Ιούνιος 2015
Πάνος Βλάχος Η μουρμούρα του Αριστοφάνη
Μαρία Κίτσου Η Ανδρομάχη της θεολογίας
Βασίλης Βρεττός Φωτογραφία μες στη φωτογραφία
Metropolis www.metropolispress.gr
Και τώρα σχεδιάζουμε! Η ομάδα we design σε νέες δημιουργίες
Σκανάρετε το QR Code στην αρχή των κειμένων και ανακαλύψτε έξτρα περιεχόμενο
Index Εφ...16
Αστική κηπουρική...45
Οι άνθρωποι πίσω από το περιοδικό του Ελληνικού Φεστιβάλ
Οι Urban Farmers of Athens και οι μπαξέδες στα μπαλκόνια
DONORwiz...20 Τρεις φίλοι φέρνουν κοντά τους εθελοντές και τις ΜΚΟ
We design...22 Στον μαγικό κόσμο της δημιουργικής βιομηχανίας
Χριστοδούλου...46 O 29χρονος που θέλει να αισθάνεται καλλιτέχνης
Περού...48 Κίτσου...26
Οι δύο κόσμοι ενός τραγουδοποιού
Μία... Ανδρομάχη στην Επίδαυρο
Περικλής...57 Ο χαρισματικός ηγέτης μέσα από τα μάτια των Δυτικών
Κυπριάδου...30 Μια γειτονιά της Αθήνας δείχνει τον δρόμο στη διαχείριση απορριμμάτων
Βλάχος...60 Ο... Νέος του Αριστοφάνη
Εκθεση...33 Ο Βασίλης Βρεττός αφήνει στους Αθηναίους τον τρόπο και τον τόπο που θέλουν να φωτογραφηθούν
Μαχαιρίτσας...62 Τσινικόρης...42 Προσεγγίζοντας το θέμα των αστέγων στο Φεστιβάλ Αθηνών
Μια συναυλία στον Κήπο του Μεγάρου αφιερωμένη στον Μάνο Ελευθερίου
Σωφρονίου...63 Το Γκάζι έχει το δικό του νησί!
METROPOLIS
15/1067
www.metropolispress.gr / metropolis@metropolisnews.gr / Facebook: MetropolisPress / YouTube: MetropolisPress Ιδιοκτησία - Εκδοση: Μ media Α.Ε. / Εδρα: Πραξιτέλους 26, Τ.Κ. 105 61 - Αθήνα, τηλ.: 210 4823977, φαξ: 210 4832887 Διεύθυνση: Κώστας Τσαούσης Project Manager: Βίκτωρας Δήμας Ειδικός Σύμβουλος: Θάνος Τριανταφύλλου Συντονισμός: Νατάσα Μαστοράκου, Χρήστος Τσαπακίδης Σύνταξη: Ανδρέας Γιαννόπουλος, Νικήτας Καραγιάννης, Βούλα Σουρίλα, Δημήτρης Χαλιώτης Υποστήριξη: Βασίλης Λουκανίδης Εκτύπωση: «Καθημερινές Εκδόσεις» Α.Ε.
Edito
4
Περί ανεξιθρησκίας Κώστας Τσαούσης kt@m-media.gr Δεν θα ασχοληθώ ούτε με το κέντρο της πόλης και τις διαδρομές μου σε αυτό ούτε με το βάθος του... μνημονίου που είναι κόκκινο. Προτιμώ να μιλήσω για την ανεξιθρησκία της καθημερινής ζωής μέσα από το παράδειγμα ενός βιβλίου. Το βιβλίο «Ο Ουελμπέκ ως οικονομολόγος», σε μετάφραση Γιώργου Καράμπελα από τις εκδόσεις της Εστίας. Συγγραφέας του, ο Μπερνάρ Μαρίς, ο οποίος «έπεσε» από τα πυρά των φονταμενταλιστών στις 7 Ιανουαρίου 2015, κατά την επίθεση εναντίον των γραφείων σύνταξης του περιοδικού “Charlie Hebdο” στο κέντρο της γαλλικής πρωτεύουσας. Σύμφωνα με όσα αναφέρονται στο βιογραφικό του σημείωμα, ο Μαρίς (1946-2015) ήταν οικονομολόγος, δημοσιογράφος -στο ραδιόφωνο (France Inter), στην τηλεόραση (France 5), στον Τύπο, περιοδικό και ημερήσιο (“Marianne”, “Nouvel Observateur”, “Figaro Magazine”, “Le Monde”, και στο “Charlie Hebdo”, όπου υπέγραφε ως «Θείος Μπερνάρ»)-, αλλά και συγγραφέας πεζογραφίας.
Ο δολοφονημένος Μαρίς γράφει για τον Μισέλ Ουελμπέκ, που επίσης έχει βρεθεί ουκ ολίγες φορές στο στόχαστρο των φανατικών ισλαμιστών. Τα γεγονότα από μόνα τους συνθέτουν μια ιστορία που κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει ή να προσπεράσει… Την ημέρα της δολοφονικής επίθεσης των φονταμενταλιστών στα γραφεία του “Charlie Hebdο” ο Ουελμπέκ φιγουράριζε στο εξώφυλλο του περιοδικού διατυπώνοντας την απειλή ότι «το 2022 θα γιορτάσει το Ραμαζάνι»˙ και αυτό κάτω από τον τίτλο «Οι προβλέψεις του μάγου Ουελμπέκ»!
δηράς χείρας της αγοράς και του ψυχορραγήματος του καπιταλισμού. Σε αυτό το πρωτότυπο λογοτεχνικό δοκίμιο, ο οικονομολόγος Μπερνάρ Μαρίς μάς προσκαλεί να διαβάσουμε τον Ουελμπέκ μέσα από το πρίσμα των μεγάλων κλασικών (Μάλθους, Σουμπέτερ, Κέινς, Μαρξ). Αγαπάτε τον Ουελμπέκ; Θα σας φανεί ακόμα σπουδαιότερος βλέποντάς τον σαν οικονομολόγο. Τον μισείτε; Ο σεβασμός του για την εργασία, τις γυναίκες, τον ερωτικό δεσμό και η περιφρόνησή του για τον φιλελευθερισμό και την οικονομία θα σας κάνουν να τον αγαπήσετε».
Το πρωί της ίδιας ημέρας ο Ουελμπέκ, ο οποίος γεννήθηκε το 1956 στο νησί Ρεϋνιόν -ένα υπερπόντιο έδαφος της Γαλλίας στον Ινδικό Ωκεανό- σε μια ακόμη συνέντευξή του, εξηγούσε στο ραδιόφωνο του France Inter γιατί έγραψε το βιβλίο «Υποταγή» και ανέπτυξε τις απόψεις του για το Ισλάμ. Στο οπισθόφυλλο της έκδοσης διαβάζω: «Οπως ο Μπαλζάκ υπήρξε ο κλασικός μυθιστοριογράφος της κατακτητικής αστικής τάξης και του θριάμβου του καπιταλισμού, ο Μισέλ Ουελμπέκ είναι ο μεγάλος μυθιστοριογράφος της σι-
Είτε συμφωνείτε είτε όχι με τις απόψεις του Ουελμπέκ ή με τα συμπεράσματα του Μαρίς εκείνο που έχει αξία να κρατηθεί είναι ότι η διατύπωση μιας αιρετικής άποψης για τα κατεστημένα της εποχής μας ή μιας προκλητικής θέσης για τα πιστεύω και τις δοξασίες των φανατικών στις περίεργες μέρες που διανύουμε ισοδυναμεί με την άσκηση ενός επικίνδυνου -σαν τα «βαρέα και ανθυγιεινά»- επαγγέλματος. Ας το κρατήσουμε στο μυαλό μας…
6
Ex Girlfriend's Perfume To συγκρότημα που νίκησε στον διαγωνισμό του Jumping fish της Cosmote και έπαιξε πριν τον Robbie Williams στο Rockwave Festival www.facebook.com/ExGirlfriendsPerfume
7
Φωτογραφία: Ηλίας Ντζόιδος
Ιούνιος 2015
8
Τζίνα Μοσχολιού Δημοσιογράφος στον Αθήνα 9.84 και στο Action24 www.facebook.com/gina.moscholiou
xxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxxx
Φωτογραφία: Στέφανος Καστρινάκης
9
Γιώργος Τρομάρας Ιδιοκτήτης του καταστήματος Karamouza karamouza.com
Φωτογραφία: Στέφανος Καστρινάκης
Ιούνιος 2015
10
Φωτογραφία: Nicky Economou
Μαριάννα Σκυλακάκη Ιδρύτρια του ημερήσιου newsletter ΑθηΝΕΑ web.a8inea.com
11
Φωτογραφία: Στέφανος Καστρινάκης
Ζήσης Μπέλλας Συνιδρυτής της startup Pollfish www.pollfish.com
Ιούνιος 2015
Κείμενο: Θάνος Τριανταφύλλου
12
Τσάντες από αρμύρα
O Στρατής Ανδρεάδης μαζί με τον Σπύρο Ντάικο και την Χρύσα Χαλικιοπούλου δημιουργούν μοναδικά και πρωτότυπα προϊόντα συνδυάζοντας την εμπειρία τους στη θάλασσα με την επιχειρηματικότητα και το design και μας διηγούνται μοναδικές ιστορίες, με άρωμα Ελλάδας. «Σημασία δεν έχει ο προορισμός, αλλά το ταξίδι»: κάπως έτσι πρέπει να σκέφτηκαν οι τρεις νέοι Ελληνες, που εδώ και δύο χρόνια έχουν ενώσει τις δυνάμεις τους σε μία πρωτοποριακή επιχείρηση upcycling: Με απλά λόγια, ανακυκλώνουν τα παροπλισμένα πανιά των ιστιοπλοϊκών σκαφών και κατασκευάζουν με αυτά τσάντες και σακ-βουαγιάζ για να συνεχίσουν το... ταξίδι τους στα χέρια των νέων κατόχων. Η κεντρική ιδέα πάνω στην οποία στηρίζεται όλη η φιλοσοφία τους είναι η «δεύτερη ευκαιρία για τους κουρασμένους ήρωες», τα ιστία, όπως λένε χαμογελώντας νοσταλγικά. «Σκεφτόμασταν πώς κατασκευάζει κάποιος ένα εξαιρετικό προϊόν τον 21ο αιώνα. Ενα προϊόν που είναι φτιαγμένο στο χέρι, που έχει ποιότητα και αισθητική. Ενα προϊόν που μπορείς να το κουβαλάς εύκολα, αλλά παράλληλα να 'κουβαλάς' μαζί του και μια μικρή ιστορία από τον τόπο σου», μας λέει ο Στρατής
Ανδρεάδης, υπογραμμίζοντας πως «λειτουργούμε με βάση τις αξίες της κυκλικής οικονομίας». «Υπολογίζουμε πως υπάρχουν περίπου 100.000 τετ.μ. πανιών που πετιούνται κάθε χρόνο στην Ελλάδα. Είναι ένας ικανός αριθμός για να φτιάξουμε έναν μεγάλο αριθμό αντικείμενων. Θέλουμε να κατασκευάζουμε υπεύθυνα, ώστε όποιος επιθυμεί, να μας επιστρέψει πίσω την τσάντα που έχουμε κατασκευάσει», προσθέτει ο ίδιος. Η επιχειρηματική τους ιδέα έχει όμως και ένα ανώτερο σκοπό, αφού μέρος των εσόδων από τις πωλήσεις συγκεκριμένων μοντέλων θα διατεθεί για να στηριχθεί η συμμετοχή Ελλήνων ιστιοπλόων στους Ολυμπιακούς του Ρίο. Τα πανιά μεταμορφώνονται σε κάτι διαφορετικό, κρατώντας πάντα την ουσία του ταξιδιού στο DNA τους. Μετά από μία ειδική διαδικασία «αναγέννησης» φτάνουν στα χέρια πολύπειρων ιστιοραφτών, οι οποίοι τα μετατρέπουν σε μια σειρά διαφορετικών προϊόντων: μικρά τσαντάκια καθημερινής χρήσης, βαλιτσάκια για ημερήσιες αποδράσεις και μεγάλα σακ-βουαγιάζ, που έχουν ακόμα πάνω τους ραμμένα τα αγωνιστικά νούμερα τους σκάφους στο οποίο ανήκαν.
Καίριο σημείο στη δημιουργία μίας salty bag, αλλά και στην επικοινωνία με τον αγοραστή, είναι η μεταφορά των ιστοριών των πανιών (και κατ’ επέκταση της ελληνικής ιστορίας) που χρησιμοποιήθηκαν για την κατασκευή της. Κάθε Salty Bag συνοδεύεται από ένα βιβλιαράκι τυπωμένο σε οικολογικό χαρτί με την ιστορία των πανιών (με λεπτομέρειες όπως σε ποιες ελληνικές θάλασσες ταξίδεψαν, σε ποιες παραλίες αγκυροβόλησαν, αλλά και από πού προέρχεται η ονομασία της τσάντας και για ποιο λόγο). Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί μια μεγάλη γυναικεία τσάντα, η Parapola, η οποία δανείστηκε το όνομά της από το ομώνυμο μικρό ακατοίκητο νησάκι νοτιοανατολικά των Σπετσών - το οποίο όμως οι ντόπιοι ονομάζουν Παραπόλα, γιατί όποιος πήγαινε εκεί του έλεγαν «πάρε από όλα». Με αυτήν την καινοτόμο και πρωτότυπη ιδέα της επαναχρησιμοποίησης παροπλισμένων πανιών η Salty Bag μόλις σε δύο χρόνια ζωής έχει αποσπάσει το βραβείο Silver Award στα Environmental Awards 2014 και Bronze Award στα Tourism Awards στην κατηγορία Καινοτόμο Concept, για το ερευνητικό τους έργο στον τομέα του τουρισμού.
Κείμενο: Νατάσα Μαστοράκου / Φωτογραφία: Στέφανος Καστρινάκης
13
Ιούνιος 2015
Καλημέρα εν λευκώ
O Παναγιώτης Μένεγος και ο Σταύρος Διοσκουρίδης λένε τη δική τους καλημέρα από τον En Lefko 87,8 κάθε πρωί στις 8. Εκτός από αυτό, οι αγαπημένοι Laternative των ερτζιανών ανήκουν στην ιδρυτική ομάδα του popaganda.gr, εκδίδουν βιβλία, παίζουν μουσική σε μαγαζιά και συχνάζουν στο κέντρο της πόλης. Τους συνάντησα στο στέκι τους, το Noel, κάτω ακριβώς από τα γραφεία του site και δίπλα στο βιβλιοπωλείο Φωταγωγός που διατηρεί στη στοά Κουρτάκη η μητέρα του Σταύρου. Δημοσιογράφοι και οι δύο, συνεχώς δικτυωμένοι, μίλησαν μαζί μου για μουσική ανάμεσα σε συμφωνίες, κρίσιμες συνεδριάσεις και Eurogroup. Η εκπομπή τους στο ραδιόφωνο μετράει πάνω από επτάμισι χρόνια ζωής και οι δυο τους γνωρίστηκαν στο περιοδικό «Ταχυδρόμος» των «Νέων». Εχουν περάσει από τα free press της Αθήνας και έχουν κοινές καταβολές, μια και είναι σχεδόν συνομήλικοι. Οταν τους ρωτάω τι μουσική παίζουν στην εκπομπή, δυσκολεύονται να το προσδιορίσουν, αν και όταν ρωτάω για τα ελληνικά η πρώτη αυθόρμητη απάντηση του Σταύρου είναι όχι. Επιλέγουν ωστόσο ό,τι αξίζει και πιστεύουν ότι είναι καλό, σε όποιο είδος και αν ανήκει, ακόμα και ελληνικά. Σύμφωνα με τον Παναγιώτη, για αυτούς υπάρχουν τρεις διαφορετικές κατηγορίες μουσικής. Αυτή που βάζουν στην εκπομπή, αυτή που επιλέγουν στα μαγαζιά που παίζουν και η μουσική που ακούν στο σπίτι τους, που είναι και η μόνη που έχει το απόλυτα δικό τους
στίγμα. Σπάνια όμως αυτά τα τρία συναντιούνται μεταξύ τους. Το ραδιόφωνο έχει κάποιους περιορισμούς από το ύφος του σταθμού και την ώρα της εκπομπής, ενώ στα μαγαζιά πρέπει να συντονίζεσαι με το είδος της βραδιάς. Ωστόσο το κοινό σημείο των δύο είναι η ηλεκτρονική μουσική. Τους ρωτάω τι ακούει η Αθήνα στις 8 το πρωί και μου απαντούν ότι η πόλη ακούει αυτά που ξέρει. Ειδικά το πρωί, ο ακροατής δεν θέλει να ψάχνεται και να σκέφτεται αν αυτό που ακούει του αρέσει ή όχι, αυτά είναι για μετά το απόγευμα. Οπότε, αν και είναι μέρος της δουλειάς τους και προσωπικό τους στοίχημα, δεν είναι εύκολο να περάσουν ένα τραγούδι που τους αρέσει αλλά δεν είναι ιδιαίτερα γνωστό. Οι Laternative όμως δεν κάνουν μια καθαρά μουσική εκπομπή. Ασχολούνται με την επικαιρότητα, σχολιάζουν τις ειδήσεις και διαβάζουν πρωτοσέλιδα. Αυτό το τελευταίο είναι μάλλον και η αγαπημένη τους συνήθεια. Το κάνουν με χαρά και διαπιστώνουν συνεχώς τις ομοιότητες ανάμεσα στα πρωτοσέλιδα διαφορετικών εφημερίδων, αλλά και διαφορετικών εβδομάδων. «Σιγά σιγά νομίζεις ότι διαβάζεις την Πέμπτη το πρωτοσέλιδο που προηγούμενου μήνα», σχολιάζει ο Σταύρος, για να συμπληρώσει ότι «αν ξαφνικά γινόταν κάτι και εξαφανίζονταν οι εφημερίδες θα έπρεπε να βρούμε ένα τρόπο να συνεχίσουν να βγαίνουν πρωτοσέλιδα». Σύμφωνα με τον Παναγιώτη, «επειδή ο κόσμος το πρωί έχει ήδη ενημερωθεί για τις σημαντικές ειδήσεις αυτό που εκείνοι προσπαθούν να κάνουν είναι να αποκωδικοποιήσουν τον τρόπο με τον οποίο φτιάχνονται τα πρωτοσέλιδα».
Μιλώντας για ενημέρωση, αναρωτιέμαι ποιο είναι το πρώτο site που διαβάζουν το πρωί, εκτός φυσικά από την popaganda. «Αυτό της αστυνομίας για να δω την κίνηση, επειδή τη λέμε στην εκπομπή», λέει ο Σταύρος γελώντας, αλλά με διαβεβαιώνει, όπως και ο Παναγιώτης, ότι όντως διαβάζουν πρώτα την popaganda για να δουν ότι όλα έχουν γίνει σωστά. «Αν είσαι μέσα σε αυτή τη δουλειά ξέρεις ότι στις 7 το πρωί δεν θα διαβάσεις τίποτα καινούργιο στο διαδίκτυο. Θα υπάρχουν οι βραδινές ειδήσεις, το πολύ πολύ να διαβάσεις κάπου την κόντρα της Χρυσοβελώνη με τον Αδωνι σε κάποια πρωινή εκπομπή, αλλά αυτή είναι άχρηστη πληροφορία», αναφέρει ο Σταύρος για να συμπληρώσει ο Παναγιώτης ότι «για να είμαστε ειλικρινείς, το πρώτο site που μπαίνουμε κάθε μέρα είναι το Facebook και από εκεί οδηγούμαστε στα υπόλοιπα». Οι Laternative κάνουν ραδιόφωνο, έφτιαξαν με την υπόλοιπη παρέα την popaganda και εξακολουθούν να αγαπούν τα έντυπα. Αν η popaganda ήταν free press θα ήταν πολύ διαφορετικό από τα υπόλοιπα, όπως με διαβεβαιωνούν, αλλά συμφωνούν και οι δύο ότι τα έντυπα έχουν μια δομή, αρχή, μέση και τέλος και συγκεκριμένες επιλογές που δεν είναι εύκολο να κρατήσεις σε ένα site. Ωστόσο στην popaganda προσπαθούν να έχουν συγκεκριμένη δομή κάθε μέρα και κάθε εβδομάδα και ελπίζουν ότι θα βελτιώνονται συνεχώς. Η αρχική τους ιδέα ήταν άλλωστε να παράγουν πρωτογενές υλικό, τόσο σε κείμενο όσο και σε φωτογραφία - και αυτό είναι σίγουρα ένα στοίχημα που έχουν πετύχει.
Κείμενο: Νατάσα Μαστοράκου
14
Ενα καράβι με βιβλία
Μία βιβλιοθήκη μπορεί να γίνει κρυψώνα θησαυρών, μηχανή του χρόνου, χάρτης, μουσείο, καράβι, αλλά και κουφάλα δένδρου. Μία βιβλιοθήκη -και πόσο μάλλον μία παιδική βιβλιοθήκη- μπορεί να γίνει ό,τι ακριβώς επιλέξουμε να γίνει. Γιατί τα θέματα των παιδικών βιβλίων είναι ανεξάντλητα, όπως ακριβώς και η φαντασία των παιδιών. Αυτή είναι με λίγα λόγια η φιλοσοφία της φετινής Καλοκαιρινής Εκστρατείας που οργανώνει η Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος, πάντα σε συνεργασία με το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος, και έχει τίτλο «Εδώ δεν είναι βιβλιοθήκη, είναι...». Από τις 15 Ιουνίου έως τις 15 Σεπτεμβρίου το δίκτυο δημόσιων και δημοτικών βιβλιοθηκών του Future Library καλεί μικρούς και μεγάλους να ανακαλύψουν ξανά τις 150 βιβλιοθήκες της χώρας που συμμετέχουν στο πρόγραμμα. Η μεγάλη διαφορά της φετινής χρονιάς είναι ο αυξημένος ρόλος της Εθνικής Βιβλιοθήκης, η οποία στη διαδρομή της προς το νέο υπερσύγχρονο κτίριο στο Κέντρο Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος αναβαθμίζει τις υπηρεσίες και τον ρόλο της τόσο απέναντι στους αναγνώστες της, όσο και στις υπόλοιπες ελληνικές βιβλιοθήκες. Ο κατάλληλος άνθρωπος για να μας εξηγήσει αυτή τη νέα φιλοσοφία, αλλά και το πόσο δύσκολο είναι να δημιουργήσεις αναγνωστικές συνήθειες στα παιδιά είναι η Ειρήνη Βοτοκοπούλου, υπεύθυνη για όλο τον σχεδιασμό της Καλοκαιρινής Εκστρατείας. Η ίδια από την αρχή της ενασχόλησής της με τις παιδικές βιβλιο-
θήκες είχε μια πολύ συγκεκριμένη άποψη για τον σχεδιασμό και τη λειτουργία τους. Αποψη που εφάρμοσε στη Βιβλιοθήκη της Βέροιας και στη συνέχεια σε 150 βιβλιοθήκες σε όλη τη χώρα. Το φετινό καλοκαίρι είναι πολύ σημαντικό, όπως λέει η ίδια, γιατί βρισκόμαστε σε μεταβατικό στάδιο. Για πρώτη φορά οι βιβλιοθήκες πρέπει να βρουν μόνες τους τρόπο να αγοράσουν τα βιβλία που προτείνει το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Μιλώντας για βιβλιοθήκες, παιδιά και την προώθηση της ανάγνωσης, αναρωτιέμαι ποια είναι η εμπειρία της ίδιας όλα αυτά τα χρόνια που ασχολείται με το θέμα. Ξαφνιάζομαι όταν μου λέει ότι τα πράγματα δεν έχουν αλλάξει και πολύ από το παρελθόν. Γιατί μπορεί να έχουμε μια υπερπροσφορά όσον αφορά πρωτοβουλίες ανάγνωσης για παιδιά, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι αυτή φέρνει και τα απαραίτητα αποτελέσματα. «Υπάρχουν πάρα πολλά βιβλία, γίνονται πάρα πολλές εκδηλώσεις και όλοι θεωρούν ότι πρέπει να κάνουν πράγματα σχετικά με τα παιδιά. Το θέμα όμως είναι τι ποιότητα έχουν όλα αυτά και κατά πόσον έχουν σαν αποτέλεσμα την αύξηση των αναγνωστών ή όχι. Η απάντηση δεν είναι ξεκάθαρη. Οχι γιατί τα παιδιά έχουν πάρα πολλά ερεθίσματα, αλλά γιατί τα βιβλία που τους δίνουμε και ο τρόπος που τους λέμε να διαβάσουν τα αφήνει αδιάφορα. Δεν τα συγκινεί». Η πείρα της και η αγάπη της για το αντικείμενο σε κάνουν να την ακούς με τρομερό ενδιαφέρον. Αν εκατό παιδιά μαζευτούν σε ένα ωραίο μέρος και αποθεώσουν έναν συγγραφέα δεν σημαίνει ότι από την επόμενη μέρα θα αρχίσουν να διαβάζουν, μου εξηγεί. Η ανά-
γνωση είναι μια εσωτερική διαδικασία, απαιτεί συγκέντρωση και για να κάνεις ένα παιδί να συγκινηθεί με μια ιστορία πρέπει πρώτα να έχεις συγκινηθεί εσύ που του τη μεταφέρεις. Οι δράσεις που προτείνει η κυρία Βοτοκοπούλου αφορούν κυρίως εργαστήρια στα οποία τα παιδιά καλούνται να συγκρίνουν μια ιστορία με μια άλλη, να ανακαλύψουν κοινά στους ήρωες και να τους βάλουν να συνομιλήσουν μεταξύ τους. Δράσεις που μπορεί να μην επιτρέπουν στα παιδιά να βρίσκονται σε κατάσταση «παιδικής χαράς», αλλά τα βοηθούν να συγκεντρώνονται και να ηρεμούν. Οπως λέει η ίδια, «όταν τα παιδιά χαλαρώνουν και ηρεμούν μπορούν να συμβούν πολύ ωραία πράγματα. Το έχω δει να συμβαίνει και ευτυχώς αρχίζουν όλοι να καταλαβαίνουν ότι πρέπει να αλλάξουμε αντίληψη. Οχι μόνο οι βιβλιοθήκες, αλλά και όλα τα πράγματα που αναφέρονται στα παιδιά πρέπει να έχουν άλλη προσέγγιση». Και μιλώντας για πράγματα που αναφέρονται στα παιδιά δεν μπορούμε να αφήσουμε απ' έξω το σχολείο -που όπως σημειώνει η ίδια είναι αδιανόητο ότι δεν διαβάζουν στα παιδιά- αλλά και την οικογένεια. Το κέρδος στον δύσκολο αυτό αγώνα είναι να διαμορφώσουμε αναγνωστικές συνήθειες στα παιδιά. Να δημιουργήσουμε αναγνώστες. Αυτό δεν γίνεται με πίεση, αλλά με το να αγαπάμε εμείς το διάβασμα και να το αφήσουμε να υπάρχει πάντα δίπλα στο παιδιά σαν επιλογή. Γιατί μπορεί ένα βιβλίο να του αλλάξει τη ζωή, αλλά μπορεί και όχι. Και η κυρία Βοτοκοπούλου είναι πολύ ξεκάθαρη σε αυτό. Πρέπει να «αποποινικοποιήσουμε» το διάβασμα και μόνο έτσι θα το αγαπήσουμε πραγματικά.
Κείμενο: Κώστας Τσαούσης
15
Ιούνιος 2015
Η δημοσιογράφος και ο νομπελίστας
Η γνωριμία μου με τη Ρούλα Γεωργακοπούλου κρατάει χρόνια. Εχουμε δουλέψει κιόλας -με διαφορά κάποιων ορόφων- στα ίδια «μαγαζιά», στον ΔΟΛ της εποχής της Χρήστου Λαδά για παράδειγμα. Τα τελευταία χρόνια η γνωριμία μας ανανεώθηκε και απέκτησε νέο περιεχόμενο, ιδίως μετά και τη δική της «Πολυδούρη», τον θεατρικό μονόλογο που σημείωσε επιτυχία με πρωταγωνίστρια την Ιωάννα Παππά. Τα λέμε συχνά πυκνά στο Facebook, συναντιόμαστε σε παρουσιάσεις βιβλίων φίλων, σε πολιτικές συγκεντρώσεις και συναντήσεις παλαιών Ρηγάδων… Πρόσφατα έπεσε στα χέρια μου το βιβλίο του βραβευμένου με Νόμπελ συγγραφέα Πατρίκ Μοντιανό. Στο εξώφυλλο της πολύ φροντισμένης έκδοσης με περίμενε μια ευχάριστη έκπληξη: η μετάφραση ήταν της Ρούλας Γεωργακοπούλου. Για όλους όσοι θα ήθελαν να το αναζητήσουν, πρόκειται για το βιβλίο «Για να μη χάνεσαι στη γειτονιά», από τις εκδόσεις Πόλις.
Ζήτησα από τη φίλη μου να μου γράψει δύο λόγια με την ιδιότητα του μεταφραστή του νομπελίστα Μοντιανό. Η Ρούλα ανταποκρίθηκε και το κειμενάκι της έφθασε εγκαίρως: «Το βιβλίο εκδόθηκε στη Γαλλία ένα μόλις μήνα πριν ο συγγραφέας του τιμηθεί με το Νόμπελ Λογοτεχνίας 2014. Ευκαιρία, νομίζω, να αναζητήσουμε και τα άλλα βιβλία του που κυκλοφόρησαν στην Ελλάδα χάρη στο αλάνθαστο κριτήριο ορισμένων Ελλήνων εκδοτών, όπως ο Νίκος Γκιώνης, και στο χάρισμα ορισμένων μεταφραστών, όπως ο Αχιλλέας Κυριακίδης. »Μεταφράζοντας για πρώτη φορά στη ζωή μου έναν τόσο μεγάλο συγγραφέα, είχα μια βασική έγνοια. Να τον αποδώσω σωστά και όσο το δυνατόν υπέρ των δυο συμβαλλομένων μερών, δηλαδή του Μοντιανό και του Ελληνα αναγνώστη, χωρίς αβάντες υπέρ του μεταφραστή. Γιατί, κατά τη γνώμη μου, η λογοτεχνική μετάφραση είναι κυρίως υπόθεση επικοινωνίας μεταξύ δυο πολιτισμών. Η γαλλική λογοτεχνία είναι, νομίζω, η μόνη 'εθνική λογοτεχνία' που διατηρεί ακόμη το δι-
καίωμα να θεωρείται 'οικουμενικής θεματολογίας' κι ας μην έχει τη διεισδυτικότητα και τη δημοφιλία του αγγλοσαξονικού μυθιστορήματος, που -όσο να πειςτη βροντοφωνάζει την εντοπιότητά του. »Το Νόμπελ του Μοντιανό ελπίζω να διευκολύνει τα πράγματα και να κάνει πιο προσιτή στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό την καλή πλευρά της γαλλικής πεζογραφίας. Μια θαρραλέα πεζογραφία που καταφέρνει να κόψει δρόμο ανάμεσα στις πολλές ντόπιες μετριότητες και να διασώσει το κύρος της. Ο Πατρίκ Μοντιανό είναι ο πιο χαρισματικός εκφραστής της. Οχι μόνο γιατί στα έργα του υπάρχει χωνεμένη η ευρωπαϊκή ενοχή, αλλά γιατί καταφέρνει να πει την ίδια ιστορία με έναν ψίθυρο, με κάτι σαν νανούρισμα που σε ξυπνάει χωρίς να σε αποκόβει από τη βασιλική οδό του ασυνείδητου». *Φωτογραφία εξωφύλλου: Κωνσταντίνος Πίττας
16
Το ευχάριστα ε
Ηταν πριν από εννιά χρόνια. Καλοκαίρι. Με πήρε τηλέφωνο ο Γιώργος Λούκος, που με ένα χρόνο θητεία στο Φεστιβάλ Αθηνών είχε ήδη καταγραφεί ως ο άνθρωπος που είχε δώσει ζωή στον πιο κουρασμένο πολιτιστικό θεσμό της Ελλάδας, στο Φεστιβάλ Αθηνών (και Επιδαύρου). Ο Γιώργος Λούκος, ένα είδωλο, ήθελε εμένα, έναν παγκοσμίως άγνωστο. Του είχε πει κάτι η Νίκη Τζούδα, εκδότρια του περιοδικού «Βαβέλ», που ήταν στο διοικητικό συμβούλιο του Ελληνικού Φεστιβάλ. Α! Eντάξει. Ζήτησε να συναντηθούμε. Συναντηθήκαμε στο γραφείο του, στην οδό Χατζηχρήστου. «Η περσινή χρονιά πήγε καλά. Και φέτος, πιο ώριμοι και πιο ήσυχοι, θα χρειαστεί να έχουμε και μια εφημερίδα, ένα free press, που θα κυκλοφορεί στους δρόμους και θα συμβάλει να μάθουν το Φεστιβάλ όλο και περισσότεροι», μου είπε. Είχε ακούσει ότι είμαι εφημεριδάς κι ότι έχω σχέση με τις τέχνες - άραγε, θα μπορούσα να το αναλάβω; Προφανώς είχε συναντήσει και άλλους. Και είχε ήδη γίνει ο διαγωνισμός για τον σχεδιασμό του free press. Σχεδόν είχαν καταλήξει. Είπα ότι με ενδιαφέρει, πήγα σπίτι και έγραψα τρεις σελίδες με τις προτάσεις μου. Eπρεπε να είναι ένα περιοδικό που να μοιάζει με την “Athens Voice” και τη “Lifo”, αλλά και να διαφέρει. Eπρεπε να προβάλλει τα πρόσωπα και τα θέματα του Φεστιβάλ, αλλά να έχει κι άλλα θέματα, ευρύτερου ενδιαφέροντος - ακόμα και πολιτικές επιφυλλίδες. Μόνο παίρνοντας ένα έντυπο με θέματα ευρύτερα του Φεστιβάλ, μπορούσαν οι αναγνώστες να οδηγηθούν και στο Φεστιβάλ. Υπήρχε μόνο ένα πρόβλημα: μικρός προϋπολογισμός. Θα κάνουμε τη φτώχεια αισθητική, σκέφτηκα υστερόβουλα, γιατί κατά βάθος μόνο αυτό ξέρω να κάνω. Ο Γιώργος Λούκος με ξαναπήρε την επομένη. Συμφωνεί μου είπε. Με όλα; Με όλα. Και με τον ειδικό αστερίσκο
ότι δεν θα χρησιμοποιείται το έντυπο για να προβάλλεται ο ίδιος; Γέλασε, εκεί κι αν συμφωνεί. Κι αν χρειαζόταν, μπορούσαμε να κάνουμε κριτική ακόμα και για το Φεστιβάλ; Ξαναγέλασε, επίσης αναγνωρίζει ότι είμαστε ελεύθεροι άνθρωποι. Σημασία είχε να φτιαχτεί ένα έντυπο που θα το γράφουν ελεύθεροι άνθρωποι. Σχετικοί, προφανώς, και εκλαϊκευτικοί ταυτόχρονα, αλλά προπάντων ελεύθεροι. Και πώς θα το λέμε; Είχαμε κολλήσει όλοι. Σκέφτηκα και πρότεινα το «εφ», από τα αρχικά του Ελληνικού Φεστιβάλ. Δεν καταλήξαμε αμέσως, διότι κυκλοφορούσε τότε ένα περιοδικό γαστριμαργίας απολύτως ομόηχο, το «ΕΥ». Επέμεινα - είχα ήδη αρχίσει να φαντάζομαι το λογότυπο: πλάγια γράμματα στην κορυφή, που θα μπορούσε να μεταφέρεται από δεξιά ως τα αριστερά, αναλόγως με την εικονογράφηση. Δώσαμε τα χέρια, προσελήφθην, πήγα και υπέγραψα σύμβαση τριών μηνών, μου έδωσαν και γραφείο - χωρίς κλιματισμό και με τον ήλιο, μετά το μεσημέρι, να σε κάνει να λιώνεις. Εγκαταστάθηκα, πήρα αμέσως άδεια από τη βασική δουλειά μου για να μπορώ να έχω απερίσπαστος χρόνο (εργαζόμουν στον «Ταχυδρόμο», το ένθετο των «Νέων») και άρχισα να ψάχνω κόσμο, ει δυνατόν πολύγλωσσο και σχετικό, που θα πλαισίωνε το εγχείρημα. Προϋπόθεση, να μην ασχολούνται επαγγελματικά με τα του Φεστιβάλ στον Τύπο. Μου είχαν συστήσει την Ευγενία Τζιρτζιλάκη, σκηνοθέτρια που είχε έρθει από την Αμερική. Ηξερε κι είχε καλό χειρόγραφο. Είπε ναι. Τηλεφώνησα στην Κατερίνα Κόμητα, που τη γνώριζα από τις εφημερίδες, κι εκείνη την εποχή ήταν χωρίς δουλειά, για ειδικές αποστολές. Συμφώνησε. Η Ελια Αποστολοπούλου, ο πιο οργανωτικός άνθρωπος του κόσμου, ήρθε μεταξύ άλλων για να οργανώνει και το δικό μου χάος. Η Αναστασία Καμβύση, παλιά γνωστή, δέχτηκε να κάνει συνεντεύξεις με μουσικούς (εκείνη τη χρονιά είχαμε συναυλίες της Λόρι Αντερσον, του Ελβις Κοστέλο, της Νόρα Τζόουνς…). Ο Κωστής Πιερίδης, δρ πολιτικών επιστημών σήμερα, ήρθε για τα ρεπορτάζ. Δεν μπορούσαμε να βρούμε έναν άνθρωπο
που να ξέρει χορό, ώσπου μια μέρα χτύπησε την πόρτα ένα πολύ ζωηρό παιδί και είπε πως είχε ακούσει κάτι για μας, λατρεύει τον χορό και θα ‘θελε να γράφει ή να κάνει συνεντεύξεις. Εφερε ένα δοκιμαστικό χειρόγραφο και τον σπρώξαμε στα βαθιά. Μας βοήθησαν και πιο επαγγελματίες δημοσιογράφοι: ο Δημήτρης Δουλγερίδης, η Δώρα Αναγνωστοπούλου, η Κατερίνα Σχινά, ο Λεωνίδας Αντωνόπουλος, η Βένα Γεωργακοπούλου, η Αννα Δαμιανίδη, η Ρούλα Γεωργακοπούλου, η Κατερίνα Οικονομάκου, ο Αντώνης Σακελλάρης, η Ιφιγένεια Ταξοπούλου, η Λένια Ζαφειροπούλου… Και πολλοί επιφυλλιδογράφοι: ο Στάθης Τσαγκαρουσιάνος, ο Ριχάρδος Σωμερίτης, ο Πάσχος Μανδραβέλης (που κάποια στιγμή είχε τσαντιστεί και, όντας συνεργάτης του «εφ», επέκρινε τη διοργάνωση), ο καθηγητής Σταύρος Τσακυράκης και πολλοί ακόμα. Σε ένα τεύχος πήρε τηλέφωνο και μια φοιτήτρια θεατρικών σπουδών, που ζούσε μεταξύ Λονδίνου και Πάτρας, η Νίκη Ορφανού, είχε μια συνέντευξη με τον διευθυντή της Αβινιόν. Την έστειλε, μας άρεσε, τη δημοσιεύσαμε, και τώρα παραμένει στην ομάδα, συγγραφέας και σκηνοθέτρια πλέον. Εμεναν οι φωτογραφίες. Επιλέξαμε να συνεργαστούμε με δυο ζωηρά παιδιά: τη Βίκυ Γεωργοπούλου και τον Βασίλη Μαθιουδάκη. Το φωτογραφικό ύφος έπρεπε να είναι ελεύθερο, τίποτα αν είναι δυνατόν δεν έπρεπε να έρχεται από στούντιο, όλα αν είναι δυνατόν πρέπει να είναι πρωτότυπα. Επιμελημένα ατημέλητες φωτογραφίες: αυτή ήταν η γραμμή, κι έτσι προχωρούμε ακόμα, με τους ίδιους.
Κείμενο: Ηλίας Κανέλλης
17
Ιούνιος 2015
ενοχλητικό «εφ»
Παπαδάτος, ο Τάσος Μαραγκός, ο Πέτρος Χριστούλιας και, φέτος, ο Τόμεκ Γιοβάνης), τα άστρα (ασφαλώς λοξά και συνδεδεμένα με τις παραστάσεις), η στήλη κομψού κουτσομπολιού (Juice Liu, που την άρχισε η Αννα Μαρτίνου κι όταν έφυγε για σπουδές στο Λονδίνο κανείς δεν έπιασε το απαράμιλλο μπρίο της απ’ όσες κι όσους τη συνέχισαν).
Στήσαμε το έντυπο με τον Δημήτρη Φακίνο και τον Στέλιο Χαλά, την επόμενη χρονιά μάς βοήθησε με συμβουλές και με λογότυπα και η Βάσω Αβραμοπούλου. Αλλά γραφιστικά απογειωθήκαμε όταν ανέλαβε το «εφ» ο Ανδρέας Ρεμούντης, ο οποίος έδωσε νεύρο και πρόσθεσε κομψότητα στο εγχείρημα. Φυσικά, βοήθησαν ιδιαίτερα και τα παιδιά του Φεστιβάλ: οι παραγωγοί, το γραφείο Τύπου, οι υπεύθυνοι επικοινωνίας (η Γιούλη Παπαθεοδώρου παλαιότερα και τελευταία, ιδιαίτερα, η Εύα Βενεκά). Και βεβαίως, η θεατρολόγος και υπεύθυνη για την ταυτότητα της διοργάνωσης, η καθηγήτρια Δηώ Καγγελάρη. Το περιοδικό πήγε καλά. Κι εκείνη τη χρονιά και τις επόμενες. Η ομάδα έδεσε, στην πορεία κάποιοι έφυγαν, βρήκαν δουλειά στη δημοσιογραφία ή έγιναν καλλιτέχνες, σιγά σιγά το έντυπο (δεν το λέμε πια free press) άρχισε να αλλάζει, χωρίς να χάνει όμως ούτε το νεύρο ούτε την ταυτότητα. Το ίντερνετ και η φήμη του Φεστιβάλ μάς έκανε να καταλάβουμε ότι δεν χρειαζόταν πια ένα ποικίλης ύλης περιοδικό/εφημερίδα για να το μάθουν οι κάτοικοι της πόλης, αλλά ένα πιο φεστιβαλοκεντρικό φύλλο, με πληροφορίες και συνεντεύξεις, ανάλαφρα (και μερικές φορές, βαριά) δοσμένες για τις παραστάσεις. Μείνανε και μερικές βασικές στήλες: το editorial (ορισμένες φορές, μέσα στα φορτισμένα χρόνια της κρίσης, επικρίθηκε για μεροληψία, αλλά ποια έκφραση δεν είναι μεροληπτική;), το κόμικ (με κομίστες που από μια στιγμή και μετά αλλάζουν κάθε χρόνο - έχουν συνεργαστεί ο Χρήστος Δημητρίου, ο Ηλίας Κυριαζής, ο Αλέκος
Κάπως έτσι, πέρασαν εννιά χρόνια. Κάναμε λάθη, αλλά πολύ λίγα συγκριτικά με αυτά που θα μπορούσαμε να είχαμε κάνει. Απ’ τις σελίδες μας έχουν περάσει, με συνεντεύξεις τους, όλη σχεδόν η ελληνική σκηνή του θεάτρου, του χορού, της μουσικής, του θεάτρου, αλλά και τα μεγαλύτερα ονόματα της Ευρώπης, μαζί με μερικά της Αμερικής. Λατινοαμερικανοί, Αφρικανοί, Ασιάτες καλλιτέχνες, που είχαν κάτι βαθύτερο από τον φολκλορισμό, φυσικά κι αυτοί παρήλασαν απ’ τις σελίδες μας. Προσωπικώς, πάντως, είμαι περήφανος για δύο τεύχη. Το ένα έγινε βιαστικά. Πέθανε η Πίνα Μπάους κι είχαμε μόνο δυο μέρες για να στήσουμε ένα πλήρες αφιέρωμα. Ξενυχτήσαμε, αλλά τα καταφέραμε - κι ήμασταν διπλά περήφανοι επειδή ο Γιώργος Λούκος, που την είχε στενά συναναστραφεί, παρέβη τον κανόνα έπειτα από πίεση και έγραψε ένα σούπερ κείμενο για το «θλιμμένο σώμα» που άλλαξε τον χορό. Το άλλο είχε εξώφυλλο τον Λευτέρη Βογιατζή και μια πολύ εξομολογητική συνέντευξή του στη Βένα Γεωργακοπούλου, μια από τις τελευταίες του κι από τις καλύτερές του. Θυμάμαι, τη νύχτα που κλείναμε τεύχος ήταν στην Ανδρο, πότιζε τον κήπο και μας έκανε διορθώσεις μιλώντας στο κινητό… Και η Πίνα Μπάους και ο Λευτέρης Βογιατζής ήταν τα αγαπημένα πρόσωπα που αποχωριστήκαμε - κι ήταν σαν να χάσαμε μέλη της οικογένειάς μας. Αν θέλετε να ξέρετε, πάντως, όλοι οι υπόλοιποι είμαστε καλά. Ζωηροί και έτοιμοι για νέες περιπέτειες. Εννιά χρόνια μετά, μάλιστα, κάναμε και το πρώτο σοβαρό λίφτινγκ: είπαμε το φύλλο να έχει λίγο καλύτερη εκτύπωση, να είναι πιο πολύ περι-
οδικό και λιγότερο εφημερίδα - και εκ του αποτελέσματος δεν πέσαμε έξω. Ωρες ώρες σκέπτομαι να τα παρατήσω. Εννιά χρόνια είναι πολλά, κι όσο περνάει ο καιρός γίνονται και πιο δύσκολα. Αλλά πάλι, όταν σκέπτομαι ότι τα καταφέρνουμε με ελάχιστα (από τη μεριά μου, όσα κερδίζω πάνε για να καλυφθούν τρύπες του “Books’ Journal”, του περιοδικού που πάντα ήθελα να υπάρχει στη χώρα) κι ότι μάλλον γινόμαστε καλύτεροι, πιο ζωηροί και πιο ώριμοι και δεν κουράζουμε κι οι αναγνώστες μάς αγαπάνε, ενώ συνεχίζουμε να είμαστε ουδέτεροι, ευρηματικοί, ανεξάρτητοι και ευχάριστοι και λίγο χρήσιμοι, κι είμαστε μια ομάδα που έχει καινούργια μέλη (φέτος, ας πούμε, τη Μαρίλια Παπαθανασίου, τη Ματίνα Καλτάκη, τη Μυρτώ Πολυμίλη, τη Μυρτώ Λιαλιούτη, την Αλεξάνδρα Βουδούρη, τη Δομίνα Διαμαντοπούλου) -κάτι που μας επιτρέπει να αποκτάμε εμπειρίες-, γιατί να μη συνεχίσουμε; Αλλωστε, η ύπαρξη του «εφ» σε αυτούς τους καιρούς, από low budget προς no budget story, όπως κι η ύπαρξη του Ελληνικού Φεστιβάλ, αποδεικνύουν ότι η Ελλάδα έχει ικμάδες δημιουργικότητας που δεν έχουν διάθεση να υποταγούν στη δυσμενή συγκυρία. Και δεν συναρτούν τη δημιουργικότητά τους με τις απολαβές, αλλά με το κέφι, την προσπάθεια, τη διεύρυνση της συνείδησης, τις πολλές φίλες και τους πολλούς φίλους που μας δείχνουν την αγάπη τους. Γι’ αυτό παραμένουμε ζωηροί, κατατοπιστικοί και, κάποιες φορές, συνεχίζουμε να είμαστε ευχάριστα ενοχλητικοί.
Τα 10 must see του Ιουλίου Κείμενο: Δημήτρης Χαλιώτης
NEKYIA 24 και 25 Ιουλίου - Αρχαίο Θέατρο Επιδαύρου Την περασμένη χρονιά πέρασε ένα μεγάλο χρονικό διάστημα στην Ιαπωνία. «Eβλεπα πέντε παραστάσεις του Θεάτρου No τη μέρα. Μετά από αυτό είμαι άλλος άνθρωπος», μας εξομολογήθηκε με χαμόγελο ο Μιχαήλ Μαρμαρινός. Ετοιμαστείτε για μία παράσταση-ιεροτελεστία. Η αρχαία ελληνική γραμματεία συναντά το ιαπωνικό θέατρο. Ο Μαρμαρινός σκηνοθετεί στην Επίδαυρο τη «Νέκυια», η οποία βασίζεται στη ραψωδία λ της Οδύσσειας του Ομήρου, με έναν ιαπωνικό θίασο Νο και τον μεγάλο master Gensho Umewaka επικεφαλής. Το απόλυτο φετινό must see της Επιδαύρου!
Δεύτερος και τελευταίος μήνας του Φεστιβάλ Αθηνών, με την Επίδαυρο να μπαίνει στο παιχνίδι, ο Ιούλιος κρύβει πραγματικά «διαμάντια» που δεν επιτρέπεται να χάσουμε. Σας προτείνουμε τις 10 must see θεατρικές και μουσικές παραστάσεις του Ιουλίου. Το μόνο που έχετε να κάνετε είναι να σπεύσετε το συντομότερο να βγάλετε εισιτήρια.
ΛΕΟΝΤΙΟΣ ΚΑΙ ΛΕΝΑ 27 και 29 Ιουλίου - Εθνικό Θέατρο (Κτίριο Τσίλερ)
Ο Κορνήλιος Σελαμσής είναι από τα πιο χαρισματικά και ταλαντούχα πλάσματα στη σύγχρονη ελληνική μουσική σκηνή. Συνθέτης με άριστες γνώσεις κλασικής μουσικής και ένα ακόμα πιο δυνατό μουσικό ένστικτο, έχει δοκιμαστεί μέχρι σήμερα στον τομέα της θεατρικής μουσικής ντύνοντας μουσικά με μοναδική καλαισθησία σημαντικές παραστάσεις. Φέτος επιχειρεί το ντεμπούτο του στην όπερα βασιζόμενος στο έργο «Λεόντιος και Λένα» του Μπύχνερ. Τέσσερις τραγουδιστές και μία ορχήστρα δωματίου, υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του Αργύρη Ξάφη, δίνουν πνοή σε ένα όνειρο ζωής του Κορνήλιου, που θα γίνει πραγματικότητα στην Κεντρική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου.
ΕΥΜΕΝΙΔΕΣ 26, 27 και 28 Ιουλίου - Θέατρο Τέχνης (Φρυνίχου) ΡΗΣΟΣ 1-19 Ιουλίου - Λύκειον Αριστοτέλους Μία από τις σπάνια παιγμένες τραγωδίες του Ευριπίδη επιλέγει για το φετινό καλοκαίρι η Κατερίνα Ευαγγελάτου, η οποία θα παρουσιάσει τον «Ρήσο» σε έναν πολύ ιδιαίτερο χώρο, αυτόν του Λυκείου του Αριστοτέλη. Μία περιπατητική παράσταση, που θα ξεκινάει με τη δύση του ήλιου και θα είναι μία βιωματική εμπειρία περιπάτου στον χώρο του Λυκείου, έναν αρχαιολογικό χώρο 11 στρεμμάτων που εκτείνεται ανάμεσα στο Σαρόγλειο Μέγαρο, το Βυζαντινό Μουσείο και το Ωδείο Αθηνών.
Ο Ανέστης Αζάς, ένας από τους πιο ενδιαφέροντες νέους Ελληνες σκηνοθέτες, ετοιμάζεται να προσεγγίσει τις «Ευμενίδες» του Αισχύλου στο Θέατρο Τέχνης με τέσσερις περφόρμερ, ισορροπώντας ανάμεσα στο ντοκιμαντέρ και τη μυθοπλασία. Με αφορμή την πρόσφατη καταδικαστική απόφαση του Κακουργιοδικείου Ρόδου, που έστειλε στη φυλακή για 145 χρόνια έναν νεαρό Σύρο πρόσφυγα ως τον μοναδικό υπαίτιο για το τραγικό ναυάγιο στο Φαρμακονήσι, ο Αζάς στοχάζεται πάνω στις έννοιες του θύτη και του θύματος στον σύγχρονο κόσμο, την Ευρώπη των κλειστών συνόρων, τη δικαιοσύνη και την απόδοσή της.
Η ΣΟΝΑΤΑ ΤΟΥ ΣΕΛΗΝΟΦΩΤΟΣ 15,16 και 17 Ιουλίου - Πειραιώς 260 (Κτίριο Δ)
ΔΗΜΗΤΡΑ ΓΑΛΑΝΗ 17 και 18 Ιουλίου - Μικρή Επίδαυρος
Η απόλυτη έκπληξη! Η Μαρινέλλα συμπράττει με τον Σταύρο Ξαρχάκο στη «Σονάτα του Σεληνόφωτος» του Γιάννη Ρίτσου, υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του Γιώργου Νανούρη. Ενα νέο μουσικό έργο δια χειρός Ξαρχάκου βασισμένο στον μοναδικό, λυρικό σκηνικό μονόλογο του Γιάννη Ρίτσου. Ενα στοίχημα που μένει να δούμε αν θα κερδηθεί. Οπως και να έχει, δεν χάνονται αυτά. To μόνο που καταφέραμε να αποσπάσουμε από τον σκηνοθέτη της παράστασης, Γιώργο Νανούρη, είναι ότι ««θα είναι αρκετά μινιμαλιστικό, με ένα πιάνο και ιδιαίτερους φωτισμούς».
ΙΟΥΛΙΟΣ ΚΑΙΣΑΡΑΣ 23 και 24 Ιουλίου Πειραιώς 260 (Κτίριο Η)
Εκτός από ταλαντούχα είναι και η πλέον ευφυής τραγουδίστρια και μουσικός της γενιάς της. Η Δήμητρα Γαλάνη συμπράττει με ένα κουαρτέτο σπουδαίων Ελλήνων μουσικών στη μουσική παράσταση “Chronos” με τραγούδια που έχουν γράψει οι μεγάλοι μας δημιουργοί, ποιητές και συνθέτες. Οχι απλά μία συναυλία, κάτι περισσότερο. Οι μουσικοί γίνονται ένα «σώμα» με τη Γαλάνη ως «κορυφαία αυτού του χορού». Κι όλα αυτά στο μαγευτικό Μικρό Θέατρο της Αρχαίας Επιδαύρου.
ΑΙΑΣ 31 Ιουλίου και 1η Αυγούστου - Μικρή Επίδαυρος
ΣΤΗ ΜΕΣΗ ΤΟΥ ΔΡΟΜΟΥ 2-8 Ιουλίου - Πλατεία Κλαυθμώνος Ο Τσέζαρις Γκραουζίνις, ένας από τους πλέον ικανούς και ταλαντούχους θεατρικούς σκηνοθέτες, συναντά τον σαιξπηρικό «Ιούλιο Καίσαρα» υπό τους ήχους της electro-industrial, dark wave και νεοκλασικής μουσικής. Η τραγωδία του Σαίξπηρ μετατρέπεται σε ένα σαρκαστικό πολιτικό θρίλερ της σύγχρονης εποχής με έναν εξαιρετικό θίασο (Στάνκογλου, Μπερικόπουλος, Ημελλος, Σαπουντζής, Γάλλος κά.) επί σκηνής. Μια παράσταση που στοχάζεται πάνω στην εξουσία με φόντο τον 21ο αιώνα.
AVANTI DARIO
Μην μπερδευτείτε, ο «Αίας» του Σοφοκλή έχει φέτος την τιμητική του στην Επίδαυρο, αφού θα παρουσιαστεί δύο φορές, μία στο μεγάλο θέατρο από τον Βαγγέλη Θεοδωρόπουλο και μία στο μικρό θέατρο από τη Σύλβια Λιούλιου. Εδώ αναφερόμαστε στο δεύτερο, πιο πειραματικό ανέβασμα της τραγωδίας με έναν εξαιρετικό θίασο (Χάρης Φραγκούλης, Θάνος Τοκάκης, Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης, Μιχάλης Σαράντης, Σοφία Κόκκαλη, Αγγελος Τριανταφύλλου και Νικόλας Χανακούλας). Μία παράσταση-έρευνα πάνω στο αρχαίο δράμα που μπορεί να μας ενθουσιάσει ή να μας απογοητεύσει, αλλά σίγουρα μας ιντριγκάρει να τη δούμε.
9 Ιουλίου - Ηρώδειο Ο Σταμάτης Κραουνάκης και η Λίνα Νικολακοπούλου συναντούν τον βιτριολικό λόγο του Ντάριο Φο σε μία μεγάλη μεσογειακή γιορτή κάτω από την Ακρόπολη. Με άξονα τη φράση του «Ενα δυνατό γέλιο τη σωστή στιγμή μπορεί, πράγματι, να τους θάψει όλους», ο Σταμάτης και η Λίνα στήνουν μια παράσταση με μουσική, σάτιρα και τραγούδι, έχοντας στο πλευρό τους τη Σπείρα Σπείρα και μία ομάδα εκλεκτών θεατρίνων (Μάγια Λυμπεροπούλου, Δάνης Κατρανίδης, Αγγελος Παπαδημητρίου, Λένα Ουζουνίδου, Γιάννος Περλέγκας). Οπως τονίζουν και οι δημιουργοί αυτής της ξεχωριστής μουσικής παράστασης, πρόκειται για «μια υπέροχη ευκαιρία να θυμηθούμε, να συναντηθούμε και να απογειωθούμε με το χιούμορ, τη σάτιρα και το εφηβικό κέφι ενός ελεύθερου μυαλού».
Από τους πιο ανήσυχους και καινοτόμους καλλιτέχνες της γενιάς του ο Πρόδρομος Τσινικόρης έχει μία πολύ ευρύτερη αντίληψη περί θεάτρου και το έχει αποδείξει πολλάκις. Αυτή τη φορά προτείνει μία πολυήμερη δράση σε κεντρική πλατεία της Αθήνας με τίτλο «Στη μέση του δρόμου». Κεντρικοί ήρωες είμαστε εμείς οι ίδιοι και οι άστεγοι συμπολίτες μας. Τι ιστορίες έχουν να διηγηθούν αυτοί οι ανώνυμοι πρωταγωνιστές του δημόσιου χώρου; Μια παράσταση που στοχεύει στην πυροδότηση του δημόσιου λόγου ενάντια στον κυνισμό και την αδιαφορία.
20
Κείμενο: Ανδρέας Γιαννόπουλος
21
Ιούνιος 2015
Δότης… αλληλεγγύης
Ο Ερατοσθένης Κωστάρας, ο Χάρης Κακλαμάνος και ο Βασίλης Κουτσόπουλος είναι τρεις φίλοι και συνεργάτες λίγο μεγαλύτεροι των 30 ετών. Εχοντας όλοι τους υπόβαθρο σπουδών στον χώρο της πληροφορικής και επαγγελματική ενασχόληση με το digital marketing, αποφάσισαν κάποια στιγμή να δημιουργήσουν κάτι διαφορετικό, κάτι που θα συνεισέφερε στην κοινωνία: «ένα πολυεργαλείο εθελοντισμού και προσφοράς», όπως λένε χαρακτηριστικά. Το αποτέλεσμα λέγεται DONORwiz και είναι μια διαδικτυακή πλατφόρμα που συνδέει μη κερδοσκοπικά σωματεία και οργανώσεις με δυνητικούς υποστηρικτές και εθελοντές. Ολα ξεκίνησαν όταν στο πλαίσιο της επαγγελματικής τους δραστηριότητας συνεργάστηκαν με οργανώσεις, αναπτύσσοντας ιστοσελίδες και εφαρμογές για λογαριασμό τους. Μέσα από αυτή τη διαδρομή είδαν ότι από τη μία οι οργανώσεις έχουν πολλές και διαφορετικές ανάγκες και από την άλλη υπάρχει μία τεράστια δεξαμενή ευαισθητοποιημένων ανθρώπων που διαθέτουν τον χρόνο τους για να προσφέρουν εθελοντικά. «Εκεί διαπιστώσαμε», υποστηρίζει ο Ερατοσθένης, «ένα τεράστιο κενό και αποφασίσαμε να δουλέψουμε μαζί για να δημιουργήσουμε ένα ψηφιακό hub που θα τους φέρει όλους αυτούς πιο κοντά. Θέλαμε να πετύχουμε θεαματικά αποτελέσματα για το κοινωνικό σύνολο, τη γειτονιά, την περιοχή, την πόλη μας». Καθώς συνεχίζεται η διαδικτυακή μας συζήτηση, καθώς ο Ερατοσθένης εργάζεται στην Αθήνα και οι άλλοι δύο στην Πάτρα, εξηγούν πως στην αρχή ξεκίνησαν διστακτικά. Στην πορεία, όμως, με τη συνεργασία και την καθοδήγηση μερικών ΜΚΟ κατέγραψαν τις πραγματικές τους ανάγκες και είδαν ότι μπορούν να απλοποιήσουν την καθημερινότητά τους και να μεγιστοποιήσουν την προβολή τους. Στόχος τους τώρα είναι να καλύψουν πολύ σύντομα χιλιάδες εθελοντές και δωρητές, οι οποίοι μέσω των εργαλείων που
προσφέρει η πλατφόρμα θα αποδώσουν το πραγματικό νόημα της λέξης αλληλεγγύη. «Η κατάσταση στον χώρο των ΜΚΟ έχει επιδεινωθεί τα τελευταία χρόνια λόγω της γενικότερης οικονομικής κατάστασης. Ωστόσο, ο εθελοντισμός φαίνεται να αυξάνεται χρόνο με το χρόνο», λέει με αισιοδοξία ο Χάρης. Στο πλαίσιο αυτό θεωρούν πως υπάρχει αρκετός χώρος για νέες πρωτοβουλίες… social business. Κι αυτό γιατί οι οργανώσεις είναι η μία μεγάλη πηγή δράσεων. Αλλωστε, εθελοντικές δράσεις οργανώνονται και από φορείς, επιστημονικές εταιρείες, δήμοι και κοινότητες. «Ουσιαστικά μιλάμε για χιλιάδες σωματεία, οργανισμούς, φορείς και σκοπούς που έχουν ένα κοινό σημείο αναφοράς: δράσεις και ανάγκες σε χρήματα και εθελοντές. Αυτό πλέον τους το παρέχουμε εμείς με ένα μόνο κλικ», επανέρχεται ο Χάρης. Παράλληλα, όμως, απευθύνονται και στο ευρύτερο κοινό που είναι ετερόκλητο, ηλικιακά και γεωγραφικά. Σε αυτό το κοινό δίνουν τη δυνατότητα να επιλέξει όποια οργάνωση ή δράση επιθυμεί, να την αναζητήσει με βάση τις προτιμήσεις του ή ακόμα και με βάση τη διεύθυνσή του και να προσφέρει σε αυτές με ένα κλικ. Η αποδοχή της ιδέας από πλευράς οργανώσεων και φορέων είναι αρκετά θετική, καθώς ήδη έχουν δηλώσει συμμετοχή σημαντικοί «παίκτες» του χώρου. Ενδεικτικά αναφέρονται οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα, η Διεθνής Διαφάνεια, το ΚΕΘΕΑ, η PRAKSIS, οι Γιατροί του Κόσμου, το Ελληνικό Ιδρυμα Καρδιολογίας (ΕΛΙΚΑΡ), το Κέντρο Ζωής, ο Σύλλογος Βοήθειας ΠαιδιώνLalibela και το Διαδημοτικό Δίκτυο Υγείας. Παράλληλα, στο άμεσο μέλλον θα είναι διαθέσιμη και η εφαρμογή για κινητά τηλέφωνα, η οποία θα είναι ένα ακόμα πιο προσιτό μέσο οικονομικής και εθελοντικής συνεισφοράς, αξιοποιώντας στο έπακρο τις δυνατότητες των smartphones. «Ετσι», επεμβαίνει ο Βασίλης, «δημιουργούμε για τις οργανώσεις την απαιτούμενη τεχνολογική υποδομή ώστε κάθε μέλος του DONORwiz να έχει στη διάθεσή του προσιτούς και λειτουργικούς τρόπους ενίσχυσης των σκοπών του. Επίσης έχουμε δημι-
ουργήσει υπηρεσίες και εργαλεία όπως αυτοματοποιημένη επικοινωνία, μαζικές αποστολές e-mail, εύκολο τρόπο χρηματικής δωρεάς, προβολή δράσεων από τα social media, συνεργασίες με εταιρείες για χορηγίες και πολλά άλλα, που ουσιαστικά αφήνουν την οργάνωση να κάνει αυτό που ξέρει καλύτερα: δράσεις και συνεισφορά στο κοινωνικό σύνολο». Η πλατφόρμα τους συμμετείχε και στο “egg BKQBOrDOLTrDL® ç ÏÃç ÐÀÍàÊÆÊÄϸ¿¼ç ÀËÄÓÀÄÍÃà¼ÏÄƹÏÃτας που αποτελεί δημιουργία της Eurobank και υλοποιείται σε συνεργασία με το Corallia. Την απόφαση να λάβουν μέρος την πήραν, όπως τονίζουν, βασιζόμενοι στις αρχές τους, δηλαδή στην πεποίθηση πως είναι ανάγκη του κοινωνικού μας ιστού να έλθουν όσο πιο κοντά γίνεται οι άνθρωποι μεταξύ τους και να υπάρχει αλληλοβοήθεια στις περιπτώσεις ανάγκης. «Το egg πρόσφερε αυτό ακριβώς για εμάς. Αλληλοβοήθεια και επαγγελματισμό! Και βέβαια αγκάλιασε την ιδέα και μας βοήθησε να την εξελίξουμε», επισημαίνει ο Ερατοσθένης. Επιπλέον, οι συνέργειες με τις υπόλοιπες ομάδες τους έδωσαν σημαντική ώθηση για την ολοκλήρωση του πρότζεκτ. «Συνολικά, και μετά από παραμονή ενός χρόνου στο πρόγραμμα, θεωρούμε ότι το egg ήταν ο παράγοντας Χ για να περάσουμε από το στάδιο της ιδέας σε μια ολοκληρωμένη υπηρεσία». Οσο για τα πλάνα τους για το μέλλον, στοχεύουν όπως είναι φυσικό σε διάδοση της πλατφόρμας, εντάσσοντας σε αυτή περισσότερες οργανώσεις και φορείς. «Αναβαθμίζουμε καθημερινά τη διαδικτυακή πλατφόρμα μας, με σκοπό την προσθήκη νέων λειτουργιών και προετοιμάζουμε δράσεις σε συνεργασία με εταιρείες, οι οποίες θα κάνουν αίσθηση», συνεχίζει ο Ερατοσθένης και καταλήγει: «Παράλληλα, βλέπουμε με χαρά ότι η ανταπόκριση του κόσμου είναι μεγάλη και οι εγγραφές νέων υποστηρικτών και εθελοντών έχουν διαρκώς αυξανόμενη τάση. Πιστεύουμε ότι η πραγματική δύναμη του DONORwiz θα είναι οι ίδιοι οι χρήστες του». Τους το ευχόμαστε μέσα από την καρδιά μας!
22
Η άγνωστη βιομηχανία
Ας μείνουμε, όμως, για λίγο στο πεδίο των ορισμών. Αλλωστε, οι ορισμοί στην εποχή μας έχουν τη δική τους σημασία και καταδεικνύουν το μέγεθος των αξιών που κρύβονται πίσω από αυτούς.
θέματα του «δημιουργικού κεφαλαίου» και της «δημιουργικής οικονομίας» στην πόλη της Θεσσαλονίκης και του ελληνικού χώρου γενικότερα- διαβάζουμε τα εξής: «Η 'δημιουργική βιομηχανία' (creative industry) καταγράφεται ως μια ιδιαίτερα δυναμική και αναπτυσσόμενη συνιστώσα της οικονομίας των πόλεων και των χωρών και ως τέτοια βρίσκεται, τα τελευταία χρόνια, στο επίκεντρο των διεθνών και των ευρωπαϊκών στρατηγικών ανάπτυξης. Η αποκαλούμενη 'δημιουργική βιομηχανία' -παρά το γεγονός ότι ο όρος 'βιομηχανία' χρησιμοποιείται εδώ καταχρηστικά- αναφέρεται σε μια παραγωγική διαδικασία έντασης γνώσης και ταλέντου που 'έχει τις ρίζες της στην ατομική δημιουργικότητα, τις ικανότητες και το ταλέντο και παρουσιάζει σημαντική δυναμική για ανάπτυξη και δημιουργία θέσεων εργασίας μέσα από την παραγωγή και εκμετάλλευση πνευματικής εργασίας' (ορισμός που δόθηκε από το UK Government Department for Culture, Media and Sport-DCMS το 2001 και είναι σήμερα ευρύτερα αποδεκτός). Επίσης διαχωρίζεται ο όρος 'πολιτιστική βιομηχανία' ως υποκατηγορία της 'δημιουργικής βιομηχανίας', η οποία ορίζεται από την UNESCO ως 'η βιομηχανία που συνδυάζει τη δημιουργία, την παραγωγή και την εμπορευματοποίηση άυλης εργασίας, πολιτιστικής φύσης, το αντικείμενο της οποίας συνήθως προστατεύεται από κανόνες πνευματικών δικαιωμάτων και μπορεί να πάρει τη μορφή αγαθού ή υπηρεσίας'».
Στο site της ομάδας Creativity Platform -ένα μη κερδοσκοπικό συλλογικό σχήμα που επιθυμεί να αποτελέσει μια διεπιστημονική πλατφόρμα ανταλλαγής ιδεών, δράσης, έρευνας και εφαρμογών γύρω από τα
Ας πάμε λίγα βήματα παρακάτω για να συναντήσουμε τη μελέτη της Σοφίας Λαζαρέτου από την Τράπεζα της Ελλάδος. Η μελέτη με τίτλο «Η έξυπνη οικονομία: 'Πολιτιστικές' και 'δημιουργικές' βιομηχανίες στην Ελλά-
Και όμως, η Αθήνα έχει τη δική της «βιομηχανία», ιδιαίτερη και ξεχωριστή, εντελώς μεταβιομηχανική, αρκετά δυναμική και κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις απόλυτα προσοδοφόρα για την τοπική οικονομία και αγορά. Αλλά, ποια είναι αυτή η άγνωστη... «βιομηχανία»; Το κακό είναι ότι δεν έχει ένα και μόνο όνομα. Το καλό είναι ακριβώς αυτό, καθώς ο πληθυντικός αριθμός των ονομάτων και των ορισμών της αποδεικνύει πέραν όλων των άλλων τη δύναμή της μέσα από την ευρύτητα των δραστηριοτήτων της και των πολλαπλών επιλογών που επιτρέπουν στον τελικό χρήστη τα συνδυαστικά πακέτα των προϊόντων και των υπηρεσιών της. Με λίγα λόγια, πρόκειται για τη «βιομηχανία» που ξεκινά από τα κάθε λογής «τσολιαδάκια» του 21ου αιώνα, περνάει μέσα από τα υψηλής προστιθέμενης αξίας επώνυμα προϊόντα της ελληνικής γης και καταλήγει στις πιο ευφάνταστες εφαρμογές της ψηφιακής τεχνολογίας για την καθημερινότητα των πολιτών. Και όλα αυτά στο έδαφος μιας urban culture αντίληψης για την πόλη και τη ζωή σε αυτή.
δα. Μπορούν να αποτελέσουν προοπτική εξόδου από την κρίση;» εκδόθηκε τον Φεβρουάριο του 2014. Στην περίληψη της μελέτης διαβάζουμε: «Κατ' επέκταση, ως δημιουργικά ορίζονται τα επαγγέλματα που σχετίζονται με το σύνολο της πολιτιστικής και δημιουργικής βιομηχανίας όπως οι εικαστικές τέχνες (ζωγραφική, γλυπτική, φωτογραφία κλπ.), οι παραστατικές τέχνες (θέατρο, χορός, μουσική κλπ.), οι εφαρμοσμένες τέχνες (γραφιστική, product design, web design κλπ.), η αρχιτεκτονική, η λογοτεχνία, αλλά και ό,τι σχετίζεται με την αναπαραγωγή τους, όπως εκδόσεις, περιοδικά, εφημερίδες, ραδιόφωνο, τηλεόραση, διαφήμιση κά.». Από την ίδια μελέτη επιλέγουμε δύο μικρά, πολύ χρήσιμα αποσπάσματα: α) «Πολλές πόλεις και περιοχές, διεθνώς, έχουν αξιοποιήσει το ανθρώπινο δημιουργικό τους κεφάλαιο επενδύοντας σε στρατηγικές και πολιτικές που προάγουν ισχυρές ταυτότητες στα διάφορα μεγάλα πεδία της δημιουργικής οικονομίας: μουσική, κινηματογράφος, λογοτεχνία, εφαρμοσμένες και καλές τέχνες. Στην Ελλάδα δεν έχει ανοίξει ένας ουσιαστικός διάλογος γύρω από την αξιοποίηση του σημαντικού αυτού κεφαλαίου που διαθέτουν οι πόλεις και οι περιοχές της και ως συνέπεια δεν έχουν ενεργοποιηθεί αντίστοιχες πολιτικές. Με την αξιοποίηση της νέας τεχνολογίας και των εφαρμογών της, η επένδυση στον χώρο του πολιτισμού και της δημιουργίας δεν απαιτεί μεγάλα χρηματικά κεφάλαια. Απαιτεί όμως ευστροφία, φαντασία, δημιουργική αντίληψη, ποιότητα έκφρασης, εξωστρέφεια, δεξιοτεχνία, ικανοποιητικό βαθμό
Κείμενο: Κώστας Τσαούσης
23
Ιούνιος 2015
της πόλης
προσαρμοστικότητας στις μεταβαλλόμενες συνθήκες, συνεχή εκπαίδευση και ενημέρωση. Η επάρκεια των προς επένδυση χρηματικών κεφαλαίων, το χαμηλό κόστος παραγωγής και η χαμηλή τιμή πώλησης δεν αποτελούν πλέον τους μόνους προσδιοριστικούς παράγοντες της επίδοσης της επιχειρηματικής δραστηριότητας στο χώρο αυτό. Η μοναδικότητα και η επωνυμία, η δυνατότητα αποκόμισης προσωπικών εμπειριών και συγκινήσεων είναι εξίσου σημαντικοί προσδιοριστικοί παράγοντες της παραγωγικότητας και του συγκριτικού πλεονεκτήματος». β) «Η σημασία της ανάπτυξης του νέου αυτού τομέα για την ελληνική οικονομία είναι πολύ μεγάλη. Η δομή της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας παρουσιάζει μια σειρά από ιδιαιτερότητες, όπως: (i) το μεσαίο έως πολύ μικρό μέγεθος των επιχειρήσεων, (ii) ο υψηλός βαθμός έντασης εργασίας, (iii) η προσωπική ταυτότητα της δημιουργίας, (iv) η παραγωγική ή 'δημιουργική' φαντασία, με την έννοια της ικανότητας επεξεργασίας νέων χρήσιμων εικόνων και εννοιών, (v) η ελευθεριότητα σκέψης και νόησης και η διάθεση κριτικής, (vi) η ευκολία προσαρμογής στο διαρκώς μεταβαλλόμενο περιβάλλον, (vii) η αισθητική και η ποιότητα έκφρασης, (viii) η έμφαση στην καινοτομία, (ix) η πλεονεκτική γεωγραφική θέση της χώρας και οι ευνοϊκές καιρι-
κές συνθήκες, (x) η μοναδικότητα της γλώσσας, (xi) το απόθεμα τεχνογνωσίας και εξειδικευμένου ανθρώπινου δυναμικού. Αυτές οι ιδιαιτερότητες παρέχουν συγκριτικό πλεονέκτημα στις ελληνικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον αναδυόμενο τομέα του πολιτισμού και της δημιουργίας». Η Αθήνα και δίπλα της ο Πειραιάς, αλλά και η ενδοχώρα της Αττικής διαθέτουν και έμψυχο δυναμικό με υψηλά ποιοτικά στάνταρ, απόθεμα ιστορικής και πολιτιστικής κληρονομιάς ανεκτίμητης αξίας, πληθώρα από δίκτυα και υποδομές πολιτισμού διεθνούς εμβέλειας, αλλά και μια σύγχρονη και δυναμική urban culture σκηνή. Σε μία παλαιότερη σχετική έρευνα για το νέο κύμα του ελληνικού σουβενίρ που απευθύνεται στο ακροατήριο των εκατομμυρίων επισκεπτών της Αθήνας είχα ζητήσει την άποψη του Σέργιου Φωτιάδη από την ομάδα we design: «Το ενδιαφέρον μας να επαναπροσδιορίσουμε την έννοια του αναμνηστικού προϊόντος μάς οδήγησε στη δημιουργία της σειράς Greece Revisited, όπου αποτυπώνονται αναφορές σε στοιχεία από την ιστορία, τη φύση, την παράδοση και την καθημερινότητα της Ελλάδας, με χιουμοριστική διάθεση σε καθημερινά χρηστικά αντικείμενα. Ο σχεδιασμός και η παραγωγή γίνονται από την αρχή και εξολοκλήρου στην Ελλάδα. Σαν ομάδα δίνουμε έμφαση στην υψηλή ποιότητα των
προϊόντων μας, προσφέροντας έτσι επιλογή στους πιο απαιτητικούς και ευαισθητοποιημένους τουρίστες, εγχώριους και μη. Στην Ελλάδα διανύουμε μια περίοδο όπου έχουμε συνειδητοποιήσει πλέον ότι μπορούμε και πρέπει να αλλάξουμε πολλά πράγματα. Γίνονται πολλές ενέργειες και προσπάθειες σε όλους τους τομείς και μέσα από τη δημιουργική σκέψη και τον συντονισμό πολλές από αυτές διαπρέπουν. Υπάρχει πολύς χώρος ακόμα για εξέλιξη, ενώ οι συλλογικές κινήσεις και οι συνεργασίες είναι απαραίτητες». Ο Σέργιος Φωτιάδης είναι ένας από τους εκπροσώπους της νέας γενιάς αναμνηστικών. Τα τελευταία αποτελούν έναν κλάδο της «δημιουργικής βιομηχανίας» που μπορεί να αποτελέσει την αιχμή του δόρατος για την τοπική οικονομία της Αθήνας, αρκεί να εξασφαλιστούν όλες εκείνες οι απαραίτητες και αναγκαίες πλατφόρμες συνάντησης με τα εκατομμύρια των επισκεπτών του νέου Μουσείου της Ακρόπολης, του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, του Παρθενώνα αλλά και των σύγχρονων υποδομών και δικτύων πολιτισμού που διαθέτει η Αθήνα. *Μια εκδοχή του κειμένου δημοσιεύθηκε για πρώτη φορά στο www.newmoney.gr.
24
we design...
«Η δουλειά του τσολιά είναι επίπονη, απαιτητική, κουραστική. Πολύωρη ορθοστασία στο κρύο ή το λιοπύρι με κολάν και καραμπίνα. Βάλε τις παντόφλες σου και ξεκουράσου λέβεντη!». Μια προτροπή των δημιουργών που συνοδεύει το δημιούργημά τους που δεν είναι άλλο από το all time classic ελληνικό τσαρούχι που επανακάμπτει στη σημερινή εποχή ως εκδοχή παντόφλας. Το Tsarouhi Revisited, όπως έχει την τιμή να ονομάζεται η παντόφλα από συνθετική τσόχα, απαιτεί δίχως άλλο την ενεργή συμμετοχή του αγοραστή στην τελική διαμόρφωση της. Με λίγα λόγια συμμετέχεις σε μια διαδικασία "do it yourself", έχοντας στη διάθεσή σου το βασικό υλικό, δηλαδή την τσόχα και σαφείς οδηγίες χρήσεως για το πώς θα γίνουν τα διπλώματα προκειμένου να πάρει σχήμα και μορφή το τσαρούχι-παντόφλα
υπνοδωματίου. Το τελευταίο είναι μέρος μιας σειράς από χρηστικά και διακοσμητικά αντικείμενα εμπνευσμένα από την Ελλάδα, τους μύθους, την ιστορία, τη φύση και την καθημερινότητα της που φέρει την επωνυμία Greece Revisited. Η σειρά αυτών των αντικειμένων αποτελεί έργο της δημιουργικής ομάδας we design, ο ιδρυτικός πυρήνας της οποίας αποτελείται από τη γραφίστρια Θεανώ Πετρίδου, τον αρχιτέκτονα Φίλιππο Φωτιάδη και τον product designer Σέργιο Φωτιάδη. Στο site www. lovegreece.com (μια πρωτοβουλία του Ιδρύματος Γ. & Α. Μαμιδάκη που επιδιώκει να αποτυπώσει το πρόσωπο της σύγχρονης Ελλάδας μέσα από τα πρόσωπα δραστήριων δημιουργικών και παραγωγικών πολιτών) διαβάζουμε για την τριάδα του we design: «Οταν ο αρχιτέκτονας Φίλιππος Φωτιάδης, ο βιομηχανικός σχεδιαστής Σέργιος Φωτιάδης και η γραφίστρια Θεανώ Πετρίδου αποφάσισαν να ιδρύσουν το γραφείο
we design, επέλεξαν τη συγκεκριμένη επωνυμία για να δηλώσουν το δυνητικό εύρος των αναθέσεων που μπορούν να αναλάβουν: ό,τι είναι δυνατόν να σχεδιαστεί. Εκτοτε έχουν στρατολογήσει συνεργάτες διαφόρων ειδικοτήτων και έχουν να επιδείξουν μια μεγάλη δημιουργική γκάμα, που περιλαμβάνει από λογότυπα και συσκευασίες, μέχρι χρηστικά αντικείμενα και κατοικίες. «Το ενδιαφέρον τους να επαναπροσδιορίσουν την έννοια του σουβενίρ οδήγησε στη δημιουργία της σειράς Greece Revisited, στα προϊόντα της οποίας αποτυπώνονται αναφορές σε στοιχεία από την ιστορία, την παράδοση και την καθημερινότητα της Ελλάδας. Η ανατρεπτική ματιά των we design δίνει σε γνώριμες φόρμες μια άλλη διάσταση, ενώ το χιούμορ τους επιστρατεύεται για να εκσυγχρονίσει χαρακτηριστικά στερεότυπα με διασκεδαστικό τρόπο». Στη συνέχεια μπορείτε να διαβάσετε για τρεις δημιουργικές ιδέες της ομάδας.
25
Tsarouhi Revisited
Ιούνιος 2015
Το τσαρούχι είναι το εθνικό μας υπόδημα με τη μαύρη φούντα. Σήμα κατατεθέν που πρωτοστατεί εδώ και πολλά χρόνια σε όλα τα τουριστικά καταστήματα της χώρας σε διάφορες μορφές. Το συναντάμε σε μπρελόκ, σαν μπιμπελό, τυπωμένο σε μπλουζάκι, το συναντάμε ακόμα και σαν υπόδημα, το οποίο όμως κανείς δεν φοράει. Η δική μας σκέψη είναι ο εκσυγχρονισμός του τσαρουχιού σαν σχέδιο και σαν λογική. Να μπορέσει, δηλαδή, να μπει στα σημερινά σπίτια σαν χρηστικό αντικείμενο. Το επανασχεδιάσαμε και παρουσιάζουμε το τσαρούχι-παντόφλα. Κρατώντας τα δύο βασικά χαρακτηριστικά, το κόκκινο χρώμα και τη μαύρη φούντα, σε απλές γραμμές, ο παραλήπτης έχει στα χέρια του -ή μάλλον στα πόδια του- δύο κομμάτια τσόχας που καλείται να συναρμολογήσει για να μπορέσει να τα φορέσει. Στη συσκευασία θα βρει ένα έντυπο με οδηγίες συναρμολόγησης προς διευκόλυνσή του. Διατίθεται σε τρία μεγέθη, ανδρικό, γυναικείο και παιδικό. Eτσι, το περίφημο τσαρούχι μπαίνει πάλι στην καθημερινότητα μας. Ξεκουράσου τσολιά μου!
Retsina
Δεν υπάρχει ελληνική ταβέρνα που να μη σερβίρει τη ρετσίνα της σε αυτό το ποτήρι. Δεν υπάρχει ελληνικό νοικοκυριό που να μην έχει ένα τέτοιο ποτηράκι στα ντουλάπια του. Δεν υπάρχει ρομαντικός άνθρωπος που να μην έχει τοποθετήσει έστω και μια φορά ένα κεράκι μέσα σε ένα ποτήρι θέλοντας να δημιουργήσει ατμόσφαιρα. Επειδή είμαστε λοιπόν Ελληνες ρομαντικοί και νοικοκύρηδες, σκεφτήκαμε το ποτηράκι αυτό να το μετατρέψουμε σε ένα σύγχρονο κηροπήγιο. Φτιαγμένο από κεραμικό. Συσκευάζεται με ένα ρεσό.
Head-line News Δεν ξέρουμε αν η εικόνα προέρχεται από τη μνήμη μας ή από τις τόσες ελληνικές ταινίες που έχουμε δει, πάντως σίγουρα θυμόμαστε όλοι μια εφημερίδα με κάποιο τρόπο στο κεφάλι. Είτε στο κεφάλι του μπετατζή ή του μπογιατζή είτε στο κεφάλι ενός πιτσιρικά με λευκό φανελάκι στην παραλία, για να προστατευτεί από τον έντονο ήλιο της Ελλάδας. Θελήσαμε να θυμίσουμε και σε άλλους αυτό το ευρηματικό αξεσουάρ. Αρωγός μας είναι το εντυπωσιακό υλικό tyvek που, σε αντίθεση με την εφημερίδα, δεν σκίζεται, δεν χαλάει από το νερό, δεν λερώνει και αν τσαλακωθεί επανέρχεται στην αρχική του μορφή. Προσθέσαμε και λάστιχο για να μην το παίρνει ο αέρας. Ο σχεδιασμός έχει γίνει έτσι ώστε ο κάτοχός του να έχει την επιλογή της μεγάλης η μικρότερης σκιάς, αφού δεν έχει μπροστινή ή πίσω όψη, έχοντας δύο πλευρές που διαφέρουν σχηματικά μεταξύ τους. Απευθύνεται σε νοσταλγούς λάτρεις του σινεμά, δεινούς φιλάθλους και πάντα ενημερωμένους πολίτες, αφού απεικονίζονται σελίδες από αυθεντικές εφημερίδες της δεκαετίας του '60 και του '70. Διατίθεται σε ένα μέγεθος για μεγάλους και παιδιά. Συσκευάζεται διπλωμένο και φυσικά είναι πολύ ελαφρύ.
26
Κείμενο: Δημήτρης Χαλιώτης / Φωτογραφία: Στέφανος Καστρινάκης
27
Ιούνιος 2015
Από τη θεολογία στην τραγωδία «Ηθελα να γίνω γιατρός. Πέρασα στη Θεολογική. Δεν ένιωθα πλήρης. Αρχισα να ψάχνω τι άλλο θα μπορούσα να κάνω παράλληλα. Πήγα στη θεατρική ομάδα του Πανεπιστημίου και βρέθηκα μπροστά σε μία αποκάλυψη. Είπα, αυτό θέλω να κάνω στη ζωή μου». Η Μαρία Κίτσου δεν είναι μόνο μία από τις πιο ταλαντούχες ηθοποιούς της γενιάς της. Πάνω απ’ όλα είναι μια βαθιά καλλιτεχνική φύση. «Υπάρχει η Μαρία μέσα στο θέατρο, που δεν καταλαβαίνει τίποτα, έχει πολύ θάρρος και θράσος. Και υπάρχει και η Μαρία εκτός θεάτρου, που είναι ένα πλάσμα πιο δειλό και ανασφαλές. Την αγαπάω όμως κι αυτή», μου λέει χαμογελώντας. Με το θέατρο ξεχνιέται. Οπως και με τη λογοτεχνία. Από μικρή. «Με βοήθησε σαν παιδί να αντέξω πολλά πράγματα. Στα δύσκολα και στα άσχημα έμπαινα στον κόσμο ενός βιβλίου και όλα ήταν καλά. Υπήρχε ασφάλεια, υπήρχε ηρωισμός. Αν και όταν ήμουν μικρή δεν μου άρεσαν τα happy end. Ηθελα πάντα στο τέλος κάποιος να αρρωσταίνει, κάποιος να πεθαίνει… Θυμάμαι πολλές φορές να παίζω στον καθρέφτη το δράμα, να παίζω την τελευταία μου στιγμή και να σβήνω σαν τη Μαργαρίτα Γκωτιέ», μου εξομολογείται και βάζω τα γέλια. Drama queen από μικρή, αν και σήμερα πια παραδέχεται ότι μόνο όταν είναι καλά στην προσωπική της ζωή μπορεί να παίξει με επιτυχία τα μεγαλύτερα δράματα. «Πρέπει να είμαι καλά για να δείξω ότι είμαι άσχημα», μου επισημαίνει. Ο πολύς κόσμος τη μαθαίνει ως… Μαρία Πολυδούρη το 2009 στην τηλεοπτική σειρά της ΕΡΤ «Καρυωτάκης». Μία από τις ελάχιστες τηλεοπτικές της εμφανίσεις. Γενικά κρατάει αποστάσεις ασφαλείας από την τηλεόραση. «Η αναγνωρισιμότητα δεν με αφορά. Η προβολή της προσωπικής μου ζωής όχι απλά με αφήνει αδιάφορη, αλλά μου προκαλεί εμετό. Δεν θα μπορούσα ποτέ να μπω σε ένα τριπάκι να προωθήσω τη δουλειά μου μέσα από την προβολή της ιδιωτικής μου ζωής. Το μόνο κριτήριό μου είναι να κάνω εγώ τα πράγματα που θέλω χωρίς εκπτώσεις».
Το 2012 στρέφει ξανά όλα τα βλέμματα πάνω της κερδίζοντας το Βραβείο Μελίνα Μερκούρη. «Είμαι ακόμα πολύ περήφανη γι’ αυτό το βραβείο. Ηθελα πολύ να το πάρω. Δεν σημαίνει κάτι φοβερό, ότι ξαφνικά έγινες η top ηθοποιός της Ελλάδας. Πιο πολύ είναι ότι κατάφερες κάτι σημαντικό σε έναν τομέα που σε ενδιαφέρει πάρα πολύ, ότι αναγνωρίστηκε το πάθος σου και ο έρωτάς σου γι’ αυτή τη δουλειά, ότι σε έμαθαν πέντε άνθρωποι. Ηταν ένα μεγάλο δώρο για μένα», μου λέει και το πρόσωπό της φωτίζεται. Είναι απόφοιτη της Δραματικής Σχολής του Εθνικού. «Πέρασα με τη δεύτερη. Αν δεν περνούσα δεν ξέρω τι θα γινόταν. Δεν θα μπορούσα να ανταποκριθώ οικονομικά σε μία ιδιωτική δραματική σχολή. Ηταν ή Εθνικό ή τίποτα», μου αποκαλύπτει. Η τύχη -σε συνδυασμό με το ταλέντο της φυσικά- της χαμογελά και το ντεμπούτο της γίνεται με τον καλύτερο τρόπο. «Ηλίθιος» του Ντοστογιέφσκι από την Πειραματική του Εθνικού σε σκηνοθεσία Στάθη Λιβαθινού. «Συγκλονιστική εμπειρία. Για μένα ήταν σχολείο, μία δεύτερη Δραματική. Ισως και μία πρώτη, μη σου πω. Μεγάλη σχολή. Και ο Λιβαθινός και η τέχνη του και οι ηθοποιοί με τους οποίους δουλεύει. Ηταν όνειρό μου, πριν καν γίνω ηθοποιός, να μπω σε αυτή την ομάδα. Εμαθα πάρα πολλά πράγματα, αγάπησα πολύ τη σκηνοθεσία, ωρίμασα μέσα από αυτό», σχολιάζει. Κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα. Οι σημαντικοί ρόλοι, οι πολύτιμες συνεργασίες, τα βραβεία… Ολα ήρθαν με τη σειρά τους στα χρόνια που ακολούθησαν. Τα κέρδισε με το σπαθί της. Φέτος το καλοκαίρι ετοιμάζεται να βάλει έναν ακόμα κορυφαίο ρόλο στη φαρέτρα της. Ανδρομάχη. Από τις «Τρωάδες» του Ευριπίδη, που ανεβάζει ο Σωτήρης Χατζάκης για το Εθνικό Θέατρο, με την πρεμιέρα στην Επίδαυρο να έχει προγραμματιστεί για τις 3 και 4 Ιουλίου. «Δεν ξέρω πώς παίζονται αυτά τα πράγματα», μου ομολογεί. «Πώς είναι να είσαι γυναίκα, να έχει πεθάνει ο άντρας σου, να πρέπει να μεγαλώσεις ένα παιδί, σκλάβα σε αυτόν που σκότωσε τον άντρα σου και ξαφνικά να μαθαίνεις ότι πρόκειται να σκοτώσουν το μόνο πράγμα για το οποίο είσαι διατεθειμένη να ζήσεις. Προσπαθώ να το νιώσω. Μόνο με το ένστικτό μου προχωρώ».
Αν και δηλώνει ότι προσπαθεί να αποφύγει την ταύτιση, γιατί «δεν χρειάζεται να γίνεις δολοφόνος για να παίξεις έναν δολοφόνο», η Μαρία μοιάζει να παραμένει μία αρκετά βιωματική ηθοποιός. «Και στις πρόβες και στις παραστάσεις βιώνω όλο το δράμα. Οσο και να προσπαθώ να είμαι αποστασιοποιημένη, με επηρεάζει κάθε φορά το έργο στο οποίο παίζω. Ψάχνω να βρω μια συγγένεια με τον ήρωα. Μετά για να ηρεμήσω χρειάζεται χρόνος. Πολλές φορές τελειώνω την πρόβα και βάζω τα κλάματα. Είναι τεράστιο αυτό που έχεις να διαπραγματευτείς. Ξεπερνάει το ανθρώπινο». Η ίδια δεν συγκαταλέγει τις «Τρωάδες» ανάμεσα στις πιο αγαπημένες της τραγωδίες. Τα πρωτεία εδώ κρατάνε η «Μήδεια» του Ευριπίδη και η «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή. Παρ’ όλα αυτά την εντυπωσιάζει το γεγονός ότι οι ήρωες στις «Τρωάδες» είναι οι αντιήρωες. «Είναι οι γυναίκες και τα παιδιά, που έχουν μείνει πίσω. Αυτοί που δεν πολέμησαν στη μάχη. Ο άμαχος πληθυσμός. Αυτός που τραβάει τελικά τα ζόρια» Κατά τη γνώμη μου, πρόκειται για την κορυφαία αντιπολεμική τραγωδία, που καταρρίπτει θορυβωδώς τα εθνικά στερεότυπα παρουσιάζοντας με ανατριχιαστικό τρόπο τις φρικαλεότητες των Ελλήνων στην Τροία. «Ποια πιστεύεις ότι είναι η σχέση μας με την ιστορία;» την ρωτάω. «Δεν μαθαίνουμε ποτέ από τα λάθη μας. Δεν ξέρω τι πρέπει να γίνει για να μάθουμε. Εχουμε πεινάσει, έχουμε πολεμήσει, έχουμε πεθάνει, έχουμε καταστραφεί… Και πάλι ο κόσμος είναι ίδιος», μου απαντά. Ακούγεται απαισιόδοξη, αλλά την αισθάνομαι ως έναν άνθρωπο με βαθιά πίστη στο καλό. «Μια κι έχεις τελειώσει Θεολογία, ποια είναι η άποψή σου για την απόφαση της Ιεράς Συνόδου να καταδικάσει τη γιόγκα;», την πειράζω. «Θα τρελαθώ. Πιστεύω πολύ στον Θεό, αλλά αυτά τα πράγματα με εξοργίζουν. Ο Θεός είναι αγάπη και μόνο αγάπη. Ολα τα υπόλοιπα είναι άσχημες, ανθρώπινες πεποιθήσεις», μου λέει. Αγάπη και μόνο αγάπη λοιπόν. Ε, και περισσότερη ποίηση. «Ολα είναι μαθηματικά και λογική. Μου λείπει η ομορφιά, ο ερωτισμός, η μεγαλοσύνη. Ολα έχουν γίνει μικρά. Εχουμε κλειστεί σε ένα καβούκι για να προστατέψουμε το εγώ μας. Δεν είμαστε πια ηρωικές φιγούρες», παρατηρεί. Δεν έχει άδικο. Αλλά, πού ξέρεις; Απ’ το σκοτάδι δεν ξεπηδούν πάντα οι ήρωες;
21ος Αιώνας
Επιμέλεια: Χρήστος Τσαπακίδης
Απεριόριστα πυρομαχικά
28
Γατίσια ζωή
Το μπουγέλο αποκτούσε πάντα άλλο επίπεδο διασκέδασης όταν γινόταν με νεροπίστολα. Το μεγάλο πρόβλημα ήταν ωστόσο η χωρητικότητα σε νερό. Κάθε λίγο και λιγάκι έπρεπε να σταματάς τη «μάχη» για να γεμίσεις. Το λες και ξενέρα... Η Hasbro προσφέρει μία διαρκή και βιώσιμη λύση, για να χρησιμοποιήσουμε και την ορολογία των ημερών. Το καινούργιο της νεροπίστολο, NERF Super Soaker Floodfire, διαθέτει υποδο-
χή για να το συνδέσεις με το λάστιχο του κήπου σου, δίνοντάς σου το απόλυτο πλεονέκτημα εναντίον των αντιπάλων σου. Εξίσου εντυπωσιακή είναι και η εμβέλειά του, καθώς φτάνει τα 11,5 μέτρα, γεγονός που σημαίνει ότι μπορείς να καταβρέξεις και την κυρία Σούλα στο απέναντι μπαλκόνι. Η τιμή του στα 22 ευρώ.
Φορτιστής με ρίζες
Ευωδιαστό ξύπνημα
Για σίγουρη ενυδάτωση
Κάποιος πήρε στα σοβαρά την παρότρυνση «τράβα αγκάλιασε κανένα δέντρο». Και έτσι κατασκεύασε έναν φορτιστή που είναι φιλικός στο περιβάλλον και μοιάζει με δέντρο! Το Ginkgo Solar Tree είναι ένας σταθμός φόρτισης για το iPhone και το iPad σου, ο οποίος παράγει ενέργεια από τα τρία ηλιακά πάνελ που διαθέτει στην κορυφή. Εχει επιπλέον μία επαναφορτιζόμενη μπαταρία 4.000 mAh που αρκεί για να φορτίσει τις συσκευές σου, ακόμα και όταν δεν υπάρχει αρκετή ηλιοφάνεια. Ο σχεδιασμός του είναι εμπνευσμένος από το δέντρο τζίνγκο που συναντάται στην Ιαπωνία. Η βάση αποτελείται από αλουμίνιο, ενώ διαθέτει και ένα σταντ για να διατηρείς όρθιο το τηλέφωνο ή το tablet σου ενώ το φορτίζεις. Ο κορμός του Ginkgo είναι φτιαγμένος από μπαμπού.
Ενα από τα πιο άχαρα πράγματα που πρέπει να κάνεις κάθε ημέρα είναι να ξυπνάς το πρωί. Ο σπαστικός ήχος του ξυπνητηριού σου -τον οποίο πάντα λες ότι θα αλλάξεις κάποια στιγμή, αλλά ποτέ δεν το κάνεις- σίγουρα δεν βοηθάει. Ενας 18χρονος Γάλλος επιχειρηματίας φιλοδοξεί να αλλάξει αυτή τη ρουτίνα. Και για τον λόγο αυτό οραματίστηκε την κατασκευή ενός ξυπνητηριού που εκτός από ήχο παράγει και αρώματα. Το Sensorwake είναι τόσο απλό στη χρήση, όσο μία μηχανή εσπρέσο. Εσύ απλά προσθέτεις την κάψουλα με το άρωμα που προτιμάς και το πρωτότυπο ξυπνητήρι την απελευθερώνει την ώρα που έχεις ορίσει. Οσο για την αποτελεσματικότητά αυτού του τρόπου εγερτηρίου, σύμφωνα με τον δημιουργό 99 στους 100 συμμετέχοντες στη σχετική έρευνα ξύπνησαν σε λιγότερο από δύο λεπτά έπειτα από την απελευθέρωση του αρώματος. Μπορείς να επιλέξεις ανάμεσα σε 14 διαθέσιμα αρώματα, από εσπρέσο μέχρι άρωμα παραλίας και από κομμένο γρασίδι μέχρι... μπέικον!
Εννοείται ότι θα έπρεπε να κυκλοφορήσει κάποια στιγμή και ένα «έξυπνο μπουκάλι». Αλλωστε, σιγά-σιγά αρχίζει να εξαντλείται η λίστα προϊόντων τα οποία παραμένουν «χαζά». Το HidrateMe είναι λοιπόν ένα έξυπνο μπουκάλι νερού, το οποίο συγχρονίζεται με το κινητό σου και τσεκάρει πόσο νερό καταναλώνεις, προκειμένου να παραμένεις πάντα επαρκώς ενυδατωμένος. Αυτό επιτυγχάνεται χάρη σε έναν αισθητήρα που βρίσκεται στο εσωτερικό του μπουκαλιού, το οποίο ελέγχει τη ροή του νερού. Η μπαταρία του διαρκεί έναν χρόνο και μπορείς να την αντικαταστήσεις μόλις αδειάσει. Το app του HidrateMe υποστηρίζει πλατφόρμες iPhone και Android και διαθέτει ένα απλούστατο user interface. Εσύ απλά εισάγεις βασικά στοιχεία σου, όπως το ύψος, το βάρος, την ηλικία και το επίπεδο δραστηριότητάς σου και το app με τη σειρά του υπολογίζει πόσο νερό θα πρέπει να πίνεις σε καθημερινή βάση. Το HidrateMe διατίθεται σε πέντε χρώματα, ενώ ένα μπουκάλι στοιχίζει περίπου 40 ευρώ. Οι πρώτες αποστολές θα ξεκινήσουν τον προσεχή Δεκέμβριο.
http://kck.st/1BMvQ9J
http://kck.st/1MCmgqR
http://hasb.ro/1JivxpL
Γατόφιλοι, μία ομάδα Ιαπώνων εξασφάλισε ότι θα έχετε πλέον έναν πονοκέφαλο λιγότερο. Το Pura είναι μία έξυπνη ποτίστρα για το αγαπημένο σας αιλουροειδές, η οποία υπολογίζει πόσο νερό καταναλώνει η γάτα σας, προκειμένου να αποφύγετε εγκαίρως δυσάρεστα κρούσματα αφυδάτωσης. Εννοείται ότι συνοδεύεται από app, το οποίο τροφοδοτεί με τις σχετικές πληροφορίες το κινητό σας (Android ή iPhone). http://kck.st/1FqgzX4
http://bit.ly/1GIFysz
29
Τρία σε ένα Ορισμένα αντικείμενα δεν χρειάζεται να είναι high-tech για να διευκολύνουν τη ζωή μας. Το LiliLite έχει τρεις λειτουργίες: είναι φωτιστικό τοίχου, μίνι βιβλιοθήκη, αλλά και σελιδοδείκτης για το βιβλίο που διαβάζεις αυτή την περίοδο (για όσους δεν έχουν περάσει ακόμα στην εποχή των e-readers). Το να ζητάς, βέβαια, χρηματοδότηση 60.000 ευρώ για ένα τέτοιο πρότζεκτ στο Kickstarter, ε, το λες και υπερβολή.
Ιούνιος 2015
You spin me round Τα βινύλια κάνουν καλές πωλήσεις στις μέρες μας. Αν ήρθε η ώρα να πάρεις λοιπόν ένα καινούργιο πικ-απ, δεν χρειάζεται να περιοριστείς σε εξίσου ρετρό επιλογές. Το Floating Records Vertical Turntable είναι μία συσκευή αναπαραγωγής δίσκων βινυλίου, το οποίο τοποθετεί κάθετα τον δίσκο για να παίξει μουσική. Εκτός από το υπέροχο αισθητικό αποτέλεσμα, αυτή η νέα προσέγγιση έχει και μία σημαντική λειτουργική διάσταση, καθώς σου εξασφαλίζει και χώρο. Οσο, δε, για τη βάση της συσκευής, η ξύλινη κατασκευή (από καρυδιά ή σφένδαμο) του της αποδίδει έναν ξεχωριστό αέρα πολυτέλειας. Το πικ-απ παίζει τόσο δίσκους 45 στροφών, όσο και τα μικρά αδελφάκια τους των 33 1/3 στροφών. http://kck.st/1JhdtfE
http://kck.st/1Lr8PeC
Αλλο χαρμάνι
Οργωσε τους αιθέρες
Φούγκα… ασφαλείας
Σου αρέσουν τα κοκτέιλ αλλά το να τα φτιάχνεις δεν είναι το φόρτε σου; Το bartesian είναι εδώ για να σου λύσει τα χέρια. Μοιάζει με μία κοινή μηχανή εσπρέσο. Ωστόσο, οι κάψουλές του περιέχουν διαφορετικά... χαρμάνια, και συγκεκριμένα μείγματα που θα σε βοηθήσουν να φτιάξεις εύκολα μαργαρίτες, cosmopolitan, sex on the beach, uptown rocks, zest martini και bartesian breeze (η σπεσιαλιτέ της συσκευής που περιέχει ρούμι, χυμό φράουλας, ανανά και λάιμ και γάλα καρύδας), ενώ στο μέλλον θα υπάρξουν πολλές περισσότερες επιλογές. Εσύ το μόνο που κάνεις είναι να προσθέσεις τα ποτά-βάση των κοκτέιλ σε καθένα από τα τέσσερα γυάλινα δοχεία του bartesian (βότκα, ρούμι, τζιν και τεκίλα) και να προσθέσεις την κάψουλα-μείγμα στην ειδική υποδοχή. Η συσκευή διαβάζει το barcode της κάψουλας και φτιάχνει το αντίστοιχο κοκτέιλ, ενώ εσύ μπορείς να επιλέξεις πόσο δυνατό θέλεις να γίνει το ποτό σου. Η τιμή του ξεκινά από τα 270 ευρώ, μια και το απόθεμα της προσφοράς των 220 ευρώ έκανε ήδη φτερά.
Είναι ορισμένα πρότζεκτ που ανεβαίνουν σε μία crowdfunding πλατφόρμα και «ιδρώνουν» για να βγάλουν έστω ένα ευρώ. Και είναι κάποια άλλα που πάνε... τρένο. Το yeair! ανήκει ανάμεσα σε αυτά, καθώς μέσα σε μία μόλις εβδομάδα από την έναρξη της καμπάνιας του στο Kickstarter κατάφερε να ξεπεράσει τον αρχικό στόχο χρηματοδότησης των 75.000 ευρώ. Το yeair! είναι ένα τηλεκατευθυνόμενο τετρακόπτερο το οποίο μπορείς να χρησιμοποιήσεις για όποια χρήση μπορείς να φανταστείς, από κινηματογράφηση, μέχρι μεταφορά ελαφρού φορτίου. Εγώ σκέφτομαι ακόμα και τη ρίψη αυγών ή νερόμπομπων από ψηλά... Μπορεί να μείνει στον αέρα για 60 ολόκληρα λεπτά και να μεταφέρει φορτίο έως πέντε κιλά -γεγονός που σου επιτρέπει να το φορτώσεις με μία κάμερα υψηλών επιδόσεων- αναπτύσσοντας ταχύτητα έως 100 χλμ. την ώρα. Οσο τρέχει η σχετική καμπάνια, μπορείς να αγοράσεις ένα yeair! με 1.399 ευρώ.
Αρκετοί ποδηλάτες κυκλοφορούν ασκεπείς στην πόλη. Και όταν γράφω «ασκεπείς» δεν εννοώ χωρίς καπέλο για να μην τους χτυπά ο ήλιος, αλλά χωρίς κράνος, το οποίο θα προστατεύσει το κεφάλι τους σε ενδεχόμενο πτώσης. Το Closca Fuga θα σας στερήσει κάθε λόγο για να μη φοράτε κράνος. Συνδυάζει την ασφάλεια με τη λειτουργικότητα και το στιλ, μετατρέποντας ένα μέσο ασφαλείας σε ένα αντικείμενο μόδας. Το νέο κράνος διαθέτει αξεσουάρ τα οποία μπορείς να εναλλάσσεις ανάλογα με τη διάθεσή σου. Κρυμμένοι αεραγωγοί επιτρέπουν την άνετη κυκλοφορία του αέρα για να δροσίζεται το κεφάλι σου. Εξίσου σημαντικό είναι πως είναι σπαστό -όπως τα πλαστικά ποτηράκια που είχαμε στο νηπιαγωγείο-, επομένως όταν δεν το χρησιμοποιείς πιάνει ελάχιστο χώρο και μπορείς να το μεταφέρεις πανεύκολα.
http://kck.st/1czWx5p
http://bit.ly/1J76MKf
http://kck.st/1MIZE7u
30
Κείμενο: Ανδρέας Βαρελάς
31
Ιούνιος 2015
To παράδειγμα της Κυπριάδου Την τελευταία 20ετία έχει αρχίσει μια προσπάθεια τόσο σε παγκόσμιο επίπεδο όσο και στη χώρα μας για την ορθή περιβαλλοντική διαχείριση, καθώς και για τη χρήση ορθών πρακτικών που θα οδηγήσουν στη βελτίωση της ποιότητας ζωής. Και ενώ μέχρι πριν από λίγα χρόνια όλα τα απορρίμματα ήταν απλά «σκουπίδια», ελάχιστοι είχαν σκεφθεί και συνειδητοποιήσει ότι από αυτό ονομάζουμε «σκουπίδια» θα μπορούσαμε να ανακτήσουμε ενέργεια και υλικά για την κατασκευή νέων προϊόντων. Με λίγα λόγια, ότι τα «σκουπίδια» είναι ένας «θησαυρός». Ετσι λοιπόν, μετά την πρώτη παγκόσμια διάσκεψη των Ηνωμένων Εθνών για το περιβάλλον και την ανάπτυξη στο Ρίο ντε Τζανέιρο το 1992 ακολούθησε η διάσκεψη του Ρίο+20 το 2012, η οποία αυτοχαρακτηρίστηκε ως η «πιο συμμετοχική διάσκεψη στην ιστορία», με ηχηρές όμως απουσίες αυτές των Μπαράκ Ομπάμα, Ανγκελα Μέρκελ και Ντέιβιντ Κάμερον. Η διάσκεψη αποτέλεσε επίσης «μια παγκόσμια έκφραση της δημοκρατίας», ενώ οι εκπρόσωποι των ΜΚΟ συμφώνησαν ότι «αποτέλεσε ευκαιρία κινητοποίησης και ενεργού δράσης των πολιτών». Ομως το κείμενο το οποίο υιοθετήθηκε ήταν μη δεσμευτικό, χωρίς κανένα συγκεκριμένο στόχο και χρονοδιάγραμμα. Το δε κείμενο προς διαπραγμάτευση ήταν πλούσιο σε ρήματα όπως «υποστηρίζω» και «παροτρύνω», αλλά φτωχό σε δυναμικές λέξεις όπως το «πρέπει» και «θα γίνει». Εδώ λοιπόν ο Δήμος Αθηναίων έρχεται να κάνει την παρουσία του σημαντική ακολουθώντας τις δεσμεύσεις της χώρας μας στις δύο προηγούμενες διασκέψεις, εφαρμόζοντας δυναμικές λέξεις όπως το «πρέπει» και «θα γίνει». Για να είμαι, δε, πιο ακριβής, σε ορισμένες περιπτώσεις για εμάς στον Δήμο Αθηναίων ισχύει το «έγινε» και το «έχει γίνει». Συγκεκριμένα, τον Σεπτέμβριο του 2011, ο δήμος ξεκίνησε τη συμμετοχή του στο συγχρηματοδοτούμενο Ευρωπαϊκό πρόγραμμα LIFE+ «Ολοκληρωμένη διαχείριση βιοαποβλήτων στην Ελλάδα - Η περίπτωση της Αθήνας», υπό τη συνοπτική ονομασία Athens Biowaste. Οι περιοχές στις οποίες λειτούργησε το πρόγραμμα ήταν το Γκάζι, για διαλογή στην πηγή υπολειμμάτων τροφών από καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος και η Κυπριάδου, για διαλογή στην πηγή υπολειμμάτων τροφών από νοικοκυριά.
Η Κυπριάδου, που πραγματικά πέτυχε εντυπωσιακά αποτελέσματα, είναι μία βόρεια συνοικία του Δήμου Αθηναίων. Ορίζεται ως η περιοχή που βρίσκεται στο Τέρμα Πατησίων, ανάμεσα στη Ριζούπολη, το Γαλάτσι και την Γκράβα. Υπήρξε η πρώτη κηπούπολη της Αθήνας και μια από τις ωραιότερες και παραδοσιακά «καθαρότερες» συνοικίες της παλιάς Αθήνας. Στο πρόγραμμα συμμετείχαν επίσης ο Αγροτικός Ανθοπαραγωγικός Συνεταιρισμός Αττικής, το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, η Λέσχη Αξιωματικών Ενόπλων Δυνάμεων, το Ναυτικό Νοσοκομείο Αθηνών, το 401 Στρατιωτικό Νοσοκομείο και το Πεντάγωνο. Τι κάναμε μέσα από το συγκεκριμένο πρόγραμμα; Επιμείναμε στο «πρέπει» και στο «έγινε» και προχωρήσαμε στην υπογειοποίηση των απορριμματοκιβωτίων (press-containers) σε 20 σημεία της πόλης, κάτι που αποτελούσε χρόνιο αίτημα των δημοτών, ειδικά εκεί όπου λειτουργούσαν υπέργεια. Αυτό επετεύχθη με την προμήθεια και εγκατάσταση 20 ειδικών μηχανισμών βύθισης-ανύψωσης στους οποίους τοποθετήθηκαν τα press-containers. Οφείλω να επισημάνω πως το έργο χρηματοδοτήθηκε στο σύνολό του από Ευρωπαϊκούς πόρους της προηγούμενης προγραμματικής περιόδου του ΕΣΠΑ 2007-2013. Καταφέραμε έτσι να απομακρύνουμε αρκετούς υπέργειους απορριμματοφόρους κάδους (χωρητικότητας 660-1100 λίτρων), αφού για κάθε βυθιζόμενο απορριμματοκιβώτιο απομακρύνονται οκτώ έως δέκα κάδοι. Σε κάθε περίπτωση, στόχος μας είναι η συνέχιση της υπογειοποίησης κάδων μέσω των μηχανισμών βύθισης-ανύψωσης, συνδέοντάς τους με τη «διαλογή στην πηγή». Με αυτό το σκεπτικό προχωρήσαμε και στην υλοποίηση της διαλογής στην πηγή για την ανακύκλωση. Η διεύθυνσή μας λαμβάνοντας υπόψη και το Σχέδιο Ολοκληρωμένης Αστικής Παρέμβασης (ΣΟΑΠ), καθώς και ότι αποτελεί στόχο μας η πρόληψη της παραγωγής αποβλήτων, η επαναχρησιμοποίηση υλικών μέσω της ανακύκλωσης -όπου αυτό είναι εφικτό- και η αξιοποίηση των αποβλήτων για την παραγωγή ενέργειας (κάτι που λείπει σήμερα τόσο από τον τοπικό όσο και τον εθνικό σχεδιασμό), προχώρησε στην πρόταση για υπογειοποίηση όλων των κάδων συλλογής σύμμικτων και ανακυκλώσιμων απορριμμάτων στην περιοχή του ΣΟΑΠ.
Φυσικά δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι η πολιτική διαχείρισης των απορριμμάτων δεν είναι μόνο μια τεχνική διαδικασία. Απαιτείται ακόμη μία συνολική και ολοκληρωμένη αντιμετώπιση του προβλήματος, κυρίως μέσα από την αλλαγή της κοινωνικής συμπεριφοράς και της νοοτροπίας των πολιτών. Οι δημότες πρέπει να ενημερωθούν για τις αρνητικές επιπτώσεις των απορριμμάτων όταν αυτά δεν υποβάλλονται σε σωστή διαχείριση. Πρέπει επίσης να ενημερωθούν για το πόσο σημαντική πηγή ενέργειας είναι τα απορρίμματα όταν αξιοποιηθούν σωστά. Για την ορθή και πρακτική διαχείριση όλων των παραπάνω, απαραίτητος θεωρείται ο εκσυγχρονισμός τόσο του στόλου αποκομιδής, όσο και των υποστηρικτικών μέσων (καδοπλυντήρια, σάρωθρα, πλυστικά οχήματα κά.). Η χώρα μας στις δύο διασκέψεις του Ρίο ντε Τζανέιρο υπέγραψε για τη μείωση των εκπομπών των αερίων του θερμοκηπίου. Ο Δήμος Αθηναίων όντας μέλος σε δίκτυα όπως το C40, τα οποία υποστηρίζουν όλες τις τεχνικές που θα οδηγήσουν σε λύσεις “zero emissions”, διαθέτει απορριμματοφόρα οχήματα που κινούνται με φυσικό αέριο. Επίσης, τα οχήματα τα οποία «προκρίθηκαν» για τη λειτουργία του Κινητού Σταθμού Μεταφόρτωσης (μία προσπάθεια που επίσης χρηματοδοτήθηκε 100% από ευρωπαϊκούς πόρους του ΕΣΠΑ) είναι νέας αντιρρυπαντικής τεχνολογίας με κινητήρες “Euro 6”. Προς αυτή την κατεύθυνση στοχεύει και η προτεινόμενη (στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα 2015-2020) ενέργεια για την προμήθεια δίχωρων απορριμματοφόρων (με ταυτόχρονη αποκομιδή ανακυκλώσιμων και σύμμικτων απορριμμάτων), οπότε με αυτόν τον τρόπο πετυχαίνουμε τη μείωση της εκπομπής ρύπων καυσαερίων, αφού μειώνουμε τον αριθμό των απορριμματοφόρων οχημάτων που κινούνται στην πόλη. Το παράδειγμα της Κυπριάδου μπορεί να εφαρμοστεί και σε άλλες περιοχές. Χρειάζεται, βέβαια, ενημέρωση, εκπαίδευση και συμμετοχή. Ο λόγος είναι πως ο Δήμος Αθηναίων δεν σχεδιάζει μια πράσινη πόλη, αλλά υλοποιεί προγράμματα και ορθές πρακτικές διαχείρισης για τη λειτουργία μιας πράσινης πόλης. *Ο κ. Ανδρέας Βαρελάς είναι αντιδήμαρχος Διαχείρισης Απορριμμάτων του Δήμου Αθηναίων.
Κείμενο: Χρήστος Τσαπακίδης
32
Τι τρέχει με τον Τζον;
Μετά από το τέλος του πέμπτου κύκλου του “Game of thrones”, καλά θα κάνει ο Τζορτζ Μάρτιν να έχει ολοκληρώσει μέχρι την αρχή της επόμενης σεζόν όχι μόνο το έκτο, αλλά και το έβδομο βιβλίο του όσο αδύνατο και αν φαντάζει αυτό για έναν συγγραφέα που κυκλοφορεί ένα βιβλίο ανά τουλάχιστον μία πενταετία. Οι παραγωγοί της σειράς αποκλίνουν πλέον εξαιρετικά από το γραπτό υλικό του Μάρτιν όχι μόνο ως προς τις επιμέρους ιστορίες, αλλά και ως προς τη δομή των χαρακτήρων των ηρώων του και μόνο η ταχεία έκδοση των δύο τελευταίων τόμων της επταλογίας θα σώσουν την αφήγηση για τους λάτρεις των βιβλίων. Σε αυτό το σημείο οφείλω να κρούσω τον κώδωνα του... spoiler για όσους δεν έχουν δει το τελευταίο επεισόδιο του πέμπτου κύκλου. Συνεχίστε με προσοχή!
τον νεαρό Διοικητή τόσο ο φετινός κύκλος του “Game of thrones”, όσο και το πέμπτο βιβλίο του Μάρτιν (το τελευταίο της επταλογίας που έχει εκδοθεί έως τώρα).
Σε αυτές τις αποκλίσεις που αναφέραμε παραπάνω ενδεχομένως να συμπεριλαμβάνεται και το μέλλον του Τζον Σνόου. Οπως όλοι είδαμε στο τελευταίο επεισόδιο, ο Αρχοντας Διοικητής της Νυχτερινής Φρουράς πέφτει σε ενέδρα από τους άνδρες του σε μία σκηνή που θύμισε πολύ έντονα τη σκηνή της δολοφονίας του Ιούλιου Καίσαρα στη σειρά «Ρώμη» (επίσης παραγωγής του HBO). Ο Σνόου δέχεται κάμποσες μαχαιριές, με την τελευταία να προέρχεται από τον -ανύπαρκτο στα βιβλία- βοηθό του, Ολυ, και πέφτει πάνω στο χιονισμένο έδαφος, με μία μεγάλη λίμνη αίματος να σχηματίζεται από κάτω του. Σε αυτό το σημείο αφήνουν
Και όμως, ο Νταν Γουάις, συμπαραγωγός της σειράς, είχε μία πιο… οριστική απάντηση στο συγκεκριμένο θέμα: «Ο νεκρός είναι νεκρός». Και αυτό φαίνεται να επιβεβαιώνει και ο Κιτ Χάρινγκτον, ο ηθοποιός που υποδύεται τον Σνόου. Σε μία ολόφρεσκη συνέντευξή του στο Entertainment Weekly με τίτλο “Game of Thrones star on that shocking death: 'I'm not coming back'”, ο Κιτ απαντά στο ερώτημα εάν ο ήρωάς του είναι όντως νεκρός: «Αυτό έχω καταλάβει. Είχα μία συνάντηση με τον Νταν και τον Ντέιβιντ [σσ. τους παραγωγούς της σειράς] και μου είπαν: ‘Κοίτα, έφυγες, τελείωσε’».
Σε σχετική ερώτηση προς τον Τζορτζ Μάρτιν, ο Αμερικανός συγγραφέας αρκέστηκε να πει περιπαικτικά: «Α, ώστε νομίζετε ότι είναι νεκρός, έτσι;». Σε μία πιο πρόσφατη συνέντευξή του προσέθεσε απλά: «Εάν ξέρουμε κάτι από το ‘Τραγούδι της φωτιάς και του πάγου’ [σσ. τη σειρά βιβλίων στην οποία στηρίζεται το “Game of thrones”] είναι ότι ο θάνατος δεν έχει αναγκαστικά οριστικό χαρακτήρα». Ετσι, έχουν κυκλοφορήσει δύο σενάρια ανάμεσα στους βιβλιόφιλους. Το πρώτο είναι ότι ο Τζον μεταφέρει το πνεύμα του στον ανταρόλυκό του προτού εγκαταλείψει τα εγκόσμια. Το δεύτερο είναι ότι η Μελισάντρα καταφέρνει να τον επαναφέρει στη ζωή με τη βοήθεια του Θεού του Φωτός.
Ο ίδιος μίλησε και για το συμβόλαιό του που διέρρευσε πέρυσι και προέβλεπε αύξηση των αποδοχών του για την έκτη σεζόν, καθώς και το ενδεχόμενο συμμετοχής του στην έβδομη: «Οταν βγήκε αυτή η ιστορία, εξοργίστηκα. Δεν ξέρω από πού προήλθε, όμως ήταν ανακριβής από πολλές πλευρές. Ειλικρινά, δεν μου είχαν μιλήσει ποτέ για το μέλλον της σειράς. Αυτή η φορά ήταν η πρώτη. Δεν ξέρω αν αλλάξει κάτι στο μέλλον. Ωστόσο μου είπαν ότι είμαι νεκρός. Δεν θα επιστρέψω στην επόμενη σεζόν». Ο Κιτ μίλησε και για την τελευταία του ημέρα στα γυρίσματα: «Οπως όλοι οι ηθοποιοί που πέθαναν στο “Game of Thrones”, ήθελα απλά να ξεκουμπιστώ από εκεί. Δάκρυσα. Συγκινήθηκα περισσότερο από όσο περίμενα». Δεν άφησε, τέλος, ασχολίαστο και το γεγονός ότι αν και η Ρόουζ Λέσλι (η Υγκριτ στη σειρά και η σύντροφός του στην πραγματική ζωή) πήρε ένα αποχαιρετιστήριο δώρο όταν αποχώρησε από τη σειρά, ο ίδιος δεν έλαβε τίποτα: «Η Ρόουζ πήρε ένα γαμ….ο τόξο και βέλη και εγώ δεν πήρα τίποτα! Είμαι σίγουρα πολύ λιγότερο δημοφιλής από τη Ρόουζ». Ή αυτό, ή οι γύρω σου ξέρουν κάτι που δεν ξέρεις εσύ, Κιτ. Ισως όπως και ο Τζον Σνόου, να μην ξέρεις τίποτα!
33
Ιούνιος 2015
Ο εαυτός μέσα στον εαυτό Η φωτογραφική ενότητα του Βασίλη Βρεττού «Mise en abyme / Ο εαυτός μέσα στον εαυτό» αναφέρεται σε «ιστορίες μέσα στις ιστορίες» γνωστών, λιγότερο γνωστών ή και αγνώστων στους περισσότερους από εμάς ηρώων που ζουν και επιζούν με αιτία, όχημα και προορισμό τον πολιτισμό ως πρωτογενή ύλη και την τέχνη ως μονόδρομο. Στα έργα της ενότητας που δημιουργήθηκαν ειδικά για το Ελληνικό Φεστιβάλ, σκηνοθετούν οι ίδιοι τον τρόπο και τον τόπο του εαυτού τους, για να απαθανατιστούν στη συνέχεια από τον φωτογραφικό φακό.
Με εμμονικό -εδώ και πολλά χρόνια- ενδιαφέρον για την backstage αποτύπωση των πραγμάτων, χρησιμοποιώντας την ιδέα της ανακλαστικής οφθαλμαπάτης και της «πλοκής μέσα στην πλοκή» και ακολουθώντας τις επιθυμίες και τις οδηγίες των μοντέλων του, ο Βασίλης Βρεττός δημιουργεί μικρούς περίκλειστους κόσμους που αποδομούν τη συμβατή εικόνα τους, προτείνοντας το καθρέφτισμα μιας άγνωστης πτυχής ή, εντέλει, έναν εξίσου αληθινό «εαυτό μέσα στον εαυτό». Ιρις Κρητικού Επιμελήτρια της έκθεσης Απόσπασμα από το εισαγωγικό κείμενο του καταλόγου της έκθεσης
34
Νίκος Διαμαντής Σκηνοθέτης - Καλλιτεχνικός διευθυντής του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά Φωτογραφήθηκε στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά Ιδιωτικά πάθη, δημόσιες αρετές. Ή, αλλιώς, η σχέση του Κρόιφ με τον Νουρέγιεφ. Νίκος Διαμαντής
35
Melia Kreiling Ηθοποιός Φωτογραφήθηκε στους πρόποδες της Πεντέλης How lucky I am, that I am not. In the weeds of gold. In the trenches of dogs. This is an orchestration of the unwilling. And the willing. And the stuffed animal. Μ. Κ.
Ιούνιος 2015
36
Γιώργος Κουρουπός Συνθέτης Φωτογραφήθηκε στον Κήπο του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών Το «συγκριτικό πλεονέκτημα» της χώρας μας είναι η υποκριτική επίκληση του πολιτισμού μας από τους απολίτιστους. Γ. Κ.
37
Χριστόφορος Σταμπόγλης Βαθύφωνος Φωτογραφήθηκε στο πιάνο του σπιτιού του Νόμιζα πως αυτό που θαύμαζα στους χαρακτήρες που υποδύθηκε κινηματογραφικά ο Λάμπρος Κωνσταντάρας ήταν το πόσο bon viveur ήταν. Μεγαλώνοντας κατάλαβα πως ζήλευα την ανεμελιά. Χριστόφορος Σταμπόγλης
Ιούνιος 2015
38
Ευανθία Ρεμπούτσικα Μουσικός - Συνθέτρια Φωτογραφήθηκε στο Ευγενίδειο Θεραπευτήριο, στα Ιλίσια Ο βίος βραχύς, Η δε τέχνη μακρή, Ο δε καιρος οξύς, Η δε πειρα σφαλερή, Η δε κρίσις χαλεπή. Iπποκράτης, Αφορισμοί
39
Σταύρος Μπένος Πρόεδρος του σωματείου «ΔΙΑΖΩΜΑ» Φωτογραφήθηκε στην οδό Καλλιδρομίου, τον πιο αγαπημένο του αθηναϊκό δρόμο ΟΔΟΣ ΚΑΛΛΙΔΡΟΜΙΟΥ Ηταν ένας δρόμος με ιστορίες και μνήμες φορτωμένος, με μουριές δεξιά και αριστερά και σπίτια όλων των ρυθμών και των εποχών, που κοίταζε τον Λυκαβηττό και με πήγαινε στον ουρανό όταν του μιλούσα για τα όνειρά μου. Και κάποτε, καθώς έψαχνα τον στόχο, κι ήταν το μυαλό μου ένα κουβάρι, ο δρόμος με κοίταξε κατάματα και είπε: «Θέλεις παθιασμένα να φτάσεις στον στόχο, μα εγώ σου λέω πως δρόμος προς τον στόχο δεν υπάρχει, τον δρόμο τον χαράζουμε εμείς καθώς περπατάμε». Κι εγώ για να τον ανταμείψω κάθισα κατάχαμα. Γιατί άνοιξε την ψυχή και το μυαλό μου. Ηταν ο δρόμος… Σταύρος Μπένος
Ιούνιος 2015
40
Αγγελος Δεληβορριάς Αρχαιολόγος - Διευθυντής του Μουσείου Μπενάκη Φωτογραφήθηκε στις Συλλογές της Νεοελληνικής Κοσμικής Τέχνης του Μουσείου Μπενάκη Το κοζανίτικο αρχοντικό του 18ου αιώνα, στο οποίο επέλεξα να φωτογραφηθώ, είναι από τα πιο θαυμαστά κειμήλια του Μουσείου Μπενάκη. Η έξοχη μάλιστα αισθητική του ξυλόγλυπτου, επίχρυσου, επασημωμένου και ζωγραφικού διάκοσμού του, μου δίνει την ευκαιρία να αναφερθώ σε κάτι που πιστεύω ακλόνητα: στο υψηλό πολιτιστικό επίπεδο του Ελληνισμού κατά την περίοδο της ξενοκρατίας, ως μία από τις βασικές συνιστώσες του Απελευθερωτικού Αγώνα της Ανεξαρτησίας. Αγγελος Δεληβορριάς
41
Bijoux de κant Γιάννης Σκουρλέτης, Σκηνοθέτης & Λένα Δροσάκη, Ηθοποιός Φωτογραφήθηκαν στο φυτώριο Paradise Plants, στον Παράδεισο Κορωπίου Το θέατρο της bijoux de kant είναι ένας κήπος. Θλιμμένα λουλούδια άλλων εποχών, γαρύφαλλα έτοιμα για τον επιτάφιο θρήνο, μαραμένα κρίνα. Περιμένουν να ξεδιψάσουν. Εναν κηπουρό στους εξώτερους κήπους. Καμιά φορά, μέσα από τα λουλούδια, πετάγονται σταυροί, μαχαίρια, μελαγχολικοί γυμνοί ύπεροι. Η κηπουρική είναι μια σκληρή επουράνια τέχνη. Γιάννης Σκουρλέτης
Ιούνιος 2015
42
Κείμενο: Δημήτρης Χαλιώτης / Φωτογραφίες: Στέφανος Καστρινάκης
43
Ιούνιος 2015
Συνάντηση με έναν άστεγο «Βλέπω το θέατρο σαν έναν χώρο όπου συναντιούνται άνθρωποι που δεν θα συναντιόνταν υπό άλλες συνθήκες και που μοιράζονται εμπειρίες που δεν θα μοιράζονταν υπό άλλες συνθήκες και που με το τέλος της παράστασης -τόσο για εκείνους που ήρθαν ως θεατές, όσο και για εκείνους που συμμετείχαν ως πρωταγωνιστές- κάτι άλλαξε μέσα τους». Ο Πρόδρομος Τσινικόρης είναι, κατά τη γνώμη μου, το πρότυπο του καλλιτέχνη. Ενας ανήσυχος, ταλαντούχος δημιουργός, που ψάχνεται συνεχώς μέσα από την τέχνη του, αναζητά νέες φόρμες, έχοντας πάντα ανοιχτά τα μάτια του στην κοινωνική πραγματικότητα. Eνας άνθρωπος χωρίς προκαταλήψεις και δογματισμούς, ανά πάσα στιγμή έτοιμος να ακούσει και να αναθεωρήσει. Eνας διεισδυτικός παρατηρητής της εποχής μας, που φιλοδοξεί μέσα από τις παραστάσεις του να μας μετατοπίσει. Μοιρασμένος ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Γερμανία, ο Πρόδρομος γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Βούπερταλ για να έρθει στην Ελλάδα στα 18 του χρόνια, επιλέγοντας να σπουδάσει θέατρο στο Αριστοτέλειο στη Θεσσαλονίκη. «Νομίζω πως υποσυνείδητα ενεργοποιήθηκε αυτή η επιθυμία των γονιών μου να γυρίσω στην Ελλάδα. Γι’ αυτό με πήγαν και σε ελληνικό σχολείο στα έξι μου χρόνια. Με την προοπτική ότι όταν τελείωνα το σχολείο θα γυρνούσα στην Ελλάδα», μου λέει. Ξεκινάει να εργάζεται ως ηθοποιός, μέχρι που το 2010 η συνεργασία του με τους Rimini Protokoll και η επαφή του με το αποκαλούμενο «Θέατρο της Πραγματικότητας» θα ανατρέψει όλη την κοσμοθεωρία του. Τα τελευταία πέντε χρόνια ο Πρόδρομος -άλλοτε μόνος του και άλλοτε σε συνεργασία με τον Ανέστη Αζά- παρουσιάζει παραστάσεις που συγκαταλέγονται στο είδος του «θεάτρου-ντοκιμαντέρ». «Είναι θεατρικές παραστάσεις στις οποίες δεν συμμετέχουν ηθοποιοί, αλλά άνθρωποι στον πραγματικό κοινωνικό τους ρόλο», μου διευκρινίζει. Κάπως έτσι προέκυψαν εξαιρετικά ενδιαφέρουσες δουλειές, όπως το «Τηλέμαχος - Should I stay or should I go?» και το “X Apartments - Athens”, υπό την αιγίδα της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών. Από τις 2 έως τις 8 Ιουλίου όμως ο Πρόδρομος ετοιμάζεται να παρουσιάσει στο Φεστιβάλ Αθηνών ίσως το πιο ενδιαφέρον και ταυτόχρονα το υψηλό-
τερου ρίσκου πρότζεκτ του, ακουμπώντας σε ένα από τα πλέον ευαίσθητα θέματα της εποχής μας. Το θέμα των αστέγων. «Στη μέση του δρόμου». Αυτός είναι ο τίτλος της νέας του παράστασης, που μέσα από μία πολύ συγκεκριμένη διαδικασία θα οδηγήσει τον «θεατή» σε μία εξατομικευμένη, τετ α τετ συνάντηση με έναν άστεγο. Το θέμα είναι εξαιρετικά λεπτό. Ο χειρισμός του όμως από τον Πρόδρομο είναι κάτι παραπάνω από προσεκτικός, αποπνέοντας έναν τεράστιο σεβασμό απέναντι στη συγκεκριμένη ευπαθή κοινωνική ομάδα. Το σημείο συνάντησης είναι η πλατεία Κλαυθμώνος. Μόλις επτά θεατές συμμετέχουν σε καθένα από τα ωριαία γκρουπ, που αρχίζουν στις 5 το απόγευμα, με το τελευταίο να συγκεντρώνεται στις 8 το βράδυ. «Η παράσταση χωρίζεται σε δύο μέρη. Το πρώτο είναι το ακουστικό κομμάτι, στο οποίο ο θεατής απλώς ακούει μία ιστορία, την αφήγηση ενός αστέγου», μου εξηγεί ο Πρόδρομος. Δεν ακούν όλοι οι θεατές την ίδια ηχογράφηση. Κάθε θεατής φορώντας ακουστικά ακούει τη δική του ξεχωριστή αφήγηση.
στιγμή να είναι πηγαίο. Μπορεί να είναι μία σιωπή, μπορεί να είναι μια κουβέντα 30 λεπτών». «Πώς προσέγγισες τους αστέγους για να συμμετάσχουν στην παράσταση;» αναρωτιέμαι. «Αυτό που δεν έκανα ήταν να 'ενοχλήσω' ανθρώπους που κινούνται στον δρόμο και να τους πω αν θέλουν να παίξουν σε μια παράσταση. Δεν ήθελα σε καμία περίπτωση να κάνω κάτι τέτοιο», μου επισημαίνει και συνεχίζει: «Απευθύνθηκα στο περιοδικό 'Σχεδία' και ζήτησα να με φέρουν σε επαφή με ανθρώπους που είναι άστεγοι. Αστεγος δεν σημαίνει μόνο ένας άνθρωπος που κοιμάται στον δρόμο. Αστεγος είναι κι αυτός που κοιμάται σε ξενώνα. Είναι κι αυτός που φιλοξενείται μια εβδομάδα σε ένα σπίτι και μετά πηγαίνει αλλού. Ηθελα να σεβαστώ το γεγονός ότι ένας άνθρωπος που μπορεί πρόσφατα να έχει χάσει το σπίτι του ίσως να μην έχει όρεξη να συμμετάσχει».
«Είναι η πρώτη φορά που δουλεύω με mp3 player. Το μέσο πάντα εξυπηρετεί τη δραματουργία. Διάλεξα τα ακουστικά γιατί ήθελα ο θεατής στην πρώτη φάση της παράστασης να ακούει τους αστέγους, αλλά να μην τους βλέπει. Ξέρεις, οι περισσότεροι από εμάς δεν ξέρουμε κάποιον άστεγο προσωπικά. Ηθελα λοιπόν ο θεατής ξεκινώντας η παράσταση να ακούει μια φωνή, που θα μπορούσε να είναι οποιουδήποτε ανθρώπου που έχει συναντήσει στους δρόμους της Αθήνας. Να μη συνδέσει τη φωνή με κάποιο πρόσωπο, με κάποια εικόνα και να επικεντρωθεί στην αφήγηση της ιστορίας του», σχολιάζει ο Πρόδρομος.
«Ολοι αυτοί οι άνθρωποι που συμμετέχουν έχουν μία φοβερή αξιοπρέπεια και ανιδιοτέλεια. Κανένας δεν το κάνει για τα λεφτά. Οταν συναντώ κάποιον για να συμμετέχει σε ένα πρότζεκτ μου, πρώτα σιγουρεύομαι ότι το κάνει επειδή του αρέσει η ιδέα, ότι θέλει να μοιραστεί κάτι με τον κόσμο, και στο τέλος αναφέρομαι στην αμοιβή. Είναι πολύ σημαντική φυσικά η αμοιβή. Ζούμε σε μία εποχή που κανένας δεν πληρώνεται. Ομως δεν θέλω ο άλλος να το κάνει για τα λεφτά», μου υπογραμμίζει. Είναι πολύ ευαίσθητο το θέμα και ο ίδιος έχει μία φοβερή αγωνία μήπως παρεξηγηθεί η πρόθεσή του. Για όσους έχουν δει παραστάσεις του ξέρουν ότι ο Πρόδρομος δεν ανήκει σε αυτούς που εκμεταλλεύονται ανθρώπους και καταστάσεις. Ο κίνδυνος παρεξήγησης αφορά αυτούς που δεν τον ξέρουν ως καλλιτέχνη, γι’ αυτό και επανέρχεται πολλές φορές σε αυτή την παράμετρο στη συζήτησή μας.
Το δεύτερο μέρος της παράστασης περιλαμβάνει τη συνάντηση με τον ίδιο τον άστεγο σε ένα μέρος, όπου αυτή η συνάντηση λειτουργεί ισότιμα και για τους δύο. «Δεν είναι ένα μέρος που θυμίζει 'αστεγία', δεν είναι ένα παγκάκι ή η είσοδος μιας πολυκατοικίας. Είναι ένα σημείο που είναι καθοριστικό σε συμβολικό επίπεδο για τη ζωή του ανθρώπου αυτού», μου λέει και σπεύδει να διευκρινίσει ξανά: «Κάθε θεατής συναντά μόνος του τον άστεγο, την αφήγηση του οποίου έχει μόλις ακούσει. Δεν υπάρχει κάποιο πρωτόκολλο σε αυτή τη συνάντηση. Θέλω αυτό που θα προκύψει εκείνη τη
«Μπορεί κάποιος να πει ότι 'Α, έδωσε λεφτά στους αστέγους κι αυτοί είπαν τις ιστορίες τους!'. Δεν είναι έτσι. Την πιο ωραία απάντηση πάνω σε αυτό μου την έδωσε ένας από τους συμμετέχοντες, που μου είπε: 'Αν στο πει ποτέ κανένας αυτό, θες να τον στείλεις σε μένα να του πω εγώ γιατί συμμετέχω σε όλο αυτό; Γιατί να υποθέσει κανείς ότι αυτό το κάνω για τα λεφτά; Δηλαδή εγώ είμαι χαζός και δεν μπορώ να καταλάβω αν ο Πρόδρομος θέλει να με εκμεταλλευτεί; Χρειάζομαι κάποιον 'πατερούλη' για να μου το υπενθυμίζει, επειδή ανήκω σε μία ευπαθή κοινωνική ομάδα;'» μου λέει.
44
«Τι θα ακούσουμε σε αυτές τις αφηγήσεις; Για τι μιλάνε αυτοί οι άνθρωποι;» τον ρωτάω. «Οι κουβέντες που κάναμε ήταν περίπου στη μιάμιση με δύο ώρες και αφορούσαν τα πάντα. Τους έκανα κάποιες ερωτήσεις από το 'πότε χόρεψες τελευταία φορά' μέχρι το 'πότε γεννήθηκες', 'ποιο είναι το αγαπημένο σου τραγούδι'…» μου απαντά, τονίζοντάς μου ότι όποιος δεν θέλει να απαντήσει κάτι δεν του το λέει. «Δεν είναι reality TV. Πιστεύω ότι όλοι οι άνθρωποι έχουν ιστορίες που αξίζει να ειπωθούν και δεν χρειάζεται να γίνει ένας τουρισμός μιζέριας». Στη συνέχεια αυτές οι συνεντεύξεις απομαγνητοφωνήθηκαν, συμπτύχθηκαν σε μικρότερης διάρκειας αφηγήσεις μέσα από τη δραματουργική επεξεργασία του κειμένου και ηχογραφήθηκαν από τους αστέγους. «Μα μπορούν να το ηχογραφήσουν φυσικά; Τους βάζεις σε ρόλο ηθοποιού με αυτόν τον τρόπο;» απορώ. «Αν έπαιρνα εγώ ή εσύ το κείμενο του ανθρώπου αυτού θα το παίζαμε. Ο ίδιος δεν το παίζει, γιατί είναι δικό του. Είναι σαν να διαβάζει το ημερολόγιό του. Οπως δεν το χρωμάτισε όταν το είπε, δεν το χρωματίζει και μετά» μου εξηγεί ο Πρόδρομος. «Σου έχει πει κάποιος 'δεν το εννοούσα έτσι αυτό που έγραψες';» τον ρωτάω. «Ναι, πολλές φορές. Μπορεί πάνω στην απομαγνητοφώνηση ή τη συγγραφή των κειμένων να γράψεις κάτι που ο άλλος να μην το εννοούσε έτσι. Ή να έχει μετανιώσει που το είπε και να μη θέλει να μπει. Το δουλεύεις μαζί του και το αλλάζεις. Κανένας δεν πηγαίνει στο μικρόφωνο να πει κάτι που δεν θέλει», μου λέει. Αναρωτιέμαι τι συναισθήματα γεννάει στον ίδιο η εικόνα ενός αστέγου. «Γίνεται κάτι περίεργο με τους αστέγους. Αποτελούν ένα ερωτηματικό. Ο πρόσφυγας είναι πρόσφυγας. Μπορείς να φανταστείς ένα παρελθόν πίσω από αυτόν. Στους αστέγους λειτουργεί το στερεότυπο του ανθρώπου που κατέστρεψε τη ζωή του, το οποίο τις περισσότερες φορές δεν ισχύει. Με όσους αστέγους έχω μιλήσει είναι άνθρωποι οι οποίοι εξαιτίας προσωπικών χτυπημάτων που δέχτηκαν στη ζωή τους δεν μπόρεσαν να διαχειριστούν πολύ δύσκολες φάσεις της ζωής τους και σε συνδυασμό με μία σχεδόν εγκληματική συμπεριφορά του κράτους απέναντί τους οδηγήθηκαν στην 'αστεγία'. Δεν γίνεται ένας άστεγος να μην μπορεί να κλείσει τα βιβλία του επειδή χρωστάει στην εφορία. Δεν μπορεί να θεωρείται ακόμα ελεύθερος επαγγελματίας και να μην του παρέχεται κάποιο επίδομα για βοήθεια. Ακουσα πολλές τέτοιες ιστορίες», μου εξομολογείται δίνοντας έμφαση στην απέραντη αξιοπρέπεια αυτών των ανθρώπων. «Οταν τους ρωτάς αν φοβούνται κάτι, σου απαντούν: 'Εχω ζήσει αυτό. Δεν φοβάμαι τίποτα’». Στόχος της παράστασης δεν είναι η εύκολη συγκίνηση. «Είναι πολύ εύκολο να φτιάξεις μια παράσταση με μόνο σκοπό να συγκινηθεί ο θεατής. Θα ήθελα να προβληματιστεί ο θεατής απέναντι στα πιστεύω που είχε για τους αστέγους, για τον εαυτό του, για τον κοινωνικό ρόλο του κράτους». Την εσωτερική μας μετατόπιση επιζητά ο Πρόδρομος. Είναι κάτι παραπάνω από σαφές. Δεν θέλει ο άστεγος να γίνει ένα υποκείμενο θέασης και παρατήρησης. Θέλει αυτή η συνάντηση να λειτουργήσει ισότιμα και για τους δύο. Να μάθει ο
ένας από τον άλλον. «Πιστεύω ότι έχοντας ακούσει την αφήγηση αυτού του ανθρώπου πριν, ο θεατής θα είναι πολύ πιο ανοιχτός απέναντί του συγκριτικά με το αν τον έβαζε κάποιος να κουβεντιάσει ξαφνικά με έναν άστεγο. Είναι σαν να πηγαίνεις σε ένα blind date με έναν άνθρωπο, που αποδεικνύεται πολύ ανοιχτός απέναντί σου και μπορείς να συζητήσεις ό,τι θες», τονίζει. Γνωρίζει ότι οι αντιδράσεις του κόσμου θα είναι ανάμεικτες. «Μπορεί και να ενοχλήσει. Αν αρέσει η παράσταση σε όλους, μάλλον κάτι δεν πήγε καλά», παρατηρεί. Και πρόσφατα στο “X Apartment - Athens” υπήρξαν άνθρωποι που αντέδρασαν. Ακουσε όμως και σχόλια από θεατές, που αποδεικνύουν αυτήν ακριβώς την εσωτερική μετατόπιση. «Μία κοπέλα μού είπε ότι η παράσταση την έκανε να αποφασίσει να επισκεφθεί τη μητέρα της στο νεκροταφείο, όπου είχε πολλά χρόνια να πάει, γιατί κάτι της τη θύμισε. Μια άλλη μου είπε ότι χώρισε με τον φίλο της μετά την παράσταση, γιατί κατάλαβε ότι άλλα πράγματα θέλει στη ζωή». Δεν μου το λέει ο ίδιος, αλλά φαντάζομαι ότι τέτοιες εκμυστηρεύσεις σου δίνουν δύναμη να συνεχίσεις. Σε ψηλώνουν λίγο. Φαντάζομαι ότι σκέφτηκε ότι άξιζε τον κόπο που για δυόμισι χρόνια περιπλανιόταν για χάρη της δουλειάς με μια βαλίτσα από πόλη σε πόλη, χωρίς να έχει δικό του σπίτι. «Δεν είχα έδρα, δεν είχα δικό μου σπίτι. Εμενα σε διαμερίσματα θεάτρου που σου παραχωρούνται στο εξωτερικό από τη θεατρική παραγωγή, σε ξενοδοχεία ή σε φίλους. Δεν καθόμουν πουθενά ένα εξάμηνο, ας πούμε, για να μπω στη διαδικασία να νοικιάσω ένα σπίτι», παραδέχεται. Εδώ και έναν χρόνο έχει εγκατασταθεί πιο μόνιμα στην Αθήνα, νοικιάζοντας ένα διαμέρισμα στο Παγκράτι. «Ενώ συνεχίζω μαζί με τον Ανέστη να κάνω δουλειές στη Γερμανία, αποφάσισα να μένω περισσότερο καιρό στην Ελλάδα, γιατί εδώ υπάρχουν τα θέματα που με ενδιαφέρουν. Οχι ότι δεν υπάρχουν στη Γερμανία, αλλά για να τα ανακαλύψεις πρέπει να ζήσεις εκεί περισσότερο. Εδώ μόνο στον δρόμο να βγεις ή μια εφημερίδα να ανοίξεις, θα πεις 'ναι, αυτό θα ήθελα να το κάνω παράσταση!'», σχολιάζει. «Ποια θα ήταν η ιδανική συνθήκη για σένα;» τον ρωτάω λίγο πριν το τέλος της κουβέντας μας. «Να μπορώ να δουλεύω εδώ στην Ελλάδα με επαγγελματικούς όρους, όπως συμβαίνει στη Γερμανία. Εννοώ να μη χρειάζεται να κάνεις αγωγή για να πληρωθείς, όπως έκανα στο ΚΘΒΕ για λεφτά που μου χρωστάει. Να μη χρειάζεται να δουλεύεις δύο και τρεις δουλειές για να μπορείς να κάνεις και θέατρο. Επιζητώ μία συνθήκη όπου το επάγγελμά μου δεν αντιμετωπίζεται ως χόμπι», μου απαντά και αναρωτιέμαι αν κάτι τέτοιο είναι εφικτό σε μία χώρα που έχει βουλιάξει στην κρίση. «Δεν χρειάζεται να τελειώσει η κρίση για να αρχίσουν να πληρώνονται οι άνθρωποι. Είναι θέμα διαχείρισης χρημάτων», μου υπενθυμίζει. «Τα λεφτά που δίνονταν για τις επιχορηγήσεις ήταν περί τα 2,5 εκατομμύρια ευρώ. Δεν νομίζω ότι δεν μπορούν να βρεθούν αυτά τα χρήματα. Με αυτά τα χρήματα κάποιοι μπορούσαν να δουλεύουν αξιοπρεπώς. Δεν μπορώ να δικαιολογήσω σε καμία περίπτωση ως οικονομικό μέτρο τη διακοπή των επιχορηγήσεων».
Κείμενο: Ανδρέας Γιαννόπουλος
45
Ιούνιος 2015
Οι αγρότες της πόλης
Με τους Urban Farmers of Athens ήρθα για πρώτη φορά σε επαφή μέσω της εκδήλωσης «Κηπουροί στην πόλη» που πραγματοποιήθηκε στις αρχές του μήνα στην πλατεία Κλαυθμώνος. Εκεί, σε συνεργασία με το WWF Ελλάς και την Οργάνωση Γη εξηγούσαν πώς μπορούμε να δημιουργήσουμε έναν λαχανόκηπο. Συζητώντας μαζί τους, μου εξήγησαν ότι είναι μια ομάδα τεσσάρων φίλων και συμφοιτητών από το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθηνών που αποφάσισαν να συνδυάσουν την αγάπη τους για τη φύση, την πόλη και τη δημιουργία, προκειμένου να δώσουν πρακτικές λύσεις σχετικά με την καλλιέργεια φυτών σε αστικό περιβάλλον. Μέλη της είναι ο 30χρονος Γιάννης Τσούτσας, ο συνομήλικός του Κύριλλος Τουνχουλίδης, η 26χρονη Ιωάννα Κανάκη και η -κατά ένα χρόνο μεγαλύτερή της- Κωνσταντίνα Κουνουγέρη. Ξεκίνησαν την προσπάθειά τους πριν από έναν περίπου χρόνο, θέλοντας να ασχοληθούν με το αντικείμενο των σπουδών τους και πιστεύοντας πως έχουν αρκετές ιδέες που μπορούν να εφαρμοστούν. «Κύριος στόχος μας», εξηγεί ο Γιάννης, «είναι να επικοινωνήσουμε την ιδέα πως ο καθένας μπορεί, όσο λίγες κι αν φαίνονται οι δυνατότητες που του προσφέρει ο χώρος στον οποίο επιθυμεί να τοπο-
θετήσει τα φυτά του, να απολαύσει την επαφή με τη φύση και στη συνέχεια να βοηθήσουμε στην πραγματοποίηση της ιδέας αυτής». Οπως σχολιάζει ο ίδιος, η εμπειρία που έχουν αποκτήσει μέχρι τώρα τους έχει δείξει πως η μεγαλύτερη δυσκολία βρίσκεται στο «να γίνει η αρχή». Να αποφασίσει κάποιος, δηλαδή, να πρασινίσει το μπαλκόνι του. «Ειδικά στις μέρες μας», συνεχίζει, «είναι πολλοί αυτοί που βλέπουν σαν πολυτέλεια μια τέτοια κίνηση. Πάντα όμως εκπλήσσονται όταν διαπιστώνουν πόσο λίγα χρήματα τελικά χρειάζονται, προκειμένου να απολαμβάνουν τόσο τα καλλωπιστικά φυτά τους, όσο και τα λαχανικά που καλλιεργούν οι ίδιοι στο μπαλκόνι τους». Οταν βέβαια επιμένω να μάθω ενδεικτικές τιμές, η απάντησή του είναι σταθερή: κάθε χώρος ξεκινά από διαφορετική βάση και θα πρέπει πρώτα να τον δουν για να κάνουν μία εκτίμηση. Ολη η ομάδα παραμένει ιδιαίτερα δραστήρια και αποζητά τις συνεργασίες με άλλους φορείς. Πέρα από τους «Κηπουρούς στην πόλη», συμμετείχαν πρόσφατα σε μια σειρά σεμιναρίων μπαλκονοκηπουρικής με την ομάδα κατοίκων «Η Κυψέλη μας». Eκεί παρουσίασαν όλη τη διαδικασία εγκατάστασης, φύτευσης και διατήρησης ενός μπαλκονόκηπου, όπως η αντιμετώπιση
εχθρών και ασθενειών, η επιλογή κατάλληλων φυτών ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούν στο κάθε μπαλκόνι και οι καλλιεργητικές τεχνικές. Ενα άλλο παράδειγμα είναι η δράση «Στο βάθος κήπος» της ΜΚΟ Κλάδος Μεγάλων Οδηγών, όπου πήραν μέρος παιδιά και δημιούργησαν ένα μικρό πάρκο σε έναν εγκαταλελειμμένο ανοιχτό χώρο, επίσης στην Κυψέλη. «Ηταν μεγάλη η χαρά μας γι' αυτές τις συνεργασίες. Μας έδωσαν τη δυνατότητα να μοιραστούμε τις ιδέες μας με τόσο κόσμο», λέει ο Γιάννης. Οσο για το μέλλον, οι Urban Farmers of Athens παραμένουν αισιόδοξοι. Τα πλάνα τους, υποστηρίζουν, υπαγορεύονται από τους στόχους που από σύστασης της ομάδας παραμένουν οι ίδιοι. Ο πρώτος είναι η προώθηση της ιδέας για ένα οικονομικό, πρακτικό, καλαίσθητο και αποδοτικό τρόπο να εγκαταστήσει ο καθένας στο μπαλκόνι, τη βεράντα ή την ταράτσα του έναν «κήπο» για να απολαμβάνει την ενασχόληση με τα φυτά και τη χαρά τού να παράγει μέρος των λαχανικών που καταναλώνει. «Ο δεύτερος», αναφέρει ο Γιάννης κλείνοντας, «είναι η εξέλιξή μας σε τεχνικό επίπεδο ώστε να καταφέρουμε να πραγματοποιήσουμε και τις υπόλοιπες ιδέες που περιμένουν».
46
Κείμενο: Δημήτρης Χαλιώτης / Φωτογραφία: Στέφανος Καστρινάκης
47
Ιούνιος 2015
Ορέστης ετών 29
«Δεν αφήνομαι να με πάει το κύμα όπου θέλει. Θέλω πράγματα. Οραματίζομαι πράγματα. Οχι για μένα. Ως καλλιτέχνης. Θέλω να αισθάνομαι καλλιτέχνης. Καταλαβαίνεις;». Στα 29 του χρόνια ο Γιώργος Χριστοδούλου μετράει ήδη συνεργασίες με σημαντικούς σκηνοθέτες, έχει παίξει σε κάποια από τα μεγάλα θέατρα του εξωτερικού και ετοιμάζεται για το επίσημο ντεμπούτο του στο Φεστιβάλ Αθηνών υποδυόμενος τον Ορέστη στην «Ηλέκτρα» του Σοφοκλή (με υπότιτλο «Το τελευταίο αίμα»), που θα παρουσιαστεί σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνου Ντέλλα στις 13 και 14 Ιουλίου στο Θέατρο Τέχνης (Φρυνίχου). Τον συναντώ στα Εξάρχεια. Ηδη ορισμένοι φίλοι μου έχουν μιλήσει για ένα πολύ ταλαντούχο πλάσμα. Από κοντά διαπιστώνω ότι έχω να κάνω και μ’ ένα πολύ ώριμο παιδί, εξαιρετικά συνειδητοποιημένο πάνω στην τέχνη του. Δηλαδή, αν με ρωτούσε κάποιος πώς θα ήθελα να είναι ένας νέος ηθοποιός, θα του έλεγα σαν τον Γιώργο. Οχι μόνο ταλαντούχος, αλλά και σκεπτόμενος. «Ξύπνησα ένα πρωί, εκεί γύρω στα 11, και είπα 'θέλω να γίνω ηθοποιός'. Μοιάζει λίγο με θαύμα. Η μόνη επαφή που είχα μέχρι τότε με την τέχνη της υποκριτικής ήταν μέσω των ταινιών που έβλεπα. Δεν είχα συνειδητοποιήσει όμως τι ακριβώς είναι το θέατρο», μου λέει όταν τον ρωτάω πότε αποφάσισε να γίνει ηθοποιός. Κάπως έτσι γράφεται σε μία θεατρική ομάδα. «Πετάριζε η καρδιά μου όταν ήταν να πάω εκεί. Θυμάμαι ζωγράφιζα τους ρόλους μου. Ηδη στα 14 μου έπαιζα σε μια παιδική επαγγελματική θεατρική παράσταση. Κι ύστερα ήμουν σε έναν θίασο, που περιόδευε σε διάφορα χωριά στην Ελλάδα με μία μπαγκαζιέρα. Ηταν τόσο αθώο όλο αυτό τότε, σαν εκδρομή», σχολιάζει. Με το που μπαίνει στο Εθνικό, η εκδρομή παίρνει τέλος. Απαιτείται σοβαρότης. «Βασικά, νομίζω ότι αυτό που μου συνέβη εμένα στη σχολή ήταν ότι μπήκα με πάρα πολλή όρεξη, αλλά στην πορεία στραγγίχτηκα εντελώς και γέμισα με ένα σωρό αγκυλώσεις. Δηλαδή ως ερασιτέχνης ηθοποιός θεωρώ ότι έπαιζα λίγο καλύτερα απ’ όταν τελείωσα τη σχολή. Στην πορεία βέβαια ξαναβρήκα τον τρόπο μου», μου εξομολογείται. Η συνεργασία του με τον Μιχαήλ Μαρμαρινό στο «Ακρόπολις Reconstruction» του χαρίζει απρόσμενα «όπλα» για την τέχνη του μόλις στο ξεκίνημα της επαγ-
γελματικής του πορείας. «Τώρα, πέντε χρόνια μετά, καταλαβαίνω ότι πήρα πολύ σημαντικά πράγματα από τη συνεργασία μου με τον Μαρμαρινό. Επειδή στη συνέχεια κλήθηκα να διαχειριστώ πολύ δύσκολα κείμενα, νομίζω ότι η δουλειά που έκανα με τον Μαρμαρινό πάνω στη βαθιά νόηση του κειμένου, το πώς να διαχειριστείς ένα νόημα ώστε αυτό να φτάσει παρακάτω, με βοήθησε πάρα πολύ. Ας πούμε χωρίς την εκπαίδευση με τον Μαρμαρινό δεν θα τολμούσα ούτε να ακουμπήσω τον 'Ερωτόκριτο'», παραδέχεται. Ο «Ερωτόκριτος» είναι το επόμενο βήμα και η πρώτη του συνεργασία με τον Στάθη Λιβαθινό, η οποία θα συνεχιστεί με την «Ιλιάδα». «Αισθάνομαι πάρα πολύ τυχερός και γιατί συνεργάστηκα με αυτούς τους ανθρώπους και γιατί υπό την προστασία τους ήρθα σε επαφή με τέτοια κείμενα. Βγαίνοντας από την 'Ιλιάδα' νιώθω ότι έχω κάνει δεύτερη σχολή. Ευτυχώς ο Λιβαθινός αφουγκράζεται πάρα πολύ τον ηθοποιό, τις ανησυχίες του και την ανάγκη του για δημιουργικότητα και γίνεται ένα πολύ ωραίο 'πάρε-δώσε'», μου λέει. Τον ρωτάω για την εμπειρία των παραστάσεων στο εξωτερικό. «Συνειδητοποίησα ότι η 'Ιλιάδα' είναι μία ιστορία όλου του κόσμου. Παίξαμε την παράσταση στη Χιλή, στην Ισπανία, στον Καναδά και σε όλες αυτές τις χώρες οι άνθρωποι είχαν αναφορές πάνω στο έργο. Αισθάνομαι ότι το κείμενο και τα νοήματα της παράστασης επικοινωνήθηκαν κάποιες φορές καλύτερα στο εξωτερικό απ’ ό,τι στο ελληνικό κοινό. Ο θεατής αισθανόταν πιο πολύ την παράσταση, παρά την άκουγε», μου αναφέρει χαρακτηριστικά. Με την «Ηλέκτρα» δια χειρός Ντέλλα κάνει και το ντεμπούτο του στην αρχαία τραγωδία. «Πίστευα μετά την 'Ιλιάδα' ότι η τραγωδία είναι πάρα πολύ κοντά στο έπος. Δεν έχει καμία σχέση. Είναι άλλος κόσμος. Η τραγωδία δημιούργησε το θέατρο. Αισθάνομαι ότι έρχομαι πιο κοντά στη φύση του θεάτρου. Μπαίνω στον πυρήνα», μου εκμυστηρεύεται. «Ο Κωνσταντίνος έχει αντιμετωπίσει τη συγκεκριμένη τραγωδία εντελώς ακομπλεξάριστα. Δεν έχει κανένα αίσθημα αρχαιολατρίας ή ανούσιου δέους. Εχει αντιμετωπίσει αυτό το κείμενο σαν μία ιστορία που πρέπει να αφηγηθεί, χωρίς να τον απασχολεί να κάνει επίδειξη ή να μείνει πιστός σε κάποια πράγματα. Νομίζω ότι αυτή η εντιμότητα στην προσέγγιση κάνει την παρά-
σταση να έχει ένα προσωπικό στίγμα που τη διαχωρίζει από κάθε άλλο ανέβασμα», μου λέει σχετικά με την παράσταση, που φέρει τη μουσική υπογραφή του Γιάννη Αγγελάκα. «Ο ρυθμός και η μουσική παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στην παράσταση. Η παρουσία και μόνο του Αγγελάκα, κατά πάσα πιθανότητα και επί σκηνής, παίζει ρόλο-κλειδί», προσθέτει. Οσον αφορά στην ουσία της συγκεκριμένης τραγωδίας, ο ίδιος δίνει έμφαση στην πολιτική της διάσταση. «Αισθάνομαι ότι όσο οι άνθρωποι σκοτώνονται μεταξύ τους για την εξουσία, αυτό το έργο θα παραμένει επίκαιρο. Με αίμα ο Αγαμέμνονας κερδίζει τον θρόνο, με αίμα η Κλυταιμνήστρα και ο Αίγισθος τον κατακτούν, με αίμα τον παίρνει και ο Ορέστης», παρατηρεί. Κάπως έτσι η συζήτησή μας έρχεται στο σήμερα και στον αγώνα που δίνει σήμερα ένας νέος ηθοποιός για να τα βγάλει πέρα. «Είμαι σχεδόν 30 χρονών και πρέπει να παλεύω για τα στοιχειώδη. Αλλά νομίζω ότι γι’ αυτό φταίμε κι εμείς οι ίδιοι. Αισθάνομαι ότι μεγάλη μερίδα ηθοποιών δεν τους απασχολεί το μέλλον του επαγγέλματός τους. Οταν ο ηθοποιός λέει 'δεν βαριέσαι, δεν μας πληρώνει, αλλά αν μη τι άλλο έχουμε δουλειά και κάποια στιγμή θα μας πληρώσει', τότε υπάρχει πρόβλημα. Είμαστε φοβικοί. Οι ίδιοι, κατά βάθος, επειδή γουστάρουμε με αυτό που κάνουμε θεωρούμε ότι δεν αξίζει να πληρώνεται. Δεν είναι όμως έτσι. Δεν είναι καθόλου έτσι. Συλλογικά θα έπρεπε να είχαμε διεκδικήσει και εξασφαλίσει κάποια πράγματα», μου επισημαίνει. Παρόλα αυτά, για κάποιον περίεργο λόγο, παραμένει αισιόδοξος. «Προσπαθώ να κρατήσω την πίστη μου ζωντανή και να κάνω το θέατρο που αγαπώ», μου λέει. «Και ποιο είναι το θέατρο που αγαπάς;», τον ρωτάω. «Το θέατρο που σέβεται τη συνάντηση», μου απαντά. «Το ότι κάποιος σηκώνεται από το σπίτι του και έρχεται και κάθεται απέναντι σου. Υπάρχουν σκηνοθέτες που ανεβάζουν παραστάσεις οι οποίες δεν σέβονται αυτή τη συνάντηση. Αναφέρομαι στο αυτιστικό θέατρο, 'εγώ κάνω κι εσύ κάνε ό,τι θες!'. Είναι σαν να σε καλέσω να πιούμε έναν καφέ και εγώ να κάθομαι απέναντί σου, να παίζω με το κινητό μου και να σου λέω: 'Κοίτα με τι ωραία που παίζω με το κινητό μου!'».
48
Κειμένο: Βάσια Ρούσσου / Φωτογραφία: Βάσια Αναγνωστοπούλου
49
Ιούνιος 2015
Τραγούδια που κυλούν σαν νερό Ο τραγουδοποιός Γιώργος Κεφαλλωνίτης ή Περού -όπως είναι το παρατσούκλι του λόγω των «ινδιάνικων» χαρακτηριστικών του- έχει κάνει αισθητή την παρουσία του στην εγχώρια μουσική σκηνή με το προσωπικό του άλμπουμ «Δύο κόσμοι», τη σύνθεση μουσικής για τις θεατρικές παραστάσεις «Οι 12 ένορκοι» και «Οποιος προλάβει!», καθώς και με τις συνεργασίες του με σημαντικούς Ελληνες μουσικούς. Το πρώτο του προσωπικό άλμπουμ «Δύο κόσμοι» κυκλοφόρησε το 2014 και αποτελείται από δέκα τραγούδια. «Τα τραγούδια του δίσκου γράφτηκαν από το 2004 μέχρι το 2007-2008. Γενικώς τα δουλεύω πολύ, τα αφήνω να ωριμάσουν στο χρόνο και μαζί τους νομίζω ωριμάζω κι εγώ. Υπήρξε κάποτε πρόταση από δισκογραφική -προς έκπληξη μου-, που μάλιστα πλήρωνε και την παραγωγή. Ευτυχώς, όμως, δεν έγινε, γιατί σήμερα δεν θα μπορούσα να διαθέσω τον δίσκο μου. Η εταιρεία έκλεισε αμέσως μετά και τα ηχογραφήματα θα άνηκαν για κάποια χρόνια σ’ εκείνους. Ετσι αποφάσισα να συστήσω μία δική μου εταιρεία παραγωγής (InRealTime Records), η οποία είναι διαθέσιμη για φίλους και συναδέλφους που θέλουν να εκδώσουν το άλμπουμ τους μόνοι τους», επισημαίνει. Πριν από το άλμπουμ προηγήθηκαν κάποια singles. «Είχαν βγει κάποια τραγούδια έτσι δοκιμαστικά πιο πριν όπως το 'Φοβάμαι μόνο μη σε χάσω' με τον Ζακ Στεφάνου. Το πρώτο βίντεο ήταν για το τραγούδι 'Πάμε μια βόλτα… στη θάλασσα!'. Γυρίστηκε στο Θυμάρι που είναι από τις αγαπημένες μου παραλίες γιατί θυμίζει πολύ νησί των Κυκλάδων», εξομολογείται. Τα σχόλια για την πρώτη του προσωπική δουλειά φαίνεται να ανταποκρίνονται πλήρως στις προσδοκίες του. Ο ίδιος σχολιάζει: «Μέχρι στιγμής το καλύτερο σχόλιο είναι το 'Δεν με εντυπωσίασε'. Εκανα τον δίσκο με στόχο ακριβώς αυτό το αποτέλεσμα. Δεν μου αρέσει ο εντυπωσιασμός γενικότερα και δεν θέλω τα τραγούδια μου να ακούγονται εντυπωσιακά. Προτίμησα να υπηρετήσω τον λόγο και τη μελωδία. Σ’ έναν δίσκο δεν πρέπει να προβάλλεις τον εαυτό σου, αλλά τα τραγούδια. Χάρη στην τεχνολογία έχεις την επιλογή να κάνεις όλα να ακούγονται καθαρά και τη φωνή σου επιβλητική και αντίστοιχα να κάνεις ένα βιντεοκλίπ καλογυαλισμένο. Ολο αυτό θεωρώ πως είναι μεγάλη παγίδα κι έχει πια ξεπεραστεί. Ούτε στον κόσμο αρέσει τελικά. Τουλάχιστον στον κόσμο που εγώ απευθύνομαι». Σε ποιον κόσμο απευθύνεται; «Δεν μπορείς στ’ αλήθεια να επιλέξεις σε ποιους απευθύνεσαι. Μπορείς,
όμως να επιλέξεις ποιοι σε αφορούν. Εμένα με αφορά η δική μου γενιά και ίσως κάτι μερακλήδες μεγαλύτεροι ή και μικρότεροι σε ηλικία που δεν έχουν την τάση να το παίξουν ψαγμένοι μέσω της τέχνης ούτε τη χρησιμοποιούν για να διαφοροποιηθούν από τη 'μάζα' ως προσωπικότητες. Το αληθινό τραγούδι είναι για όλους και δεν δημιουργεί ούτε συντηρεί ελίτ. Σίγουρα δεν θα ήθελα να απευθύνομαι στους κομπλεξικούς που 'διακινούν' ατάκες τύπου 'καλό για ελληνικό'. Ακούγεται εντελώς γελοίο αν σκεφτείς ότι οι μουσικοί της λεγόμενης αγγλόφωνης σκηνής και της ελληνόφωνης συνεργάζονται διαρκώς. Τέτοιοι διαχωρισμοί προωθούνται από κάποια μέσα και ένα μέρος του κοινού απλά τσιμπάει το δόλωμα. Ουσιαστικά αυτό εξυπηρετεί τα ίδια τα μέσα και τους ανθρώπους που έχουν ανάγκη αυτού του είδους τη διαφοροποίηση για να υπάρξουν στον μικρόκοσμό τους. Θα χαρακτήριζα αυτό που προσπαθούν να πουλήσουν 'φύκια για μεταξωτές κορδέλες' και δεν με αφορά», απαντάει δίχως περιστροφές. Ο Γιώργος Περού έχει ήδη στο ενεργητικό του τρεις σημαντικές συνεργασίες. «Πρώτη επίσημη συνεργασία ήταν με τον Ζακ Στεφάνου, η οποία ήταν τελείως απρόβλεπτη όπως κι ο τρόπος που γνωριστήκαμε. Κάπως έτσι προέκυψε και η συμμετοχή του στο δίσκο μου. Με τον Ζακ είμαστε αδερφικοί φίλοι και συνεργάτες. Εχω συνεργαστεί αρκετά και με τον Μανώλη Φάμελλο. Κάναμε περίπου 30 συναυλίες στην επαρχία οι δυο μας. Εκανα ενορχήστρωση σε τέσσερα τραγούδια από τον πρόσφατο δίσκο του 'Γύρω απ’ τον ήλιο' [σσ. ανάμεσα σε αυτά και το 'Ενα φιλί από δυόσμο' με τη Νατάσσα Μποφίλιου και το 'Μία ήσυχη θλίψη' με τη Nalyssa Green]. Είμαστε 'συνένοχοι' με τον Μανώλη σ’ αυτά τα κομμάτια. Τον συμβουλεύομαι, με ακούει, τον ακούω και θα συνεργαστούμε και στο μέλλον πιστεύω. Μία ακόμα σημαντική συνεργασία ήταν με τον Λόλεκ. Κάναμε ενορχηστρώσεις στον δίσκο του 'Ουρανός μολύβι'. Πολλές από τις ηχογραφήσεις που ακούς στους δίσκους μας έχουν γίνει σπίτι του με ό,τι μηχανήματα και όργανα είχαμε διαθέσιμα. Σαν σπιτική μαρμελάδα». Ποιος ήχος και ποιες παραγωγές τον εξιτάρουν; «Μου μιλάει κατευθείαν ο ήχος του ’60 και η γλυκιά παραμόρφωση που έχει, είτε μιλάμε για τον Μανώλη Αγγελόπουλο είτε μιλάμε για τους The West Coast Pop Art Experimental Band. Είτε, δηλαδή, πρόκειται για τη σκηνή με τον Μανώλη Χιώτη, τον Καζαντζίδη και τον Μίκη Θεοδωράκη με τους 'Λιποτάκτες', τον 'Επιτάφιο', τη 'Ρωμιοσύνη' είτε για τη σκηνή του Σαν Φρανσίσκο, είναι πάντοτε ο ίδιος συγκεκριμένος και άμεσος ήχος. Δεν θέλω να τον αντιγράψω. Θέλω τα καλά στοιχεία να τα έχω για οδηγό μου. Μία ελληνική παραγωγή
που θεωρώ υπόδειγμα είναι το 'Ρεμπέτικο' του Σταύρου Ξαρχάκου», αποκρίνεται. Ο Γιώργος δίνει ιδιαίτερη σημασία και στον στίχο και στην πρόσληψή του από τον ακροατή. «Θέλω ο στίχος να είναι άμεσος και πολυεπίπεδος. Να έχει μια μουσικότητα, αλλά να μην είναι επιθετικός και εύκολος σαν διαφήμιση απορρυπαντικού. Ο τρόπος για να να εισχωρήσει ο λόγος και ν’ ανθίσει στον κάθε άνθρωπο είναι να κυλάει το τραγούδι σαν νερό κι η μουσική να μιλάει πρώτα στο σώμα, ώστε να μπορείς όχι απλά να το αναπαράγεις, αλλά να είναι οικείο σαν κάτι πραγματικά δικό σου. Για μένα επιτυχημένο είναι το τραγούδι που ακούς πρώτη φορά και νομίζεις ότι το έχεις ξανακούσει», σημειώνει. Φέτος έγραψε μουσική για δύο θεατρικές παραστάσεις και ο ίδιος περιγράφει τη διαδικασία της σύνθεσης: «Οταν μου ζητήθηκε να κάνω πρωτότυπη μουσική για την παράσταση 'Οι 12 ένορκοι' (σε σκηνοθεσία Κωνσταντίνας Νικολαΐδη, στο θέατρο Αλκμήνη) επειδή δεν το είχα ξανακάνει πήρα το αγαπημένο τραγούδι (το ομώνυμο του δίσκου) της σκηνοθέτριας και του Χριστόδουλου Στυλιανού που έχει τον πρωταγωνιστικό ρόλο και έκανα διάφορες παραλλαγές για ορχήστρα εγχόρδων. Στην πορεία παρακολουθώντας τις πρόβες γράφτηκαν και καινούργια τραγούδια κι έτσι ολοκληρώθηκε η μουσική του έργου. Μεγάλο σχολείο και πολύ ενδιαφέρουσα από δημιουργικής άποψης η όλη διαδικασία. Η δεύτερη παράσταση για την οποία έγραψα μουσική λέγεται 'Οποιος προλάβει!' (σε σκηνοθεσία Γιώργου Δουργούτη, στο θέατρο Αβατον). Τραγουδήσαμε αυτοσχεδιάζοντας ένα βράδυ με τη Μαργαρίτα Αμαραντίδη που είναι και ηθοποιός στην παράσταση και κάπως έτσι προέκυψε αυθόρμητα και απλά το θέμα της μουσικής». Πέρα απ’ τα μουσικά θέματα των θεατρικών παραστάσεων και τα τραγούδια του, δούλεψε με αγάπη και τη διασκευή του «Απόψε φίλα με» των Μανώλη Χιώτη (μουσική) και Χρήστου Κολοκοτρώνη (στίχοι). «Το 'Απόψε φίλα με' είναι ένα τραγούδι διαχρονικό και πολύ αγαπημένο. Γενικότερα, όλες οι διασκευές που παίζω ζωντανά είναι τραγούδια που μου άρεσαν από μικρό παιδί και μιλούν ακόμα εντός μου. Θα ακολουθήσουν κι άλλες διασκευές σύντομα. Αναμείνατε στο ακουστικό σας...», λέει και κλείνοντας τη συνέντευξη του ζητάω να αποκαλύψει κι άλλα σχέδια του. «Εκτός από τον επόμενο δίσκο μου ως τραγουδοποιός που είναι σχεδόν έτοιμος να ηχογραφηθεί, δουλεύω και με την ιδιότητα του συνθέτη εδώ και τέσσερα χρόνια ένα διπλό άλμπουμ με μελοποιημένα ποιήματα Ελλήνων και ξένων ποιητών».
50
Η φωτογραφία του
Νίκος Μάρκου από το λεύκωμα "Cosmos", 2003
Η δημόσια εικόνα της Ελλάδας στηρίχτηκε αρκετά -από τον 19ο αιώνα ακόμη- στη με ποικίλα ιδιώματα φωτογραφική αναπαράσταση του τοπίου της. Ισως αυτό να ήταν ένα ισχυρό κίνητρο για μια εκτεταμένη έρευνα που οδήγησε τελικά στην έκδοση «Η φωτογραφία του ελληνικού τοπίου: Μεταξύ μύθου και ιδεολογίας» (εκδόσεις Αγρα). Ποιος ήταν ο στόχος της έρευνας; Περισσότερο από το να καταγράψει ιστορικά τους πρωταγωνιστές αυτής της παράδοσης, ήταν να σκιαγραφηθούν τα ιδεολογήματα στα οποία η φωτογραφία βασίστηκε για να απεικονίσει το ελληνικό τοπίο, φυσικό και πολιτισμικό, από τα μέσα του 19ου αιώνα ως την αυγή του 21ου. Ως φυσικό εννοείται το ανέγγιχτο τοπίο, προσδιορισμός που γεννά μάλλον πικρή ειρωνεία. Τι έχει απομείνει ανέγγιχτο από φανερές ή αφανείς παρεμβάσεις; Ως πολιτισμικό, αντίστοιχα,
ορίζεται αυτό που φέρει στα σωθικά του ετερόκλητα ίχνη ανθρώπινων πράξεων: αρχαίους κίονες, χωματερές ή πυλώνες της ΔΕΗ, αποκλείοντας όμως το αστικό τοπίο, με κριτήριο ότι θα μπορούσε να αποτελεί αντικείμενο μιας άλλης μεγάλης έρευνας. Στην περίπτωση της Ελλάδας επισημαίνεται μια ενδιαφέρουσα ιδιαιτερότητα: η γέννηση του νέου κράτους συνέπεσε σχεδόν με την εφεύρεση της φωτογραφίας, του φαινομένου του τουρισμού, την εδραίωση της επιστήμης της αρχαιολογίας. Η συνθήκη αυτή σφράγισε αποφασιστικά την εικόνα της χώρας και του τοπίου της τον 19ο αιώνα. Το μέσο συναρθρώθηκε με την προσπάθεια ενός νέου κράτους να αναδείξει την εθνική του ιδεολογία, εστιάζοντας στο τοπίο μετ΄ ερειπίων και εικονογραφώντας πειστικά το ιδεολόγημα της περιφα-
Πάνος Κοκκινιάς, Ιτέα, 2003
νούς κληρονομιάς, στρέφοντας την πλάτη στον βυζαντινό και μεταβυζαντινό, δημώδη πολιτισμό. Πέρα από τις αρχαιότητες, η φωτογραφία τοπίου αναδείχθηκε σταδιακά ως εικόνα που επέτρεψε την εννοιακή μετατροπή από τον παραδοσιακό τόπο, την κλειστή κοινότητα, στη σύγχρονη αντίληψη του τοπίου που θεάται από έναν εξωτερικό παρατηρητή. Ούτως ή άλλως είναι γνωστό ότι η φωτογραφική μηχανή σε κάθε χώρα έφτασε συνοδευόμενη από άγραφες οδηγίες χρήσης που είχαν προδιαγραφεί από τις κοινωνίες που κατασκεύαζαν την τεχνολογία της συσκευής, τελικά και την αισθητική και την ιδεολογία της. Στις αρχές του 20ού αιώνα αναδύθηκε η εικόνα του φυσικού τοπίου. Συμπτώματα αυτής της ανάδυσης υπήρξαν ο πύρινος λόγος του Περικλή Γιαννόπουλου, που προέτρεπε τους Ελληνες να ατενίσουν επιτέλους το ελληνικό τοπίο, και το ογκώδες έργο του Ελβετού Fred Boissonnas, ο οποίος περιηγήθηκε όλη την Ελλάδα δημιουργώντας την πρώτη περιεκτική τοιχογραφία εικόνων της χώρας. Τα πραγματικά αίτια όμως αυτής της ανάδυσης ήταν η στροφή προς τη γη και το τοπίο ως αποτέλεσμα της λαογραφικής έρευνας, η συνεχιζόμενη αναζήτηση για την εθνική ταυτότητα, ο αστικός φυσιολατρικός εκδρομισμός, τα πρώτα εικονογραφημένα περιοδικά, η υποστολή του γεωγραφικού επεκτατισμού μετά από την τραγική εξέλιξη της μικρασιατικής εκστρατείας. Το βλέμμα στο τοπίο ανακούφιζε μετά το ‘22 τις πληγές που είχε γεννήσει η Μεγάλη Ιδέα, η οποία βυθίστηκε για πάντα στα καθαρά νερά του Αιγαίου. Στο τέλος του μεσοπολέμου ο αναδυόμενος τουρισμός αξιοποίησε επίσης τη φωτογραφία ως διεθνή γλώσσα πλέον της μαζικής εικονογράφησης. Η πρόσληψη του ελληνικού τοπίου -απουσία συγκροτημένης σχετικής καλλιτεχνικής παράδοσης- φαίνεται να διαμορφώθηκε τελικά περισσότερο από την ερασιτεχνική φωτογραφία του φυσιολατρικού εκδρομισμού, την πρώιμη τουριστική εικόνα και τη διάχυση των μαζι-
Κείμενο: Ηρακλής Παπαϊωάννου
51
Ιούνιος 2015
ελληνικού τοπίου
Μανώλης Μπαμπούσης από τη σειρά «Σκελετοί», 2010
κών, εικονογραφημένων εντύπων και λιγότερο ως απόπειρα πνευματικής ερμηνείας του, είτε από φωτογράφους όπως ο Boissonnas ή η Nelly’s είτε από σπουδαίους ζωγράφους όπως ο Μαλέας, ο Παπαλουκάς και ο Στέρης.
αυτές υπέδειξαν με σαφήνεια το διαρκώς διευρυνόμενο χάσμα ανάμεσα στην υπερεντατική αξιοποίηση του φερόμενου ως αξιοθέατου τοπίου και την ταυτόχρονη απαξίωση και ερήμωση του αναξιοθέατου, του κοινότοπου.
Μεταπολεμικά, σε μια περίοδο αναβάθμισης του τουρισμού, η φωτογραφία του Αιγαίου απέκτησε εμβληματική θέση, ενώ δίπλα της αναρτήθηκε αυτή που εικόνιζε την εκβιομηχάνιση και την ανασυγκρότηση. Στον αντίποδα του επίσημου ρεύματος εικόνων τοπίου που αντλούσε αισιοδοξία από το τοπίο ή την εκμετάλλευσή του -μετά από τον βαρύ χειμώνα του πολέμου και του εμφυλίου- σχηματίστηκε υπόγεια ένα ανεπίσημο ρεύμα με φωτογραφίες τοπίου που διαπνέονταν από μια λογική εγγύτερη στη δημοτική παράδοση, πιο αριστερόστροφη αξιακά και ιδεολογικά, όπως φανερώνει το έργο του Κώστα Μπαλάφα ή του Δημήτρη Λέτσιου, στα οποία το τοπίο αντιμετωπίζεται ως πεδίο δράσης των απλών, ανώνυμων Ελλήνων της ενδοχώρας - στίβος όπου αγωνίζονταν ζωές ζυμωμένες με τη στέρηση και το θάνατο.
Τελικά, η φωτογραφία τοπίου στην Ελλάδα φαίνεται να άσκησε στη συλλογική συνείδηση μικρότερη επίδραση ως τέχνη και περισσότερη ως γλώσσα μαζικής επικοινωνίας που συμπορεύτηκε με την επίσημη ιδεολογία. Θα μπορούσε ίσως τότε να εξεταστεί, πέρα από τις αναμφίβολα ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες καλλιτεχνικές εξαιρέσεις, περισσότερο ως πτυχή της ευρύτερης διαδικασίας εκδυτικισμού της ελληνικής κοινωνίας. Αν αυτό αληθεύει τότε ίσως η εγχώρια φωτογραφία τοπίου συνέβαλε περισσότερο στην αθόρυβη αποίκιση της συνείδησης με συγκεκριμένες αισθητικές και ιδεολογικές αξίες, παρά υπήρξε ένα βήμα αυτογνωσίας μέσα από την αναπαράσταση του οικείου τόπου. Με την έννοια αυτή πρέπει να μιλάμε για ελληνική φωτογραφία τοπίου ή για φωτογραφία του ελληνικού τοπίου; Ακόμη, εύλογα αναρωτιέται κανείς αν η φωτογραφία στην εγχώρια εκδοχή της εικονίζει απλά το τοπίο ή το διαμορφώνει μέσα από τις συμπεριφορές των οποίων τη διάπλαση ευνοεί.
Από την περίοδο της μεταπολίτευσης η φωτογραφία τοπίου απέκτησε ευρύτερη καλλιτεχνική υπόσταση: εμβολιάστηκε με τα διεθνή ρεύματα της φωτογραφίας, εμφανίστηκαν καλλιτεχνικές εργασίες με πειραματική διάθεση, ιδιαίτερα εικαστικά ιδιώματα, θεωρητικές και πολιτικές αναζητήσεις που αμφισβητούσαν τα κυρίαρχα ιδεολογήματα του τοπίου. Πολλές από τις εργασίες
Η φωτογραφία τοπίου, θα μπορούσε κανείς να συνοψίσει, λειτούργησε τελικά σε δύο κυρίως άξονες: αφενός στην εικονογραφική επικύρωση των ιδεολογημάτων που αποσαφήνιζαν την εθνική ταυτότητα. Αφετέρου,
στη διεύρυνση της ονομαστικής αξίας και της εμπορευματικής διάστασης του ίδιου του τοπίου και της εικόνας του. Πρόκειται μάλλον για μια εικόνα που κινείται ευέλικτα στο δίπολο που όρισε ο W.J.T. Mitchell ανάμεσα στο ideal estate και το real estate. Ο τρόπος με τον οποίο η φωτογραφία καθρέφτισε τις κοινωνικές διεργασίες στο τοπίο, αυτά που υπέδειξε με θαυμαστικό και αυτά που αποσιώπησε, τη φανερώνουν ίσως ως έναν ακόμη δείκτη ανωριμότητας της ελληνικής κοινωνίας. Καθώς πρότεινε την αρχαϊκή ετεροτοπία και την τουριστική ουτοπία έκρυβε κάτω από το χαλί την εξίσου υπαρκτή δυστοπία. Με την έννοια αυτή, η φωτογραφία τοπίου προτείνεται τελικά ως ένα πολιτικό κείμενο, ως μια αναπαράσταση που καθρεφτίζει όχι μόνο τον τόπο αλλά και τη σχέση μας μαζί του. Τα ιδεολογικά σχήματα με τα οποία συναρτάται στην εγχώρια εκδοχή της δεν διαδέχονται το ένα το άλλο τόσο, όσο αθροίζονται το ένα πάνω στο άλλο, διευρύνοντας τη βάση της πρόσληψης του τοπίου, κυρίως μέσα από το φίλτρο της εξιδανίκευσης. Ο θεωρητικός του τοπίου John Brinckerhoff Jackson υποστήριζε ότι το τοπίο είναι όμορφο όταν προσφέρει σημαντική εμπειρία στην αυτογνωσία. Ο Donald Meinig, αντίστοιχα, έγραφε ότι για να αλλάξει ένα τοπίο πρέπει να αλλάξουν οι ιδέες που το έχουν διαμορφώσει. Είναι αυτή για το ελληνικό τοπίο μια εφικτή ακόμη, επιθυμητή προοπτική;
52
53
Ιούνιος 2015
Μεταξύ μύθου και ιδεολογίας
Το 1958 ένα εξώφυλλο των «Εικόνων» κοσμεί ένα φωτογραφικό μοντάζ με τίτλο «Ο εξηλεκτρισμός η χαρά της υπαίθρου». Στο πρώτο πλάνο δύο χωριατοπούλες με παραδοσιακές ενδυμασίες αγναντεύουν το τοπίο από έναν λόφο. Χαμηλότερα, διακρίνεται το εργοστάσιο ηλεκτρικού ρεύματος. Τα ηλεκτρικά καλώδια που διασχίζουν τον ουρανό διακόπτουν την αταραξία του τοπίου. Το εργοστάσιο μοιάζει λιγότερο επιβλητικό από την ανθρώπινη παρουσία, σε ένα συμβολισμό ευανάγνωστο: ο ηλεκτρισμός δεν θίγει την παράδοση που ως αγέρωχη κοπέλα ατενίζει το μέλλον αισιόδοξα. Εμβληματική φωτογραφία του νέου τοπίου είναι επίσης αυτή που φέρει τη λεζάντα: «Στο Αλιβέρι, όπου η ΔΕΗ έκανε το πρώτο εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος, το γραφικό τοπίο δεν έχασε τίποτε από την ομορφιά του, προσετέθη όμως το στοιχείο του σύγχρονου πολιτισμού: η δύναμις». Η ίδια φωτογραφία με άλλο cropping εμφανίζεται στις «Εικόνες»: «Αχόρταγο το μάτι έχει την ευκαιρία ν' απολαύσει πλήθος άγνωστες μαγευτικές γωνιές της ελληνικής υπαίθρου». Ο εξηλεκτρισμός μεταβάλλει το χάρτη των ελληνικών αξιοθέατων, ενώ το ηλεκτρικό ρεύμα δεν βεβηλώνει αναγκαστικά την προσήλωση στη γραφικότητα. Η σύνθεση υπογραμμίζει προσεκτικά αυτή τη ρητορική: ανάμεσα στο πρώτο πλάνο με την ακρογιαλιά και τα δέντρα και στο τρίτο με τους απαλόγραμμους λόφους και τον ουρανό, παρεμβάλλεται το εργοστάσιο. Η αυστηρή φόρμα και η κεντρική του θέση το καθιστούν πόλο σταθερότητας. Καθώς όμως βρίσκεται σε απόσταση από το φακό και πλαισιώνεται από στοιχεία του τοπίου φαντάζει λιγότερο απειλητικό, μοιάζει να ενσωματώνεται στο γαλήνιο τοπίο, επιτρέποντας στη σύνθεση να εικονογραφεί τις ιδεολογικές προσδοκίες της ΔΕΗ.
Οι φωτογραφίες που συνοδεύουν τα άρθρα που αφορούν τον εξηλεκτρισμό μπορούν να χωριστούν σε διακριτές ομάδες: Μια από αυτές αφορά τον «μηχανικό φορμαλισμό», μέσα από κοντινά πλάνα υποσταθμών ή πυλώνων. Αλλη περιείχε τοπία που αποτελούσαν ένα κράμα νεωτερικότητας και ρομαντισμού, αναδεικνύοντας το διπλό στόχο της ανάπτυξης: εκσυγχρονισμός και τουρισμός, εξηλεκτρισμός και γραφικότητα. Αλλες πάλι εστίαζαν σε θέματα που συνδύαζαν εμφατικά το μοντέρνο στοιχείο με μια βουκολική σκηνή ή μια τοξωτή πέτρινη γέφυρα. Οι φωτογραφίες αυτές επιχειρούσαν να δράσουν εξισορροπητικά, αίροντας εικονικά την απειλή μιας αμετάκλητης αλλαγής στον ζωτικό ιστό της παράδοσης. Φανερή γίνεται η προσπάθεια συγκερασμού των γραφικών συνταγών με το μοντερνιστικό φορμαλισμό, η θεμελίωση ενός νέου τοπίου που συνδυάζει το βουκολισμό με τα καλώδια υψηλής τάσης. Χάρη στο εντατικό πρόγραμμα εξηλεκτρισμού, η «μηχανή εισέρχεται στον κήπο» για πρώτη φορά τόσο δυναμικά ώστε το κραταιό πρότυπο των ερειπίων να γνωρίζει κλυδωνισμούς: «Πέρασε πια η εποχή που αντικείμενο της τουριστικής μας πολιτικής μπορεί να ήταν απλώς ένας ναός ή λίγοι κίονες ή ένας χώρος ανασκαφών τριγυρισμένος από ένα σκουριασμένο αγκαθωτό συρματόπλεγμα». Μια άλλη προσέγγιση απέφευγε τη σύγκριση ιστορίας και εκσυγχρονισμού: προτιμούσε να παρουσιάζει το ξακουστό τοπίο της Ακρόπολης από τους Στύλους του Ολυμπίου Διός ενδεδυμένο με τη μαγεία του ηλεκτρισμού, να λάμπει μέσα στο σκοτάδι σαν αλλόκοσμο τοπίο. Με την εξαίρεση του Δημήτρη Χαρισιάδη, σε πολλές περιπτώσεις δεν αναφέρεται το όνομα του φωτογράφου δίπλα στις δημοσιευμένες εικόνες, γεγονός που επιτρέπει σε κάποιον να σκεφτεί ότι έγιναν μάλλον από μέλη του Φωτογραφικού Τμήματος της ΔΕΗ.
Οταν ιδρύθηκε η ΔΕΗ, το 1950, συνένωσε τις περίπου τετρακόσιες μικρές εταιρείες της χώρας που ηλεκτροδοτούσαν τα μικρότερα ή μεγαλύτερα αστικά κέντρα με στόχο την εφαρμογή μιας εθνικής ενεργειακής πολιτικής που θα καθιστούσε το ηλεκτρικό ρεύμα προσιτό σε κάθε πολίτη. Στο πλαίσιο αυτό προγραμματίστηκε η κατασκευή υδροηλεκτρικών και ατμοηλεκτρικών εργοστασίων σε όλη τη χώρα και η εγκατάσταση εθνικού δικτύου για τη μεταφορά και τη διάθεση της ηλεκτρικής ενέργειας. Η ελληνική κυβέρνηση ανέθεσε την εκπόνηση των σχετικών μελετών στην αμερικάνικη εταιρεία Embasco Services Inc., που κατέθεσε ένα εμπεριστατωμένο πρόγραμμα για τον εξηλεκτρισμό της χώρας, αναλαμβάνοντας την ευθύνη να οργανώσει τη ΔΕΗ «κατά τα αμερικανικά πρότυπα». Το φωτογραφικό αρχείο της εταιρείας, ένα από τα πρώτα μεγάλα δημόσια αρχεία φωτογραφιών, είχε στόχο τις δημόσιες σχέσεις και την αρχειακή καταγραφή των εργοστασίων που από το 1951 διαδέχονται το ένα το άλλο (Αλιβέρι, Αγρας, Εδεσσαίος, Λούρος, Αχελώος, Πτολεμαΐδα), ίσως γιατί η εταιρεία οργανώθηκε από την αρχή με βάση πρότυπα στα οποία η φωτογραφική καταγραφή ήταν καθιερωμένη. Η Νίνα Κασσιανού σημειώνει εύστοχα, αναφερόμενη στις φωτογραφίες που σώζονται στο αρχείο και δημιουργήθηκαν κατόπιν ανάθεσης ή από φωτογράφους της εταιρείας όπως, μεταξύ άλλων, ο Θανάσης Τσαγκρής και ο Κώστας Μπαλάφας, πως πουθενά ίσως «η μορφή του μέλλοντος δεν είναι τόσο εμφανώς χαραγμένη πάνω στο πρόσωπο του παρόντος». *Απόσπασμα από το βιβλίο του Ηρακλή Παπαϊωάννου «Η φωτογραφία του ελληνικού τοπίου: Μεταξύ μύθου και ιδεολογίας», εκδόσεις Αγρα.
54
Τζεφ Μπρίτζες, φωτογράφος Κείμενο: Γιώργος Θεοχάρης
Η κουκουβάγια που ήταν Θεός Κείμενο: Τζέιμς Θέρμπερ / Μετάφραση: Σωτήρης Κακίσης Μια φορά κι ένα σκοτεινό μεσονύχτι, ήταν μια κουκουβάγια που καθότανε πάνω στο κλαδί μιας βελανιδιάς. Δυο τυφλοπόντικες προσπάθησαν να γλιστρήσουν από δίπλα απαρατήρητοι. «Γιου-χου!» είπε η κουκουβάγια. «Μας είδατε;» τραυλίσανε εκείνοι, φοβισμένοι και κατάπληκτοι, γιατί δεν μπορούσαν να πιστέψουν ότι ήταν δυνατό κανείς να τους διακρίνει μέσα σ’ αυτό το βαθύ σκοτάδι. «Ου!» είπε η κουκουβάγια. Οι τυφλοπόντικες το ’βαλαν στα πόδια κι είπανε στ’ άλλα ζώα του κάμπου και του δάσους ότι η κουκουβάγια ήταν το σπουδαιότερο και σοφότερο απ’ όλα τα ζώα, επειδή μπορούσε να βλέπει μέσα στο σκοτάδι κι επειδή μπορούσε να απαντάει σε οποιαδήποτε ερώτηση. «Αυτό θα το δούμε», είπε ένα πουλί, ένας καρδινάλιος, και κάλεσε μια νύχτα την κουκουβάγια, όταν ήταν πάλι πολύ το σκοτάδι. «Τι σχήμα φτιάχνω τώρα με τα δάχτυλά μου;» είπε ο καρδινάλιος. «Χι», είπε η κουκουβάγια, και λάθος δεν έκανε. «Μπορείτε να μου αναφέρετε λέξιν συνώνυμον του γελώ ή καγχάζω;», ρώτησε ο καρδινάλιος. «Χω», είπε η κουκουβάγια. «Διατί οι άνδρες συνήθως επιμένουν εις αποτυχημένους έρωτας;». «Χούι», είπε η κουκουβάγια.
Τζεφ Μπρίτζες: The Dude. Δεν είναι πολλοί οι ηθοποιοί που τυγχάνουν καθολικής αποδοχής· ο Μπρίτζες είναι αναμφισβήτητα ένας από αυτούς. Εχει προταθεί έξι φορές για Οσκαρ και το έχει κερδίσει μία φορά (για το “Crazy Heart”, 2009). Εχει επίσης ασχοληθεί με την παραγωγή. Και, βέβαια, τραγουδάει πολύ καλά. Και παίζει κιθάρα. Και πιάνο. Δεν είναι μόνο ερμηνευτής· γράφει κιόλας. Γνωστά όλ’ αυτά, λίγο-πολύ. Η πλέον άγνωστη από τις ιδιότητές του πρέπει να είναι εκείνη του φωτογράφου. Η φωτογραφία ήταν το χόμπι του από παιδί, αλλά τα πράγματα σοβάρεψαν το 1984, όταν η σύζυγός του τού έκανε δώρο μία Widelux F8. Την ίδια χρονιά γυριζόταν η ταινία “Starman”, στην οποία πρωταγωνιστούσε, μαζί με την Κάρεν Αλεν. Ο Μπρίτζες έπαιρνε τη μηχανή στα γυρίσματα και τραβούσε στιγμιότυπα χωρίς κανένα πρόγραμμα, για την προσωπική του ευχαρίστηση. Η Αλεν, βλέποντας κάποιες φωτογραφίες, έριξε την ιδέα να βγει ένα βιβλίο σε περιορισμένο αριθμό αντιτύπων, για τους ηθοποιούς και τα μέλη του συνεργείου. Η ιδέα άρεσε στον Μπρίτζες και την υλοποίησε. Εκτοτε έχει απαθανατίσει στιγμές από τα γυρίσματα σχεδόν όλων των ταινιών που έχει συμμετάσχει, εκδίδοντας πάντα στο τέλος ένα βιβλιαράκι που το χαρίζει στους εμπλεκόμενους. Πολλές από τις φωτογραφίες αυτές τις ανεβάζει και στην ιστοσελίδα του (www.jeffbridges.com). Επίσης, το 2003 κυκλοφόρησε μια ανθολογία των φωτογραφιών σε ένα βιβλίο με τίτλο “Pictures: Photographs by Jeff Bridges”. Οι φωτογραφίες του, πέρα από το να μας δίνουν εικόνες πίσω από τις κάμερες (ένα θέμα ανέκαθεν δημοφιλές στους κύκλους των κινηματογραφόφιλων), γεγονός που αυτομάτως τις καθιστά ιστορικά ντοκουμέντα, έχουν και καλλιτεχνική αξία. Ο Τζεφ είναι καλός φωτογράφος! Αναφερόμενος στην ενασχόλησή του με τη φωτογραφία στο βιβλίο του, ο Μπρίτζες λέει ότι κόλλησε το μικρόβιο όταν πήγαινε γυμνάσιο. Για τις φωτογραφίες στα γυρίσματα, λέει ότι δεν πρόκειται για εμμονή: οι περισσότεροι άνθρωποι φωτογραφίζουν τον περίγυρό τους, τον μικρόκοσμό τους. Από τη στιγμή που ο ίδιος ουσιαστικά μεγάλωσε στα κινηματογραφικά πλατό, ήταν φυσικό οι περισσότερες φωτογραφίες του να έχουν ως θέμα τους τα γυρίσματα. Για την αγαπημένη του Widelux F8, γράφει: «Η Widelux είναι άστατη ερωμένη· το σκόπευτρό της δεν είναι ακριβές, και δεν υπάρχει χειροκίνητη εστίαση, έτσι υπάρχει μια αυθαιρεσία στην όλη διαδικασία, μια ιδιότροπη ιδιότητα. Μου αρέσει αυτό. Είναι κάτι που επιδιώκω σε κάθε τι που κάνω - μια έλλειψη σπουδαιότητας η οποία κάνει τα πράγματα πιο ανθρώπινα και ειλικρινή· αυτό μου δίνει τη δυνατότητα να εκμεταλλεύομαι τη στιγμή χωρίς να δίνω υπερβολική σημασία στο αποτέλεσμα. Φαίνεται πως το να μην επισκιάζω το σύμπαν είναι μία από τις θεμελιώδεις καλλιτεχνικές μου αρχές». Πέρα από συμπαθέστατος, ο 66χρονος πλέον Τζεφ Μπρίτζες είναι τελικά ένας πολύπλευρος καλλιτέχνης. Κι εκτός όλων των άλλων, ωριμάζει υπέροχα. Respect!
Ο καρδινάλιος πέταξε στ’ άλλα ζώα κι ανακοίνωσε ότι η κουκουβάγια ήταν όντως το σπουδαιότερο και σοφότερο πλάσμα στον κόσμο, επειδή μπορούσε να βλέπει μες στο σκοτάδι κι επειδή μπορούσε ν’ απαντάει σε οποιαδήποτε ερώτηση. «Βλέπει και με το φως της μέρας το ίδιο καλά άραγε;» ρώτησε μια κόκκινη αλεπού. «Ναι», πετάχτηκε σαν ηχώ ένας μουσκαρδίνος. Κι ένα κανίς: «Μπορεί να βλέπει και με το φως της μέρας το ίδιο καλά;». Ολα τ’ άλλα ζώα ξέσπασαν σε γέλια μ’ αυτήν την ηλίθια ερώτηση και τα βάλανε με την κόκκινη αλεπού και την παρέα της και τους εξόρισαν από την περιοχή. Μετά στείλανε έναν αγγελιαφόρο στην κουκουβάγια και της ζητήσανε να γίνει ηγέτης τους. Οταν η κουκουβάγια εμφανίστηκε στο πλήθος των ζώων, ήταν καταμεσήμερο κι ο ήλιος έλαμπε δυνατά. Ο ηγέτης περπατούσε πολύ αργά, πράμα που έκανε την παρουσία του εξαιρετικά μεγαλοπρεπή, και ατένιζε γύρω του καρφώνοντας εδώ κι εκεί τα μεγάλα του μάτια, πράμα που του ’δινε έναν αέρα εντυπωσιακής σοβαρότητας. «Είναι Θεός!» στρίγκλισε μια κότα του Πλύμουθ Ροκ. Κι οι άλλοι ενώσανε τις φωνές τους και ξανάπανε: «Είναι Θεός!» Πιάσανε λοιπόν και τον ακολουθούσαν όπου κι αν πήγαινε, κι όταν η κουκουβάγια άρχισε να σκοντάφτει σε διάφορα πράγματα, αρχίσανε κι αυτοί να σκοντάφτουν σε πράγματα. Τέλος, εκείνος έφτασε σε μια ασφαλτοστρωμένη ωτοστράτα κι άρχισε να βαδίζει στη μέση του καταστρώματος, κι όλα τ’ άλλα πλάσματα από κοντά του. Τότε ένα γεράκι, που λειτουργούσε σαν μοτοσυκλετιστής συνοδείας, αντιλήφθηκε ένα φορτηγό να κατευθύνεται κατά πάνω τους με καμιά εκατοστή χιλιόμετρα την ώρα, και το ανέφερε με τη σειρά του στην κουκουβάγια. «Υπάρχει κίνδυνος μπροστά», είπε ο καρδινάλιος. «Γιου-χου!» είπε η κουκουβάγια. Ο καρδινάλιος της λέει: «Δεν φοβάστε καθόλου;» «Ουχί», είπε η κουκουβάγια ήρεμα, γιατί δεν μπορούσε να δει το φορτηγό. «Είναι Θεός!» ξαναφώναξαν όλα τα ζώα, κι ακόμα φωνάζανε όταν το φορτηγό έπεσε πάνω τους και τα σκόρπισε. Μερικά ζώα τραυματίστηκαν μονάχα, τα περισσότερα όμως, συμπεριλαμβανομένης της κουκουβάγιας, σκοτώθηκαν. Επιμύθιον: Μπορείς να εξαπατάς πάρα πολύ κόσμο επί μεγάλο χρονικό διάστημα. Τa κείμενa δημοσιεύτηκaν στο dimartblog.com.
55
Ιούνιος 2015
Η αισιόδοξη άποψη Κείμενο: Γιώργος Τσακνιάς
Βόησε το Facebook και το Twitter για την «αναστολή των αναρτήσεων μέχρι νεοτέρας» στην επίσημη σελίδα του Αρκά στο FB. Ο λόγος είναι η χυδαία ηλεκτρονική επίθεση που δέχτηκε ο σκιτσογράφος, με αφορμή την ανάρτηση σκίτσου που θεωρήθηκε «αντικυβερνητικό», επίθεση που κατέληξε στην ατεκμηρίωτη -και χαρακτηριστικά ηλίθια- κατηγορία του χρηματισμού του από διάφορα κέντρα που απεργάζονται το κακό της πατρίδας, του έθνους ή της κυβέρνησης (για ορισμένους, οι έννοιες αυτές ταυτίζονται). Ακόμη και το dim/art κατηγορήθηκε για χρηματισμό όταν έκανε πλάκα στη Ζωή Κωνσταντοπούλου για τα τρέιλερ της «Επιτροπής Αλήθειας για το Χρέ-
ος». Τα σχόλια ακόμη εκεί είναι, όποιος θέλει μπορεί να τα δει. Βεβαίως, τέτοιες συμπεριφορές δεν εκφράζουν το σύνολο των υποστηρικτών της σημερινής κυβέρνησης· κάθε άλλο. Και είναι παρήγορο ότι κάποιοι από αυτούς καταδίκασαν απερίφραστα τη χυδαία επίθεση στον Αρκά. Μάλλον όμως πρέπει και να αναρωτηθούν παράλληλα: ποιοι είναι, τέλος πάντων, αυτοί οι τύποι που θεωρούν ότι μπορούν να χυδαιολογούν και να συκοφαντούν ατεκμηρίωτα και ανεξέλεγκτα όποιον έχει αντίθετη άποψη; Ποιες συμπεριφορές και ποιο άθλιο οπορτουνιστικό σπεκουλάρισμα τους εξέθρεψε; Πού ακριβώς τελειώνει η κατανόηση
στη «δίκαιη αγανάκτηση του λαού» και πού αρχίζει η φασιστική συμπεριφορά; Και, εν τέλει: ποιον έχει ο καθένας μας δίπλα του; Το να μην είναι σίγουρο το μέλλον μας είναι όντως η αισιόδοξη άποψη· η απαισιόδοξη είναι ότι το μέλλον μας πάει σίγουρα κι αναπόφευκτα εκεί που δείχνει το πράγμα τα τελευταία χρόνια: στην επικράτηση στη δημόσια σφαίρα του νέου ανθρωπότυπου του χυδαίου, ασυνάρτητου, κομπλεξικού και θρασύδειλου Ελληνάρα - στην εκδοχή της δευτεροβάθμιας απενοχοποίησης της καφρίλας (η πρωτοβάθμια συντελέσθηκε επί ΠΑΣΟΚ και «ΚΛΙΚ»), πλέον και με τη βούλα της «ριζοσπαστικής αριστεράς».
Κείμενο / Φωτογραφία: Νικήτας Καραγιάννης
56
Στο κουφάρι του Green Park
Με αφορμή την πρωτοβουλία μίας ομάδας καλλιτεχνών του θεάτρου, εικαστικών και θεωρητικών να ενεργοποιήσουν το κλειστό ιστορικό αναψυκτήριο Green Park του Πεδίου του Αρεως για ένα δεκαήμερο, βρέθηκα πάλι εκεί έπειτα από πολλά χρόνια. Ας μου επιτραπεί να μην αναπτύξω εδώ τις δράσεις της ομάδας που έχουν ήδη δημοσιευτεί στο ίντερνετ και οι οποίες εύχομαι να δώσουν την ευκαιρία σε αρμόδιους φορείς -αν και εφόσον είναι δυνατό- να επέμβουν αργότερα, ώστε να αναπαλαιωθεί και να διασωθεί το θαυμάσιο αυτό κτίριο από το οποίο παρέλασε σχεδόν σύσσωμο το πάνθεον της ελληνικής showbiz από το 1935 όταν άνοιξε μέχρι και τη δεκαετία του ’70. Θα εστιάσω στη θλιβερή διαπίστωση ότι αφήνουμε την ιστορία της πόλης μας να ξεγλιστράει μέσα από τα δάχτυλά μας σαν την άμμο. Ο χώρος λειτουργούσε κανονικά οταν ζούσα στη γειτονιά, το 2006 (έκλεισε το 2008) και πολλές φορές είχα καθίσει για καφέ, ειδικά τους καλοκαιρινούς μήνες. Ακόμα παλαιότερα, στα μέσα των '90s, είχα βρεθεί στην υπέροχη κυκλική σάλα του -ένα από τα ωραιότερα
dance halls της Αθήνας, αν όχι το μοναδικό- για τα αξέχαστα after hour parties που διοργανώνονταν όταν η clubbing σκηνή βρισκόταν στο απόγειό της.
γιο». Κτηνωδία, κατά την ταπεινή άποψή μου. Μόνο έτσι μπορώ να χαρακτηρίσω εκείνη τη «δίψα» που, δυστυχώς, ακόμα δεν έχει κορεστεί.
Μια ματιά στην κατάσταση που έχει περιέλθει σήμερα, έπειτα από χρόνια εγκατάλειψης και βανδαλισμών, σου ραγίζει την καρδιά. Δεν πρόκειται να το συγκρίνω με το μεγαλείο του στις δεκαετίες του '60 και του '70 όταν πηγαίναμε οικογενειακώς. Είναι ανώφελο και οδυνηρό. Μιλάμε για μια τραγική εικόνα που δεν δικαιολογείται. Ομως πάρα πολλά αδικαιολόγητα στοιχειώνουν αυτή την πρωτεύουσα, που λες και έχει βαλθεί να ξεριζώσει από πάνω της κάθε ίχνος όμορφης ανάμνησης από έναν πολιτισμό που έχει ισοπεδωθεί, ξεκληριστεί, αφανιστεί.
Πέρασα την πλαϊνή είσοδο και μπήκα στην άδεια σάλα που με σφραγισμένα τα μεγάλα της παράθυρα φωτιζόταν μόνο από δύο-τρεις λάμπες, αρκετές ωστόσο για να αποκαλύψουν την αβάσταχτη σκληρότητα με την οποία έχουν φερθεί άνθρωποι και χρόνος στο Green Park. «Κρίμα» είναι μια λέξη που δεν φτάνει, δεν περιγράφει τα συναισθήματα που ένιωσα έχοντας βρεθεί εκεί σε διάφορες στιγμές του παρελθόντος. Οσοι νεότεροι μπουν για πρώτη φορά στον χώρο απλά δεν μπορούν να φανταστούν τη χαμένη ομορφιά του που κάποτε σε άφηνε άφωνο. Μια ομορφιά που για να τη δεις ζωντανή πρέπει να ταξιδέψεις στη Νέα Υόρκη, στο Miami Beach ή σε κάποια ευρωπαϊκή μεγαλούπολη. Μια ομορφιά μέσα από την οποία νόμιζες ότι θα ξεπηδήσουν ο Φρεντ Αστέρ και η Τζίντζερ Ρότζερς χορεύοντας. Αφήνω τις φωτογραφίες να πουν τα υπόλοιπα με την ευχή αυτός ο κανιβαλισμός κάποτε να σταματήσει ώστε να μην υπάρξουν στο μέλλον ανάλογα αστικά φαντάσματα.
Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί ένα τόσο όμορφο κτίριο, μια επιχείρηση που διασκέδασε τόσες και τόσες γενιές κόσμου έπρεπε να κλείσει γιατί οι Αθηναίοι δεν σχημάτιζαν ουρές για να πιουν εκεί ένα καφέ ή ένα ποτό ή να φάνε ένα γλυκό. Ενα σημείο υψηλού πολιτισμού της πόλης έπεσε -κι αυτό- στον βωμό μιας τεράστιας κενότητας που έφερε μαζί του ο νεοπλουτισμός και η λυσσαλέα δίψα των Νεοελλήνων για κάθε τι «καινούρ-
Κείμενο: Κώστας Τσαούσης / Φωτογραφίες: Νικήτας Καραγιάννης
57
Ιούνιος 2015
Ηρωας και παρίας
H Iona McLaren -η Ιο για τους κοντινούς της ανθρώπους, τους φίλους και συναδέλφους της- σε μια παρουσίαση του βιβλίου του καθηγητή Vincent Azoulay (Βενσάν Αζουλαί) για τον Περικλή γράφει στη βρετανική “Telegraph” στις 29 Ιουλίου 2014: «Ορισμένοι μεγαλομανείς έδωσαν το όνομά τους σε μία πόλη, όπως στην περίπτωση της Λεοπόλντβιλ και της Κωνσταντινούπολης. Ωστόσο, λίγοι -πολύ λίγοι- έγιναν αθάνατοι δίνοντας το όνομά τους σε μία ολόκληρη εποχή: για παράδειγμα, ο Αιώνας του Λουδοβίκου ΙΔ', ή η Εποχή του Περικλή». Στο οπισθόφυλλο της ελληνικής έκδοσης «Περικλής: Η αθηναϊκή δημοκρατία υπό τη δοκιμασία του μεγάλου ανδρός» (σε μετάφραση του Δημήτρη Δημακόπουλου), που κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πόλις, διαβάζουμε: «Στον δυτικό πολιτισμό, ο Περικλής, που διαθέτει το σπάνιο προνόμιο να έχει δώσει το όνομά του σε έναν 'Αιώνα', ενσαρκώνει την πολιτική και πολιτιστική ακμή του αρχαίου ελληνικού κόσμου. Θα πρέπει, ωστόσο, να πιστέψουμε τον Θουκυδίδη, ο οποίος, αναφερόμενος στην Αθήνα, υποστηρίζει ότι 'το πολίτευμα λεγόταν μεν δημοκρατία, στην πραγματικότητα όμως διαμορ-
φωνόταν σε διακυβέρνηση από τον πρώτο πολίτη'; Ο Περικλής κυβέρνησε σαν μονάρχης με τη συγκατάθεση των μαζών ή ήταν απλώς και μόνο ένα ανδρείκελο στα χέρια του δήμου; Από τον Θουκυδίδη ως τον Πλούταρχο, από τον Βολταίρο ως τον Ρουσσώ, από τον Grote ως τον Duruy, ιστορικοί και συγγραφείς, αρχαίοι και νεότεροι, έθεσαν πολλά ερωτήματα για τις σχέσεις ανάμεσα στον ηγέτη και την κοινότητα των Αθηναίων πολιτών. Ο Περικλής, πανίσχυρος ηγέτης ή απλό φερέφωνο των προσδοκιών του λαού; Αυτό είναι το αίνιγμα το οποίο επιχειρεί να λύσει η παρούσα ιστορική και ιστοριογραφική μελέτη. O Βενσάν Αζουλαί μάς προσφέρει ένα αξέχαστο πορτρέτο του Περικλή και της ταραγμένης εποχής του, ρίχνοντας φως στην ισχυρή του οικογένεια, στην αγάπη του για τις τέχνες και στην απαράμιλλη επιρροή του στην πολιτική και τον πολιτισμό της Αθήνας. Εξετάζει με νέα ματιά την πρόσληψη του Περικλή, από τους συγχρόνους του και τους μεταγενέστερους, αναγνωρίζοντας τόσο τα επιτεύγματά του όσο και τις αποτυχίες του». Πριν προχωρήσουμε στα ενδότερα -που δεν αφορούν έτσι και αλλιώς στη σχέση του Περικλή με την
Ασπασία-, ας πούμε δύο λόγια για τον συγγραφέα. Ο καθηγητής Ελληνικής Ιστορίας στο Université Paris-Est Marne-la-Vallée (UPEMLV) και υπεύθυνος του μεταπτυχιακού προγράμματος Ιστορίας στο ίδιο πανεπιστήμιο από το 2014 είναι 43 ετών. Τα πεδία των ερευνητικών ενδιαφερόντων του είναι η αρχαία ελληνική ιστορία, καθώς και η αθηναϊκή δημοκρατία, ενώ εκτός από το βιβλίο για τον Περικλή έχει γράψει βιβλία για τον Ξενοφώντα και τους τυραννοκτόνους της Αθήνας (Αρμόδιο και Αριστογείτονα). Ο καθηγητής Αζουλαί για πέντε χρόνια ήταν μέλος του Institut Universitaire de France (IUF). Το τελευταίο υπάγεται στο υπουργείο Παιδείας και ξεχωρίζει κάθε χρόνο έναν μικρό αριθμό πανεπιστημιακών καθηγητών για την αριστεία τους στην έρευνα. Ποιος ήταν τελικά ο Περικλής; Καθόλου εύκολη -και ίσως αχρείαστη- απάντηση. Εκείνο που μετρά στις μέρες μας είναι το αφήγημα για εκείνον που περνά από γενιά σε γενιά, από τον ένα ιστορικό στον άλλο και πάει λέγοντας… Από το βιβλίο διάλεξα να παρουσιάσω τρία αποσπάσματα από τρία ισάριθμα κεφάλαια.
58
1. Για να καταλάβουμε για ποιο λόγο ο Περικλής έχασε το ραντεβού με τη νεότερη Ευρώπη, θα πρέπει να ξεκινήσουμε με μια ωμή αλλά αυτονόητη αλήθεια: το γεγονός ότι τα αρχαία κείμενα μεταφράζονταν δεν σημαίνει απαραίτητα και ότι διαβάζονταν. Από το τεράστιο εκδοτικό και μεταφραστικό έργο που είχε παραχθεί κατά την Αναγέννηση, απέμεινε στην επιφάνεια μόνο ένας μικρός αριθμός κειμένων που επιλέχθηκαν για να αποτελέσουν τμήμα της μόρφωσης των αριστοκρατών. Από αυτή την άποψη, ιδιαίτερο βάρος πρέπει να δοθεί στο έργο του Πλούταρχου, καθώς και στο έργο του Τίτου Λίβιου, από την πλευρά της λατινικής γραμματείας: για πολλούς αιώνες, οι «Βίοι Παράλληλοι» αντιπροσώπευαν, σχεδόν κατ' αποκλειστικότητα, όλα όσα γνώριζε η καλλιεργημένη ελίτ για την Αρχαία Ελλάδα και τους διαδοχικούς της ηγέτες. Η ανακάλυψη του Πλούταρχου είχε ξεκινήσει από τις αρχές του 16ου αιώνα, όταν ο ουμανιστής λόγιος Guillaume Bude, «πρίγκιπας των ελληνιστών» και μέλος του κύκλου του βασιλιά της Γαλλίας Φραγκίσκου Α', εξέδωσε στα γαλλικά μια σειρά «Αποφθεγμάτων» (“Apophtegmes”) δανεισμένων από το έργο του. Η αποφασιστική ώθηση όμως δόθηκε όταν ο Jacques Amyot μετέφρασε τους «Βίους Παράλληλους» το 1559: ο μέγας βασιλικός εφημέριος της Γαλλίας και επίσκοπος της Ωξέρ έδωσε εξάλλου νέο τίτλο στο έργο (“Vie des hommes illustres Grecs et Romains comparees l'autre”) [«Βίοι επιφανών Ελλήνων και Ρωμαίων ανδρών, σε σύγκριση του ενός με τον άλλο»] και το αφιέρωσε στον Ερρίκο Β', ο οποίος του είχε αναθέσει την εκπαίδευση των παιδιών του. Αυτή ήταν η αφετηρία για την απίστευτη διάδοση του Πλούταρχου στη Γαλλία και, γενικότερα, στον δυτικό κόσμο. Το 1572 ο Henri Estienne ολοκλήρωσε στη Γενεύη την πρώτη συνολική έκδοση του έργου του, σε δύο ογκώδη μέρη: από τη μία, οι «Βίοι Παράλληλοι» και, από την άλλη, τα «Ηθικά», σύμφωνα με μια διαίρεση που ανάγεται στην εργασία του Βυζαντινού μοναχού του 13ου αιώνα Μάξιμου Πλανούδη. Η μετάφραση του Amyot γνώρισε τεράστια απήχηση, η οποία άντεξε στον χρόνο. Στα τέλη του 16ου αιώνα, ο Montaigne έγραφε: «Εμείς οι άλλοι, οι αγράμματοι, θα ήμασταν χαμένοι, αν αυτό το βιβλίο δεν μας είχε ανασηκώσει από το βούρκο [...] είναι η σύνοψή μας». Θα έφτανε μάλιστα στο σημείο να παρουσιάσει τον Πλούταρχο ως οικείο του πρόσωπο, σχεδόν ως αδελφό του: «Ο Πλούταρχος είναι ο άνθρωπός μου», αναφωνεί, καθιστώντας τον έτσι, κατά κάποιον τρόπο, αντίζηλο του La Boetie! Αυτός ο θαυμασμός δεν αποτελούσε μεμονωμένη περίπτωση, τον συμμεριζόταν ένα ευρύ φάσμα συγγραφέων, από τον Machiavelli ως τον Jean Botin: οι ελίτ των νεότερων χρόνων γνώρισαν τη μορφή του Περικλή μέσα από το πρίσμα των «Παράλληλων Βίων». Ωστόσο, ο Πλούταρχος, μολονότι θαύμαζε τα μεγάλα έργα του Αθηναίου ηγέτη, επέκρινε τις δημοκρατικές του επιλογές, απηχώντας πρόθυμα τις πιο εχθρικές παραδόσεις. Θα μπορούσε άραγε να λειτουργήσει ως αντίβαρο η ανάγνωση του Θουκυδίδη; Το έργο του είχε μεταφραστεί πολύ νωρίς από τον Lorenzo Valla στα λα-
τινικά και, στη συνέχεια, από τον Claude de Seyssel στα γαλλικά, η μετάφραση αυτή κυκλοφόρησε μετά τον θάνατο του Seyssel, το 1527, υπό την αιγίδα του Φραγκίσκου Α'. Ωστόσο η «Ιστορία» του Θουκυδίδη γνώρισε περιορισμένη απήχηση μέχρι το τέλος του 18ου αιώνα. Πρώτα απ' όλα, οι μεταφράσεις της δεν ήταν διόλου ικανοποιητικές: σύμφωνα με τον λόγιο και τυπογράφο Henri Estienne, ο Valla και ο Seyssel είχαν «διαστρεβλώσει» τι κείμενο˙ άλλωστε, ο Seyssel δεν ήταν σε θέση να διαβάσει το πρωτότυπο. Κυρίως, όμως, το έργο δεν ανταποκρινόταν στο γούστο της εποχής. Παρόλο που το ύφος του είχε κριθεί μερικές φορές εξαίρετο και μεγαλοπρεπές, η μουσικότητά του ήταν, κατά γενική ομολογία, αυστηρή και άκομψη: αυτή η ξερή και αποστεωμένη πρόζα προσέβαλλε την αισθητική του κλασικισμού˙ οι θιασώτες αυτής της αισθητικής, αντιθέτως, εκθείαζαν τις κομψές καμπύλες του Πλούταρχου, που τονίζονταν στη μετάφραση του Amyot. Η κατάρτιση του ανθρώπου των νεότερων χρόνων, που περιελάμβανε επίσης την ανάγνωση του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη των «Πολιτικών», αγνοούσε παντελώς τα κείμενα που θα μπορούσαν να διορθώσουν την απαίσια φήμη του Αθηναίου ηγέτη. Δημιουργήθηκε έτσι ένα παραμορφωτικό πρίσμα που διαστρέβλωνε για πολύ καιρό την πρόσληψη της Αρχαιότητας γενικότερα, και ειδικότερα του Περικλή. Πρώτα ο Πλούταρχος και κατά δεύτερο λόγο, ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης: είναι φανερό ότι η διαδικασία επιλογής στην οποία υποβλήθηκαν τα αρχαία κείμενα δεν ωφέλησε ιδιαίτερα τη δημοκρατία και τους ηγέτες της. [Το παραπάνω απόσπασμα προέρχεται από το Κεφάλαιο 10, «Ο Περικλής σε δυσμένεια: Τέσσερις αιώνες στο Καθαρτήριο (15ος – 18ος αιώνας)» και ειδικά από την ενότητα που αφορά «τις αιτίες της μακρόχρονης έκλειψης», όπως υποστηρίζει ο συγγραφέας και πιο συγκεκριμένα, τον «Παραμορφωτικό φακό των μεταφράσεων»]
2. Από μια τέτοια οπτική γωνία, στο πλαίσιο της αναζήτησης παραδειγμάτων, ο Περικλής δεν αντιπροσώπευε ένα ιδιαίτερα θελκτικό πρότυπο: δεν ήταν μία από εκείνες τις εντυπωσιακές φυσιογνωμίες, γύρω από τις οποίες αποκρυσταλλώνονταν οι αναλογίες και οι συσχετισμοί. Οταν τύχαινε να γίνει κάποια αναφορά στον Περικλή, σπανίως γινόταν λόγος για τον ίδιο. Συχνά το όνομά του αναφερόταν εν παρόδω, ανάμεσα στα ονόματα άλλων πολιτικών που ενσάρκωναν την Αθηναϊκή Δημοκρατία, όπως ο Θεμιστοκλής, ο Αριστείδης, ο Κίμων ή ο Αλκιβιάδης. Δεν ήταν ούτε ένδοξος κατακτητής όπως ο Μέγας Αλέξανδρος, ούτε ανδρείος πολεμιστής όπως ο Θεμιστοκλής ή ο αντίπαλός του, ο Κίμων, ούτε σοφός νομοθέτης, όπως ο συναινετικός Σόλων, ούτε ηρωικός μάρτυρας, όπως ο φιλόσοφος Σωκράτης. Ηταν ένας ηγέτης που δεν είχε επιδείξει ούτε καν σκανδαλώδη συμπεριφορά, όπως ο Αλκιβιάδης: η μορφή του δεν είχε τίποτα που θα μπορούσε να τραβήξει την προσοχή και να κινήσει το ενδιαφέρον των ελίτ των νεότερων χρόνων. Ακόμα και ο θάνατός του ήταν αδιάφορος: πέθανε άρρωστος, αργοσβήνοντας στο κρεβάτι του˙ τι ανιαρή ιστορία! Γι' αυτό ακριβώς οι εικαστικές του απεικονίσεις ήταν τόσο σπάνιες. Εκτός από μια δειλή εμφάνιση στην Περούτζια, με την παράξενη μορφή ενός γενειοφόρου γέροντα που ζωγράφιζε ο Perugino (γύρω στο 1497) στην αίθουσα συνεδριάσεων της συντεχνίας των χρηματιστών (Collegio del Cambio), ο Περικλής αγνοήθηκε από τους ζωγράφους της Αναγέννησης και των νεότερων χρόνων. [Το απόσπασμα προέρχεται επίσης από το κεφάλαιο 10 και πιο συγκεκριμένα από την ενότητα «Ενας άνθρωπος χωρίς ιδιότητες: Περικλής ο μη υποδειγματικός»]
59
Ιούνιος 2015
3. Από την Αναγέννηση ως τις αρχές του 19ου αιώνα, ο Περικλής σπανίως θεωρήθηκε άξιος να αναχθεί σε πρότυπο. Συνήθως τον αγνοούσαν μεγαλοπρεπώς και τον άφηναν στη σκιά των μεγάλων ανδρών της Σπάρτης και της Ρώμης. Οταν η μορφή του ανασυρόταν από τη λήθη, αυτό απέβαινε συνήθως εις βάρος του: άλλοτε ως διαφθορέας δημαγωγός, άλλοτε ως διεφθαρμένος πολεμοκάπηλος, έπαιζε τον ρόλο παραδείγματος προς αποφυγή, για τις ελίτ των νεότερων χρόνων. Αυτό το επικριτικό ρεύμα, που έχει τις πηγές του στο έργο του Πλούταρχου, έγινε ακόμα πιο έντονο τον 18ο αιώνα, και έφτασε στο αποκορύφωμά του στα χρόνια της Γαλλικής Επανάστασης. Ωστόσο, τη στιγμή ακριβώς που οι επιθέσεις γίνονταν ολοένα και πιο βίαιες, άρχισε να διαμορφώνεται χαμηλόφωνα μια θετική θεώρηση. Τούτο οφείλεται στο ότι υπήρχαν και κάποιοι εκπρόσωποι του Διαφωτισμού που δεν γοητεύονταν από την αυστηρή Σπάρτη ή από τη μετριοπαθή δημοκρατία του Σόλωνα. Ο Charles Perrault δεν καταδεχόταν να παραλληλίσει τον «αιώνα του Λουδοβίκου ΙΔ'» παρά μόνο με τον αιώνα του Αυγούστου, ο Βολταίρος όμως υποστήριζε ότι ο «αιώνας του Περικλή» δεν είχε κανέναν λόγο να φοβάται μια τέτοια σύγκριση: η περίφημη έκφραση ο «αιώνας του Περικλή» είχε μόλις γεννηθεί, και την περίμενε ένα λαμπρό μέλλον. Πάντως, τον 18ο αιώνα, η μόνη χώρα όπου ο Περικλής έγινε αναμφισβήτητα ίνδαλμα ήταν η Γερμανία. Οι Γερμανοί έιχαν ήδη επιλέξει έναν δικό τους, ιδιαίτερο δρόμο (Sonderweg), προτιμώντας την Ελλάδα αντί για τη Ρώμη, και την Αθήνα αντί για τη Σπάρτη. Το ενδιαφέρον τους, όμως, μονοπωλούσε η κλασική -και όχι η αρχαϊκή- Αθήνα. Ετσι, ήδη από το 1755, ο Winckelmann είχε παρουσιάσει μια μαγευτική εικόνα της αθηναϊκής τέχνης των μέσων του 5ου αιώνα, με την οποία συνδέθηκε στενά ο Περικλής. Στην υπόλοιπη Ευρώπη, θα χρειαστεί να περιμένει κανείς τον επόμενο αιώνα για να δει να αναδύεται ένας εξιδανικευμένος Περικλής με τα χαρακτηριστικά μεγαλοαστού κοινοβουλευτικού ανδρός. Η μνημειώδης «Ιστορία της Ελλάδας» (“History of Greece”) του φιλελεύθερου ιστορικού George Grote, που κυκλοφόρησε στα μέσα του 19ου αιώνα, έπαιξε καθοριστικό ρόλο σ' αυτή τη μεταστροφή. Το έργο μεταφράστηκε πολύ γρήγορα στα γαλλικά, και αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για τη σκέψη των ιστορικών της ηπειρωτικής Ευρώπης, όπως ο Victor Duruy και ο Ernst Curtius. Μέσα σε λίγες δεκαετίες, ο Περικλής έγινε η ενσάρκωση του ελληνικού θαύματος, κατέληξε μάλιστα να θαυμάζεται ως η μεγαλοφυΐα που κληροδότησε στους μεταγενέστερους δύο αθάνατα μνημεία: ένα αριστούργημα από μάρμαρο, τον Παρθενώνα, και ένα αριστούργημα της τέχνης του λόγου, τον «Επιτάφιο». Για να ριζώσει ο μύθος του Περικλή, χρειάστηκε να συνδυαστούν δύο παράλληλες εξελίξεις. Πρώτα απ' όλα, μια μετάλλαξη στις πρακτικές και το φαντασιακό της πολιτικής: η πρόοδος της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας τον 19ο αιώνα συνέβαλε σημαντικά στην αύξηση της δημοτικότητας του Αθηναίου ηγέτη. Κατά δεύτερο λόγο, μια νέα αντίληψη του ιστορικού
χρόνου: όσο έχανε έδαφος το πρότυπο της ιστορίας ως «δασκάλα ζωής» (magistra vitae), εδραιωνόταν, αν όχι μια ιστορία που μελετά με μεγαλύτερη προσοχή τη διαδοχή των περιόδων και των πολιτισμών - τη γέννηση, το απόγειο και την παρακμή τους. Στο πλαίσιο αυτού του νέου καθεστώτος ιστορικότητας, ο Περικλής κατέλαβε εξέχουσα θέση, ως ένας από τους σημαντικότερους κρίκους στη συγκρότηση της Κλασικής Εποχής, η οποία χάρισε στην Αρχαιότητα τα ωραιότερα μνημεία της. Ωστόσο, ο 19ος αιώνας σημαδεύτηκε και από το ζήτημα των εθνικοτήτων. Αυτός ο εθνικιστικός αναβρασμός είχε μακροχρόνιες επιπτώσεις στη σχέση με τους Αρχαίους: σύμφωνα, θα λέγαμε, με μια παράξενη διάταξη συγκοινωνούντων δοχείων, ενώ οι Αγγλοι και οι Γάλλοι ανακάλυπταν ξανά τον Περικλή, οι Γερμανοί απέστρεφαν την προσοχή τους με επιδεικτικό τρόπο. Στο πλαίσιο του νέου κράτους υπό την ηγεσία του Bismarck, ο Αθηναίος ηγέτης άρχισε να πέφτει σε δυσμένεια: οι Γιούνκερ, η γαιοκτητική και στρατιωτική αριστοκρατία της Πρωσίας, ταυτίζονταν στο εξής με τους Σπαρτιάτες, ενώ η δυναστεία των Χοεντσόλερν, για να επιλέξει τα πρότυπά της, στρεφόταν προς τους βασιλείς της Ελληνιστικής Εποχής και, συγκεκριμένα, τον Μέγα Αλέξανδρο. Αυτοί οι αποκλίνοντες ιστοριογραφικοί προσανατολισμοί ήρθαν στο φως τον 20ό αιώνα. Κατά τη διάρκεια του Α' Παγκόσμιου Πολέμου, οι Αγγλοι, παραδείγματος χάρη, επικαλέστηκαν την ανάμνηση του Περικλή απέναντι στους Γερμανούς, που είχαν μετα-
μορφωθεί σε Σπαρτιάτες. Η κατανομή των ρόλων, όμως, δεν ήταν πάντα τόσο ξεκάθαρη. Παρόλο που οι Ευρωπαίοι δημοκράτες επικαλούνταν την ανάμνηση του Αθηναίου ηγέτη, ο Περικλής προκάλεσε κάποιον θαυμασμό και στους κύκλους των εθνικοσοσιαλιστών διανοούμενων, οι οποίοι γοητεύτηκαν από τη ρητορική του, τα μεγάλα του έργα και την ιμπεριαλιστική αδιαλλαξία του. Η θεώρηση του Περικλή άλλαξε και πάλι, μετά το τέλος του Β' Παγκόσμιου Πολέμου. Ο Αθηναίος ηγέτης μετατράπηκε σε αποστειρωμένη εμβληματική μορφή σχολικής χρήσεως, ενώ η λαϊκή κουλτούρα τον αντιμετώπισε με αδιαφορία. Στο έργο των ιστορικών, η εικόνα του άρχισε να παρουσιάζεται με ολοένα και μελανότερα χρώματα, καθώς προχωρούσε η αποαποικιοποίηση και η εδραίωση της ιδεολογίας των ανθρώπινων δικαιωμάτων, αλλά και των δικαιωμάτων της γυναίκας. Ετσι, παρουσιάστηκε ορισμένες φορές ως πρωτεργάτης ενός συστήματος ιμπεριαλιστικού, δουλοκτητικού και φαλλοκρατικού˙ το σύστημα αυτό είναι το είδωλο του δυτικού κόσμου, που κοιτάζεται στον καθρέφτη και κατατρύχεται από αμφιβολίες για τις θεμελιώδεις αξίες του. Για πολλούς αιώνες, ο Περικλής επικρινόταν επειδή ήταν υπέρμετρα δημοκρατικός, στο εξής, θα αρχίσει να δέχεται επιθέσεις επειδή δεν ήταν αρκετά δημοκρατικός. [Πρόκειται για απόσπασμα από το Κεφάλαιο 11, «Η επιστροφή του Περικλή: Η κατασκευή ενός μύθου (18ος - 21ος αιώνας)»]
60
Κείμενο: Δημήτρης Χαλιώτης / Φωτογραφία: Στέφανος Καστρινάκης
61
Ιούνιος 2015
Το παζλ του Πάνου «Δεν είπα ποτέ ότι θα γίνω ηθοποιός», μου εξομολογείται ο Πάνος Βλάχος. Ναυτιλιακά σπούδασε. Με το θέατρο ασχολιόταν ερασιτεχνικά. «Ο Νίκος Καλογερόπουλος με είδε σε ένα θεατρικό εργαστήρι που παίζαμε μια παράσταση και μου πρότεινε να τον ακολουθήσω σε μία περιοδεία που έκανε. Αποφάσισα να αλλάξω επαγγελματική ζωή μέσα σε μία νύχτα». Κάπως έτσι ξεκίνησαν όλα. «Πρώτα βούτηξα στην πράξη και μετά πήγα στη βιβλιογραφία. Ολη αυτή η διαδικασία με έκανε αυτό που είμαι σήμερα. Κατάλαβα από νωρίς ποια στάδια υπάρχουν σε ένα εργοστάσιο για να φτάσουμε στο τελικό προϊόν», μου επισημαίνει. Η υποκριτική μοιάζει ο φυσικός του χώρος. Η τηλεόραση του χάρισε αναγνωρισιμότητα. Δεν τον άλλαξε όμως. Ισως αυτή η ακριβή εμπειρία του μπουλουκιού στο ξεκίνημα της καριέρας του να τον βοήθησε να παραμένει πάντα προσγειωμένος. «Δεν σχεδίαζα ποτέ να γίνω πρωταγωνιστής αναζητώντας ρόλους να με αναδείξουν. Θέλω συνεχώς να ζητάω περισσότερα από τον εαυτό μου», μου λέει. Γι’ αυτό και η παρουσία του στο θέατρο τα τελευταία χρόνια είναι αδιάλειπτη. Φέτος το καλοκαίρι επιστρέφει για δεύτερη φορά στην Επίδαυρο μετά τους περσινούς «Βατράχους» δια χειρός Κακλέα. Πάλι με Αριστοφάνη. Πάλι με το Εθνικό Θέατρο. Αυτή τη φορά ως Νέος στις «Εκκλησιάζουσες», με σκηνοθέτη και πρωταγωνιστή τον Γιάννη Μπέζο, που ξεκινούν την καλοκαιρινή τους περιοδεία στις 4 Ιουλίου από την Καβάλα για να ταξιδέψουν σε όλη την Ελλάδα με κεντρικές στάσεις στην Επίδαυρο στις 31 Ιουλίου και 1η Αυγούστου και στο Ηρώδειο στις 16 Σεπτεμβρίου. «Ο Αριστοφάνης σκιαγραφεί μία κοινωνία που δεν έχει αλλάξει, γι’ αυτό και παραμένει αυθόρμητα σύγχρονος. Οι ήρωες που υποδύονται οι κωμικοί ηθοποιοί είτε είναι τραβηγμένοι από τα μαλλιά είτε είναι περισσότερο διακριτοί από σένα κι από μένα, είναι πάνω-κάτω οι ίδιοι άνθρωποι που κινούνται στην Ελλάδα σήμερα. Ο αφελής, το λαμόγιο, ο απίστευτα νάρκισσος», μου εξηγεί διευκρινίζοντας ότι όταν μιλάει για «φιγούρες του Αριστοφάνη» αναφέρεται σε δείγματα ανθρώπων. «Τα ρούχα τους και οι συμπεριφορές τους αλλάζουν, αλλά ο πυρήνας τους παραμένει ο ίδιος», προσθέτει.
Ο ίδιος ανήκει στους λάτρεις του Αριστοφάνη. «Ενας Ελληνας ηθοποιός που αποκλείει τελείως τον Αριστοφάνη από το ρεπερτόριό του χάνει μία τεράστια υποκριτική γκάμα, που κρύβεται και στα έργα του, αλλά και στον τρόπο που οι ηθοποιοί έχουν ερμηνεύσει τους ήρωές του μέσα στα χρόνια», σχολιάζει, δίνοντας έμφαση στην «ελληνικότητα» που χαρακτηρίζει τον Αριστοφάνη. Διαχωρίζοντας το λαϊκό από το λαϊκίστικο, ο Πάνος μού υπενθυμίζει ότι ο Αριστοφάνης απευθυνόταν σε όλη την αρχαία Αθήνα. «Με ενδιαφέρει οι παραστάσεις στις οποίες συμμετέχω να ακουμπάνε σε μια μεγάλη μερίδα κοινού. Δεν υπάρχει ηθοποιός χωρίς το κοινό. Δεν θα υποβιβάσω τις επιλογές μου για χάρη του μεγάλου κοινού, αλλά με ενδιαφέρει οπωσδήποτε το κοινό. Χωρίς αυτό δεν υπάρχει θέατρο. Αρα όσο μεγαλύτερο κοινό μπορεί να ταυτιστεί με αυτό που κάνω εγώ πάνω στη σκηνή τόσο πιο ευτυχής είμαι». Τον ρωτάω αν οι «Εκκλησιάζουσες» δια χειρός Μπέζου είναι ένα κλασικό αριστοφανικό ανέβασμα. «Είναι μία καθαρή ανάγνωση του Αριστοφάνη. Τι σημαίνει κλασικό; Ακούγεται στον κόσμο σαν να πρόκειται για κάτι παλιό και ξεπερασμένο. Η πρόθεση των συντελεστών είναι αυτή που μετράει και κάνει μια παράσταση σύγχρονη», μου απαντά, συμπληρώνοντας ότι, κατά τη γνώμη του, «η σύγχρονη αντίληψη του τι είναι αστείο και κωμικό απαιτεί μία λιτότητα». Στη σύντομη μέχρι σήμερα θεατρική του διαδρομή είχε την τύχη να συναντηθεί με σημαντικούς ανθρώπους του θεάτρου, όπως ο Καραθάνος, ο Κακλέας, ο Φιλιππίδης και ο Μπέζος. «Αυτοί οι άνθρωποι είναι η απάντηση στο γιατί να παίξω έναν ρόλο», παρατηρεί και συνεχίζει: «Δεν σκέφτομαι εμπορικά. Το γεγονός ότι έχω πάρει μέρος σε παραστάσεις σε κεντρικά θέατρα δεν με κάνει ούτε πιο φωτεινό ούτε πιο σκοτεινό. Προσπαθώ να αποφεύγω τις ταμπέλες. Εν δυνάμει μπορώ να είμαι τα πάντα. Επιλέγω να δω το προσωπικό μου παζλ μέσα από διάφορες συνεργασίες, όπου κι αν είναι αυτές». Το απέδειξε στην πράξη αυτό την περασμένη άνοιξη, όταν παρουσίασε με δική του πρωτοβουλία τα «Γεγονότα» του Ντέιβιντ Γκρέιγκ, ένα σύγχρονο δραματικό σκωτσέζικο έργο που στοχάζεται πάνω στη βία και την
ανθρώπινη φύση. Συμπρωταγωνίστριά του ήταν η Θεοδώρα Τζήμου. «Πιστεύω πάρα πολύ στις συνεργασίες με ηθοποιούς που είναι σπουδαιότεροι από μένα. Παρακαλώ να παίξω με ανθρώπους που τρέχουν με ταχύτητα υπερδιπλάσια από αυτή που μπορώ να τρέξω εγώ», παραδέχεται. Ο χειμώνας θα τον έβρισκε πάλι στο Εθνικό να υποδύεται τον Επιθεωρητή στο ομώνυμο έργο του Γκόγκολ, σε σκηνοθεσία Γιάννη Κακλέα, αλλά η συνεργασία ναυάγησε. Είχα ακούσει το παρασκήνιο, γι’ αυτό τον ρώτησα. «Είχε συμφωνηθεί να γίνει η παράσταση. Είχαν κλείσει και άλλοι ηθοποιοί. Και ενημερωθήκαμε μέσω μηνύματος από τον κύριο Χατζάκη ότι δεν θα γίνει η δουλειά. Χωρίς αιτιολόγηση. Συμβαίνουν αυτά, αλλά ο τρόπος δεν ήταν πολύ κομψός», μου λέει. Με αφορμή την αναφορά στον Σωτήρη Χατζάκη τον ρωτάω τη γνώμη του για την αλλαγή σκυτάλης στην καλλιτεχνική διεύθυνση του Εθνικού. Αισθάνομαι ότι τον φέρνω σε δύσκολη θέση, αλλά τελικά μου απαντά: «Υπήρξα στο Εθνικό και με άλλους διευθυντές. Δεν είμαι παιδί κανενός. Ημουν τυχαία επιλογή κάποιων σκηνοθετών. Τον κύριο Λιβαθινό δεν τον γνωρίζω προσωπικά, αλλά εκτιμώ απίστευτα τη δουλειά του. Δεν προσπαθώ να σου απαντήσω με διπλωματικό τρόπο, προκειμένου να τα έχω καλά με όλους. Απλώς θεωρώ ότι ένας ηθοποιός της ηλικίας μου δεν έχει δικαίωμα να κρίνει δημόσια έναν καλλιτεχνικό διευθυντή κρατικού θεάτρου. Αυτό πιστεύω. Είναι μία δύσκολη εποχή για τη χώρα. Θεωρώ ότι έχει εξαιρετικό δυναμικό αυτός ο τόπος να κάνει πολύ αξιόλογα πράγματα. Το Εθνικό Θέατρο είναι ο καθρέφτης του ελληνικού θεάτρου». Ωστόσο, εκτός από καθρέφτης του ελληνικού θεάτρου το Εθνικό είναι και σχεδόν (αν όχι απόλυτα) σίγουρα το μόνο θέατρο που πληρώνει ακόμα τις πρόβες στους ηθοποιούς του. Κάπως έτσι η συζήτηση πηγαίνει στο κατά πόσο πια το επάγγελμα του ηθοποιού παραμένει βιοποριστικό. «Οι παραγωγοί χρησιμοποιούν την κρίση ως άλλοθι για να εκμεταλλεύονται τους ηθοποιούς και την ανάγκη τους να δημιουργήσουν. Το θέατρο έχει γίνει χόμπι πια. Και έχει γίνει χόμπι για εξαιρετικά ταλαντούχους ηθοποιούς. Είναι τραγικά τα πράγματα», τονίζει. Αφήνει πάντως ένα παράθυρο ανοιχτό για το μέλλον. «Δεν ξέρω πού θα οδηγηθεί αυτή η κατάσταση. Ισως να πάμε σε ένα νέο μοντέλο. Θα δούμε…».
Κείμενο: Νατάσα Μαστοράκου / Φωτογραφίa: Στέφανος Καστρινάκης
62
Στον Μάνο με αγάπη...
«Μια τρύπα στον καιρό... κύριε Μάνο». Ετσι επέλεξε να ονομάσει ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας τον τελευταίο δίσκο του που κυκλοφόρησε πριν από λίγους μήνες και δίνει την αφορμή για μια ιδιαίτερη βραδιά στον Κήπο του Μεγάρου Μουσικής στις 22 Ιουλίου. Με αυτή την ευκαιρία βρεθήκαμε άλλωστε και στο στούντιό του στο Κολωνάκι και μιλήσαμε για ποίηση, ρεαλισμό, πολιτική, αλλά κυρίως μουσική. Γιατί ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας δεν τσιγκουνεύεται σε τίποτα. Είναι ειλικρινής -και ας παρεξηγείται πολλές φορές- και με σαφείς απόψεις. Η συζήτηση ξεκίνησε από τα σημεία των καιρών, όπως τα χαρακτήρισε ο ίδιος. Από το φαινόμενο της εποχής να βγάζεις ένα δίσκο και μετά να προσπαθείς μέσα από τις συναυλίες να κάνεις τον κόσμο να τον αγαπήσει. Ακριβώς ανάποδα δηλαδή από ό,τι γινόταν στο παρελθόν. Τον ίδιο βέβαια δεν φαίνεται να τον πτοεί ιδιαίτερα το γεγονός. Είτε έτσι είτε αλλιώς τα τραγούδια του είναι ιδιαίτερα αγαπητά στον κόσμο, ο οποίος γεμίζει τους χώρους όπου εμφανίζεται. Ετσι ακριβώς θα γίνει και στις δεκάδες συναυλίες που θα δώσει σε όλη την Ελλάδα μαζί με τον φίλο του Γιάννη Κότσιρα. Πριν από όλα αυτά όμως προέχει η συναυλία στον Κήπο του Μεγάρου και το αφιέρωμα στον Μάνο Ελευθερίου. «Είναι ένα αφιέρωμα στην κοινή πορεία και των δύο μας. Βέβαια ο Μάνος ξεκίνησε πολύ πριν από εμένα, αλλά θα ξεκινήσουμε από τότε που είχα εγώ την πρώτη
επαφή μαζί του. Από το τραγούδι 'Εκδρομή' του Θανάση Γκαϊφύλλια. Από τότε παρακολουθούσα τα τραγούδια του, τα οποία ξεπέρασαν κατά πολύ τα γούστα μου. Σε αυτόν είναι αφιερωμένη η βραδιά αυτή και φυσικά θα πούμε και τραγούδια δικά μου που αγαπάει ο κόσμος». Εκτός από τον Λαυρέντη Μαχαιρίτσα στη συναυλία συμμετέχουν ο Γιάννης Κότσιρας, η Αφροδίτη Μάνου και η Δήμητρα Παπίου για να ερμηνεύσουν τα τραγούδια του Ελευθερίου όσο πιο κοντά γίνεται στις πρωτότυπες εκτελέσεις. Ο Λαυρέντης μού τονίζει ότι στον Κήπο θα τραγουδάει κυρίως ο κόσμος τα αγαπημένα του τραγούδια του ποιητή, που είναι και δικά του αγαπημένα. Εξάλλου ο ίδιος εδώ και χρόνια αναφέρει δημόσια την εκτίμησή του στον Ελευθερίου και το επιβεβαιώνει με τις συνεργασίες τους όλα αυτά τα χρόνια. Στον τελευταίο δίσκο του Λαυρέντη ο Ελευθερίου υπογράφει πέντε από τα 11 τραγούδια. Ολα είναι χωρισμένα σε θεματικές και όπως λέει ο τραγουδιστής ολοκληρώνονται με μια λύτρωση. «Η πρώτη ενότητα έχει να κάνει με την καθημερινότητα και τον ρεαλισμό και η δεύτερη με τους αποτυχημένους έρωτες, γιατί τους πετυχημένους δεν τους τραγουδάμε ποτέ. Το τρίτο μέρος έχει να κάνει με το γεγονός ότι έχω φτάσει 55 χρόνων και ακόμα δεν ξέρω αν αυτό ήθελα να κάνω στη ζωή μου και αν τα έχω καλά με τον εαυτό μου και στο τέταρτο καταλήγω με τη λύση που μου προσφέρει απλόχερα ο Μάνος. Για να είσαι σε πλήρη ισορροπία δεν θέλει τίποτα άλλο, μόνο να ονειρεύεσαι. Και μάλιστα όσο πιο ψηλά βάζεις τον πήχη, τόσο καλύτερα».
Και μια και μιλάμε για όνειρα, τον ρωτάω τι θέλει να κάνει τον ερχόμενο χειμώνα. «Αυτό που έχω ανάγκη, είναι να κάνω ένα πρόγραμμα χαμηλών τόνων. Λιγότερα όργανα, μικρός χώρος, λίγη ησυχία. Θέλω να είμαι μαζί με δύο τρεις καλές φωνές και με μια όμορφη ορχήστρα, να καθίσουμε και να τραγουδήσουμε μαζί με τον κόσμο», μου εξομολογείται ο ίδιος και συνεχίζει: «Θέλω να κάνω κάτι σαν τις παλιές μπουάτ και μπορεί να κάνω και ένα δίσκο με παλιά τραγούδια, σε μια πιο σύγχρονη εκδοχή». Η συζήτηση περνάει με ευκολία από τον Ελευθερίου στον Ρίτσο -και στον στίχο από το «Καπνισμένο τσουκάλι», «Εμείς τραγουδάμε για να σμίξουμε τον κόσμο» που τον έχει στιγματίσει- και στον Μάνο Χατζιδάκι. Παρόλο που ο ίδιος ήθελε πολύ να κυκλοφορήσει ξανά μερικά τραγούδια από τον «Μεγάλο Ερωτικό» και δεν του το επέτρεψαν, ο ίδιος συμμερίζεται την άποψη του Χατζιδάκι και προτιμάει να είναι τα πράγματα λίγο δικτατορικά στην τέχνη. Δεν τον έχει ποτέ ενοχλήσει που τραγουδάνε δικά του τραγούδια γιατί πιστεύει ότι δεν θα συμβεί τίποτα τρομερό αν τα πει κάποιος άλλος. Αλλά σε περιπτώσεις όπως ο «Μεγάλος Ερωτικός» καταλαβαίνει τις αντιρρήσεις. Κλείνοντας, αναρωτιέμαι ποια είναι η άποψη του για τη νέα γενιά τραγουδιστών. Αυτή που γεμίζει τα θέατρα και το κοινό ακολουθεί κάθε της βήμα. «Είναι πολύ καλοί τραγουδιστές, αλλά είναι λίγοι», μου απαντάει και δεν χρειάζομαι περαιτέρω εξηγήσεις.
Το... νησί της Σωφρονίου
64
Magritte
Κείμενο / Φωτογραφίες: Νικήτας Καραγιάννης
Flamme Rouge
Κατά την προετοιμασία του τεύχους, ο Κώστας γύρισε και με ρώτησε: «Εχεις περάσει πρόσφατα από την οδό Σωφρονίου στο Γκάζι;». Διαβάζοντας στην έκφρασή μου μια προσπάθεια να θυμηθώ πού ακριβώς βρίσκεται ο δρόμος, έσπευσε να με κατατοπίσει. «Ναι! Τον ξέρω τον δρόμο», του απάντησα «Λες για το μικρό σοκάκι μεταξύ Ευμολπιδών και Βουτάδων, αλλά έχω να περάσω καιρό. Γιατί;». «Εχουν ανοίξει διάφορα όμορφα στέκια και ο δρόμος θυμίζει νησί!». Ο Κώστας έχει «μάτι» για κάτι τέτοια, καθότι περνάει πολύ από τον χρόνο του περιδιαβαίνοντας την πόλη από τη μια της άκρη στην άλλη, με την περιέργεια ενός νεαρού πρόσκοπου. Κι εγώ πάλι ξέρω ότι για να το λέει, κάτι υπάρχει εκεί. Με λίγα λόγια, μόλις μου είχε δώσει το επόμενο ρεπορτάζ. Απόγευμα στο Γκάζι και μπαίνω στον στενό δρόμο. Είχα περάσει από εκεί σε παλαιότερες βόλτες μου και θυμόμουν το πρώτο μπαράκι που είχε ανοίξει, το A Liar Man, προσθέτοντας το σοκάκι στους προορισμούς της αθηναϊκής διασκέδασης. Το μαγαζί, που έγινε πολύ γνωστό από το ξεκίνημά του, είναι αυτή την εποχή κλειστό «λόγω θέρους» και θα ανοίξει πάλι το φθινόπωρο. Ομως, τα υπόλοιπα, για τα οποία μιλούσε ο συνεργάτης μου, είναι ανοιχτά. Τραπεζάκια έξω, διακριτικά
65
Ιούνιος 2015
φώτα και άφθονο χρώμα σου δίνουν πραγματικά την εντύπωση ότι μπορεί και να βρίσκεσαι σε κάποιο νησί, αν και όχι απαραίτητα κυκλαδίτικο. Μεταξύ των μαγαζιών υπάρχουν και μερικές μικρές «αλάνες» τις οποίες έχουν φιλοτεχνήσει γκραφιτάδες με ωραία γκράφιτι που τονίζουν ότι όλα εδώ είναι προσεγμένα. Ακόμα και στους εξωτερικούς τοίχους των μαγαζιών οι αισθητικές επεμβάσεις αυτού του urban τύπου είναι γενναιόδωρες. Η στενότητα του δρόμου δημιουργεί μια οικειότητα, μια αμεσότητα με τον περιβάλλοντα χώρο και γι' αυτό -πολύ σωστά- δεν βλέπεις πουθενά παρατημένα ή γυμνά σημεία. To Flamme Rouge cycle cafe bar έχει στην κόκκινη ταμπέλα του τη σιλουέτα ενός ποδηλάτου, ενώ και η έξυπνη προσαρμογή του ποδηλάτου -ως φιλοσοφία- παντού στη διακόσμηση δεν σου αφήνει αμφιβολίες για την αφοσίωση του μπαρ στο μέσο και τους λάτρεις του. Η δεύτερη είσοδός του βρίσκεται από την άλλη πλευρά, στην παράλληλη οδό Τριπτολέμου και το νούμερο 26. Ομως, στη Σοφρωνίου «απλώνεται» και απέναντι, μέσα σε μια μεγάλη αυλή, η οποία είναι διακοσμημένη με καθίσματα από ξύλινες παλέτες, αλλά και αιώρες για απόλυτη χαλάρωση που σε κάνουν να θυμηθείς ότι πολλές
66
Moustaki Bar
φορές έχεις πει ότι θα αγοράσεις μια για το σπίτι χωρίς ωστόσο να το έχεις καταφέρει. Γιατί άραγε; Ανοίγει από τις 10 το πρωί και μένει «όσο πάει» - έκφραση που άκουσα σε όλα τα μαγαζιά του δρόμου. Το ποτό εδώ κοστίζει έξι ευρώ, το κρασί τέσσερα και οι μπίρες τρεισήμισι έως πέντε ευρώ, ενώ δημοφιλής είναι και η σπιτική του σανγκρία. Στα decks παίζεται πολλή funky, groovy μουσική, jazz, rock και πιο απαλά ακούσματα. Στο νούμερο 12 εκτυλίσσεται ένας μεγάλος έρωτας με τον καλλιτέχνη Rene Magritte, στο μπαρ που φέρει το όνομά του. Ολα εδώ κινούνται γύρω από το σύμπαν του και μάλιστα με πολύ καλαίσθητο τρόπο. Τα μικρά, πολύχρωμα τραπέζια στον δρόμο είναι πλαισωμένα από μεγάλα γκράφιτι που δημιουργούν οπτικά παιχνίδια με μικρές λεπτομέρειες σπιτιών, οι οποίες θυμίζουν Παρίσι. Στο εσωτερικό παντού εικόνες και αναφορές στον καλλιτέχνη συνθέτουν τον ζεστό διάκοσμο. Καφέδες από δύο ευρώ, ποτά από έξι και σνακ από δύο ευρώ. Η μουσική είναι γενικά «ανεβασμένη» σε διαθέσεις swing και salsa, αλλά και καλή, χαρούμενη jazz. Δίπλα βρίσκεται το Plastiko cocktails cafe, ήδη στον τρίτο χρόνο λειτουργίας του και αγαπητό για τα κοκτέιλ που σερβίρει. «Ξεναγός» μου πίσω από το μπαρ, ο Πάνος. Ο διάκοσμος είναι σαφώς ντιζαϊνάτος σε μπεζ, γήινους τόνους. Η μουσική που ακούγεται πιάνει μια μεγάλη γκάμα επειδή διοργανώνονται και πολλές θεματικές βραδιές με jazz, house και reggae. Με τον Πάνο μιλάμε για διάφο-
67
Ιούνιος 2015
Flamme Rouge
68
φορα πράγματα. Είναι ο κλασικός καλός μπάρμαν που θέλεις να έχεις απέναντί σου. Τον ρωτάω για τον κόσμο και τις συγκυρίες που περνάμε. «Κοίτα, είναι λίγο σφιγμένος στην αρχή της βραδιάς, αλλά γρήγορα χαλαρώνει. Βρίσκει τρόπους να ξεφύγει, αφήνοντας τα προβλήματα στην άκρη», μου λέει. Οι τιμές για κρασί, μπίρες, ποτά και κοκτέιλ κυμαίνονται από τρεισήμισι μέχρι επτά ευρώ, ενώ οι πόρτες του μαγαζιού ανοίγουν στις 6 το απόγευμα ακολουθώντας και εδώ το «μέχρι όσο πάει». Ο γραφικός δρόμος έχει κάτι για όλους. Η αντρική γκέι πελατεία βρίσκει ένα πολύ ωραίο στέκι στο Moustaki Bar με το ωραίο logo στην είσοδο. Εννοείται ότι δίνεται μια κάποια έμφαση στα προσεγμένα μουστάκια, τα γένια και στην αισθητική των τρυφερών bears/αρκούδων της πόλης. Πολύ καλές μουσικές χορευτικές -και όχι μόνο- επιλογές, άψογο σέρβις και κυρίως γελαστές φάτσες! Διασκέδαση, σαφώς, μέχρι όσο πάει, μπορεί και αργότερα. Τελικά, ο Κώστας είχε δίκιο για τη Σωφρονίου και το urban νησί που φυλάει μέσα της. Τα πάντα όλα και για όλα τα γούστα σε έναν ονειρικό μικρόκοσμο που δεν θέλεις να μεγαλώσει περισσότερο.
Magritte
Κείμενο: Πόπη Διαμαντάκου
70
Από τον παιδισμό στην ωριμότητα
Στους αναστατωμένους καιρούς, στην αγωνία για ένα μέλλον, του οποίου τα κυρίαρχα συστατικά δεν έχουν ακόμη αναδειχθεί, γίνεται ανάγκη η επένδυση στις σταθερές της πόλης, αυτές που διαμόρφωσε η Αθήνα στο πέρασμα των σύγχρονων χρόνων με τη στήριξη των κατοίκων και των επισκεπτών της και που συνεχίζει να διαμορφώνει στη σκιά των δραματικών εξελίξεων, σε πείσμα κάθε αρνητισμού και μιζέριας. Διστάζει να μιλήσει κανείς για γιορτή της πόλης, όταν ο τόπος ολόκληρος δίνει τη μάχη μιας επιβίωσης με ευρωπαϊκό πρόσημο, γιατί αρνείται να συρρικνώσει τα όνειρά του στον κλειστοφοβικό επαρχιωτισμό. Ο τελευταίος συνεπάγεται νομοτελειακά μια απομόνωση της χώρας από το ευρωπαϊκό περιβάλλον, στου οποίου τη διαμόρφωση συνέβαλε με την ιστορία, τη σκέψη και τις θυσίες των πολιτών της. Αλλά τα εξαντλημένα εισιτήρια του Φεστιβάλ Αθηνών, οι βραδιές που κατάμεστο το Ηρώδειο και οι αίθουσες της Πειραιώς 260, οι κήποι και οι μεγάλες ταράτσες ιδρυμάτων που φιλοξενούν εκθέσεις και παραστάσεις, η πρώτη παρουσίαση του πάρκου του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος με τις χιλιάδες των επισκεπτών, οι γωνιές που γεμίζουν μουσικές από τις ορχήστρες του Δήμου της Αθήνας, τα τραπεζάκια έξω τις νύχτες, οι κατάμεστες μοναδικές παραλίες του αττικού τοπίου, με τις οποίες ολοκληρώνεται η ιδανική γεωγραφική του θέση, όλα αποδεικνύουν ότι το αθηναϊκό καλοκαίρι είναι θεσμός ισχυρός και αδιαπραγμάτευτος για τους κατοίκους της πόλης.
Φυσικά και δεν έγιναν όλα από τη μια ημέρα στην άλλη και ανατρέχοντας στην ιστορία των τελευταίων 150 ετών της πόλης, ανάγλυφα διακρίνονται εκείνα που της κόστισαν και υπήρξαν ανέκαθεν οι αντίρροπες δυνάμεις της εξέλιξής της, μετατρέποντας τη διαδικασία της ωριμότητάς της σε ένα μακρύ επίπονο ταξίδι. Εχει φτάσει σε αυτή; Εχει φτάσει στην ωριμότητα μιας πόλης που δεν αμφιβάλλει για την ταυτότητά της, δεν αμφιταλαντεύεται και δεν επιτρέπει σε νοσταλγούς του πάλαι ποτέ επαρχιωτισμού της να κλείσουν τους ορίζοντες; Δεν είναι πρώτη φορά που τίθεται το ερώτημα. Τη συνοδεύει διαρκώς σε κάθε φάση της ιστορίας της, έχει εμποτίσει τον αστικό της μύθο, καθώς, δυστυχώς γραφικότητες του παρελθόντος της επανέρχονται σαν εφιάλτες του παρόντος της. Πάντα υπήρχαν στην πόλη ομάδες που αντιπαλεύονταν την αστική της αύρα, «ταραξίαι και κακοποιοί», οι οποίοι «από συστήματος έδρων ή μεμονωμένοι ή αδελφωμένοι εις ολιγομελείς ομάδες» - διαβάζουμε στον εξαιρετικό Κώστα Μπίρη από τα τέλη του 19ου αιώνα, στα 1870 με 1880. «Βλάμηδες» τότε, «ταραξίες, τραμπούκοι» με ειδική στολή και βάδισμα να υπογραμμίζει τη μαγκιά και -το χειρότερο- προστατευόμενοι κομμάτων, τα οποία σε περίπτωση σύλληψής τους φρόντιζαν για την απελευθέρωσή τους. Μας θυμίζει κάτι. Αλίμονο, η ιστορία της πρωτεύουσας του τόπου βρίθει αναζωπυρώσεων του φαινομένου. Τότε προέταξε την πυγμή του ο Χαρίλαος Τρικούπης και ένας νεαρός φοιτητής της Ιατρικής, που έμελλε να σφραγίσει την αισθητική και την ευρωπαϊκή εξέλιξη
της αθηναϊκής νοοτροπίας, ο Σπύρος Μερκούρης. Αλλά ελάχιστοι οι πεφωτισμένοι πολιτικοί ενίσχυσαν την αστική εικόνα της Αθήνας, βρίσκοντας όμως αρωγή στην ιδιωτική πρωτοβουλία, αυτή που ακόμη σήμερα στηρίζει, επεκτείνει και αναδιαμορφώνει με τις εμπνεύσεις και τις επενδύσεις της την εικόνα της ευρωπαϊκής πρωτεύουσας. Ηδη από το χάραμα του 20ού αιώνα, ο παιδισμός των Αθηνών, φιλομαθής μεν, αφελής και ηθικολάγνος δε, όπως αποτυπωνόταν σε περιοδικά, αρχιτεκτονικές κατασκευές και κοινωνικά ήθη με επαρχιώτικες αγκυλώσεις (επιδειξιομανία, ελαφρότητα, θρησκοληψία), έβρισκε αντίσταση στους επίμονους οπαδούς της ωριμότητας μιας πόλης ανοιχτής, κοσμοπολίτικης, που αφομοιώνει νέα ρεύματα και ιδέες. Κάπως έτσι πορεύτηκε η Αθήνα για πολύ, με πισωγυρίσματα σε χρόνους γκρίζους για τη χώρα και μετά με εξάρσεις και εφηβικά ξεσπάσματα άκρατου ηδονισμού, όπως ήταν στις εποχές της ευδαίμονος αφασίας και της ξέφρενης σπατάλης. Ηταν οι εποχές που το αθηναϊκό καλοκαίρι εμφανιζόταν σαν γκρίζα καταδίκη για όσους έμεναν στην πόλη. Ας το σκεφτούμε λίγο. Οχι μόνον δεν είναι έτσι πλέον, αλλά η πόλη προσφέρει τόσα, ώστε να δελεάζονται και οι έτοιμοι προς θερινή φυγή και να αλλάζουν τον προγραμματισμό τους. Αυτή ακριβώς είναι η ωριμότητα της πόλης. Ανακουφιστική, λειτουργική και στέρεα για το μέλλον της.