ΔΙΑΛΕΞΕΙΣ ΜΚΤ | ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ | ΤΟΜΟΣ Δ: ΦΩΚΙΔΑ

Page 1

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ

Τόμος

Δ: ΦΩΚΙΔΑ

Εφορεία Αρχαιοτήτων Φωκίδος

ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ



ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ


Απαγορεύεται η εν όλω ή εν μέρει ανατύπωση, αναδημοσίευση ή αναπαραγωγή των κειμένων και των φωτογραφιών της έκδοσης χωρίς την έγγραφη άδεια εκάστου συγγραφέα, της Εφορείας Αρχαιοτήτων Φωκίδος και του Ιδρύματος Ν. & Ν. Γουλανδρή - Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης. ISBN 978-618-5060-21-3 © Ίδρυμα Νικολάου & Ντόλλης Γουλανδρή - Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης Τα πνευματικά δικαιώματα των φωτογραφιών της έκδοσης ανήκουν στην ΕΦΑ Φωκίδος, εκτός και εάν δηλώνεται διαφορετικά.


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ Τόμος

Δ: ΦΩΚΙΔΑ

Εφορεία Αρχαιοτήτων Φωκίδος ΕΠΙΜΈΛΕΙΑ Σταυρούλα Οικονόμου

ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ Αθήνα 2017


Οι διαλέξεις της Εφορείας Αρχαιοτήτων Φωκίδος πραγματοποιήθηκαν από τον Απρίλιο έως τον Ιούνιο του 2016 στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης


Περιεχόμενα Συντομογραφίες Τίτλων

6

Βραχυγραφίες

7

Πρόλογος

9

ΕΦΟΡΕΙΑ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΩΝ ΦΩΚΙΔΑΣ

1 2 3 4 5 6 7 8

Αθανασία Ψάλτη Ανασχεδιάζοντας τον πολιτιστικό χάρτη της Φωκίδας: Η περίοδος 2013-2015

13

Έλενα Κουντούρη Το μυκηναϊκό νεκροταφείο στο Χρισσό Φωκίδας: πρώτη προσέγγιση

25

Ανθούλα Τσαρούχα Η λατρεία στην Εσπερία Λοκρίδα μέσα από τους μύθους, τις γραπτές πηγές και τις ανασκαφικές μαρτυρίες

35

Νικόλαος Πετρόχειλος Από τους Δελφούς στο Κάλλιο: Διαδρομές στο τοπίο κατά τους αυτοκρατορικούς χρόνους

47

Βασιλική Τσούμαρη & Μαρία Βασιλείου Η αγροτική ζωή στην κοιλάδα του Υλαίθου από τους πρώιμους βυζαντινούς έως τους νεότερους χρόνους

69

Γεώργιος Κακαβάς Προσπάθειες πολιτιστικής διαχείρισης, προσφοράς και παρουσίας. Η περίπτωση της Φωκίδας

91

Ελένη-Εύα Τουμπακάρη & Δημοσθένης Σβολόπουλος Προστασία από καταπτώσεις βράχων στην περιοχή του αρχαιολογικού χώρου Δελφών. Στρατηγικές και μελέτες 107 Απόστολος Ρίτσος Προστασία από καταπτώσεις βράχων στην περιοχή του αρχαιολογικού χώρου Δελφών. Στρατηγικές και μελέτες. Τα προτεινόμενα μέτρα προστασίας

9 1 0

115

Γεώργιος Παπανδρέου Το έργο προστασίας των μνημείων της νεότερης πολιτιστικής κληρονομιάς στη Φωκίδα

133

Amélie Perrier & Alexandre Farnaux Το έργο της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής στην Φωκίδα τα έτη 2010-2016

139

5


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

Συντομογραφίες τίτλων

6

ΑΑΑ ΑΔ ΑΕΘΣΕ ΑΕΜΘ Αρχαιολογία ΑρχΕφ ΔΧΑΕ ΕΕΣΜ Ηόρος

Αρχαιολογικά Ανάλεκτα εξ Αθηνών Αρχαιολογικό Δελτίο Το Αρχαιολογικό Έργο Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας Το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και Θράκη Αρχαιολογία και Τέχνες Αρχαιολογική Εφημερίς Δελτίον Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας Επετηρίς της Εταιρείας Στερεολλαδικών Μελετών Ένα αρχαιογνωστικό περιοδικό

AA AJA Archaeology BCH BICS BSA CahArch Chiron CID CMS CP CRAI DNP FD GRBS Hesperia IG ILS JHS JRA Kadmos Kernos RBN RE REG SEG SIMA Syll3 TIB

Archäologischer Anzeiger American Journal of Archaeology Archaeology Magazine Bulletin de correspondance hellénique Bulletin of the Institute of Classical Studies The Annual of the British School at Athens Cahiers archéologiques Mitteilungen der Kommission für alte Geschichte und Epigraphik des Deutschen Archäologischen Instituts Corpus des inscriptions de Delphes Corpus of Minoan and Mycenaean Seals Classical Philology Comptes rendus des séances de l’Académie des inscriptions et belles-lettres (Paris) Der Neue Pauly. Enzyklopädie der Antike Fouilles de Delphes Greek, Roman and Byzantine Studies The Journal of the American School of Classical Studies at Athens Inscriptiones Graecae Inscriptiones latinae selectae Journal of Hellenic Studies Journal of Roman Archaeology Zeitschrift für vor- und frühgriechische Epigraphik Revue internationale et pluridisciplinaire de religion grecque antique Revue belge de numismatique et de sigillographie Pauly-Wissowa, Real-Encyclopädie der klassischen Altertumswissenschaft Revue des études grecques Supplementum Epigraphicum Graecum Studies in Mediterranean Archaeology Sylloge Inscriptionum Graecarum3 Tabula Imperii byzantini


Σ Υ Ν ΤΟ Μ Ο Γ ΡΑΦ Ι Ε Σ Τ Ι ΤΛ Ω Ν - Β ΡΑ Χ Υ Γ ΡΑΦ Ι Ε Σ

Βραχυγραφίες αι. αιώνας/ες αρ. αριθμός/οί βλ. βλέπε διάμ. διάμετρος Δ.Δ. Δημοτικό Διαμέρισμα εικ. εικόνα/ες εκ. εκατοστό/ά επιμ. επιμέλεια ΕΠΚΑ Εφορεία Προϊστορικών και Κλασικών Αρχαιοτήτων ΕΣΠΑ Εταιρικό Σύμφωνο για το Πλαίσιο Ανάπτυξης ΕτΧ Εποχή του Χαλκού ΕΦΑ Εφορεία Αρχαιοτήτων ιδ. ιδιαίτερα κ.ά. και άλλοι/και άλλα κ.α. και αλλού ΚΑΣ Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο κ.εξ. και εξής κ.λπ. και λοιπά ΚΠΣ Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης μ. μέτρο/α μ.Χ. μετά Χριστόν ΜΕ Μεσοελλαδικός/ή μτφ. μετάφραση ό.π. όπως παραπάνω πίν. πίνακας/ες π.χ. παραδείγματος χάριν π.Χ. προ Χριστού ΠΕΠ Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα πίν. πίνακας/ες πρβλ. παράβαλε σελ. σελίδα/ες ΣΕΣ Σύμφωνο Εταιρικής Σχέσης σημ. σημείωση στ. στίχος/οι στρ. στρέμμα/ατα σχ. σχέδιο/α τ. τόμος/οι τ.μ. τετραγωνικό/ά μέτρο/α τ.χλμ. τετραγωνικό/ά χιλιόμετρο/α Υ.Α. Υπουργική Απόφαση ΥΕ Υστεροελλαδική ΦΕΚ Φύλλο Εφημερίδος Κυβέρνησης χλμ. χιλιόμετρο/α

7


8


Π Ρ Ο Λ Ο Γ Ο Σ

Πρόλογος

Στο πλαίσιο των δραστηριοτήτων του, το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης φροντίζει πάντοτε να προβάλλει τον αρχαίο πολιτισμό μέσα από την έρευνα, με πολλούς και διαφορετικούς τρόπους. Τα τελευταία χρόνια, έχουμε εντάξει στο πρόγραμμά μας Κύκλους Διαλέξεων που αφορούν –ξεχωριστά κάθε φορά– σε Εφορείες Αρχαιοτήτων της χώρας μας. Στις αρχές του 2016 είχαμε την χαρά να φιλοξενήσουμε τους συναδέλφους της Εφορείας Αρχαιοτήτων Φωκίδος και να ακούσουμε μία σειρά ανακοινώσεων για τα πρόσφατα ανασκαφικά ευρήματα ολόκληρου του Νομού, καθώς επίσης για το πολύπλευρο έργο συντήρησης, αποκατάστασης αλλά και προστασίας και προβολής των θησαυρών της φωκικής γης. Αυτός ο κύκλος, περιλαμβάνοντας επί πλέον και ένα κείμενο που αφορά στις δραστηριότητες της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής στους Δελφούς, εντάσσεται στο εκδοτικό μας έργο, συνιστώντας τον τέταρτο κατά σειρά τόμο της σειράς Αρχαιολογικές Συμβολές, σε επιμέλεια της Δρος Σταυρούλας Οικονόμου. Και είμαστε διπλά χαρούμενοι που είναι το πρώτο ηλεκτρονικό βιβλίο του Μουσείου μας, το οποίο θα προσφέρει στον κάθε χρήστη, σε κάθε γωνιά της γης, την δυνατότητα να αναγνώσει στις σελίδες του ένα κομμάτι της ιστορίας και του πολιτισμού μιας από τις πλουσιότερες αρχαιολογικά περιοχές της Ελλάδας. Ευχαριστούμε θερμά και συγχαίρουμε όλους τους ομιλητές και συγγραφείς του παρόντος πονήματος που μοιράζονται μαζί μας το επιστημονικό τους έργο, αφιερώνοντας κόπο και χρόνο στην διάδοση της επιστήμης της Αρχαιολογίας.

Σάντρα Μαρινοπούλου Πρόεδρος Ιδρύματος Ν. & Ντ. Γουλανδρή - Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης

Καθηγητής Ν.Χρ. Σταμπολίδης Διευθυντής Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης

9



Εφορεία Αρχαιοτήτων Φωκίδος

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ



Αθανασία Ψάλτη: Α Ν Α Σ Χ Ε Δ Ι Α Ζ Ο Ν Τ Α Σ Τ Ο Ν Π Ο Λ Ι Τ Ι Σ Τ Ι Κ Ο Χ Α Ρ Τ Η Τ Η Σ Φ Ω Κ Ι Δ Α Σ : Η Π Ε Ρ Ι Ο Δ Ο Σ 2 0 1 3 - 2 0 1 5

ΑΝΑΣΧΕΔΙΑΖΟΝΤΑΣ ΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ ΧΑΡΤΗ ΤΗΣ ΦΩΚΙΔΑΣ: Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ 2013-2015* Αθανασία Ψάλτη Προϊσταμένη ΕΦΑ Φωκίδος

Η Φωκίδα, με έκταση που δεν ξεπερνά τα 2.300 τ.χλμ. και πληθυσμό λιγότερο από 43.000 κατοίκους, διακρίνεται από το έντονα ορεινό ανάγλυφο το οποίο διαμορφώνουν η Γκιώνα, ο Παρνασσός, τα Βαρδούσια και η Οίτη, και από το παραθαλάσσιο τμήμα που βρέχεται από τον Κορινθιακό κόλπο. Κατά την αρχαιότητα η περιοχή, η οποία υπάγεται πλέον διοικητικά στην Περιφερειακή Ενότητα Φωκίδας, αποτελούνταν από τις εκτάσεις της αρχαίας Φωκίδας, της Εσπέριας Λοκρίδας και μικρό μέρος της Αιτωλίας με κυριότερη την περιοχή του Καλλίου. Οι σημαντικότερες θέσεις αρχαιολογικού ενδιαφέροντος της ευρύτερης περιοχής είναι οι Δελφοί, η Κρίσα, και η θαλάσσια πολιτεία της Κίρρας με την Αντίκυρα, ενώ της Εσπέριας Λοκρίδας, η Άμφισσα, η Μυωνία, το Χάλαιον, η Οιάνθη (σημερινό Γαλαξίδι), η Τολοφώνα και το Ευπάλιον.

Ο αρχαιολογικός χώρος των Δελφών Αδιαμφισβήτητα ο αρχαιολογικός χώρος των Δελφών αποτελεί σήμερα το σημαντικότερο τοπόσημo της Φωκίδας, όχι μόνο για την πολιτιστική της ταυτότητα αλλά και για την οικονομία της ήδη από τη δεκαετία του 1960. Αντιθέτως, η κατασκευή, κατά την περίοδο της μεταπολίτευσης, της τεχνητής λίμνης του Μόρνου στην περιοχή του Λιδωρικίου για την ύδρευση της πρωτεύουσας, καθώς επίσης τα πλούσια κοιτάσματα βωξίτη, δεν συνέτειναν στην οικονομική άνθιση της Φωκίδας η οποία χαρακτηρίζεται μάλλον για τον χαμηλό δείκτη ανάπτυξης. Η ανασκαφή των Δελφών, η λεγόμενη Μεγάλη ανασκαφή, την περίοδο 1892-1902 από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή και οι σημαντικοί θησαυροί της οι οποίοι ήλθαν στο φως, είχαν ως αποτέλεσμα να καταστούν οι Δελφοί στη συνείδηση της σύγχρονης ευρωπαϊκής ηπείρου ως ένα κομβικό σημείο αναφοράς συνδεδεμένο όχι μόνο με την υψηλή τέχνη και την αρχιτεκτονική αλλά και με τη διάχυση παναθρώπινων ιδανικών, όπως η αυτογνωσία, «γνώθι σαυτόν», και η απόρριψη κάθε υπερβολής, «μηδέν άγαν», ως ο μοναδικός τρόπος ενός ισορροπημένου πολιτικού και κοινωνικού βίου. Η προσπάθεια διάχυσης της δελφικής Ιδέας από τον Άγγελο και την Εύα Σικελιανού την περίοδο 19271930, δηλαδή μίας νέας δελφικής Αμφικτυονίας η οποία θα ήταν δυνατό να εγγυηθεί την ειρηνική συνύπαρξη των λαών με όχημα την τέχνη και το αρχαίο δράμα, αποτέλεσε το ουσιαστικό έναυσμα για την αναβάθμιση του αρχαιολογικού χώρου σε τόπο παγκόσμιου περιηγητικού ενδιαφέροντος1. Παράλληλα, η εγγραφή των Δελφών το 1987 στον κατάλογο των μνημείων της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς, τα οποία προστατεύονται από την

UNESCO, λειτούργησε καθοριστικά για την παγκόσμια αποδοχή των οικουμενικών μηνυμάτων που περικλείει ο αρχαιολογικός χώρος. Ωστόσο, με εξαίρεση τις αναστηλωτικές εργασίες πριν τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, μικρές επεμβάσεις κατά τις δεκαετίες 1970-1990 και την αναστήλωση του θησαυρού των Αθηναίων που ολοκληρώθηκε με την ευκαιρία των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, τα έργα ανάδειξης στους Δελφούς υπολείπονταν σε σχέση με άλλους αρχαιολογικούς χώρους, ενώ η ανάγκη για την υλοποίηση έργων ανάδειξης ήταν επιτακτική. Η εικόνα αυτή άλλαξε κατά την περίοδο 2013– 2015, οπότε έγιναν σημαντικά βήματα στη λήψη μέτρων προστασίας και ανάδειξης του αρχαιολογικού χώρου των Δελφών μέσω κυρίως κοινοτικών κονδυλίων, όπως η εξασφάλιση του αρχαίου Σταδίου από τις καταπτώσεις των βραχωδών μαζών που αποσπώνται και καταπίπτουν σε περίπτωση σεισμών ή έντονων βροχοπτώσεων με την κατασκευή ενός μεταλλικού τοίχου ανάσχεσης, συνολικού μήκους 76,11μ., και η αναβάθμιση του υφιστάμενου συστήματος πυρασφάλειας του αρχαιολογικού χώρου Δελφών. Επίσης, η υλοποίηση του προγράμματος «Ψηφιακοί Δελφοί»2, το οποίο συνδυάζει μία δικτυακή πύλη, εκπαιδευτικές εφαρμογές και διαδραστικό χάρτη, είχε ως αποτέλεσμα την ανάδειξη του πολιτιστικού αποθέματος του αρχαιολογικού χώρου και του μουσείου και παράλληλα την παροχή πληροφόρησης για τους αρχαιολογικούς χώρους που εμπίπτουν στη δικαιοδοσία της Εφορείας Αρχαιοτήτων Φωκίδος. Στο ίδιο πλαίσιο η Εφορεία συμμετείχε στο πιλοτικό πρόγραμμα του Υπουργείου Πολιτισμού «Διαχείριση της Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ελλάδας μέσα από το Αρχείο των Υπηρεσιών των Αρχαιοτήτων: Ψηφιοποίηση, διάθεση και αξιοποίηση των ιστορικών τεκμηρίων», το οποίο περιέλαβε την ψηφιοποίηση 4.192 εγγράφων του ιστορικού αρχείου της Εφορείας των ετών 1900–1941.

* Θερμές ευχαριστίες οφείλονται στο Δ.Σ. του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης και ειδικότερα στον Δ/ντή του Μουσείου, καθ. Ν.Χρ. Σταμπολίδη και στην αρχαιολόγο Δρα Σταυρούλα Οικονόμου τόσο για τη διοργάνωση της παρουσίασης του αρχαιολογικού έργου στη Φωκίδα, όσο και για την φροντίδα έκδοσης των πρακτικών των συναντήσεων. 1 Palmer Sikelianos 1993· Γύζη 2002· Papadaki 1998. 2 Η ηλεκτρονική διεύθυνση του διαδικτυακού τόπου είναι http://www.e-delphi.gr

13


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

Το έργο «Ανάδειξη Αρχαιολογικού Χώρου Δελφών» Κορυφαία στιγμή για την Εφορεία Αρχαιοτήτων Φωκίδος ήταν η ένταξη του έργου «Ανάδειξη Αρχαιολογικού Χώρου Δελφών» στο Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Θεσσαλία - Στερεά Ελλάδα - Ήπειρος, 2007-2013, το οποίο εκτελέστηκε απολογιστικά και με αυτεπιστασία κατά την περίοδο Σεπτέμβριος 2013 - Δεκέμβριος 2015. Σκοπός του ήταν η υλοποίηση επεμβάσεων προστασίας και ανάδειξης σε μνημεία του δελφικού ιερού, οι οποίες κρίθηκαν αναγκαίες στο πλαίσιο των διεθνών υποχρεώσεων που έχει αναλάβει η χώρα μας μετά την κήρυξη των Δελφών ως μνημείου της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς με έναν από τους υψηλότερους δείκτες επισκεψιμότητας. Η μελέτη του έργου εκπονήθηκε από το προσωπικό της Εφορείας, από τον Απρίλιο έως τον Οκτώβριο του 2010, και εγκρίθηκε ομόφωνα από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο τον Νοέμβριο του 2010. Βασικοί άξονές της είναι η βελτίωση των συνθηκών πρόσβασης στον αρχαιολογικό χώρο για άτομα με αδυναμία στην κίνηση, η τοποθέτηση εποπτικού υλικού σε γραφή Braille για άτομα με αδυναμία στην όραση, η καλύτερη αναγνωσιμότητα της μορφής των μνημείων, τα οποία λόγω της πυκνότητας των ερειπίων και της στενότητας του χώρου συχνά δεν είναι κατανοητά, η συντήρηση της αρχαίας τοιχοποιίας, η προστασία και ανάδειξη του φυσικού τοπίου μέσω της υλοποίησης φυτοτεχνικής μελέτης (εικ. 1), η βέλτιστη οργάνωση και η διευκόλυνση της λειτουργίας του αρχαιολογικού χώρου και ο εκσυγχρονισμός των χώρων εξυπηρέτησης του κοινού3. Οι επεμβάσεις υλοποιήθηκαν από τον Σεπτέμβριο του 2013 έως και τον Νοέμβριο του 2015, ήταν ήσσονος κλίμακας, πλήρως αναστρέψιμες και εκτελέστηκαν σύμφωνα με τις επιταγές της διεθνούς και ελληνικής νομοθεσίας που αφορούν στην ανάδειξη και συντήρηση της αρχαίας αρχιτεκτονικής με απόλυτο σεβασμό προς το φυσικό περιβάλλον. Έχουν ήδη συμβάλει αποτελεσματικά στην καλύτερη προστασία των μνημείων και στην ελαχιστοποίηση της φθοράς τους από παράγοντες περιβαλλοντικούς και ανθρωπογενείς και παράλληλα έχουν αναβαθμίσει την ποιότητα της περιήγησης στον αρχαιολογικό χώρο. Επίσης, ο αρχαιολογικός χώρος απέκτησε υψηλότερη προστιθέμενη αξία, εφόσον μέρος του μετατράπηκε από ερειπιώνα σε χώρο προβολής της πολιτιστικής κληρονομιάς και αφύπνισης της ιστορικής συνείδησης. Στο πλαίσιο του έργου έγιναν εκτενείς επεμβάσεις ανάδειξης, στερέωσης και συντήρησης σε μνημεία του αρχαιολογικού χώρου τα οποία έως πρότινος δεν ήταν ενταγμένα στην περιήγηση των επισκεπτών στον αρχαιολογικό χώρο των Δελφών, με χαρακτηριστικά παραδείγ-

3 4 5

14

1

1. Έργο ανάδειξης αρχαιολογικού χώρου Δελφών, 2013–2015: υλοποίηση φυτοτεχνικής μελέτης.

ματα τη Ρωμαϊκή Αγορά (εικ. 2, 2α) και το ταφικό ηρώο G. Blum4, και έγιναν σημειακές παρεμβάσεις και εργασίες συντήρησης στη Στοά (εικ. 3) και τον θησαυρό των Αθηναίων, στο αρχαίο θέατρο, στο ανάθημα του Κρατέρου και στο ιερό της Αθηνάς Προναίας (εικ. 4). Από τις μικρής έκτασης διερευνητικές τομές, προέκυψαν νέα επιστημονικά δεδομένα τα οποία εμπλουτίζουν τις γνώσεις μας για τη δελφική αρχαιολογία5. Επίσης, εντοπίστηκαν και καταγράφηκαν πεντακόσια περίπου αρχιτεκτονικά μέλη και επιγραφές, τα οποία είτε δεν ήταν γνωστά είτε με την πάροδο των ετών είχαν καλυφθεί από σύγχρονες επιχώσεις στο πλαίσιο παλαιότερων εργασιών. Ιδιαίτερα σημαντική επίσης ήταν η δημοσιοποίηση επιμέρους σταδίων των εργασιών μέσω εκδηλώσεων, ημερίδων, δελτίων τύπου και εκπαιδευτικών προγραμμάτων, γεγονός το οποίο ευαισθητοποίησε την κοινή γνώμη, τη συμμετοχή των πολιτών αλλά κυρίως ενθάρρυνε τους μικρούς μαθητές να αισθανθούν συνυπεύθυνοι για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς του τόπου τους.

Για τις βασικές αρχές της μελέτης βλ. Ψάλτη 2015. Ψάλτη – Σπηλιωτοπούλου – Ροπακά (υπό έκδοση). Τα κινητά ευρήματα από το έργο θα δημοσιευθούν από την αρχαιολόγο κα Ελένη Σπηλιωτοπούλου.


Αθανασία Ψάλτη: Α Ν Α Σ Χ Ε Δ Ι Α Ζ Ο Ν Τ Α Σ Τ Ο Ν Π Ο Λ Ι Τ Ι Σ Τ Ι Κ Ο Χ Α Ρ Τ Η Τ Η Σ Φ Ω Κ Ι Δ Α Σ : Η Π Ε Ρ Ι Ο Δ Ο Σ 2 0 1 3 - 2 0 1 5

2

3

4

2, 2α. Έργο ανάδειξης αρχαιολογικού χώρου Δελφών, 2013–2015: η ρωμαϊκή Αγορά των Δελφών μετά τις εργασίες συντήρησης και στερέωσης. 3. Έργο ανάδειξης αρχαιολογικού χώρου Δελφών, 2013–2015: η Στοά των Αθηναίων μετά τις εργασίες συντήρησης και στερέωσης. 4. Έργο ανάδειξης αρχαιολογικού χώρου Δελφών, 2013–2015: το ιερό της Αθηνάς Προναίας μετά τις εργασίες ανάδειξης.

Η ανάδειξη του νότιου τομέα της Ιεράς οδού Μία από τις πλέον αποτελεσματικές επεμβάσεις στο πλαίσιο του έργου ήταν η ανάδειξη του νότιου τμήματος της Ιεράς οδού, δυτικά της κύριας πύλης του τεμένους του Απόλλωνος6. Έως το 2013 ο επισκέπτης στη θέση αυτή αντίκριζε έναν σωρό αρχιτεκτονικών μελών ατάκτως ερριμμένων, τα οποία δυστυχώς χρησίμευαν ως χώρος στάσης και ανάπαυσης7. Σύμφωνα με τον Παυσανία (Χ, 9.711. Χ, 10.6-8), στην περιοχή αυτή είχαν στηθεί τα μνημεία του Λυσάνδρου, του Μαραθώνα, το χάλκινο ομοίωμα του Δούρειου Ίππου, αφιέρωμα των Αργείων, και το μνημείο των Ταραντίνων. Η αρχαία στάθμη του εδάφους είχε ολοσχερώς χαθεί εξαιτίας της ανασκαφικής έρευνας σε μεγάλο βάθος κατά την περίοδο 1892-1902, αλλά και της ανοικοδόμησης στην ίδια θέση του σχολείου του Καστριού, του χω-

6

7

8

ριού που είχε καταλάβει τη θέση του μαντείου από τον 16ο αι. μ.Χ. Το κτίριο αυτό κατεδαφίστηκε στο πλαίσιο των εργασιών της «Μεγάλης Ανασκαφής», αφού προηγουμένως λειτούργησε ως το πρώτο μουσείο. Από το οίκημα σώζεται τμήμα της θεμελίωσής του και η επιγραφή που είχε τοποθετηθεί πάνω από την θύρα του, «1858 Νοεμβρίου 25η ἐγένετο τό σχολεῖον Δελφῶν», η οποία εντοπίστηκε εκ νέου, διότι από χρόνια είχε χαθεί. Το μνημείο του Λυσάνδρου, το λεγόμενο και των Ναυάρχων, για το οποίο πληροφορίες αντλούμε από τον Παυσανία και τον Πλούταρχο, αφιερώθηκε το 404 π.Χ. στο τέμενος του Απόλλωνος μετά τη νίκη των Σπαρτιατών κατά των Αθηναίων στους Αιγός Ποταμούς (405 π.Χ.). Λέγεται μάλιστα ότι η δελφική Σίβυλλα είχε προβλέψει την καταστροφή του αθηναϊκού στόλου και την προδοσία του Αθηναίου στρατηγού Αδειμάντου8. Επί του βάθρου του μνημείου ήταν στημένα τριάντα επτά ή τριάντα

Οι εργασίες αυτές έγιναν σε συνεργασία με τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή, και υπό την άμεση καθοδήγηση του D. Laroche και τη συνδρομή του J.-Fr. Bommelaer, βλ. Psalti – Laroche (υπό έκδοση). Πρόγραμμα σημειακής αναστήλωσης είχε υλοποιηθεί στα μνημεία του δεξιού τμήματος της Ιεράς οδού, από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή κατά τη δεκαετία του 1990 στο πλαίσιο της στερέωσης του υπερκείμενου ανδήρου, βλ. Bommelaer 1984. Ξενοφών, Ελληνικά 2.1.32.

15


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

εννέα χάλκινα αγάλματα των οποίων οι βάσεις διέθεταν έμμετρες επιγραφές που αναφέρονταν στα πρόσωπα που απεικονίζονταν και στους γλύπτες οι οποίοι τα είχαν φιλοτεχνήσει. Στην πρόσοψη του μνημείου απεικονίζονταν με τη σειρά9 και σε μεγαλύτερη κλίμακα: οι Διόσκουροι, ο Δίας, ο Απόλλων και η Άρτεμις, ο Ποσειδώνας που στεφανώνει τον Λύσανδρο, -ως η πρώτη αποθέωση θνητού στην αρχαία ελληνική τέχνη-, ο Αγίας, ο μάντης του Λυσάνδρου και ο Έρμωνας, κυβερνήτης του στόλου. Τα υπόλοιπα αγάλματα απεικόνιζαν τους είκοσι οκτώ ή είκοσι εννέα Ναυάρχους, οι οποίοι είχαν συμπαραταχθεί με τον Λύσανδρο, όπως ο Άρακος από τη Λακεδαίμονα, ο Βοιωτός Εριάνθης κ.ά. Συνολικά σώθηκαν δώδεκα ενεπίγραφες βάσεις, τρεις ακέραιες και εννέα αποσπασματικά σωζόμενες. Άξια μνείας είναι η βάση του αγάλματος του Λυσάνδρου στην οποία εξυμνείται ο Σπαρτιάτης στρατηγός για τη μεγάλη νίκη του με την οποία στεφάνωσε, τίμησε δηλαδή την απόρθητη Λακεδαίμονα. Από τη θεμελίωση του μνημείου δεν διατηρήθηκε κανένα ίχνος λόγω της αναμόχλευσης των επιχώσεων για την οποία έγινε λόγος πιο πάνω. Ωστόσο, ως προς τη μορφή του έχουν διατυπωθεί ποικίλες προτάσεις, οι οποίες υποχρεωτικά δεσμεύονται από τον περιορισμένο προσφερόμενο χώρο, δηλαδή την απόσταση των 27μ. από την είσοδο του ιερού έως το ανάθημα των Αργείων, και τον μεγάλο αριθμό των χάλκινων ανδριάντων, δεδομένου ότι ένα βάθρο με τριάντα επτά ή τριάντα εννέα μορφές σε πλήρη ανάπτυξη θα ξεπερνούσε τα 17μ. Εάν υπολογιστεί μάλιστα το μήκος του βάθρου του μνημείου του Μαραθώνα, αμέσως δυτικά του μνημείου του Λυσάνδρου το οποίο θα έφθανε περίπου τα 13μ., η υπόθεση ενός επιμήκους βάθρου για το μνημείο του Λυσάνδρου είναι ιδιαίτερα προβληματική10. Για τους λόγους αυτούς επιλέχθηκε ως πλέον πιθανή η πρόταση του Laroche, δηλαδή η κατασκευή μίας πλήρως αναστρέψιμης βάσης με πλευρές 7,9 επί 8,26μ., όπου αξιοποιήθηκε όλο το αρχαίο δομικό υλικό το οποίο έχει ταυτιστεί με το μνημείο, κυρίως στη βόρεια πλευρά του βάθρου, ενώ για την κατασκευή των άλλων πλευρών χρησιμοποιήθηκε αρχαίο οικοδομικό υλικό η προέλευση του οποίου είναι άγνωστη. H πρόταση αυτή στηρίχθηκε σε παλαιότερη άποψη του Vatin, σύμφωνα με την οποία οι ανδριάντες δεν ήταν όλοι στραμμένοι στην ίδια κατεύθυνση11. Όπως υποστήριξε ο Laroche, στο κενό που σχηματίζεται στο εσωτερικό του βάθρου ενδέχεται να ήταν στημένα τα δύο χρυσά αστέρια, σύμβολα των Διοσκούρων, που οδήγησαν τον Λύσανδρο στη νίκη κατά των Αθηναίων, τα οποία κατέρρευσαν την προηγούμενη ημέρα της μάχης των Λεύκτρων προμηνύοντας έτσι την ήττα των Σπαρτιατών. Σύμφωνα με τον Laroche, εξάλλου, το σημείο έδρασης των ανδριάντων θα ήταν κατά την αρχαιότητα στο ίδιο επίπεδο με την επίστεψη του νότιου πε-

9 10

11 12

16

ριβόλου, γεγονός το οποίο θα επέτρεπε να είναι ορατό το μνημείο από όλες τις πλευρές, ακόμη και εκτός του περιβόλου του ιερού. Η λύση αυτή ερμηνεύει επίσης την αναφορά του Παυσανία ο οποίος εισερχόμενος στο ιερό από ανατολάς, όπως ο σημερινός επισκέπτης, περιγράφει πρώτα τα αγάλματα των Ναυάρχων, τα οποία θα ήταν στραμμένα προς ανατολάς, και όχι των θεών και του Λυσάνδρου που λογικά θα ήταν στραμμένα προς βορρά, προς το μέτωπο δηλαδή της Ιεράς οδού. Πριν την κατασκευή του βάθρου έγινε εξυγίανση του εδάφους, αποχωμάτωση του σημείου και ανασύρθηκαν αρχιτεκτονικά μέλη και ενεπίγραφοι λίθοι οι οποίοι ήταν σκεπασμένοι με χώμα και βλάστηση. Επίσης, ταυτίστηκαν και μεταφέρθηκαν με τη βοήθεια μικρού ανυψωτικού μηχανήματος λίθοι του μνημείου που ήταν παρατοποθετημένοι στη Ρωμαϊκή Αγορά. Για λόγους καλύτερης θέασης, το επίπεδο έδρασης των λίθων ακολούθησε το σημερινό επίπεδο της Ιεράς οδού, το οποίο έχει ταπεινωθεί περίπου κατά 80 εκ. από την αρχαιότητα. Στο ανώτερο επίπεδο της βάσης, εκτέθηκαν τα ενεπίγραφα βάθρα των ανδριάντων, η επιφάνεια των οποίων συντηρήθηκε και έγιναν περιστασιακές συγκολλήσεις, όπου απαιτούνταν. Οι ενεπίγραφες βάσεις που αναφέρονται στους θεούς και τον Λύσανδρο τοποθετήθηκαν επί της Ιεράς οδού από αριστερά προς τα δεξιά, εφόσον έχει υποστηριχθεί με πειστικά επιχειρήματα ότι ο Ποσειδώνας στεφάνωνε τον Λύσανδρο με το δεξιό χέρι, ενώ των Ναυάρχων με κατεύθυνση από δεξιά προς τα αριστερά όπως δηλώνεται από την διπλή επιγραφή που έχει βρεθεί. Στο πλαίσιο του ίδιου έργου τοποθετήθηκαν δύο λίθοι που ανήκαν στον ανατολικό περίβολο και στην επίστεψη του νότιου περιβόλου με αποτέλεσμα να αποδίδεται πλέον η αρχική στάθμη του. Το μνημείο του Μαραθώνα12, ήταν αφιερωμένο στους νικητές της ομώνυμης μάχης και στήθηκε τριάντα χρόνια μετά, περίπου το 460 π.Χ., με το ένα δέκατο των λαφύρων της, όπως αναφέρει ο περιηγητής Παυσανίας. Επί του επιμήκους βάθρου, μήκους περίπου 13μ., ήταν στημένα δεκατρία χάλκινα αγάλματα, έργα του Φειδία, που απεικόνιζαν τους θεούς Αθηνά και Απόλλωνα, τον Μιλτιάδη, και τους επώνυμους ήρωες της πόλης που σύμφωνα με τον χρησμό του δελφικού μαντείου έδωσαν τα ονόματά τους στις αθηναϊκές φυλές: τον Κέκροπα, τον Πανδίονα, τον Αντίοχο, τον Αιγέα, τον Ακάμαντα, κ.ά. Κατά την ελληνιστική περίοδο προστέθηκαν άλλα τρία αγάλματα διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, και συγκεκριμένα του Αντίγονου, του Δημήτριου του Πολιορκητή και του Πτολεμαίου Γ΄ Ευεργέτη, οι οποίοι έδωσαν τα ονόματά τους σε τρεις νέες αθηναϊκές φυλές. Η επιμήκης μορφή του βάθρου δεν αμφισβητήθηκε από την έρευνα παρά το γεγονός ότι από τους ανδριάντες δεν σώθηκε καμία βάση. Από τον Bommelaer

Bommelaer 2011· Laroche 2013· Bommelaer 2015, 132-134. O Bommelaer οδηγήθηκε στην υπόθεση ενός επιμήκους βάθρου το οποίο μάλιστα κάλυπτε μερικώς το μνημείο του Μαραθώνα, ως ένα είδος πολιτικής επιβολής των Σπαρτιατών κατά της ηττημένης Αθήνας. Vatin 1991, 103-138. J.Fr. Bommelaer, BCH (122) 1998, 542· Bommelaer 2015, 135.


Αθανασία Ψάλτη: Α Ν Α Σ Χ Ε Δ Ι Α Ζ Ο Ν Τ Α Σ

ΤΟΝ

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ

ταυτίστηκαν μάλιστα με την υποθεμελίωση του μνημείου τρεις ορθογώνιοι λίθοι οι οποίοι σώζονται κατά χώραν αμέσως δυτικά του μνημείου του Λυσάνδρου σε απόσταση 14,5μ. από την πύλη εισόδου της Ιεράς οδού, και δεκαοκτώ λιθόπλινθοι από ντόπιο λίθο οι οποίοι αποδίδονται στην κατώτερη σειρά των λίθων του βάθρου. Οι λίθοι αυτοί είχαν εκτεθεί για λόγους διδακτικούς σε θέση άσχετη με το μνημείο και συγκεκριμένα πριν την είσοδο της ρωμαϊκής Αγοράς. Οι δεκαοκτώ λιθόπλινθοι τοποθετήθηκαν σε μία σύγχρονη κτιστή, αλλά αναστρέψιμη βάση, η οποία κατασκευάστηκε κατά μήκος και σε επαφή με την Ιερά οδό σε θέση ομόλογη της αρχικής, η οποία υπαγορεύτηκε τόσο από τη σωζόμενη υποθεμελίωση όσο και από τις μαρτυρίες των πηγών. H επιμελής αποψίλωση και εξυγίανση του εδάφους, η επίστρωση με γεωύφασμα και εδαφικό υλικό και η ολοκλήρωση της επανέκθεσης των σωζόμενων αρχιτεκτονικών μελών, σύμφωνα με την πρόταση αποκατάστασης των Laroche και Bommelaer, προσέγγισε κατά το δυνατόν, ακόμη και σε επίπεδο κάτοψης, την αυθεντική μορφή των μνημείων προσφέροντας στον επισκέπτη μια νέα εμπειρία θέασης. Στη σύγχρονη βάση εκτέθηκαν σε δύο επάλληλες σειρές οι αρχαίες λιθόπλινθοι, η επιφάνεια των οποίων στη συνέχεια καθαρίστηκε και στερεώθηκε.

ΧΑΡΤΗ

ΤΗΣ

ΦΩΚΙΔΑΣ:

Η

ΠΕΡΙΟΔΟΣ

2013-2015

Με την ευκαιρία της επανέκθεσης αποκαλύφθηκε εκ νέου και είναι ορατό τμήμα της θεμελίωσης του παλαιού σχολείου του Καστριού και πρώτου μουσείου των ανασκαφών, ένα από τα λιγοστά εναπομείναντα σημεία του χωριού στον αρχαιολογικό χώρο. Ο επισκέπτης εισερχόμενος πλέον στον αρχαιολογικό χώρο των Δελφών παρατηρεί αποκατεστημένα τα βάθρα δύο εμβληματικών μνημείων της αρχαίας ελληνικής ιστορίας, μιας περιόδου η οποία είναι μάλιστα άρρηκτα συνδεδεμένη με την ακμή και την πτώση της αθηναϊκής Δημοκρατίας (εικ. 5). Κατά τη διάρκεια των εργασιών επανέκθεσης των μνημείων του Λυσάνδρου και του Μαραθώνα τοποθετήθηκαν επί της Iεράς οδού και σε επαφή με τη Στοά 108, τρεις λιθόπλινθοι από τη βάση μη ταυτισμένου μνημείου και ένας ενεπίγραφος λίθος ενδεχομένως από το ανάθημα του Tαύρου των Κερκυραίων με τμήμα μεγαλογράμματης επιγραφής όπου σώζονται τα γράμματα ΝΙ, απόληξη προφανώς της λέξης «ΑΠΟΛΛΩΝΙ»13. Εργασίες επανέκθεσης έγιναν στη βάση του μνημείου των Αργείων όπου είχε εκτεθεί το χάλκινο ομοίωμα του Δούρειου Ίππου14. Σύμφωνα με την περιγραφή του Παυσανία, το ανάθημα ήταν έργο του Αντιφάνη από το Άργος και στήθηκε από τους Αργείους στο μαντείο των Δελφών για να εξάρουν τη σημασία της νίκης τους κατά των Σπαρτιατών στη Θυρέα, το 414 π.Χ. Από τη βάση του

5

5. Έ ργο ανάδειξης αρχαιολογικού χώρου Δελφών, 2013–2015: αριστερά το μνημείο του Λυσάνδρου και δεξιά το μνημείο του Μαραθώνα μετά τις εργασίες ανάδειξης.

13 14

Bommelaer 2015, 126-127. Bommelaer 2013, 259-260.

17


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

βάθρου, το οποίο αποκαταστάθηκε από τον Bommelaer, σώζονται δεκαπέντε λίθοι, ενώ στην επιφάνεια ενός λίθου από την τελευταία στρώση σώζεται η εντορμία για τη στερέωση της μίας οπλής του αλόγου. Από παλαιότερες εργασίες οι λίθοι είχαν μεταφερθεί και συγκεντρωθεί στην περιοχή ανατολικώς της ρωμαϊκής Αγοράς σε θέση μη ομόλογη με την αρχική. Ωστόσο, επειδή η επανέκθεση της βάσης στο σύνολό της θα απαιτούσε την κατασκευή ενός τοίχου αντιστήριξης, ο οποίος θα επιβάρυνε τον νότιο περίβολο του τεμένους, κρίθηκε σκόπιμο για διδακτικούς λόγους να στηθεί μόνο η ανώτερη σειρά και η αμέσως υποκείμενή της από την οποία σώζονται τρεις λίθοι. Οι υπόλοιποι εννέα λίθοι εναποτέθηκαν σε επαφή και σε μικρή απόσταση (εικ. 6, 6α). Ανάμεσα στη βάση του αναθήματος των Αργείων και στα θεμέλια του θησαυρού των Σικυωνίων, επανεκτέθηκαν τα σωζόμενα αρχιτεκτονικά μέλη από τη βάση του μνημείου των Ταραντίνων, αφού προηγουμένως έγινε εκτενής τακτοποίηση των εγκατάσπαρτων αρχιτεκτονικών μελών στη θέση όπου θα ήταν στημένο το μνημείο15. Ο

15

18

Παυσανίας αναφέρει ότι το μνημείο, έργο του Αργείου Αγελάδα, ανέθεσε η πόλη του Τάραντα, -η οποία όφειλε την ίδρυσή της σε δελφικό χρησμό-, στις αρχές του 5ου αι. π.Χ., μετά τη νίκη κατά των Μεσσαπίων. Στο μνημείο απεικονίζονταν χάλκινα άλογα και γυναίκες αιχμάλωτες. Στο πλαίσιο των εργασιών εντοπίστηκε μέρος της επιγραφής του μνημείου η οποία θεωρούνταν χαμένη: [Ταραντῖνοι Ἀπόλλωνι ἀπὸ Μεσσαπ]ίων [ἑλόντε]ς δεκάταν, η οποία καθαρίστηκε και στερεώθηκε (εικ. 7). Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η εύρεση εντός κοιλότητας στην επιφάνεια λιθοπλίνθου του μνημείου, της χάλκινης πρόσφυσης προφανώς οπλής αλόγου, στο εσωτερικό της οποίας σώζεται το υλικό για τη μολυβδοχόησή της (εικ. 8).

Η περιοχή του θησαυρού των Αθηναίων Ανατολικώς του θησαυρού των Αθηναίων διατηρείται η ορθογώνια θεμελίωση μνημείου διαστάσεων 13 επί 6,5μ. η οποία από την παλαιότερη έρευνα θεωρήθηκε ότι ανήκε στο Βουλευτήριο των Δελφών, λόγω της σχετικής

6

7

8

6, 6α. Έ ργο ανάδειξης αρχαιολογικού χώρου Δελφών, 2013–2015: το μνημείο των Αργείων – βάση αναθήματος Δούρειου Ίππου μετά τις εργασίες επανέκθεσης.

7. Έργο ανάδειξης αρχαιολογικού χώρου Δελφών, 2013–2015: η βάση του μνημείου των Ταραντίνων μετά τις εργασίες επανέκθεσης και συντήρησης. 8. Η χάλκινη πρόσφυση οπλής αλόγου, στο εσωτερικό της οποίας σώζεται το υλικό για τη μολυβδοχόησή της.

Παυσανίας Χ, 10.6-8· Bommelaer 2015, 142-143.


Αθανασία Ψάλτη: Α Ν Α Σ Χ Ε Δ Ι Α Ζ Ο Ν Τ Α Σ

ΤΟΝ

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ

αναφοράς του Πλούταρχου16. Προκειμένου να ανακτηθεί η αρχαία στάθμη του δαπέδου, εφόσον μόνο μέρος της ανωδομής του οικοδομήματος είχε συμπληρωθεί τη δεκαετία του 1990 από τη Γαλλική Αρχαιολογική Σχολή, κρίθηκε αναγκαία η συμπλήρωση του ελλείποντος τμήματος της ΝΑ γωνίας του, συνολικού μήκους 6,80μ. και μέγιστου πλάτους 0,50μ. (εικ. 9). Στο πλαίσιο του έργου της ανάδειξης αποδόθηκε για πρώτη φορά στο κοινό το ιερό του Ασκληπιού και η πηγή του ιερού της Γης, το αρχαιότερο σημείο λατρείας17 των Δελφών. Στο ιερό του Ασκληπιού οι διαμορφωτικές ερ­ γασίες αφορούσαν στην αποψίλωση, στη διάνοιξη υφιστάμενου μονοπατιού μήκους περίπου 40μ. και την μετακίνηση και τακτοποίηση πενήντα αρχιτεκτονικών μελών

ΧΑΡΤΗ

ΤΗΣ

ΦΩΚΙΔΑΣ:

Η

ΠΕΡΙΟΔΟΣ

2013-2015

βορείως του θησαυρού των Αθηναίων. Παράλληλα καθαρίστηκε και αποχωματώθηκε η πηγή του ιερού της Γης, με αποτέλεσμα να αναβλύζει εκ νέου. Από το ιερό του Ασκληπιού ο επισκέπτης μπορεί να θαυμάσει από κοντά τη δυτική και τη βόρεια πλευρά του θησαυρού των Αθηναίων, οι οποίες έως σήμερα ήταν απροσπέλαστες, αλλά και να αισθανθεί τη γαλήνη και την ηρεμία του δελφικού ιερού (εικ. 10).

Ο οφιόσχημος κίονας του Tρίποδα των Πλαταιών Το μοναδικό κοινό ανάθημα όλων των Ελλήνων στο ιερό των Δελφών, το οποίο ανατέθηκε μετά τη νίκη τους κατά

9

10

9. Έ ργο ανάδειξης αρχαιολογικού χώρου Δελφών, 2013–2015: το θεωρούμενο ως Βουλευτήριο μετά τις εργασίες ανάδειξης και διαμόρφωσης. 10. Έ ργο ανάδειξης αρχαιολογικού χώρου Δελφών, 2013–2015: η περιοχή του ιερού της Γης μετά τις εργασίες ανάδειξης. 16 17

Πλούταρχος, Περὶ τοῦ μὴ χρᾶν ἔμμετρα νῦν τὴν Πυθίαν, 9· Bommelaer 2015, 170. Maass (επιμ.) 1996, 92-93.

19


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

των Περσών στη μάχη των Πλαταιών, το 479 π.Χ.18, ήταν ο τρικάρηνος όφις: ο χρυσός τρίποδας στηριζόταν σε ένα χάλκινο κίονα με μορφή τρισώματου φιδιού, ύψους 7,5μ. Στη βάση του τρίποδα ήταν χαραγμένα τα ονόματα των τριάντα-μίας ελληνικών πόλεων που έλαβαν μέρος στη μάχη των Πλαταιών: Αθηναίοι, Κορίνθιοι, Λακεδαίμονες, Μεγαρείς, Θεσπιείς, Νάξιοι, Χαλκιδείς, Ερετριείς και άλλοι. Τον τρίποδα έλιωσαν οι Φωκείς κατά τον Τρίτο Ιερό Πόλεμο (354-343 π.Χ.), ενώ τον χάλκινο κίονα μετέφερε ο Μέγας Κωνσταντίνος στην Κωνσταντινούπολη κατά την ίδρυσή της το 330 μ.Χ. Το χάλκινο αντίγραφο του οφιόσχημου κίονα κατασκευάστηκε από το γύψινο αντίγραφο του πρωτοτύπου, το οποίο παρήχθη τη δεκαετία του 1980 και μεταφέρθηκε στους Δελφούς μετά από ενέργειες του τότε Εφόρου Π. Θέμελη. Η κωδωνόσχημη βάση επίσης, χυτεύθηκε από μήτρα της αρχαίας βάσης η οποία έχει συνδεθεί με την φιδόσχημη κολώνα. Σύμφωνα με την εγκεκριμένη, από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο, αρχιτεκτονική μελέτη, η κολώνα εκτέθηκε στη θέση που εικάζεται ότι θα ήταν στημένος ο τρίποδας κατά την αρχαιότητα, παρά το γεγονός ότι η περιοχή έχει αναμοχλευθεί και οι αρχαίες

επιχώσεις έχουν διαταραχθεί πλήρως λόγω παλαιότερων ανασκαφικών ερευνών. Το στήσιμο της φιδόσχημης κολώνας έγινε σύμφωνα με την επίσης εγκεκριμένη στατική μελέτη, ενώ ειδική μελέτη εκπονήθηκε και εφαρμόστηκε για την αντικεραυνική της προστασία (εικ. 11).

Μελέτες προστασίας – ανάδειξης Κατά την περίοδο 2013-2015, παράλληλα με τις εργασίες ανάδειξης στον αρχαιολογικό χώρο των Δελφών, δρομολογήθηκαν μελέτες για την αποτελεσματική προστασία μνημείων της Φωκίδος και έγιναν οι απαιτούμενες ενέργειες για την ένταξή τους σε χρηματοδοτικά προγράμματα, δεδομένου ότι η επαναφορά της συζήτησης σχετικά με μνημεία τα οποία βρίσκονται στην αφάνεια αποτελεί τη σημαντικότερη κινητήρια δύναμη για την έναρξη των διαδικασιών της προστασίας τους. Εξάλλου, από τον Οκτώβριο του 2014 στην αρμοδιότητα της ΕΦΑ Φωκίδος περιήλθαν τα βυζαντινά και μεταβυζαντινά μνημεία, καθώς και τα νεότερα εκκλησιαστικά τα οποία είναι κηρυγμένα. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της μελέτης

11

11. Έ ργο ανάδειξης αρχαιολογικού χώρου Δελφών, 2013–2015: το αντίγραφο του οφιόσχημου τρίποδα των Πλαταιών μετά τις εργασίες επανέκθεσης.

18

20

Amandry 1987· Laroche 1989.


Αθανασία Ψάλτη: Α Ν Α Σ Χ Ε Δ Ι Α Ζ Ο Ν Τ Α Σ Τ Ο Ν Π Ο Λ Ι Τ Ι Σ Τ Ι Κ Ο Χ Α Ρ Τ Η Τ Η Σ Φ Ω Κ Ι Δ Α Σ : Η Π Ε Ρ Ι Ο Δ Ο Σ 2 0 1 3 - 2 0 1 5

«Ανάδειξη αρχαίου θεάτρου Δελφών», μνημείο το οποίο στη σημερινή μορφή του χρονολογείται τον 1ο αι. π.Χ. Η μελέτη εκπονήθηκε από χορηγία των αδελφών Ανδριοπούλου με τη μεσολάβηση του Σωματείου Διάζωμα19. Το έργο εντάχθηκε ήδη στο οικονομικό πρόγραμμα της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας και αναμένεται να ολοκληρωθεί έως το 2019 (εικ. 12). Στο πλαίσιο του έργου θα διενεργηθούν ανασκα-

του ποιητή Άγγελου Σικελιανού και της αμερικανίδας συζύγου του Εύας Πάλμερ. Παράλληλα, υποβλήθηκε στο πρόγραμμα διακρατικής και διαπεριφερειακής συνεργασίας για την περίοδο 2014-2020, Adriatic-Ionian (ADRION), η εκπόνηση μελέτης για τη συντήρηση και την αναστήλωση του αρχαίου Γυμνασίου και του Σταδίου των Δελφών. Επίσης, επαναξιολογήθηκε παλαιότερη μελέτη

12

12. Τ ο αρχαίο θέατρο των Δελφών.

φικές τομές, αποσυναρμολογήσεις νεότερων αργολιθοδομών, έρευνα και αποτύπωση των διάσπαρτων αρχιτεκτονικών μελών, εκπόνηση εξειδικευμένων μελετών, όπως μελέτη σύνθεσης κονιαμάτων, συγκόλλησης αρχιτεκτονικών μελών, απορροής όμβριων υδάτων, εφαρμογής για την αποκατάσταση των αναλημμάτων. Επίσης προβλέπονται εργασίες για την αποκατάσταση του κοίλου, την αποκατάσταση της υπόβασης των εδωλίων, την αποστράγγιση των βρόχινων υδάτων που επιβαρύνουν το κοίλο και το βόρειο πρανές του θεάτρου και η συντήρηση της επιφάνειας του λίθου και των ενεπίγραφων αρχιτεκτονικών μελών. Η υλοποίηση της μελέτης θα επιτρέψει την αποκατάσταση ενός από τα πλέον εμβληματικά μνημεία του αρχαιολογικού χώρου των Δελφών, το οποίο κατά τα έτη 1927-1930 συνδέθηκε με το όραμα της Δελφικής Ιδέας 19

20

που αφορά στην ανάδειξη των πρωτοβυζαντινών Δελφών τόσο στο πλαίσιο της υλοποίησης ενός έργου ανάδειξης των μνημείων της περιόδου αυτής όσο και στην κατεύθυνση της υλοποίησης μίας περιοδικής έκθεσης με θέμα τους πρωτοβυζαντινούς Δελφούς. Στόχος της έκθεσης αυτής είναι να φωτιστεί μία κρυμμένη έως σήμερα σελίδα της ιστορίας των Δελφών η οποία αφορά στην πολεοδομική ανάπτυξη και τη γενικότερη οικονομική άνθηση της πόλης από τον 4ο αι. μ.Χ. και για δύο ακόμη αιώνες μετά το κλείσιμο του πολυθρύλητου μαντείου20. Στο πλαίσιο της προστασίας του αρχαιολογικού χώρου των Δελφών και αξιοποίησης του ευρύτερου φυσικού περιβάλλοντος που σχηματίζεται από τις υπώρειες του Παρνασσού και την πανέμορφη κοιλάδα του Πλειστού, εκπονήθηκε σε συνεργασία με τον Δήμο Δελφών η μελέτη ανάδειξης του λεγόμενου αρχαίου μονοπατιού

Η μελέτη της αρχιτέκτονος κας Λιάνας Χλέπα εγκρίθηκε ομόφωνα από το ΚΑΣ μετά από την επεξεργασία της αρμόδιας Δ/νσης Αναστήλωσης Αρχαίων Μνημείων του ΥΠΠΟ. Επίσης τη μελέτη συντήρησης εκπόνησε ο συντηρητής της Εφορείας, κος Θ. Μαυρίδης. Déroche – Pétridis – Badie 2014.

21


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

Κωρύκειο Άντρο – Δελφοί – Χρισσό, το οποίο αποτελεί μέρος του Ευρωπαϊκού μονοπατιού Ε4. Πρόκειται για ένα δίκτυο ημιονικών διαδρομών που συνέδεαν τους Δελφούς με την Κίρρα και χρησιμοποιήθηκαν από την αρχαιότητα έως και τους νεότερους χρόνους με συνεχείς επισκευές και παρεμβάσεις, εντός της ζώνης Α΄ απόλυτης προστασίας του αρχαιολογικού χώρου των Δελφών. Επίσης, εντάχθηκε σε ευρωπαϊκό πρόγραμμα χρηματοδότησης η συντήρηση των τοιχογραφιών του Ι. Ναού Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στην Άμφισσα (εικ. 13). Ο τοιχογραφικός διάκοσμος του ναού, έργο του Σπύρου Παπαλουκά ανάμεσα στα έτη 1927 έως 1932, απηχεί τις μετα-ιμπρεσσιονιστικές τάσεις της σύγχρονης τέχνης οι οποίες όμως εμπλουτίζονται με την ελληνικότητα του φωτός και την πλαστικότητα των μορφών που ο καλλιτέχνης εισάγει στο πρωτοποριακό για την εποχή του έργο21. Στο ίδιο έργο εντάχθηκε η ανάδειξη του βαπτιστηρίου των πρωτοβυζαντινών χρόνων που έχει ανασκαφεί βορείως του ναού από το οποίο διατηρείται κυκλική αίθου-

13

σα με αντωπές δεξαμενές και ψηφιδωτό δάπεδο. Το ψηφιδωτό το οποίο απλώνεται γύρω από τις δεξαμενές, έχει ως κύριο θέμα μεγάλα συμπλεκόμενα δεκαεξάγωνα στο κέντρο των οποίων υπάρχουν ορθά τετράγωνα22. Η Εφορεία Αρχαιοτήτων Φωκίδος προχώρησε, σε συνεργασία με τον λέκτορα στη Σχολή Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου Μ. Κατσαρό, στην ανάδειξη του αρχαίου Φύσκου (σημερινό Μαλανδρίνο) και συγκεκριμένα στην αποτύπωση του οχυρωματικού περιβόλου των αρχαίων Φυσκέων. Η πόλη των Φυσκέων υπήρξε, από τις αρχές του 4ου αι. π.Χ. έως την αιτωλική κατάκτηση και για δεύτερη φορά μετά τη μάχη της Πύδνας και την ανασύστασή της, η έδρα του Κοινού των Εσπερίων Λοκρών23. Στην περιοχή δεν είχαν πραγματοποιηθεί συστηματικές αρχαιολογικές έρευνες εδώ και δεκαετίες καθώς η εκ νέου ενεργοποίηση της έρευνας προϋπέθετε την πλήρη αποτύπωση της υφιστάμενης κατάστασης. Οι εργασίες πραγματοποιήθηκαν σε δύο περιόδους, κατά το 2013 και το 2014, και περιελάμβαναν τη συστηματική τεκμηρίωση με σύγχρονα μέσα (ορθοφωτογράφηση, εναέρια χαρτογράφηση, τοπογράφηση επί του εδάφους με παραδοσιακές μεθόδους) και καταγραφή του συνόλου των ορατών αρχαιοτήτων, ακόμα και την καταγραφή της επιφανειακής κεραμικής και των λοιπών κινητών ευρημάτων. Διατυπώθηκαν σημαντικές παρατηρήσεις σχετικά με την ενδεχόμενη ύπαρξη πύλης, για τις κατασκευαστικές φάσεις του τείχους και τις επισκευές που αυτό γνώρισε κατά τους αυτοκρατορικούς ενδεχομένως χρόνους, ενώ ξεκίνησε η συστηματικότερη μελέτη του μεγαλύτερου πύργου της ΒΔ πλευράς, ο οποίος έχει υποστεί μεγάλη καταπόνηση λόγω της αυτοφυούς βλάστησης. Για την αναστροφή αυτής της κατάστασης και γενικώς για την ελάφρυνση του τείχους από το βάρος των πεύκων τα οποία αναφύονταν επί του τείχους, κατά τον Δεκέμβριο του 2013 η Εφορεία ανέλαβε την κοπή και απομάκρυνσή τους24 (εικ. 14).

14

13. Η Μητρόπολη της Άμφισσας, ο τοιχογραφικός διάκοσμος της οποίας είναι έργο του Σπύρου Παπαλουκά. 21 22 23 24

22

14. Αρχαίος Φύσκος: τμήμα του οχυρωματικού περιβόλου.

Λαμπράκη-Πλάκα 2005. Θέμελης 1979. Lerat 2008, 197-217. Από πλευράς Εφορείας τις εργασίες διεύθυνε ο αρχαιολόγος, Δρ Νίκος Πετρόχειλος.


Αθανασία Ψάλτη: Α Ν Α Σ Χ Ε Δ Ι Α Ζ Ο Ν Τ Α Σ Τ Ο Ν Π Ο Λ Ι Τ Ι Σ Τ Ι Κ Ο Χ Α Ρ Τ Η Τ Η Σ Φ Ω Κ Ι Δ Α Σ : Η Π Ε Ρ Ι Ο Δ Ο Σ 2 0 1 3 - 2 0 1 5

Επίμετρο

Συμπεράσματα

Τις ημέρες που γράφονταν το κείμενο αυτό, καταστράφηκαν λόγω πυρκαγιάς οι πτέρυγες των κελιών της Ιεράς Μονής Κοιμήσεως Θεοτόκου Βαρνάκοβας στο Ευπάλιο, ενός από τα παλαιότερα μοναστήρια της Στερεάς Ελλάδας (εικ. 15)25. Η Μονή ιδρύθηκε κατά τη μεσοβυζαντινή περίοδο, το έτος 1077, από τον Όσιο Αρσένιο τον Βαρνακοβίτη επί αυτοκράτορος Μιχαήλ Ζ΄ Δούκα του Παραπινάκη. Από τον τοιχογραφικό διάκοσμο ο οποίος ανάγεται στην περίοδο του αυτοκράτορα Αλέξιου Α’ Κομνηνού (10811118), σώζεται μόνο μέρος αγιογραφίας με την παράσταση της Παναγίας Οδηγήτριας στον εξωνάρθηκα, εφόσον ο ναός ανατινάχθηκε κατά τη διάρκεια της ελληνικής Επανάστασης το 1826. Το 1831 ο ναός ξανακτίζεται όπως φανερώνεται στην κτητορική επιγραφή που βρίσκεται πάνω από το παράθυρο του ιερού στην εξωτερική πλευρά του ναού. Το δάπεδο του κυρίως ναού αποτελείται εν μέρει από μαρμαροθετήματα του 11ου αιώνα, τα οποία είναι και το μοναδικό στοιχείο διακόσμησης που διασώζεται από τον παλαιό ναό. Οι φορητές εικόνες και το ξυλόγλυπτο τέμπλο χρονολογούνται κατά την περίοδο 18311838 που ανοικοδομήθηκε ο ναός. Η καταστροφή της Μονής δρομολόγησε από πλευράς Υπουργείου Πολιτισμού και Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας τις εργασίες αποκατάστασης όχι μόνο του μοναστηριακού συγκροτήματος αλλά και του καθολικού το οποίο διατηρείται σε πολύ κακή κατάσταση.

Η Φωκίδα αποτελεί μια πολιτιστική εμπειρία, η οποία συνδυάζει τη γνώση της αρχαίας, βυζαντινής και νεότερης ελληνικής ιστορίας με έντονη την ευρωπαϊκή διά­σταση. Κατά συνέπεια η προσπάθεια ανάδειξης των μνημείων της αποτελεί σημαντικό βήμα στην ανάπτυξη του τόπου εφόσον τα έργα αυτά συμβάλλουν τόσο στην ιστορική γνώση και την αρχαιολογική έρευνα όσο και στην αύξηση των επισκεπτών, επομένως και στην ανάπτυξη της τοπικής οικονομίας· επί πλέον στην προστασία του φυσικού περιβάλλοντος μέσω του συνδυασμού περιβαλλοντικών δράσεων προστασίας από κλιματικές αλλαγές, όπως βραχοπτώσεις, πλημμύρες αλλά και πυρκαγιές. Τα οφέλη μάλιστα είναι πολλαπλά και αφορούν στη διεύρυνση των επιστημονικών πεδίων, στην ανάπτυξη των ερευνητικών προγραμμάτων σε έργα συντήρησης και αναστήλωσης και την ενίσχυση της διακρατικής πολιτιστικής συνεργασίας στο πλαίσιο της λειτουργίας της Ευρώπης χωρίς σύνορα και της ελεύθερης διακίνησης ιδεών. Επίσης, καθίσταται σαφές περισσότερο παρά ποτέ ότι ο πολιτισμός μέσω των θέσεων εργασίας που δημιουργεί και των ποικίλων εκπαιδευτικών δράσεων που παράγει συμβάλλει ενεργά στην άρση των κοινωνικών ανισοτήτων, στην κοινωνική ένταξη και την ενσωμάτωση ατόμων και ομάδων.

15

15. Η μονή της Βαρνάκοβας πριν την πυρκαγιά του 2017.

25

Ορλάνδος 1922, 88-110· Καλονάρος 1957· Καρδαμίτση-Αδάμη 1984, 78.

23


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

Βιβλιογραφία Γύζη Ε.Π. 2002: «Οι Δελφικές εορτές και η απήχησή τους», στο 70 χρόνια από τις πρώτες δελφικές εορτές: το αρχαίο δράμα στους Δελφούς από τον Άγγελο Σικελιανό έως τις ημέρες μας, Πρακτικά Συμποσίου (16-20 Ιουλίου 1997), Αθήνα, 58-61. Θέμελης Π. 1979: «Ψηφιδωτά της Άμφισσας», Φωκικά Γράμματα 1, 7-15. Καλονάρος Π. Π. 1957: Η Ιερά Μονή της Υπεραγίας Θεοτόκου, η Επιλεγομένη Βαρνάκοβα, Άμφισσα. Καρδαμίτση-Αδάμη Μ. 1984: «Το καθολικό της μονής Βαρνάκοβας και ο αρχιτέκτων Ανδρέας Γάσπαρης Κάλανδρος», Αρχαιολογία 10, 78-84. Λαμπράκη-Πλάκα Μ. 2005: «Οι τοιχογραφίες της Άμφισσας του Σπύρου Παπαλουκά στην Μητρόπολη της Άμφισσας: Μία σημαντική διαθήκη για τους νεώτερους καλλιτέχνες», στο Συνέδριο Σπύρος Παπαλουκάς, Φωκικά Χρονικά ΙΓ’, 65-69. Ορλάνδος Αν. 1922: Η μονή Βαρνάκοβας, Αθήναι. Ψάλτη Aθ. 2015: «Διαμορφώνοντας το μέλλον του Παρελθόντος μας», στο Α. Μαζαράκης-Αινιάν (επιμ.), Πρακτικά επιστημονικής Συνάντησης, 4ο ΑΕΣΘΕ (Βόλος 15.318.3.2012), τ. ΙΙ: Στερεά Ελλάδα, Βόλος, 867-876. Ψάλτη Αθ. – Σπηλιωτοπούλου Ελ. – Ροπακά Στ. (υπό έκδοση): «Η ανάδειξη μνημείων των ρωμαϊκών χρόνων στον αρχαιολογικό χώρο των Δελφών: Το Ηρώο G. Blum και η Ρωμαϊκή Αγορά», στο V. Di Napoli, F. Camia, V. Evangelidis, D. Grigoropoulos, D. Rogers, S. Vlizos (επιμ.), What’s New in Roman Greece? Recent Work on the Greek Mainland and the Islands in the Roman Period. Proceedings of a Conference held at Athens, (8-10 October 2015), [ΜΕΛΕΤΗΜΑΤΑ], Athens (υπό έκδοση 2017).

24

Amandry P. 1987: «Trépieds de Delphes et du Péloponnèse», BCH 111, 102-115. Bommelaer J.-Fr.1971: «Note sur les navarques et les successeurs de Polyclète à Delphes», BCH 95, 43-64. Bommelaer J.-Fr. 1984: «Travaux de l’École française à Delphes», BCH 108, 853-886. Bommelaer J.-Fr. 2011: «Delphica 3. Le monument des «Navarques», BCH 135, 199-235. Bommelaer J. Fr. 2013: “Argive monuments of Classical date at Delphi”, στο D. Mulliez (επιμ.), Sur les pas de Wilhelm Vollgraff: Cent ans d’activités archéologiques à Argos, [Recherches franco-helléniques, 4], Athènes, 247260. Bommelaer J. Fr. 2015: Guide de Delphes. Le site2, Paris. Déroche V. – Pétridis P. – Badie Al. 2014: Le secteur au Sud-Est du péribole, [École française d’Athènes Fouilles de Delphes II, Topographie et Architecture 15], ParisAthènes. Laroche D. 1989: «Nouvelles observations sur l’offrande de Platées», BCH 113, 183-198. Laroche D. 2013: «Νotes sur la restitution du monument de Lysandre (SD 109) à Delphes», Τεχνική έκθεση που κατατέθηκε στην ΕΦΑ Φωκίδος τον Οκτώβριο του 2013. Lerat L. 2008: Οι Εσπέριοι Λοκροί. Ι: τοπογραφία και ερείπια, Άμφισσα. Maass M. (επιμ.) 1996: Delphi. Orakel am Nabel der Welt, Sigmaringen. Palmer Sikelianos E. 1993: Upward Panic - The Autobiography of Eva Palmer-Sikelianos, edited by John P. Anton, Switzerland. Papadaki E. 1998: L’ interprétation de l’ antiquité en Grèce moderne: le cas de Anghélos et Eva Sikélianos 1900-1951, (αδημοσίευτη Διδ. διατριβή), Paris. Psalti A. – Laroche D. (υπό έκδοση): «Notes sur les travaux de l’ Ephorie a Delphes en 2014, réalisés en collaboration avec l’ EFA», BCH. Vatin Cl. 1991: Monuments votifs de Delphes, Rome.


Έλενα Κουντούρη: Τ Ο

ΜΥΚΗΝΑΪΚΟ

ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ

ΣΤΟ

ΧΡΙΣΣΟ

ΦΩΚΙΔΑΣ:

ΠΡΩΤΗ

ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

ΤΟ ΜΥΚΗΝΑΪΚΟ ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΣΤΟ ΧΡΙΣΣΟ ΦΩΚΙΔΑΣ: ΠΡΩΤΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ Δρ Έλενα Κουντούρη Προϊσταμένη Διεύθυνσης Προϊστορικών & Κλασικών Αρχαιοτήτων, ΥΠΠΟΑ

Η σωστική έρευνα, η οποία πραγματοποιήθηκε από την επιμελήτρια αρχαιοτήτων της ΙΧ Αρχαιολογικής Περιφέρειας Θηβών, Υβόνη Νικοπούλου, τον Φεβρουάριο του έτους 1969, στην περιοχή «Συνοικισμός» ή «Προσφυγικά», στις ανατολικές παρυφές του οικισμού του Χρισσού έφερε στο φως τρεις θαλαμωτούς τάφους και πλήθος κτερισμάτων των μυκηναϊκών χρόνων που φυλάσσονται σήμερα στα μουσεία Δελφών και Άμφισσας1. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται μεγάλος αριθμός αγγείων καθώς και αντικείμενα μικροτεχνίας, με τον μεγαλύτερο όγκο των ευρημάτων να τοποθετείται στους ΥΕ ΙΙΙΒ και ΥΕ ΙΙΙΓ χρόνους. Η μελέτη και παρουσίαση των τάφων και των κτερισμάτων τους από το Χρισσό κρίνεται ως ιδιαίτερα σημαντική για την έρευνα της μυκηναϊκής περιόδου στη βόρεια Βοιωτία και τη Φωκίδα, περιοχές για τις οποίες οι δημοσιεύσεις είναι ολιγάριθμες, συχνά με τη μορφή προκαταρκτικών ανασκαφικών σημειωμάτων. Επί πλέον, τόσο τα αγγεία όσο και τα μικροαντικείμενα από τους τάφους, συνιστούν αξιόλογες προσθήκες –ποιοτικά όσο και ποσοτικά– στη μικρή ομάδα των γνωστών έως σήμερα παραδειγμάτων από τις γειτονικές θέσεις της Κίρρας και των Δελφών, αλλά και του προσφάτως ανεσκαμμένου θολωτού τάφου στις παρυφές του λόφου Άμπλιανος κοντά στην Άμφισσα2, διευκρινίζοντας ζητήματα σχετικά με την τοπική παραγωγή τόσο της κεραμικής όσο και της μικροτεχνίας και φωτίζοντας τις εμπορικές και πολιτιστικές επαφές της τοπικής κοινότητας που βρίσκεται στην περιφέρεια του μυκηναϊκού κόσμου.

Το νεκροταφείο Ο χαρακτήρας της έρευνας, η οποία πραγματοποιήθηκε με αφορμή κοινοτικές εργασίες αντικατάστασης υδρευτικών σωλήνων, υπήρξε αποσπασματικός, ενώ οι περιορισμένες πληροφορίες που αντλούνται για τους τάφους και τον συσχετισμό ταφών και ευρημάτων προέρχονται από το συνοπτικό, σχεδόν τηλεγραφικό, ημερολόγιο, τα

1

2

3 4

ολιγάριθμα πρόχειρα τοπογραφικά σκαριφήματα και τις φωτογραφίες της έρευνας. Από τα στοιχεία αυτά συνοπτικά συνάγεται ότι στα δεξιά της επαρχιακής οδού ΙτέαςΔελφών και παραπλεύρως αυτής, κοντά στην ιδιοκτησία Βασιλείου Μαστροκώστα, στην εκκλησία της Παναγίας και το σύγχρονο νεκροταφείο3, εντοπίστηκαν τρεις θαλαμωτοί τάφοι, οι θάλαμοι των οποίων είχαν πληγεί από παλαιότερη διαπλάτυνση του δρόμου. Διέθεταν αδρομερώς ορθογώνιο σχήμα, διαστάσεων 2,20 Χ 1,90μ., και είχαν δεχθεί έξι έως οκτώ ταφές, οι οποίες βρέθηκαν διαταραγμένες, σε βάθος από 0,90 έως 1,20μ. από την επιφάνεια του καταστρώματος. Η τυχαία διάταξη ορισμένων οστών και κρανίων από ΒΑ προς Ν και από Α προς Δ υποδηλώνει ενδεχομένως ανακομιδές, ενώ δύο από τις πρωτογενείς ή δευτερογενείς ταφές είχαν πραγματοποιηθεί εντός λάκκων διανοιγμένων στο δάπεδο των θαλάμων. Για τη θέση εύρεσης των ευρημάτων και την απόδοσή τους σε σύνολα, δεν υπάρχουν αρκετά ανασκαφικά στοιχεία, οπότε η χρονολόγησή τους στηρίζεται σε τυπολογικά παράλληλα. Σημειώνεται ότι ο πρώτος θάλαμος επαναχρησιμοποιήθηκε και κατά τους ιστορικούς χρόνους, συνήθεια γνωστή και από άλλα νεκροταφεία θαλαμωτών τάφων.

Η κεραμική Μεταξύ των ευρημάτων η κεραμική κατέχει πρωτεύουσα θέση, όπως στα περισσότερα μυκηναϊκά νεκροταφεία4 και αποτελεί τη βασική πηγή πληροφοριών. Τα ακέραια

Θερμότατες ευχαριστίες απευθύνονται στην Προϊσταμένη της ΕΦΑ Φωκίδος κυρία Αθανασία Ψάλτη για την άδεια μελέτης και τις διευκολύνσεις που μου παρείχε κατά την επεξεργασία του εν λόγω υλικού. Ευχαριστίες οφείλω στον αρχαιολόγο της ΕΦΑ Φωκίδος Δρα Νικόλαο Πετρόχειλο για τη συνδρομή του στη διάρκεια της μελέτης, καθώς και στον συντηρητή κύριο Γεώργιο Κατσούδα, για τα σχέδια των αντικειμένων. Επί πλέον, ευχαριστίες απευθύνω στον κύριο Χρήστο Χριστόπουλο, αρχιφύλακα του Μουσείου Δελφών, καθώς και στο λοιπό φυλακτικό προσωπικό του Μουσείο Δελφών, όπως και στον κύριο Ηλία Κόρμπο, φύλακα στο Μουσείο Άμφισσας, για τη φιλοξενία και τη βοήθειά τους. Η σχεδίαση πραγματοποιήθηκε με οικονομική ενίσχυση του Ιδρύματος Ψύχα, το οποίο ευχαριστώ και από τη θέση αυτή. Η παρούσα σύνθεση αποτελεί περιληπτική παρουσίαση των αποτελεσμάτων της έρευνας. Πρώτη αναφορά στην ανασκαφική έρευνα στον θολωτό τάφο της Άμφισσας έγινε από τους Α. Ψάλτη και Ν. Πετρόχειλο με τίτλο «Τα νέα ευρήματα από την ανασκαφή στην «ιερή γη» του Απόλλωνα» στο 5ο Αρχαιολογικό Έργο Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας 2012-2014, Βόλος, 26.02-1.3 2015, ενώ συνθετική παρουσίαση των πρώτων αποτελεσμάτων της μελέτης επιχειρήθηκε από την υπογράφουσα στο πλαίσιο του μυκηναϊκού σεμιναρίου στις 24-11-2016 με τίτλο «Ο θολωτός τάφος στη θέση Άμπλιανος Άμφισσας: τα πρώτα στοιχεία της έρευνας». Σκορδά 2008, 378. Πολυχρονάκου-Σγουρίτσα – Ευστρατίου 2010-2011, 23.

25


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

ή πρακτικά ακέραια σκεύη που μελετήθηκαν ανέρχονται σε 54, δηλαδή 18 ψευδόστομους αμφορείς, 9 πρόχους, 6 ληκύθους, 6 αλάβαστρα, 4 κυάθους, 2 κύπελλα με προχοή και από 1 φλασκί, πιθαμφορέα, θήλαστρο, άωτο πιθάριο, ασκό, σταμνίσκο και δίωτο αμφορέα. Το μεγαλύτερο ποσοστό των αγγείων κατατάσσεται στη συνήθη κοινής επεξεργασίας κεραμική, μερικά μόνο είναι κατασκευασμένα με ιδιαίτερη φροντίδα, λίγα, ορισμένες πρόχοι και κυάθια αποτελούν τα χαμηλής ποιότητας και χονδροειδή οικιακά σκεύη, ενώ ελάχιστα φαίνεται να έχουν εισαχθεί. Ο πηλός που χρησιμοποιήθηκε –περισσότερο ή λιγότερο καθαρός– είναι κυρίως ο τοπικός πορτοκαλόχρωμος με όμοια πορτοκαλόχρωμη έως καστανή ανοιχτή, συχνά εξίτηλη, βαφή. Σε 7 παραδείγματα ο πηλός είναι κίτρινος και η βαφή καστανή έως μελανή και σε 15 αγγεία ο πηλός είναι ανοικτός καστανός έως γκριζωπός. Ο πολύ ανοικτός κίτρινος πηλός και η στιλπνότητα της βαφής τριών αγγείων υποδεικνύει ενδεχομένως ότι πρόκειται για εισαγωγές, ενδεχομένως αργολικές.

1

Ψευδόστομοι αμφορείς Οι ψευδόστομοι αμφορείς κατατάσσονται στο σφαιρικό (FS 171, 173, 174) και σφαιρικό πιεσμένο σχήμα (FS 174), στο απιόσχημο (FS 166 και 167), στο ωοειδές (FS 175) και το πιεσμένο σφαιρικό/αμφικωνικό (FS 178, 179, 180). Όλα τα αγγεία ανεξαρτήτως σχήματος είναι μικρού μεγέθους με το μεγαλύτερο να μην ξεπερνά τα 16,5εκ. Χρονολογούνται από τους ΥΕ ΙΙΙΑ2 χρόνους έως την Υπομυκηναϊκή, ανήκουν κυρίως όμως στην ΥΕ ΙΙΙΒ, ΥΕ ΙΙΙΓ πρώιμη και μέση. Μεταξύ των θεμάτων που χρησιμοποιήθηκαν για τη διακόσμηση των ΥΕ ΙΙΙΑ2 παραδειγμάτων ξεχωρίζουν οι πολλαπλοί μίσχοι, ενώ στα ΥΕ ΙΙΙΒ παραδείγματα απαντούν το μυκηναϊκό άνθος και οι ενάλληλοι αγκώνες σε παραλλαγές. Σε αυτούς τους χρόνους τοποθετείται ο ψευδόστομος αμφορέας ΜΔ 8075 (εικ. 1). Ανήκει στη σχετικά σπάνια αμφικωνική παραλλαγή FS 179 και εμφανίζει διακόσμηση με φυλλοφόρο ταινία, θέμα που συνδυάζεται συνήθως με σφαιρικούς ψευδόστομους κατά τους ΥΕ ΙΙΙΑ2 και ΙΙΙΒ χρόνους5, είναι όμως δημοφιλές στην περιοχή των Δελφών6. Άξιος μνείας είναι ο ψευδόστομος αμφορέας ΜΔ 8093 (εικ. 2) με απιόσχημο σώμα και διακόσμηση από ομόκεντρα τόξα στον ώμο που τοποθετείται στους ΥΕ ΙΙΙΒ χρόνους. Τόσο η θηλειά που ενώνει λαβές και προχοή7, όσο και τα διακοσμητικά θέματα του ώμου, που βρίσκουν κοντινά παράλληλα σε αγγεία από την Κρήτη8 και την Κάρπαθο9, καθιστούν πιθανή την απόδοσή του σε κρητικό εργαστήριο, ίσως σε

5

6 7 8 9

26

2

1. Σχέδιο ψευδόστομου αμφορέα ΜΔ 8075 με διακόσμηση φυλλοφόρου ταινίας. 2. Ψευδόστομος αμφορέας ΜΔ 8093 με διακόσμηση ομόκεντρων τόξων στον ώμο.

Furumark 1972, εικ. 69. Για τον συνδυασμό του θέματος με το σχήμα FS 171 ενδεικτικώς πρβλ. Blegen 1937, εικ. 481:979 (των ΥΕ ΙΙΙΑ2 χρόνων)· Mountjoy 1986, εικ. 93:3 (σε παράδειγμα FS 171 από τη Φυλακωπή)· Mountjoy 1999, εικ. 253:88 (το παράδειγμα προέρχεται από τη Θήβα και τοποθετείται στους ΥΕ ΙΙΙΑ2 χρόνους)· Κουντούρη 2003, 175 (τέσσερα παραδείγματα από τα Βολιμίδια Μεσσηνίας). Για το σχήμα πρβλ. Mountjoy 1986, εικ. 277· επίσης Mountjoy 1999, 137, εικ. 33:251 (παράδειγμα από το Μπερμπάτι). Για χρήση του θέματος σε ασκό FS 195 των ΥΕ ΙΙΙΑ2 χρόνων από τους Δελφούς πρβλ. Mountjoy 1999, 755, εικ. 292:51. Mountjoy 1999, 975. Kanta 1980, εικ. 113:3, 115:4, 5,6. Mountjoy 1999, 974, εικ. 396:10 (σε αμφοροειδή κρατήρα των ΥΕ ΙΙΙΑ2 χρόνων), επίσης εικ. 397:13 (στην κοιλιά ψευδόστομου αμφορέα των ΥΕ ΙΙΙΑ2 χρόνων).


Έλενα Κουντούρη: Τ Ο

ΜΥΚΗΝΑΪΚΟ

ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ

αυτό του Καλοχωραφίτη10. Στα ΥΕ ΙΙΙΓ παραδείγματα ψευδόστομων αμφορέων απαντούν μεμονωμένα περίστικτα ημικυκλικά τόξα με ολόβαφο πυρήνα, ημικυκλικά τόξα, διάγραμμα ή δικτυωτά τρίγωνα με στιγμές, κατακόρυφες ακτινωτές γραμμές και ελλειψοειδείς κύκλοι. Ενδεικτικά, αναφέρεται εδώ ότι το θέμα του φολιδωτού με στιγμές στον ώμο του ψευδόστομου ΜΔ 8085 (εικ. 3) είναι μάλλον ασυνήθιστο και βρίσκει πολύ κοντινά παράλληλα σε τρία αγγεία από την Περατή των ΥΕ ΙΙΙΓ πρώιμων χρόνων11. Σε πιθανή προέλευση του αγγείου από την Αττική θα οδηγούσε και η χρήση διαφορετικού διακοσμητικού θέματος εκατέρωθεν της προχοής, συνήθεια που επιχωριάζει στην Αττική και την Αργολίδα12, όπως και η διακόσμηση της κοιλιάς με αραιές ομάδες ισοπαχών ταινιών13, χαρακτηριστικά, ωστόσο, που έχουν επισημανθεί και στην περιοχή των Δελφών. Ο ψευδόστομος αμφορέας ΜΔ 8050 (εικ. 4) με ωοειδές σώμα FS 175 μεσαίου μεγέθους, ψηλές λαβές ομοϋψείς του χοανοειδούς στομίου και κωνική απόφυση στον δίσκο, αποτελεί τυπικό δείγμα του πυκνού ρυθμού και βρίσκει κοντινότατα παράλληλα σε δύο ψευδόστομους αμφορείς από την περιοχή της Καμίρου στη Ρόδο, για τους οποίους είχε διατυπωθεί η άποψη ότι προέρχονται από την Περατή14. Αντίθετα, η P. Mountjoy επισημαίνει ότι εμφανίζουν χαρακτηριστικό πηλό του ανατολικού Αιγαίου θεωρώντας τα ντόπια15, ενώ ο Α. Βλαχόπουλος διαπιστώνει στα αγγεία εμφανή τεχνοτροπία του αργολικού πυκνού ρυθμού16. Η τελευταία άποψη μάς βρίσκει σύμφωνους, καθώς η ομοιότητα των επιμέρους διακοσμητικών θεμάτων, όπως ενδεικτικά των δικτυωτών τριγώνων και του επτάφυλλου ρόδακα με ολόβαφα πέταλα και μονό περίγραμμα, με ανάλογα παραδείγματα από την Ασίνη17, υποδεικνύει την σύνδεση όλων των παραπάνω παραδειγμάτων με αργολικό εργαστήριο18. Επί πλέον, η πανομοιότυπη διακόσμηση του ψευδόστομου αμφορέα από το Χρισσό με το αγγείο ΜΔ 33761 από τον θολωτό τάφο της Άμφισσας, αλλά και την Ελάτεια, ιδιαιτέρως ως προς τη διακόσμηση του δίσκου, επιβεβαιώνει τις επαφές των παραπάνω περιοχών19.

ΣΤΟ

ΧΡΙΣΣΟ

ΦΩΚΙΔΑΣ:

ΠΡΩΤΗ

ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

3

4

3. Σ χέδιο ψευδόστομου αμφορέα ΜΔ 8085 με διακόσμηση ένστιγμου φολιδωτού στον ώμο. 4. Σ χέδιο ψευδόστομου αμφορέα ΜΔ 8050 του πυκνού ρυθμού.

10 11

12 13 14 15 16 17 18

19

Kanta 1980, 290. Ιακωβίδης 1969-1970, πίν. 28γ, 29α, 129 για παραδείγματα αλάβαστρου, δακτυλιόσχημου και κέρνου και Mountjoy 1999, 569 (εικ. 209:330), 575 (εικ. 212:356 και 357). Πρβλ. Mountjoy 1999, 573, εικ. 211:348. Mountjoy 1999, 573, εικ. 211:348, 353 και 354. Βλ. σχετικά Mee 1982, 32· επίσης Benzi 1992, 92. Mountjoy 1999, 989. Mountjoy 1999, 1070, εικ. 439:270, 271. Βλ. και Βλαχόπουλος 2012, 287. Mountjoy 1986, εικ. 251:2. Για τυπολογικά παράλληλα του ρόδακα σε ψευδόστομο αμφορέα από τα Απλώματα Νάξου βλ. Βλαχόπουλος 2012, 223 και εικ. 55:943. Βλ. ωστόσο και Mountjoy 1999, 782 εικ. 308:250 για τοπική μίμηση του αργολικού πυκνού ρυθμού από τους Δελφούς.

27


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

Πρόχοι & Ληκύθια Οι πρόχοι αποτελούν την δεύτερη πολυπληθέστερη κατηγορία του νεκροταφείου και ανήκουν στον κοινότατο τύπο FS 115 με σώμα πιεσμένο σφαιρικό ή αμφικωνικό, ευρύ λαιμό και περίκυρτο χείλος που αποτελεί εσωτερικά ομαλή συνέχεια του τοιχώματος του αγγείου. Διακοσμούνται είτε με το κοινότατο σε υδροφόρα αγγεία θέμα του θυσάνου, είτε με ταινιωτή διακόσμηση ή τέλος με ολόβαφα τμήματα του σώματος και εξηρημένες ζώνες. Το σχήμα αποτελεί σύνηθες κτέρισμα κατά την ΥΕ ΙΙΙΓ στην γεωγραφική περιοχή της Στερεάς, ιδιαιτέρως στη Φωκίδα και τη Φθιώτιδα20. Έξι ληκύθια FS 122 και FS 124 προέρχονται από το νεκροταφείο και τοποθετούνται στους ΥΕ ΙΙΙΓ χρόνους. Εμφανίζουν σώμα σφαιρικό/αμφικωνικό ή ωοειδές, χαμηλή δακτυλιόσχημη βάση και στενό κατακόρυφο στόμιο με κυκλικό χείλος. Ενδεικτικά αναφέρεται η λήκυθος ΜΔ 8113 (εικ. 5) με διακόσμηση ομόκεντρων ημικυκλίων και ομάδων ενάλληλων αγκώνων στον ώμο. Βρίσκει πολύ κοντινά παράλληλα σε ληκύθια από τους Δελφούς21, ενώ οι κυμματοειδείς γραμμές μεταξύ των θεμάτων θυμίζουν ανάλογο θέμα σε ψευδόστομο αμφορέα

επίσης από τους Δελφούς, καθώς και από την Αχαΐα22. Η διακόσμηση της κοιλιάς με επανάληψη του θέματος του ώμου και το ολόβαφο κάτω μέρος του σώματος βρίσκει παράλληλα στους Δελφούς και τοποθετείται στους ύστερους ΥΕ ΙΙΙΓ χρόνους23. Η λήκυθος ΜΔ 8101 (εικ. 6) με το τυπικό θέμα του θυσάνου εξαρτημένου από την ταινία του λαιμού, βρίσκει στενότατο παράλληλο σε ληκύθιο από το Portico Tomb των Δελφών24 και ανήκει στην ΥΕ ΙΙΙΓ ύστερη.

6

5 6. Σχέδιο ληκύθου ΜΔ 8101 με το τυπικό θέμα του θυσάνου εξαρτημένου από την ταινία του λαιμού.

Αλάβαστρα

5. Λ ήκυθος ΜΔ 8113 με διακόσμηση ομόκεντρων ημικυκλίων και ομάδων ενάλληλων αγκώνων στον ώμο.

20 21

22

23

24

25 26

28

Τρία σκεύη κατατάσσονται στο σχήμα του κυλινδρικού αλαβάστρου FS 9425 και έχουν χείλος που κλίνει προς τα κάτω26, βραχύ ή πλατύτερο, λαιμό αμφικοίλου περιγράμματος ή χωνοειδή, τοιχώματα κατώτερου τμήματος της κοιλιάς κατακόρυφα, ελαφρώς κοίλα, με ελαφρότατη μείωση ή διεύρυνση προς τα κάτω, βάση κυρτή ή επίπεδη και τρεις οριζόντιες, αγκύλες λαβές, τοποθετημένες στην ακμή ώμου-κοιλιάς ή ελαφρώς υψηλότερα. Τοποθετούνται στους ΥΕ ΙΙΙΑ2 και ΙΙΙΒ/πρώιμους ΙΙΙΓ χρόνους. Η χρήση της παραλλαγής των πολλαπλών μίσχων που αποτελείται από ελαφρώς κυματοειδείς γραμμές που ενώνονται στο άνω άκρο τους στο αλάβαστρο ΜΔ 8087 (εικ. 7) βρίσκει τα πλησιέστερα παράλληλα σε θήλαστρο, πρόχους, υδρίες και κύλικες από τη γειτονική Κρίσσα των

Mountjoy 1999, 815. Για το σχήμα και τη διακόσμηση της λαβής και του κάτω μέρους του σώματος πρβλ. Mountjoy 1999, 786, εικ. 310:274 (από το Temenos Tomb των Δελφών με κροσσωτά ομόκεντρα ημικύκλια). Για τον αμφορέα από τους Δελφούς βλ. Mountjoy 1999, εικ. 312:290. Από την Αχαΐα βλ. Mountjoy 1999, 433, εικ. 153:110. Για τη διακόσμηση πρβλ. Mountjoy 1999, 396, εικ. 139:93, 94 (σε παραδείγματα FS 123 και 122 αντίστοιχα από την Καυκανιά Ηλείας)· βλ. και ΑΔ 29Α (1973-1974): Χρονικά, πίν. 34γ, ε. Επίσης, Souyoudzoglou-Haywood 1999, πίν. 17: Α1030 (ανάλογη διακόσμηση σε παράδειγμα ψευδόστομου αμφορέα από τη Λακκίθρα. (Το παράλληλο έχει ολόβαφο το κάτω μέρος του σώματος και ανήκει στους ΥΕ ΙΙΙΓ χρόνους). Αντίθετα το ολόβαφο κάτω μέρος του σώματος δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλές στην Αχαΐα όπου προτιμούν τις ισοπαχείς ταινίες κατά μήκος του σώματος, βλ. σχετικά Mountjoy 1999, 432. Για το σχήμα και τη διακόσμηση πρβλ. Mountjoy 1999, 786, εικ. 310:278 (στο παράλληλο ο θύσανος έχει συνδυαστεί με θέμα κισσού των ΥΕ ΙΙΙΑ χρόνων)· Ιακωβίδης 1969-1970, πίν. 26:604. Furumark 1972, εικ. 12· Mountjoy 1986, 73, εικ. 84:1· επίσης Mountjoy 1999, 117, εικ. 24:156. Για τη μορφή του χείλους πρβλ. Mountjoy 1999, εικ. 143:28 (από την Αχαΐα των ΥΕ ΙΙΙΑ2 χρόνων).


Έλενα Κουντούρη: Τ Ο

ΜΥΚΗΝΑΪΚΟ

ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ

ΣΤΟ

7. Σ χέδιο αλάβαστρου ΜΔ 8087 με διακόσμηση παραλλαγής πολλαπλών μίσχων.

ΥΕ ΙΙΙΑ χρόνων27. Πρόκειται για διακοσμητικό θέμα που συνιστά τοπική ιδιορρυθμία, με ενδεχόμενη θεσσαλική προέλευση28 που φτάνει έως τα νησιά του Ιονίου29. Το πλατύ, καμπτόμενο προς τα κάτω χείλος, που βρίσκει τα πλησιέστερα παράλληλα ενδεικτικά σε παραδείγματα από την Αττική και την Αργολίδα, αλλά και η πλατιά διακοσμητική ζώνη τοποθετούν το αγγείο στους ΥΕ ΙΙΙΑ2 χρόνους30. Τρία σκεύη που ανήκουν στον τύπο FS 85 και 86 με πιεσμένο σφαιρικό/βραχυστρόγγυλο σώμα, με τη μέγιστη διάμετρο χαμηλότερα από το μέσον του σώματος. Χρονολογούνται στους ΥΕ ΙΙΙΒ και ΥΕ ΙΙΙΓ πρώιμους χρόνους. Ενδεικτικά αναφέρεται το αλάβαστρο ΜΔ 8078 (εικ. 8) με κροσσωτά ομόκεντρα ημικύκλια στον ώμο του. Το θέμα είναι κοινό σε ληκύθια των ΥΕ ΙΙΙΓ ύστερων χρόνων από τον Μεδεώνα και τους Δελφούς, συνιστώντας τοπική ιδιορρυθμία31. Το σχήμα βρίσκει κοντινά παράλληλα σε παραδείγματα των πρώιμων ΥΕ ΙΙΙΓ χρόνων από την Αχαΐα και την Ηλεία, ιδιαιτέρως ως προς την παρουσία των τριών λαβών αντί του τυπικού ζεύγους της περιόδου, ενώ και η διαγράμμιση του σώματος με ισοπαχείς γραμμές θυμίζει έντονα αχαΐκά παραδείγματα32. Τοποθετείται στους ΥΕ ΙΙΙΓ πρώιμους χρόνους.

Λοιπά σχήματα Από την υπόλοιπη κεραμεική αναφέρεται ενδεικτικά το δίωτο φλασκί ΜΔ 8063 (εικ. 9) με σώμα φακοειδές αμ-

28 29 30 31

32

33 34 35 36 37

ΦΩΚΙΔΑΣ:

ΠΡΩΤΗ

ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

8

7

27

ΧΡΙΣΣΟ

8. Σχέδιο αλάβαστρου ΜΔ 8078 με κροσσωτά ομόκεντρα ημικύκλια στον ώμο.

φίκυρτο FS 189, δακτυλιόσχημη βάση, λεπτό και υψηλό σωληνωτό λαιμό, δύο κάθετες λαβές που φύονται ψηλά στον ώμο και καταλήγουν στον λαιμό κάτω από το χείλος και τυποποιημένη διακόσμηση ομόκεντρων κύκλων στην κοιλιά33. Βρίσκει παράλληλα ενδεικτικά στη Μεσσηνία34, στην Αχαΐα35, στην Αργολίδα (Πρόσυμνα36, Άργος37), στην

9

9. Σχέδιο δίωτου φλασκιού ΜΔ 8063 με διακόσμηση ομόκεντρων κύκλων στην κοιλιά.

Mountjoy 1990, εικ. 11 (από την Κρίσα)· Mountjoy 1999, 753, εικ. 290: 30, 31, 32, 35, 36, για το σχήμα του σώματος 409, εικ. 143:28 (από τα Βραχνέικα), για τη διακόσμηση Mountjoy 1990, 255, εικ. 11. Mountjoy 1990, 254. Souyoudzoglou-Haywood 1999, πίν. 37:Ζ42 (σε παράδειγμα αμφοριδίου από το Κερί Ζακύνθου των ΥΕ ΙΙΙΑ2 χρόνων). Για το σχήμα ενδεικτικά βλ. Mountjoy 1986, 73: εικ. 84.1, 2 (για το χείλος)· Mounjoy 1999, 754, εικ. 291:41. Για τη διακόσμηση πρβλ. Mountjoy 1999, 786, εικ. 310: 273, 274· επίσης, Souyoudzoglou-Haywood 1999, πίν. 8:1139 για ανάλογο θέμα σε λήκυθο από τη Λακκίθρα των ΥΕ ΙΙΙΓ πρώιμων χρόνων. Βλ. ενδεικτικά Mountjoy 1999, 417, εικ. 146: 61 (της πρώιμης ΥΕ ΙΙΙΓ από την Αχαΐα), 389, εικ. 135:68 (από την Ηλεία της πρώιμης ΥΕ ΙΙΙΓ περιόδου. Για την ταινιωτή διακόσμηση του σώματος βλ. ό.π., 450, εικ. 162: 18, 19 (από τη Λακκίθρα της Κεφαλλονιάς) και 426, εικ. 149: 91, 92 (από τη Χαλανδρίτσα και το νεκροταφείο στο Klauss των ΥΕ ΙΙΙΓ μέσων και ύστερων χρόνων αντίστοιχα). Mountjoy 1986, 81, εικ. 95. Κουντούρη 2003 για το σχήμα στη Μεσσηνία. Papadopoulos 1979, εικ. 161c, 254d. Blegen 1937, εικ. 110:226, 192:458, 352:541, 357:1101, 372:859, 491:93. Deshayes 1966, πίν. LXXXII:9 (DV 134).

29


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

Αττική (Αγορά38, Τράχωνες39, Αλυκή Βούλας40, Βάρκιζα/ Βάρη41, Βουρβάτσι42, Σαλαμίνα43, Ελευσίνα44), στον θολωτό τάφο στο Σερεμέτι Μεσολογγίου45, στην Εύβοια46, στον Όλυμπο47 και τοποθετείται στους ύστερους ΥΕ ΙΙΙΑ2 χρόνους. Το αγγείο είναι μάλλον εισηγμένο, καθώς πρόκειται για σχήμα που απαντά πολύ σπάνια στην Φωκίδα. Ένα παράδειγμα (ΜΔ 8080), τέλος, πιθαμφορίσκου FS 48 με αμφικωνικό σώμα διακοσμείται με βοτρυοειδές τριγωνικό θέμα, ιδιαίτερα δημοφιλές στην Φωκίδα με παράλληλα στη διακόσμηση πιθαμφορέων και σκύφων τύπου Β των ΥΕ ΙΙΙΒ2/πρώιμων ΙΙΙΓ χρόνων από τον οικισμό και το νεκροταφείο της Κρίσας, τη θέση Γλας, τον θολωτό τάφο στον Άμπλιανο και τους Δελφούς48 (εικ. 10).

10

10. Π ιθαμφορίσκος ΜΔ 8080 με διακόσμηση βοτρυοειδούς τριγωνικού θέματος.

38 39 40 41 42 43 44 45 46 47 48 49 50 51 52 53 54

55 56 57 58 59

30

Τα κοσμήματα & οι σφραγίδες Από τους τάφους στο Χρισσό προέρχονται δύο δαχτυλίδια κατασκευασμένα από λεπτό χρυσό σύρμα που σχηματίζει κρίκους τριπλής ή τετραπλής περιέλιξης με τους επάλληλους κύκλους κολλημένους μεταξύ τους. Κοντινά τυπολογικά παράλληλα προέρχονται από τα νεκροταφεία της Περατής49 και της Ελάτειας50. Επί πλέον, βρέθηκαν δεκαπέντε χάλκινα δαχτυλίδια ακέραια ή ελλιπή, κατασκευασμένα από λεπτότερο ή παχύτερο έλασμα χαλκού, διαμέτρου κατά μέσο όρο 2 εκ., που βρίσκουν τυπολογικά παράλληλα στην Ελάτεια51, στην Περατή52, στην Κρήνη Πατρών53, στα Μουλιανά54, στο Καμίνι της Νάξου55, αλλά και στον θολωτό τάφο στον Άμπλιανο Φωκίδας. Βρέθηκαν ακόμη τμήματα τριών χάλκινων σφηκωτήρων κατασκευασμένων από λεπτό σύρμα που σπειρώνει δύο ή τέσσερις φορές. Ενδεικτικά, βρίσκουν τυπολογικά παράλληλα στην Ελάτεια56, στον Άγιο Ηλία Μεσολογγίου57, στην Αχαΐα58, στο Καμίνι και τα Απλώματα της Νάξου. Πάνω από 30 είναι οι χάνδρες που βρέθηκαν στους τάφους στο Χρισσό και ανήκουν πιθανότατα σε περιδέραια, διαδήματα, ίσως και ψέλια59. Τα υλικά που έχουν χρησιμοποιηθεί είναι ο χρυσός, ο σάρδιος, η υαλόμαζα, η φαγεντιανή και ο στεατίτης, με τις περισσότερες να είναι από τον τελευταίο. Τα σχήματα των χανδρών είναι: τύπος στρογγυλός 1 και 2 Μυκηνών και τύπος 1 Περατής, αρτόσχημος, αμφικωνικός, κόκκου σιταριού, φακόσχημος τύπος 18 και 21 Μυκηνών και τύπος 12 Περατής, δακτυλιόσχημος, φύλλων κισσού, ρόδακα και τύπος πλακιδίου Α στενόμακρου με πλαίσιο στις δύο στενές πλευρές. Οι τελευταίες έχουν σχήμα ελλειψοειδές ή ορθογώνιο και φέρουν τρήμα κατά μήκος κάθε πλαισίου. Στη μία όψη διακοσμούνται με ρόδακα, κισσόφυλλο, αργοναύτη ή οκτώσχημη ασπίδα. Τέσσερις μεσαίων διαστάσεων ψήφους ηλέκτρου (εικ. 11) απέδωσαν οι τάφοι στο Χρισσό, ενώ πολλά πε-

Immerwahr 1971, 174:ΙΙΙ-14, πίν. 35. Benzi 1975, 179:60 (αρχές των ΥΕ ΙΙΙΑ2 χρόνων). Πολυχρονάκου-Σγουρίτσα 1988, 175:8, εικ. 248, 239:15, εικ. 354. Πολυχρονάκου-Σγουρίτσα 1988, 12:10, πίν. 4:10. Benzi 1975, 315:472, πίν. XXVIII. Αναστασίου-Αλεξοπούλου 1989, 221:103, πίν. 73, 74. Μυλωνάς 1975, πίν. 408:Θπ5-627. ΠΑΕ 1963, πίν. 172γ· ΠΑΕ 1964, πίν. 330Α. Χωρέμης 1972, 45-68, πίν. XI:1744. Δημακοπούλου (επιμ.) 1988, 139:82. Mountjoy 1999, 770 εικ. 301:141-143. Ιακωβίδης 1969-1970, τ. Β, 292. Δημάκη 1999. Φ. Δακορώνια, Φωκικά Χρονικά 5 (1993), 67. Ιακωβίδης 1969-1970, τ. Β, 292. Papadopoulos 1979, εικ. 280α, 324 a, d. Αντίθετα, απλοί κρίκοι δακτυλιδιών είναι κοσμήματα που δεν βρίσκονται συχνά στους τάφους της Ηλείας, βλ. σχετικά Βικάτου 2001, 121. Βλαχόπουλος 2006, 298. Φ. Δακορώνια, ΑΔ 41 (1986): Χρονικά, 67. Ευ. Μαστροκώστας, ΠΑΕ 1963, 207 πίν. 173α. Papadopoulos 1979, 140. Για χάντρες υαλόμαζας που βρέθηκαν γύρω από τον βραχίονα του νεκρού σε θαλαμωτό τάφο στη θέση «Λιθάρι» στην Ηλεία βλ. ενδεικτικά Βικάτου 2001, 120.


Έλενα Κουντούρη: Τ Ο

ΜΥΚΗΝΑΪΚΟ

ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ

11

11. Ψ ήφος ηλέκτρου.

ρισσότερα παραδείγματα προέρχονται από τον θολωτό τάφο στον Άμπλιανο. Η χωρική διάσταση του ηλέκτρου κατά την ΥΕ Ι-ΙΙ περιορίζεται αποκλειστικά στην ηπειρωτική Ελλάδα, ενώ απουσιάζει από την Κρήτη60. Οι συγκεντρώσεις του υλικού κατά τους χρόνους αυτούς εντοπίζονται στη ΒΑ και ΝΔ Πελοπόννησο, όπου και τα σημαντικότερα διοικητικά, οικονομικά και εμπορικά κέντρα της εποχής, ενώ είναι βέβαιο πως το κεχριμπάρι κατά τους πρώιμους μυκηναϊκούς χρόνους προσλαμβάνει ιδιαίτερη συμβολική αξία61. Κατά τους ΥΕ ΙΙΙΑ και ΙΙΙΒ χρόνους το ήλεκτρο σπανίζει για να επανεμφανιστεί στη διάρκεια της ΥΕ ΙΙΙΓ σε μικρές συγκριτικά με την ΥΕ Ι/ΙΙ περίοδο ποσότητες, αλλά σε ευρύτερο γεωγραφικά χώρο που περιλαμβάνει κυρίως τη δυτική Ελλάδα (Ηλεία, Αχαΐα, Κεφαλλονιά, Αιτωλοακαρνανία και Ήπειρο), αλλά και μέσω του διαδρόμου του Ισθμού, την Φθιώτιδα62. Οι 19 σφραγίδες που προέρχονται από το νεκροταφείο έχουν ήδη παρουσιαστεί στο σύνταγμα των σφραγιδολίθων63 και έχουν συζητηθεί από τους Younger64 και Dickers65. Οι περισσότερες ανήκουν τεχνοτροπικά στο popular mainland style, τα παραδείγματα του οποίου απεικονίζουν κυρίως απλοποιημένα ζώα, συχνά δίπλα σε κλαδιά ή δέντρα, αντίνωτα βουκράνια, καθώς και ποικίλα γραμμικά θέματα και χρονολογούνται στις τελευταί-

60 61 62 63 64 65 66 67 68 69 70 71

ΣΤΟ

ΧΡΙΣΣΟ

ΦΩΚΙΔΑΣ:

ΠΡΩΤΗ

ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

ες φάσεις της μυκηναϊκής σφραγιδογλυφίας (ΥΕ ΙΙΙΑ2-Γ περίοδο)66. Την εποχή αυτή δεν χρησιμοποιούνται πλέον οι σκληρές ημιπολύτιμες πέτρες όπως ο αχάτης και ο κορναλίνης και η σφραγιδογλυφία βρίσκεται στη μέγιστη ποιοτική και ποσοτική καμπή. Για τις σφραγίδες αυτής της κατηγορίας χρησιμοποιείται μαλακός στεατίτης, ο οποίος πλάθεται και χαράσσεται πολύ εύκολα. Επικρατέστερο θέμα μεταξύ των σφραγίδων από το Χρισσό είναι αυτό του σχηματοποιημένου τετράποδου που εικονίζεται συνήθως προς τα αριστερά και με στραμμένο το κεφάλι προς τα πίσω. Το ιδιαίτερα διαδεδομένο θέμα που παραγόταν μαζικά από πολλά εργαστήρια σφραγίδων της ηπειρωτικής Ελλάδας, εμφανίζεται σε οκτώ σφραγίδες. Το κεφάλι δεν διακρίνεται ευκρινώς, πέραν του ρύγχους και του οφθαλμού με το παρακείμενο αυτί. Συνήθως δεν είναι διαγνώσιμο αν πρόκειται για κερασφόρο ζώο, ενώ από τα σκέλη υποδηλώνονται τα μπροστινά, συνήθως χαμηλότερα από τα πίσω, τα οποία εικονίζονται χωρισμένα. Με την απόδοση της κεφαλής του ζώου κατά 180ο και τη σχετική έξαρση του λαιμού και του στήθους, επιτυγχάνεται και η κάλυψη του συνόλου του χώρου της σφραγιστικής επιφάνειας στον μεγαλύτερο αριθμό παρόμοιων περιπτώσεων. Μπροστά από το ζώο υπάρχει σύνολο εγχάρακτων γραμμών κατά μήκος της περιφέρειας, οι οποίες κλίνουν προς τα έξω, δηλαδή ακολουθούν την περιφέρεια στο σημείο εκείνο, υπονοώντας φυλλοφόρο στέλεχος σε μορφή κοινή στην ηπειρωτική χώρα από την ΥΕ ΙΙΙΑ2 και εξής και λιγότερο στην Κρήτη. Στο νεκροταφείο της Ελάτειας βρέθηκε το μεγαλύτερο χρονολογημένο σύνολο τέτοιων σφραγίδων, η πλειονότητα των οποίων προέρχεται από ΥΕ ΙΙΙΓ ταφές, φαίνεται όμως ότι ο τύπος είχε παγιωθεί εικονογραφικά μέσα στην ΥΕ ΙΙΙΒ περίοδο67. Εκτός από την Ελάτεια παρόμοιες σφραγίδες ενδεικτικά έχουν βρεθεί στη Μεσσηνία, στην Αχαΐα68, στην Κεφαλλονιά69 και τη Νάξο70, ωστόσο τα πλησιέστερα παράλληλα προέρχονται από τον θολωτό τάφο στον Άμπλιανο Άμφισσας. Άλλη ομάδα τριών σφραγίδων φέρει παράσταση ζεύγους αντίνωτων κερασφόρων κεφαλών ζώων, βουκρανίων ή κατ’ ενώπιον κριοκεφαλών, εκατέρωθεν φυλλοφόρου στελέχους. Τέλος, ομάδα πέντε σφραγίδων εμφανίζει απλά γραμμικά θέματα. Από αυτές αξίζει να γίνει ιδιαίτερη μνεία σε παράδειγμα που εμφανίζει στη σφραγιστική επιφάνεια εγχάρακτους ανεξάρτητους κύκλους και βρίσκει ενδεικτικά παράλληλα στον Μεδεώνα71, στον

Beck 1966, 201. Νικολέντζος 2011, 311. Eder 2003, 47. CMS V, αρ. 317-335. Younger 1987. Dickers 2001, 193-196. Krzyszkowska 2005, 271. CMS V, Suppl. 2. CMS V 2, αρ. 627-632· CMS V, Suppl. 1B, αρ. 150-163, 165-183. CMS V 1, αρ.150-172. Βλαχόπουλος 2006, 313-314. CMS V 2, αρ. 413, 415

31


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

Άμπλιανο, στην Αθήνα72, στην Αίγινα73 και την Κρήτη74. Επί πλέον, ως σφραγίδες μπορεί να είχαν χρησιμοποιηθεί χάντρες από στεατίτη με συμμετρικούς εγχάρακτους κύκλους που βρέθηκαν στο νεκροταφείο της Ελάτειας75 σε διάφορα μεγέθη και συναποτελούσαν περιδέραια. Αντίστοιχη χάντρα με παράσταση κυκλικών στιγμών βρέθηκε και στο Καμίνι της Νάξου76, συνηγορώντας κατά τον Α. Βλαχόπουλο στην άποψη ότι η χρήση των σφραγίδων κατά την περίοδο αυτή είχε περιοριστεί στη διακοσμητική77. Γενικά, το νεκροταφείο του Χρισσού επιβεβαιώνει ότι οι σφραγίδες από στεατίτη του mainland popular style με εικονογραφία σχηματοποιημένου τετράποδου, βουκρανίων και γραμμικών θεμάτων χρησιμοποιούνται ευρύτατα κατά την ΥΕ ΙΙΙΒ και την ΥΕ ΙΙΙΓ περίοδο στην περιφέρεια του μυκηναϊκού κόσμου. Αν και δεν βοηθάει άμεσα στην απάντηση του ερωτήματος εάν κατά τον 12ο αιώνα εξακολουθούν να λαξεύονται σφραγίδες, ή εάν πρόκειται για οικογενειακά κειμήλια που καταλήγουν ως ταφικά δώρα και φυλακτά των νεκρών, ωστόσο ο μεγάλος αριθμός παρόμοιων ευρημάτων που έχουμε πλέον στη διάθεσή μας από την περιοχή της δυτικής Φωκίδας, με την ποσοτική προσθήκη των παραδειγμάτων από τον θολωτό τάφο στη θέση Άμπλιανος, με κοινά εικονογραφικά θέματα και δύο βασικά στυλ στην τεχνοτροπία τους, δείχνουν ότι πιθανότατα έχουμε κατά τους χρόνους αυτούς και εδώ μαζική παραγωγή, ανάλογη με αυτή της Ελάτειας, καθώς υπάρχει επάρκεια πρώτης ύλης και ενδεχομένως ευνοούν οι αισθητικές απαιτήσεις78.

Συμπεράσματα Στις ανατολικές παρυφές του σύγχρονου χωριού του Χρισσού εκτεινόταν το νεκροταφείο μυκηναϊκού οικισμού, ο οποίος τοποθετείται στο γειτονικό βραχώδες ύψωμα του Αγίου Γεωργίου. Εκεί σώζονται τα λείψανα οχυρωματικού περιβόλου, ο οποίος εκτείνεται μόνο κατά μήκος της εύκολα προσπελάσιμης βόρειας πλευράς του, ενώ οι έρευνες που πραγματοποίησε η Γαλλική Σχολή Αθηνών, κατά τα έτη 1937 και 1938, έφεραν στο φως τμήματα οικιών των ΜΕ και ΥΕ χρόνων, που οδήγησαν τους ανασκαφείς στην ταύτιση της θέσης με την ομηρική Κρίσα79. Η Κρίσα μαρτυρείται στον «Νηών Κατάλογο» της Ιλιάδας, αφού η πόλη συμμετέχει στην τρωική εκστρατεία. Μαζί με τον γειτονικό ορεσίβιο οικισμό των Δελφών80, δεσπόζουν στην κοιλάδα του Πλειστού ποταμού, εκμεταλλευόμενοι αφενός τα γεωργοκτηνοτροφικά πλεονεκτήματα που τους παρείχε η προστατευμένη από

72 73 74 75 76 77 78 79 80 81

32

CMS V 1, αρ.175. CMS Suppl. 1A, αρ. 24-27. CMS V, Suppl.1B, αρ. 252 (από τους Αρμένους). Δημάκη 1999, 205 εικ. 13, 14. Βλαχόπουλος 2006, 315. Βλαχόπουλος 2012, 274. Βλαχόπουλος 2012, 277 Jannoray – Van Effenterre 1937· Jannoray – Van Effenterre 1938. Skorda 1992, 40. Kase 1973, 75.

λόφους πεδιάδα και αφετέρου τον κόλπο της Κίρρας, ο οποίος προσέφερε ασφαλές αγκυροβόλιο και τη δυνατότητα επικοινωνίας με την περιοχή της Πελοποννήσου. Με σειρά άλλων παράκτιων θέσεων στη βόρεια ακτή του Κορινθιακού κόλπου, όπως την Κίρρα, τον Μεδεώνα και την Αντίκυρα (Άγιοι Θεόδωροι), φαίνεται ότι διαδραματίζουν από νωρίς ιδιαίτερο ρόλο στην εξάπλωση και διείσδυση του μυκηναϊκού πολιτισμού βορειότερα από τα γνωστά μυκηναϊκά κέντρα της βορειοανατολικής Πελοποννήσου και της Αττικής, αποτελώντας σταθμούς ενός οργανωμένου δικτύου εμπορικών και πολιτιστικών επαφών. Μάλιστα, η σύνδεση με τη Θεσσαλία έχει υποστηριχθεί από αρκετούς ερευνητές, καθώς αρχαίος δρόμος με πιθανολογούμενη χρήση από τους μυκηναϊκούς χρόνους είχε ως αφετηρία το λιμάνι της Κίρρας και διατρέχοντας μέσω Κρίσας την πεδιάδα της Άμφισσας και τα περάσματα της Γραβιάς κατέληγε στον Μαλιακό κόλπο, παρακάμπτοντας την ορεινή ζώνη της Όθρυος81. Τα ευρήματα των πρόσφατων ερευνών στη θέση Άμπλιανος επιβεβαιώνουν την παραπάνω εικόνα υποδεικνύοντας ότι ολόκληρη η ζώνη της κοιλάδας του Πλειστού, αλλά και η ενδοχώρα της κατοικείται πυκνά και ευημερεί σε σημαντικό βαθμό ήδη από τον 14ο αιώνα. Σύμφωνα με τα ευρήματα, το νεκροταφείο του Χρισσού είναι σε χρήση από την ΥΕ ΙΙΙΑ2 περίοδο μέχρι το τέλος της ΥΕ ΙΙΙΓ εποχής, με αραιή χρήση και κατά τους υπομυκηναϊκούς χρόνους. Η κεραμική εμφανίζει διακοσμητικές τεχνοτροπικές αντιστοιχίες, και αναπτύσσει τοπικές ιδιορρυθμίες που περιλαμβάνουν προτίμηση σε σχήματα όπως το αλάβαστρο, η κύλικα, το άωτο σφαιρικό πιθάριο και ο ασκός και διακοσμητικά θέματα όπως οι κυματοειδείς πολλαπλοί μίσχοι και οι μεμονωμένες σπείρες με βραχύ μίσχο. Κατά τους ΥΕ ΙΙΙΒ χρόνους ακολουθεί τη μυκηναϊκή κοινή, παρουσιάζοντας τα τυπικά χαρακτηριστικά σχήματα και διακοσμητικά θέματα, τα οποία δεν διαφέρουν από αυτά του υπόλοιπου μυκηναϊκού κορμού και περιλαμβάνουν κυρίως πολλαπλούς μίσχους, μυκηναϊκό άνθος σε παραλλαγές, ρόμβους και φυλλοφόρο ταινία. Επαφές διαπιστώνονται με την Αργολίδα, την Αττική, την Αχαΐα και την Κρήτη. Η καταστροφή στο τέλος του 13ου αιώνα π.Χ. οφείλεται σε πυρκαγιά, η ζωή όμως συνεχίστηκε στην ίδια περιοχή τουλάχιστον μέχρι την Υπομυκηναϊκή περίoδο. Η μετάβαση στους ΥΕ ΙΙΙΓ χρόνους είναι ομαλή. Κατά την πρώιμη ΥΕ ΙΙΙΓ περίοδο επαφές αποτυπώνονται με τη δυτική Ελλάδα, κυρίως την Αχαΐα και τα Ιόνια νησιά, χωρίς να υπάρχουν ενδείξεις ότι η θέση, αλλά και η δυτική Φωκίδα εντάσ-


Έλενα Κουντούρη: Τ Ο

ΜΥΚΗΝΑΪΚΟ

ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ

σεται στην πολιτιστική βαθμίδα της κοινής της δυτικής ηπειρωτικής χώρας. Η κεραμική σε όλη την ΥΕ ΙΙΙΓ είναι συντηρητική ως προς τα σχήματα και τη διακόσμηση, ωστόσο εκπροσωπούνται οι κύριοι ρυθμοί της περιόδου, ενώ σημειώνονται εισαγωγές από την Πελοπόννησο και ενδεχομένως την Αττική. Ο ψευδόστομος αμφορέας και η λήκυθος είναι τα προτιμώμενα σχήματα, ενώ διαμορφώνονται εκ νέου τοπικές ιδιορρυθμίες που περιλαμβάνουν κροσσωτά ή απλά ομόκεντρα ημικύκλια, συχνά με ολόβαφο πυρήνα και διάγραμμα ή άλλου είδους διαποίκιλτα τρίγωνα. Τα θέματα της εικονογραφίας των σφραγιδολίθων (σχηματοποιημένα τετράποδα, βουκράνια, εγχάρακτοι κύκλοι) αλλά και τα στυλ που εντοπίζονται στην τεχνοτροπία τους, εμφανίζουν σημαντικές αναλογίες με το αντίστοιχο σύνολο σφραγίδων από τους Δελφούς, την Ελάτεια και τις σφραγίδες από το νεκροταφείο των Απλωμάτων στη Νάξο. Τέλος, τα κοσμήματα των ΥΕ ΙΙΙΒ-Γ χρόνων είναι λίγα και κατασκευάζονται κυρίως από έλασμα χαλκού, στεατίτη και ημιπολύτιμες πέτρες, ενώ η παρουσία του χρυσού είναι περιορισμένη. Δεν υπάρχει

ΣΤΟ

ΧΡΙΣΣΟ

ΦΩΚΙΔΑΣ:

ΠΡΩΤΗ

ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

ιδιαίτερη πρωτοτυπία, ενώ η αντιγραφή παλιότερων θεμάτων της κοσμηματοτεχνίας σε ευτελέστερα υλικά όπως το γυαλί, ταιριάζει στο πνεύμα της ΥΕ ΙΙΙ περιόδου, εποχή κατά την οποία τα φθηνότερα υλικά και η χρήση της μήτρας υποκαθιστούν πλέον με την ευκολία και το χαμηλό κόστος παραγωγής τις σπάνιες και δαπανηρές πρώτες ύλες. Η διαπίστωση αυτή είναι σχεδόν γενικευμένη για τα μυκηναϊκά νεκροταφεία του 14-13ου αιώνα και εξής, όταν η μαζικοποίηση της παραγωγής καθιστά το κόσμημα προσιτό σε όλες τις κοινωνικές τάξεις. Καθόλη τη διάρκεια του 14-12ου αιώνα ο οικισμός της Κρίσας διατηρεί στενές σχέσεις με τους οικισμούς των Δελφών, του Άμπλιανου, του Γλα και της Κίρρας, με τους οποίους μοιράζεται τις ίδιες τεχνοτροπικές ιδιορρυθμίες στην κεραμική, την μικροτεχνία και τη σφραγιδογλυφία. Τέλος, τα λιγοστά κεραμικά ευρήματα των Υπομυκηναϊκών χρόνων από το Χρισσό δείχνουν ότι η μετάβαση από την ύστερη ΥΕ ΙΙΙΓ στην περίοδο αυτή γίνεται ομαλά, τα οικιστικά όμως κατάλοιπα της Κρίσας είναι φτωχά υποδηλώνοντας ίσως σταδιακή εγκατάλειψη της θέσης.

Βιβλιογραφία Αναστασίου-Αλεξοπούλου Κ. 1989: Η συστάδα τάφων του Γυμνασίου και η Μυκηναϊκή Σαλαμίνα (Αδημ. Διδ. Διατριβή), Αθήνα. Βικάτου Ο. 2001: «Συστάδα μυκηναϊκών τάφων στις Πεύκες Ηλείας», ΑΔ 56: Μελέτες, 83-126. Βλαχόπουλος Α. 2006: Η ΥΕ ΙΙΙΓ περίοδος στη Νάξο. Τα ταφικά σύνολα και οι συσχετισμοί τους με το Αιγαίο. Α. Τα υστεροελλαδικά ΙΙΙΓ ταφικά σύνολα της Νάξου [Αρχαιογνωσία 4], Αθήνα. Βλαχόπουλος Α. 2012: Η ΥΕ ΙΙΙΓ περίοδος στη Νάξο. Τα ταφικά σύνολα και οι συσχετισμοί τους με το Αιγαίο. Β. Η Νάξος και ο Μυκηναϊκός Κόσμος της Μετανακτορικής Περιόδου [Αρχαιογνωσία 10], Αθήνα. Δημάκη Σ. 1999: «Νεκροταφείο Ελάτειας: Περιδέραια από στεατίτη», στο Φ. Δακορώνια κ.ά (επιμ.), Πρακτικά του Α΄ Διεθνούς Διεπιστημονικού Συνεδρίου «Η Περιφέρεια του Μυκηναϊκού Κόσμου», (Λαμία 25-29 Σεπτεμβρίου 1994), Λαμία, 203-214. Δημακοπούλου Κ. (επιμ.) 1988: Μυκηναϊκός κόσμος: πέντε αιώνες πρώιμου ελληνικού πολιτισμού 1600-1100 π.Χ., Αθήνα. Ιακωβίδης Σπ. 1969-1970: Περατή, το νεκροταφείο, Αθήνα. Κουντούρη Έ. 2003: Η ΥΕ ΙΙΙΑ κεραμεική από το νεκροταφείο των Βολιμιδίων Χώρας και η σύγχρονη κεραμεική παραγωγή της Μεσσηνίας, (Αδημ. Διδ. Διατριβή), Αθήνα. Μυλωνάς Γ. 1975: Το Δυτικόν Νεκροταφείον της Ελευσίνος, Αθήναι. Νικολέντζος Κ. 2011: Μυκηναϊκή Ηλεία: Πολιτιστική και

Πολιτική Εξέλιξη, Εθνολογικά Δεδομένα και Προβλήματα, Αθήνα. Παρλαμά Λ. 1984: Η Σκύρος στην Εποχή του Χαλκού, Αθήνα. Πολυχρονάκου-Σγουρίτσα Ν. – Ευστρατίου Κ. 20102011: «Το μυκηναϊκό νεκροταφείο στους Λαζάρηδες Αίγινας», ΑΔ 65-66: Μελέτες, 1-162. Πολυχρονάκου-Σγουρίτσα Ν. 1988: «Το μυκηναϊκό νεκροταφείο της Βάρκιζας/Βάρης», ΑΔ 43: Μελέτες, 1-108. Σκορδά Δ. 2008: «Ιερά Χώρα». Η περιοχή των Δελφών», στο Α. Βλαχόπουλος (επιμ.), Αρχαιολογία. Εύβοια και Στερεά Ελλάδα, Αθήνα, 376-381. Χωρέμης Α. 1972: «Θαλαμοειδής μυκηναϊκός τάφος εις Παναγίτσαν Χαλκίδος», Αρχείο Βοιωτικών Μελετών 18, 45-68. Beck C.W. 1966: “Analysis and provenience of Minoan and Mycenaean Amber I”, GRBS 7, 191-211. Benzi M. 1975: Ceramica micenea in Attica, Milano. Benzi M. 1992: Rhodi e la Civiltà Micenea, [Incunabula Graeca 94], Rome. Blegen Β. 1937: Prosymna, The Helladic Settlement preceding the Argive Heraeum, Cambridge. Deshayes J. 1966: Argos. Les Fouilles de la Deiras, Paris. Dickers A. 2001: Spätmykenischen Siegel aus weichem Stein. Die Untersuchungen zur spätbronzezeitlichen Glyptic auf dem griechischen Festland und in der Ägäis, Radhen. Eder B. 2003: “Patterns of Contact and Communication

33


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

between the Regions South and North of the Corinthian Gulf in LH IIIC”, στο Ν. Κυπαρίσση-Αποστολίκα, M. Παπακωνσταντίνου (επιμ.), Πρακτικά Β΄ Διεθνούς Διεπιστημονικού Συνεδρίου «Η Περιφέρεια του Μυκηναϊκού Κόσμου», (Λαμία 26-30 Σεπτεμβρίου 1999), Αθήνα, 37-54. Furumark A. 1972: Mycenaean Pottery: Analysis and Classification, Stockholm. Hunter Α. 1953: The Bronze Age in Thessaly and its Environs, Oxford b. Litt. Thesis. Immerwahr S.A. 1971: The Neolithic and Bronze Ages, [Athenian Agora XIII], Princeton. Jannoray J. –Van Effenterre H. 1937: «Fouilles de Krisa I», BCH 61, 299-326. Jannoray J. –Van Effenterre H. 1938: «Fouilles de Krisa II», BCH 62, 110-148. Kanta A. 1980: The Late Minoan III Period in Crete. A Survey of Sites, Pottery and their Distribution, [SIMA LVIII], Göteborg. Kase Ε.D. 1973: “Mycenaean Roads in Phocis”, AJA 77, 74-77. Krzyszkowska O. 2005: Aegean Seals. An Introduction [BICS Supplement 85], London. Mee C.B. 1982: Rhodes in the Bronze Age, Warminster. Mountjoy P.A. 1983: Orchomenos V. Mycenaean Pottery

34

from Orchomenos, Eutresis and other Boeotian Sites, München. Mountjoy P.A. 1986: Mycenaean Decorated Pottery, [SIMA LXXIII], Göteborg. Mountjoy P. 1990: “Regional Mycenaean Pottery”, BSA 85, 245-270. Mountjoy P.A. 1993: Mycenaean Pottery; an Introduction, Oxford. Mountjoy P.A. 1999: Regional Mycenaean Decorated Pottery, Berlin. Müller S. 1992: «Delphes et sa région à l’époque mycénienne», BCH 116, 445-496. Papadopoulos A. 1970: Excavations at Aigion-1970, [SIMA XLVI], Göteborg. Papadopoulos A. 1979: Mycenaean Achaea, [SIMA LV], Göteborg. Skorda D. 1992: «Recherchés dans la vallée du Pléistos», στο J.F Bommelaer (επιμ.), Delphes; Centenaire de la Grande Fouille, Strasbourg, 39-66. Souyoudzoglou-Haywood Chr. 1999: The Ionian Islands in the Bronze Age and Early Iron Age 3000-800 B.C., Liverpool University Press. Younger J.G. 1987: “Aegean Seals of the Late Bronze Age: Stylistic Groups”, Kadmos 26, 68-71.


Ανθούλα Τσαρούχα: Η Λ ΑΤ Ρ Ε Ι Α Σ Τ Η Ν Ε Σ Π Ε Ρ Ι Α ΛΟ Κ Ρ Ι Δ Α Μ Ε Σ Α Α Π Ο ΤΟΥ Σ ΜΥΘ ΟΥ Σ , Τ Ι Σ Γ ΡΑ Π Τ Ε Σ Π Η Γ Ε Σ Κ Α Ι Τ Ι Σ Α Ν Α Σ Κ ΑΦ Ι Κ Ε Σ Μ Α Ρ Τ Υ Ρ Ι Ε Σ

Η ΛΑΤΡΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΣΠΕΡΙΑ ΛΟΚΡΙΔΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΜΥΘΟΥΣ, ΤΙΣ ΓΡΑΠΤΕΣ ΠΗΓΕΣ ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΝΑΣΚΑΦΙΚΕΣ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ Ανθούλα Τσαρούχα Αρχαιολόγος ΕΦΑ Φωκίδος

Η θρησκευτική συνείδηση και η θρησκευτικότητα των αρχαίων Ελλήνων εκφράζεται μέσα από πλήθος ευρημάτων και μαρτυριών που αφορούν σε δημόσια λατρευτικά κέντρα και ιερά, σε χώρους όπου ασκούσαν τη λατρεία ιδιωτικά, στη λατρευτική πρακτική, σε έργα τέχνης αφιερωμένα στους θεούς αλλά και σε ταπεινές προσφορές των πιστών. Ανάλογα ευρήματα εντοπίζονται διάσπαρτα σε ολόκληρη τη χώρα των Εσπερίων (Δυτικών) ή Oζολών Λοκρών η οποία κατείχε ένα μέρος του Παρνασσού και εκτείνονταν από την περιοχή της Άμφισσας και τον κόλπο της Κίρρας έως το ακρωτήριο του Αντιρρίου και φανερώνουν την ευσέβεια των κατοίκων.

Η μυθολογία & η ιστορία της περιοχής μέσα από τις πηγές Σύμφωνα με τον Στέφανο Βυζάντιο, λεξικογράφο του 5ου αι. μ.Χ., οι αρχαιότεροι κάτοικοι της περιοχής ήταν οι Λέλεγες και ο βασιλιάς τους, ο Λοκρός3, ήταν ο γενάρχης και επώνυμος ήρωάς τους. Ο Λοκρός, ο οποίος μέσα από τα κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας άλλοτε θεωρείται γιος του Φύσκου, εγγονός του Αιτωλού και δισέγγονος του Αμφικτύονα και άλλοτε γιος του Αμφικτύονα και εγγονός του Δευκαλίωνα, συνδέεται τόσο με την αναγέννηση των ανθρώπων μετά τον κατακλυσμό, όσο και με την ίδρυση της δυτικής (εσπερίας) Λοκρίδας σε αντιδιαστολή με την Οπουντία και την Επικνημιδία Λοκρίδα. Σύμφωνα με τον μύθο, ο Δίας απήγαγε την Καμβύση ή Καβύη, την πανέμορφη κόρη του βασιλιά της Ήλιδας, Οπούντα4, ενώθηκε μαζί της και όταν αυτή επρόκειτο να φέρει στον κόσμο το παιδί του, την πάντρεψε με τον Λοκρό. Ο Λοκρός ανέθρεψε το παιδί σαν γιό του και του έδωσε το όνομα του παππού του, Οπούντα. Όταν ο Λοκρός φιλονίκησε με τον Οπούντα, μετά τη συμβουλή του δελφικού μαντείου, αποφάσισε να παραχωρήσει την εξουσία του στον Οπούντα και να εγκατασταθεί σε μια άλλη περιοχή. Μαζί με μερικούς από τους υπηκόους του έφτασε στις δυτικές πλαγιές του Παρνασσού όπου και εγκαταστάθηκε και η χώρα του ονομάστηκε δυτική Λοκρίδα.

1

2 3 4 5 6 7 8

Από τη δυτική Λοκρίδα προέρχονται πολλά ευρήματα κυρίως από ανασκαφικές και επιφανειακές έρευνες σε οικισμούς και νεκροταφεία, επιγραφές καθώς και γραμματειακές μαρτυρίες που αποτυπώνουν την ιστορική πορεία και τη ζωή των κατοίκων της. Η περιοχή κατοικήθηκε ήδη από τους προϊστορικούς χρόνους και σε αρκετές θέσεις μαρτυρείται συνεχής κατοίκηση από τη γεωμετρική εποχή (9ος–7ος αι. π.Χ.) μέχρι την εποχή της ρωμαιοκρατίας5 (1ος αι. π.Χ.–3ος αι. μ.Χ.). Οι περισσότεροι οικισμοί γνώρισαν ιδιαίτερη άνθιση και ανάπτυξη κατά τα ελληνιστικά χρόνια και ιδιαίτερα την περίοδο της ακμής της Αιτωλικής Συμπολιτείας (3ος– 2ος αι. π.Χ.). Εκείνη την περίοδο, οι ιστορικές και πολιτικές ζυμώσεις, οδήγησαν στη μεταβολή των γεωγραφικών ορίων μεταξύ της δυτικής Λοκρίδας και της Αιτωλίας και πολλές από τις κώμες και πόλεις των δυτικών Λοκρών πέρασαν στην αιτωλική επικράτεια και με το πέρασμα του χρόνου απώλεσαν την όποια εθνική ιδιαιτερότητα. Από την αρχαία ελληνική γραμματεία έχουν διασωθεί οι επωνυμίες των εθνών και τα ονόματα των πόλεων της Εσπερίας Λοκρίδας6. Η Άμφισσα, η μεγίστη καὶ ὀνομαστοτάτη πόλις τῶν Λοκρῶν7, η Ναύπακτος, το Χάλειον (σημερινό Γαλαξίδι), η Μυωνία ή Μυανία (σημερινή Αγία Ευθυμία), η Τολοφών/Τολφών8 (σημερινοί Άγιοι Πάντες) και ο Φύσκος/οι Φυσκείς (σημερινό Μαλανδρίνο) είναι ορισμένες από τις πόλεις οι οποίες έχουν αναγνωριστεί και ταυτιστεί με τη βοήθεια επιγραφών ενώ πόλεις και οικισμοί όπως το Ευπάλιον, η Οιάνθεια, η Τριταία, η Υπνία, οι Ερυθραί, ο Οινεών δεν έχουν μέχρι σήμερα

Στράβων, Γεωγραφικά 3.1: Διττὴ γάρ ἐστι διηιρημένη ὑπὸ τοῦ Παρνασσοῦ δίχα, ἡ μὲν ἐκ τοῦ ἑσπερίου μέρους παρακειμένη τῶι Παρνασσῶι καὶ μέρος αὐτοῦ νεμομένη, καθήκουσα δ᾽ ἐπὶ τὸν Κρισαῖον κόλπον, ἡ δ᾽ ἐκ τοῦ πρὸς ἕω τελευτῶσα ἐπὶ τὴν πρὸς Εὐβοίαι θάλατταν. Καλοῦνται δ᾽ οἱ μὲν ἑσπέριοι Λοκροὶ καὶ Ὀζόλαι, ἔχουσί τε ἐπὶ τῆι δημοσίαι σφραγῖδι τὸν ἕσπερον ἀστέρα ἐγκεχαραγμένον. Τσαρούχα 2008, 382. Lerat 2009, 22-24. Grimal 1991, 411-412. Τσαρούχα 2008, 382-383. Lerat 2008, 56-131. Παυσανίας, Χ, 38.4. Rousset 2004,397.

35


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

εντοπιστεί με βεβαιότητα. Στους βασικούς χερσαίους και θαλάσσιους άξονες επικοινωνίας και κυρίως κοντά στις ακτές, αναπτύχθηκαν οι σημαντικότερες πόλεις των εσπεριών Λοκρών όπως η Άμφισσα, η Ναύπακτος, το Χάλειον και η Οιάνθεια.

1

Οι λατρευόμενες θεότητες Οι επιγραφικές, οι γραμματειακές μαρτυρίες καθώς και τα αρχαιολογικά ευρήματα φανερώνουν τις λατρευόμενες στα ιερά τεμένη και τους ναούς ηρωικές μορφές και θεότητες και τεκμηριώνουν τη θρησκευτική και λατρευτική ζωή των κατοίκων της δυτικής Λοκρίδας.

Η λατρεία της Αθηνάς Στους Φυσκείς, στο κέντρο του Κοινού των Λοκρών9, εξέχουσα θέση κατείχε η λατρεία της θεάς Αθηνάς στην οποία αποδίδεται το προσωνύμιο Ιλιάδα. Τα στοιχεία για τη λατρεία της θεάς Αθηνάς στους Φυσκείς προέρχονται κυρίως από απελευθερωτικές επιγραφές του 2ου αι. π.Χ. όπου γίνεται επίκληση της Αθηνάς Ιλιάδας. Οι επιγραφές έχουν εντοπιστεί στον οικισμό του Μαλανδρίνου και προέρχονται κυρίως από τους ορθοστάτες του ναού της10. Φαίνεται ότι κατά τον 2ο αι. π.Χ., το τυπικό της λατρείας της θεάς περιελάμβανε και κάποιον αγώνα με τον οποίο σχετίζονταν ο επώνυμος άρχοντας του Κοινού των Λοκρών, ο αγωνοθέτης11. Μέχρι σήμερα τα στοιχεία για τον εντοπισμό της θέσης το ιερού της Αθηνάς Ιλιάδας είναι πενιχρά. Τα οικοδομικά λείψανα στην εκτός του οχυρωμένου οικισμού των Φυσκέων περιοχή Ασπρόβρυση δεν μπορούν να αποδοθούν με ασφάλεια στο ναό της Ιλιάδας Αθηνάς12. Η λατρεία της θεάς Αθηνάς μαρτυρείται και στην Άμφισσα, σύμφωνα με τον περιηγητή Παυσανία ο οποίος πραγματοποίησε τον 2ο αι. μ.Χ. μια σύντομη επίσκεψη στην πόλη. Αναφέρει ότι στον ναό της Αθηνάς13 στην ακρόπολη (εικ. 1), υπήρχε χάλκινο άγαλμα και αμφιβάλλει για την παράδοση που μεταφέρουν οι κάτοικοι, ότι δηλαδή το άγαλμα ανήκει στα λάφυρα της Τροίας και ότι το έφερε ο Θόας από το Ίλιον. Ιδιαίτερα σημαντική για την προσέγγιση της λατρείας της Αθηνάς στην ευρύτερη περιοχή της Λοκρίδας είναι η επιγραφή που εντοπίστηκε στην περιοχή γύρω από τη εκκλησία της Πολυπορτούς, πλησίον του σύγχρονου οικισμού της Τολοφώνας. Πρόκειται για τη συμφωνία μεταξύ της γενέθλιας πόλης του Αίαντα 9

10 11 12 13

14 15 16 17

18

36

1. Άμφισσα. Το κάστρο των Σαλώνων είναι κτισμένο πάνω στα ερείπια της ακρόπολης της αρχαίας Άμφισσας και στην τοιχοδομία του περιλαμβάνει τμήματα που κατασκευάστηκαν από τους Βυζαντινούς, Φράγκους, Καταλανούς και Τούρκους.

του Λοκρού, Ναρύκα, και των Αιαντείων για την αποστολή νεαρών κοριτσιών από τη Λοκρίδα14 εν είδει φόρου στην Αθηνά του Ιλίου, μια πρακτική γνωστή από τους κλασικούς έως τους ρωμαϊκούς χρόνους, μια συμβολική τελετουργική πράξη εξαγνισμού που σηματοδοτεί και το πέρασμα από την παιδική ηλικία στην ενήλικη ζωή15. Οι Λοκροί εξαιτίας της ασέβειας του Αίαντα του Λοκρού και της ατίμωσης της Κασσάνδρας μέσα στον ναό της Αθηνάς στο Ίλιον, προκειμένου να εξαγνιστούν, υποχρεώθηκαν να στέλνουν κάθε χρόνο παρθένες καλών οικογενειών στο Ίλιον, για να υπηρετούν τη θεά Αθηνά. Στην περιοχή της Ναυπάκτου, κοντά στην αρχαία ακρόπολη της πόλης και συγκεκριμένα στον λόφο του Δασυλλίου16, εντοπίζεται ένα σημαντικό ιερό αφιερωμένο στην Πολιάδα Αθηνά17 το οποίο χρονολογείται στα μέσα του 5ου π.Χ. αι. Στην περιοχή Ελληνικά Βελβίνας, πάνω από το πέρασμα του Αντιρρίου στο Ρίο, μια θέση που με βάση τα κείμενα του Θουκυδίδη, του Παυσανία και του Πλουτάρχου πιθανόν ταυτίζεται με την αρχαία πόλη Μολύκρειον ή Μολύκρεια, οι ανασκαφές αποκάλυψαν ναό των ύστερων αρχαϊκών χρόνων ο οποίος ήταν πιθανόν αφιερωμένος στη θεά Αθηνά18.

Πρόκειται για την ένωση την οποία είχαν δημιουργήσει οι πόλεις της δυτικής Λοκρίδας αρχικά τον 4ο αι. π.Χ. και ανασυστάθηκε τον 2ο αι. π.Χ., μετά τη μάχη της Πύδνας, χωρίς όμως να συμμετέχουν τότε η Ναύπακτος, το Χάλειον και η Άμφισσα, Lerat 2009, 155-156. Rousset 2006, 350-369. Lerat 2009, 156-158· Φαράκλας 2004, 73. Lerat 2008, 214· Lerat 2009, 203· Σ. Ραπτόπουλος, ΑΔ 56-59 (2001-2004), 456. Παυσανίας Χ, 38.5-6: ἐν δὲ τῇ ἀκροπόλει ναός σφισιν Ἀθηνᾶς καὶ ἄγαλμα ὀρθὸν χαλκοῦ πεποιημένον, κομισθῆναι δὲ ὑπὸ Θόαντός φασιν αὐτὴν ἐξ Ἰλίου καὶ εἶναι λαφύρων τῶν ἐκ Τροίας: οὐ μὴν καὶ ἐμέ γε ἔπειθον. Lerat 2009, 203. Larson 2007, 51-52. Σαράντη 2008, 394· Νεραντζής 2007, 103-105. Ιδιαίτερη μνεία αξίζει να γίνει στην επιγραφή η οποία αποκαλύφθηκε το 1964 από τον Ευθ. Μαστροκώστα και γνωστοποιήθηκε η ύπαρξη του ιερού της Πολιάδας Αθηνάς. Πρόκειται για τη σύναψη συνθήκης μεταξύ των Μεσσηνίων και των Ναυπακτίων η οποία προέβλεπε ότι όποιος παρέβαινε τους όρους της συμφωνίας θα κατέβαλε ένα χρηματικό πρόστιμο και τα χρήματα αυτά θα ήταν ιερά, της Αθάνας της Πολιάδος· Μαστροκώστας 1964, 295· Ματθαίου – Μαστροκώστας 2000-2003, 436-437· Νεραντζής 2007, 43-48. Μουστάκα – Καλτσάς 2016, 147-148.


Ανθούλα Τσαρούχα: Η Λ ΑΤ Ρ Ε Ι Α Σ Τ Η Ν Ε Σ Π Ε Ρ Ι Α ΛΟ Κ Ρ Ι Δ Α Μ Ε Σ Α Α Π Ο ΤΟΥ Σ ΜΥΘ ΟΥ Σ , Τ Ι Σ Γ ΡΑ Π Τ Ε Σ Π Η Γ Ε Σ Κ Α Ι Τ Ι Σ Α Ν Α Σ Κ ΑΦ Ι Κ Ε Σ Μ Α Ρ Τ Υ Ρ Ι Ε Σ

Η λατρεία του Απόλλωνα Η σημασία του θεού Απόλλωνα, του θεού της μαντικής, για τους δυτικούς Λοκρούς ήταν μεγάλη, ίσως και εξαιτίας της γειτνίασης με το δελφικό ιερό του Πύθιου Απόλλωνα και αναδεικνύεται μέσα από μύθους, όπως ότι η πόλη Άμφισσα πήρε το όνομα της από την κόρη του βασιλιά Μάκαρα, Άμφισσα, αγαπημένης του Απόλλωνα και ότι ο Άμφισσος19, γιος του Απόλλωνα και της Δρυόπης, σχετίζεται με τον οικιστή της Άμφισσας, Ανδραίμονα ο οποίος παντρεύτηκε τη Δρυόπη, αφού την αποπλάνησε ο Απόλλωνας και έμεινε έγκυος20. Η σπουδαιότητα της λατρείας του θεού Απόλλωνα καταδεικνύεται από τα δύο σημαντικότερα ιερά της δυτικής Λοκρίδας, το ιερό του Απόλλωνα Νασιώτα στο Χάλειον και του Απόλλωνα του εν Φαιστίνω (Φαιστίνος, σημερινός Πάνορμος) και από τις νομισματικές κοπές ορισμένων λοκρικών πόλεων. Όταν, στα μέσα του 3ου–2ου αι. π.Χ., οι Λοκρικές πόλεις αποτέλεσαν μέλη της Αιτωλικής Συμπολιτείας, κυκλοφόρησαν χάλκινα νομίσματα και για να εικονογραφήσουν τον εμπροσθότυπο επέλεξαν θέματα από την εικονογραφία του Απόλλωνα ενώ ο οπισθότυπος εικονογραφήθηκε με έναν κοινό τύπο, τα εμβλήματα των Αιτωλών, όπως αιχμή δόρατος και σιαγόνα κάπρου με την προσθήκη του δικού της ονόματος ανάμεσά τους. Στον εμπροσθότυπο των νομισμάτων της Άμφισσας (εικ. 2-3) και της Οιάνθειας21 απεικονίζεται κεφαλή Απόλλωνα με δάφνινο στεφάνι και στο νόμισμα της Ποτιδάνειας22, μιας πόλης στην περιοχή της Επικτήτου Αιτωλίας, ο Απόλλωνας απεικονίζεται δαφνοστεφανωμένος, να φορά ποδήρη χιτώνα και να κρατά λύρα.

Το σημαντικότερο ιερό των Χαλειέων, του Απόλλωνα Νασιώτα (=Νησιώτη), στην περιοχή του Γαλαξιδιού μέχρι σήμερα δεν έχει τοπογραφηθεί με ασφάλεια. Παλαιότερα θεωρούνταν ότι το ιερό βρίσκονταν σε νησί και μάλιστα στο νησάκι Αψηφιά ή στην κορυφή του σημερινού χωριού. Μια νεότερη προσέγγιση, ερμηνεύοντας το επίθετο του θεού ως ορεινή τοποθεσία με πολλά νερά23, δίνει τη δυνατότητα να τοπογραφηθεί το ιερό του Απόλλωνα στην περιοχή Άγιος Βλάσης, όπου διατηρούνται σημαντικά αρχαιολογικά κατάλοιπα. Με την περιοχή αυτή μάλιστα σχετίζονται και σημαντικά ευρήματα, όπως ένας ενεπίγραφος χάλκινος τροχός του τέλους του 6ου αι. π.Χ. με την αναθηματική επιγραφή Φάλας πεδιαρχεῖον ἀνέθεκε τὀπόλονι24 και απελευθερωτικές επιγραφές του 2ου αι. μ.Χ., μέσα από τα οποία μπορεί να τεκμηριωθεί η λειτουργία του ιερού για μεγάλο χρονικό διάστημα. Η ύπαρξη ιερού και η λατρεία του Απόλλωνα στον οικισμό Φαιστίνο ο οποίος υπάγονταν στην επικράτεια της Οιάνθειας25, συνάγεται μέσα από επιγραφές του 2ου αι. π.Χ. Πρόκειται κυρίως για απελευθερωτικές επιγραφές που αφορούν σε απελευθερώσεις σκλάβων (ωνές) με εικονική πώληση στο ιερό του Απόλλωνα του εν Φαιστίνω και έχουν εντοπιστεί στο Πάνορμο (εικ. 4-5)26.

4

2

3

2-3. Χ άλκινα νομίσματα Αμφισσέων. Μέσα 3ου – αρχές 2ου αι. π.Χ. (Αρχαιολογικό Μουσείο Άμφισσας). 19 20 21 22 23 24 25 26

4. Απελευθερωτική επιγραφή του 2ου αι. π.Χ. από το ιερό του Απόλλωνα του Φαιστίνου.

DNP I (1996) s.v. Αmphissos, 618 [Fritz Graf]. Lerat 2009 ΙΙ, 23. Sear 1978, 222. Λιάμπη 1996, 159-161. Μπαζιωτοπούλου – Βαλαβάνης 2003, 22-24. Caskey 1936, 310, 5. Θέμελης 2003, 32. IG IX,12 3:708 – 3:713· Αν. Τσαρούχα, ΑΔ 64 (2009), 538.

37


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

5

5. Α πελευθερωτική επιγραφή του 2ου αι. π.Χ. από το ιερό του Απόλλωνα του Φαιστίνου.

Πέρα από τις απελευθερωτικές επιγραφές, ένα ακόμη ενεπίγραφο μνημείο του 2ου αι. π.Χ. καταδεικνύει τη σημασία και την εξέχουσα θέση του ιερού του Απόλλωνα του Φαιστίνου. Πρόκειται για έναν ενεπίγραφο κίονα, στον οποίο είχαν αναγραφεί ψηφίσματα ορισμένων πόλεων προς τιμή του φημισμένου γλύπτη και επιφανούς πολίτη της Μεσσήνης, Δαμοφώντα, και είχε ανιδρυθεί κοντά στο Ασκληπιείο της Μεσσήνης27. Ο Δαμοφών φιλοτεχνούσε αγάλματα θεών και ηρώων και για αρκετές πόλεις είχε φιλοτεχνήσει και επισκευάσει τα λατρευτικά αγάλματά τους. Σύμφωνα με το κείμενο της επιγραφής, οκτώ πόλεις και ανάμεσά τους η πόλη των Οζολών Λοκρών, Οιάνθεια, του απέδωσαν σημαντικές τιμές για την τέχνη του και για τις προσφορές του. Σύμφωνα με το τιμητικό ψήφισμα της βουλής των Οιανθέων, αποδίδονται τιμές στον Δαμοφώντα και στους απογόνους του και ορίζεται να αναγραφεί το ψήφισμα σε στήλη, η οποία θα ανατεθεί στο ιερό του Απόλλωνος του Φαιστίνου επειδή επιμελήθηκε το άγαλμα του θεού χωρίς να εισπράξει μέρος ή το σύνολο της αμοιβής του, ή ότι ήταν τελικά ο ίδιος ο αναθέτης του αγάλματος28. Σύμφωνα με τον Θουκυδίδη (Β.91,1), στο λιμάνι της Ναυπάκτου βρίσκονταν ένα ιερό αφιερωμένο στον Απόλλωνα, όμως οι αλλαγές στη μνημειακή τοπογραφία σήμερα δεν επιτρέπουν τον εντοπισμό της θέσης του29.

Η λατρεία του Ασκληπιού Ο Ασκληπιός, γιος του Απόλλωνα και θεός της υγείας και της ιατρικής, ανήκε στις λεγόμενες «μειλίχιες» θεότητες 27 28 29 30 31 32 33 34 35 36

38

Θέμελης 2003, 29. Θέμελης 2003, 31. Νεραντζής 2007, 95. Παπαχατζής 1987,140. Larson 2007,194. Lerat 2009, 201· Νεραντζής 2007, 98-99. Παυσανίας X 38.13. Σαράντη 2008, 395· Νεραντζής 2007,106· Lerat 2009, 202. Σαράντη 2002-2003, 71-74. Lerat 2009, 202.

του κάτω κόσμου που μέσα από τη λατρεία μπορούσαν να βοηθήσουν τους ανθρώπους και εξελίχθηκε σε θεραπευτή θεό30. Η λατρεία του γνώρισε ιδιαίτερη άνθιση στην ύστερη αρχαιότητα με την ίδρυση και τη λειτουργία σε πολλές περιοχές Ασκληπιείων όπου σημαντικό ρόλο είχαν τα πηγαία ύδατα που ήταν αναγκαία για την εφαρμογή των θεραπευτικών μεθόδων31. Στη δυτική Λοκρίδα τεκμηριώνεται η λειτουργία Ασκληπιείων τόσο στην περιοχή της Ναύπακτου όπου υπήρχαν δύο Ασκληπιεία όσο και στην Άμφισσα. Στη Ναύπακτο, κοντά στην πηγή του Κεφαλόβρυσου32, σε μια περιοχή εκτός των τειχών της αρχαίας πόλης, έχει εντοπιστεί το ένα Ασκληπιείο. Σύμφωνα με τον Παυσανία, το ιερό του Ασκληπιού που ήταν ήδη ερειπωμένο όταν το επισκέφτηκε, τον 2ο αι. μ.Χ., ιδρύθηκε από τον Φαλύσιο, έναν ασθενή ο οποίος κινδύνευε να χάσει την όρασή του και χάρη στον Ασκληπιό μέσω της ποιήτριας Ανύτης, θεραπεύτηκε. Ο Φαλύσιος έδωσε ως ένδειξη ευγνωμοσύνης στην Ανύτη 2.000 χρυσούς στατήρες και ίδρυσε το ιερό του θεού33. Σήμερα από το ιερό αυτό, σώζεται ένα άνδηρο διαμορφωμένο στον αδρά λειασμένο φυσικό βράχο, ο οποίος είχε χρησιμοποιηθεί για την αναγραφή κυρίως απελευθερωτικών επιγραφών, που πλέον διακρίνονται δύσκολα. Η ίδρυση του ιερού ανάγεται, από ορισμένες αφιερωματικές επιγραφές, γύρω στις αρχές του 3ου αι. π.Χ., όμως οι περισσότερες επιγραφές του ιερού που κατά κύριο λόγο χρησιμοποιήθηκαν αργότερα ως δομικό υλικό, χρονολογούνται κυρίως στον 2ο αι. π.Χ. Ένα δεύτερο Ασκληπιείο, ένα αγροτικό ιερό, γνωστό ως το Ασκληπιείο των Κρουνών στο πόλισμα (ο) Βουτός βρισκόταν στη θέση Λογγά, κοντά στο ρέμα της Παλιόσκαλας, στη δασώδη περιοχή του χωριού Σκάλα Ναυπάκτου34. Πρόκειται για ένα ιερό πιθανόν σπηλαιώδες αρχικά, το οποίο στη συνέχεια διαμορφώθηκε σε ένα μικρό άνδηρο το οποίο ορίζεται στις τρεις του πλευρές από ισχυρούς αναλημματικούς τοίχους, κατασκευασμένους σε ψευδοϊσόδομο σύστημα35 και με βάση τις απελευθερωτικές επιγραφές η λειτουργία του χρονολογείται στα μέσα του 2ου αι. π.Χ. Ιδιαίτερη σημασία για τους κατοίκους της Άμφισσας κυρίως κατά τον 2ο και 1ο αι. π.Χ., πρέπει να είχε η λατρεία του Ασκληπιού δεδομένου ότι στο ιερό του λάμβαναν χώρα απελευθερώσεις σκλάβων με τη μορφή της πλασματικής πώλησης του δούλου προς τον θεό, ο οποίος πλέον προστάτευε τον απελεύθερο, όταν καμία απελευθέρωση δεν είναι γνωστή στον ναό της Αθηνάς στην ακρόπολη36. Μοναδικά κατάλοιπα του Ασκληπιείου της Άμφισσας είναι οι ενεπίγραφοι λίθοι από τον χώρο του ιερού οι οποίοι έφεραν απελευθερωτικές επιγραφές και


Ανθούλα Τσαρούχα: Η Λ ΑΤ Ρ Ε Ι Α Σ Τ Η Ν Ε Σ Π Ε Ρ Ι Α ΛΟ Κ Ρ Ι Δ Α Μ Ε Σ Α Α Π Ο ΤΟΥ Σ ΜΥΘ ΟΥ Σ , Τ Ι Σ Γ ΡΑ Π Τ Ε Σ Π Η Γ Ε Σ Κ Α Ι Τ Ι Σ Α Ν Α Σ Κ ΑΦ Ι Κ Ε Σ Μ Α Ρ Τ Υ Ρ Ι Ε Σ

εντοπίστηκαν γύρω στα 189037 αφού είχαν χρησιμοποιηθεί από τους κατοίκους της περιοχής ως δομικό υλικό σε οικίες στη συνοικία «Πηγάδια», κάτω από το Κάστρο της Άμφισσας, όπου ακόμη και σήμερα αναβλύζουν πηγαία νερά και λειτουργούν δύο κρήνες, η κρήνη της Αρτέμιδος και η κρήνη της Ωριάς.

Η λατρεία της Αρτέμιδας Η θεά Άρτεμη38 ήταν η θεότητα η οποία λατρεύτηκε περισσότερο από κάθε άλλη σε όλο τον αρχαίο ελληνικό κόσμο· η λατρεία της υπήρξε διαδεδομένη τόσο στις πόλεις, όσο και στα πιο μικρά χωριά και υπήρχαν ναοί της, άλση αφιερωμένα σε αυτή και απλά τεμένη με βωμούς της ενώ πολλές φορές συνδέεται με τη λατρεία του αδελφού της Απόλλωνα και της μητέρας τους Λητούς. Έτσι και στην περιοχή της δυτικής Λοκρίδας, μια αγροτική κυρίως περιοχή, είναι αναμενόμενο οι κάτοικοί της να λατρεύουν ιδιαίτερα την Αρτέμιδα όπως και στις γειτονικές της περιοχές, την Αιτωλία39 και τη Φωκίδα40. Ο Παυσανίας τον 2ο αι. μ.Χ., αναφέρει στη Ναύπακτο το ιερό της Αρτέμιδος –από το οποίο όμως δεν διατηρούνται κατάλοιπα που θα οδηγούσαν στην ταύτισή του41– και το λατρευτικό άγαλμα που απεικόνιζε τη θεά να ρίχνει δόρυ. Η θεά έφερε το προσωνύμιο Αιτωλή42 και πιθανόν να είχε εξομοιωθεί με την Άρτεμη Λαφρία43. Η λατρεία της Άρτεμιδoς Ταυροπόλου μαρτυρείται επιγραφικά στη δυτική Λοκρίδα σύμφωνα με την επιγραφή της αφιέρωσης του Πασία και του Δαμάρωνος στα Πεντεόρια44. Στην αιτωλική πόλη Κάλλιο ή Καλλίπολη, η επικράτεια της οποίας γειτνιάζει με τη δυτική Λοκρίδα, έχει ανασκαφεί ναός και με βάση τα ευρήματα και το κείμενο επιγραφής45 θεωρείται αφιερωμένος πιθανόν στην Αρτέμιδα Λοχία ή Ειλειθυία46. Κατά τη διάρκεια της επίσκεψής του στη δυτική Λοκρίδα, ο Παυσανίας επισκέφθηκε και την Οιάνθεια, μια από τις λοκρικές πόλεις που ακόμη δεν έχει ταυτιστεί και προτείνονται διάφορες θέσεις όπως παλαιότερα το Γαλαξίδι47 και σήμερα ο οχυρωμένος οικισμός στον λόφο Πίθα στην παραλία Τολοφώνας48 ή ο λόφος του Παλαι37 38 39

40

41 42 43 44 45 46 47 48 49 50

51 52

όκαστρου στη Γλύφα Δωρίδας49. Ο Παυσανίας αναφέρει επιγραμματικά το ιερό της θεάς Αφροδίτης και σημειώνει ότι σε μικρή απόσταση υπάρχει ένα άλσος κυπαρισσιών και ελάτων όπου βρισκόταν ο ναός της Άρτεμης με λατρευτικό της άγαλμα50. Από την περιγραφή του περιηγητή δεν προκύπτουν στοιχεία για τη θέση του ιερού, για το προσωνύμιο, για το άγαλμα ή για λατρευτικό τελετουργικό προς τιμή της θεάς. Ο Παυσανίας παρουσιάζει μια εικόνα παρακμής και εγκατάλειψης του ιερού και τονίζει ότι και οι τοιχογραφίες του ναού ήταν φθαρμένες και δυσανάγνωστες από το πέρασμα του χρόνου. Η μορφολογία και η τοπογραφία της περιοχής κάνουν πιθανή την ταύτιση του ιερού με ένα μικρό σπήλαιο με λαξευμένο δάπεδο51, στη δυτική κλιτύ του λόφου του Παλαιόκαστρου της Γλύφας (εικ. 6).

6

6. Γλύφα, Λόφος Παλαιόκαστρο: οχυρωματικός περίβολος ελληνιστικών χρόνων.

Άλλες λατρείες Στην Εσπερία Λοκρίδα ιδιαίτερα δημοφιλής ήταν και η θεά Βασιλεία, καθώς όμως απουσιάζουν τα κείμενα που θα προσδιόριζαν τις ιδιότητες της θεάς, θεωρείται πιθανόν να πρόκειται για το επώνυμο, την επίκληση μιας γυναικείας θεότητας όπως η Ήρα ή η Άρτεμις52. Από την αρχαία Το-

IG IX,12 3:752 – 3:756. Παπαχατζής 1987, 130. Στην Καλυδώνα το Λάφριο ή Λαφριαίο, ιερό όπου συλλατρευόταν η Άρτεμις Λαφρία και ο Απόλλων, ήταν ένα από τα εθνικά ιερά των Αιτωλών, Σαράντη 2008, 391-392. Επίσης, στο Θέρμο Αιτωλίας έχουν ανασκαφεί δύο ναοί αφιερωμένοι στην Αρτέμιδα και τον Απόλλωνα, Σταυροπούλου-Γάτση 2008, 401, 405. Στην Κίρρα, το επίνειο των Δελφών, έχουν αποκαλυφθεί λείψανα ναού, αφιερωμένου ίσως στην Απολλώνεια Τριάδα, Σκορδά 2008, 380-381. Νεραντζής 2007, 96. Σαράντη 2008, 395. Lerat 2009, 209-210. Lerat 2009, 209. IG IX,12 1:155. Σταυροπούλου-Γάτση 2008, 404. Θέμελης 2003, 33. Ρ. Κολώνια, ΑΔ 53 (1998), 404. Ραπτόπουλος – Τσαρούχα 2012, 1115. Παυσανίας X, 38.9: ἐν Οἰανθείᾳ δὲ Ἀφροδίτης τε ἱερὸν καὶ ὀλίγον ὑπὲρ τὴν πόλιν κυπαρίσσου τε ἀναμὶξ καὶ τῆς πίτυός ἐστιν ἄλσος καὶ ναός τε Ἀρτέμιδος καὶ ἄγαλμα ἐν τῷ ἄλσει: γραφαὶ δὲ ἐπὶ τῶν τοίχων ἐξίτηλοί τε ἦσαν ὑπὸ τοῦ χρόνου καὶ οὐδὲν ἔτι ἐλείπετο ἐς θέαν αὐτῶν. Ραπτόπουλος – Τσαρούχα 2012, 1114. Lerat 2009, 205-209.

39


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

λοφώνα53 (σημερινοί Άγιοι Πάντες-Βίδαβη) και από τους Φυσκείς54, προέρχονται οι απελευθερωτικές επιγραφές του 2ου αι. π.Χ. όπου γίνεται η επίκληση στη θεά Βασιλεία. Με βάση την αφιερωματική επιγραφή στη θεά Βασιλεία η οποία προέρχεται από τη Γλύφα55 και θα μπορούσε το ιερό της Αρτέμιδος στην Οιάνθεια να αποδοθεί στην Αρτέμιδα Βασιλεία56. Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να γίνει στη λατρεία του Ποσειδώνα, ο οποίος λατρεύονταν με πολλές ιδιότητες όπως ως θεός της θάλασσας, ως κύριος του κάτω κόσμου και των γεωλογικών αναστατώσεων ή ως θεός των πηγών που αναβλύζουν από τα έγκατα της γης57 και από τα πιο γνωστά του προσωνύμια ήταν Γαιήοχος, αυτός που κατέχει τη γη ή Ενοσίχθων, Εννοσίγαιος, αυτός που κινεί τη γη. Σύμφωνα με τον Παυσανία, στη Μυονία (σημερινή Αγία Ευθυμία) μια από τις λοκρικές πόλεις κοντά στην Άμφισσα, το τέμενος του Ποσειδώνα, το ποσειδώνιο, βρίσκονταν έξω από την πόλη και, όταν το επισκέφθηκε, δεν περιείχε λατρευτικό άγαλμα58. Στη Μυονία ο Ποσειδώνας θα μπορούσε να τιμάται ως θεός των πηγών που αναδύονται από τα έγκατα της γης και ταυτόχρονα και της γονιμότητας59 γενικότερα όμως στη δυτική Λοκρίδα, μια περιοχή όπου συχνά εκδηλώνονταν σεισμοί θα μπορούσε να τιμάται και με την ιδιότητα του θεού κοσμοσείστη, όπως αναφέρεται και από τον Όμηρο. Μέχρι σήμερα δεν έχουν εντοπιστεί κατάλοιπα που θα συνηγορούσαν στην τοπογράφηση του τεμένους του Ποσειδώνα στη Μυονία ούτε του ναού του Ποσειδώνα στη Ναύπακτο ο οποίος σύμφωνα με τον περιηγητή Spon θα πρέπει να ήταν στον χώρο του τζαμιού στο λιμάνι της πόλης60. Στα Ελληνικά Βελβίνας, πέρα από τον ένα ναό ο οποίος πιθανόν είναι αφιερωμένος στην Αθηνά, οι ανασκαφές έχουν αποκαλύψει έναν ακόμη ναό που η ανίδρυσή του χρονολογείται πριν από τις αρχές του 3ου αι. π.Χ. και θεωρείται αφιερωμένος στον Ποσειδώνα, έναν βωμό, μια μεγάλη στοά και το μοναδικό έως τώρα στάδιο στη δυτική Ελλάδα61. Τα ευρήματα αυτά εμπλουτίζουν την εικόνα για τη λατρεία του Ποσειδώνα στην περιοχή, που σχετίζεται με την καθιερωμένη προς τιμή του γιορτή Ρίεια. Σε μια επιγραφή του 3ου αι. π.Χ. από τη Σικυώνα, όπου αναφέρονται διάφοροι πανελλήνιοι και μη αγώνες 53 54 55 56 57 58

59 60 61 62 63

64 65 66 67

40

μεταξύ αυτών και τα Ρίεια, αναγράφεται ότι κατά τη διάρκειά τους τελούνταν αγώνες πάλης, πυγμαχίας και παγκρατίου. Τα πενιχρά όμως στοιχεία σχετικά με τη γιορτή δεν επιτρέπουν να ταυτιστεί με ασφάλεια ο τόπος τέλεσής τους και οι λατρευτικές πρακτικές τις οποίες ακολουθούσαν οι συμμετέχοντες62. Για τη λατρεία του Δία, του πατέρα των θεών και των ανθρώπων, στη δυτική Λοκρίδα υπάρχουν αρκετές αναφορές σε κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας και σε επιγραφές και του αποδίδονται τα προσωνύμια Νέμειος, Μειλίχιος και πιθανόν Αγοραίος63. Ελάχιστες είναι οι αναφορές για το Νέμειο Δία, ο Πλούταρχος αναφέρει το Λοκρικόν Νέμειον και ο Θουκυδίδης το ιερό του Νεμείου Διός64 στην πόλη Οινεών/Οινόη, ένα από τα λιμάνια της δυτικής Λοκρίδος. Σύμφωνα με τον Θουκυδίδη (Γ,96), όταν ο Αθηναίος στρατηγός Δημοσθένης το 426 π.Χ., ετοιμαζόταν να εκστρατεύσει εναντίον της Αιτωλίας, διανυκτέρευσε με τον στρατό του στον περίβολο του ναού του Νεμείου Διός εντός του οποίου σύμφωνα με τον ιστορικό υπήρχε ο τάφος ποιητή Ησίοδου, ο οποίος έχασε τη ζωή του στην καθιερωμένη προς τιμή του Ποσειδώνα γιορτή Ρίεια. Η πόλη Οινεών/Οινόη δεν ταυτίζεται με βάση τα ανασκαφικά δεδομένα αλλά εξετάζοντας τα ιστορικά και τοπογραφικά στοιχεία, έχει διατυπωθεί η άποψη ότι ο Οινεών πρέπει να βρίσκονταν στην περιοχή ανατολικά του Ευπαλίου και των Ερυθρών, στη Γλύφα ή το Μαραθιά Δωρίδας65. Στους Φυσκείς, χάρη στην επιγραφή μιας ημικυκλικής εξέδρας, ένα διάταγμα προξενίας του λοκρικού κοινού του 2ου αι. π.Χ. στην περιοχή του Αγίου Ιωάννη, έξω από τον οχυρωματικό περίβολο της πόλης και κοντά στον χώρο του αρχαίου νεκροταφείου, και μιας αφιερωματικής επιγραφής που χρονολογείται στα τέλη του 4ου και αρχές του 3ου αι. π.Χ., τεκμηριώνεται η λατρεία του Μειλιχίου Διός και ο συσχετισμός του με τους Αγαθούς θεούς66 (εικ. 7). Ο χθόνιος Δίας των ομηρικών επών κατά τους ιστορικούς χρόνους, εξελίχθηκε στον Μειλίχιο Δία67, συνδέθηκε με τη λατρεία των νεκρών, και τα ιερά του όπως και των άλλων θεών του κάτω κόσμου, βρίσκονται κυρίως έξω από την πόλη και σε γειτνίαση με τα νε-

IG IX,12 3:715. Lerat 2008, 208-209. ΙG IX,12 3:659. Raptopoulos 2007, 148. Παπαχατζής 1987, 109· Larson 2007, 57-68. Παυσανίας Χ, 38.8: τούτων δὲ τῶν Λοκρῶν τοσαίδε ἄλλαι πόλεις εἰσίν: ἄνω μὲν ὑπὲρ Ἀμφίσσης πρὸς ἤπειρον Μυονία σταδίοις ἀπωτέρω τριάκοντα Ἀμφίσσης: καὶ Ποσειδῶνός ἐστιν ὑπὲρ τὴν πόλιν τέμενος καλούμενον Ποσειδώνιον, ἐν δὲ αὐτῷ ναὸς Ποσειδῶνος: τὸ δὲ ἄγαλμα ἐς ἐμὲ οὐκ ἦν. Παπαχατζής 1987, 457. Νεραντζής 2007, 96-97. Μουστάκα – Καλτσάς 2016, 146-148. Lerat 2009, 196· Μουστάκα – Kαλτσάς 2016, 146. Ένα θραύσμα δυσερμήνευτης αφιερωματικής(;) επιγραφής από την περιοχή πιθανόν να αναφέρεται σε επίκληση του Ζευς Αγοραίου και της Αρτέμιδας ή Θέμιδας Αγοραίας, επίκληση που δεν συναντάται μέχρι σήμερα ούτε στη Λοκρίδα ούτε στην Αιτωλία. Rousset 2006, 375. Lerat 2009, 189-190. Rousset 2004, 392· Θουκυδίδης, Γ 95.3, 98.3 και 102.1 Lerat 2008, 211-214· Lerat 2009, 190. Παπαχατζής 1987, 122-123.


Ανθούλα Τσαρούχα: Η Λ ΑΤ Ρ Ε Ι Α Σ Τ Η Ν Ε Σ Π Ε Ρ Ι Α ΛΟ Κ Ρ Ι Δ Α Μ Ε Σ Α Α Π Ο ΤΟΥ Σ ΜΥΘ ΟΥ Σ , Τ Ι Σ Γ ΡΑ Π Τ Ε Σ Π Η Γ Ε Σ Κ Α Ι Τ Ι Σ Α Ν Α Σ Κ ΑΦ Ι Κ Ε Σ Μ Α Ρ Τ Υ Ρ Ι Ε Σ

7

7. Μ αλανδρίνο: Διάταγμα προξενίας του λοκρικού κοινού σε ημικυκλική εξέδρα, 2ος αι. π.Χ.

κροταφεία68. Τα περισσότερα στοιχεία για τη λατρεία του Μειλίχιου Δία είναι γνωστά από την Αθήνα και τα Διάσια της πρώιμης άνοιξης, μια από τις μεγαλύτερες εορτές που πραγματοποιούνταν ήδη από τους αρχαϊκούς χρόνους προς τιμή του Μειλιχίου Διός. Η γιορτή αρχικά, λάμβανε χώρα στην ύπαιθρο, οι γυναίκες ετοίμαζαν για τους θεούς γλυκίσματα με τη μορφή ζώων, κυρίως βοοειδών. Αργότερα τον 5ο αι. π.Χ., θυσίαζαν τα ζώα και τα άφηναν να καούν ολόκληρα για να έχουν την συμπαράσταση του θεού. Με το πέρασμα του χρόνου τα Διάσια έχασαν την αυστηρότητα τους και οι περισσότεροι άρχισαν να παραμελούν και την ίδια τη γιορτή 69. Μια ακόμη ενδιαφέρουσα έκφανση της λατρείας μειλίχιων θεοτήτων70 στη δυτική Λοκρίδα είναι η λατρεία των Μειλίχιων θεών στη Μυονία. Ο Παυσανίας περιγράφει ένα άλσος αφιερωμένο στους Μειλίχιους θεούς και σε σχέση με τη λατρευτική πρακτική αναφέρει ότι η τελετή περιελάμβανε αιματηρή θυσία, τη σφαγή ενός ζώου και την κατανάλωση κρέατος. Η τελετή πραγματοποιούνταν έξω από την πόλη κατά τις νυχτερινές ώρες και τα κρέατα έπρεπε να καταναλωθούν πριν έρθει το φως της ημέρας71. Οι Μειλίχιοι θεοί είναι αυτοί που χαρίζουν πλούτη, υγεία, ευημερία και ευτυχία και μπορούν ταυτόχρονα να εξαγνίζουν τα αμαρτήματα των πόλεων και των ανθρώπων72. Η θεά Αφροδίτη κατά τους ιστορικούς χρόνους λατρευόταν με ποικίλες και ετερόκλητες ιδιότητες π.χ. ως 68 69 70

71

72 73 74 75 76

77 78 79 80 81

θεά του έρωτα και της σεξουαλικής ζωής, της ναυσιπλοΐας αλλά και των νεκρών, με ναούς ή τεμένη ανάμεσα ή κοντά στους τάφους των μεγάλων νεκροταφείων, ιδιαίτερα κατά τους ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους. Θεωρούνταν η συνέχεια των θεοτήτων της φύσης που μπορούσαν να ελέγχουν τη γονιμότητα στο φυτικό και ζωικό κόσμο και να εξουσιάζουν τη γέννηση και τον θάνατο κάθε έμβιου όντος73. Για τη λατρεία της Αφροδίτης στη δυτική Λοκρίδα έχουμε μόνο τρεις πολύ σύντομες αναφορές74. Για το ιερό της Αφροδίτης στην Οιάνθεια ο Παυσανίας (X 38.9) κάνει μια απλή αναφορά, «ἐν Οἰανθείᾳ δὲ Ἀφροδίτης τε ἱερὸν», μια αναθηματική επιγραφή Φείδων Ἀφροδίτᾳ η οποία είναι γνωστή από το Ευπάλιο75 και για το λατρευτικό σπήλαιο της θεάς στη Ναύπακτο στο οποίο προσεύχονται και οι χήρες γυναίκες οι οποίες επικαλούνταν τη βοήθεια της θεάς για να παντρευτούν ξανά76. Η εμφάνιση της λατρείας του θεού Σάραπι κατά τους ελληνιστικούς χρόνους οφείλεται στον θρησκευτικό συγκρητισμό, την τάση που επικράτησε στον ελληνιστικό κόσμο να μιμούνται ξένους τύπους λατρείας και να ταυτίζουν τις ελληνικές με τις αιγυπτιακές θεότητες. Ο Σάραπις λατρεύτηκε άλλοτε ως Πλούτων ή Ασκληπιός και άλλοτε ταυτίστηκε με τον Δία ή με τον Ήλιο77. Σε παρά πολλά μέρη της Ελλάδας ιδίως μετά τον 3ο αι. π.Χ. ιδρύθηκαν ναοί προς τιμή του, τα Σαραπεία ή Σεραπεία και εκεί πραγματοποιούνταν πολλές πράξεις απελευθέρωσης δούλων. Η λατρεία του θεού Σάραπι στη δυτική Λοκρίδα τεκμηριώνεται στη Ναύπακτο από δύο απελευθερωτικές επιγραφές78 που καταδεικνύουν ότι η λατρεία του είχε καθιερωθεί ήδη από τις αρχές του 2ου αι. π.Χ. Το Σαραπείον πιθανολογείται ότι ήταν κτισμένο στη θέση που σήμερα βρίσκεται η εκκλησία της Αγίας Παρασκευής79. Και η λατρεία του θεού Διονύσου (εικ. 8) στη δυτική Λοκρίδα τεκμηριώνεται μόνο μέσα από μια σειρά απελευθερωτικών επιγραφών του 2ου αι. π.Χ. που βρέθηκαν μέσα στην πόλη της Ναυπάκτου80, από τις οι οποίες όμως δεν προκύπτουν στοιχεία ούτε για τη λατρεία ούτε για τη θέση του ιερού. Η ύπαρξη του μήνα Διονύσιου ο οποίος αναφέρεται στο ημερολόγιο των Φυσκέων και αντιστοιχεί στον πέμπτο μήνα του λοκρικού ημερολογίου του Κοινού των Λοκρών, αποτελεί μια ένδειξη για τη λατρεία του Διόνυσου στην πρωτεύουσα του κοινού, τους Φυσκείς81.

Lerat 2009, 190-194 Παπαχατζής 1987, 124, 153. Σύμφωνα με τον Nilsson (1984, 135) ένα χαρακτηριστικό όλων των λεγόμενων μειλίχιων θεών είναι ότι δέχονταν θεοξένεια, δηλαδή μια μερίδα που έβαζαν οι πιστοί για εκείνους στο τραπέζι. Παυσανίας Χ, 38.8: κεῖται δὲ τὸ πόλισμα ἐπὶ ὑψηλοῦ, καί σφισιν ἄλσος καὶ βωμὸς θεῶν Μειλιχίων ἐστί: νυκτεριναὶ δὲ αἱ θυσίαι θεοῖς τοῖς Μειλιχίοις εἰσὶ καὶ ἀναλῶσαι τὰ κρέα αὐτόθι πρὶν ἢ ἥλιον ἐπισχεῖν νομίζουσι. Οικονόμου 2012, 14-15. Παπαχατζής 1987, 136-140. Lerat 2009, 216. IG IX,12 3:657. Παυσανίας Χ, 38.12: Ἀφροδίτη δὲ ἔχει μὲν ἐν σπηλαίῳ τιμάς: εὔχονται δὲ καὶ ἄλλων εἵνεκα καὶ αἱ γυναῖκες μάλιστα αἱ χῆραι γάμον αἰτοῦσι παρὰ τῆς θεοῦ. Νεραντζής 2007, 97. Παπαχατζής 1987, 194. Lerat 2009, 202. Νεραντζής 2009, 102. Lerat 2009, 199-200· Νεραντζής 2007, 101. Lerat 2009, 200.

41


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

8

8. Α ττική μελανόμορφη λήκυθος με απεικόνιση της επιφάνειας του θεού Διονύσου, 5ος αι. π.Χ. (Αρχαιολογικό Μουσείο Άμφισσας).

82 83

84 85 86 87 88

89 90

42

Λατρείες ηρώων Ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τις λατρείες στην Εσπερία Λοκρίδα παρουσιάζει η λατρεία των Ανάκτων (Ανάκων) παίδων, των θεϊκών παιδιών82. Σύμφωνα με τον Παυσανία, οι κάτοικοι της Άμφισσας τελούσαν κάποια μυστήρια προς τιμήν των λεγόμενων Ανάκτων παιδιών. Άλλοι έλεγαν ότι πρόκειται για τους Διοσκούρους, τους γιούς του Δία, άλλοι μιλούσαν για τους Κούρητες, ενώ εκείνοι που πιστεύουν ότι ξέρουν τα πράγματα καλύτερα θεωρούσαν ότι πρόκειται για τους Καβείρους83. Για τη λατρεία των Ανάκτων (Ανάκων) παίδων που φαίνεται να είχε μυστικό χαρακτήρα, δεν υπάρχουν στοιχεία για να σκιαγραφήσουν σαφώς το ποιοί ήταν οι Άνακτες παίδες για τους κατοίκους της Άμφισσας. Έχει διατυπωθεί και η άποψη ότι πιθανόν να πρόκειται για τοπικούς ήρωες, δίδυμα παιδιά που χάθηκαν στην παιδική τους ηλικία και μέσα από τον μύθο δανείστηκαν από τους Διόσκουρους το προσωνύμιο Άνακτες84. Ο ιστοριοδίφης Θ. Μελισσάρης στο βιβλίο του για την ιστορία της Άμφισσας, αναφέρει λείψανα και μαρτυρίες για ορισμένους ναούς και βωμούς που υπήρχαν στην πόλη οι οποίοι όμως μέχρι σήμερα δεν τεκμηριώνονται ανασκαφικά, και ανάμεσά τους αναφέρει τον ναό των Ανάκτων Παίδων και τον ναό των Διόσκουρων85. Eπίσης, αναφέρει και μια επιγραφή «… ον ἒθηκν Διόσκουρον…ύ….νδρου δῆμον εμ…» την οποία συσχετίζει με την λατρεία των Ανάκτων παίδων στην Άμφισσα86, όμως σύμφωνα με νεότερη μελέτη η επιγραφή αυτή προέρχεται από τον Θησαυρό των Σιφνίων στο δελφικό ιερό87. Άλλωστε η λατρεία των Διόσκουρων δεν ήταν άγνωστη στην ευρύτερη περιοχή· στην αγορά της φωκικής πόλης Χαράδρα υπήρχαν βωμοί των λεγόμενων ηρώων, τους οποίους άλλοι θεωρούν βωμούς των Διόσκουρων και άλλοι τοπικών ηρώων88 και τα δύο μαρμάρινα αγάλματα αρχαϊκών χρόνων στο δελφικό ιερό που είναι γνωστά ως Κλέοβις και Βίτων, ορισμένοι μελετητές που διαβάζουν στην αναθηματική επιγραφή το προσωνύμιο «Άνακες» τα ταυτίζουν με τους Διόσκουρους89. Από τις πιο σημαντικές ηρωικές λατρείες όπως και σε πολλές άλλες περιοχές έτσι και στη δυτική Λοκρίδα ήταν η λατρεία των μυθικών ηρώων και των επώνυμων ηρώων του λοκρικού λαού και των πόλεων, όπως των οικιστών της Άμφισσας, Ανδραίμονα και της Γόργης. Σύμφωνα με τον μύθο, ο Αιτωλός ήρωας Ανδραίμων και η σύζυγός του Γόργη, κόρη του βασιλιά της Καλυδώνας Οινέα90 ήταν οι οικιστές της Άμφισσας και ο γιός τους ο Θόας ήταν ένας από τους ήρωες του Τρωικού Πολέμου.

Lerat 2009, 200-201. Παυσανίας Χ, 38.7: ἄγουσι δὲ καὶ τελετὴν οἱ Ἀμφισσεῖς Ἀνάκτων καλουμένων παίδων: οἵτινες δὲ θεῶν εἰσιν οἱ Ἄνακτες παῖδες, οὐ κατὰ ταὐτά ἐστιν εἰρημένον, ἀλλ’ οἱ μὲν εἶναι Διοσκούρους, οἱ δὲ Κούρητας, οἱ δὲ πλέον τι ἐπίστασθαι νομίζοντες Καβείρους λέγουσι. Farnell 1921, 217. Μελισσάρης 1924, 63-70. Μελισσάρης 1924, 71. Mulliez 1988, 383-383. FD III 1:234[2]+211. Παυσανίας Χ, 33.6: Χαραδραίοις δὲ Ἡρώων καλουμένων εἰσὶν ἐν τῇ ἀγορᾷ βωμοί, καὶ αὐτοὺς οἱ μὲν Διοσκούρων, οἱ δὲ ἐπιχωρίων εἶναί φασιν ἡρώων. Faure 1985, 56-65. Νεραντζής 2000, 47.


Ανθούλα Τσαρούχα: Η Λ ΑΤ Ρ Ε Ι Α Σ Τ Η Ν Ε Σ Π Ε Ρ Ι Α ΛΟ Κ Ρ Ι Δ Α Μ Ε Σ Α Α Π Ο ΤΟΥ Σ ΜΥΘ ΟΥ Σ , Τ Ι Σ Γ ΡΑ Π Τ Ε Σ Π Η Γ Ε Σ Κ Α Ι Τ Ι Σ Α Ν Α Σ Κ ΑΦ Ι Κ Ε Σ Μ Α Ρ Τ Υ Ρ Ι Ε Σ

Ο Παυσανίας κατά την επίσκεψή του στην πόλη της Άμφισσας, ανάμεσα στα λιγοστά μνημεία που αναφέρει, κάνει μνεία για τους τάφους της νύμφης Άμφισσας, του ήρωα Ανδραίμονα και της Γόργης91. Η προβολή του ζεύγους ως οικιστών μέσω του μύθου, αντανακλά την προσπάθεια των κατοίκων της δυτικής Λοκρίδας να συνδεθούν με την αιτωλική πόλη Καλυδώνα και να τονίσουν την αιτωλική καταγωγή των κατοίκων της πόλης. Τα μνημεία των οικιστών Ανδραίμονα και Γόργης και της επώνυμης Αμφίσσης θα μπορούσαν να είχαν ιδρυθεί εντός της αγοράς, όπως συμβαίνει συχνά στις αγορές των αρχαίων ελληνικών πόλεων επειδή οι ήρωες ανήκουν στις κατηγορίες των οικιστών, επώνυμων και ηρώων προστατών της πόλης92. Επιγραφικές μαρτυρίες για ηρωικές λατρείες προέρχονται επίσης, από το Χάλειον (Γαλαξίδι) όπου μαρτυρείται αφιέρωση προς τιμή του ανώνυμου ήρωα93 και από τους Φυσκείς (Μαλανδρίνο) όπου υπήρχε το Αχίλλειον, χωρίς όμως να προκύπτουν περισσότερα στοιχεία για αυτές τις λατρείες94, αν και για τον Αχιλλέα είχαν ιδρυθεί ιερά σε αρκετά μέρη της Ελλάδας95. Τόσο από επιφανειακές έρευνες όσο και από την ανασκαφική δραστηριότητα, έχουν έρθει στο φως ορισμένοι χώροι οι οποίοι θα μπορούσαν να ήταν λατρευτικοί και κάποιοι που λειτούργησαν ως λατρευτικοί χωρίς όμως να γνωρίζουμε με ασφάλεια τις λατρευόμενες θεότητες. Στη θέση Μονόλιθος Πεντεορίων, στην ευρύτερη περιοχή του Χαλείου, στην κοιλάδα έναντι της νότιας κλιτύος του υψώματος του Προφήτη Ηλία Βουνιχώρας, εντοπίζεται βραχώδες ιερό όπου αποκαλύφθηκε μια λαξευτή ημικυκλική εξέδρα και ένα λιθανάγλυφο με δυσδιάκριτες μορφές και έχει διατυπωθεί η άποψη ότι ίσως να ήταν αφιερωμένο στον Απόλλωνα, στην Άρτεμη και τον Ασκληπιό96. Χαρακτηριστική είναι και η περίπτωση ενός λατρευτικού σπηλαίου στην περιοχή Ακόνα ή Αγκώνα, λίγο έξω από το Γαλαξίδι, στην πλαγιά του λόφου Ξηροτύρι. Πρόκειται για ένα σπήλαιο το οποίο χρησιμοποιήθηκε για τις θρησκευτικές και λατρευτικές ανάγκες των κατοίκων της περιοχής από τον 7ο αι. π.Χ. έως τους ελληνιστικούς χρόνους. Η επιφανειακή έρευνα αποκάλυψε αρκετά πήλινα γυναικεία ειδώλια διαφόρων τύπων, προτομές (εικ. 9), μικρά αναθηματικά πλακίδια, ζωόμορφα ειδώλια, μικρογραφικά αγγεία και αστραγάλους που ίσως αποτελούσαν αναθήματα παιδιών. Όλα αυτά τα ευρήματα υποδηλώνουν θυσίες και προσφορές προς μια θεότητα της βλάστησης ή της γονιμότητας97 αλλά δεν είναι αρκετά για την ταύτισή της.

9

9. Πήλινη προτομή γυναικείας μορφής από το λατρευτικό σπήλαιο στην περιοχή Αγκώνα του Γαλαξιδιού, 5ος αι. π.Χ. (Αρχαιολογική Συλλογή Γαλαξιδιού).

Στην Άμφισσα, ανάλογα ευρήματα προέρχονται από έναν αποθέτη ο οποίος ανασκάφηκε στην έξοδο της πόλης προς την Ιτέα και τους Δελφούς και στην εκτός των τειχών περιοχή όπου είχε αναπτυχθεί το νότιο νεκροταφείο της πόλης98. Κατά τη διάρκεια της ανασκαφής, ήρθαν στο φως οκτώ ακτέριστοι τάφοι99 και πληθώρα ευρημάτων ελληνιστικών κυρίως χρόνων όπως αγγεία χρηστικά αλλά και μικρογραφικά, πήλινα ειδώλια κυρίως γυναικείων μορφών και ζωόμορφα, προτομές, μικρογραφικά θεατρικά προσωπεία, ανάγλυφα πλακίδια και ελάσματα, κοσμήματα, αστράγαλοι, κατάδεσμοι, μικροαντικείμενα και χίλια περίπου νομίσματα κυρίως χάλκινα, τόσο από γειτονικές όσο και από απομακρυσμένες περιοχές. Με βάση μια πρώτη προσέγγιση του υλικού και τη μελέτη των νομισμάτων, το εύρημα ερμηνεύτηκε ως η καταστροφή ενός εμπορικού καταστήματος100 Αιτωλού κατοίκου

Παυσανίας Χ, 38.4-5: κεκόσμηται δὲ ἡ πόλις κατασκευῇ τε τῇ ἄλλῃ καὶ τὰ μάλιστα ἥκοντα ἐς μνήμην ἔστι μὲν μνῆμα Ἀμφίσσης, ἔστι δὲ Ἀνδραίμονος: σὺν δὲ αὐτῷ ταφῆναι λέγουσι καὶ Γόργην τὴν Οἰνέως συνοικήσασαν τῷ Ἀνδραίμονι. 92 Τζαβελοπούλου 2011, 438. 93 IG IX,12 3:720. 94 Lerat 2009, 219. 95 Παπαχατζής 1987, 143. 96 Σ. Ραπτόπουλος, ΑΔ 56-59 (2001-2004), 453· Raptopoulos 2007, 147-148. 97 Υβ. Νικοπούλου, ΑΔ 24 (1969), 214-215· Μπαζιωτοπούλου – Βαλαβάνης 2003, 19-20. 98 Τσαρούχα 2006, 856. 99 Λ. Τρούκη, ΑΔ 44 (1989), 188-189. 100 Κραβαρτόγιαννος 2009, 56-61. 91

43


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

της πόλης τον 2ο αι. π.Χ. όμως η συνολική μελέτη του ποικίλου υλικού και η συνεξέταση της μνημειακής τοπογραφίας της πόλης, θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ασφαλέστερα συμπεράσματα για τη χρήση και την ερμηνεία του αποθέτη101.

Αντί επιλόγου Η διεύρυνση και η συνέχιση της αρχαιολογικής έρευνας θα δώσουν περισσότερα στοιχεία, θα πλουτίσουν τις γνώσεις μας και θα βοηθήσουν να συσχετιστεί το πλήθος των θέσεων που παρουσιάζουν αρχαιολογικό ενδιαφέρον με τις αναφορές των επιγραφών και των φιλολογικών πηγών και με τα αρχαιολογικά ευρήματα, φωτίζοντας διαρκώς τη ζωή των κατοίκων της Εσπερίας Λοκρίδας.

Βιβλιογραφία Βλαχόπουλος Α. (επιμ.) 2008: Αρχαιολογία. Εύβοια και Στερεά Ελλάδα, Αθήνα. Θέμελης Π. 2003: «Ο Δαμοφών στην Οιάνθεια», στο Π. Θέμελης, Ρ. Σταθάκη-Κούμαρη (επιμ.), Το Γαλαξείδι από την αρχαιότητα έως σήμερα: πρακτικά πρώτου επιστημονικού συνεδρίου (Γαλαξείδι, 29-30 Σεπτεμβρίου 2000), Αθήνα, 27-33. Μπαζιωτοπούλου Ε. – Βαλαβάνης Π. 2003: «Μετακινήσεις» του Γαλαξειδίου στην αρχαιότητα», στο Π. Θέμελης, Ρ. Σταθάκη-Κούμαρη (επιμ.), Το Γαλαξείδι από την αρχαιότητα έως σήμερα: πρακτικά πρώτου επιστημονικού συνεδρίου (Γαλαξείδι, 29-30 Σεπτεμβρίου 2000), Αθήνα, 11-26. Κραβαρτόγιαννος Δ. 2009: Αρχαία Νομίσματα: Ιστορικά Τεκμήρια, Άμφισσα. Λιάμπη Κ. 1996: «Η νομισματική παραγωγή της Ποτιδάνιας, πόλεως των Αποδωτών», στο ΧΑΡΑΚΤΗΡ. Αφιέρωμα στη Μάντω Οικονομίδου, Αθήνα, 157-164. Ματθαίου Α. – Μαστροκώστας Ε. 2000-2003: «Συνθήκη Μεσσηνίων και Ναυπακτίων», Ηόρος 14-16, 433-454. Μελισσάρης Θ. 1924: Η ιστορία της Άμφισσας και των πέριξ κωμοπόλεων και χωρίων, Άμφισσα. Μουστάκα Α. – Καλτσάς Ν. 2016: «Οι ανασκαφές στο αρχαίο «Μολύκρειο» μετά τον Ορλάνδο», στο Ό. Παλαγγιά (επιμ.), ΝΑΥΠΑΚΤΟΣ. Η αρχαία πόλη και η σημασία της κατά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο και τα ελληνιστικά χρόνια. Πρακτικά της διεθνούς ημερίδας Αρχαία Ναύπακτος και Ναυπακτία (Ναύπακτος, 15 Νοεμβρίου 2014), Αθήνα, 135-149. Νεραντζής Ι. 2000: Προϊστορικές φυλετικές λατρείες Αιτωλών και Αγραίων, Αθήνα. Νεραντζής Ι. 2007: Ιστορική Αρχαιολογία Ναυπάκτου: Προϊστορική, Οζολαία Λοκρική, Ρωμαιοκρατούμενη, Βυζαντινή, Μεσαιωνική, Οθωμανοκρατούμενη, Αγρίνιο. Οικονόμου Στ. 2012: «Οι Μειλίχιοι θεοί της Μυανίας: Αι-

101

44

Ψάλτη – Τσαρούχα (υπό έκδοση).

ματηρή θυσία και συμβολική συγκρότηση της πόλης», Αγιαθυμιώτικα Νέα, Α΄ μέρος, 14-16. Παπαχατζής Ν. 1987: Η Θρησκεία στην αρχαία Ελλάδα, Αθήνα. Ραπτόπουλος Σ. – Τσαρούχα Α. 2012: «Κάστρο ΓλύφαςΔυτική Λοκρίδα, Προβλήματα Ταύτισης και νέες προτάσεις», στο 3ο ΑΕΘΣΕ, Βόλος, 1113-1119. Σαράντη Φ. 2002-2003: «Ασκληπιείον της Ναυπάκτου, και Ασκληπιείον της Σκάλας», στο Ναυπακτιακά μνημεία του παρελθόντος και ένταξή τους στις λειτουργίες του παρόντος: Γ΄ Πολιτιστική Συνάντηση, (Ναύπακτος 2021/10/2001), Ναυπακτιακά ΙΓ΄, 71-74. Σαράντη Φ. 2008: «Αιτωλία. Από τον Εύηνο έως το Μόρνο», στο Βλαχόπουλος (επιμ.) 2008, 390-397. Σκορδά Δ. 2008: «Ιερά Χώρα». Η περιοχή των Δελφών», στο Βλαχόπουλος (επιμ.) 2008, Αθήνα, 376-381. Σταυροπούλου-Γάτση Μ. 2008: «Αιτωλία. Από τον Εύηνο έως τον Αχελώο και το Παναιτωλικό. Από τα Βαρδούσια έως τον Μόρνο», στο Βλαχόπουλος (επιμ.) 2008, 398-407. Τζαβελοπούλου Κ. 2011: Λατρείες ηρώων στις αγορές της αρχαιότητας, Αδημοσίευτη Διδ. Διατρ., Αθήνα. Τσαρούχα Α. 2006: «Τα νεκροταφεία της αρχαίας Άμφισσας», στο 1ο ΑΕΘΣΕ, Βόλος, 855-867. Τσαρούχα Α. 2008: «Δυτική Λοκρίδα - Εσπέριοι Λοκροί», στο Βλαχόπουλος (επιμ.) 2008, 382-385. Φαράκλας Ν. 2004: Για την εσπερία Λοκρίδα, [Ρίθυμνα: Θέματα Κλασικής Αρχαιολογίας, αρ.19], Ρέθυμνο. Ψάλτη Αθ. – Τσαρούχα Α. (υπό έκδοση): «Πληρώνοντας τους θεούς: μία νέα ερμηνεία ενός παλαιού ευρήματος από την πόλη της Άμφισσας», στο Ν.Χρ. Σταμπολίδης, Δ. Τσαγκάρη, Γ. Τασούλας (επιμ.), Χρήμα. Σύμβολα απτά στην αρχαία Ελλάδα, Κατάλογος της έκθεσης, Αθήνα.


Ανθούλα Τσαρούχα: Η Λ ΑΤ Ρ Ε Ι Α Σ Τ Η Ν Ε Σ Π Ε Ρ Ι Α ΛΟ Κ Ρ Ι Δ Α Μ Ε Σ Α Α Π Ο ΤΟΥ Σ ΜΥΘ ΟΥ Σ , Τ Ι Σ Γ ΡΑ Π Τ Ε Σ Π Η Γ Ε Σ Κ Α Ι Τ Ι Σ Α Ν Α Σ Κ ΑΦ Ι Κ Ε Σ Μ Α Ρ Τ Υ Ρ Ι Ε Σ

Caskey L.D. 1936: “Recent Acquisitions of the Museum of Fine Arts, Boston”, AJA 40.3, 306-313. Farnell L.R. 1921: Greek hero cults and ideas of immortality, Oxford. Faure P. 1985: «Les Dioscures à Delphes», L’antiquité classique 54, 56-65. Grimal P. 1991: Λεξικό της ελληνικής και ρωμαϊκής μυθολογίας, Θεσσαλονίκη. Mulliez D. 1988: «Notes d’épigraphie delphique (VI-VII)», BCH 112, 375-400. Nilsson M.P. 1984: Ιστορία της αρχαίας ελληνικής θρησκείας, Αθήνα. Larson J. 2007: Ancient Greek Cults. A Guide, New York – London. Lerat L. 2008: Οι Εσπέριοι Λοκροί Ι. Τοπογραφία και Ερεί-

πια, (μτφ. Δ. Χατζηβασιλείου), Άμφισσα. Lerat L. 2009: Οι Εσπέριοι Λοκροί ΙΙ, Ιστορία, Θεσμοί, Προσωπογραφία, (μτφ. Δ. Χατζηβασιλείου), Άμφισσα. Raptopoulos S. 2007: “Artemis Vendis / Vassileia: Phocean Aspects of a Northern Culture”, στο V. Sîrbu, R. Stefănescu (επιμ.), Iron Age Sanctuaries and Cult Places in the Thracian World, Proceedings of the International Colloquium from Braşov (19th-21th of October 2006), Braşov, 147-153. Rousset D. 2004: West Lokris; An Inventory of Archaic and Classical Poleis, Oxford. Rousset D. 2006: «Affranchissements de Physkeis en Lokride occidentale», BCH 130, 349-379. Sear D. 1978: Greek coins and their values, London.

45


46


Νικόλαος Πετρόχειλος: Α Π Ο ΤΟΥ Σ Δ Ε ΛΦ ΟΥ Σ Σ ΤΟ Κ Α Λ Λ Ι Ο : Δ Ι Α Δ Ρ Ο Μ Ε Σ Σ ΤΟ ΤΟ Π Ι Ο Κ ΑΤΑ ΤΟΥ Σ ΑΥ ΤΟ Κ ΡΑΤΟ Ρ Ι ΚΟΥ Σ Χ Ρ Ο Ν ΟΥ Σ

ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΔΕΛΦΟΥΣ ΣΤΟ ΚΑΛΛΙΟ: ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ ΣΤΟ ΤΟΠΙΟ ΚΑΤΑ ΤΟΥΣ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΙΚΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ* Δρ Νικόλαος Πετρόχειλος Αρχαιολόγος ΕΦΑ Φωκίδος

Από τους Δελφούς στο Κάλλιο∙ μια από τις πλέον ορεινές περιοχές της ηπειρωτικής χώρας, η οποία υπήρξε ευπρόσιτη κυρίως από την παραλία και δυσπρόσιτη μέσα από τα ορεινά περάσματα της ενδοχώρας (εικ. 1). Κατά την περίοδο πριν από τους αυτοκρατορικούς χρόνους η συγκεκριμένη περιοχή θα ήταν αδιανόητο να αποτελεί αντικείμενο εξέτασης ως μιας ενότητας. Στο ανατολικό άκρο της ήταν εγκατεστημένοι οι Φωκείς, ενώ στις παρυφές της χώρας τους εντοπιζόταν το πανελλήνιο θρησκευτικό κέντρο, το ιερό του Απόλλωνος, το οποίο επίσης αποτελούσε και το πολιτικό κέντρο της κοινότητας των Δελφών1. Στο δυτικό της άκρο ήταν εγκατεστημένοι οι Αιτωλοί, ένα έθνος αποτελούμενο από φυλές, οι οποίες σύμφωνα με την αρχαία παράδοση ζούσαν σε συνθήκες οπισθοδρομικές (Θουκυδίδης Γ΄ 94.5). Ανάμεσα στη χώρα των Αιτωλών και των Φωκέων εγκαταστάθηκε κατά τους ιστορικούς χρόνους μία από τις εθνικές ομάδες της κεντρικής Ελλάδας που απασχόλησαν ελάχιστα τους αρχαίους συγγραφείς, οι Λοκροί οι επονομαζόμενοι Ὀζόλαι, όνομα το οποίο επίσης σύμφωνα με αρχαία παράδοση οφείλεται στη δυσοσμία τους λόγω της συνήθειάς τους να ενδύονται με δέρματα ζώων (Παυσανίας Χ, 38.1-30)2.

1

1. Χ άρτης με τα γεωγραφικά όρια των Φωκέων, των Εσπερίων Λοκρών και των Αιτωλών.

Προκειμένου να μην επιβαρυνθεί το κείμενο προτιμήθηκε οι βιβλιογραφικές παραπομπές να είναι οι κατά το δυνατόν λιγότερες και να συγκεντρωθούν κατά κύριο λόγο στον κατάλογο των θέσεων. Όλες οι χρονολογίες είναι μ.Χ., εκτός αν δηλώνεται ρητώς. Μετά την κατάθεση του χειρογράφου εκδόθηκε η μελέτη G.A. Zachos, Tabula Imperii Romani J 34: Athens. Achaia, Phthiotis, Malis, Aenis, Oitaia, Doris, Eurytania, East & West Locris-Phokis, Aitolia-Akarnania, Αthens, 2016, το περιεχόμενο της οποίας δεν ελήφθη υπόψη. 1 Για τους Δελφούς κατά την αυτοκρατορική περίοδο, Pomtow 1889∙ Bourguet 1905 και 1914∙ Bommelaer 1991, 22-24, 36, 44-45, 101∙ Bommelaer 2015, 36-37, 122-123∙ Déroche 1996∙ Weir 2004∙ Ραπτόπουλος 2007. 2 Για τους Εσπέριους Λοκρούς, RE XIII,I (1926) λήμμα “Lokris”, col. 1135-1288 [W. Oldfather]∙ Philippson – Kirsten 1951, 363-418∙ Lerat 1952∙ Rousset 2004∙ Daverio Rocchi 2015, με όλη την έως τότε βιβλιογραφία. *

47


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

Η αυτοκρατορική περίοδος στην ανομοιογενή αυτή περιοχή δεν έχει αποτελέσει αντικείμενο συστηματικής μελέτης∙ και στους Δελφούς ακόμα από τα μνημεία της περιόδου καλύτερα γνωστά είναι κυρίως οι ενεπίγραφοι λίθοι, χάρη στους οποίους έχει σκιαγραφηθεί η πολιτική ιστορία της πόλης και του ιερού στο πλαίσιο της επαρχιακής διοίκησης. Συζητήσιμος είναι ακόμα και ο προσδιορισμός των χρονικών ορίων για τη μελέτη της περιοχής κατά τους αυτοκρατορικούς χρόνους, καθώς τα όρια που συνήθως γίνονται δεκτά, η ίδρυση της επαρχίας της Αχαΐας αφενός και η μεταφορά της πρωτεύουσας του ρωμαϊκού κράτους στην Κωνσταντινούπολη αφετέρου, δεν καλύπτουν σημαντικές καταγραφές στην ιστορία του τόπου. Η παρουσίαση αυτού του πολύπλευρου και εκτεταμένου θέματος, της ευρείας περιοχής στην οποία ήταν εγκατεστημένα τρία έθνη (Στράβων 9.3.1), και σήμερα εμπίπτει στα όρια της σύγχρονης Περιφερειακής Ενότητας Φωκίδος, για ένα διάστημα σχεδόν πέντε αιώνων, δεν μπορεί παρά να εστιάζει σε ειδικά θέματα, όπως αυτά παρουσιάζονται μέσα από νέα στοιχεία και από την επανεξέταση παλαιότερων.

Η περιοχή πριν από την αυτοκρατορία Οι αιτωλικές φυλές εξήλθαν από τις αρχαϊκές συνθήκες ζωής τους, όταν αυτές σταδιακά συνασπίστηκαν σε μια πολιτική ομοσπονδία με θρησκευτικό κέντρο το Θέρμο. Η ομοσπονδία αυτή πολύ γρήγορα, ήδη από τον 4ο αι. π.Χ., προέβαλε εδαφικές αξιώσεις έναντι των όμορων περιοχών. Το αργότερο έως τα μέσα του 3ου αι. π.Χ. οι Αιτωλοί είχαν επεκταθεί προς τα ανατολικά, καταλαμβάνοντας ολόκληρη την Εσπερία Λοκρίδα3 και καταλύοντας το Κοινὸν τῶν Ἑσπερίων Λοκρῶν, το οποίο είχε συσταθεί στην περιοχή, μάλλον κατά το πρώτο μισό του 4ου αι. π.Χ.4 Περίπου την ίδια περίοδο, κατά το δεύτερο μισό του 4ου έως τις αρχές του 3ου αι. π.Χ., είχε συντελεστεί στην Αιτωλία η διαδικασία αστικοποίησης της χώρας, δηλαδή η εγκατάλειψη των μικρών κωμών στις οποίες ζούσαν οι φυλετικές ομάδες και η εγκατάστασή τους σε αστικά κέντρα5, ενώ ανάλογη εξέλιξη συντελέστηκε λίγο αργότερα και στην Εσπερία Λοκρίδα, ίσως κάτω από την επίδραση των Αιτωλών. Η κυριαρχία των τελευταίων στην εκτεταμένη αυτή περιοχή κλονίστηκε μετά την ήττα τους ως συμμάχων του Αντιόχου στις Θερμοπύλες το 192 π.Χ., ενώ η νέα επικράτηση των Ρωμαίων στη μάχη της Πύδνας το 168 π.Χ. σήμανε το τέλος του Κοινού τους και της κυριαρχίας τους επί των Δελφών. Στο Κάλλιο, ως συνέπεια των κοινωνικών αναστατώσεων που προκλήθηκαν αυτήν την περίοδο, σημειώθηκαν εκτεταμένες καταστροφές, ενώ ανάλογες καταστροφές ίσως έλαβαν χώρα και στην 3 4 5 6 7 8 9

48

Grainger 1999, 87-104∙ Scholten 2000, 16-25. Lerat 1952, τ. I, 133-134, πίν. ΧΧΧΙΙ, 5∙ τ. ΙΙ, 55 κ.εξ. Funke 1991, ιδ. 328-332∙ Funke 1997. Lerat 1952, τ. II, 67 κ.εξ. Lerat 1952, τ. II, 95 κ.εξ. Rousset 2006, 351-352, με παλαιότερη βιβλιογραφία. Για το μνημείο, Taylor 2016, με παλαιότερη βιβλιογραφία.

Άμφισσα. Η ἱερὴ χώρα, μέρος της οποίας είχε καταπατηθεί για δεκαετίες από Λοκρούς και Αιτωλούς, αποδόθηκε πλέον στον Απόλλωνα, αποκαθιστώντας την τάξη, όπως αυτή είχε κριθεί με τους τρεις ιερούς πολέμους που είχαν προηγηθεί6. Την ανεξαρτησία τους ανέκτησε και το μεγαλύτερο τμήμα της χώρας των Εσπερίων Λοκρών εκτός από τις πόλεις στο δυτικό άκρο έως την Ναύπακτο. Στο Κοινὸν τῶν Λοκρῶν που ιδρύθηκε ή αναβίωσε κατά τον 2ο αι. π.Χ. συμμετείχαν οι μικρές πόλεις στο μέσο της χώρας, ενώ οι σημαντικότερες της περιοχής, το Χάλειον, το σημερινό Γαλαξίδι, και η Άμφισσα, απείχαν7. Επώνυμος της πολιτικής αυτής οργάνωσης ήταν ο αγωνοθέτης και σημείο αναφοράς μάλλον το Ιερό της Αθηνάς Ιλιάδος, όπου βρέθηκαν δέκα πέντε απελευθερωτικές επιγραφές8. Σε αυτό το ιστορικό και γεωγραφικό πλαίσιο έκαναν την εμφάνισή τους οι Ρωμαίοι, οι οποίοι πρωτίστως ενδιαφέρθηκαν για την πολιτική προβολή τους μέσω του πανελλήνιου ιερού. Έτσι κυρίως ερμηνεύεται η εκμετάλλευση της συμβολικής αξίας του μνημείου του, που είχε σκοπό να αναθέσει ο Μακεδόνας βασιλιάς Περσέας9. Το ενδιαφέρον τους εκδηλώθηκε με την παροχή προνομίων στο ιερό και αργότερα στο πλαίσιο της αναδιοργάνωσης της επαρχιακής διοίκησης και της αναδιανομής των θέσεων στο Αμφικτυονικό Συνέδριο.

Πολιτική πραγματικότητα Η κατάσταση άλλαξε ριζικά όταν ο Αύγουστος ίδρυσε μια αποικία, την Πάτρα, και μια πόλη, τη Νικόπολη. Στην αποικία ο αυτοκράτορας αφενός εγκατέστησε βετεράνους από τις λεγεώνες XII Fulminata και Χ Equestris και αφετέρου της εκχώρησε μια ιδιαίτερα εκτεταμένη περιοχή, προκειμένου να εξασφαλίσει την ευημερία στους κατοίκους της. Έτσι, στην επικράτειά της συμπεριλήφθηκε η χώρα άλλων πόλεων την Αχαΐας, καθώς και της απέναντι ακτής της Αιτωλίας και της Λοκρίδας, περιοχές οι οποίες εξαρτήθηκαν οικονομικά από την αποικία, καθώς κατέβαλαν φόρο (tributum) σε αυτήν και όχι στη Ρώμη (Παυσανίας Χ, 38.9). Καθεστώς ελεύθερης πόλης παραχωρήθηκε μόνο στην Άμφισσα (Pliny 4.8), γεγονός που σε μεγάλο βαθμό δικαιολογεί και την οικονομική άνθησή της, και ασφαλώς στους Δελφούς, οι οποίοι εξασφάλισαν επανειλημμένως την εύνοια της αυτοκρατορικής ηγεσίας. Η δεύτερη σημαντική παρέμβαση των Ρωμαίων στην περιοχή ήταν η ίδρυση της Νικόπολης σε ανάμνηση της νίκης τους κατά τη ναυμαχία του Ακτίου. Στη νεότευκτη πόλη ο Οκταβιανός όρισε να εγκατασταθούν οι πληθυσμοί από μια ιδιαίτερα εκτεταμένη περιοχή της δυτικής Ελλάδας, από την Αμβρακία, το Αμφιλοχικό Άργος, την Ακαρνανία και την Αιτωλία (Στράβων 7. 7.6∙ 10.2.2. Παυσανίας V, 23.3∙ VII, 18.8-9∙ Δίων Κάσσιος 51.1.3). Ο τε-


Νικόλαος Πετρόχειλος: Α Π Ο ΤΟΥ Σ Δ Ε ΛΦ ΟΥ Σ Σ ΤΟ Κ Α Λ Λ Ι Ο : Δ Ι Α Δ Ρ Ο Μ Ε Σ Σ ΤΟ ΤΟ Π Ι Ο Κ ΑΤΑ ΤΟΥ Σ ΑΥ ΤΟ Κ ΡΑΤΟ Ρ Ι ΚΟΥ Σ Χ Ρ Ο Ν ΟΥ Σ

λευταίος γεωγραφικός προσδιορισμός φαίνεται ότι περιελάμβανε όχι μόνο τα παλαιά όρια της χώρας αλλά και την ἐπίκτητο Αἰτωλία, δηλαδή τη χώρα των Ἑσπερίων Λοκρῶν την οποία είχαν καταλάβει εδώ και περισσότερο από δυό­μιση αιώνες οι Αιτωλοί. Έτσι μάλλον εξηγείται η δια­ πίστωση, στην οποία θα γίνει εκτενέστερη αναφορά στη συνέχεια, ότι η ευρεία αυτή περιοχή κατά τους αυτοκρατορικούς χρόνους συνιστούσε μια σχεδόν έρημη χώρα, ένα «Friedhof verscwundener Kleinstädte»10. Η απροθυμία, μάλιστα, πολλών Αιτωλών να μετακινηθούν στη Νικόπολη τούς ώθησε να καταφύγουν στην Άμφισσα, όπου ο Παυσανίας, όταν επισκέφθηκε την πόλη στα μέσα του 2ου αι., συνάντησε απογόνους εκείνων των Αιτωλών οι οποίοι υπερήφανα δήλωναν την καταγωγή τους. Σε αυτή την περίοδο οι Ἑσπέριοι Λοκροί, διατήρησαν μία έδρα στο αμφικτυονικό συνέδριο, όπως και οι Ὁπούντιοι Λοκροί (Παυσανίας Χ, 8.5)∙ ωστόσο, η γενική αυτή ονομασία ίσως αναφέρεται αποκλειστικά και μόνο στους Αμφισσείς. Πλέον η περιοχή και το ιερό του Απόλλωνος δεν συνιστούσε παρά μέρος της επαρχιακής διοίκησης, της επαρχίας της Αχαΐας. Η διαμάχη για την ιερά χώρα του Απόλλωνα, η οποία στο παρελθόν είχε κατ’ επανάληψη καταλήξει στην διενέργεια πολέμων που ονομάστηκαν ιεροί, δεν αποτελούσε πλέον παρά μια διοικητική ανωμαλία αντιμετωπίσιμη με την αυτοκρατορική παρέμβαση. Έτσι, επί της αρχής του Τραϊανού μια εδαφική διαφορά ανάμεσα στους Δελφούς και τις όμορες πόλεις επιλύθηκε από τον αυτοκρατορικό επιτετραμμένο, τον παππού του μετέπειτα αυτοκράτορα Λεύκιου Βέρου, Γάιο Αὐίδιο Νιγρῖνο. Ο τελευταίος κατά το 116/117 καθόρισε τα όρια ανάμεσα στους Δελφούς αφενός την Άμφισσα και Μυωνία στα δυτικά και την Άμβροσο στα ανατολικά αφετέρου11. Ακόμα και το πρόβλημα της ολιγανθρωπίας που συνιστούσε τροχοπέδη για την οικονομική ανάπτυξη της περιοχής αντιμετωπίστηκε με την εγκατάσταση νέων πληθυσμών, όταν επί της αρχής του Κλαυδίου ο ανθύπατος Γαλλίων, πρόσωπο γνωστό και από τις επιστολές του Αποστόλου Παύλου, μερίμνησε για την εγκατάσταση νέων πληθυσμιακών ομάδων12. Και το ιερό ακόμα αποτέλεσε αντικείμενο χειρισμών που θα εξυπηρετούσαν τις αυτοκρατορικές επιδιώξεις. Ο Αύγουστος μετέβαλε τη σύνθεση της Αμφικτυονίας, προκειμένου η Νικόπολη να αποκτήσει σημαντική θέση στο συμβούλιο, γεγονός που εξηγεί την έντονη παρουσία Νικοπολιτών στο Δελφικό Ιερό κατά τα κατοπινά χρόνια έως τη δυναστεία των Φλαβίων13. Ενδεχομένως επί της αρχής του Τιβερίου ή στο τέλος αυτής του Αυγούστου θεσπίστηκε το αξίωμα του ἐπιμελητοῦ τῶν Ἀμφικτυ10 11 12 13 14 15 16 17 18 19 20

όνων, προκειμένου το συμβούλιο να διαρθρωθεί κατά τρόπο ανάλογο με τα Κοινά που ιδρύθηκαν στο πλαίσιο της επαρχιακής διοίκησης14, ενώ ανάλογες επεμβάσεις στη λειτουργία της Αμφικτυονίας καταγράφηκαν και αργότερα από τον Νέρωνα και τον Αδριανό15. Ο τελευταίος, επίσης, μέσω του απεσταλμένου του, του ὑπατικοῦ διορθωτῆ Αἰμίλιου Ἰούγκου, κάλεσε την πόλη να προβεί σε αναδασμό της γης, ορίζοντας διαφορετική έκταση εκάστου κλήρου, της μοίρας, ανάλογα με την ιδιότητα των δικαιούμενων πολιτών. Έτσι, στους δημιουργούς και τους βουλευτές ορίστηκε μοῖρα εμβαδού 60 πλέθρων, ενώ για τους δημότες μοῖρα εμβαδού 4016. Επί της αρχής του, περίπου στα μέσα του 2ου αι. η πρώτη ιταλική λεγεώνα στάθμευε στους Δελφούς ἐπὶ τῶν ἔργων ὄντι τῶν κατασκευαζομέ[ν]ων ὑπὸ τοῦ κυρίου Καίσαρος Τρα[ϊαν]οῦ Ἁδριανοῦ Σεβαστοῦ17, ο οποίος επισκέφθηκε το ιερό το 126 και το 129 και διετέλεσε επώνυμος άρχων της πόλης ακόμα δύο φορές18.

Η εξιδανίκευση του παρελθόντος Το ιερό των Δελφών δεν έπαψε να ασκεί γοητεία, αρχικά ίσως στο πλαίσιο ενός συστήματος διαχείρισης και διοίκησης της επαρχίας και αργότερα κυρίως μέσα από μια πολιτική εμφορούμενη από την ιδεολογία εξιδανίκευσης του παρελθόντος, το οποίο κατά περιόδους έδινε τα πρότυπα αναβίωσης των καλλιτεχνικών μορφών και της εκ νέου διερεύνησης φιλοσοφικών ρευμάτων. Επί πλέον το ιερό εξακολουθούσε να διατηρεί τη φήμη του ως κέντρου του ελληνικού πολιτισμού και με τον τρόπο αυτό ασκούσε έλξη στη διοίκηση, κυρίως επί της αρχής των αυτοκρατόρων που έτρεφαν ιδιαίτερη εκτίμηση για την κλασική αρχαιότητα. Σε αυτό το ιδεολογικό πλαίσιο εντάσσεται η πολιτική παραχωρήσεων προνομίων στο ιερό, κυρίως η εγγύηση για το καθεστώς της ελεύθερης και ασύλου πόλης που έλαβε αρχικά κατά τις αρχές του 2ου αι. π.Χ., όπως αυτό επιβεβαιώθηκε από τους αυτοκράτορες Τραϊανό, Αδριανό, Σεπτίμιο Σεβήρο19 αλλά και αργότερα, καθώς στον Θεοδοσιανό Κώδικα γίνεται λόγος για εξαίρεση των Δελφών από τη φορολογία προς τη Ρώμη εξαιτίας κάποιων νέων δεινών (Cod. Theod. 15.5.4). Επίσης, η αυτοκρατορική εύνοια εκδηλώνεται στα έργα που υλοποιήθηκαν με χρηματοδότηση του αυτοκρατορικού οίκου, η μεγάλη δωρεά του Νέρωνα (Δίων Κάσσιος 63.14.2), καθώς και από τις διοικητικές παρεμβάσεις20. Οι επιστολές του αυτοκράτορα, προφανώς οι ευνοϊκότερες για το ιερό και για την διατήρηση της ευμάρειάς του, χαράχθηκαν στον νότιο σηκό του ναού του Απόλλωνος.

Kahrstedt 1954, 34. Rousset 2002, 91-111, αρ. 7-20. Rousset 2002, 245-247, αρ. 40∙ Choix, 404-405, αρ. 221. Sánchez 2001, 426-428∙ 440. Sánchez 2001, 439. Sánchez 2001, 428-436. Rousset 2002, 231-244, αρ. 39. FD III, 4, 98. Συγκεντρωτικά για τις αυτοκρατορικές παρεμβάσεις, Sánchez 2001, 46-63∙ Lefèvre 1998, 127-134. Pliny 4.7∙ FD III, 4, 287∙ Choix, 438-439, αρ. 251∙ FD III, 4, 329∙ Bourguet 1905, 70-74, 90-92. Πλούταρχος, Περὶ τοῦ μὴ χρᾶν ἔμμετρα νῦν τὴν Πυθίαν, 409A∙ Kahrstedt 1954, 25-27.

49


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

Ιδιαίτερη υπήρξε η σχέση του ιερού με τον Αδριανό, το ενδιαφέρον του οποίου πυκνώνει στη δήλωσή του ότι ενεργεί, προκειμένου στους Δελφούς εὐδαιμονία καὶ ἀκμὴ [φυλάσσηται]21. Στην επίσημη αλληλογραφία του, μάλιστα, διαφαίνεται η πρόθεσή του η Αμφικτυονία να εξελιχθεί σε κάτι πολύ ευρύτερο από το παραδοσιακό σχήμα με τη συμμετοχή όλων των Ελλήνων. Συγκεκριμένα, στην επιστολή του προς τους Δελφούς για τις ψήφους των Θεσσαλών στο αμφικτυονικό συμβούλιο και την εκτέλεση των Πυθικών αγώνων κατά το 125 αναφέρεται σε πρόταση που υποβλήθηκε στη Σύγκλητο για τὰς ψήφους ἃς πλέονας τῶ[ν] ἄλλων ἔχουσιν Θεσ[σα]λ[οὶ Ἀ]θηναίοις καὶ Λακεδαιµονίο[ι]ς διανεµηθῆναι καὶ ταῖ[ς] ἄλ[λαι]ς πόλεσιν, ἵνα ᾖ κοινὸν πάντ[ω]ν τῶν Ἑλλήνων τὸ συνέδρ[ι]ον22. Αυτή η πρόταση για την αναδιανομή των

αμφικτυονικών ψήφων προς όφελος και άλλων ελληνικών πόλεων έχει δικαίως θεωρηθεί ότι μαρτυρά την επιθυμία του αυτοκράτορα για την ίδρυση του Πανελληνίου, πρόθεση, η οποία, ωστόσο, υλοποιήθηκε αργότερα με κέντρο την Αθήνα23. Στο ίδιο ιδεολογικό πλαίσιο εντάσσεται η δωρεά του φιλάρχαιου Ἡρώδη Ἀττικοῦ, ο οποίος το 176-177 κατέβαλε τη δαπάνη για την κατασκευή λίθινων κερκίδων στο στάδιο, δώδεκα στη βόρεια και έξι στη νότια πλευρά, της ημικυκλικού σχήματος σφενδόνης στο δυτικό άκρο, καθώς και μιας μνημειακής τοξωτής πύλης με τρία ανοίγματα στα ανατολικά, τα οποία στηρίζονταν σε πεσσούς με κόγχες για την τοποθέτηση αγαλμάτων, ίσως των μελών της αυτοκρατορικής οικογένειας (εικ. 2-3)24. Διαφορετική όψη του ίδιου νομίσματος συνιστά η πολιτική του Νέρω-

2

3

2. Η βόρεια πλευρά του σταδίου. 3. Η μνημειακή τοξωτή πύλη στο ανατολικό άκρο του σταδίου. 21 22 23 24

50

CID IV,152bis, στ. 27-29. Choix, 439-445, αρ. 252, στ. II, 1-6. Jones 1996, 45∙ Spawforth 1999, 341∙ Romeo 2002, 24 κ.εξ.∙ για το Πανελλήνιον, Boatwright 1994, με παλαιότερη βιβλιογραφία. Για τον Ἡρώδη Ἀττικὸ και τη σχέση του με τους Δελφούς, Choix, 447-452 με παλαιότερη βιβλιογραφία.


Νικόλαος Πετρόχειλος: Α Π Ο ΤΟΥ Σ Δ Ε ΛΦ ΟΥ Σ Σ ΤΟ Κ Α Λ Λ Ι Ο : Δ Ι Α Δ Ρ Ο Μ Ε Σ Σ ΤΟ ΤΟ Π Ι Ο Κ ΑΤΑ ΤΟΥ Σ ΑΥ ΤΟ Κ ΡΑΤΟ Ρ Ι ΚΟΥ Σ Χ Ρ Ο Ν ΟΥ Σ

να, ο οποίος το 67 επισκέφθηκε το ιερό, αποφασισμένος να αναδειχθεί νικητής στους πυθικούς αγώνες. Οι τελευταίοι κατέληξαν σε παρωδία, ενώ ακόμα πιο φρικτή ήταν η μεταχείριση που επιφύλαξε ο Νέρωνας στο ιερατείο, τις προσφωνήσεις του οποίου ο αυτοκράτορας τις εξέλαβε ως προσβλητικές. Ίσως λίγο πριν από την επίσκεψη του αυτοκράτορα προστέθηκε στο προσκήνιο του θεάτρου η ζωφόρος με τους άθλους του Ηρακλή, την εικόνα του οποίου επιθυμούσε να ενστερνιστεί ο Νέρωνας (εικ. 4-5).

4

(Δίων Κάσσιος 53.14), μία πράξη η οποία ενδεχομένως δεν υλοποιήθηκε25. Στο ζήτημα της εγκατάστασης βετεράνων μάλλον περιορισμένη είναι η συμβολή των νέων ευρημάτων στην ιερά χώρα, τα οποία θα συζητηθούν σε συνάρτηση με την οικονομία της περιοχής. Πρόκειται για αγροτικά κτίσματα που εντοπίστηκαν και μερικώς ερευνήθηκαν στην κοιλάδα του Υλαίθου και χρονολογούνται από τον 1ο αι. π.Χ. έως τον 6ο αι. Με δεδομένο ότι η εγκατάσταση των βετεράνων στρατιωτών δύσκολα θα κατέλειπε κάποια αρχαιολογικά τεκμήρια ικανά να συμβάλουν στην αναγνώριση των αγροτικών κτισμάτων ως έδρας αποστράτων, το ζήτημα της διανομής της ιεράς χώρας από τον Νέρωνα παραμένει ανοικτό.

Η οικονομία

5

4-5. Τ μήμα ζωφόρου που διακοσμούσε το προσκήνιο του θεάτρου.

Πάθος για μια εξιδανικευμένη εικόνα της αρχαιότητας, για την καταχώρηση του ονόματος στο βασίλειο των μυθικών ηρώων, την ιδιοποίηση ενός τμήματος του ιερού παρελθόντος, όποια και αν ήταν τα κίνητρα των πράξεων, οδήγησαν τελικά όχι μόνο στην επιτέλεση μιας παρωδίας αλλά και στην απόσπαση μεγάλου αριθμού χάλκινων αγαλμάτων, έγκλημα το οποίο ασφαλώς δεν ήταν δυνατόν να εξισορροπήσει η μεγάλη του χρηματική δωρεά. Μία άλλη παρέμβαση του Νέρωνα ήταν η διαμοίραση της ιεράς χώρας σε βετεράνους στρατιώτες του

25 26 27 28 29

30

Οι συνθήκες που διαμορφώθηκαν μετά τη μάχη της Πύδνας επηρέασαν βαθύτατα και δυσμενώς την οικονομική κατάσταση της χώρας τόσο στο ανατολικό της τμήμα, κατά μήκος του λεγόμενου δωρικού διαδρόμου26, όσο και στην Εσπερία Λοκρίδα και την Αιτωλία. Η χώρα των δύο αυτών εθνών κατά τους κλασικούς και κατά τους ελληνιστικούς χρόνους αναλυόταν σε μικρές πόλεις και διάσπαρτες κώμες, τειχισμένες ή ατείχιστες, οι οποίες αξιοποιούσαν τις περιβάλλουσες μικρές πεδινές εκτάσεις αλλά και τις εκτεταμένες ορεινές που ήταν κατάλληλες για τη βοσκή. Ωστόσο, οι αναστατώσεις των ρωμαϊκών εμφυλίων, η επιβολή της νέας επαρχιακής διοίκησης και κυρίως η ίδρυση της Πάτρας και της Νικόπολης μετέβαλλαν άρδην το πλαίσιο της οικονομικής ζωής, στο οποίο ευνοήθηκε η ανάπτυξη της μεγάλης εγγείου ιδιοκτησίας με την παράλληλη συρρίκνωση ή και εξαφάνιση του μικρού κλήρου, ακόμα και των μικρών πόλεων27. Ονόματα περιοχών ή εθνικών, τα οποία εμφανίζονται σε απελευθερωτικές επιγραφές των ελληνιστικών χρόνων στους Δελφούς και αποδίδονται σε κατοίκους κωμών της ευρύτερης περιοχής28, δεν απαντώνται επιγραφικά ήδη από τον 1ο αι. π.Χ.29 Η εικόνα που σχηματίζεται από τις επιγραφικές μαρτυρίες επιβεβαιώνεται και με βάση τα αποσπασματικά αρχαιολογικά δεδομένα. Στο μεγαλύτερο μέρος της περιοχής, από το δυτικό τμήμα του Κόλπου της Ιτέας και προς τη χώρα των Αιτωλών, η ύπαιθρος φαίνεται ιδιαίτερα αραιοκατοικημένη. Το Κοινὸν τῶν Λοκρῶν, αν εξακολουθούσε να υφίσταται, θα ήταν ένα κενό κέλυφος και η ρωμαϊκή πολιτική για την ενίσχυση των Κοινῶν30 στη συγκεκριμένη περιοχή δεν θα είχε αντικείμενο. Εντονότερη γίνεται η διαπίστωση για την ερημία της χώρας, εφόσον ληφθούν υπόψη τα δεδομένα της επιφανειακής έρευνας στη χώρα των Αιτωλών, όπου η αρχαιολογική έρευνα υπήρξε πιο συστηματική. Από το σύνολο των

Rousset 2002, 275, 292. Cherf 1991, 134. Για το φαινόμενο βλ. Rizakis 1995α. Lerat 1952, τ. I, 62-64∙ για τα προβλήματα των ταυτίσεων και του γεωγραφικού εντοπισμού, Rousset 2002, 13-20. Ίσως τελευταία σχετική αναφορά συνιστά μία αγαλματική βάση στους Δελφούς από τα μέσα του 1ου αι. π.Χ., στην οποία συμπληρώνεται το εθνικό Ἀλι[παῖοι], εθνικό πόλης στην Εσπερία Λοκρίδα∙ Jacquemin 1999, 61, 359, αρ. 512. Guerber 2009, 79 κ.εξ., ιδ. 109-112.

51


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

θέσεων που εντοπίστηκαν στην επαρχία της Δωρίδος, η προστατεύονται τα πλοιάρια κατά τη διαχείμασή τους, οποία συμπίπτει με τα όρια του σημερινού Δήμου Δωρίκαθώς και να μετατραπούν με την ενίσχυση των τοίχων δος και κατά την αρχαιότητα με μέγιστο τμήμα της ἐπικτήσε στεγασμένους χώρους, ενδεχομένως σε κατοικία ή του Αἰτωλίας, σε 101 θέσεις εντοπίστηκε κεραμική των μάλλον σε αποθηκευτικό χώρο. Στα νότια αυτών των ελληνιστικών χρόνων, ενώ σε μόλις 18 κεραμική των νεωσοίκων οικοδομήθηκε ένα κτίριο, τμήμα του οποίου αυτοκρατορικών χρόνων31. Η συρρίκνωση του αριθμού έχει ερευνηθεί, καθώς εκτείνεται κάτω από το κατάστρωτων εγκαταστάσεων κατά τους αυτοκρατορικούς χρόνους μα της παρακείμενης οδού Ποσειδώνος και αναφέρεται σχεδόν στο 1/5 αυτού της προηγούμενης περιόδου είναι ως ρωμαϊκό (εικ. 6). Η έκταση την οποία καταλάμβανε το εντυπωσιακή, έστω και αν μελλοντικά ευρήματα επιφέοικοδόμημα αλλά και ο ψηφιδωτός διάκοσμος των δαρουν αλλαγές στα πιο πάνω δεδομένα. Η εικόνα, πάντως, διαγράφεται με σχετική σαφήνεια· 6 οι περισσότερες από τις πόλεις που είχαν δημιουργηθεί παλαιότερα στο πλαίσιο συνοικισμών στο δυτικό τμήμα της περιοχής κατά τους αυτοκρατορικούς χρόνους φαίνεται ότι συρρικνώθηκαν ή εγκαταλείφθηκαν. Σε αυτές τις εκτιμήσεις θα πρέπει μάλιστα να συνυπολογιστεί το γεγονός ότι ελλείψει ακριβέστερων αρχαιολογικών δεδομένων σε πολλές, αν όχι σε όλες τις θέσεις, όπου άλλωστε δεν έχουν πραγματοποιηθεί συστηματικές αρχαιολογικές έρευνες, τα επιφανειακά ευρήματα χαρακτηρίζονται συλλήβδην ως 6. Το κτίριο των νεωσοίκων στην Κίρρα, άποψη από τα νότια. ρωμαϊκής περιόδου. Με τον τρόπο αυτό, ωστόσο, δεν γίνεται διάκριση ανάμεσα στην πρώιμη αυτοκρατορική περίοδο αφενός και την περίοδο μετά πέδων επιτρέπει ενδεχομένως τη θεώρησή του ως μιας τον 2ο αι., όταν πράγματι διαπιστώνεται σημαντική βελπαραθαλάσσιας έπαυλης. Παραθαλάσσια οικοδομήματα τίωση της οικονομικής κατάστασης με την ανακατάληψη εντοπίζονται επίσης στην αρχαία Φαιστίνο (σημερινή Ερατης υπαίθρου, φαινόμενο που τεκμηριώνεται γενικά στην τεινή) και στα δυτικά του υψώματος Παλαιόκαστρο στη επαρχία της Αχαΐας32. Οι δύο αιώνες που προηγήθηκαν Γλυφάδα ή Γλύφα. Δύσκολα μπορούμε να αναγνωρίαυτής της περιόδου ανάκαμψης πρέπει να ήταν περίοδοι σουμε σε αυτές τις κατασκευές τις villae maritimae, όπως σχεδόν πλήρους συρρίκνωσης της οικονομικής δραστηαυτές είναι κυρίως γνωστές στη Δύση, ως παραθαλάσσιες ριότητας αλλά και εγκατάλειψης της χώρας. Το φαινόμεπολυτελείς και μεγάλων διαστάσεων κατοικίες εύπορων νο είναι τόσο εκτεταμένο που ίσως θα πρέπει κανείς να μεγαλοϊδιοκτητών33· δεν μπορεί, ωστόσο, να αποκλειστεί σκεφτεί, μήπως στη Νικόπολη μετακινήθηκαν πληθυσμοί το ενδεχόμενο οι κατασκευές αυτές να αποτελούσαν την ακόμα και από περιοχές της ἐπικτήτου Αἰτωλίας. Η ερήυπερπόντια ιδιοκτησία γαιοκτημόνων που είχαν την έδρα μωση της χώρας θα πρέπει να συνέβαλε στην μεταβολή τους στην απέναντι πελοποννησιακή ακτή, ίσως στην Πάτου χαρακτήρα ιδιοκτησίας της γης στην ευρύτερη περιοτρα, στην επικράτεια της οποίας άλλωστε ανήκε: πλὴν χή από την Αιτωλία έως και το δυτικό άκρο της Φωκίδας, δὲ Ἀμφίσσης ὑπ’ Ἀχαιῶν οἱ ἄλλοι Πατρέων ἄρχονται, βακαθώς θα κατέστησε ευκολότερη τη συγκέντρωση της σιλέως σφίσι δόντος Αὐγούστου34. Έτσι, ίσως, δικαιολογείται και η εύρεση στη Ναύπακτο της επιτύμβιας στήλης γης στα χέρια μεγάλων ιδιοκτητών. Σε αυτή την περίπτωενός βετεράνου της ΧΙΙ Fulminata35. Σαφής ένδειξη για ση οι νέοι ιδιοκτήτες δεν θα ήταν άλλοι παρά Ρωμαίοι την δραστηριότητα Ρωμαίων στην περιοχή είναι ο εκρωάποικοι, οι οποίοι προφανώς θα ήταν εγκατεστημένοι στα μεγάλα αστικά κέντρα της περιοχής. μαϊσμός στον ιδιαίτερα συντηρητικό χώρο της λατρείας, Ίσως τα πενιχρά αρχαιολογικά ευρήματα επιβεβαιόπως τεκμηριώνεται με την αφιέρωση κάποιου Auruntius ώνουν αυτά τα συμπεράσματα. Στη φωκική Κίρρα κατά στον Juppiter Optimus Maximus36. την ύστερη ελληνιστική περίοδο ή κατά τους πρώιμους Σε αντίθεση με το μεγαλύτερο μέρος της χώρας, η αυτοκρατορικούς χρόνους η ακτογραμμή είχε επεκταΆμφισσα γνώρισε αξιόλογο επίπεδο ευημερίας. Μεγίστη θεί μερικές δεκάδες μέτρα σε βάρος της θάλασσας, ως καὶ ὀνομαστοτάτη πόλις τῶν Λοκρῶν, έτσι την χαρακτηρίαποτέλεσμα των επιχώσεων των ποταμών Πλειστού και ζει ο περιηγητής Παυσανίας (Χ, 38.4), ο οποίος την επιΥλαίθου. Αυτή η γεωλογική μεταβολή θα είχε ως αποσκέφθηκε στα μέσα του 2ου αι. Η περιγραφή που δίνει ο τέλεσμα να ακυρωθεί η λειτουργία ενός οικοδομήματος ίδιος για τα μνημεία της είναι λακωνική∙ ωστόσο τα αρχαιπου είχε ανεγερθεί κατά τον 5ο αι. π.Χ., προκειμένου να ολογικά ευρήματα επιτρέπουν να σχηματιστεί μια εικόνα

31 32 33 34 35 36

52

Bommeljé et.al. 1987, σποράδην. Larsen 1938, 482-483· Stewart 2010. Όπως προτείνει ο Kahrstedt (1954, 35)∙ βλ. και Ζάχος 2013, 655. Παυσανίας Χ, 38.9· βλ. και Rousset 2002, 19. Rizakis 1995β, 389-390, αρ. 748. IG IX,12 3:722∙ Schörner 2003, 164, 212, 512-513.


Νικόλαος Πετρόχειλος: Α Π Ο ΤΟΥ Σ Δ Ε ΛΦ ΟΥ Σ Σ ΤΟ Κ Α Λ Λ Ι Ο : Δ Ι Α Δ Ρ Ο Μ Ε Σ Σ ΤΟ ΤΟ Π Ι Ο Κ ΑΤΑ ΤΟΥ Σ ΑΥ ΤΟ Κ ΡΑΤΟ Ρ Ι ΚΟΥ Σ Χ Ρ Ο Ν ΟΥ Σ

ευημερίας, η οποία πιθανώς οφείλεται στις συνθήκες που δημιούργησε η ρωμαϊκή ειρήνη αλλά και η πληθυσμιακή ενίσχυση της πόλης επί της αρχής του Αυγούστου. Η χώρα της πόλης είχε επεκταθεί ήδη από το 117 π.Χ. όταν αφομοίωσε πολιτικά τη Μυανία37, η οποία ίσως ήδη από το 190 π.Χ. είχε συνάψει συνθήκη συμπολιτείας με την Υπνία38. Αποτέλεσμα αυτών των συνθηκών είναι η Άμφισσα να εκτείνεται κατά τους αυτοκρατορικούς χρόνους από την ιερά χώρα στα ανατολικά έως τη χώρα του Χαλείου στα δυτικά, ενώ στα βόρεια δεν αποκλείεται να περιελάμβανε περιοχές έως ακόμα και τη σημερινή Βουνιχώρα. Οι σποραδικές και σωστικού χαρακτήρα αρχαιολογικές έρευνες στην ίδια την πόλη της Άμφισσας έχουν έως σήμερα αποκαλύψει ελάχιστα μόνο τμήματα ιδιωτικών οικιών των αυτοκρατορικών χρόνων, το μέγεθος και η ποιότητα κατασκευής των οποίων δείχνουν πάντως αξιοσημείωτες οικονομικές δυνατότητες. Αναμφίβολα, η βασική πηγή αυτής της ευημερίας θα ήταν εκτός από την εκτεταμένη της χώρα, η πεδιάδα του Υλαίθου και η εντατική της εκμετάλλευση. Πρόσφατες έρευνες δείχνουν να επιβεβαιώνουν αυτήν την υπόθεση, καθώς στην ευρεία και εύφορη αυτή περιοχή δεν είναι λίγες οι αγροτικές εγκαταστάσεις που χρονολογούνται στους αυτοκρατορικούς χρόνους. Πρόκειται κυρίως για αγροικίες μικρών διαστάσεων και ισόγειες, με δάπεδα από πατημένο χώμα, τοίχους κατασκευασμένους από αργολιθοδομή και με επικάλυψη από κονίαμα, καθώς και επικλινή οροφή με χειροποίητες κεραμίδες λακωνικού τύπου. Αυτά τα κτίσματα δεν διέθεταν υποδομές για την εξασφάλιση στους ενοίκους τους συνθηκών πολυτελούς διαβίωσης, όπως στις γνωστές από τη Δύση villae rusticae∙ επρόκειτο για μικρά αγροτόσπιτα39, με ισόγειο και ίσως έναν όροφο, οι ένοικοι των οποίων θα καλλιεργούσαν την πεδινή έκταση. Επιμέρους κατασκευές, όπως οι ληνοί και τα ελαιοπιεστήρια, επιτρέπουν την υπόθεση ότι η καλλιέργεια αφορούσε κυρίως την ελιά και την άμπελο. Ίσως ακόμα επιτρέπεται η διατύπωση της υπόθεσης ότι οι ένοικοι των αγροικιών δεν ήταν παρά η έδρα αγροτών, οι οποίοι καλλιεργούσαν και εκμεταλλεύονταν τη γη προς όφελος των ιδιοκτητών της, οι οποίοι όμως θα ήταν εγκατεστημένοι στα αστικά κέντρα της περιοχής, τους Δελφούς και την Άμφισσα, όπου υπήρχαν οι συνθήκες για υψηλότερου επιπέδου διαβίωση. Είναι, άλλωστε, γνωστό ότι αυτού τους είδους οι οικονομικές σχέσεις δεν ήταν άγνωστες στο πλαίσιο της ρωμαϊκής οικονομίας, καθώς οι πηγές κάνουν μνεία στους vilici, τους επιστάτες της γης, οι οποίοι φρόντιζαν για τους γαιοκτήμονες την εκμετάλλευση των φυσικών πόρων μια περιοχής. Αν και ελλείπουν οι επιγραφικές και οι φιλολογικές μαρτυρίες, αυτό το σχήμα –ιδιοκτήτες που διαμένουν στο άστυ και καλλιεργητές κοντά στην καλλιεργήσιμη γη– παρέχει ικανοποιητική ερμηνεία της οικονομικής ευρωστίας πολλών

37 38 39 40 41 42

Αμφισσέων, όπως τουλάχιστον επιτρέπει να υποθέσουμε το μέγεθος και ο εξοπλισμός των κτισμάτων στην πόλη. Με βάση κυρίως τα αρχαιολογικά ευρήματα δημιουργείται η εντύπωση ότι η περιοχή της Ἑσπερίας Λοκρίδος κατά τους αυτοκρατορικούς χρόνους ήταν όχι μόνο αραιοκατοικημένη αλλά και εσωστρεφής, αποτελούμενη από λίγες πόλεις που κάλυπταν με ίδιους πόρους τις ανάγκες τους. Λογική εξήγηση αυτής της διαπίστωσης είναι η θέση της ως δευτερεύουσας σημασίας περιοχής στο πλαίσιο της επαρχιακής διοίκησης. Η τελευταία επένδυε σε έργα υποδομής, κυρίως στην κατασκευή δρόμων, προκειμένου να επιτυγχάνει τη γρήγορη και αποτελεσματική διαπεραίωση των στρατευμάτων της ή την εύκολη πρόσβαση σε περιοχές με οικονομικό ή εμπορικό ενδιαφέρον. Ωστόσο, από φιλολογικές πηγές είναι γνωστό ότι υπήρχε και δευτερεύον δίκτυο και σε αυτό το τελευταίο ανήκε και η περιοχή της σημερινής Φωκίδας. Σε γενικές γραμμές, η μετάβαση από και προς την περιοχή ήταν ευκολότερη μέσω της θάλασσας. Αυτό αφήνει να νοηθεί η πορεία του περιηγητή Παυσανία κατά μήκος της ακτής, ο περίφημος Χάρτης του Πόιτιγκερ, ο κατάλογος των ρωμαϊκών δρόμων του Itinerarium Antonini, αλλά και το δίκτυο επικοινωνίας των νεότερων χρόνων, το οποίο παρέμενε σε λειτουργία έως την διάνοιξη των σύγχρονων δρόμων. Κάποια συμπεράσματα είναι δυνατόν επίσης να εξαχθούν από επιγραφές∙ τέτοια είναι η περίπτωση των ορίων τα οποία έτεμναν τον δρόμο μεταξύ Άμφισσας και Δελφών40. Τα αρχαιολογικά δεδομένα υποδεικνύουν, τέλος, ότι κατά τους αυτοκρατορικούς χρόνους εξακολούθησαν να χρησιμοποιούνται δύο αρχαίοι δρόμοι που οδηγούσαν προς τα βόρεια, ο λεγόμενος δωρικός διάδρομος41, καθώς και ο δρόμος κατά μήκος του ποταμού Δάφνου (σημερινός Μόρνος), ο οποίος και αργότερα γνώρισε ακόμα εντατικότερη χρήση42. Οι δρόμοι στην ενδοχώρα της περιοχής δεν έχουν έως σήμερα εντοπιστεί. Καταγράφονται μόνο κάποια στενά μονοπάτια διαμορφωμένα στο φυσικό έδαφος, καθώς και τμήμα ενός λιθόστρωτου στην Κίρρα, αμέσως στα βόρεια του κτιρίου των νεωσοίκων. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο δρόμος αυτός χρησιμοποίησε ως επιφάνεια έδρασης το τείχος κλασικών χρόνων (5ου αι. π.Χ.) που προστάτευε προς τα νότια το αρχαϊκό ιερό της Κίρρας (εικ. 7). Τέλος, μια όχι αμελητέα πηγή προσπορισμού πολύτιμων αντικειμένων πρέπει να ήταν η τυμβωρυχία, πρακτική καθόλου άγνωστη στον αρχαίο κόσμο, ιδιαίτερα κατά την αυτοκρατορική περίοδο. Όπως είναι ευνόητο, τα πλέον προσιτά και ορατά μνημεία της αρχαιότητας ήταν αυτά που προσέλκυσαν το ενδιαφέρον. Έτσι, σε έναν από τους θαλαμωτούς τάφους των μυκηναϊκών χρόνων που ερευνήθηκαν κατά το 1969 στις παρυφές του σύγχρονου οικισμού Χρισσό, βρέθηκε ένας λύχνος του 3ου αι., ενώ από τα πολύτιμα αντικείμενα με τα οποία

Rousset 2002, 19, 80-91, αρ. 6 και 135-136, 139. Choix, αρ. 121. Αντίστοιχα με τα small farmsteads στην Ιταλία∙ βλ. Rossiter 1978, 5-17. Rousset 2002, αρ. 6, D, 1-2. Cherf 1991. TIB 1, 94.

53


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

7

είχε αρχικά κτεριστεί ο τάφος είχαν απομείνει στο εσωτερικό του ελάχιστα μόνο σπαράγματα43. Αντίστοιχα, στον επίσης μυκηναϊκό θολωτό τάφο στον Άμπλιανο, κοντά στην Άμφισσα, πίσω από την ξερολιθιά που έφρασσε το στόμιο και πάνω στο δάπεδο βρέθηκαν τρεις λύχνοι, του 1ου αι. π.Χ. και του 2ου αι., καθώς και μία φιάλη. Ίσως υπόλειμμα της αυτής προσπάθειας των τυμβωρύχων να εισέλθουν στο εσωτερικό του θαλάμου είναι και ένας πρόχειρα κτισμένος αναλημματικός τοίχος, ο οποίος βρέθηκε στο εσωτερικό του θαλάμου (εικ. 8)44.

Bourgeoisie

8

7. Τ μήμα λιθόστρωτου δρόμου των αυτοκρατορικών χρόνων πάνω από το τείχος των κλασικών χρόνων, άποψη από τα νότια. 8. Α ναλημματικός τοίχος που κτίστηκε από τυμβωρύχους κατά τον 1ο αι. π.Χ. ή τον 2ο αι. μ.Χ. κατά την προσπάθειά τους να συλήσουν τον μυκηναϊκό τάφο κοντά στην Άμφισσα.

43 44 45 46 47 48 49

54

Ε. Κουντούρη, προφορική επικοινωνία. ΑΔ 2014, υπό έκδοση. Choix, 410-413, με παλαιότερη βιβλιογραφία. Bommelaer 2015, 83. ΑΔ 2013, υπό έκδοση. Syll.3 821A∙ Choix, 414-415, αρ. 229. Syll.3 877A.

Όπως και κατά τις προηγούμενες περιόδους οι εύπορες οικογένειες εξακολουθούσαν να έχουν τον πρώτο λόγο στη διαχείριση των κοινών υποθέσεων, παρέχοντας από τα μέλη τους τα πρόσωπα τα οποία στελέχωναν τις πολιτικές δομές της πόλης45. Κατά τους αυτοκρατορικούς χρόνους ο ιδιωτικός χώρος επεκτάθηκε όσο σε καμία άλλη περίοδο στην αρχαιότητα. Στο Ιερό του Απόλλωνα εδώ και αιώνες δεν κατασκευάζονταν πλέον κτίρια σχετικά με την λατρεία ή μνημειώδη αναθήματα προς τιμήν του θεού. Ωστόσο, κατά τον 2ο αι. τα οικοδομήματα που είχαν ανεγερθεί από αιώνες εξακολουθούσαν να εξυπηρετούν την διοικητική και γενικότερη λειτουργία του ιερού (Πλούταρχος, Περὶ τοῦ μὴ χρᾶν ἔμμετρα νῦν τὴν Πυθίαν, 398C, 409A). Η χρήση κάποιων από τα παλαιότερα κτίσματα τροποποιήθηκε στο πλαίσιο της αναθηματικής τους λειτουργίας· τέτοια είναι η περίπτωση του θησαυρού των Μασσαλιωτών που μετατράπηκε σε θησαυρό των Ρωμαίων46, ενώ η στοά του Αττάλου σε δεξαμενή που τροφοδοτούσε με νερό τη λεγόμενη ανατολική έπαυλη, ένα συγκρότημα δύο ορόφων. Στα δυτικά του τεμένους οικοδομήθηκαν ιδιωτικές οικίες, οι οποίες κατέλαβαν μερικώς το νεκροταφείο των αρχαϊκών και κλασικών χρόνων, ενώ εντονότερη ήταν η οικοδομική δραστηριότητα στα ανατολικά, από το τέμενος έως το Γυμνάσιο. Οι οικίες, τουλάχιστον αυτές που πλαισίωναν τον ιερό περίβολο, ήταν αστικές επαύλεις με ψηφιδωτά δάπεδα, λουτρικές εγκαταστάσεις και πλούσια επίπλωση. Τμήμα της νότιας λεγόμενης έπαυλης, η οποία είναι μερικώς ορατή και στην είσοδο του αρχαιολογικού χώρου, ερευνήθηκε και πρόσφατα κάτω από το οδόστρωμα της Ε.Ο. Τμήμα αρράβδωτου κίονα και ιωνικής βάσης αντίστοιχης με αυτές της ρωμαϊκής αγοράς επιτρέπει την υπόθεση ότι και η νότια έπαυλη διέθετε περιστύλιο και λουτρικές εγκαταστάσεις (εικ. 9)47. Παρά την οικονομική υποστήριξη που παρείχε ο αυτοκρατορικός οίκος, όπως για την επισκευή του ναού του Απόλλωνα με δαπάνες του Δομιτιανού48 και ίσως αργότερα επί της αρχής του Σεπτιμίου Σεβήρου49 οι παράγοντες που θα συνέβαλαν στην διατήρηση της εικό-


Νικόλαος Πετρόχειλος: Α Π Ο ΤΟΥ Σ Δ Ε ΛΦ ΟΥ Σ Σ ΤΟ Κ Α Λ Λ Ι Ο : Δ Ι Α Δ Ρ Ο Μ Ε Σ Σ ΤΟ ΤΟ Π Ι Ο Κ ΑΤΑ ΤΟΥ Σ ΑΥ ΤΟ Κ ΡΑΤΟ Ρ Ι ΚΟΥ Σ Χ Ρ Ο Ν ΟΥ Σ

9

θεί ότι απεικόνιζε νεοπλατωνικό φιλόσοφο51. Μία άλλη περίπτωση γλυπτού έργου θέτει ζητήματα συσχέτισης με τη βάση στην οποία είχε ανιδρυθεί. Πρόκειται για μια γενειοφόρο κεφαλή, η οποία παραδόθηκε στο Αρχαιολογικό Μουσείο στις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Προφανώς η κεφαλή θα είχε παραμείνει για καιρό εκτεθειμένη στη διαβρωτική επίδραση του νερού, γεγονός στο οποίο οφείλεται η πολύ κακή κατάσταση διατήρησης της επιδερμίδας. Τα χαρακτηριστικά της κεφαλής, οι άτακτοι πλαστικοί βόστρυχοι, το υψηλό μέτωπο, τα τοξωτά και ανοικτά φρύδια, οι πλατειές παρειές και βαθιές αυλακώσεις από τη ρίζα της μύτης (εικ. 10) βρίσκουν παράλληλα σε κάποια από τα πορτραίτα του αυτοκράτορα Αντωνίνου του Ευσεβούς52. Ενδιαφέρον είναι ότι στους Δελφούς είχε ανιδρυθεί εικόνα του συγκεκριμένου αυτοκράτορα και μάλιστα σε αγαλματική βάση που παραπέμπει στις ιδεολογικές του αναφορές στην αρχαιότητα. Η επιφάνεια έδρασης του αγάλματος συνίσταται σε ένα δωρικό κιονόκρανο αρχαϊκό ως προς τη μορφή του, στο οποίο έχει χαραχθεί η επιγραφή: Imp. Caesa(r) Divi | Hadrian[i] | filius53.

10

9. Κ όγχες και τμήμα οικοδομήματος των αυτοκρατορικών χρόνων που εντοπίστηκε κάτω από το οδόστρωμα της εθνικής οδού ΔελφώνΑράχωβας, στο ύψος της Ρωμαϊκής Αγοράς.

νας των Δελφών ήταν η λειτουργία τους ως έδρας του αμφικτυονικού συνεδρίου, καθώς και η ύπαρξη μιας τάξης ευκατάστατων αστών50. Τα δεδομένα για τον τρόπο ζωής τους είναι μάλλον πενιχρά, καθώς οι ιδιωτικές οικίες των πρώιμων αυτοκρατορικών χρόνων παραχώρησαν τη θέση τους σε κατασκευές κατά τους πρωτοβυζαντινούς χρόνους. Δύσκολα αντιλαμβάνεται ο σημερινός επισκέπτης του ιερού αυτήν την εικόνα αφθονίας που θα προκαλούσαν τα εκατοντάδες αναθήματα και κυρίως τα γλυπτά έργα. Αμυδρή εντύπωση δίνουν οι περισσότερες από εκατό αγαλματικές βάσεις και εξέδρες που έχουν βρεθεί στο τέμενος και χρονολογούνται κατά τους αυτοκρατορικούς χρόνους. Τα αγάλματα που θα έφεραν αυτές οι βάσεις δεν έχουν διατηρηθεί, ενώ ακόμα και τα σπαράγματα γλυπτών είναι εξαιρετικά δύσκολο να σχετιστούν με τις βάσεις στις οποίες θα εδράζονταν. Έτσι, η αναγνώριση του εικονιζόμενου προσώπου δεν μπορεί παρά να μένει απλή υπόθεση. Τέτοια είναι η περίπτωση της μαρμάρινης κεφαλής, η οποία ενώ είχε γίνει γενικώς αποδεκτό ότι απεικόνιζε τον Πλούταρχο, θα πρέπει μάλλον να θεωρη-

50 51 52 53

10. Μαρμάρινο ρωμαϊκό πορτραίτο της εποχής των Αντωνίνων.

Choix, 418-419, όπου συγκεντρώνονται οι παρατηρήσεις για τις οικοδομικές εργασίες στο ιερό. Lazaridou (επιμ.) 2011, 84 [E.C. Partida]. Wegner 1939, 21 κ.εξ. για τα χαρακτηριστικά των πορτραίτων του αυτοκράτορα. FD III, 1, 360, αρ. 545.

55


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

Ευκατάστατοι αστοί υπήρχαν και στην Άμφισσα, όπου κατασκευάζονταν ευμεγέθεις οικίες, για τις οποίες, παρά το γεγονός ότι καμία δεν έχει ερευνηθεί πλήρως έως σήμερα, επαρκής εικόνα σχηματίζεται χάρη στην αποκάλυψη τμημάτων τους. Φαίνεται ότι διέθεταν ικανό αριθμό δωματίων διαμονής και αποθηκευτικούς χώρους, ενώ τα δάπεδα στα τρικλίνια καλύπτονταν με ψηφιδωτά με γεωμετρικό και εικονιστικό διάκοσμο (εικ. 11). Ενδει-

11

11. Τ μήμα οικίας των αυτοκρατορικών χρόνων στην Άμφισσα.

κτικός των πνευματικών και ψυχαγωγικών αναζητήσεων των Αμφισσέων είναι ο διάκοσμος στο ψηφιδωτό δάπεδο στην οικία Γερολυμάτου στην Άμφισσα. Από το δυστυχώς μερικώς απελευθερωμένο δάπεδο διακρίνεται η παράσταση γερανού να κυνηγάει Πυγμαίο, θέμα το οποίο ίσως αντλεί έμπνευση από το έργο του Antonius Liberalis, χωρίς, ωστόσο, να πρόκειται για ακριβή μεταφορά του54. Σε ιδιωτική οικία ή –το πιθανότερο– σε βαλανείο, ιδιωτικό ή δημόσιο, πιθανώς ανήκε το κυκλικής κάτοψης δωμάτιο το οποίο εντοπίζεται παραπλεύρως του Ι.Ν. Με-

54 55 56 57 58 59

56

ταμόρφωσης του Σωτήρος (εικ. 12) και με αρκετές επιφυλάξεις έχει ερμηνευθεί ως βαπτιστήριο55. Το στοιχείο που καθιστά εξαιρετικά δυσχερή την αναγνώρισή του ως βαπτιστηρίου56, είναι οι πολύ μικρές, δίδυμες δεξαμενές, οι οποίες ουσιαστικά επιτρέπουν τη χρήση τους από ένα μόνο άτομο και αποκλείουν την κάθοδο δύο προσώπων σε αυτές, γεγονός απαραίτητο για την τελετή. Τα δεδομένα υποδηλώνουν μια διαφορετική ερμηνεία ως ορθότερη. Είναι γνωστό ότι κατά τον 4ο αι., προτού ακόμα επικρατήσει και επίσημα ο χριστιανισμός, οι ηθικές αρχές που πρέσβευε είχαν αρχίσει να επικρατούν και στην καθημερινότητα ακόμα, τροποποιώντας τον ισχύοντα ηθικό κώδικα. Η αλλαγή αυτή διαπιστώνεται μεταξύ άλλων και στην πρακτική του λουτρού. Κατά τους τρεις πρώτους αυτοκρατορικούς αιώνες τα λουτρά εξακολούθησαν να κατασκευάζονται σύμφωνα με την παράδοση που είχε διαμορφωθεί κατά τους ύστερους ελληνιστικούς χρόνους και οι λουόμενοι έκαναν από κοινού χρήση ενιαίων χώρων, του frigidarium (ἔξω οἶκος), του tepidarium (μέσος οἶκος), του caldarium (ἐσώτερος ή ἐνδότερος οἶκος). Σταδιακά, ωστόσο, από τον πρώιμο 4ο αι. φαίνεται ότι η πιο πάνω διάταξη γνώρισε σημαντικές αλλαγές με την προσθήκη μέσα στους ίδιους χώρους μικρότερων κογχών, οι οποίες προορίζονταν για ατομική χρήση ενός εκάστου των λουομένων57. Στους Δελφούς, μάλιστα, η συγκεκριμένη εξέλιξη, η προσθήκη μιας μικρής ημικυκλικής κόγχης με διάμετρο αντίστοιχη αυτής στην ημικυκλική κατασκευή της Άμφισσας στο πολύ μεγάλο υφιστάμενο από τους πρώιμους αυτοκρατορικούς χρόνους frigidarium στις λεγόμενες Ανατολικές Θέρμες, χρονολογείται χάρη σε επιγραφή κατά το έτος 31958. Με βάση αυτά τα δεδομένα, θα πρέπει μάλλον να αποκλειστεί η ερμηνεία του κτίσματος παραπλεύρως της Μητρόπολης Άμφισσας ως βαπτιστηρίου και να αναγνωριστεί σε αυτό τμήμα λουτρικής εγκατάστασης. Φαίνεται, μάλιστα, ότι η αρχική του λειτουργία διατηρήθηκε και αργότερα, όταν κατά τον 6ο αι. προστέθηκαν δύο μικρές κόγχες με ψηφιδωτό διάκοσμο στο δάπεδο59. Στο άλλο άκρο της περιοχής που εξετάζεται εδώ, το Κάλλιο, έχει γίνει η πληρέστερη έως σήμερα αρχαιολογική έρευνα σε αρχαιολογικά στρώματα των αυτοκρατορικών χρόνων. Οι οικίες της εποχής είναι κατασκευασμένες από υλικό σε δεύτερη χρήση, χωρίς κατά κανόνα να χρησιμοποιούνται τμήματα από τα οικοδομήματα των ελληνιστικών χρόνων. Μία οικία διέθετε δύο εισόδους, οι οποίες μέσω διαδρόμων οδηγούσαν σε ευρύχωρα δωμάτια αλλά και σε ένα πιθανώς υπαίθριο πλακόστρωτο χώρο όπου το περιστόμιο ενός φρέατος επιτρέπει να δοθεί στον χώρο η ερμηνεία του ως impluvium. Εξωτερικά της οικίας διατηρείται η βάση μιας κλίμακας, γεγονός που επιτρέπει την υπόθεση ότι η οικία διέθετε και όροφο.

Κοκκίνη 2012, 236-237. Ασημακοπούλου-Ατζακά 1987, 188-190. Για τα βαπτιστήρια, βλ. Βολανάκης 1976∙ Ποζιόπουλος 2009. Για τις επαύλεις και τα βαλανεία κατά τους πρωτοβυζαντινούς χρόνους, βλ. Γούναρης 1999, 178-186, 202-207. Ginouvès 1955, ιδ. 135-138, 141-146· Berger 1982, 97, σημ. 49. Θέμελης 1977, 248. Πάντως, η μετατροπή ενός τμήματος λουτρικής εγκατάστασης σε βαπτιστήριο δεν είναι άγνωστη πρακτική και αλλού, βλ. Pasquinucci (επιμ.) 1987, 108-109 [G. Contiero].


Νικόλαος Πετρόχειλος: Α Π Ο ΤΟΥ Σ Δ Ε ΛΦ ΟΥ Σ Σ ΤΟ Κ Α Λ Λ Ι Ο : Δ Ι Α Δ Ρ Ο Μ Ε Σ Σ ΤΟ ΤΟ Π Ι Ο Κ ΑΤΑ ΤΟΥ Σ ΑΥ ΤΟ Κ ΡΑΤΟ Ρ Ι ΚΟΥ Σ Χ Ρ Ο Ν ΟΥ Σ

12

12. Τ μήμα βαλανείου (το θεωρούμενο ως βαπτιστήριο) παραπλεύρως του Ι.Ν. Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στην Άμφισσα.

Η υποδομή του κτιρίου αποτελείτο από αγωγούς για την απορροή των ομβρίων υδάτων60. Το καλύτερα ερευνημένο κτίριο της ρωμαϊκής Καλλιπόλεως, το βαλανείο της πόλης61, δείχνει το επίπεδο της ζωής που ήταν σε θέση να απολαμβάνουν οι κάτοικοι. Το οικοδόμημα διακρίνεται από την έλλειψη κάθε φειδούς στη χρήση των υλικών, όπως κυρίως φαίνεται στο ψηφιδωτό δάπεδο στο αποδυτήριο και τις ορθομαρμαρώσεις των τοίχων. Το κτίριο κατασκευάστηκε μάλλον μετά το γ’ τέταρτο του 2ου αι., καθώς στο στρώμα θεμελίωσης βρέθηκαν νομίσματα (σηστέρτιοι) της Φαυστίνας της Νεότερης.

Συνέχειες και ασυνέχειες Η λάμψη του δελφικού ιερού και τα πολύτιμα αναθήματα ανέκαθεν προκαλούσαν την αρπακτική διάθεση των ασεβών. Οι ίδιοι οι Φωκείς κατά τον 4ο αι. π.Χ. είχαν προβεί στην διαρπαγή θησαυρών, ενώ αργότερα, το 87/6 π.Χ., όταν ο Ρωμαίος στρατηγός Σύλλας χρειάστηκε τα οικονομικά μέσα κατά την αναμέτρησή του με τον βασιλιά του Πόντου Μιθριδάτη, φρόντισε να τα εξεύρει από τη λεηλασία του ιερού. Ανάλογη ασέβεια εκδηλώθηκε και λίγο αργότερα, το 83 π.Χ., όταν ένα ιλλυρικό φύλλο, οι

60 61

Μαίδοι, προέβησαν σε νέα διαρπαγή των θησαυρών και μάλιστα πυρπόλησαν τον ναό του Απόλλωνος. Αργότερα, το αίσθημα ασφάλειας που ενέπνευσε η pax romana δημιούργησε και τις συνθήκες εφησυχασμού και προκάλεσε την αναστολή της δυνατότητας απομάκρυνσης του κινδύνου, όταν τελικά αυτός παρουσιάστηκε. Τα τείχη των πόλεων, τα οποία μάλλον είχαν κατασκευαστεί κατά τον 4ο και τον 3ο αι. π.Χ., είχαν πάψει από καιρό να αποτελούν αντικείμενο φροντίδας. Ενδεικτική των διαφορετικών συνθηκών είναι η στρωματογραφία στην περιοχή κοντά στο τείχος του Καλλίου. Μετά τη μάχη της Πύδνας και τις καταστροφές που εκδηλώθηκαν στην πόλη, ίσως ως αποτέλεσμα στάσεων, το τείχος στα σημεία τουλάχιστον που αυτό είχε υποστεί βλάβη δεν ανοικοδομήθηκε, ενώ σε μεγάλο βαθμό επιχώθηκε με το υλικό από τις καμένες οικίες της ελληνιστικής πόλης. Πάνω στο τείχος και στο στρώμα καταστροφής οικοδομήθηκαν το βαλανείο, καθώς και η εφαπτόμενη σε αυτό οικία με τουλάχιστον δώδεκα χώρους, μερικοί από τους οποίους ήταν ιδιαίτερα εκτεταμένοι. Το τείχος, δηλαδή η κατεξοχήν εγγύηση της ασφάλειας της πόλης των κλασικών και ελληνιστικών χρόνων, είχε πλέον μετατραπεί σε έναν απλό αναλημματικό τοίχο.

Ζαφειροπούλου 1982, 10-13. Themelis 1979, 260, εικ. 11-12.

57


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

Οι Δελφοί εκτός από το τείχος του τεμένους δεν είχαν περιβληθεί με οχύρωση· η προστασία του θεού αλλά και το πυκνό δίκτυο πύργων και οχυρώσεων που είχε στηθεί από την εποχή της αιτωλικής κυριαρχίας είχαν προφανώς θεωρηθεί ως επαρκείς εγγυήσεις για την ανάσχεση οποιουδήποτε κινδύνου. Η κατάσταση, ωστόσο, άλλαξε όσο η κρίση που έπληττε την αυτοκρατορία βάθαινε. Έτσι, όταν μετά την αναχαίτισή τους στην Πελοπόννησο το 267 οι Έρουλοι βάδισαν γρήγορα κατά μήκος της Στερεάς Ελλάδας κατευθυνόμενοι προς τον βορρά και καταδιωκόμενοι από τον αυτοκρατορικό στρατό, το πέρασμά τους από τους Δελφούς έως το Κάλλιο σκόρπισε ανησυχία και φόβο. Οι αρχαιολογικές μαρτυρίες στους Δελφούς για αυτό το κλίμα είναι δύσκολα ανιχνεύσιμες, καθώς η εντατική οικοδομική δραστηριότητα των πρωτοβυζαντινών χρόνων θα τις εξάλειψε. Το βιαστικά κατασκευασμένο τείχος, το οποίο είναι ορατό σε μήκος σχεδόν 80μ. στα ανάντη της εθνικής οδού Δελφών-Αρά-

13

13. Η βόρεια παραστάδα του πρωτοβυζαντινού τείχους των Δελφών.

χωβας και στο ύψος του αρχαίου Γυμνασίου (εικ. 13), μάλλον δεν ανήκει σε αυτήν την περίοδο αλλά είναι νεό­ τερο κατά τουλάχιστον δύο αιώνες. Από τη συγκεκριμένη οχύρωση διατηρείται σε σχετικά καλή κατάσταση η ανατολική παραστάδα της πύλης, στην οποία κατέληγε ο δρόμος από τη Βοιωτία. Η παραστάδα είναι κτισμένη με ορθογώνιους και επιμελώς επεξεργασμένους λίθους σε τέσσερις δόμους, ενώ για το τείχος χρησιμοποιήθηκαν επίσης κέραμοι και πλίνθοι με κονίαμα για συνδετικό υλικό. Από το τείχος στην κατάντη πλευρά του δρόμου διακρίνεται μικρό μόνο τμήμα του στο τμήμα της πλαγιάς ανάμεσα στον ξυστό του γυμνασίου και τον σύγχρονο δρόμο62. Στη δυτική παρειά της πύλης ήταν πιθανότατα κτισμένα τρία μαρμάρινα αρχιτεκτονικά μέλη με κύφωση και περιταίνια, τα οποία βρέθηκαν κατά το 2012 στο έργο 62 63 64 65 66 67

58

Amandry 1981, 742-746. ΑΔ 2012, υπό έκδοση. Βλαχογιάννη 2007-2008, 133. ΑΔ 1972, 372-378. Raptopoulos 2006. TIB 1, 51.

αναβάθμισης του συστήματος πυρασφάλειας του αρχαιολογικού χώρου63. Αντίθετα προς τους Δελφούς, στο Κάλλιο, το πέρασμα των Ερούλων καταγράφεται εμμέσως από τις αποκρύψεις θησαυρών64. Παράλληλα, ένα οικογενειακό ταφικό μνημείο, το οποίο είχε κατασκευαστεί κατά το β΄ μισό του 3ου αι. π.Χ. ή κατά τις πρώτες δεκαετίες του επόμενου, χρησιμοποιήθηκε εκ νέου κατά τους αυτοκρατορικούς χρόνους. Σε αυτήν την περίοδο χρονολογούνται τα μεταλλικά αντικείμενα τα οποία βρέθηκαν ατάκτως μέσα στην επίχωση του τάφου65. Πρόκειται για ιατρικά εργαλεία από χαλκό και σίδερο, ενώ μαζί βρέθηκαν και δύο περιδέραια από χρυσό και πολύτιμους λίθους, τα οποία βρίσκουν παράλληλα σε επαρχίες της Βαλκανικής, την Παννονία αλλά και την κεντρική Ευρώπη κατά την περίοδο από τον ύστερο 2ο αι. έως τον ύστερο 3ο αι. Τα νομίσματα δεν είναι όλα σύγχρονα· αρχαιότερα είναι δύο κίβδηλα δηνάρια τα οποία κόπηκαν επί της αρχής του αυτοκράτορα Αδριανού μεταξύ των ετών 119-122 και του Μάρκου Αυρηλίου, κοπής κατά το έτος 161, ενώ τα υπόλοιπα νομίσματα, όλα αντωνινιανοί των νομισματοκοπίων της Ρώμης και της Ασίας, είναι νεότερα και σχεδόν σύγχρονα, καθώς κόπηκαν επί της αρχής του Γαλλιηνού, κατά τα έτη 266 και 267. Μαζί βρέθηκαν επίσης και χάλκινα νομίσματα αξίας τεσσάρων ασσαρίων, κοπής του Κοινού των Θεσσαλών. Το έτος κοπής των νομισμάτων επιτρέπει με σχετική ασφάλεια τη συσχέτιση της απόκρυψης με την ανησυχία από ένα έκτακτο γεγονός. Τα μεταλλικά αντικείμενα, κοσμήματα, ιατρικά εργαλεία και νομίσματα, παρά το γεγονός ότι βρέθηκαν άτακτα μέσα στην επίχωση πρέπει μάλλον να συνιστούν έναν αποθησαυρισμό έκτακτης ανάγκης ενόψει ενός επερχόμενου κινδύνου που δεν μπορεί να είναι άλλος παρά η διέλευση των Ερούλων. Η διέλευσή τους στην Άμφισσα επίσης δεν είναι ανιχνεύσιμη∙ ενδεχομένως το ισχυρό τείχος που προστάτευε όχι μόνο την ακρόπολη αλλά και την κάτω πόλη από τον 4ο αι. διατηρούνταν ακόμα σε καλή κατάσταση και αποθάρρυνε την επιδρομή. Αντίθετα, για την Άμφισσα η τομή στην ιστορική της εξέλιξη με σαφήνεια διαγράφεται αργότερα. Τα αποτελέσματα μιας εκτεταμένης καταστροφής διαπιστώνονται έμμεσα από τον ενταφιασμό ενός νεκρού πάνω στο ψηφιδωτό δάπεδο οικίας του 4ου αι.66, της οποίας η ανωδομή είχε καταρρεύσει. Ο ενταφιασμός των νεκρών intra muros και ουσιαστικά μέσα στις οικίες συνιστά πιθανότατα ένδειξη αδυναμίας διαχείρισης της καταστροφής και ανάγκης για την άμεση ταφή των νεκρών σε οποιεσδήποτε συνθήκες. Τα δεδομένα από τις πηγές μάλλον αποκλείουν το ενδεχόμενο η καταστροφή να προκλήθηκε από ανθρώπου χέρι, καθώς οι μόνοι πιθανοί εισβολείς κατά τη συγκεκριμένη περίοδο, οι ορδές του Αλάριχου (395-397), δεν διήλθαν από την περιοχή Δελφών και της Άμφισσας67. Έτσι, πιο πιθανή


Νικόλαος Πετρόχειλος: Α Π Ο ΤΟΥ Σ Δ Ε ΛΦ ΟΥ Σ Σ ΤΟ Κ Α Λ Λ Ι Ο : Δ Ι Α Δ Ρ Ο Μ Ε Σ Σ ΤΟ ΤΟ Π Ι Ο Κ ΑΤΑ ΤΟΥ Σ ΑΥ ΤΟ Κ ΡΑΤΟ Ρ Ι ΚΟΥ Σ Χ Ρ Ο Ν ΟΥ Σ

ερμηνεία είναι να πρόκειται για το αποτέλεσμα των σεισμικών δονήσεων που έπληξαν την περιοχή κατά τον 6ο αι. και είναι γνωστό ότι έφεραν τον όλεθρο68. Η μετάβαση προς την ύστερη αρχαιότητα αποτελείται από τομές, συνέχειες και ασυνέχειες. Στην περιοχή, η μεταβατική περίοδος είχε διάρκεια ίσως ακόμα και δύο αιώνων, από τον 4ο έως τον 6ο αι. Στο Κάλλιο μετά την ερήμωση που πιθανότατα προκλήθηκε από την διέλευση των Ερούλων, επακολούθησε μια περίοδος άνω του ενός αιώνα, κατά την διάρκεια του οποίου στα σημεία τα οποία έχει ερευνηθεί η πόλη δεν τεκμηριώνεται η ανθρώπινη παρουσία. Έκτοτε η κατοίκηση περιορίστηκε στην περιοχή της αρχαίας ακρόπολης, ενώ το κατώτερο μέρος της αρχαίας πόλης, το οποίο θα είχε μετατραπεί σε έναν ερειπιώνα, λειτουργούσε και ως νεκροταφείο. Λόγω της καταστροφής των κτισμάτων η στάθμη περιμετρικά του βαλανείου αρχικά ανυψώθηκε. Η αίθουσα με το ψηφιδωτό δάπεδο μάλλον λειτούργησε ως υπόγειο και στο μέσον σχεδόν του χώρου κατασκευάστηκε ένας πρόχειρος τοίχος από κεραμίδες και λίθους∙ για την πρόσβαση σε αυτόν προστέθηκε στο δυτικό άκρο του νότιου τοίχου μία κλίμακα από τέσσερις βαθμίδες. Από τις αίθουσες αφαιρέθηκαν οι πλάκες του δαπέδου και μέσα στο στρώμα καταστροφής κατασκευάστηκαν κτιστοί ορθογώνιοι τάφοι. Οι ταφές ήταν ακτέριστες, όπως συνηθίζεται κατά την περίοδο, ενώ τα νομίσματα συνιστούν κοπές των αυτοκρατόρων του 4ου αι. από τον Θεοδόσιο Α΄ έως του Ουάλεντα. Στην Κίρρα ο χώρος πάνω από τα στρώματα των οικιών των ελληνιστικών και πρώιμων αυτοκρατορικών χρόνων χρησιμοποιήθηκε για τον ενταφιασμό των νεκρών σε κεραμοσκεπείς τάφους (εικ. 14). Πολύ κοντά στον χώρο των νεωσοίκων κατασκευάστηκε μικρός, πιθανώς κοιμητηριακός ναός. Στην κοιλάδα του Πλειστού η έννοια της Ιεράς Χώρας είχε από καιρό εκλείψει. Στη θέση Καμάρα, η οποία προφανώς οφείλεται στα αρκοσόλια στον βράχο κάτω

14

από την αρχαία Κρίσσα, το σημερινό Χρισσό (εικ. 15), οικοδομήθηκε με υλικό από αρχαίο κτίσμα, ίσως ναϊκό, μία τρίκλιτη βασιλική, η οποία αργότερα μετατράπηκε σε μικρό μονόκλιτο ναΐσκο69. Στην Άμφισσα η ευημερία της πόλης συνεχίσθηκε και μετά την εδραίωση του χριστιανισμού, όπως επιτρέπει να εννοηθεί ο εντοπισμός μελών και τμημάτων τριών βασιλικών, στη θέση όπου αργότερα ανεγέρθηκε ο ναός της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος, στον χώρο πίσω από το κτίριο της πρώην Νομαρχίας Άμφισσας και στην Ιερά Μητρόπολης Άμφισσας, όπου είναι ορατό το θεωρούμενο ως βαπτιστήριο.

15

5. Αρκοσόλια στον βράχο κάτω από την αρχαία Κρίσσα, στη θέση Καμάρα.

Στους Δελφούς η σαφής τομή τίθεται στα τέλη του 4ου αι., όταν το 394 ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος Α΄ με διάταγμά του απαγόρευσε τη λειτουργία του Ιερού και την άσκηση της αρχαίας λατρείας. Ο ναός του Απόλλωνος δεν μετατράπηκε σε χριστιανική εκκλησία70. Οι Δελφοί αποτέλεσαν έδρα επισκοπής και ο οικισμός επιβίωσε για περίπου δύο ακόμα αιώνες, με τη μικρή χριστιανική κοινότητα να εξακολουθεί να απολαμβάνει το επίπεδο ζωής που απολάμβανε η αρχαιότερη κοινότητα εθνικών.

Επίλογος

14. Τ ο νεκροταφείο των όψιμων αυτοκρατορικών χρόνων (3ος-5ος αι.) στην Κίρρα.

68 69 70

Από το Κάλλιο έως τους Δελφούς. Μια από τις πλέον άνισες στην εξέλιξή τους περιοχές της επαρχίας της Αχαΐας. Ιδρύοντας πόλεις, μετακινώντας πληθυσμούς, στηρίζοντας θεσμούς και αποδυναμώνοντας άλλους, η ρωμαϊκή διοίκηση άσκησε μια ιδιαίτερα παρεμβατική πολιτική και έθεσε τεχνητά όρια και πλαίσια μέσα στα οποία όφειλε να προσαρμοστεί η πραγματικότητα. Χαρακτηριστικό ως προς αυτήν την παρατήρηση είναι η δημιουργία του Κοινοῦ τῶν Λοκρῶν, το οποίο αποτελούμενο από έξι συρρικνωμένες πόλεις πιθανώς δεν είχε άλλες αρμοδιότητες εκτός από την διοργάνωση αγώνων και ίσως κάποιων θρησκευτικών λειτουργιών. Η Άμφισσα, διατηρώντας κάποια σχετικά προνόμια, πέτυχε να αξιοποιήσει τη γεω-

Procopius, De Aed. 4.2.24∙ Bell. Goth 2.22-3∙ Anec. 18.41-4 κατά το 524/525 και Bell. Goth. 8.16-25 κατά τα έτη 551/552. ΑΔ 2015, υπό έκδοση. Dyggve 1948· TIB 1, 144.

59


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

γραφική της θέση και να εξασφαλίσει ένα υψηλό επίπεδο διαβίωσης για τους κατοίκους της. Οι Δελφοί σε μεγάλο βαθμό δεν χρειάστηκε παρά να διασφαλίσουν την αίγλη του παρελθόντος. Με κάποια υπερβολή και καυστικό λόγο ο Λουκιανός ο Σαμοσατεύς που έζησε κατά τον 2ο αι. περιγράφει πολύ παραστατικά την κοινωνία των αρχαίων Δελφών στο έργο του Φάλαρις. Σε αυτό ο Λουκιανός παρουσιάζει έναν απεσταλμένο του τυράννου του Ακράγαντα Φάλαρι να εμφανίζεται στη συνέλευση των Δελφών και να διαβάζει την απολογία του κυρίου του με την οποία ο τελευταίος διαψεύδει τη σκληρότητά του, ζητώντας να δεχθούν οι ιερείς του μαντείου το ανάθημά του. Εκφράζονται αμφιβολίες και τελικά ένας ιερέας λαμβάνει τον λόγο, παραθέτοντας επιχειρήματα υπέρ της αποδοχής αλλά μέσα από μία κυνική υστεροβουλία. Για τους Δελφούς … τὸ δ’ ἱερὸν καὶ ὁ Πύθιος καὶ τὸ χρηστήριον καὶ οἱ θύοντες καὶ οἱ εὐσεβοῦντες, ταῦτα Δελφῶν τὰ πεδία, ταῦτα ἡ πρόσοδος, ἐντεῦθεν ἡ εὐπορία, ἐντεῦθεν αἱ τροφαί … Έτσι, χωρίς να κοπιάσουν όλα τα καλά έρχονται στους Δελφούς όχι μόνο από τους άλλους Έλληνες αλλά και από τόπους μακρινούς … ἄσπαρτα ἡμῖν καὶ ἀνήροτα φύεται τὰ πάντα ὑπὸ γεωργῷ τῷ θεῷ, ὃς οὐ μόνον τὰ παρὰ τοῖς ῞Ελλησιν ἀγαθὰ γιγνόμενα παρέχει, ἀλλ’ εἴ τι ἐν Φρυξὶν ἢ Λυδοῖς ἢ Πέρσαις ἢ Ἀσσυρίοις ἢ Φοίνιξιν ἢ Ἰταλιώταις ἢ ῾Υπερβορέοις αὐτοῖς, πάντα ἐς Δελφοὺς ἀφικνεῖται. Το ιερό λοιπόν ήταν πάντα για τους Δελφούς η πηγή της ευδαιμονίας και δεν πρέπει τίποτα να αλλάξει … ταῦτα τὸ ἀρχαῖον, ταῦτα τὸ μέχρι νῦν, καὶ μὴ παυσαίμεθά γε οὕτω βιοῦντες (Λουκιανός, Φάλαρις, 2,8). Πρόκειται βεβαίως για ένα κείμενο που διαπνέεται από ρητορική υπερβολή και διακρίνεται από τον καυστικό του τόνο. Το μήνυμα, ωστόσο, που εκφράζει ίσως δεν είναι άστοχο∙ η δύναμη της παράδοσης ήταν αυτό το στοιχείο που έδινε τη λάμψη στο απολλώνιο ιερό ακόμα και σε καιρούς που η αρχαία θρησκεία είχε απομακρυνθεί από την εποχή της αίγλης της.

Κατάλογος θέσεων* Η παράλια περιοχή μεταξύ των εκβολών του Μόνου και του Κρισαίου Κόλπου 1. * Οιάνθεια (σημερινή Γλυφάδα ή Γλύφα) Ο οικισμός στην κορυφή του υψώματος Παλαιόκαστρο διαθέτει δύο οχυρωματικούς περιβόλους τριγωνικής κάτοψης, οι οποίοι ενισχύονται από πύργους. Η κατοίκηση στην περιοχή ανάγεται ήδη στη 2η χιλιετία, καθώς στην ανατολική πλαγιά έχουν βρεθεί οικιστικά λείψανα των ΜΕ χρόνων. Οι περίβολοι και η συστηματική κατοίκηση χρονολογούνται κατά τους ελληνιστικούς χρόνους, όταν κατασκευάστηκαν στην πλαγιά και οι αναλημματικοί τοίχοι, οι οποίοι δείχνουν τη συστηματική καλλιέργεια στην περιοχή71. Εντός των περιβόλων ή στον άμεσα περιβάλλοντα χώρο δεν έχει πραγ* 71 72 73 74 75 76 77

60

ματοποιηθεί αρχαιολογική έρευνα. Ωστόσο, τα επιφανειακά ευρήματα δείχνουν ότι ο χώρος εξακολούθησε να κατοικείται και κατά την αυτοκρατορική περίοδο, αν και δεν διαπιστώθηκαν ευρήματα που με ασφάλεια να χρονολογούνται κατά τους πρώιμους αυτοκρατορικούς χρόνους. Με βεβαιότητα σε αυτήν την περίοδο τοποθετείται μόνο μία επιτύμβια επιγραφή των αυτοκρατορικών χρόνων, IG IX,12 3:660. 2. * Τολοφώνα Ο παράλιος, τειχισμένος οικισμός χρονολογείται κυρίως στους ύστερους κλασικούς και ελληνιστικούς χρόνους. Κατά την περίοδο της καταλανικής κυριαρχίας οικοδομήθηκε με υλικό από το τείχος ισχυρό φρούριο. Στην περιοχή υπάρχει άφθονη κεραμική των ρωμαϊκών χρόνων72, αλλά όχι κάτι χαρακτηριστικό των πρώιμων αυτοκρατορικών χρόνων. Στους Δελφούς μνημονεύεται ένας Τολοφώνιος σε απελευθερωτική επιγραφή αυτής της περιόδου, FD III.6, 41. 3. Φαιστίνος (Ερατεινή) Αρχιτεκτονικά λειψάνων που εντοπίστηκαν στην Ερατεινή, κατά μία ερμηνεία αποτελούν τμήμα λουτρικής εγκατάστασης, η οποία σήμερα καλύπτεται κάτω από σύγχρονες κατασκευές. Το τμήμα ενός αρράβδωτου κίονα μάλλον προέρχεται από το συγκεκριμένο οικοδόμημα73. 4. * Χάλειον (σημερινό Γαλαξίδι) Ο οικισμός74 ο οποίος περιβλήθηκε με ισχυρό τείχος κατά τα τέλη του 4ου ή τις αρχές του 3ου αι. π.Χ. υφίστατο και κατά τους αυτοκρατορικούς χρόνους, ενώ δεν είναι γνωστό, αν το τείχος κατά τη συγκεκριμένη περίοδο ταπεινώθηκε ή αν o οικισμός γνώρισε μεταβολές ως προς το μέγεθός του. Το νεκροταφείο των αυτοκρατορικών χρόνων εντοπίζεται στα ανατολικά του οχυρωμένου οικισμού, στη θέση όπου σήμερα βρίσκεται η πλατεία Ηρώων. Τμήμα του νεκροταφείου ερευνήθηκε κατά το 1939 από τον Ι. Θρεψιάδη, ο οποίος ανέσκαψε περίπου 30 τάφους των ελληνιστικών και αυτοκρατορικών χρόνων, και ένα ταφικό κτίσμα, ίσως ηρώο. Τα κτερίσματα των τάφων είναι τυπικά της περιόδου, κυρίως γυάλινα αγγεία και πήλινοι λύχνοι75. Στις πλαγιές των γύρω λόφων λαξεύτηκαν, επίσης, ευμεγέθεις και θαλαμοειδείς τάφοι. Στο Μουσείο του Γαλαξιδίου εκτίθενται χάλκινα σκεύη, τα οποία βρίσκουν ακριβή παράλληλα κυρίως στην Ιταλία76. 5. * Αταύτιστη πόλη στα δυτικά του Χαλείου (σημερινή Βίδαβη ή Άγιοι Πάντες) Οχυρωμένος οικισμός τριγωνικής κάτοψης, η ίδρυση του οποίου χρονολογείται μάλλον κατά τους ύστερους κλασικούς χρόνους. Ο Lerat αναφέρει ότι σε θησαυρό νομισμάτων υπήρχε νόμισμα του νομισματοκοπείου της Πάτρας κοπής επί της αρχής του Δομιτιανού77. Άφθονη κεραμική των αυτοκρατορικών χρόνων.

Περιοχή κοιλάδων Κόκκινου και Λιδορικιώτικου 6. * Καλλίπολις ή Κάλλιον Πρόκειται για οικισμό ο οποίος ιδρύθηκε κατά τον 4ο αι. π.Χ., αν και σποραδικά ευρήματα, κυρίως το υλικό από έναν αποθέτη που βρέθηκε κοντά στον περίστυλο ναό, δείχνει

Με αστερίσκο δηλώνονται οι θέσεις στις οποίες έχει πραγματοποιηθεί από τον γράφοντα αυτοψία ή ανασκαφή. Lerat 1952, τ. I, 103-109∙ Πετρονώτης 1973, 102, αρ. 114∙ Bommeljé et.al. 1987, 83 (Glyfada)∙ Ραπτόπουλος – Τσαρούχα 2012. Lerat 1952, τ. I, 109-111∙ Πετρονώτης 1973, 104, αρ. 123∙ Bommeljé et.al. 1987, 109-111 (Tolofon A). ΑΔ 6, 1920-1921, παράρτ. 149∙ Lerat 1952, τ. I, 111-112· Πετρονώτης 1973, 104, αρ. 124∙ Bommeljé et. al. 1987, 82 (Erateini). Lerat 1952, τ. I, 27-28, 152-158. Θρεψιάδης 1943· Θρεψιάδης 1972, 186-189· Ζαφειροπούλου 1982. Ζυμή – Σίδερης 2003, 52-53, πίν. 20α-δ. Lerat 1952, τ. I, 138-145∙ Πετρονώτης 1973, 104, αρ. 128-129∙ Bommeljé et.al. 1987, 73 (Agioi Pandes A).


Νικόλαος Πετρόχειλος: Α Π Ο ΤΟΥ Σ Δ Ε ΛΦ ΟΥ Σ Σ ΤΟ Κ Α Λ Λ Ι Ο : Δ Ι Α Δ Ρ Ο Μ Ε Σ Σ ΤΟ ΤΟ Π Ι Ο Κ ΑΤΑ ΤΟΥ Σ ΑΥ ΤΟ Κ ΡΑΤΟ Ρ Ι ΚΟΥ Σ Χ Ρ Ο Ν ΟΥ Σ

ότι η κατοίκηση στην περιοχή ανάγεται τουλάχιστον στον 8ο αι. π.Χ. Μετά τη λεηλασία από τους Γαλάτες, η οποία περιγράφεται λεπτομερώς από τον Παυσανία, η πόλη ανοικοδομήθηκε και οι Καλλιείς είχαν σημαντικό ρόλο στην πολιτική ζωή του Κοινού των Αιτωλών. Μετά τη μάχη της Πύδνας σημειώθηκαν εκτεταμένες καταστροφές στην πόλη, οι οποίες αποδίδονται σε στάσεις και εσωτερικές διαμάχες ανάμεσα στις φιλορωμαϊκές και φιλομακεδονικές πολιτικές μερίδες. Πάνω από το στρώμα καταστροφής των ελληνιστικών οικιών οικοδομήθηκαν κατά τον 1ο και 2ο αι. ιδιωτικές οικίες, καθώς και ένα σχετικά μικρών διαστάσεων βαλανείο. Έχουν ερευνηθεί, επίσης, τμήματα των νεκροταφείων, όπου, εκτός από την κατασκευή κεραμοσκεπών τάφων χρησιμοποιούνται επίσης παλαιότερα ταφικά μνημεία78. 7. * Φυσκείς (σημερινό Μαλανδρίνο) Ο οικισμός μάλλον αναπτύσσεται από τον 4ο αι. π.Χ., όταν περιβλήθηκε από τείχος συνολικού μήκους σχεδόν 1700μ. Κατά τους αυτοκρατορικούς χρόνους ο οικισμός φαίνεται ότι δεν συρρικνώθηκε, αν ληφθεί υπόψη η άφθονη επιφανειακή κεραμική που καλύπτει όλη την περίοδο79. Ιδιαίτερα ενδιαφέρων είναι ο νόμος θιάσου αποτελούμενου από άνδρες (καλούνται βουκόλοι) και γυναίκες (μαινάδες), ο οποίος είναι αφιερωμένος στον Διόνυσο και χρονολογείται στα μέσα του 2ου αι.80 8. Αταύτιστη πόλη (σημερινή Στρώμη) Στον κατάλογο θέσεων81 η θέση αναφέρεται ως εγκατάσταση των ελληνιστικών χρόνων. Ωστόσο, πρόσφατες σωστικές έρευνες της Εφορείας υποδεικνύουν ότι και η φάση των αυτοκρατορικών χρόνων ήταν ιδιαίτερα εκτεταμένη και σημαντική. Ειδικότερα ερευνήθηκε μικρός οικογενειακός θολωτός τάφος των πρώιμων αυτοκρατορικών χρόνων, ο οποίος περιείχε αρκετά πήλινα αγγεία και χρυσά κοσμήματα82.

θεί83. Πλέον καλά διατηρημένη είναι η οικία που εντοπίζεται στους πρόποδες του Κάστρου της Άμφισσας (πρώην οικία Μπρουγιαννάκη)84. Στην οικία Γερολυμάτου το ψηφιδωτό μάλλον χρονολογείται στον ύστερο 2ο-πρώιμο 3ο αι.· χαρακτηριστικά τα συμπαγή τρίγωνα, όπως στο δωμάτιο C της ρωμαϊκής επαύλεως στην Κόρινθο85. Νεκροταφείο: Τάφος για την κατασκευή του οποίου χρησιμοποιήθηκαν δύο μαρμάρινες επιτύμβιες στήλες του 3ου αι. π.Χ.86 Βόρεια και ανατολικά του τείχους (οδός Ποσειδώνος 35), κεραμοσκεπείς με ελάχιστα ή καθόλου κτερίσματα∙ παρόδιο τετράπλευρο ταφικό μνημείο από τον 2ο ή 3ο αι., το οποίο περιέκλειε τρεις κτιστούς κιβωτιόσχημους τάφους∙ στα νότια της οχυρωμένης πόλης (συμβολή των οδών Σαλώνων-Καραμανλή) οι τάφοι των αυτοκρατορικών χρόνων κατασκευάζονται παραπλεύρως αυτών των ελληνιστικών χρόνων87.

10. * Δέλτα Χρισσού, στο ανατολικό άκρο του ελαιώνα (χ= 364681,05, ψ= 4259859,97) Αγροικία η οποία ερευνήθηκε μερικώς σε τμήμα δύο δωματίων της∙ το μεγαλύτερο δωμάτιο έχει μήκος 5,29μ. και το μικρότερο 2.05μ., ενώ και τα δύο ερευνήθηκαν σε πλάτος 2,45μ. Οι τοίχοι είναι κτισμένοι από μικρούς αργούς λίθους με αρκετό πηλόχωμα ανάμεσα στις στρώσεις, ενώ το σχετικά μικρό τους πάχους (περίπου 0,50μ.) δείχνει ότι το κτίσμα δεν διέθετε όροφο. Στη θεμελίωση του μεγαλύτερου δωματίου βρέθηκε ένα ιδιαίτερα φθαρμένο χάλκινο νόμισμα της εποχής του Κλαυδίου, γεγονός το οποίο χρονολογεί την ανέγερση του κτίσματος (εικ. 16). Τα κινητά ευρήματα είναι

16

Πεδιάδα Υλαίθου 9. * Άμφισσα Κινητά ευρήματα δείχνουν ότι η περιοχή κατοικήθηκε ήδη από την Εποχή του Χαλκού. Στους Γεωμετρικούς χρόνους ανάγονται μικρά νεκροταφεία, τα οποία ίσως ανήκαν σε αντίστοιχους μικρούς οικισμούς, από τους οποίους κατά τον 6ο αι. π.Χ. εξελίχθηκε η πόλη των κλασικών και νεότερων χρόνων. Ο οικισμός εκτεινόταν από τους νότιους και ανατολικούς πρόποδες του υψώματος, στην κορυφή του οποίου εντοπιζόταν η ακρόπολη, ενώ ισχυρό τείχος περιέκλειε και τον οικισμό. Όλες οι έρευνες εντός του τείχους έχουν φέρει στο φως οικοδομήματα των αυτοκρατορικών χρόνων, ενώ και τα σύγχρονα νεκροταφεία καλύπτουν μεγάλη έκταση στις νεκροπόλεις στον βαθμό που έχουν έως τώρα ερευνη78

79 80 81 82 83 84

85

86 87

16. Τμήμα αγροικίας στη θέση Δέλτα Χρισσού.

Πετρονώτης 1973, 111, αρ. 220, σημ. 1, με όλη την έως τότε βιβλιογραφία∙ Themelis 1979∙ Κραβαρτόγιαννος 1981, 1321 κ.εξ.∙ Ζαφειροπούλου 1982∙ Πάντος 1985∙ Bommeljé et.al. 1987, 84-85 (Kallion A)· Strauch 1996, 291-294 με όλη την έως τότε βιβλιογραφία. Lerat 1952, τ. Ι, 123-138· Πετρονώτης 1973, 113-114, αρ. 231∙ Bommeljé et.al. 1987, 94-95 (Malandrino A). Για την επιγραφή, IG IX,12, 670· Jaccotet 2003 153· Kloppenborg et.al. 2011, 292-294, αρ. 61. Bommeljé et.al. 1987, 108 (Stromi). ΑΔ 2013, υπό έκδοση [Α. Ψάλτη]. Lerat 1952, τ. I, 174-180· Κουραχάνης 1992, 101-102. Για την οποία βλ. Lerat 1952, τ. I, 179-180. Ασημακοπούλου-Ατζακά 1987, 187-188, αρ. 123, εικ. 320-322 (με βάση τον διάκοσμο των δαπέδων τη χρονολογεί στα τέλη του 4ου-αρχές 5ου αι.). Waywell 1979, 297, αρ. 17, πίν. 47, εικ. 17. Άλλα ψηφιδωτά που έχουν βρεθεί στην Άμφισσα είναι νεότερα και σίγουρα μετά τον εκχριστιανισμό της πόλης, Ασημακοπούλου-Ατζακά 1987, 190-194. Η πόλη διέθετε υδραγωγείο: ILS 5794∙ IG IX,12 3:751, Lerat 1952, τ. I, 78. Rousset – Kolonia 2011,190-196, αρ. 6, 7, εικ.13-16 και Τσαρούχα 2006, 858. ΑΔ 56-59 (2001-2004): Χρονικά, 421-423 και 427-430. Συγκεντρωτικά για τα νεκροταφεία της Άμφισσας, Τσαρούχα 2006, με όλη την παλαιότερη βιβλιογραφία. Για νομίσματα των αυτοκρατορικών χρόνων από την Άμφισσα, Κραβαρτόγιαννος 1976.

61


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

ελάχιστα και φαίνεται ότι οι ένοικοι της οικίας, προτού την εγκαταλείψουν είχαν όλη την άνεση χρόνου να συγκεντρώσουν την οικοσκευή. Βρέθηκαν μόνο λίγα τμήματα από μαγειρικά σκεύη, τα οποία χρονολογούνται στον 2ο και 3ο αι.88, καθώς και μεγάλη ποσότητα από τις κεραμίδες της στέγης, οι οποίες διαθέτουν τραχείες επιφάνειες και διακρίνονται σε στρωτήρες και καλυπτήρες. Στα ανάντη της βραχώδους κλιτύος μικρές κοιλότητες σκαλισμένες στον βράχο θα εξυπηρετούσαν τη συντήρηση οικόσιτων ζώων. 11. * Υπώρειες του υψώματος Γλας, παραπλεύρως της Εθνικής Οδού Ιτέας-Άμφισσας (χ= 363327,77, ψ= 4256509,94) Στη θέση υπήρχε εκτεταμένος οικισμός των μυκηναϊκών χρόνων, ο οποίος συνεχιζόταν στο επίπεδο πλάτωμα στην κορυφή του υψώματος. Το νότιο άκρο του χώρου πάνω από τα ερείπια του οικισμού λειτούργησε κατά τους αυτοκρατορικούς χρόνους ως νεκροταφείο, από το οποίο ερευνήθηκαν τρεις κεραμοσκεπείς τάφοι. Είναι βέβαιο ότι το νεκροταφείο σχετιζόταν με κάποια αγροικία στη γύρω περιοχή, η οποία λανθάνει. Τάφος Α: Κεραμοσκεπής, μήκους 1.70μ., πλάτους 0.40μ., με δάπεδο από δύο πήλινες πλάκες και προσανατολισμό στην κατεύθυνση Α-Δ. Περιμετρικά του τάφου σειρά μικρών λίθων φαίνεται ότι τον οριοθετούσαν, ενώ ένας πεσμένος

βράχος σε επαφή με τη νότια πλευρά του ίσως εξυπηρετούσε τη σήμανσή του. Ο σκελετός εντός του τάφου είχε ύψος περίπου 1,45μ. και ανήκε πιθανότατα σε νέο άντρα. Ακτέριστος. Τάφος Β: Κεραμοσκεπής, μήκους 1,70μ., πλάτους 0,30μ. έως 0,50μ. και όμοιο με τον προηγούμενο προσανατολισμό, από τον οποίο απέχει, επίσης, περίπου 3,55μ. προς τα βόρεια. Το δάπεδο δεν διέθετε πήλινες πλάκες αλλά ο νεκρός ήταν τοποθετημένος πάνω σε μία μεγάλη λαξευμένη πέτρα. Περιμετρικά πολλοί μικροί λίθοι οριοθετούσαν τον τάφο, ενώ μία μεγάλη και λαξευμένη πέτρα μήκους 1,70μ. και ύψους 0,50μ. σε επαφή με το νότιο άκρο του τάφου ίσως λειτουργούσε επίσης ως επιτύμβιο σήμα. Η νεκρή συνοδευόταν από ένα χάλκινο ενώτιο. Τάφος Γ: Κεραμοσκεπής, μήκους 1,75μ., πλάτους 0,500,60μ. και όμοιος ως προς την κατασκευή και τον προσανατολισμό με τον προηγούμενο από τον οποίο απείχε 0,70μ. προς τα βόρεια. Ο σκελετός που πιθανότατα ανήκε σε άντρα αποκαλύφθηκε σχεδόν ακέραιος με απώλειες μόνο στα πλευρά, στα δάκτυλα και τους ώμους. Την ταφή συνόδευε ένα σπασμένο πινάκιο το οποίο χρονολογείται στο δεύτερο μισό του 1ου αι. π.Χ.89 και είχε τοποθετηθεί δίπλα στο κρανίο του νεκρού. Περιμετρικά του τάφου βρέθηκε ανάλογη με τους προηγούμενους σειρά λίθων (εικ. 17).

17

17. Κ εραμοσκεπείς τάφοι στις υπώρειες του υψώματος Γλας Ιτέας.

88 89

62

Agora V, 42, G191, πίν. 72. Agora V, 14, F 38, πίν. 1.


Νικόλαος Πετρόχειλος: Α Π Ο ΤΟΥ Σ Δ Ε ΛΦ ΟΥ Σ Σ ΤΟ Κ Α Λ Λ Ι Ο : Δ Ι Α Δ Ρ Ο Μ Ε Σ Σ ΤΟ ΤΟ Π Ι Ο Κ ΑΤΑ ΤΟΥ Σ ΑΥ ΤΟ Κ ΡΑΤΟ Ρ Ι ΚΟΥ Σ Χ Ρ Ο Ν ΟΥ Σ

12. * Άγιος Κωνσταντίνος (χ: 360337,95, ψ: 4262752,86) Αγροικία από την οποία ερευνήθηκε ένα δωμάτιο σε μήκος 7,85μ., ενώ το πλάτος του είναι 5,57μ. Υπήρχε τουλάχιστον ένα ακόμα δωμάτιο στα βόρεια, το οποίο δεν ερευνήθηκε. Οι τοίχοι πλάτους 0,60-0,65μ. είναι κτισμένοι με αργολιθοδομή και πηλόχωμα ως συνδετικό υλικό. Το δάπεδο του δωματίου αποτελείται από πατημένο χώμα, ενώ πολύ αποσπασματικά σωζόμενες κεραμίδες βρέθηκαν στο στρώμα καταστροφής που προκλήθηκε από την κατάρρευση της στέγης. Ένας κεραμοσκεπής τάφος μήκους 0,80μ. και πλάτους 0,30μ. που βρέθηκε κάτω από τη θεμελίωση του δωματίου ανήκει σε αρχαιότερη φάση. Στο δάπεδο βρέθηκε ελάχιστη κεραμική, κυρίως τμήματα από πινάκια που χρονολογούνται από τα μέσα του 2ου έως τα μέσα του 3ου αι.90 (εικ. 18).

καθώς και ένας δισκοειδής μυλόλιθος (μύλη) διαμέτρου 0,30μ. με ακτινωτές εγχαράξεις στην οριζόντια επιφάνεια, τμήμα ενός περιστροφικού χειρόμυλου (εικ. 19)92.

19

18

19. Λίθινος φακοειδής μυλόλιθος που βρέθηκε σε αγροικία κοντά στην Άμφισσα.

18. Τ μήμα αγροικίας στη θέση Άγιος Κωνσταντίνος. 13. * Αγία Παρασκευή, στα δεξιά του δρόμου προς το Σερνικάκι Δύο φακοειδείς μυλόλιθοι (orbes) και στον βράχο εν μέρει λαξευμένος ορθογώνιος ληνός. Κατά μία άποψη η θέση ταυτίζεται με την αρχαία Πέτρα ή Χάραδρο91. 14. * Βιομηχανικό Πάρκο Άμφισσας (χ: 360900,66, ψ: 4264530,51) Αγροικία ορθογώνιας κάτοψης, η οποία αποτελείται από τουλάχιστον τρεις χώρους με τοίχους κατασκευασμένους από αργούς λίθους χωρίς συνδετικό υλικό. Χώρος Α (νότιος) 2,20μ. x 2,60μ. (ορατό μήκος τοίχου)∙ Χώρος Β 1,90μ. x 3μ. (ορατό μήκος τοίχου)∙ Χώρος Γ (βόρειος) 1μ. x 0,50μ. (ορατό μήκος τοίχου). Το μεγάλο πάχος των τοίχων τουλάχιστον στο κεντρικό δωμάτιο (Χώρος Β) επιτρέπει ίσως την υπόθεση ότι τουλάχιστον στο συγκεκριμένο τμήμα το οικοδόμημα διέθετε και όροφο, ενώ είναι βέβαιο ότι διέθετε κεραμοσκεπή, όπως συνάγεται από τη μεγάλη ποσότητα κεράμων που βρέθηκαν στη γύρω περιοχή. Το μικρότερο, βόρειο δωμάτιο (Χώρος Γ), ενδεχομένως αποτελούσε ληνό, καθώς το δάπεδό του καλυπτόταν από λευκό ασβεστοκονίαμα. Στο μεγαλύτερο κεντρικό δωμάτιο (Χώρος Β) βρέθηκε ένας φακοειδής μυλόλιθος (orbes) διαμέτρου 0,90μ.,

90 91 92 93

15. * Γωνιά Ιτέας (κατά προσέγγιση χ: 362934,235, ψ: 4256143,505) Αγροικία ορθογώνιας κάτοψης με τοίχους κατασκευασμένους από αργούς λίθους. Στην θέση άφθονα θραύσματα κεραμίδων στρωτήρων και καλυπτήρων λακωνικού τύπου. Στην ευρύτερη περιοχή κατά την επίβλεψη του αρδευτικού έργου ελαιώνα Άμφισσας εντοπίστηκαν τοίχοι από αργολιθοδομή σε πολύ μικρό βάθος, οι οποίοι θα εξυπηρετούσαν την οριοθέτηση και την προστασία των ιδιοκτησιών (Varro, De re rustica Ι.14.1). 16. Σερνικάκι Αναφέρεται η εύρεση κεραμοσκεπών τάφων, οι οποίοι ερευνήθηκαν κατά τα μέσα της δεκαετίας του 1990. Δεν είναι γνωστές περισσότερες λεπτομέρειες. 17. Βόρεια κλιτύς του λόφου των Αγίων Αναργύρων Αγροικία η οποία εντοπίστηκε κατά το 2013 από τον Καθηγητή Πάνο Βαλαβάνη. 18. * Κίρρα Πάνω από τα ερείπια του εκτεταμένου προϊστορικού οικισμού αναπτύχθηκε κατά τους αρχαϊκούς χρόνους το ιερό της απολλώνιας τριάδας και από τους κλασικούς χρόνους το λιμάνι που εξυπηρετούσε τους προσκυνητές των Δελφών. Στους αυτοκρατορικούς χρόνους χρονολογούνται κάποιες οικίες, καθώς και η μετατροπή των νεωσοίκων σε αποθηκευτικό χώρο93.

Niewöhner 2015, 231, αρ. 1, εικ. 382. ΑΔ 2005, 463, εικ. 15. White 1963, 202. ΑΔ 23 (1968): Β1, 247, σχ. 1· Ασημακοπούλου-Ατζακά 1987, 202· ΑΔ 38 (1983), 189-190· Typaldou-Fakiris 2004, 267-268∙ Rousset 2002, 65-66, αρ. 87. Μία επιγραφή αυτοκρατορικών χρόνων ΑρχΕφ 94 (1955), 72.

63


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

Περιοχή Δελφών 19. * Δελφοί Εντός του τεμένους η οικοδομική δραστηριότητα υπήρξε ιδιαίτερα περιορισμένη∙ επρόκειτο κυρίως για εργασίες επισκευής και αναστήλωσης παλαιότερων οικοδομημάτων και επισκευών με τη μέριμνα των αμφικτυονικών επιμελητών94. Επί της αρχής του Νέρωνα η πρόσοψη του προσκηνίου καλύφθηκε με ανάγλυφη ζωφόρο με θέματα από τους άθλους του Ηρακλή95, ενώ επί της αρχής του Αδριανού κατασκευάστηκε και ο λεγόμενος Οίκος του Αντινόου στα δυτικά του ναού. Δεν είναι βέβαιο κατά πόσο άλλες μετατροπές και προσθήκες που διαπιστώνονται στο θέατρο, η κατασκευή του θωρακίου με ορθοστάτες περιμετρικά της ορχήστρας και η κάλυψη της τελευταίας με πλακόστρωτο συντελέστηκαν επίσης επί της αρχής του Νέρωνος. Οι ζημιές που είχε υποστεί ο ναός ίσως από φυσικά φαινόμενα ή επιδρομές φυλών επισκευάστηκαν κατά το έτος 8496 και εκ νέου από τον διοικητή Γναίο Κλαύδιο Λεοντικό κατά τον 3ο αι.97 Με την καθιέρωση του χριστιανισμού ως επίσημης, κρατικής θρησκείας ο ναός δεν μετατράπηκε σε εκκλησία, ενώ ο βωμός αποδομήθηκε και στην άνω επιφάνειά του, όπως και σε άλλα, αρχαιότερα μνημεία χαράχθηκαν χριστιανικά σύμβολα98. Το περίφημο ανάθημα των Πλαταιών μεταφέρθηκε με εντολή του Κωνσταντίνου Α΄ στην Κωνσταντινούπολη γύρω στα 330. Άγνωστη είναι η θέση οικοδομημάτων που μνημονεύονται σε επιγραφές, όπως η οικία της Πυθίας99. Βέβαιο είναι ότι κατά τους πρώιμους αυτοκρατορικούς χρόνους στο Γυμνάσιο ανανεώθηκε ο ξυστὸς με την αντικατάσταση και της ιωνικής κιονοστοιχίας, ίσως επί της αρχής του Αδριανού100, οικοδομήθηκε το στρουκτώριον101 και ίσως η βιβλιοθήκη στον ίδιο χώρο102. Άλλες εργασίες περιλαμβάνουν την διευθέτηση του χώρου μπροστά από την κύρια, ανατολική είσοδο στο τέμενος, όπου η λεγόμενη Ρωμαϊκή Αγορά έλαβε κατά τους κατοπινούς αιώνες τη γνωστή της διαμόρφωση, οικοδομήθηκε η οικία με περιστύλιο στο ανάλημμα βορείως της αγοράς103, μία αστική έπαυλη, οι λεγόμενες Thermes de l’ Est, καθώς και ένα ακόμα οικοδόμημα με λουτρικές εγκαταστάσεις στα νότια της Αγοράς104, για την τροφοδοσία των οποίων με επαρκείς ποσότητες νερού μετατράπηκε η Στοά του Αττάλου σε δεξαμενή. Οι πλέον εμφανείς οικοδομικές παρεμβάσεις έγιναν στο στάδιο, όπου τα πρανή

επενδύθηκαν με λίθινα εδώλια, ενώ οικοδομήθηκε και το μνημειώδες ανατολικό πρόπυλο105. Καταγραφή του περάσματος σταδιοδρόμων από τον χώρο του Γυμνασίου συνιστούν τα dipinti, οι επιγραφές-υπογραφές των αθλητών στο κονίαμα με το οποίο ήταν καλυμμένος ο πίσω τοίχος του ξυστού106. Από την πόλη των πρώιμων αυτοκρατορικών χρόνων ελάχιστα είναι γνωστά, καθώς οι περισσότερες από τις οικοδομικές εργασίες του 1ου και 2ου αι. ενσωματώθηκαν σε αντίστοιχες των πρωτοβυζαντινών χρόνων και η τεκμηρίωσή τους είναι εξαιρετικά δυσχερής. Νεκροταφείο εκτεινόταν στα ανατολικά του Ιερού της Αθηνάς Προναίας, στη θέση Λογάρι. Από τα μνημεία ξεχωρίζει το ταφικό μνημείο με τη σαρκοφάγο του Μελεάγρου∙ πρόκειται για ορθογώνιας κάτοψης ταφικό μνημείο με πρόδρομο και σηκό με ημικυκλική αψίδα στη βόρεια πλευρά, εντός του οποίου υπάρχουν πέντε σαρκοφάγοι, ενώ μία ακόμα ήταν τοποθετημένη στην αψίδα, η μαρμάρινη σαρκοφάγος που φέρει στις πλευρές ανάγλυφη διακόσμηση με το κυνήγι του καλυδώνιου κάπρου και στο κάλυμμα μια ανακεκλιμένη γυναικεία μορφή107. Το δυτικό νεκροταφείο εντοπίζεται στα δυτικά της αρχαίας πόλης, στη θέση όπου έχει ανεγερθεί το Αρχαιολογικό Μουσείο, καθώς και στις ανατολικές παρυφές του σύγχρονου οικισμού των Δελφών, όπου είναι ορατά δεκάδες ημικυκλικά αρκοσόλια, λαξευμένα στον βράχο. Για την κατασκευή των τάφων έγινε, επίσης, εκτεταμένη χρήση παλαιότερων ταφικών μνημείων, όπως πώρινων σαρκοφάγων των κλασικών χρόνων, σε επαφή με τους οποίους κατασκευάζονται άλλοι πλίνθινοι και καμαροσκέπαστοι. Τέτοια περίπτωση είναι το ταφικό σύνολο το οποίο ερευνήθηκε κατά το 2013 στο δυτικό νεκροταφείο και το οποίο χρονολογείται από τα λιγοστά του ευρήματα στον 2ο αι.108 Οι πλέον επιφανείς τάφοι πιθανώς ανήκαν σε οικογένειες, οι οποίες ήταν σε θέση να κατασκευάζουν λαξευτούς θαλαμωτούς τάφους και ναόσχημα μνημεία που στέγαζαν σαρκοφάγους. Αυτής της κατηγορίας είναι το ταφικό μνημείο στη μορφή δικιόνιου ναού με σηκό, το λεγόμενο Ηρώο Blum109. Αντίθετα προς τα αρχαιολογικά δεδομένα, οι επιγραφικές μαρτυρίες αποτελούν τη βασικότερη πηγή πληροφοριών για τους Δελφούς αλλά και την επαρχία της Αχαΐας κατά τους αυτοκρατορικούς χρόνους110.

Choix, 418-421 με παλαιότερη βιβλιογραφία. Lévêue 1951· Sturgeon 1978, που υποστηρίζει ότι οι ορθοστάτες προσαρμόζονταν σε βωμό ή μικρό ανάθημα. 96 Choix, 414-415, αρ. 229. 97 Rousset 2002, 280-282, αρ. 44. 98 Dyggve 1948· Amandry 1981, 636-640, εικ. 59-60. 99 Choix, 423, αρ. 239 [επί της αρχής του Νέρβα ή του Τραϊανού]. 100 Bommelaer 2015, 96-98. 101 Choix, 422, αρ. 237 [επί της αρχής του Νέρβα ή του Τραϊανού]. 102 Choix, 422-423, αρ. 23 [ίδια περίοδο με προηγούμενο οικοδόμημα]. 103 Κατά τον Déroche (1992, 304-310) τα κιονόκρανα στους κίονες αυτής της οικίας, της Ρωμαϊκής Αγοράς και του ξυστού στο Γυμνάσιο είναι προϊόντα ενός εργαστηρίου που εργάστηκε στους Δελφούς κατά το πρώτο μισό του 2ου αι., ίσως επί της αρχής του Αδριανού ή του Αντωνίνου. 104 Bousquet 1952· Amandry 1981, 724 [η Ρωμαϊκή Αγορά και η έπαυλη στα νότια της Αγοράς κατασκευάστηκαν στο πλαίσιο ενιαίου οικοδομικού προγράμματος, καθώς ο βόρειος τοίχος του πρώτου οικοδομήματος λειτουργεί ως αναλημματικός τοίχος της Αγοράς]· Bommelaer 2015, 111-114. 105 Perrier 2013, 161-163· Bommelaer 2015, 261-264. 106 Queyrel 1992. 107 Zagdoun 1977, 107-132· Bommelaer 1991, 41-42· Maaß 1996, 146, εικ. 266· Bommelaer 2015, 61-62. 108 ΑΔ 2013, υπό δημοσίευση. 109 Moreti 1992· Maaß 1996, 146, εικ. 25· Bommelaer 1991, 268, εικ. 95. 110 Βάσεις για αγάλματα που ανιδρύoνται για μέλη του αυτοκρατορικού οίκου: Syll.3 779A, B, D∙ FD III, 4, 256 A-B∙ CID IV, 132-133∙ Jacquemin 1999, αρ. 20, 43∙ Choix, 399-401, αρ. 214-216 (η Αμφικτυονία για τους Λεύκιο Ἰούλιο Καίσαρα, Ἰουλία και Ἀγριππίνα, τέκνα 94 95

64


Νικόλαος Πετρόχειλος: Α Π Ο ΤΟΥ Σ Δ Ε ΛΦ ΟΥ Σ Σ ΤΟ Κ Α Λ Λ Ι Ο : Δ Ι Α Δ Ρ Ο Μ Ε Σ Σ ΤΟ ΤΟ Π Ι Ο Κ ΑΤΑ ΤΟΥ Σ ΑΥ ΤΟ Κ ΡΑΤΟ Ρ Ι ΚΟΥ Σ Χ Ρ Ο Ν ΟΥ Σ

20. Αγροικία στα δυτικά του σύγχρονου οικισμού Δελφών, στη θέση «Λάκκα» (κτήμα Λυμπερόπουλου). Έως τις αρχές της δεκαετίας του 1990 ήταν ορατό το περίγραμμα του κτίσματος, αποτελούμενο από αδρά λαξευμένους λιθοπλίνθους και ακατέργαστους λίθους, έναν όλμο και έναν φακοειδή μυλόλιθο (orbes) τροπηίου (trapetum)111, καθώς και μια βάση ελαιοπιεστηρίου112 (εικ. 20).

20

21. Κτίσμα άγνωστου προορισμού στη θέση «Κεφαλόβρυσο» Δελφών, παραπλεύρως της ομώνυμης πηγής. Ο τοίχος είναι κτισμένος με opus mixtum και το δάπεδο καλύπτεται με πήλινες ορθογώνιες πλάκες· δεν είναι δυνατή η ακριβής χρονολόγηση. 22. Αγία Βαρβάρα. Στη θέση, η οποία εντοπίζεται κοντά στο Χρισσό και στον δρόμο προς τους Δελφούς, έχει ερευνηθεί περίβολος κτισμένος με πολυγωνική τοιχοποιία. Ο χώρος κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους χρησιμοποιήθηκε ως αγροικία113. 20. Αγροικία στη θέση Λάκκα Δελφών.

του Ἀγρίππα [14-13 π.Χ.]). Bousquet 1961, 88-90∙ Jacquemin 1999, 58-9, 154 αρ. 79. Choix, 399, αρ. 213 (ο δήμος των Αθηναίων για τον Αύγουστο [12 π.Χ.-14]). Syll.3 791-Α∙ FD III, 1, 529∙ Jacquemin 1999, 42, αρ. 200∙ Choix, 401, αρ. 217 (η πόλη των Δελφών για τον Τιβέριο). Syll.3 791 Β∙ FD III, 1, 530∙ CID IV, 136∙ Jacquemin 1992, αρ. 56∙ Choix, 402, αρ. 218 (η Αμφικτυονία για τον Τιβέριο [πρώτη μνεία του ἐπιμελητοῦ τῶν Ἀμφικτυόνων]). FD III, 1, 529∙ SIG 791A∙ Jacquemin 1992, αρ. 200 (οι Δελφοί για τον Τιβέριο [περίοδος 14-37]). CID IV, 137. Jacquemin 1992, αρ. 34 (η Αμφικτυονία για τη Δρουσίλλα, αδελφή του Καλιγούλα, η οποία φέρει τον τίτλο νέα Πυθία). Jacquemin 1992, αρ. 31 (η Αμφικτυονία για τον Καλιγούλα[;]). Syll.3 801Β∙ FD III, 4, 469, πίν. XXIV,a∙ Jacquemin 1992, αρ. 155∙ Choix, 403, αρ. 219 (η πόλη των Δελφών για τον Κλαύδιο [β΄ εξάμηνο έτους 42]). Syll.3 801C∙ FD III, 1, 531∙ Jacquemin 1992, αρ. 156∙ Choix, 401, αρ. 220 (η πόλη των Δελφών για τον Κλαύδιο [έτος 46]). Syll.3 801Α∙ Jacquemin 1992, αρ. 157∙ (η πόλη των Δελφών για τον Κλαύδιο). Syll.3 808∙ FD III, 4, 258, πίν. ΧΧΧV, 2∙ CID IV, 138∙ Jacquemin 1992, αρ. 49∙ Choix, 406, αρ. 222 (η Αμφικτυονία για τον Νέρωνα [μεταξύ της 13ης Οκτωβρίου του έτους 54 και της 1ης Ιανουαρίου του έτους 55]). Syll.3 809∙ Jacquemin 1992, αρ. 144∙ Choix, 407, αρ. 223 (η πόλη των Δελφών για την Αγριπίννα, μητέρα του Νέρωνα [μεταξύ των ετών 54-55· η βάση είχε χρησιμοποιηθεί αρχικά κατά τον 3ο αι. π.Χ.]). Jacquemin 1992, αρ. 201 (οι Δελφοί για τον Τίτο ή τον Δομιτιανό [περίοδοι 79-81 ή 81-96]). Jacquemin 1992, αρ. 185 (οι Δελφοί για τον Νέρβα, περίοδος 96-8). Syll.3 825A∙ CID IV, 149∙ Jacquemin 1999, αρ. 57∙ Choix, 425, αρ. 241 (η Αμφικτυονία για τον Τραϊανό). FD III, 4, 472∙ CID IV, 150∙ Jacquemin 1992, αρ. 38∙ Choix, 435-436, αρ. 248 (η Αμφικτυονία για τον Αδριανό). Syll.3 829Β∙ Jacquemin 1992, αρ. 169∙ Choix, 436, αρ. 249 (η Αμφικτυονία για τον Αδριανό). Syll.3 835B∙ CID IV, 153∙ Jacquemin 1992, αρ. 252∙ Choix, 445-446, αρ. 254 (ο ιερέας Τ. Φλάβιος Αριστότειμος για τον αυτοκράτορα Αδριανό). FD III, 4, 274∙ CID IV, 168∙ Jacquemin 1992, αρ. 37 (η Αμφικτυονία για τον Γορδιανό Γ’). Syll3 892∙ Jacquemin 1992, αρ. 168∙ Choix, 456, αρ. 269 (οι Δελφοί για τον Γαλλιηνό [περίοδος 253-255]). Syll3 891∙ Jacquemin 1992, αρ. 204∙ Choix, 456, αρ. 268 (οι Δελφοί για τον Ουαλεριανό [περίοδος 253-255]). Syll3 897∙ Jacquemin 1992, αρ. 153∙ Choix, 456-457, αρ. 270 (οι Δελφοί για τον Μάρκο Αυρήλιο Κάρο [περίοδος 282-283]). Syll.3 903Α, Β∙ Jacquemin 1992, αρ. 163-164∙ Choix, 458-9, αρ. 272-273 (οι Δελφοί για τον Κωνσταντίνο). Syll.3 903C∙ Jacquemin 1992, αρ. 165∙ Choix, 459, αρ. 274 (η Αμφικτυονία για τον Δαλμάτιο [περίοδος 335-337]). Syll.3 903D∙ Jacquemin 1992, αρ. 166∙ Choix, 459-460, αρ. 275 (οι Δελφοί για τον Φλάβιο Κώνσταντα [προ του έτους 340]). Jacquemin 1992, αρ. 203∙ Choix, 460-461, αρ. 277 (η πόλη των Δελφών για τον Οὐάλεντα και τον Οὐαλεντηνιανό [περίοδος 364-381]). Αυτοκρατορικές επιστολές: Syll3 801D∙ FD III, 4, 86. Rousset 2002, 245-247, αρ. 40∙ Choix, 404-5, αρ. 221 (επιστολή του Κλαυδίου για την ολιγανθρωπία στους Δελφούς [περίοδος Ιανουάριος-Αύγουστος έτους 52]). Syll.3 821C∙ Choix, 416, αρ. 231 (ο Δομητιανός για τους Δελφούς [έτος 90]. Syll.3 821D∙ Choix, 416-417, αρ. 232 (ο ανθύπατος της Αχαΐας για τους Δελφούς [έτος 90]. Syll.3 821Ε∙ Choix, 417-418, αρ. 233 (ο ανθύπατος της Αχαΐας για το αμφικτυονικό συνέδριο [έτος 90]. FD III, 4, 287 (ο Τραϊανός για τα προνόμια των Δελφών [έτος 98]). Rousset 2002, 91-111, αρ. 7-15, 143-154∙ Choix, 428-434, αρ. 246-247 (απόφαση του αυτοκρατορικού απεσταλμένου C. Avidius Nigrinus, έτος π. 110). Rousset 2002, 231-244, αρ. 39 (απόφαση των Δελφών για αναδασμό της γης- άγνωστος ο ρόλος του μνημονευόμενου ὑπατικοῦ διορθωτῆ Αἰμίλιου Ἰούγκου [μετά την περίοδο 132-135]). FD III, 4, 301∙ Choix 438-439, αρ. 251 (επιστολή του Αδριανού στους Δελφούς με την οποία επιβεβαιώνονται τα προνόμια της πόλης [δεύτερο μισό έτους 118]) FD III, 4, 302∙ CID IV, 152∙ Rousset 2002, 276-279, αρ. 43∙ Choix, 439-445, αρ. 252 (επιστολή του Αδριανού στους Δελφούς για ζητήματα της Αμφικτυονίας [έτος 125]). FD III, 4, 329 (επιστολή του Σεπτιμίου Σεβήρου για τα προνόμια των Δελφών [έτος 197]). 111 Βλ. Drachmann 1932, 46 κ.εξ. 112 Βλ. Χατζησάββας 2008, 111 και 116, εικ. 116 και 123-124. 113 ΑΔ 49 (1994), 319-220· Rousset 2002, 65, αρ. 85.

65


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

Περιοχή Δεσφίνας 23. * Πρόσακος (X = 375711.867, Y = 4242352.341) Αναφέρεται ως θέση με προϊστορικές αρχαιότητες. O Rousset114 αναφέρει την ύπαρξη οχύρωσης, ενώ ο Ντάσιος115 εντόπισε κεραμική των ρωμαϊκών, πρωτοβυζαντινών και βυζαντινών χρόνων. Πρόκειται για ένα λοφώδες έξαρμα, στις κλιτύες του οποίου έχουν κατασκευαστεί αναλημματικοί τοίχοι, ενώ διακρίνονται και τμήματα οικιών. Στην πεδινή, δυτική έκταση, διαπιστώνεται αφθονία κεραμικών ευρημάτων που χρονολογούνται από τους πρώιμους αυτοκρατορικούς χρόνους έως και τους βυζαντινούς. Πρόκειται αναμφίβολα για μια σημαντική θέση, η οποία θα εκμεταλλευόταν τον ευλίμενο κόλπο (εικ. 21). 24. * Δεσφίνα (Χ=374772.190, Y = 4251372.641) Στις δυτικές κλιτύες των λόφων υπάρχουν τάφοι λαξευμένοι στον βράχο, συλημένοι από παλαιά, οι οποίοι με βάση τα γύρω επιφανειακά ευρήματα χρονολογούνται από τον

21

21. Ά ποψη της πλαγιάς στη θέση Πρόσακος.

114 115 116 117

66

Rousset 2002, 62, αρ. 59. Ντάσιος 1992, 59, αρ. 106. Ντάσιος 1992, αρ. 111· Rousset 2002, 62, αρ. 61. ΑΔ 77 (1995), 346-347· Ζάχος 2013, 652.

5ο έως τον 7ο αι. Μέσα στον οικισμό της Δεσφίνας δεν αναφέρεται η εύρεση αρχαιοτήτων παλαιότερων των μεσαιωνικών χρόνων116.

Περιοχή Δωρικού Διαδρόμου 25. Χαράδρα. Ο Παυσανίας (Χ, 33.6) περιγράφει την πόλη ως κτισμένη σε υψηλό γκρεμό και ότι δεν είχε πόσιμο νερό και οι κάτοικοι κατέβαιναν χαμηλά στον ποταμό Χάραδρο για να αντλήσουν νερό. 26. Xώρα της αρχαίας πόλης Κυτίνιον, η οποία ανήκε στη Δωρική Τετράπολη. Παραπλεύρως του δρόμου που οδηγούσε από τις Θερμοπύλες στην Άμφισσα εντοπίζεται μια αγροικία, η οποία σύμφωνα με την προκαταρκτική έκθεση χρονολογείται στη ρωμαϊκή περίοδο και περιλαμβάνει μια υδατοδεξαμενή, καθώς και παιδικούς κεραμοσκεπείς τάφους, πιθανώς τμήμα από το οικογενειακό νεκροταφείο117.


Νικόλαος Πετρόχειλος: Α Π Ο ΤΟΥ Σ Δ Ε ΛΦ ΟΥ Σ Σ ΤΟ Κ Α Λ Λ Ι Ο : Δ Ι Α Δ Ρ Ο Μ Ε Σ Σ ΤΟ ΤΟ Π Ι Ο Κ ΑΤΑ ΤΟΥ Σ ΑΥ ΤΟ Κ ΡΑΤΟ Ρ Ι ΚΟΥ Σ Χ Ρ Ο Ν ΟΥ Σ

Βιβλιογραφία Ασημακοπούλου-Ατζακά Π. 1987: Σύνταγμα των Παλαιοχριστιανικών ψηφιδωτών δαπέδων της Ελλάδος: ΙΙ Πελοπόννησος-Στερεά Ελλάδα, Θεσσαλονίκη. Βλαχογιάννη Έλ. 2007-2008: «Οι αποκρύψεις έκτακτης ανάγκης στην κυρίως Ελλάδα επί Γαλλιηνού (253-268 μ.Χ.) με αφορμή τον «Θησαυρό» Χαιρώνεια/2001: η Βοιωτία του α’ μισού του 3ου αι. μ.Χ. και οι Έρουλοι», Ευλιμένη 8-9, 107-164. Βολανάκης Η. 1976: Τὰ παλαιοχριστιανικὰ βαπτιστήρια τῆς Ἑλλάδος, Αθήνα. Γούναρης Γ.Γ. 1999: Εισαγωγή στην Παλαιοχριστιανική Αρχαιολογία. Α’: Αρχιτεκτονική, Θεσσαλονίκη. Ζαφειροπούλου Φ. 1982: «Τὸ Κάλλιο στὴν ὑστερη ἀρχαιότητα», ΑρχΕφ 121, 1-13. Ζάχος Γ. 2013: «Δωρίδα, Φωκίδα, Δυτική Λοκρίδα», στο A.D. Rizakis, I.P. Touratsoglou (επιμ.), Villae Rusticae: Family and Market- oriented Farms in Greece under Roman Rule, Proceedings of an international congress held at Patrai, 23-24 April 2010, Athens, 650-655. Ζυμή Ε. – Σίδερης Αθ. 2003: «Χάλκινα σκεύη από το Γαλαξείδι: πρώτη προσέγγιση», στο Π. Θέμελης, Ρ. Σταθάκη Κούμαρη (επιμ.), Το Γαλαξείδι από την αρχαιότητα ως σήμερα, Πρακτικά Επιστημονικού Συνεδρίου (Γαλαξείδι 29-30 Σεπτεμβρίου 2000), Αθήνα, 35-60. Θέμελης Π.Γ. 1977: «Ψηφιδωτὰ τῆς Ἄμφισσας», ΑΑΑ Χ, 242-258. Θρεψιάδης Ι. 1943: «Αἱ ἀνασκαφαὶ τοῦ Γαλαξιδίου», Νέοι Δρόμοι 61-62, 8-10. Θρεψιάδης Ι. 1972: «Ανασκαφή Γαλαξιδίου», ΑρχΕφ 111, 184-217. Κοκκίνη Φ. 2012: Η απεικόνιση του καθημερινού βίου στα ψηφιδωτά δάπεδα του ελλαδικού χώρου κατά τη ρωμαϊκή αυτοκρατορική περίοδο, Αδημοσίευτη Διδ. Διατρ., Αθήνα. Κολώνια Ρ. (επιμ.) 2013: Αρχαία θέατρα της Στερεάς Ελλάδας, Αθήνα. Κουραχάνης Π. 1992: «Η αρχαία Άμφισσα στο φως της αρχαιολογικής έρευνας», Φωκικά Χρονικά 4, 98-115. Κραβαρτόγιαννος Δ. 1976: «Κατάλογος ρωμαϊκῶν αὐτοκρατορικῶν νομισμάτων εὑρημάτων Ἀμφίσσης», Τετράμηνα 10-11, 824-829. Κραβαρτόγιαννος Δ. 1981: «Κατάλογος νομισματικῶν εὑρημάτων Καλλιπόλεως ἀνασκαφῆς 1978», Τετράμηνα 19-20, 1309-1340. Ντάσιος Φ. 1992: «Συμβολὴ στὴν τοπογραφία τῆς ἀρχαίας Φωκίδας», Φωκικά Χρονικά 4, 18-97. Πάντος Π. 1985: Τα σφραγίσματα της Αιτωλικής Καλλιπόλεως, Αθήνα. Πετρονώτης Α. 1973: «Αρχιτεκτονικά και οικιστικά μνημεία και ιστορικές θέσεις του Νομού Φωκίδος», ΕΕΣΜ Δ΄, 93-132. Ποζιόπουλος Α. 2009: «Το παλαιοχριστιανικό βαπτιστήριο «Επτά Βήματα» του Αγίου Ιωάννη στην Κω: τυπολογικά ζητήματα», ΔΧΑΕ 30, 25-36. Ραπτόπουλος Σ.Γ. 2007: Το Δελφικό Ιερό κατά την Ρωμαιοκρατία και την Ύστερη Αρχαιότητα, Αθήνα. Ραπτόπουλος Σ. – Τσαρούχα Α. 2012: «Κάστρο Γλύφας – Δυτική Λοκρίδα: προβλήματα ταύτισης και νέες προτάσεις», στο Α. Μαζαράκης Αινιάν (επιμ.), 3ο ΑΕΘΣΕ. Πρα-

κτικά επιστημονικής συνάντησης (Βόλος, 12.3-15.3.2006). Τόμος ΙΙ, Στερεά Ελλάδα, Βόλος, 1113-1119. Τσαρούχα Α. 2006: «Τα νεκροταφεία της Άμφισσας», στο Α. Μαζαράκης Αινιάν (επιμ.), 1o ΑΕΘΣΕ. Πρακτικά επιστημονικής συνάντησης (Βόλος 27.2-2.3.2003). Τόμος 1, Στερεά Ελλάδα, Βόλος, 855-867. Χατζησάββας Σ. 2008: Η ελιά και το λάδι στον αρχαίο Ελληνικό κόσμο, Αθήνα. Agora V: H.S. Robinson, Pottery of the Roman Period, [Athenian Agora 5], Princeton 1959. Amandry P. 1981: «Chronique delphique (1970-1981)», BCH 105, 673-769. Berger A. 1982: Das Bad in der byzantinischen Zeit, München. Boatwright M.T. 1994: “Hadrian, Athens and the Panhellenion”, JRA 7, 426–431. Bommelaer J.-F. 1991: Guide de Delphes : le site, Paris. Bommelaer J.-F. 2015: Guide de Delphes2: le site, Athènes. Bommeljé S. et.al. 1987: S. Bommeljé, P. Doorn, M. Deylius, J. Vroom, Y. Bommeljé, R. Fagel, H. van Wijngaarden, Aetolia and the Aetolians, towards the interdisciplinary study of a Greek region, Utrecht. Bourguet E. 1905: De rebus delphicis imperatoriae aetatis, Paris. Bourguet E. 1914: Les ruines de Delphes, Paris. Bousquet J. 1952: «La donation de L. Gellius Menogenes a Delphes», BCH 76, 653-660. Bousquet J. 1961: «Inscriptions de Delphes», BCH 85, 69-97. Cherf W.J. 1991: “The History of the Isthmus Corridor during the Roman Period: the first through the mid-sixth Centuries A.D.”, στο E.W. Kase et. al. (επιμ.), The Great Isthmus Corridor route, explorations of the Phokis-Doris expeditions, Dubuque, 134-144. Choix: A. Jacquemin, D. Mulliez, G. Rougemont, Choix d’inscriptions de Delphes, traduites et commentées, Athènes 2012. Daverio Rocchi G. 2015: “The Lokrians and their federal leagues”, στο H. Beck, P. Funke (επιμ.), Federalism in Greek antiquity, Cambridge, 179-198. Déroche D. 1992: «Les chapiteaux ioniques d’époque romaine et tardive à Delphes», στο J.-F. Bommelaer (επιμ.), Actes du Colloque P. Perdrizet, Strasbourg, 301-315. Déroche V. 1996: “Delphi am Ende der Antike“, στο M. Maaß (επιμ.), Delphi, Orakel am Nabel der Welt, Karlsruhe, 115-119. Drachmann A.G. 1932: Ancient Oil Mills and Presses, Copenhagen. Dyggve E. 1948: «Les traditions culturelles de Delphes et l’Église chrétienne. Quelques notes sur [Delphoi christianikoi]», CahArch 3, 9-28. Funke P. 1991: “Zur Ausbildung städtischer Siedlungszentren in Aitolien“, στο E. Olshausen, H. Sonnabend (επιμ.), Stuttgarter Kolloquium zur Historischen Geographie des Altertums 2, 1984 und 3, 1987, Bonn, 313-332. Funke P. 1997: “Polis‘ Genese und Urbanisierung in Aitolian im 5. und 4. Jh.v.Chr.”, στο M.H. Hansen (επιμ.),

67


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

The Polis as an urban centre and as a political community: symposium August 29-31, 1996, Copenhagen, 145-188. Ginouvès R. 1955: «Sur un aspect de l’évolution des bains en Grèce vers le IVe siècle de notre ère», BCH 79, 135-152. Grainger J.D. 1999: The League of the Aitolians, Leiden. Guerber É. 2009: Les cités grecques dans l’Empire romain : les privilèges et les titres des cités de l’Orient hellénophone d’Octave Auguste à Dioclétien, Rennes. Jaccotet A.-F. 2003: Choisir Dionysos. Les associations dionysiaques ou la face cachée du Dionysisme. II. Documents, Zürich. Jacquemin A. 1999: Offrandes monumentales à Delphes, Athènes. Jones C.P. 1996: “The Panhellenion“, Chiron 26, 29-56. Kahrstedt U. 1954: Das wirtschaftliche Gesicht Griechenlands in der Kaiserzeit: Kleinstadt, Villa und Domäne, Bernae. Kloppenborg J.S. et.al. 2011: J.S. Kloppenborg, A.H. Philip, S.A. Richard, Greco-Roman Associations: Texts, Translations, and Commentary; I. Achaia, Boeotia, Macedonia, Thrace, Berlin, New York. Larsen J.A.O. 1938: “Roman Greece”, στο T. Frank (επιμ.), An Economic Survey of Ancient Rome, IV, Baltimore, 259-498. Lazaridou A. (επιμ.) 2011: Transition to Christianity: art of Late Antiquity, 3rd-7th Century AD, Exhibition catalogue, New York. Lefèvre F. 1998: L’Amphictionie pyléo-delphique: histoire et institutions, Athènes. Lerat L. 1952: Les Locriens de l’Ouest, Paris. Lévêue P. 1951: «La date du théâtre de Delphes», BCH 75, 247-263. Maaß M. 1996: “Bemerkungen zu den Häuser- und Gräberfunden“, στο Μ. Maaß (επιμ.), Delphi, Orakel am Nabel der Welt, Karlsruhe, 135-147. Moretti J.-Chr. 1992: «L’héroon corinthien», BCH 116, 704-709. Niewöhner P. 2015: “Der Bischofspalast von Milet. Spätrömisches Peristylhaus und frühbyzantinische Residenz”, AA, 181-273. Pasquinucci M. (επιμ.) 1987: Terme romane e vita quotidiana, Modena. Perrier A. 2013: «Το στάδιο των Δελφών», στο Κολώνια (επιμ.) 2013, 155-163. Philippson A. – Kirsten E. 1951: Die griechischen Landschaften: eine Landeskunde, I, 2, Der Nordwesten der griechischen Halbinsel, Frankfurt am Main. Pomtow H. 1889: Beiträge zur Topographie von Delphi, Berlin. Queyrel F. 1992: «Les acclamations des inscriptions paintes du xyste», στο Bommelaer 2015, 333-348. Raptopoulos S.Y. 2006: “Some Late Roman-Early Byzantine tombs from an Amphissa-in- Fokis Cemetery (Delphi Region), Greece”, στο V. Lungu, G. Simion, F. Topoleanu (επιμ.), Pratiques funéraires et manifestations de l’identité culturelle (Äge du Bronze et Äge du Fer): Actes du IVe Colloque International d’Archéologie Funéraire organisé a Tulcea, 22-28 mai 2000, par l’Association d’Études d’Archéologie Funéraire avec le concours de l’Institut de Recherches Éco-Muséologiques de Tulcea, Tulcea, 229-234.

68

Rizakis A.D. 1995α: “Grands domains et petites propriétés dans le Péloponnèse sous l’Empire”, στο Du Latifundium au Latifondo: un héritage de Rome, une création médiévale ou moderne? Actes de la Table ronde internationale du CNRS organisée à l’Université Michel de Montaigne-Bordeaux III les 17-19 décembre 1992, Paris, 219-238. Rizakis A.D. 1995β: Achaie I: sources textuelles et histoire regionale, Athènes. Romeo I. 2002: “The Panhellenion and Ethnic Identity in Hadrianic Greece”, CP 97, 21-40. Rossiter J.J. 1978: Roman Farm Buildings in Italy, Oxford. Rousset D. 2002: Le territoire de Delphes et la terre d’Apollon, Paris. Rousset D. 2004: “West Lokris”, στο M.H. Hansen, T.H. Nielsen (επιμ.), An inventory of Archaic and Classical poleis, Oxford, 381–398. Rousset D. 2006: «Affranchissements de Physkeis en Locride occidentale», BCH 130, 349-379. Rousset D. – Kolonia R. 2011: «Monuments funéraires de Locride occidentale», Chiron 41, 181-216. Sánchez P. 2001: L’amphictionie des Pyles et de Delphes: Recherches sur son rôle historique, des origines au 2e siècle de notre ère, Stuttgart. Scholten J.B. 2000: The Politics of Plunder. Aitolians and their Koinon in the Early Hellenistic Era, 279-217 B.C., Berkeley. Schörner G. 2003: Votive im römischen Griechenland. Untersuchungen zur späthellenistischen und kaiserzeitlichen Kunst- und Religionsgeschichte, Stuttgart. Spawforth A.J. 1999 “The Panhellenion Again”, Chiron 29, 339-352. Stewart D. 2010: “The rural Roman Peloponnese: continuity and change”, στο A.D. Rizakis, Cl.E. Lepenioti (επιμ.), Roman Peloponnese III: Society, Economy and Culture under the Roman Empire: Continuity and Innovation, Athens, 217-233. Strauch D. 1996: Römische Politik und griechische Tradition: die Umgestaltung Nordwest-Griechenlands unter römischer Herrschaft, München. Sturgeon M.C. 1978: “A New Monument to Herakles at Delphi”, AJA 82, 226-235. Taylor M.J. 2016: “The Battle Scene on Aemilius Paullus’s Pydna Monument”, Hesperia 85, 559-576. Themelis P. 1979: “Kallipolis (Ost-Aetolien) 19771978“, AAA XII, 245-279. Typaldou-Fakiris C. 2004: Villes fortifiées de Phocide et la IIIe guerre sacrée 356-346 av. J.-C., Aix-en-Provence. Waywell S.E. 1979: “Roman Mosaics in Greece”, AJA 83, 293-321. Wegner M. 1939: Die Herrscherbildnisse in antoninischer Zeit, Berlin. Weir R.G.A. 2004: Roman Delphi and its Pythian Games, Oxford. White D. 1963: “A survey of millstones from Morgantina”, AJA 67, 199-206. Zagdoun M.A. 1977: «Monuments figurés, sculpture: reliefs, Fouilles de Delphes. IV,; fasc. 6, Paris. Affranchissements de Physkeis en Locride occidentale», BCH 130, 349-379.


Μαρία Βασιλείου, Βασιλική Τσούμαρη: Η ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΖΩΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΛΑΔΑ ΤΟΥ ΥΛΑΙΘΟΥ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΡΩΙΜΟΥΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΥΣ ΕΩΣ ΤΟΥΣ ΝΕΟΤΕΡΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ

Η ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΖΩΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΛΑΔΑ ΤΟΥ ΥΛΑΙΘΟΥ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΡΩΙΜΟΥΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΥΣ ΕΩΣ ΤΟΥΣ ΝΕΟΤΕΡΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ Μαρία Βασιλείου, Βασιλική Τσούμαρη Αρχαιολόγοι ΕΦΑ Φωκίδος

Ο ελαιώνας της Άμφισσας, τμήμα του ευρύτερου «Δελφικού Τοπίου»1, απλώνεται σε μια ιδιαίτερα εύφορη και με μακραίωνη ιστορία κοιλάδα, μεταξύ ενός ποταμού κι ενός χειμάρρου, του Πλειστού και του Υλαίθου (εικ. 1). Ο πρώτος είναι ένας ξεροπόταμος που ξεκινάει από το νοτιοδυτικό τμήμα του Παρνασσού και εκβάλλει στον Κορινθιακό κόλπο, στα ανατολικά της Κίρρας. Αντίστοιχα, ο χείμαρρος Ύλαιθος (ρέμα Σκίτσας), ορμώμενος από τη Γκιώνα, διασχίζει τον ελαιώνα και εκβάλλει στον Κορινθιακό κόλπο, στα δυτικά της Κίρρας. Το πεδινό τμήμα, έκτασης 52.000 στρ., σήμερα καλλιεργείται σχεδόν αποκλειστικά με ελαιόδεντρα, ενώ το βραχώδες επικλινές τμήμα καλύπτεται από θαμνώδη βλάστηση και χρησιμοποιείται ως βοσκότοπος2. Στα μέχρι σήμερα αρχαιολογικά ευρήματα της περιοχής περιλαμβάνονται ίχνη κατοίκησης στις παρυφές των λόφων, περιμετρικά του Ελαιώνα, ενώ σε διάφορες κεντρικές θέσεις αποκαλύφθηκαν εργαστηριακοί χώροι για την παραγωγή του ελαίου και του οίνου, υπενθυμίζοντάς μας την «ξεχασμένη» σήμερα αμπελοκαλλιέργεια της περιοχής.

Ιστορική αναδρομή Κάνοντας μια μικρή αναδρομή στον χρόνο, συνειδητοποιούμε ότι χάρη στη στρατηγική του θέση υπήρξε μήλον της έριδος και αιτία για ποικίλες διενέξεις, καθώς και βασικός άξονας της ιστορίας όπως αυτή διαδραματίστηκε στις γύρω περιοχές και τους οικισμούς3. Παρότι η περιοχή επιβιώνει με διάφορα ονόματα στην αρχαία ελληνική γραμματεία, η μυκηναϊκή Κρίσσα, που βρισκόταν στα νότια του σύγχρονου χωριού Χρισσού, στο ύψωμα του Αγ. Γεωργίου, έδωσε το όνομά της στην τότε ακαλλιέργητη κοιλάδα που απλώνονταν μπροστά της, το Κρισσαίο πεδίο. Ήδη από την μυκηναϊκή περίοδο, αλλά και για αιώνες μετά, αποτελούσε τμήμα της διαδρομής από τον Κορινθιακό προς τον Μαλιακό κόλπο, έχοντας την Κίρρα στο νότιο πέρας ως θεματοφύλακα των κάθε είδους δραστηριοτήτων μεταξύ Θεσσαλίας και Πελοποννήσου4. Αιώνες αργότερα και έπειτα από την ίδρυση του ιερού των Δελφών τα κυριαρχικά δικαιώματα της κοιλάδας αυτής είναι η συνηθέστερη αφορμή διεξαγωγής εχθρο-

1

2

3

4 5 6 7 8

πραξιών ανάμεσα στην Αμφικτυονία και τους κατοίκους των γύρω περιοχών, οι οποίοι επιδίωκαν την καλλιέργειά της5. Αρχικά, η τακτική εκμετάλλευσης των προσκυνητών που κατέφθαναν στο λιμάνι της Κίρρας από τον Κορινθιακό κόλπο τον 6ο αιώνα π.Χ., οδήγησε στην συντριβή των Κιρραίων κατά τον Α’ Ιερό Πόλεμο. Προς αποφυγή μελλοντικών παρόμοιων δράσεων και ως απόδειξη της ενδυναμωμένης ανεξάρτητης ισχύος του ιερού υπό την προστασία της Αμφικτυονίας, το Κρισσαίο πεδίο, σύμφωνα μάλιστα με πυθικό χρησμό6, ανακηρύχθηκε για πρώτη φορά σε ιερή γη του Απόλλωνα. Απαγορεύτηκε οποιαδήποτε καλλιέργεια ή οικοδόμηση στην περιοχή, η οποία παραχωρήθηκε για τη βοσκή των ιερών ποιμνίων του Απόλλωνα7, ενώ η Κίρρα έγινε το επίνειο των Δελφών8. Τον 4ο αι. π.Χ. η διεκδίκηση της ιερής γης υπήρξε η αφορμή για δύο ακόμη ιερούς πολέμους που οδήγησαν σε ολοκληρωτική καταστροφή Φωκέων και Κιρραίων. Από τον 4ο και 3ο αι. π.Χ. παρατηρείται ενίσχυση των οχυρών θέσεων και ενδυναμώνεται η προστασία και η περιφρούρηση της κοιλάδας με ένα πλέγμα πύργων

Σήμερα το ευρύτερο Δελφικό Τοπίο αποτελεί Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO, ύστερα από εισήγηση του Διεθνούς Συμβούλιου Μνημείων και Τοποθεσιών (ICOMOS), και προστατεύεται από τις σχετικές Υπουργικές Αποφάσεις καθορισμού των ορίων των Ζωνών Α΄ και Β΄ Προστασίας του 2007 και 2012. Συγκεκριμένα στην §Ι.γ.9. της ΥΑ ΥΠΠΟΤ/ΓΔΑΠΚ/ΑΡΧ/ Α1/Φ43/35829/1801/2-5-2012 - ΦΕΚ 147/ΑΑΠ/2-5-2012 αναφέρεται ρητώς η διατήρηση του «..αγροτικού χαρακτήρα της περιοχής, που αφορά κατά κύριο λόγο στην τοπική παραδοσιακή ελαιοκαλλιέργεια». Τα στοιχεία προέρχονται από το Σχέδιο Διαχείρισης Α' Ζώνης αναοριοθετημένου αρχαιολογικού χώρου Δελφών, της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας, Δεκέμβριος 2013. Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την ανθρώπινη δραστηριότητα στην κοιλάδα του Πλειστού – Υλαίθου από τους προϊστορικούς έως τους ρωμαϊκούς χρόνους βλ. Skorda 1992. Για τα νέα αρχαιολογικά ευρήματα βλ. ΑΔ 2015 (υπό έκδοση): Χρονικά, «Φωκίδα» [Α. Ψάλτη, Ν. Πετρόχειλος]. Kase 1973· Kase 1991, 23. Φιλιππόπουλος 2004, 126-127. Παυσανίας Χ, 37.6· Παπαχατζής 1981, 448. Πεντάζου 1992. Παυσανίας Χ, 37.4· Παπαχατζής 1981, 450.

69


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

1

1. Χ άρτης αρχαιολογικών θέσεων.

70


Μαρία Βασιλείου, Βασιλική Τσούμαρη: Η ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΖΩΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΛΑΔΑ ΤΟΥ ΥΛΑΙΘΟΥ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΡΩΙΜΟΥΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΥΣ ΕΩΣ ΤΟΥΣ ΝΕΟΤΕΡΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ

γύρω από την Άμφισσα, τους Δελφούς και την Κίρρα9 με σκοπό την προστασία από τον μακεδονικό επεκτατισμό αλλά και από τον ρωμαϊκό κίνδυνο που αρχίζει να διαφαίνεται10. Κατά τη μετέπειτα περίοδο της ρωμαϊκής κυριαρχίας η Άμφισσα τυγχάνει ευνοϊκής μεταχείρισης και θεωρείται ασφαλής, στον βαθμό που κατοικείται και εκτός των τειχών της πόλης. Η πόλη ακμάζει από τα τέλη του 1ου αι. π.Χ. έως και τους πρώτους αιώνες του Χριστιανισμού όπως φαίνεται από τα αρχαιολογικά ευρήματα αυτής της περιόδου11. Αντίστοιχα είναι τα ανασκαφικά στοιχεία για τον οικισμό της Κίρρας τη δεδομένη χρονική περίοδο, καθώς αποκαλύφθηκαν δύο τρίκλιτες βασιλικές στο λιμάνι του οικισμού, η μία ακριβώς κάτω από τον παράκτιο μεσαιωνικό πύργο και η άλλη λίγα μέτρα βορειότερα (εικ. 1/θ.10). Η πρώτη διαθέτει βαπτιστήριο και ψηφιδωτό δάπεδο του 5ου μ.Χ., ενώ η δεύτερη δέχτηκε επεμβάσεις κατά τους βυζαντινούς χρόνους στον χώρο του ιερού –με την κατασκευή ενός μικρότερου ναϋδρίου– και στα νεότερα χρόνια αποτελούσε τμήμα οικίας12. Σε απόσταση περίπου 5 χλμ. νότια της Άμφισσας, ανατολικά του οικισμού του Αγίου Κωνσταντίνου και εκτός των τειχών της πόλης, αποκαλύφθηκε μικρή αγροικία των αυτοκρατορικών χρόνων, με περίβολο. Στο εσωτερικό του χώρου ανασκάφηκε κεραμοσκεπής παιδικός τάφος ο οποίος πιθανότατα χρησιμοποιήθηκε μετά την εγκατάλειψη της αγροικίας13. Επίσης στη θέση «Μπαμπακιά», κοντά στο Χρισσό, ανασκάφηκε δίχωρη αγροικία όπου η εύρεση νομίσματος της εποχής του Αυγούστου μάς επιτρέπει τη χρονολόγηση του κτίσματος στους πρώιμους αυτοκρατορικούς χρόνους14. Προς το τέλος της ρωμαϊκής περιόδου φαίνεται πως υπάρχει ακόμη οικιστική δραστηριότητα έξω από την τειχισμένη πόλη της Άμφισσας, όπως αποδεικνύει η εύρεση αγροικίας και ληνού που ήρθαν στο φώς κατά την εκσκαφή για την ανέγερση κατοικίας, στα οποία θα αναφερθούμε στη συνέχεια.

Παραγωγή ελαιολάδου και οίνου Σχετικά με τη χρήση του ελαιώνα κατά τους ρωμαϊκούς χρόνους ο Παυσανίας εύστοχα αναρωτιέται γιατί «Η πεδιάδα της Κίρρας είναι χωρίς βλάστηση. Δεν ξέρω αν φταίει κάποια κατάρα που οι ντόπιοι δεν θέλουν να φυτεύουν δέντρα ή επειδή ξέρουν ότι το έδαφος δεν προσφέρεται για δενδροφύτευση»15. Ωστόσο, μέχρι σήμερα στην περιοχή

9 10 11 12 13 14 15 16 17 18 19 20 21 22

του ελαιώνα έχουν εντοπιστεί συνολικά 14 ληνοί16 (ή λανός ή πατητήρι), οι περισσότεροι υπαίθριοι και σε ποικίλες κατόψεις και παραλλαγές, οι οποίοι μας παρέχουν μία πλούσια εικόνα για την οικονομική και αγροτική ζωή της περιοχής καλύπτοντας ένα ευρύ χρονολογικό φάσμα από τους μεσαιωνικούς έως τους νεότερους χρόνους. Οι περισσότεροι ληνοί αποτελούνται κυρίως από έναν κτιστό ορθογώνιο χώρο με δάπεδο από πήλινες πλάκες και επίστρωση από υδραυλικό κονίαμα. Το γλεῦκος ή το ἔλαιον που παραγόταν από τη σύνθλιψη του καρπού κατέληγε μέσω αγωγού και δίαυλου εκροής στο υπολήνιο, μια μικρή κατασκευή, κυκλικής, ορθογώνιας ή πεταλόσχημης κάτοψης, που βρίσκεται εξωτερικά και σε χαμηλότερο επίπεδο από τον κυρίως χώρο. Η χρήση συναντάται κυρίως στην αμπελουργία17. Ωστόσο στα Γεωπονικά18 διαβάζουμε ότι χρησίμευε και ως επιφάνεια συμπίεσης του ελαιοκαρπού, με μόνη διαφορά ότι ο ελαιοκαρπός θα πρέπει να είναι ήδη αλεσμένος19. Συγκεκριμένα η τεχνική παραγωγής του ελαίου περιλαμβάνει τρεις διαφορετικές φάσεις επεξεργασίας. Αρχικά γίνεται η σύνθλιψη του καρπού, στη συνέχεια η συμπίεση του πολτού που παράγεται με σκοπό να διαχωριστεί ο ελαιοπυρήνας από το υγρό προϊόν και στην τελική φάση πραγματοποιείται ο διαχωρισμός του ελαιολάδου από τα υπόλοιπα φυτικά υγρά20. Ο ληνός για την παραγωγή του ελαιολάδου χρησιμοποιείται στην αρχική φάση της σύνθλιψης του καρπού. Ασφαλώς, σε πολλές περιπτώσεις δεν είναι σαφής η χρήση του, αν πρόκειται δηλαδή για ληνό ελαίου ή οίνου. Συνήθως διαχωρίζεται από το τυχόν χρώμα που απομένει στην επίστρωση κονιάματος στους τοίχους ή από την ύπαρξη επί πλέον εργαστηριακών κατασκευών για την επεξεργασία της ελιάς, πλησίον του ληνού. Την αποσαφήνιση της χρήσης δυσχεραίνει σε πολλές περιπτώσεις και ο επιμελημένος καθαρισμός της εγκατάστασης πριν και μετά τη χρήση, ο οποίος περιγράφεται επίσης στα Γεωπονικά21. Σε οικόπεδο επί της οδού Ψαρρού στην Άμφισσα, το οποίο βρίσκεται νοτιοδυτικά του Κάστρου και εκτός του αρχαίου τείχους της πόλης (εικ.1/θ.1 & αρ.κατ.1), εντοπίστηκε τμήμα αγροικίας, με δύο οικοδομικές φάσεις και αδιάλειπτη χρήση από τους ύστερους ρωμαϊκούς έως τους πρώιμους βυζαντινούς χρόνους (3ος -5ος αι. μ.Χ.)22. Η αγροικία αποτελείται από τουλάχιστον πέντε χώρους, εκ των οποίων μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει ο κεντρικός ληνός ορθογώνιας κάτοψης, διαστάσεων

Τσαρούχα 2014, 39. Παλούκης 2014. Παπακωνσταντίνου 2014. Κούρεντα-Ραπτάκη 2003, 55. ΑΔ 2015 (υπό έκδοση): Χρονικά, «Φωκίδα» [Α. Ψάλτη, Ν. Πετρόχειλος]. ΑΔ 2015 (υπό έκδοση): Χρονικά, «Φωκίδα» [Α. Ψάλτη, Ν. Πετρόχειλος]. Παυσανίας Χ, 37.5· Παπαχατζής 1981, 450. Στο τέλος του κειμένου υπάρχει αναλυτικός κατάλογος των ληνών. Πουλάκη-Παντερμαλή 2003, 150. Πρόκειται για συλλογή 20 βιβλίων του 10ου αι. μ.Χ. τα οποία πραγματεύονται θέματα σχετικά με την καλλιέργεια. Owen 1805. Αδάμ-Βελένη 2003, 156. Χατζησάββας 2008, 34· Foxhall 2007, 133-134. Owen 1805, 194· Αδάμ-Βελένη 2003, 156. ΑΔ 2015 (υπό έκδοση): Χρονικά, «Φωκίδα» [Ε. Βιβλιοδέτης].

71


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

2,72x2,07μ., ο οποίος ανήκει στη δεύτερη οικοδομική φάση (εικ. 2). Για την κατασκευή του έχουν χρησιμοποιηθεί αδρά δουλεμένοι λίθοι και υλικό από αρχαίο οικοδόμημα σε β’ χρήση (spolia), όπως επιστύλιο, ημιτελής κίονας, επιτύμβια στήλη, τμήματα μυλόπετρας και αρκετοί λιθόπλινθοι23. Σε αρχαιότερο ορθογώνιο λίθο, ο οποίος βρέθηκε εντοιχισμένος στον βόρειο τοίχο του ληνού, έχει διανοιχθεί οπή για την εκροή του υγρού (λάδι ή κρασί) στο υπολήνιο. Το δάπεδο του ληνού, με κλίση προς το υπολήνιο, είναι επιστρωμένο με εννιά λίθους, μεγάλων διαστάσεων, οι αρμοί των οποίων στεγανοποιούνται με υδραυλικό κονίαμα. Επενδυμένα με υδραυλικό κονίαμα είναι και τα εσωτερικά μέτωπα των τοίχων του ληνού. Σε μικρότερο χώρο βόρεια του ληνού αποκαλύφθηκε, εν είδει υποληνίου, πίθος μεγάλων διαστάσεων, σωζόμενος αποσπασματικά και στερεωμένος με κονίαμα και μικρούς λίθους24. Αντίστοιχα στα νότια του ληνού, σε μεγαλύτερο βάθος αποκαλύφθηκε ορθογώνιος χώρος, ο οποίος λειτουργεί πιθανώς ως πιθεώνας, κατά την περίοδο κατασκευής του ληνού25. Ολόκληρη η αγροικία στεγάζεται με κεραμοσκεπή, λόγω του πλήθους των κεράμων που περισυλλέχθηκαν κατά την ανασκαφή. Η συγκεκριμένη αγροικία πιθανόν περιλαμβάνει τον μοναδικό μέχρι σήμερα ληνό στον ελαιώνα της Άμφισσας, ο οποίος είναι στεγασμένος και δεν διαθέτει κτιστό υπολήνιο. Παράλληλα με την αγροικία εκτός των τειχών της Άμφισσας είναι τα ευρήματα σε απόσταση περίπου 1,5χλμ. ΝΑ της Άμφισσας, στην περιοχή του Βιομηχανικού Πάρκου, στους πρόποδες του λόφου Κουτρουλού και ανατολικά του χειμάρρου Υλαίθου (εικ. 1/θ.2), όπου εντοπίστηκε αγροικία τεσσάρων χώρων, των ύστερων αυτοκρατορικών χρόνων, η διαχρονική χρήση της οποίας πιθανολογείται έως και τους πρώιμους βυζαντινούς χρόνους. Στο εσωτερικό της εντοπίστηκε μία μυλόπετρα για την επεξεργασία του ελαιοκάρπου, διαμέτρου 0,90μ.26. Η ιδιαίτερη τεχνική παραγωγής ελαιόλαδου με τη χρήση της μυλόπετρας, διαδικασία παραδοσιακή που διατηρήθηκε για αιώνες, γίνεται πιο σαφής μέσα από τα ευρήματα στην περιοχή της Αγίας Παρασκευής, κάτω από το υψίπεδο Παλαιοσερνικάκι (εικ. 1/θ.3 & αρ.κατ. 9)27. Παραπλεύρως του αγροτικού δρόμου εντοπίστηκαν δύο λίθινες λεκάνες (θυεία ή mortarium) με συμφυή πεσσό στο μέσο, οι οποίες ανήκουν σε ελαιοτριβείο (τροπήϊον ή trapetum)28, και μια λίθινη βάση πιεστηρίου με προχοή και αύλακα απορροής για την έκθλιψη του ελαιοκάρπου29. Οι τρεις κατασκευές, ρωμαϊκών πιθανόν χρόνων30, προορίζονται για τις δύο πρώτες φάσεις επεξεργασίας του ελαιοκάρπου, τη σύνθλιψη και τη συμπίεση, ενώ στην ευ-

23 24 25 26 27 28 29 30 31

72

2

2. Ληνός επί της οδού Ψαρρού στην Άμφισσα.

ρύτερη περιοχή δεν εντοπίστηκαν μυλόπετρες (orbes) για την κατασκευή του τραπητή ή ειδικά βάρη για την χρήση της βάσης συμπίεσης. Αντίστοιχη λίθινη λεκάνη τραπητή και μυλόπετρα βρέθηκε πλησίον του παρεκκλησίου της Αγίας Μαρίνας (εικ. 1/θ.4) στην καρδιά του ελαιώνα, χωρίς ωστόσο να μας παρέχει σαφή στοιχεία για τη χρονολόγηση της εγκατάστασης31. Στο ευρύτερο επιφανειακό εργαστηριακό σύνολο της Αγίας Παρασκευής ανήκει ένας ληνός (αρ.κατ. 9), ο οποίος έχει κτισθεί επάνω στον βράχο, με αργολιθοδομή και τμήματα κεράμων. Το δάπεδο αποτελείται από τον φυσικό βράχο, ενώ το υπολήνιο είναι κυκλικό, κτιστό με πλίνθους και αργούς λίθους (εικ. 3). Η συσχέτιση του ληνού με τις τρεις προηγούμενες εγκαταστάσεις, επιτρέπει την υπόθεση ότι χρησιμεύει για την παραγωγή κυρίως του ελαιολάδου. Ο ληνός πιθανότατα χρησιμοποιήθηκε και σε μεταγενέστερους χρόνους, καθώς δέχθηκε επίστρωση με τσιμεντοκονίαμα στο εσωτερικό του.

Για περισσότερες πληροφορίες βλ. ΑΔ 2015 (υπό έκδοση): Χρονικά, «Φωκίδα» [Ε. Βιβλιοδέτης]. Πετρόπουλος 2013, 169. ΑΔ 2015 (υπό έκδοση): Χρονικά, «Φωκίδα» [Ε. Βιβλιοδέτης]. ΑΔ 2015 (υπό έκδοση): Χρονικά, «Φωκίδα» [Α. Ψάλτη, Ν. Πετρόχειλος]· Πετρόχειλος (στον παρόντα τόμο). ΑΔ 60 (2005): Β1 Χρονικά, «Φωκίδα», 463-464 [Σ. Ραπτόπουλος]· Πετρόχειλος (στον παρόντα τόμο). Χατζησάββας 2008, 34, 60-61· Foxhall 2007, 133-134· Hadjisavvas 1992, 9-10. Χατζησάββας 2008, 44· Hadjisavvas 1992, 56. ΑΔ 60 (2005): Β1 Χρονικά, «Φωκίδα», 463-464 [Σ. Ραπτόπουλος]. Rousset 1991, 171-172.


Μαρία Βασιλείου, Βασιλική Τσούμαρη: Η ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΖΩΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΛΑΔΑ ΤΟΥ ΥΛΑΙΘΟΥ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΡΩΙΜΟΥΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΥΣ ΕΩΣ ΤΟΥΣ ΝΕΟΤΕΡΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ

3

3. Λ ηνός στη θέση Αγία Παρασκευή.

Πρώιμη βυζαντινή περίοδος Εκτός από τις θέσεις που αναφέραμε και οι οποίες παρουσιάζουν πιθανή χρήση των αγροικιών και των εργαστηριακών εγκαταστάσεων μέχρι και τους πρώιμους βυζαντινούς χρόνους, την περίοδο αυτή δεν έχουμε σαφή στοιχεία για την κατοίκηση της περιοχής του ελαιώνα. Ο εντοπισμός ωστόσο οργανωμένων και μεμονωμένων

νεκροταφείων στις παρυφές των λόφων συνδέεται με πιθανή κατοίκηση, με τη μορφή μεμονωμένων αγροικιών. Στη θέση «Αγριληούλα», βόρεια του Γλα Ιτέας, αποκαλύφθηκε σε έκταση 35μ. τμήμα νεκροταφείου των πρώιμων βυζαντινών χρόνων, αποτελούμενο από εννέα καλυβίτες τάφους (εικ. 1/θ.5)32. Επί πλέον, ανατολικά της Άμφισσας, νότια του σύγχρονου οικισμού του Ελαιώνα, γνωστός και με την ονομασία Τοπόλια, εντοπίστηκε μεμονωμένος στενός κτιστός κιβωτιόσχημος τάφος των πρώιμων βυζαντινών χρόνων (εικ. 1/θ.6)33. Τα μέχρι σήμερα στοιχεία για τη χρήση του ελαιώνα αφορούν κυρίως στην παραγωγή του οίνου και του ελαίου. Ωστόσο, στο πλαίσιο του έργου άρδευσης του ελαιώνα, στη θέση Ρεντινιά, έναντι του οικισμού Σερνικάκι, παραπλεύρως του αγροτικού δρόμου που οδηγεί από τον Αμπλιανό στην Αγία Παρασκευή, αποκαλύφθηκε εγκατάσταση ασβεστοκαμίνου (εικ. 1/θ.7). Λόγω της ύπαρξης ελαιοδέντρων στο σημείο, τη διέλευση χωμάτινου δρόμου καθώς και του μεγάλου βάθους εντός του ορύγματος του αρδευτικού δικτύου (2,00μ. από την επιφάνεια του εδάφους), δεν ήταν εφικτή η πλήρης αποκάλυψη του εργαστηριακής κατασκευής. Ο κύριος χώρος της εγκατάστασης είναι ο θάλαμος όπτησης, ο οποίος διαμορφώνεται σε λάκκο κι έχει σχεδόν ωοειδή κάτοψη, διαμέτρου 3,50-3,80μ. και μέγιστου σωζόμενου ύψους 1,10μ. (εικ. 4). Στο κατώτερο

4

4. Σ χέδιο ασβεστοκαμίνου στη θέση Ρεντινιά.

32

33

Η μεταξύ τους απόσταση κυμαίνεται μεταξύ 1,00-2,50 μ. και έχουν κατεύθυνση Α-Δ. Καθώς όμως η περιοχή διερευνήθηκε μόνο κατά μήκος του ορύγματος, στο πλαίσιο του αρδευτικού έργου, δεν ήταν δυνατή η μελέτη της πυκνότητας του νεκροταφείου στις παρυφές του λόφου προς τα ανατολικά. Οι νεκροί είναι τοποθετημένοι σε δύο λακωνικού τύπου στρωτήρες και καλύπτονται με τέσσερις στρωτήρες, οι οποίοι φέρουν ημικυκλικούς και γραμμικούς σχεδιασμούς. Η επικάλυψη της ράχης των τάφων γίνεται με καλυπτήρες και των δύο στενών πλευρών με τμήματα στρωτήρων (Μακροπούλου 2007, 400-404). Οι σκελετοί βρέθηκαν αποσαθρωμένοι και οι περισσότεροι τάφοι είναι ακτέριστοι. Στα ελάχιστα κτερίσματα περιλαμβάνονται ένα χάλκινο έλασμα, ένα μόνωτο κύπελλο (βλ. Χουλιαράς κ.ά. 2014, 189, εικ. 11), ένα πινάκιο με ίχνη ερυθρής βαφής (βλ. Petridis 1995, πίν. 173, CC54.) και μία πρόχους με διακόσμηση παράλληλων εγχαράξεων του 6ου - 7ου αιώνα μ.Χ. (βλ. Πετρίδης 2013, 193 εικ. 24· Papavasiliou 2014, 167, εικ. 8.) Ο τάφος, με κατεύθυνση Α-Δ, έχει διαστάσεις 3,42x1,72x0,92μ. και η κάλυψή του γίνεται με μεγάλες πήλινες πλάκες, οι οποίες κατέπεσαν στο εσωτερικό του τάφου. Είναι κτισμένος με αργούς λίθους, πλίνθους στο ανώτερο και εσωτερικό μέρος, και ασβεστοκονίαμα ως συνδετικό υλικό. Στο εσωτερικό φέρει επικάλυψη στις δύο στενές πλευρές με κάθετες πήλινες πλάκες, το δάπεδο καλύπτεται

73


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

και ανώτερο μέρος του (0,40μ. το κάθε τμήμα) φέρει επίστρωση με πηλό και ανάμεσα παρεμβάλλεται προεξέχον στρώμα με αργούς λίθους μεσαίου μεγέθους, το οποίο σχηματίζει δακτύλιο, πιθανόν για τη στερέωση της εσχάρας, η οποία δεν σώζεται. Το δάπεδο καλύπτει παχύ στρώμα ασβεστοκονιάματος και καύσης, ενώ παχύ στρώμα πηλού εντοπίστηκε στο εσωτερικό του θαλάμου, σε ύψος 0,70μ. πάνω από το δάπεδο. Στα νοτιοανατολικά του θαλάμου διαθέτει προστομιαίο διάδρομο, ελλειψοειδούς κάτοψης, με αργολιθοδομή, πλάτους 1,00μ. και μήκους 1,10μ. (εικ. 5). Στον διάδρομο εντοπίστηκαν πιθανά ίχνη του ορύγματος καύσης, χωρίς όμως να είναι δυνατή η πλήρης διερεύνησή του. Στην άκρη του διαδρόμου διαμορφώνεται η είσοδος, η οποία εντοπίστηκε σφραγισμένη με αργούς λίθους. Ο θάλαμος όπτησης και ο προστομιαίος διάδρομος στερεώνονται εξωτερικά στη νοτιοδυτική γωνία με κατασκευή από πακτωμένους αργούς λίθους, στην οποία

5

5. Α σβεστοκάμινος στη θέση Ρεντινιά.

εφάπτεται δευτερεύων βοηθητικός χώρος, ορθογώνιας κάτοψης, διαστάσεων 2,90x1,40μ. (εικ. 6). Οι τοίχοι, οι οποίοι σώζονται σε ύψος 0,65μ., είναι κατασκευασμένοι με πρόχειρη αργολιθοδομή και στο νότιο πέρας του χώρου διαμορφώνεται μικρή αψιδωτή κατασκευή (0,60μ.). Το δάπεδο παρουσιάζει επίσης έντονη καύση, ενώ δεν εντοπίστηκε ασβεστοκονίαμα ή κινητά ευρήματα, παρά μόνο ελάχιστη αποσπασματικά σωζόμενη αδιάγνωστη κεραμική και λιγοστά ίχνη σκωρίας. Η απουσία ευρημάτων καθιστά αδύνατη τη χρονολόγηση της κατασκευής. Ωστόσο, με βάση τον τρόπο οικοδόμησης, το σύνολο ερμηνεύεται ως ασβεστοκάμινος της παλαιοχριστιανικής περιόδου34. Πιθανόν η εγκατάσταση να εγκαταλείφθηκε αιφνίδια, καθώς το εσωτερικό του θαλάμου φέρει παχύ στρώμα ασβέστη, ενώ η ύπαρξη του βοηθητικού χώρου, ο οποίος διαμορφώνεται με βάση το καμίνι, μας επιτρέπει να υποθέσουμε ότι δεν πρόκειται για μία προσωρινή κατασκευή. Επί πλέον,

6

6. Ασβεστοκάμινος στη θέση Ρεντινιά - βοηθητικός χώρος.

με ασβεστοκονίαμα, ενώ μία εγκάρσια σειρά αργών λίθων εξυπηρετεί ως διαχωριστικό δύο ανισομεγεθών τμημάτων (μήκος δυτικού χώρου: 0,90μ., μήκος ανατολικού χώρου: 1,30μ.). Στο δυτικό μικρότερο τμήμα αποκαλύφθηκαν δύο ανακομιδές και στο ανατολικό μεγαλύτερο τμήμα αποκαλύφθηκε η κύρια ταφή, με προσανατολισμό Α→Δ, σε κακή κατάσταση διατήρησης. Το κεφάλι του νεκρού στα Α, φέρει προσκεφάλαιο με διαμόρφωση του φυσικού εδάφους και ασβεστοκονίαμα. Τα μοναδικά κτερίσματα προέρχονται από το δυτικό τμήμα με τις ανακομιδές. Πρόκειται για δύο ληκύθια με διακόσμηση αυλακώσεων, ημικυκλίων και κυματοειδών γραμμών του 6ου αιώνα μ.Χ. Βλ. Μακροπούλου 2007, πίν. 63, ΒΚ 4500/18β· Petridis 1995, πίν. 163, CC35· Τζαβέλλα 2010, εικ. 5β, Α9431. 34 Βλ. Λοβέρδου-Τσιγαρίδα 2004, 416-419· Demierre 2002, 294 εικ. 7· Λοβέρδου-Τσιγαρίδα – Μάστορα 1997, 270.

74


Μαρία Βασιλείου, Βασιλική Τσούμαρη: Η ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΖΩΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΛΑΔΑ ΤΟΥ ΥΛΑΙΘΟΥ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΡΩΙΜΟΥΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΥΣ ΕΩΣ ΤΟΥΣ ΝΕΟΤΕΡΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ

λόγω του μεγάλου βάθους που εντοπίζονται οι αρχαιότητες στην περιοχή (2,00μ.), δεν γνωρίζουμε αν η εγκατάσταση ανήκει σε κάποια ευρύτερη αρχαιολογική θέση. Η περιοχή διερευνήθηκε στο πλαίσιο του αρδευτικού έργου με τη διάνοιξη ορυγμάτων (βάθους 1,80μ.) και το μοναδικό εύρημα αποτελείται από ένα λεπτό στρώμα με αργούς λίθους, ασαφούς διάταξης και χωρίς άλλα κινητά ευρήματα.

Η περίοδος των επιδρομών σλαβικών φυλών Τους επόμενους αιώνες η καθημερινή ζωή των κατοίκων της περιοχής δυσχεραίνει. Περισσότερες πληροφορίες για την περίοδο αυτή μάς παρέχει το «Χρονικό του Γαλαξιδίου», έργο του ιερομόναχου Ευθυμίου, το οποίο μελέτησε και δημοσίευσε ο Κωνσταντίνος Σάθας το 186535. Γενικότερα οι ισχυρές σεισμικές δονήσεις στα μέσα του 6ου μ.Χ., η επιδημία πανώλης το 74736 και αλλεπάλληλες επιδρομές πειρατών και σλαβικών φυλών ατονούν το ενδιαφέρον των κατοίκων για την καλλιέργεια του Κρισσαίου πεδίου, καθώς επικεντρώνονται στην ασφάλεια τους37. Ανάλογες επιδρομές Βούλγαρων, Ούζων-Κουμάνων και Νορμανδών, καταγράφονται επίσης από το «Χρονικό του Γαλαξιδίου» ενώ αναφορά γίνεται και στην καταστροφή των βυζαντινών οικισμών των Σαλώνων και Γαλαξιδίου από τις βουλγαρικές επιδρομές τον 10ο αιώνα. Αντίστοιχα

η επιδημία πανώλης το 1054 δυσκολεύει την ανάκαμψη του πληθυσμού, ο οποίος επλήγη ξανά λίγες δεκαετίες αργότερα από τις σφοδρές επιθέσεις των Ούζων38. Τα νησάκια του Κρισσαίου κόλπου αναφέρονται στο «Χρονικό του Γαλαξιδίου» ως καταφύγιο των κατοίκων των χερσαίων περιοχών, κυρίως κατά τον 10 και 11ο μ.Χ. αιώνα39. Πρόκειται για επτά μικρές νησίδες ο οποίες χωρίζονται σε δύο συμπλέγματα. Τα προσκείμενα πλησίον του Γαλαξιδίου έχουν τα ονόματα Αψηφιά, Αγ. Γεώργιος, Παναγιά και Αγ. Δημήτριος και τα τρία που τοποθετούνται απέναντι από την σημερινή πόλη της Ιτέας είναι ο Άγ. Κωνσταντίνος, ο Άγ. Αθανάσιος και ο Μολεμένος.40 Ένα σημαντικό εύρημα των τελευταίων χρόνων στην περιοχή, αποτελεί ένας μικρός οικισμός, ο οποίος αναπτύσσεται τους δύσκολους αυτούς χρόνους στην μικρή δενδροφυτεμένη πεδιάδα, ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, που εκτείνεται στους πρόποδες του λόφου, πάνω στον οποίο έχει χτισθεί ο σύγχρονος οικισμός του Ελαιώνα, παλιότερα γνωστός ως Τοπόλια. Στο σημείο αυτό ανασκάφηκαν δύο αρχαιολογικές θέσεις των μεσαιωνικών χρόνων. Στην πρώτη θέση (εικ. 1/θ.8) αποκαλύφθηκαν τμήματα οικιών, ακανόνιστης κάτοψης, που αποτελούνται από χώρους ποικίλων μεγεθών. Οι τοίχοι, οι οποίοι βρέθηκαν σε κυμαινόμενο βάθος από 0,50 έως 1,00μ. από την επιφάνεια του εδάφους, είναι κατασκευασμένοι με αργολιθοδομή στη θεμελίωση και πλινθοδομή στην ανωδομή (εικ. 7). Το σωζόμενο ύψος των τοίχων κυμαίνεται από 0,40 έως 0,70μ. Το δάπεδο των οικιών διαμορ-

7

7. Α ρχαιολογική θέση 8 στην Τοπόλια.

35 36 37 38 39 40

Σάθας 1865. Κραβαρτόγιαννος 1997, 93. Οι πληροφορίες προέρχονται από το Σάθας 1865. Κραβαρτόγιαννος 1997, 332. Σάθας 1865, 195. Κατά καιρούς αρκετοί ερευνητές έχουν περιπλανηθεί στις νησίδες και έχουν καταγράψει οικιστικά κατάλοιπα, σκωρίες, δεξαμενές, υστερορρωμαϊκή και πρώιμη βυζαντινή κεραμική, ευρήματα που αποδίδονται σε οικιστικές, βιοτεχνικές ή εμπορικές εγκαταστάσεις του 6ου και 7ου αι. μ.Χ. αλλά και μεταγενέστερων περιόδων. O Sinclair Hood (1970, 37), ταυτίζει τα νησάκια του Γαλαξιδίου με τόπους καταφυγίου κατά τους υστερορρωμαϊκούς και πρώιμους βυζαντινούς χρόνους. Μάλιστα, παρατηρεί επάνω στο νησί Αψηφιά και Παναγιά ίχνη αμυντικού τείχους κατασκευασμένου από αρχαιότερο υλικό, με σκοπό την προστασία των κατοίκων από τις

75


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

φώνεται με πατημένο χώμα και έφεραν κεραμοσκεπή. Ορισμένοι από τους χώρους ανήκουν σε τμήματα βοηθητικών χώρων, των οποίων ο χαρακτήρας, λόγω απουσίας ικανού αριθμού κινητών ευρημάτων, δεν κατέστη δυνατό να εξακριβωθεί. Στο εσωτερικό του καλύτερα διατηρημένου χώρου, σε δοκιμαστική τομή που πραγματοποιήθηκε σε βάθος 1,47μ. από την επιφάνεια του εδάφους, εντοπίστηκαν ίχνη καύσης, τα οποία πιθανόν σχετίζονται με οικιακές εργασίες. Επίσης στον ίδιο χώρο, διαμορφώνεται στον βόρειο τοίχο κτιστή κοιλότητα (εσοχή), πιθανώς για τη στερέωση αποθηκευτικού αγγείου (εικ. 8). Σε τοίχο που ανήκει σε μικρό στενό χώρο της αρχαιολογικής θέσης εντοπίστηκε θυραίο άνοιγμα μήκους 34 εκ.

8

8. Τ μήμα αγροικίας στην αρχαιολογική θέση 8 στην Τοπόλια.

Στη δεύτερη θέση στον οικισμό της Τοπόλιας (εικ.1/θ.9), ανατολικά της πρώτης, σε απόσταση 500μ. περίπου, σχεδόν στη σκιά του βράχου όπου βρίσκεται ο σύγχρονος οικισμός, εντοπίστηκαν οι υποθεμελιώσεις τοίχων που ανήκουν σε χώρους ασαφούς κάτοψης (εικ. 9). Τα ευρήματα εντοπίζονται σε βάθος κυμαινόμενο από 0,40 έως 1,10μ. περίπου. Η μορφή τους είναι αντίστοιχη με αυτή της προηγούμενης θέσης και το πλάτος των τοίχων κυμαίνεται μεταξύ 0,30 έως 0,80μ. (μέγιστο σωζόμενο ύψος 0,85μ.). Δυστυχώς λόγω της πυκνής φύτευσης των ελαιοδένδρων στην περιοχή δεν ήταν δυνατή η πλήρης αποκάλυψη της κάτοψης των χώρων. Στα κινητά ευρήματα και των δύο θέσεων περιλαμβάνονται τμήματα αγγείων με χτενωτή διακόσμηση, ορισμένα όστρακα με ίχνη εφυάλωσης41, τμήματα γυάλινων αγγείων, ένα αμφικωνικό σφονδύλι, σιδερένια εγχειρίδια καθώς κι μία σιδερένια κάθετη λαβή θύρας. Γνωρίζουμε ότι κύριες ασχολίες των κατοίκων στην περιοχή ήταν οι ελιές, τα αμπέλια και οι νερόμυλοι, ενώ ο Leake αναφέρει μεταγενέστερα ότι η Τοπόλια ανήκει στην περιφέρεια των Σαλώνων, και στην περιοχή καλλιεργούν καπνό. Σήμερα, πλησίον των θεμελίων που αποκαλύφθηκαν, υπάρχουν 3-4 μικρά εκκλησάκια, ωστόσο στην περιοχή μαρτυρούνται 12-13 εξωκκλήσια, μονόχωρα, μικρών διαστάσεων, τα οποία κρύβονται μέσα στα ελαιόδεντρα και χρονολογούνται περίπου από τα μέσα του 18ου έως τα τέλη του 19ου αι. Πρόκειται για συλλογικά κοινοτικά έργα, που μαρτυρούν τον πλούτο του χωριού42. Η ντόπια παράδοση μιλά για κάποιο «παλιό χωριό», ψηλότερα μέσα στον ορεινό μυχό, πριν τον 18ο αι. Ωστόσο στο επίπεδο αυτό δεν υπήρξαν κατά τις προηγούμενες έρευνες ίχνη μόνιμης εγκατάστασης. Η σκέψη, σύμφωνα με το Γεώργιο Μαγγίνη, ότι το παλιό χωριό βρισκόταν πλησίον της σημερινής θέσης, για την αποφυγή των κατά καιρούς κατακτητών, ίσως αφορά στα πρόσφατα ανασκαφικά ευρήματα στην περιοχή43. Πρόκειται για μία ενδιαφέρουσα, άγνωστη ως και πρόσφατα, αρχαιολογική θέση, η οποία χρήζει περαιτέρω διερεύνησης, καθώς μας παρέχει στοιχεία κατοίκησης στην καρδιά του ελαιώνα την περίοδο των σλαβικών επιδρομών. Αντίστοιχα, στην περιοχή του Βιομηχανικού Πάρκου της Άμφισσας (εικ. 1/θ.2), λίγα μέτρα νοτιότερα της αγροικίας με τις μυλόπετρες, εντοπίστηκε in situ το

επιδρομές Αβάρων και Σλάβων, οι οποίοι έχουν ήδη εισχωρήσει στη νότια Ελλάδα από τον 6ο αιώνα. Μαρτυρείται μάλιστα ότι η εκκλησία του Αγίου Κωνσταντίνου που έδωσε το όνομα της στο νησί χτίσθηκε από τους κατατρεγμένους Γαλαξιδιώτες την περίοδο αυτή (Πετρονώτης 1973, 118-119). Την ίδια περίοδο (10ος-11ος μ.Χ.) ίσως χτίζεται η γέφυρα που ενώνει τον Άγιο Κων/νο με τη γειτονική νησίδα του Αγίου Αθανασίου, που φαίνεται να κατέρρευσε περί τα 1860 (Σάθας 1865). Σύμφωνα με τον Lerat (2008, 249), η κατασκευή αυτή έγινε σε αρχαιότερη περίοδο με σκοπό να λειτουργεί ως μώλος και να ανακόπτει την πορεία εχθρικών πλοίων προς τα παράλια της Φωκίδας. Στον Άγιο Αθανάσιο σώζονται οικιστικά λείψανα και ίσως μεσαιωνική οχύρωση, ενώ αρκετούς αιώνες αργότερα, περί τον 18ο αιώνα αποτελεί, μαζί με τον Άγιο Κωνσταντίνο, καταφύγιο από τον λοιμό (Πετρονώτης 1973, 118-119). Αντίστοιχα η νήσος Μολεμένος αναγνωρίζεται ως χώρος ταφής των θυμάτων του λοιμού. (Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τα νησάκια του Κόλπου, βλ. Lerat 2008, 244· Hood 1970· Rosser 1996). Σχετικά με τις επιθέσεις των Νορμανδών γνωρίζουμε ότι, περίπου το 1147-1149, υπό τον Ρογήρο Γ’, πλέουν προς την ηπειρωτική Ελλάδα, και καταλήγουν στο λιμάνι της Ιτέας, καταστρέφοντας στο πέρασμα τους προς τη Θήβα, τον ακμάζοντα τότε βυζαντινό οικισμό του Χρισσού (ΑΔ 2015 (υπό έκδοση): Χρονικά, «Φωκίδα» [Α. Ψάλτη, Ν. Πετρόχειλος]). 41 ΑΔ 2015 (υπό έκδοση): Χρονικά, «Φωκίδα» [Α. Ψάλτη, Ν. Πετρόχειλος]. 42 Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τα ξωκκλήσια της Τοπόλιας βλ. Μαγγίνης 1999. 43 Μαγγίνης 1999, 26-27.

76


Μαρία Βασιλείου, Βασιλική Τσούμαρη: Η ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΖΩΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΛΑΔΑ ΤΟΥ ΥΛΑΙΘΟΥ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΡΩΙΜΟΥΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΥΣ ΕΩΣ ΤΟΥΣ ΝΕΟΤΕΡΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ

9

κάτω τμήμα πίθου με δισκοειδή βάση και απιόσχημο σώμα στερεωμένο στο έδαφος. Ο πίθος χρονολογείται στον 9ο αιώνα μ.Χ. και πιθανόν ανήκει σε δάπεδο αγροικίας44.

Η αγροτική παραγωγή κατά τους ύστερους βυζαντινούς χρόνους (Λατινοκρατία)

9. Α ρχαιολογική θέση 9 στην Τοπόλια.

44 45 46 47 48

49

Την περίοδο της Φραγκοκρατίας, ο Boniface de Montferrat, άρχων της Θεσσαλονίκης ορίζει στη νότια Ελλάδα κατά τόπους άρχοντες τους αξιωματούχους και ακόλουθούς του και ιδρύονται αυτόνομα φέουδα στους προγενέστερους βυζαντινούς οικισμούς45. Αυθέντης των Σαλώνων ορίζεται ο Thomas I d’Autremencourt, ο οποίος επεκτείνει τα εδάφη της κομητείας του, σε όλη σχεδόν τη Φωκίδα, επιχειρώντας να καταλάβει και το Γαλαξίδι το 1210. Όπως αναφέρεται στο Χρονικό του Γαλαξιδίου, οι κάτοικοι απευθύνονται για βοήθεια στον Δεσπότη της Ηπείρου, Μιχαήλ-Άγγελο Δούκα Κομνηνό, ο οποίος κατατροπώνει τον αυθέντη στη μάχη του Κρισσαίου Πεδίου το 1212. Τα Σάλωνα επανέρχονται στα χέρια του διάδοχου του d’Autremencourt το 121546. Την περίοδο που οι Φράγκοι διοικούν την Άμφισσα θέτουν ως προτεραιότητα την κατασκευή αμυντικών έργων, χρησιμοποιώντας ως βάση τα θεμέλια της αρχαίας ακρόπολης της Άμφισσας, και ίσως παλαιότερες μεσαιωνικές προσθήκες της για την κατασκευή του Κάστρου των Σαλώνων47. Το Κάστρο σοφά τοποθετημένο στους πρόποδες του υψώματος Έλατος, αποτελεί παρατηρητήριο προς τον ελαιώνα, την άλλοτε ιερή γη του Απόλλωνα. Στο πλαίσιο οργάνωσης των αμυντικών θέσεων, οι Φράγκοι επεμβαίνουν στο Κάστρο της Άμφισσας με ενισχύσεις και προσθήκες, στις οποίες περιλαμβάνεται και μία φράγκικη εκκλησία48. Στο ίδιο πλαίσιο κατασκευάζεται ο μεσαιωνικός πύργος της Κίρρας δίπλα στο αρχαίο λιμάνι, επάνω σε θεμέλια της παλαιοχριστιανικής βασιλικής (εικ. 1/θ.10)49. Η θέση του επιβεβαιώνει τη χρήση του για την επιτήρηση και προστασία των θαλάσσιων εμπορικών συναλλαγών αλλά και ως διοικητικού κέντρου του κύριου όπως φαίνεται λιμανιού των φραγκοκρατούμενων Σαλώνων, ενώ ο Lock του αποδίδει έναν

ΑΔ 2015 (υπό έκδοση): Χρονικά, «Φωκίδα» σημ. 47 [Α. Ψάλτη, Ν. Πετρόχειλος]. Πάλλης 2014· Koder – Friendrich 1976, 254. Liddell 1965, 64-65· Longnon 1949, 76, 120. Πάλλης 2014. Rubiό y Lluch 1912, 78. Την ίδια περίοδο κι άλλα βυζαντινά κάστρα της ηπειρωτικής Ελλάδας επισκευάζονται ή χτίζονται εξ’ αρχής, ενώ στην ενδοχώρα κατασκευάζονται πύργοι σε στρατηγικά σημεία πάνω σε οδικές αλλά και θαλάσσιες εμπορικές αρτηρίες, Πάλλης 2014· Rousset 1991, 172-179. Lock 1986, 121.

77


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

προορισμό οικιστικό-αγροτικό, με σκοπό να προστατέψει την περιουσία των ιδιοκτητών του50. Την φραγκική κυριαρχία διαδέχεται αυτή των Καταλανών έπειτα από τη νικηφόρα για τους τελευταίους μάχη το 1311, καταλύοντας ουσιαστικά την φραγκική κυριαρχία στην Στερεά Ελλάδα51. Οι Καταλανοί, μην έχοντας διοικητική εμπειρία, ζητούν τη βοήθεια των προκατόχων τους Φράγκων και συνεχίζουν να διοικούν τις περιοχές σε φέουδα. Έτσι στα Σάλωνα έγινε κόμης ο Roger Desllor ο οποίος με τη βοήθεια και των Σαλωνιτών καταφέρνει να αποκρούσει επιδρομές και να επεκτείνει τα όρια της Κομητείας του52. Ωστόσο οι Καταλανοί δεν φαίνεται να συμβάλλουν αρκετά ή καθοριστικά στην τοπογραφία της περιοχής, και είναι δύσκολο να διαχωρίσουμε τις τυχόν αρχιτεκτονικές τους προσθήκες από αυτές των Φράγκων53. Παρότι η ύπαρξη οικιών και άλλων κτισμάτων στο εσωτερικό του κάστρου είναι εμφανής, τα στοιχεία σχετικά με τους οικισμούς και την αγροτική ζωή έξω από τα τείχη των Σαλώνων κατά την περίοδο αυτή δεν είναι σαφή. Σημαντική ένδειξη για την καλλιέργεια στην περιοχή του Αγ. Πολυκάρπου, τη συγκεκριμένη περίοδο, μας παρέχει ένα σύνολο ληνών που αποκαλύφθηκε στη θέση «Καλαμάκι» και το οποίο πιθανότατα συνδέεται με τον παλαιότερο οικισμό της Κίρρας, το παλιό Ξηροπήγαδο, στο οποίο θα αναφερθούμε στη συνέχεια. Στη θέση αυτή αποκαλύφθηκαν τρεις ληνοί σε στενή γειτνίαση μεταξύ τους, ένας τετράχωρος, ένας διπλός και ένας μονόχωρος ληνός, δίνοντάς μας την εντύπωση έντονης εργαστηριακής δραστηριότητας στη θέση αυτή. Μάλιστα οι δύο κατασκευές είναι τοποθετημένες αντικριστά και παραπλεύρως του αγροτικού δρόμου (εικ. 1/θ.11 & αρ.κατ. 7, εικ. 1/θ.12 & αρ.κατ. 6). Πρόκειται για έναν μονόχωρο (στα βόρεια) και έναν διπλό (στα νότια) ληνό. Είναι παρόμοιας κατασκευής, με τοίχους από αργολιθοδομή και συμπληρώσεις με κεράμους, τα δάπεδα είναι βοτσαλωτά και φέρουν επίστρωση με υδραυλικό κονίαμα. Τα υπολήνια των κατασκευών δεν αποκαλύφθηκαν, καθώς, σύμφωνα με την κλίση των δαπέδων, καλύπτονται από τον αγροτικό ασφαλτόδρομο. Λίγα μέτρα ανατολικότερα, στη βόρεια πλευρά του δρόμου, αποκαλύφθηκε ο μεγαλύτερος ληνός (συνολικών διαστάσεων 8,90x3,43μ.), ο οποίος χωρίζεται σε τέσσερις μικρότερους χώρους (εικ. 1/θ.13 & αρ.κατ. 8). Η τοιχοδομία του είναι αντίστοιχη με τους δύο προηγούμενους ληνούς και τα δάπεδα των χώρων είναι επίσης

50

51 52 53 54

55 56

78

βοτσαλωτά με επίστρωση υδραυλικού κονιάματος. Τα δάπεδα κλίνουν προς τα νότια και τον αγροτικό δρόμο, χωρίς ωστόσο να είναι δυνατή η διερεύνησή τους, λόγω της φύτευσης ελαιοδέντρων στο σημείο. Στο εσωτερικό του δυτικού χώρου του τετράχωρου ληνού εντοπίστηκε ένας μικρός θησαυρός, μια κοινή πρακτική για την προστασία πολύτιμων αντικειμένων ή κειμηλίων. Συγκεκριμένα βρέθηκαν πέντε αργυρά περίαπτα με συμφυή κρίκο ανάρτησης και ένα αργυρό ενετικό γρόσι (grosso) του 12ου-13ου αι. με επίκτητο κρίκο ανάρτησης τοποθετημένο στην πλάγια πλευρά (εικ. 10)54. Η απόκρυψη του πολύτιμου, για την εποχή κοπής του, νομίσματος, σε συνδυασμό με τα περίαπτα, τα οποία παρουσιάζουν μια συνήθη τυπολογία ήδη από τον 12ο αιώνα, επιτρέπει τη χρονολόγηση του εργαστηριακού συνόλου τουλάχιστον στον 13ο αιώνα. Στην περιοχή του Χρισσού επίσης έχει εντοπιστεί μεγάλος θησαυρός 660 περίπου νομισμάτων του 13ου -14ου αιώνα55. Στην περίοδο αυτή επί πλέον χρονολογείται ένα ευρύτερο σύνολο ληνών που εντοπίστηκε βόρεια της Κίρρας, παραπλεύρως αγροτικού δρόμου κάθετου προς την Ε.Ο. Ιτέας-Δεσφίνας, λίγα μέτρα δυτικότερα του αρχαίου μονοπατιού Κίρρα – Δελφοί. Πρόκειται για πέντε ληνούς, έναν μονό και δύο διπλούς. Οι ληνοί, σε βάθος κυμαινόμενο από 0,80μ. έως 1,30μ., βρίσκονται σε σχετικά μικρή απόσταση μεταξύ τους (10μ. και 25μ. αντίστοιχα). Η τοιχοποιία του πρώτου μονού ληνού (εικ. 1/θ.14 & αρ.κατ. 2) αποτελείται από μικρούς αργούς λίθους και φέρει συμπληρώσεις με κεράμους και επίστρωση με υδραυλικό κονίαμα (εικ. 11), ενώ το ύψος των τοίχων υπολογίζεται σε 0,90μ. περίπου. Το δάπεδο του ληνού με κλίση από βορρά προς νότο, όπου και βρίσκεται το υπολήνιο, αποτελείται στο κατώτερο μέρος από πήλινες τετράγωνες πλάκες και ακολουθεί επίστρωση με μικρές κροκάλες και υδραυλικό κονίαμα, το οποίο σώζεται σε καλή κατάσταση. Το υπολήνιο έχει βάθος περίπου 0,80μ. και είναι κτισμένο με μικρούς αργούς λίθους και επίστρωση με υδραυλικό κονίαμα στο εσωτερικό. Ληνός και υπολήνιο συνδέονται με αγωγό ενώ ο λίθινος δίαυλος εκροής του γλεύκους στο υπολήνιο περιβάλλεται από δύο κάθετες σειρές προεξεχόντων κεράμων. Ταυτόχρονα δύο λίθοι προεξέχουν στο εσωτερικό του υποληνίου που πιθανόν χρησιμεύουν για την προσωρινή στήριξη αγγείου για την περισυλλογή του παραγόμενου υγρού ή για την εκκένωση του υποληνίου56.

Lock 1986, 121. Τον μεσαιωνικό πύργο και τα γύρω από αυτόν αρχαιολογικά κατάλοιπα περιγράφει μεταγενέστερα ο Leake (1835, 584) κατά την περιήγηση του στη Φωκίδα: «…στην παραλία υπάρχουν τα ερείπια ενός πύργου των μέσων χρόνων, αλλά αποτελείται κυρίως από μεγάλα τετράπλευρα τμήματα τα οποία είναι συγκολλημένα με κονίαμα· κοντά σε αυτόν υπάρχει ένα πηγάδι, μία μικρή εκκλησία και ορισμένα λείψανα μιας αρχαίας προβλήτας ή μόλου που εκτείνεται έως ένα σημείο μέσα στην θάλασσα». Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με τη μάχη βλ. Jacoby 1979· Muntammer 2006. Φιλιππόπουλος 2004, 221. Για περισσότερες πληροφορίες σχετικά με την εγκατάσταση των Καταλανών στην περιοχή βλ. Gladys 1991. Για τα περίαπτα βλ. Davidson 1952, 261, αρ. 2115, πίν. 111· ΑΔ 2017 2015 (υπό έκδοση): Χρονικά, «Φωκίδα» [Α. Ψάλτη, Ν. Πετρόχειλος]. Για το γρόσι βλ. Stahl 1999, 261· Santoro 2003, 116. Θα έπρεπε ίσως να σημειώσουμε ότι η παραδοσιακή φορεσιά των κατοίκων της περιοχής τους επόμενους αιώνες περιλαμβάνει τον στολισμό με πολύτιμα μετάλλια. Συγκεκριμένα ο Dodwell (1819, 141) το 1806, ο οποίος περιγράφει την ενδυμασία των ντόπιων κατοίκων, αναφέρει πως στον λαιμό συχνά φορούν αρχαιότερα νομίσματα («..τούρκικα γρόσια, ισπανικά δολάρια και μερικές φορές ενετικά και αρχαία ελληνικά νομίσματα...») ως φυλαχτά. Ο θησαυρός έχει μεταφερθεί από το 1929 στο Νομισματικό Μουσείο Αθηνών. Béquignon 1929, 492-493. Bruneau – Fraisse 1981, 140.


Μαρία Βασιλείου, Βασιλική Τσούμαρη: Η ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΖΩΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΛΑΔΑ ΤΟΥ ΥΛΑΙΘΟΥ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΡΩΙΜΟΥΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΥΣ ΕΩΣ ΤΟΥΣ ΝΕΟΤΕΡΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ

10

Σε μικρή απόσταση ανασκάφηκε ένας ληνός με δύο χώρους (εικ. 1/θ.15 & αρ.κατ. 3) με κοινή τη μία στενή τους πλευρά, το δάπεδο των οποίων είναι βοτσαλωτό και φέρει επίστρωση με υδραυλικό κονίαμα. Τα δύο κυκλικής κάτοψης υπολήνια βρίσκονται στη βόρεια και νότια πλευρά αντίστοιχα (εικ. 12).

12

11

12. Διπλός ληνός βόρεια της Κίρρας.

10. Θ ησαυρός που εντοπίστηκε σε ληνό στη θέση Καλαμάκι. 11. Μ ονός ληνός βόρεια της Κίρρας.

Η μορφή του τρίτου ληνού είναι αντίστοιχη με την προηγούμενη με τη διαφορά ότι το νότιο υπολήνιο έχει τετράγωνη κι όχι κυκλική κάτοψη (εικ. 1/θ.16 & αρ.κατ. 4). Ο αγωγός που οδηγεί στο νότιο υπολήνιο περιβάλλεται στην απόληξή του από δύο προεξέχοντες λίθους (εικ. 13). Στα βόρεια του διπλού ληνού και σε επαφή με το βόρειο υπολήνιο εντοπίστηκε μεγάλη νεότερη κατασκευή, αποτελούμενη από δύο ανισομεγέθεις χώρους. Στο εσωτερικού του μικρότερου νότιου χώρου εντοπίστηκε κονίαμα με προσμίξεις τσιμεντοκονιάματος. Με δεδομένο ότι αυτός ο τελευταίος χώρος δεν διαθέτει αγωγό μεταξύ των δύο χώρων, την απουσία κτιστού δαπέδου στον μεγάλο βόρειο χώρο και τον εντοπισμό τσιμεντοκονιάματος στον μικρότερο, υποθέτουμε ότι πρόκειται για μεταγενέστερη βοηθητική κατασκευή, ίσως δεξαμενή ή ποτίστρα. Σε διερευνητική τομή εξωτερικά των ληνών εντοπίστηκαν ελάχιστα όστρακα με χτενωτή διακόσμηση, τα οποία, όμως, δεν βοηθούν στην ακριβή χρονολόγησή

79


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

13

13. Δ ιπλός ληνός βόρεια της Κίρρας.

τους. Η επιμελημένη κατασκευή των ληνών και οι ομοιότητές τους με το σύνολο που βρέθηκε στη θέση «Καλαμάκι» (εικ. 1/θ.13), μας οδηγούν στο συμπέρασμα πως πρόκειται για ληνούς των μέσων βυζαντινών χρόνων57. Επίσης ο ιδιαίτερα έντονος ερυθρός χρωματισμός στο υδραυλικό κονίαμα στους ληνούς της Κίρρας, τους συνδέει άμεσα με την παραγωγή του οίνου. Σε απόσταση περίπου 1χλμ. ανατολικά της Άμφισσας ανασκάφηκε ένας διπλός υπαίθριος ληνός, παρόμοιας κατασκευής με τις προηγούμενες θέσεις, ο οποίος σώζεται σε μέγιστο ύψος 1,10μ. (εικ. 1/θ.17 & αρ.κατ. 14). Πρόκειται για δύο κεντρικούς χώρους, με κοινή τη μία μακριά τους πλευρά, που συνδέονται με δύο κυκλικής κάτοψης υπολήνια στα νότια. Ενώ το δάπεδο στους κεντρικούς χώρους είναι βοτσαλωτό, το δάπεδο στα υπολήνια φέρει επίστρωση με τμήματα κεράμων και υδραυλικό κονίαμα. Οι δίαυλοι εκροής είναι απλοί λίθινοι, ενώ μόνο το ανατολικό υπολήνιο φέρει προεξέχοντες λίθους στο εσωτερικό του.

57 58 59 60 61

80

Παπάγγελος 1992, 233. Κραβαρτόγιαννος 1997, 119. Κραβαρτόγιαννος 1997, 135. Μπαλτά 2006, 93. Ασημάκης 2015, 20-21.

Μεταβυζαντινοί Χρόνοι Τους πολυτάραχους αυτούς αιώνες με τις αδιάκοπες επιδρομές, τις διοικητικές αναταραχές και τις εναλλαγές στην εξουσία, ακολούθησε η μακρόχρονη οθωμανική αυτοκρατορία, επίσης με κάποιες εναλλαγές. Κοινό πλήγμα σε όλη την επικράτεια ήταν οι φόροι που είχαν επιβάλει οι Οθωμανοί. Στη Φωκίδα, μεγάλο μέρος του πληθυσμού ωθείται προς τις ορεινές περιοχές ελπίζοντας να συναντήσει λιγότερες επιβαρύνσεις, εγκαταλείποντας τις περιουσίες του στις πεδινές περιοχές. Στα 1580, καθώς και 80 χρόνια μετά, ο πληθυσμός των Σαλώνων και της Παρνασσίδας δοκιμάζεται από σεισμούς, θύματα και υλικές ζημιές58. Μετά τους τουρκοβενετικούς πολέμους, αναφέρεται ότι τα Σάλωνα και περιοχές της Παρνασσίδας ερημώνονται, συγκεκριμένα 4.000 άνθρωποι από το Κρισσαίο πεδίο και μόνο μετακινούνται προς την Πελοπόννησο, για να ξεφύγουν από την τουρκική καταπίεση59. Αυτό ίσως είχε ως αποτέλεσμα τη μερική εγκατάλειψη των καλλιεργειών στην περιοχή. Οι Οθωμανοί λόγω της θρησκείας τους δεν καταναλώνουν κρασί, ωστόσο στην καλύτερη των περιπτώσεων, επιτρέπουν στους κατοίκους των αμπελουργικών περιοχών να συνεχίσουν να παράγουν κρασί, ενώ στη χειρότερη η κατανάλωση του κρασιού απαγορεύεται και οι αμπελώνες καταστρέφονται. Χάρη στις φορολογικές πηγές της οθωμανικής περιόδου, έχουμε στοιχεία για την αμπελουργία στην Λοκρίδα κατά τον 15ο και 16ο αι., καθώς τα αγροτικά προϊόντα δεν γλυτώνουν από τη δυσβάσταχτη φορολόγηση και σύμφωνα με τα αρχεία παρακρατείται μια ποσότητα από την παραγωγή60. Χωρίς να υπάρχουν πολλά στοιχεία, μια υπόθεση θέλει την περίοδο αυτή να αναπτύσσεται η αμπελοκαλλιέργεια στην περιοχή του ελαιώνα. Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται από το Σουηδό A.F. Sturtzenbecker, ο οποίος περιηγήθηκε στην Ελλάδα το 1784, και ο οποίος αναφέρει ότι οι Τούρκοι της περιοχής διαφέρουν σε αρκετά σημεία σε σχέση με τους Τούρκους της υπόλοιπης Ελλάδας, και ένα από αυτά είναι η κατανάλωση κρασιού61. Σημαντικές πληροφορίες σχετικά με τις καλλιέργειες στις διάφορες περιοχές του Ελαιώνα, συνεπώς και για τη χρήση των ληνών, κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, μας παρέχουν έγγραφα αγοραπωλησιών κτημάτων από τα αρχεία της πόλεως των Σαλώνων και του Χρισσού. Συγκεκριμένα αναφέρονται αμπέλια στη θέση «Κουλά» (Γλα), στη Σιγδίτσα (Βίνιανη), στα «αλογοκατρύματα», στο Χρισσό - στην τουρκική συνοικία, τα «Σερταφέικα». Αντίστοιχα αναφέρονται ελιές στη θέση «Σταυρός», «Καλαμάκια», «Λυκότρυπα», «Μαντήλια», «Μιλίσι», στο Ξεροπήγαδο, στην «Αγορασιά». Καταγράφονται αμπέλια και ελιές στη θέση «Κάμινο», ενώ


Μαρία Βασιλείου, Βασιλική Τσούμαρη: Η ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΖΩΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΛΑΔΑ ΤΟΥ ΥΛΑΙΘΟΥ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΡΩΙΜΟΥΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΥΣ ΕΩΣ ΤΟΥΣ ΝΕΟΤΕΡΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ

υπάρχουν μαρτυρίες για αμπέλι και πατητήρι στη θέση «Σκαμνός», «λιοτρίβι τζέγρενο» στον Άγιο Αθανάσιο και ελαιόδεντρα, ιδιοκτησία της Εκκλησίας, στην περιοχή περιμετρικά της Άμφισσας62. Κατά τον 18ο αιώνα ο πληθυσμός της Φωκίδας αρχίζει να ανακάμπτει και οι οικισμοί του Χρισσού και των Σαλώνων αποκτούν πάλι ζωή. Οι κάτοικοι ασχολούνται με την γεωργία και την κτηνοτροφία, όμως λόγω των χαρατσιών που ακόμη υποχρεούνται να καταβάλλουν, επιδίδονται κυρίως στην ελαιοκαλλιέργεια, την αμπελουργία και τη μελισσοκομία63. Στα Σάλωνα συγκεκριμένα, λόγω της θέσης τους στον χερσαίο εμπορικό άξονα που ενώνει τη βόρεια Ελλάδα και τη Θεσσαλία με τη Φωκίδα και την Πελοπόννησο, αναπτύσσεται έντονη βιοτεχνική δραστηριότητα (βυρσοδεψία). Στον ελαιώνα της Άμφισσας εντοπίζονται αρκετοί επιφανειακοί υπαίθριοι ληνοί σε διάφορες κεντρικές θέσεις, με πιθανή χρήση κατά τη συγκεκριμένη περίοδο. Ο καλύτερα διατηρημένος (εικ. 1/θ.18 & αρ.κατ. 10) βρίσκεται σε μικρή απόσταση, μόλις 500μ. περίπου, από τον επιφανειακό ληνό και το ελαιοτριβείο στη θέση Αγία Παρασκευή. Η τοιχοδομία αποτελείται από αργούς λίθους, αδρά δουλεμένους, σώζεται σε ύψος 1μ. περίπου και φέρει επίστρωση με τσιμεντοκονίαμα. Αντίστοιχη κατασκευή εντοπίζεται σε θέση βορειοανατολικά του οικισμού Σερνικάκι (εικ. 1/ θ.19 & αρ.κατ. 11-12), ενώ λίγα μέτρα νοτιότερα και σε βάθος από 0,30-1,00μ., ανασκάφηκαν τμήματα ληνών σε κακή κατάσταση διατήρησης (ο κεντρικός χώρος ενός υπαίθριου ληνού και, σε απόσταση 5μ. περίπου, ένα υπολήνιο). Επίσης στη θέση «Καλαμάκι», σε κοντινή απόσταση από τους προγενέστερους ληνούς όπου βρέθηκε ο μικρός θησαυρός, καταγράφεται επιφανειακός υπαίθριος ληνός ο οποίος αποτελείται από λιθόπλινθους, πιθανόν σε δεύτερη χρήση (εικ. 1/θ.20 & αρ.κατ. 13).

Οι μαρτυρίες ξένων περιηγητών Ήδη από τα τέλη του 15ου αιώνα αρχίζουν οι ξένοι περιηγητές να επισκέπτονται την Ελλάδα και να καταγράφουν ό,τι συναντούν στην διαδρομή τους. Η Φωκίδα δεν αποτελεί βασικό προορισμό στην προτίμησή τους καθώς το Ιερό των Δελφών βρίσκεται ακόμη θαμμένο κάτω από το χωριό Καστρί. Ωστόσο με το πέρασμα των χρόνων οι περιηγητές επισκέπτονται πια την περιοχή αναζητώντας το χαμένο ιερό και την αίγλη του. Με αφορμή λοιπόν τους Δελφούς περιηγήθηκαν και στην υπόλοιπη Φωκίδα64. Ο Jacques Foucherot το 1780 περιγράφοντας το Κάστρο της Άμφισσας αναφέρει «τα μόνα υπολείμματα

62 63 64 65 66 67 68 69 70

της αρχαιότητας αυτής της πόλης είναι κάποιοι μικροί μαρμάρινοι κίονες μέσα στην ακρόπολη κι ένα πέτρινο τείχος στην άκρη ενός μικρού χειμάρρου, που περιβάλλει την πόλη και χύνεται στη θάλασσα μέσω της κοιλάδας, όπου υπάρχουν πολλοί ελαιώνες οι οποίοι αποτελούν την κύρια εμπορική δραστηριότητα της περιοχής» 65. Το 1797 ο Louis-François-Sébastien Fauvel περιηγήθηκε για δεύτερη φορά στην Φωκίδα και μιλάει για «μια πηγή που περιβάλλει την πεδιάδα, ποτίζει τους μεγαλύτερους ελαιώνες της Ελλάδας και χύνεται στη θάλασσα, στο λιμάνι». Επί πλέον μας παραθέτει σημαντικά στοιχεία για το εμπόριο λαδιού των Σαλώνων66. Ο Edward Dodwell το 1805 περιγράφει την περιπλάνησή του στο «πλούσιο» Κρισσαίο πεδίο το οποίο «..καλλιεργείται με καλαμπόκι, βαμβάκι, κεχρί, ινδικό καλαμπόκι, αμπέλια και με διάσπαρτες ελιές, και οριοθετείται εκατέρωθεν από άγονους λόφους..», ενώ βασικό προϊόν των Σαλώνων είναι η ελιά, η οποία έχει ιδιαίτερα μεγάλο κορμό και αποδίδει καρπό κάθε δύο χρόνια67. Επίσης μας ενημερώνει για τον τρόπο άρδευσης του ελαιώνα με χαντάκια που διασπούν την πορεία του Πλειστού, ενώ χαρακτηρίζει την περιοχή ως «..την καλύτερα καλλιεργημένη από τα περισσότερα μέρη της Ελλάδας και τα ελαιόδενδρα αγγίζουν ένα πολύ μεγάλο μέγεθος και σε κάποιο βαθμό την τελειότητα...»68 Ο François Pouqueville το 1816 αναφέρει ότι «το Κρισσαίο πεδίο έχει αμπέλια, ελιές, εσπεριδοειδή, μουριές, συκιές, φυτώρια βάμβακος, χωράφια σουσαμιού και γλυκάνισου». Επίσης για την Άμφισσα, σημειώνει ότι επιδίδεται στην καλλιέργεια ελαιοδένδρων και βάμβακος69. Από τις πιο εκτενείς αναφορές είναι αυτή του William Martin Leake, ο οποίος έχει καταγράψει όλη την τοπογραφία της Φωκίδας κατά την επίσκεψή του στην Ελλάδα το 1802 και για δεύτερη φορά το 1806. Μετά την επίσκεψή του στους Δελφούς περιγράφει με λεπτομέρειες την διαδρομή προς την κοιλάδα του Πλειστού. Αφήνοντας λοιπόν πίσω του το Χρισσό, διασχίζει τον άνυδρο αλλά καλά σκιασμένο από τις παχιές φυλλωσιές των ελαιόδεντρων Πλειστό ποταμό και περνά στο Κρισσαίο Πεδίο, το οποίο εκτείνεται ως τη θάλασσα. Σχετικά με τους υδάτινους πόρους της περιοχής αναφέρει τον ποταμό των Σαλώνων, Ύλαιθο και τον Πλειστό70. Ο πρώτος φαίνεται να λαμβάνει ύδατα από ένα βόρειο παρακλάδι, τα οποία όμως καταναλώνονται για την άρδευση των χωραφιών της κοιλάδας, αφού ο Πλειστός είναι άνυδρος, εκτός κι αν σημειωθούν έντονες βροχοπτώσεις. Ο Leake παραθέτει επίσης στοιχεία για την κοινωνία και τη συγκομιδή του ελαιοκάρπου στην Άμφισσα: «Στα Σάλωνα υπήρχαν 300 τούρκικες οικογένειες και 400-

Κραβαρτόγιαννος 1989. Φιλιππόπουλος 2004, 267-268. Hellmann 1992. Κολιάβας 2014. Κολιάβας 2014. Dodwell 1819, 154. Dodwell 1819, 161. Pouqueville 1872, 102-104. Leake 1835, 582.

81


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

500 ελληνικές· στα χωριά της περιφέρειας είναι όλες ελληνικές. Σύμφωνα με έναν πρόχειρο υπολογισμό του κοτζαμπάση υπάρχουν 100 χιλιάδες ελαιόδεντρα, που παράγει το καθένα πέντε λίτρα των 1000 δραχμών κατά μέσον όρο, το οποίο δίνει για όλη την παραγωγή μισό εκατομμύριο λίτρα. Είναι μια καλή χρονιά όταν εξάγουν φορτίο τριών πλοίων. Το λάδι είναι εξαιρετικής ποιότητας». Δεν παραλείπει να αναφερθεί στην συγκομιδή της ελιάς, όπως γινόταν τη δεδομένη χρονική στιγμή, που είχε επισκεφθεί την περιοχή. Λέει χαρακτηριστικά: «Τώρα μαζεύουν τον καρπό με τον ίδιο τρόπο όπως στην Αθήνα, τινάζοντας τα κλαδιά με ένα μακρύ καλάμι, το οποίο έχει ως αποτέλεσμα να χτυπούν έναν μεγάλο αριθμό φύλλων και μικρών κλαδιών. Λένε ότι δεν επηρεάζει την σοδειά της επόμενης χρονιάς, καθώς τα δέντρα παράγουν αφθονία καρπού μόνο ανά δύο χρόνια, χωρίς να συλλογίζονται ότι αυτός ό άγριος τρόπος συλλογής καρπού είναι ίσως η κύρια αιτία της αποτυχίας της καλλιέργειας τις ενδιάμεσες χρονιές» 71. Ο Leake επισκέπτεται και τη θέση Καμάρα, περιγράφοντάς τη ως ένα μικρό επίπεδο, αμέσως κάτω από το Χρισσό, που περικλείεται μεταξύ δύο προεξοχών του λόφου. Στη συγκεκριμένη θέση, η οποία πήρε το όνομά της από λαξευμένα στον βράχο ημικυκλικά αρκοσόλια, αποκαλύφθηκε τρίκλιτη βασιλική των πρώιμων βυζαντινών χρόνων (εικ. 1/θ.21), η οποία τα μετέπειτα χρόνια μετατρέπεται σε μικρό μονόχωρο ναΐσκο72. Αξίζει να σημειωθεί πως η τελευταία χρήση του χώρου αυτού, αποδίδεται σε εργαστηριακές εγκαταστάσεις, με βάση το πλήθος σκωριών που βρέθηκαν. Επιπροσθέτως, στην περιοχή πλησίον του κτιρίου, εντοπίζονται δύο εργαστηριακές κατασκευές του 19ου αι., οι οποίες σύμφωνα με προφορικές μαρτυρίες ανήκουν σε κεραμοποιεία. Ο Leake συνεχίζοντας την πορεία του από τους Δελφούς στην πεδιάδα, κατά μήκος του βουνού Κουτζούρα, καταφτάνει στο χωριό Ξεροπήγαδο που το τοποθετεί ακριβώς κάτω από τα απόκρημνα βράχια του βουνού, ενώ αναφέρει και την ύπαρξη ενός δεύτερου δρόμου από τη Δεσφίνα, που καταλήγει μέσω του βουνού σε ένα φαράγγι λίγο πάνω από το χωριό. Πρόκειται για το παλιό χωριό της Κίρρας, το οποίο τοποθετείται στην περιοχή του Αγίου Πολυκάρπου. Στην περιοχή καταγράφεται ισχυρός σεισμός το 1862, κατά τη διάρκεια του οποίου πραγματοποιείται θαλάσσιο σεισμικό κύμα (τσουνάμι), το οποίο φτάνει μέχρι και την «Αγορασιά»73, ενώ το χωριό υφίσταται σημαντικές φθορές και μετά από ισχυρό σεισμό το 1870, οπότε και μεταφέρεται στον σημερινό οικισμό της Κίρρας. Το νέο χωριό διατηρεί την ονομασία Ξεροπήγαδο, μέχρι και το 1900. Στην περιοχή βόρεια της Κίρρας, πλησίον του ναΐσκου του Αγίου Πολύκαρπου, στους δυτικούς πρόποδες του λόφου Παλουκάκι, σε σημείο δηλαδή όπου αποτυ-

71 72 73 74 75 76

82

πώνεται το αρχαίο μονοπάτι που οδηγεί από την Κίρρα στους Δελφούς, αποκαλύφθηκε η κάτοψη ενός μεγάλου κτίσματος αγροτικής οικίας (εικ. 1/θ.22). Tο εμβαδόν της οικίας ξεπερνά τα 100 τ.μ. και η αποκάλυψή της ξεκινά σε βάθος 0,10μ. Το οικοδόμημα είναι χωρισμένο με μεσοτοιχία, μέγιστου πλάτους 0,45μ., σε δύο μεγάλους ανισομεγεθείς ορθογώνιους χώρους (εικ. 14). Ο χώρος στα ανατολικά έχει μήκος 6,95μ. και πλάτος 4μ., ενώ το πλάτος των τοίχων από αργολιθοδομή κυμαίνεται στα 0,60μ. με 0,70μ. έχοντας μέγιστο σωζόμενο ύψος 0,70μ. Στα δυτικά ο μεγαλύτερος χώρος (μήκους 7,62μ. και πλάτους 6,20μ.), διαθέτει ανάλογη τοιχοποιία, ενώ στη νοτιοδυτική του γωνία υπήρχε ένας δευτερεύων μικρότερος οριοθετημένος χώρος, διαστάσεων 1,51x1,98μ. Αρκετά ενδιαφέρουσα είναι η αποκάλυψη του καλοδιατηρημένου δαπέδου του μεγαλύτερου δυτικού χώρου, με επίπεδους επεξεργασμένους λίθους, μικρών διαστάσεων, χαρακτηριστικό που απουσιάζει από το υπόλοιπο κτίσμα (εικ. 15). Εξωτερικά και στο κέντρο της νότιας πλευράς του κτιρίου αποκαλύφθηκαν τα θεμέλια αψιδωτής κατασκευής η οποία αποτελεί πιθανόν τη βάση ενός χτιστού φούρνου ή εστίας διαμέτρου 0,90μ. Η δομή της είναι ιδιαίτερα προσεγμένη, αποτελούμενη από τρείς σειρές αργών μεσαίων διαστάσεων λίθων, τα κενά των οποίων φαίνεται να συμπληρώνονται από μικρότερους λίθους και κεράμους. Η φύτευση ελαιοδέντρων στη βόρεια και νότια πλευρά της οικίας δεν επιτρέπουν την πλήρη αποκάλυψη της κάτοψης του οικοδομήματος, ενώ στο εσωτερικό και των δύο χώρων βρέθηκε πλήθος κεράμων προφανώς από την πτώση της στέγης. Τα ευρήματα που περισυλλέχθηκαν από τους δύο χώρους ανήκουν στην οικοσκευή, την οποία πιθανόν εγκατέλειψαν αιφνίδια οι ιδιοκτήτες της οικίας. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονται σιδερένια αντικείμενα, όπως αγροτικά εργαλεία, πέταλα, κλειδιά74 και καρφιά, τμήματα γυάλινων και πήλινων αγγείων75, καθώς και ένα νόμισμα κοπής επί της αρχής του βασιλέως Γεωργίου, τα οποία επιτρέπουν την υπόθεση της διαχρονικής χρήσης οικίας από τους μέσους βυζαντινούς χρόνους μέχρι και τον 19ο αι. Σε απόσταση 7μ. και 20μ. αποκαλύφθηκαν τμήματα τοίχων δύο ακόμη κτισμάτων, με ανάλογη τοιχοποιία όπως αυτή του ανασκαφέντος χώρου, τα οποία ανήκουν πιθανόν σε οικίες του ίδιου οικισμού. Με τον συγκεκριμένο οικισμό πιθανόν συνδέονται το σύνολο ληνών και η σύγχρονη κατασκευή βόρεια του οικισμού της Κίρρας. Η μεταφορά του χωριού στα ανατολικά της Ιτέας, αποτυπώνεται στα ευρήματα σωστικής ανασκαφής εντός του οικισμού της Κίρρας, στη συμβολή των οδών Πλατή και Αγ. Νικολάου (εικ. 1/θ.23)76. Στο φως ήρθαν θεμέλια καφενείου του 19ου αιώνα, διαστάσεων 11x7,5μ., στον πρώτο όροφο του οποίου, σύμφωνα με τις μαρτυρίες

Leake 1835, 588-589. ΑΔ 2015 (υπό έκδοση): Χρονικά, «Φωκίδα» [Α. Ψάλτη, Ν. Πετρόχειλος]. Μελισσάρης 1927, 22. Davidson 1952, 139, πίν. 71, αντ. 1000. Πούλου-Παπαδημητρίου 2013, πίν. 12. ΑΔ 2015 (υπό έκδοση): Χρονικά, «Φωκίδα» [Α. Ψάλτη, Ν. Πετρόχειλος].


Μαρία Βασιλείου, Βασιλική Τσούμαρη: Η ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΖΩΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΛΑΔΑ ΤΟΥ ΥΛΑΙΘΟΥ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΡΩΙΜΟΥΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΥΣ ΕΩΣ ΤΟΥΣ ΝΕΟΤΕΡΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ

14

14. Σχέδιο αγροικίας στη θέση Ξεροπήγαδο.

15

των περιοίκων, διέμενε ο ιδιοκτήτης. Το δάπεδο του καφενείου αποτελείται από στρώμα τσιμεντοκονίας και στρωμένες ερυθρές πλίνθους ανάμεσα στις οποίες βρέθηκε νόμισμα Βασιλέως Γεωργίου Α΄ με έτος κοπής το 1892. Οι τοίχοι του κτιρίου, του 19ου αιώνα, εδράζονται σε ισχυρά αρχαία θεμέλια πλάτους 0,70μ. και ύψους περίπου 1μ. τα οποία χρονολογούνται, στην ύστερη αρχαιότητα και την ελληνιστική περίοδο. Στον εσωτερικό χώρο που ορίζεται από τα αρχαιότερα θεμέλια υπήρχαν κατά διαστήματα άμορφες μάζες τσιμεντοκονίας και σιδήρου, κατασκευές που αποτελούν τρόπο ενίσχυσης των θεμελίων κατά τις προηγούμενες δεκαετίες, ενώ ο υπόλοιπος χώρος, είναι γεμάτος με φερτά υλικά, άμμο θαλάσσης και βότσαλα, ενδεχομένως για λόγους μόνωσης και σταθεροποίησης των θεμελίων. Η ενισχυμένη αυτή θεμελίωση που δημιουργείται για την κατασκευή της κατοικίας, έχει καταστρέψει την στρωματογραφία σε μεγάλο βαθμό, ωστόσο ένα τμήμα των αρχαίων θεμελίων διατηρείται σε καλύτερη σχετικά κατάσταση.

15. Α γροικία στη θέση Ξεροπήγαδο - λεπτομέρεια δυτικού χώρου.

83


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

Συμπεράσματα Η κοιλάδα του ελαιώνα της Άμφισσας αποτελούσε πάντοτε μέρος των ιστορικών εξελίξεων, άλλοτε παίζοντας μείζονα ρόλο, όπως στην περίπτωση των ιερών πολέμων, κι άλλοτε μικρότερο ακολουθώντας τη γενικότερη ύφεση της περιοχής σε διάφορες περιόδους. Η απαγόρευση κατοίκησης στην ιερή χώρα του Απόλλωνα φαίνεται να ήταν σε ισχύ έως και τους πρώιμους σχεδόν αυτοκρατορικούς χρόνους οπότε και αρχίζει δειλά η περιορισμένη ανοικοδόμηση μικρών αγροικιών. Η εύρεση αγροικίας με ληνό και η κατασκευή μεγάλου εργαστηριακού χώρου έξω από την τειχισμένη πόλη της Άμφισσας δίνουν τις πρώτες ενδείξεις καλλιέργειας της γης στους ύστερους ρωμαϊκούς και πρώιμους βυζαντινούς χρόνους, η οποία αφορά κυρίως στην ελιά και την άμπελο. Με το τέλος των πρώιμων βυζαντινών χρόνων, οι κάτοικοι κατατρεγμένοι από τις επιδρομές ξένων φύλων και πειρατών εγκαταλείπουν τους τόπους κατοίκησης και τις καλλιέργειες αναζητώντας ασφαλή καταφύγια, κυρίως στις νησίδες του Κορινθιακού κόλπου. Ωστόσο μία νέα θέση κατοίκησης τη συγκεκριμένη περίοδο αναδεικνύεται στην Τοπόλια, πλησίον της Άμφισσας, με ίχνη διαχρονικής χρήσης για αρκετούς αιώνες. Την περίοδο της Λατινοκρατίας η καλλιέργεια της γης εντατικοποιείται με τη δημιουργία σταθερών και

οργανωμένων εργαστηριακών χώρων για την αμπελοκαλλιέργεια και ελαιοκαλλιέργεια, κυρίως σε κεντρικές θέσεις του ελαιώνα. Οι ληνοί οι οποίοι πιθανόν προορίζονται για την επεξεργασία του οίνου εντοπίζονται στο νοτιοανατολικό τμήμα του ελαιώνα, παραπλεύρως των αγροτικών δρόμων. Είναι υπαίθριοι και ανήκουν συνήθως σε ευρύτερα σύνολα με σκοπό να εξυπηρετούν τα γύρω αγροκτήματα. Σε αρχεία της εποχής της Τουρκοκρατίας καταγράφεται πια η ευρεία και οργανωμένη καλλιέργεια του πεδίου με αμπελώνες και ελαιόδεντρα, ενώ από τα τέλη του 18ου η χρήση της γης δεν περιορίζεται μόνο στα δύο είδη αλλά περιλαμβάνει εσπεριδοειδή, μουριές, συκιές, βαμβάκι κ.ά., σύμφωνα με τις μαρτυρίες των περιηγητών. Την εικόνα της οργανωμένης καλλιέργειας κατά τη μεταβυζαντινή περίοδο συμπληρώνουν τα αγροτόσπιτα του Ξηροπήγαδου στην καρδιά του ελαιώνα. Σίγουρα η ελιά αποτελεί το κυρίαρχο προϊόν καλλιέργειας όλα αυτά τα χρόνια και πιθανόν αρχίζει να επεκτείνεται εξαλείφοντας τα άλλα είδη, ήδη από το 1837, όταν το ελληνικό κράτος αποφασίζει με μία σειρά νόμων να εντατικοποιήσει την καλλιέργειά της77. Ο ελαιώνας παραμένει ως σήμερα, μνημείο του πολυκύμαντου παρελθόντος της Φωκίδας και προστατευόμενο μνημείο φυσικού κάλλους, η διασφάλιση του οποίου θα προσφέρει στις επόμενες γενιές έναν θησαυρό πολιτισμού και ιστορίας.

Κατάλογος Ληνών78 1. Λ ηνός στο εσωτερικό αγροικίας (εικ. 1/θ.1) Θέση: Ν. της Άμφισσας, Διαστάσεις: Μήκος 2.72 / Πλάτος 2,07 Στεγασμένος με κεραμοσκεπή και πίθο ως υπολήνιο. Τοιχοποιία από αδρά επεξεργασμένους λίθους, πλίνθους και εντοιχισμένα αρχαιότερα οικοδομικά μέλη σε δεύτερη χρήση. Δάπεδο επιστρωμένο με επεξεργασμένους λίθους σε δεύτερη χρήση και στεγανοποίηση με υδραυλικό κονίαμα. Χρονολόγηση: από τους ρωμαϊκούς έως και τους παλαιοχριστιανικούς χρόνους (ΑΔ 2015 (υπό έκδοση): Χρονικά, «Φωκίδα» [Ε. Βιβλιοδέτης]). 2. Υπαίθριος ληνός (εικ. 1/θ.14) Θέση: Κίρρα, Διαστάσεις: Μήκος 4,56 / Πλάτος 1,95 / εσωτ. διαστ. 2,70x1,40 / Πάχος τοίχ. 0,40-0,53 / Διάμετρος υποληνίου 0,70 / Βάθος υποληνίου 0,65 / Αγωγός 0,17x0,14x0,50 Αργολιθοδομή και επίστρωση με υδραυλικό κονίαμα. Δάπεδο με μικρά τετράγωνα πλινθίδια και επίστρωση με κροκάλες και υδραυλικό κονίαμα, ελαφρώς επικλινές προς το υπολήνιο. Λίθινος δίαυλος εκροής που περιβάλλεται από δύο κάθετες σειρές κεράμων. Κυκλικό υπολήνιο με υδραυλικό κονίαμα και δύο προεξέχοντες λίθοι στο εσωτερικό. Χρονολόγηση: βυζαντινοί χρόνοι 3. Διπλός υπαίθριος ληνός (εικ. 1/θ.15) Θέση: Κίρρα, Διαστάσεις: Μήκος 7,24 / Πλάτος 2,30 (Ν. 1,94x1,67, B. 2,04x1,51) / Πάχος τοίχ. 0,42-0,63 / Βάθος υποληνίων 0,62 και 0,54 Αργολιθοδομή και επίστρωση με υδραυλικό κονίαμα. Δάπεδο βοτσαλωτό και επίστρωση με υδραυλικό κονίαμα. Λίθινοι δίαυλοι εκροής. Τετράγωνο Ν. υπολήνιο με υδραυ77

78

84

λικό κονίαμα και δύο προεξέχοντες λίθοι στο εσωτερικό. Λίθινος δίαυλος εκροής που περιβάλλεται από λίθους. Χρονολόγηση: βυζαντινοί χρόνοι

4. Δ ιπλός υπαίθριος ληνός και νεότερη κατασκευή (εικ. 1/θ.16) Θέση: Κίρρα, Διαστάσεις: Μήκος 8,46 / Πλάτος 2,71 (Ν. 2,77x1,63, B. 3,04x1,79) / Βάθος υποληνίων 0,60 και 0,50 / Πάχος τοίχ. 0,51-0,54 Αργολιθοδομή και επίστρωση με υδραυλικό κονίαμα. Δάπεδο βοτσαλωτό και επίστρωση με υδραυλικό κονίαμα. Λίθινοι δίαυλοι εκροής. Κυκλικά υπολήνια με υδραυλικό κονίαμα και δύο προεξέχοντες λίθοι. Χρονολόγηση: βυζαντινοί χρόνοι Σύγχρονη κατασκευή: Μήκος 4,14 / Πλάτος 2,46 / Πάχος τοίχ. 0,47-0,52 Αργολιθοδομή και τσιμεντοκονίαμα. Δεν διαθέτει αγωγό εκροής και απουσιάζει το δάπεδο από τον μεγαλύτερο χώρο. Χρονολόγηση: μεταβυζαντινοί χρόνοι 5. Επιφανειακός ληνός (εικ. 1/θ.22) Θέση: Καλαμάκι, (Άγ. Πολύκαρπος) Με λίθους σε δεύτερη χρήση. Σύγχρονη επιφανειακή κατασκευή. Χρονολόγηση: μεταβυζαντινοί χρόνοι (;) 6. Δ ιπλός υπαίθριος ληνός (εικ. 1/θ.12) Θέση: Καλαμάκι, (Άγ. Πολύκαρπος), Διαστάσεις: Μήκος 6,00 / Πλάτος 3,36 (Ν. 2,31x1,49, B. 2,99) / Πάχος τοίχ. 0,56-0,68 Αργολιθοδομή. Δάπεδο βοτσαλωτό και επίστρωση με υδραυλικό κονίαμα. Χρονολόγηση: 12ος-14ος αι. μ.Χ.

ΦΕΚ. 5/09.02.1837. Διάταγμα περί συστάσεως δωδεκαμελοῦς ἐπιτροπῆς ὑπό το ὂνομα «ἐπιτροπή ἐπί τῆς ἐμψυχώσεως τῆς ἐθνικῆς βιομηχανίας». Οι διαστάσεις δίδονται σε μέτρα.


Μαρία Βασιλείου, Βασιλική Τσούμαρη: Η ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΖΩΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΛΑΔΑ ΤΟΥ ΥΛΑΙΘΟΥ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΡΩΙΜΟΥΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΥΣ ΕΩΣ ΤΟΥΣ ΝΕΟΤΕΡΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ

7. Υ παίθριος ληνός (εικ. 1/θ.11) Θέση: Καλαμάκι, (Άγ. Πολύκαρπος), Διαστάσεις: Μήκος 2,00 / Πλάτος 3,45 / Πάχος τοίχ. 0,55 Αργολιθοδομή. Δάπεδο βοτσαλωτό και επίστρωση με υδραυλικό κονίαμα, ελαφρώς επικλινές προς τα νότια. Χρονολόγηση: 12ος-14ος αι. μ.Χ. 8. Υπαίθριος ληνός με τέσσερις χώρους (εικ. 1/θ.13) Θέση: Καλαμάκι, (Άγ. Πολύκαρπος), Διαστάσεις: Μήκος 8,90 / Πλάτος 3,43 / Πάχος τοίχ. 0,49-0,57 / Εσωτ. διαστ. 2,33x1,60, 2,24x1,62, 2,35x1,65, 2,22x1,68 Αργολιθοδομή και επίστρωση με υδραυλικό κονίαμα. Δάπεδο βοτσαλωτό και υδραυλικό κονίαμα. Χρονολόγηση: 12ος-14ος αι. μ.Χ. 9. Υ παίθριος επιφανειακός ληνός (εικ. 1/θ.3) Θέση: Αγ. Παρασκευή, Διαστάσεις: Μήκος 4,51 (0,85, 3,66) / Πλάτος 2,85 / Εσωτ. διαστ. 2,60x1,60 / Πάχος τοίχ. 0,430,50 / Υπολήνιο 0,52-0,68 Αργολιθοδομή και επίστρωση με υδραυλικό κονίαμα. Δάπεδο στο φυσικό βράχο. Κυκλικό υπολήνιο με πλίνθους και αργούς λίθους. Ίχνη τσιμεντοκονιάματος σε μεταγενέστερη επέμβαση. Χρονολόγηση: ρωμαϊκοί και μεταβυζαντινοί χρόνοι (β΄ φάση) 10. Υπαίθριος επιφανειακός ληνός (εικ. 1/θ.18) Θέση: Αγ. Παρασκευή, Διαστάσεις: Μήκος 5,76 (1,14, 4,62) / Πλάτος 3,10 / Εσωτ. διαστ. 3,92x2,30 / Πάχος τοίχ. 0,430,50 / Διάμετρος υποληνίου 0,45

Αργολιθοδομή και επίστρωση με κονίαμα. Κυκλικό υπολήνιο με αργολιθοδομή. Χρονολόγηση: μεταβυζαντινοί χρόνοι 11. Υπαίθριος ληνός (εικ. 1/θ.19) Θέση: Σερνικάκι, Διαστάσεις: Μήκος 4,00 / Πλάτος 2,00 / Πάχος τοίχ. 0,46-0,57 / Β. 0,10 Αργολιθοδομή με ίχνη τσιμεντοκονιάματος. Χρονολόγηση: μεταβυζαντινοί χρόνοι 12. Υπολήνιο (εικ. 1/θ.19) Θέση: Σερνικάκι, Διαστάσεις: Διάμετρος υποληνίου 0,56 / Βάθος υποληνίου 0,62 / Πάχος τοίχ. 0,16-0,37 / Β. 0,60. Αργολιθοδομή με υδραυλικό κονίαμα. Χρονολόγηση: μεταβυζαντινοί χρόνοι 13. Υπαίθριος επιφανειακός ληνός (εικ. 1/θ.19) Θέση: Σερνικάκι Χρονολόγηση: μεταβυζαντινοί χρόνοι 14. Διπλός ληνός (εικ. 1/θ.17) Θέση: Σερνικάκι, Διαστάσεις: Μήκος 4,14 / Πλάτος 4,56 (Α. 2,16x1,74, Δ. 2,30x1,68) / Πάχος τοίχ. 0,40-0,52 / Ύψος τοίχ. 1,10 / Β. 0,80-1,10 / Διάμετρος υποληνίων 0,68 και 0,57 / Βάθος υποληνίων 0,72x0,50 Αργολιθοδομή και κέραμοι, επίστρωση με υδραυλικό κονίαμα. Δάπεδο βοτσαλωτό και υδραυλικό κονίαμα. Λίθινοι δίαυλοι εκροής. Κυκλικά υπολήνια με υδραυλικό κονίαμα και προεξέχοντες λίθοι στο εσωτερικό του Ν. υποληνίου. Δάπεδο Δ. υποληνίου με κεράμους. Χρονολόγηση: βυζαντινοί χρόνοι

1

85


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

2

3

86


Μαρία Βασιλείου, Βασιλική Τσούμαρη: Η ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΖΩΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΛΑΔΑ ΤΟΥ ΥΛΑΙΘΟΥ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΡΩΙΜΟΥΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΥΣ ΕΩΣ ΤΟΥΣ ΝΕΟΤΕΡΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ

4

8

87


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

9

14

88


Μαρία Βασιλείου, Βασιλική Τσούμαρη: Η ΑΓΡΟΤΙΚΗ ΖΩΗ ΣΤΗΝ ΚΟΙΛΑΔΑ ΤΟΥ ΥΛΑΙΘΟΥ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΠΡΩΙΜΟΥΣ ΒΥΖΑΝΤΙΝΟΥΣ ΕΩΣ ΤΟΥΣ ΝΕΟΤΕΡΟΥΣ ΧΡΟΝΟΥΣ

Βιβλιογραφία Αδάμ-Βελένη Π. 2003: «Ελαιουργία», στο Αρχαίες αγροικίες σε σύγχρονους δρόμους. Κεντρική Μακεδονία (Κατάλογος της έκθεσης), Αθήνα, 152-159. Ασημάκης Σ. 2015: Περιηγητές στο Πύθιο Ιερό, Παρνασσό και τα πέριξ από το 10ο έως και το 19ο αιώνα, Τόμος Α, Αράχωβα. Καλονάρος Π. 1997: Ιστορία της πόλεως της Αμφίσσης, Άμφισσα. Κολιάβας Γ. 2014: «Οι αναφορές των Ευρωπαίων Περιηγητών των αιώνων της Τουρκοκρατίας για το Κάστρο των Σαλώνων», στο Παπακωνσταντίνου (επιμ.) 2014, 83-89. Κούρεντα-Ραπτάκη Α. 2003: «Χριστιανική Κίρρα: Νεώτερες έρευνες», στο Εικοστό τρίτο Συμπόσιο Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής Αρχαιολογίας και Τέχνης (Αθήνα, 16, 17 και 18 Μαΐου 2003), Αθήνα, 55. Κραβαρτόγιαννος Δρ. 1989: «Έγγραφα της Τουρκοκρατίας και της Επαναστάσεως του ’21», Φωκικά Χρονικά 1 (περίοδος Β), 156-188. Κραβαρτόγιαννος Δρ. 1997: Ιστορία της πόλεως Αμφίσσης. Συμπληρώματα, Άμφισσα. Λοβέρδου-Τσιγαρίδα Κ. – Μάστορα Ε. 1997: «Ανασκαφική έρευνα στο λόφο «νεκροταφείου» στο Νέο Παντελεήμονα Πιερίας», ΑΕΜΘ 11, 267-274. Λοβέρδου-Τσιγαρίδα Κ. 2004: «Παραγωγική μονάδα ασβεστίου της παλαιοχριστιανικής περιόδου στο λιμάνι του Κάστρου του Πλαταμώνα», στο Αρχαιολογικά τεκμήρια βιοτεχνικών εγκαταστάσεων κατά τη Βυζαντινή εποχή, 5ος-15ος αιώνας (Αθήνα, 17-18 Μαΐου 2002), Αθήνα, 89181. Μαγγίνης Γ. 1999: «Ξωκκλήσια της Τοπόλιας, Δώδεκα μικρά «Άνθη ευσεβείας» σ’ ένα μικρό χωριό της Φωκίδας», Σελίδες απ’ τη Φωκίδα, 23-48. Μακροπούλου Δ. 2007: «Τάφοι και ταφές από το Δυτικό νεκροταφείο της Θεσσαλονίκης, (β’ μισό 3ου αιώνα - 6ος αιώνας μ.Χ.)», ΑΕΜΘ, 487-492. Μελισσάρης Θ. 1927: Πραγματεία περί Ιτέας – Κίρρας, Ιτέα. Μπαλτά Ε. 2006: «Το κρασί στους Οθωμανικούς Χρόνους», στο Ελ. Γραμματικοπούλου (επιμ.), Οίνος: Πολιτισμός και Κοινωνία, Αθήνα, 85-105. Πάλλης Γ. 2014: «Το Κάστρο της Άμφισσας και η οχυρωματική δραστηριότητα στην ανατολική Στερεά Ελλάδα κατά τη Φραγκοκρατία», στο Παπακωνσταντίνου (επιμ.) 2014, 65-73. Παλούκης Δ. 2014: «Η απόρθητη Ακρόπολη της Άμφισσας κατά την πολιορκία από τους Ρωμαίους το 190 π.Χ. – τα ιστορικά τεκμήρια», στο Παπακωνσταντίνου (επιμ.) 2014, 51-58. Παπάγγελος Ι. 1992: «Άμπελος και οίνος στην μεσαιωνική Χαλκιδική», στο Ιστορία του Ελληνικού Κρασιού. Β΄ τριήμερο εργασίας, (Σαντορίνη 7-9 Σεπτεμβρίου 1990), Αθήνα, 219-255. Παπακωνσταντίνου Μ.Φ. (επιμ.) 2014: Πρακτικά Συνεδρίου: Το Κάστρο των Σαλώνων (Άμφισσας). Ιστορική αναδρομή - Δυνατότητες και Προοπτική Ανάδειξης, Άμφισσα. Παπακωνσταντίνου M. 2014: «Ex umbra in solem – Το Κάστρο της Άμφισσας και η προοπτική ανάδειξής του»,

στο Παπακωνσταντίνου (επιμ.) 2014, 19-32. Παπαχατζής Ν. 1981: Παυσανίου Ελλάδος Περιήγησις, Βοιωτικά - Φωκικά, Αθήνα. Πεντάζου Μ. 1992: «Η Ιστορία του Ιερού και του Μαντείου των Δελφών», Αρχαιολογία 44, 47-50. Πετρίδης Π. 2013: Πρωτοβυζαντινή Κεραμική του Ελλαδικού Χώρου, Αθήνα. Πετρονώτης Α. 1973: «Αρχιτεκτονικά και Ιστορικά Μνημεία και Ιστορικές Θέσεις του Νομού Φωκίδος», ΕΕΣΜ 4, 93-132. Πετρόπουλος Μ. 2013: «Μόνιμες εγκαταστάσεις και κινητά σκεύη για την αγροτική παραγωγή στις ρωμαϊκές αγροικίες της Πάτρας», στο A.D. Rizakis, I.P. Touratsoglou (επιμ.), Villae rusticae, Athens, 154-175. Πουλάκη-Παντερμαλή Ε. 2003: «Αμπελουργία – Οινοποιία», στο Αρχαίες αγροικίες σε σύγχρονους δρόμους. Κεντρική Μακεδονία (Κατάλογος της έκθεσης), Αθήνα, 150-151. Πούλου-Παπαδημητρίου Ν. 2013: «Η Βυζαντινή και η Πρώιμη Ενετική περίοδος», στο Α. Αλεξανδροπούλου, Γ. Σακελλαράκης (επιμ.), Κύθηρα: το μινωικό ιερό κορυφής στον Άγιο Γεώργιο στο βουνό. 3, Τα ευρήματα, Αθήνα, 26266. Σάθας Κ.Ν. 1865: Χρονικόν Ανέκδοτον Γαλαξειδίου, Εν Αθήναις. Τζαβέλλα Ε. 2010: «Κεραμική από αθηναϊκούς τάφους του τέλους της Αρχαιότητας και οι μαρτυρίες της για τον 7ο αι. στην Αττική», στο Επιστημονική συνάντηση για την κεραμική της Ύστερης Αρχαιότητας στον ελλαδικό χώρο. 3ος-7ος αι. μ.Χ. (Θεσσαλονίκη, 12-16 Νοεμβρίου 2006), Θεσσαλονίκη, 649-670. Τσαρούχα Α. 2014: «Η αρχαία Άμφισσα και η οχύρωσή της», στο Παπακωνσταντίνου (επιμ.) 2014, 37-49. Φιλιππόπουλος Τ.Μ. 2004: Ιστορία της Φωκίδας, Πάτρα. Χατζησάββας Σ. 2008: Η ελιά και το λάδι στον αρχαίο ελληνικό κόσμο, Αθήνα. Χουλιαράς Ι. κ.ά. 2014: Χουλιάρας Ι., Χαμηλάκη Κ., Κάτσικα Κ., Γεωργίου Γ., «Οι σωστικές ανασκαφές της 22ης ΕΒΑ το 2013 στο πλαίσιο των Μεγάλων Δημόσιων Έργων», στο Ι. Χουλιάρας (επιμ.), Το αρχαιολογικό έργο της Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων στην Αιτωλοακαρνανία και την Λευκάδα: πρακτικά ημερίδας, Ναύπακτος, 181-196. Béquignon Y. 1929: «Chronique des fouilles et découvertes archéologiques dans l’Orient hellénique», BCH 53, 491-534. Bruneau P. – Fraisse P. 1981: «Un pressoir à vin à Délos», BCH 105, 127-153. Davidson G.R. 1952: The Minor Objects, [Corinth XII], Princeton. Demierre B. 2002: «Les fours à chaux en Grèce», JRA 15, 283-296. Dodwell E. 1819: A classical and topographical tour through Greece, during the years 1801, 1805, and 1806, vol. Ι, London. Foxhall L. 2007: Olive Cultivation in Ancient Greece. Seeking the Ancient Economy, Oxford.

89


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

Gladys F.M. 1991: “Catalans and Ottomans in the Great Isthmus Corridor”, στο Ε.W. Kase, G.J. Szemler, N.C. Wilkie, P.W. Wallace (επιμ.), The Great Isthmus Corridor Route, Explorations of the Phokis - Doris Expedition Ι, Dubuque, Iowa, 156-159. Hadjisavvas S. 1992: Olive oil processing in Cyprus: From the Bronze Age to the Byzantine period, [SIMA, v. 99], Nicosia. Hellmann M.C. 1992: «Περιηγητές και ανασκαφείς στους Δελφούς πριν τη Μεγάλη Ανασκαφή του 1892», στο Olivier Picard (επιμ.), Δελφοί. Αναζητώντας το χαμένο Ιερό, Αθήνα, 14-19. Hood S. 1970: “Isles of Refuge in the Early Byzantine period”, BSA 65, 37-45. Jacoby D. 1979: «Catalans, Turcs et Venetiens en Romanie (1305-1332): un nouveau téimognage de Marino Sanudo Torsello», στο D. Jacoby, Recherches sur la Méditerranée orientale du XIIe au XVe siècle: peuples, sociétés, économies, London, 217-261. Kase E.W. 1973: “Mycenaean Roads in Phocis”, AJA 77.1, 74-77. Kase E.W. 1991: “The Isthmus Corridor Road System from the valley of the Spercheios to Kirhha on the Krisaian Gulf”, στο Ε.W. Kase, G.J. Szemler, N.C. Wilkie, P.W. Wallace (επιμ.), The Great Isthmus Corridor Route, Explorations of the Phokis - Doris Expedition Ι, Dubuque, Iowa, 21-45. Koder J. – Friedrich H.1976: Hellas und Thessalia, [Tabula Imperii Byzantini 1], Wien. Leake W.M. 1835: Travels in Northern Greece, vol. II, London. Lerat L 2008: Οι Εσπέριοι Λοκροί. Ι: Τοπογραφία και ερείπια (μτφ. B. Καραμπέτσου-Χατζηβασιλείου), Άμφισσα. Liddell R. 1965: Mainland Greece, London. Lock P. 1986: “The Frankish Towers of Central Greece”, BSA 81, 101-123. Longnon J. 1949: L’empire latin de Constantinople et la principauté de Morée, Paris.

90

Muntammer R. 2006: The Catalan Expedition to the East: From the Chronicle of Ramon Muntaner, Barcelona. Owen R.T. 1805: Γεωπονικά. Agricultural pursuits I, London. Papavassiliou E. – Sarantidis K. – Papanikolaou E. 2014: “Ceramic workshop of the Early Byzantine period on the island of Lipsi in the Dodecanese (Greece): A preliminary approach”, στο N. Poulou-Papadimitriou, E. Nodarou, V. Kilikoglou (επιμ.), Late Roman Coarse Wares, Cooking Wares and Amphorae in the Mediterranean Archaeology and archaeometry. The Mediterranean: a market without frontiers, Oxford, 159-168. Petridis P. 1995: La céramique paléochrétienne de Delphes, Paris. Pouqueville F. 1827: Voyage de la Grèce, tome quatrième, Paris. Rosser J. 1996: “Byzantine Isles of Refuge in the Chronicle of Galaxeidi”, στο P. Lock, G.D.R. Sanders (επιμ.), The Archaeology of Medieval Greece, Oxford, 139-146. Rousset D. 1991: Territoires et frontières en Locride et en Phocide, Paris. Rubiό y Lluch, A. 1912: Περί των καταλανικών φρουρίων της ηπειρωτικής Ελλάδος (μτφ. Γ.Ν. Μαυράκης), Αθήνα. Santoro A.M. 2003: “Diffusione di grossi veneziani in Italia meridionale durante il regno di Carlo I d’Angiὸ: alcune considerazioni tra archeologia e archeometria”, στο R. Fiorillo, P. Reduto (επιμ.), III Congresso nazionale di archeologia medievale (Castello di Salerno, Complesso di Santa Sofia, 2-5 ottobre 2003), Salerno, 115-121. Skorda D. 1992: «Recherches dans la vallée du Pléistos», στο J.-F. Bommelaer (επιμ.), Delphes: Centenaire de la grande fouille réalisée par l’Ecole française d’Athènes, 1892-1903. Actes du Colloque Paul Perdrizet (Strasbourg 6-9 novembre 1991), Leiden, 39-66. Stahl A. 1999: “The grosso of Enrico Dandolo”, RBN 145, 261-268.


Γεώργιος Κακαβάς: Π Ρ Ο Σ Π Α Θ Ε Ι Ε Σ Π Ο Λ Ι Τ Ι Σ Τ Ι Κ Η Σ Δ Ι Α Χ Ε Ι Ρ Ι Σ Η Σ , Π Ρ Ο Σ Φ Ο ΡΑ Σ Κ Α Ι Π Α Ρ Ο Υ Σ Ι Α Σ . Η Π Ε Ρ Ι Π Τ Ω Σ Η Τ Η Σ Φ Ω Κ Ι Δ Α Σ

ΠΡΟΣΠΑΘΕΙΕΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗΣ, ΠΡΟΣΦΟΡΑΣ ΚΑΙ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣ. Η ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΦΩΚΙΔΑΣ1 Δρ Γεώργιος Κακαβάς Διευθυντής Επιγραφικού και Νομισματικού Μουσείου τέως Προϊστάμενος 24ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων

Στην εισήγησή μου θα επικεντρωθώ κυρίως σε «έργα και ημέρες» που αφορούν στο νομό Φωκίδας, προκειμένου να γίνει κατανοητό πως με πενιχρά οικονομικά και τεχνικά μέσα και ελάχιστο προσωπικό μπορεί κάποιος να εφαρμόσει πολιτιστική διαχείριση, να κάνει αισθητή την παρουσία του και να προσφέρει πολιτισμό, αν έχει οράματα και αγαπάει το επάγγελμά του, αλλά κυρίως αν περιβάλλεται από συνεργάτες με φιλότιμο, ζήλο και επιμέλεια, έχοντας συγχρόνως πολύτιμους αρωγούς στην υλοποίηση των στόχων του τους φορείς της τοπικής κοινωνίας. Σε ένα κράτος που δεν έχει καταφέρει ακόμη να βρει βηματισμό ώστε να εφαρμόσει σωστή πολιτική για τον πολιτισμό του, είναι άκρως διδακτικός αυτός ο αγώνας που στοχεύει στην αξιοποίηση του μνημειακού μας πλούτου, στην προστασία και ανάδειξη της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, στην εξωστρέφεια και ζωντάνια των μουσειακών μας χώρων, αλλά και στην εκμετάλλευση της δεξαμενής των άξιων υπαλλήλων του Υπουργείου μας.2 Κατά την περίοδο, Φεβρουάριος 2008 – Φεβρουάριος 2012, που είχα την τύχη να ηγούμαι της 24ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων, το επιστημονικό της έργο συνεχώς αυξανόταν, παρότι διογκωνόταν ο διοικητικός φόρτος εργασίας σχετικά με τη διαχείριση υποθέσεων στους τρεις νομούς ευθύνης της, Ευρυτανίας, Φθιώτιδας και Φωκίδας, ενώ παράλληλα μειωνόταν σταθερά το μόνιμο επιστημονικό προσωπικό της· από τέσσερις αρχαιολόγοι το 2008 σε δύο χρόνια μείναμε μόνο δύο. Οι δραστηριότητες κάλυπταν ένα ευρύ φάσμα κυρίως στον τομέα της ανασκαφικής έρευνας σε οικόπεδα, σε μνημεία και στο πλαίσιο των λεγόμενων «Μεγάλων Έργων». Έμφαση δινόταν στην ένταξη στο ΕΣΠΑ και στην έναρξη της υλοποίησης έργων με αυτεπιστασία, καθώς και στην οργάνωση των βασικών υποδομών της νεοσύστατης, τότε, Εφορείας. Υπήρξε συνεχής μέριμνα για την προώθηση στα αρμόδια όργανα πολλών μελετών που αφορούσαν στην αποκατάσταση και ανάδειξη σημαντικών μνημείων, καθώς και για τον ευπρεπισμό των σπουδαιότερων αρχαιολογικών χώρων. Άοκνες και επίμονες προσπάθειες καταβάλλονταν για την προσέγγιση της Εφορείας με το ευρύ κοινό και κυρίως την εκπαιδευτική κοινότητα, με κομβικό στόχο την κοινωνικοποίηση της επιστημονικής

1

2

3

και καλλιτεχνικής γνώσης. Σ’ αυτή την κατεύθυνση υπήρξε έντονη δραστηριότητα: διοργανώθηκαν επιστημονικές ημερίδες, πολιτιστικές εκδηλώσεις και καλλιτεχνικά δρώμενα, οργανωμένες ξεναγήσεις, ενεργητική συμμετοχή στις δράσεις πολιτισμού του Υπουργείου και έκδοση φυλλαδίων που αφορούσαν εκπαιδευτικά προγράμματα και μουσεία.3 Πιο συγκεκριμένα, τα έτη 2008, 2009 και 2010 στο πλαίσιο της αποκατάστασης του μεσοβυζαντινού ναού της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα στην Άμφισσα (εικ. 1), πραγματοποιήθηκε ανασκαφική έρευνα στο εσωτερικό του μνημείου και στον περιβάλλοντα χώρο του, η οποία

1

1. Άμφισσα, ναός Μεταμόρφωσης του Σωτήρα, 12ος αι.

Αισθάνομαι την αδήριτη ανάγκη να ευχαριστήσω πρώτη απ’ όλους την αγαπητή φίλη και εξαίρετη συνάδελφο Προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Φωκίδας κυρία Αθανασία Ψάλτη, η οποία με προσκάλεσε να συμμετάσχω και εγώ στον Κύκλο των Αρχαιολογικών Διαλέξεων στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης, που την άνοιξη του 2016 ήταν αφιερωμένος στην Εφορεία Αρχαιοτήτων Φωκίδας. Ευχαριστίες στη διεύθυνση του Μουσείου Κυκλαδικής Τέχνης για την υποδειγματική φιλοξενία και ιδιαίτερα την επιμελήτρια Σταυρούλα Οικονόμου για την άψογη συνεργασία. © εικόνων κειμένου: Φωτογραφικό Αρχείο Γεωργίου Κακαβά. Ένα πρόσφατο παράδειγμα προς αποφυγήν αποτελεί το επικοινωνιακό, επιστημονικό και όχι μόνο φιάσκο της, κατά τα άλλα αξιόλογης, ανασκαφικής έρευνας στον λόφο Καστά της Αμφίπολης. Κακαβάς 2009· Κακαβάς 2012.

91


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

απέδωσε σημαντικά στοιχεία.4 Στο εσωτερικό του ναού, με την αποξήλωση του νεότερου δαπέδου, εντοπίστηκαν τμήματα ψηφιδωτού και κρούστες μαρμαροθετημάτων από το αρχικό δάπεδο του μνημείου, καθώς και σπαράγματα τοιχογραφιών. Μέσα στα στρώματα των επιχώσεων βρέθηκαν πολλά νέα θραύσματα αρχιτεκτονικών γλυπτών από το μεσοβυζαντινό τέμπλο του ναού, τα οποία συμπεριλήφθηκαν στην αναστήλωση και αποκατάστασή του. Εντοπίστηκαν ταφές στα αρκοσόλια του νάρθηκα, ενώ εξωτερικά του ναού ανασκάφηκαν κεραμοσκεπής κιβωτιόσχημος τάφος, καθώς και τμήματα αψίδας και τοίχων παλαιοχριστιανικής βασιλικής. Εκτός από τα δύο έργα της Εφορείας που εντάχθηκαν στο ΕΣΠΑ, το μεσαιωνικό κάστρο στην Υπάτη Φθιώτιδας και ο μεταβυζαντινός ναός της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα στη Βράχα Ευρυτανίας, δημιουργήθηκε μία δεξαμενή μελετών ώριμων έργων, προς ένταξη στο ΕΣΠΑ, στο ΣΕΣ ή σε άλλα περιφερειακά προγράμματα. Προτεραιότητα δόθηκε σε εγκεκριμένη μελέτη, εκπονημένη από τον Δήμο Δελφών σε αγαστή συνεργασία με την Εφορεία, για την αποκατάσταση του ναού του 1892 αφιερωμένου αρχικά στον Άγιο Νικόλαο και σήμερα στον Άγιο Κωνσταντίνο, ο οποίος είχε μεταφερθεί από το Καστρί (τους Αρχαίους Δελφούς) στη νέα πόλη των Δελφών. Για την υλοποίηση της τελευταίας μελέτης η Υπηρεσία είχε υποβάλει τον Απρίλιο του 2011 το σχετικό αίτημα ένταξης του έργου στο ΕΣΠΑ, το οποίο όμως έμεινε ανενεργό λόγω εξάντλησης του προϋπολογισμού της σχετικής πρόσκλησης από την Περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας. Παρόλα αυτά παραμένει ένα εμπροσθοβαρές προς ένταξη έργο σε κοινοτικά ή περιφερειακά προγράμματα. Με το ελάχιστο επιστημονικό προσωπικό της και τη συνδρομή του πολύτιμου εποχικού προσωπικού, η Εφορεία προώθησε έναν ικανό αριθμό μελετών για την αποκατάσταση και τη συντήρηση μνημείων αρμοδιότητάς της. Αναφορικά με τον νομό Φωκίδας εκπονήθηκαν μελέτες για τους ναούς του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου (εικ. 2-3) και της μονής Βαρνάκοβας (εικ. 4-5) στο Ευπάλιο, για το καθολικό της μονής Μεταμόρφωσης του Σωτήρα στο Γαλαξίδι (εικ. 6-8), τη στέγη της Οικίας Μπρουγιαννάκη με τα υστερορρωμαϊκά-παλαιοχριστιανικά ψηφιδωτά δάπεδα στην Άμφισσα, καθώς και για τον μητροπολιτικό ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου στην Άμφισσα (εικ. 9). Μάλιστα, σε εγκεκριμένη έρευνα για τον έλεγχο της στέγης και της θεμελίωσης του μητροπολιτικού ναού στο πλαίσιο της σύνταξης μελέτης πλήρους 2. Ε υπάλιο, ναός Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου, 13ος αι. 3. Ε υπάλιο, ναός Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου: τοιχογραφία κυρίως ναού, 13ος αι. 4. Ε υπάλιο, Μονή Βαρνάκοβας: μαρμαροθέτημα από το δάπεδο του βυζαντινού καθολικού (21.10.2010).

4

92

Κακαβάς 2012α.

2

3

4


Γεώργιος Κακαβάς: Π Ρ Ο Σ Π Α Θ Ε Ι Ε Σ Π Ο Λ Ι Τ Ι Σ Τ Ι Κ Η Σ Δ Ι Α Χ Ε Ι Ρ Ι Σ Η Σ , Π Ρ Ο Σ Φ Ο ΡΑ Σ Κ Α Ι Π Α Ρ Ο Υ Σ Ι Α Σ . Η Π Ε Ρ Ι Π Τ Ω Σ Η Τ Η Σ Φ Ω Κ Ι Δ Α Σ

5 8

6

9

7

5. Ε υπάλιο, Μονή Βαρνάκοβας: βυζαντινή μαρμάρινη αφιερωματική επιγραφή στο σκευοφυλάκιο της Μονής (21.10.2010). 6. Γ αλαξίδι, βυζαντινή Μονή Μεταμόρφωσης του Σωτήρα. 7. Γ αλαξίδι, βυζαντινή Μονή Μεταμόρφωσης του Σωτήρα: αποκαλυφθείσα τοιχογραφία κάτω από το σύγχρονο επίχρισμα. 8. Γ αλαξίδι, βυζαντινή Μονή Μεταμόρφωσης του Σωτήρα: εξώφυλλο τεύχους τεχνικής έκθεσης. 9. Ά μφισσα, μητροπολιτικός ναός, 1869.

93


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

αποκατάστασής του (εικ. 10), αποκαλύφθηκε μαρμάρινος κίονας (εικ. 11) και τμήματα δαπέδου με πήλινες πλάκες

των προσκτισμάτων της παλαιοχριστιανικής βασιλικής (εικ. 12), πάνω στα λείψανα της οποίας έχει ανεγερθεί ο

10

11

12

10. Σ χέδιο διερευνητικών εργασιών στο πλαίσιο εκπόνησης μελέτης αποκατάστασης της Μητρόπολης Άμφισσας. 11. Ά μφισσα, μητροπολιτικός ναός: μαρμάρινος κίονας από την παλαιοχριστιανική βασιλική στην ίδια θέση. 12. Ά μφισσα, μητροπολιτικός ναός: τμήμα δαπέδου με πήλινες πλάκες από την παλαιοχριστιανική βασιλική στην ίδια θέση.

94


Γεώργιος Κακαβάς: Π Ρ Ο Σ Π Α Θ Ε Ι Ε Σ Π Ο Λ Ι Τ Ι Σ Τ Ι Κ Η Σ Δ Ι Α Χ Ε Ι Ρ Ι Σ Η Σ , Π Ρ Ο Σ Φ Ο ΡΑ Σ Κ Α Ι Π Α Ρ Ο Υ Σ Ι Α Σ . Η Π Ε Ρ Ι Π Τ Ω Σ Η Τ Η Σ Φ Ω Κ Ι Δ Α Σ

σημερινός ναός με τις εξέχουσες τοιχογραφίες του Σπύρου Παπαλουκά (Δεσφίνα Φωκίδας, 1892 - Αθήνα, 3 Μαΐου 1957), που έχουν υποστεί σοβαρές βλάβες και χρήζουν συντήρησης (εικ. 13).5 Εποπτεύσαμε άοκνα, έστω και χωρίς να διαθέτουμε τις απαραίτητες ειδικότητες αρχιτέκτονα ή πολιτικού μηχανικού, τις εν εξελίξει εργασίες στερέωσης και αποκατάστασης του κηρυγμένου ναού της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα στις δυτικές παρυφές της Άμφισσας (εικ. 1),6 έξω από το βυζαντινό κάστρο της Ωριάς,7 έργου ενταγμένου στο Γ΄ ΚΠΣ–ΠΕΠ Στερεάς Ελλάδας, πραγματοποιώντας γόνιμες, πιστεύουμε, παρεμβάσεις για την επίτευξη του

καλύτερου δυνατού αποτελέσματος, σε συχνή επικοινωνία και με από κοινού αυτοψίες τόσο με τους υπαλλήλους της Διεύθυνσης Αναστήλωσης Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Μνημείων που είχαν την επίβλεψη του έργου, όσο και με τους εργολάβους και τα συνεργεία της αναδόχου εταιρείας «ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΠΑΠΑΚΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ Αρχιτέκτονας Μηχανικός Ε. ΔΕ». Πιο συγκεκριμένα, για τον Σωτήρα της Άμφισσας, που αποτελεί ένα από τα σπουδαιότερα βυζαντινά μνημεία του ελλαδικού χώρου, εισηγηθήκαμε ως Εφορεία στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο τροποποιήσεις σχετικές με την αποκατάσταση του μεσοβυζαντινού

13

13. Ά μφισσα, μητροπολιτικός ναός: τοιχογραφίες του Σπύρου Παπαλουκά.

5

6 7

Το σύνολο των ορυγμάτων της ανασκαφικής έρευνας και οι πυρηνοληψίες πραγματοποιήθηκαν με δαπάνες της μητρόπολης Φωκίδας. O ναός του Σωτήρα είναι κηρυγμένο μνημείο με βασιλικό διάταγμα (ΒΔ 9/19.04.1921 – ΦΕΚ 68/Α/26.04.1921). Κακαβάς 2009α.

95


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

τέμπλου (εικ. 14) και την καλύτερη ανάγνωση των προγενέστερων και μεταγενέστερων φάσεων του μνημείου. Σε μικρή ανασκαφή που πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο των εργασιών, επισημάνθηκε ενδιαφέρουσα παλαιοχριστιανική φάση, η οποία χρήζει περαιτέρω διερεύνησης.8 Σε συνεργασία του γράφοντος με τους αρχιτέκτονες Χριστίνα Πινάτση και Κλίμη Ασλανίδη παρουσιάστηκαν τα νέα στοιχεία το 2009 στο 29ο Συμπόσιο της Χριστιανικής Αρχαιολογικής Εταιρείας.9 Μετά την ολοκλήρωση των εργασιών αποκατάστασης ο ναός παρελήφθη οριστικά από την Εφορεία το Μάρτιο του 2011 (εικ. 15). Τέλος, προστέθηκαν νέα στοιχεία στον αρχαιολογικό χάρτη της Φωκίδας, με την επισήμανση νέων μνημεί-

ων και εμπλουτίστηκαν οι γνώσεις μας για τα ήδη γνωστά, όπως για παράδειγμα ο σπηλαιώδης ναός των Αγίων Πάντων (εικ. 16) στη διάρκεια αυτοψίας για τον Πύργο του Τολοφώνα. Συντάχθηκαν, όπου κρίθηκε αναγκαίο από την άποψη της προστασίας, φάκελοι για την έκδοση σχετικών διαπιστωτικών πράξεων και κηρύξεων μνημείων. Η Εφορεία συμμετείχε στην ανα-οριοθέτηση της ζώνης Α΄ απολύτου προστασίας του Δελφικού Τοπίου, που πρόσφατα εγκρίθηκε ομόφωνα από το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο, ύστερα από την εργώδη προσπάθεια της προϊσταμένης της τότε Ι΄ ΕΠΚΑ κας Αθανασίας Ψάλτη. Στο πλαίσιο της κήρυξης αυτής προτείναμε και έγινε αποδεκτή η θεσμοθέτηση αυτόνομης ζώνης Α΄

14

15

16

14. Ά μφισσα, ναός Μεταμόρφωσης του Σωτήρα: αποκατάσταση μεσοβυζαντινού τέμπλου. 15. Ά μφισσα, ναός Μεταμόρφωσης του Σωτήρα: εσωτερική άποψη μετά τις εργασίες αποκατάστασης. 16. Τ ολοφώνας, σπηλαιώδης ναός Αγίων Πάντων (21.10.2010).

8 9

96

Κακαβάς 2012α. Κακαβάς – Πινάτση – Ασλανίδης 2009.


Γεώργιος Κακαβάς: Π Ρ Ο Σ Π Α Θ Ε Ι Ε Σ Π Ο Λ Ι Τ Ι Σ Τ Ι Κ Η Σ Δ Ι Α Χ Ε Ι Ρ Ι Σ Η Σ , Π Ρ Ο Σ Φ Ο ΡΑ Σ Κ Α Ι Π Α Ρ Ο Υ Σ Ι Α Σ . Η Π Ε Ρ Ι Π Τ Ω Σ Η Τ Η Σ Φ Ω Κ Ι Δ Α Σ

προστασίας περιμετρικά του βυζαντινού ναού της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα στην Άμφισσα, καθώς και βορειοδυτικά του μεσαιωνικού κάστρου των Σαλώνων. Επίσης σχεδιάστηκε σε προκαταρκτικό στάδιο ένα πρόγραμμα κηρύξεων ή ανα-οριοθέτησης αρχαιολογικών θέσεων και μνημείων στον Νομό Φωκίδας, τα οποία κρίναμε ότι χρήζουν αυξημένης προστασίας, καθώς η ανασκαφική έρευνα προσέθεσε και προσθέτει συνεχώς νέα δεδομένα. Σημαντικά παραδείγματα αποτελούν, οι νήσοι του Αγίου Αθανασίου (εικ. 17-18), του Αγίου Κωνσταντίνου και της Μολυσμένης στον όρμο της Ιτέας

(εικ. 19), καθώς και οι δύο βυζαντινοί ναοί στην Σουβάλα ή Πολύδροσο Παρνασσού (εικ. 20). Επαναλήφθηκαν σταθερά και τα τέσσερα χρόνια οι ετήσιοι καθαρισμοί των σημαντικότερων αρχαιολογικών χώρων και μνημείων ευθύνης της Εφορείας, επισκέψιμων ή όχι. Στον νομό Φωκίδας πραγματοποιήθηκαν σχολαστικοί καθαρισμοί από το συνεργείο του αρχιτεχνίτη Θύμιου Ρόγγου επανδρωμένο με εποχιακούς συμβασιούχους εργάτες: Στο μεσαιωνικό Κάστρο της πόλης (εικ. 21α-21β), κηρυγμένο μνημείο ήδη από το 1922,10 που δεσπόζει στην κορυφή του υψώματος Έλατος, σε

17

18

19

20

21α

21β

17. Ό ρμος Ιτέας, νήσος Αγίου Αθανασίου. 18. Ό ρμος Ιτέας, νήσος Αγίου Αθανασίου: ερείπια κτίσματος. 19. Ό ρμος Ιτέας, νήσοι προς κήρυξη. 20. Π ολύδροσος, ναός Παναγίας Ελεούσας. 21α-β. Ά μφισσα, καθαρισμός του Κάστρου, πριν και μετά.

10

Πρόκειται μνημείο για κηρυγμένο με βασιλικό διάταγμα (Β.Δ. 25.02.1922 - ΦΕΚ 28/Α/26.02.1922).

97


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

υψόμετρο 180 μέτρων πάνω από την πόλη της Άμφισσας, που οφείλει την ονομασία της στην ομώνυμη «πόλη-κράτος» (εικ. 22), αρχαία πρωτεύουσα και μητρόπολη των Οζολών ή Εσπερίων Λοκρών· στο κυκλικό παλαιοχριστιανικό βαπτιστήριο της πόλης απέναντι από τη βόρεια

πλευρά της Μητρόπολης, στο οικόπεδο Κεφαλά-Τσούνη (εικ. 23)· στη βασιλική του Αγίου Χριστόφορου στην Πολύδροσο,11 που αποκαλύφθηκε ενσωματωμένη στην οχύρωση της αρχαίας Λιλαίας, πάνω από τις πηγές του Βοιωτικού Κηφισού· στον μεσοβυζαντινό ναό της Αγίας

22

23

22. Ά μφισσα, άποψη της πόλης από το Κάστρο. 23. Ά μφισσα, ευπρεπισμός παλαιοχριστιανικού βαπτιστηρίου.

11

98

Πρόκειται για κηρυγμένο με υπουργική απόφαση μνημείο στο Δ.Δ. Πολύδροσου, του Δήμου Παρνασσού (Υ.Α. 6073/21.09.1965 ΦΕΚ 644/Β/02.10.1965).


Γεώργιος Κακαβάς: Π Ρ Ο Σ Π Α Θ Ε Ι Ε Σ Π Ο Λ Ι Τ Ι Σ Τ Ι Κ Η Σ Δ Ι Α Χ Ε Ι Ρ Ι Σ Η Σ , Π Ρ Ο Σ Φ Ο ΡΑ Σ Κ Α Ι Π Α Ρ Ο Υ Σ Ι Α Σ . Η Π Ε Ρ Ι Π Τ Ω Σ Η Τ Η Σ Φ Ω Κ Ι Δ Α Σ

Ελεούσας ή Μαυρομαντιλούσας επίσης στην Πολύδροσο, που βρίσκεται 150 μέτρα νοτιοανατολικά του Βοιωτικού Κηφισού.12 Ακόμη επισκευάστηκε η περίφραξη στην παλαιοχριστιανική βασιλική Α΄ της Κίρρας, σημαντικού μνημείου με ψηφιδωτά δάπεδα, που αποκαλύφθηκε στο οικόπεδο Καστρίτη, στη θέση «Άγιος Νικόλαος» στην παραλία της Κίρρας, σε απόσταση μόλις 20 μέτρων από τον μεσαιωνικό πύργο και κοντά στις λιμενικές εγκαταστάσεις της αρχαίας Κίρρας. Επίσης στις παλαιοχριστιανικές βασιλικές των Νέων Κούκουρων στο Ευπάλιο13 και της Μαριολάτας στη Γραβιά,14 που αποκαλύφθηκε στη θέση του ναΐσκου του Αγίου Δημητρίου, κάτω από την ακρόπολη

του αρχαίου Βοΐου. Και τέλος, στον μεσαιωνικό παράκτιο Πύργο στην παραλία του Τολοφώνα. Εκτός από τη συνεχή μέριμνα για την προώθηση στα αρμόδια όργανα πολλών μελετών που αφορούσαν αφενός στη διαμόρφωση, ανάδειξη και προστασία αρχαιολογικών χώρων και αφετέρου στη συντήρηση, αποκατάσταση και ανάδειξη σημαντικών μνημείων, καταθέσαμε σειρά προτάσεων με προϋπολογισμό για τις προαπαιτούμενες ανασκαφικές έρευνες και τη σύνταξη των απαραίτητων μελετών, που αφορούσαν σε αρχαιολογικούς χώρους (Πίν. 1) και μνημεία (Πίν. 2) του νομού Φωκίδας. Η σύνταξη και η έγκριση από τα καθ’ ύλην αρμόδια όργανα

Πίν. 1. Μελέτες διαμόρφωσης, ανάδειξης και προστασίας αρχαιολογικών χώρων. ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ, ΑΝΑΔΕΙΞΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΩΝ ΧΩΡΩΝ 1. ΑΜΦΙΣΣΑ. ΠΡΩΗΝ ΟΙΚΙΑ ΜΠΟΥΡΓΙΑΝΝΑΚΗ (αψιδωτό κτίριο με ψηφιδωτό δάπεδο υστερορρωμαϊκών-παλαιοχριστιανικών χρόνων) Απαιτούνται: α. Ανασκαφική έρευνα, ώστε να ερευνηθεί το σύνολο του μνημείου. β. Μελέτη συντήρησης ψηφιδωτών δαπέδων. γ. Μελέτη πρόσβασης και διαμόρφωσης αρχαιολογικού χώρου και κατασκευής νέου στεγάστρου ψηφιδωτού (αναλυτικά: αρχιτεκτονική, στατική και ηλεκτρομηχανολογική μελέτη).

Ø Ø Ø

Το γ πρέπει να ανατεθεί αφού ολοκληρωθεί η ανασκαφική έρευνα. Το κόστος των β και γ υπολογίζεται στα 30.000,00 €. 2. ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗ ΒΑΣΙΛΙΚΗ ΑΜΦΙΣΣΑΣ Απαιτούνται: Ø α. Ανασκαφική έρευνα. Ø β. Μελέτη συντήρησης ψηφιδωτών δαπέδων. Ø γ. Μελέτη διαμόρφωσης αρχαιολογικού χώρου και κατασκευής στεγάστρου (αναλυτικά: τοπογραφική, αρχιτεκτονική, στατική, Η/Μ). Πριν ανατεθεί το γ, πρέπει να έχει ολοκληρωθεί το α. Το κόστος για τα β και γ υπολογίζεται ότι θα ξεπεράσει τις 100.000,00 €. 3. ΒΑΠΤΙΣΤΗΡΙΟ ΑΜΦΙΣΣΑΣ Απαιτούνται: Ø α. Ανασκαφική έρευνα. Ø β. Μελέτη συντήρησης ψηφιδωτού δαπέδου. Ø γ. Μελέτη κατασκευής στεγάστρου και διαμόρφωσης αρχαιολογικού χώρου (αναλυτικά: αρχιτεκτονική, στατική, φωτισμού). Το κόστος για τα β και γ υπολογίζεται στα 30.000,00 €.

Πίν. 2. Μελέτες αποκατάστασης μνημείων και συντήρησης τοιχογραφιών. ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΜΝΗΜΕΙΩΝ ΚΑΙ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΚΩΝ ΣΥΝΟΛΩΝ 1. ΓΑΛΑΞΙΔΙ. ΝΑΟΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗΣΗΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ Απαιτούνται: α. Τεχνική έκθεση άμεσων σωστικών μέτρων. β. Διερευνητικές τομές στο εσωτερικό επίχρισμα. γ. Μελέτη συντήρησης των τοιχογραφιών. δ. Επικαιροποίηση – τροποποίηση της εγκεκριμένης αρχιτεκτονικής μελέτης.

Ø Ø Ø Ø

Το κόστος για το α υπολογίζεται στα 2.000,00 €, για το β στα 10.000,00 €, για το γ στις 8.000,00 € και το δ στις 7.000,00 €. 2. ΕΥΠΑΛΙΟ. ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ Απαιτούνται: Ø α. Άμεσα σωστικά μέτρα για τον τοιχογραφικό διάκοσμο. Ø β. Αρχιτεκτονική μελέτη. Ø γ. Στατική – γεωτεχνική μελέτη. Ø δ. Μελέτη συντήρησης τοιχογραφικού διακόσμου. Το κόστος για τις παραπάνω μελέτες υπολογίζεται στα 2.000,00, 12.000,00, 15.000,00 και 12.000,00 € αντίστοιχα. 3. ΑΓΙΟΙ ΑΠΟΣΤΟΛΟΙ. ΠΑΛΑΙΟΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΙ ΤΑΦΟΙ Απαιτούνται: Ø α. Αρχαιολογική –ανασκαφική έρευνα. Ø β. Μελέτη συντήρησης. Ø γ. Μελέτη στερέωσης, ανάδειξης, στέγασης (αναλυτικά: αρχιτεκτονική και στατική). Το κόστος για τα β και γ υπολογίζεται στα 30.000,00 €. 12

13 14

Πρόκειται για κηρυγμένο με υπουργική απόφαση μνημείο στο Δ.Δ. Πολύδροσου, του Δήμου Παρνασσού (Υ.Α. 6073/21.09.1965 ΦΕΚ 644/Β/02.10.1965). Έχει αποκαλυφθεί πρόσφατα στο οικόπεδο Δάμου, στο Δ.Δ. Νέων Κούκουρων, του Δήμου Ευπαλίου. Πρόκειται για κηρυγμένο με υπουργική απόφαση μνημείο στο Δ.Δ. Μαριολάτας, του Δήμου Γραβιάς (Υ.Α. 6073/21.09.1965 - ΦΕΚ 644/Β΄/02.10.1965).

99


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

του Υπουργείου Πολιτισμού των μελετών αυτών αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση προκειμένου η εφαρμογή τους να ενταχθεί σε προγράμματα χρηματοδότησης. Η Εφορεία συμμετείχε ενεργά σε πολλές από τις πρωτοβουλίες του Υπουργείου Πολιτισμού, όπως στα σεμινάρια για την αρχαιοκαπηλία, στην έκδοση της Διεύθυνσης Βυζαντινών και Μεταβυζαντινών Αρχαιοτήτων για τα οθωμανικά μνημεία στην Ελλάδα, και στο πρόγραμμα ψηφιοποίησης των κινητών μνημείων της Διεύθυνσης Εθνικού Αρχείου Μνημείων. Η συμμετοχή της Εφορείας στις ετήσιες πολιτιστικές δράσεις του Υπουργείου ήταν σταθερή και στις περισσότερες περιπτώσεις αξιοποιήθηκε η υλική και ηθική στήριξη των τοπικών φορέων, της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης Φωκίδας, των τότε Δήμων Άμφισσας, Δελφών, καθώς και του Συλλόγου Φίλων Αρχαιολογικού Χώρου και Μουσείου Δελφών. Η μεγάλη ανταπόκριση του κοινού αποτυπώθηκε στην ευρεία δημοσιότητα που έλαβαν οι εκδηλώσεις αυτές από τα τοπικά και όχι μόνο μέσα ενημέρωσης. Το 2009 ο θεσμός της Αυγουστιάτικης Πανσελήνου εορτάστηκε με πλούσιο μουσικό-θεατρικό δρώμενο και αθρόα συμμετοχή κοινού (εικ. 24-25) στο υπαίθριο θέατρο του Κάστρου της Άμφισσας, εκδόθηκε ειδικό για την εκδήλωση πολύπτυχο φυλλάδιο με χορηγία της τότε Νομαρχίας Φωκίδας,15 ενώ οι επίσημοι προσκεκλημένοι δεξιώθηκαν στο εστιατόριο στην είσοδο του Κάστρου, ευγενική προσφορά του Δήμου Άμφισσας. Στο Κάστρο πραγματοποιήθηκαν, επίσης, εκπαιδευτικά προγράμματα και ξεναγήσεις στον τριήμερο εορτασμό της Διεθνούς Ημέρας Μουσείων, τα έτη 2008, 2009 και 2010.

24

25

24. Α φίσα για την Πανσέληνο του Αυγούστου 2009 στο Κάστρο της Άμφισσας. 25. Κ άστρο Άμφισσας, Πανσέληνος του Αυγούστου 2009.

15

100

Το φεγγάρι κάνει βόλτα με τους μουσικούς Ιχνηλάτες, τον Πύρρο Πουλίτσα και τη Σελήνη Φιλιππιτζή. Πανσέληνος του Αυγούστου 2009.


Γεώργιος Κακαβάς: Π Ρ Ο Σ Π Α Θ Ε Ι Ε Σ Π Ο Λ Ι Τ Ι Σ Τ Ι Κ Η Σ Δ Ι Α Χ Ε Ι Ρ Ι Σ Η Σ , Π Ρ Ο Σ Φ Ο ΡΑ Σ Κ Α Ι Π Α Ρ Ο Υ Σ Ι Α Σ . Η Π Ε Ρ Ι Π Τ Ω Σ Η Τ Η Σ Φ Ω Κ Ι Δ Α Σ

Και αυτό ήταν μόνο η αρχή· το Κάστρο της Άμφισσας με τα μνημεία και τις μνήμες του μπορεί να αποτελέσει μελλοντικά έναν μοναδικό πολυπολιτισμικό χώρο που με την αποκατάστασή του, τη λειτουργία του θεάτρου του, με φεστιβάλ, με την απόκτηση καλαίσθητου αναψυκτηρίου, με εικαστικού περιεχομένου εκθέσεις, με θεατρικές παραστάσεις και άλλα καλλιτεχνικά δρώμενα, με ημερίδες και οργανωμένες επισκέψεις, θα μπορούσε να λειτουργήσει ως τόπος περισυλλογής, ξεκούρασης, κοινωνικής συνεύρεσης, πνευματικής ανάτασης και αναψυχής των κατοίκων όχι μόνο της πόλης, αλλά και όλων των δυνητικών επισκεπτών του. Παράλληλα, η υλοποίηση της δράσης αυτής θα έχει ως αποτέλεσμα αφενός την αύξηση της τουριστικής ανάπτυξης της Άμφισσας, η οποία θα μπορούσε να συμβάλλει με τη σειρά της στην ποιοτικότερη αξιοποίηση και ανάδειξη της ευρύτερης περιοχής και αφετέρου να θέσει νέες υποδομές για τη διοργάνωση διαθεματικών εκπαι-

δευτικών προγραμμάτων για τον πολιτισμό και το φυσικό περιβάλλον (εικ. 26). Η προβολή της θεαματικής τοποθεσίας, του άλλοτε πανίσχυρου Κάστρου των Άμφισσας, θα λειτουργήσει ως μια πρόσκληση-πρόκληση για παρατήρηση του φυσικού της κάλους. Είναι σίγουρο ότι η επίτευξη της εύκολης πρόσβασής του θα το αναδείξει σε έναν επίζηλο επισκέψιμο αρχαιολογικό χώρο, κόσμημα για την περιοχή. Φυσιολατρικές περιηγήσεις και εξορμήσεις θα μπορούσαν να προβάλλουν την ιδιαίτερη φυσιογνωμία της περιοχής προωθώντας και εκτός των τειχών της τους θρύλους, τις παραδόσεις και τα προϊόντα της. Ιδιαίτερη βαρύτητα δόθηκε επίσης στην οργάνωση των υποδομών της Εφορείας. Πολύτιμοι αρωγοί στην εξεύρεση πρόσθετων χώρων υπήρξαν οι τοπικοί φορείς. Το 2011, ο τέως Δήμος Γραβιάς παραχώρησε το κτίριο του πρώην Δημοτικού Σχολείου Μαριολάτας για την κάλυψη των επειγουσών λειτουργικών αναγκών της Υπηρεσίας στον νομό Φωκίδας (εικ. 27). Παράλληλα υπήρξε

26

27

26. Π ανοραμική άποψη της Άμφισσας. 27. Γ ραβιά, Δημοτικό Σχολείο Μαριολάτας παραχωρηθέν από τον τέως Δήμο Γραβιάς για αρχαιολογική αποθήκη (2010-2012).

101


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

πρόταση για παραχώρηση στην Εφορεία και του σημαντικού κτιριακού συγκροτήματος του Δημοτικού Σχο­ λείου Σερνικακίου (εικ. 28) και δρομολογήθηκαν όλες οι απαραίτητες διαδικασίες προκειμένου να αποτελέσει την Κεντρική Αρχαιολογική αποθήκη του νομού Φωκίδας και εργαστήριο συντήρησης κυρίως των πολλών αποσπασμένων ψηφιδωτών δαπέδων από μνημεία της Φωκίδας, όπως την παλαιοχριστιανική βασιλική της Άμφισσας ή τη βασιλική Α΄ της Κίρρας.16 Συγχρόνως πραγματοποιήθηκαν συστηματική και ψηφιακή οργάνωση του υπηρεσιακού αρχείου, εμπλουτισμός και ψηφιοποίηση των αρχείων, των μνημείων και της βιβλιοθήκης. Νομίζω ότι άφησα μέλλον λαμπρό για τους νεότερους άξιους συναδέλφους που συνεχίζουν το επίζηλο έργο της άλλοτε 24ης Βυζαντινής Εφορείας Αρχαιοτήτων στις δύο Εφορείες Αρχαιοτήτων που δημιουργήθηκαν με τον νέο οργανισμό, Φθιώτιδας-Ευρυτανίας και Φωκίδας. Οι προσπάθειες πολιτιστικής διαχείρισης, και συνεχούς προσφοράς και παρουσίας που σε συντομία σάς παρουσίασα δεν θα είχαν ίσως ευοδωθεί, αν δεν είχα τη συνεχή υποστήριξη των άξιων συνεργατών μου και των εμπνευσμένων εκπροσώπων της τοπικής κοινωνίας, που μοιράστηκαν μαζί μου το όραμα για ημέρες πολιτισμού και δρώμενα τέχνης και επιχορήγησαν αγόγγυστα όλες τις δράσεις και τις εκδηλώσεις της Υπηρεσίας μου, τιμώντας με πάντοτε με την παρουσία τους. Όλοι τους υποστήριξαν ηθικά και υλικά το έργο και τις δράσεις της Εφορείας. Επιτρέψτε μου να κάνω μνεία σε όσους έστεργαν πάντα δίπλα μου τα τέσσερα αυτά χρόνια από την ευλογημένη φωκική γη. Τον πολύπειρο εργατοτεχνίτη και εξαίρετο άνθρωπο Ευθύμιο Ρόγγο με το εποχιακό του

συνεργείο, τον πρώην νομάρχη Φωκίδας και άλλοτε δήμαρχο Δελφών κ. Νίκο Φουσέκη με το επιτελείο του, που με έκαναν κάθε φορά να νιώθω δικός τους άνθρωπος και να θέλω πραγματικά να προσφέρω με ευχαρίστηση τις ταπεινές μου υπηρεσίες στον τόπο τους. Αναφέρομαι στους πολύτιμους φίλους ονομαστικά χωρίς τίτλους που με τον καιρό άλλαζαν, στον Γιάννη Τζαβάρα, στην Παναγιώτα Λαΐνη-Κολλιαλή, στην Αρχοντούλα Σορώκου, στον Κώστα Δασκαλόπουλο, στον Παναγιώτη Ταγκαλή, στο Γιάννη Γεωργίου, στο Θανάση Παναγιωτόπουλο, τώρα Δήμαρχο Δελφών και φυσικά στη Λέλα Μπακολουκά. Η αγαστή συνεργασία που είχα με όλους τους αποτελεί προάγγελο καλών μαντάτων και αποδεικνύει περίτρανα ότι το Υπουργείο Πολιτισμού μπορεί με τη διαρκή και στενή συνεργασία και την υποστήριξη των τοπικών αρχών να αναδείξει τον αρχαιολογικό πλούτο της κάθε περιοχής, προς όφελος πρώτα των κατοίκων της κι έπειτα των επισκεπτών της. Θα επιστρέψω ξανά στη διαχείριση του πολιτισμικού προϊόντος της πατρίδας μας. Αυτό που λείπει είναι και η πολιτική και ο προγραμματισμός. Ευελπιστούμε όλοι ότι με τις πρόσφατες εξελίξεις και τη συγχώνευση των Υπηρεσιών θα αμβλυνθεί το οικονομικό αδιέξοδο στο οποίο βρίσκεται η Ελλάδα, που έχει ως άμεσο αντίκτυπο και τη μείωση του ετήσιου προϋπολογισμού του Υπουργείου, επομένως και των δυνατοτήτων και ευκαιριών για πολιτιστική ανάταση, κυρίως στην Περιφέρεια. Βέβαια, με προσωπικό αγώνα και υψηλό πνεύμα ευθύνης μπορούμε να κρατήσουμε ζωντανή και την πολιτιστική μας παράδοση, τουλάχιστον στις υπηρεσίες ή τους νομούς που έχουμε αρμοδιότητα. Οι Εφορείες Αρχαιοτήτων πρέπει να αναχθούν σε ζωντανά, παλλόμενα κύτταρα πολιτιστι-

28

28. Σ ερνικάκι, Δημοτικό Σχολείο παραχωρηθέν από τον Δήμο Δελφών για αρχαιολογική αποθήκη και εργαστήριο συντήρησης ψηφιδωτών (2011-2012).

16

102

209 τμήματα ψηφιδωτών δαπέδων φυλάσσονται σήμερα στην αποθήκη της άλλοτε 23ης ΕΒΑ στο Δίστομο. Πρόκειται για 165 τεμάχια από την παλαιοχριστιανική βασιλική της Άμφισσας, 37 τεμάχια από τη βασιλική Α΄ της Κίρρας, 5 από την «κοινοτική» πλατεία της Κίρρας και 2 από το νεκροταφείο των Δελφών.


Γεώργιος Κακαβάς: Π Ρ Ο Σ Π Α Θ Ε Ι Ε Σ Π Ο Λ Ι Τ Ι Σ Τ Ι Κ Η Σ Δ Ι Α Χ Ε Ι Ρ Ι Σ Η Σ , Π Ρ Ο Σ Φ Ο ΡΑ Σ Κ Α Ι Π Α Ρ Ο Υ Σ Ι Α Σ . Η Π Ε Ρ Ι Π Τ Ω Σ Η Τ Η Σ Φ Ω Κ Ι Δ Α Σ

κής ανάπτυξης με την οργάνωση σεμιναρίων, ημερίδων, ομιλιών, και άλλων εκδηλώσεων, με εκπαιδευτικά προγράμματα, συμμετέχοντας σε συνέδρια, προβάλλοντας και δημοσιεύοντας γρήγορα τα νέα αρχαιολογικά ευρήματα, υλοποιώντας έργα με συγχρηματοδότηση από κοινοτικά προγράμματα και άλλες πηγές, παίρνοντας θέση σε ό,τι αφορά τον πολιτισμό και τα παρακλάδια του, κινητοποιώντας τους κατοίκους και τους κοινωνικούς φορείς κάθε περιοχής. Πρέπει να οραματιστούμε τι πολιτική θέλουμε για τον πολιτισμό, να την περιγράψουμε και να αγωνιστούμε για την υλοποίησή της, έτσι μόνο θα μπορέσουμε να αναδείξουμε και να διασώσουμε τα μνημεία μας, αλλά συγχρόνως να φέρουμε και κόσμο να τα δει, να τα θαυμάσει και να διδαχθεί από αυτά. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο πολιτισμός και η ανάπτυξή του διαπλέκονται με όλο το φάσμα της σύγχρονης κοινωνικής πραγματικότητας, η οποία είναι αρκετά ζοφερή και δεν επιτρέπει τα μεγαλεπήβολα σχέδια. Όμως δεν πρέπει να καταθέτουμε τα όπλα, αλλά να αγωνιζόμαστε με οδηγό το όραμά μας. Να δίνουμε καθημερινή μάχη για τον πολιτισμό, να προβάλλουμε τα επιτεύγματά του, να απευθυνόμαστε σε χορηγούς για να γίνονται κοινωνοί των πολιτισμικών μας προγραμμάτων και εκδηλώσεων. Με χορηγίες μπορούμε να πραγματοποιήσουμε ποικίλες δράσεις πολιτιστικού περιεχομένου. Σας καταθέτω το παράδειγμα των τριών μουσείων που διεύθυνα και διευθύνω την τελευταία πενταετία στην Αθήνα, των οποίων όλες οι εκδηλώσεις και οι εκθέσεις ακόμη και στο εξωτερικό υλοποιήθηκαν αποκλειστικά και μόνο με χορηγίες. Φίλοι μου, ο Μάρτιν Λούθερ Κίνγκ άρχισε την

29

ιστορική ομιλία του στις 28 Αυγούστου 1963 με τη φράση-κλειδί «έχω ένα όνειρο», λοιπόν, έχω κι εγώ ένα όνειρο, όνειρα μάλλον και οράματα, για τον πολιτισμό και την πολιτική του. Οράματα, όμως, που για να υλοποιηθούν απαιτούν στρατηγική, η οποία θα επιτρέψει να επιλεγούν τακτικές και να αποσαφηνισθούν οι σκοποί, να επιλεγούν τομείς δραστηριοποίησης, να αξιοποιηθούν δυνατότητες. Να γίνει συστηματική καταγραφή, να διαφυλαχθούν, να προβληθούν και να αναδειχθούν οι Πολιτιστικοί Πόροι, να εκπονηθούν Πολιτιστικοί Χάρτες και κυρίως μέσα από τις διεργασίες αυτές να αξιοποιηθούν, μέσω διασύνδεσης, όλοι οι τομείς της οικονομίας, να γίνει βιώσιμη η διαχείριση της πολιτιστικής κληρονομιάς μέσω της τοπικής κοινωνίας. Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι η ιστορία γράφεται με έργα πολιτισμού και ότι ο πολιτισμός αποτελεί τη μόνη ελπίδα μας για επαναπροσδιορισμό και ανάταση της ζωής μας. Στη ζωή πρέπει να πορευόμαστε με οδηγό τα οράματα και τις αξίες, συνοδοιπόρους τη θέληση, τη σκληρή δουλειά, την αφοσίωση και την ελπίδα και να έχουμε φύλακες Αγγέλους τους πιστούς και πολύτιμους φίλους. Επιτρέψτε μου στο σημείο αυτό να περιηγηθούμε σε ένα φωτογραφικό οδοιπορικό που το ονόμασα «Στιγμές και άνθρωποι» στη χώρα του Πύθιου Απόλλωνα.17 Είναι ο βίος και η πολιτεία των τεσσάρων χρόνων που κρατούσα το πηδάλιο της Εφορείας συνεπικουρούμενος από τους ελάχιστους υπαλλήλους της, άξιους συναδέλφους,18 συνεργάτες και πιστούς φίλους από τις τοπικές κοινωνίες και αρχές. Στιγμιότυπα από εκδηλώσεις (εικ. 29-30), συνεστιάσεις (εικ. 31-32), αυτοψίες (εικ. 33-35), συγκεντρώσεις και εξορμήσεις. Αναμνήσεις αγαπημένων

30

29. Ά μφισσα, εκδήλωση στο Κάστρο με τους Ιχνηλάτες, τον Πύρρο Πουλίτσα, τη Σελήνη Φιλιππιτζή, τη Σοφία Ζύρμπα και το Σωτήρη Χούπα. 30. Ά μφισσα, εκδήλωση στο Κάστρο με τους Ιχνηλάτες, τον Πύρρο Πουλίτσα, τη Σελήνη Φιλιππιτζή, τη Σοφία Ζύρμπα και τη Χριστίνα Καπερώνη.

17

18

Η παρούσα έντυπη μορφή της εισήγησής μου πλαισιώνεται με πολύ μικρότερο αριθμό φωτογραφιών σε σχέση με το power point της πρώτης παρουσίασης στο Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης. Ιδιαίτερη μνεία οφείλω στους συμβασιούχους αρχαιολόγους που μαζί με τον γράφοντα συμμετείχαν στις σωστικές ανασκαφές της 24ης ΕΒΑ στην Άμφισσα (2ος 2008-2ος 2012): Αθανάσιο Μαΐλη, Γεώργιο Αγιαρμανιώτη και Βασιλική Κατσουλιέρη στον Ναό της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα, Κωνσταντίνα Συλεούνη, Σοφία Ζύρμπα και Αλέξανδρο Κατόπη στον Μητροπολιτικό Ναό.

103


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

προσώπων και εκλεκτών προσκεκλημένων, ανεκτίμητα εφόδια που σε χαλυβδώνουν στο δύσκολο ταξίδι της ζωής. Στιγμές και πρόσωπα που δια μαγείας μεταμορφώνουν ένα ρέκβιεμ σε πανηγύρι και γιορτή, που σε κάνουν

να ονειρεύεσαι τη μεταμόρφωση της γραφειοκρατίας και του οπορτουνισμού σε πολιτιστική έκρηξη και ευημερία. Σε όλους τους οφείλω ένα απέραντο ευχαριστώ (εικ. 36).

31

32

33

34

35

36

31-32. Άμφισσα, δεξίωση στο δημοτικό εστιατόριο στην είσοδο του Κάστρου. 33. Α υτοψία στον ναό του Αγίου Ιωάννη του Θεολόγου στο Ευπάλιο στο πλαίσιο μελέτης αποκατάστασης. 34. Α υτοψία στη Φωκίδα με το υπηρεσιακό αυτοκίνητο της 24ης ΕΒΑ και οδηγό τον Παναγιώτη Τσαούση. 35. Δ ιάλλειμα στο πλαίσιο αυτοψίας στη Φωκίδα με τους δύο εργατοτεχνίτες της Εφορείας τον Ευθύμιο Ρόγγο και τον Παναγιώτη Τσαούση. 36. Φ ωκική γη: κυκλάμινα στου βράχου τη σχισμάδα, προσφορά ψυχής στους φίλους και συνοδοιπόρους των κοινών μας αγώνων πολιτισμού.

104


Γεώργιος Κακαβάς: Π Ρ Ο Σ Π Α Θ Ε Ι Ε Σ Π Ο Λ Ι Τ Ι Σ Τ Ι Κ Η Σ Δ Ι Α Χ Ε Ι Ρ Ι Σ Η Σ , Π Ρ Ο Σ Φ Ο ΡΑ Σ Κ Α Ι Π Α Ρ Ο Υ Σ Ι Α Σ . Η Π Ε Ρ Ι Π Τ Ω Σ Η Τ Η Σ Φ Ω Κ Ι Δ Α Σ

Βιβλιογραφία Κακαβάς Γ. 2009: «Νεότερες έρευνες, αρχαιολογικές και αναστηλωτικές εργασίες στη Φθιώτιδα, Ευρυτανία και Φωκίδα κατά το έτος 2008», στο ΑΕΘΣΕ 3.ΙΙ, Βόλος, 1277-1286. Κακαβάς Γ. 2009α: «Γεγονότα, θρύλοι και παραδόσεις για το κάστρο της Άμφισσας», στο Το φεγγάρι κάνει βόλτα με τους μουσικούς Ιχνηλάτες, τον Πύρρο Πουλίτσα και τη Σελήνη Φιλιππιτζή. Πανσέληνος του Αυγούστου 2009, Αθήνα & Άμφισσα, 1-4. Κακαβάς Γ. 2012: «Το έργο της 24ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων κατά την τριετία 2009-2011», στο 4ο ΑΕΘΣΕ 2009-2011. Από τους Προϊστορικούς στους Νεώτερους Χρόνους, (Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Βόλος 15-18

Μαρτίου 2012), Περιλήψεις ανακοινώσεων, II. Βυζαντινοί - Μεταβυζαντινοί Χρόνοι, Βόλος, 4. Κακαβάς Γ. 2012α: «24η Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων», στο Μ. Ανδρεαδάκη-Βλαζάκη (επιμ.), 2000-2010. Από το ανασκαφικό έργο των Εφορειών Αρχαιοτήτων, Αθήνα, 79-86 (http://www.yppo.gr/0/anaskafes/ pdfs/24_EBA.pdf). Κακαβάς Γ. – Πινάτση Χρ. – Ασλανίδης Κλ. 2009: «Ναός Μεταμόρφωσης του Σωτήρος στην Άμφισσα. Νέα ευρήματα», στο Εικοστό Ένατο Συμπόσιο Βυζαντινής και Μεταβυζαντινής Αρχαιολογίας και Τέχνης, (Βυζαντινό & Χριστιανικό Μουσείο 15-17 Μαΐου 2009), Αθήνα, 54-55.

105


106


Ελένη-Εύα Τουμπακάρη, Δημοσθένης Σβολόπουλος: ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΑΠΟ ΚΑΤΑΠΤΩΣΕΙΣ ΒΡΑΧΩΝ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ ΔΕΛΦΩΝ

ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΑΠΟ ΚΑΤΑΠΤΩΣΕΙΣ ΒΡΑΧΩΝ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ ΔΕΛΦΩΝ ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΕΣ1 Δρ Ελένη-Εύα Τουμπακάρη Πολιτικός Μηχανικός, Προϊσταμένη Τμήματος Μελετών ΔΑΑΜ, ΥΠΠΟΑ

Δημοσθένης Σβολόπουλος Αρχιτέκτων Μηχανικός, Προϊστάμενος Δ/νσης Αναστήλωσης Αρχαίων Μνημείων (ΔΑΑΜ), ΥΠΠΟΑ

Εισαγωγή Η προστασία του αρχαιολογικού χώρου Δελφών από βραχοπτώσεις είναι μείζον θέμα για τις αρμόδιες Υπηρεσίες του Υπουργείου Πολιτισμού, τόσο λόγω της σημασίας του αρχαιολογικού χώρου, όσο και της σοβαρότητας του προβλήματος. Οι δυνατότητες, όμως, καθώς και γενικότερα οι συνθήκες δεν επέτρεψαν, μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 2000, την εφαρμογή μιας ολοκληρωμένης επέμβασης. Η ανάλυση των αιτιών δεν αποτελεί αντικείμενο της σύντομης παρουσίασης που ακολουθεί, η οποία εστιάζει περισσότερο στην αντιμετώπιση που υιοθετήθηκε από την Διεύθυνση Αναστήλωσης Αρχαίων Μνημείων από το 2012 και εξής, αφού προηγήθηκε συστηματική προεργασία του θέματος κατά τα έτη 2008-2009. Κρίθηκε, λοιπόν, σκόπιμο, της αναλυτικής παρουσίασης (από τους ίδιους τους μελετητές) του συνόλου των μελετών που εκπονήθηκαν για την προστασία του αρχαιολογικού χώρου των Δελφών από βραχοπτώσεις, να προηγηθεί η εισαγωγική αυτή παρουσίαση, στην οποία αναφέρονται συνοπτικά η στρατηγική της Διεύθυνσης και οι διαδικασίες που ακολουθήθηκαν, προκειμένου να δρομολογηθεί μια ολοκληρωμένη, κι επομένως διεπιστημονική, αντιμετώπιση του θέματος. Θα προταχθεί, ωστόσο, η υπενθύμιση των αρχών που διέπουν την προστασία των τοπίων. Είναι, άλλωστε, γνωστή η σημασία του τοπίου που περιβάλλει έναν αρχαιολογικό χώρο για την κατανόηση του τελευταίου, γεγονός που οδήγησε σταδιακά στη μνημειοποίηση του τοπίου, δηλαδή στην μετατροπή του ίδιου του τοπίου σε μνημείο. Αυτό σημαίνει ότι τυχόν επεμβάσεις που επηρεάζουν το τοπίο-μνημείο θα πρέπει να γίνονται με μεγάλη περίσκεψη και να συνεκτιμώνται πολλές παράμετροι πριν από την λήψη αποφάσεων. Οι δυσκολίες που μεταφέρονται, εξ αυτού του λόγου, στους Μηχανικούς και τις εμπλεκόμενες Υπηρεσίες κατά τον σχεδιασμό των επεμβάσεων είναι μεγάλες, καθώς καλούνται να κινηθούν με κριτικό τρόπο στον στενό δρόμο που αφήνουν, από την μια η αντίστοιχη θεωρία (οι επιταγές της τέχνης και της επιστήμης) και η επαγγελματική δεοντολογία –στην οποία δεσπόζουσα θέση κατέχει η ευθύνη για την ασφάλεια ανθρώπων και έργων– και, από την άλλη, οι απαιτήσεις για την προστασία του μνημείου και του τοπίου-μνημείου. Οι δυσκολίες αυτές δεν είναι πάντοτε κατανοητές από όλες

1

τις ειδικότητες που εμπλέκονται στην προστασία των μνημείων. Η δυσκολία επικοινωνίας, διαλόγου και, εν τέλει, διαπραγμάτευσης μεταξύ διαφορετικών επιστημονικών πεδίων είναι ένα υπαρκτό πρόβλημα και θα μπορούσε ίσως να ερμηνεύσει την καθυστέρηση στην αναγνώριση προβλημάτων ή/και στην λήψη αποφάσεων για αντίστοιχα θέματα. Για την Διεύθυνση Αναστήλωσης Αρχαίων Μνημείων, λοιπόν, η προώθηση των μελετών για το ζήτημα των βραχοπτώσεων στον αρχαιολογικό χώρο Δελφών απετέλεσε από την πρώτη στιγμή, όχι μόνο υποχρέωση για την αντιμετώπιση του χρόνιου αυτού ζητήματος, αλλά και ευκαιρία για στοχασμό ως προς την δέουσα αντιμετώπιση αντίστοιχων ζητημάτων.

Α. Το τοπίο ως μνημείο Η προστασία του τοπίου που περιβάλλει έναν αρχαιολογικό χώρο ή ένα μνημείο αποτελεί υποχρέωση της Πολιτείας κι έχει κατοχυρωθεί νομικά. Όπως αναφέρεται στο άρθρο 2γ του Αρχαιολογικού Νόμου 3028: «Ως αρχαιολογικοί

Οι συγγραφείς εκφράζουν θερμές ευχαριστίες προς τα στελέχη της ΕΥΔΕ-ΠΑΘΕ (νυν ΕΥΔΕ-ΚΣΣΥ) Αλ. Καλαβάση, Πολιτικό Μηχ., Προϊστάμενο Τμήματος Μελετών, Δρα Αθ. Κούκη, Πολιτικό Μηχ., Ελ. Σαραντοπούλου, Γεωλόγο, Η. Αντωνίου & Μ. Παπαθεοδώρου, Πολιτικούς Μηχ. καθώς και προς τους μελετητές Α. Ρίτσο, Πολιτικό Μηχ., Δρα Β. Ξενάκη, Πολιτικό Μηχ., Α. Παναγόπουλο, Χ. Αλεξιάδου και Π. Δαφνή, Γεωλόγους, Π. Ψάλτη, Μ. Ξινόγαλο & Ι. Πετρόγκωνα, Τοπογράφους Μηχ., Α. Ασσανά, Αρχιτέκτονα Μηχ. και Ζ. Λαδά, Πολιτικό Μηχ. για την άριστη συνεργασία που υπήρξε καθ’ όλη τη διάρκεια του έργου. Η στήριξη της Γενικής Διευθύντριας Αναστήλωσης, Μουσείων & Τεχνικών Έργων Ε. Γατοπούλου και της Προϊσταμένης της ΕΦΑ Φωκίδας Αθ. Ψάλτη υπήρξε συνεχής και αμέριστη και συνετέλεσε καθοριστικά στην ολοκλήρωση της δράσης.

107


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

χώροι νοούνται εκτάσεις στην ξηρά ή στη θάλασσα ή στις λίμνες ή στους ποταμούς, οι οποίες περιέχουν ή στις οποίες υπάρχουν ενδείξεις ότι περιέχονται αρχαία μνημεία ή αποτέλεσαν ή υπάρχουν ενδείξεις ότι αποτέλεσαν από τους αρχαιοτάτους χρόνους έως και το 1830 μνημειακά, οικιστικά ή ταφικά σύνολα. Οι αρχαιολογικοί χώροι περιλαμβάνουν και το απαραίτητο ελεύθερο περιβάλλον που επιτρέπει στα σωζόμενα μνημεία να συντίθενται σε ιστορική, αισθητική και λειτουργική ενότητα» (Ν.3028/2002, αρ.2.γ). Όλο το τρίτο τμήμα του Νόμου, και ειδικότερα τα άρθρα 12 ως και 17 αφιερώνονται στις πάσης φύσεως χωρικές ρυθμίσεις, οριοθετήσεις, ζώνες προστασίας κ.ο.κ. που εξειδικεύουν την προστασία του τοπίου. Ενδεχομένως η σημασία του τοπίου να φαίνεται σήμερα προφανής, ωστόσο η απαίτηση για προστασία του είναι μια σχετικά πρόσφατη έννοια. Αποτελεί την κατάληξη προβληματισμών, συζητήσεων και απόψεων, που εκφράστηκαν τις τελευταίες δεκαετίες μέσα από μια σειρά διεθνών συνθηκών που αναφέρονται στο περιβάλλον και τη σημασία της προστασίας του, αρχής γενομένης από την «Σύσταση για την προστασία της ομορφιάς και του χαρακτήρα τοπίων και χώρων (Recommendation concerning the safeguarding of beauty and character of landscapes & sites)», που προωθήθηκε το 1962 από την UNESCO ως αντίδραση στην ολοένα και μεγαλύτερη πίεση που δεχόταν το φυσικό περιβάλλον από την αυξανόμενη αστικοποίηση και επέκταση των πάσης φύσεως βιομηχανικών και αγροτικών δραστηριοτήτων. Αν και δεν γίνεται συγκεκριμένα λόγος για το τοπίο που περιβάλλει τους αρχαιολογικούς χώρους, οι συστάσεις αυτές μπορούν να θεωρηθούν ως το πρώτο διεθνές νομικό εργαλείο που αναγνωρίζει τη σημασία του τοπίου ως κληρονομιάς και άρα την ανάγκη για την προστασία του. Ακολούθησαν έκτοτε κι άλλες Διεθνείς Συνθήκες, όπως λ.χ. η Συνθήκη της Βαλέττας –η οποία κυρώθηκε μόλις το 1992–, με την οποία αναγνωρίζεται η σημασία του τοπίου που περιβάλλει έναν αρχαιολογικό χώρο. Πράγματι, στο άρθρο 1.3 αναφέρεται: «The archaeological heritage shall include structures, constructions, groups of buildings, developed sites, moveable objects, monuments of other kinds as well as their context, whether situated on land or under water». Συνεπώς, η προστασία του τοπίου αποτελεί μια σχετικά πρόσφατη έννοια και εξέλιξη. Δύο παραδείγματα αρκούν για να καταδείξουν τη σημασία του τοπίου για την κατανόηση κι ερμηνεία μνημείων, είτε στο πλαίσιο μελέτης κοινωνικών διεργασιών (το πρώτο παράδειγμα), είτε από την σκοπιά της τεχνολογίας και της οικοδομικής (το δεύτερο παράδειγμα). Τα αρχαιολογικά κατάλοιπα που ανασκάπτονται στον Αζοριά στην ανατολική Κρήτη, ιδωμένα αποκομμένα (εικ. 1α) σίγουρα δεν αρκούν για να μεταφέρουν, τουλάχιστον στους μη ειδικούς, τη σημασία του χώρου αυτού, και θα εγκαλούσαν ίσως και τον ειδικό σε μια δύσκολη άσκηση ερμηνείας. Αν όμως τοποθετηθούν στο τοπίο τους (εικ. 1β), και μελετηθούν λαμβάνοντάς το υπόψιν παρά τις τροποποιήσεις που και το ίδιο έχει υποστεί, γίνεται πιο εύκολο για τον μελετητή να ανασυνθέσει διανοητικά την πορεία των κατοίκων του χώρου, οι οποίοι, μετά την καταστροφή των Ανακτόρων και στη

108

1. (α) Ο οικισμός και (β) το τοπίο του Αζοριά. Ο οικισμός βρίσκεται στην κορυφή του λόφου.

διάρκεια των Σκοτεινών Χρόνων, αναζήτησαν καταφύγιο στην ενδοχώρα και, στη συνέχεια, διαμόρφωσαν σταδιακά τα πρώτα «αστικά» κέντρα. Όσο για τον μη ειδικό, ίσως τελικά να είναι κυρίως η μαγεία του τοπίου και του τόπου που θα τον ωθήσουν να επισκεφθεί έναν τόσο δυσπρόσιτο χώρο, για να περιπλανηθεί, στην συνέχεια, στα ερείπια του εγκαταλελειμμένου οικισμού ... Στην μυκηναϊκή ακρόπολη της Μιδέας, η οποία δεσπόζει στον αργολικό κάμπο και βλέπει μέχρι και τις βουνοκορφές της Αρκαδίας (εικ. 2), οι ήπιες επεμβάσεις που υλοποιήθηκαν στο πλαίσιο της αντίστοιχης Επιστημονικής Επιτροπής του Υπουργείου Πολιτισμού, επέτρεψαν να διατηρηθεί το τοπίο και η αισθητική της ερείπωσης που αποπνέει ο χώρος.


Ελένη-Εύα Τουμπακάρη, Δημοσθένης Σβολόπουλος: ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΑΠΟ ΚΑΤΑΠΤΩΣΕΙΣ ΒΡΑΧΩΝ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ ΔΕΛΦΩΝ

Με τον τρόπο αυτό διευκολύνεται η διακριτική, αβίαστη ανάδειξη του πλέον σημαντικού από τα εναπομείναντα δομικά στοιχεία αυτού του χώρου: την διαδοχή των ανδήρων που κατασκευάστηκαν από τους Μυκηναίους, κι εξασφαλίζονται από σειρά ορατών αναλημματι-

κών τοίχων (τοίχων αντιστήριξης), για να επεκτείνουν τον ζωτικό τους χώρο (εικ. 3). Τα παραδείγματα που παρουσιάστηκαν έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: το τοπίο, το οποίο σήμερα καλούμαστε να διαφυλάξουμε στο πλαίσιο του Αρχαιολογικού

2

3

2. Ά ποψη του αρχαιολογικού χώρου της Μιδέας. Στο βάθος ο Αργολικός Κόλπος και τα όρη της Αρκαδίας. 3. Η διαδοχική σειρά ανδήρων για την διαμόρφωση κι επέκταση της Ακρόπολης (για διευκόλυνση, τα ορατά στην εικόνα τμήματα κάθε ανδήρου καθώς και του τείχους ορίζονται με τα κόκκινα βέλη).

109


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

Νόμου, είναι ένα τοπίο σταθερό, το οποίο δεν έχει τροποποιηθεί, ή δεν απειλείται, ούτε έχει απειληθεί, από τις φυσικές διεργασίες που γίνονται στο περιβάλλον. Τί γίνεται, όμως, στην περίπτωση που λαμβάνουν χώρα διεργασίες, οι οποίες μπορούν δυνάμει να απειλήσουν όχι μόνο τα ίδια τα μνημεία αλλά και τους επισκέπτες τους;

Χαρακτηριστικές εικόνες από τον ναό της Αθηνάς Προναίας (εικ. 5) και την πηγή Κερνά (εικ. 6) υπενθυμίζουν την σοβαρότητα του χρόνιου αυτού προβλήματος.

5

Β. Τοπίο και Περιβάλλον Στο σημείο αυτό, λοιπόν, είναι χρήσιμο να συζητηθεί η διάκριση τοπίου και περιβάλλοντος. Πράγματι, η έννοια του περιβάλλοντος, αν κι ενίοτε χρησιμοποιείται ως εναλλακτική της έννοιας του τοπίου, δεν ταυτίζεται με αυτήν. Το τοπίο συνδυάζει τα ορατά στοιχεία μιας περιοχής, συμπεριλαμβανομένων των φυσικών χαρακτηριστικών όπως η μορφολογία του εδάφους, η χλωρίδα και η πανίδα μαζί με άυλα στοιχεία όπως το φως και οι καιρικές συνθήκες, και με ανθρωπογενή στοιχεία όπως οι ανθρώπινες δραστηριότητες και το τεχνητό περιβάλλον, τεχνικά έργα και διευθετήσεις. Στο περιβάλλον εντάσσεται ασφαλώς το τοπίο, περιλαμβάνεται ωστόσο οτιδήποτε άλλο, αν και μη ορατό, επηρεάζει την επιφάνεια και κατ΄επέκτασιν, και τις ανθρώπινες δραστηριότητες: γεωλογικές στρώσεις, ρήγματα ενεργά ή μη, υπόγεια ύδατα και πηγές. Η περίπτωση των Δελφών είναι τυπική. Στην εικόνα 4 φαίνεται ο χώρος κατά τη διάρκεια των ανασκαφών και γίνεται φανερή η αλλαγή που υπέστη μετά την

4

4. Ά ποψη του χώρου κατά την διάρκεια των ανασκαφών. Με βέλη σημειώνονται ενδεικτικά η κλίση και το ύψος των επιχώσεων.

εγκατάλειψή του: τεράστιες επιχώσεις κάλυψαν τα μνημεία, τόσο σε ύψος όσο και σε πολύ μεγάλη έκταση. Ο χώρος ξεχάστηκε, κι ένα ολόκληρο χωριό οικοδομήθηκε στη θέση του. Η μεταφορά υλικών (η οποία συνεχίζεται και σήμερα μέσα από το ρέμα της Ροδινής) δεν αποτελεί, ωστόσο, το πιο χαρακτηριστικό γνώρισμα του χώρου. Είναι γνωστό, και μάλιστα από την Αρχαιότητα, ότι η ευρύτερη περιοχή του αρχαιολογικού χώρου είναι ένα ενεργό πεδίο βραχοπτώσεων. Ενδεικτικά ας αναφερθεί ότι στο αρχείο της Διεύθυνσης Αναστήλωσης Αρχαίων Μνημείων υπάρχουν αναφορές για έξι μείζονα γεγονότα κατά το έτος 2009, και για τουλάχιστον πέντε μείζονα γεγονότα το 2012, όλα σχετιζόμενα με αποκολλήσεις και καταπτώσεις βράχων διαφόρων διαστάσεων.

110

5. Ο ναός της Αθηνάς Προναίας μετά από βραχοπτώσεις (φωτογραφία αρχών 20ού αι.). 6. Η πηγή Κερνά πριν και μετά τις βραχοπτώσεις (περ. 1980).


Ελένη-Εύα Τουμπακάρη, Δημοσθένης Σβολόπουλος: ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΑΠΟ ΚΑΤΑΠΤΩΣΕΙΣ ΒΡΑΧΩΝ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ ΔΕΛΦΩΝ

Στην περίπτωση των Δελφών, λοιπόν, όπως και σε όλες τις αντίστοιχες περιπτώσεις, οι φυσικές διεργασίες που λαμβάνουν χώρα απειλούν την αυθεντικότητα του τοπίου-μνημείου. Επί πλέον, ίσως και πρωτίστως, συνιστούν απειλή για τα μνημεία και, πολύ περισσότερο, για τους ίδιους τους επισκέπτες. Λόγω όμως της σημασίας του χώρου –ο οποίος έχει ενταχθεί στον κατάλογο των Μνημείων Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO– δεν είναι εύκολα αποδεκτή η εφαρμογή μεθόδων για την αντιμετώπιση των βραχοπτώσεων, οι οποίες, αν και απολύτως δόκιμες κι εφαρμοσμένες σε άλλους χώρους, θα είχαν σοβαρή επίπτωση στο Δελφικό τοπίο. Από την άλλη, ωστόσο, η απαίτηση για την διαφύλαξη του τοπίου αλώβητου από σύγχρονες παρεμβάσεις δεν είναι συμβατή με τις σύγχρονες αντιλήψεις ως προς το αναγκαίο επίπεδο ασφαλείας των επισκεπτών και την προστασία των αποκεκαλυμμένων μνημείων, οι οποίες, σε τέτοιες περιπτώσεις, καθιστούν την λήψη μέτρων απολύτως αναγκαία.

Γ. Η στρατηγική για την προστασία του αρχαιολογικού χώρου Δελφών από βραχοπτώσεις Εάν δεν είναι δυνατή ταυτοχρόνως η πλήρης ικανοποίηση των απαιτήσεων για την προστασία του τοπίου και των απαιτήσεων ασφαλείας, ο μόνος δρόμος για την αντιμετώπιση του προβλήματος είναι ο διάλογος με στόχο την επίτευξη του βέλτιστου συμβιβασμού. Για την αξιοπιστία της διαδικασίας, κρίθηκε, λοιπόν, απαραίτητο, οι προτάσεις που θα εισάγονταν για γνωμοδότηση στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο, να ικανοποιούν τις ακόλουθες θεμελιώδεις απαιτήσεις: (α) να αντιμετωπίζουν το πρόβλημα στο σύνολο του αρχαιολογικού χώρου και όχι τοπικά,

(β) να βασίζονται σε αξιόπιστη ποσοτική πληροφορία, στη βάση της λεπτομερούς τεκμηρίωσης και κατανόησης των μηχανισμών που διέπουν τις περιβαλλοντικές διεργασίες στον χώρο, (γ) οι φορείς ανάθεσης και μελέτης να διαθέτουν την απαιτούμενη διαδικαστική-ελεγκτική και μελετητική εμπειρία αντίστοιχα. Γ.1. Ανάγκη για ολοκληρωμένη αντιμετώπιση στο σύνολο του χώρου Είναι γεγονός ότι τα τελευταία χρόνια, και συγκεκριμένα από τα τέλη της δεκαετίας του 1980, πραγματοποιήθηκαν, με εγκεκριμένες μελέτες, έργα προστασίας του αρχαιολογικού χώρου των Δελφών για την αντιμετώπιση των πλέον επειγόντων προβλημάτων. Τα πιο χαρακτηριστικά έργα είναι: (α) η κατασκευή κατά το 2003-2004 φράγματος προστασίας από την πτώση βράχων στην περιοχή των Φαιδριάδων σε μήκος 80μ. κατά μήκος και ανάντη του αρχαίου Σταδίου, (β) η κατασκευή κατά το 2010 ικριώματος ύψους 65μ. με στόχο την αποφόρτιση παλαιού φράγματος συγκράτησης βράχων που είχε κατασκευασθεί το 1985 στην περιοχή της Κασταλίας Πηγής. Στο πλαίσιο του έργου αυτού ολοκληρώθηκε η κατάτμηση και καταβίβαση των τεμαχίων βραχόμαζας από το φράγμα ανάσχεσης, (γ) η υλοποίηση κατά το 2011 του έργου «Άμεσα μέτρα εξασφάλισης από καταπτώσεις βράχων στον χώρο της Κασταλίας Πηγής Δελφών», που αφορούσε στην επέκταση του υφιστάμενου φράγματος ανάσχεσης προς την είσοδο του μνημείου μέχρι και τον δρόμο, καθώς και (δ) του έργου «Εξασφάλιση αρχαιολογικού χώρου Δελφών, Κατασκευή Μεταλλικού Τοίχου Ανάσχεσης» το οποίο περιελάμβανε την κατασκευή τοίχου ανάσχεσης σε μήκος 76μ. και μέση απόσταση 18μ. περίπου από την βάση του πρανούς που διαμορφώνεται πάνω από το αρχαίο στάδιο (εικ. 7).

7

7. Ο ι περιοχές των βασικότερων τοπικών επεμβάσεων δηλώνονται με πλαίσιο επί χάρτη στον οποίο σημειώνονται η έκταση και το εύρος των αναγκαίων επεμβάσεων στον Αρχαιολογικό Χώρο και κατά μήκος της Εθνικής Οδού (υπόβαθρο από «Μελέτη προστασίας…», 2014).

111


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

Τα μέτρα που προαναφέρθηκαν, τοπικού χαρακτήρα, δεν αποτελούσαν ωστόσο τμήμα ενός γενικότερου σχεδίου που να λαμβάνει υπόψιν και να αντιμετωπίζει συνολικά το θέμα των βραχοπτώσεων. Δεν προέκυπταν, δηλαδή, ως αποτέλεσμα ενός συνολικού σχεδιασμού, στο πλαίσιο του οποίου κάθε επιμέρους επέμβαση συσχετίζεται και συνεργάζεται με τις υπόλοιπες (υλοποιημένες ή προς μελλοντική υλοποίηση). Μόνο ένας συνολικός σχεδιασμός αποτελεί εγγύηση για τον εξορθολογισμό και, ει δυνατόν, τον περιορισμό των επεμβάσεων, που είναι δύο βασικά διακυβεύματα στο πλαίσιο της λήψης απόφασης. Γ.2. Ανάγκη για ποσοτική πληροφορία στην βάση διεπιστημονικής μελέτης Είναι γνωστό ότι η αξιοπιστία και οικονομία των έργων βασίζονται, μεταξύ άλλων, στη διαθεσιμότητα και στην ποιότητα των ποσοτικών δεδομένων, τα οποία χρησιμοποιούνται κατά την σύνταξη των αντίστοιχων μελετών. Για την υποβοήθηση της, ούτως ή άλλως, σύνθετης διαδικασίας λήψης απόφασης στο πλαίσιο του ΚΑΣ, κρίθηκε απαραίτητο να παραχθεί συστηματικά και να παρουσιαστεί αναλυτικά η αναγκαία ποσοτική πληροφορία, η οποία δεν καθορίζει μεν μονοσήμαντα την τελική απόφαση, θέτει όμως και όρια ως προς το εύρος των τελικών επιλογών. Μεταξύ των θεμάτων που ζητήθηκε από την Υπηρεσία να αντιμετωπιστούν στο πλαίσιο της μελέτης ήταν: λεπτομερής επισκόπηση της βιβλιογραφίας και των καταγεγραμμένων, στα αρχεία των εμπλεκομένων Υπηρεσιών, συμβάντων ως υπόβαθρο για τον προσδιορισμό της γεωμετρίας και της ενέργειας των όγκων που καταπίπτουν, παραγωγή κατάλληλου τοπογραφικού υποβάθρου με τις πλέον σύγχρονες μεθόδους, προκειμένου να είναι δυνατός ο γεωτεχνικός έλεγχος οιωνδήποτε διατομών κατά μήκος του αρχαιολογικού χώρου, αναγνώριση μηχανισμών αστοχίας για την ορθολογική σύνδεση με τα μέτρα αντιμετώπισής τους, αξιολόγηση επικινδυνότητας κατά μήκος του χώρου κ.λπ. Για την υλοποίηση των ανωτέρω, προφανώς ήταν απαραίτητη η σύνταξη μελετών διαφόρων ειδικοτήτων, οι οποίες θα έπρεπε να εκπονηθούν παράλληλα (και άρα να ανατεθούν συγχρόνως), προκειμένου να εξασφαλίζεται η συνέχεια και συμπληρωματικότητά τους. Οι μελέτες αυτές ήταν κυρίως τοπογραφική, γεωλογική, υδραυλική και γεωτεχνική μελέτη, και μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Ζητήθηκε, τέλος, να υπάρξει ένας, κατά το δυνατόν, δομημένος σχεδιασμός, ο οποίος να δίνει τη δυνατότητα σταδιακής εφαρμογής των μέτρων προστασίας ανάλογα με την επικινδυνότητα αλλά (και κυρίως) με την οικονομική συγκυρία. Με τον τρόπο αυτό, επιχειρήθηκε η μετάβαση, για πρώτη φορά στο πλαίσιο της Διεύθυνσης Αναστήλωσης Αρχαίων Μνημείων, από έναν σχεδιασμό τοπικών μέτρων κι επεμβάσεων σε έναν συνολικό σχεδιασμό. Γ.3. Η προταθείσα διαδικαστική επίλυση για την ανάθεση των μελετών Η διαδικαστική αντιμετώπιση του θέματος ακολούθησε την λογική και τα βήματα ενεργειών, όπως αυτά προτάθη-

112

καν από την Διεύθυνση Αναστήλωσης Αρχαίων Μνημείων σε εισήγηση προς την Γενική Γραμματέα Πολιτισμού (Ιούλιος 2012). Στην σχετική εισήγηση υποστηριζόταν ότι, λόγω του είδους των μελετών που απαιτούνται καθώς και των διαδικασιών που προβλέπονται από την νομοθεσία, για την επιτάχυνση της δράσης θα ήταν σκόπιμο να οριστεί φορέας του Δημοσίου με σχετική εμπειρία και τεχνογνωσία σε παρεμφερή έργα στερέωσης βραχωδών πρανών, ο οποίος θα αναλάμβανε την ανάθεση των μελετών καθώς και την ευθύνη των πάσης φύσεως προκηρύξεων. Στην επίβλεψη των μελετών θα συμμετείχαν στελέχη και από τα δύο εμπλεκόμενα Υπουργεία, η δε ΔΑΑΜ θα εισηγούνταν μαζί με την ΔΙΠΚΑ στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο. Κατόπιν συνεργασίας σε διυπουργικό επίπεδο, αποφασίστηκε να προκηρυχθεί μελέτη με τίτλο «Αποκατάσταση καταπτώσεων της Ε.Ο. Αράχωβας-Δελφών στην περιοχή του αρχαιολογικού χώρου Δελφών» με βάσει τον ισχύοντα τότε Ν.3316 από την Ειδική Υπηρεσία Δημοσίων Έργων – Αυτοκινητόδρομος Πάτρα – Αθήνα – Θεσσαλονίκη – Εύζωνοι (ΕΥΔΕ-ΠΑΘΕ) της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων Έργων του τότε Υπουργείου Ανάπτυξης, Ανταγωνιστικότητας, Υποδομών, Μεταφορών & Δικτύων λόγω της εμπειρίας και τεχνογνωσίας που διέθετε. Η σχετική προκήρυξη έγινε στις 12.4.2013. Η ανάθεση της μελέτης έγινε στις 29.11.2013. Στο Συμβατικό Αντικείμενο περιλαμβανόταν (α) η προστασία από καταπτώσεις τμήματος της οδού Αράχοβας – Δελφών σε μήκος 1500μ. (στο οποίο περιλαμβάνεται ο αρχαιολογικός χώρος) και (β) ο σχεδιασμός των αναγκαίων επεμβάσεων για τη βελτίωση της λειτουργίας του υφιστάμενου οδικού έργου. Γ.4. Η διαδικασία των εγκρίσεων Από την μελέτη, η οποία παρουσιάζεται σε άλλη εργασία του τόμου, προέκυψαν δύο στάδια εργασιών, ανάλογα με τον βαθμό ωριμότητας των έργων που είναι δυνατόν να επιτευχθεί, ικανοποιώντας έτσι την απαίτηση για έναν δομημένο σχεδιασμό. Συνοπτικά, τα στάδια εργασιών, τα αντίστοιχα έργα και οι σχετικές γνωμοδοτήσεις του ΚΑΣ έχουν ως εξής: (α) Α’ Στάδιο Εργασιών Το Α΄ Στάδιο Εργασιών περιλαμβάνει τα μέτρα προστασίας άμεσης υλοποίησης. Πρόκειται για μέτρα συγκράτησης των βραχοκαταπτώσεων κατά μήκος της κρίσιμης ζώνης καταπτώσεων - αναπηδήσεων - ολισθήσεων, όπως αυτές καθορίστηκαν στην γεωλογική και γεωτεχνική μελέτη. Προτάθηκε η κατασκευή τάφρων και η τοποθέτηση φρακτών ανάσχεσης καταπτώσεων βράχων, η απομάκρυνση βράχων και τεμαχίων σε τοπικές θέσεις και η κατασκευή τοίχου από συρματοκιβώτια κατά μήκος της Ε.Ο., η οποία περιλαμβάνει εκσκαφή, διαμόρφωση και επανεπίχωση του ανάντη του τοίχου πρανούς. Κρίθηκε απαραίτητη και προτάθηκε επίσης η εφαρμογή προειδοποιητικού συστήματος συναγερμού. Η λειτουργία των έργων του Α΄ Σταδίου, η οποία θα είναι άμεση με το πέρας κατασκευής τους, αποτελεί προϋπόθεση για την ασφάλεια κατά την κατασκευή των έργων του Β΄ Σταδίου.


Ελένη-Εύα Τουμπακάρη, Δημοσθένης Σβολόπουλος: ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΑΠΟ ΚΑΤΑΠΤΩΣΕΙΣ ΒΡΑΧΩΝ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ ΔΕΛΦΩΝ

(β) Β’ Στάδιο Εργασιών – Ειδικά Μέτρα Προστασίας Το Β΄ Στάδιο Εργασιών περιλαμβάνει τον σχεδιασμό κι εφαρμογή ειδικών μέτρων προστασίας, για τα οποία απαιτείται η σύνταξη εξειδικευμένων μελετών σε επόμενη φάση ανάθεσης. Τα μέτρα αυτά περιλαμβάνουν επένδυση του πρανούς σε επιλεγμένες θέσεις (οι οποίες υποδεικνύονται στην μελέτη) με αγκυρωμένα μεταλλικά πλέγματα, η τοποθέτηση αγκυρίων σε τοπικές θέσεις για την εξασφάλιση επικρεμάμενων βράχων κι ετοιμόρροπων τεμαχίων, και, κυρίως, η κατασκευή στεγάστρων προστασίας οδού σε δύο θέσεις, κατά μήκος της Ε.Ο. καθώς και προστατευτικού σκεπάστρου επίσκεψης πεζών στην Κασταλία πηγή, η οποία, αυτή την στιγμή, είναι αποκλεισμένη για τους επισκέπτες (εικ. 8).

«(…) η χωροθέτηση των φραχτών ανάσχεσης καταπτώσεων να λάβει υπόψιν τους υφιστάμενους δρόμους πυρόσβεσης και εν γένει τις υφιστάμενες οδεύσεις, προκειμένου να ενταχθούν λειτουργικά στον αρχαιολογικό χώρο και να ελαχιστοποιηθεί η παρέμβαση στο τοπίο, (…) η χωροθέτηση των συρματοκιβωτίων να μην είναι συνεχής, αλλά να περιοριστεί σε όσες θέσεις είναι απολύτως απαραίτητη. Οι θέσεις αυτές να εξειδικευτούν κατά τη β΄ φάση της μελέτης σε συνεργασία με τις αρμόδιες Υπηρεσίες και να προηγηθεί ανασκαφική διερεύνηση πριν από την κατασκευή, σύμφωνα με τις υποδείξεις της Εφορείας Αρχαιοτήτων Φωκίδας. Σε θέσεις επί της όδευσης της κατασκευής όπου υπάρχουν ή αναμένεται να αποκαλυφθούν αρχαία κατάλοιπα, να προταθεί εναλλακτικός τρόπος ανάσχεσης των γαιών και

8

8. Τ α βασικότερα μέτρα των δυο σταδίων εργασιών. Οι χρωματιστές γραμμές δείχνουν τις θέσεις των φρακτών ανάσχεσης (Α΄στάδιο εργασιών - εγκεκριμένο). Κάθε χρώμα αντιστοιχεί σε διαφορετική κατηγορία φράκτη. Σε κύκλο ορίζονται οι περιοχές των βασικότερων αναγκαίων τοπικών επεμβάσεων (Β΄στάδιο εργασιών, εφόσον υπάρξουν οι απαραίτητες εγκρίσεις).

Οι ολοκληρωμένες μελέτες (τοπογραφική και γεωλογική) καθώς και η γεωτεχνική προμελέτη, η οποία περιελάμβανε τον διαχωρισμό σε Α΄ και Β΄ Στάδιο Εργασιών και την περιγραφή των μέτρων, εισήχθη στο ΚΑΣ της 16ης Δεκεμβρίου 2014 για γνωμοδότηση. Το βασικότερο ζήτημα ήταν η έγκριση ή μη όλων ή τμήματος των προτεινόμενων μέτρων, προκειμένου, στη συνέχεια, να προχωρήσει η διαστασιολόγηση των εγκεκριμένων εξ αυτών. Το Συμβούλιο γνωμοδότησε θετικά ως προς τον διαχωρισμό των Σταδίων Εργασιών και ως προς τα προτεινόμενα μέτρα κατά το Α΄ Στάδιο με τους εξής όρους:

των βράχων, ο οποίος δεν θα θίγει τις αρχαιότητες». Τα προτεινόμενα μέτρα του Β΄ Σταδίου Εργασιών δεν αποτελούσαν, ούτως ή άλλως, αντικείμενο της σύμβασης και θα μελετηθούν σε επόμενη φάση κατόπιν νέας ανάθεσης. Για τα μέτρα αυτά, το Συμβούλιο γνωμοδότησε ως εξής: «για την οριστικοποίηση των μέτρων που συμπεριλαμβάνονται σε αυτό το στάδιο εργασιών, μεταξύ των οποίων τα στέγαστρα προστασίας οδού κατά μήκος της Ε.Ο. και το προστατευτικό στέγαστρο επίσκεψης στην Κασταλία Πηγή, να συνταχθούν ειδικές μελέτες υπό κατάλληλη κλίμακα με τη συνδρομή των συναρμόδιων Υπηρεσιών του ΥΠΠΟΑ.

113


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

Όλα τα μέτρα του εν λόγω σταδίου εργασιών να υποβληθούν και σε επίπεδο προμελέτης στις συναρμόδιες Υπηρεσίες του ΥΠΠΟΑ, προκειμένου να εισαχθούν στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο». Σε συνέχεια της πρώτης αυτής θετικής γνωμοδότησης από το ΚΑΣ και των Υπουργικών Αποφάσεων που ακολούθησαν, ολοκληρώθηκε η γεωτεχνική μελέτη (στην οποία περιλαμβάνονταν κυρίως η διαστασιολόγηση των μέτρων του Α΄ Σταδίου Εργασιών) καθώς και η Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων. Και για τις δύο αυτές μελέτες, το ΚΑΣ γνωμοδότησε θετικά κατά την συνεδρία της 17ης Ιανουαρίου 2017. Δόθηκε έτσι το πράσινο φως για την σύνταξη τευχών δημοπράτησης και για την υλοποίηση του έργου.

Συμπεράσματα Το σύνθετο θέμα της προστασίας του αρχαιολογικού χώρου Δελφών από καταπτώσεις βράχων σε συνδυασμό με την υποχρέωση προστασίας του Δελφικού τοπίου συζητήθηκαν για πρώτη φορά συνολικά σε επίπεδο Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου. Η διαδικασία γνωμοδότη-

σης, όσο δύσκολη κι απαιτητική κι αν ήταν δεδομένης της σημασίας του χώρου και του θέματος, μπόρεσε να προχωρήσει επειδή, μεταξύ άλλων, παρουσιάστηκαν ποσοτικά στοιχεία, τα οποία, αν και δεν αρκούν από μόνα τους για την λήψη της τελικής απόφασης, είναι αναγκαία επειδή θέτουν όρια ως προς το εύρος των τελικών επιλογών. Παρόμοια μέτρα προστασίας αρχαιολογικών χώρων σε εύρος, κλίμακα και χαρακτηριστικά δεν έχουν σχεδιαστεί ξανά στην Ελλάδα. Ασκώντας επιτελικό ρόλο, η Διεύθυνση Αναστήλωσης Αρχαίων Μνημείων σχεδίασε, υποστήριξε με επιμονή και προώθησε, όταν της ζητήθηκε, τις αναγκαίες διαδικασίες και συνέργειες μεταξύ Υπηρεσιών διαφορετικών Υπουργείων. Η συνεργασία αυτή και η διεπιστημονική προσέγγιση που εξ αρχής ακολουθήθηκε, αποδείχθηκαν ιδιαίτερα αποτελεσματικές και πλέον υπάρχουν συγκεκριμένα αποτελέσματα σε επίπεδο μελετών αλλά και εγκρίσεων. Για την ΔΑΑΜ ειδικότερα, η δράση αυτή αποτελεί σημείο αναφοράς, αφενός ως προς την ενίσχυση της τεχνογνωσία της, αφετέρου επειδή αποτελεί παράδειγμα για τον τρόπο που στο εξής θα πρέπει να μελετάται και υλοποιείται η ολοκληρωμένη προστασία των αρχαιολογικών χώρων.

Copyright εικόνων κειμένου Εικ. 1, 2, 3: © προσωπικό αρχείο Ελ.-Ε.Τουμπακάρη Εικ. 4, 5, 6: © École française d’Athènes (EfA) ​Εικ. 7, 8: © «ΜΕΛΕΤΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΑΠΟ ΚΑΤΑΠΤΩΣΕΙΣ ΣΕ ΤΜΗΜΑ ΤΗΣ Ε.Ο. ΑΡΑΧΟΒΑΣ - ΔΕΛΦΩΝ, ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ ΔΕΛΦΩΝ» (2014) Φορέας Ανάθεσης: Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών, Ε.Υ.Δ.Ε. Κ.Σ.Σ.Υ. Αριθμός Έργου: 2006ΣΜ07130014 Συμπράττοντα Γραφεία Μελετών: Α. ΡΙΤΣΟΣ, Πολ. Μηχανικός Ε.Μ.Π. - Γεωτεχνική και Στατική Μελέτη Β. ΞΕΝΑΚΗ, Δρ. Πολ. Μηχανικός - Γεωτεχνική Μελέτη Α. ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ, Γεωλόγος - Γεωλογική Μελέτη Π. ΨΑΛΤΗΣ & ΣΙΑ ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ ΜΗΧΑΝΙΚΟΙ Ε.Ε. - Τοπογραφική Μελέτη Ι. ΠΕΤΡΟΓΚΩΝΑΣ, Αγρ. Τοπ. Μηχανικός - Μελέτη Οδοποιίας Α. ΑΣΣΑΝΑ, Αρχ. Μηχανικός -Ειδική Αρχιτεκτονική Μελέτη Ζ. ΛΑΔΑ, Πολ. Μηχανικός - Περιβαλλοντική Μελέτη

114


Αποστόλης Ρίτσος: Π Ρ Ο Σ ΤΑ Σ Ι Α Α Π Ο Κ ΑΤΑ Π Τ Ω Σ Ε Ι Σ Β ΡΑ Χ Ω Ν Σ Τ Η Ν Π Ε Ρ Ι Ο Χ Η Τ Ο Υ Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Κ Ο Υ Χ Ω Ρ Ο Υ Δ Ε Λ Φ Ω Ν

ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΑΠΟ ΚΑΤΑΠΤΩΣΕΙΣ ΒΡΑΧΩΝ ΣΤΗΝ ΠΕΡΙΟΧΗ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟΥ ΧΩΡΟΥ ΔΕΛΦΩΝ. ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΚΑΙ ΜΕΛΕΤΕΣ. ΤΑ ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΑ ΜΕΤΡΑ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ1 Αποστόλης Ρίτσος Πολιτικός Μηχανικός ΕΜΠ

Στο παρόν κείμενο θα παρουσιαστούν τα βασικά τεχνικά χαρακτηριστικά της περιοχής των Δελφών, καθώς επίσης και ο σχεδιασμός των προτεινόμενων μέτρων προστασίας, που λαμβάνονται στο πλαίσιο του έργου «Μελέτη Προστασίας από Καταπτώσεις σε Τμήμα της Ε.Ο. Αράχοβας – Δελφών, στην περιοχή του Αρχαιολογικού Χώρου Δελφών». Βασικοί Συντελεστές Μελέτης: Ε.Υ.Δ.Ε. Κ.Σ.Σ.Υ.: Καλαβάσης Α., Κούκη Α., Σαραντοπούλου Ε., Aντωνίου Η., Παπαθεοδώρου Μ. ΟΜΑΔΑ ΜΕΛΕΤΗΣ: Αλεξιάδου Μ. Χ., Ασσανά Α., Δαφνής Π., Ζαχαριάδης Δ., Λαδά Ζ., Μιγκίρου Μ., Μπασδέκης Α., Ξενάκη Β., Ξινόγαλος Μ., Παναγόπουλος Α., Πετρόγκωνας Ι., Ρίτσος Α., Σιαπκαράς Ν., Χρόνη Ε., Ψάλτης Π.

Ιστορικό της Μελέτης & Προβληματική Η μελέτη αυτή ανατέθηκε από την Υπηρεσία Ε.Υ.Δ.Ε. Κ.Σ.Σ.Υ. του Υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών στα παρακάτω Συμπράττοντα Γραφεία Μελετών (ΣΓΜ): Α. ΡΙΤΣΟΣ, Πολ. Μηχανικός Ε.Μ.Π. – Γεωτεχνική και Στατική Μελέτη, Β. ΞΕΝΑΚΗ, Δρ. Πολ. Μηχανικός – Γεωτεχνική Μελέτη, Α. ΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ, Γεωλόγος – Γεωλογική Μελέτη, Π. ΨΑΛΤΗΣ & ΣΙΑ ΣΥΜΒΟΥΛΟΙ ΜΗΧΑΝΙΚΟΙ

Ε.Ε. – Τοπογραφική Μελέτη, Ι. ΠΕΤΡΟΓΚΩΝΑΣ, Αγρ. Τοπ. Μηχανικός – Μελέτη Οδοποιίας, Α. ΑΣΣΑΝΑ, Αρχ. Μηχανικός – Ειδική Αρχιτεκτονική Μελέτη, Ζ. ΛΑΔΑ, Πολ. Μηχανικός – Περιβαλλοντική Μελέτη. Σκοπός της μελέτης είναι ο προσδιορισμός των αναγκαίων εφικτών μέτρων προστασίας από καταπτώσεις βράχων κατά μήκος της Ε.Ο. Αράχοβας – Δελφών, σε μήκος 1500μ. περίπου, η οποία διέρχεται επίσης από τμήμα του αρχαιολογικού χώρου Δελφών, ανατολικά από την Κασταλία Πηγή και δυτικά μέχρι το Μουσείο των Δελφών (εικ. 1).

1

1. Περιοχή Αρχαιολογικού χώρου Δελφών, Εθνικής οδού, περιοχή εκδήλωσης καταπτώσεων βράχων. © ΣΓΜ 1

Ευχαριστούμε το Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης και την Εφορεία Αρχαιοτήτων Φωκίδας για την πρόσκληση να συμμετέχουμε στον κύκλο Αρχαιολογικών Διαλέξεων 2016. Στο όνομα της Δρος Α. Ψάλτη ευχαριστούμε τους Αρχαιολόγους μας και τη Φωκίδα. Ευχαριστούμε τον Διευθυντή της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής Δρα Alexandre Farnoux, καθώς και τους Συνεργάτες και τους Συντελεστές της μελέτης.

115


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

Στην ευρύτερη περιοχή των Δελφών και ανάντη του αρχαιολογικού χώρου υπάρχει από την αρχαιότητα ενεργό πεδίο καταπτώσεων βράχων (εικ. 2). Το φαινόμε-

νο αυτό έχει επιπτώσεις, στην ασφάλεια των επισκεπτών και στο διερχόμενο Εθνικό Οδικό δίκτυο (εικ. 3). Είναι ιστορικά αποδεδειγμένο πως στην περιοχή υπήρχαν πά-

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ - Ημερολόγιο Συμβάντων

2

• 480 π.Χ. Κατά τον Ηρόδοτο, δύο κομμάτια βράχων αποκολλήθηκαν. • 373 π.Χ. Αποκοπή βράχων από τις Φαιδριάδες κατέστρεψαν το ΒΔ τμήμα του ναού του Απόλλωνα, γεγονός που σχετίζεται με τον μεγάλο ιστορικό σεισμό που καταπόντισε την πόλη Ελίκη. • 175-176 μ.Χ. Παυσανίας «Φωκικά» (10ο βιβλίο) • 1892 ΑΝΑΣΚΑΦΕΣ ΑΠO ΤΗ ΓΑΛΛΙΚΗ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗ ΣΧΟΛΗ • 1905 Πτώση τριών μεγάλων βράχων Καταστροφή σημαντικού τμήματος του κτίσματος της Προναίας Αθηνάς • 1987 UNESCO – Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς

Ο χάρτης του Αναξίμανδρου και ο βελτιωμένος χάρτης του Εκαταίου. Οι ιωνικοί χάρτες αναπαριστούν έναν κυκλικό κόσμο με κέντρο τους Δελφούς, τον «ομφαλό της γης».

3

Ο Αρχαιολογικός χώρος άρχισε να ανασκάπτεται προς το τέλος του 19ου αιώνα και περισσότερο συστηματικά ύστερα από την απομάκρυνση του χωριού Καστρί, το οποίο είχε χτιστεί πάνω στον θαμμένο από υλικά καταπτώσεων ιστορικό χώρo. 2. Π εριοχή Δελφών - Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς. © ΣΓΜ 3. Τ ο χωριό Καστρί είχε κατασκευαστεί πάνω σε πλευρικά κορήματα και υλικά καταπτώσεων.

116


Αποστόλης Ρίτσος: Π Ρ Ο Σ ΤΑ Σ Ι Α Α Π Ο Κ ΑΤΑ Π Τ Ω Σ Ε Ι Σ Β ΡΑ Χ Ω Ν Σ Τ Η Ν Π Ε Ρ Ι Ο Χ Η Τ Ο Υ Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Κ Ο Υ Χ Ω Ρ Ο Υ Δ Ε Λ Φ Ω Ν

ντοτε συμβάντα και αναφορές για καταπτώσεις βράχων (εικ. 4). Όταν πέφτουν βράχια συνήθως τοποθετούμε φράκτες ανάσχεσης των καταπτώσεων. Έτσι απλά θα μπορούσε να αρχίσει αλλά και να τελειώσει η παρουσίαση αυτή. Αλλά οι Δελφοί για άλλη μια φορά εκπλήσσουν.

Είναι ένας τόπος που περισσότερο δημιουργεί ερωτήσεις παρά δίνει σαφείς απαντήσεις. Σε αυτή την πανοραμική φωτογραφία (εικ. 5) αποτυπώνεται ο Παρνασσός, η κορυφή Αλαφόκαστρον (+1223μ.), οι Φαιδριάδες, η Ροδινή και η Υάμπεια (περί-

ΙΣΤΟΡΙΚΗ ΑΝΑΔΡΟΜΗ - Ημερολόγιο Συμβάντων

4δ 4ε

5

4. Γ ια την περιοχή των Δελφών υπάρχουν συχνά αναφορές και καταγραφές για καταπτώσεις βράχων. 5. Πανοραμική φωτογραφία περιοχής Δελφών. © Ανέστης Παναγόπουλος

117


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

που +900μ.), η Κασταλία πηγή, ο Αρχαιολογικός χώρος, το Μουσείο, οι Δελφοί και η οδός (περίπου +510μ.) που τους συνδέει με την Αράχοβα. Φανταστείτε να βρισκόμασταν εδώ και ο καθένας από εμάς, με βάση την επιστήμη του και την εμπειρία του να παρουσιάζει τη δική του οπτική γωνία, λέγοντας παράλληλα ιστορίες για αυτούς που πήγαιναν και πηγαίνουν στον Βράχο.

Πετρώματα είναι στερεά σώματα ορυκτών, Βράχος είναι το άρρηκτο τέμαχος πετρώματος, Βραχόμαζα είναι η ανομοιογενής μάζα πετρώματος (εικ. 6) και Βραχοκατάπτωση (Rock fall) είναι η απότομη, τυχηματική αποκόλληση και ακολούθως πτώση βράχων και τεμάχων βραχόμαζας (εικ. 7).

6

Σχηματικό διάγραμμα του πετρολογικού κύκλου

ΠΕΤΡΩΜΑΤΑ: “στερεά σώματα που αποτελούνται από παραγενέσεις διαφόρων ορυκτών, πολύμικτα πετρώματα (π.χ. γρανίτης), συσσωματώματα ενός ορυκτού, μονόμικτα πετρώματα (π.χ. ασβεστόλιθος), τα οποία έχουν σχετική ομοιομορφία και καταλαμβάνουν αξιόλογο χώρο στο στερεό φλοιό της Γης”. Ανάλογα με τις συνθήκες γένεσης και προέλευσης διαχωρίζονται σε ΕΚΡΗΞΙΓΕΝΗ – ΚΡΥΣΤΑΛΛΟΣΧΙΣΤΩΔΗ – ΙΖΗΜΑΤΟΓΕΝΗ ΠΕΤΡΩΜΑΤΑ.

ΒΡΑΧΟΣ: το άρρηκτο τέμαχος πετρώματος, που είναι συμπαγής μάζα, με αντοχή, το ακέραιο πέτρωμα.

ΒΡΑΧΟΜΑΖΑ: η ανομοιογενής μάζα πετρώματος, η οποία κυρίως περιέχει ασυνέχειες, διακλάσεις, ρηγματώσεις, ενδεχομένως και άλλα υλικά, με αποτέλεσμα την απομείωση της αρχικής αντοχής του.

6. Ορισμοί: πετρώματα, βράχος, βραχόμαζα. © ΣΓΜ 7. Β ραχοκατάπτωση (rock fall) - τεμάχη βράχων και βραχόμαζας σε κατάσταση οριακής ισορροπίας. © α) Παύλος Δαφνής, β) Αποστόλης Ρίτσος

118


Αποστόλης Ρίτσος: Π Ρ Ο Σ ΤΑ Σ Ι Α Α Π Ο Κ ΑΤΑ Π Τ Ω Σ Ε Ι Σ Β ΡΑ Χ Ω Ν Σ Τ Η Ν Π Ε Ρ Ι Ο Χ Η Τ Ο Υ Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Κ Ο Υ Χ Ω Ρ Ο Υ Δ Ε Λ Φ Ω Ν

Η Μελέτη Η μελέτη των Γεωτεχνικών Έργων γίνεται σε επί μέρους στάδια προσέγγισης, στα τρία «γεω» που ευλαβικά πρέπει να ακολουθούμε στις αναλύσεις μας: Γεωμετρία – Γεωλογία – Γεωτεχνική Μηχανική.

Γεωμετρία – Τοπογραφική Μελέτη Η Γεωμετρία του αναγλύφου αποτυπώθηκε Τοπογραφικά με συμβατικές μεθόδους και με τρισδιάστατη αποτύπωση

μέσω 3D laser scanner τεχνολογίας LIDAR, για τη δημιουργία κατάλληλου, λεπτομερούς και αξιόπιστου χάρτη του ανάντη βραχώδους μορφολογικού αναγλύφου (εικ. 8) και ακολούθως για την εκπόνηση των επί μέρους μελετών.

Γεωλογική Μελέτη Για την κατανόηση των Γεωλογικών και Τεχνικογεωλογικών συνθηκών της περιοχής μελέτης, πραγματοποιήθηκε λεπτομερής γεωλογική χαρτογράφηση, τεκτονικές – μι-

8

ΤΟΠΟΓΡΑΦΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ / 3D Laser Scanning

8. Τ οπογραφική αποτύπωση με συμβατικές μεθόδους και ψηφιακή αποτύπωση με σαρωτή μεγάλης ακριβείας. © ΣΓΜ

119


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

κροτεκτονικές μετρήσεις και παρατηρήσεις, όπως και παρατηρήσεις για την κατάσταση της βραχόμαζας (εικ. 9). Στην περιοχή αναπτύσσονται αλπικοί σχηματισμοί οι οποίοι γεωτεκτονικά εντάσσονται στην ενότητα του Παρνασσού – Γκιώνας και καλύπτονται ασύμφωνα από μεταλπικούς σχηματισμούς. Οι αρχαιότεροι αλπικοί σχηματισμοί είναι οι ασβεστόλιθοι. Σε ανώτερη στρωματογραφική θέση από τους ασβεστόλιθους, αναπτύσσονται φλυσχοειδείς σχηματισμοί οι οποίοι στα κατώτερα στρω-

ματογραφικά σημεία τους αποτελούνται από ερυθρούς ασβεστιτικούς πηλίτες, ενώ στα ανώτερα από ρυθμικές εναλλαγές καφέ πηλιτών και ψαμμιτών. Ασύμφωνα με τους αλπικούς σχηματισμούς αναπτύσσονται κώνοι κορημάτων, κορήματα και προϊόντα βραχωδών καταπτώσεων. Οι παχυστρωματώδεις ασβεστόλιθοι αναπτύσσονται στο απότομο μορφολογικό ανάγλυφο. Κατά θέσεις, στη βάση των πρανών εμφανίζονται λεπτοπλακώδεις ασβεστόλιθοι και φλύσχης. Οι μεταλπικοί σχηματισμοί

ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ

9

100 m

9. Γ εωλογική χαρτογράφηση της περιοχής μελέτης. © ΣΓΜ

120


Αποστόλης Ρίτσος: Π Ρ Ο Σ ΤΑ Σ Ι Α Α Π Ο Κ ΑΤΑ Π Τ Ω Σ Ε Ι Σ Β ΡΑ Χ Ω Ν Σ Τ Η Ν Π Ε Ρ Ι Ο Χ Η Τ Ο Υ Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Κ Ο Υ Χ Ω Ρ Ο Υ Δ Ε Λ Φ Ω Ν

(κυρίως ασβεστολιθικές σάρες, κορήματα κ.λπ.) συναντώνται στο ήπιο ανάγλυφο (εικ. 10). Η ανεστραμμένη αλληλουχία των γεωλογικών σχηματισμών που παρατηρείται, είναι αποτέλεσμα της πτύχωσης που υπέστησαν οι γεωλογικοί σχηματισμοί κατά τη διάρκεια παλαιότερων φάσεων τεκτονισμού. Η γεωλογική δομή στην στενή περιοχή των Δελφών, συνί-

σταται από μια ισοκλινή, κατακεκλιμένη πτυχή με αξονικό επίπεδο, που κλίνει προς τα ΒΑ (εικ. 11). Στο εσωτερικό της πτυχής βρίσκεται ο φλύσχης, το πάχος του οποίου αυξάνεται από τα Δυτικά προς τα Ανατολικά. Η νεότερη φάση τεκτονισμού που επέδρασε στην περιοχή συνδέεται με κανονικά ρήγματα που εντοπίζονται στην στενή περιοχή με κύρια διεύθυνση Α – Δ.

ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ

10 ΠΑΧΥΣΤΡΩΜΑΤΩΔΕΙΣ ΑΣΒΕΣΤΟΛΙΘΟΙ

ΜΕΤΑΛΠΙΚΟΙ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΦΛΥΣΧΗΣ κ.α.

11

ΓΕΝΙΚΕΥΜΕΝΗ ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΤΟΜΗ ΤΕΚΤΟΝΙΚΗ – ΜΙΚΡΟΤΕΚΤΟΝΙΚΗ • Ισοκλινής, κατακεκλιμμένη πτυχή με αξονικό επίπεδο προς τα ΒΑ. • Κανονικά ρήγματα με κύρια διεύθυνση ΑΔ. • Νότια ρηξιγενής ζώνη κατά μήκος του Πλειστού ποταμού.

10. Τ ρισδιάστατη απεικόνιση της περιοχής με παράλληλη απεικόνιση της γεωλογικής δομής. © ΣΓΜ 11. Γ ενικευμένη γεωλογική δομή της περιοχής των Δελφών. © ΣΓΜ

121


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

Τα ασβεστολιθικά πρανή στην περιοχή διαμορφώνονται κατά μήκος των κύριων συστημάτων ασυνεχειών διεύθυνσης περίπου Α-Δ. Κατά μήκος των επιπέδων αυτών εκδηλώνονται φαινόμενα αποκόλλησης ανατροπών και σφηνών, τα οποία υποβοηθούνται από τα εγκάρσια συστήματα ασυνεχειών (εικ. 12).

• η εξωθητική δράση του παγετού στο εσωτερικό ασυνεχειών του πετρώματος, • η καταλυτική δράση του ριζικού συστήματος των δένδρων που εισχωρεί στις ασυνέχειες. Οι μηχανισμοί εκδήλωσης των αστοχιών, ανάλογα με τον τύπο της μετακίνησης, ομαδοποιούνται ως εξής:

ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ

12α

12β

12. Χ αρακτηριστική γεωλογική τομή στην περιοχή ενδιαφέροντος, στην οποία απεικονίζονται οι γεωλογικοί σχηματισμοί, η αλληλουχία τους και τα κύρια συστήματα ασυνεχειών της βραχόμαζας. © α) ΣΓΜ β) Ανέστης Παναγόπουλος

Πρωταρχικό αίτιο των αστοχιών που εκδηλώνονται στα βραχώδη πρανή, ανάντη του αρχαιολογικού χώρου των Δελφών και της Ε.Ο., είναι η αποδιοργάνωση και η αποσάθρωση της τεκτονικά καταπονημένης βραχομάζας σε βάθος χρόνου, η διεύρυνση των ασυνεχειών και των κενών της. Παράλληλα και ενισχυτικά προς αυτή λειτουργούν, με διαφορετικό βαθμό βαρύτητας ο κάθε ένας, παράγοντες όπως: • η έντονη καρστικοποίηση στη βάση των ασβεστολίθων, όπου εκδηλώνεται ο φλύσχης, • η κυκλοφορία νερού στη ζώνη επαφής των δύο σχηματισμών, η απόπλυση και διάβρωσή τους και η σταδιακή απώλεια στήριξης στη βάση του βραχώδους σχηματισμού,

122

1. ΑΝΑΤΡΟΠΕΣ – ΚΑΤΑΠΤΩΣΕΙΣ ΒΡΑΧΩΝ Προς τα έξω περιστροφή βραχοτεμάχους από το βραχώδες πρανές, θεωρητικά γύρω από σημείο ή άξονα περιστροφής. Προκαλείται κυρίως από τη βαρύτητα και από δυνάμεις που ασκούνται από τα γειτονικά τεμάχη, ή από την επίδραση του νερού (υδροστατικές πιέσεις, παγετός) που γεμίζει τις ασυνέχειες και τις ρωγμές. Αποτελούν τον κυριότερο τύπο εκδήλωσης αστοχίας στην περιοχή. Ανάλογα με το ύψος στο οποίο εκδηλώνονται οι ανατροπές, σε συνδυασμό με την ποιότητα της βραχόμαζας, διακρίθηκαν δυο υποπεριπτώσεις: α) στα ανώτερα τμήματα των πρανών που δομούνται από παχυστρωματώδεις ασβεστόλιθους με πολύ καλά φυσικά και μηχανικά χαρακτηριστικά και β) στα χαμηλότερα τμήματα των πρα-


Αποστόλης Ρίτσος: Π Ρ Ο Σ ΤΑ Σ Ι Α Α Π Ο Κ ΑΤΑ Π Τ Ω Σ Ε Ι Σ Β ΡΑ Χ Ω Ν Σ Τ Η Ν Π Ε Ρ Ι Ο Χ Η Τ Ο Υ Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Κ Ο Υ Χ Ω Ρ Ο Υ Δ Ε Λ Φ Ω Ν

νών, στην επαφή των ασβεστολίθων με τον φλύσχη, η ασβεστολιθική βραχόμαζα εμφανίζεται χαλαρωμένη και οι μεγάλου μήκους ομόρροπες ή/και αντίρροπες διακλάσεις είναι γενικά ανοιχτές (εικ. 13).

οποίο παρουσιάζονται οι περιοχές εκδήλωσης των κύριων μηχανισμών αστοχίας, που προαναφέρθηκαν, καθώς επίσης και τα εκτιμώμενα προβλήματα κατά μήκος της Ε.Ο.

ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ

13α ΑΝΑΤΡΟΠΕΣ – ΚΑΤΑΠΤΩΣΕΙΣ

15α

Κατώτερα Τμήματα Πρανών • Επαφή Ασβεστόλιθων – Φλύσχη. • Χαλαρωμένη ασβεστολιθική βραχόμαζα. • Εκδήλωση ανατροπών κατά μήκος των παρακατακόρυφων ρωγμών, γενικά ανοιχτών. • Εκδήλωση σφηνοειδών αποκολλήσεων (δευτερευόντως). • Υποχώρηση και ολίσθηση λόγω απώλειας στήριξης.

13β

13. Ε νδεικτικός μηχανισμός εκδήλωσης αστοχίας στα κατώτερα τμήματα των πρανών σε χαλαρωμένη βραχόμαζα ασβεστόλιθων. © α) ΣΓΜ β) Ανέστης Παναγόπουλος

2. ΟΛΙΣΘΗΣΗ ΟΓΚΟΛΙΘΩΝ ΕΠΙ ΤΟΥ ΦΛΥΣΧΗ

Γεωτεχνική Μελέτη

Αποσάθρωση των ευκολοδιάβρωτων υλικών στα οποία έχουν ήδη καταπέσει οι ογκόλιθοι, με την υποβοήθηση της κυκλοφορίας του επιφανειακού νερού. Δημιουργείται έτσι κίνδυνος ολίσθησης των ογκόλιθων. Επίσης υπάρχει κίνδυνος επανενεργοποίησης και εκ νέου κίνησής τους, είτε με σεισμική φόρτιση, είτε λόγω πτώσης ογκόλιθων από ανάντη.

Η Γεωτεχνική Μηχανική, σε συνδυασμό με τις άλλες μελέτες, καθορίζει τις συνθήκες ευστάθειας της βραχόμαζας, κυρίως αναλόγως της δομής και της γεωμετρίας των ασυνεχειών και των διακλάσεών της στον χώρο (εικ. 15) και ακολούθως υπολογίζονται τα μέτρα προστασίας και τα μέτρα σταθεροποίησης που δυνητικά είναι εφικτό να ληφθούν, τοπικά και επιλεκτικά, στην ανάντη βραχώδη μάζα (εικ. 16). Στη μελέτη διαχωρίσθηκαν τα κατασκευαστικά μέτρα τα οποία είναι δυνατόν να ληφθούν, σε μέτρα προστασίας και σε μέτρα σταθεροποίησης, ενώ αυτά ομαδοποιούνται και διαχωρίζονται σε δύο στάδια εργασιών (εικ. 17).

3. ΕΔΑΦΙΚΕΣ ΟΛΙΣΘΗΣΕΙΣ Αφορούν κυρίως ολισθήσεις πλευρικών κορημάτων. Στην εικόνα 14, δίνεται απλοποιημένος χάρτης, στον

123


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

ΓΕΩΛΟΓΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ

ΜΗΧΑΝΙΣΜΟΙ ΕΚΔΗΛΩΣΗΣ ΑΣΤΟΧΙΩΝ & ΕΚΤΙΜΩΜΕΝΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΚΑΤΑ ΜΗΚΟΣ ΤΗΣ Ε.Ο

14

ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΗ ΜΗΧΑΝΙΚΗ

15 ΚΥΡΙΑ ΑΙΤΙΑ ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟΤΗΤΑΣ & ΚΑΤΑΠΤΩΣΕΩΝ ΒΡΑΧΩΝ • • • • • • • • • • •

γεωμορφολογία – ανάγλυφο θέση κατασκευών, ειδικά της οδού δομή βραχόμαζας – γεωμετρία ασυνεχειών στο χώρο σεισμική δράση τεκτονική καταπόνηση αποσάθρωση, διάβρωση και συνολικά εύκολος κερματισμός βραχόμαζας διεύρυνση ασυνεχειών βραχόμαζας παγετός, νερά, υγρασία κυκλοφορία νερού στην επαφή διαπερατών ασβεστολίθων και σχετικά αδιαπέρατου υποκείμενου φλύσχη υποσκαφή ασβεστολίθων στην επαφή τους με τον υποκείμενο φλύσχη άλλοι παράγοντες όπως χλωρίδα, ριζικό σύστημα, πανίδα, …

➣ Τ α αίτια αυτά έχουν δημιουργήσει ένα τεχνικογεωλογικό περιβάλλον, που ευνοεί την εκδήλωση φαινομένων αστάθειας και καταπτώσεων βράχων.

14. Α πλοποιημένος χάρτης, στον οποίο παρουσιάζονται οι κύριοι μηχανισμοί αστοχίας, καθώς επίσης και τα εκτιμώμενα προβλήματα κατά μήκος της Εθνικής Οδού © ΣΓΜ. 15. Κ ύρια αίτια επικινδυνότητας και καταπτώσεων βράχων. © ΣΓΜ

124


Αποστόλης Ρίτσος: Π Ρ Ο Σ ΤΑ Σ Ι Α Α Π Ο Κ ΑΤΑ Π Τ Ω Σ Ε Ι Σ Β ΡΑ Χ Ω Ν Σ Τ Η Ν Π Ε Ρ Ι Ο Χ Η Τ Ο Υ Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Κ Ο Υ Χ Ω Ρ Ο Υ Δ Ε Λ Φ Ω Ν

16

17

• Α’ & Β’ Στάδιο Εργασιών

16. Ε πί μέρους μέτρα προστασίας και σταθεροποίησης, τοπικά και επιλεκτικά διατεταγμένα. © ΣΓΜ 17. Δ ιάταξη μέτρων προστασίας Α’ Φάσης και τοπικών μέτρων προστασίας-σταθεροποίησης Β’ Φάσης. © ΣΓΜ

Στο Α’ Στάδιο Εργασιών εντάσσονται τα Μέτρα Προστασίας Άμεσης Υλοποίησης, τα οποία μπορούν να υλοποιηθούν άμεσα. Στα μέτρα αυτά εντάσσονται κατά περίπτωση τα ακόλουθα έργα: • τάφρος ανάσχεσης καταπτώσεων βράχων • φράκτες ανάσχεσης καταπτώσεων βράχων • απομάκρυνση τοπικά επικρεμμάμενων βράχων και τεμαχίων • κατασκευή τοίχου από συρματοκιβώτια κατά μήκος της Ε.Ο. • διαμόρφωση του πρανούς ανάντη του τοίχου από συρματοκιβώτια

• προειδοποιητικό σύστημα συναγερμού, εγκατάσταση ειδικών οργάνων, εφαρμογή τεχνολογίας αιχμής για έλεγχο προοδευτικών μετακινήσεων βραχόμαζας (κάμερες υψηλής ανάλυσης και σάρωσης, ILRIS TLS, TinSAR, drones κ.λπ.) • δημιουργία κατάλληλης βάσης δεδομένων, επακριβέστερη τήρηση ημερολογίου συμβάντων • επιστημονική ομάδα αξιολόγησης φαινομένων και συμβάντων • τεχνική ομάδα υποστήριξης και δράσης επί τόπου

125


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

Στο Β’ Στάδιο Εργασιών εντάσσονται τα Ειδικά Μέτρα Προστασίας και Σταθεροποίησης, που αφορούν σε ειδικά μέτρα, τα οποία πρέπει μεν να υλοποιηθούν άμεσα, αλλά απαιτείται προηγουμένως η σύνταξη περισσότερο αναλυτικών και ειδικών μελετών. Τα μέτρα αυτά αφορούν τοπικές και επιλεκτικές επεμβάσεις κατά τμήματα στο ανάντη έντονο μορφολογικό ανάγλυφο. Στα πλαίσια του εφικτού και του δυνατού κατασκευάζονται μέτρα σταθεροποίησης που κατά περίπτωση μπορεί να είναι: • επένδυση πρανών κατά θέσεις με αγκυρωμένα μεταλλικά πλέγματα • αγκυρώσεις / αγκύρια πάκτωσης βραχόμαζας • ειδικές μελέτες σε μεγαλύτερη κλίμακα θα πρέπει να συνταχθούν σε 4 θέσεις • στέγαστρα προστασίας οδού σε δύο θέσεις κατά μήκος της Ε.Ο. • προστατευτικό σκέπαστρο επίσκεψης πεζών στην Κασταλία πηγή • υδραυλικά μέτρα και γεωτεχνικά μέτρα στην περιοχή του ρέματος Ροδινής • απομάκρυνση τοπικά επικρεμάμμενων βράχων και τεμαχίων • υδραυλική μελέτη της περιοχής

Καταπτώσεις βράχων συμβαίνουν όταν ένα τέμαχος ή μια μάζα βράχων μικρής κλίμακας, αποκοπεί για κάποιο λόγο από την αρχική θέση και είναι δυνατή προς τα κατάντη η κίνηση, σαν ελεύθερη πτώση, αναπήδηση, κύλιση και ολίσθηση, κερματισμό, εκσφενδονισμό μικρότερων τεμαχίων. Η κινητική ενέργεια που αναπτύσσεται εξαρτάται κυρίως από το ύψος της πτώσης, τη μάζα αποκόλλησης, την ταχύτητα κίνησης, καθώς και την κλίση και τη μορφολογία του αναγλύφου. Οι αναλυτικοί γεωτεχνικοί υπολογισμοί έγιναν σε αρκετές τοπογραφικές διατομές που συντάχθηκαν κατά μήκος του μορφολογικού αναγλύφου, με παραμετρική μεταβολή των παραμέτρων που αφορούν την κίνηση της μάζας που αποκολλάται. Οι κινητικές ενέργειες και οι δυναμικές ενέργειες πρόσκρουσης που προέκυψαν στις παραμετρικές επιλύσεις, είναι κατά θέσεις πολύ μεγάλες, όπως ενδεικτικά αποτυπώνονται με τα κόκκινα σύμβολα και τη γραμμοσκιασμένη επιφάνεια στο τυπικό διάγραμμα του Καθηγητή H. Brandl (εικ. 18), στο οποίο δίνονται και οι δομικές κατασκευές που συνήθως κατασκευάζονται αναλόγως της δυνατότητας που έχουν για την ανάσχεση, τη συγκράτηση και την απορρόφηση της ενέργειας πρόσκρουσης των βραχοτεμαχίων.

ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΗ ΜΗΧΑΝΙΚΗ

18

18. Ε νέργεια πρόσκρουσης βράχων, ενδεικτικά με 4 σειρές φρακτών - Δυνητικά μέτρα ανάσχεσης καταπτώσεων και προστασίας. © ΣΓΜ

126


Αποστόλης Ρίτσος: Π Ρ Ο Σ ΤΑ Σ Ι Α Α Π Ο Κ ΑΤΑ Π Τ Ω Σ Ε Ι Σ Β ΡΑ Χ Ω Ν Σ Τ Η Ν Π Ε Ρ Ι Ο Χ Η Τ Ο Υ Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Κ Ο Υ Χ Ω Ρ Ο Υ Δ Ε Λ Φ Ω Ν

Ένας φράκτης ανάσχεσης, κατά μήκος των διατομών ελέγχου και κατά μήκος του μορφολογικού αναγλύφου, είναι σαν να μην υπάρχει, δεν επαρκεί, διότι η ενέργεια πρόσκρουσης είναι πολύ μεγάλη, ενώ δεν εξασφαλίζεται η περιοχή από αναπηδήσεις τεμαχίων καθ’ ύψος. Με δύο φράκτες ανάσχεσης, που τοποθετούνται σε διαφορετικές υψομετρικές στάθμες του αναγλύφου, είναι μικρή η διαφορά, επίσης όμως δεν επαρκεί και αυτή η διάταξη φρακτών. Οι τρείς φράκτες ανάσχεσης έχουν

κάποια αποτελεσματικότητα. Στους τέσσερις φράκτες, οι οποίοι τοποθετούνται σε διαφορετικές υψομετρικές στάθμες στο ανάντη μορφολογικό ανάγλυφο, έχει γίνει καθ’ ύψος του αναγλύφου, ο διαχωρισμός σε επί μέρους ζώνες, στις οποίες αναπτύσσεται σχετικά ισοδύναμη κινητική και δυναμική ενέργεια στα τεμάχια που αποκολλήθηκαν (εικ. 19) και ο βράχος που κινείται τελικά ανακόπτεται και εγκλωβίζεται από το μεταλλικό «Αγρηνό» (εικ. 20).

ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΗ ΜΗΧΑΝΙΚΗ

19α

+1223 m κορυφή

ενδεικτική επίλυση για V=3m3 • χωρίς φράκτες ανάσχεσης

280 m

19β

Α’ Στάδιο Εργασιών Μέτρα Προστασίας Άμεσης Υλοποίησης

ενδεικτική επίλυση για V=3m3 • 4 φράκτες ανάσχεσης

280 m

19. Κ ινηματική τροχιά αναπηδήσεων βράχων - χωρίς μέτρα (άνω) - ενδεικτικά με 4 σειρές φρακτών ανάσχεσης καταπτώσεων (κάτω). © ΣΓΜ

127


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΗ ΜΗΧΑΝΙΚΗ Α’ Στάδιο Εργασιών Μέτρα Προστασίας Άμεσης Υλοποίησης

20β

ενδεικτική επίλυση για V=3m3 • 4 φράκτες ανάσχεσης καταπτώσεων βράχων H=6-7-8m

20α

Μαρμάρινος «ομφαλός» στολισμένος με «αγρηνόν»

20γ

20δ

20. Φ ράκτες ανάσχεσης καταπτώσεων βράχων. © α-γ) ΣΓΜ

Γυμνάσιο και Θόλος Σχετικά με τις συνθήκες που συντελούνται από τις καταπτώσεις βράχων και τις τροχιές που ακολουθούν, ενδεικτικά σχολιάζεται η τοπογραφική διατομή ανατολικά της Κασταλίας πηγής στην οποία αντιστοιχεί το Γυμνάσιο και η Θόλος. Από το υψόμετρο όπου το μορφολογικό ανάγλυφο, από περισσότερο ήπιο ανάντη, γίνεται περισσότερο απότομο κατάντη, οι κλίσεις του φυσικού αναγλύφου κατάντη οδηγούν στα ακόλουθα συμπεράσματα. Στη ζώνη που ορίζεται με προσπίπτουσα κλίση από 90ο (κατακόρυφα πρανή) έως 65ο (2,5:1, ύψος: πλάτος) συνήθως συντελείται ελεύθερη πτώση βράχων. Στη ζώνη που ορίζεται με προσπίπτουσα κλίση από 65ο (2,5:1) έως 45ο (1:1) συνήθως συντελείται η αναπήδηση των βράχων. Στη ζώνη που ορίζεται με προσπίπτουσα κλίση από 45ο (1:1) και ηπιότερη, συνήθως συντελείται η κύλιση και η ολίσθηση των βραχοτεμαχίων, μέχρι να εκτονωθεί η κινητική ενέργεια που έχουν και σταματήσει η κίνησή τους. Σχετικά με τη χωροθέτηση των κατασκευών του αρχαιολογικού χώρου, με αυτή τη λογική θα μπορούσε να προσανατολιστεί η αρχαιολογική ανασκαφή καταλλήλως. Όσες κατασκευές βρίσκονται στη ζώνη που ορίζεται από το θεωρητικό σημείο απότομης αλλαγής του ανάντη μορφολογικού αναγλύφου, από το οποίο αναμένεται η αποκόλληση των βράχων, με προσπίπτουσα κλίση μετα-

128

ξύ των 90ο και 65ο, λανθασμένα έχουν κατασκευαστεί σε αυτή τη θέση γιατί είναι εύκολο να καταπλακωθούν από τις καταπτώσεις βράχων. Όσες κατασκευές βρίσκονται στη ζώνη που ορίζεται με προσπίπτουσα κλίση μεταξύ των 65ο και 45ο είναι ιδιαίτερα επισφαλείς σε κρούση με βράχια που έχουν αποκολληθεί ανάντη και σε αυτή τη ζώνη θα πρέπει να αναζητήσουμε ενδεχομένως αρχαία έργα ανάσχεσης των καταπτώσεων, τοιχία και αναχώματα, έργα εκτόνωσης της κινητικής ενέργειας του βράχου που αποκολλήθηκε. Τα έργα και τα τοιχία αυτά είναι προστατευτικά και έχουν διαφορετική λειτουργία και ενδεχομένως γεωμετρία από τους τοίχους αντιστήριξης. Οι κατασκευές οι οποίες θα είναι επισκέψιμες σε κοινό θα έπρεπε να είχαν κατασκευαστεί στη ζώνη όπου η προσπίπτουσα γωνία είναι ηπιότερη, μικρότερη από 45ο. Επομένως, η κρίσιμη περιοχή ανάντη του Αρχαιολογικού χώρου και κατά μήκος της οδού διαχωρίζεται σε επί μέρους ζώνες επικινδυνότητας, στις οποίες εκδηλώνονται οι καταπτώσεων των βράχων που αποκολλήθηκαν. Η κίνησή τους αρχικά γίνεται μέσω αναπηδήσεων και ακολούθως σαν κύλιση και ολίσθηση τεμαχίων, μέχρι να εκτονωθεί η ενέργεια της κίνησής τους. Η κρίσιμη περιοχή αποτυπώνεται στα σχετικά σχέδια της μελέτης (εικ. 21). Το τοιχίο κατά μήκος του Γυμνασίου (εικ. 22) είναι σωστά τοποθετημένο ώστε να λειτουργεί περισσότερο σαν τοιχίο ανάσχεσης των καταπτώσεων, παρά να


Αποστόλης Ρίτσος: Π Ρ Ο Σ ΤΑ Σ Ι Α Α Π Ο Κ ΑΤΑ Π Τ Ω Σ Ε Ι Σ Β ΡΑ Χ Ω Ν Σ Τ Η Ν Π Ε Ρ Ι Ο Χ Η Τ Ο Υ Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Κ Ο Υ Χ Ω Ρ Ο Υ Δ Ε Λ Φ Ω Ν

ΓΕΩΤΕΧΝΙΚΗ ΜΗΧΑΝΙΚΗ

21

22

21. Π εριοχή εκδήλωσης καταπτώσεων βράχων, μεγίστων αναπηδήσεων, κύλισης και ολίσθησης τεμαχίων. © ΣΓΜ 22. Α ρχαιολογικός χώρος Δελφών - Γυμνάσιο - Αρχαίο τοιχίο. © Αποστόλης Ρίτσος

129


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

λειτουργεί σα τοιχίο αντιστήριξης, όπως φαίνεται σήμερα στις ημέρες μας όπου το παλαιό μορφολογικό ανάγλυφο έχει επουλωθεί και τα αρχαία έργα έχουν επιχωθεί από τις συνεχείς καταπτώσεις και από τα πλευρικά κορήματα στις πλαγιές του βουνού. Ενδέχεται αρχικά όταν κατασκευάστηκε να ήταν ελεύθερο και από τις δυο του πλευρές, ώστε να λειτουργεί σα τοιχίο ανάσχεσης καταπτώσεων. Άλλωστε η μετακίνηση που παρουσιάζει, με απόκλιση από την αρχική κατακορυφότητα, υποδεικνύει μειωμένη αντοχή σε ωθήσεις γαιών αυτού του ύψους και μάλλον δικαιολογεί τον αρχικό σχεδιασμό του κατά τους ιστορικούς χρόνους, περισσότερο σαν ελεύθερο στον χώρο τοιχίο ανάσχεσης καταπτώσεων, παρά σαν τοιχίο αντιστήριξης γαιών. Η γειτονική κυκλική κατασκευή βρίσκεται στα όρια της ζώνης επικινδυνότητας, με προσπίπτουσα κλίση της τάξεως των 45ο, εγγράφεται στο τετράγωνο, έχοντας με αυτό τον τρόπο μικρότερη εκτεθειμένη επιφάνεια προσβολής, σε πρόσκρουση, στις εφαπτόμενες τροχιές κίνησης βράχων. Χωρίς την ύπαρξη ανάντη τοίχου ανάσχεσης καταπτώσεων, είναι εκτεθειμένη, όπως συνέβη στις καταπτώσεις βράχων από την Υάμπεια το έτος 1905. Με την ύπαρξη όμως ανάντη αρχαίων έργων ανάσχεσης των

καταπτώσεων, όπως επάλληλους τοίχους ανάσχεσης ή μέσω αναχωμάτων, η κυκλική κατασκευή λειτουργεί σαν κτίσμα προστασίας και προφύλαξης του ανθρώπου, με την πρόνοια της Θεάς.

Αρχιτεκτονική Προσέγγιση Στο πλαίσιο της αρχιτεκτονικής προσέγγισης (εικ. 23-24), οι επεμβάσεις που αφορούν στα προτεινόμενα γεωτεχνικά μέτρα έναντι των καταπτώσεων βράχων, έγινε προσπάθεια να εντάσσονται και να ενσωματώνονται με σεβασμό στο δελφικό τοπίο (φυσικό τοπίο) καθώς και στον ευρύτερο αρχαιολογικό χώρο των Δελφών, ο οποίος αποτελεί μοναδικό μνημείο της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς, έχοντας χρωματική αρμονία, χρωματική ενότητα και φυσική μετάβαση. Είναι πολύ σημαντικό να σημειωθεί πως επιλέχθηκε οι επεμβάσεις του Α’ σταδίου εργασιών να έχουν σαφώς αναστρέψιμο χαρακτήρα. Πιο ειδικά όσον αφορά τους φράκτες και την τάφρο ανάσχεσης καταπτώσεων βράχων, τα στοιχεία προστασίας στην τελική τους ανάπτυξη θα μορφώσουν μια οπτική συνέχεια στο ανάγλυφο λόγω του τρόπου λειτουργίας τους, της αλληλοεπικάλυψης στον χώρο και των επάλληλων σειρών στοιχείων σε ορισμένες περιοχές.

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

23

23. Α ρχιτεκτονική προσέγγιση - αναδιαμόρφωση χώρου κατά μήκος της Εθνικής Οδού. © ΣΓΜ

130


Αποστόλης Ρίτσος: Π Ρ Ο Σ ΤΑ Σ Ι Α Α Π Ο Κ ΑΤΑ Π Τ Ω Σ Ε Ι Σ Β ΡΑ Χ Ω Ν Σ Τ Η Ν Π Ε Ρ Ι Ο Χ Η Τ Ο Υ Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Κ Ο Υ Χ Ω Ρ Ο Υ Δ Ε Λ Φ Ω Ν

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ

24 Το σκεπτικό του σχεδιασμού / της επιλογής. Η βασική αρχιτεκτονική σύλληψη ήταν η δημιουργία ενός συμπαγούς και αυστηρού γεωμετρικά, όγκου, που δε θα δημιουργούσε παραφωνίες με τον περιβάλλοντα χώρο. Οι ΄΄τοίχοι΄΄/επιφάνειες προστασίας, επιλέχθηκε να κατασκευαστούν από συρμάτινα κιβώτια γεμισμένα με ακανόνιστες πέτρες που παράγουν ως αποτέλεσμα μια ομογενή πέτρινη μάζα. Ο τοίχος ποδός είναι συνεχής και παράγει ένα προστατευτικό όριο το οποίο ενσωματώνεται στο τοπίο. Σε αυτό συμβάλλουν: Η χάραξη και η γεωμετρία του, που ακολουθεί την οδό και λαμβάνει υπόψη της τον περιβάλλοντα χώρο και το φυσικό ανάγλυφο. Η αφομοίωση με το φυσικό περιβάλλον: Το γέμισμα των συρματοκιβωτίων με πέτρες ή άλλα αδρανή υλικά της περιοχής και οι χρωματικές αποχρώσεις που προκύπτουν από τα χρώματα του τόπου. Η κλίμακά του (2-3 μέτρα ύψος) σε σχέση με την κλίμακα της περιοχής μελέτης, το έντονο ανάγλυφο, το ύψος των πρανών (100-300 μέτρα), τις ιδιαίτερα ισχυρές κλίσεις. Η δημιουργία ενιαίας κλίσης στην στέψη του σε συνδυασμό με φύτευση που παράγει ένα ομοιόμορφο συνεχές οπτικό αποτέλεσμα.

ΔΙΑΤΟΜΗ Ι2 24. Α ρχιτεκτονική προσέγγιση - διατομή Εθνικής Οδού. © ΣΓΜ

Όσον αφορά την κατασκευή του τοίχου ποδός, τα συρματοκιβώτια θα αποτελέσουν ένα γραμμικό νεύρο προστασίας κατά μήκος της Εθνικής Οδού, το οποίο θα λειτουργεί συνάμα ως όριο ανάμεσα στο τεχνητό (δρόμος) και το φυσικό (ανάγλυφο), ως ενδιάμεσος τόπος και θα εμπεριέχει στη δομή του και τα δύο στοιχεία: τεχνητή κατασκευή (σύρμα-μεταλλικό πλέγμα) με υλικά (βράχοι) από τον τόπο του έργου. Η βασική αρχιτεκτονική σύλληψη ήταν η δημι-

ουργία ενός συμπαγούς και αυστηρού γεωμετρικά όγκου, που δεν θα δημιουργούσε παραπλανητικά οπτικά ερεθίσματα σε σχέση με τον περιβάλλοντα χώρο. Οι «τοίχοι»/ επιφάνειες προστασίας, επιλέχθηκε να κατασκευαστούν από συρμάτινα κιβώτια γεμισμένα με ακανόνιστες πέτρες που παράγουν ως αποτέλεσμα μια ομογενή πέτρινη μάζα. Ο τοίχος ποδός είναι συνεχής και παράγει ένα προστατευτικό όριο το οποίο ενσωματώνεται στο τοπίο.

131


Περιβαλλοντική Μελέτη Οι Δελφοί και το ευρύτερο Δελφικό Τοπίο, είναι χαρακτηρισμένα ως «Τόπος Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς» από την UNESCO (εικ. 25). Το έργο βρίσκεται εντός δύο προστατευόμενων περιοχών του δικτύου NATURA 2000. Πρόκειται για τις περιοχές GR2410002 (Εθνικός Δρυμός Παρνασσού) και η GR2450005 (Νοτιοανατολικός Παρνασσός – Εθνικός Δρυμός Παρνασσού – Δάσος Τιθωρέας). Στην ευρύτερη περιοχή μελέτης έχουν ορισθεί επίσης οι πιο κάτω αναφερόμενες προστατευμένες περιοχές: AT2010031 - ΤΙΦΚ Δελφικό τοπίο, A00010052 - Βιότοπος CORINE - Νότιος και Ανατολικός Παρνασσός, Καταφύγιο Άγριας Ζωής «Άγιοι Πάντες (Δελφών – Δεσφίνας - Χρυσού)», έκτασης 24.000 στρεμμάτων, Καταφύγιο Άγριας

Ζωής «Ασπρόχωμα– Ψιλό – Προντόλη – Κελάρι (Αράχοβας)», έκτασης 4.670,3 εκταρίων. Στο πλαίσιο της περιβαλλοντικής μελέτης, προκύπτουν παράλληλα μέτρα προστασίας του περιβάλλοντος, που θα πρέπει επιπρόσθετα να λαμβάνονται, αναλόγως των προτεινόμενων γεωτεχνικών μέτρων προστασίας έναντι των καταπτώσεων βράχων. Τα μέτρα προστασίας του περιβάλλοντος αφορούν κυρίως στη φάση κατασκευής. Ενδεικτικά τα μέτρα αυτά αφορούν, τη μεθοδολογία εκσκαφών, την προστασία των υδατικών πόρων, την προστασία της χλωρίδας και της πανίδας καθώς και την προστασία από στερεά και υγρά απόβλητα. Ο επίλογος είναι δικός σας.

ΠΕΡΙΒΑΛΛΟΝΤΙΚΗ ΜΕΛΕΤΗ

25

Η ευρύτερη περιοχή μελέτης συμπεριλαμβάνεται σε καταλόγους ευαίσθητων ή / και προστατευόμενων περιοχών με κύριο κριτήριο την αρχαιολογική, οικολογική και αισθητική της αξία. Η περιοχή εντάσσεται στις ακόλουθες κατηγορίες : • Περιοχές δικτύου Natura 2000 • Περιοχές Corine • Προστατευόμενες Περιοχές Εθνικής Νομοθεσίας Τοπία Ιδιαίτερου Φυσικού Κάλλους (ΤΙΦΚ) Καταφύγια Αγριας Ζωής • Δελφοί – Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς (UNESCO 1987)

25. Π εριοχή Δελφών προστατευόμενη σύμφωνα με Εθνικές και Διεθνείς διατάξεις. © ΣΓΜ

132


Γεώργιος Παπανδρέου: ΤΟ Ε Ρ ΓΟ Π Ρ ΟΣ ΤΑ Σ Ι Α Σ Τ Ω Ν Μ Ν Η Μ Ε Ι Ω Ν Τ Η Σ Ν Ε ΟΤ Ε Ρ Η Σ Π ΟΛ Ι Τ Ι Σ Τ Ι Κ Η Σ Κ Λ Η Ρ Ο Ν ΟΜ Ι Α Σ Σ Τ Η Φ Ω Κ Ι Δ Α

ΤΟ ΕΡΓΟ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ΤΩΝ ΜΝΗΜΕΙΩΝ ΤΗΣ ΝΕΟΤΕΡΗΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑΣ ΣΤΗ ΦΩΚΙΔΑ Γεώργιος Παπανδρέου Αναπληρωτής Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Νεοτέρων Μνημείων και Τεχνικών Έργων Δυτικής Ελλάδος, Πελοποννήσου και Νοτίου Ιονίου

Η Υπηρεσία μας ελέγχει 12 Περιφερειακές Ενότητες σε 4 Διοικητικές Περιφέρειες, ως προς τις αρμο­ διότητές της. Τον νομό Φωκίδος τον ελέγχει από την αρχή της σύστασής της, το 1980. Αξιόλογα κτίρια, νεότερα μνημεία, με ιδιαίτερο αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον, υπάρχουν σε όλη την έκταση του Νομού, που αθροίζονται σε 108 τον αριθμό. Τα περισσότερα τοποθετούνται στο Γαλαξίδι και την Άμφισσα, 41 και 28 αντίστοιχα. Τα υπόλοιπα 39 μοιράζονται σε μικρότερες περιοχές-κωμοπόλεις του Νομού, με το Χρυσό Φωκίδας να περιλαμβάνει τα περισσότερα. Ακολουθούν: η περιοχή του Τολοφώνα, του Αθ. Διάκου Παρνασσίδος, το Τείχιο Δωρίδας, η Ιτέα, οι Δελφοί, η Ψαρομύτα, το Πολύδροσο Παρνασσού, ο Αγ. Γεώργιος Άμφισσας, τα Καστέλια, η Κοινότητα Αγ. Ευθυμίας, η Ερατεινή και η Σεργούλα.

Το Γαλαξίδι Το Γαλαξίδι έχει χαρακτηριστεί ως ιστορικός διατηρητέος οικισμός και τοπίο ιδιαίτερου φυσικού κάλλους με τις Υπουργικές αποφάσεις το 1967 & το 1980. Είναι μία μικρή παραθαλάσσια κωμόπολη της τέως επαρχίας Παρνασσίδας του Ν. Φωκίδος και υπάγεται στον διευρυμένο Δήμο των Δελφών. Διαθέτει τη γραφικότητα του νησιού και την φυσική ομορφιά του βουνού σε αρμονικό συνδυασμό και γνώρισε ιδιαίτερη ακμή τον 18ο και 19ο αιώνα όταν τα γαλαξιδιώτικα καράβια ταξίδευαν σε όλο τον κόσμο. Αναμφισβήτητα στο Γαλαξίδι η αρχιτεκτονική έκφραση επηρεάστηκε από το επάγγελμα των κατοίκων του, που σαν κοσμογυρισμένοι καπετάνιοι φέρανε οικοδομικά υλικά και τεχνίτες από το εξωτερικό. Είναι ένα

μέρος όπου η ευημερία των κατοίκων αντανακλάται στα καλοδιατηρημένα αρχοντικά του (εικ. 1). Στο Γαλαξίδι συναντάμε διώροφα κτίρια με υπόγεια όπου οι φέροντες οργανισμοί των κτιρίων είναι από πέτρα. Οι σκεπές είναι εγκιβωτισμένες με επικάλυψη από κεραμίδια. Οι όροφοι των κτιρίων χαρακτηρίζονται από την συμμετρία των ανοιγμάτων και από εξώστες ξύλινους που στηρίζονται σε σιδερένια φουρούσια με σφυρήλατα περίτεχνα σιδερένια κάγκελα. Επίσης σε πολλά καπετανόσπιτα ο όροφος δεν περιλαμβάνει διαχωριστικούς τοίχους, καθώς εκεί γινόταν η επισκευή των πανιών των ιστιοφόρων. Οι κεντρικές πόρτες, είναι τοξοειδείς με φεγγίτες, που προστατεύονται από περίτεχνο σφυρήλατο κιγκλίδωμα και αποτελούν χαρακτηριστικά δείγματα πέτρινων κατασκευών.

1

1. Ά ποψη της πόλης του Γαλαξιδίου.

133


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

Το Καποδιστριακό Σχολείο Αξιόλογα κτίρια κοσμούν τους δρόμους του Γαλαξιδίου· ενδεικτικά αναφέρουμε το Καποδιστριακό σχολείο, στη θέση «Κούκουνα» (εικ. 2). Πρόκειται για ένα από τα πέντε σχολεία που χτίστηκαν στην Ελλάδα την εποχή του Καποδίστρια, στα 1830. Είναι το πρώτο σχολείο στο Γαλαξίδι και λειτούργησε μέχρι το 1932. Από την εποχή που εκποιήθηκε με πλειστηριασμό και περιήλθε σε ιδιώτες, χρησιμοποιείτο ως χώρος σταβλισμού. Σύμφωνα με Υ.Α.

2

κή Έκθεση προκειμένου να εγκριθούν επείγουσες εργασίες για την προστασία του και άρση του επικινδύνου, για τις οποίες η απόφαση βγήκε στις 14-09-2012. Παράλληλα, η Διεύθυνση Τεχνικών Ερευνών Αναστήλωσης, μας έστειλε ανάλυση ιστορικών δομικών υλικών και την πρόταση κονιάματος και επιχρίσματος αποκατάστασης για το εν λόγω σχολείο. H Υπηρεσία μας παρέδωσε υλικά της ΥΝΕΜΕΤΕΔΕ στον Δήμο Γαλαξιδίου και άμεσα ξεκίνησαν οι στερεωτικές εργασίες στο έργο. Οι εργασίες περιελάμβαναν συμπληρώσεις λίθου, αδιαβροχοποίησης στέψης των περιοχών με απώλεια επιχρίσματος και υποστήλωση των ανοιγμάτων (εικ. 4-5). Γίνεται επίσης εκπόνηση μελέτης σύμφωνα με τις απαιτούμενες για τα μνημεία προδιαγραφές αποκατάστασης από την Υπηρεσία, που βρίσκεται σε στάδιο της οριστικής μελέτης και θα ολοκληρωθεί σύντομα.

4

2. Τ ο Καποδιστριακό Σχολείο Γαλαξιδίου, 1830.

στις 17-11-1987, το κτίριο –τότε ιδιοκτησίας Θεοχάρη Παφίλη– χαρακτηρίστηκε ιστορικό διατηρητέο μνημείο σύμφωνα με τον νόμο 1469/50, ενώ περιήλθε στο δημόσιο το 1993 με αναγκαστική απαλλοτρίωση ύστερα από γνωμοδότηση του ΚΑΣ, προκειμένου να μεταστεγαστεί σε αυτό η Αρχαιολογική Συλλογή της περιοχής σύμφωνα και με την εισήγηση της τότε αρμόδιας Ι’ ΕΠΚΑ. Η είσοδος γίνεται από μια μικρή υπόστυλη αυλή στο πίσω μέρος, που οδηγεί σε ημιανώγειο με τρείς ευρύχωρες αίθουσες και δύο γραφεία καθηγητών (εικ. 3). Η κάτοψή του έχει σχήμα Τ, και στεγάζεται με συνδυασμό δίρριχτων και τετράρριχτων στεγών.

5

3 4, 5. Το Καποδιστριακό Σχολείο: εργασίες συντήρησης.

Το Παρθεναγωγείο

3. Τ ο Καποδιστριακό Σχολείο: άποψη της εισόδου.

Στο πλαίσιο αρμοδιότητάς μας, η Υπηρεσία μας εκπόνησε την αποτύπωση του κτιρίου τον Αύγουστο του 2002. Πραγματοποιήθηκε καθαρισμός του με τη συνδρομή της τοπικής αυτοδιοίκησης. Συντάχθηκε επίσης Τεχνι-

134

Σε εντελώς διαφορετικό ρυθμό συναντάμε το Παρθεναγωγείο Γαλαξιδίου (εικ. 6). Πρόκειται για ένα νεοκλασικό κτίριο με αρχαϊκού ρυθμού είσοδο, που βρίσκεται μέσα στον παραδοσιακό οικισμό του Γαλαξιδίου, και κτίστηκε το 1880 επί Δημαρχίας Νικολάου Λουκέρη, όπως αναγράφεται στη μαρμάρινη πλάκα της εισόδου (εικ. 7). Χρησιμοποιήθηκε σαν σχολείο θηλέων μέχρι το 1928-1929, ενώ μετέπειτα μόνο η μεγάλη αίθουσα χρησιμοποιείται σαν αίθουσα θεάτρου. Το κύριο κτίριο είναι ισόγειο με τμήμα διωρόφου στο πίσω μέρος του. Αποτελείται στο ισόγειο από την κεντρική αίθουσα με πολλά παράθυρα και στο δεύτερο πάτωμα από άνετες αίθουσες.


Γεώργιος Παπανδρέου: ΤΟ Ε Ρ ΓΟ Π Ρ ΟΣ ΤΑ Σ Ι Α Σ Τ Ω Ν Μ Ν Η Μ Ε Ι Ω Ν Τ Η Σ Ν Ε ΟΤ Ε Ρ Η Σ Π ΟΛ Ι Τ Ι Σ Τ Ι Κ Η Σ Κ Λ Η Ρ Ο Ν ΟΜ Ι Α Σ Σ Τ Η Φ Ω Κ Ι Δ Α

6

6. Τ ο Παρθεναγωγείο Γαλαξιδίου, 1880.

7

μημένο έτσι όπως ήταν τα μεγαλύτερα και πλουσιότερα από αυτά. Το κτίριο ήταν αρχικά το αρχοντικό του Αγγελή, δηλαδή ιδιωτική κατοικία, και είναι από τα πρώτα αρχοντικά του Γαλαξιδίου, της περιόδου 1855-1856. Στη συνέχεια λειτούργησε ως Ναυτικό Γυμνάσιο και σήμερα φιλοξενεί το Λαογραφικό Μουσείο. Στο κτίριο αναγνωρίζουμε τα κοινά μορφολογικά στοιχεία των πρώτων σπιτιών του Γαλαξιδίου με την αυστηρή μορφή, τις απλές γραμμές, την αρμονική και συγχρόνως μεγαλοπρεπή θωριά τους. Από την παρατήρηση των κτιρίων της ίδιας περιόδου συμπεραίνουμε ότι το επίχρισμα στο κέλυφος είναι μεταγενέστερη επέμβαση και ότι η αρχική του μορφή ήταν ανεπίχριστη. Χαρακτηριστικό είναι και το πέτρινο ζωνάρι από πελεκημένες πέτρες στο ύψος του πατώματος του σπιτιού που το περιθέει. Η Υπηρεσία μας έκανε μελέτη αποτύπωσης και αποκατάστασης η οποία εγκρίθηκε από το Τοπικό Συμβούλιο στις 28/11/2005.

Το τέως Δημαρχείο

7. Τ ο Παρθεναγωγείο: άποψη της εισόδου.

Αποτέλεσε ένα από τα ελάχιστα κέντρα εκπαίδευσης των κορασίδων της περιοχής Φωκίδας και διάδοσης των Ελληνικών Γραμμάτων κατά τα τέλη του 19ου και αρχές του 20ού αιώνα. Έχει χαρακτηρισθεί ως έργο τέχνης το 1992. Η Υπηρεσία μας ενέκρινε εργασίες επισκευής και αποκατάστασης του εσωτερικού του Παλαιού Παρθεναγωγείου στις 21-12-94. Από τον σεισμό του 1995, το κτίριο υπέστη κι άλλες βλάβες, και εγκρίναμε εκ νέου εργασίες (11/11/1996) για την επισκευή του Παρθεναγωγείου πάντα με γνώμονα την διατήρηση και την ανάδειξη όλων των στοιχείων που συνθέτουν το διατηρητέο αυτό κτίσμα. Στη συνέχεια δόθηκε έγκριση συμπληρωματικών εργασιών (21/06/04) αποκατάστασης & ανάδειξης του κτιρίου, ώστε να λειτουργήσει ως πολυχώρος πολιτιστικών και λοιπών εκδηλώσεων, θεάτρου, κινηματογράφου, συνεδρίων κ.λπ. Κατά τη διάρκεια υλοποίησης όλων των εγκεκριμένων εργασιών η Υπηρεσία μας έχει πάντα την εποπτεία εφαρμογής τους όπως εξάλλου προβλέπεται από τον Ν. 3028/02.

Το Λαογραφικό Μουσείο Ανάμεσα στα πολύ αξιόλογα κτίρια του Γαλαξιδίου ανήκει και το Λαογραφικό Μουσείο Γαλαξιδίου, που έχει χαρακτηριστεί ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο με απόφαση του 1998. Είναι ανεξάρτητο από τα άλλα, ελεύθερα δο-

Ένα από τα αξιολογότερα κτίρια είναι και αυτό του τέως Δημαρχείου, το οποίο ανήκει στον Δήμο Δελφών και όπου σήμερα στεγάζονται οι υπηρεσίες του Δήμου. Έχει χαρακτηριστεί ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο το 1996. Το κτίριο ανήκε αρχικώς στην οικογένεια Τσαλαγκύρα. Το 1957 η Ευσταθία Τσαλαγκύρα - Ρέλλα δώρισε με τη διαθήκη της το συγκεκριμένο οίκημα με σκοπό τη στέγαση του δημαρχείου και σήμερα, μαζί με το δημαρχείο, στεγάζει και τη δημοτική βιβλιοθήκη. Το εν λόγω κτίριο είναι κατασκευασμένο εξ ολοκλήρου από πέτρα ανεπίχριστη. Το κυμάτιο του γείσου της στέγης μορφώνεται από συμπαγείς πλίνθους. Οι γωνίες του κτιρίου είναι κατασκευασμένες από λαξευμένους γωνιόλιθους. Οι όροφοι του κτιρίου φέρουν εξώστες συμμετρικά τοποθετημένους που είναι κατασκευασμένοι από ξύλο. Ο ακάλυπτος χώρος του ευρίσκεται έμπροσθεν της κύριας όψης και ορίζεται με ψηλό μαντρότοιχο κατασκευασμένο από πέτρα. Μετά από εισήγηση της Υπηρεσίας μας, έχει δοθεί έγκριση εργασιών αποκατάστασης από το Τοπικό Συμβούλιο Μνημείων Στερεάς στις 11/01/1999.

Το κτίριο Ρόζενμπεργκ Επίσης αξιόλογο κτίριο που συνθέτει την αρχιτεκτονική του τόπου, είναι και το κτίριο Ρόζενμπεργκ, το οποίο έχει χαρακτηριστεί ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο με σχετική απόφαση στις 25-09-97. Πρόκειται για σπίτι διώροφο που αναπτύσσεται σε κατώι, μεσοπάτωμα και 1ο όροφο (εικ. 8). Είναι ψηλό και επιβλητικό, χτισμένο με ορατή λιθοδομή. Έχει όγκο κυβικό, είναι ψηλό σαν κάστρο με απλή γραμμή και η επιβλητικότητά του εντυπωσιάζει. Οι γωνίες του σπιτιού είναι κατασκευασμένες με λαξευτούς γωνιόλιθους για λόγους στερεότητας και διακόσμησης. Πάνω από τις πόρτες και τα παράθυρα σχηματίζεται ένα ημικυκλικό τόξο φτιαγμένο από μικρά συμπαγή τούβλα τοποθετημένα το ένα δίπλα στο άλλο. Τα τόξα αυτά είναι χαρακτηριστικά στοιχεία των γαλαξιδιώτικων σπιτιών. Έχει δοθεί έγκριση εργασιών επισκευής του κτιρίου μετά από εισήγηση της Υπηρεσίας μας στο Τοπικό

135


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

Συμβούλιο Μνημείων Στερεάς Ελλάδας, με απόφαση στις 26/01/2000. Επίσης στο πλαίσιο αρμοδιοτήτων μας γνωμοδοτήσαμε, μετά από αίτηση, για την κατασκευή πέτρινου τοίχου περίφραξης σε οικόπεδο όμορο με το διατηρητέο κτίριο.

10

8

10. Ο ανεμόμυλος του Γαλαξιδίου μετά την αποκατάσταση της τοιχοποιΐας του.

Η Άμφισσα 8. Τ ο κτίριο Ρόζενμπεργκ στο Γαλαξίδι.

Ο Ανεμόμυλος & ο Λιμένας Ο ανεμόμυλος ιδιοκτησίας του Δημοσίου, που βρίσκεται σε δεσπόζουσα θέση πάνω στον λόφο «Γιαννάκης» που περιβάλει τον οικισμό Γαλαξιδίου, αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα αρχιτεκτονικής κτιρίων ειδικής λειτουργίας της προβιομηχανικής περιόδου. Πρόκειται για αξιόλογη κατασκευή κυκλικής διατομής, λιθόκτιστη (εικ. 9).

Αμέσως μετά το Γαλαξίδι, νεότερα διατηρητέα μνημεία συναντάμε και στην πόλη της Άμφισσας που είναι και το κέντρο του Ν. Φωκίδας, πρωτεύουσα της Περιφερειακής Ενότητας Φωκίδας και της τέως επαρχίας Παρνασσίδας. Παλιότερα, οι κάτοικοι ασχολούνταν με επαγγέλματα όπως η βυρσοδεψία, η κωδωνοποιία και η σχοινοποιία, για τα οποία η Άμφισσα ήταν γνωστή, ενώ σήμερα υπάρχουν ελάχιστοι που ασχολούνται με αυτά (εικ. 11). Το

11

9

11. Γειτονιά της Άμφισσας με παλιά βυρσοδεψεία.

9. Ο ανεμόμυλος του Γαλαξιδίου, κτίσμα της προβιομηχανικής περιόδου.

Χαρακτηρίστηκε ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο με ζώνη προστασίας του τον χώρο που ορίζεται σε ακτίνα 200μ. περιμετρικά του μύλου. Έχει γίνει αποκατάστασή του σε συνεργασία με τον πολιτιστικό σύλλογο Γαλαξιδίου, σε ότι αφορά την τοιχοποιία του (εικ. 10). Σημαντική υπήρξε και η παρέμβαση της Υπηρεσίας μας για την επέκταση του Λιμένα Γαλαξιδίου που με γνώμονα πάντα τη διατήρηση του παραδοσιακού χαρακτήρα του οικισμού συνέβαλε στην τουριστική αξιοποίησή του.

136

μεγαλύτερο μέρος των κατοίκων της ασχολείται με την καλλιέργεια της ελιάς, αφού υπάρχει στην περιοχή τεράστια συνεχόμενη έκταση με ελιές, η οποία ονομάζεται «Ελαιώνας της Άμφισσας». Όλα τα σπίτια είναι κυρίως πετρόχτιστα και πλινθόχτιστα: Αρχοντικά οικοδομήματα, επιβλητικές οικίες των περασμένων αιώνων (εικ. 12). Διώροφα κτίρια με χρήση κατοικίας και τετράγωνες κατόψεις. Κτίρια που στεγάζονται με κεραμόσκεπες τετράρριχτες στέγες με βυζαντινά κεραμίδια. Νεοκλασσικά του προηγούμενου αιώνα, με κύρια χαρακτηριστικά τους ψευδοπεσσούς με επίκρανα στις γωνίες, την συμμετρική διάταξη των ανοιγμάτων στις όψεις, το γείσο με την διακοσμητική ταινία στις στέγες και οριζόντιες σκοτίες στα ισόγεια. Οι στέγες στέφονται από ακροκέραμους νεοκλασσικούς στις άκρες των κεραμιδιών.


Γεώργιος Παπανδρέου: ΤΟ Ε Ρ ΓΟ Π Ρ ΟΣ ΤΑ Σ Ι Α Σ Τ Ω Ν Μ Ν Η Μ Ε Ι Ω Ν Τ Η Σ Ν Ε ΟΤ Ε Ρ Η Σ Π ΟΛ Ι Τ Ι Σ Τ Ι Κ Η Σ Κ Λ Η Ρ Ο Ν ΟΜ Ι Α Σ Σ Τ Η Φ Ω Κ Ι Δ Α

12

αλλά και της ευρύτερης περιοχής. Χτίστηκε, όπως είπαμε, γύρω στο 1830 και πρωτολειτούργησε σαν καφενείο. Το 1835 δημιουργείται στο εσωτερικό του αυλαία, η οποία αρχικά φιλοξενεί αυτοσχέδιους θεατρικούς θιάσους που ψυχαγωγούν και διασκεδάζουν τον πληθυσμό της μικρής πόλης και όχι μόνο. Αργότερα, η ίδια αίθουσα χρησιμοποιείται και σαν κινηματογράφος.

Το κτίριο της οδού Φρουρίου

12. Τ ο νεοκλασικό κτίριο του Αρχαιολογικού Μουσείου Άμφισσας, αρχές 20ού αιώνα.

Στο εσωτερικό κάποιων κτιρίων τα ταβάνια των ορόφων και των ισογείων κοσμούνται με οροφογραφίες, που έχουν σαν θέμα φυτικόμορφα μοτίβα και ροζέτες από φυτικόμορφες συνθέσεις, όπου κυριαρχεί η συμμετρία.

Το Καφενείο Μαστρονικολόπουλου Ενδεικτικά αναφέρουμε το κτίριο-καφενείο ιδιοκτησίας Μαστρονικολόπουλου Αθανασίου λόγω της μεγάλης πολιτιστικής του αξίας. Πρόκειται για διώροφο λιθόκτιστο κτίριο που επικαλύπτεται με δίρριχτη στέγη και βυζαντινά κεραμίδια (εικ. 13). Η χρονολογία κατασκευής του σύμφωνα με τις μαρτυρίες του ιδιοκτήτη ανάγεται στο 1830 περίπου. Μορφολογικά διακρίνονται έντονα τα νεοκλασσικά στοιχεία που χαρακτηρίζουν την όψη, όπως είναι το μεγάλο ύψος του ισογείου, η συνθετική αρμονία ογκοπλαστικού περιγράμματος, η ευρυθμία, η συμμετρία των ανοιγμάτων ισογείου και ορόφου. Ο μεγάλος αριθμός ανοιγμάτων θυμίζει λαϊκό νησιώτικο σπίτι· άλλωστε το Γαλαξίδι είναι πολύ κοντά και οι επιρροές άμεσες. Τα ανοίγματα διακοσμούνται με υπέρθυρα κορνιζώματα, ενώ τα κουφώματα είναι ξύλινα, με περσίδες μεγάλου μεγέθους. Το μπαλκόνι είναι κεντρικά τοποθετημένο με σφυρήλατο κιγκλίδωμα και τρία φουρούσια να το στηρίζουν, ενώ το πάτωμα είναι ξύλινο όπως και η οροφή του ισογείου. Το κτίριο από άποψη λειτουργίας και χρήσεων έχει πολιτιστική αξία όχι μόνο για τους κατοίκους της πόλης,

Μοναδικό και αξιόλογο κτίριο της Άμφισσας, μάλλον προγενέστερο του 1830, είναι το κτίριο στην οδό Φρουρίου 19 φερόμενης ιδιοκτησίας Τσικνή, το οποίο έχει χαρακτηριστεί ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο και έργο τέχνης στις 19-07-2000. Είναι λιτό με έντονα δομικά στοιχεία στην βορεινή και ανατολική του όψη (εικ. 14). Το γείσο της στέγης είναι κατασκευασμένο από μπαγδατί με επικάλυψη από τραβηχτό επίχρισμα. Τα ανοίγματά του δεν ακολουθούν άξονες συμμετρίας. Ενδιαφέρουσα ως προς τη σύνθεσή της είναι η βόρεια όψη· επειδή ο δρομίσκος που την περιβάλλει εί-

14

14. Το κτίριο της οδού Φρουρίου στην Άμφισσα, προγενέστερο του 1830.

ναι στενός, η βορειανατολική ακμή της στο ισόγειο παρουσιάζει μεγάλη απότμηση για ανακούφιση της τότε κυκλοφορίας (εικ. 15). Στο δωμάτιο υποδοχής σώζεται η ζωγραφισμένη οροφή του και σύμφωνα με τον ιδιοκτήτη και τα άλλα δωμάτια στον όροφο έφεραν οροφογραφίες.

13

15

13. Τ ο καφενείο Μαστρονικολόπουλου στην Άμφισσα, 1830.

15. Το κτίριο της οδού Φρουρίου: η απότμηση της ΒΑ ακμής.

137


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

Το κτίριο του Πανουργιά Με την συμβολή της Υπηρεσίας μας αποκαταστάθηκε το κτίριο του Πανουργιά στην Άμφισσα. Εκτιμάται ότι έχει κτισθεί τον 18ο αιώνα και αποτελεί δείγμα της λαϊκής αρχιτεκτονικής της περιοχής. Αποτέλεσε τούρκικο σεράι και μετά την απελευθέρωση δόθηκε στην οικογένεια του οπλαρχηγού Πανουργιά και χρησιμοποιήθηκε αποκλειστικά ως κατοικία. Μετά από εισήγηση της Υπηρεσίας μας στο Τοπικό Συμβούλιο Μνημείων Στερεάς Ελλάδας, δόθηκε έγκριση εργασιών για αποκατάσταση του κτιρίου και μετατροπή του σε Κέντρο Ιστορικής Ενημέρωσης στην πόλη της Άμφισσας, στις 01-07-2013. Πρόκειται για ιδιοκτησία του Δήμου που περιλαμβάνεται στο Επιχειρησιακό Πρόγραμμα του Δήμου Δελφών και έχει ενταχθεί στο ολοκληρωμένο σχέδιο αστικής ανάπτυξης. Η οικία «Πανουργιά» βρίσκεται πλησίον του Αρχαιολογικού Μουσείου της Άμφισσας, εντός του αρχαιολογικού χώρου της πόλης και σε περιβάλλον νεότερων μνημείων αρμοδιότητάς μας1. Το κτίριο είχε τετράρριχτη κεραμοσκεπή με επικάλυψη από κεραμίδια Βυζαντινού τύπου (εικ. 16). Στις τεχνικές περιγραφές της μελέτης, η οποία έγινε σε συνεργασία με την Υπηρεσία μας και την Τεχνική Υπηρεσία του Δήμου Δελφών, περιγράφονται αναλυτικά όλες οι εργασίες που αφορούν στο έργο.

16

17

17. Το Στάλειο-Γάτειο Γηροκομείο στην Άμφισσα, 19ος αιώνας.

Η Υπηρεσία μας ενέκρινε την μελέτη διαμόρφωσης περιβάλλοντος χώρου του Οίκου Ευγηρίας της Άμφισσας με όρους, λόγω του ότι ο αύλειος χώρος του, κατά τον χαρακτηρισμό του κτιρίου, ορίστηκε ως ζώνη προστασίας του. Η μελέτη αποκατάστασης υποβλήθηκε στην Υπηρεσία μας από τη Γενική Γραμματεία Εκπαίδευσης Ενηλίκων στις 08-09-06. Στο κτίριο θα στεγαστεί σχολείο δεύτερης ευκαιρίας και κέντρο εκπαίδευσης ενηλίκων Άμφισσας. Κατόπιν εισήγησης της Υπηρεσίας μας την 2/10/2006 στο Τοπικό Συμβούλιο Μνημείων Στερεάς Ελλάδας για την έγκριση αποκατάστασης και αλλαγής χρήσης του κτιρίου, βγήκε θετική απόφαση στις 6-12-2006.

Το κτίριο Θ. Γάτου

16. Τ ο κτίριο Πανουργιά στην Άμφισσα, 18ος αιώνας.

Το Στάλλειο-Γάτειο Γηροκομείο Το κληροδότημα Σταλλού –αλλιώς Στάλλειο-Γάτειο γηροκομείο– ιδιοκτησίας Αρχιεπισκοπής Φωκίδος, στην οδό Σταλλού 8 στην Άμφισσα, αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι του ιστορικού ιστού της πόλης (εικ. 17). Έχει χαρακτηριστεί ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο στις 17-03-99. Πρόκειται για τριώροφο κτίσμα, του οποίου το ισόγειο ήταν κατάστημα και οι δύο όροφοι χρησιμοποιούνταν για κατοικία. Αργότερα μετατράπηκε σε γηροκομείο. Το κτίριο είναι κατασκευασμένο από πέτρα και σκεπάζεται με ξύλινη στέγη, με επικάλυψη κυμματοειδούς λαμαρίνας σε αντικατάσταση των κεραμιδιών που είχε παλαιότερα. 1

138

Ένα ακόμη αξιόλογο κτίριο που κοσμεί την πόλη της Άμφισσας είναι το ιδιοκτησίας Θεόδωρου Γάτου στην οδό Η. Γιδόγιαννου 4. Έχει χαρακτηριστεί ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο μαζί με τον αύλειο χώρο του το 1998. Πρόκειται για διώροφο κτίριο με χρήση κατοικίας και τετράγωνης κάτοψης. Στεγάζεται με κεραμόσκεπη τετράρριχτη στέγη με βυζαντινά κεραμίδια. Ρυθμολογικά είναι νεοκλασσικό του τέλους του 19ου αιώνα, με κύρια χαρακτηριστικά τους ψευδοπεσσούς με επίκρανα στις γωνίες του ορόφου, την συμμετρική διάταξη των ανοιγμάτων στις όψεις, το γείσο με την διακοσμητική ταινία στην στέγη και τις οριζόντιες σκοτίες στον σοβά του ισογείου. Για το εν λόγω κτίριο έγινε έγκριση εργασιών από το Τοπικό Συμβούλιο Μνημείων Στερεάς Ελλάδας στις 12/12/2005. Η Υπηρεσία μας με χωρική αρμοδιότητα τις Περιφέρειες Δυτικής Ελλάδος, Πελοποννήσου, Νοτίου Ιονίου και νομό Φωκίδος, έχει ήδη ξεκινήσει την τελευταία διετία να ερευνά και να καταγράφει αξιόλογα κτίσματα και κτίρια στην ορεινή δύσβατη Φωκίδα, προκειμένου να αξιολογήσει και να συντάξει εκθέσεις τεκμηρίωσης για τον χαρακτηρισμό τους ή μη –που όμως παίρνουν χρόνο για να επισημοποιηθούν και να χρησιμοποιηθούν ως αναφορά για τον νομό– ενώ παράλληλα συνδράμει στην προστασία του πολιτιστικού αποθέματος του νομού.

Το κτίριο επί της οδού Αθανασοπούλου 5, φερόμενης ιδιοκτησίας Τριάντη Μαρίας, το κτίριο επί της οδού Αρείου Πάγου 1, φερόμενης ιδιοκτησίας Οικονόμου Επαμεινώνδα, και το κτίριο επί της οδού Μαρκίδου 3, φερόμενης ιδιοκτησίας Γάττου Θεόδωρου.


Amélie Perrier & Alexandre Farnaux: Τ Ο Έ Ρ Γ Ο Τ Η Σ ΓΑ Λ Λ Ι Κ Ή Σ Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Κ Ή Σ Σ Χ Ο Λ Ή Σ Σ Τ Η Ν Φ Ω Κ Ί Δ Α ΤΑ Έ Τ Η 2 0 1 0 - 2 0 1 6

ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΗΣ ΓΑΛΛΙΚΗΣ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΗΣ ΣΧΟΛΗΣ ΣΤΗΝ ΦΩΚΙΔΑ ΤΑ ΕΤΗ 2010-2016 Amélie Perrier Maître de conférences Αρχαίας Ιστορίας, Διευθύντρια Σπουδών της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής Αθηνών

Alexandre Farnoux Καθηγητής Αρχαιολογίας, Διευθυντής της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής Αθηνών Μετάφραση στα ελληνικά: Σ. Ζουμπουλάκη, Λ. Τρούκη

Η Γαλλική Σχολή Αθηνών συνδέεται στενά με τον χώρο των Δελφών ήδη από το 1892 και την μεγάλη ανασκαφή από την οποία έχουν περάσει πάνω από εκατόν είκοσι χρόνια. Οι ανασκαφικές και ερευνητικές εργασίες τις οποίες πραγματοποιεί η Σχολή τα τελευταία χρόνια στην Φωκίδα με την υποστήριξη της Εφορείας Αρχαιοτήτων, και κυρίως της κυρίας Αθανασίας Ψάλτη, υλοποιούνται σε ένα πρόσφορο και φιλικό πλαίσιο συνεργασίας. Θα παρουσιάσουμε συνοπτικά την πρόοδο αυτών των εργασιών από το 2010 έως και το 2016.

Ερευνητική δραστηριότητα στην Φωκίδα Εδώ και αρκετά χρόνια, η παρουσία της Γαλλικής Σχολής στην Φωκίδα δεν περιορίζεται μόνο στους Δελφούς και στο Ιερό του Απόλλωνα, αλλά εκτείνεται και στην ευρύτερη περιοχή, από το Κωρύκειο Άντρο μέχρι την πεδιάδα της Ιτέας έως τη θάλασσα. Αυτή η διεύρυνση του ερευνητικού πεδίου μάς επιτρέπει να μελετήσουμε το περιβάλλον και τον σχηματισμό του τοπίου και να ερευνήσουμε περιόδους πριν από την ανθρώπινη εγκατάσταση. Χάρη στις πολλές γεωμορφολογικές μελέτες που πραγματοποίησε ο Antoine Chabrol, επιστημονικό μέλος της Γαλλικής Σχολής, στην πεδιάδα της Ιτέας, γνωρίζουμε σήμερα ότι οι χείμαρροι Ύλαιτος και Πλειστός ήταν πλατύτεροι και ορμητικότεροι απ’ ό,τι σήμερα και ότι διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στον σχηματισμό της πεδιάδας, η οποία επεκτάθηκε σταδιακά προς την θάλασσα. Μια πρώτη μελέτη για την διαδρομή του νερού στους Δελφούς έδειξε την ορμή αλλά και τους κινδύνους που προκύπτουν από την ροή του νερού. Ο δελφικός χώρος, στους πρόποδες του Παρνασσού, είναι γνωστός από παλιά για τα υπόγεια ύδατα και τις πηγές του, με γνωστότερη όλων την Κασταλία πηγή. Η αφθονία του νερού στον χώρο προκαλούσε πολλά προβλήματα στους πρώτους κατοίκους, οι οποίοι φρόντισαν για την αποθήκευση αλλά και την διοχέτευση των υδάτων, προκειμένου να προστατεύσουν τις κατασκευές τους. Μια ομάδα, υπό την καθοδήγηση της Amélie Perrier, κατέγραψε, χαρτογράφησε και φωτογράφησε όλα τα αρχιτεκτονικά λείψανα που έχουν σχέση με το νερό. Εκτός από την επιστημονική της διάσταση, η μελέτη αυτή θα συμβάλλει σημαντικά στην επίλυση ορισμένων προβλημάτων που ακόμη και σήμερα αντιμετωπίζουν οι Δελφοί, πάντα στο πλαίσιο της προστασίας και της ανάδειξης του χώρου.

Από το 2012, η Amélie Perrier και ο Antoine Chabrol ερευνούν μια νέα υπόθεση σχετικά με την θέση του ιπποδρόμου των Δελφών. Είναι πιθανόν ο ιππόδρομος να βρισκόταν στο επίπεδο απόθεσης ενός μικρού ασβεστολιθικού όγκου στο κατώτερο τμήμα της κεντρικής πλαγιάς των Φαιδριάδων. Οι πυρηνοληψίες που πραγματοποιήθηκαν στην πεδιάδα αποκάλυψαν ότι υπήρχαν θαλάσσια επίπεδα στο νότιο τμήμα της πεδιάδας, ακόμη και κάτω από τον προϊστορικό οικισμό της Κίρρας αλλά και γύρω από αυτόν. Γνωρίζουμε πλέον ότι κατά την προϊστορική εποχή ο οικισμός αυτός περιβάλλονταν από θάλασσα. Πιθανόν, ο οικισμός να δημιουργήθηκε πάνω σε μια αμμώδη χερσόνησο ή στο τέλμα μιας λιμνοθάλασσας, που σταδιακά καλύφθηκε από τις προσχώσεις των δύο χειμάρρων. Ο οικισμός της Κίρρας, κοντά στην Ιτέα, ανασκάφηκε για πρώτη φορά από την Γαλλική Σχολή την δεκαετία του 1930. Πρόκειται για μια μαγούλα που δημιουργήθηκε από διαδοχικά στρώματα κατοίκησης. Μία νέα ανασκαφή του χώρου ξεκίνησε το 2009, σε συνεργασία με την Εφορεία Αρχαιοτήτων και υπεύθυνους την Δέσποινα Σκορδά, τον Julien Zurbach (Maître de conférences στην École normale supérieure) και τον Raphaël Orgeolet (Maître de conférences στο Πανεπιστήμιο Aix-Marseille). Μετά από τρεις ανασκαφικές περιόδους, η γαλλο-ελληνική ομάδα αποκάλυψε πολλούς τάφους της Μέσης και Ύστερης Εποχής του Χαλκού: πρόκειται για μια σημαντική νεκρόπολη που δημιουργήθηκε πάνω στην μαγούλα, κατά την μετάβαση από την Μέση στην Ύστερη ΕτΧ. Διαθέτουμε πλέον ένα σημαντικό ταφικό corpus (που περιλαμβάνει τουλάχιστον 45 ταφικά σύνολα), το οποίο και κατατάσσει την Κίρρα στους χώρους αναφοράς για όσους ασχολούνται με το συγκεκριμένο ερευνητικό πεδίο και την συγκεκριμένη περίοδο. Επί πλέον, αποκαλύφθηκε ένας σημαντικός οικισμός που χρονολογείται από την ΜΕ ΙΙ μέχρι την ΥΕ Ι. Το 2014, εντοπίστηκε ένα κτίριο της μυ-

139


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

κηναϊκής εποχής (ΥΕ ΙΙ-ΙΙΙ) το οποίο ανασκάφηκε το 2015. Παράλληλα, μελετώνται συστηματικά τα ευρήματα των παλαιών ανασκαφών τόσο της Γαλλικής Σχολής, όσο και της Εφορείας. Ας αναφέρουμε ως παράδειγμα την μελέτη της Laetitia Phialon, επιστημονικού μέλους της σχολής, για τα μυκηναϊκά ευρήματα από τις γαλλικές ανασκαφές της Κίρρας και της Κρίσσας (ανασκαφή H. van Effenterre και de J. Jannoray), και της Stéphanie Huysecom, η οποία μελετά τα πήλινα ειδώλια που βρέθηκαν το 1936 σε ένα Ιερό κοντά στην Κίρρα και το οποίο είχε ταυτιστεί, χωρίς βεβαιότητα, με το Ιερό της Λητούς, του Απόλλωνα και της Άρτεμης. Τα ευρήματα, περίπου χίλια ειδώλια και δύο χιλιάδες αγγεία (κυρίως μικρογραφίες αγγείων), χρονολογούνται από τον 6ο αι. π.Χ. μέχρι τον 4ο αι. π.Χ.

Ερευνητική δραστηριότητα πεδίου στους Δελφούς Στους Δελφούς, η Γαλλική Σχολή ξεκίνησε το 2012 ένα νέο ερευνητικό πρόγραμμα το οποίο μελετά τις σχέσεις του Ιερού με την πόλη των Δελφών. Ο καθηγητής JeanMarc Luce (Πανεπιστήμιο Toulouse-Le-Mirail) διενήργησε πολλές ανασκαφές και γεωφυσικές διασκοπήσεις, προκειμένου να μελετήσει το οδικό δίκτυο γύρω από τον περίβολο του Ιερού του Απόλλωνα, στα δυτικά μέχρι το τείχος του Φιλόμηλου, και στα ανατολικά μέχρι την Κασταλία πηγή. Η έρευνα περιελάμβανε την καταγραφή των τοίχων, την γεωφυσική διασκόπηση, την οποία πραγμα-

1

1. Δ ελφοί, δυτική στοά : άποψη από τα δυτικά και σχεδιαστική αναπαράσταση (©Amélie Perrier/Jean-Jacques Malmary/ EFA, 2010-2015).

140


Amélie Perrier & Alexandre Farnaux: Τ Ο Έ Ρ Γ Ο Τ Η Σ ΓΑ Λ Λ Ι Κ Ή Σ Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Κ Ή Σ Σ Χ Ο Λ Ή Σ Σ Τ Η Ν Φ Ω Κ Ί Δ Α ΤΑ Έ Τ Η 2 0 1 0 - 2 0 1 6

τοποίησε ο καθηγητής Απόστολος Σαρρής, Διευθυντής του Laboratory of Geophysical-Satellite Remote Sensing & Archaeo-environment του Ινστιτούτου Μεσογειακών Σπουδών, καθώς και πολλές ανασκαφικές τομές. Τα συμπεράσματα της επιφανειακής έρευνας επιτρέπουν να ιχνηλατήσουμε την λογική του οδικού δικτύου. Για τον 6ο αι. π.Χ., επιβεβαιώθηκε ένα σύστημα ανδήρων που καθόριζε ένα πρώτο οδικό δίκτυο, από το οποίο μπορούμε να αναπαραστήσουμε ορισμένα στοιχεία. Η πορεία των οδών φαίνεται ότι ακολουθεί δύο λογικές που συνυπάρχουν ήδη από την αρχαϊκή εποχή. Η πρώτη είναι να ακολουθούνται οι υψομετρικές καμπύλες, όπως στην Λατώ, και η δεύτερη, είναι ο κεντρομόλος χαρακτήρας ενός δικτύου με κατεύθυνση το Ιερό, πραγματικό νευραλγικό κέντρο της πόλης, ιερό τόπο, αλλά και πολιτικό κέντρο αφού εκεί βρισκόταν το βουλευτήριο. Στην ύστερη ρωμαϊκή και την πρωτοβυζαντινή εποχή, που ο οικισμός κατέλαβε τον χώρο του Ιερού, η κατοίκηση μοιάζει όλο και πυκνότερη και φτάνει μέχρι την κατάληψη του δημοσίου χώρου. Σε κάθε περίπτωση όμως, ο περίβολος καθόρισε την χωροταξία των Δελφών σε όλη τη διάρκεια της αρχαιότητας (από τον 6ο αι. π.Χ.). Οι ανασκαφικές τομές μάς βοηθούν να προσδιορίσουμε με ακρίβεια τις φάσεις των αστικών διαμορφώσεων γύρω από το Ιερό του Απόλλωνα και μας δίνουν νέα στοιχεία για αδημοσίευτα ακόμη κτίρια, όπως είναι, για παράδειγμα, το κτίριο των αποχωρητηρίων, το οποίο αποτελεί ένα είδος παραρτήματος των ανατολικών θερμών και στο οποίο εντοπίστηκε ένα λακωνικόν. Η ανακάλυψη τμήματος μήτρας ανάγλυφου σκύφου στον ίδιο τομέα δείχνει ενδεχομένως ότι στην ελληνιστική περίοδο, όπως πιθανόν και σε άλλες περιόδους, υπήρχε στους Δελφούς μια οικονομική δραστηριότητα γύρω από το Ιερό, με εργαστήρια εγκατεστημένα κοντά στις πύλες του Ιερού. Η νέα μελέτη της λεγόμενης «οχύρωσης του Φιλόμηλου», που κτίστηκε στην βραχώδη προεξοχή που δεσπόζει (από τα δυτικά) το στάδιο, μας προσέφερε επίσης καινούργια στοιχεία. Η μελέτη του Νικολά Κυριακίδη και του Πλάτωνα Πετρίδη προσέλαβε τον χαρακτήρα επιφανειακής έρευνας, που οργανώθηκε με βάση τα διαφορετικά άνδηρα που είναι σήμερα ορατά στον χώρο. Αποκαλύφθηκαν νέα τμήματα του τείχους, τα οποία μας βοηθούν να γνωρίζουμε με μεγαλύτερη ακρίβεια την κάτοψη της οχύρωσης. Το 2014 τα τμήματα της οχύρωσης και των παραπλήσιων αρχιτεκτονικών λειψάνων αποτυπώθηκαν και σχεδιάστηκαν λεπτομερώς. Σχεδιάστηκαν επίσης τρεις εγκάρσιες τοπογραφικές τομές και μία οριζόντια. Διαθέτουμε πλέον την ακριβή κάτοψη της οχύρωσης, η οποία, τουλάχιστον στην τελευταία φάση της ήταν πιο πολύπλοκη απ’ ό,τι νομίζαμε. Η Γαλλική Σχολή συνέχισε πολλά προγράμματα μελέτης που αφορούν στα μνημεία και τα ευρήματα της μεγάλης ανασκαφής. Η Amélie Perrier, σε συνεργασία με τον αρχιτέκτονα Jean-Jacques Malmary (IRAA/CNRS) μελέτησε, από το 2009 μέχρι το 2013, την Δυτική στοά, ένα από τα μεγαλύτερα οικοδομήματα των Δελφών (εικ. 1). Η μελέτη αυτή μας οδηγεί στην χρονολόγηση του μνημείου στον 4ο αι. π.Χ., γεγονός το οποίο επιβεβαιώνει την ενδεχόμενη ταύτισή του με την οπλοθήκη που αναφέρε-

ται στις επιγραφές: η ταύτιση αυτή είχε προταθεί παλαιότερα από τον Jean Bousquet. Θα πρέπει πάντως να αποκλείσουμε την πρόταση η στοά να κατασκευάστηκε από τους Αιτωλούς, την οποία έκανε ο Pierre Amandry αφού ανακάλυψε το 1978 στον πίσω τοίχο της στοάς την αναθηματική επιγραφή των Αιτωλών για τα γαλατικά όπλα. Η μελέτη αυτή δείχνει ότι το άνδηρο της στοάς μετατρέπεται σε επέκταση του ιερού χώρου και αποτελεί προφανώς, από τα τέλη του 4ου αι. π.Χ., μία από τις κύριες εισόδους του Ιερού. Η Α. Perrier συνέχισε την σύνταξη του ευρετηρίου των αρχιτεκτονικών δόμων που προέρχονται από τα δυτικά άνδηρα του Ιερού. Ο αρχιτέκτονας Didier Laroche (ENSA, Στρασβούργο), διεξήγε επίσης πολλές μελέτες στον χώρο: μαζί με τον καθηγητή Jean-François Bommelaer, επιχείρησαν την αναπαράσταση της Θόλου της Μαρμαριάς και πρότειναν μια νέα διαμόρφωση της κεντρικής εισόδου. Μάλιστα, μαζί με την Αθανασία Ψάλτη, ο Didier Laroche πρότεινε μια νέα διάταξη των δόμων του Μνημείου του Λυσάνδρου που περιγράφει ο Παυσανίας, το οποίο βρίσκονταν στην είσοδο του Ιερού και είχε τουλάχιστον τριάντα επτά αγάλματα. Στο Μουσείο των Δελφών, ο καθηγητής Philippe Jockey (Πανεπιστήμιο της Provence) συνέχισε την μελέτη του γλυπτού διακόσμου της Θόλου (εικ. 2) κατά την οποία αποκαλύφθηκαν ίχνη χρωμάτων και πραγματο-

2

2. Η Θόλος των Δελφών, ψηφιακή τρισδιάστατη απεικόνιση της Αμαζόνας 4335, Ερευνητικό πρόγραμμα «Eloquenzior» (©K. Cain/M. Daniel/Ph. Jockey/Ph. Martinez).

141


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

ποίησε υπερφασματικές αναλύσεις στην ζωφόρο του Θησαυρού των Σιφνίων (εικ. 3), ενώ η Hélène Aurigny (Maître de conférences, Πανεπιστήμιο της Provence) συ-

νέβαλε στην σύνταξη του ευρετηρίου των γλυπτών και στην ανασύνθεση ορισμένων από αυτά (εικ. 4).

3

4

3. Μ ουσείο των Δελφών, υπερφασματική απεικόνιση της βόρειας ζωφόρου του Θησαυρού των Σιφνίων του Matthias Alfeld (Laboratoire d’Archéologie Moléculaire et Structurale / UMR 8220), Ερευνητικό πρόγραμμα «Polyre», ©Philippe Jockey, 2016). 4. Α νασύνθεση της καρυάτιδας της Κνίδου Β στην αποθήκη του Mουσείου, αριστερή όψη (©Loïc Damelet/Centre Camille Jullian, 2016).

142


Amélie Perrier & Alexandre Farnaux: Τ Ο Έ Ρ Γ Ο Τ Η Σ ΓΑ Λ Λ Ι Κ Ή Σ Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Κ Ή Σ Σ Χ Ο Λ Ή Σ Σ Τ Η Ν Φ Ω Κ Ί Δ Α ΤΑ Έ Τ Η 2 0 1 0 - 2 0 1 6

Θεματικές μελέτες για τους Δελφούς Η Σχολή υποστήριξε επίσης και μελέτες θεματικές. Μία από αυτές είναι η μελέτη για την μουσική των Δελφών, την οποία εκπόνησε ο Sylvain Perrot, επιστημονικό μέλος της Σχολής, στο πλαίσιο της διδακτορικής του διατριβής. Η έρευνα του Sylvain Perrot κατέδειξε την θέση που είχε η μουσική στην ζωή του Ιερού του Απόλλωνα, αλλά και την θέση του ίδιου του Ιερού στην αρχαία μουσική δημιουργία. Η μελέτη αυτή τιμήθηκε με το βραβείο των Πανεπιστημίων του Παρισιού. Επί πλέον, ο S. Perrot μελετά τα σπαράγματα μουσικών οργάνων που φυλάσσονται στις αποθήκες του μουσείου των Δελφών. Αυτή η ερευνητική δραστηριότητα αποτέλεσε το εφαλτήριο για την υλοποίηση του διεπιστημονικού προγράμματος «Paysages sonores et espaces urbains dans la Méditerranée ancienne» (EfA-EfR-IfAO), με θέμα την μουσική στην αρχαιότητα (εικ. 5).

5

γου) και τον Didier Laroche, διεξήγαν από το 2013 έως και το 2016 μια έρευνα σχετικά με τους χώρους των θυσιών στους Δελφούς, στο πλαίσιο ενός διεπιστημονικού προγράμματος στο οποίο μετέχουν η Γαλλική Σχολή της Αθήνας και η Γαλλική Σχολή της Ρώμης και το οποίο αφορά στην αρχαιολογία της λατρείας στα ιερά του μεσογειακού χώρου. Στόχος αυτού του προγράμματος είναι η ανασύσταση του τοπίου και της τοπογραφίας των τελετών και των θυσιών, διαχρονικά, από την εμφάνιση των πρώτων λατρειών μέχρι τον χριστιανισμό. Ένα από τα πιο πρόσφατα θεματικά προγράμματα μελετά ένα νεότερο γεγονός, τις περίφημες Δελφικές εορτές. Στο πλαίσιο του προγράμματος για τις σχέσεις Γαλλίας-Ελλάδας, διοργανώθηκε τον Μάρτιο του 2010 μία διεθνής συνάντηση με τίτλο: «Οι Δελφικές εορτές. Μια διεθνής συνάντηση γραμμάτων και τεχνών». Στην συνάντηση αυτή συζητήθηκαν θέματα όπως η φυσιογνωμία της Εύας Πάλμερ, ο μοντερνισμός του αρχαίου ελληνικού θεάτρου στην περίοδο της Belle Époque, η αναγέννηση της αρχαίας μουσικής ή ο απόηχος των Δελφικών εορτών σε παγκόσμια κλίμακα. Τέλος, το συνέδριο που διοργάνωσε ο καθηγητής J.-M. Luce στην Τουλούζη, υπογράμμισε την θέση που κατείχαν οι Δελφοί στην αρχαία και την σύγχρονη λογοτεχνία. Επίσης, στο πλαίσιο των θεματικών ερευνών, μπορούμε να συμπεριλάβουμε και την διοργάνωση και διεξαγωγή εξειδικευμένων διδακτορικών σεμιναρίων, ποικίλων θεματικών γύρω από τους Δελφούς, όπως, για παράδειγμα το σεμινάριο επιγραφικής που οργανώθηκε το 2012 από τον D. Mulliez και τον D. Rousset και το σεμινάριο αρχαιολογίας της θρησκείας που διοργάνωσαν, την ίδια χρονιά, η H. Aurigny και ο Fr. Prost. Το 2013, η Σχολή πραγματοποίησε ένα σεμινάριο με θέμα τα υλικά και τις αρχιτεκτονικές τεχνικές (A. Perrier, D. Laroche), στο οποίο μάλιστα συμμετείχαν και μαθητές του σχολείου των Δελφών (εικ. 6). Το 2016, οργανώθηκε ένα εργαστήριο σχετικά με την επεξεργασία των επιφανειών των γλυπτών (Ph. Jockey) και ένα εργαστήριο για την πρωτοβυζαντινή πόλη των Δελφών, στο οποίο συμμετείχαν φοιτητές του Πανεπιστημίου Αθηνών (Πλ. Πετρίδης).

6

5. Α φίσα του συνεδρίου (©Sylvain Perrot/EFA, 2014).

Οι Δελφοί ήταν κατά κύριο λόγο ένας ιερός τόπος στον οποίο λατρευόταν ο Απόλλωνας, προς τιμήν του οποίου γίνονται και θυσίες· προκειμένου να κατανοήσουμε καλύτερα την λατρευτική πρακτική της θυσίας και κυρίως της εκατόμβης, η Sandrine Huber (Καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Λωρραίνης) μαζί με την Anne Jacquemin (Καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Στρασβούρ-

6. Δελφοί, Εργαστήριο για την λάξευση της πέτρας με τον J.-Cl. Bessac και τους μαθητές του σχολείου των Δελφών (©Amélie Perrier/EFA, 2013).

143


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

Ανάδειξη, Προβολή και Προστασία Από το 2010 μέχρι το 2014, η Γαλλική Σχολή συνέβαλε στην διαμόρφωση και την ανάδειξη του χώρου και των συλλογών του Μουσείου σε συνεργασία με την Εφορεία. Ο Dominique Mulliez (Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Paris-IV Sorbonne), συνεργάστηκε το 2012, στην επανέκθεση της επιγραφικής στοάς του Μουσείου των Δελφών. Ο Sylvain Perrot ξεκίνησε το 2014 την ταξινόμηση των ευρημάτων του Κωρυκείου. Στον αρχαιολογικό χώρο, η Γαλλική Σχολή συνέδραμε την Εφορεία σε έργα ασφαλείας και προστασίας των μνημείων, όπως η απομάκρυνση επικίνδυνων βράχων από την δυτική στοά. Επίσης, η Σχολή διέθεσε όλα τα επιστημονικά τεκμήρια που φυλάσσονται στα αρχεία της, για να βοηθήσει στην μελέτη της αναστήλωσης του θεάτρου, που διενεργείται υπό την αιγίδα του Διαζώματος, ενώ ο αρχιτέκτων Didier Laroche, παρέμεινε, το 2014, για μεγάλο διάστημα στους Δελφούς προκειμένου να βοηθήσει την Εφορεία στο έργο της αναδιαμόρφωσης τμήματος της διαδρομής των επισκεπτών.

εξαγωγής δεκαπέντε δόμων του θησαυρού. Η έκθεση γνώρισε πολύ μεγάλη επιτυχία και η Σχολή ετοιμάζει τώρα, σε συνεργασία με την ΕΦΑ Φωκίδας, το Πανεπιστήμιο Αθηνών και το Βυζαντινό Μουσείο, μια έκθεση για τους βυζαντινούς Δελφούς. Τα κατάλοιπα της εποχής αυτής είναι πολλά και σχεδόν άγνωστα και ο καθηγητής Πλάτωνας Πετρίδης έχει ήδη ετοιμάσει μια βυζαντινή διαδρομή για τους επισκέπτες των Δελφών. Τέλος από το 2010, η Σχολή δημοσίευσε εκτός από άρθρα στο BCH, και άλλα σημαντικά έργα για τους Δελφούς όπως την μελέτη για τον ναό του Απόλλωνα τον 4ο αι., των P. Amandry και E. Hansen (εικ. 7), τον τόμο Le Choix d’inscriptions de Delphes, των A. Jacquemin, D. Mulliez και G.Rougemont, την δημοσίευση της ανασκαφής του Πλ. Πετρίδη και του V. Déroche στα νοτιο-ανατολικά του περιβόλου, καθώς και την μονογραφία του Πλ. Πετρίδη για την βυζαντινή κεραμική. Τέλος, το 2015 εκδόθηκε και ο νέος Οδηγός των Δελφών από τον J.-Fr. Bommelaer και τον D. Laroche.

7

7. Δ ελφοί, ναός του Απόλλωνα (©Amélie Perrier, 2007).

Επίσης, σε συνεργασία και πάλι με την Εφορεία, η Γαλλική Σχολή συμμετείχε στην ανάδειξη των ανασκαφών των Δελφών, ενώ το 2013, συνέβαλε στην ενημέρωση της ηλεκτρονικής ξενάγησης του χώρου μέσω μιας εφαρμογής για κινητά τηλέφωνα. Τέλος, υπό την διεύθυνση του καθηγητή Ph. Jockey, διοργανώθηκε τον Φεβρουάριο του 2014 στην Μασσαλία, έκθεση για τον θησαυρό των Μασσαλιωτών, για τις ανάγκες της οποίας δόθηκε από το Υπουργείο άδεια

144

Σχέδια για το μέλλον Τα παραδείγματα που παραθέσαμε εδώ δείχνουν ξεκάθαρα ότι η Γαλλική Σχολή Αθηνών εξακολουθεί να είναι στενά συνδεδεμένη με τον χώρο των Δελφών. Η Γαλλική Σχολή αναγνωρίζει τα όσα οφείλει στους Δελφούς και οι δράσεις της χρόνο με τον χρόνο στοχεύουν στο να εκφράσουν την μεγάλη ευγνωμοσύνη της Σχολής προς τους Δελφούς. Οι Δελφοί, χάρη στην εποικοδομη-


Amélie Perrier & Alexandre Farnaux: Τ Ο Έ Ρ Γ Ο Τ Η Σ ΓΑ Λ Λ Ι Κ Ή Σ Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Κ Ή Σ Σ Χ Ο Λ Ή Σ Σ Τ Η Ν Φ Ω Κ Ί Δ Α ΤΑ Έ Τ Η 2 0 1 0 - 2 0 1 6

τική συνεργασία με την αρμόδια Εφορεία Αρχαιοτήτων, καταλαμβάνουν ξεχωριστή θέση και στο νέο πενταετές πρόγραμμα της Γαλλικής Σχολής Αθηνών (2017-2021), με το οποίο θα ολοκληρωθούν πολλές από τις εν εξελίξει μελέτες, όπως είναι η πλήρης δημοσίευση των ανασκαφών της Κίρρας, ενώ παράλληλα θα εκπονηθούν και νέα ερευνητικά προγράμματα, κυρίως σχετικά με την άμυνα

στους Δελφούς, τα ιερά της Μαρμαριάς, τον χώρο της Άμφισσας καθώς και ένα κοινό πρόγραμμα για την μελέτη της πέτρας στην Δήλο και τους Δελφούς. Πιο συγκεκριμένα, η μελέτη των γλυπτών θα γίνει ακόμη πλουσιότερη μέσω της νέας συνεργασίας που ξεκίνησε στα τέλη του 2016 ανάμεσα στην Εφορεία των Δελφών, την Γαλλική Σχολή Αθηνών και το Μουσείο του Λούβρου.

Ενδεικτική βιβλιογραφία για το έργο της Γαλλικής Σχολής Αθηνών στους Δελφούς (2010-2016) Amandry P. – Hansen E. 2010: Le temple d’Apollon du IVe s., FD II 14, Αθήνα. Aurigny H. 2010: «Delphes au VIIe siècle», στο R. Etienne (επιμ.), La Méditerranée au VIIe siècle, [Travaux de la maison Rene Ginouves 7], Paris, 234-249 και 267-269. Aurigny H. 2010α: «Kleobis and Biton: Argive Kouroi in Island marble in Delphi», στο G. Adornato (επιμ.), Atti del convegno Scolpire il marmo. Importazioni, artisti itineranti, scuole artistiche nel Mediterraneo antico (9-11 novembre 2009), Pisa, 85-99. Aurigny H. 2011: «Le sanctuaire de Delphes et ses relations extérieures au VIIe siècle av J.-C.: le témoignage des offrandes», στο Luce (επιμ.) 2011, 151-168. Aurigny H. 2012: «Delphi in the 7th century: Offerings and Sanctuary», στο ΑΕΘΣΕ 3, Βόλος, 1079-1086. Aurigny H. 2012α: «L’origine des offrandes à Delphes aux VIIIe et VIIe siècles : l’exemple des anses en oméga», στο Bronzes grecs et romains, recherches récentes, hommage à Cl. Rolley (Actes de colloque INHA 16-17 Ιουνίου 2009) [http://inha.revues.org/3245]. Aurigny H. 2012β: «Les catégories d’offrandes», «Les témoignages antiques sur le trésor de Marseille», «Le décor sculpté du trésor», «notices 103 à 130», στο Garsson (επιμ.) 2012, 52-55, 62-65, 74-83, 221-241. Aurigny H. 2016: «Anatolian bronzes from Delphi in the Archaic Period», στο A. Giumlia-Mair, C.C. Mattusch (επιμ.), Proceedings of the XVIIth International congress on ancient bronzes, Smyrna, 29-37. Aurigny H. 2016α: «Les bronzes d’Asie mineure dans les sanctuaires grecs», στο S. Montel (επιμ.), La sculpture gréco-romaine en Asie Mineure, synthèses et recherches récentes, Besançon, 27-44. Aurigny H. 2016β: «Sicilian and Italic votive objects in the panhellenic sanctuary of Delphi», στο H. Baitinger (επιμ.), Material culture and identity between the Mediterranean world and Central Europe, [RGZM-Tagungen 27], Mainz, 161-174. Aurigny H. (υπό δημοσίευση): «De Chypre à Delphes: objets et réseaux en Méditerranée orientale pendant

le haut-archaïsme», στο J.C. Sourisseau, S. Fourrier (επιμ.), Chypre et les grandes îles de la Méditerranée, un nouvel espace d’échanges, de la fin du IIe millénaire av. J.-C. à l’époque hellénistique, Cahier du Centre d’Etudes Chypriotes 46. Aurigny H. – Jockey Ph. 2012: «Les Massaliètes à Delphes», στο Garsson (επιμ.) 2012, 48-61. Bommelaer J.-Fr. 2011: «Delphica 2. Les périboles de Delphes», στο Luce (επιμ.) 2011, 13-38. Bommelaer J.-Fr. 2011α: «Delphica 3. Le monument des ‘Navarques’», BCH 135.1, 199-235. Bommelaer J.-Fr. 2012-2013: «Delphica 4. La niche-portique SD 108», BCH 136-137.1, 123-177. Bommelaer J.-Fr. 2014: «Delphica 5. Une niche étolienne en bas du sanctuaire d’Apollon?», BCH 138.1, 131-157. Bommelaer J.-Fr. 2014α: «Delphica 6. Note sur l’escalier du théâtre de Delphes (SD 541)», BCH 138.1, 159-170. Bommelaer J.-Fr. 2015: «Nouveautés concernant l’architecture de la tholos de Delphes», CRAI, 1733-1758. Bommelaer J.-Fr. – Laroche D. 2015: Guide de Delphes, Athènes2. Bouchon R. 2013: «Des musiciens honorés à Delphes: esquisse d’une «politique culturelle»? (IVe av. –IIIe apr. J.-C.)», στο S. Émerit (επιμ.), Le statut du musicien dans la Méditerranée ancienne. Égypte, Mésopotamie, Grèce, Rome (Actes de la Table ronde internationale tenue à Lyon Maison de l’Orient et de la Méditerranée, Université Lumière Lyon 2; 4 και 5 Ιουλίου 2008), IFAO Bibliothèque d’étude 159, Cairo, 171-194. Chabrol A., Kapsimalis V., Stephan P., Virmoux C. 2014: «Kirrha. Mission géoarchéologique», BCH 138.2, 694-703. Deltenre F.-D. 2016: «Delphes, la sacrée», Archéologia 545, 33-35. Déroche V., Pétridis Pl., Badie A. 2014: Le secteur au Sud-Est du péribole, FD II 15, Athènes. Garsson M. (επιμ.) 2012: Le Trésor des Marseillais. 500 av. J.-C.: l’éclat de Marseille à Delphes, Marseille. Gattet E., Devogelaere J., Raffin R., Bergerot L., Daniel

145


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

M., Jockey Ph., De Luca L. 2015: «A versatile and lowcost 3D acquisition and processing pipeline for collecting mass of archaeological findings on the field», στο The International Archives of the Photogrammetry, Remote Sensing and Spatial Information Sciences, Volume XL-5/W4 (2015) 3D Virtual Reconstruction and Visualization of Complex Architectures, 25-27 February 2015, Avila, Spain, 299-305. Huber S., Jacquemin A., Laroche D. 2014: «Sacrifices à Delphes», BCH 138.2, 726-731. Huber S., Jacquemin A., Laroche D. (υπό δημοσίευση): «Sacrifices à Delphes. Rapport 2014-2015», BCH 139-140.2. Huysecom-Haxhi S. 2015: «Les terres cuites figurées du sanctuaire de Kirrha (Delphes) : bilan des premières recherches», Les Carnets de l’ACoSt 13 [https://acost.revues.org/588]. Jacquemin A. 2010: «Wohnen in Delphi im 4. und 4. Jahrhundert», στο S. Ladstätter, V. Scheibelreiter (επιμ.), Städtisches Wohnen im östlichen Mittelmeerraum. 4. Jh. v. Chr. — 1. Jh. n. Chr., Wien, 27-32. Jacquemin A. 2011: «Le sanctuaire de Delphes comme lieu de mémoire», στο M. Haake, M. Jung (επιμ.), Griechische Heiligtümer als Erinnerungsorte, Von der Archaik bis in den Hellenismus, Stuttgart, 19-27. Jacquemin A. 2011β: «Dédicaces architecturales des rois de Macédoine dans les sanctuaires de Delphes, d’Olympie et de Samothrace», στο S. Descamps-Lequime (επιμ.), Au royaume d’Alexandre le Grand. La Macédoine antique, catalogue de l’exposition du Louvre, Paris, 510-511. Jacquemin A. 2011γ: «Adieu l’apoikia, adieu le Pythien ! que reste-t- il d’Apollon Pythien après la fondation de la colonie», στο Luce (επιμ.) 2011, 205-222. Jacquemin A. 2013: «Des lieux sans mémoire ou les blancs de la garde de la mémoire delphique», στο A. Gangloff (επιμ.), Lieux de mémoire en Orient grec à l’époque impériale, [Echo 9], Bern, Berlin, 201-214. Jacquemin A. 2014: «Armes galates à Delphes: d’une illusion à une proposition», στο G. Alberti, Cl. Féliu, G. Pierrevelcin (επιμ.), Transalpinare. Mélanges offerts à Anne-Marie Adam, [Mémoires 36], Bordeaux, 129-132. Jacquemin A. 2014α: «La consécration dans un sanctuaire panhellénique: une garantie contre le remploi?», στο Chr. Leypold, M. Mohr, Chr. Russenberger (επιμ.), Weiter- und Wiederverwendungen von Weihestatuen in griechischen Heiligtümern, Zurich, 121-129. Jacquemin A. 2014γ: «Il santuario di Delfi tra città, Anfizionia e poteri egemonici dal VI al III secolo a.C.», στο L.R. Cresci (επιμ.), Spazio sacro e potere politico in Grecia e nel Vicino Oriente, Genova, 163-176. Jacquemin A. 2014δ: «Sparte et Delphes du IVe siècle av. J.-C. au IIe siècle av. J.-C. Un déclin inscrit dans l’espace sacré», στο J. Christien, B. Legras (επιμ.), Sparte hellénistique - IVe - IIe siècles avant notre ère, [DHA Suppl. 11], Besançon, 129-147. Jacquemin A. 2016: λήμματα «Delphes» και «Trépied de Platées», στο B. Dumézil (επιμ.), Les Barbares, Paris, 501-503 και 1328-1329. Jacquemin A. – Laroche D. 2012: «Regards nouveaux sur deux quadriges delphiques», στο M. Denoyelle, S.

146

Descamps-Lequime, B. Mille, St. Verger (επιμ.), Bronzes grecs et romains, recherches récentes — Hommage à Claude Rolley, INHA («Actes de colloques»), [https://inha. revues.org/3245]. Jacquemin A. – Laroche D. 2014: «Un espace politique au cœur du sanctuaire de Delphes», CRAI, 727-753. Jacquemin A. – Laroche D. 2016: «L’offrande des Messéniens et des Naupactiens à Delphes», στο Όλ. Παλαγγιά (επιμ.), Ναύπακτος, Η αρχαία πόλη και η σημασία της κατά τον Πελοποννησιακό Πόλεμο και τα ελληνιστικά χρόνια, Αθήνα, 85-100. Jacquemin A., Mulliez D., Rougemont G. 2012: Choix d’inscriptions de Delphes, traduites et commentées, [Collection Etudes epigraphiques 5], Athènes. Jockey Ph. 2010: «L’anastylose et la ruine. Brèves réflexions sur la fabrication de mémoire(s) XIXe – XXe siècle», στο M. Crivello κ.ά. (επιμ.), Les échelles de la mémoire en Méditerranée - (XIXe-XXIe siècle), Paris, 73-98. Jockey Ph. 2011: «Programme de recherche sur les métopes de la Tholos de Delphes et leur décor sculpté», BCH 135.2, 546-550. Jockey Ph. 2012: «Redécouverte moderne du trésor», «Les enjeux d’une restitution virtuelle», «La découverte du trésor des Marseillais par l’École française d’Athènes», στο Garsson (επιμ.) 2012, 66-69, 102-107 και 198-219. Jockey Ph. 2013: «La redécouverte moderne du Trésor», «Quand les Grecs peignaient leurs statues», Le Trésor des Marseillais, Archeologia, hors-série 15, 32-33 και 42-44. Jockey Ph. – Garsson M. 2012: «Introduction», στο Garsson (επιμ.) 2012, 16-17. Jockey Ph. –Mulliez M. 2012: «Les couleurs et l’éclat du trésor des Marseillais», «Figures et polychromie: essai de restitution, démarche et méthode», στο Garsson (επιμ.) 2012, 86-97 και 108-121. Kyriakidis N. 2010: «Erreurs à Delphes. La tholos de Marmaria au fil des interprétations (ca 1840-1940)», Anabases 11, 147-161. Kyriakidis N. 2011: «De l’importance de ne pas être Phocidien». Enjeux politiques et identitaires des récits des origines delphiques», στο Luce (επιμ.) 2011, 77-93. Kyriakidis N. 2011α: «L’hymne homérique à Apollon: un des mythes fondateurs de la cité de Delphes?», REG 124, XII-XIV. Kyriakidis N. 2012: «Le sanctuaire d’Apollon Pythien à Delphes et les diasporas grecques, du VIIIe au IIIe s. av. J.-C.», στο L. Sève-Martinez (επιμ.), Les diasporas grecques du VIIIe à la fin du IIIe siècle av. J.-C. (Actes du colloque de la SOPHAU, 11- 12 Μαΐου 2012), Pallas 89, 77-93. Kyriakidis N. 2014: «Les Delphiens au miroir de leurs offrandes monumentales: élite sociale et notabilité politique dans une petite cité de Grèce centrale (IVe-Ier s. av. J.-C.)», BCH 138.1, 103-129. Kyriakidis N. (υπό δημοσίευση): «Entre temps et espace, la culture institutionnelle de la cite des Delphiens (VIe-Ier s. av. J.-C.)», στο M. Dana, I. Savalli-Lestrade (επιμ.), La cite interconnectee: transferts et reseaux institutionnels, religieux et culturels aux epoques hellenistiques et imperiales (Actes du colloque international organise a AnHima, Παρίσι 24-25 Ιουνίου 2016). Kyriakidis N. – Pétridis Pl. 2014: «Delphes – IV. Prospec-


Amélie Perrier & Alexandre Farnaux: Τ Ο Έ Ρ Γ Ο Τ Η Σ ΓΑ Λ Λ Ι Κ Ή Σ Α Ρ Χ Α Ι Ο Λ Ο Γ Ι Κ Ή Σ Σ Χ Ο Λ Ή Σ Σ Τ Η Ν Φ Ω Κ Ί Δ Α ΤΑ Έ Τ Η 2 0 1 0 - 2 0 1 6

tion aux fortifications dites de Philomélos», BCH 138.2, 722-726. Kyriakidis N. – Bouchon R. (υπό δημοσίευση): «Devenir prêtre d’Apollon Pythien: la prêtrise d’Apollon Pythien à Delphes comme mécanisme de mobilité sociale, du IIe. s. av. au IIIe s. apr. JC», στο A. D. Rizakis, F. Camia και S. Zoumbaki (επιμ.), Social dynamics under Roman rule. Mobility and status change in the provinces of Achaia and Macedonia (Πρακτικά Συνεδρίου, Αθήνα, 30-31 Μαΐου 2014), Meletemata. Kyriakidis N., Zugmeyer St., Laroche D., Fadin L. (υπό δημοσίευση): «Delphes – Les fortifications dites de Philomélos», BCH 139.2. Lagia A., Moutafi I., Orgeolet R., Zurbach J. και Skorda D. 2016: «Mortuary practices in the transition to the Late Bronze Age at Kirrha (Phocis): different views on residential burial», στο M. Boyd, A. Dakouri-Hild (επιμ.), Staging Death: Funerary Performance, Architecture and Landscape in the Aegean, Berlin, 206-232. Laroche D. 2015: «L’architecture à Delphes au IIIe s.», στο J. des Courtils (επιμ.), L’architecture monumentale grecque au IIIe s. a.C., Bordeaux. Laroche D. – Jacquemin A. 2012-2013: «Notes sur quatre édifices d’époque classique à Delphes», BCH 136-137.1, 83-122. Lefèvre Fr. 2011: «Quoi de neuf sur l’Amphictionie?», στο Luce (επιμ.) 2011, 117-131. Lefèvre Fr. 2014: «Les guerres sacrées dans la Grèce antique», στο J. Baechler, J.-V. Holeindre (επιμ.), Guerre et politique, Académie des Sciences Morales et Politiques, Paris, 57-66. Luce J.-M. (επιμ.) 2011: Delphes, sa cité, sa région, ses relations internationales, [Pallas 87], Toulouse. Luce J.-M. 2011: «Delphes et Médéon de Phocide à l’Äge du fer», στο Luce (επιμ.) 2011, 59-76. Luce J.-M. 2012-2013: «La ville de Delphes», BCH 136-137.2, 771-798. Luce J.-M. 2014: «Delphes. La ville de Delphes», BCH 138.2, 705-722. Mulliez D. 2013: «Οι πυθικοί αγώνες. Οι μαρτυρίες των επιγραφών», στο Ρ. Κολώνια (επιμ.), Αρχαία Θέατρα της Στερεάς Ελλάδας, [Αρχαία Θέατρα 7], Αθήνα, 147-153. Mulliez D. 2014: «Archivage et affichage des actes d’affranchissement à Delphes: les obligations juridiques et leur évolution», στο M. Fumaroli, J. Jouanna, M. Trédé, M. Zink (επιμ.), Hommage à Jacqueline de Romilly. — L’empreinte de son œuvre, Paris, 47-60. Mulliez D. (υπό δημοσίευση): «Erik Hansen et l’École française d’Athènes», στο Tae Jensen, G. Hinge, P. Schutz, B. Wickkiser (επιμ.), Aspects of Ancient Greek Cult II: Architecture - Sacred Space - Sacred Objects, An International Colloquium in Honor of Erik Hansen, Monographs of the Danish Institute for Mediterranean Studies 1. Mulliez D. (υπό δημοσίευση)α: «La loi, la norme et l’usage dans les relations entre maîtres et esclaves à travers la documentation delphique (200 av. n.è-100 de n.è.)», στο M. Dondain-Payre, N. Tran (επιμ.), Esclaves et maîtres dans le monde romain. Expressions épigraphiques des liens et relations (XXe Rencontre franco-italienne sur l’épigraphie du monde romain), Collection de l’École

française de Rome 527. Mulliez D. (υπό δημοσίευση)β: «Esclaves et affranchis à Delphes: une main d’œuvre indifférenciée, mais indispensable», στο St. Maillot, J. Zurbach (επιμ.), Statuts personnels et main-d’œuvre en Méditerranée hellénistique (Actes du colloque international 2016). Mulliez M., Jockey Ph., Vincitore M. 2013: «Virtual Reconstruction and experimental Attempt in Archaeology. The Massalian Treasury in Delphi», Proc. Digital Heritage 2013 Conference [https://hal.archives-ouvertes. fr/hal-01053387]. Orgeolet R., Skorda D., Zurbach J. 2014: «Kirrha. Campagnes d’étude 2012-2013», BCH 138.2, 691-693. Perrier A. 2011: «Le portique dit «des Étoliens» à Delphes. Bilan et perspectives», στο Luce (επιμ.) 2011, 39-56. Perrier A. 2011α: «Étude architecturale du Portique Ouest», BCH 135.2, 541-546. Perrier A. 2013: «Το στάδιο των Δελφών», στο Ρ. Κολώνια (επιμ.), Αρχαία θέατρα της Στερεάς Ελλάδας, Αρχαία Θέατρα 7, Αθήνα, 154-163. Perrier A. (υπό δημοσίευση): «La réorganisation de l’espace du sanctuaire d’Apollon à Delphes au IVe s. av. J.-C.», στο S. Montel, A. Pollini, La question de l’espace au IVe siècle av. J.-C.: continuités, ruptures, reprises. Perrier A. (υπό δημοσίευση)α: «L’entretien et la restauration des monuments à Delphes dans l’Antiquité», στο M. L’Héritier κ.ά. (επιμ.), De l’entretien quotidien des édifices à la conservation du patrimoine bâti aux époques antique et médiévale. Perrier A. (υπό δημοσίευση)β: «De l’éloquence et des dangers de l’eau à Delphes», στο P. Bonnechere, M.-C. Beaulieu (επιμ.), L’eau et la religion grecque: paysages, usages et mythologie (Actes du colloque de Boston – Tufts University), Kernos. Perrier A., Malmary J.-J., Fadin L., Jud É. 20122013: «Étude architecturale du portique Ouest», BCH 136-137.2, 769-771. Perrot S. 2010: «Récompenses et rémunérations des musiciens à Delphes», στο Br. Le Guen (επιμ.), L’argent dans les concours du monde grec, Paris, 283-299. Perrot S. 2012: «Why Performing Today Ancient Greek Music? The Example of the First Delphic Hymn to Apollo», Actas de las V Jornadas de Jovenes en investigacion arqueologica, Madrid, 192-196. Perrot S. 2013: «Femmes musiciennes à Delphes», στο S. Emerit (επιμ.), Le statut du musicien dans la Méditerranée ancienne: Égypte, Mésopotamie, Grèce, Rome, Cairo, 195-210. Perrot S. 2014: «Du son à la pierre: trois prestations musicales dans la sculpture à Delphes», στο Fr. Zamour (επιμ.), La musique au risque des images, [Filigrane 2], Paris, 48-63. Petridis Pl. 2010: La céramique protobyzantine de Delphes. Une production et son contexte, FD V 4, Paris, Athènes. Petridis Pl. 2011: «D’un bout du golfe à l’autre: les lampes corinthiennes découvertes à Delphes», BCH 135.1, 313-349. Petridis Pl. 2012: «Pottery and Society in the Ceramic Production Centre of Late Roman Delphi», Rei Cretariae Romanae Fautorum Acta- P 42, Bonn, 15-22.

147


ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ

Petridis Pl. 2012α: «Holy Bread Stamps from Early Byzantine Delphi», στο B. Böhlendorf-Arslan, A. Ricci (επιμ.), Byzantine Small Finds in Archaeological Contexts, Byzas 15, 81-89. Petridis Pl. – Dimou K. 2011: «La redécouverte de Delphes protobyzantine», στο Luce (επιμ.) 2011, 267-281. Rougemont G. 2010: «L’oracle de Delphes, les sciences de la nature et l’archéologie», στο P. Carlier και Ch. Lerouge-Cohen (επιμ.), Paysage et religion en Grèce antique. Mélanges offerts à Madeleine Jost, [Travaux de la Maison René Ginouvès, 10], Paris, 175-182. Rougemont G. 2013: «L’oracle de Delphes: quelques mises au point», Kernos 26, 45-58. Rougemont G. 2015: «Épigraphie delphique», Topoi 20, 293-321. Rousset D. 2012: «Les inscriptions antiques de Phocide et de Doride», CRAI, 1659-1689. Rousset D. 2012α: «Une coupe attique à figures rouges et un pentamètre érotique à Élatée de Phocide», REG 125, 19-35.

148

Rousset D. 2013: «Aus der Arbeit der “Inscriptiones Graecae”. Un abaque au monastère d’Hosios Loukas», Chiron 43, 285-295. Rousset D. (υπό δημοσίευση): «Monuments funéraires archaïques de Doride et de Phocide», στο Τιμητικός Τόμος Φανουρίας Δακορώνια. Rousset D. – Zachos G. 2012: «Aus der Arbeit der “Inscriptiones Graecae”. Nouveaux monuments inscrits de Tithoréa en Phocide», Chiron 42, 459-508. Rousset D., Camp J., Minon S. 2015: «The Phocian city of Panopeus/Phanoteus, three new rupestral inscriptions and the cippus of the Labyadai of Delphi», AJA 119, 441-463. Skorda D. – Zurbach J. 2010: «Kirrha (Phocide)», BCH 134.2, 545-549. Skorda D. – Zurbach J. 2011: «Kirrha (Phocide)», BCH 135.2, 535-539. Zurbach J., Skorda D., Orgeolet R., Lagia A., Moutafi I., Krapf T., Simier B., Bérard R.-M., Sintès G., Chabrol A. 2012-2013: «Kirrha», BCH 136-137.2, 569-592.



ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΥΚΛΑΔΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ


Το βιβλίο “ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΛΕΣ: ΤΟΜΟΣ Δ’ ” με επιμέλεια της Σταυρούλας Οικονόμου δημοσιεύθηκε τον Απρίλιο 2017 ΓΡΑΦΙΣΤΙΚΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ - ΣΕΛΙΔΟΠΟΙΗΣΗ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟ ΓΡΑΦΕΙΟ “ΓΡΑΦΗ & ΧΡΩΜΑ”


Μουσείο Κυκλαδικής Τέχνης Νεοφύτου Δούκα 4 106 74 Αθήνα Museum of Cycladic Art 4, Neofytou Douka street Athens 106 74 - Greece www.cycladic.gr


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.