Μάιος 2015
Δημήτρης Λάλος Το τάβλι της πολυπολιτισμικότητας
Monika Με δύναμη από τη Νέα Υόρκη στον Κήπο του Μεγάρου
Χάρης Φραγκούλης Στην πρώτη σειρά του Φεστιβάλ Αθηνών
Σκανάρετε το QR Code στην αρχή των κειμένων και ανακαλύψτε έξτρα περιεχόμενο
Metropolis www.metropolispress.gr
Πολιτικό είναι το προσωπικό! Η Νατάσσα Μποφίλιου και η θηλυκή πλευρά της στράτευσης
Index Σειρές...12
Λάλος...36
Τα καλύτερα θεματικά τραγούδια της τελευταίας 20ετίας
Δεν έχει σημασία από πού είσαι, αλλά πού έχεις μεγαλώσει
Μποφίλιου...18 Πολιτικό τραγούδι σήμερα είναι το προσωπικό
Ιστορία...22 Οι Ελληνες μετανάστες στο Σίδνεϊ και μία... κατσίκα
Μαργαρίτη...42 Η ποιητική συλλογή «Φλαμίνγκο» κέρδισε το Βραβείο Γιάννης Βαρβέρης
Φραγκούλης...46 City Tales...24
Με ένα καρουζέλ στο Θέατρο της Οδού Κυκλάδων
Οι πέντε ιδρυτές της startup παρουσιάζουν τα αγαπημένα τους αθηναϊκά κτίρια
Adhocracy...48 Το επόμενο μοντέλο παραγωγής κινείται «από κάτω προς τα πάνω»
Indie Scent...31 H Eφη και η Χαρά Τσιρογιάννη φτιάχνουν υπέροχα αρώματα στο κέντρο της Αθήνας
Κουκαλάνι...54 Στην υπηρεσία του γέλιου
Αλέξανδρος Μιχαήλ...32 Από τη Νομική στο Φεστιβάλ InPort στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά
Φεστιβάλ Αθηνών...56 Monika...34
Τα... best του Ιουνίου
Τραγουδώντας για το καλοκαίρι της πανέμορφης Ελλάδας
Ηπίτου...63 Ραντεβού στον μικροσκοπικό πεζόδρομο
METROPOLIS
14/1066
www.metropolispress.gr / metropolis@metropolisnews.gr / Facebook: MetropolisPress / YouTube: MetropolisPress Ιδιοκτησία - Εκδοση: Μ media Α.Ε. / Εδρα: Κύπρου 12Α, Τ.Κ. 183 46 - Μοσχάτο, τηλ. 210 4823977, φαξ 210 4832887 Διεύθυνση: Κώστας Τσαούσης Project Manager: Βίκτωρας Δήμας Ειδικός Σύμβουλος: Θάνος Τριανταφύλλου Συντονισμός: Νατάσα Μαστοράκου, Χρήστος Τσαπακίδης Σύνταξη: Ανδρέας Γιαννόπουλος, Νικήτας Καραγιάννης, Βούλα Σουρίλα, Δημήτρης Χαλιώτης Υποστήριξη: Βασίλης Λουκανίδης Εκτύπωση: «Καθημερινές Εκδόσεις» Α.Ε.
Publi
3
Μάιος 2015
Πηγή ζωής και προσφοράς
Το τρίπτυχο κοινωνία, άνθρωπος και φυσικό περιβάλλον αποτελούν διαχρονικά τον κατευθυντήριο άξονα που αναπτύσσει και διευρύνει η ΕΥΔΑΠ τη δράση της, εντάσσοντας τις αρχές της Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης στο σύνολο των ενεργειών της. Κύριος στόχος είναι η προαγωγή της κοινωνικής συνοχής και η προστασία του περιβάλλοντος. Η ΕΥΔΑΠ επιδεικνύει κοινωνική υπευθυνότητα μέσα από την υλοποίηση οργανωμένων δράσεων με γνώμονα την κοινωνική συνεισφορά. Στο πλαίσιο αυτό παρέχει ειδικά τιμολόγια χαμηλής χρέωσης σε ευαίσθητες κοινωνικά ομάδες, όπως φιλανθρωπικά ιδρύματα, πολύτεκνες και μονογονεϊκές οικογένειες με τρία παιδιά, καθώς και σε υπερήλικες άνω των 75 ετών με χαμηλό εισόδημα. Από τη συγκεκριμένη παροχή υπολογίζεται ότι θα επωφεληθούν περίπου 18.000 οικογένειες. Επίσης, η ΕΥΔΑΠ έχει θέσει σε εφαρμογή νέο πρόγραμμα διακανονισμού οφειλών καταναλωτών, που περιλαμβάνει ειδικές ρυθμίσεις κοινωνικού χαρακτήρα για την καλύτερη εξυπηρέτηση του ελληνικού νοικοκυριού το οποίο πλήττεται από την κρίση.
Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται: y Απλούστευση της διαδικασίας διακανονισμού και γρήγορη έγκριση των αιτημάτων χωρίς την υποχρέωση υποβολής πλήθους δικαιολογητικών. Το πρόγραμμα των διακανονισμών γίνεται ευνοϊκότερο για τον πελάτη με αποδεδειγμένη οικονομική δυσκολία, με αύξηση των δόσεων μέχρι και 36. y
Προσωρινή αναστολή των μέτρων αναγκαστικής είσπραξης, βάσει του Κώδικα Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων και μέχρι ποσού 3.000 ευρώ, υπό την προϋπόθεση της έγκαιρης προσέλευσης των οφειλετών για τον διακανονισμό της αποπληρωμής των χρεών τους σε δόσεις, σύμφωνα με τη νέα πολιτική της εταιρείας.
Επεκτείνοντας την κοινωνική της δράση η ΕΥΔΑΠ προβαίνει επίσης και στη διαγραφή χρεών σε κοινωφελή ιδρύματα, όπως το Ασυλο Ανιάτων και στηρίζει συστηματικά κοινωφελή ιδρύματα, φιλανθρωπικές οργανώσεις, υπηρεσίες υγείας και παιδείας με αναγνωρισμένη κοινωνική προσφορά. Η εταιρεία συμβάλλει επίσης και στη διαμόρφωση μιας υπεύθυνης περιβαλλοντικής συμπεριφοράς και την υιοθέτηση προτύπων που διασφαλίζουν την προστασία του περιβάλλοντος. Η επιτυχής διεξαγωγή στην ΕΥΔΑΠ του Εκπαιδευτικού Περιβαλλοντικού Προγράμματος αποτελεί την αιχμή του δόρατος της περιβαλλοντικής δράσης της και απόδειξη του πολυδιάστατου έργου που επιτελεί.
Αξίζει να σημειωθεί ότι περισσότεροι από 20.000 μαθητές κυρίως της πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης παρακολουθούν κάθε χρόνο το εν λόγω πρόγραμμα εντελώς δωρεάν. Οι μαθητές κατανοούν έννοιες πολύπλοκες, όπως ύδρευση, αποχέτευση, βιολογικοί σταθμοί, ερημοποίηση και λειψυδρία, χάρη στον εύληπτο τρόπο με τον οποίο πραγματοποιείται το εκπαιδευτικό πρόγραμμα που είναι εξοπλισμένο με τα πιο σύγχρονα υλικοτεχνικά και ηλεκτρονικά μέσα. Το πρόγραμμα ολοκληρώνεται με τη διανομή στα παιδιά εκπαιδευτικού υλικού και αναμνηστικών δώρων και τη διεξαγωγή δραστηριοτήτων, όπου οι μαθητές συμμετέχουν ενεργά. Η ανάπτυξη ενός ανθρωποκεντρικού και υπεύθυνου οργανισμού, όπου εργαζόμενοι λειτουργούν συλλογικά και με ανεπτυγμένο το αίσθημα της ομαδικότητας και αυτοδέσμευσης, δημιουργώντας αξία και εξασφαλίζοντας την ανάπτυξη της εταιρείας, αποτελεί πρωταρχικό στόχο για την ΕΥΔΑΠ. Γι’ αυτό η επιχείρηση εφαρμόζει σύγχρονες τεχνικές διαχείρισης στην ανάπτυξη των δεξιοτήτων των εργαζομένων επενδύοντας διαρκώς στο ανθρώπινο δυναμικό, την παραγωγικότητα, όπως επίσης και σε θέματα υγιεινής και ασφάλειας. Στόχος της ΕΥΔΑΠ είναι η συνεχής πρόοδος και ανάπτυξη της με σεβασμό στον άνθρωπο και στο περιβάλλον.
Edito
4
Μια μετακόμιση… Κώστας Τσαούσης kt@m-media.gr
«Χαρτοκιβώτια Νουνού / Γεια σου παλιά μου ιστορία / Βλέπω το φως του ουρανού / Χαίρε ω χαίρε ελευθερία!». Το τραγούδι του Ανδρέα Λάμπρου σε στίχους του φίλου Γιώργου Παυριανού -με τη φωνή της Αλκηστης Πρωτοψάλτη- το είχα ξεχωρίσει από την πρώτη στιγμή που άρχισε να παίζεται στα ραδιόφωνα την εποχή των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας το 2004, μια εποχή συνδυασμένη με την ψευδεπίγραφη ευημερία, τις υψηλές προσδοκίες και τις μεγάλες διαψεύσεις. Το σιγοψιθύριζα σχεδόν καθημερινά και οι στίχοι του Γιώργου μού έφερναν στο μυαλό εικόνες ανάλογων καταστάσεων (αν και είμαι αθεράπευτα ορθολογιστής
για να αφεθώ σε «Μια μετακόμιση ξανά στο δρόμο για το πουθενά / Και πού θα βγάλει δεν το ξέρω ειλικρινά»). Το τραγούδι το ξαναθυμήθηκα τις τελευταίες ημέρες, αν και δεν χρειάστηκε να επιστρατεύσω «χαρτοκιβώτια Νουνού» για τη μετακόμιση της ομάδας του “Metropolis” και των άλλων συναδέλφων και συνεργατών της εταιρείας M media από την περιοχή του «τριεθνούς» (Καλλιθέα/Ταύρος/Μοσχάτο) στη φιλόξενη Πραξιτέλους στο Iστορικό Kέντρο της Αθήνας. Και όμως τα «χαρτοκιβώτια» πάντα χρειάζονται σε τέτοιες καταστάσεις. Είναι εκείνα που φροντίζουν να πε-
ρισώσουν εικόνες και αισθήματα, φιλιά και συγγνώμες, επιτυχίες και αποτυχίες, αποχαιρετισμούς - όλα εκείνα τα ακριβά τιμαλφή της μνήμης που αποτελεί τον καλύτερο οδηγό στη ζωή και των ανθρώπων και των επιχειρήσεων. Καλά και άγια τα νέα κεφάλαια και οι άγραφες (ακόμη) σελίδες, αλλά τα τιμαλφή της μνήμης είναι εκεί (σιωπηλά, αν και σε διαρκή εγρήγορση) για να μας προστρέξουν στις αδύναμες στιγμές μας, αλλά και στις ώρες της συντριβής των εγωισμών μας.
6
Mαθητές και απόφοιτοι της Δραματικής Σχολής του Θεάτρου Τέχνης Πρωταγωνιστές της παράστασης «Θέλω μια χώρα» σε σκηνοθεσία Μαριάννας Κάλμπαρη (Φεστιβάλ Αθηνών)
7
Φωτογραφία: Στέφανος Καστρινάκης
Μάιος 2015
8
Μαγδαληνή Αυγερινού Σκηνογράφος της παράστασης «Αίας», που σκηνοθετεί η Σύλβια Λιούλιου (Φεστιβάλ Αθηνών)
xxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxx
Φωτογραφία: Στέφανος Καστρινάκης
9
Κωστής Μαραβέγιας Στις 26 και 27 Ιουνίου στον Κήπο του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών
Μάιος 2015
10
Φωτογραφία: Στέφανος Καστρινάκης
Αγνή Παπαδέλη Ρωσσέτου Χορογράφος και δημιουργός του "Blossom" (Φεστιβάλ Αθηνών)
11
Φωτογραφία: Στέφανος Καστρινάκης
Τάσος Δεληχρήστος Ιδιοκτήτης του νέου hot spot του Θησείου, Underdog
Μάιος 2015
12
Κείμενο: Χρήστος Τσαπακίδης
13
Μάιος 2015
Το soundtrack της μικρής οθόνης To 2013 το “Harlem shake” κατάφερε να διακόψει ένα μοναδικό ρεκόρ. Ηταν το πρώτο single με ορχηστρικό κομμάτι που μπήκε στο Hot 100 του περιοδικού Billboard έπειτα από 28 ολόκληρα χρόνια! Ποιο ήταν το προηγούμενο single που είχε αυτή την τιμή; Αυτό με το καταπληκτικό μουσικό θέμα της σειράς «Οι σκληροί του Μαϊάμι» δια χειρός Τζαν Χάμερ. Ενα από τα «μυστικά» των τηλεοπτικών παραγωγών για να καταστήσουν τη δουλειά τους περισσότερο αναγνωρίσιμη είναι να την ντύσουν με ένα πιασάρικο μουσικό θέμα ή θεματικό τραγούδι. Πολλοί χτύπησαν φλέβα χρυσού: από το θέμα του «Ο Αλφρεντ Χίτσκοκ παρουσιάζει» στη μακρινή δεκαετία του 1950, σε αυτά της «Οικογένειας Ανταμς» στα '60s, του «Ιππότη της ασφάλτου» στα '80s και του «Υποπτου κόσμου του Τουίν Πικς» στα '90s! Εμείς επιλέξαμε τα top θεματικά τραγούδια που ακούστηκαν (ή ακούγονται ακόμα) σε σειρές της τελευταίας εικοσαετίας και σας τα παρουσιάζουμε. Ας ξεκινήσουμε με ένα πολύ γνώριμο τραγούδι, το οποίο τουλάχιστον εμείς οι τριαντάρηδες μόλις ακούμε θα το ρίξουμε το χαμόγελο, καθώς μας έρχονται στο μυαλό ένα σωρό αστείες στιγμές με τον Ρος, τον Τζόι, τον Τσάντλερ, τη Μόνικα, τη Ρέιτσελ και τη Φοίβη. Το “I’ll be there for you”, το οποίο συνυπογράφουν οι παραγωγοί της σειράς «Φιλαράκια», Ντέιβιντ Κρέιν και Μάρτα Κάουφμαν μαζί με το ποπ-ελαφρύ ροκ ντουέτο The Rembrandts μπορεί να είναι λίγο απλοϊκό μουσικά και στιχουργικά τραγούδι, είναι όμως άρρηκτα συνδεδεμένο με ένα από τα πιο επιτυχημένα κωμικά σίριαλ όλων των εποχών. Εννοείται ότι οι Rembrandts δεν κατάφεραν ποτέ να επαναλάβουν αυτή την επιτυχία… Πολλοί έχρισαν διάδοχο της σειράς «Φιλαράκια» το “The big bang theory”. Η αλήθεια είναι ότι βρίσκεται πολύ κοντά. Το εισαγωγικό τραγούδι κατάφερε να γίνει επίσης πιασάρικο. Πρόκειται για το “History of everything”, στο οποίο οι Καναδοί Barenaked Ladies (ενδεχομένως επηρεασμένοι από το βιβλίο εκλαϊκευμένης επιστήμης “A short history of nearly everything” του Μπιλ Μπράισον, από αυτά που σνομπάρει ο Σέλντον Κούπερ) μας εξηγούν πώς δημιουργήθηκε το σύμπαν πριν από 14 δισ. χρόνια, πώς εμφανίστηκαν οι Νεάντερνταλ και οι επιστήμες.
Οχι ότι είχε ανάγκη από προβολή, αλλά το συγκρότημα The Who κατάφερε να «τρυπώσει» στις μικρές οθόνες μας όχι μία, αλλά τέσσερις φορές. Και αυτό χάρη στην απόφαση των παραγωγών των σειρών “CSI” να χρησιμοποιήσουν ως θεματικά τραγούδια κομμάτια των Βρετανών ρόκερ: “Who are you” για το αρχικό “CSI”, “Won’t get fooled again” για το «CSI: Μαϊάμι», "Baba O'Riley" για το «CSI: Νέα Υόρκη» και "I can see for miles" για το «νεοφώτιστο» “CSI: Cyber”. Ενα παλαιότερο τραγούδι χρησιμοποίησαν και οι παραγωγοί του “The wire” για να «ντύσουν» τη σειρά τους. Το “Way down in the hole” γράφτηκε από τον Τομ Γουέιτς και κυκλοφόρησε το 1987 με το άλμπουμ “Franks wild years”. Στο “The wire” καθένας από τους τέσσερις κύκλους περιείχε και μία διαφορετική διασκευή του τραγουδιού. Η καλύτερη ήταν βέβαια αυτή του πρώτου κύκλου, από τους Blind Boys of Alabama, ένα αμερικανικό συγκρότημα γκόσπελ με ιστορία επτά δεκαετιών! Στο οκταμελές γκρουπ συμπεριλαμβάνονται μάλιστα τέσσερις τυφλοί τραγουδιστές. Και μιλώντας για γκόσπελ, ένας από τους μεγαλύτερους ύμνους σειράς των τελευταίων χρόνων έχει από αυτό, όπως έχει και λίγο από σόουλ, αλλά και από trip hop. Ο λόγος για το 'Woke up this morning', το οποίο ακούγαμε προτού ξεκινήσει κάθε επεισόδιο των “Sopranos”. Οι Βρετανοί Alabama 3 εμπνεύστηκαν αυτό το τραγούδι από την ιστορία της Σάρα Θόρντον, η οποία μετά από χρόνια κακοποίησης από τον άνδρα της αποφάσισε τελικά να τον σκοτώσει. Το τραγούδι κυκλοφόρησε το 1997, δύο χρόνια πριν από την πρεμιέρα της εξαιρετικής σειράς του ΗΒΟ που εξιστορεί τον βίο και την πολιτεία ενός οικογενειάρχη μαφιόζου από το Νιου Τζέρσεϊ. Το θεματικό τραγούδι προϋπήρχε της σειράς και στην περίπτωση του πρώτου κύκλου του “True detective”. Το alternative country/americana ντουέτο The Handsome Family (Μπρετ και Ρένι Σπαρκς) κυκλοφόρησε το “Far from any road” το 2003 με τον δίσκο “Singing bones”. Εντεκα χρόνια μετά, ο μουσικός διευθυντής του “True detective”, T Bone Burnett, γοητεύτηκε από αυτό το σκοτεινό τραγούδι με τους gothic στίχους και αποφάσισε να το βάλει στην αρχή των επεισοδίων. Το ντουέτο, αν και είχε κερδίσει στο παρελθόν την εκτίμηση μουσικών, όπως ο Μπρους Σπρίνγκστιν, κατάφερε με
αυτόν τον τρόπο να αποκτήσει απήχηση σε ένα σαφώς μεγαλύτερο κοινό. Φέτος, το “True detective” που ξεκινά στα τέλη Ιουνίου απέκτησε ένα άλλο τραγούδι, το οποίο είναι επίσης εξαιρετικό! Εξίσου σκοτεινό είναι το “If I had a heart” που διανθίζει την εισαγωγή του “Vikings”. Το τραγούδι γράφτηκε και ερμηνεύτηκε από τη Σουηδή Fever Ray, ενώ το single κυκλοφόρησε το 2009, τέσσερα χρόνια πριν από την πρεμιέρα της σειράς του History Channel που ακολουθεί τη ζωή του θρυλικού Βίκινγκ Ράγκναρ Λόθμπροκ. Το θαυμάσιο art pop κομμάτι έχει κάνει ιδιαίτερη θραύση στη μικρή οθόνη, καθώς μεταξύ άλλων έχει ακουστεί στο “Breaking bad”, το “Person of interest” (το οποίο «δανείστηκε» για ένα επεισόδιο και την πρωταγωνίστρια Κάθριν Γουίνικ) και το “Black sails”. Σε περισσότερο ροκ εν ρολ ακούσματα κινείται το “This life”, το οποίο συναντάμε στο “Sons of Anarchy”, που ολοκληρώθηκε φέτος με πολλή βία. Για το τραγούδι έβαλαν το χεράκι τους τόσο ο Κέρτις Στίγκερς, όσο και οι Forest Rangers και ο ίδιος ο δημιουργός της σειράς, Κερτ Σάτερ, ενώ το ερμήνευσαν οι δύο πρώτοι. Οι Forest Rangers, μάλιστα, είναι τόσο ταυτισμένοι με τη δουλειά τους στη σειρά που αφηγείται την ιστορία μίας λέσχης όχι και τόσο νομοταγών μοτοσικλετιστών, που ο κιθαρίστας του γκρουπ Μπομπ Θίελ αναφέρει ότι «εάν υπήρχε μία μπάντα που θα έπαιζε κάθε Παρασκευή βράδυ στο κλαμπ που συχνάζουν οι Sons of Anarchy, αυτή θα ήταν οι Forest Rangers». Και ας κλείσουμε με ένα ορχηστρικό κομμάτι: το επιβλητικό θέμα του “Game of thrones” δια χειρός Ραμίν Τζαγουάντι, ο οποίος έγραψε και τα θέματα άλλων δημοφιλών σειρών, όπως το “Person of interest”, “Strain” και το “Prison break‘, καθώς και blockbusters όπως το “Iron Man”. Το κομμάτι έχει αποκτήσει στο YouTube τα περισσότερα covers σε σύγκριση με οποιοδήποτε άλλο μουσικό θέμα σειράς. Το βρίσκεις πραγματικά όπως θέλεις: εκτέλεση με ντραμς, με τσέλο, με γκάιντα, με φωνές τενόρων, αλλά και διασκευές σε ρυθμούς ροκ, μέταλ, αλλά και... γουέστερν, ενώ αξίζει να το ακούσεις και όπως το ερμηνεύουν με τις φωνές τους τα παιδιά Σταρκ (Αρυα, Σάνσα και Μπραν).
Κείμενο: Λευτέρης Παπαγιαννάκης
14
Πώς απαντάμε στη φασιστική απειλή;
Οταν ήρθαν να πάρουν τους τσιγγάνους δεν αντέδρασα. Δεν ήμουν τσιγγάνος. Οταν ήρθαν να πάρουν τους κομμουνιστές δεν αντέδρασα. Δεν ήμουν κομμουνιστής. Οταν ήρθαν να πάρουν τους Εβραίους δεν αντέδρασα. Δεν ήμουν Εβραίος. Οταν ήρθαν να πάρουν εμένα, Δεν είχε απομείνει κανείς για να αντιδράσει…
Αυτό το ποίημα του Γερμανού πάστορα Μάρτιν Νίμελερ, το οποίο έχει λανθασμένα αποδοθεί στον Μπέρτολτ Μπρεχτ, μπορεί να συμπυκνώσει την ουσία της στάσης της ελληνικής κοινωνίας απέναντι στη Χρυσή Αυγή τα τελευταία χρόνια. Οταν το ναζιστικό κόμμα έκανε την είσοδό του στο ελληνικό κοινοβούλιο, πολλοί σοκαρίστηκαν. Στη συνέχεια ακολούθησε ένα μούδιασμα και τέλος, όπως συμβαίνει πολύ συχνά, επικράτησε σε πολλούς η αδιαφορία. Σε αυτό συνέβαλαν πολλοί παράγοντες, όπως η άγνοια της ιστορίας του φασισμού και η άποψη της κοινωνίας που λέει «ας τους δούμε τι θα κάνουν, γιατί οι άλλοι καλύτεροι είναι;». Ολα αυτά πασπαλισμένα με δόσεις lifestyle από μερίδα των μέσων μαζικής ενημέρωσης. Ταυτόχρονα η κοινοβουλευτική συμπεριφορά των ναζί ενθουσίασε το φιλοθεάμον κοινό, το οποίο διψασμένο παρακολούθησε και επικρότησε κάθε βίαια συμπεριφορά η οποία στρεφόταν κατά των «πουλημένων γερμανοτσολιάδων» του συστήματος.
Το πολιτικό σύστημα παρακολούθησε από αιφνιδιασμένο έως απαθές την κλιμάκωση και την ιδιότυπη νομιμοποίηση των άθλιων αυτών συμπεριφορών, επιλέγοντας την αποσπασματική πολιτική καταδίκη της φασιστικής βίας. Η απάντηση έπρεπε να είναι συντονισμένη, από όλα τα κόμματα, τα οποία, δυστυχώς, επέλεξαν να μείνουν περιχαρακωμένα στα μικρά τους όρια, υπηρετώντας μικροπολιτικά συμφέροντα. Σε συνδυασμό με την ανεκτική στάση της προηγούμενης κυβέρνησης μέσω του συστήματος Μπαλτάκου, έδωσε επαρκή χρόνο στη Χρυσή Αυγή να δώσει τα «διαπιστευτήριά» της στην πολιτική ζωή και να νομιμοποιήσει πολιτικά την παρουσία της και τη δράση της. Η απόφαση για την ποινική δίωξη των ναζί τον Σεπτέμβριο του 2013, μετά την δολοφονία του Παύλου Φύσσα, σηματοδότησε μια σημαντική αλλαγή στη στάση της Πολιτείας, η οποία αποφάσισε να κινηθεί με όλα τα μέσα ενάντια σε μια εγκληματική οργάνωση, η οποία χρησιμοποιεί για κάλυψη τον κοινοβουλευτικό μανδύα. Πρέπει όμως να αναγνωρίσουμε ότι η δίωξη με αφορμή τη δολοφονία του Φύσσα δεν απαντά στα επίπονα ερωτήματα που αφορούν στη δολοφονία του Σαχζάτ Λουκμάν, τη δολοφονική επίθεση εναντίον των Αιγύπτιων ψαράδων, των συνδικαλιστών του ΠΑΜΕ και τόσων άλλων. Υπάρχει διάχυτη η άποψη ότι η αντίδραση ήταν καθυστερημένη και ότι αυτό οφειλόταν σε πολιτική επιλογή της προηγούμενης κυβέρνησης. Το ερώτημα που έχει προκύψει και στο οποίο δεν υπάρχει καθαρή και ενιαία απάντηση είναι τι κάνουμε τώρα. Πώς απαντάμε στη φασιστική απειλή και πώς το πολιτικό σύστημα θα αντιδράσει στη Χρυσή Αυγή, ειδικά από τη στιγμή που μοιάζει, δημοσκοπικά τουλάχιστον, η δύναμή της να μη μειώνεται.
Σε αυτούς που θεωρούν ότι ο χαρακτηρισμός του ναζιστικού μορφώματος ως εγκληματικής οργάνωσης -η οποία είναι φυσικός και ηθικός αυτουργός δολοφονικών επιθέσεων- είναι υπερβολικός και κατασκευασμένος, η απάντηση είναι ότι από τη στιγμή της δίωξης και μετά ο αριθμός αυτών των επιθέσεων έχει μειωθεί, σύμφωνα και με την ετήσια έκθεση του Δικτύου Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας (1). Σε αυτούς που πιστεύουν ότι ο φασισμός δεν τους αφορά και δεν κινδυνεύουν, πρέπει να τους θυμίσουμε ξεχασμένα ιστορικά γεγονότα, το ολοκαύτωμα, τα πειράματα ευγονικής με στόχο την Αρια φυλή, τις θεωρίες ανωτερότητας οι οποίες οδήγησαν στον θάνατο ανάπηρους, ομοφυλόφιλους, Ρομά. Είναι επιτακτική η ανάγκη να αναδειχθεί ο πρωταρχικά εγκληματικός χαρακτήρας του κόμματος και ο ναζιστικός χαρακτήρας του με τρόπο ξεκάθαρο και σαφή. Η αδιαφορία της κοινωνίας τρέφει την ακροδεξιά και τη γιγαντώνει και για την αντιμετώπισή της είναι αναγκαία η κινητοποίηση όλων μας (προτείνω να διαβάσουμε όλοι το «Επειδή δεν είναι όλοι όπως θέλουν να φαίνονται: Ας μιλήσουμε καθαρά για την Ακροδεξιά», μια έκδοση της Ελληνικής Ενωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και του Πολίτη, με την υποστήριξη του Ιδρύματος Friedrich Ebert) (2). (1) http://bit.ly/1INM1o3 (2) http://bit.ly/1evZaXg
*Ο κ. Λευτέρης Παπαγιαννάκης είναι δημοτικός σύμβουλος του Δήμου Αθηναίων.
15
Ο κύκλος των βιβλιόφιλων Τι είναι άραγε ένα βιβλίο, εκτός από λέξεις και προτάσεις γραμμένες πάνω σε λευκές χάρτινες σελίδες; Ηταν πάντα μια εμπειρία προσωπική για κάθε άνθρωπο, μήπως όμως -όπως δεκάδες άλλα πράγματα- έχει πλέον αλλάξει ο ορισμός της ανάγνωσης στη σημερινή εποχή; Κι αν όντως είναι κάτι διαφορετικό ο όρος «βιβλίο» και ο όρος «ανάγνωση», τι είναι αυτό; Το So little sleeping and so much reading ξεκίνησε την πορεία του τον Σεπτέμβριο του 2012 σαν μια σελίδα στο Facebook που έστησε ο Γιάννης Σαχανίδης και που απλά θα προσπαθούσε να φέρει διαφορετικές πτυχές των βιβλίων και της ανάγνωσης στις οθόνες των υπολογιστών όσων ενδιαφέρονταν. Θα μιλούσε για την τέχνη που χρησιμοποιεί σαν πρώτη ύλη τα βιβλία και που παράλληλα εμπνέεται από αυτά, θα φώτιζε τις συχνότατες επαφές των βιβλίων με την τρέχουσα ποπ κουλτούρα, θα ταξίδευε παντού μέσω του ίντερνετ για να αποκαλύψει τις ζωές των αναγνωστών έξω από την Ελλάδα, θα έβρισκε πράγματα που μόνο οι book geeks θα μπορούσαν να εκτιμήσουν, να αγαπήσουν και να μοιραστούν με άλλους book geeks. Με λίγο πιο social και χαλαρό ύφος από τα συνηθισμένα. Ο κινηματογράφος, η μουσική, η ζωγραφική, γενικά όλες οι μορφές τέχνης αγαπούν την ανάγνωση και το So little sleeping and so much reading προσπάθησε να αναδείξει αυτά ακριβώς τα κομμάτια τους που έχουν σχέση με το βιβλίο. Μέσα από τις αναρτήσεις μας μεταφερόμαστε σε όλο τον κόσμο και οι ειδήσεις, τα αντικείμενα, τα μέρη και τα βιβλία που παρουσιάζουμε δεν έχουν να κάνουν απλά με την έννοια της «υψηλής λογοτεχνίας», αλλά με τη χαρά της ανάγνωσης κάθε βιβλιόφιλου. Προ-
σπαθήσαμε να φέρουμε ένα νέο, δικό μας στιλ στα όσα μεταδίδουμε από τον κόσμο του βιβλίου. Από τον περασμένο Οκτώβριο έκανε πρεμιέρα και το somuchreading.com. Ετσι, οι ορίζοντές μας άνοιξαν και νέοι στόχοι προστέθηκαν στους προηγούμενους. Φιλοδοξούμε να γίνουμε μια μεγάλη παρέα, μια βιβλιοφιλική κοινότητα που βοηθά τους αναγνώστες να ανακαλύψουν νέα είδη λογοτεχνίας, να συζητήσουν για τα βιβλία που διαβάζουν και να μοιραστούν τις αναγνωστικές τους εμπειρίες μέσω του ίντερνετ. Στήσαμε το So Much Reading Club, τη δική μας online λέσχη ανάγνωσης, αλλά και το #readathon15, μια αναγνωστική πρόκληση για όλους τους αναγνώστες που βλέπουν το διάβασμα σαν μια ευχάριστη, παιχνιδιάρικη απασχόληση, αλλά και ως τρόπο ζωής. Στον πυρήνα αυτών των προσπαθειών μας έχουμε μια αξία: πως κάθε αναγνώστης είναι μοναδικός και πως οι διαφορετικές αναγνωστικές προτιμήσεις του γίνονται απολύτως σεβαστές από τους άλλους αναγνώστες. Πως κάθε άνθρωπος που διαβάζει είτε ένα, είτε δέκα, είτε εκατό βιβλία τον χρόνο μπορεί να λέγεται βιβλιόφιλος. Και πως κάθε βιβλιόφιλος με την αλληλεπίδραση με άλλους βιβλιόφιλους θα φτάσει από το ένα βιβλίο στα δύο, τα τρία ή και σε περισσότερα. Πάνω σε αυτές τις βάσεις οι αναγνώστες μας αυξάνονται καθημερινά και το So little sleeping and so much reading κάνει συνεχώς νέα σχέδια και όνειρα για το μέλλον του. Εμείς θέλουμε να γίνουμε η μεγαλύτερη βιβλιοφιλική παρέα στην Ελλάδα. Από εσάς, τους αναγνώστες εξαρτάται. Σας περιμένουμε.
Μάιος 2015
16
Αντίο Μαίρη Eλεν Μαρκ Κείμενο: Stucano Closer
Copy-scan art Κείμενο: Γιώργος Τσακνιάς
Μια παθιασμένη, σπουδαία εκπρόσωπος της φωτογραφικής τέχνης έφυγε από τη ζωή. Η Αμερικανίδα Μαίρη Eλεν Μαρκ πέθανε τη Δευτέρα 25 Μαΐου στο Μανχάταν, σε ηλικία 75 ετών. Αν και σοβαρά άρρωστη, δούλευε σχεδόν μέχρι την τελευταία μέρα. Για τη Μαρκ, η φωτογραφία ήταν χαρά και πάθος. «Hταν συγκλονιστικό όταν πρωτοβγήκα για να κάνω φωτογραφία δρόμου - η αίσθηση τού να ψάχνεις ανά πάσα στιγμή αυτό που μπορεί να συμβεί», έλεγε. Πράγματι, η Μαρκ φωτογράφισε πρόσωπα σε δρόμους πάμπολλων χωρών. Πρόσωπα ανθρώπων κοινωνικά απόβλητων, των πιο άτυχων της ζωής. Πόρνες, τοξικομανείς, άστεγοι, παιδιά του δρόμου αποτέλεσαν τα οικουμενικά της θέματα. Αλλά η Μαρκ δεν αρκέστηκε ποτέ στην απλή αποτύπωση. Ηταν πασίγνωστη η σχέση που ανέπτυσσε με τα πρόσωπα που φωτογράφιζε: για το περίφημο άλμπουμ της “Falkland Road” (1984) πέρασε τρεις μήνες κοντά στις πόρνες ενός δρόμου στη Βομβάη.
Για το “Ward 81” (1979) έμεινε έξι βδομάδες στη γυναικεία πτέρυγα της ψυχιατρικής κλινικής του Ορεγκον.
Η Βελγίδα Lieve Prins θεωρείται παγκοσμίως πρωτοπόρα στην copy-scan art. Τι πα' να πει αυτό; Πα' να πει ότι η Prins χρησιμοποιεί φωτοαντιγραφικά και σκάνερ για να δημιουργεί τα έργα της - τόσο επιτυχώς, που εν τέλει έχει μετατρέψει αυτά τα απλά μηχανήματα αντιγραφής εγγράφων δύο διαστάσεων σε καλλιτεχνικό μέσο με πλούσιες εκφραστικές δυνατότητες. Η Lieve Prins γεννήθηκε το 1948. Σπούδασε στην Καλών Τεχνών της Μπρέντα και παρακολούθησε μαθήματα οπτικής και ακουστικής επικοινωνίας στην Κινηματογραφική Ακαδημία του Αμστερνταμ. Μια μέρα, σε κάποιο μαγαζί, η κόρη της έβαλε για πλάκα το χέρι της στο φωτοτυπικό. «Ηταν αποκάλυψη», λέει η Prins. «Εκανα πολλά ψιλά, βούτηξα τα παιδιά και τα έχωσα στο φωτοτυπικό. Με ενθουσίασε η υφή του δέρματος, των ρούχων. Επίσης, μου αρέσει η αμεσότητα του φωτοτυπικού: ούτε αρνητικά ούτε τίποτα […] Σε αντίθεση με τη φωτογραφία, όπου πρέπει να περιμένεις τουλάχιστον μία ώρα για να έχεις εκτύπωση, εδώ διορθώνεις το λάθος σου αμέσως. Αυτή η λούπα δοκιμής, διόρθωσης κλπ. είναι άκρως εθιστική».
Το πρότζεκτ της με τίτλο “Street kids” εξελίχθηκε σε ταινία, το “Streetwise”, που παρακολουθεί για μήνες μια ομάδα άστεγων παιδιών του Σιάτλ, και κυρίως τη 14χρονη (διάσημη, πλέον) Tiny.
Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της τέχνης της είναι η καθαρότητα και η φαινομενική απλότητα της εικόνας. «Μου αρέσουν τα αληθινά πράγματα», έλεγε. «Οι καλύτερες ιδέες είναι πράγματα που δεν είναι περίπλοκα». Παρόλο που συνεργάστηκε με μεγάλους σκηνοθέτες φωτογραφίζοντας τα γυρίσματα σπουδαίων ταινιών («Αποκάλυψη τώρα», “Catch-22”, «Σατυρικόν»), η Μαρκ δεν έπαψε ποτέ να ενδιαφέρεται για το τι συμβαίνει στις παρυφές της κοινωνίας. «Οι εμμονές μας παραμένουν λίγο πολύ οι ίδιες σε όλη μας τη ζωή. Η δικιά μου είναι οι άνθρωποι».
Προκειμένου να δημιουργήσει ένα έργο, τα μοντέλα της ξαπλώνουν σε μια ζεστή γυάλινη επιφάνεια και παίρνουν διάφορες περίεργες στάσεις. Η Prins το ονομάζει αυτό «οριζόντιο θέατρο». Στα πιο πρόσφατα έργα της συνεργάζεται με τον Shakiro Werlemans από την Αρούμπα: πρόκειται για μια σειρά από γυναικεία σώματα, μόνο κορμός, στη δημιουργία των οποίων ο ρόλος της βαρύτητας έχει αντιστραφεί: αντί τα μοντέλα να ξαπλώνουν σε μια γυάλινη πλάκα και η λήψη να γίνεται από κάτω τους, ξαπλώνουν ανάσκελα και η λήψη γίνεται από πάνω. Ανάποδο οριζόντιο θέατρο. Αυτή η σειρά με τα γυναικεία σώματα είναι, στην ουσία, το αποτέλεσμα μιας περφόρμανς, στην οποία τα ίδια τα μοντέλα παίζουν σημαντικό ρόλο. Είναι πορτρέτα γυναικών που εκθέτουν την προσωπικότητά τους μέσω αντικειμένων, συμβόλων και ιδεών που οι ίδιες έχουν επιλέξει. Η σειρά αυτή αξιοποιεί την επικοινωνία των γυναικών με το σώμα τους, που αποτελεί μέρος της ταυτότητάς τους.
Τa κείμενa δημοσιεύτηκaν στο dimartblog.com.
17
Μάιος 2015
Οράματα και θάματα Κείμενο: Γιάννης Παπαθεοδώρου
Μετά την πρόσφατη περιφορά των λειψάνων της Αγίας Βαρβάρας, η θρησκευτική έξαρση των ημερών μας συμπληρώθηκε με τη διανομή «αγιασμένων στυλό» στους μαθητές και στις μαθήτριες που παίρνουν μέρος στις πανελλαδικές εξετάσεις. Το «έθιμο» δεν είναι καινούργιο. Σε πολλές Μητροπόλεις και ενορίες, εδώ και χρόνια, διοργανώνονται επίκαιρες θείες λειτουργίες κατά τις παραμονές των πανελλαδικών εξετάσεων, οι οποίες συνοδεύονται από τη διανομή των αντίστοιχων στυλό. Χιλιάδες Ελληνες μαθητές προσμένουν το «θαύμα» της εισαγωγής τους στο ελληνικό Πανεπιστήμιο, αναγνωρίζοντας μερίδιο της επιτυχίας τους στην ιερή γραφίδα και στη θεία φώτιση. Δεν θα με απασχολήσουν εδώ τα ιδιαίτερα ζητήματα ατομικής πίστης και δημόσιας λατρείας, αλλά ούτε και τα επιμέρους ζητήματα της λαϊκής παραδοσιακής ευσέβειας, που ενίοτε συνοδεύουν τις δύσκολες στιγμές των ανθρώπων (μαθητών, γονέων και κηδεμόνων) με ένα, αόριστο έστω, μεταφυσικό συμπλήρωμα. Πιστεύω πως σε μια «ανοιχτή κοινωνία», ο τρόπος που θρησκεύουν οι πολίτες είναι αναφαίρετο δικαίωμά τους· όπως αναφαίρετη είναι η κριτική σε θρησκόληπτες πρακτικές που προσβάλλουν τόσο την έννοια της εκπαιδευτικής διαδικασίας όσο και την έννοια της πίστης. Το θέαμα των «ευλογημένων στυλό» αποτελεί, αισθητικά και ιδεολογικά, το απεχθές σύμβολο μιας ήδη φορτισμένης κοινωνικής προσδοκίας, που μετατρέπει κάθε χρόνο τη νεολαία σε αναλώσιμο μιντιακό προϊόν. Πολύ φοβάμαι ωστόσο πως αυτό το θέαμα δεν είναι το προϊόν μιας ατομικής επιλογής, αλλά ίσως είναι και η αποκρυστάλλωση μιας ορισμένης αντίληψης για το «θείο» και την παρουσία της Εκκλησίας στη δημόσια σφαίρα, έτσι όπως αυτή καλλιεργείται στον χώρο της νεοελληνικής σχολικής εκπαίδευσης. Αν κρίνει κανείς από τον τρόπο διδασκαλίας των θρησκευτικών, καταλαβαίνει πως το ελληνικό σχολείο δεν παραμένει απλώς «παραδοσιακό», (προτιμώντας την κατήχηση από την εκκοσμικευμένη θρησκειολογική παιδεία), αλλά, ταυτόχρονα, εμφανίζεται ιδιαζόντως μονολιθικό και κατασταλτικό σε ζητήματα θρησκευτικής και πολιτισμικής ανεκτικότητας. Η θρησκευτική «ενδογμάτιση» άλλωστε διαχέεται σε ένα ευρύτερο σύνολο μαθημάτων, που καλύπτουν πολλά και διαφορετικά αντικείμενα: γλώσσα, λογοτεχνία,
ιστορία κά. Στα αντικείμενα αυτά η διάχυση του ορθόδοξου θρησκευτικού δόγματος, καθώς και των αξιακών συστημάτων, των λόγων και των ιεραρχιών που αυτό προβάλλει, γίνεται αναπόσπαστο μέρος μιας ευρύτερης εκπαιδευτικής κουλτούρας, καλλιεργώντας μια «αυτονόητη» και «φυσική» σχέση μεταξύ των Ελλήνων μαθητών/τριών και της ορθόδοξης χριστιανικής πίστης. Η στάση αυτή έχει ως αποτέλεσμα την καλλιέργεια ενός εκπαιδευτικού και, παράλληλα, δημοκρατικού ελλείμματος. Στην ουσία, το ελληνικό σχολείο προάγει την αντίληψη ότι η ιδιότητα του πολίτη ταυτίζεται με την ιδιότητα του πιστού, και μάλιστα του πιστού ενός συγκεκριμένου θρησκευτικού δόγματος, υπονομεύοντας, έτσι, βασικά κοινωνικά δικαιώματα του ανθρώπου και του πολίτη. Η συνταγματική κατοχύρωση της «επικρατούσας» θρησκείας ερμηνεύεται εντέλει ως νομιμοποίηση εκπαιδευτικών πρακτικών που επιβάλλουν εκείνη τη «θρησκεία που πρέπει να επικρατεί», ακυρώνοντας έτσι την ουδετερόθρησκη αποστολή του σχολείου. Δεν πρόκειται απλώς για τη διδασκαλία ενός μαθήματος, αλλά για μια υποχρεωτική εκμάθηση τρόπων, και συμπεριφορών που ήδη από τη νεαρή ηλικία εξοικειώνουν τους μαθητές και τις μαθήτριες με μια ορισμένη «εθνοθρησκευτική κουλτούρα»,
μέρος της οποίας αποτελούν και οι ανορθολογικές τελετουργίες, το εμπόριο λειψάνων αλλά και τα ευκαιριακά θαύματα. Κάπως έτσι, την ώρα ακριβώς που οι μαθητές και οι μαθήτριες θα έπρεπε να ολοκληρώνουν τα εγκύκλια γράμματα και να δοκιμάζονται πάνω στη γενική παιδεία και στην κριτική σκέψη, τα «ευλογημένα στυλό» μάς υπενθυμίζουν ότι εξακολουθούν να παραμένουν δέσμιοι/ες δεισιδαιμονιών και προκαταλήψεων που αναπαράγουν τη χειρότερη εκδοχή της νεοελληνικής παιδείας και τα πιο αποκρουστικά στερεότυπα της θρησκευτικής χειραγώγησης. Είναι πάρα πολύ εύκολο όμως να ρίξουμε την ευθύνη σε μερικούς γραφικούς παπάδες. Το πραγματικά δύσκολο είναι να συζητήσουμε ουσιαστικά για ένα τύπο θρησκευτικής εκπαίδευσης που πρέπει να σταματήσει να βλέπει παντού και διαρκώς «οράματα και θάματα». Κατά τα άλλα, τα θέματα (όπως και τα θαύματα) φέτος ήταν βατά.
18
Κείμενο: Κώστας Τσαούσης / Φωτογραφίες: Στέφανος Καστρινάκης
19
Μάιος 2015
Νατάσσα, the commitment Ηταν μια βροχερή Πέμπτη. Ολη η Αθήνα με βήμα σημειωτόν. Εφτασα στο Μπελ Ρέυ (ένα σνακ μπαρ στο τέρμα της Φαλήρου, στο Κουκάκι) με καθυστέρηση. Η Νατάσσα Μποφίλιου ήταν εκεί. Ζήτησα συγγνώμη και ένα καφέ - διπλό καπουτσίνο σκέτο. Στη συνέχεια, μια γουλιά καφέ, μια γρήγορη ανάσα για ανασύνταξη δυνάμεων και «φύγαμε»… Το πώς άρχισε αυτή η συνομιλία μας που καταγράφεται εδώ με τη βοήθεια της καλής μου φίλης Νατάσας Μαστοράκου (της άλλης Νατάσας) θα σας το πω στο τέλος. Για αυτό προτίμησα να αρχίσω με ένα τραγούδι. Τη ρώτησα για το «Μάη μ’, Μάη μ’», που την άκουσα να λέει στο Passport των Χουρδάκηδων στον Πειραιά και κυρίως για την ανταπόκριση του νεανικού κοινού που την ακολουθεί κατά πόδας. Πριν προλάβει να απαντήσει, έσπευσα να της αποδώσω τον τίτλο της «προξενήτρας», με την έννοια ότι έχει και τη δύναμη, αλλά και τον τρόπο να περνάει προς τα κάτω τραγούδια που φαινομενικά δεν στέκουν σε ένα πρόγραμμά της. «Δίνω μάχη κάθε φορά», είπε και εξομολογήθηκε πως με τον ίδιο τρόπο σε ένα επόμενο πρόγραμμά της θα ήθελε να πει και την «Τσιμινιέρα» του Λοΐζου και να τη συνδυάσει με το “Which side are you on”. «Κι αν ήρθε νύχτα παγερή / Θα ξημερώσει χαραυγή / Μη σας τρομάζει η παγωνιά / Λαλάτε τη τη Λευτεριά». Η αρχή του τραγουδιού που εμείς οι παλαιότεροι φίλοι της Νατάσσας -οι νέοι της Μεταπολίτευσης για να ακριβολογούμε- το γνωρίσαμε από τον Πάνο Τζαβέλλα σε εκείνον τον δίσκο του από το «Αντάρτικο λημέρι» με τη φωνή της Χαρούλας Αλεξίου. Το συγκεκριμένο τραγούδι με τα πολλά φορτία του ήταν και η αφορμή για να πάμε παρακάτω τη συνομιλία μας. Πρόσωπο με πρόσωπο μιλήσαμε για όλα όσα μας πονούν, αλλά εμείς τα αγαπούμε. Μιλήσαμε για τη σχέση ενός τραγουδιστή με την Ιστορία, αλλά και με το πολιτικό τραγούδι του τότε και του σήμερα, για τη στάση του καλλιτέχνη απέναντι στα πολιτικά και κοινωνικά πράγματα, αλλά και τις έννοιες της αλληλεγγύης, της συλλογικότητας, της προσωπικής ευθύνης και στο τέλος τέλος για το τι σημαίνει στις μέρες μας να είναι κανείς ενεργός και μάχιμος πολίτης. «Τι έκανες το βράδυ της 11ης Ιουνίου 2013;», τη ρώ-
τησα στην αρχή της συνομιλίας μας. Εκανε πίσω το κεφάλι της και προσπάθησε να φέρει στη μνήμη της το ημερολόγιό της. Εσπευσα να της πω ότι γνωρίζω την απάντηση. Και έλεγα αλήθεια. Γιατί η Νατάσσα Μποφίλιου βρέθηκε συνειδητά το βράδυ του «μαύρου» στην ΕΡΤ στην Αγία Παρασκευή δίχως να χρειαστεί πρόσθετο «μακιγιάζ» πολιτικής ευαισθησίας και έχοντας τον ενθουσιασμό της παλιάς φοιτήτριας που κατέβαινε στις εκλογές με το ψηφοδέλτιο της στρατευμένης νεότητάς της. Αλλωστε, ποτέ δεν κρύβει τις απόψεις και τις θέσεις και όπως λέει συχνά, «μην το ξεχνάμε κιόλας, σε καπιταλισμό ζούμε». Αυτή είναι η φίλη μου, η Νατάσσα Μποφίλιου, που τη γνώρισα πριν από χρόνια στα πρώτα της ξεκινήματα, την είδα live σε ένα μαγαζί στην άκρη της Νέας Σμύρνης, σε ένα υπόγειο εμπορικού κέντρου μαζί με τον Καλαντζόπουλο και τον Μαραβέγια, και άρχισα να τη «μαθαίνω» μέσα από τα... χάρτινα στήθη των στίχων του αγαπημένου Μάκη της (του Γεράσιμου Ευαγγελάτου) και τις μουσικές του Θέμη Καραμουρατίδη.
y
Πριν τραγουδήσω το «Μάη μ’, Μάη μ’» του Πάνου Τζαβέλλα έκανα πάντα έναν πρόλογο, επειδή ήξερα ότι πολλοί από το κοινό δεν θα το αναγνώριζαν. Τους σύστηνα ουσιαστικά τον Τζαβέλλα και τους παρότρυνα να τον ψάξουν περισσότερο. Και η καλύτερη αφορμή για να το κάνουν αυτό ήταν η συγκίνηση που θα έπαιρναν από το ίδιο το τραγούδι. Είναι πολύ ωραίο όταν βλέπεις νέα παιδιά να μαθαίνουν από εμάς σπουδαίους τραγουδιστές και το έργο τους.
y
Είμαι πολύ μπολιασμένη με αυτό που λέμε πολιτικό τραγούδι. Και όχι μόνο το ελληνικό. Εκείνο το τραγούδι είχε μια αυθεντικότητα και όπως φάνηκε ήταν μπροστά από την εποχή του.
y
Τα τελευταία χρόνια κάποιοι θεώρησαν ότι πρέπει με το στανιό να κάνουν πολιτικό τραγούδι. Αλλά αυτό δεν γίνεται με εντολές. Για να ξεσηκώσεις μια συνείδηση πρέπει να το έχεις μέσα σου. Το πραγματικό πολιτικό τραγούδι σήμερα είναι το προσωπικό τραγούδι. Για αυτό θεωρώ ότι έχω πει μερικά τέτοια τραγούδια όπως είναι το «Εν λευκώ» και το «Κοίτα εγώ». Για μένα οι πιο σοβαρές απόπειρες για πολιτικό τραγούδι γίνονται στη hip hop σκηνή. Καταλαβαίνω ότι αποφεύγει την ντουντούκα και τη συνθηματολογία.
y
Η δική μου έκφραση πολιτικά, πέρα από αυτά που κάνω με τα παιδιά, καλύπτεται μέσα από τις συνεργασίες μου με συνθέτες όπως ο Ξαρχάκος και ο Μαρκόπουλος. Οταν έχω αυτή την τύχη, αυτή την τιμή να κουβαλήσω ένα ρεπερτόριο που συνομιλεί με την ιστορία, μέσα από αυτό μπορώ να μιλήσω και να καταθέσω τη θέση μου.
y
Από την αρχή της πορείας μας έχω συνεργαστεί με καλλιτέχνες που εκτιμώ, αυτό που δεν έχει προκύψει είναι μια φουλ συνεργασία επί σκηνής. Και δεν έχει προκύψει, πιστεύω, γιατί εγώ και οι άνθρωποι με τους οποίους θα μπορούσα να συνεργαστώ έχουμε ακόμα την ανάγκη να φτιάξουμε το δικό μας περιβάλλον.
y
Θα ήθελα να τραγουδάω σε ένα χώρο που να έχει τη διάταξη του θεάτρου, αλλά τις ελευθερίες ενός μαγαζιού, να μπορεί ο κόσμος να πίνει και να καπνίζει.
Η κουβέντα είχε ανάψει για τα καλά. Μέχρι και για την καινούργια της γειτονιά είπαμε, αλλά εγώ σκεφτόμουν ήδη τον τίτλο. Ηθελα εξαρχής να «παίξω» με έναν τίτλο που να μιλάει για την ερμηνεύτρια η οποία βρίσκεται στο όριο όπου συναντιούνται η θηλυκότητα της παρουσίας και της έκφρασης και η στράτευση… Τελικά, την απόφαση την άφησα στην άλλη Νατάσα! Για το τέλος κράτησα μια εικόνα. Μια εικόνα από το μέλλον. Η Νατάσσα Μποφίλιου σε μια βραδιάαναπάντεχη συνάντηση να τραγουδά στον οικογενειακό «Μπλε Παπαγάλο». Και όσο για το πρόγραμμα, μη νοιάζεστε: αποκλειστικά τραγούδια της τζαζ ή ελαφρό ελληνικό τραγούδι του Μεσοπολέμου. Στη συνέχεια όσα κρατήσα από την συνομιλία μας: y Κατέβηκα στον δρόμο όταν έπεσε το μαύρο στην ΕΡΤ γιατί το θεώρησα κτηνώδες, φασιστικό, άλλη μια ελεεινή πράξη της προηγούμενης κυβέρνησης. Θεώρησα πως έπρεπε οπωσδήποτε να βρίσκομαι εκεί, είχα χρέος ως πολίτης. y
Η έννοια της αλληλεγγύης εντοπίζεται πρώτα στην συμπεριφορά μας απέναντι στους φίλους, στους συνεργάτες, στη γειτονιά και κατ' επέκταση στην πόλη και στην κοινωνία. Γιατί η πολιτική ξεκινάει από την καθημερινότητα...
20
Κείμενο: Κώστας Τσαούσης
21
Μάιος 2015
22
Τι γύρευε η κατσίκα Να πω την αμαρτία μου; Εψαχνα τις τελευταίες μέρες για πρόλογο του κομματιού. Εγραφα και έσβηνα. Το αποτέλεσμα δεν με ικανοποιούσε. Ο φίλος Κώστας Κατσάπης με έβγαλε από τη δύσκολη θέση. Ενώ μιλούσαμε στο τηλέφωνο, τον ρώτησα πώς καταφέρνει να συνδυάζει την Ιστορία με τις ιστορίες. «Μ' αρέσει πάντα να δουλεύω με φθηνά υλικά», μου απάντησε. Προς Θεού, μην πάει ο νους στο πονηρό, δηλαδή στην αξία των πραγμάτων και το χρήμα της συναλλαγής τους! Ο 42χρονος Κώστας Κατσάπης -ο οποίος εργάζεται στο Πάντειο και έχει διανύσει ως ερευνητής, αλλά και ως συγγραφέας χιλιόμετρα επί χιλιομέτρων στις λεωφόρους και στα δύσβατα μονοπάτια των νεανικών συμπεριφορών, καθώς και της υποδοχής της ποπ κουλτούρας στην Ελλάδα- εννοεί με τον όρο «φθηνά υλικά» τα υπολείμματα ή και τα περισσεύματα αρχειακού υλικού που στην καλύτερη περίπτωση θα περνούσαν απαρατήρητα ή θα χάνονταν στη σκόνη του χρόνου. Κάτω από αυτή τη χαρακτηριστική ματιά συμφωνώ απολύτως μαζί του όταν γράφει πως «το αστείο ή το παράδοξο εν γένει αποτελεί ιδανικό σημείο παρατήρησης για μη μετρήσιμες ή για μη εύκολα αντιληπτές πτυχές της κοινωνικής πραγματικότητας. Επομένως, όπως τα εφήμερα αναγνωρίστηκαν ως σημαντικά τεκμήρια, απομεινάρια αλλοτινών εποχών, ικανά να μιλήσουν για πράγματα που δύσκολα ομιλούν τα ιστορικά αρχεία (λόγου χάρη η αισθητική μιας διαφήμισης ή ενός πακέτου τσιγάρων), έτσι και το γέλιο που προκαλούν κάποιες καταστάσεις μόνο συνώνυμο του 'γελοίου' ή του φαιδρού δεν είναι». Το μικρό αυτό απόσπασμα προέρχεται από τη συμμετοχή του Κατσάπη σε έναν τόμο που ετοίμασε και παρουσίασε η ομάδα του Ομίλου Μελέτης της Ιστορίας και Κοινωνίας (ΟΜΙΚ) κάτω από τον γενικό τίτλο «Αναπάντεχες αφηγήσεις του παρελθόντος» (και με υπότιτλο «Από τον Ροβεσπιέρο έως τον Ράιχενμπαχ είναι, καμιά φορά, ένα γαϊδούρι δρόμος»). Ο μικρός αυτός καλαίσθητος τόμος κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Νήσος και φιλοξενεί είκοσι κείμενα με αναπάντεχες αφηγήσεις που «προέκυψαν στο περιθώριο της έρευνας και συνθέτουν το μωσαϊκό των σύγχρονων ιστοριογραφικών αναζητήσεων και αναδεικνύουν τη διαχρονικά υφέρπουσα, σε όλες τις εκφάνσεις της κοινωνίας, σχέση μεταξύ του έρωτα, της επανάστασης και της πολιτικής
Κείμενο: Κώστας Τσαούσης
23
Μάιος 2015
του παππού στο Σί δνεϊ; αυτονομίας». Πάντως, για την ιστορία του πράγματος, όπως διαβάζουμε σε σχετικό σημείωμα των εκδόσεων Νήσος, «την Πρωταπριλιά του 2014, ο ΟΜΙΚ πραγματοποίησε μια απολύτως σοβαρή και ταχύρρυθμη (αντι) ημερίδα, της οποίας οι περισσότερες εισηγήσεις βρίσκονται στον παρόντα τόμο». Από την έκδοση διάλεξα δύο συμμετοχές με ένα απολύτως αυθαίρετο προσωπικό κριτήριο. Η πρώτη συμμετοχή είναι εκείνη του Γιώργου Μιχαηλίδη που όπως ρώτησα και έμαθα είναι υποψήφιος διδάκτορας Βαλκανικής Ιστορίας. Ο Μιχαηλίδης γράφει για το «Τι ηλικία έχει ο Τόντορ Ζίφκοφ;» (ο ηγέτης του ΚΚ Βουλγαρίας για ατελείωτες δεκαετίες) και μας μεταφέρει στον κόσμο του Κούντερα (θυμηθείτε το «Αστείο») και του Κουστουρίτσα (θυμηθείτε το ανατρεπτικό «Ο μπαμπάς λείπει ταξίδι για δουλειές»). Ενα μικρό απόσπασμα από την αναπάντεχη συμβολή του Μιχαηλίδη είναι ό,τι πρέπει: «Σε αυτό το φόντο ο γενικός γραμματέας του βουλγαρικού ΚΚ, Τόντορ Ζίφκοφ, γιορτάζει τα εξηκοστά γενέθλιά του... ή μήπως τα πεντηκοστά του; Στις 29 Σεπτέμβρη του '71, η εφημερίδα 'Νόβα Μακεντόνια' των Σκοπίων τοποθετείται με ένα άρθρο που φέρει τον τίτλο: 'Τι ηλικία έχει ο Τόντορ Ζίφκοφ;'. »Η περίσταση των γενεθλίων του Βούλγαρου ηγέτη εορτάζεται, στις 7/9, στο ξενοδοχείο Σόφια όπου ανάμεσα σε επισήμους καλεσμένους ο Τόντορ Ζίφκοφ ανακηρύσσεται ήρωας της Λαϊκής Δημοκρατίας της Βουλγαρίας και τιμάται με το μεγαλύτερο βουλγάρικο αξίωμα - το μετάλλιο του Γκεόργκι Δημητρόφ. Ο ίδιος παίρνοντας τον λόγο, αφού πρώτα ευχαριστεί τους επίσημους προσκεκλημένους του, κάνει μια παράξενη δήλωση. Λέει ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος για ένα τιμώμενο πρόσωπο είναι να παραμένει στο πόστο του ενώ τον έχουν πάρει τα χρόνια. Είναι άραγε αυτή μια έμμεση σπόντα προς τον -γεννημένο το 1892- Γιουγκοσλάβο ομόλογό του, Γιόζιπ Μπροζ Τίτο; Οπως και να 'χει, ο Ζίφκοφ αποκαλύπτει πως ο -προφανώς κατ' αυτόν- μέθυσος ιερέας που τον βάφτισε δεν έκανε μόνο λάθος, κατά μια εβδομάδα, στην ημερομηνία γεννήσεώς του αλλά και κατά δέκα χρόνια στη χρονολογία! Ετσι, ούτε λίγο, ούτε πολύ, ο πρωθυπουργός της Βουλγαρίας ισχυρίζεται μπροστά στους επίσημους προσκεκλημένους του ότι η πραγματική χρονολογία γεννήσεώς του δεν είναι το 1911 -όπως αναφερόταν και στο επίσημο
βιογραφικό του- αλλά το 1921 όπως μαρτυρούν όλοι στο οικογενειακό του περιβάλλον! Μάλιστα τονίζει ότι, ενώ κατά τη νεότητά του δεν τον απασχολούσε αυτό το ζήτημα, αν είχε ξανά την επιλογή, θα επέλεγε ως έτος γεννήσεώς του το 1921 καθώς εκτός των άλλων... έτσι αισθάνεται κι ο ίδιος. Απευθυνόμενος, δε, στους καλεσμένους του κλείνει τον σύντομο λόγο του υποστηρίζοντας ότι είναι σίγουρος πως ούτε οι ίδιοι αμφισβητούν το γεγονός αυτό. Βέβαια, μια εκ των υστέρων αλλαγή της ημερομηνίας γεννήσεώς του θα δημιουργούσε μεγάλο κομφούζιο, οπότε ο Ζίφκοφ δηλώνει ότι τυπικά θα παραμείνει εξηντάρης. »Η 'Νόβα Μακεντόνια' παραθέτει εκτενή χωρία από την ομιλία του Ζίφκοφ και σχολιάζει σκωπτικά: αφού η επίσημη βιογραφία του Τόντορ Ζίφκοφ αναφέρει ότι ο Βούλγαρος ηγέτης έγινε μέλος του βουλγαρικού ΚΚ το 1932 πως μπορεί αυτός να γεννήθηκε το 1921; Εντάχθηκε σε αυτή την περίπτωση στο κομμουνιστικό κόμμα σε ηλικία μόλις 11 ετών (και στη νεολαία του στα οκτώ του, θα προσθέταμε εμείς); Αλλά, αν έστω διορθωνόταν κι αυτή η ημερομηνία κατά μία δεκαετία τότε αυτό θα σήμαινε ότι ο επικεφαλής του βουλγαρικού ΚΚ θα είχε ενταχθεί σε αυτό μόλις το 1942... Αρκετά αργά αν αναλογιστούμε ότι αναρριχήθηκε στην κορυφή των κομματικών αξιωμάτων το 1954. Τα πράγματα μπερδεύονται ακόμα περισσότερο αν κατευθυνθούμε στο πεδίο της προσωπικής ζωής του Βούλγαρου ηγέτη καθώς εκεί αναφέρεται ότι νυμφεύτηκε τη Μάρα Μαλέεβα-Ζίφκοβα το 1938, άρα σύμφωνα με τη νέα ηλικία του, μόλις 16 ετών». Τελικά ίσως δεν μάθουμε ποτέ το πόσο χρονών ήταν ο Βούλγαρος ηγέτης, αλλά δεν μας πειράζει καθόλου. Ετσι κι αλλιώς, το χαμόγελο στο χειλάκι μας έσκασε και η νοσταλγία μας ικανοποιήθηκε… Οπότε, πάμε για άλλα! Ο Κατσάπης είναι μια σχεδόν αναγκαστική επιλογή για τη συνέχεια. Η συμβολή στον τόμο του ΟΜΙΚ έχει τον τίτλο: «Η κατσίκα στο πάρκο και άλλα φαιδρά επεισόδια από την ιστορία της ελληνικής μετανάστευσης στην Αυστραλία: μια λυπητερά αστεία εξιστόρηση…». Κανένα άλλο σχόλιο. Προχωράμε κατ' ευθείαν στο ψαχνό: «Περιστατικό δεύτερο. Η γιαγιά κάποια στιγμή έρχεται με πρόσκληση στο Σίδνεϊ και δεν έχει δει ποτέ φυσικά στη ζωή της Κινέζους. Κάποια στιγμή της προ-
καλεί εντύπωση το γεγονός ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι που συναντά, μοιάζουν τόσο πολύ μεταξύ τους. Πιστεύοντας λοιπόν πως είναι αδέλφια εκφράζει στον γιο της την εύλογη απορία της πώς είναι δυνατό μία μάνα να έχει τόσα πολλά παιδιά. »(…)Περιστατικό τέταρτο: ο παππούς συνηθισμένος από το χωριό έχει βρει, ένας Θεός ξέρει πού, μία κατσίκα, την οποία φροντίζει όπως ακριβώς έκανε και στο χωριό του. Τη βγάζει βόλτα στα πάρκα της πόλης, η κατσίκα βοσκάει ανυποψίαστη το γκαζόν και τα εγγόνια έχουν 'γάλα από το χωριό'. Ολα αυτά τα ωραία μέχρι τη στιγμή που λαμβάνει γράμμα από τη δημοτική αρχή με το οποίο ενημερώνεται πως απαγορεύεται αυστηρώς η περιφορά της κατσίκας στα πάρκα της πόλης. Ο παππούς συντάσσει γράμμα προς απάντηση σε άπταιστα... ελληνικά, στο οποίο εκθέτει τους λόγους που θεωρεί άδικη την κίνηση του συμβουλίου του Σίδνεϊ. Το επιχείρημα με το οποίο προφανώς συγκλόνισε τους Αγγλοσάξονες ήταν το εξής, βγαλμένο hard core από την εμπειρία της δεκαετίας του '40: 'σας ενοχλεί' τους έγραψε, 'που έχω μια κατσίκα, και δεν σας ενοχλεί που εδώ οι κυρίες βγάζουν βόλτα σκυλιά και γατιά. Ομως η κατσικούλα δίνει γάλα και αν ξαναπέσει Κατοχή, να δω ποιος θα σας θρέψει, η κατσίκα ή τα σκυλιά'. Ο παππούς πραγματικά δεν ενοχλήθηκε ξανά, ίσως γιατί σταμάτησε να τρέφει την κατσίκα με γρασίδι από τα πάρκα, ίσως γιατί θεωρούνταν μια μάλλον cult φιγούρα που περιέφερε στο αστικό τοπίο το περίεργο για τους αγγλοσάξονες κατοικίδιό του. Ετσι λοιπόν, η κατσίκα τα επόμενα χρόνια προμήθευσε με γάλα όντως πολλά εγγόνια και ακόμη περισσότερα Ελληνόπουλα». Η έκδοση αξίζει να τύχει της προσοχής σας και το κυριότερο, να αγοραστεί για να υποστηριχθεί η προσπάθεια των φίλων του ΟΜΙΚ. Ετσι κι αλλιώς, «από τον Ροβεσπιέρο έως τον Ράιχενμπαχ είναι, καμιά φορά, ένα γαϊδούρι δρόμος και από τη Γαλλία ως την Αυστραλία η κατσίκα μπορεί να είναι το πιο χρήσιμο κατοικίδιο».
24
Κείμενο: Ανδρέας Γιαννόπουλος / Φωτογραφίες: Δώρα Καλακίδου
25
Μάιος 2015
Ιστορίες κτιρίων Η εταιρεία City Tales ιδρύθηκε πριν από περίπου έναν χρόνο στην Αθήνα από πέντε νέους αρχιτέκτονες που απολαμβάνουν να περιπλανιούνται στην πόλη και στοχεύουν στη δημιουργία νέων αφηγήσεων για το αστικό τοπίο. Οραμά τους, όπως λένε, είναι να επαναπροσδιορίσουν τη σχέση κατοίκων και επισκεπτών με τον αστικό ιστό και να αναζωπυρώσουν τον διάλογο για τη ζωντανή ιστορία. Μέλη της είναι ο Ιωσήφ Δακορώνιας-Μαρίνα, ο Ηρακλής Παπαθεοδώρου, ο Δημήτρης Σαγώνας, ο Μιχάλης Στουπάκης και η Γιούλη Φραδέλου, απόφοιτοι όλοι τους από τη Σχολή Αρχιτεκτόνων του ΕΜΠ. Η επιχείρηση συμμετέχει ενεργά στο πρόγραμμα «egg BKQBOrDOLTrDL£ çàļçËÍÑÏʽÊÔǸ¼çÀϼÄÍÄÆ·ÒçÆÊÄÉÑÉÄÆ·Òç ÀÔлÉÃÒçÏÃÒç"ROL?>KHçƼÄçÏÊÔç LO>IIF>çÂļçÏÃÉçÀËÄÓÀÄÍÃà¼τική επώαση και επιτάχυνση νέων, καινοτόμων επιχειρήσεων. Μέσα από τον χώρο του egg κατάφεραν να επιτύχουν τον κύριο στόχο τους, την ανάπτυξη δηλαδή ενός εξειδιÆÀÔà¶ÉÊÔçÊ¿ÃÂÊ»ç˹ÇÃÒçÂļ碶ÅÔËÉÀÒ£çÁÊÍÃ϶ÒçÎÔÎÆÀÔές, με άξονα ενδιαφέροντος την αρχιτεκτονική. Η εφαρμογή απευθύνεται σε φίλους της αρχιτεκτονικής, επισκέπτες και μόνιμους κατοίκους, αστικούς εξερευνητές που ενδιαφέρονται για κάτι πέρα από τις τουριστικές καμπάνιες ή τους μύθους της σύγχρονης εποχής. «Ερχεται να εξυπηρετήσει το διαρκώς ανερχόμενο ενδιαφέρον για το αστικό περιβάλλον και ταυτόχρονα να εξοικειώσει το ευρύ κοινό με την έννοια της αρχιτεκτονικής, προωθώντας τον πολιτισμό μέσα από την επαφή με την αρχιτεκτοÉÄÆ·ç¿ÃàÄÊÔ͸¼çÏÃÒçÆ ÐÀç˹ÇÃÒ£ çÏÊɸÕÀÄçÊç ͼÆÇ·Òç ¼παθεοδώρου. Χρησιμοποιώντας την εφαρμογή και έχοντας ως αφετηρία τη θέση σου στον χάρτη, έχεις τη δυνατότητα να περιηγηθείς στην πόλη και να ακολουθήσεις προσωποποιημένες διαδρομές με διαδοχικά σημεία ενδιαφέροντος, ενώ παράλληλα σου αποκαλύπτονται ιστορίες πίσω από τα κτίρια και τους ανθρώπους που έζησαν σε αυτά. Εναλλακτικά, η εφαρμογή επιτρέπει τη διαμόρφωση σύντομων ελεύθερων διαδρομών προσωπικής ξενάγησης, προκαλώντας τον χρήστη να παρεκκλίνει ελάχιστα από τη συνηθισμένη του πορεία με στόχο να περιπλανηθεί, να εξερευνήσει, να ανακαλύψει εκ νέου την πόλη του. Για να την κατεβάσεις δεν έχεις παρά να μπεις στο www.citytales.eu/app ή εναλǼÆÏÄÆ çɼçÎÆ¼É ÍÀÄÒçàÀçÏÊçÆÄÉÃϹçÎÊÔçÏÊç./ç LABçËÊÔç βρίσκεται στην αρχή του κειμένου. Στο παραπάνω πλαίσιο, ζητήσαμε από τα μέλη της City Tales να μας υποδείξουν το αγαπημένο τους κτίριο μέσα στην πόλη, να μας εξηγήσουν γιατί το επέλεξαν και να φωτογραφηθούν δίπλα του. Το αποτέλεσμα είναι ενδεικτικό όχι μόνο της οπτικής τους, αλλά και της αγάπης τους για την πόλη.
26
Ηρακλής Παπαθεοδώρου Βοτανικό Μουσείο Εθνικού Κήπου Ο Εθνικός Κήπος είναι μια αγαπημένη αγκαλιά της Αθήνας· οι ρυθμοί ανάμεσα στις φυλλωσιές κυλούν διαφορετικά όταν κάνεις την υπέρβαση ώστε να βρεθείς εκεί. Κάθε φορά που επισκέπτομαι τον Κήπο, υπάρχει ένα σταθερό σημείο που χαιρετώ: το λεγόμενο Βοτανικό Μουσείο του Εθνικού Κήπου, που σήμερα παραμένει δυστυχώς κλειστό. Αποκαλείται επίσης περίπτερο της βασίλισσας Ολγας και παλαιότερα λειτούργησε ως κατοικία του εκάστοτε διευθυντή του Κήπου. Πρόκειται για ένα μικρό, διώροφο νεοκλασικό κτίριο που εντάσσεται ήπια στο περιβάλλον του. Διαθέτει ένα εξίσου μικρό πρόπυλο με αέτωμα που στηρίζεται από δωρικούς κίονες. Μάρμαρο και πωρόλιθος τρέχουν στις όψεις του, αλλά χαρακτηριστικά είναι τα κεραμικά πλακίδια που το ντύνουν, ένα ασυνήθιστο στοιχείο που υπενθυμίζει την ξενική προέλευση του νεοκλασικού ρυθμού. Αποδίδεται στον αρχιτέκτονα Σταμάτιο Κλεάνθη. Οικεία του έργα αποτελούν το Μέγαρο της Δούκισσας της Πλακεντίας -νυν Βυζαντινό Μουσείο- και η οικία του στην Πλάκα που λειτούργησε ως το πρώτο Πανεπιστήμιο της Αθήνας. Τι είναι αυτό που κάνει ένα κτίριο όμορφο; Τι είναι εκείνο που αναζητούμε στα χαρακτηριστικά του; Ο κριτικός τέχνης John Ruskin υποστήριζε πως κάθε καλό κτίριο θα πρέπει όχι μόνο να παρέχει καταφύγιο, αλλά να μας μιλάει για όλα εκείνα που θεωρούμε σημαντικά και που χρειάζεται να ανακαλούμε σε τακτική βάση. Η αρχιτεκτονική ανέκαθεν λειτουργεί σαν ένα κάτοπτρο για την εποχή της και την κοινωνία. Παράλληλα λειτουργεί σαν καθρέπτης της μνήμης του κάθε παρατηρητή. Το είδωλο απέναντί μας, η προσωπική μας αισθητική, αποτελείται από όσα θέλουμε να γίνουμε, και όσα πιστεύουμε πως μας συνθέτουν. Στο σεμνό εκείνο κτίριο, βλέπω τα ίχνη των ανθρώπων που υπήρξαν ώστε να υπάρξω. Ανακαλώ τις ιστορίες για τον συνονόματο διευθυντή που περπατούσε στους πυκνούς ίσκιους και για εκείνο το παιδί που μεγάλωσε κάτω από τις μουσμουλιές, που δραπέτευε από τους φεγγίτες, σκαρφάλωνε στον φοίνικα και παρατηρούσε τους περαστικούς πάνω από τα κάγκελα. Κάθε φορά που βρίσκομαι εκεί, ανακαλώ και δημιουργώ νέες μνήμες, φαντάζομαι, θυμάμαι ώστε να υπάρξω.
Γιούλη Φραδέλου Σπίτι με Καρυάτιδες, οδός Ασωμάτων Μου αρέσουν οι πόλεις γιατί κρύβουν μέσα τους αληθινά παραμύθια. Ιστορίες και μύθους, μυστικά, αγωνίες, έρωτες και λάθη. Ζωές ολόκληρες που αποτυπώνονται με κάθε λεπτομέρεια στα τσιμέντα, τις προσόψεις, τις γωνιές και τους σκοτεινούς ακάλυπτους. Την πόλη μου την αγαπώ γιατί συγκεντρώνει όλα τα παραπάνω, κι όλα στον βαθμό της υπερβολής. Η Αθήνα μου είναι άπειρες μικρές ιστορίες που σε περιμένουν να τις ακούσεις. Ιστορίες ανθρώπων που γιορτάζουν στοιβαγμένοι στις ταράτσες της, ανταλλάσσουν καχύποπτες καλημέρες στα στενά του Κέντρου, ξεσπάνε στους τοίχους της κι ερωτεύονται, πάντα με θέα την Ακρόπολη. Στην οδό Ασωμάτων βρέθηκα για πρώτη φορά όταν ένας οδηγός ταξί αποφάσισε να μου δείξει τη δική του αγαπημένη διαδρομή προς την Ακρόπολη. Εδώ βρίσκεται και το σπίτι με τις Καρυάτιδες, το μικρό αυτό σπίτι που κρύβει ντροπαλά στην όψη του την ιστορία για μια οικογένεια, έναν μύθο, μια φωτογραφία και αρκετή τέχνη. Πρόκειται για ένα χαρακτηριστικό δείγμα λαϊκού νεοκλασικισμού που εμφανίζεται σε ιδιωτικές κατοικίες της Αθήνας και πιστεύεται ότι χτίστηκε το 1880 απο τον Ερνστ Τσίλλερ ή κάποιον μιμητή του. Είναι διώροφο κτίσμα με εσωτερική αυλή και στην όψη του εμφανίζονται δύο Καρυάτιδες με τα χέρια σταυρωμένα, έργο του γλύπτη Ι. Κατακατσάνη. Εδώ, λέει ο μύθος, ζούσε ένας πατέρας που έχασε τις δύο του κόρες σε μικρή ηλικία και αποφάσισε να διατηρήσει την ανάμνησή τους, δίνοντας τη μορφή των κοριτσιών στα αγάλματα της όψης. Εδώ ο Ανρί Καρτιέ Μπρεσόν απαθανάτισε δύο μαυροντυμένες ηλικιωμένες γυναίκες να περπατούν, τονίζοντας την αθανασία των αγαλμάτων έναντι της φθοράς των ανθρώπων. Εδώ ο Γιάννης Τσαρούχης ζωγράφισε τη συνύπαρξη του κλασικού με το λαϊκό και αφηγήθηκε εκ νέου το παραμύθι ενός μικρού σπιτιού με Καρυάτιδες, σε μια ευαίσθητη πόλη που ατέχνως επιμένει να κρύβεται.
28
Μιχάλης Στουπάκης Λίγο πριν το Αστεροσκοπείο Πάντα μου άρεσε να παρατηρώ στις παλιές ελληνικές ταινίες τα κτίρια και τους δρόμους και να προσπαθώ να τα εντοπίσω στον χάρτη της σύγχρονης Αθήνας. Με ενθουσίαζε το γεγονός ότι μπορεί κανείς να συνειδητοποιήσει πόσο διαφορετική και πόσο ίδια ταυτόχρονα παραμένει η πόλη. Αλλες εποχές, άλλοι άνθρωποι, πολλά νέα κτίρια, αλλά και αρκετά παλιά ώστε να μαρτυρούν την αυθεντικότητά της. Εντόπισα ένα από τα αγαπημένα μου σημεία περιπλανώμενος στο Θησείο. Δημητρίου Αιγινήτου και Οτρυνεών γωνία, εκεί που ο αστικός ιστός σταματά και αρχίζει το πράσινο του λόφου του Φιλοπάππου και το Αστεροσκοπείο. Τελευταίο κτίριο, χαρακτηριστική στροφή. Θυμάμαι από ελληνική ταινία τους Ζωή Λάσκαρη, Μάνο Κατράκη, Νίκο Φέρτη, Χρόνη Εξαρχάκο και Παντελή Ζερβό να μπαινοβγαίνουν στην πανύψηλη ξύλινη εξώθυρα, σε μία πολεμική ταινία του 1970. Οποτε περνούσα, σκεφτόμουν πόσο τυχερός είναι όποιος μένει εκεί. Από την όψη της εισόδου, το πράσινο είναι τόσο κοντά που μοιάζει με ιδιωτικός κήπος, ενώ από το δώμα ξετυλίγεται ανεμπόδιστα το Ιστορικό Κέντρο και ο Ιερός Βράχος. Στην είσοδό του συνάντησα μια μέρα τη σημερινή ιδιοκτήτρια, την κυρία Κυριακή, η οποία με είδε να το φωτογραφίζω και πιάσαμε την κουβέντα. Κτίριο του 1917, αρχιτέκτονας ο Αχιλλέας Γεωργιάδης, ίδιος με του ιερού ναού της Αγίας Μαρίνας, λίγα μέτρα πιο κει. Η κυρία Κυριακή μού θυμίζει ότι πέρα από την ταινία που ανέφερα, έχει γυριστεί και η ταινία «Ο Θανάσης στη χώρα της σφαλιάρας», με τον Θανάση Βέγγο στη χαρακτηριστική σκηνή του εξώστη, όπου τοποθετεί την ελληνική σημαία και μια κόκκινη κουβέρτα κατά τη διάρκεια της Χούντας και γίνεται στόχος παρακολούθησης της ΚΥΠ. Αποτέλεσε κατοικία καλλιτεχνών, ανάμεσά τους και του ζωγράφου Μίνου Αργυράκη, δημιουργού της «Οδού Ονείρων», που αργότερα ο Μάνος Χατζηδάκις μετέτρεψε σε μουσική επιθεώρηση. Το υπόγειο ήταν το εργαστήριο κατασκευής πηληκίων του παππού της ιδιοκτήτριας και μπορεί ακόμη να βρει κανείς εκεί τις κρεμάστρες, ενώ επί κατοχής επιτάχθηκε από τον ιταλικό στρατό και μετατράπηκε σε μαγειρείο.
29
Ιωσήφ Δακορώνιας-Μαρίνα Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, λεωφόρος Συγγρού Το να ρωτάς έναν αρχιτέκτονα ποιο είναι το αγαπημένο του κτίριο είναι ερώτηση παγίδα. Δεν ξέρω αν έχω αγαπημένο κτίριο στην Αθήνα. Μπορώ να πω όμως ότι εκτιμώ αφάνταστα κάποια κτίρια που συνέβαλαν ή συμβάλλουν στη διαμόρφωση της πόλης προς το καλύτερο και με τον τρόπο τους καινοτόμησαν ή καινοτομούν. Ενα από αυτά τα κτίρια είναι και το παλιό εργοστάσιο του ΦΙΞ στη λεωφόρο Συγγρού που μετασκευάστηκε πρόσφατα για να στεγάσει το Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης. Γιατί, όμως, ένα γκρίζο βιομηχανικό κτίριο πάνω σε έναν πολύβουο δρόμο να είναι στα favourites; Ισως γιατί με ενδιέφεραν πάντα τα κτίρια της βιομηχανίας. Ισως γιατί αυτά τα περιβλήματα μιας διαδικασίας που βασίζεται σε μηχανές και σε ανθρώπους μού κινούσαν πάντα την περιέργεια. Ισως γιατί μεγάλωσα απέναντι από ένα από αυτά και το είδα να κατεδαφίζεται... Το κτίριο του ΦΙΞ στη Συγγρού χτίστηκε το 1957 σε σχέδια του πρωτοποριακού φουτουριστή αρχιτέκτονα Τάκη Χ. Ζενέτου (1926-1977), ο οποίος οραματίστηκε ένα εργοστάσιο που θα μπορούσε να λειτουργεί εσαεί, δίνοντάς του μέσω του σχεδιασμού του τη δυνατότητα να μεταβάλλεται και να μετασκευάζεται ανάλογα με τις εκάστοτε ανάγκες. Το κτίριο λειτούργησε μόλις 13 χρόνια, το 1970 έκλεισε και αργότερα το μισό κατεδαφίστηκε. Παρ’ όλες τις κακουχίες, σχεδόν 60 χρόνια μετά, το ίδιο κτίριο συνεχίζει να επιτελεί το έργο του, στεγάζοντας μία τελείως διαφορετική λειτουργία: αυτή ενός μουσείου. Θα μπορούσα να πω πολλά ακόμα για την αξία του ΦΙΞ, για την κλίμακά του, την οριζοντιότητά του, για την επιλογή της θέσης και τη συσχέτιση με τον αστικό ιστό την εποχή κατασκευής του. Για εμένα, όμως, η ομορφιά του κτιρίου του Ζενέτου βρίσκεται αλλού: στη διαχρονικότητα ενός έργου που έμεινε πιστό στις επιδιώξεις του δημιουργού του και καταφέρνει ακόμα και σήμερα να βρίσκεται στο επίκεντρο, προσθέτοντας αξία στην πολύπαθη Αθήνα.
Μάιος 2015
30
Δημήτρης Σαγώνας Σχολή Χιλλ, συμβολή οδών Θουκυδίδου και Ναυάρχου Νικοδήμου Η ιστορία μιας πόλης, η πορεία ενός έθνους, μπορούν κάλλιστα να ταυτιστούν με ιστορίες που κρύβονται πίσω από μια σειρά σημαντικών κτιρίων του τόπου. Ιστορίες που συνθέτοντάς τις ανακαλύπτεις πως το κάθε μικρό γεγονός μπορεί να αποτελέσει την αφετηρία της αφήγησης μιας μεγάλης ιστορίας. Μια τέτοια ιστορία κρύβεται σε ένα κτίριο στη συμβολή των οδών Θουκυδίδου και Ναυάρχου Νικοδήμου· στη Σχολή Χιλλ. Ενα από τα πιο ιστορικά κτίρια της Αθήνας που λίγοι πλέον γνωρίζουν την ιστορία του. Με πάνω από 180 χρόνια συνεχούς λειτουργίας, αποτελεί το πρώτο ιδιωτικό σχολείο στην Αθήνα, πριν ακόμα αυτή γίνει πρωτεύουσα. Ολα συνέβησαν λίγο μετά την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους, το 1831, όταν ένας «μισιονάριος» προτεστάντης ιεραπόστολος ονόματι John Hill μαζί με τη γυναίκα του Fanny Francis Mulligan (Hill), αποφασίζουν να ιδρύσουν ένα σχολείο όπου οι νεαροί απόγονοι του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη και του Σωκράτη θα μπορούσαν και πάλι να διδαχτούν τη γλώσσα, να μάθουν καλούς τρόπους και να αποτελέσουν το οικοδόμημα για μια «Νέα Ελλάδα». Γρήγορα κατηγορούνται για θρησκευτική προπαγάνδα και προσηλυτισμό από το φιλορθόδοξο κύμα. Η Ιερά Σύνοδος διαφωνεί. Παρόλα αυτά, η κυρία Hill αποφασίζει προσβεβλημένη να παραχωρήσει το σχολείο στη Φιλεκπαιδευτική Εταιρεία, όπου για δέκα χρόνια τα δύο σχολεία συνέχισαν να λειτουργούν μαζί. Παρά τις αντιδράσεις, το σχολείο προσελκύει τις κόρες ευκατάστατων και μορφωμένων οικογενειών, καθώς και οικογένειες αγωνιστών του ’21. Οι οικογένειες Μπότσαρη, Τρικούπη, Σκουζέ, Μιαούλη, Μαυρομιχάλη και Κριεζή είναι ορισμένες μόνο από αυτές. Η Σχολή Χιλλ αριθμεί μια σειρά από καινοτομίες της εποχής. Εκεί πρωτοεμφανίστηκε στην Αθήνα η κουνιστή πολυθρόνα. Σε αυτό το κτίριο μπήκαν τα πρώτα τζάμια στα παράθυρα και χρησιμοποιήθηκε η πρώτη σόμπα. Σε αυτό επίσης, δόθηκε η μεγαλύτερη χοροεσπερίδα προς τιμή του βασιλιά Oθωνα. Από τη Σχολή Χιλλ βγήκαν οι πρώτες δασκάλες. Και όλα αυτά σε ένα κτίριο...
Κείμενο / Φωτογραφίες: Νικήτας Καραγιάννης
31
Μάιος 2015
Η εσάνς της επιτυχίας
Οι αδελφές Eφη και Χαρά Τσιρογιάννη είδαν τη ζωή τους να γεμίζει με τη μυρωδιά της επιτυχίας όταν πριν από λίγα χρόνια… απολύθηκαν από τις δουλειές τους! Μπορεί να ακούγεται σαν σχήμα οξύμωρο, αλλά η ιστορία τους είναι τόσο αληθινή όσο και τα υπέροχα αρώματα που φτιάχνουν στο μικρότερο αρωματοπωλείο της Αθήνας, το IndieScent, το οποίο άνοιξαν το 2013 στην οδό Αγίας Ειρήνης 3, στο κέντρο της πόλης. Ο χώρος πλημμυρισμένος από μυρωδιές που αναδύουν περισσότερα από 300 αρώματα και εκατοντάδες πιθανοί συνδυασμοί. Μου είχε μιλήσει σχετικά μια καλή φίλη και ως λάτρης των αρωμάτων το επισκέφτηκα με την πρώτη ευκαιρία. Οι δυο τους με υποδέχτηκαν κομψότατες, άκρως φιλικές και με γενναίες δόσεις χιούμορ. «Γιατί και πότε σκεφτήκατε να ανοίξετε αρωματοπωλείο;», ρωτάω κάτω από την επήρεια του αρωματισμένου περιβάλλοντος. «Επειδή τόσο εμείς όσο και η τρίτη μας αδελφή είχαμε από μικρές μεγάλη αγάπη για τα αρώματα», μου απαντά η Εφη. «Την απόφαση την πήραμε όταν εγώ και η Χαρά απολυθήκαμε σχεδόν ταυτόχρονα από τις δουλειές μας. Η απόλυσή μας σήμαινε ότι δεν θα μπορούσαμε πλέον να αγοράζουμε τα αγαπημένα μας ακριβά αρώματα, οπότε σκεφτήκαμε να τα φτιάχνουμε μόνες μας και μάλιστα να δούμε την ιδέα πιο επαγγελματικά».
Η Χαρά μπαίνει στην κουβέντα και μου εξηγεί πως πριν ανοίξουν το κατάστημα έκαναν μια έρευνα αγοράς σε Αγγλία, Γαλλία, αλλά και Ελλάδα ώστε να βρουν τις καλύτερες πρώτες ύλες. Με αυτές θα μπορούσαν στη συνέχεια να φτιάξουν αρώματα, κρέμες και λάδια σώματος, υγρά σαπούνια και αρωματικά κεριά. Το αποτέλεσμα τις δικαίωσε απόλυτα, καθώς ουκ ολίγοι στα χρόνια της κρίσης στρέφονται προς αυτή την οικονομικότερη λύση υπερασπιζόμενοι το δικαίωμα στην πολυτέλεια. «Είναι επίσης πολλοί όσοι πειραματίζονται δημιουργώντας, με τη δική μας βοήθεια, ένα άρωμα πιο προσωπικό, κάτι που έχει φτιαχτεί μόνο για εκείνους και το οποίο δεν φορά κανείς άλλος», λέει η Χαρά. Η μοναδικότητα ως κοσμοθεωρία. Αυτή δεν ήταν συνηθισμένη ιδέα, αλλά σήμερα όπως φαίνεται έχει γίνει πολύ δημοφιλές και για δώρα με ταυτότητα. Ωστόσο, μια μεγάλη μερίδα των πελατών ζητάει κάτι πολύ κοντινό σε διαφημιζόμενα αρώματα μεγάλων οίκων, ενώ άλλοι ψάχνουν πιο ιδιαίτερα και «συλλεκτικά». Οι πολύ προσιτές τιμές που κυμαίνονται από 2 έως 15 ευρώ, όπως είναι φυσικό, κάνουν την ιδέα δελεαστική. Ανάμεσα στις πρώτες ύλες πάνω στις οποίες βασίζεται ένα άρωμα και που ζητούνται περισσότερο είναι τα φύκια, το βαμβάκι (το άρωμα του φυτού όταν ανθίζει) και το φρατζιπάν Ταϊλάνδης που θυμίζει γιασεμί και γαρδένια. «Κάποιοι, μάλιστα, αν και νέοι είναι πολύ ψαγμένοι», παρατηρεί η Εφη, «όπως για παράδειγμα ένας 19χρονος που ήρθε και ήθελε να φτιάξει το δικό του, προσωπικό, άρωμα ή
ένας οκτάχρονος ο οποίος έκανε το ίδιο μαζί με τους γονείς του». Η πελατεία είναι μοιρασμένη σε άντρες και γυναίκες, ενώ ένα άλλο σημαντικό στοιχείο στο IndieScent είναι ότι διατηρεί μεγάλο αρχείο 1.500 συνδυασμών με κωδικούς, ώστε οι πελάτες τους, ακόμα και εκτός Αθηνών, να τους ζητούν εκείνο ακριβώς που θέλουν. «Σε μια ιδιαίτερη περίπτωση», λέει η Χαρά, «μια πελάτισσα από την Αίγινα μας έστειλε τη φωτογραφία ενός προσώπου. Βάσει αυτής, μας ζήτησε να φτιάξουμε ένα άρωμα που κατά τη γνώμη μας θα του άρεσε και θα του ταίριαζε. Το αποτέλεσμα την ενθουσίασε!». Και η βασική -και πολύτιμη- συμβουλή των δύο perfume masters προς όσους απευθύνονται σε αυτές για πρώτη φορά: να περιμένουν πριν αποφασίσουν αν ένα άρωμα τους ταιριάζει, ενώ του παρέχουν και τη δυνατότητα να το διορθώσει χωρίς έξτρα κόστος. Από το ταξίδι μου στον κόσμο της μυρωδιάς έμαθα και ένα άλλο χαριτωμένο: ότι στη διάρκεια της διαδικασίας επιλογής, ο ενδιαφερόμενος περνάει από το ένα άρωμα στο άλλο αφού πρώτα «καθαρίσει» την αίσθηση της όσφρησής του μυρίζοντας από ένα βάζο με κόκκους καφέ που θεωρείται ιδανικός για την εξουδετέρωση μυρωδιών! Μια διαφορετική ίντριγκα για τη φαντασία ξεκινάει με το άνοιγμα του πρώτου μπουκαλιού.
32
Κείμενο: Δημήτρης Βαρελάς
33
Μάιος 2015
Δοκιμάζοντας τα όρια της σιωπής
Ο Αλέξανδρος Μιχαήλ αποφάσισε να βάλει οριστικά το πτυχίο Νομικής στο συρτάρι όταν ήταν 25 χρονών, για να φύγει στο εξωτερικό και να σπουδάσει σύγχρονες παραστατικές τέχνες, live art και σκηνοθεσία. Συνέχισε με σπουδές στο σωματικό θέατρο με την παιδαγωγική του Λεκόκ (Jacques Lecoq) στο London International School of Performing Arts (LISPA). Εζησε για επτά χρόνια στο Λονδίνο, δουλεύοντας, ανάμεσα σε πολλά άλλα, με την Εθνική Λυρική Σκηνή, τους Station House Opera και τον σκηνοθέτη Mark Storor. Αν και εξακολουθεί να δουλεύει τακτικά στην Αγγλία, ο Αλέξανδρος έχει πλέον ως έδρα του τη Θεσσαλονίκη. Εκεί λιγότερο παίζει και περισσότερο διδάσκει και σκηνοθετεί. Φέτος πολύς κόσμος ταξίδεψε από διάφορες γωνιές της Ελλάδας (όπως Αθήνα, Πάτρα, Πτολεμαΐδα, Αλεξανδρούπολη, Κοζάνη και Κομοτηνή), προκειμένου να παρακολουθήσει τα σεμινάρια με μάσκα που οργάνωσε στη Θεσσαλονίκη. Αρκετά ταξίδια κάνει πλέον και ο ίδιος. «Οπου υπάρχει ζήτηση και ενδιαφέρον, πηγαίνουμε. Είναι ωραίο να έρχεσαι σε επαφή με άλλους ανθρώπους, άλλες πόλεις, άλλες δυναμικές. Κερδίζεις πολλά και εσύ και η δουλειά σου μέσα από αυτή τη διαδικασία ανταλλαγής και ανανέωσης. Αλλάζεις την οπτική σου γωνία, δεν κλειδώνεις τα πράγματα», σχολιάζει σχετικά. Αυτή τη στιγμή η τελευταία του σκηνοθετική δουλειά, το «Κομμάτι για 2», βρίσκεται σε περιοδεία σε διάφορες πόλεις και φεστιβάλ ανά την Ελλάδα, ενώ από τον Οκτώβριο του 2015 έχει ήδη προγραμματιστεί η πρώτη του συμμετοχή σε φεστιβάλ του εξωτερικού. Πολύ σύντομα θα λάβει μέρος και στο Φεστιβάλ InPort, ένα φεστιβάλ για νέους δημιουργούς που διοργανώνει το Δημοτικό Θέατρο Πειραιά στις 12-14 Ιουνίου.
«Επιστρέφοντας από την Αγγλία είδα τη Θεσσαλονίκη όχι σαν τελικό προορισμό, αλλά σαν μια πρώτη όαση ηρεμίας, ένα ασφαλές λιμάνι από το οποίο θα μπορούσα να ανοίγομαι για αλλού, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στο εξωτερικό και χαίρομαι που αυτό έχει ήδη αρχίσει να συμβαίνει», λέει ο ίδιος. Ο Αλέξανδρος κινείται σε ένα φάσμα μεταξύ οπτικού θεάτρου, performance, δημόσιας μη πολιτικής παρέμβασης και θεάτρου κοινότητας. Βλέπει τις παραστατικές τέχνες σαν ένα μέσο έκφρασης του προσωπικού του καλλιτεχνικού οράματος, αλλά και σαν ένα πολύ κατάλληλο εργαλείο διαπαιδαγώγησης για το άτομο και την κοινωνία, σαν όπλο παρέμβασης σε μια κοινότητα, πόλη ή κοινωνία ή σε ένα κοινωνικό θέμα. Συνήθως από τη δουλειά του απουσιάζει ο λόγος. «Ολα είναι κίνηση, δυναμική, βλέμματα, παύσεις, ατμόσφαιρες». Σίγουρα τον έχει επηρεάσει σε αυτό η εκπαίδευση με μάσκες. «Η σιωπή μπορεί να είναι πολύ δυνατή, πολύ καθηλωτική. Νομίζω πως δοκιμάζω τα όριά της. Μέχρι πού αντέχει πριν να ορμήσουν οι λέξεις... Στη σιωπή ακούμε πραγματικά. Αλλάζει η ποιότητα του χώρου και του χρόνου. Φτάνει σε εδάφη που οι λέξεις δεν μπορούν να μας ταξιδέψουν», τονίζει. Ισως αυτή η επιλογή του να είναι εσκεμμένη. Οταν όλα γύρω φωνάζουν για να ακουστούν, το να παραμένεις σιωπηλός είναι μια στάση. Εχει σκηνοθετήσει οκτώ παραστάσεις, αλλά κανένα θεατρικό έργο ακόμα. Η δουλειά του είναι πάντα πρωτότυπης σύλληψης. Δουλεύει με ελεύθερο και καθοδηγημένο αυτοσχεδιασμό των ηθοποιών. Ολα βγαίνουν μέσα από το παιχνίδι και τις σχέσεις που αναπτύσσονται στην πρόβα. Οι ηθοποιοί είναι συνδημιουργοί. Μια δουλειά για αυτόν δεν έχει νόημα αν δεν ανοίγει μονοπάτια για όλους τους συντελεστές,
αν δεν είναι ένα πεδίο για τον καθένα να αναπτύξει το δικό του δυναμικό, αν το αποτέλεσμα δεν είναι συλλογικό. Οι πρόβες έχουν μέσα πολλή εκπαίδευση. Βλέπει την κάθε καινούργια δουλειά σαν μια διαδικασία μεταμόρφωσης του ίδιου, αλλά και των άλλων. «Αν ξέρω τι πρόκειται να κάνω, δεν έχει νόημα να το κάνω. Οχι απλά δεν θα μπορέσω να εμπνεύσω τους συνεργάτες μου, αλλά αν στήσω πιστά αυτό ακριβώς που έχω εγώ στο κεφάλι μου θα βαρεθώ εγώ ο ίδιος πρώτα με αυτό που βλέπω. Το ενδιαφέρον βρίσκεται στη διαδικασία και στο μεταξύ όλων αυτών των διαφορετικών φωνών». Κάθε σκηνοθέτης έχει τελείως διαφορετική προσέγγιση στη δουλειά του. Για τον Αλέξανδρο ο σκηνοθέτης είναι η κοίτη του ποταμού. Ολοι οι άλλοι συντελεστές είναι το νερό. Η τάση να απομονώνουμε το σωματικό θέατρο σε μια «ιδιαίτερη» κατηγορία τον ενοχλεί. Για αυτόν κάθε θέατρο είναι σωματικό και όλο το θέατρο θα ωφελούνταν εάν οι σκηνοθέτες και οι ηθοποιοί είχαν αίσθηση της δυναμικής των σωμάτων στο χώρο. Η δουλειά με τη μάσκα είναι μία από τις πιο καθοριστικές εμπειρίες στη ζωή του. «Δεν χρειάζεται να παίξει κανείς με μάσκα για να μπει στον κόπο να τη διδαχθεί. Η μάσκα είναι ένα εξαιρετικό εργαλείο για τον ηθοποιό. Καθαρίζει την κίνηση στο σώμα. Αποκαλύπτει τις προθέσεις. Ενεργοποιεί. Η μάσκα, όπως η σιωπή και όπως και ο κλόουν, μας δίνουν πρόσβαση σε μια άλλη διάσταση». Το «Κομμάτι για 2» είναι μια σιωπηρή σπουδή στη δυναμική των ανθρώπινων σχέσεων. Τροχιές και κυκλώματα, άλλοτε ανοιχτά και άλλοτε κλειστά. Επανάληψη, παιχνίδι, διαρκής διαπραγμάτευση του πότε, του πώς, του πού, τα ίδια λάθη, η κατανόηση, η οργή, η συμπόρευση, η ανάγκη του μαζί, οι ισορροπίες, η διάβρωση του ενός από τον άλλον.
34
Κείμενο: Νατάσα Μαστοράκου
35
Μάιος 2015
Ενα ποπ κορίτσι στον Κήπο Πριν από επτά χρόνια ένα μελαχρινό κορίτσι έγινε το... avatar της δικής μας γενιάς. Η Monika (κατά κόσμον Μόνικα Χριστοδούλου) έκλεισε πριν από λίγες μέρες τα 30 και θα το γιορτάσει με μια μεγάλη συναυλία στον Κήπο του Μεγάρου Μουσικής. Η νεαρή τραγουδοποιός έφερε τα πάνω κάτω στην ελληνική μουσική σκηνή όταν το τραγούδι “Over the hill” από τον πρώτο της δίσκο -που ηχογράφησε στο σπίτι τηςσυγκέντρωσε δεκάδες φίλους στο Myspace που το είχε ανεβάσει. Η Monika έγινε γρήγορα το αγαπημένο κορίτσι των media και τα εναλλακτικά στέκια στην πόλη έπιναν νερό στο όνομά της. Η μεγάλη ανακάλυψη της δεκαετίας για πολλούς, η φωνή που θα συζητιόταν για χρόνια για άλλους. Κάπως έτσι άνοιξε τη συναυλία των Calexico, τραγούδησε μαζί τους και απέκτησε γρήγορα φανατικούς φίλους και εχθρούς. Η συμμετοχή της στο Ark Festival -με sold out εμφανίσεις και τις δύο χρονιές- έδειξε ότι η Monika δεν μας απασχόλησε τυχαία, ούτε ήταν ένα κομήτης στην ελληνική πραγματικότητα. Οι συναυλίες πάντα με ιδιαίτερο στιλ, οι συνεντεύξεις της μετρημένες, οι δηλώσεις της το ίδιο. Και όταν το 2010 ήρθε ο δεύτερος προσωπικός της δίσκος με τίτλο “Exit” με το υπέροχο “Yes I do”, τα πράγματα ξεκαθάρισαν κι άλλο. Η μικρή είχε κότσια, είχε ταλέντο και όραμα. Δεν είμαι σίγουρη ότι και εκείνη ήξερε τι ακριβώς συνέβαινε όταν κυκλοφορούσε αυτόν τον δίσκο, αλλά τα περισσότερα κομμάτια του είναι μικρές ιστορίες βγαλμένες από σελίδες βιβλίου, ντυμένα με μελωδίες από τη φαντασία μας. Και τον αγαπήσαμε. Πολύ. Πριν συμβούν όλα αυτά η Monika ήθελε να δουλέψει στα διόδια και να παρακολουθεί την κίνηση. Αργότερα σπούδασε Μαθηματικά και τελικά αγάπησε όσο τίποτα την μουσική. Τώρα που έγινε 30, τη ρωτάω πόσο αποφασισμένη ήταν για αυτή την κατάληξη. «Καθόλου» απαντάει με σιγουριά. «Από μικρή είχα πολλές διαφορετικές ασχολίες, σε κανέναν τομέα δεν ήμουν αρκετά καλή, αλλά μου άρεσε η ποικιλία. Ηθελα να ακολου-
θώ τις επιμυθίες και το ένστικτο της στιγμής, όσο αυτό με συναρπάζει. Τα διόδια ήταν το όνειρο ενός παιδιού που του άρεσε να βλέπει αυτοκίνητα, τα Μαθηματικά ήταν ο ενθουσιασμός της εφηβείας, η μουσική αποδείχτηκε η αγάπη μιας ζωής». Αυτή η αγάπη μιας ζωής φάνηκε καταλυτική και όταν επισκέφτηκε τη Νέα Υόρκη και τα Dunham Studios. Ο Homer Steinweiss, ντράμερ και συνθέτης του “Back to black” της Amy Winehouse, άκουσε το ντέμο της, ενθουσιάστηκε και λίγο καιρό μετά τη βοήθησε να κυκλοφορήσει το “Secret in the dark”. Αναρωτιέμαι αν η ίδια πιστεύει στην τύχη. Απαντάει μεν θετικά, όμως τονίζει ότι πιστεύει περισσότερο στο κυνήγι της τύχης. «Γιατί εμείς οι ίδιοι οδηγούμε τη ζωή μας στις υποτιθέμενες τυχαίες συγκυρίες και κάπως έτσι εκτιμούμε τους προοδευτικούς καρπούς της. Διαφορετικά, η τύχη έρχεται και φεύγει σαν αεράκι. Χρειάζεται πανί και τιμόνι, όπως καθετί στη ζωή άλλωστε», συμπληρώνει. Ο δίσκος από πλευράς μουσικής έχει μια πιο ποπ διάθεση. Πιο χορευτική, πιο ανεβαστική. Σύμφωνα με την ίδια τη Μonika, αυτό είναι το βασικό γνώρισμα του χαρακτήρα της. Η ιδέα για να είναι αυτό το ύφος της νέας της δουλειάς ξεκίνησε όμως στο πλαίσιο μιας παρέας φίλων πριν από τρία χρόνια. Η τραγουδοποιός και η παρέα της αγόραζαν ντίσκο δίσκους και πήγαιναν σπίτι να αναλύσουν τις παραγωγές του Quincy Jones. Της ζητάω να μου ορίσει τις διαφορές με τις προηγούμενες δουλειές της και η απάντηση είναι παραπάνω από ειλικρινής. «Ο τελευταίος μου δίσκος είναι απλώς ένας ακόμη καινούργιος δίσκος. Αποτυπώνει τις σκέψεις και τις εμπειρίες που συσσωρεύονταν μέσα μου τα τελευταία χρόνια. Εζησα μία πολύ έντονη δεκαετία με σπουδές, ταξίδια, γνωριμίες, συναυλίες, “Avatar” και “Εxit” και όταν ήρθε η στιγμή του “Secret in the dark” έγραψα τραγούδια μέσα από τα οποία εξέφραζα την υπερένταση όλων αυτών των εμπειριών. Είχα ενέργεια και πάθος μέσα μου που ήθελα απλώς να το τραγουδήσω δυνατά και να το χορέψω». Και όπως φάνηκε από την ανταπόκριση του κόσμου αυτόν τον ένα χρόνο που έχει περάσει από την κυκλοφορία του δίσκου, το κοινό είχε την ίδια διάθεση να
τραγουδήσει δυνατά και να χορέψει. «Πρόκειται για πολύ μεγάλη ευχαρίστηση όταν είδα κόσμο να αγκαλιάζει αυτόν τον διαφορετικό ήχο με τον ίδιο τρόπο που το έκανε στο “Avatar”. Πίστεψα πολύ σε αυτόν τον δίσκο γιατί με απελευθέρωσε από οποιονδήποτε ενδοιασμό είχα σχετικά με την πορεία ενός μουσικού. Δεν μου άφησε περιθώρια να με καθορίσει το παρελθόν, αλλά η καθημερινότητα στο παρόν. Και όταν είδα τον κόσμο να το ακολουθεί, παρ' όλες τις αντιδράσεις στην αρχή, πίστεψα πως θα συνεχίσω πάντα με την ίδια ειλικρίνεια που νιώθω απέναντι στη μουσική για κάθε περίοδο της ζωής μου», παραδέχεται η ίδια. Στις 12 Ιουνίου η Monika θα τραγουδήσει για πρώτη φορά στον Κήπο του Μεγάρου Μουσικής σε μια συναυλία με τίτλο “Take me with you”. Και αν στο Ηρώδειο πέρυσι προσπάθησε να δείξει την πιο ποπ πλευρά της, υπόσχεται ότι το βράδυ στον Κήπο θα συμβεί ό,τι θέλει το κοινό. «Φέρτε κουβερτούλες, φρούτα, γλυκά, ποτά, παγωτά, κι από ένα λουλούδι ο καθένας, για να χαλαρώσουμε, να τραγουδήσουμε για το καλοκαίρι της πανέμορφης Ελλάδας», προτρέπει η ίδια και επιθυμεί η βραδιά να έχει τη ζωντάνια και τον έρωτα μιας κιθαροβραδιάς σε παραλία με φωτιά. Και από την παραλία και τον ρομαντισμό της, η τραγουδοποιός φλερτάρει και με τα ρεμπέτικα. «Ετοιμάζω κάτι εδώ και πολλά χρόνια. Αλλά γι’ αυτό δεν θα βιαστώ ποτέ να το τελειώσω. Κάθε φορά που επιστρέφω στην Ελλάδα αυθόρμητα γράφω ένα καινούργιο ρεμπέτικο τραγούδι. Οταν θα έχω αρκετά τραγούδια για τα οποία τουλάχιστον θα είμαι περήφανη, θα τα μοιραστώ μαζί σας κι ελπίζω να σας αρέσουν», απαντάει όταν ρωτάω για την εξέλιξη αυτών των τραγουδιών και αν απορείτε και εσείς όπως και εγώ ποια η σχέση μιας τόσο μοντέρνας κοπέλας με τα ρεμπέτικα, η Μonika φροντίζει να μας διαψεύσει: «Ακούω πολύ συχνά ρεμπέτικα. Γιατί με κάνουν να τραγουδώ δυνατά. Βγάζουν έναν πόνο και μια δύναμη ταυτόχρονα. Πηγαίνω πολύ συχνά στην Κοτταρού στον Κολωνό και απολαμβάνω το τραγούδισμα της παρέας. Αυτό που κλείνουμε όλοι τα μάτια και αρχίζουμε το 'κάθε φορά που ανοίγει δρόμος στη ζωή…'».
36
Κείμενο: Δημήτρης Χαλιώτης / Φωτογραφίες: Στέφανος Καστρινάκης
37
Μάιος 2015
Επικοινωνώντας μια παγκόσμια αλήθεια
«Το πιο σημαντικό για μένα δεν είναι ότι εγώ θα κάνω θέατρο, αλλά ότι θα γίνει θέατρο», μου λέει. Ο Δημήτρης Λάλος ανήκει στους ανθρώπους του ελληνικού θεάτρου στους οποίους οφείλεις να σταθείς. Τον έχω δει σε όλες σχεδόν τις παραστάσεις του από το 2002, όταν έκανε το θεατρικό του ντεμπούτο ως βασικό στέλεχος της ομάδας Νάμα στην «Αγαπητή Ελένα» στο θέατρο Επί Κολωνώ. Είναι όμως η πρώτη φορά που τον συναντώ από κοντά. Αφορμή η σκηνοθεσία του στο «Τάβλι» του Δημήτρη Κεχαΐδη, που θα παρουσιάζεται από τις 12 Ιουνίου στο θέατρο Ακαδημία Πλάτωνος στον Βοτανικό. Για το υποκριτικό ταλέντο του Δημήτρη δεν νομίζω ότι υπάρχει άνθρωπος στον χώρο που να σου πει κάτι κακό. Οταν το 2012 κέρδισε το Βραβείο Χορν, οι περισσότεροι χαμογελάσαμε με νόημα. «Τώρα τον θυμήθηκαν; Επρεπε να του το είχαν δώσει από το 2005!» σκεφτήκαμε. Εξαιρετικά ταλαντούχους ανθρώπους όμως το ελληνικό θέατρο είχε, έχει και θα έχει. Δεν είναι αυτό που κάνει πραγματικά ξεχωριστό τον Δημήτρη. Αυτό που τον διαφοροποιεί είναι ότι έχει ακολουθήσει μία άκρως αντισυμβατική πορεία σε ό,τι αφορά την ενασχόλησή του με το θέατρο. «Ξεκίνησα ανορθόδοξα. Πέρασα από όλο το τεχνικό μέρος του θεάτρου. Εχω τρίψει πατώματα, έχω κάνει ταμείο, φροντιστήριο, μπαρ, βοηθός ηλεκτρολόγου, βοηθός σκηνογράφου… Τα έχω κάνει όλα. Πρώτα έχτιζα σκηνικό γι’ αυτούς που θα παίξουν και μετά έπαιζα. Δεν ασχολιόμουν τόσο πολύ με τους ρόλους, όσο με το ότι πρέπει να αλλάξει η λάμπα για να παιχτεί η παράσταση», μου εξομολογείται.
Τα χρόνια της εφηβείας του τα έζησε στη Γερμανία, όπου είχε μεταναστεύσει με τους γονείς του σε ηλικία οκτώ χρονών. «Δεν ήταν ούτε πολύ νωρίς, ώστε να μη θυμάμαι, ούτε όμως και πολύ αργά για να νιώθω ότι ξεριζώνεται κάτι μέσα μου. Νομίζω ότι αυτό με βοήθησε να έχω εικόνες και από τις δύο κουλτούρες», μου εξηγεί. Την Ελλάδα ωστόσο δεν την ξέχασε ποτέ. «Νομίζω ότι ένα κομμάτι μέσα μου δεν έφυγε ποτέ από εδώ», παρατηρεί.
Τον ρωτάω πώς πήρε την απόφαση να αφήσει πίσω του την ομάδα Νάμα και το Επί Κολωνώ μετά από 15 χρόνια. «Δεν νιώθω ότι αφήνω κάτι πίσω μου. Ολα αυτά τα έχω μέσα μου. Τώρα είμαι σε αυτό το θέατρο. Για 15 χρόνια ήμουν σε ένα άλλο θέατρο. Αλλά τίποτα δεν είναι δικό μου. Τίποτα δεν είναι δικό μας πραγματικά. Δεν οριζόμαστε από τα πράγματα. Τίποτα δεν θα πάρουμε μαζί μας. Η ζωή προχωράει», μου απαντά.
Κάπως έτσι, στα 18 του χρόνια, επιστρέφει στην πατρίδα. Το θέατρο μέχρι τότε δεν υπάρχει στον ορίζοντα. Αυτό μπαίνει αιφνιδιαστικά στη ζωή του, όταν στα 19 του βλέπει την πρώτη παράσταση της ομάδας Νάμα. «Δεν ήταν η παράσταση. Ηταν οι άνθρωποι που γνώρισα. Για μένα το θέατρο είναι πρώτα οι άνθρωποι», μου λέει. «Μαγεύτηκα από αυτόν τον κόσμο, τον κόσμο του ταξιδιού που κάνει ο άνθρωπος στο υποσυνείδητο όταν ασχολείται με το θέατρο, και αφέθηκα σε αυτό το ταξίδι. Μόνο κερδισμένος έχω βγει».
Στα χρόνια που ήταν στο Επί Κολωνώ έμαθε να παίζει τον ρεαλισμό στα δάχτυλα. Τι είναι όμως ρεαλισμός στο θέατρο; «Τον φαντάζομαι να αγγίζει την ποίηση. Ανακαλύπτω ένα υπερβατικό στοιχείο μέσα στον ρεαλισμό. Δεν πιστεύω στον ρεαλισμό που ξεμπροστιάζει τα πάντα. Το ‘Τάβλι’ είναι μια παρτιτούρα. Ενα επιπλέον ’ρε’ να βάλεις, χαλάει. Μόνο αν προσεγγίσεις με πειθαρχία και ευλάβεια το ρεαλιστικό κείμενο μπορεί αυτό να αποκτήσει πραγματικές διαστάσεις», μου επισημαίνει και η συζήτηση πηγαίνει αναπόφευκτα στην παράσταση που σκηνοθετεί.
Δεν πήγε σε δραματική σχολή. Ξεκίνησε μαθήματα με την ομάδα Νάμα και την Ελένη Σκότη, δόθηκε με όλη του την ψυχή να γίνει πραγματικότητα το θέατρο Επί Κολωνώ. «Πιο πολύ ασχολήθηκα στην αρχή με το να χτίσω ένα θέατρο, παρά με τα μαθήματά μου», σχολιάζει. Ετσι αντιλαμβάνεται ο Δημήτρης το θέατρο. Οχι σαν μία πνευματική μόνο εργασία. «Μέσα στο ζέσταμά μου πριν παίξω είναι να καθαρίσω την αίθουσα. Και τώρα στα σεμινάρια που κάνω πριν ξεκινήσουμε το μάθημα καθαρίζουμε το θέατρο. Σκούπισμα, σφουγγάρισμα… Πρέπει να καταλάβει ο ηθοποιός ότι πρέπει να φροντίσει τον χώρο. Το θέατρο πρέπει να το φροντίσεις για να σε φροντίσει. Δεν είμαστε εδώ για να επικοινωνήσουμε τα προσωπικά μας. Είμαστε αγωγός για να επικοινωνήσουμε στους ανθρώπους μια παγκόσμια αλήθεια. Γιατί αυτό είναι το θέατρο».
«Οι προβληματισμοί του έργου είναι διαχρονικοί γιατί διαπραγματεύεται πράγματα που διαπραγματευόμαστε ακόμα και τώρα. Πιστεύω όμως ότι και σε άλλα έργα υπάρχει αυτό, αρκεί να βρεις και να διαμορφώσεις τη φόρμα μέσα στην οποία μπορείς να εκφράσεις αυτές τις παγκόσμιες και διαχρονικές αλήθειες. Πρέπει να βρεις τη φόρμα που θα έχει και αυτή με τη σειρά της διαχρονικότητα», σημειώνει. Ο ίδιος επιλέγει να παρουσιάσει το εμβληματικό αυτό έργο του Κεχαΐδη με δύο μαύρους ηθοποιούς, τον Σαμουήλ Ακίνολα και τον Στέφανο Μουαγκιέ. «Οταν ήμουν στη Γαλλία και έπαιζα με τον Σαμουήλ στη ‘Δυτική Αποβάθρα’ του Κολτές, κατάλαβα ζώντας τον από κοντά ότι έχουμε ακριβώς τις
38
39
Μάιος 2015
ίδιες προσλαμβάνουσες. Είναι δηλαδή το ίδιο Ελληνας όσο κι εγώ. Δεν υπάρχει ένα αστείο που να κάνω και να μην το καταλαβαίνει. Συνειδητοποίησα λοιπόν ότι δεν έχει σημασία από πού είσαι, αλλά το πού έχεις μεγαλώσει», μου εξηγεί και προσθέτει: «Οι άνθρωποι είναι διαφορετικοί, τα συναισθήματα όμως ίδια. Ο νταλκάς που μπορεί να έχει ένας άνθρωπος απ’ όποια χώρα κι αν είναι, είναι ίδιος. Αυτό με κάνει να αντιλαμβάνομαι το μεγαλείο της ισότητας». Στο θεατρικό κοινό ο Δημήτρης Λάλος είναι γνωστός. Στο ευρύ κοινό όμως όχι. Κι αυτό λόγω των αποστάσεων ασφαλείας που κρατάει από την τηλεόραση. «Οταν μπαίνουν τα λεφτά στη μέση όλοι θέλουν να κάνουν λεφτά. Τα λεφτά όμως είναι το μέσο, δεν μπορεί να είναι ο στόχος. Δεν μπορώ να συνεργάζομαι με ανθρώπους που ο καθένας τραβάει το σκοινί προς τη δική του κατεύθυνση», παρατηρεί, εξηγώντας μου ότι υπάρχει διαφορετική στόχευση. Από την άλλη πλευρά, σινεμά έχει κάνει, αλλά λίγο. Τώρα μάλιστα είναι και υποψήφιος για Βραβείο Α’ Ανδρικού Ρόλου στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Μαδρίτης για την ταινία του Νίκου Τριανταφυλλίδη «Αισθηματίες». «Θέλω να είμαι πολύ επιλεκτικός ειδικά στο σινεμά, που είναι κάτι που μένει στην αιωνιότητα. Δεν σνομπάρω καθόλου τους κινηματογραφιστές. Πιστεύω ότι έχουμε πολύ αξιόλογο υλικό. Απλά θα ήθελα να μου προτείνουν κάτι και να μην το κυνηγήσω εγώ. Το θέμα είναι ότι στην Ελλάδα δεν επικοινωνεί καλά το κινηματογραφικό κομμάτι με το θεατρικό κομμάτι», μου τονίζει. Κάποιες φορές ακούγεται απόλυτος, ίσως και λίγο αλαζονικός. Δεν είναι όμως. Αρκεί μία σύντομη κουβέντα μαζί του για να το διαπιστώσεις. Αν καταλάβει ότι ξέρεις τη δουλειά σου θα στο αναγνωρίσει. Η αφοσίωσή του στην ομάδα Νάμα για 15 χρόνια το αποδεικνύει. «Βεβαίως θα αφεθώ σε κάποιον που ξέρει. Τώρα για παράδειγμα κάνω πρόβες με τον Σίμο Κακάλα και την Εταιρεία Θεάτρου Χώρος για να παρουσιάσουμε τον ’Ορέστη’ του Ευριπίδη στην Επίδαυρο στις 28 και 29 Αυγούστου. Τα παιδιά κάνουν ένα θέατρο που είναι εντελώς αντιθετικό με το θέατρο που έχω υπηρετήσει εγώ όλα αυτά τα χρόνια. Είναι ένα σωματικό θέατρο, ένα θέατρο μάσκας. Ξέρουν όμως τι κάνουν. Εχω αφεθεί τελείως. Μου λένε ‘πήδα’ και πηδάω. Δεν το συζητάω, γιατί έχω εμπιστοσύνη ότι ξέρουν πολύ καλά τη δουλειά τους. Και έχω μάθει απίστευτα πράγματα, γιατί αφέθηκα». Στο τέλος της κουβέντας μας τον ρωτάω για το σήμερα και την κατάσταση που βιώνουμε. «Χαμένοι δεν πάμε. Και όλα αυτά που έχουμε γύρω μας δεν θα φύγουν. Οι δρόμοι δεν θα φύγουν. Τα σπίτια δεν θα πετάξουν. Θέλει ηρεμία και ψυχραιμία. Τα πράγματα κάνουν κύκλους. Και μακριά από τους τρομολάγνους», μου υπενθυμίζει.
40
Κείμενο: Κώστας Τσαούσης
41
Μάιος 2015
Η συλλογική μυθολογία μιας γενιάς Τον δημοσιογράφο Μιχάλη Μητσό τον γνώρισα σε εποχές που η ιδεολογική αντιπαράθεση ήταν παρούσα και καθόριζε τις ζωές των ανθρώπων. Μια από τις πρώτες εικόνες της γνωριμίας μας χάνεται βαθιά στη μνήμη μου. Με πολλή προσπάθεια κατάφερα να ανασύρω μια εικόνα από τη συμμετοχή του σε έναν «καυγά» στα γραφεία της εφημερίδας «Η Αυγή», στην οποία δουλεύαμε και οι δύο κάπου εκεί στα μέσα της δεκαετίας του ΄80: από τη μια μεριά ο κριτικός κινηματογράφου Γιώργος Μπράμος και από την άλλη ο Μιχάλης Μητσός. Αφορμή για τον ιδιότυπο δημοσιογραφικό καυγά ήταν η διαφορά απόψεων για τον… Καρίγιο και το «Σύμφωνο της Μονκλόα». Παλιές, σχεδόν ξεχασμένες ιστορίες θα πείτε, αλλά θα επιμείνω να υποστηρίζω πως αυτές οι παλιές ιστορίες που έχουν να κάνουν με πρόσωπα και ιδέες έχουν θρέψει μια ολόκληρη γενιά και εξακολουθούν να έχουν το δικό τους ξεχωριστό ενδιαφέρον. Το «γιατί» χωράει πολλές απαντήσεις! Πάντως, για τους νεότερους, ο Καρίγιο -ο Σαντιάγο Καρίγιο- ήταν ο ηγέτης του ΚΚ Ισπανίας (ένα από τα κόμματα του ευρωκομμουνιστικού ρεύματος), ενώ το «Σύμφωνο της Μονκλόα» ήταν η συμφωνία του πολιτικού κόσμου της Ισπανίας να συμβάλει στην ομαλή μετάβαση από το φρανκικό καθεστώς στην πλουραλιστική δημοκρατία. Λεπτομέρειες θα πείτε και θα γκρινιάÅÀÏÀçƼÄçË ÇÄ ç ¼Ä çÇÀËÏÊà¶ÍÀÄÀÒçÀ˸çÇÀËÏÊàÀÍÀÄÌÉrç϶τοιες που χρησιμοποιεί ως επιδέξιος γραφιάς ο Μιχάλης Μητσός για να δώσει ψυχή στο δικό του δημοσιογραφικό ημερολόγιο. Με άλλα λόγια, ο Μιχάλης Μητσός με τη συνήθεια αλλοτινών εγγράμματων εφήβων επιλέγει να διακονήσει την τέχνη ενός αγαπημένου λογοτεχνικού είδους -όπως εκείνο της συγγραφής ημερολογίου- που φλερτάρει επικίνδυνα με το επικαιρικό, το αποσπασματικό, τη μικρή σημείωση στο περιθώριο της μέρας και των γεγονότων, αλλά και την ατάκα, το εύρημα, τον αφορισμό, την εξομολόγηση. Αφορμή για να γράψω τούτο το σημείωμα αποτέλεσε μια εγγραφή στο πρόσφατο βιβλίο του Μιχάλη Μητσού. Μια εγγραφή για ένα ιστορικό στέλεχος της ευρωπαϊκής Αριστεράς, τον ηγέτη του Ιταλικού ΚΚ (το μεγαλύτερο κομμουνιστικό κόμμα στη Δυτική Ευρώπη), τον Ενρίκο Μπερλινγκουέρ. Η εγγραφή έχει ως εξής:
Τετάρτη 11 Ιουνίου Πριν από τριάντα ακριβώς χρόνια, στις 11 Ιουνίου 1984, πέθανε ο Ενρίκο Μπερλινγκουέρ. Τις τελευταίες ημέρες υπήρχαν κάποια επετειακά δημοσιεύματα στον ιταλικό Τύπο, όχι σπουδαία πράγματα όμως, ενώ εκτός Ιταλίας οι αναφορές ήταν ακόμη λιγότερες. Ανατρέχω στο πρώτο τεύχος του «Αντί» που κυκλοφόρησε μετά τον θάνατο του θρυλικού ηγέτη του Ιταλικού Κομμουνιστικού Κόμματος (PCI). Εχει ημερομηνία 15 Ιουνίου 1984 και δημοσιεύει σε δύο σελίδες την τελευταία συνέντευξη που είχε δώσει ο Μπερλιγκουέρ στον Αλντο Τζανάρντο, διευθυντή του θεωρητικού περιοδικού του PCI «Μαρξιστική Κριτική». Λείπει σήμερα ένα τέτοιο περιοδικό στην Ελλάδα. Εννοώ το «Αντί» εκείνης της εποχής, όχι όπως κατέληξε τα επόμενα χρόνια. Ο Τζανάρντο ρωτά τον συνομιλητή του για την οικονομική κρίση των χωρών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας και την τάση παρακμής της Κοινότητας ως οικονομικής δύναμης και ο Μπερλινγκουέρ απαντά: «Οι κυρίαρχες καπιταλιστικές ομάδες και οι συγγενείς συντηρητικές ευρωπαϊκές ιδεολογίες δεν μπορούν να βρουν μια θετική λύση για την κρίση. Το σήμα κινδύνου ανάβουν τα 13 εκατομμύρια άνεργοι της Κοινότητας. Αυτό το τεράστιο δυναμικό ανθρώπινης ενέργειας, φυσικής και διανοητικής, παραμένει ανενεργό και δεν γνωρίζουν [οι κυρίαρχες καπιταλιστικές ομάδες] τρόπους αξιοποίησής του, γιατί η τεχνολογική ανανέωση που προχωρεί σταδιακά απομακρύνει, αντί να απορροφά, αυτό το δυναμικό. [...] Η εξεύρεση πόρων αναγκαίων για επενδύσεις στην παραγωγή, τη νέα τεχνολογία και την έρευνα φαίνεται πολύ δύσκολη. Αντί όμως να μειώσουν τη σπατάλη, την ευνοιοκρατία, τη φοροδιαφυγή, τον παρασιτισμό, καταφεύγουν σε άκριτες μειώσεις των κοινωνικών δαπανών, καταργώντας τα κεκτημένα δικαιώματα που αποκτήθηκαν μετά από αγώνες και θυσίες των εργαζομένων. «Αλλά, ακόμη και αν κατορθώναμε να ελαχιστοποιήσουμε ή να εκμηδενίσουμε όλα αυτά τα προβλήματα, μια ουσιαστική οικονομική ανάπτυξη δεν μπορεί να υπάρξει μέσα στα στενά εθνικά πλαίσια. Σήμερα
η αλληλεξάρτηση βρίσκεται σε τέτοιο στάδιο, ώστε οι οποιεσδήποτε δυσχέρειες στην υλοποίηση μιας ενωμένης Ευρώπης θα οδηγούσαν αναγκαστικά κάθε ευρωπαϊκή χώρα σε άλλους συνασπισμούς». Κουβέντες μιας άλλη εποχής όπου η αντιπαράθεση των ιδεών και των πολιτικών δεν αφορούσε το θέαμα των τηλεοπτικών στούντιο, ούτε πολύ περισσότερο το μπλέντερ των μαγειρείων της πολιτικής. Οι ιδέες ήταν ιδέες και οι πολιτικές πολιτικές. Κάτι που έχει μάθει από χρόνια να ξεχωρίζει και ακολουθεί με θρησκευτική ευλάβεια ο Μιχάλης Μήτσος. Σε κάθε περίπτωση όμως ο ίδιος επιμένει να κάνει τις συστάσεις: «Συγγραφέας δεν είμαι. Ούτε, βέβαια, διανοούμενος. Επινοούμενος ίσως, σύμφωνα με μιαν απροσδόκητα αυτοσαρκαστική έκφραση ενός παλιού υπουργού, το όνομα του οποίου αποκαλύπτω κάπου σ' αυτές τις σελίδες. Είμαι, με λίγα λόγια, ένας ημιμαθής γραφιάς, που αντιγράφει ιδέες, ή έστω τις μεταγράφει -πάντως δεν τις παράγει. Στη δημοσιογραφία μπήκα από σπόντα, επειδή μου άρεσε να παρακολουθώ τον ξένο Τύπο. Είχα όμως την τύχη να ανέβω τη σωστή στιγμή στο σωστό τρένο. Τριάντα-τόσα χρόνια μετά, στο ίδιο τρένο βρίσκομαι. Ισως επειδή είμαι αμετανόητος, όπως είχε πει ένας άλλος πρώην υπουργός, που κι αυτόν κάπου τον ξεμπροστιάζω. Ισως επειδή κατά βάθος είμαι συντηρητικός. Ισως, πάλι, επειδή φοβάμαι πως, 'όπου να πάω, σ' όποιο ταξίδι, σε λάθος στάση θα κατεβώ'». Ο Μιχάλης Μητσός στις 544 σελίδες του βιβλίου του με τίτλο «Οι ιστορίες θα μας σώσουν: Ενα ημερολόγιο του 2014» από τις εκδόσεις Πόλις μας προσφέρει ένα πολύτιμο υλικό τροφοδότησης και ανατροφοδότησης της μνήμης για τη συλλογική μυθολογία μιας ολόκληρης γενιάς, της γενιάς της Μεταπολίτευσης.
42
Κείμενο: Δημήτρης Χαλιώτης / Φωτογραφία: Στέφανος Καστρινάκης
43
Μάιος 2015
Παρέα με ένα φλαμίνγκο «Τη λέγαν Μίλλυ. Και ζούσε μέσα σε ένα αεροπλάνο. Πολλά χρόνια. Μισή φλαμίνγκο, μισή άνθρωπος. Ροζ από την κορφή ως τα νύχια». Ναι, από τη Μίλλυ θα ξεκινήσω. Ισως γιατί από την πρώτη στιγμή που διάβασα την ποιητική συλλογή της Ειρήνης Μαργαρίτη «Φλαμίνγκο» μου δημιουργήθηκε η αίσθηση ότι από τη Μίλλυ ξεκινούν όλα. Από αυτό το αλλόκοτο ονειρικό πλάσμα που κοιτάει τον κόσμο από ψηλά και οι φτέρνες του χαϊδεύουν τα μαλλιά μας. «Μίλησέ μου για τη Μίλλυ», λέω στην Ειρήνη. «Είναι σαν όλα τα ροζ που έχουμε μέσα μας. Εκείνα τα κομμάτια μας τα πιο ρομαντικά και ευαίσθητα που επιλέγουμε να δείξουμε λιγότερο», μου απαντά. «Οι άνθρωποι που μου αρέσει να διαβάζω -είτε είναι πεζογράφοι είτε ποιητές- τολμούν να εκτεθούν, να πουν τα πράγματα έτσι όπως ακριβώς τα αισθάνονται. Αν έχει κάτι μοναδικό ο κάθε άνθρωπος, αυτό είναι ο τρόπος του να νιώθει τα πράγματα», παρατηρεί. Η ποίηση είναι η υπέρτατη έκθεση του εσωτερικού μας κόσμου. Είναι η στιγμή που το προσωπικό γίνεται συλλογικό. Είναι μια μουσική που σε παρασέρνει στον ρυθμό της. «Εγώ σ’ αυτή τη μουσική επιμένω πάντα. Μια λέξη, μια μικρή λέξη μπορεί να μου χαλάει τον ρυθμό και ψάχνω να βρω μια άλλη που ταιριάζει καλύτερα», σχολιάζει η Ειρήνη. Πάνε σχεδόν τρία χρόνια που τη γνώρισα. Σαν ηθοποιό και νεαρή σκηνοθέτιδα. Για το ποιητικό της τάλαντο δεν είχα ιδέα. «Πάντα είχα ένα ημερολόγιο όπου έγραφα πράγματα που ένιωθα ή αποσπάσματα άλλων κειμένων που έβρισκα και μου άρεσαν», μου εξομολογείται αποκαλύπτοντάς μου ότι το πρώτο της ποίημα το έγραψε στα 14 της έπειτα από μία ερωτική απογοήτευση. «Κάποια στιγμή η ποίηση άρχισε να γίνεται ένα καταφύγιο στο οποίο επανερχόμουν όλο και πιο συχνά. Εγραφα χωρίς να το έχω πάρει ποτέ σοβαρά. Κι αυτό σιγά σιγά άρχισε να εξελίσσεται από μόνο του». Το «Φλαμίνγκο» βραβεύτηκε πρόσφατα από την Εταιρεία Ελλήνων Συγγραφέων με το Βραβείο Γιάννης Βαρβέρης. Περιλαμβάνει ποιήματα που έγραψε μέσα στα τελευταία οκτώ χρόνια. Ενα ψηφιδωτό από εικόνες και στιγμές, που λες και ίπτανται πάνω από την πραγματικότητα. Σαν τη Μίλλυ. «Είναι ένας τόπος που μπορώ να γυρίσω και να είμαι ο εαυτός μου. Είναι μία μετάβαση.
Σαν να ψάχνεις να βρεις πού είσαι… Στο όνειρο; Στην πραγματικότητα; Ποια είναι η πραγματικότητα; Ή καλύτερα ποια είναι η πραγματικότητά μου;» παρατηρεί. Η απώλεια κυριαρχεί. Σε όλες της τις εκφάνσεις. «Δεν ξεκίνησα να γράψω για μία απώλεια, για έναν θάνατο. Το ποίημα 'Η τελευταία έξοδος' δεν το έγραψα για να μιλήσω για τον θάνατο ενός δικού μου ανθρώπου. Για μένα αυτό το ποίημα μιλάει για την επανάσταση. Και τελικά αυτό που προκύπτει είναι ότι εγώ χάνω -ή και βρίσκω, δεν ξέρω- την επαναστατική μου ορμή μπροστά στην απώλεια ενός δικού μου ανθρώπου. Νομίζω ότι στην ποίηση λειτουργούν και κάποια πράγματα ερήμην σου. Εσύ μπορεί να νομίζεις ότι γράφεις για κάτι, αλλά στην ουσία να γράφεις για κάτι άλλο», μου επισημαίνει η Ειρήνη. Κι επίσης μπορείς να γράφεις για κάτι κι ο άλλος να καταλάβει κάτι άλλο. Μετά την έκδοσή του ένα ποίημα ανήκει στον αναγνώστη του, όχι στον ποιητή του. «Δεν έχει σημασία γιατί έγραψε κάποιος ένα ποίημα. Σημασία έχει πώς το διαβάζει αυτός που το διαβάζει», όπως σημειώνει εύστοχα η Ειρήνη. Γι’ αυτό και στην ποίηση δεν χωρούν αναλύσεις. Τι με νοιάζει τι ήθελε να πει ο ποιητής; Το θέμα είναι τι αισθάνθηκα εγώ διαβάζοντας αυτό το ποίημα. Η ποίηση είναι μουσική. Και τη μουσική τη νιώθεις, δεν την εξηγείς. «Είναι πολύ σημαντικό που πήρα την απόφαση να εκδώσω αυτά τα ποιήματα. Πολύ σημαντικό για μένα. Αισθάνομαι ότι μπόρεσα να αφήσω πίσω μου ένα κομμάτι της ζωής μου. Δεν χρειάζεται πια να ασχολούμαι με αυτά τα οκτώ χρόνια της ζωής μου με τον ίδιο τρόπο που ασχολιόμουν», παραδέχεται η Ειρήνη, προτρέποντας οποιονδήποτε αμφιταλαντεύεται για το αν πρέπει να εκδώσει κάτι δικό του να το κάνει ασυζητητί. «Ολοι αναρωτιούνται αν αξίζει κάτι να εκδοθεί, αλλά η πραγματική δυσκολία έγκειται στο να το αφήσεις πίσω σου. Το αρχικό μου ζητούμενο ήταν να γίνουν ύλη πράγματα που έχω σκεφτεί, να μην υπάρχουν μόνο στο κεφάλι μου». Είναι κι αυτό ένα στάδιο ενηλικίωσης. Βασικό στάδιο. «Αν δεν μεγαλώσεις πέθανες», όπως γράφει και η Ειρήνη σε ένα ποίημά της. «Αυτοκαταστρέφεσαι από ένα σημείο και μετά αν δεν αφήσεις πίσω σου το παιδί μέσα σου για να ζήσεις την κάθε ηλικία, την κάθε
στιγμή της ζωής σου. Είναι ένα είδος θανάτου το να κολλήσεις σε μία φάση της ζωής σου. Για μένα όλο αυτό ήταν μία διαδικασία μέσα από την οποία αισθάνθηκα ότι μεγαλώνω, ότι αναγκάζομαι να αφήσω πίσω μου ένα κομμάτι μου», μου εξηγεί. «Μα, μεγαλώνουμε στην πραγματικότητα ποτέ; Μέσα σου δεν θα υπάρχει για πάντα η μικρή Ειρήνη;» αναρωτιέμαι. «Φυσικά και υπάρχει και τη φροντίζω πολύ. Είναι αυτό το ροζ που σου είπα στην αρχή. Ομως δεν μπορεί να κάνει ό,τι θέλει ανεξέλεγκτη, γιατί έχω υποφέρει κι από αυτό. Η διαχείριση της μικρής Ειρήνης είναι δουλειά της ενήλικης Ειρήνης», μου απαντά. Η ενήλικη Ειρήνη λοιπόν -ίσως ενίοτε με το αθώα διερευνητικό βλέμμα της μικρής Ειρήνης- έχει μάθει να παρατηρεί. Τους πάντες και τα πάντα γύρω της. «Το να κάνεις κάτι αυτή την πραγματικότητα, που ενίοτε γίνεται πολύ σκληρή, είναι και μία άμυνα δική σου για να την αντέξεις. Τη νοηματοδοτείς για να συνεχίσεις να ζεις σε αυτή την πραγματικότητα. Είναι μία απεγνωσμένη ανάγκη να οργανώσεις το χάος», ομολογεί. Κάπως έτσι ένα ποίημα μπορεί να ξεπηδήσει από μέσα της μέσα σε μόλις λίγα λεπτά. Στο τρένο. Κοιτώντας έναν τύπο με μπλε μπλούζα να μιλάει στο τηλέφωνο κρατώντας μια σακούλα. «Σταθμός Λαρίσης θυμήθηκα πως είναι κάποια τρένα που έρχονται και φεύγουν. Αλλιώτικα. Αυτά δεν με πάνε σπίτι μου. Είναι αυτά για να μας ταξιδεύουν. Μάλλον σιέλ την έλεγες την μπλούζα». «Σε κάποια ποιήματά μου μπορεί να επανέρχομαι συνέχεια. Κάποια άλλα μπορεί να τα γράψω και να μην τα ξανακοιτάξω. Επίσης είναι σημαντικό να παίρνεις λίγο την απόστασή σου. Υπάρχουν όμως φορές που μου αρέσει και το άγαρμπο. Αυτά που σε προδίδουν. Αυτό το στοιχείο του 'επιμελώς ατημέλητου' μου αρέσει στην τέχνη», τονίζει η Ειρήνη. «Πού συναντιέται η ζωή με την ποίηση;» τη ρωτάω. Προβληματίζεται. Παύση. «Οταν αφήνεις τον εαυτό σου να κάνει ένα κλικ και να δει αλλιώς τα πράγματα», μου λέει. «Τη λέγαν Μίλλυ. Κι ίσως δεν την είδαμε ποτέ. Κι ας περπατούσε πάνω απ’ τα κεφάλια μας».
44
Κείμενο: Βάσια Ρούσσου / Φωτογραφία: Θωμάς Αρσένης
45
Μάιος 2015
Το skill της Σοφίας Η ερμηνεύτρια και τραγουδοποιός Σοφία Σαρρή δεν επαναπαύεται στο ταλέντο της· επιδιώκει να εξελίσσεται διαρκώς είτε μέσω μουσικών πειραματισμών είτε μέσω της δουλειάς της -ως καθηγήτρια φωνητικής-, είτε μέσω σημαντικών συνεργασιών. Η Σοφία, η οποία υπήρξε μέλος των συγκροτημάτων Night on Earth και Σανάδες και έχει συνεργαστεί μεταξύ άλλων με τους Θανάση Παπακωνσταντίνου, Νίκο Πορτοκάλογλου και Φοίβο Δεληβοριά, δουλεύει τα τελευταία δύο χρόνια με ορισμένους από τους πιο ταλαντούχους μουσικούς της γενιάς της για τον πρώτο της προσωπικό δίσκο που αναμένεται να κυκλοφορήσει το προσεχές φθινόπωρο. Η Σοφία έκανε τα πρώτα της μουσικά βήματα στη γενέτειρά της, την Κρήτη, και από νωρίς θέλησε να ασχοληθεί με πολλά διαφορετικά είδη μουσικής. «Ουσιαστικά, ξεκίνησα να παίζω γύρω στα 16-17 μου στα Χανιά, από όπου κατάγομαι, με μια μπάντα με φίλους μου. Παίζαμε μέταλ, αλλά πολύ ερασιτεχνικά. Αργότερα, στα 18 μου, που ήρθα στην Αθήνα για να φοιτήσω στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών της Φιλοσοφικής Αθηνών, άρχισα να ασχολούμαι πολύ ενεργά με τη μουσική. Ξεκίνησα να σπουδάζω μουσική και να παίζω με τους Night on Earth, μια post-rock μπάντα με την οποία κυκλοφορήσαμε δύο δίσκους και κάναμε αρκετά live σε Ελλάδα και εξωτερικό. Παράλληλα με αυτό άρχισα να εμπλέκομαι σε διάφορα πρότζεκτ, από ελεύθερο αυτοσχεδιασμό μέχρι τζαζ. Ημουν πολύ ανήσυχη πιο μικρή. Ηθελα να 'ρουφάω' πολλή πληροφορία. Με βοηθούσε πολύ να εξελιχθώ ως μουσικός, να μάθω πράγματα και το διασκέδαζα. Ως ακροάτρια ακούω πολλά και διαφορετικά είδη», λέει και της ζητάω να αναφέρει τα είδη που έχουν κεντρίσει το ενδιαφέρον της. «Κατά καιρούς κολλάω σε διαφορετικά πράγματα. Πέρασα περιόδους που μου άρεσε πολύ η τζαζ, πέρασα περιόδους που άκουγα πάρα πολλή μέταλ. Αρκετά πειραματική μουσική, industrial, ηλεκτρονική. Μια περίοδο άκουγα πολύ παραδοσιακή μουσική, έθνικ από διάφορες χώρες, γιατί με απασχολούσε πολύ ο τρόπος που τραγουδούν σε διαφορετικές χώρες. Εκανα το tour μου», σχολιάζει σχετικά. Το ύφος και η αισθητική του επερχόμενου δίσκου της προέκυψαν από τη συμμετοχή της σε πολλά ετερόκλητα μουσικά πρότζεκτ. «Ο ήχος του πρότζεκτ μου είναι μια απόρροια αυτών των tour. Είναι σαν να έχω βουτήξει το χεράκι μου σε λίγο απ΄ όλα. Εχει το ηλεκτρονικό στοιχείο αρκετά έντονο και μια σκοτεινή αισθητική. Κάποιοι έχουν πει ότι έχει στοιχεία και από trip-hop. Εχει και στοιχεία από παραδοσιακή μουσική. Ως προς την αισθητική έχει στοιχεία και από μέταλ. Σε δύο κομμάτια, άλλωστε, παίζει ο Γιώργος Κόλλιας, ο γνωστός
ντράμερ της μέταλ μπάντας Nile. Είναι, όμως, τραγούδια, κουπλέ-ρεφρέν. Η βάση είναι η ποπ τραγουδοποιία. Οχι κάτι τρομερά πειραματικό που δεν είναι προσβάσιμο. Δυσκολεύομαι πάρα πολύ να το περιγράψω όταν ρωτάνε. Το καλύτερο είναι να το ακούσει κανείς, διότι ο καθένας το φιλτράρει διαφορετικά». Σημαντικό ρόλο στη διαμόρφωση του ύφους του δίσκου έπαιξαν και οι επιρροές της από Jeff Buckley, Tool, Bjork, Billie Holiday, Oumme Kalsoum, Aretha Franklin, Nine Inch Nails και Radiohead. Η ταλαντούχα καλλιτέχνιδα έχει γράψει τα περισσότερα τραγούδια του δίσκου της στην αγγλική γλώσσα, λόγω των ακουσμάτων της. Η ίδια αναφέρει σχετικά: «Ο αγγλικός στίχος μου βγαίνει πιο άνετα, κυρίως γιατί τα ακούσματα μου ήταν αγγλόφωνα. Δεν είναι θέμα σνομπισμού. Δεν είναι ότι σνομπάρω την ελληνική γλώσσα. Ο δίσκος θα αποτελείται μάλλον από εννέα τραγούδια. Τα περισσότερα θα είναι αγγλόφωνα, αλλά θα υπάρχει ένα ελληνικό και μια διασκευή ενός παλιού νορβηγικού τραγουδιού». Η συγγραφή στίχων είναι ένας τρόπος για να μοιραστεί και να αντιμετωπίσει συγκεκριμένες καταστάσεις. «Καμουφλάρω μέσα από την τραγουδοποιία τα προσωπικά μου βιώματα, τις σκέψεις μου, τις φοβίες μου, τα συναισθήματά μου, την οργή μου για πράγματα που συμβαίνουν γύρω μου. Είναι ένας τρόπος να τα επικοινωνήσω, να τα ξεπεράσω, να τα κατανοήσω. Είναι μια μορφή ψυχοθεραπείας». Η Σοφία δεν τραγουδάει μόνο ελληνικά και αγγλικά, αλλά και ισπανικά, γερμανικά, βουλγαρικά και νορβηγικά, παρόλο που δεν μιλάει όλες αυτές τις γλώσσες. «Με τις Σανάδες καταπιανόμασταν με διάφορες παραδόσεις, οπότε εκεί μου δόθηκε η ευκαιρία να δοκιμάσω πολλά πράγματα. Μου αρέσει πολύ να τραγουδάω σε 'αλαμπουρνέζικες' γλώσσες. Είναι το αγαπημένο μου. Μου αρέσει να αποκωδικοποιώ τις προφορές. Αν δεν είχα γίνει μουσικός, θα μου άρεσε να είχα γίνει γλωσσολόγος ή κάτι τέτοιο. Δεν μιλάω όλες τις γλώσσες. Είναι μέσα στο skill του τραγουδιστή», μου εξηγεί. Από την ενασχόλησή της με τη μουσική, της αρέσει περισσότερο η δημιουργία τραγουδιών. «Με ενδιαφέρει περισσότερο η original μουσική, δηλαδή η τραγουδοποιία, η σύνθεση. Να φτιάχνω τα τραγούδια μου απορροφώντας πράγματα που συμβαίνουν γύρω μου. Οχι τόσο το να παίζω διασκευές ή να δουλεύω ως session μουσικός. Αυτό με ενδιέφερε εξαρχής και αυτό συνεχίζει να με ενδιαφέρει περισσότερο ως τρόπος μουσικής έκφρασης», τονίζει. Δεν σταματάει, όμως, στην τραγουδοποιία. Στα live της φροντίζει η παρουσία της να εναρμονίζεται με τη μουσική της, ώστε το πρότζεκτ της να είναι ολοκληρωμένο και αισθητικά. «Προσπαθώ να το στηρίζω και εικαστικά όσο μπορώ. Μου αρέσει με τη μουσική να βγαίνω από την καθημερινότητά
μου και να μπαίνω σε έναν άλλο μικρόκοσμο και το όλο look με βοηθάει. Με ενδιαφέρει το πρότζεκτ να είναι ολοκληρωμένο και αισθητικά. Αργότερα θα με ενδιέφερε να υπάρχει κάτι ακόμα πιο συνολικό, με συγκεκριμένα βίντεο και φώτα, για να είναι μια ολοκληρωμένη εμπειρία», επισημαίνει. Η Σοφία Σαρρή παρά το νεαρό της ηλικίας της έχει ήδη στο ενεργητικό της πολλές σημαντικές συνεργασίες, τόσο επί σκηνής, όσο και δισκογραφικά, που έχουν συμβάλει στη διαμόρφωση της μουσικής της ταυτότητας. «Οι Night on Earth είναι η μπάντα με την οποία έπαιζα επτά-οκτώ χρόνια και μέσα από αυτή ανακάλυψα το όλο μου ενδιαφέρον για τη μουσική. Εχω δουλέψει με τον Θανάση Παπακωνσταντίνου, με τον οποίο είχαμε συνεργαστεί με τους Night on Earth, ενώ κατά καιρούς έχω κάνει κάποιες μικρές συμμετοχές σε δίσκους και συναυλίες του. Η μουσική του με εκφράζει και μου αρέσει πολύ. Ο πιανίστας Κωστής Χριστοδούλου είναι ο αγαπημένος μου μουσικός στην Ελλάδα. Επαιξε, μάλιστα, και στον δίσκο μου. Ημουν επίσης μέλος στις Σανάδες, ένα πολυφωνικό a cappella συγκρότημα. Είναι όλες σπουδαίες τραγουδίστριες και έμαθα πάρα πολλά πράγματα. Είχαμε πάρα πολλή ενέργεια. Στήναμε μουσικές παραστάσεις που σκηνοθετούσε η Κέλλυ Καραχάλιου. Μία άλλη πολύ αγαπημένη συνεργασία είναι αυτή με τους beatboxers Word of Mouth. Ως session τραγουδίστρια έχω συνεργαστεί με τον Φοίβο Δεληβοριά και με τον Νίκο Πορτοκάλογλου, στου οποίου τον δίσκο «Ισως» ερμήνευσα το τραγούδι του 'Ο ταχυδρόμος'. Και φυσικά είναι οι μουσικοί με τους οποίους παίζω τώρα στον δίσκο. Τους διάλεξα γιατί πραγματικά είναι μερικοί από τους πιο αγαπημένους μου μουσικούς. Είναι ο Μιχάλης Βρέττας στο βιολί, ο Γιώργος Κοντογιάννης στην κρητική λύρα, ο Πέτρος Λαμπρίδης στο μπάσο, ο Βαγγέλης Παρασκευαΐδης στο βιμπράφωνο, ο Κώστας Στεργίου στα beats και στο πιάνο και ο Παναγιώτης Χούντας, παραγωγός του δίσκου και ηχολήπτης. Τους θαυμάζω απεριόριστα και με έχουν βοηθήσει τρομερά. Εχουμε ενορχηστρώσει μαζί τα κομμάτια. Κάποια τα έχουμε συνθέσει και μαζί», υπογραμμίζει. Με ποιους Ελληνες μουσικούς θα ήθελε να συνεργαστεί στο μέλλον; «Θα ήθελα να συνεργαστώ με τη Λένα Πλάτωνος, την οποία θαυμάζω πολύ. Επίσης, θα ήθελα να συνεργαστώ με τη Σαβίνα Γιαννάτου», αποκρίνεται. Αυτή την περίοδο, προτεραιότητα της Σοφίας είναι η ολοκλήρωση του δίσκου της και τα σχέδιά της αφορούν αυτόν. «Θέλω να βγει ο δίσκος. Είναι κάτι που δουλεύω δύο χρόνια. Ολη η διαδικασία της ζύμωσης είχε καλά αποτελέσματα. Επειτα, θέλω να γίνει η παρουσίαση του και από εκεί και πέρα να κάνουμε live για να τον επικοινωνήσουμε», καταλήγει.
46
Κείμενο: Δημήτρης Χαλιώτης / Φωτογραφίες: Στέφανος Καστρινάκης
47
Μάιος 2015
Το παιδί μέσα του
Στο τέλος της κουβέντας μας του λέω ότι θα ήθελα να μιλάω μαζί του για ώρες. Ο Χάρης Φραγκούλης είναι από τα πιο γοητευτικά πλάσματα που έχω γνωρίσει. Και δεν αναφέρομαι φυσικά σε κάποια εξωτερική γοητεία. Μιλάω γι’ αυτή την εσωτερική ορμή, αυτό το παιδί μέσα του που δεν λέει να ησυχάσει, αυτή τη μίξη ειλικρίνειας και αγνότητας που σε κάνει να σαστίζεις. Ο Χάρης μοιάζει με δίνη που χωρίς να το καταλάβεις σ’ έχει αρπάξει και σε στροβιλίζει. Oπως εκείνο το καρουζέλ που ετοιμάζεται να στήσει στη σκηνή του Θεάτρου της Οδού Κυκλάδων με αφορμή τη σκηνοθεσία του στην παράσταση «Ο Aρντεν πρέπει να πεθάνει», στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών (2-6 και 8-12 Ιουνίου). «Ημουν ταραγμένο παιδί. Μπορεί να είμαι και ακόμα. Δεν είμαι διαταραγμένος. Είμαι ταραγμένος με την έννοια της ενέργειας που δεν ξέρεις τι να την κάνεις. Εβγαινα πολύ, έπινα, είχα κάνει ναρκωτικά για ένα διάστημα, πήγαινα στο γήπεδο, έκανα πυγμαχία, έμπλεκα σε καβγάδες», μου λέει για τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια. Στα δώδεκα χρόνια του, ο διευθυντής του Αρσάκειου Σχολείου, στο οποίο πηγαίνει, του λέει ότι είναι το σάπιο κλαδί του δέντρου και θα το κόψει. «Και μ’ έκοψε!» μου λέει ο Χάρης κι ακόμα τον νιώθεις τραυματισμένο. Εχοντας αποβληθεί οριστικά από το Αρσάκειο, συνεχίζει στο δημόσιο σχολείο. Παραμένει όμως πιστός στον ρόλο του ατίθασου, υπερενεργητικού εφήβου. «Ανταποκρίθηκα σε αυτόν τον ρόλο. Και βολεύτηκα. Εγκλωβίστηκα μέσα σε μία συνθήκη που τη συντηρούσα», παραδέχεται και σπεύδει να προσθέσει: «Δέχτηκα πολλή βία και επέστρεψα πολλή βία». Αν έχει καταλήξει σε κάτι σήμερα σχετικά με αυτό το κομμάτι, είναι ότι ποτέ η εκπαίδευση δεν μπορεί να γίνει με βία. «Τα πράγματα μαθαίνονται μόνο μέσα από την ελευθερία και τη χαρά. Δεν νοείται εκπαίδευση μέσα από τον ψυχαναγκασμό», παρατηρεί. Η απίστευτη αυτή ταραχή μέσα του τον εξωθεί σε ακρότητες, αλλά παράλληλα του κάνει κι ένα μεγάλο δώρο. Τον οδηγεί στο θέατρο. Η είσοδός του στη Δραματική Σχολή του Εθνικού στα 21 του χρόνια φέρνει τα πάνω κάτω. «Στη Δραματική υπήρξε ένας κόσμος που
με έκανε να καταλάβω ότι για να διατηρεί κάποιος την ατομικότητα και τη δημιουργικότητά του δεν χρειάζεται να είναι μαλάκας. Μπορεί να είναι και ωραίος τύπος. Γνώρισα ανθρώπους πολύ απενοχοποιημένους, που με έσπρωχναν προς τη χαρά και τη διεκδίκηση αυτών που θέλω μέσα από μία ελευθερία. Εκεί είπα ότι 'εδώ είμαστε μαζί!'. Μέχρι τότε η εξέλιξή μου γινόταν αντιληπτή σε μένα μόνο μέσα από την κόντρα», μου εξομολογείται. Κάπου εκεί η συζήτησή μας πηγαίνει στους μεγάλους δασκάλους. Αναρωτιέμαι αν η έννοια του μεγάλου δασκάλου κρύβει μέσα της και ένα υπερμέγεθες Εγώ, που συνοδεύεται από έναν αυταρχισμό. «Αν είναι γενναιόδωρος δεν είναι αυταρχικός. Και τότε είναι και πιο μεγάλος. Το θέμα δεν είναι να υπάρχει ένας μεγάλος δάσκαλος που να τρέφεται μέσα από μία σχέση εξάρτησης και εξουσίας. Διότι υπάρχει πάρα πολύ αυτό. Το θέμα είναι να εμπνέεσαι από έναν άνθρωπο και μετά να σου λέει ο ίδιος 'πέτα!'. Δυστυχώς όμως υπάρχουν τέτοιου είδους συμπλεγματικές σχέσεις εξουσίας και σε μεγάλους σκηνοθέτες και σε ομάδες», μου εξηγεί. Ο ίδιος αυτή την εξουσία, που του χαρίζει αναπόφευκτα η θέση του σκηνοθέτη στις παραστάσεις του, την κάνει στην άκρη. Δεν είναι αυτό το ζητούμενό του. Δεν είναι αυτό το απωθημένο του. «Μέσα από τη σκηνοθεσία εμβαθύνω στην προσωπική μου σχέση με το θέατρο. Ολα ξεκινούν από μία ερωτική ορμή προς το έργο και τα πρόσωπα με τα οποία συνεργάζομαι. Η λογική μου είναι ότι θέλω να κάνω αυτό το έργο με αυτούς τους συνεργάτες», μου λέει. Η σκηνοθεσία ικανοποιεί μία βαθιά του ανάγκη. Να διατηρήσει ζωντανό το παιδί μέσα του. «Να κρατήσω ένα δικό μου αγνό, παιδικό και ευαίσθητο κομμάτι μέσα σ’ ένα πράγμα δύσκολο που λέγεται ζωή», μου επισημαίνει. «Πολλοί αυτό το πυρηνικό τους κομμάτι το σκοτώνουν. Ή το μικραίνουν όλο και πιο πολύ, που πια δεν το ακούν. Κάποτε όμως υπήρξε μέσα τους και ήθελε να δει, να μάθει, να φάει τα πάντα. Θυμάσαι αυτό το παιδάκι που ρωτούσε όλο περιέργεια συνεχώς 'τι είναι αυτό;' και 'τι είναι αυτό;' και το βλέπεις μετά στα 40 του, που δεν έχει περιέργεια για τίποτα. Θέλω να το δω αυτό το παιδί μέσα από την παράσταση που θα κάνω. Και θα το δω. Ανεξάρτητα αν είναι καλή ή κακή, αν αρέσει ή όχι».
Ο Χάρης είναι τρελά ερωτευμένος με αυτό που κάνει. Οχι με μία θεωρητική ιδέα. Με την ίδια τη θεατρική πράξη, με την πρόβα, με τους ανθρώπους που συνεργάζεται για να φτιάξουν όλοι μαζί «μια παραμύθα», όπως μου λέει. Σε αυτό δεν χωράνε συμβιβασμοί, δεν χωράνε υποχωρήσεις, έστω κι αν αυτές θεωρούνται αναγκαίες από κάποιους στο πλαίσιο του επαγγέλματος. «Θέλω οι άνθρωποι με τους οποίους συνεργάζομαι να μου κάνουν κάτι. Βλέπω ανθρώπους που δεν έχουν πια ανάγκη να τους συμβαίνει αυτό. Είναι 'εντάξει'. Μα, πώς γίνεται; Πώς γίνεται να μην έχεις ανάγκη να δεις, να γνωρίσεις πράγματα που θα σε ταράξουν; Θετικά ή αρνητικά;» αναρωτιέται έχοντας πραγματικά ανάψει. «Τα μεγάλα έργα είναι γραμμένα από ταραγμένα μυαλά. Από ανθρώπους σε πορνεία, μέσα στην πανούκλα… Τα έχουν γράψει χέρια ταραγμένα. Πώς γίνεται να τα λένε καθωσπρέπει άνθρωποι; Κάνει μπαμ ότι ο άνθρωπος που έγραψε το 'Ο Αρντεν πρέπει να πεθάνει' είδε μέσα του την άβυσσο, ότι έχει βουτήξει κάπου πολύ βαθιά», συνεχίζει και μου λέει όλο πάθος γι’ αυτό το καρουζέλ, που θα είναι το σκηνικό της παράστασης και θα γυρίζει ασταμάτητα, γιατί «το έργο το διαβάζεις και είναι μία δίνη». Ετσι θα ήθελε ιδανικά να δουλεύει. Στροβιλιζόμενος μέσα σε αυτή την ερωτική δίνη, που τα κάνει όλα ένα: το έργο, τους συνεργάτες του, την τέχνη του, τη ζωή του… Η αποδοχή και η γνώμη του κόσμου τον αφορά πάντα. Δεν τον αυτοπροσδιορίζει όμως. «Η αποθέωση με το θάψιμο είναι το ίδιο. Και τα δύο έχουν απόσταση. Ο κόλακας θα γίνει ο χειρότερος υβριστής. Από την πλευρά σου όμως δεν έχεις να το φοβηθείς αυτό αν είσαι συνδεδεμένος με αυτό το πυρηνικό σου κομμάτι που λέγαμε». «Ποιος είναι ο μεγαλύτερος φόβος σου όταν σε σκέφτεσαι σε 20 χρόνια από τώρα;» τον ρωτάω λίγο πριν το τέλος. «Φοβάμαι πολύ το να μην θέλω. Να μην υπάρχει αυτή η λαχτάρα του να γνωρίσω κάτι που να με ταράξει», ομολογεί. «Φοβάμαι έναν κόσμο που δεν του χρειάζεται πια αυτό. Γιατί τον βλέπω να έρχεται πολύ απειλητικά».
48
Κείμενο: Πάνος Δραγώνας / Φωτογραφίες: Studio Panoulis
49
Μάιος 2015
Το επόμενο μοντέλο παραγωγής Η “Adhocracy” είναι μια ιδιόμορφη έκθεση. Παρουσιάζει ετερογενή έργα τα οποία ανήκουν σε διαφορετικούς χώρους: οικιακά αντικείμενα, εγκαταστάσεις, video προβολές, ερευνητικές προτάσεις, αρχιτεκτονικές μελέτες, δράσεις στην πόλη. Αυτό που συνδέει μεταξύ τους τα συγκεκριμένα έργα είναι μια κοινή εννοιολογική και ιδεολογική αναφορά, η οποία επικεντρώνεται στην ιδέα του αυτοσχέδιου. Αν κατά τη διάρκεια του εικοστού αιώνα κυριάρχησε ένα γραφειοκρατικό μοντέλο παραγωγής κατά το οποίο η διαδικασία σχεδιασμού ξεκινάει «από πάνω προς τα κάτω», δηλαδή από την εταιρεία η οποία αναθέτει στον δημιουργό τον σχεδιασμό ενός αντικειμένου, το οποίο στη συνέχεια παράγεται βιομηχανικά ώστε να καταλήξει στον τελικό χρήστη, στην “Adhocracy” παρουσιάζονται έργα τα οποία παράγονται «από κάτω προς τα πάνω». Στο συγκεκριμένο μοντέλο παραγωγής, ο τελικός χρήστης είναι αυτός που αναλαμβάνει την πρωτοβουλία δημιουργίας ενός αντικειμένου το οποίο θα χρησιμοποιήσει ο ίδιος μόνος του ή μαζί με λίγους άλλους. Η ιδέα του DIY (Do It Yourself) δεν είναι βέβαια νέα. Στις ημέρες μας ξαναγίνεται επίκαιρη αφενός λόγω των νέων οικονομικών δεδομένων που κλονίζουν την κυριαρχία του καταναλωτισμού και αφετέρου λόγω των αυξημένων δυνατοτήτων που προσφέρουν οι νέες τεχνολογίες. Η δυνατότητα χρήσης νέων μηχανημάτων
ψηφιακής παραγωγής, όπως οι 3D printers και τα CNC cutters, πολλαπλασιάζει τις δυνατότητες ενός βασικού οικιακού εργαστηρίου. Αντίστοιχα, η δυνατότητα ανταλλαγής ψηφιακών αρχείων μέσα από το internet προσφέρει απεριόριστες δυνατότητες συνεργασίας και ανταλλαγής γνώσης. Το πέρασμα από το DIY στο DIWO (Do It With Others) οδηγεί στη δημιουργία ενός κινήματος ανθρώπων που φτιάχνουν πράγματα. Το κίνημα αυτό βασίζεται στη διαδικασία της ανταλλαγής ιδεών και εμπειριών. Σε αντίθεση με τα κυρίαρχα μέχρι πρόσφατα πρότυπα, η συγκεκριμένη νοοτροπία σχεδιασμού δεν ενθαρρύνει τον ανταγωνισμό και την οικονομική εκμετάλλευση των παραγόμενων αντικειμένων, αλλά τη δημιουργία κοινών αγαθών και γνώσεων. Μέσα από αυτή τη διαδικασία γεννάται ένας νέος τρόπος παραγωγής αντικειμένων και ιδεών, δημιουργείται μια νέα κουλτούρα και αναπτύσσεται μια νέα αισθητική. Η έκθεση στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών ακολουθεί μια διαδρομή που έχει ως αφετηρία οικιακά αντικείμενα, διέρχεται ανάμεσα από στοχαστικές παρουσιάσεις ηθελημένα δυσλειτουργικών κατασκευών, θεωρητικές προτάσεις, νέες τεχνολογικές εφαρμογές που διακρίνονται άλλοτε από ουτοπική και άλλοτε από δυστοπική διάθεση, διερευνήσεις νέων μητροπολιτικών υποκειμενικοτήτων, για να καταλήξει σε νέες στρατηγικές αρ-
χιτεκτονικού σχεδιασμού και σε δράσεις αναζωογόνησης των εγκαταλελειμμένων χώρων της σύγχρονης πόλης. Η ίδια η έκθεση υλοποιείται μέσα από τη χρήση αντικειμένων και συστημάτων που υιοθετούν την ιδέα του ανοικτού κώδικα στον σχεδιασμό. Οι βάσεις των εκθεμάτων, τα τραπέζια και οι καρέκλες των εργαστηρίων, έως και τα σκαμνιά, αποτελούν έργα γνωστών δημιουργών που σε διαφορετικές εποχές και με διαφορετικούς τρόπους άφησαν ελεύθερη τη δυνατότητα αναπαραγωγής τους. Η διαδρομή από την κατασκευή των αντικειμένων στη δημιουργία των κοινών εξελίσσεται γύρω από έναν κεντρικό χώρο, ένα εργαστήριο κατασκευής αντικειμένων το οποίο αποτελεί την καρδιά της έκθεσης. Κατά τη διάρκεια των δύο μηνών της έκθεσης στην Αθήνα, το εργαστήριο της “Adhocracy” φιλοδοξεί να αποτελέσει έναν χώρο συνάντησης, συνεργασίας, ανταλλαγής γνώσεων και προπάντων διασκέδασης. *Ο κ. Πάνος Δραγώνας είναι καθηγητής του Πανεπιστημίου Πατρών και συνεπιμελητής της έκθεσης “Adhocracy”.
50
51
Μάιος 2015
21ος Αιώνας
Επιμέλεια: Χρήστος Τσαπακίδης
52
Ρουά ματ
Ο βραστήρας αλλιώς
Ηρθε η ώρα να απαντήσεις στο ερώτημα «Marvel ή DC» μια και καλή. Τα πάντα θα κριθούν σε μια παρτίδα σκάκι. Ή σε περισσότερες... Η Eaglemoss κατασκεύασε πιόνια που απεικονίζουν τους δημοφιλέστερους ήρωες κόμικς, από τον Μπάτμαν και τον Φλας (DC Comics), μέχρι τον Χαλκ και τον Iron Man (Marvel). Κάθε φιγούρα κοστίζει 11 ευρώ.
Οταν χρησιμοποιείς βραστήρα για να ζεστάνεις νερό προκειμένου να φτιάξεις τσάι ή καφέ, πολύ από το ζεστό νερό καταλήγει στον νεροχύτη, αφού δεν το χρειάζεσαι. Αυτό σημαίνει σπατάλη ενέργειας και νερού. Το Miito φροντίζει για αυτό. Λειτουργεί ως εξής: τοποθετείς την κούπα σου (ή όποιο άλλο ποτήρι ή μη μεταλλικό δοχείο επιθυμείς) με το νερό (το γάλα, τη σούπα ή όποιο άλλο υγρό θέλεις να ζεστάνεις) στη βάση του. Στη συνέ-
χεια τοποθετείς μέσα στην κούπα μία ράβδο επαγωγής. Η βάση θερμαίνει τη ράβδο και ζεσταίνει το υγρό από μέσα. Το Miito είναι, μάλιστα, ασφαλές για τα παιδιά, καθώς η βάση είναι πάντα κρύα και δεν υπάρχει κίνδυνος εγκαύματος.
Αξιόπλοα
Ανάπνευσε άφοβα
Σπασίμπα, Yota!
Σε μία εποχή που το φτηνό -και ενίοτε φτηνιάρικο- πλαστικό παιχνίδι έχει κατακλύσει την αγορά, το ξύλινο παιχνίδι διατηρεί έναν αέρα αυθεντικότητας και ποιότητας. To ιταλικό ναυπηγείο Riva ανέθεσε στη MadeInDreams να κατασκευάσει ξύλινα παιχνίδια-ρέπλικες των δημοφιλέστερων γιοτ της. Και το αποτέλεσμα σε κάνει να τρίβεις τα μάτια σου. Η σειρά αποτελείται από δύο μοντέλα του απώτερου παρελθόντος, του Ariston και του Aquarama, και από δύο πιο πρόσφατα μοντέλα που έχουν καταστεί ήδη κλασικά, το Aquariva και το Rivarama, ενώ η συλλογή συμπληρώνεται από ένα ξύλινο φορτηγάκι μεταφοράς. Τα παιχνίδια είναι συναρμολογούμενα, δίνοντας τη δυνατότητα στο μικρό ή το μεγάλο παιδί να κάνει τους δικούς του συνδυασμούς, προσθέτοντας τμήματα ενός γιοτ σε ένα άλλο. Ολόκληρη η σειρά είναι made in Italy.
Η φτωχή ποιότητα του αέρα είναι χαρακτηριστικό γνώρισμα των εκβιομηχανισμένων χωρών. Εχει εξελιχθεί, μάλιστα, σε μάστιγα, καθώς σύμφωνα με εκτιμήσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας κάθε χρόνο επτά εκατ. άνθρωποι πεθαίνουν πρόωρα εξαιτίας της μόλυνσης του αέρα. Το TZOA είναι ένα gadget που θα το φορέσεις σαν μία υπερμεγέθη (και ομολογουμένως όχι τόσο καλαίσθητη) καρφίτσα και θα σε βοηθήσει να ελέγχεις την ποιότητα του αέρα γύρω σου. Για αυτόν τον σκοπό χρησιμοποιεί ένα οπτικό λέιζερ υψηλής τεχνολογίας που μετρά τα σωματίδια που αιωρούνται στην ατμόσφαιρα, καθώς και αισθητήρες που υπολογίζουν τα επίπεδα ακτινοβολίας UV, φωτός, υγρασίας, όπως και τη θερμοκρασία περιβάλλοντος. Το TZOA όμως δεν περιορίζεται στη συσσώρευση ακατέργαστων δεδομένων. Στέλνει όλα τα στοιχεία στο app του κινητού σου, το οποίο με τη σειρά του σου προσφέρει συμβουλές, όπως να ανοίξεις το παράθυρο του χώρου που βρίσκεσαι για καλύτερο αερισμό ή να επιλέξεις διαδρομές με χαμηλότερα επίπεδα μόλυνσης.
Η παραδοχή που έχει επικρατήσει είναι ότι τα smartphones πρέπει να έχουν μία μόνο οθόνη. «Γιατί όμως να μην έχουν και μία δεύτερη;», αναρωτήθηκαν οι επικεφαλής της ρωσικής εταιρείας Yota. Και κάπως έτσι εγένετο το YotaPhone 2, ένα smartphone με μία κανονική οθόνη AMOLED και μία δεύτερη στο πίσω μέρος, η οποία χρησιμοποιεί την τεχνολογία e-ink που συναντάμε στους e-readers. Και όλα αυτά, υπό την πλατφόρμα του Android! Τα πλεονεκτήματα του e-ink είναι λίγο πολύ-γνωστά: ξεκούραστη ανάγνωση όσες ώρες και εάν διαβάζεις, καθαρότατη απεικόνιση ακόμα και υπό την πιο έντονη ηλιοφάνεια (εκεί δηλαδή όπου οι περισσότερες οθόνες smartphones ουσιαστικά εξαφανίζονται). Επιπρόσθετα, η συγκεκριμένη τεχνολογία καταναλώνει σαφώς λιγότερη ενέργεια. Ετσι, μπορείς να χρησιμοποιείς την οθόνη για 100 ολόκληρες ώρες με μία μόνο φόρτιση. Στα υπόλοιπα χαρακτηριστικά συναντάμε μία εξίσου εντυπωσιακή AMOLED οθόνη 5 ιντσών με ανάλυση Full HD 1920x1080 pixels, τετραπύρηνο επεξεργαστή Qualcomm Snapdragon στα 2.2 Ghz, 2 GB RAM, καθώς και μπαταρία 2.500 mAh.
http://bit.ly/1PTrJcL
yotaphone.com
shop.eaglemoss.com http://bit.ly/1AjGxQm
www.madeindreams.it
53
Για τα κλειδιά σου Μία ομάδα Αθηναίων designers δημιούργησε ένα μπρελόκ για να κάνει εύκολη τη ζωή σου. Το stikey μπορεί να χρησιμοποιηθεί ως σταντ για το smartphone σου, ενώ το μανταλάκι στην πίσω μεριά του χρησιμεύει για να μαζεύει το καλώδιο του handsfree σου χωρίς να μπλέκεται. Η σχετική καμπάνια πέρασε ήδη επιτυχώς από το Kickstarter.
Μάιος 2015
Ηρεμα το γκάζι Κάθε κινητήρας αυτοκινήτου έχει ένα σημείο στο οποίο βελτιστοποιούνται οι επιδόσεις και ελαχιστοποιείται η κατανάλωση καυσίμου. Αυτό το σημείο αναλαμβάνει να βρει για λογαριασμό σου το GoFar. Ο εγκέφαλός του (το Dongle) συγκεντρώνει όλες τις απαραίτητες πληροφορίες για τη συμπεριφορά του κινητήρα και τις στέλνει σε μία συσκευή που προσαρμόζεται στο ταμπλό του αυτοκινήτου και λέγεται RAY. Οταν βρίσκεσαι στο σημείο όπου οι επιδόσεις είναι οι καλύτερες δυνατές, τότε το RAY εκπέμπει ένα μπλε φως. Οταν πάλι δεν βρίσκεσαι σε αυτό και σπαταλάς καύσιμο, το RAY ανάβει κόκκινο. Το σύστημα συνοδεύεται και από ένα app για το κινητό σου, από όπου μπορείς να δεις πλούσιες πληροφορίες σχετικά με τις διαδρομές σου. www.gofar.co
stikey.co.uk
Ανετο σπίτι
Σωστή στάση
Η τσάντα του ήρωα
Ηθελες να κάνεις το σπίτι σου έξυπνο, αλλά δεν ήξερες πώς; Το Oomi είναι εδώ για εσένα. Πρόκειται για ένα σύστημα που μπορεί να εγκατασταθεί σε μόλις πέντε λεπτά στο σπίτι σου για να προσφέρει λειτουργίες που θα κάνουν τη ζωή σου ευκολότερη. Στο βασικό κιτ συμπεριλαμβάνονται δύο βασικές συσκευές: α) το Oomi Touch, ένα τηλεχειριστήριο με οθόνη αφής και φυσικά κουμπιά που χρησιμοποιείται για τον χειρισμό της τηλεόρασης, του HiFi, του φωτισμού και όλων των υπόλοιπων αξεσουάρ του συστήματος, ενώ παράλληλα σου προσφέρει χρήσιμες πληροφορίες για το τι συμβαίνει μέσα στο σπίτι. β) Το Oomi Cube, ένας «κόμβος» με οκτώ αισθητήρες για τη μέτρηση της θερμοκρασίας, της υγρασίας, του επιπέδου φωτισμού, καθώς και για τον εντοπισμό κίνησης, δονήσεων, θορύβων και θραύσης τζαμιών. Από εκεί και πέρα, το Cube μπορεί να «μάθει» τις συνήθειές σου και να λαμβάνει αυτόματα αποφάσεις για τη δική σου διευκόλυνση, όπως να δυναμώνει τα φώτα όταν τα επίπεδα φωτισμού είναι πολύ χαμηλά για τα γούστα σου.
Το laptop έχει λύσει τα χέρια των επαγγελματιών -και όχι μόνο- χάρη στη φορητότητά του που εξασφαλίζει ότι μπορείς να το πάρεις μαζί σου οπουδήποτε. Τα δύσκολα αρχίζουν όταν είσαι αναγκασμένος να το χρησιμοποιήσεις για πολλές ώρες πάνω σε ένα γραφείο. Και αυτό γιατί πιθανότατα η οθόνη του δεν ευθυγραμμίζεται με το βλέμμα σου με αποτέλεσμα να στραβολαιμιάζεις. Το Roost είναι ένα σταντ που έχει δημιουργηθεί με στόχο να λύσει αυτό το πρόβλημα. Σε συνδυασμό με ένα φορητό πληκτρολόγιο και ένα ποντίκι, το Roost χάρη στον πτυσσόμενο μηχανισμό του θα προσαρμόσει το ύψος της οθόνης ανάλογα με το γραφείο που κάθεσαι, προκειμένου να τη βλέπεις χωρίς γωνία. Η σωστή θέση εξαλείφει τους κινδύνους για πόνο στον αυχένα και τη μέση, αυξάνοντας την παραγωγικότητά σου. Το Roost είναι τόσο εύκολα φορητό, όσο και το laptop σου, καθώς το μήκος του φτάνει τα 33 εκατοστά και το πάχος του μόλις τα 2,5.
Εάν δεν μπορείς να βρεις κράμα adamantiumvibranium για να κατασκευάσεις την ασπίδα του Captain America, μην απογοητεύεσαι. Μπορείς να αγοράσεις την τσάντα πλάτηςρέπλικα του ThinkGeek και να σου φύγει ο καημός. Είναι ένα προϊόν με επίσημη άδεια από τη Marvel και αποτελείται από σκληρό πλαστικό περίβλημα. Διαθέτει μία μεγάλη θήκη με πολλές εσωτερικές τσέπες, ανάμεσα στις οποίες και μία για το laptop/tablet σου. Τέλος, οφείλουμε να επαναλάβουμε την προειδοποίηση του κατασκευαστή: εάν έχεις γεμίσει την τσάντα σου με πράγματα (ειδικά ηλεκτρονικές συσκευές), μην την πετάξεις όπως κάνει ο Captain America την ασπίδα του. Δεν πρόκειται να επιστρέψει σε εσένα και εσύ απλά θα ψάχνεσαι! Προς το παρόν έχει εξαντληθεί, όμως η επόμενη παρτίδα αναμένεται να καταφτάσει τον Ιούλιο.
http://kck.st/1LIYs3x
http://bit.ly/1SASmHv
oomihome.com
54
Κείμενο: Νατάσα Μαστοράκου
55
Μάιος 2015
Γελάτε, είναι μεταδοτικό!
Οταν ακούς τη φράση «Συντεχνία του Γέλιου», φαντάζεσαι μια ομάδα επαγγελματιών της ίδιας κατηγορίας που έχουν αποφασίσει να κάνουν τους άλλους να γελούν. Ο Βασίλης Κουκαλάνι, ιδρυτής και ψυχή της ομάδας, δεν διαφοροποιεί και πολύ από αυτόν τον ορισμό τους στόχους της δικής του θεατρικής συντεχνίας. Και όσοι έχουν παρακολουθήσει την παράσταση «Μια γιορτή στου Νουριάν» ή την πιο πρόσφατη «Τζέλα, Λέλα, Κόρνας και ο Κλεομένης» θα συμφωνήσουν μαζί του. Πιο πρακτικά, η Συντεχνία του Γέλιου χρησιμοποιεί το θέατρο, το γέλιο και κυρίως την κωμωδία για να εκπροσωπήσει τα συμφέροντα και τα δικαιώματα παιδιών και νέων. Πώς όμως αποφάσισε ένας ηθοποιός να κάνει το γέλιο στόχο ζωής; «Το γέλιο είναι η πιο λυτρωτική σωματική αντίδραση που ξέρω και περιέχει μια πληθώρα συναισθημάτων, ακόμα και φαινομενικά αντικρουόμενων, όπως η λύπη. Το γέλιο όταν είναι πηγαίο μοιάζει να δημιουργεί μια ατόφια στιγμή ανεμελιάς, αλλά και μια κατάσταση ατάραχη - σχεδόν γαλήνια. Το γέλιο επίσης είναι ένα όπλο χειραφέτησης όπως το εννοεί η Συντεχνία του Γέλιου, το γέλιο το αμιγώς οργανικό, μη ελεγχόμενο γέλιο που ευφραίνει καρδίαν και απελευθερώνει την αναίτια χαρά της ύπαρξης», μου εξηγεί ο ίδιος. Τα παιδιά έχουν δεχθεί με τρομερό ενθουσιασμό το εγχείρημα. Διασκεδάζουν και δεν βλέπουν τίποτα το δασκαλίστικο στις παραστάσεις. Το έργο «Μια γιορτή στου Νουριάν» έχει άλλωστε δοκιμαστεί -με την συνεργασία του Πανελλήνιου Δικτύου για το Θέατρο στην Εκπαίδευση- και σε προγράμματα καθαρά εκπαιδευτικά. Το καινούργιο έργο της ομάδας με προσωρι-
νό τίτλο «Είστε και φαίνεστε» έχει θέμα τον σχολικό εκφοβισμό (bullying) και το σχολικό στρες και προσφέρει επίσης άφθονο υλικό για ένα δυνατό εκπαιδευτικό και θεατροπαιδαγωγικό πρόγραμμα που μέσα στην ερχόμενη σχολική χρονιά θα σχεδιαστεί και θα πραγματοποιηθεί από συνεργάτες της ομάδας. Ενας μόνιμος συνεργάτης της συντεχνίας είναι και ο τραγουδοποιός Φοίβος Δεληβοριάς, οι συνθέσεις του οποίου για το «Τζέλα, Λέλα, Κόρνας και ο Κλεομένης» έχουν ενθουσιάσει τους μικρούς θεατρόφιλους και ακούγονται αυτούσιες και εκτός παράστασης. «Ποια πιστεύεις ότι μπορεί να είναι η αποστολή του θεάτρου για νέους και παιδιά;», τον ρωτάω, για να απαντήσει: «Να μιλάει με γλώσσα ποιητική, ελεύθερη και τρελή, σαν κι αυτή που όντως χειρίζονται τα παιδιά. Να μην είναι το θέατρο στεγνός 'μηνυματίας', γιατί τότε κινδυνεύει να γίνει κατηχητικό. Τα παιδιά καταλαβαίνουν εύκολα το μήνυμα. Δύσκολα όμως κάθονται να δούνε κάτι που υπολείπεται της τρέλας τους». Μπαμπάς πια και ο ίδιος, έχει ξεκάθαρη άποψη για το τι τραβάει την προσοχή ενός παιδιού. Αλλωστε, η μικρή Ιόλη του έχει δει αρκετές φορές την παράσταση «Τζέλα, Λέλα, Κόρνας και ο Κλεομένης» και μπορεί με ευκολία να θυμηθεί τόσο τους ήρωες όσο και τη μελωδία των τραγουδιών. Σύμφωνα με τον σκηνοθέτη Γιώργο Παλούμπη είναι εύκολο να λέμε ότι δεν πρέπει καμία συνθήκη να μας μειώσει το γέλιο, αλλά πολύ δύσκολο να το κάνουμε πράξη. «Το γέλιο είναι απαραίτητο γιατί σώζει απομυθοποιώντας και τακτοποιώντας τα 'δράματά μας', δίνει ευεξία και κουράγιο, σπάει τον πάγο στην επικοινωνία και δίνει δύναμη για να σηκωθείς και να συνεχίσεις», αναφέρει και συνεχίζει: «Το θέατρο μπορεί να προσφέρει στην κοινωνία ό,τι προσφέρει ένα κομμάτι τέχνης:
ένα βιβλίο, ένα καλό κινηματογραφικό έργο, ένα ποίημα κτλ., με τη διαφορά ότι το θέατρο συνδιαλέγεται με το κοινό του άμεσα, πρόσωπο με πρόσωπο, τη στιγμή της παράστασης. Θα ‘θελα λοιπόν να πιστεύω ότι μπορεί να προσφέρει ψυχαγωγία, πνευματική αφύπνιση, κοινωνικό και φιλοσοφικό προβληματισμό. Ή τουλάχιστον ένα ευχάριστο μιαμισάωρο...». Μιλώντας με τους πρωταγωνιστές της Συντεχνίας, καταλαβαίνω ότι πρόκειται όντως για μια ομάδα πολύ δεμένη και με συγκεκριμένη άποψη τόσο για το θέατρο, όσο και για τη ζωή. Ο Γιώργος Παλούμπης -ο τρίτος κατά σειρά σκηνοθέτης που συνεργάζεται με την ομάδα μετά τη Λίλλυ Μελεμέ και τον Παντελή Δεντάκη- θέλει μια θεατρική παράσταση που σκηνοθετεί να ταξιδεύει τους θεατές του και να τους παρασύρει σε μια ιστορία και ο ηθοποιός Μιχάλης Τιτόπουλος μένει ακόμα έκπληκτος από τις συζητήσεις που μπορείς να κάνεις με τους μικρούς θεατές μετά από μια παράσταση. Ο Κόρνας της αγαπημένης παράστασης θεωρεί το χιούμορ ισχυρό όπλο αντιμετώπισης της πραγματικότητας. «Και όταν λέω χιούμορ δεν εννοώ μια επιφανειακή ιλαρή προσέγγιση των πραγμάτων, αλλά μια βαθιά επίγνωση της ματαιότητας της ύπαρξης μας», συνεχίζει. «Μπορεί να φαίνεται κάπως απαισιόδοξο, αλλά έχει μια τρομερά απελευθερωτική δύναμη απέναντι στη σοβαροφάνεια, την ιδεοληψία και τις προκαταλήψεις μας. Εμείς ως ομάδα επικοινωνήσαμε θέματα πολύ σκληρά, όπως είναι ο ρατσισμός, με πολύ χιούμορ χωρίς πιστεύω να χάνει η αναζήτηση μας τη σοβαρότητα της. Οι συζητήσεις που ακολουθούσαν συχνά πολλές από τις παραστάσεις μας με άφηναν έκπληκτο, καθώς κυρίως παιδιά στην ηλικία της εφηβείας και μερικά μικρότερα διατύπωναν απόψεις, κατέθεταν εμπειρίες και εμπλούτιζαν μια συζήτηση που δεν περίμενα ότι θα τους είχε ευαισθητοποιήσει τόσο νωρίς».
Τα καλύτερα του Ιουνίου Κείμενο: Δημήτρης Χαλιώτης
LIFE IN PROGRESS 3 & 4 Ιουνίου - Ηρώδειο Δεν είναι μόνο ότι πρόκειται για μία από τις κορυφαίες (αν όχι η κορυφαία) χορεύτριες της παγκόσμιας σκηνής, που κατάφερε να παντρέψει το κλασικό με το σύγχρονο. Είναι που αυτή τη φορά μιλάμε για την τελευταία της υπόκλιση. Μετά από 35 χρόνια φωτεινής διαδρομής, η τεράστια Συλβί Γκιλλέμ έρχεται για τελευταία φορά στην Ελλάδα και το Ηρώδειο για να μας αποχαιρετήσει πριν κρεμάσει τις πουέντ της. “Life in progress”… Η τελευταία περιοδεία, το τελευταίο χειροκρότημα. Πώς μπορείς να λείπεις;
Για πρώτη φορά φέτος η προπώληση των εισιτηρίων του Φεστιβάλ Αθηνών ξεκίνησε τόσο νωρίς (ήδη από τις 2 Μαΐου) και αφορά όλες τις εκδηλώσεις του Φεστιβάλ (μέχρι πέρυσι η προπώληση ξεκινούσε τρεις εβδομάδες πριν από κάθε εκδήλωση). Δεν υπάρχει λοιπόν χρόνος για χάσιμο. Πρέπει να οργανωθούμε για να μην γκρινιάζουμε μετά ότι δεν βρίσκουμε εισιτήρια. Εμείς σας προτείνουμε τα εννέα events του Ιουνίου -του πρώτου μήνα του Φεστιβάλ- που δεν πρέπει να χάσετε! Προς αποφυγήν παρεξηγήσεων δεν έχουμε εντάξει σε αυτά τις επαναλήψεις από πέρυσι («Πάπισσα Ιωάννα» δια χειρός Μαυρίκιου, «Διασκεδαστικές ιστορίες περί θνητότητας» του Τσέχωφ, «Ατλαζένιο Γοβάκι» του Κλωντέλ, «Μετατόπιση προς το ερυθρό» του Μαυριτσάκη). Εχουμε και λέμε λοιπόν:
ΕΙΜΑΣΤΕ ΟΙ ΠΕΡΣΕΣ 3 & 4 Ιουνίου - Πειραιώς 260 (Κτίριο Ε’) Εξι μετανάστες στην Ελλάδα από το Πακιστάν, το Αφγανιστάν και το Μπαγκλαντές συναντούν τους «Πέρσες» και τις «Ικέτιδες» του Αισχύλου σε μία ελεύθερη προσέγγιση που αφήνει χώρο στις προσωπικές, συγκλονιστικές αφηγήσεις ανθρώπων, των οποίων η ζωή μοιάζει με μία ατελείωτη οδύσσεια. Μαρτυρίες σοκ από την Αμυγδαλέζα, περιστατικά καθημερινής βίας και ρατσισμού σε μία παράσταση-ντοκουμέντο που γεννήθηκε στο καλλιτεχνικό εργαστήρι Station Athens για νέους πρόσφυγες, υπό την διεύθυνση της Γιολάντας Μαρκοπούλου. Ετσι για να ξυπνάμε και να μάθουμε να αγαπάμε!
ΣΟΝΙΑ 16, 17 & 18 Ιουνίου - Πειραιώς 260 (Κτίριο Η’) ΤΟΣΚΑ 14, 16, 17 & 18 Ιουνίου - Ηρώδειο Είναι αλήθεια ότι η «Τόσκα» του Πουτσίνι δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις. Η Εθνική Λυρική Σκηνή επιστρέφει στο Ηρώδειο με μία παθιασμένη όπερα, ένα σκοτεινό θρίλερ… Ο Αργεντινός σκηνοθέτης Ούγκο ντε Ανα σκηνοθετεί ξανά τη διάσημη όπερα του Πουτσίνι, τρία χρόνια μετά την πρώτη της παρουσίαση στη Λυρική. Αναρωτιόμαστε αν πρόκειται για το ίδιο ανέβασμα ή για μία καινούργια ματιά. Οπως και να έχει, θα είμαστε εκεί…
Από τις πλέον ενδιαφέρουσες παραστάσεις του Φεστιβάλ. Ενα σύγχρονο έργο με την υπογραφή της Tατιάνα Τόλσταγια (του γένους του Τολστόι) από το New Riga Theatre. Ο Λετονός Αλβις Χερμάνις, διευθυντής του εν λόγω κρατικού οργανισμού στη Ρίγα, σκηνοθετεί έναν άντρα ηθοποιό να υποδύεται μία μοναχική γυναίκα στο διαμέρισμά της στο Λένινγκραντ. Μια αξιολάτρευτη ηρωίδα που περιμένει υπομονετικά τον πρίγκιπά της, φροντίζοντας ανελλιπώς τα φυτά της. Μία παράστασηπρόκληση από έναν θεατρικό οργανισμό που θέλουμε να γνωρίσουμε.
KISS ME KATE 24 Ιουνίου - Ηρώδειο MISS JULIE 11, 12 & 13 Ιουνίου - Πειραιώς 260 (Κτίριο Η’) Ο Στρίντμπεργκ… αλλιώς. Η «Δεσποινίς Τζούλια» όπως δεν την έχετε ξαναδεί. Το Baxter Theatre Center, ένας ξεχωριστός νοτιοαφρικάνικος θίασος, έρχεται στην Ελλάδα για να χαρίσει στο αριστούργημα του Στρίντμπεργκ μία νέα, φυλετική διάσταση. Η λευκή Τζούλια, ο μαύρος Ζαν, ένα αδυσώπητο παιχνίδι εξουσίας και σαγήνης. Δύο κοινωνικές τάξεις, δύο φύλα, δύο φυλές, δύο κόσμοι, μία σύγκρουση… Είναι η πρώτη φορά που το Baxter Theatre Center έρχεται στην Ελλάδα κι αυτό κάνει την περιέργειά μας να χτυπήσει limit up!
ΜΙΚΡΕΣ ΑΛΕΠΟΥΔΕΣ 19, 20 & 21 Ιουνίου Πειραιώς 260 (Κτίριο Δ’)
ΣΑΛΩΜΗ 29,30 Ιουνίου, 1,2 Ιουλίου Θέατρο Τέχνης (Φρυνίχου) Ενα από τα πιο ευφρόσυνα και κλασικά μιούζικαλ του Μπρόντγουεϊ, εμπνευσμένο από το σαιξπηρικό «Το ημέρωμα της στρίγγλας», συναντά την Καμεράτα-Ορχήστρα των Φίλων της Μουσικής σε μία μαγική (όπως όλα δείχνουν) βραδιά στο Ηρώδειο. Για πρώτη φορά στην Ελλάδα το έργο παρουσιάζεται στην αυθεντική γραφή του 1948 από μία συμφωνική ορχήστρα που έχει αποδείξει την αξία της. Ο Γιώργος Πέτρου διευθύνει, η Ειρήνη Καραγιάννη υποδύεται τη Lilly Vanessi (alter ego της Κατερίνας), ο Χάρης Ανδριανός τον Fred Graham (alter ego του Πετρούκιου) και η Νάντια Κοντογεώργη τη Lois Lane (alter ego της Μπιάνκα). Δεν το χάνουμε με τίποτα!
Κάθε παράσταση της Σαουμπίνε στην Ελλάδα είναι must see! Ο δαιμόνιος Τόμας Οστερμάγιερ καταπιάνεται αυτή τη φορά με τις «Μικρές αλεπούδες» της Λίλιαν Χέλμαν μεταφέροντας τη δράση τους από τον Αμερικάνικο Νότο των αρχών του 20ού αιώνα στο σήμερα και βουτώντας πιο βαθιά στα εσώψυχα των ηρώων. Το κυνήγι του χρήματος, μια παρηκμασμένη κοινωνία, η ευτυχία που δεν ήλθε ποτέ… Πόσο μας μοιάζουν αυτοί οι ήρωες;
Ο αποκαλούμενος «εκκεντρικός πάπας της μπαρόκ σκηνής» Μάρκελλος Χρυσικόπουλος συναντά τον πλέον ευφυή σκηνοθέτη της γενιάς του, Νίκο Καραθάνο (εδώ στο ντεμπούτο του στο λυρικό θέατρο), σε μία διαφορετική ανάγνωση του ερωτικού ορατόριου του Στραντέλλα «Ο Αγιος Ιωάννης ο Βαπτιστής». Δυτικά και ανατολίτικα ηχοχρώματα γίνονται ένα σε αυτή την παράσταση, που δεν έχουμε ιδέα αν θα μας αρέσει ή όχι, αλλά προσελκύει το ενδιαφέρον μας χάρη στους συντελεστές της.
GO DOWN, MOSES 28, 29 & 30 Ιουνίου - Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών Με δύο λέξεις… Ρομέο Καστελούτσι. Αρκεί αυτή η υπογραφή για να δεις μία παράσταση. Μία ακόμα ρηξικέλευθη σκηνική δημιουργία από τον αιρετικό δημιουργό που γνωρίσαμε και αγαπήσαμε μέσα από το Φεστιβάλ Αθηνών. Η επιστροφή του ανθρώπου στη μήτρα, η αρχή της ζωής, η έξοδος στο φως και σ’ έναν κόσμο που όλα είναι άλλο από αυτό που φαίνονται. Μία παράσταση-μυσταγωγία, από αυτές που μόνο ο Καστελλούτσι ξέρει να κάνει.
58
Κείμενο: Νατάσα Μαστοράκου
59
Μάιος 2015
Ωσεί παρών
Επτά μήνες μετά τον θάνατο του Κώστα Πανιάρα, το Μουσείο Μπενάκη παρουσιάζει την έκθεση “Fragile”, την οποία ο ίδιος είχε προτείνει τον Ιούνιο του 2014. Στόχος του καλλιτέχνη ήταν να στηθούν δύο εγκαταστάσεις στους χώρους του κεντρικού κτιρίου στην Κουμπάρη και δύο επιπλέον επιτοίχια γλυπτά, τα οποία δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει. Η έκθεση που εγκαινιάστηκε τη Δευτέρα 25 Μαΐου θα διαρκέσει μέχρι τις 28 Ιουνίου και για την πραγματοποίησή της ακολουθήθηκαν κατά γράμμα οι σαφέστατες σημειώσεις και υποδείξεις του Κώστα Πανιάρα. Ο εικαστικός προσεγγίζει με τα γλυπτά του την πορεία της μαρμάρινης κεφαλής της θεάς Υγείας από την Τεγέα της Αρκαδίας παράλληλα με τα σπάνια εκθέματα του μουσείου. Ο ίδιος ασχολήθηκε και πιο παλιά με το συγκεκριμένο εύρημα, το οποίο εκτίθεται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών. Γεννημένος στην ευρύτερη περιοχή της αρχαίας Σικυώνας και με μακρά θητεία στον χώρο της ανεικονικής τέχνης και του έντονου χρώματος, ο Πανιάρας επί 30 χρόνια διεξήγαγε έναν δια βίου διάλογο με το παρελθόν με αφορμή τη μαρμάρινη κεφαλή και δημιουργούσε ιδιότυπα ανατρεπτικά έργα που αντανακλούσαν τα προσωπικά του βιώματα. Οι κεφαλές, κυανές, κόκκινες, επίχρυσες ή επάργυρες, συνδυάζουν αισθητικές και χρονικές διαφορές, αρθρώνουν τον ιστό της συλλογικής μνήμης ανιχνεύοντας τη διαχρονική ανάγκη των ανθρώπων να διασφαλίσουν το αγαθό της υγείας. O Πανιάρας επανέφερε μέσα από σύγχρονα στοιχεία την υγεία ως νέο προσωπικό αποτύπωμα. Στην πρότασή του -που δεν περιλαμβάνει κανένα ζωγραφικό έργο- δημιουργούνται μικρές εστίες περίσκεψης και προσκυνήματος στον χώρο των προθηκών και των στηλών του μουσείου, μέσα από εκφραστικά ready made αντικείμενα μικρών διαστάσεων. Στόχος του καλλιτέχνη είναι ο διάλογος, η σύγκρουση, η συμμετοχή. Τα φτηνά και καθημερινής χρήσης υλικά που χρησιμοποιεί, όπως ο βαμμένος γύψος και οι διάφορες ρητίνες, επιβεβαιώνουν την ανάγκη της εποχής μας για συνομιλία του τωρινού με το παλαιό,
της ζωής με τον θάνατο, του πάσχοντος με τον υγιή, του ιερού με τον βέβηλο. Την έκθεση επιμελείται η Ελένη Κυπραίου, η οποία υπογράφει και τη μικρή εικονογραφημένη έκδοση με κείμενα του καλλιτέχνη, της ίδιας και του νευροχειρούργου Μιλτιάδη Σουγιουλτζόγλου που θα τη συνοδεύει. Οπως γράφει η κ. Κυπραίου στο σημείωμα του καταλόγου, «για τον Κώστα Πανιάρα, στην παρούσα έκθεση, το αρχαίο αντίγραφο γίνεται σημείο επικοινωνίας, χωρίς οι μεταπλάσεις του να σημαίνουν την υποβίβασή του σε κατασκευαστικό αντικείμενο μαζικής παραγωγής. Αντίθετα, το πολιτιστικό μήνυμα που κρύβει μέσα του αποκτά ευρύτητα, γενικότερο κύρος και ως εκ τούτου επιδέχεται και όλες αυτές τις μεταλλαγές. »Γνώστης όσο λίγοι της ιστορίας της τέχνης και λάτρης της σύγχρονης έκφρασης, αναγνωρίζει το ήδη υπάρχον, την ιδιοποίηση, την παραλλαγή, τη χρήση του έτοιμου αντικειμένου, του ready made, για αυτό και δουλεύει ανενοχικά πάνω σε υπάρχοντα θέματα. Σχεδόν εμμονικά. »Προσωπικά πιστεύω ότι ένας καλλιτέχνης δεν μπορεί να έχει αίσθηση του πλήρους εαυτού του, χωρίς την αίσθηση ότι είναι συνεχής και συνεχόμενος. Και ο Πανιάρας δούλεψε για αυτό. Η μαρτυρία των διχοτομημένων ή σιαμαίων αρχαίων κεφαλών για χρόνια, η επίπονη σχάση, η τραυματική όψη, η μη επικόλληση γενικότερα, είναι το ακριβές αποτύπωμα της αγωνίας να ισοσκελίσει ο καλλιτέχνης το πεπερασμένο διάστημα, το σχεδόν κατανοητό, με τον μυστικό, τον υπερκείμενο χώρο. Το πάνω-κάτω, η αποφλοίωση, ο πυροβολισμός, η καρατόμηση, δεν είναι βίαια. Λειτουργούν σαν δομικά στοιχεία από αρχαίους ναούς στο χτίσιμο των βυζαντινών εκκλησιών». Ωστόσο, το πιο συγκινητικό κομμάτι του σημειώματος της κυρίας Κυπραίου βρίσκεται στο υστερόγραφο: «Εχω γράψει αρκετά κείμενα για τον Κώστα Πανιάρα, αυτό όμως είναι το πρώτο σε παρατατικό χρόνο. Η Μέτα, η Ευγενία, η υπογράφουσα και οι άνθρωποι του Μουσείου Μπενάκη ακολουθήσαμε και σεβαστήκαμε κάθε του υπόδειξη για την έκθεση 'Fragile. Ωσεί παρών'».
Ο ίδιος, αναφερόμενος στη συγκεκριμένη δουλειά του, είχε σημειώσει: «Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου, η περιβόητη 'Κεφαλή της Υγείας της Τεγέας', γνωστή γύψινη πρωταγωνίστρια στα περισσότερα φαρμακεία και ιατρεία, κερδίζει σε πόντους ακόμη και τον επίσης γύψινο Αλέξανδρο, στα μαγαζιά των τουριστικών σουβενίρ και στο παιχνίδι της αρχαιολαγνείας και της πατριδοκαπηλίας. Στις αρχές της δεκαετίας του ’80, πίσω στην Ελλάδα, είχα την αρχική ιδέα να 'ντύσω' τη χιλιοειδωμένη ασπρίλα των αγοραίων αυτών εκμαγείων με τα τότε χρώματα-κλειδιά της τέχνης μου. Κέρδισα έτσι τη δεδομένη τρίτη τους διάσταση, έξω από τα τελάρα της ζωγραφικής μου, ενώ οι ξασπρουλιάρικοι θεοί, που έκοβα κι έραβα όπως ήθελα στα μέτρα μου, φάνταζαν πλέον σαν νέο-μυθοποιημένοι, μέσα στα χαρακτηριστικά χρυσοκόκκινα και ασημοκύανα χρώματά μου. »Γράφτηκαν τότε πολλά και διάφορα για νέες αναβιωμένες σημασίες και δυναμικές αυτών των έργων! Μόνο Ιουλιανό δεν με είπαν… Ο ίδιος, χωρίς να δίνω πεντάρα για το ποιον 'παρίσταναν' εκείνα τα εξαντλημένα γύψινα κεφάλια, το μόνο που επιδίωκα, επαναλαμβάνω, ήταν το να τα κάνω αγνώριστα, μετατρέποντάς τα σε τρισδιάστατους πίνακες της ζωγραφικής μου. Πάντα μακριά από αρχαιολατρικές τάσεις, αυτή τη φορά ξανακαταπιάνομαι με την παλιά μου γνώριμη Υγεία με περισσότερο σκωπτική και 'κιτς' διάθεση και ενώ καθημερινά το 'πάνω απ’ όλα η υγεία'… δίνει και παίρνει. Η κόρη του Ασκληπιού επιστρέφει στα έργα μου σε νέες περιπέτειες, ακόμη και… μαγειρεμένη».
60
Κείμενο: Νατάσα Μαστοράκου
Η πτώση των γιγάντων Οι γυμνοί γίγαντες του Κρις Βερντόνκ μπορεί να διώχθηκαν άρον άρον από την πλατεία Κλαυθμώνος, ωστόσο χάραξαν τη δική τους πορεία στην ιστορία της πόλης. Οι εγκλωβισμένοι ήρωες που δημιουργήθηκαν ειδικά για την Αθήνα εντάσσονται στο Fast Forward Festival 2 και κατόπιν καταγγελιών η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών αναγκάστηκε να σταματήσει την προβολή τους. Στη συμβολή των οδών Παρνασσού και Παπαρρηγοπούλου οι καθημερινοί άνθρωποι του έργου "Stills" γέμισαν τους τοίχους και έκαναν την πλατεία του Κέντρου σκηνικό μοντέρνας τέχνης. Οπως σημειώνει η Στέγη στην ανακοίνωσή της: «Λυπόμαστε που 12 χρόνια μετά το Outlook συζητάμε ακόμα αν είναι προσβλητικό το γυμνό σε ένα σύγχρονο έργο τέχνης. Ας αναλογιστεί ο καθένας μας τι είναι χυδαίο, τι θα έπρεπε να μας ενοχλεί πιο πολύ, η εικόνα γυμνών ανθρώπων που προβάλλονται σε ένα τοίχο πάρκινγκ της πλατείας Κλαυθμώνος ή η καθημερινότητα εξαθλιωμένων ανθρώπων που ζουν στην κάτω μεριά της πλατείας». Η βασική ιδέα για τα "Stills" είναι οι Καρυάτιδες. Σύμφωνα με τον Κρις Βερντόνκ πρόκειται για περήφανους ανθρώπους, άντρες και γυναίκες, που συχνά υποστηρίζουν την ιδεολογία μιας συγκεκριμένης αρχιτεκτονικής, παγωμένοι σε μια θέση προσπάθειας, με τους μύες σε μεγάλη ένταση. Μερικές φορές είναι μισά πλάσματα, κατά το ήμισυ άνθρωποι και κατά το ήμισυ κτίρια, γίγαντες ή λεπτομέρειες, αλλά πάντα είναι απλώς το ντεκόρ της καθημερινής μας ζωής. «Στα "Stills" οι χαρακτήρες που προβάλλονται δεν είναι τόσο ηρωικοί· είναι καθημερινοί άνθρωποι σαν εσάς κι εμένα, που αμφιβάλλουν για την ιδεολογία», δηλώνει ο καλλιτέχνης
61
Μάιος 2015
Kείμενο: Κώστας Τσαούσης
62
Made in Kalamata
Ο Αρης και ο Ανδρέας -οι φίλοι μας, οι Bob Studioτο μεσημέρι της Παρασκευής μετά από καφέδες και κουβεντολόι στο Μπελ Ρέυ θέλησαν να με κεράσουν τζιν. Αρνήθηκα - και όχι μόνο λόγω ώρας. Αν και κάτι ψυλλιάστηκα, το μόνο που δέχθηκα ήταν να μου δείξουν το μπουκάλι. Το έκαναν πρόθυμα. Πήρα το μπουκάλι στα χέρια μου και το βλέμμα μου έμεινε στο… Kalamata της συσκευασίας. Ναι, ένα καινούργιο τζιν ελληνικής παραγωγής με προέλευση ένα από τα πιο παλιά εν λειτουργία αποστακτήρια της χώρας. Την ποτοποιία Καλλικούνη, η ιστορία της οποίας ξεκινά το 1850. Στο site της εταιρείας διαβάζουμε: «Το 1850 ο Γ. Καλλικούνης ιδρύει στην Καλαμάτα το πρώτο ατμοκίνητο 'Πνευματοποιείο' εξοπλισμένο με τα καλύτερα μηχανήματα της εποχής. Με σπουδές Χημείας στην Τεργέστη και συνδυάζοντας με φαντασία και γνώση μια μεγάλη ποικιλία αρωματικών
φυτών, φρούτων και ριζών από την πλούσια φύση της Νότιας Ελλάδας επιτυγχάνει τη δημιουργία μιας μεγάλης σειράς λικέρ και αποσταγμάτων με πρωτόγνωρες υπέροχες γεύσεις και λεπτά αρώματα. »Τα παραγόμενα αποστάγματα και εκχυλίσματα είναι η αρωματική και γευστική καρδιά των διαφόρων ποτών (aperitifs, digestives, bitters, liqueurs) που παράγονται από την ποτοποιία. Και τόσο μεγάλωσε η φήμη της ποτοποιίας, ώστε ο Βασιλιάς Γεώργιος Α’ κατά τη διάρκεια επίσκεψης στην Καλαμάτα το 1905 επισκέπτεται το εργοστάσιο της εταιρείας και απονέμει στον Ν. Καλλικούνη τον Αργυρό Σταυρό του Ιππότη του Σωτήρος για την προσφορά του στην ελληνική βιομηχανία». Εναν αιώνα και κάτι μετά από την απονομή του μεταλλίου, η εταιρεία αναθέτει σε δύο νέους και επιτυχημένους designers την πλήρη ευθύνη για το νέο προϊόν. Οι
Bob Studio αναλαμβάνουν δράση, ασχολούνται με τα πάντα -naming, branding, packaging- και παραδίδουν το Old Sport. To ερέθισμα για το όνομα έρχεται από το μυθιστόρημα «Ο μεγάλος Γκάτσμπυ» του Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ και το μακρινό 1920. Αυτή την ατμόσφαιρα επιχειρεί να μεταφέρει η καινούργια μάρκα με το όνομα, το μπουκάλι, τον γενικότερο σχεδιασμό και τις παραστάσεις στο μπουκάλι. Η φιγούρα με τον σοφιστικέ γενειοφόρο άνδρα που ενσωματώνει στο πρόσωπό του εκείνο της φωτογραφίας του ιδρυτή είναι ίσως ένα από τα κλειδιά της ανάγνωσης - το παιχνίδι ανάμεσα στην ιστορία και την παράδοση, το οικογενειακό παρελθόν και τη σημερινή πραγματικότητα. Πάντως, η φιγούρα στο μπουκάλι λειτουργεί προκλητικά για πολλές αναγνώσεις και χιλιάδες διαφορετικές εκδοχές, όσοι και οι πότες του καινούργιου τζιν από την Καλαμάτα.
Ενας κρυμμένος πεζόδρομος
64
Κείμενο / Φωτογραφίες: Νικήτας Καραγιάννης
Οδός Ηπίτου. Ενας γραφικός, μικρός πεζόδρομος πίσω από το Σύνταγμα, που σε μια κούρμπα ενώνει τις οδούς Βουλής και Απόλλωνος, εδώ και πολύ λίγα χρόνια έχει καταφέρει να δημιουργήσει ταυτότητα στην αθηναϊκή διασκέδαση. Χωμένος ανάμεσα σε αρχοντικά νεοκλασικά, παλιές πολυκατοικίες και νεραντζιές, φιλοξενεί μια χούφτα μικρά μπιστρό και δύο καταστήματα. Η ίδια η θέση του δρόμου τα «προστατεύει» όλα από το πολύβουο και αδιάκριτο του Κέντρου. Με άλλα λόγια, ο ορισμός της... καβάτζας. Ενα «οδοιπορικό» εξαντλείται εδώ σε δυο ανάσες, τόσο ώστε να αναρωτιέσαι αν όντως χρειάζεται τα κτίριά της να έχουν αριθμούς! Απόδειξη πως η πόλη έχει πραγματικά άσους, όπως αυτόν, στο μανίκι της. Αρχής γενομένης, μπαίνω στο Kiki de Grèce, το wine bar με τους σκούρους μπλε-γκρίζους τοίχους, τους υπόλευκους καναπέδες και τις ασπρόμαυρες πινελιές στη διακόσμηση. Συναντώ τον Γιώργο που μαζί με τη Ρόζα είναι επικεφαλής της επιχείρησης. Το μαγαζί άνοιξε πριν από περίπου ενάμιση χρόνο, «επειδή ερωτευτήκαμε τον πεζόδρομο», μου λέει ο Γιώργος. «Είναι ένας συνδυασμός της παλιάς Αθήνας με πρόσβαση στο ‘τώρα’. Το μαγαζί ήθελε πολλή δουλειά για να φτάσει στην παρούσα μορφή του, αλλά
65
Μάιος 2015
επενδύσαμε στην ομορφιά και την ιδιαιτερότητα της θέσης του». Βάφτισαν την επιχείρηση από την Alice Ernestine Prin, μούσα καλλιτεχνών, ζωγράφο, μοντέλο, τραγουδίστρια και ηθοποιό που μεσουράνησε τη δεκαετία του ’20 στο Παρίσι. Εγινε γνωστή ως Kiki de Montparnasse, ενώ την αποκαλούσαν επίσης και «βασίλισσα του Montparnasse» - προσωπικότητα με αδυναμία, εκτός των άλλων, στο καλό φαγητό και κρασί. Ο πελάτης βρίσκει μια προσεγμένη λίστα κρασιών, φαγητού και συνοδευτικών από τρεις σεφ που αλλάζουν το μενού κάθε δύο μήνες με εποχιακά υλικά. Υποστηρικτικά των κρασιών είναι δημοφιλή πιάτα, όπως το «καπνιστό χέλι του γείτονα». «Διαλέγουμε μικρούς παραγωγούς για τα κρασιά, τα τυριά, τις μπίρες, αρκεί να αξίζουν», τονίζει ο Γιώργος. Αυτή την εποχή ο σεφ του μαγαζιού Χαράλαμπος Ρούσος παρουσιάζει καλοκαιρινές επιλογές από την πατρίδα του, τη Σαντορίνη, όπως η φάβα του κτήματος Νομικού. Ακολουθούν ανάλογα «αφιερώματα» από Πάρο, Λειψούς, Δράμα κλπ. Η μουσική, αποκλειστικά τζαζ, ταιριάζει απόλυτα στην ατμόσφαιρα. Μιλώντας για την επιχειρηματικότητα του Κέντρου, ο Γιώργος σχολιάζει ότι «περνάει δυσκολίες, αλλά εξακολουθεί να ζει. Η καρδιά κάθε πόλης φιλοξενεί
66
πάντα το καινούργιο και τα ανοιχτά μυαλά, κυρίως των νέων», τονίζει. Περνάω τη διπλανή πόρτα και μπαίνω στο Blue Bird. Πίσω από κόκκινα παράθυρα μπλε και λευκοί τόνοι, μικρές εκλεπτυσμένες λεπτομέρειες, όπως το εμβληματικό εξώφυλλο ενός δίσκου των Village People, ένας παλιός καθρέφτης και μικρά φυτά που κρέμονται στους τοίχους. Γαλάζια άνετα καθίσματα στο μπαρ και φωτισμός κυρίως από κομψές απλίκες. Ολα μαζί, στοιχεία που σε συνδυασμό με τα προϊόντα και το σέρβις κάνουν τους πελάτες να επιστρέφουν ξανά και ξανά. Συναντώ την ιδιοκτήτρια, τη φωτογράφο Σκεύη Ερωτοκρίτου, για να μου διηγηθεί τη δική της ιστορία που ήταν και αφορμή για την ανάδυση της Ηπίτου από την ανωνυμία. Ηρθε εδώ πριν από τρία χρόνια, όταν υπήρχε μόνο ένα παντοπωλείο. «Ανοιξα το Blue Bird με ήπιες προσδοκίες», μου λέει. «Ολα έδειχναν ότι ο δρόμος δεν θα εξελισσόταν όπως είναι σήμερα. Παραμένει όμως πολύ όμορφη γειτονιά, μια διαφορετική βόλτα. Στόχος μου στο μαγαζί είναι η ποιότητα και το στιλ σε ό,τι προσφέρουμε». Τους μήνες του χειμώνα η μουσική είναι τζαζ αλλά το καλοκαίρι οι djs παίζουν πολλή φανκ, τροπικούς ήχους και ντίσκο. Στην κάβα υπάρχει αρκετό ουίσκι και εξωτικά κοκτέιλ, όπως το Playa del Carmen, το Ginger Joe και ένα από τα καλύτερα Bloody Mary της πόλης. Δίπλα βρίσκεται το γωνιακό μπιστρό Ipitou με μεγάλο «δροσερό» μαρμάρινο μπαρ και καθρέφτες που αντανακλούν την κίνηση του δρόμου. Ο υπεύθυνος του μαγαζιού, ο Διονύσης, που συμπληρώνει 20 χρόνια στον χώρο, εξηγεί ότι το μαγαζί άρχισε τη λειτουργία του τον Σεπτέμβριο του 2014. «Μας κέρδισε η ενέργεια του δρόμου», λέει για τη γειτονιά. «Είναι υπέροχο να δουλεύεις εδώ όπου ζουν και πολλοί καλλιτέχνες. Θέλαμε να φτιάξουμε ένα μπιστρό/κοκτέιλ μπαρ με καλή κάβα και στο κρασί. Γι' αυτό έχουμε πολύ καλά αποστάγματα». Τα ποτά συνοδεύονται με γευστικό finger food από ελληνικά και ιταλικά προϊόντα, ενώ στα ηχεία παίζονται
67
Μάιος 2015
68
69
μπλουζ, τζαζ και πιο αργά groovy ρυθμοί (κλασικά επίσης ακούσματα όπως το “Our house in the middle of the street” συντρόφευσαν την κουβέντα μας). Εκτός όμως από τα μπαράκια, η οδός Ηπίτου φιλοξενεί και δύο καταστήματα που δίνουν έναν άλλο τόνο. Το πρώτο είναι το Preloved, ένα μικρό vintage shop στο ισόγειο της πολυκατοικίας στο Νο 5 του πεζόδρομου. Ιδιοκτήτριά του, η εικαστικός Ιωάννα Κυνγκ που πέρυσι μεταστέγασε εκεί την επιχείρηση που διατηρούσε στην οδό Ασκληπιού στο Κολωνάκι. Γέννημα-θρέμμα του κτιρίου -το οποίο έχτισε ο πατέρας της- επέστρεψε στην Ελλάδα μετά από 21 χρόνια απουσίας στο Βερολίνο. Το πάθος της με το vintage πηγάζει από τα ταξίδια της οικογένειας. Κάπως έτσι, γέμισε το σπίτι της τόσο, που είπε να ανοίξει ένα μαγαζί και να τα πουλήσει. Τι μπορεί να βρει κάποιος εδώ; «Ο,τι δεν μπορεί να βρει πουθενά αλλού!», απαντά. Ρούχα, κοσμήματα, αξεσουάρ γεμίζουν τα πάντα. Η Ιωάννα εξομολογείται όμως την επιθυμία της να γυρίσει στη ζωγραφική και να της αφιερώσει έναν από τους τοίχους του Preloved.
Στο μεγάλο ημιυπόγειο της ίδιας διεύθυνσης μπαίνω στο Matalou at home, που έχουν φτιάξει η Ματαλού Σκουλικαρίτη και η Αννα Πολυδώρου. Eναν χώρο/έκθεση ιδεών και αντικειμένων, σημείο συνεύρεσης σχεδιαστών που εδώ εκθέτουν και επαναπροσδιορίζουν την έννοια του σουβενίρ. Η ιδέα υλοποιήθηκε τον Απρίλιο του 2013, αφού οι δύο γυναίκες έκλεισαν τα καταστήματα που είχαν έως τότε σε Πλάκα και Ψυρρή. «Ηταν μια μάλλον τυχαία επιλογή επειδή μας άρεσε ο χώρος», μου εξηγεί η Αννα. Παράλληλα με την πλατφόρμα των 50 σχεδιαστών που δείχνουν τη δουλειά τους, η Ματαλού έχει εδώ και το δικό της εργαστήριο δερμάτινων αξεσουάρ. «Παρουσιάζουμε κάθε χρόνο μια νέα σειρά», συνεχίζει η Αννα. «Η τωρινή άρχισε τον Μάρτιο από το Μουσείο Μπενάκη. Διαλέγουμε αντικείμενα ξεχωριστά, με χαρακτήρα και αληθινό, πρωτοποριακό, σχεδιασμό». Λίγο αργότερα αφήνω την Ηπίτου, τον μικρό δρόμο-κόσμημα του Συντάγματος με τη δική του ιστορία, τους ανθρώπους, τις μουσικές, τις γεύσεις και τα χρώματα ενώ τα τραπεζάκια έξω από τα μπαρ είναι γεμάτα με τον κόσμο που του δίνει ζωή. Αθήνα, είσαι θεά!
Μάιος 2015
Κείμενο: Πόπη Διαμαντάκου
70
Η Αθήνα, μύθος που αντέχει
Πόλη της δύσκολης καθημερινότητας, αλλά και των μύθων, εκείνων που ανασαίνουν αιώνες δίπλα στο άλγος των κατοίκων της και μάχονται να το μπολιάσουν με απαντοχή για τα δύσκολα και να το ανακουφίσουν εμπνέοντας δημιουργία και ομορφιά. Ενίοτε το πετυχαίνουν. Ισως για λίγο. Μερικές στιγμές. Και τότε αναθαρρούν ελπίδες. Τότε αισθανόμαστε μικρή, αλλά ζωογόνο δικαίωση, όσοι Αθηναίοι παραμένουμε πιστοί στην ιδέα μιας πρωτεύουσας που έχει δυνάμεις να προσφέρει πολλά περισσότερα απ’ όσα οι δύσκολοι καιροί της επιτρέπουν να δείχνει. Εξάλλου έχουμε μανία στο τι φαίνεται εδώ και τώρα και δυσκολευόμαστε να διακρίνουμε αυτό που μπορεί να συμβεί. Που συμβαίνει. Μια ιδέα μόνο δίνουν τα γλυπτά που ξαφνιάζουν, σαν να «φύτρωσαν» ξαφνικά στην αθηναϊκή γη, στους κήπους της Γαλλικής Σχολής στην οδό Διδότου, στην καρδιά της πόλης. Γλυπτά που ζητούν από τους Αθηναίους να υπερβούν την καθημερινότητα και τις βολές τους, να αναζητήσουν μέσα τους και γύρω τους τις αναφορές των μύθων της πόλης για να ερμηνεύσουν και να αντέξουν όσα δυσκολεύονται να κατανοήσουν. Αυτή είναι η ομορφιά της τέχνης, άλλωστε. Η δύναμή της να ανοίγει ορίζοντες, πόρτες που δεν έχεις δει ως εκείνη τη στιγμή, που νομίζεις ότι δεν υπάρχουν, αλλά διαπιστώνεις ότι είναι αυτές που σε οδηγούν στο μέλλον.
Είναι από τις ιδέες για μια φευγαλέα, αλλά δυναμική παρέμβαση στην εικόνα της πόλης. Σε ένα σημείο της. Για μια στιγμή της. Αλλά και μία ιδέα που αποκαλύπτει ότι ακόμη και η δυσκολία της Αθήνας γίνεται πηγή έμπνευσης, αφορμή διαλόγου με την ιστορία της, φιλοσοφική αναζήτηση για το νέο νόημα που προσλαμβάνουν οι αιώνιοι μύθοι της σε έναν καινούργιο κόσμο ανατροπών, προσφέροντάς του τις σταθερές για να δημιουργήσει από την αρχή. Αυτό ακριβώς αποτέλεσε την έμπνευση για τη μετατόπιση στην Αθήνα του κέντρου της σημαντικότερης έκθεσης σύγχρονης τέχνης στον κόσμο, της Documenta που θα πραγματοποιηθεί την άνοιξη του 2017. Σε αυτή την πόλη με το «δύστροπο» βλέμμα των κατοίκων της να προσπερνά την ομορφιά της για να παγιδευτεί στις ασχήμιες που φέρουν και τη δική τους ευθύνη, η σύγχρονη τέχνη ανοίγει διάλογο μεταξύ παρελθόντος και μέλλοντος, μεταξύ μύθου και πραγματικότητας και δίνει ήδη με τον τίτλο της έκθεσης τον ρόλο, τον οποίο η καλλιτεχνική δημιουργία πιστεύει ότι της αναλογεί: «Μαθαίνοντας από την Αθήνα». Μια μαθητεία η ζωή σε μια πόλη που αντέχει στον χρόνο. Κι ας μη δείχνει όπως τότε, σε μια άλλη στιγμή της ιστορίας, το μεγαλείο της αθανασίας της. Κι ας την έχουν στοιχειώσει οι άστεγοι στις γωνιές του Κέντρου,
σκιές της απελπισίας που μάχεται κάθε προσδοκία. Αλήθεια, για τι πράγμα; Γιατί το μέλλον θέλει σαφείς στόχους και αντίληψη για το τι μηνύματα αρμόζουν και οφείλει να απευθύνει σε κάθε εποχή μια πόλη, η οποία έχει αντέξει -έστω και λαβωμένη- σε όλες τις εποχές της ιστορίας. Γιατί αν η προσδοκία είναι να επιστρέψει η Αθήνα στην ατμόσφαιρα μιας πόλης αφασικών γλεντζέδων, με συμπεριφορά ιδιοκτήτη της μνήμης και του δημόσιου χώρου της, θα έχει χάσει την ιστορική ευκαιρία της. Θα παγιδευτεί σε εκείνο τον γνώριμο και μισητό φαύλο κύκλο γκρίνιας και αισθήματος αδυναμίας, που μοιάζει χωρίς διέξοδο. Ναι, μπορεί στον παγκόσμιο χάρτη η Αθήνα να αποτελεί αυτή τη στιγμή ένα είδος «γκρίζας ζώνης» με όρους δημιουργίας, ευκαιριών, ακόμη και όρων καθημερινής επιβίωσης, αλλά ακριβώς αυτή η μάχη μεταξύ των μύθων και της πραγματικότητάς της δείχνει να φορτίζει δημιουργικά την τέχνη. Αλλωστε, αν πιστέψουμε τον Ντοστογιέφσκι, «η ομορφιά θα σώσει τον κόσμο» και η Αθήνα έχει θέση και ρόλο σε αυτή.