Ιανουάριος 2016
Γιάννης Νιάρρος «Σου βάζει λόγια ο νοτιάς, Σταύρο μου;»
Βάσω Καβαλιεράτου Η Μάνια, ο Μάνος και το... ατύχημα
Δημήτρης Μακαλιάς Το γελαστό παιδί πάει Γκάζι
Σκανάρετε το QR Code στην αρχή των κειμένων και ανακαλύψτε έξτρα περιεχόμενο
Metropolis www.metropolispress.gr
Αίμα βαθύ... αρβανίτικο Ο Δημοσθένης Παπαμάρκος και το «Γκιακ» από τη Μαλεσίνα
Index Νιάρρος... 6
Pegneon...34
Ο πρωταγωνιστής της νέας ταινίας του Τάσου Μπουλμέτη μας καλεί να μην το βάζουμε κάτω
Η startup που θέλει να αναβαθμίσει τον τρόπο εκπαίδευσης του ανθρώπινου δυναμικού των επιχειρήσεων
Γκιακ...14 Ο Δημοσθένης Παπαμάρκος μιλά για το τελευταίο του βιβλίο
Αιγάλεω...38 Στο Qahwa για καφέ και ποτό
Μακαλιάς...20 Εκφράζεται με ένα... “Smiley”
Shannara Chronicles...48 Ξωτικά εναντίον δαιμόνων στη μικρή οθόνη
Μικρή οθόνη...22
Τσάπης...50
Δώδεκα σειρές που κάνουν πρεμιέρα φέτος
Η μουσική είναι ο λόγος που ξυπνά κάθε πρωί
Δραμαμίνη...26 Οι νικητές του διαγωνισμού του Jumping Fish για τον Δεκέμβριο του 2015
Φαναριώτη...54 Ο Σκαρίμπας και η αποδοχή της διαφορετικότητας
Θέατρο Πόρτα...28 Τρεις ταλαντούχοι νέοι ηθοποιοί ταξιδεύουν στη Γαλλία του 19ου αιώνα
Νίκος Bαβδινούδης...58 Ο φωτογράφος μιλά για το βραβευμένο του πρότζεκτ «Πρόσωπα + Προσωπεία»
Blockbusters...30 Τα φετινά «δυνατά χαρτιά» του Χόλιγουντ ετοιμάζονται να ταρακουνήσουν το παγκόσμιο box office
METROPOLIS
20/1073
www.metropolispress.gr / metropolis@metropolisnews.gr / Facebook: MetropolisPress / YouTube: MetropolisPress Ιδιοκτησία - Εκδοση: Μ media Α.Ε. / Εδρα: Πραξιτέλους 26, Τ.Κ. 105 61 - Αθήνα, τηλ.: 210 4823977, φαξ: 210 4832887 Διεύθυνση: Κώστας Τσαούσης Project Manager: Βίκτωρας Δήμας Συντονισμός: Νατάσα Μαστοράκου, Χρήστος Τσαπακίδης Σύνταξη: Ανδρέας Γιαννόπουλος, Νικήτας Καραγιάννης, Βούλα Σουρίλα, Δημήτρης Χαλιώτης Υποστήριξη: Βασίλης Λουκανίδης Εκτύπωση: «Καθημερινές Εκδόσεις» ΑΕ
Καρατζιάς...64 Σκηνοθετεί και πρωταγωνιστεί στο “Marvin’s room” του Σκοτ ΜακΦέρσον στο Vault
Edito
4
Ελληνογερμανικές ανταλλαγές Κώστας Τσαούσης kt@m-media.gr Η Αννα Μαρία ανεβάζει πλέον φωτογραφίες στο προφίλ της στο Facebook από το χιονισμένο Βερολίνο. Η γερμανική πρωτεύουσα -αυτή η μητρόπολη των μνημείων και της μνημοσύνης- είναι ο νέος της τόπος. Εκεί βρήκε δουλειά και εκεί θα μείνει. Μαζί της και ο συνοδοιπόρος και σύντροφος της, Ιάσονας Χανδρινός. Στις αρχές του νέου έτους μάς αποχαιρέτησαν μιλώντας σε δύο εκδηλώσεις. Η Αννα Μαρία ήταν στο πάνελ της παρουσίασης για την έκδοση «Η μακρά σκιά της δεκαετίας του ‘40», που είναι αφιερωμένη στον καθηγητή της, Χάγκεν Φλάισερ, στο φιλόξενο βιβλιοπωλείο της Πλατείας Καρύτση με το όνομα Μωβ Σκίουρος. Επίσης, η Αννα Μαρία και ο Ιάσονας συνάντησαν και συνομίλησαν στο Poems n’ Crimes Art Bar των εκδόσεων Γαβριηλίδης με την κυρία Γκανή, μια επιζήσασα των στρατοπέδων εξόντωσης των Εβραίων, μια πραγματική κυρία με καταγωγή από τα Ιωάννινα.
Οι δυο τους είναι εκπρόσωποι της νέας δυναμικής γενιάς ιστορικών. Αναγκάστηκαν να αναζητήσουν «στέγη και τροφή» στα ξένα, όπως και πολλοί που προηγήθηκαν και ακόμη περισσότεροι που έπονται. Οι λόγοι της μετανάστευσης του επιστημονικού και ακαδημαϊκού δυναμικού γνωστοί. Η επανάληψη τους δεν βοηθά. Κουράζει. Διαμορφώνει μια αφόρητη κατάσταση κοινωνικής κατάθλιψης. Ας κρατήσουμε τις καλές αναμνήσεις μέσα από λόγια και εικόνες και να ευχηθούμε -ο καθένας με τον τρόπο του- «καλή πατρίδα, σύντροφε» (με το ήθος των παλαιών και τον διεθνισμό/κοσμοπολιτισμό των απατρίδων επαναστατών). Από την Αννα Μαρία, για παράδειγμα, κρατώ την τεκμηριωμένη αντίθεσή της σε ένα πνιγηρό αντιγερμανισμό των τελευταίων ετών που σαν μικρόβιο τρώει τις σάρκες μας. Χρειάστηκε η επιμονή της Αννας Μαρίας και το αυτοβιογραφικό κείμενο του Φλάισερ για να καταλάβουμε πού μας οδηγεί η νέα εθνική μας τύφλωση.
Λίγες ημέρες πριν φύγουν για το Βερολίνο, μου έκαναν ένα προσωπικό δώρο. Μου γνώρισαν έναν 33χρονο Γερμανό παθιασμένο με την ιστορική έρευνα που ήρθε να ζήσει στην Αθήνα. Βαλεντίν Σνάιντερ το όνομά του. Με σπουδές και διατριβή στη Γαλλία ήρθε στην ελληνική πρωτεύουσα για να κάνει έρευνα ως μεταδιδακτορικός του Ελεύθερου Πανεπιστημίου του Βερολίνου στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Η έρευνά του αφορά στην ιστορία της γερμανικής κατοχής στην ευρύτερη περιοχή της Αθήνας και του Πειραιά, συμπεριλαμβανομένων των νησιών της Αίγινας και της Σαλαμίνας. Τον έψαξα στο Facebook, βρήκα το προφίλ του και έμεινα έκπληκτος με το χόμπι του. Να φωτογραφίζει παλιά αμάξια των δεκαετιών του ‘60, του ‘70 και του ‘80 και να τις ανεβάζει στο προφίλ του ως μια νοσταλγική νότα της αστικής μνήμης.
Ενα ένθετο για την urban culture σκηνή της Αθήνας, κάθε Δευτέρα και Παρασκευή στις 14:30 και στις 20:30 στην εκπομπή Lifεtime
6
Κείμενο: Δημήτρης Χαλιώτης
7
Ιανουάριος 2016
Με ούριο άνεμο
Η πρώτη φορά που είδα τον Γιάννη Νιάρρο στη σκηνή ήταν στη μουσική παράσταση του Μίνωα Θεοχάρη «Εδώ και τώρα». Μέχρι τότε το όνομά του μου ήταν παντελώς άγνωστο. Ξαφνικά βλέπω έναν νεαρό να μπαίνει με φόρα στη σκηνή και να τα σαρώνει όλα. Χωρίς πολλά λόγια, με ένα βλέμμα, με μία κίνηση, με έναν μουσικό αυτοσχεδιασμό (έχασα το μέτρημα στο πόσα μουσικά όργανα έπαιζε)… «Ποιος είναι αυτός;» γυρνάω και ρωτάω μία φίλη μου ηθοποιό. «Ενας νέος που βγήκε πρόσφατα από τη Σχολή του Εθνικού. Δεν είναι υπέροχος;» μου λέει. Ηταν κάτι παραπάνω από υπέροχος. Φέτος ο Γιάννης πρωταγωνιστεί στη νέα ταινία του Τάσου Μπουλμέτη, «Νοτιάς», που μόλις ξεκίνησε να προβάλλεται στις αίθουσες, αλλά και στο «Εγκλημα και τιμωρία» του Ντοστογιέφσκι στο Εθνικό υποδυόμενος τον Ρασκόλνικωφ. Μέσα σε έναν χρόνο έχει ξεδιπλώσει το ταλέντο του σε τρία εντελώς διαφορετικά πράγματα. Και είναι μόλις 24 χρονών. Οταν ήταν παιδί δεν έβλεπε θέατρο. Μόνο σινεμά. «Από τις ταινίες γνώρισα τι σημαίνει ηθοποιός. Πολύ αργότερα, όμως, κατάλαβα ότι αυτό μπορώ να το κάνω και εγώ. Oτι μπορώ να αφηγηθώ μια ιστορία, να γίνω ο φορέας της», σχολιάζει. Στο λύκειο άρχισε η ουσιαστική ενασχόλησή του με το θέατρο, παίζοντας σε θεατρική ομάδα. Τα χρόνια στη Δραματική Σχολή του Εθνικού τού ανοίγουν ένα νέο παράθυρο στον κόσμο. «Γνώρισα σημαντικούς ανθρώπους, άρχισα να βλέπω παραστάσεις, να διαβάζω έργα. Από εκεί που ήμουν ένα παιδί που τελείωσε το σχολείο και ήταν στον κόσμο του -ήθελα να μη λείπω από τα μαθήματα, να έχω πειθαρχία-, μπήκα σε έναν χώρο που με ανάγκαζε να κοπιάζω καθημερινά. Κι όλο αυτό με ωρίμασε. Ηθελα όμως να δώσω τον καλύτερό μου εαυτό», αναφέρει και συμπληρώνει: «Περίεργο συναίσθημα να μην μπορείς να ηρεμήσεις το βράδυ και να θες να δουλέψεις τον ρόλο σου». Στον «Νοτιά», τη νέα ταινία του Τάσου Μπουλμέτη δώδεκα χρόνια μετά την «Πολίτικη κουζίνα», υποδύεται τον Σταύρο, έναν έφηβο που βιώνει με τον δικό του τρόπο τα όσα συμβαίνουν στην Ελλάδα του ’60 και του ’70. Η φαντασία του καλπάζει. Μύθος και πραγ-
ματικότητα γίνονται ένα. «Γενικά ο Σταύρος κάνει κάτι που κάναμε όλοι μας στα παιδικά μας χρόνια. Το κοριτσάκι που αγαπούσαμε στο δημοτικό το συνδέαμε με κάτι μεγαλύτερο. Δεν ήταν πια η Μαρία, αλλά η Ωραία Ελένη! Το έκανα και εγώ αυτό. Θυμάμαι όταν ήμουν στην έκτη δημοτικού και μου άρεσε μία κοπέλα, έβλεπα στο όνειρό μου ότι πήγαινε ένα άλλο παιδί να την κατακτήσει και εγώ σαν ιππότης πήγαινα να την προστατέψω. Είναι αυτό το κομμάτι του φαντασιακού που μας ενώνει όλους», παρατηρεί. Βέβαια, η εποχή εκείνη άφηνε μεγαλύτερο χώρο στη φαντασία για να κάνει παιχνίδι. «Οι νέοι τότε μπορούσαν να ονειρεύονται με μεγαλύτερη ευχέρεια. Δεν υπήρχε η τεχνολογία και η εικόνα. Ο Σταύρος πολύ πιο εύκολα έχτιζε με τη φαντασία του ένα ταξίδι στον Αμαζόνιο από ένα παιδί σήμερα που όταν ονειρεύεται ένα τέτοιο ταξίδι μπαίνει στο ίντερνετ και βλέπει αμέσως τα δέκα must see αξιοθέατα», μου εξηγεί ο Γιάννης. «Την “Πολίτικη κουζίνα” την είχες δει στην πρώτη της προβολή;» τον ρωτάω, γνωρίζοντας ότι ήταν μόλις 12 χρονών εκείνη την εποχή. «Φυσικά!» μου απαντά. «Υπέροχη ταινία! Δεν μου είχε φανεί ελληνική με την πρώτη ματιά. Απορούσες πώς μιλάνε ελληνικά αυτοί οι άνθρωποι σε μια ταινία με τόσο ωραία χρώματα και τόσο φροντισμένο ήχο. Εγώ σαν παιδί δεν ήξερα την ιστορία, αλλά ο Τάσος Μπουλμέτης όντας τόσο προσωπικός σε συγκινούσε χωρίς να ξέρεις». Την πρώτη φορά που τον συνάντησε είχε απίστευτο άγχος. «Ενιωθα δέος. Με το που τον γνώρισα, όμως, κατάλαβα ότι έχω να κάνω με έναν πραγματικά καλό άνθρωπο, με τον οποίο θα συνεργαστώ ωραία», μου αποκαλύπτει. Και πράγματι έτσι έγινε. «Είναι πολύ ανοιχτός, πολύ ήρεμος, πολύ συγκεκριμένος σε αυτό που σκέφτεται. Ο Τάσος έχει κομμάτια του Σταύρου και αυτά έχουν να κάνουν κυρίως με τη φαντασία του και με την όρεξη με την οποία λέει ιστορίες. Βλέπεις το μάτι του που λάμπει τη στιγμή που σου λέει μια ιστορία, που αντιπροσωπεύει κάτι δικό του αγαπημένο. Αυτό φαίνεται και στις ταινίες του νομίζω». Αν ο Σταύρος ήταν το φετινό κινηματογραφικό στοίχημα του Γιάννη, ο Ρασκόλνικωφ από το «Εγκλημα και τιμωρία» του Ντοστογιέφσκι, που παρουσιάζεται στην Κεντρική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου σε σκηνοθεσία
Σωτήρη Χατζάκη, είναι το μεγάλο του θεατρικό στοίχημα. «Δεν μπορείς να σκεφτείς τι κοινό έχεις με έναν τέτοιο ήρωα. Είναι κάτι πιο μεγάλο από εμάς. Είναι ένας ρόλος συμβολικός. Ενας αντιήρωας, ένας άνθρωπος διχασμένος που δεν ξέρει τι να αποφασίσει. Να κάνει το κακό; Να μην το κάνει; Να παραδοθεί; Να μην παραδοθεί; Να πιστέψει στον Θεό; Να μην πιστέψει; Ολο αυτό το διπολικό της ανθρώπινης φύσης», μου εξομολογείται και προσθέτει: «Είχα να αναμετρηθώ με ένα κείμενο, όπως αυτό του Ντοστογιέφσκι, σε μία μετάφραση που έφερε την υπογραφή του Παπαδιαμάντη. Δύο λογοτεχνικά μεγαλεία. Είδα όμως ότι στην πορεία τους είχα μαζί μου και τους δύο. Ο Ντοστογιέφσκι είναι εξαιρετικός “σκηνοθέτης”, ενώ η γλώσσα του Παπαδιαμάντη είναι μέσα μας, μιλάει στα εσώψυχά μας». Οδεύοντας προς το τέλος της, η συζήτησή μας έρχεται στο σήμερα. «Θεωρείς τον εαυτό σου πολιτικοποιημένο;» τον ρωτάω. «Οχι», μου απαντά. «Δεν μπορώ να έχω πολιτική θέση, γιατί νιώθω πως η πολιτική με επηρεάζει, ενώ εγώ δεν την επηρεάζω. Δεν υπάρχει ελεύθερη δημοκρατία, γιατί η ατομική πολιτική δεν φαίνεται να έχει τη δύναμη να γίνει συλλογική». Αναρωτιέμαι γιατί ένας νέος άνθρωπος αντί να χαρακτηρίζεται από την ορμή της νιότης θεωρεί εαυτόν τόσο ανίσχυρο απέναντι στο σύστημα. «Νομίζω ότι πρέπει να αλλάξει ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε οι νέοι τη δύναμή μας. Είμαστε ημιμαθείς. Θα ήμουν αστείος αν σου έλεγα ότι ξέρω τις αποφάσεις που παίρνονται για εμάς. Ούτε εγώ ξέρω ούτε αυτοί που νομίζουν ότι ξέρουν, ξέρουν. Προσπαθώντας να παρακολουθήσεις το τι συμβαίνει καθημερινά, χάνεσαι», σχολιάζει. «Κάνεις όνειρα για το μέλλον;» τον ρωτάω. «Θα ήθελα να είμαι υγιής, να πάψω να είμαι ημιμαθής. Να συνεχίσω να κάνω το θέατρο έτσι όπως το κάνω. Σίγουρα κάποτε θέλω να κάνω παιδιά. Και γενικά να είμαι καλά με τους γύρω μου. Φοβάμαι να κάνω μεγάλα όνειρα», μου εξομολογείται. «Γιατί οι νέοι σήμερα φοβούνται να ονειρευτούν;» επιμένω. «Φοβόμαστε γιατί έχει γίνει πια χαοτική η ζωή μας. Διασπάται η προσοχή μας συνεχώς και όλα μοιάζουν “κατακτήσιμα”, αλλά δεν είναι έτσι. Γι’ αυτό απογοητευόμαστε και πιο εύκολα», μου λέει και καταλήγει: «Δεν πρέπει όμως να το βάζουμε κάτω».
8
Κείμενο: Νατάσα Μαστοράκου / Φωτογραφίες: Ευαγγελία Θωμάκου
9
Ιανουάριος 2016
Focus στη σκηνή
Την Ευαγγελία Θωμάκου την ξέρεις σίγουρα. Ακόμα και αν το όνομά της δεν σου λέει τίποτα, έχεις σίγουρα συναντήσει αυτό το χαμογελαστό κορίτσι σε κάποια συναυλία. Γιατί η Ευαγγελία καταφέρνει να είναι πάντα εκεί. Τη βλέπουμε στις συναυλίες που πάμε, ενώ για αυτές που χάνουμε, βλέπουμε τις φωτογραφίες της για να πάρουμε μια ιδέα από αυτά που χάσαμε. Αν και η ίδια φωτογραφίζει από το 1993, τα τελευταία τρία χρόνια ασχολείται περισσότερο με τη φωτογράφιση συναυλιών. Η αρχή έγινε ουσιαστικά όταν η καλή της φίλη Μαριέττα Φαφούτη την παρότρυνε να παρευρεθεί σε μια από τις συναυλίες της· τα πράγματα μετά κύλησαν από μόνα τους. Στη συνέχεια ήρθε και η γνωριμία της με τη Νατάσσα Μποφίλιου και οι δημοσιεύσεις της σε περιοδικά και εφημερίδες. Σταθμός στην καριέρα της ήταν η δημοσίευση φωτογραφικού της υλικού στους “Financial Times” του Λονδίνου, με τον Στέλιο Βαμβακάρη. Σήμερα η Ευαγγελία έχει στο αρχείο της πάνω από οκτώ χιλιάδες φωτογραφίες με καλλιτέχνες, παλαιότερους και νεότερους. Και επειδή η ίδια δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να διαλέξει την αγαπημένη της, φρόντισε να επιλέξει 40 από αυτές και να τις παρουσιάσει από την Τρίτη 16 Φεβρουαρίου στην πρώτη της μεγάλη έκθεση με τίτλο “Fourty clicks” -τίτλο που έδωσε η Λίνα Νικολακοπούλου- στο wine bar Monk στο κέντρο της Αθήνας. Ο Σταύρος Ξαρχάκος, η Χάρις Αλεξίου,
η Δήμητρα Γαλάνη, αλλά και η Ελεωνόρα Ζουγανέλη, ο Πάνος Μουζουράκη, η Μόνικα και η φυσικά η Μαριέττα Φαφούτη είναι μερικά από τα πρόσωπα που αποτύπωσε η φωτογράφος πάνω στη σκηνή.
τον συγκινεί, ξέρεις πως αυτό θα επηρεάσει με παρόμοια συναισθήματα και τον καλλιτέχνη, επομένως είσαι ετοιμοπόλεμη με την κάμερα να καταγράψεις αυτά τα συναισθήματα».
«Ο αγώνας δρόμου για την αποτύπωση σε εικόνα της πρεμιέρας μιας παράστασης ή μιας συναυλίας ξεκινάει μόλις τα φώτα ανάψουν, οι καλλιτέχνες στηθούν και ο χώρος αρχίζει να πλημμυρίζει με μελωδίες. Kάπου εκεί ξεκινάει η -αφανής για πολλούς- δουλειά του φωτογράφου. Να αποτυπώσει κάθε στιγμή, κάθε βλέμμα, κάθε κίνηση και κάθε συναίσθημα πάνω και κάτω από τη σκηνή». Με αυτά τα λόγια περιγράφει η ίδια τη δουλειά της και στην ερώτησή μου ποιο είναι αυτό το στοιχείο που κάνει τόσο ξεχωριστές τις φωτογραφίσεις σε συναυλίες απαντά: «Ο αυθορμητισμός και το συναίσθημα του καλλιτέχνη. Σε μια συναυλία έχεις πάντα την αγωνία να αποτυπώσεις τα συναισθήματα που διακατέχουν τον ερμηνευτή και αυτά συνήθως διαβαθμίζονται από το κοινό. Το κοινό είναι αυτό που θα παροτρύνει τον καλλιτέχνη να λειτουργήσει αυθόρμητα πάνω στη σκηνή. Και εσύ πρέπει να είσαι συνεχώς σε ετοιμότητα να αποτυπώσεις τα πάντα».
Η Ευαγγελία έχει μετρήσει χιλιάδες κλικ κάτω και πάνω από τη σκηνή. Εχει ακολουθήσει καλλιτέχνες, έχει παρακολουθήσει πετυχημένες και μη συναυλίες. Εχει συγκινηθεί και έχει χαρεί. Εχει και η ίδια διασκεδάσει μέσα από αυτή τη δουλειά. Ποια είναι, όμως, η πιο ιδιαίτερη στιγμή που έχει βιώσει σε μια συναυλία; “Τον περασμένο Ιούλιο στη συναυλία των Αγάπη Ρε+ σε συνεργασία με την Τεχνόπολη του Δήμου Αθηναίων για τη συλλογή τροφίμων και ειδών πρώτης ανάγκης για τους συμπολίτες μας που έχουν ανάγκη. Είδα το κοινωνικό πρόσωπο και τις ευαισθησίες των καλλιτεχνών και ταυτόχρονα την ανάγκη του κόσμου να προσφέρει βοήθεια στον συνάνθρωπο. Ηταν μια μαγική βραδιά, όπου κυριαρχούσε το συναίσθημα της αλληλεγγύης και της αγάπης. Εβλεπα ανθρώπους όλων των ηλικιών που ήρθαν στην Τεχνόπολη και με το υστέρημά τους είχαν φροντίσει να αγοράσουν αγαθά για όσους είχαν ανάγκη, είδα τους καλλιτέχνες να συγκινούνται και να δακρύζουν με το μεγαλείο ψυχής των Αθηναίων που ήθελαν να βοηθήσουν».
Η ετοιμότητα όμως δεν αρκεί. Ούτε φυσικά το ταλέντο. Γιατί, όπως μου εξηγεί η Ευαγγελία, η γνώση σε βάθος της πορείας και των τραγουδιών ενός καλλιτέχνη έχει μεγάλη σημασία για να μπορέσεις να αποτυπώσεις τη δυναμική του. «Πρέπει να έχεις μια εικόνα της αλληλεπίδρασης της δουλειάς του με το κοινό. Οταν ξέρεις πως ένα τραγούδι ξεσηκώνει τον κόσμο ή
10
11
Ιανουάριος 2016
12
13
Ιανουάριος 2016
14
Κείμενο: Κώστας Τσαούσης / Φωτογραφία: Δώρα Καλακίδου
15
Ιανουάριος 2016
To “Game of thrones” της αρβανιτιάς
Λέγοντας και μόνο τη λέξη, το στόμα σου γεμίζει. Μια λέξη που παραπέμπει σε σκοτεινό χειμωνιάτικο παρελθόν, όπου τα σύμφωνα κάνουν πραγματικά πάρτι, επιβεβαιώνοντας την κυριαρχία τους. Παρ' όλα αυτά είναι μια λέξη ανθεκτική - μια λέξη που επιβίωσε ακόμη και στα μεσογειακά κλίματα του Νότου. Μια λέξη δίχως άλλο εμβληματική για τις κοινότητες των Αρβανιτών στον ελλαδικό χώρο. Γκιακ, λοιπόν. Η λέξη που σημαίνει «αίμα». Ταυτόχρονα, το κλειδί για τον περίκλειστο, αλλά πλήρους αυτάρκειας κόσμο του Δημοσθένη Παπαμάρκου. Ξεκινώντας να διαβάσω το βιβλίο του -όλο και όλο 123 σελίδες μαζί με τις σημειώσεις του- επέλεξα να πάω πίσω στην Ελευσίνα της δεκαετίας του 1960. Να θυμηθώ τους Αρβανίτες της γενέτειράς μου, αλλά και το ήθος που κουβαλούσαν μαζί τους. Ηταν η εποχή που η περιοχή εξακολουθούσε να είναι ένα βιομηχανικό κέντρο. Μια νησίδα ελληνικής εκδοχής της «βαριάς βιομηχανίας». Τα τσιμέντα, η χαλυβουργία, οι εγκαταστάσεις των διυλιστηρίων, τα ναυπηγεία. Τα επάλληλα στρώματα της μετανάστευσης είχαν σπρώξει στο βάθος -ή αν προτιμάτε στο υπέδαφος- της ιστορικής πόλης τις αρβανίτικες επιβιώσεις. Ούτε λόγος για ταυτότητες, πόσο μάλλον για επαναπροσδιορισμούς ταυτοτήτων. Ο,τι απέμεινε από τα γλέντια στο εκκλησάκι των αρχαίων ήταν οι πλουμιστές φορεσιές στις
φωτογραφίες των γιαγιάδων, τα λίγα αρβανίτικα στις καθημερινές συναλλαγές και οι δίπλες στις γιορτές. Τίποτα άλλο. Ξεκίνησα, λοιπόν, να διαβάζω το «Γκιακ» του Παπαμάρκου αναζητώντας -τη λέω την αμαρτία μου- τους φαντάρους της μικρασιατικής εκστρατείας και πιο συγκεκριμένα τους λεγόμενους παλαιούς πολεμιστές. Αλλά, αντί για τους συντρόφους του Παντελή Πουλιόπουλου, ανακάλυψα με ιδιαίτερη χαρά τo αρβανίτικο “Game of thrones” - μία βίαιη, σκοτεινή διήγηση εμπνευσμένη από ιστορικά γεγονότα, με άφθονα στοιχεία fantasy. Ο Παπαμάρκος, που γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Μαλεσίνα Λοκρίδας, είναι ήδη 32 ετών. Γράφει από τα 12 του και πήρε για πρώτη φορά στα χέρια του δικό του τυπωμένο βιβλίο στα 15 του. Εχει εκδώσει τα μυθιστορήματα «Η αδελφότητα του πυριτίου» (Αρμός, 1998), «Ο τέταρτος ιππότης» (Κέδρος, 2001) και τις συλλογές διηγημάτων «ΜεταΠοίηση» (Κέδρος, 2012) και «Γκιακ» (Αντίποδες, 2014). Για το πρώτο του μυθιστόρημα του απονεμήθηκε το Βραβείο Νεανικός Ικαρομένιππος. Είναι υποψήφιος διδάκτορας Αρχαίας Ελληνικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Το τελευταίο βιβλίο του, το «Γκιακ», προχωρά σε διαδοχικές επανεκδόσεις -βρίσκεται ήδη μεταξύ 10ης και 11ης χιλιάδας-, αποτελώντας μια ισχυρή ένδειξη για την επόμενη μέρα του συγγραφέα στο εκδοτικό στερέωμα.
Ο Παπαμάρκος, πάντως, είναι δίχως άλλο ο παραμυθάς της γενιάς του -μια γενιά που μπορεί να οικοδομεί χαρακτήρες ακόμη και από τα video games- και έχει μια διαφορετική αντίληψη για τα όρια του πραγματικού και του ψηφιακού κόσμου, τα σύνορα του φανταστικού με τον παραδοσιακό ορθολογισμό. Πέραν όλων των άλλων, ο Παπαμάρκος μέσα από τα διηγήματά του -εννέα τον αριθμό περιλαμβάνει η έκδοση που κυκλοφορεί από τον μικρό, αλλά απολύτως αξιόπιστο σε σχέση με τις επιλογές του εκδοτικό οίκο Αντίποδες- συγκροτεί τις μικρές ψηφίδες ενός έπους για ένα ολοκληρωμένο σύμπαν όπου εκείνος είναι ο πρώτος που σέβεται και τιμά τους κώδικες του. Το γκιακ -το αίμα- είναι εδώ η βασική συγκολλητική ουσία για να «τρέξει» η πλοκή να μπει σε κίνηση η τόσο μακρινή «κοινωνία» που μοιάζει παγωμένη στον χρόνο. Ο Παπαμάρκος ως μέρος της φάρας ενεργοποιεί την «κοινωνία» και της αναθέτει ρόλους -καλοζυγισμένους ρόλους- με τον τρόπο των παλαιών. Η κοινωνία είναι σκόπιμα εντός εισαγωγικών γιατί η ανάγνωση του Παπαμάρκου δεν έχει να κάνει με το μετα-βιομηχανικό τοπίο, αλλά με την αναζήτηση μιας αρχετυπικής προνεωτερικής κατάστασης.
16
Επιμέλεια: Νατάσα Μαστοράκου / Φωτογραφία: Δώρα Καλακίδου
17
Ιανουάριος 2016
Μία ιστορική φανταστική λογοτεχνία; Ο,τι συγκράτησα από μια κουβέντα με τον Δημοσθένη Παπαμάρκο
Το πρώτο μου βιβλίο εκδόθηκε όταν ήμουν 15 ετών. Από τη διαδικασία δεν θυμάμαι και πολλά. Εγώ έμεινα στο χωριό και κατέβηκε ο πατέρας μου στην Αθήνα. Είχα ολοκληρώσει το πρώτο μου μεγάλο μυθιστόρημα και επειδή αυτή η διαδικασία ήταν για εμένα πολύ επίπονη δεν ήμουν σίγουρος ότι όλο αυτό άξιζε τον κόπο. Είχα έναν κύκλο που μου έλεγε ότι γράφω καλά και πρέπει να προχωρήσω, αλλά ήθελα και κάτι έξω από αυτό. Εψαχνα για ένα κριτήριο περισσότερο αντικειμενικό. Τότε είπα στον πατέρα μου: «Πάρε το και πήγαινε στους εκδοτικούς οίκους στην Αθήνα και δες αν μπορεί να γίνει». Αυτό το αντικειμενικό κριτήριο μου το έδωσε ο εκδότης.
Η επιλογή της αρβανίτικης διαλέκτου έγινε για δύο λόγους. Πρώτον, για την αίσθηση της ανοικείωσης στον αναγνώστη όταν φτάνει στο κείμενο, ούτως ώστε να μπορέσει να αφήσει πίσω του κάποια φίλτρα μέσα από τα οποία θα προσέγγισε τον χαρακτήρα αν η γλώσσα ήταν νεοελληνική ή αν ο τύπος χαρακτήρα δρούσε σε ένα πιο σύγχρονο περιβάλλον. Δεύτερον, γιατί ήταν η πληρέστερη απόδοση του σύμπαντος αυτών των ανθρώπων. Η γλώσσα, ο τρόπος που επιλέγεις να περιγράψεις τον κόσμο, συγκροτεί τελικά και τι είναι ο κόσμος για εσένα.
Πιστεύω ότι ξεπερνιέται το εμπόδιο της γλώσσας. Είναι όπως με το φανταστικό, για παράδειγμα, που δημιουργείς ένα ξένο σύστημα αναφοράς, έναν κόσμο που είναι άγνωστος στον μέσο αναγνώστη, άρα έχει πολύ μεγάλη απόσταση από την καθημερινότητά του και από πράγματα που θεωρεί αυτονόητα ή δεν τα παρατηρεί και εσύ τα πράγματα που θέλεις να παρατηρήσει από την καθημερινότητά του, τους δικούς σου στοχασμούς που θέλεις να προβάλεις, τους προβάλλεις πιο ξεκάθαρα. Μπορείς να μιλήσεις πολύ καλύτερα για πράγματα που συμβαίνουν δίπλα σου και δεν τα βλέπεις, γιατί ακριβώς συμβαίνουν δίπλα σου και τα έχεις προσπεράσει εκατό φορές. Το θέμα της ταυτότητας, ας πούμε, η θέση ενός άντρας σε μια πατριαρχική κοινωνία και πώς τελικά το πρώτο θύμα αυτού του πατριαρχικού κώδικα είναι τελικά ο ίδιος ο άντρας, η υποκρισία της κοινωνίας απέναντι σε συγκεκριμένες συμπεριφορές. Ολα αυτά θεώρησα και θεωρώ ότι μέσα από αυτό το πλαίσιο μπορούσα να τα αναδείξω καλύτερα.
Αυτό που σε οδηγεί στη δημιουργία τελικά δεν το αντλείς μόνο από τη λογοτεχνία. Οι αναφορές είναι κινηματογραφικές, θεατρικές, κάτι που το διαβάζεις σε ένα blog, ακόμα και ένα παιχνίδι. Νιώθω πολλές φορές ότι κάποιες αρχές έχουν γίνει λόγω μιας τέτοιας αιτίας. Μια ταινία που είδα, ένα παιχνίδι που είχε έναν ενδιαφέροντα χαρακτήρα. Η ιδέα αρχίζει από την παρατήρηση ενός πράγματος το οποίο για κάποιο λόγο συνεχίζει να με απασχολεί και αφού το παρατηρήσω, εμμονικά με κάποιο τρόπο. Αν αυτό δεν ξεθωριάσει μέσα στον καιρό και αν διαπιστώσω ότι μπορεί και έχει νόημα να μεταφερθεί λογοτεχνικά, γίνεται η αρχή ενός κειμένου. Και από εκεί και πέρα είναι δουλειά.
Μια ιστορική φανταστική λογοτεχνία; Ναι, μου αρέσει ο όρος. Ετσι είναι κατά κάποιον τρόπο. Ενα ερώτημα από ανθρώπους που δεν ξέρουν πώς έγραψα το βιβλίο ήταν αν έψαξα σε ιστορικά βιβλία, αν βρήκα μαρτυρίες. Δεν έκανα τίποτα από όλα αυτά. Είχα αυτόν τον κόσμο σαν σημείο αναφοράς, μου έδινε ένα πλαίσιο και έψαξα μόνο για πολύ συγκεκριμένες λεπτομέρειες.
Η αρχή για το «Γκιακ» γίνεται κατά κάποιο τρόπο στον αντίποδα της Μαλαισίνας, γιατί όλα ξεκινούν από ένα ταξίδι που κάνω στη Μικρά Ασία για να δω κάποιους αρχαιολογικούς χώρους για τις ανάγκες του διδακτορικού μου. Κατά τη διάρκεια αυτού του ταξιδιού ήρθαν στην επιφάνεια οι αναμνήσεις αφηγήσεων που είχα από το χωριό. Ολα αυτά τα χρόνια ούτε τις είχα καταγράψει σημαντικά ούτε είχα φροντίσει να τις αναζητήσω συστηματικά. Βρισκόμουν στους ίδιους τόπους με τις ιστορίες που είχα ακούσει στο χωριό, αλλά κατά κάποιο τρόπο όλα αυτά τα κουβαλούσα ασυνείδητα μέσα μου. Σκεφτόμουν ότι ένας απόγονος αυτών των ανθρώπων 100 χρόνια μετά βρίσκεται στους ίδιους τόπους, με άλλη ιδιότητα, με άλλο ρόλο και αυτό ήταν το παρατηρηθέν γεγονός.
Θέλω να πιστεύω ότι το βιβλίο δεν ήταν μια καταγραφή της αρβανίτικης κοινωνίας. Δεν κάνω λαογραφία και δεν με ενδιαφέρει. Η αρβανίτικη κοινωνία ήταν μια κοινωνία προνεωτερική που μου επέτρεπε να βρω τα αρχέτυπα τύπων ανθρώπων, συμπεριφορών και ψυχοσυνθέσεων που θα μπορούσε κάποιος ακόμα και σήμερα να γνωρίσει και να νιώσει οικεία.
18
Αλλόκοτη χορογραφία Πηγή: Art Fucks Me / Μετάφραση: Γιώργος Τσακνιάς Ο Βέλγος ζωγράφος Stefan Nandancée σπούδασε ζωγραφική στη Βασιλική Ακαδημία των Τεχνών στις Βρυξέλλες. Στο έργο του, η γυναίκα του, Jo, είναι μια μορφή που εμφανίζεται συχνά πυκνά. Ο Stefan πιστεύει ότι αν παρατηρήσεις κάποιον για μεγάλο διάστημα μπορείς να δεις και να ανακαλύψεις ολόκληρη την ανθρωπότητα. Τα τελευταία χρόνια έχει δημιουργήσει μια σειρά μικρού σχήματος έργων, στα οποία πρωταγωνιστεί η γυναίκα του ως αντιηρωίδα, η οποία αντιμετωπίζει αντίξοες καταστάσεις. Ο Stefan επέλεξε το μικρό σχήμα, προκειμένου να καλέσει τον αναγνώστη να πλησιάσει και να δει το έργο από κοντά, ώστε να είναι σε θέση να εκτιμήσει τις μικρές λεπτομέρειες. Ελπίζει ότι αυτή η στημένη εγγύτητα αποτελεί την απαρχή μιας διαρκούς αλληλεπίδρασης. Εν τέλει, ο Stefan Nandancée πασχίζει να είναι ένας αντικειμενικός παρατηρητής της εποχής του και, πάνω απ’ όλα, να συλλάβει την εσωτερική ουσία της γυναίκας του μέσα στην αλλόκοτη χορογραφία αυτού που συνήθως αποκαλούμε «ανθρώπινη κατάσταση».
Αντιήρωες Στη σειρά «Αντιήρωες» η Susana Blasco συνδυάζει παλιές φωτογραφίες με καθημερινά αντικείμενα ή φαγώσιμα είδη. Φωτογραφίζει το αποτέλεσμα χωρίς άλλη παρέμβαση, φυσική ή ψηφιακή, και ανεβάζει της φωτογραφίες στον λογαριασμό της στο Instagram, με το
φίλτρο earlybird (hashtag #antiheroes_sb). Η Susana Blasco είναι ανεξάρτητη εικονογράφος, graphic designer και art director με έδρα το Λονδίνο.
Τa κείμενa δημοσιεύτηκaν στο dimartblog.com.
19
Δε κέ μβριος 2015
Welcome to Wynwood, baby Κείμενο: Γιώργος Τσακνιάς
Στα τέλη της δεκαετίας του ’60, όταν ο νεαρός Τόνι Γκόλντμαν μπήκε στην αγορά ακινήτων, το έκανε ως τέκνο της εποχής του: τριγυρνούσε στις υποβαθμισμένες συνοικίες και γοητευόταν από κτήρια παρατημένα, τα οποία αγόραζε και έκανε καινούργια, δίνοντας έτσι νέα ζωή σε ολόκληρες γειτονιές - σεβόμενος, ωστόσο, τον χαρακτήρα της κάθε περιοχής και τους κατοίκους της. Αλλαξε τη χρήση κτηρίων, έφερε νέους κατοίκους, αναζωογόνησε την τοπική οικονομία, αλλά χωρίς να διώÅÀÄçÏÊÔÒç˼ÇÄÊ»Òrç¼ÉϸÐÀϼ ç¼É¼ÕÃÏÌÉϼÒç¿Ä¼ÍÆÌÒçɶÀÒç ιδέες και συνήθως με όχημα την τέχνη, έβρισκε πάντα τρόπο να κινητοποιήσει τους κατοίκους και να τους κάνει πρωταγωνιστές στην αναβάθμιση της περιοχής τους. Και πάντοτε έχοντας κατά νου την έννοια της γειτονιάς, τη σημασία των ποικίλων χρήσεων των κτηρίων (δεν υπάρχει γειτονιά χωρίς μαγαζιά, εστιατόρια, καθαριστήρια και ούτω καθεξής) την ανάγκη των κατοίκων να μπορούν να κάνουν τις βασικές τους δουλειές περπατώντας - α, και ότι είναι πιο φυσιολογικό να μένουν σε μια λογική απόσταση από το έδαφος, όχι στον 50ό όροφο. Το έκανε στο Μανχάταν τη δεκαετία του ’70, στη Φιλαδέλφεια και στη Φλόριντα τη δεκαετία του ’80. Δεν του άρεσαν πάντως οι όροι εργολάβος και κατασκευαστική εταιρεία. «Οι μεγαλοεργολάβοι είναι "γκρεμίστε, χτίστε, τελειώσατε"», έλεγε το 2000 στους “New York Times”. «Εγώ κάνω άλλο πράγμα». Οχι, βέβαια, ότι μπήκε στα ακίνητα για την ψυχή της μάνας του - εκείνη (για την ακρίβεια, η θετή του μητέρα) ήταν, εξάλλου, που τον έπεισε να σπουδάσει επιχειρήσεις στο Emerson College. Στη συνέχεια, άρχισε να δουλεύει στο Μανχάταν για τον θείο του, από τον οποίο έμαθε τη δουλειά του real estate. Το 1976, περπατώντας στην εγκαταλελειμμένη βιομηχανική περιοχή του Σόχο, οραματίστηκε κατοικίες και επαγγελματικές στέγες στα υπό κατάρρευση κτήρια. Συνειδητοποιώντας ότι στην περιοχή έμεναν αρκετοί καλλιτέχνες που σύχναζαν σε περιθωριακά καφέ και εστιατόρια, άνοιξε κι αυτός αντίστοιχα μαγαζιά και μετέτρεψε την περιοχή σε πόλο έλξης για ψαγμένο νεανικό κοινό. Το 1985 δεν ήταν ο πρώτος επιχειρηματίας που συνέλα-
βε τις δυνατότητες του Σάουθ Μπιτς στο Μαϊάμι· ήταν, ωστόσο, εκείνος που και μπήκε πιο δυναμικά από όλους στην αγορά, αλλά και ταυτόχρονα φρόντισε να διατηρηθεί ο χαρακτήρας της περιοχής, αναπαλαιώνοντας πχ. δεκάδες ξενοδοχεία Art Deco, με σεβασμό όχι μόνο στην εικόνα της πρόσοψης, αλλά και σε όλες τις λεπτομέρειες των εσωτερικών χώρων. Φρόντισε μέχρι και να βρει και την αντίστοιχη επίπλωση. Το 2010, το National Trust for Historic Preservation βράβευσε τον Γκόλντμαν για την προσφορά του στη διατήρηση και στην πιστή αναπαλαίωση κτηρίων. Στο Ουίνγουντ του ηλιόλουστου Μαϊάμι, ο Γκόλντμαν οραματίστηκε μια γειτονιά-ζωντανό μουσείο. «Στο Ουίν-
γουντ δεν είχαμε το πλεονέκτημα της αρχιτεκτονικής, τα κτήρια ήταν -συγγνώμη για την έκφραση- σκατά», είπε σε συνέντευξή της η Τζέσικα Γκόλντμαν Σρέμπνικ, κόρη του Τόνι και διάδοχος στην ηγεσία της εταιρείας του μετά τον θάνατό του, τον Σεπτέμβριο του 2012. «Αλλά ο μπαμπάς έκανε μια βόλτα στους δρόμους και είπε αμέσως: “Αυτά δεν είναι κτήρια, είναι καμβάδες που περιμένουν”». Καλώντας νεαρούς πρωτοπόρους επιχειρηματίες, καλλιτέχνες, celebrities και (κυρίως) street artists από όλο τον κόσμο, ο Γκόλντμαν κατάφερε τελικά να δώσει το φιλί της ζωής σε μια ιδιαίτερα υποβαθμισμένη περιοχή.
20
Κείμενο: Νικόλαος Μπάρδης / Φωτογραφία: Νίκος Καρανικόλας
21
Ιανουάριος 2016
Η ζωή θέλει μάχη Σε μία εποχή που τα πάντα κινούνται με ιλιγγιώδεις ρυθμούς, όπου η ρευστότητα τείνει να αποκτήσει μόνιμο χαρακτήρα και το εφήμερο ευδοκιμεί, έρχεται μία παράσταση να μας υπενθυμίσει πως «η ζωή θέλει μάχη, θέλει χρόνο να τη χαρείς, να γευτείς το κάθε πράγμα λεπτό προς λεπτό, δευτερόλεπτο προς δευτερόλεπτο. Πρέπει να σταματήσουμε να τα κάνουμε όλα γρήγορα και να τα θέλουμε όλα δικά μας». Αυτό υποστηρίζει ο Δημήτρης Μακαλιάς, πρωταγωνιστής της παράστασης "Smiley", ο οποίος βλέπει μέσα από ένα θεατρικό έργο πώς αλλάζει η ζωή τριγύρω. «Ο τίτλος της παράστασης βγαίνει από το χαρακτηριστικό emoticon με το χαμόγελο, κάτι που είναι ιδιαίτερα διαδεδομένο στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και επικοινωνίας και χρησιμοποιείται πλέον κατά κόρον, σε σημείο να φτάσει να αντικαταστήσει και κάποιες λέξεις. Η παράσταση μιλάει για τις ανθρώπινες σχέσεις, για τον σύγχρονο τρόπο προσέγγισης και επικοινωνίας μέσα από διάφορες εφαρμογές γνωριμιών, ενώ παράλληλα δείχνει τις δυσκολίες του γραπτού λόγου και της απόστασης, και πώς έχουμε στις ημέρες μας απομακρυνθεί από την ευαισθησία και την αμεσότητα της επαφής», συμπληρώνει. Ο Δημήτρης Μακαλιάς και ο Μίνως Θεοχάρης υποδύονται δύο αγόρια που γνωρίζονται εντελώς τυχαία και προσπαθούν να έρθουν κοντά, μέσα από την όλη δυσλειτουργία που προκαλούν τα διάφορα μέσα επικοινωνίας. «Στην ουσία διαγράφεται η πορεία μιας σχέσης», επισημαίνει ο Δημήτρης. Και τα δύο θέματα, τόσο της ομοφυλοφιλίας, όσο και της εισχώρησης της τεχνολογίας στην καθημερινότητά μας, είναι ιδιαίτερα προσφιλή στη σημερινή κοινωνία και περισσότερο επίκαιρα από ποτέ. Αποτελώντας τον έναν από τους δύο βασικούς θεματικούς πυρήνες της παράστασης, η ομοφυλοφιλία και η αποδοχή ή η αναγνώρισή της από τον κόσμο αποτελεί μια είδηση που έφτασε στα αυτιά όλων μας το προηγούμενο διάστημα λόγω της ψήφισης του συμφώνου συμβίωσης. «Το σύμφωνο συμβίωσης άργησε πολύ στη χώρα μας», σημειώνει ο Δημήτρης και συνεχίζει λέγοντας πως «συζητάμε κάτι που σε άλλες χώρες θεωρείται δεδομένο εδώ και χρόνια. Φτάσαμε, μάλιστα, στο σημείο να θεωρούμε τα δεδομένα ως πρωτοπορίες ή καινοτομίες. Το ζήτημα είναι κάτι απολύτως πρακτικό και ουσιαστικά αποτελεί τη βάση. Καλό θα ήταν, όμως, να ξεφύγουμε κάποτε από εκεί και να ασχοληθούμε και με άλλα σημαίνοντα ζητήματα, όπως την απώλεια αθώων ψυχών στα νερά του
Αιγαίου. Η ελευθερία των ανθρώπων θα έπρεπε να διαχέεται ενεργειακά παντού, δίχως περιορισμούς». Η ενδιαφέρουσα, όμως, αυτή παραγωγή, πραγματεύεται εν γένει τις ανθρώπινες σχέσεις στη σύγχρονη εποχή, που εμείς οι ίδιοι «τις κάνουμε εύκολες ή δύσκολες. Οι άνθρωποι σήμερα έχουμε μάθει να μην κάνουμε υπομονή, να μη μοιραζόμαστε, να μην υποχωρούμε. Αλλά οι σχέσεις θέλουν θυσίες», υπογραμμίζει ο Δημήτρης. «Πιστεύουμε ότι ο άλλος πρέπει να μας δίνει συνέχεια. Η υποχωρητικότητα και η κατανόηση, όμως, είναι σημαντικές, γιατί οι άνθρωποι είμαστε διαφορετικοί. Δεν μπορείς να βρεις το τέλειο, διότι δεν υπάρχει και ακόμη κι αν το βρεις κάποια στιγμή θα σε κουράσει και θα θες την ατέλεια για να ευχαριστηθείς. Σήμερα ο κόσμος δεν κοπιάζει για να κρατήσει κάτι, δεν επενδύει στις σχέσεις και οι δεσμοί διαλύονται εύκολα». Και η αλήθεια είναι πως πλέον έχει χαθεί το μυστικό που κάποτε δύο ερωτευμένοι κρατούσαν μεταξύ τους, δεν υπάρχει η έκπληξη και η ζωντάνια και όλα φαντάζουν προμελετημένα και προβλέψιμα, με την τεχνολογία να επωμίζεται μεγάλο μέρος της ευθύνης για αυτή την εξέλιξη. Πέρα, όμως, από τις δυσκολίες που αναδύονται στον τομέα των σχέσεων, τα εμπόδια που φέρνει η οικονομική κρίση στον δρόμο μας υψώνονται μέρα με τη μέρα όλο και πιο ψηλά. Και όπως όλα τα επαγγέλματα, έτσι επηρέασε και το θέατρο. Για τον Δημήτρη, όμως, «το θέατρο θα επιβιώσει και δεν πρόκειται να πεθάνει ποτέ. Οι ηθοποιοί, από την άλλη, θα επιβιώσουν, αλλά ελάχιστοι θα αντέξουν. Είναι μια πάρα πολύ δύσκολη περίοδος. Μπορεί η ηθοποιία στη χώρα μας να τείνει να γίνει χόμπι, αλλά το θέατρο δεν πρόκειται να σβήσει. Η ανάγκη για έκφραση είναι απαραίτητη. Και μέσα σε όλη αυτή τη δυσκολία των καιρών, ο άνθρωπος έχει όλο και μεγαλύτερη ανάγκη να εκφραστεί, θέλει να δει θέατρο και εν γένει τέχνη. Δεν είναι τυχαίο ότι την περίοδο της κρίσης οι παραστάσεις αυξήθηκαν, που σημαίνει ότι ο κόσμος δεν το κάνει για τα λεφτά, αλλά θέλει να πει κάτι και αυτό είναι ιδιαίτερα συγκινητικό. Μπορεί βέβαια να μην υπάρχει το ίδιο κοινό που να θέλει να το ακούσει, αλλά η μείωση της τιμής των εισιτηρίων αποτελεί ένα βασικό θέλγητρο για την επιστροφή του κόσμου στα θέατρα και κάπου εκεί ανάμεσα θα βρεθεί η ισορροπία και θα υπάρξει η οικονομική ανάκαμψη». Ψάχνοντας στη συνέχεια να ανακαλύψουμε ένα μελανό σημάδι στον κόσμο της ηθοποιίας, ο Δημήτρης μάς εξηγεί πως «στην ηθοποιία θα μπορούσε να εντοπίσει κανείς αρνητικά στοιχεία που βρίσκονται και σε άλλους επαγγελματικούς κλάδους. Δεν ορίζεται, άλλωστε, ο άνθρωπος από το επάγγελμά του, επομένως
ούτε και η συμπεριφορά ή οι συνήθειές του. Ενα ενδεχομένως αρνητικό σημάδι στον χώρο έγκειται στο ότι η συχνή προβολή και έκθεση μπροστά στον κόσμο -δηλαδή η δημοφιλία- μπορεί να επηρεάσει τον χαρακτήρα κάποιων και να τους αλλοιώσει χωρίς να υπάρχει ουσιαστικός λόγος». Παντρεμένος πλέον, ο Δημήτρης δεν αποκλείει και το ενδεχόμενο να κάνει οικογένεια μακριά από την Αττική. «Αν η φύση του επαγγέλματος δεν με περιόριζε να βρίσκομαι στην Αθήνα, καθώς μόνο εδώ υπάρχει θεατρική παραγωγή, θα το έκανα. Θα μου άρεσε να πάω να ζήσω με την οικογένειά μου μακριά από το Λεκανοπέδιο, ίσως στους τόπους καταγωγής μου, την Κεφαλονιά ή τη Βοιωτία», υπογραμμίζει ο ίδιος. Στον ελεύθερο χρόνο τους ο Δημήτρης και η σύζυγός του, Αντιγόνη Ψυχράμη, πηγαίνουν σινεμά ή για φαγητό στο Γκάζι, ενώ τους αρέσει να κάνουν και βόλτες στο Χαλάνδρι. Ακόμη, όποτε βρίσκουν την ευκαιρία, οργανώνουν εκδρομές για να ξεφύγουν για λίγο και να χαλαρώσουν. Στο δίλημμα λογική ή συναίσθημα, ο Δημήτρης μάς αποκαλύπτει πως είναι «άνθρωπος της λογικής σε όλα τα επίπεδα. Ακόμη και στο πιο απλό πράγμα που θα πρέπει να κάνω, θα σκεφτώ όλες τις ενδεχόμενες συνέπειες που μπορεί να προκύψουν από αυτό. Προσπαθώ να αποκλείσω τα περιθώρια λάθους. Δεν συνηθίζω να βάζω το συναίσθημα πάνω από τη λογική, γιατί με το που φύγει το συναίσθημα, έρχεται η λογική και επαληθεύεται. Γι' αυτό και την ακολουθώ». Ο Δημήτρης Μακαλιάς θα βρίσκεται μέχρι τις 21 Φεβρουαρίου στο Θέατρον του Κέντρου Πολιτισμού «Ελληνικός Κόσμος» με την παράσταση «Σμύρνη μου αγαπημένη», και από τις 4 Μαρτίου το έργο θα ταξιδέψει στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης, όπου και θα παιχτεί μέχρι και τις 24 Απριλίου, ενώ το "Smiley" θα μας κάνει παρέα κάθε Δευτέρα και Τρίτη μέχρι τις 26 Απριλίου, στο θέατρο Αβατον στον Κεραμεικό. Πριν κλείσουμε την όμορφη κουβέντα μας, ο Δημήτρης σημειώνει πως «παρά τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε σε καθημερινή βάση, δεν θα πρέπει να χάνουμε την αισιοδοξία μας. Ο καθένας θα πρέπει να χαράζει το δρόμο του, ανεξαρτήτως των δυσχερειών που αναπτύσσονται γύρω του. Και επίσης, πρέπει να μάθουμε να μοιράζουμε τη ζωντάνια και την ευτυχία μας για να πάμε μπροστά όλοι μαζί, και τότε θα έρθουν και οι λύσεις».
22
1
2
4
3
5
1. Colony 2. Shades of blue 3. Billions 4. The Shannara chronicles 5. Legends of tomorrow
Κείμενο: Χρήστος Τσαπακίδης
23
Ιανουάριος 2016
Δώδεκα νέες σειρές για το 2016
Η σεζόν που διανύουμε μάλλον θα μας αποδείξει ότι «το καλό πράγμα αργεί να γίνει». Ετσι, μετά την απογοήτευση από τις περισσότερες σειρές που έκαναν ντεμπούτο από τα τέλη Αυγούστου και έπειτα (με λαμπρές εξαιρέσεις, όπως το “The man in the high castle”, το “Jessica Jones”, το “Narcos” και το “Ash vs Evil Dead”), τα αμερικανικά κανάλια δείχνουν να ρεφάρουν, προβάλλοντας μέσα στο 2016 νέες παραγωγές με συναρπαστικές ιστορίες, μεγάλα μπάτζετ και ασφαλώς λαμπερά καστ. Εδώ παρουσιάζουμε 12 από αυτές που σίγουρα θα κλέψουν την παράσταση.
Το “Shades of blue” «τρύπωσε» με κάθε επιφύλαξη στη λίστα μας λόγω Τζένιφερ Λόπεζ, η οποία έχει τον πρωταγωνιστικό ρόλο. Πρόκειται για το νέο αστυνομικό δράμα του NBC, το οποίο επικεντρώνεται στην ιστορία της Χαρλί Σάντος, μίας ντετέκτιβ της αστυνομίας της Νέας Υόρκης, η οποία εντάσσεται στη μονάδα του FBI κατά της διαφθοράς. Πρωταγωνιστούν επίσης οι Ρέι Λιότα και Ντρέι ντε Ματέο (“Sopranos”, “Sons of Anarchy”). «Τώρα, σειρά με πρωταγωνίστρια τη Λόπεζ;» θα με ρωτήσεις με κάθε επιφύλαξη. Το ίδιο αναρωτιέμαι και εγώ. Η αρχική υποδοχή (η σειρά έκανε πρεμιέρα στις 7 Ιανουαρίου), πάντως, ήταν αρκετά χλιαρή.
Τα τελευταία χρόνια έχουμε την τάση να βάζουμε σε πολλές σειρές την ετικέτα «του επόμενου Game of thrones». Το σφάλμα με αυτόν τον ισχυρισμό έγκειται στο ότι σειρές όπως το “Marco Polo” ή το “The last kingdom” δεν περιέχουν ίχνος fantasy. Το “The Shannara chronicles” δεν έχει τέτοιο πρόβλημα, καθώς στηρίζεται στην best seller σειρά βιβλίων fantasy του Τέρι Μπρουκς. Η ιστορία του; Το δέντρο Ελκρις, το οποίο προστατεύει τη γη από τον κόσμο των δαιμόνων μαραίνεται και η Αμπερλι, η τελευταία των Εκλεκτών, είναι η μόνη που μπορεί να σώσει τον κόσμο. Με τη βοήθεια του Γουίλ Ομσφορντ θα ταξιδέψει για να βρει τον μαγικό τόπο όπου θα φυτέψει τον σπόρο του δέντρου της ζωής. Στο καστ συναντάμε και τον Γκίμλι του «Αρχοντα των δαχτυλιδιών», Τζον Ρις-Ντέιβις. Η πρεμιέρα έγινε στις 5 Ιανουαρίου από το MTV και άφησε ήδη θετικές εντυπώσεις.
Στο “Colony” έχουμε μία μίνι σύναξη αποφοίτων του “Lost”, καθώς ο δημιουργός Κάρλτον Κιουζ συναντά και πάλι τον ηθοποιό Τζος Χόλογουεϊ (ο Σόγιερ από την πολυσυζητημένη σειρά). Η ιστορία της νέας παραγωγής του USA μας βρίσκει κάπου στο κοντινό μέλλον, όπου μία εξωγήινη δύναμη έχει καταλάβει τον κόσμο. Εστιάζει σε μία οικογένεια στο Λος Αντζελες, η οποία διχάζεται μεταξύ της αντίστασης και της συνεργασίας με τους εισβολείς, σε μία προσπάθεια να τα βγάλει πέρα. Αυτό πάντως με την κατάληψη των ΗΠΑ θυμίζει κάτι από το “The man in the high castle” της Amazon… Στο πλευρό του Χόλογουεϊ βρίσκεται η Σάρα Γουέιν Κάλις, γνωστή από το “Prison break” και το “The walking dead”. Η σειρά ξεκίνησε στις 14 Ιανουαρίου στο USA.
Εκτός από το δυνατό καστ (Ντέιμιαν Λιούις, Πολ Τζιαμάτι και η Μάγκι Σιφ από το “Sons of Anarchy”), το “Billions” έχει και μία πολλά υποσχόμενη ιστορία, την οποία υπογράφουν το δίδυμο Μπράιαν Κόπελμαν και Ντέιβιντ Λέβιεν («Οι παίκτες») μαζί με τον αρθρογράφο των “New York Times”, Αντριου Ρος Σόρκιν. Σύμφωνα με αυτή, ο εισαγγελέας Τσακ Ρόουντς (Τζιαμάτι) βάζει στο στόχαστρό του έναν «βαρώνο» των hedge funds, τον Μπόμπι «Αξ» Αξελροντ (Λιούις), ο οποίος έχει εμπλακεί σε ορισμένες ύποπτες συναλλαγές. Ο «Λύκος της Γουόλ Στριτ» και το «Μεγάλο σορτάρισμα» ήλθαν στη μικρή οθόνη από τις 17 Ιανουαρίου στο Showtime και όλοι ήδη συζητούν για αυτή τη σαδομαζοχιστική σκηνή με τον Τσακ και τη σύζυγό του… Δεν χορταίνεις το “Arrow” και το “The Flash”; Η Warner Bros ετοίμασε ένα ακόμα spin-off για να ικανοποιήσει τις ορέξεις σου. Το “Legends of tomorrow” αφηγείται την ιστορία του Ριπ Χάντερ, ο οποίος μπορεί να ταξιδεύει στον χρόνο και ο οποίος έχει δημιουργήσει μία ετερόκλητη ομάδα ηρώων και κακών για να αποτρέψει την καταστροφή της γης. Πολλοί από τους ήρωες μάς έχουν ήδη συστηθεί στις σειρές “Arrow” και “The Flash”, ενώ ενδιαφέρον έχει και το reunion του Γουέντγουορθ Μίλερ με τον Ντόμινικ Πάρσελ μετά το “Prison break” και μία σύντομη κοινή εμφάνισή τους στο “The Flash”. Περιττό να πούμε ότι πρέπει να προετοιμαστείς για ακόμα περισσότερα crossovers μεταξύ των τριών σειρών. Η σειρά έκανε πρεμιέρα στις 21 Ιανουαρίου στο The CW.
24
6
7
6. Baskets 7. The People v. O.J. Simpson: American crime story 8. X-Files 9. Lucifer 10. Madoff 11. Vinyl 12. 11.22.63
8
9
10
25
Ιανουάριος 2016
12
11
Ας βάλουμε στη λίστα και το “Baskets”, μία καθαρόαιμη κωμωδία. Μία σουρεαλιστική κωμωδία - τόσο σουρεαλιστική που μπέρδεψε ακόμα και τον πρόεδρο του καναλιού που θα την προβάλλει. Μία κωμωδία που υπογράφουν δύο από τους καλύτερους κωμικούς της Αμερικής αυτή τη στιγμή: ο Louis CK και ο Ζακ Γαλιφιανάκης. Ο τελευταίος πρωταγωνιστεί κιόλας, στον ρόλο του Τσιπ Μπάσκετς, ενός μοναχικού άνδρα που ζει στο Μπέικερσφιλντ και αποφασίζει να γίνει επαγγελματίας κλόουν. Εκανε επίσης πρεμιέρα στις 21 Ιανουαρίου στο FX. Οι περιπέτειες του Μόλντερ και της Σκάλι δεν χρειάζονται ιδιαίτερες συστάσεις για εμάς τους τριάντα-φεύγα που «μυηθήκαμε» στις σειρές χάρη στο “X-Files”. Eνας πράκτορας του FBI που αντιμετωπίζεται ως γραφικός από τους συναδέλφους του (εσύ πώς θα αντιμετώπιζες κάποιον στο γραφείο σου που μιλά για το Τρίγωνο των Βερμούδων και εξωγήινες εισβολές;) αναλαμβάνει υποθέσεις που πολύ απλά δεν επιδέχονται κάποιας λογικής εξήγησης. Στο πλευρό του η (αρχικά σκεπτικίστρια απέναντι στο δόγμα «Θέλω να πιστέψω» του Μόλντερ) Ντέινα Σκάλι. Η σειρά επιστρέφει σε μίνι μέγεθος (μόλις έξι επεισόδια) και μας υπόσχεται εξωγήινους και υπερφυσικά τέρατα. Η μεγάλη επιστροφή ξεκίνησε στις 24 Ιανουαρίου στο FOX. Ο πιλότος του “Lucifer” προβλήθηκε στο Comic Con του Σαν Ντιέγκο, αλλά και με κάθε μεγαλοπρέπεια στις 25 Ιανουαρίου στο FOX, αφήνοντας τις καλύτερες εντυπώσεις! Η νέα σειρά του FOX βασίζεται στον χαρακτήρα του Εωσφόρου που δημιούργησε ο Νιλ Γκέιμαν για τη σειρά κόμικς “Sandman”. Σε αυτή, ο Εωσφόρος έχει βαρεθεί τα καθήκοντα του άρχοντα της κόλασης, εγκαταλείπει το πόστο του και εγκαθίσταται στη γη. Ανοίγει ένα πετυχημένο κλαμπ, ωθεί τους ανθρώπους σε σκανδαλιές και βοηθά την αστυνομία του Λος Αντζελες να εξιχνιάζει υποθέσεις. Στον ρόλο του Εωσφόρου συναντάμε τον χαρισματικό Τομ Ελις, ενώ χρέη δημιουργού εκτελεί ο Τομ Καπίνος, ο οποίος δημιούργησε και τη σειρά “Californication”.
Το FX απέκτησε τον δικό του… «Κόκκινο κύκλο», αλλά σε μία μακράν μεγαλύτερης κλίμακας παραγωγή. Το “American crime story” θα παρουσιάζει κάθε σεζόν και από ένα έγκλημα που συντάραξε την κοινωνία της Αμερικής, δίνοντας έμφαση στο σκέλος της δίκης. Η αρχή γίνεται με την υπόθεση Ο. Τζ. Σίμπσον -τη δίκη που πήρε τις μεγαλύτερες διαστάσεις στην ιστορία των ΗΠΑ- στην οποία ο πρώην αστέρας του αμερικανικού φούτμπολ κατηγορήθηκε για τον φόνο της γυναίκας του και ενός φίλου της. Οσο για το καστ; Κούμπα Γκούντινγκ Τζούνιορ, Τζον Τραβόλτα, Νέιθαν Λέιν και Ντέιβιντ -Ουνάγκι- Σουίμερ. Δεν το λες και άσχημο, έτσι; Η πρεμιέρα θα γίνει στις 2 Φεβρουαρίου. Οι κακοποιοί καπιταλιστές έχουν την τιμητική τους φέτος. Εκτός από το “Billions”, θα δούμε και μία μίνι σειρά από το ABC, η οποία βασίζεται στην άνοδο και την πτώση του Μπέρναρντ Μέιντοφ, ο οποίος εκτέλεσε τη μεγαλύτερη απάτη-«πυραμίδα» του αιώνα και ελάφρυνε τα πορτοφόλια των επενδυτών που τον εμπιστεύτηκαν κατά 65 δισεκατομμύρια δολάρια! Στον ρόλο του Μέιντοφ συναντάμε τον αξιότιμο κύριο Ρίτσαρντ Ντρέιφους. Ολόκληρη η σειρά -με τίτλο “Madoff”- θα προβληθεί μέσα σε δύο ημέρες στο ABC, αρχής γενομένης από τις 3 Φεβρουαρίου. Στην περίπτωση του “Vinyl” δεν ξέρεις από πού να αρχίσεις… Μάρτιν Σκορτσέζε και Μικ Τζάγκερ στους παραγωγούς. Ο Τέρενς Γουίντερ του “Boardwalk Empire” σε ρόλο δημιουργού. Ολίβια Γουάιλντ στο καστ. Η νέα σειρά του HBO αφηγείται την ιστορία του προέδρου μιας δισκογραφικής εταιρείας (Μπόμπι Καναβάλε), ο οποίος ψάχνει τους επόμενους hot ήχους στη Νέα Υόρκη της δεκαετίας του 1970 για να σώσει την επιχείρησή του. Η επιτομή του “sex, drugs and rock ‘n’ roll”. Ο Σκορτσέζε σκηνοθέτησε τον πιλότο. Η πρώτη σεζόν αποτελείται από 10 επεισόδια. Και οι singles έχουν να περιμένουν κάτι τη γιορτή του Αγίου Βαλεντίνου - ή να κάνουν υπομονή μία ημέρα για να δουν την πρεμιέρα στα κανάλια Novacinema.
Το “11.22.63” είναι μία μίνι σειρά που βασίζεται στο ομότιτλο μυθιστόρημα του Στίβεν Κινγκ. Σε αυτή, ο φιλόλογος Τζέικ Επινγκ ταξιδεύει πίσω στον χρόνο για να αποτρέψει τη δολοφονία του Τζον Κένεντι. Η αποστολή του όμως απειλείται από τον Λι Χάρβεϊ Οσβαλντ, ένα ερωτικό ειδύλλιο, αλλά και από το ίδιο το παρελθόν, το οποίο δεν θέλει να αλλάξει. Από το καστ ξεχωρίζουν ονόματα όπως ο Τζέιμς Φράνκο στον ρόλο του Επινγκ (συμμετέχει και στην παραγωγή), ο οσκαρικός Κρις Κούπερ και ο Τζος Ντουχάμελ (γνωστός από τις ταινίες “Transformers”). Με την υπογραφή του ίδιου του Στίβεν Κινγκ, αλλά και του Τζ. Τζ. Έιμπραμς. Η πρεμιέρα είναι προγραμματισμένη για τις 15 Φεβρουαρίου, στην πλατφόρμα video streaming Hulu. Η λίστα ασφαλώς και δεν είναι εξαντλητική. Αλλωστε, περιμένουμε και άλλες σειρές, η πρεμιέρα των οποίων δεν έχει ανακοινωθεί. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε το “Westworld”, το οποίο στηρίζεται στην ομότιτλη ταινία επιστημονικής φαντασίας που σκηνοθέτησε ο Μάικλ Κράιτον το 1973 και υπογράφεται από τους Τζόναθαν Νόλαν και Τζ. Τζ. Έιμπραμς (ο άνθρωπος βρίσκεται παντού αυτή την περίοδο), το “Luke Cage” που αφηγείται την ιστορία του ομώνυμου υπερήρωα της Marvel (πήραμε μία πρώτη γεύση του στο “Jessica Jones”) και το “Preacher”, το οποίο βασίζεται στο κόμικ της DC.
26
Κείμενο: Βάσια Ρούσσου
27
Ιανουάριος 2016
Ο κομήτης μιας... μπάντας «Η μουσική είναι το καράβι που παίρνουμε για να φύγουμε από τα άσχημα της καθημερινότητας», πιστεύει ο Γιάννης Μιχαηλίδης από τους Δραμαμίνη, οι οποίοι αναδείχθηκαν νικητές στον διαγωνισμό του Jumping Fish της Cosmote για τον Δεκέμβριο του 2015 με το τραγούδι «Κομήτης του Χάλεϋ». Σε μια ιδιαίτερα δημιουργική περίοδο, με ηχογραφήσεις για την επερχόμενη δισκογραφική τους δουλειά και πρόβες για το live τους στις 16 Φεβρουαρίου στο six d.o.g.s, ο Γιάννης και ο Χάρης Μιχαηλίδης βρήκαν χρόνο για να συζητήσουν μαζί μας για τη μουσική και τα σχέδια της εξαμελούς μπάντας, της οποίας το όνομα παραπέμπει σε ταξίδι, αλλά και στην καταγωγή των αδελφών Μιχαηλίδη. Το ελληνόφωνο εναλλακτικό συγκρότημα έκανε την εμφάνισή του το 2005 -όταν ακόμα δεν είχε όνομαστο Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης με το τραγούδι «Δρόμος». Ως Δραμαμίνη τους γνωρίσαμε το 2007, που κυκλοφόρησαν την πρώτη τους δισκογραφική δουλειά με τίτλο «Ταξίδι πλάι στο παράθυρο». Ακολούθησαν άλλα δύο άλμπουμ, το «Σύμπαν μέσα μου» (2011), που αποτελείται από 2 CD και περιλαμβάνει ένα DVD με την πρώτη τους ταινία μικρού μήκους με τίτλο «ΝΕΦΗ», και το «Με το μηδέν και το άπειρο να συμφιλιωθούμε», με μελοποιημένα ποιήματα του Κώστα Καρυωτάκη, το οποίο κυκλοφόρησε μέσω μιας διαδραστικής εφαρμογής που ανήκει στην κατηγορία των adventure games. Αξίζει να σημειωθεί ότι επί σκηνής έχουν συνεργαστεί κατά καιρούς με τον Θάνο Ανεστόπουλο, τον Μανώλη Φάμελλο, τον Στάθη Δρογώση, τον Κύριο Κ., τον Σπύρο Γραμμένο, τον Φίλιππο Πλιάτσικα και την ορχήστρα της ΕΡΤ. Ενας ακόμα πολύ σημαντικός καλλιτέχνης της εγχώριας μουσικής σκηνής, ο Νίκος Πορτοκάλογλου, ήταν από τους πρώτους που πίστεψαν στο τραγούδι «Κομήτης του Χάλεϋ» και το πρότεινε ως υποψήφιο στον διαγωνισμό του Jumping Fish. Η νίκη τους είναι από τα πρώτα θέματα της συζήτησής μας, καθώς τους έχει ήδη βοηθήσει σε πολλά επίπεδα. «Tο τραγούδι παίζεται σε κάποιους ραδιοφωνικούς σταθμούς και έχει αγαπη-
θεί σε σύντομο χρονικό διάστημα. Γενικότερα βοήθησε πάρα πολύ ο διαγωνισμός. Μας έδωσε μια ώθηση. Η αγάπη του κόσμου σε κάνει να νιώθεις ότι αυτό που κάνεις δεν είναι τελείως μάταιο και είναι πολύ σημαντικό για να δημιουργήσεις καινούργια πράγματα», εξηγούν και συμπληρώνει ο Χάρης: «Μας έδωσε περισσότερη αυτοπεποίθηση». Ο «Κομήτης του Χάλεϋ» είναι το πρώτο και μοναδικό μέχρι στιγμής τραγούδι που έχουμε ακούσει από την επερχόμενη δισκογραφική τους δουλειά, η οποία αναμένεται να κυκλοφορήσει προς τα τέλη του 2016. Ποιο είναι, όμως, το ύφος του άλμπουμ; «Ροκ και ποπ, όπως ο ήχος από αγαπημένες μας μπάντες του εξωτερικού, δηλαδή Tame Impala, Arctic Monkeys, The Black Keys, Radiohead και πολλές άλλες. Θα θέλαμε να είναι ένα σύγχρονο είδος ροκ», αποκρίνεται ο Χάρης, προσθέτοντας: «Τα περισσότερα τραγούδια φτιάχτηκαν με βάση το groove, δηλαδή τον ρυθμό, και μετά χτίστηκε το τραγούδι. Θέλουμε τα τραγούδια μας να είναι πιο “ρυθμικά”, πιο μίνιμαλ, πιο “λαϊβίστικα” ίσως». Από το 2005 έως σήμερα έχουν πραγματοποιηθεί αλλαγές στη σύνθεση της μπάντας. Ωστόσο, τα δύο αδέλφια συνεργάζονται με τα περισσότερα μέλη εδώ και αρκετά χρόνια, ενώ είναι η ίδια ομάδα που δούλεψε τον προηγούμενο δίσκο. Εκτός από τον Γιάννη στην ακουστική κιθάρα και τον Χάρη στο τραγούδι και την ηλεκτρική κιθάρα, οι υπόλοιποι Δραμαμίνη είναι ο Κώστας Γιαννίρης στο μπάσο, ο Αλέκος Βουλγαράκης στην ηλεκτρική κιθάρα, ο Αλέκος Κούρτης στα τύμπανα και ο Στέφανος Δανιηλίδης στα πλήκτρα. «Ολα τα παιδιά είναι εξαιρετικοί μουσικοί. Κάνουμε καλή παρέα. Δενόμαστε ολοένα και περισσότερο ως άνθρωποι και ως μπάντα και το καλύτερο απ’ όλα είναι ότι τον τελευταίο καιρό έχει τονωθεί μέσα μας το ένστικτο να βγει ένας δίσκος που θα είναι ο καλύτερός μας και όλοι θα τον αγαπάμε πάρα πολύ. Και πράγματι ο καθένας βάζει τα δικά του στοιχεία και νιώθουμε ότι ο ήχος μας απογειώνεται με αυτόν τον τρόπο. Είναι σημαντικό γιατί στην Ελλάδα -τώρα που είναι πολύ δύσκολα τα πράγματα- δεν πιστεύω ότι υπάρχει εύκολα η δυνατότητα να μαζευτούν έξι άνθρωποι ταλαντούχοι και να βρουν χρόνο για να βάλουν μουσικούς στόχους.
Εμείς ευτυχώς είμαστε πολύ τυχεροί που το κατακτήσαμε αυτό», υπογραμμίζει ο Χάρης. Ο Γιάννης και ο Χάρης είναι πολυτάλαντοι, καθώς δεν γράφουν μόνο στίχους και μουσική, αλλά και ζωγραφίζουν, ενορχηστρώνουν, σκηνοθετούν. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο δραστηριοτήτων αναλαμβάνουν την επιμέλεια παραγωγής δίσκων, artworks και τη σκηνοθεσία βιντεοκλίπ άλλων καλλιτεχνών, ενώ το 2011 σκηνοθέτησαν την πρώτη τους ταινία μικρού μήκους με τίτλο «ΝΕΦΗ». «Είναι μια ταινία πειραματική, μικρού μήκους, στην οποία ακούγονται κάποια ποιήματα που έχω γράψει. Τα απαγγέλλει ο Χάρης. Εχουμε γράψει πρωτότυπη μουσική. Η ταινία έχει ως κεντρική ιδέα τα χωριά που ερημώνουν και τη μοναξιά των ηλικιωμένων», λέει ο Γιάννης. Εκτός από το live στο six d.o.g.s την Τρίτη 16 Φεβρουαρίου, τα υπόλοιπα σχέδιά τους επικεντρώνονται στην επερχόμενη δισκογραφική τους δουλειά. «Θέλουμε να ετοιμαστεί ο δίσκος, να οπτικοποιήσουμε κάποιο τραγούδι, καθώς και να αναζητήσουμε την εταιρεία που θα υποστηρίξει αυτό το υλικό», αποκαλύπτει ο Χάρης. Το δεύτερο τραγούδι του άλμπουμ που ετοιμάζουν αναμένεται να κυκλοφορήσει σύντομα, αλλά δεν έχει οριστεί ημερομηνία. «Εχουμε δύο-τρία υποψήφια τραγούδια. Ενα από αυτά μας ιντριγκάρει περισσότερο να το κυκλοφορήσουμε». Στο τέλος της συζήτησής μας τους ζητάω να μας προϊδεάσουν για το τι θα ακούσουμε στο προσεχές live τους. «Θα θέλαμε να παίξουμε τέσσερα-πέντε καινούργια τραγούδια για να δοκιμαστούν από την μπάντα σε συνθήκες live. Θα παίξουμε τραγούδια και από τις προηγούμενες δισκογραφικές δουλειές, καθώς και διασκευές, αλλά όχι πολλές». Αν θέλετε να κάνετε μία προθέρμανση ενόψει του live των Δραμαμίνη, μπορείτε να επισκεφτείτε την ιστοσελίδα τους dramamini.gr, για να κατεβάσετε όλες τις δισκογραφικές τους δουλειές, τη διαδραστική εφαρμογή τους και το καινούργιο τους τραγούδι.
28
Στην ίδια αφετηρία Ο Ντένης Μακρής, ο Αλέξανδρος Χρυσανθόπουλος και ο Παντελής Βασιλόπουλος ανήκουν στην πολύ νέα γενιά ηθοποιών. Μετρούν μόλις λίγα χρόνια από την αποφοίτησή τους από τη δραματική σχολή, αλλά από τώρα έχουν δείξει ότι το μέλλον τους ανήκει. Ο Ντένης έχει κερδίσει ήδη μία υποψηφιότητα για το Βραβείο Χορν χάρη στην ερμηνεία του στον «Αμλετ» που σκηνοθέτησε ο Χρήστος Θεοδωρίδης. Ο Αλέξανδρος χαίρει της εκτίμησης του Θωμά Μοσχόπουλου και έχει συνεργαστεί κιόλας τρεις φορές μαζί του. Και ο Παντελής κάνει το θεατρικό του ντεμπούτο στην Αθήνα, έχοντας ήδη ξεχωρίσει στη Θεσσαλονίκη και στο ΚΘΒΕ, απ’ όπου και αποφοίτησε. Οι τρεις τους συναντιούνται στη νέα παραγωγή του θεάτρου Πόρτα, τις «Ιδιοτροπίες της Μαριάννας» του Γάλλου συγγραφέα του ρομαντισμού Αλφρέ ντε Μυσσέ, που σκηνοθετεί ο Θωμάς Μοσχόπουλος με έναν
θίασο άξιων ηθοποιών (Ξένια Καλογεροπούλου, Αλεξάνδρα Σακελλαροπούλου, Χρήστος Σαπουντζής, Γιώργος Παπαγεωργίου, Ηλιάνα Μαυρομάτη κά.).
μπληρώνει ότι «στον πυρήνα του πρόκειται για ένα πολύ σκοτεινό έργο, κάτι που δεν φαίνεται από την πρώτη ανάγνωση».
Πρόκειται για ένα έργο το οποίο κάποιος μπορεί να θεωρήσει με μία πρώτη ματιά απλοϊκό. «Στην αρχή είχα την εντύπωση ότι είναι μία ιστορία ερωτευμένων κι ενός φίλου που κάνει πλάκα. Μέσα, όμως, από τις σκηνοθετικές ιδέες του Θωμά άρχισε όλο αυτό να περιπλέκεται σε ένα γαϊτανάκι ανθρώπινων σχέσεων. Ερωτας, φιλία, οικογένεια, κοινωνικές τάξεις…» μου λέει ο Αλέξανδρος. «Τελικά ο άδειος χώρος που μένει και σήμερα στις διαπροσωπικές μας σχέσεις αφήνει τα ίδια αποτελέσματα. Και σήμερα μέσα από το Facebook και γενικότερα το διαδίκτυο μπορεί να φαντασιώνεσαι κάτι χωρίς να το έχεις δει ή να το έχεις αγγίξει. Μας αποκαλύφθηκε μία φοβερή αναλογία του τότε με το σήμερα», παρεμβαίνει ο Ντένης και ο Παντελής συ-
Ο Ντε Μυσσέ έγραψε τις «Ιδιοτροπίες της Μαριάννας» το 1832 σε μία Γαλλία ηθικά καταρρακωμένη και ματαιωμένη μετά τη συντριπτική ήττα του Ναπολέοντα. Αν διαβάσει κανείς την υπόθεση νομίζει ότι έχει να κάνει με ένα μελόδραμα της εποχής. Ο νεαρός Σέλιο ερωτεύεται τη Μαριάννα, μία νέα όμορφη παντρεμένη γυναίκα. Δεν έχει το θάρρος, όμως, να τη διεκδικήσει και έτσι αναλαμβάνει να μεσολαβήσει ο καλύτερος φίλος του, γεγονός που περιπλέκει τα πράγματα. «Ο Σέλιο έχει ταυτιστεί με μία ιστορία που έχει ακούσει και η τόσο έντονη ταύτισή του με έναν χαρακτήρα τον οδηγεί αναπόφευκτα στο τέλος του. Γι’ αυτό κιόλας αντιμετωπίζει τον έρωτα με τη Μαριάννα ως τον έρωτα προς το ιδανικό. Δεν μιλάμε για έναν έρωτα προς το πρόσωπο
Κείμενο: Δημήτρης Χαλιώτης / Φωτογραφίες: Δώρα Καλακίδου
αυτό καθαυτό, αλλά προς τη γυναίκα Μαριάννα. Αυτό καθιστά το όλο πράγμα τόσο τέλειο, αλλά και τόσο μακρινό και άπιαστο», διευκρινίζει ο Αλέξανδρος, που μοιράζεται τον Σέλιο επί σκηνής μαζί με τον Ντένη. Οι ήρωες του έργου, που ανήκουν στην ανώτερη τάξη, είναι χαμένοι στη μετάφραση. «Φαγώνονται με το μέσα τους και τις πολύπαθεις σχέσεις τους. Ολοι οι ήρωες του έργου ακροβατούν σε μία περίεργη δισυπόστατη λεξιλαγνεία που υποκαθιστά τη δράση», παρατηρεί ο Ντένης. «Δεν ξέρουν τι θέλουν. Και ακόμα κι αν καταλάβουν τι θέλουν, δεν μπορούν να το εκφράσουν. Είτε επειδή δεν ξέρουν πώς είτε επειδή φοβούνται», προσθέτει ο Αλέξανδρος. Μοναδική εξαίρεση οι υπηρέτες, όπως ο Τίμπια που υποδύεται ο Παντελής. «Είναι το δεξί χέρι του Κλαύδιου, του άντρα της Μαριάννας. Είναι ένας περίεργος τύπος, πολύ γειωμένος. Απλά θέλει να υπάρχει και να γίνεται σημαντικός. Είναι σαν κατσαρίδα», μου λέει ο Παντελής και συνεχίζει: «Θέλει να επιβιώνει παντού και να σπέρνει διχόνοιες. Αν δεν δημιουργηθεί αναταραχή, δεν μένει ήσυχος. Προσπαθεί συνέχεια να δημιουργεί αμφιβολίες και αβεβαιότητες, γιατί αυτό τον τρέφει». Ο Ντένης συμπληρώνει: «Οι υπηρέτες ανήκουν στη λαϊκή τάξη. Τα προβλήματά τους είναι πολύ πιο πρακτικά. Δεν έχουν χρόνο να ασχοληθούν με θεωρίες και φιλοσοφίες». Η αμηχανία αυτή και η αμφιθυμία που χαρακτηρίζει τους μορφωμένους ανθρώπους έρχεται να κουμπώσει με το σήμερα. «Σε μία εποχή όπως η σημερινή της υπερκατανάλωσης και της ταχύτητας, που σου δίνει τόσες επιλογές, τελικά δεν ξέρεις πού να πιστέψεις», σχολιάζει ο Ντένης και συνεχίζει: «Περνάνε όλα τόσο γρήγορα μπροστά σου, που ανά πάσα στιγμή μπορείς να αφήσεις το ένα και να πάρεις το άλλο. Είτε σε ερωτικό είτε σε φιλικό είτε σε επαγγελματικό επίπεδο. Εχουμε μεγαλώσει με μία ασυγκράτητη λαιμαργία - συναισθηματική και υλική. Και τελικά μας λείπει να πιαστούμε από το ένα στο οποίο θα εμβαθύνουμε.
Λείπει η εμβάθυνση και η πίστη σε κάτι που σιγά σιγά θα ανθίσει». Σε ένα απόσπασμα από το βιβλίο του, «Εξομολόγηση ενός τέκνου του αιώνα», ο Ντε Μυσσέ αναφέρει σχετικά με τον 19ο αιώνα: «Οπως εκείνος ο στρατιώτης που τον ρώτησαν παλιά “σε τι πιστεύεις;” και εκείνος απάντησε αμέσως “στον εαυτό μου”, έτσι και η νεολαία της Γαλλίας ακούγοντας την ίδια ερώτηση απάντησε αμέσως: “Σε τίποτα απολύτως”». «Και σήμερα αυτό λείπει από τη νεολαία», παρατηρεί ο Παντελής. «Ωστόσο νομίζω ότι υπάρχει η ανάγκη από τους νέους να πιστέψουν σε κάτι, αφού αυτό δημιουργεί και μία ισορροπία μέσα στον καθένα μας. Κι έτσι όπως έχουν καταπατηθεί κάποιες αρχές και αξίες, αυτή η ανάγκη μεγαλώνει όλο και περισσότερο. Νομίζω ότι πρέπει να αναρωτηθεί ο καθένας μας προσωπικά τι φταίει και να ψάξουμε μαζί να βρούμε αυτό που μπορεί να μας βοηθήσει σε αυτή την κατεύθυνση». «Η πίστη είναι κάτι που ο κάθε άνθρωπος βρίσκει μόνος του μέσα του και δεν μπορεί να του το επιβάλει κανείς. Νομίζω όμως ότι στην εποχή μας έχουμε πάρα πολύ μεγάλη ανάγκη αυτή την πίστη σε κάτι που θα μας κάνει καλύτερους ανθρώπους πάνω απ’ όλα», σχολιάζει ο Αλέξανδρος. «Πιστεύετε ότι μπορεί να μπαίνουμε σε μία εποχή που θα αφήσει χώρο στο συλλογικό;» τους ρωτάω. «Αυτή η ένωση είναι η καλύτερη αντίσταση απέναντι στην εξουσία, τους πολέμους, τη διαφθορά. Στην εποχή μας, όμως, η διάσπαση που υπάρχει, η καθημερινότητα που δεν σε αφήνει να σταθείς ούτε στιγμή, δεν αφήνει να υπάρξει αυτή η ένωση. Πιστεύω, ωστόσο, ότι σε όλους τους ανθρώπους υπάρχει η επιθυμία για ομαδικότητα», απαντάει πρώτος ο Αλέξανδρος. «Ενα ολόκληρο σύστημα βασίστηκε στη μονάδα. Μιλάω για το καπιταλιστικό σύστημα. Τώρα βλέπουμε ότι αυτό το σύστημα τρώει τις σάρκες του», παρεμβαίνει
29
Ιανουάριος 2016
ο Ντένης. «Οφείλουμε να προσανατολιστούμε σε πιο συλλογικές καταστάσεις και αυτό έχει να κάνει με το πώς οργανώνω τη ζωή μου, πώς σκέφτομαι, πώς συναντάω τους άλλους… Εχει να κάνει με το ίδιο το εκπαιδευτικό σύστημα και με το πώς ειδικευόμαστε με στόχο να βγάλουμε λεφτά. Νομίζω από εκεί πρέπει να αλλάξει το πράγμα. Θέλουμε μία εκπαίδευση με πιο ολιστικό χαρακτήρα. Θέλω να πιστεύω ότι στα επόμενα χρόνια μπορεί να έχουμε μία μετακίνηση σε αυτό». «Το ατομικό και το συλλογικό θα πρέπει κάπως να ταυτίζονται. Μέχρι σήμερα ο καθένας κοιτούσε τα δικά του συμφέροντα. Ας κοιτάξουμε πια να έχουμε και κάποια κοινά συμφέροντα. Νομίζω ότι έτσι θα μπορέσουμε να λειτουργήσουμε καλύτερα. Πρέπει να το κυνηγήσουμε αυτό, γιατί είναι πολύ δύσκολα τα πράγματα», αναφέρει ο Παντελής. «Ο λαός που πέρασε τόσα και τόσα κουβαλάει στην καρδιά του δύο πληγές: ότι εκείνο που ήταν δεν είναι πια κι εκείνο που θα ’ρθει δεν έχει έρθει ακόμα», καταλήγει ο Ντε Μυσσέ στην «Εξομολόγηση ενός τέκνου του αιώνα». Σήμερα είναι σαν να ξαναζούμε ακριβώς αυτό που περιγράφει. «Αυτό το “ακόμα” αν δεν γίνει συλλογικά δεν θα γίνει ποτέ», παρατηρεί ο Αλέξανδρος. «Πάνω σε αυτό πρέπει να σκεφτούμε πρώτιστα τι είναι αυτό που θέλουμε να έρθει. Και ατομικά και στη συνέχεια και συλλογικά. Οχι να περιμένουμε να έρθει κάτι, αλλά να σκεφτούμε τι μπορούμε να κάνουμε εμείς για να έρθει αυτό το κάτι», παρεμβαίνει ο Παντελής. Και ο Ντένης καταλήγει: «Αυτό το “σκόρπισμα” που μας συμβαίνει δυσκολεύει αυτό που είναι να έρθει. Οταν έχεις τόσους ορίζοντες και τόσες επιλογές, αναγκαστικά διασπώνται οι δυνάμεις και απομακρύνεται η σύνθεση που θα μπορούσε ίσως να μας οδηγήσει σε μία περιοχή όπου θα γεννηθεί κάτι νέο. Αλλά νομίζω ότι σιγά-σιγά μπορεί να υπάρχουν ρωγμές σε όλο αυτό».
30
Τα blockbusters του 2016 Η αδρεναλίνη μας φέτος αναμένεται να χτυπήσει κόκκινο: 12+1 blockbusters έρχονται στη μεγάλη οθόνη με στόχο να μας αφήσουν με το στόμα ανοιχτό. Τα πολλά λόγια είναι περιττά, πάμε να μάθουμε τις χορταστικές υπερπαραγωγές που μας ετοιμάζει φέτος η αμερικάνικη κινηματογραφική βιομηχανία… Η ΑΛΙΚΗ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΑΘΡΕΦΤΗ Πρεμιέρα στην Ελλάδα: 26 Μαΐου Ωρα να χαλαρώσουμε λιγάκι με τo sequel του “Alice in Wonderland”, που το 2010 έφερε στα ταμεία παγκοσμίως κάτι παραπάνω από ένα δισεκατομμύριο δολάρια! Η συνέχεια δεν φέρει τη σκηνοθετική υπογραφή του Τιμ Μπάρτον, αλλά σε αυτή επιστρέφουν οι δημοφιλείς πρωταγωνιστές του, όπως ο Τζόνι Ντεπ, η Αν Χάθαγουεϊ και η Ελενα Μπόναμ Κάρτερ. Αυτή τη φορά η Αλίκη επιστρέφει στη Χώρα των Θαυμάτων και ταξιδεύει πίσω στον χρόνο για να σώσει τον Mad Hatter (ελληνιστί Καπελά). Μικροί και μεγάλοι θεατές έχουν την τιμητική τους!
ASSASSIN’S CREED Πρεμιέρα στις ΗΠΑ: 21 Δεκεμβρίου Ενα από τα πιο δημοφιλή video games δράσης έρχεται στη μεγάλη οθόνη. Η υπόθεση της ταινίας θέλει τον Κάλουμ Λιντς, που υποδύεται ο Μάικλ Φασμπέντερ, να βιώνει τις περιπέτειες του προγόνου του, Αγκιλάρ, στην Ισπανία του 15ου αιώνα, μέσα από μία επαναστατική τεχνολογία που ξεκλειδώνει τις γενετικές του μνήμες. Κάπως έτσι, ο Κάλουμ ανακαλύπτει ότι κατάγεται από μια μυστηριώδη κρυφή αδελφότητα, τους Ασσασίνους, και συγκεντρώνει φοβερές γνώσεις και ικανότητες για να αντιμετωπίσει την καταπιεστική και παντοδύναμη οργάνωση των Ναϊτών στο σήμερα. Στο πλευρό του Φασμπέντερ θα δούμε τη Μαριόν Κοτιγιάρ.
BATMAN vs SUPERMAN: Η ΑΥΓΗ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ Πρεμιέρα στην Ελλάδα: 24 Μαρτίου Το 2016 ξεκινάει για το Χόλιγουντ με μία σύγκρουση υπερηρώων: Batman εναντίον Superman. Ποιον από τους δύο χρειάζεται περισσότερο η ανθρωπότητα; Η κόντρα των δύο τους φουντώνει, αλλά ένας πραγματικός Κακός θα τους αναγκάσει να το ξανασκεφτούν. Μία νέα απειλή ονόματι Doomsday, δια χειρός του Lex Luthor, θα κάνει τον Batman και τον Superman να ενώσουν τις δυνάμεις τους για να σώσουν την ανθρωπότητα. Αυτή τη φορά τους χρειαζόμαστε και τους δύο! Ο Ζακ Σνάιντερ («300») σκηνοθετεί τους Μπεν Αφλεκ (λέγε με Batman) και Χένρι Κάβιλ (λέγε με Superman) σε ένα blockbuster που θα ενώσει τους fans και των δύο υπερηρώων.
Κείμενο: Δημήτρης Χαλιώτης
31
Ιανουάριος 2016
CAPTAIN AMERICA: ΕΜΦΥΛΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ Πρεμιέρα στην Ελλάδα: 5 Μαΐου Οχι, ο Batman και ο Superman δεν είναι οι μόνοι υπερήρωες που έρχονται αντιμέτωποι το 2016. Εμφύλιος πόλεμος ξεσπάει και στο πλήρωμα των Avengers, με τον Captain America να τα βάζει με τον Iron Man. Σκούρα τα πράγματα! Εφοδιαστείτε κουβάδες ποπ κορν και προσευχηθείτε να μείνει τίποτα όρθιο μέχρι να τα βρουν. Στην τρίτη ταινία του “Captain America” ο Κρις Εβανς συναντά τους Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ, Σκάρλετ Γιόχανσον, Τζέρεμι Ρένερ και τον νέο SpiderMan, Τομ Χόλαντ.
X-MEN: APOCALYPSE Πρεμιέρα στις ΗΠΑ: 27 Μαΐου Το ένατο κεφάλαιο των X-Men παίρνει τον τίτλο του από τον ομώνυμο μεταλλαγμένο ήρωα, που υποδύεται ο Οσκαρ Αϊζακ, και θέλει τον τελευταίο σε μία αποστολή εκκαθάρισης του ανθρώπινου γένους! Στην ταινία, που φέρει εκ νέου την υπογραφή του Μπράιαν Σίνγκερ (κι αυτό το λες καλό!) πρωταγωνιστούν επίσης η Τζένιφερ Λόρενς ως Raven, ο Μάικλ Φασμπέντερ ως Magneto και ο Τζέιμς ΜάκΑβοϊ ως Charles Xavier. Αγαπάμε X-Men!
ΨΑΧΝΟΝΤΑΣ ΤΗΝ ΝΤΟΡΙ Πρεμιέρα στην Ελλάδα: 1η Σεπτεμβρίου Μετά τον Νέμο τώρα ψάχνουμε… την Ντόρι! Το θυμάστε το γλυκύτατο ψαράκι του «Ψάχνοντας τον Νέμο», που μετά από λίγα δευτερόλεπτα ξεχνούσε και το όνομά του; Αυτή είναι η Ντόρι και μόλις… χάθηκε! Δεκατρία χρόνια μετά το υπέροχο «Ψάχνοντας τον Νέμο», η Pixar επιστρέφει με το νέο κεφάλαιο της ιστορίας, πάντα στον βυθό της θάλασσας. Η Ελεν ΝτεΤζενέρις δανείζει ξανά τη φωνή της στη Ντόρι και τα μικρά και τα μεγάλα παιδιά αναμένεται να σχηματίσουν και πάλι ουρές έξω από τις αίθουσες. Μην ξεχνάτε, ο Νέμο έκανε εισπράξεις 936.000.000 δολαρίων παγκοσμίως!
GHOSTBUSTERS Πρεμιέρα στις ΗΠΑ: 15 Ιουλίου
Οι περισσότεροι τους λατρέψαμε μέσα από την τηλεόραση, αλλά δεν ξεχνάμε και το πέρασμά τους από τη μεγάλη οθόνη το 1984 με τους Μπιλ Μάρεϊ, Νταν Ακροϊντ και Σιγκούρνι Γουίβερ. Τώρα οι "Ghostbusters" επιστρέφουν με ανανεωμένο φυσικά καστ (Κρις Χέμσγουορθ, Κρίστεν Γουίγκ, Μελίσα ΜακΚάρθι), αλλά και τους παλιούς πρωταγωνιστές να δίνουν το «παρών» μέσα από cameo. Η πλοκή της νέας ταινίας κρατείται προς το παρόν επτασφράγιστο μυστικό. Πάντως ένα είναι σίγουρο, δεν θα μείνει φάντασμα για φάντασμα!
STAR TREK BEYOND Πρεμιέρα στις ΗΠΑ: 22 Ιουλίου Νέο κεφάλαιο "Star Trek" με τους Σάιμον Πεγκ, Ζόι Σαλντάνα, Κρις Πάιν και Ζάκαρι Κουίντο σταθερά στις θέσεις τους. Και εδώ η πλοκή δεν έχει ανακοινωθεί ακόμα, αλλά όταν μιλάμε για το "Star Trek" δεν χρειάζεται να ξέρεις την πλοκή για να πας να το δεις! Πάντως το γεγονός ότι αυτή τη φορά αντί για τον Τζ. Τζ. Εϊμπραμς, που σκηνοθέτησε το “Star Trek Into Darkness” τρία χρόνια πριν, στην καρέκλα του σκηνοθέτη κάθεται ο τηλεοπτικός Τζάστιν Λιν δεν μας ενθουσιάζει κιόλας.
ICE AGE: COLLISION COURSE Πρεμιέρα στις ΗΠΑ: 22 Ιουλίου Ας πάρουμε μία ανάσα από τα sci-fi blockbusters, με τη νέα πολυαναμενόμενη «Εποχή των παγετώνων». Ή μήπως και η «Εποχή των παγετώνων» βγαίνει στο διάστημα αυτή τη φορά; Και όμως… Ετοιμαστείτε να δείτε τον Scrat αστροναύτη! Στα χέρια του είναι η σωτηρία του πλανήτη και της τρελοπαρέας (Manny, Sid, Diego). Σωθήκαμε! Αν μη τι άλλο θα γελάσουμε!
33
Ιανουάριος 2016
ΗΜΕΡΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑΣ 2
Πρεμιέρα στις ΗΠΑ: 24 Ιουνίου Χρειάστηκαν 20 χρόνια για να επιστρέψουν, αλλά οι εξωγήινοι είναι και πάλι εδώ και αυτή τη φορά δεν θα φύγουν τόσο εύκολα! Δύο δεκαετίες μετά την πρώτη «Ημέρα Ανεξαρτησίας», που σάρωσε ταμεία, το sequel του απόλυτου sci-fi blockbuster είναι εδώ. Χωρίς τον Γουίλ Σμιθ, αλλά με τους Τζεφ Γκόλντμπλουμ και Μπιλ Πούλμαν από το παλιό καστ, όπως και τους νεοαφιχθέντες Λίαμ Χέμσγουορθ και Σαρλότ Γκενσμπούρ. Ο Ρόλαντ Εμεριχ κάθεται και πάλι στο σκηνοθετικό τιμόνι και ετοιμάζεται να κάνει (για μία ακόμα φορά) τη Γη… γυαλιά καρφιά!
FANTASTIC BEASTS AND WHERE TO FIND THEM Πρεμιέρα στην Ελλάδα: 17 Νοεμβρίου Η αρχή ενός νέου franchise με την υπογραφή της Τζ. Κ. Ρόουλινγκ; Η διάσημη συγγραφέας του Harry Potter δανείζεται στοιχεία από το σύμπαν του έφηβου μάγου και επιστρέφει με μία ταινία που μας ταξιδεύει 70 χρόνια πριν γεννηθεί ο Harry. Οχι, δεν είναι prequel. Η ίδια θέλει να το βλέπει ως μία επέκταση του μαγικού κόσμου της. Πάντως ο νέος κεντρικός της ήρωας ονόματι Newt Scamander είναι ο συγγραφέας του βιβλίου που διάβασε ο Harry Potter όταν πήγαινε σχολείο.
ROGUE ONE: A STAR WARS STORY Πρεμιέρα στις ΗΠΑ : 16 Δεκεμβρίου Το επόμενο κεφάλαιο του “Star Wars” βρίσκεται ήδη στη φάση του post production. Η ιστορία εκτυλίσσεται αμέσως μετά την ίδρυση της Αυτοκρατορίας, όταν μια ομάδα επαναστατών πρέπει να κλέψει τα σχέδια του Αστρου του Θανάτου, πριν χρησιμοποιηθούν για την παγίωση της κυριαρχίας του αυτοκράτορα. Πρωταγωνιστές της ταινίας είναι οι Φελίσιτι Τζόουνς, Μαντς Μίκελσεν, Ντιέγκο Λούνα και άλλοι. ΓΑΜΟΣ ΑΛΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ 2 Πρεμιέρα στις ΗΠΑ: 24 Μαρτίου Το αφήσαμε τελευταίο, αν και κάνει πρεμιέρα τον ερχόμενο Μάρτιο. Ο λόγος είναι ότι δεν το λες και blockbuster (αν και η πρώτη ταινία κατάφερε να κάνει 368.000.000 δολάρια παγκοσμίως!). Στο ελληνικό box office όμως θα λειτουργήσει σίγουρα ως blockbuster. Δεκατέσσερα χρόνια μετά τον πρώτο «Γάμο» η Νία Βαρντάλος επιστρέφει με το sequel, που θέλει την Τούλα και τον Ιαν να περνούν κρίση στον γάμο τους έχοντας εστιάσει στην προβληματική έφηβη κόρη τους. Ενας ακόμα μεγαλύτερος… γάμος αλά ελληνικά έρχεται προσεχώς και όλα θα μπουν στη θέση τους!
34
Κείμενο: Ανδρέας Γιαννόπουλος
35
Ιανουάριος 2016
Οι ενήλικοι… παίζουν και μαθαίνουν Εχοντας σπουδάσει ευρωπαϊκή κοινωνιολογία και ψυχολογία σε Αγγλία και Ισπανία και έχοντας εργαστεί σε μεγάλες τεχνολογικές εταιρείες στην Ισπανία, η Δανάη Αντωνοπούλου αποφάσισε πριν από πέντε χρόνια να επιστρέψει στην Ελλάδα. Μαζί της κουβάλησε και μία διαφορετική αντίληψη πάνω στις εταιρικές σχέσεις, σύμφωνα με την οποία όλοι οι εργαζόμενοι μπορούν να βελτιώνονται διαρκώς, αρκεί να τους προσεγγίσεις σωστά. Για να εφαρμόσει τις ιδέες της αποφάσισε να ιδρύσει την Pegneon, μια startup που θέλει να αναβαθμίσει τον τρόπο εκπαίδευσης του ανθρώπινου δυναμικού των επιχειρήσεων με την αξιοποίηση της τεχνολογίας. «H εμπειρία μου στον τομέα του ανθρώπινου δυναμικού, στον οποίο ασχολήθηκα για τέσσερα χρόνια στην Ισπανία, μου έδωσε την ευκαιρία να γνωρίσω μια διαφορετική εταιρική κουλτούρα», μου εξηγεί, πιάνοντας την ιστορία της από την αρχή. «Το μικρόβιο, όμως, μπήκε μέσα μου λίγα χρόνια πριν, όταν σε μια διάλεξη στο πανεπιστήμιο ένας καθηγητής ανέφερε ότι οι άνθρωποι για να γίνουν καλύτεροι πρέπει να προσαρμόζονται στα δεδομένα της εποχής τους και να μη μένουν προσκολλημένοι στο παρελθόν». Αποφάσισε έτσι να ιδρύσει την inspiringcareer.gr, μια πλατφόρμα με στόχο την ανάπτυξη σταθερών δεσμών συνεργασίας μεταξύ εταιρειών και εξειδικευμένων στελεχών που αναζητούν «δυναμισμό και όχι παθητικότητα, μακροχρόνιους συνεργάτες και όχι υπαλλήλους». Στο συγκεκριμένο περιβάλλον οι εταιρείες διεξάγουν σε ετήσια βάση σεμινάρια για το ανθρώπινο δυναμικό τους με θέματα όπως η ηγεσία, η ομαδικότητα, οι αξίες της εταιρείας και οι κανόνες της εύρυθμης εταιρικής λειτουργίας που πρέπει να ακολουθούνται. Κατά τη διάρκεια ενός τέτοιου σεμιναρίου, η Δανάη συνειδητοποίησε ότι οι περισσότεροι έβρισκαν βαρετή τη διαδικασία της εκπαίδευσης γιατί οι άνθρωποι είχαν προσαρμοστεί στα δεδομένα της εποχής τους, αλλά ο τρόπος εκπαίδευσης είχε μείνει προσκολλημένος στο παρελθόν.
Εβαλε, λοιπόν, μπροστά την Pegneon με στόχο την ανάπτυξη παιχνιδιών με εκπαιδευτικό σκοπό. Για να τα καταφέρει πήρε μαζί της άλλα πέντε άτομα: τον Σωτήρη Γυφτόπουλο, προγραμματιστή παιχνιδιών, την Ερμιόνη Κοντολαιμάκη, creative director, τον Στέφανο Τσακλίδη, προγραμματιστή λογισμικού, την Αλκη Αντωνοπούλου, instructional designer, και τον Γιάννη Γκέκη, 3D animator. Οσο για το όνομα της startup, προέρχεται από τη λέξη παίγνιο, που σημαίνει παιχνίδι. «Η Pegneon συνδυάζει την ελληνική κουλτούρα με την εκπαίδευση και αυτό είναι το όραμά μας: να μπορούμε να προσφέρουμε educational games που έχουν στόχο τη γνώση και την πρόληψη». Μέσα σε έναν χρόνο λειτουργίας η ομάδα έχει καταφέρει να αναπτύξει τρεις εφαρμογές, το Fire Safety Game, το Induction Game και τα Safety Games. To Fire Safety Game αναφέρεται στους κανόνες ασφαλείας που θα πρέπει να τηρούμε όλοι στην καθημερινότητά μας και σχεδιάστηκε και αναπτύχθηκε με βάση την ισχύουσα ευρωπαϊκή νομοθεσία. «Είναι ένα εκπαιδευτικό παιχνίδι διάρκειας 10 λεπτών», τονίζει η Δανάη, «και εξετάζει όλη τη θεματολογία που πρέπει να γνωρίζει ένας εργαζόμενος στον χώρο που κινείται τις περισσότερες ώρες της ημέρας». Το Induction Game, από την πλευρά του, έχει ως αντικείμενο τις βασικές διαδικασίες που πρέπει να ακολουθούνται από τις εταιρείες ώστε να ενσωματώνονται ομαλά οι νεοεισερχόμενοι υπάλλήλοι στο εργασιακό τους περιβάλλον. «Το συγκεκριμένο εκπαιδευτικό παιχνίδι αναβαθμίζει τον τρόπο ένταξης των ανθρώπων στις εταιρείες που θέλουν να έχουν μια διαφοροποιημένη εταιρική κουλτούρα και εναλλακτικό τρόπο εκπαίδευσης στο ανθρώπινο δυναμικό τους», διευκρινίζει. Τα Safety Games, τέλος, σχετίζονται με θέματα ασφάλειας σε χώρους αυξημένης επικινδυνότητας, όπως εργοστασιακοί χώροι διαφόρων κλάδων. Συνεχίζοντας την κουβέντα μας, η Δανάη μού αναλύει τις προοπτικές του κλάδου, εκφράζοντας την άποψη ότι «ο χώρος του gaming γενικότερα δεν είναι μια μόδα που θα περάσει». Πιστεύει, μάλιστα, πως οι νεότερες γενιές υιοθετούν ήδη τις νέες τεχνολογίες, εκ-
παιδεύονται μέσω serious games, educational games και learning games και στη συνέχεια μοιράζονται τις εμπειρίες τους μέσω social media. «Θεωρώ πως έχουμε μπροστά μας έναν μεγάλο κύκλο ανάπτυξης, όπου δεν θα μιλάμε για serious games αλλά για παγκοσμιοποίηση της συγκεκριμένης κατηγορίας, με ανεξάντλητες δυνατότητες». Οπως είναι φυσικό, βέβαια, η ανάπτυξη αυτή δεν μπορεί να αφήσει τον ανταγωνισμό αδιάφορο. Γι’ αυτό η ομάδα φροντίζει τα educational games της να αποτελούν ένα πολύτιμο εργαλείο για τις διευθύνσεις ανθρώπινου δυναμικού των εταιρειών, προσφέροντας αναλυτικά ποσοτικά στοιχεία με τις επιδόσεις των υπαλλήλων με στόχο τον εμπλουτισμό και την ενδυνάμωση της εκπαίδευσής τους. «Ολα μας τα παιχνίδια είναι βασισμένα στις ανάγκες της εκάστοτε επιχείρησης, που έχει τις δικές της προδιαγραφές ως προς την ασφάλεια ή τη γενικότερη εκπαίδευση του προσωπικού της. Επιπλέον, το πλεονέκτημα των εκπαιδευτικών παιχνιδιών της Pegneon είναι ότι μπορούν να χρησιμοποιούνται είτε σε online είτε σε offline επίπεδο σε όλες τις συσκευές (PC και tablet)». Οσο για τα επόμενα σχέδια της Pegneon, η Δανάη είναι αρκετά ξεκάθαρη: «να διατηρήσει τον ενθουσιασμό και την όρεξη να δημιουργεί όσο αναπτύσσεται». Οπως μου λέει, όλα τα μέλη της ομάδας έχουν δώσει μια υπόσχεση: να διαφυλάξουν τις αρχές τους και να δημιουργούν μακροχρόνιες συνεργασίες που θα τους εξελίσσουν και θα τους επιτρέπουν να πάνε ένα βήμα πιο μπροστά. «Βασικό αντικείμενο της Pegneon είναι η δημιουργική σύνθεση της εκπαίδευσης με την τεχνολογία και τη διασκέδαση», προσθέτει και καταλήγει: «Ο εκπαιδευτικός χώρος έχει μεγάλο ενδιαφέρον και αμέτρητες δυνατότητες. Η ενσωμάτωση των Serious Games μπορεί να βοηθήσει και τα ίδια τα παιδιά, βελτιώνοντας την αντίληψή τους και τον τρόπο αντιμετώπισης μιας σειράς θεμάτων όπως η συμπεριφορά, η σωστή διατροφή και το περιβάλλον». Δυνατότητες, δηλαδή, χωρίς τέλος!
36
To πρώτο θεματ Από την Παρασκευή 22 Ιανουαρίου ο OTE TV κατοχύρωσε στην πράξη μια πρωτιά! Από εκείνη την ημέρα ο OTE TV -με την έναρξη λειτουργίας του OTE HISTORY- έγινε η πρώτη συνδρομητική πλατφόρμα στη χώρα μας που αποφάσισε να επενδύσει στον Πολιτισμό και την Ιστορία. Το ΟΤΕ HISTORY είναι σήμερα ένα πλούσιο σε πρόγραμμα θεματικό κανάλι 24ωρης λειτουργίας, μέσα από το οποίο βρίσκει διέξοδο και η εγχώρια παραγωγή υψηλής ποιότητας οπτικοακουστικού περιεχομένου και μαζί με εκείνη, οι δημιουργοί και οι συντελεστές αυτών των παραγωγών. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο το OTE HISTORY είναι και το μοναδικό κανάλι που προβάλλει με οργανωμένο και συστηματικό τρόπο ντοκιμαντέρ στην ελληνική τηλεόραση, με επίκεντρο την ιστορία και τον πολιτισμό του τόπου μας. Την ίδια στιγμή, με τη λειτουργία του ΟΤΕ HISTORY διευρύνονται σε σημαντικό βαθμό οι διαθέσιμες επιλογές ενός ιδιαίτερα απαιτητικού σε περιεχόμενο και ποιότητα κοινού, ενώ συνδυαστικά με τα αφιερώματα, για παράδειγμα στους σύγχρονους Ελληνες σκηνοθέτες στο κανάλι OTE CINEMA 3, ο ΟΤΕ TV διαμορφώνει ένα ισχυρής έντασης σημείο αναφοράς για τον πολιτισμό, αλλά και τη σύγχρονη ελληνική δημιουργία, παρέχοντας και ένα μήνυμα υψηλής κοινωνικής ευθύνης. Με σταθερό σημείο αναφοράς την Ελλάδα, το OTE HISTORY καλύπτει ένα ευρύ φάσμα θεματικών: ιστορία και μυθολογία από την αρχαιότητα έως σήμερα, τέχνες και πολιτισμός, επιστήμη και σημαντικά ανθρώπινα επιτεύγματα, οι τόποι της Ελλάδας και οι παραδόσεις τους, τα ήθη και τα έθιμα της χώρας, οι μεγάλες προσωπικότητες του χθες και του σήμερα. Οι συνδρομητές του OTE TV θα μπορούν δίχως επιπλέον χρέωση στο 24ωρο πρόγραμμα του καναλιού να απολαύσουν: rç ¶É¼ç ÉÏÊÆÄà¼É϶Íç Âļç ÏÃÉç ÇÇ ¿¼ç ¼Ë¹ç ¿ÄÀÐÉ·ç δίκτυα και κανάλια, όπως το BBC, το National Geographic και το Discovery Channel. rç ÏÊÆÄà¼É϶ÍçÀÇÇÃÉÄÆ·Òç˼ͼÂÑ·Òç¼Ë¹çËÊÇÄÏÄστικά ιδρύματα και άλλους φορείς, ανεξάρτητους παραγωγούς, Ελληνες δημιουργούς κά. rç ÆËÊà˶Òç˼ͼÂÑ·ÒçÏÊÔç ¡ ç13
Η αναφορά και μόνο ντοκιμαντέρ και σειρών που εντάχθηκαν στο πρόγραμμα δείχνει το εύρος και την ποιότητα του περιεχόμενου του OTE HISTORY. Tο ντοκιμαντέρ «Αριστοτέλης Ωνάσης» του BBC για την ταραχώδη προσωπική ζωή, αλλά και τη σπουδαία επιχειρηματική δράση του «Χρυσού Ελληνα», το ντοκιμαντέρ «Μέγας Αλέξανδρος: Η Μεγάλη Μάχη», όπου ο συγγραφέας και ηθοποιός Μάικλ Γουντ ακολουθεί τα ίχνη του Μεγάλου Αλεξάνδρου από τη Συρία έως το Ιράκ προκειμένου να ρίξει φως στα γεγονότα που σημάδεψαν την καθοριστική μάχη του Μακεδόνα στρατηλάτη εναντίον του περσικού στρατού το 331 πΧ., η σειρά μυθολογίας του A+E Networks, «Η Σύγκρουση των Θεών», που ταξιδεύει στη μινωική Κρήτη για να ρίξει φως στην ιστορία του Μινώταυρου και αναζητά την αλήθεια πίσω από τον μύθο της Μέδουσας, μίας από τις Γοργόνες της ελληνικής μυθολογίας. Επίσης, το ντοκιμαντέρ «Ημερολόγια Καταστρώματος - Γιώργος Σεφέρης» για το έργο ÏÊÔç ½Í¼½ÀÔà¶ÉÊÔç àÀç ¹àËÀÇç ËÊÄÃÏ· ç à¶Î¼ç ¼Ë¹ç ÆÀ¸μενα, μουσικές, μαρτυρίες, ντοκουμέντα της εποχής και επισκέψεις στους τόπους όπου έζησε ο Σεφέρης, αλλά και το ντοκιμαντέρ «Στην άκρη του Αιγαίου: Καστελόριζο», μια συμπαραγωγή του ΟΤΕ TV, που κατα-
γράφει την ιστορία, τα δεινά που υπέστη το γραφικό νησί από τους κατακτητές, τη μετανάστευση, τις φυσικές καταστροφές, αλλά και την αναγέννησή του. Οι παραγωγές του OTE TV για το OTE HISTORY, σύμφωνα με τους σχεδιασμούς των υπευθύνων, θα ενισχυθούν μελλοντικά και με άλλες εκπομπές με θέματα από την πλούσια ελληνική ιστορία και τον πολιτισμό, αλλά και τις πολιτιστικές δράσεις του σήμερα. Επιπλέον, το πρόγραμμα του OTE HISTORY, στην ίδια γραμμή, θα συνεχίσει να εμπλουτίζεται με νέο και ενδιαφέρον περιεχόμενο σε συνεργασία και με τρίτους φορείς.
Publi
37
Ιανουάριος 2016
τικό κανάλι
για τον Πολιτισμό και την Ιστορία
«Το OTE HISTORY αποτελεί ένα σημαντικό έργο για τον ΟΤΕ, έναν οργανισμό στενά δεμένο με τη σύγχρονη ελληνική ιστορία, με ξεχωριστό πολιτιστικό ρόλο και ευθύνη. Με ντοκιμαντέρ και εκπομπές υψηλής ποιότητας και αισθητικών προδιαγραφών για την ιστορία, τον πολιτισμό, τους ανθρώπους και τις παραδόσεις του τόπου μας, το κανάλι αυτό μπορεί να αποτελέσει έναν νέο τόπο ψυχαγωγίας και μόρφωσης για τους τηλεθεατές. Το OTE HISTORY δημιουργήθηκε με πολλή προσπάθεια, όραμα και σεβασμό απέναντι στο περιεχόμενο και το κοινό του. Είναι η παρακαταθήκη μας για τις επόμενες γενιές. Στόχος μας είναι μέσα στο επόμενο διάστημα το κανάλι να συνεχίσει να εμπλουτίζεται και με περισσότερες δικές μας παραγωγές, ώστε να χωρέσει όλη τη σπουδαία ιστορία της χώρας μας».
Η πρώτη πρωτότυπη εκπομπή του OTE HISTORY, η εκπομπή «Ελλάδα από το Α ως το Ω», ήταν εκείνη που με ένα αφιέρωμά της στην πόλη της Θεσσαλονίκης εγκαινίασε το πρόγραμμα του καναλιού στις 9.00 το βράδυ της Παρασκευής 22 Ιανουαρίου. Πιο συγκεκριμένα, κάτω από τον τίτλο «Ελλάδα από το Α ως το Ω», η εκπομπή φιλοξενεί μία σειρά πολιτιστικών ντοκιμαντέρ που μας ταξιδεύουν σε διαφορετικούς τόπους σε όλη τη χώρα μέσα από τα μάτια σημαντικών Ελλήνων οι οποίοι συνδέονται με τους συγκεκριμένους τόπους και μας ξεναγούν σε αυτούς επιχειρώντας ένα ιστορικό, πολιτιστικό, κοινωνικό και επιστημονικό ταξίδι. Πρώτος σταθμός η Θεσσαλονίκη και ακολουθούν και άλλοι πολλοί, η Φλώρινα, ο Βόλος, η Τήνος, το Πήλιο, η Κρήτη, ο Πειραιάς, τα Ιωάννινα και η Αθήνα. Ανάμεσα στις προσωπικότητες που μας ξεναγούν στους προορισμούς του Α ως Ω είναι: Για τη Θεσσαλονίκη ο Μιχαήλ Μαρμαρινός, η Σοφία Νικολαΐδου, ο Θωμάς Κοροβίνης, η Εφη Στα-
Μιχάλης Τσαμάζ, Πρόεδρος και Διευθύνων Σύμβουλος του Ομίλου ΟΤΕ.
μούλη, ο Αλκης Μπάης, ο Παύλος Παυλίδης και οι Beetroot, για τη Φλώρινα ο διευθυντής φωτογραφίας και σταθερός συνεργάτης του Θόδωρου Αγγελόπουλου, Γιώργος Αρβανίτης, ο καθηγητής της Σχολής Καλών Τεχνών της Φλώρινας, Χάρης Κοντοσφύρης, ο ερμηνευτής της χάλκινης και βαλκανικής τρομπέτας, Παντελής Στόικος, ο εκπαιδευτικός Γιάννης Δαϊκόπουλος και η βραβευμένη βιολόγος Ειρήνη Κουτσερή από την Εταιρεία Προστασίας Πρεσπών.
[Απόσπασμα από την ομιλία του κατά τη διάρκεια παρουσίασης του καναλιού OTE HISTORY]
38
Κείμενο: Νικήτας Καραγιάννης / Φωτογραφίες: Δώρα Καλακίδου
39
Ιανουάριος 2016
Λεωφόρος Θηβών & Μάρκου Μπότσαρη Περνώντας πάλι από τις γειτονιές στις οποίες μεγάλωσα, νιώθω σαν θεατής μπροστά σε μια οθόνη που παίζει στιγμιότυπα της ζωής μου. Η συμβολή της οδού Μάρκου Μπότσαρη 1 με τη λεωφόρο Θηβών στο Αιγάλεω αποτελεί ένα τέτοιο σημείο στον χάρτη των αναμνήσεων. Κεντρικός και φορτωμένος με συναίσθημα, είναι αυτός ο κόμβος της περιοχής και της καρδιάς. Μέχρι πριν από τρία χρόνια, όταν ο Δημήτρης Τζατζανάς αποφάσισε να φτιάξει εκεί το καφέ Qahwa (προφέρεται Κάφα), το bar και coffee scene της πλημμυρισμένης με νεαρόκοσμο συνοικίας χαρακτηριζόταν περισσότερο από τα παλαιότερα ή νεότερα στέκια στην απέναντι πλευρά της παρακείμενης Ιεράς Οδού. Οι μεγάλες λεωφόροι πολλές φορές το κάνουν αυτό: οριοθετούν από ταχυδρομικούς κώδικες και ομάδες μέχρι στυλ και κοσμοθεωρίες. Σε ορισμένες γειτονιές μιας περιοχής, για παράδειγμα, συχνάζουν περισσότεροι καλλιτέχνες και γλεντζέδες, ενώ κάπου αλλού έχουν βρει απάγκιο κουλτουριάρηδες και πάει λέγοντας. Κάπως έτσι δημιουργούνται νέες πιάτσες, με αφορμή τη λειτουργία μιας χαρακτηριστικής επιχείρησης, η επιτυχία της οποίας καθορίζει και το μελλοντικό επαγγελματικό περιβάλλον που θα προκύψει. Η πόλη βλέπει παλαιούς πυρήνες να σβήνουν, αλλά και νέους να ανάβουν, διατηρώντας έτσι -ακόμα και στις δύσκολες εποχές- μια ισορροπία δυνάμεων. Η εξειδίκευση, το νέο απόλυτο εργαλείο, κάνει και εδώ τη διαφορά, την οποία διαπίστωσα και στο Qahwa, το στέκι που πριν από τρία χρόνια αφιερώθηκε στον καφέ, δημιουργώντας αποκλειστικό κοινό προτού επεκταθεί στον τομέα του ποτού με το εξαιρετικά διαφορετικό και ακόμα μικρότερο, Qahwa Alcohol, μερικά μέτρα παραδίπλα. Το νέο αυτό οικοσύστημα διασκέδασης συστήθηκε στη γειτονιά από τον ιδιοκτήτη του, Δημήτρη Τζατζανά, ο οποίος με αυτόν τον τρόπο πραγματοποίησε ένα όνειρό του. Ο αρχιτέκτονας και σημερινός συνεργάτης του, που ανέλαβε την διακόσμηση, Παναγιώτης Μπάφης, έκανε εξαιρετική δουλειά επιλέγοντας ξύλο, τσιμέντο και μαύρες λιτές λεπτομέρειες στην επίπλωση και τα φωτιστικά. Αποτέλεσμα; Το μαγαζί αποπνέει άνεση, ζεστασιά και μινιμαλισμό. Ο Παναγιώτης προσέθεσε και χαλκό για το Qahwa Alcohol, ενώ στη διπλανή αυλή της επιχείρησης η άνεση είναι πάλι βασικό συστατικό.
Πολυβραβευμένος -με έναν τοίχο του μαγαζιού γεμάτο διπλώματα και διακρίσεις επάνω στο αντικείμενό του-, ο Δημήτρης είναι από τους πλέον κατάλληλους για να μιλήσει. «Ηθελα να αφοσιωθώ στον καφέ», λέει για την απόφασή του. «Το ενδεχόμενο να βγω στο εξωτερικό -στο Βερολίνο πιο συγκεκριμένα- για να κάνω ένα νέο ξεκίνημα είχε πέσει στο τραπέζι, αλλά τελικά προσανατολίστηκα διαφορετικά, γεγονός για το οποίο δικαιώθηκα. Μέτρησε το ότι πίστευα στις δυνάμεις μου, καθώς και στην ποιότητα του προϊόντος μου», συνεχίζει. Τους πρώτους εννέα μήνες στη δουλειά έμενε όλη μέρα στο μαγαζί, κάτι σημαντικό, όπως λέει, για να καταφέρει να εξηγήσει στον κόσμο το concept. Μέσα σε τρεις μήνες το Qahwa αγαπήθηκε και μπήκε στο στερέωμα των προτιμήσεων του κοινού. Για την επιλογή του σημείου ο Δημήτρης λέει ότι βασικά τον βοήθησε επειδή ήταν κεντρικό, αλλά όχι κορεσμένο. Ωστόσο λέει ότι το ρίσκο υπήρχε, αφού δεν ήξερε πώς θα προχωρούσε. Ομως ποτέ δεν έχασε την πίστη του για το τι έχει εκείνος να δώσει από τον χαρακτήρα του, όπως ας πούμε την ειλικρίνεια. Με λίγα λόγια, «ήταν όλα ή τίποτα». Κατά τη γνώμη του η περίοδος που διανύουμε στη χώρα μας δεν είναι σε όλα άσχημη, αλλά καλή όταν μπορείς να ρισκάρεις. «Απόλυτα σωστή περίοδος δεν θεωρώ ότι υπάρχει, ούτε θα υπάρξει για την επόμενη πενταετία», λέει συγκεκριμένα. «Επιστρέφουμε, λοιπόν, στο πόσο πιστεύουμε στον εαυτό μας». Η κουβέντα γυρίζει στο θέμα της κουλτούρας του καφέ στην Ελλάδα. «Υπάρχει η κουλτούρα, αλλά όχι η γνώση», μου διευκρινίζει. «Με τον Μιχάλη, που είναι μέλος της ομάδας μας, ταξιδέψαμε στην Κολομβία για έναν διαγωνισμό και είδαμε ότι η δική μας κουλτούρα δεν υπήρχε εκεί. Ομως κάναμε επαφές με μικρές οικογενειακές φάρμες παραγωγής καφέ, κάτι που θέλαμε για τη δουλειά μας». Τον ρωτάω τι είναι ο καφές για τον Ελληνα. «Είναι μια προσιτή πολυτέλεια», απαντάει. «Ειδικά τα τελευταία χρόνια υπάρχει ανάπτυξη σε αυτό το πεδίο. Βλέπεις ότι κυκλοφορούν και πολλοί με έναν καφέ στο χέρι. Κάτι δείχνει αυτό». Οπως μου λέει, χαρακτηρίζει τον εαυτό του ως άνθρωπο πολύ ακραίο με τα θέλω, τα πρέπει και τα δεν πρέπει, ενώ του αρέσουν πολύ τα προσωπικά στοιχήματα με τον εαυτό του, που μάλιστα φαίνεται να κερδίζει. Αυτό μου επιβεβαίωσε και ο υπεύθυνος του μαγαζιού, Νίκος Αντζάρας, βρα-
βευμένος barista και ο ίδιος. «Η επιτυχία μας έγκειται στο γεγονός ότι εδώ παίρνουμε πολύ σοβαρά τον καφέ και τον πελάτη», μου λέει. «Είναι στέκι και χρειάζεται επικοινωνία με τον κόσμο. Τώρα πια μας ρωτούν οι πελάτες τι ποικιλίες καφέ έχουμε, που σημαίνει ότι έχουν πάρει το μήνυμα της ποιότητας. Να σκεφτείς ότι από έρευνες στη χώρα μας προκύπτει ότι οι Ελληνες φέρνουν σε δεύτερη θέση την ανάγκη για καφέ μετά το νερό, ενώ στο εμπορικό κομμάτι είναι πάλι δεύτερος μετά το πετρέλαιο!». Επόμενο βήμα του Qahwa είναι η επέκταση στον αμέσως διπλανό χώρο ώστε να ενωθεί με το Alcohol, το οποίο στα ελάχιστα τετραγωνικά του θυμίζει μια ντιζαϊνάτη καντίνα με σκαμπό μπροστά στο μπαρ που λειτουργεί σχεδόν επάνω στο πεζοδρόμιο. Το καλοκαίρι ο χώρος γεμίζει με κόσμο που πίνει το ποτό του στο χέρι ακούγοντας διακριτική και καλή μουσική. Για τον χειμώνα, εκτός από τα ευφάνταστα κοκτέιλ, κρύα ή ζεστά, σερβίρονται και μοναδικά ροφήματα όπως «Της γιαγιάς» με ροδοπέταλα ή ζεστή λεμονάδα, ενώ στα hits συμπεριλαμβάνεται και το κοκτέιλ από ζεστή σούπα ροδιού φτιαγμένο σε μπρίκι και σερβιρισμένο σε πήλινο μπολ. Εδώ την επιμέλεια από τα ποτά μέχρι τη μουσική έχει αναλάβει ο έμπειρος barman Χάρης Παναγούλιας, ο οποίος επιμένει να παραμένει αισιόδοξος σε πείσμα των δύσκολων καιρών. «Τώρα θα ξεκαθαρίσουν τα πράγματα», μου λέει χαρακτηριστικά. «Ειδικά στην εστίαση ο κόσμος έμαθε να εκτιμάει τα καλύτερα. Νομίζω ότι τελικά θα πάρουμε ό,τι μας αξίζει. Ο κόσμος ξεπέρασε εντελώς την εποχή που του σέρβιραν μπόμπες ποτά». Δύσκολη, αλλά ταυτόχρονα και πολύ γοητευτική είναι για εκείνον η πρώτη επαφή με έναν πελάτη, επειδή θέλει να του δώσει να καταλάβει τις επιλογές στις ετικέτες του μαγαζιού, που είναι όντως ξεχωριστές. «Ετσι όμως σύντομα γίνεται φίλος μας», μου λέει στο τέλος της κουβέντας μας, που ολοκληρώθηκε με γεύσεις οι οποίες μένουν αξέχαστες. Το Qahwa ήρθε για να μείνει σε κορυφαίο σημείο της λίστας με τα πιο όμορφα μικρά μαγαζιά που έχω δει.
40
41
Ιανουάριος 2016
42
45
Ιανουάριος 2016
46
47
Ιανουάριος 2016
48
Κείμενο: Χρήστος Τσαπακίδης
49
Ιανουάριος 2016
Γνήσιο fantasy στη μικρή οθόνη Οταν ακούς ότι το MTV αποφάσισε να δημιουργήσει μία σειρά fantasy που θα στηρίζεται στο έργο του Τέρι Μπρουκς, είναι απολύτως κατανοητό να γίνεις αρκετά καχύποπτος. Και αυτό γιατί το πάλαι ποτέ αμιγώς μουσικό κανάλι δεν διακρίνεται για τέτοιου είδους παραγωγές, αλλά για ανούσια (για το μεγαλύτερης ηλικίας κοινό) reality shows. Μετά βλέπεις στους δημιουργούς τα ονόματα των Αλ Γκοφ και Μάιλς Μίλαρ -τους δημιουργούς του “Into the badlands” και του “Smallville”-, ανάμεσα στα ονόματα των παραγωγών αυτό του Τζον Φαβρό (παραγωγού πολλών ταινιών της Marvel) και στο καστ το όνομα του Τζον Ρις-Ντέιβις και καταλαβαίνεις ότι το κανάλι έχει πάρει πολύ στα σοβαρά τη σειρά “The Shannara chronicles”. Η ιστορία εκτυλίσσεται στο απώτερο μέλλον της γης, σε μία εποχή ξωτικών, γνώμων, τρολ και μαγείας στην οποία ο πολιτισμός όπως τον γνωρίζουμε τώρα δεν αποτελεί καν μακρινή ανάμνηση. Το δέντρο Ελκρις, το μοναδικό ανάχωμα που προστατεύει τη γη από τον κόσμο των δαιμόνων μαραίνεται. Η μοναδική λύση είναι η αναγέννηση της Ελκρις, κάτι που μπορεί να καταφέρει μόνο η τελευταία των Εκλεκτών που είχαν αναλάβει τη φροντίδα της, η πριγκίπισσα Αμπερλι, η οποία θα πρέπει να μεταφέρει έναν μαγικό σπόρο του δέντρου στο Σέιφχολντ και να τον επιστρέψει για να το σώσει. Το πρόβλημα είναι, βέβαια, ότι κανένας δεν ξέρει πού είναι αυτό το Σέιφχολντ… Σύμμαχοι της Αμπερλι θα είναι ο δρυΐδης Αλανον και ο μισός-άνθρωπος-μισός-ξωτικό Γουίλ Ομσφορντ, ο οποίος αν και ξεκινά ως ένας φτωχός χωρικός, τελικά αποδεικνύεται ότι είναι ο τελευταίος απόγονος των Σανάρα (μίας ισχυρής οικογένειας ξωτικών). Η αποστολή δεν θα είναι εύκολη, μια και ο Ντάγκντα Μορ -ένας πανίσχυρος δρυΐδης που υπέκυψε στη σκοτεινή μαγείαστέλνει τους δαίμονες που έχουν αρχίσει να ανεβαίνουν στη γη στο κατόπι των ηρώων. Η σειρά βασίζεται στην πολύ γνωστή σειρά βιβλίων fantasy του Τέρι Μπρουκς, “Shannara”, και συγκεκριμένα στο δεύτερο βιβλίο της αρχικής τριλογίας “The sword of Shannara”, το οποίο έχει τίτλο “The elfstones of Shannara”. Το πρώτο βιβλίο “Shannara” γράφτηκε το 1977 και έκτοτε ο Μπρουκς έχει καταφέρει να γράψει συνολικά 25 βιβλία για τη σειρά, με κάποια να προηγούνται χρονικά της αρχικής τριλογίας και κάποια άλλα να έπονται αυτής.
Στο ερώτημα γιατί επιλέχθηκε το δεύτερο βιβλίο για τη σειρά, η απάντηση κρύβεται στο… ασθενές φύλο. Ο ίδιος ο Μπρουκς είναι αρκετά ξεκάθαρος σε συνέντευξή του στον Φρεντ Τόπελ του “Den of Geek”: «Το πρώτο βιβλίο δεν είχε δυνατούς γυναικείους χαρακτήρες […]. Θα έπρεπε να αλλάξουμε το φύλο κάποιων χαρακτήρων ή κάτι τέτοιο. Δεύτερον, [στο πρώτο βιβλίο] δεν υπάρχει ιστορία αγάπης. Εάν αφήσεις απ’ έξω τις γυναίκες και τις ιστορίες αγάπης, νομίζω ότι έχεις χάσει ήδη το γυναικείο κοινό. Θέλεις μία πιο γεμάτη ιστορία και το “Elfstones” είναι αυτό. Παραμένει μία ιστορία αναζήτησης. Εξακολουθεί να έχει μαγεία. Διαθέτει μία ασυνήθιστη ιστορία αγάπης, στην οποία μία από τις κοπέλες ελκύεται πολύ από τον Γουίλ Ομσφορντ, ενώ η άλλη είναι κάπως αδιάφορη». Το καστ αποτελείται κατ’ εξοχήν από νεαρές ηλικίες, ενώ υπάρχουν και ορισμένοι ηθοποιοί μεγαλύτερης ηλικίας για να κρατήσουν κάπως τις... δημογραφικές ισορροπίες. Μάλιστα, οι τελευταίοι είναι και αυτοί που ξεχωρίζουν. Ο ένας είναι ο Τζον Ρις-Ντέιβις. Ο νάνος Γκίμλι του «Αρχοντα των Δαχτυλιδιών» αναβαθμίζεται στον βασιλιά των ξωτικών Εβεντάιν Ελεσέντιλ - μία τρόπον τινά ειρωνική εξέλιξη που θα έκανε τον Λέγκολας να λυθεί στα γέλια. Και όμως, ο ήρωας του Ρις-Ντέιβις ξέρει να επικρατεί στους γύρω του απλά με την επιβλητική φωνή του και τις ανεπαίσθητες, γεμάτη αυτοπεποίθηση κινήσεις του. Ο δεύτερος είναι ο Μάνου Μπένετ, ο οποίος είναι επίσης εξοικειωμένος σε ρόλους fantasy, μια και υποδύθηκε τον Αζόγκ, τον αμείλικτο διώκτη των νάνων στις ταινίες «Χόμπιτ». Στο “The Shannara chronicles” ο Μπένετ υποδύεται τον δρυΐδη Αλανον, ο οποίος ξύπνησε μετά από δεκαετίες ληθάργου για να σώσει τον κόσμο από την επερχόμενη εισβολή των δαιμόνων. Με το βλοσυρό του ύφος και τις δεινές του ικανότητες στη μαγεία και τη σπαθασκία λειτουργεί ως εξαιρετικός μέντορας για τους νέους ήρωες που δεν ξέρουν ακόμη ποια είναι η θέση τους σε αυτή την περιπέτεια. Από τους νεαρούς πρωταγωνιστές, επαρκής είναι η Πόπι Ντρέιτον στον ρόλο της Αμπερλι, ενώ ο Οστιν Μπάτλερ δείχνει αρκετά άτσαλος σε ορισμένες σκηνές ως Γουίλ - κάτι που μπορεί να ξεχαστεί χάρη στις χιουμοριστικές ατάκες του. Ενα μεγάλο πλεονέκτημα για τη σειρά είναι και τα σκηνικά. Ολόκληρος ο πρώτος κύκλος γυρίστηκε στη Νέα Ζηλανδία, μία χώρα ευλογημένη με πλούσια άγρια φυσικά τοπία που κόβουν την ανάσα - απλά θυμηθείτε τις
εξωτερικές λήψεις του «Αρχοντα» και του «Χόμπιτ». Τα τοπία αυτά έχουν εμπλουτιστεί και με CGI (όπως τα ερείπια του παλαιού πολιτισμού ή η Ελκρις που δεσπόζει με τα κόκκινα φύλλα της μέσα σε ένα πυκνό δάσος). Ιδιαίτερα προσεγμένα είναι και τα εσωτερικά σκηνικά, όπως το παλάτι των ξωτικών. Τα οπτικά εφέ εκπλήσσουν επίσης ευχάριστα, καθώς είναι πολύ καλά για τηλεοπτική παραγωγή που αναπόφευκτα έχει περιορισμένο μπάτζετ˙ οι σκηνές με τους δαίμονες πλησιάζουν αρκετά τα κινηματογραφικά στάνταρ. Παρ’ όλα αυτά, δεν λείπουν και ορισμένα μειονεκτήματα. Το ένα είναι οι διάλογοι -ειδικά αυτοί μεταξύ των νέων ηρώων-, οι οποίοι φαντάζουν ιδιαίτερα… εφηβικοί. Δεδομένου όμως ότι παρεμβάλλονται μεταξύ τους σκηνές δράσεις ή παρεμβάσεις των μεγαλύτερων ηρώων, η αδυναμία αυτή δεν γίνεται ανυπόφορη σε σημείο που θα πεις «εντάξει, φτάνει, αλλάζω κανάλι». Το δεύτερο είναι ότι ενώ πρωταγωνιστές στη σειρά είναι τα ξωτικά, αυτά σε καμία περίπτωση δεν δίνουν την αίσθηση μίας ξεχωριστής φυλής. Μοιάζουν απλά με ανθρώπους με ένα συγκεκριμένο φυσικό ελάττωμα: τα μυτερά αυτιά. Ούτε κινούνται ούτε μιλούν ούτε ντύνονται ως ξωτικά - τουλάχιστον όπως τα συνηθίσαμε στις ταινίες του «Αρχοντα» και του «Χόμπιτ», οι οποίες έχουν θέσει συγκεκριμένες… προδιαγραφές. Τα κοστούμια δεν βοηθούν καθόλου. Είναι όμορφα, αλλά δεν ενδείκνυνται για μία παραγωγή fantasy. Το φόρεμα της Αμπερλι με το βαθύ ντεκολτέ στη γιορτή των ξωτικών ή το λεπτό φούτερ του Ουίλ πολύ απλά είναι παράταιρα, αν όχι φαιδρά - είναι ρούχα που θα μπορούσε να τα αγοράσει κανείς από ένα κατάστημα της Ερμού. Ισως σε αυτό το πεδίο -μια και τα γυρίσματα έγιναν στη Νέα Ζηλανδία- θα ήταν καλό οι παραγωγοί να πάρουν καμιά συμβουλή από το Weta Workshop, το οποίο είχε αναλάβει κοστούμια, όπλα και πολλά άλλα στις ταινίες που στηρίχτηκαν στα βιβλία του Τόλκιν. Συνολικά, πάντως, αν είσαι λάτρης του fantasy, το “The Shannara chronicles” είναι μία απροσδόκητα υποσχόμενη παραγωγή. Σίγουρα δεν συγκαταλέγεται στις κορυφαίες σειρές της σεζόν (εκτός εάν στη συνέχεια καταφέρει να βελτιωθεί σημαντικά), όμως ο πρώτος κύκλος αποτελείται από δέκα επεισόδια των 40 λεπτών, επομένως δεν χάνεις και πολλά να του δώσεις μία ευκαιρία.
50
Κείμενο: Νατάσα Μαστοράκου / Φωτογραφίες: Pierrick Guidou
51
Ιανουάριος 2016
Δίχως (μουσικά) σύνορα
Ο Στέφανος Τσάπης είναι ένας εξαιρετικός πιανίστας. Οταν άκουσα για πρώτη φορά τη μουσική του, δεν γνώριζα ότι ζει στο Παρίσι και ότι η οικογένεια του αγαπάει ιδιαίτερα την κλασική μουσική. Ο Στέφανος άρχισε να μελετάει πιάνο από πέντε ετών. Πήγαινε συχνά τις συναυλίες του θείου του, Jean-Louis Haguenauer, και -όπως ήταν φυσικό- μαγευόταν από αυτές. Ο θείος του είναι ένας κλασικός πιανίστας με διεθνή καριέρα, αλλά και ο παππούς του ήταν ένας εξαιρετικός ερασιτέχνης πιανίστας. Οι γονείς του είναι επιστήμονες, όπως και τα δύο αδέρφια του. Εκείνος όμως επέλεξε να ασχοληθεί με τη μουσική, στην αρχή για προσωπική του ευχαρίστηση και στη συνέχεια επαγγελματικά. Μέχρι τα 18 του έκανε ιδιαίτερα μαθήματα κλασικής και τζαζ μουσικής με καθηγητές όπως ο Αντώνης Σκόκο, που σπούδασε τότε στο Παρίσι, και λίγα χρόνια αργότερα πήρε το δίπλωμά του στη μουσικολογία, ενώ σπούδαζε κλασικό πιάνο στο Ωδείο της Gennevilliers και μετά στο Εθνικό Ωδείο του Παρισιού στο τμήμα Τζαζ με τους Benjamin Moussay και Emil Spanyi. Σήμερα ο ίδιος είναι συντο-
νιστής στο ίδιο τμήμα του ωδείου και διδάσκει film scoring, καθώς και ένα μάθημα για τις μουσικές του κόσμου. Από τα βραβεία που έχει πάρει όλα αυτά τα χρόνια ξεχωρίζει το Duke Ellington Composers που έλαβε το 2012 για τη σύνθεση “Mount Athos”. «Ο Duke Ellington είναι για μένα ένας από τους σπουδαιότερους συνθέτες του 20ού αιώνα και ήταν μεγάλη τιμή να διακριθώ από αυτή την επιτροπή - και επιπλέον για μια πολύ προσωπική μου σύνθεση που πηγάζει από τις ελληνικές μου ρίζες», σημειώνει ο Στέφανος. Εντυπωσιακές σπουδές, όπως και η μετέπειτα πορεία του. Πώς ξεκίνησε όμως η αγάπη του για αυτό το είδος μουσικής; «Οταν ήμουν μικρός πήγαινα συχνά στις συναυλίες του θείου μου, όπου ανακάλυψα με άμεσο τρόπο τα έργα των Debussy, Bach, Schubert κά. Στα επτά μου χρόνια η μάνα μου μου χάρισε μια κασέτα του Thelonious Monk (“Solo Monk”) και έπαθα σοκ. Χάρη σε αυτή μου ανοίχτηκε ο κόσμος της τζαζ και του αυτοσχεδιασμού. Εγινα φανατικός και άκουγα συνεχώς δίσκους των Art Tatum, Earl Hines, Duke Ellington, Louis Armstrong, Oscar Peterson. Ο κόσμος της τζαζ ήταν ένας κρυφός κόσμος που ήταν αποκλειστικά δικός μου. Οσον αφορά το κλασικό πιάνο, επειδή πάντα
είχα πολύ καλό αυτί και δεν ήμουν καλός στην ανάγνωση, μάθαινα απ' έξω τις παρτιτούρες, όπως κάνει κάποιος με τα standards της τζαζ. Δύο καθηγητές μου ανέπτυξαν το γούστο μου για τη μελέτη και την τεχνική: η Josette Morata για το κλασικό πιάνο και ο Benjamin Moussay για την τζαζ. Και έτσι ποτέ δεν θεώρησα ότι ήταν αγγαρεία, αλλά ένα παιχνίδι που συνεχώς εξελίσσεται». Ο Στέφανος ανήκει στους μουσικούς που χρησιμοποίησαν τις γνώσεις τους στο πιάνο για να εκφράσουν αυτό που έχουν μέσα τους. Για αυτό και δεν το μετάνιωσαν ποτέ. Οπως ο ίδιος εξομολογείται: «Για κάποιο διάστημα πίστευα ότι δεν είχα αρκετή τεχνική στο πιάνο. Τη μέρα που κατάλαβα ότι η σύνθεση μετρούσε πολύ για μένα, ένιωσα μια απελευθέρωση. Σε τι ωφελεί η τεχνική αν δεν έχεις τίποτα να πεις;». Και όπως φάνηκε στην πορεία, ο ίδιος είχε πολλά να πει μέσα από τις μελωδίες του. Ηταν, άλλωστε, μόλις 14 ετών όταν έγραψε την πρώτη του σύνθεση. «Δεν έχω βαρεθεί ποτέ με την μουσική και η μουσική είναι ο λόγος που ξυπνάω κάθε πρωί», αναφέρει όταν τον ρωτάω αν μετάνιωσε ποτέ που ασχολήθηκε με τη μουσική και συνεχίζει: «Αλλά το να είσαι καλλιτέχνης σήμερα σημαίνει επί-
52
53
σης να είσαι μάνατζερ, γραφίστας, καλός σε δημόσιες σχέσεις κτλ. Και, ναι, πολλές φορές με κουράζει να πρέπει να είμαι όλα αυτά ταυτόχρονα, και ιδίως εις βάρος της μουσικής». Και από εκείνες τις πρώτες δειλές και παιχνιδιάρικες παρτιτούρες ήρθε το 2012 o δίσκος “Mataroa”, που ξεδίπλωσε τον πλούτο του ταλέντου του. «Η ιστορία του Ματαρόα με στοίχειωνε για αρκετά χρόνια», αρχίζει να μου αφηγείται. «Το βιβλίο του Ανδρέα Κέδρου “Ο άνθρωπος με το γαρίφαλο” μου έδωσε την επιθυμία να γράψω ένα έργο γύρω από την ιστορία αυτού του πλοίου και του ταξιδιού που έκαναν αυτοί οι νεαροί Ελληνες τότε, λίγο μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Σκέφτηκα πως θα ήταν ενδιαφέρον να βάλουμε δίπλα-δίπλα τα κείμενα του Γιάννη Ρίτσου και του Ανδρέα Κέδρου. Ο ένας έμεινε στην Ελλάδα, ο άλλος έφυγε. Ο ένας γράφει μια μαρτυρία σε πεζό κείμενο, ο άλλος χρησιμοποιεί μια ποιητική γλώσσα που ξυπνάει πολύ δυνατές εικόνες στον αναγνώστη. Είναι σαν ένας φανταστικός διάλογος που αναπτύσσεται ανάμεσά τους. Ενα από τα κείμενα που χρησιμοποιούμε στον δίσκο είναι το “Γράμμα προς τη Γαλλία”, ένας λόγος που έβγαλε ο Γιάννης Ρίτσος στις 14 Ιουλίου του 1945 στην πλατεία Συντάγματος. Μερικούς μήνες αργότερα ο Ανδρέας Κέδρος και άλλοι 200 νέοι φοιτητές επιβιβάζονται στο Ματαρόα και παίρνουν τον δρόμο για το Παρίσι. Aυτή η ιστορία είχε επίσης ιδιαίτερη σημασία για μένα για έναν πολύ απλό λόγο: ο πατέρας μου γεννήθηκε στον Πειραιά το 1945 και αυτοεξορίστηκε στο Παρίσι το 1969, κατά την περίοδο της δικτατορίας των συνταγματαρχών. Στην πραγματικότητα είναι η ιστορία του πατέρα μου ειπωμένη με πλάγιο τρόπο». Αυτή η πρώτη προσωπική του δουλειά είχε μεγάλη ανταπόκριση από κοινό και κριτικούς και έδωσε την ευκαιρία στον Στέφανο να συναντήσει ενδιαφέροντες ανθρώπους του χώρου: τον Ανδρέα Πολυζωγόπουλο, τον Μάνο Ζαχαρία, την Κυβέλη Καστοριάδη. «Μου άνοιξε επίσης τον δρόμο προς το σινεμά. Η μουσική του δίσκου παίχτηκε σε ένα ντοκιμαντέρ για την ελληνική κρίση, “Khaos, les visages humains de la crise grecque”, της Ana Dumitrescu. Δεν είχα καταλάβει ότι, στην ουσία, είχα γράψει μια μουσική για ταινία… χωρίς ταινία». Στις 18 Μαρτίου κυκλοφορεί ο επόμενος δίσκος του με τίτλο “Border lines” από την εταιρεία Cristal Records/ Harmonia Mundi. Σε αυτόν ο Στέφανος παίζει με τον Marc Buronfosse στο κοντραμπάσο και τον Arnaud Biscay στα ντραμς. Είναι ένα άλμπουμ που εξετάζει την έννοια του συνόρου με ποικίλους τρόπους. «Εβρισκα ότι είχε ενδιαφέρον αυτός ο τίτλος για κάποιον σαν κι εμένα, δηλαδή έναν Ελληνογάλλο που αισθάνεται
Ιανουάριος 2016
Γάλλος στην Ελλάδα και Ελληνας στην Γαλλία. Αυτή η αίσθηση ότι είμαι συνεχώς μεταξύ δύο πολιτισμών, ότι δεν ανήκω πραγματικά σε κανέναν από τους δύο, δεν με αφήνει ποτέ. Ποιος ξέρει; Ισως η χώρα μου να είναι σε αυτό το ενδιάμεσο. Η μουσική πάντα μου επέτρεπε να ξεπεράσω αυτή την αίσθηση. Βεβαίως, δεν είναι τυχαίο το ότι μου ήρθε αυτή η ιδέα για τον τίτλο σε αυτές τις στιγμές που ζούμε και με αυτά που συμβαίνουν όσο μιλάμε στα σύνορα της Ευρώπης». Ακούγοντας τον επερχόμενο δίσκο του συμπεραίνω ότι περιέχει καθαρή τζαζ. Με πειραγμένες μελωδίες και πολλούς αυτοσχεδιασμούς. Ποια είναι, όμως, η γνώμη του Στέφανου; «Δεν το σκέφτομαι με αυτούς τους όρους, διότι αυτό που με ενδιαφέρει είναι να ξεπεράσω τα στυλιστικά όρια στη μουσική. Βεβαίως αυτό είναι κατά κάποιο τρόπο ο ορισμός της τζαζ, πχ. στο “Border lines” παίζουμε έναν καρσιλαμά με tablas και ηλεκτρική κιθάρα. Επίσης, για μένα τζαζ σημαίνει να παίρνεις μελωδίες που σου αρέσουν και να τις διασκευάζεις με δικό σου τρόπο». Σε αυτή τη δουλειά υπάρχει και πάλι έντονο το ελληνικό στοιχείο. Σταύρος Ξαρχάκος, Απόστολος Καλδάρας αλλά και Καραγκιόζης. «Ηθελα να εξερευνήσω τα μουσικά σύνορα της Ελλάδας. Για αυτόν τον λόγο υπάρχουν διασκευές από κομμάτια που προέρχονται από τη Μακεδονία, τη Μικρασία και ρεμπέτικα», αναφέρει ο ίδιος. Από τα 11 κομμάτια του δίσκου που θα έχουμε την ευκαιρία να απολαύσουμε σε λίγο παραπάνω από ένα μήνα στέκομαι στη διασκευή των τραγουδιών «Το πρακτορείο/Καίγομαι» του Σταύρου Ξαρχάκου από την ταινία «Ρεμπέτικο»: πέντε λεπτά και 18 δευτερόλεπτα πραγματικά μαγικής μουσικής που ενώνει το ρεμπέτικο με την τζαζ και σε ταξιδεύει σε όλο τον κόσμο. Ο Στέφανος σχολιάζει σχετικά: «Η τζαζ γεννήθηκε σχεδόν στην ίδια εποχή με το ρεμπέτικο, όπως και το ταγκό εξάλλου, και είναι μουσικές που παίρνουν ρίζες στον υπόκοσμο των πόλεων. Γεννήθηκαν επίσης στην περίοδο που αναπτύσσονταν οι δισκογραφικές εταιρείες. Δεν πιστεύω ότι κάνω λάθος λέγοντας ότι συχνά συναντιόνταν Ελληνες μουσικούς και jazzmen μέσα στο στούντιο στις ΗΠΑ».
54
Κείμενο: Δημήτρης Χαλιώτης
55
Ιανουάριος 2016
Ξαναδιαβάζοντας τον Σκαρίμπα «Νομίζω ότι το “μαζί” είναι πιο δυνατό από το “μόνος”», μου λέει η Ειρήνη Φαναριώτη, που τα τελευταία χρόνια κάνει όλο και πιο αισθητή την παρουσία της στο θεατρικό γίγνεσθαι. Δεν της αρκεί, όμως, απλά να ξεχωρίζει σε παραστάσεις. «Πάντα προσπαθώ με κάτι που κάνω να συνδέομαι προσωπικά», μου εξομολογείται. Και η ομάδα Terre se Semis, που ίδρυσε το 2014 μαζί με τον Αρη Λάσκο και την Ειρήνη Μπούνταλη, είναι μία προσωπική υπόθεση. «Ηθελα πάρα πολύ να δουλέψω πάνω σε πράγματα που είχα μάθει σε σεμινάρια εδώ και στο εξωτερικό. Ηθελα να τα κάνω πράξη αυτά. Ετσι προέκυψε η ομάδα», μου αποκαλύπτει. Η πρώτη τους δουλειά ήταν τον προηγούμενο χειμώνα με το διήγημα της Λένας Κιτσοπούλου «Μεγάλοι δρόμοι», που επαναλαμβάνεται φέτος από τις 27 Ιανουαρίου στον Κάτω Χώρο του Θεάτρου του Νέου Κόσμου. Εκεί παρουσιάζουν από τις 22 Ιανουαρίου και τη νέα τους παράσταση, που μεταφέρει στη σκηνή ένα άλλο διήγημα, το «Ο κύριος του Τζακ» του Γιάννη Σκαρίμπα. «Ο Σκαρίμπας έχει έναν πολύ δικό του τρόπο να σκιαγραφεί τα πράγματα», μου εξηγεί η Ειρήνη. «Ενώ υπάρχει μία ελαφρότητα στην επιφάνεια, από κάτω τα πράγματα βράζουν. Τα σώματα και οι αισθήσεις είναι μέσα στην ένταση», συνεχίζει κάνοντας λόγο για έναν κόσμο έντονα σκαριμπικό. «Εναν κόσμο που δεν είναι αμιγώς ρεαλιστικός. Σου κολλάει και δεν σου κολλάει αυτό που διαβάζεις, αλλά το καταλαβαίνεις αρκετά αργότερα από τη στιγμή που το διάβασες». Ο κεντρικός ήρωας του «Κυρίου του Τζακ» είναι ένας άνδρας που γνωρίζει έναν άλλον άνδρα. «Αναρωτιόμαστε, λοιπόν, αν αυτή η σχέση αντικατοπτρίζει μία πολύ έντονη φιλία ή αν φλερτάρει με τα όρια του έρωτα», μου λέει και σπεύδει να διευκρινίσει: «Δεν μιλάμε για μία ομοφυλοφιλική σχέση όπως την έχουμε στο μυαλό μας σήμερα. Είναι πολύ καλά καμουφλαρισμένο όλο αυτό πίσω από μία ακραία σωματική και λεκτική ανδρική φόρμα, όπως όταν βλέπεις άνδρες να βλέπουν μπάλα στο γήπεδο… Παρ’ όλα αυτά υποβόσκει ένας ερωτισμός μεταξύ των δύο ανδρών».
Εκεί ακριβώς βρίσκεται και το ενδιαφέρον του όλου πράγματος, σύμφωνα με την Ειρήνη. «Αυτό που σου λέει ο Σκαρίμπας είναι ότι μπορεί να κρίνεις φαινομενικά μία κατάσταση που από κάτω δεν μπορείς να διανοηθείς τι μπορεί να κρύβει», σημειώνει. «Εγώ πάντως δεν ήθελα να αναλύσω τι είναι αυτό ακριβώς που νιώθουν οι δύο ήρωες. Εμένα με νοιάζει που η ιστορία αυτή μου μιλάει μέσα μου σαν κάτι πολύ φυσιολογικό». Αυτή η πίστη στο διαφορετικό είναι που την ώθησε να ασχοληθεί θεατρικά με το διήγημα του Σκαρίμπα, το οποίο σημειωτέον σε μία πρώτη του εκδοχή δημοσιεύτηκε το 1948. «Κρίνουμε τα πράγματα μέσα από ένα πολύ προσωπικό πρίσμα κάθε φορά. Εχουμε δρόμο μπροστά μας για την αποδοχή της διαφορετικότητας, όπως επίσης και για να πιστέψει ο ίδιος ο “διαφορετικός” τη διαφορετικότητά του και να την υποστηρίξει. Είναι πολύ μπλεγμένο, αλλά ανακαλύπτεται τώρα σιγά σιγά και αυτό είναι πολύ γοητευτικό», σχολιάζει η Ειρήνη. Μία άλλη λέξη-κλειδί στο διήγημα του Σκαρίμπα είναι ο «αποχωρισμός». «Η γνωριμία αυτών των δύο ανδρών εξελίσσεται μέσα σε ένα ήδη φορτισμένο κλίμα αποχωρισμού. Πάντα ο κεντρικός ήρωας μιλάει για ανθρώπους που έχουν φύγει, για φίλους του ξενιτεμένους. Το αίσθημα του αποχωρισμού είναι διάχυτο στο διήγημα, όπως επίσης και η αποδοχή ότι κάποιοι κύκλοι κλείνουν στις ζωές των ανθρώπων. Χωρίς αυτό να είναι ιδωμένο μέσα από ένα καταθλιπτικό πρίσμα», παρατηρεί η Ειρήνη. Και εγώ δεν μπορώ να μην τη ρωτήσω: «Και στους “Μεγάλους δρόμους” της Κιτσοπούλου πρωταγωνιστεί ο αποχωρισμός. Τυχαίο;». Χαμογελάει. «Εχω θέμα με αυτό. Δεν αποχωρίζομαι εύκολα ανθρώπους και καταστάσεις. Ηταν για μένα μία πρόκληση να ψάξω πώς λειτουργεί όλο αυτό. Τα στάδια του αποχωρισμού, τα στάδια του πένθους… Αυτά τα στάδια μελετήσαμε και στο κείμενο και φτάσαμε στο τέλος στη λύτρωση [παύση]. Δηλαδή το προσπαθούμε. Είναι ένα σκαλοπάτι παραπάνω. Και… ελπίζουμε. Είναι μέσα στη ζωή κι αυτό και προσπαθούμε να το παλέψουμε», διορθώνει γελώντας. Στην παράσταση υποδύονται τον κεντρικό ήρωα -που είναι και ο αφηγητής της ιστορίας- και οι τρεις τους.
«Μέσα από αυτό το διήγημα είδαμε όλοι τους εαυτούς μας, δεν είπαμε ότι αυτό μπορεί να συμβεί μόνο σε έναν άνδρα. Λέμε λοιπόν μια κοινή ιστορία -ο καθένας από τη δική του πλευρά- και στο τέλος όλο αυτό λειτουργεί λίγο συμπληρωματικά και βλέπεις έναν άνθρωπο. Ουσιαστικά βλέπεις τον κεντρικό ήρωα με τρεις διαφορετικές ποιότητες», μου λέει. «Η σκηνοθεσία πώς προέκυψε;» αναρωτιέμαι. «Δεν θα το ξανακάνω. Είναι η τελευταία φορά που γίνεται αυτό!» μου απαντά γελώντας. «Περνάω εξίσου καλά και σκηνοθετώντας και παίζοντας, αλλά η διαδικασία είναι διπλά κουραστική. Πέρυσι στην παράσταση την ώρα που μιλούσαν τα παιδιά μιλούσα χαμηλόφωνα κι εγώ, γιατί είχα συνηθίσει να τη βλέπω την παράσταση. Και μου έλεγε ο Αρης: “Μη μουρμουρίζεις δίπλα μου… Πρέπει να μιλήσω εγώ τώρα. Μπορώ να μην ακούω ένα συνεχές μουρμουρητό;”». Η ίδια πάντως θεωρεί ότι οι ομάδες έχουν μέλλον. «Νομίζω ότι το μοντέλο του σκηνοθέτη που επιλέγει ανθρώπους δεν λειτουργεί και πολύ πλέον. Εχει φτάσει σε ένα τέλμα όλο αυτό», μου αναφέρει. «Μπορεί όμως μία ομάδα να βιοποριστεί μέσα από αυτό;» τη ρωτάω. «Νομίζω ναι. Χρειάζεται όμως μία ευελιξία και από την πλευρά των θεάτρων, όχι μόνο των καλλιτεχνών. Πιστεύω στη συνεργασία όλων των φορέων γι’ αυτό. Αλλωστε είμαστε σε μία εποχή που δεν υπάρχουν και πολλοί θεατρικοί φορείς που μπορούν να σε εξασφαλίσουν οικονομικά όσο δουλεύεις γι’ αυτούς. Ποιοι έχουν μείνει; Το Εθνικό Θέατρο, η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών, κάποιοι ιδιώτες μετρημένοι στα δάχτυλα… Πια δεν πληρώνεσαι σχεδόν πουθενά πρόβες. Σε πολλές παραστάσεις πληρώνεσαι με ποσοστά. Δεν βγαίνει μισθός πια. Οπότε από το να είμαι σε μια δουλειά που δεν με εκφράζει και να πληρώνομαι και με ποσοστά προτιμώ να έχω την ομάδα μου, να κάνω αυτό που θέλω, να είμαι και με τους φίλους μου και ό,τι βγάλουμε από την αγάπη του κόσμου», μου επισημαίνει. Οσο για το τι περιμένει από το αύριο η απάντηση της είναι εξαιρετικά σαφής. «Τίποτα. Είναι τόσο δυνατό το σήμερα. Οπότε είτε σκεφτώ το αύριο είτε όχι κάτι άλλο θα έρθει».
21ος Αιώνας
Επιμέλεια: Χρήστος Τσαπακίδης
Ιπτάμενο μπονσάι
56
Γλυκό πολύπριζο
Οι Ιάπωνες είναι ικανοί για τις χειρότερες, αλλά και τις καλύτερες καινοτόμες ιδέες σε προϊόντα. Αυτή τη φορά θα ασχοληθούμε με μία υπέροχη ιδέα τους. Η startup Hoshinchu από το Τόκιο δημιούργησε το μπονσάι που αιωρείται! Η όλη ιδέα αξιοποιεί τις αρχές του μαγνητισμού. Αποτελείται από δύο κομμάτια: το “energy base” («ενεργειακή βάση») και το “little star” («μικρό αστέρι»). Η «ενεργειακή βάση» δημιουργεί ένα μαγνητικό
πεδίο που αλληλεπιδρά με τον ενσωματωμένο μαγνήτη που διαθέτει το «μικρό αστέρι» (το οποίο έχει διάμετρο έξι εκατοστών), διατηρώντας το σε απόσταση περίπου δύο εκατοστών από αυτή. Χάρη σε αυτό τον μηχανισμό, το μπονσάι σου όχι μόνο αιωρείται, αλλά μπορεί και να περιστρέφεται.
Χαλαρό μπάρμπεκιου
Κάνε το νερό, χυμό
Drone τσέπης
Αν και το μπάρμπεκιου είναι μία πολύ ωραία ασχολία για την παρέα, το πλύσιμο των πιατικών και της σχάρας αφού τελειώσει είναι ένας μεγάλος βραχνάς - ειδικά μετά από τόσο πολύ φαΐ και ποτό. Και επειδή οι Αμερικανοί έχουν πάρει μάστερ στο μπάρμπεκιου, εμπνεύστηκαν το Grillbot για να κάνουν τη ζωή τους ευκολότερη. Σκεφτείτε το σαν μία μίνι Roomba - η αυτόματη ηλεκτρική σκούπα που καθαρίζει μόνη της το σπίτι. Ετσι και το Grillbot, τοποθετείται πάνω στη σχάρα και αρχίζει να την καθαρίζει μόνο του με τις τρεις συρματόβουρτσες που διαθέτει. Η συσκευή έχει επίσης ισάριθμους κινητήρες, επαναφορτιζόμενη μπαταρία, LCD χρονοδιακόπτη και συναγερμό που σε προειδοποιεί εάν την έχεις τοποθετήσει πολύ νωρίς πάνω στη σχάρα (λειτουργεί σε μάξιμουμ θερμοκρασία 200ο C).
Μπορεί μία κούπα να σηκώσει 450 χιλιάρικα από μία πλατφόρμα crowdfunding; Μπορεί, αν οι δημιουργοί της υποστηρίζουν ότι σε κάνει να νιώθεις ότι το νερό που πίνεις από αυτή έχει γεύση φρούτου. Το Right Cup απευθύνεται σε ένα ευρύ καταναλωτικό κοινό: σε γονείς που θέλουν τα παιδιά τους να πιουν περισσότερο νερό, σε όσους θέλουν να κάνουν δίαιτα, σε άτομα με διαβήτη ή απλά σε άτομα με περιβαλλοντικές ευαισθησίες που θέλουν να μειώσουν την κατανάλωση πλαστικών μπουκαλιών. Η νέα κούπα σε ενθαρρύνει να πίνεις περισσότερο νερό «χειραγωγώντας» την αίσθηση της γεύσης. Συνολικά, η γεύση είναι αποτέλεσμα δύο παραγόντων, της γεύσης καθεαυτής και της μυρωδιάς. Το Right Cup περιέχει πλαστικό με άρωμα φρούτου σε συνδυασμό με μία τεχνολογία απελευθέρωσης γλυκιάς γεύσης, επομένως όταν πίνεις νερό από την κούπα νιώθεις ότι πίνεις κάτι σαν χυμό. Η κούπα διατηρεί το άρωμά της για περίπου έξι μήνες μετά το άνοιγμα της συσκευασίας της.
Το ONAGOfly είναι ο ιδανικός βοηθός σου εάν έχεις φωτογραφικές ανησυχίες. Πρόκειται για ένα μικροσκοπικό drone που χωρά στην παλάμη σου και χρησιμοποιείται για να τραβά φωτογραφίες ή βίντεο από αέρος. Είναι επίσης το πρώτο έξυπνο nano drone με λειτουργία GPS auto follow, η οποία του επιτρέπει να εντοπίζει το smartphone ή οποιαδήποτε έξυπνη συσκευή σου και να σε απαθανατίζει εν κινήσει, χωρίς να χρειάζεται να του δώσεις κάποια άλλη εντολή. Διαθέτει κάμερα με ανάλυση 15 megapixel και δυνατότητα λήψης HD βίντεο 1080p στα 30 fps - οι δημιουργοί υποστηρίζουν ότι οι επιδόσεις της είναι συγκρίσιμες με αυτές του iPhone 6s. Μπορείς να το ελέγξεις και με τη φορητή συσκευή σου χάρη στο σχετικό app μέσω wi-fi (με εμβέλεια στα 30 μέτρα). Οι λιλιπούτειες διαστάσεις του σου επιτρέπουν να το μεταφέρεις με ιδιαίτερη άνεση. Αυτό, βέβαια, συνεπάγεται και περιορισμένη αυτονομία, καθώς μπορεί να μείνει στον αέρα για 15 λεπτά - μία επίδοση που είναι πάντως υψηλότερη έναντι άλλων drones της ίδιας κατηγορίας.
http://grillbots.com
http://bit.ly/1LJn4ar
http://bit.ly/1SQv7I0
Γίνεται ένα ντόνατ ή ένα μπάγκελ να γίνει πολύτιμος σύντροφός σου στα ταξίδια σου; Κι όμως, γίνεται. Το MOGICS είναι ένα πολύπριζο που κυκλοφορεί σε σχήματα των δύο γλυκισμάτων, καταλαμβάνει ελάχιστο χώρο και σε βοηθά να λειτουργήσεις ή να φορτίσεις ταυτόχρονα έως και επτά συσκευές (πέντε με πρίζα και δύο με USB). Η τιμή του ξεκινά από 27 ευρώ.
http://kck.st/1K14WyB http://kck.st/1SQGd1T
57
Νίκησε το κρύο Το Torch είναι ένα κιτ που λειτουργεί στο πρότυπο μίας ηλεκτρικής κουβέρτας. Προσαρμόζεται στο μπουφάν σου και σε θερμαίνει σε τρία διαφορετικά σημεία, προκειμένου να διατηρεί ζεστό τον κορμό σου όταν βγαίνεις στο κρύο. Με μία πλήρη φόρτιση το Torch αποκτά αυτονομία έως πέντε ωρών, η οποία είναι περισσότερο από επαρκής για τις βόλτες σου. Εκτός εάν χαθείς σε κανένα δάσος...
Ιανουάριος 2016
Πόντσο για ποδηλάτες Η ποδηλασία μπορεί να γίνει ιδιαίτερα δύσκολη σε συνθήκες βροχής. Η Vanmoof προτείνει ως λύση το Boncho. Μοιάζει με κάλυμμα ποδιών για σκούτερ. Πρόκειται για ένα υπερμέγεθες πόντσο, το οποίο καλύπτει ολόκληρο τον κορμό του ποδηλάτη (διαθέτει και κουκούλα) και φτάνει μέχρι και το τιμόνι του δικύκλου, προκειμένου να καλύπτει και τα χέρια σου. Αυτή η ευρεία κάλυψη εγγυάται ότι θα κρατήσει στεγνά και τα κάτω άκρα. Αυτό ισχύει τουλάχιστον για τις πόλεις της Δυτικής Ευρώπης. Για πόλεις όπως η Αθήνα, όπου ο αναβάτης συνήθως γίνεται μούσκεμα από τα κάτω προς τα πάνω (εξαιτίας των άφθονων λακκουβών και των πλημμυρισμένων δρόμων), έχουμε κάποια επιφύλαξη ως προς την κάλυψη που παρέχει το καινοτόμο αδιάβροχο. http://kck.st/20qukSx
http://bit.ly/1lrjeNn
Στον κόσμο του animation
Σιγαστήρας… ροχαλητού Ενυδατώσου σωστά
Το stop motion animation είναι ένας συναρπαστικός κλάδος για να ασχοληθείς, μια και το μόνο όριο που θέτει είναι η φαντασία σου. Το μειονέκτημά του είναι ότι απαιτεί πάρα πολύ χρόνο για να μάθεις να κινείσαι στον κόσμο του. Το Stickybones είναι μία αρθρωτή μαριονέτα που θα σε βοηθήσει να εξερευνήσεις θεαματικές πόζες, μια και μπορεί να προσαρμοστεί σε οποιαδήποτε πιθανή στάση χάρη σε ένα εξελιγμένο σύστημα αρθρώσεων. Διαθέτει μαγνήτες στα πάνω και στα κάτω άκρα για να παραμένει σταθερό, όσο ακροβατική και να είναι η πόζα που θα του δώσεις. Επίσης, οι αρθρώσεις κινούνται προς όλες τις κατευθύνσεις, επιτρέποντας πλήρη περιστροφή γύρω από τον άξονά τους, αλλά και μικροκινήσεις για άπειρους συνδυασμούς. Σύμφωνα με τους δημιουργούς του, το Stickybones μειώνει το κόστος εισόδου για όποιον επιθυμεί να εξερευνήσει τον κόσμο του stop motion animation, όμως μπορεί να χρησιμοποιηθεί επίσης ως μοντέλο για ζωγράφους και γλύπτες, ως μέσο έμπνευσης για τους χορευτές, η ακόμα και ως μέσο διδασκαλίας.
Αν απαντάς με τη φράση «μόνο όταν κοιμάμαι» όταν σε ρωτάνε εάν ροχαλίζεις, τότε ίσως θα πρέπει να ρίξεις μία ματιά στο Silent Partner. Πρόκειται για ένα γκάτζετ που φοριέται στη μύτη σου για να δημιουργήσει μία «ζώνη ησυχίας» γύρω σου προκειμένου να εξασφαλίσεις έναν ήρεμο ύπνο για τη/τον σύντροφό σου. Η συσκευή «αντιλαμβάνεται» την ένταση και τη συχνότητα του θορύβου που παράγεις και εκπέμπει με τη σειρά του ένα ηχητικό κύμα που τον εξουδετερώνει. Αυτή η τεχνική μειώνει αισθητά τον ήχο του ροχαλητού σε ελάχιστη απόσταση 20 εκατοστών από την πηγή. Το Silent Partner περιέχει επαναφορτιζόμενη μπαταρία που μπορεί να διαρκέσει ολόκληρη τη νύχτα. Η συσκευή προφανώς αντιμετωπίζει τα συμπτώματα και όχι την αιτία του ροχαλητού σου, που σημαίνει ότι εάν θέλεις κάτι πιο δραστικό θα πρέπει να αναζητήσεις ιατρική βοήθεια. Μέχρι τότε, όμως, το Silent Partner μπορεί να αποδειχτεί σωτήριο για τη/τον σύντροφό σου.
http://bit.ly/1nFooHj
http://bit.ly/1T7svp8
Ενα ακόμα μπουκάλι κυκλοφορεί αυτή την περίοδο στον κόσμο του crowdfunding και φιλοδοξεί να εξασφαλίσει τη συνεχή ενυδάτωσή σου. Το Seed ελέγχει πόσο νερό καταναλώνεις και σου υπενθυμίζει πότε πρέπει να πίνεις περισσότερο. Παράλληλα, δημιουργεί ένα προφίλ της κατάστασης της υγείας σου αξιοποιώντας και άλλα δεδομένα, όπως τα επίπεδα εξάσκησης και ύπνου, αλλά και το βάρος σου. Για να τα κάνει όλα αυτά, επικοινωνεί με ένα app που εγκαθίσταται στη φορητή συσκευή σου. Παράλληλα, σε ενημερώνει για τη θερμοκρασία του νερού που βρίσκεται μέσα σε αυτό, καθώς και για το εάν το νερό είναι πόσιμο ή θέλει αντικατάσταση. Κυκλοφορεί σε τρία μεγέθη (0,5, 0,42 και 0,35 λίτρα), ενώ η μπαταρία του διαρκεί 1-2 χρόνια. http://bit.ly/1kev5xO
58
Κείμενο: Στέφανος Καστρινάκης / Φωτογραφίες: Νίκος Βαβδινούδης
59
Ιανουάριος 2016
Κωδωνοφόροι εν δράσει
Ο Νίκος Bαβδινούδης εργάζεται ως φωτογράφος στη Θεσσαλονίκη από το 1992. Εξειδικεύεται στην αρχιτεκτονική φωτογραφία, στο πορτρέτο και στη φωτογραφία τροφίμων. Συνεργάζεται με μουσεία, κατασκευαστικές και εκδοτικές εταιρείες, αρχιτεκτονικά γραφεία, βιομηχανίες, αλλά και ξενοδοχεία. Μαθήτευσε στο studio Αθυρίδη και από το 1999 διατηρεί το studiovd.gr μαζί με τον Χρήστο Δημητρίου. Συνεργάζεται επίσης με διεθνώς αναγνωρισμένα φωτογραφικά πρακτορεία, ενώ έργα του έχουν βραβευτεί σε διάφορους φωτογραφικούς διαγωνισμούς. Προκάλεσε όμως αίσθηση διεθνώς με το πρότζεκτ του «Πρόσωπα + Προσωπεία» (Κωδωνοφόροι-Ανατολική Μακεδονία), που κατέλαβε τη δεύτερη θέση στην κατηγορία People & Cultures Portfolio - TRIBES του διαγωνισμού Travel Photographer of the Year. Η διάκριση, μάλιστα, ήρθε ανάμεσα σε χιλιάδες συμμετοχές απ’ όλον τον κόσμο. Οπως μου εξηγεί, η φωτογράφιση πραγματοποιήθηκε στα χωριά του νομού Δράμας Μοναστηράκι, Ξηροπόταμο, Πετρούσα, Πύργοι, Καλή Βρύση, Παγονέρι, Βώλακα, καθώς και στη Νικήσιανη του νομού Καβάλας. Χρησιμοποιήθηκαν, κατά περίπτωση, φυσικά σκηνικά εντάσσοντας τους φωτογραφιζόμενους στο οικείο τους περιβάλλον. Στις υπόλοιπες φωτογραφίες ο τεχνητός φωτισμός και το σκηνικό λειτουργεί ως προβολέας, θέτοντας σε πρώτο πλάνο τον άνθρωπο που κρύβεται πίσω από τη μεταμφίεση. Η αφαίρεση της μάσκας εκπλήσσει τον θεατή και γεφυρώνει με απρόβλεπτο τρόπο τον άνθρωπο με τον εκάστοτε ρόλο.
Η συγκεκριμένη φωτογράφιση εμπλέκει τα καταγραφικά στοιχεία με την προσωπική ματιά του φωτογράφου. «Ολα εκτυλίσσονται το τριήμερο 6-7-8 Ιανουαρίου, όταν η περιοχή δονείται από την κωδωνοφορία και από άλλα στοιχεία αποτρεπτικά του κακού, όπως τα δέρματα ζώων στα πρόσωπα (μάσκες), τα κουδούνια στη μέση, τις προσωπίδες και τις στάχτες. Με τον τρόπο αυτό οι κάτοικοι των χωριών γιορτάζουν τα διονυσιακά δρώμενα από τα πανάρχαια χρόνια μέχρι και τις μέρες μας». Σύμφωνα με την παράδοση, οι κάτοικοι υμνούν με αυτόν τον τρόπο την ευημερία, την καλοχρονία, την ευγονία και την ευκαρπία. «Απαιτήθηκαν συνολικά δύο χρόνια για να ολοκληρωθεί όλη η εργασία. Είχα παρακολουθήσει ως επισκέπτης τους κωδωνοφόρους και κράτησα ως εντύπωση την αρχέγονη αίσθηση του εθίμου». Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί πως η φωτογραφική αποτύπωση των συγκεκριμένων εθίμων γινόταν αποκλειστικά κατά τη διάρκεια του δρώμενου. «Προσωπικά», προσθέτει ο Νίκος, «θέλησα να φωτογραφίσω τους ανθρώπους και όχι το δρώμενο. Aντιμετώπισα αρκετές δυσκολίες κατά τη δημιουργία αυτής της εργασίας. Σίγουρα η φωτογράφιση στο φυσικό περιβάλλον απαιτεί καλή οργάνωση, όπως το σωστό στήσιμο των πανιών, έτσι ώστε φυσικά φαινόμενα όπως ο αέρας και η βροχή να επηρεάσουν το τελικό αποτέλεσμα. Δεν βασίζομαι σε αυθόρμητες λήψεις. Σε κάποιες φωτογραφίες είναι έντονοι οι συνειρμοί με την ελληνική μυθολογία. Κάποιοι από τους φωτογραφημένους, έχοντας στάχτες στα πρόσωπά τους, θυμίζουν χάλκι-
να αγάλματα της αρχαιότητας. Σε κάποιες φωτογραφίες οι προβιές που φορούν δηλώνουν άμεσα τις αρχέγονες καταβολές τους. Ισως να γίνεται και μία προσπάθεια αναφοράς στον μύθο με το χρυσόμαλλο δέρας». Το παιχνίδι του στησίματος με τις μορφές πίσω από τα πανιά, χωρίς τη χρήση του Photoshop, θυμίζει το θέατρο σκιών, ένα ακόμα στοιχείο της ελληνικής παράδοσης. Οι ανθρώπινες μορφές παίζουν με το γύρω περιβάλλον και δημιουργούν έναν διάλογο με αυτό. «Με συγκινεί η προσήλωση των συμμετεχόντων στο έθιμο, η αγάπη και το πάθος τους να διατηρήσουν μια παράδοση που έρχεται από πολύ παλιά. Επίσης, το μεγάλο ενδιαφέρον και η συμμετοχή των νέων ανθρώπων δείχνει ότι υπάρχει μέλλον για το συγκεκριμένο δρώμενο». Οπως προσθέτει, οι φωτογραφίες δεν έχουν λαογραφικό χαρακτήρα. Η συγκεκριμένη αντιμετώπιση απαιτεί προσήλωση στις ενδυματολογικές λεπτομέρειες και φωτογραφική καταγραφή κατά τη διάρκεια του δρώμενου. «Οι φωτογραφίες», καταλήγει, «είναι σκηνοθετημένες (staged photography). Πρόθεση μου ήταν να “δω” τον άνθρωπο πίσω από τη στολή, ενταγμένο στο ευρύτερο φυσικό περιβάλλον των οικισμών». Νομίζω πως τα κατάφερε με τον καλύτερο τρόπο!
60
61
Ιανουάριος 2016
62
Κείμενο: Νατάσα Μαστοράκου
63
Ιανουάριος 2016
Το ρίσκο της επόμενης ημέρας
Η Μάνια παίζει με το κινητό και ο Μάνος στο διπλανό παγκάκι προσπαθεί να την εντυπωσιάσει. Ανεπιτυχώς στην αρχή, μέχρι που κάτι έξυπνο της τραβάει την προσοχή. Η Μάνια και ο Μάνος γνωρίστηκαν στο ίντερνετ, ξεκίνησαν να βγαίνουν και πολύ γρήγορα ήρθαν μπροστά σε ένα μεγάλο δίλημμα. Από αυτά που ο χρόνος ξεκινάει να μετράει αντίστροφα και οι αποφάσεις πρέπει να παρθούν σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Η Βάσω Καβαλιεράτου, που υποδύεται τη Μάνια στην παράσταση «72 ώρες», αρχίζει να μου συστήνει την ηρωίδα της. «Η Μάνια είναι μια πολύ κανονική κοπέλα. Είναι 38 χρονών, είναι έξυπνη, έχει δουλειά, είναι εμφανίσιμη, αλλά έχει ένα πρόβλημα. Δεν μπορεί να στεριώσει σε μια σχέση. Υπάρχει μια απογοήτευση. Ο,τι άνθρωπο γνωρίζει δεν της ταιριάζει, δεν είναι ο κατάλληλος και μάλλον έχει λίγο αγχωθεί όπως όλες οι γυναίκες μετά τα 35 που νιώθουν ότι αρχίζει να χτυπάει κάτι μέσα τους. Γιατί δεν είναι μόνο να κάνεις ένα παιδί. Είναι ότι πρέπει να τον βρεις και να κάνεις ένα παιδί, και αυτό είναι το πιο δύσκολο», συνεχίζει η Βάσω γελώντας. Οταν η ηρωίδα γνωρίζει τον Μάνο, αισθάνεται ότι είναι μάλλον μια ακόμα αποτυχημένη γνωριμία. Δεν νιώθει ότι πρόκειται για τον μεγάλο έρωτα και είναι σχεδόν ακυρωτική στο πρώτο ραντεβού, για να μην απογοητευτεί ξανά. «Εκεί ακριβώς βλέπει κάτι στον Μάνο που μπορεί και να τον κάνει διαφορετικό. Και πάλι, όμως, δεν το πιστεύει, της παίρνει πολύ καιρό μέσα της για να το καταλάβει και να αφεθεί», εξηγεί η Βάσω. Οι δυο τους τελικά γίνονται ζευγάρι και σε μόλις επτά εβδομάδες ένα γεγονός έρχεται να τους αποσυντονίσει. Σπάει το προφυλακτικό και έχουν στη διάθεσή τους μόνο 72 ώρες για να πάρουν το χάπι της επόμενης ημέρας. Ο Γιώργος Χατζηπαύλου και η Αστερόπη Λα-
ζαρίδου, που έχουν γράψει το έργο, μας περιγράφουν ουσιαστικά αυτές τις 72 ώρες του ζευγαριού. «Αυτό που έγινε είναι ίσως και αυτό που έχει ενδιαφέρον, γιατί τους έβαλε και τους δύο σε μια διαδικασία να σκεφτούν τα πράγματα πιο σοβαρά. Δεν θα είχαν προχωρήσει τόσο γρήγορα αν δεν προέκυπτε αυτό και μπορεί να μην είχαν κρατήσει και τόσο καιρό. Πολλές φορές κάτι που συμβαίνει στη ζωή, ένα ατύχημα ας πούμε ή ένα απρόβλεπτο γεγονός, κάνει ένα reset στα πράγματα και αρχίζεις και βλέπεις τον άλλο διαφορετικά». Η Μάνια και ο Μάνος συζητούν και ξανασυζητούν, αναλύουν και υποθέτουν. Ο καθένας με τον δικό του τρόπο, βέβαια. Εκείνη πιο ήρεμη, εκείνος περισσότερο πανικοβλημένος. «Η συμβουλή σε αυτές τις περιπτώσεις είναι σίγουρα να πάρεις το χάπι της επόμενης ημέρας», μου λέει η Βάσω γελώντας. «Αυτό θα έκανα εγώ, αυτό θα συμβούλευα και τις φίλες μου, αλλά μερικές φορές το ξέρεις ότι πρέπει να πάρεις το ρίσκο, ειδικά σε αυτή την ηλικία. Εγώ νομίζω ότι αυτό που συμβαίνει σε αυτούς τους δύο -και είναι και το στοίχημα της παράστασης- είναι ότι έχουν πραγματικά βρει μεταξύ τους κάτι πολύ αληθινό. Πραγματικά αγαπιούνται χωρίς να το έχουν πει ποτέ. Δεν έχουν δοκιμαστεί, δεν έχουν πει το "για πάντα", αλλά νομίζω ότι τους συμβαίνει και είναι ο λόγος που τελικά παίρνουν αυτό το ρίσκο». Το κοινό εκτός από τις συζητήσεις του ζευγαριού βλέπει και δεκάδες αλλαγές ρόλων στη σκηνή του Black Box του Ιδρύματος Μιχάλης Κακογιάννης. Τι θα γινόταν αν σε ένα κλασικό έργο προέκυπτε μια ξαφνική εγκυμοσύνη; Ρωμαίος και Ιουλιέτα. Τι θα συνέβαινε σε μια ρομαντική ταινία αν έσπαγε το προφυλακτικό; Τιτανικός. Οι αλλαγές ρόλων, ο γρήγορος ρυθμός, αλλά και ο συνολικός τρόπος προσέγγισης του έργου έχει άμεση σχέση με όλους τους συντελεστές. Ο Χατζηπαύλου και η Λαζαρίδου έγραψαν μια επίκαιρη κωμωδία με flashbacks και πολλές εναλλαγές από τη βασική πλοκή και πρότειναν στον αρμόδιο Γιάννη Σα-
ρακατσάνη να το κάνει παράσταση. Η Βάσω είναι χρόνια συνεργάτης με τον Σαρακατσάνη στους Abovo, αλλά και ο Κίμων Φιορέτος που υποδύεται τον Μάνο έχει ένα στυλ που τους ταιριάζει. «Η συγκεκριμένη παράσταση ειδικά έχει πολλά στοιχεία από Abovo: αλλαγές ρόλων και γρήγορες μεταμορφώσεις. Αυτά τα έργα μπορούν να γίνουν εύκολα κλισέ. Αλλά η ανάγκη όλων ήταν όλο αυτό να προσεγγιστεί με μια τρέλα και με έναν ρυθμό που θα σπάσει λίγο αυτό το κλισέ. Ο Γιάννης ήθελε να περάσει η ιστορία με αυτούς τους δύο ανθρώπους να είναι κανονικοί και όχι γκροτέσκοι. Να βλέπεις ένα ζευγάρι στο δωμάτιο του και όλα τα μπες-βγες, όλες οι αλλαγές να είναι τρελές, γρήγορες και αστείες, ώστε ο κόσμος να κάνει το διάλειμμά του από το κανονικό και να ξαναμπαίνει μετά». Η συζήτηση με τη Βάσω ξεπηδάει συνεχώς από το ένα θέμα στο άλλο. Από τη Μάνια και τις σκέψεις της για την απόκτηση ενός παιδιού, στη δική της κόρη και στον τρόπο που αντιμετώπισε την ηρωίδα. Αν και έχει ήδη ένα παιδί, παραδέχεται ότι αυτή η προσπάθεια είχε πλάκα. «Εχω περάσει από αυτά που η Μάνια σκέφτεται και φοβάται. Από την άλλη, όταν προσεγγίζεις έναν ρόλο ξεκινάς πάντα από αυτό που είσαι εσύ, οπότε έχω πολλά κοινά στοιχεία με την ηρωίδα. Είμαι σε αντίστοιχη ηλικία και έχω πολλές φίλες που είναι σε αυτή τη φάση». Εκεί κάπου έρχονται ιστορίες με απογοητευμένες φίλες, με αποτυχημένα πρώτα ραντεβού και το διαδίκτυο, που μπορεί για τη γενιά μας να μην είναι ο πιο συνηθισμένος τρόπος για να κλείσεις ένα ραντεβού, αλλά είναι στις αμέσως επόμενες. Η Βάσω αγαπάει τη Μάνια σαν φίλη της, σαν μια γυναίκα που καταλαβαίνει. Και μολονότι δεν μπορούμε να αποκαλύψουμε το τέλος της παράστασης, η ίδια συμφωνεί με την τελική απόφασή της. «Βέβαια, δεν βλέπουμε τι γίνεται μερικά χρόνια αργότερα», λέει γελώντας, αλλά αυτό θα είναι το θέμα για το σίκουελ του έργου!
64
Κείμενο: Δημήτρης Χαλιώτης
65
Ιανουάριος 2016
Ζώντας το τώρα Στα 21 του χρόνια τού έγινε πρόταση να προσληφθεί ως δημοσιογράφος στην ΕΡΤ3 και να εκφωνεί τα δελτία των ειδήσεων εκεί. Δεν το έκανε. «Αποφάσισα να κυνηγήσω το όνειρό μου και να σπουδάσω υποκριτική. Τα παράτησα όλα στη Θεσσαλονίκη και κατέβηκα στην Αθήνα», μου εξομολογείται ο Δημήτρης Καρατζιάς. Η απόφασή του αυτή δεν είναι το μόνο ρίσκο που έχει πάρει στη ζωή του. «Εχω αποφασίσει να παίρνω τα ρίσκα μου. Μπορεί να φάω τα μούτρα μου, αλλά τουλάχιστον θα έχω δοκιμάσει», μου λέει χαρακτηριστικά και αυτό θα μπορούσε να είναι και το μότο του. Το 2012, μετά από μία γόνιμη πορεία στο θέατρο ως ηθοποιός, αποφάσισε να φτιάξει μαζί με τον μουσικό Μάνο Αντωνιάδη τον δικό του χώρο. Κάπως έτσι γεννήθηκε το Vault στην οδό Μελενίκου στο Βοτανικό, ένας ζεστός πολυχώρος με δύο μικρές σκηνές, που τα τελευταία τέσσερα χρόνια έχει φιλοξενήσει πολύ ενδιαφέρουσες δουλειές, κατακτώντας μία ξεχωριστή θέση στην καρδιά των θεατρόφιλων της Αθήνας. Αυτή τη στιγμή παρουσιάζονται στο Vault οκτώ παραστάσεις. Τη μία εξ αυτών τη σκηνοθετεί ο Δημήτρης, κρατώντας και έναν από τους ρόλους του έργου. Ο λόγος για το “Marvin’s room” του Σκοτ ΜακΦέρσον, που πρωτοπαρουσιάστηκε στη Νέα Υόρκη το 1991 ενθουσιάζοντας κοινό και κριτικούς και στη συνέχεια μεταφέρθηκε και στη μεγάλη οθόνη με ένα εντυπωσιακό καστ (Μέριλ Στριπ, Νταϊάν Κίτον, Ρόμπερτ Ντε Νίρο, Λεονάρντο Ντι Κάπριο). «Το θεατρικό έργο σε σχέση με την ταινία έχει περισσότερο χιούμορ», με ενημερώνει ο Δημήτρης. «Η μαεστρία του ΜακΦέρσον είναι ότι έχει γράψει ένα δραματικό έργο με κάποιες κωμικές νότες, έτσι ώστε να μη γλιστράει στο μελό. Εκεί που συγκινείσαι, γελάς. Και το αντίστροφο φυσικά. Οπως και στη ζωή, δηλαδή», προσθέτει. Και έτσι είναι πράγματι. Βλέποντας την παράσταση θα πλημμυρίσετε από πολλά αντιθετικά συναισθήματα. Θα χαμογελάσετε, θα βουρκώσετε, θα μελαγχολήσετε, θα ανακουφιστείτε, θα δείτε κάτι από τον καθρέφτη σας… Πρόκειται για την ιστορία δύο αδελφών, της Λι και της Μπέσι, που έχουν να μιλήσουν 18 ολόκληρα χρόνια. Θα συναντηθούν ξανά όταν η λευχαιμία χτυπάει την πόρτα της Μπέσι. Η Λι και οι δύο γιοι της είναι η μο-
ναδική της ελπίδα, αφού μπορεί να είναι συμβατοί δότες μυελού των οστών. Κάπως έτσι η Λι επιστρέφει στο πατρικό της μετά από σχεδόν δύο δεκαετίες και οι δύο αδελφές αναγκάζονται να δουν τη σχέση τους μέσα από άλλο πρίσμα. «Είναι ένα έργο που μιλάει για τις ανθρώπινες σχέσεις, για τη δύναμη της οικογένειας και για την ανιδιοτελή αγάπη», μου λέει ο Δημήτρης. «Υπάρχει ανιδιοτελής αγάπη;» αναρωτιέμαι. «Δεν ξέρω», μου απαντά. «Είναι πολύ εγωιστικό πράγμα στον πυρήνα του η αγάπη. Νομίζω ότι η ανιδιοτελής αγάπη μπορεί να υπάρχει μόνο στην οικογένεια, πουθενά αλλού. Μία μάνα θα αγαπάει το παιδί της ακόμα κι αν αυτό δεν την αγαπάει. Υπάρχουν επίσης άνθρωποι που έχουν αφιερώσει τη ζωή τους σε άλλους κι αυτό το σέβομαι πολύ. Η Μπέσι έχει αφιερώσει όλη τη ζωή της στον πατέρα της, που είναι κατάκοιτος από εγκεφαλικό. Τελικά όμως είναι κι αυτό αγάπη ή μήπως καθήκον;». Για όλα αυτά μιλάει το “Marvin’s room”. Γι’ αυτή την πολυπλοκότητα των ανθρώπινων σχέσεων. Γι’ αυτά που φοβόμαστε να πούμε και που μας στερούν πολύτιμες στιγμές με τον άλλον. «Το πιο βασικό σε μία οποιαδήποτε σχέση είναι η επικοινωνία και τα κοινά θέλω. Οταν τα θέλω τα δικά σου και τα δικά μου είναι διαφορετικά, αποκλείεται να μην υπάρξει σύγκρουση. Πρέπει όμως πάντα να είσαι ανοιχτός και στους συμβιβασμούς», παρατηρεί ο Δημήτρης, εξηγώντας μου ότι «το να μη μιλάνε δύο αδέλφια τόσα πολλά χρόνια σημαίνει ότι δεν υπήρχαν σημεία επαφής». «Εχεις αφήσει ανθρώπους και σχέσεις πίσω σου;» του λέω χωρίς να εννοώ το ερωτικό κομμάτι. «Ναι, όπως όλοι. Στην πορεία διαπιστώνεις ότι αυτό που σε ώθησε να το κάνεις αυτό είναι τα διαφορετικά θέλω του καθενός. Οταν βλέπεις ότι δεν υπάρχει τίποτα κοινό και παράλληλα απουσιάζει η εκτίμηση και ο σεβασμός, τότε διαλύονται παρέες, χάνονται φιλίες», μου επισημαίνει. Στην οικογένεια, όμως, τα πράγματα είναι διαφορετικά για τον Δημήτρη. «Θεωρώ τους δεσμούς αίματος πάρα πολύ σημαντικούς», μου λέει. «Είμαι πολύ τυχερός που έχω δύο αδέλφια με τα οποία είμαι πολύ δεμένος. Θα πρέπει να μπει ένα πολύ σοβαρό ιδεολογικό ζήτημα στη μέση για να διαταράξει τη σχέση μου μαζί τους. Κάτι ακραίο. Οπως και να ’χει, θα το πάλευα μέχρι τέλους». Η συζήτησή μας πηγαίνει στη θεατρική πραγματικότητα στην Ελλάδα του σήμερα. Του επισημαίνω το γεγο-
νός ότι το επάγγελμα του ηθοποιού έχει γίνει πια μη βιοποριστικό για τους περισσότερους. «Πώς θα μπορούσε, όμως, να βιοποριστεί κάποιος από μία παράσταση που παίζει δύο φορές την εβδομάδα για 20 παραστάσεις συνολικά; Δεν είναι και λίγο τρελό να θεωρείς ότι θα βιοποριστείς από κάτι τέτοιο;» σχολιάζει. Ο ίδιος θεωρεί ότι ο θεατρικός πληθωρισμός της Αθήνας είναι ολίγον πλασματικός. «Αυτός ο αριθμός των χιλίων παραστάσεων τη σεζόν είναι πολύ σχετικός. Μέσα σε αυτές υπάρχουν και δουλειές που γίνονται για πολύ λίγες παραστάσεις. Για πέντε-δέκα παραστάσεις. Αν αυτές τις αφαιρέσουμε, δεν μιλάμε για χίλιες παραστάσεις. Πόσες είναι οι παραστάσεις που δουλεύουν πια ολόκληρη τη σεζόν; Πολύ, πολύ λιγότερες», υπογραμμίζει, θέτοντας παράλληλα κι ένα άλλο σημαντικό ζήτημα, αυτό της κρατικής μέριμνας. «Θα ήταν πολύ όμορφο αν το θέατρο μας μπορούσε να είναι εξαγώγιμο προϊόν. Πώς θα μπορούσε να γίνει αυτό; Με μία ελάχιστη επιδότηση για να βάλεις υπέρτιτλους στα αγγλικά στην παράστασή σου. Ή αν υπήρχε από το Υπουργείο Πολιτισμού ένας πολιτιστικός χάρτης με τα θέατρα της Αθήνας, ώστε κάθε τουρίστας να μπορεί να ενημερώνεται για το τι μπορεί να δει», αναφέρει χαρακτηριστικά. Ο Δημήτρης μοιάζει να είναι ένας γεμάτος άνθρωπος. Δεν αγαπάει απλά με πάθος τη δουλειά του. Αγαπάει με πάθος τη ζωή. Θέλει να τη ρουφήξει μέχρι το μεδούλι. Θέλει να ζει το τώρα. «Δεν μπορώ με αυτή την τρομολαγνεία κι όλον αυτόν τον κόσμο που φοβάται. Στεναχωριέμαι», μου λέει. «Επίσης με θλίβει αυτή η ματαιοδοξία. Αυτό που ο καθένας νομίζει ότι μπορεί να αλλάξει το σύμπαν από τη θεσούλα του. Εγώ είμαι ένας ηθοποιός και σκηνοθέτης. Σε κανέναν δεν θα λείψω αν σταματήσω να δουλεύω», παρατηρεί, αποδεικνύοντας ότι παραμένει ισορροπημένος. Αυτό το τελευταίο φαίνεται κι από τα πράγματα που μπορούν να τον κάνουν ευτυχισμένο. «Ενα ήσυχο πρωινό για καφέ κάπου στην Αθήνα, μια βόλτα στην Πλάκα, ένα ωραίο βιβλίο, μια ωραία ταινία, μια ωραία παράσταση…». Τόσο απλά.
Τα πρόσωπα της πόλης Του Στέφανου Καστρινάκη
1
2
67
1. Βίκυ Καγιά 2. Νεκτάριος Μπουτεράκος 3. Καρίμπ 4. Κώστας Αναγνωστάκης
3
4
Ιανουάριος 2016
5
6
69
7
5. Γιώργος Κασελίμης 6. Αλέξανδρος Παπαϊωάννου 7. Agnes Vai 8. Πάνος Κοκκινόπουλος
8
Ιανουάριος 2016
Κείμενο: Πόπη Διαμαντάκου
70
Παραμυθάδες ή μυθομανείς;
Με αυτήν ακριβώς την ερώτηση να μου έχει σφηνωθεί στο μυαλό βγήκα από την προβολή του «Νοτιά», της ταινίας του Τάσου Μπουλμέτη που γυρνά εκείνη τη «γενιά της μεταπολίτευσης» στη νιότη της. Αλλά δεν κάνει μόνον αυτό, όχι. Δεν είναι μόνον ένα παιχνίδι με τη νοσταλγία. Με αυτή τη διάθεση πήγα και απόλαυσα την έξοχη αναπαράσταση της εποχής, που έφερνε χαμόγελο -ενίοτε πικρό- στα χείλη. Ωστόσο, μου φάνηκε πολύ πιο φιλόδοξη στο βάθος, με μια φιλοδοξία, όμως, που πνίγηκε στη νοσταλγία και την τρυφερότητα για τη νιότη - του δημιουργού, την δική μας, του τόπου. Η αφήγηση δεν κατάφερε να απογειωθεί σε ένα έργο ευρύτερο από τη μνήμη μιας γενιάς, σε ένα έργο που καταπιάνεται με τον τρόπο που αυτός ο τόπος ζει φτιάχνοντας με ένδοξους μύθους τη ζωή του, τον πολιτισμό του, το μέλλον του. Φοβάμαι ότι οι περισσότεροι θεατές μείναμε στις αναμνήσεις. Γι' αυτό και δεν καταφέρνω να θυμηθώ το τέλος της ταινίας, γιατί δεν έχει τελειώσει, γιατί είμαστε ακόμη εδώ, ζούμε τη διάψευση εκείνων των μύθων, σε μια χώρα που ακόμη βασανίζεται από την προσπάθεια να φτιάξει καινούργιους, πάντα ένδοξους και πάντα εκείνους που θα την κρατήσουν μακριά από την πραγματικότητα. Κι όμως, ο «Νοτιάς» αποτυπώνει, έστω διακριτικά, με την τρυφερότητα που έχει πάντα η νοσταλγία, τη λεπτή κόκκινη γραμμή ανάμεσα στη δημιουργική φαντασία των παραμυθάδων -εκείνων που έφτιαξαν πολιτισμό- και στην παθολογική εμμονή στους μύθους - εκείνων που τον αρνούνται, που αρνούνται την εξέλιξη. Η μανία της
κατασκευής μύθων, είναι φαινόμενο ψυχοπαθολογικό, είναι άρνηση, είναι καθήλωση. Ναι, είναι φιλόδοξη η σύλληψη του Τάσου Μπουλμέτη να τα βάλει ή για την ακρίβεια να βάλει τους πρωταγωνιστές του να τα βάλουν με τους μύθους και να συμφιλιωθούν ή να αναρωτηθούν για τη μεγάλη τους πλάνη. Με τους μύθους του Ομήρου τα βάζει ο πρωταγωνιστής όταν είναι ακόμη παιδί. Αλλά σε έναν μύθο έχει στήσει το αυτοσχέδιο μάρκετινγκ του μικρού του εμπορικού και ο πατέρας του, στον μύθο του Ωνάση. Το δικό του παραμύθι είναι ότι ο Αρης κι αυτός έγιναν κολλητοί κάποτε στα νεανικά του ταξίδια και ότι τάχα ο τρανός του φίλος έχει αδυναμία σε βαλίτσες σαν αυτές που πουλάει στο μαγαζάκι του. Ενα «θαύμα» του φωτογραφικού μοντάζ και ένα αθώο παραμύθι ταΐζουν την οικογένεια. Μοιάζει αστείο, αλλά δεν είναι. Ο μύθος του Αριστοτέλη, του «Αρη», όπως τον λέει ο μπαμπάς στην ταινία, τάχα με οικειότητα, πότισε τις μικροαστικές φαντασιώσεις μιας Ελλάδας που ζούσε μακριά από τον υπόλοιπο κόσμο, με το σύνδρομο της Σταχτοπούτας. Της Ελλάδας που πίστευε, ότι θα έρθει ο «πρίγκιπας» και θα τη βάλει στα παλάτια και στα πλούτη. Αλλά και που κάθε «πρίγκιπας» ήταν προσιτός, κοντινός, της διπλανής πόρτας, σαν τον Ωνάση, σαν τον Αντρέα… Υπήρχε πάντα μια Ελλάδα που ήξερε πως τα παραμύθια -ακόμη κι αν δεν είναι αληθινά- κάνουν ομορφότερη τη ζωή. Και μετά ήρθαν οι μεγάλοι μύθοι της πολιτικής. Που υποσχέθηκαν πως θα αλλάξουν ζωές. Και τις άλλαξαν.
Εμοιαζαν αθώα όλα τότε. Κοντινά. Σαν τον κόσμο στις υπόγειες ταβέρνες, εμβληματικοί τόποι διακίνησης ιδεών και συνάντησης, ερώτων και καβγάδων. Και ποιος δεν χαμογέλασε από τους παλαιότερους, με τις σκηνές του «Νοτιά» στην ταβέρνα. Μια σταλιά τόπος η Ελλάδα και κάθε κόμμα μια παρέα στο διπλανό τραπέζι. Γι' αυτό και η διάψευση των μύθων της πολιτικής, οι οποίοι κόστισαν ακριβότερα, πόνεσαν περισσότερο, κατέστρεψαν βαθύτερα και από τους προδομένους μύθους του έρωτα. Ενιωσα ότι ο «Νοτιάς» αποτυπώνει ακριβώς την εποχή που περάσαμε από την υγιή, ψυχαγωγική χρήση των εγχώριων μύθων, στην ψυχοπαθολογία μιας υστερικής μανίας να αντικαταστήσουν την πραγματικότητα. Ολο εκείνο, το ξέρουμε πια, ήταν ένα μαζικό παραμύθι της μεταπολιτευτικής νιότης, της Ελλάδας που προσπαθούσε να πάρει μπρος, να συντονιστεί με άλματα. Πώς να τα κάνουν οι ψυχές! Είχαν ανάγκη τα παραμύθια. Για ορισμένους στάθηκε η μαγιά του προσωπικού τους μάρκετινγκ, όπως ήταν ο «μύθος της φιλίας με τον Ωνάση» του έμπορα βαλιτσών στην ταινία. Πούλησαν αριστεριλίκι, πούλησαν εξουσία στην κλαδική του ΠΑΣΟΚ, πούλησαν ό,τι μπορούσαν για το χρήμα, για γυναίκες ή και για τα δυο. Μερικοί πεθάναμε στο γέλιο ακούγοντας την ατάκα: «Τι λες βρε; Αυτά τα λένε οι αναθεωρητές για να ρίχνουν γκόμενες». Οι πιτσιρικάδες δίπλα μας δεν κατάλαβαν τον λόγο, ούτε καν όταν τους τον εξηγήσαμε. Πώς θα μπορούσαν άλλωστε!