτική πράξη ενός αδάμαστου κινηματογραφιστή από μια χώρα όπου ακόμη και η λογοκρισία μετουσιώνεται σε έμπνευση. Η φαντασία με την οποία ο Ουερασεθακούλ συνθέτει εδώ τα πολλαπλά νοήματα που θέλει να επικοινωνήσει δεν έχει όριο. Και πάλι όμως, οι πειραματισμοί του ως προς το πώς ορίζεται το ανθρώπινο και το άυλο και πώς εικονοποιούνται οι αντανακλάσεις μιας ζωής, έχουν μια βουδιστική αδιατάρακτη ψυχραιμία. Κι έτσι, ενώ παρακολουθείς μια ενότητα με αρκετά διαφυγόντα σημαινόμενα, παράλληλα βιώνεις έναν κινηματογράφο περισυλλογής τελείως διαφορετικό
απ’ ό,τι ήξερες μέχρι τώρα. Γιατί ο τρόπος με τον οποίο λειτουργεί η μνήμη σχεδόν σωματοποιείται μέσα στην ταινία, ο χρόνος διατηρεί όλη την ρευστότητα και την αμεσότητά του, η διάκριση ανάμεσα στους ανθρώπους και τα πνεύματα είναι οριακά ανύπαρκτη και η ένταξη του ανθρώπου μέσα σε φυσικούς τόπους γίνεται με αρχέγονο τρόπο.
* Ο Απιτσατπόνγκ Ουερασεθακούλ έδωσε ένα αποκαλυπτικό masterclass στη Θεσσαλονίκη στο πλαίσιο του 51ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου όπου το τμήμα «Ημέρες Ανεξαρτησίας» φιλοξένησαν μια πλήρη ρετροσπεκτίβα στο έργο του.
Η ταινία βγαίνει στις αίθουσες στα μέσα Ιανουαρίου
Μουσική _Βλέμμα _Νεφέλη Σκαρμέα
17
Into the Dark: Μουσική μέσα στο απόλυτο σκοτάδι και οι κινούμενοι ήχοι της Sabrina Hölzer Εδώ στο Βερολίνο νυχτώνει πια στις 4.30, αλλά στο Funkhaus Berlin (Στούντιο Ηχογραφήσεων του πρώην Ανατολικού Βερολίνου) στη συναυλιακή παράσταση της Sabrina Hφlzer το κοινό βυθίζεται σε ένα απίστευτο σκοτάδι, ένα σκοτάδι τόσο βαθύ που με δυσκολία το φαντάζεται κανείς. Και αυτό γιατί τέτοιο σκοτάδι δεν υπάρχει στην καθημερινή μας ζωή, όσο μακριά κι αν κατοικούμε από τις πόλεις, όσο σφιχτά κι αν σφραγίζου-
με τα μάτια. Πρόκειται για το σκοτάδι τυφλών, γι’ αυτό και αυτή η μουσική βραδιά, με ένα ασυνήθιστο πρόγραμμα για έγχορδα σύγχρονων συνθετών (έργα των Morton Feldman, John Cage, Salvatore Sciarrino, Dieter Schnebel, James Tenney και άλλων) από τη δεκαετία του ’70 μέχρι σήμερα και με μια μόνο ανάσα κλασικής περιόδου (το adagio ενός κουϊντέτου του Mozart) σχεδιάστηκε και «χορογραφήθηκε» σε συνεργασία με τυφλούς.
Και ενώ το κοινό αναπαύεται σε ειδικά σχεδιασμένα, από τον εικαστικό Ladislav Zajac, κρεβάτια, οι σολίστες του μουσικού συνόλου Kaleidoskop, περιπλανούμενοι στο χώρο, κινoύν τον ήχο, ακολουθώντας αυστηρά την ανάγλυφη δομή στο πάτωμα που τους καθοδηγεί. Το φως τελειώνει και ο ήχος ξεκινά. Χωρίς την όραση, η μουσική ξεναγεί σε άγνωστους χώρους, άγνωστες ιστορίες, μέρη που μεταβάλλονται λόγω της κίνησης της πη-
γής του ήχου. Ο χρόνος αλλοιώνεται και ό,τι απομένει λούζεται σε μια ευχάριστη, καθαρτική μοναξιά. Και τι άλλο θα συμβεί στο σκοτάδι, κανείς δεν ξέρει.... Η πρεμιέρα έγινε στο Βερολίνο στις 15 Δεκεμβρίου 2010 και το επόμενο διάστημα η παράσταση θα παρουσιαστεί σε διάφορα ευρωπαϊκά φεστιβάλ. Αν ταξιδεύοντας την «πετύχετε» κάπου, μην τη χάσετε!
Θεωρία της Γαίας _Βλέμμα _Θάνος Κουτσιανάς
19
Κάτοικος Αθηνατοπίας Ο Κόσμος –είτε το ξέρουμε είτε όχι– είναι το κύριο, μοναδικό και πολλαπλό μέλημά μας, εμάς των θνητών, που συνέχεια τον αμελούμε. Κ. Αξελός
Οι άνθρωποι που ζουν σε μια πόλη, ζουν σε ένα χώρο. Οι επιλογές είναι δύο: να ενσωματωθούν στο χώρο ή απλά να υπάρχουν. Ενσωμάτωση σημαίνει να αποτελεί κάποιος μέρος του χώρου, στον οποίο χώρο ο καθένας παράγει –ως σημαίνον μέρος του– και επομένως δημιουργεί για τον ίδιο του τον εαυτό. Αποτελεί κάποιος μέρος ενός χώρου που είναι και ο χώρος του, διότι όσο συνεισφέρει στη δημιουργία του, τον ορίζει με την παρουσία του –και μόνον όντας παρών– και ως στοιχείο αυθύπαρκτο, προσδίδει και παράλληλα αποκτά ταυτότητα. Το να υπάρχει απλώς κάποιος σε ένα χώρο, σημαίνει έλλειψη ταυτότητας. Κινείται λοιπόν σε μεγέθη που αδυνατεί να συλλάβει και στα οποία είναι πολύ ασήμαντος για να αυτοπροσδιοριστεί, και να γίνει ικανός να παράξει χώρο. Οι παλαιότερες, αλλά και οι αρχαίες πόλεις ήταν κατασκευασμένες σε μια ανθρώπινη κλίμακα, η οποία εξελίχθηκε από τον άνθρωπο ώστε να αντιστοιχεί στο σώμα, τις αισθήσεις και τις επιθυμίες του. Με την εισαγωγή της μηχανής η κλίμακα αυτή χάνεται, ο άνθρωπος υποχρεώνεται να συγκατοικήσει με τη μηχανή και να επαναδιεκδικήσει το χώρο του. Ο Κωνσταντίνος Α. Δοξιάδης, οραματιστής, αρχιτέκτων και πολεοδόμος, γράφει στο βιβλίο του Μεταξύ Ουτοπίας και Δυστοπίας (Between Dystopia and Utopia): «Έφτασα στο συμπέρασμα ότι η ανθρωπότητα σήμερα κατασκευάζει πόλεις που είναι άσχημες, δυστοπίες, και ονειρεύεται πόλεις για τις οποίες δεν υπάρχει τόπος – ουτοπίες. Τι μας συμβαίνει;
Αυτή είναι η πραγματικότητα και αυτά είναι τα όνειρά μας – γιατί δεν οδηγούν πουθενά; Και μετά έφτασα στη συνειδητοποίηση ότι δεν είναι συνδεδεμένα σωστά, γιατί η πραγματικότητα και τα όνειρα κινούνται σε διαφορετικά επίπεδα, διαφορετικές κλίμακες και ταχύτητες. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι έναν τόπο όπου το όνειρο θα συναντήσει την πραγματικότητα, ο τόπος που μπορεί να ικανοποιήσει τον ονειρευτή, να είναι αποδεκτός από τον επιστήμονα και κάποια ημέρα να χτιστεί από τον κατασκευαστή, η πόλη που θα είναι εν-τόπω – η εντοπία. Η εντοπία του παγκόσμιου ανθρώπου μπορεί να τον βοηθήσει να επιβιώσει να πραγματοποιήσει τα ιδανικά του. Με λόγο και όνειρο. Αλλά μαζί με την Εντοπία του, ο άνθρωπος χρειάζεται σήμερα όσες Ουτοπίες μπορεί, και ειδικά ποιότητα ζωής».
τοπίας, αυτού του προνομιακού χώρου –ο οποίος μπορεί να μην φαντάζει ρεαλιστικός– προσβλέπουν σε μια εναλλακτική εκδοχή του κόσμου, με συγκεκριμένο κώδικα αξιών, όπου δεν βασιλεύουν τα συνήθη ελαττώματα και ήθη τής ιστορικά καταγεγραμμένης πραγματικής ανθρωπότητας. Η Ουτοπία είναι ένας τρόπος να αντιταχθεί κανείς στη μοιρολατρία, με τη δημιουργία ενός κοσμογονικού ονείρου μέσα στην ιστορία. Όπως γράφει ο Oscar Wilde: Ο χάρτης του κόσμου που δεν συμπεριλαμβάνει την Ουτοπία δεν αξίζει ούτε μια ματιά, γιατί αφήνει έξω τη μόνη χώρα όπου η Ανθρωπότητα κατευθύνεται. Και όταν η Ανθρωπότητα τη βρίσκει, ξανακοιτά και βλέποντας μια καλύτερη χώρα, ξανανοίγει τα πανιά της. Αυτό είναι η Πρόοδος, η πραγματοποίηση μιας Ουτοπίας.
Έγραψε τα παραπάνω πενήντα χρόνια πριν και οι διαπιστώσεις του παραμένουν διαχρονικές και επίκαιρες. Η Αθήνα έχει μεταβληθεί σε πόλη αυτοκινητο-κενταύρων. Μισοί άνθρωποι, μισοί αυτοκίνητα που τηλεπικοινωνούν χάνοντας την ουσιώδη ανθρώπινη καθημερινή επαφή. Ο κίνδυνος να υποταχθούμε διανοητικά στις μηχανές είναι πλέον ορατός. Η διαπραγμάτευση είναι ξεκάθαρη. Φύση-Άνθρωπος-Τεχνολογία. Η τρομακτική της διάσταση αποκαλύπτεται με την κατασκευαστική μας δυνατότητα η οποία έχει αυξηθεί με τέτοιο τρόπο, ώστε το φαντασιακό να καλπάζει σε έναν καταναλωτικό παράδεισο για τους λίγους εντός των τειχών.
Επιβαρυμένοι με πρωτόγνωρα οικολογικά και κοινωνικά προβλήματα, οφείλουμε να δούμε τη μέγιστη ανάγκη να προστατευτούμε. Οι τοίχοι προστατεύουν, αλλά οι πόρτες μάς δίνουν την αίσθηση ελευθερίας. Οι ιδεολογικές ουτοπίες του δέκατου ένατου αιώνα δεν αποδείχθηκαν ξεπερασμένες, αντιθέτως αποδείχθηκαν προφητικές. Σήμερα μάλιστα όπως επισημαίνει ο Ζίζεκ είμαστε αναγκασμένοι να ζούμε σαν να είμαστε ελεύθεροι, ενώ βαλλόμαστε από παντού και οι ουτοπίες εναλλακτικών κόσμων έχουν εξορκιστεί από μια έτερη εξουσιάζουσα Ουτοπία, που μάλιστα θεωρεί τον εαυτό της πραγματίστρια.
Και όμως, η Πολιτεία του Πλάτωνα, το Walden 2, και η Utopia του Thomas More είναι παρούσες, συγκεκριμένες και αναγνωρίσιμες. Οι «ουτοπιανοί», οι κάτοικοι της Ου-
Όταν αντιμετωπίζουμε το οικουμενικό πρόβλημα του υπερπληθυσμού μιλάμε αριθμητικά για τρία επιπλέον δισεκατομμύρια ανθρώπων. Ένα δισεκατομμύριο άνθρωποι δεν σημαίνουν
κάτι. Στατιστικά, όμως, ένα δισεκατομμύριο Αμερικάνοι που καταναλώνουν πέντε φορές παραπάνω φυσικούς πόρους από ένα δισεκατομμύριο Ινδούς, σημαίνει τα πάντα. Αυτό είναι και το βασικό μάθημα της παγκοσμιοποίησης. Ο καπιταλισμός δεν είναι παγκόσμιος ως έννοια. Δεν υπάρχει παγκόσμια καπιταλιστική κοσμοθεωρία, δεν υπάρχει «αυθεντικός» καπιταλιστικός πολιτισμός. Ο καπιταλισμός μπορεί να «βολευτεί» με όλους τους πολιτισμούς. Χριστιανικό, Μουσουλμανικό, Ινδουιστικό ή Βουδιστικό. Χωρίς ταυτότητα, χωρίς διαστάσεις, prêt à porter. Πώς είναι δυνατό στην εποχή που ο σκοπός της ζωής είναι συνδεδεμένος άμεσα με την ευτυχία, οι αριθμοί των ανθρώπων που υποφέρουν από άγχος και κατάθλιψη ολοένα να πολλαπλασιάζονται; Είναι εύλογο σήμερα να αγωνίζεται κάποιος για το περιβάλλον, να υπερασπίζεται την έννοια της πνευματικής ιδιοκτησίας ή να αντιτίθεται στην κατοχύρωση γονιδίων από άτομα. Η οικονομική, ανθρωπολογική και φυσική επιβίωση της ανθρωπότητας εξαρτάται από τους αγώνες μας. Τίποτα δεν χαρίζεται. Οφείλουμε να αγωνιστούμε για το δικαίωμα να εφευρίσκουμε τους όρους καθορισμού του εαυτού μας και των σχέσεών μας με την κοινωνία. Να αγωνιστούμε ώστε αυτοί οι όροι να γίνουν αποδεκτοί. Ας είμαστε η αλλαγή που θέλουμε να δούμε στον κόσμο. Slavoj Zizek First as a tragedy then as a farce Constantinos A. Doxiadis Between Dystopia and Utopia Manfred Max-Neef Theoretical Interlude II Gonzalo Navajas La utopia en las narrativas contemporaneas Ιανουάριος 2011 | κοντέινερ
Βλέμμα_ Φεμινύστα 20
_Μελίνα Σπαθάρη
Food for Thought
πείνα στον δυτικό κόσμο σημαίνει χάμπουργκερ, λευκή ζάχαρη, πολύχρωμα μπισκότα, φτηνή κρέμα γάλακτος, έτοιμα tv dinners. Το αυξημένο σωματικό βάρος κάποτε ήταν δείκτης ευρωστίας. Σήμερα αποκαλύπτει τη φτώχεια σου. Σύμφωνα με έρευνες βρετανών επιδημιολόγων, η παχυσαρκία χτυπά κυρίως ανεπτυγμένες χώρες με άνιση κατανομή εισοδημάτων. Έτσι, η Αμερική είναι πρώτη στη λίστα των «χοντρών» χωρών ενώ η Ιαπωνία, με σχετικά κλειστή την ψαλίδα στα εισοδήματα, είναι από τις πιο slim. Τώρα πλέον είναι δείγμα κοινωνικού στάτους να ψωνίζεις από ψαγμένα μαγαζιά φρέσκα, οργανικά προϊόντα, να συνομιλείς με όρους ντίνκελ, γκότζι μπέρι και κινόα, και να εκτρέφεις στο πίσω μέρος της αυλής σου τα δικά σου πουλερικά ελευθέρας βοσκής. Πλέον το κοτέτσι είναι η νέα πισίνα. Στα σικ αρτοπωλεία του κέντρου, η ουρά είναι μεγαλύτερη από αυτή στις γύρω τράπεζες και οι βιτρίνες με τα κρουασάν τους πιο λαμπερές κι από του Ζολώτα.
Kαθώς η ελληνική middle class μυείται στο γκουρμέ του Μasterchef, όλο και περισσότεροι πεινασμένοι «νέου τύπου» εξασφαλίζουν στο σκουπιδοτενεκέ του δρόμου τα τρία ημερήσια γεύματά τους.
Για πρωινό πίνω λευκό τσάι βιολογικής καλλιέργειας που, όπως γράφει η ετικέτα «σέβεται τη φυσική ισορροπία, το ηθικό εμπόριο και την άγρια φύση». Τρώω μια φέτα σπιτικό ψωμί ολικής αλέσεως, αλειμμένη με εξίσου πολιτικώς ορθό μέλι. Και πίνω χυμό από ιπποφαές fair trade που εξασφαλίζει δίκαιο ύπνο στον αγοραστή του. Δεν είμαι η μόνη. Κάθε εβδομάδα στο βιολογικό της γειτονιάς αρκετοί ταλιμπάν της διατροφής συναντώνται πάνω από ένα μπρόκολο βιοδυναμικής καλλιέργειας που ακολουθεί «ολιστική προσέγγιση στην παραγωγή» και λαμβάνει υπόψη τις «πνευματικές και κοσμικές δυνάμεις του σύμπαντος στον τρόπο ανάπτυξης των φυτών». Και όλοι μαζί θα περάσουμε ένα χαρούμενο απόγευμα συζητώντας για το αν το κατσικίσιο υπερέχει του αγελαδινού κι αν η σπιρουλίνα θα καθαρίσει όντως το συκώτι μας από τις κοντέινερ | Ιανουάριος 2011
παρενέργειες της αστικής ζωής. Έξω, άνθρωποι σαν κι εμάς αποκαλούνται food snobs. Ορθορεξικoί. Γκοτζίλας της διατροφής ή απλώς ψώνια στον πόλεμο κατά της γλουτένης. Και θα αποτελούσαμε και στην Ελλάδα μια υπολογίσιμη μειοψηφία, αν δεν χτυπούσε η κρίση και δεν άλλαζε άρδην και το διατροφικό τοπίο. Έξω από το κατάστημα βιολογικών τροφίμων της γειτονιάς μου, δίπλα στον κάδο της ανακύκλωσης, ο «συμβατικός» σκουπιδοτενεκές του δήμου έχει μετατραπεί σε ένα 24 hours «χαριστικό» ντουλάπι τροφίμων όπου δίνει ραντεβού ένα αρκετά ετερόκλητο όσο και πεινασμένο κοινό της πόλης. Εδώ, ο παραδοσιακός ρακοσυλλέκτης της γειτονιάς συναντά τον άρτι αφιχθέντα οικονομικό μετανάστη που, έπειτα από την Οδύσσεια κράτησής του στον Έβρο, καταλήγει στο
μεγάλο κέντρο κράτησης που είναι η Αθήνα. Και οι δυο μαζί συναντούν το υπεράνω υποψίας απολυμένο στέλεχος κατασκευαστικής εταιρείας, που έπειτα από διάστημα αποκλειστικής δίαιτας στα Mc Donald’s χάνει κι αυτή ακόμη τη δυνατότητα να τρέφεται με φθηνό τζανκ φουντ. Ο σκουπιδοτενεκές προσφέρει πλέον το σιτηρέσιο του δρόμου. Μια αλυσίδα δωρεάν σίτισης για τους πεινασμένους «νέου τύπου». Ποια είναι η «πείνα» νέου τύπου; Η παλιά εξαφάνιζε τα βασικά είδη διατροφής, –ψωμί, λάδι, κρέας, γάλα– και μεταμόρφωνε τους ανθρώπους σε ζωντανούς σκελετούς με πρησμένες κοιλιές. Σήμερα, η πρησμένη κοιλιά δεν οφείλεται στον υποσιτισμό αλλά στο λίπος και το διαβήτη από την κατάχρηση ψωμιού, λιπαρών, επεξεργασμένου κρέατος, τυριών. Μοντέρνα
Έξω, σε καταλόγους λουξ καταστημάτων όπως τα Barney’s ποζάρουν μοντέλα με φουστάνια Lanvin και λάχανα ή αστακούς αντί για καπέλο. Και η Lady Gaga δεν έχει καν ανάγκη τα Lanvin, φοράει μοσχαρίσια φιλέτα για να κάνει fashion statement. Διότι πλέον η τροφή δεν είναι απλώς τρέντι, μοδάτη ή γκουρμέ. Είναι το νέο συλλογικό μας φετίχ, ο απόλυτος δείκτης coolness και κοινωνικής ευμάρειας. Ένα γεύμα φτιαγμένο από τα χέρια celebrity σεφ πλέον σε κάνει να νιώθεις μεγαλύτερη «στιγμιαία απόλαυση» και από ένα καινούργιο ζευγάρι Jimmy Choos, μια βόλτα με Ferrari, μια νύχτα στο Montalember . Όσο χάνεται η συν-τροφική κουλτούρα του τραπεζιού, του φαγητού που μοιράζεσαι, της παρέας που μαζεύεται γύρω από ένα ταψί μουσακά, τόσο δυναμώνει η εμμονή με τη θερμίδα, και η ψευδαίσθηση πως η επιλογή τροφής είναι μια προσωπική ελευθερία, ένα αναπαλλοτρίωτο δικαίωμα. Aυτή είναι η νέα μας –διατροφική– ανασφάλεια. Και οι διάφοροι topchefs και masterchefs είναι εδώ για να μας «εξασφαλίσουν».
Βιβλίο _Βλέμμα _Λευτέρης Βασιλόπουλος
Χάρτινο Βασίλειο
21
Άμα θέλω γίνομαι άγγελος, κι άμα θέλω διάβολος Βασίλης Καραποστόλης, ΔΙΧΑΣΜΟΣ ΚΑΙ ΕΞΙΛΕΩΣΗ - ΠΕΡΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΗΘΙΚΗΣ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ (Εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ)
Το τελευταίο βιβλίο του Βασίλη Καραποστόλη Διχασμός και Εξιλέωση – Περί Πολιτικής Ηθικής των Ελλήνων (Εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ) αποτελεί μία ψυχαναλυτική, σχεδόν μυθιστορηματική, απόπειρα κατανόησης του βαθύτατου προβλήματος αυτής της χώρας όπου τίποτα δεν φαίνεται να αλλάζει (προς το «καλύτερο»). Ο συγγραφέας (καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου) αρχικά, πιστεύω, ότι απαντά στο ερώτημα του Κορνήλιου Καστοριάδη για το αν η αρχή του Νεοέλληνα βρίσκεται στον Επιτάφιο του Περικλή ή στους λόγους του Ρήγα Φεραίου και των λοιπών πρωτομαστόρων της Επανάστασης του 1821, καθώς στέκεται σε μνημειώδεις μορφές ηρωισμού, σε αγωνιστές και εθνικούς ευεργέτες. Αυτό, όμως, το κάνει στεκόμενος κριτικά απέναντί τους: «Άμα
θέλω γίνομαι άγγελος, κι άμα θέλω διάβολος», δηλώνει ο Καραϊσκάκης και μέσα σε αυτά τα λόγια διαφαίνεται η αλαζονεία, όπως και η περιφρόνηση για κάθε είδους εξωτερική παρέμβαση στον αγώνα και στο πάθος που εμπνέει σε κάποιους που δεν έχουν να χάσουν τίποτα, πέρα απ’ το ελάχιστο ίχνος της αξιοπρέπειάς τους. Το ιδιότυπο αυτό «οδοιπορικό» στη δράση των Κλεφτών και των Αρματολών και του αντίκτυπού της στους ραγιάδες συνοδεύεται από πικρές διαπιστώσεις: ο επαναστατημένος Έλληνας γρήγορα γυρνάει στην παλιά, δοκιμασμένη του στάση της ηττοπάθειας, της καχυποψίας, της ταπεινωμένης ύπαρξης εκείνου του αυταρχικού, υποταγμένου ριζώματος που (επαίρεται ότι) κρατάει τα ηνία της Ελλάδας μέχρι και τις μέρες μας. Ωστόσο ο Κα-
_Έλενα Μαρούτσου
Εν Τυπώσεις
ραποστόλης, διασχίζοντας τα χρόνια που ακολούθησαν την Επανάσταση, περνώντας από τους Βαλκανικούς πολέμους και τις μορφές που συγκρότησαν το Νεοελληνικό κράτος, όπως ο Ελευθέριος Βενιζέλος, φτάνει μέχρι την Εθνική Αντίσταση, τον εμφύλιο και τον εκπρόσωπο της δοτικότητας Άρη Βελουχιώτη. Αποφεύγει, έτσι, να αναγάγει σε σύγχρονο, μικροπολιτικό λόγο το πόνημά του, κρατώντας την απαραίτητη για την αντικειμενική διερεύνηση απόσταση. Μία άλλη κεντρικής σημασίας έννοια στο έργο του είναι η στενότητα, αυτή η περιχαρακωμένη λογική που οδηγεί αυτή τη χώρα ξανά και ξανά στην υποδούλωση, στην κακομοιριά, στην αρπαχτή και στην απομόνωση. Η Ελλάδα δεν τρώει απλά τα παιδιά της – δεν τ’ αφήνει καν να γεννηθούν, θα προσθέσω.
Όταν η λογοτεχνία κάνει αταξίες Έρση Σωτηροπούλου, Η ΦΑΡΣΑ (εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ)
Η Φάρσα, το μυθιστόρημα της Έρσης Σωτηροπούλου που εκδόθηκε πρώτη φορά το 1982 και επανακυκλοφορεί φέτος από τις εκδόσεις Πατάκη, εκτελεί ένα γοητευτικό κι επικίνδυνο ακροβατικό. Με το ένα πόδι προχωράει πάνω στο απλωμένο νήμα της πεζογραφίας ενώ με το άλλο διαγράφει περίτεχνες πιρουέτες ποίησης. Το νήμα της αφήγησης πλέκεται γύρω από μια σειρά από τηλεφωνικές φάρσες στις οποίες επιδίδονται δύο νεαρές γυναίκες με αξιοσημείωτη έμπνευση, προκλητικότητα αλλά κι ένα είδος παιδικής σαδιστικής εμμονής. Αυτή την παιδικότητα που απλώνεται σαν χαλί σε όλο το μήκος και το πλάτος της αφήγησης τραβούν οι δυο κοπέλες κάτω από τα πόδια τού εκάστοτε ακροατή απ’ την άλλη πλευρά της τηλεφωνικής γραμμής για να γελάσουν και να περιπέσουν μετά στο είδος της
μελαγχολίας που έπεται κάθε παιχνιδιού, της συνουσίας συμπεριλαμβανομένης. Φυσικά, όπως κάθε χαλί, έχει κι αυτό λεκέδες και τρύπες από παλιά κι ο αναγνώστης μπορεί να βάλει το μάτι του εκεί και να δει σκηνές από το παρελθόν των ηρωίδων∙ σκηνές που δεν ακολουθούν η μια την άλλη σύμφωνα με μια μυθοπλαστική «τάξη» αλλά ανακατατάσσονται σαν σε καλειδοσκόπιο. Με τέτοιες μικρές «αταξίες» μπαίνει στο παιχνίδι η ποίηση. Δεν είναι τυχαίο που και τις δύο εκδόσεις του βιβλίου, τότε και τώρα, έχει προλογίσει ο Νάνος Βαλαωρίτης, μιας που τα βασικά υλικά της Φάρσας είναι παρμένα από την ποίηση και μάλιστα την υπερρεαλιστική. Υπό αυτό το φως, πρωταγωνίστρια είναι η ίδια η γλώσσα, που με το χιούμορ και τους ελεύθερους συνειρμούς της βγαίνει για να κοροϊδέψει την ξύλινη γλώσσα
κάθε εξουσίας, οδηγώντας σταδιακά στο κρεσέντο της τελικής σκηνής, μιας παρωδίας τηλεφωνικού σεξ υπό τους ήχους ενός παραληρηματικού πατριωτικού διαγγέλματος απ’ τα μεγάφωνα της πλατείας. Καθώς μέσα στο διάγγελμα υπήρχαν σκόρπιοι στίχοι από τον εθνικό μας ύμνο δεν μπόρεσα παρά να θυμηθώ την ατυχή κατάληξη του έργου της Εύας Στεφανή, ενός βίντεο που έδειχνε έναν γυναικείο αυνανισμό με μουσική υπόκρουση πάλι τον εθνικό ύμνο, το οποίο αφαιρέθηκε από την Αrt Athina του 2003. Καλότυχες, σκέφτηκα, οι τυπωμένες λέξεις που μπορούν να κρύβονται μέσα στα βιβλία ξεφεύγοντας ενίοτε από το αυστηρό μάτι της λογοκρισίας και να ξεγυμνώνονται μόνο μπροστά στον αναγνώστη, τον εθελούσιο συμμέτοχο αυτής της φάρσας που είναι η λογοτεχνία. Ιανουάριος 2011 | κοντέινερ
Βλέμμα_ Ποίηση 22
Μετάφραση Γιώργος Λαμπράκος
Στιχοπλοκίες
Ευάλωτα, Elma Mitchell Η σκοτσέζα ποιήτρια Elma Mitchell (1919-2000) εργάστηκε ως βιβλιοθηκάριος, ραδιοτηλεοπτική παραγωγός και δημοσιογράφος. Το ποίημα «Vulnerable» βρίσκεται στη συλλογή People Etcetera: Poems New & Selected (1987).
Όλα είναι ευάλωτα το ξημέρωμα. Τα σπίτια θαμπά στο χείλος του φωτός που αργοσαλεύει. Δεν είναι ακόμα ορθά, δεν είναι ακόμα ιδιοκτησία κανενός.
Μες στα σπίτια Μένει να ξεμπερδευτούν κρεβάτια και κορμιά Γυμνά, τριχωτά, καλυμμένα, που ρέουν κι ανασαίνουν Χωρίς άλλο καλλυντικό πέρα από το χρώμα του πρωινού.
Κανένα κορμί δεν έχει προλάβει να βάλει τη στολή του Να εξοπλιστεί με τις σίγουρες και συνήθεις φράσεις Να αρχίσει να μετράει, να σκέφτεται, να πεινάει, Να είναι άνδρας ή γυναίκα…
Κείτονται σκόρπια, αθέατα, απαλά, αξιαγάπητα, Στα κρυφά χέρια του ξημερώματος, Του συγκινητικού φωτός που τα αγγίζει.
Δεν είναι ακόμα ορθά, δεν είναι ακόμα ιδιοκτησία κανενός.
κοντέινερ | Ιανουάριος 2011
Λογοτεχνία _Βλέμμα _Γιάννης Θωμάς
Παραναγνώσεις
23
Του οχταώρου οι πεσόντες...1
Ταμπουρωμένος στο αποστειρωμένο περιβάλλον της οικίας μου, όπως λέει και το καλό μου, εξασκούμαι αναγκαστικά στον εξωραϊσμό της χρήσης υποκατάστατων. Η διαδεδομένη άποψη ότι όλα τα υποκατάστατα είναι εθιστικά έρχεται να κλονιστεί από το ίδιο το πεδίο της γλώσσας, το Πρώτο υποκατάστατο, επάνω στο οποίο εδραιώνεται, στη φάση που είναι υπό διαμόρφωση, το υποκείμενο. Διότι κανείς δεν θα μπορούσε να υποστηρίξει ότι η γλώσσα (προσοχή! όχι η ομιλία) συνιστά εθισμό. Κλώνο, αλλά όχι προσομοίωση αποτελεί, ως αποτέλεσμα αυτής της αβαρίας, το διορθωμένο σχήμα: όλοι οι εθισμοί απαντούν σε υποκατάστατα. Χωρίς, επομένως, καμία σοβαρή απειλή «έξω» από τα χαρακώματα, ο καναπές μου έχει μετατραπεί σε punching bag και έδρα μου ταυτόχρονα. Πολύ ντεμοντέ σε σχέση με την καρέκλα του υπολογιστή, αλλά, το κάλιο δέκα και καρτέρει είναι θέση μου αμετακίνητη. Τις προάλλες λοιπόν, διάβασα το βιβλίο-κλειδαρότρυπα Μπόρχες-Σάμπατο Διάλογοι. Πρόκειται για αντικείμενο ηδονοβλεψίας της κατηγορίας soft, ως εκ τούτου διατηρεί ακόμα μέρος της γοητείας που υπόσχεται ο τίτλος. Δύσκολο να αντισταθεί κανείς στην πρόκληση να παρακολουθήσει τη συνομιλία δύο
ηλικιωμένων μεν (οι διάλογοι διαδραματίζονται τέλος ’74 αρχές ’75 όταν Μπόρχες και Σάμπατο είναι 76 και 64 χρονών αντίστοιχα) αλλά τόσο μεγάλου διαμετρήματος συγγραφέων. Τη σκηνοθεσία, τα γραφειοκρατικά –οργάνωση των ραντεβού, ορισμό τόπου των συναντήσεων κ.λπ. –καθώς και τη μαγνητοφώνηση αναλαμβάνει κάποιος Ορλάντο Μπαρόνε. Δικαίως και μπράβο του που ανέλαβε το χαμαλίκι. Επιπροσθέτως, ωστόσο, ο εν λόγω διαμεσολαβητής εκτός από τις αγχωμένες παρεμβολές του στην τεθλασμένη ροή των συζητήσεων, θεώρησε σκόπιμο να προσθέσει στο σώμα του κειμένου, εν είδει προσπάθειας, φαντάζομαι, να επιπλεύσει και να καταφέρει να πάρει μιαν ανάσα μέσα απ’ την τιτανομαχία που νόμιζε ότι λαμβάνει χώρα γύρω του και εν μέσω της οποίας αυτός βρισκόταν, διάφορα κομμάτια αμετροεπούς αυτοσαρκασμού και μετριοπαθούς αμηχανίας. Απολύτως λανθασμένη κίνηση και περιττή προσθήκη ακριβώς όπως στις τσόντες η λεγόμενη «υπόθεση» ή σαν να επιβάλεις στον μέθυσο «μεζέ» λες και ανακοίνωσε πουθενά ότι δεν θέλει να μεθύσει. Το ανάγνωσμα κυλάει σχετικά εύρυθμα και δεν είναι άνευ ενδιαφέροντος να παρατηρεί ο ματάκιας τις διακυμάνσεις
της πλήξης των πρωταγωνιστών ή να προσπαθεί να μαντέψει πότε βαριούνται και πότε ονειροπολούν (τα κενά, δηλαδή, που τόσο ταράζουν κι ανησυχούν τον Μπαρόνε ώστε να υποκύπτει στις παρεισφρήσεις του). Αναμενόμενο είναι πάντως ότι δεν μαθαίνουμε τίποτα καινούργιο και ουσιαστικό, από και για τους συγγραφείς, απ’ ό,τι υπάρχει, απείρως καλύτερα διατυπωμένο, ήδη στο έργο τους. Αυτό που κυρίως μένει είναι η αίσθηση που αφήνει κάθε συζήτηση μεταξύ δύο ευγενικών κι έξυπνων ανδρών με την προδιάθεση για παραδοχές και τις λεπτές ειρωνείες να περιδινούνται στην ατμόσφαιρα κοινή συναινέσει, αίσθηση που υπαινίσσεται ότι επειδή το νόημα έχει χαθεί, αν εσύ συνεχίζεις να το ψάχνεις δεν είναι γιατί είσαι εντελώς αφελής. Δεν μπορώ να πω ότι η ανάγνωση των διαλόγων δεν μου ήταν ευχάριστη. Ίσα ίσα, εφόσον ένα είδος συντηρητισμού επιβιώνει ακόμα μέσα μου, δεν αντέχω να απεξαρτηθώ εντελώς από το ιδεολόγημα ότι, αναπότρεπτα, από τις μαλακές «ουσίες» πέφτει κανείς και στις σκληρές. Η ηδονοβλεψία βλέπετε, όπως τα ναρκωτικά, αντλεί επιπλέον εθιστική δράση απ’ την υποτιθέμενη παρανομία της. Έτσι όταν έμαθα πως θα κυκλοφορήσει και στα δικά μας Το Πρωτότυπο Της Λόρας του εξίσου αγαπητού Ναμπό-
κοφ με έπιασε τρέμουλο γιατί ανήκει στην κατηγορία hard core, μιας κι ο συγγραφέας εδώ εκτίθεται ακούσια ξεβράκωτος1. Τρομερή βία. Έχουν περάσει, νομίζω, περίπου δύο χρόνια από τότε που διάβασα για την απόφαση του γιου του να εκδώσει, κόντρα στην πατρική εντολή, το ημιτελές «μυθιστόρημα» και τουλάχιστον δύο βδομάδες (μέχρι τη «στιγμή» που γράφονται αυτές οι γραμμές) από τη δημοσίευση, σε ένθετο της Κυριακάτικης, παρουσίασης του βιβλίου λες και βρίσκεται ήδη στης προθήκες των καταστημάτων. Κι όμως δεν υπάρχει πουθενά! Το ξέρω γιατί τηλεφωνώ σχεδόν καθημερινά στην «κεντρική διάθεση» των εκδόσεων που το προανήγγειλαν για να μάθω πότε επιτέλους όντως κυκλοφορεί και η απάντηση είναι μονίμως και σαδιστικά «μάλλον από βδομάδα». Δεν απορρίπτω τα παιχνίδια της σαγήνης αλλά όταν μιλάμε για «στερητικά», οφείλεται, νομίζω, να παρέχεται και κάποιο έλεος.
1 Οι φήμες που κυκλοφορούν, αντί του «μυθιστορήματος», λένε ότι «αυτό» αποτελείται ακριβώς από τα μέρη του έργου, που στο στάδιο στο οποίο βρίσκονται, ο συγγραφέας όφειλε και ήθελε φυσικά να κρύψει! Ιανουάριος 2011 | κοντέινερ
Αφιέρωμα_Ευφορία
Εικονογράφηση Αφιερώματος: Ανδρέας Βάης, andreasvais65@gmail.com Τα έργα προέρχονται από τις ενότητες Exotica και Strange Paradise.
Δεν είναι δύσκολο να νιώσεις ευφορία: μερικά ποτηράκια κρασί, καλή παρέα, η νίκη της ομάδας σου στο ματς της Κυριακής, μια νύχτα καλού σεξ, μια εκδρομή, ένα τραγούδι, μια αγκαλιά, ένα λεπτό βαθιάς συνειδητοποίησης, οι ώρες που ακολουθούν μετά από εξαντλητική σωματική άσκηση, μια βόλτα με το ποδήλατο, ένας ξέφρενος χορός… η ευφορία είναι θέμα στιγμής και τέτοιες στιγμές η ζωή μάς τις προσφέρει απλόχερα μαζί με τις άλλες, τις δύσκολες, τις «μαύρες κι άραχνες». Είναι κάτι απλό, όσο και η αναπνοή ή ο χτύπος της καρδιάς. Κι όμως είναι η επιταγή, η πιεστική εντολή της εποχής μας για ευτυχία, εδώ και τώρα και για πάντα, και όλο το εμπόριο που έχει στηθεί γύρω από αυτό που μας έχει κάνει να μην μπορούμε να αναγνωρίσουμε ούτε μέσα μας, ούτε γύρω μας αυτό που κάθε ανθρώπινο ον βιώνει από την ώρα που έρχεται στον κόσμο χωρίς κανέναν ιδιαίτερο λόγο ή προσπάθεια. Κυνηγάμε λοιπόν σαν τρελοί την ευτυχία και πιο πολύ ακόμα αγωνιζόμαστε για το δικαίωμά μας στο να την κυνηγάμε, αφού έτσι κι αλλιώς εκείνη παραμένει τις περισσότερες φορές το ζητούμενο. Το αφιέρωμα στην ευφορία, την εποχή που όλοι ασχολούνται μάλλον με την Εφορία (και με το πώς να ξεγλιστρήσουν από το «κυνήγι της εφορίας»), θέλει να «παίξει» με όλα αυτά που κάνουμε για να νιώσουμε, για να θυμηθούμε τη χαρά της ζωής και αυτό το αίσθημα πληρότητας, ικανοποίησης και ξενοιασιάς. Η συζήτηση πήγε αναπόφευκτα γύρω από τις διάφορες ουσίες, που πάντοτε οι άνθρωποι, σε όλους τους πολιτισμούς, χρησιμοποιούσαν για να κάνουν πιο έντονες και πιο συχνές τις στιγμές της ευφορίας. Η συζήτηση κινήθηκε και γύρω από το ναρκωτικό της εποχής, την κατανάλωση και τη φρενίτιδα που δημιουργεί. Επίσης γύρω από τον εθισμό στην ίδια την ευφορία, που τελικά οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε αρνητικά αποτελέσματα. Και σε ένα αφιέρωμα στην ευφορία δεν θα μπορούσαν να λείπουν οι αναφορές στα αντίθετα της, την κατάθλιψη, τη λύπη, τη στενοχώρια. Είναι ίσως ακριβώς αυτά και ακόμη περισσότερο ο φόβος μας απέναντί τους, που κάνουν την ευφορία να λάμπει σαν σπάνιο διαμάντι κι εμάς ανελέητους τυχοδιώκτες που θα έκαναν τα πάντα για να το αποκτήσουν. E.M.
Playing in the office with dj Lo-Fi (Killer 45)
1. Hector Berlioz “Symponie Fantastique” 2. Jon Hassell/Brian Eno “Chemistry” 3. Terry Riley “Mescaline Mix” 4. Harry Partch “Emergence of the Spirit” 5. Pauline Oliveros “A Little Noise in the System” 6. Daniel Kobialka “Echoes of Secret Silence” 7. Les Baxter “Sensual Hallucinations” 8. Leroy Jenkins “Euphoria (Beauty)” 9. Pierre Bastien “Deep Speed” 10. Beaver and Krause “Spaced” 11. Manolis Kalomiris “Magic Herbs” 12. Pierro Piccioni “Psychedelic Mood” 13. Emil Richards an the Microtonal Blues Band “Journey to Bliss” 14. The Greatful Dead “Dark Star” 15. Silver Apples “Dust” 16. Can “Chain Reaction” 17. Slava Ranko “Right Hemisphere” 18. The United States of America “The Garden of Earthly Delights” 19. The Beach Boys “Feel Flows” 20. The Holy Modal Rounders “Morning Glory”
Αφιέρωμα _ Ευφορία _ Κώστας Χρήστου, φιλήδονος
26
Ευφορία - Παραλήρημα Ευφορία: ευ+φέρω δηλαδή καλώς έχω. Γύρω λοιπόν από την αίσθηση του καλού, ωραίου, ευχάριστου έως και ηδονικού. Αυτά σχετικά με την ετυμολογία. Ορισμοί του όρου μπορούν να προκύψουν από πολλές οπτικές. Ο χημικός ορισμός για παράδειγμα: η παραγωγή ενδορφινών –πανίσχυρες αναλγητικές ουσίες– από το σώμα που συμβαίνει για πολλούς και διάφορους λόγους. Οι αισθήσεις, όπως και πολλές δραστηριότητες του όντος είναι δυνατόν να προκαλέσουν έκκριση ενδορφινών και συνεπώς Ευφορία: η ερωτική πράξη, η γυμναστική κ.ά. Θέαση φύσης ή έργου τέχνης ή ερεθιστικού βαδίσματος χαριτωμένης υπάρξεως. Κινηματογράφος, θέατρο, χορός. Ακρόαση ήχων φυσικών, μουσικών, λογάκια ψιθυριστά στο αυτί. Άγγιγμα φυσικών στοιχείων, γλυπτού έργου, καλοκεντημένου υφάσματος. Οσμές προερχόμενες από άπειρες πηγές. Όσο για τις Γεύσεις σηκώνουμε τα χέρια. Θαυμαστό το πλήθος, αλλά και άξιον απορίας τι γεύσεις θεωρούμε ωραίες και μας κάνουν να χαιρόμαστε. (Όχι πως οι άλλες αισθήσεις πάνε πίσω σ’ αυτό.)
κοντέινερ | Ιανουάριος 2011
Επειδή το θέμα είναι ευρύτατο θα αναφερθώ παραληρηματικά, σε συμβάντα που παράγουν Ευφορία. Είναι λοιπόν –η Ευφορία– μια τάση που υπάρχει παντού, κάτι σαν στόχος και αιτία ύπαρξης των πάντων. Μονοκύτταροι οργανισμοί –λέει– χαίρονται τόσο πολύ που υπάρχουν, ώστε αποφασίζουν να γίνουν πολλά κομμάτια στο όνομα της διασποράς της Ευφορίας. Υποπτεύομαι πως αυτή η χορογραφία με τους Ήλιους και τους γύρω γύρω πλανήτες και δορυφόρους που περιστρέφονται μαζί, όπως και όλα τα άλλα παιχνίδια του «μέγιστου αυγού» ένα συνεχές κυνηγητό Ευφορίας είναι. Οι τρελές πορείες των διαφόρων κομητών δεν μοιάζουν με τη σούζα του μηχανόβιου στην εθνική οδό; Χαρακτηριστικό είναι ότι η αναζήτηση της Ευφορίας γίνεται –όχι αναγκαία– σε οριακά πεδία. Συχνά η παρουσία κινδύνου είναι προϋπόθεση. Άλλωστε, τα όρια του πόνου και της ηδονής είναι ασαφή. Πορεία προς την Ευφορία είναι θα λέγαμε η τάση και το νόημα όλων των κινήσεων, πράξεων και γεγονότων σε κάθε κλίμακα. Όπως αναφέρθηκε πριν περί ορίων, ο φόβος, ο κίνδυνος, ο πόνος, το αίσθημα του απαγορευμένου, λειτουργούν συχνά ενισχυτικά στην αίσθηση της Ευφορίας. Χιλιάδες σελίδες γράφτηκαν –και γράφονται– σε ύφος Μαρκησίου ντε Σαντ.
Σοφοί όλων των εποχών, συμφωνούν ότι η μέγιστη Ευφορία είναι η ηδονή που δημιουργείται κατά την προσέγγιση και την κατοχή της γνώσης. Ταπεινά θα παρατηρούσα πως η Ευφορία είναι προϋπόθεση της κατάκτησης της γνώσης. Χωρίς χαρά, ηδονή, ευχαρίστηση, δεν μαθαίνεις τίποτα. Όταν δε λέγεται πως με πόνο και κόπο κατακτώνται τα σπουδαία, μάλλον περί επικεκαλυμμένης χαράς πρόκειται. Αναζητώντας το ανώτατο όριο αίσθησης της Ευφορίας, κάπου κοντά στο θάνατο –λένε–πρέπει να βρίσκεται. Σε στιγμές που εκδηλώνεις την κορύφωση της Ευφορίας σου, αναφωνείς: «Πεθαίνω!» Λογικό φαίνεται, αν σκεφτείς πως μια φορά θα την γευτείς, άρα είναι η Μεγίστη. Η φύση ισορροπώντας τα πράγματα προσφέρει Ευφορία και στο αντίθετο, δηλαδή στο να φέρνεις νέα ζωή, να γεννάς. Πόνοι γέννας που ακολουθούνται από μακρά περίοδο χαζομαμα-μπαμπαδοσύνης. Ύπνος λυσιμέριμνος λέγει ο Ορφεύς. Όλες οι λύσεις στα όποια ζητήματα, βρίσκονται με τον ερχομό του. Όνειρα, χαλάρωση, ευεξία, αναίρεση του πόνου, ακόμα και θεραπείες ενισχύει. Ο πνευματικός ύπνος δε, εν μέσω Ευφορίας, σε κάνει α-μέτοχο των δυσκολιών. Οι βολές περνούν δίπλα, ανίκανες να σε ταράξουν. «All is good». (Όπως είπε προσφάτως και ο Ντίλαν.) Ατελείωτο το θέμα.. Με άλλη ευκαιρία θα σας πω τι γράφουν οι σοφοί με ονόματα και υπογραφές από τα πολύ αρχαία χρόνια μέχρι τα λιγότερο αρχαία. Κι αυτό γιατί στα νεότερα χρόνια μόνο επαναλήψεις και ανακρίβειες έχουμε, τουτέστιν όλο και λιγότερα γνωρίζουμε περί Ευφορίας.
Ευφορία _ Αφιέρωμα _Γιώργος Βαλαής
27
Δωρεάν ευφορία Στη συνέλευση φωνάζαμε δυνατότερα απ’ όλους αλλά κανείς δεν έμοιαζε να μας ακούει. Τρέξαμε γρηγορότερα από τους μπάτσους σ’ όλα τα κυνηγητά. Βρήκαμε μια άθικτη νταμιτζάνα με κρασί στα σκουπίδια, την ήπιαμε και σκεφτήκαμε να την κάνουμε μολότοφ αλλά μετά δεν μπορούσαμε να την κουβαλήσουμε. Είμαστε στους δρόμους από το ’91. Τα κορίτσια στις πορείες μας μιλάγανε ευκολότερα απ’ ότι στα μπαρ. Φορούσαμε τα ψεκασμένα από χημικά ρούχα μας και αγκαλιάζαμε ανθρώπους μόνο και μόνο για να τους βλέπουμε να φταρνίζονται. Μισούσαμε τα προάστια απ’ τα οποία καταγόμασταν. Πιστέψαμε ότι η κατάθλιψή μας είναι σύμπτωμα της εποχής και όχι δικό μας και έτσι δεν της δίναμε πια σημασία. Περάσαμε ανάμεσα από χιλιάδες διμοιρίες αναπνέοντας ήρεμα. Αποφασίσαμε να συνεννοούμαστε μεταξύ μας μόνο με 100 λέξεις. Τα καταφέραμε. Ένα βράδυ μαζί με τον Μάκη αντικαταστήσαμε στην «κατήχηση του επαναστάτη» του Νετσάγιεφ τη λέξη επαναστάτης με τη λέξη βιομήχανος. Ξαναδιαβάσαμε το βιβλίο και
χαρήκαμε τόσο πολύ που δεν ξέραμε τι να κάνουμε με αυτή την αποκάλυψη, καταλήξαμε στην κουζίνα να πίνουμε μπύρες σιωπηλοί. Είμασταν ηλίθιοι αλλά το κρύβαμε τόσο καλά και οι άλλοι γύρω μας τόσο βλάκες που κανένας δεν κατάλαβε τίποτα. Δεν ξαναμιλήσαμε ποτέ στους πρώην εραστές μας παρόλο που θέλαμε να ξανακοιμηθούμε μαζί τους. Θέλαμε να γίνουμε λαϊκοί ήρωες σαν τον Παλαιοκώστα αλλά είχαμε διαβάσει πολλά βιβλία και δεν ξέραμε πώς θα τα μετακινούμε μαζί μας. Πίναμε για μέρες. Δεν μας ενδιέφερε ποτέ ο κούφιος ανθρωπισμός της γενιάς του Πολυτεχνίου ούτε η πάλη για το ξεροκόμματο της γενιάς του Εμφύλιου. Περιμέναμε με αγωνία το Δεκέμβρη όπως οι καλόγεροι τη Σαρακοστή. Μαλώσαμε μεταξύ μας για τον Χριστόφορο Μαρίνο όπως οι Τρώες με τους Έλληνες πάνω από το πτώμα του Σαρπηδόνα. Ακούσαμε την Περιδίνηση των Lost Bodies δέκα φορές συνέχεια. Αποφασίσαμε ότι δεν θα μας καταλάβαινε ποτέ κανένας. Καταλάβαμε ότι ο πόλεμος συνέβαινε απ’ τη στιγμή που ξυπνούσαμε. Μια μέρα παίξαμε το
παιχνίδι που μας πρότεινε ο Ηλίας, βάλαμε όλα τα πιόνια από τη μια μεριά της σκακιέρας και όλους τους αξιωματικούς, τις βασίλισσες, τους βασιλιάδες και τους υπόλοιπους από την άλλη, παίξαμε την παρτίδα ξέροντας ότι ήταν αδύνατο να κερδίσουμε, μας αποδεκάτισαν, παρ’ όλα αυτά πήραμε αρκετούς μαζί μας. Δεν μάθαμε ποτέ τι σημαίνει να είσαι πραγματικά πολιτικός κρατούμενος. Χαιρόμασταν μόνο όταν διαχειριζόμασταν την οργή, το μίσος και τη λύπη μέσα μας αλλά καταλήξαμε να το κάνουμε με μια επετειακή λογική. Πήραμε απόσταση απ’ την κατάντια των γονιών μας. Ήμασταν ρομαντικοί όταν οι απέναντι ήταν πάνοπλοι. Δεν ψηφίσαμε ποτέ κανέναν και δεν το κάναμε γιατί βαριόμασταν. Τρελαθήκαμε με την ιδέα να μας κυνηγάει μια διμοιρία από γυναίκες ματατζήδες. Δεν μάθαμε ποτέ τα ονόματα όλων αυτών των ουσιών που πέρα από τη θέλησή μας, τρέχαν μέσα στο κεφάλι μας και μας κάνανε να χαμογελάμε. Κανένα πρόβλημα. Είμαστε ακόμα χαρούμενοι. Ιανουάριος 2011 | κοντέινερ
Αφιέρωμα _ Ευφορία
28
_ Ευγενία Μπόζου
Αυτά που ενώνουν τους ανθρώπους ή πώς ψάχνοντας το μεγαλύτερο ευφορικό του κόσμου κατέληξα να γράφω μια ερωτική επιστολή
«Κάτι μ’αρρωσταίνει σ’αυτή την πολιτεία και παίρνω σβάρνα τα φαρμακεία»* Μετράω, αυτές τις μέρες της πιο ανήσυχης, παιγνιώδους και σχεδόν περιπετειώδους μοναξιάς μου, όλο μετράω. Ώρες, μέρες, νύχτες γεμίζουν μετρώντας. Μετράω τα λόγια μου: αυτά που είπα και αυτά που θα (σου) έλεγα, αν ποτέ, ίσως, μπορεί, αύριο, αν αξίζει, αφού, όποτε, όχι τώρα, δεν βαριέσαι, του χρόνου, χρόνο έχουμε. Έχουμε; Μετράω το χρόνο που πέρασε, και δεν είμαι σίγουρη αν είμαι στην αρχή, στη μέση, στο τέλος ή ακόμα πιο πέρα από αυτό και δεν το έχω πάρει πρέφα. Μετράω και γράφω. Καταρτίζω την προσωπική μου «λίστα της χρονιάς». Είναι «η λίστα της απόλυτης ευφορίας χωρίς φαρμακευτική υποβοήθηση». Θα είναι η ζωντανή απόδειξη της απλής «χαράς της ζωής». Χωρίς undo, μένω ωστόσο στο repeat. Επιστρέφω ξανά και ξανά στις στιγμές της μεγάλης μαγείας, της στιγμιαίας ανατροπής των δεδομένων, της μεγάλης ευφορίας, όταν άνοιξε ένα παράθυρο ελευθερίας, όταν ένιωσα ευτυχισμένη.(Είναι η ελευθερία το μεγαλύτερο ευφορικό; Τη μαθαίνεις σιγά σιγά, την πρώτη φορά σε φοβίζει-ένα βήμα μπρος, δέκα πίσω, είναι άγρια και κρύβει μοναξιά και κάνει την καρδιά να χτυπάει σαν τρελή, τα μάγουλα να κοκκινίζουν και καμιά φορά δεν τη θέλεις καθόλου.) Μετράω διαδρομές, πτώσεις και ακραίες καταστάσεις και αναρωτιέμαι πού θα φτάσω: ανεβαίνοντας βουνά εγωισμού, κατακτώντας την πιο ψηλή κορυφή του πιο μεγάλου μου θυμού, και μετά, βουρ, ελεύθερη πτώση στον γκρεμό της αποφασιστικότητας, για να βουτήξω μέσα στον ωκεανό της ανυπομονησίας, να παλέψω στη θαλασσοταραχή των επιθυμιών, και να με ξεβράσουν τα κύματα σε μια έρημο της απελπισίας, όπου συναντώντας το ποτάμι των δακρύων** φτάνω στη ζούγκλα με τα δάση των παρανοϊκών σκέψεων και των πιο τρομερών φόβων. Άλλοι θα μου πεις, τα βρίσκουν όλα αυτά πηδώντας από γέφυρες σε κινούμενα τρένα ή κάνοντας bungee jumping ή ακόμα παίζοντας στο Χρηματιστήριο ή παλεύοντας με καρχαρίες. (Είναι η αδρεναλίνη το μεγαλύτερο ευφορικό; Θα δίναμε οτιδήποτε, αρκεί να νιώσουμε ξανά λίγο ζωντανοί, έτσι;) κοντέινερ | Ιανουάριος 2011
Έτσι κι αλλιώς όμως, κάποτε, κάπου, η αδρεναλίνη ξεφουσκώνει. Κάθομαι, στη μέση του πουθενά, στον πάτο του πηγαδιού, στην άκρη της μπάρας ώρα προχωρημένης παρακμής, στον πάγκο του γηπέδου μετά τη λήξη του αγώνα, με τα φώτα σβηστά. Με γρατζουνισμένα γόνατα και γεμάτη μελανιές, (όπως πριν από 20 χρόνια μετά από ξέφρενο ολοήμερο παιχνίδι στη γειτονιά), και καταριέμαι το κακομαθημένο που με έκανε έτσι, να μείνει μόνο του, για πάντα, να κλάψει μέχρι να λιώσει. Όμως σιγά σιγά, καθώς μένω σε αυτή την κατάσταση ησυχίας, συνειδητοποιώ ότι ζω ΤΗ ΝΥΧΤΑ. Είναι «η νύχτα που φώτιζε τη νύχτα»***. Τόσο πολύ φως λοιπόν κρύβει αυτό το σκοτάδι; Μετράω αυτά που ενώνουν τους ανθρώπους και η καρδιά μαλακώνει. 1,2,3... Αυτά που τους κάνουν να είναι μαζί, να σκέφτονται ο ένας τον άλλο, να στηρίζουν ο ένας τον άλλο, να αγαπιούνται, να φροντίζουν, να συναισθάνονται, να μένουν. Ακόμα και όταν όλα τους φωνάζουν «φύγε!», να περιμένουν, να συγχωρούν, να λένε (στο κακομαθημένο) «το πάμε πάλι από την αρχή;» (Είναι ο έρωτας το μεγαλύτερο ευφορικό; Ή μήπως το βάσανό του;) Μετράω λοιπόν, πάνω στην αλλαγή του χρόνου και στην αρχή του καινούργιου και ελπίζω να φτάσω, έτσι μετρώντας και καταγράφοντας, σε αυτά που λένε πως είναι τα πιο ουσιαστικά και σημαντικά. Αλλά, δεν φτάνω. Γιατί είναι μικρά, ασήμαντα και αντιφατικά τα όσα με ενώνουν μαζί σου. Διαφεύγουν στο μέτρημα, γιατί από την αρχή ήταν φευγαλέα, αδιόρατα και δεν ταίριαξαν σε καμία λίστα. Μόνο ίσως σε εκείνη με τις εκκρεμότητες, τις διαφωνίες και τις καλά περιφρουρημένες κανονικότητες. Μετράω και τις μέρες που έχω να σε δω. Τα χάνω από το πολύ μέτρημα. Τόση απόσταση, πού να τη μετρήσεις! Στο μεταξύ, οι λίστες με τα καλύτερα της χρονιάς, με τις πιο ευφορικές στιγμές ολοένα και αυξάνονται, με λίγη βοήθεια από την κυνική πλευρά της ζωής – τι χρονιά κι αυτή, ε; Τόση ευτυ-
χία πια, τόση χαρά, πού να τη μετρήσεις! – αλλά εγώ μετράω, ανάποδα, κανονικά, μπρος, πίσω, ανορθόδοξα, όπως μου κατέβει και όπως μου ’ρχεται. Τις υποσχέσεις που αθέτησα Τα θέλω Τα μπορεί και τα μήπως Τα γιατί Το πόσο σε σκέφτομαι, δεν μετριέται. Ούτε το πόσο μου λείπεις. Και τώρα που το ξαναβλέπω το θέμα, αυτά που ενώνουν τους ανθρώπους (είναι η αγάπη το μεγαλύτερο ευφορικό;), ούτε μετριούνται, ούτε εξηγούνται, ούτε αλλάζουν. Κι ας τα ξεχνάμε, κι ας προχωράμε αφήνοντάς τα πίσω, στον Παλιό Χρόνο. Μόνο και μόνο για να τα αναγνωρίσουμε από την αρχή, σαν καινούργια και διαφορετικά (και να μας κάνουν να πλημμυρίσουμε εκ νέου από ευφορία), σε κάποιο άλλο πρόσωπο, σε κάποιο νέο βλέμμα, σε ένα άλλο πλαίσιο, κάτω από άλλο φως. Κρατάω πάντως, πάντα, το φως εκείνο που είδα και ας ήταν ψιλο-αμφίβολο γιατί δεν θυμάμαι αν είχε ξημερώσει ή αν ξημέρωνε, σε μια αγκαλιά διαρκείας, ταξιδεύοντας στη θάλασσα. Το νούμερο ένα στη Λίστα. «Και όλα τα άλλα φήμες και ψευτιές, και ανοησίες και στατιστικές»****. Και μια ευχή: Άνοιξη για πάντα! (Η άνοιξη είναι το μεγαλύτερο ευφορικό!)
* Από το Έλσα σε φοβάμαι του Διονύση Σαββόπουλου ** Aναφορά στο River of tears του Eric Clapton *** Ο τίτλος ενός κεφαλαίου από Τα αποσπάσματα του ερωτικού λόγου του Ρολάν Μπαρτ **** Και αυτό από το Έλσα σε φοβάμαι
Ευφορία _ Αφιέρωμα _Γιώργος Λαμπράκος
29
Η ουσία των ουσιών Έπιε διά να σταθή, έπιε διά να πατήση, έπιε διά να γλιστρήση Αλ. Παπαδιαμάντης, «Ο έρωτας στα χιόνια»
Ένας κοκάκιας, ένας χαπάκιας κι ένας χασικλής πέφτουν πάνω σε τοίχο. Ο κοκάκιας λέει «Θα τον σπάσω!», ο χαπάκιας λέει «Ας πετάξουμε από πάνω του», ο χασικλής λέει «Ας αράξουμε καλύτερα…» Αν προσθέταμε στην παρέα έναν μπεκρή, τον φανταζόμαστε να ψηλαφεί τον τοίχο αναζητώντας την πόρτα του μπαρ για ένα τελευταίο, προτού αποχωρήσει (για το επόμενο μπαρ). Εδώ δεν θα μας απασχολήσουν ωστόσο οι πολύπλευρες επιδράσεις των διαφόρων ουσιών, αλλά η ουσία τους, που είναι ο Τοίχος. Από αρχαιοτάτων χρόνων, σε όλα τα μήκη, τα πλάτη και τα «ύψη» της υφηλίου αναλώνονται ουσίες που, παρότι εκ πρώτης σκέψεως όχι μόνο δεν μοιάζουν αναγκαίες για την ανθρώπινη επιβίωση αλλά και πιθανόν της βάζουν τρικλοποδιές, είναι άκρως ποθητές. Η ψυχή δεν θέλει να βάλει μυαλό και επιζητά συχνά την τεχνητή τροποποίησή της. Η πανανθρώπινη χρήση ψυχοτρόπων ουσιών και η «νοσηρή ευθυμία» (Μποντλέρ) που αυτές προκαλούν στρέφουν τη θεώρησή μας προς μιαν Ανάγκη μάλλον βαθύτερη από την όποια, εθνική ή διεθνική, πολιτική ή οικονομική απόφαση να επιλεγούν και να μοιραστούν στον εκάστοτε λαό τα κατάλληλα είδη «οπίου» στην κατάλληλη δοσολογία. Ουσίες παίρνουμε για να νιώσουμε ευφορία: αυτή είναι «η φυσιολογική κατάσταση ενός καλά συντηρημένου εγκεφαλικού φλοιού που “αγνοεί τα πάντα” για τα όργανα και το ίδιο του το σώμα», γράφει ο (περιστασιακός χρήστης κοκαΐνης) Φρόυντ στα νεανικά Χειρόγραφα κοκαΐνης. Αν λοιπόν ευφορία είναι η ηθελημένη νάρκωση κάθε έγνοιας, τότε η επιθυμία για ευφορία πηγάζει από μια δυσφορία που έχει τη βάση της στη συνείδηση. Συγκεκριμένα, στη συνείδηση που έχει επίγνωση της ζωής, δηλαδή του θανάτου: «Ο θάνατος ως ζώνη που περιβάλλει τη μέθη» (Μπένγιαμιν, Για το χασίς). Η ψυχοτροπογενής ευφορία είναι το σκόπιμο πάγωμα του θανά-
του, ο διακτινισμός σε μια νηπενθή νιρβάνα όπου βιώνουμε τη συναίρεση όλων των αντιφάσεων. Με τη χρήση ουσιών βγάζουμε τη γλώσσα στο θάνατο, αναβάλλοντας τη στιγμή που θα μας την κόψει. Ο εύστοχος στίχος «Μ’ αγαπάς ή τζάμπα πίνω;» καθίσταται λιγότερο εύστοχος αν σκεφτούμε ότι δεν έχει έναν αποδέκτη, αλλά τρεις. Το Εγώ συνεργάζεται υποχρεωτικά με τρεις αντιπάλους: το Υπερεγώ, το Αυτό και την Πραγματικότητα. Οι ουσίες αμβλύνουν τις ηθικές επιταγές, αναταράσσουν (διεγείροντας ή/και χαυνώνοντας) τις ασύνειδες ορμές και συσκοτίζουν τον έξω κόσμο. Στην προσπάθειά του να νιώσει ισχυρό, το Εγώ επικρατεί πρόσκαιρα πάνω στους τρεις άσπονδους φίλους του, αλλά με βαρύ τίμημα: με την πάροδο της δανεικής ευφορίας, οι φίλοι επανέρχονται δριμύτεροι, καθώς μοιάζει σαν να πιάστηκαν κορόιδα. Ό,τι μας «φτιάχνει», προφανώς θα μας «χαλάσει»: η κατάχρηση ουσιών, σαν τον τοκογλύφο, γυρνά μπούμερανγκ. «Το αλκοόλ δεν διαλύει τις πραγματικές λύπες», λένε οι Κινέζοι και μακάρι να είχαν άδικο. Αν ισχύει ότι οι λέξεις «πετώ» και «πέφτω» έχουν την ίδια αρχαία ρίζα (πέτομαι-πίπτω), τότε ίσως παίρνουμε ουσίες για να πετάξουμε, για να μας πετάξουμε, προτού γκρεμιστούμε. Αυτή την πτήση/ πτώση αναζητούν και οι καλλιτέχνες, εξού και αναλώνουν αβέρτα ουσίες νομίζοντας ότι αυτές θα συμβάλουν στη δημιουργικότητα. Ωστόσο, αν η καλλιτεχνική ροπή είναι προδιατεθειμένη, τότε η χρήση ουσιών δεν γίνεται να τη γεννά, το πολύ πολύ να μετατοπίζει προσωρινά το κέντρο βάρους της. Ας διαχωρίσουμε επιτέλους τον καταραμένο από τον καλλιτέχνη, παρότι αμφότεροι ρέπουν στις ουσίες για παρόμοιους λόγους, όπως και ο άθεος (ο τριπλός συνδυασμός σκοτώνει). Ο αληθινός καλλιτέχνης δεν μεμψιμοιρεί πλάι στην μποτίλια, ούτε μειώνει ζωντανούς και νεκρούς για να πάρει φαντασιακό μπόι, πουλώντας μούρη που δεν έχει κοιτα-
χτεί ποτέ της στον καθρέφτη. Σκέφτεται. Δουλεύει. Δημιουργεί. Αντί λοιπόν να διαγ(κ)ωνιζόμαστε για το ποιος πίνει περισσότερο, ας μάθουμε να ξεχωρίζουμε ό,τι δημιουργούμε από ό,τι θέλουμε να αποφεύγουμε, γνωρίζοντας πότε καταναλώνουμε ουσίες και πότε φαιά ουσία. Ό,τι και να κατεβάσει ο μπάρμπας μου, Μπλέικ δεν θα γίνει. «Δεν αντέχω την ανία», παραπονείται ο Σέρλοκ Χολμς χτυπώντας μια ένεση κοκαΐνης (Το σημάδι των τεσσάρων). Εκτός από παυσίλυπος, ο ρόλος των ουσιών είναι και παυσανίας: ένας πόλεμος ενάντια στο καθημερινό, το φυσιολογικό, το κοινότοπο. Καλές και κακές ουσίες ωστόσο δεν υπάρχουν, αφού «η δόση κάνει το δηλητήριο» (Παράκελσος). Το φάρμακο γίνεται φαρμάκι όταν χάνεται ο έλεγχος κατά τη χρήση. Για να χαθεί ο έλεγχος δεν γίνεται όμως η (υπερβολική) χρήση; Φαύλος κύκλος, στη βάση του οποίου βρίσκονται τα σύμφυτα ελλείμματα του ανθρώπου. Η τυχόν απαγόρευση όλων των ουσιών θα όφειλε λοιπόν να συνοδεύεται από ένα ισοδύναμο συμπλήρωμα των ελλειμμάτων μας. Ποιο να είναι άραγε; Ο έρωτας; Νά, το πιο υπέροχο ναρκωτικό, που λίγο προτού πάψει να επενεργεί κινδυνεύεις να παντρευτείς και να βρεθείς σε κατάσταση «ενδιαφέρουσα». Κι όμως, πώς θα μπορούσαν να επιβιώσουν χωρίς ουσίες όσοι από εμάς δεν είμαστε ιδιαίτερα επιρρεπείς στη ζωή; Μήπως στην κατάχρηση ουσιών λανθάνει η ορμή του θανάτου, η αυτοκτονία με έντοκες δόσεις; Ορθότατα έχει γραφτεί ότι το αλκοόλ δεν βοηθά εκείνον «που υποφέρει χωρίς ελπίδα», αλλά εκείνον που «περιμένει» (Αρανίτσης, «Ιστορία του αλκοόλ»). Τι περιμένει; Την ευφορία, μια σπάνια αίσθηση που προκύπτει, μεταξύ άλλων, όταν μπορείς να ζωγραφίζεις πάνω στον Τοίχο του Θανάτου ή να βαδίζεις παράλληλα με αυτόν πάνω στο έδαφος του χιούμορ. Γκράουτσο: «Γκαρσόν, δυο μπίρες!» Τσίκο: «Γκαρσόν, δυο μπίρες και για μένα!» Ιανουάριος 2011 | κοντέινερ
Αφιέρωμα _ Ευφορία _Tijana Prodanovic
30
High s
o c i e t y
Η πλειοψηφία των επιτυχημένων, γνωστών καλλιτεχνών και επιστημόνων είχαν πατεράδες στρατιωτικούς, ισχυρίζονται κάποιοι. Ένα άλλο, αποδεδειγμένο μέσα στα χρόνια και λογικά εξηγήσιμο, κοινό στοιχείο που έχουν οι δημιουργοί, είναι και ήταν πάντοτε η χρήση ναρκωτικών. Και όχι μόνο δικό τους, αλλά και όλης της ανθρωπότητας. Κάτι το οποίο φιλοδοξεί να αποδείξει η έκθεση High Society* που γίνεται αυτές τις μέρες στον πολυχώρο τέχνης Wellcome Collection στο Λονδίνο.
Louis Stevenson με ένα παραισθησιογόνο ναρκωτικό παρόμοιο με το LSD. Ο Charles Baudelaire, επίσης, είχε μετατρέψει σε γραφή τις εμπειρίες του από τη χρήση του χασισιού και του οπίου στους «Τεχνητούς Παραδείσους», ωστόσο είχε δηλώσει ότι αν και οξύνουν τις αισθήσεις, βυθίζουν επίσης σε έναν όχι και τόσο ευνοϊκό λήθαργο για την ποιητική παραγωγή. Ακόμα και ο θρυλικός Sherlock Holmes είναι γνωστός και ως ο πιο διάσημος ενδοφλέβιος χρήστης ναρκωτικών της διεθνούς λογοτεχνίας.
Ο καφές ως απαραίτητο συστατικό για να ξεκινήσουμε την ημέρα. Η Coca Cola ως αναγκαίο επακόλουθο του γεύματος, ιδίως αν πρόκειται για πίτσα ή πάστα. Το τσιγάρο ως ηρεμιστικό και το αλκοόλ ως αφροδισιακό της καλοπέρασης. Και τα ναρκωτικά, τα «επίσημα». Όλα εθιστικά, τα περισσότερα (κάποτε) απαγορευμένα και όλα ανελλιπώς στην καθημερινότητα.
Η εν λόγω έκθεση είναι μια αναδρομή στην ιστορία της χρήσης ναρκωτικών, που εξετάζει τα δεδομένα, τις θεωρίες και τα επιχειρήματα χωρίς ηθικές προκαταλήψεις. Οι περισσότερες ουσίες που χρησιμοποιούμε ελεύθερα σήμερα, όπως είναι το αλκοόλ, η καφεΐνη και ο καπνός, στο παρελθόν ήταν παράνομες. Ακόμα και ένα φυλλάδιο που κυκλοφορούσε στη Λειψία το 1707 αναφέρεται στους καταναλωτές του τσαγιού ως εξής: «πίνουν τους εαυτούς τους μέχρι θανάτου».
Κάθε κοινωνία είναι «high», όπως αναφέρουν και οι ίδιοι οι διοργανωτές της έκθεσης. Από τις τελετουργίες των Ινδιάνων της Βενεζουέλας μέχρι τα πειράματα του Aldous Huxley με τη μεσκαλίνη στις «Πόρτες της αντίληψης». Και από την ανακάλυψη της ψυχανάλυσης του Freud έως το γνωστό ζεύγος των Dr Jekyll και Mr Hyde, το οποίο ήταν αποτέλεσμα μιας ενδιαφέρουσας «συνεργασίας» του Robert κοντέινερ | Ιανουάριος 2011
Από την άλλη, τα στην εποχή μας επίσημως, απαγορευμένα ναρκωτικά, είχαν άλλη αντιμετώπιση κάποτε. Στις αρχές του 20ού αιώνα, το σιρόπι για το βήχα που προμηθεύονταν οι μανάδες από τα φαρμακεία για τα παιδιά τους εμπεριείχε ηρωίνη, το άσθμα θεραπευόταν με τα τσιγάρα κάνναβης,
ενώ η (προφανώς εθιστική) Coca Cola πήρε το όνομά της από τις μικρές δόσεις κοκαΐνης που είχε στα συστατικά της στα εμπορικά της ξεκινήματα. Η έκθεση αποτελείται –σε μορφή εγκαταστάσεων, φωτογραφιών, κειμένων και βίντεο– από διάφορα πειράματα, τόσο των χρηστών πάνω στον εαυτό τους, όσο και των επιστημόνων στα ζώα. Ένα πείραμα που έκανε η NASA σε αράχνες το 1993, σε μια προσπάθεια να αξιολογήσει την επήρεια των ουσιών όπως η κάνναβη, η βενζεδρίνη και η καφεΐνη, διαπίστωσε ότι ο πιο ασύμμετρος ιστός έγινε υπό την επήρεια καφεΐνης και όχι κάνναβης. Η έκθεση High Society ερευνά το φάσμα της χρήσης ναρκωτικών σε όλη την υδρόγειο κατά τη διάρκεια της ιστορίας. Από τα αρχαία αιγυπτιακά βάμματα παπαρούνας και τις βικτοριανές σταγόνες κοκαΐνης για τα μάτια, μέχρι τις σύγχρονες σταγόνες για τις παθήσεις του αναπνευστικού συστήματος, από τις ρίζες των ουσιών αυτών στη δηλητηρίαση των ζώων στο μέλλον τους στο σχεδιασμό των νευροχημικών ουσιών.
* Η έκθεση θα διαρκέσει έως τις 27 Φεβρουαρίου. www.wellcomecollection.org
Ευφορία _ Αφιέρωμα
31
Mojo Pin: Ναρκωτικά και nightclubbing, μια ιστορία αγάπης
_Νάγια Κοστιάνη
Μια ταλαντούχα πιτσιρίκα με ιδιαίτερη κλίση στα νυχτοπερπατήματα, μας γράφει για το πώς βλέπει την κάποτε αθεράπευτα ευφορική «γενιά του ecstasy», που σήμερα (στη μεγάλη πλειοψηφία της) εκτός από οικογένεια, παιδιά, αυτοκίνητα, στεγαστικό δάνειο, πιστωτικές κάρτες, επισφαλή εργασία διαθέτει και αρκετά καμένα εγκεφαλικά κύτταρα, κληρονομιά από την προηγούμενη, ξέφρενη, αλησμόνητη –όσο και αν είναι θολή σε αναμνήσεις– δεκαετία. Όταν ο Ρέντον βλέπει για πρώτη φορά την Νταϊάν, βρίσκονται σε ένα κλαμπ. Αυτός ήδη φτιαγμένος με κοκτέιλ αμφεταμίνης και χαπιών, όπως και οι περισσότεροι γύρω του, αυτή μόνη της στην μπάρα, νηφάλια από κάθε άποψη. Στα ηχεία παίζει το Atomic των Βlondie και, ναι, αυτή είναι η βιονική γενιά του ’90 και του Τrainspotting. Ναρκωτικά στα μπαρ, απαραίτητη συνθήκη. Κλειδιά, πορτοφόλι, xtc, πάμε. Ίσως να φταίει η γενιά του ’80 που ξεκίνησε αυτή την τάση, με το Studio 54 και όλους τους κουλ σελέμπριτις, καλλιτέχνες, κάποιους που ήταν κάτι, να κυκλοφορούν με κόκκινα ρουθούνια και τον απαραίτητο μπλαζέ αέρα αυτοϊκανοποίησης. Full of themselves, που λέμε. Αυτό το τρεντ, αν θες, πέρασε και στη γενιά του ’90 με μεγάλη επιτυχία και για πολλές παραστάσεις. Ρέιβ πάρτι, μπίτια, black lights, neon χρώματα, τζίβες, λάτεξ συνοδευμένα πάντα από χάπια (κάθε είδους), μπάφους, μανιτάρια, κοκαΐνη και διάφορα άλλα treats for kids. Θυμάμαι την ιστορία ενός φίλου, που είχε βγει ένα βράδυ, το ’94, με παρέα, για κλάμπινγκ στα Οινόφυτα. Ο κολλητός του όχι μόνο δεν έκανε χρήση ουσιών, ούτε καν έπινε αλκοόλ. Καθώς όμως η βραδιά περνούσε, οι περισσότεροι γύρω του «φτιάχνονταν» και το θάρρος για να μιλήσει στην κοπέλα απέναντί του δεν έλεγε να εμφανιστεί, άρπαξε το ποτήρι του φίλου μου (½ μεζούρα τζιν, 3 σταγόνες τόνικ, ½ χούφτα αμφεταμίνες) και το κατέβασε. Φυσικά και «ανέβηκε». Το πρόβλημα ήταν πώς «κατέβηκε» το επόμενο μεσημέρι. Ξύπνησε χωρίς να θυμάται τίποτα από το προηγούμενο βράδυ, το κεφάλι του χόρευε
ταραντέλα και, φυσικά, δεν είχε καταφέρει ποτέ να μιλήσει σε κείνη την κοπέλα. Απ’ ότι έμαθε μετά, είχε περάσει όλο το βράδυ χορεύοντας –κατά μία έννοια– σαν ψυχασθενής σε κατάσταση επιληψίας. Μπορεί, λοιπόν, να θεωρήσει κανείς πως η χρήση ναρκωτικών βοήθησε αυτόν τον άνθρωπο να περάσει ένα φανταστικό βράδυ; Πείτε με μυστήρια, αλλά όχι, ούτε κατά διάνοια. Φυσικά δεν είναι αυτός ο κανόνας. Τα ναρκωτικά δεν απέκτησαν τυχαία το όνομά τους. Η γλυκιά νάρκη που σε βγάζει έξω από τον υλικό κόσμο και οι σπιντάτες παραισθήσεις που σε κάνουν να νιώθεις ανίκητος, σε έναν κόσμο όλο δικό σου όπου τα πάντα είναι εφικτά, είναι τα στοιχεία που έκαναν τις ουσίες αυτές (ψυχοτρόπα, ψυχεδελικά, αμφεταμίνες), στην όποια μορφή τους για να μη μακρηγορώ, τον δημοφιλέστερο τρόπο «ψυχαγωγίας» εδώ και δεκαετίες. Αν τις συνδυάσεις, δε, με δυνατή μουσική, σκοτάδι και παρέα, voilà, μια αξέχαστη βραδιά ατέλειωτου κεφιού. Η εξάρτηση που ίσως προκύψει στην πορεία και η καταπόνηση του οργανισμού, είναι λεπτομέρειες μπροστά στην ευφορία της στιγμής. Το θέμα είναι πως οι γενιές του ’80 και του ’90 που ξεκίνησαν αυτή τη μόδα, μεγάλωσαν. Πλέον οι περισσότεροι έχουν δουλειές, οικογένειες και δάνεια. Τα ρέιβ πάρτι ανήκουν στο παρελθόν και, μπορεί να ακουστεί αστείο, αλλά η κόκα θεωρείται πασέ. Τρανό παράδειγμα το γεγονός πως, οι περισσότεροι από εμάς, όταν είμαστε σε κάποιο μπαρ και βλέπουμε άτομα να κα-
τεβαίνουν στην τουαλέτα και να γυρίζουν αρκετή ώρα μετά με πρησμένα ρουθούνια και βλέμμα του γιατρού, μας προκαλεί περισσότερο γέλιο και λύπηση παρά οτιδήποτε άλλο. Οι παλιές συνήθειες όμως δεν κόβονται εύκολα και, αν οι περασμένες γενιές τις έχουν κόψει, ή έστω περιορίσει, η χρήση ουσιών συνεχίζεται σταθερά στα μεθυσμένα βράδια της πόλης. Παρά τις όποιες επικίνδυνες επιπτώσεις τους, παρά τον ξεπεσμό και την αποκαθήλωση που επήλθε στην κάποτε φανταχτερή και γκλαμουράτη παντοδυναμία τους, τα ναρκωτικά εξακολουθούν να αποτελούν μια κάποια λύση, μια διέξοδο για όλους αυτούς που η βιαιότητα της καθημερινότητάς τους –είτε αυτή έχει τη μορφή μιας οικονομικής καταστροφής, μιας τελειωμένης σχέσης, μιας δυσλειτουργικής οικογένειας ή ακόμα και συνδυασμούς των προηγούμενων– έχει καταφέρει να τους γονατίσει, και οι ίδιοι δεν έχουν τη δύναμη ή ακόμα και τη θέληση να βρουν εναλλακτικούς τρόπους για να την πολεμήσουν. Ακόμα και αν δεν ισχύει τίποτε από αυτά, και ο μόνος λόγος για να πάρεις δύο χαπάκια είναι η συνεσταλμένη σου φύση που σε κρατάει από το να διασκεδάσεις όπως «οι επαγγελματίες», τα ναρκωτικά πάντα θα είναι εκεί για να σου διώξουν τις όποιες σκοτούρες και να σε κάνουν να νιώσεις καλά με τον εαυτό σου, ακόμα κι αν δεν είναι δικός σου αυτός που βγάζουν προς τα έξω. Τουλάχιστον θα περάσεις ένα αξέχαστο βράδυ. Ή, έστω, ό,τι θα θυμάσαι από αυτό το επόμενο πρωί. Ιανουάριος 2011 | κοντέινερ
Αφιέρωμα _ Ευφορία
32
_Βίκυ Τσούκα
Οι διαφημιστές έπεσαν στα dru g s
η δόση δεν θα είναι ούτε υπερβολική, ούτε η τελευταία
Σε μία κοινωνία που παράγει εικόνες με σκοπό να τις καταναλώνει καθημερινά, λέξεις όπως hit, high, trip, sniff, addiction, junkie ηχούν υπερβολικά γνωστές. Σκηνές με όμορφα κορίτσια και αγόρια που επιδίδονται σε ποθητές σκηνές απόλαυσης και χαράς ενώ συνοδεύονται από ευκολομνημόνευτα σλόγκαν όπως «daringly overdosable», «mind -blowing offer» κ. ά. φαίνονται ακόμα πιο οικείες. Το 1929 ο Edward Barneys, ορμώμενος από την επιθυμία των γυναικών να έχουν ίσα δικαιώματα με τους άντρες, διαφημίζει για πρώτη φορά γυναίκες να καπνίζουν σε δημόσιο χώρο παρόλο που εκείνη την περίοδο δεν επιτρεπόταν, συνειδητοποιώντας ότι οι άνθρωποι δεν βασίζονται πάντα στο λογικό κομμάτι τους όπως θεωρούσαν οι διαφημιστές μέχρι εκείνη την στιγμή. Ο Barneys, όντας ανιψιός του Freud, είχε έρθει σε επαφή με τις θεωρίες του περί ασυνείδητων δυνάμεων ικανές να υποκινούν τις πράξεις ακόμα και αν αυτές δεν ακολουθούνται από την καθοδήγηση της λογικής. Χρησιμοποιώντας λοιπόν αντίστροφα τις θεωρίες του θείου δημιούργησε αυτό που σήμερα ονομάζουμε PR (public relations – δημόσιες σχέσεις) και από το οποίο όλοι κάποια στιγμή με ή χωρίς τη συγκατάθεση της θέλησής μας έχουμε επηρεαστεί. Στο βιβλίο του Consumer Society ο Baudrillard χαρακτηρίζει τα εμπορικά κέντρα ως «drug stores», τονίζοντας τον τρόπο που o ιός της κατανάλωσης «καταφέρνει να αντιδρά στο ανοσοποιητικό μας σύστημα», μας εγκαθιστά την ευτυχία της αφθονίας και της κατανάλωσης. Από ιστορικής πλευράς η είσοδος των ναρκωτικών στην «κοινωνία του θεάματος» ξεκινάει με τον βωβό κινηματογράφο το 1894 με την ταινία The Chinese opium του Laurie Dickson ενώ από το 1900 έως το 1920 από την μεγάλη οθόνη προβάλλονταν συστηματικά κάθε είδους ναρκωτικά από τσιγάρα έως κοκαΐνη. Αυτή ήταν και η περίοδος κατά την οποία οι ναρκωτικές ουσίες νομιμοποικοντέινερ | Ιανουάριος 2011
ήθηκαν από το κοινό παρ’ όλη την κυβερνητική αποκήρυξή τους. Αποτέλεσαν θέμα χολιγουντιανών κινηματογραφικών αφηγήσεων και διάσημων τραγουδιών ενώ οι εταιρείες τα πρόσθεσαν στην στρατηγική τους ατζέντα. Αυτό που ο κλάδος της διαφήμισης έχει δανειστεί και μέχρι σήμερα το επαναλαμβάνει με επιτυχία είναι τα μηνύματα της ψυχεδελικής σκηνής της δεκαετίας του ’60, επηρεασμένης από την Belgian Belle Époque και την Art Nouveau οι οποίες με την συνοδεία αισθησιακών εικόνων και φράσεων εστίαζαν στη χαρά της απόλαυσης. Όχι μόνο τα σύμβολα αλλά και οι εκφράσεις αυτού του πολιτισμού της έκστασης έχουν τυποποιηθεί από τη ροή της εικόνας. Το 2001 το «tune in, turn on and get promoted», κλασική έκφραση του Timothy Leary, συγγραφέα του βιβλίου Η πολιτική της Έκστασης, βραβεύτηκε αφού πρώτα χρησιμοποιήθηκε σε ηλεκτρονικό περιοδικό για την οικονομία. Τον ίδιο χρόνο η Amazon Company αποφάνθηκε σε διαφήμισή της «No need to take a trip just click». Σε όποια διαφήμιση και αν εστιάσουμε που να αφορά την προώθηση καταναλωτικών προϊόντων όπως π.χ., ένα άρωμα ή ένα γυναικείο αξεσουάρ θα παρατηρήσουμε ότι ποτέ δεν αναφέρεται στα συστατικά του προϊόντος ή στην ποιότητά του. Αντίθετα θα μιλάει για έντονες αισθήσεις και απόλαυση, έρωτα και ευφορία τα οποία προκαλούνται από το προϊόν και άλλες φορές για την έκπληξη της ανακάλυψής του και τις μαγικές ιδιότητές του. Για παράδειγμα, η διαφήμιση του αρώματος Fusion του 1998 έδειχνε έναν disk jockey ο οποίος κρατούσε στα χέρια του ένα χαρτί. Το χαρτί έγραφε «Fusion. The only thing worth sniffing in a club» (Fusion: το μόνο που αξίζει να σνιφάρεις στα κλαμπ), ενώ η διαφήμιση του αρώματος addiction(εθισμός) έδειχνε ένα μάτι και μέσα σε αυτό έγραφε: «First signs of addiction: high temperature, mood swings, loss of appetite, trembling hands, dreamlike state» (Τα πρώτα σημάδια του εθισμού: υψηλή θερμοκρασία,
:
σκαμπανεβάσματα στη διάθεση, απώλεια όρεξης, χέρια που τρέμουν, ονειρική κατάσταση). Εάν το πρόσταγμα της σημερινής κοινωνίας είναι να είμαστε χαρούμενοι τι μπορεί να αναζητά ο καταναλωτής; Τι μπορεί να αναζητά εκείνος ο άνθρωπος ο καθημερινά υποταγμένος στη ροή της ρουτίνας; Ο πελάτης έχει πάντα δίκιο. Έντονα ερωτικά στοιχεία συνδυασμένα με την αίσθηση της διέγερσης όποια και αν είναι αυτή ακόμα και αν όλα όσα δείχνει η εικόνα και ο λόγος στην οθόνη απέναντί μας σημειολογικά παραπέμπουν στο απλησίαστο, το παράνομο, το επικίνδυνο. Μήπως τελικά αυτό είναι το στοίχημα; Από τη μία πλευρά τα ΜΜΕ προβάλλουν τους κινδύνους από τη χρήση ναρκωτικών ενώ από την άλλη οι διαφημιστές χρησιμοποιούν το δίπολο νόμιμο/παράνομο αυξάνοντας το βαθμό μυστηρίου που προσπαθούν να προσδώσουν στα προϊόντα. Σε συνδυασμό με τα όμορφα πρόσωπα και τα σλόγκαν στα οποία εμφιλοχωρούν εικόνες από την υπονοούμενη κουλτούρα των ναρκωτικών δημιουργείται μία ελκυστική αίσθηση ευφορίας και απόλαυσης. Ο Benjamin το ονομάζει «θέαμα της κατανάλωσης», αναφερόμενος σε αυτό το μυστήριο που δημιουργείται γύρω από εκείνο το προϊόν, το ενδεδυμένο με τα φαντασιακά σύμβολα των ναρκωτικών τα οποία το αποκλείουν από το συνηθισμένο των υπολοίπων. Όλα γίνονται, όλα συμβαίνουν, όλα διεκδικούν τον τόπο και το χρόνο τους στην ιστορία για να αποτυπωθούν σ’ έναν φακό με σκοπό να ειδωθούν ετεροχρονισμένα από χιλιάδες μάτια. Μοιάζει η πραγματικότητα να έχει μετατεθεί στις ψηφίδες της οθόνης μεταθέτοντας έτσι το φάντασμά της στο θέλγητρο ενός άλλου σταδίου του καθρέφτη. Σκοπός αυτή τη φορά; Η καθήλωση στη μόνιμη έλξη της εικόνας για να πραγματώνεται πιο πραγματικά και από το πραγματικό η ψευδαισθησιακή ανάγκη της κατανάλωσης.
Ευφορία _ Αφιέρωμα _Δημήτρης Νόλλας
33
Εποχή στο λούκι περπάτα να προλάβουμε το τραμ το τελευταίο Μαύρο κι άσπρο. Χιονάτη και μπράουν σούγκαρ, Γκούτσι Μούτσι και Πράντα και πάσης φύσεως μηχανές και αποστάγματα: ντρόγκα η μια και ντρόγκα η άλλη ντρόγκα ντρουγκ, το καμπανάκι. Όταν ζεις μέσα στο όνειρο και θέλεις να βγεις απ’ αυτό, επειδή νιώθεις σκατά και δεν πάει άλλο, είναι βέβαιο πως η κατάθλιψη θα περιμένει στη γωνία. Δεν χρειάζεται γκρίνια, ούτε συνθήματα, λόγια, αμφεταμίνες. Η κατάθλιψη αρκεί. Η απεξάρτηση προϋποθέτει απόφαση αποχής, στέρηση, κόψιμο με το μαχαίρι. Γιατί οι πληγές της ψυχής και του μυαλού δεν βολεύονται με γάζες· καυτηριάζονται. Γι’ αυτό κι ο εμφανιζόμενος σαν φόβος της ανέχειας, της ανεργίας, ναι, και της πείνας, είναι μασκαρέματα του τρόμου της αποκοπής απ’ το καταναλωτικό στήθος. Αν θέλουμε στο εξής να ξαναζήσουμε όπως πριν, όπως πολύ παλιά, σαν να μην είχαμε κουρνιάσει τόσον καιρό στο λούκι, εθισμένοι στο βυζί και απαιτώντας να το πληρώσουν άλλοι το κακό που μας βρήκε (ναι, οι υπεύθυνοι, οι παραγωγοί και τα βαποράκια) πάλι μέσα είμαστε. Ούτε μια γραμμή δεν μετακινηθήκαμε. Δεν χρειάζεται μαρξιστική προσέγγιση για να καταλάβει κανείς πως εκείνος που παράγει χλίδα και τη ρίχνει στην αγορά, δημιουργεί ανάγκες και την ανάλογη ζήτηση. Γι’ αυτό και τον εθισμό στην κατανάλωση κανένα ΟΚΑΝΑ δεν μπορεί να τον αντιμετωπίσει. Όσοι από εμάς σχεδιάζουν να βγουν από την τρύπα που μας έχωσε, ικανοποιώντας δικές μας επιθυμίες, ο Μαζί-τα-φάγαμε-νταής παρέα με το σκυλολόι που κυβερνάει τον τόπο τα 30 τελευταία χρόνια –και το οποίο προσφάτως αυτοαποκαλείται και πατριωτικό–, αντιμετωπίζουμε ένα πρόβλημα. Όπως κάθε ζήτημα που έχει δύο σκέλη, δύσκολα βρίσκει λύση ριζική, αν πειράξεις μόνο το ένα. Αν θελήσουμε μόνο να κόψουμε το χέρι αυτών που μας έθισαν στις παραγραφές αγροτικών χρεών, στις νομιμοποιήσεις πάσης φύσεως, στις περαιώσεις και στα «δανεικά κι αγύριστα», πάλι μέσα είσαι δικέ μου, ούτε μια γραμμή δεν ξέφυγες. Αν ζητάς να μας δώσουν πίσω τον κόσμο της χαλαρής αραχτής, θα βρουν έναν τρόπο να μας ταΐσουν σκουπίδια και θα τα ξαναφάμε. Γιατί κανείς δεν βγήκε καθαρός απ’ τη ντρόγκα, ξαναγυρίζοντας σ’ αυτήν. Γιατί άλλο πράγμα να ’σαι σκλάβος της ανάγκης, κι άλλο δούλος του δικού σου πάθους.
Ιανουάριος 2011 | κοντέινερ
Αφιέρωμα _ Ευφορία _Σταύρος Μελλισάρης
34
Κεφάτοι να ψωνίζουμε
Αν ο νόμος προσφοράς και ζήτησης είναι η οικονομία του καπιταλισμού, ο καταναλωτισμός είναι η κουλτούρα του. Οι οικονομολόγοι συμφωνούν ότι το καπιταλιστικό σύστημα δεν μπορεί να λειτουργήσει αν δεν αυξάνεται συνεχώς η παραγωγή και κατανάλωση αγαθών. Η κουλτούρα της κατανάλωσης είναι πλέον μια ανάγκη όχι μόνο για το σύστημα αλλά και για τα υποκείμενά του. Τα κίνητρα της κατανάλωσης μπορούν να χωριστούν σε ζωτικά, ψυχολογικά και κοινωνικά. Τα πρώτα στοχεύουν στην επιβίωση και την ταύτιση με τον σύγχρονο τρόπο ζωής. Τα δεύτερα είναι κυρίως αυτά που έχουν να κάνουν με την ευφορία, καθώς η κατανάλωση μπορεί να προσφέρει την αίσθηση ολοκλήρωσης και την ικανοποίηση μιας συνήθειας ή εθισμού. Τα κοινωνικά κίνητρα σχετίζονται με το status, τη μίμηση, τη διασκέδαση, όπως προβάλλονται συνήθως από τα ΜΜΕ. Όταν κάποιος πάει για ψώνια μάλλον δεν έχει ξεκάθαρο στο μυαλό του σε ποιο βαθμό υπάρχουν αυτές οι τρεις κατηγορίες, συνήθως συνυπάρχουν δημιουργώντας ένα συνονθύλευμα επιθυμιών, η εκπλήρωση των οποίων γεννά την ελπίδα (και ίσως την πραγματοποιεί) ότι τα ψώνια θα φέρουν μια αίσθηση ευφορίας. Αν όμως η ευφορία που θα δημιουργηθεί έχει να κάνει με το πόσα περιμένει κανείς από τη διαδικασία της κατανάλωσης, τότε όσο περισσότερο την έχει ανάγκη, τόσο πιθανότερο είναι να πετύχει την ευφορία, δηλαδή είναι πιθανότερο να λειτουργήσει σε αυτόν που γνωρίζει καλά τη διαδικασία, έχει εμπειρία και το χρειάζεται περισσότερο. Ταυτόχρονα, η ευφορία της κατανάλωσης μπορεί να λειτουργήσει σαν εθισμός ή σαν μια προσπάθεια φυγής, όχι επειδή η ίδια η εμπειρία έχει ένα στόχο, αλλά επειδή μέσα από την επανάληψη μιας γνώριμης και πολλές φορές μηχανικής διαδικασίας που δεν χρειάζεται κοντέινερ | Ιανουάριος 2011
κάποια κινητοποίηση ή εγρήγορση, σου προσφέρει το καταφύγιο της απάθειας. Ακόμα περισσότερο, είναι δυνατό να αποζητά κανείς στην κατανάλωση αρνητικά συναισθήματα, την αίσθηση ενός κυνισμού, μιας παράδοσης σε μια τεχνητή ανάγκη, ένα πείσμα ενάντια στην προσπάθεια για αυτοβελτίωση. Τις τελευταίες δεκαετίες η κουλτούρα του καταναλωτισμού και του υπερκαταναλωτισμού έγινε ένα από τα κύρια σημεία αναφοράς για να περιγράψουμε τον τρόπο ζωής μας και όχι άδικα. Οι ανέσεις και η ψυχαγωγία που μας προσφέρθηκαν είναι ένας από τους βασικότερους στόχους μας. Σε έναν ορθολογικό και αποϊδεολογικοποιημένο κόσμο όπου οι παραισθήσεις δεν έχουν χώρο, ζήσαμε έναν καθαρό υλισμό, ο οποίος έγινε η πολιτική μας ζωή. Με όλα τα άλλα προβλήματα να θεωρούνται λυμένα, η απόκτηση αγαθών έγινε το κύριο μέσο με το οποίο οι άνθρωποι προσπάθησαν να αποφύγουν τη στασιμότητα και την ανία. Η ευφορία του καταναλωτισμού έγινε κοινωνικό φαινόμενο, οι εικόνες της αφθονίας που υπήρχαν σαν πραγματικότητα και περισσότερο σαν σύμβολα μας έκαναν να νιώθουμε ήσυχοι, τυχεροί και ευδαίμονες. Δεν άργησε όμως να δημιουργηθεί το backlash, γεμίσαμε απόψεις εναντίον αυτής της κουλτούρας, τα media και η τέχνη που λιγότερο ή περισσότερο αυτοχαρακτηρίζονται αντισυμβατικά, υιοθέτησαν την κριτική και τη σύγκρουση με αυτό. Η επίθεση γινόταν όλο και μεγαλύτερη, μέχρι που συνειδητοποιήσαμε ότι η κουλτούρα αυτή έχει αρχίσει να χάνει έδαφος, όχι επειδή το επιλέξαμε αλλά επειδή μας τη στερούνε. Ε, και τότε είναι που νευριάσαμε. Καλούμαστε πλέον να γίνουμε οικονόμοι, να βάλουμε τάξη στην τσέπη μας και να υιοθετήσουμε, θέλοντας ή μη, έναν αντι-
κομφορμιστικό καταναλωτισμό. Και δεν μας ενδιαφέρει πια μόνο τι γίνεται με τα δικά μας οικονομικά, έχουμε αρχίσει να αγωνιούμε και για την οικονομία της χώρας και της κάθε χώρας, σαν να είναι δική μας υπόθεση. Το νοικοκύρεμα είναι η νέα τάση, το μέτρο στη σπατάλη έχει γίνει ο κανόνας, η σύγκριση τιμών επιβάλλεται, θα αποκτήσουμε μερικά αλλά θα στερηθούμε περισσότερα. Ταυτόχρονα τα προϊόντα συνεχίζουν να εξελίσσονται, να προσφέρεται καλύτερη ποιότητα και νέα μέσα άνεσης, ψυχαγωγίας, απόκτησης χρόνου και κυρίως επικοινωνίας. Και είναι η επικοινωνία τελικά που προσφέρει το νέο καταφύγιο κατανάλωσης. Στερούμαστε την ευφορία της κατανάλωσης υλικών αγαθών αλλά μας προσφέρεται η αδιάκοπη πρόσβαση στην πληροφορία. Το internet είναι το νέο mall, ο χώρος που αποκτάς την αίσθηση του καινούργιου βρίσκοντας τη νέα πληροφορία, ο χώρος που καλύπτει τον ελιτισμό σου όταν είσαι από τους πρώτους που ανακαλύπτουν το νέο ενδιαφέρον site ή το τελευταίο talk of the town. Η περσόνα που προσπαθούσες να δημιουργήσεις με τα ψώνια, δημιουργείται πλέον με τις δημοσιεύσεις στις σελίδες δικτύωσης. Αν και η απομόνωση που επιβάλλει μπορεί να γίνει επικίνδυνη, το internet είναι ταυτόχρονα ένα μέσο κοινωνικοποίησης, όπου η διασκέδαση με τους φίλους σου είναι τζάμπα. Και η τάση τού τζάμπα μεταφέρεται από εκεί και στον πραγματικό κόσμο, δωρεάν εκδηλώσεις, δωρεάν έντυπα, ελεύθεροι χώροι κοινής χρήσης που μπορείς να καταναλώσεις και να ευφρανθείς. Όλα αυτά όμως ίσως να αρκούν μόνο για να καλύψουν ένα μικρό ποσοστό της συνήθειας της κατανάλωσης. Οι λέξεις recession και depression εξακολουθούν να πάνε δίπλα δίπλα και ένα χαμόγελο ενός ανθρώπου που μόλις αγόρασε κάτι που δεν χρειαζόταν, δεν παύει να είναι ένα χαμόγελο.
Ευφορία _ Αφιέρωμα _Ιριάννα Λιανάκη-Δεδούλη
35
Η γενιά του πρόζακ την εποχή του ΔΝΤ
Απολαύσαμε την εποχή του υπερκαταναλωτισμού, ζήσαμε ή και μεγαλώσαμε σε καιρούς ευμάρειας που η (αυτο) εκτίμηση ήταν σε απόλυτη συνάρτηση με τα κυβικά του αυτοκινήτου που αγοράζαμε και με τα brand των ρούχων που φορούσαμε. Ευνοήθηκαν ναρκισσιστικά ιδεώδη, επισημαίνουν οι ειδικοί, όμως το ΔΝΤ ήρθε και αυτοί οι καιροί φαίνεται ότι έχουν παρέλθει ανεπιστρεπτί. Όσοι επενδύσαμε στην υλική ευμάρεια βιώνουμε μια τεράστια ματαίωση, συναισθήματα φόβου, θυμού, άγχους μας κατακλύζουν. Μπορούμε για ακόμα μία φορά να θάψουμε την οδύνη να καπνίσουμε χόρτο, να κάνουμε bungee jumping ή διαλογισμό και γιόγκα αν αντέχει ακόμα η πιστωτική μας. Στόχος; Να νιώσουμε μια κάποια ευφορία. Και αν όλα αυτά αποτύχουν, πάντα υπάρχει και η αλχημεία της ευφορίας. Το πρόζακ, στα καθ’ ημάς, για εμπορικούς λόγους, λαντόζ (la dose, η δόση). Η φλουξετίνη κυκλοφόρησε το 1987, ως πρόζακ στην Αμερική και ως λαντόζ στην Ευρώπη. Το φάρμακο αυτό επειδή είχε ένα ηπιότερο προφίλ παρενεργειών σε σχέση με τα παλαιότερα αντικαταθλιπτικά, όπως μας εξηγεί η ψυχίατρος-ψυχοθεραπεύτρια κα. Α. Σπυροπούλου, άρχισε να χρησιμοποιείται ευρέως, όχι μόνο σε περιπτώσεις βαρύτερων κλινικών καταθλίψεων αλλά και σε ήπιες διαταραχές με καταθλιπτικά συμπτώματα. Αρκετοί άνθρωποι που δεν είχαν σοβαρά κλινικά συμπτώματα κατάθλιψης αλλά απλά δυσθυμικές διαταραχές όπως παροδική ή και χρόνια κακή διάθεση, χαμηλό επίπεδο σωματικής και ψυχικής ενέργειας, ή δυσκολία στο να αντλούν ικανοποίηση, αναζήτησαν ανακούφιση στο πρόζακ. Η γενιά του πρόζακ είναι η γενιά του «ικανοποίηση εδώ και τώρα», που σε μεγάλο βαθμό αρνείται να επεξεργασθεί ψυχικά και συναισθηματικά τις εσωτερικές συγκρούσεις και αντιφάσεις, τις μικρές και μεγάλες καταστροφές της ζωής, σύμφωνα με τον Αν. Καθ. Κοιν. Ψυχιατρικής Παντείου Παν. και ψυχαναλυτή κ. Στ. Στυλιανίδη, ο οποίος, βασιζόμενος σε πρόσφατα στοιχεία του Π.Ο.Υ. (2010), επισημαίνει ότι παρά τις
υποσχέσεις φαρμακευτικών εταιρειών και ψυχιάτρων περί ένταξης, μέσω των αντικαταθλιπτικών, των ανθρώπων με κατάθλιψη στην κοινωνία, μόνο το 1/3 των περιπτώσεων που παίρνουν αντικαταθλιπτική αγωγή βελτιώνονται σημαντικά. Τα άλλα 2/3 καταλήγουν σε μεγάλο βαθμό σε μία «ψυχιατρικοποίηση» της καθημερινής ζωής. Το ερώτημα που φυσικά ανακύπτει σήμερα, είναι αν και κατά πόσο η οικονομική κρίση θα αυξήσει τον αριθμό των ατόμων που θα καταφύγουν στα αντικαταθλιπτικά. Παρά το ότι η κατάθλιψη είναι μία πολυπαραγοντική νόσος και δεν υπάρχει ένα ακριβές μοντέλο πρόβλεψης, οι ειδικοί συμφωνούν ότι σε μια περίοδο οικονομικής κρίσης αναμένεται να επιβαρυνθεί η ψυχική υγεία. Αναμένεται, δηλαδή, αύξηση των καταθλίψεων και των αγχωδών διαταραχών και πιθανή αύξηση των περιστατικών ενδοοικογενειακής βίας, αύξηση της χρήσεως ναρκωτικών ουσιών και αλκοόλ. Αίσθηση προκαλούν τα ευρήματα ευρωπαϊκής έρευνας που διεξήχθη σε 26 χώρες και έδειξε ότι για κάθε 1% αύξηση της ανεργίας υπήρχε επιβάρυνση των αυτοκτονιών και των ετεροκτονιών κατά 0,79% (Oxford University). Η γενιά του πρόζακ επειδή δεν αντέχει την ανασφάλεια, την αβεβαιότητα και τα δυσάρεστα συναισθήματα, θεωρείται ότι είναι ενδεχομένως περισσότερο ευάλωτη σε εποχές κρίσεων, υποστηρίζει η κα. Σπυροπούλου. Κοινωνικοοικονομικοί παράγοντες όπως η ανεργία, η συρρίκνωση του εισοδήματος, η διάχυτη ανασφάλεια λόγω της εργασιακής επισφάλειας, ο ακραίος ανταγωνισμός, λειτουργούν επιβαρυντικά και οδηγούν, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο κ. Στυλιανίδης, «τον επισφαλή “εαυτό” μας στο να ζητά να “ρυθμίσει” τη “νευροχημική” ανισορροπία του εγκεφάλου που “προκαλεί” την κατάθλιψη μέσω αντικαταθλιπτικών». «Στις περιόδους κρίσης», συνεχίζει, «θα πρέπει να υπογραμμιστεί ότι παρατηρείται δυσλειτουργία του δημόσιου συστήματος ψυχικής υγείας και παράλ-
ληλα διακοπή της ψυχιατρικής παρακολούθησης και ψυχοθεραπείας για οικονομικούς λόγους στον ιδιωτικό τομέα. Αντιθέτως αυξάνεται η ευρηματικότητα των πολιτών σε σχήματα “αυτοθεραπείας” – κατανάλωση αντικαταθλιπτικών, υπνωτικών και αγχολυτικών.» Ο κ. Θ. Τζαβάρας, ψυχαναλυτής, Ομ. Καθ. Ψυχιατρικής ΜΙΘΕ μας λέει σχετικά: «Οι άνθρωποι σε περιόδους κρίσης αντί να κάνουν μια δράση για να τους εκφορτίσει, φοβούνται, κλείνονται στους εαυτούς τους και φυσικά καταφεύγουν σε φάρμακα». Η απουσία κοινωνικής συμπαράστασης και ψυχοκοινωνικών μηχανισμών όπως οι ιεροτελεστίες πένθους που υπήρχαν παλαιότερα και του επέτρεπαν να διαχειριστεί τον πόνο, τη στενοχώρια, τη δυσκολία και την απώλεια, επιτείνουν τα αισθήματα μοναξιάς και απελπισίας. Συνεπώς σημαντικό ρόλο, στην απορρόφηση των κραδασμών της κρίσης θα έχουν τα δίκτυα προστασίας. Θα πρέπει να υπάρξει ιδιαίτερη μέριμνα για την προστασία των πιο ευάλωτων ομάδων στις ψυχικές διαταραχές, των ήδη ψυχικά πασχόντων, των φτωχών και των ανέργων. Ο κ. Στυλιανίδης μάς προτρέπει: «Απέναντι στο “νευροχημικό εαυτό”μας να αντιπαραθέσουμε τον πολύπλοκο εαυτό, που αναστοχάζεται καθημερινά για τις ανάγκες, τα ελλείμματα, τις επιθυμίες δηλαδή για την πραγματική μας ζωή. Να οργανώσουμε νέα δίκτυα κοινωνικότητας και νέες συλλογικότητες απέναντι στις δυνητικές κοινότητες. Να αντιπροτείνουμε πραγματικές σχέσεις, ψυχοσυναισθηματικές ανταλλαγές, συναισθηματικές επενδύσεις και νέες νοηματοδοτήσεις. Η μιζέρια και η κρίση δεν κάμπτουν την ικανότητά μας ως ανθρώπων να αντλούμε ικανοποίηση από τη διεργασία της σκέψης, της αισθητικής, της τέχνης, της ανθρώπινης επαφής. Ας μη στοιχηθούμε πίσω από το φόβο της κατάρρευσης γιατί τότε είναι βέβαιο ότι θα υπάρξει η κατάρρευση ως μη αναστρέψιμο φαινόμενο». Ιανουάριος 2011 | κοντέινερ
Αφιέρωμα _ Ευφορία _Γιώργος Κοκκινάκος
36
Εθνική Κατάθλιψη Με την ελπίδα μιας στιγμής μας χρέωσαν όλο το μέλλον Γ. Ρίτσος (Μονόχορδα)
Περνάμε εθνική κατάθλιψη μας λένε· μακάρι να ήταν κατάθλιψη. Γιατί η κατάθλιψη είναι η δεξαμενή της χαράς. Γιατί από την κατάθλιψη θα ερχόταν κάποτε η ευφορία. Έτσι τουλάχιστον μας λένε οι ψυχίατροι. Και γιατί η κατάθλιψη, η στενοχώρια, η λύπη μεγαλώνει το υπαρκτό, οξύνει τις αισθήσεις, ομορφαίνει τον Kόσμο. Αποκαλύπτει πράγματα πέραν του ορατού και πλουτίζει τον συναισθηματικό χώρο. Άλλωστε «o πόνος είναι η μόνη αληθινή μορφή συνείδησης, επειδή όταν υπάρχει ένα γιατί, ο άνθρωπος μπορεί να υπομείνει οποιoδήποτε πώς», μας λέει ο Νίτσε. Η ευρυχωρία, η ευκολία και η χαρά δεν μας οδηγούν πουθενά και με μία έννοια μας αφήνουν στάσιμους. Η δυσκολία μάς κάνει καλύτερους, επινοητικότερους, πλουσιότερους. Δεν χρειάζεται πάντα να ψυχιατρικοποιούμε τις δυσκολίες, να τις κλινικοποιούμε με τη διαμεσολάβηση των ειδικών. Οι ειδικοί δεν ασκούν «λειτούργημα» αλλά διαχείριση και εκμετάλλευση των προβλημάτων, διαμεσολαβώντας και υπηρετώντας ένα ρόλο κοινωνικής ανάθεσης πέραν του επαγγέλματος. Επομένως μέσα από μια τέτοια προβληματική το πρόβλημα μπορεί να μετασχηματισθεί σε λύση. Όμως θα πρέπει να ξανατονιστεί ότι δεν πρόκειται για κατάθλιψη. Πρόκειται για συλλογικό, μαζικό κοινωνικοπολιτικό «σύνδρομο της Στοκχόλμης». Πρόκειται για ταύτιση με τον επιτιθέμενο. Ό,τι κινείται εναντίον μου και έχω την πεποίκοντέινερ | Ιανουάριος 2011
θηση ότι δεν μπορώ με καμιά δύναμη να αντιμετωπίσω, το αντιμετωπίζω ταυτιζόμενος μαζί του. Έτσι το ΔΝΤ στη συλλογική συνείδηση «ήταν αναγκαίο», «μας χρειαζόταν», «δεν υπήρχε άλλη λύση», «και αν δεν υπήρχε έπρεπε να το ανακαλύψουμε». Βεβαίως τα ΜΜΕ, ως διαμορφωτές της κοινής γνώμης, έπαιζαν και παίζουν το ρόλο τους για τη διαμόρφωση μιας τέτοιας αντίληψης από τους πολίτες. Έτσι η αποδοχή του «επιτιθέμενου» και εν προκειμένω του ΔΝΤ, δεν είναι θέμα λογικής απόφασης ή πολιτικής επιλογής αλλά μιας βαθιάς ασυνείδητης και πανίσχυρης διαδικασίας, ενός ψυχολογικού μηχανισμού άμυνας, που παίρνει καθολική ισχύ. Έτσι μπορεί να εξηγήσει κανείς τη μαζική αδράνεια, ακινητοποίηση, αδιαφορία, απάθεια, καρτερικότητα των πολιτών. Για την ευφορία μού ζητήθηκε να γράψω από την αρχισυνταξία του Κοντέινερ. Κι εγώ αντελήφθην εφορία. Και σωστά. Γιατί στις μέρες μας μόνον για την εφορία ακούμε. Γιατί στους καιρούς που περνάμε η ευφορία καταπνίγεται, καταπιέζεται ή απωθείται ασυνείδητα, καθότι κινδυνεύει να ταξινομηθεί, να πολιτογραφηθεί σαν ψευδο-ευφορία ή σαν υπεραναπλήρωση ή ακόμα και σαν συναισθηματική απροσφορότητα. Είναι γνωστό ότι το κοινωνικό περιβάλλον επηρεάζει την κλινική συμπτωματολογία και την έκφραση των ψυχολογικών οντοτήτων. Ο σύγχρονος τρόπος ζωής πχ αύξησε τα συμπτώματα κατάθλιψης και ιδεοψυχαναγκαστικών διαταραχών. Επηρεάζει ακόμα την κατανομή αλλά και τη συχνότητα εμφάνισης συγκεκριμένων νοσημάτων ανάμεσα στους πληθυσμούς και μεταξύ των διαφορετικών
κοινωνικών ομάδων. Ο σύγχρονος άνθρωπος αναγκασμένος να παράγει, να καταναλώνει, να τρέχει ασταμάτητα, να αποθηκεύει, να συσσωρεύει, να βάζει τον τόνο στο φαίνεσθαι και στο έχειν και όχι στο είναι, κατάντησε ματαιόπονος, ματαιόσχολος, ρηχός, επιθετικός και ενεργοβόρος. Ανταγωνιστικός, μονήρης, εσωστρεφής και κενόδοξος. Διαμόρφωσε έτσι έναν νέο ανθρωπολογικό τύπο. Κάτω από τις σημερινές συνθήκες όπου το ληστρικό χρηματιστηριακό κεφάλαιο, οι αγορές, κατά πως λένε τα παπαγαλάκια της τηλεόρασης καθημερινά, μπορεί σε λίγο χρονικό διάστημα να βυθίσει μια ολόκληρη χώρα στη χρεοκοπία και να αναγκάσει τους κατοίκους της σε λιμοκτονία πού χώρος για την ευφορία; Πού χώρος για έρωτα και παιχνίδι, για φαντασία και όνειρο; Πού χώρος για χιούμορ, σκωπτική διάθεση και ευφορικό συναίσθημα; Πού χώρος για χαμόγελο, οικειότητα, αισιοδοξία, υπερεκτίμηση δυνατοτήτων και υπέρβαση; Λέτε να κινδυνεύει ακόμη και η αναξίμανδρειος «αρχή της αντιστάθμισης»; Η ευφορία σαν παιγνιώδης διάθεση, ως αντίπολος συναισθηματική απάντηση στην κατάθλιψη, λέτε να «χαθεί»; Μπορεί… Για κάθε παραγόμενο προϊόν αξίας ενός δολαρίου, κυκλοφορούν στην αγορά άλλα εκατό δολάρια πλαστικού χρήματος που δεν ανταποκρίνονται σε πραγματικό πλούτο. Καταλαβαίνει κανείς τον επερχόμενο εφιάλτη… Χρειαζόμαστε ως πολίτες μιαν άλλη «οικονομία του μυαλού» και μιαν άλλη κοινωνική συμπεριφορά. Καιρός να αναστοχαστούμε. Να σκεφτούμε πάνω στον τρόπο που σκεφτόμαστε ! Αλλιώς….
Ευφορία _ Αφιέρωμα _ Γιώργος Πεντάζος
37
Καπιταλισμός (it’s a drug) Η νόμιμη βιομηχανία ουσιών (φαρμακοβιομηχανίες) αγαπά την παράνομη, την υποθάλπει και τη συμπληρώνει: οι παράνομες ναρκωτικές ουσίες σε αρρωσταίνουν, οι νόμιμες σε θεραπεύουν! Έτσι βγαίνει κάποιο νόημα στο γιατί η κοινωνία της αγοράς αγαπά τις εξαρτήσεις, τις προκαλεί και τις προτάσσει. Ο άνθρωπος καταναλωτής είναι ταυτόχρονα το πειραματόζωο και το επιθυμητό πρότυπο. Είσαι ό,τι «πληρώσεις»! Η αναζήτηση της ευφορίας δεν είναι μόνο δικαίωμα αλλά και καθήκον. Πριν, πολύ πριν την ιδιωτικοποίηση της ενέργειας, της ύδρευσης, των μεταφορών έχει επινοηθεί κάτι στρατηγικά σημαντικότερο, η ιδιωτικοποίηση της απόλαυσης. Οι τεχνικές της εξάρτησης και της απεξάρτησης έρχονται να ρυθμίσουν την επιθυμία του homo katanaloticus με βάση το διατιθέμενο στοκ. Τα σκονισμένα παλιά εγχειρίδια του παράνομου εμπορίου λένε πως όταν εμπεδωθεί η σχέση σου με μία ουσία (ή ένα λογισμικό!) έρχεται η σειρά μιας επόμενης πιο ισχυρής, πιο ακριβής, πιο εξαρτησιογόνας. «It’s the economy you fool!», κραυγάζουν τα εμπορικά επιμελητήρια ανά τον κόσμο. Η ισχυρή εμπειρία της απώλειας συνείδησης αναζητά το αντίστοιχό της στην απώλεια καταναλωτικής συνείδησης! Η αγοραία μεταφυσική προτάσσει το shopping therapy treatment! Και η επιδίωξη της ευφορίας συχνά διασταυρώνεται με τη δίωξη της εφορίας αν ο homo consumer δεν έχει προηγουμένως φροντίσει να είναι συνεπής με... τις δόσεις του!
_Μάνος Σιφονιός
Λεξικό του Διαόλου
Ευφορία: Αρχαιοελληνική λέξη (ποιος λέει σήμερα, είμαι σε ευφορία;) για το ανώτατο στάδιο της ψυχικής διάθεσης (νεοελληνικά: χάι). Κατακτάται για λόγους που δεν έχουν να κάνουν με τη λογική σκέψη, όπως άλλωστε και το κατώτατο στάδιο (νεοελληνικά: ντάουν), επιβεβαιώνοντας ότι απλώς ακολουθούμε μια ημιτονοειδή καμπύλη διάθεσης που χαρακτηρίζει την ανθρώπινη φύση. Εθισμός: Το χωράφι που σπέρνει ο Διάολος (όχι o του λεξικού) και θερίζουν οι φτωχοδιάβολοι.
Ευχαρίστηση: Ανώτατο στάδιο της νεοελληνικής χρεοκοπίας, συνώνυμο του Μνημονίου: («Ό,τι έχετε ευχαρίστηση!»).
Ευτυχία: Συγκριτικό συναίσθημα με παροδική επίδραση. Συνιστά εχθρική πράξη των «φίλων».
Κατάθλιψη: Ευχάριστο συναίσθημα ψυχιάτρων και φαρμακοποιών.
Ναρκωτικά: Προϊόντα τεράστιας εμπορικής επιτυχίας η οποία βασίστηκε στο marketing της απαγόρευσης και της καταστολής.
Αγαλλίαση: Σπάνιο συναίσθημα που προέρχεται από την επιτυχία της εκδίκησης που έρχεται αργά μετά από την υπομονετική προετοιμασία της. Η ετυμολογική προέλευση είναι φυσικά από το …αγάλι (δις).
Μεθύσι: Πλούσιο λήμμα, με δεκάδες συνώνυμα (μπέκρα, λιάρδα, ντίρλα, πίτα, φέσι, κουρούμπελο, στουπί, λιώμα), που προσφέρουν διαφορετική αισθητική, αλλά τον ίδιο πονοκέφαλο το επόμενο πρωί.
κοντέινερ | Ιανουάριος 2011
Τετράδιο _Επιμέλεια Στήλης Ηλίας Μαρμαράς
_απόδοση στα ελληνικά, επιμέλεια Ξένια Κολιοφώτη
Κ. Σε σχέση με τον αναρχισμό, βλέπετε το κράτος ως έναν περιττό και επιβλαβή μηχανισμό, ξένο προς την κοινωνία; Πιστεύετε πως η δημοκρατική λήψη αποφάσεων σε αυτο-οργανωμένες κοινότητες αποτελεί βιώσιμο υποκατάστατο των ελαττωματικών δημοκρατιών της σύγχρονης Δύσης;
Πρόκειται η General Electric να της την παράσχει; Όχι. Η Κοινωνική Πρόνοια; Ναι. Έτσι λοιπόν υποστηρίζω το κράτος. Αν είχες άλλες επιλογές θα μπορούσες να μιλήσεις γι’ αυτές, μα στον πραγματικό κόσμο, στον οποίο λειτουργείς έχεις μόνο κάποιες επιλογές και όχι άλλες. Και υπό αυτές τις συνθήκες, νομίζω, είναι σημαντικό να προστατευτεί η κρατική εξουσία. Υπάρχει μια ωραία παραβολή που χρησιμοποιούν οι εργάτες στη Βραζιλία, την οποία αποκαλούν «επέκταση του δαπέδου του κλουβιού». Ζούμε λοιπόν μέσα σ’ ένα κλουβί. Έξω από αυτό βρίσκεται η άγρια τίγρη, θέλουμε λοιπόν να διευρύνουμε το δάπεδο του κλουβιού ώστε να προστατευτούμε από τον χειρότερο θηρευτή, και αυτό το κλουβί είναι το κράτος. Δεν μας αρέσει, μα αυτός είναι ο τρόπος άμυνας που διαθέτουμε. Και εν μέρει λογοδοτεί στο κοινό. Έτσι το τι κάνει το κοινό μπορεί να επηρεάσει την κρατική πολιτική. Τι είναι αυτό που θέλουμε; Δεν είναι μηδαμινό, είναι κάτι σημαντικό.
Ν.Τ. Η δική μου αίσθηση είναι πως πολλοί απ’ τους αναρχικούς φίλους μου γίνονται πολύ αφηρημένοι όταν συζητούν αυτό το θέμα. Ζούμε σ’ έναν κόσμο στον οποίο οι πράξεις μας έχουν συνέπειες. Ανθρώπινες συνέπειες, σημαντικές. Ας πάρουμε για παράδειγμα το κράτος. Συμφωνώ με τη γενική ιδέα ότι το κράτος όπως το αντιλαμβανόμαστε είναι ένα καταπιεστικό σύστημα κι ένα σύστημα αυθεντίας το οποίο πρέπει να προσπαθούμε να καταλύσουμε. Από την άλλη πλευρά, είμαι επίσης υπέρ της ενδυνάμωσης του κράτους επειδή αυτό αποτελεί το μόνο σύστημα εξουσίας που υπάρχει. Κ. Αυτό δεν είναι μία αντίφαση; Ν.Τ. Όχι, δεν είναι. Εκλαμβάνεται σαν αντίφαση αλλά δεν είναι. Κ. Γιατί όχι; Ν.Τ. Γιατί ζούμε σ’ αυτόν τον κόσμο και όχι σ’ έναν κόσμο της φαντασίας μας. Και σ’ αυτόν τον κόσμο έχεις μόνο ένα περιορισμένο εύρος επιλογών. Μπορεί να ευχόσουν να είχες διαφορετικές εναλλακτικές, αλλά δεν έχεις. Οι επιλογές που έχεις σ’ αυτόν τον κόσμο είναι πώς να ισορροπήσεις συστήματα απονομιμοποιημένης εξουσίας. Μία απ’ αυτές είναι το κράτος το οποίο, τουλάχιστον εν μέρει, λογοδοτεί στον πληθυσμό. Μια άλλη είναι οι ιδιωτικές τυραννίες, οι οποίες ούτε σαν αξίωμα δε θεωρούν πως οφείλουν να λογοδοτούν στον πληθυσμό. Με άλλα λόγια, μια εταιρία είναι απλά ένα απολυταρχικό σύστημα. Οι εντολές απορρέουν απ’ την κορυφή προς τα κάτω και λογοδοτούν στο κοινό μόνο μέσω συγκεκριμένων, περιορισμένων κρατικών μέτρων. Είναι κάπως, σαν να ’χεις στην αυλή σου μια τίγρη που σου δείχνει γυμνά τα δόντια της κι έχεις κι έναν αστυνομικό με ένα όπλο. Δεν συμπαθείς τον οπλισμένο αστυνομικό, μα ακόμη λιγότερο σου αρέσει η απειλητική τίγρη. Έτσι θα προτιμούσες την παρουσία του αστυνομικού. Γιατί αυτές είναι οι επιλογές σου. Μπορείς να πείς «δεν μου αρέσει η εξουσία, θα είμαι ενάντιος σε όλες τις μορφές της», αλλά δεν έχεις αυτή την επιλογή. Επομένως, αυτές είναι οι δυνατές επιλογές μας. Θέλω να έχω, ας πούμε, κανόνες ασφάλειας και υγιεινής στα εργοστάσια; Ναι, θέλω. Υπάρχει περίπτωση μια ιδιωτική εταιρεία να τους εφαρμόσει; Όχι. Μπορεί να το κάνει το κράτος; Ναι, με την κατάλληλη πίεση από την κοινή γνώμη. Και αυτές είναι αποφάσεις που παίρνονται όλη την ώρα. Με ενδιαφέρει μια ανάπηρη, άπορη χήρα; Θέλω να έχει τροφή; Ναι.
Και μπορείτε να το δείτε, για παράδειγμα στη δημοσιονομική κρίση –η οποία δεν είναι η μέγιστη κρίση που αντιμετωπίζουμε, μα είναι μία– ας πούμε στις ΗΠΑ, η οποία είναι ο παγκόσμιος κυρίαρχος μεταπολεμικά. Οι ΗΠΑ δεν είχαν αντιμετωπίσει δημοσιονομική κατάρρευση μέχρι τη δεκαετία του 1970. Ξεκινώντας από τότε, έχουν προκύψει κατ’ επανάληψη μια σειρά δημοσιονομικών κρίσεων. Ας πούμε, η δανειακή κρίση στα τέλη της διακυβέρνησης Ρίγκαν, η οποία ήταν η χειρότερη μετά τη Μεγάλη Ύφεση. Έπειτα ήταν η τεχνολογική φούσκα 10 περίπου χρόνια αργότερα. Κι έπειτα ήρθε η οικιστική φούσκα και ακόμη μία τεράστια κρίση. Και υπήρξαν πολλές ακόμη ενδιάμεσα, απλά επέλεξα τις μεγαλύτερες. Αλλά δεν υπήρχαν καθόλου πριν το ’70. Γιατί; Επειδή τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα υπόκειντο σε κανόνες/ρυθμίσεις που απέρρεαν από το κράτος, μέσα στο κανονιστικό πλαίσιο που όριζε το New Deal. Και το ίδιο ισχύει με το ΔΝΤ, το οποίο εκείνη την εποχή επέτρεπε τον έλεγχο του κεφαλαίου, επέτρεπε δηλαδή σε χώρες να ασκούν έλεγχο στο κεφάλαιο, κι αυτό τις προστάτευε από τον κίνδυνο της οικονομικής κρίσης. Άλλος ένας λόγος για την εγκαθίδρυση του συστήματος Bretton Woods, το μεταπολεμικό οικονομικό σύστημα που εγκαθιδρύθηκε από σοσιαλδημοκράτες, τον Keynes, τον White, βασικά από σοσιαλδημοκράτες οι οποίοι επιθυμούσαν να αφήσουν κάποιο περιθώριο στο κοινωνικό κράτος και αν επιτρέψεις ελεύθερη ροή στην οικονομία αιχμής, δεν μπορείς να έχεις σοσιαλδημοκρατικές πολιτικές. Είναι αυτό που αποκαλούν «διττή κοινοπολιτεία», ο πληθυσμός, οι επενδυτές και οι δανειστές που μπορούν να διεξαγάγουν ένα δημοψήφισμα επί των τρεχουσών πολιτικών και αν δεν τις επιθυμούν μπορούν να εναντιωθούν σ’ αυτές. Μπορούν να εναντιωθούν με επιθέσεις στις νομισματικές ισοτιμίες, με τη ροή και τη διακίνηση ιδίων κεφαλαίων. Έτσι, εκτός και αν η οικονομία είναι ελεγχόμενη, ο δεύτερος εταίρος της κοινοπολι-
39
τείας θα καθορίσει την πολιτική. Υπάρχουν πολλά που δεν είναι εφικτά κάτω από τις παρούσες συνθήκες και δεν μπορούν να καλύπτονται με μακροπρόθεσμους στόχους. Ο κόσμος θέλει, ας πούμε, μια ευρείας κλίμακας επανάσταση, και το αίτημά τους είναι λογικό, ζητά επίσης μεταρρύθμιση. Αυτό δεν είναι αντίφαση. Θέλεις να πιέσεις τους υπάρχοντες θεσμούς όσο μπορείς περισσότερο γιατί η μόνη περίπτωση να τους προκαλέσεις πραγματικά –αν εξαιρέσουμε, ας πούμε, ένα στρατιωτικό πραξικόπημα– μία πραγματική πρόκληση, είναι αν ο γενικός πληθυσμός συνειδητοποιήσει πως αυτοί οι θεσμοί δεν μπορούν να υπερβούν κάποιο όριο, γιατί πέρα απ’ αυτό θα οδηγηθούμε στην κατάλυσή τους. Και όταν αυτό γίνει κατανοητό, τότε έχουμε μια επανάσταση σε σχέση με τις περιστάσεις. Και θα είναι μικρής κλίμακας. Ας πάρουμε, για παράδειγμα, μια καθιστική διαμαρτυρία σ’ ένα εργοστάσιο. Μια καθιστική διαμαρτυρία απέχει μόλις ένα βήμα πριν οι εργάτες πουν: «κοιτάξτε, δεν πρόκειται να καθήσω εδώ, θα αναλάβω τη λειτουργία της εγκατάστασης και θα εκδιώξω τους ιδιοκτήτες γιατί απλά δεν τους χρειάζομαι». Νομίζω ότι αυτό είναι το βήμα που πρέπει να γίνει και γι’ αυτό οι καθιστικές διαμαρτυρίες είναι τόσο απειλητικές για τη διοίκηση και την κυβέρνηση. Όταν το CIO** αρχίζει να πραγματοποιεί καθιστικές διαμαρτυρίες, τότε είναι όπου αρχίζουν να κερδίζουν έδαφος στις διαπραγματεύσεις για μέτρα. Αυτή νομίζω, είναι η σωστή οδός όπου πρέπει ν’ ακολουθείται: ας ωθήσουμε τους θεσμούς μέχρι το σημείο που ο κόσμος που δραστηριοποιείται εντός τους να πεί «όχι, δεν είναι αυτή η σωστή κατεύθυνση και αν δεν μας δώσουν περισσότερη ελευθερία, θα την πάρουμε εμείς.» Κ. Αναφερθήκατε στο ΔΝΤ και θα ήθελα να σας ρωτήσω για τις πολιτικές του στην Ελλάδα. Στο παρελθόν έχετε περιγράψει τις πολιτικές που προωθούσε το ΔΝΤ προς χώρες του Τρίτου Κόσμου ως καταστρεπτικές περιγράφοντας τις απαιτήσεις τους εν συντομία ως εξής: πρώτα το ΔΝΤ τους ζητά να αποπληρώσουν τα χρέη τους, στη συνέχεια να περάσουν σε ιδιωτικοποιήσεις ώστε οι πλουτοπαραγωγικές πηγές τους να μπορέσουν να εξαγοραστούν φτηνά και τέλος να ανεβάσουν τα επιτόκια ώστε να επιβραδυνθεί η οικονομία και να εξαναγκαστεί ο κόσμος να πληρώσει. Αντίθετα, βλέπουμε πως οι πολιτικές που προτείνει το ΔΝΤ για την κρίση στις ΗΠΑ και άλλες δυτικές χώρες, κινούνται προς την ακριβώς αντίθετη κατεύθυνση. Παράβλεψη του χρέους, μείωση των επιτοκίων στο ελάχιστο ώστε να διατηρηθεί η οικονομία συσσωρεύοντας μεγαλύτερα χρέη,όχι ιδιωτικοποιήσεις αλλά αντίθετα κρατικοποιήσεις. Εν συντομία, από τη μία πλευρά οδηγίες και διαταγές για τους φτωχούς και από την άλλη πλευρά προσεκτικά σχεδιασμένες πολιτικές για τους πλούσιους. Πιστεύετε ότι το ΔΝΤ εφαρμόζει τις πρώτες τακτικές στην Ελλάδα αυτή την περίοδο; Ιανουάριος 2011 | κοντέινερ
Τετράδιο 40
Με άλλα λόγια, η Ελλάδα –έξι χρόνια μετά τη διεξαγωγή των Ολυμπιακών Αγώνων– θεωρείται από το ΔΝΤ σαν μια χώρα του Τρίτου Κόσμου; Ν.Τ. Πιστεύω πως η διατύπωσή σας είναι κατά βάση ακριβής –φυσικά, αν κοιτάξει κανείς λεπτομερώς, υπάρχουν λεπτές αποχρώσεις και περιπλοκότητα– ωστόσο πιστεύω ότι αυτές οι αρχές αποτελούν μια πολύ καλή πρώτη προσέγγιση. Και δεν εκπλήσσομαι ιδιαίτερα, στο κάτω κάτω ποιοι είναι το ΔΝΤ; Είναι οι πλούσιες χώρες και φυσικά ακολουθούν πολιτικές σχεδιασμένες για το κέρδος των πλουσίων. Κοιτάξτε τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου: δεν αναπτύσσει πολιτική ελεύθερης αγοράς, αλλά έναν συνδυασμό φιλελευθεροποίησης, προστατευτισμού και επενδυτικού δικαίου, ο οποίος ταιριάζει με τους σχεδιασμούς των πολυεθνικών και εκείνων των λίγων χωρών που τους στηρίζουν. Κι αν τα πράγματα δεν είχαν έτσι, θα ήταν κάτι εκπληκτικό. Οπότε, βρισκόμαστε κοντά στον πραγματισμό. Το ίδιο ισχύει και για το ΔΝΤ. Ένα από τα αμερικανικά διοικητικά στελέχη του ΔΝΤ θα ήθελε να περιγράψει το ΔΝΤ σαν ενισχυτή των πιστωτικών κοινοτήτων. Συμπτωματικά, όλο αυτό είναι πολύ αντικαπιταλιστικό, ριζικά αντικαπιταλιστικό. Έτσι, για παράδειγμα, αν εγώ σου δανείσω χρήματα γνωρίζοντας ότι το δάνειο είναι υψηλού ρίσκου, βάζω υψηλά επιτόκια. Στον αμιγή καπιταλισμό, όταν εγώ σου δανείζω χρήματα, κι εσύ είσαι αναξιόπιστος δανειολήπτης, σου χρεώνω πολύ υψηλό τόκο, κι εσύ μου πληρώνεις αυτόν τον τόκο, γίνομαι πλούσιος, μέχρι που κάποια στιγμή δεν μπορείς πλέον να αποπληρώσεις το χρέος. Σ’ ένα καπιταλιστικό σύστημα τι συμβαίνει τότε; Λοιπόν, μένω με τις συνέπειες που επιφέρει ένα κακό δάνειο, τελεία. Στην πραγματικότητά που ζούμε όμως, αυτό που συμβαίνει είναι ότι οι γείτονές σου πρέπει να υποφέρουν, ο κόσμος μέσα στη χώρα πρέπει να υποφέρει ώστε να αποπληρωθεί το δάνειο και οι γείτονές μου –στην πλούσια χώρα– πρέπει να με πληρώσουν επίσης, δηλαδή οι φορολογούμενοι, επειδή εγώ δεν θέλω να χάσω καθόλου χρήματα.
Και αυτό είναι το ΔΝΤ! Όταν επιβάλλονται δομικές αναδιαρθρώσεις αυτό στην ουσία συνιστά μια τιμωρία για τους φτωχούς – οι οποίοι δεν δανείστηκαν τα χρήματα. Το δάνειο πάρθηκε από στρατιωτικούς δικτάτορες, γκάνκστερς, οποιονδήποτε, μα τώρα αυτοί, οι φτωχοί, πρέπει να πληρώσουν γι’ αυτό. Κι εγώ, ο πλούσιος δανειστής καλώ τους φορολογούμενους να πληρώσουν για την εγγύησή μου. Αυτό είναι ριζικά αντικαπιταλιστικό! Έτσι όταν μιλάμε για το υπάρχον καπιταλιστικό σύστημα πρέπει να γελάμε, μα ουσιαστικά αυτό είναι το ΔΝΤ. Είναι ένα απόλυτα απονομιμοποιημένο σύστημα στην πραγματικότητα. Αν πιστεύουμε στον καπιταλισμό, τα χρέη θα πρέπει να πληρωθούν από αυτούς που τα δημιούργησαν και όχι από εκείνους που έτυχε να ζουν σε μια χώρα όπου κάποιος άλλος τα επέβαλε. Κι εκείνοι που δάνεισαν και πλούτισαν από τους υψηλούς τόκους, αυτοί ατύχησαν εφόσον έτυχε να ακυρωθούν τα χρέη. Στην πραγματικότητα, αυτό ακριβώς θα συνέβαινε σε ένα απλό καπιταλιστικό σύστημα με δίκαιους ανθρώπους, και όχι με επεμβάσεις από τεράστια ιδρύματα. Το ίδιο συμβαίνει με τις τράπεζες στις Ηνωμένες Πολιτείες: όταν χρεοκοπούν εξαιτίας των ριψοκίνδυνων δανείων τους περιμένουν τους φορολογούμενους να πληρώσουν τις εγγυήσεις τους. Δεν υπάρχει τίποτα καπιταλιστικό σ’ αυτό! Σ’ ένα καπιταλιστικό σύστημα αυτά θα ήταν απλά άτυχες επενδύσεις και θα έχαναν τα χρήματά τους. Έτσι, αυτό αποτελεί τον θεμελιώδη ρόλο του ΔΝΤ, έναν ρόλο ενισχυτικό για τις πιστωτικές κοινότητες. Τι θα έπρεπε να κάνει η Ελλάδα; Αυτή είναι μια ερώτηση παγίδα καθώς επανερχόμαστε στο θέμα τού ότι ζούμε σ’ αυτόν τον κόσμο και όχι σ’ έναν δίκαιο κόσμο, ούτε φυσικά σ’ έναν καπιταλιστικό κόσμο. Σ’αυτή την τελευταία περίπτωση είναι προφανές τι θα έκανε η Ελλάδα. Θα έλεγε «να πάτε να χαθείτε». Αυτό θα γινόταν στον καπιταλιστικό κόσμο. Τι κάνουν λοιπόν οι Έλληνες στον πραγματικό, σημερινό, κόσμο; Τώρα βρισκόμαστε ξανά
μέσα στο κλουβί κι έξω απ’ αυτό είναι η άγρια τίγρη. Δεν μπορείς να πείς ότι δεν είναι εκεί έξω. Είναι εκεί. Πρέπει λοιπόν να πάρετε σκληρές αποφάσεις στον υπαρκτό κόσμο της αδικίας και της καταπίεσης. Και ποιες ακριβώς είναι αυτές οι αποφάσεις που καλούνται να πάρουν οι Έλληνες είναι ένα δύσκολο θέμα που οι ίδιοι πρέπει να επιλύσουν. Ίσως πρέπει να καταφύγουν σε στάση πληρωμών, ή να βγούν από την Ευρωζώνη. Αυτή είναι μια από τις επιλογές που έχουν προταθεί. Σ’ αυτή την περίπτωση, θα μπορούσαν να ελέγξουν τη νομισματική ισοτιμία και να ακυρώσουν τα χρέη που αποκαλούνται «προφανή χρέη». Πρόκειται για ένα σημαντικό οικονομικό κόνσεπτ που επινοήθηκε στις ΗΠΑ περίπου έναν αιώνα πριν. Όταν οι ΗΠΑ κατέκτησαν την Κούβα το 1898 –αποκαλείται απελευθέρωση της Κούβας, μα στην πραγματικότητα ήταν κατάκτηση– η Κούβα είχε πολλά χρέη προς την Ισπανία τα οποία φυσικά οι ΗΠΑ δεν επιθυμούσαν να αναλάβουν. Έτσι εφηύραν την έννοια του «προφανούς χρέους» κατά την οποία τα χρέη αυτά δεν τύγχαναν νομιμοποίησης επειδή είχαν επιβληθεί στην Κούβα, κάτι το οποίο ήταν απολύτως αληθές. Αυτά αποκαλούνται προφανή χρέη κι έτσι δεν είναι υποχρεωτική η αποπληρωμή τους. Κάτι παρόμοιο συνέβη στις Φιλιππίνες και σε κάποιες άλλες περιπτώσεις. Πρακτικά βέβαια, όλα τα χρέη προς τρίτες χώρες είναι προφανή χρέη που επιβάλλονται στον λαό. Μπορεί να γίνονται δεκτά από τις κυβερνήσεις, αλλά οι κυβερνήσεις δεν εκπροσωπούν τον λαό. Ο λαός δεν ήταν ο αποδέκτης τους κι έτσι δεν υπάρχει κανένας λόγος να τα πληρώσει αυτός. Σ’ έναν κόσμο δικαίου τα χρέη απλά θα ακυρώνονταν. Ζούμε όμως σε έναν κόσμο συσχετισμών ισχύος, μπορούν να καταλυθούν τα συστήματα ισχύος; * AFL-CIO (American Federation of Labor and Congress of Industrial Organizations). Eίναι το αμερικάνικο αντίστοιχο της ΓΣΕΕ που αποτελείται από 57 εθνικά και ομοσπονδιακά εργατικά σωματεία και συνδικάτα
Τετράδιο Γραμμές Φυγής
_Άκης Γαβριηλίδης
41
«Τόσο το χειρότερο για το Yale» H φράση αυτή μάλλον δεν κομίζει στους αναγνώστες κάτι πρωτάκουστο ή συγκλονιστικά ενδιαφέρον. Ασχολούμαστε όμως με αυτήν επειδή τα τελευταία δύο χρόνια εμφανίζεται με αμείωτη συχνότητα κάτω από άρθρα τα οποία καταπιάνονται να καταμετρήσουν «τι έχει μείνει» ή «Ποιος είναι ο σημερινός απόηχος» από το Δεκέμβρη του 2008 (λίγες μέρες μετά, στον ένα χρόνο, πρόσφατα «Δύο χρόνια μετά»1, του χρόνου φαντάζομαι τρία χρόνια μετά ...). Για να καταλήξουν όλα, με μικρές παραλλαγές, ότι δεν έχει μείνει –ή δεν πρέπει να μείνει– τίποτε. Δεν προτίθεμαι εδώ να αντικρούσω τον συγκεκριμένο ισχυρισμό· αυτό έχει ήδη γίνει, τόσο από μένα2 όσο και από άλλους. Θα σταθώ στις ειδικές μορφές που προσλαμβάνει στο συγκεκριμένο άρθρο ένα ρήγμα που διασχίζει τη σχετική επιχειρηματολογία και συνοδεύει διαρκώς αυτές τις επανεμφανίσεις –οι οποίες εξάλλου δεν είναι τίποτε άλλο παρά (διαρκώς αποτυχημένες και γι’ αυτό διαρκώς επαναλαμβανόμενες) προσπάθειες γεφύρωσης του ρήγματος. Προσπαθώντας να οριοθετήσει τον «απόηχο», το άρθρο ξεκινάει «από τα πιο χειροπιαστά»: Από τη μία, η Δικαιοσύνη λειτούργησε. Οι δράστες του φόνου δικάστηκαν και καταδικάστηκαν. Από την άλλη όμως, η Δικαιοσύνη δεν λειτούργησε. Οι δράστες των εκτεταμένων καταστροφών (…) ουδέποτε ενοχλήθηκαν. Όχι μόνο αυτό, αλλά ελάχιστοι θεωρούν σκανδαλώδη την εκκωφαντική αυτή απουσία της εφαρμογής του νόμου. Παραβλέπουν, με τον τρόπο αυτό, τις αρνητικές συνέπειες μιας επιλεκτικής ευαισθησίας και ενός «α λα καρτ» κράτους δικαίου.
Αυτό που παραβλέπεται όμως εδώ είναι ότι τα δύο αυτά γεγονότα, δηλαδή τόσο η «λειτουργία» όσο και η «μη λειτουργία» της δικαιοσύνης, δεν είναι δύο φυσικά φαινόμενα που έτυχε να συμπέσουν για μυστηριώδεις λόγους: συνδέονται αιτιωδώς τόσο μεταξύ τους, όσο και με την εξέγερση
του Δεκέμβρη, της οποίας αποτελούν ισάριθμες ειδικές συνέπειες. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς πολιτικός επιστήμονας για να το αντιληφθεί αυτό: αρκεί να διαβάζει ελληνικές εφημερίδες. Αν το έκανε, δεν θα αμφέβαλλε ότι η δικαιοσύνη στην περίπτωση του Κορκονέα λειτούργησε ακριβώς επειδή προηγήθηκε ο Δεκέμβρης. Ενώ δεν λειτούργησε στην περίπτωση των αγνώστων που έριξαν βιτριόλι στην Κούνεβα, των αγνώστων που οδήγησαν στο θάνατο την Κατερίνα Γκουλιώνη, και αρκετών ακόμα, αγνώστων αλλά και γνωστών, οι οποίοι βασάνισαν και θανάτωσαν πολίτες της Ελλάδας και άλλων χωρών στα σύνορα ή σε αστυνομικά τμήματα της Αθήνας. Εάν οι πληροφορίες αυτές δεν φτάνουν μέχρι το Γέιλ, πάντως καταγράφονται π.χ., σε αποφάσεις του Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Στρασβούργου, το οποίο έχει επανειλημμένα καταδικάσει το ελληνικό κράτος για πράξεις και παραλείψεις των οργάνων του. Οι αποφάσεις αυτές ανακοινώνονται δημόσια και θα ήταν εύκολο, και επιβεβλημένο, να τις αναζητήσει όποιος θέλει να γνωματεύσει περί της λειτουργίας του κράτους δικαίου στην Ελλάδα. Αυτό ακριβώς εξηγεί και την «παράδοξη» επιλογή της κυβέρνησης Καραμανλή, η οποία απέφυγε την άμεση καταστολή του Δεκέμβρη και προτίμησε να αποζημιώσει τους καταστηματάρχες εκ των υστέρων, αντί να «προστατεύσει το ιερό δικαίωμα της ιδιοκτησίας». Ο Καλύβας αρκείται να «επιπλήξει» ηθικολογικά και αναδρομικά την επιλογή αυτή, χωρίς καθόλου να αναρωτιέται πού οφειλόταν. Εάν το έκανε, θα έπρεπε να παραδεχτεί πως η κυβέρνηση ήξερε ότι δεν είχε το δίκιο με το μέρος της· το κράτος το είχε αυτή, αλλά το δίκαιο οι διαδηλωτές. Ή, για να εκφράσουμε το ίδιο με μια πιο πραγματιστική διατύπωση: με βάση το συσχετισμό δυνάμεων, η κυβέρνηση ήξερε ότι, εάν ακολουθούσε τις υποδείξεις στρατηγικής που εκ του ασφαλούς της απευθύνει ο Καλύβας, αυτό θα οδηγούσε σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις, και πιθανότατα σε στρατιωτικό νόμο. Τότε όμως ο κ. καθηγητής θα έπρεπε
να αναθεωρήσει και ρητά –όπως έχει ήδη κάνει σιωπηρά– τον παλαιότερο ισχυρισμό του ότι επρόκειτο για μια «εξέγερση-φάρσα». Ωστόσο, η ενασχόληση με τις νοηματικές ανακολουθίες του Καλύβα ίσως είναι πολυτέλεια, όταν το γραπτό του παρουσιάζει στοιχειώδη προβλήματα γλωσσικής έκφρασης. Π.χ. στην εναρκτήρια φράση λέει: Κλείνουν δύο χρόνια από το φόνο του Αλέξη Γρηγορόπουλου και των επεισοδίων που ακολούθησαν (υπογραμμίζω εγώ). Το ουσιαστικό «επεισόδια» θα έπρεπε προφανώς να είναι στην ονομαστική. Εκτός εάν φονεύθηκαν και τα επεισόδια. Ας δούμε και την επόμενη παράγραφο, αυτή που ήδη παρατέθηκε παραπάνω. Στην τελευταία της πρόταση, ποιο είναι άραγε το υποκείμενο του «παραβλέπουν»; Η απάντηση είναι «κανένα», ή πάντως κανένα από τα ουσιαστικά που προηγούνται: ούτε βεβαίως οι δράστες, αλλά ούτε και οι ελάχιστοι που «θεωρούν σκανδαλώδη τη μη εφαρμογή». Αυτοί που παραβλέπουν είναι οι πολλοί, οι υπόλοιποι που δεν τη θεωρούν σκανδαλώδη. Ίσως πει κανείς ότι εκεί στην ξενιτιά ο συντάκτης ξέχασε τα ελληνικά του. Αλλά το να παραλείπεις το υποκείμενο μιας πρότασης όταν αυτό είναι όχι απλώς διαφορετικό, αλλά το αντίθετο από αυτό της προηγούμενης, είναι αδόκιμο σε οποιαδήποτε γλώσσα. Είναι βέβαια παρήγορο ότι η Καθημερινή αποφεύγει τις διακρίσεις εις βάρος ανθρώπων που δεν χειρίζονται καλά τη γλώσσα και τους παραχωρεί μόνιμες στήλες. Ίσως όμως αυτό οδηγεί τους ενδιαφερομένους να γράφουν τα άρθρα τους στο πόδι, διότι, κατά το κλασικό αξίωμα, η μονιμότητα οδηγεί σε τεμπελιά και αδιαφορία και ρίχνει την παραγωγικότητα· με άλλα λόγια, και ο Καλύβας, παρά τον εκπατρισμό του, φαίνεται ότι δεν εγκατέλειψε τις «κυρίαρχες νεοελληνικές αξίες», μία από τις οποίες, όπως ο ίδιος έχει γράψει3,
είναι να απαιτείς «καλοπληρωμένες δουλειές» χωρίς τις απαραίτητες θυσίες. Ίσως λοιπόν θα πρέπει η καλή εφημερίδα να αναθέσει σε κάποιον τη γλωσσική επιμέλεια των επόμενων άρθρων. Εκτός εάν έχει ήδη απολύσει όλους τους επιμελητές για να μειώσει το εργατικό κόστος, όπως συνηθίζεται τελευταία. Στο κάτω κάτω, και αυτή επιχείρηση είναι, και αντιμετωπίζει σκληρό ανταγωνισμό από άλλες εφημερίδες –όπως αυτή που κρατάτε στα χέρια σας– οι οποίες τελευταία «ξεφορτώνονται τα βαριά συμβόλαια». Ιδίως όσα έχουν σχέση με την κριτική λογοτεχνίας, και την κριτική γενικότερα. Όχι τίποτε άλλο, αλλά ο αρθρογράφος οραματίζεται μια «γενναία μεταρρύθμιση, που θα μετατρέψει τα πανεπιστήμια σε χώρους γνώσης». Κρίνοντας από τις δικές του επιδόσεις, δεν είμαι πολύ αισιόδοξος για τις προοπτικές μιας τέτοιας μεταρρύθμισης. Εξάλλου, ο ίδιος δεν κρύβει ότι δεν τον απασχολεί τόσο η «γνώση» όσο το να καταργηθεί «το άγος του ασύλου». Δεν είναι πάντως ο μόνος: ανάλογες φιλοδοξίες «μεταρρυθμίσεων» έχουν εσχάτως οι υπεύθυνοι των πανεπιστημίων στην ΕΕ και στις ΗΠΑ. Ίσως γι’ αυτό αρχίζουν και εκεί να εμφανίζονται «ξεπερασμένα δείγματα πολιτικής υπανάπτυξης»: όσα γίνανε πρόσφατα στο Λονδίνο και στη Ρώμη, δείχνουν ότι ο ελληνικός Δεκέμβρης δεν ήταν και τόσο «πρωτοφανής για ευρωπαϊκή πρωτεύουσα», όπως βιάστηκε να τον χαρακτηρίσει ο Καλύβας4 …
Ο κ. Στάθης Ν. Καλύβας είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Yale.
Ο κ. Άκης Γαβριηλίδης δεν είναι καθηγητής σε κανένα Πανεπιστήμιο.
1 Καθημερινή 05-12-10. 2 Βλ. «Οι καθηγητές τού τίποτα. Η αντιεξέγερση ως πολιτική επιστήμη», Θέσεις τ. 113. 3 Βήμα, Κυριακή 6 Δεκεμβρίου 2009. 4 Athens Review of Books, Τεύχος 2. Ιανουάριος 2011 | κοντέινερ
Τετράδιο _Νάνος Βαλαωρίτης
42
Μινεράλια
Του ύψους η του βάθους Περί σκοτεινότητας
Ίσως η πιο σκοτεινή εθνότητα στην Ευρώπη είναι οι Έλληνες, μάλιστα σε αυτή τη χώρα με το περισσότερο φως. Οι Έλληνες από αρχαιοτάτων χρόνων έχουν μάθει να κρύβονται. Οι Σπαρτιάτες είχαν τα κρυπτεία των νεαρών στη φύση, οι Αθηναίοι είχαν τα Μυστήρια της Ελευσίνας,άκρως απόρρητα. Στη βόρειο Ελλάδα ήταν τα Μυστήρια των Καβείρων. Για να αναφερθούν σε αυτά οι τραγωδοί έπρεπε να κάνουν πλάγιους υπαινιγμούς με κίνδυνο της ζωής τους. Υπήρχαν και θέματα ταμπού, που αντίκρισε ο Πλάτωνας, όπως οι αναφορές του στην Πολιτεία, με πλάγιο τρόπο, για ένα θεοκρατικό καθεστώς σαν αυτό των Μυκηνών που είχε πλέον καταργηθεί. Κάτι τέτοιο πλήρωσε και ο Σωκράτης με το να φέρνει «καινά δαιμόνια», διαβάστε «αρχαιότερα». Τα μυστήρια και τα Μαντεία επίσης πολύ αινιγματικά, συνεχίστηκαν ίσαμε τον 5ο αιώνα. Μέχρι το Γνωστικισμό υπήρχαν μυήσεις κατά άτομο που τις κατήργησε ο Χριστιανισμός· εξίσου πλάγιος κρυβόταν τα πρώτα χρόνια, με το ΙΧΘΥΣ ως σύμβολο. Τα αντικατέστησε το κατηχητικό. Υπήρχαν η λατρεία της Ίσιδας και ο Ερμητισμός καθώς και η Αλχημεία. Ακόμα και σήμερα κρυβόμαστε καμιά φορά εμφανώς πίσω από το δάχτυλό μας. Κατά τον Αριστοφάνη οι επικοί ποιητές είχαν τα μυστικά τους. Σήμερα καμιά υπόθεση δεν διαλευκαίνεται.Τα νήματα των σκανδάλων χάνονται στο έρεβος. Απ’ τον Λυκόφρονα μέχρι σήμερα οι ποιητές μας καλλιέργησαν τη σκοτεινότητα και τον υπαινιγμό. Ήδη ο Πίνδαρος είναι τελείως ερμητικός. Οι πρώτοι μας ποιητές όπως ο Σολωμός, ο Κάλβος, ο Καβάφης ήταν υπαινικτικοί. Μέχρι τον ερμητικό Σικελιανό κοντέινερ | Ιανουάριος 2011
και τον σκοτεινό Σεφέρη. Επίσης τα δημοτικά μας τραγούδια είναι υπαινικτικά και πλάγια στις αναφορές τους. Οι Διονυσιακοί και Ορφικοί ήταν κατ’εξοχήν σκοτεινοί, και έφτασαν μέχρι τον μυστικό δείπνο και τις παραβολές του Χριστού. Η λογοκρατούμενη Ελλάδα του Αριστοτέλη χλομιάζει μπροστά στο πλήθος αυτό του σκότους. Τι πιο σκοτεινό απ’ τις μαινάδες : Οι Έλληνες πλέουν μες στο παράλογο και το παραλήρημα. Ο E.R..Dodds, καθηγητής της Οξφόρδης, το ανέλυσε σε ολόκληρο βιβλίο. Οι σημερινοί Έλληνες έχουν πολλά τέτοια στοιχεία· κυρίως την τάση να κρύβονται και να τους αρέσουν τα… μυστικά. Κρυψίνοες, μυστικοπαθείς κρύβονται και από τον εαυτό τους ακόμα. Και ο καλύτερος τρόπος να κρυφτείς είναι να λες πως είσαι ο Κανένας. Όπως είπε στον Κύκλωπα ο αείμνηστος πολυμήχανος Οδυσσέας. ‘Ομως αμέσως όταν περάσει ο κίνδυνος, εμφανίζεται ο Κάποιος, που είναι το αντίβαρο του Κανενός. Έτσι προκαλεί τον Κύκλωπα ο Δυσσέας μας, μόλις το πλοίο του βρίσκεται σε απόσταση ασφαλείας απ’τη στεριά αλλά όχι και ρίψεως μιας ογκώδους πέτρας. Ευτυχώς ο Κύκλωπας είναι τυφλός και ο βράχος που ρίχνει αστοχεί, αλλά λίγο έλειψε να πληρώσει την κομπορρημοσύνη του ο Κάποιος πλέον και φημισμένος Οδυσσέας Λαερτιάδης, ο κατακτητής της Τροίας με δόλο, με τον Δούρειο Ίππο. Πονηρός αλλά και παράτολμος. Κάθε λοιπόν έλληνας σημερινός που κρύβεται πίσω από τον Κανένα του,
είναι κάποιος Έλληνας και μόνο από γεννησιμιού του. Είναι απόγονος του Οδυσσέα κατά προτίμηση. Αλλά θα το κρύψει από τους τυχόν Κύπλωπες που ρημάζουν τη χώρα του, Ρωμαίους , Πέρσες, Άραβες, Άγγλους, Φράγκους, Ιταλούς και Καταλάνους,Τούρκους, Γερμανούς και Σλάβους. Αλλά και από τους άλλους Έλληνες προστατεύεται, βγαίνοντας πάντα στους δρόμους αρματωμένος σαν τον Δον Κιχώτη, όπως μας λέει ο Θουκυδίδης, από το φόβο των Άλλων. Αρματωμένος όμως σήμερα με τι; Με τον εαυτό του βέβαια. Αυτόν τον Κανένα και τον Κάποιον τον κληρονόμησαν και οι φίλοι μας σε Δύση και Ανατολή στη φιλοσοφία, την ψυχολογία και την αισθητική τους. Ως μηδενισμό και εγωπάθεια. Κακό δώρο και φαρμακωμένο, όπως το timeo Danaos et dona ferentes. Όμως ας δούμε λιγάκι πού πήγαν αυτός ο Κάποιος και ο Κανένας. Θα τους βρούμε στους Μυστικούς του Μεσαίωνα, σε κάποιους όπως στον Κίρκεγκωρ, στον Ντοστογιέφσκι, στον Κάφκα, όπου συναντώνται, Κάποιοι με τον Κανένα, ακόμα και στον Νίτσε, στον Σαίξπηρ, στον Ντάντε, στον Μέλβιλ, στην Έμιλυ Ντίκενς, στην Έμιλυ Μπροντέ… στους κωμικούς, στον Λουκιανό, στον Ιονέσκο και στον Μπέκετ. Στη μεταφυσική της Ύπαρξης. Εκεί που η αμφιβολία κρατάει τα σκήπτρα της Ημέρας όπως στη διαλεκτική του Σωκράτη καταλήγωντας στην Απορία, και στο Άπειρο της αιωνιότητας. Μεγάλα λόγια αλλά και μεγάλες σκέψεις για κάθε καινούργιο Χρόνο. (Συνεχίζεται)
Τετράδιο _ Άννα Μαρία Φίλιππα
Δικηγόροι με γυαλιά
43
(Σχετικά επιφανειακή άποψη) Για την απελευθέρωση του επαγγέλματος Ιστορία πρώτη: Το 2003 έρχεται στην Ελλάδα εξαίρετη συνάδελφος από τη Γαλλία, απόφοιτος της Σορβόννης, να εργαστεί ως δικηγόρος, προσκεκλημένη μεγάλης εταιρείας. Εργάζεται αρχικά ως νομικός σύμβουλος και εν συνεχεία αποφασίζει να αιτηθεί την άδεια ασκήσεως επαγγέλματος στον Δικηγορικό Σύλλογο Αθηνών. Από τη στιγμή εκείνη αρχίζει μια σειρά απίστευτων γραφειοκρατικών προϋποθέσεων που ουδεμία σχέση έχουν με τις νομικές ή/ και δικηγορικές της ικανότητες με αποτέλεσμα να ακούσω ένα χρόνο αργότερα τα ακόλουθα από την ίδια: ήρθα στην Ελλάδα με όρεξη και φεύγω κουρασμένη και απηυδισμένη, η ουσία όλης της ταλαιπωρίας μου είναι ότι δεν με θέλουνε στον Δικηγορικό Σύλλογο. Δεν καταλαβαίνω τι φοβούνται, αφού εγώ ήδη εργάζομαι εδώ με πάγια αντιμισθία ως νομικός σύμβουλος και τους ξεκαθάρισα ότι δεν σκόπευα να αφήσω αυτή τη θέση. Άλλωστε, είναι πασιφανές ότι δεν είχα κανένα σκοπό να ασκήσω μάχιμη δικηγορία. Μου κάνει μεγάλη
εντύπωση που ενώ είναι υποχρεωμένοι να με δεχθούν, έστω και με τις εντελώς δικές τους προϋποθέσεις, αρνούνται να τις θέσουν. Η συγκεκριμένη δικηγόρος, για της οποίας τις γνώσεις και το ήθος (όση αξία έχει αυτό) εγγυώμαι ανεπιφύλακτα, έφυγε από την Ελλάδα και δεν σκοπεύει να επιστρέψει. Σήμερα εργάζεται ως δικηγόρος στην πατρίδα της και οι αμοιβές της αγγίζουν το ύψος της φορολογικής δήλωσης πολλών δικηγόρων «φίρμες» στην Ελλάδα. Ιστορία δεύτερη: Νέος δικηγόρος; Έλληνας, ικανός νομικός, ευέλικτος, ηθικός και με μια ιδιαίτερη ικανότητα να καθιστά τον εαυτό του συμπαθή στους πελάτες ξεκινά συνεργασία σε μεγάλο δικηγορικό γραφείο με ιδιαίτερο ζήλο και πολλή όρεξη και χωρίς να διαπράξει κανένα «εργασιακό σφάλμα» στη σύντομη θητεία του σε αυτό. Συγκεκριμένα παρέμεινε μόλις λίγους μήνες. Τον τελευταίο μήνα απαξιώθηκε πλήρως (δεν του ανατέθηκε κανένας φάκελος δικογραφίας και με δυσκολία του απευθύνανε το
λόγο οι συνεργάτες του). Η απόφαση είχε παρθεί προ πολλού, οι συνεργάτες του γραφείου που αλώνιζαν από χρόνια σε αυτό δεν τον ήθελαν. Ήταν νομικά κατηρτισμένος και έξυπνος (εν δυνάμει δύναμη!), έπρεπε να φύγει. Έφυγε αφού πίσω από την πλάτη του ειπώθηκαν αμέτρητα ψέματα. (Γιατί όμως οι από χρόνια συνεργάτες μεγάλου γραφείου δεν είχαν εμπιστοσύνη στις δικές τους ικανότητες; Ποιες απαιτήσεις πληρούσαν για να διατηρήσουν τη θέση τους;) Κατόπιν έγινε νομικός σύμβουλος σε πολύ γνωστή εταιρεία στην οποία είχε τη θέση του νομικού συμβούλου. Η εταιρεία αυτή αντιμετώπισε κάποια προβλήματα και έγινε παύση πληρωμών ενώ οι παράλογες απαιτήσεις τόσο σε απόδοση όσο και σε ώρες συνεχιζόντουσαν. Έτσι, δήλωσε την παραίτησή του και μετανάστευσε στην Αγγλία όπου θήτευσε 6 μήνες ως ασκούμενος σε μία από τις καλύτερες διεθνείς δικηγορικές εταιρείες και μετά την παρέλευση του χρονικού αυτού διαστήματος έδωσε επιτυχώς εξετάσεις για την άδεια επαγγέλμα-
τος δικηγόρου χώρας της Ε.Ε. στην Αγγλία. Οι δικηγορικοί μας σύλλογοι λίγο αργά ζητάνε τα ρέστα έστω και αν χρειάζονται κάποιες τροποποιήσεις στις επερχόμενες αλλαγές στο καθεστώς των δικηγόρων. Πού ακριβώς ήταν οι δικηγορικοί σύλλογοι όταν επικρατούσε το απόλυτο χάος; Ποιες ακριβώς ήταν οι προτάσεις τους που σήμερα θα οδηγούσαν σε βαθιά μελετημένες αλλαγές; Τελευταία ερώτηση προς το παρόν: η κατάργηση των κατώτατων ορίων αμοιβών γιατί θα εξαφανίσει τους νέους δικηγόρους; Μήπως, επειδή η συντήρηση των δικηγορικών συλλόγων θα γίνει ακριβό σπορ για τα μέλη τους χωρίς τις προεισπράξεις; Μήπως θα εξαφανίσει όποιον δεν κάνει καλά τη δουλειά του; Το πρώτο επιχείρημα των αντιθέτων είναι ότι η κατάργηση των ορίων αμοιβών θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη φοροδιαφυγή. Ποιος δικηγόρος που επικαλείται αυτό το επιχείρημα πραγματικά κόπτεται γι’ αυτό; (όπως έλεγε ο Νίκος Γούναρης: «πες μου λοιπόν πού κάθεται να πάω να τον γνωρίσω»). Ιανουάριος 2011 | κοντέινερ
Τετράδιο 44
_Άντζελα Δημητρακάκη
Ό,τι είναι σταθερό κλονίζεται
POWER, ΟΧΙ και ΝΑΙ Καθώς γράφω αυτές τις γραμμές, γράφονται δισεκατομμύρια άλλες. Οι περισσότερες συναρθρώνονται με τις γειτονικές τους σε επικήδειους: του έτους, της δεκαετίας, ιδεών, αξιών, της δημοκρατίας, της αξιοπρέπειας, της μεσαίας τάξης, της εργατικής τάξης, ερώτων, ανθρώπων, ζώων, δασών και θαλασσών, επιχειρήσεων, εργασιακών σχέσεων, μισθών, συντάξεων, παιδείας. Αλλά ο φίλος Αποστόλης που πήγε στην πορεία της 15ης Δεκεμβρίου του μισητού 2010 έστειλε «άμα τη επιστροφή του» στο σπίτι ένα ηλεκτρονικό μήνυμα, μέσω του Google Inc, που συνόψιζε μονολεκτικά τις εντυπώσεις του από την πορεία: POWER. Αφαιρέθηκα στο χάζεμα των ωραίων κεφαλαίων για αρκετή ώρα. Η λέξη, που δεδομένων των συνθηκών, θα κατέτασσα στην κατηγορία «δυνητικά αμετάφραστες», μου έφερνε δάκρυα στα μάτια. Ισχύς, δύναμη, εξουσία; Τι σήμαινε αυτή η λέξη μετά από μία γιγαντιαία πορεία κοινωνικής διαμαρτυρίας στην Ελλάδα του 2010, η οποία εντάσσεται σε μια διεθνή παλίρροια διαμαρτυριών σε όλη την Ευρώπη, και η οποία θα κάνει το 2011 να μοιάζει τόσο με το 2010; Δεδομένων των υπερ-εθνικών συνθηκών, η αγγλική λέξη δεν ήταν μόνο δυνητικά αμετάφραστη για το δικό μου ελληνόγλωσσο μυαλό αλλά αποτελούσε και νοηματικό γρίφο για φίλους με μητρική γλώσσα την αγγλική. POWER: τι είναι, ποιος το έχει, ποιος το θέλει και γιατί; Σε ένα συνέδριο του 2010 στο Λονδίνο είχα την ευκαιρία να σταθώ μπροστά στον John Holloway, προσηνή, ασπρομάλλη συγγραφέα της πολυσυζητημένης αντι-καπιταλιστικής βίβλου Πώς ν’ αλλάξεις τον κόσμο χωρίς να πάρεις POWER [How to change the world without taking power, 2002]. Του είπα ευχαριστώ γι’ αυτήν την υπέροχη ιδέα και η κουβέντα γύρισε στην Ελλάδα, τη Λατινική Αμερική, κινηματικές και οικογενειακές ιστορίες, χωρίς ποτέ να βρω το θάρρος να ρωτήσω: συγνώμη, τι θα πει POWER; Μετά την πορεία, μετά την ψήφιση του Νόμου κατά των Εργαζομένων, μετά το μήνυμα του Αποστόλη, η άγνοιά μου ξεπέρασε κάθε προσδοκία και η απορία μου επανήλθε δριμύτερη. Όλος ο Φουκώ και ο Νέγκρι που έχω διαβάσει, όλες οι πορείες που έχω πάει, τα χαστούκια δασκάλων και γονιών, οι αγριοφωνάρες μου προς το παιδί μου, τα περιβάλλοντα εργασιο-δουλείας στα οποία κάνω θητεία, ο μπάτσος που μου έχωσε κλήση για «ανυπακοή» όταν υπέδειξα ότι δεν έχω κοντέινερ | Ιανουάριος 2011
στο ξύλο μπροστά στην κάμερα, ας στριγγλίσουμε αντι-μνημονιακά, ας γράψουμε συνθήματα, ας προβούμε σε καταλήψεις, ας κάνουμε λαμπόγυαλο τα πάντα εκτός από το διαμέρισμά μας – έτσι, σαν να μην υπάρχει αύριο. Αλλά αύριο υπάρχει, και έχει ήδη την άσχημη και οικεία όψη μιας μάχης με έπαθλο αυτό που λέμε POWER. Γιατί παρά την κινηματική διάθεση και πρόθεση, πολλοί λίγοι από όσους πηγαίνουν στις πορείες ταυτίζουν τον αντικαπιταλισμό τους με την επιθυμία κατάρρευσης του καπιταλισμού και την έλευση μιας νέας μορφής κοινωνικής οργάνωσης. Δεν επιθυμούν κατάργηση της ιδιοκτησίας αλλά διεκδικούν το δικαίωμα στην ιδιοκτησία. Οι περισσότεροι κραυγάζουν στο όνομα της μέγιστης πλάνης – δηλαδή στο όνομα ενός δικαιότερου καπιταλισμού. Δεν πρόκειται για άρνηση, αλλά για μερική κατάφαση. Δεν πρόκειται για ανατροπή, αλλά για διόρθωση. Γι’ αυτό και οι εκλεγμένοι διοικητές της κεφαλαιοκρατικής αυτοκρατορίας συνεχίζουν να ψηφίζουν νομοσχέδια, ανενόχλητοι από τις παραδίπλα κραυγές. Γι’ αυτό συνεχίζουν να έχουν POWER.
κάνει παράβαση, ο οδηγός λεωφορείου που δεν μου άνοιγε την πόρτα να κατέβω σε καμία στάση εκτός της τελικής (αεροδρόμιο Ελευθέριος Βενιζέλος) για να με τιμωρήσει που πήρα λάθος λεωφορείο – πώς όλα αυτά συνδέονται με αυτή τη λέξη, POWER; Οι εναρκτήριες γραμμές του μανιφέστου που έγραψε ο Holloway στις αρχές του αιώνα ήταν: «Εν αρχή είναι η κραυγή. Κραυγάζουμε. Όταν γράφουμε ή διαβάζουμε, είναι εύκολο να ξεχάσουμε ότι η αρχή δεν είναι η λέξη, αλλά η κραυγή. Αντιμέτωποι με τον ακρωτηριασμό των ανθρώπινων ζωών από τον καπιταλισμό, μια κραυγή θλίψης, μια κραυγή τρόμου, μια κραυγή θυμού, μια κραυγή άρνησης: OXI.» Είναι το ΟΧΙ κραυγή; Είναι η κραυγή POWER; Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αυτό που ενώνει παππούδες κι εγγόνια, αντι-εξουσιαστές και μικρομεσαίους στις πορείες διαμαρτυρίας του 21ου αιώνα είναι το ΟΧΙ. ΟΧΙ αυτό. Να πάψει αυτό, να αναιρεθεί αυτό, να διακοπεί αυτό, να φύγει αυτό, και μετά θα δούμε. Ωραία λοιπόν, ναι στο ΟΧΙ. Ας πλακώσουμε στο ξύλο κι έναν πρώην υπουργό, ας ρωτήσουμε τους μπάτσους πώς αισθάνονται λίγο πριν μας πλακώσουν
Μένει από αυτά η εντύπωση ότι η κραυγή της θλίψης ίσως να είναι εντέλει η δυνατότερη. Το κοινωνικό κίνημα βρίσκεται σε μία κρίσιμη καμπή, συμφωνώντας ως προς το τι δεν θέλει αλλά διαφωνώντας ως προς το τι θέλει. Το κοινωνικό κίνημα δυσκολεύεται να παραγάγει ένα ΟΧΙ που να απευθύνεται πια ως απάντηση σε όσους έχουν αφελώς πιστέψει σε έναν καλύτερο καπιταλισμό. Όσο για εκείνους που ονειρεύτηκαν έναν Μάη μέσα στον Δεκέμβρη, καλύτερα να θέσουν ως όραμα τον Ιούνιο. Τον μήνα μετά. Αυτόν που θα ερχόταν όταν η σπασμωδική άρθρωση του ΟΧΙ θα μετατρεπόταν σε ένα καθολικό, συνειδητοποιημένο ΝΑΙ σε κάτι άλλο. Ο Μάης απέτυχε πολλά χρόνια πριν, παραδίδοντας την κοινωνική άρνηση σε έναν αναβαθμισμένο καπιταλισμό με ελαστικό ωράριο, δημιουργική εικοσιτετράωρη εργασία και την εξαθλίωση των «αόρατων» εργατών του Τρίτου Κόσμου που σκάβουν κολτάν σε μαύρα ορυχεία για τα κινητά τηλέφωνα του Πρώτου Κόσμου, απ’ τον οποίο απειλούμαστε με έξωση. Ώσπου να γίνει μαζικά κατανοητό ότι ο καπιταλισμός δεν θα γίνει ποτέ δίκαιος γι’ αυτούς τους ανθρώπους, και άρα δεν μπορεί να υπάρξει καλύτερος καπιταλισμός, οι κινηματικές κραυγές θα διεκδικούν, έστω και εν αγνοία τους, οικείες μορφές POWER, όντας παράλληλα POWERLESS.
Τετράδιο _Ζωή Ν. Κωνσταντοπούλου*
*σε… συνέχεια του άρθρου «Δικαιοσύνη ΦαστΦουντ» (Κοντέινερ Οκτωβρίου 2010) Τελικά, υπάρχει μεγάλη έμπνευση στο Υπουργείο Δικαιοσύνης… Αυτό μπορεί κανείς να το πιστοποιήσει από το γεγονός ότι, στις 23 Δεκεμβρίου 2010, εκτός από τον περίφημο (9ο κατά σειρά, τα τελευταία 8 χρόνια) νόμο για την… επιτάχυνση της ποινικής διαδικασίας, τέθηκε σε ισχύ και… υπουργική απόφαση, με βάση την οποία εκτινάσσονται στα ύψη τα τέλη που πρέπει να πληρώσει ο πολίτης που επιμένει να προσφεύγει στη Δικαιοσύνη! Η ημερομηνία (23/12/2010) δεν πρέπει να εκπλήσσει. Διότι, δυστυχώς, είναι παλαιόθεν συνήθεια σε αυτή τη χώρα νέες διατάξεις και προβλέψεις να περνάνε «νύχτα», στις διακοπές (κατά προτίμηση τον Αύγουστο) και ημέρες αργιών (Χριστούγεννα, Πάσχα), για να περνούν απαρατήρητες και ασχολίαστες. Εκείνο, όμως, που καταπλήσσει για το απροσχημάτιστο και υπολογιστικό του πράγματος είναι το περιεχόμενο της Υπουργικής Απόφασης. Για να κάνεις μήνυση, χωρίς καν δικηγόρο, ως πολίτης, πρέπει να πληρώσεις στο Δημόσιο 100 ευρώ. Μέχρι πρότινος, το ποσό αυτό ήταν 10 ευρώ, ενώ πριν από 5 χρόνια ήταν 0,5 ευρώ! Για να πεις ότι παρίστασαι ως πολιτικώς ενάγων στην προδικασία, ώστε να έχεις κάποια δικαιώματα, πρέπει να πληρώσεις επιπλέον άλλα 50 ευρώ. Μέχρι πρότινος, το ποσό αυτό ήταν 10 ευρώ, ενώ πριν 5 χρόνια, 0,5 ευρώ. Έτσι, για να καταγγείλεις μια παράνομη πράξη στη Δικαιοσύνη πλέον χρειάζεσαι 150 ευρώ, ενώ μέχρι πρότινος 20 και πριν 5 χρόνια μόλις 1 ευρώ… Παράλληλα, τα έξοδα της δίκης, που επιβάλλονται στον κατηγορούμενο που καταδικάσθηκε, πολλαπλασιάζονται, φθάνοντας μέχρι και τον τετραπλασιασμό για ορισμένα δικαστήρια... Την ίδια στιγμή, οι μισθοί μειώνονται μέχρις εξα-
τμίσεως, με αποτέλεσμα οι περισσότεροι πολίτες να κινούνται στο μεταίχμιο μεταξύ επιβίωσης και φτώχειας. Σε αυτούς, λοιπόν, τους πολίτες, τους οποίους η Πολιτεία εξουθενώνει απειλώντας την ύπαρξή τους, το Υπουργείο Δικαιοσύνης λέει: η Δικαιοσύνη, κύριοι, δεν είναι για σας! Διότι, βέβαια, εάν ο εργοδότης σου έχει να σε πληρώσει 3 μήνες και δεν έχεις να φας, πού θα βρεις τα 150 ευρώ να κάνεις μήνυση για μη καταβολή δεδουλευμένων; Αν η Διοίκηση παραβιάζει τα δικαιώματά σου, δεν σου απαντά στις αιτήσεις σου ή παρανομεί εις βάρος σου, αλλά παίρνεις τον κατώτατο μισθό και σου έκοψαν τα επιδόματα, από πού θα σου περισσέψουν 100 ευρώ για να καταγγείλεις το αδίκημα; Αν είσαι μετανάστης χωρίς δουλειά και κακοποιήθηκες άγρια στο αστυνομικό τμήμα όπου κρατείσαι, πού θα βρεις αυτό το δυσθεώρητο ποσό για να ζητήσεις το δίκιο σου; Αν είσαι οικογενειάρχης που έχει να θρέψει 5 στόματα και έπεσες θύμα μιας παράνομης πράξης, από πού θα τα κόψεις αυτά τα χρήματα για να μπορέσεις να απευθυνθείς στους αρμοδίους; Το Υπουργείο Δικαιοσύνης γνωρίζει πολύ καλά ότι όλες αυτές οι κατηγορίες ανθρώπων και πολιτών απλούστατα δεν θα βρουν τα χρήματα, δεν θα κάνουν μήνυση, δεν θα απευθυνθούν στη Δικαιοσύνη. Η Δικαιοσύνη πλέον μετασκευάζεται από πυλώνα της Δημοκρατίας και θεματοφύλακα της ισότητας, σε είδος πολυτελείας και… ακριβό, γκουρμέ εστιατόριο, στο οποίο μόνο λίγοι μπορούν να τρώνε (αυτοί που παίρνουν μισθούς πολλαπλάσιους από αυτούς των Δικαστών, με ό, τι αυτό συνεπάγεται). Γνωρίζει πολύ καλά το Υπουργείο ότι έτσι αποκλείει τις ασθενέστερες ομάδες ανθρώπων και πολιτών από την πρόσβαση στη Δικαιοσύνη. Και το κάνει συνειδητά, γνωρίζοντας ότι ο Νόμος που ψηφίσθηκε την ίδια ημέρα για την επιτάχυνση της Δικαιο-
45
σύνης ουδεμία επιτάχυνση πρόκειται να επιφέρει, διότι η Δικαιοσύνη ήδη βρίσκεται σε κατάρρευση. Οπότε, την… επιτάχυνση θα επιτύχει ο οικονομικός αποκλεισμός των αδυνάτων από τη Δικαιοσύνη. Και, για να προλάβω αυτούς που θα πούν ότι «γίνονται ένα σωρό καταχρηστικές μηνύσεις»: καταχρηστικές μηνύσεις γίνονται, κυρίως, από εκείνους που έχουν την οικονομική ευχέρεια να απασχολούν δικηγόρους για το σκοπό αυτό. Επίσης, είναι δουλειά και αρμοδιότητα των Εισαγγελέων να απορρίπτουν τέτοιες μηνύσεις όταν είναι αβάσιμες. Εάν κάποιοι Εισαγγελείς δεν το πράττουν, αλλά προωθούν τις υποθέσεις στα ακροατήρια των Δικαστηρίων, αυτό δεν είναι ευθύνη του πολίτη. Και εάν κάποια Δικαστήρια επίσης δεν κρίνουν το αβάσιμο ορισμένων κατηγοριών και τις προωθούν περαιτέρω στα Εφετεία, αυτό επίσης δεν είναι ευθύνη του πολίτη. Ωστόσο, το Υπουργείο αποφάσισε: ο πολίτης θα την πληρώσει, και μάλιστα ο πολίτης που υφίσταται πανταχόθεν περιστολή των δικαιωμάτων του και των αποδοχών του. Έτσι, λοιπόν, οι αρμόδιοι που επιχαίρουν ότι «επιτυγχάνουμε τους στόχους» και βαυκαλίζονται ενώπιον του Πανελληνίου για το «πόσο καλά πηγαίνουμε», ας μην παραλείπουν να πουν πως, επισήμως, πέραν των δικαιωμάτων που εν μιά νυκτί κατήργησαν, πέραν των ελευθεριών που καθημερινά καταπατούν, πέτυχαν και τούτο: την κατάργηση της ισότητας, της ισονομίας και ισοπολιτείας, και της ίσης πρόσβασης στη Δικαιοσύνη. Και το έπραξαν αυτό με τρόπο… δημοσιονομικό, με αύξηση των τελών και παραβόλων, για να συμβαδίζουν απολύτως με το κλίμα της εποχής.
* Δικηγόρος, Πρόεδρος της Διεθνούς Επιτροπής Νέων Ποινικολόγων Ιανουάριος 2011 | κοντέινερ
Τετράδιο 46
Το ένα και το άλλο
_Λένα Κιτσοπούλου
Άγιος Μπίλης
Το κόκκινο παντελόνι τον στένευε στ’ αρχίδια. Όπως και το κόκκινο σακάκι με τον άσπρο γούνινο γιακά. Του ήταν μικρά. Το σώμα του είχε πρηστεί από την ασιτία και τ’ αρχίδια του από τη χώρα. Οπότε ήταν φυσικό να τον στενεύει η στολή. Σκέφτηκε όμως ότι θα το άντεχε για μία μέρα. Θα υπέφερε λίγο ,αλλά χαλάλι. Τι είναι ο πόνος μπρος τα κάλλη, μπρος στη δόξα. Κόλλησε στο πιγούνι του τη μακριά άσπρη γενειάδα και κοιτάχτηκε ικανοποιημένος στον καθρέφτη του μπάνιου. Κόλλησε προσεκτικά και το μεγάλο άσπρο μουστάκι πάνω από τα χείλια του. Τοποθέτησε έναν έναν τους εκρηκτικούς μηχανισμούς στις εσωτερικές του τσέπες. Αχρείαστοι να ’ναι. Το σακάκι τον έκοβε στις μασχάλες έτσι όπως ανασήκωνε τα χέρια του κι αυτό του προκαλούσε δυσφορία. Στην Ελλάδα, σκέφτηκε, δεν μπορείς να είσαι σωστός Άγιος Βασίλης, κάτι θα μπάζει πάντα. Ένας σωστός Άγιος Βασίλης χρειάζεται και το κατάλληλο περιβάλλον. Χιονισμένα λοφάκια, αστέρια, παγωμένες λίμνες, σκιουράκια, ξανθά παιδάκια με σκουφιά που τους πέφτουν στα μάτια, λίγη ατμόσφαιρα Όλιβερ Τουίστ, ξύλινα σπιτάκια, κήπους, χρειάζεται ένα όνειρο, κάτι. Έστω κάτι από το σουηδικό πρότυπο που μας υποσχέθηκε ο καλός μας Πρωθυπουργός. Τι σκατά να κάνεις στην Πατησίων, σκέφτηκε, τι σόι Άγιος Βασίλης να είσαι στη λεωφόρο Αλεξάνδρας, ποιον να παραμυθιάσεις στου Γκύζη, ποιος να σε αναζητήσει στου Ζωγράφου, Μιχαλακοπούλου, Παπαδιαμαντοπούλου, Φρύνης, Παγκράτι, Καλλιθέα; Πού κολλάει ο Άγιος Βασίλης ανάμεσα στα μπλε λεωκοντέινερ | Ιανουάριος 2011
φορεία και τα τρόλεϊ; Πού ακούστηκε Άγιος Βασίλης με καταγωγή από το Διακοφτό και μάνα που νοσηλεύεται σε νοσοκομείο που λέγεται Ευαγγελισμός; Τι αύρα μπορεί να εκπέμπει ένας Άγιος Βασίλης που χρωστάει στην εφορία, που πρέπει να αποδίδει κάθε τρεις μήνες ΦΠΑ στο χυδαίο το κράτος και φακελάκια στους γιατρούς της μάνας του και που τρέφεται εδώ και δύο εβδομάδες με σουβλάκια «Ωραία Ήπειρος»; Ποιος Άγιος Βασίλης φοράει σώβρακα από τους Κινέζους γαμώ την τρέλα μου, ποιος Άγιος Βασίλης μπορεί να επιβιώσει με ΚΟΜΜΕΝΑ ΤΑ ΔΩΡΑ ΤΩΝ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΩΝ γαμώ το κέρατό μου, γαμώ την πουτάνα μου; Και ποιος Άγιος Βασίλης ξεστομίζει τέτοιες φράσεις από το πρωί ως το βράδυ, ποιος Άγιος Βασίλης γαμάει την πουτάνα του, το κέρατο του ίδιου του του τάρανδου, την τρέλα του και την καταδίκη του; Κατέβηκε στο δρόμο. Μόλις έφτασε στο παρκαρισμένο του έλκηθρο είδε τη ροζ κλήση καρφωμένη στο κέρατο του δεξιού ταράνδου. Γαμώ το κέρατό μου, γαμώ, είπε ο τάρανδος ο οποίος ήταν δεύτερης γενιάς μετανάστης γι’ αυτό και μίλαγε καλά τη γλώσσα. Παράνομη στάθμευση. Και παράνομος τάρανδος, χωρίς άδεια παραμονής, χωρίς χαρτιά, χωρίς τίποτα. Πρωτοχρονιάτικο οι πούστηδες. Βρήκαν ευκαιρία πάλι να μαζέψουν φράγκα. Παρ’ όλ’ αυτά ο κόκκινος γίγαντας υπέκυψε στο καθήκον και επιβιβάστηκε στο παμπάλαιο έλκηθρό του (το οποίο όμως είχε καταφέρει να το περάσει ΚΤΕΟ, λόγω μιας γνωριμίας
που είχε από το Διακοφτό, τον ξάδερφο του θείου του, τον βουλευτή που του έδινε λάδι κάθε χρόνο και γι’ αυτό τον εξυπηρέτησε), ξεκίνησε λοιπόν κατευθείαν για τη ΔΟΥ Χαλανδρίου αποφασισμένος να φέρει εις πέρας το λειτούργημά του όπως κάθε χρόνο. Θα πήγαινε να μοιράσει δώρα σε όλους τους σταθμούς παιδιών με ειδικές ανάγκες. Σε εφορίες, σε άλλες δημόσιες υπηρεσίες, σε κανάλια, στην παιδική Βουλή SOS, οπουδήποτε τέλος πάντων φιλοξενούνταν παιδιά με ανίατες ασθένειες, παιδιά σπαστικά, ανώμαλα, άρρωστα, μουτζωμένα από τον Θεό και τον Διάολο. Παιδιά με ειδικές «ικανότητες» κλεψιάς, ξεπουλήματος, ξεβρακώματος, ξεφτίλας. Παιδιά της Ελλάδος παιδιά. Γιαόλα αυτά τα κακοποιημένα παιδιά, αλλά και για τους γονείς τους και για τους φίλους τους είχε καταφέρει με τα χίλια ζόρια και μόνο λόγω της ιδιότητάς του να πάρει ένα καταναλωτικό δάνειο και είχε γεμίσει το σάκο του με καπότες, καπότες όλων των ειδών για να μπορούν να μας γαμάνε ελεύθερα και άφοβα. Είχε επίσης σαν έξτρα δώρο μέσα στο σάκο του, ειδικά για φέτος, κάτι μικρά εργαλεία που μπαίνουν στο στόμα και ονομάζονται σαλιοαντλίες, σαν μικρά πουτσάκια από σιλικόνη, με μηχανισμό παρόμοιο με αυτόν της ηλεκτρικής σκούπας. Αυτά πήγαιναν πακέτο μαζί με τις καπότες και εξυπηρετούσαν στην περίφημη «χωρίς σάλιο διείσδυση», η οποία όπως έδειχναν τα πράγματα θα γινόταν μεγάλη μόδα κατά το 2011. Ειδική λοιπόν προσφορά στους εκπροσώπους του κράτους «δικαίου» το οποίο σύμφωνα πάντα
με το σουηδικό πρότυπο έφτασε σε σημείο να νομιμοποιεί τα αυθαίρετα!!! Πρωτοχρονιά του 2011. Το παράνομο έλκηθρο χωρίς το σήμα του 2011 (ο Μπίλης δεν είχε αντέξει να στηθεί σε ουρά 200 ατόμων στην εφορία και ως γνήσιος Έλλην είχε βασιστεί στην παράταση), τρέχει παράνομα στο λεωφορειόδρομο, που όλα τα είχαμε κι αυτός μας μάρανε. Ο Άγιος Βασίλης κλαίει. Η στολή στενεύει την καρδιά του. Ζωσμένος με εκρηκτικά κάτω από την παραμυθένια του κόκκινη φορεσιά κινέζικης προελεύσεως, ο τελευταίος έλληνας Άγιος Βασίλης ανατινάχτηκε όταν το έλκηθρό του τραντάχτηκε σε λακκούβα κακοφτιαγμένου δρόμου της Αθήνας, στον οποίο είχαν σκοτωθεί πολλοί πριν από αυτόν, αλλά το κράτος χέστηκε. Μαζί του ανατινάχτηκε κι ολόκληρη η πρωτεύουσα. Αααα, ρε Μπιλάρα, τελικά τα καλύτερα δώρα γίνονται μόνο με αυτοθυσία! Το μαύρο κουτί του άτυχου έλκηθρου βρέθηκε μετά από μέρες κάτω από τα συντρίμμια της Ακρόπολης και τα τελευταία λόγια του Βασιλάκη από το Διακοφτό, ο οποίος λόγω ονόματος είχε αναγκαστεί ο καημένος να γίνει Άγιος Βασίλης, σύμφωνα πάντα με τη δημοκρατική και προοδευτική νοοτροπία του τόπου (στον οποίο έτσι και λέγεσαι Καραμανλής, Παπανδρέου, Άγιος Βασίλης ή Άγιος Πoύτσος ο Ανήμερας, όλο και κάποια καρέκλα θα εξοικονομήσεις), ήταν τα εξής: Όι, όι μάνα μου. Την πουτσίσαμεεεεεεεεεεεεεεεε. Μετά ακούστηκε η έκρηξη.