Μύθος 2
ΟΤΙ Η ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΤΕΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ Michael H. Shank Το χριστιανικό κόμμα [στις αρχές του Μεσαίωνα] διατεινόταν ότι όλη η γνώση βρίσκεται στις Γραφές και στις παραδόσεις της Εκκλησίας... Η Εκκλησία παρουσιάζεται έτσι ως τόπος αποθήκευσης και τρόπος διευθέτησης της γνώσης· ήταν ανά πάσα στιγμή πρόθυμη να καταφύγει στην πολιτική εξουσία προκειμένου να επιβάλλει την υπακοή στις αποφάσεις της. Ακολούθησε τοιουτοτρόπως μια διαδρομή που καθόρισε όλη τη μελλοντική της πορεία: έγινε ένα εμπόδιο για την πνευματική πρόοδο της Ευρώπης για περισσότερα από χίλια χρόνια. John William Draper, History of the Conflict between Religion and Science (1874)
Ο
μύθος της αντίθεσης της μεσαιωνικής εκκλησίας στην επιστήμη δεν είναι πιθανόν να αναχωρήσει εύκολα — εν μέρει επειδή ταιριάζει κάλλιστα με άλλους χαϊδεμένους μύθους σχετικά με τον Μεσαίωνα, και εν μέρει επειδή είναι τόσο εύκολο να παραχθεί. Όποιος έχει ακουστά την ένσταση του Τερτυλλιανού —«Τι κοινόν μεταξύ Αθηνών και Ιερουσαλήμ;»— και την παρουσία του Γαλιλαίου ενώπιον της Ιεράς Εξετάσεως, μπορεί απλώς να συνδέσει άμεσα τα δύο αυτά σημεία. Το μόνο που χρειάζεται κανείς είναι η προϋπόθεση, επίσης μυθική, ότι ο Γαλιλαίος καταδικάστηκε από μια μεσαιωνική εκκλησία που έκανε αυτό που ήξερε να κάνει καλύτερα. (Στην πραγματικότητα, όπως θα δούμε στον Μύθο 8, η πρώιμη νεωτερική Καθολική Εκκλησία ήταν αυτή που λογόκρινε τον Γαλιλαίο, μετερχόμενη μια νέα κατά γράμμα θεώρηση των Γραφών που θα εξέπληττε τον Αυγουστίνο και τον Θωμά Ακινάτη.) Η χοντρική αντίληψη του Μεσαίωνα ως χιλιετίας λιμνάσματος που επήλθε από τον χριστιανισμό έχει ευρέως εξαφανιστεί πια στους κόλπους μελετητών που είναι γνώστες της περιόδου, αλλά παραμένει ενεργητική στους εκλαϊκευτές της ιστορίας των επιστημών — ίσως επειδή, αντί να συμβουλεύονται το έργο των ειδημόνων επί του θέματος, οι πιο πρόσφατοι εκλαϊκευτές βασίζονται στους προκατόχους τους άκριτα.
31
■ Ο ΓΑΛΙΛΑΙΟΣ ΣΤΗ ΦΥΛΑΚΗ • ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ■
Ας δούμε τον ακόλουθο ισχυρισμό από ένα βιβλίο του Ρόμπερτ Γουίλσον [Robert Wilson] που εκδόθηκε πρόσφατα από το Princeton University Press. Αντλεί από τον Τερτυλλιανό (περίπου 160–περίπου 220) προκειμένου να δειχθεί η θέση ότι η χριστιανική θρησκεία αναπτύχθηκε βασιζόμενη στο ότι το Ευαγγέλιο ήταν η μοναδική πηγή καθοδήγησης και αλήθειας, και ήταν απαραβίαστο, θέ σφατο. Αυτή η δέσμευση στην Αγία Γραφή ήταν, και παραμένει ακόμη, θεμέλιος λίθος του χριστιανισμού, και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αποτέλεσε αποθάρρυνση για τις επιστημονι κές προσπάθειες οι οποίες έτσι μαράζωσαν για χίλια χρόνια μετά τη στρατιωτική πτώση της Ρώμης. Στη διάρκεια αυτής της χιλιετίας, πιθανόν επειδή το Ευαγγέλιο βασίστηκε σε αρχαία γραπτά, άλλα αρχαία έργα μη θρησκευτικού χαρακτήρα, ανάμεσά τους και πονήματα αρχαίων Ελλήνων σχετικά με την επιστήμη, επίσης έφτασαν να θεωρούνται απαραβίασ τα, θέσφατα. Οι παράγοντες αυτοί έμελλε να οδηγήσουν σε ένα από τα πλέον ατυχή συμβάντα του χριστιανι σμού και της επιστήμης — τη δίκη του Γαλιλαίου1.
Το βιβλίο του Γουίλσον δεν έχει υποσημειώσεις: μήπως, άραγε, συμβουλεύτηκε το Cosmos (1980) του αστρονόμου Καρλ Σαγκάν [Carl Sagan]2, έναν δημοφιλή προκά τοχο του βιβλίου του Γουίλσον; Αυτό το συνοδευτικό βιβλίο στη σειρά Cosmos που προβλήθηκε από το PBS τελειώνει με έναν χρονολογικό πίνακα όπου περιέχονται τα ονόματα ανθρώπων που σχετίζονταν με την αστρονομία. Είναι πασίγνωστο ότι οι μεσαιωνοδίφες καλύπτουν την ελληνική αρχαιότητα (από τον Θαλή έως την Υπατία), κατόπιν αφήνουν ένα κενό χιλίων ετών και αρχίζουν πάλι με τον Λεονάρδο και τον Κοπέρνικο. Η λεζάντα, εν προκειμένω, χαρακτηρίζει τον κενό αυτό χώρο ως «μια δραματικά χαμένη ευκαιρία για την ανθρωπότητα»3. Τέτοια είναι η δύναμη του μύ θου ώστε ο Σαγκάν δεν μπαίνει στον κόπο να πει τις πταίει για τη χαμένη ευκαιρία. Με τη σειρά του, ο Σαγκάν ενδέχεται να έχει αντλήσει από το Great Astronomers (Simon and Schuster, 1930) του Χένρι Σμιθ Γουίλιαμς [Henry Smith Williams], του οποίου το περί Μεσαίωνος κεφάλαιο απαρτίζεται από δύο βιβλικά επιγράμματα αντλημένα από μια «ανατολίτικη ανθολογία» ακολουθούμενα από κάμποσες κενές σελίδες. Αυτή η παθητική μορφή του μύθου απλώς προϋπ οθέτει ότι η μεσαιωνική απάντηση στο ερώτημα του Τερτυλλιανού ήταν ότι η Αθήνα δεν είχε καμία σχέση με την Ιερουσαλήμ (βλέπε τον Μύθο 1). Μιας και μονάχα η Ιερουσαλήμ είχε σημασία, κανείς δεν νοιαζόταν για την Αθήνα (ή για την Αλεξάνδρεια). Στην πιο ενεργητική μορφή του μύθου, η μεσαιωνική εκκλησία λαμβάνει συ γκεκριμένα μέτρα ώστε να περιορίσει τις επιστημονικές έρευνες: φυλακίζει τον Ρο 1 Robert Wilson, Astronomy through the Ages: The Story of the Human Attempt to Understand the Universe (Princeton University Press, Πρίνστον, Νιου Τζέρσι, 1997), σ. 45. 2 Ο Carl Sagan (1934–1996) ήταν Αμερικανός αστρονόμος, αστροφυσικός, κοσμολόγος, και πολυγρα φότατος συγγραφέας κυρίως πονημάτων εκλαϊκευμένης επιστήμης. Συνέγραψε επίσης το μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας Contact (1985) που μεταφέρθηκε επιτυχώς στον κινηματογράφο το 1997, σκη νοθετημένο από τον Robert Zemeckis και με πρωταγωνίστρια την Jodie Foster. (Σ.τ.Μ.) 3 Carl Sagan, Cosmos (Random House, Νέα Υόρκη 1980), σ. 335.
32
■ ΟΤΙ Η ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΤΕΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ■
γήρο Βάκωνα (περίπου 1214–1294), ο οποίος παρουσιάζεται ως ο πιο δημιουργι κός επιστήμονας της χρονικής περιόδου, για δύο, δέκα, δεκατέσσερα, ή δεκαπέντε χρόνια, ανάλογα με την πηγή σας στο Διαδίκτυο. Ο ισχυρισμός ότι ο Βάκων φυλα κίστηκε (υποτίθεται από τον επικεφαλής του ίδιου του φραγκισκανού τάγματός του) εμφανίζεται για πρώτη φορά κάπου ογδόντα χρόνια μετά τον θάνατό του και έχει προκαλέσει δυσπιστία ήδη για τους λόγους αυτούς και μόνον. Λόγιοι που βρίσκουν αυτόν τον ισχυρισμό ευλογοφανή τον συνδέουν με την έλξη του Βάκωνα προς τις προφητείες της εποχής του που δεν έχουν καμία σχέση με τα επιστημονικά, μαθη ματικά, ή φιλοσοφικά γραπτά του4. Ιστορικοί της επιστήμης έχουν, μολαταύτα, παρουσιάσει πολλά στοιχεία κατά του εν λόγω μύθου. Ο Τζον Χέιλμπρον [John Heilbron], σε καμία περίπτωση απο λογητής του Βατικανού, το έπιασε σωστά όταν άρχιζε το βιβλίο του The Sun in the Church με τα εξής λόγια: «Η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία προσέφερε περισσότερη οικονομική και κοινωνική υποστήριξη στην επιστήμη της αστρονομίας για πάνω από έξι αιώνες, από την ανάκτηση της αρχαίας μαθήσεως στη διάρκεια του ύστε ρου Μεσαίων α έως τον Διαφωτισμό, από οποιονδήποτε άλλον, και ενδεχομένως από όλους τους άλλους, θεσμούς»5. Η θέση του Χέιλμπρον μπορεί να γενικευτεί πολύ πέραν της αστρονομίας. Με δυο λέξεις, η μεσαιωνική περίοδος γέννησε το πανεπιστήμιο, το οποίο αναπτύχθηκε με την ενεργό υποστήριξη του παπισμού. Αυ τός ο ασυνήθιστος θεσμός ξεπήδησε μάλλον αυθόρμητα γύρω από ξακουστούς δα σκάλους σε πόλεις όπως η Μπολόνια, το Παρίσι, και η Οξφόρδη πριν από το 1200. Στα 1500, περίπου εξήντα πανεπιστήμια ήσαν διάσπαρτα σε όλη την Ευρώπη. Ποια είναι η σημασία αυτής της εξέλιξης για τον μύθο μας; Περίπου 30 τοις εκατό της διδακτέας ύλης στα πανεπιστήμια είχε να κάνει με τον φυσικό κόσμο6. Το πλήθεμα των πανεπιστημίων ανάμεσα στα 1200 και 1500 σήμαινε ότι εκατοντάδες χιλιάδες σπουδαστές —διακόσιες πενήντα χιλιάδες στη Γερμανία και μόνον από το 1350 και μετά— εξοικειώνονταν με την επιστήμη της ελληνοαραβικής παράδοσης. Όσο ωρί μαζαν τα πανεπιστήμια, τόσο η διδακτέα ύλη περιλάμβανε ολοένα και πιο πολλά έρ γα των Λατίνων δασκάλων που ανέπτυξαν την εν λόγω παράδοση σύμφωνα με τις αρχικές γραμμές. Εάν η μεσαιωνική εκκλησία είχε σκοπό να αποθαρρύνει ή να καταστείλει την επιστήμη, τότε έκανε το δίχως άλλο ένα κολοσσιαίο λάθος με το να ανεχθεί —για να μην πούμε: να υποστηρίξει— το πανεπιστήμιο. Σε αυτόν τον νέο θεσμό, η ελ ληνοαραβική επιστήμη και ιατρική βρήκαν για πρώτη φορά μια μόνιμη στέγη, μια στέγη την οποία —με ποικίλα σκαμπανεβάσματα— η επιστήμη διατήρησε έως τις 4 Roger Bacon, Compendium of the Study of Theology, επ. Thomas Maloney (Brill, Λάιντεν 1988), σ. 8, όπου αναφέρεται στη λογοτεχνία. 5 John Heilbron, The Sun in the Church: Cathedrals as Solar Observatories (Harvard University Press, Κέιμπριτζ, Μασαχουσέτη, 1999), σ. 3. 6 Edward Grant, “Science in the Medieval University” εις Rebirth, Reform, and Resilience: Universities in Transition, 1300–1700, επ. James M. Kittelson και Pamela J. Transue (Ohio State University Press, Κολόμπους, 1984), σσ. 68-102.
33
■ Ο ΓΑΛΙΛΑΙΟΣ ΣΤΗ ΦΥΛΑΚΗ • ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ■
μέρες μας. Δεκάδες πανεπιστήμια εισήγαγαν μεγάλους αριθμούς σπουδαστών στην ευκλείδειο γεωμετρία, την οπτική επιστήμη, τα ζητήματα της παραγωγής και της αναπαραγωγής, τις βασικές αρχές της αστρονομίας, και επιχειρήματα για τη σφαι ρικότητα της γης. Ακόμα και σπουδαστές που δεν ολοκλήρωναν τις σπουδές τους αποκόμιζαν μια στοιχειώδη εξοικείωση με τη φυσική φιλοσοφία και τις μαθηματικές επιστήμες, καθώς εμποτίζονταν με τον νατουραλισμό αυτών των κλάδων. Ήταν ένα πολιτισμικό φαινόμενο πρώτης τάξεως, καθότι επηρέασε μια εγγράμματη ελίτ αρ κετών εκατοντάδων χιλιάδων σπουδαστών: στα μισά του δέκατου πέμπτου αιώνα, οι εγγραφές σε πανεπιστήμια γερμανικών επικρατειών που έχουν επιβιώσει έως σήμερα (μέρη όπως η Βιέννη, η Χαϊδελβέργη, και η Κολωνία) έφτασαν σε επίπεδα άφθαστα μέχρι τα τέλη του δέκατου ένατου και των αρχών του εικοστού αιώνα7. Αλλά, θα αντιτείνουν κάποιοι, δεν ήσαν άραγε οι περισσότεροι σπουδαστές καλόγεροι ή ιερείς που περνούσαν οι πιο πολλοί από αυτούς τον χρόνο τους μελε τώντας θεολογία, τη βασίλισσα των επιστημών; Εάν όλοι οι λόγιοι ήσαν θεολόγοι, αυτό δεν τα λέει εν πολλοίς όλα; Αυτή είναι μια άλλη συλλογή μύθων. Οι πιο πολλοί σπουδαστές δεν έφτασαν ποτέ πολύ κοντά στο να πληρούν τα απαιτούμενα προσό ντα για να σπουδάσουν θεολογία (συνήθως πτυχίο δασκάλου της φιλοσοφίας). Πα ρέμεναν στις σχολές των τεχνών όπου σπούδαζαν μονάχα μη θρησκευτικά θέματα, συμπεριλαμβανομένων της λογικής, της φυσικής φιλοσοφίας, και των μαθηματικών επιστημών. Μάλιστα, ως αποτέλεσμα διαμαχών ανάμεσα στις σχολές, δεν επιτρεπό ταν στους σπουδαστές των τεχνών να πραγματεύονται θεολογικά ζητήματα. Κοντο λογίς, οι περισσότεροι φοιτητές δεν ακολουθούσαν θεολογικές ή βιβλικές σπουδές. Επιπλέον, δεν είχαν όλα τα πανεπιστήμια θεολογική σχολή. Πάρα πολύ λίγα είχαν θεολ ογική σχολή τον δέκατο τρίτο αιώνα, και τα πιο νέα ιδρύματα αρχικά δεν επιτρεπόταν καν να έχουν. Στον ύστερο Μεσαίωνα, ο παπισμός επέτρεψε να υπάρ ξουν περισσότερες θεολογικές σχολές. Στη διάρκεια του Μεγάλου Σχίσματος, όταν οι δύο πάπες, οι οποίοι είχαν αφορίσει ο ένας τον άλλον, ανταγωνίζονταν για την υπακοή και την πίστη των διαφόρων πολιτικών ηγεμόνων, επέτρεψαν την ίδρυση θεολ ογικών σχολών σε κάποια πανεπιστήμια, όπως αυτό της Βιέννης, που δεν εί χαν τέτοια σχολή. Ακόμα και έτσι, μονάχα μια μικρή μειονότητα σπουδαστών σπού δασαν θεολογία, η οποία ήταν και η μικρότερη από τις τρεις ανώτερες σχολές στα πανεπιστήμια του βορρά. Μακράν ο πιο δημοφιλής κλάδος ήταν αυτός της νομικής που υποσχόταν καλή σταδιοδρομία στις ολοένα και πιο μεγάλες γραφειοκρατίες τό σο των εκκλησιαστικών όσο και των κοσμικών ηγεμόνων. Όσο για τη θεολογία ως βασίλισσα των επιστημών, η αντίληψη αυτή χρονο λογείται ήδη από τον Αριστοτέλη —που δεν ήταν βεβαίως χριστιανός θεολόγος— ο οποίος εννοούσε με αυτό ότι η μεταφυσική ή θεολογία (ως η «επιστήμη του όντος») ήταν ένας κλάδος της φιλοσοφίας πιο θεμελιώδης είτε από τα μαθηματικά είτε από 7 Rainer Schwinges, Deutsche Universitätsbesucher im 14. und 15. Jahrhundert: Studien zur Sozial geschichte des Alten Reiches (Steiner Verlag, Στουτγάρδη, 1986), σσ. 487-88.
34
■ ΟΤΙ Η ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΤΕΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ■
τη φυσική φιλοσοφία (τις δύο άλλες θεωρ ητικές «επιστήμες»). Ενώ πολλοί μεσαιω νικοί λόγιοι παραδέχονταν τη μεγάλη αξιοπρέπεια της θεολογίας, η κατάστασή της ως επιστήμης αμφισβητούνταν, και δη ακόμα και από θεολόγους. Ο Ροβέρτος Γκρό στεστ [Robert Grosseteste] (περίπου 1175–1253), Σφραγιδοφύλακας της Οξφόρ δης και Επίσκοπος του Λίνκολν, υποστήριξε ότι για μια διάνοια απαλλαγμένη από το φορτίο ενός σαρκίου η θεολογία προσέφερε έναν υψηλότερο βαθμό βεβαιότητας απ’ ό,τι τα μαθηματικά και η φυσική φιλοσοφία, αλλά για εμάς τους θνητούς εδώ κά τω τα μαθηματικά παραχωρούν μεγαλύτερη βεβαιότητα8. Χρησιμοποιώντας τα κρι τήρια του Αριστοτέλη, ο μεγάλος Ιταλός θεολόγος και φιλόσοφος Θωμάς Ακινάτης [Thomas Aquinas] (περίπου 1225–1274)9 υποστήριξε αργότερα ότι η θεολογία είναι επιστήμη10. Αλλά δεν συμφωνούσαν οι πάντες με τον Ακινάτη. Ο Γουλιέλμος Όκαμ [William of Ockham] (περίπου 1287–1347), ένας Άγγλος φραγκισκανός με μεγάλη επίδραση, αρνήθηκε, επίσης με αριστοτελικά κριτήρια, ότι η θεολογία είναι επιστή μη. Σημείωσε ότι πρέπει να γνωρίζουμε καλύτερα τις αρχές μιας επιστήμης παρά τα συμπεράσματά της. Αλλά οι αρχές της θεολογίας είναι τα άρθρα της πίστεως, τα οποία, όπως άρεσε στον Όκαμ να τονίζει, συχνά εμφανίζονται «ψεύτικα σε όλους, ή στην πλειονότητα, ή στους πιο σοφούς»11. Η θεολογία, συνεπώς, δεν λογαριαζόταν ως επιστήμη. Εντέλει, οι περισσότεροι σπουδαστές και δάσκαλοι δεν ήσαν ούτε ιερείς ούτε καλόγεροι, κάτι που απαιτούσε ξεχωριστούς όρκους. Είχαν κύρος κληρικού, ωστό σο, τουλάχιστον στα πανεπιστήμια του βορρά, όπως του Παρισιού. Επρόκειτο για μια νομική κατηγορία κερδισμένη σκληρά, η οποία δεν ενείχε διόλου τυπικές υπο χρεώσεις, θρησκευτικές ή άλλες (οι σπουδαστές μπορούσαν να παντρευτούν, επί παραδείγματι), ενώ παρείχε ένα σημαντικό προνόμιο: το δικαίωμα, το οποίο θύμωνε πολύ τους κατοίκους της πόλης, να δικάζονται από ένα πιο επιεικές πανεπιστημιακό ή εκκλησιαστικό δικαστήριο αντί για ένα κοσμικό/πολιτικό. Αυτή η κοινωνική κα τάσταση ήταν λίαν βολική όταν ένας σπουδαστής συνέβαινε να σκοτώσει κάποιον πολίτη σε καβγά σε ένα καπηλειό. (Στο Παρίσι, οι σπουδαστές είχαν κερδίσει αυτό το δικαίωμ α αφού κατέβηκαν σε απεργία ύστερα από ακριβώς ένα τέτοιο περιστατικό.) Αν και δεν ήσαν η πλειονότητα, πολλοί από τους πιο φημισμένους συγγραφείς έρ γων φυσικής φιλοσοφίας και θεράποντες των μαθηματικών επιστημών εκείνης της εποχής ήσαν ιερωμένοι ή καλόγεροι μοναχικών ταγμάτων. Άραγε ο μύθος παίρνει παράταση ζωής εάν αποκαλύψω ότι οι διαλέξεις σχετικά με τη φυσική φιλοσοφία του Αριστοτέλη ήσαν απαγορευμένες στο Παρίσι το 1210 8 W. R. Laird, “Robert Grosseteste on the Subalternate Sciences”, Traditio 43 (1987): σσ. 147-69, ιδί ως σ. 150. 9 Βλέπε και Η Φιλοσοφία, τόμος Α΄, επ. Φρανσουά Σατελέ, μτφρ. Κωστής Παπαγιώργης, εκδ. Γνώση, 1984, σσ. 324-336. (Σ.τ. Μ.) 10 Jan Aertsen, “Mittelalterliche Philosophie: ein unmögliches Projekt? Zur Wende des Philosophieverständnisses im 13. Jahrhundert”, εις Geistesleben im 13. Jahrhundert, επ. Jan A. Aertsen και Andreas Speer (Walter De Gruyter, Βερολίνο, 2000), σσ. 12-28, ιδίως σσ. 20-21. 11 Ernest A. Moody, The Logic of William of Ockham (Russell and Russell, Νέα Υόρκη 1965), σ. 211.
35
■ Ο ΓΑΛΙΛΑΙΟΣ ΣΤΗ ΦΥΛΑΚΗ • ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ■
(επί ποινή αφορισμού) και το 1215 (δίχως συγκεκριμένη ποινή); Όχι. Ενώ κάποιοι ιερωμένοι, δρώντας με τις επίσημες δικαιοδοσίες τους, εξέδιδαν τέτοιες καταδίκες, είναι παραπλανητικό να πούμε ότι «η Εκκλησία» έκανε κάτι τέτοιο, διότι αυτό μοιάζει να υπονοεί ότι οι εν λόγω καταδίκες είχαν ισχύ για όλη τη χριστιανοσύνη. Σε κάθε περίπτωση, όμως, οι καταδίκες ήσαν τοπικές, τις εξέδιδαν οι επίσκοποι σε μια επαρ χία ή ένας καρδινάλιος λεγάτος στην περίπτωση του Παρισιού12. Μεσαιωνικά ψιλο λογήματα, λέτε; Καθόλου: το ζήτημα αυτής της διάκρισης είναι απολύτως κρίσιμο. Το να καταστήσουμε «την Εκκλησία» το αίτιο σε περιπτώσεις όπου η καταδίκη είναι τοπική είναι τεχνικώς σωστό αλλά εξαιρετικά παραπλανητικό, διότι τέτοιες εντολές επηρέαζαν μονάχα μια απειροελ άχιστη μερίδα του πληθυσμού, και συνήθως όχι για μεγάλο διάστημα. Αυτές οι καταδίκες δεν αφορούσαν σε σπουδαστές και δασκάλους σε άλλα μέρη. Η Οξφόρδη των αρχών του δέκατου τρίτου αιώνα, επί παραδείγματι, δεν γνώρισε απαγορεύσεις τέτοιου είδους (μάλιστα, η υποδοχή του Αριστοτέλη στην Οξφόρδη ήταν λίαν ομαλή). Δεν είναι ξεκάθαρο ότι οι καταδίκες επηρέαζαν πολύ, ή για μεγάλη διάρκεια, τους ανθρώπους στην εκάστοτε επισκοπή (κυρίως αυτή του Παρισιού). Παρά την καταδίκη του 1215, ξέρουμε ότι ο Ρογήρος Βάκων δίδασκε τα Φυσικά του Αριστο τέλη στο Παρίσι στη δεκαετία του 1240. Επιπλέον, στα 1255 τα προηγουμένως κα ταδικασμένα φυσικά-φιλοσοφικά πονήματα του Αριστοτέλη ήσαν υποχρεωτικά για το κανονικό και για το ανώτερο πτυχίο φιλοσοφίας στο Παρίσι, όπως ήσαν ήδη ή έμελλε να γίνουν στα περισσότερα μεσαιωνικά πανεπιστήμια. Ας έχουμε κατά νου, πάντως, ότι το Παρίσι δεν ήταν τυπική περίπτωση: αντιμετώπισε πολύ περισσότερες επισκοπικές καταδίκες από ό,τι το μέσο πανεπιστήμιο, για καθαρά βάσιμους τοπι κούς λόγους. Τα περισσότερα πανεπιστήμια δεν υφίσταντο τέτοιου είδους παρεμ βάσεις. Ποιος ήταν ο αντίκτυπος που είχαν τέτοιες καταδίκες στη διαδικασία της επι στήμης στη μεσαιωνική Ευρώπη; Ήταν ελάχιστη, για έναν απλό λόγο: Οι καταδίκες ήσαν συνήθως δεμένες με μια ορισμένη γεωγραφική περιοχή, ενώ οι σπουδαστές και οι δάσκαλοι δεν ήσαν. Μπορούσαν μια χαρά να τα μαζέψουν και να πάνε αλλού, και το έκαναν. Τω όντι, όταν στα 1229–1231 το Πανεπιστήμιο της Τουλούζης κάλεσε τους Παριζιάνους σπουδαστές να μεταβούν στα νότια («στη δεύτερη γη της επαγγε λίας, όπου εν αφθονία γάλα και μέλι ρέει... όπου ο Βάκχος τ’ αμπέλια κυβερνάει») και τους θύμισαν ότι στην Τουλούζη δεν ισχύει καμία απαγόρευση του Αριστοτέλη («Εκείνοι που επιθυμούν εξονυχιστικά τον κόρφο της φύσης να ερευνήσουν στο πιο μύχιό της σημείο μπορούν εδώ να ακούσουν του Αριστοτέλη τα βιβλία που απαγο ρευμένα ήσαν στο Παρίσι»)13. Το Παρίσι, η «νέα Αθήνα», δεν άργησε να ανοίξει και πάλι χάρη στην παπική βούλα Parens scientiarum («μητέρα των επιστημών»), που 12 Lynn Thorndike, University Records and Life in the Middle Ages (Columbia University Press, Νέα Υόρκη 1944), σσ. 26-28. 13 Ό.π., σ. 34.
36
■ ΟΤΙ Η ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΚΑΤΕΣΤΕΙΛΕ ΤΗΝ ΑΝΑΠΤΥΞΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ■
κυρίως υποστήριξε τα προνόμια των δασκάλων ενάντια στον επίσκοπο14. Α ναι, θα πείτε, αλλά τι λες και για το 1277, τότε που «η Εκκλησία» καταδίκα σε 219 ακαδημαϊκές εισηγήσεις, και πάλι στο Παρίσι; Αυτή η πιο διαβόητη από τις μεσαιωνικές καταδίκες αποτελούσε επίθεση στην αστρολογική αιτιοκρατία, σε έναν αριθμό από αριστοτελικές θέσεις (συμπεριλαμβανομένης και της αδυνατότητας ενός κενού), και σε χιουμοριστικές ή ιδίου συμφέροντος θέσεις όπως «Οι μόνοι σοφοί άνθρωποι στον κόσμο είναι οι φιλόσοφοι» και «Τίποτα δεν το γνωρίζεις καλύτερα γνωρίζοντας θεολογία»15. Και τούτη τη φορά, η καταδίκη εξεδόθη από τον επίσκοπο του Παρισιού, βοηθ ούμενο από κάποιους συντηρητικούς θεολόγους στο πανεπι στήμιο· επωφελήθηκαν ώστε να φιμώσουν τους αγέρωχους φιλοσόφους και να κα ταφερθούν απηνώς ενάντια στον αριστοτελικό συνάδελφό τους, τον Θωμά Ακινάτη. Αποτελεί ειρωνεία ότι έναν αιώνα πριν ο ιστορικός Πίτερ Ντυέμ [Pierre Duhem]16 θεώρησε ότι η εν λόγω καταδίκη είχε μια πολύ θετική επίπτωση στην επιστήμη. Υποστήριξε ότι υποχρέωσ ε τους φιλοσόφους να απελευθερωθούν από την εύνοιά τους προς τις θέσεις του Αριστοτέλη και να διερευνήσουν εναλλακτικές. Κατ’ αυτόν, η ημερομηνία 1277 σημάδεψε τοιουτοτρόπως την απαρχή της νεωτερικής (ήτοι της μη- ή αντι-αριστοτελικής) επιστήμης. Στις μέρες μας, ωστόσο, οι ιστορικοί συμφω νούν ότι αυτό είναι υπερβολικό άχθος για να το σηκώσουν οι καταδίκες στο Παρίσι του 1277. Ένας μικρός κατάλογος των επιτευγμάτων εκείνης της περιόδου δείχνει ότι η έρευνα της φύσης δεν είχε λιμνάσει στην Ευρώπη του Μεσαίωνα. Στα τέλη του δέκα του τρίτου αιώνα, ο William of Saint-Cloud χρησιμοποίησε ρηξικέλευθα την camera obscura για να παρατηρήσει εκλείψεις του ηλίου. Στις αρχές του δέκατου τέταρτου, ο Ντίτριχ φον Φράιμπεργκ [Dietrich von Freiberg]17 (ένας δομινικανός) έλυσε το πρό βλημα του πρωτογενούς και δευτερογενούς ουράνιου τόξου: εξέτασε, αντίστοιχα, την πρώτη και τη δεύτερη εσωτερική αντανάκλαση μέσα στη σταγόνα της βροχής, ανα παριστώντας την με ένα γυάλινο φιαλίδιο γεμάτο νερό. Εντωμεταξύ, στην Οξφόρδη, οι φυσικοί φιλόσοφοι εφάρμοζαν τη μαθηματική ανάλυση στην κίνηση, διατυπώνο ντας θεωρητικούς τρόπους μετρήσεως ποσοτήτων που αλλάζουν ομοιόμορφα. Στο Παρίσι στα μέσα του δέκατου τέταρτου αιώνα, ο Ζαν Μπουριντάν [Jean Buridan]18 χρησιμοποίησε τη θεωρία της ροπής αδρανείας προκειμένου να εξηγήσει την κίνηση των βλημάτων, την επιτάχυνση της ελεύθερης πτώσης, ακόμα και την ακατάπαυστη περιστροφή της έναστρης σφαίρας (με την απουσία αντίστασης, η αρχική ώθηση και 14 Jacques Verger, “A propos de la naissance de l’université de Paris: contexte social, enjeu politique, portée intellectuelle”, εις Schulen und Studium im sozialen Wandel des hohen und späten Mittelalter, επ. Johannes Fried (Jan Thorbeke Verlag, Σιγκμαρίνγκεν, 1986), σσ. 69-96, ιδίως σσ. 83, 94-95. 15 Edward Grant, επ., A Source Book in Medieval Science (Harvard University Press, Κέιμπριτζ, Μα σαχουσέτη, 1974), σ. 50. 16 Ο Pierre Maurice Marie Duhem (1861–1916) ήταν Γάλλος φυσικός, μαθηματικός και φιλόσοφος-ι στορικός των επιστημών. (Σ.τ.Μ.) 17 Dietrich von Freiberg (περίπου 1250–περίπου 1310) ήταν Γερμανός θεολόγος και φυσικός. (Σ.τ.Μ.) 18 Ο Jean Buridan (περίπου 1300–θάνατος μετά το 1358) ήταν Γάλλος ιερέας και φιλόσοφος. (Σ.τ.Μ.)
37
■ Ο ΓΑΛΙΛΑΙΟΣ ΣΤΗ ΦΥΛΑΚΗ • ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ■
ροπή αδρανείας του Θεού κατά τη δημιουργία διατηρείται και δεν χρειάζεται περαι τέρω παρέμβαση). Ο Νικόλαος Ορέμ [Nicole Oresme]19, νεότερος συγκαιρινός του (μετέπειτα επίσκοπος) προσέφερε μια ωραία σειρά επιχειρημάτων για την πιθανή περιστροφή της γης: κατέληξε στο ότι καμία διαθέσιμη εμπειρική ή ορθολογική μαρ τυρία δεν μπορεί να αποφασίσει εάν κινείται ή όχι. Κι άλλα πολλά παραδείγματα θα μπορούσαμε να παραθέσουμε. Όπως οι περισσότεροι δάσκαλοι, οι άνθρωποι αυτοί ευεργετηθήκαν από τη σημαντική ελευθερία σκέψης που επιτρεπόταν από την πα νεπιστημιακή συζήτηση/αντιμαχία, η οποία απαιτούσε τα υπέρ και τα κατά επιχειρή ματα σχετικά με διάφορες θέσεις να αναπτύσσονται και να επεξεργάζονται σε ορθο λογικές βάσεις και μόνον. Ήσαν οι διαφωνούντες με τον συνάδελφο λόγιο αυτοί που επεδίωκ αν να τον στενοχωρήσουν τον πιο πολύ καιρό, και όχι «η Εκκλησία». Ανάμεσα στα 1150 και 1500, οι πιο εγγράμματοι Ευρωπαίοι είχαν πρόσβαση σε επιστημονικά υλικά μεγαλύτερη από όση οι προκάτοχοί τους παλαιότερων πολιτι σμών, χάρη εν πολλοίς στην ανάδυση, την ταχεία ανάπτυξη, και την περί φυσικών τεχνών διδακτή ύλη των μεσαιωνικών πανεπιστημίων. Εάν η μεσαιωνική Eκκλησία είχε τον σκοπό να καταστείλει την έρευνα της φύσης, θα πρέπει να ήταν ολωσδιόλου ανίσχυρη καθότι απέτυχε παντελώς να επιτύχει τον σκοπό της.
19
Ο Nicole Oresme (περίπου 1320/5–1382) ήταν Γάλλος φιλόσοφος. (Σ.τ.Μ.)
38
Μύθος 3
ΟΤΙ ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΤΟΥ ΜΕΣΑΙΩΝΑ ΔΙΔΑΣΚΑΝ ΠΩΣ Η ΓΗ ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΠΕΔΗ Lesley B. Cormack Στον χριστιανικό κόσμο, το μεγαλύτερο μέρος τούτης της μακριάς περιόδου [από τον Πτολεμαίο στον Κοπέρνικο] αναλώθηκε σε διαμάχες σχετικά με τη φύση του Θεού, και σε αγώνες για την εκκλησιαστική εξουσία. Η αυθεντία των Πατέρων, και η δεσπόζουσα πίστη ότι οι Γραφές περιέχουν το άθροισμα σύνολων των γνώσεων, αποθάρρυνε κάθε έρευνα της Φύσης... Αυτή η αδιαφορία συνεχίστηκε έως το τέλος του δέκατου πέμπτου αιώνα. Ακόμα και τότε δεν υπήρχε επιστημονικό δέλεαρ. Τα κίνητρα που ώθησαν τα πράγματα ήσαν εντελώς διαφορετικού είδους. Ξεκίνησαν από εμπορικές έριδες, και το ζήτημα του σχήματος της γης διευθετήθηκε τελικά από τρεις θαλασσοπόρους, τον Κολόμβο, τον Ντα Γκάμα, και πάνω από όλους, τον Φερδινάνδο Μαγγελάνο. John William Draper, History of the Conflict between Religion and Science (1874) Με την παρακμή της Ρώμης και την έλευση των Σκοτεινών Χρόνων, η γεωγραφία ως επιστήμη βυθίστηκε σε χειμερία νάρκη, από την οποία η πρώιμη Εκκλησία λίγα έκανε για να τη βγάλει... Οι αυστηρές ερμηνείες της Βίβλου συν η άκαμπτη πατερική μισαλλοδοξία κατέληξαν στη θεωρία της επίπεδης γης με κέντρο της την Ιερουσαλήμ, και κάπου ψηλά στη χώρα να απλώνεται ο Κήπος της Εδέμ, από τον οποίο κυλούσαν οι τέσσερις Ποταμοί του Παραδείσου. Boise Penrose, Travel and Discovery in the Renaissance (1955) Ένα φαινόμενο αμνησίας των λογίων σε όλη την Ευρώπη... μόλυνε την ήπειρο από το 300 έως τουλάχιστον το 1300 μ.Χ. Στη διάρκεια εκείνων των αιώνων, η χριστιανική πίστη και το χριστιανικό δόγμα καταπίεσαν τη χρήσιμη εικόνα του κόσμου που αργά, τόσο επώδυνα, και τόσο ευσυνείδητα φιλοτέχνησαν οι αρχαίοι γεωγράφοι. Daniel J. Boorstin, The Discoverers (1983)1 1 John William Draper, History of the Conflict between Religion and Science (D. Appleton, Νέα Υόρκη,1874), σσ. 157-9. Boise Penrose, Travel and Discovery in the Renaissance (Harvard University Press, Κέιμπριτζ, Μασαχουσέτη, 1955), σ. 7. Daniel J. Boorstin, The Discoverers: A History of Man’s Search to Know Himself and His World (Random House, Νέα Υόρκη, 1983), x.
39
■ Ο ΓΑΛΙΛΑΙΟΣ ΣΤΗ ΦΥΛΑΚΗ • ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ■
Σ
τον Μεσαίωνα πίστευαν άραγε οι άνθρωποι ότι ο κόσμος είναι επίπεδος; Το δί χως άλλο, οι συγγραφείς που παραθέσαμε πιο πάνω αυτό θα μας έκαναν να σκε φτούμε. Σύμφωνα με τις αφηγήσεις, οι άνθρωποι που ζούσαν στους «Σκοτεινούς Χρόνους» ήσαν τόσο κατακλυσμένοι από την άγνοια (ή τόσο εξαπατημένοι από τους καθολικούς ιερείς) ώστε πίστευαν πως η γη είναι επίπεδη. Επί χίλια χρόνια ήσαν βυθισμένοι μες στης άγνοιας τα σκότη, και εάν δεν μεσολαβούσε η ηρωική γενναιό τητα του Χριστόφορου Κολόμβου και άλλων εξερευνητών, θα έμεναν ενδεχομένως ακόμα περισσότερο μέσα σε τούτη την άγνοια. Κι έτσι, η καινοτομία και το κουράγιο των επενδυτών και των εξερευνητών, με κίνητρο τα οικονομικά συμφέροντα και τη νεωτερική περιέργεια, μας επέτρεψαν τελικά να ελευθερωθούμε από τα σιδερένια τα δεσμά που σφυρηλάτησε η μεσαιωνική Καθολική Εκκλησία2. Από πού προέρχεται αυτή η ιστορία; Στη διάρκεια του δέκατου ένατου αιώνα, οι λόγιοι που ενδιαφέρθηκαν για την προώθηση μιας νέας επιστημονικής και ορ θολογιστικής άποψης του κόσμου ισχυρίζονταν ότι οι αρχαίοι Έλληνες και Ρωμαίοι είχαν καταλάβει πως ο κόσμος είναι στρογγυλός, αλλά η γνώση αυτή κατεστάλη από τους ιερωμένους του Μεσαίωνα. Οι φιλοκαθολικοί λόγιοι αντέτειναν το επιχεί ρημα ότι οι στοχαστές στον Μεσαίωνα ήξεραν όντως πως η γη είναι στρογγυλή3. Οι επικριτές εντούτοις απέρριψαν αυτές τις γνώμες ως απλώς απολογητικές. Γιατί μαινόταν η μάχη γύρω από αυτό ειδικά το ζήτημα; Διότι η πίστη ότι η γη είναι επίπε δη εξισωνόταν με την εσκεμμένη άγνοια, ενώ η κατανόηση της σφαιρικότητας της γης εκλαμβανόταν ως μέτρο νεωτ ερικότητας· η πλευρά που υπεράσπιζε κάποιος έγινε ένα μέσο καταδίκης ή εξύμνησης των ιερωμένων του Μεσαίωνα. Για λόγιους/ μελετητές όπως William Whewell ή ο Τζον Ντρέιπερ, συνεπώς, ο καθολικισμός ήταν κάτι κακό (καθόσον προωθ ούσε την άποψη ότι η γη είναι επίπεδη), ενώ για τους ρωμαιοκαθολικούς ο καθολικισμός ήταν κάτι καλό (καθόσον προωθούσε τη νεω τερικότητα). Όπως θα δούμε, κανένα από αυτά τα άκρα δεν περιγράφει την αληθινή κατάσταση των πραγμάτων 4. Αυτή η εξίσωση της στρογγυλότητας με τη νεωτερικότητα εξηγεί επίσης γιατί κατά τον δέκατο ένατο αιώνα οι Αμερικανοί ιστορικοί υποστήριξαν ότι αυτοί που απέδειξαν ότι η γη είναι στρογγυλή, και συνεπώς άνοιξαν τον δρόμο προς τη νεω τερικότητα —και προς την Αμερική, βεβαίως— ήσαν ο Κολόμβος και οι πρώιμοι μερκαντιλιστές. Μάλιστα, μια βιογραφία του Κολόμβου που έγραψε ο Αμερικανός 2 Για μια παλαιότερη συζήτηση σχετικά με τον παρόντα μύθο, βλέπε Lesley B. Cormack, “Flat Earth or Round Sphere: Misconceptions of the Shape of the Earth and the Fifteenth-Century Transformation of the World”, Ecumene 1 (1994), σσ. 363-85. 3 Η Christine Garwood στο Flat Earth: The History of an Infamous Idea (Macmillan, Λονδίνο, 2007) εξετάζει αυτή την αντιπαράθεση, εστιάζοντας κυρίως στους πιστούς της άποψης του δέκατου ένατου αιώνα ότι η γη είναι επίπεδη. 4 Είναι λυπηρό, αλλά αυτό εξακολουθεί να επαναλαμβάνεται από ορισμένους συγγραφείς εγχειριδίων στις μέρες μας, επί παραδείγματι Mounir A. Farah και Andrea Berens Karls, World History: The Human Experience (Glencoe/McGraw Hill, Λέικ Φόρεστ, Ιλινόις, 1999), και Charles R. Coble και άλλοι, Earth Science (Prentice Hall, Ίνγκλγουντ Κλιφς, Νιου Τζέρσι, 1992), αμφότερα τα εγχειρίδια προορισμένα για διδασκαλία στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
40
■ ΟΤΙ ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΤΟΥ ΜΕΣΑΙΩΝΑ ΔΙΔΑΣΚΑΝ ΠΩΣ Η ΓΗ ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΠΕΔΗ ■
συγγραφέας Ουάσινγκτον Ίρβινγκ [Washington Irving], ο δημιουργός του “Rip Van Winkle”, εισήγαγε τούτη την ιδέα στον κόσμο5. Αλλά η αλήθεια είναι περισσότερο περίπλοκη από αυτές τις αφηγήσεις. Πολύ λίγοι άνθρωποι σε όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα πίστευαν ότι ο κόσμος είναι επίπε δος. Στοχαστές και από τις δύο πλευρές του ζητήματος ήσαν καθολικοί, και για αυ τούς, το σχήμα της γης δεν εξισωνόταν με απόψεις προοδευτικές ή με απόψεις της παραδοσιαρχίας. Αληθεύει ότι οι περισσότεροι κληρικοί καταπιάνονταν πιο πολύ με τη σωτηρία παρά με το σχήμα της γης — αυτή ήταν η δουλειά τους, άλλωστε. Αλλά ήσαν επίσης σημαντικά γι’ αυτούς τα έργα του Θεού στη φύση. Ο Κολόμβος δεν θα μπορούσε να έχει αποδείξει ότι ο κόσμος ήταν στρογγυλός, επειδή το γεγονός αυτό ήταν ήδη γνωστό. Μήτε και ήταν εξεγερμένος νεωτεριστής — ήταν πιστός καθολι κός και ανέλαβε να κάνει το ταξίδι του πιστεύοντας ότι εκτελούσε έργο του Θεού. Μια μεταμόρφωση διεξαγόταν στις απόψεις περί της γης κατά τον δέκατο πέμπτο αιώνα αλλά είχε πιο μεγάλη σχέση με έναν νέο τρόπο χαρτογράφησης παρά με μια μετακίνηση από την επίπεδη γη στη στρογγυλή σφαίρα. Οι λόγιοι στην αρχαιότητα επεξεργάστηκαν ένα πολύ σαφώς σφαιρικό μοντέλο της γης και του ουρανού. Κάθε μείζων Έλληνας γεωγράφος στοχαστής, συμπερι λαμβανομένου και του Αριστοτέλη (384–322 π.Χ.), του Ερατοσθένη (τρίτος προ Χρι στού αιώνας) και του Πτολεμαίου (δεύτερος μετά Χριστόν αιώνας), βάσισε το περί γεωγ ραφίας και αστρονομίας έργο του στη θεωρία ότι η γη είναι μια σφαίρα. Παρο μοίως, όλοι οι μείζονες Ρωμαίοι σχολιαστές, συμπεριλαμβανομένου του Πλίνιου του Πρεσβύτερου (23–79 μ.Χ.), του Πομπώνιου Μέλα (πρώτος μετά Χριστόν αιώνας), και του Μακρόβιου [Macrobius] (τέταρτος μετά Χριστόν αιώνας), συμφώνησαν στο ότι η γη θα πρέπει να είναι στρογγυλή. Τα συμπεράσματά τους ήσαν κατά ένα μέρος φιλοσοφικά —ένα σφαιρικό σύμπαν απαιτούσε την ύπαρξη μιας σφαίρας στο κέ ντρο— αλλά επίσης βασισμένα σε μαθηματική και αστρονομική επιχειρηματολογία και λογική6. Περισσότερο περιλάλητη ήταν η εκ μέρους του Αριστοτέλη απόδειξη περί σφαιρικότητας της γης, ένα επιχείρημα που χρησιμοποίησαν πολλοί στοχαστές στον Μεσαίωνα και την Αναγέννηση. Εάν εξετάσουμε το έργο ακόμα και συγγραφέων του πρώιμου Μεσαίωνα, βρίσκουμε ότι, με ελάχιστες εξαιρέσεις, υποστήριζαν μια περί σφαιρικής γης θεω ρία. Ανάμεσα στους πρώιμους Πατέρες της εκκλησίας, ο Αυγουστίνος (354–430), ο Ιερώνυμος (πέθανε το 420), και ο Αμβρόσιος (πέθανε το 420), συμφώνησαν όλοι ότι η γη ήταν μια σφαίρα. Μόνον ο Λακτάντιος [Lactantius] (αρχές του τέταρτου μετά Χριστόν αιώνα) διατύπωσε μια διιστάμενη γνώμη, αλλά αυτός απέρριπτε σύνολη την παγανιστική γνώση διότι αποσπούσε τους ανθρώπους από το αληθινό τους έργο που ήταν το να φτάσουν τη λύτρωση7. 5 Washington Irving, The Life and Voyages of Christopher Columbus: Together with the Voyages of His Companions (John Murray, Λονδίνο, 1828), ιδίως σ. 88. 6 Jeffrey Burton Russell, Inventing the Flat Earth: Columbus and Modern Historians (Praeger, Νέα Υόρκη, 1991), σ. 24· Penrose, Travel and Discovery in the Renaissance, σ. 7. 7 Charles W. Jones, “The Flat Earth”, Thought 9 (1934), σσ. 296-307, όπου συζητεί το έργο του Αυ
41
■ Ο ΓΑΛΙΛΑΙΟΣ ΣΤΗ ΦΥΛΑΚΗ • ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ■
Από τον έβδομο αιώνα έως τον δέκατο τέταρτο αιώνα, κάθε σημαντικός με σαιωνικός στοχαστής που καταπιανόταν με τον κόσμο της φύσης δήλωνε περισσό τερο ή λιγότερο ρητά ότι ο κόσμος ήταν μια στρογγυλή σφαίρα, πολλοί από αυτούς μάλιστα ενσωμάτωναν στο έργο τους την αστρονομία του Πτολεμαίου και τη φυσική του Αριστοτέλη. Ο Θωμάς Ακινάτης (πέθανε το 1274), επί παραδείγματι, ακολού θησε την απόδειξη του Αριστοτέλη στο να δείξει ότι οι αλλασσόμενες θέσεις των αστερισμών καθώς κάποιος μετακινείται στην επιφάνεια της γης ήταν ένδειξη για το σφαιρικό σχήμα της γης. Ο Ρογήρος Βάκων (πέθανε το 1294), στο Opus Maius (περίπου 1280) δήλωσε ότι ο κόσμος ήταν στρογγυλός, ότι οι νότιοι αντίποδες ήσαν κατοικημένοι, και ότι το πέρασμα του ήλιου από τη γραμμή της εκλειπτικής επηρέ αζε το κλίμα σε διαφορετικά μέρη του κόσμου. Ο Αλμπέρτους Μάγκνους [Albertus Magnus] (πέθανε το 1280) συμφώνησε με τις ανακαλύψεις του Βάκωνα, ενώ ο Μι χαήλ Σκώτος [Michael Scott] (πέθανε το 1234) «συνέκρινε τη γη, περιβαλλόμενη από νερό, με τον κρόκο ενός αβγού και τις σφαίρες του σύμπαντος με τα στρώμα τα ενός κρεμμυδιού»8. Ίσως αυτός που άσκησε τη μεγαλύτερη επίδραση να ήταν ο Γιοχάνες ντε Σακρομπόσκο [Jean de Sacrobosco], του οποίου το έργο De Sphera (περίπου 1230) έδειχνε ότι η γη είναι μια σφαίρα, και ο Pierre d’Ailly (1350–1410), αρχιεπίσκοπος του Καμπρέ, ο οποίος στο έργο του Imago Mundi (γραμμένο στα 1410) πραγματευόταν τη σφαιρικότητα της γης9. Αμφότερα τα βιβλία αυτά έγιναν πολύ δημοφιλή· το βιβλίο του Sacrobosco χρησιμοποιήθηκε ως βασικό εγκόλπιο σε όλη τη διάρκεια του Μεσαίων α, ενώ το βιβλίο του d’Ailly το διάβασαν οι πρώτοι εξερευνητές, όπως ο Κολόμβος. Ο μοναδικός μεσαιωνικός συγγραφέας που το έργο του έχει μερικές φορές θεωρ ηθεί ως τέτοιο που επιδεικνύει πίστη στο ότι η γη έχει σχήμα δίσκου μάλ λον παρά σφαίρας είναι ο Ισίδωρος της Σεβίλλης (570–636), ένας πολυγραφότατος εγκυκλοπαιδιστής και φυσικός φιλόσοφος. Μολονότι ήταν ρητός ως προς το σφαι ρικό σχήμα του σύμπαντος, οι ιστορικοί έχουν παραμείνει διαιρεμένοι ως προς το πώς εικονίζει το σχήμα της ίδιας της γης10. Ο Ισίδωρος της Σεβίλλης ισχυρίστηκε ότι οι πάντες βιώνουν το μέγεθος και τη ζέστη του ήλιου με τον ίδιο τρόπο, κάτι που θα μπορούσε να ερμηνευτεί ως ότι σημαίνει πως την ανατολή τη βλέπουν την ίδια στιγμή όλοι οι κάτοικοι της γης και συνεπώς η γη είναι επίπεδη. Δεν μπορούμε παρά να αντιληφθούμε πολλά από όσα έγραψε σχετικά με τη φυσική και την αστρονομία ως θεμελιωμένα στο γεγονός μιας σφαιρικής γης, όπως φέρ’ ειπείν η ερμηνεία που δίδει στις εκλείψεις του ήλιου. Καίτοι δεν είναι απαραίτητο να επιμείνουμε στην από γουστίνου, του Ιερώνυμου, του Αμβρόσιου, και του Λακτάντιου. 8 Thomas Aquinas, Summa theologica, par. I, qu. 47, art. 3, 1.3· Albertus Magnus, Liber cosmo graphicus de natura locoum (1260). Βλέπε επίσης John Scottus, De divisione naturae, 3.32-33. 9 Walter Oakeshott, “Some Classical and Medieval Ideas in Renaissance Cosmography”, εις Fritz Saxl, 1890–1948: A Volume of Memorial Essays from His Friends in England, επ. D. J. Gordon (Thomas Nelson, Λονδίνο, 1957), σσ. 245-60, στη σ. 251. Για τον d’Ailly, βλέπε Arthur Percival Newton, επ., Travel and Travellers in the Middle Ages (Routledge και Kegan Paul, Λονδίνο, 1949), σ. 14. 10 Isidore of Seville, De natuta rerum 10, Etymologiae III 47.
42
■ ΟΤΙ ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΤΟΥ ΜΕΣΑΙΩΝΑ ΔΙΔΑΣΚΑΝ ΠΩΣ Η ΓΗ ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΠΕΔΗ ■
λυτη συνοχή, φαίνεται ότι η κοσμολογία του Ισίδωρου δεν είναι συνεκτική παρά μο νάχα με μια σφαιρική γη11. Πολλοί δημοφιλείς τοπικοί συγγραφείς που έγραψαν σε ντοπιολαλιές στη διάρκεια του Μεσαίωνα επίσης υποστήριξαν την ιδέα μιας στρογγυλής γης. Το έρ γο του Jean de Mandeville Ταξίδια στους Αγίους Τόπους και πέρα στον Επί της Γης Παράδεισο, γραμμένο γύρω στα 1370, ήταν ένα από τα πιο πολυδιαβασμένα βιβλία στην Ευρώπη από τον δέκατο τέταρτο έως τον δέκατο έκτο αιώνα. Ο Mandeville ήταν πολύ ξεκάθαρος στη δήλωσή του ότι ο κόσμος ήταν στρογγυλός και πλωτός: Και λέγω, το λοιπόν, σάμπως με ναυτία, πως ένας άνθρωπος μπορεί όλο τον κόσμο να τον γυρίσει, τόσο πάνω όσο και κάτω, και να γυρίσει ξανά στη χώρα του την ίδια... Και πάντο τες να βρίσκει ανθρώπους, γαίες, νησιά, χωριά και πόλεις, όπως στη χώρα του12.
Παρομοίως, ο Δάντης (1265–1321) στη Θεία Κωμωδία περιέγραψε πολλές φορές τον κόσμο σαν σφαίρα, διατεινόμενος ότι το νότιο ημισφαίριο είναι καλυμμένο από θάλασσα αχανή. Και ο Τσόσερ (περίπου 1340–1400) στο “The Franklin’s Tale” μίλησε για «Τούτον τον κόσμο τον μεγάλο, που κείνοι οι άνθρωποι λένε στρογγυλός πως είναι»13. Ο ένας και μοναδικός μεσαιωνικός συγγραφέας που ρητώς αρνείται τη σφαιρι κότητα της γης ήταν ο Κοσμάς Ινδικοπλεύστης [Cosmas Indicopleustes], ένας Βυζα ντινός μοναχός του έκτου αιώνα που ενδεχομένως είχε επηρεαστεί από συγκαιρινές του εβραϊκές και ανατολίτικες παραδόσεις σχετικά με το ότι είναι επίπεδη η γη. Ο Κοσμάς επεξεργάστηκε μια πνευματικά θεμελιωμένη κοσμολογία, όπου η γη είναι μια επίπεδη γαία, ή ένα υψίπεδο, τοποθετημένο στον πυθμένα του σύμπαντος κό σμου. Είναι δύσκολο να γνωρίζουμε πόση επίδραση ασκούσε στον καιρό του. Μο νάχα δύο αντίγραφα από την πραγματεία του διασώζονται σήμερα, το ένα εκ των οποίων θα πρέπει να ήταν το προσωπικό αντίγραφο του ίδιου του Κοσμά, και μονάχα ένας άνθρωπος στον Μεσαίωνα είναι γνωστό ότι είχε διαβάσει το έργο του, ο Φώτιος της Κωνσταντινουπόλεως (πέθανε το 891), ο οποίος εν γένει θεωρείτο ο πιο διαβα σμένος άνθρωπος του αιώνα του14. Ελλείψει βάσιμων στοιχείων και μαρτυριών, δεν 11 Wesley M. Stevens, “The Figure of the Earth in Isidore’s ‘De natura rerum’” Isis 71 (1980), σ. 273. Charles W. Jones, Bedae opera de temporibus (Medieval Academy of America, Κέιμπριτζ, Μασαχουσέτη, 1943), σ. 367. Βλέπε επίσης David Woodward, “Medieval mappaemundi”, εις The History of Cartography, επ. J. B. Harley και David Woodward, τόμος 1: Cartography in Prehistoric, Ancient, and Medieval Europe and the Mediterranean (University of Chicago Press, Σικάγο, 1987), σσ. 320-21. 12 Jean de Mandeville, Mandeville’s Travels, μτφρ. Malcolm Letts, τόμοι 2 (Hakluyt Society, Λονδίνο, 1953), 1:129. 13 Dante, Paradiso, Canto 9, 84· Inferno, Canto 26 [ελληνική έκδοση: Dante Alighieri, εκδ. Τυπωθή τω – Γιώργος Δαρδανός, Παράδεισος, σ. 89, και Κόλαση, σσ. 263-71 (Σ.τ.Μ.)]· Geoffrey Chaucer, “The Canterbury Tales”, εις The Works of Geoffrey Chaucer, επ. F. N. Robinson (Houghton Mifflin Co., Βοστόνη, 1961, σ. 140, αράδα 1228. 14 Οι περισσότερες επισκοπήσεις της μεσαιωνικής επιστήμης δεν αναφέρουν τη γεωγραφία. Στο The Beginnings of Western Science (Chicago University Press, Σικάγο, 1992) του David C. Lindberg, στη σ. 58, αφιερώνεται μία παράγραφος στη σφαιρική γη. Το History of the Planetary Systems (Cambridge University
43
■ Ο ΓΑΛΙΛΑΙΟΣ ΣΤΗ ΦΥΛΑΚΗ • ΜΥΘΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΗ ΚΑΙ ΤΗ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ■
μπορούμε να χρησιμοποιήσ ουμε τον Κοσμά ως επιχείρημα για το ότι η χριστιανι κή εκκλησία κατέστειλε τη γνώση για τη σφαιρικότητα της γης. Το έργο του Κοσμά απλώς υποδηλώνει ότι το κλίμα στους κύκλους των λογίων στη διάρκεια του πρώι μου Μεσαίωνα ήταν ανοιχτό σε αντιπαραθέσεις επί του θέματος. Εάν εξαιρέσουμε τον Λακτάντιο και τον Κοσμά, όλοι οι μείζονες στοχαστές και πολλοί τοπικοί συγγραφείς που ενδιαφέρθηκαν για το φυσικό σχήμα της γης, από την πτώση της Ρώμης έως τον καιρό του Κολόμβου, άρθρωσαν τη θεωρία ότι η γη ήταν στρογγυλή. Οι λόγιοι μπορεί να καταπιάνονταν πιο πολύ με τη σωτηρία της ψυχής παρά με τη γεωγραφία, και οι τοπικοί συγγραφείς μπορεί να έδειξαν μικρό ενδιαφέρον για τα φιλοσοφικά ζητήματα. Αλλά, με την εξαίρεση του Κοσμά, ουδείς μεσαιωνικός συγγραφέας αρνήθηκε ότι η γη ήταν σφαιρική — η δε Καθολική Εκ κλησία δεν έλαβε ποτέ θέση επί του θέματος. Με δεδομένο το ιστορικό αυτό, θα ήταν ανόητο να ισχυριστούμε ότι ο Κολόμ βος απέδειξε πως ο κόσμος είναι στρογγυλός — ή έστω ότι υποστήριξε κάτι τέτοιο. Μολοντούτο, δημοφιλείς αφηγήσεις εξακολουθούν να θέτουν σε κυκλοφορία την πλανερή ιστορία ότι ο Κολόμβος πολέμησε ενάντια στους προκατειλημμένους και έμπλεους άγνοιας λόγιους και κληρικούς στη Σαλαμάνκα, έδρα του κορυφαίου Πα νεπιστήμιου της Ισπανίας, προτού πείσει τη Βασίλισσα Ισαβέλλα να του επιτρέψει να αποδείξει τη θέση του. Η πρόταση του Κολόμβου σύμφωνα με την οποία η από σταση από την Ισπανία προς δυσμάς έως την Κίνα δεν ήταν απαγορευτικά μεγάλη και ότι ήταν μάλιστα συντομότερη και ασφαλέστερη από το να περιπλεύσουν την Αφρική, αντιμετωπίστηκε με δυσπιστία από την ομάδα των λογίων που συναθροί στηκαν ανεπίσημα για να συμβουλεύσουν τον βασιλέα και τη βασίλισσα της Ισπα νίας. Καθόσον δεν διασώζονται αρχεία από εκείνη τη συνάθροιση, οφείλουμε να βασιστούμε σε αναφορές γραμμένες από τον γιο του Κολόμβου, τον Φερνάντο, και τον Βαρθολομαίο ντε λας Κάζας, έναν Ισπανό ιερέα που συνέγραψε μια ιστορία του Νέου Κόσμου. Αμφότεροι μας λέγουν ότι οι μορφωμένοι άντρες στη Σαλαμάνκα ήσαν ενήμεροι σχετικά με τις τρέχουσες αντιπαραθέσεις σχετικά με το μέγεθος της γης, την πιθανότητα να υπάρχουν κάτοικοι και σε άλλα μέρη του κόσμου, και το ενδεχόμενο να μπορείς να πλεύσεις μέσα από τη διακεκαυμένη ζώνη του ισημερι νού. Αμφισβήτησαν ότι ο Κολόμβος μπορούσε να έχει γνώση ανώτερη από εκείνη των αρχαίων όπως επίσης και ότι ήταν δυνατόν να κατορθώσει αυτό που πρότεινε. Ωστόσο, δεν αρνήθηκαν ότι η γη είναι σφαιρική αλλά μάλλον χρησιμοποίησαν τη σφαιρικότητά της στα επιχειρήματά τους κατά του Κολόμβου, υποστηρίζοντας ότι η στρογγυλή γη ήταν μεγαλύτερη από ό,τι διατεινόταν ο Κολόμβος και ότι ο περίπλους Press, Κέιμπριτζ, 1992) του J. L. E. Dreyer τονίζει τη σπουδαιότητα του Κοσμά, όπως και το The Making of the Modern Mind: A Survey of the Intellectual Background of the Present Age (Houghton Mifflin, Βοστό νη, 1926), σ. 23, του John H. Randall, Jr., καθώς και το Travel του Penrose, ο οποίος προσθέτει και την ένσταση «είναι αν μη τι άλλο δίκαιο να σημειώσουμε ότι δεν ήσαν όλοι οι συγγραφείς του Μεσαίωνα τόσο τυφλοί όσο ο Κοσμάς, σ. 7. Ο Jones στο “Flat Earth” δεικνύει την περιθωριακότητα του Κοσμά, σ. 305.
44
■ ΟΤΙ ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΤΟΥ ΜΕΣΑΙΩΝΑ ΔΙΔΑΣΚΑΝ ΠΩΣ Η ΓΗ ΕΙΝΑΙ ΕΠΙΠΕΔΗ ■
θα έπαιρνε υπερβολικά πολύ ώσπου να ολοκληρωθεί15. Όταν ο Peter Martyr επαίνεσε τα επιτεύγματα του Κολόμβου στην εγκωμια στικό του πρόλογο στο Decades of the New World (1511), έσπευσε να τονίσει ότι ο Κολόμβος είχε αποδείξει πως ο ισημερινός ήταν πλωτός και πως πράγματι υπήρχαν λαοί και γαίες στα μέρη εκείνα της υδρογείου που άλλοτε πίστευαν πως ήσαν κα λυμμένα με ύδατα. Πουθενά, πάντως, δεν αναφέρει ότι απέδειξε τη σφαιρικότητα της γης16. Εάν ο Κολόμβος είχε όντως αποδείξει κάτι τέτοιο στους δύσπιστους λό γιους, ο Peter Martyr το δίχως άλλο θα το είχε αναφέρει. Εκείνοι που θέλουν να διατηρήσουν τον Κολόμβο ως εικόνισμα της ιστορικής στιγμής κατά την οποία ο κόσμος έγινε στρογγυλός μπορεί να γοητεύουν τον κα θημερινό άνθρωπο. Άλλωστε, δεν φοβόντουσαν οι ναύτες του Κολόμβου να πέ σουν σαν θα έφταναν στην άκρη της γης; Όχι, δεν το φοβόντουσαν. Σύμφωνα με το ημερολόγιο του Κολόμβου, οι ναύτες είχαν δύο συγκεκριμένα παράπονα. Πρώτον, εξέφραζαν την ανησυχία τους ότι το ταξίδι παρατεινόταν περισσότερο από όσο είχε τάξει ο Κολόμβος. Δεύτερον, φοβόντουσαν ότι, επειδή ο άνεμος έμοιαζε να φυσάει μονίμως προς τα δυτικά, θα ήσαν ανήμποροι να κάνουν το ταξίδι της επιστροφής προς τα ανατολικά17. Όπως έχουμε δει, δεν υπάρχουν σχεδόν καθόλου ιστορικές μαρτυρίες που να στηρίζουν τον μύθο μιας μεσαιωνικής επίπεδης γης. Οι χριστιανοί κληρικοί μήτε κατέστειλαν την αλήθεια μήτε και κατέπνιξαν τις αντιπαραθέσεις επί του θέματος. Όντας υιός καλός της εκκλησίας και πιστεύοντας ότι το έργο του φανέρωνε το σχέ διο του Θεού, ο Κολόμβος δεν απέδειξε ότι η γη ήταν στρογγυλή — απλώς σκου ντούφλησε πάνω σε μια ήπειρο που έτυχε να βρεθεί στο διάβα του.
15 Fernando Colon, The Life of the Admiral Christopher Columbus by His Son Ferdinand, μτφρ. και υπο μνηματισμός υπό Benjamin Keen (Greenwood Press, Γουέστπορτ, Κονέκτικατ, 1959), σ. 39· Bartolomé de las Casas, History of the Indies, μτφρ. και επιμέλεια Andrée Collard (Harper and Row, Νέα Υόρκη, 1971), σσ. 27-28. 16 Richard Eden, The Decades of the Newe Worlde or West India… Wrytten in Latine Tongue by Peter Martyr of Angleria (Λονδίνο, 1555), σ. 64. 17 Σχετικά με το μεγάλο ταξίδι, βλέπε την εγγραφή της 10ης Οκτωβρίου 1492 εις The Diario of Christopher Columbus’s First Voyage to America 1492-3, σύνοψη υπό Fray Bartolomé de Las Casas, σε μεταγραφή και μετάφραση υπό Oliver Dunn και James E. Kelley, Jr., (University of Oklahoma Press, Νόρμαν, 1989), σ. 57. Σχετικά με τον μόνιμο άνεμο, βλέπε Eden, Decades, σ. 66.
45