Θάλεια Καλλιγιάννη Γυμνάσιο Πλατανιά 2016 Φιλίππα Αγγελάκη, Μάγδα Αδαμίδη, Ναταλία Πρώιμου, (Μαθήτριες του Γυμνασίου Πλατανιά) «Εργασίες μέσα από τα βιβλία της Θάλειας Καλλιγιάννη της βιβλιοθήκης του Σχολείου». Την επιμέλεια παρουσιάσεων είχε η φιλόλογος Μαρία Μαγουλά
Γυμνάσιο Πλατανιά 2016
Γυμνάσιο Πλατανιά
[ΘΑΛΕΙΑ ΚΑΛΛΙΓΙΑΝΝΗ]
Θάλεια Καλλιγιάννη (Βιογραφικά στοιχεία) Απο το οπισθόφυλλο του βιβλίου της, "Το Αφεντικό" αντιγράφουμε : Θάλεια Καλλιγιάννη (Κυριακουλάκη) Γεννήθηκε στα Χανιά το 1906, σπούδασε στη Μέση Εμπορική Σχολή και αργότερα στην Πάντειο. Πήρε μαθήματα Γαλλικής, Αγγλικής και Γερμανικής γλώσσας. Από το 1930 πήρε το βάπτισμα στη Λογοτεχνία, Δημοσιογραφία και Ζωγραφική! Κύριο βιοποριστικό της επάγγελμα η Δημοσιογραφία απ όπου και συνταξιοδοτήθηκε. Όπως και από τη λογοτεχνία. Έγραψε περί τα πενήντα βιβλία, από τα οποία εκδόθηκαν τα δεκαπέντε έως σήμερα. Έκανε μεταφράσεις. Στη Ζωγραφική έχει στο ενεργητικό της πολλές ομαδικές εκθέσεις. Δύο Πανελλήνιες, δύο Παγκρήτιες. Από το 1936 - 39 εξέδωσε και διεύθυνε το λογοτεχνικό περιοδικό "Κρητικές σελίδες" που στάθηκε ένας σοβαρός σταθμός στα Κρητικά Γράμματα. Στην Αθήνα εγκαταστάθηκε μόνιμα το 1939. Στην Κατοχή, έλαβε μέρος στην Εθνική Αντίσταση και το 1948 - 51 εξορίστηκε στη Χίο, Τρικέρι και Μακρόνησο. Ασχολήθηκε με όλα τα είδη του Λόγου. Έχοντας μέσα της το Πλατανιανό πνεύμα, ξεκινάει διστακτικά στην αρχή, μα με σιγουριά στη συνέχεια, να ξαναζεί τη ζωή της στο χαρτί, γράφοντας για τον εαυτό της και τους γύρω της. Αν και δεν είναι τόσο διάσημη συγγραφέας, καταφέρνει και κερδίζει την καρδιά του αναγνώστη από την πρώτη αράδα, την πρώτη αφήγηση που εκείνος θα διαβάσει. Αυτό που την κάνει ωστόσο ξεχωριστή, είναι ο τρόπος που παρουσιάζει την μεταπολεμική κοινωνία, και ιδιαίτερα τον ρόλο της γυναίκας εκείνα τα χρόνια. Στα δημιουργήματά της, ξεχνάμε τα στερεότυπα που θέλουν τις γυναίκες καθηλωμένες στο σπίτι, στο νοικοκυριό και τα παιδιά. Η Θάλεια Καλλιγιάννη, μας… ‘’συστήνει’’ έναν άλλο τύπο γυναίκας, που ιδιαίτερα μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, μαθαίνει να δρα ανεξαρτητοποιημένα και ελεύθερα. Τόσο στη δουλειά όσο και στην κοινωνία, οι γυναίκες στα έργα της ανοίγουν τα φτερά τους και χαράζουν www.gymnasio-platania.gr
Σελίδα 2
Γυμνάσιο Πλατανιά
[ΘΑΛΕΙΑ ΚΑΛΛΙΓΙΑΝΝΗ]
δειλά δειλά τους δικούς τους δρόμους που θα τους προσφέρουν σταδιακά δικαιώματα και αναγνώριση. Η Καλλιγιάννη πρωτοπορεί και εξισώνει τις ως τότε ‘’υποτιμημένες’’ γυναίκες με τον υπόλοιπο κόσμο, με το δικό της μοναδικό τρόπο. Μια συγγραφέας με ελεύθερο πνεύμα, κάνει το πρώτο βήμα, και δίνει πρωταγωνιστικό ρόλο στις γυναίκες των διηγημάτων της. Η Λύα, η Ναθαλία, και άλλες μορφές που η ίδια έπλασε, με τις δικές της ιδιομορφίες η καθεμία, γίνονται αναπόσπαστο κομμάτι του αναγνώστη αφού διαβάσει την ιστορία τους και ανησυχήσει για την τύχη τους. Ύστερα από την κάθε ανάγνωση, εκείνος νιώθει διαφορετικά, και αισθάνεται να βλέπει με άλλο μάτι τις γυναίκες. Αυτό είναι κατά τη γνώμη μου αυτό που ήθελε να περάσει και η συγγραφέας, κρίνοντας και από τη βιογραφία της.
www.gymnasio-platania.gr
Σελίδα 3
Γυμνάσιο Πλατανιά
[ΘΑΛΕΙΑ ΚΑΛΛΙΓΙΑΝΝΗ]
Το κάστρο του Λευτέρη Φιλίππα Αγγελάκη Περίληψη Η Θάλεια Καλλιγιάννη αφηγείται στο βιβλίο αυτό την ιστορία του Λευτέρη Βολάνη αλλά και των συγχωριανών του που ζούσαν στον Σκηνέ Κυδωνίας, λίγο έξω από τα Χανιά κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής. Ο Λευτέρης καταγόταν από αριστοκρατική και ηρωική γενιά και ήταν ένας από τους πολλούς Κρητικούς που αντιστάθηκαν στον Γερμανό κατακτητή. Πολέμησε μαζί με συγχωριανούς του στη Μάχη της Κρήτης εναντίον των αλεξιπτωτιστών και στη συνέχεια αναγκάστηκε να ζει κρυμμένος, φοβούμενος αντίποινα. Η αρραβωνιαστικιά του Μαρίκα έχει επίσης πρωταρχικό ρόλο στην εξέλιξη της πλοκής. Αφού ο γάμος της με τον Λευτέρη αναβλήθηκε λόγω της γερμανικής εισβολής, άρχισε να βοηθάει τους αντάρτες και πολλές φορές αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το χωριό και το σπίτι της για να αποφύγει τις διώξεις των Γερμανών. Είδε το σπίτι της να καίγεται και την περιουσία της να καταστρέφεται και βίωσε τη σκληρή καθημερινότητα της γερμανικής κατοχής, ζώντας συνεχώς μέσα στον φόβο και την αβεβαιότητα. Καταφέρνει τελικά να παντρευτεί τον Λευτέρη και το τέλος του πολέμου την βρίσκει μητέρα δύο παιδιών να προσπαθεί μαζί με τον σύζυγό της να ξαναφτιάξει τη ζωή της. Η καθημερινή ζωή στην Κρήτη στα χρόνια της Κατοχής Σύμφωνα με τις πληροφορίες που παίρνουμε από το βιβλίο της Θάλειας Καλλιγιάννη «Το κάστρο του Λευτέρη», η καθημερινή ζωή κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής στην Κρήτη ήταν ιδιαίτερα δύσκολη. Χαρακτηριστικά είναι τα αποσπάσματα του βιβλίου που περιγράφουν τη ζωή των κατακτημένων υπό το γερμανικό καθεστώς και μας ενημερώνουν για τον φόβο μέσα στον οποίο ζούσαν. Για παράδειγμα, μαθαίνουμε πως ήταν συχνές οι μαζικές εκτελέσεις ντόπιων ως αντίποινα για τους Κρητικούς που πολέμησαν στη μάχη της Κρήτης. Έτσι, πολλοί από αυτούς αναγκάζονταν να ζουν κρυμμένοι. «Στις 2 Ιουνίου 1941, οι Γερμανοί περικύκλωσαν τ’ Αλικιανού που έγινε η μάχη, συγκέντρωσαν τους κατοίκους και διάλεξαν 40 και τους εκτέλεσαν. Όταν ο Λευτέρης τόμαθε, συγκέντρωσε την ομάδα του, την ανασυγκρότησε, και δρούσαν στα υψώματα γύρω στον Σκηνέ. Σύστησαν στους κατοίκους της περιοχής να προσέχουν γιατί το κακό δε θα σταματούσε. Θα συνεχιζότανε με καταστροφές και τοφεκισμούς». Με την απουσία των περισσότερων αντρών από τα κρητικά χωριά, το βάρος για την καλλιέργεια της γης και τον θερισμό του καρπού έπεσε στις γυναίκες. Όμως παρ’ όλη την σκληρή δουλειά και τους κόπους που κατέβαλαν, αναγκάζονταν να www.gymnasio-platania.gr
Σελίδα 4
Γυμνάσιο Πλατανιά
[ΘΑΛΕΙΑ ΚΑΛΛΙΓΙΑΝΝΗ]
παραδίδουν το μεγαλύτερο μέρος της σοδειάς στους Γερμανούς. «Οι πατάτες έπρεπε να βγουν από τη γη και τα σπαρτά να θεριστούνε. Μια και δεν υπήρχανε άντρες, βγήκαν οι γυναίκες, θέρισαν τον πλούσιο καρπό, κι έβγαλαν τις πατάτες. Οι αυλακιές ήταν πλούσιες και θάχαν φαγητό τον χειμώνα. Λογάριαζαν όμως χωρίς τον ξενοδόχο. Οι Γερμανοί πήγαν στον Σκηνέ κι είπαν πως όποιος είχε τρόφιμα έπρεπε να τα παραδώσει». Πέρα από αυτά, οι Γερμανοί συχνά έστελναν κατασκόπους στα κρητικά χωριά με σκοπό να αποσπάσουν πληροφορίες για τους αντάρτες αλλά και για εκείνους που τους βοηθούσαν. Εκείνοι οι άνθρωποι παρουσιάζονταν με ψεύτικη ταυτότητα ή προσποιούνταν ότι δεν γνώριζαν ελληνικά για να μην τους υποπτεύονται. «Η Μαρίκα πήγαινε συχνά στον πρόεδρο, να πάρει πληροφορίες και να τις μεταδώσει στους άντρες στο βουνό. Κάποια μέρα είδε τον ψευτογιατρό Γερμανό που καμωνότανε πως δεν γνώριζε ελληνικά, να πηγαίνει στον πρόεδρο, σκέφτηκε να πάει ένα άρρωστο, το ανήψι της, τον Ευτύχη Κουτρούλη, να τον κοιτάξει. Όταν τον πήγε, ο πρόεδρος φώναξε τον «ντόκτορα» στο σπίτι να κοιτάξει το παιδί. Ετούτος άρχισε να τον πασπατεύει, να τον κοιτάζει, να τον ζουλά από δω κι από κει. Ήτανε βέβαιο πως δεν ήξερε να πει τι είχε ο μικρός. Ύστερα αντελήφθηκε πως φεύγοντας από το σπίτι τους κοίταζε να μην τον δει κανείς. Όπως θάφευγε ένας κλέφτης. Είπε την υποψία της στον πρόεδρο, σε μια στιγμή που ο Παναγιώτης Φραγκεδάκης που γνώριζε αγγλικά, μιλούσε μαζί του. Την άλλη μέρα το μεσημέρι, ο ψευτογιατρός πήγε μ’ ένα φορτηγό αυτοκίνητο και ξεφόρτωσε ένα σακκί αλεύρι στην πόρτα του προέδρου μπροστά κι είπε να το μοιραστούν οι γύρω οικογένειες. Κείνη την ώρα από σύμπτωση βρισκότανε πάλι η Μαρίκα στο σπίτι του προέδρου λίγα μέτρα πιο κάτω από το δικό της. Προσπαθούσε να βοηθήσει τη γυναίκα του που αρρώστησε ύστερα από πρόωρο τοκετό. Μια στιγμή ακούνε να μιλούν ελληνικά απέξω. Ανοίγουν σιγά-σιγά την πόρτα. Είδαν τότε τον ψευτογιατρό να μιλεί ελληνικά καλά και να λέει για το αλεύρι. Μόλις τις είδε, ξαναμίλησε στο σκοπό γερμανικά. Η Μαρίκα τον υποπτεύθηκε ακόμα πιο πολύ. Το δίχως άλλο, θάτανε κατάσκοπος». Επίσης, πολλοί κάτοικοι αφού έχασαν τις οικογένειές τους και τα σπίτια τους, εξορίστηκαν από τα χωριά τους και δεν τους επιτράπηκε να επιστρέψουν. «Μέσα στον ύπνο της άκουσε τον θόρυβο των αυτοκινήτων και γρήγορα είδε έναν Γερμανό μέσα στο σπίτι. Σήκωσε τον άντρα της από το κρεββάτι με τη δικαιολογία πως τον ήθελε για αγγαρεία. Ο γιος της ο Γιώργης όπως είπαμε, είχε σηκωθεί νύχτα και πότιζε τον κήπο τους. Τον πήραν κι αυτόν και τον εκτελέσανε μαζί με τον πατέρα του. Σαν έκαψαν αργότερα και το σπίτι της Αμαλίας, η άμοιρη μάνα γύριζε σαν τρελή στα χωράφια. Πήγε τέλος στο σπίτι του Λευτέρη και την παραμονή των νιάμερων των νεκρών της, πήρε πρόσφορο και τοίμαζε λειτουργία στην εκκλησία. Την επόμενη μέρα την πήραν κι αυτήν με τ’ άλλα γυναικόπαιδα. Δεν τους έλεγαν πού θα τους πάνε κι οι φήμες οργίαζαν. Η Αμαλία έτρεξε και πήρε τρία πρόβατα και μια κουβέρτα. Το σπίτι τους, αν και τόχαν ρίξει με δυναμίτη, το ξαναστέλιωσαν σ’ ένα μέρος γιατί τους χρειάστηκε. Έτρεξε και σ’ ένα καταφύγιο που είχε κρύψει λίγο www.gymnasio-platania.gr
Σελίδα 5
Γυμνάσιο Πλατανιά
[ΘΑΛΕΙΑ ΚΑΛΛΙΓΙΑΝΝΗ]
αλεύρι, όσπρια και πανί για φορεματάκια των παιδιών της, δεν βρήκε όμως τίποτα. Τα είχαν πάρει». «Σαν δώθηκε η αμνηστεία, τις πήραν από τις Μαργαρίτες και τις γύρισαν στα Χανιά. Έξω από την αγορά φώναξαν τα ονόματά τους, ύστερα τους είπαν να πάνε όπου θέλουν, χώρια από τον Σκηνέ. Η εξορία τους θα συνεχιζότανε. Η Αμαλία με τους δικούς της πήγαν στην Αγιά. Εκεί έκανε τα τρίμηνα των νεκρών της». Αλλά και η ζωή για τους αντάρτες ήταν πολύ σκληρή. «Οι άντρες παίρνουν τον δρόμο για το βουνό. Η ζωή γι’ αυτούς θα είναι σκληρή, αλλά δεν γίνεται διαφορετικά. Πηγαίνουν στον Τσίγκουνα, κοντά στο Λαγκό. Εκεί είναι το λημέρι τους. Όμως δεν είναι εύκολο να προμηθεύονται τροφή, η πείνα τους θερίζει κι ένα βράδυ, αποφασίζουν να κατεβούνε στον Σκηνέ και να ψάξουν για τρόφιμα. Τα σπίτια είχανε καεί, οι κάτοικοι βρισκόντουσαν οι πιο πολλοί εξορία σ’ άλλα χωριά, ωστόσο δεν τους αφήνει η ελπίδα πως θα τα καταφέρουν». Τα παιδιά με έμφυτη την περιέργεια και την άγνοια του κινδύνου που συνήθως τα διακατέχει, γίνονται συχνά τραγικά θύματα. «Μια τσούρμα παιδιά τους ακολουθούσανε και κάνανε γούστο, βιάζονταν μάλιστα πότε θα πήγαιναν και στο δικό τους για να δουν τι καπνό θάβγαζε! Και τι φλόγες! Νάτα τώρα σε μια αποθήκη που ως καίγεται, καίγονται και οι πατάτες που βρισκόντουσαν μέσα. Τα κοπελάκια τρυπώνουν και αρπάζουν μισοκαμένες πατάτες, καίνε τα χεράκια τους, γεμίζουν τις τσέπες των, καίνε τα ποδαράκια τους μα στο τέλος τρώνε πατάτες. Τα διώχνουν όπως διώχνουν τα κλωσσόπουλα με τις κότες, μ’ αυτά ξαναγυρίζουν μαγνητισμένα από τη φωτιά και τα τρόφιμα που καίγονταν». «Μα, τι θέλουνε από μας τα πιτσιρίκια; Τι μας φωνάζουν να πάμε όλοι στην Κομαντατούρα; Α, ναι, δεν φτάνανε οι μεγάλοι και πρέπει να σκάψουν και τα πιτσιρίκια. Γιατί φέρανε τόσες σκαλίδες και φτιάρια μ’ αυτοκίνητα; Θα σκάψωμε τάχα το λάκκο μας; Ναι ακούστηκε κι αυτό». Μετά τη γερμανική κατοχή οι κάτοικοι του Σκηνέ ζουν ειρηνικά με την οικογένεά τους. «Ο Λευτέρης και η Μαρίκα, έφεραν εννιά παιδιά στον κόσμο μέσα σ’ αυτό το χιλιοτρυπημένο Κάστρο, ανάμεσα στους ανθισμένους κήπους, τους πορτοκαλεώνες, τα ληόφυτα και τα ζωντανά που τριγυρίζουν στις αυλές». «Κι ο λαϊκός στιχουργός σύνθεσε το τραγουδάκι του όπως κάνει από αιώνες για κάθε γεγονός που θ’ αγγίσει την ψυχή του: Τρεις χρόνους εκοιμούντανε στα δάσα και στσι σπήλιους γιατί ποτέ τσι Γερμανούς δε τσι ‘θελε για φίλους, κι έλεγε στα κοπέλια του «καλλιά ‘ναι να πεινάσωμε και να ξυπολυθούμε παρά γερμανικό ψωμί στα χέρια μας να δούμε». www.gymnasio-platania.gr
Σελίδα 6
Γυμνάσιο Πλατανιά
[ΘΑΛΕΙΑ ΚΑΛΛΙΓΙΑΝΝΗ]
Η καπετάνισσα της Ρίζας Φιλίππα Αγγελάκη Περίληψη Στο βιβλίο «Η καπετάνισσα της Ρίζας», της Θάλειας Καλλιγιάννη περιγράφεται η ζωή στην Κρήτη πριν, αλλά και κατά τη διάρκεια του Β΄Παγκοσμίου πολέμου. Κεντρική ηρωίδα είναι η Αρχόντω. Η νεαρή κρητικοπούλα αναγκάζεται να επιλέξει για σύζυγο έναν από τους δύο θαυμαστές της, τον Νικολή, παρόλο που τα συναισθήματά της για τον άλλο, τον Στελλή, δεν έχουν σβήσει ακόμα. Καθώς ο σύζυγος της είναι ναυτικός και ταξιδεύει πολύ, η Αρχόντω αρχίζει να ασχολείται με το εμπόριο για να αποφύγει την απραξία, δραστήρια καθώς είναι. Διατηρεί ωστόσο μια στενή φιλία με τον Στελλή και είναι αυτή που του προξενεύει για σύζυγο την καλοκάγαθη και ευγενική Αργυρώ. Με την κήρυξη ωστόσο του πολέμου η καθημερινή ζωή αλλάζει ριζικά για όλους. Μετά την πτώση της Κρήτης, οι περισσότεροι άντρες του χωριού αναγκάζονται να κρύβονται και οι γυναίκες είναι εκείνες που αναλαμβάνουν το βάρος για την καλλιέργεια της γης και τον ανεφοδιασμό των επαναστατών με τρόφιμα, ενώ παράλληλα προσπαθούν να μην κινούν τις υποψίες των Γερμανών κατακτητών. Η Αρχόντω είναι εκείνη που έχει τον ηγετικό ρόλο στην αντίσταση των γυναικών και γι’ αυτόν τον λόγο ονομάζεται «καπετάνισσα της Ρίζας». Η γυναίκα στην Κρήτη «Υπάρχουν μερικοί δυναμικοί χαρακτήρες που αντέχουν να σηκώσουν στους ώμους των την κοινή γνώμη», γράφει στον πρόλογο του βιβλίου της η Θάλεια Καλλιγιάννη. «Τέτοιους χαρακτήρες διάλεξα. Απλοϊκούς, καλούς και δυναμικούς. Διαλέγω τους ήρωες μου μέσα από τη ζωή», συνεχίζει. Η γυναίκα στην Κρήτη κατά τον Β΄Παγκόσμιο πόλεμο ζει σε μια συντηρητική και ανδροκρατούμενη κοινωνία. Κυριαρχεί το έθιμο του προξενιού με το οποίο οι γονείς και μόνο αυτοί αποφασίζουν με ποιον θα παντρευτούν οι κόρες τους. Μερικές φορές η πρώτη φορά που βλέπει το νεαρό κορίτσι τον μέλλοντα σύζυγο του είναι η μέρα του γάμου ή του αρραβώνα. «Αυτά κυρία Πορφυρία μου, συμβαίνουν με όλους τους άντρες. Πάντα μια άλλη αγαπά κανένας ή γνωρίζει, πριν από το γάμο του. Κάθε γυναίκα το ξέρει αυτό και δεν έχει δικαίωμα να σκαλίζει την προτεινή ζωή του. Δικός της είναι από την ώρα που θα την βλοηθεί και πια, αν είναι έξυπνη μπορεί να δεσμεύει τη σκέψη του, να www.gymnasio-platania.gr
Σελίδα 7
Γυμνάσιο Πλατανιά
[ΘΑΛΕΙΑ ΚΑΛΛΙΓΙΑΝΝΗ]
μην κλωθογυρίζει στα περασμένα...». Ωστόσο, οι γυναίκες έχουν το δικαίωμα να συμμετέχουν σε θρησκευτικές και κοινωνικές εκδηλώσεις, αν και επικρατεί η αντίληψη ότι μια σωστή σύζυγος πρέπει να υπακούει τον άντρα της και να μην φέρνει αντιρρήσεις στις αποφάσεις του. «Η Αρχόντω άκουγε και ξεροκοκκίνιζε. Άφησε τις γυναίκες της συντροφιάς της να τραγουδήσουν και δεν άνοιξε το στόμα της παρά σαν την πολυπαρακαλέσανε. Ετότες έβγαλε το μεράκι της, χωρίς να τολμήσει να κοιτάξει προς το μέρος που καθότανε τα γειτονόπουλα της: Ζερβά δεξά μου δυό φωθειές ανάβουν νύχτα μέρα Και κόβου μου την αναπνιά και γκρούβουν τον αέρα. Άχι και να το μπόρουνε τη μια να τήνε σβύσω Και πα στην άλλη μάνα μου το σπίτι μου να στείσω». Η γυναίκα συχνά παίρνει πρωτοβουλίες και είναι δραστήρια σε μια κοινωνία που δύσκολα την αποδεχόταν. «Η Αρχόντω είχε μεγάλη ζωτικότητα, πονηριά και εξυπναδα που αν ήτανε μορφωμένη και την τοποθετούσαν σε μιαν ορισμένη δουλειά, η απόδωσή της θάτανε μεγάλη. Είχε διοικητικό πνεύμα κι οι πραχτικές γνώσεις της για τις διάφορες αρρώστειες, την έκαναν περιζήτητη. Αν πεις και για τις οικονομολογικές ικανότητες της, σκορπιοχέρα. Ό,τι είχε το μοίραζε». Από την κατάληψη της Κρήτης και μετά, σε πολλά χωριά και περιοχές υπάρχουν μόνο γυναίκες και ελάχιστοι άντρες, καθώς οι περισσότεροι προτιμούν να κρυφτούν και να ζήσουν στα βουνά, φοβούμενοι γερμανικά αντίποινα για τους θανάτους που προκάλεσαν κατά τη Μάχη της Κρήτης και αργότερα. Έτσι οι γυναίκες δείχνουν δυναμισμό και γενναιότητα. «Η Αρχόντω σκαρφάλωσε σ’ ένα ύψωμα και για πολλήν ώρα ανέμιζε τη λευκή μαντήλα της που έμοιαζε σαν ειρηνική σημαία με το χέρι τεντωμένο σαν κοντάρι. Έμοιαζε σαν άγαλμα με την ψηλή κορμοστασιά της, με τη σουρωτή μακριά φούστα της και τις πλούσιες κοτσίδες σφιχτά πλεγμένες σα στεφάνι γύρω από την κεφαλή της. Όπως την είδαν έτσι οι γυναίκες, σήκωσαν τα χέρια τους και με μια φωνή της φώναξαν: -Ζήτω η καπετάνισσα Αρχόντω!» Η γυναικεία ευαισθησία μα και η λογική γίνεται οδηγός τους. «Η Αρχόντω προσπαθεί σιγά σιγά να σηκωθεί. Ο νους της μπαίνει γρήγορα σε ενέργεια. Της φαίνονται όλα σαν ένα παράξενο όνειρο. Το φευγιό των παλλικαριών στην Αλβανία, οι νίκες της Ελλάδας, τα γράμματα από το μέτωπο. Και ξαφνικά τα αεροπλάνα με τα θεριά, τα πουλιά, τους αγγυλωτούς σταυρούς, τις χρωματιστές ομπρέλλες. Την αντίσταση της Ρίζας. Το γκρέμισμα του σπιτιού της από βόμβα. Το σκοτωμό του πεθερού της, των γονιών της, των αγοριών της Αργυρώς κι άλλων χωριανών. Βλέπει ακόμα πώς πήρε το τουφέκι από ένα σκοτωμένο Γερμανό και μπήκε στη μάχη. Ύστερα τι συναισθήματα ένοιωσε σαν είδε ένα σκοτωμένο νέο ξανθό Γερμανό. Πώς τον έθαψε και κράτησε τα στοιχεία του να τα στείλει στη μάνα του. Η καπετάνισσα Αρχόντω θάπρεπε τώρα νάναι τώρα πολύ προσεχτική. Η μάχη δεν είχε τελειώσει. Κι οχτρός δεν ήτανε μόνο ο Γερμανός. Ο καταχτητής έχει πάντα και τσιράκια κι αυτά μπορεί νάναι κι ανάμεσα τους». www.gymnasio-platania.gr
Σελίδα 8
Γυμνάσιο Πλατανιά
[ΘΑΛΕΙΑ ΚΑΛΛΙΓΙΑΝΝΗ]
Οι γυναίκες αναγκάζονται να συμβιώσουν με τους Γερμανούς κατακτητές και πολλές φορές με ηρωισμό και κίνδυνο της ζωής τους να βοηθούν τους συγχωριανούς τους στα βουνά μεταφέροντας τρόφιμα και άλλα εφόδια κάτω από τη μύτη των εχθρών τους. Η γυναικεία φύση και η πονηριά τους τις βοηθάει βέβαια αμέτρητες φορές να αποφύγουν δυσάρεστες καταστάσεις και να καθησυχάσουν έτσι τις υποψίες των Γερμανών για τη δράση τους. «Προφυλαχτικά βγήκε όξω. Σαν είδε πως δεν ήτανε ψυχή στη ρίζα κι ούτε στα αραιά σπίτια πλάι και προς τ’ απάνω φαινότανε κανένας, πήρε ένα άδειο κουβά, έβαλε μέσα μια κούπα ζεστό χαμόμηλο, ψωμί κι εληές, κάμποσα χαρούπια, τα σκέπασε ύστερα με μια πετσέτα κι από πάνω ένα βρεγμένο σεντόνι για να το απλώσει». «Η Αρχόντω στα μέσα και στα έξω πάλι. Έπρεπε να προσέχει γιατί συχνά πήγαιναν ζητιάνοι ξενοχωρίτες στο χωριό τους και πολλές φορές ήτανε μασκαρεμένοι Γερμανοί. Έναν τέτοιο ξενοχωρίτη ζητιάνο είχε ξεμασκαρώσει η Αρχόντω. Τον υποπτευότανε γιατί την τριγύριζε σαν την άδικη κατάρα. Τούπαιξε ένα παιχνιδάκι που θα το θυμάται ακόμα αν ζει». Πέρα από την υποχρέωση τους να βοηθούν τους ατάρτες, να φέρονται φιλικά και καταδεχτικά στους εχθρούς ώστε να μην κινήσουν τις υποψίες τους, πολλές φορές κρύβουν στα σπίτια τους τραυματισμένους στρατιώτες των Συμμάχων. Στη Ρίζα οι γυναίκες κρύβουν συχνά στις αποθήκες ή στα κελάρια τους τραυματίες. Κάποια στιγμή μάλιστα δύο από αυτούς σκάβοντας, δημιουργούν χωρίς να το γνωρίζουν ένα τούνελ που ενώνει το σπίτι της Αρχόντως με ένα άλλο σπίτι και επικοινωνούν με αυτόν τον τρόπο. Οι γυναίκες αναγκάζονται να αναλάβουν και τις γεωργικές εργασίες μοχθώντας στην προσπάθειά τους να κάνουν τη γη να δώσει καρπό, χρησιμοποιώντας όλα τα αποθέματα της ψυχικής δύναμης και της υπομονής τους. Κάνουν τα πάντα για να κρατήσουν τους Γερμανούς ανυποψίαστους, κάτι που καταφέρνουν με μαεστρία εφευρίσκοντας ένα σωρό δικαιολογίες. Καταφέρνουν να στήσουν ένα κόλπο κάτω από τη μύτη των εχθρών, και με πρόφαση μια γιορτή, οργανώνουν ένα πανηγύρι κατά τη διάρκεια του οποίου μέθυσαν τους Γερμανούς και τους ξεφορτώθηκαν. «Μια στιγμή είδαν τις γυναίκες της Ρίζας ν’ ανεβαίνουν τραγουδώντας. Στα χέρια τους κρατούσαν πιάτα με κρύα φαγητά, φλασκιά με κρασί, κανάτες και ποτήρια. Μια μεγάλη σειρά που όσο ανέβαιναν, το τραγούδι ακουγότανε πιο δυνατά. Πίσω ακολουθούσαν οι νέες και τα παλλικαράκια με καλάθια ψωμιά κομμένα και φρούτα. ... Την ίδια ώρα κι οι φρουροί στα πόστα τους ταϊστήκανε και ποτιστήκανε από το κρασί της λησμονιάς και γείρανε κι αυτοί όμορφα και σιγά σαν νάτανε από χαρτόνι κι αποκοιμήθηκαν. Κι οι γυναίκες ανασηκώσανε τις σουρωτές των φούστες και βγάλανε τα σκοινιά που είχανε ζωστεί και τους εδέσανε». Οι γυναίκες λοιπόν ήταν το στήριγμα των κρητικών χωριών και της κρητικής αντίστασης.
www.gymnasio-platania.gr
Σελίδα 9
Γυμνάσιο Πλατανιά
[ΘΑΛΕΙΑ ΚΑΛΛΙΓΙΑΝΝΗ]
Η αρχόντισσα με το κόκκινο άλογο Ναταλία Πρώιμου Περίληψη Η αρχόντισσα με το κόκκινο άλογο μοιάζει με παραμύθι. Αποτελείται από ιστορικά διηγήματα με υπόθεση που διαδραματίζεται από την περίοδο της προϊστορίας στην Κρήτη ως τη σύγχρονη εποχή. Η γιαγιά Σουρνία θυμάται τα παιδικά της χρόνια, όταν κατοικούσαν στο δάσος. Τώρα ζουν στο Βιγλί, στη δυτική γιαλιά της Κρήτης. Η Σαγά, η εγγονή της, σκέφτεται τον Ταλ, τον γιο του αρχηγού της Μωδ. Η Σαγά άκουγε με μεγάλη ευχαρίστηση τη γιαγιά της να της λέει για τα περασμένα. Ο παππούς, ο γερο Σαμ, κάλεσε τον λαό του στο Βιγλί, μπροστά στη σπηλιά του. Τους είπε πως θα κάνει τον γιο του, τον Ράχο, αρχηγό. Η Σαγά περιμένει τον Ταλ να πάει να την ζητήσει. Δεν άργησαν να γίνουν όλα. Στη σπηλιά σκάβουν υπόγειο κι άλλο δωμάτιο. Η κόρη της Σαγά και του Ταλ ονομάστηκε Λαμπώ και έζησε στην ευτυχισμένη εποχή του Μίνωα. Η Λαμπώ αγάπησε τον Μένη που ήρθε από την Κύπρο φέρνοντας χρυσάφι στον βασιλιά της Κρήτης. Το ζευγάρι έζησε ευτυχισμένο. Εκείνη την εποχή φύλαγε την Κρήτη ένας δυνατός φρουρός που τον έλεγαν Διγενή ή Τάλω. Ένα από τα παιδιά του Μένη και της Λαμπώ, ο Αστρινός, περνούσε την ώρα του παίζοντας μελωδίες με το θιαμπόλι του και τραγουδώντας. Έφυγε από το Βιγλί και πήγε στην Κίσαμο. Η Φιλένα, κόρη του άρχοντα του τόπου, μαγεύτηκε με την παρουσία του Αστρινού. Οι μελωδίες του και η εξυπνάδα του κέρδισαν και τον πατέρα της Φιλένας. Ο Αστρινός και η Φιλένα παντρεύτηκαν. Όταν ήρθαν οι Δωριείς, οι καινούργιοι κατακτητές στην Κρήτη, ο άντρας και τα αγόρια της Λαμπώ σκοτώθηκαν. Η Λαμπώ με την κόρη της Αστρίτη κρύβονταν στα χαλάσματα του σπιτιού τους στο Βιγλί. Τελικά, η Αστρίτη παντρεύεται τον Πέλο, τον γιο του καινούργιου άρχοντα. Πολλά χρόνια μετά, όταν η Ρώμη έστειλε τον Μάρκο Αντώνιο στην Κρήτη, η δισεγγονή Λαμπώ μεγάλωνε και τα παλικάρια άρχισαν να την λογαριάζουν για πιθανή γυναίκα τους. Η γιαγιά όμως περίμενε τον Λεντούλη, τον γιο του χιλίαρχου για να ξαναμπεί το σόι της στον προγονικό πύργο της, όπως και έγινε. Πολλά χρόνια αργότερα ζει στο Βιγλί η γιαγιά Λαμπώ που ξεχωρίζει για το πνεύμα της και αγαπά τη μελέτη. Η αδερφή της, η Ερασμία, είναι θρησκόληπτη και καθετί καινούργιο την φοβίζει. Η Λαμπώ είναι φιλελεύθερος χαρακτήρας. Σκαρώνει παραστάσεις με εργάτες στην αυλή της και ζητά να μάθει γιατί η Εκκλησία κυνηγά το θέατρο. Η Αστέρα, η αγαπημένη της εγγονή, μεγαλώνει και αποκτά τη Λαμπώ τη www.gymnasio-platania.gr
Σελίδα 10
Γυμνάσιο Πλατανιά
[ΘΑΛΕΙΑ ΚΑΛΛΙΓΙΑΝΝΗ]
νεότερη. Τα χρόνια περνούν και η αιωνοβίτισσα μεγάλη γιαγιά κοιμήθηκε. Αρκετά χρόνια μετά, στο Βιγλί ζει η γιαγιά Ουρανία. Η κόρη της Λαμπώ είναι η νέα αρχόντισσα του πύργου, από τον καιρό που παντρεύτηκε τον γιο του φραγκάρχοντα, τον Αλφρέντο. Η Αστέρα παντρεύεται τον Λιώνη. Ο γάμος γίνεται σύμφωνα με τα κρητικά έθιμα. Η γυναίκα στην Κρήτη, από τους προϊστορικούς χρόνους ως τη βυζαντινή εποχή Η γυναίκα στην Κρήτη ήταν ανέκαθεν μια ισχυρή παρουσία. Η Θάλεια Καλλιγιάννη το δείχνει αυτό ξεκάθαρα μέσα από το βιβλίο της: «Η αρχόντισσα με το κόκκινο άλογο», καθώς μας παρουσιάζει μέσα από τους αιώνες την κρητικιά γυναίκα δυνατή και ξεχωριστή. Από την παλαιολιθική εποχή η γυναίκα απολάμβανε μεγάλη εκτίμηση παρ’ όλο που την είχαν περιορίσει στις δουλειές του σπιτιού, αφού με το να κάνει παιδιά έχανε τη δύναμή της για το κυνήγι. Όμως κατάφερνε να μάθει πολλά γιατροσόφια και οι γυναίκες εκείνης της εποχής γίνονται οι πρώτοι γιατροί του κόσμου. «Τώρα η Σουρνία η αιωνοβίτισσα, κάθεται όλη την ημέρα σχεδόν έξω από την σπηλιά, σ΄ένα πεζούλι με τον άντρα της τον γέρο Σαμ, τον αρχηγό... Οι γυναίκες, είναι καιρός που περιορίστηκαν στις δουλειές των περιβολιών και του σπιτιού μ’ αφορμή που γεννοβολούσαν κι έχαναν τη δύναμή τους για το μεγάλο κυνήγι. Ωστόσο όμως κρατούσαν ακόμα την οικογένεια και στα γιατροσόφια ήταν καλύτερες από τους άντρες και μάλιστα οι γριές, οι πρώτοι γιατροί του κόσμου, εκείνον τον καιρό». Όμως όσο περνάει ο καιρός, οι άντρες δεν βλέπουν πια τις γυναίκες ως άτομα αλλά ως μητέρες που ο μοναδικός τους σκοπός στη ζωή είναι να γεννούν. Εδώ πρέπει να προσθέσουμε πως στην Κρήτη η γυναίκα είχε καλύτερη θέση στην κοινωνία απ’ ό,τι στην υπόλοιπη Ελλάδα. Η Καλλιγιάννη κάνει συχνά λόγο για σοφές γριές και δείχνει πως οι άντρες τις σέβονται και ακούν τις συμβουλές τους, όπως τότε που η γιαγιά Σουρνία βοήθησε την εγγονή της να παντρευτεί αυτόν που ήθελε κι ας μην είχαν την ίδια γνώμη οι δικοί της. Οι νέες γυναίκες ήταν πολύ χαμηλότερα στην ιεραρχία της κοινωνίας. «Η Σαγά σηκώθηκε και αφού καμάρωσε αρκετά το καλαθάκι της, το κρέμασε σ’ έναν πάσαλο στον τοίχο της σπηλιάς, ύστερα πηγαίνοντας στη γιαγιά της, την αγκάλιασε, κι έτριψε τη μύτη της, στη μύτη της γιαγιάς με αστείο μορφασμό. -Έεεε... τι θέλει να πει η Σαγά στη Σουρνία; λέγε. Νομίζεις πως δεν το κατάλαβα πως κάτι θέλεις να μου πεις; -Τι πονηρούλα που είσαι γιαγιά μου! -Έμ... πέρασα κι εγώ από τα χρόνια σου... -Λοιπόν, άκου με, θα σου μιλήσω χωρίς πολλά λόγια. Στη γιορτή του θερισμού, θα πανρτευτώ τον Ταλ, τον γιο του αρχηγού της Μωδ. Πριν να έρθει να με ζητήσει από τον πατέρα, εκείνος, πρέπει να το μάθει από σένα. Το βράδυ κιόλας να του πεις, www.gymnasio-platania.gr
Σελίδα 11
Γυμνάσιο Πλατανιά
[ΘΑΛΕΙΑ ΚΑΛΛΙΓΙΑΝΝΗ]
πως είναι καιρός να με ζευγαρώσει, να κάνω πολλά παιδιά για τα κοπάδια και τα χωράφια του. Αν αργήσει, κάποιος έχει στο νου του, να με κλέψει. Εγώ θέλω τον Ταλ... κατάλαβες; -Άφησέ το σε μένα, μικρή μαϊμού. Τώρα ετοίμασε για να φάμε, ακούω κι έρχονται οι άντρες». Όταν φτάνουνε οι Δωριείς στην Κρήτη, τότε είναι που η γυναίκα γίνεται χρήσιμη στους άντρες, μα ταυτόχρονα υποβαθμίζεται κοινωνικά. Οι Δωριείς δεν σκοτώνουν τις κρητικές διότι τις χρειάζονται για να κάνουν οικογένεια και να αναμειχθεί το αίμα. Έτσι, παρ’ όλο που τους χαρίζεται η ζωή, χρησιμοποιούνται ως υποκείμενα. Οι γυναίκες των Δωριέων είναι πολύ σεμνότυφες και φοβούνται τους άντρες-αυτό επηρεάζει και τις κρητικές. «Κείνη τη στιγμή έμπαινε η μητέρα του Πέλου στο δωμάτι. Μια αυστηρή, σεμνή, ψηλόλιγνη γυναίκα με μακριά μωβ υφαντή ρόμπα με χρυσή ζώνη. Κοίταξε προσεκτικά την Αστρίτη, ύστερα τον γιο της. Εκείνος κατάλαβε τη σκέψη της και είπε: -Μητέρα, είναι η Βρύτη, μια παραδουλεύτρα από τ’ ανατολικά, μένει στο Βιγλί. Με την άδειά σου, θα ‘ναι στις προσταγές και στη δούλεψή μου. -Θα προτιμούσα γιε μου τον Μάνθη ή τον Κατρή...Με τις γυναίκες δε θέλω πολλές κουβέντες. Ξέρεις πως οι δικές μας δε στέκονται μροστά στους άντρες...» (Αυτά είπε η μητέρα ενός πριγκιπόπουλου της δωρικής φυλής). Τα κορίτσια ήταν υποχρεωμένα να υπακούνε στις αποφάσεις του πατέρα τους, όποια κι αν ήταν αυτή. Έτσι, η Φρονίμη, η κόρη του άρχοντα Ετέαρχου, υπέφερε από τη μητριά της Αγάβη, χωρίς να μπορεί να αντιδράσει. «Ο γάμος έγινε, η Αγάβη είχε καταφέρει ν’ αρρωστήσει η Φρονίμη μ’ ένα βότανο που της έριχνε στο φαγητό η έμπιστη δούλα της, η Μιλήτα κι ο κόσμος μάθαινε πως η αρχοντοπούλα είναι πολύ άρρωστη». Η αρχοντοπούλα Φρονίμη είχε την ατυχία να αγαπήσει τον γιο του τυροκόμου τους, κάτι απαράδεκτο για την εποχή. «Ξαφνικά μια παράξενη μελωδία μελαγχολική κι αυτή σαν κείνη τη μέρα, έφτασε στ’ αυτιά της, σήκωσε το κεφάλι κι είδε το βοσκόπουλο Χρύσηλο έξω από το μιτάτο του πατέρα του να παίζει το θιαμπόλι του. Στάθηκε μαγεμένη και κοίταζε προς τα κει και σε λίγο βλέπει τον Αρκέση, τον τυροκόμο του πατέρα του Χρύση, στην πόρτα του μιτάτου... Ο Αρκέσης της έδωσε ένα μικρό καλαθάκι με ανθότυρο μέσα... -Να καταδεχτεί η αφεντικοπούλα μας ένα μικρό δώρο; -Άχ, τι όμορφο που είναι, ευχαριστώ,τυροκόμε, θα το δείξω στον πατέρα. -Ναι κυρά μου και πες του πως εγώ σε φώναξα γιατί είδα μια σκιά που πέρασε προλίγου... -Ο πατέρας είναι κύριος και αφέντης ολονών Αρκέση... έχετε γεια». Στα χρόνια του Μεγάλου Αλεξάνδρου αλλά και την εποχή της κυριαρχίας των Ρωμαίων η γυναίκα έχει πραγματικά τη θέση της δούλας. Δεν έχει λόγο στα πολιτικά θέματα ούτε θεωρείται άξια να συμμετέχει σε πολιτικές συζητήσεις.Οι γυναίκες δεν μορφώνονται, έτσι οι άντρες τις θεωρούν χαμηλής αντίληψης και δεν www.gymnasio-platania.gr
Σελίδα 12
Γυμνάσιο Πλατανιά
[ΘΑΛΕΙΑ ΚΑΛΛΙΓΙΑΝΝΗ]
ζητάνε τη γνώμη τους πάνω σε τίποτα. Έχουν μόνο δικαίωμα να βοθήσουν στην επιλογή γαμπρού ή νύφης για τα παιδιά τους, το γνωστό προξενιό. «Ο άντρας της Αστρίτης ακολούθησε την τύχη του συγγενή του Λασθένη που σκοτώθηκε στη μάχη. Από τα ορεινά κατέβηκαν συγγενείς της γιαγιάς Λαμπώ και την πήραν μαζί τους. Την Αλεξία πάντρεψαν μ’ ένα μακρινό ξαδελφάκι της κι έγινε ορεινή αρχόντισσα. Έφερε κάμποσα παιδιά στον κόσμο». Πολλές Κρητικοπούλες παντρεύτηκαν με Ρωμαίους έχοντας την ευχή των δικών τους. «Ωστόσο η δισεγγονή Λαμπώ μέστωνε σε τροφαντό κορίτσι και τα παληκαράκια στα ορεινά άρτχιζαν να την λογαριάζουν για πιθανή γυναίκα τους. Η γιαγιά όμως περίμενε τον Λεντούλη, τον γιο του χιλίαρχου για να ξαναμπεί το σόι της στον προγονικό πύργο της». «Ο Λεντούλης κι η Λεντούλαινα άρχισαν μια ευτυχισμένη ζωή. Η γερόντισσα πρόφτασε να ζήσει τ’ όνειρό της και τρισευτυχισμένη έπιασε το τρισέγγονό της στο Βιγλί. Την κράτησε στα γόνατά της, την στρατάρισε στη λουλουδισμένη αυλή της, τη γείτεψε σε μιαν ελαφρήν αρρώστια της στ’ όνομα της Παναγίας». Αργότερα η Κρήτη κινδύνευσε από τους Σαρακηνούς πειρατές. Οι γυναίκες έδειξαν θάρρος και με την πονηριά τους κατόρθωσαν να ξεπεράσουν μεγάλες δυσκολίες. «Οι μακριές γιαταγάνες τους σπίθιζαν στον αέρα και τα σαρίκια τους τρούλωναν σαν κεφαλάτες καρφίτσες. Η Αστέρα μαζεύει μιαν αρμαθιά κοτόπουλα κι όπως τα κρατούσε, φώναζαν και ξεσήκωναν την περιοχή. Τρομαγμένη η Λαμπώ την έσυρε από το μανίκι της ενώ της έλεγε: -Τρέχα για τ’ όνομα του Θεού στη γούβα κι έρχομαι. Έκλεισε βιαστικά την πόρτα, την αμπάρωσε καλά από μέσα και κατεβαίνοντας κι αυτή, τράβηξε την Αστέρα πιο κάτω, στην αποθήκη των κρασιών κι από κει στο «φουκάρι». Χωρίς να χάσει καιρό, έπνιξε τις κότες και τις έριξε σε μια γωνιά σωρό». «-Ναι παιδί μου, οι ληστάδες παίρνουν τ’ ασημικά της Παναγίας μας τώρα, σε λίγο θα βγάλουν με τα μαχαίρια τους τα μάτια των αγίων... Μακάρι να μην ανοίξουν το σπίτι... ωστόσο ας είμαστε έτοιμες για κάθε τι που θάρθει. Φόρεσε τούτο το φουστάνι να φαίνεσαι γριά, δέσε τα μαλλιά σου με το μαύρο τσεμπέρι και πασαλείψου καπνιά από τον τέντζερη». Τα βυζαντινά χρόνια δεν έχουν αλλάξει πολλά, οι γυναίκες αντιμετωπίζονται ως κατώτερα όντα, όμως εξαίρεση αποτελούν οι γηραιότερες και ιδίως οι μορφωμένες που απολαμβάνουν την εκτίμηση και τον σεβασμό της κοινωνίας. Μερικοί άντρες μάλιστα πίστευαν ότι οι γυναίκες αξίζει να μορφώνονται και τους εξηγούν ορισμένα πράγματα, όπως ήταν ο Ιωάννης, ο άντρας της γιαγιάς Λαμπώς, όμως οι περισσότεροι κρητικοί δεν πιστεύουν ότι αξίζει να ασχοληθούν μαζί τους. «Στον τάφο του, όταν του έριξε λίγο χώμα, τον αποχαιρέτησε με χαμόγελο και λίγα λόγια: -Άμε στο καλό Ιωάννη, γαίαν έχε ελαφράν. Σ’ ευχαριστώ για τη ζωή και τα παιδιά που μου χάρισες. Περίμενε με. Τώρα η πολύχρονη γιαγιά Λαμπώ κάθεται κι αυτή στο γνωστό μας πεζούλι και κοιτάζει ευτυχισμένη γύρω που υπάρχει άφθονη η ευλογία του ουρανού. Τα δέντρα www.gymnasio-platania.gr
Σελίδα 13
Γυμνάσιο Πλατανιά
[ΘΑΛΕΙΑ ΚΑΛΛΙΓΙΑΝΝΗ]
είναι καρπερά, η γης αφράτη για τα περβόλια, κι η θάλασσα πότε ήρεμη και πότε κυματούσα, είναι όλο ζωή. Πολλές φορές δεν σκέφτεται, ζει και χαίρεται ό,τι βλέπει. Οι γειτόνισσες όταν πάνε κοντά της, της μιλούν λίγο, εξόν να τους κουβεντιάσει εκείνη και να τους ρωτήσει. Οι νέοι έχουν μάθει από τους γονιούς, να την χαιρετούν όταν περνούν από τον δρόμο της: «Πολλά τα έτη σου γιαγιά» και να τους απαντήσει κι εκείνη: «Πολλά τα δικά σας παιδιά μου». Και όταν πήγαιναν να την επισκεφτούν, μικροί μεγάλοι θα της φιλούσαν το χέρι. Τη θεωρούν αγία. Η γιαγιά Λαμπώ, γνοιάζονταν πάλι τους ανθρώπους που δυστυχούσαν στο Βιγλί μα και πιο πέρα, στον Πλατανιά, στην Αγία Μαρίνα, στον Σταλό, στον Γαλατά, κι από την άλλη πλευρά, στο Μόδι, στο Γεράνι κι ακόμα πιο πέρα, είχε κομπόδεμα για μερικές οικογένειες που βοηθούσε κάθε μήνα». Υπάρχουν όμως και πολλές γυναίκες που θεωρούν τον εαυτό τους κατώτερο εξαιτίας του προπατορικού αμαρτήματος. Έτσι, αυτές οι γυναίκες στρέφονται στον Θεό-όχι με τον αγνό τρόπο που θα έπρεπε να στρέφεται κάθε άνθρωπος προς τον Θεό του-αλλά πιστεύοντας στις προκαταλήψεις, όπως η γιαγιά Ερασμία. Στο βιβλίο της η Καλλιγιάννη παρουσιάζει δύο τύπους γυναίκας: την προοδευτική που προσπαθεί να καταλάβει τη ζωή μέσα από τη γυναικεία της φύση και τη θρησκόληπτη και προσκολλημένη στις παλιές αξίες. «Κάθε μια τους έχει την ξεχωριστή αγαπημένη της εγγονή ή δισεγγονή. Η Λαμπώ προσπαθεί να δώσει τη συνέχειά της, στη δική της. Ν’ αγαπά τη μελέτη, να ψάχνει πάντα με ρεαλισμό για την αλήθεια και παίρνοντας ό,τι καλό έχει το παρελθόν, να προχωρεί για το αύριο, δημιουργώντας το πιο καλό και το πιο όμορφο. Αντίθετα, η αδερφή της Ερασμία, είναι πολύ δεμένη με το παρελθόν και πρεσβεύει το: «Έτσι τα βρήκαμε και δεν πρέπει να τ’ αλλάξουμε. Είναι θρησκόληπτη και φορεί δυο παρωπίδες. Κάθε τι καινούργιο την φοβίζει». Οι δραστηριότητες των γυναικών ήταν ανάλογες με τον χαρακτήρα των γυναικών. «-Πάω στον Πλατανιά, θέλετε τίποτα; Η γιαγιά Ερασμία παράγγειλε τις προάλλες στον Μικέλε να της φέρει πανί και κλωστές για τη θύρα πού έταξε στην Παναγία την Αντιφωνήτρια στα Μυριοκέφαλα». «Η Λαμπώ όπως ήτανε φιλελεύθερος χαρακτήρας, δεν δίστασε να σκαρώσει κάποιο κυριακάτικο απόγευμα ένα είδος παράστασης με εργάτες κι εργάτριες από τη γειτονιά στην αυλή της στο Βιγλί». Συχνά κάποιες γυναίκες τολμούσαν να εκφραστούν, ακόμα κι αν ήξεραν ότι θα προκαλέσουν αρνητικά σχόλια. «Τέλος πείστηκε η Λαμπώ κι έβγαλε το χαρτάκι από την τσέπη της, το ξεδίπλωσε και λέγοντας πως είναι ένα απλό σχέδιο, άρχισε να απαγγέλλει χρωματίζοντας σατιρικά τη φωνή της: Η θεία μου Ερασμία, είναι μια γυνή αγία κι όλοι τη λογιάζουν και πολλά τηνε ξομπλιάζουν κι ο παππάς στην εκκλησία, λέει ύστερ’ απ’ τη λειτουργία σαν τη θεία μου Ερασμία www.gymnasio-platania.gr
Σελίδα 14
Γυμνάσιο Πλατανιά
[ΘΑΛΕΙΑ ΚΑΛΛΙΓΙΑΝΝΗ]
δεν υπάρχει άλλη μία και παράδειγμα τη φέρνει απ’ τον άμβωνα ως γέρνει». «-Λαμπώ, αγαπητή μου ξαδελφούλα, να μου ζήσεις! Πόσο μ’ αρέσεις που δεν είσαι χαμηλοβλεπούσα και τολμάς να πεις τη σκέψη σου! Αυτά όμως δεν τα λένε όλοι οι ορεινοί... γιατί πειράχτηκες έτσι;». Αν και ο άντρας θεωρείται ο κύριος του σπιτιού, ο ρόλος της γυναίκας ως μάνας είναι αναμφισβήτητος. «-Ο άντρας είναι διαφορετικά αναθρεμμένος από τη γυναίκα, είναι ο στύλος του σπιτιού, ο αφέντης, ο κύριος, από τότε που η γυναίκα υποχρεώθηκε να περιοριστεί από τα πράγματα στην οικογένεια και σ’ ελαφρές δουλειές. Ωστόσο, δεν παύει να είναι μεγάλο παιδί. Η γυναίκα σαν μάνα πρώτα, θα τον μάθει να την σέβεται και να την βλέπει σαν άνθρωπο και πραγματική συντρόφισσά του σε όλα, αλλά αυτό θα αργήσει να γίνει, γιατί ακόμα δεν έχουμε τέτοιες γυναίκες. Όμως η γυναίκα, σαν πιο συναισθηματική κι ευέλικτη, χωρίς να του θίξει τον εγωϊσμό που του ανάπτυξαν τα χρόνια, μπορεί να δώσει το σωστό νόημα της «παιδοποιητικής μηχανής» και να μη γίνει «νερό»... Για σκέψου τι όμορφο πράγμα είναι η δημιουργία ενός ανθρώπου», λέει η γιαγιά Λαμπώ στην εγγονή της. Ο αμόρφωτος λαός πίστευε στις δεισιδαιμονίες και αναζητούσε τα ξόρκια που θα έλυναν τα μάγια. Πρωταγωνιστικό ρόλο έχουν κι εδώ οι γυναίκες. «-Θα της πω, να πάει κάτω στη θάλασσα εκεί που είναι ένα μνήμα κι ένα μοναχικό σπιτάκι. Ο άντρας να πάρει από το μνήμα την κεφαλή του αποθαμένου και να την περάσει από σαράντα κύματα κι ύστερα να πάει στο σπίτι κι ότι δει κι ότι ακούσει, να μη μιλήσει, ούτε να γυρίσει πίσω του να δει.Ύστερα να πάρει την κεφαλή, να την πλύνει με κρασί και να πιει με τη γυναίκα του για να λυθούν τα μάγια... Η Λαμπώ έκανε ένα μορφασμό αηδίας και τίναξε το κεφάλι της σα να της μύρισε άσχημα κάτι. -Τι ανόητα πράματα είναι αυτά; -Είδες Λαμπούσα μου, τι πιστεύει ακόμα ο αμόρφωτος λαός μας;». «Τώρα η λεχώ (λουχούνα) Λαμπώ, γίνεται μικρομάνα ή μητέρα, γυρίζει χαρούμενη κι ευτυχισμένη στο σπίτι της με το παιδί της. Έχει καθαριστεί με τις ευχές του σαραντίσματος και μπορεί να μπει και σ’ άλλα σπίτια χωρίς τον φόβο πως θα τους πάει την «κατσιποδιά», πίστη διαδεδομένη και σε ανοιχτόμυαλους ανθρώπους όπως η Λαμπώ. «Η Ζηνοβία της είπε μια μέρα πως γνώριζε μερικά φυλαχτά για να μην κλαίει το παιδί της. -Πάρε χώμα από το κατώφλιον της πόρτας, ζύμωσε το με γάλα σου και άλειψε το εις το κούτελο του παιδιού» Στον 1ο αιώνα της χριστιανοσύνης η γυναίκα θεωρείται ισότιμη με τον άντρα, όμως καθώς η συμβίωση αντρών-γυναικών δημιουργούσε προβλήματα σε μια κοινότητα, οι πατέρες της εκκλησίαςαποφάσισαν πως η λύση ήταν να κάνουν τη www.gymnasio-platania.gr
Σελίδα 15
Γυμνάσιο Πλατανιά
[ΘΑΛΕΙΑ ΚΑΛΛΙΓΙΑΝΝΗ]
γυναίκα να ντρέπεται για τον εαυτό της και για το σώμα της. Οι πατέρες της εκκλησίας λοιπόν υποστήριζαν ότι ο άντρας μπορεί να δέρνει τη γυναίκα του αλλά να μην την χωρίσει γιατί είναι κομμάτι από το πλευρό του! «Αν δεις τη γυναίκα σου να πολυστολίζεται, βγάλε της τα στολίδια. Αν βγάζει γλώσσα, σωφρόνισέ τηνε. Αν γελά χωρίς σεμνότητα, κάνε την να γίνει σκυθρωπή. Αν πίνει ή αν ξοδεύει πολλά, συμμάζεψέ τηνε. Αν βγαίνει έξω χωρίς να πρέπει, κλείδωσέ τηνε. Αν είναι ζωηρή δείρε τηνε. Όμως μην την χωρίσεις γιατί είναι ένα κομμάτι από το πλευρό σου! Και πόσοι άλλοι που θεωρούνται φωτισμένοι, δεν την καταδίκασαν και την καταδικάζουν ακόμα. Τι θέλεις τώρα να κάνει ο λαός μας που είναι ξύλο απελέκητο; -Μα καλά γιαγιά, οι γυναίκες των μορφωμένων αντρών, δεν μορφωνόντουσαν; Δεν διαμαρτυρούντανε; -Άκου να δεις, οι αντιλήψεις αυτές ήταν κληρονομιά από την εποχή των Ρωμαίων κι από την αρχαιότητα, δεν σου έχω πει πως μόνο οι εταίρες μορφωνόντουσαν; Η αν ήτανε και καμιά επαναστάτισσα κι επόμενο ήτανε να επηρεαστεί κι η Βυζαντινή Νομοθεσία από αυτές τις αντιλήψεις, που τις είχαν εκείνοι που κυβερνούσαν. Βάλε και τη θρησκοληψία και τη δεισιδαιμονία...», δίνει την ερμηνεία της η γιαγιά Λαμπώ. «Πέρασαν αρκετά χρόνια που η αιωνοβίτισσα μεγάλη γιαγιά κοιμήθηκε στο Βιγλί... Σε λίγες ώρες όλα ήταν έτοιμα, και το σπιτάκι στο Βιγλί γέμισε από μαυροφορεμένες. Κι άντρες με μαύρα μαντήλια στο λαιμό, που σαν την φιλούσαν ύστερα από το κόνισμα πήγαιναν στην αυλή. Σιγά και ταπεινά την μοιρολόγησαν οι χωριανές της, για να μιλήσουν πιο πολύ, για την αρετή και τις χάρες της, παρά να την κλάψουν».
www.gymnasio-platania.gr
Σελίδα 16
Γυμνάσιο Πλατανιά
[ΘΑΛΕΙΑ ΚΑΛΛΙΓΙΑΝΝΗ]
Το αφεντικό και άλλα αφηγήματα Μάγδα Αδαμίδη Η Θάλεια Καλλιγιάννη και το έργο της Έχοντας μέσα της το Κρητικό πνεύμα, ξεκινάει διστακτικά στην αρχή, μα με σιγουριά στη συνέχεια, να ξαναζεί τη ζωή της στο χαρτί, γράφοντας για τον εαυτό της και τους γύρω της. Αν και δεν είναι τόσο διάσημη συγγραφέας, καταφέρνει και κερδίζει την καρδιά του αναγνώστη από την πρώτη αράδα, την πρώτη αφήγηση που εκείνος θα διαβάσει. Αυτό που την κάνει ωστόσο ξεχωριστή, είναι ο τρόπος που παρουσιάζει την μεταπολεμική κοινωνία, και ιδιαίτερα τον ρόλο της γυναίκας εκείνα τα χρόνια. Στα δημιουργήματά της, ξεχνάμε τα στερεότυπα που θέλουν τις γυναίκες καθηλωμένες στο σπίτι, στο νοικοκυριό και τα παιδιά. Η Θάλεια Καλλιγιάννη, μας… «συστήνει» έναν άλλο τύπο γυναίκας, που ιδιαίτερα μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, μαθαίνει να δρα ανεξαρτητοποιημένα και ελεύθερα. Τόσο στη δουλειά όσο και στην κοινωνία, οι γυναίκες στα έργα της ανοίγουν τα φτερά τους και χαράζουν δειλά δειλά τους δικούς τους δρόμους που θα τους προσφέρουν σταδιακά δικαιώματα και αναγνώριση. Η Καλλιγιάννη πρωτοπορεί και εξισώνει τις ως τότε «υποτιμημένες» γυναίκες με τον υπόλοιπο κόσμο, με το δικό της μοναδικό τρόπο. Μια συγγραφέας με ελεύθερο πνεύμα, κάνει το πρώτο βήμα, και δίνει πρωταγωνιστικό ρόλο στις γυναίκες των διηγημάτων της. Η Λύα, και άλλες μορφές που η ίδια έπλασε, με τις δικές της ιδιομορφίες η καθεμία, γίνονται αναπόσπαστο κομμάτι του αναγνώστη αφού διαβάσει την ιστορία τους και ανησυχήσει για την τύχη τους. Ύστερα από την κάθε ανάγνωση, εκείνος νιώθει διαφορετικά, και αισθάνεται να βλέπει με άλλο μάτι τις γυναίκες. Αυτό είναι κατά τη γνώμη μου αυτό που ήθελε να περάσει και η συγγραφέας, κρίνοντας και από τη βιογραφία της. Η γυναίκα στη μεταπολεμική εποχή Πιο συγκεκριμένα, διαβάζοντας το «Αφεντικό» το σημαντικότερο διήγημά της, μπορούμε εύκολα να συμπεράνουμε τη θέση της γυναίκας στη μεταπολεμική εποχή. Οι γυναίκες αρχίζουν να δουλεύουν έξω από το σπίτι ολοένα και περισσότερο. Στην αρχή γίνονται πολλές φορές θύματα εκμετάλλευσης. Η συγγραφέας σε αυτό της το έργο, βάζει την ηρωίδα, τη Λύα, που δουλεύει σε μια εφημερίδα με πολύ σκληρό και αλλοπρόσαλλο αφεντικό, να πατάει γερά στα πόδια της, να τρίζει τα δόντια, και να διεκδικεί τα δικαιώματά της, όπως φαίνεται και στο παρακάτω απόσπασμα:
www.gymnasio-platania.gr
Σελίδα 17
Γυμνάσιο Πλατανιά
[ΘΑΛΕΙΑ ΚΑΛΛΙΓΙΑΝΝΗ]
«Όμως η Λύα όσο κι αν παιδευότανε, ήτανε σίγουρη πως θα τα έβγαζε πέρα στο τέλος. Δεν ήθελε να την προσβάλλει το αφεντικό που συχνά δεν το απόφευγε. Και ήτανε εύθικτη πολύ. Κοκκίνιζε όταν θύμωνε και ένιωθε στο κεφάλι της να βουίζουν τα φουγάρα από όλα τα βαπόρια του Πειραιά. Κείνη τη στιγμή δάγκωνε τα χείλη της για να μην ξεσπάσει, μα δεν το κατάφερνε πάντα, όταν την έπνιγε το δίκιο. Τότε φώναζε και αυτή δυνατά, για να σταματήσει το αφεντικό, ύστερα σαν πέρναγε ο μεγάλος θυμός, μιλούσε σιγά, σταθερά και προσπαθούσε ν’ αναπτύξει τα επιχειρήματά της. Πολλές φορές, το αφεντικό της αναγνώριζε το δίκιο της, πολύ αργά βέβαια, μα ωστόσο το αναγνώριζε.» Μια αληθινή κυρία δημιούργησε η Καλλιγιάννη, και μαζί με αυτήν, ένα καινούριο πρότυπο γυναίκας, εκείνης της γυναίκας της περήφανης, και της απόλυτης, που δεν ανέχεται να την προσβάλλουν και να την αδικούν. «’Αυτή, δεν μπορούσε να τη δείρει και ύστερα να την καλοπιάσει. Πρώτα πρώτα γιατί καταγόταν από τον Ψηλορείτη- αυτό δα, το είχε περηφάνειά της, κι ύστερα, γιατί ήτανε κυρία με όλη τη σημασία της λέξης και ήξερε να σεβαστεί την προσωπικότητά της και να επιβάλλει στους άλλους το σεβασμό απέναντί της.» Ωστόσο, για μια γυναίκα ήταν αρκετά ριψοκίνδυνο εκείνα τα χρόνια να είναι τόσο δυναμική. Μια τέτοια γυναίκα, ήταν πολύ πιθανόν να χάσει πολλά προνόμια λόγω του δυναμικού της χαρακτήρα. Έτσι έγινε και με τη Λύα, όπως διαβάζουμε παρακάτω: «(το αφεντικό) Ναι, μισούσε τη Λύα γιατί δε μπορούσε να την υποτάξει και ξεσπούσε διαφορετικά. Μέσα στους πρώτους δώδεκα μήνες την έδιωξε είκοσι τέσσερις φορές. Το μετάνιωνε ύστερα, μα κι εκείνη που της άρεσε η τάξη και που είχε πείρα, σκέφτηκε να του δώσει άλλο ένα μικρό μάθημα για να τη θυμάται (…). Θα διεκδικούσε τα δικαιώματά της σαν εργαζόμενη γυναίκα...» Αξίζει επίσης να σημειωθεί η αντιμετώπιση της Λύας από το αφεντικό της. Τότε, οι γυναίκες που εργάζονταν, ήταν κτήμα των αφεντικών τους, και εκείνοι είχαν την απόλυτη εξουσία πάνω τους. Όμως με τη Λύα, τα πράγματα δεν ήταν τόσο απλά. Η Λύα ζητούσε χαρτιά και βιβλιάρια, που τότε ήταν πρωτόγνωρο να τα ζητά μια γυναίκα. Το αφεντικό δεν ήξερε πώς να την αντιμετωπίσει, και της είπε τα εξής. «Μεγάλη τρέλα έκανα που πήρα μια γριά – η Λύα μετρούσε ήδη τα σαράντα τέσσερα χρόνια της- ενώ θα μπορούσα να πάρω μια νέα, να της δίνω ένα κομμάτι ψωμί, να κοιμάμαι και μαζί της, και να τη διώξω όποτε μου γουστάρει! Τώρα και του λόγου σου, θα με μπλέξεις με ‘’συλλογικές συμβάσεις’’! Ακούς εκεί… (…) Εσύ ήσουνα άνεργη (…) και ζήταγες δουλειά, και γω σε λυπήθηκα και σε πήρα. Δε σ’ αρέσει; Φύγε!»
Τέλος, η Λύα μπόρεσε και του μίλησε ήρεμα, του μίλησε έξυπνα, όπως άρμοζε στον χαρακτήρα της, ώστε να καταφέρει να τον πείσει. «Του είπε δηλαδή πως τίποτα δε μπορεί να είναι ξεκρέμαστο σε μια κοινωνία γιατί τότε είναι αναρχία. Στο κάτω-κάτω, πώς καταδεχότανε εκείνος που ξόδευε τόσα και τόσα λεφτά σε γλέντια να στερήσει το δίκιο μιας φτωχής γυναίκας; Μήπως ήξερε τι θα πει ‘’οκτάωρο’’; Τι αγώνες είχαν γίνει για να το κερδίσουν οι εργαζόμενοι;»
www.gymnasio-platania.gr
Σελίδα 18
[ΘΑΛΕΙΑ ΚΑΛΛΙΓΙΑΝΝΗ]
Γυμνάσιο Πλατανιά
Η Θάλεια Καλλιγιάννη μας άφησε πίσω της μια μορφή που για όσους τη γνωρίσουν, θα τους μείνει χαραγμένη στο νου. Στις μέρες μας, όλοι (και ιδιαίτερα οι γυναίκες), για να εξασφαλίσουμε το δίκιο που μας αναλογεί, θα πρέπει να αφήσουμε τη ‘’Λύα’’ που κρύβεται μέσα μας, να βγει στην επιφάνεια και να διαπρέψει. Από την ανάγνωση του βιβλίου «Το Αφεντικό και άλλα αφηγήματα» και την επισκόπηση της βιογραφίας της Θάλειας Καλλιγιάννη η μαθήτρια Μάγδα Αδαμίδη εμπνεύσθηκε το παρακάτω ποίημα : Η Κυρά-Θάλεια
Αλμύρα της θάλασσας Και ανάσα απ’ το φως Με μελάνι απ’ την άμμο θα γράψει Και ο ήλιος θεός μες το κύμα.
Μια ζωή πολυτάραχη Μα κοχύλια λευκά Ξανά στο χαρτί ζωντανεύουν Η κυρά-Θάλεια με δυο βοτσαλάκια θυμάται
Το μικρό νησί σιωπηλό Αφρός απ’ των κυμάτων το πέπλο Γράφει με τον νου της στο φως Όλες τις πελώριες μπόρες της
Η κυρά-Θάλεια το ξέρει Ο δρόμος μακρύς μες τα βράχια Μα όταν πέφτει το φως ξαποσταίνει Και τον δρόμο χαράζει στην πρώτη αυγή.
www.gymnasio-platania.gr
Σελίδα 19
Γυμνάσιο Πλατανιά
www.gymnasio-platania.gr
[ΘΑΛΕΙΑ ΚΑΛΛΙΓΙΑΝΝΗ]
Σελίδα 20