ΠΛΗΘΟΔΟΜΕΣ MULTIDOMES ΖΗΣΗΣ ΚΟΤΙΩΝΗΣ ZISSIS KOTIONIS
TΟ ΠΛΗΘΟΣ, ΤΑ ΚΟΙΝΑ ΚΑΙ Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ MULTITUDE, COMMONS AND ARCHITECTURE
επιμέλεια: Γιώργος Τζιρτζιλάκης edited by Yorgos Tzirtzilakis
ΠΛΗΘΟΔΟΜΕΣ
MULTIDOMES
ΖΗΣΗΣ ΚΟΤΙΩΝΗΣ
ZISSIS KOTIONIS
Η παρούσα έκδοση πραγματοποιήθηκε με αφορμή την ομώνυμη έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη, (κτήριο οδού Πειραιώς), Αθήνα, 26 Ιανουαρίου - 19 Φεβρουαρίου 2012
This book was published on the occasion of the exhibition under the same title at Benaki Museum, (Pireos St. annexe), Athens, 26 January - 19 February 2012
Έκθεση
Exhibition
Σχεδιασμός:
Concept:
Επιμέλεια:
Curator:
Συνεργάτες:
Collaborators:
Συντονιστής παραγωγής και επικοινωνίασ:
Project Manager:
Διοργάνωση:
Organization:
Έκδοση
Publication
επιμέλεια:
Editor:
Σχεδιασμός:
DesiGn:
Επιμέλεια Κειμένων:
Texts Editor:
Μεταφράσεις:
Translations:
Επεξεργασία Εικόνων:
Images Editor:
Παραγωγή:
Production:
ΤΟ ΠΛΗΘΟΣ, ΤΑ ΚΟΙΝΑ ΚΑΙ Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ
Ζήσης Κοτιώνης
Zissis Kotionis
Γιώργος Τζιρτζιλάκης
Yorgos Tzirtzilakis
Βάσια Λύρη Γιώργος Ρυμενίδης Μιχάλης Σοφτάς Ράνια Τότσικα
Vassia Liri Yorgos Rimenidis Michalis Softas Rania Totsika
Γιάννης Αρβανίτης
Μουσείο Μπενάκη & Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας
Γιώργος Τζιρτζιλάκης
Eleni Kontaxi
Γιάννης Αρβανίτης Κωνσταντίνος Ματσούκας Ανδρέας Μαχαίρας
Yannis Arvanitis Andreas Macheras Konstantinos Matsoukas
Γιάννης Ισιδώρου
Yannis Isidorou
Ξουράφα Ε. Αλ.
ISBN
Xourafa E. Al
Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Θεσσαλίας Ζήσης Κοτιώνης
978-960-9439-09-01
Benaki Museum & University of Thessaly
Yorgos Rimenidis
Ελένη Κονταξή
Αργοναυτών & Φιλελλήνων 382 21 Βόλος τηλ. 2421 0 74777 www.utpress.uth.gr e-mail: press@uth.gr
Yannis Arvanitis
Yorgos Tzirtzilakis
Γιώργος Ρυμενίδης
© 2012,
MULTITUDE, COMMONS AND ARCHITECTURE
Κουμπάρη 1 & Βασ. Σοφίας 106 74 Αθήνα τηλ. 210 367 1000 www.benaki.gr e-mail: benaki@benaki.gr
© 2012,
University of Thessaly Press Zissis Kotionis
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ CONTENTS ΠΡΟΛΟΓΟΣ FORWARD
21
ΤΟ Μοναδικο ΚΑΙ ΤΟ ΠΟΛΛΑΠΛΟ Γιώργος Τζιρτζιλάκης THE SINGULAR AND THE MULTIPLE Yorgos Tzirtzilakis
22 23
ΣΥΖΗΤΗΣΗ DISCUSSION Η ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΣΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ΤΟΥ ΠΛΗΘΟΥΣ Ηλίας Ζέγγελης, Αλέξανδρος Κιουπκιολής, Ζήσης Κοτιώνης, Ιωάννα Λαλιώτου και Γιώργος Τζιρτζιλάκης. ARCHITECTURE IN THE AGE OF THE MULTITUDE Alexandros Kioupkiolis, Zissis Kotionis, Ioanna Laliotou, Yorgos Tzirtzilakis and Elia Zenghelis.
32 64
ΕΡΓΑ PROJECTS 97 MOΝΑΔΙΚΟΤΗΤΕΣ SINGULARITIES 99 Απόδραση Escape 100 Οικοδόμηση-Αποικοδόμηση Building-Un-Building 104 Περιφορά Saunter 108 Απο-οικείωση De-familiarization 112
ΔΕΚΑΠΟΛΙΣ DECAPOLIS
119
ΑΘΗΝΑ ATHENS
163
Χαρτογράφηση Mapping Οικοδόμηση του Υμηττού Construction of Mount Hymettus Τράπεζα ΔÓμων Domus Bank Ο Σωρός της Αθήνας Athens Pile Η Μπανιέρα του Διονύσου Dionysos’ Tub
ΚΕΙΜΕΝΑ Ζήσης Κοτιώνης TEXTS Zissis Kotionis ΠΛΗΘΟΔΟΜΕΣ: ΟΙ ΧΩΡΟΙ ΤΟΥ ΠΛΗΘΟΥΣ
MULTIDOMES: THE multitude’S SPACES ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑ ΣΤΗΝ ΠΛΗΘΟΔΟΜΗ
UNCOMMON GROUND: AETHER, BODY, AND THE COMMONS ΜΟΝΑΔΟ-(ΜΟ)-ΛΟΓΙΑ: ΕΙΚΑΣΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΡΩΤΑΡΧΙΚΟ ΔΟΜΟ
MONADO-(MO)-LOGY: REFLECTIONS ON THE INITIAL BRICK TO ΠΕΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΠΕΤΡΑΣ
THE FLIGHT OF THE STONE
164 168 176 182 194
201 202 202 214 214 228 228 252 252
ΓΛΩΣΣΑΡΙ Οπτικό δοκίμιο σε πέντε λήμματα Γιώργος Τζιρτζιλάκης GLOSSARY Visual Essay in five Lemmas Yorgos Tzirtzilakis
269 269
Ευρετηριο index
281
Βιογραφικά BioGRAPHIEs
289
ΠΛΗΘΟΔΟΜΕΣ MULTIDOMES
ΠΡΟΛΟΓΟΣ FORWARD
23
ΤΟ ΜΟΝΑΔΙΚΟ ΚΑΙ ΤΟ ΠΟΛΛΑΠΛΟ Γιώργος Τζιρτζιλάκης
Ι. Τα τελευταία χρόνια το πλήθος (multitudo) και τα κοινά (commons) αναδείχθηκαν σε δεσπόζουσες έννοιες στην πολιτική και κοινωνική θεωρία αλλά και στον τρέχοντα πολιτικό διάλογο. Τους δύο όρους εισήγαγε στο λεξιλόγιό μας μια υποτιμημένη, από αρκετούς, παράδοση της ευρωπαϊκής πολιτικής σκέψης, η ιταλική αυτονομία, και πιο συγκεκριμένα ο ιταλικός μετα-εργατισμός (post-operaismo), με πιο γνωστούς εκπροσώπους τον Tony Negri και τον Αμερικανό συνεργάτη του Michael Hardt, τον Paolo Virno, τον Franco Berardi Bifo, τον Maurizio Lazzarato, τον Matteo Pasquinelli κ.ά. Στην τραχύτητα και τη γενικευμένη δυσανεξία της νέας παγκοσμιοποιημένης κρίσης το πλήθος αντικαθιστά την εκφυλισμένη ενοποιητική έννοια του λαού (populus) −η οποία άντλησε από το κράτος και το έθνος− χωρίς να μπορεί πλέον να συμπεριλάβει τις αντινομίες και τις άγριες συγκρούσεις της σημερινής κοινωνίας. Αντικαθιστά, επίσης, την αοριστία της μάζας, την ανοησία του όχλου (vulgus) και, προπάντων, έναν από τους πιο συναρπαστικούς μύθους του 20ού αιώνα, την εργατική τάξη, στην οποία δεν εντάσσονται πολλοί εργαζόμενοι της άυλης οικονομίας και της βιοπολιτικής παραγωγής. Εντούτοις, η αντιδιαστολή πλήθους και λαού δεν είναι καινούργια. Έλκει την καταγωγή της από μια σειρά πολιτικές, κοινωνικές και φιλοσοφικές αντιπαραθέσεις του 17ου αιώνα, που βρίσκονται στα θεμέλια του μοντέρνου κράτους αλλά και της ίδιας της νεοτερικότητας. Ο λαός και η εργατική τάξη αποτελούν κατεξοχήν χαρακτηριστικά του μοντέρνου προγράμματος, που τα τελευταία χρόνια άρχισε να κλονίζεται. Αν, λοιπόν, αρχικά επικράτησε η ιδέα του λαού, σήμερα ήρθε η ώρα της εκδίκησης του πλήθους; Ο Τόμας Χομπς (στο De Cive) και ο Μπαρούχ Σπινόζα (στην Πολιτική Πραγματεία) είναι οι πρωταγωνιστές μιας δριμείας συζήτησης που ορισμένες πτυχές της απέκτησαν ξανά μια ασυνήθιστη δυναμική. Ο Χομπς υποστήριξε την έννοια του λαού (που συνιστά Ένα και έχει μία ομοιόμορφη βούληση) αμφισβητώντας το πλήθος. Απεναντίας, ο Σπινόζα διέκρινε σ’ αυτό «μία πολλαπλότητα στη συλλογική δράση, στη φροντίδα για τις κοινές υποθέσεις, που δεν συγκλίνει σε Ένα», όπως διευκρινίζει ο Paolo Virno στη Γραμματική του Πλήθους. Αυτό μας κάνει να μπορούμε να υποθέσουμε ότι το πλήθος είναι εντέλει η κατεξοχήν «μορφή της κοινωνικής και πολιτικής ύπαρξης των πολλών ως πολλών». Εξ ου και η σημασία τής υποκειμενικότητας και της μοναδικότητας, δηλαδή η πολλαπλότητα των μοναδικών μορφών ζωής και οι διαφοροποιημένες οντότητες. 24
THE SINGULAR AND THE MULTIPLE Yorgos Tzirtzilakis
Ι. In recent years, the multitude (multitudo) and the commons have emerged as dominant concepts in social and political theory but also in current political debate. The two terms were introduced in our vocabulary by a tradition of European political thought discredited by several quarters, that of Italian autonomy and, more specifically, of Italian post-operaismo which found its best known exponents in Tony Negri and his American associate Michael Hardt, Paolo Virno, Franco Berardi Bifo, Maurizio Lazzarato, Matteo Pasquinelli et al. Within the uncouthness and generalized malaise of the new globalized crisis, the multitude replaces the degenerated unifying concept of the people (populus) which has drawn from the state and the nation and which is no longer able to encompass the antinomies and savage conflicts of contemporary society. It also replaces the vagueness of the mass, the nonsense of the rabble (vulgus) and, especially, one of the most fascinating myths of the 20th century, the working class, which cannot subsume many of those working in immaterial economy and biopolitical production. Nevertheless, the contradistinction between the multitude and the people is not new. It derives from a series of political, social and philosophical disputes of the 17th century wherein are situated the foundations of the modern state, as well as of modernity itself. The people and the working class constitute defining features of the modern canon, which has in recent years begun to totter. If, then, the notion of the people reigned supreme at the beginning, today the time has come for the multitude’s revenge. Thomas Hobbes (in De Cive) and Baruch Spinoza (in Political Treatise) assume the leading parts in an intensive dialogue certain aspects of which have once again acquired an exceptional forcefulness. Hobbes argued in favor of the concept of the people (which constitute One and have a uniform will) and disputed the notion of the multitude. Spinoza, on the contrary, saw in it ‘a multiplicity in collective action, in the taking care of common affairs, which does not converge into One’, as Paolo Virno points out in A Grammar of the Multitude. This enables us to assume that, in the balance, the multitude is the exemplary ‘form of the social and political existence of the many, as many’. Hence the significance of subjectivity and singularity, which is to say the multiplicity of unique life-forms and differentiated entities. 25
ΙΙ. Τα κοινά (commons) είναι η δεύτερη έννοια η οποία τελευταία μοιάζει να κερδίζει έδαφος και μεγαλύτερο ενδιαφέρον. Το πλήθος είναι εκείνο που, λόγω της θέσης του στη διαδικασία της βιοπολιτικής αναπαραγωγής, συστήνει τον ιδεατό τόπο του κοινού. Συνηθίσαμε τον όρο από τη μάλλον αμήχανη και στερεότυπη έκφραση «ασχολούμαι με τα κοινά» ή την προσήλωση στα «δημόσια καθήκοντα». Ωστόσο, τα κοινά εμπεριέχουν περισσότερες σημασίες και πλούσιες νοηματοδοτήσεις που σήμερα αναδεικνύονται σ’ ένα από τα πλέον καίρια πεδία των κοινωνικών διεκδικήσεων και ανταγωνισμών. Υπάρχουν διάφορες καταγραφές και ταξινομήσεις τους, τις οποίες μπορούμε να υιοθετήσουμε και να εμπλουτίσουμε. Οι περισσότερες επιμερίζονται σε διάφορες περιοχές: στους κοινούς πόρους (common resources), στις κοινότητες (communities) αλλά και στις ίδιες τις σχέσεις που δημιουργούν κοινά (communing), καθώς και κοινή δράση κ.ά. Στα φυσικά κοινά ανήκουν ο αέρας, το νερό, το έδαφος, η γη, η άγρια ζωή, τα δάση, τα ποτάμια, οι λίμνες, οι ψαρότοποι, οι φυσικοί πόροι, οι σοδειές της φύσης κ.λπ. Στα δημόσια κοινά ανήκουν οι υποδομές, οι τηλεπικοινωνίες, τα οδικά δίκτυα, τα δίκτυα μεταφορών, τα δίκτυα κοινής ωφέλειας, το σύστημα υγείας, οι πηγές ενέργειας και άλλα συναφή. Στα αστικά κοινά ανήκουν οι ελεύθεροι, κοινόχρηστοι και κοινωφελείς χώροι, οι δημόσιοι κήποι, τα πάρκα, οι χώροι πρασίνου και τα αστικά δίκτυα υποδομών. Σ’ όλα αυτά τα κοινά αγαθά συμπεριλαμβάνονται η πολιτισμική και καλλιτεχνική παραγωγή, οι γνώσεις, οι γλώσσες, οι πληροφορίες, οι εικόνες, οι κοινωνικές σχέσεις, ακόμη και οι συναισθηματικοί δεσμοί και οι τρόποι κοινωνικότητας που προσδιορίζουν τις διαπροσωπικές συμπεριφορές στην εποχή του μεταφορντισμού. Να γιατί μπορούμε να προσθέσουμε σ’ αυτά μια σειρά από δραστηριότητες της σύγχρονης γνωστικής ή γνωσιακής (cognitive) εργασίας καθώς και της συγκινησιακής (affective) εργασίας. Αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία είναι ότι τα κοινά αντικαθιστούν τη σημασία που είχε μέχρι σήμερα ο δημόσιος χώρος και η δημόσια σφαίρα. Η Res Communis διαδέχεται την Res Publica και η Commonfare (η πρόνοια του κοινού) το αγγλοσαξονικό Welfare. Κατά συνέπεια, τα κοινά αναδεικνύονται ως ο κατεξοχήν εναλλακτικός τρόπος επανεξέτασης του δημόσιου χώρου και εκείνου που μέχρι σήμερα αποκαλούσαμε σχέση δημόσιου και ιδιωτικού. Τα κοινά μάς πηγαίνουν πέραν αυτής της αντιδιαστολής που τα τελευταία χρόνια έτεινε να αποκτήσει κοινότοπο και μονομανή χαρακτήρα. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει κατάργηση της διάκρισης μεταξύ του δημόσιου και του ιδιωτικού αλλά μετάβαση σε ένα διαφορετικό στάδιο, που υπερβαίνει τις δύο κατηγορίες μέσα από μια κοινή αντιμετώπιση.
ΙΙΙ. Ποια μπορεί να είναι η σημασία όλων αυτών των μεταβολών για την αρχιτεκτονική, τους τρόπους κατοίκησης και τις πόλεις; Το ερώτημα αυτό αποτελεί αφετηρία των «Πληθοδομών» του Ζήση Κοτιώνη. Πρόκειται ασφαλώς για ένα μείζον ζήτημα που σηματοδοτεί μια νέα περίοδο της αρχιτεκτονικής κουλτούρας και του αστικού σχεδιασμού. Μια τέτοια επισήμανση έχει έναν επείγοντα χαρακτήρα, επειδή μέχρι σήμερα ο διάλογος περί πλήθους και κοινών περιορίστηκε στα κινήματα πόλης, χωρίς να ενταχθεί οργανικά −ή τουλάχιστον υπολογίσιμα− στο corpus της αρχιτεκτονικής πρακτικής. Για να καταλάβουμε καλύτερα τι σημαίνει αυτό, αρκεί να σκεφτούμε το ρόλο που διαδραμάτισαν η εργατική ηθική και η αισθητική αλλά και οι ίδιες οι διαδικασίες της βιομηχανικής παραγωγής στην αρχιτεκτονική γλώσσα της νεοτερικότητας. Ασφαλώς, πρόκειται για εγχείρημα απαιτητικό αλλά και απαραίτητο. Μετά από μια περίοδο κατασκευασμένης ευφορίας ήρθε η ώρα να παραδεχθούμε τα αδιέξοδα αλλά και τις αποτυχίες της αρχιτεκτονικής των τελευταίων δεκαετιών απέναντι στις αναδυόμενες νέες πραγματικότητες. Το πλήθος και τα κοινά αποτελούν, πράγματι, αναπόσπαστο κομμάτι των κοινωνικών κινημάτων της πόλης. Δεν πρέπει, όμως, να μας διαφύγει η σχεδιαστική και επιτελεστική (performative) έρευνα, η οποία έχει αναγκαστικά πειραματικό χαρακτήρα. Στην ουσία πρόκειται για δύο κατευθύνσεις που λειτουργούν συμπληρωματικά. Δεν νομίζω ότι διαθέτουμε άλλον τρόπο για να μπορέσει η αρχιτεκτονική να συναντήσει τους σύγχρονους κοινωνικούς προβληματισμούς και να αλληλεπιδράσει, μέσω του σχεδιασμού, στις πόλεις, στα εδάφη και στην κοινωνία. Διαφορετικά θα 26
ΙΙ. The commons is the second concept which appears recently to be gaining ground and attract greater interest. The multitude is that which, thanks to its position in the process of biopolitical production, constitutes the ideal place of the commons. We have grown used to the rather awkward and trite expression ‘working in common affairs’ or ‘being taken up with public duties’. However, the commons, encompasses a much greater and richer range of meanings and, today, we see the term featured as one of the most vital fields of social claims and contestations. There are various uses and classifications of it which we can ourselves employ and enrich. Most of its meanings are distributed in several areas: common resources, communities but also in the relationships themselves which create common interests (communing) as well as communal action etc. In the natural commons belong the air, the water, the soil, the land, wildlife, the forests, the rivers, the lakes, fishing waters, natural resources, natural crops etc. In the public commons belong the infrastructures, the telecommunications, the road networks, the transport routes, the networks of public utilities, the sewage system, the energy sources and the like. In the urban commons belong the unoccupied spaces for communal use and recreation, the parks, public gardens, green areas and the urban infrastructure networks. In all of these common goods are included the cultural and artistic production, knowledge, languages, information, images, social relationships even the emotional bonds and ways of socializing which define interpersonal behaviors in the post-Fordian era. This is why we may add to those a series of activities of contemporary cognitive work as well as affective work. The most significant point is that the commons replaces the meaning that public space and the public sphere had up until today. Res Communis succeeds the Res Public and Commonfare (the public’s welfare) succeeds the Anglosaxon concept of Welfare. Consequently, the commons emerges as the primary alternative way of reassessing public space and what we designated to date as the relation between public and private. The commons takes us past this contradistinction which has tended, in recent years, to take on a trivial and monomaniacal aspect. This certainly does not mean doing away with the distinction between public and private, but transiting into a different stage where the two categories are transcended by means of a unitary approach.
ΙΙΙ. What might be the implications of all these changes for architecture, modes of habitation and cities? This question is the starting point of Zissis Kotionis’ ‘Multidomes’. The issue at stake here is certainly major and it marks a new period of architectural culture and design. This assertion is made with a sense of urgency because, up until now, the dialogue concerning the multitude and the commons has been restricted to the movements in the cities without being organically incorporated or in any way prioritized as part of the corpus of architectural practice. To better understand what this means, all we need do is think about the role played by working class morals and aesthetics and, also, by the processes themselves of industrial production, in the architectural idiom of modernity. This is a demanding project, to be sure, albeit a necessary one. After a period of counterfeit euphoria, it is time to acknowledge the impasses and failures, too, of the architecture of the past few decades in the face of the new, emerging realities. The multitude and the commons do, indeed, constitute an integral part of the social movements of the city. But we cannot afford to lose sight of performative and design research, whose nature is necessarily experimental. In essence, these are two orientations whose function is complementary. I don’t know that we have any other means by which architecture can come to terms with contemporary social issues and interact, through its design, with the city, the grounds and society. Alternatively, it’ll be forced to remain trapped in a glut of forms, the design of luxury villas and the outdated tools of the previous period, with no recourse to critical reflection and no access to the transformations under way. Here, then, is an opportunity for us to return and restore the discredited large scale of design which the cynicism and triviality of pragmatism have censured. 27
παραμείνει εγκλωβισμένη στον κορεσμό των μορφών, στο σχεδιασμό επαύλεων και στα παρωχημένα εργαλεία της προηγούμενης περιόδου, εξουδετερώνοντας κάθε δυνατότητα κριτικού αναστοχασμού και συμμετοχής στους μετασχηματισμούς. Ιδού, λοιπόν, μια κατάλληλη ευκαιρία προκειμένου να επανέλθουμε και να αποκαταστήσουμε την απαξιωμένη μεγάλη κλίμακα του σχεδιασμού, την οποία εξόρισε ο κυνισμός και η τύρβη του πραγματισμού. Στην κλίμακα αυτή πρέπει να συμπεριλάβουμε και εκείνο το είδος των ισχυρών αρχιτεκτονικών τύπων που ο Reyner Banham αποκάλεσε «μεγαδομές» (megastructures). Αποδεσμευμένες από την αρχική τεχνολογική τους έξαρση, οι μεγαδομές δεν χαρακτηρίζονται τόσο από το μεγάλο τους μέγεθος όσο από τα δομικά συστήματα που μπορούν να προάγουν μια προγραμματική πολλαπλότητα. Και με τον τρόπο αυτό συναντούν την έννοια του μνημείου, του μνημείου του πλήθους.
IV. Στο φως των δύο αυτών εννοιών (πλήθος και κοινά) μπορούμε να ξαναδιαβάσουμε τις διεισδυτικές παρατηρήσεις του Walter Benjamin για τα φαινόμενα του πλήθους στο Παρίσι της ακμής του καπιταλισμού, αλλά και την ίδρυση της δυτικής τοπιογραφίας, της χαρτογραφίας και αργότερα της λαογραφίας, όπου για πρώτη φορά τα φυσικά κοινά (το φως, ο αέρας, τα ποτάμια, τα βουνά, το τοπίο, οι αγροί, τα κτήρια και οι γέφυρες) αποσύρονται από την περιφρόνηση και αντιμετωπίζονται ως ένα ενιαίο και αξιοσύστατο σύνολο. Στο ίδιο πλαίσιο, επίσης, μπορούμε να τοποθετήσουμε και την προσήλωση του Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη στην έννοια του πλήθους και την επίμονη συσχέτισή της με τη δόξα (γνώμη). Υπ’ αυτήν την έννοια, ορισμένα κείμενα της αρχαίας γραμματείας, καθώς και η περιβόητη Ανάβαση στο όρος Βεντού (1336) του Πετράρχη, μπορούν να θεωρηθούν σταθμοί στην παρατήρηση των κοινών του φυσικού τοπίου. Στην επιστολή του Ιταλού ποιητή τα φυσικά κοινά (οι Άλπεις, οι γκρεμοί, οι πλαγιές των Πυρηναίων, η κοιλάδα του Ροδανού, η σκιά του βουνού και μαζί τους οι ποιμένες, οι χωρικοί και η αγροτική καλύβα) γίνονται πλέον αντιληπτά όχι ως θρησκευτικό βίωμα αλλά ως κοσμικό περιβάλλον και, προπάντων, ως ένα νέο είδος εποπτείας. Όπως σημειώνουν οι Negri και Hardt: «Σε όλο τον κόσμο, ό,τι απομένει από τους αχανείς δημόσιους χώρους είναι πλέον μόνο υλικό για θρύλους: το δάσος του Ρομπέν των δασών, οι πεδιάδες των Ινδιάνων της Αμερικής, οι στέπες των νομαδικών φυλών κ.ο.κ.».
V. Άφησα τελευταίο το ότι ο Ζήσης Κοτιώνης εντάσσει το δρων σώμα στα εργαλεία της αρχιτεκτονικής, με όλα τα επακόλουθα μιας τέτοιας στάσης. Εξάλλου η αρχιτεκτονική ήταν ανέκαθεν συνδεδεμένη με το ανθρώπινο σώμα, το οποίο της προσέδιδε όχι μόνο μέτρο −όπως συνήθως υποστηρίζουμε− αλλά ένα είδος ρυθμού, δηλαδή μια σχέση επανάληψης και διαφοράς. Το αντικείμενο του σχεδιασμού τοποθετείται εδώ στην άλυτη ένταση μεταξύ της σωματικότητας και της πολλαπλής μοναδικότητας της «Πληθοδομής» (το «εν τω πολλώ ενί τα πάντα» του Ηρόδοτου*). «Τι μπορεί ένα σώμα;» αναρωτιόταν ο φιλόσοφος του πλήθους Σπινόζα. Εκείνο που μπορεί ένα σώμα είναι η φύση και τα όρια των ικανοτήτων του να επηρεάζεται. Θα μπορούσε να θεωρήσει κανείς τις σωματικές αυτές δράσεις και την αρχιτεκτονική εγκατάσταση της «Πληθοδομής» ως τρόπους κατοίκησης. Αν θέλαμε, όμως, να πάμε παραπέρα, θα τις χαρακτηρίζαμε ένα είδος απόλυτης αμεσότητας και αδιαμεσολάβητης απόλαυσης της αρχιτεκτονικής πράξης. Μ’ ένα λόγο, το απόλυτο και το αδύνατο του σχεδιασμού. Κι εδώ που τα λέμε αυτή είναι μια από τις πιο κρίσιμες αλήθειες της αρχιτεκτονικής. * Ο Αντώνης Μανιτάκης ανατρέχει στην αρχαιότερη σημασία του πλήθους και στη σχέση του με το δήμο. Ο Πέρσης Οτάνης στη συζήτηση με τον Μεγάβυζο και τον Δαρείο στο τρίτο βιβλίο των Ιστοριών του Ηρόδοτου ορίζει τη δημοκρατία αναφερόμενος στην κυριαρχία του πλήθους: «Πλήθος δε άρχον πρώτα μεν ούνομα πάντων κάλλιστον έχει, ισονομίην, δεύτερα δε τούτων των ο μούναρχος ποιέει ουδέν· […] τίθεμαι ών γνώμην μετέντας ημέας μουναρχίην το πλήθος αέξειν· εν γαρ τω πολλώ ενί τα πάντα». Βλ. Μανιτάκης, Α. (2007). Η αθηναϊκή δημοκρατία ως παράδειγμα αυτοπροσδιορισμού του πλήθους μέσω της αυτοκυβέρνησης του δήμου. Τιμητικός τόμος, Ι. Μανωλεδάκη, ΙΙΙ. Αθήνα-Θεσσαλονίκη. Επίσης, Μανιτάκης, Α. (2011). Η έννοια του πλήθους και η ουτοπική προοπτική της παγκόσμιας δημοκρατίας (Με αφορμή τη ‘Δημοκρατία του Πλήθους’ στο έργο του Νέγκρι). Στο Η δημοκρατία μεταξύ ουτοπίας και πραγματικότητας. Τιμητικός Τόμος Ζήση Παπαδημητρίου. Αθήνα.
28
Within this scale we need to include those types of powerful architectural forms which Reyner Banham has called ‘megastructures’. Disengaged from their initial technological grandiosity, megastructures are not characterized so much by their great size as by the structural systems which can support a programmatic multiplicity. In this manner, they cross over into the concept of the monument, the monument of the multiplicity.
IV. In the light of these two concepts (multitude and commons) we may reread the incisive remarks of Walter Benjamin about the phenomena of the multitude in Paris during the flowering of capitalism, but also about the founding of western topography, chartography and, later, folklore, where for the first time, the natural commons (the light, air, rivers, mountains, the landscape, fields, buildings and bridges) are raised from devalorization and treated as a unified whole of inherent value. In that sense, certain texts of antiquity as well as Petrarch’s notorious Ascent to Mt. Ventoux (1336) may be considered as hallmarks in the observation of the natural landscape’s commons. In the Italian poet’s epistle the natural commons (the Alps, the precipices, the mountainsides of the Pyrenees, the valley of the Rhone, the mountain’s shadow and, along these, the shepherds, villagers and the farmer’s hut) are now perceived not as a religious category of experience but as a secular environment and, above all, as a new kind of supervision. As Negri and Hardt note: ‘All over the world, what remains from the vast public spaces is now merely the material for legends: Robin Hood’s forest, the plains of the American Indians, the steppes of the nomadic tribes, and so on’.
V. I have left for last the fact that Zissis Kotionis includes the body-in-action among the tools of architecture, with all the consequences such a stance entails. Besides, architecture has always been linked to the human body which provided it not just with a scale of measurement –as we are used to saying– but with a kind of rhythm, i.e. a relationship of repetition and difference. The object of design is here placed within the unresolved tension between the corporeality and the multiple singularity of the ‘Multidome’ (Herodotus’ ‘within the many all is one’*). ‘What is a body capable of?’ Spinoza, the philosopher of the multitude, wondered. What a body is capable of is nature and the limits of its ability to be affected. One may consider these bodily actions and the architectural installation of the ‘Multidome’ as modes of inhabiting. But if we wished to go further, we’d characterize them as a kind of absolute and unmediated pleasure in the architectural act. In short, the absolute and unrealizable aspect of design. Come to think of it, this is one of architecture’s most vital truths. * Andonis Manitakis investigates the oldest meaning of multitude and its relation to the demos. The Persian Otanis in the course of a conversation with Megabyzus and Darius, in the third book of Herodotus’ Histories, defines democracy by reference to the rule of the multitude. ‘Πλήθος δε άρχον πρώτα μεν ούνομα πάντων κάλλιστον έχει, ισονομίην, δεύτερα δε τούτων των ο μούναρχος ποιέει ουδέν· […] τίθεμαι ών γνώμην μετέντας ημέας μουναρχίην το πλήθος αέξειν· εν γαρ τω πολλώ ενί τα πάντα’. See Manitakis, A. (2007). Athenian democracy as a case in point of the multitude’s self-definition through the self-rule of the demos, Honorary tome, I. Manoledakis, III. AthensThessaloniki. See also Manitakis, A. (2011). The concept of the multitude and the utopian perspective of a world democracy (On the occasion of “The ‘Democracy of the Multitude’ in the work of Negri”). In Democracy between utopia and reality, Honorary tome Zissis Papademetriou. Athens.
29
ΠΛΗΘΟΔΟΜΕΣ MULTIDOMES
ΣΥΖΗΤΗΣΗ DISCUSSION
31
ΠΛΗΘΟΔΟΜΕΣ MULTIDOMES
ΕΡΓΑ PROJECTS
99
Ο κάτοικος ορίζεται ως μοναδικότητα. Με αυτό τον τρόπο γίνεται μια αντιστροφή στην οντολογική θεμελίωση του υποκειμένου της κατοίκησης. Της μονάδας «κάτοικος», αυτής που μέσα στη μοναχικότητά της «ποιητικά κατοικεί» τον κόσμο, προηγείται η πλειάδα των μοναδικοτήτων, δηλαδή των μονάδων που η καθεμία διαφέρει από την άλλη. Η διαφορά ορίζει το συσχετισμό τους. Η εννόηση της σάρκας ως κάτι που διαμεσολαβεί και συνέχει τον ένα με τους άλλους και η εννόηση του πλήθους ως πλήθους σωμάτων, μας φέρνει σε μια αινιγματική θέση. Μπορούμε να μιλάμε για ένα είδος υπαρξιακής συγκρότησης της μοναδικότητας εν μέσω του πλήθους, και όχι μονάχα αυτό. Ο ίδιος ο μοναδικός είναι πλήθος. Για δύο λόγους: επειδή το πλήθος τον συγκροτεί οντολογικά από έξω προς τα μέσα και επειδή ο ίδιος, ως μέσα, ως ψυχικό περιεχόμενο, είναι πλήθος, είναι πολλαπλός και μοιράζεται μέσα από τη συνεχή παραγωγή και την αναπαραγωγή του. Επιχειρούμε να περιγράψουμε αυτή τη μοναδικότητα, τον μοναδικό ή αλλιώς το υποκείμενο της μητροπολιτικής κατοίκησης σε τρεις διαφορετικές στιγμές. Και στις τρεις η μοναδικότητα συγκροτείται σε σχέση με κατασκευασμένα στοιχεία του υλικού κόσμου. Ο δομικός λίθος, το τούβλο, ο τσιμεντόλιθος, η αχυρόμπαλα δεν είναι ένα αδιάφορο κομμάτι του αντικειμενικού κόσμου, δεν είναι ένα φετίχ-εμπόρευμα, που διαμεσολαβεί στη σχέση ανάμεσα στο υποκείμενο και τον κόσμο. Ο δομικός λίθος είναι κάτι που συγκροτεί τη μοναδικότητα μέσα σε έναν περιορισμένο ορίζοντα χρόνου. Η κατοικία της μοναδικότητας συγκροτείται ως χρονικό συμβάν της ύλης, περισσότερο παρά ως χωρικό αντικείμενο. 100
ΠΛΗΘΟΔΟΜΕΣ MULTIDOMES
MOΝΑΔΙΚΟΤΗΤΕΣ SINGULARITIES
Inhabitant is defined as a singularity. This way, the ontological foundation of the subject of inhabitation is reversed. The sum of singularities, the community, is previous to the unit of the inhabitant; the one who poetically inhabits the world in its uniqueness is already there struggling inside the community. The consideration of flesh as a mediator, that also includes each other, and the consideration of the multitude as a sum of bodies suggest a question. We may only imply the existential formulation of singularity inside the multitude. Singularity suggests multitude itself. This is because, in an ontological mode, multitude formulates singularity from the external towards the internal. It is also because singularity, as a psychic content, is multiple and shares itself through its constant production and reproduction. We aim for this singularity –the subject of metropolitan inhabitation– at three different moments. In all three, singularity is co-defined by constructed elements of the material world. The structural unit –the brick, the cement block and the straw bale– is not irrelevant to the objective world; it is not simply a commodity fetish that is involved in the relationship between the subject and the world. The structural unit defines singularity during a limited amount of time. The dwelling of singularity is more an event in time than a spatial installation. 101
Απόδραση Στη δράση με τον τίτλο «Απόδραση» στήνεται μια γραμμή παραγωγής, όπου χέρι με χέρι και τούβλο με τούβλο στήνεται, από το πλήθος για τον κάτοικο, μια «πληθοδομή». Καθώς οικοδομείται, τον περιτυλίγει και αυτός, καθώς βυθίζεται στο εσωτερικό της, με μια νέα επέμβαση από τους συγκεντρωμένους ανακτά την ελευθερία του δραπετεύοντας. Αυτή η διαδικασία περιγράφει τη συγκρότηση της μοναδικότητας διαμέσου του πλήθους. Περιγράφει και το γεγονός της ελευθερίας ως απεγκλωβισμό από το ίδιο ως σταθερή ταυτότητα. Συνεργάτες: φοιτητές του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, Νίκος Πλατσάς βίντεο 2005
Escape During the ‘Escape’ performance a production-line is set-up: hand to hand, brick by brick the multitude constructs a ‘multidome’ (plethodome) for the inhabitant. The inhabitant gets trapped inside the construction and is released only after the intervention of the audience. The procedure refers to the definition of singularity through the multitude. Its escape highlights the release from its own self, as identity. Collaborators: group of students of the University of Thessaly, Nikos Platsas video 2005 102
Αν οριστεί το ανθρωπολογικό υπόβαθρο της σύγχρονης μητρόπολης με το δίπολο «μοναδικότηταπλήθος», αναζητείται η κατασκευή μιας οικοδομικής μεταφοράς αυτού του διπόλου. Σχηματικά, η μοναδικότητα −ως άτομο, ζεύγος, μικρή συλλογικότητα− παίρνει το χώρο, τον οποίο καταλάμβανε στην πόλη η μονάδα της οικογένειας. Η μοναδικότητα γίνεται η πρωταρχική δομική μονάδα της υλικής συγκρότησης του κτηρίου και της πόλης. Καταστατικά προτείνεται η χωρική διεύρυνση του ορίου ανάμεσα σε δύο μοναδικότητες, που είναι το όριο ανάμεσα σε δύο δομικούς λίθους της πόλης. Η διεύρυνση του ορίου ανάμεσα γίνεται με την παραγωγή κενού-ενδιάμεσου χώρου. Στο χωρικό κενό ανάμεσα στους δομικούς λίθους εισβάλλει το κοινό ή αλλιώς τα «κοινά κτήματα» (commons). Η σύνταξη του κτηρίου και η σύνταξη της πόλης του πλήθους διαπερνάται από το στοιχειώδη ρυθμό εναλλαγής των διπόλων: μοναδικότητα-δομική μονάδα, κοινό-κενός χώρος. To κατά σύμβαση «κενό» δεν είναι παρά πλήρες. Το κενό είναι γεμάτο με το κοινό. Κοινό είναι ο αέρας, το νερό, η ενέργεια, η φύτευση. Τα στοιχεία αυτά πληρούν το κενό και δίνουν στη δίδυμη έννοια του κενού-κοινού σάρκα. Το κενό-κοινό ως σάρκα της πόλης επεκτείνεται συνεχώς και, εναλλασσόμενο με το πλήρες της μονάδας, παράγει το γενετικό (generic) στοιχείο, που κατασκευάζει το κτήριο και την πόλη. Η κτηριακή οντότητα αρχίζει να παράγεται με την εναπόθεση δομικών μονάδων σε σειρά, κρατώντας συνεχώς αποστάσεις για το κενό σάρκωμα του κοινού. Ο σωρός δομικών μονάδων είναι το πρωταρχικό υλικό στην πρωτογενή συσσώρευση ύλης-προς-την-παραγωγή. Το γενετικό δίδυμο του κενού-κοινού και του πλήρους-μονάδας στην ανάπτυξή του παράγει διάτρητες παχιές επιφάνειες, ψηφιακά οικοδομικά πέπλα. Τα ψηφιακά οικοδομικά πέπλα, στην περιέλιξή τους, δημιουργούν υλικές συγκροτήσεις αστικής κλίμακας. Η περιέλιξη δεν είναι τυχαία. Αποσκοπεί στη δημιουργία ευρύτερων συγκροτήσεων όπου παράγεται και δεσπόζει το κοινό-κενό. Οι καθεδρικοί των μεσαιωνικών πόλεων γίνονται ζωτική μεταφορά της πρόθεσης για τη συγκρότηση του κενού-κοινού χώρου στο διάτρητο εσωτερικό τους χώρο. Μόνο που αυτή τη φορά δεν πρόκειται για τη συγκρότηση εσωτερικών, ιεραρχημένων χώρων του κενού, αλλά για εξωτερικούς αστικούς χώρους του κενού-κοινού μέσα στα διάτρητα κουφάρια των κτηρίων. Η πόλη ανακτάται ως εσωτερικότητα, η οποία εγκαθίσταται στον πυρήνα των ανοικτών κτηρίων. Οι φυλακές του Piranesi, οι αστικοί αυτοί ανοιχτοί εσωτερικοί χώροι, απηχούν την αίσθηση ενός εσωτερικού χωρίς ιεράρχηση, χωρίς αρχή και τέλος. Σκάλες και γέφυρες, μπαλκόνια, ημιυπαίθριοι, χωράφια και δώματα συγκροτούν τη χαώδη τάξη στο εσωτερικό των καθεδρικών του πλήθους. 120
ΠΛΗΘΟΔΟΜΕΣ MULTIDOMES
ΔΕΚΑΠΟΛΙΣ DECAPOLIS If we define the anthropological foundation of the contemporary metropolis through the dipole ‘singularity-multitude’ we seek for a built metaphor of this dipole. In this manner singularity −a person, couple, collectivity etc− occupies the space that the family unit would occupy in the city. Singularity becomes the primal unit of the construction of the building and the city space. The spatial expansion of the limit between two singularities −the limit between two structural units of the city space− is proposed. The expansion of the limit is achieved through the creation of vacant, intermediate space. Commons occupy this new, vacant space between the structural units of the city. The articulation of the building and the articulation of the city of the multitude are trespassed by the rhythm of the dipoles: singularity-structural unit, commons-vacant space. This empty space is always full of commons: the air, the water, the energy and the planting. These elements fulfill the empty space and incarnate the dipole vacant-common. The vacant-common dipole as formulation of city space constantly expands switching places with the full, solid structural unit that generates the building and the city. The building entity is produced after construction elements’ layering in a way that always a gap among the units is produced for the installation of the commons. The piling of construction units is the raw material for material compilation towards production. The generic dipole of common-vacant space and of singularity-structural unit produces perforated, porous surfaces; built veils are composed of material digits. The veils grow and formulate built, material urban articulations. The way they grow is not random. They aim for larger scale formulation where common-vacant space dominates. The Medieval cathedrals become the emblem for the articulation of common-vacant space. This time though, it is not about making internal spaces of some hierarchy. It is about outdoor, urban spaces of the commonvacant inside the perforated, porous cell of the buildings. The city revives through the internal spaces around the core of the open buildings. The prisons of Piranesi −internal, open, urban spaces− seem like endless spaces of no hierarchy. Staircases, bridges, balconies, yards, semi-open areas and rooftops suggest the chaotic order of the multitude cathedrals. 121
ΔΕΚΑΠΟΛΙΣ Ένα προσωρινό εργαστήριο παραγωγής καθεδρικών του πλήθους έχει παραγάγει μοντέλα καθεδρικών με οικουμενική απεύθυνση. Οι μητροπόλεις του κόσμου, καθώς αναδημιουργούνται μέσα από την ιστορία του πλήθους, αναζητούν τους καθεδρικούς τους. Ο κάθε καθεδρικός, για την κάθε πόλη του κόσμου, δεν είναι μνημείο το οποίο σηματοδοτεί μια αλλαγή εξουσίας, δεν σημαίνει το τέλος μιας κυριαρχίας και την παράδοσή της σε νέα χέρια. Η κυριαρχία του πλήθους στον υλικό σχηματισμό της πόλης και η κυριαρχία της Γενικής Διάνοιας (General Intellect) στους αιθέρες είναι ήδη παρούσες εδώ ή εκεί. Το κοινό, μέσα από σκληρούς ανταγωνισμούς, εμφανίζεται σαν να ήταν πάντα παρόν. Έτσι, το φανταστικό εργαστήριο παραγωγής καθεδρικών αποκαθιστά ένα πρόχειρο δίκτυο δέκα οικουμενικών μητροπόλεων με τους καθεδρικούς τους. Το πρόχειρο δίκτυο δέκα πόλεων με τους καθεδρικούς τους, ως νέα Χανσεατική Ένωση, διεκδικεί την εξάπλωσή του στο δίκτυο των οικουμενικών μητροπόλεων. Μια ιδέα αναδημιουργίας των slams καθ’ ύψος, εν είδει καθεδρικών του πλήθους, καθοδηγεί την μεταστατική επέκταση της αρχικής Δεκάπολης των πέντε ηπείρων σε όλο και περισσότερες πόλεις. Συνεργάτες: Βάσια Λύρη, Γιώργος Ρυμενίδης, Μιχάλης Σοφτάς, Ράνια Τότσικα 2011
DECAPOLIS An ephemeral workshop of multitude cathedrals produces models of universal interest. As the multitude recomposes the world’s metropolis, there comes the time to seek for their cathedral. Cathedrals are not monuments that project authority variations; they don’t refer to power inheritance. The dominance of the multitude in the process of city’s reproduction is already visible. The General Intellect is dominating the air. The commons seem to have been constantly present through severe competition. This way, the ephemeral workshop restores a draft network of ten universal metropolis and their cathedrals. This network, as a new kind of Hanseatic League, claims for its expansion over the network of universal metropolis. A new version of vertical slams, alike multitude cathedrals, leads the multiple metastases of the Decapolis over more and more cities worldwide. Collaborators: Vassia Liri, Yorgos Rimenidis, Michalis Softas, Rania Totsika 2011 122
V- A R K
124
M
BRASILIA
10
20
40
‘One needs to have a worthy place to live, and the state should
provide it to everybody. But I insist that the answer to this change is not architecture. It is revolution.’ Oscar Niemeyer
Η μητροπολιτική εμπειρία της Αθήνας, κατά την τελευταία πενταετία, μετατρέπει την πόλη σε ένα ζωντανό εργαστήριο συγκρότησης μιας ιδέας για το αναδυόμενο μητροπολιτικό πλήθος. Η έρευνα για το «κοινό» στερεώνεται επάνω στα δεδομένα των επιμέρους ζητημάτων που θέτουν τόσο το αρχιτεκτονικό φαντασιακό όσο και διάφορες μητροπολιτικές συλλογικότητες εν δράσει. Η ανάκτηση των μητροπολιτικών εδαφών θα μπορούσε να τεθεί ως επιτομή των λογής λογής πρακτικών και φαντασιώσεων. Η ανάκτηση του μητροπολιτικού εδάφους, στην Αθήνα, εξαρχής αναδεικνύει την ειδική διάσταση του εδάφους της, μέσα από την ιστορικότητα και την αρχαιολογία της αθηναϊκής τοπογραφίας. Με ειδικό τρόπο, εδώ, συνυφαίνεται η ιστορικότητα με το πολιτικό, το πραγματολογικό δεδομένο του εδάφους με το πολιτικό φαντασιακό. Το «κοινό έδαφος», όσον αφορά την πόλη και την ευρύτερη αττική γεωγραφία, θα μπορούσε να είναι ο καταστατικός όρος μιας πολιτικής εννόησης της πόλης. Επάνω στον όρο αυτού του «κοινού εδάφους» διερευνώνται στρατηγικές για μια εδαφική αρχιτεκτονική της πόλης. Αυτές οι στρατηγικές εξαρχής μπορούν να δοκιμάζουν νέα μοντέλα εδαφικής επανοικείωσης. Το κυρίαρχο μοντέλο της πολυκατοικίας, ως αποκλειστική κανονιστική αρχή μορφοποίησης του αστικού εδάφους, τίθεται σε κρίση καθώς το ανθρωπολογικό μοντέλο της οικογενειακής δομής, το οποίο υπηρετεί η πολυκατοικία, τίθεται σε ριζική κρίση με την επέλευση του αναδυόμενου μητροπολιτικού πλήθους, σε αντικατάσταση του συμπαγούς −εθνικά− λαϊκού πολιτισμού της μεταπολεμικής Αθήνας. Για την οικοδομική μονάδα της πολυκατοικίας αναζητούνται εναλλακτικές συνεκδοχές, οι οποίες θα προϋπέθεταν διαφορετική διαχείριση του εδάφους της πόλης, της κατάτμησης και της οικοδόμησής του, από αυτήν του μοντέλου της αντιπαροχής, διαφορετική αντίληψη της μονάδας (του διαμερίσματος) και της συνάρθρωσής της. Πέντε διαφορετικά πρότζεκτς, με κοινό πεδίο και αναφορά στο ίδιο μητροπολιτικό έδαφος, επιχειρούν να φωτίσουν τις πιο πάνω υποθέσεις και παραδοχές. Το πρώτο, με τίτλο «Χαρτογράφηση» δυνητικοποιεί το έδαφος της Αττικής μέσα από μια σωματική δράση. Το σώμα προβάλλει την επιθυμία για το κοινό έδαφος επάνω στο αναπαραστατικό πεδίο του χάρτη. Το δεύτερο με τίτλο «Οικοδόμηση του Υμηττού» ειρωνικά αναφέρεται στη δυνατότητα μετατροπής του ορεινού όγκου της πόλης σε μητροπολιτικό πάρκο και καλλιεργήσιμο εδαφικό πεδίο. Το τρίτο, η «Τράπεζα Δόμων», είναι αρχιτεκτονική πρόταση για συγκρότημα κατοικιών στο κέντρο της Αθήνας, στην οποία η διευθέτηση των μονάδων κατοίκησης συντελεί στη συγκρότηση του κενού-κοινού χώρου τόσο στο επίπεδο του εδάφους όσο και στην ανωδομή της πόλης. Το τέταρτο πρότζεκτ, η «Μπανιέρα του Διονύσου», είναι μια σύνθετη αστική δράση, ένα αρχιτεκτονικό και ποιητικό γεγονός επί του αρχαίου εδάφους, που δυνητικοποιεί το αστικό ασυνείδητο μέσα από την εκφορά λόγου και τη συλλογική μέθη. Το πέμπτο πρότζεκτ, «ο Σωρός της Αθήνας», είναι μια πρόταση για την αρχιτεκτονική της πόλης, όπου δοκιμάζεται ένα νέο μοντέλο αστικής οικοδόμησης με αναφορά στον οικοδομικό άξονα που συνδέει την Ακαδημία Πλάτωνος με το λόφο του Ιππίου Κολωνού. Κοινό στοιχείο στην ετερότροπη αυτή έρευνα των πέντε πρότζεκτς για την Αθήνα είναι η κατεύθυνση δυνητικοποίησης του αστικού εδάφους με αναφορά στο «κοινό» και την ανάδυση του νέου μητροπολιτικού πλήθους. 164
ΠΛΗΘΟΔΟΜΕΣ MULTIDOMES
ΑΘΗΝΑ ATHENS The metropolitan experience of Athens, during the past five years, transforms the city into a live lab that shapes the concept of the emerging metropolitan multitude. The research regarding the ‘common’ lays on several arguments that activate the architectural fantasy and the metropolitan collectivities. The peak of these practices and fantasies would be the reclamation of the metropolitan territories. The reclamation of the Athenian metropolitan territory highlights the Athenian landscape due to its historic archaeology. Here, in a special manner, historicity mixes with politics and the fact of the soil mixes with the political imaginary. The ‘common territory’ of Athens, as far as the city and its surroundings are concerned, could become crucial for the political comprehension of the city. In the context of this ‘common territory’, the strategies of the territorial architecture of the city are investigated. The dominant model of the residential building, polykatoikia, as an inclusive tool of city shaping is under critique. This is because the anthropological model of the family structure, which polykatoikia serves, alters by the emerging metropolitan multitude. The solid, post war, middle class culture alters. We seek for new alternatives for the building unit of polykatoikia. New ones that demand different kind of city space administration, of the way space is divided to building blocks, of the way it is built, of the way owners cooperate with constructors (antiparohi model). We seek for new perspectives and articulations of the apartment unit. Five different projects refer to the metropolitan field of the city highlighting the above suggestions: The ‘Mapping’, virtualizes the attic ground by a somatic action. The body projects its desire for the common ground on the representative field of the map. The ‘Construction of Mount Hymettus’ ironically transforms the solid volume of the mountain into a metropolitan field of cultivation. The ‘Domus Bank’ is a design project of a residential complex where the inhabitation units contribute to the composition of vacant-common space both on the ground and the skyline. The ‘Dionysos' Tub’ is an urban performance of architectural and poetic discourse that takes place on the archaeological site and activates the urban subconscious through the discourse and group inebriation. The ‘Athens Pile’ is a proposal for the architecture of the city that tests a new model of urban structure. It refers to the urban axe that connects Plato Academy and Hippios Kolonos. What connects these different projects for the city of Athens is the potentiality of the urban territory as far as the ‘common’ and the emerging metropolitan multitude are concerned. 165
Ο Σωρός της Αθήνας Το μοτίβο της σύγχρονης αθηναϊκής πόλης στην πλέον ομοιογενή μορφή του στηρίζεται στο οικοδομικό τετράγωνο και στο κτήριο κατοικίας επί ιδιόκτητου οικοπέδου, την πολυκατοικία. Η τυπολογία της πολυκατοικίας αποτέλεσε την απάντηση στην ανάγκη για στέγαση της ελληνικής οικογένειας. Η αστική μονάδα της οικογένειας συγκροτήθηκε μαζί με την έννοια του «λαού» και αποτέλεσε την ιδεολογική βάση του σύγχρονου ελληνικού κράτους και βασική παραγωγική και κοινωνική μονάδα. Τα τελευταία είκοσι χρόνια η κοινωνική μονάδα της ελληνικής οικογένειας κλονίζεται μέσα στο νέο πολυ-πολιτισμικό περιβάλλον και τις συντελούμενες δημογραφικές ανακατατάξεις. Έτσι περιγράφεται η κρίση στην αστική τυπολογία της πολυκατοικίας, η οποία σχηματίστηκε για να στεγάσει την οικογένεια ως θεσμό προσδιορισμένο από την εθνική του ταυτότητα. Το πολυ-πολιτισμικό «πλήθος» της σύγχρονης πόλης γιγαντώνει την ανάγκη για στέγαση θέτοντας νέους και απροσδόκητους όρους για την κατανόηση και τη χρήση του μητροπολιτικού αποθέματος. Από άποψη σημαντικότητας, δύο παράγοντες φαίνεται να χρειάζονται απάντηση στην κλίμακα της πόλης. Ο πρώτος στοχεύει στο γεγονός ότι το έδαφος της αθηναϊκής πόλης καλύπτεται από κτήρια σε τόσο μεγάλη πυκνότητα, που η αναλογία του ανοιχτού χώρου είναι 2,55 τ.μ. ανά κάτοικο και αποτελεί το χαμηλότερο ποσοστό στην Ευρώπη. Ο δεύτερος είναι η κρίση της κυρίαρχης τυπολογίας, της πολυκατοικίας. Είκοσι πέντε τοις εκατό των διαμερισμάτων παραμένουν κλειστά ή ξενοίκιαστα την ίδια στιγμή που αναρίθμητοι ξένοι πολίτες, μετανάστες και πρόσφυγες, στερούνται σπίτι και εργασία. Ταυτόχρονα, τα κτήρια πολυκατοικίας γερνάνε και κατά μέσο όρο μετράνε 60 χρόνια λειτουργίας, όταν η ποιότητα κατασκευής τους υπολογίζει χρόνο ζωής 90-100 χρόνια. Η πρόταση με τον τίτλο «Ο Σωρός της Αθήνας» δίνει ένα παράδειγμα ριζικής μεθόδου επανεξέτασης του ζητήματος της στέγασης στην Αθήνα, αποφεύγοντας όμως τη συνολική διατάραξη του αστικού ιστού. Ανάμεσα στο μικρό λόφο του Ιππίου Κολωνού και την ιστορική Ακαδημία Πλάτωνος, μετατρέπεται ολοσχερώς η μορφή κτηριακής μάζας κάλυψης δώδεκα οικοδομικών τετραγώνων, διατηρώντας όμως την ίδια δυνατότητα δόμησης σε αναλογία εδάφους που ισχύει και σήμερα. Τρεις είναι οι παράμετροι που αλλάζουν: ΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΕΔΑΦΟΥΣ Η αναλογία ανοιχτού χώρου (ελεύθερου εδάφους) σε σχέση με τον χτισμένο χώρο. Διπλασιάζοντας το ύψος των κτηρίων και γεφυρώνοντας τους υφιστάμενους δρόμους, απομένει ελεύθερος χώρος για αστική καλλιέργεια και αρχαιολογικές ανασκαφές. Η συγκεκριμένη πρόταση, ως μοντέλο, αυξάνει την αναλογία ελεύθερου εδάφους ανά κάτοικο από 2,55 τ.μ. σε 7 τ.μ. ΔΙΑΤΗΡΗΣΗ ΑΣΤΙΚΗΣ ΠΥΚΝΟΤΗΤΑΣ Οι νέοι εσωτερικοί χώροι παύουν να είναι διαμερίσματα καθώς προβλέπονται ως ενιαίοι ανοιχτοί ιδιωτικοί χώροι, προορισμένοι περισσότερο για τις πολυ-πολιτισμικές μοναδικότητες παρά για τη σταθερή ελληνική οικογένεια. Η πυκνότητα των κατοίκων ανά οικοδομικό τετράγωνο δεν αλλάζει σχετικά με την παρούσα κατάσταση και αντιστοιχούν 7 τ.μ. οικοδομημένου εδάφους ανά κάτοικο. ΠΟΡΩΔΕΣ Οι νέες αστικές δομές που προτείνονται στη θέση των πολυκατοικιών ονομάζονται «Πληθοδομές» (δομές για το πλήθος). Είναι κατασκευές που παρέχουν κοινά πεδία χώρου τόσο στο έδαφος όσο και στο υπερυψωμένο έδαφος που δημιουργείται στην πορώδη δομή του κτηρίου, με την εναλλαγή ανοιχτών και κλειστών χώρων. Τα επίπεδα του «κοινού» σε όλη την έκταση της δομής χρησιμοποιούνται −επίσης− για τη συλλογή ηλιακής ενέργειας και την καλλιέργεια. ΣΩΡΟΣ Στην πρόταση για τις «Πληθοδομές» της Αθήνας εμφανίζεται η μάζα της μεγα-δομής να συγκροτείται περισσότερο από μια συσσώρευση παρά από μια κατασκευαστική άρθρωση οικοδομικής ύλης. Το πρότζεκτ είναι μια καθολική μεταφορά. Οι μοναδικότητες είναι οι τσιμεντένιοι πλίνθοι. Οι μοναδικότητες συσσωρευμένες μαζί, στο «Σωρό της Αθήνας», συντελούν στη χωρική συγκρότηση του πλήθους. Οι πλίνθοι ενωμένοι, κατασκευασμένοι σαν ερειπωμένες δομές, στεγάζουν το κοινό. Αδόμητες, βαριές, κινητές, εύθραυστες, ασταθείς αλλά και συλλογικές οι πληθοδομές διευρύνουν τα πεδία του κοινού και παρέχουν μια μορφή οικοδομικής επινόησης για τη νέα μητροπολιτική ζωή της Αθήνας. Συνεργάτες: Βάσια Λύρη, Μιχάλης Σοφτάς 2011 184
Athens Pile The pattern of the contemporary Athenian city in its highly homogenous form is based on the building block and the apartment building, known as polykatoikia (meaning ‘multi-house’). The type of polykatoikia was formed in the thirties and expanded in the fifties as an answer to the question of how to house the multiplying unit of the Greek family. The unit of the family becomes to be the ideological base of modern Greek state. It is also the productive unit of economy. The total anthropological condition of modernity changed in Athens in the last twenty years to the new condition of post-modernity where the notion of ‘people’, with a homogenous national identity, gives place to the multicultural notion of the ‘multitude’. The social unit of the Greek family is transformed to the multicultural monad of the ‘singularity’. The singularity can no more inhabit the apartment units of polykatoikia. The multicultural multitude of the contemporary city is raising the question of housing in new, unexpected terms. In terms of the city materiality two factors emerge that need answers in the scale of the city. The first points on the fact that the city ground in Athens is covered by buildings in such a high density that the ratio of open space is 2,55 sq.m. per 1 inhabitant, the lowest ratio in Europe. The second is the crisis of the dominant type of the polykatoikia. Twenty five per cent of apartments remain closed or free at the same time when unnumbered foreign citizens, refugees and immigrants, lack house and labor. Simultaneously, the polykatoikia buildings get old, in an average age of nearly 60 years, when the quality of their construction doesn’t bear to exist more than 90 to 100 years. There comes the time when the type of polykatoikia has to be radically reconsidered. The same happens in reference to the urban densities. Our proposal gives a paradigm for a radical way to reconsider the housing problem in Athens, without disturbing the urban tissue as it is. We propose a total change of building form in a set of twelve urban blocks that intervene between two archaeological sites in the center of Athens. Between the tiny Colonos Hill, where the mythic Oedipus emerged as Sophocles puts it, and the historic Plato’s Academy we transform the building form of the twelve blocks by keeping the amount of population constant. Three parameters change: FREE GROUND The analogy of open space (free ground) to the built space. By doubling the height of the buildings and by bridging the existing roads, free space is left for urban gardening and archaeological excavation. The specific proposal, as model, raises the analogy of free space per inhabitants from 2,55 sq.m. per 1 inhabitant to 7sq.m. per 1 inhabitant. SUSTENANCE OF POPULATION DENSITY New interior spaces are provided that are not apartments any more. Continuous open private spaces (lofts) are provided for multicultural singularities rather than for stable Greek families. The density of people per urban block doesn’t change from the existing situation. 350 inhabitants keep living in a block, meaning that one inhabitant consumes 7 sq.m. of ground for his leaving. POROCITY The new urban structures, called ‘Multidomes’, which means dwellings for the multitude (in ancient Greek: dome, domos means dwelling) are structures that provide common spaces as independent levels of open space on the building. These levels are used as spaces for solar energy structures and gardening. THE PILE The structure of ‘Multidomes’ in Athens emerge more as an assimilation of building matter than as an articulation of construction modules. The project is a metaphor overall. The singularities are the cement bricks. The singularities together constitute the multitude. The bricks together in unstructured -like- ruined domes, house the multitude. Unstructured, heavy, mobile, fragile, unstable, yet collective, expanding the fields of the common, the multidomes recall for an innovative approach to the new metropolitan living. Collaborators: Vassia Liri, Michalis Softas 2011 185
ΠΛΗΘΟΔΟΜΕΣ MULTIDOMES
ΚΕΙΜΕΝΑ TEXTS Ζήσης Κοτιώνης
Zissis Kotionis
203
ΠΛΗΘΟΔΟΜΕΣ: ΟΙ ΧΩΡΟΙ ΤΟΥ ΠΛΗΘΟΥΣ MULTIDOMES: THE MULTITUDE’S SPACES * Ανακοίνωση στην ημερίδα με θέμα: «Κατοικία: Σχεδιάζω, Κατασκευάζω, Σκέπτομαι», Τμήμα Αρχιτεκτόνων ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη, Μάρτιος 2011 * Lecture in the congress ‘Habitat: Drawing, Building, Thinking’, Dep. of Architecture, AUTH, Thessaloniki, March 2011
204
Την πρώτη δεκαετία του εικοστού πρώτου αιώνα στα ελληνικά μητροπολιτικά κέντρα της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης παρατηρείται η εξής αντίστροφη διαδικασία: Από τη μια, το οικοδομικό κέλυφος των πόλεων παραμένει σχετικά αμετάλλακτο και, από την άλλη, ο αστικός πληθυσμός μεταλλάσσεται, περνώντας από την κατάσταση του ενδημικού λαού στην κατάσταση του μετακινούμενου πλήθους. Η πόλη του ενδημικού λαού, στην ελληνική περίπτωση, υλοποιήθηκε μεταπολεμικά μέσα από τον οικοδομικό τύπο της πολυκατοικίας. Ο ίδιος οικοδομικός τύπος αναλαμβάνει τώρα τη στέγαση του νέου μητροπολιτικού πλήθους. Μπορεί μια διερώτηση για τις χωρικές ιδιότητες του πλήθους να τροφοδοτήσει ένα επιχειρησιακό πρόγραμμα μεταλλαγής της πολυκατοικίας του λαού σε οικοδομή του πλήθους; Ονομάζουμε εκ των προτέρων την οικοδομή του πλήθους «πληθοδομή» και αναζητάμε χωρικές ιδιότητες του πλήθους-που-θέλει-να-κατοικεί. Οι χωρικές αυτές ιδιότητες προετοιμάζουν την έλευση μιας εννόησης της συλλογικής κατοίκησης με την εισαγωγή ενός μοντέλου, αυτού της «πληθοδομής». Η εννοιοδότηση της «συλλογικής κατοίκησης» γίνεται υπό το καθεστώς της εκ νέου έλευσης του πλήθους στο δημόσιο χώρο και στο προσκήνιο της ιστορίας (εικ. 1).
Α. ΧΩΡΙΚΕΣ ΙΔΙΟΤΗΤΕΣ ΤΟΥ ΠΛΗΘΟΥΣ ΤΟ ΑΘΕΜΕΛΙΩΤΟ
εικ. 1: Πλατεία Ταχρίρ, Κάιρο, 2011 fig. 1: Tahrir Square, Cairo, 2011
205
Το πλήθος διαρκώς μετακινείται. Από χώρα σε χώρα, από ήπειρο σε ήπειρο, από δουλειά σε δουλειά, από χώρο σε χώρο. Μπορεί να προέρχεται από κάπου, αλλά η προέλευση των ατομικών του στοιχείων δεν προσδιορίζει αποφασιστικά το σύνολο του πλήθους. Η ιδέα του καταγωγικού λαού, της εθνικής προέλευσης, της ταύτισης του λαού με το κράτος ορίζουν κυριαρχικά κάποιου είδους θεμέλιο, κάποια πρόσδεση με το έδαφος σε μόνιμη σχέση. Η δυναμική του πλήθους είναι αντίθετη με την εδαφική προσκόλληση και το καταγωγικό θεμέλιο. Η φυτική μεταφορά και η μεταφορά του ριζώματος εδώ δεν ισχύουν. Το πλήθος διαμένει σε μια επικράτεια και, ενώ η επικράτεια αυτή εμφανίζει μόνιμα χαρακτηριστικά (π.χ. κέντρο, μνημεία, οδικές χαράξεις και υποδομές), αυτό το ίδιο το πλήθος εσωτερικά μεταλλάσσεται αφανέρωτα. Η μεταλλαγή του πλήθους έχει τα βιολογικά χαρακτηριστικά της παραγωγής και της αναπαραγωγής της ζωής, είναι το μείζον γεγονός της βιοπολιτικής. Παρόλα αυτά, η γέννηση, η εργασία, ο θάνατος αποτελούν αφανείς συντελεστές μιας διαρκούς αλλαγής στη σύνθεση του πλήθους. Η μεταλλασσόμενη αυτή σύνθεση, η οποία υπήρξε και πριν υπάρξει το σημερινό πλήθος, διαπερνιέται από τη νέα συνθήκη του ανοικτού συστήματος. Διαρκώς νέα πλήθη, εξωτερικά προερχόμενα, ανασυνθέτουν τη σύστασή του. Το ενδημικό πλήθος ποτέ δεν είναι το ίδιο μέσα στο χρόνο. Οι αναγκαστικές αποχωρήσεις, οι εμπρόθετες προσχωρήσεις, οι προσωρινές παραμονές συνιστούν το ενδημικό πλήθος. Η επίκληση της μονιμότητας μπορεί να παραμένει
In the course of the first decade of the twenty-first century, in the greek metropolitan centers of Athens and Salonika, the following process of reversal can be observed: On the one hand, the architectural shell of the cities remains relatively invariant and, on the other, their urban population transforms, passing from a state of endemic residency to that of a shifting multitude. In the case of post-war Greece, the city of endemic residents, was actualized through the architectural form of the apartment block. That same architectural feature is now used to shelter the new metropolitan multitude. Is it possible for an investigation regarding the spatial attributes of the multitude, to feed into an enterprise of transforming the residential apartment block into the building of the multitude? We designate in advance the building of the multitude as a ‘multidome’ and we research the attributes of the multitude’s will-to-reside. These spatial attributes pave the way for a conceptualization of a collective residence via the introduction of the model of the ‘multidome’. The notion of ‘collective residence’ draws its meaning from the phenomenon of the multitude’s coming anew to occupy public space and the proscenium of history (fig. 1).
A. SPATIAL ATTRIBUTES OF THE MULTITUDE THE UNFOUNDED
fig. 1: Tahrir Square, Cairo, 2011 εικ. 1: Πλατεία Ταχρίρ, Κάιρο, 2011
206
The multitude continually shifts and moves. From country to country, from continent to continent, from job to job, from space to space. Although it may hail from somewhere else, the origin of its individual constituents does not decisively determine the multitude as a whole. The idea of originary peoples, of national origin, of the identification of the people with the state, define in exclusive terms some form of foundation, some form of permanent attachment to the ground. The dynamics of the multitude run counter to this attachment and this originary foundation. The vegetative metaphor and the metaphor of taking root are, in this case, misleading. The multitude resides within a region and while this region possesses permanent features (e.g. a centre, monuments, arterial routes and infrastructures), the multitude itself undergoes a transformation which is internal and non-manifest. The multitude’s transformation has the biological features of the production and reproduction of life and it is the central event of biopolitics. Despite all that, birth, work, death are the inconspicuous indexes of a constant change in the composition of the multitude. This ever-changing composition, whose existence predates the multitude of the present time, is now permeated by a novel condition, that of the open system. Its composition is continually reconfigured by new multitudes of an external origin. The endemic multitude is never the same in time. Forced departures, arrivals with intent to stay, transits, these comprise the endemic multitude. The evocation of permanence may still remain a desideratum, a collective wish adopted by
μια ευχή, ένας εξατομικευμένος συλλογικός πόθος, αλλά την ίδια στιγμή κατισχύουν οι δυνάμεις της εντροπίας. Ο παλιός όρκος της αιώνιας πίστης, ο οποίος εκφέρεται με τις λέξεις «για πάντα», ξεπηδά στιγμιαία ως προέκταση του μαζικού λιβιδικού ενστίκτου. Μπορούμε να γνωρίζουμε τώρα ό,τι ισχύει ως συμβατικός όρος συνύπαρξης προσωρινά ή έστω μόνιμα, σε μια μονιμότητα η οποία συναθροίζει πολλές προσωρινότητες. Ανά πάσα στιγμή τα συμβόλαια γάμου, κατοχής γης, ιδιοκτησίας ακινήτων είναι υπό αναίρεση. Με τη μορφή της σφοδρής επιθυμίας διαφυγής ή με τη μορφή ενός βιοτικού εξαναγκασμού, καθεστωτικής αστάθειας ή επιρροής ακραίων καιρικών φαινομένων, η σύνθεση του πλήθους ανά τόπο αλλάζει. Το αθεμελίωτο δεν είναι μια ειδική συνθήκη της κατοίκησης. Αθεμελίωτος δεν είναι μόνο αυτός που για να επιβιώσει μετακινείται. Μαζί με αυτόν αθεμελίωτος είναι και εκείνος που διεκδικεί τη μονιμότητα στην εγκατάσταση, γιατί ξαφνικά καταλαβαίνει ότι, αν και σταθερός, κατοικεί εκτός ενός πεδίου αντιληπτής μονιμότητας. Επομένως, αν το αθεμελίωτο εκληφθεί ως συστατική συνθήκη της επιβίωσης, τότε ο προσδοκών τη θεμελίωση, ο κατά φαντασίαν μόνιμος κάτοικος, ο θεμελιωμένος, υφίσταται τη δραματική επίπτωση της αθεμελίωτης συνθήκης του πλήθους, παραμένοντας ωστόσο μέσα σε αυτό, όπως ο κάτοικος που στροβιλίζεται μέσα στις δίνες του καιρού.
ΤΟ ΑΜΕΤΑΛΛΑΚΤΟ
εικ. 2: Μονόχωρες μονάδες-κοντέινερ σε σχηματισμό πληθοδομής
207
Η συνθήκη της διαρκούς μεταβολής και της προσωρινότητας, η πολύβουη αλλαγή της σύστασης του πλήθους δεν σημαίνει σε καμιά περίπτωση τη μεταβλητότητα του υλικού χώρου, όπου μορφοποιείται η κινητική διεργασία. Όσο πιο αθεμελίωτη είναι η ζωή, τόσο πιο ανυπεράσπιστη είναι μπροστά στη δύστροπη σταθερότητα του υλικού κόσμου. Οι σωροί των πόλεων, οι δρόμοι, οι τοίχοι, τα κτήρια παραμένουν αδίστακτα ανυποχώρητα μπροστά στη μεταλλασσόμενη επιθυμία του πλήθους. Αυτό ελίσσεται και προσαρμόζεται, κουρνιάζει σε απάνεμες γωνιές και διασχίζει τους δρόμους σαν το ζώο μέσα στο φυσικό του σχηματισμό, στη στέπα, στην τούνδρα ή στο δάσος. Τα κτήρια είναι σπηλιές και οι δρόμοι κοιλάδες. Καθίσταται σχεδόν αδιανόητη η αναμέτρηση με την ύλη και τα σχήματα, κανείς δεν διανοείται να πάρει τη θέση ενός επίδοξου θεού, ο οποίος με σοφία και γνώση θα πειράξει τον κόσμο ξανά. Αρχιτέκτονες, επενδυτές και εργολάβοι υπάρχουν, αλλά ζουν σε άλλη σφαίρα. Η δημόσια επικράτεια έχει κοπεί στα δύο. Αν και ο κόσμος του πλήθους τείνει διαρκώς να είναι ένας, αποσχίζεται ταυτόχρονα από τους κόσμους των ισχυρών αποφάσεων και της αποκρυστάλλωσής τους σε θεσμούς. Αλλά και η ισχυρή βούληση, συγκεντρωμένη ως συσσώρευση κεφαλαίου στα χέρια ολίγων απρόσωπων διαχειριστών, γίνεται όλο και επιφυλακτικότερη αναφορικά με τις επενδύσεις των πόλεων. Η ενδιατριβή με τα αναλώσιμα υλικά προϊόντα και το άυλο χρήμα είναι επικερδέστερη. Έτσι, αμετάλλακτα αστικά περιβάλλοντα, πόλεις που δεν μπορούν να γίνουν καλύτερες, παρά μόνο περισσότερο δυστοπικές, υποδέχονται την τύχη του πλήθους ως μια ριζική εξωτερικότητα. Η πόλη
individuals, yet, the forces of entropy win the day. The age-old oath of eternal allegiance expressed in the word ‘forever’, springs momentarily as an extension of the collective libidinal thrust. We are now in a position to recognize that it ‘forever’ is valid as the conventional designation of a temporary coexistence, or else, a coexistence whose permanence is comprised of a series of expirations. The contracts of marriage, possession, ownership of property, may be annulled on short notice. Under the duress of an intense desire to escape or under the pressure of harsh living conditions, political instability or the effects of extreme natural phenomena, the composition of the multitude per region changes. The unfounded is not a specific predicate of residency. It does not only refer to someone who is migratory out of the need to survive. It also refers to someone who claims permanence in their choice of settlement because of realizing that, although stable, they reside outside a field of perceived permanence. Therefore, if the unfounded is conceived as a constituent condition of survival, then, the one who anticipates foundation, the one who imagines oneself as a permanent resident, the founded one, undergoes the dramatic impact of the multitude’s condition of unfounded-ness, even while still remaining within the multitude, as is the case with the resident who is thrown about on the whirlpools of the times.
THE INVARIANT
fig. 2: Containers
208
The condition of constant shifting and temporality, the humming change in the multitude’s composition, does not in the least imply the changeability of the material space which informs the processes of moving. The more unfounded life is, the more vulnerable it is in the face of the material world’s recalcitrant stability. The build-up city skylines, the streets, the walls, the edifices, remain implacably unyielding before the multitude’s shifting desire. The multitude maneuvers and adapts, it nestles in protected corners and crosses the streets as if it were an animal in its natural habitat, in the tundra or the forest. The buildings are caves and the streets are valleys. The relationship to the shapes of materiality becomes incontestable as no one conceives of assuming the place of a god who would tinker with the world anew. Architects, investors and construction engineers do exist, though in a separate sphere. The public domain has been split in two. Even though the world of the multitude tends to be singular, it is simultaneously torn away from the hubs of decision-making and the crystallization of those decisions into institutions. In addition, the powerful will, concentrated as accumulation of capital in the hands of a few, impersonal managers, becomes increasingly reluctant to invest in the cities. There is greater profit in dealing with expendable material products and immaterial capital. Thus, invariant urban environments, cities which cannot become better, only more dystopic, are the scene where the multitude’s fate is played out, with the aspect of a radical exteriority. The city remains alien to the multitude and the multitude alienated from the city. The multitude inhabits the city
παραμένει ξένη για το πλήθος και το πλήθος αποξενωμένο από την πόλη. Το πλήθος κατοικεί την πόλη ανεπισήμως ή παρανόμως κι έτσι, ταυτόχρονα με την κατοίκησή της, είναι έξω από αυτήν. Το πλήθος δεν θέλει, δεν μπορεί και δεν γνωρίζει πώς να διαχειριστεί τη μονιμότητά της. Αντιστρόφως, ο υλικός σχηματισμός της πόλης και η διακυβέρνησή του αντιλαμβάνονται το συμβάν της πόλης ως μια εξωτερική συνθήκη ως προς το δικό τους προγραμματισμό. Άλλωστε η πόλη καθίσταται μη διαχειρίσιμη ακριβώς λόγω της ενεργού παρουσίας του πλήθους. Εντέλει, η αμετάλλακτη πόλη της στατικής ιδιοκατοχής είναι η πόλη του αθεμελίωτου πλήθους.
ΤΟ ΑΝΑΡΘΡΩΤΟ
εικ. 3: Σκάφος με μετανάστες στην ανατολική Μεσόγειο, 2008 fig. 3: Boat with immigrants in east Mediterranean, 2008 209
Το πλήθος είναι ανάρθρωτο. Η πολιτική διακυβέρνηση στα ίχνη του Διαφωτισμού, με αντιπροσωπευτική δημοκρατία, καθίσταται εξωτερικό επισυμβαίνον ως προς τις μητροπολιτικές διεργασίες. Η μεταφυσική θέσμιση του λαού καταρρέοντας έχει περιλάβει και τα σχήματα πολιτικής του άρθρωσης. Ποιος αντιπροσωπεύει ποιον είναι ένα ερώτημα, την απάντηση του οποίου κανείς δεν μπορεί να δώσει όσο κι αν ψάξει στις σύγχρονες δομές εξουσίας και ελέγχου. Έτσι, το ανιεράρχητο πλήθος κολυμπάει στη ρευστότητα της επιβίωσης με συνεχή αλλαγή εργασίας. Ακόμη περισσότερο η μεταφορντική κατάργηση του διαχωρισμού ανάμεσα σε χρόνο εργασίας και ελεύθερο χρόνο από καιρό έχει ξεχαστεί μέσα στη ντελιριακή διάχυση της γενικής διάνοιας σε όλες τις μορφές της μητροπολιτικής ζωής. Η βιοπολιτική συνθήκη επιβάλλει την άρση των αρθρώσεων της πολιτικής ζωής, χωρίς να καταργεί κιόλας τις κοινωνικές ιεραρχίες. Έτσι οι ιεραρχίες οξύνονται επωφελούμενες του ανάρθρωτου χώρου ζωής και εργασίας, αναπαραγωγής και παραγωγής. Από την άλλη, το πλήθος ανάρθρωτο επιχειρεί να τιθασεύσει τους δυσμενείς όρους της ιεραρχίας, επιχειρώντας να αναγάγει με τις πολλαπλές πρακτικές του τη ρευστότητα και την τύχη σε πραγματική ευκαιρία. Το μποτιλιάρισμα των αυτοκινήτων, οι μεγάλες ουρές θεατών έξω από τα μουσεία και ταυτοχρόνως οι ουρές στα μαζικά συσσίτια άπορων αναξιοπαθούντων, αλλά και η συσσώρευση των αστικών απορριμμάτων πάνω και κάτω από τη γη καθιστούν το μητροπολιτικό έδαφος ένα πεδίο ανάρθρωτης συσσώρευσης γλωσσικών δομών, αστικής ύλης και πρακτικών, πάθους και συλλογικού αισθήματος. Η ανάρθρωτη πόλη έχει μετατρέψει το σώμα σε σάρκα. Η σάρκα, όπως ωραία το περιγράφει ο Merleau-Ponty, δεν είναι το εξατομικευμένο σώμα αλλά είναι η κοινή ύλη, ένας σαρκικός αιθέρας ανάμεσα στα εξατομικευμένα σώματα. Καθώς το σώμα γίνεται σάρκα, το εξατομικευμένο κτήριοαντικείμενο χάνει το ορατό νόημά του. Η αισθητικοποίηση της αρχιτεκτονικής θα δυσκολευτεί να βρει τον προορισμό της μέσα στα ερείπια του ορατού νοήματος. Λίγοι αναγνωρίζουν ένα ορατό νόημα στο κέλυφος της πόλης, αλλά είναι εντελώς ανίκανοι να το μεταδώσουν ως όραμα, ως κάποιου είδους υποσχόμενη ευτοπία. Ωστόσο, η ανάρθρωτη σάρκα εμπεριέχει ακόμη μιαν ανέκφραστη και ανείπωτη βλέψη κυριαρχίας επάνω στη ρευστή ύλη της πόλης, σαν να πρόκειται να γίνει από την αρχή μια ανεξέλεγκτη πράξη
informally or illegally and so, is at the same time, outside the city. The multitude does not wish, is not able to and does not know how to manage the city’s permanence. Conversely, in the city’s management and material shaping, the actuality of the city is conceived as a condition external to city planning. Besides, the city turns unmanageable precisely on account of the multitude’s active presence. In the end, the invariant city of static private ownership is the city of the unfounded multitude.
THE INARTICULABLE
fig. 4: Dump in Nigeria, 2008 εικ. 4: Χώρος απορριμμάτων στη Νιγηρία, 2008 210
The multitude is inarticulable. The form of political government bequeathed by the Enlightenment, with its democracy mediated by representatives, becomes an exterior after-event as regards the metropolitan processes. The metaphysical framework of ‘the people’ in its collapse, pulls down with it the devices of its political articulation. Who represents whom, is an unanswerable question, no matter where one searches in the contemporary structures of power and control. Thus, the non-hierarchical multitude wallows in the fluidity of survival with constant changes of employment. Even more, the post-Fordian cancelling out of the distinction between work- and leisure-time has long been forgotten in favor of a frenzied infusion of general intellect in all aspects of metropolitan living. The biopolitical condition imposes the lifting of the gradations of political life, though without also doing away with social hierarchies. In this manner, these hierarchies are accentuated, taking advantage of the inarticulable sphere of working and living, production and reproduction. On the other hand, the multitude attempts to mitigate the unfavorable terms of the hierarchy, endeavouring, through a great many practices, to turn fluidity and chance into a real opportunity. The traffic jams, the large queues of spectators outside museums and the queues of the poor outside soup kitchens, as well as the accumulation of urban refuge on and under the surface of the earth, all these define the metropolitan ground as the field of an inarticulable accumulation of linguistic structures, of urban matter and practices, of collective sentiment and passion. The inarticulable city has changed the body into flesh. Flesh, according to MerleauPonty’s apt description, does not refer to the individual body but is a common matter, a fleshy aether among the individual bodies. As the body becomes flesh, the individual building-object loses its visible meaning. The aesthetic quest of architecture will be hard put to locate a point of destination amongst the ruins of visible meaning. The few who are able to recognize a visible meaning in the shell of the city, are completely incapable of communicating that as a vision, as some kind of a promising eutopia. Nevertheless, the inarticulable flesh entails yet another inexpressible and invisible goal, that of dominating the city’s fluid matter, as if a brand new start were possible where some unbridled act of creation would elevate flesh to a transcendental, continuous monument of the city.
δημιουργίας, που θα εξυψώσει τη σάρκα σε υπερβατικό συνεχές μνημείο της πόλης.
ΤΟ ΚΟΙΝΟ
εικ. 5: ‘Κυκλαδικός οικισμός’, σχέδιο Δ. Πικιώνη fig. 5: ‘Cycladic settlement’, D. Pikionis’ sketch
Η γενική διάνοια διαχέεται παντού, σαν να στέλνει ο ουρανός της πόλης μια αδιάκοπη βροχή που δεν αφήνει στεγνούς ούτε τους δρόμους ούτε τα εσωτερικά των δωματίων. Η βροχή ως σύμβολο της μάζας, όπως το έχει περιγράψει ο Ελίας Κανέττι, μαζί με τη μάζα ως θάλασσα, τη μάζα ως άμμο, τη μάζα ως σωρό και ως δάσος ταυτοποιεί το πλήθος στη βουή του σε μια μοίρα κοινή. Από την κοινή μοίρα, που ορίζεται ως μια ανάρθρωτη, κοινή και αδιάκοπη εργασία επικοινωνίας, κρέμονται όλες οι μικρο-πράξεις και πρακτικές, οι οποίες αδιαχώριστες ξαναφτιάχνουν την περιρρέουσα μοίρα. Με τον ίδιο τρόπο που οικοδομείται συλλογικά ένας οικισμός, τώρα συγκροτείται ο σωρός του Google. Σε αυτόν το σωρό δεν υπάρχουν μικρές επικράτειες, τα πυκνά σπίτια των παραδοσιακών οικισμών. Όσο δεν εκχωρείται επιμέρους γη, όσο δεν επιμερίζεται η συνολική ιδιοκτησία, τόσο ο οικισμός της συλλογικής εργασίας είναι ένας κοινόκτητος οικισμός. Η εργασία είναι συμβολή σε μια κοινή περιουσία που έχει όλα τα ασαφή χαρακτηριστικά του άμετρου1. Η άμετρη δράση δεν μπορεί να έχει ανταλλακτική αξία και έτσι μόνο ένα είδος κοινωνικού επιμίσθιου μπορεί να επιτρέψει την αέναη λειτουργία της επικονίασης. Αν και το πλήθος δεν είναι ένα πλήθος μελισσών, το αποτέλεσμα αυτού που συμβαίνει μέσα στο βόμβο του δεν είναι τόσο η παραγωγή μιας μετρήσιμης ποσότητας μελιού, αλλά πολύ περισσότερο το έργο της επικονίασης2. Τα δραστήρια πόδια και τα φτερά του μελισσιού φροντίζουν για την ανταλλαγή της γύρης των ανθών, την επικοινωνία, την αέναη εντέλει αναπαραγωγή των φυτών και των δασών. Έτσι, το πλεόνασμα του μελιού, δηλαδή η συσσώρευση των υλικών προϊόντων εν είδει εμπορευμάτων, έχει αντικατασταθεί από το πλεόνασμα της ίδιας της επικοινωνίας. Το κοινό, κατακτημένο στους ουρανούς, όπως παλιά το πρόσφεραν εξ ουρανού οι θρησκείες, τώρα ερχόμενο πάλι εξ ουρανού μέσα από τα διαχεόμενα ηλεκτρομαγνητικά πεδία, κάνει τη γη και το έδαφος να ζουν παράταιρα ακόμη, κάτω από τα παρωχημένα κελεύσματα της κατοχής και της επέκτασης της υλικής ιδιοκτησίας. Ένα είδος υποχώρησης σε μια προ-βιομηχανική εννόηση του αστικού εδάφους, ταυτόχρονα ως εδάφους της καλλιέργειας, μπορεί να προδιαγράψει την εκχώρηση των εκτεταμένων μητροπολιτικών πεδίων σε χρήσεις εκ νέου εδαφικές και σε χρήσεις εκ νέου κοινές. Το χώμα, το νερό, η χλωρίδα και η πανίδα της πόλης θέλουν να περιέλθουν, όπως θα έλεγε ο Ρουσσώ, στη «φυσική» κατάσταση του κοινού.
1. Για το εκτός μέτρου, το άμετρο βλέπε Hardt & Negri (2000, σσ. 471-473).
ΤΟ ΚΑΤΕΥΘΥΝΤΙΚΟ
2. Ο Yann Moulier Boutang (2010) αναφέρεται διεξοδικά στη μετάβαση από την οικονομία της παραγωγής και της ανταλλαγής στην οικονομία της επικονίασης και της προσφοράς.
Το πλήθος «βρίσκεται σε κίνηση και κινείται προς κάτι. Η κατεύθυνση, που είναι κοινή για όλα τα μέλη του, ενισχύει την αίσθηση της κοινότητας. Ένας στόχος, που βρίσκεται έξω από κάθε μεμονωμένο άτομο και είναι κοινός για όλους, παραμερίζει τους
211
THE COMMONS
fig. 6: Hive of bees εικ. 6: Κυψέλη μελισσών
General intellect infuses everything as if the sky of the city sends down a constant rain that leaves nothing dry, not the streets and not the house interiors either. The rain as a symbol of the mass, as Elias Canetti (1971, p. 83) has described it, along with the mass as sea, as sand, as pile and as forest, identifies the humming multitude on its course through a common fate. On the common fate, defined as an inarticulable, shared and ongoing labor of communication, hang all the micro-actions and practices which, indivisibly, recreate the surrounding fate. In the same manner that a settlement is collectively constructed, now the pile of Google is constituted. In this pile there aren’t even minor sovereignties, the equivalent of the dense housing of traditional settlements. As long as there is no ground given over, as long as the total property is not subdivided, then, the settlement of collective labor, remains communally owned. Work is contributing to a communal property which possesses all the vague features of the measureless1. Measureless action can have no exchange value and, so, only a form of social wage may allow the ongoing function of pollination. Though the multitude is not a hive of bees, the outcome of its humming activity is not essentially the production of a quantifiable amount of honey. Over and above that, it is the work of pollination2. The busy legs and wings of the bee see to the exchange of the flower pollen, to communication, to the ongoing reproduction, finally, of plants and forests. Thus, the honey surplus, ie. the accumulation of material products in the form of merchandise, has been replaced by a surplus in communication itself. The commons, gained in heavens, as preached by the religions of old, coming now, again from heaven, on a nexus of electromagnetic waves, makes life on the earth and the ground seem outdated, ruled as it is by the imperatives of ownership and of the expansion of material property. A sort of retreat to a pre-industrial conception of the urban ground as simultaneously a ground for cultivation, might anticipate the giving over of extensive metropolitan areas to uses once again agricultural, once again common. The dirt, the water, the flora and the fauna of the city wish to re-enter, as Rousseau might have put it, their ‘natural’ state of commons.
THE DIRECTIVE
1. For that which lies beyond measure, the immeasurable, see Hardt & Negri (2000, pp. 471-473). 2. Yann Moulier Boutang (2010) in his book makes detailed reference to the passage from the economy of production and exchange to the economy of pollination and volunteerism. 3. In the above excerpt, the term ‘mass’ has been replaced by the term ‘multitude’. 212
The multitude ‘is in motion and is moving towards something. The direction, common for all its members, reinforces the sense of community. A single goal, located outside each individual member and shared by all, casts aside the various private goals which would spell the death of the multitude. For the duration of the multitude, direction is a necessity. The fear of dissolution, which is always active in its midst, makes it possible for the multitude to be guided towards no matter what goal. The multitude is sustained for as long as there is some goal it has yet to reach’ (Canetti, 1971, p.27)3. Mobility in the multitude’s interior, as well as its strong tendency
ιδιωτικούς, διάφορους στόχους που θα αποτελούσαν το θάνατο του πλήθους. Για τη διάρκεια του πλήθους η κατεύθυνση είναι απαραίτητη. Ο φόβος της διάλυσης, που πάντοτε είναι ζωηρός μέσα του, καθιστά δυνατό να οδηγηθεί το πλήθος σε οποιουσδήποτε στόχους. Το πλήθος υφίσταται όσο έχει κάποιο στόχο που δεν τον έχει φτάσει3» (Κανέττι, 1971, σ. 27).
εικ. 7: Καθεδρικός, Lyonel Feininger, 1919 fig. 7: Cathedral, Lyonel Feininger, 1919
Η κινητικότητα στο εσωτερικό του πλήθους αλλά και η εγγενής αυξητική του τάση έχουν ισχυρή επίδραση στη μορφοποίηση των ορίων του. Η κίνηση, η αύξηση, η πυκνότητα εμπεριέχουν ως ενεργειακό απόθεμα μια ισχυρή πρωτογενή θέληση. Αυτή η θέληση μπορεί να αποτυπώνεται σε σταθερές μορφές, όπως είναι οι πυργοειδείς πολιτείες των τερμιτών, και σε ορθολογικές διατάξεις και τυπολογίες. Ουσιωδώς, όμως, η πρωτογενής θέληση του πλήθους τείνει να μορφοποιείται σε μια κατεύθυνση προς κάτι. Η κατευθυντικότητα του πλήθους έχει ασφαλώς μια λιβιδική προέλευση, η οποία είναι ασύντακτη και ρευστή, αλλά τείνει να σχηματοποιηθεί σε κατευθυντήριες οδούς, που υποτάσσονται στη διάνοια και απευθύνονται στη λογική και το κοινό αίσθημα του δικαίου. Καθώς το πλήθος μετασχηματίζεται, η κατευθυντήρια γραμμή προς κάτι δίκαιο επηρεάζεται από το λιβιδικό πάθος της αρχής. Μια αρχική διάθεση καθολικής πολυγαμίας μορφοποιείται σε αίσθημα συναδέλφωσης και αλληλεγγύης, ενώ φτάνει συχνά στην απαίτηση της θυσίας. Όσο η έκρηξη του πλήθους καθυστερεί και αναβάλλεται τόσο η διάθεση για συναδέλφωση αυξάνεται, αν και το πλήθος γνωρίζει ότι η δυνατότητα της μεγαλειώδους έκρηξης είναι ταυτόχρονα μια μεγαλειώδης δυνατότητα αυτο-ματαίωσης της ίδιας του της ύπαρξης.
Β. ΙΧΝΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ «ΠΛΗΘΟΔΟΜΗΣ»
3. Στο απόσπασμα αυτό έχει αντικατασταθεί ο όρος «μάζα» με τον όρο «πλήθος». 213
Πώς μπορεί οι χωρικές ιδιότητες της κατοίκησης του πλήθους, έτσι όπως εμφανίζονται στα παλαιά κελύφη των πόλεων, να πυροδοτήσουν την έναρξη μιας προσέγγισης της δομής της «πληθικής» κατοικίας; Το αθεμελίωτο υπαγορεύει μια δομή που φέρεται και εναποτίθεται κάπου εκεί, στο διαθέσιμο αστικό έδαφος. Αποτελείται από δομικούς λίθους, containers κατοίκησης των ανθρώπινων μοναδικοτήτων (singularities). Η μοναδικότητα στο πλήθος και η μονάδα στην πληθοδομή είναι ένα μονόχωρο. Φιλοξενεί τον ένα, τη μία, τους λίγους, τους πολλούς (εικ. 2). Το αμετάλλακτο μας υπαγορεύει να εννοήσουμε μια κατασκευή ροής αλλά ταυτόχρονα σταθερή, μια οικοδομική δομή κυρίαρχη στο εδαφικό πεδίο που καταλαμβάνει. Το ανάρθρωτο παράγεται από δομές όπου κυριαρχεί η μονάδα και αμέσως μετά το όλον. Δεν υπάρχουν όροφοι, δεν υπάρχουν βάσεις, κορμοί και επιστέψεις. Το κοινό μάς καλεί να αναζητήσουμε το κενό, αυτό που παραμένει μονίμως ακατάληπτο, τόσο στην πόλη όσο και μέσα στο ίδιο το κτήριο της «πληθοδομής». Το κατευθυντικό, υπερβατικό στοιχείο κάθε δημόσιας κατοικίας, κάθε λαϊκού καθεδρικού ναού, αναζητά
fig. 8: Architectones, K. Malevitch εικ. 8: Αρχιτεκτόνημα, Κ. Μάλεβιτς
to augmentation, decisively affect the shaping of its boundaries. Motion, augmentation, density encompass as their energy resource, a powerful primary will. This will may be imprinted on solid forms, such as the tower-like cities of the termites as well as on rationalist articles and typologies. Essentially, however, the multitude’s primary will tends to shape itself around a direction towards some one thing. The multitude’s directionality certainly has a libidinal origin, fluid and unordered in itself but tending to acquire form along guiding pathways which conform to intelligence and are accountable to reason and to a common sense of fairness. As the multitude transforms, the directive line towards some fair thing, is affected by the libidinal passion of the beginning. The original mood for an all inclusive polygamy is formalized as a sentiment of comradery and mutual supportiveness, often arriving at a requirement for sacrifice. For as long as the multitude’s explosion is delayed and postponed, the sentiment of conradery increases and the multitude is cognizant that the likelihood of a grand explosion is, equally, the likelihood of the self-annihilation of the reason for its existence.
Β. SKETCH OF THE ‘MULTIDOME’ How may the spatial attributes of the multitude’s habitation, as they manifest in the old shells of the cities, spark off the beginnings of an approach to the structure of the multitudes’ residence? The unfounded dictates a structure which is brought in and deposited somewhere there, on the available urban ground. It consists of structural plinths, residential containers of human singularities. Singularity within the multitude and the unit within the multidome translate into a unified-cell space. It hosts the one, the few or the many (fig. 2) The invariant imposes on us a structure that is fluid as it is stable, a constructed structure that dominates the ground which it occupies. The inarticulable is evoked by means of structures where the unit and immediately afterwards, the whole, are paramount. There are no floors, no basements, no main buildings or secondary additions. The commons invites us to search for the void, that which remains perpetually unoccupied, within the city as well as within the building of the multidome. The directive, transcendental aspect of every public residence, every people’s cathedral, seeks elevation and height, it is a libidinal metaphor of the body: The people’s cathedral reaches upward. In every one of its versions, the people’s cathedral, the multidome, adheres to a common admission: The residential units (of the human singularities) comprise a permeable web, strewn with small void spaces amongst the units. Inside the web shelters the dominant, vertiginous void of the residents’ common life. The multidome sketches the biopolitical condition of the multitude’s habitation, a spatial reconfiguration of slums and favelas, turned into building blocks for the construction of the multidome-cathedrals (fig. 3, 4, 5, 6, 7, 8). 214
το ύψος και την ανύψωση, είναι μια λιβιδική σωματική μεταφορά: Ο καθεδρικός του πλήθους ανυψώνεται. Σε κάθε παραλλαγή του ο καθεδρικός του πλήθους, η πληθοδομή, υπακούει σε μια κοινή παραδοχή: Οι μονάδες κατοίκησης (των ανθρώπινων μοναδικοτήτων) κατασκευάζουν έναν διάτρητο ιστό, διάσπαρτο από μικρούς κενούς χώρους μεταξύ των μονάδων. Εντός τού ιστού φιλοξενείται το κυρίαρχο, ιλιγγιώδες κενό της κοινής ζωής των κατοίκων. Η πληθοδομή ιχνογραφεί τη βιοπολιτική συνθήκη κατοίκησης του πλήθους, έναν χωρικό ανασχηματισμό από φαβέλες και slums που γίνονται τούβλα για την οικοδόμηση των «πληθικών» καθεδρικών ναών (εικ. 3, 4, 5, 6, 7, 8).
215
267
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ BIBLIOGRAPHY ΠΛΗΘΟΔΟΜΕΣ: ΟΙ ΧΩΡΟΙ ΤΟΥ ΠΛΗΘΟΥΣ MULTIDOMES: THE CROWD’S SPACES Boutang, Yann Moulier (2010). L’ Abeille et l’ Économiste. Paris: Carnets Nord (coll. Essai). Hardt, Michael, & Negri, Antonio (2000). Αυτοκρατορία. Scripta. Κανέττι, Ελίας (1971). Μάζα και Εξουσία (Αγγελική Βερυκοκάκη-Αρτέμη, Μτφρ.). Αθήνα: Ηριδανός.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΟΛΥΚΑΤΟΙΚΙΑ ΣΤΗΝ ΠΛΗΘΟΔΟΜΗ UNCOMMON GROUND: AETHER, BODY, AND THE COMMONS Deleuze, Gilles (1995). The Fold: Leibniz and the Baroque. London & New York: Athlone. Hardt, Michael (2010). Το Κοινό στον Κομμουνισμό (Π. Καλαμαράς, Μτφρ.). Αθήνα: Ελευθεριακή Κουλτούρα. Negri, Antonio (2002). Pour une definition ontologique de la multitude. Multitudes, 9, 36-48. Serres, Michel (2002). Το Φυσικό Συμβόλαιο (Γιώργος Φαράκλας, Μτφρ.). Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης. Serres, Michel (1995). The Natural Contract (Elizabeth MacArthur & William Paulson, Trans.). Ann Arbor: University of Michigan Press.
ΜΟΝΑΔΟ-(ΜΟ)-ΛΟΓΙΑ: ΕΙΚΑΣΙΕΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΡΩΤΑΡΧΙΚΟ ΔΟΜΟ MONADO-(M0)-LOGY: REFLECTIONS ON THE INITIAL BRICK Αέτιος Ι, 12, 6 (DK 68 a, 47). Αριστοτέλης, Περί Ουρανού, Γ IV, 303 a, 4-20. Αριστοτέλης, Περί Ψυχής, Α 2, 405 a 11. Heidegger, Martin (2008). Κτίζειν, κατοικείν, σκέπτεσθαι (Γιώργος Ξηροπαΐδης, Επιμέλειαμετάφραση). Αθήνα: Πλέθρον. Heidegger, Martin (1971). Building Dwelling Thinking. In Poetry, Language, Thought. New York & London: Harper & Row. Θεόφραστος, Περί Αισθήσεως 50 (DK 68a 135). Kirk, G. S., Raven, J. E., & Schofield, M. (1988). Οι Προσωκρατικοί Φιλόσοφοι (Δημοσθένης Κούρτοβικ, Μτφρ.). Αθήνα: ΜΙΕΤ. Kirk, G. S., Raven, J. E., & Schofield, M. (1971). The Presocratic Philosophers. Cambridge University Press. Λάιμπνιτς, Βίλχελμ Γκότφριντ (2006). Η Μοναδολογία (Διονύσιος Αναπολιτάνος, Εισαγωγή–επιμέλεια). Αθήνα. Ψευδο-Πλούταρχος, Strom. 2, fr. 179 Sandbach (DK 12 A 10).
268
ΤΟ ΠΕΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΠΕΤΡΑΣ THE FLIGHT OF THE STONE Κακριδής, Ι. Θ. (1986). Ελληνική μυθολογία (τ. II). Αθήνα: Εκδοτική Αθηνών. Κερένυϊ, Κάρολος. Η μυθολογία των Ελλήνων. Αθήνα: Βιβλιοπωλείον της Εστίας. Κωνσταντινίδης, Α. (1901). Μέγα Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης. Λακάν, Ζ. (2007). Η λογική της Φαντασίωσης. Στο Ζακ-Αλέν Μιλλέρ (Εκδ.), Θεωρία της ψυχαναλυτικής θεραπείας. (Νάσια Λινάρδου-Blanchet & Reginald Blanchet, Επιμ.). Αθήνα: Εκκρεμές. Merleau-Ponty, Maurice (1968). The Visible and the Invisible (Claude Lefort, Ed., Alphonso Lingis, Transl.). Evanston, IL: Northwestern University Press. Negri, Antonio (2002). Pour une definition ontologique de la multitude. Multitudes, 9, 36-48. Πικιώνης, Δ. (1985). Συναισθηματική Τοπογραφία. Γαίας ατίμωσις. Ομιλία για το τοπίο. Στο Δ. Πικιώνης (Επιμ.), Κείμενα. Αθήνα: Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης (ΜΙΕΤ). Πίνδαρος, Ολυμπιόνικος, 9, (Β. Λαζανά, Μτφρ.). Ιδεοθέατρον, 175.
269
ΠΛΗΘΟΔΟΜΕΣ MULTIDOMES
ΓΛΩΣΣΑΡΙ Οπτικό δοκίμιο σε πέντε λήμματα Γιώργος Τζιρτζιλάκης
GLOSSARY Visual Essay in five Lemmas Yorgos Tzirtzilakis
« Ένα λεξικό ξεκινά απο τη στιγμή που δεν αποδίδει πια τη σημασία των λέξεων αλλά την αποστολή τους.» Bataille, Georges (1929). Informe. Dictionnaire Critique, Documents, 7, 382.
‘A dictionary would begin starting from the moment when it would no longer provide the meaning but the tasks of words.’ Bataille, Georges (1929). Informe. Dictionnaire Critique, Documents, 7, 382.
271
Κοινά COMMONS Konrad Witz, The Miraculous Draught of Fishes, oil on panel, 1444, Musée d’Art et d’Histoire
Κωνσταντίνος Μαλέας, Θέρμος Αιτωλοακαρνανίας, 1921, Εθνική Πινακοθήκη
P. Hyman and D. Bigelow, The Water Celebration on Boston Common, lithograph, 1848
Κωνσταντίνος Βολανάκης, Τα εγκαίνια της Διώρυγος της Κορίνθου, 1893, Συλλογή της Alpha Bank Η λίμνη και το φράγμα του Μαραθώνα, κατασκευή: 1926-1929
Giorgione, Tempesta, 1507-1508, Gallerie dell’ Accademia
Κωνσταντίνος Παρθένης, Τοπίο με έλατα, 1902, Εθνική Πινακοθήκη
Caspar David Friedrich, Riesengebirg, 1835, Alte Nationalgalerie Berlin
Καφενείο στον Πειραιά στη δεκαετία του ’50
One Wilshire data center in Los Angeles, photo Dave Bullock, Wired Magazine
Bart Hendriks, Frederique, from If-Then Design, Implications in New Media, no. 1, Amsterdam Design Institute BIS publishers, 1999
Liam Gillick, Discussion Bench Platform, 2008, exhibition view, Casey Kaplan Gallery
Thomas Hirschhorn, The Bijlmer Spinoza-Festival, lectures: Tony Negri, Amsterdam, 2009, photo Vittoria Martin
Συνέλευση Κατοίκων στο Αναπαυτήριο του Αγ. Δημητρίου του Λουμπαρδιάρη του Δημήτρη Πικιώνη, 2008, Συντονιστική Επιτροπή του Φιλοπάππου Thomas Hirschhorn, Flugplatz Welt-World Airport, 2000, The Renaissance Society
Liam Gillick, Stills from Everything Good Goes, video loop B-11, 2008
Αυτοδιαχειριζόμενο Πάρκο Ναυαρίνου, Εξάρχεια, Αθήνα, Void Network
ΚΥΒΟΙ CUBES Lygia Clark, Matchbox Structures, 1964, Alison Jacques Gallery
Alma Siedhoff-Buscher, Building Block Set, Bauhaus, 1923
Charles and Ray Eames, House of Cards, 1952
Οικοδόμηση κατοικίας με τσιμεντόλιθους, Άγιοι Ανάργυροι, 1960
Re-mused Studio, Beekeeper, 1972
Constant, Diorama, New Babylon, 1962, Haags Gemeentemuseum, The Hague, photo R. Kollaard
Le Corbusier’s concept for Unite d’ Habitation in Marseille, 1947-52
Le Corbusier, Unite d’ Habitation in Marseille, 1947-1952. A standard apartment according to the ‘bouteille’ and the ‘bouteiller’ principle
Carl Andre, Equivalent VIII, 1966, Tate London
Alan Kaprow, Fluids, 1967, photo Dennis Hopper (3 days, 20 rectangular enclosures of ice blocks)
Sol LeWitt, Open Geometric Structure 2-2, 1-1, 1991, The LeWitt Collection
Moshe Safdie, Habitat 67, 1967, World Expo Βλάσης Κανιάρης, Interior, 1974
Θανάσης Τότσικας, Σχηματισμός, 1981, Αίθουσα Τέχνης Δεσμός
Φωτογραφία του Σπύρου Μελετζή
Η καλύβα ψηλά στο βουνό, μεταφορά αχυρόμπαλας
Ken Isaacs, How To Build Your Own Living Structures, 1974
Rachel Whiteread, House, 1993
Takako Saito, Do it Yourself, 1989, Bonner Kunstverein, photo Wolfang Trager
Νίκος Αλεξίου, Λαβύρινθος, 2003, Ίδρυμα ΔΕΣΤΕ
ΜΝΗΜΕΙΑ ΜONUMENTA
Tiziano, Madonna di Ca’ Pesaro, 1519-1526, Santa Maria Gloriosa dei Frari
Vladimir Tatlin (center) and assistants working on constructing a model of the tower in 1920
Alberto Giacometti, The Palace at 4 AM, 1932, MoMA
Athanasius Kircher, Turris Babel, 1679
Manfred Pernice, Source Material 2, detail, 1998, Anton Kern Gallery Giovanni Battista Piranesi, View of a large structure, remains of the Tomb of the Metelli on the Appian Way, 1756, Met Museum
Δημήτριος Κωνσταντίνου, Ο Ναός του Ολυμπίου Διός στην Αθήνα, 1858, Museum purchase, Fowler McCormick
Φόρτωση και μεταφορά δεματιών σταριού με κάρο
Ρωμαϊκό Υδραγωγείο, Νέα Ιωνία, Αττικής
Superstudio, Monumento Continuo, Colosseo, 1969 Robert Smithson, The Fountain Monument, from Monuments of Passaic, 1967, Museet For Samtiskunst
Σιλό δημητριακών στο λιμάνι του Βόλου, Οργανισμός Λιμένος Βόλου
Sol LeWitt, Monumenta photo of Florence, 1976, The LeWitt Collection
Fumihiko Maki, Shinjuko, 1964
Mies van der Rohe, Bronze I-beams ready to ship from Chicago for the Seagram’s Building, 1956, Life Magazine
Bernd and Hilla Becher, Untitled, from Art in America magazine, June 2002
Michelangelo Antonioni, Deserto Rosso, film, 1964
Thomas Hirschhorn, Landmark Precarious, The Bijlmer SpinozaFestival, 2009
Archizoom, Fotomontaggi Urbani, Colline di Riporto su Citta di Pianura, 1969
Δέματα με άχυρο σε φορτηγό
ΠΛΗΘΟΣ ΜULTITUDE
William Powell Frith, Derby Day, 1856-1858, Tate London
Umberto Boccioni, La Strada Entra Nella Casa, 1911, Sprengel-Museum
Dziga Vertov, Man with the Movie Camera, film, 1929 Pierre-Auguste Renoir, Bal du moulin de la Galette, 1876, Musée d’ Orsay
Luigi Russolo, The Revolt, 1911, Tate Modern
René Magritte, Golconde, 1953, Menil Collection in Houston
Από την κηδεία του Σωτήρη Πέτρουλα, 22/07/1965, Αρχειακό Τεκμήριο ΑΣΚΙ
Andreas Gursky, Nha Trang, Vietnam, 2004
Harun Farocki, Workers Leaving the Factory in Eleven Decades, video still, 2006, Leonard & Bina Ellen Art Gallery
Γιάννης Γαΐτης, ΟλυμπιακόςΠαναθηναϊκός, λεπτομέρεια, 1973, Αίθουσα Τέχνης Δεσμός
Santiago Sierra, The Trap, Matucana 100, 2007
Νίκος Κεσσανλής, Πλήθος, 1965
Andreas Gursky, Union Rave, 1995
Santiago Sierra’s special discussion, Instituto Cervantes in Sydney, 2010 Armin Linke, G8 Summit, Genova, 2001, Courtesy Klosterfelde
Armin Linke, Lagos, Nigeria, 2002, Courtesy Magazzino d’ arte Moderna
Διαδήλωση στην Αθήνα, 11/12/2009, The Independent
ΣΩΜΑΤΑ BODIES Pieter Bruegel, The Elder, The Harvesters, 1565, detail, Met Museum
Άρης Κωνσταντινίδης, Αττική, 1947
Gustave Courbet, The Meeting, or Bonjour Monsieur Courbet, 1854, Musée Fabre
Τάκης Τλούπας, Γυναίκες με υψωμένα δεκριάνια μεταφέρουν σωρούς από βίκο, για τροφή για τα ζώα, 1948
Γιαννούλης Χαλεπάς, Θεριστής, πηλός, φωτογραφία Eikastikon, 1930
Gustave Dore, Ruth Meets Boaz, 1832-1883, Book The Holy Bible containing the Old and New Testament, Pitts Theology Library
Ο χορός γύρω απο το δράκο
Φωτογραφία της Βούλα Παπαϊωάννου από το Φωτογραφικό Αρχείο Μουσείου Μπενάκη
Kazuo Shiraga, Please Come In, 1955-56, Museum of Art and History
Joseph Beuys, Coyote, 1974, Reene Block Gallery
Allan Kaprow, Course, 1967 Vito Acconci, Trademarks, 1970
Νίκος Ναυρίδης, Traps, video installation, 1998, Deste Foundation
Zorka Ságlová, Hay-Straw, 1969, Gallery Václava Špály Ernesto Neto, Humanóides, 2001, Galeria Fortes Vilaça
Gianni Pettena, Wearable Chairs, 1971
Dennis Oppenheim, Parallel Stress, ten min performance, 1970
Santiago Sierra, Burial of ten Workers, Calambrone, 2010
ΠΛΗΘΟΔΟΜΕΣ MULTIDOMES
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ INDEX
283
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΟΝΟΜΑΤΩΝ Αθήνα 43, 61, 162, 163, 164, 168, 182, 194, 203, 214, 215, 217, 219, 221, 227, 253, 255, 257, 277 Αίγυπτος 60 Ακαδημία Πλάτωνος 162, 182, 194 Ακρόπολη 253 Αλγέρι 58 Αναξίμανδρος 231, 235 Αριστοτέλης 231, 266 Ατομιστές 233 Αττική 162, 164, 166, 168, 254, 278 Αυγουστίνος 48 Βολανάκης Αντώνης 194 Γαλάτσι 247 Γερμανία 58 Γιαννίση Φοίβη 176, 194, 245, 290 Γκαρνάρα Σοφία 104 Γολιάθ 253 Γρηγοριάδης Γιάννης 194 Δαβίας Ορέστης 194 Δαρείος 26 Δαυίδ 253 Δεκάπολις 119, 120, Δευκαλίων 33, 257, 259 Δημόκριτος 229, 231, 241 Διαφωτισμός 207, 221 Εγγλέζος Μάνος 168 Ελλάδα 41, 56, 58, 60 Εξάρχεια 56, 61, 271 Ευρώπη 50, 182 Ζέγγελης Ηλίας 32, 44, 45, 46, 48, 59, 290 Ζενέτος Τάκης 41, 49, 50 Ηλιοπούλου Κατερίνα 194 Ηλιού Ηλίας 46 Ηρόδοτος 26 Θεόφραστος 229, 266 Θεσσαλονίκη 203 Θριάσιο πεδίο 164 Ιντιφάντα 257 Ίππιος Κολωνός 162, 182 Ισιδώρου Γιάννης 18, 194 Ιταλία 50 Καλαρά Νάντια 194
Κανέττι Ελίας 209, 211, 266 Κερένυϊ 259, 267 Κίνα 38 Κιουπκιολής Αλέξανδρος 32, 36, 49, 54, 290 Κορωπί 246, 248, 250 Κοτιώνης Ζήσης 18, 24, 26, 32, 33, 46, 47, 194, 201, 245, 246, 247, 248, 250, 290 Κοτροζίνης Νίκος 168 Κουκά Ειρήνη 168 Κούρος Πάνος 194 Κρίτου Κατερίνα 176, 245 Λαγκ Φριτς 34 Λαζαρίδης Παντελής 252 Λάιμπνιτς Βίλχελμ Γκότφριντ 33, 42, 231, 233, 237, 239, 241, 245, 249, 266 Λαλιώτου Ιωάννα 32, 290 Λαυρεωτική χερσόνησος 164 Λεύκιππος 231 Λιζάρδου Μαριάννα 104 Λονδίνο 45 Λύρη Βάσια 18, 108, 120, 182 Μανιτάκης Αντώνης 26 Μαρτζοπούλου Ισαβέλλα 194 Ματσούκας Κωνσταντίνος 18, 194 Μεγάβυζος 26 Μεσόγειος 168, 207 Μεταξουργείο 245 Μουσείο Μπενάκη 18, 214, 252, 278 Μπαρρές Στέργιος 194 Μπιεννάλε Αρχιτεκτονικής της Βενετίας 164, 290 Μπούκοβα Γιάννα 194 Νέα Υόρκη 43, 51 Νιγηρία 208 Όκλαντ 43 Ορτάνης 26 Παλαιστίνη 257 Παπαδόπουλος Ιορδάνης 194 Παπαδόπουλος Σπύρος 168 Παρθενώνας 231 Παρίσι 26, 257 Παρνασσός 257, 259 Πετράρχης 26 Πικιώνης Δημήτρης 209, 253, 254, 255, 267, 271 Πίνδαρος 259, 267 Πλατσάς Νίκος 100, 176, 245, 246, 248, 250 Προμηθέας 257 Προσωκρατικοί 231, 233, 266 Πύρρα 33, 257, 259
Ρουσσώ Ζαν-Ζακ 209 Ρυμενίδης Γιώργος 18, 108, 120 Σαχίνη Νάνα 194 Σοφτάς Μιχάλης 18, 120, 182 Σπινόζα Μπαρούχ 22, 26, 33, 261 Σταρ Τρεκ 62 Σύνταγμα 60 Ταϋλάνδη 38 Τζιρτζιλάκη Ελένη 194 Τζιρτζιλάκης Γιώργος 17, 18, 19, 22, 32, 269, 290 Τότσικα Ράνια 18, 120 Τσάπλιν Τσάρλι 34 Υμηττός 162, 164, 168, 253, 255 Φιλοπάππου Λόφος 253, 271 Χάιντεγγερ Μάρτιν 241, 245, 249 Χαντζής Γιώργος 194 Χόμπς Τόμας 22
INDEX OF NAMES AA (Architectural Association) 45, 77, 290, 291 Acropolis 254 Agamben Giorgio 40, 72 Algiers 59, 90, 91 Anaximander 230, 232, 236 Arendt Hannah 38, 39, 44, 70, 71, 76 Aristotle 232 Athens 54, 75, 86, 92, 163, 164, 168, 183, 194, 204, 216, 218, 220, 224, 242, 244, 246, 248, 250, 253, 254, 255, 256 Atomists 234 Attica 164, 166, 168 Auckland 75 Augustine St. 80 Badiou Alain 58, 90, 137 Banham Reyner 26, 27 Benaki Museum 18, 214, 252 Benjamin Walter 26, 27, 62, 94 Berardi Bifo Franco 22, 23 Bloch Ernst 49, 81 Boutang Yann Moulier 209, 210, 266 Branzi Andrea 49, 50, 51, 81, 82, 83
Canetti Elias 59, 90, 210 Cerdà Ildefonso 47, 79 Chantzis Yorgos 194 Chaplin Charlie 66 China 70 Darius 27 Davias Orestis 194 David 254 Decapolis 119, 120 Deleuze Gilles 231, 232, 249, 266 Democritus 230, 232 Deucalion 65, 257, 258, 260 Eglezos Manos 194 Egypt 92 Eliou Elias 78 Enlightenment 208, 220 Europe 82, 183 Exarchia 88, 92 Feininger Lyonel 211 Frampton Kenneth 56, 88 Galatsi 244 Garnara Sofia 104 Germany 90 Giannisi Phoebe 176, 194, 244 Gilroy Paul 63, 95 Goliath 254 Google 209, 210 Google Earth 215 Greece 73, 88, 89, 204, 220 Grigoriadis Yannis 194 Haraway Donna 56, 88 Hardt Michael 22, 23, 26, 27, 33, 35, 37, 40, 41, 42, 43, 54, 58, 59, 65, 66, 67, 69, 72, 73, 74, 75, 86, 89, 90, 91, 209, 210, 217, 225, 266 Heidegger Martin 47, 79, 240, 243, 245, 249, 266 Herodotus 27 Hippios Kolonos 163 Hobbes Thomas 23 Hymettus Mt. 163, 164, 168, 254, 256 Iliopolou Katerina 194 Indifada 256 Isidorou Yannis 18, 194 Italy 82 Kahn Luis 238, 239 Kalara Nadia 194 Kerenyi 260, 267 King Kong 239 Kioupkiolis Alexandros 64, 68, 81, 87, 191
Koropi 246, 248, 250 Kotionis Zissis 17, 18, 19, 25, 27, 64, 65, 78, 79, 194, 201, 244, 246, 248, 250, 291 Kotrozinis Nikos 168 Kouka Irene 168 Kouros Panos 194 Kraus Karl 62, 94 Kritou Katerina 176, 244 Kuhn Thomas 59, 91 Laliotou Ioanna 64, 91 Lang Fritz 66 Lavrion peninsula 164 Lazaridis Pantelis 252 Lazzarato Maurizio 22, 23 Le Corbusier 59, 90, 91, 272 Leibniz Gottfried Wilhelm 65, 74, 232, 234, 236, 240, 266 Leonidov Ivan 50, 83 Leucippus 230 Liri Vassia 18, 108, 120, 183 Lizardou Marianna 104 London 77 Lovelock James 215 Manitakis Andonis 27 Marazzi Christian 35, 67 Martzopoulou Isavella 194 Matsoukas Konstantinos 18, 194 Mediterranean 168, 207 Megabyzus 27 Merleau-Ponty 207, 208, 261, 262, 267 Metaxourgeio 244 Mies van de Rohe 239, 242, 275 Mparres Stergios 194 Mpoukova Yanna 194 Mumford Lewis 66 Negri Antonio/Tony 22, 23, 26, 27, 33, 35, 37, 40, 41, 42, 43, 54, 58, 59, 65, 66, 67, 69, 72, 73, 74, 75, 86, 89, 90, 91, 209, 210, 220, 223, 253, 260, 261, 262, 263, 266, 267, 271 New York 46, 75, 78, 183, 148 Nieuwenhuys Constant 49, 50, 81, 83, 272 Nigeria 208, 277 OMA (Office for Metropolitan Architecture) 77, 79, 291 Ortanis 27 Palestine 256 Papadopoulos Iordanis 194 Papadopoulos Spyros 168
Paris 27, 48, 80, 256 Parnassus Mt. 258, 260 Parthenon 231 Pasquinelli Matteo 22, 23 Passerini Luisa 43, 75 Petrarch 27 Philopappou Hill 254 Pikionis Dimitris 209, 254, 256 Pindar 260 Piranesi Giovanni Battista 118, 119, 274 Plato Academy 163, 183, 194 Platsas Nikos 100, 176, 244, 246, 248, 250 Presocratics 230, 234, 266 Price Cedric 48, 49, 80, 81 Prometheus 258 Pyrrha 65, 257, 258, 260 Rimenidis Yorgos 18, 108, 120 Rossi Aldo 45, 77, 157 Rousseau Jean-Jacques 210 Sahini Nana 194 Serres Michel 215, 216, 266 Softas Michalis 18, 120, 183 Spinoza Baruch 23, 27, 65, 262, 271, 275 Star Trek 94 Syntagma 92 Thailand 70 Thessaloniki 202 Thompson E. P. 39, 71 Thresholds 214 Thriasio Plain 164 Totsika Rania 18, 120 Tzirtzilaki Eleni 194 Tzirtzilakis Yorgos 17, 18, 19, 23, 64, 269, 291 Venice Biennial of Architecture 164, 291 Virno Paolo 22, 23, 36, 46, 54, 67, 78, 86 Volanakis Antonis 195 Wikipedia 60, 92 Zenghelis Elia 45, 46, 64, 76, 77, 78, 79, 91, 291 Zenetos Takis 73, 82 ŽiŞek Slavoj 58, 90, 137
ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΟΡΩΝ/ΘΕΜΑΤΩΝ αγανακτισμένοι 60 αθεμελίωτο 203, 205, 207, 211 αιθέριο/αιθέρας 50, 51, 120, 207, 217, 219, 221, 223, 225, 227 αμετάλλακτο 203, 205, 207, 211 άμετρο 209 αναπνοή 245, 247 ανάρθρωτο 51, 59, 207, 209, 211 αποβιομηχάνιση 49 αποεδαφικοποίηση 51, 53, 215, 219, 223 απο-οικείωση 112 Αριστερά 41, 50 αρχαιολογία 162, 217 αρχαιολογικός 182, 194, 215, 217, 219, 227 αρχιτεκτονική ανεικονική/μη απεικονίσιμη 49, 50 αρχιτεκτονική εικονοκλαστική 50 αστική καλλιέργεια 168, 182 αστική πυκνότητα 182, 211 αστική συρρίκνωση 49 αστικοποίηση 47 αστικότητα 34 ασυνείδητο 162, 225, 255, 263 αυτονομία 22, 35 αχυρόμπαλα 33, 41, 52, 53, 63, 98, 104, 108, 194, 273 βίντεο/video 100, 104, 108, 168, 194, 249, 271, 277, 279 βιοκαύσιμα 249 βιοπολιτική/βιοπολιτικός 22, 24, 35, 37, 50, 52, 203, 207, 213, 225 βιοπολιτική εργασία 35, 37 βιοπολιτική ολοκλήρωση 225 γαία, θεωρία της 215 γενική διάνοια 37, 120, 207, 209 γνωστική/γνωσιακή εργασία 24 δημοκρατία/δημοκρατικός 26, 41, 58, 207, 261, 290 δήμος 261 δημόσιο/δημόσιος 24, 35, 36, 39, 40, 42, 44, 55, 61, 194, 205, 211, 217, 225, 252 δημόσιος χώρος 24, 26, 39, 61, 176, 203, 215 διαμερίσματα 45, 46, 55, 57, 162, 182, 221, 223, 225 διάνοιξη 245, 247 διαφορά 26, 38 Διεθνές Νομισματικό Ταμείο 223
δίκτυα κοινωνικά 36, 39 δίκτυο 56. 120, 215, 247 δικτύωση 36, 53 δι-υποκειμενικότητα 42, 43, 44, 56, 57 δομή 37, 43, 44, 53, 54, 55, 57, 108, 182, 211, 223, 225, 227, 231, 233, 235, 239, 241, 245, 247 δομικός λίθος 40, 98, 239 δόμος 234, 235 έγερσις 239, 241 έδαφος 24, 46, 51, 53, 162, 164, 182, 203, 207, 209, 211, 215, 217, 219, 223, 225, 227, 253, 255, 257, 259 εικονικά κτήρια 62 ελευθέρωση/ελευθέρωση εδάφους 182, 245 Ελλάς, Ελλήνων, Χριστιανών 219, 221 εμψυχωμένη μονάδα 33, 40, 237 εμψύχωση/εμψυχωμένος 104, 108, 237, 239, 255, 261 ένδυση 245 ενέργημα 241, 243, 245, 247, 257, 259 επιτελεστικότητα 50 εργασία/άυλη εργασία 24, 35, 36, 37, 38, 39, 40, 43, 182, 203, 207, 209, 221, 233, 239, 243, 261 εργάτης 33, 34, 39 εργατική τάξη 22, 39 εργατισμός/μετά-εργατισμός 22, 57 έργο 38, 39, 44, 239, 253 εργοστάσιο 33, 34, 35, 36, 37, 38, 39, 55, 246, 248, 250 ετερότητα 62, 63 ηδονισμός 46, 47 θυμικό/θυμικός 49, 56, 57, 36 ιδιωτικός 24, 35, 36, 39, 40, 42, 47, 51, 55, 58, 61, 211, 217, 225 ιδιωτικός χώρος 24, 39, 182 καθεδρικός 118, 120, 194, 211, 213 καλλιέργεια 162, 168, 182, 209, 217, 221, 249, 251 καπιταλισμός/καπιταλιστικός 26, 38, 56, 57, 58, 261 καταναλωτισμός 45, 47, 48, 51 κατεδάφιση 239, 243, 247, 249 κατευθυντικό 209, 211 κενό/κενός χώρος 39, 118, 176, 177, 211, 213, 223, 247 κεφάλαιο 35 κλιματισμός 247 κοινό/κοινά 22, 24, 26, 40, 42, 43, 44, 51, 52, 60, 61, 62, 118, 120, 162, 164, 176, 182, 207, 209, 211, 213, 217, 219, 221, 223, 225, 227, 245, 266, 270 κοινή διάνοια 59, 60
Κοινοπολιτεία 35, 41 κοινότητα/κοινότητες 24, 40, 50, 54, 62, 109, 245, 257, 259 κολόνα 231 κομμουνισμός/κομμουνιστική κοινωνία 57, 266 Κοράνι 35 κράτος 22, 39, 40, 49, 203 λαός 22, 182, 203, 207, 219, 221, 223, 225, 227, 257, 261, μάζα 22, 33, 55, 59, 209, 211, 266 Μάης του ’68 50 μαρξισμός/μαρξιστικός 36, 57 μεγαδομή 26, 33 μεγα-εργοστάσιο 36 μεταβολισμός 52, 108, 251 μετανάστες 34, 182, 207 μετάπολη 36 Μεταπολίτευση 221 μεταφορντισμός/μεταφορντικός 24, 34, 37, 47, 50, 207 μητρόπολη/μητροπολιτικός 33, 34, 35, 36, 39, 41, 49, 52, 56, 98, 118, 162, 164, 168, 182, 194, 203, 207, 209, 215, 221, 225 μνημείο 26, 47, 48, 49, 62, 120, 203, 209, 274 μνήμη 43, 48, 49, 51, 52, 62, 168 μονάδα του νομάδα 33, 249, 251 μονάδα/μονάδες 33, 40, 42, 47, 56, 57, 98, 118, 162, 176, 182, 211, 223, 225, 227, 231, 233, 235, 237, 239, 241, 243, 245, 247, 249, 251, 255, 259, 263 μοναδικότητα 22, 26, 33, 34, 38, 39, 40 ,41, 42, 43, 44, 52, 53, 55, 56, 58, 59, 60, 61, 62, 98, 100, 104, 118, 182, 211, 223, 225, 227, 245, 255, 261, 263 Μοναδολογία 42, 237, 266 μονόχωρο 205, 211, 225 Μπάτσοι, Γουρούνια, Δολοφόνοι 223 νομαδικότητα/νομαδισμός 26, 52, 251 οικογένεια 45, 118, 162, 182, 219, 221, 223, 225 όχλος 22, 261 Πατρίς, Θρησκεία, Οικογένεια 219, 221 παχύ έδαφος 53, 215, 219, 223 πέτρα 229, 239, 243, 252, 253, 255, 257, 259, 261 πλήθος 22, 24, 26, 27, 32, 33, 34, 35, 36, 38, 39, 40, 41, 42, 43, 44, 46, 48, 49, 51, 53, 54, 55, 56, 57, 58, 59, 60, 61, 62, 98, 100, 108, 118, 120, 162, 168, 176, 182, 194, 202, 203, 205, 207, 209, 211, 213, 219, 221, 223, 225, 227, 253, 255, 257, 259, 261, 263, 276, 277 πλίνθος/πλίνθοι 46, 55, 112, 182 πολυκατοικία 44, 46, 49, 51, 54, 55, 56, 57, 61, 62, 63, 162, 176, 182, 203, 214, 215, 217, 219, 221, 223, 225, 227, 245, 266
πορώδες 53, 182, 227 προλεταριάτο 37 ρεφορμισμός 57, 58 σάρκα 98, 118, 207, 209, 261 σμήνος 58, 59, 60 σωματικό/σωματικότητα 26, 33, 50, 51, 52, 162, 213, 217, 219, 221, 223, 225, 227, 237, 241, 243, 261, 263 σωρός 52, 59, 92, 118, 162, 182, 205, 209, 278 τομή 215, 219, 223, 225, 227 τσιμεντόλιθος 33, 98, 176, 235, 239, 243, 272 τυπολογία 48, 59, 182 υλικότητα 37, 49, 119 υπερ-ταύτιση 44, 46 φαντασιακό 34, 162, 164, 177, 219, 221 φιλελευθερισμός/νεο-φιλελευθερισμός 39, 45, 50, 57 Ψωμί, Παιδεία, Ελευθερία 221, 223
INDEX aganaktismenoi/outraged 92 aether/aetherial 82, 83, 214, 218, 220, 222, 224 animated monad 65, 72, 82, 104, 108, 112, 208, 236, 238, 256 animation 236, 237, 238, 240, 256 apartment blocks 76, 77, 78, 81, 83, 86, 87, 88, 89, 93, 95, 163 appetite 236, 238, 240 archaeological 163, 183, 194, 216, 218, 224 architettura non figurativa 49, 81, 83 autonomy 23, 67 ball of hay/straw bale/straw bunches 65, 72, 73, 84, 85, 95, 99, 104, 108, 194, 248, 279 biopolitics/biopolitical 23, 25, 67, 69, 82, 84, 204, 208, 212 bodies/bodily 27, 65, 71, 82, 83, 84, 86, 99, 163, 208, 212, 214, 217, 218, 219, 220, 222, 223, 224, 225, 236, 238, 240, 248, 253, 260, 262, 264, 278, 258 breathe 244 capital/capitalism 27, 35, 67, 70, 88, 89, 90, 206, 262 cathedral 119, 120, 194, 211, 212 cement block 65, 99, 136, 176, 183, 240, 244, 246
climate 168, 224, 244 column 176, 230, 232, 236, 242, 244 common resources 24, 25 Commonfare 24, 25 Common/commons 22, 23, 24, 25, 27, 51, 70, 71, 72, 74, 83, 84, 91, 92, 93, 94, 118, 119, 120, 163, 164, 176, 183, 208, 210, 212, 214, 216, 217, 218, 220, 222, 224, 238, 270 Commonwealth 35, 41, 67, 73 communism/communist 89, 129, 137 Community/communities 72, 94, 99, 210, 258, 260 consumerism 77, 79, 83 containers 206, 211, 212 cross section 216, 218, 222, 224 culture/cultivation 25, 70, 71, 77, 90, 94, 95, 163, 168, 183, 210, 216, 217, 218, 220, 224 de-familiarization 95, 112 de-industrialization 81 democracy/demos 27, 73, 76, 90, 208, 260, 262, 264 demolition 242 deterritorialization 83, 85, 215, 216, 218, 219, 222 directive 210, 212 Dom-ino 59, 91, 222, 223 erection 238, 239, 240 factory 65, 66, 67, 68, 69, 70, 71, 87, 246, 248, 250, 277 flesh 99, 208, 222, 262 fordism/post-fordism 25, 66, 69, 79, 82, 208 Gaia, theory of 215 general intellect 37, 69, 120, 208, 210 ground 25, 78, 83, 85, 87, 104, 163, 183, 194, 204, 208, 210, 212, 214, 216, 218, 220, 222, 224, 240, 256 hardware 47, 48, 49, 79, 80, 81, hedonism 78, 79, 83 iconic buildings 62, 82, 83, 94 imaginary 66, 163, 164 immigrants 183, 207, 220 International Monetary Fund 222 inter-subjectivity 74, 75, 76 Koran/Quran 67, 145 labor 38, 67, 70, 71, 87, 183, 210 laptop 52, 53, 84, 85, 108 Left 73 liberalism/neo-liberalism 72, 77, 82, 89 marxism 68, 89 mass 23, 65, 87, 90, 210, 216, 222, 260 materiality 69, 81, 183, 206, 218 May of ’68 82
mega-structure 26, 27, 33, 65 meta-city 68 metropolis 60, 65, 66, 67, 68, 78, 81, 84, 92, 119, 120 Monadology 74, 234, 236 monad/monads 65, 72, 74, 91, 183, 232, 234, 236, 238, 240, 242, 251 monument/monumenta 27, 79, 80, 81, 93, 120, 204, 208, 275 nomad/nomadism 27, 65, 84, 248, 251 No-Stop-City 37, 49, 51, 69, 81, 83 operaismo/post-operaismo 22, 23, 57, 89 over-identification 46, 76, 78 pile 84, 91, 92, 163, 183, 210, 244 polykatoikia/apartment block 163, 176, 183, 218, 220 populus/people 22, 23, 75, 76, 86, 183, 204, 208, 212, 218, 220, 222, 224, 260, 261, 262 private 25, 67, 68, 71, 72, 74, 79, 83, 87, 89, 90, 183, 208, 210, 224, 258 public 25, 27, 39, 67, 68, 71, 72, 74, 76, 83, 87, 92, 93, 176, 194, 204, 206, 212, 222, 224, 260 radicals 50, 82 Res Communis 24, 25 Res Publica 24, 25 singularity 23, 27, 34, 39, 40, 65, 66, 71, 72, 73, 74, 84, 85, 87, 88, 89, 90, 93, 94, 99, 100, 104, 119, 183, 212, 220, 222, 223, 256, 258, 260, 261 software 47, 48, 49, 54, 79, 81, 86, 91, 92 stone 65, 83, 230, 252, 254, 256, 258, 260 urbanization 47, 79 vacant 90, 119, 163 video/βίντεο 100, 104, 108, 168, 194, 249, 271, 277, 279 vulgus 22, 23 work 25, 38, 67, 68, 70, 71, 76, 83, 87, 108, 204, 208, 210, 240, 254 working class/worker 23, 25, 39, 65, 71, 152
ΠΛΗΘΟΔΟΜΕΣ MULTIDOMES
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ BIOGRAPHIES
291
Ο Ζήσης Κοτιώνης είναι διδάκτωρ αρχιτέκτων, καθηγητής στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας. Είναι συγγραφέας πέντε βιβλίων θεωρίας και ερμηνείας του τοπίου και της αρχιτεκτονικής, μιας συλλογής διηγημάτων και ενός έργου αφηγηματικής ποίησης. Διατηρεί γραφείο αρχιτεκτονικών μελετών στην Αθήνα και το Βόλο. Αρχιτεκτονικές μελέτες και έργα του έχουν δημοσιευτεί και έχουν εκτεθεί στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Στις αρχιτεκτονικές του πρακτικές περιλαμβάνονται δράσεις μέσα στην πόλη, εγκαταστάσεις και performances. Αρθρογραφεί σε εφημερίδες και περιοδικά. Το 2010 μαζί με τη Φοίβη Γιαννίση ήταν Εθνικός Επίτροπος στην 12η Μπιεννάλε Αρχιτεκτονικής της Βενετίας.
Ο Ηλίας Ζέγγελης σπούδασε και δίδαξε για 25 χρόνια στην Architectural Association του Λονδίνου. Υπήρξε ιδρυτικό μέλος του OMA (Office for Metropolitan Architecture) σε συνεργασία με τον Rem Koolhaas έως το 1987, όταν και ίδρυσε με την Ελένη Τσιγάντε το γραφείο Gigantes Zenghelis Architects, με γραφεία στην Αθήνα και τις Βρυξέλλες. Διετέλεσε καθηγητής στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Ντύσσελντορφ, δίδαξε και επέβλεψε διδακτορικές διατριβές στο Berlage Institute για πάνω από 10 χρόνια. Έχει διδάξει, επίσης, ως επισκέπτης καθηγητής στα Columbia University, Princeton University, UCLA, Τμήμα Αρχιτεκτόνων του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας (Βόλος) και σε άλλες σχολές αρχιτεκτονικής στις ΗΠΑ, Νότιο Αμερική, Ισπανία και Ιαπωνία. Από το 1998 διδάσκει στο EPFL της Λωζάννης, στο ETH της Ζυρίχης και στην Ακαδημία Αρχιτεκτονικής στο Μεντρίζιο (Accademia di Archittetura). Συνεργάζεται με το Bartlett School of Architecture και το Edinburgh College of Art ως εξωτερικός εξεταστής. Το 2001 τιμήθηκε με το βραβείο RIBA Annie Spink Award για τη σημαντική του συνεισφορά στην αρχιτεκτονική εκπαίδευση. Ο Αλέξανδρος Κιουπκιολής σπούδασε ελληνική φιλολογία (κλασική κατεύθυνση) στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και πολιτική θεωρία στα πανεπιστήμια του Έσσεξ (MA) και της Οξφόρδης (DPhil). Είναι λέκτορας στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Α.Π.Θ. με αντικείμενο τις «Σύγχρονες Πολιτικές Θεωρίες». Τα ερευνητικά του ενδιαφέροντα επικεντρώνονται στη νεότερη φιλοσοφία της ελευθερίας και τις σύγχρονες θεωρίες της δημοκρατίας, της εξουσίας και του δικαίου. Στις πρόσφατες δημοσιεύσεις του περιλαμβάνονται τα άρθρα: ‘Radicalising democracy’ (Constellations, 17.1) και ‘Three paradigms of modern freedom’ (European Journal of Political Theory, 8.4). Έχει εκδώσει πρόσφατα ένα βιβλίο στα ελληνικά (Πολιτικές της Ελευθερίας, Αθήνα 2011) και αυτό τον καιρό ολοκληρώνει ένα βιβλίο για τον Μαρξ, το φιλελευθερισμό, τον Καστοριάδη και την αγωνιστική αυτονομία (υπό έκδοση, Palgrave-Macmillan). Η Ιωάννα Λαλιώτου σπούδασε ιστορία στο Tμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών (1987-1992) και πραγματοποίησε μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο Birmingham της Βρετανίας (M.Soc. Sc. in Cultural Studies, 1993) και στο Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο στη Φλωρεντία (Ph.D. in History and Civilization, 1998). Τα ερευνητικά της ενδιαφέροντα περιλαμβάνουν την ιστορία της μετανάστευσης και της υποκειμενικότητας, ζητήματα σύγχρονης αμερικανικής ιστορίας και διατλαντικών σχέσεων και την ιστορία της κοινωνικής ουτοπικής σκέψης. Είναι συγγραφέας του βιβλίου Transatlantic Subjects. Acts of Migration and Cultures of Transnationalism between Greece and America (Chicago: Chicago University Press, 2004) και συνεπιμελήτρια, από κοινού με τις Luisa Passerini, Enrica Capussotti και Dawn Lyon, συλλογικού βιβλίου με τίτλο Women migrants between the East and the West: Gender, mobility and belonging in contemporary Europe (London: Berghan Books, 2007). Προετοιμάζει μονογραφία με τίτλο Το Μέλλον στην Ιστορία: εικόνες του κοσμοπολιτισμού στο πρώτο μισό του εικοστού αιώνα. Ο Γιώργος Τζιρτζιλάκης είναι επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας και σύμβουλος του Ιδρύματος ΔΕΣΤΕ. Εθνικός Επίτροπος και επιμελητής της ελληνικής συμμετοχής στην 52η Διεθνή Έκθεση Τέχνης Μπιεννάλε Βενετίας (2007). Επιμελήθηκε, επίσης, την έκδοση μονογραφιών, βιβλίων και ειδικών εκδόσεων και έχει συγγράψει κριτικές σε καταλόγους εκθέσεων και περιοδικά. Έχει επιμεληθεί, ακόμη, μια σειρά ντοκιμαντέρ σχετικά με τη μοντέρνα και σύγχρονη αρχιτεκτονική στην Ελλάδα (ΕΤ1). Υπεύθυνος αρχιτέκτων του Campana Workshop in Athens για τον ανασχεδιασμό του ξενοδοχείου New Hotel. Πρόσφατα κυκλοφόρησε το βιβλίο Στα Όρια. Νέες Αρχιτεκτονικές από την Κύπρο (εκδ. Καστανιώτη). 292
Zissis Kotionis is a PhD architect practicing in Greece. He is a Professor, Head in the Department of
Architecture, University of Thessaly. He has published five books on architectural theory and urban culture. Projects and buildings of his architectural studio have been published and awarded in Greece and abroad. He is also involved in artistic performances and installations and in public art practices. In 2010 he was Commissioner of Greece in the 12th Biennale of Architecture, Venice.
Elia Zenghelis studied and taught for 25 years at the Architectural Association in London. He is one of the original founders of OMA in partnership with Rem Koolhaas until 1987, when he established ‘Gigantes Zenghelis Architects’ in Athens and Brussels with Eleni Gigantes. He has been Professor at the Düsseldorf Academy of Fine Arts and thesis tutor at the Berlage Institute for more than 10 years; Visiting Professor at Columbia University, Princeton University, UCLA, Department of Architecture at the University of Thessaly (Volos, Greece), and other schools of architecture in the United States, South America, Spain and Japan; since 1998 at the EPFL Lausanne, ETH in Zurich and Professor at the Accademia di Archittetura in Mendrisio. External Examiner at the Bartlett School of Architecture, and the Edinburgh College of Art. He was awarded the RIBA Annie Spink Award for outstanding contribution to architectural education in 2001.
Alexandros Kioupkiolis has studied Classics at the University of Athens and Political Theory at the Universities of Essex (MA) and Oxford (DPhil). He is Lecturer in Contemporary Political Theory at the Aristotle University of Thessaloniki. His research interests are focussed on the modern philosophy of freedom and on contemporary theories of democracy, justice and power. Recent publications include ‘Radicalising democracy’ (Constellations, 17.1) and ‘Three paradigms of modern freedom’ (European Journal of Political Theory, 8.4). He has recently published a book in Greek (Politics of Freedom, Athens, 2011) and he is currently completing a book on Marx, liberalism, Castoriadis and agonistic autonomy (forthcoming, Palgrave-Macmillan).
Ioanna Laliotou is Assistant Professor in Contemporary History at the Department of History, Archaeology and Social Anthropology, University of Thessaly, Greece. She has received her academic training at the University of Athens in Greece (BA in History), Birmingham University in Britain (M.Soc.Sc. in Cultural Studies), and the European University Institute in Italy (Ph.D. in History). She has conducted research as a Fulbright Scholar at Columbia University (USA), as a post-doctoral fellow at Princeton University (USA) and as a fellow at the International Center for Advanced Studies at New York University (USA). She is author of Transatlantic Subjects. Acts of Migration and Cultures of Transnationalism between Greece and America (Chicago: Chicago University Press, 2004) and co-editor of the collective book Women migrants between the East and the West: Gender, mobility and belonging in contemporary Europe (London: Berghan, 2007). Laliotou is also member of the editorial committee of the journal Historein. She is currently working on a book project on The Future in History: cosmopolitics and visions of utopia in the early twentieth century. Yorgos Tzirtzilakis is Assistant Professor at the University of Thessaly, and Consultant at DESTE
Foundation. Commissioner and curator of the Greek Participation at the 52nd International Art Exhibition Biennale di Venezia (2007). He has also edited a number of monographs, books and special issues and has contributed critical essays to numerous exhibition catalogues and magazines. He also edited a series of documentaries on Modern and contemporary Greek architecture for the Greek television (ET1). Project Manager of the Campana Workshop in Athens on the rinovation of the New Hotel. He has recently published the book On the Edge. New Architectures in Cyprus (Kastaniotis publications).
293
ΠΛΗΘΟΔΟΜΕΣ MULTIDOMES
ΕΚΘΕΣΗ EXHIBITION