ΠΟΛΗ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ μια ανάγνωση της πόλης με όχημα τη μνήμη και ενδιάμεσους σταθμούς Le Città Invisibilli, Les Cités Obscures
ΠΟΛΗ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ μια ανάγνωση της πόλης με όχημα τη μνήμη και ενδιάμεσους σταθμούς Le Città Invisibilli, Les Cités Obscures
ΣΧΟΛΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΩΝ ΜΗΧΑΝΙΚΩΝ ΕΜΠ ΔΙΑΛΕΞΗ ΦΟΙΤΗΤΡΙΑ: ΕΠΙΒΛΕΠΟΝΤΕΣ ΚΑΘΗΓΗΤΕΣ:
Παναγιώτα Μαυρίδου
Κωνσταντίνα Δεμίρη, Παναγιώτης Τουρνικιώτης ΜΑΡΤΙΟΣ 2012
στο εξώφυλλο: Οι Αόρατες Πόλεις, σ. 184, La Tour
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
5
μέρος πρώτο | εισαγωγή με όχημα τη μνήμη 8 ενδιάμεσοι σταθμοί: Le Città Invisibilli, Les Cités Obscures 10 το ταξίδι 18 παράλληλες αφηγήσεις 21
μέρος δεύτερο | πόλεις της μνήμης: μερικές σκέψεις το φορτίο της ιστορίας πόλη ως συνονθύλευμα: επάλληλες στρώσεις αρχιτεκτονικής ιστορίας 24 ιστορικές στιγμές: αποτυπώματα 32 μνήμη του αλλού: τα ίχνη των σαλιγκαριών 40 κοιτάζοντας πίσω στο μέλλον: η κατασκευή του παρελθόντος 48 τα σημεία της ζωής χαρτογραφία στιγμών: τα πρόσωπα της πόλης 56 σημάδια: δημιουργία και πρόσληψη 64 πόλεις μέσα στην πόλη: πόσο μακριά; 72 προσωπικές προβολές: ο καθρέφτης 80
μέρος τρίτο | επίλογος προορισμός: η πόλη 90
αναφορές
ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ | ΕΙΣΑΓΩΓΗ
εισαγωγή
8
ΜΕ ΟΧΗΜΑ ΤΗ ΜΝΗΜΗ
Η πόλη της μνήμης είναι διαφορετική από την πόλη του χάρτη. Σε αντίθεση με την κοινώς αποδεκτή, ουδέτερη και συχνά ψυχρή πληροφορία του χάρτη, η μνήμη χρωματίζει την πόλη, την εμπλουτίζει με πληροφορίες αντικειμενικές ή υποκειμενικές. Η μνήμη είναι καθοριστική για τον τρόπο που η εικόνα, η εντύπωση, η αίσθηση και το πνεύμα της πόλης αποθηκεύονται, ερμηνεύονται και ανακατασκευάζονται από τον ανθρώπινο νου. Ο όρος μνήμη αναφέρεται τόσο στην ιστορική όσο και στη βιωματική μνήμη. Η ιστορική μνήμη είναι κατασκευασμένη ανάμνηση, δηλαδή ανάμνηση κάποιου πράγματος το οποίο δεν έχουμε ζήσει αλλά έχουμε μάθει για αυτό από εξωτερικές πηγές και έχουμε καταχωρήσει στη μνήμη μας, επινοώντας εικόνες, ήχους και ό,τι άλλο χρειάζεται για να το κρατήσουμε ζωντανό. Η βιωματική μνήμη είναι πραγματική ανάμνηση κάποιου πράγματος το οποίο έχουμε ζήσει και περιλαμβάνει πληροφορία νοητική αλλά και πληροφορία αισθήσεων και συναισθημάτων, που έχει εντυπωθεί στη μνήμη μας ακούσια, χωρίς να καταβάλουμε προσπάθεια. Στην αντίληψη της πόλης, τα δύο επίπεδα μνήμης συνυπάρχουν, αντιτίθενται και συντίθενται διαρκώς και αξεχώριστα. Ωστόσο, επιχειρείται εδώ μια ανάγνωση της πόλης, που ακροβατεί ανάμεσα στην ψυχρή, αναλυτική θεώρηση της ιστορικής μνήμης και τη συναισθηματική, αυθόρμητη εντύπωση της βιωματικής μνήμης. Δίνεται έμφαση πότε στη μία και πότε στην άλλη, με στόχο την κατανόηση των σχέσεων, των όρων και των πιέσεων της συνύπαρξης. Η διπλή αυτή φύση της ανάγνωσης δίνει τη δυνατότητα ταυτόχρονης παρατήρησης από τη σκοπιά της αρχιτεκτονικής και από τη σκοπιά της καθημερινότητας.
9
Η ερμηνεία που προτείνεται δεν έχει σκοπό να αναφέρεται σε μία συγκεκριμένη πόλη αλλά στην οποιαδήποτε πόλη, σε όλες τις πόλεις και σε όλους τους πιθανούς συνδυασμούς σχέσεων μεταξύ τους. Αφορμές για σκέψη αντλούνται από το βιβλίο Οι Αόρατες Πόλεις, του Italo Calvino, και τη σειρά κόμικ Les Cités Obscures, των François Schuiten και Benoît Peeters. Τόσο το βιβλίο όσο και το κόμικ κινούνται με άνεση στο περιθώριο της αρχιτεκτονικής, στη ζώνη εκείνη που συνήθως ξεφεύγει από την επίσημη περιγραφή. Χωρίς ο στόχος τους να είναι να μιλήσουν για την πόλη όπως θα το έκανε ένας αρχιτέκτονας, αγγίζουν μια ευρεία θεματολογία που κυμαίνεται από το σχεδιασμό και τη διαχείριση της πόλης ως τη ζωή που εξελίσσεται μέσα της. Επομένως, τα ερεθίσματα για στοχασμό πάνω στο θέμα που εδώ αναλύεται είναι άφθονα και πλούσια. Με όχημα τη μνήμη, μέσα από το ταξίδι σε φανταστικές πόλεις, φεύγοντας και επιστρέφοντας διαρκώς, ενσώματα ή νοερά, διασχίζουμε κατανοώντας τη δική μας, πραγματική πόλη. Ή μήπως είναι τελικά κι αυτή φανταστική, αφού ζει μόνο μέσα στη μνήμη μας;
με όχημα τη μνήμη
Στην πορεία προκύπτουν, επομένως, τόσο ζητήματα ιστορικής συνέχειας/ ασυνέχειας, αποκαταστάσεων, ταυτότητας και τοποσήμων, όσο και θέματα βίωσης και οικειοποίησης του αστικού χώρου, (υπερ)σύνδεσής του με στιγμές, πρόσωπα, ιδέες ή άλλους τόπους. Έτσι η πόλη, μέσω της μνήμης, ανάγεται σε μία πολυπλοκότητα χωροχρονικών στιγμιοτύπων, για το σχηματισμό της οποίας η επίσημη εικόνα είναι εξίσου καθοριστική με την ανεπίσημη, εκείνη που μένει πάντα κρυφή, αδήλωτη, άμορφη, μα επηρεάζει τις ανθρώπινες δράσεις στη σφαίρα του ορατού.
εισαγωγή
10
ΕΝΔΙΑΜΕΣΟΙ ΣΤΑΘΜΟΙ:
LE CITTÀ INVISIBILLI, LES CITÉS OBSCURES
Αντίθετα προς την καθημερινή της χρήση, η γλώσσα στις Αόρατες Πόλεις αποκαθιστά την οπτική υπόσταση των πραγμάτων, κάνει χώρο για να ξαναδούμε τα πράγματα με καινούργιο μάτι, σαν τον Πόλο που διέκρινε δάση και πόλεις στο άδειο τετράγωνο της σκακιέρας. (Πεπονής, Χωρογραφίες, σ. 49) Οι Αόρατες Πόλεις (τίτλος πρωτοτύπου: Le Città Invisibilli) είναι ένα βιβλίο του Italo Calvino, γραμμένο το 1972, με αφηγήματα για φανταστικές (αόρατες) πόλεις. Ο αυτοκράτορας των Ταρτάρων, Κουμπλάι Χαν, επιθυμεί να γνωρίσει την απέραντη αυτοκρατορία του. Ένας από τους εξερευνητές που έχει προσλάβει γι’ αυτό το σκοπό, ο Βενετός Μάρκο Πόλο, του διηγείται ιστορίες για πόλεις που έχει επισκεφτεί σε όλα τα μήκη και πλάτη της αυτοκρατορίας, περιγράφει τόπους, συνήθειες, ζωές, αρχιτεκτονικές και στιλ. Οι δυο τους, συζητούν με τις ώρες, με νεύματα, χειρονομίες, μιλώντας ή παραμένοντας σιωπηλοί. Συζητούν για τις πόλεις, για την ίδια την ύπαρξη, για τη φύση, για τα όνειρα, για το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον. Θυμούνται, κρίνουν, μελαγχολούν και χαίρονται, μέσα από συζητήσεις που ξεπερνούν τα όρια της αναφοράς του εξερευνητή στον αυτοκράτορά του. The reader begins to understand that the true story is the ongoing debate between the visionary Marco and the skeptical Kublai, perpetual youth against eternal age. Ο αναγνώστης αρχίζει να καταλαβαίνει ότι η πραγματική ιστορία είναι η συνεχόμενη διαμάχη ανάμεσα στον οραματιστή Μάρκο και τον σκεπτικιστή Κουμπλάι, η αιώνια νιότη ενάντια στα αιώνια γηρατειά. (Harold Bloom, Italo Calvino, p. 20)
11
Το άλλο μέρος είναι μια σπονδυλωτή ιστορία, που μεταφέρει τις συζητήσεις του Μάρκο Πόλο με τον Κουμπλάι Χαν. Οι διάλογοι ανοίγουν και κλείνουν καθένα από τα κεφάλαια, και εισάγουν προβληματισμούς σε σχέση με τις ιστορίες των πόλεων που παρουσιάζονται. Κατά κάποιον τρόπο, είναι σαν το βιβλίο να ασκεί κριτική στον εαυτό του, θέτοντας υπό αμφισβήτηση και υπό συζήτηση το περιεχόμενό του. Μέσω των διαλόγων, τα δύο πρόσωπα μετατρέπονται σιγά σιγά σε εσωτερικές φωνές, που μας καλούν να σκεφτούμε με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο, να πάρουμε θέση απέναντι στα ζητήματα της ζωής. Οι διάλογοι κινούνται ανάμεσα στη μελαγχολία, τη θλίψη, την αισιοδοξία, το φως, το ρεαλισμό και το όνειρο. Η φύση των πόλεων αμφισβητείται, και αναζητείται ο κανόνας που τις γεννά, εκείνος που θα μπορούσε να μας δείξει με σιγουριά ποιες πόλεις υπάρχουν και ποιες όχι, σε τελική ανάλυση, ποια είναι τα στοιχεία που ορίζουν μια πόλη. Ενδεχομένως οι πόλεις να υπάρχουν μόνο μέσα μας, επειδή εμείς τις φανταζόμαστε και τους δίνουμε ζωή, ενδεχομένως αυτό που βιώνουμε ως πραγματικότητα να μην είναι παρά μια ψευδαίσθηση άλλων ανθρώπων, που ονειρεύονται ότι είναι στη θέση μας, μας δημιουργούν. Συχνά, τα όρια είναι τόσο λεπτά που οι λέξεις σχεδόν εξαφανίζονται, και τα πρόσωπα εξαϋλώνονται. Παραμένει μια νοερή συζήτηση, που ίσως να γίνεται μόνο στη φαντασία του καθενός.
ενδιάμεσοι σταθμοί: Le Città Invisibilli, Les Cités Obscures
Το βιβλίο αποτελείται από δύο διακριτά μέρη, κομματιασμένα και εναλλασσόμενα μεταξύ τους στην έκτασή του. Το ένα περιλαμβάνει τις αφηγήσεις για τις διάφορες πόλεις, καθεμία από τις οποίες έχει το όνομα μιας γυναίκας, και είναι χωρισμένες σε έντεκα κατηγορίες (οι πόλεις και η μνήμη, οι πόλεις και η επιθυμία, οι πόλεις και τα σημάδια, οι λεπτές πόλεις, οι πόλεις και οι ανταλλαγές, οι πόλεις και τα μάτια, οι πόλεις και το όνομα, οι πόλεις και οι νεκροί, οι πόλεις και ο ουρανός, οι συνεχόμενες πόλεις, οι κρυφές πόλεις), που εναλλάσσονται και κατανέμονται στα εννέα κεφάλαια του βιβλίου.
εισαγωγή
12
(…) urban planning and architecture on the Fantastic Continent are by no means uniform. Yet they are fairly homogenous within every City in the sense that each is dominated by a specific architectural style or a specific feature. For this reason, travel on the Fantastic Continent could be described as a tour of architectural designs and prototypes. (…) ο αστικός σχεδιασμός και η αρχιτεκτονική στη Σκοτεινή Ήπειρο1 δεν είναι με κανένα τρόπο ενιαία. Ωστόσο είναι αρκετά ομοιογενή μέσα στην κάθε Πόλη, με την έννοια ότι καθεμία διακατέχεται από ένα συγκεκριμένο αρχιτεκτονικό στιλ ή ένα συγκεκριμένο χαρακτηριστικό. Γι’ αυτόν το λόγο, το ταξίδι στη Σκοτεινή Ήπειρο θα μπορούσε να περιγραφεί ως μια περιήγηση σε αρχιτεκτονικά σχέδια και πρωτότυπα. (Diekmann, Comics and the city: urban space in print, picture, and sequence, p. 87) Οι Σκοτεινές Πόλεις (τίτλος πρωτοτύπου: Les Cités Obscures) είναι μια σειρά βιβλίων κόμικ των François Schuiten και Benoît Peeters, που δημιουργήθηκαν από το 1983 ως το 2008, με ιστορίες από φανταστικές (σκοτεινές) πόλεις.Η Σκοτεινή Ήπειρος, ο Σκοτεινός Κόσμος, μέσα στον οποίο υπάρχουν οι Σκοτεινές Πόλεις, είναι ένας κόσμος παράλληλος προς το δικό μας, με πολλές ομοιότητες αλλά και πολλές διαφορές. Οι πόλεις εκεί είναι ιδιόμορφες, μυστηριώδεις, ταυτόχρονα οικείες και απόμακρες. Αναγνωρίζουμε σε αυτές εικόνες από την αρχιτεκτονική του παρελθόντος μας, ανακατεμένες χρονικά και χωρικά, ενώ ταυτόχρονα αναγνωρίζουμε στοιχεία απραγματοποίητων ουτοπικών σχεδίων και ψήγματα φουτουρισμού. Αναγνωρίζουμε επίσης καταστάσεις και προβλήματα της κοινωνίας μας, ωστόσο στις Σκοτεινές Πόλεις συμβαίνει πάντα κάτι το εξαιρετικά παράξενο και ανεξήγητο. Μέσα από τις ιστορίες, οι δημιουργοί σχολιάζουν τη σύγχρονη πόλη, ενίοτε προτείνουν λύσεις και συχνά σκιαγραφούν δυστοπικά σενάρια για το μέλλον των δικών μας πόλεων.
Η μετάφραση Σκοτεινή Ήπειρος ανταποκρίνεται στον πρωτότυπο γαλλικό όρο Continent Obscure (Les Cités Obscures), που αποδίδεται στην ελληνική βιβλιογραφία με τον όρο Σκοτεινή Ήπειρος (Οι Σκοτεινές Πόλεις). 1
13
Η σειρά αποτελείται από εννέα ιστορίες (Les murailles de Samaris – Τα τείχη της Σάμαρις, La fièvre d’Urbicande – Ο πυρετός της Ουρμπικάνδης, La Tour – Ο Πύργος, La route d’Armilia – Ο δρόμος για την Αρμίλια, Brüsel, L’enfant penchée – Το παιδί που έγερνε, L’ombre d’un homme – Η σκιά ενός άντρα, La frontière invisible – Το αόρατο σύνορο, La Théorie du grain de sable – Η θεωρία του κόκκου της άμμου), καθεμιά από τις οποίες εκτυλίσσεται κατά βάση σε μια διαφορετική πόλη της Σκοτεινής Ηπείρου. Εκτός από τις ιστορίες, όμως, υπάρχουν και τόμοι που αναφέρονται σε κάποια πτυχή του Σκοτεινού Κόσμου, ή ασχολούνται γενικά με αυτόν, χωρίς να περιέχουν κάποια ιστορία. Μεταξύ αυτών, L’archiviste – Ο αρχειοφύλακας, L’Encyclopédie des transports présents et à venir – Εγκυκλοπαίδεια των μεταφορών του παρόντος και του μέλλοντος, L’Écho des cités – Η ηχώ των πόλεων, Le Guide des cités – Ο Οδηγός των πόλεων, Les Portes du Possible – Οι Πόρτες του Δυνατού. Μέσα από τις ιστορίες, οι δημιουργοί παρουσιάζουν με τον πιο ρεαλιστικό και άμεσο τρόπο τον κόσμο που έχουν δημιουργήσει, ενώ κάποιες φορές νιώθουν την ανάγκη να φωτίσουν κάποια πλευρά του, παρατηρώντας τον εξωτερικά και ουδέτερα, σαν να τον αντικρίζουν για πρώτη φορά. Στην περίπτωσή τους, οι ιστορίες είναι απλώς το πρόσχημα, το μέσον που τους επιτρέπει να επικοινωνήσουν το πραγματικό θέμα που τους απασχολεί˙ ζητήματα γύρω από την πόλη, την αρχιτεκτονική, το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον, την ανθρώπινη κλίμακα και τον τρόπο διαχείρισης του (φυσικού και δομημένου) περιβάλλοντος.
ενδιάμεσοι σταθμοί: Le Città Invisibilli, Les Cités Obscures
In a sense, this is a series of picture books, an illustrated encyclopedia of past visions of the future. Κατά κάποιον τρόπο, αυτή είναι μια σειρά εικονογραφημένων βιβλίων, μια εικονογραφημένη εγκυκλοπαίδεια παρελθόντων οραμάτων του μέλλοντος. (Diekmann, Comics and the city: urban space in print, picture, and sequence, p. 92)
εισαγωγή
14
Από όλα τα βιβλία της σειράς, επιλέγουμε να ασχοληθούμε μόνο με τέσσερα, που αγγίζουν το θέμα της μνήμης στην πόλη από διαφορετικές πλευρές, δίνοντάς μας έτσι πληθώρα ερεθισμάτων για στοχασμό. Les murailles de Samaris (Τα Τείχη της Σάμαρις), La fièvre d’Urbicande (Ο Πυρετός της Ουρμπκάνδης), La Tour (Ο Πύργος) και Brüsel. Η Σάμαρις είναι μια μυστηριώδης πόλη, δυσπρόσιτη, με μεγάλα ψηλά τείχη. Όσοι απεσταλμένοι εξερευνητές πηγαίνουν εκεί για να μάθουν την αλήθεια εξαφανίζονται και δε βρίσκουν ποτέ το δρόμο της επιστροφής. Μέσα από την ιστορία του Franz, που ταξιδεύει ως εκεί για να γράψει μια αναφορά για λογαριασμό της πόλης του, ανακαλύπτουμε σταδιακά το μυστήριο μιας πόλης-παγίδας, που είναι φτιαγμένη για να παραπλανεί τον ταξιδιώτη. Η Σάμαρις παίρνει τη μορφή της από αυτόν που την αντικρίζει, τον αιχμαλωτίζει και τον παραπλανεί. Με αυτόν τον τρόπο, εκτίθενται σιγά σιγά σκέψεις γύρω από την επιρροή που το παρελθόν κάποιου ασκεί στον τρόπο που αντιλαμβάνεται τις πόλεις. Η Ουρμπικάνδη, διχοτομημένη από ένα ποτάμι, αποτελείται από δύο μισές πόλεις. Στη μία πλευρά η παλιά, μεσαιωνική θα λέγαμε, πόλη, με τα στενά δρομάκια και τα μικρά σπίτια, την πολυπλοκότητα, τις διαφορές και τις ασυνέχειες, ενώ στην άλλη πλευρά η σύγχρονη, μοντέρνα, μεγαλειώδης πόλη με τα επιβλητικά κτήρια, τους μεγάλους άξονες, τους τεράστιους ανοιχτούς χώρους. Οι δύο πόλεις κοιτάζονται, χωρίς να γνωρίζουν η μία την άλλη, μιας και η σύνδεση πάνω από το ποτάμι είναι δύσκολη, μέχρι που ένα μυστηριώδες δίκτυο από κάποιο άγνωστο υλικό αναπτύσσεται και ενώνει τις δύο όχθες. Το δίκτυο ξεκινάει από έναν περίεργο κύβο που κάποιος ακουμπάει στο γραφείο του αρχιτέκτονα της πόλης Eugène Robick και πολλαπλασιάζεται με μορφή fractal. Στην ιστορία εμφανίζονται μεταξύ άλλων σκέψεις για τη ρήξη και τη συμφιλίωση της μοντέρνας πόλης με το παρελθόν της.
15
H Brüsel είναι μια σύγχρονη και ανεπτυγμένη μητρόπολη, μια μεγαλούπολη που προσπαθώντας να εξελιχθεί τεχνολογικά και οικονομικά ξεχνάει και καταστρέφει το παρελθόν της, με μοιραίες συνέπειες για το μέλλον της. Ανακαλύπτει το λάθος της όταν πλέον είναι πολύ αργά, όταν βουλιάζει, κυριολεκτικά και μεταφορικά. Η Brüsel είναι από τις Σκοτεινές Πόλεις εκείνη που εμφανίζει τις περισσότερες ομοιότητες με μια υπαρκτή μεγαλούπολη, τις Βρυξέλλες, γενέτειρα των Βέλγων δημιουργών. Στην εισαγωγή του τόμου, οι Schuiten και Peeters αναφέρονται σε προβλήματα των Βρυξελλών, προϊδεάζοντας τον αναγνώστη για τα θέματα που θα θίξουν στη συνέχεια. Μέσα από τις σελίδες του κόμικ ξαναζούμε με έντονο τρόπο λάθη του παρελθόντος, ενώ βιώνουμε κάτι που θα μπορούσε να είναι ένα πιθανό μας μέλλον.
ενδιάμεσοι σταθμοί: Le Città Invisibilli, Les Cités Obscures
Η Tour είναι μια πόλη-κτήριο, μια συμπαγής κατασκευή που ενσωματώνει τα πάντα σε ένα ενιαίο, καλυπτικό και ομογενοποιητικό σύστημα. Η μορφολογία αντλείται από το παρελθόν, ο τρόπος χρήσης και η σύνθεση των στοιχείων όμως, είναι ξεκάθαρα καινούρια. Η πόλη αυτή παραπέμπει σε φουτουριστικά σχέδια πόλεων που συλλαμβάνονται ως αυτόνομα αντικείμενα που μπορούν να τοποθετηθούν οπουδήποτε. Μυστηριώδης και αχαρτογράφητη, έχει μεγάλη σημασία για το Σκοτεινό Κόσμο. Σε κάθε περίπτωση, αυτή η τεράστια πόλη είναι ένας πύργος που αναπτύσσεται στο χώρο και στο χρόνο. Ταξιδεύοντας σ’ αυτόν τον πύργο, μέσα από τα μάτια του Giovanni και της Milena, ταξιδεύουμε στην ιστορία του πολιτισμού μας. Αρχαιότητα, Μεσαίωνας, Αναγέννηση και ψήγματα άλλων εποχών έχουν συμπυκνωθεί σε μια κατασκευή και παρελαύνουν μπροστά μας σε καρέ καθώς η ιστορία εξελίσσεται. Ζητήματα αποκαταστάσεων και συντήρησης μνημείων ανακύπτουν διαρκώς.
εισαγωγή
16
From this passage, they have returned, like Marco Polo or the heroes of Jonathan Swift, Jules Verne, and Italo Calvino, to bear witness to the existence of places that would otherwise remain unheard of. (One wonders if there are any studies about the “re-“ in utopian narration: the retrospective character of utopian fantasies; the return that precedes the tale; the tale that constitutes a form of return in itself; the remembrance of the utopian city in words or images; the deeply melancholic nature of the whole enterprise.) Από αυτό το πέρασμα, επέστρεψαν, όπως ο Μάρκο Πόλο ή οι ήρωες του Jonathan Swift, του Jules Verne, και του Italo Calvino, για να μαρτυρήσουν την ύπαρξη τόπων που διαφορετικά θα παρέμεναν άγνωστοι. (Αναρωτιέται κανείς αν υπάρχουν καθόλου μελέτες σχετικά με το ‘ανα-’ στην ουτοπική αφήγηση: ο αναδρομικός χαρακτήρας των ουτοπικών φαντασιών˙ η επιστροφή που προηγείται της ιστορίας˙ η ιστορία που αποτελεί μια μορφή επιστροφής από μόνη της˙ η ενθύμηση της ουτοπικής πόλης σε λέξεις ή εικόνες˙ η βαθιά μελαγχολική φύση του όλου εγχειρήματος.) (Diekmann, Comics and the city: urban space in print, picture, and sequence, p. 86) Οι Αόρατες Πόλεις περιέχουν σκέψεις πάνω στην αντίληψη της πόλης, κυρίως από την οπτική του ταξιδιώτη, και σπανιότερα από την οπτική του κατοίκου. Ανάμεσά τους, ενυπάρχουν ψήγματα ιδεών και προτάσεων για την ίδια την πόλη, και ψήγματα κριτικής απέναντι σε υπάρχουσες πόλεις. Αντίθετα, οι Σκοτεινές Πόλεις είναι κατασκευασμένες πόλεις, πραγματοποιήσεις πολεοδομικών θεωριών ή σχεδίων που κινούνται ανάμεσα στην ουτοπία και τη δυστοπία. Μέσα από τις ιστορίες αφήνουν να διαρρεύσουν ψήγματα σκέψεων για τη βίωση και την αντίληψη της πόλης, είτε από τον κάτοικο είτε από τον ταξιδιώτη, για την καθημερινότητα. Σε αυτό οφείλουν τη δύναμη της κριτικής τους. Seulement construite dans l’ imaginaire, le modèle ouvre forcément sur l’ arbitraire. Arbitraire qui amuse, au niveau de la description, chez les pré-urbanistes, mais qui tourne au scandale au niveau de la realization, chez les urbanistes. (...) L’ arbitraire de ce type de méthodes et de solutions sera pleinement perçu devant le spéctacle –combien banal –de l’ architecte urbaniste jouant à deplacer sur ses maquettes, au gré de son humeur ou de sa fantaisie, les petites cubes qui figurent des demeures, des lieux de réunion, les éléments d’ une ville.
17
Το ζεύγος Αόρατες – Σκοτεινές πόλεις λειτουργεί συμπληρωματικά. Τόσο στο βιβλίο όσο και στο κόμικ εξετάζεται η πόλη από διαφορετικές, μερικώς επικαλυπτόμενες οπτικές γωνίες. Ο συνδυασμός των παραδειγμάτων και από τα δύο μας επιτρέπει μια αρκετά συνολική θεώρηση του θέματος. Η στάση στις Αόρατες και στις Σκοτεινές πόλεις είναι υποχρεωτική. Architecture is made of two terms that are interdependent but mutually exclusive. Indeed, Architecture constitutes the reality of experience, while this reality gets in the way of the overall vision. Architecture constitutes the abstraction of absolute truth, while this very truth gets in the way of feeling. We cannot both experience and think that we experience. “The concept of space does not bark.” (Lefebvre), the concept of space is not in space. Η Αρχιτεκτονική είναι φτιαγμένη από δύο όρους που είναι αλληλεξάρτητοι αλλά αμοιβαία αποκλειόμενοι. Πράγματι, η Αρχιτεκτονική αποτελεί την πραγματικότητα της εμπειρίας, ενώ αυτή η πραγματικότητα παρεμποδίζει τη συνολική θεώρηση. Η Αρχιτεκτονική αποτελεί την αφηρημένη έννοια της απόλυτης αλήθειας, ενώ αυτή ακριβώς η αλήθεια παρεμποδίζει την αίσθηση. Δεν μπορούμε ταυτόχρονα να βιώνουμε και να σκεφτόμαστε ότι βιώνουμε. «Η αρχή του χώρου δε γαβγίζει.» (Lefebvre), η αρχή του χώρου δε βρίσκεται στο χώρο. (Tschumi, Architecture and Disjunction, p. 48)
ενδιάμεσοι σταθμοί: Le Città Invisibilli, Les Cités Obscures
Κατασκευασμένο μόνο στη φαντασία, το μοντέλο ανοίγεται αναπόφευκτα στην αυθαιρεσία. Αυθαιρεσία που διασκεδάζει, στο επίπεδο της περιγραφής, στους προ-πολεοδόμους, αλλά που γίνεται σκάνδαλο στο επίπεδο της πραγματοποίησης, στους πολεοδόμους. (…) Η αυθαιρεσία αυτού του τύπου μεθόδων και λύσεων γίνεται εντελώς κατανοητή μπροστά στο θέαμα –πόσο κοινότοπο– του αρχιτέκτονα πολεοδόμου που παίζει μεταφέροντας πάνω στις μακέτες του, σύμφωνα με τη διάθεση ή τη φαντασία του, μικρούς κύβους που αντιπροσωπεύουν κατοικίες, τόπους συναθροίσεων, τα στοιχεία μιας πόλης. (Choay, L’ Urbanisme: Utopies et Realités, Une Anthologie, p. 75)
18
εισαγωγή
ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ
Το αλλού είναι ένας αντίστροφος καθρέφτης. Ο ταξιδιώτης αναγνωρίζει το λίγο που είναι δικό του, ανακαλύπτοντας το πολύ που ποτέ δεν είχε και που ποτέ δε θα έχει. (Καλβίνο, Οι Αόρατες Πόλεις, σ. 49) Οι Αόρατες και οι Σκοτεινές πόλεις μας μεταφέρουν σε κόσμους διαφορετικούς από το δικό μας, τοποθετημένους σε δικό τους τόπο και χρόνο, ή ίσως εκτός τόπου και χρόνου (uchronia, utopia). Ταξιδεύοντας σ’ αυτούς τους κόσμους, περνάμε από πόλεις φανταστικές, πόλεις του μέλλοντος, πόλεις σύγχρονες, πόλεις που έχουν πια καταστραφεί και πόλεις στις οποίες ποτέ δε θα φτάσουμε. Το γεγονός αυτό δίνει σ’ αυτές νόημα καθολικό, μας επιτρέπει να αντλούμε διαρκώς στοιχεία για όλες τις εποχές, για όλες τις πόλεις, εφόσον οι πόλεις που εκεί εμφανίζονται είναι εμπνευσμένες από το σύνολο των υπάρχοντων και ακροβατούν ανάμεσα στη νοσταλγία του παρελθόντος και τα οράματα του μέλλοντος. «Απομένει μία (πόλη) για την οποία δεν μιλάς ποτέ». Ο Μάρκο Πόλο έσκυψε το κεφάλι. «Η Βενετία», είπε ο Χαν. Ο Μάρκο χαμογέλασε. «Και για τι άλλο νομίζεις ότι σου μιλούσα;» Ο αυτοκράτορας δεν κούνησε ούτε βλέφαρο. «Κι όμως, δεν σε άκουσα ποτέ να λες το όνομά της». Και ο Πόλο: «Κάθε φορά που περιγράφω μια πόλη, λέω κάτι για τη Βενετία». «Όταν ζητώ να μάθω για άλλες πόλεις, θέλω να ακούω να μου λες γι’ αυτές. Και για τη Βενετία, όταν σου ζητώ για τη Βενετία». «Για να ξεχωρίσω τα χαρακτηριστικά των άλλων, πρέπει να ξεκινώ κάθε φορά από μια πρώτη πόλη που μένει στη σκιά. Για μένα η πόλη αυτή είναι η Βενετία». «Θα έπρεπε τότε να ξεκινάς την αφήγηση των ταξιδιών σου από την αφετηρία, περιγράφοντας τη Βενετία έτσι όπως είναι, ολόκληρη, χωρίς να παραλείπεις τίποτε από όσα θυμάσαι γι’ αυτήν». Το νερό της λίμνης είχε μόλις ανατριχιάσει˙ η χάλκινη αντανάκλαση του αρχαίου παλατιού των Σουνγκ θρυμματίζεται σε σπινθηροβόλες ανταύγειες θυμίζοντας φύλλα που επιπλέουν. «Οι εικόνες της μνήμης, μόλις σταθεροποιηθούν με λέξεις, σβήνονται», είπε ο Πόλο. Ίσως να φοβάμαι ότι θα χάσω μονομιάς όλη τη Βενετία αν μιλήσω γι’ αυτήν. Ή ίσως, μιλώντας για άλλες πόλεις, να την έχω ήδη σιγά σιγά χάσει». (Καλβίνο, Οι Αόρατες Πόλεις, σ. 112-113)
19
Σε κάθε περίπτωση, το ταξίδι μας περιμένει. Είναι εδώ, είναι τώρα. Καθισμένοι αναπαυτικά στις πολυθρόνες μας, θα μεταφερθούμε πολύ μακριά και θα επιστρέψουμε στη στιγμή, για να κοιτάξουμε ξανά αυτό που μας περιβάλλει. Η Ουτοπία ενδέχεται να είναι φανταστική χώρα, αλλά τα Νέα από την Ουτοπία είναι πραγματικά Νέα. (…) Δεν χρειάζεται να εγκαταλείψουμε τον πραγματικό κόσμο, για να μπούμε σ’ αυτούς τους πραγματοποιήσιμους κόσμους˙ γιατί πάντα οι δεύτεροι ξεπηδούν από τους πρώτους. (…) Διασχίζουμε ταξιδεύοντας την ουτοπία μόνο και μόνο για να πάμε πέρα από την ουτοπία: αν αφήνουμε τους χώρους της ιστορίας όταν διαβαίνουμε τις θύρες της Πολιτείας του Πλάτωνα, το κάνουμε μόνο και μόνο για να ξαναμπούμε πιο αποτελεσματικά στην ομιχλώδη μεσημεριανή κυκλοφορία του σύγχρονου κόσμου. (Μάμφορντ, Ιστορία των Ουτοπιών, σ.26-27)
το ταξίδι
Και στις δύο περιπτώσεις, υπάρχει μία πόλη που λειτουργεί ως σημείο αναφοράς, ως σημείο σύνδεσης του φανταστικού κόσμου με το δικό μας. Η Βενετία, γενέτειρα του Μάρκο Πόλο, βρίσκεται πάντα πίσω από τις αφηγήσεις του, σαν φάντασμα που στοιχειώνει τις περιγραφές του, ενώ οι Βρυξέλλες έχουν το αντίστοιχό τους στο Σκοτεινό Κόσμο, οι ίδιοι οι δημιουργοί της Brüsel προτείνουν σημεία που μπορούν να λειτουργήσουν ως περάσματα από τη μία πόλη στην άλλη. Στην πρώτη περίπτωση, η Βενετία που ο Μάρκο Πόλο έχει κατασκευάσει στη μνήμη του επηρεάζει αδιόρατα τη σκέψη του, χωρίς να βρίσκεται μέσα στον κόσμο της αφήγησης, ενώ στη δεύτερη, οι Βρυξέλλες είναι το πρότυπο που οι δύο Βέλγοι χρησιμοποιούν για να σχεδιάσουν μία από τις κομβικές πόλεις του κόσμου της αφήγησης.
εισαγωγή 20
21
Το ταξίδι μας θα εξελίσσεται ασυνεχώς, μοιρασμένο ανάμεσα σε Σκοτεινές και Αόρατες πόλεις, μερικές φορές με μικρές στάσεις σε πραγματικές πόλεις. Θα μπορέσουμε εκεί να σκεφτούμε, να ονειρευτούμε, να νοσταλγήσουμε και να νιώσουμε, ή ακόμα και να μετα-νιώσουμε. Παράλληλα, θα ξεκινήσουμε ένα ακόμη ταξίδι, που θα αφηγείται τη σχέση που η μνήμη μας δημιουργεί με τις πόλεις που λίγο ή πολύ γνωρίζουμε. Έτσι, στις σελίδες που ακολουθούν, αναπτύσσονται δύο παράλληλες αφηγήσεις, που συσχετίζονται και παίρνουν αφορμές η μία από την άλλη αλλά ταυτόχρονα διατηρούν την αυτονομία τους. Συχνά η μία κάνει παύση για να δώσει χώρο στην άλλη, χωρίς όμως να της υπαγορεύει τη συνέχεια. Θα μπορούσαν να διαβαστούν ξεχωριστά ή μαζί, καμία από τις δύο όμως δε θα μπορούσε να παραλειφθεί. Είναι ο συνδυασμός των δύο που θα δώσει πνοή στο ταξίδι μας.
παράλληλες αφηγήσεις
ΠΑΡΑΛΛΗΛΕΣ ΑΦΗΓΗΣΕΙΣ
ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟ | ΠΟΛΕΙΣ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ: ΜΕΡΙΚΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ
24
ΠΟΛΗ ΩΣ ΣΥΝΟΝΘΥΛΕΥΜΑ: ΕΠΑΛΛΗΛΕ
πόλεις της μνήμης |μερικές σκέψεις
ΤΟ ΦΟΡΤΙΟ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ |
(Brüsel, σ.29)
Σ ΣΤΡΩΣΕΙΣ (ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ) ΙΣΤΟΡΙΑΣ
πόλεις της μνήμης |μερικές σκέψεις
26 Ποια ανάγκη ή εντολή ή επιθυμία ώθησε τους ιδρυτές της Ζηνοβίας να δώσουν τέτοια μορφή στην πόλη τους, κανείς δεν θυμάται, γι’ αυτό και κανείς δεν μπορεί να πει αν η ανάγκη αυτή ικανοποιήθηκε από την πόλη έτσι όπως την κοιτάζουμε σήμερα, που μεγάλωσε ίσως από επόμενες υπερκαλύψεις σε σχέση με το πρώτο και ακατανόητο πλέον σχέδιο. (Οι Αόρατες Πόλεις, σ. 57)
(La Tour)
27 ΠΟΛΗ ΩΣ ΣΥΝΟΝΘΥΛΕΥΜΑ: ΕΠΑΛΛΗΛΕΣ ΣΤΡΩΣΕΙΣ (ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ) ΙΣΤΟΡΙΑΣ
Η πόλη είναι από μόνη της θεματοφύλακας της ιστορίας. (Rossi, Η Αρχιτεκτονική της Πόλης, σ. 186)
Όλες βρίσκονται στο μυαλό μας, ξεκάθαρες ή θαμπές σαν υδατογραφίες. Προσπαθώντας όμως να μιλήσουμε γι’ αυτές, να αποδώσουμε το πνεύμα τους, η θαμπάδα εξαφανίζεται για να δώσει τη θέση της στη συγκεκριμένη λάμψη της αφήγησης, ενώ η καθαρότητα χάνεται σε ένα σύννεφο από ανακρίβειες και ασάφειες του λόγου. Οι λέξεις μας φυλακίζονται, και κάθε αναπαράσταση ωχριά μπροστά στην πόλη που εικονίζει. Η μορφή της πόλης είναι πάντα η μορφή μιας εποχής και στη μορφή μιας πόλης συνυπάρχουν πολλές εποχές. Ακόμα και στη διάρκεια της ζωής ενός ανθρώπου η πόλη γύρω του αλλάζει όψη και οι αναφορές σ’ αυτήν δεν είναι πάντα οι ίδιες. (Rossi, Η Αρχιτεκτονική της Πόλης, σ. 67) Η πόλη δεν έχει ένα και μοναδικό, αδιάσπαστο και αμετάβλητο, χαρακτήρα. Στην έκτασή της συνυπάρχουν διαφορετικά στοιχεία και στιλ, διασκορπισμένα στους δρόμους και τις γειτονιές, στις λεωφόρους και τα ξεχασμένα σημεία, στα πάρκα και τα παρκινγκ, στις πλατείες και τα δημόσια κτήρια. Ταυτόχρονα, μέσα στην ίδια πόλη, συνεχίζουν να ζουν πολλές εποχές. Ψήγματα από την κάθε εποχή που έζησε η πόλη βρίσκονται εκεί, το ένα δίπλα στο άλλο, για να μας διηγηθούν την ιστορία της. Αποσπασματικά, θραυσματικά, ατελώς. Η εικόνα της πόλης καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από την ανώνυμη, ασήμαντη αρχιτεκτονική, τις τυπικές κατοικίες, τους χώρους εργασίας, τους συνοικιακούς δρόμους. Διαφορετικοί τρόποι κατοίκησης συμβολίζουν διαφορετικές ιστορικές περιόδους και αντανακλούν διαφορετικές κοινωνικές συνθήκες. Διακρίνονται έτσι περιοχές, που όμως όλες μαζί συνθέτουν την πόλη και συμβάλλουν στη σχηματοποίηση του χαρακτήρα της. Διηγούνται την ιστορία της, άλλοτε φανερά και άλλοτε προσπαθώντας να αποκρύψουν στοιχεία, άλλοτε με αλλοιώσεις που δημιουργήθηκαν με την πάροδο του χρόνου.
το φορτίο της ιστορίας
Ας κάνουμε μια νοερή βόλτα στις πόλεις που ξέρουμε καλά, σ’ αυτές που κάποτε επισκεφτήκαμε και σ’ εκείνες που (νομίζουμε πως) γνωρίσαμε, ταξιδεύοντας μέσα από φωτογραφίες, σχέδια, μύθους, διηγήσεις και θεωρίες. Ας περάσουμε ακόμη και από τις άλλες, που φαντασιωθήκαμε, οραματιστήκαμε, κατασκευάσαμε και καταστρέψαμε ολοσχερώς τις νύχτες με αστέρια.
πόλεις της μνήμης |μερικές σκέψεις
28
Μερικές φορές διαφορετικές πόλεις διαδέχονται η μία την άλλη στον ίδιο χώρο και με το ίδιο όνομα, γεννιούνται και πεθαίνουν χωρίς να γνωρίσει η μία την άλλη και χωρίς να επικοινωνήσουν μεταξύ τους.
(Οι Αόρατες Πόλεις, σ.52)
Και να που γίνεται μια πόλη σε φυσικό μέγεθος, που κλείνει μέσα της την προηγούμενη πόλη: μια νέα πόλη που ανοίγει δρόμο μέσα από την προηγούμενη πόλη και τη σπρώχνει προς τα έξω.
(Οι Αόρατες Πόλεις, σ. 160)
Στην Ουρμπικάνδη, μια βόλτα στη βόρεια όχθη είναι μια μεταφορά στο παρελθόν της πόλης. Έχοντας ξεφύγει από τη συνολική ανακατασκευή της πόλης, είναι πάντα εκεί για να εξάπτει την περιέργεια και να προσκαλεί προς ένα ταξίδι στο παρελθόν. (La Fièvre d’ Urbicande, σελ. 64-65)
Θα μπορούσαμε, λοιπόν, να διαβάσουμε την πόλη ως παλίμψηστο; Επάλληλες στρώσεις, επάλληλες εγγραφές ιστορίας, που ανακαλούν διαδοχικά επίπεδα συλλογικής μνήμης. Διαδοχικές περίοδοι άφησαν τα ίχνη τους στον ιστό της πόλης, στην τελική της εικόνα, και αρκεί να κοιτάξουμε προσεκτικά για να αρχίσουν να αποκαλύπτονται αόρατες στρώσεις. Η ερμηνεία αυτή υποθέτει την υπερκάλυψη των στρώσεων του παρελθόντος από εκείνες του παρόντος και του μέλλοντος, σε μια διαδικασία διαρκούς προσθήκης στρώσεων, με τέτοιο τρόπο ώστε για την κάθε εποχή να φαντάζουν πολύτιμες μερικές από τις (αόρατες) στρώσεις του παρελθόντος. Με το πέρασμα του χρόνου, προστίθενται διαδοχικές στρώσεις ιστορίας, ωστόσο στην πόλη η εγγραφή αυτών των στρώσεων δεν είναι πάντα ξεκάθαρη, ούτε ομοιότροπη. Τα ίχνη του παρελθόντος μένουν ζωντανά στον ιστό της, σε κάποια σημεία περισσότερο, σε άλλα λιγότερο. Το τελικό αποτέλεσμα είναι ένα σύνολο από διαφορές και ασυνέχειες σε δυναμική αλληλεπίδραση, που παλεύουν διαρκώς να βρουν στιγμιαίες ισορροπίες, για να αποκρυσταλλώσουν την εικόνα της πόλης στη συλλογική μνήμη. However, in a constellation of distorted mirrors, things tend to be turned around and twisted more than once, and the history of art, architecture and technology on the Fantastic Continent is not organized according to any concepts of linear development or to the 1:10 ratio suggested by the Guide. It follows its own laws which are those of eclecticism and simultaneity. 1 Ωστόσο, σε έναν αστερισμό από παραμορφωτικούς καθρέφτες, τα πράγματα τείνουν να μοιάζουν γυρισμένα και στραμμένα περισσότερες από μία φορές και η ιστορία της τέχνης, της αρχιτεκτονικής και της τεχνολογίας στη Σκοτεινή Ήπειρο δεν οργανώνεται σύμφωνα με έννοιες γραμμικής ανάπτυξης όπως προτείνεται από τον Οδηγό. Ακολουθεί δικούς της νόμους εκλεκτικισμού και ταυτοχρονισμού. (Diekmann, Comics and the City: urban space in print, picture, and sequence, p. 91) Αναφέρεται στη Σκοτεινή Ήπειρο (Continent Obscure), των Schuiten και Peeters. Όπου Guide εννοεί την έκδοση Le Guide Des Cités (Benoît Peeters, François Schuiten, Casterman, 2004), έναν «οδηγό» για την περιήγηση στο Σκοτεινό Κόσμο.
1
29
το φορτίο της ιστορίας
Μέσω της επανάληψης απλών, κοινότοπων, συχνά ανιαρών και απωθητικών τυπολογιών, η πόλη παίρνει τη μορφή της, γίνεται αναγνώσιμη στα μάτια αυτού που την αντικρίζει. Η επανάληψη σ’ αυτήν την περίπτωση είναι μυστηριωδώς γοητευτική. Οι εργατικές κατοικίες, οι πολυκατοικίες, τα προάστια, τα φτωχόσπιτα, τα αυθαίρετα με τις ακανόνιστες προσθήκες, τα γκρίζα κτήρια του κέντρου, καλώς ή κακώς, είναι όλα στοιχεία της ταυτότητας της πόλης. Εξίσου σημαντικά με τα (τουριστικά) αξιοθέατα, εκείνα που κάνουν τους κατοίκους της υπερήφανους όταν τα δείχνουν στους ξένους, εκείνα που τους θυμίζουν καθημερινά γιατί είναι ωραίο να μένουν σ’ αυτήν την πόλη και όχι αλλού.
πόλεις της μνήμης |μερικές σκέψεις
30
Hier, encore, c’était un rêve. (Χθες, ακόμη ήταν όνειρο.) Τα ψηλά, «υπερσύγχρονα» κτήρια ήταν για την Brüsel μόλις ένα όνειρο στο παρελθόν, που δε θα αργήσει όμως να γίνει πραγματικότητα. Η πόλη αλλάζει, και διατυπώνει μεγαλόστομα την αλλαγή που θα ακολουθήσει. Η ανέγερση του μέλλοντος έχει ήδη αρχίσει και οι σκαλωσιές ρίχνουν τη σκιά τους στα παλιά σπίτια με τα σφραγισμένα παράθυρα. Το μέλλον είναι ήδη εδώ. (Brüsel, σ.39)
31
Με αυτόν τον τρόπο, η χωρική μετάβαση στην πόλη συνεπάγεται μια χρονική μετάβαση, μέσω της μνήμης. Το συνονθύλευμα διαβάζεται αυτόνομα ως αποτέλεσμα και παράλληλα ανακαλεί μνημονικά χρονικές στιγμές και ιστορικές περιόδους. Έτσι, ο χώρος βιώνεται ως χρόνος και αντίστροφα ο χρόνος βιώνεται ως χώρος. Η συνέχεια στο χώρο και στο χρόνο υπάρχει μέσω της μνήμης. Το ταξίδι στις πόλεις είναι αναπόφευκτα ένα ταξίδι στην ιστορία της ανθρωπότητας. Ο ίδιος χώρος δεν επιδέχεται διπλό γέμισμα (…) Οι προηγούμενες φάσεις της εξέλιξης ... έχουν διαλυθεί στις κατοπινές, στις οποίες έχουν προσφέρει το υλικό. (Φρόυντ, Ο πολιτισμός πηγή δυστυχίας, σ.21-22)
το φορτίο της ιστορίας
Ανεξάρτητα από τη διαδικασία της δημιουργίας της, ωστόσο, η πόλη προσλαμβάνεται ως ένα σύνολο με αυτόνομη αισθητική και λειτουργική αξία, η εκάστοτε εικόνα της θα μπορούσε να παρομοιαστεί με ένα bricolage, ένα pastiche κτισμένων αρχιτεκτονικών στιλ. Για το σημερινό αναγνώστη κάτοικο ή επισκέπτη της πόλης, η εικόνα της (που είναι το δυναμικό αποτύπωμα στο χώρο διαφορετικών εποχών) προσλαμβάνεται ταυτόχρονα. Και μοιάζει με μια εκλεκτικιστική συγκόλληση ετερόκλιτων και ετερόχρονων στοιχείων.
πόλεις της μνήμης |μερικές σκέψεις
32
Ναι, Giovanni, μ’ αυτό μοιάζει ο Πύργος μας. Ή τουλάχιστον, μ’ αυτό πιστεύω ότι θα έπρεπε να μοιάζει.
(La Tour)
ΤΟ ΦΟΡΤΙΟ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ |
ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΣΤΙΓΜΕΣ: ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ
πόλεις της μνήμης |μερικές σκέψεις
34
Δεν είναι αυτά τα πράγματα που κάνουν μια πόλη αλλά οι αναλογίες των μέτρων της έκτασής της και τα γεγονότα του παρελθόντος της: η απόσταση ενός φανοστάτη από το χώμα και τα αιωρούμενα πόδια ενός κρεμασμένου σφετεριστή˙ (…) Η πόλη όμως δεν φανερώνει το παρελθόν της, το περιλαμβάνει όπως στις γραμμές ενός χεριού (…) (Οι Αόρατες Πόλεις, σ. 27-28)
Να λοιπόν που όσα υπολείμματα της πρώτης λάμψης είχαν σωθεί προσαρμοζόμενα σε πιο σκοτεινές ανάγκες, τώρα γίνονταν αντικείμενα νέων μετακινήσεων: τα φύλαγαν σε γυάλινες βιτρίνες, τα έκλειναν σε προθήκες, τα απόθεταν πάνω σε βελουδένια μαξιλάρια, και όχι πλέον επειδή μπορούσαν να φανούν χρήσιμα αλλά γιατί μέσω αυτών ήθελαν να ανασυνθέσουν μια πόλη για την οποία κανείς πια δεν ήξερε τίποτα. (Οι Αόρατες Πόλεις, σ.52)
-Ορίστε! Είναι η πιο διάσημη από τις αναπαραστάσεις του Πύργου. -Νομίζω ότι ο Πύργος δεν έχει αυτή τη μορφή. Μου φαίνεται ότι θα έπρεπε να είναι κυκλικός. Μέσα στον αχανή Πύργο, υποθετικές αναπαραστάσεις του σαν κι αυτήν υπάρχουν πολλές. Τα ίχνη της κατασκευής του, η μορφή του, έχουν χαθεί στο χρόνο και κανείς δεν ξέρει πώς μοιάζει τελικά ο Πύργος. Έχοντας κληρονομήσει ένα τεράστιο οικοδόμημα, που δεν γνωρίζουν πώς δημιουργήθηκε, αλλά ούτε και πώς να το διαχειριστούν, οι άνθρωποι κάνουν υποθέσεις, ψάχνουν, εξερευνούν τον κόσμο μέσα στον οποίο ζουν, Ταυτόχρονα, το μνημείο καταρρέει, κι εκείνοι είναι αναγκασμένοι να το συντηρήσουν, γνωρίζοντας ελάχιστα γι’ αυτό. (La Tour)
35
ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΣΤΙΓΜΕΣ: ΑΠΟΤΥΠΩΜΑΤΑ
Η πόλη είναι γεμάτη μνημεία, αρχαία, νεότερα και σύγχρονα. Μερικά από αυτά δεν έχουν πια το αρχικό τους νόημα, δεν οδηγούν απαραίτητα στην ανάμνηση της εποχής τους, ωστόσο δεν παύουν να αναγνωρίζονται ως τέτοια. Η σημασία τους αποσχίζεται, ως ένα βαθμό, από το λόγο της κατασκευής τους, το γεγονός που τιμούν, για να τους επιτρέψει να ενσωματωθούν στην πόλη και στην καθημερινή της ζωή, λαμβάνοντας νέο ρόλο. Ταυτόχρονα, η πόλη είναι γεμάτη φορτισμένα σημεία, χρωματισμένα σε κάποια στιγμή της ιστορίας, που ανακαλούν ιστορικές μνήμες κάθε φορά που βρισκόμαστε εκεί. Στην περίπτωση αυτή δεν μπορούμε να μιλάμε ακριβώς για μνημεία, ενδεχομένως ούτε καν για χώρους αρχιτεκτονικού ενδιαφέροντος, παρά μόνο για χώρους γεμάτους μνήμες. Η αξία τους έγκειται στις μνήμες, και αν κάποια στιγμή οι μνήμες απαλειφθούν, οι χώροι αυτοί πιθανόν να είναι αδιάφοροι για την κοινωνία. Σε κάποιες περιπτώσεις, τα υπάρχοντα κτήρια λειτουργούν ως τοπόσημα για την πόλη, ενώ σε άλλες μια κατασκευή εγείρεται, ειδικά για να σημάνει το φορτισμένο με μνήμη μέρος. Τα αποτυπώματα (είτε υλικά είτε άυλα) για τα οποία μιλάμε, είναι πιθανό να υπήρξαν εξαρχής ή να αναγνωρίστηκαν μετέπειτα ως τέτοια. Υπάρχουν μνημεία που κατασκευάστηκαν για να είναι μνημεία, αλλά και κτήρια, που σε μια μεταγενέστερη φάση της ζωής τους μετατράπηκαν σε μνημεία, μέσα από διαδικασίες που σχετίζονται με το πώς το παρόν αντιλαμβάνεται το παρελθόν του. Το ίδιο συμβαίνει και με τις μνήμες που φέρουν ορισμένα σημεία, κάποιες φορές η απόδοση σημασίας σε συγκεκριμένους τόπους είναι σχεδόν ταυτόχρονη με τα γεγονότα που τους κάνουν σημαντικούς, ενώ άλλες φορές γεγονότα και μνήμες ανασύρονται από το χρονοντούλαπο της ιστορίας, δίνοντας αξία σε περιβάλλοντα που για πολύ καιρό είχαν παραμείνει στη λήθη.
το φορτίο της ιστορίας
Το πέρασμα του χρόνου αφήνει στιγμιαία αποτυπώματα στην πόλη. Τα αποτυπώματα μπορεί να είναι υλικά, αρχιτεκτονικά, όπως ένα μνημείο, δηλαδή μια κατασκευή που αποτελεί ανάμνηση ενός ανθρώπου ή ενός γεγονότος. Μπορεί όμως να είναι και αποτυπώματα άυλα, που ενεργοποιούνται μέσω της συλλογικής μνήμης, όπως ένας χώρος φορτισμένος από ένα κοινωνικό ή πολιτικό γεγονός που κάποτε συνέβη εκεί και τον σημάδεψε.
πόλεις της μνήμης |μερικές σκέψεις
36 Τρεις εκδοχές υπάρχουν για τους κατοίκους της Βαυκίδας: ότι μισούν τη Γη˙ ότι τη σέβονται τόσο πολύ ώστε αποφεύγουν κάθε επαφή μαζί της˙ ότι την αγαπούν όπως ήταν πριν εμφανιστούν αυτοί, και με κιάλια και τηλεσκόπια στραμμένα προς τα κάτω δεν κουράζονται να την επιθεωρούν, πέτρα την πέτρα, μυρμήγκι το μυρμήγκι, θαυμάζοντας γοητευμένοι την απουσία τους.
(Οι Αόρατες Πόλεις, σ. 101)
Ψηλά στην κορυφή του πύργου, τα απομεινάρια μιας άλλοτε μεγαλειώδους κατασκευής, στέκουν έρημα, αφημένα στο έλεος του χρόνου. (La Tour)
37
Το ερειπωμένο μνημείο, όταν μάλιστα είναι σημαντικό, προκαλώντας την πραγματική ή τη νοερή επαναρτίωσή του, δεν παραπέμπει μόνο στη δική του άθικτη εικόνα, αλλά και στην εξίσου άθικτη αναπαράσταση μιας ολόκληρης εποχής. Σε αυτή στην οποία παράχθηκε το έργο και η οποία, δεν μπορεί να συλληφθεί στην ακρίβειά της, την πολιτισμική, πολιτική ή κοινωνική, παρά φαντασιακά. (Α.-Ι. Δ. Μεταξάς, Η Ομιλία των Ερειπίων, περιοδικό Αρχιτέκτονες, τεύχος 45, 2004) Τα ερείπια και τα θραύσματα μιλάνε τη δική τους υπαινικτική γλώσσα, υπονοώντας αποσπασματικά την ολοκληρωμένη μορφή, καθώς και σενάρια της καταστροφής τους. Την ίδια στιγμή, προκαλούν δέος και αποκτούν αξία αρχαιολογική. Καθιστούν ολοφάνερο το χάσμα που χωρίζει την εποχή μας από τη δική τους, μέσα από την κατάσταση παρακμής στην οποία βρίσκονται. Η βίωση των ερειπίων συχνά αυτονομείται από τη μνήμη, η οποία θεωρείται δεδομένη και άρα παρακάμπτεται, για να περάσει στο επίπεδο φίνας, καθαρής αισθησιακής εμπειρίας, που κορυφώνεται τις καλοκαιρινές βραδιές με φεγγάρι. Τα ανακατασκευασμένα μνημεία είναι η ιδιότυπη περίπτωση καθ’ όλα σύγχρονων κτηρίων, που φτιάχτηκαν για να αποκαταστήσουν την ιστορία και τη ροή των γεγονότων στη συλλογική μνήμη, για να αποτρέψουν τη λήθη. Τέτοιου τύπου υβριδικοί μετασχηματισμοί της πόλης συχνά παραπαίουν, παραπέμποντας συγχρόνως σε πολλές εποχές, ή ίσως και σε καμία. Από την άλλη, το γκρεμισμένο εργοστάσιο που μετατράπηκε σε πάρκο, η ερειπωμένη δισκογραφική που μοιάζει με στοιχειό, η ιστορική πλατεία που έχει εκσυγχρονιστεί, το εμβληματικό νεοκλασικό που έχει ανοικοδομηθεί σε αγνώριστη πολυκατοικία, ο πεζόδρομος με το σπουδαίο θέατρο που έχει πια κλείσει, ο κινηματογράφος που άφησε ένα κενό οικόπεδο και δύο μεσοτοιχίες. Όλα αυτά είναι σημεία μετέωρης μνήμης. Με το πέρασμα των χρόνων, οι περισσότερες από αυτές τις μνήμες θα χαθούν, καθώς η κοινωνία των επόμενων γενεών δε θα τις έχει βιώσει ποτέ ως τέτοιες, και δικαίως θα τις ωθήσει στη λήθη. Κάποιες θα επιβιώσουν, σαν φαντάσματα που αιωρούνται πάνω από την πόλη, σαν εκκρεμή που χτυπάνε ακόμη στον παλμό του παρελθόντος της.
το φορτίο της ιστορίας
Παράλληλα, τα αποτυπώματα υπόκεινται στην αναπόφευκτη φθορά του χρόνου. Μνημεία ημιτελή, ερειπωμένα, κατεστραμμένα, μεταλλαγμένα, ανακατασκευασμένα, επαναχρησιμοποιημένα, θραυσματικά, μεγαλώνουν κι αυτά μαζί με την πόλη, εξελίσσονται και παραποιούνται. Είναι σε τέτοια μορφή που υπάρχουν συνήθως, όχι στην αρχική τους. Χώροι φορτισμένοι με μνήμες κατεδαφίζονται, ανοικοδομούνται, μετατρέπονται, με αποτέλεσμα οι μνήμες να ξεθωριάζουν σταδιακά, ή να διατηρούνται, χωρίς όμως το (υλικό) σημείο αναφοράς τους.
πόλεις της μνήμης |μερικές σκέψεις
38
(…) άλλωστε μια μητρόπολη έχει κι αυτό το καλό, ότι μέσα από αυτό που έγινε μπορείς να θυμάσαι με νοσταλγία αυτό που ήταν.
(Οι Αόρατες Πόλεις, σ. 51)
Τη στιγμή που το μυστηριώδες δίκτυο απομακρύνεται από την Ουρμπικάνδη, μια αύρα νοσταλγίας γι’ αυτό αρχίζει να πλανάται πάνω από την πόλη. (La Fièvre d’ Urbicande, σ. 86)
39
Το πιο αρχιτεκτονικό πράγμα σε αυτό το κτήριο είναι η κατάσταση παρακμής στην οποία βρίσκεται. Η αρχιτεκτονική επιβιώνει μόνο όταν αρνείται τη μορφή που η κοινωνία περιμένει από αυτήν. Όταν αρνείται τον εαυτό της παραβιάζοντας τα όρια που η ιστορία της έχει θέσει. (Tschumi, Advertisements for Architecture, 1977)
το φορτίο της ιστορίας
Η αλλοίωση του χρόνου εισάγει στην ανάγνωση της πόλης την έννοια της νοσταλγίας. Το παρελθόν εξιδανικεύεται και αναπολείται ρομαντικά, επειδή ακριβώς δεν υπάρχει. Η φθορά επιτρέπει το νοσταλγικό κοίταγμα, τη συχνά άκριτη ενδόμυχη ελπίδα αναβίωσης αυτού που τώρα έχει ερημώσει, έχει καταστραφεί, έχει πεθάνει. Τα ερείπια, μαζί με την αόρατη πόλη που κάποτε υπήρξε αλλά τώρα όχι πια, ασκούν ανεπαίσθητες δυνάμεις επιρροής στην ορατή πόλη του εδώ και του τώρα. Αμείλικτα, παραπλανώντας τον ταξιδιώτη, δίνοντας λάγνες υποσχέσεις στον κάτοικο για πόλεις που μόνο στη φαντασία του μπορούν να υπάρξουν.
πόλεις της μνήμης |μερικές σκέψεις
40
Αφετηρία: Paris. Προορισμός: Continent Obscure. Ακριβώς κάτω από το μουσείο Arts et Métiers στο Παρίσι, ο Schuiten σχεδίασε το εσωτερικό του ομώνυμου σταθμού μετρό, με μια δόση από Σκοτεινές Πόλεις.
ΤΟ ΦΟΡΤΙΟ
ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ |
ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΑΛΛΟΥ: ΤΑ ΙΧΝΗ ΤΩΝ ΣΑΛΙΓΚΑΡΙΩΝ
πόλεις της μνήμης |μερικές σκέψεις
42
Από την κουβέντα μου αυτή θα έχεις βγάλει το συμπέρασμα ότι η αληθινή Βερενίκη είναι μια ακολουθία μέσα στο χρόνο διαφορετικών πόλεων, άλλοτε δίκαιων και άλλοτε άδικων. Εκείνο όμως για το οποίο ήθελα να σε προειδοποιήσω είναι άλλο: ότι όλες οι μέλλουσες Βερενίκες είναι ήδη παρούσες αυτή τη στιγμή, τυλιγμένες η μία μέσα στην άλλη, στριμωγμένες ζουλισμένες αδιαχώριστες. (Οι Αόρατες Πόλεις, σ.196)
Το γραφείο του αρχιτέκτονα Eugène Robick στην Ουρμπικάνδη, και το σχέδιο Monumental Building του Ιταλού φουρουριστή Antonio Sant’ Elia, φτιαγμένο το 1911-1912. (La Fièvre d’ Urbicande, σελ.25) (Da Costa Meyer, The Work of Antonio Sant’ Elia, σ.38)
43
ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΑΛΛΟΥ: ΤΑ ΙΧΝΗ ΤΩΝ ΣΑΛΙΓΚΑΡΙΩΝ
Όπως το κτήριο στην περίπτωση του Aldo Rossi εμπεριέχει άλλα κτήρια, έτσι και η πόλη αποκαλύπτει σιγά σιγά άλλες πόλεις. Aναπαράγει, επαναλαμβάνει, περικλείει μορφές του αλλού. Ο ταξιδιώτης ανακαλύπτει διάσπαρτα ψήγματα τόπων οικείων, αναφορές σε πασίγνωστες μητροπόλεις και κομμάτι κομμάτι διαβάζει την πόλη. Ο κάτοικος ταξιδεύει νοερά, δραπετεύει προς άλλους τόπους, που ίσως να του είναι γνωστοί μόνο μέσω του δικού του, τους φαντασιώνεται και τους ονειρεύεται, τους δημιουργεί. Ιστορικά κτήρια, εμβληματικές κατασκευές και μνημεία συχνά ανακατασκευάζονται σε άλλες πόλεις, σε φυσικό μέγεθος ή υπό κλίμακα. Εκπλήσσουν, προβληματίζουν, διασκεδάζουν, παραπλανούν. Άσχετα από τον αρχικό στόχο της κατασκευής τους, λειτουργούν σαν πύλες, σαν περάσματα μιας νοερής μεταφοράς. Η συλλογική μνήμη αναλαμβάνει να πραγματοποιήσει τη μεταφορά ανακαλώντας την ιστορία, χωρίς τις πύλες όμως τίποτα δε θα μπορούσε να γίνει. Παράλληλα, η ανακατασκευή εμπεριέχει και την παραλλαγή. Άλλο περιβάλλον, άλλο κλίμα, άλλη χρήση, άλλοι άνθρωποι, άλλες ανάγκες, εμπρόθετες μετατροπές. Η αρχιτεκτονική ποτέ δεν μπορεί να υπάρξει δύο φορές, η εμπειρία είναι οπωσδήποτε διαφορετική σε κάθε τόπο. Έτσι, το αντίγραφο αποσχίζεται μερικώς από το πρωτότυπο και αποκτά δική του υπόσταση και συμβολισμό στη ζωή της πόλης, χωρίς να αναιρείται η λειτουργία της πύλης.
το φορτίο της ιστορίας
Εμείς έχουμε προσθέσει λίγες μόνο νότες: για παράδειγμα μία Νέα Αίθουσα, η οποία έχει για σκηνή ένα κομμάτι από τη Βασιλική του Παλλάντιο - όχι μόνο γιατί είναι ωραία αλλά γιατί αναπαράγει τον εσωτερικό κόσμο της περιοχής του Βένετο, σχεδόν μια προσπάθεια να επανασυσταθεί στο κτίριο ένας βενετσιάνικος κόσμος ανάμεσα στην ιστορία και την επινόηση. (Aldo Rossi, για το Θέατρο του Κόσμου)
πόλεις της μνήμης |μερικές σκέψεις
44
Σε τέσσερις παραλλαγές.
Ο Παρθενώνας (438 π.Χ.) στο λόφο της Ακρόπολης, κάτω από τον αθηναϊκό ήλιο, στη σημερινή του κατάσταση.(αριστερά πάνω) The Parthenon, στο Nashville του Tennessee. Χτίστηκε το 1897 από ξύλο, τούβλο και γύψο, ως κύρια ατραξιόν για τη μεγάλη έκθεση και επανακατασκευάστηκε το 1925 από μπετόν. Σήμερα λειτουργεί ως μουσείο.(αριστερά κάτω) Église de la Madeleine, με φόντο τον ουρανό του Παρισιού. Η κατασκευή του κτηρίου ξεκίνησε το 1806, με σκοπό να χρησιμεύσει ως μνημείο των Ναπολεόντιων Πολέμων, ωστόσο εγκαινιάστηκε ως εκκλησία το 1842. (δεξιά πάνω) National Monument of Scotland, ανάμεσα σε άλλα μνημεία στο Calton Hill, Εδιμβούργο. Πρόκειται για ένα τμήμα του Παρθενώνα, που αναγέρθηκε το 1826, με σκοπό να τιμήσει τους νεκρούς των Ναπολεόντιων Πολέμων, έμεινε όμως ημιτελές το 1929. (δεξιά κάτω)
Όταν σου λέω ότι η πόλη στην οποία τείνει να καταλήξει το ταξίδι μου είναι ασυνεχής στο χώρο και στο χρόνο, ότι άλλοτε είναι πιο αραιή και άλλοτε πιο πυκνή, εσύ δεν πρέπει να πιστέψεις ότι μπορεί κανείς να σταματήσει να την αναζητεί.
(Οι Αόρατες Πόλεις, σ.197)
Ο σκοπός της «αποκατάστασης» -ή μάλλον της ανακατασκευής του Παρθενώνα στην πρωτεύουσα της Καληδονίας ήταν μια προσπάθεια των υπευθύνων, και μιας ελίτ διανοούμενων, να εκμεταλλευτούν το αρχαίο μνημείο για λογαριασμό τους: να εξυπηρετήσουν ιδεολογικά οράματα εθνικότητας, βελτίωσης και μεγαλείου, καθώς επίσης να κερδίσουν αιώνιο κύρος. Το θέμα της ανακατασκευής δεν ήταν, στην εποχή εκείνη, τόσο αμφισβητήσιμο όσο θα περιμέναμε, αλλά έπαιξε σημαντικό ρόλο στην αναζήτηση συλλογικής κουλτούρας και πολιτικής ταυτότητας. Η τέχνη της αντιγραφής ήταν πάντα (και ακόμη είναι) συνδεδεμένη με το branding. Κατά συνέπεια, ο Παρθενώνας θεωρήθηκε το κατάλληλο μοντέλο κατ’ εικόνα του οποίου θα έπρεπε να ανεγερθεί ένα Εθνικό Μνημείο. (A Building from which Derived «All that is Good»: Observations on the Intended Reconstruction of the Parthenon on Calton Hill by Marc Fehlmann)
45
το φορτίο της ιστορίας
The intention of «restoring»— or rather recreating—the Parthenon at the Caledonian capital was an attempt by those responsible for it, and by an intellectual elite, to exploit the antique monument for their own purposes: to serve idealistic visions of nationhood, improvement, and greatness as well as to help gain for themselves immortal prestige. The issue of reconstruction was, at the time, not as controversial as we might expect from our own perspective, but it played a key role in the search for a collective cultural and political identity. The act of copying was (and still is) always connected with branding. Consequently, the Parthenon was taken as the appropriate model in the form of which a National Monument should be erected.
πόλεις της μνήμης |μερικές σκέψεις
46
Στο γραφείο του μεγαλοεργολάβου της Brüsel, De Vrouw, φιγουράρει μια απεικόνιση της μυθικής La Tour. Ακόμη κι εκείνος που επιθυμεί τη ρήξη με το παρελθόν και την ατέρμονη πρόοοδο, επιλέγει να θυμάται στοιχεία του. Τα έργα που επιμελείται φτιάχνονται με την ευλογία του Πύργου, ενός Πύργου που αποτελεί το σύμβολο του Σκοτεινού Κόσμου. (Brüsel, σ.80) Από το σχέδιο του Τάτλιν για το μνημείο της Τρίτης Διεθνούς που δεν κατασκευάστηκε ποτέ στο δημόσιο χώρο της Σάμαρις. Σ’ αυτήν την πόλη χωρίς περιεχόμενο, ο αναγνώστης-επισκέπτης εκπλήσσεται από την παραλλαγή μιας συμβολικής κατασκευής που έχει χάσει το περιεχόμενό της, σαν να επρόκειτο για κατασκευή σε πανηγύρι. (Τα Τείχη της Σάμαρις, σ.23)
47
το φορτίο της ιστορίας
Με αυτόν τον τρόπο, πολλές πόλεις μπορούν να βιώνονται ταυτόχρονα, σε ένα σημείο, μέσα στην ίδια πόλη. Ένας απλός περίπατος είναι αρκετός για να πραγματοποιηθούν στιγμιαία μακρινά ταξίδια στο παρελθόν, στο αλλού, με όχημα τη μνήμη. Στο ταξίδι ανά τον κόσμο, στην προσπάθεια κατάκτησης του αλλού, οι άνθρωποι κουβαλούν κομμάτια από τις πόλεις τους. Μεταφέροντας θραύσματα οικειότητας επιχειρούν να μεταφυτέψουν τις ρίζες τους και να βιώσουν το άγνωστο σαν σπίτι τους. Ταυτόχρονα, για να μη χάσουν ποτέ το δρόμο της επιστροφής, διασκορπίζουν σημάδια καθ’ όλη τη διάρκεια της διαδρομής. Τα ίχνη των σαλιγκαριών που διασταυρώνονται, αλληλοκαταστρέφονται και ανταγωνίζονται στο χώρο και στο χρόνο.
48
πόλεις της μνήμης |μερικές σκέψεις
ΤΟ ΦΟΡΤΙΟ ΤΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ | ΚΟΙΤΑΖΟΝΤΑΣ ΠΙΣΩ ΣΤΟ ΜΕΛΛΟΝ:
Αγναντεύοντας την πόλη από ψηλά, καθισμένοι στο βόρειο, παλιό τμήμα. Το δίκτυο γεφωρώνει το χάσμα παλιού και νέου, οι καπνοί από τα φουγάρα ενοποιούν την πόλη και μια σκέψη πλανάται στον ορίζοντα: πού πήγε το παρελθόν μας και ποιό είναι το μέλλον μας; (La Fièvre d’ Urbicande, σ.67)
Η ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ
πόλεις της μνήμης |μερικές σκέψεις
50
Ανακατασκευή του δικτύου των κύβων μετά την πάροδο του φαινομένου. Η πόλη προσπαθεί να ξανακερδίσει ένα επιθυμητό παρελθόν, φτάνει όμως στα όρια της γελοιοποίησης όταν επιχειρεί να επαναλάβει τη φύση δημιουργώντας ένα μεταλλικό χωροδικτύωμα. (La Fièvre d’ Urbicande, σ. 93)
Να λοιπόν που όσα υπολείμματα της πρώτης λάμψης είχαν σωθεί προσαρμοζόμενα σε πιο σκοτεινές ανάγκες, τώρα γίνονταν αντικείμενα νέων μετακινήσεων: τα φύλαγαν σε γυάλινες βιτρίνες, τα έκλειναν σε προθήκες, τα απόθεταν πάνω σε βελουδένια μαξιλάρια, και όχι πλέον επειδή μπορούσαν να φανούν χρήσιμα αλλά γιατί μέσω αυτών ήθελαν να ανασυνθέσουν μια πόλη για την οποία κανείς πια δεν ήξερε τίποτα. (Οι Αόρατες Πόλεις, σ. 135)
51 ΚΟΙΤΑΖΟΝΤΑΣ ΠΙΣΩ ΣΤΟ ΜΕΛΛΟΝ: Η ΚΑΤΑΣΚΕΥΗ ΤΟΥ ΠΑΡΕΛΘΟΝΤΟΣ1
Η σύγχρονη πόλη δεν είναι μια πόλη του σήμερα. Είναι μια πόλη που ζει στο σήμερα αλλά γεννήθηκε πολλά πολλά χρόνια πριν και έκτοτε δε σταμάτησε να υφίσταται διαρκείς μετατροπές. Η ύπαρξη των φάσεων εξέλιξής της, στη σειρά ή ανάκατα μέσα στον ιστό της, είναι το αποτέλεσμα μιας συνεχούς διαδικασίας αξιολόγησης του παρελθόντος από τη σκοπιά του παρόντος, μιας διαδικασίας επιλογής δειγμάτων προς διατήρηση και δειγμάτων προς αποβολή. Et en 1983, les fers moulurés seront volés, découpés et vendus au prix du métal. Και το 1983, τα χυτά σίδερα θα κλαπούν, θα κομματιαστούν και θα πουληθούν στην τιμή του μετάλλου. (Peeters, Brüsel – για την κατεδάφιση του Maison du Peuple του Victor Horta) Η διαδικασία αυτή είναι άλλοτε συνειδητή και άλλοτε ασυνείδητη. Η κοινωνία του σήμερα αντιλαμβάνεται την ανάγκη συντήρησης των αρχαίων μνημείων, ωστόσο για πολλούς αιώνες στο παρελθόν, οι κοινωνίες χρησιμοποιούσαν, μετέτρεπαν και εκμεταλλεύονταν τα ίδια αυτά μνημεία σύμφωνα με τις επιταγές της εποχής τους. Από την αρχαιότητα και σχεδόν μέχρι τη σύγχρονη εποχή, οι άνθρωποι χρησιμοποιούσαν στις κατασκευές τους τμήματα παλιότερων κατασκευών που είχαν καταρρεύσει ή βρίσκονταν πια σε αχρηστία (spolia). Επίσης, έκαναν προσθήκες και μετατροπές, δηλαδή επαναχρήσεις, σε σπουδαία οικοδομήματα, για να καλύψουν απλές ανάγκες.
1 «Κοιτάζοντας στο μέλλον» («Looking backward») είναι ο τίτλος ενός ουτοπικού μυθιστορήματος επιστημονικής φαντασίας, που γράφτηκε από τον Edward Bellamy το 1887. Πρόκειται για την ιστορία ενός ανθρώπου της εποχής του που, μετά από ένα δυνατό υπνωτισμό, ξυπνάει στη δική μας εποχή και, όταν τελειώνει ο υπνωτισμός, διηγείται το μέλλον που έζησε. «Η φαντασιακή κατασκευή του παρελθόντος» είναι ο τίτλος από ένα κεφάλαιο του βιβλίου Η αρχιτεκτονική στη σύγχρονη εποχή του Παναγιώτη Τουρνικιώτη.
το φορτίο της ιστορίας
Η συλλογική μνήμη είναι μια ιδεολογική σχέση που συνδέει το επιθυμητό μέλλον με το εξίσου επιθυμητό παρελθόν του. Με άλλα λόγια, εμείς «κατασκευάζουμε» και στη συνέχεια προστατεύουμε το παρελθόν που θέλει να έχει το παρόν μας. Η κατασκευή αυτή είναι μια φαντασιακή κατασκευή που ασυνείδητα ονομάζουμε μνήμη. (Τουρνικιώτης, Πρέπει να ξεχνάς για να θυμάσαι, περιοδικό Αρχιτέκτονες, τεύχος 45, 2004)
πόλεις της μνήμης |μερικές σκέψεις
52
Brüsel, πριν και κατά τη διάρκεια των εργασιών για τον εκσυγχρονισμό της πόλης. Η ρήξη με το παρελθόν είναι βίαιη. Ολοκληρωτική και μη αναστρέψιμη. Κάτω, η μεγάλη μακέτα της επικείμενης μεγαλούπολης, δε διαφέρει πολύ από την εφιαλτική Metropolis που είχε κινηματογραφήσει ο Fritz Lang το 1927. Κάτω δεξιά, μετά την ολοσχερή καταστροφή της πόλης, η συντριβή. Η μακέτα ποδοπατείται και βουλιάζει στα νερά που πλημμυρίζουν την πόλη. Μαζί της, ναυαγεί και κάθε ιδέα για το ένδοξο αύριο της πόλης. (Brüsel, σ. 27,57,52,111)
53
Σήμερα, συνειδητά ή περίπου συνειδητά, επιλέγουμε τα μνημεία του παρελθόντος μας, αναγνωρίζουμε τις φάσεις τους, δηλαδή το αποτέλεσμα της διαδικασίας που περιγράφηκε, και τα αποκαθιστούμε. Η αποκατάσταση γίνεται συνήθως με βάση μια συγκεκριμένη περίοδο (φάση) που εκτιμάται ως σημαντικότερη. Σε άλλες περιπτώσεις, αποκαθίσταται ένα δειγματολόγιο φάσεων ή κατασκευάζεται εκ νέου κάτι που έχει εξαφανιστεί αλλά αξιολογείται ως σπουδαίο, ή ακόμη αποκαλύπτεται μια αρχιτεκτονική που ποτέ δεν υπήρξε, όπως στην περίπτωση κτηρίων από λιθοδομή, που μετά την αποκατάσταση εμφανίζονται «γυμνά». Αυτή η αποφασιστική, ψυχρή αξιολογική στάση τηρείται απέναντι στο μακρινό παρελθόν, εκείνο που έχουμε πια τη δυνατότητα να δούμε με ψύχραιμο μάτι. Συχνά, σε μια αντίστροφη διαδικασία, επιλέγουμε τη λήθη μέσω της καταστροφής. Η ρήξη με το παρελθόν είναι βίαιη, αμείλικτη. Η μοντέρνα πόλη κατέστρεψε τη μεσαιωνική, ενώ η σύγχρονη προσπαθεί να την ξαναβρεί, ανοίγοντας δρόμο μέσα από την αποτυχημένη, αποκηρυγμένη πια, μοντέρνα. Έτσι, γκρεμίζουμε, μετατρέπουμε, επαναχρησιμοποιούμε κομμάτια της, χωρίς να τα σκεφτόμαστε ως μνημεία. Οι αρχαιολόγοι του μέλλοντος ίσως θεωρήσουν ότι κάνουμε λάθος, ίσως προσπαθήσουν να επαναφέρουν στην επιφάνεια κρυμμένα από μας στρώματα. Réduit à une triste citation, Bruxelles n’ y apparaît plus que comme une accumulation de signes touristiques. Pour séduire, la ville a cru devoir se muer en sa propre caricature. Έχοντας περιοριστεί σε μια θλιβερή παράθεση, οι Βρυξέλλες δε μοιάζουν πια παρά με μια συσσώρευση τουριστικών πινακίδων. Για να γοητεύσει, η πόλη πίστεψε ότι έπρεπε να μετατραπεί σε καρικατούρα του εαυτού της. (Peeters, Brüsel)
2 The brown decades: a study of the arts in America, 1865-1895, Harcourt, Brace and Company, 1931
το φορτίο της ιστορίας
Every generation revolts against its fathers and makes friends with its grandfathers. Κάθε γενιά επαναστατεί απέναντι στους γονείς της και συμφιλιώνεται με τους παπούδες της. (Lewis Mumford) 2
54 Τα λέπια του παρελθόντος της σκληραίνουν και γίνονται μια πανοπλία που δεν μπορεί πλέον να βγάλει από πάνω της˙ ανανεώνοντας καθημερινά τον εαυτό της, η πόλη διατηρείται σε μία και μόνο καθορισμένη μορφή: εκείνη των χθεσινών σκουπιδιών που έρχονται να προστεθούν στα σκουπίδια του προχθές, του χθες, της κάθε μέρας, του κάθε χρόνου, της κάθε πενταετίας που έχει ζήσει.
πόλεις της μνήμης |μερικές σκέψεις
(Οι Αόρατες Πόλεις, σ. 144)
Ματαίως όμως βάλθηκα να ταξιδεύω για να επισκεφτώ την πόλη: αναγκασμένη να παραμένει αναλλοίωτη και ίδια με τον εαυτό της για να τη θυμούνται καλύτερα, η Ζόρρα μαράζωσε, διαλύθηκε κι εξαφανίστηκε. Η Γη την ξέχασε. (Οι Αόρατες Πόλεις, σ.34)
Η μνήμη είναι στομφώδης: επαναλαμβάνει τα σημάδια ώστε η πόλη να αρχίσει να υπάρχει.
(Οι Αόρατες Πόλεις, σ. 38)
Το βλέμμα διατρέχει τους δρόμους σαν να πρόκειται για γραμμένες σελίδες: η πόλη λέει όλα όσα πρέπει να σκεφτείς, σε βάζει να επαναλάβεις την κουβέντα της, κι ενώ νομίζεις ότι επισκέπτεσαι την Ταμάρα, δεν κάνεις τίποτε άλλο από το να καταχωρείς τα ονόματα με τα οποία η ίδια χαρακτηρίζει τον εαυτό της και όλα της τα κομμάτια. (Οι Αόρατες Πόλεις, σ.32)
(Τα Τείχη της Σάμαρις, σ.330)
55
Η Αθήνα, η Ρώμη, η Κωνσταντινούπολη, το Παρίσι αποτελούν ιδέες πόλεων που ξεπερνούν την υλική τους μορφή, ξεπερνούν τη διάρκεια της ζωής τους. Μ’ αυτήν την έννοια μπορούμε να μιλάμε για πόλεις, από τις οποίες έχουν παραμείνει ελάχιστα υλικά ίχνη. (Rossi, Η Αρχιτεκτονική της Πόλης, σ. 186) Κατά κάποιον τρόπο, μέσα από αυτές τις πρακτικές και μέσα από τη φυσική εξέλιξη, η πόλη αποκτά ένα μέλλον για το παρελθόν της, ή ένα παρελθόν για το μέλλον της. Ορισμένες φορές η φήμη προηγείται της ίδιας της πόλης, η κατασκευασμένη και προβεβλημένη ιστορία δημιουργεί το μύθο της πόλης, στον οποίο εκείνη γίνεται σκλάβα. H ιδέα της πόλης δε χρειάζεται την υλικότητα της πόλης για να υπάρξει. Η πόλη παγιδεύει τον επισκέπτη στην εικόνα της και ταυτίζει τον κάτοικο με την εικόνα του. Η εντύπωση που η συλλογική μνήμη έχει για την πόλη είναι τόσο βαθιά, που σχεδόν εμποδίζει την αληθινή βίωση. Ή ίσως την περιπλέκει ευχάριστα, στήνοντάς της παιχνίδι.
το φορτίο της ιστορίας
Η επιλεκτική διαδικασία διατήρησης και αποκατάστασης πολλές φορές μένει στην επιφάνεια της αρχιτεκτονικής, στην εικόνα της πόλης, σε σημείο που να αντιμετωπίζει την πόλη ως σκηνικό. Το σκηνικό είναι όμορφο και γραφικό και αντικατοπτρίζει το σεβαστό παρελθόν, ενώ στα παρασκήνια μπορεί να συμβαίνει οτιδήποτε, χωρίς ενδοιασμούς. Façadisme ή αλλιώς brusselization (λόγω της μεγάλης διάδοσης στις Βρυξέλλες) το όνομα του φαινομένου. Οι υπέρμαχοι υποστηρίζουν ότι εξασφαλίζει τη συνοχή στον αστικό ιστό χωρίς να εμποδίζει την ανάπτυξη της σύγχρονης πόλης, οι πολέμιοι απαντούν ότι η εικόνα πρέπει να ανταποκρίνεται στο περιεχόμενο.
πόλεις της μνήμης |μερικές σκέψεις
56
(La Fièvre d’ Urbicande, σ. 63)
ΤΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ|
ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑ ΣΤΙΓΜΩΝ:
ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
(…) αν είχε σταματήσει το χρόνο πολύ καιρό πριν, ή αν πολύ καιρό πριν, σε μια διασταύρωση, αντί να πάρει τον ένα δρόμο είχε πάρει τον αντίθετα μετά από ένα μεγάλο γύρο βρισκόταν στη θέση εκείνου του ανθρώπου (…)
(Οι Αόρατες Πόλεις, σ. 49)
πόλεις της μνήμης |μερικές σκέψεις
58
Στη Χλόη, τη μεγάλη πόλη, τα άτομα που περπατάνε στους δρόμους δεν γνωρίζονται μεταξύ τους. Σε κάθε τους συναπάντημα φαντάζονται χίλια πράγματα ο ένας για τον άλλον, τις συναντήσεις που θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν μεταξύ τους, τις συζητήσεις, τις εκπλήξεις, τα χάδια, τις δαγκωματιές. Κανένας όμως δεν χαιρετά κανέναν, τα βλέμματα διασταυρώνονται για μια στιγμή, ύστερα δραπετεύουν, ψάχνουν άλλα βλέμματα, δεν σταματάνε πουθενά. (Οι Αόρατες Πόλεις, σ. 73)
Η αρχιτεκτονική αποτελεί το σκηνικό των αναμνήσεων του Φραντς, Οι διάλογοι αντικαθίστανται από αφήγηση και τα καρέ αναπαριστούν τα συμβάντα, δίνοντας μεγάλη έμφαση στο χώρο όπου συντελέστηκαν. Σαν να φωτογραφίζουν αναδρομικά τις στιγμές. (Τα Τείχη της Σάμαρις, σ.10)
59
ΧΑΡΤΟΓΡΑΦΙΑ ΣΤΙΓΜΩΝ: ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ
Οι αναμνήσεις είναι στενά συνδεδεμένες με τα μέρη όπου έχουν βιωθεί. Η πρώτη μέρα στο σχολείο, οι πρωινές βόλτες με τον παππού στο πάρκο, το περίπτερο της κυριακάτικης εφημερίδας, το πρώτο φιλί, οι εφηβικές εξομολογήσεις κάτω από το ίδιο πάντα δέντρο, η πρώτη νύχτα μοναξιάς στο φοιτητικό σπίτι, εκείνη η πορεία, το πρώτο μεθύσι, το χέρι του στα μαλλιά σου, το νυχτερινό μπάνιο, οι νύχτες εξεταστικής στα υπόγεια του πολυτεχνείου, η εγχείριση, η κηδεία, η μεγάλη απογοήτευση, τα κλάματα στο πάρκο. Στις αναμνήσεις ο τόπος παίζει πολύ σπουδαίο ρόλο, γιατί αποτελεί το σκηνικό στο οποίο η μνήμη ανακατασκευάζει διαρκώς το γεγονός, αποτρέποντάς του το πέρασμα στη λήθη. Μαζί με το γεγονός, η μνήμη ανακατασκευάζει διαρκώς και το σκηνικό, τροποποιώντας και προσαρμόζοντας λεπτομέρειες, με τον ίδιο τρόπο που προσαρμόζει την ανάμνηση. Από το σκηνικό, δηλαδή το μέρος, κρατάει αναλλοίωτα τα στοιχεία που έχουν μεγαλύτερη συναισθηματική αξία, τα σύμβολα, τα σημάδια. Κάποιες φορές, το συναίσθημα διογκώνει μορφές, υπερμεγεθύνει λεπτομέρειες φορτισμένες με μνήμη, ενώ αφήνει άλλες να ξεθωριάσουν ή να καταστραφούν. Το σκηνικό πρέπει να εξυπηρετεί την εκάστοτε ανάμνηση, και ταυτόχρονα να είναι χαλαρό και νεφελώδες ώστε να επιτρέπει την παραλλαγή της. Στο χώρο της πόλης, τα σημαντικά βιώματα έχουν τη δυνατότητα να αντιστοιχίζουν ορισμένα μέρη με τις έντονες στιγμές που ζήσαμε εκεί. Αθόρυβα, συντελείται μια μετατροπή σημείου σε παγωμένη στη μνήμη στιγμή, σε τέτοιο βαθμό που κάθε φορά που περνάμε από εκεί να ανακαλείται αυτόματα το βίωμα. Παράλληλα, οι επαναλαμβανόμενες εμπειρίες σε μερικά σημεία τα συνδέουν, τα ταυτίζουν με ανθρώπους, ιδέες ή αισθήσεις. Άσχετα από τη σημασία ή τη λειτουργία των συγκεκριμένων σημείων στον αστικό ιστό, εκείνα αποκτούν για μας μια ιδιαίτερη, βιωματική σημασία. Σαφώς διαφορετική για τον καθένα.
τα σημεία της ζωής
Τα σπίτια της παιδικής μας ηλικίας παλιώνουν και, καθώς η πόλη αλλάζει, συχνά σβήνει τις αναμνήσεις μας. (Rossi, Η Αρχιτεκτονική της Πόλης, σ. 67)
πόλεις της μνήμης |μερικές σκέψεις
60
Κι όμως, η κάθε είδηση γύρω από έναν τόπο έφερνε στο νου του αυτοκράτορα εκείνη την πρώτη κίνηση ή το αντικείμενο με το οποίο ο Μάρκο είχε σκιαγραφήσει εκείνον τον τόπο. Κάθε νέο στοιχείο αποκτούσε έννοια από εκείνο το έμβλημα και ταυτόχρονα πρόσθετε στο έμβλημα μια νέα έννοια. Ίσως η αυτοκρατορία, σκέφτηκε ο Κουμπλάι, να μην είναι τίποτα άλλο από ένα ζωδιακό κύκλο φαντασμάτων του νου. (Οι Αόρατες Πόλεις, σ.42-43)
(Τα Τείχη της Σάμαρις, σ. 13)
61
Σε κάθε περίπτωση, η εγγραφή των σημείων-στιγμών στη μνήμη είναι ανεξίτηλη, ανεξάρτητη από τις αλλαγές της (πραγματικής) πόλης. Κάποια σημεία, εκείνα που έχουν σημαδέψει τις αναμνήσεις μας, παραμένουν αναλλοίωτα για μας, σε πείσμα του χρόνου που μπορεί να επιδρά επάνω τους, να τα καταστρέφει, να τα αλλάζει, να τα γκρεμίζει, να τα ανοικοδομεί. Όσο κι αν η πόλη αλλάζει, στο μυαλό μας είναι πάντα η πόλη των αναμνήσεών μας. Και αλλάζει σύμφωνα με τις εμπειρίες μας, τροποποιείται αργά αλλά σταθερά στη διάρκεια της ζωής μας. Όπως οι παππούδες μιλώντας για τη γειτονιά τους αναφέρονται στη γειτονιά της νιότης τους, έτσι κι εμείς ως πόλη μας εννοούμε την πόλη των βιωμάτων μας, που μπορεί να απέχει μίλια και χρόνια από την πραγματική πόλη. Έτσι, η εικόνα της πόλης αντικαθίσταται από την εικόνα του σκηνικού των αναμνήσεων από αυτήν. Πάνω στις πλατείες, τα κτήρια, τους δρόμους, τις γωνίες, τα πάρκα, τα δημόσια κτήρια, ο κάτοικος προβάλλει τη μορφή που η μνήμη του έχει δώσει σ’ αυτά ή σε ό, τι κάποτε υπήρξε στη θέση τους. Ημιδιάφανα αραχνοΰφαντα πέπλα καλύπτουν την πόλη, μπλέκονται μεταξύ τους και παραποιούν την εικόνα της. Κάτοικοι όλοι της ίδιας πόλης, μοιάζει πως τελικά ο καθένας μας ζει στη δική του.
τα σημεία της ζωής
Με αυτόν τον τρόπο, ο χάρτης της πόλης γεμίζει στίξεις, κέντρα βάρους, χρώματα και συναισθήματα, ανάλογα με το πώς κάποιος τη βιώνει, ανάλογα με τις στιγμές που ζει σ’ αυτήν. Κατά τη διάρκεια της ζωής, ο χάρτης εμπλουτίζεται με στιγμές. Μερικές φορές οι νέες στιγμές πέφτουν επάνω στις παλιές, αντιμάχονται, παλεύουν, και στο τέλος συντίθενται σε μια φανταστική στιγμή, ή δημιουργείται μια κοιλότητα, από την οποία ξεπροβάλλουν πότε η μία και πότε η άλλη, ανάλογα με το ερέθισμα. Άλλοτε, οι παλιές στιγμές ξεθωριάζουν, ο χάρτης μουσκεύει και ξεπλένει το ζωηρό τους μελάνι, χωρίς όμως να εξαφανίζει τελείως τα ίχνη τους, που συνεχίζουν να εμφανίζονται περιοδικά σαν ωχρές κηλίδες.
πόλεις της μνήμης |μερικές σκέψεις
62
Δεν είναι οι ασταθείς ομίχλες της μνήμης ούτε η στεγνή διαφάνειά τους αυτή που δημιουργεί μια κρούστα πάνω από την πόλη αλλά τα αποκαΐδια από τις καμένες ζωές, το φουσκωμένο σφουγγάρι ζωικής ύλης που δεν κυλάει πια, η συμφόρηση παρελθόντος, παρόντος, μέλλοντος που μπλοκάρει τις αποτιτανωμένες από την ψευδαίσθηση της κίνησης υπάρξεις: αυτό έβρισκες στο τέρμα κάθε ταξιδιού σου.
(Οι Αόρατες Πόλεις, σ. 128)
Από τον αδιάφορο χώρο στον τόπο της έντονης στιγμής. (Brüsel, σ. 62)
63
Για να εκτιμήσεις πραγματικά την αρχιτεκτονική, μπορεί να χρειαστεί ακόμη και να κάνεις φόνο. Η αρχιτεκτονική ορίζεται τόσο από τις πράξεις στις οποίες γίνεται μάρτυρας όσο από τους τοίχους που την περικλείουν. Ο Φόνος στο Δρόμο διαφέρει από το Φόνο στον Καθεδρικό με τον ίδιο τρόπο που ο Έρωτας στο Δρόμο διαφέρει από το Δρόμο του Έρωτα. Ριζικά. (Tschumi, Advertisements for Architecture, 1977)
τα σημεία της ζωής
Μέσω των βιωμένων στιγμών, πραγματοποιείται το πέρασμα από τον ουδέτερο χώρο του χάρτη στον τόπο της πόλης, που περιλαμβάνει το χώρο, τα κτήρια, τη φύση, τους ανθρώπους, τον αστικό εξοπλισμό, τις μνήμες, τις σκέψεις, τις διαδικασίες και τις δράσεις που λαμβάνουν χώρα, στο παρελθόν, στο παρόν, ή στο μέλλον. Ή καλύτερα, πραγματοποιείται το πέρασμα από το χώρο στους τόπους της πόλης, εφόσον πρόκειται για μια διαδικασία πολλαπλής μετατροπής. Οι τόποι που προκύπτουν είναι αναρίθμητοι, όσες και οι στιγμές που κάποτε κάποιος έζησε εκεί και αξίζει να θυμάται.
πόλεις της μνήμης |μερικές σκέψεις
64
ΤΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ|
ΣΗΜΑΔΙΑ: ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΛΗΨΗ
Η αντίδραση στο βίαιο εκσυγχρονισμό αποτυπώνεται σαφώς και ισχυρά στην πόλη. (Brüsel, σ. 62)
πόλεις της μνήμης |μερικές σκέψεις
66
Η πόλη όμως δεν φανερώνει το παρελθόν της, το περιλαμβάνει όπως στις γραμμές ενός χεριού, γραμμένο στις γωνίες των δρόμων, στις γρίλιες των παραθυριών, στις κουπαστές των κλιμακοστασίων, στις αντένες των αλεξικέραυνων, στα κοντάρια των λαβάρων, το κάθε κομμάτι χαραγμένο με τη σειρά του από γρατζουνίσματα, πριονίσματα, εγκοπές, βίαια χτυπήματα. (Οι Αόρατες Πόλεις, σ. 28)
(La Fièvre d’ Urbicande, σ.73)
67
Η καθημερινότητα σημαδεύει την πόλη, εγγράφει πάνω της τα ίχνη της ζωής. Ηθελημένα ή αθέλητα, μέρα με τη μέρα, γεμίζουμε την πόλη με σημάδια, αποτυπώματα της ζωής μας. Ένα μεγάλο μέρος αυτών των σημαδιών είναι αποτέλεσμα μιας φυσικής διαδικασίας που πραγματοποιείται στην πόλη με το πέρασμα του χρόνου. Η φθορά των δημοσίων κτηρίων, των σπιτιών, των πλατειών, των οδοστρωμάτων και των πεζοδρομίων αντανακλά τον τρόπο που βιώνεται η πόλη. Ο τρόπος και το επίπεδο ζωής, οι κοινωνικές και οικονομικές συνθήκες, αποτυπώνονται στην εικόνα της πόλης, στη μικροκλίμακα της φθοράς, των μπαλωμάτων, των επισκευών, των καταστροφών. Μια ισχυρή, ακμαία και υγιής πόλη εμφανίζει διαφορετικά σημάδια φθοράς από μια ταλαιπωρημένη, φτωχή και παρηκμασμένη. Ταυτόχρονα, ζωή στην πόλη σημαίνει οικειοποίηση της πόλης. Οικειοποίηση της πόλης σημαίνει επεμβάσεις στην πόλη. Η οικειοποίηση ξεκινάει από το χώρο κατοικίας, τη γειτονιά, και σταδιακά εξαπλώνεται προς το σχολείο, το πανεπιστήμιο, το χώρο εργασίας, την υπόλοιπη πόλη. Στις πολυκατοικίες, η ομοιόμορφη όψη δεν αφήνει πολλά περιθώρια παραλλαγής και διαφοροποίησης, ούτε αποκαλύπτει ξεκάθαρα την ταυτότητα των κατοίκων. Το χρώμα της τέντας, η ύπαρξη φυτών ή όχι, τα περιποιημένα κάγκελα και οι κουρτίνες πίσω απ’ τα παράθυρα υπαινίσσονται στοιχεία για τον ιδιοκτήτη. Ωστόσο, οι πίσω όψεις, τα μπαλκόνια των ακαλύπτων και ο εξοπλισμός τους, τα χρώματά τους και οι μικρές προσθήκες στους ημιυπαιθρίους μιλάνε τη γλώσσα των σημαδιών και φέρνουν στο προσκήνιο ό, τι υπό κανονικές συνθήκες θα έμενε στα παρασκήνια˙ την ιδιωτική ζωή.
τα σημεία της ζωής
ΣΗΜΑΔΙΑ: ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΛΗΨΗ
πόλεις της μνήμης |μερικές σκέψεις
68 Η πόλη της Σωφρονίας αποτελείται από δύο μισές πόλεις. Στη μία υπάρχουν το μεγάλο τρενάκι του τρόμου με τις απότομες καμπούρες του, το γαϊτανάκι με τις ακτινωτές αλυσίδες, η ρόδα με τα περιστρεφόμενα κλουβιά, ο γύρος του θανάτου με τους μοτοσικλετιστές που βρίσκονται με το κεφάλι προς τα κάτω, ο τρούλος του τσίρκου με τους ακροβάτες που κρέμονται σαν τσαμπιά από τα σκοινιά τους. Η άλλη μισή πόλη είναι από πέτρα και μάρμαρο και τσιμέντο, με την τράπεζα, τα εργοστάσια, τα μέγαρα, το σφαγείο, το σχολείο και όλα τα συναφή. Η μία από τις δύο μισές πόλεις είναι σταθερή, η άλλη είναι προσωρινή και, όταν ο χρόνος της παραμονής της τελειώνει, την ξεβιδώνουν, την αποσυναρμολογούν και την παίρνουν, για να τη μεταμοσχεύσουν στα αόριστα εδάφη μιας άλλης μισής πόλης. Έτσι κάθε χρόνο φτάνει η μέρα όπου οι ανειδίκευτοι εργάτες βγάζουν τα μαρμάρινα αετώματα, κατεβάζουν τους πέτρινους τοίχους, τους τσιμεντένιους πυλώνες, αποσυναρμολογούν το υπουργείο, το μνημείο, τα ντοκ, το διυλιστήριο, το νοσοκομείο, τα φορτώνουν στα φορτηγά για να ακολουθήσουν πλατεία πλατεία τη διαδρομή που κάνουν κάθε χρόνο. Εδώ παραμένει η μισή Σωφρονία με τα σκοπευτήρια και τα γαϊτανάκια, με τις μετέωρες κραυγές που ακούγονται από το αναποδογυρισμένο τρενάκι, και αρχίζει να μετρά πόσους μήνες, πόσες μέρες θα πρέπει να περιμένει πριν επιστρέψει το καραβάνι και ξαναρχίσει να κυλά ολοκληρωμένη η ζωή.
(Οι Αόρατες Πόλεις, σ. 85-86)
Πρέπει να φτιάξουμε το μέρος που θα ξανασυνατηθούμε.
Εκεί που η κουρτίνα πίσω απ’ την παλιά πόρτα συναντά την πράσινη υδρορρόη, σε αέρα εγκατάλειψης. (από γειτονιά της Αθήνας)
69
Η κατάσταση, επομένως, είχε διαμορφωθεί ως εξής: το σημάδι χρησίμευε για να υποδεικνύει ένα σημείο, αλλά ταυτόχρονα για να δείχνει ότι εκεί υπήρχε ένα σημάδι, πράγμα ακόμα πιο σημαντικό, αφού σημεία υπήρχαν πολλά, ενώ σημάδια μόνο ένα˙ ταυτόχρονα, το σημάδι εκείνο ήταν το δικό μου σημάδι, το σημάδι του εαυτού μου, γιατί ήταν το μοναδικό σημάδι που είχα ποτέ φτιάξει, κι εγώ ο μοναδικός που είχα φτιάξει ποτέ σημάδι. Ήταν κάτι σαν όνομα, το όνομα ενός σημείου και συγχρόνως το δικό μου όνομα, όνομα που είχα σημειώσει σ’ εκείνο εκεί το σημείο, το μοναδικό –με λίγα λόγια– διαθέσιμο όνομα για όλα όσα απαιτούσαν ένα όνομα. (Καλβίνο, Τα Κοσμοκωμικά, σ. 45) Από την άλλη, η πόλη είναι γεμάτη σημάδια, συνειδητά και εμπρόθετα κατασκευασμένα ως τέτοια. Τα γκράφιτι, τα συνθήματα στους τοίχους, οι τέχνες του δρόμου, είναι μορφές έκφρασης, μορφές επικοινωνίας. Είναι σημάδια ιδεών, σκέψεων, συναισθημάτων που εκδηλώνονται αυθόρμητα προς το σώμα της πόλης, σαν ανοιχτά ερωτήματα που περιμένουν απαντήσεις. Οι καταστροφές σε τράπεζες, καταστήματα, σταθμούς μετρό και κάθε λογής δημόσιο εξοπλισμό είναι σημάδια, που φτιάχνονται για να συμβολίσουν την αντίδραση της κοινωνίας (ή ενός μέρους της κοινωνίας) απέναντι σε εκείνο που νιώθει να την απειλεί. Επιτυχή ή ατυχή, δεν παύουν να είναι σημάδια. Τα σημάδια δεν έχουν όλα την ίδια διάρκεια στο χρόνο. Κάποια χαράσσονται ανεξίτηλα, ενώ άλλα ξεπλένονται με την πρώτη βροχή. Τα απλωμένα ρούχα στα μπαλκόνια δε θα είναι εκεί για περισσότερο από δύο μέρες, ενώ η τσίγκινη ντουλάπα αποθήκευσης δε θα μετακινηθεί από τη θέση της όσο ο ιδιοκτήτης κατοικεί ακόμη στο ίδιο διαμέρισμα. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι το ένα από τα δύο είναι περισσότερο μόνιμο, περισσότερο σταθερό, περισσότερο σημαντικό για την εικόνα της πόλης; Τα απλωμένα ρούχα θα αντικατασταθούν από άλλα, και έπειτα από άλλα, με τέτοιο τρόπο ώστε να μοιάζει πως πάντα είναι εκεί. Κομμάτι της πόλης, αδιαχώριστο, αναπόσπαστο, πολύτιμο.
τα σημεία της ζωής
Η διαδικασία οικειοποίησης είναι εντονότερη, όπως είναι φυσικό, σε μέρη όπου περνάμε περισσότερο χρόνο της καθημερινότητάς μας. Παράλληλα, φαίνεται πως τα σημάδια οικειοποίησης πυκνώνουν σε μη προνομιούχες, υποβαθμισμένες, πολυπληθείς περιοχές, ενώ στα καλά προάστια σχεδόν εκλείπουν, η ζωή δεν εξωτερικεύεται και τα ίχνη σβήνονται, η εικόνα ανανεώνεται συνεχώς για να μοιάζει πάντα αψεγάδιαστη. Η ανάγκη είναι εκείνη που πολλές φορές οδηγεί σε προσαρμογές, προσθήκες, σε οικειοποίηση και εκμετάλλευση όλων των διαθέσιμων επιφανειών.
πόλεις της μνήμης |μερικές σκέψεις
70
Είναι φορές που μου είναι αρκετή μια αποσπασματική άποψη στη μέση ενός ασυνάρτητου τοπίου, κάποια φώτα που ξεχωρίζουν μέσα στην ομίχλη, ο διάλογος δύο περαστικών που συναντιούνται στο πηγαινέλα του δρόμου, για να σκεφτώ ότι ξεκινώντας από αυτά τα στοιχεία θα φτιάξω κομμάτι κομμάτι την τέλεια πόλη, μια πόλη φτιαγμένη από θραύσματα ανακατεμένα με όλα τα άλλα, από στιγμές χωρισμένες από διαλείμματα, από σινιάλα που κάποιος στέλνει χωρίς να ξέρει ποιος θα τα συλλέξει.
(Οι Αόρατες Πόλεις, σ. 197)
Αν δεν απατώμαι ήταν προς το βορρά.
Στον Πύργο, το κυνήγι των (ανεξιχνίαστων) σημαδιών δε σταματά ποτέ. (La Tour)
71
Ζώντας στην πόλη, ερχόμαστε καθημερινά αντιμέτωποι με σημάδια που όλοι οι υπόλοιποι, όπως κι εμείς, ηθελημένα ή αθέλητα, κατασκεύασαν. Μπαίνουμε αναγκαστικά στη διαδικασία ερμηνείας τους, προσπαθώντας να κατανοήσουμε την πόλη. Συχνά χωρίς επιτυχία, αφού τα σημάδια που βρίσκουμε μπροστά μας παραμένουν ανεξιχνίαστα, μυστηριώδη, μακρινά, ξένα. Η επικοινωνία παραμένει ατελής, αποσπασματική, μετέωρη. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, τα σημάδια στην πόλη είναι όπως τα μπουκάλια με τα μηνύματα που ρίχνονται στη θάλασσα˙ ποτέ δεν μπορεί να είναι κανείς σίγουρος αν και πού θα φτάσουν, πώς και πότε θα διαβαστούν. Ούτε αν θα πάρει απάντηση, ή αν θα θεωρήσει ως απάντηση κάτι που ήταν απλώς ακόμη ένα μήνυμα σ’ ένα μπουκάλι ριγμένο στη θάλασσα. (το ότι ζούσαμε πια ανάμεσα σε σημάδια, μας οδήγησε να αντιμετωπίζουμε σιγά σιγά σαν σημάδια τα αμέτρητα πράγματα που παλιότερα απλώς υπήρχαν, χωρίς να σημειώνουν τίποτα άλλο πέρα από τη δική τους παρουσία τώρα είχαν μεταμορφωθεί σε σημάδια των εαυτών τους, είχαν ενταχθεί στη σωρεία εκείνων των σημαδιών που έγιναν μόνο και μόνο γιατί κάποιος ήθελε να φτιάξει ένα σημάδι) (Καλβίνο, Τα Κοσμοκωμικά, σ. 52)
τα σημεία της ζωής
Μια νύχτα παρατηρούσα, ως συνήθως, τον ουρανό με το τηλεσκόπιό μου. Παρατήρησα ότι ένας γαλαξίας, εκατό εκατομμύρια έτη φωτός μακριά, είχε υψώσει μια πινακίδα. Η πινακίδα έγραφε: ΣΕ ΕΙΔΑ. Έκανα γρήγορα τους υπολογισμούς μου: το φως του γαλαξία χρειάστηκε εκατό εκατομμύρια χρόνια για να φτάσει ως εμένα, κι επειδή εκεί πάνω έβλεπαν ό, τι συνέβαινε εδώ με εκατό εκατομμύρια χρόνια καθυστέρηση, η στιγμή κατά την οποία με είχαν δει, βρισκόταν διακόσια εκατομμύρια χρόνια πίσω. Πριν ακόμα ελέγξω στο σημειωματάριό μου για να μάθω τι ακριβώς είχα κάνει εκείνη τη μέρα, με είχε καταλάβει ένα φοβερό προαίσθημα: ακριβώς πριν διακόσια εκατομμύρια χρόνια, ούτε μια μέρα παραπάνω ούτε μια μέρα παρακάτω, μου είχε συμβεί κάτι που πάντα προσπαθούσα να κρατήσω κρυφό. (Καλβίνο, Τα Κοσμοκωμικά, σ. 155)
πόλεις της μνήμης |μερικές σκέψεις 72
(Τα Τείχη της Σάμαρις, σ.48)
ΤΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ| ΠΟΛΕΙΣ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ: ΠΟΣΟ ΜΑΚΡΙΑ;
πόλεις της μνήμης |μερικές σκέψεις
74
Στην Ερσιλία, για να οριοθετήσουν τις σχέσεις που στηρίζουν τη ζωή της πόλης, οι κάτοικοι τραβάνε κλωστές ανάμεσα στις γωνίες των σπιτιών, άσπρες ή μαύρες, γκρίζες ή ασπρόμαυρες, ανάλογα αν δηλώνουν σχέσεις συγγένειας, συναλλαγής, εξουσίας, εκπροσώπησης. Όταν οι κλωστές γίνουν πολλές και δεν μπορεί κανείς να περάσει ανάμεσά τους, οι κάτοικοι φεύγουν: τα σπίτια ξεμοντάρονται˙ μένουν μονάχα οι κλωστές και τα στηρίγματα των κλωστών. (…) Έτσι, σαν ταξιδέψεις στη χώρα της Ερσιλίας, θα συναντήσεις τα ερείπια των εγκαταλειμμένων πόλεων, χωρίς τα φθαρτά τους τείχη, χωρίς τα οστά των νεκρών που ο άνεμος τσουλάει μακριά: μόνο αραχνοϊστούς από μπλεγμένες σχέσεις που ψάχνουν να βρουν σχήμα. (Οι Αόρατες Πόλεις, σ. 100)
Πάνω από το ποτάμι της Ουρμπικάνδης, ο αρχιτέκτονας της πόλης Eugène Robick αναπολεί τα απραγματοποίητα σχέδια του για την πόλη. (La Fièvre d’ Urbicande, σ.21)
75
Ας κάνουμε τώρα έναν περίπατο σε μια γνωστή ή άγνωστη πόλη. Πάνω στη διαδρομή που χαράσσουμε, ξετυλίγουμε αυτόματα ένα νήμα αναμνήσεων, με κάθε ανάμνηση να προέρχεται από κάποιο ερέθισμα στην πόλη ή ως συνειρμική συνέχεια μιας άλλης ανάμνησης. Η αρχιτεκτονική, οι περιστάσεις, οι συζητήσεις, οι καιρικές συνθήκες, η ψυχολογική μας κατάσταση, οι μυρωδιές, οι φευγαλέες φωνές που φτάνουν στα αφτιά μας, ανακαλούν στο μυαλό αναμνήσεις, ενώ παράλληλα δημιουργούν μερικές νέες. Ο περίπατος είναι πάντα ένας περίπατος προς το εσωτερικό, μια ευκαιρία για περισυλλογή, ενδοσκόπηση και νοσταλγική αναπόληση του παρελθόντος μας. Αντίστροφα από τη διαδικασία τοποθέτησης στιγμών στο χάρτη της πόλης, ο περίπατος ανασύρει στιγμές από τα σημεία, διαδοχικά αλλά διαταράσσοντας τη χρονολογική ιεραρχία των στιγμών. Σε ένα σημείο μπορεί να αντιστοιχούν παραπάνω από μία αναμνήσεις, καταχωρημένες στο νου σε επάλληλες στρώσεις, υπερκαλύπτοντας η μία την άλλη, με τις πιο ισχυρές να διαπερνούν τις υπόλοιπες ώσπου να φτάσουν στην επιφάνεια. Ο περίπατος μπορεί να τις ανακαλεί όλες μαζί, ή την καθεμία ξεχωριστά, φέρνοντας στο φως πολλές φάσεις της ζωής, πολλούς τρόπους βίωσης της πόλης, και τελικά πολλές πόλεις.
τα σημεία της ζωής
ΠΟΛΕΙΣ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΠΟΛΗ: ΠΟΣΟ ΜΑΚΡΙΑ;
πόλεις της μνήμης |μερικές σκέψεις
76
Όλη η υπόλοιπη πόλη είναι αόρατη. Η Φιλίδα γίνεται ένας χώρος στον οποίο χαράζονται διαδρομές ανάμεσα σε σημεία που αιωρούνται στο κενό, ο πιο σύντομος δρόμος για να φτάσεις στην τέντα εκείνου το εμπόρου αποφεύγοντας την πόρτα εκείνου του δανειστή. Τα βήματά σου κυνηγάνε αυτό που δεν βρίσκεται έξω από το οπτικό σου πεδίο αλλά μέσα, θαμμένο και σβησμένο: αν ανάμεσα σε δύο υπόστεγα το ένα εξακολουθεί να σου φαίνεται περισσότερο χαρούμενο, είναι επειδή πριν από τριάντα χρόνια περνούσε από εκεί μια κοπέλα με φαρδιά κεντημένα μανίκια, ή επειδή σε μια συγκεκριμένη ώρα λούζεται στο φως, όπως εκείνο το άλλο υπόστεγο το οποίο δεν θυμάσαι πλέον πού βρισκόταν. (Οι Αόρατες Πόλεις, σ. 118)
(Τα Τείχη της Σάμαρις, σ.26)
Η αναζήτηση μιας πόλης που πια υπάρχει μόνο στη μνήμη είναι, συχνά, επώδυνη διαδικασία. (Τα Τείχη της Σάμαρις, σ. 46)
77
Για παράδειγμα, μία βόλτα στο κέντρο σε μέρα με βροχή μπορεί να φέρει στο νου εκείνο το βροχερό λυπημένο απόγευμα που τα λεωφορεία περνούσαν μόνο γεμάτα με μουντό κόσμο, και παράλληλα εκείνο το τραγούδι που μιλάει για βροχή και που άκουγες την περίοδο που αυτή η πόλη ήταν σχεδόν ένα όνειρο για σένα. Λίγο αργότερα, μια λακκούβα με νερό μπορεί να σου θυμίσει την άλλη λακκούβα, που πάντα προσπαθούσες να αποφύγεις τότε που ο καθημερινός ποδαρόδρομος από το σπίτι στο πολυτεχνείο ήταν ρουτίνα, ενώ ένα παιδάκι που κλαίει στη μέση του δρόμου μπορεί να ανασύρει τον άλλο, πολύ πιο πρόσφατο περίπατο, ένα χειμωνιάτικο απομεσήμερο Κυριακής στην αγορά. Κι έτσι, μέσα σε πολύ λίγο χρόνο κι ακόμα λιγότερα μέτρα βαδίσματος, είναι πιθανό να ζωντανέψουν αναδρομικά πολλές στιγμές, πολλές πόλεις της μνήμης.
τα σημεία της ζωής
Συγχρόνως, η διαδρομή που διανύουμε στην πόλη μετατρέπεται σε ένα δίκτυο διαδρομών στην πόλη της μνήμης μας. Κι αυτό γιατί, κάθε διαδρομή διασταυρώνεται πολλαπλά με διαδρομές του παρελθόντος. Σε κάθε σημείο διασταύρωσης, η μνήμη έχει τη δυνατότητα να ζωντανεύει ολόκληρες τις τεμνόμενες διαδρομές. Έτσι, πραγματοποιείται μέσω των αναμνήσεων ταυτόχρονη βίωση πολλών σημείων της πόλης, σε μία μόλις διασταύρωση. Αν τώρα υποθέσουμε ότι σε κάθε σημείο ανακαλούνται περισσότερες από μία αναμνήσεις, περισσότερες από μία διαδρομές, τότε η βίωση αυτή πολλαπλασιάζεται στο χώρο και στο χρόνο. Ένα δίκτυο διαδρομών, που είναι ταυτόχρονα ένα δίκτυο αναμνήσεων και ένα δίκτυο μνημονικών διασυνδέσεων μεταξύ σημείων της πόλης, εμφανίζεται ξαφνικά και εξαπλώνεται, μέχρι ο περίπατος να τελειώσει και το δίκτυο να σβήσει σαν ξεψυχισμένο φωτάκι νέον.
πόλεις της μνήμης |μερικές σκέψεις 78
(Τα Τείχη της Σάμαρις, σ.47)
79
Σε κάθε περίπτωση, αρκεί ένα μικρό απειροελάχιστο ερέθισμα, αδιάφορο για όλους τους υπόλοιπους, για να μας κάνει να φύγουμε στιγμιαία, να εγκαταλείψουμε το χώρο και το χρόνο της πραγματικότητας προς εκείνο των αναμνήσεων. Καθετί στην πόλη, ένα δέντρο, το άρωμα του μουσκεμένου χώματος, ένας μισογκρεμισμένος τοίχος, ο ήχος της μπουλντόζας, οι φωνές των παιδιών, ένα κτήριο από γυαλί, μπορεί να λειτουργήσει σαν πύλη προς άλλο τόπο, σε άλλη στιγμή. Το ταξίδι είναι εδώ, είναι τώρα. Και δεν έχει τέλος.
τα σημεία της ζωής
Με τον ίδιο τρόπο που υπάρχουν στην πόλη σημεία-σύμβολα που προκαλούν υπερσυνδέσεις στη συλλογική μνήμη, υπάρχουν και σημεία που στη βιωματική μνήμη του καθένα από μας ενεργοποιούν άλλες πόλεις. Αυτό συμβαίνει στον ταξιδιώτη, που ανακαλύπτει στην ξένη πόλη στοιχεία οικεία, στοιχεία που του φέρνουν στο νου βιώματα από τη δική του, γνώριμη πόλη, συμβαίνει όμως και στον κάτοικο, που περπατώντας στη δική του πόλη θυμάται ξένες πόλεις που αγάπησε ή που μίσησε, που πόθησε αλλά ποτέ δεν αντίκρισε, που μίλησε γι’ αυτές σε κάποιον, σε εκείνο ακριβώς το σημείο.
πόλεις της μνήμης |μερικές σκέψεις
80
ΤΑ ΣΗΜΕΙΑ ΤΗΣ ΖΩΗΣ| ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΠΡΟΒΟΛΕΣ: Ο ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ
Προσεγγίζοντας τη μυστηριώδη, επιβλητική και περίκλειστη πόλη, η αποπλάνηση του ταξιδιώτη έχει ήδη ξεκινήσει. Η μοναδική βάρκα κινείται πάνω σε τροχιά σαν αυτόματο βαγονάκι και κατευθύνεται με ταχύτητα προς τη μοναδική είσοδο της πόλης. (Τα Τείχη της Σάμαρις, σ.20)
πόλεις της μνήμης |μερικές σκέψεις
82
Μα και οι πόλεις νομίζουν ότι είναι έργο του μυαλού ή της τύχης, αλλά ούτε το ένα ούτε η άλλη αρκούν για να κρατήσουν όρθια τα τείχη τους. Από μια πόλη δεν απολαμβάνεις τα εφτά ή τα τριάντα εφτά θαύματα, αλλά την απάντηση που δίνει σε κάποιο ερώτημά σου. (Μάρκο Πόλο) (Οι Αόρατες Πόλεις, σ. 66)
Ο κάθε κάτοικος της Ευδοξίας παραβάλλει στην ακίνητη τάξη του χαλιού μια δική του εικόνα της πόλης, μια δική του αγωνία, και ο καθένας μπορεί να βρει κρυμμένη ανάμεσα στα αραβουργήματα μια απάντηση, την αφήγηση της ζωής του, τις μεταστροφές του πεπρωμένου.
(Τα Τείχη της Σάμαρις, σ. 42)
(Οι Αόρατες Πόλεις, σ. 125)
83
Languages and texts are necessarily impure. Always divided, they remain irreducibly foreign to themselves. It is the translation that produces the myth of purity and, in so doing, subordinates itself as impure. Οι γλώσσες και τα κείμενα είναι κατ’ ανάγκη μη καθαρά. Πάντα διαιρεμένα, παραμένουν αμετάκλητα ξένα ως προς τον εαυτό τους. Είναι η μετάφραση που δημιουργεί το μύθο της καθαρότητας και, μέσω αυτής της ενέργειας, υποβαθμίζει τον εαυτό της σε μη καθαρή. (Wigley, The Architecture of Deconstruction, Derrida’s Haunt, σ. 3) Η βιωματική εμπειρία που αποκτάμε από μια πόλη συνιστά μια δική μας ανάγνωση και ερμηνεία της υπάρχουσας πόλης. Το τι η κάθε πόλη σημαίνει για μας, το πώς νομίζουμε ότι είναι φτιαγμένη, ο τρόπος που λειτουργεί, η εικόνα της, παίρνουν στο μυαλό μας μια μορφή νέα, διαφορετική από την αρχική. Όπως σε ένα κείμενο η ανάγνωση είναι που καθορίζει το νόημα και το περιεχόμενο, έτσι και στην πόλη, η βίωση είναι που τη μορφοποιεί, που τη δημιουργεί, που της επιτρέπει να υπάρξει. Με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο, στο μυαλό του καθένα που την αντικρίζει.
τα σημεία της ζωής
ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΠΡΟΒΟΛΕΣ: Ο ΚΑΘΡΕΦΤΗΣ
πόλεις της μνήμης |μερικές σκέψεις
84
Άλλη είναι η πόλη για όποιον περνά χωρίς να μπει μέσα, και άλλη για όποιον εγκλωβίζεται σε αυτή και δεν μπορεί να ξεφύγει˙ άλλη είναι η πόλη στην οποία φτάνει κανείς για πρώτη φορά, άλλη είναι εκείνη που αφήνει πίσω του για να μην ξαναγυρίσει ποτέ˙ η καθεμιά αξίζει ένα διαφορετικό όνομα˙ ίσως, για την Ειρήνη να μίλησα ήδη χρησιμοποιώντας άλλα ονόματα˙ ίσως να μη μίλησα παρά μόνο για την Ειρήνη.
(Οι Αόρατες Πόλεις, σ. 156)
Στο παρασκήνιο της Σάμαρις, η αποκάλυψη των μηχανισμών που κάνουν την πόλη να υπάρχει μόνο για τον (μοναδικό) επισκέπτη της. (Τα Τείχη της Σάμαρις, σ. 36-37)
85
Αναγνωρίζουμε στην πόλη τη γειτονιά μας, τη δουλειά του μπαμπά, το κέντρο, τη διαδρομή προς το νεκροταφείο, το σπίτι της θείας, την περιοχή του χριστουγεννιάτικου Μινιόν, το πρώτο οικόπεδο που μας δόθηκε για εργασία στη σχολή και άλλα πολλά, χρωματίζοντας θετικά ή αρνητικά περιοχές ολόκληρες ανάλογα με τον τρόπο που εμείς τις γνωρίσαμε. Οι υπόλοιπες περιοχές μένουν θολές και γκρίζες, άγνωστες και αδιάφορες, αφού ποτέ δε σήμαιναν κάτι για μας.
τα σημεία της ζωής
Ο κάτοικος μιας πόλης ταυτίζει την πόλη με τη ζωή του σε αυτήν, τα διάφορα μέρη με τις αναμνήσεις του και τις καταστάσεις που εκεί έζησε. Κάποια σημεία αποκτούν σημασία μόνο και μόνο γιατί έχουν συνδεθεί με συγκεκριμένες περιστάσεις, με συναισθήματα, όνειρα, φιλοδοξίες και φόβους. Έτσι, η πόλη δε διαβάζεται ως ένα σύνολο από δίκτυα κυκλοφορίας, μέσα μεταφοράς, περιοχές κατοικίας, κέντρα, άξονες, εμπορικές ζώνες, ιστορικές γειτονιές και τοπόσημα, αλλά ως ένα σύνολο από γνώριμες εικόνες και γκρίζες ζώνες.
πόλεις της μνήμης |μερικές σκέψεις
86
(…) ότι αυτό που ο ίδιος αναζητούσε βρισκόταν πάντα μπροστά του, και ότι ακόμα κι αν επρόκειτο για παρελθόν, ήταν ένα παρελθόν που άλλαζε όσο προχωρούσε σιγά σιγά στο ταξίδι του, γιατί το παρελθόν του ταξιδιώτη αλλάζει ανάλογα με τη διαδρομή που έχει διανύσει. (…) Όταν φτάνει σε μια νέα πόλη, ο ταξιδιώτης ξαναβρίσκει ένα παρελθόν που δεν ήξερε πλέον ότι είχε: η ξένη φύση αυτού που έπαψες πλέον να είσαι ή να έχεις σου έχει στήσει καρτέρι στα πιο ξένα και άγνωστα μέρη.
(Οι Αόρατες Πόλεις, σ. 48-49)
Η κάθε πόλη παίρνει σχήμα από την έρημο στην οποία αντιστέκεται˙ έτσι βλέπουν τη Δέσποινα, πόλη-σύνορο ανάμεσα σε δύο ερήμους, ο καμηλιέρης και ο ναύτης.
(Οι Αόρατες Πόλεις, σ. 36)
Φαίνεται ήδη κάπως καλύτερα. Θα έπρεπε σύντομα να αναγνωρίσω τη Βάση... Πρέπει να είναι επιβλητικά όλα αυτά τα παλάτια... Η προκατασκευασμένη ιδέα του τόπου μορφοποιεί τον ίδιο τον τόπο, πριν ο ταξιδιώτης τον αντικρίσει. (La Tour)
Από εκεί, μετά από έξι μέρες κι εφτά νύχτες, ο άνθρωπος φτάνει στη Ζοβεΐδα, πόλη λευκή, εκτεθειμένη ολόκληρη στο φεγγάρι, με δρόμους που γυρίζουν γύρω από τον εαυτό τους σαν σε κουβάρι. (…) Νέοι άνθρωποι ήρθαν από άλλες χώρες, έχοντας δει κι αυτοί ένα όνειρο σαν το δικό τους, και στην πόλη της Ζοβεΐδας αναγνώριζαν κάτι από τους δρόμους του ονείρου, και άλλαζαν θέση σε στοές και σε σκάλες ώστε να θυμίζουν περισσότερο την πορεία της καταδιωκόμενης γυναίκας και στο σημείο στο οποίο εκείνη είχε εξαφανιστεί, να μην της μείνει δίοδος διαφυγής. Οι πρώτοι αφιχθέντες δεν καταλάβαιναν τι ήταν εκείνο που είχε ελκύσει τους ανθρώπους αυτούς στη Ζοβεΐδα, σ’ αυτήν την άσκημη πόλη, σ’ αυτήν την πόλη-παγίδα. (Οι Αόρατες Πόλεις, σ. 67-68)
87
Η πόλη καθρεφτίζει αυτόν που την αντικρίζει, αλλά μόνο στιγμιαία. Η εικόνα της πόλης τροποποιείται και αναπροσαρμόζεται καθημερινά, όχι μόνο εξαιτίας των αστικών συντελεστών που αλλάζουν διαρκώς, όχι μόνο εξαιτίας των κτηρίων που γεννιούνται και πεθαίνουν στο εσωτερικό της. Κάθε στιγμή, η ανάγνωση που της επιφυλάσσουμε είναι διαφορετική, γιατί κάθε στιγμή εμείς οι ίδιοι είμαστε διαφορετικοί. Το είδωλο στον καθρέφτη δεν μπορεί παρά να μεταβάλλεται.
τα σημεία της ζωής
Αντίστοιχα, ο ταξιδιώτης που αντικρίζει μια νέα πόλη προσπαθεί να βρει σ’ αυτήν ψήγματα οικειότητας, αντιστοιχίζοντας περιοχές με γνώριμες περιοχές του τόπου του, προβάλλοντας στην άγνωστη πόλη αναμνήσεις, όνειρα και εφιάλτες. Εκείνο που ελπίζει και προσδοκά να βρει στο ταξίδι του, ή εκείνο από το οποίο προσπαθεί να ξεφύγει ταξιδεύοντας, είναι πάντα αυτό που δίνει μορφή στην πόλη που επισκέπτεται. Μια πόλη που, όσο μακρινή κι αν είναι, δεν παύει να είναι μια πόλη του μυαλού του, που καθορίζεται σε μεγάλο βαθμό από τη μνήμη του.
ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟ | ΕΠΙΛΟΓΟΣ
90
επίλογος
ΠΡΟΟΡΙΣΜΟΣ: Η ΠΟΛΗ
Με όχημα τη μνήμη, το ταξίδι στην πόλη δεν τελειώνει ποτέ. Τυλιγμένες η μία μέσα στην άλλη, πόλεις πραγματικές, πόλεις φανταστικές, πόλεις του μέλλοντος, πόλεις του παρελθόντος, πόλεις μακρινές, πόλεις του μυαλού, πόλεις του ονείρου και πόλεις του εφιάλτη, αποκαλύπτονται σταδιακά, μέτρο το μέτρο, λεπτό το λεπτό. Κάθε φορά, η συλλογική, ιστορική μνήμη συνυπάρχει με την ατομική, βιωματική μνήμη. Και κάθε φορά, η συνύπαρξη προκαλεί μια σύγκρουση, λιγότερο ή περισσότερο βίαιη, μέσα από την οποία προκύπτουν αναρίθμητες πόλεις της μνήμης μέσα στη μία και μοναδική πόλη. Κατά κάποιον τρόπο, κατά την αναμέτρηση της ιστορικής με τη βιωματική μνήμη συντελείται μια αναμέτρηση μεταξύ της ιστορίας και της ζωής. Ο αγώνας για την επικράτηση του ισχυρότερου ξεκινά κάθε φορά που βιώνουμε την πόλη και τελειώνει κάθε φορά που κατασκευάζουμε νοερά τη (δική μας) πόλη. Τα δεδομένα αναπροσαρμόζονται κάθε στιγμή και η σύγκρουση συνεχίζεται επ’ αόριστον. Μέσα από αυτήν τη διαδικασία, αναβιώνουν περιοδικά όλα όσα κάποτε υπήρξαν μέρος της πόλης, υλικά και άυλα. Το ταξίδι δεν πραγματοποιείται μόνο στο παρελθόν, αλλά και στο μέλλον, ή σε απραγματοποίητα μέλλοντα που δεν είναι πια παρά εκδοχές του παρελθόντος. Έτσι, ο χρόνος βιώνεται ως χώρος ενώ ο χώρος βιώνεται ως χρόνος, γιατί στο χρόνο αντιστοιχίζονται μορφές του χώρου ενώ στο χώρο αντιστοιχίζονται χρονικές στιγμές. Στην κοινώς αποδεκτή πραγματικότητα δε συνυπάρχουν δύο παραλλαγές του ίδιου χώρου στο ίδιο σημείο, ούτε δύο χρονικά διαστήματα στην ίδια στιγμή. Η μνήμη όμως διασφαλίζει τη συνέχεια στο χώρο και στο χρόνο, μολονότι δεν μπορούμε να μιλάμε για μια συνέχεια αλλά για πολλές, αποσπασματικές συνέχειες που είναι κομμάτι της πολυπλοκότητας που ονομάζουμε πόλη. Μπορούμε, επομένως, να προσθέτουμε διαρκώς διαστάσεις στο «δισδιάστατο» χάρτη της πόλης. Πάνω σε παράλληλους άξονες του χρόνου, οικοδομούνται παράλληλες πόλεις, που είναι όλες κομμάτι της ίδιας πόλης, ενώ συγχρόνως αγνοούν η μία την ύπαρξη της άλλης. Για να κατανοήσουμε την πόλη στο σύνολό της, για να τη διαβάσουμε και να την αποκρυπτογραφήσουμε μερικώς, πρέπει πρώτα να χαρτογραφήσουμε τις πόλεις που υπάρχουν μέσα της. Ορατές και αόρατες, φωτεινές και σκοτεινές, πραγματικές και φανταστικές, του παρελθόντος ή του μέλλοντος.
91
προορισμός: η πόλη
Ο Πύργος κατασκευάστηκε ως εικόνα του Σύμπαντος, έτσι ώστε καθώς κανείς ανεβαίνει σ’ αυτόν να προσεγγίζει σταδιακά το θείο, να συλλαμβάνει την Ψυχή του Πύργου. Ωστόσο, αυτό δεν ήταν παρά η θεωρία, ο συμβολισμός που ο φιλόσοφος χρησιμοποίησε για να γίνει καλύτερα κατανοητός. Ο Πύργος δε θα έπρεπε ποτέ να έχει κατασκευαστεί. Η πραγματικότητα της κατασκευής αναιρεί τον ίδιο το σκοπό της, και το νόημα χάνεται στην προσπάθεια να αποσαφηνιστεί. (La Tour)
ΑΝΑΦΟΡΕΣ
93 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
(περίπου με χρονολογική σειρά ανάγνωσης) σημείωση: Τα βιβλία αυτά διαβάστηκαν από τα Χριστούγεννα 2009-2010 ως σήμερα. Δεν είναι όλα σχετικά με το θέμα της διάλεξης, είναι όμως εκείνα που με κάποιον τρόπο με επηρέασαν και μου έδωσαν ερεθίσματα για τις σκέψεις πάνω στη διάλεξη, το θέμα της και τον τρόπο προσέγγισής του. Εκείνα στα οποία υπάρχουν παραπομπές είναι σημειωμένα με *.
Alexander Tzonis & Liane Lefaivre, Classical Architecture, The Poetics of Order, Cambridge, Mass., MIT Press, 1986 Martin Heidegger, Κτίζειν, Κατοικείν, Σκέπτεσθαι, Αθήνα, Πλέθρον, 2008 Rob Krier, L’ éspace urbain, Bruxelles, AAM, 1975 Rob Krier, Architectural Composition, Stuttgart, Edition Axel Menges, 1985 Paul Valery, Ευπαλίνος ή ο Αρχιτέκτων, Αθήνα, Άγρα, 2005 Παναγιώτης Τουρνικιώτης, Αρχιτεκτονική στη σύγχρονη εποχή, Αθήνα, Futura, 2006 Bernard Tscumi, Architecture and Disjunction, Cambridge, Mass., MIT Press, 1996 * Mark Wigley, The Architecture of Deconstruction – Derrida’s Haunt, Cambridge, Mass., MIT Press, 1993 * Jorge Glusberg, Deconstruction: A Student Guide, London, Academic Editions , 1991 Camillo Sitte, Η πολεοδομία σύμφωνα με τις καλλιτεχνικές της αρχές, Αθήνα, Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο , 1992 Leonardo Benevolo, Η πόλη στην Ευρώπη, Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα , 2009 Paul Zucker, Town and Square: from the Agora to the Village Green, Cambridge, Mass., MIT Press, 1959 Nesbitt, Kate, Theorizing a New Agenda for Architecture, New York, Princeton Architectural Press , 1996 Παναγιώτης Τουρνικιώτης (επιμ.), Αρχιτεκτονική Θεωρία και Πρακτική στο Πολιτισμικό Πλαίσιο της Σύγχρονης Κοινωνίας (σημειώσεις μαθήματος Ιστορία-Θεωρία 6, 2001-2002) Lewis Mumford, Ιστορία των Ουτοπιών, Σκόπελος, Νησίδες , 1998 * Italo Calvino, Οι Αόρατες Πόλεις, Αθήνα, Εκδόσεις Καστανιώτη, 2003 * Françoise Choay, L’ Urbanisme: Utopies et Realités, Une Anthologie, Paris, Editions du Seuil, 1965 *
94 Peter Collins, Changing Ideals in Modern Architecture, 1750-1950, London, Faber and Faber, 1965 François Schuiten & Benoît Peeters, La Fièvre d’ Urbicande, Bruxelles, Casterman, 1985 * François Schuiten & Benoît Peeters, Τα Τείχη της Σάμαρις, Bruxelles, Casterman, 1983 * Antoine De Saint-Éxupery, Ο Μικρός Πρίγκηπας, Αθήνα, Ηριδανός, 1967 François Schuiten & Benoît Peeters, L’ Écho des Cités, Bruxelles, Casterman, 1993 Παναγιώτης Τουρνικιώτης, Η Διαγώνιος του Le Corbusier, Αθήνα, Εκκρεμές , 2010 Δημήτρης Καρύδης, Τα Επτά Βιβλία της Πολεοδομίας, Αθήνα, Παπασωτηρίου, 2006 Sofia de Mello Breyner Andersen, O Cavaleiro da Dinamarca, Lisboa, Figueirinhas, 1964 François Schuiten & Benoît Peeters, La Théorie du Grain du Sable, Bruxelles, Casterman, 2008 François Schuiten & Benoît Peeters, L’ Hombre d’ Un Homme, Bruxelles, Casterman, 1999 François Schuiten & Benoît Peeters, L’ Enfant Penchée, Bruxelles, Casterman, 1996 François Schuiten & Benoît Peeters, L’ Archiviste, Bruxelles, Casterman, 1987 François Schuiten & Benoît Peeters, Brüsel, Bruxelles, Casterman, 1992 * François Schuiten & Benoît Peeters, La Tour, Bruxelles, Casterman, 1987 * François Schuiten & Benoît Peeters, La Frontière Invisible, Bruxelles, Casterman, 2004 François Schuiten & Benoît Peeters, Les Portes du Possible, Bruxelles, Casterman, 2005 Rem Koolhaas, Delirious New York : a retroactive manifesto for Manhattan, New York, The Monacelli Press , 1994 Γιάννης Πεπονής, Χωρογραφίες: ο αρχιτεκτονικός σχηματισμός του νοήματος, Αθήνα, Αλεξάνδρεια, 1997 * Jörn Ahrens, Arno Meteling, Comics and the city: urban space in print, picture, and sequence, New York, Continuum, 2010 *
95
Harold Bloom, Italo Calvino, New York, Chelsea House Publishers, 2002 * Beno Weiss, Understanding Italo Calvino, Columbia, University of South Carolina Press, 1993 Constance Markey, Italo Calvino: A Journey Towards Postmodernism, Florida, University Press of Florida, 1999 Benoît Peeters, Case, Planche, Récit : Comment Lire une Bande Dessinée, Bruxelles, Casterman, 1991 François Schuiten et Benoît Peeters, L’ Aventure des Images : de la Bande Dessinée au Multimédia, Paris, Éditions Autrement, 1996 Ίταλο Καλβίνο, Τα Κοσμοκωμικά, Αθήνα, Αστάρτη, 1986 * Walter Benjamin, Τα Παιδικά Χρόνια στο Βερολίνο το 1900, Αθήνα, Άγρα, 2005 Italo Calvino, Six Memos for the Next Millenium, Cambridge, Mass., Harvard University Press,1988 Διάλογοι Αρχιτεκτονικής Μνήμης, αφιέρωμα περιοδικού Αρχιτέκτονες, τεύχος 45, 2004 * Edward Bellamy, Looking Backward: from 2000 to 1887, London, Applewood Books, 1878 Aldo Rossi, Η Αρχιτεκτονική της Πόλης, Θεσσαλονίκη, University Studio Press, 1991 * Esther da Costa Meyer, The work of Antonio Sant’ Elia: Retreat into the Future, New Haven, Yale University Press, 1995 *
96 ΔΙΑΛΕΞΕΙΣ- ΕΡΕΥΝΗΤΙΚΕΣ ΕΡΓΑΣΙΕΣ
Άγγελος Αγγέλου, Ελένη Αμπατζή, Schuiten και Peeters: το Πέρασμα στις Σκοτεινές Πόλεις (διάλεξη στη σχολή Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ, 2002) Μαρία Ευτύχη, Οικείωση και Αποξένωση στην εμπειρία του χώρου. Από το Κτίσμα στην Ουρμπικάνδη (διάλεξη στη σχολή Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ, 2006) Τριανταφυλλίδης Θεόκλητος, Σουρλαντζής Γιάννης, Από την Gotham City στην Athens City: η Αθήνα μέσα από τα Κόμιξ της (διάλεξη στη σχολή Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ, 2010) Μιχαήλ Βλασόπουλος, Η Αρχιτεκτονική του Συνονθυλεύματος : Απογραφή μιας Αθηναϊκής Αστικότητας (διάλεξη στη σχολή Αρχιτεκτόνων ΕΜΠ, 2008) Ξένια Σαρατσιώτη, Italo Calvino, Οι Αόρατες Πόλεις από τη Λογοτεχνία στην Αρχιτεκτονική (ερευνητική εργασία τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Πανεπιστημίου Πατρών, 2011)
ΦΙΛΜΟΓΡΑΦΙΑ
Fritz Lang, The Complete Metropolis, 1927 Peter Greenaway, The Belly of An Architect, 1987 Raul Servais, Taxandria, 1994 Woody Allen, Midnight in Paris, 2011 Ridley Scott, Blade Runner, 1982 Luc Besson, The 5th Element, 1997 Andy & Lana Wachowski, The.Matrix, 1999 Andy & Lana Wachowski, The.Matrix.Reloaded, 2003 Andy & Lana Wachowski, The.Matrix.Revolutions, 2004 Wolfgang Becker, Goodbye Lenin!, 2003 Peter Weir, The Truman Show, 1998 Roman Polanski, The Pianist, 2002
97 ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΕΣ
Les Cités Obscures http://www.urbicande.be/ http://www.johncoulthart.com/feuilleton/2009/09/15/la-fievre-durbicande-by-schuitenpeeters/ http://www.johncoulthart.com/feuilleton/2009/09/16/la-tour-by-schuiten-peeters/ http://www.johncoulthart.com/feuilleton/2009/09/18/brusel-by-schuiten-peeters/ http://www.johncoulthart.com/feuilleton/2009/09/14/les-murailles-de-samaris-byschuiten-peeters/ http://www.homines.com/comic/piranesi_schuiten__03/index.htm http://archives.ebbs.net/recherches/index.html http://www.altaplana.be/ http://www.altaplana.be/schuiten// http://passages.altaplana.be/ http://catalogue.altaplana.be/ http://www.fkaplan.com/doc/schuiten/ http://www.autrique.be/intro.midday.html http://www.arts-et-metiers.net/home.php?lang=fra&flash=f http://citesobscures.free.fr/monde/index.html έννοιες http://en.wikipedia.org/wiki/Palimpsest http://en.wikipedia.org/wiki/Facsimile http://en.wikipedia.org/wiki/Brusselization http://en.wikipedia.org/wiki/Retro-futurism http://en.wikipedia.org/wiki/Alternate_history http://en.wikipedia.org/wiki/Clockpunk#Clockpunk
98 http://en.wikipedia.org/wiki/Steampunk http://en.wikipedia.org/wiki/Pastiche http://en.wikipedia.org/wiki/Bricolage http://en.wikipedia.org/wiki/Architecture_parlante http://en.wikipedia.org/wiki/Monument http://fr.wikipedia.org/wiki/Fa%C3%A7adisme γενικά http://www.streetartutopia.com/ http://athensville.blogspot.com/ http://mikropoleis.tumblr.com/ http://www.warsawreconstructed.blogspot.com/ http://www.miastoruin.pl/index_en.html http://www.johncoulthart.com/feuilleton/2007/12/30/hugh-ferriss-and-the-metropolisof-tomorrow/ http://en.wikipedia.org/wiki/Beno%C3%AEt_Peeters http://en.wikipedia.org/wiki/Fran%C3%A7ois_Schuiten http://en.wikipedia.org/wiki/Italo_Calvino http://en.wikipedia.org/wiki/Les_Cit%C3%A9s_Obscures http://en.wikipedia.org/wiki/Taxandria_%28film%29 http://en.wikipedia.org/wiki/Utopia http://en.wikipedia.org/wiki/La_fi%C3%A8vre_d%27Urbicande http://en.wikipedia.org/wiki/La_Tour_%28comics%29 http://thecityasaproject.org/2011/03/pier-vittorio-aureli-manfredo-tafuri/ http://www.onlineoriginals.com/showitem.asp?itemID=287&articleID=11 http://en.wikipedia.org/wiki/Edward_Bellamy http://en.wikipedia.org/wiki/Looking_Backward
Με όχημα τη μνήμη, μέσα από το ταξίδι σε φανταστικές πόλεις, φεύγοντας και επιστρέφοντας διαρκώς, ενσώματα ή νοερά, διασχίζουμε κατανοώντας τη δική μας, πραγματική πόλη. Ή μήπως είναι τελικά κι αυτή φανταστική, αφού ζει μόνο μέσα στη μνήμη μας;