Οκ τώβριος 2015
Ναταλί Σαβαρίκας Ανταπόκριση από την Ελλάδα
String Demons Σμίγοντας την κλασική με τη heavy metal
Πάνος Βλάχος Από τα πλατό στη μουσική σκηνή
Σκανάρετε το QR Code στην αρχή των κειμένων και ανακαλύψτε έξτρα περιεχόμενο
Metropolis www.metropolispress.gr
Sex στα decks Μια θεατρική πρόταση που... ερεθίζει τις αισθήσεις
Index Σαβαρίκας...6
CSI...32
Ανταπόκριση από την Ελλάδα
Η άνοδος και η πτώση των δημοφιλέστερων τηλεοπτικών σειρών
The Prancing Pony...8 Διαδίδοντας το έργο του μεγάλου καθηγητή Tζ. Ρ. Ρ. Τόλκιν
Παρασκευή παλιμπαιδισμού...36 Ενα μπαρ όπου κάθε Παρασκευή γίνονται… όργια!
Τέφρα και σκιά...10 Ο Χρήστος Λούλης και η Εύη Σαουλίδου πρωταγωνιστούν στο έργο του Πίντερ
animATheca...40 Ο Θόδωρος Μπρουσκομάτης και τα εικονοστάσιά του
String Demons...16
Digital Revolution...46
Πειράζοντας Βαμβακάρη και Queen με ένα τσέλο και ένα βιολί
Η Στέγη σε ξεναγεί στον μαγικό κόσμο της ψηφιακής τεχνολογίας
Bλάχος...22 Δισκογραφικό ντεμπούτο με δημοφιλείς συμμετοχές
Οικογένεια Τσέντσι...50 Η Ιόλη Ανδρεάδη και ο Αρης Ασπρούλης εμπνέονται από τον Αρτώ
Παπαβασιλείου...24 Ο μεγάλος δάσκαλος του θεάτρου μιλά για τη δηθενιά και το οικόπεδο που λέγεται «Ελλάδα»
Καγκουρώ...56 SimpleG...26 Ενας αγιογράφος δίνει ταυτότητα στην Αθήνα μέσα από το street art
Μία παράσταση για έναν νέο που αποφασίζει να μεταναστεύσει στην Αυστραλία
Οδός Λέκκα...61 Μια διαδρομή στο μουσικό και γευστικό οικοσύστημα των στοών του αθηναϊκού δρόμου
METROPOLIS
17/1070
www.metropolispress.gr / metropolis@metropolisnews.gr / Facebook: MetropolisPress / YouTube: MetropolisPress Ιδιοκτησία - Εκδοση: Μ media Α.Ε. / Εδρα: Πραξιτέλους 26, Τ.Κ. 105 61 - Αθήνα, τηλ.: 210 4823977, φαξ: 210 4832887 Διεύθυνση: Κώστας Τσαούσης Project Manager: Βίκτωρας Δήμας Ειδικός Σύμβουλος: Θάνος Τριανταφύλλου Συντονισμός: Νατάσα Μαστοράκου, Χρήστος Τσαπακίδης Σύνταξη: Ανδρέας Γιαννόπουλος, Νικήτας Καραγιάννης, Βούλα Σουρίλα, Δημήτρης Χαλιώτης Υποστήριξη: Βασίλης Λουκανίδης Εκτύπωση: «Καθημερινές Εκδόσεις» Α.Ε.
Edito
4
Το θερινό θέατρο του Εθνικού Κήπου Κώστας Τσαούσης kt@m-media.gr Ρώτησα αρκετούς φίλους και γνωστούς -της ηλικίας μου ή και κάπως μεγαλύτερους- αλλά και εκείνοι δήλωσαν άγνοια… «Oχι, δεν το ήξερα», ήταν η συνήθης απάντηση όταν ξεκίνησα τον γύρο των ερωτήσεων σχετικά με την ύπαρξη και λειτουργία ενός θερινού θεάτρου στον Εθνικό Κήπο. Αφορμή για όλα αυτά ήταν το κείμενο μιας επιστολής που έφθασε στα χέρια μου από τύχη. Η επιστολή -γραμμένη 34 χρόνια πριν- υπογράφεται από τον καθηγητή της Ανωτάτης Γεωπονικής Σχολής Αθηνών (νυν Γεωπονικό Πανεπιστήμιο) Ηλία Δεκάζο, πρόεδρο του οργανισμού στην ευθύνη του οποίου ανήκε ο Εθνικός Κήπος και απευθύνεται στον ηθοποιό και σκηνοθέτη Νίκο Χατζίσκο. Η επιστολή του καθηγητή Δεκάζου αφορά μια απάντηση σε αίτημα του ίδιου του Χατζίσκου για επαναλειτουργία θερινού θεάτρου εντός του Εθνικού Κήπου το καλοκαίρι του 1981.
Διαβάζω: «Σχετικά με την πρότασή σας για παρουσίαση κατά τη θερινή περίοδο 1981 στον Εθνικό Κήπο και στον ίδιο ακριβώς χώρο που λειτούργησε στο παρελθόν το θέατρο του Εθνικού Κήπου από θίασό σας του έργου του Σίλλερ ‘Οι ληστές’, η οποία περιέχεται στην από 1η Απριλίου 1981 αίτησή σας προς τον κ. Γενικό Γραμματέα του Υπουργείου Γεωργίας σας γνωρίζουμε ότι υπάρχει νομικό και πραγματικό κώλυμα δια την ικανοποίηση του αιτήματος σας αυτού». Το μικρό αυτό απόσπασμα ήταν και το πρώτο ερέθισμα για την περαιτέρω έρευνα. Το πότε άρχισε να λειτουργεί το θέατρο, το πόσα χρόνια λειτούργησε και με ποιόν θεατρώνη, ποιοι και πόσοι φιλοξενήθηκαν στη σκηνή του, πότε πάρθηκε η απόφαση κατάργησης του θεάτρου κλπ.
Μια μικρή ιστορία που μπορεί και πρέπει να οδηγήσει μέσα από συντονισμένες προσπάθειες στην αξιοποίηση του αρχείου του Εθνικού Κήπου, ενός ζωντανού οργανισμού που αποτελεί κομμάτι της μεγάλης ιστορίας αυτής της πόλης. ΥΓ: Από την αναζήτηση στο διαδίκτυο βρέθηκε μια φωτογραφία από το μακρινό 1966. Μια φωτογραφία που μας πληροφορεί πως εκείνο το καλοκαίρι παίχθηκε στο θέατρο του Εθνικού Κήπου η παράσταση «Η κόρη μου η σοσιαλίστρια» με την Αλίκη Βουγιουκλάκη και τον Δημήτρη Παπαμιχαήλ.
6
Κείμενο: Ανδρέας Γιαννόπουλος / Φωτογραφία: Νίκος Παπαγγελής
7
Οκ τώβριος 2015
Μια κοσμοπολίτισσα δημοσιογράφος
Πηγαίνοντας να συναντήσω τη Ναταλί Σαβαρίκας στο Παγκράτι ομολογώ πως δεν είχα ξεκάθαρο πλάνο στο μυαλό μου για το τι ακριβώς θα συζητούσα μαζί της. Γνώριζα μόνο πως ο χρόνος που είχα στη διάθεσή μου ήταν περιορισμένος, αφού οι επαγγελματικές της υποχρεώσεις είναι πολύ πιεστικές και κινούνται μεταξύ France 24, “The Independent”, Vice TV και “Monocle”. Και όπως συνήθως συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, η κίνηση στους αθηναϊκούς δρόμους φρόντισε να αργήσω στο ραντεβού μας. Με μισή ώρα καθυστέρηση, τη βρήκα να με περιμένει στο MusiqueCafe στο Παγκράτι. Μετά τους απαραίτητους χαιρετισμούς η Ναταλί άρχισε να μου εξηγεί πως ασχολείται με τη δημοσιογραφία από το 2007, αν και οι σπουδές της ήταν πάνω στο διεθνές δίκαιο. «Το πάθος μου είναι τα ανθρώπινα δικαιώματα. Θεώρησα λοιπόν πως δεν υπάρχει καλύτερος τρόπος να τα προασπιστώ από το να εμπλακώ ενεργά στη δημοσιογραφία». Ετσι, βρέθηκε να κάνει την πρακτική της άσκηση σε δύο «γίγαντες» του χώρου, το CNN και το Reuters. Σύντομα έκανε το πέρασμά της από το Associated Press και το Al Jazeera, για να καταλήξει σήμερα να εργάζεται ως freelancer ανταποκρίτρια από την Αθήνα. «Με βρίσκεις σε καλή περίοδο», μου εξηγεί, «αφού τα πραγματικά δύσκολα ήταν μέσα στο καλοκαίρι. Επρεπε να ξυπνάω συνήθως στις 6 το πρωί και τελείωνα κατά τη 1 το βράδυ». Με την Ελλάδα στο επίκεντρο των διεθνών μέσων ενημέρωσης, τα λεγόμενά της δεν φαντάζουν παράξενα. «Οι πρώτες ανταποκρίσεις πολλές φορές ξεκινούσαν πριν τις 8 το πρωί και φυσικά το τηλέφωνο δεν σταματούσε ποτέ να χτυπάει».
Οπως μου αναφέρει, το ενδιαφέρον για τη χώρα μας από το εξωτερικό παραμένει έντονο - ειδικά στην Ευρώπη. Στη Γαλλία για παράδειγμα, όπου μεγάλωσε, οι πολίτες αναρωτιούνται «τι συμβαίνει εδώ;». «Αντιμετωπίζουν την κατάσταση ως ένα πείραμα που ενδεχομένως μπορεί να τους επηρεάσει και αυτούς». Οσο βέβαια μεγαλώνει η απόσταση, οι… έγνοιες γίνονται λιγότερες. Στη Νέα Υόρκη, όπου βρέθηκε πρόσφατα, η όλη κατάσταση «μάλλον δεν τους αγγίζει και πολύ», μου λέει σηκώνοντας τους ώμους της. Η πιο ευχάριστη ωστόσο στιγμή της δουλειάς της είναι όταν πρέπει να ασχοληθεί με το “Monocle” - προφέρεται Μόνοκλ όπως μου διευκρίνισε. Σε περίπτωση που δεν το έχεις ακουστά, πρόκειται για το περιοδικό«βίβλο» των απανταχού θιασωτών του πιο προχωρημένου lifestyle, με έδρα το Λονδίνο. Ιδρύθηκε το 2007 από τον Καναδό Τάιλερ Μπριλέ -ιδρυτή και του περιοδικού “Wallpaper*”- και ασχολείται με τις διεθνείς σχέσεις, την επιχειρηματικότητα, τον πολιτισμό, το ντιζάιν και τη μόδα. Κυκλοφορούν δέκα τεύχη τον χρόνο και δύο ειδικές εκδόσεις, με την τιμή του κάθε τεύχους να ανέρχεται σε 12 ευρώ. «Το κοινό του “Monocle” είναι παγκόσμιο και πολύ συγκεκριμένο», αναφέρει η Ναταλί. «Στις σελίδες του φιλοξενούνται θέματα δοσμένα μέσα από μία άλλη οπτική. Αυτή την περίοδο, ας πούμε, ασχοληθήκαμε με το τι κάνει καλά η Ελλάδα». Η δημοσιογράφος κλήθηκε λοιπόν να εστιάσει στα θετικά της χώρας μας, να βρει τι εξάγει και σε ποιους τομείς κατέχει την πρωτιά. «Η όλη διαδικασία είναι μια πρόκληση γιατί προσπαθώ να αλλάξω μια επικρατούσα άποψη. Το απολαμβάνω όμως», τονίζει χαμογελώντας.
Η ανταπόκριση του κοινού στο όλο εγχείρημα είναι ιδιαίτερα θερμή, καθιστώντας το “Monocle” είναι ένα από τα κορυφαία περιοδικά σε πωλήσεις όχι μόνο στη Βρετανία, αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο. Αυτό ωστόσο που μου προκαλεί εντύπωση είναι η καινοτόμος προσέγγιση της συντακτικής ομάδας απέναντι σε τομείς όπως τα κοινωνικά δίκτυα, σε μία περίοδο που τα media έχουν χάσει την ταυτότητά τους. «Το περιοδικό δεν διαθέτει σελίδα στο Facebook», μου λέει και σοκάρομαι. Υπάρχει τελικά και άλλος δρόμος πέρα από το κυνήγι του like; «Η έκδοση λέει 'αυτό προσφέρω και αν θες το αγοράζεις'. Ολα είναι προσεγμένα στην εντέλεια βέβαια. Τα θέματα, το στήσιμο των σελίδων, τα γραφικά, τα πάντα». Οπως είναι φυσικό, σύντομα η συζήτηση αρχίζει να περιστρέφεται γύρω από το επάγγελμα της δημοσιογραφίας. «Η είδηση δυστυχώς έχει γίνει εμπόρευμα», αναφέρει και κάνει μια μικρή παύση για να σκεφτεί πριν συνεχίσει: «Είσαι υποχρεωμένος να την πουλήσεις. Αυτό που μπορούμε να κάνουμε εμείς από την πλευρά μας, κατά τη γνώμη μου, είναι να μην πέσουμε σε αυτή την παγίδα και να προσπαθούμε να είμαστε όσο πιο αντικειμενικοί γίνεται». Χωρίς να το αντιληφθώ, είχε ήδη περάσει περισσότερο από μία ώρα. Αποφασίζω λοιπόν να κάνω την τελευταία μου ερώτηση γύρω από όσα της έχουν κάνει εντύπωση από τότε που ήρθε στην Ελλάδα. «Είναι δύσκολο να εξηγήσεις σε κατοίκους άλλων χωρών όσα διαδραματίζονται εδώ. Το ετήσιο κατά κεφαλήν εισόδημα μειώθηκε κατά ένα τέταρτο μέσα σε λίγα χρόνια. Δεν προσαρμόζεσαι εύκολα σε αυτά τα δεδομένα. Αυτό που θεωρώ ότι βοήθησε για να ξεπεραστεί η κρίση είναι οι ισχυροί οικογενειακοί δεσμοί που υπάρχουν και η φιλοσοφία του 'δεν θα πεθάνουμε κιόλας' - με την καλή πάντα έννοια».
8
Κείμενο: Σπύρος Σαμψώνας
9
Οκ τώβριος 2015
Ραντεβού στο Prancing Pony Ο Ελληνικός Σύλλογος Φίλων Τόλκιν - ‘The Prancing Pony’ συστάθηκε στις αρχές Οκτωβρίου του 2002. Η ίδρυσή του ήταν ανάγκη και επιταγή ανθρώπων που λάτρευαν το λογοτεχνικό έργο του Καθηγητή και που είχαν «ενεργοποιηθεί» με την είδηση για την επικείμενη κινηματογραφική τριλογία. Οι άνθρωποι αυτοί είχαν, δε, έρθει ήδη κοντά, χάρη στη δημιουργία του τολκινικού φόρουμ www.lordoftherings.gr. Ο σκοπός του συλλόγου ήταν εξαρχής να διαδώσει το έργο του Tζ. Ρ. Ρ. Τόλκιν σε περισσότερους αναγνώστες, σαφώς μέσα από την γνωστοποίηση της ύπαρξης και του ίδιου του συλλόγου. Οι δραστηριότητές του πάντα ενδιαφέρουσες και ποικίλες. Στις μηνιαίες συναντήσεις των μελών θα συναντήσει κάποιος απλές ή και θεατρικοποιημένες αναγνώσεις, δρώμενα, παιχνίδια και κουίζ, παρουσιάσεις και αναλύσεις πάνω σε ήρωες, γεγονότα και κείμενα των λογοτεχνικών -κυρίως- έργων του Καθηγητή. Ειδική μνεία αξίζει να κάνουμε στις συναντήσεις των γενεθλίων του συλλόγου (5 Οκτωβρίου) και των γενεθλίων του Τόλκιν (3 Ιανουαρίου). Σε αυτές, ο χαρακτήρας είναι πιο εορταστικός, οι εκδηλώσεις συνήθως πιο επίσημες και πάντα μαζικές σε συμμετοχή και ιδιαίτερες σε θεματολογία. Πολλοί θα έχετε ήδη αναρωτηθεί: «Γιατί ‘Prancing Pony’;». Η επιλογή ονόματος έχει να κάνει κυρίως με τη συνήθεια που έγινε λατρεία, κάθε συνάντηση να κλείνει με ένα γευστικό «hobbit-ιασμα» σε παρακείμενα εκλεκτά «πανδοχεία». Επίσης σχετίζεται με το γεγονός ότι η πατρίδα μας είναι σταυροδρόμι -όπως το χωριό του βιβλίου- κι εμείς αποτελούμαστε από όλων των ειδών τα πλάσματα: Χόμπιτ, Νάνοι, Ξωτικά, Ανθρωποι και κανένα Ορκ πού και πού. Τι πιο φυσικό λοιπόν να βαπτιστούμε με το όνομα του πανδοχείου στο Μπρι. Εν τη γενέσει του ο σύλλογός μας απέκτησε αδελφικές σχέσεις με αντίστοιχους συλλόγους του εξωτερικού, έγινε σύντομα μέλος του International Tolkien Fellowship (η διεθνής ένωση των συλλόγων αφιερωμένων στον Τόλκιν) και πήρε μέρος σε πολλές διεθνείς συναντήσεις, όπως το Oxonmoot στην Οξφόρδη (το ετήσιο επίσημο φιλολογικό μνημόσυνο του Καθηγη-
τή), το Ring*Con στη Γερμανία και το Brussels2004 μια ειδική παρουσίαση του έργου του Τόλκιν στο Ευρωκοινοβούλιο. Επίσης, αντιπροσωπείες μας πήγαν αρκετές φορές στο ετήσιο “Tolkien Thing” του γερμανικού συλλόγου, τις πανηγυρικές εκδηλώσεις για τα 36 χρόνια του σουηδικού συλλόγου το 2006 και τα 30 χρόνια του ολλανδικού συλλόγου το 2011. Συμμετείχαμε με 25μελή αντιπροσωπεία στον διεθνή εορτασμό των 50 χρόνων από την ολοκλήρωση της έκδοσης του «Αρχοντα των Δαχτυλιδιών», το “Tolkien 2005”, τον Αύγουστο του 2005 στο Πανεπιστήμιο του Αστον του Μπέρμιγχαμ, όπου και παρουσιάσαμε μια ομιλία με θέμα τη σχέση του τολκινικού έπους με την ελληνική μυθολογία και ένα θεατρικό δρώμενο που συνέκρινε την ιστορία του Τούριν με αυτή του Οιδίποδα. Η εμπειρία των εκδηλώσεων αυτών οδήγησε τον Σύλλογο να οργανώσει αντίστοιχες συναντήσεις και στην Ελλάδα. Οι σημαντικότερες από αυτές είναι το “Cair Andros 2007”, ένα διεθνές τριήμερο συμπόσιο στο όμορφο νησί της Ανδρου με πολλές διαλέξεις, παρουσιάσεις και παιχνίδια, αλλά και το Middle-Earth Open 2014, μια ολοήμερη γιορτή στο πάρκο του Αγίου Ιωάννη στην Καισαριανή, το οποίο μας έφερε για πρώτη φορά σε επαφή με μεγάλο και ετερόκλητο κοινό. Η επαφή των μελών μας με το φανταστικό δεν περιορίζεται μόνο στο έργο του Τόλκιν. Εχουν γίνει αφιερώματα σε μεγάλους ξένους συγγραφείς και παρουσιάσεις νέων Ελλήνων δημιουργών του είδους. Στη λέσχη ανάγνωσης του συλλόγου μας διαβάζονται και αναλύονται γνωστά, αλλά και λιγότερο γνωστά έργα της φανταστικής λογοτεχνίας. To Prancing Pony συνεργάζεται άριστα με άλλες ομάδες και συλλόγους, όπως η ΑΛΕΦ (Αθηναϊκή Λέσχη Επιστημονικής Φαντασίας), η ομάδα μεσαιωνικής αναβίωσης Ritter Hellas και η LARP Ελλάδος. Η συνεργασία μάλιστα με τη Ritter Hellas έδωσε στο 5ο Μεσαιωνικό Φεστιβάλ στο Κάστρο Χλεμούτσι στην Πελοπόννησο, τον Ιούνιο του 2014, ένα εντυπωσιακό αποτέλεσμα, που έγινε ευρέως γνωστό στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Η πιο εποικοδομητική όμως συνεργασία μας με άλλους φορείς του χώρου είναι σαφώς εκείνη της δημιουργίας του Συλλόγου Φίλων Φανταστικού, ενός συλ-
λόγου που συστάθηκε αποκλειστικά για τη διοργάνωση εκδηλώσεων, συνεδρίων και φεστιβάλ με θέμα το φανταστικό σε όλες του τις εκφάνσεις (βιβλία, παιχνίδια, κόμικς, artwork κά.). Σε αυτή την κίνηση το Prancing Pony πρωτοστάτησε και μέλη του αποτελούν ιδρυτικά μέλη του νεοσυσταθέντος συλλόγου. Μάλιστα, μόλις πρόσφατα, το σαββατοκύριακο 3 και 4 Οκτωβρίου, πραγματοποιήθηκε με μεγάλη επιτυχία το πρώτο Συνέδριο του Φανταστικού στην Ελλάδα, το ΦantastiCon 2015, στο οποίο ο σύλλογος εκτός της παρουσίας και συμμετοχής του έπαιξε και πρωταρχικό ρόλο στην οργάνωση. Αρκετές από τις δραστηριότητες του Prancing Pony δεν περιορίζονται στο έργο του Καθηγητή ή στο φανταστικό γενικότερα. Τέτοιες είναι επισκέψεις σε μουσεία, αρχαιολογικούς χώρους, κάστρα και τριήμερα καλοκαιρινής απόδρασης σε κοντινούς προορισμούς. Συμβαδίζοντας με το ήθος και τις αξίες του καθηγητή Τόλκιν, έχουμε αναλάβει και κινήσεις κοινωνικής ευαισθητοποίησης. Το 2004 ο σύλλογος δημιούργησε τη δική του τράπεζα αίματος, έχοντας μέχρι σήμερα βοηθήσει αρκετούς συμπολίτες μας. Τα τελευταία δύο χρόνια βρίσκεται κοντά στα παιδιά που φιλοξενούνται στην Παιδόπολη Αγίου Ανδρέα στον Αλιμο, με υλική συνεισφορά, αλλά και με συχνή παρουσία μας σε διάφορες εκδηλώσεις τους. Τέλος, συμμετέχουμε στη συγκέντρωση υλικών πρώτης ανάγκης και ρουχισμού για κοινωνικές ομάδες που τα έχουν ανάγκη (άστεγοι, άποροι, πρόσφυγες). Οσοι αγαπάτε το έργο του καθηγητή Τόλκιν και τη λογοτεχνία της φαντασίας γενικότερα, μπορείτε να συναντήσετε διαδικτυακά τον σύλλογο στο www. facebook.com/groups/greektolkiensociety, καθώς και στη σελίδα του online fanzine μας στο www.tolkien.gr. Ολοι είστε ευπρόσδεκτοι στις μηνιαίες συναντήσεις του συλλόγου μας, οι οποίες ανακοινώνονται από τις προαναφερθείσες σελίδες του Prancing Pony.
10
Κείμενο: Δημήτρης Χαλιώτης / Φωτογραφίες: Στέφανος Καστρινάκης
11
Οκ τώβριος 2015
Με στόχο τη συνάντηση «Αν σας ζητούσα να μου βάλετε έναν υπότιτλο κάτω από το 'Τέφρα και σκιά', ποιος θα ήταν;» τους ρωτάω. «Οσα αντέχεις», μου απαντά ο Χρήστος Λούλης μετά από σύντομη σκέψη. Η Εύη Σαουλίδου παίρνει τον χρόνο της. «Βραδάκι καλοκαίρι;» μου λέει, εξηγώντας μου ότι έτσι ξεκινάει η πρώτη σκηνική οδηγία του Πίντερ στο έργο. Μόνο που η Εύη βάζει κι ένα ερωτηματικό στο τέλος. Τέφρα και σκιά. Δεκαπέντε χρόνια μετά την πρώτη παρουσίασή του στην Ελλάδα από τον Λευτέρη Βογιατζή και τη Ρένη Πιττακή το -γραμμένο το 1996- έργο του Πίντερ επιστρέφει στην αθηναϊκή σκηνή. Αυτή τη φορά σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Καραντζά. Η Εύη και ο Χρήστος. Η Ρεβέκκα και ο Ντέβλιν. Μία θεατρική διφωνία. «Είναι ένα ζευγάρι που αλλάζει ρόλους επί της ουσίας, μάλλον ασυνείδητα. Οπως γίνεται και στη ζωή», παρατηρεί η Εύη. «Είναι ανακριτής και ανακρινόμενη, ψυχαναλύτρια και ψυχαναλυόμενη, σύζυγος και σύζυγος. Οτιδήποτε μπορεί να έχει μέσα του τη σχέση εξουσιαστή και εξουσιαζόμενου, που όμως στο τέλος δεν ξέρεις ποιος εξουσιάζει ποιον», μου αναφέρει ο Χρήστος. Δύο άνθρωποι εγκλωβισμένοι σε έναν τόπο. Θα μπορούσε να είναι το σπίτι τους - ο Πίντερ όμως αποφεύγει να δώσει μία πολύ συγκεκριμένη συνθήκη. «Το γεγονός ότι ο Πίντερ δεν εγκλωβίζει τα πράγματα κάνει το έργο ιδιαίτερα πυκνό. Διανύονται μεγάλες αποστάσεις σε αυτά τα 50 λεπτά της παράστασης. Η δυσκολία σε αυτό είναι πώς μία φαινομενικά ρεαλιστική συνθήκη -βραδάκι καλοκαίρι στον κήπο- που έχουμε συνηθίσει να την ταυτίζουμε με μια χαλαρότητα, μπορεί να έχει μία τόσο άγρια και σκληρή πύκνωση ζωής και θανάτου», σχολιάζει ο Χρήστος. «Είναι μία ολόκληρη κουβέντα το τι είναι ρεαλισμός και τι δεν είναι. Κάτι που θα δεις στον δρόμο μπορεί να είναι πιο τρελό από αυτό που θεωρείς σουρεαλιστικό. Στο έργο δύο άνθρωποι προσπαθούν να συναντηθούν σε μία ρεαλιστική συνθήκη, όχι όμως τόσο συγκεκριμένη. Είναι λίγο σαν να το βλέπεις στον ύπνο σου», προσθέτει η Εύη και ο Χρήστος θυμάται έναν
στίχο από ένα ποίημα: «Η μεγαλύτερη πραγματικότητα που έχω ζήσει είναι στα όνειρά μου». Το έργο περιγράφει την αέναη προσπάθεια δύο ανθρώπων να συναντηθούν σε έναν κοινό τόπο. «Εναν τόπο διαφορετικό από αυτόν που έχουν συνηθίσει να συναντιούνται και που έχει να κάνει όχι μόνο με τους δυο τους, αλλά με μία ανεπτυγμένη κοινωνική ευαισθησία που μπορεί να έχει η Ρεβέκκα και που σε όλο αυτό χρειάζεται τη βοήθεια του Ντέβλιν», μου λέει η Εύη. «Αυτό με την ανεπτυγμένη κοινωνική ευαισθησία έχει ενδιαφέρον, γιατί πάντα πίστευα ότι κρύβει μία δόση ναρκισσισμού», παρατηρεί ο Χρήστος και συνεχίζει: «Νιώθω καλά με τον εαυτό μου, επειδή συμπονάω τους πρόσφυγες. Κι από την άλλη υπάρχει κι αυτός που νιώθει καλά με τον εαυτό του επειδή έχει μία Μερσεντές. Είναι δύο άκρα τα οποία όμως και τα δύο νιώθουν καλά με τον εαυτό τους. Εγώ υποδύομαι έναν άνθρωπο που νιώθει καλά με τον εαυτό του γιατί έχει φτιάξει μια ζωή στο πλαίσιο που επιθυμεί. Εκείνη ξεπερνάει αυτό που νιώθει. Γι’ αυτό και δεν υπάρχει αυτή η ένωση. Διότι η ένωση θα μπορούσε να είναι και μία διαφωνία. Να συμφωνήσουν ότι διαφωνούν». Το μοναδικό όπλο της Ρεβέκκας για να περιγράψει τη φρίκη που νιώθει είναι οι λέξεις. «Στην αρχή η Ρεβέκκα προσπαθεί να του περιγράψει αυτό που νιώθει με λέξεις και ο άλλος απλά τις ακούει παραμένοντας σε έναν δικό του κόσμο. Στην πορεία αυτό κλιμακώνεται και η Ρεβέκκα μπαίνει σε μία διαδικασία να βιώσει αυτό που θέλει να του περιγράψει, έτσι ώστε να το κάνει πιο σημαντικό. Είναι σαν να μην της φτάνουν οι λέξεις», μου εξηγεί η Εύη και ο Χρήστος το κάνει ακόμα πιο συγκεκριμένο: «Ας φανταστούμε μία γυναίκα στην αγγλική επαρχία, που νιώθει ότι την αφορά προσωπικά το Ολοκαύτωμα. Δεν έχει άλλα όπλα, παρά μόνο τις λέξεις. Γίνεται κάτι περίεργο, όμως, όταν αυτό ενσαρκώνεται σε λόγο. Παίρνει κι άλλες διαστάσεις και ξαφνικά έχουμε να κάνουμε με μία δυστοπία. Θυμάμαι τον Λευτέρη Βογιατζή που μας έλεγε ότι η φιλοδοξία ενός ηθοποιού θα έπρεπε να είναι να καταφέρει να πει κάποια στιγμή μία λέξη ολόκληρη. Χωρίς να αφήσει τίποτα πίσω. Αυτό είναι φυσικά αδύνατο, αφού η λέξη από μόνη της είναι ένα συμβολικό εργαλείο. Η φιλοσοφία του έργου έχει να κάνει με μία προσπάθεια να
καταλάβουμε κάτι που δεν γίνεται καταληπτό. Να αγγίξουμε κάτι που είναι αέρας. Η ένωση αυτών των δύο μπορεί να μη συμβεί ποτέ απόλυτα, αλλά θα υπάρχει μία τάση». Η Εύη θυμάται και κάτι άλλο σχετικό που έλεγε ο Βογιατζής: «Ο κόσμος όταν έρχεται στο θέατρο δεν επικοινωνεί με τις λέξεις, επικοινωνεί με αυτό που τις διατρέχει». Αυτό συμβαίνει και σε αυτό το έργο. «Η μεγάλη δυσκολία του έγκειται στο ότι δεν είναι αυτό που λέγεται, αλλά αυτό που δεν λέγεται», μου τονίζει. Το «Τέφρα και σκιά» είναι μία παραβολή για την υπακοή, τη συνενοχή, τη βία. «Την αόρατη κυρίως βία», μου επισημαίνει η Εύη. «Τη βία που είσαι ικανός να προβείς χωρίς και ο ίδιος να πιστεύεις ότι μπορείς να το κάνεις. Σε ένα κομμάτι άγνωστο που έχουμε όλοι μέσα μας και που σε διαφορετικές συνθήκες μπορεί να αποκαλυφθεί». Παρεμβαίνοντας ο Χρήστος φωτίζει και μία ακόμα πτυχή του έργου: «Είναι και μία κριτική απέναντι στο κατά πόσο ένας βολεμένος άνθρωπος μπορεί να αντιληφθεί κάτι άγριο που συμβαίνει στον κόσμο τη στιγμή που αυτό δεν τον επηρεάζει». Η Ρεβέκκα παλεύει να κάνει αυτή την υπέρβαση. «Αν και είναι καθισμένη σε μια καρέκλα σε όλο το έργο, έχει τη δυναμική μίας γυναίκας που τρέχει μανιασμένα σε όλη την πόλη. Αντίθετα ο Ντέβλιν, που κινείται συνεχώς γύρω της, έχει τη δυναμική φρένου», μου εξηγεί η Εύη. Σε αυτό το παιχνίδι για δύο η σκηνική τους χημεία παίζει καθοριστικό ρόλο. Αν και συνεργάζονται για τέταρτη φορά, αισθάνονται ότι τώρα γνωρίζει ουσιαστικά ο ένας τον άλλον. «Είναι ένα έργο που η επιτυχία του -με την έννοια του να συμβεί κάτι επί σκηνής- εξαρτάται από τον άλλον και μόνο. Δεν μπορείς να κάνεις το κομμάτι σου. Πρέπει να είσαι μαζί με τον άλλον», μου αναφέρει η Εύη και ο Χρήστος μού μιλάει γι’ αυτές τις στιγμές στην πρόβα που κοιτάει την Εύη και συμβαίνει να θολώνουν τα πάντα γύρω της και να μένει μόνο αυτή. «Αυτό μου δείχνει ότι το πιο πολύτιμο είναι το αναπάντεχο. Το αναπάντεχο είναι πιο μεγάλο από αυτό που έχεις σχεδιάσει ή από αυτό που νομίζεις ότι θες να κάνεις. Η χημεία παίζει για μένα απόλυτο ρόλο».
Κείμενο: Νατάσα Μαστοράκου
12
Ο Γιωργής επί σκηνής
Ο μικρός Γιωργής ακούει με προσοχή τις ιστορίες του παππού του για δράκους, βασιλοπούλες, μάγισσες και γοργόνες, χωρίς να ξέρει -και να τον νοιάζει- αν είναι αλήθεια ή όχι. Ολα αυτά στην παράσταση «Το μόνο της ζωής του ταξείδιον» του Γεώργιου Βιζυηνού, που ανεβαίνει για πρώτη φορά για παιδικό κοινό από τις 25 Οκτωβρίου στο θέατρο Κάππα από τον θίασο Ηλία Καρελλά.
δραματοποίησης που χρησιμοποιώ εγώ κατά καιρούς στις παραστάσεις μου και με κεντρικό άξονα τη σκιά προσπαθούμε να ζωντανέψουμε όλα αυτά τα παραμύθια που διηγείται ο παππούς στο μικρό Γιωργή».
Η σκηνή γεμίζει εικόνες, ήχους και ιστορίες από μια άλλη εποχή. Ο παππούς, ο μικρός Γιωργής και οι ήρωες του διηγήματος μεταφέρονται στο σήμερα χωρίς να χάσουν τίποτα από τη μαγεία του βιβλίου. Ο μαέστρος Ηλίας Καρελλάς και ο θίασός του στήνει μια έξυπνη παράσταση για μικρούς, αλλά και μεγάλους θεατές, με ζωντανή μουσική, φαντασία και πολύ χιούμορ. Μετά τη μεγάλη επιτυχία του «Ερωτόκριτου» πέρυσι, ο σκηνοθέτης επιλέγει αυτή τη φορά έναν μεγάλο θίασο ηθοποιών και επιδιώκει να μας μεταφέρει από τη Θράκη στην Κωνσταντινούπολη συντροφιά με τη φωνή, αλλά και το σαντούρι της Αρετής Κετιμέ.
Το θέατρο σκιών μπορεί να είναι η μεγάλη αγάπη του Ηλία, αλλά ο νεαρός σκηνοθέτης δεν έμεινε εκεί. Πήγε την τέχνη των παππούδων του ένα βήμα παραπέρα, προσδίδοντάς της τον δικό του χαρακτήρα. «Μου αρέσει να αναζητώ νέες θεατρικές φόρμες με κύριο άξονα το παραδοσιακό θέατρο σκιών. Ετσι, άρχισα να δημιουργώ παραστάσεις που στηρίζονται στον πλούτο της παράδοσης του θεάτρου σκιών και στη δυναμική του, αλλά ενσωματώνουν και μέσα δραματοποίησης όπως η κούκλα, η μάσκα και, φυσικά, η παρουσία του ηθοποιού», παραδέχεται ο ίδιος και προσθέτει: «Βασική πηγή έμπνευσης υπήρξαν οι διαχρονικές μελωδίες και οι ρυθμοί της ελληνικής παραδοσιακής μουσικής, τα παραδοσιακά μουσικά όργανα, η μυθολογία, τα λαϊκά παραμύθια και τα αριστουργήματα της ελληνικής και παγκόσμιας δραματουργίας. Ετσι, τα παιδιά και οι θεατές του σήμερα έρχονται σε επαφή με ένα τόσο παλιό είδος θεάτρου δοσμένο στο σήμερα».
«Παρόλο που ο Βιζυηνός έχει κάποια διηγήματα ειδικά για παιδιά, διαλέξαμε ένα από το ενήλικο ρεπερτόριο και το διασκευάσαμε ειδικά για παιδικό κοινό», μας εξηγεί ο Ηλίας για την επιλογή του και συνεχίζει: «Στην παράσταση με τον συνδυασμό όλων των στοιχείων
Ο γνωστός καραγκιοζοπαίχτης παίρνει τη σκηνή του θεάτρου Κάππα και δημιουργεί ένα σύγχρονο παραμύθι από αυτά που δεν έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε στη σκηνή. Γιατί ο μαγικός λόγος του Βιζυηνού μεταφέρεται αυτούσιος χωρίς όμως να γίνεται βαρύς και
δυσνόητος για τα παιδιά. Η ιστορία του Γιωργή ξεκινά από τον τόπο του, τη Βιζύη της Ανατολικής Θράκης, από όπου φεύγει για να μαθητεύσει σε ραφτάδικο της Κωνσταντινούπολης. Οταν αναγκάζεται να γυρίσει πίσω για να συναντήσει για τελευταία φορά το πιο αγαπημένο του πρόσωπο τα πράγματα γίνονται αρκετά συγκινητικά. «Η πρόκληση είναι να περάσουμε στα παιδιά ένα έργο που είναι αρκετά δύσκολο», παραδέχεται ο Ηλίας. «Η παράσταση αναμετράται με τη ζωή και τον θάνατο, με την πραγματικότητα και το παραμύθι, με ένα πολύ δύσκολο πράγμα για τα μικρά παιδιά που είναι η απώλεια. Ολα αυτά δοσμένα όμως μέσα από υπέροχα σκηνικά, από μία ονειρική ατμόσφαιρα που ακροβατεί ανάμεσα στην πραγματικότητα και το παραμύθι». Σε αυτό το ονειρεμένο περιβάλλον πρωταγωνιστούν ο Κώστας Αρζόγλου στον ρόλο του παππού, η Αρετή Κετιμέ, που έχει και την επιμέλεια της μουσικής της παράστασης, η Ζαχαρούλα Κληματσάκη, ο Εκτορας Κυριάκου, η Ιωάννα Μυλωνά, ο Φάνης Παυλόπουλος, ο Χρήστος Σύγγελος, ο Νίκος Τουρνάκης και ο Νικόλας Φραγκιουδάκης.
Ενα ένθετο για την urban culture σκηνή της Αθήνας, κάθε Δευτέρα και Παρασκευή στις 14:30 και στις 20:30 στην εκπομπή Lifεtime
14
Κείμενο: Ανδρέας Γιαννόπουλος
15
Οκ τώβριος 2015
Ενα… παράδοξο στην Καλλιθέα
Αυτή τη στιγμή, σύμφωνα με έναν πρόχειρο υπολογισμό, υπάρχουν στην Αθήνα περίπου 25 χώροι λογικής escape room. Οταν λοιπόν ο φίλος μου ο Δημήτρης μού ανακοίνωσε ότι σκοπεύει να ανοίξει με την παρέα του έναν αντίστοιχο, ομολογώ ότι προβληματίστηκα αρκετά. «Μην ανησυχείς», μου είπε με το γνωστό μυστηριώδες ύφος του, «έχουμε μερικές πολύ πρωτότυπες ιδέες να εφαρμόσουμε. Δεν μπορώ όμως να σου εξηγήσω πολλά, θα τα δεις στην πράξη». Κάπως έτσι βρέθηκα πριν από λίγες ημέρες στην Καλλιθέα, να ανεβαίνω τα σκαλιά του νεοκλασικού που υπάρχει στη γωνία των οδών Θησέως και Χαροκόπου 93, με σκοπό να πάρω μέρος στο Paradox Project. Μαζί μου άλλοι τέσσερις φίλοι και συνεργάτες. Το κόνσεπτ ήταν απλό και ταυτόχρονα προκλητικό: αυτή τη φορά δεν έπρεπε να δραπετεύσουμε από κάποιο δωμάτιο, αλλά να διαλευκάνουμε το μυστήριο σε ένα ολόκληρο σπίτι 120 τετραγωνικών μέτρων μέσα σε τρεις ώρες. Για μεγαλύτερη ευκολία, βέβαια, επιλέξαμε εκ των προτέρων να «σπάσουμε» σε δύο συνέχειες την περιπέτεια, αφού ο χώρος προσφέρει αυτή τη δυνατότητα και με τα φορτωμένα προγράμματα των πέντε μας ήταν δύσκολο να βρούμε συνεχόμενες κοινές ώρες. Στόχος, σύμφωνα με την υπόθεση, να ανταποκριθούμε στην απρόσμενη πρόσκληση ενός μακρινού συγγενή μας, ο οποίος μας καλεί στην έπαυλή του για να μοιραστεί μαζί μας ένα μυστικό. Στο κλίμα είχε φροντίσει να μας βάλει εκ των προτέρων ένα mail που παραλάβαμε στο inbox μας αμέσως με την κράτηση στο paradoxproject.gr. «Γνωρίζω πως έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που ειδωθήκαμε τελευταία φορά», ανέφερε μεταξύ άλλων στη σύντομη εκδοχή του, και συνέχιζε ως εξής: «Οπως μάλλον θα θυμάσαι, ποτέ δεν είχα ιδιαίτερες επαφές με τα μέλη της οικογένειάς μας. Πρώτα τα ταξίδια μου σε όλο τον κόσμο με τα καράβια, μετά τα χρόνια στην Αφρική,
αναπόφευκτα δημιούργησαν απόσταση... Από τότε που επέστρεψα, σκέφτηκα αρκετές φορές να επικοινωνήσω μαζί σου. Δεν το έκανα. Μέχρι σήμερα. Που οι συνθήκες το επέβαλαν. Η πικρή αλήθεια δεν μπορεί να περιμένει. Οι σκιές γύρω μου πυκνώνουν. Δεν γίνεται να χάσω ό,τι πολύτιμο απέκτησα με τόσο κόπο. Μπορεί να παραλογίζομαι, μπορεί το μυαλό μου να παίζει σκοτεινά παιχνίδια, αλλά δεν μπορώ να το ρισκάρω... Πρέπει να μοιραστώ τα πάντα με κάποιον, με κάποιον που θα καταλάβει. Δεν υπάρχει κανένας άλλος. Αν είχα διαισθανθεί σωστά τότε, αν τα μάτια σου έχουν την ίδια σπιρτάδα, μόνο σε εσένα μπορώ να απευθυνθώ τώρα. Ηρθε η ώρα να παραδώσω τη σκυτάλη. Σε περιμένω». Στο σημείο αυτό, καλό είναι να αναφέρω το εξής: πριν από την έναρξη του παιχνιδιού οι διοργανωτές έκαναν το μέγιστο λάθος να μου αναφέρουν ότι μπορώ να πειράξω οτιδήποτε μέσα στον χώρο. Το να σκαρφαλώνεις βέβαια σε ό,τι βρεις και να κινδυνεύει το μισό νεοκλασικό με διάλυση εξαιτίας σου φαντάζομαι πως δεν ήταν ό,τι ακριβώς είχαν στο μυαλό τους. Οπως και να έχει πάντως, η ελευθερία του να ψάχνεις παντού μέσα σε ένα σπίτι είναι ιντριγκαδόρικη από μόνη της, αφού σε κάνει να νιώθεις σαν το μικρό παιδί που μόλις έφυγαν οι γονείς του και είναι ελεύθερο να κάνει ό,τι του απαγόρευαν τόσο καιρό. Εξερεύνησε λοιπόν άφοβα, αυτό όμως που είσαι σίγουρος ότι δεν πρέπει να το κάνεις, μην το κάνεις. Επανερχόμενος στην υπόθεσή μας, αμέσως μετά την είσοδό μας στον χώρο βρήκαμε τον βοηθητικό εξοπλισμό. Για ευνόητους λόγους δεν μπορώ να αναφέρω τα πάντα, βασικό στοιχείο όμως είναι το κινητό τηλέφωνο που μας περίμενε πάνω στο μπαρ και στο οποίο έρχονται μηνύματα που σε βοηθούν να προχωρήσεις παρακάτω όταν κολλάς - ή σε επαναφέρουν στην τάξη, όπως στην περίπτωσή μου. Επίσης σε συγκεκριμένες στιγμές του παιχνιδιού προβάλλονται βίντεο με ηθοποιούς που οριοθετούν την αφήγηση και δίνουν πολύ-
τιμα στοιχεία για να προχωρήσεις παρακάτω. Τέλος, στο μπαρ υπάρχουν νερά και αναψυκτικά ώστε να ανεφοδιάζεσαι όποτε κρίνεις απαραίτητο. Οσον αφορά τους κανόνες, οι μόνοι που πρέπει να έχεις υπόψη σου είναι να φτάσεις στον χώρο την ακριβή ώρα της κράτησής σου, μια και η υποδοχή των ομάδων δεν είναι δυνατόν να γίνεται νωρίτερα και το επιθυμητό είναι όλοι οι συμμετέχοντες να εισέρχονται ταυτόχρονα. Δεδομένου ότι ο χώρος είναι ανοιχτός όλο το 24ωρο, απλά φρόντισε να κλείσεις ραντεβού την ώρα που σε εξυπηρετεί. Μπορούν να παίξουν από τρία έως επτά άτομα, ωστόσο ο ιδανικός αριθμός συμμετεχόντων είναι τέσσερις με πέντε. Αν πάλι είσαι μόνος σου ή δύο άτομα, μπορείς να επικοινωνήσεις με τους διοργανωτές και θα προσπαθήσουν να σε εντάξουν σε κάποια ομάδα. Οριο ηλικίας δεν υπάρχει, αλλά τα παιδιά κάτω των 12 ετών θα πρέπει να συνοδεύονται. Οσο για την πολυπλοκότητα των επιμέρους γρίφων, αυτή είναι σχετική καθώς εξαρτάται από τις ειδικές ικανότητες του καθενός. Κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού καλείσαι να λύσεις γρίφους, να βρεις κρυμμένα αντικείμενα και χώρους, να ξεκλειδώσεις λουκέτα, να βάλεις κωδικούς μέχρι και να… παίξεις μουσική. Πιστός βέβαια στη λογική του Δημήτρη «όσα λιγότερα ξέρεις, τόσο το καλύτερο», και ορκισμένος εχθρός των spoilers, δεν θα αποκαλύψω περισσότερα ώστε να μη χαλάσω την εμπειρία. Θα πω μόνο ότι γελάσαμε με την καρδιά μας, μόλις τελειώσαμε το πρώτο μέρος ανυπομονούσαμε να παίξουμε το δεύτερο και συνολικά ζήσαμε μια ξεχωριστή εμπειρία. Το γεγονός πως το έχω προτείνει στους περισσότερους φίλους και γνωστούς μου, νομίζω τα λέει όλα. Οσο για παράπονα; Οτι δεν μπορώ να παίξω πάλι, μια και πλέον γνωρίζω τις λύσεις. Δεδομένου ωστόσο ότι «δεν αποκλείεται να ετοιμάσουν κάτι καινούργιο σύντομα, παρέα με ένα βιβλίο βασισμένο στο παιχνίδι», λέω να κάνω λίγη υπομονή.
16
Κείμενο: Νατάσα Μαστοράκου / Φωτογραφίες: Στέφανος Καστρινάκης
17
Οκ τώβριος 2015
Οταν η κλασική συνάντησε τον Ικαριώτικο
O Κωνσταντίνος και η Λυδία Μπουντούνη είναι δύο κλασικά αδέρφια. Eχουν μόλις τρία χρόνια διαφορά και αυτό τους επιτρέπει να κάνουν παρέα, να έχουν κοινά ενδιαφέροντα, να τσακώνονται και να επιπλήττουν ο ένας τον άλλο με μεγάλη ευκολία. Ζουν εδώ και αρκετά χρόνια μαζί με τους γονείς τους σε ένα σπίτι στην Πεντέλη, έχουν έναν υπέροχο σκύλο και μια γάτα. Και οι δύο είναι κλασικοί μουσικοί. Παίζουν βιολοντσέλο και βιολί αντίστοιχα, έχουν το δικό τους συγκρότημα και δίνουν συναυλίες στην Ελλάδα και το εξωτερικό με το όνομα String Demons. Εχουν μεγαλώσει σε μουσικό περιβάλλον, αγαπούν όσο τίποτα να παίζουν μαζί και έγιναν γνωστοί από τις διασκευές που έκαναν σε αγαπημένα τραγούδια. Το 2010, μετά από μια πορεία με σπουδές, βραβεύσεις, ηχογραφήσεις και συναυλίες, ο Κωνσταντίνος και η Λυδία αποφάσισαν να ενώσουν τις δυνάμεις τους. Με δάσκαλους τους Ρενάτο Ρίπο και Δημήτρη Σέμση, αντίστοιχα, πήραν τα διπλώματά τους με «άριστα», κατακτώντας και α΄ βραβείο. Εχουν λάβει μέρος σε σεμινάρια και master classes με τους Μίσα Μάισκι, Σεργκέι Κραβτσένκο, Νατάλια Γκούτμαν, Ράφαελ Ολεγκ και Αντόνιο Μενέσες. Εχουν τιμηθεί με βραβεία και μετάλλια σε διαγωνισμούς και έχουν συμμετάσχει ως σολίστ σε cd, όπως το «Βαγγέλης Μπουντούνης: 100 κιθάρες-live στο Ηρώδειο» και το «Historia de un Amor-live στο Mέγαρο Μουσικής Αθηνών». Εχουν ηχογραφήσει επανειλημμένα για την EBU και την Ελληνική Ραδιοφωνία. Οι δύο νέοι ηχογράφησαν το 2012 μαζί με τη Βασιλική Καρακώστα -στην οποία οφείλουν
και το όνομα τους- το δίσκο «Τα επικίνδυνα» και έκαναν δύο μεγάλες περιοδείες σε όλη τη χώρα. Ολα τα παραπάνω αφορούν στα βιογραφικά τους στοιχεία και στην πορεία τους μέχρι να ηχογραφήσουν τη δική τους εκδοχή πάνω στα «Καγκέλια», να ανεβάσουν το σχετικό βίντεο από την αυλή του σπιτιού τους στο YouTube και να αρχίσουν να αποκτούν πιστούς ακροατές. Ο 26χρονος Κωνσταντίνος και η 23χρονη Λυδία έχουν ασχοληθεί με όλα τα στιλ της μουσικής και φροντίζουν αυτό να το δείχνουν σε κάθε πρόγραμμα τους. Ετσι, τα «Καγκέλια» έρχονται δίπλα στον Χατζιδάκι, τον Μπαχ, τον Βιβάλντι, τους Iron Maiden και τους Queen. Ο Βαμβακάρης ταιριάζει τέλεια δίπλα στον δικό τους Ικαριώτικο και όλα αυτά μαζί δένουν με τις δικές τους συνθέσεις που περιλαμβάνονται στον πρώτο τους δίσκο που φέρει το όνομά τους. Τους συνάντησα αρκετές φορές προτού μιλήσουμε με ανοιχτό κασετοφωνάκι και ήδη ήξερα ότι μεγάλο ρόλο στον τρόπο που αντιλαμβάνονται τη μουσική έχει παίξει ο πατέρας τους, Βαγγέλης Μπουντούνης. Ο ίδιος μετά από πολλά χρόνια σπουδών και διακρίσεων συνεργάστηκε με τον Μάνο Χατζιδάκι, τον οποίο θεωρεί μέχρι και σήμερα τον πιο σημαντικό του δάσκαλο. Ο Μπουντούνης είναι εδώ και πολλά χρόνια υπεύθυνος κιθάρας στο Εθνικό Ωδείο, έχει δημιουργήσει τους Κιθαριστές, ενώ έχει γράψει δεκάδες βιβλία τεχνικής για την κιθάρα. Από τη σχολή του έχουν αποφοιτήσει αρκετοί σημαντικοί κιθαρίστες, μερικοί από τους οποίους κάνουν διεθνή καριέρα. Παράλληλα, το σχήμα του, Κιθαριστές, αυξάνουν συνεχώς το δυναμικό τους. Στην κουβέντα που έκανα με τον Κωνσταντίνο και τη Λυδία προσπαθήσαμε να μιλήσουμε όσο το δυνατόν
λιγότερο για τον σπουδαίο συνθέτη και δάσκαλο μπαμπά τους· άλλωστε δεν το ήθελαν και οι ίδιοι. Ωστόσο η πρώτη μου ερώτηση δεν μπορούσε να μην αφορά στην παιδική τους ηλικία και στην απόφασή τους να ασχοληθούν με την μουσική. «Αρχίσαμε να παίζουμε βιολί και τσέλο στις ηλικίες των πεντέμιση και έξι αντίστοιχα και, απ’ ό,τι θυμόμαστε τουλάχιστον, στο μουσικό μας σπίτι ήταν πάντα δεδομένο ότι πρώτα θα μελετήσουμε βιολί και τσέλο και μετά -σε δεύτερη μοίρα- τα μαθήματα του σχολείου! Τώρα που το σκεφτόμαστε εκ των υστέρων, αυτό ήταν τελικά κάτι ωραίο και… πρωτότυπο!» θυμούνται οι ίδιοι με χαμόγελο. Μουσική πάνω από όλα, λοιπόν, στα πρώτα μαθητικά χρόνια. Τι έγινε, όμως, όταν άρχισαν να κάνουν όνειρα για το μέλλον; «Τα σχέδιά μας νομίζω πως -με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο- πάντα σχετίζονταν με τη μουσική!» λέει η Λυδία και αναρωτιέται αν ο Κώνε (έτσι συνηθίζει να αποκαλεί τον αδερφό της) συμφωνεί. «Ναι ήταν πλήρες», απαντά εκείνος γελώντας. Από το σχολείο στο Ωδείο και από εκεί στο σπίτι για μελέτη και για προετοιμασία για συναυλίες. Μοιάζει αρκετά φορτωμένο το πρόγραμμα, αλλά τα παιδιά το θυμούνται με νοσταλγία. Μοιάζουν αγαπημένοι και αρκετά ισορροπημένοι για την ηλικία τους. Δεν τσακώνονται, τουλάχιστον όχι μπροστά μου, και αναρωτιέμαι πώς είναι να είσαι με τον αδελφό σου μαζί και στο σπίτι και στις πρόβες. «Πέφτουν κάτι μπουνιές, κάτι κλωτσιές, κάτι δοξαριές», λένε και αποδίδουν εκεί το όνομα «Σύγκρουση εγχόρδων» που δίνουν συνήθως στις συναυλίες τους. «Η σύγκρουση όμως δεν έχει να κάνει μόνο με εμάς τους δύο που γενικά είμαστε διαφορετικοί και… ‘συγκρουόμαστε’ ακόμα και πάνω στη σκηνή. Εχει να κάνει και με τη σύγκρουση των μουσικών κόσμων που κυριαρχεί στο πρόγραμμά μας, γιατί
18
19
μέσα από τη σύγκρουση και τελικά το πάντρεμα διαφορετικών μεταξύ τους πραγμάτων βγαίνει το ωραίο! Πάντως, πέρα από την πλάκα, σίγουρα υπάρχουν οι τσακωμοί και οι εντάσεις (και πού δεν υπάρχουν δηλαδή), αλλά σε γενικές γραμμές και γελάμε και περνάμε ωραία, γιατί η δημιουργία εμπεριέχει καλοπέραση ούτως ή άλλως». Αυτό το «περνάμε ωραία» νομίζω ότι είναι και το κλειδί για την επιτυχία των String Demons, σε συνδυασμό φυσικά με το ταλέντο των παιδιών. Γιατί όταν κάθονται και κάνουν πρόβα ή μελετάνε, δεν διστάζουν να αφήσουν στην άκρη για λίγο την κλασική τους παιδεία και να πειραματιστούν με μουσική του σήμερα ή του χθες. Δεν έχουν περιορισμούς και φραγμούς στις επιλογές τους και αυτό κάνει κάθε τους πρόγραμμα πραγματικά ενδιαφέρον. Το βιολοντσέλο του Κωνσταντίνου και το βιολί της Λυδίας δίνουν διαφορετικό νόημα στον γνωστό Ικαριώτικο, στα «Καβουράκια» και σε ό,τι άλλο εκείνοι αποφασίσουν. Αν τους ρωτήσεις αν προτιμούν να διασκευάζουν κλασικά τραγούδια ή σύγχρονα, η απάντηση τους είναι πολύ συγκεκριμένη: «Οποια μουσική, μοτίβο ρυθμικό ή μελωδικό, μελωδία, κομμάτι, τραγούδι φτάσει στα αυτιά μας και μας αρέσει πολύ, μας καταβάλλει μία ακατανίκητη επιθυμία να πιάσουμε τα όργανα και να το παίξουμε. Και βγαίνει με τον δικό μας τρόπο, περιέχοντας και τελείως δικά μας στοιχεία μέσα. Απ’ όποιο μουσικό 'χωράφι' και να προέρχεται! Αυτό ισχύει και για τις διασκευές και για τα δικά μας, τα καινούργια
κομμάτια. Σημασία δεν έχει τόσο το είδος της μουσικής, όσο το να είναι η μουσική ωραία. Μεγαλώσαμε σ’ ένα σπίτι όπου ακούγονταν με την ίδια ευκολία και συχνότητα μουσικές του Μπαχ, των Beatles, του Χατζιδάκι, του Βιβάλντι, του Μάικλ Τζάκσον, του Σαββόπουλου, του Τσιτσάνη, του Μότσαρτ, του Χιώτη, των Κατσιμιχαίων, του Ζαμπέτα, των Rolling Stones, του Θεοδωράκη, του Μπετόβεν, των Pink Floyd, του Αρμστρονγκ, του Χέντριξ και άλλων. Αυτά που γράφουμε στηρίζονται πάνω σε τρεις βασικούς πυλώνες, όπως λέμε, τη heavy metal, την κλασική και την παραδοσιακή μουσική και εμπεριέχουν κάτι από όλα τα ακούσματα που έχουμε από παιδιά μέχρι τώρα… ό,τι δηλαδή υπάρχει στο κεφάλι μας». Οταν συναντηθήκαμε, μόλις είχαν τελειώσει από μια πρόβα με δεκάδες άλλους μουσικούς. Μια συνύπαρξη των String Demons με 200 κιθάρες με αφορμή την συναυλία των Κιθαριστών στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών. Η ιδέα του Βαγγέλη Μπουντούνη να πραγματοποιήσει μια συναυλία με αφορμή τα 90 χρόνια από τη γέννηση του Μάνου Χατζιδάκι ενθουσίασε το κοινό και έτσι οι συναυλίες έγιναν δύο, στις 23 και 24 Οκτωβρίου. Μαζί με τις 200 κιθάρες του Βαγγέλη Μπουντούνη θα εμφανιστεί η Μάρω Ραζή, η Χριστίνα Σπηλιακοπούλου, η Ελεάννα Κωνσταντά, η Εφη Παπαδοπούλου, το τρίο Ανταλετάκ, καθώς και η παιδική και μεικτή χορωδία του Εθνικού Ωδείου. «Τι άλλο να περιμένουμε από εσάς;» ρωτάω τα παιδιά, χωρίς να καταφέρω να αποσπάσω κάποιο μυστικό
Οκ τώβριος 2015
για τα επόμενα σχέδιά τους. «Τα σχέδιά μας είναι πολλά και… μαγειρεύονται! Μετά τον πρώτο μας δίσκο, “String Demons”, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από την FM Records, τώρα είμαστε κλεισμένοι συχνά-πυκνά στο υπόγειο του σπιτιού μας, μαζί με τον ‘επιστήμονα των υπολογιστών’ Δημήτριο Ντούλια και ηχογραφούμε τον δεύτερο που θα εμπεριέχει… πολλά και διάφορα! Τα υπόλοιπα και όλα γενικώς τα νέα μας μπορεί να τα μαθαίνει κανείς μπαίνοντας στη σελίδα μας “String Demons” στο Facebook». Ζωντανές εμφανίσεις, δίσκοι και πολλά χαμόγελα. Αυτά είναι που ονειρεύονται και οι δύο για το μέλλον τους. Σε δέκα χρόνια μπορεί να φαντάζονται τους εαυτούς τους πιο «χοντρούληδες», αλλά και οι δύο εύχονται να μη χάσουν ποτέ τους String Demons, την ειλικρίνεια, τον αυθορμητισμό, το γέλιο, τα έγχορδα και φυσικά την τρέλα τους για τη μουσική.
20
Κείμενο: Μίνως Ζαριφόπουλος
21
Οκ τώβριος 2015
Ο τρέντι Τρίτωνας Τα προϊόντα HOMMER είναι η πρώτη ελληνική σειρά περιποίησης για γένια και ήλθε να καλύψει ένα κενό στην αγορά του ανδρικού καλλυντικού στο συγκεκριμένο είδος. Το HOMMER προέκυψε από μια στιγμιαία έμπνευση. Μετά από παρατήρηση της αγοράς των καλλυντικών στο εξωτερικό και μετά από μια διαπίστωση ότι δεν υπήρχαν ανάλογα προϊόντα στη χώρα μας, αποφασίσαμε να ξεκινήσουμε τις διαδικασίες για τη σύνθεση της ομάδας που θα καταφέρει να δημιουργήσει ιδιαίτερα προϊόντα με φυσικά συστατικά, ξεχωριστά και καινοτόμα σε σχέση με τον διεθνή ανταγωνισμό, με ποιοτικές πρώτες ύλες, πιστοποιημένη παραγωγή και υψηλή αισθητική.
ντα διάφορων πελατών μας -μεταξύ αυτών και εταιρείες καλλυντικών σε Ελλάδα και Αμερική- μας χάρισαν απλόχερα γνώσεις, τεχνικές, πρακτικές και γνωριμίες με ανθρώπους από διάφορες ειδικότητες και χώρους, πολλούς από τους οποίους προσεγγίσαμε για την υλοποίηση του HOMMER. Η συνάντησή μας με τη χημικό μας ήταν καθοριστική για τη σωστή υλοποίηση του όλου εγχειρήματος, καθώς διαθέτει πάνω από 20 χρόνια εμπειρίας στον χώρο του φυσικού καλλυντικού και μπήκε με πολύ θετική και δημιουργική διάθεση στην ομάδα, συμβάλλοντας καθοριστικά στη δημιουργία της κάθε φόρμουλας.
Η άμεση σύνδεση της Ελλάδας με τον χαρακτήρα της ιδέας μας ήταν αναπόφευκτη. Η ελληνική ιστορία και μυθολογία είναι άμεσα συνδεδεμένη με τα περιποιημένα γένια, οπότε χρησιμοποιούμε αυτή την κληρονομιά ως εφαλτήριο για την παρουσίαση της δικής μας εναλλακτικής και του δικού μας know-how στο παγκόσμιο κοινό, παρουσιάζοντας το πρότυπο του αρχαίου θεού σαν κάτι που είναι στη φύση του κάθε άνδρα και που δυνητικά μπορεί να προσεγγίσει σαν αποτέλεσμα. Η περιποίηση της γενειάδας για τους αρχαίους Ελληνες αποτελούσε σημαντικό κομμάτι της καθημερινότητας τους. Εμείς αυτό το επαναπροσδιορίζουμε. Το ενισχύουμε. Παρέχουμε τα μέσα.
Το brand μας δημιουργήθηκε με άξονες τόσο την εγχώρια, όσο και την παγκόσμια αγορά. Σχεδιάσαμε το HOMMER με εφόδια για μεγάλα ταξίδια, με όχημα την παράδοσή μας και τις αξίες μας. Το όνομα της σειράς μας είναι εμπνευσμένο από τον Ομηρο (HOMER) και τη γαλλική λέξη για τον άνδρα (ΗΟΜΜΕ), δυο ιδιαίτερα αναγνωρίσιμες λέξεις σε παγκόσμιο επίπεδο. Η ανάπτυξη των προϊόντων για γένια HOMMER βασίζεται στους πέντε άξονες που συνθέτουν τη φιλοσοφία HOMMER: την ελληνικότητα, τη φυσική κατεύθυνση, την ποιότητα, την εκλεκτικότητα, και την καινοτομία. Είναι φτιαγμένα με φυσικά συστατικά υψηλής ποιότητας που σέβονται την ιδιαιτερότητα της τρίχας και του δέρματος του ανδρικού προσώπου, συμβάλλοντας στον καθαρισμό, την ενυδάτωση και τη σωστή περιποίησή τους.
Πολύ βασικό στην αρχή κάθε προσπάθειας είναι ο σωστός προγραμματισμός, η κοστολόγηση του κάθε βήματος ανάπτυξης και παραγωγής και το πιο βασικό, η μετατροπή μια ιδέας ή μιας έμπνευσης σε κάτι μετρήσιμο και απτό. Θέλει ιδιαίτερη προσοχή στην οργάνωση και στην επιλογή των σωστών προσώπων της ομάδας που θα αναλάβει την υλοποίηση του εγχειρήματος, από τους άμεσους συνεργάτες μέχρι τον τελευταίο προμηθευτή, ώστε να μπορέσουν να μειωθούν οι πιθανότητες λάθους και να ολοκληρωθούν οι απαραίτητες διεργασίες που θα εγγυηθούν την ποιότητα του αποτελέσματος. Στη δική μας περίπτωση το γεγονός ότι και εγώ και η σύζυγος και συνέταιρός μου προερχόμαστε από τον χώρο της γραφιστικής μας βοήθησε να είμαστε αρκετά βέβαιοι ότι η μάρκα θα στηθεί σωστά και άρτια και ότι θα επικοινωνηθούν τα σωστά σημεία της με τον ανάλογο τρόπο. Η πάνω από 15 χρόνια εμπειρία στον επικοινωνιακό σχεδιασμό για μάρκες και προϊό-
Εργαστήκαμε για περισσότερο από ενάμιση χρόνο προκειμένου να παρουσιάσουμε σε όλο τον κόσμο άρτια προϊόντα, με παραγωγή ευρωπαϊκών και διεθνών προδιαγραφών. Ο σχεδιασμός της συσκευασίας και της συνολικής γραφιστικής εικόνας των προϊόντων και της επικοινωνίας παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην παρουσίαση και προώθηση μιας νέας μάρκας. Για αυτό τον σκοπό επιλέξαμε την κατεύθυνση της χρήσης εικονογράφησης με έντονα ελληνικά στοιχεία, καθώς και τη vintage αισθητική των old school tattoos που ταιριάζει απόλυτα στη γενική τάση της εποχής και συνδυάζει με μια σωστή ισορροπία τη νέα πρόταση στον ήδη παγιωμένο αισθητικά χώρο των συγκεκριμένων προϊόντων. Καθ' όλη τη διάρκεια και παράλληλα με την ανάπτυξη της κάθε φόρμουλας, ερευνήσαμε και αναλύσαμε τις εναλλακτικές επιλογές σε υλικά συσκευασίας ώστε να καταφέρουμε να εμφανίσουμε ένα σωστό αποτέλεσμα ανάλογο της τιμής και της ποιότητας του προϊόντος.
Τα μπουκάλια μας έχουν αναφορές από τα παλιά πορσελάνινα μπουκάλια των φαρμακοποιών και η επιλογή των χαρτιών και των επεξεργασιών στις εκτυπώσεις έγινε με έμφαση στην απτική εμπειρία ώστε να ικανοποιούνται όσο το δυνατόν περισσότερες αισθήσεις στην πρώτη επαφή με το προϊόν: όραση, αφή, όσφρηση, ακόμα και η γεύση. Προς θεού, δεν προτείνουμε κατάποση ή άλλη χρήση από το στόμα, αλλά λόγω της περιοχής εφαρμογής των προϊόντων μας γύρω από αυτό, έχουμε επεξεργαστεί τα συστατικά της κάθε φόρμουλας κατά τέτοιο τρόπο ώστε να βελτιώσουμε την εμπειρία εφαρμογής τους, πχ. το σαμπουάν περιέχει στέβια και η λοσιόν στα μαντηλάκια περιέχει καθαριστικούς παράγοντες από ζαχαροκάλαμο. Την επιτυχία κάθε επιχειρηματικής πρότασης την καθορίζει η ανταπόκριση του κόσμου. Μέχρι στιγμής τα σχόλια είναι πολύ θετικά. Βρισκόμαστε σε πάνω από 35 σημεία πώλησης στην Ελλάδα και περηφανευόμαστε για το γεγονός ότι μας προτιμούν τα καλύτερα μπαρμπέρικα της χώρας. Το άρωμα που χαρακτηρίζει όλη τη σειρά HOMMER είναι ήδη μια επιτυχία από μόνο του και στα άμεσα σχέδιά μας είναι να το κυκλοφορήσουμε ως ξεχωριστό προϊόν. Τα μαντηλάκια καθαρισμού για γένια, η καινοτόμος σε παγκόσμιο επίπεδο προϊοντική πρότασή μας, μέρα με τη μέρα κερδίζει φανατικούς χρήστες. Το σαμπουάν μας με λάδι κάνναβης και στέβια είναι μια σταθερή δύναμη στη σειρά μας και το λάδι μας, πέρα από τους γενειοφόρους, ξετρελαίνει και τις γυναίκες, οι οποίες το εφαρμόζουν στα μαλλιά τους! Στο εξωτερικό επίσης βλέπουμε θετικές αντιδράσεις με αφορμή κυρίως την εικόνα της σειράς. Ηδη έχουμε συνεργάτες με σημεία πώλησης στον Καναδά, στην Κύπρο και στη Φινλανδία, όπως επίσης επεξεργαζόμαστε σενάρια συνεργασιών με Αμερική, Γερμανία, Γαλλία και Αγγλία. Το πλάνο μας για το μέλλον του HOMMER είναι η ανάπτυξη μιας πλήρους σειράς ανδρικής περιποίησης που θα ακολουθεί τις αξίες και τις κατευθύνσεις μας και θα αγαπηθεί από τους καταναλωτές μας για την ισορροπία της μεταξύ φυσικότητας και αποτελεσματικότητας, την αισθητική και τη μοναδικότητά της. Πιστεύουμε ότι με το βλέμμα στραμμένο στην παγκόσμια αγορά, υπάρχει πάντα χώρος για καινοτόμες ιδέες, ποιοτικά και πρωτοποριακά προϊόντα.
22
Κείμενο: Βάσια Ρούσσου / Φωτογραφία: Γιάννης Μαργετουσάκης
23
Οκ τώβριος 2015
Εραστής οργανοπαίχτης Ο ταλαντούχος και δημοφιλής ηθοποιός Πάνος Βλάχος παρουσίασε τη Δευτέρα 12 Οκτωβρίου στην κεντρική σκηνή του Σταυρού του Νότου την πρώτη του δισκογραφική δουλειά με τίτλο «Παιχνίδια των παιδιών», που κυκλοφορεί από το Ogdoo Music Group. Η συνέντευξη ξεκινάει καθ’ οδόν για τον Σταυρό του Νότου. Γεμάτος ευγνωμοσύνη για όλους όσοι συνέβαλαν στην υλοποίηση του δίσκου, στον οποίο συμμετέχουν ο Χρήστος Θηβαίος, η Ιωάννα Λέκκα, η Χριστίνα Μαξούρη και ο Μίλτος Πασχαλίδης, μιλάει με πολλή αγάπη γι’ αυτή τη δουλειά, διευκρινίζοντας από την αρχή της συζήτησης ότι δεν είναι επαγγελματίας μουσικός. «Είμαι ένας εραστής οργανοπαίχτης που του αρέσει να γράφει τραγουδάκια. Αυτό νιώθω ότι κάνω. Δεν ειδικεύομαι σε κάποιο όργανο συγκεκριμένα. Απλά παίζω μέτρια αρκετά μουσικά όργανα. Επαιζα κιθάρα μικρός και στην πορεία, μαζί με την ενασχόλησή μου με το θέατρο, αναγκάστηκα να μάθω κάποια μουσικά όργανα, τα οποία μάθαινα πολύ γρήγορα και με πολύ μεγάλη αγάπη», λέει. Το θεατρικό παιχνίδι έχει άμεση σχέση με τη δημιουργία και τον τίτλο του δίσκου, όπως εξηγεί. «Ταυτόχρονα με την ενασχόλησή μου με το θέατρο γεννήθηκαν κάποια τραγούδια, τα οποία έγραψα εγώ. Πραγματικά, ως αποτέλεσμα του θεατρικού παιχνιδιού -είτε αυτό ήταν πρόβα είτε αυτό ήταν παράσταση, με αφορμή πάντα κάποιο θεατρικό έργο στο οποίο ή συμμετείχα και δεν ανέβηκε ποτέ (γιατί έχει συμβεί κι αυτό) ή συμμετείχα και ολοκληρώθηκε κανονικά-, εξού και ο τίτλος 'Παιχνίδια των παιδιών'. Νιώθω ότι όπως παίζουμε θέατρο, έτσι παίζουμε και μουσική. Eίναι ένα παιχνίδι το οποίο πάρα πολύ αθώα και απενοχοποιημένα παρουσιάζω σήμερα [σσ. στις 12/10] ως κάτι το οποίο με βοηθάει να εκφράζομαι και να λέω ιστορίες, γιατί όλα τα τραγούδια είναι ιστορίες· άλλες πιο καλυμμένες, άλλες πιο καθαρές, που πάντα έχουν να κάνουν με μια θεατρική μου στιγμή, με κάποιο θεατρικό μου θέλω. Αυτό δεν σημαίνει, πάντως, ότι είναι τραγούδια που αφορούν έναν ηθοποιό μόνο. Είναι τραγούδια που ελπίζω να αφορούν και κάποιον άλλον, γι’ αυτό και τα καταθέτω». Μέσα από τα τραγούδια του διηγείται ιστορίες ως Πάνος και όχι ως κάποιος θεατρικός ή τηλεοπτικός ήρωας.
«Ολη μου η ζωή και οι ιστορίες που ήθελα να διηγηθώ, τις διηγήθηκα μέσα από τραγούδια, τα οποία μου προέκυψε η ανάγκη να γράψω. Και δεν σου κρύβω ότι τα περισσότερα από αυτά είναι γραμμένα εδώ και πάρα πολύ καιρό. Τα τραγούδια του δίσκου είναι γραμμένα περίπου πριν από έξι χρόνια. Επιλέξαμε ηθελημένα να βάλουμε μέσα τα πιο παλιά, γιατί αποτυπώνεται εκείνη η περίοδος. Αυτά είναι τα τραγούδια που πρωτοέγραψα και έχουν μια παιδικότητα. Είχα πολύ μεγάλες αναστολές σε σχέση με το αν θα έπρεπε να το κάνω ή όχι, γιατί δεν διεκδικώ τίτλο ούτε τραγουδιστή ούτε ανθρώπου που θα κατακτήσει την πίστα. Γράφω τραγουδάκια, αγαπάω να γράφω τραγουδάκια και αγαπάω να λέω ιστορίες. Ως ηθοποιός έχω πει ιστορίες κρυμμένος πίσω από ένα ρόλο, στα τραγούδια μου τις λέω τελείως ειλικρινά ως Πάνος και είναι λίγο μεγαλύτερη έκθεση αυτή», υπογραμμίζει. Ο Πάνος δεν θα κάνει άλλες εμφανίσεις σε μουσικές σκηνές μετά την παρουσίαση του δίσκου του. «Νομίζω ότι αυτά που έχω να πω, τα λέω με τα τραγούδια. Εχω μια παρουσία άλφα ως ηθοποιός, έχω και την έκθεση. Αισθάνομαι λίγο άβολα. Δεν θέλω να γίνω τραγουδιστής. Εννοώ ότι δεν είναι στις δεξιότητες που έχω. Αν ήταν, θα σου έλεγα 'είμαι καταπληκτικός τραγουδιστής και δεν υπάρχει άλλος αυτή τη στιγμή στα Βαλκάνια'. Αυτό δεν ισχύει καθόλου. Γι’ αυτό είμαι πολύ ενθουσιασμένος που θα είναι άνθρωποι που εκτιμώ σε αυτό το live. Είναι ένα και μοναδικό live. Τα τραγούδια μου θα ταξιδέψουν ανεξάρτητα από εμένα. Δεν ταξιδεύω ως τραγουδιστής, ως frontman σε μια μπάντα μαζί με τα τραγούδια». Σε αυτό το σημείο προτρέχω και τον ρωτάω αν αποκλείει τη δημιουργία και την κυκλοφορία δεύτερου δίσκου. «Τίποτα δεν αποκλείω. Ηδη γράφω και μου αρέσει να γράφω τραγούδια, αλλά τα γράφω μόνο όταν κάτι συμβαίνει και θέλω να το πω. Δεν μπαίνω στη διαδικασία της παραγωγής. Αθώα και παιδικά. Να μην υπάρχει κανένας επαγγελματισμός και κανένας καθωσπρεπισμός γύρω από αυτό», μου απαντάει. Στη συνέχεια μου εξηγεί πώς προέκυψε η συνεργασία με τον Χρήστο Θηβαίο, την Ιωάννα Λέκκα, τη Χριστίνα Μαξούρη και τον Μίλτο Πασχαλίδη. «Η συνεργασία προέκυψε στέλνοντας σε αυτούς τους καλλιτέχνες που εκτιμούσα και εκτιμώ και θαυμάζω απεριόριστα ένα
δείγμα του δίσκου μου, εκφράζοντας την επιθυμία μου να συμμετάσχουν, γιατί αυτή ήταν η ιδέα μου από την αρχή: να κάνω έναν δίσκο σαν μια παράσταση όπου δεν θα συμμετείχα καθόλου ή πάρα πολύ λίγο ερμηνευτικά. Κι εκείνοι με πολύ μεγάλη χαρά συμμετείχαν. Γενικά, αυτός ο δίσκος έχει δύο διαφορετικούς κόσμους, γι’ αυτό και επέλεξα να είναι δύο κορίτσια, τα οποία έχουν ως κύρια ιδιότητά τους την υποκριτική, αλλά είναι εξαιρετικές τραγουδίστριες και είναι η πρώτη φορά που συμμετέχουν στη δισκογραφία: η Χριστίνα Μαξούρη και η Ιωάννα Λέκκα. Και οι δύο έχουν μουσικές σπουδές και έντονη παρουσία σε μουσικές σκηνές, διαθέτοντας έναν ψυχισμό αφάνταστο. Τις θαυμάζω απόλυτα. Μαζί με τον Χρήστο Θηβαίο και τον Μίλτο Πασχαλίδη ολοκλήρωσαν ένα παζλ αυτού που εγώ φανταζόμουν. Δηλαδή, να είναι ένα δίσκος πολυσυλλεκτικός, με δική μου παρουσία ως καθαρά παρουσία δημιουργού. Εγώ λέω κάποια τραγούδια στον δίσκο, αλλά αυτό που ήθελα πραγματικά είναι να συμπράττουν άνθρωποι, να συμμετέχουν σ’ αυτό το παιχνίδι που εγώ φαντάζομαι. Και το έκαναν με εξαιρετικό τρόπο». Για να υλοποιηθεί ο δίσκος του όπως ακριβώς τον είχε φανταστεί, εργάστηκαν με αγάπη και μεράκι και άλλες σημαντικές προσωπικότητες της ελληνικής μουσικής σκηνής. «Την καλλιτεχνική επιμέλεια όλου αυτού την έχει ο Ηλίας Μπενέτος. Την ενορχήστρωση έκανε ο Γιάννης Παπαζαχαριάκης, ο οποίος πήρε ακριβώς αυτόν τον κόσμο, τον οποίο εγώ δεν του το μετέφραζα μουσικά, αλλά καθαρά αισθητικά. Και εκείνος τον έπλεξε ακριβώς σαν να τον είχα εγώ στο μυαλό μου με μουσικούς όρους. Οι ρυθμοί απέχουν, γιατί κάθε ένα τραγούδι είναι μια διαφορετική ιστορία, ένας διαφορετικός κόσμος, οπότε υπάρχουν από swing έως ζεϊμπέκικα και μπαλάντες· υπάρχει και ένα καμηλιέρικο. Ολος ο δίσκος είναι ένας διαφορετικός κόσμος, μια διαδρομή κι ένα μείγμα διαφορετικών συστατικών του ίδιου δημιουργού», τονίζει και αμέσως νιώθει την ανάγκη να εκφράσει την ευγνωμοσύνη του. «Νιώθω πάρα πολύ μεγάλη ευγνωμοσύνη απέναντι στον Γιάννη Παπαζαχαριάκη, τον Κώστα Παρίση, τον Ηλία Μπενέτο, τον Αντώνη Ανδρικάκη και το Ogdoo Music Group, γιατί δέχτηκαν να κάνουν στην εποχή μας κάτι που δεν συνηθίζεται, δηλαδή να βγάλουν προς τα έξω μια δουλειά καθαρά με τους όρους μου και με το εικαστικό και με την πρόθεση που επιθυμούσα να γίνει».
24
Κείμενο: Δημήτρης Χαλιώτης
25
Οκ τώβριος 2015
Μανιφέστο Παπαβασιλείου Κάθε φορά που συναντάω τον Βασίλη Παπαβασιλείου αισθάνομαι σαν φοιτητής που κρέμεται από κάθε του λέξη. Μου αρέσει να τον ακούω. Τον θεωρώ τον τελευταίο λόγιο του θεάτρου μας. Πνεύμα οξυδερκές, βαθιά φιλοσοφημένο, με εκπληκτική ρητορική δεινότητα. Δάσκαλος με όλη τη σημασία της λέξης.
ότι η γεωπολιτική ισχύς της Ελλάδας είναι πολύ μεγαλύτερη από την οικονομική ισχύ της. Εμμέσως πλην σαφώς ξέρετε τι είπε; Εγώ μπορεί να είμαι ένα ρεμάλι κληρονόμος που μου έλαχε να κληρονομήσω αυτό το οικόπεδο. Η θέση αυτού του οικοπέδου όμως είναι καθοριστική για την τύχη όχι μόνο εμού, αλλά και των υπολοίπων προς Ανατολάς, Δυσμάς, Βορρά και Νότο. Κατά κάποιον τρόπο είπε: «Πρέπει να με πληρώνετε! Μου χρωστάτε!».
Στην πολύχρονη καριέρα του μετράει σπουδαίες παραστάσεις και σκηνοθεσίες που άφησαν το στίγμα τους. Φέτος όμως δεν θα μείνει μόνο στην καρέκλα του σκηνοθέτη. Από τις 5 Νοεμβρίου θα ανέβει ο ίδιος στη σκηνή του Θεάτρου Τέχνης της οδού Φρυνίχου για να ερμηνεύσει ένα δικό του κείμενο. Ενα κείμενο για την Ελλάδα του τότε και του σήμερα. «Ευρώ σιχτίρ, μπουντρούμ δραχμή, θα πεις κι ένα τραγούδι». Μία παράσταση-διάλεξη. Και ο λόγος ανήκει στον ίδιο.
Αντικανονική κανονικότητα
Ασυλο Ανιάτως Ψεκασθέντων Ολικής Υστερήσεως Ή αλλιώς ΑΨΟΥ. Ενα φτέρνισμα είναι σαν το σήμα κατατεθέν αυτού του ιδρύματος, το οποίο μας φιλοξενεί όλους. Κάθε χρόνο το ΑΨΟΥ αναδεικνύει τον τρόφιμο της χρονιάς, στον οποίο και αναθέτει μία ομιλία. Φέτος την κάνει ο Φωκίων Καπνίδης, ο οποίος επιλέγει ως χώρο της ομιλίας του ένα σημείο που δικαιώνει την άποψή του για την Ελλάδα. Οτι δηλαδή σε αυτή τη χώρα μόνο οι νεκροί δεν πεθαίνουν ποτέ. Ετσι, είμαστε σε έναν χώρο κοντά στην Ακρόπολη, στο Θέατρο του Διονύσου, στους Στύλους του Ολυμπίου Διός, αλλά και κοντά σε κάποιους λιγότερο αρχαίους, όπως τους αρχαιοκάπηλους Μακρυγιάννη και Λόρδο Ελγιν. Διότι με αυτά τα δύο μεγέθη συνυπάρχουμε εμείς οι Ελληνες. Το μέγεθος της αρχαιότητας και το μέγεθος της αρχαιοκαπηλίας. Είναι σαν να έχουμε βρεθεί κληρονόμοι ενός μεγάλου τόπου με τα μέτρα του οποίου όλοι εμείς οι σημερινοί βγαίνουμε πολύ μικροί. Αυτός λοιπόν ο τόπος σε βάζει πολύ εύκολα στον πειρασμό να τον εκδικηθείς. Μπορεί να πει κανείς ότι η νεότερη Ελλάδα, έτσι όπως δομήθηκε, λειτουργεί σαν μία εκδίκηση επί της παλαιάς.
Το δύσκολο «ανάμεσα» Η Ελλάδα δεν μπορεί να είναι ούτε 100% Δύση ούτε 100% Ανατολή. Αυτό το δύσκολο «ανάμεσα» της Ελλάδος ίσως μας επιβάλλει να είμαστε πιο ψύχραιμοι στις προσεγγίσεις μας και στην αντιμετώπιση όλου αυτού που ζούμε. Διάβαζα τις προάλλες μία δήλωση του Υπουργού Εξωτερικών, Νίκου Κοτζιά, που έλεγε
Στην Ελλάδα υπάρχει μία κανονικότητα «αντικανονική». Σκέφτομαι λοιπόν πόσο πολύτιμο θα ήταν αν μπορούσαμε να κάνουμε μία βιομηχανία χρονοτριβής. Χάσε τον χρόνο σου στην Ελλάδα! Να έρχονται εδώ οι άνθρωποι, όχι για να ζήσουν τον μύθο τους -όπως έλεγε ο Αβραμόπουλος- αλλά για να χάσουν τον χρόνο τους. Ας πούμε, πόσο διαρκεί η διαδρομή με το τρένο Αθήνα-Πάτρα; Τρεις ώρες; Ε, να το κάνουμε να διαρκεί 24 ώρες! Να καταργούνται τα ρολόγια! Ξέρετε τι είναι εδώ; Εδώ είναι το σκηνικό του «Φαίδρου» του Πλάτωνα, λίγο πιο πίσω είναι το Λύκειον του Αριστοτέλη, παρακάτω η Πνύκα… Καταλαβαίνετε για τι φόρτιση του χώρου μιλάμε; Μας παραπλανούν τα κτίσματα τα σημερινά, αλλά εδώ είναι το σκηνικό του χασίματος του χρόνου. Γι’ αυτό και γεννήθηκε εδώ η φιλοσοφία.
Μία ιστορία υποκρισίας και «δηθενιάς» Ο Οδυσσέας Ελύτης έγραψε στη νεκρολογία του για τον Εμπειρίκο: «Ο Ανδρέας Εμπειρίκος εμφανίστηκε στην Αθήνα όταν αυτή είχε πάψει να είναι ένα απλό χωριό και έφυγε όταν ξανάρχισε να γίνεται». Στην ουσία αυτή η κληρονομιά της αστικότητας με τους πιο «κανονικούς» όρους είναι μία υπόθεση 40 χρόνων. Περίπου από το 1924 μέχρι τη Δικτατορία των Συνταγματαρχών το 1967. Εκεί μέσα γεννήθηκαν κάποιοι θεσμοί που είναι αναγκαίοι για την ύπαρξη ενός κράτους. Η καταστροφή ξεκίνησε στη Χούντα. Η Χούντα είναι η μητέρα της ελληνικής καταναλωτικής κοινωνίας. Επί Χούντας οι Ελληνες γίνανε καταναλωτές, ουδετεροποιημένοι πολιτικά και εθνικά. Αυτό μετά το κεφαλαιοποίησαν οι πολιτικές δυνάμεις της Μεταπολίτευσης με κορυφαίο το ΠΑΣΟΚ, το οποίο δάνεισε στον ελληνικό μικροαστισμό έναν μανδύα προοδευτικότητας και «αριστεροσύνης» και μπήκε μπροστά μία μηχανή τερατώδους υποκρίσεως. Ενα πέπλο «δηθενιάς» σκέπασε ολόκληρη τη χώρα. Αυτό το πέπλο συναντήθηκε με την πραγματικότητα πριν από πέντε χρόνια. Θα χρειαστούν τουλάχιστον πέντε χρόνια ακόμα για να δούμε πού θα οδηγήσει όλο αυτό σε συνάρτηση και με το ευρύτερο πλαίσιο.
«Είμαι Ελλην, ως εκ τούτου μου είναι αδύνατον να είμαι σοβαρός» Εχει βαθιές ρίζες αυτή η αδυναμία της σοβαρότητας. Μία από αυτές είναι ότι έχουμε ίσως ένα από τα χειρότερα εκπαιδευτικά συστήματα. Θα πρέπει κανείς να ξεχωρίσει τα επίπεδα. Πληροφορία. Γνώση. Σκέψη. Τρία διαφορετικά πράγματα. Το ότι έχω πληροφορία δεν σημαίνει ότι έχω γνώση και το ότι έχω γνώση δεν σημαίνει ότι έχω ικανότητα σκέπτεσθαι, δηλαδή ικανότητα παραγωγής νέας γνώσης. Ο,τι πληροφορείσαι αποτελεί κέντρισμα για να πας να γνωρίσεις. Πηγαίνοντας να γνωρίσεις θα απορήσεις. Μέσα από αυτό λοιπόν το ρήγμα αναδύεται η αναγκαιότητα της σκέψης κι αυτό το σωκρατικό «εν οίδα ότι ουδέν οίδα». Εκεί εντοπίζεται και η πανωλεθρία του εκπαιδευτικού συστήματος. Φορτώνουμε τα παιδιά με πληροφορίες χωρίς να αφυπνίζουμε καμία όρεξη για τη γνώση, καμία προϋπόθεση σκέψης. Γι’ αυτό θεωρώ το «φροντιστήριο» ως έναν συμβολικό τόπο της ήττας του αιτήματος του σκέπτεσθαι.
Για ποιον λόγο να είμαστε μαζί; Περνάμε μία δεκαετία βιο-πολιτικής πανωλεθρίας, η οποία μπορεί να γεννήσει κάτι άλλο. Εσπασε το άρρητο συμβόλαιο της συνύπαρξης των Ελλήνων. Μέχρι σήμερα είχαμε βρει έναν τρόπο να ζούμε ο ένας έχοντας το χέρι στην τσέπη του άλλου. Παραοικονομία. Τώρα πώς προχωράμε; Εγώ έχω λεφτά και τα πηγαίνω στα Νησιά Κέιμαν. Είναι μία απλή κίνηση αυτή; Οχι, είναι δηλωτική της αποτυχίας αυτού του συμβολαίου, το οποίο προϋπάρχει της γέννησης ενός κράτους και είναι η αυθόρμητη πίστη ενός ανθρώπου εις την κοινότητα που τον περιβάλλει. Η Ελλάδα είναι ο τόπος της πανωλεθρίας της εμπιστοσύνης. Αυτή η προκρατική προϋπόθεση αμφισβητείται. Για ποιον λόγο να είμαστε μαζί; Ισως επιχειρώντας να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα να φτάσουμε κάποια στιγμή σε μία ώριμη μορφή δημιουργικής γειτονίας. Ποιος είναι ο διπλανός μου, ο συνεργάτης μου, ο φίλος μου; Γείτονας. Η σχέση μου μαζί του οφείλει να υπακούει στους κανόνες της καλής γειτονίας. Δεν θέλω ούτε να μου το παίζεις αδερφός, ούτε ένας που δεν μπορεί να ζήσει χωρίς εμένα. Μου αρκεί να είσαι γείτονας. Ο γείτονας αναλαμβάνει την ευθύνη. Η αδερφική σχέση επιτρέπει πολλές παρεκκλίσεις.
26
Κείμενο / Φωτογραφίες: Στέφανος Καστρινάκης
27
Οκ τώβριος 2015
Κατ' εικόνα και καθ' ομοίωσιν Συναντήσαμε τoν SimpleG, κατά κόσμον Γιώργο Δημουλά, στη Δραπετσώνα. Πρόκειται για έναν νέο καλλιτέχνη, για τον οποίο το street art είναι τόσο επάγγελμα, όσο και τρόπος έκφρασης της φαντασίας του. Γεννήθηκε στο νησί της Χίου το καλοκαίρι του ’95 και από μικρή ηλικία ασχολήθηκε με τη ζωγραφική και την αγιογραφία. Το 2002 η μετακόμιση της οικογένειάς του σε ένα νοτιοδυτικό προάστιο της Αθήνας, «γεμάτο γκράφιτι και ταγκιές», όπως λέει, τον έκανε να πιάσει και αυτός για πρώτη φόρα σπρέι στα χέρια του. Κάπως έτσι ξεκίνησε να ζωγραφίζει σε μεγάλες επιφάνειες, πάντα με σκοπό να εξωτερικεύσει τους προβληματισμούς, αλλά και τις ανησυχίες του. «Είναι ένας τρόπος επικοινωνίας», μου εξηγεί. «Τα άτομα της γενιάς μου είναι σήμερα… αριθμοί χωρίς προσωπικότητα. Αυτό είμαστε σήμερα εμείς, ένα ΑΜΚΑ και ένα ΑΦΜ». Συνεχίζοντας τη συζήτηση, καταλαβαίνω πως είναι ιδιαίτερα προβληματισμένος, αλλά και συνειδητοποιημένος σχετικά με αυτό που κάνει, αφού ζει μόνος του από μικρή ηλικία και προσπαθεί να είναι ανεξάρτητος.
Ο Γιώργος έχει συμμετάσχει στο Meeting of Styles το 2012 και το 2013, στην έκθεση Hobart Exhibition 2015, στο Ejekt Festival το 2014, στο Plissken Festival το 2014, στο ASAF 2014 και στις Ιωνικές Γιορτές 2013 της Νέας Σμύρνης. Γνωστά έργα του είναι ο πολιτιστικός χώρος Γαλαξίας της Νέας Σμύρνης, με θέμα την καταστροφή και την αναγέννηση της Σμύρνης, το νέο εργοστάσιο Παπαστράτος στον Ασπρόπυργο με αφορμή τα πέντε χρόνια λειτουργίας του, η χαμένη Ατλαντίδα στον αθλητικό χώρο του Πανελληνίου στην Κυψέλη, το μαγαζί Favela στον Κεραμεικό και το Lost in Acropolis κοντά στο Μουσείο της Ακρόπολης. Δουλεύει κυρίως με σπρέι, όμως βλέπουμε συχνά στα έργα του στοιχεία από αερογράφο, ακρυλικά χρώματα και λάδια, νερομπογιές και μελάνια. Χρησιμοποιεί διαφορές τεχνικές, καθώς δεν έχει καταλήξει σε κάποιο συγκεκριμένο στιλ. Του αρέσει να είναι πολύπλευρος και να δουλεύει θέματα διαφορετικά, άλλοτε επηρεασμένα από την προσωπική του ζωή και άλλες φορές από γεγονότα που συμβαίνουν γύρω του. Παράλληλα, συχνά στα θέματα
του συναντάμε ασπρόμαυρα σχέδια, γερασμένες μορφές, ανθρώπους να φιλιούνται και πολλά γυναικεία πρόσωπα. Τέλος, μεγάλο κομμάτι στη ζωή του καταλαμβάνει και η αγιογραφία, έχοντας πτυχίο σε αυτήν από τη Β' Γυμνάσιου. Για να τα καταφέρει παρακολούθησε μαθήματα για τρία χρόνια στη Σχολή Αγιογραφίας της Νίκαιας, με τον καθηγητή Παναγιώτη Κωνσταντίνου να τον έχει βοηθήσει στα πρώτα βήματά του. Μέχρι σήμερα, μάλιστα, ασχολείται με αυτή φτιάχνοντας τοιχογραφίες και εικόνες σε ξύλο. Το όνειρό του είναι να μπει στη Σχολή Καλών Τεχνών και να παρακολουθήσει την τέχνη της ζωγραφικής. Ο SimpleG, ή αλλιώς ο Γιώργος, ασχολείται και με τη φωτογραφία, περισσότερο ως χόμπι, και τέλος ονειρεύεται και δημιουργεί τους δικούς του κόσμους, αυτούς στους οποίους θα ήθελε να ζει ο ίδιος.
28
29
Οκ τώβριος 2015
30
31
Οκ τώβριος 2015
32
Η... Νέμεση Πριν από λίγες ημέρες έπεσαν οι τίτλοι τέλους για μία από τις αγαπημένες σειρές της Αμερικής, αλλάκαιτουυπόλοιπουκόσμου.Το“CSI : Immortality” ήταν ο δίωρος επίλογος μίας σειράς που επί 15 συναπτά έτη έκανε το κοινό να μιλά για εγκλήματα με όρους δαχτυλικώναποτυπωμάτων,DNA,καθώςκαιάλλωνσύγχρ ονων τεχνικών εγκληματολογίας. Παρά την επιστροφ ή των μεγάλων ονομάτων της σειράς, όπως του Γουίλιαμ Πέτερσεν (στον ρόλο του πρώην επικεφαλής της υπηρεσία ς στο «αμαρτωλό» Λας Βέγκας, Γκιλ Γκρίσομ), της Μαργκ Χέλγκενμπεργκερ (Κάθριν Γουίλοους) και του Πολ Γκίλφοϊλ (Τζιμ Μπρας), η τηλεταινία απλά επιβεβαίωσε ως προς τα επίπεδα τηλεθέασής της την καθοδική πορεία που είχε η σειρά τα τελευταία χρόνια. Με μέσο όρο 12,22 εκατ. τηλεθεατές στην Αμερική, το “CSI” έμεινε μακριά, πολύ μακριά από το απόγειό του στις αρχές της δεκαετίας του 2000, όταν κατάφερνε να προσελκύει περισσότερους από 26 εκατ. τηλεθεατές. Παράλληλα, το τελευταίο spin-off της σειράς, “CSI: Cyber” (είχαν προηγηθεί πριν από καιρό τα «CSI: Μαϊάμι» και «CSI:Νέα Υόρκη»), φαίνεται να πηγαίνει άσχημα ήδη από τον πρώτο του κύκλο που ξεκίνησε πέρυσι.
Πολλοί το έχουν ήδη ξεγραμμένο, θεωρώντας ότι δεν πρόκειται να επιβιώσει για άλλη σεζόν, κλείνοντας οριστικά τον κύκλο των CSIs στη μικρή οθόνη. Το “CSI” είναι το πιο πρόσφατο παράδειγμα της αναπόφευκτης μοίρας που προδιαγράφεται για τις επιτυχημένες τηλεοπτικές σειρές. Και η βασική αιτία δεν είναι καμία άλλη από το χρήμα. Οσο περισσότερο βρίσκεται στον αέρα μία σειρά, τόσο ακριβότερη καθίσταται για τους παραγωγούς, καθώς οι ηθοποιοί απαιτούν ολοένα και περισσότερα χρήματα για να υπογράψουν νέα συμβόλαια. Δείτε για παράδειγμα τι έγινε με τη σειρά «Τα φιλαράκια»: η αγαπημένη σειρά ξεκίνησε με αμελητέο για τα δεδομένα της αμερικανικής τηλεόρασης προϋπολογισμό. Στην πρώτη σεζόν καθένας από την αξέχαστη παρέα λάμβανε 22.500 δολάρια (περίπου 20 χιλιάδες ευρώ) ανά επεισόδιο. Το ποσό αυτό έφτασε τα 100 χιλιάδες δολάρια στον πέμπτο κύκλο (88 χιλιάδες ευρώ), τα 750 χιλιάδες δολάρια (660 χιλιάδες ευρώ) στον έβδομο και τον όγδοο κύκλο και το ένα εκατ. δολάρια (881 χιλιάδες ευρώ) στους δύο τελευταίους κύκλους της σειράς. Ακόμα και όταν το αρχικό καστ αρχίζει να αποχωρεί από μία σειρά, οι παραγωγοί μίας επιτυχημένης σει-
ράς είναι υποχρεωμένοι να προσλάβουν ονόματα«κράχτες» για να διατηρήσουν το κοινό τους, κάτι που επίσης σημαίνει μεγάλα έξοδα. Ετσι, μετά την αποχώρηση του πρωταγωνιστή Γουίλιαμ Πέτερσεν, το CBS προσέλαβε στη θέση του τον «πολύ» Λόρενς Φίσμπερν και στη συνέχεια τον Τεντ Ντάνσον. Ο Φίσμπερν λάμβανε 350 χιλιάδες δολάρια (308 χιλιάδες ευρώ) ανά επεισόδιο, ενώ ο Ντάνσον μπήκε στο μισθολόγιο με απολαβές 250 χιλιάδων δολαρίων (220 χιλιάδων ευρώ). Προσοχή: οι μισθοί αυτοί δεν αφορούν ένα απλό sitcom όπου οι πρωταγωνιστές συνηθίζουν να κάθονται σε έναν καναπέ και να ανταλλάζουν ατάκες (με την όλη σειρά να έχει το πολύ τρία εσωτερικά σκηνικά), αλλά μία σειρά με εξωτερικές λήψεις, ειδικά οπτικά και ηχητικά εφέ και αρκετά stunts που αναπόφευκτα εκτοξεύουν το κόστος παραγωγής. Την ίδια στιγμή, όμως, με την αύξηση του κόστους, το κοινό αρχίζει σταδιακά να χάνει το ενδιαφέρον του και στρέφεται σε άλλα προϊόντα, καθώς μία σειρά που μένει για πολύ καιρό on air αποκτά σταδιακά ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο στη διήγηση της ιστορίας της που αρχίζει να κουράζει τον κόσμο - και τελικά υποσκελίζεται από νέες σειρές με πιο φρέσκο αέρα. Πριν από το “CSI”, το αμερικανικό κανάλι CBS είχε
Κείμενο: Χρήστος Τσαπακίδης
33
Οκ τώβριος 2015
του CSI το «Νόμος και Τάξη», μία σειρά που έμεινε στον αέρα για δύο δεκαετίες, άγγιξε για λίγο τους 19 εκατ. τηλεθεατές, κέρδισε αρκετά Βραβεία Εμι και τροφοδότησε μία χούφτα spin-offs. Μετά από ορισμένες σεζόν, ωστόσο, άρχισε να επαναλαμβάνεται χωρίς να έχει να προσφέρει κάτι νέο στους τηλεθεατές, εγκλωβίστηκε σε ένα παρωχημένο story-telling και τελικά κατέβασε ρολά το 2010. Ανάλογη πορεία είχαν και τα άλλα δύο CSIs του χαρτοφυλακίου του CBS. Το «CSI: Μαϊάμι», το οποίο στηρίχτηκε αρκετά περισσότερο στη δράση συγκριτικά με το… περισσότερο «εγκεφαλικό» “CSI” σημείωσε τεράστια επιτυχία στην αρχή, εξαργυρώνοντας την επιτυχία της μαμάς σειράς (στον τρίτο κύκλο έφτασε κατά μέσο όρο τους 19 εκατ. τηλεθεατές), όμως η τηλεθέασή του άρχισε να φυλλοροεί και έτσι έριξε απότομα αυλαία μετά από 10 κύκλους (κάποιοι από τους πρωταγωνιστές, μάλιστα, γκρίνιαξαν που δεν προβλέφθηκε να παραχθεί μία τηλεταινία για να δοθεί ένα κατάλληλο τέλος στη σειρά). Το «CSI: Νέα Υόρκη», από τη μεριά του σημείωσε ηπιότερη επιτυχία στο peak του και συνέχισε σε αντίστοιχα φθίνουσα πορεία για να κοπεί μετά από εννέα σεζόν.
Παρόλα αυτά, υπάρχουν και εξαιρέσεις στον κανόνα, δεδομένου ότι έχουμε δει σειρές να μας κουνούν το μαντήλι ενώ βρίσκονται ακόμα στο απόγειο της δημοφιλίας τους. Πάρτε για παράδειγμα και πάλι «Τα φιλαράκια». Η αγαπημένη μας σειρά δεν έπεσε ποτέ κάτω από 20 εκατ. τηλεθεατές στην Αμερική. Μάλιστα, στη δέκατη και τελευταία της σεζόν είχε υψηλότερη τηλεθέαση τόσο έναντι της αμέσως προηγούμενης, όσο και έναντι της έκτης και της έβδομης! Ωστόσο, το τηλεοπτικό κανάλι NBC ήξερε ότι με τους μισθούς που λάμβαναν οι ηθοποιοί και αναφέραμε παραπάνω, η σειρά δεν μπορούσε να συνεχιστεί για πάντα. Το “Seinfeld”, που άνθισε στη δεκαετία του 1990, έριξε αυλαία ενώ ήταν η κορυφαία επιλογή των τηλεθεατών: στον τελευταίο του κύκλο συγκέντρωνε κατά μέσο όρο 38 εκατ. θεατές. Ο δημιουργός του αρνήθηκε να συνεχίσει, παρά τα εκατομμύρια δολάρια που του προσέφεραν ως δέλεαρ. Τέλος, το επεισόδιο-φινάλε του “M*A*S*H” παραμένει η εκπομπή με την υψηλότερη τηλεθέαση στην ιστορία της αμερικανικής TV (εξαιρουμένων των αθλητικών γεγονότων): 105,97 εκατ. τηλεθεατές, παρακαλώ.
Στο τέλος, πάντως, όλα έχουν να κάνουν με τα οικονομικά. Οι παραγωγοί του “Game of thrones” ενδεχομένως να συναντήσουν ανάλογο πρόβλημα μετά τον έβδομο κύκλο - και δεδομένης της τεράστιας επιτυχίας της σειράς. Ενας απροσδόκητος σύμμαχός τους είναι ο συγγραφέας Τζορτζ Μάρτιν, ο οποίος έχει την τάση να «ξεφορτώνεται» τους ήρωές του σαν μανιακός δολοφόνος, κάτι που σημαίνει συνεχή ανανέωση του καστ. Αυτό όμως δεν ισχύει και για τους ηθοποιούς που έχουν αντέξει ως τώρα, όπως τον Πίτερ Ντίνκλατζ, τη Λένα Χίντεϊ και την Εμίλια Κλαρκ (άντε, ας βάλουμε και τον Κιτ Χάρινγκτον μέσα, ποτέ δεν ξέρεις…). Αλλες κωμικές σειρές, όπως το “The big bang theory” και το “Modern family” εξακολουθούν να έχουν υψηλή τηλεθέαση, όμως δεν πρόκειται να πάνε παραπάνω, τη στιγμή που το κόστος παραγωγής τους έχει αυξηθεί σημαντικά μετά από χρόνια παραμονής στον αέρα. Τελικά, κάθε σειρά, όσο επιτυχημένη και να είναι, έχει τη δική της ημερομηνία λήξης. Εκτός από την «Τόλμη και γοητεία», βέβαια...
34
Ο Παναγιώτης Καρακίτσιος με τον συνεργάτη του, Δημήτρη Τσαπέτη
Κείμενο: Ανδρέας Γιαννόπουλος
35
Οκ τώβριος 2015
Geomiso team!
Ο Παναγιώτης Καρακίτσιος είναι από τους χαρακτήρες που μόλις τον γνωρίσεις θα τον χαρακτηρίσεις φύσει αισιόδοξο άνθρωπο. Από αυτούς που δεν θα διαμαρτυρηθούν για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν στο εργασιακό τους περιβάλλον, αλλά θα κάνουν ό,τι περνάει από το χέρι τους όχι μόνο για να βρουν λύση σε κάθε πρόβλημα, αλλά και για να το εκμεταλλευτούν ώστε να βελτιωθούν. Χαρακτηριστικά, βέβαια, που πρέπει να έχει κάθε εμπλεκόμενος με τον χώρο των startups αν θέλει να απογειώσει την ίδεα του και να μη μείνει στάσιμος. Ολα αυτά τα διαπίστωσα για πρώτη φορά όταν διακρίθηκε με την ομάδα του στον 3ο Πανελλήνιο Διαγωνισμό Εφαρμοσμένης Ερευνας και Καινοτομίας «Η Ελλάδα Καινοτομεί» που συνδιοργανώνουν η Eurobank και ο Σύνδεσμος Ελλήνων Βιομηχάνων. Εκεί, το Geomiso, όπως λέγεται το λογισμικό που έχει αναπτύξει, αναδείχθηκε ως ένα από τα 10 καλύτερα πρότζεκτ στην κατηγορία εφαρμοσμένης έρευνας μεταξύ 208 συμμετοχών. Οι δρόμοι μας συναντήθηκαν ξανά μόλις κατέλαβε το πρώτο βραβείο στον Πρώτο Πανελλήνιο Διαγωνισμό Καινοτομίας και Νεανικής Επιχειρηματικότητας “ideatree 2014”, ανάμεσα σε 192 συμμετοχές. Και, όπως πάντα συμβαίνει σε αυτές τις περιπτώσεις, οι συναντήσεις τρίτωσαν όταν βρέθηκε στην πέμπτη θέση του 5ου Πανελλήνιου Διαγωνισμού «i-bank, Καινοτομία και Τεχνολογία» της Εθνικής Τράπεζας, ανάμεσα σε 422 συμμετοχές.
στιο κενό που υπάρχει στη διεθνή αγορά λογισμικού για ένα πρόγραμμα με διττή φύση, το οποίο θα ενοποιεί πλήρως τον σχεδιασμό με την ανάλυση έργων μηχανικού. Εκείνο το απόγευμα προγραμμάτισε τις πρώτες γραμμές κώδικα. Πέντε χρόνια αργότερα, το πρώτο παγκοσμίως λογισμικό σχεδιασμού και ισογεωμετρικής ανάλυσης είναι γεγονός. Το Geomiso λοιπόν αποτελεί το πρώτο παγκοσμίως λογισμικό CAD (Computer-Aided Design)/CAE (Computer-Aided Engineering) «δύο σε ένα», το οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο ως σχεδιαστικό πρόγραμμα, όσο και ως λογισμικό προσομοίωσης έργων μηχανικού. «Σχεδιάζει πολύ πιο εύκολα και γρήγορα έργα μηχανικού με οσοδήποτε πολύπλοκη γεωμετρία (πχ. αυτοκίνητο, πλοίο, αεροσκάφος, κτιριακά) σε σύγκριση με τα υφιστάμενα εμπορικά λογισμικά. Ταυτόχρονα μελετά πιο αποδοτικά και με δραστικά αυξημένη ακρίβεια τη συμπεριφορά τους (παραμορφωμένη κατάσταση, έλεγχος αντοχής)». Απευθύνεται τόσο σε μηχανολόγους, ναυπηγούς, πολιτικούς μηχανικούς, όσο και σε αρχιτέκτονες, σχεδιαστές και γραφίστες.
Οπως μου εξηγεί, αυτές δεν είναι οι μόνες διακρίσεις που έχει αποσπάσει. Αποφασίζω ωστόσο να μην τις παραθέσω, όχι επειδή δεν είναι εξίσου σημαντικές, αλλά γιατί θα βρισκόμασταν να διαβάζουμε έναν κατάλογο αρκετά μεγάλο, την ουσία του οποίου έχουμε ήδη καταλάβει. «Το Geomiso είναι πλέον ένα πολυβραβευμένο λογισμικό, το οποίο έχει αξιολογηθεί από πληθώρα ακαδημαϊκών, επιχειρηματιών και τραπεζιτών», μου λέει, «ενώ χρηματοδοτείται από την πρέσβειρα Γιάννα Αγγελοπούλου-Δασκαλάκη και τον πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ Μπιλ Κλίντον».
Δεν αποτελεί, όπως τονίζει, μία ακόμη απλή διαδικτυακή εφαρμογή ή ένα plug-in, αλλά συνιστά τόσο ένα ισχυρό ερευνητικό εργαλείο για την ακαδημαϊκή κοινότητα (υπολογιστική γεωμετρία, υπολογιστική μηχανική), όσο και ένα ισχυρό τεχνολογικό εργαλείο για την επαγγελματική κοινότητα των μηχανικών. Παράλληλα καλύπτει ένα ευρύ φάσμα εφαρμογών στην αυτοκινητοβιομηχανία, την αεροναυπηγική, την άμυνα, τη βιομηχανία καταναλωτικών προϊόντων και την εμβιομηχανική. «Η τεχνολογική καινοτομία και η μοναδικότητα του Geomiso έγκειται στην απόλυτα συνυφασμένη του φύση σχεδιασμού (CAD) και ανάλυσης (CAE), την οποία οφείλει στη ρηξικέλευθη μέθοδο της ισογεωμετρικής ανάλυσης. Η επαναστατική αυτή μέθοδος υπολογιστικής μηχανικής βρίσκεται στην αιχμή του επιστημονικού ενδιαφέροντος διεθνώς την τελευταία δεκαετία, καθώς αίρει τα μειονεκτήματα παλαιότερων μεθόδων».
Ολα ξεκίνησαν το καλοκαίρι του 2010, «απόγευμα Πέμπτης, 15 Ιουλίου», αναφέρει χαρακτηριστικά ο Παναγιώτης με τη σχολαστικότητα που τον διακρίνει. Επειτα από εκτενή επισκόπηση της διεθνούς βιβλιογραφίας με τον καθηγητή του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου Μανόλη Παπαδρακάκη, συνειδητοποίησε το τερά-
Οντας υποψήφιος διδάκτωρ του ΕΜΠ, ελεύθερος επαγγελματίας πολιτικός μηχανικός και έχοντας πίσω του δεκαετή ερευνητική εμπειρία, εύλογα αναρωτιέται κανείς πώς και δεν έφυγε κι αυτός στο εξωτερικό. Ο ίδιος όμως δηλώνει ένθερμος υποστηρικτής της παραμονής στη χώρα μας και της συστηματικής δουλειάς.
«Το κοινό πάθος για πρωτοποριακή έρευνα και το κοινό όραμα για το πρώτο παγκοσμίως λογισμικό σχεδιασμού και ισογεωμετρικής ανάλυσης αποτέλεσαν το πιο αποτελεσματικό ανάχωμα στον αρνητισμό της τελευταίας πενταετίας», υποστηρίζει. Επιλέγοντας προσεκτικά τις λέξεις του, συνεχίζει: «Οπως έχει αποδείξει η ιστορία, οι περίοδοι οικονομικής κρίσης είναι οι πλέον κατάλληλες για ένα δυνατό ξεκίνημα μεγαλόπνοων και φιλόδοξων σχεδίων. Εμείς έχουμε μετατρέψει την κρίση σε σύμμαχο». Γνωρίζει φυσικά πως σε περίοδο ανάπτυξης και επαρκούς ρευστότητας, θα είχαν εξασφαλίσει με την ομάδα του πολύ πιο γρήγορα και εύκολα το απαιτούμενο χρηματικό ποσό για το επόμενο βήμα. «Πολύ πιθανόν όμως να μην είχαμε σημειώσει την ίδια επιτυχία, καθώς το Geomiso δημιουργήθηκε και αναπτύχθηκε κατά τη διάρκεια της ελληνικής κοινωνικοοικονομικής κρίσης. Η κρίση μάς πείσμωσε και αποτέλεσε ένα δυνατό κίνητρο για σκληρή δημιουργική εργασία». Στο πλαίσιο αυτό συμβουλεύει τους νέους με όραμα να ακολουθήσουν τη δική τους τακτική, δηλαδή να μην επιτρέπουν στις συγκυρίες να καθορίζουν το μέλλον τους. «Αν επιλέγαμε να μεταναστεύσουμε στο εξωτερικό, δεν θα είχαμε αντάξια εξέλιξη και δυναμική», λέει με σιγουριά. Το κλειδί λοιπόν της επιτυχίας, κατά την άποψή του, βρίσκεται στην πεποίθηση πως κάθε αξιόλογο πρότζεκτ οφείλει να επιλύει ένα μείζον πρόβλημα με αντίκτυπο στη διεθνή οικονομία, την κοινωνία και το περιβάλλον. «Το Geomiso πέτυχε, καθώς συνιστά “disruptive innovation”, ενώ ευελπιστεί να βελτιώσει τον τρόπο σκέψης των μηχανικών διεθνώς και να προσφέρει στην ανθρωπότητα πιο ποιοτικά έργα μηχανικού». Στόχος τώρα είναι η κυκλοφορία της πρώτης έκδοσης του λογισμικού στη διεθνή αγορά, καθώς και η εξέλιξη του τμήματος έρευνας και ανάπτυξης της εταιρείας με τη δημιουργία 80 νέων θέσεων εργασίας για μηχανικούς και προγραμματιστές. «Η εταιρεία μας», καταλήγει, «θα στηρίξει το νέο ελληνικό επιστημονικό δυναμικό. Αυτό που αποτελεί τη μεγαλύτερη επένδυση της χώρας μας και μεγάλο μέρος του οποίου έχει δυστυχώς αναγκαστεί να μεταναστεύσει την τελευταία πενταετία».
36
Ας μιλήσουμε
Κείμενο: Δημήτρης Χαλιώτης / Φωτογραφία: Στέφανος Καστρινάκης
37
Οκ τώβριος 2015
για σεξ «Οι άνθρωποι έχουν συνηθίσει να καβλώνουν με την εικόνα. Εμείς θα επιχειρήσουμε να τους καβλώσουμε με τον λόγο», μου λέει ο Δημήτρης Κουρούμπαλης για τη νέα παράσταση της ομάδας So7 «Παρασκευή παλιμπαιδισμού», που θα παρουσιάζεται από τις 6 Νοεμβρίου κάθε Παρασκευή τα μεσάνυχτα στο Θέατρο του Νέου Κόσμου. Καλωσορίσατε στο Λε Λουβρ! Ενα μπαρ όπου κάθε Παρασκευή γίνονται… όργια! Υπεύθυνος ένας dj, ο οποίος με τη μουσική του αφυπνίζει τη σεξουαλική διάθεση, κάνοντας τους θαμώνες του μπαρ να πετάξουν από πάνω τους οποιαδήποτε ηθική αναστολή. «Στόχος μας είναι η αλλαγή στη διάθεση. Να καταφέρουμε να ζήσουμε ένα βράδυ που δεν θα είναι καθόλου μπανάλ. Να το ζήσουμε μαζί με τους θεατές», μου εξηγεί ο Δημήτρης, που υπογράφει συγγραφικά το έργο βασισμένος στο ομώνυμο διήγημά του. «Πρόκειται για ένα διήγημα που έχει μέσα του αυτή την αίσθηση της μίας και μοναδικής νύχτας. Αυτή την αίσθηση του να γίνεσαι ξανά παιδί χωρίς ηθικές αναστολές. Και σκέφτηκα τι ωραίο που θα ήταν να γίνει αυτό παράσταση!». Η «Παρασκευή παλιμπαιδισμού» είναι μία ξεχωριστή παράσταση που απευθύνεται στις πέντε αισθήσεις. Τα μπιτ αντιγράφουν τον ρυθμό της συνουσίας και η ερωτική λογοτεχνία τρυπώνει μέσα από λόγια και στίχους που δεν κρατάνε τα προσχήματα. Εμπειρίκος, Απολλιναίρ, Ντε Σαντ… «Μιλάμε για σεξ. Και μιλάμε χωρίς περιστροφές», σχολιάζει ο Δημήτρης. Σε μία τέτοια βραδιά κανείς δεν πρόκειται να φύγει από το Λε Λουβρ μόνος του… «Το μότο της παράστασής μας είναι 'Ζευγαρώστε, γιατί χανόμαστε!'. Ούτε να ερωτευτείτε ούτε τίποτα! Ο έρωτας δεν παίζει. Η παράσταση δεν έχει αυτή τη λυρικότητα που συναντάς στα ζευγάρια. Είναι φοβερά αισθησιακή», μου αποκαλύπτει ο Δημήτρης, εξηγώντας μου ωστόσο ότι το Λε Λουβρ δεν έχει καμία σχέση με sex club. «Το sex club έχει μια 'βρωμιά'. Οι άνθρωποι στο δικό μας μπαρ είναι αθώοι, δεν πάνε εκεί για να κάνουν σεξ, αλλά για να ακούσουν αυτόν τον περίεργο dj που κάνει θαύματα με τη μουσική του. Στην έννοια του sex club εμπεριέχεται η ηδονοβλεψία, ενώ στο δικό μας μπαρ ό,τι κάνεις το ζεις».
Ο Προμηθέας Αλειφερόπουλος, η Βασιλική Τρουφάκου, ο Τάσος Καραχάλιος, η Ιριδα Μάρα, η Χριστίνα Μπίτου, η Πηνελόπη Μωρούτ και ο Φιντέλ Ταλαμπούκας λικνίζονται στον ρυθμό της μουσικής κι αφήνουν τις αισθήσεις να ξυπνήσουν. Αυτή η νύχτα θα σου μείνει αξέχαστη… «Τι μπορεί να κάνει για εσάς μια νύχτα ενδιαφέρουσα;» τους ρωτάω. «Οταν τη ζεις σαν να μην υπάρχει αύριο. Οταν έχει πολύ σεξ! Μέχρι θανάτου!» μου απαντά ο Τάσος. «Οταν έχεις μία πετυχημένη συνάντηση», σχολιάζει η χορογράφος της παράστασης, Φρόσω Κορρού. «Οταν πάει τελείως διαφορετικά απ’ ό,τι έχεις σχεδιάσει», προσθέτει ο Προμηθέας, ενώ η Βασιλική τονίζει ότι ο στόχος είναι: «Αυτή η νύχτα να σε κάνει να ξεχάσεις την προηγούμενη και την επόμενη μέρα». Και μια και μιλάμε για… παλιμπαιδισμό, τι είναι αυτό που φωνάζει το παιδί μέσα τους; «Φτου ξελευθερία!» πετάγεται πρώτη η Iριδα. «Κι άλλο κι άλλο κι άλλο!» φωνάζει η Πηνελόπη. «Χορός, χορός, χορός και πάλι χορός!» μου λέει η Φρόσω. «Μου φωνάζει να είμαι όπως στην παράσταση», παρεμβαίνει ο Τάσος. «Oτι έχουμε υπερεκτιμήσει τα πρέπει», σχολιάζει ο Δημήτρης. Το σίγουρο είναι ότι όλοι τους γουστάρουν τρελά τη συγκεκριμένη παράσταση. Χαρακτηριστικές είναι οι αντιδράσεις τους όταν τους πήρε τηλέφωνο ο Δημήτρης και τους πρότεινε να είναι σε αυτή τη δουλειά. «Γαμώ!» αναφώνησε ο Προμηθέας. «Με τα χίλια!» σκέφτηκε η Πηνελόπη, ενώ η Βασιλική αναρωτήθηκε: «Κάτι ξέρει για μένα, αλλά πώς το έμαθε;». Από τις 6 Νοεμβρίου και κάθε Παρασκευή τα μεσάνυχτα ραντεβού στο Θέατρο του Νέου Κόσμου, γιατί, όπως μου λέει και ο Δημήτρης, «το θέατρο είναι χαρά. Είναι τέτοιος ο ζόφος γύρω μας, που νομίζω καλό θα ήταν η τέχνη να σου δίνει διέξοδο για έναν άλλον κόσμο που μπορεί να τον γνωρίζεις, αλλά δεν τον επισκέπτεσαι συχνά».
38
Κείμενο: Δημήτρης Χαλιώτης / Φωτογραφία: Στέφανος Καστρινάκης
39
Οκ τώβριος 2015
Το θέατρο όπως του αρέσει
Τον μάθαμε 20 χρονών αγόρι από την τηλεόραση, αλλά ήταν πολύ έξυπνος για να της παραδοθεί. Απόφοιτος του Τμήματος Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, καθώς και της Δραματικής Σχολής «Ιασμος», ο Δημήτρης Κουρούμπαλης είναι ένας καλλιτέχνης που δεν σταματά να αναρωτιέται και να ψάχνεται. Εχει κάνει από παιδικό θέατρο μέχρι τραγωδία, αλλά η καρδιά του μοιάζει να χτυπά στην πιο πειραματική και εναλλακτική σκηνή. «Μου αρέσει το θέατρο που ο θεατής κάθεται μπροστά με τους αγκώνες στα γόνατά του και το παρακολουθεί. Μου αρέσει το θέατρο που εμπλέκει τον θεατή χωρίς να τον προσβάλλει. Μου αρέσει το θέατρο που ενεργοποιεί τη φαντασία, τη σκέψη και τον λόγο εντός του θεατή. Και κυρίως μου αρέσει το θέατρο που δεν είναι αποτύπωση της πραγματικότητας, αλλά μία διάθλασή της. Ενας άλλος χρόνος, ένας άλλος χώρος, ένα διαφορετικό παρόν», μου αποκαλύπτει. Αυτό το θέατρο προσπαθεί να κάνει και με την ομάδα του So7, την οποία ίδρυσε με την κινησιολόγοχορογράφο Φρόσω Κορρού. «Θέλω η ομάδα να είναι ανοιχτή σε νέους ανθρώπους. Δεν είμαι της λογικής ότι δεν βγαίνει και δεν μπαίνει κανείς», μου λέει - και το κάνει πράξη αυτό σε κάθε του παράσταση.
πράγματα που μου αρέσουν, αλλά αυτό κρύβει πολλή δουλειά από πίσω του», παραδέχεται και μου εξομολογείται ένα παράπονό του: «Νομίζω ότι τα πράγματα θα έπρεπε να γίνονται με μεγαλύτερη απόλαυση και λιγότερη πίεση. Οταν κάνεις πολλά πράγματα μαζί για να επιβιώσεις, πώς να αφοσιωθείς σε κάτι; Και να φανταστείς ότι οι Ελληνες ηθοποιοί είναι πάρα πολύ καλοί, αλλά αν δεν έχεις κι ένα υπόβαθρο κάπως να σε στηρίξει, τι να κάνεις;». Οι παραστάσεις που κάνει με την So7 έχουν πάντα ένα πολιτικό υπόβαθρο. Ο ίδιος άλλωστε είναι ένα βαθιά πολιτικοποιημένο άτομο. «Δεν μπορώ να αντιληφθώ το θέατρο χωρίς πολιτική θέση μέσα του. Αλλά με την αριστοτελική έννοια. Με την έννοια ότι ο πολίτης είναι ενεργό μέλος της κοινωνίας συνολικά. Το πώς σκέφτεται, το πώς δρα, το πώς ερωτεύεται. Ολα αυτά είναι πολιτικές πράξεις. Θέλω να δώσω στο πολιτικό την ευρύτερη έννοιά του. Πέρυσι, ας πούμε, στο “RIP. Romeos Ioulieta Panta’’ ήταν δύο παιδιά που ήταν κλεισμένα σε ένα καφέ κι έξω μαινόταν εμφύλιος πόλεμος. Κι αυτά τα δύο παιδιά ερωτεύτηκαν. Ο έρωτάς τους ήταν η δική τους πολιτική πράξη απέναντι σε αυτό που συνέβαινε. Αναφέρομαι λοιπόν σε πολιτικές πράξεις που εμπεριέχουν την επανάσταση μέσα μας», παρατηρεί.
Σε καιρούς κρίσης, όπως αυτούς που διανύουμε, ο Δημήτρης τολμάει να πάρει στις πλάτες του μία δική του παραγωγή. «Είναι δύσκολο αυτό από μόνο του, αλλά είναι ακόμα πιο δύσκολο, γιατί έχουμε την άποψη ότι πρέπει όλοι να πληρώνονται ακόμα και στις πρόβες. Δεν δέχομαι το δεδομένο που κανείς δεν πληρώνει πρόβες. Είναι απίστευτο!» μου εξηγεί.
Την ίδια στιγμή στη ζωή του συνυπάρχει το παιδικό θέατρο. «Νομίζω ότι είναι πολύ σημαντικό τα παιδιά να βλέπουν καλό θέατρο. Προτιμώ να κάνω παιδικό θέατρο παρά να κάνω μια άλλη δουλειά που δεν μου αρέσει τόσο πολύ - είτε στην τηλεόραση είτε στο θέατρο», παραδέχεται. «Το παιδικό θέατρο έχει μια ελευθερία που δεν την έχει το θέατρο για ενήλικες. Δεν ντρέπεται να χρησιμοποιήσει τη φαντασία. Το θέατρο για μεγάλους έχει μία αυτολογοκρισία φοβούμενο μήπως κάτι είναι αφελές. Τα πιο ωραία πράγματα ξεκινούν από την αφέλεια. Το χιούμορ, ο έρωτας…».
Για να το πετύχει αυτό, δουλεύει ακατάπαυστα. «Στο τέλος της ημέρας θέλω να μπορώ να λέω ότι κάνω τα
Φέτος πρωταγωνιστεί στα «Ψηλά βουνά» του Ζαχαρία Παπαντωνίου, που σκηνοθετεί στο θέατρο Ακροπόλ ο
Βασίλης Μαυρογεωργίου. «Είχα διαβάσει το βιβλίο σαν παιδί, αλλά δεν είχα εκτιμήσει τόσο την αξία του. Το ξαναδιάβασα πριν δύο τρία χρόνια κι έπαθα σοκ. Κι όταν μου έκαναν την πρόταση είπα αμέσως ναι», μου λέει. «Προσπαθούμε να μεταφέρουμε αυτό το φυσιολατρικό αίσθημα που μας θέλει όταν φεύγουμε από την πόλη και βρισκόμαστε στο βουνό, στα δέντρα, τα ποτάμια, να γινόμαστε καλύτεροι. Τα πράγματα γίνονται λίγο πιο εύκολα. Ξαναθυμόμαστε ότι είμαστε άνθρωποι και μετά όλα τα υπόλοιπα». Ο χειμώνας του όμως δεν σταματά εκεί. Τον Ιανουάριο έρχεται στο Από Μηχανής Θέατρο το «Ποιος φοβάται τη Βιρτζίνια Γουλφ;», στο οποίο θα υποδυθεί τον Νικ στο πλευρό του Ακι Βλουτή, της Αγλαΐας Παππά και της Γιούλικας Σκαφιδά. Το εξαιρετικά ενδιαφέρον εδώ είναι ότι τη σκηνοθεσία στο αριστούργημα αυτό του Αλμπυ θα υπογράψει ο Τσέζαρις Γκραουζίνις. «Το αγαπώ πολύ αυτό το έργο. Αν και σκεφτόμουν πώς θα τα καταφέρω, είπα ναι στην πρόταση του Τσέζαρις», μου λέει. Σε όλο αυτό που συμβαίνει γύρω του απαντάει με δουλειά, πιστός σε όσα τον εκφράζουν. Είναι κι αυτό μία πολιτική θέση. Αν τον φοβίζει κάτι σήμερα είναι η απάθεια και η μισαλλοδοξία. «Φοβάμαι, δε, ακόμα περισσότερο ότι το καινούργιο θα γεννηθεί μέσα από πολύ πόνο κι αυτόν τον πόνο τον τρέμω», ομολογεί και συνεχίζει: «Παρ' όλα αυτά ελπίζω στο καινούργιο».
40
Κείμενο: Κώστας Τσαούσης
41
Οκ τώβριος 2015
Τα κουτιά των δεήσεων
Η πρώτη μου επαφή με τη δουλειά του Θόδωρου Μπρουσκομάτη ήρθε στο πλαίσιο μιας έκθεσης για το νέο ελληνικό σουβενίρ που πραγματοποιήθηκε εντός του Πωλητηρίου του Μουσείου Μπενάκη επί της οδού Πειραιώς. Ο ίδιος εξηγεί πώς και γιατί αποφάσισε να συμμετάσχει στη συγκεκριμένη έκθεση: «Μέσα από τη συνεργασία μου με το matalou@home, μου έγινε πρόταση να συμμετέχω στο "it's all, oh so souvenir to me! Vol.3", με αντικείμενο τον επαναπροσδιορισμό του ελληνικού σουβενίρ. Tο πρώτο πράγμα που μου ήρθε στο μυαλό ήταν το γνωστό κουκλάκιτσολιαδάκι με φουστανέλα, που θυμάμαι κυκλοφορούσε και σε γυναικεία βερσιόν της βλαχοπούλας. Ετσι λοιπόν γεννήθηκαν ο Οθωνας-τσολιάς και η Αμαλία-σικ βλαχοπούλα!». O Θόδωρος Μπρουσκομάτης είναι διπλωματούχος αρχιτέκτονας μηχανικός. Εργαζόταν σε κατασκευαστική εταιρεία μέχρι το 2008. Εκείνη την εποχή κατάλαβε γρήγορα -αν και ήταν η αρχή της κρίσης- ότι ο κατασκευαστικός τομέας στην Ελλάδα όχι μόνο θα ήταν ο πρώτος που θα πέθαινε, αλλά και εκείνος που θα ανακάμψει τελευταίος. «Ετσι όλο αυτό το είδα σαν μια μοναδική ευκαιρία να δηλώσω ενεργά πλέον τις καλλιτεχνικές μου ανησυχίες», λέει και επισημαίνει: «Πάντοτε είχα ενασχόληση με την τέχνη -ζωγραφική και μικρογλυπτά- αλλά ποτέ δεν ολοκλήρωνα κάτι, απλά μουντζούρωνα -και μουντζουρώνω- χαρτιά ή άφηνα μισοτελειωμένες φιγούρες από παπιέ μασέ. Πριν από
τρία χρόνια σε μια βόλτα στο Camden Lock του Λονδίνου είδα μια μικρή γκαλερί αφιερωμένη στη μεξικάνικη λαϊκή τέχνη και συγκεκριμένα σε κάτι μικρά -ή μεγαλύτερα- κουτιά σαν εικονοστάσια με θέματα θρησκευτικά, όπως η Παναγία, ο Αγιος Γεώργιος κλπ. Μου έφεραν στο μυαλό κάποια αλλά κουτιά ενός Αμερικανού καλλιτέχνη, αλλά σε εντελώς διαφορετικό ύφος, του Τζόζεφ Κορνέλ. Αυτά τα θεματικά κουτιά με τη συγκεκριμένη τεχνική λέγονται diorama boxes, shadow boxes, shrines κλπ. Τότε περίπου ήταν που είχε πεθάνει η Ειμι Γουάινχαουζ και ένιωσα την ανάγκη να της προσφέρω κάτι σαν κτέρισμα και σκέφτηκα να φτιάξω ένα μικρό 'εικονοστάσι', όπως περίπου τα μεξικάνικα. Ετσι γεννήθηκε το πρώτο κουτί animATheca. »Οταν το είδαν οι φίλοι μου, ενθουσιάστηκαν και με παρότρυναν να συνεχίσω. Ετσι σκέφτηκα να κάνω κι άλλους αγαπημένους διάσημους που έφυγαν, ώσπου όλο αυτό έφτασε να απαιτεί το σύνολο του χρόνου μου. Αποτέλεσμα, να συνεχίζω να κάνω κουτιά, σχεδόν ασταμάτητα… Μέχρι στιγμής έχω κατασκευάσει πάνω απο 400 κουτιά και δουλεύω καθημερινά για να παράγω και νέα κουτιά». Στη συνέχεια ο Μπρουσκομάτης δίνει ορισμένες λεπτομέρειες: «Τα κουτιά έχουν διαστάσεις 11x16x5,5 εκ. και ειναι κατασκευασμένα απο mdf, γυαλί, εφυαλωμένες εικόνες τυπωμένες σε φωτογραφικό χαρτί, πλαστικές, γυάλινες, μεταλλικές χάντρες, ποικιλία υφασμάτων απ' όλο τον κόσμο, πλαστικά και υφασμάτινα λουλούδια, πλαστικά μικρά ζώα, ακρυλικά και glitter
χρώματα, σύρμα, σιλικόνη και γενικά ό,τι μικροαντικείμενο βρω μπροστά μου και νομίζω ότι μου κάνει. Ολο αυτό το εγχείρημα το έχω ονομάσει animATheca, δηλαδή η 'Θήκη της Ψυχής' στα λατινικά. Τα κουτιά μου μέχρι στιγμής είναι τρισδιάστατες εικονογραφήσεις πορτραίτων διάσημων τεθνεώτων, ανδρών και γυναικών απ´ όλο τον κόσμο και γυναικεία vintage γυμνά από τη δεκαετία του 1930 έως τη δεκαετία του 1970. Τα θέματα ειναι ανεξάντλητα και αισθάνομαι τυχερός γι' αυτό, αλλά στο πίσω μέρος του μυαλού μου έχω κι άλλες ιδέες για το επόμενο βήμα, με την ίδια τεχνική». Για να φτιαχτεί ένα κουτί animATheca χρειάζεται περίπου οκτώ με δέκα ώρες δουλειάς για δύο ημέρες, είναι μοναδικό και κοστίζει 50 με 60 ευρώ (40-50 λίρες Αγγλίας). Εως τις 15 Νοεμβρίου τα animATheca του Θόδωρου Μπρουσκομάτη εκτίθενται στο λιλιπούτειο μπαρ Comme il FauX στην Πλατεία Καρύτση. Ακόμα, μπορεί να τα βρει κανείς στο Λονδίνο, σε ένα pop up μαγαζάκι που στήνει ο ίδιος ο δημιουργός στα Spitalfields-Brick Lane την περίοδο της άνοιξης, αλλά και τα Χριστούγεννα, καθώς και στην Αθήνα στο Matalou@home (Ηπίτου 5 & Βουλής, Σύνταγμα) και στο COO (Καρώρη 13).
42
Κείμενο: Νατάσα Μαστοράκου
43
Οκ τώβριος 2015
Ηρωας από σιμιγδάλι
Ο Γιάννης Σοφολόγης ενσαρκώνει έναν πολύ διαφορετικό ήρωα στην κεντρική σκηνή του Εθνικού Θεάτρου. Στο επιβλητικό κτίριο Τσίλλερ ο Γιάννης αφήνει πίσω την ανθρώπινη υπόστασή του και γίνεται ένα κυριολεκτικά γλυκό πλάσμα. Η κακομαθημένη βασιλοπούλα (Λυδία Τζανουδάκη) αρνείται να δεχθεί κάποιον από τους υποψήφιους πρίγκιπες και αποφασίζει να φτιάξει μόνη της τον άνδρα που είναι κατάλληλος για αυτή. Ετσι δημιουργεί τον Σιμιγδαλένιο, που πλάθει η ίδια με αμύγδαλα, ζάχαρη και σιμιγδάλι. Η παράσταση που σκηνοθετεί η Λυδία Κονιόρδου εμπνέεται από τους πίνακες του Θεόφιλου, χρησιμοποιεί παραδοσιακά κοστούμια μετουσιωμένα με φαντασία και χιούμορ και θυμίζει στα παιδιά παιχνίδια ξεχασμένα. Επί σκηνής ο Δημήτρης Μπρέντας στα πνευστά, ο Μάριος Παπαδέας στα έγχορδα και ο Γιάννης Μουτσάκης στα κρουστά παρασύρουν τους μικρούς θεατές σε μια καλοφτιαγμένη ιστορία ντυμένη με χρωματιστές εικόνες, ήχους, παιχνίδια και πολύ γέλιο. Το κείμενο του Αλέξανδρου Αδαμόπουλου περιγράφει αυτόν τον ήρωα σαν τον ιδανικό σύντροφο. Είναι γλυκός, τρυφερός, αγαπά τη βασιλοπούλα και -το πιο σημαντικό για εκείνη- δεν έχει δική του βούληση. Η ίδια μπορεί να μην τον εκτιμά ιδιαίτερα και να τον έπλασε για να κάνει το καπρίτσιο της, ωστόσο όταν μια αντίζηλός της τον κλέβει, εκείνη τρελαίνεται. Και την ώρα που ο Σιμιγδαλένιος πίνει το ποτό της λήθης και δεν θυμάται τίποτα από την προηγούμενη ζωή του, η βασι-
λοπούλα αποφασίζει να κάνει ένα τεράστιο ταξίδι για να τον βρει. Ζητάει τη βοήθεια του ήλιου, του φεγγαριού και της σελήνης και έχοντας μετανιώσει για τα λάθη της θέλει τον ήρωά της πίσω. Τι γνώμη έχει όμως εκείνος; Αν και ο Σιμιγδαλένιος ξεκινάει τη ζωή του χωρίς βούληση, στην πορεία παίρνει τα ηνία της ιστορίας. Πώς νιώθει όμως ένα πλάσμα που δεν μπορεί να αποφασίσει για τον εαυτό του; Και με ποια αφορμή αυτό αλλάζει; «Για εμάς που έχουμε βούληση, αν τη χάσουμε ξαφνικά, θα βρεθούμε σε μια εξαιρετικά δύσκολη συνθήκη», μου εξηγεί ο Γιάννης Σοφολόγης και συνεχίζει: «Για τον Σιμιγδαλένιο που γεννιέται έτσι, με την αθωότητα ενός μωρού, είναι η μοναδική πραγματικότητά του. Γεννιέται για να αγαπά. Απλά και αθώα. Ομως, όσο προχωράει στη ζωή του και στο έργο, βλέπει πως οι άλλοι γύρω του δεν σκέφτονται με αυτόν τον τρόπο. Παρ' όλα αυτά, επειδή γνωρίζει ότι οι άνθρωποι έχουν την ικανότητα να αγαπούν, αυτή η γνώση του γεννά βούληση και στην κρίσιμη στιγμή παίρνει το ρίσκο να θυσιαστεί για την αγάπη του: τη βασιλοπούλα του». Ολη η ιστορία έχει να κάνει με την αγάπη και τη δύναμη που έχει αυτή να αλλάζει τους ανθρώπους. Η αγάπη αλλάζει τον Σιμιγδαλένιο, αλλάζει όμως και τη βασιλοπούλα. Για αυτό και παρ' όλες τις αμφιβολίες του ήρωα, όταν εκείνη τον βρίσκει και του εξηγεί ότι έχει μετανιώσει δίνεται το happy end στην ιστορία. «Ο Σιμιγδαλένιος καταλήγει να είναι το μήλον της Εριδος εν αγνοία του», λέει ο Γιάννης. «Είναι η αφορμή να
εκδηλωθεί η ματαιοδοξία και η αλαζονεία των δύο κοριτσιών, που ενώ έχουν τα πάντα, θέλουν κι άλλα. Ενα ακόμα λούτρινο αρκουδάκι στο κρεβάτι τους. Επειδή, όμως, στη ζωή δεν μπορείς να παίρνεις χωρίς να δίνεις, αυτή που τελικά τον κερδίζει και τον απελευθερώνει, είναι αυτή που καταλαβαίνει τι σημαίνει 'μοιράζομαι', τι σημαίνει 'χάνω αυτό που θεωρούσα δεδομένο', τι σημαίνει 'απαρνούμαι την ησυχία μου', τι σημαίνει 'κάνω χώρο μέσα μου για τον άλλο'». Η βασιλοπούλα πείθει τον πρίγκιπά της όταν έχει μετανιώσει και οι δύο τους, ενήλικες πια, γυρνούν στο βασίλειο για να ζήσουν «αυτοί καλά και εμείς καλύτερα». Η αγνότητα του Σιμιγδαλένιου κερδίζει και η αγάπη -όπως πάντα- υπερτερεί. «Στο τέλος, σαφώς και εκτιμάται η αγνότητα του ήρωα, αυτό άλλωστε πρεσβεύει και το έργο μας. Περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο η αθωότητα και η αληθινή αγάπη μπορούν να φέρουν το θαύμα. Να γεννήσουν τον καινούργιο άνθρωπο, που θα είναι εκεί για τον άλλο και δεν θα θέλει το κακό κανενός. Που θα τον ενδιαφέρει πώς μπορεί να είναι χρήσιμος και όχι πώς να βλάψει. Που 'άστρα μετρώντας...' μπορεί να αλλάξει τον κόσμο. Πώς μπορεί αυτό να μην εκτιμάται; Στον κόσμο του έργου μας, τουλάχιστον, εκτιμάται. Μακάρι να μας διδάξει τον τρόπο να το κάνουμε και στις ζωές μας».
21ος Αιώνας
Επιμέλεια: Χρήστος Τσαπακίδης
Ποιο smartwatch; Αν νομίζεις ότι η τεχνολογία δεν συμβαδίζει με τη μόδα, ήλθε η ώρα να αλλάξεις άποψη. Το Eyecatcher είναι ένα στιλάτο βραχιόλι, το οποίο αλλάζει σχέδια ανάλογα με τη διάθεσή σου, αλλά και την περίσταση. Για να το κάνει αυτό, συνδέεται μέσω Bluetooth με το σχετικό app που έχει εγκαταστήσει στο smartphone σου. Εσύ απλά επιλέγεις το widget που θέλεις να εμφανιστεί στην επιφάνεια του βραχιολιού, η οποία αποτελείται από e-ink.
44
Σουβέρ με αγκάθια Ετσι, για παράδειγμα, μπορείς να έχεις άμεση πρόσβαση σε έκτακτες ειδήσεις, μηνύματα, ενημερώσεις ημερολογίου, χάρτη, αλλά και λεπτομέρειες για τις μετοχές σου. Κυκλοφορεί σε τρία σχέδια, δύο γυναικεία και ένα ανδρικό. Προς το παρόν το app είναι διαθέσιμο μόνο για πλατφόρμες iOS.
Αν σκοπεύεις να ξεφορτωθείς αυτά τα σουβέρ που είχες πάρει δώρο μαζί με το ουίσκι, σου έχω μία ιδέα. Ο σχεδιαστής Κλάιβ Ρόντι δημιούργησε ένα σετ από σουβέρ, τα οποία όλα μαζί σχηματίζουν έναν κάκτο! Κάθε σουβέρ έχει λίγο διαφορετικό μέγεθος από το άλλο, προκειμένου να μοιάσουν περισσότερο στο πραγματικό φυτό. Η τιμή του σετ είναι τσιμπημένη, στα 37,5 ευρώ.
www.lookseelabs.com http://bit.ly/1jocIXF
Ανθρακας ο θησαυρός Η ακοή αλλιώς
Σπιτικά κοκτέιλ
Είχε όλες τις προϋποθέσεις να κάνει ρεκόρ συλλογής κεφαλαίων στο Kickstarter. Και πώς θα μπορούσε διαφορετικά, άλλωστε, καθώς ποιος δεν θα ήθελε στο ντουλάπι του μπάνιου του μία ξυριστική μηχανή που αντί για λεπίδες έχει λέιζερ; Το SKARP Laser Razor ξεκίνησε την καμπάνια του στις 22 Σεπτεμβρίου και μέχρι τις 12 Οκτωβρίου είχε καταφέρει να συγκεντρώσει τέσσερα εκατομμύρια δολάρια. Κάπου εκεί, βέβαια, το πρότζεκτ γνώρισε άδοξο τέλος. Το Kickstarter αποφάσισε να το γειώσει, καθώς παραβίασε τον κανονισμό της πλατφόρμας που προβλέπει ότι κάθε πρότζεκτ θα πρέπει να διαθέτει ήδη ένα πρωτότυπο του προϊόντος του που να λειτουργεί κανονικά, προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι δεν πουλά... αέρα στους χρήστες. Αυτό ουδόλως πτόησε τους δημιουργούς, οι οποίοι πήραν τα μπογαλάκια τους και πήγαν στο Indiegogo.
Σταμάτα να ψάχνεις απεγνωσμένα happy hours στα κοκτεϊλάδικα της πόλης για να πιεις ψαγμένα κοκτέιλ. Αραξε σπίτι, κάλεσε φίλους και ετοίμασε ορισμένα από τα πιο δημοφιλή αλκοολούχα μείγματα, θαμπώνοντας την παρέα σου με τις άρτιες δεξιότητές σου ως μπάρμαν. Σύμμαχός σου θα είναι το MixStik, μία συσκευή σε σχήμα στικ που τοποθετείς μέσα στο ποτήρι ή το σέικερ και σου δίνει οδηγίες για να φτιάξεις εύκολα το αγαπημένο σου κοκτέιλ. Λειτουργεί ως εξής: επιλέγεις στο σχετικό app που έχει εγκαταστήσει στο κινητό σου το κοκτέιλ που θέλεις να φτιάξεις. Το MixStik ανάβει ξεχωριστά LED φωτάκια που σου δείχνουν την κατάλληλη δοσολογία κάθε συστατικού. Προσθέτεις τα συστατικά, ανακατεύεις και είσαι έτοιμος! Το MixStik λειτουργεί με μπαταρία που μπορείς να τη φορτίζεις μέσω USB. Για κάθε κοκτέιλ, μπορείς να επιλέξεις εάν θέλεις να φτιάξεις ένα ή δύο ποτήρια και η συσκευή προσαρμόζει ανάλογα τις δοσολογίες, ενώ το app μπορεί να σου δείξει ποια κοκτέιλ μπορείς να φτιάξεις ανάλογα με τα υλικά που έχεις στο σπίτι.
Ενα νέο ζευγάρι ακουστικών σού επιτρέπει να ακούς τη μουσική που αγαπάς παρακάμπτοντας τα αυτιά σου. Σωστά διάβασες. Για να το επιτύχουν αυτό, τα Trekz Titanium χρησιμοποιούν την τεχνολογία της οστικής αγωγιμότητας, η οποία προκαλεί μικρές δονήσεις που περνούν μέσω των ζυγωματικών σου απευθείας στον κοχλία στο εσωτερικό αυτί, παρακάμπτοντας το τύμπανο, μέθοδος που σου επιτρέπει να ακούς κανονικά χωρίς να καλύπτεται το αυτί σου. Η AfterShokz που παρασκευάζει τα Trekz Titanium έχει πατέντα για την τεχνολογία PremiumPitch+, με την οποία λύνει προβλήματα με το αδύναμο μπάσο και την απώλεια ποιότητας ήχου, τα οποία αντιμετώπιζαν άλλα ακουστικά που χρησιμοποιούσαν την οστική αγωγιμότητα. Δεδομένου ότι με αυτό τον τρόπο έχεις ακάλυπτα τα αυτιά σου, μπορείς να ακούς περιβάλλοντες ήχους, επομένως τα ακουστικά ενδείκνυνται για εξωτερικές δραστηριότητες, όταν δηλαδή θέλεις να εξασκηθείς στο αγαπημένο σου σπορ, επιθυμώντας παράλληλα να είσαι σε θέση να ακούς τι συμβαίνει γύρω σου.
http://kck.st/1Ggbpyv
mixstik.com aftershokz.com
45
Σκυλοselfie Θέλεις να βγεις μία selfie της προκοπής με τον καλύτερό σου φίλο, αλλά δεν λέει να κάτσει φρόνιμα; Το PoochSelfie έρχεται να σε σώσει! Είναι ένα εξάρτημα που στη βάση κουμπώνει πάνω στο smartphone και στην κορυφή συγκρατεί ένα μπαλάκι τένις - το απόλυτο αντικείμενο του έρωτα για έναν σκύλο, δηλαδή. Ετσι είναι εγγυημένη η απόλυτη προσοχή του αγαπημένου σου τετράποδου.
Οκτώβριος 2015
Σκάνερ... φωτιστικό Μήπως είσαι από αυτούς που κάποια στιγμή τού είχε μπει στο μυαλό να σκανάρει τα βιβλία του για να φτιάξει μία ψηφιακή βιβλιοθήκη; Ωραία, δεν είμαι μόνος. Το κακό με αυτή την ιδέα είναι ότι ο σκάνερ που έχεις στο σπίτι είναι πολύ άβολος για ένα τόσο μεγαλεπίβολο πρότζεκτ, επομένως αναγκάζεσαι να τα παρατήσεις μετά από λίγες μόλις σελίδες. Το Czur είναι ένας σκάνερ που θα σε βοηθήσει να σαρώσεις ευκολότερα και γρηγορότερα (έως και 20 φορές) τις σελίδες που θέλεις, χάρη στον πρωτότυπο σχεδιασμό του: έχει σχήμα φωτιστικού γραφείου, κοιτώντας το έγγραφο από πάνω προς τα κάτω, επομένως δεν χρειάζεται να τσακίζεις το βιβλίο σελίδα-σελίδα για να το σκανάρεις. http://bit.ly/1jjTUZD
http://kck.st/1KJIHeZ
Το νέο «Καλυψώ»
Εξυπνο ηχείο
Τεμπελόζαρα
Οταν ακούς για drone, συνήθως σου έρχεται στο μυαλό κάποιο ντιζαϊνάτο ελικοπτεράκι/τετρακόπτερο το οποίο κάνει εντυπωσιακές μανούβρες και ενδεχομένως έχει πάνω του μία φωτογραφική μηχανή που τραβά εντυπωσιακές φωτογραφίες από αέρος. Σβήσ’ τα όλα αυτά, γιατί έρχεται το υποβρύχιο drone. Ο λόγος για το Trident, το οποίο μπορεί το ίδιο εύκολα να κινηθεί είτε σταθερά σε ευθεία είτε να πραγματοποιήσει μανούβρες σε περιορισμένο χώρο χάρη στο υδροδυναμικό σχήμα του και το τριπλό σύστημα προωστήρων (δύο στο πίσω μέρος και ένας κάθετος, στο κέντρο). Το υποβρύχιο όχημα περιέχει HD κάμερα, μπροστινό LED φωτισμό για τις περιοχές που το βάθος μειώνει σημαντικά το φως το ήλιου, καθώς και ένα λεπτό καλώδιο που χρησιμεύει για να στέλνει στην επιφάνεια δεδομένα video, καθώς και άλλα δεδομένα σχετικά με τη λειτουργία της συσκευής. Ζυγίζει 2,9 κιλά και είναι αρκετά μικρό για να χωρέσει σε μία τσάντα πλάτης. Το μεγαλύτερο βάθος στο οποίο μπορεί να καταδυθεί είναι τα 100 μέτρα, ενώ η αυτονομία του φτάνει τις τρεις ώρες.
Δεν υπάρχουν και πολλά ηχεία που να μπορούν να σημειώσουν λαμπρή πορεία στις πλατφόρμες crowdfunding. Η Hidden έσπασε αυτή τη δυστοκία στη συγκεκριμένη κατηγορία, παρουσιάζοντάς μας το HiddenHUB, το «πρώτο πραγματικά έξυπνο ηχείο». Σύμφωνα με τους κατασκευαστές, το δημιούργημά τους κάνει πράγματα που δεν κάνουν άλλα ηχεία. Εχει επιταχυνσιόμετρο προκειμένου να «αντιλαμβάνεται» πότε βρίσκεται οριζόντια πάνω σε ένα τραπέζι ή κάθετα, κρεμασμένο σε τοίχο, καθώς και ένα σύστημα από αισθητήρες με το οποίο αναλύει το δωμάτιο στο οποίο βρίσκεται και προσαρμόζει το ηχητικό του προφίλ προκειμένου να ταιριάξει στο σχήμα του χώρου. Σκοπός του είναι να γεμίσει κάθε γωνία με πλούσιο ήχο, προκειμένου να επαναλαμβάνεις την καλύτερη δυνατή ακουστική εμπειρία όπου και εάν βρίσκεσαι. Ενα ακόμη χαριτωμένο χαρακτηριστικό του είναι η ικανότητά του να αντιλαμβάνεται πότε επιστρέφεις σπίτι, αρχίζοντας να αναπαράγει το τελευταίο κομμάτι που άκουγες προτού βγεις έξω.
Υποθέτω ότι το άκρον άωτον της τεμπελιάς είναι να κάνεις κοπάνα από τις υποχρεώσεις σου, να έχεις αράξει σε ένα καφέ για τάβλι και να βαριέσαι να ρίξεις ακόμα και τα ζάρια! Μία ομάδα σχεδιαστών είπε να σου κάνει τη ζωή ακόμα πιο εύκολη και έτσι δημιούργησε να ζάρια που κινούνται μόνα τους. Εσύ αρκεί να χτυπήσεις παλαμάκια ή να κάνεις έναν απότομο θόρυβο κοντά τους -κάτι που δεν είναι δύσκολο εάν παίζεις πόρτες και χάνεις- και αυτά θα αρχίσουν να... χορεύουν. Τα Boogie Dice μπορούν επίσης να προγραμματιστούν να κινούνται έπειτα από ένα προκαθορισμένο χρονικό διάστημα ή και σε τυχαίο χρόνο. Η αυτονομία τους κρατά 30 λεπτά, ενώ το καθένα διαθέτει επαναφορτιζόμενη μπαταρία που φορτίζει πλήρως σε 40 λεπτά.
www.openrov.com hiddenradiodesign.com
boogiedice.com
46
Ο ψηφιακός κόσμος
Κείμενο: Δημήτρης Χαλιώτης / Φωτογραφίες: Σταύρος Πετρόπουλος
μας υποδέχεται Μετά το Barbican του Λονδίνου και το Tekniska της Στοκχόλμης η απόλυτη έκθεση για την ψηφιακή τεχνολογία έρχεται στην Αθήνα και στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών από τις 20 Οκτωβρίου μέχρι τις 10 Ιανουαρίου. Ξεναγηθήκαμε στον υπέροχο κόσμο της κι έχουμε να πούμε μόνο αυτό: αν υπάρχει μία έκθεση που πρέπει να δεις φέτος είναι αυτή! Το "Digital Revolution" είναι μία έκθεση που μελετά την επίδραση της ψηφιακής τεχνολογίας στις τέχνες, το ντιζάιν, τη μόδα, τα video games. Ναι, το κατανοούμε ότι αυτό ακούγεται πολύ γενικό, οπότε ας γίνουμε λίγο πιο συγκεκριμένοι. Η έκθεση χωρίζεται σε έξι διαφορετικούς χώρους. Μπορείτε να ξεκινήσετε από όπου θέλετε. Στο υπόγειο της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών βρίσκεται ο κύριος εκθεσιακός χώρος, με την πρώτη ενότητα να μην είναι άλλη από την «Ψηφιακή Αρχαιολογία». Η γενιά των σημερινών 30άρηδων και 40άρηδων ήρθε η ώρα να θυμηθεί τα νιάτα της. Εδώ μπορείτε να βρείτε τα πρώτα βιντεοπαιχνίδια. Από το Pong, που μοιάζει σήμερα στα μάτια μας σαν απολίθωμα της παλαιολιθικής εποχής, μέχρι το θρυλικό Pac-man, το Tetris και το Super Mario. Κάπου εκεί θα βρείτε και τη συσκευή Game & Watch της Nintendo του 1980, που χρησιμοποιούσε την ίδια τεχνολογία με αυτή των αριθμομηχανών τσέπης, αλλά και το μετέπειτα Game Βoy, απαραίτητο αξεσουάρ για τα αγόρια που πήγαιναν σχολείο στα early ’90s. Η ενότητα δεν αφορά μόνο τα video games. Μελετά την επίδραση της ψηφιακής τεχνολογίας στον χώρο των εικαστικών τεχνών, του ντιζάιν, της μουσικής και του κινηματογράφου από το 1970 μέχρι το 2010. Κάπως έτσι θα ανακαλύψετε εφευρέσεις, όπως το Speak & Spell του 1978, την πρώτη συσκευή που αποτύπωνε τη φωνή σε λέξεις. Οσον αφορά στον κινηματογράφο, θα ξεναγηθείτε από τα πρώτα CGI της δεκαετίας του ’80 μέχρι τον τρισδιάστατο κόσμο του “Inception” και του “Gravity”, που γυρίστηκε εξολοκλήρου ψηφιακά. Σε άλλες ενότητες θα έχετε την ευκαιρία να μάθετε πώς επέδρασε η ψηφιακή τεχνολογία στην καλλιτεχνική έκφραση, να παίξετε μουσική σε ένα πιάνο που κάθε νότα αντιστοιχεί σε ένα απόσπασμα ραδιοφωνικής εκπομπής από διαφορετικές χώρες του κόσμου, αλλά και να έρθετε πιο κοντά στο μέλλον μέσα από την εγκατάσταση Pyramidi του 2014, όπου τρία ρομπότ παίζουν μουσική μπροστά από ένα μεγάλο video wall, ή το Wearable Solar του 2013, ένα ρούχο που λειτουργεί και σαν… φωτοβολταϊκό για να έχετε πάντα φορτισμένο το smartphone σας. Για το τέλος κάντε μια ευχή, πείτε τη στο Wishing Wall του 2014 κι αυτό θα τη μετατρέψει σε μία ψηφιακή πεταλούδα που μπορείτε να κρατήσετε και στα χέρια σας!
47
Οκ τώβριος 2015
48
49
Στο φουαγέ του 4ου ορόφου γυρίζουμε ξανά τον χρόνο πίσω στα πρώτα ανεξάρτητα βιντεοπαιχνίδια, ενώ στον 3ο όροφο μας περιμένει η εγκατάσταση Together του 2014, ένα σύμπλεγμα από οθόνες που μπορούν να πάρουν και να ενσωματώσουν σε ένα έργο τέχνης μία φράση που θα γράψεις. Στο ισόγειο σας περιμένει μία ακόμα εγκατάσταση, το Petting Zoo, του οποίου τα πλοκάμια σας βλέπουν και αντιδρούν στις κινήσεις σας. Νιώθεις λίγο σαν να παίζεις σε ταινία sci-fi του Χόλιγουντ. Τα δύο πιο εντυπωσιακά όμως installations βρίσκονται έξω από το κεντρικό κτίριο της Στέγης. Το πρώτο είναι παραπλεύρως του διπλανού κτιρίου του Odeon Starcity. Στο The Treachery of Sanctuary του 2012 αρκεί να σταθείς μπροστά από τρεις μεγάλες ασπρόμαυρες οθόνες, στις οποίες πετάνε πουλιά. Αμέσως θα εμφανιστεί στην οθόνη το σκιώδες είδωλό σου. Ο,τι κίνηση κάνεις την αναπαράγει, αλλά στη μία οθόνη ξαφνικά μένεις άφωνος όταν το χέρι σου μετατρέπεται σε μια τεράστια φτερούγα και γίνεσαι ο άνθρωπος-πουλί! Στις άλλες δύο οθόνες τα πουλιά σε κατασπαράσσουν εξαφανίζοντας σταδιακά το είδωλό σου. Οσον αφορά την εγκατάσταση Assemblance του 2014, που βρίσκεται πίσω από το κτίριο της Στέγης, ο μεγάλος πρωταγωνιστής είναι τα λέιζερ. Μπαίνεις σε ένα σκοτεινό δωμάτιο όπου υπάρχουν δέσμες φωτός από λέιζερ. Το εντυπωσιακό είναι ότι μπορείς να καθοδηγήσεις με το χέρι σου τα λέιζερ φτιάχνοντας σχήματα στο πάτωμα σε συνεργασία με τους άλλους. Προσοχή όμως, δεν πρέπει να σηκώσεις το βλέμμα σου και να κοιτάξεις κατάματα τα λέιζερ για ευνόητους λόγους. Το "Digital Revolution" είναι μία μοναδική έκθεση που θα σε μυήσει στον μαγικό κόσμο της ψηφιακής τεχνολογίας, θα σε κάνει να γυρίσεις τον χρόνο πίσω, να θυμηθείς, να διασκεδάσεις, αλλά και να γευτείς κάτι από το μέλλον, το οποίο αναμένεται συναρπαστικό. Μην τη χάσεις!
Οκ τώβριος 2015
50
Κείμενο: Δημήτρης Χαλιώτης / Φωτογραφίες: Στέφανος Καστρινάκης
51
Οκ τώβριος 2015
Οι Τσέντσι και η τάξη των πραγμάτων Λένε ότι όταν γράφεις για φίλους δεν μπορείς να είσαι αντικειμενικός. Από την άλλη, η δημοσιογραφία -και δη η αρθρογραφία- ενέχει πάντα το υποκειμενικό στοιχείο, οπότε δεν νιώθω καθόλου άβολα που αυτό το άρθρο αφορά δύο φίλους μου, την Ιόλη Ανδρεάδη και τον Αρη Ασπρούλη. Αφορμή ένα νέο θεατρικό έργο που συνέγραψαν, η «Οικογένεια Τσέντσι». Eνα πρωτότυπο θεατρικό έργο εμπνευσμένο από τους «Τσέντσι» του Αρτώ και το χρονικό του Σταντάλ. Ενα έργο που κυκλοφορεί από την Κάπα Εκδοτική και από τις 17 Οκτωβρίου γίνεται παράσταση στο Υπόγειο του Ιδρύματος Κακογιάννη σε σκηνοθεσία της Ιόλης. Η Ιόλη και ο Αρης είναι δύο από τα πιο ταλαντούχα, ευγενή, ευφυή και εργατικά πλάσματα που ξέρω. Εκείνη είναι απόφοιτος του Θεάτρου Τέχνης και του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών με μεταπτυχιακό στην Πολιτιστική Πολιτική, σπουδές σκηνοθεσίας στη RADA και το King’s College του Λονδίνου και διδακτορικό με θέμα «Το θέατρο και η τελετουργία». Εκείνος είναι αριστούχος του Τμήματος Κοινωνιολογίας του Παντείου με μεταπτυχιακές σπουδές, υποψήφιος διδάκτορας στο Τμήμα Κοινωνικής Πολιτικής και διευθυντής επικοινωνίας και προβολής του Θεάτρου Τέχνης. Θα μου πείτε λίγη σημασία έχουν όλα αυτά όταν μιλάμε για θεατρική συγγραφή, γιατί αυτό ή το έχεις ή δεν το έχεις. Και διαβάζοντας την «Οικογένεια Τσέντσι» πρέπει να είσαι τυφλός για να μην καταλάβεις ότι ο Αρης και η Ιόλη το έχουν. Η ιστορία της συγγραφής αυτού του έργου ξεκινάει μερικά χρόνια πριν, όταν ο πατέρας της Ιόλης της πρότεινε να διαβάσει στα γαλλικά τους «Τσέ-
ντσι» του Αρτώ. Ηταν ένα έργο που του είχε κάνει δώρο όταν ήταν 19 χρονών η δική του μητέρα, η οποία ταξίδευε στο Παρίσι για να διαλέξει υφάσματα για τον οίκο μόδας που διατηρούσε στη Θεσσαλονίκη. «Ρίξ’ του μια ματιά και πες μου», της είπε. «Μου άρεσε πολύ. Ηταν ένα ελλειπτικό αριστούργημα. Το μετέφρασα από τα γαλλικά, προσπάθησα να παρουσιαστεί ως έχει, αλλά δεν ήταν εύκολο λόγω των απαιτήσεων της παραγωγής. Μετά αποφάσισα ότι θα με ενδιέφερε ένα παιχνίδι με αυτό το έργο. Να γραφτεί κάτι καινούργιο πάνω σε αυτό», μου λέει η Ιόλη. Κάπως έτσι πρότεινε στον Αρη να συνεργαστούν. «Δεν είχα προηγούμενη ολοκληρωμένη θεατρική συγγραφική εμπειρία. Είχα όμως ασχοληθεί με κείμενα περιφερειακά της θεατρικής συγγραφής. Για κάποια χρόνια έγραφα κείμενα για προγράμματα θεατρικών παραστάσεων», μου εξομολογείται ο Αρης, που το θέατρο πρωταγωνιστεί στη ζωή του μέσα από διαφορετικές οπτικές κατά την τελευταία δεκαετία. Το έργο βασίζεται στην αληθινή ιστορία της οικογένειας Τσέντσι στη Ρώμη του 16ου αιώνα. Ο κόμης Τσέντσι είναι ο πλουσιότερος άνδρας της εποχής και ταυτόχρονα ένας πανούργος, σχεδόν σατανικός, άνθρωπος, που τα χέρια του είναι βουτηγμένα στο αίμα. Μετά από προτροπή του Πάπα δέχεται να παραχωρήσει στην Καθολική Εκκλησία το ένα τρίτο της περιουσίας του, προκειμένου να παραμείνουν τα ειδεχθή του εγκλήματα στο σκοτάδι. Η συνθηκολόγηση όμως αυτή τον ωθεί στο πιο φρικιαστικό έγκλημα της αιματοβαμμένης του διαδρομής. Σχεδιάζει τον φόνο των δύο γιων του και ατιμάζει την κόρη του, Βεατρίκη. Εκείνη υψώνει το ανάστημά της και
τον εκδικείται αφαιρώντας του την ίδια του τη ζωή. Η πράξη της όμως αυτή θα τη στείλει στο ικρίωμα, γιατί «η εξουσία είναι μια δύναμη χωρίς δικαιοσύνη και επιστρέφεται σε όποιον την πολεμά». Η ιστορία τους θα αποτελέσει το θέμα του έργου του Αρτώ, που φτάνει στα χέρια της Ιόλης και του Αρη. «Αυτό που με συγκλόνισε στο έργο ήταν ο κόμης Τσέντσι. Είναι ένας φοβερά αυτοδικαιολογήσιμος κακός. Δεν παρεκκλίνει στο ελάχιστο. Είχα να το δω αυτό από τον 'Καλιγούλα' του Καμύ, που κι αυτός όμως κάποια στιγμή σπάει. Ο Τσέντσι δεν σπάει ποτέ», ομολογεί ο Αρης. Η Ιόλη προχώρησε αρχικά στην ελεύθερη διασκευή του κειμένου του Αρτώ προσαρμόζοντάς το για τρεις ηθοποιούς και παίζοντας με τη δυναμική του. Οταν ο Αρης πήρε στα χέρια του το κείμενο ξεκίνησε η μετεγγραφή του σε ένα νέο πια πρωτότυπο έργο. «Η ιδέα ήταν να δούμε αυτό το πράγμα διαμεσολαβημένα. Το κείμενο του Αρτώ στα δικά μου μάτια ξεκινούσε με μία ένταση που έφθινε σταδιακά, και με μία λακωνικότητα που οδηγούνταν σε μία παράξενη φλυαρία. Προφανώς ήταν μία φόρμα. Εμάς μας άρεσε πολύ ο αρχικός του τρόπος και σκεφτήκαμε πώς θα μπορούσαμε να κρατήσουμε αυτόν τον τρόπο δραματουργίας», μου εξηγεί ο Αρης. «Η διαμεσολάβηση είναι του σήμερα. Νομίζω ότι παρουσιάζουμε τον 16ο αιώνα μέσα από ένα φίλτρο του 2015», προσθέτει η Ιόλη. Για τον λόγο αυτό επέλεξαν ως σκηνικό τους μία βιτρίνα. Εκεί μέσα τοποθετούνται οι ήρωες του έργου. Εκεί μέσα εκτυλίσσεται η δράση. «Η ιστορία αυτή δεν είναι πραγματικά μία ιστορία που μπορούμε να την κατανο-
52
ήσουμε 100%. Αυτοί οι άνθρωποι είναι σε μια γυάλα. Δεν καταλαβαίνουμε τα πάθη τους, την ευτυχία τους ή τη δυστυχία τους. Και αντίστροφα μέσω της βιτρίνας κι αυτοί παίρνουν μία απόσταση από εμάς», παρατηρεί ο Αρης και η Ιόλη συνεχίζει: «Η βιτρίνα είναι μία ελεύθερη ερμηνεία του θεάτρου της σκληρότητας που εισήγαγε ο Αρτώ. Στοχεύει στην αφύπνιση του υποσυνειδήτου του θεατή. Είναι σαν να επιτρέπονται όλα μέσα σε αυτή τη βιτρίνα. Εφιάλτες, όνειρα, βιασμοί, φόνοι, απαγχονισμοί… Τα βλέπουμε μέσα από ένα πρίσμα υποσυνειδήτου. Θα μπορούσε να είναι ένα όνειρο μέσα στο οποίο χωράνε τα πάντα». «Γιατί επιλέξατε να ασχοληθείτε με τους 'Τσέντσι'; Πώς μιλάει το έργο στο σήμερα;» αναρωτιέμαι. «Μιλάμε για καταπίεση και τυραννία μέσα στην οικογένεια, που συμπίπτει με καταπίεση και τυραννία στην κοινωνία. Η αντίσταση της Βεατρίκης που σκοτώνει τον πατέρα της φέρνει μία κάποια κάθαρση σε οικογενειακό επίπεδο, αλλά δεν μπορεί να φέρει κάθαρση σε κοινωνικό επίπεδο, γιατί ένας άλλος πανίσχυρος 'πατέρας', ο Πάπας, τη στέλνει στο ικρίωμα. Με αφορά αυτό. Μέχρι ποιο σημείο είναι ο άνθρωπος υπεύθυνος για τις πράξεις του; Μέχρι πού μπορώ να αποφασίζω εγώ για μένα;» μου απαντά η Ιόλη και ο Αρης συμπληρώνει: «Το έργο έχει να κάνει με το αέναο της εξουσίας. Ρωτάει η Βεατρίκη λίγο πριν πεθάνει: 'Ποιοι δικαστές με δίκασαν και δεν ντράπηκαν;'. Και της απαντά ο απεσταλμένος του Πάπα: 'Δεν σε δικάσανε δικαστές. Η τάξη των πραγμάτων σε στέλνει στο
ικρίωμα'. Αυτό είναι το βασικό σχόλιο του έργου που αφορά το σήμερα. Υπάρχει μία τάξη πραγμάτων, που είναι πολύ μεγαλύτερη και κυρίαρχη από οποιονδήποτε μηχανισμό προσπαθούμε εμείς να διαλύσουμε». Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει και η σχέση μεταξύ του κόμη Τσέντσι και της Βεατρίκης. «Για τον Αρτώ η σχέση τους είναι ανάποδος αντικατοπτρισμός της σχέσης Οιδίποδα-Αντιγόνης. Η Αντιγόνη ελπίζει να συναντήσει τον πατέρα της στον άλλον κόσμο, ενώ η Βεατρίκη λέει ότι το μόνο που δεν θα αντέξει τώρα που πεθαίνει είναι να δει τον πατέρα της μπροστά της, γιατί, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά, 'φοβάμαι ότι έχω αρχίσει να του μοιάζω'», μου τονίζει η Ιόλη. «Πάνω σε αυτή τη φράση της εμείς στηρίξαμε όλο το έργο μας», παρεμβαίνει ο Αρης. «Στο έργο μας η Βεατρίκη σταδιακά γίνεται Τσέντσι», συνεχίζει η Ιόλη. «Ουσιαστικά σκοτώνοντας τον πατέρα της, κάνοντας την ίδια πράξη με εκείνον, γίνεται με έναν τρόπο ο πατέρας της. Πάνω στην πράξη βλέπεις την ομοιότητα - και όχι στα κίνητρα». Η τελευταία μου ερώτηση τους κάνει να χαμογελάσουν. «Υπάρχουν Τσέντσι στο θεατρικό χώρο σήμερα;» τους ρωτάω μάλλον προβοκατόρικα. Ακολουθεί παύση όλο νόημα. «Και Τσέντσι και Πάπες!» μου απαντά περιπαικτικά ο Αρης και συνεχίζει σε πιο σοβαρό τόνο: «Κάθε αγορά εργασίας έχει ανθρώπους πολύ ηθικούς, πολύ ανήθικους, καλλιεργημένους, αδίστακτους. Είναι μεγάλα περιβόλια οι αγορές εργασίας. Με αυτή την έννοια
υπάρχουν όλα και στο θέατρο. Πόσο, δε, μάλλον που αυτό που διακυβεύεται σήμερα είναι περισσότερο κύρος παρά χρήμα. Οταν αυτό που έχουμε να μοιράσουμε δεν είναι η επιβίωση, αλλά η ματαιοδοξία, τότε ο κανιβαλισμός γίνεται μεγαλύτερος». Η ιστορία των Τσέντσι - αυτής της «θλιμμένης οικογένειας τεράτων», όπως εύστοχα σημειώνει η Γλυκερία Μπασδέκη στον πρόλογό της -μετατρέπεται στα χέρια της Ιόλης και του Αρη σε ένα έργο υψηλής δραματουργικής δύναμης με κάποια δάνεια από τον Ρεμπώ, τον Καμύ και τον Γκίνσμπεργκ. Ενα έργο που αξίζει και να δείτε και να διαβάσετε. Γιατί η αλήθεια είναι ότι νεοελληνικά έργα που παρουσιάζονται στη σκηνή έχουμε αρκετά, νεοελληνικά θεατρικά έργα που εκδίδονται όμως έχουμε ελάχιστα. Η «Οικογένεια Τσέντσι» ευτύχησε να εκδοθεί από την Κάπα Εκδοτική, χωρίς οι συγγραφείς της να συμβάλουν στο παραμικρό. Κι αυτό είναι ελπιδοφόρο σε έναν κόσμο που… «όλα πεθαίνουν, αγάπη μου. Γιατί ο κόσμος έχει πάρει φωτιά. Ετσι αναποφάσιστος που ξέμεινε ανάμεσα στο καλό και το κακό».
Κείμενο / Φωτογραφία: Νικήτας Καραγιάννης
53
Οκ τώβριος 2015
Το στέκι του… τσάρου
Η αγάπη τους για τον καλό καφέ ώθησε αρχικά τη Ράνια Παφλιά-Φουρλεμάδη και τον σύζυγό της, Αγγελο Φουρλεμάδη, με την πολύτιμη συνδρομή του συνεργάτη τους, Γιάννη Κανέλλου, να ανοίξουν το speciality cafe lounge bar Czar στην οδό Εθνικής Αντιστάσεως 62-64. Από τον περασμένο Ιούνιο, λοιπόν, ο «τσάρος» έχει γίνει το νέο αγαπημένο στέκι της γειτονιάς. Και αυτό διότι συνδυάζει το μοντέρνο ντιζάιν, στο οποίο πρώτο ρόλο έχουν το ξύλο και το μέταλλο, με σαφείς αναφορές στην παράδοση -όπως το πάτωμα που είναι στρωμένο με ασπρόμαυρα πλακάκια vintage- και με αποκλειστικά προϊόντα. Η Ράνια, γέννημα-θρέμμα της περιοχής, ακολούθησε σπουδές ως business administrator, ταξίδεψε αρκετά με τον Αγγελο, ο οποίος είναι μηχανολόγος μηχανικός, και μου εξηγεί γιατί θέλησαν να κάνουν «κάτι ιδιαίτερο». «Λατρεύουμε τον καφέ και θέλαμε να δοκιμά-
ζουμε τις καλύτερες ποικιλίες», λέει, καθώς συζητάμε στο άνετο μπαρ του ισογείου - το μαγαζί διαθέτει και ωραίο πατάρι. «Πριν από λίγους μήνες, και μετά από ώριμη σκέψη, είπαμε ότι είναι καιρός να προτείνουμε εμείς κάτι νέο στον χώρο. Με τη βοήθεια του Γιάννη, ο οποίος έχει μεγάλη πείρα στο αντικείμενο, το κάναμε επιτέλους πραγματικότητα». Η… πραγματικότητά τους περιλαμβάνει τρία χαρμάνια που καβουρδίζονται ειδικά για αυτούς, ενώ το μαγαζί διαθέτει και αρκετές άλλες ποικιλίες καφέ, με τον ελληνικό να αξίζει ειδικής αναφοράς αφού σερβίρεται με γλυκό κουταλιού. Παράλληλα προσφέρουν συνδυασμούς τσαγιού, κρασιά, μπίρες, ποτά και κοκτέιλ, καθώς και κρύα πιάτα όπως σαλάτες κοτόπουλου, σολωμού και προσούτο, σάντουιτς με σολομό, κοτόπουλο, σύγκλινο, παρμεζάνα ή λαχανικά. Στη γλυκιά τους πλευρά βρίσκουμε αρωματικές σοκολάτες «υψηλής
ποιότητας» από φυτείες της Καραϊβικής. Τα κρασιά ξεκινούν από 4 ευρώ, οι μπίρες από 3,5, τα κοκτέιλ από 7,5 ευρώ και τα ποτά από 6,5 ευρώ. Πρέπει επίσης να σημειώσουμε ότι έχει δοθεί προσοχή και στους σπιτικούς φυσικούς χυμούς και τα γλυκά ημέρας. «Το όνομα επιλέχτηκε επειδή μας άρεσε και θύμιζε τα αρχικά μας», λέει η Ράνια, «αλλά και για να συνδυαστεί κατά κάποιον τρόπο και με την ιστορία της περιοχής». Στα decks παίζεται διαλεγμένη jazz και πολλή bossa nova, χαλαρωτική chill-out, soul και funk. Ο χώρος ανοίγει νωρίς το πρωί στις 7:00 και τις καθημερινές μένει έως τη 01:00 το βράδυ, ενώ τα σαβατοκύριακα κλείνει πιο αργά. Μια συνταγή που εγγυάται ότι η Καισαριανή και οι γύρω γειτονιές θα χαίρονται τον «τσάρο» για πολύ καιρό.
54
Κείμενο: Χρήστος Τσαπακίδης
55
Οκ τώβριος 2015
Οι συναυλίες του χειμώνα Οι πολιτικές εξελίξεις από το καλοκαίρι δεν θα μπορούσαν παρά να επηρεάσουν αρνητικά τον πολιτιστικό και δη τον μουσικό χάρτη της χώρας μας. Από το καλοκαίρι είχαμε ήδη αρκετές ακυρώσεις, ενώ και η προκήρυξη εκλογών τον περασμένο Σεπτέμβριο ανάγκασε τους οργανωτές να κρατήσουν στάση αναμονής μέχρι να σταθεροποιηθεί η κατάσταση. Αποτέλεσμα; Ενας φτωχότερος αθηναϊκός συναυλιακός χειμώνας σε σύγκριση με πέρυσι, όσον αφορά στην παρουσία ξένων καλλιτεχνών. Παρ' όλα αυτά, δεν λείπουν ενδιαφέρουσες συναυλίες που αξίζουν την προσοχή μας. Ας τα πάρουμε όλα από την αρχή… Το showcase του χειμώνα είναι η συναυλία των Sisters of Mercy το Σάββατο, 24 Οκτωβρίου, η οποία μετά την εξάντληση των εισιτηρίων για το Fuzz (Πειραιώς 209 και Πατριάρχου Ιωακείμ 1, Ταύρος), όπου ήταν αρχικά προγραμματισμένη να πραγματοποιηθεί, μεταφέρθηκε τελικά στον μεγαλύτερο χώρο της Ιεράς Οδού (Ιερά Οδός 18-20, Γκάζι), για να ικανοποιήσει περισσότερους θαυμαστές του post punk συγκροτήματος. Το opening act θα γίνει από τους δικούς μας Mani Deum, ένα από τα πλέον ανερχόμενα γκρουπ της εγχώριας σκηνής Αν, πάλι, είσαι περισσότερο λάτρης της τζαζ, την ίδια βραδιά και λίγο νοτιότερα ο σπουδαίος Κένι Γκάρετ με το κουιντέτο του επιστρέφει στο Gazarte (Βουτάδων32-34, Γκάζι). Εχει χαρακτηριστεί ως το σημαντικότερο άλτο σαξόφωνο της γενιάς του, αλλά και ως ένας από τους πλέον θαυμαστούς μουσικούς που έχουν περάσει από αυτό το όργανο από την εποχή του Τσάρλι Πάρκερ. Και μιλώντας για τον Τσάρλι Πάρκερ, η Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών (Λεωφ. Συγγρού 107, Νέος Κόσμος) φιλοξενεί τον Ρούντρες Μαχάνταπα, τον σαξοφωνίστα που λατρεύει να «πειράζει» τον αξέχαστο τζαζίστα. Ο Μαχάνταπα εμφανίζεται στην Κεντρική Σκηνή της Στέγης την Παρασκευή 6 Νοεμβρίου. Από την άλλη πλευρά, οι θαυμαστές του progressive folk metal θα χρειαστεί να κάνουν υπομονή μέχρι το τέλος Οκτωβρίου, καθώς το Σάββατο στις 31 του μήνα «εισβάλλουν» στο Κύτταρο (Ηπείρου 48 και Αχαρνών, Αθήνα) οι Φινλανδοί Korpiklaani, οι οποίοι εμφανίζονται για πρώτη φορά στην Ελλάδα.
Αυτά για τον Οκτώβριο, ας μπούμε στον Νοέμβριο, ο οποίος είναι ο πιο πλούσιος μήνας σε συναυλίες μέσα στην περίοδο που εξετάζουμε. H Zola Jesus έρχεται για πρώτη φορά ζωντανά στην Αθήνα, την Πέμπτη 5 Νοεμβρίου στο Fuzz. Η Αμερικανίδα τραγουδοποιός με τις ρώσικες ρίζες και την κλασική μουσική παιδεία (ξεκίνησε ως τραγουδίστρια όπερας) κατάφερε να εξελιχθεί σε ένα από τα σημαντικότερα ονόματα της electronic/goth/experimental σκηνής των τελευταίων ετών και εμφανίζεται με την μπάντα της, παρουσιάζοντας κομμάτια από ολόκληρη τη μέχρι τώρα καριέρα της. Τρεις ημέρες μετά, στις 8 του μήνα και στον ίδιο χώρο, εμφανίζονται δύο από τα γνωστότερα σχήματα του σύγχρονου ατμοσφαιρικού/προοδευτικού ήχου σε ένα μοναδικό double bill: οι εμβληματικοί Ιάπωνες post rockers Mono και η progressive post-metal κολεκτίβα των The Ocean από τη Γερμανία. Στις 11 Νοεμβρίου έρχεται η ώρα του… death metal. Οι Grave και οι Malevolent Creation ενώνουν τις δυνάμεις τους σε μια ευρωπαϊκή co-headline περιοδεία που θα κάνει στάση στο An club (Σολωμού 13, Αθήνα). Οι δύο μπάντες θεωρούνται κορυφαίες στον χώρο, των οποίων τα ντεμπούτα “Into the Grave” και “The Ten Commandments” αντίστοιχα κρίνονται τα πλέον κλασικά στο συγκεκριμένο είδος. Μένοντας στον χώρο του metal, οι Arch Enemy δίνουν ένα live στο Gagarin (Λιοσίων 205, Αθήνα) το Σάββατο 14 Νοεμβρίου. Το συγκρότημα φημίζεται για τις δυναμικές του ζωντανές εμφανίσεις και πλέον με την προσχώρηση του κιθαρίστα-μύθου Τζεφ Λούμις (Nevermore) και του επίσης σπουδαίου Μάικλ Αμοτ, οι οπαδοί του heavy metal θα έχουν τη σπάνια ευκαιρία να απολαύσουν την παρουσία δύο κορυφαίων της ηλεκτρική κιθάρας επάνω στην ίδια σκηνή. Την ίδια ημέρα εμφανίζονται στο Fuzz οι Calexico, οι οποίοι μάλλον δεν χρειάζονται ιδιαίτερες συστάσεις, καθώς είναι από τις αγαπημένες μπάντες του ελληνικού κοινού. Το συγκρότημα από την Αριζόνα των ΗΠΑ θα μας επισκεφτεί λίγους μήνες μετά την κυκλοφορία του πιο πρόσφατου -όγδοου στην μέχρι τώρα καριέρα τους- άλμπουμ με τίτλο “Edge of the sun”, που χαρακτηρίζεται από την έντονη παρουσία του ελληνικού στοιχείου, με τη συμμετοχή των Takim σε ορισμένα από
τα τραγούδια του και, κυρίως, στο ήδη πολυπαιγμένο ραδιοφωνικό hit “Roll tango”, στο οποίο κάνει φωνητικά και ο θρυλικός Ερικ Μπάρτον. Μία ημέρα πριν, στις 13 Νοεμβρίου, ο Αλ ντι Μέολα, ένας από τους σημαντικότερους κιθαρίστες της σύγχρονης μουσικής, έρχεται στο Gazarte, φέρνοντας μαζί του κομμάτια από το καινούργιο του άλμπουμ με τίτλο “Elysium”, αλλά και παλαιότερα κομμάτια που έχουμε αγαπήσει. Ο συναυλιακός Νοέμβριος ολοκληρώνεται με δύο συναυλίες στο Fuzz. Οι παλιοί γνώριμοι στο ελληνικό κοινό, οι Paradise Lost ανεβαίνουν στη σκηνή στις 22 του μήνα. Ερχονται, μάλιστα, με ένα καινούργιο άλμπουμ, το “The plague within”, το οποίο κυκλοφόρησε τον περασμένο Ιούνιο, αλλά και τα αγαπημένα κομμάτια από παλαιότερες δουλειές, όπως το “Gothic” και το “Draconian times”. Στις 28 Νοεμβρίου, η Chinawoman, η οποία φαίνεται ότι μας συμπάθησε ως κοινό, έρχεται για μία ακόμα χρονιά στο γνωστό στέκι του Ταύρου, έχοντας ως special guest τη δική μας, Σtella. Ποδαρικό στον Δεκέμβριο κάνει μία από τις πιο ενδιαφέρουσες συναυλίες του χειμώνα. Ο Gus G., κατά κόσμον Κώστας Καραμητρούδης, είναι ένας από τους ικανότερους κιθαρίστες της heavy metal. Εχει παίξει με μπάντες όπως οι Arch Enemy (που όπως είπαμε θα μας έλθουν τον Νοέμβριο), ενώ από το 2009 εμφανίζεται στο πλευρό του Οζι Οσμπουρν. Στις 4 του μήνα εμφανίζεται στο Κύτταρο, στο πλαίσιο της παγκόσμιας περιοδείας για την προώθηση του 2ου άλμπουμ του “Brand new revolution”. Την ίδια ημερομηνία, οι indie rock Editors δίνουν live στο Gazi Music Hall με special guests και φρέσκο δίσκο στις αποσκευές τους, με τίτλο “In dream”. Τέλος, οι Σουηδοί Hammerfall, με 22χρονη ηχηρή παρουσία στον χώρο του heavy metal, παίρνουν τα... σφυριά τους και έρχονται στο Fuzz στις 13 Δεκεμβρίου. Μαζί τους, θα εμφανιστούν για πρώτη φορά στη χώρα μας, οι Ιταλοί folk/power metallers, Elvenking.
56
Κείμενο: Δημήτρης Χαλιώτης
57
Οκ τώβριος 2015
Ενα καγκουρώ στην Αγίου Κωνσταντίνου
«Το θέατρο είναι η επιστήμη της φαντασίας», μου λέει ο σκηνοθέτης και ηθοποιός Δημήτρης Μυλωνάς, για τον οποίο η φετινή σεζόν αναμένεται κάτι παραπάνωαπό δημιουργική, καθώς μέχρι τον Μάιο θα έχει σκηνοθετήσει τέσσερις παραστάσεις! Εν αρχή ην το «Καγ κουρώ», το νέο έργο του Βασίλη Κατσικονούρη με πρ ωταγωνιστές τη Λένα Δροσάκη, τον Χρήστο Σαπουντζ ή, τον Γιώργο Παπαπαύλου, τον Ηλία Μελέτη και τον Σπύρο Τσεκούρα, που έκανε πρεμιέρα στις 15 Οκτ ωβρίου στο Εθνικό Θέατρο. «Τι είναι αυτό που σε γοητεύει στη δραματουργία του Κατσικονούρη;», τον ρωτάω. «Αντλεί την έμπνευσή του και γράφει για τη σκηνή ιστορίες που γεννιούνται μέσα από τις κοινωνικές δονήσεις. Με την ευαισθησία και τα αντανακλαστικά του καλλιτέχνη αποκωδικοποιεί τα όσα συμβαίνουν γύρω μας και ταυτόχρονα τα μεταποιεί σε δραματουργία μεστή, ευφάνταστη, συγκινητική, που αφήνει χώρο για τη σκηνική τους απόδοση. Δεν αναζητάει το 'εξεζητημένο', δημιουργεί γερές συνθήκες για να ακουστεί μία ιστορία δυνατή όσο και η ζωή», μου απαντά. Εννέα χρόνια μετά το «Γάλα», που αιχμαλώτισε κοινό και κριτικούς, ο Βασίλης Κατσικονούρης επιστρέφει στο Εθνικό Θέατρο με το «Καγκουρώ» για να διηγηθεί μία ιστορία που αφορά το σήμερα της Ελλάδας. Κεντρικός του ήρωας ο Ορφέας, ένας νέος-θύμα της κρίσης που, αναζητώντας ένα καλύτερο αύριο, αποφασίζει να μεταναστεύσει στην Αυστραλία. Μία σειρά όμως από αναπάντεχες εξελίξεις, που έχουν να κάνουν με την οικογένειά του, θα μετατρέψουν αυτό το ταξίδι σε όνειρο απατηλό. «Στο πρόσωπο του Ορφέα αντικρίζουμε την αντανάκλαση όλων εκείνων που αναζητούν κάτι καλύτερο απ’ αυτό που απλώς ή τυχαία βρέθηκε μπροστά τους, που νιώθουν ότι έχουν αναξιοποίητες δυνάμεις, που δεν επαναπαύονται, που ασφυκτιούν σε ένα μέλλον χωρίς όραμα. Με λίγα λόγια όλων εκείνων των ανήσυχων πνευμάτων που δεν παραδίδονται σε ένα συμβιβασμό απέναντι στη ζωή», σχολιάζει ο Δημήτρης. Ο Ορφέας είναι παιδί χωρισμένων γονιών. Ζει με τον πατέρα του, με τον οποίον όμως δεν έχει τις καλύτερες σχέσεις. Η δε μητέρα του τον είχε παρατήσει σε μικρό-
τερη ηλικία. Είναι ένα παιδί μίας διαλυμένης οικογένειας, που ζει σε μία διαλυμένη χώρα παλεύοντας να κρατήσει το όνειρο ζωντανό. «Το 'Καγκουρώ' είναι μία ιστορία σύγχρονη, με πρωταγωνιστές καθημερινούς ανθρώπους και γεγονότα οικεία, που θα μπορούσαν να είχαν συμβεί στον οποιονδήποτε από εμάς. Ταυτόχρονα όμως αντανακλά έναν ολόκληρο τόπο και αποδίδει μία εποχή. Το ιδιωτικό, οικογενειακό, προσωπικό μετατρέπεται σε δημόσιο και κοινωνικό», παρατηρεί ο Δημήτρης. Ο ίδιος προσπάθησε σκηνοθετικά να αποδώσει αυτή την ασφυκτική κοινωνική συνθήκη που βιώνει ο Ορφέας, μέσα από τη σύμπτυξη όλων των δράσεων εντός του σπιτιού του. «Κάθε δωμάτιο του σπιτιού είναι ταυτόχρονα ο χώρος κάπου αλλού εκτός, έτσι ώστε το δημόσιο να εισβάλλει στο ιδιωτικό και τα σύνορα του μέσα με το έξω να βρίσκονται σε διαρκή διάλογο», μου εξηγεί. Με δεδομένο ότι η υπόθεση του έργου ακούγεται άκρως δραματική, αναρωτιέμαι αν υπάρχει φως μέσα στο «Καγκουρώ». «Στις οριακές καταστάσεις οι άνθρωποι αναγκάζονται και μιλούν. Μπορεί τα πρόσωπα του 'Καγκουρώ' να βρίσκονται σε διαρκή αντιπαράθεση, ταυτόχρονα όμως ξεθάβουν από τη μνήμη τους στιγμές γλυκές ή πικρές. Λένε αλήθειες. Και στην αλήθεια υπάρχει πάντα φως τελικά», μου απαντά. «Τι λείπει από την Ελλάδα σήμερα; Εκτός από λεφτά», τον ρωτάω. «Οργάνωση, ορθολογισμός, μακροπρόθεσμο πλάνο και φαντασία», μου λέει. Κι όταν του ζητάω να μου πει τι θα έλεγε σε έναν νέο σαν τον Ορφέα σήμερα κι αν θα προσπαθούσε να τον κρατήσει στην Ελλάδα, ο Δημήτρης μου απαντά: «Θα προσπαθούσα να τον κρατήσω στο όνειρό του, όπου κι αν αυτό μπορεί να πραγματοποιηθεί». Ο ίδιος αισθάνεται μεγάλη τιμή που σκηνοθετεί μία παράσταση στο Εθνικό. Ανήκει στους σκηνοθέτες της νέας γενιάς και αυτό φυσικά δεν είναι αυτονόητο.
«Υπήρξα μαθητής του Στάθη Λιβαθινού αμέσως μόλις επέστρεψε από τη Ρωσία, ηθοποιός στις παραστάσεις του εντός κι εκτός Πειραματικής Σκηνής του Εθνικού και τώρα, μετά από παράλληλες πορείες, ξανασυναντιόμαστε σε αυτή τη συνθήκη που μόνο συγκίνηση και χαρά μπορεί να προσφέρει», μου εξομολογείται. Αλλωστε πιστεύει ότι κάθε ηθοποιός έχει με έναν τρόπο τον σκηνοθέτη μέσα του. «Στα χρόνια της θητείας μου δίπλα στον Λιβαθινό διδάχτηκα τη ρώσικη μέθοδο υποκριτικής, η οποία αντιμετωπίζει τον ηθοποιό ως μία ολότητα, ικανό και υπεύθυνο για καθετί που συμβαίνει στη σκηνή. Με λίγα λόγια ο ηθοποιός γίνεται ταυτόχρονα και σκηνοθέτης του εαυτού του, πάντα φυσικά στην κατεύθυνση που δίνει ο σκηνοθέτης της παράστασης. Ηθοποιός και σκηνοθέτης δεν είναι διαφορετικοί κόσμοι. Τουναντίον, βρίσκονται σε διαρκή διάλογο κι ο ένας τροφοδοτεί κι ενεργοποιεί τον άλλο». Κάπως έτσι ο Δημήτρης Μυλωνάς θα συνεχίσει να κάθεται στη σκηνοθετική καρέκλα και μετά την πρεμιέρα του «Καγκουρώ». Μέσα στον φετινό χειμώνα τον περιμένουν άλλωστε νέα θεατρικά ταξίδια. Από τις 6 Νοεμβρίου θα κάνει πρεμιέρα υπό τις σκηνοθετικές του οδηγίες στο Θέατρο του Νέου Κόσμου η παράσταση «Τσέχωφ», «μία σύνθεση από διηγήματα, νουβέλες, θεατρικά έργα και αλληλογραφία του Α. Π. Τσέχωφ με μουσική επένδυση που φτάνει ως και το μιούζικαλ», όπως με ενημερώνει. Στη συνέχεια θα σκηνοθετήσει τη μαύρη κωμωδία του Τζο Ορτον «Διασκεδάζοντας με τον κύριο Σλόουν», που θα κάνει πρεμιέρα στις 5 Φεβρουαρίου στο Αγγέλων Βήμα, ενώ στο ίδιο θέατρο θα σκηνοθετήσει και θα παίξει μαζί με τον Ηλία Μελέτη στο «Μια πάπια μα ποια πάπια» του Ντέιβιντ Μάμετ, που θα ανέβει μετά το Πάσχα. Βαθιά ανάσα λοιπόν και η σεζόν μοιάζει να του ανήκει.
58
O,τι καλύτερο μπορούσε Τι σχέση έχει το φετινό (μισό) Νόμπελ Ιατρικής με τους Βιετκόνγκ και την Πολιτιστική Επανάσταση του Μάο; Το 1967 ο Μάο δέχτηκε ένα ακόμη αίτημα βοήθειας από τον Χο Τσι Μινχ. Ο σύμμαχός του, ηγέτης του Βόρειου Βιετνάμ, πολεμούσε εδώ και χρόνια με τους αντάρτες του Βιετκόνγκ και τη βοήθεια της Κίνας και της Σοβιετικής Ενωσης στον γνωστό πόλεμο, έναν αγώνα ζωής και θανάτου με τις ΗΠΑ για τον έλεγχο του Νότιου Βιετνάμ, σε ένα από τα πιο διάσημα πεδία μάχης του Ψυχρού Πολέμου. Ο πόλεμος για τον κομμουνιστικό Βορρά έπαιρνε δυσμενή τροπή γιατί οι Αμερικανοί με τη συντριπτική τους στρατιωτική υπεροχή είχαν χτυπήσει και διαλύσει όλες τις βάσεις των Βιετκόνγκ στον νότο. Ολες οι εξορμήσεις έπρεπε πια να ξεκινούν από τον βορρά και να καλύπτουν όλο το «μονοπάτι Χο Τσι Μινχ», 1.600 χιλιόμετρα άγριας ζούγκλας, όπου ανάμεσα στις άλλες κακουχίες οι αντάρτες (ή οι Βόρειοβιετναμέζοι στρατιώτες, που ήταν ένα και το αυτό) είχαν να αντιμετωπίσουν έναν θανατηφόρο φθοροποιό εχθρό εκτός των αμερικανών πεζοναυτών, των μυδραλιοβόλων από τα ελικόπτερά τους και τις ναπάλμ από τα Φάντομ τους: τα κουνούπια και την ελονοσία που μετέφεραν. Οι απώλειες της ελονοσίας ήταν πολύ μεγαλύτερες, παρότι οι ταινίες που μας έμαθαν τον πόλεμο του Ναμ δεν την αναφέρουν πουθενά. Ούτε στους τίτλους τέλους. Σε πολλές περιπτώσεις, 1.000 Βιετκόνγκ έφταναν κατάκοποι κι άρρωστοι σε ένα πεδίο μάχης, έδιναν μια μάχη με τους Αμερικανούς με απώλειες πχ. 100 ανταρτών και γύρναγαν στη βάση μόνο 100, αφού 800 πέθαιναν από μαλάρια στον δρόμο για το καταφύγιο μέσα στη ζούγκλα. Οι Βιετναμέζοι ζήτησαν από τον Μάο όπλα, πυρομαχικά, τρόφιμα και ένα καλό φάρμακο για την ελονοσία. Κυρίως αυτό. Αλλά τέτοιο φάρμακο δεν υπήρχε. Υπήρχαν φάρμακα, υπήρχε η κινίνη, όμως δεν μπορούσαν εύκολα να κατασκευαστούν σε μεγάλες ποσότητες στην Κίνα της εποχής, αλλά κυρίως -κι αυτό ήταν το θέμαήταν προβληματικά και το πλασμώδιο, το μικρόβιο της ελονοσίας είχε αποκτήσει απέναντί τους ανθεκτικότητα. Στην Κίνα τότε μόλις είχε ξεκινήσει η Μεγάλη Προλεταριακή Πολιτιστική Επανάσταση. Ανάμεσα στα άλλα εξωφρενικά, εκατομμύρια νεολαίοι ερυθροφρουροί κραδαίνοντας κόκκινα βιβλιαράκια με τις εντολές του Μάο είχαν ξαμοληθεί σε έναν «βίαιο ταξικό αγώνα»,
ένα πογκρόμ απέναντι σε στρώματα του κινεζικού πληθυσμού ύποπτα για καπιταλιστικές αντεπαναστατικές τάσεις λόγω μόρφωσης, πολιτιστικών επιλογών ή επαγγέλματος. Εκατομμύρια, εκατοντάδες εκατομμύρια, (πάλι εκατομμύρια, αλλά για την Κίνα μιλάμε) από τις «εννέα μαύρες κατηγορίες», τους «Τσου Λάο Γιου», δηλαδή τους «Βρωμερούς Εννέα», πέρασαν από βασανιστήρια, καταναγκαστική εργασία στα χωράφια ή σε στρατόπεδα συγκέντρωσης κι εκτοπισμό στην καλύτερη περίπτωση. Και λεπίδι ή μια σφαίρα στο κρόταφο στη χειρότερη. Και, ναι, στις «εννέα μαύρες κατηγορίες» ήταν κι οι γιατροί. Παρανοϊκό έτσι; Μια κοινωνία που σκοτώνει τους γιατρούς επειδή είναι γιατροί, οι οποίοι από αυτό και μόνο είναι δήθεν πιο επιρρεπείς στον καπιταλισμό.
στρατοπέδων και ενός κλειστού παιδικού σταθμού στο Πεκίνο που μεγαλώνει τα παιδιά των «προβληματικών».
Ο Μάο έληξε την Πολιτιστική Επανάσταση ύστερα από δυο χρόνια. Αλλά η παράκληση για ανθελονοσιακό φάρμακο από τους Βιετναμέζους ήρθε στην χειρότερη καμπή της, λίγο μετά την έναρξη της, όταν τα λεπίδια είχαν πάρει φωτιά. Κανένα πρόβλημα. Θα χρησίμευε για ευκαιρία, ένας σμπάρος, δυο τρυγόνια, άσπρος γάτος, μαύρος γάτος, όλα τα λουλούδια θα άνθιζαν. Δεν υπάρχει τίποτα που να μην μπορεί να διαστρεβλωθεί ή να αναβαπτιστεί (ακόμη ή ιδίως αν είναι βαμμένο με αίμα) στη χώρα του Μάο το 1967, αρκεί να το θέλει ο Μάο. Ενα τεράστιο πρόγραμμα ξεκινάει, ένα στοίχημα με το μισητό κουνούπι και τη μαλάρια. Ξεκινά στις 23 Μαΐου του 1967 και ονομάζεται έτσι Πρόγραμμα 5-23.
Κακή συνταγή για τσάι, αναποτελεσματική για άλλα φυτά, αλλά με την Αρτεμισία πιάνει. Το φάρμακο απελευθερώνεται σε δραστική μορφή. Καταφέρνει με χημικές πλέον μεθόδους να το απομονώσει και να το δοκιμάσει σε ποντίκια και πιθήκους. Η μαλάρια θεραπεύεται. Οταν έρχεται η ώρα να γίνει η πρώτη κλινική δοκιμή σε ανθρώπους, το δοκιμάζει κατά την πάγια παράδοση των μεγάλων γιατρών στον εαυτό της. «Εγώ παίρνω την ευθύνη, εγώ και τις συνέπειες». Το φάρμακο αποδεικνύεται και αποτελεσματικό και ασφαλές για τον ανθρώπινο οργανισμό.
Ο Λαϊκός Στρατός φτιάχνει τεράστια στρατόπεδα εργασίας και μαζεύει 600 γιατρούς εκεί μέσα. Τους χωρίζει στα δυο. Οι μισοί θα ψάξουν για μια χημική φαρμακευτική ουσία με μεθόδους σύγχρονης ιατρικής. Οι άλλοι μισοί θα δοκιμάσουν συνταγές της παραδοσιακής κινεζικής ιατρικής από αρχαία κείμενα χιλιάδων ετών. Δίνονται κίνητρα και ξεκινά η άμιλλα των δυο ομάδων. Η Γιουγιού Του, 37 χρόνων ερευνήτρια, παίρνει εντολή να φύγει από το Πανεπιστήμιο στο Πεκίνο και να εγκατασταθεί στο στρατόπεδο της παραδοσιακής ιατρικής στο νησί Χαϊνάν. Ο σύζυγός της, με την κατηγορία ότι παντρεύτηκε με γυναίκα από τις «εννέα μαύρες κατηγορίες» και -τι φανερό- κόλλησε καπιταλισμό, στέλνεται σε στρατόπεδο καταναγκαστικής εργασίας για να αναμορφωθεί. Η κόρη τους, τεσσάρων ετών, νήπιο ακόμη, πηγαινοέρχεται μεταξύ των δυο γονιών και των δυο
Εν τω μεταξύ, πάνω από 2.600 ουσίες παρασκευάζονται και ελέγχονται στο Πρόγραμμα 5-23. Τζίφος. Το 1969 η Γιουγιού Του διαβάζει ένα κείμενο του 340 μΧ. που τιτλοφορείται «Συνταγές να έχεις στο μανίκι σου για ώρα ανάγκης». Αναφέρεται εκεί ότι οι κίτρινοι πυρετοί στα έλη πέφτουν με το τσάι από το φυτό Αρτεμισία. Το τσάι φτιάχνεται και δοκιμάζεται σε ποντίκια, όπως γίνεται και με άλλα 600 φυτικά σκευάσματα. Πάλι, αλλά σχεδόν αυτή τη φορά, τζίφος. Κάπου σε ένα άλλο αρχαίο κείμενο 1.500 ετών διαβάζει ότι καλό είναι να μη βράζεις το τσάι φαρμακευτικών βοτάνων, αλλά να αφήνεις τα φυτά να μουσκέψουν σε κρύο νερό.
Εν τω μεταξύ, η Πολιτιστική Επανάσταση έχει λήξει, η οικογένεια της Γιουγιού Του έχει ξαναενωθεί, η ζωή μπαίνει σε κάποια κανονικότητα στην Κίνα που ξεκινά -με καταπίεση και μελανές σελίδες πάντα, αλλά και τεράστιες μεταρρυθμίσεις- την πορεία της προς την παγκόσμια δύναμη που είναι σήμερα. Και επίσης δεκάδες άλλα φάρμακα για την ελονοσία έχουν βρεθεί στο Πρόγραμμα 5-23. Α, ναι, έχει λήξει κι ο πόλεμος στο Βιετνάμ. Ο Χο Τσι Μινχ κέρδισε τους Αμερικανούς και τα κουνούπια. Αλλά ο πόλεμος με την ελονοσία συνεχίζεται, με εκατομμύρια θύματα σε όλο τον κόσμο, και στις νότιες ιδίως επαρχίες της Κίνας, το Βιετνάμ, τη Μέση Ανατολή, τις ζούγκλες του Αμαζονίου, τα έλη του Παναμά, αλλά κυρίως και πάντα στην Αφρική. Ακόμη και σήμερα, 300 εκατομμύρια υπολογίζονται τα ετήσια κρούσματα και ένα εκατομμύριο οι θάνατοι. Η Γιουγιού Του συνεχίζει λοιπόν τη μάχη με τη μαλάρια, πιο σημαντική από τη Το κείμενο δημοσιεύτηκε στο dimartblog.com.
Κείμενο: Γρηγόρης Καραγρηγορίου
μάχη της Σαϊγκόν, πιο κρίσιμη από την επίθεση του Τετ, για τα εκατομμύρια στην Κίνα και παντού. Αν και το πρόγραμμα χωρίς στρατιωτική υποστήριξη φτάνει στο τέλος του, δίνεται πια το 1977 η δυνατότητα να δημοσιευθούν τα πρώτα του αποτελέσματα. Η πρώτη δημοσίευση για την αρτεμισινίνη, το φάρμακο από το φυτό Αρτεμισία, είναι ανώνυμη (αποτελέσματα της λαϊκής ομάδας εργασίας για την αρτεμισινίνη ενάντια στην ελονοσία λέει απλά ο τίτλος). Η χρήση γενικεύεται. Το 1979 μεταφράζεται στα αγγλικά η εργασία και τα αποτελέσματα. Μαζί και δεκάδες άλλες δημοσιεύσεις για ανθελονοσιακά φάρμακα από φυτά της παραδοσιακής ή χημικές ουσίες της σύγχρονης ιατρικής. Τελικά ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, που θεωρεί -και δικαίωςτην ελονοσία ένα από τα τρία μεγαλύτερα πλανητικά
προβλήματα, καταλαβαίνει ότι εδώ έχουμε μια μεγάλη ανακάλυψη. Το 1981 γίνεται παγκόσμιο συνέδριο για το φάρμακο στο Πεκίνο. Αρχίζει η παγκόσμια χρήση του. Είναι, δε, τόσο αποτελεσματικό που οι υπεύθυνοι του ΠΟΥ, φοβούμενοι μην αναπτύξει το πλασμώδιο αντοχή και σε αυτό το φάρμακο, όπως έκανε με τα άλλα, επιτρέπουν τη χρήση του μόνο σε συνδυασμό με άλλα ανθελονοσιακά, τεχνική που ξέρουμε ότι μειώνει πολύ αυτό το ενδεχόμενο. Αυτόν τον μήνα, λοιπόν, ανακοινώθηκε στη Γιουγιού Του από τη Σουηδική Ακαδημία ότι της απονεμήθηκε το Bραβείο Νόμπελ. Το μοιράστηκε με τον Ιρλανδό Γουίλιαμ Κάμπελ και τον Ιάπωνα Σατόσι Ομούρα για τη δουλειά τους στη θεραπεία άλλων παρασιτικών ασθενειών. Η Γιουγιού Του μέχρι το 2011, που αναθερμάνθηκε το πα-
59
Οκ τώβριος 2015
γκόσμιο ενδιαφέρον και ειπώθηκαν ονοματισμένα τα γεγονότα του Προγράμματος 5-23, ζούσε μια ήρεμη ζωή, σχεδόν ξεχασμένη, ως υπεύθυνη για την εκπαίδευση και την παρακολούθηση των διδακτορικών υποτρόφων στην Ακαδημία Κινεζικής Ιατρικής του Πεκίνου. Σήμερα, στα 85 της χρόνια είναι ακόμη εκεί, με τον τιμητικό τίτλο της «πρώτης των επιστημόνων» της Ακαδημίας. Είναι γνωστή ως η χαρακτηριστική εκπρόσωπος της ταλαιπωρημένης γενιάς των επιστημόνων της πρώτης μετεπαναστατικής μαοϊκής περιόδου, αυτής που οι σύγχρονοι Κινέζοι λένε «γενιά των τριών Οχι»: όχι διδακτορικά, όχι σπουδές ή έρευνα στο εξωτερικό, όχι μέλη παγκόσμιων επιστημονικών οργανισμών. Και που οι ίδιοι προσθέτουν, «και των τριών Ναι»: ναι, επέζησα στα δύσκολα και ναι, έκανα ό,τι καλύτερο μπορούσα και ναι, δεν ήταν καθόλου λίγο αυτό που μπόρεσα.
Κείμενο: Νατάσα Μαστοράκου
60
Ο λυράρης των... οκτώ ανέμων
Η πολίτικη λύρα έχει εδώ και χρόνια τον δικό της ικανότατο εκπρόσωπο στην ελληνική -και όχι μόνο- μουσική σκηνή. Το «παλιό» μουσικό όργανο, όπως το χαρακτηρίζει ο ταλαντούχος Σωκράτης Σινόπουλος, έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά και δυσκολίες, αλλά ο ίδιος έχει καταφέρει να τα αναδείξει όλα αυτά, αντί να προσπαθεί να τα κρύψει. Γι' αυτό άλλωστε κι έχει φέρει στο προσκήνιο τις ομορφιές του οργάνου μέσα από τις συνεργασίες που έχει κάνει όλα αυτά τα χρόνια. Ο 40χρονος μουσικός ξεκίνησε να σπουδάζει κλασική κιθάρα, βυζαντινή μουσική και δημοτικό τραγούδι. Ωστόσο, μια συναυλία του Ρος Ντέιλι άλλαξε την κατεύθυνση των σπουδών του, αλλά και τη ζωή του. Ο ίδιος ο εμπνευστής του έγινε στη συνέχεια καθοδηγητής και δάσκαλός του. Ο Σινόπουλος ολοκλήρωσε τις σπουδές του το 1997 και από τότε συμμετείχε σε δίσκους, συναυλίες και δεκάδες ηχογραφήσεις. Σταθμός στην πορεία του υπήρξε όμως και η γνωριμία του με τη Δόμνα Σαμίου, όπως και η συνεργασία τους από το 1989 και τον δίσκο «Τραγούδια της ξενιτιάς». Ακόμη και σήμερα ο ίδιος παίζει μουσική σε όλες τις δρα-
στηριότητες του Καλλιτεχνικού Συλλόγου Δημοτικής Μουσικής Δόμνα Σαμίου και αναλαμβάνει τις μουσικές επιμέλειες. Ο λόγος όμως που σήμερα έρχεται στο προσκήνιο ο Σωκράτης Σινόπουλος είναι ο δίσκος του που κυκλοφορεί αυτές τις μέρες από την ECM. Η πρώτη του αυτή δισκογραφική δουλειά έχει τίτλο “Eight winds” και μας δείχνει την προσωπική του ματιά σε μια ευρύτερη γκάμα που καλύπτει από την παράδοση έως τη σύγχρονη μουσική. «Ασπρόμαυρα μουσικά σκίτσα τα οποία χρωματίζουμε κάθε φορά με έναν διαφορετικό τρόπο. Ο τίτλος του άλμπουμ περιγράφει, τρόπον τινά, τη μουσική μας τεχνοτροπία και την αισθητική μας κατεύθυνση…», λέει ο ίδιος για μια δουλειά που τον κάνει πολύ υπερήφανο, μια και την παραγωγή υπογράφει ο ιδρυτής και διευθυντής της ECM, Μάνφρεντ Αϊχερ. Μουσικοί άνεμοι, δηλαδή χιλιάδες διαφορετικά ακούσματα, στιλ, είδη, τάσεις από ένα καταξιωμένο δημιουργό που απευθύνονται στον ακροατή του σήμερα. Τα κομμάτια του δίσκου έχουν σαφείς αναφορές στην ελληνική μουσική παράδοση, αλλά ταυτόχρονα ταξιδεύουν σε όλο τον κόσμο μέσα από τον επιβλητικό
ήχο της πολίτικης λύρας του Σινόπουλου και το πιάνο του Γιάννη Κυριμκυρίδη, το κοντραμπάσο του Δημήτρη Τσεκούρα και τα κρουστά του Δημήτρη Εμμανουήλ. Τέσσερις μουσικοί και τέσσερα χρόνια κοινής πορείας. Ξεκίνησαν με διασκευές από την εγχώρια παράδοση, προχώρησαν και επικεντρώθηκαν σε πρωτότυπα θέματα του Σινόπουλου, ενός συνθέτη έμπειρου και ανοιχτού σε συνεργασίες από διαφορετικούς χώρους όπως η τζαζ και η σύγχρονη μουσική. Οι… άνεμοι του Σινόπουλου παρουσιάστηκαν πριν από λίγες μέρες στον Ιανό και ο ίδιος ο συνθέτης προσπάθησε να εξηγήσει τη μουσική του ταυτότητα. «Δεν κάνουμε μουσική fusion», διευκρίνισε και συνέχισε: «το πνεύμα της ηχογράφησης ήταν κυρίως αυτοσχεδιαστικό, αλλά προσπαθήσαμε να αποφύγουμε οτιδήποτε θύμιζε τζαζ, φολκ, κλασικό ή οτιδήποτε άλλο είδος». Και όσον αφορά στη γεωγραφική τοποθεσία των ανέμων του, ο ιδανικός τόπος είναι για αυτόν το Αιγαίο Πέλαγος, που έχει άλλωστε και την τιμητική του στο ομώνυμο τραγούδι του δίσκου. Ο Σωκράτης Σινόπουλος με το κουαρτέτο του θα εμφανιστούν στις 24 Οκτωβρίου στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών.
62
Κείμενο / Φωτογραφίες: Νικήτας Καραγιάννης
Στις τρεις στοές που βρίσκονται στο κέντρο της οδού Λέκκα βρίσκει κανείς όλα όσα χρειάζεται για να πιει, να φάει και να χορέψει. Σημεία με πολύ χαρακτηριστικό προφίλ δίνουν τη σκυτάλη στις επόμενες γενιές που ανακαλύπτουν τώρα το κέντρο της Αθήνας. Ενα από αυτά που συναντώ κατηφορίζοντας στο νούμερο 14 του δρόμου είναι το Αμπάριζα, για το οποίο μου μιλάει ο Αντώνης Φερράρας. Εχοντας διαγράψει διαδρομή επτά χρόνων στον χώρο, μου εξηγεί πώς σε κάποια στιγμή πήρε την απόφαση να φτιάξει το δικό του στέκι επειδή, «το έφερε η κατάσταση». Διάλεξε να το ανοίξει στο Κέντρο, το οποίο αγαπά, και στη Λέκκα βρήκε το κατάλληλο σημείο. Ετσι γεννήθηκε η Αμπάριζα, με τα μεγάλα παράθυρα στον δρόμο και τον εσωτερικό διάδρομο της στοάς. «Είναι μια φοβερή γειτονιά, τόσο κεντρική, αλλά ταυτόχρονα και πολύ οικογενειακή», τονίζει για την επιλογή του. Στα ηχεία του μαγαζιού ακούγεται soul και δροσερή swing από τους djs που εναλάσσονται καθημερινά, ενώ τα σαββατοκύριακα παίζεται περισσότερο ροκ και alternative. Στην πλαϊνή και προστατευμένη πρόσοψη του μαγαζιού βγαίνουν τραπέζια και καθίσματα για όσο το επιτρέπει ο καιρός. Τιμές: κρασί και μπίρα από 4,5 ευρώ, ποτά από επτά ευρώ και κοκτέιλ από οκτώ ευρώ, ενώ αξίζει να σημειωθεί ότι το μαγαζί διαθέτει μια μεγάλη γκάμα από ουίσκι malt και παλαιωμένα ρούμια. Στη διάρκεια της εβδομάδας λειτουργεί από τις 10:00 το πρωί έως αργά ενώ τα σαββατοκύριακα «γκρουβάρει» και μετά τις 3:30 το βράδυ. Το Huge, το μικρό μπαρ στον αριθμό 10-12 με τη μεγάλη καρδιά, όπως θα μπορούσαμε να το περιγράψουμε, είναι δημιουργία του πρώην δημοσιογράφου Δημήτρη Τζάθα. Τον ρωτάω πώς αποφάσισε να αφήσει τη δημοσιογραφία και να ασχοληθεί με ένα μπαρ. «Βρισκόμουν
63
Οκ τώβριος 2015
πάντα από την έξω πλευρά της μπάρας», μου εξηγεί, «και με την παρέα μου από άλλους συναδέλφους δημοσιογράφους έχουμε 'χτίσει' πολλά στέκια. Αυτό το μαγαζί προϋπήρχε, αλλά απευθυνόταν σε πιο νεανικό κοινό, λειτουργούσε και αρκετά ως after σημείο συνάντησης όταν έκλειναν τα υπόλοιπα. Τότε εδώ παιζόταν περισσότερη electronica - σχεδόν καθεστώς στα μαγαζιά τα οποία ξενυχτούν». Τον Σεπτέμβριο του 2014 γνώρισε τον ιδιοκτήτη, ο οποίος του πρότεινε να το πάρει. Θεωρεί ότι, βασικά, «αγόρασε» εργασία, αφού η δημοσιογραφία έχει χτυπηθεί σκληρά από την κρίση. «Η επιλογή μου ήταν να προχωρήσω ή να μπω στην ανεργία», επισημαίνει σήμερα. «Η αρχική μου πρόθεση ήταν να απευθυνθώ σε δημοσιογράφους, δικηγόρους και ανάλογα επαγγέλματα, αλλά εξαιτίας της κρίσης και αυτό άλλαξε», προσθέτει. Σήμερα στο Huge δουλεύουν νέα παιδιά, «πολύ διαβασμένα», όπως λέει ο Δημήτρης. Τη μουσική, που αποτελεί μια πολύ προσεγμένη επιλογή από jazz, soul, blues και τα παρακλάδια τους που φτάνουν σε μία πιο κιθαριστική cool rock, επιμελείται ο bartender Ορέστης, με πολλές γνώσεις στο αντικείμενο. Τα σαββατοκύριακα του χειμώνα αναλαμβάνουν και djs. Το μαγαζί είναι ανοικτό από τις 11:00 το πρωί έως τις 2:00 το βράδυ και το σαββατοκύριακο έως και τις 4:00. Οι τιμές του είναι για το κρασί στα τρία ευρώ, τα ποτά έξι ευρώ και οκτώ τα σπέσιαλ, τα κοκτέιλ επίσης οκτώ ευρώ, και την μπίρα από τρία ευρώ. Η κάβα εμπλουτίζεται τώρα με πολλά σπέσιαλ ουίσκι, βότκες και ρούμια, ενώ ένα βασικό πλεονέκτημα είναι ότι λόγω του μικρού μεγέθους του μαγαζιού «οι πελάτες γίνονται στη διάρκεια της βραδιάς μια παρέα». To Huge σύντομα επεκτείνεται και στον απέναντι χώρο, σε ένα πιο χαλαρό περιβάλλον.
64
Στο γειτονικό Ομικρον, που συμπληρώνει τέσσερα χρόνια παρουσίας στον δρόμο, ο Χρήστος Ρούσσος και η Κλειώ Ανδριτσάκη συνδύασαν το προσωπικό τους γούστο με τις προτάσεις ενός φίλου τους αρχιτέκτονα, δημιουργώντας ένα απόλυτα ζεστό και ταυτόχρονα ντιζαϊνάτο περιβάλλον. Από το εσωτερικό του μαγαζιού έως το μικρό αίθριο νιώθεις σαν να έχει μπει η φύση μέσα στο μπαρ. Ο Θάνος Μαραλέτος μου λέει ότι η μουσική του μαγαζιού «είναι αυτό που λέμε 'εφ' όλης της ύλης'». Τις Τετάρτες, το ιντερνετικό Indieground Radio διοργανώνει εδώ δημοφιλή events. Οι djs παίζουν electronica για το ανάλογο ψαγμένο κοινό, αλλά και καλαίσθητη mainstream μουσική. Οι τιμές του; Τέσσερα ευρώ για κρασί, έξι για ποτό, από 3,5 ευρώ για μπίρα και από επτά ευρώ για κοκτέιλ. Τις Πέμπτες πολλά ποτά ξεκινούν από πέντε ευρώ. Το ωράριο λειτουργίας είναι 11:00 το πρωί έως τις 2:00 το βράδυ και τα σαββατοκύριακα συνεχίζει μέχρι πιο αργά. Ο χώρος φιλοξενεί επίσης εκθέσεις και live. Το Senza ξεχωρίζει από την κοκκινόμαυρη πρόσοψή του στην είσοδο της στοάς στο νούμερο 23-25. «Πρωταγωνιστές» εδώ είναι ο Πάνος Στέλλας μαζί με τον αδελφό του Γιάννη και τον συνεργάτη τους, Σαμέ. Ο Πάνος λέει ότι ήδη από μικρή ηλικία είχε πάρει την απόφαση να ανοίξει κάποια στιγμή ένα δικό του μπαρ. Προτού υλοποιήσει την απόφασή του, που θεωρεί ως μια φυσική εξέλιξη στη ζωή του, σπούδασε στη Νομική και εργάστηκε στον τομέα της διαφήμισης, εποχή από την οποία θυμάται τα δύσκολα ωράρια. Αυτά ανήκουν στο παρελθόν και για το Senza τονίζει ότι έχει δομηθεί έχοντας κατά νου τη διάθεση και τη φιλοσοφία της καλής παρέας. «Πιστεύω ότι σε όλες τις δουλειές ο ανθρώπινος παράγοντας είναι ο πιο βασικός, είναι η ζωοδόχος δύναμη και αυτό θέλουμε να βγαίνει και στην 'αύρα' του χώρου μας, στην οικειότητα που εκπέμπει», συμπληρώνει. Από το μεγάλο παράθυρο δίπλα στη μεγάλη μπάρα σερβίρονται όσοι κάθονται στα ξύλινα σκαμπό του πεζοδρομίου, ενώ στο εσωτερικό διακρίνουμε άφθονο μαύρο, γκράφιτι, μέταλλο και ξύλο με κόκκινες λεπτομέρειες, που δημιουργούν μια ατμόσφαιρα περισσότερο βραδινή. Ενα άνετο ξύλινο τραπέζι στο βάθος, δίπλα στα decks, μπορεί να φιλοξενήσει και μεγάλες παρέες. Για όσους θέλουν κάτι ακόμα πιο χορευτικό, σε ένα dance electronica περιβάλλον, υπάρχει το κλαμπ του υπογείου με είσοδο από την κυρίως σάλα του μπαρ. Εδώ παίζουν γνωστοί djs από το εξωτερικό και την Ελλάδα σε ένα γεμάτο πρόγραμμα που καλύπτει ολόκληρη τη σεζόν, η οποία περιλαμβάνει και βραδιές με events του «Εν Λευκώ». Φέτος θα ανοίξει στο τέλος Οκτωβρίου αναβαθμισμένο και με νέο ηχητικό σύστημα.
65
Οκ τώβριος 2015
66
Στη στοά στο νούμερο 12, το εστιατόριο Αρτιζάν (όνομα που όπως μαθαίνω παραπέμπει σε όσους τα παλιά χρόνια έκαναν χειρωνακτική εργασία), σερβίρει νοστιμιές μεσογειακής και φυσικά ελληνικής κουζίνας από τον Δεκέμβριο του 2013. Ο διάκοσμος, καθαρά οικογενειακός, θυμίζει σπιτική κουζίνα, κάτι που εκτιμούν όλες οι ηλικίες, από τους πιο νεαρούς έως τους μεγαλύτους, καθώς και οι επιχειρηματίες που εργάζονται στην περιοχή και οι οποίοι εδώ βρίσκουν το κατάλληλο γεύμα στα διαλείμματα της δουλειάς, ακούγοντας κοσμοπολίτικη ποπ, soul, ελαφρύ ροκ και πίνοντας σπιτικό κρασί και μπίρες - όλα ελληνικά. Το μενού του περιλαμβάνει σαλάτες από 4,50 ευρώ, διαφορετικά πεϊνιρλί από τέσσερα ευρώ, σάντουιτς καπνιστού χοιρινού ή καπνιστής γαλοπούλας (4,80 και 5 ευρώ αντίστοιχα), ποικιλίες αλλαντικών και τυριών, μπρουσκέτες, πιτάκια με απάκι και ρολάκια με παστράμι. Σημαντικό: οι γενναίες μερίδες του Αρτιζάν αρκούν ώστε ένα άτομο να φάει καλά με περίπου πέντε ευρώ. Το Speakeasy αποτελεί ένα από τα πιο όμορφα και ατμοσφαιρικά «μυστικά» όχι μόνο της Λέκκα, αλλά και ολόκληρης της πόλης! Ενα υπόγειο μπαρ χωρίς καμία σήμανση στην είσοδό του, παρά μόνο το κουμπί ενός κουδουνιού, το οποίο πατάει όποιος έχει ενημερωθεί ώστε να μπει. Το όλο κόνσεπτ του πραγματικά ξεχωριστού αυτού μαγαζιού, όπως μου εξηγεί ο Σάββας Κούνουπας, «στηρίζεται στην ατμόσφαιρα της Αμερικής στην εποχή της ποτοαπαγόρευσης, όταν το αλκοόλ βρισκόταν υπό διωγμόν και τα μπαρ λειτουργούσαν μυστικά, με τη διεύθυνσή τους να κυκλοφορεί μόνο από στόμα σε στόμα έμπιστων πελατών». Για του λόγου το αληθές, και προκειμένου να διαφυλάξουμε το σκηνικό του, δεν αναφέρουμε την ακριβή διεύθυνση. Το εσωτερικό συνάδει απόλυτα με το όραμα των ιδιοκτητών του: σκοτεινό, αλλά πολύ κομψό περιβάλλον που θυμίζει τη δεκαετία του 1920, ωραίο μπαρ και μία αίθουσα με φερ φορζέ τραπεζοκαθίσματα και παλιά πλακάκια στο πάτωμα. Ρωτάω τον Σάββα, ο οποίος στο παρελθόν εργαζόταν σε μια ιδιωτική εταιρεία, αν τον φόβισε όλη αυτή η έλλειψη προβολής της επιχείρησης, σε μια εποχή που όλοι λίγο πολύ την επιδιώκουν για ευνόητους λόγους. «Οχι πολύ», απαντάει αμέσως. «Δεν είναι ακριβώς ένα πριβέ μαγαζί. Ολοι είναι ευπρόσδεκτοι, απλώς με τους συνεργάτες μου, τον Αντώνη, τη Βιολέτα και τον Αινεία θέλαμε να φτιάξουμε κάτι διαφορετικό. Παρ' όλες τις δυσκολίες δεν το έχουμε μετανιώσει καθόλου. Αγαπάμε πολύ αυτό που κάνουμε». Οπως είναι φυσικό, εδώ ακούγεται πολύ καλή, κλασική jazz και swing από καλούς djs του είδους ενώ γίνονται επίσης και ανάλογα live. Το κοινό του είναι «από 25άρηδες και πάνω». Λειτουργεί τις καθημερινές από τις 7:00 μμ. μέχρι πολύ αργά το βράδυ. Οσον αφορά τις τιμές του, το κρασί ξεκινά από πέντε ευρώ, τα ποτά από έξι και τα κοκτέιλ από εννέα.
68
Το εστιατόριο-μπαρ BUDOO στο 14 δίνει μία εξωτική νότα στη Λέκκα και όπως εξηγεί ο εμπνευστής του, Μίλτος Επιθυμιάδης, το όνομά του αναφέρεται σε μια δημοφιλή ταϊλανδέζικη σως θαλασσινών. Είναι ο ιδιοκτήτης του γνωστού μπαρ Small 8 στο Παγκράτι, αλλά ήθελε να φτιάξει και κάτι εντελώς διαφορετικό στο κέντρο της πόλης. «Για ένα χρόνο έψαχνα χώρο στα βόρεια προάστια, αλλά το κέντρο της Αθήνας με βολεύει περισσότερο στις μετακινήσεις μου», λέει. «Μου αρέσει η οδός Λέκκα επειδή βρίσκεται στο εμπορικό τρίγωνο της πόλης με πολλά μικρά μαγαζιά, στα οποία μπορείς να βρεις τα πάντα. Ειδικά αυτή η στοά είναι και πολύ διακριτική». Το BUDOO άνοιξε τον περασμένο Μάιο με ένα πολύ προσεγμένο μενού και πλήρως ενημερωμένο μπαρ. Ο διάκοσμος είναι υπέροχα φωτισμένος, με ανατολίτικα και μοντέρνα στοιχεία. Τα μεγάλα παλιά art-nouveau παράθυρα προϋπήρχαν και ταιριάζουν απόλυτα. Τα πιάτα περιλαμβάνουν φρέσκο ψάρι, γλυκόξινο με κόκκινο κάρι (19 ευρώ), σαλάτες μάνγκο ή παπάγια (οκτώ ευρώ), seafood με glass noodles (12 ευρώ), μοσχάρι, σολωμό spicy και γλυκό, τρία πιάτα κάρι (κόκκινο για το μοσχάρι, πράσινο για το κοτόπουλο, και κίτρινο για γαρίδες (10-13 ευρώ), ενώ στα ορεκτικά υπάρχουν πολλές επιλογές, όπως για παράδειγμα fresh rolls (λαχανικά, γαρίδες στα οκτώ ευρώ), σούπα Tom Young και γαρίδες με lemongrass. Τις ασιατικές γεύσεις συμπληρώνουν διαλεγμένα ανάλογα κοκτέιλ από το μπαρ «με ασιατικά στοιχεία και blend Δύσης», όπως το Gin Goes East (αρωματισμένο με εσπεριδοειδή, τσέρι γκουάβα και τζίντερ), το ομώνυμο Budoo με ρούμι αρωματισμένο με εσπρέσο, τσίλι και βανίλια (στα 10 ευρώ). Το κρασί κοστίζει έξι ευρώ, ταϊλανδέζικες, γιαπωνέζικες και άλλες μπίρες από πέντε ευρώ, και ποτά στα επτά ευρώ. Λειτουργεί από τις 12:30 μμ. και η κουζίνα του μένει ανοιχτή έως τα μεσάνυχτα, όμως το μπαρ συνεχίζει δυναμικά μέχρι αργά με funk, soul και jazz μουσική, αποδεικνύοντας ότι στη Λέκκα η φαντασία περισσεύει.
Κείμενο: Χρήστος Τσαπακίδης
69
Οκ τώβριος 2015
Βόλτα στο σκοτάδι
Εδώ και τρία χρόνια η Διεθνής Ημέρα Λευκού Μπαστουνιού που τιμάται στις 15 Οκτωβρίου συνδέεται και με μία ιδιαίτερη επέτειο: την επέτειο της έλευσης του Dialogue in the Dark στην Ελλάδα. Πρόκειται για ένα διαδραστικό δρώμενο με μεγάλη παράδοση και απήχηση, καθώς έχει πραγματοποιηθεί σε περισσότερες από 30 χώρες σε όλο τον κόσμο, έχοντας προσελκύσει περισσότερους από επτά εκατ. επισκέπτες. Στη χώρα μας περισσότερα από 30.000 άτομα το έχουν επισκεφτεί, φεύγοντας από το Μπάντμιντον με τις καλύτερες εντυπώσεις.
Ενώ περιηγούμαστε στον χώρο, μέσα στο σκοτάδι, ανάμεσα σε ψηλαφήσεις και ακροάσεις για να αντιληφθούμε το περιβάλλον στο οποίο κυκλοφορούμε, αλλά και ανάμεσα σε περιπαικτικά σκουντήγματα και γέλια, μια και η βόλτα είναι πολύ διασκεδαστική, αρχίζουμε να συζητούμε με την ξεναγό μας ζητήματα που αφορούν στην κίνηση των ατόμων με προβλήματα όρασης μέσα στην πόλη. Είναι εντυπωσιακό πώς ορισμένες απλές κινήσεις από το κράτος σε συνδυασμό με τη στοιχειώδη κατανόηση από το κοινωνικό σύνολο θα μπορούσε να κάνει ευκολότερη τη ζωή αυτών των ανθρώπων.
Με προφανή περιέργεια, αποφασίσαμε να συμμετάσχουμε και εμείς. Αφού συμπληρώθηκε το γκρουπ μας, προχωρούμε στον προθάλαμο, όπου ο Βασίλης, ένας από τους συντελεστές του δρώμενου, μας κατατοπίζει σχετικά με το τι θα ακολουθήσει. Μας δείχνει πώς θα χρησιμοποιήσουμε το λευκό μπαστούνι που πήραμε στην είσοδο προκειμένου να μη φάμε τα μούτρα μας και μας καθησυχάζει λέγοντάς μας πως η βόλτα που θα κάνουμε είναι απολύτως ασφαλής.
Στη συνέχεια ξαποστάσαμε από τη βόλτα μας και αρχίσαμε να «βομβαρδίζουμε» τη Χρυσέλλα με ερωτήσεις για το πώς είναι η καθημερινότητα ενός ατόμου με απώλεια όρασης. Η ίδια φροντίζει να μας λύσει κάθε απορία. Μας λέει για παράδειγμα ότι η τεχνολογία βοηθά πάρα πολύ. Χειρίζεται τον υπολογιστή μέσω των συντομεύσεων του πληκτρολογίου και χρησιμοποιεί apps στο smartphone, όπως το TapTapSee, που βοηθά τα άτομα με πλήρη ή μερική απώλεια όρασης να ταυτοποιούν τα αντικείμενα που συναντούν μπροστά τους.
Εισερχόμαστε στον χώρο και καθώς κλείνει η πόρτα βρισκόμαστε στο απόλυτο μαύρο. Αμέσως συναντάμε μία χαμογελαστή φωνή. Η Χρυσέλλα μάς καλωσορίζει και μας δίνει τις πρώτες οδηγίες για το πώς θα κινηθούμε μέσα στη… δική της πόλη. Θα αποφύγω να αναφέρω λεπτομέρειες για τη βόλτα μας, για να μην κάνω spoiler σε αυτούς που θέλουν να την πραγματοποιήσουν.
Εάν έχεις παιδιά, πρέπει οπωσδήποτε να τα πάρεις μαζί σου. Η Χρυσέλλα μας λέει ότι στη διαδραστική έκθεση μπορούν να συμμετάσχουν παιδιά από οκτώ χρονών και πάνω, επισημαίνοντας ότι τους έχουν επισκεφτεί πολλά σχολεία. Σκέφτομαι ότι είναι πολύ σημαντικό να βάλεις με αυτόν τον τρόπο ένα παιδί στη θέση ενός ατόμου με περιορισμένη ή καθόλου όραση, καθώς το βοηθάς έτσι να κατανοήσει καλύτερα τον συ-
νάνθρωπό του. Και η κατανόηση είναι το πρώτο και πιο καθοριστικό βήμα για να αναπτύξεις καλύτερη συμπεριφορά απέναντι στους γύρω σου. Η περιήγησή μας τελείωσε χωρίς να το καταλάβουμε καν. Βγαίνουμε δειλά-δειλά στη φωτεινή αίθουσα και ανακτούμε την όρασή μας. Εκεί συναντώ τη Χριστίνα, μία από τους ξεναγούς του Dialogue in the Dark, η οποία με ρωτά πώς μου φάνηκε. «Υπέροχη εμπειρία, αν και λίγο τρομακτική», παραδέχομαι και σπεύδει να ρωτήσει «γιατί τρομακτική;». Της απαντώ ότι για εμάς το να είμαστε για λίγη ώρα στο σκοτάδι μέσα σε ένα απόλυτα ελεγχόμενο περιβάλλον, μπορεί να ήταν άκρως διασκεδαστικό, αλλά δεν μπορώ να φανταστώ πώς θα ήταν να στερείσαι για πάντα την όρασή σου και μάλιστα σε ένα τόσο αφιλόξενο περιβάλλον. «Πες ότι κάποια στιγμή έχεις ένα ατύχημα και σπάζεις το δεξί σου χέρι, που θα πρέπει να το έχεις για ένα μήνα στον γύψο», αποκρίνεται η Χριστίνα, συνεχίζοντας: «Μετά από λίγο μαθαίνεις να λειτουργείς χωρίς αυτό». Και έχει απόλυτο δίκιο. Ολα είναι θέμα προσαρμογής. Το Dialogue in the Dark είναι σίγουρα ένα δρώμενο που θα μείνει αποτυπωμένο στο μυαλό και την ψυχή σου. Θα σε κάνει να αναθεωρήσεις ορισμένα στοιχεία από τη στάση σου και θα το κάνει εξασφαλίζοντάς σου 75 πολύ ευχάριστα λεπτά. Αξίζει να το δοκιμάσεις.
Κείμενο: Πόπη Διαμαντάκου
70
Τότε που ξεκίνησε η τρέλα
Ηταν μια Αθήνα που αναζητούσε έναν καινούργιο εαυτό. Τότε στις αρχές της δεκαετίας των ‘80s. Το αίσθημα της αλλαγής διάχυτο. Την περίμενες να συμβεί. Ηταν ανάγκη. Παντού. Πόσο μάλλον στη διασκέδαση. Και τότε ακριβώς ήρθε η ανατροπή. Στην πολιτική ήρθε με το ΠΑΣΟΚ, τον Οκτώβριο του ’81. Την ίδια χρονιά η ανάγκη της αλλαγής λες και είχε καταλάβει το σύμπαν, σαν τρέλα που σάρωνε. Είχε φτάσει ακόμη και στον τρόπο της διασκέδασης. Πώς μου ήρθαν όλα αυτά, τέτοια στιγμή; Η είδηση του θανάτου του Μάκη Σαλιάρη, εμπνευστή και ιδρυτή του κλαμπ Αυτοκίνηση μού θύμισε την κοσμογονία σε έναν τομέα που ελάχιστα έχει μελετηθεί και όμως υπήρξε καθοριστικός για την κουλτούρα της διασκέδασης όχι μόνο της Αθήνας, αλλά ολόκληρης της χώρας. Και όμως, η Αυτοκίνησή του ήταν η αρχή της μεγάλης ανατροπής. Εντάξει, ίσως αυτά να έχουν μια δόση υπερβολής. Οπως υπερβολή έχει η νιότη. Και η δική μου τότε, άγουρη, στις απαρχές της, διψούσε να ζήσει την πόλη. Αλλωστε, όλα έμοιαζαν να γίνονταν εύκολα. Εμοιαζαν. Δεν γίνονταν. Αλλά δεν το ξέραμε και δεν μας ένοιαζε. Πιτσιρίκια ακόμη, θαμπωμένα από τις πρώτες μας ελευθερίες ζούσαμε την ψευδαίσθηση ότι ο κόσμος μας ανήκει. Τα θέλαμε όλα. Εκείνη η Αυτοκίνηση, λοι-
πόν, ήταν σαν να τα έδινε. Ψηλά στην Κηφισίας, ουρές τα βράδια και στην πόρτα το πρώτο face control, αλλά ούτε που το ξέραμε ότι ήταν το πρώτο. Μετά το μάθαμε. Ηταν και το πρώτο κλαμπ-αλάνα, μεγάλο μέσα, να χάνεσαι, αλλά χωρίς να χάνεσαι, έβλεπες πρόσωπα γνωστά, με άλλα γνωριζόσουν -τόσο μικρή ακόμη τότε η πόλη-, καθόσουν δίπλα σε θρύλους και κοσμικότητες και δεν ήξερες ότι είναι τέτοιες. Μετά έμελλε να γίνει μόδα αυτό και να πληρώνονται κάτι τέτοιοι μαϊντανοί για να γίνονται κράχτες σε παρόμοια μαγαζιά που φύτρωναν σαν μανιτάρια, μέχρι που έπηξε το σύμπαν και η περιβόητη «πόρτα» έγινε το φετίχ του ανερχόμενου συνοικιακού γαμπρού που λάδωνε πορτιέρηδες για να κάνει καμάκι στη συνοδό του. Και καθώς η νύχτα στις επόμενες δεκαετίες γινόταν όλο και πιο φαντεζί, όλο και πιο αγχωτική, περισσότερο φιγούρα παρά απόλαυση, η «πόρτα» απόκτησε μούσκλια, γέμισε ο τόπος «φουσκωτούς» που πουλούσαν προστασία, με το ζόρι και που μετά δεν είχαν πού αλλού να κατευθύνουν τον τσαμπουκά τους και ενώθηκαν σε συμμορία για να εκδικηθούν τη δημοκρατία. Ας είναι. Δεν φταίει η Αυτοκίνηση για αυτά. Πήραν φόρα οι αναμνήσεις και κατρακυλούν. Αυτό που θυμάμαι από τις νύχτες που στριμωχνόμαστε στο πλήθος του θρυλικού κλαμπ είναι το αίσθημα του καινούργιου, του διαφορετικού, αλλά και ένα αίσθημα απελευθέρω-
σης. Μέχρι τότε, λίγα ήταν τα μαγαζιά της πόλης με σαφές dress code. Ασε που ήθελες «συστάσεις» για να βρεθείς εκεί που διασκέδαζαν οι γόνοι μιας αναιμικής πλην πολύ διακριτής αστικής τάξης. Αλλά «συστάσεις» ή έστω κατάλληλη συνοδεία ήθελες και για την άλλη νύχτα, την πιο λαϊκή, την πιο σκοτεινή. Ολα αυτά θα γίνονταν ένα μετά το σουξέ της Αυτοκίνησης. Ροκ εν ρολ και λαϊκά. Για την ακρίβεια λαϊκό-ποπ, που το ‘κανε μετά -στο τέλος της ίδιας δεκαετίας- μουσικό χαλί της αφασικής Ελλάδας η τηλεόραση των πρωινάδικων. Αλλά αν θυμάμαι καλά, ουκ ολίγοι εκ των κατοπινών λαϊφσταϊλάδων σε κανάλια και περιοδικά πήραν μαθήματα μέσα στην κοσμοσυρροή εκείνου του μαγαζιού που κατάφερε να εκφράσει, αυτό πρώτο, την ανάγκη του αθηναίου γλεντζέ των ‘80s. Ποια Νέα Υόρκη και ποιο Studio 54; Είχαμε, όλη η Αθήνα, το κλαμπ που όλοι χωρούσαμε. Ετσι νομίζαμε, όσοι αφήναμε για λίγο -όχι χωρίς ενοχές, αλλά και αυτό είχε το γούστο του- την αφοσίωση στην αυστηρή κουλτούρα μιας αριστεράς των πανεπιστημίων, για να βρεθούμε στον κόσμο των απολαύσεων του καπιταλισμού. Η εθνική μας αφασία μόλις ξεκινούσε. Τρομάρα μας! Πάντως τότε το γλεντήσαμε. Τόσο-όσο. Και έχουμε πολλά να θυμηθούμε από την ιστορία και τις αλλαγές στο πρόσωπο της πόλης.