Μουσουργοί της Θράκης (3 από 7)

Page 1

Επίσης εξέδωσε και το Λεξικόν της ελληνικής εκκλησιαστικής µουσικής (στοιχεία Α-Μ), στο οποίο εξηγούνται όλοι οι τεχνικοί όροι της µουσικής κατ’ αλφαβητική σειρά, κυρίως µε θεωρητική ανάλυση, αλλά ενίοτε και µε µουσικά παραδείγµατα για να γίνουν περισσότερο αντιληπτά. Το 1870 έγραψε ένα Λεξικό των Εβραίων µουσικών, των αρχαίων Ελλήνων, και µερικών Ευρωπαίων και Βυζαντινών µουσικών (το οποίο τελικά παρέµεινε ανέκδοτο), µε βάση τη δίτοµη Ελληνική Βιβλιοθήκη του Ανθίµου Γαζή, το Μυθιστορικό Λεξικό του Ιωσήφ του Μάγνητος, τη Φιλολογική και Κριτική Ιστορία του Κ. Κοντογόνου και άλλα συγγράµµατα,. Ο Γεώργιος Παπαδόπουλος που το µελέτησε υποστηρίζει ότι ήταν πολύ

οικογενείας του.

Φραντζεσκοπούλου Μαρίκα η Πολίτισσα (~1895–1977): Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη γύρω στο 1895 και ανήκει στην πρώτη γενιά των γυναικών που τραγούδησαν ρεµπέτικα. Την βρίσκουµε να ηχογραφεί

στην Αθήνα από το 1932. Συνεργάστηκε µε τους περισσότερους συνθέτες της εποχής.

ψάλτης και ιατρός για ένα µεγάλο διάστηµα στην Κωνσταντινούπολη και πέτυχε να προσληφθεί ως επίσηµος ιατρός του Σουλτάνου Αβδούλ Χαµίτ (1778-1789). Μετά τον θάνατο του Σουλτάνου επέστρεψε µε την οικογένειά του στην

Πνευµατικό Συµπόσιο που πραγµατοποίησε η Εταιρεία Πελοποννησιακών Σπουδών το 2006 στο Αίγιο, http://panagiotisandriopoulos.blogspot.gr/2008/12/blog-post_3900.html

103 Φιλοξένης Κυριακός, ιερεύς, Εφεσιοµάγνης : Λόγιος µουσικός που ασχολήθηκε και µε τη φιλολογία της καθ’ ηµάς µουσικής. Έµαθε την µουσική πρακτική από τον παππού του Χατζή Παλή τον Εφέσιο, που ήταν µουσικός και από κάποιον Ιωσήφ ιεροµόναχο από την Κρήτη, τη δε θεωρία της µουσικής από τον Αθανάσιο Σελευκείας, από τον οποίο και κληρονόµησε πολλά χειρόγραφα περί της φιλολογίας της µουσικής. Εξέδωσε το 1859 ένα Θεωρητικόν Στοιχειώδες της Μουσικής, όπου συµπεριέλαβε τα περισσότερα από το θεωρητικό του Χρύσανθου.
αξιόλογο και ότι χρησιµοποίησε πολλά λήµµατα από αυτό για µουσικούς του 18ου αιώνα στο βιβλίο του Συµβολαί εις την ιστορίαν της παρ’ηµίν εκκλησιαστικής µουσικής (Αθήναι 1982) αφού τα συµπλήρωσε και µε άλλες πληροφορίες που συνέλεξε από γηραιούς µουσικοδιδάσκαλους. Ο Φιλοξένης απεβίωσε το 1880 στην Κωνσταντινούπολη, εν µέσω της πολυµελούς
Φωτεινός
νία στις αρχές του 19ου αιώνα. Στον πρόλογο του
του
µας πληροφορεί ο ίδιος ότι κατάγεται από την Πάτρα. Γεννήθηκε µάλλον το έτος 1777 (παλαιότερα οι Ρουµάνοι ερευνητές πίστευαν το 1769) και πέθανε στο Βουκουρέστι τον Οκτώβριο του 1821 σε ηλικία 44 ετών. Ο πατέρας Αθανάσιος ήταν περίφηµος
Πελοπόννησο. Ο ∆ιονύσιος µετέβη στην Κωνσταντινούπολη για 103 Ανακοίνωση του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου στο Αχαϊκό
και Νicolae Gheorgjita, Πρόλογος στο Αναστασιµατάριο του ∆ιονυσίου Φωτεινού, Ιερά Καλύβη Ευαγγελισµός της Θεοτόκου, Άγιον Όρος 2009, http://www.impantokratoros.gr/dat/storage/dat/49617E91/ Anastasimatarion%20neon_Prologos.pdf Μαρίκα Φραντζεσκοπούλου η Πολίτισσα
∆ιονύσιος 103: Φαναριώτης λόγιος, ιστοριογράφος, ποιητής και µουσικός που έδρασε στη Ρουµα-
έργου
Νέος Ερωτόκριτος

Μετά την Κωνσταντινούπολη

διδάσκαλος της εκκλησιαστικής µουσικής. Γνώριζε, επίσης, την ανατολική

έπαιζε και κλειδοκύµβαλο (πιάνο), το οποίο µόλις είχε εισαχθεί στην Βλαχία. Ως καλός µουσικός, ιστοριογράφος, ευφάνταστος ανεκδοτολόγος και συνθέτης επιγραµµάτων πολιτικού περιεχοµένου, ο ∆ιονύσιος κατέκτησε την συµπάθεια της κοινωνίας του Βουκουρεστίου και µπήκε στην φαναριώτικη αυλή ως Βατάχος (έπαρχος, επιθεωρητής) υπό την προστασία του µεγάλου µπάνου (κυβερνήτη) ∆ηµητράκη Γκίκα, στο σπίτι του οποίου διέµεινε ως δάσκαλος των παιδιών του. Συν τω χρόνω κατέλαβε αξιόλογα

(νοµάρχης) στην Γιαλοµίτζα της Βλα-

Βλαχίας Ιωάννης Καρατζάς, ο οποίος φοβόταν µήπως γράψει µελανές σελίδες γι’ αυτόν ο Φωτεινός στο έργο του Ιστορία

είχε συγγράψει το 1809.

Χαλατζόγλους Παναγιώτης: Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και ήταν εξαιρετικά καλλίφωνος. ∆ραστηριοποιήθηκε περίπου κατὰ τὸ διάστηµα 1708-1748. ∆ιδάχθηκε τα πρώτα γράµµατα και τις προκαταρκτικές γνώσεις της εκκλησιαστικής µουσικής από κάποιον Αγιορείτη Τραπεζούντιο µοναχό, συγγενή του πατέρα του, που καταγόταν επίσης από την Τραπεζούντα. Για τελειότερη εκµάθηση της µουσικής µετέβη στο Άγιον Όρος και µαθήτευσε κοντά

ρίσθηκε ως «πριµικήριος» (1703) και ως «διδάσκαλος» (1708) του πατριαρχείου, ενώ λίγο αργότερα ως λαµπαδάριος

καθοριστικός παράγοντας για τη διαµόρφωση και εξέλιξη στην θεωρία και πράξη της εκκλησιαστικής µουσικής. Ανέδειξε πολλούς µαθητές. Μελοποίησε διάφορα έργα, από τα οποία γνωρίζουµε τον καλοφωνικό ειρµό Ἔφριξε γ ῆ

104
Εκεί τελειοποίησε την µουσική του κατάρτιση –είχε µυηθεί στην εκκλησιαστική µουσική από τον πατέρα του– κοντά στους µεγάλους διδασκάλους Ιάκωβο Πρωτοψάλτη και Πέτρο Βυζάντιο, «των οποίων υπήρξε µιµητής», όπως σηµειώνει ο µετέπειτα µαθητής του Αντώνιος Παντολέων (Anton Pann).
σπουδές.
περί το 1797 πήγε στην Βλαχία, όπου αρχικά εργάστηκε ως ψάλτης και
ενόργανη µουσική, αλλά
αξιώµατα στην χώρα και
ισπράβνικ
χίας. Ο ηγεµόνας
της ∆ακίας , του απένειµε το 1818 το αξίωµα του µεγάλου σερδάρη (το οποίο έφερε ο αρχηγός του ιππικού). Μυήθηκε στην Φιλική Εταιρεία, πιθανώς από τον στενό του φίλο Ιακωβάκη Ρίζο Νερουλό, και πολλές φορές στα έργα του στιγµατίζει την τουρκική τυραννία. Ο Φωτεινός παντρεύτηκε το 1820 «µίαν κακοαναθρεµµένην και ασελγή κόρην», όπως την χαρακτηρίζει ο ανιψιός του Ηλίας, η οποία «διά τας κακάς επιθυµίας της επιβουλεύθη και την ιδίαν αυτού ζωήν και εκατώρθωσε να τον ποτίση µυστικώς δηλητήριον». Πέθανε ένα χρόνο και τέσσερις µήνες µετά το γάµο του και κηδεύθηκε µε επισηµότητα στο Βουκουρέστι. Πρόσφατα εκδόθηκε στις Καρυές και το Αναστασιµατάριό του, το οποίο
το 1812 διετέλεσε
της
στον ονοµαστό µουσικό της εποχής εκείνης
επανήλθε στην Πόλη διο-
και ύστερα πρωτοψάλτης
όχι µόνο για το πατριαρχείο αλλά και για όλη την ορθόδοξη εκκλησία, καθώς εγκαινιάζει τη µεγάλη σειρ ά των λαµπαδάριων και πρωτοψαλτών της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, οι οποίοι επί δύο περίπου αιώνες υπήρξαν ο
σε ήχο πλάγιο α΄ µετά του κρατήµατος, ένα άλλο οργανικό κράτηµα σε ήχο βαρύ κατά το διατονικό γένος και άλλα. Συνέγραψε µικρό Εγχειρίδιο περί Μουσικής µε τίτλο Σύγκρισις της ἀραβοπερσικής µουσικής πρ ὸς την ηµετέραν ἐ κκλησιαστικήν, στο οποίο πραγµατεύεται και τα περί φθορών, θέσεων, και άλλων. Πέθανε το 1748. ∆ιονύσιος Φωτεινός
∆αµιανό τον Βατοπεδινό. Αφού
της µεγάλης εκκλησίας (περίπου 1721-1736). Σηµατοδοτεί µία νέα δυναµική περίοδο για την πορεία της ψαλτικής τέχνης,

µαθητών, ανάµεσα στους οποίους και ο Θρασύβουλος Στανίτσας. Ωστόσο, πέρα από την ψαλτική ιδιότητα ο Μιχαήλ Χατζηαθανασίου διακρίθηκε προπάντων ως εκκλησιαστικός συνθέτης και ως θεωρητικός της µουσικής. Ανήκει στον κύκλο των εξωπατριαρχικών Κωνσταντινουπολιτών µουσικών και δασκάλων οι οποίοι, προς το τέλος του 19ου αι. και κυρίως στο α' µισό του 20ού, εκπροσωπούν περισσότερο µιαν ευρύτερη ανατολική εκκλησιαστική µουσική παράδοση. Έχει µελοποιήσει: αρκετά Λειτουργικά µε Άξιον εστίν σε διαφόρους ήχους, Χερουβικά, Κοινωνικά των Κυριακών, Κοινωνικά σε µνηµόσυνα,

νεότερες συλλογές, ειδικότερα στο βιβλίο Μουσική Ζωοδόχος Πηγή (εκδ. Πολυχρονάκη, Νεάπολη Κρήτης 1975). Ενδιαφέρον

είχε στον κρόταφο ένα µαύρο εξοίδηµα 104: Γεννήθηκε στη Χάλκη. Ήταν µαθητής του Ιακώβου του Πρωτοψάλτου και του Γεωργίου του Κρητός. Ήταν ψάλτης στον Άγιο ∆ηµήτριο στα Ταταύλα, στον Άγιο Ιωάννη των Χίων στο Γαλατά και στο σιναϊτικό µετόχι στο Βαλατά, διετέλεσε δε και δάσκαλος

όλη την εξαετία (1815-1821) που λειτούργησε η ∆’ πατριαρχική

επικαλούµενος και «Γιαµαλής»,

105 Χατζηαθανασίου Μιχαήλ: Γεννήθηκε το 1880 στην Κάτω Παναγιά Σµύρνης, όπου και πήρε τις πρώτες µουσικές γνώσεις του από τον Κωνσταντίνο Ρεπάκη. Το 1895 πήγε στη Χίο ως αριστερός ψάλτης στη Μονή Αγίων Αναργύρων, συµπληρώνοντας τη µουσική του παιδεία από τον ηγούµενο της Μονής παπα-Χατζη Γεννάδιο και το 1901 εγκαταστάθηκε οριστικά στην Κωνσταντινούπολη. Εδώ µαθήτευσε κοντά στον Γιάγκο Στόικο (µαθητή του Παναγιώτου Κηλτζανίδη) και στη Μουσική Σχολή στο Φανάρι (1902-1903). Σχετίσθηκε στενά µε τον Νηλέα Καµαράδο, του οποίου υιοθέτησε τις θεωρητικές απόψεις στη µουσική και το γραφικό σύστηµα. Χρηµάτισε ψάλτης, αρχικά στη Μονή του Χριστού στην Πρίγκηπο και έπειτα στο ναό της Ζωοδόχου Πηγής στο Βαλουκλή. ∆ίδαξε επίσης, για µικρό διάστηµα, στη Μουσική Σχολή στο Φανάρι και ακόµη στη Θεολογική Σχολή Χάλκης. Ανέδειξε πλειάδα
∆οξαστικά διαφόρων εορτών, και πολλά άλλα. Πολλά από τα µέλη του αυτά βρίσκονται δηµοσιευµένα και σε
επίσης παρουσιάζει και ένα (δηµοσιευµένο) θεωρητικό του εγχειρίδιο υπό τον τίτλο Αι Βάσεις της Βυζαντινής Μουσικής (Σταµπούλ, Τύποις Αδελφών Τσιτούρη, άπµη' [1948]). Χατζηαφεντούλης ο Σαραντεκκλησιώτης: Γνώριζε καλά την παλαιά και νέα µέθοδο καθώς και την εξωτερική µουσική. Συνέθεσε Χερουβικά, ∆οξολογίες, κοινωνικά, κρατήµατα και άλλα. Έψαλε στις σηµαντικότερες εκκλησίες της Πόλης. Πέθανε στους Επιβάτες της Θράκης το 1835. Χουρµούζιος
της
(Γεώργιος ή Γεωργίου) ο Χαρτοφύλαξ
Μεγάλης Εκκλησίας ο
επειδή
σχολή. Μετά από 18 χρόνια εντατική εργασία µετέγραψε στη νέα παρασηµαντική όλα τα µουσουργήµατα των παλαιών µουσικών, από την εποχή του Ιωάννου του ∆αµασκηνού µέχρι του Μανουήλ του Πρωτοψάλτου, 104 Χατζηθεοδώρου G., «Χουρµούζιος Χαρτοφύλαξ ο Χαλκέντερος», διαδικτυακός ιστότοπος Συµβολής εις την τάξιν της Ορθοδόξου Λατρείας, http://www.symbole.gr/chmu/hithac/603-chartchalk Μιχαήλ Χατζηαθανασίου

Αθανάσιος: Γεννήθηκε στην Καστοριά το 1772, φοίτησε στο Λύκειο του Βουκουρεστίου, αργότερα στην Βούδα όπου σπούδασε λατινική φιλολογία, φιλοσοφία και ιατρική και τέλος στο Πανεπιστήµιο της Πάδοβας, όπου σπούδασε νοµικά. ∆ιατέλεσε δάσκαλος και σύµβουλος διαφόρων ηγεµόνων της Βλαχίας. Ήταν µαθητής διαφόρων µουσικών, µεταξύ αυτών και των τριών διδασκάλων της νέας µεθόδου, από τους οποίους διδάχθηκε και την ταµπούρα (πανδουρίδα). Έµεινε αρκετό καιρό στην Κωνσταντινούπολη, από όπου πήγε στην Ελλάδα και από κει επέστρεψε στη Βλαχία. Πέθανε στο Βουκουρέστι

την αραβοπερσική µουσική. Έπαιζε πολύ καλά ευρωπαϊκό φλάουτο και νέι. ∆άσκαλός του στην µουσική ήταν ο Πέτρος ο Βυζάντιος. Όντας κληρικός ο Χρύσανθος ασχολήθηκε συστηµατικά µε την εκκλησιαστική µουσική. Τον απασχολούσε βαθύτατα το ζήτηµα της διδασκαλία της µουσικής στους νεωτέρους. Έβλεπε ότι µε το υπάρχον, παλαιό, σύστηµα ήταν πολύ δύσκολη η εκµάθησή της. Άρχισε να µελετά το µουσικό θέµα εφαρµόζοντας µονοσύλλαβους φθόγγους στις κλίµακες των ήχων γράφοντας συγχρόνως αναλυτικά τα παλαιά µαθήµατα αλλά και το θεωρητικό µέρος από τους αρχαίους και

106 τα οποία συγκεντρωµένα σε εβδοµήντα τόµους αγοράστηκαν το 1838 από τον Πατριάρχη Ιεροσολύµων Αθανάσιο, συµπτύχθηκαν σε λιγότερους τόµους µε επιµέλεια του Κυρίλλου του Β΄, πρωθιεράρχη της Σιωνίτιδος Εκκλησίας και κατατέθηκαν στην Βιβλιοθήκη του Παναγίου Τάφου στο Φανάρι, όπου και σώζονται. Συνέγραψε ένα εγχειρίδιο εισαγωγής στο πρακτικό µέρος της Μουσικής, άλλο µεγαλύτερο για το θεωρητικό, και ένα ογκώδη τόµο µε τα άριστα του αρχαίου και νέου µουσικού συστήµατος. Μελοποίησε πολλά έργα και εξέδωσε πολλά βιβλία. Επιθεώρησε και διόρθωσε τη συλλογή των αραβοτουρκικών ασµάτων Ευτέρπη. Όλα αυτά έγιναν µε θαυµάσια υποµονή και επιµονή όσο ο ίδιος βασανιζόταν από µεγάλη φτώχεια. Απεβίωσε στη Χάλκη το 1840. Χριστόπουλος
το 1847. Ανώτατος δικαστικός, λόγιος, ποιητής και Φιλικός. Το επιστηµονικό του έργο περιλαµβάνει πραγµατείες σε θέµατα γλωσσικά, πολιτικά, φιλοσοφικά και φυσικών επιστηµών, πολλές από τις οποίες όµως δεν έχουν σωθεί. Τα περίφηµα Λυρικά του θεωρούνται σταθµός στην πορεία της Ελληνικής λογοτεχνίας. Πιθανόν οι διαρκείς µετακινήσεις του να µην επέτρεψαν να διασωθούν οι µουσικές που εικάζεται ότι είχε συνθέσει για τα ποιήµατά του, τα οποία όµως υπάρχουν κατά δεκάδες στις διάφορες συλλογές, µερικές φορές δε χωρίς να αναφέρεται ο µελοποιός, οπότε πιθανόν να υποκρύπτεται ο ίδιος. Χρύσανθος Προύσης ο εκ Μαδύτων : Ήταν Μητροπολίτης ∆υρραχίου Σµύρνης και κατόπιν Προύσης. Ο σπουδαίος και σοφός αυτός κληρικός καταγόταν από τη Μάδυτο. Βαθύς γνώστης της ελληνικής και κάτοχος της λατινικής και γαλλικής είχε µεγάλη ευχέρεια στο να µελετά και να συλλέγει στοιχεία από διάφορες βιβλιοθήκες. Βαθύς γνώστης της εκκλησιαστικής µουσικής κατείχε πολύ καλά και την ευρωπαϊκή αλλά και
µέχρι την εποχή του. Η εργασία του αυτή δεν άρεσε σε πολλούς και γι' αυτό τον κατήγγειλαν στο Πατριαρχείο, το οποίο µετά από πολλές πιέσεις, τον εξόρισε στην ιδιαίτερη πατρίδα του, τη Μάδυτο. Όµως ούτε εκεί σταµάτησε την έρευνα. Άρχισε να διδάσκει µουσική στους συµπατριώτες του εφαρµόζοντας την παραλλαγή των µονοσύλλαβων φθόγγων πα, βου, γα, δι, κε, ζω, νη, πα. Αθανάσιος Χριστόπουλος

Προύσης ο εκ Μαδύτων, Θεωρητικόν Μέγα της Μουσικής, Τεργέστη 1832.

του 1832 είναι το πρώτο βιβλίο Έλληνα µουσικού µετά τον 14ο αιώνα που δίνει πληροφορίες για την αρχαία ελληνική µουσική. Ο Χρύσανθος, µε τη συνεργασία και των άλλων διδασκάλων συστηµατοποίησε τις κλίµακες των ήχων, τον τροχό και το διαπασών σύστηµα, γράφοντας δύο σπουδαία έργα. Μελοποίησε πολλά µαθήµατα. Μετέφερε µάλιστα πολλά και στην Ευρωπαϊκή µουσική.

Έκανε όµως και το αντίθετο, µεταφέροντας στη βυζαντινή σηµειογραφία διάφορα µαθήµατα της

από τον γερµανό µουσικό και θεωρητικό Η. C. Koch (1749-1816), αλλά και από δύο άλλους Γερµανούς, τον µουσικοκριτικό και συγγραφέα F. Rochlitz (17691842) και τον διανοητή J. G. Sulzer (1720-1779), τον οποίο µάλιστα είχε µελετήσει και ο Koch. Πέθανε στην Προύσα στα 1843. Έργα του είναι η Εισαγωγή εις το θεωρητικόν και πρακτικόν της Εκκλησιαστικής Μουσικής (1821 Παρίσι), Θεωρητικόν µέγα της µουσικής (1832 Τεργέστη), Θεωρητική και πρακτική εκκλησιαστική µουσική (Επιµέλεια Μαργαρίτης ∆ροβιανίτης, 1851, Γαλατάς), Κρηπίς του θεωρητικού και πρακτικού της εκκλησιαστικής µουσικής (Επιµέλεια ∆οµένικος Μηνάς, 1872, Αθήναι).

107 Οι µαθητές του Χρύσανθου, µε τη νέα µέθοδό του, µάθαιναν τη µουσική µέσα σε 10 µήνες, σε αντίθεση µε τους µαθητές της παλαιάς µεθόδου που ήθελαν 10 χρόνια. Η εξορία του Χρύσανθου έληξε από το γεγονός ότι ο Μητροπολίτης Ηράκλειας άκουσε κάποιους µαθητές του να ψάλλουν, ενθουσιάστηκε και τον ανακάλεσε στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί ιδρύθηκε σχολή από το Πατριαρχείο, όπου δίδαξε µαζί µε τους Γρηγόριο και Χουρµούζιο, έχοντας λαµπρά αποτελέσµατα. Το χρυσανθινό σύστηµα, παρ' όλο που επικρίθηκε έντονα, το 1814 έγινε (και εξακολουθεί να είναι ως σήµερα) η επίσηµη µουσική γραφή της Εκκλησίας µας. Ο Χρύσανθος εξέθεσε τις λεπτοµέρειες της γραφής του σε δύο βιβλία, το Μικρό και το Μεγάλο Θεωρητικό (Παρίσι
Τεργέστη 1832). Ο τόµος
1821,
ευρωπαϊκής µουσικής, από τα οποία δυστυχώς δεν διασώζεται σήµερα τίποτα. Πα-
αναφέρεται και στη δυτική πολυφωνική µουσική. Φαίνεται να είχε διαβάσει το Εγχειρίδιο Αρµονίας του Rameau και άλλα δυτικά συγγράµµατα για την αισθητική και φιλοσοφία της µουσικής. Κατά τον Γ. Πλεµµένο, ο Χρύσανθος, ιδίως στο κεφάλαιο του Μεγάλου Θεωρητικού που επιγράφεται ∆ιαθέσεις των ακροωµένων της µουσικής, επηρεάζεται
ράλληλα ο Χρύσανθος, που ήταν γλωσσοµαθής,
Χρύσανθος

ήταν πιθανώς εκείνος που µαζί µε τον Γεώργιο (Γρηγόριο) Αλυάτη προσκλήθηκε από τον

Πορθητή για να καταγράψει τα τραγούδια των Περσών χανεντέδων του παλατιού.

Χρυσάφης Παναγιώτης ο Νέος : Πρωτοψάλτης της Μεγάλης Εκκλησίας.

(Αναφέρεται και ως Μανουήλ Χρυσάφης ο νέος). Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη και ήκµασε περί το 1660. ∆ιακεκριµένος ποιητής, µελοποιός και θεωρητικός της βυζαντινής µουσικής, έγραψε και ειδικό εγχειρίδιο (όπου πραγµατεύεται περί χαρακτήρων, ήχων και ιδίως περί φθορών, καθώς επίσης και διεξοδικό σύγγραµµα (ανέκδοτο)

στενά µε τον Πατριάρχη Ιεροσολύµων Νεκτάριο. Συνέθεσε πολλά έργα, Αναστασιµατάρια, Στιχηράρια, Κοινωνικά, Χερουβικά, Ανοιξαντάρια, Πολυελέους, ∆οξολογίες, Πασαπνοάρια αργά, Καλοφωνικούς Ειρµούς, Κρατήµατα κ. ά., καθώς και µία Προπαίδειαν κατά το Αργόν Στιχηράριον , είδος προς γύµνασιν των αρχαρίων. Το κύριο µέρος του έργου

108 Χρυσάφης Μανουήλ (∆ούκας) ο Παλαιός: ‘Ήταν Λαµπαδάριος της Αγίας Σοφίας όταν έγινε η Άλωση το 1453. Ήταν διακεκριµένος µελοποιός, µε πολλά έργα, µεταξύ των οποίων και ο 78 ος ψαλµός, Ο Θεός ήλθοσαν έθνη, τον οποίο µετέφερε στην νέα γραφή ο Μάρκος Βασιλείου. Μελοποιηµένος το 1458 αποτελεί ένα εκ βαθέων θρήνο του εξέχοντος µουσικού για την Άλωση της Βασιλίδος των Πόλεων. Ο θρήνος αυτός ηχογραφήθηκε από τον Γιάννη Αρβανίτη στον ψηφιακό δίσκο “Εάλω η Πόλις ” της FM Records. Έγραψε και θεωρητική πραγµατεία περί της Εκκλησιαστικής µουσικής και στο Στιχηράριό του στηρίχθηκε ο Χρυσάφης ο Νέος. Ο µαθητής του Γεράσιµος, ιεροµόναχος
µε τίτλο Ἑρµηνεία περὶ το ῦ τί ἐστι φθορ ὰ. Μαθήτευσε στον Γεώργιο Ραιδεστηνό τον Α' και φαίνεται ότι συνδεόταν
του
στη Νέα Μέθοδο
τον
Ψαρουδάκης
Κρήτης, από τους καλύτερους µαθητές των τριών δασκάλων στην ∆’ Πατριαρχική Μουσική Σχολή. Μετά τις σπουδές του πήγε στην Κρήτη όπου έγινε πρωτοψάλτης και δίδαξε σε πολλούς µαθητές. Πέθανε σε βαθιά γεράµατα τον Ιούλιο του 1884. Ψάχος Κωνσταντίνος: Βλ. σελ. 276. Μανουήλ Χρυσάφης ο Παλαιός Μανουήλ Χρυσάφης ο Νέος
µεταγράφηκε
από
Γεώργιο Χουρµούζιο Χαρτοφύλακα.
Κωνσταντίνος: Πρωτοψάλτης
109 80 , 1880. . . : , 1904. .
110 . !. . . ! " . # . $ # . .
111 CollectionofOrientalMusic. . ". !. " %& ' # . # #. ( # ( ) . . * + + # . - )( /& . # # . * ( .
112
. . ( )
1 & . $ . # #. 1 ) . # #.
2 . # #.
N& # 2 . # %. O 1 & . # .
113 * 3 ), $ ( 4. . T + # , $ ( 459. # #. % # 3 6 . # %. • &. . # ! & . 1 . # #. 7 )( , # $ ( 59:. # #.
114 ; ( ) .
##. 1 # # , 1930. #
=
!. (
. ". !.
!+< 3 (# . . ".
!.
, 1934. # . &+ #. . ".
.
115
> / ? # , 1938. # . &, 1938 # . # ,
!+<
1932. # . !@ &, 1938. # . A ? , 1934. # . (( , 1936. . ".
!.
116 ValsedeConstantinople. # . K GIOVANNI INGENITO ; #. # . (? . # . # . . . ' . Dances OrientalesB 3 . * ;#@ . . . !. K
117 > , 1 . # #. E . . # ! & . ; # 3 FF . # #. . A. : 1 E& . ( ) !: Gndante. $ . *. + - : 3 @ # H 3 & /" ( 5. .
118 . # & !: , 7 1880. # %. * ; : > ( ( , 1898. $ . $ < $ : ( @ , 18=>. # %. ? & ; : * %& ) , 7 1936. # %. $ @B * @ : 7 (/, 1894. . # & B 2 # 1+ #, 7 1908. .
119 ; & & : I: 0 ? H # 2 , 190>. # # . ! & # - : ! , 1848. # %. ? @ C ( : * > ? , 7 18=>. M . $ ) ; < * ( : ! # H , 7 18>6. # %. & % : ! J) , 1909. # . ;& & : ! (& K, 7 1910. # ?.
120 & D & : %& ! H # , 7 1866. . $ D & : 1) L 3 H ? ? , 7 1898. . $ D & : ! ( , 1846. # #. ( C & : * ! # , 1906. . ( ! & : / # , 1899. . & : 3 L& , 7 18>=. EK%.
121 ; < D D <( ( C ; , " D & , $ ! ! $ @B !. - B B & . F G!; D : * ) 2 , . . ., 1999.
122 - H D
!
&
& ; @ . B B
& M. d• Ohsson,
D ! & @ D ! < (D ! ! . B
Tableau Pénéral de l• Qmpire Othoman, Paris 1=90. B & Id. Jones, Ryric Girs,London 1804.
123
!
I D - B / 5 ( 20 @ . & ' .
-
; ( ! !DB & 1920. - B B & : F ) , . -; *( !DB & , ? & ! 2003. F - B H D & 188>. & ! & !. D ! D H D & 1922N3. & F ) .
124 - ! ; < ( ! 3 + ( ! . D . ? @ D & , D. . & ! , ? & ! 1993. • Ž
125 & D D ! C & D D - . ; !. . - D D ! C & D D - . ; !. . .
126 Q "!D & < & 19>1, D D - & # ; G . & &D G G . Q D& • & Ž ! ( 20 . D D - * - & !. ! + ! D D - & D G R ; . & * D G R ; Q @D ! & !;@ 19>4, D D - @ ; . www.oisapes.mysch.gr
127 Q C D -; • & Ž ! @ ( 1906, D D - /D 5 * - & ! Q C D + ! ( 20o @ D D - & !. . Q C D *( ! & 1930. & "!D! & & !. S D& < & ( 190> D D - !;! H . & ! ( !.
128 . ! & ! : 1 # ( F # . AIM? . ! : $ ( ( # # . AIM? @ ( /AntonPann5: $ ( . F G! : $/ @ & ( & .
129 .
130 1 + , 1966. MIA * > #. # #. TwoPreekSolkDances, 1926. > ) 7 )( , 19>8. MIA ! &F 2( . # #. 1 # > ) , 1949. TM ?.
131 ; ( ! : Ggon Orchestra. AI M? *. & : Uongs. IEI. . ! B W 1 & ( + . ?. K. % : / ( IW . . . & : (& ) . # %. Q. + - : 1 # ( I 3 # . # ?.
132 @ ; ! & ! / U 5 D - . AIM? ; ! ! D ! ! & ( . AIM? . ! (D - D! !. . $. . ( ! ; ( ! D ! ' 1962. AIM? .

Ο «Όµιλος των Ερασιµόλπων» µε τον Γεώργιο Παχτίκο µετά την πρώτη παράσταση του «Προµηθέα ∆εσµώτη» στην Κωνσταντινούπολη, 5 Απριλίου 1910. Από το περιοδικό Μουσική.

133 ΜΟΥΣΟΥΡΓΟΙ ΤΗΣ ∆ΥΤΙΚΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ Θωµάς Ταµβάκος

Αδάµ Ακρίτας: Λόγιος, συνθέτης και µουσικός των πρώτων δεκαετιών του 20ού αιώνα.

Γεννήθηκε στον Πύργο (νυν Μπουργκάς) της Ανατολικής Ρωµυλίας γύρω στο 1880 όπου

σπούδασε βυζαντινή και ευρωπαϊκή µουσική. ∆ιετέλεσε συνεργάτης και ανταποκριτής του

περιοδικού Μουσική (1912-15) του Γεωργίου Παχτίκου (1869-1915) για θέµατα βυζαντινής µουσικολογίας και παραδοσιακής µουσικής105. Συνέθεσε τραγούδια για φωνή και πιάνο, χορωδιακά και έργα εκκλησιαστικής µουσικής σε βυζαντινή παρασηµαντική και ευρωπαϊκή σηµειογραφία τα οποία δηµοσιεύθηκαν στη Μουσική. Από τα έργα του γνωστά είναι τα: α)

«Άξιον εστί» σε ρυθµό τετράσηµο, β) «Ο άγγελος εβόα» («εµµελές και αυστηρώς έρρυθµον µουσούργηµα» 106), γ) «Αίµα και πυρ και ατµίδα καπνού», δοξαστικό το οποίο ψάλλεται στους Αίνους της Κυριακής µετά από τη Γέννηση του Χριστού, και δ) «Πολυχρονισµός της Α.Α.Μ.

107. Επίσης, συνέλεξε και εναρµόνισε αρκετά δηµοτικά τραγούδια

Ανατολικής Ρωµυλίας και της νησιωτικής Ελλάδας (είναι άγνωστο αν τα εξέδωσε). Γνωστό είναι το «Βραδυάζει, ξηµερώνει», δηµώδες του Καστελλόριζου σε ευρωπαϊκή σηµειογραφία για το οποίο ο Γεώργιος Παχτίκος (1869-1915) έγραψε ότι παρασηµανθήθηκε από τον γνωστό

Ακρίτας Αδάµ, «Πολυχρονισµός της Α.Α.Μ. του Σουλτάνου Απτούλ Χαµίτ Χαν του Β΄», ΕΛΙΑ ΜΙΕΤ.

ωδείου για να ασχοληθεί µε µουσικολογικά θέµατα 110. Απεβίωσε στον Πύργο µάλλον πριν από το 1950.

105 Παχτίκος Γεώργιος, «Ο µεθυσµένος Μανώλης», Μουσική, τεύχ. 29, Κωνσταντινούπολη 5/1914, σ. 149.

106 Παχτίκος, «Ασµατολογικά», Μουσική, τεύχ. 29, Κωνσταντινούπολη 5/1914, σ. 147.

107 Ανδρίκος Νίκος, «Τουρκόφωνοι Πολυχρονισµοί και Άσµατα Εγκωµιαστικά στον Σουλτάνο Abdülhamit τον Β’, µελοποιηµένα από εκκλησιαστικούς συνθέτες», ∆ιαδικτυακός ιστότοπος: http://www.academia.edu

108 Παχτίκος, «Ασµατολογικά», Μουσική, τεύχ. 14, Κωνσταντινούπολη 2/1913, σ. 46.

109 Αδάµ Ακρίτας, «Εν υπόµνηµα», Φόρµιγξ, τεύχ. 23-24, Αθήνα 15-30/6/1912, σ. 7-8.

110 Παχτίκος, «Η Μουσική ανά τον Ελληνισµόν. Εγχώρια», Μουσική, τεύχ. 9, Κωνσταντινούπολη 9/1912, σ. 280.

134
του Σουλτάνου Αβδούλ Χαµίτ Χαν του Β’» σε ελληνικό στίχο και ρυθµό εξάσηµο. Εδώ, ο δοµικός σχεδιασµός είναι φανερά προσηλωµένος σε καθιερωµένα λατρευτικά πρότυπα, τόσο αναφορικά µε το µελοποιητικό όσο και µε το στιχουργικό περιεχόµενο. Η µελοποίηση του εν λόγω Πολυχρονισµού ακολουθεί τα πρότυπα της «Φήµης εις Αρχιερέα» σε ήχο β’ ή δ’ πλάγιο, παραµένοντας παράλληλα εντός του καθιερωµένου υµνογραφικού µοντέλου των Πολυχρονισµών
για τις φιλόπονες µουσικολογικές εργασίες108. Είναι γνωστές οι παρεµβάσεις του προς τον Οικουµενικό Πατριάρχη για τη λήψη µέτρων από τον δεύτερο προς «ενιαίαν και σταθερωτέραν διδασκαλίαν της µουσικής ηµών» 109, εννοώντας τη βυζαντινή µουσική και προκαλώντας όµως το καυστικό σχόλιο του Γ. Παχτίκου ότι ο Πατριάρχης δεν είναι διευθυντής
της

και πιάνο. Είναι άγνωστο το πότε και που απεβίωσε.

Αµηράς Πέτρος: Αρχιµουσικός και συνθέτης µε ελλειπή στοιχεία. Γεννήθηκε πιθανώς στην Κωνσταντινούπολη πριν από το 1890 (ίσως το 1886). Σπούδασε στο Ωδείο Κωνσταντινούπολης.

του «Έως πότε;!» µε υπότιτλο «Άσµα ελληνικόν» για φωνή και πιάνο που διασκεύασε ο Γεώργιος Ξανθόπουλος (π.1867-1915)

Ρήγας Ακρίτας, «Η βοσκοπούλα», ΑΕΜΘΤ.

Πέτρος Αµηράς, «Έως πότε;!», Μουσική.

111 Αριστόξενος, «Η Μουσική ανά τον Ελληνισµόν», Μουσική, τεύχ. 25, Κωνσταντινούπολη 1/1914, σ. 32.

112 Αριστόξενος, «Η Μουσική ανά τον Ελληνισµόν», Μουσική, τεύχ. 26, Κωνσταντινούπολη 2/1914, σ. 58.

113 Παχτίκος, «Ασµατολογικά», Μουσική, τεύχ. 11, Κωνσταντινούπολη 11/1912, σ. 352.

135 Ακρίτας Ρήγας: Μουσικός µε άγνωστα βιογραφικά στοιχεία. Έδρασε ως µαντολινίστας για άγνωστο διάστηµα στην Κωνσταντινούπολη και τη Ραιδεστό. Είναι γνωστές οι διασκευές των δηµοτικών τραγουδιών και χορών: α) «Η βοσκοπούλα», β) «Καρσιλαµάς», γ) «Το Ρηνάκι» και δ) «Βασιλική προστάζει» για µαντολίνο
∆ίδαξε µουσική στη Φιλεκπαιδευτική Αδελφότητα ‘Πρόνοια’ του Νεοχωρίου Βοσπόρου 111 και διηύθυνε τη µαντολινάτα του συλλόγου ‘Αµφίων’ του Σιρκετζή Κωνσταντινούπολης µε αρκετή επιτυχία σε συναυλία («…η Μανδολινάτα του Συλλόγου ‘Αµφίονος’ υπό την δεξιάν διεύθυνσιν του κ. Π. Αµηρά κατεκήλησε το ακροατήριο εκτελέσασα διάφορα αποσπάσµατα µελοδραµάτων ») 112. Συνέθεσε τραγούδια για φωνή και πιάνο και χορωδιακά. Είναι γνωστή η σύνθεσή
το
αρχείο του. Είναι
το
για κιθάρα113. ∆εν εντοπίστηκε
µουσικό
άγνωστο
πότε και που απεβίωσε.

Ανεµογιάννη Ακριβή: Πιανίστρια και συνθέτρια απόφοιτος του Παρισινού Ωδείου. Έως το 1915 συνέθεσε περισσότερες από 120 συνθέσεις για πιάνο, φωνή και πιάνο και µουσικής δωµατίου. Μνηµονεύεται εδώ επειδή περιστασιακά έζησε στην Κωνσταντινούπολη (πριν από

το 1920) όπου παρουσίασε τις συνθέσεις στο κοινό, όπως το εµβατήριο «Έρως» για πιάνο (1913). Μετά το 1920 έζησε στη Θεσσαλονίκη

και µετά στην Αθήνα. Μαζί µε τον σύζυγό της, τον φιλόλογο και συνθέτη επίσης Χαράλαµπο Ανεµογιάννη προσπάθησαν –χωρίς επιτυχίανα δηµιουργήσουν λαϊκό ωδείο και να προσφέρουν τις µουσικές υπηρεσίες τους αφιλοκερδώς.

Αντώνογλου Χρήστος: Ερασιτέχνης µουσικός από το Σουφλί (γεννήθηκε πριν από το 1900), µαθητής του Σταύρου Βραχάµη (1880;-1950)

και δάσκαλος στην πρωτοβάθµια εκπαίδευση. ∆ηµιούργησε σχολική µαντολινάτα και χορωδία σε δηµοτικά σχολεία του Σουφλίου. Ασχολήθηκε επίσης –ως σκηνοθέτης και σκηνογράφος– µε θεατρικές παραστάσεις. Εικάζεται ότι συνέθεσε σχολικά τραγούδια για µαντολινάτα. Ακριβή Ανεµογιάννη, ΕΛΙΑ ΜΙΕΤ. Χρήστος Αντώνογλου (δεύτερος από δεξιά)

http://www.tosoufli.gr/fotos2.html

136

τα: «Στη Λάρισα βγαίνει Αυγερινός», «∆υο λουλούδια σε µιαν άκρη» κ.ά. Απεβίωσε στην Αθήνα στις 11/3/1978 και η κηδεία της µετατράπηκε σε ένα πάνδηµο συλλαλητήριο.

Βογιατζής Κώστας: Συνθέτης, µουσικοπαιδαγωγός, διευθυντής χορωδιών

στο στόµα », όπως έγραψε σε αυτοβιογραφικό σηµείωµά του. Από τα πέντε του έζησε στο Σουφλί, τον τόπο καταγωγής των γονέων του, για περισσότερα από σαράντα χρόνια, προσφέροντας ανεκτίµητες υπηρεσίες. Ο δάσκαλός του στο σχολείο (2ο ∆ηµοτικό Σχολείο Σουφλίου), Χρήστος Αντώνογλου, τον µύησε στη µουσική µαθαίνοντάς του τα τραγούδια του Mozart, του Schubert και του Mendelssohn.

Ξεκίνησε ως µέλος της χορωδίας του Σταύρου Βραχάµη (π.1880-1950) που τότε δίδασκε µουσική στο Γυµνάσιο Σουφλίου και επίσης, συνεργάστηκε µε τον Γιώργο Τσιτσιπάπα (1900;-1967;). Η ξεχωριστή ποιότητα της φωνής του

αρχές της δεκαετίας του ‘30 δηµιούργησε την πρώτη µαντολινάτα του. Μελέτησε µόνος του κιθάρα, αρµονία, θεωρητικά και άρχισε να γράφει τα πρώτα τραγούδια του 114. Το 1935 πέρασε στην Παιδαγωγική Ακαδηµία Αλεξανδρούπολης. Εκεί διδάχθηκε βιολί και θεωρητικά (1935-38) µε τον Βολιώτη βιολονίστα Ιωάννη ∆ιανέλλο. Το 1938 επέστρεψε στο Σουφλί δηµιουργώντας τη δεύτερη µαντολινάτα του. Στα χρόνια της γερµανικής Κατοχής υπηρέτησε ως στρατιώτης στη Μέση Ανατολή, µε το ελληνικό στράτευµα που έφυγε στην Αίγυπτο µετά την εισβολή των Γερµανών στη χώρα. Ο µεγαλύτερος αδελφός του πολέµησε στο Ρίµινι και µετά τη λήξη του πολέµου ήταν σηµαντικός πολιτικός παράγοντας στο

137 Βέµπο Σοφία: Το πραγµατικό της όνοµα ήταν Μπέµπου. Η γεννηµένη στην Καλλίπολη Ανατολικής Θράκης (10/2/1910) «τραγουδίστρια της Νίκης» µνηµονεύεται εδώ επειδή συνέθεσε µερικά τραγούδια ελαφράς µουσικής στα οποία έγραψε και τους στίχους, όπως το «∆εν σ’ αγαπώ - δεν σε λατρεύω», το «Ζάρι», το «Σου δόθηκα» και το «Άστατη καρδιά». Επίσης, σε συνεργασία µε τον συνθέτη Απόστολο Μοσχούτη συνέθεσε
Σουφλίου και της Καλλιθέας Αττικής. Γεννήθηκε στη ∆ράµα το 1917
µε το τραγούδι
και µαντολινάτων του
«
µάγευε το κοινό. Σε συναυλία της χορωδίας του Βραχάµη στο ∆ιδυµότειχο τον κάλεσαν πολλές φορές να ερµηνεύσει το σολιστικό τραγούδι µε το οποίο συµµετείχε. Επίσης, στην οικία του, µε τα τέσσερα αδέρφια του –µαθητές του Βραχάµη- η µουσική ήταν κυρίαρχη και ασφυκτιούσε από τους γείτονες, οι οποίοι απολάµβαναν αυτή την πανδαισία. Στις
Σουφλί. Το 1949 γράφτηκε στο Ελληνικό Ωδείο και έκανε µαθήµατα ανωτέρων θεωρητικών µε τον σπουδαίο µουσουργό Μάριο Βάρβογλη (1885-1967). Το 1949, επίσης, ανέλαβε διευθυντής του 4ου ∆ηµοτικού Σχολείου Σουφλί114 Αυτόγραφο κείµενο του Κωστα Βογιατζή µε τίτλο Η καλλιτεχνική ιστορία του Σουφλίου και ο Κώστας Βογιατζής στο ΑΕΜΘΤ. Σοφία Βέµπο (Αµερική 1947),
spot.gr/2013/01/blog-post_17.html Κώστας Βογιατζής, Αρχείο Φοίβου Βογιατζή.
http://polemikomouseiothessalonikis.blog

ου, το οποίο επί των ηµερών του γνώρισε πραγµατική καλλιτεχνική άνθηση (έως το 1954). Το 1950 δηµιούργησε την τρίτη µαντολινάτα, µε χορωδία και µε σύνολο εξήντα παιδιών. Με αυτή έδωσε πολλές συναυλίες, σε όλη τη Θράκη, έως τη Θεσσαλονίκη, παρουσιάζοντας δικές

του συνθέσεις, αλλά και διασκευές παραδοσιακών σουφλιώτικων τραγουδιών (µεταξύ αυτών: «Μια πασχαλιά», «Σουλτάνα Σουφλιωτούλα», «Σουλτάνα Σουφλιουτούδα» και «Ποιός πιθιρός»), σκορπώντας τον ενθουσιασµό στο κοινό.

Ο διεθνούς κύρους µουσικολόγος και µουσικοκριτικός Φοί-

βος Ανωγειανάκης (1915-2003) έγραψε στην Απογευµατινή: «...

ένα πρόσφατο ταξίδι µου στο Σουφλί, µου έδωσε την ευκαιρία

να γνωρίσω αυτό το υπέροχο συγκρότηµα που θα τιµούσε, αν

βρισκόταν στην Αθήνα, τη µουσική µας ζωή... Ακούραστος ο

διευθυντής Κ. Βογιατζής µε θαυµάσια και σίγουρη αρµονική

αντίληψη για την επεξεργασία των δηµοτικών τραγουδιών µας

µε άριστες µουσικές ικανότητες, κατόρθωσε να δηµιουργή-

αυτό το σύνολο που ξέρει να παίζει και να τραγουδά µε έναν

τρόπο τόσο µαλακό, τόσο µουσικό που αναρωτιέται κανείς αν

βρίσκεται σε µία επαρχία της Ελλάδος ή σε µία πόλη ενός ξένου

κράτους µε µουσική παράδοση » 115. Παράλληλα –το 1950- δηµιούργησε το µικτό Μουσικοχορευτικό Συγκρότηµα Σουφλίου µε το οποίο, επί µία δεκαετία, παρουσίασε τραγούδια και χορούς από την περιοχή του Σουφλίου. Οι εµφανίσεις του στη ∆ιεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης και στο Αρχαίο Θέατρο Πειραιώς (1951) άφησαν εποχή. Τα δύο σύνολα συνεργάσθηκαν σε παρουσιάσεις οπερετών («Η τύχη της Μαρούλας», «Η λύρα του γεροΝικόλα») σε δικές του διασκευές.

Ο Κώστας Βογιατζής και η µαντολινάτα Σουφλίου, 1938. Αρχείο Φοίβου Βογιατζή.

115 Ανωγειανάκης Φοίβος, Απογευµατινή, Αθήνα 1955.

138
και
σει

Το 1963, µε το τέταρτο σύνολο (µαντολινάτα και χορωδία) που είχε την επωνυµία «Παιδιά», ύστερα από επίσηµη πρόσκληση, περιόδευσε –για τρεις µήνες- στις µεγαλύτερες πόλεις των Η.Π.Α. (Νέα Υόρκη, Βοστώνη, Φιλαδέλφεια, Ρότσεστερ, Ντάλλας, Άλαµο), και του Καναδά (Βανκούβερ, Πίτσµπουργκ κ.α.) παρουσιάζοντας

–σε 65 παραστάσεις- εκ νέου δηµοτικά τραγούδια της Θράκης και δικές του χορωδιακές συνθέσεις σε κατάµεστες αίθουσες (στο Orchestra Hall του

Ιλλινόϊς παρευρέθησαν περισσότεροι

από 6.000 θεατές) αποσπώντας άριστες κριτικές («... το πρόγραµµα της βραδυάς, καθ’ οµολογίαν

πάντων, εχαρακτηρίσθη ως µοναδικό εις το είδος και άφησε γοητευτικάς

για δεκάδες προσκλήσεις από ραδιοφωνικούς σταθµούς, παιδαγωγικές ακαδηµίες και σχολεία, όπως το Αρσάκειο Αθηνών (δεκαετία του ’60). Το 1967, για οικογενειακούς λόγους, ήλθε στην Αθήνα. ∆ιέµεινε στην Καλλιθέα Αττικής όπου δηµιούργησε τον Μουσικοφιλολογικό Σύλλογο ‘Ορφεύς’. Σε αυτόν ενέταξε την Χορωδία και Μαντολινάτα Καλλιθέας, µε κορίτσια 8-20 ετών, της οποίας υπήρξε εµψυχωτής και διευθυντής, από το 1979 έως τον θάνατό του, γράφοντας τον ύµνο της µε τίτλο «Μαντολινάτα». ∆εν ξεχνούσε, όµως, το αγαπηµένο του Σουφλί, το οποίο επισκεπτόταν τακτικά (αξιοµνηµόνευτη η συναυλία µε τα µουσικά σύνολά του στις 13/4/1991).

Ανυπόγραφο, Ατλαντίς, Νέα Υόρκη 30/11/1963.

Η επωνυµία «Παιδιά»

139
και αλησµονήτους εντυπώσεις» 116). Η δε εκδήλωση της Νέας Υόρκης, η οποία έλαβε χώρα στις 30/11/1963 µε την παρουσία του Αρχιεπισκόπου Ιακώβου, µεταδόθηκε –µέσω των βραχέων ραδιοφωνικών κυµάτων- σε ολόκληρη την υφήλιο. Παρά την πρόσκληση της εταιρείας Morini να παραταθεί η περιοδεία για άλλους τρεις µήνες στην Ιαπωνία και τις νήσους του Ειρηνικού, αυτό το σχέδιο δεν υλοποιήθηκε λόγω των σχολικών υποχρεώσεων των παιδιών του συνόλου 117 Η άριστη παρουσίαση της Σουφλιώτικης µουσικής παράδοσης, µε τη µορφή χορωδιακών επεξεργασιών, του άνοιξε τον δρόµο
[PAEDIA] δόθηκε από τους Αµερικανούς διοργανωτές, λόγω της συνεχούς αναφοράς του Κώστα Βογιατζή στα µέλη του συνόλου τα οποία αποκαλούσε «παιδιά µου». Ο Κώστας Βογιατζής µε τη µαντολινάτα του Σουφλίου, δεκαετία ’40. Αρχείο Κ. Τζιντζή.
116
117

Συνεργάστηκε, επίσης, µε την Εταιρεία Θρακικών Μελετών στην Αθήνα διοργανώνοντας

πολλές συναυλίες. Μεταξύ αυτών, αυτή στο κινηµατοθέατρο Παλλάς ενώπιον 1.600 εκπαιδευτικών, αλλά και οι συναυλίες στον Φιλολογικό Σύλλογο (Φ.Σ.) ‘Παρνασσός’, το ξενοδοχείο Hilton, το

Άλσος της Νέας Σµύρνης, κ.α. Εργάστηκε επίσης ως καθηγητής µουσικής στο ιδιωτικό Λύκειο ‘Πλάτων’. Συνέθεσε –από τη δεκαετία του ’30πολλά χορωδιακά τραγούδια, εµπνευσµένα από το Σουφλί και τη Θράκη, όπως το «Χαίρε Μαρία» (1942), τις «Σουφλιώτικες παραλλαγές», το «Σουφλί», τη «Θράκη µου», το «Ξύπνηµα της Ήβης», τη «Σουφλιώτισα», τα περισσότερα σε δικούς του στίχους118. Άλλα έργα του είναι τα βασισµένα στην αρχαία τραγωδία («Ακτίς αελίου», «Σε δ’ υπέρ λόφου πέτρας» και «Έρως ανίκατε µάχαν» από την «Αντιγόνη» του Σοφοκλέους), τα πατριωτικού χαρακτήρα119 («Το µαρς του ονείρου» [1938], «Ο όρκος µου», «Η παρέλαση των νικητών» [Ελ Αλαµέϊν, 1942], «Η ορφανούλα») και αυτά για µονόφωνη ή δίφωνη παιδική χορωδία («Του µαγιού λουλούδια», «Θεός γεννιέται», «Μυρωµένο λουλουδάκι», «Σε καρτερώ», «Πεταλούδα», «Έλα», «Γύρισε», «Αυγούλα» και «Αντίο»). ∆ιασκεύασε, επίσης, γνωστά έργα του κλασικού ρεπερτορίου («Συµφωνία αρ.94» του Joseph Haydn, «Radetzky Marsch», έργο 228 του Johann Strauss πατέρα κ.ά.) και δηµοτικά τραγούδια που τα παρουσίασε µε τον γενικό τίτλο «Ποιµενικά». Κατά τον Μενέλαο Γουβέτα, εκπαιδευτικό και συνεργάτη της εφηµερίδας Ριζοσπάστης, ο Βογιατζής συνέθεσε τραγούδια επαναστατικού χαρακτήρα σε στίχους του ΕΠΟΝίτη Τάκη Καψαλίδη.Τον Αύγουστο του 2001 εξέδωσε το βιβλίο

Ο Κώστας Βογιατζής µε τη Φιλαρµονική Σουφλίου 1950, http://www.tosoufli.gr/fotos2.html

http://www.rizospastis.gr/page.do?publDate=14/9/2003&id=3870&pageNo=8&direction=1

140
Τραγούδι και αγάπη µε παρτιτούρες 65 έργων. Απεβίωσε στην Καλλιθέα στις 13/8/2003. 118 Βογιατζής Κώστας, Τραγούδι και αγάπη, έκδοση Κώστα Βογιατζή, Αθήνα 2001. 119 ∆ιαδικτυακός ιστότοπος:

Ο Σταύρος Βραχάµης µε τη µαντολινάτα Σουφλίου, 1926, ΑΕΜΘΤ.

Βραχάµης Σταύρος 120: Συνθέτης, µουσικοδιδάσκαλος, λόγιος και φυσικοµαθηµατικός. Γεννήθηκε

πριν από το 1880 στην Κωνσταντινούπολη όπου

σπούδασε µουσική. Περάτωσε, επίσης, τη Φυσικοµαθηµατική Σχολή στην οποία αρίστευσε. Από τα

τέλη της πρώτης δεκαετίας του 20ού αιώνα συνεργάστηκε ως ψάλτης εναρµονισµένων κατά τετραφωνία εκκλησιαστικών µελών µε τα µουσικά τµήµατα διαφόρων συλλόγων (µαντολινάτες, χορωδίες), όπως ο “Όµιλος των Ερασιµόλπων”. Είναι γνωστό

ότι το 1914 καθοδηγούσε τη µαντολινάτα του Συλλόγου ‘Αστήρ’ Κωνσταντινούπολης καταβάλλοντας

προσπάθειες για την ίδρυση ωδείου στα Ταταύλα121. ∆ιετέλεσε, επίσης, αντιπρόεδρος του Ελληνι-

κού Φιλολογικού Συλλόγου (1904-07) και γραµµα-

τέας του Εκκλησιαστικού Μουσικού Συλλόγου

Κωνσταντινούπολης (1914-16), συνυπογράφοντας

την καταδικαστική απόφαση για την τετράφωνη

εναρµόνιση των εκκλησιαστικών µελών µε αποτέλεσµα να δεχθεί οξεία κριτική στη Μουσική του Παχτίκου 122. ∆ιετέλεσε, επίσης, µέλος της δωδεκαµελούς Β’ Πατριαρχικής Μουσικής Επιτροπής και πρόεδρος της καλλιτεχνικής Αδελφότητας ‘Πρόοδος’ Ταταύλων. Επίσης, είναι γνωστή η δραστηριότητά του ως µουσικοπαιδαγωγός

και ιδρυτής/διευθυντής µαντολινάτων στον νοµό Έβρου (Σουφλί, Ορεστιάδα) στην περίοδο 1910-30. Ιδιαίτερη δραστηριότητα ανέπτυξε στο Γυµνάσιο Σουφλίου στο οποίο διορίσθηκε ως φυσικός. Εκεί δηµιούργησε παιδική χορωδία και µαντολινάτα εκ του µηδενός την οποία στελέχωσε µε επαρκή αριθµό µαθητών. Εµπλούτισε το ρεπερτόριό της µε έργα λόγιας µουσικής, αλλά και δικά του χορωδιακά τραγούδια. Οι δε συναυλίες ανά τη Θράκη στην περίοδο 1918-22, άφησαν άριστες εντυπώσεις. Αφού πρόλαβε να δηµιουργήσει τη Φιλαρµονική Σουφλίου, στη συνέχεια ήλθε στην Αθήνα. Εργάστηκε ως καθηγητής βυζαντινής µουσικής στο Ωδείο Εθνικής Μουσικής του Κωνσταντίνου Ψάχου (1866-1949), διδάσκοντας το βυζαντινό τονικό σύστηµα του Νηλέα Καµαράδου (1847-1922).

120 Καλογερόπουλος Τάκης, «Βραχάµης Σταύρος», Το Λεξικό της Ελληνικής Μουσικής, τόµ. 1, Γιαλλέλης, Αθήνα 1998, σ. 412.

121 Ανώνυµος, «Η Μουσική ανά τον Ελληνισµόν», Μουσική, τεύχ. 28, Κωνσταντινούπολη 4/1914, σ. 123.

122 Ανώνυµος, «Η Μουσική ανά τον Ελληνισµόν», Μουσική, τεύχ. 30, Κωνσταντινούπολη 6/1914, σ. 176.

141

Ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ‘10 συνεργάστηκε στενά -ως φυσικοµαθηµατικός- µε τον Ψάχο για τον ακριβή καθορισµό των τονιαίων διαστηµάτων της βυζαντινής µουσικής, προκειµένου ο δεύτερος να κατασκευάσει το «Παναρµόνιον το νέον». Από το 1912, το Πατριαρχείο Κωνσταντινούπολης του ανέθεσε να προσδιορίσει τα µεγέθη των «ελληνικών» διαστηµάτων. Πειραµατίστηκε µε το πιάνο σε διάφορα χορδίσµατα. Στις 31/1/1918

τους όµως δεν ήταν αγαστή και ήλθαν σε σφοδρή αντιπαράθεση µε βαριές κατηγορίες εκατέρωθεν 124. Τελικά, το όργανο κατασκευάστηκε στην εταιρεία Steinmeyer στο Έττινγκεν της Γερµανίας, το 1924, κυρίως ως µέσο άµυνας κατά της εισαγωγής της δυτικής αρµονίας στις ελληνικές εκκλησίες125. Στη διετία 1932-33 υπήρξε αρχιµουσικός της Φιλαρµονικής Αλεξανδρούπολης. Συνέθεσε µερικά τραγούδια για φωνή και πιάνο και χορωδία, έργα για µαντολινάτες και τόνισε εκκλησιαστικά µέλη. Στους αρκετούς µαθητές του συγκαταλέγονται ο Χρήστος Γκαϊφύλλιας (διάδοχός του στη Φιλαρµονική Σουφλίου), ο Γιώργος Τσιτσιπάπας, ο ∆ηµήτρης Παπαδόπουλος, ο Βενιζέλος Κοντοδαίµων και ο Αλέκος Γκιρτζής (όλοι δηµιουργοί και διευθυντές χορωδιών)· επίσης, ο Σίµων Καρράς (1903-1999), ο οποίος πειραµατίσθηκε µαζί του επί των µουσικών

Σταύρος Βραχάµης µε τον Σίµωνα Καρά, 1949. http://users.uoa.gr/~hspyridis/simwnkaras.pdf

Καίτη, «Ελληνικά πληκτροφόρα όργανα», Μουσικολογία, τεύχ. 7-8, Αθήνα 1989, σ. 34.

124 Ψάχος Κωνσταντίνος, «Αναίρεσις αληθειών», Ιεροψαλτικόν Βήµα, τεύχ. 14, Αθήνα 1/2/1939, σ. 1.

125 Ρωµανού, «Ελληνικά πληκτροφόρα όργανα», Μουσικολογία, τεύχ. 7-8, Αθήνα 1989, σ. 26. 126 Σπυρίδης Χαράλαµπος, «Σίµων Καράς –

12/11/2008.

142
µαζί µε τον Ψάχο παρουσίασαν στην αίθουσα του Φ. Σ. ‘Παρνασσός’ την εργασία τους, σε δύο πιάνα, το ένα χορδισµένο από τον ίδιο ώστε να δώσει διαστήµατα ελληνικής µουσικής και το άλλο χορδισµένο κατά τον ίσο συγκερασµό 123. Τον Σεπτέµβριο του 1922 συνόδεψε τον Ψάχο στη Γερµανία όπου σχεδιάστηκε η κατασκευή αυτού του οργάνου. Η συνεργασία
διαστηµάτων της βυζαντινής µουσικής (µαλακό διάτονο 9/8 x 54/49 x 15/14)126. Απεβίωσε στη Νέα Σµύρνη το 1950. 123
Ρωµανού
από τον θάνατόν
Ο
10 χρόνια
του», οµιλία στη Μεγάλη Μουσική Βιβλιοθήκη ‘Λίλιαν Βουδούρη’, Αθήνα

143 Γιανίδης Ελισαίος: Ψευδώνυµο του Σταµάτη Σταµατιάδη (µε ένα ν όπως υπέγραφε), µουσικολόγου, µουσικού, φυσικοµαθηµατικού, οινολόγου, κοινωνιολόγου, γλωσσολόγου

και λογίου µε ουσιαστική συµµετοχή στο ζήτηµα της εναρµόνισης της βυζαντινής µουσικής127. Είναι ίσως ο σηµαντικότερος εκπρόσωπος των υποστηρικτών της ελληνικής αρµονικής εκκλησιαστικής µουσικής.

Γεννήθηκε στο Νεοχώριον (Νηχώρι) Βοσπόρου το 1865 128. Φοίτησε στη Μεγάλη του Γένους Σχολή και αργότερα στη Γαλλία, γεωπονία στην Ecole Agriculture του Μονπελλιέ (1884-87). Επίσης, στο Station Agronomique του Μπορντώ έκανε την πρακτική του ως χηµικός στις χηµικές αναλύσεις του εργαστηρίου του πανεπιστηµίου (1887-88). Το 1888 ήλθε στην Αθήνα και έως το 1909 εργάστηκε ως καθηγητής γεωπονίας και χηµείας σε

Παρέµεινε στη θέση αυτή έως το 1923 (σε διαφορετικά σχολεία), συναντώντας φοβερές αντιδράσεις λόγω του

το 1890 περίπου) εµφάνισε το πρώιµο και στη συνέχεια αδιάπτωτο πάθος του για την εναρµόνιση της βυζαντινής µουσικής

σχολές και σχολεία στην Αθήνα (Γεωργική Σχολή και Ακαδηµία Ρουσόπουλου). Παράλληλα, έδωσε διαλέξεις για τη σχέση φυσικής και µουσικής, όπως η διάλεξή του µε τίτλο «Φυσικοί νόµοι εν τη µουσική» στην Ακαδηµαϊκή Λέσχη (τυπώθηκε από το τυπογραφείο Π.∆. Σακελλαρίδου το 1896). Το ίδιο έτος ξεκίνησε σπουδές µαθηµατικών στο Πανεπιστήµιο Αθηνών και τις περάτωσε µε διδακτορικό δίπλωµα (1901 ή 1902). Αµέσως διορίσθηκε ως καθηγητής µαθηµατικών σε γυµνάσια των Αθηνών (έως το 1908). Το 1908 εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη και διορίστηκε εκ νέου καθηγητής µαθηµατικών.
δηµοτικισµού του. Μάλιστα η εφηµερίδα Ταχυδρόµος της Κωνσταντινούπολης τον χαρακτήρισε ως «µαλλιαρό χυδαϊστή » και απαίτησε την απόλυσή του από το σχολείο Σταυροδροµίου η οποία όντως υλοποιήθηκε το 1911, αλλά προσωρινά. Εν τω µεταξύ ο ∆ιδασκαλικός Σύνδεσµος Κωνσταντινούπολης τον ανακήρυξε τακτικό µέλος του (1909). Ευθύς εξ αρχής (από
(σηµειωτέον ότι έπαιζε και καλό βιολί. Έλαβε µέρος σε συναυλίες του Οµίλου Φιλοµούσων [1893-96] –ως Στ. Σταµατιάδης- ερµηνεύοντας έργα µουσικής δωµατίων του κλασικού ρεπερτορίου). Είναι όµως άγνωστες οι µουσικές σπουδές του. 127 Καλογερόπουλος, «Ελισαίος Γιανίδης», Το Λεξικό της Ελληνικής Μουσικής, τόµ. 2, Γιαλλέλης, Αθήνα 1998, σ. 168-171. 128 Στο ‘Notice Biographique’ του ‘Institut Neo-Hellenique’ της Σορβόννης αναγράφεται ως έτος γέννησής του το 1866. . Ελισαίος Γιανίδης (Στ. Σταµατιάδης), ΑΕΜΘΤ.

Ήδη το 1893, πιστεύοντας ότι η ευρωπαϊκή µουσική είναι ανώτερη από τη βυζαντινή, πρότεινε την εισαγωγή της τετραφωνίας στην ελληνική εκκλησία

προς αντικατάσταση της βυζαντινής µουσικής, στα αργά κυρίως µέλη της, θεωρώντας ικανή τη διατήρηση της τελευταίας µόνο για τα σύντοµα µέλη. Με τη µίξη αυτή πρέσβευε ότι η εκκλησία «... θα προσλάβη µεγαλοπρέπειαν, χωρίς να είναι αποκλειστική αντιγραφή » 129. Αργότερα, πριν από το 1910, κατέληξε στο συµπέρασµα ότι από τις δύο µουσικές (ευρωπαϊκή και βυζαντινή) θα µπορούσε να υπάρξει επιλογή των καλύτερων στοιχείων τους και αλληλοδανεισµός τους. Η βασική σκέψη του ήταν ότι αν κάποιο διάστηµα χαρακτηρίζεται από την ακοή ως παράφωνο, αυτό έπρεπε να απαλειφθεί. Υποστήριξε ότι η υποδιαίρεση του ηµιτονίου

εκκλησιαστικούς ύµνους διαφόρων ήχων. Πρωτοπαρουσίασε τα θεωρητικά και πρακτικά αποτελέσµατα της έρευνάς του στον Ελληνικό Φιλολογικό Σύλλογο της Κωνσταντινούπολης στις 27/5/1910, µε τρίφωνα µουσικά παραδείγµατα από χορωδία ερµηνευµένα

ηλικίας 131

Ο

Ιωακείµ ο Γ' (1834-1912), ο οποίος παρακολούθησε την οµιλία και την παρουσίαση των ε-

129 Σταµατιάδης Σταµάτης., «Η βυζαντινή µουσική και η τετράφωνος», Εστία Εικονογραφηµένη, Αθήνα 28/3/1893, σ. 198. Επανέλαβε τις απόψεις του στο ίδιο περιοδικό σε άρθρο µε τίτλο «Σκέψεις επί της εκκλησιαστικής µουσικής» (Αθήνα 26/2/1895, σσ. 66-68).

130 Ό.π.

131 Μεταξύ των τρίφωνων µουσικών παραδειγµάτων ήταν τα: «Η Παρθένος σήµερον» σε

144
δεν υπάρχει στην πραγµατικότητα στη σύγχρονη βυζαντινή µουσική και οι έλξεις (πρόσκαιρες µετακινήσεις φθόγγων προς τα πάνω ή κάτω) δεν έχουν σχέση µε τη µουσική υποδιαίρεση του τόνου καταλήγοντας: «... σήµερα η βυζαντινή µουσική ψάλλεται στη φυσική κλίµακα και εποµένως µπορεί να εναρµονισθεί» 130. Σκοπός του δεν ήταν να αποµακρυνθεί η βυζαντινή µουσική αλλά να εναρµονισθεί αποκρούοντας την αντιστικτική επεξεργασία. Το ότι και η βυζαντινή µουσική πράγµατι χρησιµοποιεί τη φυσική κλίµακα το απέδειξε χρησιµοποιώντας ως παράδειγµα τον ήχο β’ (το διάστηµα ∆ι-Κε (Σολ-Λα ) το οποίο δεν µπορεί να παιχτεί στο πιάνο, δηλαδή να αποδοθεί µε τη συγκερασµένη κλίµακα, αφού πρόκειται για διάστηµα 8 τµηµάτων. Αυτό είναι ένα σηµείο παραδεκτό απ’ όλους τους µουσικούς επειδή, είτε το Λα παιχτεί ύφεση είτε φυσικό, η διαφορά του µε την απόδοση του ήχου β’, όπως ακούγεται απ’ όλους τους ψάλτες, είναι διακριτή και αναµφισβήτητη. Αυτό το πάθος τον οδήγησε στη συγγραφή ανάλογης µελέτης, καθώς και στην οργάνωση εκκλησιαστικών χορωδιών για την πρακτική εφαρµογή των θεωριών του. Πιστεύοντας ότι έλυσε θεωρητικά το µέγα πρόβληµα της εναρµόνισης της βυζαντινής µουσικής, προχώρησε σε εφαρµογή των θεωριών του εναρµονίζοντας
από
παιδιά σχολικής
.
Πατριάρχης
ήχο γ’, «Τη Υπερµάχω Στρατηγώ» σε ήχο δ’ πλάγιο, ο κανόνας του «Ακαθίστου Ύµνου» σε ήχο δ’, «Την ωραιότητα της παρθενίας σου» σε ήχο γ’ και ο πολυχρονισµός του Πατριάρχη σε ήχο β’. Ανακήρυξη του Ελισαίου Γιαννίδη ως τακτικού µέλους του ∆ιδασκαλικού Συνδέσµου Κωνσταντινούπολης, 1909, ΙΝΣ/ΑΠΘ.

στην Εκκλησιαστική Αλήθεια (σε 6 συνέχειες, µε τίτλο «Η εναρµόνισις της βυζαντινής

τικό του όνοµα132) και αναδηµοσιεύθηκε στην Φόρµιγγα. Επανέλαβε την «επίδειξή» του, επίσης στον Ε.Φ.Σ. της Κωνσταντινούπολης στις 11/6/1912, µε τη συµµετοχή της χορωδίας του παρουσιάζοντας έντεκα παραδείγµατα της Οκτωηχίας. Μεταξύ αυτών τα: «Μεγάλυνον ψυχή µου» σε ήχο α’, «Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε» σε ήχο α’, «Άγγελοι την είσοδον της Πανάγνου» σε ήχο δ’ και «Άξιον εστίν» σε ήχο βαρύ εναρµόνιο.

Προκάλεσε µεγάλη αίσθηση επειδή θεωρήθηκε πως κατέρριψε το κυριότερο και συχνότερο επιχείρηµα των υποστηρικτών της βυζαντινής µουσικής, ότι δηλαδή η µουσική αυτή δεν δύναται να εναρµονισθεί133. Ο περιοδικός τύπος της Κωνσταντινούπολης την αντιµετώπισε µάλλον µε θετικό τρόπο. ∆ηµοσιεύθηκε, επίσης, στην Εκκλησιαστική Αλήθεια 134. Η αποβίωση του Ιωακείµ Γ’ τον ίδιο χρόνο (1912) ήταν ένα βαρύ πλήγµα κατά της εναρµόνισης αφού ήταν ο κατ’ εξοχήν άνθρωπος που µπορούσε να τον βοηθήσει

Ελισαίος Γιανίδης, «Τον Σταυρόν Σου προσκυνούµεν», ΑΕΜ.

πήρε έκταση και ο Γερµανός το παρέπεµψε στον συντηρητικό Εκκλησιαστικό Μουσικό Σύλλο-

α) φ. 27/11, σ. 367-370, β) φ. 4/12, γ) φ. 25/12, δ) 31/12 (Κωνσταντινούπολη 1910), ε) φ. 8/1 και ζ) 15/1 (Κωνσταντινούπολη 1911).

133 Ρωµανού, «Σταµάτης Σταµατιάδης», Εθνικής µουσικής περιήγησις 1901-1912, Μέρος Ι, Κουλτούρα, Αθήνα 1996, σ. 70.

134 Εκκλησιαστική Αλήθεια, τεύχ. 25, Κωνσταντινούπολη 16/6/1912, σ. 211-212 και τεύχ. 26, Κων/πολή 23/6/1912, σ. 219-221.

135 Ψάχος, «Η εναρµόνιση της εκκλησιαστικής µουσικής», Μουσική, τεύχ. 19-20, Κωνσταντινούπολη 1913, σ. 183-184.

145 ναρµονίσεων από τη χορωδία που διηύθυνε ο οµιλητής, ενδιαφέρθηκε για την προσπάθειά του και συνέστησε την εξακολούθησή της. Τον προσκάλεσε δε µε τη χορωδία του να ψάλλει τη µέρα της Ανάληψης (15/6/1910) στον Πατριαρχικό Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου. Η οµιλία του Γιανίδη δηµοσιεύτηκε
και µε το πραγµα-
µουσικής»
στην προσπάθειά του. Όµως, άνθρωπος επίµονος, δεν απογοητεύτηκε και µε απόλυτη εµπιστοσύνη στις ικανότητές του, πραγµατοποίησε και τρίτη «επίδειξη» πάλι στον Ελληνικό Φιλολογικό Σύλλογο στις 30/5/1913. Αυτή τη φορά, η επίκριση ήλθε από την Αθήνα. Ο Ψάχος, σε υπόµνηµά του προς τον Οικουµενικό Πατριάρχη Γερµανό, δεν περιορίστηκε στις απόψεις του για το έργο του Γιανίδη ή για την εναρµόνιση της βυζαντινής µουσικής, αλλά προχώρησε σε βαρύτατους
προς
τις, προφανείς σκοπούς υπούλους και πονηρούς… » ή «... η πονηρώς και κακοβούλως προβαλλοµένη εναρµόνισις...» 135. Το ζήτηµα
132
υπαινιγµούς του τύπου «... υπό το πρόσχηµα της τόσης θερµώς
την βυζαντινήν µουσικήν στοργής ... διαβλέπει

γο της Κωνσταντινούπολης (απαρτίζετο από συντεχνία ψαλτών, «... εξ αγραµµάτων το πλείστον µελών » 136, οι οποίοι εναντιωνόταν σε κάθε εξέλιξη της εκκλησιαστικής µουσικής). Στις 19/5/1914 ο Σύλλογος, αφού µελέτησε το θέµα, υπέβαλε υπόµνηµα στον Πατριάρχη, «περί του αδυνάτου της εναρµονίσεως της βυζαντινής µουσικής» (για λόγους κυρίως τεχνικούς, αλλά και αισθητικούς, εθνικούς, θρησκευτικούς, κ.λπ). Ξεπερνώντας

της Εκκλησιαστικής Αληθείας το νεώτερον ... τραγελαφικόν σύστηµα του κ. Σταµατιάδου » 137. Λίγα χρόνια αργότερα, µε την ηθική, αλλά και την οικονοµική υποστήριξη του Πατριάρχη Μελέτιου ∆', οργάνωσε και πάλι τη χορωδία του, ψάλλοντας τους εναρµονισµένους βυζαντινούς ύµνους του

Ιερό Ναό της Αγίας Τριάδας του Πέραν. Ούτε αυτή η προσπάθεια ευδοκίµησε –παρά τη θερµή υποδοχή του κοινού και τα ενθουσιαστικά σχόλια του τοπικού τύπου («... τα θερµά άλλως τε συγχαρητήρια τα οποία εδέχθησαν εκτελεσταί και διδάσκαλος µετά το τέλος της λειτουργίας και αι αυθόρµηται

Η Μικρασιατική Καταστροφή µετέβαλε, ασφαλώς, την εναρµόνιση της εκκλησιαστικής µουσικής σε θέµα επουσιωδέστατο. Κατέφυγε πρόσφυγας στην Θεσσαλονίκη όπου δίδαξε στο 10ο Γυµνάσιο Θηλέων. Εκεί οργάνωσε, επίσης,

136 Αρχιµανδρίτης Παγκράτιος Βατοπεδινός,«Και προσδιορισµός

µέγιστης µαθηµατικής ακρίβειας». Εκδόσεις Τέρτιος, Κατερίνη 1991, σ. 16.

137 Ό.π., σ. 23-26.

138 Ανώνυµος, «Η ενηρµονισµένη εις την Παναγίαν», Πρωΐα, Κωνσταντινούπολη 6/6/1923.

139 Ανώνυµος, «Η τετραφωνία εις την Αγία Τριάδα», Πρόοδος, Κωνσταντινούπολη 22/10/1923.

140 Απογευµατινή, Αθήνα 10/3/1926.

141 Ανώνυµος, «Περί τον Χορόν της Αγίας Σοφίας», Νεολόγος, Θεσσαλονίκη 30/4/1926.

146
τα όρια της δικαιοδοσίας του κατέληγε µε τη σύσταση προς την Εκκλησία «...να αποδοκιµάση και αποκηρύξη δια
επιδοκιµαστικαί εκδηλώσεις του κοινού, του ατέγκτου αυτού κριτηρίου, ενισχύουν πανηγυρικώς το υγιές
και η γλυκύτης της αρµονίας των ασµάτων θα εξυψώση ευλαβεστέρας τας καρδίας. ..»139) λόγω αποµάκρυνσης του Μελετίου ∆’ από τον οικουµενικό θρόνο, τον Ιούνιο του 1923, και της έντονης πολεµικής του συντηρητικού ιεροψαλτικού χώρου.
χορωδία κοριτσιών στον Ιερό Ναό της Αγίας Σοφίας. Ήταν όµως θνησιγενής, αν και έδωσε επιτυχε ίς συναυλίες, όπως
Ιερό Ναό της Αγίας Τριάδος στις 8/3/1926 140 . Τον
από τον Ιερό Ναό της Αγίας Σοφίας προκαλώντας αρνητικά σχόλια γι’ αυτή την ενέργεια: « έτσι τρανότατα αποδεικνύεται ότι η αποµάκρυνσις του χορού του κ. Σ. Σταµατιάδου µέγιστον κακόν και από τεχνικής αλλά και από καλαισθ ητικής απόψεως εδηµιούργησεν» 141. Η προσπάθειά του ανέδειξε –εν τω µεταξύ- νέους µιµητές µε την εµφάνιση χορωδιών µε περιεχόµενο τις τετράφωνες εναρµονίσεις, χωρίς όµως µε επιτυχία και συνέχεια. Το 1926 ήλθε ξανά στην Αθήνα, µε µετάθεση σε γυµνάσιο του Παλαιού Φαλήρου. Απτόητος, διοργάνωσε νέες εκκλησιαστικές χορωδίες (στους Ιερούς Ναούς της Χρυσοσπηλιώτισσας και του Αγίου Κωνσταντίνου) δοκιµάζοντας επίσης τις εναρµονίσεις του στο µικρό αρµόνιο της οικίας του. Τον Μάρτιο του 1932 έκανε στην Αρχαιολογική Εταιρεία την ύστατη προσπάθειά για να διαδώσει το σύστηµά του στο ευρύ κοινό. Την οµιλία του για την εναρµόνιση της βυζαντινής µουσικής και την εκτέλεση εναρµονισµένων βυζαντινών ύµνων από χορωδία µαθητών του
µήκους των χορδών
στον
των εντυπώσεών µας...» 138 ή «...έχοµεν την πεποίθησιν ότι αύριον το εκκλησίασµα θα γίνη µάρτυς του θριάµβου του χορού
αυτή στον
Μάρτιο του 1926 αποµακρύνθηκε
του
αυτής µετά

διαψεύστηκαν λόγω της εκλογικής ήττας του Βενιζέλου, αλλά και της απογοήτευσης να επιχειρήσει νέους αγώνες. Ωστόσο, µετά το 1932 οπότε συνταξιοδοτήθηκε, φρόντισε ώστε το τόσο σηµαντικό έργο του –θεωρητικό και πρακτικό- να εκδοθεί µε δική του επιµέλεια.

Το περισπούδαστο θεωρητικό µέρος («Η βυζαντινή µουσική και η εναρµόνισή της») δηµοσιεύτηκε αρχικά στο ∆ελτίο του Εκπαιδευτικού Οµίλου142 και αργότερα, στην εβδοµαδιαία εφηµερίδα Νεοελληνικά Γράµµατα (σε πέντ6ε συνέχειες) 143. Με βάση συγκεκριµένη λογική την οποία ανέπτυξε στο σύγγραµµα, διατύπωσε

Ελισαίος ΓιανΊδης, Βυζαντινή µουσική, Β’ τεύχ., εκδόσεις Κωνσταντινίδης, Αθήνα 1937-39. ΑΕΜ.

142 9ος τόµ., Αθήνα

145

Εβδοµάδας: α) «Κύριε, η εν πολλαίς αµαρτίαις», β) «Του ∆είπνου σου του Μυστικού» και γ) «Σήµερον κρεµάται επί ξύλου». Επίσης τον «Επινίκιο Ύµνο» της Λειτουργίας του Μεγάλου Βασιλείου, και τα: «Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε», «Τον Σταυρόν σου προσκυνούµεν» και «Τρισάγιον». Το δεύτερο τεύχος τυπώθηκε το 1939 (µετά το τρίτο) σε 30 σελίδες µε τίτλο «∆οξολογία. Λειτουργία». Περιέχει εναρµονίσεις της Μεγάλης ∆οξολογίας σε διαφορετικούς ήχους προς αποφυγή της µονοτονίας, κατά την άποψή του την οποία εκθέτει στον πρόλογο της έκδοσης. Αρχίζει και τελειώνει µε τον ήχο δ’, µε ενδιάµεσες εναρµονίσεις σε β’, πλάγιο β’ και πλάγιο δ’. Στη Λειτουργία του συµπεριέλαβε µόνον τα ειρµολογικά µέλη µε αµιγώς βυζαντινό χαρακτήρα (αντίφωνα, τρισάγιον, κ.λπ) – παραλείποντας το Χειρουβικόν

http://polyphonic-music.blogspot.gr/2012_07_22_archive.html

147 Εθνικού Ωδείου παρακολούθησαν ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος, ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, µέλη της Κυβέρνησης και πλήθος κόσµου. Η προσπάθεια φαίνεται ότι ήταν επιτυχηµένη και, παρά τις επιφυλάξεις που διατυπώθηκαν από αρκετούς (ανάµεσά τους και ο Μανώλης Καλοµοίρης [1883-1962), ο Βενιζέλος έδειξε ενθουσιασµό για το έργο του και κάποια διάθεση να το υποστηρίξει. Όµως οι ελπίδες
σαφείς οδηγίες για το πώς θα πρέπει να γίνει η εναρµόνισή της, πράγµα που τον καθιστά, ίσως, µοναδική τέτοια περίπτωση στον κύκλο των τετράφωνων Ελλήνων συνθετών. Αποτελεί ένα έργο ξεχωριστό επειδή, παρότι γράφεται από τη σκοπιά του µουσικού ο οποίος επιδιώκει την εναρµόνιση και µάλιστα την τετράφωνη, δεν παραγνωρίζει την καλλιτεχνική αξία της βυζαντινής µουσικής την οποία προσπαθεί να αναδείξει µέσα από τις εναρµονίσεις 144 . Το καθαρά µουσικό µέρος µε τίτλο Βυζαντινή µουσική σε τετράφωνη αρµονία δηµοσιεύτηκε σε 3 τεύχη από τον µουσικό οίκο Μιχάλη Κωνσταντινίδη 145. Το πρώτο τεύχος τυπώθηκε το 1937 σε 16 σελίδες. Περιέχει τις εναρµονίσεις τριών ασµάτων της Μεγάλης
1921, σ. 27-58. 143 Νεοελληνικά Γράµµατα, Αθήνα 27/5, 2/6, 9/6, 16/6 και 23/6/1939. 144 ∆ιαδικτυακός ιστότοπος:
Ελισαίος, Βυζαντινή Μουσική σε τετράφωνη αρµονία, Α’- Β-Γ’ τεύχη, Κωνσταντινίδης, Αθήνα 1937-39.
Γιαννίδης

το 1938 σε 58 σελίδες µε τίτλο «Απολυτίκα, Κοντάκια, Καταβασίες». Περιέχει απολυτίκια, κοντάκια, καταβασίες όλου του ενιαυτού: της Οκτώηχου, του Μηνιαίου, του Τριωδίου και του Πεντηκοσταρίου. Στον ίδιο ανήκουν και δικές του συνθέσεις –επίσης επί εκκλησιαστικών µελών- όπως οι: «Πατριαρχικός Πολυχρονισµός» για δίφωνη παιδική χορωδία (1915), «Μέγας Αγιασµός »

για τετράφωνη µικτή χορωδία (1922), «Τριάδος Φανέρωσιν» (1923), «Πιστεύω» και «Ο Μονογενής Γιός» για φωνές και µικτή χορωδία (πριν

από το 1925. Σε αυτές «... συνδυάζει την ατοµικήν έµπνευσιν, την λεπτότητα της τέχνης του εναρµονιστού µε το θρησκευτικόν συναίσθηµα » 146), και «Ορθοδοξίας ο φωστήρ» για βαρύτονο.

Μελετώντας το συνολικό µουσικό έργο του ο σηµερινός ερευνητής, µακριά από την οποιαδήποτε συναισθηµατική, σκόπιµη ή άλλη φόρτιση των γεγονότων της εποχής εκείνης, οφείλει να δεχθεί τη σηµαντικότητα και θετική συµβολή του στην προσπάθεια της εναρµόνισης της βυζαντινής µουσικής, η οποία αναµφίβολα κινήθηκε σε υψηλά επιστηµονικά, τουλάχιστον, επίπεδα. Αλλά και από αισθητικής πλευράς, το πολυκύµαντο έργο του, πέραν των αντιρρήσεων που προφανώς εγείρονται, δεν είναι ευκαταφρόνητο. Αντιθέτως µάλιστα, «περιέχει πολλές αξιοπρόσεκτες σελίδες, που µια καλογυµνασµένη χορωδία µπορεί και πρέπει να γνωρίσει στους φιλόµουσους, όχι µόνο για ν' αποτίσει φόρο τιµής στον µεγάλο αυτό επιστήµονα-µουσικό, αλλά -κυρίως γι' αυτό- για να δοθεί η ευκαιρία στους τελευταίους ν' απολαύσουν ένα

είναι καίριες, ακόµη και σήµερα. Μπορεί να παρασύρθηκε ενίοτε σε ακραίες θέσεις και αφορισµούς, η αιτία, όµως, πρέπει να αναζητηθεί στο πολωµένο κλίµα της εποχής. Ως προς το καθαρά µουσικό ζήτηµα, ξεκαθάρισε το ζήτηµα των διαστηµάτων προτείνοντας την φυσική κλίµακα ως την κατεξοχήν κλίµακα της αρµονίας. Αλλά και όσον αφορά τους ήχους, έδωσε προσεγµένες περιγραφές και εµβριθείς παρατηρήσεις. ∆ιατύπωσε επίσης, την κεφαλαιώδη παρατήρηση ότι η εναρµόνιση που θα περιβάλλει την κύρια βυζαντινή µελωδία θα πρέπει να ερµηνεύει την εσωτερική αρµονία που ενυπάρχει σε κάθε µελωδική γραµµή. Από

∆.Α., «Η εναρµόνισις της εκκλησιαστικής µουσικής», Μεταρρύθµισις, Κωνσταντινούπολη 18/9/1925.

147 Φιλόπουλος Γιάννης, «Ο Ελισαίος Γιανίδης», Εισαγωγή στην ελληνική πολυφωνική

148 και το Κοινωνικόν, λόγω ύπαρξης αρκετών τετράφωνων συνθέσεων από άλλους συνθέτες και αποκλείοντας τα παπαδικά – τα οποία κατά κόρον νοθεύονται από αυτοσχέδιους ανδρικούς χορούς των εκκλησιών (εξαιτίας της ψαλµόδωσης στον ήχο β’, χωρίς την ύφεση στην έκτη βαθµίδα). Το τρίτο τεύχος τυπώθηκε
εξαιρετικής ποιότητας µουσικό έργο της νεώτερης ελληνικής καλλιτεχνικής δηµιουργίας » 147 . Είναι ο πρώτος ο οποίος έγραψε εκκλησιαστική αρµονία σε αυτούσια βυζαντινά µέλη παρµένα από τους περισσότερους βυζαντινούς ήχους. Η µουσική εργασία του καταπολεµήθηκε από τους οπαδούς της βυζαντινής µονοφωνίας και αν δεν έγινε ευρύτερα γνωστή, η αιτία είναι ότι όλες οι εναρµονίσεις του προορίζονται για µικτή χορωδία, και τα µέρη της µικτής δεν µπορούν να ψαλλούν από ανδρική χορωδία χωρίς προηγούµενη µεταγραφή, η οποία πολλές φορές είναι δύσκολη έως αδύνατη148. Οι θεωρητικές τοποθετήσεις του για την εναρµόνιση της βυζαντινής µουσικής δεν µπορούν παρά να εξεταστούν µε τη δέουσα προσοχή και σοβαρότητα. Οι απόψεις του σχετικά µε την καλαισθησία και την λειτουργικότητα του εκκλησιαστικού µέλους
146
εκκλησιαστική µουσική, Νεφέλη, Αθήνα 1990, σ. 136-145. 148 Γεωργίου Παναγιώτης (Τάκης), Βυζαντινή Λειτουργία εις αρµονικήν µορφήν, Εταιρεία ∆ηµιουργικής Εκκλησιαστικής Μουσικής, Αθήνα 1951, σ. 34.

Ο Ελισαίος Γιαννίδης µε µαθητές του, Αθήνα περί το 1900, ΑΕΜΘΤ.

δες Λόγος της Κωνσταντινούπολης, Νεοελληνικά Γράµµατα, Ελεύθερο Βήµα, κ.ά. της Αθήνας, και τα περιοδικά Εστία Εικονογραφηµένη (1893) και Μουσικά Χρονικά (1928-29), γράφοντας περισπούδαστα άρθρα για την εναρµόνιση της βυζαντινής µουσικής («Η βυζαντινή µουσική και η τετράφωνος»,

«Το µουσικό αίσθηµα και το γλωσσικό αίσθηµα», και «Ο δεύτερος ήχος χάνεται»). Πολυπράγµων και

«περίεργος πολυεπιστήµων » 150 έγραψε πολλά βιβλία για ποικίλα θέµατα, όπως για την οινοποιΐα

(«Εγχειρίδιον Οινοποιΐας» για την Εµπορική και Βι-

οµηχανική Ακαδηµία [1898]), την αστρονοµία

(«Στοιχεία αστρονοµίας» [1930]) και τα µαθηµατικά

(«Στοιχεία γεωµετρίας» [1938]). Τα γραπτά του διακρίνονται από τη µαθηµατική λογική στον ειρµό των

επίσης µε θέµατα φιλοσοφίας

Ελλάδα του φιλοσοφικού πραγµατισµού και ιδεαλισµού» (1900) 152. Σε αυτό υιοθέτησε τις απόψεις του Γάλλου νοµπελίστα φιλοσόφου Henri Bergson (1859-1941) µε κύριο χαρακτηριστικό την καταπολέµηση της µηχανικής εξήγησης της προέλευσης της ζωής, την αποδοχή της ενδεχοµενικότητας των φυσικών νόµων και την υποστήριξη του ωφελιµισµού). Επίσης, ανέπτυξε σπουδαία γλωσσολογική δράση, ως υπέρµαχος του δηµοτικισµού, συγγράφοντας το

βιβλίο Γλώσσα και ζωή 153 µε το οποίο τάχθηκε αναφανδόν υπέρ της υιοθέτησης της δηµοτικής (σε νεότερη δε έκδοσή του προέβη στην α-

149 ∆ιαδικτυακός ιστότοπος: http://polyphonic-music.blogspot.gr/2012_07_22_archive.html

150 Σκριπτ, Αθήνα 14/5/1902.

151 ∆ιαδικτυακός ιστότοπος: http://polyphonic-music.blogspot.gr/2012_07_22_archive.html

152 ∆ηµοσιεύθηκε

γλώσσας’ στην Αθήνα το 1908. Ακολούθησαν οι επανεκδόσεις του 1910 (Κωνσταντινούπολη), και 1914 και 1928 (Αθήνα). Πρωτοδηµοσιεύθηκε –υπό µορφήν άρθρου- µε το πραγµατικό όνοµα (Σταµάτης Σταµατιάδης) στο περιοδικό Κριτική (1905).

149 κει και πέρα, δεν µπορούµε να πούµε ότι επιτυγχάνει, ιδίως για ορισµένους ήχους, την πρακτική εφαρµογή αυτής της αρχής. Πάντως η εργασία του ήταν µία χρήσιµη αφετηρία για όλους τους ενασχολούµενους µε την ελληνική εκκλησιαστική µουσική149 .
ως αρθρογράφος µε τις εφηµερί-
Συνεργάστηκε
συλλογισµών
λήθηκε
και συνέγραψε το δοκίµιο «Το µεγάλο πρόβληµα ή δοκίµιο κριτικής του υλισµού, ως τύποις εκπρόσωπος στην
και το ελαφρό χιούµορ τους151. Ασχο-
εκ νέου στο περιοδικό Νεολόγος του Σταύρου Ι. Βουτυρά. 153 Το βιβλίο εκδόθηκε από το ‘Αδελφάτο της εθνικής

πλοποίηση της ορθογραφίας και την κατάργηση των πνευµάτων), καθώς και άλλες παρόµοιες δηµοσιεύσεις («Η

και πρωτεργάτης του δηµοτικισµού

νηφάλιος (Θεσσαλονίκη 1999), τεκµηριωµένο µε αρχειακό υλικό. Η ισχνή δισκογραφία του περιέχει το φωνογράφηµα σε επτά ίντσες µε το «Η παρθένος σήµερον» για ανδρική χορωδία (1910). Απεβίωσε στην Καλλιθέα Αττικής στις 11/2/1942 ύστερα από πολύµηνη ασθένεια.

Γιαπαλάκης Βασίλης: Βιολονίστας, βιολίστας και συνθέτης, προερχόµενος από τον Ελληνισµό της Ρωσίας όπου γεννήθηκε (1912). Υπήρξε προσωπικότητα υψηλού καλλιτεχνικού και κοινωνικού ήθους και ανήκει στους φιλοπρόοδους και ανιδιοτελείς µουσικούς. Ως αντιστασιακός εξορίστηκε από τη χούντα της επταετίας. Σπούδασε και στο Ελληνικό Ωδείο παίρνοντας το 1955 δίπλωµα βιόλας µε άριστα [τάξη του συνθέτη και µουσικοπαιδαγωγού Αλέξανδρου Καζαντζή (1881-1974)]. Προηγουµένως, ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του ‘30, δίδασκε στο Εθνικό Ωδείο Αθηνών.

δεκαετές διάστηµα που έζησε στην Κωνσταντινούπολη συνέθεσε, χρησιµοποιώντας το ψευδώνυµο Χ.Χ. (άγνωστο γιατί. Το διατήρησε µέχρι τη δεκαετία του ‘50), πολλά τραγούδια για φωνή και πιάνο όπως τα: «C’est moi Dodoche», «Γάλλος και Αλσατίς», «Γκρανκασιέρης», «Τα ευζωνάκια», «Κουκλίτσες», «Μυλωνάδες», «Άφες µε κόρη», «Έλα έλα», «Ξενύχτης» (λαϊκό άσµα), «Με µαγεύουν τα’ αφράτα σου κάλλη» 155, «Στο παραθύρι», «Η Τουρκοπούλα», «Οι Σµυρνιές», «Το φιλί», κ.ά. τα οποία εκδόθηκαν από τους οίκους Φέξη, Χρηστίδη και το περιοδικό Πανόραµα 1915. Το 1923 µετατέθηκε στην Πάτρα. Εκεί πρωτοστάτησε, µαζί µε άλλους φιλοπρόοδους Πατρινούς, στην ίδρυση

150
και
Ως δάσκαλος
εξισώνεται µε τους Ψυχάρη, Παλαµά, Τριανταφυλλίδη, Γληνό και ∆ελµούζο. Ήταν άνθρωπος ντροπαλός, νηφάλιος, αθόρυβος, µε συγκινητική µετριοφροσύνη που ξόδεψε τη βιωτή του σε ευγενικούς αγώνες, όπως µαρτυρούν οι µαθητές του. Ίσως γι' αυτόν τον λόγο να είναι ξεχασµένος επί των ηµερών µας154. Σηµαντικό επ’ αυτού είναι το πόνηµα του καθηγητή και συνεχιστή των αγώνων των πρωτοπόρων δηµοτικιστών, Εµµανουήλ Κριαρά, Ελισσαίος Γιαννίδης ο
Τονική Μεταρρύθµιση
άλλα γραµµατικά [1927] και «Γλωσσικά πάρεργα» [1932]) µε τις οποίες πολέµησε τους «καθαρολόγους» της καθαρεύουσας.
Μνηµονεύεται εδώ επειδή για ένα διάστηµα (1935-38;) υπήρξε διευθυντής του παραρτήµατος Κοµοτηνής του Εθνικού Ωδείου. Εκεί συνέθεσε τραγούδια για χορωδία σε ποίηση Τάκη Γκιοσόπουλου και µικρά έργα για βιολί και πιάνο. Ήταν βιολονίστας στη ν Κρατική Ορχήστρα Αθηνών έως τη συνταξιοδότησή του και επίσης, σε άλλες συµφωνικές ορχήστρες της Αθήνας ∆ιετέλεσε γενικός γραµµατέας του Πανελλήνιου Μουσικού Συλλόγου. Απεβίωσε στην Αθήνα στις 10/4/1986. Γκρεκ Σωτήριος: Συνθέτης πολυφωνικής εκκλησιαστικής µουσικής. Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1881 από Κερκυραίο πατέρα και Συριανή µητέρα. Από µικρό παιδί έψαλλε στην χορωδία του Ιερού Καθεδρικού Ναού του Αγίου ∆ιονυσίου Αρεοπαγίτου των Καθολικών στην Αθήνα. Εκεί πήρε και τα πρώτα µουσικά µαθήµατα. Το 1897 πήγε στη Σύρο, γενέτειρα της µητέρας του, όπου εργάστηκε στα γραφεία της Εταιρείας του Αγγλικού Τηλέγραφου του νησιού. Η προηγµένη πολιτιστικά Σύρος του 19ου αιώνα στάθηκε καθοριστικός παράγοντας για την καλλιέργεια της µουσικής παιδείας του. Το 1913 µετατέθηκε στην Κωνσταντινούπολη και την Τένεδο όπου άρχισε ν’ αναπτύσσει καλλιτεχνική δράση. Στο
154
στο κίνηµα του δηµοτικισµού»,
155
Χατζηφώτης Ι.Μ., «Η συµβολή του Ελισαίου Γιανίδη
τεύχ. 1187, Νέα Εστία, Αθήνα Χριστούγεννα 1976, σ. 217-227.
Το έργο υπάρχει και σε γραφή για τετράφωνη χορωδία.

γύρω στο 1930. Το 1941 άφησε την Πάτρα και εγκαταστάθηκε οριστικά στην πατρίδα της συζύγου του, τη Νάξο. Εκεί επιδόθηκε

επιείκειαν παντός µουσικού. Νάξος 1948 » 158 . Στο πρώτο τετράδιο περιέχονται συνθέσεις για δύο ή τρεις φωνές, όπως οι λατινικοί ύµνοι: «O Salutaris», «O bone Jesu», «Panis angelicus», «Tantum ergo» (σε επτά διαφορετικές γραφές), «Puer natus», «Ave Maria», δύο «Λειτουργίες» για δύο φωνές και εκκλησιαστικό όργανο, «Pater noster», «Salve Regina» και «Laudate Dominum». Επίσης, την «Pastorella» για εκκλησιαστικό όργανο. Το δεύτερο τετράδιο περιέχει, επίσης, εκκλησιαστικές συνθέσεις για δύο ή τρεις φωνές, µεταξύ των οποίων και τους λατινικούς ύµνους: «Salve mater», «Ave verum», «O Salutaris», «Tantum ergo», «Panis angelicus», «Magnificat» (1960). Περιέχει επίσης έργα µε ελληνικό κείµενο: «Χριστούγεννα», «Tί νυχτιά», «Άγια νυχτιά» (1955), «Πάτερ ηµών» 159, «Λειτουργία» για δύο παιδικές φωνές και µία τρίφωνη «Λειτουργία» 160. Μετά το 1944 έγραψε γύρω στα σαράντα τραγούδια, µε πιο ενδιαφέροντα τα: «Φέρε ταβερνιάρη µου» ταγκό, «Χράµι», «Σπιτάκι πατρικό», «Φλώρα», «Νάξο µου» και «Νησιωτοπούλα». Το 1972 συνέθεσε το χορωδιακό «Ave Maria» που µάλλον είναι το τελευταίο έργο του. Απεβίωσε στην Αθήνα το 1973.

156 Ο Michele Cornello διατηρούσε µουσικό οίκο στο κέντρο της Πάτρας και εξέδιδε παρτιτούρες Πατρινών συνθετών

151 του Μουσικού Συλλόγου ‘Ορφεύς’. Συνδέθηκε µε στενή φιλία µε τον Ιταλό µουσικοσυνθέτη Michele Cornello 156, ο οποίος έγινε και δάσκαλός του στα ανώτερα θεωρητικά. Στην Πάτρα ξεκίνησε τη σύνθεση πολυφωνικής εκκλησιαστικής µουσικής για την χορωδία του Καθολικού ναού. Συνέθεσε επίσης το χορωδιακό «Στο Βενιζέλο µας» (Ύµνος αλυτρώτων) και τραγούδια –σε δικούς του στίχους και πάλι µε το ψευδώνυµο Χ.Χ.- για τις εκδηλώσεις του ‘Ορφέα’ που έγιναν δηµοφιλή, όπως τα: «Λίνα», «Για την αγάπη σου», «Ο αλήτης της αγάπης» και «Στην παλιά Πάτρα». Το τελευταίο (σε στίχους Μακ. Αθανασιάδη) βραβεύτηκε σε διαγωνισµό τραγουδιού της Κολούµπια
και πάλι σε συνθέσεις πολυφωνικής εκκλησιαστικής µουσικής, τις οποίες παρουσίασε µε την χορωδία του Ιερό Ναό των Καθολικών στο Κάστρο. Πολλά από τα έργα πολυφωνικής µουσικής εντοπίσθηκαν από τον Γιάννη Φιλόπουλο 157 σε δύο χειρόγραφα τετράδια µεγάλου σχήµατος µε τις ενδειξεις: «Εκκλησιαστικαί συνθέσεις Σωτηρίου Κ. Γκρεκ, Bιβλίον 1 και Βιβλίον 2», καθώς και την αξιοσηµείωτη δήλωσή του: «Τυγχάνων απλούστατος ερασιτέχνης αιτούµαι την
της εποχής. 157 Φιλόπουλος, «Ο συνθέτης Σωτήριος Γκρεκ και το µουσικό του έργο», Σύγχρονα Βήµατα, τεύχ. 79, Αθήνα 1991. 158 Ό.π. 159 Έργο γραµµένο για δίφωνη χορωδία. Ο Γιάννης Φιλόπουλος στο βιβλίο του Ρωσικές επιδράσεις στην ελληνική πολυφωνική εκκλησιαστική µουσική θεωρεί το «Πάτερ ηµών» ως ελεύθερη, αυτοτελή και ολοκληρωµένη σύνθεση, ικανή να σταθεί και έξω από την εκκλησία. Νεφέλη, Αθήνα 1993, σ. 88. 160 Έργο για υψίφωνο και δύο τενόρους. Σωτήριος Γκρεκ, ΑΕΜΘΤ.

Γουναρόπουλος Βασίλειος161: Συνθέτης, αρχιµουσικός και µουσικοδιδάσκαλος. Επίσης εκδότης και συντάκτης εφηµερίδων, µε ελλειπή βιογραφικά στοιχεία. Γεννή-

θηκε στη Σωζόπολη (νυν Σοζοπόλ) της Ανατολικής Ρωµυλίας από µουσική οικογέ-

νεια, γύρω στο 1865 162. Ο πατέρας του Νικόλαος ήταν συνθέτης εκκλησιαστικής µουσικής, λόγιος και ευπατρίδης. Πριν από το 1870 πήγε στη Βάρνα

όπου σπούδασε µουσική και έζησε το µεγαλύτερο µέρος της βιωτής του. Ήταν παιδί-θαύµα και ήδη από τα 18 του διετέλεσε αρχιµουσικός και διευθυντής της ορχήστρας και της χορωδίας του Φιλαρµονικού Οµίλου και της Φιλαρµονικής Ένωσης της Βάρνας δίνοντας πολυάριθµες συναυλίες µε ευρύ ρεπερτόριο από έργα Ελλήνων και ξένων συνθετών καθώς και εναρµονίσεις δηµοτικών τραγουδιών. Κατά την διάρκεια της περιόδου 1889-94 ήταν ο βασικός συντάκτης δύο ελληνικών εβδοµαδιαίων, πολιτικών, εµπορικών και φιλολογικών εφηµερίδων στη Βάρνα: α) της Οδησσού (1889;-91) και του Ευξείνου (1891-94). Συνεργάστηκε, επίσης, –ως µουσικοδιδάσκαλος- µε το ελληνογαλλικό µουσικό σχολείο των αδελφών Μπρέντα.

Το 1893 εκδόθηκε στη Βάρνα από το τυπογραφείο Λ. Νίτσε, το Μουσικόν πρωτόλειον περιέχον 25 άσµατα προς χρήσιν των σχολών

(1824-1892), «Το περιπλανώµενο φτωχό» (µονωδία) σε στίχους Κ. Κολλίλα, «Το σκαθάκι» σε στίχους Ηλία Τανταλίδη, «Η σκλαβιά», «Εµβατήριον», «Τα ψάρια και τα πουλιά»), «Η καλλιέργεια του σίτου», «Η βοσκοπούλα» (µονωδία), «Η περιστέρα» και «Το παιδίον» (σε στίχους αγνώστων), για δίφωνη χορωδία163

161 Κοτζαγεώργη Ξανθίππη, «Μουσική και θέατρο στις ελληνικές κοινότητες της Βουλγαρίας», Βαλκανικά Σύµµεικτα , τεύχ. 8, Θεσσαλονίκη 1996, σ. 92-94

και Κοτζαγεώργη, «Οι Έλληνες στην Ανατολική Ρωµυλία, µέσα 19ου αιώνα-αρχές 20ού. Σωµατειακή οργάνωση και κοινωνικός βίος», Βαλκανικά Σύµµεικτα, τεύχ. 5-6, Θεσσαλονίκη 1993-94, σ. 18-36.

162 Επίσης, ο γνωστός ζωγράφος Γιώργος Γουναρόπουλος (1889-1977) ήταν ανεψιός του.

163 Τα υπόλοιπα δεκατέσσερα άσµατα υπογράφονται από τον παντελώς άγνωστο, πιθανώς Βαρναίο, Θ. Θεοφάνη. Σε αυτόν ανήκει και το «Quadrille, Marie-Louise» για ορχήστρα,

152
Βουλγαρίας
και δύο
εγχειρίδιο το οποίο υπογράφεται από τον
στων λοιπών στοιχείων) και τον συνθέτη. Περιείχε έντεκα σχολικά άσµατα του συνθέτη: «Η καλύβη» και «Χελιδόνι
του συνθέτη Αλέξανδρου
δια κλειδοκύµβαλον , µουσικοπαιδαγωγικό
Θ. Θεοφάνη (αγνώ-
και καλοκαίρι» σε στίχους
Κατακουζηνού
το οποίο ερµήνευσε η Φιλαρµονική Ένωση Βάρνας σε συναυλία η οποία έλαβε χώρα στην αίθουσα του Α’ Ελληνικού Παρθεναγωγείου στις 23/6/1894. Θ. Θεοφάνης και Β.Ν. Γουναρόπουλος, Μουσικόν πρωτόλειον, τυπογραφείο Λ. Νίτσε, Βάρνα 1893. ΙΜΧΑ.

Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.