Ποιήματα

Page 1

Σπύρος Μάλλιος

Ποιήματα



Στη Ρώμη όταν επήγα Στη Ρώμη όταν επήγα όπως οι Ρωμαίοι εσυμπεριφέρθην βήμα-βήμα τους τρόπους προσάρμοσα και λόγια αντίστοιχα έλεγα να με αποδεχτούν και να ανέλθω προσέχοντας σχέδιο να καταστρώσω και μετά τα πρώτα βήματα να αρχίσω σιγά-σιγά να συμπληρώνω τη ρωμαϊκή συμπεριφορά με του εαυτού μου τας πιο γλυκάς επιθυμίας.


Αν πραγματικά αγαπάς Αν πραγματικά αγαπάς δεν πρέπει να φοβηθείς πως τάχα θα πληγωθείς πως τάχα θα σε περιγελάσουν και άτεχνος ως είσαι άτεχνα δείξε την αγάπη σου από τον πιο επιδέξιο άτολμο καλλίτερος θα είσαι.


Σοφιστής επιφανής Σοφιστής επιφανής και ξακουστός νέον να διδάξει προσήλθε και ο γονεύς το λόγο του για λίγο άκουσε και μετά έμεινε κι άλλο ως που ο γονεύς έγινε ο πιο φανατικός μαθητής του και θορυβήθηκε πως ο υιός του αν αυτά ακούει θα τον κατατροπώσει και ζήτησε από τον σοφιστή τον υιό του να μην διδάσκει και άλλο ’δάσκαλο για τον υιό του ’βρήκε τέτοιον σοφιστή δεν ξανάδε η γη να ακούει ο γονεύς και το παιδί να μην αφήνει.


Προσέγγισις Μην έχεις την νίκη στο μυαλό ’σου παρά μόνο πώς η προσέγγισις θα επέλθει είναι κι αυτό μια νίκη κοντά να είσαι κι ύστερα μην πολυσκοτίζεσαι το αύριο τι θα φέρει.


Τον βίο που επέρασε Τον βίο που επέρασε κοιτούσε και τας τιμάς που έρχοντο θωρούσε λόγους εύμορφους άκουγε συχνά επαίνους κι αναγνωρίσεις μα η καρδία ’του ποθούσε τας στιγμάς που ήτο νέος χωρίς τιμάς αλλά με σφρίγος και ορμάς και τας τιμάς επιζητούσε τοιαύτη ανταλλαγή πλέον δεν την ποθούσε και καταδικασθείς με τας τιμάς συζούσε κι ο ίδιος πια κατάλαβε πως αι δυνάμεις ’του απήλθαν τοιαύτας τιμάς για να του δίδουν.


Απέτυχα Απέτυχα τί χαρά κι αυτή τις επιτυχίες εβαρέθην τα τετριμμένα, των επαίνων τις απονομές απέτυχα και ευτυχής αισθάνθην αν θα ξαναποτύχω δεν γιγνώσκω την χαρά απόλαυσα τας στιγμάς της ησυχίας μακριά από των πολλών τα περιττά εύγε.


Τα λάθη Τα λάθη και τα πάθη αγαπώ πολύ μα η ζωή σκληρή εστί λάθη πολλά δεν έκανα κι αβάσταχτος ο βίος ήτο αφού θα σ’ τα συγχωρήσουν ασυγχώρητο εστί λάθη να μην κάνεις.


Ό,τι ποθείς, να αρπάξεις Ό,τι ποθείς, να αρπάξεις μην περιμένεις να σου το προσφέρουν άρπαξε ’το κι ας μην το πολυθέλεις η αίσθησις της αρπαγής τόσο γλυκιά εστί που κατόπιν θα καταλάβεις πόσο ανώφελα περίμενες.


Αναταράξεις Τας αναταράξεις, ψυχή ’μου, άντεξε καρτερικά κι αδιάφορα υπέμενε τας στιγμάς εκείνας που ο βίος αβίωτος ομοιάζει μην αποσυρθείς, τάχα ηττημένος η μάχη λήξασα δεν εστί· υπέμενε τας στιγμάς που την καρδίαν ’σου η τύχη κομματιάζει που ό,τι αγαπάς, άλλος το κρατάει που ό,τι ποθείς, δεν μπορείς να αγγίξεις που νύχτες ξενυχτάς και η ανάσα με τιμωρία ομοιάζει υπέμενε τας σκέψεις τας τυραννικάς που ο ίδιος στο νου ’σου φέρνεις ίσως καταλάβεις πως τα πάντα ρέουν και αύριο θα ’ναι αλλιώς κι όταν, αναπόδραστα, χαρούμενος θα είσαι όταν ό,τι ποθούσες, απλόχερα ευρήκες


κάπου-κάπου να ενθυμείσαι τας στιγμάς εκείνας που, κάπως χαρούμενος, υπέφερες γιγνώσκοντας πως πάντα ο χρόνος την πίκρα σε χαρά θα τρέψει.


Τους κανόνας Τους κανόνας μαθαίνω μόνο για να τους παρακάμπτω τί γλυκιά αίσθησις ό,τι απαγορεύεται ποθώ το γλυκό απαγορευμένο φιλί στιγμιαία εφάπτωσις αρπαγή ηδονής τας απαγορεύσεις αγαπώ χωρίς αυτάς τί νόημα ο βίος θα είχε.


Τας προϋπηρεσίας Τας προϋπηρεσίας μου κατέθεσα στον σκεπτικό σοφιστή εις την τέχνη του λόγου ειδικεύθην τον ήττονα λόγο κρείττονα ποιώ τας γνώμας των ανθρώπων αλλάζω κατά το δυνατόν κι εκείνος υπερήφανος και ενθαρρυντικά με ευχάς και προτροπάς για το μέλλον ’μου και οδηγίας για να πορευθώ με απέρριψε λόγω υπερβολικής ικανότητος· δύο σοφιστάς τοιαύτου επιπέδου δεν χωρούσε η μικρή πόλις.


Η πείρα και η πίκρα της ζωής Η πείρα και η πίκρα της ζωής πολλά με ’δίδαξαν τις ευκαιρίες να μην χάνω άλλες δε θα έρθουν ευγένειες και καλωσύνη εισίν ιάματα δια του βίου τον πόνο εκ της ατολμίας γενόμενου.


Λόγια όμορφα Λόγια όμορφα πολλά έχω να πω τα έχω μάθει καλά πια γυρνώντας στις γειτονιές του κόσμου συντροφικότητα ζητάς ασφάλεια και αγάπη· απλόχερα θα σ’ τα προσφέρω έχω πολλά απ’ αυτά τα λόγια τα όμορφα έμαθα να λέω.


Πριν μάθεις να ηγείσαι Πριν μάθεις να ηγείσαι να μάθεις να ηγείς να δεις την αίσθησιν του ηγείν τας σκέψεις του ηγέτου τας ευθύνας και τας αγωνίας τας τετριμμένας ενεργείας ’του τας πληκτικάς στιγμάς ίσως τότε μάθεις την τέχνη του ηγείσθαι καλώς.


Λέξεις πολλές Λέξεις πολλές πάνε κι έρχονται τύποι και κανόνες εξαιρέσεις και προσθέσεις κι ουδείς γνωρίζει τί κάνει μια λέξιν ελληνική· η έλλειψις περαιτέρω στοιχείων ίσως κι αν τα στοιχεία δείξουν πως μετά τον Όμηρο η λέξις αυτή εκτύπησε την θύρα, στολισμένη ζητώντας ν’ αναπνεύσει για ’λίγο στου Ομήρου τας αμμουδιάς, τάχα ξένη θεωρείται μα ο νους δεν κατανοεί κανόνας μονάχα αισθάνθη όμορφα όταν την θύρα άνοιξε στην όμορφη δεσποσύνη και πλέον δικιά του ήτο· και δεν ηδυνήθη να αρκεστεί στην γνωριμία αλλ’ ανάγκη του εστί κάθε τόσο


στα χείλη ’του να φέρει την γλυκιά αίσθησιν του ήχου. Με άλλας, πάλι, τυπικός εστί σαν κύριος, τας υποδέχεται στην θύρα μα η καρδία ’του δεν βαστάει να τας προσκαλέσει για συντροφιά· τας αποχαιρετά κι ευθύς ορμά στας λέξεις που ελάτρεψε που τον σαγήνεψαν που αμαχητί επαραδόθη εις του ήχου ’των την γλυκιά ηδονή. Πλέον, καμμιά σημασία δεν έχει πότε η λέξις φόρεσε τον ελληνικό μανδύα· τώρα πια με το δικαίωμα ’των πολιτογραφήθησαν ελληνικαί πλουτίζοντας την ήδη πλουσία γλώσσα μας


αι λοιπαί, επέρασαν κι εχάθησαν στον χρόνο δεν αντέξαν δι’ αυτάς είναι κλειστή η μέσα θύρα δεν είναι ότι δεν τας εκτιμούμε την θύρα δεν κρατούμε ολότελα κλειστή μα ούτε και την ανοίγουμε στον καθένα τους αρίστους μέσα θέλωμεν τας λέξεις τας σαγηνευτικάς που στην εξώθυρα προσμένουν μια συντροφιά ελληνική.


Η εύμορφη δεσποσύνη Η εύμορφη δεσποσύνη αναζητούσα δικαιολογίαν προς ελάττωσιν της μεταξύ ημών αποστάσεως και καθώς τούτο επροσπάθησε κάπως άτεχνα και αδέξια γλυκυτέρα εις τους οφθαλμούς εμού εφάνη.


Τα άπειρα σώματα μας Τα άπειρα σώματα μας δεν ξέρουν πώς να δώσουν και να λάβουν αγάπη και από φόβο πίσω κάνουμε και άτολμοι κι οι δυο καθώς είμεθα ήρεμα και ήσυχα εις τον θάνατον που λύτρωσις για τα άτολμα σώματα εστί οδεύουμε.


Η εταίρα και ο Καβάφης Η νεαρά εταίρα εις τον οίκο της οδού Λέψιους κατέληξε νέος τόπος, νέα ήθη και πάνω στης δουλειάς την αγγαρεία άκουσε τον ποιητή να απαγγέλει κάποιους στίχους απ’ το μελάνι που να στεγνώσει δεν πρόλαβε «θεέ μου, τί ηδονή είναι αυτή τί χαρά είμαι η πρώτη που ακούει τους στίχους αυτούς πριν απ’ τους μελετητάς, τους σπουδαγμένους και τους μορφωμένους κι όταν εκείνοι μετά από χρόνια το ποίημα τούτο θα αναλύουν ως σώμα άψυχο ως ιατροδικαστές εγώ θα αναπαύομαι χαρούμενη


που από τα χείλη του ποιητού του ίδιου το ποίημα τούτο άκουσα.»


Το παράπονο του σοφιστού Το παράπονο του σοφιστού του νεαρού ρήτορος που γρήγορα να ανέλθει ζητούσε μέσα ’του κρατούσε του ανέθεσαν λόγο να φτιάξει και όσα τους είπε χθες, σήμερα ν’ αλλάξει «Ουφ, κι άλλη αγγαρεία… τας συνήθεις εργασίας εβαρέθην πότε θα αναλάβω υποθέσεις σοβαράς; κι όχι με τον πολύ τον κόσμο ν’ ασχολούμαι.» Τους λόγους με κλειστά τα μάτια έγραφε τί θα έλεγε μικρά σημασία είχε το αποτέλεσμα βέβαιο ήτο και ο έπαινος μικρός. «Πότε θα μεγαλώσω; πότε θα μου δώσουν υποθέσεις σοβαράς; να συζητώ με ανθρώπους σπουδαίους και ισχυρούς τη γνώμη ’των να αλλάζω


κατά το συμφέρον και κατά το ενδιαφέρον ’μου τον χρόνο μου να περνώ ευχάριστα μ’ ανθρώπους περιωπής.»


Ο Πρωταγόρας Ο Πρωταγόρας όταν έμαθε πως τον Σωκράτη οι Έλληνες διάλεξαν για αφέντη ενθυμήθη πόσα πολλά από τον σοφιστή Σωκράτη έμαθε· αλλά σε κάτι υστερούσε δεν ήτο όσο χρειάζεται εγωιστής και υπερόπτης τας γνώμας των άλλων τας εδέχετο και τας συζητούσε και τότε ο Πρωταγόρας ενθυμήθη τα λάθη ’του και οι μεγάλοι κάνουν λάθη στην προπαγάνδα ελλιπής μαθητής υπήρξε κάτι γνώριζε, μα όχι επαρκή τας γνώμας του να διαδίδει σε κάθε μαθητή «μέτρο πάντων ο άνθρωπος εστί» είπε ο Πρωταγόρας «μέτρο πάντων εγώ ειμί» είπε ο Σωκράτης ήρεμα σκεπτόμενος πια κατάλαβε πως τόση δεκτικότητα


αδυναμία εστί στων σοφιστών τας παλαίστρας για άλλη μια φορά η μοίρα ’του εφάνη τον φανατισμό η σύνεσις να υπερβεί παλεύει μα αέναα γυρίζει ηττημένη ο Πρωταγόρας ψύχραιμα την ήττα απεδέχθη τέτοια αδιαλλαξία παράξενο δεν του εφάνη που τόσοι άνθρωποι ακρίτως για δική τους πήραν κι ο σοφιστής ο μέγας ο Πρωταγόρας χωρίς οργή καμμία την απάντησιν ’του ετοιμάζει.


Σε χώρα ξένη, μακρινή Σε χώρα ξένη, μακρινή, νεαρός σοφιστής αιχμάλωτος επιάσθη εις τον βασιλέα οδηγήθη προτού θανατωθεί· μα εκείνος ατάραχος και ενσυναισθήτως, πράος και αυτοκυριαρχικός ήρεμος και επιδέξια τα λόγια τούτα είπε, ως τις λοιπές μέρες, όπου εις πολυτελείς οικίας λόγους εύμορφους έλεγε δια να ψυχαγωγεί τους νέους μαθητάς του. «Κύριοι ευκόλως θα μπορούσατε να με σκοτώσετε αλλά θα χάνατε μιαν ευκαιρίαν· εγώ μπορώ να σας αποφέρω χρήματα πολλά στη δύση καθώς είμαι σπουδαγμένος


γνώσεις πολλές έχω και ρητορική επιδεξιότητα ο τόπος σας πολλά καλά έχει μα όσα εσείς ποθείτε εγώ μπορώ να φέρω· τα ήθη σας μπορώ να σας βοηθήσω να παρακάμψετε και λεφτά και γυναίκες πολλές να έχετε αφού αυτά ποθείτε θα χρειαστώ όμως λεφτά και δούλους και παροχές παλάτια και ισχύ όλα αυτά να φέρω.» Έτσι μίλησε ο νεαρός σοφιστής και καθώς άκουσαν το λόγο του του ’δώσαν τόσα πολλά που θα χρειαζόταν πέντε λόγους για να τα ζητήσει ίσως το παράκανε θα μπορούσε να γλυτώσει και με ’λιγότερα λόγια


μα είχε καιρό να ρητορεύσει και δεν μπόρεσε να συγκρατήσει το πάθος του για τα ωραία λόγια.


Όστις δοκεί Όστις δοκεί ότι αρκετά έζησε ότι αρκετάς γυναίκας γνώρισε και άλλα δεν προσμένει καιρός να κατασταλάξει πως ήρθε μετ’ εκπλήξεως ανακαλύπτει πόσα λίγα γνωρίζει και πόσα μένουν ν’ αγγίξει πως έχει πολλάς ευκαιρίας να διδαχθεί μέχρι η σάρκα του παλαιωμένη εις τόπον χλοερόν αναπαυθεί.


Εκ της ηδονής ορμώμενος Εκ της ηδονής ορμώμενος στο σώμα της ζητούσα γλυκιά χαρά κι απόλαυση και αίμα καθώς εν ταις φλέβαις μου κυλά τα προνόμια των θνητών απόλαυσα.


Όπου χρειαστεί Όπου χρειαστεί για την ηδονή θα φτάσω σε μέρη που ο νους δεν εφαντάσθη πως θελκτικά κορμιά το σώμα σου αναμένουν όσο εσύ πολλά θυσίαζες για μέτριες ηδονές όπου χρειαστεί για την ηδονή θα φτάσω προσέχοντας μην επενδύσω παραπάνω από όσο πρέπει για μάτια πλάνα και χείλη γελαστά που πολλά υπόσχονται και λίγα προσφέρουσιν.


Είναι κάποιες στιγμές Είναι κάποιες στιγμές που ο νους παραξενεύεται από την εμπειρία της ζωής πώς δεν ηδυνήθη να φανταστεί τέτοιαν εξέλιξιν τέτοιας ηδονάς πως το σώμα σου αναμένουν γλυκά κορμιά ανέμελα και κάποιες πνοές ιδιαίτερες το σώμα σου δαμάζουν κι η φαντασία, μαθητής πολλά να διδαχθεί προσμένει εκ της αφής την γλυκιά συγγραφή.


Τας γραμματικάς μισώ Τας γραμματικάς μισώ με τους «κανόνας» τους περιττούς απαίτηση εκθέτω ήσυχα να μ’ ακούει αν θέλει να υπάρχει κι όχι τας συμβουλάς ’της εις «κανόνας» να ανάγει.


Η παραμελημένη σάρκα της Η παραμελημένη σάρκα της εκ των διστακτικών αρσενικών ένα χάδι ανέμενε κι η νεαρά τον έλεγχο όταν έχασε όταν η ηδονή το νου ’της θόλωσε όταν αυτό που ποθούσε είχε χαμογέλασε στοργικώς γιγνώσκουσα πως δυσπρόσιτα στις λοιπές θνητές όσα ζει εισίν.


Αυτά τα λίγα δευτερόλεπτα Αυτά τα λίγα δευτερόλεπτα που μας επιτρέπεται να κοιτούμε μιαν άγνωστη η όρασις και η σκέψις διεισδύουν παντού δεν υπάρχουν φραγμοί, δεν υπάρχουν όρια όλα επιτρέπονται και όλα είναι δικά μου.


Σεμνή και ελκυστική Σεμνή και ελκυστική έμπροσθεν εμού στεκόσουν γελαστή και ντροπαλή αι σκέψεις μας συνευρέθησαν μα τα σώματα μας άτολμα ως ήσαν τον γνωστό πόνο και πίκρα που πλέον συνήθισαν ένοιωσαν.


Μίμησις Μίμησις αγαπημένη πράξις πόσες φορές προσπάθησα κοντά σου να βρεθώ κι από τα λάγνα κάλλη σου πολλά να διδαχθώ κι αν κάπου παραστράτησα σε σένανε γυρνώ για να σε νοιώθω δίπλα μου σε δρόμο ηδονικό να ξεφύγω απ’ το καινό προσπαθώ.


Η πιο όμορφη γυναίκα Η πιο όμορφη γυναίκα εις την οικουμένη είναι μια κόρη όμορφη μια κόρη παινεμένη το πιο γλυκό χαμόγελο έχει στον πλανήτη ζηλεύουν άνθρωποι, θεοί και πιο πολύ η Αφροδίτη έργο του Δία είν’, θαρρώ θαυμάσιο και μέγα συγκέντρωσε σε ομορφιά το άλφα και το ωμέγα έκτοτε αποσύρθηκε και δεν ξανασχολήθη και των θνητών η ομορφιά επέρασε εις την λήθη.


Ο Εφιάλτης Ο Εφιάλτης πολλά να μας διδάξει έχει κι ας μην ήτο γεροδεμένος κι αν ξεγραμμένο τον είχαν μαχητή ευρήκε τρόπο την μάχη να καθορίσει εις τας μάχας αι λεπτομέριαι κρίνουν την έκβασιν πέρα από στρατιώτες ισχυρούς ας έχεις και κάποιους περιττούς ο βασιλεύς πια έμαθε τας λεπτομέρειας να κοιτάει μα ήτο πια αργά κι έμεινε με τα ωραία λόγια το χρέος προς την πατρίδα και τα ιδανικά η αιώνια μνήμη ο έπαινος κι ο ηρωισμός


το όμορφο επιτύμβιο τί κρίμα ουδείς εκ των ηρώων διάβασε κι ο βασιλεύς κατάλαβε τον πιο χρήσιμο μαχητή πως έχασε.


Να την βιάσω μου εζήτησε Να την βιάσω μου εζήτησε με ορμή ως αρσενικό προς θηλυκό κι ενώ εταράχθην με καθησύχασε λέγοντας πως τους χλιαρούς έρωτας εβαρέθη πως το σώμα της η φύσις έπλασε να αντέχει και να χαίρει τους πιο ορμητικούς εραστάς για λίγα λεπτά η σάρκα της αντέχει εκ του βίου την ανία να απέχει.


Η προκαλούσα τας ηδονάς νεαρά Η προκαλούσα τας ηδονάς νεαρά πλησίον εμού εστάθη και κατόπιν ολιγολέπτου σιωπής ευρέθην απροσμένως εφαπτόμενος επί της σαρκός της την προπαγάνδα νίκησε τους φόβους εξεπέρασε την αναπνοή της κράτησε τα στήθη της εφίλησα και την καρδιά της αισθάνθην εις τα χείλη.


Αφέθηκα Αφέθηκα τον έλεγχο εκουσίως παρέδωσα στα μάτια που λάτρεψα να με οδηγήσει στης ηδονής τα μονοπάτια και βήμα-βήμα θαύμασα το ντροπαλό κορίτσι γεμάτο θάρρος και καρδιά που τρέμει τον έλεγχο να παίρνει και βήμα-βήμα στο κορμί της με ταξίδεψε.


Ένα δώρο Ένα δώρο προσέφερα στον άνθρωπο που αγαπώ που εκτιμώ και σέβομαι την όμορφη νεάνιδα προσεκάλεσα εις την κλίνην την συντροφιά της δεν αρνήθην τους τρόπους ’της τους λεπτούς κατεδέχθην τα λάγνα και ντροπαλά μάτια να με κοιτούν ανέχθην την γυμνή γυναικεία σάρκα την ποθητήν απεδέχθην τας σκέψεις ανέβαλα δι’ ολίγον ήτο ένα δώρο που είχα ζητήσει καιρό.


Αι απολαύσεις της σάρκας Αι απολαύσεις της σάρκας επεριφρονήθησαν υπό στοχαστών «υψηλών» οίτινες εις την χούφτα των συνήθισαν να κρατούν μελανοδοχεία και παπύρους και εξέχασαν της σάρκας την γλυκιά ηδονή.


Η νεαρά δεσποσύνη Η νεαρά δεσποσύνη εκάθετο και έκλαιε διότι κανένας αρσενικός δεν την προσέγγιζε περιορισμένοι εκ των διδαχών περί «αγνότητος» και «ευπρεπείας» τας ορμάς των συγκρατούσαν και η νεαρά, όμορφη, δεσποσύνη ανήξερη έκλαιε που κανένας αρσενικός δεν την προσέγγιζε να της χαρίσει τον έρωτα που ποθούσε.


Η ανέκφραστη καλλονή Η ανέκφραστη καλλονή ως αίμα να μην εκύλαε εν ταις φλέβαις της αναρωτιόταν δια τι οι θνητοί τα κάλλη της αδιάφορα κοιτούσαν ως τα θεσπέσια και ψυχρά αγάλματα άτινα ουδείς να τα αγγίξει επιθυμεί παρά την τελειότητα ’των.


Ζητείται ερωτισμός Ζητείται ερωτισμός μη δαπανηθείς εις εργασίαν μη ανταλλαχθείς με προαγωγές μη ελαττωθείς δια μισθόν ζητείται σάρκα μη φθαρείσα υπό άγχους μη καταβληθείσα εκ τριβής μη εκτεθείσα ασκόπως ακέραιος ερωτισμός ζητείται.


Σαν κλέφτης Σαν κλέφτης το κορμί σου επεσκέφθην τύποι δεν τηρήθησαν βιαστικός ως ήμουν πήρα ό,τι ήθελα και απήλθα.


Η εκλεκτή ύπαρξις Η εκλεκτή ύπαρξις διάβηκε το κατώφλι ήταν πια αργά να κάνει μπρος όλα εχάθησαν όσα επροσφέρθησαν γνώριζε καλά πως πια δεν θα τα εύρει μα σαν μια γλυκιά ανάμνησιν ποθούσε το σώμα που απέρριψε για λίγο να θαυμάσει.


Γυναίκες πολλές κι αδιάφορες Γυναίκες πολλές κι αδιάφορες τους οφθαλμούς βαραίνουν η άδεια ψυχή των το ανέκφραστον βλέμμα αδιάφορα αφήνουν την σάρκα και τους οφθαλμούς γιατί η φλόγα των σβηστή απ’ την υπεροψία που άνθρωπος, ούτε θεός, δύναται πια να ανάψει.


Τα λυτά μαλλιά Τα λυτά μαλλιά τους οφθαλμούς μαγεύουν βάσανο η απόστασις και όσο τα κοιτάζω για μια στιγμή ξεχάστηκα κι ο νους μου εμπερδεύθη και σαν να ήμαστε μαζί τα χείλη προσεγγίζω και τα όμορφα, λυτά, μαλλιά οι οφθαλμοί πια χάνουν.


Ολίγας στιγμάς ηδονής Ολίγας στιγμάς ηδονής ο νους ποθεί σχέσεις κι υποχρεώσεις την ψυχή βαραίνουν μας πώς να μην μπορεί μία στιγμή να κλέψει μία ματιά, μια ηδονή ένα γλυκό φιλί από τα πιο ωραία χείλη.


Το στυλό που μου χάρισες Το στυλό που μου χάρισες σε μια γωνιά εχάθη τόσα ποιήματα για σένα είχε γράψει και μια στιγμή μεσ’ στην βουή τα χέρια μου αδειάσαν και τώρα πια στην μοναξιά η καρδιά μαθαίνει να βαστά δεύτερη απώλεια.


Απαγορεύεται Απαγορεύεται η σάρκα η μητρική εκ μικράς ηλικίας μάθαμε τας σκέψεις και τας επιθυμίας να κρύπτωμεν μα η σάρκα η μητρική η νεανική εφάνη απόψε στα κρυφά η σάρκα που λατρεύω κι η εκλεκτή μορφή κι αι απαγορεύσεις ήρθανε ξανά να ζεις παντός στην μοναξιά αι επιθυμίαι κλαίγουσιν πικρά απαγορεύεται να σκέπτεσαι να θέλεις, να ποθείς απαγορεύεται ο νους να λαχταρά και αι χείραι λάγναι να ποθούν τώρα πια απαγορεύεται να μην το ζήσω.


Επαφάς Επαφάς δεν είχαμε πολλάς μόνο δυο-τρεις φοράς τας κνήμας ελαφράς ένοιωσα εις την μέση.


Το ποίημα το αποψινό Το ποίημα το αποψινό δεν εγράφη τα χέρια ήταν κάπως απασχολημένα και διόλου ησυχία δεν υπήρχε ούτε που σε ένοιαζε αν ήμουν ποιητής σαν έναν κοινό θνητό μου ζήτησες λίγη συντροφιά τόσο ωραία και απλά που είχα πια ξεχάσει πως τόσα είναι περιττά στη ζωή.


Αργά Αργά ήταν πολύ αργά η κατάλληλη στιγμή καθώς η κούρασις επέτρεπε μια δικαιολογία καθώς η νύχτα τάχα έκρυπτε τας επιθυμίας και τας χείρας κάπως αργά και αγχωτικά ως κλέφτες βιαστικοί κάτι προλάβαμε κάτι κερδίσαμε μα η απόλαυσις εκ των ενοχών επεκαλύφθη.


Κουραζόμεθα Κουραζόμεθα πολλάς φοράς να ψάχνωμεν στίχους καλούς να εμπνευσθούμε να γράψωμεν και κάπως τα παρουσιάζουμε ωραία μα είναι καμμιά φορά που με κόπο πολύ κι επιμονή δύσβατα μονοπάτια διαπερνούμε και γράφουμε κάτι καινούργιο που πουθενά δεν είδαμε μήτε στας βιβλιοθήκας – μήτε στας παρέας και η χαρά μας κυριεύει μα κάποιες φορές η χαρά ’μας φεύγει γιατί κατόπιν μάθαμε πως κάποιος – κάπου που μήτε τον γνωρίζαμε έγραψε έναν ίδιο στίχο και είν’ η πίκρα μας μεγάλη


πώς να μην το ξέραμε και άδικα πως κουραστήκαμε θρηνούμε άλλη μια μίμησις χαμένη.


Αξιότιμε Καθηγητά Αξιότιμε Καθηγητά σας υποβάλλω την διατριβή μου αν την καταλάβετε παρακαλώ να την εγκρίνετε για να πάρω τη θέση σας. Όλως υμέτερος.


Οι «καθώς πρέπει» γυναίκες Οι «καθώς πρέπει» γυναίκες «καθώς πρέπει» συνευρίσκονται χλιαρά και βαρετά τα σώματα των περιφέρουν εις πολυτελείς κλίνας εκ των οποίων όστις εισέλθει απεγνωσμένως εις την μοναξιάν του επιζητεί να επιστρέψει.


Η νεαρά Η νεαρά να ζήσει τας ηδονάς ποθούσε τον έλεγχο να χάσει· μα περιορισμένη υπό αναστολών ενοχών και αμφιβολιών να ζήσει αυτό που ποθούσε δίσταζε μα και ανέραστη να ήτο δεν ήτο ευπρεπές· έτσι, η νεαρά απορρίψασα την αποχή και τας ηδονάς εν τω μέσω επορεύθη και συνευρέθη «διπλωματικώς» τα σώματα των ένωσαν τόσο όσο τυπικώς απαιτείτο ώστε να καταγραφεί ως συνεύρεσις η συνάντησις ταύτη.


Η λάμψη της ξεθώριασε Η λάμψη της ξεθώριασε το βλέπει, το γνωρίζει τα χρόνια της επέρασαν η θλίψη πλημμυρίζει τα νειάτα της πώς πέρασαν πώς έφυγε ο χρόνος το πρόσωπο τ’ αγγελικό πώς το πικραίνει ο πόνος έκαμε τρείς σχέσεις δίχως σκοπό ξεκάθαρο με βάρκα την ελπίδα· και μόνη, δίχως ελπίδα πια σύντροφο να βρει να νυμφευθεί και να γεννήσει ευγενική και γελαστή συναισθάνθη τα νειάτα της πως πέρασαν και δεν παραπονέθη


καθώς παλιά δεν φρόντισε τα νειάτα να επενδύσει αργά εστί για δάκρυα όσα κι αν πια έχει ρίξει.


Όταν επέθανε Όταν επέθανε τί λύτρωσις, τί ανακούφισις κι όμως το πένθος εκράτησαν, ως πρέπει, επαρκώς.


Το τελευταίο ποίημα Το τελευταίο ποίημα ακόμη δεν εγράφη ο νους πώς λαχταρά γαλήνη να γνωρίσει και μόνο σε φίλους να ιστορεί πως κάποτε τα βάσανα τον κάναν’ ποιητή.


Η ξυνισμένη μούρη Η ξυνισμένη μούρη δεν συναντάται εις πλουσίας εκείναι γνωρίζουσιν πώς να συμπεριφερθούν εις κατωτέρους μα αι φτωχαί και δύσμοιραι ψηλομύται κάπως δυσκολεύονται κάπου δυσανασχετούν τον τρόπο ακόμη ψάχνουν την μιζέρια τους κάπως λαμπρά να κρύψουν.


Ας μην αφήσουμε Ας μην αφήσουμε τον χρόνο να περάσει να σβήσει όσα νοιώθουμε όσα λίγα νοιώθουμε αυτό το ξέρουμε κι οι δυο το πάθος το αποψινό δεν είναι να κρατήσει μιαν άλλη φορά ούτε που θα θέλαμε να βλέπουμε ο εις τον έτερον το πάθος το ημέτερον σήμερα ξεκίνησε και σήμερα τελειώνει.


Είμεθα άφθασθοι Είμεθα άφθασθοι μεσ’ στην γοητεία των νειάτων μεσ’ στην αυτοπεποίθηση της νειότης μεσ’ στην μέθη των πρώτων επιτυχιών μεσ’ στης μορφώσεως την έπαρση μεσ’ στων οφθαλμών τον κορεσμό είμεθα άφθασθοι άφθασθοι και μόνοι.


Ο κύβος ερρίφθη Ο κύβος ερρίφθη σύγκρουσις ολκής πάσα αντίστασις δωροδοκείται παρακάμπτεται ή συνθλίβεται τώρα ηχούν αι σάλπιγγαι η φλόγα πυρώνει ο κίνδυνος τί ηδονή κι η ιστορία περιμένει.


Με τας μικράς μας δυνάμεις Με τας μικράς μας δυνάμεις προχωρούμε γιγνώσκουμε εμπόδια θα βρούμε μα είν’ η ελπίς μια ξελογιάστρα μας κάνει να κοιτούμε τ’ άστρα κι όλο σκοντάφτουμε εμείς τον δρόμο έδειξε ο Θαλής μα η δόξα κάπου καρτερεί λέμε και γελάμε για ένα πλήρες ναυάγιο καλά μου φαίνεται πως πάμε.


Και τώρα λίγη ηδονή Και τώρα λίγη ηδονή το ποίημα που ακολουθεί δεν γράφτηκε ακόμη θυμάμαι ήμουν στο σαλόνι σαν φάνηκες εσύ και κάποιοι στίχοι στο χαρτί κάπου παράπεσαν γιατί μου είπες νοιώθεις μόνη.


Στους δύο τρίτος δεν χωρεί Στους δύο τρίτος δεν χωρεί εκτός αν είσαι διακριτική δεν ειν’ του χαρακτήρος μου να αφήνω ευκαιρίας να πάνε χαμένες αν νοιώθεις λίγη μοναξιά για μια βραδιά να είμαστε μαζί αναμένω μια φωνή ή μια σιγή.


Όλα αυτά που λατρεύαμε Όλα αυτά που λατρεύαμε πλάσματα πενιχρά απλά θηλαστικά χωρίς ορμή το δήθεν αγγελικό κορμί μια ύπαρξις ψυχρή άφυλη φυλή φαίνεται πως ήρθε.


Είναι κάποιες φορές Είναι κάποιες φορές που η ελπίς σε σώζει πως θα πάνε καλλίτερα πιστεύεις τα πράγματα σκέπτεσαι, οργανώνεις προεξοφλείς τας μελλοντικάς στιγμάς χαράς κι επιβιώνεις.


Αποτυχίαι Αποτυχίαι εισίν άπασαι αι προσπάθειαι ημών κι όλο το γυροφέρνουμε όλο παρακαλούμε την τύχην δια λίγη λύπησιν· κι απογοητευμένοι εκ της εκβάσεως την τύχη ποδοπατούμε αρπάζουμε λεηλατούμε κι ούτε ρωτούμε τους καλούς τρόπους κάπου παρατούμε κι ανθούμε.


Τί δουλειά Τί δουλειά έχω εγώ εδώ όλα ξένα κι ανοικεία πώς να φερθώ τί να είπω της καρδιάς μου ακούω έναν χτύπο «φύγε γρήγορα δεν ανήκεις εδώ όσο κι αν σ’ επαινούν όσο κι αν σε εκτιμούν δεν ανήκεις εδώ δύσκολο να μάθεις τώρα όσα έμαθαν μικροί όσα κι αν απέκτησες όσα κι αν τους λείπουν δεν ανήκεις εδώ.»


Ερείπια Ερείπια τριγύρω μορφές κάποτε ηδονικές κι όμως ακόμη νεαρές τη σάρκα μα αι ψυχαί εφθάρησαν νωρίς τόσο αντιπαθής η γηρασμένη ψυχή των έδιωξαν τας ηδονάς και προκαλούν την λύπην.


Κοπέλες όμορφες Κοπέλες όμορφες τόσο νωρίς χαμένες προτού η ηδονή το νεαρό σώμα σας δαμάσει πόσο θα ’θελα η ηδονή να είχε κυριεύσει την γλυκιά σάρκα και τα όμορφα μάτια σας όσα εσκέφθη η όμορφη καρδιά σας σ’ όλον τον κόσμο μένει κάτι απ’ την δική σας ηδονή ετούτη η νύχτα έχει.


Γυναίκες όμορφες Γυναίκες όμορφες κι απρόσιτες του νου λάγναι αισθήσεις έμαθα το μυστικό κι άσκοπα τόσο καιρό απογοητευόμην δεν ήτο θέμα ο χαρακτήρ ούτε η εμφάνισις ως ανήρ ήτο εκείνος ο στατήρ που κράταγα στην τσέπη.


Απόψε Απόψε δεν έχουν νόημα οι αντιστάσεις θα σε πάρω όπως εφαντάσθην δεν υπάρχει αήρ δια επιρρήματα κι επιφάσεις απόψε ο θεός δεν αρκεί να μου στερήσει την χαρά απόψε ο πόθος καταπατά απόψεις, σκέψεις και δεσμούς απόψε μαζί με τους θεούς θα είμεθα ψηλά απόψε αι ψυχαί αδειάσαν αι ανάσαι λιγοστεύουν η νυξ εχάρη απόψε ο θεός παρατηρεί πώς φτιάχνεται η ηδονή.


Διατί Διατί να μην τιμωρείται η απογοήτευσις όπως ο βιασμός η επιθυμία δεν ετηρήθη η ατολμία προσβολή προς την ίδια την ζωή θύματα πολλά αφήνει διατί να περπατείς εν μοναξιά σκεπτόμενος μια νύχτα δυο κορμιά που δεν ήσανε μαζί της ηδονής την εκλεκτή στιγμή πώς ετόλμησες να μην ριχθείς στο κορμί της ηδονής και δυο καρδιές πληγώνεις αναμφιβόλως κύριοι δικαστές αυτό που δεν έγινε εχθές μεγάλο σφάλμα ήτο.


Εσβήσθη Εσβήσθη η λυχνία πάσα γυνή ομοία μόνο ο νους επιμένει να εφευρίσκει διαφοράς ψάχνει αφορμάς να δυστυχεί εις ασήμαντας λεπτομερείας να δίδει σημασία να εξυψώνει και να αδιαφορεί δια δύο παρομοίας μορφάς του Διογένους η οπτική θα μας χάριζε τόση ηδονή.


Ένα πικρό χαμόγελο Ένα πικρό χαμόγελο στα χείλη εσχηματίσθη να φαίνονται όλα καλά καθώς συμπλήρωνε χαρτιά το γνώριζε πως πέρασαν τα έτη που τραβούσε τον πόθο και τα βλέμματα και απλά με ένα νεύμα ως αυτοκράτωρ διάλεγε ποιός ζει και ποιός πεθαίνει μα ο αυτοκράτωρ έχασε το σφρίγος και την έλξη κι ο όχλος εβαρέθη τον φθόνο που συγκέντρωσε με μια χαρά αφήνει μια τελευταία μαχαιριά σ’ ό,τι τον ενθυμίζει.


Καρδιά Καρδιά πόσο ετάχυνες τους χτύπους κάποιας φοράς για σώματα άγνωστα και γι’ αυτό ηδονικά αι χείραι δεν υπάκουσαν στου πόθου τας κραυγάς πολιτισμένα έβλεπες αυτό που αγαπάς να φεύγει και να χάνεται.


Αγάπη εφηβική Αγάπη εφηβική σήμερα εφάνης περάσαμε ξυστά μ’ άλλη συντροφιά ο καθείς κοιταχτήκαμε σε μια στιγμή κι ούτε μ’ εγνώρισες κι ευθύς το εφηβικό φιλί μας ενθυμήθην.


Εξετέθην Εξετέθην μια ματιά με πρόδωσε εφάνη ο πόθος κι ο καημός με είδες και κατάλαβες κι όλος ο κόπος, η μέριμνα επήγαν χαμένα κι απελπίσθην.


Αι γυναίκαι αι άπειραι Αι γυναίκαι αι άπειραι αι ποθούσαι πάσα απόλαυσιν αι γυναίκαι αυταί εκ πρώτης όψεως δεν δίδουν εντύπωσιν τοιαύτη οι πολλοί γελιούνται διότι δεν είναι δια τον καθέναν αι απολαύσεις αυταί· πρέπει πίσω από το αθώο βλέμμα ’των να κοιτάξεις να δεις πόσες λάγνες επιθυμίες τί πόθο για ηδονή αυτά τα αθώα μάτια κρύβουν.


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.