Σωτήρης Παστάκας
Η ΜΑΘΗΣΗ ΤΗΣ ΑΝΑΠΝΟΗΣ e-σώμα / βιβλίο πρώτο
εκδόσεις ΔΙΆΝΥΣΜΑ
Η ΜΑΘΗΣΗ ΤΗΣ ΑΠΑΠΝΟΗΣ
ISBN: 978-618-81901-0-8 Σειρά: Διανυσματικά ποιήματα VI © ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΑΝΥΣΜΑ & Σωτήρης Παστάκας, 2015 1η έκδοση: Εκδόσεις Μελάνι, 2006 ηλεκτρονική επανέκδοση: Εκδόσεις Διάνυσμα, 2015 ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΔΙΑΝΥΣΜΑ ekdoseisdianisma.blogspot.gr ekdoseisdianisma@gmail.com
Σωτήρης Παστάκας
Η ΜΑΘΗΣΗ ΤΗΣ ΑΝΑΠΝΟΗΣ
e-σώμα / βιβλίο πρώτο
εκδόσεις ΔΙΆΝΥΣΜΑ
Οι αρχαίοι Έλληνες επίστευον πως η ψυχή εταυτίζετο προς την αναπνοή
(η Εγκυκλοπαίδεια)
βιβλίο πρώτο
Α!
(εισπνοή)
9
Η μάθηση της αναπνοής
ΕΚ ΤΩΝ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΩΝ Δεν θα δοθεί περίληψη για όσα ειπώθηκαν. Καθώς κατευθύνονται προς την έξοδο και οι σκιές ανοίγουν την αγκαλιά τους, από μια συζήτηση που δεν θα μείνει τίποτα, λόγια ενός χλιαρού απογεύματος, θα συγκρατήσει το φευγαλέο ρίγος, τη βουβή ταραχή, μια στιγμή αμηχανίας και μόνον, όταν τον άγγιξε διστακτικά στον ώμο, «έλα, γεια σου», του είπε, «θα παραμείνω για την ώρα στον κήπο».
10
βιβλίο πρώτο
ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΤΗΡΙΟ ΔΩΡΟ Αυτό το καραφάκι το έφερε ο Κώστας από την άλλη άκρη της πόλης. Μέρα με βροχή και το κρατούσε σφιχτά ’πανω του, μέσα από το σακάκι και πήρε ταξί τελικά, μην τον σκουντήσουν και το σπάσει. Μιας απαράμιλλης φίλιας το κοινότατο τέλος, θα υπενθύμιζε αργότερα, αν και δεν το υποψιαζόμασταν κανείς, ούτε κι αυτός ο ίδιος υποθέτω, όταν στάθηκε στο κεφαλόσκαλο κι αποχαιρέτησε, με ένα κομματάκι ζηλοτέηπ από το πρόχειρο περιτύλιγμα, μεταξύ μέσου και παράμεσου στο αριστερό του χέρι.
11
Η μάθηση της αναπνοής
ΤΑ ΣΧΕΔΙΑΚΙΑ ΤΟΥ ΥΠΝΟΥ ΣΟΥ Έτσι αφημένα τα μέλη σου σε πορφυρόχρωμη σκόνη: εδώ το γόνατο, εκεί ο αγκώνας. Μισάνοιχτο το στοματάκι σου στη ροή του χρόνου: να ξεδιψάσεις δεν μπορείς, να γιατρευτείς παλεύεις, με σφιγμένες παλάμες κι ακούσιες συσπάσεις—όλα καταγραμμένα στα σεντόνια σου με συμπαθητική μελάνη. Πάνε τρεις εβδομάδες που κοιμάσαι πάνω στο νεκρό σου έμβρυο χωρίς να το ξέρεις.
12
βιβλίο πρώτο
ΣΕ ΣΤΑΣΗ ΑΝΑΜΟΝΗΣ Με το μισό πρόσωπο στον ήλιο τις ολοστρόγγυλες λέξεις της συμφιλίωσης θα έδειχνα πειστικός φανταζόμουν, στο τέλος του γεύματος, ανάβοντας τσιγάρο και περιμένοντας τον καφέ, μόλις συναντούσα το βλέμμα σου μια κάποια επιφάνεια τριβής τέλος πάντων, αν αναγνώριζα έστω τη λεπτομέρεια που απασχολούσε την αμήχανη προσοχή σου προς την αντίθετη κατεύθυνση, στο διπλανό τραπέζι, στο διπλανό ζευγάρι, την άλλη άκρη της αίθουσας, από την πλευρά που άρχισε να ασπρίζει ο δεξιός μου κρόταφος.
13
Η μάθηση της αναπνοής
ΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΤΟΥ ΤΕΛΟΥΣ Οι άλλοι κιόλας ψάχνονται, σακάκι και παλτό, πακέτο με τσιγάρα, διότι στην οθόνη πια προβάλλεται η ανθρωπιά του φιλμ: επίθετα κι ονόματα λευκά ντυμένα ενάντια στο μαύρο που τα πνίγει, στρατιωτάκια όμορφα σε άψογη παράταξη το ένα με το άλλο, γενναία παρελαύνουν. Όρθιος κι εγώ σε στάση προσοχής απονέμω τιμές σε όλους αυτούς τους επώνυμους που ανώνυμοι θα πέσουν. Ποιος να θυμάται άραγε σε καναδυό ωρίτσες την Έλσα και τον Θόδωρο, την Γιάννα και τον Έντσο;
14
βιβλίο πρώτο
«DOLCE» Ο γαλάζιος καπνός της εξάτμισης αιωρείται ακόμη και όταν το αυτόκινητο έχει στρίψει πλέον τη γωνία, μεταβάλλει την τοπογραφία του δρόμου, την καθημερινή προοπτική όσων μένουν για πάντα εδώ, θαμώνες αδιάφοροι της τρέχουσας ζωής όπως κι εγώ, που ξέρουν πολύ καλά από κατακτήσεις κι απώλειες και πως από στιγμή σε στιγμή κι από ώρα σε ώρα αλλάζουν χρώμα τα μάτια σαν τα δικά σου που έγιναν γαλανά αυτομάτως, μόλις με αποχαιρέτησες.
15
Η μάθηση της αναπνοής
Γ. Ν. ΛΑΡΙΣΗΣ Πως πέρασε τη νύχτα ο Αλέξανδρος Φλέμινγκ με τόσα ράντζα στους διαδρόμους, μέσα σε τόσους επιθανάτιους ρόγχους και συγγενείς να λαγοκοιμούνται στο προσκεφάλι των αγαπημένων προσώπων, αφού τους έχει κερδίσει πλέον η βεβαιότητα της απώλειας τους. Μια φωτοβολίδα ο θάνατος και σε τυφλώνει. Δεν μπορείς να κουνηθείς, να κρυφτείς, να το βάλεις στα ποδιά. Έτσι, κατάφωτος κι ακίνητος, ο χρόνος αρχίζει να σε πασπαλίζει μαρμαρόσκονη και το πρωί σε παραδίδει ωραίο άγαλμα- όπως πολύ φοβάμαι, συνέβη και στον προαναφερθέντα κ.
16
βιβλίο πρώτο
ΠΑΡΑΤΑΙΡΟΣ ΕΠΙΚΗΔΕΙΟΣ Στο Γιάννη Μαράβα Αδελφέ, η ζωή σου ήταν η βιωμένη ποίηση. Κάθε μέρα κι ένας πίνακας όπου έριχνες τα χρώματα που είχες πρόχειρα: με μια ιδιαίτερη αγάπη για τις ανεξάντλητες μεταφορές της ώχρας, το βαθύ μπλε, τη γήινη μεταφυσική των σωμάτων. Εσύ, που σε αναρίθμητες εικόνες προσπάθησες να αποτυπώσεις τον μελλοντικό εαυτό σου, φιλόξενος και πλούσιος αμφιτρύωνας σκόπευες τελικά στη λιτή δίαιτα των ασκητών σου: ο άγιος Ονούφριος, ο άγιος Ελευθέριος, η αγία Μαρκέλλα είχαν όλοι ένα απαράμιλλο κατάδικο τους πρόσωπο: το δικό σου. Έτσι, έφυγες κυνηγημένος από τα θεσπέσια δείπνα κι αναδύθηκες μπροστά μου της ζωής δάσκαλος, με το άτοπον του θανάτου σου υποδεικνύοντας το μυστικό τόπο των φιλοδοξιών και των πόθων σου: όρθιος προς τον ουρανό κρεμάμενος.
17
Η μάθηση της αναπνοής
SALO’ Τα νερά της λίμνης δεν διηγούνται τίποτα. Σαν να μην έχουν στόμιο, εφησυχάζουν από τη μια όχθη ως την άλλη. Ιδανικό μέρος ανώνυμης ομορφιάς για να ξεμπερδεύει κανείς μια και καλή με τα περασμένα. Όρθιος μπροστά στο παράθυρο της μιας και μοναδικής μας διανυκτερεύσεως, βλέπω μόνον εγώ το φαλακρό άντρα με το μαύρο πουκάμισο να λάμνει αμέριμνος λες και η στάθμη του νερού δεν ανεβαίνει, ναι πως δεν ανεβαίνει σιγά σιγά και τα σκεπάζει όλα. Δεν θα ανοίξω το στόμα μου. Κι ας ξέρουν τα πάντα για κείνο. Αν δεν τον ονομάσω, θα είναι σαν να μην είχε υπάρξει για τους δυο μας ποτέ;
18
βιβλίο πρώτο
ΥΠΟΠΤΟΣ ΦΥΓΗΣ Όλα κοντά τα θέλω, προσιτά και εύχρηστα, υλικά της απόγνωσης: αλκοόλ, τσιγάρα και τηλεκοντρόλ, να προσθέτω κανάλια και ν’ αφαιρώ σε χρώμα, έτσι που ένας λεκές πολύχρωμος και σκοτεινός το μέλλον έχει γίνει. Βυθισμένος λοιπόν, στον καναπέ της απόγνωσης, αγνοούμενος μες στους καπνούς, στο αλκοόλ στη μαύρη οθόνη, πιο εύκολο μου φαίνεται ν’ αποσυρθώ, να εγκαταλείψω το ομοίωμα μου χωρίς να το αντιληφθεί κανείς πως βγήκα πια, εξήλθα, γεμάτο το ποτήρι και τα τσιγάρα μου εκεί, μαζί με το κορμί μου κι η τηλεόραση ανοιχτή κι εγώ δεν σας χαιρέτησα, δεν είπα καν «στο επανιδείν», «arrivederci», «θαταπούμε».
19
Η μάθηση της αναπνοής
«TICKETS TO ITALY» Η εθνική οδός Κορίνθου-Πατρών από ένα σημείο κι έπειτα βγάζει σε άγνωστο τοπίο: έκπληκτος ο ταξιδιώτης που ανασηκώνει το βλέμμα, αγνοεί το ακριβές ύψος της διαδρομής, όπως συμβαίνει με την άκρη του ματιού ως ξένο και παντελώς άγνωστο να συλλαμβάνουμε τον άνθρωπο μας. Για να μας οδηγήσει μετά στο καθαυτό τοπίο της ψυχής: παύεις πλέον να γνωρίζεις την κατεύθυνση, αν πηγαίνεις, αν έρχεσαι, αν σε καλωσορίζουν η αν αποχαιρετάς ένα κομμάτι της ζωής σου. Μόνος επιτέλους, στην αποβάθρα κοιτάζεις τη θάλασσα που μόνο για χάρη σου λες, πάλλεται, σκιρτά κι ανασαλεύει, ώσπου να φουσκώσουν τα νερά, το μπλε της αναχώρησης να γίνει και πάλι γαλάζιο του θανάτου.
20
βιβλίο πρώτο
ΙΣΩΣ ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΦΟΡΑ Στην προσεχή συνάντηση, ο τόνος της φωνής μου θα είναι απολύτως υποταγμένος στα όσα λέω. Θα έχω κυριεύσει την ταραχή μου, το αλλοπρόσαλλο πρόσωπο της αμηχανίας. Τα θέματα της συζητήσεως αναίμακτα θα θυσιάζονται το ένα στο άλλο, σίγουρα θα μιμηθώ επιτυχώς τις φωνές των άλλων. Οι ιδιωματισμοί και τα περίεργα στην εκφορά του λόγου, τα τικ, τα τρακ τα τρυκ του περιβάλλοντος κόσμου, μια ήσυχη ροή θα είναι μέσα μου. Ενσωματωμένος επιτέλους στον διάλογο, χωρίς να είμαι ο απανταχού παρείσακτος, ο εσαεί εκτός τόπου και χρόνου.
21
Η μάθηση της αναπνοής
ΕΠΕΤΕΙΟΣ Το λεύκωμα με τις φωτογραφίες που δεν τραβήχτηκαν ποτέ, ξεφύλλιζα και πάλι απόψε. Κομμάτια κινήσεων που δεν ολοκληρώθηκαν, μισόλογα κι υπονοούμενα και χειρονομίες ακέραιες, κι η μικρή αμαρτία να λάμπει αμιγής σε πείσμα κάθε πιθανής μετανοίας, και πρόσωπα να φλέγονται ακόμη περισσότερο όσο περνούν τα χρόνια, ακόμη πιο οικεία και προσιτά και αναστάσιμα, και οι πόλεις να ονειρεύονται τρυφερά η μια την άλλη, να λέγεται Τίβερης το μεγάλο ποτάμι που φαίνεται ψηλά, απ’ το Λυκαβηττό.
22
βιβλίο πρώτο
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΓΑΜΟΥ Την τετάρτη επέτειο του γάμου μας η γυναίκα μου ονειρεύτηκε μαύρο, ανοιχτό αυτοκίνητο ζωσμένο άσπρες κορδέλες. Παλιό μοντέλο και παλιοί οι εποχούμενοι σαν σε φωτογραφία. Από ψηλά τους έβλεπε και δεν αναγνώριζε κανέναν πάρεξ το νυφικό της στο πίσω κάθισμα φαρδιά πλατιά απλωμένο που σκέπαζε το φέρετρο, όμως δεν καταλάβαινε, ούτε της είχαν πει, ποιος απ’ τους δυο μας ο νεκρός και ποιος ο φωτογράφος.
23
Η μάθηση της αναπνοής
ΠΟΡΤΡΑΙΤΟ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ ΚΟΝΤΑ ΣΤΑ ΣΑΡΑΝΤΑ Κοντά στα σαράντα του έτυχαν μαζί ένας πρώτος γάμος κι ένα δεύτερο βιβλίο. Απλή πράξη αποταμιεύσεως, η ωριμότηταποιος το είπε; Κατασπατάλησε ό,τι κι αν είχε και τώρα από το καινούριο του ρετιρέ, όρθιος στο κέντρο της παρέας, με το άσπρο λινό κοστούμι, το ανεπίκαιρο λευκό μπορσαλίνο με τη μαύρη κορδέλα, υψώνει το ποτήρι του στους καλεσμένους. Ας κρυφακούσουμε: «Η ποίηση, αληθώς λέγω, δεν μας διασώζει από τα σφάλματα του παρόντος. Παρηγοριά και συναίνεση παραχωρεί για να τα επαναλαμβάνουμε, μικροί μου εν τέχνη αδελφοί, διαρκώς βελτιωμένα: σε ένα τρίτο βιβλίο, ένα δεύτερο γάμο».
24
βιβλίο πρώτο
ΠΑΤΡΟΣ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗ Κάποιες στιγμές γυρίζω και κοιτάζω τα ροζ γεράνια του πατέρα μου. Όταν η έλξη του κενού κορυφώνεται μέσα μου και η επιτυχία με φέρνει όπως πάντα στο χείλος του γκρεμού, τα ροζ γεράνια του πατέρα μου, που άντεξαν και έπιασαν στην πλαστική μου γλάστρα σε μια ανώνυμη βεράντα, γυρίζω και κοιτάζω. Θα αντέξω; Θα πιάσω; Έσκυψε η μάνα μου και τα ’κοψε, πάει καιρός, στη διάρκεια μιας ημερήσιας εκδρομής, σχεδόν μετά σαράντα χρόνια από τον εγκλεισμό του, την ημέρα της ονομαστικής του εορτής στις φυλακές της Αίγινας.
25
Η μάθηση της αναπνοής
ΤΟ ΠΛΗΡΩΜΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ Η χρονιά κλίνει προς το τέλος της. Για άλλη μια φορά όσοι αντιστάθηκαν κυρτώνουν και κάμπτονται. Λυγίζουν τρυφερά προς τη μια πλευρά με τη μονότονη χάρη μιας βέργας που δεν κοιτάζει τίποτα, απλά και μόνο δείχνει τη φορά του ανέμου, δίχως την πολύκλωνη ανθοφορία των πολλαπλών κατευθύνσεων, όπως έγειρε από το βοριά το πεύκο στη λόζα, όπως πέφτω να κοιμηθώ έχοντας το πρόσωπο στραμμένο στον τοίχο.
26
βιβλίο πρώτο
Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΟΥ ΓΕΛΟΥΣΕ Η πρώτη εντύπωση. Άψογη η εκτύπωση: γνήσιο χαρτί Kodak, ζωντανά χρώματα, σωστή η γωνία λήψεως και ο φωτισμός. Αναμφισβήτητα αναγνωρίζω τον εαυτό μου στο εικονιζόμενο πρόσωπο. Όμως το σκοτάδι που μόνιμα κατοικεί στα μάτια βγήκε καστανού χρώματος, η δίνη του στόματος έχει περιοριστεί σε δυο κόκκινα χείλη, αυτά τα καλοχτενισμένα μαλλιά δεν αντανακλούν επ’ ουδενί την αταξία στο κεφάλι μου κι αυτό το μονίμως χαμογελαστό πρόσωπο -πώς να το πω;- ασυστόλως ψεύδεται, αγαπητοί μου φίλοι.
27
Η μάθηση της αναπνοής
ΣΥΜΗ ΕΠΟΥΡΑΝΙΑ Πιο γαλάζια η θάλασσα μετά τη μεσημβρινή κατάκλιση. Λουλουδιασμένο Μάη πλάγιασα και ξύπνησα φθινόπωρο. Έρημη ακρογιαλιά, φωνή καμία. Όγκοι ραθυμίας υψώνονται γύρω μου, βουνά και πέτρες κι ερειπωμένα κτίσματα που ήρεμα ανθίζουν και φουντώνουν. Ίζημα ζωής όλος ο χρόνος που έχασα, πίσω ξανά θα μου δοθεί με τόκους και μερίσματα, στη Σύμη ακόμη μια φορά, κάποιο άλλο καλοκαίρι.
28
βιβλίο πρώτο
ΝΥΧΤΕΡΙΝΗ ΕΤΟΙΜΟΤΗΤΑ Όνειρα απολεσθείσης τάξεως με συντροφεύουν κάθε βράδυ. Το ημιτελές μυθιστόρημα του έγγαμου βίου, χίλιες ατέρμονες κουβέντες πάνω στο ίδιο θέμα, η ηδονή και οι οδυνηρές της συνέπειες: πανέτοιμος και πλήρης συνειδήσεως, να κλείσω πλέον τους ανοιχτούς λογαριασμούς, το αίμα να πάρω πίσω, κι ας δείχνει μόνον 03:43 το ψηφιακό ρολόι: το παρόν λέω, είναι η αυταπάτη ενός καλώς τακτοποιημένου παρελθόντος. Κι όμως, όταν σηκώνομαι να κόψω στα δυο με το σπαθί τη φοβερή πλεκτάνη, φοράω ανάποδα τις παντόφλες, και οι τελευταίες σταγόνες μού πέφτουν πάντα έξω από τη λεκάνη.
29
Η μάθηση της αναπνοής
ΜΙΑ ΜΕΡΑ ΧΩΡΙΣ ΤΣΙΓΑΡΟ Όποιος κόβει το τσιγάρο, δεν παύει την απόγνωση. Άλλες φωτιές τρώνε τα σωθικά του. Βρίσκει ζεστή τη χειρολαβή απ’ τον προκάτοχο του στο αστικό και την κρατάει παρ’ όλο που το ύψος του θα του επέτρεπε άλλου είδους στηρίγματα. Βρίσκει αναπάντεχα ζεστό το διαμέρισμα την πιο κρύα ημέρα του Χειμώνα, μα αυτό που τον ζεσταίνει πιο πολύ είναι η σύμπνοια των ενοίκων, οι αγαθές σχέσεις ενοικιαστών και ιδιοκτητών. Από τη μια μέρα στην άλλη στάχτη τα λόγια του στο στόμα, οι ιδεολογίες. Μικρά καψίματα κι αποτυπώματα αφήνει στα πράγματα που θα πέσουν στα χέρια του, στις σελίδες που γυρίζει. Όπως παραμένει ζεστή η μηχανή του αυτοκινήτου κι όταν δεν είναι πλέον αναμμένη, καίνε τα δάκτυλα του γενικώς βήχει και ξαναβήχει.
30
βιβλίο πρώτο
ΡΩΜΗ ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΗ Η ποίηση δεν άλλαξε διεύθυνση: Ρώμη, Πιάτσα Εζέντρα, βιβλιοπωλείο Φελτρινέλλι. Αλλάζουν τα εξώφυλλα, τα τυπογραφικά, κι είμαστε πάντα ερωτευμένοι. Τα είχα σκεφτεί όλα αυτά: δρόμοι που οδηγούν στον τρυφερό εναγκαλισμό της πλατείας, το Καλοκαίρι στον Ιούλιο, το μεσογειακό πεύκο σε σημείο έκρηξης να σκορπά στο διάβα μας μικρά θαυμαστικά, κι ο,τι μισό παράτησα να διαρκεί. Απλός επισκέπτης πλέον, στην πόλη δέκα σχεδόν χρόνων ζωής, όποιο βιβλίο κι αν πιάσω στα χέρια μου, υπαινίσσεται διακριτικά παράλληλες αναγνώσεις εκείνης της εποχής, παραπέμπει σε τίτλους και συγγραφείς, στο ασυνάρτητο παζλ της νεανικής μου βιβλιοθήκης. Επιτρέψτε μου λοιπόν, αυτό το βιβλίο που μόλις αγόρασα, καθώς πηγαίνω με τα μάτια κλειστά από τη μια αγκαλιά στην άλλη, να το κρατήσω όπως κάποτε κρατούσα τα βιβλία, σταυρωτά στο στήθος, στο ύψος της ψυχής.
31
Η μάθηση της αναπνοής
ΜΕΡΑ ΜΕ ΒΡΟΧΗ Πρώτη Φεβρουαρίου σήμερα και η πρώτη βροχούλα του μήνα μαζεύει ήσυχα-ήσυχα τα νερά της στη βεράντα. Στάλα-στάλα μέσα σε ένα χρόνο είδα την επιθυμία να γίνεται έκσταση, την έκσταση πίκρα κι απογοήτευση, τα επί πολύ ποθούμενα αμελητέες αναμνήσεις, το πάθος να καταποντίζεται σε μια πίστωση χρόνου που χορηγήθηκε ευπροσήγορα κι ανέμελα, τις υποσχέσεις για μια βέβαιη επιτυχία να μετατίθενται συνεχώς στο άμεσο μέλλον, τα θαυμαστικά να γίνονται ερωτηματικά όπως καθρεφτίζονται ανάποδα σήμερα τα κάγκελα πάνω στα νερά της βεράντας.
32
βιβλίο πρώτο
ΠΟΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ; Με την πάροδο του χρόνου και τις μεταβολές του συναισθήματος, συμβαίνει να αμφιβάλλω για την ύπαρξη σου, καθώς αναρωτιέμαι ο δύστυχος αν υπήρξε επαφή, αίσθηση, αν υπήρξαν αισθήματα. Όταν σκοντάφτεις, όταν τρέμεις και τα πράγματα πέφτουν από τα χέρια σου και τα αυτιά σου κοκκινίζουν και βουίζουν παράξενα, είμαι εγώ που σε ονομάζω και σε σκέφτομαι, περιμένοντας ένα νεύμα, ένα σήμα, την ετυμηγορία σου ως προς την οριστική μου λύτρωση, την καθημερινή μου καταδίκη. Μάθε το λοιπόν, πως όσο την αναβάλεις άλλο τόσο εγώ σε σκέφτομαι και σε ονομάζω, έτσι όπως λιγοστεύουν οι φίλοι και ξεκαθαρίζουν τα δυο-τρία βασικά ερωτήματα, σε βαθμό που να μην ξέρω σε ποιον να απευθύνω, τη μια και μοναδική ερώτηση που με βασανίζει.
33
Η μάθηση της αναπνοής
ΟΔΟΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ Στο Μιχάλη Γκανά Κατεβαίνοντας την Ακαδημίας δεν κατάλαβε το κίτρινο φυλλαράκι ακακίας που ήρθε και κάθισε στα μαλλιά του. Εν αγνοία του ο κόσμος παραμέριζε για να περάσει, απρόσκοπτη η πορεία του, πράσινο και το επόμενο φανάρι. Δεν διέκρινε τα ερωτικά βλέμματα που τον έραιναν, τα ανεπίδοτα χαμόγελα, τα πρόσωπα που του έγνεφαν με άκρατη αισιοδοξία κι εμπιστοσύνη κι ευγένεια. Στον καθρέφτη μόνον του ασανσέρ κατακόκκινος από ντροπή, είδε το κίτρινο φυλλαράκι να αιωρείται κάπου στο ύψος της γραβάτας του και χαμογέλασε, αυτός, το τιμώμενο πρόσωπον της Τρίτης, ο παρασημοφορημένος της καθημερινότητας.
34
βιβλίο πρώτο
ΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑΖΟΜΕΝΟΙ Κάποιες λειτουργίες τελούνται ταχυδρομικώς. Με κίτρινους φακέλους αλληλογραφούν απ’ άκρη σ’ άκρη της Ελλάδας, επώνυμοι κι ανώνυμοι άνθρωποι των Τεχνών και των Γραμμάτων. Με επιμελημένη ορθογραφία και ιδιόρρυθμο γραφικό χαρακτήρα, με κοινή την επιθυμία για επικοινωνία ανταλλάσσουν πρωτόλεια και ανάτυπα, μικρά αντίδωρα της Θειας Ευχαριστίας.
35
Η μάθηση της αναπνοής
ΦΩΤΙΟΣ ΟΦΕΙΛΕΤΗΣ «Μια τέτοια μέρα» λέει, «ακόμη κι εγώ θα έγραφα ποιήματα. Πλούσια σε φωτοσκιάσεις και στην ιδανική θερμοκρασία των δεκατριών βαθμών, να ξετυλίγεται με όλη τη μεγαλοπρέπεια του ασπρόμαυρου φιλμ: το χρώμα που ταιριάζει απόλυτα στα ανθρώπινα πάθη. Ένα ποίημα λοιπόν, λιτό και τελεσίδικο σαν ακτινογραφία, για τις υποσχέσεις και τους όρκους που καταπατήσαμε, για όσους έφυγαν από κοντά μας, για όσους δεν αφήσαμε να μας πλησιάσουν. Για την κατανόηση, τον οίκτο, τα δώρα, τα οποία ουδείς χορήγησε και κανένας δεν έλαβε. Ένα ποίημα για όλους εμάς ανεξαιρέτως, που βαδίζουμε ορφανοί κι υπερήφανοι, περιβεβλημένος ο καθένας το διάφανο μύθο του, μια μέρα σαν κι αυτή, και όλα να μας τα συγχωρεί ο μήνας Νοέμβριος.»
36
βιβλίο πρώτο
ΑΓΙΑ ΝΥΧΤΑ Κάποιες πόρτες ανοίγουν γενναιόδωρα, χωρίς να ρωτήσουν ποιος είσαι, πως και γιατί: μόνο με το βάρος του αριστερού σου ποδιού. Και υπάρχουν κάποιες αίθουσες που σε περιμένουν φιλόξενες: στα λιμάνια, στους σταθμούς, στα αεροδρόμια. Όπου σε υποδέχονται διακριτικά οι θαμώνες κι αμέσως σε θεωρούν μέρος του συνόλου: από την δική τους οπτική γωνία είσαι ένας ακόμη: ο άλλος, που αποκοιμήθηκε στηρίζοντας το μάγουλο με το δεξί του χέρι, ή αυτός που σκύβει να μαζέψει το ευτελές νόμισμα από το δάπεδο, με μια τρεμάμενη πίστη στα θαύματα. Η προστατευτική και πάμφωτη μοναξιά του Ελληνικού συχνά με θέλγει, άσε που όπως μου είπαν, είναι το μοναδικό σημείο σε ολόκληρη την Αττική από το οποίο, μια Αγια Νύχτα σαν κι αυτή, φαίνεται καλύτερα ο ουρανός και οι φτερούγες των αγγέλων.
37
Η μάθηση της αναπνοής
ΙΩΑΝΝΑ ΤΩΝ ΔΩΡΩΝ Το ζεστό μπάνιο, τα καθαρά εσώρουχα, η έκτακτη επανάληψη του θαύματος που λέγεται κούπα στιγμιαίου με γάλα και λέγεται μάτια τρυφερά που κοιτάζουν. Αυτόν το χειμώνα αναζητώ το δυαράκι σου μωρό μου, όταν τρέχω απ’ τη μια άκρη της πόλης στην άλλη, φορτωμένος την επαγγελματική μου samsonite. Επιζητώ την μέθη των δακτύλων σου στην ταλαιπωρημένη μου πλάτη, το ποδόλουτρο και το ζεστό νερό που μου φέρνει δάκρυα στα μάτια, τα γαλακτώματα και τα μυρωδικά. Χαρίσου λοιπόν, σ’ αυτό το κινητό λείψανο της Αθήνας, που αντί για έρωτα σου μιλάει για φιλμ και ποιήματα.
38
βιβλίο πρώτο
ΜΝΗΜΗ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΠΡΑΒΟΥ Η εσωτερική ζωή είναι γερόντισσα της υπαίθρου. Έχει ρυτιδωμένο, μελανιασμένο δέρμα και πεντακάθαρα σπλάχνα. Το μικρό της κεφάλι ξεπροβάλλει μες από το δάσος: πεύκα, κυπαρίσσια, κλαδάκια φορτωμένα με χιόνι. Μας φέρνει ένα δεμάτι ξύλα. Λίγοι την βλέπουν κι αυτοί πάλι δεν ξέρουν σε ποιανού την πολυκατοικία θα ’ρθει να τ’ αποθέσει.
39
Η μάθηση της αναπνοής
ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΜΕ ΤΑ ΜΙΚΡΑ ΟΝΟΜΑΤΑ Οι γυναίκες των ποιητών στέκονται εκεί, στην πρώτη σελίδα των βιβλίων τους σεπτές μητέρες, γλυκύτατες αδελφές, να πάρουν από το χέρι τον αναγνώστη συγκαταβατικές συμβίες, να τον οδηγήσουν μέσα από διαδρόμους στα μυστικά δωμάτια, μονάκριβες θυγατέρες και τρυφερές ερωμένες, να του επιστήσουν την προσοχή σε κάποια λεπτομέρεια της διακόσμησης, να του προσφέρουν την οικειότητα μιας φιλικής παρουσίας-γι’ αυτό κι εκείνος από την πρώτη στιγμή, καλείται να τις προσφωνεί με το μικρό τους όνομα.
40
βιβλίο πρώτο
Ο ΠΑΥΛΟΣ ΠΑΡΩΝ
Στον Παύλο Γερένη
Η ανάρτηση των ξένων εφημερίδων στα κεντρικά περίπτερα, εύρισκε πάντα τον Παύλο παρόντα. Εκείνη την αβέβαιη ώρα, γύρω στις έξι το απόγευμα που η πτώχευση του λεξιλογίου συμπίπτει με την έκπτωση των συναισθημάτων, άρχιζε να ξεχνά την αγαπημένη του γλώσσα, να μην θυμάται τις λέξεις. Επαναλάμβανε συλλαβές, συνέθετε νεολογισμούς κι ανακάλυπτε πως οι πάντα οδυνηρές διαιρέσεις του Εγώ, δεν είναι πάντα γόνιμες. Συνέβαινε λοιπόν, να μην αναγνωρίζει πια τον εαυτό του στον καθρέφτη: αυτό στο οποίο ήθελε να δώσει μορφή-τον παραμόρφωνε. Εκείνη την αβέβαιη ώρα με την κατάλυση του φωτός, η εισαγωγή του στη νύχτα γινόταν μέσα από τις γκρίζες σελίδες της Repubblica. Χιτώνας μαζί και μανδύας τον τύλιγαν προστατευτικά και τον προφύλασσαν απ’ τις κακοτοπιές της νύχτας, που έπρεπε να διανύσει αλώβητος για να δώσει το παρόν, εκλεκτός ανάμεσα στους ολίγους, όταν έρθει με το καλό η λευκόστηθος και λευκώλενος αυγή των ονείρων.
41
Η μάθηση της αναπνοής
ΔΗΜΟΤΙΚΟΣ ΚΗΠΟΣ Ψεκ-ψεκ ψεκάζουνε τα μπεκ, φρέσκο χορτάρι μαλακό φυτρώνει δίχως μνήμες. Πριν γίνει σταγόνα το νερό διαγράφει πολύχρωμη καμπύλη. Το νερό που όλα τα πολλαπλασιάζει και τα γονιμοποιεί: τα κάνει ποικιλόχρωμα, ευωδιές αναδίδει κι αρώματα: «Τα ρόδα το Μάιο αναπληρούν την Παναγία», λέει κι εκείνος «Μείνε ήσυχη, το γιασεμί μεσολαβεί για μας στον Ουρανό». Κάπως έτσι κουβεντιάζοντας, απομακρύνεται το άκληρο ζευγάρι μέσα στον ολάνθιστο κήπο.
42
βιβλίο πρώτο
ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ Όλο το πρωί να ανακαλύπτει, να εφευρίσκει σκόνη. Επιτέλους, κάθεται να καπνίσει εντεκάμιση η ώρα της Κυριακής και η ευωδιά του βραστού έχει ήδη κατακτήσει το σπίτι. Όποιος αγαπάει την τάξη, δεν αναπαύεται ποτέ. Διαρκής η απειλή του χάους, πρόσκαιρη πάντα η λάτρα του σπιτιού-ως και τα φυτά στις γλάστρες απαιτούν την απόλυτη επαγρύπνηση της: αλήθεια, πότε αναπτύσσονται τα λουλούδια; Τη νύχτα; Ανθίζουν τα άνθη, σκέπτεται, στα σπίτια που υπάρχει αγάπη, αλλά πώς να αντέξει κανείς, όλη αυτή την πολλαπλή ανθοφορία που συντελείται εν τη απουσία της;
43
Η μάθηση της αναπνοής
ΕΣΠΕΡΙΝΗ ΔΕΗΣΗ Το σούρουπο πλησιάζει με το ρυθμικό βηματισμό του εφήβου, που έμεινε μόνος κάτω από το καλάθι του μπάσκετ. Η ρουτίνα της καλοκαιρινής πολίχνης μαζεύει τις φωνές της πιο πέρα κι αυτός αστράφτει από τον ιδρώτα καθώς ιερουργεί με τα τυχαία σύνεργα που του παρέχει ο χρόνος: μια πορτοκαλί μπάλα, ένα σιδερένιο στεφάνι. Αποκρύψτε το βλέμμα σας, περαστικοί. Είναι το σώμα που αγαπάει τον εαυτό του με έναν τρόπο αποκλειστικό και παράφορο.
44
βιβλίο πρώτο
Η ΦΩΤΕΙΝΗ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ Το φως που καίει στο δωμάτιο μου είναι μια λάμπα σαράντα κηρίων. Στο χλομό της κύκλο αιχμάλωτος τα βράδια μου περνάω: γραφή κι ανάγνωση, μελάνες και μουτζούρες, ένα ολόκληρο βιβλίο οι σχισμένες μου σελίδες. Κι η Χαριλάου Τρικούπη ησυχάζει, κατά τις δυο-κατά τις τρεις αραιά και που ένας βόμβος μηχανής τη διασχίζει. Μετρώ, ξαναμετρώ τα Φώτα των πολυκατοικιών που παραμένουν αναμμένα, βέβαιος πως κάποιος άλλος βρίσκει παρηγοριά μετρώντας το δικό μου. Πρέπει ωστόσο να βιαστώ, να γράψω ό,τι γράψω, όσα προλάβω δηλαδή, πριν σβήσει και το τελευταίο φως που με κρατάει ξενύχτη.
45
Η μάθηση της αναπνοής
Β!
(παύση)
46
βιβλίο πρώτο
ΕΓΚΩΜΙΟ ΤΗΣ ΚΙΝΗΣΕΩΣ Κάποιος κάθεται σε αυτήν την πολυθρόνα. Το βιβλίο ανοιγμένο στα γόνατα. Το μυαλό κλειστό στα γεγονότα. Πάνω από τις γλάστρες του βασιλικού υψώνεται ο κισσός. Ρίχνει τα φύλλα της η ροδακινιά. Γραμμή τη γραμμή, σελίδα τη σελίδα, αναπτύσσεται εξίσου σιωπηλά η οριζόντια πρόοδος της αναγνώσεως.
47
Η μάθηση της αναπνοής
ΠΙΚΡΙΑ ΕΠΑΝΑΠΑΤΡΙΖΟΜΕΝΟΥ ΝΕΟΥ Πολλά τα αυτοκίνητα με ξένον αριθμό αυτό το Καλοκαίρι. Χιλιόμετρα που δεν με μετατόπισαν. Χρόνια που θα γίνουν χρόνος μονοδιάστατος κι οριστικός. Σαν το ξεμωραμένο σκυλί πίσω από τα ξένα αυτοκίνητα, δεν τρέχω πια. Γρυλίζω.
48
βιβλίο πρώτο
ΜΕΛΟ Περιμένοντας την έναρξη της απογευματινής προβολής, όταν το θείο χρώμα της Κυριακής κλίνει προς τη φαντασμαγορία του σινεμασκόπ, μπροστά στις αφίσες με τα προσεχώς ανασκιρτώ για το φιλμ που θα δω μόνος, Δίχως το χέρι σου μέσα στο δικό μου, δίχως τα διάπλατα μάτια σου να διπλασιάζουν την κινηματογραφική μου συγκίνηση, τον ανεπαίσθητο παλμό του στήθους σου στο ημίφως-«η ταμίας», λες, και βάζω χέρι στο πορτοφόλι.
49
Η μάθηση της αναπνοής
ΥΠΕΡΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΠΟΜΕΣΗΜΕΡΟΥ Μεγάλωσα στην υπομονή κι η υπομονή μού άμβλυνε την όραση. Μία όαση ανθίζει τώρα στο κέντρο του δωματίου. Την οικεία προοπτική της επίπλωσης καλύπτει άγρια βλάστηση. Αναρίθμητα φυτά αναρριχώνται στους τοίχους. Θα σβήσουν βέβαια, δίχως ν¨ αφήσουν ίχνος, αν δεν ολοκληρώσω τη μεταμόρφωσή μου και γίνω το ταπεινό ερπετό της ερήμου, ο κάκτος που προϋποθέτει το όραμα.
50
βιβλίο πρώτο
Ο ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ Το ουίσκι με πάγο. Να λιώνει και να μου λύνεται η γλώσσα. Λεξούλες που δανείστηκα κι εγώ δωρίζω σε άλλους. Αλλάζουν οι συνομιλητές και σχήματα ο διάλογος. Τι σημασία έχει πια ποιος απευθύνεται σε ποιόν, ποιος είναι αυτός που ομιλεί και ποιος αυτός που ακούει… Αρκεί λειψά να μου φανούν τα οκτακόσια ιερά ονόματα του Γάγγη, μες από τις ανταύγειες του κι όπως τον εραστή που νοσταλγεί, άφωνο επιτέλους, ας με παρέδιδε στο βράδυ.
51
Η μάθηση της αναπνοής
ΔΙΧΩΣ ΜΑΡΤΥΡΕΣ Το νεκρό πρόσωπο του ουρανού δεν αισθάνεται την ανατριχίλα του καπνού που ανεβαίνει, τους τριγμούς της φωτιάς που σιγοκαίει, τα χαμένα βελάσματα, τα κουδουνίσματα, όλα μας τα επιστρέφει, αγαπημένη. Είμαστε η ηχώ αυτών που στάθηκαν και μάζεψαν πορείχια κάποιο απόγευμα σε αυτό το σημείο και ο χτύπος της καμπάνας τους συνέλαβε σε μίαν απόσταση πεντακοσίων μέτρων από το σπίτι, χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από το εσωτερικό τους τοπίο.
52
βιβλίο πρώτο
ΒΕΓΓΕΡΑ Ένας ίσκιος το βουνό. Ο έναστρος πάλι ουρανός, το γεμάτο φεγγάρι, πολύ χαμηλά η αποκλίνουσα τροχιά του βλέμματος… Τώρα που η παρατεινόμενη καλοκαιρία διατηρεί ανέπαφη τη γοητεία της βεγγέρας, κάθεται και της διαβάζει το βουνό που στέκει μπροστά τους: οι πρόποδες, οι γήλοφοι, οι λόφοι, οι πλαγιές, ο αυχένας… Κι εκείνη πειθήνια επαναλαμβάνει: «Ενήργησα κατά προσέγγισιν, από την πρόσκαιρη θέση μου αγάπησα ό,τι είχε όρια αυστηρά καθορισμένα».
53
Η μάθηση της αναπνοής
ΔΥΟ ΤΕΛΕΙΕΣ Η κούπα με το τσάι είναι εδώ, ανάμεσα στις χούφτες μου. Φυσώ, ξαναφυσώ: ο ένας κύκλος χάνεται μέσα στον άλλο: συγκρούονται, συντρίβονται, πολλαπλασιάζονται. Εξακολουθώ να θυμάμαι, αλλά έπαψα πια να θυμώνω. Ασαφή τα σύνορα του μηνός Οκτωβρίου, κοινές και δεδομένες οι αφηγήσεις των θαμώνων. Κάνει κρύο, αν και κάθομαι στην πιο ζεστή γωνιά του καφενείου. Ανακεφαλαιώνω:
54
βιβλίο πρώτο
ΝΥΧΤΕΡΙΝΗ ΔΙΑΔΡΟΜΗ Κατάλαβα τώρα, τη μυστική διάταξη, τη σειρά των πραγμάτων, τις κόχες και τα περάσματα, που να σταθώ και τι ν αποφύγω, περπατώ στο σκοτάδι και δεν σκοντάφτω δύο μήνες στο καινούριο σπίτι.
55
Η μάθηση της αναπνοής
ΟΙ ΜΕΡΕΣ ΤΗΣ ΑΝΑΡΡΩΣΗΣ Η φλέβα στο λαιμό σου ρήμα πηγαίο, ευανάγνωστο και μεστό νοημάτων. Τα δάχτυλα που γυρίζουν τη σελίδα, ξετυλίγουν για μένα τον κόσμο των θεατών και των αοράτων. Τα χείλη δεν τολμώ να τα ονομάσω. Προϋπάρχουν της φωνής σου, όπως η αίσθηση της αδυναμίας πριν εκδηλωθεί η αρρώστια που με κατέβαλε. Κάθεσαι πάλι δίπλα στο κρεβάτι και μου διαβάζεις, αλλά τώρα σαν να κουράστηκες. Πάρε βαθιά αναπνοή και άναψε τσιγάρο. Μας υπολείπονται πολλές σελίδες ακόμη και ο χειμώνας είναι μεγάλος.
56
βιβλίο πρώτο
Ο ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ
Στον Κώστα Μαυρουδή
Ο δρόμος είναι μηχανή απίθανη. Οι βιτρίνες άσκηση της έμπνευσης. Το χρεοκοπημένο εστιατόριο που ξηλώνουν μεσάνυχτα, τίτλος ιδανικός. Τα τρόλεϊ, τα ταξί, μεταφορές υπέροχες. Σύντομες συναναστροφές, στίχοι και στροφές. Οι ποιητές μπαίνουν στα καφενεία με στολή ανθρακωρύχου. Ο ορυκτός πλούτος των λέξεων. Οι καρέκλες, σημεία στίξεως των συζητήσεων. Συκοφάντη και διαβλημένο, μεγάλη πόλη η Αθήνα, τους βρίσκεις πλάι-πλάι μέσα στο ίδιο ποίημα.
57
Η μάθηση της αναπνοής
ΜΙΑ ΠΡΟΠΟΣΗ Αν αγνοεί ο Μπόρχες την ύπαρξη της Λάρισας-πόλη που γνωρίζουν πολύ καλά Σινόπουλος, Σερένι κι Εγγονόπουλος, είναι γιατί έχει και η λογοτεχνία το δικό της γεωγραφικό άτλαντα, τις δικές της συντεταγμένες, με τα πολύχρωμα κρατίδια των –ισμών και τα αδιάβλητα σύνορά τους, καθώς η κάθε φωνή εκπέμπει από το αυστηρώς καθορισμένο στίγμα της και δεν επιδέχεται παρενοχλήσειςφυλακή και γοητεία της ποίησης μέσα από μεσημβρινούς και παράλληλους.
58
βιβλίο πρώτο
ΕΝΑ ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ Το τρίγωνο τοποθετείται στα πενήντα μέτρα. Κόκκινη υπογράμμιση στο κείμενο του δρόμου, υποσημείωση, παραπομπή στην απατηλή αίσθηση της κινήσεως-αφορμή της διηγήσεως και άλλοθι του ποιητή τα ποιήματα Φωσφορίζοντα τρίγωνα, σημείωσε ήδη, γι’ αυτό το ηλίθιο γουήκ-εντ, περί του οποίου δεν θα είχε κανέναν λόγο να γράψει.
59
Η μάθηση της αναπνοής
ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑΣ Μόνον ο έρωτας χορηγεί τον ύπνο στο κέντρο της Αθήνας. Οι ρυπαροί ήχοι αποδεκατίζονται στα πόδια του κρεβατιού. Όσοι επιζούν σέρνονται ως το μπαλκόνι και γκρεμίζονται. Είναι την ώρα που ο αγαθός θεός του ξενοδοχείου πετάει έξω την ανάσα του: το πέτρινο αερικό ταξιδεύει στο ανατολίτικο μεσημέρι, η κουρτίνα κοκαλώνει τις πτυχές της, κι ένας άνθρωπος που κοιμάται είναι όλοι οι άνθρωποι. Δύο άνθρωποι που κοιμούνται: η Μαρία, ο Γιώργος.
60
βιβλίο πρώτο
ΙΣΤΟΡΙΚΟΝ Αμυχές, εκδορές και μώλωπες ενεφάνιζε σε διάφορα σημεία του σώματος. Τα βράδια δεν κοιμόταν στο σπίτι της. Σβησίματα τσιγάρων στις κνήμες της. Τριγύριζε πολύ και έπινε πολύ με παρέες διάφορες: κυλιόταν, ετών δεκαεννέα. Ζητεί την εισαγωγή της: η μητέρα. Κρίσεις απώλειας συνειδήσεως αναφέρονται και τάσεις φυγής. Εκ της αντικειμενικής νευρολογικής εξετάσεως δεν διαπιστούται τι το παθολογικό. Π. Π. -Π.Π.:Προς παρατήρησιν
61
Η μάθηση της αναπνοής
ΑΡΤΕΜΙΟΣ ΤΡΟΦΙΜΟΣ Στον Πάνο Γουργιώτη Το πλείστον της ζωής μου δυσάρεστο, είπε και χαμογέλασε. Για αρκετό καιρό στήριξαν κι εμένα τα ευτελή, τα ανεκτίμητα. Η δουλειά, η οικογένεια, ο ουρανός κάποια πρωινά εξαιρετικής διαύγειας, ή πάλι με νέφος που σβήνει τις αποστάσεις και μας αγκαλιάζει. Ένα καλό δείπνο. Ένας πλήρης αναπαύσεως μεσημεριανός ύπνος. Ο έρωτας, αγαπητέ μου Πάνο, το ποίημα, αυτή η ορατή αναστολή του θανάτου, αυτή η διαρκής παρτίδα με τους απόντες, σαν να κατεβαίνεις μόνος σου στο γήπεδο του τένις. Εφθάρην, βλέπεις… Τρεις φορές επανέλαβε τη λέξη φθορά κι έκανε το σταυρό του.
62
βιβλίο πρώτο
ΚΟΜΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΕΣΤΙΑΣΗ Επιβάλλει τη σιωπή στους παρακαθήμενους με ένα απλό νεύμα και εφιστά την προσοχή τους σε ένα τραγουδάκι που φέρνουν τα μεγάφωνα: «Ακούστε, αγαπητοί φίλοι, αυτό το νανούρισμα». Αιωρούμενα τα μαχαιροπήρουνα, μετέωρα κομμένη στο λαιμό η κουβέντα, χαμηλή πτήση από άκρη σε άκρη της αίθουσας κι όσοι δεν διέκριναν τίποτα έστρεψαν τα μάτια καταπάνω του: η έκστασή του και δική τους. Μακάριοι οι οπαδοί που τους σαγηνεύει η απομακρυσμένη μουσική του μέλλοντος, έστω κι αν δεν ακούν αυτό το πολύβουο σάλπισμα, τον καλπασμό, το νανούρισμα.
63
Η μάθηση της αναπνοής
ΕΝΑ ΣΥΝΝΕΦΟ ΚΑΠΝΟΥ Πριν πάρει τέλος η επίσκεψη, ας καταγράψει ο σχολαστικός χρονογράφος το σύννεφο του καπνού που τύλιξε το δωμάτιο, την έκταση και τι αποχρώσεις του: πως ήταν πάνω από το αμπαζούρ, πως πρόβαλε μπροστά στον καθρέφτη, πως επεκτάθηκε με ανάλαφρες μετατοπίσεις κι έγινε μάζα συμπαγής εκτοπίζοντας την προηγούμενη συζήτηση, ώστε θριαμβευτικά όλοι πλέον να ασχοληθούν μαζί του, θέμα που κλίνει συμπαθητικά μία συνάθροιση, απαλύνοντας διχογνωμίες και έριδες, όταν όλοι πλέον στέκονται όρθιοι και ανταλλάσσουν χειραψίες κι ο οικοδεσπότης ανυπομονεί να ανοίξει το παράθυρο.
64
βιβλίο πρώτο
ΝΟΣΤΟΣ Αυτό είναι ένα ταξίδι με Άλφα Ρωμαίο. Το τοπίο επαναλαμβάνεται πάνω στο παρμπρίζ. Τρεις άντρες και πέντε βαλίτσες το πολλαπλασιάζουν επί τρία, επί πέντε. Ο σταθμός ανεφοδιασμού το καταργεί επί ένα σύντομο τέταρτο. Η ευθεία της επιστροφής διαγράφεται στροφή τη στροφή. Στην απέναντι ακτή δεν τους περίμενε κανείς. Ο τροχονόμος έκοβε τα νύχια στηριγμένος στη μοτοσικλέτα, αδιαφορώντας για τους παραβάτες και τα πρόβατα.
65
Η μάθηση της αναπνοής
ΠΟΙΗΜΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΜΗΔΕΝ Βρήκα, μάζεψα κάμποσα υλικά, τώρα. Έμαθα μάλιστα, να δουλεύω με μεράκι: αργά και μεθοδικά. Πριν αρχίσω όμως, την ταξινόμηση, επικαλούμαι τη λήθη να αλλοιώσει τα περιθώρια των λέξεων, να επιβάλλει τις δικές της μετατοπίσεις, στροφές και στίχοι να παρεξηγηθούν από το ξεγέλασμα της μνήμης. Γράφω πάνω στα γραμμένα.
66
βιβλίο πρώτο
Γ!
(εκπνοή)
67
Η μάθηση της αναπνοής
ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ ΤΩΝ ΞΕΝΩΝ Τη φετινή πρωτοχρονιά, για δώρο θέλω να μου πεις ένα ωραίο παραμύθι, από τα παιδικά σου χρόνια, σε κάποιο χωριό της νότιας Ιταλίας. Ως μικρότερη από τις πέντε αδελφές της μητέρας σου, χωρίς πατέρα και παππού, μ’ ένα λιμοκοντόρο θείο. Η γιαγιά, οι καλόγριες στίξη κι αντίστιξη των παιδικών σου χρόνων. Ένα χρόνο προτού σε συναντήσω, αντίκρισα την Αδριατική κατάματα, τη νύχτα διασχίζοντας απ’ άκρη σ’ άκρη με το τρένο. «Χαίρε Απουλία», φώναξα, «Και θάλασσα δική μας»... Κάθε ελαιόδεντρο κι ένας κήρυκας που έστελνε η πατρίδα μου να με προϋπαντήσει. Κι η ποίηση απέκτησε για μια στιγμή ένα συγκεκριμένο πρόσωπο, μικρής παιδίσκης που έπαιζε στο χώμα με τους σβόλους. Σε ξαναβρήκα, αλλά στο μεταξύ μεγάλωσες πιο γρήγορα από μένα, μες στη βιασύνη σου και με ξεπέρασες: σ’ αντάμωσα γυναίκα. Φέτος την Πρωτοχρονιά που πίσω σου ξέμεινα οριστικά και πια δεν σε προφταίνω, θύμισέ μου, σε παρακαλώ, τι μεγάλος ποιητής υπήρξα, όταν δεν έγραφα ποιήματα. 68
βιβλίο πρώτο
ΕΝΔΥΜΑΤΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ Χθες βράδυ, ήρθε και με βρήκε ο πατέρας μου, κι ήταν είκοσι χρονών με τα μαλλιά χτενισμένα προς τα πίσω, με το κουστούμι του φοιτητή και με το βλέμμα, εκείνο το αισιόδοξο βλέμμα για τη ζωή και τον κόσμο. Όχι, το σταυρωτό σακάκι και την γραβάτα δεν τα παράτησε, μέσα στον ίδιο χρόνο, από πρωτοετής της Νομικής ζωέμπορος με πλαστή ταυτότητα, το ρεβόλβερ στον κόρφο του και το ΕΑΜ στους λόγους του, σε βουνά και πλατείες της Θεσσαλίας. Μες στο δικό μου κουστούμι τριακοντούτης, σκέφτομαι πόσο πάλεψα να το αποδεχτώ και τη γραβάτα μου κι αυτόν. Τώρα, που όλοι γίναμε ο εαυτός μας, πού ‘ναι η επανάσταση να μας χαρίσει μια πλαστή ταυτότητα, πατέρα;
69
Η μάθηση της αναπνοής
Ο ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΑΣΕΩΝ Πρώτη νύχτα στην Πράγα κοιμηθήκαμε στο Κραλούπι. Εικοσιπέντε χιλιόμετρα πιο βόρεια: βιομηχανική πόλη, πρώτη στην παραγωγή καουτσούκ, τσέχικη μπύρα δυνατή και θυμωμένα νιάτα κι εγώ ξεδίπλωσα μια ολοκαίνουργη πυτζάμα. Δύο χιλιάδες χιλιόμετρα να κοιμηθώ στην Πράγα: δεν με παρηγορεί η σκέψη πως είμαστε μόλις στην περιφέρειά της. Πόσο κοντά είναι η απόσταση των εικοσιπέντε χιλιομέτρων; Πόσο κοντά το κόμμα στον λαό του; Εξάλλου, μου είπες, κι εμείς κοιμόμαστε σε χωριστά κρεβάτια, αλλά κι αν ξαπλώναμε κάτω από τα ίδια σκεπάσματα, ποία η απόσταση ανάμεσά μας;
70
βιβλίο πρώτο
Μ’ ΑΓΑΠΑΤΕ; Τις νύχτες έκοβα κίτρινα φύλλα. Μαδούσα τις γλάστρες στο μπαλκόνι μου, βήματα μπρος-πίσω φυλακισμένου ανθρώπου. Μ’ αγαπά-δεν μ’ αγαπά ο κόσμος, η ζωή, το όνειρο του κόσμου; Χρόνια και χρόνια-σαράντα, αν δεν σας φαίνονται λίγα, κατέληξα να μαδώ φρέσκα κλαδιά, λόχμες κι ανθούς και κρίνα. Τις νύχτες έχανα τη μνήμη μου. Αντί απ’ το περίσσευμα, τον ίδιο τον κήπο μου ξερίζωνα, για να σας τον χαρίσω.
71
Η μάθηση της αναπνοής
ΟΙ ΜΟΥΣΙΚΕΣ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ Στον Δημήτρη Παναγιωτόπουλο Σπίτι σε δύο δρόμους, εκτεθειμένο διαρκώς στο θόρυβο των οχημάτων. Για φαντασθείτε τι κόλαση, Καλοκαίρι, να περνούν λογής-λογής με τα παράθυρα ανοικτά και στη διαπασών τα στερεοφωνικά τους. Για φαντασθείτε, απ’ τον έναν να διέρχεται ο Κοντός κι από τον άλλον ο Βαρβέρης, σπασμένες κιθάρες απ’ τη μια και νότες ξεκούρδιστου πιάνου από την άλλη, Με τα νταούλια των Παλιών να αργοσβήνουν μεσάνυχτα και κάτι. Και κάτι τσόγλανοι με μηχανές, με μαρσαρίσματα κουφά και ξεκουφαίνον κλάξον, σουζάτοι στη χαμηλή ανηφοριά, να μπερδεύουν τη μουσική με τον θόρυβο, τον θόρυβο με την ποίηση, και τη μούρη όλων όσων πρακτορεύονται τα άπαντα του παρόντος. Αν και μπορεί τοιουτοτρόπως το παρόν να ποιείται, κανείς μας δεν το ξέρει, αφού όλοι μας απλώς το υπηρετούμε και κανένας δεν μπορεί να το διαφεντεύει. Αλλάζουν οι καιροί κι η μουσική μαζί τους, κι απ’ όλον αυτόν το θόρυβο και τις εξαίσιες νότες που ξετρελαίνουν κάπου-κάπου, ίσως αρκεί κάποιος να εκπέμπει 72
βιβλίο πρώτο
συριστικά, χειλικά και ένρινα μόνος του στη βεράντα επιτέλους, από ένα σπίτι εκτεθειμένο σε δυο δρόμους κι απ’ όροφο χαμηλό, επιπροσθέτως.
73
Η μάθηση της αναπνοής
ΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΠΟΧΕΣ ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ: ΤΟ ΘΕΡΟΣ Μπορείς να ακούσεις τη θάλασσα όταν δεν περνούν αυτοκίνητα, τα παιγνιώδη, χαρούμενα κύματα. Ανάμεσα σε δυο χειμώνες, ξανακερδίζεις την πραγματική σου ηλικία: δεν είσαι πια νέος, αλλά ούτε τόσο γέρος. Ανάμεσα σε δυο ’βδομάδες η Κυριακή ανοίγει την ακρογιαλιά της, αυλαία με αχόρταγο κερματοδέκτη: τροφοδότησέ την καλά την Κυριακή σου, με αμόλυβδη βενζίνη και μολυβένια αθερίνα. Θερίζουν οι τροχοί και που ξέρεις, καθώς ανοιγοκλείνεις τα μάτια σου νωχελικά στην άμμο ξαπλωμένος, δίπλα σου μπορεί να εκτιναχθεί αιμόφυρτο το ονειρεμένο σώμα.
74
βιβλίο πρώτο
ΤΥΧΑΙΟΙ ΛΑΡΙΣΑΙΟΙ Άφησα το θυμό σου, υπό συνθήκες περιβάλλοντος σαν ανοιγμένη μπύρα, και τον συνάντησα αφρώδη οίνο. Σου πρόσθεσε δύναμη τελικά ό,τι πίστεψα πως θα σε αποδυνάμωνε, σ’ έκανε σαμπανιζέ, ωραία κι εύχυμη κορασίδα. Εμείς στη Λάρισα, ανοίγουμε τις σαμπάνιες μόνον για εφέ, κανένας δεν τις πίνει. είμαστε αφιερωμένοι στο ουίσκι: στην δωδεκαετή ωρίμανση, τη λανθάνουσα στύση, μαθαίνουμε μετά από είκοσι χρόνια, τι μας συνέβη στην ηλικία των δώδεκα. Απορούμε γιατί το τέλος τελικώς κανέναν μας δεν μακαρίζει, συνέπειες κι αποτελέσματα διαρκώς μας καταλαμβάνουν εξ απήνης. Μικρή νησιωτοπούλα, ο κάμπος απαιτεί επίπονες διεργασίες, ιδανικές συνθήκες περιβάλλοντος, αστάθμητους καιρικούς παράγοντες, θερμοκρασία ορισμένη. Να δουλεύεις το μόχθο σου χωρίς αντίκρισμα, κι ο πόθος, πόθος να γίνεται μόνο χάρη στις κοινοτικές επιδοτήσεις.
75
Η μάθηση της αναπνοής
ΚΕΦΑΛΗ ΠΟΜΠΗΣ Έφυγες τα ξημερώματα με το πρώτο πλοίο, πρόλαβα να δω το αυλάκι της λευκής του γραμμής. Είδα τα ψαρόνια να πετούν κατά σμήνη, το ένα πίσω από το άλλο, πειθαρχημένα στη χαρά τους από κορυφή σε κορυφή. ΡΕΟ πίσω από το ΡΕΟ, ροδαλοί και εύχυμοι πηγαίνουμε κι εμείς. Κάθε πρωί όλα αρχίζουν από την αρχή, ξαναγίνεται ο κόσμος κι οι εμπειρίες ξανάρχονται, μες στη δική μου ναι, πλην τετριμμένη ερωτική μου θλίψη: μόνον οι ερωμένες δεν ακολουθούν τους εραστές, όπως τα πουλιά πάνε με τα πουλιά και οι φαντάροι με τους φαντάρους.
76
βιβλίο πρώτο
ΚΑΤΑΔΥΣΗ Σ’ ΕΝΑ ΜΠΟΥΚΑΛΙ Η αφιλόξενη θάλασσα της Φιλοθέης δεν προσφέρεται για κολύμβηση: από σπηλιά σε σπηλιά κρύα νερά, σκοτάδι, ρίγος και θλίψη. Σ’ αναζήτηση μιας ζεστής αμμουδιάς, έπειτα από έναν γάμο και τρεις γιους, μόνη σ’ ένα τεράστιο σπίτι, από δωμάτιο σε δωμάτιο σέρνομαι, βουτώ και ψάχνω στις συνηθισμένες κρυψώνες να βρω την εστεμμένη μητέρα, που ελέγχει τα κύματα κι έχει στην εξουσία της την άμπωτη και την παλίρροια: το κλειδωμένο μπουκάλι με το ουίσκι.
77
Η μάθηση της αναπνοής
ΤΟ ‘Α’ ΩΣ ΕΠΙΦΩΝΗΜΑ Το πρόγευμα θα σερβιριστεί στη βεράντα, είπε η μαμά. Έστρωσα το τραπεζομάντιλο που μου αρέσει και τα πιατικά. Ο θείος αργεί να ξυπνήσει, είναι μαζί μας για τις διακοπές και του το συγχωρούμε. Ξενυχτάει, με το φως αναμμένο, σκυμμένος στα χαρτιά. Γράφει, όποιος φοβάται το σκοτάδι, και ποιος ξέρει, ίσως χρειάζεται κλεφτοφάναρο για την κατάβαση στον Άδη. Θ’ ανέβω πάλι στις πλάτες του, όπως παλιά, να ανοιχτούμε στα βαθιά, μόνον που φέτος θα τον πιέζουν τα βυζάκια μου. Μεγάλωσα, πια. Είμαι αυτή που φέρνει το δίσκο.
78
βιβλίο πρώτο
ΩΡΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ Μετά το γεύμα έρχεται το απόγευμα, συνέπεια της μετάθεσης και φυσική εξέλιξη: όπως μετατοπίζεται η σκιά της τέντας κι ο ήλιος εγκαταλείπει το τραπέζι, τις διχτυωτές καρέκλες, τα πιάτα και τις διάχυτες εκμυστηρεύσεις. Μυστήρια μια σκιά μεγαλώνει επάνω μας, σκεπάζοντας τις απομένουσες και υπολειπόμενες γεύσεις: απόγευμα, με τον ίσκιο του πεύκου γλυκά να λικνίζεται στις σκέψεις.
79
Η μάθηση της αναπνοής
ΕΛΛΑΔΑ ΠΑΠΑΚΙ Η Ελλάδα ταξιδεύει με σαράντα σαν το παπάκι στην παραλιακή. Η μεγίστη δυνατή ταχύτητα συμπίπτει με τη δυνατότητα του ερωτευμένου βλέμματος: να καταγράφει, να χορταίνει, να θυμάται. Το φως στις ελάχιστες αποκλίσεις του, τον κυματισμό της θάλασσας και τη φορά του ανέμου. Η Ελλάδα κι ο συνεπιβάτης της που την αγκαλιάζει, κλείνουν τα μάτια τους ταυτοχρόνως: δεν θα μάθει ποτέ τι ήταν αυτός για κείνη, ούτε κείνη πόσα πολλά του χρωστάει. Χάρη στις χαμηλές ταχύτητες η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα όπου το σούρουπο προς το Σούνιο ή στην επιστροφή, μπορεί να διαρκέσει ολόκληρη ζωή.
80
βιβλίο πρώτο
Η ΝΥΧΤΑ ΙΣΟΒΙΩΣ Τρέχει το φεγγάρι ανάμεσα στα σύννεφα, κίτρινα στη σειρά αναβοσβήνουν τα φανάρια. Γέρνω το κεφάλι στο πίσω κάθισμα, το νυχτοκάματο έβγαλα κι ακόμα να χαράξει. Με την ελάχιστη ποσότητα αλκοόλ και νικοτίνης για θολωμένο βλέμμα, πολύ τραγούδησα, πολλοί με τρύγησαν και στο λαιμό με φίλησαν θαμώνες και πελάτες: και τώρα φεύγω μόνη μου, τα χείλη σφαλισμένα. Το φεγγάρι να στεκόταν στον ουρανό για μένα, τα φανάρια να δούλευαν κανονικά σ’ αυτήν την πόλη με τα χιλιάδες ύποπτα επαγγέλματα και τα διπλάσια να κέρδιζα, πάλι του Ψυχιάτρου μου δεν θα γινόμουνα ισόβια γκόμενα-πελάτισσα μοναδική κι αιώνια.
81
Η μάθηση της αναπνοής
ΣΦΟΥΓΓΑΡΙ ΝΕΡΟ Δεν έχει το νερό ρεπό, θάνατο δεν γνωρίζει, συλλαβιστά τις ενοχές κύμα το κύμα πνίγει. Υπόσχεση δεν έκανε, ούτε και δέσμευση έχει, ένα προς ένα τα όνειρα πρώτα τα ταξιδεύει κι έπειτα τα κηδεύει. Συντρέχει στα απρόσμενα, στην κατοχή του έχει: τον θρίαμβο, τη συμφορά κι όλα τα συναφή αθλήματα: ανεμελιά ανθρώπινη και θεϊκή κατάρα. Ξεπλένει τη στυφή του αίματός μας γεύση, τα έμμηνα, τα άνομα, τα στίγματα του σπέρματος από την αλκαντάρα.
82
βιβλίο πρώτο
ΣΚΟΤΑΔΙ ΧΑΪΔΑΡΙΟΥ Πλούσια τα φυλλώματα, ελάχιστα φώτα, περιποιημένοι κήποι και μυστικές αυλές: οι μπουκαμβίλιες, οι τριανταφυλλιές... ...Στους δύο που στήνουν το μηχανάκι στον τοίχο κι ανταλλάσσουν φιλιά στο σκοτάδι, όλα φαίνονται απαγορευμένα, μα πιο πολύ η αγάπη.
83
Η μάθηση της αναπνοής
ΧΑΠΙ ΕΝΤ Χάπια. Όσοι το χάπι εντ δεν χάρισαν στον εαυτό τους, αμήχανοι στο αχανές του χρόνου, μηχανικοί της παραίτησης, προσέρχονται στον ύπνο χωρίς όνειρα, με χάπια. Χάπι δεν υπήρξα ποτέ μου, κι όταν λόγω ευτυχών συγκυριών το διακήρυξα, ξινό μου βγήκε κι άγευστο στον πάτο. Ποτέ δεν κατάφερα να χρυσώσω το χάπι, την ευτυχία μου στο χρηματιστήριο να σπρώξω, να σ’ εξαργυρώσω Αργυρώ, των επενδύσέων μου σε χρυσό να κάνω χρήση. Χρήστης άχαρων χαρισμάτων παραμένω και χρίζομαι: εφ’ όσον δεν μπορώ να προσδιορίσω τον ακριβή αριθμό των μιλιγκράμ που μας χωρίζει.
84
βιβλίο πρώτο
ΥΣΤΑΤΟ ΧΑΙΡΕ Ο θάνατος καταργεί τις αργίες κι ο ύπνος την αρρώστια. Όταν για λίγο αναπαύεται, λήσμων του πόνου και της μοίρας στο κρεβάτι του ο άρρωστος, αναιρεί εν τη αθωότητί του το μένος του σώματος, εγκαταλείπει στην άλλη όχθη τα βάσανα, τα βότανα, τις ανθρώπινες φροντίδες μες στη φρενίτιδά τους. Έχει το κουράγιο να αφήσει μέσα του τον ορό να τρέχει, τα αντίδοτα να κυριεύουν παρεγχύματα, σκύβει το κεφάλι κι απευθύνει ένα συνωμοτικό χαμόγελο στους ιστούς και τα κύτταρα.
85
Η μάθηση της αναπνοής
ΔΙΑΘΗΚΗ ΓΡΑΜΜΕΝΗ ΣΤΗΝ ΚΟΥΖΙΝΑ Τη διαθήκη μου λοιπόν, να συντάξω τον τελευταίον ορισμό πριν απ’ τον ύστατο ορίζοντα, όλα τα χαρίζω σε όσους μαντεύουν τη θλίψη και την απώλεια, σε πόσα κομμάτια θρυμματίζεται ένα ποτήρι που εκσφενδονίζεται, εσωτερικό κουζίνας σε πολυκατοικία, σε όσους διαφυλάσσουν το χιόνι των περασμένων χρόνων εισέτι στο ψυγείο τους, ως συντηρητικοί της ουτοπίας, έτσι όπως πρέπει να κρύβουμε τα οφειλήματά μας, συντηρητές κι εμείς μισθοσυντήρητοι, σαν το βόδι που κρύβει το μεδούλι στην τρύπα των οστών, ώσπου να ’ρθει επιτέλους κάποιο γεμάτο δόντια στόμα να μας ξεκοκαλίσει.
86
βιβλίο πρώτο
ΤΑ ΑΠΟΔΗΜΗΤΙΚΑ ΦΥΤΑ Οι γλάστρες που αναθρέψαμε, με υπομονή και αυτοθυσία, σε ξένα μπαλκόνια ανθίζουν και φυλλώνουν. Όταν σηκώνω το βλέμμα μου, σε σπίτια άλλων, ψηλά κι απόμακρα, αναγνωρίζω τα φυτά σου: η μπουκαμβίλια και η λεμονιά, το γιασεμί μαζί με το γεράνι, ο φίκος, η ορτανσία, οι πικροδάφνες. Τα ξέρω και τα γνωρίζω, όλα. Έχω καταγράψει τα χούγια και τις συνήθειές τους. Αν ο παράδεισος είναι ό,τι αγαπήσαμε απαλλαγμένο από την απειλή της απώλειας, θα μας ακολουθήσουν-να είσαι βέβαιη: δεν θα μας πληγώνει ούτε ένα κίτρινο φύλλο, όταν συγκατοικήσουμε ξανά σε ένα εξαίσιο ρετιρέ, μαζί με όλους μας τους φίλους.
87
Η μάθηση της αναπνοής
ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΚΟΛΑ΅ΙΔΗΣ, 1925-1992 Τι πλούσια εδέσματα θα μας έχεις ετοιμάσει απόψε, κυρ-Παύλο; Σου άρεσαν οι μουσικές και οι μουσαφιραίοι, ο μουσακάς, ο παστουρμάς και στο κρασί βρεγμένα τα μουστάκια! Κυρ-Παύλο, όπου κι αν βρίσκεσαι απόψε, στο κέντρο της υπερπόντιας παρέας σου, στη Σμύρνη την Ουράνια, κράτα το μυστικό σου άρχοντα, τις μηχανορραφίες και λίγο από το μούστο της χαράς σου: οσονούπω, το ψωμί μας θα ’ρθουμε να μουσκέψουμε φίλοι και εφιάλτες.
88
βιβλίο πρώτο
ΠΟΙΑ Η ΘΑΛΑΣΣΑ; Δυο μέρες κοιτάζω τη θάλασσα, μια θάλασσα με χωρίζει από τις υπόλοιπες. Τις εξαιρετικά εργάσιμες και κοσμικές εκείνες λέω, τις δρεπανοφόρες. Με τα όμορφα άρματα, τα αρώματα της χλιδής και της χλεύης. Μέρες που αργούν να νυχτώσουν και σε περικυκλώνουν αχόρταγες, με τις λογής-λογής υποχρεώσεις, τα συμβατά, τα αναλώσιμα. Που σε ξημερώνουν σε θάλασσα κλειστή του λόγου της και σε βουλιάζουν στα στάσιμα νερά, τις κλειδωμένες λίμνες. Επιπλέουν ως γνωστόν, εκτός απ’ τους φελλούς και τα πτώματα. Ως περιττώματα, σε μια επί πλέον θάλασσα, αρμενίζουμε μόνοι μας όλοι.
89
Η μάθηση της αναπνοής
ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΑΔΕΙΑΣ Επτά το πρωί και στην πλατεία των ΚΤΕΛ ακόμη δεν έχει ξημερώσει. Στο ανάλαφρο σκοτάδι ράθυμα κινούνται οδηγοί, εισπράκτορες και αχθοφόροι. Οι πρώτοι ταξιδιώτες ζεσταίνουν με τα χνώτα τους το σερβιτόρο. Τρεις μαυροντυμένες νεαρές αμίλητες, γουλιά-γουλιά απολαμβάνουν τον καφέ τους. Σταφίδες και κονιάκ και ένα γύναιο που ίσως το είχε και μάλλον θα το έχει, το λήξαν φύλλο σε κάποια από τις τσέπες, φαντάρος εν αδεία. Ο έρωτας συχνά μας υπερβαίνει, αλλά ενίοτε, σκοντάφτει στη θητεία.
90
βιβλίο πρώτο
ΥΠΕΡΦΙΑΛΟΣ ΠΟΙΗΤΙΚΗ Να απεικονίσεις τα δέκα απ’ τα εκατομμύρια άδεια μπουκάλια, στην ακριβή τους μορφή. Να αποδώσεις το σχήμα της φιάλης, τα ιερογλυφικά της ετικέτας, το χρώμα του περιεχομένου τους, όπως ο πρώην αλκοολικός προσδίδει στο ουδέτερο ποτήρι Perrier, την απόχρωση και τη γεύση του αγαπημένου του ποτού: το υποκίτρινο του ουίσκι, το θυμώδες του ζύθου, το κεκορεσμένο ξανθό της ρετσίνας. Καλλιτέχνης υπήρξε ανέκαθεν ο αποτοξινωμένος της πραγματικότητας, ο αποξενωμένος του καθ’ ημέρα βίου, ο καλλιγράφος προξενητής της μίας και μοναδικής ανύπαρκτης φιάλης, που έτυχε να μας ξεδιψάσει όλους.
91
Η μάθηση της αναπνοής
ΜΙΑ ΘΕΣΗ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ Τζακ Ντάνιελς από τη Μπενάκη, λυθρίνια από τη Θεμιστοκλέους, παράλληλες κι οι δυο στη Χαριλάου Τρικούπη, κάθετες κι οι τρεις στην Ακαδημίας: είναι απορίας άξιον, πώς μέσα σε τέσσερις δρόμους χώρεσε η ζωή μας; Ό,τι πετάει, ό,τι κολυμπάει κι ό,τι έρπει πέριξ των Εξαρχείων, διεκδικεί τη θέση του στον ήλιο: πάσχει για το καθημερινό έπος, αγωνιά για την οικεία οδύσσεια, γιατί ο καθένας μας είναι ο ψυχοπομπός ενός εφήβου που σπαράζει εντός του. Εδώ ή λίγο παραπέρα, κάθε ανώνυμη χειρονομία επικαλείται με δέος τη χάρη της ιστορίας κι ανά πάσα στιγμή, την ύστατη δικαίωσή της. Που ήταν, χθες ή προχθές, που σκότωσε ένα δεκαπεντάχρονο η Αστυνομία;
92
βιβλίο πρώτο
ΚΡΥΦΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ Άκουγα τον άνεμο να θορυβεί στον κήπο. Τ’ αυτιά μου μόνο μού μιλούσαν. Κουβέντες άκουγα, μισόλογα ψυχής απωλεσμένης. Μέσ’ στην απόλυτη σιωπή, ποια λόγια και ποιες λέξεις, τις σκέψεις μου άκουγα καθώς παγίδες έστηναν, ποικίλες εκτελέσεις. Στα έξι βήματα εγώ, τα μάτια μου δεμένα, ως τα αυτιά μου έφταναν οι θόρυβοι απ’ τα κλαδιά στα δέντρα. Πως τρίζουν τα παραθυρόφυλλα σε σπίτι που μένει ακατοίκητο, όταν βουβά ένα ζευγάρι συγκατοικεί σε χωριστά κρεβάτια. Πώς νοσταλγούνε τα φιλιά όλοι οι παντρεμένοι. Στοιχειά του κόσμου γίνονται και προς αποφυγήν παράδειγμα δύο ερωτευμένοι. Εδώ και τώρα, άκουγα τις φωνές από πικρή συνείδηση και κλάμα καμωμένες. Στέγνωνα δάκρυα που δεν έχυσα ποτές στο είδωλό μου θυσίες, τάματα και προσευχές, σκορπίσματα μαζώματα του ανέμου ερωμένες.
93
Η μάθηση της αναπνοής
ΑΝΕΜΟΣ ΑΝΑΠΟΔΟΓΥΡΙΣΤΗΣ
Στον Γιάννη Πατίλη
Ίσως, δεν είναι ο άνεμος. Πώς μπορεί να είναι ο άνεμος, αφού διάφορες νέες και νεότατες ποιητικές τον είχαν εκδιώξει από το λεξιλόγιό τους. Όχι, δεν είναι ο άνεμος. Είναι χορός μορίων γρανίτου περιρρέοντος, ρεύμα επικοινωνίας ακάλυπτων χώρων και υψηλών ορόφων, διακανονισμός των αποστάσεων, αυθαιρεσία της μνήμης, προμήνυμα μακρινών εξεγέρσεων σκόνη από τους αντίποδες, αμμοθύελλα παρελθόντων και συγχρόνων ποδοβολητών, πλανόδιο ρήμα, ρήγμα μαζί και κράμα, κόασμα και χειροκρότημα, απόηχος των κραδασμών και των δονήσεων, καλπασμός χιλιάδων ποιητών, παφλασμός και κόλαφος στην ματαιοδοξία μας, θρόισμα σελίδων απ’ τα αδιάβαστα βιβλία, αχός από τα λήμματα των λεξικών και της εγκυκλοπαίδειας, καταιγισμός πυρός από τις ανείπωτες λέξεις, θυμίαμα και θαυμασμός του γυμνού σώματος, αναθυμιάσεις ερώτων και σπλάχνων, όχι, δεν είναι ο άνεμος. Είναι το κλαυθμύρισμα κι ο στεναγμός 94
βιβλίο πρώτο
των ψυχών που δεν βρίσκουν ανάπαυση, που λυγίζει τη λεπτή λεμονιά, ανατρέπει τη γλάστρα και σκορπίζει τα κίτρινα φύλλα. Σίγουρα δεν είναι ο άνεμος. Είναι το σιγανό του χρόνου αεράκι, που στρίβοντας τη γωνία μας κλέβει το καπέλο, τα πηλήκια και το πηλίκο κατεστημένων αξιών και καταξιωμένων ιεραρχήσεων, το κασκόλ έστω παροδικά, και περιοδικώς τα χειρόγραφα, τα μαλλιά και τα λόγια μας.
95
Η μάθηση της αναπνοής
ΑΦΗΡΗΜΕΝΑ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ Δεν θα διαβάσω τα επόμενα δέκα λεπτά. Φρεσκοκομμένο κι ανοικτό θ’ αφήσω το βιβλίο, απάτητο γκαζόν: ως έμβιον όν με αυταπάτες τρέφομαι, δυο άσπρα σύννεφα, μια μαύρη πεταλούδα. Το φως να εναλλάσσεται μες απ’ το φίλτρο του ευκαλύπτου. Ψηλά να ορθώνονται αγαπημένα ρόδα στο χρώμα της υπόσχεσης, στο μπόι του έρωτός μας. Να καθαρίσουνε ζητώ, τα μάτια μου από νόημα και υποσημειώσεις, ν’ αναγνωρίσω, μες στην ουσιαστική αυτή στιγμή, τη χαρά να περνά και να συμπαραστέκεται αφηρημένη.
96
βιβλίο πρώτο
ΕΝ ΚΑΙΡΩ Δεν ξέρω τι θα πει ξεκούραση. Η κούραση προστίθεται σε κούραση και το εικοσάλεπτο δεν διαρκεί ποτέ είκοσι λεπτά. Στην καθημερινή ζωή ευτυχούν μόνον οι οπαδοί της καλαθοσφαιρίσεως, που ζητούν συνεχώς time out και το επιτυγχάνουν. break και coffee break και snack-bar και διαλείμματα εργασίας, που συχνά γίνονται διαλείψεις, εκλείψεις, κρίσεις σχολαστικές κι ενίοτε επιληψίας. Κάθε τόσο οι άλλοι με χάνουν. Σβήνει ο κόσμος το γεωμετρικό μου σχήμα: και νέα κούραση προστίθεται σ’ εκείνη την παλιά, εις τους αιώνες των αιώνων, in time με την απόλυτη στέρηση, την απλή καθυστέρηση των γεγονότων.
97
Η μάθηση της αναπνοής
ΕΝ ΠΤΗΣΕΙ Γράφει τοπία η απουσία σου, τις κορυφογραμμές των βράχων και πως βυθίζεται στη θάλασσα το πράσινο. Ανάμεσα στα σύννεφα την έκταση προσδιορίζει της χαράς σου, η έκτακτη συστολή της καρδιάς μου. Χωρίς εσένα, όσα φαντάστηκα σφίγγονται θηλιά στο λαιμό κι άλαλο με προσδένουν στο χείλος του τοπίου. Η λύπη μου ένα κομμάτι από το παζλ που σου λείπει, κενό αέρος στο προφίλ του ιδανικού άντρα, που συνθέτεις με τα 27 σου χρόνια ως παράδειγμα, μέτρο ανείπωτων οργασμών που με συνθλίβει. Η πραγματικότητα, δείγμα παλιών εμπειριών που πρέπει να συνθέσουμε εκ νέου. Να συναρμολογήσουμε σαν αεροπλανάκι την ήττα μας, κι ας είναι μόνον το air-bus της Ολυμπιακής που πετάει ανέμελα προς τη Θεσσαλονίκη.
98
βιβλίο πρώτο
Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΠΤΗΣΗ Κάθε πρωί, πριν ξεκινήσω για τη δουλειά, διαβάζω ένα ποίημα. Το αποστηθίζω στα κρυφά, μες στις συγκοινωνίες, τους κοινωνούς των αποστάσεων: ταξί, λεωφορεία. Ένας στίχος, φίλοι μου, μας μεταφέρει όλους από στάση σε στάση. Το mini-bus γίνεται μπόινγκ της PAN-AM, βγάζει φτερά και ίπταται, όποιος αναρωτιέται. Αλίμονο στην πικρή διαπίστωση, στο λόγο που καταφάσκει. Πεζός πάει κι έρχεται, όποιος μπροστά στο θαύμα αμφιβάλλει. Έστω, κι αν το θαύμα δεν έγινε κι η πτώση είναι όπως πάντα, σίγουρη εν τη αναβολή της, ματαιωθείσα πτήση δεν σημαίνει αναγκαστικώς, ματαιωμένη πτώση. Έναντι ποιήματος δίνεται η πτήση κι η επιστροφή το απόγευμα στο σπίτι.
99
Η μάθηση της αναπνοής
Ο ΣΥΝΔΑΙΤΥΜΟΝΑΣ Η ώρα είναι σωστή, η συντροφιά επίσης: τη στιγμή όμως που το πιστοποιεί, παύει να είναι της παρέας. Δεν του ξεφεύγουν πια ανάμεσα στα μέλη της τ’ αμελητέα χάσματα, οι ανακοπές στην κουβέντα, οι μικρές διακοπές και οι αναδιπλώσεις του γεύματος, τα οριστικά αποφθέγματα, οι χλευαστικοί επικήδειοι, τα ίχνη στις χρησιμοποιημένες πετσέτες, λεκέδες από κόκκινο κρασί στο χάρτινο τραπεζομάντιλο, τα κουκούτσια της ελιάς και του ψωμιού οι κόρες… Θα χρειασθεί πάλι να πιει κάτι παραπάνω από τους άλλους, για να ξανασμίξει με όλα αυτά: τα φιλιά, το κρασί, τα πειράγματα, κι ίσως, μια άθικτη μερίδα ντολμαδάκια.
100
βιβλίο πρώτο
Η ΠΡΩΤΗ ΜΕΘΗ Τρεκλίζοντας διαβήκαμε τις περιστρεφόμενες πόρτες. Στη δύση της, η νύχτα καθιστούσε ακόμη δυνατή την ύστερη στύση, κι η πρώτη μέθη επέστρεφε τα πρέπει. Χαρτοκόπτης τα νιάτα σου, αναίμακτα ξεφύλλιζαν τα συναισθήματά μου. Τα χέρια σου άφηνα να με τρυγούν, τα λόγια σου να με παρηγορούν κι η σκέψη σου να με πληγώνει. Ταυτόχρονα, όποιος αγαπά μπορεί και να μην αγαπιέται κι εγώ απόψε αγάπη μου, διψάω. Τώρα που πίνω μόνος μου, αμέσως ξημερώνει.
101
Η μάθηση της αναπνοής
ΣΤΟ ΜΑΚΗ ΛΑΧΑΝΑ 1.Το μικρό βουνό Γκεντίκι Μοίρα των ανθρώπων είναι να παραμένουν έφηβοι μέχρι βαθιά γεράματα. Δυο γέρικα γεράκια αγναντεύουν τον Κάμπο από τη μοναξιά του βράχου, το χαμηλό ορίζοντα που μοιάζει με τις προσδοκίες μας, εφόσον το όρος Μόψιον ορίζει σχετικώς το ύψος όλων μας. Θεωρητικά τα ύψη κι ο χρόνος λειχήνας που χαϊδεύει την πέτρα, βράχος ο χρόνος που αντικρίζει τον ολόθαμπο Κάμπο, άγριο αγόρι υψιπετές της νοσταλγίας μόνο. Μνήμη κοινή σ’ ευχαριστούμε για το θρόνο που μας έστησες, τα αόρατα να αντικρίζουμε μέσα από τα μάτια σας, γεράκια μου εσείς, Μάκη Λαχανά και Τάκη Τλούπα.
102
βιβλίο πρώτο
2. Ο Κάμπος Σκληρή η μοναξιά του βράχου, με τα απίθανα χρώματα, τη μείξη ζωής και υγρασίας, ζωής κι αναπτύξεως. Ωσάν ζώντα οργανισμό του εκμυστηρεύθηκα τα πάθη μου, τα ύψη, τα απόλυτα ύψη του χάρισα, για να μου ανταποδώσει αυτή τη χαμηλή προοπτική του Κάμπου, μια μέρα σαν κι αυτή, με συννεφιά, ομίχλη και περιορισμένο ορίζοντα, όμοια με τις προοπτικές μας. Ο Κάμπος υπάρχει, το ξέρουμε ακόμη κι αν δεν το βλέπουμε. Είναι εκεί, απλώνεται, μας γυροφέρνει. Όμοιος χορός, χώρος του ανέφικτου, σ’ άλλη ζωή θα μας δοθεί, το ξέρουμε, ο βράχος μακρινή παρακοιμώμενη, που επιμένει να προβάλλει το αύριο σαν χιόνι.
103
Η μάθηση της αναπνοής
3.Οι Κύκλωπες Ας ανοίξει λοιπόν, η πέτρα, ο βράχος ας γευθεί την οσμή του, ο αέρας ας μοιράσει ακριβοδίκαια το μερτικό του στον καθένα μας. Με βήμα γοργό ας αναρριχηθούμε στην ύστατη κορυφή, του αετού η φωλιά ας γίνει ορμητήριο και κρυψώνας. Από περιορισμένα ύψη, βουνοκορφές εικονικές και όρη διψασμένα, ας δώσει ο καθένας το στίγμα του, με απλά σεντόνια του καπνού, μπαρουτοκαπνισμένα. Ας λογαριάσει, μόνος του, το ύψος του ο καθένας και τον ορίζοντα που του αντιστοιχεί, ας καθορίσει το φρουρό, το σύνθημα, το παρασύνθημα κι ας αναγγείλει αυτόν που όλοι μας περιμένουμε, τον πολυπόθητο Κανένα.
104
βιβλίο πρώτο
ΕΙΔΩΛΟΝ ΕΠΙ ΤΩΝ ΥΔΑΤΩΝ Καθρέφτισα το πρόσωπό μου στα νερά πάνω από τα χρόνια και τους έρωτες, σίγουρος πως θ’ αναγνώριζα πια τον εαυτό μου κι είδα ένα μικρό ψάρι να γλιστρά ανάμεσα στα πόδια μου. «Να ’την η ψυχή σου που φεύγει», αναφώνησα, αλλά από όσους έκλεψα χαρά, λύπη και ταυτότητα, κανείς δεν βρισκόταν εκεί να με ακούσει. Μόνος ξαφνικά, επί πρόσωπον των υδάτων άκουσα το πεπρωμένο μου να με καλεί στα φύκια και την άμμο. Ψάρι, αν το τηγάνι είναι η μοίρα σου, καλύτερη δεν θα ’λεγα πως είναι η δικιά μου. Εκ γενετής απ’ το λαιμό στην πετονιά πιασμένος, βάπτισα μέσα στο νερό όλα αυτά που αγαπώ, απ’ την κοινή φωτιά αρπάζοντας μόλις πεντέξι φίλες, λιγότερα ποιήματα.
105
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΕΚ ΤΩΝ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΩΝ σελίδα ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΤΗΡΙΟ ΔΩΡΟ «« ΤΑ ΣΧΕΔΙΑΚΙΑ ΤΟΥ ΥΠΝΟΥ ΣΟΥ «« ΣΕ ΣΤΑΣΗ ΑΝΑΜΟΝΗΣ «« ΟΙ ΤΙΤΛΟΙ ΤΟΥ ΤΕΛΟΥΣ «« «DOLCE» «« Γ. Ν. ΛΑΡΙΣΗΣ «« ΠΑΡΑΤΑΙΡΟΣ ΕΠΙΚΗΔΕΙΟΣ «« SALO’ «« ΥΠΟΠΤΟΣ ΦΥΓΗΣ «« «TICKETS TO ITALY» «« ΙΣΩΣ ΜΙΑ ΑΛΛΗ ΦΟΡΑ «« ΕΠΕΤΕΙΟΣ «« ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΓΑΜΟΥ «« ΠΟΡΤΡΑΙΤΟ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ ΚΟΝΤΑ ΣΤΑ ΣΑΡΑΝΤΑ «« ΠΑΤΡΟΣ ΠΑΡΑΚΑΤΑΘΗΚΗ «« ΤΟ ΠΛΗΡΩΜΑ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ «« Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΠΟΥ ΓΕΛΟΥΣΕ «« ΣΥΜΗ ΕΠΟΥΡΑΝΙΑ «« ΝΥΧΤΕΡΙΝΗ ΕΤΟΙΜΟΤΗΤΑ «« ΜΙΑ ΜΕΡΑ ΧΩΡΙΣ ΤΣΙΓΑΡΟ «« ΡΩΜΗ ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΗ «« ΜΕΡΑ ΜΕ ΒΡΟΧΗ «« ΠΟΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ; «« ΟΔΟΣ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ «« ΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΑΖΟΜΕΝΟΙ «« ΦΩΤΙΟΣ ΟΦΕΙΛΕΤΗΣ «« ΑΓΙΑ ΝΥΧΤΑ «« ΙΩΑΝΝΑ ΤΩΝ ΔΩΡΩΝ «« ΜΝΗΜΗ ΧΡΗΣΤΟΥ ΜΠΡΑΒΟΥ «« ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΜΕ ΤΑ ΜΙΚΡΑ ΟΝΟΜΑΤΑ «« Ο ΠΑΥΛΟΣ ΠΑΡΩΝ «« ΔΗΜΟΤΙΚΟΣ ΚΗΠΟΣ «« ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ «« ΕΣΠΕΡΙΝΗ ΔΕΗΣΗ «« Η ΦΩΤΕΙΝΗ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ «« ΕΓΚΩΜΙΟ ΤΗΣ ΚΙΝΗΣΕΩΣ ««
10 10 12 13 14 15 16 17 18 19 20 21 22 23 24 25 26 27 28 29 30 31 32 33 34 35 36 37 38 39 40 41 42 43 44 45 47
ΠΙΚΡΙΑ ΕΠΑΝΑΠΑΤΡΙΖΟΜΕΝΟΥ ΝΕΟΥ «« ΜΕΛΟ «« ΥΠΕΡΒΟΛΗ ΤΟΥ ΑΠΟΜΕΣΗΜΕΡΟΥ «« Ο ΔΙΑΛΟΓΟΣ ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ «« ΔΙΧΩΣ ΜΑΡΤΥΡΕΣ «« ΒΕΓΓΕΡΑ «« ΔΥΟ ΤΕΛΕΙΕΣ «« ΝΥΧΤΕΡΙΝΗ ΔΙΑΔΡΟΜΗ «« ΟΙ ΜΕΡΕΣ ΤΗΣ ΑΝΑΡΡΩΣΗΣ «« Ο ΠΕΡΙΠΑΤΟΣ ΤΟΥ ΠΟΙΗΤΗ «« ΜΙΑ ΠΡΟΠΟΣΗ «« ΕΝΑ ΣΑΒΒΑΤΟΚΥΡΙΑΚΟ «« ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ ΠΡΩΤΕΥΟΥΣΑΣ «« ΙΣΤΟΡΙΚΟΝ «« ΑΡΤΕΜΙΟΣ ΤΡΟΦΙΜΟΣ «« ΚΟΜΜΑΤΙΚΗ ΣΥΝΕΣΤΙΑΣΗ «« ΕΝΑ ΣΥΝΝΕΦΟ ΚΑΠΝΟΥ «« ΝΟΣΤΟΣ «« ΠΟΙΗΜΑ ΑΡΙΘΜΟΣ ΜΗΔΕΝ «« ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ ΞΕΝΩΝ «« ΕΝΔΥΜΑΤΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ «« Ο ΟΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΑΣΕΩΝ «« Μ’ ΑΓΑΠΑΤΕ; «« ΟΙ ΜΟΥΣΙΚΕΣ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ «« ΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΠΟΧΕΣ ΤΟΥ ΕΤΟΥΣ:ΤΟ ΘΕΡΟΣ «« ΤΥΧΑΙΟΙ ΛΑΡΙΣΑΙΟΙ «« ΚΕΦΑΛΗ ΠΟΜΠΗΣ «« ΚΑΤΑΔΥΣΗ Σ’ ΕΝΑ ΜΠΟΥΚΑΛΙ «« ΤΟ ‘Α’ ΩΣ ΕΠΙΦΩΝΗΜΑ «« ΩΡΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ««
48 49 50 51 52 53 54 55 56 57 58 59 60 61 62 63 64 65 66 68 69 70 71 72-73 74 75 76 77 78 79
ΕΛΛΑΔΑ ΠΑΠΑΚΙ «« Η ΝΥΧΤΑ ΙΣΟΒΙΩΣ «« ΣΦΟΥΓΓΑΡΙ ΝΕΡΟ «« ΣΚΟΤΑΔΙ ΧΑΪΔΑΡΙΟΥ «« ΧΑΠΙ ΕΝΤ «« ΥΣΤΑΤΟ ΧΑΙΡΕ «« ΔΙΑΘΗΚΗ ΓΡΑΜΜΕΝΗ ΣΤΗΝ ΚΟΥΖΙΝΑ «« ΤΑ ΑΠΟΔΗΜΗΤΙΚΑ ΦΥΤΑ «« ΠΑΥΛΟΣ ΝΙΚΟΛΑ΅ΙΔΗΣ, 1925-1992 «« ΠΟΙΑ Η ΘΑΛΑΣΣΑ; «« ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΑΔΕΙΑΣ «« ΥΠΕΡΦΙΑΛΟΣ ΠΟΙΗΤΙΚΗ «« ΜΙΑ ΘΕΣΗ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ «« ΚΡΥΦΗ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ «« ΑΝΕΜΟΣ ΑΝΑΠΟΔΟΓΥΡΙΣΤΗΣ «« ΑΦΗΡΗΜΕΝΑ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ «« ΕΝ ΚΑΙΡΩ «« ΕΝ ΠΤΗΣΕΙ «« Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΠΤΗΣΗ «« Ο ΣΥΝΔΑΙΤΥΜΟΝΑΣ «« Η ΠΡΩΤΗ ΜΕΘΗ «« ΣΤΟ ΜΑΚΗ ΛΑΧΑΝΑ 1.Το μικρό βουνό Γκεντίκι «« 2. Ο Κάμπος «« 3.Οι Κύκλωπες «« ΕΙΔΩΛΟΝ ΕΠΙ ΤΩΝ ΥΔΑΤΩΝ ««
80 81 82 83 84 85 86 87 88 89 90 91 92 93 94-95 96 97 98 99 100 101 102 103 104 105
ISBN: 978-618-81901-0-8