Γνωστός κυρίως ως συνθέτης Καλοφωνικών Ειρµών. Έχει συνθέσει επίσης "ελληνικά και τουρκικά" τραγούδια, τα οποία εξέδωσε ο ίδιος µε τον τίτλο Aρµονία (Kωνσταντινούπολις 1848) και τρία άσµατα που δηµοσιεύτηκαν µαζί µε τα Άσµατα του Α. Σούτσου το 1856. Ήταν γραµµατεύς του χανεντέ Γεωργίου του Πάντζογλου. Φαίνεται ότι ανήκει στους
στην ανθολογία «Καλλικέλαδος Αηδών» και σε άλλα µουσικά εγκόλπια. Πέθανε υπερεννενηκονταετής.
Βουλγαράκης ∆ηµήτριος, ο Μακεδών : Μαθητής των τριών διδασκάλων, ιεροψάλτης της Θεσσαλονίκης, έµπειρος και γλυκύφωνος µουσικός. Ανέδειξε πολλούς µαθητές και συνέθεσε διάφορα έργα.
Βρετός Παπαχρήστου Μαργαρίτης (ο ονοµαζόµενος και ∆ροβιανίτης λόγω της καταγωγής του): Γεννήθηκε το 1800 και διακρίθηκε για την παιδεία, τις µoυσικές γνώσεις και την καλλιφωνία του. Εργαζόταν ως ελληνοδιδάσκαλος στα Ταταύλα. Το 1860 εξέδωσε στην Κωνσταντινούπολη την Θεωρητική και πρακτική πραγµατεία του περί της καθ’ ηµάς µουσικής . Πέθανε υπερεξηκονταετής.
Γαζής Μανουήλ67: Λαµπαδάριος και συνθέτης εκκλησιαστικής µουσικής του 15ου αιώνα, πριν από την Άλωση. Από χειρόγραφο της Μονής Λειµώνος, γνωρίζουµε ότι ταξίδεψε στην Κρήτη, όπου και πέθανε. Από τα λίγα έργα του που διασώθηκαν, πιο γνωστό είναι ένα "Πασαπνοάριο" που περιέχεται σε Ανθολογίες. Μελοποίησε "∆οξολογία" και πολυφωνικά "κοινωνικά", µεταξύ των οποίων και το "Σύµβολο της Πίστεως", κάτι πολύ συνηθισµένο στη ∆υτική Εκκλησία, αλλά σπάνιο ή και άγνωστο στην Ανατολική. Μελοποίησε το πλήρες κείµενο µια φορά σε ήχο τέταρτο και µια δεύτερη φορά από το σηµείο "και
53 και ότι η Εκκλησία δεν έχει ανάγκη νεοτέρων, έτσι δηµοσίευσε ελάχιστα από τα µελοποιηµένα εκκλησιαστικά του έργα. Το 1869 εξέδωσε µελοποιηµένο τον Ύµνο Παίδων εις Χριστόν του Κλήµεντος Αλεξανδρείας. Πολλά από τα εξωτερικά του άσµατα δηµοσιεύτηκαν το 1872 στο Απάνθισµα του Ιωάννου Ζωγράφου Κέιβελη. Για τη συµπλήρωση 60 χρόνων προσφοράς του και 25 θητείας ως Πρωτοψάλτης τιµήθηκε το 1900 σε λαµπρή τελετή. Παρέµεινε Πρωτοψάλτης µέχρι το 1905. Πέθανε το 1911 στην Πόλη. Για τον θάνατό του γράφτηκε χαρακτηριστικά ότι « ἐξέλιπε δι ὰ παντὸς καὶ τ ὸ µόνον ὑπάρξαν ζῶν µουσικὸν µνηµεῖ ον, τὸ ὁποῖ ον ἐσεβάσθη εἷς ὁλόκληρος αἰών.» Βλαχόπουλος Σωτήριος: Κωνσταντινουπολίτης µουσικός και ψάλτης, µαθητής του Xουρµουζίου Xαρτοφύλακος.
εισηγητές εθνικών στοιχείων στην εκκλησιαστική µουσική, τάση που παρουσιάζεται έντονα κυρίως στο δεύτερο µισό του 19ου αιώνα. ∆ίδαξε τη θεωρία της µουσικής στην ΣΤ’ Πατριαρχική Μουσική Σχολή. Απεβίωσε το 1870. Βλάχος Νεκτάριος: Μαθητής των τριών διδασκάλων, γεννήθηκε στη Βλαχία, και ήταν φηµισµένος για την γλυκιά φωνή του και τη µουσική εµπειρία του. ∆ιετέλεσε επί µισό αιώνα πρωτοψάλτης στη ρουµανική Σκήτη του Προδρόµου στο Άγιο Όρος. Συνέθεσε “µελίρρυτα άσµατα” (από τον Γ. Παπαδόπουλο εννοούνται τα εκκλησιαστικά έργα), µερικά από τα οποία δηµοσιεύτηκαν
εις το Πνεύµα το Άγιον" σε ήχο πλάγιο του πρώτου". Επίσης, στο υπ' αριθµ. 2401 χειρόγραφο του 15ου αιώνα της Εθνικής Βιβλιοθήκης ανακαλύφθηκε από τον Μιχάλη Αδάµη ένα Κοινωνικό "Αινείτε" του Γαζή που φέρει την 67 Αδάµης Μιχάλης, «Πολυφωνική εκκλησιαστική µουσική στο Βυζάντιο του ΙΕ' αιώνα», Μουσικολογία, 1986, τ. 1 σ. 55.
ως σήµερα.
Γεννάδιος µοναχός ο εκ Ραιδεστού : Πρωτοψάλτης του ναού της Αναστάσεως στα Ιεροσόλυµα, διακρινόµενος για τη µουσική εµπειρία του και τη µεγάλη και στεντόρεια φωνή του. Μαθητής των τριών διδασκάλων. Πέθανε το 1868 σε ηλικία ογδόντα ετών. Μελοποίησε ωδές, ύµνους και ένα µεγάλο σε διάρκεια και έντεχνο εγκώµιον στον Πατριάρχη Ιεροσολύµων Κύριλλο τον Β΄ σε ήχο ∆΄, το οποίο ακολουθεί και ένα µακρό κράτηµα.
Γερµανός µητροπολίτης Νέων Πατρών 68: (ακµή περ. 1660-1685). Καταγόταν από τον Τύρναβο. Σύγχρονος, σχεδόν, και άµεσος µαθητής του Χρυσάφη του νέου. Η θητεία του στη µητρόπολη Νέων Πατρών (σηµερινής Υπάτης) υπήρξε σύντοµη. Στη συνέχεια φαίνεται
ακµής (1650-1720) της εκκλησιαστικής µουσικής στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, µαζί µε τον Χρυ-
τον νέο, τον Μπαλάσιο
Το κύριο µελοποιητικό του
περιλαµβάνει Πασαπνοάρια του Όρθρου, ∆οξολογίες, Χερουβικά, Κοινωνικά των Κυριακών, της Εβδοµάδας και του Ενιαυτού, Μαθήµατα, Κρατήµατα και άλλα. O Γερµανός Νέων Πατρών πρέπει να θεωρηθεί ως ο πρώτος που καλλιέργησε συνειδητά το νέο είδος των Καλοφωνικών Ειρµών. Από τα πολλά του έργα εξέχει ιδιαίτερα
54 επιγραφή (σπάνια για βυζαντινό χειρόγραφο): "Το τοιούτον κοινωνικόν (ε)ψάλλοντο δύο, ο εις τα µαύρα εις ήχον τέταρτον ο δε άλλος τα κόκκινα εις ήχον πλάγιον του τετάρτου ". Πράγµατι, στο έργο υπάρχουν δύο παράλληλες γραµµές µε αντίστοιχες µαρτυρίες των δύο διαφορετικών Ήχων) γεγονός που, κατά τον ευρέτη, πιθανολογεί το αρχαιότερο δείγµα πολυφωνικής βυζαντινής εκκλησιαστικής µουσικής που έχει ανακαλυφθεί
ότι έζησε και έδρασε στη Βλαχία. Πρόκειται για έναν από τους τέσσερεις σπουδαιότερους µουσικούς της πρώτης µεγάλης
ιερέα και τον Πέτρο Μπερεκέτη. Σπουδαίος µελοποιός, δάσκαλος και µε πλούσια αντιγραφική δράση. Το σπουδαιότερο από τα έργα του είναι η µελοποίηση κατά νέον τρόπο και κατά το καλοφωνικό είδος, του παλαιού Στιχηραρίου (1665).
έργο
το λαµπρό επικήδειο άσµα του Επιτάφιου Θρήνου Τον ήλιον κρύψαντα. 68 Κέντρο Ερευνών και Εκδόσεων, http://www.e-kere.gr/βιογραφικά/ΓΕΡΜΑΝΟΣ-ΝΕΩΝ-ΠΑΤΡΩΝ Γερµανός µητροπολίτης Νέων Πατρών
σάφη
και έγινε το δεξί του χέρι. Το 1807 χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Παλαιών Πατρών. Ασχολήθηκε και µε την ποίηση. Ερωτικά ποιήµατά του υπάρχουν στο χφ. “Μελποµένη”, µελοποιηµένα από τον Νικηφόρο Ναυτουνιάρη τον αρχιδιάκονο από τη Χίο. Ο ρόλος του στην ιστορία είναι γνωστός.
Γεωργιάδης Θεοδόσιος (1878-1962): ∆ιακεκριµένος µουσικοδιδάσκαλος, πρωτοψάλτης, θεολόγος, αγιογράφος, λόγιος και ιδρυτής δύο µουσικών βυζαντινών χορωδιών.
Γεννήθηκε στον
Σχολή (1899). Μαθήτευσε στους πρωτοψάλτες Γ. ∆ανιηλίδη (Τσεσµελή) και Ι. Καρακατσάνη (στο Νεοχώριο Βοσπόρου). Έγινε ιεροψάλτης και διδάσκαλος σε πολλές εκκλησίες της Κωνσταντινούπολης. ∆ίδαξε θεωρία, ορθογραφία και µελοποιία
1944 συγκρότησε νέα χορωδία για την διάδοση της βυζαντινής µουσικής. Απεβίωσε στην Αθήνα το 1962. Συνέθεσε πολλά µελουργήµατα, όπως Ο Βυζαντινός Μουσικός Πλούτος ( σε δύο τόµους) κ. ά. Στο βιβλίο του Η Νέα Μούσα, περιλαµβάνει πολύτιµα στοιχεία εκκλησιαστικής ιστορίας. Πριν πεθάνει, ετοίµαζε (αλλά δεν ολοκλήρωσε) το µεγάλο θεωρητικό έργο
55 Γερµανός Παλαιών Πατρών 69: Γεννήθηκε στη ∆ηµητσάνα στα 1771. Πήγε στη Σχολή της γενέτειράς του. Αργότερα κατέβηκε στο Άργος, όπου χειροτονήθηκε διάκονος και µετά πήγε στη Σµύρνη, όπου συνάντησε το συµπατριώτη του, τον Μητροπολίτη (και µετέπειτα Πατριάρχη) Γρηγόριο, που του έδωσε όλα τα µέσα για να σπουδάσει στη Σχολή της Σµύρνης. Εκεί παρακολούθησε θεολογικά µαθήµατα, Φιλοσοφία, Φιλολογία και γαλλική λογοτεχνία. Όταν ανέβηκε στον Πατριαρχικό θρόνο ο Γρηγόριος ο Ε', τον ακολούθησε στην Πόλη
Πύργο της Ανατολικής Ρωµυλίας το 1878. Έµαθε γράµµατα στην πατρίδα του από τον θείο του, τον ιεράρχη Βασίλειο Γεωργιάδη. Πήγε στη Κωνσταντινούπολη και σπούδασε στη Μεγάλη του Γένους σχολή και στην Πατριαρχική Μουσική
την φηµισµένη
Χορός”. Εγκαταστάθηκε στην Αθήνα το 1925, όπου δίδαξε βυζαντινή µουσική στο Μουσικό Λύκειο Αθηνών. Το
µε τίτλο Νέα Μέθοδος της καθ΄ ηµάς εκκλησιαστικής βυζαντινής µουσικής , την έκδοση του οποίου πραγµατοποίησε το 1963 ο µαθητής και γαµπρός του Βλαδίµηρος Εντερνίδης. Στους µαθητές του συγκαταλέγονται πολλοί από τους µετέπειτα µαΐστορες της ψαλτικής της Αθήνας. 69 Πλεµµένος Γιάννης, To µουσικό πορτραίτο του Νεοελληνικού ∆ιαφωτισµού, Ψηφίδα, 2002. Γερµανός µητροπολίτης Παλαιών Πατρών
στην Πατριαρχική Μουσική Σχολή. Ίδρυσε
χορωδία “Τριακονταµελής Βυζαντινός Εκκλησιαστικός
Γεωργιάδης Τριαντάφυλλος (Άκσαζ Κυζίκου 1865 - Κων/πολις 1934): Θεωρητικός, πρωτοψάλτης και µελοποιός της βυζαντινής µουσικής. Υπήρξε µαθητής του Κυριάκου Ιωάννου (του επονοµαζόµενου
«Καλογήρου»). Σπούδασε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή και υπήρξε επίσης µαθητής-κανονάρχης των Γεωργίου Ραιδεστηνού του Β’, και Κωνσταντίνου Φωκαέως. Χρηµάτισε ψάλτης και µουσικοδιδάσκαλος στην Κωνσταντινούπολη και σε πόλεις της Μικράς Ασίας. Εγκαταστάθηκε ως πρωτοψάλτης στην Τραπεζούντα (όπου δίδαξε εκκλησιαστική µουσική και υµνωδία, αλλά και ευρωπαϊκή µουσική και ωδική στα περιώνυµα εκπαιδευτήρια του Φροντιστηρίου και του Παρθεναγωγείου Τραπεζούντος. Εκεί ίδρυσε και χορωδία για την εκτέλεση ελληνικών δηµοτικών και άλλων τραγουδιών. Αργότερα, στην Κων/πολη (από το 1922), δίδαξε µελοποιία και ορθογραφία της βυζαντινής παρασηµαντικής στην Πατριαρχική Μουσική Σχολή. Υπήρξε επίσης πρωτοψάλτης, βιβλιοθηκάριος των Πατριαρχείων (από το 1925) και γραµµατέας του περιοδικού Ορθοδοξία. Περισυνέλεξε και κατέγραψε µε βυζαντινή παρασηµαντική δηµοτικά τραγούδια
του Ενιαυτού . Ορισµένα
στη Φόρµιγγα. Επίσης, δηµοσίευσε µελέτη για την ελληνική εκκλησιαστική µουσική στην Ορθοδοξία (1929).
είναι το ∆οκίµιον Εκκλησιαστικών Μελών (Αθήνα 1856). Μελοποίησε, επίσης, τα Τρία Πολεµικά Άσµατα του Αλεξάνδρου Σούτσου (Αθήνα 1856).
Γεώργιος ο Κρης (ακµή περ. 1790 - †1815)70: Πρόκειται για έναν από τους πιο σπουδαίους εκκλησιαστικούς µουσικούς. Ήταν µαθητής του Μελετίου Σιναΐτου του Κρητός και του Iακώβου του πρωτοψάλτου. ∆εν εξάσκησε το επάγγελµα του ιεροψάλτου και δεν κατείχε επίσηµα εκκλησιαστικά ή άλλα αξιώµατα. ∆ίδαξε όµως µουσική όχι µόνο ιδιωτικά, αλλά και στην αλληλοδιδακτική σχολή στο Φανάρι, στη Χίο και στις Κυδωνίες. Ανάµεσα στους µαθητές του ήταν οι κορυφαίοι µαΐστορες της εκκλησιαστικής µουσικής όπως ο Γρηγόριος πρωτοψάλτης, ο Xουρµούζιος Xαρτοφύλακας, ο Aντίνιος λαµπαδάριος, ο Aπόστολος Kώνστας, ο Σταυράκης δοµέστικος, ο Νικηφόρος ο Χίoς, ο Απόστολος Κρουστάλας, ο Αθανάσιος Σελευκείας, ο Πέτρος ο Εφέσιος, ο Κωνσταντίνος Πρωτοψάλτης, ο Πέτρος ο Αγιοταφίτης, ο Ευτύχιος ο Ουγουρλούς, ο Θεόδωρος ο Φωκαεύς, ο Ζαφείριος Ζαφειρόπουλος και άλλοι. Πέθανε στις Κυδωνίες το 1814, πριν προλάβει να συνεργασθεί µε 70 Κέντρο Ερευνών και Εκδόσεων, http://www.e-kere.gr/βιογραφικά/ΓΕΩΡΓΙΟΣ-Ο-ΚΡΗΣ
56
Ακολουθία
από τα δηµοτικά του
δηµοσιευµένα
Έγραψε Ειρµολόγιον των Καταβασιών, Μηνολόγιον, Πεντηκοστάριον, Τριώδιον κ. ά. Τα εκκλησιαστικά άσµατά του εκδόθηκαν (το 1973-74) από τους γιους του σε έξι τόµους µε τίτλο Κήπος Χαρίτων. To 1974, εκδόθηκε το αξιόλογο πόνηµά του Εθνική Μούσα: Συλλογή δηµωδών ασµάτων. Τραγούδια του Πόντου Γεωργιάδης Χριστόδουλος Κεσσανιεύς : Φηµισµένος πρωτοψάλτης, µελοποιός και θεωρητικός από την Κεσσάνη της Ανατολικής Θράκης. Ήταν γνώστης και της εξωτερικής µουσικής και από τους πρώτους που προσπάθησε να είναι ακριβής στο ρυθµό των τονιζόµενων µελών. Σηµαντικό
(νησιώτικα και ποντιακά) και την ανέκδοτη
είναι
έργο του
Τριαντάφυλλος Γεωργιάδης
στην εποχή τους, ορισµένα µάλιστα ψάλλονται ακόµη και σήµερα. Πέρα από το πρωτότυπο συνθετικό του έργο,
Ο Καποδίστριας µάλιστα εισήγαγε το "Λέσβιο σύστηµα" και στο Ορφανοτροφείο. Έτσι το νέο σύστηµα διαδόθηκε αρκετά. Τότε εναντίον του στράφηκαν στην Αθήνα ο Ζαφείριος Ζαφειρόπουλος και στην Κωνσταντινούπολη ο πρωτοψάλτης Κωνσταντίνος ο Βυζάντιος και ο Θεόδωρος ο Φωκαεύς. Το 1846, ο Πατριάρχης Άνθιµος ΣΤ' εξέδωσε Εγκύκλιο κατά του Λεσβίου συστήµατος. Το Σύστηµα πέρασε σιγά-σιγά στην αφάνεια και ο δηµιουργός του πέθανε πλήρως αγνοηµένος και πικραµένος. Στο µεταξύ, είχε εκδώσει τα ακόλουθα βιβλία του Συστήµατός του: Θεωρητικόν (1840), Αναστασιµατάριον (1840) Ανθολογία: Μελίφωνος Τερψινόη (1847), Πνευµατική Σάλπιγξ: Ειρµολόγιον Καταβασιών και Αργόν και σύντοµον ∆οξαστάριον (1856), Τερψίφωνος Λύρα (1861), Νέον Εκκλησιαστικόν Κύµβαλον (1863). Αναφέρεται και ως
57 τους τρεις εφευρέτες της νέας µεθόδου, από τους οποίους είχε επανειληµµένως προσκληθεί στην Κωνσταντινούπολη. Tο συνθετικό του έργο είναι ευρύ και αξιόλογο. Συνέθεσε πολλά µέλη, Καλοφωνικούς Ειρµούς, Κοινωνικά του Ενιαυτού, Κρατήµατα και άλλα. Tα περισσότερα είχαν µεγάλη διάδοση
ο Γεώργιος Kρης ενδιαφέρει προπάντων και ως εξηγητής των παλαιών µελών. Στην ουσία είναι ο συνεχιστής του Πέτρου Bυζαντίου, ο σπουδαιότερος αµέσως πριν από τον Γρηγόριο πρωτοψάλτη και η τελευταία ουσιαστικά βαθµίδα, στην εξέλιξη της µουσικής σηµειογραφίας πριν από τους τρεις δασκάλους. Γεώργιος ο Λέσβιος : Ονοµαζόταν Γεώργιος Ντουµανέλης και γεννήθηκε γύρω στο 1790 στην Αγιάσο της Λέσβου. Μαθήτευσε στο θείο του Καλλίνικο τον Λέσβιο
Κατόπιν ξαναγύρισε στο Αϊβαλί και στη Σµύρνη και από εκεί, το 1816, για το Ιάσιο, όπου δίδαξε µουσική. Έµεινε στη Μολδαβία ως το 1821. Εκεί µυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία από τον Μιχάλη Βερνάρδο τον Κρήτα. Με την κήρυξη της Επανάστασης πήγε στη Ρωσσία, όπου έδρασε πνευµατικά και εθνικά στις εκεί ανθηρές ελληνικές παροικίες. Αφού έγραψε "Γραµµατική" του Παλαιού συστήµατος και πόνηµα εναντίον της Νέας µεθόδου, ανακοίνωσε τη δηµιουργία µιας καινούργιας σηµειογραφικής µεθόδου, δικής του έµπνευσης που την ονόµασε Λέσβιον Σύστηµα. Φρονούσε ότι µε τη µεταρρύθµιση των σηµείων θα προέκυπτε ευκολία και πρόοδος. Όµως, µε τα δικά του νέα µουσικά σύµβολα δυστυχώς περιέπλεξε τα πράγµατα και αλλοίωσε την παράδοση. Το 1826 εγκαταστάθηκε στην Αίγινα και ίδρυσε Μουσική Σχολή, στην οποία πρωτοπαρουσίασε το σύστηµά του. Στη συνέχεια, η κυβέρνηση Καποδίστρια ίδρυσε στην Αίγινα επίσηµη Μουσική Σχολή όπου σπούδαζαν δωρεάν οι ενδιαφερόµενοι, στην οποία τον διόρισε µουσικοδιδάσκαλο,
συνθέτης παρακλητικού κανόνα στον Άγιο Νικόλαο. Ο ίδιος και οι οπαδοί του Γεώργιος ο Λέσβιος, Εισαγωγή εις το Θεωρητικόν και Πρακτικόν της Μουσικής Τέχνης του Λεσβίου Συστήµατος, Αθήνα 1840.
και στον Γεώργιο τον Κρήτα. Το 1815 πήγε στην Πόλη και φοίτησε στην Πατριαρχική Μουσική Σχολή στους "τρεις διδασκάλους".
το «Την γαρ σην µήτραν» σε ήχο Πλ. ∆΄, και οκτώ καλοφωνικούς ειρµούς κατά τους οκτώ ήχους, οι οποίοι µεταφέρθηκαν στη νέα παρασηµαντική και δηµοσιεύτηκαν από τον Θεόδωρο τον Φωκαέα.
Γεωργίου Νικόλαος 71: Πρωτοψάλτης Σµύρνης. Γεννήθηκε στην Καβάλα, και ήταν µαθητής των τριών διδασκάλων. Ήταν από τους σπουδαιότερους µουσικούς του 19ου αιώνα µε µεγάλη ψαλτική, διδακτική, συνθετική και εκδοτική δράση. ∆ηµιούργησε ισχυρή προσωπική
ο οποίος συνεχίζει την παράδοση του Θεοδοσίου ιεροδιακόνου (δασκάλου του Πέτρου Πελοποννήσιου) και του ∆ηµητρίου Λώτου, η Σµύρνη ισχυροποιείται ως κέντρο µουσικής παιδείας, αποκτώντας ευρύτερη αίγλη και επιρροή (δίπλα ακριβώς στο Άγιο Όρος και στην Kωνσταντινούπολη). Πέθανε το Νοέµβριο του 1887 σε ηλικία περίπου εκατό ετών. Γιάννης εκ Σηλυβρίας: Ονοµαστός Ρωµιός συνθέτης και δεξιοτέχνης της πολίτικης λύρας στην Οθωµανική αυτοκρατορία του 19ου αι. (πέθανε στα 1890). Ήταν, ή πλούσιος έµπορος, ή κατείχε κάποιο αξίωµα, γιατί φέρεται µε το παρατσούκλι Τσορµπατζής. Εµφανιζόταν σε µεϊχανέδες (είδος ταβέρνας) και στα τραγούδια του ενσωµάτωνε την ελληνική και
58 εξέδιδαν βιβλία και µετά την πατριαρχική εγκύκλιο, έτσι έχουµε το Ασµατολόγιον Λεσβία Σαπφώ (1870), Την Εισαγωγή στο θεωρητικόν και πρακτικόν της µουσικής τέχνης (1871 και 1872) και τα δύο σε συνεργασία του Νικολάου Βλαχάκη από την Αθήνα και του Σταυράκη Αναγνώστου από τη Λέσβο. Γεωργίου Ευτύχιος (ο ονοµαζόµενος Ουγουρλούς). Γεννήθηκε στην Καισάρεια της Καππαδοκίας. ∆ιδάχθηκε την παλιά παρασηµαντική από τον Γεώργιο τον Κρήτα και τον Μανουήλ τον Πρωτοψάλτη, τη δε νέα γραφή από τον Γρηγόριο τον Λευίτη. Για πολλά χρόνια έψαλλε στην εκκλησία της Αγίας Κυριακής στο Κοντοσκάλιο της Κωνσταντινούπολης. Περί τα τέλη της ζωής του έγινε µοναχός και µετέβη στη Χίο, όπου αγόρασε ένα ιδιωτικό µοναστήρι και µόνασε µέχρι το θάνατό του το 1866. Μελοποίησε
µουσική παράδοση που επιβλήθηκε και πέρα από τη Σµύρνη, στον Eλλαδικό
τις ηµέρες µας. Tο ύφος του διαφέρει αρκετά από το ύφος των πατριαρχικών ψαλτών. Tο συνθετικό του έργο είναι πλουσιότατο. Kαταρχήν έχει µελοποιήσει και εκδώσει (Κων/πολη 1857) το "∆οξαστάριο του Tριωδίου και Πεντηκοσταρίου". Eπίσης, µια τρίτοµη Aνθολογία µε τίτλο Nέον Tαµείον Mουσικής Aνθολογίας (Σµύρνη 1862-67) στην οποία περιέχονται τα περισσότερα από τα παπαδικά και άλλα µέλη του. Τέλος, το Nέον Aναστασιµατάριον, το οποίο εκδόθηκε µετά το θάνατό του (Σµύρνη 1899). Mε τον Nικόλαο,
την τουρκική παραδοσιακή µουσική αλλά και τις ιδιαιτερότη71 Κέντρο Ερευνών και Εκδόσεων, http://www.e-kere.gr/βιογραφικά/ΝΙΚΟΛΑΟΣ-ΠΡΩΤΟΨΑΛΤΗΣ-ΣΜΥΡΝΗΣ Νικόλαος Γεωργίου, πρωτοψάλτης Σµύρνης.
κυρίως χώρο, ζωντανή ως
Γιοβανίσκος ο Μολδοβλάχος: Οργανοδιδάσκαλος
και µουσικοδιδάσκαλος στο χαρέµι του Μοχάµετ Αλή στην Αίγυπτο. Πέθανε εξ αιτίας του πάθους του για το πιοτό, όταν το 1840 κάηκε µεθυσµέ-
που κρατούσε.
Γιώργης ή Στραβογιώργης (Kemani Corci ή Kemani Yorgi) 72: Τυφλός (γι' αυτό και είχε το παρατσούκλι Στραβογιώργης) βιολιστής στην Αυλή του Σουλτάνου Selim III (1789–1808). Γεννήθηκε στα Ταταύλα περί τα µέσα του 18ου αιώνα και πέθανε το 1810. Kύριο όργανό του ήταν η τετράχορδη λύρα, στην οποία, πρόσθεσε άλλες 3 χορδές δηµιουργώντας την επτάχορδη λύρα (το "µέγα βιολί", τουρκιστί κεµάν το οποίο όµως από τις διάφορες απεικονίσεις φαίνεται να είναι η viola d’ amore), όργανο που εισήγαγε στην Αυλή του Σουλτάνου. Όµως,
στο παλάτι, εισήγαγε το βιολί» (επί Μαχµούτ του Α’ δηλαδή 1730-1754).
Γιώργης από το Φανάρι (Fenerli Yorgi Efendi, 19ος αιώνας): ∆ιάσηµος Έλληνας βιολιστής που έζη-
σε το πρώτο µισό του 19ου αιώνα. Ήταν ο δάσκαλος στο βιολί του Βασιλάκη (Vasilaki Efendi) από τη
Σηλυβρία.
Το µέγα βιολί (keman).
72 Τσιαµούλης Χρίστος και Ερευνίδης Παύλος, Ρωµηοί συνθέτες της Πόλης (17ος-20ος αι.), ∆όµος, Αθήνα 1998.
59 τες των αστικών «συρµών» της εποχής του. Σώζονται 13 τραγούδια του. Σε διάφορες τούρκικες πηγές αναφέρεται ως Usta (δάσκαλος) Yani, ή ως Kemençeci Yani Ağa.
και περίφηµος µουσικός της εξωτερικής µουσικής. Ήταν µαθητής του Μυρώνη και αγαπηµένος του σουλτάνου Μαχµούτ και της αυλής του. ∆ίδασκε µουσική στο παλάτι µε αδρή αµοιβή και είχε διάφορα προνόµια. ∆ιετέλεσε
νος σε ένα δρόµο της Αιγύπτου από το χάρτινο φανάρι
σύγχρονοι ειδικοί (Χρ. Τσιαµούλης - Π. Ερευνίδης) υποστηρίζουν ότι υπήρξε και άλλος συνονόµατος τυφλός µουσικός προγενέστερος του Στραβογιώργη o οποίος έπαιζε όλα τα όργανα και ήταν αυτός που εισήγαγε το «µέγα βιολί» στη Μεγάλη Πύλη. Στηρίζουν την άποψή τους στον Charles Fondon, ο οποίος περί το 1753-60 αναφέρει «ο τυφλός Γιώργης, που παίζει
Γουναρόπουλος Νικόλαος 73: Ευπατρίδης λόγιος και µουσικός. Γεννήθηκε στη Σωζόπολη
της Ανατολικής Ρωµυλίας γύρω στο 1840. Ήταν πατέρας του συνθέτη και δηµοσιογράφου
Βασιλείου Γουναρόπουλου. Ασχολήθηκε και µε τη µουσική και το θέατρο. Την δεκαετία του 1870 τον βρίσκουµε στη Βάρνα να συµµετέχει στις παραστάσεις που ανέβαζαν οι τοπικοί φορείς στην αίθουσα του Παρθεναγωγείου. Είναι γνωστή η συµµετοχή του, το 1874, στις
του δράµατος «Η κόρη του Ραβίνου» και της κωµωδίας «Φιάκας». Συνέθεσε έργα εκκλησιαστικής µουσικής (τροπάρια, απολυτίκια κ. ά.). Στο Μουσικό Απάνθισµα του
Ιωάννου Ζωγράφου Κέιβελη (1873) βρίσκεται το έργο του «Ύµνος στην Α. Α. Μ. του Σουλτάνου, ποιηθείς µεν υπό Ιωάννου Νικολάου, τονισθείς δε υπό Ν. Β. Γουναρόπουλου Σωζουπολίτου
στην ∆’ Πατριαρχική Μουσική Σχολή. ∆ιακρίθηκε ως έµπειρος µουσικός. Απέθανε το 1862.
Γρηγόριος Μπούνης
Νικόλαος Γουναρόπουλος, «Ύµνος εις την Α.Α.Μ. του Σουλτάνου».
Ψαλτικής. Μετά την Άλωση της Πόλης ήταν Πρωτοψάλτης της Αγίας Σοφίας και τιµή-
θηκε από τον κατακτητή, όπως µαρτυρείται από τον χρονογράφο ∆ωρόθεο Μονεµβασίας, που διηγείται τα εξής: «Ἔµαθε δὲ ὁ Σουλτᾶν Μεχµέτης ὅτι oἱ Ρωµαῖοι γράφουν τάς φωνάς τῶν ψαλτ ῶν καὶ τῶν τραγουδιστάδων, καὶ ἔκραξέ τους εἰς τὸ Παλάτι, κα
τραγούδισεν· ὁ δὲ κὺρ Γεώργιος καὶ κὺρ Γεράσιµος οἱ ψάλται, ἔγραφον τάς φωνάς τοῦ Πέρσου. Ἐσχεδίασαν oὖ ν
73 Αθανασιάδης, Π.Σ. «Το Θέατρο στη Θράκη κατά τον ΙΘ’ αιώνα», διάλεξη στην Πανελλήνια Οµοσπονδία Θρακικών Σωµατείων, Θεσσαλονίκη, 4/2/2001·επίσης, στο Κοτζαγεώργης, «Μουσική και θέατρο στις ελληνικές κοινότητες της Βουλγαρίας», Βαλκανικά Σύµµεικτα, τεύχ. 8, Θεσσαλονίκη 1996, σ. 92-94.
60
παραστάσεις
Γρηγοριάδης Σταυράκης: Καταγόταν από τον Αίνο και ήταν µαθητής του Γεωργίου πρωτοψάλτου Aίνου. Έψαλλε σε διάφορες εκκλησίες της Κων/πόλεως, όταν από την εκκλησία των Εισοδίων του Πέραν κλήθηκε και διορίστηκε πρωτοψάλτης της Μεγάλης Εκκλησίας επί 5ετία (1866-1871). Ήταν γνώστης και της αραβοπερσικής µουσικής και δεξιοτέχνης στη λύρα και στην ταµπούρα. ∆ίδαξε µουσική στην ΣΤ’ Πατριαρχική Μουσική Σχολή (1868-1871) και εξέδωσε µε άλλους τη Μουσική Βιβλιοθήκη. Πέθανε το 1871. Γρηγόριος Βιζύης µητροπολίτης (ο κατόπιν Xίoυ): Ήταν µαθητής των τριών εφευρετών της νέας µεθόδου
». Ο ύµνος αυτός εψάλη στη Βάρνα κατά την άφιξη του Σουλτάνου.
ο Αλυάτης: κατά κόσµον Γεώργιος, έζησε τον 15ο αιώνα και ήταν δόκιµος κωδικογράφος και σηµαντικός διδάσκαλος της
ἐκλεκτὸν καὶ ὥρισε,
ὶ εἶχεν ἕνα Πέρσην
καὶ ἐ
Πρωτοψάλτης (ο επονοµαζόµενος και ο Λευίτης)74: Λαµπαδάριος της Μεγάλης Εκκλησίας και ένας από τους τρεις εφευρέτες της νέας παρασηµαντικής γραφής. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1777, την ηµέρα που πέθανε ο Πέτρος Πελοποννήσιος. Από µικρός έµαθε από τους Αρµένιους γλώσσα, γράµµατα και µουσική. Oι γονείς του για να τον αποσπάσουν απ’ αυτούς τον παρέδωσαν στον ηγούµενο του σιναΐτικου µετοχίου στον Βαλατά, αρχιµανδρίτη Ιερεµία τον Κρήτα, όπου
του Πέτρου του Βυζαντίου και του Γεωργίoυ του Κρητός. Αναδείχθηκε ως ένας
από τους πιο ονοµαστούς µουσικούς
του ∆αµασκηνού, του Γεωργίου του Κρητός κ. ά. Συστηµατοποίησε µαζί µε τον Χουρµούζιο και τον Χρύσανθο τον προσδιορισµό των κλιµάκων και συνέγραψε βιβλίο όπου πραγµατεύεται τα περί φθορών των τριών γενών, κλπ. ∆ίδαξε το νέο σύστηµα της µουσικής στην Πατριαρχική Moυσική Σχολή. Έγραψε περὶ τα τριάντα (30) κοσµικά - αστικά τραγούδια, κυρίως κατά τον τρόπο των τουρκικών µακαµίων. Έγραφε ο ίδιος τους στίχους των τραγουδιών, πολλά από τα οποία αφιερώνονται έµµεσα σε πρόσωπα όπως Αλεξάνδρα, Ταρσίτζα, Σµαράγδα κ. ά. µε την ακροστιχίδα τους. Αρκετά απ’ αυτά βρίσκονται
61 τὸ τραγούδι το ῦ Πέρσου, καὶ τότε ὥρισε ν ὰ τὸ ψάλλουν· καὶ ἔψαλλαν το καλλιώτερα παρ ὰ τὸν Πέρσην, ἤρεσέ του πολλὰ καὶ ἐ θαύµατε τὴ ν λεπτότητα τῶν Ρωµαίων, καὶ ἐφιλοδώρησε τοὺς ψάλτας· ὁ δὲ Πέρσης ὡς εἶδε πὼς εἶναι τοιοῦτοι τεχνῖται ἐ προσκύνησέ τους». Από τα έργα του τα περισσότερα δεν διασώθηκαν, τα δε σωζόµενα ανήκουν στο Παπαδικὸ είδος. Ὁ Γρηγόριος συνέθεσε και µια “Προπαίδεια” για εκγύµναση των αρχαρίων µαθητών στο χρωµατικό γένος. Σώζεται στις βιβλιοθήκες
κυρίου Γρηγορίου ιεροµονάχου Μπούνη του Αλυάτου. Γρηγόριος
διδάχθηκε τα Ελληνικά γράµµατα και έγινε και ιεροψάλτης. ∆ιετέλεσε και µαθητής του Ιακώβου του Πρωτοψάλτου,
το έργο του Μέθοδος της µετροφωνίας
της εποχής του, γνώστης και της εξωτερικής µουσικής, την οποία διδάχθηκε από τον περιώνυµο χανεντέ Ντεντέ Ισµαηλάκη. Τραγουδούσε παίζοντας µε µεγάλη δεξιότητα την πανδουρίδα (ταµπούρα). Ανέλαβε πρωτοψάλτης στον πατριαρχικό ναό το 1819. Ο Γρηγόριος έγραψε το 1805 την εκ 1282 σελίδων Παπαδική του, που περιέχει όλα τα είδη της µουσικής. Συνέθεσε και άλλα έργα που απαρτίζουν πέντε ογκώδεις τόµους. Μετέφερε από την παλαιά παρασηµαντική πολλά έργα του Σωφρονίου, του Γερµανού Νέων Πατρών, του Μανoυήλ Χρυσάφη του νέου, του Πέτρου του Μπερεκέτη, του Πέτρου του Πελοποννήσιου, του Πέτρου του Βυζαντίου, του Ιακώβου του Πρωτοψάλτου, του Ιωάννου Τραπεζούντιου
στα περιοδικά Ευτ έρπη και Πανδώρα. Ο θάνατος τον βρήκε αιφνιδίως το 1821 σε ηλικία µόλις 45 ετών. Γρηγόριος ο Χίος, ιεροδιάκονος : Γεννήθηκε το 1780. Γνώριζε την παλαιά και την νέα µέθοδο την οποία είχε διδαχθεί από τους τρεις δασκάλους. Το 1816 έφυγε από την Πόλη για να ψάλλει στον µητροπολιτικό ναό του Ιασίου ως Πρωτοψάλτης και να διδάξει στην εκεί Μουσική 74 Γρηγόριος Στάθης, Καθηγητής Παν. Αθηνών, ∆ιευθυντ ὴς ΙΒΜ, www.ec-patr.net/GrigoriosProt.htm Γρηγόριος Πρωτοψάλτης
o από Τυρνάβου, Πρωτοψάλτης
του Χαλάτζογλου. Χρηµάτισε δοµέστικος (1734), λαµπαδάριος (1740-1771) και πρωτοψάλτης της Μεγάλης Εκκλησίας (1771-1789). Ως λαµπαδάριος συνέψαλλε µε τον περιώνυµο µουσικοδιδάσκαλο και πρωτοψάλτη Ιωάννη Τραπεζούντιο τον οποίο και διαδέχτηκε. ∆ίδαξε στην Β' εκκλησιαστική µουσική σχολή. Ήταν γνώστης της εξωτερικής µουσικής, την οποία διδάχθηκε από τον χανεντέ Ζαχαρία, στον οποίο ο ∆ανιήλ αντεδίδαξε την εκκλησιαστική µουσική. Μελοποίησε ύµνους, κρατήµατα εκτεταµένα και έντεχνα, δοξολογία, πολυέλεο, χερουβικά, κοινωνικά και άλλα έργα. Ήταν γνωστός και ως ποιητής 15σύλλαβων υµνογραφικών στίχων. Ο ∆ανιήλ Πρωτοψάλτης έβαζε στα µέλη του και τουρκικές θέσεις. Πέθανε
και πήρε τη βασική µόρφωση. Το 1731 ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη όπου έµεινε για λίγους
κι αργότερα ταξίδεψε
απέκτησε µια κόρη που πέθανε πρόωρα και αµέσως κατόπιν χήρεψε. Το 1753, απογοητευµένος από τα εγκόσµια αποφάσισε
στο Άγιο Όρος και προσχώρησε στη Μονή Ξηροποτάµου. Τα επόµενα χρόνια περιόδευσε σε περιοχές της Ελλάδας και στις Παραδουνάβιες Ηγεµονίες για να συγκεντρώσει χρήµατα για τη Μονή. Πέθανε το 1784 µετά την επιστροφή του στο Άγιο Όρος. Χειρόγραφά του φυλάσσονται στη Βιβλιοθήκη της Μονής. Η ζωή του εξιστορήθηκε από τον ίδιο στο έµµετρο αφήγηµα Κήπος Χαρίτων. Ήταν ένας από τους σηµαντικότερους Έλληνες στιχουργούς και χρονογράφους του 18ου αιώνα
62 Σχολή.
Σχολή του Βουκουρεστίου το 1819, µε τον Πέτρο τον Εφέσιο και µαζί ανέλαβαν να εκδώσουν µια
Βιβλιοθήκη,
∆ανιήλ
: Γεννήθηκε στον Τύρναβο της Θεσσαλίας και ήταν µαθητής του Παναγιώτου
∆απόντες Κωνσταντίνος 75, µετέπειτα Καισάριος: Γεννήθηκε κατά το 1713 ή 14 στη νήσο
όπου
στο Βουκουρέστι, όπου σπούδασε, και από εκεί στο Ιάσιο, όπου και εγκαταστάθηκε, εργαζόµενος ως γραµµατέας του ηγεµόνα. Απέκτησε πλούτη και προβιβάστηκε στο αξίωµα του καµινάρη, αλλά το 1746 έπεσε στη δυσµένεια των Τούρκων, κατέφυγε στην αυλή του Χάνη της Κριµαίας και το επόµενο έτος φυλακίστηκε στην Κωνσταντινούπολη για 20 µήνες, διάστηµα που αφιέρωσε στη συγγραφή θρησκευτικών ύµνων, επιστολών και εκτενέστερων έµµετρων έργων, όπως ο Καθρέπτης γυναικών. Μετά την αποφυλάκισή του πήγε στην Χάλκη και µέσα σε λίγο διάστηµα παντρεύτηκε,
να ακολουθήσει τον µοναχικό βίο. Πήρε το όνοµα Καισάριος και, αφού έζησε για τρία χρόνια στη Σκόπελο, το 1757 ταξίδεψε
παράλληλα υπήρξε και δόκιµος µουσικός και υµνογρά75 Κ.Θ. ∆ηµαράς, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, Ίκαρος, Αθήνα 1975, σ. 114-116 και Λίνος Πολίτης, Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας , Μορφωτικό Ίδρυµα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1978, σ. 92 ∆ανιήλ ο από Τυρνάβου Κωνσταντίνος ∆απόντες
Ήταν διδάσκαλος στη Moυσική
Μουσική
µε χορηγό τον Γρηγόριο Μπαλλιάνο.
τον ∆εκέµβριο του 1789.
Σκόπελο,
µήνες
του ο ∆απόντες προσέθετε στο τέλος µία προειδοποίηση («επιτίµιον») προς τους µελλοντικούς εκδότες
για την επιµελή εκτύπωση του έργου, να µην παραλείπουν στίχους, να µην κάνουν λάθη και να µην σφετερίζονται ή αλλοιώνουν τα κείµενά του, γιατί σε αυτήν την περίπτωση θα έχουν αντίδικο τον Θεό.
∆ηµητριάδης Τέτος (Θεόδοτος, 1895-1968;): Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη. Ήταν γόνος ιστορικής οικογένειας της Πόλης και αδελφός του γνωστού σκιτσογράφου Φωκίωνα ∆ηµητριάδη. Κιθαρίστας, συνθέτης, στιχουργός και τραγουδιστής σταδιοδρόµησε στις Η.Π.Α. του Μεσοπολέµου και είναι γνωστός από την εκεί δισκογραφία του. Πραγµατοποίησε αρκετά ταξίδια στην Ελλάδα για να ηχογραφήσει φηµισµένους ρεµπέτες, λαϊκούς οργανοπαίκτες, και κλασικούς τραγουδιστές της εποχής. Στους δίσκους
Τέτος ∆ηµητριάδης
µετά το 1922. Υπήρξε τραγουδιστής, συνθέτης και στιχουργός.
αρχή ούτι και στη συνέχεια 9χορδη κιθάρα. Γεννήθηκε το 1892 στο προάστιο Αρναούκιοϊ
της Πόλης. Στα νεανικά του χρόνια, δούλευε, βοηθώντας τον πατέρα του που ήταν εµποροράπτης. Από παιδί γύριζε στα εξοχικά κέντρα της Πόλης ακούγοντας και θαυµάζοντας τους µεγάλους Έλληνες και Τούρκους τραγουδιστές και µουσικούς των αρχών του
γύρω στο 1910 και δεν ξανακατέβηκε µέχρι που µπήκαν οι Γερµανοί στην Αθήνα, το 1941. Η φωνή του εντυπωσίασε τόσο, που αµέσως άρχισε την επαγγελµατική του καριέρα, από ηλικία 18 ετών. Για µερικά χρόνια τραγουδούσε στα υπερωκεάνια της γραµµής Ελλάδα-Αµερική. Η δισκογραφική του παρουσία αρχίζει το 1925, µε περισσότερα από 450 τραγούδια, µερικά εκ των οποίων είναι δικές του συνθέσεις. Μετά την κατάληψη της χώρας από τα γερµανικά στρατεύµατα, τον Απρίλιο του 1941, θα αποχωρήσει από τη δουλειά και θα πέσει σε µελαγχολία. Πέθανε αρχές του 1945.
Αντώνιος ∆ιαµαντίδης
63 φος που συνέγραψε στιχηρά, χαιρετισµούς, κανόνες στην Θεοτόκο και άλλους. Τύπωσε ο ίδιος αρκετά βιβλία του όµως άλλα έµειναν ανέκδοτα σε χειρόγραφα. Αρκετά από τα ανέκδοτα δηµοσιεύτηκαν από τον Κωνσταντίνο Σάθα και τον Εµίλ Λεγκράν. Είναι αξιοσηµείωτο το γεγονός ότι στα κείµενά
να µεριµνούν
µε
ή Tendi. Ήταν παραγωγός, σκηνοθέτης και πρωταγωνιστής της πρώτης ελληνικής οµιλούσας ταινίας που γυρίστηκε στην Αµερική το 1930. ∆ιαµαντίδης Αντώνιος ή Νταλκάς : Ανήκει στη µεγάλη γενιά των σπουδαίων µουσικών, που εγκαταστάθηκαν
Ελλάδα,
Ακόµη έπαιζε στην
εµφανίζεται
το όνοµά του αλλά και µε διάφορα ψευδώνυµα όπως Νώντας Σγουρός ή Τάκης Νικολάου
στην απελευθερωµένη
αιώνα. Ένα βράδυ ένας µουσικός τον κάλεσε να πει ένα τραγουδάκι. Πράγµατι, ο Αντώνης ανέβηκε στο πάλκο εκείνο το βράδυ,
∆ωρόθεος Αγιοταφίτης : Λόγιος και µουσικός, αρχιµανδρίτης του Παναγίου Τάφου
και ανεψιός του Αθανασίου του Ιεροσολύµων, µε καταγωγή από την Κωνσταντινού-
πολη. Σπούδασε φιλολογία µε τον Νικόλαο Λογάδη και µουσική στην ∆’ Πατριαρχική Μουσική Σχολή. Απεβίωσε το 1858.
Εσκενάζυ Ρόζα (Κωνσταντινούπολη 1885 - Περιστέρι Αττικής 1980): Γεννήθηκε ως
Σάρα Σκιναζί. Τραγουδίστρια, χορεύτρια, στιχουργός και συνθέτης. Από τις κορυφαίες γυναικείες φωνές του ρεµπέτικου. Εβραϊκής καταγωγής, εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη στα τέλη του 19ου αιώνα όπου εργάστηκε για µεγάλο διάστηµα ως χορεύτρια. Στα µέσα του 1920 έρχεται στην Αθήνα και το 1928 ξεκινά η δισκογραφική της καριέρα, που συνεχίστηκε ως τη δεκαετία του 1960. Συνεργάστηκε µε κορυφαίους συνθέτες και τραγούδησε µερικές από τις µεγαλύτερες επιτυχίες. Οι ηχογραφήσεις της ξεπερνούν τα 350 τραγούδια και περιλαµβάνουν, εκτός από ρεµπέτικα, αµανέδες και δηµοτικά.
Ρόζα Εσκενάζυ
Ευθαλία (Βόσπορος 1891 - Κων/πολη 1939): Το πραγµατικό της όνοµα ήταν Αναστασία Γεωργιάδου. Ελληνικής καταγωγής τραγουδίστρια, που έγινε θρύλος. Λέγεται ότι η
φωνή της αντηχούσε στην απέναντι πλευρά του Βοσπόρου γι' αυτό και ονοµάστηκε «κόρη της θάλασσας» (Deniz Kizi Eftalya). Πρωτοεµφανίστηκε στα µουσικά καφενεία του Γαλατά µε ευρύ ρεπερτόριο δηµοτικών και αστικών τραγουδιών καθώς και τραγουδιών της κλασικής οθωµανικής µουσικής. Αργότερα, παντρεύτηκε τον φηµισµένο Τούρ-
κο βιολιστή Sadi Isilay και πρωτοηχογράφησε στη Γαλλία για την «Pathé» (1926-29) σε
περιοδεία τους. Απέκτησε µοναδική διεθνή ακτινοβολία και ήταν η πρώτη µη µουσουλµάνα καλλιτέχνης που έγινε µέλος του εθνικού µουσικού Συλλόγου «Νταρουλελχάν».
Είναι άπειρα τα ανέκδοτα που σχετίζονται µε την οµορφιά της φωνής και τη φωνητική
Ευθαλία (Αναστασία Γεωργιάδου)
τέχνη της. Πέθανε σχετικά νέα, µετά από µακρόχρονη ασθένεια.
64
Ζαφειράκης διδάσκων βιολί.
Ζαχαρίας Βάρνης
των τριών διδασκάλων στην νέα µέθοδο. Το 1826 ήρθε στην Αίγινα όπου δίδαξε εθελοντικά στο Ορφανοτροφείο που ίδρυσε ο Καποδίστριας, συνέχισε να διδάσκει στο Ναύπλιο, υπηρετώντας
παράλληλα ως πρωτοψάλτης στον µητροπολιτικό ναό Αγίου Γεωργίου. Αργότερα διορίστηκε από τον Όθωνα στο ∆ιδασκαλείο Αθηνών και παράλληλα διετέλεσε πρωτοψάλτης στον ιερό ναό της Αγίας Ειρήνης. Μελοποίησε διάφορα µαθήµατα. Εξέδωσε το Αναστασιµατάριον του Πέτρου του Πελοποννήσιου και το 1842 µια µελέτη κατά του Λεσβιακού συστήµατος Ο Γεώργιος Λέσβιος και το Λέσβιον αυτού σύστηµα. Πέθανε στην Αθήνα το 1851.
Ζαχαριάδης Κλεόπας: Αναφέρεται ως συνθέτης που πέθανε το 1925.
του 1828 υποδέχθηκε πανηγυρικά στην Βάρνα τον αυτοκράτορα της Ρωσσίας
µόνασε στο Άγιο
ές (Zaharya, 1680-1750): Ένας από τούς σπουδαιότερους µουσικούς της εξωτερικής (αραβοπερσικής) ή ανατολικής µουσικής. Γεννήθηκε και έζησε στην Κωνσταντινούπολη από εύπορη οικογένεια που ασχολιόταν µε το εµπόριο γούνας, η δε δράση του εκτείνεται στον 18ο αιώνα. Αναφέρεται ότι κατοικούσε σε ένα από τα προάστια του Βοσπόρου, ανάµεσα στο Μπεµπέκι και στα Θεραπειά, όπου µακριά από το πλήθος ζούσε µοναχικά, έχοντας διαρκή ενασχόληση µε τη µουσική. Σύµφωνα πάντα µε τουρκικές πηγές, ήταν τραγουδιστής στο σεράι στα χρόνια των σουλτάνων Αχµέτ Γ´ (1703-1730) και Μαχµούτ Α´ (1730-1754). Ήταν φίλος µε τον πρωτοψάλτη ∆ανιήλ, από τον οποίο µάθαινε την εκκλησιαστική µουσική και 76 Χώρας Γ. Α., ∆ρ Θεολογίας, http://argolikivivliothiki.gr/tag/ζαφείριος-απ-ζαφειρόπουλος/
Ζαχαρίας Χανεντές
65 Ζαφειράκης (Kemani Zafiraki): Ήταν βιολιστής µεγάλου βεληνεκούς του οποίου σώζονται έξι κοµµάτια. ∆ίδασκε σε επίσηµη µουσική Σχολή στο Vezneciler. Εξέδωσε µέθοδο για βιολί το 1901, την πρώτη στο είδος της και πέθανε το 1925. Ζαφειρόπουλος Αποστόλου Ζαφείριος 76: Πελοποννησιακής καταγωγής, µεγάλωσε στην Σµύρνη. Λόγιος
χρηµάτισε µαθητής στην Κωνσταντινούπολη του Γεωργίου του Κρητός και εν συνεχεία
µουσικός,
µητροπολίτης, µυηµένος στην Φιλική Εταιρεία, που ονοµάστηκε και Φυγάς, διότι κατά τον Τουρκορωσσικό πόλεµο
:
της Βάρνας στην Τουρκία. Κατόπιν
Όρος,
κοινωνικά
αφού τα επεξεργάστηκε τα δηµοσίευσε ως δικά του έργα στη µονότοµη Μουσική Ανθολογία του. Ζαχαρίας Xανεντ
και αναγκάστηκε να δραπετεύσει µετά την απόδοση Ο
όπου και πέθανε το 1850. Μελοποίησε έντεχνα
των Κυριακών,
σύντοµα χωρίς κρατήµατα, τα οποία έστειλε στον 1835 προς Ιωάννη προς δηµοσίευση. Υποτίθεται ότι ο Ιωάννης,
έψαλλε και σε τεκέδες (µοναστήρια) των Μεβλεβί. Τούρκοι µελετητές, συµφωνούν ότι υπήρξε
δεν ευσταθεί, καθώς
ελληνικές πηγές δεν υπάρχει καµία τέτοια µαρτυρία ή ένδειξη. Σύµφωνα µε τον Νικηφόρο Ναυτουνιάρη, o Ζαχαρίας ασχολήθηκε πολύ
µε την εκκλησιαστική µουσική, αλλά ευδοκίµησε υπερβαλλόντως στην ανατολική. Πράγµατι ουδέποτε ανέλαβε καθήκοντα ιεροψάλτου, ενώ έχουν διασωθεί ελάχιστες εκκλησιαστικές µελοποιήσεις του µεταξύ των οποίων και καλοφωνικοί ειρµοί, όπως: «Φρικτόν το βήµα σου», που βρίσκεται στον 277 Κώδικα της Μονής Ξηροποτάµου µε την αναγγελία «...το δε µέλος κυρίου Ζαχαρίου του µουσικωτάτου της Περσικής Τέχνης». Όµως η µουσική του ιδιοφυΐα αποτυπώθηκε στη σύνθεση πολλών έντεχνων αστικών τραγουδιών που, ως προς
εκδοτικού οίκου Εν χορδαίς στη Θεσσαλονίκη το 2005.
Ζηνόβιος ιεροµόναχος: Γεννήθηκε στην Προύσα. Ήταν µαθητής του Χρύσανθου. Πέθανε το 1868 ενώ ήταν Ιερέας στα Ψωµαθειά. Ήταν άριστος καλλιγράφος των εκκλησιαστικών µελών και δόκιµος µουσικός. Μελοποίησε διάφορα έντεχνα άσµατα.
Ζωγράφος Ιωάννης Κέιβελης : Γεννήθηκε στο Κέιβε της Βιθυνίας. Ονοµαστός µουσικός και καλλίφωνος, γνώστης και της αραβοπερσικής µουσικής και ρυθµολογίας. Εκκλησιαστική µουσική έµαθε από τον Γρηγόριο Λευίτη και αραβοπερσική από κάποιο χανεντέ. Ο Κέιβελης χοροστάτησε
σε αρκετές εκκλησίες της Κωνσταντινούπολης και δίδαξε πολλούς µαθητές, κυρίως στην Ε' πατρι-
αρχική Μουσική Σχολή. ∆ίδαξε επίσης και αραβοτουρκική µουσική. Κατά πάσα πιθανότητα πρό-
κειται για το ίδιο πρόσωπο µε τον Ιωάννη Γ. Ζωγράφο Νικαέα, που εξέδωσε κατά µίµηση της Πανδώρας και της Ευτέρπης το 1856 στην Κωνσταντινούπολη το βιβλίο Ἀ πά
66 στον οποίο µε τη σειρά του δίδασκε την εξωτερική. Σε χειρόγραφα περιοδικά της εποχής του, αναφέρεται ως “Mir Cemil” (Θεσπέσιος Κύριος), γεγονός που οδήγησε σε υποθέσεις πως έγινε µουσουλµάνος προς το τέλος της ζωής του. Σε ανέκδοτη βιογραφία του ο Ραούφ Γεκτά Μπέι (1871 - 1935) γράφει ότι ο Ζαχαρίας
ο
συνθέτης έργων για φωνή της Κλασικής Οθωµανικής Μουσικής. Σύµφωνα µε τον µελετητή του έργου του Κυριάκο Καλαϊτζίδη, η πληροφορία από ορισµένους Τούρκους συγγραφείς ότι ο Ζαχαρίας στο τέλος της ζωής του έγινε µουσουλµάνος
την τέχνη και το ρυθµό τους, θεωρούνται απαράµιλλα. Από τις εκατό και πλέον συνθέσεις του κοσµικής µουσικής, σώζονται
Φιλοξένους, είχε ετοιµάσει και µια συλλογή
την Ευτέρπη, την οποία εξέδωσαν ο Θεόδωρος Φωκαεύς και ο Σταυράκης Χανεντές χωρίς να αναφέρουν πουθενά το όνοµά του. Τα έργα του παρουσιάστηκαν από τον Κυριάκο Καλαϊτζίδη σε σχετικά πρόσφατη έκδοση του µουσικού
σηµαντικότερος
στις
λίγο
µόνο είκοσι µία. Σύµφωνα µε τον Κυριακό
µε δικά του άσµατα
νθισµα ἢ Μεδζµουάϊ Μακαµάτ, που περιείχε διάφορα τουρκικά άσµατα που είχε επιµεληθεί ο ίδιος και είχε επιθεωρήσει ο Σπυρίδων Αναστασίου από την Πισιδία. Με το προσωνύµιο Κέιβελης (µε το οποίο έµεινε στην ιστορία) εξέδωσε άλλο ένα Απάνθισµα σε δύο τόµους από τους οποίους ο πρώτος περιέχει τουρκικά άσµατα (1872) και ο δεύτερος ελληνικά (1873). Πολλά ονόµατα επιφανών δηµιουργών και καταΙωάννης Ζωγράφος Κέιβελης, Μουσικόν Απάνθισµα, Κων/πολη 1872.
Selim III (1789–1808). Αναφέρεται ως δεινός εκτελεστής της ταµπούρας και ως συνθέτης-δάσκαλος του ειρµού-µπεστέ (ενός τύπου αργής φωνητικής σύνθεσης). Πέθανε στα 1780 ή στα 1799. Σώζονται πέντε τραγούδια και δυο οργανικές συνθέσεις του, οι
από τον αδελφό του Αλέξανδρο στις Κυδωνίες. Ήταν µαθητής και του Γεωργίου
του Κρητός και αργότερα, στην Κωνσταντινούπολη,
67 γραφέων παρελαύνουν σ’ αυτά, όπως του Γ. Βιολάκη, του Θ. Φωκαέα, του Γεωργάκη (Πάντζογλου) και Ζαχαρία Χανεντέ, του Γεωργίου Μπέτσου του Καστοριανού, του Κ. Φιλοξένους, του Κωνσταντίνου Πρωτοψάλτου, του Ιωάσαφ του Ρώσσου, του Στεφάνου Λαµπαδάριου κ. ά. Επίσης, το 1867 εξέδωσε ένα “Άσµα εις την εκ της Ευρώπης επάνοδον του Σουλτάνου ”. Ο θάνατός του πρέπει να τοποθετηθεί περὶ το 1880. Ηλίας (Ilya) (; - 1799): Ονοµαστός µουσικός και µουσικοδιδάσκαλος στην Οθωµανική αυτοκρατορία του 18ου αιώνα, στην αυλή του
οποίες όµως είναι πιθανόν να ανήκουν σε κάποιον άλλο Ilya Εβραίο. Θαλλίδης Κωνσταντίνος: Βλ. Σελ. 158 Θέµελις Γεννάδιος: Ιεροδιάκονος της εκκλησίας των Εισοδίων στο Πέρα. Καταγόταν από την Κάλυµνο, όπου πήρε και τις πρώτες µουσικές γνώσεις από τα αδέλφια του και αργότερα έγινε µαθητής του Πρωτοψάλτη Νικολάου στη Σµύρνη. Στην Πόλη τελειοποίησε τις σπουδές του στη θεωρία µε τον Ιωάσαφ τον Ρώσσο. Μελοποίησε και εξέδωσε τα Ευαγγέλια του Εσπερινού της Αναστάσεως (1883) και βιβλία µεθόδου διδασκαλίας της βυζαντινής µουσικής. Άφησε συλλογή από δηµοτικά τραγούδια, παπαδικά µέλη και εξωτερικά άσµατα. Ως ποιητής εξέδωσε Ποιήµατα εις τον θάνατο του Ζανή Σκυλίτση (1886), Υπέρ των παθόντων υπό της πυρκαϊάς εν τω Μεγάλω Ρεύµατι (1887) και Σατιρικές ποιήσεις (1899). Με τον Ιωάσαφ προανήγγειλαν την έκδοση του περιοδικού Αι Μούσαι, η οποία µάλλον δεν υλοποιήθηκε. Θεόδωρος παπα-Παράσχου Φωκαεύς 77: Γεννήθηκε στη Φώκαια της Μικράς Ασίας τ ο 1790. Ο πατέρας του Παράσχος ήταν παπάς και του έδωσε τα πρώτα µουσικά του µαθήµατα. Όµως σε εφηβική ηλικία παρέµεινε τυφλός για εννέα ολόκληρα χρόνια. Αργότερα έµαθε την παλαιά παρασηµαντική
των τριών διδασκάλων της νέας µεθόδου. Έψελνε για πολύ καιρό στον Άγιο ∆ηµήτριο στα Ταταύλα και στον Άγιο Νικόλαο στον Γαλατά και µετά ασχολήθηκε µε τη διδασκαλία και τη συγγραφή βιβλίων. Εξέδωσε πλείστα εκκλησια77 Από άρθρο του καθηγητή κ. Γρηγορίου Στάθη στον ιστότοπο του εν Αθήναις Συλλόγου Μουσικοφίλων Κων/λεως, http://www.cmkon.org/home.php?acti on=view1&category=/psaltiki/istoria_mousiki/ymnodoi/theodoros_fokaes&hr=1&language=GR Θεόδωρος ο Φωκαεύς
(δίτοµη συλλογή ελληνικών και τουρκικών ασµάτων), και την Ευτέρπη (συλλογή αραβοπερσικών και ελληνικών ασµάτων που αποδίδονται στον χανεντέ Ζαχαρία). Μελοποίησε και ο ίδιος διάφορα εκκλησιαστικά και άλλα άσµατα. Πέθανε στην Κωνσταντινούπολη το 1851. Ανάµεσα στους υπερπεντακοσίους
οι Γεώργιος Βιολάκης, Ανέστης Χανεντές, Γρηγόριος Κωνσταντάς, Μισα ήλ Μισαηλίδης και άλλοι.
Θεοτόκης Βατοπεδινός 78: Μοναχός λόγιος, µελουργός και καλλίφωνος πρωτοψάλτης. Γεννήθηκε στη Μυτιλήνη περί το 1800. Μαθήτευσε στον Χουρµούζιο Χαρτοφύλακα. Εικοσαετής πήγε στο Άγιον Όρος όπου έγινε µοναχός στην Ιερά Μονή Κωνσταµονίτου. ∆ιετέλεσε ιεροψάλτης στην Κωνσταντινούπολη, τη Θεσσαλονίκη, την Αθήνα, τη Βλαχία και τέλος, ως πρωτοψάλτης, στην Ιερά Μονή Βατοπεδίου, όπου και απεβίωσε το 1884 υπερογδοηκοντούτης, διατηρώντας τη γλυκύτητα και ευστροφία της φωνής του. Ήταν γνώστης της αρχαίας γραφικής µεθόδου, της αραβοπερσικής µουσικής καθώς και του συστήµατος του Γεωργίου Λεσβίου. Μαθήµατα του Θεοτόκη δηµοσιεύθηκαν στην ανθολογία Καλλικέλαδος Αηδών . Ανέδειξε πολλούς µαθητές. Θεοφάνης
Το 1593 διαδέχτηκε τον Νικάνορα ως µητροπολίτης Αθηνών. Μετά το θάνατο του πατριάρχη Γαβριήλ (1596), έγινε τοποτηρητής του πατριαρχικού θρόνου και το 1597 εξελέγη οικουµενικός πατριάρχης (ως τον αιφνίδιο θάνατό του το Μ. Σάββατο του 1597). Μαθήµατα του υπάρχουν σε Παπαδική, Στιχηράριο και Κρατηµατάριο. Μελοποίησε εκτεταµένα χερουβικά
µε εκκλησιαστικό και περσικό ύφος και είχε ψάλει ακόµη και σε τέµενος.
78 Ιωακείµ Ανδρέας, Οι µεταβυζαντινοί µελουργοί της Λέσβου και το έργο τους, Λαµία 2008. 79 Μνηµεία της Ιστορίας των Αθηναίων δηµοσιευόµενα υπό ∆ηµητρίου Γρ. Καµπούρογλου, εν Αθήναις, εκ του τυπογραφείου Αλεξάνδρου Παπαγεωργίου, 1889-92.
68 στικά έργα των αρχαίων (δηλαδή, προ του 18ου αιώνα) µουσικών σε δίτοµες και τρίτοµες Ανθολογίες, µε τόση επιτυχία ώστε χρειάστηκαν πολλαπλές εκδόσεις. Με βάση το Θεωρητικό του Χρύσανθου εξέδωσε την Κρηπίδα της µουσικής θεωρίας , τη Μουσική Μέλισσα, το Ταµείον Ανθολογίας, την Πανδώρα
συγκαταλέγονται
µαθητές του
Α' ο Καρύκης (16ος αι.) 79: Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως που διακρίθηκε ως συγγραφέας και µουσικός (στο διάστηµα 1577-78 διετέλεσε πρωτοψάλτης του Πατριαρχείου). Καταγόταν από την επιφανή αθηναϊκή οικογένεια Καρύκη και ήταν εξαιρετικά µορφωµένος. Σ' αυτόν αποδίδεται η δηµιουργία του Καλοφωνικού Ειρµολογίου και η πρώτη επώνυµη µελοποίηση του είδους. Το 1585 διαδέχτηκε στον επισκοπικό θρόνο Φιλιππούπολης τον Θεόληπτο, που έγινε πατριάρχης.
και κοινωνικά "µετά κρατηµάτων". Ο Γ. Ι. Παπαδόπουλος λέει ότι ο Θεοφάνης ήταν βαθύς γνώστης των κανόνων της µελοποιίας.
κούς
Καµπούρογλου, ο Θεοφάνης Καρύκης µελοποιούσε
Άλλοι συγγραφείς µάλιστα τον θεωρούν και γνώστη της κοσµικής µουσικής (κρίνοντας από κρατήµατά του µε εξωεκκλησιαστι-
τίτλους, όπως: "Ισµαηλίτικον", κ.ο.κ.). Κατά τον Γρ.
Θεόδωρος Θωΐδης
Θεόδωρος (Τσακάλογλου):
του 20ού αιώνα έψαλλε στον Βαθύρακκα Βοσπόρου. Το 1926 τον βρίσκουµε πρεσβύτερο στον Ιερό Ναό Κοιµήσεως Θεοτόκου στον Ποδονίφτη (Νέα Φιλαδέλφεια). Από το 1929 εξέδιδε το περιοδικό Μουσικός Κόσµος µε θέµατα και παρτιτούρες σχετικά µε τη βυζαντινή µουσική. Συνέθεσε αρκετά εκκλησιαστικά και σχολικά άσµατα. Ήδη από το 1906 συµµετείχε σε µουσικούς διαγωνισµούς της Φόρµιγγας µε το ψευδώνυµο Τέρπανδρος. Το τραγούδι του «Στα ξένα» δηµοσιεύτηκε και στο περιοδικό Μουσική του Γεωργίου Παχτίκου.
Ιάκωβος (Γιακουµάκης) ο Πελοποννήσιος 80: Γεννήθηκε περί το 1740 και ήταν µαθητής του Ιωάννη του Τραπεζούντιου. Κάλλιστος µελοποιός, υµνογράφος και µορφωµένος, διετέλεσε και γραµµατέας του πατριαρχικού γραφείου. Συνέθεσε ασµατικούς κανόνες, την ακολουθία της µεγαλοµάρτυρος Ευφηµίας, το αργόν Στιχηράριον ή ∆οξαστάριον, οκτώ δοξολογίες, χερουβικά, απολυτίκια, κοντάκια, ωδές και εγκώµια σε πατριάρχες και πολλά κοσµικά τραγούδια. Με προτροπή του πατριάρχου Γρηγορίου του Ε', επιθεώρησε και διόρθωσε τα λάθη
και σπούδασε κοντά στον Πέτρο Συµεών τον Αγιοταφίτη και τον Χουρµούζιο Χαρτοφύλακα. ∆ιετέλεσε ιεροψάλτης από το 1844 µέχρι το 1899, οπότε και απεβίωσε. Μουσικός εµπειρότατος και γλυκόφωνος, µελοποίησε πολλά έργα και ανέδειξε πολλούς
µαθητές στην Πόλη αλλά και στη Χίο, όπου δίδαξε µουσική σε καλλίφωνες καλόγριες.
Ιάκωβος ο Πελοποννήσιος
80 Γιαννούτσος Παναγιώτης, «Ιάκωβος πρωτοψάλτης ο Πελοποννήσιος: Βίος και Έργο», ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη 1999.
69 Θοδωράκης ο Βιολιστής (kemani Todoraki Ağa): Γνωρίζουµε ότι πέθανε το 1860. Μερικά από τα τραγούδια του παίζονται και ηχογραφούνται ακόµη και σήµερα.
Κωνσταντινούπολη.
Θωΐδης
Ιερέας και καθηγητής θεωρίας της µουσικής στον Εκκλησιαστικό Μουσικό Σύλλογο στην
Στις αρχές
από τα εκκλησιαστικά βιβλία. Ήταν ο πρώτος “εις το κατά νόηµα µελοποιείν” και για να τηρήσει την έννοια λέξεων σε µερικά Προσόµοια Τροπάρια δεν ακολουθούσε τον αρχικό ρυθµό. Ο Ιάκωβος καταπολέµησε το µεταρρυθµιστικό σύστηµα και την ευρωπαϊκή παρασηµαντική του Αγάπιου Παλιέρµου του Xίoυ. Πέθανε το 1800. Ιωάννης Καβάδας, πρωτοψάλτης Χίου: Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, αλλά καταγόταν από το χωριό Χαλκείο της Xίoυ. Ανατράφηκε στο Φανάρι όπου
άφησε µεγάλη φήµη, παράλληλα µε τον σύγχρονό του Κωνσταντίνο τον πρωτοψάλτη. Ήταν όµως και σπουδαίος εκκλησιαστικός συνθέτης, εκδότης και επιµελητής σηµαντικών µουσικών βιβλίων. Μελοποίησε εκ νέου το Ειρµολόγιο
την εποχή τους, σύντοµα Κοινωνικά των Κυριακών κατ' ήχον τα οποία δηµοσίευσε στο Ταµείον Ανθολογίας (Κων/πολη 1838), το Κοινωνικό του Σταυρού “Εσηµειώθη εφ' ηµάς ” (σε ήχο β΄, δ΄ και πλ. δ΄), πολλά Μαθήµατα σε ποικίλες εορτές (Αγ. Ανδρέου, Αγ. Νικολάου, Τριών Ιεραρχών, Αγ. Χαραλάµπους, Αγ. Αθανασίου του εν Άθω, Γ' Κυριακής των Νηστειών), το οκτάηχο του Εσπερινού της Αναλήψεως “Ανελήφθης εν δόξη”, οι Καλοφωνικοί Ειρµοί «Κύκλω της
(Κων/πολις 1846, 1858 και 1863), "επιδιορθωθέν µετά προσθήκης των Στίχων, Κανόνων, Καταβασιών και τινών άλλων αναγκαίων, ” τη γνωστή 4τοµη "Πανδέκτη" (Κων/πολη 1850-1851), µαζί µε τον Στέφανο Α΄ δοµέστικο, µια από τις πιο σπουδαίες και πιο έγκυρες πολυώνυµες Ανθολογήσεις και Συλλο-
Παπαδικών µελών (Εσπερινού - Όρθρου - Λειτουργίας) στην ιστορία του εκκλησιαστικού µουσικού εντύπου (πρόκειται, στον πυρήνα της, για έκδοση της χειρόγραφης 4τοµης Ανθολογίας του Γρηγορίου πρωτοψάλτου). Πρέπει να προστεθεί ότι και η έκδοση της Ανθολογίας του Παύλου Τσαλόγλου (Κων/πολη 1846) έχει γίνει "επιστασία και επιδιορθώσει" του Ιωάννου λαµπαδαρίου. Με τις εκδόσεις και τις επιµέλειες των µουσικών αυτών Βιβλίων, τις "επιδιορθώσεις" των µελών, τους "καλλωπισµούς", τις συνθέσεις, τη ψαλτική και την όλη του δράση ο Ιωάννης πρωτοψάλτης αποδεικνύεται ένας από τους σπουδαιότερους µουσικούς του 19ου αι., άξιος συνεχιστής των Τριών ∆ιδασκάλων (και ειδικότερα του Χουρµούζιου Χαρτοφύλακος). Πέθανε το 1866. 81 Κέντρο Ερευνών και Εκδόσεων, http://www.e-kere.gr/βιογραφικά/ΙΩΑΝΝΗΣ-ΠΡΩΤΟΨΑΛΤΗΣ-Ο-ΒΥΖΑΝΤΙΟΣ
70 Ιωάννης ο Βυζάντιος81: Πρωτοψάλτης της Μεγάλης Εκκλησίας: Γεννήθηκε στο Νεοχώρι του Βοσπόρου γύρω στα 1800 και ήταν µαθητής του Θεοδώρου Συµεών του Κοντού. Το 1824 µπήκε στον πατριαρχικό ναό ως Β' δοµέστικος, το 1831 διορίστηκε Λαµπαδάριος και αργότερα Πρωτοψάλτης. Ως πατριαρχικός ψάλτης
(Κων/πολη 1839 και 1856). Στην ουσία, πρόκειται για τον καλλωπισµό του Ειρµολογίου των Καταβασιών του Πέτρου Πελοποννήσιου και του Συντόµου του Πέτρου Βυζαντίου, στα οποία έχουν προστεθεί οι "Κανόνες του όλου Ενιαυτού µελισθέντες" από τον ίδιο, και όλα αυτά όπως "ψάλλονται ήδη εις την Μεγάλην του Χριστού Εκκλησίαν". Με την µορφή αυτή το Ειρµολόγιο του Ιωάννου έχει επικρατήσει έκτοτε να ψάλλεται σταθερά (σε
τους
και λοιπούς παραδοσιακούς ψάλτες. Από τις υπόλοιπες συνθέσεις του πρέπει να αναφερθούν τα λαµπρά,
τραπέζης σου» (ήχος βαρύς), “Νυν τα ανήκουστα ηκούσθη” (ήχος πλ. δ)΄, ένα Ασµατικό (ήχος βαρύς επτάφωνος) σε δοξολογία του ∆ανιήλ κ. ά. Μελοποίησε επίσης ωδές σε Πατριάρχες και κανόνες ∆εσποτικών και Θεοµητορικών εορτών. Εκτός από τα παραπάνω δηµοσίευσε µια Σύνοψη Καλοφωνικών Ειρµών (Κων/πολη 1842), σε µικρό σχήµα, µε προσθήκες και Ωδές σε Πατριάρχες, συνθέσεις µάλλον δικές του, το Αναστασιµατάριον Αργόν και Σύντοµον του Πέτρου Πελοποννήσιου
σύγχρονες εκδόσεις) από
πατριαρχικούς
και νεωτερικά για
γές
πασαπνοάρια, δοξολογίες, χερουβικά, κοινωνικά, πολυέλεους, το
νέα σηµάδια και τρόπο γραφής, στον οποίο µετέγραψε πολλά αρχαία κείµενα και δικά του έργα. Ιωαννίδης Νικόλαος: Γεννήθηκε το 1839 στο Νεοχώρι του Βοσπόρου και πέθανε το 1883. Ήταν ιεροψάλτης µε γλυκιά φωνή και έµπειρος
Βυζάντιο για την έκδοση διαφόρων εκκλησιαστικών βιβλίων. Ο ίδιος συνέγραψε τον Οδηγό ευρωπαϊκής µουσικής και έκανε διάφορες διαλέξεις «Περί προσωδίας», «Περί Βυζαντινής Μελοποιίας», «Περί της αρχαίας ελληνικής µουσικής», «Περί της Εβραϊκής Μουσικής» κ. ά. Συνεργάστηκε µε τον Ελληνικό Μουσικό Σύλλογο και στην κατασκευή του
71 Ιωάννης ο Τραπεζούντιος
της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, µαθητής
διάδοχος του Παναγιώτη Χαλάτζογλου
"στίλβωσε" το ύφος της εποχής
ριο"
Στη βιβλιοθήκη της Μονής
Παπαδική
µεταξύ των οποίων τον Ιάκωβο τον Πρωτοψάλτη και τον περίφηµο Πέτρο τον Πελοποννήσιο. Βλέποντας τις δυσκολίες που δηµιουργούσε στους ψάλτες το γραφικό σύστηµα, πάσχιζε να βρεθεί σύστηµα απλούστερο και µεθοδικότερο και χρησιµοποίησε
µουσικός. Μαθήτευσε στον Ιωάννη Πρωτοψάλτη. Εξέδωσε Ασµατολόγιον προς χρήσιν των δηµοτικών σχολείων , µελοποίησε δε και άλλα πολλά µαθήµατα, τα οποία ανέλαβε να εκδώσει ο ιεροψάλτης γιος του ∆ηµήτριος. Ήταν από τους ιδρυτές του εν Κωνσταντινουπόλει Ελληνικού Μουσικού Συλλόγου και µέλος της Πατριαρχικής Moυσικής Επιτροπής. Ιωάσαφ ιερε ὺ ς ο Ρώσσος: Σηµαντικός µουσικός τοῦ 19ου αιώνα. Γεννήθηκε στο Ανδρονίκιο της Καισαρείας στην Καππαδοκία. Σπούδασε στην Ευαγγελική Σχολή και ήταν µαθητής του πρωτοψάλτη Νικολάου Γεωργίου. Εκάρη µοναχό ς στη Ρωσσική Μονή του Αγίου Παντελεήµονος στο Άγιο Όρος, από όπου έλαβε και το προσωνύµιο Ρώσσος. Κατόπιν µετέβη στην Αθήνα και µετά στην Κωνσταντινούπολη, όπου έψαλλε σε διάφορους ναούς, ενώ αργότερα πήγε στην Καισάρεια και στη Ρουµανία. Γνώριζε επίσης την ευρωπαϊκή και την αραβοπερσική µουσική και µελοποίησε διάφορα εκκλησιαστικά µαθήµατα. Συνεργάστηκε µε τον πρωτοψάλτη της µεγάλης εκκλησίας Σταυράκη και τον πρωτοψάλτη ∆ηµήτριο
“Ψαλτηρίου” και ανέδειξε πολλούς αξιόλογους µαθητές. Καλαγάννης Γρηγόριος: Λόγιος ιερέας από τη Μυτιλήνη, γλωσσοµαθής, και έµπειρος µουσικός, µαθητής της ∆’ Πατριαρχικής Μουσικής Σχολής. ∆ίδαξε βυζαντινή µουσική στη Μουσική Σχολή της Βιέννης και στη Ριζάρειο Σχολή της Αθήνας. Πέθανε περί το 1870. Ιωάννης ο Τραπεζούντιος
(18ος αι.): Πρωτοψάλτης
και
(1748). Άριστος µουσικός
του µε τα ειρµολογικά του µέλη, τους κανόνες, τις καταβασίες, τα σύντοµα και αργοσύντοµα µαθήµατά του,
αργό "Αλληλουά-
και άλλα.
Μέγιστης Λαύρας (Άγιον Όρος) σώζεται και ιδιόχειρη
του. Ανέδειξε πολλούς και σπουδαίους µαθητές,
µουσικής στην Κωνσταντινούπολη. Γεννήθηκε το 1847 στο ∆ιπλοκιόνιο (Μπεσικτάς) του Βοσπόρου και µεγάλωσε στο Μέγα Ρεύµα. Σπούδασε µε τους Γεράσιµο Κανελλίδη, Παναγιώτη Κηλτζανίδη, Ιωάσαφ τον Ρώσσο (από τον οποίο διδάχτηκε και ευρωπαϊκή σηµειογραφία) και Κυριακό Φιλοξένη. Έµαθε ταυτόχρονα θεωρία και ενόργανη αραβοπερσική µουσική. Από τον Λεβόν Χαντζιάν διδάχθηκε και την Αρµενική µουσική γραφή. Επί πλέον έπαιζε πιάνο και άλλα
όλα τα διαστήµατα της ανατολικής µουσικής και µ’ αυτό συνόδευε τον εαυτό του όταν παρουσίαζε τα τραγούδια που
Νηλεύς Καµαράδος
Γεωργιάδης, ο γιος του Βασίλειος Καµαράδος, Αθανάσιος Κωνσταντινίδης, ∆ιονύσιος Μακρής-Πλιάκας, Κωνσταντίνος Μπεκιάρης, Ιωάννης Παλάσης, Σωκράτης Παπαδόπουλος, Ζαφείριος Παπαχρήστου, Ευστάθιος Τιµωνίδης, Εµµανουήλ Φαρλέκας, Μιχαήλ Χατζηαθανασίου κ. ά. Το Αρχείο Νηλέα Καµαράδου περιλαµβάνει το πλήρες ρεπερτόριό του. Αποτελεί ως εκ τούτου, σηµαντικό τεκµήριο της δραστηριότητας των Ελλήνων µουσικών της Κωνσταντινούπολης της εποχής του. Συγκροτείται από χειρόγραφες συνθέσεις, µουσικά βιβλία και περιοδικά, µεταξύ των οποίων και 20 µουσικά χειρόγραφα από τις αρχές του 19ου αιώνα. Σήµερα βρίσκεται στη Μεγάλη Μουσική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος.
72 Καλφαγιάννης Κωνσταντίνος: Γεννήθηκε στις Κυδωνίες. Ήταν µαθητής του Γεωργίου του Κρητός και των τριών δασκάλων. Έψελνε για πολλά χρόνια στην εκκλησία του Αγίου Νικολάου στο Γαλατά, κατόπιν στις Κυδωνίες, στην Τεργέστη, στην Κεφαλληνία και τέλος πάλι στις Κυδωνίες, όπου και πέθανε. Καµαράδος Νηλεύς 82: ∆ιακεκριµένος µουσικοδιδάσκαλος, πρωτοψάλτης, µελοποιός και θεωρητικός της βυζαντινής
έγχορδα όργανα. Ένα από αυτά, δικής του επινοήσεως και κατασκευής, ήταν ένα είδος σαντουριού που µπορούσε να παίξει
συνέθετε. Έψαλλε πολλά χρόνια σε ναούς της Πόλης και τελικά στον Άγιο Νικόλαο Γαλατά, όπου διετέλεσε και Χοράρχης. Υπήρξε ιδρυτικό µέλος του Ελληνικού Μουσικού Συλλόγου Κωνσταντινουπόλεως και µέλος της Εκπαιδευτικής του Επιτροπής. Εκείνο όµως που χαρακτηρίζει το έργο του είναι η επί µισό και πλέον αιώνα µελέτη του σε ό,τι αφορά στην µουσική, ξεκινώντας από τους αρχαίους θεωρητικούς και φτάνοντας στην συµµετοχή του στην κατασκευή του περίφηµου Ιωακείµιου “Ψαλτηρίου”. Στη συνέχεια συνεργάστηκε µε τον Ψάχο για την κατασκευή του νέου βελτιωµένου οργάνου. Βοήθησε στην επιβολή του τονικού ρυθµού και ήταν ένας από τους εµπνευστές της διπλής συνηχητικής γραµµής. Πέθανε στην Πόλη το 1922. Η θεωρητική µουσική του εργασία εκδόθηκε σε έξι τεύχη του παραρτήµατος της Εκκλησιαστικής Αλήθειας, ενώ δύο κιβώτια µε χειρόγραφά του έµειναν ανέκδοτα στα χέρια των παιδιών του, στην Αθήνα. Στους µαθητές του και οι Παναγιώτης Αντωνέλλης, Νικόλαος Βλαχόπουλος, ∆ηµήτριος Βουτσινάς, Θεµιστοκλής
82 Καµαράδος
Γεώργιος Βυζαντίου, «Βιογραφία Νηλέως Καµαράδου», Αθήνα 1976.
Έγραψε πατριωτικά ποιήµατα, όπως: «Τουρκοµάχος Έλλην» και «Παιδιά Ελλήνων, τι καρτερείτε», τα οποία κατά τη συνήθεια της εποχής προσάρµοζε σε προϋπάρχουσες µελωδίες.
Καντεµίρης ∆ηµήτριος Dimitrie Cantemir (1673-1727): Αν και δεν ήταν Έλληνας, µνηµονεύεται
διότι έγραψε πραγµατεία περί µουσικής στα ελληνικά και συµπεριέλαβε στο βιβλίο του πολλά έργα Ελλήνων συνθετών της εποχής
Στέφανος Κανέλλος
καθ’ ηµάς µουσικής ως και της αραβοπερσικής, χειριζόµενος δε τον αραβικόν πλαγίαυλον (νέϊ) και την πανδουρίδα· συνέγραψε πραγµατείαν περί Μουσικής ελληνιστί, και αραβοπερσιστί, εν η πραγµατεύεται περί των διαφόρων συστηµάτων της αραβοπερσικής µουσικής. Εις αυτόν αποδίδεται η εύρεσις τον ρυθµού του καλουµένου τουρκιστί
«ζαρ µπεΐν» (κύβος ηγεµόνος)......». Παράλληλα ήταν και ιστορικός, γεωγράφος, εθνολόγος, µυθιστοριογράφος και πολιτικός. Έγραψε πολλά βιβλία, µεταξύ των οποίων και το περίφηµο Kitâbu 'İlmi'l-Mûsiki alâ Vechi'l-Hurûfât, Mûsikiyi Harflerle Tesbit ve İcrâ İlminin Kitabı, που περιλαµβάνει ένα θεωρητικό µέρος και 350 καταγραφές µουσικών συνθέσεων δικών του και άλλων. ∆ηµήτριος Καντεµίρης
73 Κανέλλος Στέφανος: Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1792 και σπούδασε ιατρική στη Βιέννη. Εργάστηκε στη Ρουµανία µέχρι το 1822 και µετά κατέβηκε στην επαναστατηµένη Ελλάδα και αγωνίστηκε δίπλα στον ∆ηµήτριο Υψηλάντη. Το 1823 συνόδεψε στην Κρήτη τον προσωρινό Αρµοστή Εµµανουήλ
πέθανε, από πανούκλα που θέριζε τους κατοίκους του νησιού.
Τοµπάζη και εκεί
του διασώζοντάς τα. Γιος του Βοεβόδα της Μολδαβίας, µορφώθηκε στο Φανάρι µε δασκάλους τον Αγγέλη και τον Αχµέτ Τσελεµπί. Ήταν γνωστός συνθέτης αλλά και θεωρητικός που εκπόνησε δικό του σύστηµα µουσικής γραφής. Συνέθεσε περί τα 150 (ή 300 κατ' άλλους) κοµµάτια, από τα οποία διασώζονται περί τα 43. Αναφέρει σχετικά ο Γ. Παπαδόπουλος στο βιβλίο του Ιστορική επισκόπησις της βυζαντινής εκκλησιαστικής µουσικής από των αποστολικών χρόνων µέχρι των καθ΄ ηµάς (1-1900 µ.Χ) : «....∆ηµήτριος Καντεµίρης, γεννηθείς τω 1673 εν Κριµαία και αποθανών πεντηκοντούτης την ηλικίαν, διετέλεσεν επί Σουλτάν Μαχµούτ του ∆' ηγεµών της Βλαχίας· ανήρ ευρυµαθής, πολύγλωττος, εγκρατέστατος της
Καρίπης Κώστας ή Καριπόπουλος : Κωνσταντινούπολη 1895(;) - Αθήνα 1952(;): Ήταν τραγουδιστής, συνθέτης, στιχουργός, οργανοπαίκτης, µια από τις πολύ σηµαντικές µουσικές
προσωπικότητες
που ήρθαν από την Πόλη µετά το 1922. Αφού διήνυσε λαµπρή πορεία ως τραγουδιστής µεταξύ 1922
και 1932, ασχολήθηκε και µε τη σύνθεση,
χώρο. ∆ισκογραφικά εµφανίζεται το 1925 τραγουδώντας παραδοσιακά τραγούδια, αµανέδες και συνθέσεις διαφόρων Μικρασιατών συνθετών. Ως τραγουδιστής ηχογράφησε γύρω στα πενήντα, κυρίως παραδοσιακά, τραγούδια, και περίπου άλλα εξήντα ως συνθέτης.
Κηλτζανίδης (Γεωργιάδης) Χατζή-Παναγιώτης : Γεννήθηκε στην Προύσα περί το 1815 κι εκεί πρωτοεξάσκησε το επάγγελµα του ψάλτη. Από το 1848 έψαλλε σε διάφορους ναούς της Πόλης (έως το 1882). Πέθανε το 1896. ∆ικαίως θεωρείται εκ των αρίστων µουσικοδιδασκάλων της σύγχρονης εποχής, από τους καλύτερους γνώστες της µουσικής θεωρίας, απαράµιλλος ψάλτης, αµίµητος µελοποιός, βαθύς γνώστης της ασιατικής, ευρωπαϊκής και αρµενικής µουσικής και δεξιοτέχνης χειριστής µουσικών οργάνων. Εξέδωσε διάφορα µουσικά βιβλία, όπως την Καλλίφωνον Σειρῆνα (περιέχει τουρκικάελληνικά
και εκδόθηκε στην Πόλη δύο φορές, το 1862 και το 1888), το Ἐκκλησιαστικ ὸν µουσικὸν Ἀ πάνθισµα (1861), το
κλίµακας και στην πρόταση για 72 τµήµατα). Εργάστηκε ευσυνείδητα τόσο στον Εκκλησιαστικό Μουσικό Σύλλογο, όσο και στον Ελληνικό Μουσικό Σύλλογο Κωνσταντινουπόλεως. ∆ίδαξε επίσης στην Ε' Πατριαρχική Μουσική Σχολή και υπήρξε µέλος της Επιτροπής που ανέλαβε την έκδοση της Μουσικής Βιβλιοθήκης (περιοδικό σύγγραµµα, από το 1868) και της «Επιτροπής του 1881» (που κατασκεύασε το Ψαλτήριο). Τέλος, παρουσίασε πολυσέλιδη θεωρητική συγγραφή µε τίτλο Κλεὶς τῆς καθ' ἡµ ᾶς Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς, στην οποία ερµήνευε µεθοδικότατα τα µουσουργήµατα που γράφτηκαν στην Αρχαία βυζαντινή
74
παρέµεινε ως τον θάνατό του ο σηµαντικότερος
στας
ενώ
κιθαρί-
στον
Ἀναστασιµατάριο Αντωνίου του Λαµπαδάριου (από την Αρχαία στη Νέα Μέθοδο, 1866), το Ἱερατικὸ Μουσικὸ Εγκόλπιο (1870 και 1875), τα Χερουβικά του ∆ανιήλ του Πρωτοψάλτη και το Ἀ ναστασιµατάριο του Κωνσταντίνου του Πρωτοψάλτη (από την Αρχαία στη Νέα µέθοδο και από του Βαρέος Ήχου µέχρι τέλους, 1863), το Σύντοµον ∆οξαστάριον Πέτρου Λαµπαδαρίου (18821886), τη Μεθοδικὴν διδασκαλίαν πρ ὸς εκµάθησιν τοῦ εξωτερικοῦ µέλους τῆς καθ' ἡµᾶς µουσικῆς κατ' ἀντιπαράθεσιν πρ ὸς τὴ ν αραβοπερσικήν (1881), κ.λπ. Εκτός από αυτά, επιστάτησε στην έκδοση των µουσικών βιβλίων του Στέφανου του Λαµπαδάριου και του Ιωάννη Πρωτοψάλτη. Έγραψε και δηµοσίευσε διατριβές "περί Μουσικής", όπως Στοιχειώδης διδασκαλία τῆς εκκλησιαστικῆς µουσικῆς (1888), κ.λπ, καθώς και "απαντήσεις" στις αντιρρήσεις που του απηύθυναν µέσω του Νεολόγου Κων/πόλεως οι µουσικοδιδάσκαλοι Ευστράτιος Παπαδόπουλος και Μισαήλ Μισαηλίδης
αντιτάχτηκε στην απόρριψη των 68 τµηµάτων διαίρεσης της
σηµειογραφία, Η συγγραφή αυτή τιµήθηκε µε το χρυσό Αριστείο της ∆' Ολυµπιακής Επιτροπής (Αθήνα 1890). Στους µαθητές του συγκαταλέγονται ο Νηλεύς Καµαράδος, ο Πολυχρόνιος Παχείδης κ. ά. Κώστας Καρίπης (Καριπόπουλος)
τραγούδια
(κυρίως
µουσικής
για
ενέργειές του για την εναρµόνιση της εκκλησιαστικής µουσικής.
Κλάββας (Κυριακού) Κωνσταντί νος: Γεννήθηκε το 1852 και διετέλεσε πρωτοψάλτης στον µητροπολιτικό ναό της Αδριανούπολης περὶ το 1875. Το 1888 προσελήφθη ως Β’ δοµέστικος, το 1911 προήχθη σε λαµπαδάριο. Το 1916 απεχώρησε λόγω ασθενείας και α πεβίωσε το 1917. Συνεργάστηκε µε τον Ιάκωβο Ναυπλιώτη στην έκδοση του δίτοµου ∆οξασταρίου του Πέτρου του Πελοποννήσιου.
Κοσµάς Ευµορφόπουλος ο εκ Μαδύτων : Γεννήθηκε στη Μάδυτο της Θράκης το έτος 1860. Στη γενέτειρά του ολοκλήρωσε τις εγκύκλιες σπουδές, µετά το τέλος των οποίων βρέθηκε στην Κωνσταντινούπολη και εισήχθη στη Θεολογική Σχολή της Χάλκης απ’ όπου αποφοίτησε το έτος 1882. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του στη Χάλκη χειροτονήθηκε διάκονος και υπηρέτησε ως αρχιδιάκονος του
κατ’ αρχήν Μέγας Αρχιδιάκονος και κατόπιν Μέγας Πρωτοσύγκελος του Οικουµενικού Πατριαρχείου. Το 1888 εξελέγη µητροπολίτης ∆ρυϊνουπόλεως και Αργυροκάστρου και αργότερα Βεροίας και Ναούσης όπου παρέµεινε µέχρι το 1895. Κατόπιν έγινε µητροπολίτης Πελαγονίας στο Μοναστήρι. Λόγω της εθνικής δράσης του στα ευαίσθητα εκείνα χρόνια
75 Κηρύκου Κωνσταντίνος: ∆ιδάχθηκε τη νέα µέθοδο από τους τρεις δασκάλους και για µια τεσσαρακονταετία έψαλλε σε διάφορα µέρη. Στα χρόνια του Καποδίστρια δίδαξε µουσική στο Ναύπλιο, κατόπιν στη Σύρο και ακολούθως στην Αθήνα. Υπήρξε καθηγητής της µουσικής στο ∆ιδασκαλείο Αθηνών µαζί µε τον Ζαφείριο Ζαφειρόπουλο και στη Ριζάρειο Σχολή, όπου τον διαδέχθηκε ο Άνθιµος Νικολαΐδης, ο γνωστός
τις
µητροπολίτη Χαλκηδόνας και ιεροκήρυκας της ίδιας µητρόπολης. Το 1887 µεταφέρθηκε στην Πατριαρχική Αυλή και διορίστηκε
το 1899 µετατέθηκε στη Μητρόπολη Νικοπόλεως και Πρεβέζης αλλά και εκεί λόγω της υποστήριξής του προς τον ελληνικό στρατό, συνελήφθη και φυλακίστηκε. Πέθανε σε ηλικία 41 ετών το 1901. Συνέθεσε αρκετά έργα αλλά είναι γνωστός για τις ∆οξολογίες του. Ξεφεύγει γενικά από το παραδοσιακό κλασικό µέλος και νεωτερίζει µε συχνές επιρροές από την εξωτερική µουσική. Το 1897 εξέδωσε στην Αθήνα την τρίτοµη ανθολογία του Ποιµενικός Αυλός όπου στο πρώτο τεύχος περιλαµβάνει τη θεωρία και πρακτική της εκκλησιαστικής µουσικής, στο δεύτερο έχει εκκλησιαστικά µέλη και στο τρίτο «σχολειακά άσµατα». Κοσµάς Ευµορφόπουλος ο εκ Μαδύτων
στον Άγιο Νικόλαο στο Βατούµ.
Παράλληλα, διηύθυνε και τη Σχολή Βυζαντινής Μουσικής στο Καρς. Έτσι διέδωσε την Βυζαντινή µουσική τέχνη στις αποµακρυσµένες αυτές περιοχές και δικαίως αποκαλείται “Απόστολος της Μουσικής”. Συνέθεσε δοξολογία και ύµνο προς τιµήν του Τσάρου Νικολάου του Β’ ο οποίος τον
αντάµειψε µε ένα χρυσό ρολόι. Έχει συνθέσει πολλά έργα και έχει γράψει πραγµατείες πάνω στη
θεωρία της µουσικής. Το 1907 διορίστηκε στο Ηµιγυµνάσιο της Σαµψούντος. Συνέλεξε και κατέ-
γραψε λαϊκές ποντιακές µελωδίες σε βυζ. σηµειογραφία. Πέθανε περί το 1950.
Στέφανος Κουτσογιαννόπουλος
Γιάννης (Çivan Lavtaci): Έπαιζε λαούτο και συγχρόνως τραγουδούσε. Επίσης ήταν και λαµπρός µελοποιός. Έφερε τα παρωνύµια «Τζιβάνης» και «Τυφλός» (επειδή δεν έβλεπε καλά). Πέθανε το 1910. Ήταν και αυτός ένας πολύ γνωστός εκτελεστής kocekler και συµµετείχε στις ορχήστρες kabasaz που έπαιζαν τέτοιο ρεπερτόριο. Από τις συνθέσεις του φαίνεται πως γνώριζε καλά τους δρόµους της µουσικής. Γι’ αυτό µάλιστα ήταν και δάσκαλος πολλών γνωστών µουσικών της Πόλης, όπως του Αρµένιου Tatyos Efendi και του Έλληνα Βασιλάκη. Υπάρχουν γύρω στις 21 συνθέσεις του, µε πιο γνωστή το nihavend sarki: «Dil seni sevmeyeni sevmede lezzet mi olur». Το οργανικό µέρος αυτού του τραγουδιού χρησιµοποιεί ρυθµό 3/8 και είναι µοναδικό στο είδος του. 83 Τσώκλης Ι., «Στέφανος Κουτσογιαννόπουλος», Φόρµιγξ 15/11/1903.
76 Κουτσογιαννόπουλος Στέφανος83: Γεννήθηκε στη Χίο το 1869. Το 1881 πήγε στην Κωνσταντινούπολη όπου προσελήφθη ως κανονάρχης στον Άγιο Ιωάννη των Χίων, κατόπιν στον Πατριαρχικό Ναό και τέλος στον Άγιο Νικόλαο του Γαλατά υπό τον Γεώργιο Ρεδαιστηνό τον Β’. Όταν επιµορφώθηκε επαρκώς έγινε πρωτοψάλτης στον Άγιο ∆ηµήτριο της Πριγκήπου όπου και µαθήτευσε στον Θεµιστοκλέα Βυζάντιο, από τον οποίο έµαθε
µουσική. Κατόπιν πήγε για έξι χρόνια στην
και ευρωπαϊκή
Αγία Τριάδα στην Αµισό (Σαµψούντα) και από εκεί
Κυριαζής ή Κυριαζίδης
συνθέτης στην Κωνσταντινούπολη των αρχών του 20ού αι. Με την οικογενειακή Ορχήστρα του έπαιζε στα εστιατόρια και τα καφενεία τού Γαλατά διάφορα ελληνικά και ανατολίτικα τραγούδια (δηµοτικά και αστικά). Τραγουδούσε η αδελφή του Ερυφίλη και µετείχαν τα αδέλφια του Χρήστος και Γιάννης. Επίσης συµµετείχαν, οι ονοµαστοί λυράρηδες Βασιλάκης και Νικολάκης. Από τις πιο γνωστές συνθέσεις του είναι το «Χουσεϊνί πεσρέφ» και το «Χουσεινί Σαζ Σεµάισι». Πέθανε το 1925. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του ζούσε στο Σκούταρι µαζί µε τον γιο του. Κυριαζής
Αντώνης (Andon Lavtaci): Ονοµαστός Ρωµιός λαουτιέρης, ουτίστας και
του, γι’ αυτό και πολλά από τα τραγούδια του είναι γραµµένα γι’ αυτήν. Είναι µάλιστα
πολύ περίεργο ότι, ενώ δεν γνώριζε νότες, έχουν σωθεί παρτιτούρες µε όλα τα κοµµάτια του. Λέγεται ότι ένας Αρµένης τον επισκεπτόταν σπίτι
σπίτι του στο Ferikoy, δίπλα στο νεκροταφείο των καθολικών. ∆ιασκεύασε το “Zeybekler” του Ahmet Mithat Efendi σε οπερέτα και γι αυτό θεωρείται ως ένας από τους πρώτους εκπροσώπους της τάσης µοντερνοποίησης της οθωµανικής µουσικής. Ήταν ο σηµαντικότερος συνθέτης τραγουδιών της εποχής του. Παρ' όλα αυτά, αυτοκτόνησε το 1914, αφού πέρασε µεγάλη περίοδο κατάθλιψης.
Ανάστασης στα Ιεροσόλυµα. Εξέδωσε: το Έν άνθος της καθ' ηµάς Εκκλησιαστικής Μουσικής (Κων/πολις 1896) και το Αι δύο Μέλισσαι (σε συνεργασία µε τον Νηλέα Καµαράδο, Κων/πολις 1906). Επίσης, πραγµατεία περί ρυθµών µε τον τίτλο Ρυθµογράφος (1909). Πολλά µαθήµατά του περιέλαβαν στα βιβλία τους άλλοι εκδότες. Πέθανε το 1913. Στους µαθητές του συγκαταλέγεται και ο Πλάτων Στωικίδης.
Κυφιώτης Γ. ∆ηµήτριος : Ιεροψάλτης
77 Κυριαζής Χρηστάκης (Hristo Lavtaci, Hristo Efendi, Hristâki Kiryazis, Hristo Ağa): Αδελφός του Αντώνη, Γιάννη και Εριφύλης Κυριαζή. ∆ιατηρούσαν ονοµαστό οικογενειακό συγκρότηµα στο Πέραν, το οποίο έπαιζε και στο παλάτι και θαυµαζόταν από τον µεγαλύτερο δεξιοτέχνη της οθωµανικής µουσικής του 20ού αιώνα, τον Τanburi Çemil Bey. Ο Χρήστος Κυριαζής, έξοχος τραγουδοποιός, ήταν ευνοούµενος του παλατιού και των στρατηγών. Λέγεται ότι έµοιαζε πάρα πολύ µε τον σουλτάνο Αµπτουλχαµίτ. Πολύ συχνά έπαιζε στο σεράι και µάλιστα λέγεται ότι οι υπάλληλοι του Παλατιού πήγαιναν στο σπίτι του για να τον παραλάβουν. Τα τραγούδια του σε
Goksuya
στα πιο σηµαντικά του 20ου αιώνα και είναι ευρέως γνωστά. Αγαπούσε πάρα πολύ τη γυναίκα
makam kurdilihicazkar: «karsiyaka da lzmirin gulu» και «Gidelim
bir elem-i ab eyleye- lim» συγκαταλέγονται
του και κατέγραφε τα καινούργια κοµµάτια του. Πολύ πιθανόν να είναι ο Melekset που συχνά επισκεπτόταν τον Χρηστάκη
Κυριαζίδης Αγαθάγγελος: Πρωτοψάλτης, µελοποιός, µουσικός και εκδότης µουσικών βιβλίων καταγόµενος από τη Χρυσούπολη του Βοσπόρου. Μαθητής του Γεωργίου Ραιδεστηνού του B’, έψαλλε σε Κωνσταντινούπολη, Αθήνα,
διετέλεσε πρωτοψάλτης στο ναό της
Βράιλα και
στην εκκλησία της Παναγίας της Καφφατιανής στην Κωνσταντινούπολη. Εξέδωσε το Μουσικὸ ν Ἀπά νθισµα, περιέχον τὰ ς εἰς διαφόρους ἱεροτελεστίας ψαλλοµένας ἀκολουθίας κατὰ τὸ νέον τυπικὸν. Πρὸς χρῆσιν τῶν ἁ πανταχοῡ ὀρθοδόξων ἱερέων καὶ ἱεροψαλτῶν, Κωνσταντινούπολις, 1894 . Κωνσταντάς Γρηγόριος (Σάµος, 1812-1896): Λόγιος µουσικοδιδάσκαλος του 19ου αιώνα, γνώστης της Παλαιάς και της Νέας Μεθόδου. Μαθήτευσε στην Κωνσταντινούπολη στους Χουρµούζιο Χαρτοφύλακα και Θεόδωρο Φωκαέα. Υπήρξε επίσης ακροατής των Κωνσταντίνου του Πρωτοψάλτη και Πέτρου Συµεώνος του Αγιοταφίτου. Όντας εξαιρετικά µορφωµένος, ανέλαβε επί 50 χρόνια στη Σάµο υψηλές εκπαιδευτικές και δικαστικές θέσεις, που τον οδήγησαν σε παρασηµοφορία από τον σουλτάνο. Το 1875 ανέλαβε µουσικοδιδάσκαλος στη νεοσυσταθείσα από τον ηγεµόνα Κωνσταντίνο Φωτιάδη Ιερατική Σχολή Μαλαγαρίου. Το 1884 διορίστηκε διευθυντής και µουσικοδιδάσκαλος στην Χρηστάκης Κυριαζής
του Πέτρου Πελοποννήσιου σε πλάγιο Α' και χρόνο ηµίαργο) και εξέδωσε σε τεύχη (1889) διάφορα ελαφρά τραγούδια µε τίτλο Μουσική Σειρήν. ∆ίδαξε πολλούς µαθητές, µεταξύ των οποίων, τον Γεώργιο Βιολάκη και τον Βασίλειο Ζαχαρίου.
Κωνσταντίνος ο εξ Αγχιάλου 84: Σπουδαίος µουσικός του τέλους του 16ου αι. Tο έργο του είναι πολύ διαδεδοµένο στα χειρόγραφα. Μελοποίησε ασµατικά Τρισάγια, Θεοτοκία, Κρατήµατα, Μαθήµατα του Στιχηραρίου, στίχους Καλοφωνικούς, Χερουβικά, Κοινωνικά των Kυριακών και άλλα. Tο αριστούργηµά του είναι η οκτάηχη Tιµιωτέρα, γνωστή ως "πάνυ έντεχνος", το πρώτο βεβαιωµένο ιστορικά οκτάηχο µέλος της µορφής αυτής, της οποίας σώζεται µάλλον το αυτόγραφο (Λέσβος, Mονή Yψηλού αρ. χφ 48). Tο έργο του Κωνσταντίνου του εξ Αγχιάλου αξιολογείται ως καινοτόµο, γιατί, ήδη στο τέλος του 16ου αι., αντικατοπτρίζει µια καινούργια µουσική πραγµατικότητα.
Κωνσταντίνος Βυζάντιος ο Πρωτοψάλτης: Γεννήθηκε το 1777. Ήταν µαθητής του Γεωργίου του Κρητός και του Μανουήλ του Βυζαντίου. Έψαλλε στον ναό του
Μελοποίησε και έντεχνους καλοφωνικούς ειρµούς, µερικά άσµατα, ωδές σε πατριάρχες και άλλα. Μαθητές του ήταν ο Αντώνιος Λαµπαδάριος, ο Ιωάννης Βυζάντιος, ο Γεώ ργιος Ραιδεστινός και ο Νικόλαος Στογιάννης Λαµπαδάριος. Απεβίωσε στη Χάλκη το 1862. Λεονταρίδης Αναστάσιος (Kemençeci Anastas): Σπουδαίος λυράρης, γιος του λυράρη Λεωνίδα Λεονταρίδη. Έπαιζε και στη Ραδιοφωνία της Πόλης και έχουν διασωθεί ηχογραφήσεις του που φανερώνουν το µέγεθος της δεξιοτεχνίας του αλλά και την επιρροή του Cemil Bey. Πέθανε το 1938, αφήνοντας δύο γιους µουσικούς: τον λυράρη Παράσχο Λεονταρίδη και τον Λάµπρο Λεονταρίδη, τον γνωστό από τις ηχογραφήσεις ρεµπέτικων και λαϊκών τραγουδιών στην Ελλάδα. 84 Κέντρο Ερευνών και Εκδόσεων, http://www.e-kere.gr/βιογραφικά/ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ-Ο-ΕΞ-ΑΓΧΙΑΛΟΥ
78 Εκκλησιαστική Μουσική Σχολή, που ιδρύθηκε στο Βαθύ από τον ηγεµόνα Κωνσταντίνο Αδοσίδη. Το 1888 µε ψήφισµα της Συνέλευσης συστάθηκαν τέσσερις µουσικές Σχολές στη Σάµο, από µία, στα τέσσερα τµήµατα της ηγεµονίας και ο Κωνσταντάς ανέλαβε τη διεύθυνση της Σχολής στους Μυτιληνούς.
που εκτείνεται από ύµνους στο σουλτάνο (µελοποίηση τουρκικών κειµένων σε διάφορους ήχους) ως και πολυχρονισµούς βασιλέων και ηγεµόνων. Επίσης, τρεις δοξολογίες (εκδόθηκε µόνο η ∆οξολογία εις εορτάς, 1877), Ακολουθία του γάµου και της βάφτισης καθώς και Νεκρώσιµη Ακολουθία. Στα µουσουργήµατά του ανήκουν πολλά ιδιόµελα δοξαστικά, χερουβικά (στους 8 Ήχους), κοινωνικά και Άξιόν εστίν. Ο Κωνσταντάς µετέφερε από την Παλαιά στη Νέα Μέθοδο πολλά έργα (όπως το περίφηµο κράτηµα Καὶ νῦν του πολυελέου
Ως συνθέτης υπήρξε πολυγραφότατος, µε έργο
σιναϊτικού µετοχίου στον Βαλατά. Το 1800 προσελήφθη στο Πατριαρχείο όπου έψαλλε επί 55 έτη από τα οποία τα 43 ως Πρωτοψάλτης, µέχρι το 1855. Από τότε λόγω ασθενείας έµενε στο σπίτι του µελοποιώντας και εκδίδοντας τα έργα του. Πέθανε στη Χάλκη σε ηλικία 85 ετών το 1862. Μελοποίησε πολλά έργα µεταξύ των οποίων και ένα Τυπικό στη σλάβικη γλώσσα, Αναστασιµατάριο, ∆οξαστάρια και µια δίτοµη Ανθολογία της µουσικής. Υπάρχουν ακόµη πολλά ανέκδοτα έργα του Κωνσταντίνου.
Λεονταρίδης Λάµπρος (Kemençeci Lambros): Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1898. Έµαθε
λύρα κοντά στον πατέρα του, Αναστάσιο Λεονταρίδη. Κατά τη Μικρασιατική καταστροφή βρισκόταν σε
περιοδεία στη Μέση Ανατολή και Αίγυπτο, γι' αυτό και δεν επέστρεψε στην Πόλη, αλλά εγκαταστάθηκε
στην Ελλάδα, όπου συνάντησε τον πατριώτη του Αντώνη ∆ιαµαντίδη (Νταλγκά) και σχετίσθηκε µε το χώρο του ρεµπέτικου. Μεταξύ 1927 – 1937 ηχογράφησε σε διάφορες εταιρείες, είτε δικά του οργανικά
κοµµάτια, είτε συνόδευσε σε αµανέδες και άλλα κοµµάτια τον Αντώνη Νταλγκά, τη Μαρίκα Φραντζεσκοπούλου, τη Ρόζα Εσκενάζυ κ. ά. Αργότερα, το 1950, πραγµατοποίησε κάποιες εµφανίσεις στην Κωνσταντινούπολη. Συνεργάστηκε τότε µε το µικρότερο αδελφό του Παράσχο, τον Αγάπιο Τοµπούλη και τη Ρόζα Εσκενάζυ. Ηχογράφησε εκεί και µια σειρά τούρκικων και ελληνικών τραγουδιών για την εταιρεία Balkan, που κυκλοφόρησαν στην Αµερική. Συνέχισε τις εµφανίσεις του στην Ελλάδα, κυρίως σε γιορτές και πανηγύρια, και πέθανε από ανίατη ασθένεια στα 1965.
Λεονταρίδης Παράσχος Kemençeci Parasko: Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1912 και πέθανε στην ίδια πόλη στις 13
Απρίλη του 1974. Ήταν γιος του Αναστάσιου Λεονταρίδη και αδελφός του Λάµπρου. Άρχισε µαθήµατα
µουσικής, µε πρώτο δάσκαλο τον πατέρα του, αµέσως µετά την αποφοίτησή του από το Ελληνικό
Σχολείο του
Συµεών 85: Λόγιος ιερέας τοῦ 19ου αιώνα, µελοποιός, µουσικολόγος και διδάσκαλος στις Φέρες της επαρχίας Αίνου. Ήταν επίσης συλλογέας - καταγραφέας δηµοτικών τραγουδιών. Συνέθεσε αρκετά µελουργήµατα, παιδαγωγικά άσµατα και πολυχρονισµούς και επινόησε δικό του σύστηµα µουσικής γραφής, το οποίο όµως απορρίφθηκε. Το 1906 δηµοσίευσε
79
Feriköy. Για πολλά χρόνια έπαιζε σε διάφορα κέντρα της Πόλης, ενώ µετά το 1950 και µέχρι το θάνατό του, έπαιζε στη Ραδιοφωνία της Πόλης. Λιµπρίτης Φραγκίσκος : Γεννήθηκε στην Κρήτη το 1795. ∆ιδάχθηκε την αρχαία µέθοδο από τον Γεώργιο τον Κρήτα, την δε νέαν µέθοδο από τον Γρηγόριο τον Λευΐτη. ∆ίδαξε στη Μουσική Σχολή της Νέας Εφέσου, και αργότερα στη µονή της Αγίας Ζώνης στη Σάµο. Ένα µεγάλης αξίας έργο του µε τίτλο Εισαγωγή εις το θεωρητικόν και πρακτικόν της εκκλησιαστικής µουσικής έχει µείνει ανέκδοτο. Συνέθεσε και διάφορα άλλα έργα. Απεβίωσε το 1876. Μανασ(ε)ίδης
πραγµατεία αντιγραµµένη "εκ µικράς αρχαίας εντύπου Οκτωήχου", στην οποία συσχετίζονται οι φθόγγοι του ευρωπαϊκού, αραβοπερσικού, βυζαντινού και αρχαιοελληνικού µουσι85 Ανδρίκος Νίκος, «Τουρκόφωνοι Πολυχρονισµοί και Άσµατα Εγκωσµιακά στον Σουλτάνο Abdulhamit τον Β', µελοποιηµένα από εκκλησιαστικούς συνθέτες», Μουσικός Λόγος, τ. 10, Ιόνιο Πανεπιστήµιο 2012. Λάµπρος Λεονταρίδης Παράσχος Λεονταρίδης
ίες, στιχολογίες, µακαρισµούς και συλλογή ιδιοµέλων, κοντακίων και απολυτικίων. Πέθανε το 1819 και τον διαδέχθηκε ο Γρηγόριος ο Λευῒτης.
Ματθαίος Βατοπεδινός (1774-1849)86: Κατά κόσµον Μελέτιος. Ονοµαστός αγιορείτης
τριών διδασκάλων, αλλά και του Ιωαννίκου Βατοπεδινού. Φηµιζόταν για την δεξιότητά του στο να µελοποιεί και τις µουσικές του γνώσεις πάνω στην παλαιά και τη νέα παρασηµαντική. Είχε πολλούς µαθητές. Μερικά από τα έργα του δηµοσιεύθηκαν
Μαυροκορδάτος Αλέξανδρος (1627 – 1709):
Πύλης (επιλεγόµενος «ο εξ απορρήτων»). Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη από Χιώτες γονείς.
Σπούδασε Φιλολογία, Θεολογία και Ιατρική στην Ιταλία. Εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη όπου διο-
ρίσθηκε σχολάρχης της Πατριαρχικής Σχολής (1665-1672), ενώ παραλλήλως ασκούσε την Ιατρική. Αναδείχθηκε σύντοµα σε προσωπικότητα µε διεθνές κύρος ως
ιστορικά, θρησκευτικά, υµνολογικά, φιλολογικά, φιλοσοφικά κ. ά. Είχε ευρύτατες γνώσεις µουσικής και ήταν ένας από τους συγγραφείς των Προλεγοµένων της "Μουσικής Βιβλιοθήκης" και έτσι αριθµείται µεταξύ των µουσικών της εποχής του. 86 Ιστότοπος Ψαλτολόγιον, http://analogion.com/forum/showthread.php?p=126604
Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος
80 κού συστήµατος και παρέχεται σχετικό διάγραµµα. Πέθανε λίγο αργότερα. ∆ηµοσίευσε πολλά άρθρα του στον περιοδικό τύπο της εποχής (Πατριαρχική Αλήθεια, Φόρµιγγα, κ.λπ). Σώζονται έργα του στην Πατριαρχική Βιβλιοθήκη. Μεταξύ αυτών µία πλήρης µελοποίηση του Ακάθιστου Ύµνου, βιβλία ποικίλης γλωσσικής ύλης, παραµύθια, καθώς και χειρόγραφα στη Συλλογή ζώντων µνηµείων του Ελληνισµού. Συνέθεσε σχολικά άσµατα και πολυχρονισµούς . Μανουήλ Βυζ άντιος: Ήταν µαθητής του Ιακώβου του Πρωτοψά λτου και του Γεωργίου του Κρητός, ∆ιακρινόταν για το σοβαρό εκκλησιαστικό ύφος του. Έγινε πρωτοψάλτης στην Αγία Κυριακή στο Κοντοσκάλιο. Μελοποίησε χερουβικά, κοινωνικά, µαθήµατα του Μαθηµαταρίου, αντίφωνα, δοξολογ
µουσικός, καταγόµενος από την Έφεσο, γεννήθηκε στο Κουσάντασι. Ήταν µαθητής του Πέτρου Βυζαντίου και των
στο ∆οξαστάριο του Χουρµούζιου Χαρτοφύλακος. Ήταν επίσης αντιγραφέας µε πλούσιο κωδικογραφικό (περισσότεροι από 40 κώδικες) και επεξηγηµατικό έργο καθώς και ποιητής. Στον φ. 1971 της Μονής Βατοπεδίου βρίσκεται ένα συγκινητικότατο ποίηµά του αφιερωµένο στον εθνοµάρτυρα Αρχιεπίσκοπο Κυπριανό. Έχει συνθέσει µαθήµατα, κοινωνικά, χερουβικά, πολυελέους, αλλά και νεώτερα µελοποιήµατα όπως άξιον εστί, καταβασίες, απολυτίκια και προσόµοια.
Λογοθέτης της Εκκλησίας και Μέγας ∆ιερµηνέας της
Μέγας
Υψηλής
επιστήµονας και ως διπλωµάτης.
πολλά βιβλία
Έγραψε
ιατρικά,
ο Σιναΐτης ο Κρης (ο παλαιός): Έζησε στις αρχές του 18ου αιώνα. Έχει συνθέσει κυρίως καλοφωνικούς ειρµούς από τους οποίους δύο είναι οι πιο διαδεδοµένοι (στη χειρόγραφη και έντυπη παράδοση): ο 15σύλλαβος “Παντάνασσα πανύµνητε”
Ραιδεστού (17ος αι.): Μελοποιός και
του υπάρχουν τόσο στην Εθνική Βιβλιοθήκη όσο και στη Μονή Ταξιαρχών Αιγίου (1ος µουσικός κώδικας,
Μνηµοσύνη του Φαναρίου. Προσπάθησε να αποδείξει ότι η εκκλησιαστική µουσική κατάγεται από την αρχαιοελληνική και όχι από την εβραϊκή. Επίσης, πρότεινε τη διαίρεση της κλίµακας σε 72 τµήµατα (µόρια)
από τα 68 που είχαν θεσπιστεί, καθώς και διάφορα άλλα θέµατα. Συνέθεσε σχολικά άσµατα και πολυχρονι-
σµούς για µια και περισσότερες φωνές. Ο Μισαήλ έδρασε περισσότερο στη Σµύρνη, όπου εξέδωσε θεωρητικά συγγράµµατα κ. ά. Ήταν αυτός που εισήγαγε τον Βourgault Ducoudtray στα µυστικά της ανατολικής µου-
81 Μαυρόπουλος ∆ηµήτριος: Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και αφού τελείωσε το Γυµνάσιο έγινε ιεροψάλτης. Μετά τη µικρασιατική καταστροφή ήρθε στην Ελλάδα και συνέχισε ως ιεροψάλτης στο Αίγιο. Έγραψε τη Μέθοδο πρακτικής και θεωρητικής διδασκαλίας της εκκλησιαστικής βυζαντινής µουσικής το 1966, τη Νέα έκδοση της Θείας Λειτουργίας η Μέλισσα το 1968, και την Ανθολογία κλασικών µουσικών έργων. Μελέτιος
κωδικογράφος. ∆ιετέλεσε επίσκοπος Ραιδεστού (1620-28) και κοντά του µαθήτευσε ο Γεώργιος ο Ραιδεστηνός. Μαθήµατά του υπάρχουν στην Παπαδική και το Κρατηµατάριο καθώς και αργή ∆οξολογία του (σε ΄Ηχο Α', 4φωνο). Αυτόγραφα χειρόγραφά
1618). Μικές: Αναφέρεται ως συνθέτης του 19ου αιώνα χωρίς περισσότερα στοιχεία. Μισαηλίδης Γεώργιος : Βλέπε σελ. 204. Μισαηλίδης Μιχαήλ : Πρωτοψάλτης Σµύρνης. Γεννήθηκε στην Κούλα της Φιλαδέλφειας όπου και πήρε τις πρώτες του µουσικές γνώσεις τις οποίες τελειοποίησε στην Κωνσταντινούπολη µε τον Θεόδωρο Φωκαέα και τον Ιωάννη Πρωτοψάλτη. Μελετώντας τη µουσική των αρχαίων Ελλήνων, τα θεωρητικά του Χρύσανθου και τα όσα συµπλήρωσε ο Π. Αγαθοκλής, επεσήµανε
λέσχη
ηχ δ' και ο άλλος “Ποία µήτηρ ηκούσθη παρθένος” ηχ δ'. Μελχισεδέκ
πολλές ανακολουθίες τις οποίες και παρουσίασε το 1879 στη
σικής. Μουλίνος Αρσένιος ιεροµόναχος: Φηµισµένος µουσικοδιδάσκαλος από την Κεφαλληνία. Σπούδασε µουσική στο Άγιο Όρος και στην Κωνσταντινούπολη µε τους τρεις δασκάλους. Ήταν ιεροψάλτης στην Πόλη, την Βραΐλα, την Κωνστάντζα, την Πάτρα, την Αθήνα, τη Λευκάδα, τη Σύρο, τον Πύργο, το Αίγιο και τέλος στο Γαλαξίδι. Απεβίωσε τω 1895. Τα έργα του που γεµίζουν 26 τόµους δηµοσιεύθηκαν από τη Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος το 1899. Μιχαήλ Μισαηλίδης
Μπαλάσιος ή Βαλάσιος ο Ιερεύς 87: Νοµοφύλακας της Μεγάλης Εκκλησίας, υπήρξε διαπρεπής µουσικοδιδάσκαλος και άριστος µελοποιός. Τα έργα του συναντώνται σε διάφορα µουσικά βιβλία. Χρησιµοποιώντας ανα-
λυτική γραφή, εξήγησε τη µουσική γραφή του ∆αµασκηνού µε εξαιρετική πιστότητα. Χειρόγραφα του Μπαλα-
σίου υπάρχουν στο Αγιοταφικό Μετόχι του Φαναρίου και στην Μονή Ιβήρων. Μεταξύ αυτών βρίσκουµε Ειρµολόγιον, Πολυελέους, ∆οξολογίες, Χερουβικά, Κοινωνικά, Καλοφωνικούς Ειρµούς και διάφορα άλλα µαθήµατα.
Μπατζανός Αλέκος (Kemençeci Aleko Bacanos): Γεννήθηκε στα 1888 στη Σηλυβρία, και πέθανε στην Κωνσταντινούπολη το 1950. Ήταν γιος του Χαράλαµπου Μπατζανού και αδελφός του ουτίστα Γιώργου Μπατζανού. Ο
θείος του Αναστάσης και τα µικρότερα αδέρφια του Θεόδωρος και Σωτήρης ήταν επίσης λυράρηδες. Αρχικά έπαιζε βιολί, αλλά σύντοµα στράφηκε στον kemençe. Παίζοντας για πολλά χρόνια σε νυχτερινά κέντρα της Πόλης, συνόδευσε πολλούς γνωστούς τραγουδιστές στη
Ευρώπη και την Αίγυπτο. Εργάστηκε επίσης στη Ραδιοφωνία της Πόλης. Εξακολουθούν να παίζονται πολλά από τα τραγούδια του. Μπατζανός Γιώργος (Yorgo Bacanos): Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1900 και πέθανε το 1977. Καταγόταν από τη
επιφανείς µουσικούς της εποχής του. Συµµετείχε στο συγκρότηµα του ∆ηµοτικού Ωδείου και στην Ορχήστρα
82
σκηνή αλλά και στις ηχογραφήσεις. Εξέδιδε ένα περιοδικό µε παρτιτούρες τραγουδιών το Nevzâd-ı Mûsikî.
Σηλυβρία της Προποντίδας. Ήταν αδελφός του Αλέκου Μπατζανού και υιός του επίσης µουσικού λαουτιέρη Χαράλαµπου Μπατζανού. Ο πατέρας του όταν ήταν ακόµη πέντε χρόνων, του αγόρασε ένα µικρό ούτι και µε τον ίδιο ως δάσκαλο έκανε τα πρώτα µουσικά του βήµατα. Στη συνέχεια µαθήτευσε δίπλα στους Αρµένιους ουτίστες Kirkor και Kainik Garmiryan. Σε ηλικία 12 χρόνων πρωτοβγήκε στην πιάτσα συµµετέχοντας µε το ούτι του σε µουσικό σχήµα στο κέντρο “Επτάλοφος” της Πόλης. Λόγω της ιδιαίτερης επιδεξιότητάς του, απέκτησε γρήγορα µεγάλη φήµη και έµεινε στην ιστορία για το γρήγορο παίξιµό του. Η φήµη του ξεπέρασε τα όρια της Πόλης και απλώθηκε σε όλη την Τουρκία και την Ανατολική Μεσόγειο. Το 1928 έκανε ηχογραφήσεις στο Βερολίνο και το 1930 εµφανίστηκε στο Παρίσι, στο Κάιρο κ.α. Συνεργάσθηκε µε όλους τους
Fasil του Ραδιοφωνικού σταθµού της Πόλης. Συνταξιοδοτήθηκε το 1967. Συνέθεσε και ηχογράφη87 Γιαννακούρος Ιωάννης, http://www.giannakouros.gr/vi.html Αλέκος Μπατζανός Γιώργος Μπατζανός Βαλάσιος ο Ιερεύς
Ταξίδεψε στην
Μπατζανού, αλλά και του λυράρη και τραγουδοποιού Αλέκου Μπατζανού.
Μυρώνης (Kemani Myron): Καταγόταν από το Ιάσιο και είχε σπάνια µουσικά προσόντα. Ήταν βιολιστής και µαζί µε τον Εβραίο Isaak Fresco Romano, που έπαιζε ταµπούρα ήταν οι σηµαντικότεροι µουσικοί της εποχής τους. Μαθητής του Μυρώνη ήταν ο Γιοβανίσκος ο Μολδοβλάχος. Πέθανε σε µεγάλη ηλικία το 1842 στην Κωνσταντινούπολη.
Μωϋσιάδης Στέφανος: Είχε το προσωνύµιο Κούτρας λόγω του µεγάλου µετώπου του. Γεννήθηκε στο Σαλµατοµβρούκιον Κωνσταντινουπό-
αρχές του 19ου αιώνος, και πέθανε σε ηλικία 79 ετών το 1881. Φοίτησε στη Σχολή του Γένους. Εκκλησιαστική µουσική διδάχθηκε από τον Πέτρο Συµεών τον Αγιοταφίτη. Το 1846 αποδοκίµασε
Μουσικής Σχολής. Έγραψε διατριβές για τη διαφορά της εκκλησιαστικής µουσικής από την “τετραφωνία” και από την Οθωµανική
στη Νάξο, κατά πάσα πιθανότητα, το 1864. Ο πατέρας του, ήταν Πρωτοψάλτης του Μητροπολιτικού Ναού της Νάξου. Από τα πολύ µικρά του λοιπόν χρόνια, ο µικρός Ιάκωβος, έκανε αισθητή την παρουσία του στην Κωνσταντινούπολη, διακρινόµενος για την εξαιρετική καλλιφωνία του, πράγµα το οποίον συνέτεινε, στο να προσληφθεί το 1876 – 1877 ως Κανονάρχης, στον Ιερό Ναό του Σωτήρος Χριστού στο Γαλατά και αργότερα ως
Πρωτοκανονάρχης
στον Αριστερό Πατριαρχικό Χορό το 1878 – 1879. Η εξαίρετη φιλοµάθειά του τον προώθησε γρήγορα, στα υπόλοιπα στάδια της Μουσικής Ιεραρχίας, δηλαδή
83 σε σε δίσκους γραµµοφώνου µε τη φωνή της ξακουστής Χαφιέ Αϊλά, πολλά τραγούδια. Επίσης ηχογράφησε και πολλά ταξίµια. Μεταξύ των µουσικών είναι πολύ γνωστά 21 έργα του. Μπατζανός Χαράλαµπος (Lavtaci Lambo, 1860-1915): Λαουτιέρης από τη Σηλυβρία, που εγκαταστάθηκε στην Πόλη στις αρχές του 20ού
Ήταν
που έπαιζε η οικογένειά του. Πατέρας και δάσκαλος του µεγάλου Γεωργίου
αι.
το πρώτο όργανο στο κοσµικό Κέντρο
και κατέκρινε ενώπιον της Ιεράς Συνόδου το σύστηµα του Γεωργίου του Λεσβίου, µε αποτέλεσµα η Μεγάλη Εκκλησία να
Υπήρξε µέλος του εν Κωνσταντινουπόλει Μουσικού Συλλόγου και διδάσκαλος της Εκκλησιαστικής
και Αραβοπερσική µουσική, που δηµοσιεύθηκαν σε διάφορες εφηµερίδες της Πόλης, της Τεργέστης και της Σµύρνης. Ήταν δεξιοτέχνης στη λύρα και την ταµπούρα. Θέλοντας να συµπληρώσει τις ελλείψεις που υπήρχαν στο Θεωρητικόν του Χρύσανθου, εργάστηκε επί εικοσαετία για την έκδοση του βιβλίου του µε τον τίτλο Θρίαµβος της Μουσικής. Μελοποίησε πολλά µουσουργήµατα και ανέδειξε πολλούς µαθητές. Ναυπλιώτης Ιάκωβος (1864 – 1942): Γεννήθηκε
του ∆οµέστικου του Λαµπαδάριου και το 1911 του Πρωτοψάλτου, θέση από την οποία απεχώρησε λόγω γήρατος, το 1938. Στο διάστηµα αυτό, δίδαξε Βυζαντινή Μουσική, στην Πατριαρχική Σχολή του Φαναρίου. Το 1894, εξέδωσε την Φόρµιγγα σε δύο τόµους, µε Άσµατα και άλλες Ωδές, « για χρήση των ∆ηµοτικών Σχολείων και κάθε φιλοµούσου» και το 1899, µαζί µε τον ∆οµέστικο Κωνσταντίνο Κλάββα, το ∆οξαστάριο του Πέτρου ΠελοΙάκωβος Ναυπλιώτης
λεως στις
το καταργήσει.
Σε πολλούς απ’ αυτούς, βοηθείται από τον ∆οµέστικό του, Κωνσταντίνο Πρίγγο. Ο Ιάκωβος Ναυπλιώτης, υπήρξε Καθηγητής στην Πατριαρχική Μεγάλη του Γένους Σχολή, στην Θεολογική Σχολή της Χάλκης, στο Ζάππειο Παρθεναγωγείο, στη Μαράσλειο, και σε άλλες ανώτερες Σχολές της Αρχιεπισκοπής Κωνσταντινουπόλεως.
Ναυτουνιάρης ή Καντουνιάρης Νικηφόρος ο Χίος, αρχιδιάκονος Αντιοχείας (περ. 1770-1830): ∆ιδάχθηκε µουσική µετά το 1790 στην Πόλη από τον Ιάκωβο Πρωτοψάλτη. Μετά βρέθηκε στη ∆αµασκό όπου χειροτονήθηκε διάκονος. Τέλος πηγαίνει πάλι στην Κωνσταντινούπολη και από εκεί στο Ιάσιο, όπου δίδαξε στην εκεί ακµάζουσα µουσική σχολή. Στον Νικηφόρο οφείλουµε, εκτός από πολλές δικές του εκκλησιαστικές και κοσµικές συνθέσεις, τις πρώτες παρασηµάνσεις της µουσικής τουλάχιστον τριών δηµοτικών µελωδιών και την αποτύπωση σε βυζαντινές νότες πολυάριθµων φαναριώτικων και µερικών ευρωπαϊκών, τουρκικών, αραβικών και τσιγγάνικων τραγουδιών. H ανθολογία του τιτλοφορείται Μελποµένη και ανήκει στη βιβλιοθήκη της Μονής του Βατοπεδίου. Τα χειρόγραφα του Νικηφόρου δεν είναι πολύτιµα µόνο για το εξαιρετικά πρωτότυπο
του Ιωάννου πρωτοψάλτου, του Γεωργίου Βιολάκη και του Γεωργίου Ραιδεστηνού του Β΄. Αναδείχθηκε άριστος
84 ποννήσου (σε δύο τόµους), “εξηγηθέν πιστώς εκ της αρχαίας εις την καθ’ ηµάς Γραφήν, υπό του Γεωργίου Βιολάκη”. Στη συνέχεια, µε τη συνεργασία του Εκκλησιαστικού Συλλόγου του Φαναρίου, κατέγραψε σε δίσκους διάφορα Εκκλησιαστικά µαθήµατα στη Φωνογραφική Εταιρία «ΟRFEOΝ».
υλικό που περιέχουν αλλά και για τη συστηµατική παράθεση των ονοµάτων των συνθετών και στιχουργών των έργων που ανθολογεί. Επιπλέον, συχνά διανθίζει τις καταγραφές του µε διάφορα σχόλια που φανερώνουν τις συµπάθειες ή τις αντιπάθειές του για µερικά από τα έργα αλλά και τα πρόσωπα που τον απασχολούν στα χειρόγραφά του.
λαουτιέρης
ορχήστρα
ο καλύτερος λυράρης πριν τον Βασιλάκη. Συνέθεσε οργανικά και φωνητικά έργα, µε φανερές δυτικές επιρροές. Συνέθεσε περί τα 26 κοµµάτια, από τα οποία τα πιο γνωστά του είναι το Mahur και το Sehnaz Saz Semaisi. Πέθανε περί το 1915. Nικολαΐδης Άνθιµος : Βλέπε σελ. 213. Νικολαΐδης Αριστείδης : Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη περί το 1851 και πέθανε το 1923. Ήταν µαθητής
ερµηνευτής της ψαλτικής τέχνης, ψάλλοντας στον πατριαρχικό ναό επί 29 συναπτά έτη και ακολουθώντας όλα τα στάδια της ιεροψαλτικής ιεραρχίας από το 1882 ως το 1911. Μαθητές του ήταν οι Πάτροκλος Πανανίδης, Εµµανουήλ Φαρλέκας κ. ά. Νικολάκης
Νικολάκης (Nikolaki Efendi): Ήταν φηµισµένος λυράρης (kemençeci) και
(lavtaci). Έπαιζε στην
του Αντώνη Κυριαζή (lavtaci Andon). Θεωρείται
το Πατριαρχικό Αναλόγιο. Από µικρό παιδάκι ανέβηκε στο Αναλόγιο κοντά στον Ιάκωβο Ναυπλιώτη και αργότερα στον Κωνσταντίνο Πρίγγο. Στη συνέχεια διορίζεται και ψάλλει σε διάφορους Ναούς της Πόλης. Μετά την απέλαση του Θρασύβουλου
1966. ∆ιηύθυνε την Μεγάλη Χορωδία του Συνδέσµου των Μουσικοφίλων και δίδαξε Βυζαντινή Μουσική στη θεολογική
του Όρθρου (1966), Τα Ένδεκα Εωθινά (1966), Ανθολογία Λειτουργικών (1967), Ό Κατανυκτικός Εσπερινός (1968), Το Μέγα Απόδειπνον, Η θεία Λειτουργία των Προηγιασµένων , Ο Ακάθιστος Ύµνος (1968), Σύντοµοι Καταβασίαι (1969), Αναστασιµατάριον του Εσπερινού (1971), Μεγάλη Εβδοµάς (1971), Κοινωνικά (1973), Ο Εσπερινός (1980), ∆ιάφοροι Ψαλµοί (1982). Ακόµη ανέκδοτα έργα του είναι: Συγκριτική
από το Ελληνικό Πολιτιστικό Κέντρο Λονδίνου, από ζωντανή ηχογράφηση στον Πατριαρχικό Ναό το έτος 1981-1982. Ο θάνατος
Βυζάντιος 88: Ονοµαστός ιεροψάλτης και µελοποιός.
Την εξωτερική µουσική διδάχθηκε από τον χανεντέ Ντεντέ Ισµαηλάκη. Έψαλλε σε διάφορες εκκλησίες της Πόλης και πέθανε στα Ταταύλα το 1871. Μελοποίησε πολλά εκκλησιαστικά µουσουργήµατα και εξωτερικά και σχολικά άσµατα. Είχε την εύνοια και εκτίµηση όχι µόνο πατριαρχών και αρχιερέων, αλλά και του Σουλτάνου Αµπτούλ Αζίζ, που τον τίµησε µε δώρο 10.000 γροσσίων όταν του παρουσίασε ειδικό άσµα σε βαρύ ήχο αφιερωµένο σ’ αυτόν µε τη χορωδία του από
85 Νικολαΐδης Βασίλειος ο Πρωτοψάλτης : Γνωστός στους ιεροψαλτικούς κύκλους της Πόλης µε το χαϊδευτικό «ο Βασιλάκης», γεννήθηκε το 1915 στο Πικρίδιο (Χάσκιοϊ) της Πόλης, περιοχή στον Κεράτιο, απέναντι από το Φανάρι. Πατέρας του ο ονοµαστός και καλλίφωνος πατήρ Καλλίνικος, εφηµέριος στο Πέραν. Απόφοιτος της Πατριαρχικής Μεγάλης του Γένους Σχολής στο Φανάρι, και του Κρατικού Τουρκικού Ωδείου, όπου διακρίθηκε ως αριστούχος στην κλασική τουρκική και ευρωπαϊκή µουσική. Όµως η µεγαλύτερη σπουδή του ήταν
Στανίτσα και τον αιφνίδιο θάνατο του Νικολάου ∆ανιηλίδη, αναλαµβάνει την θέση του Πρωτοψάλτου, το έτος
Σχολή της Χάλκης. Επίσης διετέλεσε επί 27 έτη καθηγητής της Ευρωπαϊκής Μουσικής στα Γυµνάσια, της Πόλης. Συγγράµµατα του Νικολαΐδη που εκδόθηκαν στην Πόλη είναι: Λειτουργικά (1961), Επίτοµον Αναστασιµατάριον
µουσικής Ευρωπαϊκής και Τουρκικής, Τόµος για την Τουρκική Μουσική και, Θεωρητικό Βυζαντινής Μουσικής. Η φωνή του ακούγεται σε δίσκους που κυκλοφόρησαν µε την επιµέλεια του καθηγητού µουσικολόγου Γρηγόρη Στάθη,
Ονούφριος
Γεννήθηκε στο Μέγα Ρεύµα του Βοσπόρου το 1807 και µαθήτευσε στη Πατριαρχική Μουσική Σχολή των τριών δασκάλων.
12 καλλίφωνους κανονάρχες. Εργάσθηκε στον Εκκλησιαστικό Μουσικό Σύλλογο, και δίδαξε στη Μουσική Σχολή του έχοντας πολλούς µαθητές. 88 Μελισσηνός Χριστόδουλος, «Τα Ταταύλα, ήτοι ιστορία των Ταταούλων», τύποις Α. Κοροµηλά, Κων/πολις 1913. Βασίλειος Νικολαϊδης ο Πρωτοψάλτης
του προήλθε από καρδιακή προσβολή την 4η Ιανουαρίου 1985.
Αγία Ευφηµία Χαλκηδόνος (1922-1931) και στη συνέχεια στον Άγιο Νικόλαο Γαλατά (19311942). Εδώ κατέκτησε την ευρύτατη
εγκαινίασε (παράλληλα µε τον Νηλέα Καµαράδο και τον Μιχαήλ Χατζηαθανασίου) τους πολυπρόσωπους εξωλειτουργικούς χορούς σε αίθουσες και ναούς της Πόλης, παράδοση που ακολούθησαν αργότερα επίσης ο Κωνσταντίνος Πρίγγος και ο Θρασύβουλος Στανίτσας. Ως σύγχρονος εκκλησιαστικός συνθέτης είναι από τους πιο άξιους και γνωστούς ακόµη
86 Παγανάς Νικόλαος: Γεννήθηκε το 1844 στο Πλωµάρι της Λέσβου. Έψαλλε επί 20ετία στην ιδιαίτερη πατρίδα του, µέχρι που σταµάτησε για λόγους υγείας. Αργότερα εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη και µέχρι το θάνατό του διετέλεσε διευθυντής στο ληξιαρχείο του Πατριαρχείου. Ασχολήθηκε αποκλειστικά µε τη µελέτη και δηµοσίευσε σε περιοδικά της εποχής διάφορες εισηγήσεις περί εφευρέσεως προτύπου εγχόρδου οργάνου που να αποδίδει όλες τις ανατολικές κλίµακες, περί αναµορφώσεως των διαστηµάτων, περί ανασκευής του Ψαλτηρίου κ. ά., αλλά και διάφορες απαντήσεις και διαφωνίες σε δηµοσιεύµατα άλλων. Εξέδωσε τα έργα: ∆ιδασκαλία της καθ’ όλου µουσικής τέχνης, ήτοι Γραµµατική της µουσικής γλώσσης (1894), Μουσική παιδαγωγία
Σπαθάρη, ενώ τα
Παΐσιος Ξηροποταµηνός : Θετταλοµάγνης, αρχιµανδρίτης, µαθητής του Γεωργίου του Κρητός και των τριών διδασκάλων και διάσηµος µουσικός της εποχής του. Γεννήθηκε το 1790 και πέθανε το 1853. Όταν ήταν στη µονή Πλουβουΐτα στη Ρουµανία, επιχείρησε να µελοποιήσει εκκλησιαστικά άσµατα µε αλφαβητική παρασηµαντική, σε συνεργασία µε δύο άλλους µουσικούς. Στη Βιβλιοθήκη της ιεράς
σώζονται επτά φυλλάδια του που περιέχουν άσµατά της ενιαυσίου ακολουθίας, σε αλφαβητική παρασηµαντική. Παλάσης Ιωάννης: Γεννήθηκε το 1891 στο Βογατσικό Μακεδονίας. Μικρός εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη, όπου φοίτησε στο Ζωγράφειο Λύκειο, ενώ µαθήτευσε παράλληλα κοντά στον Νηλέα Καµαράδο. Νέος πολύ προσελήφθη ως πρωτοψάλτης του µητροπολιτικού ναού Αµισού (Σαµψούντος), στον οποίο και έψαλλε ως τη Μικρασιατική Καταστροφή. Επανήλθε στην Κωνσταντινούπολη, όπου και συνέχισε να ψάλλει ως δεξιός ψάλτης, αρχικά στην
λαϊκή αποδοχή µε την ηδυφωνία και την τέχνη του, ψάλλοντας τα δικά του µέλη, καθώς και άλλων. Ταυτόχρονα,
και
πολλά και ποικίλα µέλη, όπως ∆οξαστικά, Χερουβικά, Λειτουργικά µε Άξιον εστίν σε διαφόρους ήχους κ. ά. Πάντζογλους Γεώργιος ο Χανεντές (19ος αι.): Έξοχος τραγουδοποιός, µε γλυκιά φωνή για την οποία απέκτησε την εύνοια των σουλτάνων Μαχµούτ Β’ και Μεδζίτ. Συνέθεσε διάφορα τραγούδια τα οποία έψελνε σε πολύωρες παρουσιάσεις που καθήλωναν τους ακροατές του. Σε ένα συµπόσιο οργανωµένο από κάποιους Αρµένιους χανεντέδες που τον ζήλευαν, ο Γεώργιος, αν και αµείφθηκε πλουσιοπάροχα, υποχρεώθηκε να τραγουδήσει επί 15 συνεχείς ώρες πράγµα που, κατά την παράδοση, του προκάλεσε ανίατο αιµόπτυση από την οποία και πέθανε το 1850. Μεταξύ των µαθητών του και ο Ανέστης "ο χανεντές". Νικόλαος Παγανάς
(1897), Μουσικός κόσµος (1901). Οι θεωρητικές απόψεις του ανασκευάστηκαν από τον Ανδρέα
µαθήµατά του δεν εγκρίθηκαν από τη Μεγάλη Εκκλησία (δηλαδή το Πατριαρχείο). Πέθανε το 1907.
µονής Ξηροποτάµου
στον ευρύτερο ελλαδικό χώρο. Έχει µελοποιήσει
και στο Ζωγράφειο Γυµνάσιο κ. α. Ήταν ο πρώτος που δηµιούργησε παιδικές χορωδίες και τις έβαλε να ψάλλουν σε εκκλησία. Αργότερα πολλοί τον µιµήθηκαν. Ως µέγιστο προσόν του αναφέρεται η αφάνταστη φωνητική και σωµατική αντοχή του. Γνώριζε καλά και την αραβοπερσική για την οποία είχε µαθητεύσει στον διάσηµο Τούρκο µουσικό Σεφκή ∆εδέ, του οποίου τόνισε (µετέφερε στην βυζαντινή παρασηµαντική) πολλές µελωδίες που δηµοσιεύθηκαν στο Απάνθισµα του Ιωάννου Ζωγράφου Κέιβελη. ∆ηµοσίευσε το 1877 στον Νεολόγο µια διατριβή περί των διαστηµάτων την οποία αντέκρουσε ο Κηλτζανίδης. Του προσφέρθηκε έδρα στο Ωδείο Αθηνών αλλά αυτός προτίµησε να µείνει
87 Παπαδάκης Παναγιώτης: Καταγόταν από τη Σύρο. Μαθητής των τριών διδασκάλων, υπηρέτησε ως ιεροψάλτης επί πενήντα χρόνια σε διάφορες πόλεις της Τουρκίας και της Ελλάδας. Η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος ενέκρινε την Ανθολογία του, η οποία περιέχει ολόκληρη την ενιαύσιο ακολουθία µαζί µε το Τριώδιο και το Πεντηκοστάριο. Παπαδηµητρίου Κωνσταντίνος: Βλ. σελ. 226. Παπαδόπουλος Γεώργιος (1862-1938): Κατείχε το οφφίκιο του Μεγάλου Πρωτεκδίκου τοῦ Οικουµενικού Πατριαρχείου και υπήρξε γραµµατέας και δραστήριο µέλος του Εκκλησιαστικού Μουσικού Συλλόγου και διευθυντής της µουσικής σχολής του. Είναι γνωστός κυρίως για τα συγγράµµατά του Συµβολαὶ εις την ιστορίαν της παρ᾿ ηµίν εκκλησιαστικής µουσικής, Ιστορικὴ επισκόπησις της βυζαντινής εκκλησιαστικής µουσικής και Λεξικὸν της Βυζαντινής Μουσικής. Έγραψε, επίσης, τα Περὶ της γρηγοριανής µουσικής, Η σύγχρονος ιεραρχία της Ορθοδόξου Ανατολικής Εκκλησίας και έναν παρακλητικό κανόνα στη Θεοτόκο. Παπαδόπουλος Ευστράτιος 89: Γεννήθηκε τ ο 1847 στο Κοντοσκάλι Κωνσταντινουπόλεως και ήταν από τους άριστους µαθητές του Γεωργίου Ραιδεστηνού. Από δεκαέξι ετών έψαλλε ως δοµέστικος στο Πατριαρχείο και µετά στην Αγία Παρασκευή στο Χάσκιοϊ για µια πενταετία. Ακολούθως έψαλλε στην Παναγία την Καµαριώτισσα στο Νεοχώρι του Βοσπόρου και από εκεί στον Άγιο ∆ηµήτριο Ταταούλων και τέλος στον ναό των Εισοδίων στο Σταυροδρόµι όπου παρέµεινε για µια 35ετία, από το 1877 ως το 1909. Εκτό ς από την εκκλησιαστική µουσική γνώριζε και την ευρωπαϊκ ή που διδάχθηκε από τον Cristiani. Ήταν δεξιοτέχνης στο πιάνο, στο βιολί και σε άλλα όργανα. ∆ίδαξε µουσική στο Ιωακείµιο Παρθεναγωγείο
στην Πόλη. Πέθανε το 1909. 89 Ψάχος Κωνσταντίνος, «Ευστράτιος Γ. Παπαδόπουλος, Πρωτοψάλτης της εν Κωνσταντινουπόλει Παναγίας του Πέρα», Φόρµιγξ, Αθήνα, 15-31/5/1909. ΕυστράτιοςΠαπαδόπουλος Γεώργιος Παπαδόπουλος
Παπάς (Papaz): Από τους παλαιότερους συνθέτες. Έζησε κατά τον 16ο αιώνα. Έχουµε καταγραφές
µεταφραστή του παλατιού Wojciech Bobowski. Αναφέρεται και από τον Καντεµίρη.
Παπαχριστοδούλου Πολύδωρος: Γεννήθηκε το 1883 στις Σαράντα Εκκλησίες της Ανατολικής Θράκης. Τελείωσε το Γυµνάσιο και το ∆ιδασκαλείο στην Αδριανούπολη και τη Φιλιππούπολη και σπούδασε Φιλολογία
σχολές, µεταξύ των οποίων η Σχολή Ευελπίδων και η Σχολή Ναυτικών ∆οκίµων. Έγραψε: Θρακικές ηθογραφίες, Τουρκεµένη, Πασχαλιά και Χριστούγεννα στη Θράκη , Χαµένοι κόσµοι, Περασµένα στη Θράκη, Χριστουγεννιάτικα και πρωτοχρονιάτικα
88 Παπαθεοδώρου Αγαθάγγελος (βαπτιστικό Ιωάννης): Γεννήθηκε το 1885 στην Αρκαδιούπολη (Λουλέ Μπουργὰζ) της Ανατολικής Θράκης. Σπούδασε στην Αδριανούπολη και στη Θεολογική Σχολή Χάλκης από όπου αποφοίτησε το 1909. ∆ιακρινόταν για τις µρουσικές του γνώσεις, την καλλιφωνία του και τη συγγραφική του επιδεξιότητα. ∆ιετέλεσε πρωτοψάλτης του ναού της Αγίας Τριάδος στο Πέρα, υπηρέτησε επί 15ετία ως διάκονος και καθηγητής µέσης εκπαιδεύσεως, το 1924 χειροτονήθηκε ως πρεσβύτερος, το 1926 εξελέγη επίσκοπος και το 1943 εξελέγη µητροπολίτης Κυδωνιών. Παραµένοντας πάντοτε στην Κωνσταντινούπολη ασχολήθηκε και µε τη δηµοσιογραφία. Έγραψε µελέτες Περὶ ἐ κκλησιαστικῆς µουσικῆς, Περ ὶ τῶν ἐν Θρ ᾴκ ῃ µουσικῶν και Περὶ τῆς ἐν Ἑλλάδι µουσικῆς κινήσεως. Πέθανε στην Κωνσταντινούπολη το
1960.
έργων του από τον Πολωνό µουσικό και
στο Πανεπιστήµιο Αθηνών. ∆ίδαξε στη Σµύρνη, τη Λάρισα, τη Θεσσαλονίκη, τον Πειραιά και την Αθήνα σε διάφορες
διηγήµατα
ελληνικότης
, Θράκες λαογράφοι του 19ου αιώνος, Τα Αναστενάρια κ. ά. ∆ιετέλεσε πρόεδρος της Εταιρείας Θρακικών Μελετών, από το 1938, ως το θάνατό του. Ιδιαίτερα σηµαντική ήταν η συµβολή του στη µελέτη του λαϊκού πολιτισµού της Θράκης. Υπήρξε διευθυντής του περιοδικού Θρακικά µέχρι το 1933. Το 1934 ίδρυσε και διηύθυνε το Αρχείον του Θρακικού Λαογραφικού και Γλωσσικού Θησαυρού. Πέθανε στην Αθήνα το 1967. Παρθένιος ο εκ Μήλου : Έζησε περί τα τέλη του 17ου αιώνα και ήταν άριστος γνώστης της εκκλησιαστικής και της αραβοπερσικής µουσικής. Μελοποίησε δοξολογίες κ. ά. Πολύδωρος Παπαχριστοδούλου
, Η
της Θράκης, Ο Γεώργιος Βιζυηνός ως ποιητής και διηγηµατογράφος
Παυλίδης Μιχαήλ ο Β' : ∆οµέστικος της Μεγάλης Εκκλησίας, από τους καλύτερους ψαλµωδούς
διατήρησε το σοβαρό πατριαρχικό ύφος. Γεννήθηκε το 1840 στη Xίο και ήταν µαθητής του Σω-
τηρίου Βλαχοπούλου και άλλων. ∆ιετέλεσε ιεροψάλτης στις εκκλησίες της Πόλης και για µια δεκαετία δοµέστικος της Μεγάλης Εκκλησίας (1872-1881). ∆ίδαξε θεωρία στη Σχολή του Ελληνικού Μουσικού Συλλόγου στο Γαλατά και ήταν µέλος της Μουσικής Επιτροπής του Πατριαρχείου.
Πολυχρόνιος (Μακρίνεια Θράκης 1850 - Κων/πολις 1930) 90: Λόγιος µουσικοδιδάσκαλος και ιεροψάλτης. Μόλις 11ετής πήγε στην Κωνσταντινούπολή, όπου διετέλεσε κανονάρχης στους διακεκριµένους πρωτοψάλτες Θεόδωρο Αριστοκλή και Γεώργιο Ραιδεστηνό. Μαθήτευσε στον ιεροδιάκονο Πολύκαρπο τον εκ Κρήνης και στον Χατζη-Παναγιώτη Κηλτζανίδη. Ήταν δοµέστικος στον Πατριαρχικό ναό (µε πρωτοψάλτη τον Γ. Βιολάκη). Έψαλλε στον ναό της Ευαγγελιστρίας Ταταούλων και
του ∆ωδεκαηµέρου που εξέδωσε ο Αλέξανδρος Βυζάντιος και µάλιστα, ανέλαβε εξ ολοκλήρου τα εκδοτικά έξοδα. ∆ηµοσίευσε επίσης διάφορες µελέτες του περί ρυθµού στις εφηµερίδες της Πόλης και στο περιοδικό του "Εκκλησιαστικού Μουσικού Συλλόγου". Υποστήριξε (και δίδαξε) τη διαίρεση της «διαπασών» σε 6 τόνους (12 ηµιτόνια). Στους µαθητές του συγκαταλέγονται οι Κωνσταντίνος Κατσώλας, Κωνσταντίνος Κιοσσέογλου (ή Κιοσσές), Ηλιού Ι. Συµεωνίδης, Μιχαήλ Χατζηαθανασίου κ. ά.
Παχτίκος Γεώργιος: Βλ. σελ. 231. 90 Φόρµιγξ 15/10/1903.
89 Παρθένιος Μικρόστοµος : Ιεροδιάκονος, διαπρεπής µουσικός, µαθητής του Γρηγορίου του Λευΐτου και των χανεντέδων Ντεντέ Ισµαηλάκη και Σταυράκη. Γεννήθηκε το 1804 στα Ψωµαθειά της Πόλης, όπου και διδάχθηκε τα εγκύκλια µαθήµατα από τον µοναχό Ιωσήφ τον Θεσπρωτό. Έψαλλε στην εκκλησία του Σωτήρος στο Γαλατά και στον Άγιο Κωνσταντίνο στα Ψωµαθειά. Απεβίωσε το 1870. Μελοποίησε εωθινά, χερουβικά έντεχνα και άλλα διάφορα εκκλησιαστικά άσµατα και κατέγραψε τη µελωδία πολλών τουρκικών ασµάτων σε βυζαντινή παρασηµαντική.
που
Συνέθεσε πολλά έργα και ανέδειξε πολλούς µαθητές. Απέθανε το 1894 στο Κανδύλλιο του Βοσπόρου. Παχείδης
µετά το 1871 στην Αγία Τριάδα , στον ναό του Σωτήρος Χριστού και στην Κοίµηση της Θεοτόκου στο ∆ιπλοκιόνιο. Μετά το 1880 υπηρέτησε ως πρωτοψάλτης στην Παναγία Καφφατιανή στο Γαλατά για 22 χρόνια, από όπου αποµακρύνθηκε αδικαιολόγητα και διορίστηκε εν συνεχεία και πάλιν στο ναό της Ευαγγελιστρίας στον οποίο είχε ξεκινήσει την σταδιοδροµία του. ∆ιετέλεσε δραστήριο µέλος και γραµµατέας του "Ελληνικού Μουσικού Συλλόγου καθώς και διδάσκαλος στη Σχολή του. Αργότερα δίδαξε στη σχολή του Εκκλησιαστικού Μουσικού Συλλόγου. ∆ηµοσίευσε στην εφηµερίδα Κωνσταντινούπολις
πλήρη βιβλιογραφία
Πολυχρόνιος Παχείδης
ται ο Πετράκης ο Μέγας (Petraki I Kebir), είναι όµως πιθανότερο να πρόκειται για τον µεταγενέστερο Πέτρο τον Πελοποννήσιο.
Πέτρος Βυζάντιος ο Φυγάς 91: Μαθητής του Πέτρου Πελοποννήσιου, γεννήθηκε στο Νεοχώρι του Βοσπόρου. ∆εξιοτέχνης στην πανδουρίδα και τον αραβικό πλαγίαυλο (νέι). Ακολουθώντας την παρασηµαντική του δασκάλου του έγραψε δικά του έργα και εξήγησε πολλά άλλα γραµµένα στην παρασηµαντική
του Κουκκουζέλη. Μελοποίησε χερουβικά και κοινωνικά, πολλά από τα οποία εκδόθηκαν σε διάφορες Ανθολογίες. Επίσης καταβασίες, µία δοξολογία, κεκραγάρια κ. ά. Σώζεται και µία Παπαδική του ιδιόγραφος στη βιβλιοθήκη του Παναγίου Τάφου στο Φανάρι. Άλλα έργα του είναι τα: Ειρµολόγιο του Πέτρου του Πελοποννήσιου, Σύντοµο Ειρµολόγιο, Αναστασιµατάριο του Πέτρου Πελοποννήσου, Σύντοµο Αναστασιµατάριο, ∆οξαστάριο
εκκλησιαστικής µουσικής, από τους διαπρεπέστερους µελοποιούς και µουσικούς του 18ου αι., αλλά και ολόκληρης της περιόδου µετά την Άλωση. Πρωτοδιδάχτηκε τη βυζαντινή µουσική στην πατρίδα του Κωνσταντινούπολη και κατόπιν συνέχισε τη σπουδή
90
Σηµαντικός Ρωµιός συνθέτης και οργανοπαίκτης στην Οθωµανική αυτοκρατορία του 16ου αιώνα. Έζησε στην Πόλη, πιθανόν µεταξύ 1543 και 1600, και µετείχε σε τάγµα δερβίσηδων έχοντας
Πετράκης (Tiryaki):
Του αποδίδονται περί τις 10 συνθέσεις. Σε κάποιες πηγές αναφέρε-
το παρατσούκλι, Tiryaki (θεριακλής).
∆οξαστάριο
της δευτερογαµίας του παύθηκε από τη θέση του πρωτοψάλτη και έφυγε στη Χερσώνα, γι αυτό και ονοµάστηκε «Φυγάς». Από εκεί κατέληξε στο Ιάσιο, όπου και πέθανε το 1808. Ο Γιάννης Πλεµµένος, έχοντας επισηµάνει στο Άγιο Όρος εννέα στιχουργήµατα ερωτικού χαρακτήρα που φέρουν το όνοµα του Βυζαντίου στους επιτίτλους τους, τα τοποθετεί σε µια χρονολογική σειρά και µε τη βοήθειά τους ξετυλίγει το νήµα της ζωής του. Μια ζωή βασανισµένη από την απιστία της πρώτης γυναίκας του, τον επακολουθήσαντα οδυνηρό χωρισµό, την άδικη αποµάκρυνσή του από τη θέση του Πρωτοψάλτη εξαιτίας ενός δικαιολογηµένου δεύτερου γάµου, ως την περιπλάνηση και τον θάνατό του στην
Πέτρος Γλυκύς ο Μπερεκέτης 92: Ήταν περίφηµος
της στο Άγιον Όρος, µε τον διακεκριµένο ∆αµιανό Βατοπεδινό. Επί µακρό χρόνο διετέλεσε επικεφαλής ψάλτης στον ναό του Αγίου Κωνσταντίνου 91 Πλεµµένος Γιάννης, To µουσικό πορτραίτο του Νεοελληνικού ∆ιαφωτισµού, Ψηφίδα, Αθήνα 2002. 92 Κέντρο Ερευνών και Εκδόσεων, http://www.e-kere.gr/βιογραφικά/ΠΕΤΡΟΣ-ΜΠΕΡΕΚΕΤΗΣ Πέτρος Γλυκύς ο Μπερεκέτης Πέτρος Βυζάντιος ο Φυγάς
του Πέτρου Πελοποννήσιου,
του Iακώβου του Πρωτοψάλτου κ. ά. Λόγω
Ανατολική Ευρώπη (Ουκρανία - Ρουµανία).
συνθέτης
δίχορο Θεοτόκε Παρθένε (µε το κράτηµα) που χωρίζεται σε 8 µικρά τµήµατα (αντίστοιχα των 8 Ήχων) και ψάλλεται στις αγρυπνίες (θεωρούµενο ως το αριστούργηµά του). Συνέθεσε ακόµα: πολυελέους, δοξολογίες, έντεχνα ασµατικά, ένα πασαπνοάριο του Όρθρου, διάφορα κοινωνικά, χερουβικά και καταβασίες της Κυριακής προ των Χριστουγέννων· επίσης, πολυχρονισµό στον Μεγάλο Πέτρο της Ρωσσίας. Όλα τα έργα του βρίσκονταν στην Κωνσταντινούπολη, στη βιβλιοθήκη του Αγιοταφικού Μετοχίου. Πολλά από αυτά δηµοσιεύτηκαν σε διάφορες Ανθολογίες (µεταφερµένα στη Νέα Μέθοδο από τους Τρεις ∆ιδασκάλους). Πρόσφατα στην Αθήνα το 1996 και 1998, εκδόθηκε το A' και Β' µέρος από τα Άπαντά του σε µεταγραφή του Γρηγορίου. Πέτρος Εφέσιος (π. 1840): Γεννήθηκε στο Κουσάντασι στο β' µισό του 18ου αιώνα. Ο πατέρας του ήταν οικοδόµος,
µουσικής. Στην Κωνσταντινούπολη, ο Πέτρος, παράλληλα µε την εκκλησιαστική µουσική, σπούδασε και ευρωπαϊκή. Στις αρχές του 19ου αιώνα δραστηριοποιήθηκε ως ιεροψάλτης και µουσικοδιδάσκαλος στην ίδια πόλη, όπου και διακρίθηκε.
του νέου γραφικού συστήµατος της εκκλησιαστικής µουσικής. Με αυτά τα στοιχεία εξέδωσε στο Βουκουρέστι το 1820 το πρώτο Αναστασιµατάριο και έπειτα το πρωτότυπο Σύντοµον Στιχηράριον ή ∆οξαστάριον του Πέτρου Λαµπαδάριου του Πελοποννήσιου. Και τα δύο βιβλία είχαν µεταγραφεί από το αρχαίο στενογραφικό στο νέο γραφικό σύστηµα από τον Γρηγόριο τον πρωτοψάλτη. Στον Πέτρο Εφέσιο αποδίδεται και η µελοποίηση έργων εκκλησιαστικής µουσικής. Πέθανε το 1840 στο Βουκουρέστι.
91 στα Ψωµαθειά και απέκτησε το παρωνύµιο "Μπερεκέτης", γιατί απαντούσε µε την τουρκική λέξη "µπερεκέτ" (που σηµαίνει "αφθονία") όταν τον ρωτούσαν οι µαθητές του αν έχει κι άλλους ειρµούς να διδάξει. Υπήρξε ο "λαϊκότερος" εκκλησιαστικός συνθέτης της Τουρκοκρατίας. Tο
και πρωτότυπο στο σύνολό του, εκφράζει το ηδύ και το έντεχνο σε απαράµιλλο βαθµό. Tα Άπαντά του, κωδικοποιηµένα αρκετά ενωρίς (1708 κ. εξ.) σε µια Συλλογή, απόκτησαν γρήγορα µεγάλη διάδοση. Μελοποίησε πολλά και διάφορα άσµατα και ιδίως ειρµούς, στους οποίους ξεπέρασε όλους τους συγχρόνους του σε µελωδική γλυκύτητα (γι' αυτό οι παρόµοιοι ειρµοί ονοµάζονται καλοφωνικοί και ο Μπερεκέτης, "πατέρας των καλοφωνικών ειρµών"). Μελοποίησε το αργό
ειδικευµένος στο χτίσιµο µιναρέδων. Ο Πέτρος ακολούθησε στη νεανική του ηλικία το επάγγελµα του πατέρα του. Παράλληλα διδάχθηκε εκκλησιαστική µουσική από τον γνωστό µουσικό, µελοποιό και µουσικοδιδάσκαλο Γεώργιο Κρήτα, ο οποίος είχε µείνει για κάποιο διάστηµα στο Κουσάντασι. Σύντοµα έγινε φανερή η κλίση του προς τη µουσική και ο πατέρας του τον έστειλε στην Κωνσταντινούπολη για να συνεχίσει εκεί τη µόρφωσή του. Φοίτησε στην Πατριαρχική Μουσική Σχολή µε τους τρεις δασκάλους. Ήταν γνώστης και του αρχαίου στενογραφικού συστήµατος της εκκλησιαστικής
Χάρη στις ικανότητές του έγινε ευρύτερα γνωστός. Αυτό είχε ως αποτέλεσµα να δεχθεί πρόσκληση από την κοινότητα του Βουκουρεστίου να αναλάβει τη διδασκαλία της µουσικής στην εκεί Ηγεµονική Σχολή. Ο Πέτρος ανταποκρίθηκε στην πρόσκληση µε επιτυχία. Στο Βουκουρέστι συνέστησε επίσης τη γνωστή Ηγεµονική Χορωδία, η οποία ακολουθούσε το µονωδικό σύστηµα. Σηµαντική είναι και η προσφορά του στον τοµέα της τυπογραφίας της εκκλησιαστικής µουσικής. Έπειτα από συνεχείς µελέτες και εφαρµογές, κατασκεύασε τυπογραφικά στοιχεία των µουσικών χαρακτήρων
έργο του, ριζοσπαστικό
« εθαυµάζετο υπό των συγχρόνων
αυτού και διά την έξοχον µουσικήν αυτού αντίληψιν και µίµησιν, δυνάµενος µάλιστα να διαφυλάξη πι-
υπ' άλλου. Εντεύθεν υπό των
εκαλείτο Χιρσίζ Πέτρος (κλέπτης) και Χότζας (διδάσκαλος)», αναφέρει ο Γ. Παπαδόπουλος. ∆εν φαίνονται επαρκώς τεκµηριωµένες οι απόψεις ότι κατά την παραµονή του στη Σµύρνη ο Πέτρος µυήθηκε
Εκτός από την εκκλησιαστική µουσική, σηµαντική υπήρξε και η ενασχόλησή του µε την κοσµική (“εξωτερική”) µουσική. Έχει εξακριβωµένα συνθέσει πάνω από 100 τραγούδια κοσµικής µουσικής, όπου χρησιµοποιεί τουρκικές κλίµακες και ρυθµούς, αλλά ελληνικό στίχο. ∆ίδαξε εξωτερική µουσική ακόµη και σε Τούρκους δασκάλους. Μελοποίησε ολόκληρη τη σειρά των µουσικών µαθηµάτων, δηλαδή στιχηράρια, ειρµολόγια, κρατηµατάρια, οικηµατάρια, παπαδικές, αναστασιµατάρια, δοξαστάρια, χερουβικά, κοινωνικά, δοξολογίες πασαπνοάρια, ευλογητάρια, πολυελέους, καλοφωνικούς ειρµούς και κρατήµατα. Μετέφερε επίσης από την αρχαία γραφή στο δικό του σηµειογραφικό σύστηµα πολλά έργα παλαιοτέρων διασώζοντάς τα.
Πέτρος Συµεών Αγιοταφίτης : ο επονοµαζόµενος Νέος Βυζάντιος. Φηµισµένος πρωτοψάλτης του ιερού ναού του αγιοταφιτικού µετοχίου στο Φανάρι. Καταγόταν από την Πόλη και ήταν µαθητής του Γεωργίου του Κρητός του Μανουήλ του Πρωτοψάλτου και των τριών διδασκάλων στη ∆’ Πατριαρχική Μουσική
ότι µπορούσε να διατηρεί στη µνήµη του πιστά τις γραµµές αναρίθµητων συνθέσεων των αρχαίων µουσικοδιδασκάλων. Ήταν και άριστος καλλιγράφος της µουσικής. Ερµήνευσε πολλά αρχαία µουσουργήµατα, τα οποία δεν πρόλαβαν να ερµηνεύσουν οι τρεις δάσκαλοι της νέας µουσικής µεθόδου. Μελοποίησε µια συλλογή Ιδιοµέλων και ∆οξαστικών όλου του ενιαυτού µε τα απολυτίκια και κοντάκια και άλλα ειρµολογικά µέλη σε ένα ογκώδη τόµο. Επίσης µία σειρά από χερουβικά κατά µίµησιν Πέτρου του Βυζαντίου και τα ένδεκα Εωθινά, σε αργότερο ρυθµό από εκείνα του Πέτρου του Πελοποννήσιου.
92 Πέτρος ο Πελοποννήσιος 93: Μία από τις µεγαλύτερες µουσικές µορφές του 18ου αιώνα. Γεννήθηκε περί το 1730 στην Πελοπόννησο (ίσως στο χωριό Γοράνοι της Λακωνίας) και πέθανε στα 1778 από πανώλη. Ο Γ. Παπαδόπουλος µας πληροφορεί ότι µαθήτευσε «παιδιόθεν εν Σµύρνη» σε κάποιον ιεροµόναχο µουσικό
Στα
την ανάληψη της πρωτοψαλτίας από τον ∆ανιήλ, ο Πέτρος γίνεται Λαµπαδάριος της Μεγάλης Εκκλησίας. Ο Πέτρος Λαµπαδάριος
και µετέπειτα στην Κωνσταντινούπολη κοντά στον Πρωτοψάλτη Ιωάννη Τραπεζούντιο.
1770, µε τον θάνατο του Ιωάννη και
στώς διά της γραφής του οιονδήποτε
ψαλλόµενον
Οθωµανών
στο τάγµα των δερβίσηδων Μεβλεβί. Εντυπωσιάζει όµως, η ενεργός συµµετοχή των δερβίσηδων στην κηδεία του.
µέλος έστω και άπαξ
Σχολή. Φηµιζόταν ως συνεχιστής του εκκλησιαστικού και κατανυκτικού µουσικού ύφους του δασκάλου του και για το
Ανέδειξε πολλούς µαθητές και απεβίωσε ογδονταετής το 1861. 93 Πλεµµένος Γιάννης, «Πέτρος Λαµπαδάριος, ένας Πελοποννήσιος δερβίσης», Βήµα της Κυριακής, 18 Ιουλίου 1999, αρ. Φύλλου 12640, σ. B03. Πέτρος ο Πελοποννήσιος
κατά τον 10ο αι. (προ του Κουκουζέλη), όµως οι νεότερες έρευνες τον τοποθετούν προς το τέλος του 15ου αι. (πέθανε το 1500). Συνέγραψε µια Γραµµατική της Μουσικής, πραγµατευόµενος θέµατα της αρχαίας ελληνικής και της βυζαντινής µουσικής, κυρίως περί µουσικών σηµείων, µετροφωνίας και ήχων. Επίσης, µια ραψωδία του Μεγάλου Ίσου της Παπαδικής, όπου απαριθµεί (εµµελώς) τους χαρακτήρες και τις θέσεις των κυρίων και επιθέτων ονοµάτων, δηλαδή των µεγάλων και µικρών ιερογλυφικών σηµαδιών, τις ενέργειες και γραµµές τους (που µεταχειρίζονταν στην εποχή του για να παραστήσουν τα µέλη). Παρίστανται ακόµα και πολλές "θέσεις" (µελωδικώς) και στα τρία µουσικά γένη. Το «Μέγα Ίσον» επιγράφεται Μέθοδος Ιωάννου του Πλουσιαδηνού. Συνέγραψε και µικρότερη Προπαίδεια (σε 8ηχο) για την εκγύµναση των αρχαρίων (επιγράφεται "Μέθοδος αγιορείτικη") κι ακόµα, έναν µουσικό Τροχό, καλούµενο "Η σοφωτάτη παραλλαγή". Στα έργα
του Ραιδεστηνού του Β’, Ευστράτιο Παπαδόπουλο Βυζάντιο και Μιχαήλ Μουρκίδη. Στη συνέχεια φοίτησε στην
ὴ Μουσικὴ Σχολή, µε δάσκαλο τον Ιάκωβο Ναυπλιώτη. Έψαλλε σε πολλούς ναούς της Πόλης. Το 1925 ήρθε
94 Conomos Dimitri, «Experimental polyphony in late Byzantine psalmody», ‘according to the…Latins’, in the late Byzantine psalmody, στο βιβλίο Early Music History, Vol. 2/October 1982, p.1-6, Cambridge University Press, 1982.
93 Πηλέλης Γεώργιος Κωνσταντίνου : Πρωτοψάλτης Ιωαννίνων. Για πολλά έτη σπούδασε στη ∆’ Πατριαρχική Μουσική Σχολή των τριών εφευρετών της νέας µεθόδου. Μελοποίησε πολλά εκκλησιαστικά άσµατα. ∆ηµοσίευσε άρθρα για τη βυζαντινή µουσική στη θρησκευτική εφηµερίδα Σιών της Αθήνας. Ανέδειξε και αρκετούς µαθητές. Πέθανε το 1885 αφήνοντας ανέκδοτο ένα Θεωρητικόν της καθ’ ηµάς µουσικής Πλουσιαδηνός Ιωάννης (αναφέρεται και ως "Κουκουµάς") 94: Ιερέας πολυµαθής και µουσικότατος. Εφέρετο ότι έζησε
του περιλαµβάνονται και διάφορα αργά µουσουργήµατα. Μεταξύ αυτών και ο ύµνος για δύο φωνές «Ο εωρακώς εµέ» που βρέθηκε στο χφ. 215, f. 67 της Μονής ∆οχειαρίου του Αγίου Όρους. Πουλάκης Νικόλαος πρωτοψάλτης Xίoυ : Γεννήθηκε περί το 1810 στη Χίο και απεβίωσε το 1889 στο νοσοκοµείο της, όπου διέµενε µετά το σεισµό της νήσου. Ήταν µαθητής των τριών εφευρετών της νέας µεθόδου. Μελοποίησε διάφορα µουσουργήµατα, που έµειναν ανέκδοτα, δίδαξε δε και πολλούς µαθητές. Πράσινος Γεώργιος: Ο συνθέτης της “Ψαλτήρας”. Ιερέας, Οικονόµος και Πρωτοψάλτης από την Αθήνα. Έζησε πριν την Άλωση. Πρίγγος Κωνσταντί νος 95: Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη 1892. Φοίτησε στο εκεί Ζωγράφειο Γυµνάσιο. Τις πρώτες µουσικές γνώσεις διδάχθηκε σε ηλικία δέκα ετών στο Πέραν απ ό τους µαθητές του Γεωργίου
Πατριαρχικ
στην Ελλάδα όπου έψαλλε στην Τήνο, την Καβάλα και τη Θεσσαλονίκη. Το 1933 επέστρεψε στην Πόλη όπου το 1938 έγινε λαµπαδάριος και το 1939 αντικατέστησε τον Ιάκωβο Ναυπλιώτη ως πρωτοψάλτης
95 Παπαµανωλάκης Σταµάτης, Κωνσταντίνος Πρίγγος στο http://www.ec-patr.net/gr/psaltai/priggos.htm Κωνσταντίνος Πρίγγος
Εκκλησίας. Πέθανε ιδιωτεύων στην Πρίγκηπο το 1884. Μελοποίησε στίχους πολιτικούς και µερικά εκκλησιαστικά µέλη.
Ραγκαβής Αλέξανδρος Ρίζος: Γιος του Ιακώβου, γεννήθηκε στην Κων/λη το 1809 και πέθανε στην Αθήνα το 1892. ∆ιετέλεσε καθηγητής της αρχαιολογίας, ανώτερος κρατικός υπάλληλος, πρεσβευτής σε πολλές πρωτεύουσες, υπουργός των εξωτερικών και συγγραφέας µυθιστορηµάτων, ποιηµάτων, ασµάτων, επιστηµονικών µελετών και αποµνηµονευµάτων. Έγραψε πολλά έργα, αρχαιολογικά, δράµατα, κωµωδίες, διηγήµατα, µεταφράσεις αρχαίων, κ.λπ. Το 1874 εξέδωσε στο Παρίσι τη Μουσική Ανθοδέσµη, συλλογή µελωδιών αρµοσµένων εις άσµατα του Α. Ρ. Ραγκαβή , όπου περιλαµβάνονται
Ήταν δε και µέλος της επιτροπής του Αρχιεπισκόπου Γερµανού για τον περιορισµό της τετραφωνίας.
Ραιδεστινός Γεώργιος ο Α΄ 96: Πρωτοψάλτης και µουσικός. Ήκµασε περί το 1680. Ήταν µαθητής του επισκόπου Ραιδεστού Μελχισεδέκ. Μελοποίησε πολλά µαθήµατα του παπαδικού ύφους και αργά έντεχνα Πασαπνοάρια του Όρθρου σε διάφορους ήχους, καθώς
http://www.apostoliki-diakonia.gr/byzantine_music/ymnografoi/ymnografoi.asp?main=melodoi_ sort.asp&page=111
94 µέχρι το 1959 οπότε και παραιτήθηκε για λόγους υγείας. Κατόπιν αναχώρησε για την Ελλάδα, όπου και απεβίωσε το 1964. Άριστος µελοποιός, µε αρκετά πλούσια συνθετικὴ δράση, όχι όµως και εκδοτική. Το µοναδικ ὸ του επίσηµο σύγγραµµα, είναι η Πατριαρχικ ὴ Φόρµιγξ, Μεγάλη Ἑβδοµάς, ∆οξαστάριον καὶ Ἀναστασιµατάριον. Έχει µελοποιήσει και πλήθος Χερουβικά, Λειτουργικὰ, πολυχρονισµοὺς και άλλα. Από το 1948, ο Πρίγγος διέπρεψε και ως χοράρχης, της νεοσύστατης τότε Χορωδίας Συνδέσµου Μουσικοφίλων Κωνσταντινουπόλεως, την οποία διηύθυνε µε µεγάλη µαεστρία και πειθαρχία. Εν κατακλείδι, ο Πρίγγος τίµησε το πατριαρχικό αναλόγιο διακριθείς για την καλλιφωνία του και τη µουσική του µόρφωση. Προκόπιος Σωζοαγαθουπόλεως µητροπολίτης : Ήταν µέλος της Ιεράς Συνόδου της Κωνσταντινουπόλεως το 1850 που υπέγραψε την ανακήρυξη του αυτοκεφάλου της Ελληνικής
πολλά ποιήµατά του προσαρµοσµένα σε µελωδίες διαφόρων συνθετών της εποχής που γράφτηκαν (Schubert, Shumann, Beethoven, Bellini, Weber, Haydn, Donizzetti κ. ά.), γραµµένα για φωνή και πιάνο. Ασχολήθηκε και µε την βυζαντινή µουσική παρουσιάζοντας σε διαλέξεις και δηµοσιεύοντας σε εφηµερίδες (Εστία, Εκκλησιαστική Αλήθεια, Θ’ 7, σ. 5102 1888.) διάφορες επιστηµονικές πραγµατείες.
επίσης και άλλα εκκλησιαστικά µέλη του Κρατηµαταρίου,
και Στιχηραρίου.
96 Ιστότοπος
Αλέξανδρος Ρίζος Ραγκαβής
Οικηµαταρίου
Τα περισσότερα από τα έργα του µεταγράφηκαν στην Νέα Μέθοδο.
της Αποστολικής ∆ιακονίας της Ελλάδος,
εκκλησίες. Επιµελήθηκε όλα τα µαθήµατα
ακολουθίας, και µελοποίησε και ο ίδιος πολλά, τα
Γεώργιος Ραιδεστηνός ο Β’ Λάµπρος Σαββαΐδης
το 1886. ∆εξιοτέχνης στο κανονάκι, από τους σηµαντικότερους της εποχής του, συµµετείχε σε ηχογραφήσεις του
Ανατολικής Θράκης και πέθανε το 1882. Τις εγκύκλιες σπουδές του τις έκανε στην
Πατριαρχική Σχολή της Ξηροκρήνης και στη µουσική είχε δάσκαλο τον Στέφανο Μωϋσιάδη. ∆ιετέλεσε γραµµατέας του µητροπολίτη Κρήτης (και µετέπειτα πατριάρχη) ∆ιονυσίου του Ε’ και πρωτοψάλτης Κρήτης. Στην Κωνσταντινούπολη έγινε διευθυντής της δηµοτικής σχολής Τσιβαλίου και ιεροψάλτης σε διάφορες εκκλησίες. Το 1871 διορίστηκε Β’ δοµέστικος στον Πατριαρχικό ναό και δίδαξε µουσική στην Ιερατική Σχολή. ∆ηµοσίευσε το 1881 τον Κανόνα της Μ. Πέµπτης. Άφησε ανέκδοτο ένα Αργόν και σύντοµον Αναστασιµατάριον . Ανέδειξε πολλούς µαθητές.
95 Ραιδεστηνός Γεώργιος ο Β' : Γεννήθηκε το 1833 στη Ραιδεστό, όπου πρωτοδιδάχτηκε και τη µουσική, την οποία τελειοποίησε στην Πόλη µε τον Κωνσταντίνο τον Βυζάντιο. Εξελίχθηκε σε αµίµητο ψαλµωδό και κατά γενική οµολογία ήταν ο καλύτερος από όλους τους συγχρόνους του, φηµιζόµενος ιδιαίτερα για το αρχαΐζον πατριαρχικό µουσικό ύφος του. ∆ιετέλεσε ιεροψάλτης σε εκκλησίες της Πόλης, το 1863 διορίστηκε Λαµπαδάριος και το 1871 ανεδείχθη Πρωτοψάλτης, θέση που κράτησε µέχρι το 1876 και έκτοτε έψελνε πάλι σε διάφορες
αυσίου
οποία διακρίνονται για τη γλυκύτητά τους. Εξέδωσε δύο τόµους µε ασµατικές ακολουθίες της Μεγάλης Εβδοµάδος, του Πεντηκοσταρίου κ. ά. Έργα του εκδόθηκαν στο Μουσικόν Απάνθισµα του ∆ηµητρίου Κυφιώτου (1894), στο Ε ν άνθος της καθ’ ηµάς εκκλησιαστικής µουσικής του Αγαθαγγέλου Κυριαζίδου (1896) και στη µουσική εφηµερίδα Φόρµιγξ (Α' έτ., σ. 3 και 129). ∆ιετέλεσε πρόεδρος του Ελληνικού Μουσικού Συλλόγου (18801884) και διευθυντής και καθηγητής της Μουσικής Σχολής του. Μεταξύ των καταλοίπων του άφησε και µια συλλογή µε παραδοσιακά και άλλα τραγούδια. Ανέδειξε λίγους αλλά αξιόλογους µαθητές. Πέθανε το 1889. Σαββαΐδης Λάµπρος : Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη περί
πρώτου µισού του 20ου αιώνα. Συνεργάστηκε µε σπουδαίους τραγουδιστές και µουσικούς, όπως τον Παπασιδέρη, την Ρόζα, τον Ρούκουνα, τον Ασίκη, την Αµπατζή, τον Τοµπούλη, τον Σέµση κ. ά. Ανήκει στη γενιά των καλλιτεχνών που ήρθαν από την Κωνσταντινούπολη και τη Μικρά Ασία µετά την Καταστροφή και έδωσαν γεύση Ανατολής στη µουσική του ελλαδικού χώρου. Σαββόπουλος Κωνσταντίνος: Α' δοµέστικος της Μ. Εκκλησίας. Γεννήθηκε περί το 1820 στις Σαράντα Εκκλησίες
της ενι-
Σαραντεκκλησιώτης Γεώργιος
σπουδαίους µουσικοδιδάσκαλους της Κωνσταντινουπόλεως. Από το 1864 µέχρι το θάνατό του το 1891, έψελνε στις σηµαντικότερες
εκκλησίες της Πόλης. Μελοποίησε διάφορα µαθήµατα, από τα οποία πολλά δηµοσιεύθηκαν στο Εν άνθος της εκκλησιαστικής ηµών µουσι-
Πολλοί από τους µαθητές του έγιναν σπουδαίοι ψάλτες. Ο Γεώργιος Σαρανταεκκλησιώτης είχε µελοποιήσει ωδή που αποτελούνταν από τρεις Οίκους στα ελληνικά και µία επωδό στα τουρκικά για τον Σουλτάνο Αµπντουλχαµίτ. Το µέλος αυτό είχε ψαλεί σε τελετή που έγινε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή για την πρώτη επέτειο ίδρυσης του Εκκλησιαστικού Μουσικού Συλλόγου Κωνσταντινουπόλεως.
Σιβέλιογλου Γιωργάκης (Yorgaki Şivelioğlu, Şîvelioğlu kemânî Yorgi): Τραγουδιστής (χανεντές). Τη δεκαετία του 1780, όπως αναφέρει
Antoine Murat: « ο πιο σηµαντικός τραγουδιστής της µουσικής φόρµας turkman ήταν ένας
Σπούδασε στην Πατριαρχική Μουσική Σχολή και τελειοποίησε τις σπουδές του στον Χουρµούζιο Χαρτοφύλακα.
και βασιλικές τελετές. Εργαζόµενος ακούραστα επί µισό αιώνα, συγκέντρωσε συλλογή από τριακόσια εθνικά άσµατα, η οποία
96
µε γλυκιά και ευέλικτη φωνή, άριστος µελοποιός και γνώστης της εξωτερικής µουσικής. Γεννήθηκε το 1841 στις Σαράντα Εκκλησίες της Ανατολικής Θράκης και µαθήτευσε στον πρωτοψάλτη της µονής Ιβήρων Ζωσιµά τον µοναχό και άλλους
97: Ιεροψάλτης
κής του Αγαθαγγέλου Κυριαζίδου και στο Μουσικόν ∆ωδεκαήµερον του Αλεξάνδρου Βυζαντίου. Συνέθεσε επίσης ύµνους και ωδές προς τον Σουλτάνο που δηµοσίευσε στην Καλλίφωνο Σειρήνα ο Παναγιώτης Κηλτζανίδης.
βιογράφος
Ρωµιός µε το όνοµα Σιβέλιογλου Γιωργάκης. Αυτός είχε βαθιά γνώση της µουσικής και το είδος του turkman το έφερε στο πιο υψηλό του σηµείο». Ο Charles Fonton έγραψε το 1751 ότι αυτός εισήγαγε το ευρωπαϊκό βιολί στην οθωµανική ορχήστρα. Υπάρχει µια µικρή πιθανότητα ο Σιβέλιογλου να ταυτίζεται µε τον Γεώργιο Ν. Σούτζο. (Yorgaki Efendi). Σώζονται πολλές τουρκόφωνες και οργανικές συνθέσεις του. Σιγάλας Αντώνιος98: Φηµισµένος µουσικός και µελοποιός του 19ου αιώνα, από τη νήσο Θήρα.
Μελοποίησε τα σύντοµα Ανοιξαντάρια που δηµοσιεύθηκαν στη Μέλισσα του Θεοδώρου Φωκαέως και πέντε εθνικές
βραβεύθηκε στην Γ' Ολυµπιακή Έκθεση του 1875, και εκδόθηκε το 1880. Μελοποίησε και άλλα πολυάριθµα εκκλησιαστικά άσµατα, τα οποία συµπεριέλαβε µαζί µε έργα άλλων σε 14 τόµους από τριάντα τυπογραφικά φύλλα ο καθένας, που βραβεύθηκαν στη ∆΄ Ολυµπιακή περίοδο. Έγραψε κατά καιρούς πολλά άρθρα για την ελληνική µουσική σε εφηµερίδες. Από νεαρός και µέχρι το θάνατό του σε ηλικία 90 περίπου ετών, δεν σταµάτησε να ψέλνει σε εκκλησίες και να διδάσκει µουσική δωρεάν. 97 Εκκλησιαστική Αλήθεια, τευχ. 23, Κωνσταντινούπολις 1899, σ. 487. 98 Πρωτοπρεσβύτερος Αντ. Βάλβης, «Η εκκλησιαστική µουσική και ο φωτισµένος δάσκαλος Αντώνιος Σιγάλας ο Θηραίος», Ιερά Μονή Κουτλουµουσίου, Άγιον όρος 2009.
ο
µουσικός. Με την έναρξη της µαζικής δισκογραφίας στην Ελλάδα (1924-1925)
παίρνει µέρος στις πρώτες ηχογραφήσεις, µε όλες τις τότε γνωστές εταιρίες. Τα πρώτα δικά του τραγούδια εµφανίζονται µε τη γαλλική εταιρία Ρathé γύρω στο 1928-1929, ενώ η φωνή του αποτυπώθηκε σε δίσκους της γερµανικής Ροlydor. Από το 1930 αναλαµβάνει τη διεύθυνση της ελληνικής Columbia. Έγραψε εκατοντάδες τραγούδια, εκ των οποίων πάνω από 200 έχουν εντοπιστεί στη δισκογραφία των 78 στροφών. Τα τραγούδια του ερµηνεύτηκαν από τους µεγαλύτερους τραγουδιστές του µεσοπολέµου, Κατά τη διάρκεια της γερµανικής κατοχής, ο Κώστας Σκαρβέλης για να επιβιώσει άσκησε το παλιό του επάγγελµα, επισκευάζοντας παπούτσια. Όµως δεν άντεξε άφήνοντας
σατιρίζοντας τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο τον Φιραρή (1785). Αν και ονοµάστηκε δραγουµανάκης (επειδή αντικαθιστούσε
Μελποµένη βρίσκουµε και ένα “Μπεστέ” που συνέθεσε «ένεκα της αποθανούσης θυγατέρας αυτού”. Το κοµµάτι αυτό έχει και στίχους στα οθωµανικά (Suhmesrebdir, zarif). Ε να φαναριωτικο ασµα "Την ωραια σου εικονα, στον καθρεπτην αν ιδης", περιέχεται στο χειρόγραφο Ραιδεστηνού, µε τη σηµείωση πως είναι "του αρχοντος Ποστελνικου Γεωργιου Σουτζου". Στο χ.φ. 231 που φυλάσσεται στη Γεννάδειο βιβλιοθήκη, τέσσερα στιχουργήµατα αποδίδονται, επίσης, στον «ευγενέστατο άρχοντα ποστέλνικο Γεώργιο Σούτζο ». ∆ύο από τα άσµατα αυτά, τα «Τι µεγάλη συµφορά, τι ηµέρα, τι ειδήσεις" και
97 Σκαρβέλης Κώστας ή Παστουρµάς : Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1880 και από πολύ µικρός ασχολήθηκε µε τη µουσική. Μετά την ενηλικίωσή του, για να αποφύγει την κατάταξή του στον τουρκικό στρατό, φυγαδεύτηκε και εγκαταστάθηκε µε άλλους συγγενείς του στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου. Στην Αθήνα πρέπει να εγκαταστάθηκε πριν τη Μικρασιατική Καταστροφή. Η κύρια εργασία του ήταν τεχνίτης κατασκευής υποδηµάτων. Με την εγκατάσταση των Μικρασιατών στην Ελλάδα, άρχισε αµέσως την επαγγελµατική του καριέρα ως
την τελευταία του πνοή στις 8 Απριλίου 1942, από την πείνα. Σκρέκος Γεώργιος: Γεννήθηκε στις αρχές του 19ου αιώνα στη Θεσσαλία. Σπούδασε στην Πόλη µε τους τρεις δασκάλους. Ήταν άριστος µουσικός και έψελνε για πολλά χρόνια στον Πύργο της Ηλείας, όπου και απεβίωσε το 1884. Τα έργα του παραµένουν ανέκδοτα. Σούτζος Γεώργιος Νικολάου ο δραγουµανάκης 1760 – 1816: 99. ∆άσκαλός του στην Πόλη υπήρξε ο Χρύσανθος Αποκουρίτης ο Αιτωλός και αργότερα ο Ευγένιος Βούλγαρης. Μετέφρασε έξι τραγωδίες του Μεταστασίου (1779), τον Πιστό Βοσκό του Γκουαρίνι (1804) κ. ά. Έγραψε επίσης τον Αλεξανδροβόδα,
τον Μεγάλο ∆ιερµηνέα αδελφό του Αλέξανδρο), έζησε µακριά από την πολιτική καλλιεργώντας τα γράµµατα και την ποίηση καθώς και την τουρκοπερσική µουσική, είχε δε αναγνωριστεί και καταξιωθεί ως στιχουργός και "ασµατοποιός". Στιχουργήµατά του βρίσκουµε σε πολλές ανθολογίες συνήθως µελοποιηµένα από τον ίδιο. Στο µουσικό χειρόγραφο
το «Τι κακόν θανατηφόρον, τι ανόητος πληγή», ήταν πολύ δηµοφιλή. Τα ίδια τα ξαναβρίσκουµε στο χφ. Ηλιασκου, αλλά και τυπωµένα στην Ανθολογία του Ζήση ∆αούτη καθώς και στον Νέο Ερωτόκριτο του ∆ιονυσίου Φωτεινού. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα τέσσερα 99 Σταθακόπουλος ∆., «Θεατρικές Παραστάσεις Από το Βυζάντιο στην Οθωµανική περίοδο». Κώστας Σκαρβέλης
στιχουργήµατά του του 1790, που περιέχονται σε χφ. της Βιβλιοθήκης του Μουσείου Μπενάκη, όπου η πατρότητα των στίχων κατοχυρώνεται στον Σούτζο µε την ένδειξη «του Γεωργάκη Τερτζιµανζαδέ».
Στανίτσας Θρασύβουλος: Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1910 και είχε δασκάλους τον ∆ηµήτριο Θεραπειανό, τον Μιχαή λ Χατζηαθανασίου, τον ∆ηµήτριο Βουτσινά, τον Γιάγγο Βασιλειάδη και τον Ιωάννη Παλάση. Έψαλλε διαδοχικά σε πολυάριθµες
όπως στον Άγιο Μηνά, στην Ανάληψη, στον Άγιο Κωνσταντίνο στα Ψωµαθειά, στον Άγιο Νικόλαο του Γαλατά (1929-1939), και τέλος στον πατριαρχικό ναό, αρχικά ως λαµπαδάριος (1939-1959) και στη συνέχεια ως πρωτοψάλτης (19591964), οπότε και απελάθηκε από την Κωνσταντινούπολη. Έκτοτε έζησε στην Αθήνα, όπου και έψαλλε (1966-1981) στον Άγιο ∆ηµήτριο Αµπελοκήπων. Πέθανε το 1987. Ο Θρασύβουλος Στανίτσας ήταν ο διάδοχος µιας µακρόχρονης παράδοσης σπουδαίων πρωτοψαλτών και ευτυχώς µας άφησε πλήθος υποδειγµατικών ηχογραφήσεων. Ασχολήθηκε
ύφους τραγούδια, κάποια από τα οποία ηχογράφησε.
έργα τα έγραψε στην παρασηµαντική γραφή του Πέτρου του Πελοποννήσου, αν και αργότερα διδάχθηκε και την Νέα Μέθοδο των τριών διδασκάλων. Συνέγραψε στα Λατινικά ένα θεωρητικό βιβλίο µουσικής, το οποίο εξέδωσε στη Φλωρεντία το 1791 υπό τον τίτλο Αρµονικά . Το θεωρητικό σύγγραµµά του µε τίτλο Σχεδίασµα περί Μουσικής ιδιαίτερον Εκκλησιαστικής
98
γουδώντας βυζαντινού
Σταυράκης Κωνσταντίνου Βυζάντιος ο χανεντές : Γεννήθηκε στα Ταταύλα της Κωνσταντινούπολης και ήταν γνώστης της βυζαντινής και της αραβοπερσικής µουσικής. Επί αρκετά χρόνια συνέψαλλε µε τον Θεόδωρο τον Φωκαέα στον Άγιο Νικόλαο του Γαλατά. Είναι πολύ πιθανό να ταυτίζεται µε τον İstavri Efendi ο οποίος αναφέρεται σε διάφορες πηγές. Το 1830, µαζί µε τον Θεόδωρο Φωκαέα, εξέδωσαν τη συλλογή αραβοπερσικών ασµάτων µε τίτλο "Ευτέρπη" στην οποία δεν αναφέρονται οι συνθέτες των τραγουδιών. Ο Κυριακός Φιλοξένης τα αποδίδει στον πολύ αρχαιότερό του Ζαχαρία τον "χανεντέ", ενώ άλλοι στους επιµελητές της έκδοσης. Πέθανε το 1835. Στεφανίδης Βασίλειος : Ιατροφιλόσοφος και βαθύς γνώστης της µουσικής. Γεννήθηκε στο Νεοχώρι του Βοσπόρου και δραστηριοποιήθηκε περί τα τέλη του 18ου αιώνα. Τα µουσικά του
εν έτει 1819 δηµοσιεύθηκε στο Ε΄τεύχος του Περιοδικού του εν Κωνσταντινουπόλει Εκκλησιαστικού Μουσικού Συλλόγου από χειρόγραφο που είχε ο Γεώργιος Βιολάκης. Στέφανος ο βιολιστής (kemani Stefano):, χωρίς άλλα βιογραφικά στοιχεία. Στέφανος Μιχαήλ ∆οµέστικος : ∆ιετέλεσε Λαµπαδάριος τῆς Μεγάλης Εκκλησίας όταν ήταν Πρωτοψάλτης ο Ιωά ννης ο Βυζάντιος. Γεννήθηκε στα Ταταύλα και ήταν µαθητής του Χουρµούζιου του Χαρτοφύλακος. Άριστος ψαλµωδός καὶ µελοποιός. Το 1840 εξέδωσε τη Μούσα, Θρασύβουλος Στανίτσας
εκκλησίες,
και µε την εξωτερική µουσική, τρα-
(ή Στογιάνοβιτς) Νικόλαος : Λαµπαδάριος της Μεγάλης Εκκλησίας. Γεννήθηκε στη συνοικία Τεκφούρ της Κωνσταντινούπολης. Ήταν µαθητής του Κωνσταντίνου του Βυζαντίου του Πρωτοψάλτου. ∆ιακρίθηκε για το σεµνοπρεπές ύφος του και την ωραία φωνή του. Υπηρέτησε στον πατριαρχικό ναό για µια ολόκληρη πεντηκονταετία, µέχρι το 1888 που παραιτήθηκε οικειοθελώς. Υπηρέτησε και ως διδάσκαλος
επί 38 έτη (1833-1871) στην δηµοτική σχολή Φαναρίου όπου δίδασκε και εκκλησιαστική µουσική. Απεβίωσε το 1893 υπερεννενηκονταετής. Τα έργα του παραµένουν ανέκδοτα. Συµεών Θεόδωρος, ο επονοµαζόµενος και Κοντός: Ήταν από τους πρώτους µαθητές της Νέας Μουσικής Μεθόδου, και διακρινόταν για τη µεγάλη φωνή του. Από τον χανεντέ Ντεντέ Ισµαηλάκη διδάχθηκε
Άσµατα στα οποία έχει επιµεληθεί και τη µουσική, ενώ την εναρµόνιση έκανε ο Bourgault Ducoudray. ∆ηµοσίευσε στο Παράρτηµα Εκκλησιαστικής Αλήθειας Πολυχρονισµούς
και Ωδές. Έγραψε, επίσης, τις µελέτες Παπιστικών έλεγχοι , Το σχίσµα και ο Πατριάρχης Ιεροσολύµων Κύριλλος ο Β κ. ά. Πέθανε στην Πόλη το 1876.
Ταπεινός Αναστάσιος ο εξ Ύδρας : Καλλίφωνος
99 στην οποία ερµηνεύει τα συστήµατα των κλάδων της αραβοπερσικής µουσικής και το 1850, µε τον Ιωάννη τον Λαµπαδάριο, την Πανδέ κτη, που περιέχει πολλά έργα διάφορων παλαιών µελουργών σε τέσσερεις τό µους. Επίσης εξέδωσε τη Μουσική Κυψέλη, και µια επίτοµη Ανθολογία (Μουσική Εγκυκλοπαίδεια). Προετοίµαζε και ένα Θεωρητικόν, που έµεινε ηµιτελές λόγω του θανάτου του το 1864 και συµπληρώθηκε αργότερα από τον Παναγιώτη Κηλτζανίδη. Στογιάννης
και την εξωτερική µουσική, την οποία και δίδαξε µε µεγάλη επιτυχία. Επί µια δεκαπενταετία χοροστάτησε στην εκκλησία των Ταξιαρχών στο Βαλατά και επί µια δεκαοκταετία στο ναό της Κοιµήσεως της Θεοτόκου στο ∆ιπλοκιόνιο. Μελοποίησε καλοφωνικούς ειρµούς και σχολικά άσµατα που έµειναν ανέκδοτα. Ανέδειξε πολυάριθµους µαθητές. Τανταλίδης Ηλίας: Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1818 και φοίτησε στην εκεί Πατριαρχική Σχολή, στην Ευαγγελική Σχολή Σµύρνης και στη φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστηµίου Αθηνών. Το 1841 γύρισε στην Πόλη όπου εξέδιδε θρησκευτικό περιοδικό. Μετά τέσσερα χρόνια έχασε το φως του και το Πατριαρχείο τον διόρισε στη Σχολή της Χάλκης, όπου δίδαξε για τριάντα χρόνια, µε επιτυχία, ώστε το Πατριαρχείο του απένειµε το οφίκιο (αξίωµα) του Μεγάλου Ρήτορα της Εκκλησίας. Έγραψε τις ποιητικές συλλογές: Παίγνια, Ιδιωτικά στιχουργήµατα και βιβλίο µε παιδικά
µουσικός και συνθέτης, µαθητής του Γρηγορίου του Λευΐτου, τον οποίο και εµιµείτο άριστα. Έζησε µέχρι βαθιά γεράµατα και πέθανε το 1884 αφήνοντας πολλά ανέκδοτα µουσικά έργα. Ηλίας Τανταλίδης
100
Ευστράτιος 100: Γεννήθηκε στο Ορτάκιοϊ το 1878. Σπούδασε στο Γυµνάσιο Αδριανουπόλεως
οποίο παρακολούθησε και το Μουσικό Τµήµα του, διδασκόµενος ιδίως ευρωπαϊκή µουσική. Υπηρέ-
στην ιδιαίτερη πατρίδα του ως δάσκαλος και ιεροψάλτης και αργότερα, στο Λουλέ-Mπουργάς Αδρι-
Από εκεί έφυγε και πήγε στην Κωνσταντινούπολη όπου µαθήτευσε στον Νηλέα Καµαράδο
τον οποίο ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην βυζαντινή αλλά και την οθωµανική µουσική. Αποφοίτησε από την µουσική Σχολή του Εκκλησιαστικού Συλλόγου µε βαθµό Άριστα και το 1906 διορίστηκε ιεροψάλτης και διευθυντής των σχολών στο Μιχαλίτσι Νικαίας και αργότερα στην Ηράκλεια Προποντίδος. Ασχολήθηκε µε τη συλλογή παραδοσιακών ασµάτων ενώ µια σύνθεσή του βραβεύθηκε στον µουσικό διαγωνισµό της Φόρµιγγας.
Αγάπιος: Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, περί το 1885. Από µικρός υπήρξε δεξιοτέχνης στο ούτι και συνθέτης. Η οικογένεια του Τοµπούλη φέρεται
Ευστράτιος Ι. Τιαννίδης Αγάπιος Τοµπούλης
Λεονταρίτη. Ο αδελφός του Νικολάκης Τσάνταλης ήταν κι αυτός λυράρης. Εθεωρείτο ο καλύτερος λυράρης της εποχής του και τον σύγκριναν µε τον µεγάλο Cemil Bey. Έπαιζε σε ταβέρνες και µετείχε σε δισκογραφήσεις της «His master's voice». Πέθανε το 1939. 100 Φόρµιγξ, περίοδος Β΄, έτ. Γ΄, αρ. 8-10, Αθήναι 21/7/1907.
µε
Τοµπούλης
να είχε καταγωγή εν µέρει αρµενική γι αυτό τον συναντάµε και µε το όνοµα Agop Stambolian. Ξεκίνησε την επαγγελµατική του σταδιοδροµία στη µουσική ως οργανοπαίκτης στην αυλή του Οθωµανού Σουλτάνου Αβδούλ Χαµίτ Β'. Παρέµεινε στα ανάκτορα ακόµα και µετά την ανάληψη της εξουσίας από τον Μεχµέτ τον Ε'. Αργότερα όµως, κατά τον Ελληνοτουρκικό πόλεµο, εκδηλώθηκε υπέρ της ελληνικής πλευράς. Έτσι αναγκάστηκε να καταφύγει στην Ελλάδα για να γλιτώσει. Συνεργάστηκε µε όλες τις σηµαντικές φωνές του Σµυρναίικου τόσο στο πάλκο όσο και στη δισκογραφία και ήταν ο επιφανέστερος ουτίστας του είδους. Άφησε επίσης αξιόλογες ηχογραφήσεις ως σολίστας. Τσάνταλης
(Kemençeci Sotiri): Ονοµαστός λυράρης στην Κων/πολη των πρώτων δεκαετιών του 20ου αιώνα. Καταγόταν από τη Σηλυβρία. Ήταν ανιψιός του Αναστασίου
Τιαννίδης
στο
τησε
ανουπόλεως.
Σωτήρης
Τσολάκογλου Μάρκος (Marko Çolakoğlu): Γεννήθηκε στη Νίγδη Καππαδοκίας το 1896 και ήρθε στην Πόλη οικογενειακώς σε ηλικία 4 ετών. Στην αρχή ήταν βιολιστής, στη συνέχεια όµως ασχολήθηκε µε το ούτι. ∆ιετέλεσε επίσης ψάλτης, µαθητής του Ιάκ. Ναυπλιώτη (ως δοµέστικος στον Πατριαρχικό Ναό) και του Γ. Βινάκη στον Άγιο Ι-
ωάννη του Γαλατά. Κατά
των οποίων η Ουνία επιδιώκει τον εκλατινισµό. Το 1887 επιστρέφει στη Σαµοθράκη και συµµετέχει στα κοινά, άλλοτε ως ∆ήµαρχος και άλλοτε ως ζωτικό δυναµικό κύτταρο της Σαµο-
θράκης. Ψάλλει στην εκκλησία ως γνώστης της εκκλησιαστικής µουσικής. Ασχολείται µε τη µουσικολογία και αρθρογραφεί πάνω σε λογοτεχνικό, ιστορικό, θρησκευτικό, αρχαιολογικό, γλωσσολογικό, λαογραφικό, νοµισµατικό, γεωλογικό και ιατρικό υλικό, όπως χαρακτηριστικά σηµειώνει ο µελετητής της µουσικής συλλογής του Φαρδύ, Μάρκος ∆ραγούµης . Από το 1890 και µετά γίνεται µέλος διαφόρων ελληνικών
101 Τσολακίδης Στυλιανός: Γενν ήθηκε στην Κωνσταντινούπολη στις αρχές του 20ου αιώνα και από έξι ετών έψελνε στον πατριαρχικό ναό ως κανονάρχης και από το 1910 στο ναό του Αγίου Ιωάννου των Χίων. Κατόπιν επέστρεψε στον πατριαρχικό ναό, όπου έψαλλε µε τον Ιάκωβο Ναυπλιώτη Μαθήτευσε επίσης και στον Νηλέα Καµαράδο. Λόγω της ανταλλαγής πληθυσµών ήλθε στην Αθήνα και αργότερα στη Σπάρτη και τέλος στο Μόντρεαλ του Καναδά, όπου και απεβίωσε το 1988. Ο µαθητής του Γεώργιος Μιχαλάκης έχει πολύτιµες ηχογραφήσεις
του.
καιρούς
επαγγέλµατα
κ. ά.). Έπαιζε σε ταβέρνες και συνέθεσε
Πέθανε στην Κωνσταντινούπολη το 1957. Φαρδύς Νικόλαος (1853-1900)101: Γεννήθηκε στη Σαµοθράκη το 1853. Ο πατέρας του Βασίλειος τού µαθαίνει τα πρώτα γράµµατα και σε ηλικία 12 ετών πηγαίνει στη Σµύρνη, όπου εργάζεται και συγχρόνως σπουδάζει ψαλτική και µουσική µε το Νικόλαο Πρωτοψάλτη Σµύρνης και φοιτά στο Αρρεναγωγείο. Το 1874 µπαίνει στην Ευαγγελική Σχολή Σµύρνης. Με το τέλος των σπουδών του επιστρέφει στη Σαµοθράκη και νυµφεύεται την Ασσανιώ Φραγκοµιχάλη. Θα αποκτήσει µαζί της οκτώ παιδιά. Κατά την περίοδο των σπουδών του στη Σµύρνη συγκεντρώνει µελωδίες που ακούει, όπως αναφέρει ο ίδιος, στους δρόµους, τις ταβέρνες και άλλα µέρη. Κάποιες από αυτές δεν είχαν προσεχθεί από τους ειδικούς παρά µόνο για τους στίχους τους, όπως γράφει ο Μ. Φ. ∆ραγούµης. Μετά τη Σµύρνη, ο Φαρδύς αποφασίζει να σπουδάσει Ιατρική στη Μασσαλία. Συγχρόνως παραδίδει ιδιαίτερα µαθήµατα σε παιδιά οµογενών. Συνεργάζεται µε έγκυρα περιοδικά, όπως η Ανατολή της Σµύρνης , η Σιών της Αθήνας κ. ά. Το 1884 πραγµατοποιείται η έκδοση της ∆ιατριβής του Περί άτονου και απνευµάτιστου γραφής. Οι Έλληνες οµογενείς της Μασσαλίας αποφασίζουν, το 1885, να του ζητήσουν να αναλάβει να διδάξει Ελληνική γλώσσα και παράδοση στους Έλληνες της Κορσικής,
εξάσκησε διάφορα
(µεσίτης, σαράφης
15 τραγούδια.
και ξένων επιστηµονικών συλλόγων, συµµετέχει σε µουσικούς αγώνες και συγχρόνως ανακοινώνει σκέψεις του για την πορεία και 101 Σεραφείµ-Ρηγοπούλου Ευαγγελία, «Νικόλαος Β. Φαρδύς ο Σαµόθραξ», Ενδοχώρα, Αλεξανδρούπολη 2006, και Κατσάνης Νίκος, περιοδικό «Εξώπολις», τεύχ.17, Αλεξανδρούπολη, χειµώνας 2002-2003. Νικόλαος Φαρδύς Μάρκος Τσολάκογλου
µένουν ανέκδοτα.
Φαρδύς πέθανε το 1901, σε ηλικία 48 ετών. Πρόσφατα ο Μάρκος ∆ραγούµης δηµοσίευσε τις µελωδίες που είχε καταγράψει ο Φαρδύς και
µερικές από αυτές.
Φαρλέκας Εµµανουήλ: Γεννήθηκε στο Αϊδίνιο Μικράς Ασίας το 1877. Υπηρέτησε για περισσότερα από
εκκλησίες στο Αϊδίνιο, την Κωνσταντινούπολη και την Έφεσο. Το 1924 βρίσκεται στην Ελλάδα ως γραµµατέας της Αρχιεπισκοπής Αθηνών. Για την προσφορά του, τη συγγραφική δράση και τη συµβολή του στη διάδοση της βυζαντινής µουσικής ονοµάστηκε “πρωτονοτάριος”. ∆ίδαξε βυζαντινή µουσική στ ο Ωδείο Αθηνών (1937-1957). Στα έργα του περιλαµβάνονται ανοιξαντάρια, τριώδιο, πεντηκοστάριο,
στο τεύχος 22 γίνονται και προεγγραφές!). ∆ηµοσίευσε επίσης µελέτες και διατριβές για τη βυζαντινή µουσική (όπως στην Επιθεώρηση Κων/πόλεως τον Ιούνιο του 1890, κ.λπ) καθώς και καταγραφές δηµοτικών τραγουδιών (σε Φόρµιγγα, Παράρτηµα Εκκλησιαστικής Αλήθειας, κ.λπ). Το 1887 εξέδωσε στην
βιβλίο µε σχολικά άσµατα µε τον τίτλο Ο
102 τα καταστατικά των µουσικών αγώνων. Το 1893, χρονιά των σεισµών για το νησί της Σαµοθράκης, ο Φαρδύς συντάσσει σχετικό άρθρο και στη συνέχεια ολοκληρώνει τη θεωρία του για τα Ζγόραφα «ως κέντρον των σεισµών της Σαµοθράκης». Επίσης, το 1898 τυπώνεται το Σχολικό Ανάγνωσµα και ένα χρόνο µετά Τα νοµισµατικά της Σαµοθράκης. Το Επιθετολόγιο και η Ιστορία της Σαµοθράκης µένουν ανέκδοτα λόγω οικονοµικών δυσκολιών. Ωστόσο, κάποια λογοτεχνήµατα όπως ο Ανθρωποσώστης αίλουρος εκδίδεται, ενώ άλλα όπως Η νήσος των φαγάδων, Το πρώτο µου φίληµα, Η Ορφανή και άλλα µαζί µε ανέκδοτα, σατιρικά ποιήµατα, λαογραφικό υλικό και παραµύθια,
Ο
ηχογράφησε
χρόνια σε διάφορες
σε
στος Ύµνος", κ.λπ. Ήταν συνιδρυτής του Συλλόγου "Ιωάννης ο ∆αµασκηνός". Απ
το 1924 εξέδιδε το Εγκόλπιον Εκκλησιαστικὸν Ηµερολόγιον, καθώς επίσης διάφορα µουσικ ά έργα, όπως το Τριῴ διον (Αθήνα 1931) κ. ά. Πέθανε το 1958. Φιλανθίδης Πέτρος (Πάνορµος Κυζίκου περίπου 1840 - Κων/πολις 1915) 102: Σπουδαίος Μικρασιάτης λόγιος µουσικός του 19ου αι. Είχε τη φήµη καλλίφωνου ιεροψάλτη και ευδόκιµου µελοποιού. Το πραγµατικό του επώνυµο ήταν Φιλήντας (πατέρας του λόγιου Μένου Φιλήντα: 1870-1934). Μαθήτευσε στους Ιωάννη Βυζάντιο, Ιωάννη Καβάδα (και πιθανόν στον Γεώργιο Ραιδεστηνό) και έψαλλε επί χρόνια στην ιδιαίτερη πατρίδα του. Κατόπιν διετέλεσε Α΄ δοµέστικος στον Πατριαρχικό Ναό και δίδαξε στη Μουσική Σχολή του Εκκλ. Μουσικού Συλλόγου Κων/πόλεως. Ήταν ειδήµων της αραβοπερσικής µουσικής και σχηµάτισε συλλογή από 300 βυζαντινά τραγούδια και άλλα κοσµικά µουσουργήµατα, η οποία φέρεται όχι µόνο ότι βραβεύτηκε το 1894-95 στον Ζωγράφειο ∆ιαγωνισµό του Ελληνικού Φιλολογικού Συλλόγου Κων/πόλεως αλλά και ότι εκδόθηκε το 1901 µε τίτλο Ωδείον (πληροφορίες που σήµερα αµφισβητούνται µε ισχυρά στοιχεία από τον Μ. Φ. ∆ραγούµη, αν και η έκδοση του Ωδείου προαγγέλλεται το 1902 στα τεύχη 17 και 19-20 της Φόρµιγγος, ενώ
Κωνσταντινούπολη
παράδεισος των παίδων . Μελοποίησε το ασµατικό µέρος της Ακολουθίας του Αγίου Αιµιλιανού. Το 1906 τύπωσε στην Κων/πολη την Αθωνιάδα (δίτοµο ∆οξαστάριο, στο οποίο συνδυάζεται το ύφος του Πέτρου Πελοποννήσιου µε εκείνο του Ιάκωβου του Πρωτοψάλτη) και στη Φόρµιγγα του 1908 δηµοσίευσε άρθρο µε τίτλο Προθεωρία των εθνικών ηµών µελωδιών. ∆ιετύπωσε επίσης ρυθµική θεωρία καταγραφής των δηµοτικών τραγουδιών και χρησιµοποίησε ιδιαίτερα ρυθµικά σηµάδια. 102 ∆ραγούµη Μ., «Μια ανέκδοτη συλλογή τραγουδιών του Μικρασιάτη Πέτρου Φιλανθίδη», ∆ιαβάζω, τ. 74, Αθήνα 1992.
τριάντα
θέσεις
"Ακάθι-
ό