Μουσουργοί της Θράκης (6 από 7)

Page 1

(θεωρητικά, ενοργάνωση

πνευστά όργανα) στο µουσικό τµήµα της (έως τις αρχές του Β’ Παγκοσµίου Πολέµου). Στα 60 χρόνια της δηµιουργικής του δραστηριότητας και ξεκινώντας από την ηλικία των 16 ετών, συνέθεσε 2000 έργα περίπου, µε καθηµερινή πολύωρη εργασία (γράφτηκε ότι ο ηµερήσιος ύπνος του δεν ξεπερνούσε τις 4 ώρες). Από όλον αυτό τον µουσικό θησαυρό –µε µικρές µεν αλλά υπαρκτές αναφορές στην Ελλάδα- δυστυχώς σώθηκαν µόνο 350 έργα436, µετά από την καταστροφική (και κατά πάσα πιθανότητα

το αρχείο του437 .

Από τις γνωστές συνθέσεις ξεχωρίζουν: α) οι 6 συµφωνίες για ορχήστρα (αρ.1 «Των Βαλκανίων», αρ.2 «Μαρίτσα» [1931], αρ.3 «Ονειρικό ταξείδι» [1933], αρ.4 [1935], αρ.5 [1946] και αρ.6 [1948]), β) οι 7 ορχηστρικές 438 («Γυναίκα της Μακεδονίας» [1903] 439, «Εµµανουήλ Μανόλοβ» [1907], «Φαντασία για τον Χρίστο Μπότεβ [1922], «Συµφωνική σουίτα για τη γυναίκα της Βουλγαρίας» [1927], «Φαντασία για τη Λιλιάνα» [1927], «Πέγιο Γιαβόροβ» [1944] και «Εισαγωγή των φυσικών ήχων» [1945]), γ) οι πέντε εισαγωγές για ορχήστρα ([1910], [1915], ]1922], «Επίσηµη» [1926] και [1933]), δ) τα έργα για ορχήστρα εγχόρδων «Παραδοσιακοί χοροί» (1907), «Κοµµάτι» (1915), «Ρατσενίτσα» (1922;) και «Χαιρετίσµατα στη Βίτοσα» (1943), ε) το

χάλκινων πνευστών [1901], «Γλυκειά πατρί433 Υπηρέτησε ως αρχιµουσικός της φιλαρµονικής του 24ου Συντάγµατος Πεζικού µε έδρα τον Πύργο (έως το 1930 οπότε και συνταξιοδοτήθηκε). 434 Είναι γνωστό ότι συναντήθηκε πολλές φορές µε τους συγγενείς από την πλευρά της µητέρας του. Απέφυγε οποιαδήποτε ανάµειξη σε πολιτικοστρατιω-

τικές έριδες, κ.λπ., έντονες τότε µεταξύ Ελλήνων και Βουλγάρων, διατηρώντας ουδέτερη στάση λόγω και της ελληνικής καταγωγής του.

435 Κατά τη διάρκεια του Α’ Βαλκ. Πολέµου.

436 Σε όλα του έργα –τα οποία είναι κατ’ εξοχήν προγραµµατικά - κυριαρχεί η επίδραση και τα δάνεια στοιχεία από τη δηµοτική παράδοση της Βουλγαρίας,

της Ελλάδας και της Ρουµανίας.

437 Εικάζεται ότι η εσκεµµένη πράξη έγινε από οπαδούς της κυρίαρχης τότε κοµµουνιστικής κυβέρνησης λόγω του ότι το µουσικό υλικό του συνθέτη θεωρήθηκε ως «φασιστικό». Την ίδια αντιµετώπιση είχε και την Ένωση Βουλγάρων Μουσουργών, έως τη δηµοκρατική αλλαγή στη διακυβέρνηση της χώρας (1989).

438 Όλες αναφέρονται σε υπαρκτά πρόσωπα και σε ιστορικά γεγονότα.

439 Αφιερωµένη στη Μακεδονίτισα µητέρα του.

253 διοδροµία του ως αρχιµουσικός αρκετών στρατιωτικών φιλαρµονικών, προεξάρχουσας της φιλαρµονικής του 3ου Συντάγµατος Ιππικού (έως το 1910), αρχικά από τη γενέτειρά του, το 1897 στη Λοµ και λίγους µήνες αργότερα στον Πύργο Ανατολικής Ρωµυλίας433 όπου και έζησε την υπόλοιπη ζωή του. Είναι γνωστό ότι τη διετία 1906-07 υπηρέτησε στη στρατιωτική φιλαρµονική του 39ου Τάγµατος Πεζικού µε έδρα τη Θεσσαλονίκη 434. ∆ιετέλεσε επίσης αρχιµουσικός των φιλαρµονικών του 2ου Συντάγµατος Ιππικού και του 30ού Συντάγµατος Σιπτσένσκι435 . Με όλες τις φιλαρµονικές έδωσε εκατοντάδες συναυλίες και έκανε παρελάσεις στους δρόµους των πόλεων και κυρίως του Πύργου προκαλώντας ρίγη συγκίνησης στους πολίτες. ∆ηµιούργησε επίσης τουλάχιστον 10 χορωδίες µε πιο γνωστή τη Χορωδία Γυναικών Γκούσλα µε την οποία έδωσε επιτυχείς συναυλίες και στο εξωτερικό (Πολωνία, Ουγγαρία, Ρουµανία) στην τριετία 1933-35. Από το 1910 ανήκε στα ιδρ υτικά µέλη της Μουσικής Εταιρείας ‘Ρόντνι Σβούτζι’ του Πύργου ως διευθυντής της ορχήστρας εγχόρδων, διοργανωτής συναυλιών και
εσκεµµένη) πυρκαγιά -στο 1949, µετά τον θάνατό του- στο υπόγειο του ∆ηµαρχείου του Πύργου, όπου φυλάσσονταν
µουσικοδιδάσκαλος
και
κοντσέρτο για
και
η) µουσικής δωµατίου («Η τελευταία ώρα» για σεξτέτο
βιολοντσέλο και ορχήστρα εγχόρδων (1925), ζ) για µπάντα πνευστών («Καβάλ» [1900]
«Γκέρντα» [(1905]),

τησίας» (1908), «Ύµνος για τον Τσάρο της Ρωσίας» (1908), «Παρακαταθήκη» (1915), «∆ιαθήκη» (1919. Το γνωστότερο όλων), «Εµβατήριο

για τους ήρωες των Βαλκανίων» (1926), «Ύµνος για τον µαέστρο Μιχαήλοβ» (1931), «Τραγούδι της πατρίδας» (1932), «Ο λύκος» (1935), «Μικρά παιδιά της θάλασσας» (1935. Για τους σπουδαστές της Κρατικής Ναυτικής Ακαδηµίας Βαπτσάροβ. Καθιερώθηκε ως ο ύµνος της από το 1989 και µετά), «Εµβατήριο για τους µουσικούς της Φρουράς» (1938), «Ύµνος για τον λαό της Βουλγαρίας» και «Ερχόµαστε» (1939), και θ) για σόλο όργανα: «Εµπρός» για κόρνο (1900), «Εµβατήριο» για πιάνο (1921) και «Τρυφερό τραγούδι» για βιολί (1931;). Συνέθεσε επίσης αρκετά ψυχαγωγικά και χορευτικά τραγούδια ελαφράς µουσικής για φωνές και σύνολα εγχόρδων και πνευστών τα οποία έγιναν επιτυχίες

Εξαιτίας της ο γιός του ήλθε στη Θεσσαλονίκη όπου έζησε ασκώντας το επάγγελµα του οδοντιάτρου. Από το 1990 και

η απουσία των επίσηµων αρχών επειδή τον θεώρησαν βασιλόφρονα 443 και αντικοµουνιστή.

Σαλπά-Παπαθανασίου Ευγενία: Φλαουτίστρια και συνθέτρια µε καλλιτεχνική προσφορά στις Η.Π.Α. Κόρη του Κωνσταντινουπολίτη εµπόρου

445. Απεβίωσε στην Ουάσινγκτον µετά από το 1983.

440 Αφιερωµένη στην ελληνική πατρίδα της µητέρας του.

441 Το τελευταίο έργο του.

442 Μόνο 14 έργα του ελαφράς µουσικής διασώθηκαν.

443 Πολλά από τα εµβατήριά του εξυµνούσαν τον τότε βασιλέα της Βουλγαρίας.

254 δα των προγόνων» φαντασία για βιολί και πιάνο [1942] 440 και «Μπουργκάς» κουιντέτο για ξύλινα πνευστά [1948])441. Συνέθεσε εκατοντάδες εµβατήρια για χορωδία και στρατιωτική µπάντα πνευστών από τα οποία διασώθηκαν γύρω στα 240, µε γνωστότερα τα: «Ύµνος της Ανεξαρ-
στην προπολεµική Βουλγαρία442. Ένθερµος Βούλγαρος πατριώτης -αν και ποτέ δεν υποστήριξε δηµόσια ανθελληνικές θέσεις- τιµήθηκε αρκετές φορές µε βραβεία, µετάλλια και άλλες διακρίσεις όπως το ανώτατο µετάλλιο τιµής για την προσφορά του στις τέχνες και τον πολιτισµό (1938). ∆υστυχώς, µετά τη λήξη του Β’ Παγκοσµίου Πολέµου και την περίοδο της κοµµουνιστικής διακυβέρνησης έπεσε σε δυσµένεια η οποία κράτησε σχεδόν έως την αλλαγή του καθεστώτος.
έκτοτε το διασωθέν µουσικό αρχείο του έγινε αντικείµενο πολλών ερευνών και µελετών και αναδείχθηκε η σηµαντικότητά του. Απεβίωσε στον Πύργο στις 10/11/1948. Στην κηδεία του, αν και τον αποκαλούσαν ως τον «πατέρα της µουσικής», ήταν κραυγαλέα
Χρ. Σαλπά, γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη στις αρχές του 20ού αιώνα (πιθανώς το 1902). Σπούδασε, µε παρότρυνση του πατέρα της, αρχικώς στο Ωδείο της Κωνσταντινούπολης και συνέχισε µε σπουδές φλάουτου και θεωρητικών στο Βερολίνο. Κατά τη διάρκεια των σπουδών της συµµετείχε σε συναυλίες παλαιάς µουσικής ως εκτελέστρια φλάουτου µε ράµφος. Στη δεκαετία του ‘30 συνέθεσε έργα για πιάνο, σόλο φλάουτο, φλάουτο και πιάνο και λίγα τραγούδια για φωνή και φλάουτο ή πιάνο των οποίων όµως αγνοείται η τύχη τους. Πριν από τον Β’ Παγκόσµιο Πόλεµο εγκαταστάθηκε µόνιµα µαζί µε την οικογένειά της στην Ουάσινγκτον των Η.Π.Α.444. ∆ραστηριοποιήθηκε στον ελληνικό µουσικό σύλλογο ‘Ορφεύς’ της πόλης και ασχολήθηκε µε τη διοργάνωση µουσικών εκδηλώσεων. Σε αρκετές από αυτές έλαβε µέρος ως µουσικός
444
∆ρόµων, Αθήνα
126. 445 Στο
υπάρχουν δύο προγράµµατα συναυλιών στα οποία εµφαίνεται η συµµετοχή της ως φλαουτίστα σε έργα Γάλλων συνθετών (10/2/1956 και
Αγραφιώτη Έφη, «Η Μουσική δεν είναι γένους θηλυκού;»,
2004, σ.
ΑΕΜΘΤ
23/5/1959).

Σαντοριναίος Νότης: Πολυσχιδής προσωπικότητα των γραµµάτων και των τεχνών: συνθέτης, βιολονίστας, κιθαρίστας, ζωγράφος, ψυχολόγος και πολυγραφότατος συγγραφέας ελληνοϊταλικής καταγωγής. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη στις 8/8/1912. Το 1913 η οικογένειά

του µετέβη στην Ιταλία. Ξεκίνησε µουσικές σπουδές στο Ωδείο της Γένοβας από το 1918 µε δασκάλους τον αρχιµουσικό Giacomo Avanzi (θεωρητικά) και Alfredo di Piramo (βιολί). Το 1923 εµφανίστηκε ως σολίστ στο κοντσέρτο αρ.4 για βιολί του Vieuxtemps. Το 1924 ε πέστρεψε στην Αθήνα. Από το 1926 ξεκίνησε επίσης τη ζωγραφική του δραστηριότητα. Το 1933 γράφτηκε στο Εθνικό Ωδείο και έκανε σπουδές σύνθεσης µε τον Μανώλη Καλοµοίρη και βιολιού µε την Αντιγόνη Κοψίδα περατώνοντάς τες µε αντίστοιχα διπλώµατα. Το 1934 έγινε µέλος της Συµφωνικής

–µε αριθµό καταλόγου 1- χρονολογείται από το 1923 σε ηλικία µόλις 11 ετών. Πρωτοπαρουσιάστηκε το 1927 στη Νάπολι Ιταλίας µε ορχήστρα στην οποία συµµετείχε ως βιολονίστας. Γνωστά έργα είναι τα: α) «Αιολική σουίτα» για συµφ. ορχήστρα, σε τρία µέρη («Γεράνειος χορός», «Μονόλογος

του ανέµου» και «Αιολικός χορός»), «εµπνευσµένο από τον Αίολο και την αδελφή του

τη Θάλασσα», έργο 2 (1926. Υπάρχει και σε µεταγραφή για πιάνο µε γνωστή ερµηνεία

από την πιανίστα Θάλεια Μοίρα σε συναυλία στον Φ.Σ. ‘Παρνασσός’ στις 13/2/1976), β) Σερενάτα για έγχορδα, έργο 3 (1928. Παρουσιάστηκε το 1931 στο Μιλάνο) γ) «La grand-mere»

255
Ορχήστρας του Ωδείου Αθηνών υπό τη διεύθυνση του ∆. Μητρόπουλου µε τον οποίο πήρε µαθήµατα ενορχήστρωσης και τεχνικής στη σύνθεση. Έκανε επίσης µαθήµατα τεχνικής και ερµηνείας στο βιολί µε τον Ισπανό Joseph Bustindui (1882-1960). Από το 1935 άρχισε το πλούσιο συγγραφικό του έργο, αρχής γενοµένης µε τα θεατρικά έργα: α) Όταν αφυπνισθεί η ψυχή» και β) «Κύκνεια χώρα». Στην τετραετία 1936-39 πήγε για ανώτερες µουσικές σπουδές στο νυν Conservatorio Giuseppe Verdi του Μιλάνου µε τον Ιταλό συνθέτη Giorgio F. Ghedini (1892-1965). Το 1940 επέστρεψε και πάλι στην Ελλάδα και εργάστηκε ως υπαρχιµουσικός της Στρατιωτικής Μουσικής Αθηνών. Στην περίοδο 1940-45 συνέγραψε το πόνηµα «Ο αιώνιος οδηγός», ψυχολογικό δοκίµιο 40.000 σελίδων (!) ως δηµοκρατική απάντηση στο ναζιστικό µανιφέστο «Mein Kampf» (Ο Αγών µου) του A. Hitler. Το 1953 ανέλαβε την καλλ. διεύθυνση του ∆ηµοτικού Ωδείου Καβάλας. Εκεί ίδρυσε και διηύθυνε την Συµφωνική Ορχήστρα Ανατολικής Μακεδονίας. Στα επόµενα 15 έτη ασχολήθηκε µε την αναθεώρηση αρκετών από τα προηγηθέντα µουσικά έργα του. Άρχισε να συνθέτει από τη δεκαετία του ‘20. Η πρώτη του σύνθεση µε τίτλο «Utopies d’enfance» µε υπότιτλο «Ελεγειακή εισαγωγή» για ορχήστρα εγχόρδων
γιαγιά) για φωνή και ορχήστρα
au microcosmos de sa vie angelique» 446) για µικρή ορχήστρα, έργο 4 (1930) 447, ε) Συµφωνία αρ.3 µε τον τίτλο «Εις τον Ελικώνα» (ή «Βουκολι446 Η φράση υπάρχει σε αυτόγραφο σηµείωµα του συνθέτη µε τον συνοπτικό εργογραφικό κατάλογό του. Νότης Σαντοριναίος, ΑΕΜΘΤ.
σε στίχους V. Hugo (1929), δ) Συµφωνία αρ.1 µε τον τίτλο «Πυρηνική» (« L'âme

κή») για µεγάλη ορχήστρα, έργο 7 (1931. Παρουσιάστηκε στις 25/11/1936 στην Κολωνία της Γερµανίας µε τη Συµφωνική Ορχήστρα Κολωνίας υπό τη διεύθυνση του F. Lanner), ζ) Συµφωνία αρ.4 µε τον τίτλο «Ποσειδωνία» (1932), η) Κοντσέρτο για βιολοντσέλο και ορχήστρα, έργο 12 (1934), θ) «Ροβινσών Κρούσος» µπαλέτο για ορχήστρα δωµατίου, έργο 13 (1935), ι) «Chansons enfantines» (Παιδικά τραγούδια) έργο 14 (1939), κ) Συµφωνία αρ.5 µε τον τίτλο «Ειρηνική» για ορχήστρα, έργο 15 (1940. Το µεγαλύτερο σε διάρκεια έργο του, 45λεπτο. Παρουσιάστηκε τo 1955 στην Ουάσινγκτον των Η.Π.Α. από την Εθνική

H. Mitchell) 448 , λ) Συµφωνία αρ.2 µε τίτλο «Το αηδόνι και το τριαντάφυλλο» συµφωνικό παραµυθόδραµα µε αφηγητή (προαιρετικά)

του Oscar Wilde, έργο 5 (1945. Πρώτη γραφή για έγχορδα: 1928. Πρώτη παρουσίαση: θέατρο Αττικόν, Καβάλα, 19/4/1954).

Επίσης τα χωρίς χρονολογία: α) 4 τραγούδια σε ποίηση ∆. Σολωµού («Ο θάνατος του βοσκού», έργο 9/1 449, «Η ψυχούλα» έργο 9/2 450 , «Η

ξανθούλα», έργο 9/3, και «Αγνώριστη», έργο 9/4), β) 2 τραγούδια για φωνή και πιάνο σε ποίηση H. Heine («Φωνή του βουνού», έ ργο 10/1) και σε ποίηση Alfred Musset («Το τραγούδι της Μπάµπεριν», έργο 10/2), γ) «Θαλασσινές εικόνες» για πιάνο, έργο 16, δ) «Pâturages cachés» (Κρυµµένα βοσκοτόπια), έργο 17, ε) Κοντσέρτο για πιάνο και ορχήστρα, έργο 18, ζ) Κοντσέρτο για βιολί και ορχήστρα, έργο 19, η) Σονάτα για πιάνο, έργο 20, θ) «Melancolique mer inconnue» (Θλιµµένη θάλασσα) για χορωδία σε ποίηση Jean Moreas, ι) «Μινιατούρες », κ) «Κορυβάντιος χορός» για βιολί και πιάνο, λ) κουαρτέτο εγχόρδων κ.ά. Σηµαντικό µέρος του µουσικού αρχείου του ευρίσκεται στο αρχείο του συνθέτη, µουσικολόγου και ιστοριοδίφη Ιωσήφ Παπαδόπουλου-Γκρέκα (1897-1981)451, Ήταν µέλος της Ένωσης Ελλήνων Μουσουργών (δεκαετίες ‘60 και ‘70).

Έχει επίσης πλούσιο συγγραφικό έργο σε αρκετούς τοµείς: α) της µουσικής, µε τα πονήµατα «Η ψυχολογία

(«Πως ασκείται η µουσική τέχνη», «Η πορεία της ελληνικής µουσικής» [1971]) κ.ά., β) της αισθητικής/ψυχολογίας, µε την τριλογία: α) «Η επιστήµη της συµπαντικής συνειδήσεως», β) «Τελικός λόγος» και γ) «Η δηµιουργική συνείδηση» (1945) και επίσης µε το 16σέλιδο εγχειρίδιο «Επιστηµονική εξήγηση της αγάπης στην καρδιά και στη φύση», επιτοµή της προαναγραφείσας τριλογίας (εκδοτικό βιβλιοπωλείο ‘Το Νοµικόν’, Αθήνα, 1946), γ) της αστρονοµίας, της αστροφυσικής, της βιολογίας και της φυσικής, µε τα: «Οι θεοί - θεατές ουρανίων ατόµων: Οι πρώτες έννοιες στην ατοµική και

447 Εµπνευσµένη από τη ρίψη ατοµικών βοµβών στην Ιαπωνία τον Αύγουστο του 1945.

448 Το 4ο µέρος της Συµφωνίας αρ.5, µε τίτλο «Καµπάνες της ειρήνης» για χορωδία και ορχήστρα, σε στίχους δικούς του µε έντονο αντιπολεµικό περιεχόµενο, αποτελεί ξεχωριστό έργο. Αργότερα µε επιστολή του προς τη Γ.Γ. Τύπου (Αθήνα, 19/3/1973) της έδωσε τον τίτλο «1821» µε την υπόδειξη: «ίνα αφυπνίση την λαϊκήν ψυχήν του Έθνους». Στην Ελλάδα πρωτοπαρουσιάστηκε από τη Συµφωνική Ορχήστρα του Ε.Ι.Ρ.Τ. υπό τον Στέλιο Καφαντάρη στις 17/5/1973.

449 Ευρίσκεται στην έκδοση Τραγούδια Ελλήνων συνθετών

256
Συµφωνική Ορχήστρα της
υπό τη διεύθυνση
σε κείµενα
πόλης
του
βασισµένο
της µουσικής» σε πέντε τόµους (Αθήνα, 1958-1969) 452 και «Οι µουσικοί κανόνες στη σύνθεση µουσικής» (1970) και πολλά άρθρα
για φωνή και πιάνο, Μουσικαί Εκδόσεις Υπουργείο Πολιτισµού και Επιστηµών, Αθήνα 1983, σ. 55-63. 450 Ό.π., και σ. 64-69. 451 Στο ΕΛΙΑ. 452 Εκδόθηκε το 1970 στη Γαλλία από τις εκδόσεις La Pensee Universelle.

θεατική επιστήµη των προϊστορικών πανελληνών» (Αθήνα 1966) και «Το παγκόσµιο θέαµα των στατικών νόµων στα ουράνια άτοµα» (Αθήνα 1966), «Προϊστορική βιολογία», «Οι ουσιαστικοί νόµοι εις την ατοµικήν φυσικήν» (1968. Εκδόθηκε στη γαλλική από το Κέντρο Πυρηνι-

κών Σπουδών Σακλέ Γαλλίας) και δ) της λογοτεχνίας, µε το ροµαντικό διήγηµα «Το ιερό της γυναίκας» (1935). Απεβίωσε στην Αθήνα µετά το 1976.

Σούτσος Γεώργιος: Συνθέτης µε ελλειπή βιογραφικά

στοιχεία ο οποίος ανήκε στη γνωστή φαναριώτικη

οικογένεια των Σουτσαίων. Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη στις 12/4/1817 και ήταν γιός του Μιχαήλ

Σούτσου, Γραµµατέα, Μέγα ∆ραγουµάνου της Υψηλής

Πύλης και Βοεβόδα της Μολδαβίας, γνωστού επίσης για τη φιλόµουση δραστηριότητά του (1784-1864).

Ακολούθησε τον πατέρα του στη Ρουµανία (18181821) και την Αυστρία (1821-25) όπου ο δεύτερος

εξορίστηκε 453. Ακολούθησε ίσως τον µεγαλύτερο αδελφό του Ιωάννη, πρώην υπουργό, ο οποίος υπηρετούσε ως διπλωµάτης (πρέσβης) του ελληνικού κράτους στην Αγία Πετρούπολη (1813-1892). Εκεί κατά πάσα πιθανότητα σπούδασε µουσική. Είναι πολύ πιθανόν να ακολούθησε τον πατέρα του στην Αθήνα (από το 1839 περίπου έως το 1850). Στην περίοδο 1850-1875 έζησε στο Ιάσιο και το Βουκουρέστι ακολουθώντας στρατιωτική καριέρα. Είναι γνωστή η συλλογή «Recueil Valses et de Romances» µε µικρής διάρκειας συνθέσεις για φωνή και πιάνο ή σόλο πιάνο 454 τα οποία συνέθεσε στην περίοδο 1841-50 και αφιέρωσε στον πατέρα του. Περιέχει 15 βαλς µε τρεις κόντες για πιάνο και τις ροµάντσες: «Il pianto», «Madelaine» σε ποίηση V. Doinnet, «La tomba» και «L’ ultimo sospir» για φωνή κ αι πιάνο.

Απεβίωσε στο Ιάσιο Ρουµανίας στις 26/9/1875.

453 Άγνωστος (par un phanariote), Livre d'or de la noblesse phanariote en Grèce, en Roumanie, en Russie et en Turquie, εκδ. Βλαστός, Αθήνα 1892.

454 Εκδόθηκε µάλλον στην

257
Αθήνα σε 50 σελίδες από το Τυπογραφείο του Ε. Παπασταύρου. Είναι πολύ πιθανόν να ακολούθησε τον πατέρα του στην Αθήνα (από το 1839 περίπου έως τον θάνατό του). Προµετωπίδα έκδοσης µε συνθέσεις του Γεωργίου Σούτσου, Αρχείο ∆ηµητρίου Σούτσου.

Σπάθης Κωνσταντίνος: Αρχιµουσικός φιλαρµονικών, µουσικοδιδάσκαλος και συνθέτης µε

δράση στη ∆υτική Θράκη και τη Μακεδονία455

Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1876. Ήταν ο µικρό-

τερος γιός (ο 17ος) του Αθανασίου Σπάθη, αρχι-

µουσικού της Ορχήστρας Πνευστών των Ανα-

κτόρων, αδελφός του Σπυρίδωνος Σπάθη, µε-

λουργού, διευθυντή χορωδιών, µουσικοδιδά-

σκαλου (1852-1941) και θείος του Θεόδωρου

Σπάθη, βιολονίστα, αρχιµουσικού και συνθέτη (1883-1943)456. Πήρε τα πρώτα µουσικά µαθή-

µατα από τον πατέρα του και τον αδελφό του. Κατόπιν τελειοποιήθηκε στην Αθήνα και στο

Παρίσι υπό την εποπτεία του αδελφού του.

Το 1903 ήλθε στην υπό τουρκική κατοχή Ξάνθη, όντας ένθερµος πατριώτης και άφοβος αγωνιστής. ∆ηµιούργησε το πρώτο µουσικό φυτώριο στην ∆υτική Θράκη: Φιλαρµονική (µε 48 εκτελεστές, σχεδόν όλοι ερασιτέχνες), µαντο-

και χορωδία στον Μουσικό και Γυµνα-

Πρόγραµµα συναυλίας

459 και το 1909 αναγκάστηκε να καταφύγει στο Μοναστήριον (νυν Μπίτολα) της FYROM. Εργάστηκε επίσης, ως δάσκαλος ωδικής των εκεί Εκπαιδευτηρίων. Εκεί δίδαξε µουσική στο Γυµνάσιο Μοναστηρίου και συγκρότησε τη Φιλαρµονική του Συλλόγου ‘Λύρα’ καθώς και χορωδία-µαντολινάτα. Μετά την κατάληψη του Μοναστηρίου

455 Είναι από τους πρώτους µουσικοδιδασκάλους της Βόρειας Ελλάδας.

456 Πατέρας επίσης των Μενέλαου (1912-;) και Αλέκου (1915-1970), εκλεκτών συνθετών και µαέστρων της ελαφράς µουσικής, και των µουσικών Αντωνίου και Θάλειας.

457 Ιδρύθηκε το 1903 από τον Κωνσταντίνο Καλείρα ή Καλεύρα, συγχωνευθείς µε το αρτιγέννητο αθλητικό Σωµατείο ‘Ηρακλής’.

458 Με την πλούσια δραστηριότητα του (όπως και τη µουσική) ο Σύλλογος είχε ήδη γίνει ο σηµαιοφόρος της Ανατολικής Μακεδονίας και της ∆υτικής Θράκης στα γράµµατα, την τέχνη και τον αθλητισµό. 459 Η δράση της Μουσικής Σχολής του ‘Ορφέως’ είχε σχεδόν απαγορευθεί στην περίοδο 1906-08.

258
λινάτα
στικό Σύλλογο Ξάνθης ‘Ορφεύς’457, µε βοηθό τον Ξανθιώτη µουσικό Μιχαήλ Λουδοβίκο. Όταν όµως επιχείρησε να επεκτείνει την εθνωφελή πολιτισµική δράση του και στα χωριά της περιοχής 458, διώχτηκε από τους Τούρκους

∆ράµα και ανέλαβε τη Φιλαρµονική Χωριστής (Τσατάλτζα). Έµεινε εκεί έως το 1924, οπότε διορίστηκε αρχιµουσικός στο Ορφανοτροφείο του ∆ήµου Πραβίου (νυν Ελευθερούπολη) Καβάλας, συγκροτώντας, παράλληλα, τη ∆ηµοτική Φιλαρµονική της πόλης. Το 1927 µετατέθηκε ως καθηγητής µουσικής, στο Γυµνάσιο Ξάνθης, αναλαµβάνοντας και πάλι το έργο του στον ‘Ορφέα’’, έχοντας περισσότερα µέσα και προοπτικές: ορχήστρα πνευστών, ορχήστρα µικτή, µαντολινάτα, χορωδία και θέατρο460. Τέλος, το 1930, µετατέθηκε στο Παρθεναγωγείο Θεσσαλονίκης, παραµένοντας εκεί έως τον θάνατό του 461

τραγούδια, όπως: «Στο ταξείδι της», «Έλα» (και τα δύο στο Μοναστήριον, το 1910), «Τα θαλασσοπούλια», «Πρώτος παλµός» δυωδία για τενόρο και βαρύτονο µε πιάνο (1923)464 κ.ά. Συνέθεσε επίσης συλλογή 25 σχολικών τραγουδιών µε

τίτλο «Τα καναρίνια» (µονόφωνα, δίφωνα, τρίφωνα και τετράφωνα τραγούδια) (1936). Είχε ξεκινήσει να συνθέτει και µια δεύτερη παρ όµοια Συλλογή, που όµως δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει. Απεβίωσε στη Θεσσαλονίκη το 1940.

460 Μπλάτσιος Χαρίλαος, «Συµπληρωµατικαί πληροφορίαι δια το ιστορικόν της ιδρύσεως του Μουσικογυµναστικού Συλλόγου Ορφεύς», Θρακικά Χρονικά , τόµος 31/1974, σ. 16-17.

461 Μοτσενίγος Σπύρος, «Κωνσταντίνος Σπάθης», Νεοελληνική Μουσική, Αθήναι, 1958, σ. 19, υποσ. 1. 462 Στις 23/2/1929.

259 από τους Σέρβους (1912) κατέφυγε στην Έδεσσα, όπου παρέµεινε και εργάστηκε έως το 1914. Μετά εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη και παρέµεινε έως το 1917. Λόγω της µεγάλης πυρκαγιάς η οποία κατέστρεψε την πόλη, µετέβη στην Κωνσταντινούπολη, ιδιαίτερη πατρίδα της συζύγου του Αγγελικής Γκιάλη, όπου δίδαξε µουσική επί τριετία στα κοινοτικά σχολεία. Το 1920 πήγε στην Κίο και συγκρότησε άλλη µία Φιλαρµονική. Εκεί δίδαξε επίσης το µάθηµα της µουσικής και της ωδικής στα δηµοτικά σχολεία. Κατά τη Μικρασιαστική Εκστρατεία (1921-22) ψυχαγωγούσε µε την ορχήστρα του τους στρατιώτες και τους κατοίκους των γύρω περιοχών. Το 1922 ήλθε στη
. Συνέθεσε αρκετά έργα για συµφωνική ορχήστρα, µπάντα πνευστών και χορωδία. Σ’ αυτά δεσπόζουν τα εµβατήρια (τόσο τα πατριωτικά όσο και τα εκκλησιαστικά). Το έργο του «Ύµνος προς την Αυτού Σεβασµιότητα τον Άγιον Πολύκαρπον Ξάνθης» για τετράφωνη µικτή χορωδία πρωτοπαρουσιάστηκε από τους τροφίµους του Εθνικού Ορφανοτροφείου Αρρένων Ξάνθης κατά την ηµέρα της εορτής του462 Άλλα έργα του είναι τα: «Χαίρε Μαρία" για τετράφωνη µικτή χορωδία σε στίχους Χρυσάνθης Ζιτσαίας, «Σέ την φαεινήν λαµπάδα» (Θ΄ Ωδή της Κυριακής του Θωµά) για δίφωνη ή τετράφωνη ανδρική χορωδία, και επίσης 68 συνθέσεις εκκλησιαστικής πολυφωνικής µουσικής για ανδρική χορωδία463. Έγραψε και
για τετράφωνη χορωδία το οποίο εψάλλη στη Μητρόπολη Ξάνθης στις 23.4.1909, την ηµέρα της ονοµαστικής γιορτής του Γεωργίου Α', από την 24µελή χορωδία του Μουσικού Συλλόγου, εν µέσω απερίγραπτου ενθουσιασµού. 464 Πρωτοπαρουσιάστηκε στην Ξάνθη στις 34/11/1923, στην πρώτη χειµερινή συναυλία του Μ.Γ.Σ. ‘Ορφεύς’. Κωνσταντίνος Σπάθης, Μοτσενίγειο Αρχείο.
463 Μεταξύ αυτών και το «Πολυχρόνιον»

Σπανούδη Σοφία: Γνωστή προσωπικότητα των ελληνικών Γραµµάτων και των Τεχνών, µουσικός, δηµοσιογράφος, µουσικοκριτικός

1878 (κόρη του Στ. Ιωαννίδη διαπιστευµένου των Πατριαρχείων στην Υψηλή Πύλη) και απεβίωσε

στην Αθήνα το 1952.

στο Ωδείο της ∆ρέσδης, χωρίς όµως να έχουν εντοπισθεί. Ενδέχεται να τα παρουσίασε όταν διετέλεσε καθηγήτρια πιάνου της κόρης του σουλτάνου (γύρω στο 1905-10). Υπήρξε επίσης δασκάλα πιάνου του Μ. Καλοµοίρη.

Στάγκαλης Στέφανος: Συνθέτης, µουσικός και µαέστρος σε µαντολινάτες στην Κωνσταντινούπολη των αρχών του 20ού αιώνα µε ελλειπή βιογραφικά στοιχεία. Γνωστό είναι ότι γεννήθηκε στη γειτονιά της Πλάκας στο κέντρο της Αθήνας πριν από το 1885.

και β) του Συλλόγου ‘Πρόοδος’ των Ταταούλων. ∆ιηύθυνε επίσης τις µαντολινάτες των συλλόγων: α) ‘Αρίων’ του Σικερτζή, β) ‘Αίας’ του ∆ιπλοκονίου (Μπεσικτάς) κ.ά. Με τις µαντολινάτες του µετείχε τακτικά στις εκδηλώσεις και τις χοροεσπερίδες των προαναγραφέντων συλλόγων και σωµατείων, αλλά και άλλων ελληνικών σωµατείων της Κωνσταντινούπολης (της Γαλλικής Ένωσης, του Αγίου Θεράποντος Σικερτζή κ.ά.) προκαλώντας πάντα ρίγη ενθουσιασµού λόγω και του ρεπερτορίου µε πατριωτικό περιεχόµενο467. Σε όλες δηµιούργησε και τµήµατα µουσικής εκπαίδευσης στα οποία δίδασκε αφιλοκερδώς. Επίσης είναι γνωστό ότι µε τις µαντολινάτες παρουσίασε αρκετά έργα του βασισµένα σε ελληνικούς ρυθµούς («Ελληνικός χορός», «Ηρωϊκό τραγούδι» κ.ά.) και εναρµονίσεις δηµοτικών τραγουδιών («Στα ξένα» κ.ά.). Μετά την µικρασιατική καταστροφή επέστρεψε στην Αθήνα, κατεστραµµένος οικονοµικά. Ελάχιστα είναι γνωστά για την µετέπειτα καλλιτεχνική δράση του, πέραν του ότι συνέθεσε κάποια τραγούδια βασισµένα σε ρυθµούς της εποχής. Επίσης συνέγραψε µεθόδους εκµάθησης κιθάρας και παρέδωσε µαθήµατα ιδιωτικά. Το 1928 φωνογραφήθηκε η βαρκαρόλα του «Έλα-έλα» για φωνή και κιθάρα σε ηχογράφηµα 78 στροφών της

Odeon Γερµανίας µε τον λυρικό καλλιτέχνη και συνθέτη Τίτο Ξηρέλλη (1897-1985). Το 1930 εκδόθηκε από τον µουσικό οίκο Γαϊτάνου το 465 Ενδεχοµένως να ταυτίζεται µε τον

1/1913, σ. 26. 467 «Κατά την εσπερίδαν ταύτην η Μανδολινάτα του Συλλόγου υπό την ηγεσίαν του ευφήµως γνωστού µουσικοδιδασκάλου

260
και λογία η οποία γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το
Μνηµονεύεται εδώ επειδή εικάζεται ότι συνέθεσε ελάχιστα έργα για πιάνο, όταν σπούδαζε πιάνο και µουσικολογία
Μάλλον σπούδασε µουσική στο Ωδείο Αθηνών 465. Στην Κωνσταντινούπολη πρέπει να ήλθε µετά το 1905 όπου ανέπτυξε µεγάλη καλλιτεχνική δραστηριότητα. Πριν από το 1910 ίδρυσε και διηύθυνε τη Μαντολινάτα Φαναρίου µε την οποία έδωσε δεκάδες συναυλίες που άφησαν εποχή για την αρτιότητά τους αναδεικνύοντας τη µαντολινάτα ως µία από τις καλύτερες της εποχής466. Επίσης, το 1912 ίδρυσε τις µαντολινάτες: α) του Αθλητικού Συλλόγου ‘Φειδιππίδης’ του Μεσαχώρου Βοσπόρου
Stefano Staggali, ο οποίος ήταν σπουδαστής σύνθεσης σε ωδείο της Νάπολης Ιταλίας το 1905 (πληροφορίες από το ΑΕΜΘΤ) 466 Σε φωτογραφία του 1912 απεικονίζεται ο Στάγκαλης µε το γυναικείο τµήµα της Μαντολινάτας Φαναρίου. Μουσική, Κωνσταντινούπολη
Στεφ. Στάγκαλη, εξετέλεσεν διάφορα τεµάχια τα οποία κατέθελξαν το πολυπληθές ακροατήριον ». Πρβλ., Παχτίκος, «Η µουσική ανά τον Ελληνισµόν», Μουσική, τεύχ. 2, Κωνσταντινούπολη 2/1912, σ. 65. Σοφία Σπανούδη

φυλλάδιο «Στάγγαλη ακκοµπανιαµέντα», το οποίο περιέχει µαθήµατα κιθάρας βασισµένα στις συνθέσεις του Ιταλού συνθέτη και κιθαρίστα Ferdinardo Carulli (1770-1841). ∆εν άφησε απογόνους και το µουσικό αρχείο του χάθηκε. Απεβίωσε πάµπτωχος και ξεχασµένος σχεδόν απ’

όλους στην οικία του επί της οδού Πειραιώς, εν µέσω της γερµανικής Κατοχής (1943;).

Ο Στέφανος Στάγκαλης µε τη µαντολινάτα του Συλλόγου «Αρίων» του Σιρκετζή, Μουσική.

261

των λίγων γνωστών συνθέσεών του που εκδόθηκαν, κυρίως στην Κωνσταντινούπολη, εµφαίνεται

συνθέτης µε σπουδαίο ταλέντο και στέρεες µουσικές γνώσεις. Γνωστά έργα του είναι τα: α) «Une nuit a St. Stefano» πόλκα µαζούρκα για πιάνο, έργο 2, β) «Η καµωµατού» άσµα για φωνή και πιάνο σε στίχους Π. Λαµπρινίδη, έργο 3 (αφιερωµένο στη δίδα Ι. Καρ αλή), γ) «La Jeunesse» (Η νεότης) µεγάλο βαλς471 για πιάνο, έργο 6, δ) «L’ Infidelite» (Η απιστία) πόλκα σαλονιού («Polka de Salon») για πιάνο, έργο 7, ε) «Παρ’ την καρδιά µου» άσµα για φωνή και πιάνο, έργο 11 (;), ζ) «Στην ευµορφιά της» άσµα για φωνή και πιάνο

χρησιµοποιώντας το ψεύδώνυµο Τσ.

474. Αρκετά έργα του εκδόθηκαν από τους µουσικούς οίκους Andria, Νοµισµατίδη και Χρηστίδη της Κωνσταντινούπολης, Γαϊτάνου και

468 Αντωνέλλης Παναγιώτης, «Τσαλαπατάνης Ορέστης», Η βυζαντινή εκκλησιαστική µουσική. Ιστορική ανασκόπησις και εξέλιξις αυτής στους καθ’ ηµάς χρόνους, Αθήνα 1956.

469 Ό.π.

470 Ό.π.

471 Στο εξώφυλλο της παρτιτούρας αναγράφεται ο υπότιτλος «Grand Valse de Salon».

472 «Marche orientale». Γράφτηκε κατά την περίοδο που υπηρετούσε

473 Τα ο), π) και ρ) µε άγνωστο αριθµό καταλόγου.

474 Όπως την «Ταταυλιανή», έργο 290.

262 Τσαλαπατάνης Ορέστης: Πολυγραφότατος συνθέτης, τραγουδοποιός και πιανίστας, «ένθερµος υποστηρικτής της πατρώας ηµών µουσικής » 468, µε ελλειπή βιογραφικά στοιχεία. Γεννήθηκε στο Καρλόβασι Σάµου το 1884. Άγνωστο πότε (ίσως πριν το 1890) ήλθε στην Κωνσταντινούπολη όπου σπούδασε µουσική («...από µικράς δε ηλικίας ηνάλωσε την ζωήν του εις την µελέτην, θεωρίαν, πράξιν, και ακάµατον διακονίαν της Μουσικής εν γένει») 469 . ∆ιετέλεσε επί τριετία διευθυντής και διοργανωτής της µουσικής ορχήστρας στην Αυλή του Σουλτάνου Abdülhamit του Β’. Μετά το 1922 ήλθε στην Ελλάδα. ∆ίδαξε στη Μουσική Σχολή του Υπουργείου Στρατιωτικών. Έγραψε θεωρητικά βιβλία για την ευρωπαϊκή και τη βυζαντινή µουσική µε µουσικολογικές αναλύσεις τα οποία είναι άγνωστο αν και που εκδόθηκαν. Έως το 1955 συνέθεσε 837 έργα 470, στα οποία πάντα έδιδε αρίθµηση επί της παρτιτούρας, από µουσικής δωµατίου και πιανιστικά έως τα απλά τραγούδια για φωνή και πιάνο, τόσο σε λόγιο όσο και ελαφράς µουσικής ύφος. Από τη µελέτη
ότι υπήρξε
σε στίχου ς Γ. Λαµπρυνίδη, έργο 15, η) «Deniz» εµβατήριο για µπάντα πνευστών472, έργο 33, θ) «Ορφάνεια» άσµα για φωνή και πιάνο σε στίχους Α. Ζαµβ(π)έλη, έργο 34, ι) «Φεύγω µε τον πόνο στην καρδιά» λεµβωδία για φωνή, φλάουτο ή βιολί και πιάνο σε στίχους Ν. Βλυσσίδη, έρ γο 195, κ) «Le plus doux baisers» (Τα πιο γλυκά φιλιά) βαλς («Valse lente») για πιάνο, έργο 214, λ) «Της εποχής τα κοριτσάκια» άσµα σε ρυθµό φόξτροτ για φωνή και πιάνο, σε στίχους Φ. Στεφανίδη, έργο 219, µ) «Μόνο σε µε» για φωνή και πιάνο, σε στίχους Ν. Βλυσσίδη, έ ργο 261, ν) «Μη µε λιγώνης» άσµα για φωνή και πιάνο σε στίχους Χ.Χ., έργο 361, ξ) «Η Μπιρµπίλιω» διασκευή του δηµώδους τραγουδιού για χορωδία και µαντολινάτα ή µαντολίνο και κιθάρα, έργο 493, ο) «Vah çoban yűz verdin Emineye» (Αλοίµονο στον βοσκό που έδωσε την Εµινέµ) τουρκικό άσµα για φωνή και πιάνο σε στίχους Α.Ι. Şensoy, έργο
νησιωτάκι
άσµα για φωνή και πιάνο σε στίχους ∆. Βιτάλη, αφιερωµένο στην Επιτροπή της Εθνικής Μουσικής Συλλογής (1915), ρ) «Τρελλή Ξανθούλα» άσµα για φωνή και πιάνο σε στίχους Γ. Λαµπρυνίδη, µε άγνωστο αριθµό και σ) «Μίαν µόνην ποθώ και λατρεύω» άσµα για φωνή και πιάνο σε στίχους Ι. Τσ ακασιάνου (1935) 473. ∆ιασκεύασε επίσης, για φωνή και πιάνο ή για χορωδία, αρκετά δηµώδη άσµατα,
Τσέρο
573, π) «Το
της Κωνσταντινουπόλεως»
ως µουσικός στην Αυλή του Σουλτάνου Abdülhamit του Β’ και εκδόθηκε από τον ίδιο
τον συνθέτη.

Γεώργιος Τσιτσιπάπας µε τη µαντολινάτα του Β’ ∆ηµοτικού Σχολείου Σουφλίου, http://www.tosoufli.gr/fotos2.html

Γεώργιο Σαβαρή (1880-1949). Άγνωστο που και πότε απεβίωσε (πάντως µετά το 1956). Τσιτσιπάπας Γεώργιος: Συνθέτης και ιδρυτήςδιευθυντής µαντολινάτων. Γεννήθηκε στο ∆ιδυµότειχο γύρω στο 1900. Μουσική έµαθε από τον Σταύρο Βραχάµη (π.1880-1950) στη δεκαετία του ‘20 όταν ο τελευταίος ήταν στο Σουφλί ως καθηγητής φυσικής. Εκεί, υπηρετώντας στο Β’ ∆ηµοτικό Σχολείο, όπως και ο δάσκαλός του, δηµιούργησε µαντολινάτες476. Ήταν ο κύριος υπεύθυνος της µουσικής άνοιξης στη θρακική κωµόπολη («…η εποχή του Γιώργου Τσιτσιπάπα είναι γεµάτη µουσική. Νέοι, γέροι και παιδιά, όλοι εµπνέονται από αυτόν, όλοι τραγουδούν και παίζουν µουσική ευτυχισµένοι. Παράλληλα οι δάσκαλοι ανεβάζουν συνέχεια παραστάσεις µε µουσική του Τσιτσιπάπα » 477). Συνέχισε την καλλιτεχνική δράση του στο ∆ιδυµότειχο όπου υπηρέτησε στο ∆ηµόσιο Ταµείο διδάσκοντας αφιλοκερδώς µουσική στα παιδιά. ∆ηµιούργησε τρεις µαντολινάτες και έδωσε αρκετές συναυλίες σε πόλεις της ∆υτικής Θράκης (κυρίως στη δεκαετία του ‘20). Μεταξύ των µαθητών του και ο γνωστός Θρακιώτης λυρικός καλλιτέχνης Νίκος Χατζηνικολάου (1922-).

µεγάλη ανταπόκριση από πολλές νέες της περιοχής. Είναι γνωστό ότι σε εκδηλώσεις της µαντολινάτας ερµηνεύθηκαν και έργα του τα οποία όµως δεν έχουν εντοπισθεί. Συνέθεσε τουλάχιστον δεκαπέντε έργα για νυκτά όργανα, κωµειδύλλια, σκηνική µουσική για θεατρικές παραστάσεις και µερικά χορωδιακά. Το 1955 διασκεύασε τη βαρκαρόλα «Η επάνοδος» για

475 Από το 1928στην εταιρεία Homokord µε την Αθηναική Εστουδιαντίνα. 476 Τερζούδης Λεωνίδας, «Ο Χορός – η Μουσική και το Τραγούδι

263 Φέξη της Αθήνας και
Νέας Υόρκης. Επίσης είναι γνωστές οι δύο φωνογραφήσεις
µε τα έργα του «Θέλω
για
µε τον
Στα
Ταµείου στις Σάπες. Εκεί δηµιούργησε τη Μαντολινάτα του Σώµατος Ελληνίδων Οδηγών, προσπάθεια η οποία βρήκε
Apollo Music Co. της
σε δίσκους 78 στροφών
µονάχα»
χορωδία και µαντολινάτα475, έργο 398, «Με ξέχασες» µε τον Ν. Μωραΐτη και «Μπακαλιάρος», κωµικό τραγούδι
τραγουδιστή
τέλη της δεκαετίας του ‘40 µετατέθηκε ως διευθυντής του ∆ηµόσιου
στο Σουφλί», Λαογραφικά Σουφλίου, Αθήνα 2001, σ. 105. 477 Βογιατζής Κωνσταντίνος, «Η καλλιτεχνική ζωή του Σουφλίου», αυτόγραφο βιογραφικό σηµείωµα, Αθήνα 1960. Ο

συνθέτης, διασκευαστής, αρχιµουσικός, µουσικοπαιδα-

γωγός και µουσικοκριτικός µε σηµαντική καλλιτεχνική και παιδαγωγική προσφορά στη µουσική

ζωή της συµπρωτεύουσας.

Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1892. Τα πρώτα µαθήµατα µουσικής τα έλαβε µε τον Πολωνό βιολονίστα Jarosky (ιδιωτικά) και στο Γαλλικό Ροβέρτειο Κολλέγιο Κωνσταντινούπολης.

Το 1911 µετέβη στο Βερολίνο για τις ουσιαστικές µουσικές σπουδές του στη Musikhochschule (Ανώτατη Μουσική Ακαδηµία) της πόλης. Σπούδασε βιολί µε τον Joseph Joachim (1831-1907), ανώτερα θεωρητικά µε τον Engelbert Humperdinck (1854-1921) και διεύθυνση ορχήστρας και χορωδίας µε τον Arthur Nikisch (1855-1922) και τον Arno Kleffel (1840-1913) 479. Αποφοίτησε το 1914 µε αντίστοιχα δίπλωµα βιολιού και διεύθυνσης ορχήστρας. ∆ιορίστηκε διευθυντής ορχήστρας στο θέατρο Lessing του Βερολίνου (καταστράφηκε το 1945 από βοµβαρδισµό).

Το 1916, µε την είσοδο της Τουρκίας στον Α’ Παγκόσµιο Πόλεµο, αναγκάστηκε να επιστρέψει στη γενέτειρά του, όπου ανέλαβε διευθυντής στη συµφωνική ορχήστρα των ανακτόρων του Σουλτάνου Reşat. Ως επικεφαλής της πραγµατοποίησε το 1917, µε εντολή επιστράτευσης της τουρκικής κυβέρνησης, περιοδεία στις πρωτεύουσες και τις µεγάλες πόλεις των τότε συµµάχων της Τουρκίας (Σόφια, Βερολίνο, ∆ρέσδη, Μόναχο, Βιέννη και Βουδαπέστη). Για αυτή την περιοδεία τιµήθηκε µε πέντε παράσηµα (γερµανικό, βαυαρικό, αυστροουγγρικό, ουγγρικό, βουλγαρικό). Αµέσως, µε τη λήξη της επιστράτευσης το 1918, παραιτήθηκε από τη θέση του, παρά τις δελεαστικές προτάσεις που δέχτηκε.

478 Παρουσιάστηκε σε συναυλία της χορωδίας και µαντολινάτας του Μουσικογυµναστικού Συλλόγου ‘Εθνικός’ της Αλεξανδρούπολης στο ∆ηµοτικό Μέγαρο Σαππών στις 20/2/1955.

479 Μητρούλια Ευγενία, «Η µπάντα από το 1955 ως το 1986. Οι αρχιµουσικοί. Επαµεινώνδας Φλώρος», Η µπάντα του ∆ήµου Θεσσαλονίκης

264 µαντολινάτα, έργο για χορωδία του Ν. Κόκκινου (1861-1920) 478. Το 1963 µετατέθηκε στη Χρυσούπολη Καβάλας. Ενώ ήταν ένας εξαίρετος υπάλληλος, δεν έλεγξε τις παρατυπίες κάποιων υφισταµένων του µε αποτέλεσµα να τιµωρηθεί χρηµατικά και ποινικά. Όµως η µεγαλύτερη τιµωρία του ήταν ηθική. ∆εν µπόρεσε να
διασυρµό και µετά από λίγα χρόνια απεβίωσε στην Καβάλα
Φλώρος
αντέξει τον
(1967).
Επαµεινώνδας: Βιολονίστας,
από την ίδρυσή της µέχρι το 1986. ∆ιπλωµατική εργασία στο Τµήµα Μουσικών Σπουδών του Αριστοτελείου Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης, Θεσσαλονίκη 3/2001, σ. 51. Πρόγραµµα συναυλίας, Αρχείο ΑΠΘ.
265 1922 , , , , . 1920 , ,, . 1922 , ( )., 1924 ( 1911 , [ ] ). 1926, « » , ( 1927 )480. ’ ,, . , , , , , 1936- 1952481. . ,, , 1445/1942( 13, §4 « » ). 1944 . . (1781/1944) «4».. ,’ 482 . 1939 .80( ) . , ( 20/12/1931 Liszt Beethoven 480 , . 481 1915-1965, , 1966, . 9. 482 , « », 1915-1951. , 1991, . 72-73. , .

για την πόλη. Κατά καιρούς διηύθυνε και την ορχήστρα του Κρατικού Ωδείου Θεσσαλονίκης κυρίως µε προγράµµατα από αποσπάσµατα οπερών.

Ωδείο Θεσσαλονίκης, παραιτήθηκε, διατηρώντας µόνο τη θέση του στο Μακεδονικό Ωδείο. Το ίδιο έτος προσελήφθη ως αρχιµουσικός της Φιλαρµονικής του ∆ήµου Θεσσαλονίκης. Στη θέση αυτή παρέµεινε έως το 1964, οπότε αποχώρησε λόγω ασθενείας και στη συνέχεια συνταξιοδότησής του. Με τη συστηµατική και εντατική εργασία του η ορχήστρα είχε συναυλιακά επιτεύγµατα και φιλανθρωπικό και εκπαιδευτικό έργο (όπως η συναυλία για την ανέγερση της καµένης πτέρυγας του

ειδικά για µαθητές και σπουδαστές). Για πρώτη φορά η ορχήστρα άρχισε να δίνει συναυλίες -κυρίως στο τότε Βασιλικό

του, στις 17/12/1939 ερµηνεύθηκαν 10 συνθέσεις και εναρµονίσεις του), τη χορωδία του Συλλόγου Σιδηροδροµικών ‘Θερµαϊκός’

του και την προσωπική του έκφραση485. Με τα µουσικά του χαρίσµατα και τη φιλοµάθειά του νίκησε τα εµπόδια και κατάφερε να πραγµατοποιήσει το όνειρό του, να κατακτήσει δηλαδή µία θέση αξιόλογη στη χορεία των µεγάλων

483 Μητρούλια Ε., ό.π., σ. 52. 484 Περιοδικό Τέχνη, τεύχ. Ιουνίου, Θεσσαλονίκη 1956, σ. 51-52.

485 Μερτζιανίδης Κώστας, «Μουσικά πένθη. Επαµεινώνδας Κ. Φλώρος», Ελληνικός Βορράς , Θεσσαλονίκη 5/1966.

486 Μερτζιανίδης Κ., ό.π. 487 Μάντακας Γιάννης, «Επ. Φλώρος. Βιογραφικό σηµείωµα», Αρχείο Γ. Μάντακα, Θεσσαλονίκη 1966, σ. 119-122.

266 πιανίστα και συνθέτη Λώρη Μαργαρίτη [1895-1953]) και η Μακεδονική Μικτή Χορωδία (η πρώτη συναυλία της δόθηκε στο θέατρο Μέγας Αλέξανδρος Θεσσαλονίκης στις 20/7/1930), µε τα οποία παρουσίασε αξιόλογα έργα µεγάλης φόρµας (ορατόρια, καντάτες, ρέκβιεµ, συµφωνικά, κοντσέρτα κ.ά.), πρωτόγνωρα
Το
εκ νέου διευθυντής
∆ηµοτικού Νοσοκοµείου -µε την παρουσία του τότε Βασιλέως Γεωργίου του Β’- και οι επαναληφθείσες συναυλίες
Θέατρο- για το κοινό µε τη συµµετοχή εγχόρδων οργάνων και µικτής χορωδίας την οποία δηµιούργησε ο ίδιος483. Η πρώτη συναυλία πραγµατοποιήθηκε στις 26/12/1955 µε έργα Χρ. ∆έλλα, Μ. Καλοµοίρη, J.S. Bach, L.van Beethoven, J. Strauss II και Verdi. Οι κριτικές για τις πρώτες συναυλίες ήταν θετικές: «… ο κ. Φλώρος διηύθυνε µε απόλυτη κατανόηση… Στο τελικό ‘Αλληλούϊα’ µαέστρος και χορωδία µας µετέδωσαν τον παλµό της ανώτερης τέχνης » 484 ∆ικό του δηµιούργηµα ήταν επίσης η ∆ηµοτική Χορωδία Θεσσαλονίκης. Σχεδόν όλα τα έργα των συναυλιών ήταν σε µεταγραφή δική του για χορωδία και ορχήστρα πνευστών. Λόγω της µεγάλης απήχησης στο κοινό της πόλης, ο ∆ήµος απεφάσισε -το 1958- την ίδρυση της ∆ηµοτικής Συµφωνικής Ορχήστρας αναθέτοντάς του καθήκοντα αρχιµουσικού. Η ορχήστρα, της οποίας οι εκτελεστές πνευστών ήταν µέλη της Φιλαρµονικής, έδωσε µόνο πέντε συναυλίες (από τον Νοέµβριο του 1958 έως τον Μάρτιο του 1959) και µετά έπαυσε να υπάρχει λόγω οικονοµικών δυσκολιών του ∆ήµου. Έδωσε όµως πρόσφορο έδαφος για τη δηµιουργία της Συµφωνικής Ορχήστρας Βορείου Ελλάδος (1959) η οποία αργότερα µετονοµάστηκε σε Κρατική Ορχήστρα Θεσσαλονίκης. ∆ιηύθυνε επίσης και άλλα µουσικά σύνολα όπως την Εθνική Χορωδία Θεσσαλονίκης (σε συναυλία της υπό τη διεύθυνσή
(1951-53) κ.ά., παρουσιάζοντας και έργα του. ∆εν υπήρξε είδος µουσικού έργου που να µη γνώρισε την εργατικότητά
καλλιτεχνών και διδασκάλων της Θεσσαλονίκης 486. Φύση µαχητική δεν δεχόταν συµβιβασµούς και αυτό τον έφερε µερικές
και επιζητούσε το
από τους µαθητές
1955, ενώ επρόκειτο να αναλάβει
στο Κρατικό
φορές σε προστριβές µε συναδέλφους του. Ως δάσκαλος ήταν πολύ αυστηρός
απόλυτο
του487 .

συνθέτης κατατάσσεται στο πλαίσιο της -αποκα-λούµενηςΕθνικής Μουσικής Σχολής. Από το 1925 περίπου συνέθεσε µικρά

έργα για βιολί και πιάνο και χορωδιακά τραγούδια (ή τα διασκεύασε για χορωδία και µπάντα πνευστών ή µόνο για πνευστά) όντας

άριστος γνώστης της χορωδιακής γραφής και τεχνικής (κυρίως

από τη δηµοτική παράδοση της Θράκης, της Χαλκιδικής και της Ανατολικής Μακεδονίας) 488, µεταξύ των οποίων: «Αγροτικό τραγούδι», «Καπετάν Λούκας», «Ο πόθος των Ελλήνων της 4ης Αυγούστου», «Τα φανταράκια» (για ανδρική χορωδία), «Θοδώρα», «Ύµνος στη Θάσο», «Πάνω στ' Αλώνια», «Από ξένο τόπο», «Μαντζουράνα», «Καραγκούνα», «Μαλάµω», «Μένα η γυναίκα µου», «Λεµονάκι», «Η Μηλίτσα», «Τρία παιδιά Βολιώτικα», «Σγουρός βασιλικός», «Ας χαµηλώναν τα βουνά», «Στους λεβέντες της Μακεδονίας» (διασκευή του οµώνυµου τραγουδιού του Ν. Κοκκίνου), «Έγια µόλα» (διασκευή στο τραγούδι του Μ. Καλοµοίρη), «Βραδινή γαλήνη» (διασκευή στο τραγούδι του ∆. Λάλ[λ]α), «Ψαρόβαρκα» (διασκευή για σολίστ και επτάφωνη µικτή χορωδία στο τραγούδι του ∆. Λαυράγκα) και «Τσιγγάνικη ζωή» (διασκευή στο τραγούδι του Schumann). Εναρµόνισε επίσης τους εκκλησιαστικούς ύµνους και τροπάρια: α) «Η Παρθένος σήµερον» (1965), β) «Τροπάριον του Αγίου ∆ηµητρίου», γ) «Άγιος ο Θεός» και δ) «Τη Υπερµάχω Στρατηγώ». Μεταξύ των πολλών µαθητών του και οι: Γιάννης Μάντακας, αξέχαστος διευθυντής χορωδιών (1932-1999) και Γιώργος Χατζηνάσιος, γνωστός µουσικοσυνθέτης (1942- ). Ο γιος του Κωνσταντίνος Φλώρος (1926- ) είναι διαπρεπής µουσικολόγος και καθηγητής στο πανεπιστήµιο του Αµβούργου και η κόρη του, Αγγελική Φλώρου, σολίστ πιάνου στο Τορόντο του Καναδά (τον Απρίλιο του 1958 ερµήνευσε κοντσέρτο του J.S. Bach σε 3 συναυλίες, συνοδευόµενη από την Ορχήστρα της ∆ηµοτικής Φιλαρµονικής Θεσσαλονίκης υπό τη διεύθυνση του πατέρα της). Απεβίωσε στη Θεσσαλονίκη στις 14/4/1966 πριν προλάβει να γιορτάσει στο τέλος του µήνα –µε πανηγυρική συναυλία- τα 40χρονα του Μακεδονικού Ωδείου489. Στη µνήµη του δηµιουργήθηκε η Συµφωνιέτα Επαµεινώνδας Φλώρος του Νέου Ωδείου Θεσσαλονίκης.

267 Με αρθρογραφικές παρεµβάσεις του σε έντυπα της Θεσσαλονίκης αγωνίσθηκε για τη σωστή διδασκαλία του µαθήµατος της µουσικής στα σχολεία. Έγραψε επίσης και αρκετά µουσικοκριτικά σηµειώµατα στα οποία υπήρξε ιδιαίτερα αυστηρός και καυστικός για παρουσιάσεις έργων Ελλήνων συνθετών. Ως
488 «Οι διασκευές του για ανδρική χορωδία των δηµοτικών τραγουδιών διατηρούν όλο τον χαρακτήρα τους µε τις λεπτεπίλεπτες φωτοσκιάσεις, των διαστηµάτων της δηµοτικής µουσικής και των εκφραστικών χρωµατισµών µε τα συχνά επιφωνήµατα χάϊ χάϊ, άϊντε άϊντε και τις αλλαγές µέτρων και χρόνου». Μάντακας, Η πρώτη συναυλία του ‘Θερµαϊκού’, Ελληνικός Βορράς, Θεσσαλονίκη 1951. 489 Καλογερόπουλος, «Φλώρος Επαµεινώνδας», Το Λεξικό της Ελληνικής Μουσικής, τόµ. 6, Γιαλλέλης, Αθήνα 1998, σ. 377-378. Επαµεινώνδας Φλώρος, «Αγροτικό τραγούδι», ΑΕΜΘΤ.

Φορµόζης Παντελεήµων: Πολυσχιδής προσωπικότητα: µουσικολόγος, ερευνητής, πανεπιστηµιακός, φιλόλογος, συγγραφέας και

ως Π.Ε. Φορµόζης. Γεννήθηκε στην Κοµοτηνή τον Νοέµβριο του 1902. Το 1913 ή 14 ήλθε στη Θεσσαλονίκη όπου περάτωσε

Αθηνών. Αποφοίτησε το 1927. Το 1928

ως διευθυντής της βιβλιοθήκης του Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης. Επίσης, στην περίοδο 1928-35 δίδαξε αρχαιοελληνικά και νεοελληνικά στις ανώτερες τάξεις του Γερµανικού Γυµνασίου Θεσσαλονίκης. Στη

τετραετία 1935-38 σπούδασε µουσική στη Χαϊδελβέργη Γερµανίας (θεωρητικά, σύνθεση και µουσικολογία), παράλληλα µε διδακτορικές σπουδές αρχαιοελληνικής και λατινικής λογοτεχνίας και φιλοσοφίας στο εκεί πανεπιστήµιο. Το 1938 συνέγραψε τη µελέτη «De la chanson et de la musique populaire grecque» 491. Το 1939 επέστρεψε στην

zur mazedonischen Volksmagie»

106 σελίδες493, β) «Regenzauber in Mazedonien» σε 98 σελίδες, γ) «Mazedonischer Volksglaube», δ) «Geister- und Damonenglaube im Pontus», ε) «Lieder und Märchen aus Kozani und Siatista» και

«Das Hirtenleben in der

Έκδοση µελέτης, ΑΕΜΘΤ.

µουσικολογικών εκδόσεων σε συνεργασία µε τον εκδοτικό οίκο του Β. Ρηγόπουλου στη Θεσσαλονίκη. Οι εκδόσεις αυτές είχαν χωριστεί σε 4 κατηγορίες: α) µελέτες για την εκκλησιαστική µουσική, β) µελέτες για την ευρωπαϊκή µουσική, γ) µελέτες για τη νεοελληνική µουσική, και δ) µελέτες για τη µουσική στην εποχή των µεγάλων πολιτισµών. Όµως,

στη Θεσσαλονίκη το 1938, από το τυπογραφείο του Κορν. Θεοδωρίδη, σε 43 σελίδες.

492 Αυτόγραφο βιογραφικό σηµείωµά του προς την Κοσµητεία της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης.

493 Εκδόθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1942, ως ο 1ος τόµος του «Volkskundliche Beobachtungen und Materialien aus Zentralmazedonien und der Chalkidike».

494 Εκδόθηκαν στη Θεσσαλονίκη ως τεύχη της εθνοµουσικολογικής σειράς «Volkskundliche Miszellen aus Mazedonien», το 1943 (β’, γ’ και δ’) και το 1944 (ε’ και ζ’).

268
ελλειπή βιογραφικά
. Υπέγραφε
τις εγκύκλιες σχολικές σπουδές. Άγνωστο πότε και που ξεκίνησε µουσικές σπουδές. Το 1920 περίπου ήλθε στην
γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστηµίου
διορίσθηκε
συνθέτης µε
στοιχεία 490
Αθήνα και
Αθήνα
κτωρ Φιλοσοφικής Σχολής
Αθηνών
Στη δεκαετία του ‘40 συνεργάστηκε µε τον Γερµανό εθνοµουσικολόγο Georg Eckert (1912-1974) και από κοινού συνέγραψαν τις µελέτες: α)
Chalkidike» σε 32 σελίδες494. Στη δεκαετία του ‘40 και του ‘50 εργάστηκε ως καθηγητής µουσικής δωµατίου, ιστορίας της µουσικής και µουσικής ανάλυσης στα ωδεία της Θεσσαλονίκης Μακεδονικό και Εθνικό. Το 1966 ανήγγειλε µεγαλεπίβολο σχέδιο ελληνικών
τελικά κυκλοφόρησαν µόνον 6 βιβλία: δύο για την ευρωπαϊκή µουσική, τρία για την εκκλησιαστική µουσική, και η µεταφρασµένη µελέτη του Γερµανού 490 Τα περισσότερα παρατιθέµενα βιογραφικά στοιχεία προέρχονται από αυτόγραφο βιογραφικό σηµείωµά του το οποίο εντοπίστηκε στο Αρχείο Θρακικών Μελετών από τον Θανάση Τρικούπη (2013). 491 Εκδόθηκε
και αναγορεύθηκε διδά-
του Πανεπιστηµίου
492.
«Beitrage
σε
ζ)

σε ευρωπαϊκή µουσική γραφή στις δύο Ορθόδοξες ελληνικές εκκλησίες της Βιέννης», αφιερωµένη στον Γ.

µουσικής και η έδρα µουσικολογίας στα πανεπιστήµιά µας» (1969). ∆ιετέλεσε διευθυντής του Ινστιτούτου Ευρωπαϊκής Μουσικής της Ακαδηµίας της Βιέννης. Συνέγραψε επίσης αρκετές φιλολογικές και φιλοσοφικές µελέτες που παραµένουν ανέκδοτες. Η µοναδική δηµοσιευθείσα µελέτη του, 210 σελίδων έχει τον τίτλο: «Η µορφή και η δράσις της Μηδείας του Ευριπίδου» (1935). Βασίζεται στην τραγωδία «Μήδεια» του Λεύκιου Ανναίου Σενέκα (4π.Χ.-65µ.Χ.). Εκδόθηκε στην Αθήνα από τον εκδοτικό οίκο Νέα Αλήθεια το 1939. Επίσης, η ιστορική µελέτη του «Ο Λορέντζος Μαβίλης: ο πατριώτης και ποιητής» εκδόθηκε στη Θεσσαλονίκη (1938). Το συνθετικό έργο του είναι µικρό. Συνέθεσε έργα σολιστικά, µουσικής δωµατίου (κυρίως) και ορχηστρικά τα οποία δεν παρουσιάστηκαν δηµόσια και ευρίσκονται σε άγνωστο αρχείο. Στο αρχείο του το οποίο υπάρχει στη Βιβλιοθήκη του Αριστοτελείου Πανεπιστηµίου Θεσσαλονίκης εντοπίστηκε ένα έργο του για ορχήστρα. Απεβίωσε στην Αθήνα στα µέσα της δεκαετίας του ‘70.

Χαραλαµπίδης Θεόδωρος: Μουσικοδιδάσκαλος και

εκκλησιαστική χορωδία του Μουσικογυµναστικού Συλλόγου‘Εθνικός’. ∆ιασκεύασε δηµοτικά τραγούδια για µαντολινάτα. Ίσως να συνέθεσε και έργα για νυκτά όργανα.

495 Πρωτότυπος τίτλος: «Die geschichtliche Sonderstellung der abendländischen Musik».

269 µουσικολόγου Walter Wiora (1906-1997) µε θέµα «Η ειδική ιστορική θέση της µουσικής της ∆υτικής Ευρώπης» (1959) 495. Τα 3 βιβλία που εντάσσονται στη δεύτερη κατηγορία θεωρούνται αξιόπιστες και εµπεριστατωµένες µουσικολογικές-ιστορικές πραγµατείες. Είναι τα: α) «Οι χορωδιακές εκδόσεις της εκκλησιαστικής µουσικής
Ασβεστά, πρωτοψάλτη του Ιερό Ναό του Αγίου ∆ιονυσίου (1967), β) «Κείµενα ευρωπαϊκής επιστήµης σχετικά µε την εκκλησιαστική µουσική µας µεταφρασµένα στη γλώσσα µας» (1968), και γ) «Η επιστηµονική στέγη για τη µελέτη της εκκλησιαστικής
µε ελλειπή βιογραφικά στοιχεία. Έδρασε στη ∆υτική Θράκη (Σουφλί,
όπου δίδαξε µουσική σε δηµοτικά σχολεία (όπως το 3ο ∆ηµοτικό Σχολείο Αλεξανδρούπολης) και δηµιούργησε σχολικές µαντολινάτες και χορωδίες. Από το 1955, µαζί µε τον Χριστ. Παπαδόπουλο, συνδιηύθυνε τη µικτή χορωδία και την ανδρική
µαντολινίστας
Αλεξανδρούπολη)

Χατζιδάκις Μάνος 496: Συνθέτης, τραγουδοποιός, αρχιµουσικός, πιανίστας και διανοούµενος, θεωρείται ως πολυσήµαντη και εµβληµατική µουσική ιδιοφυΐα της Ελλά-

δας. Το έργο του συνέδεσε τη λόγια µε τη λαϊκή µουσική και περιλαµβάνει εκατοντάδες ηχογραφήσεις, πολλές από τις οποίες αναγνωρίζονται σήµερα ως κλασικές.

Γεννήθηκε στην Ξάνθη στις 23/10/1925, « τη διατηρητέα κι όχι την άλλη, τη φριχτή, που χτίστηκε µεταγενέστερα από τους εσωτερικούς της ενδοχώρας µετανάστες» 497, όπως έλεγε και ο ίδιος. Μετά τον χωρισµό των γονιών του, το 1932, ο Μάνος Χατζιδάκις µε τη µητέρα του και την αδελφή του εγκαθίστανται οριστικά στην

σπουδές Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήµιο Αθηνών τις οποίες δεν ολοκλήρωσε. Στα δύσκολα χρόνια της γερµανικής Κατοχής

στο έργο «Τελευταίος Ασπροκόρακας»

Αλέξη Σολοµού, στο Θέατρο Τέχνης του Κάρολου Κουν. Ακολούθησε η πρώτη ολοκληρωµένη µουσική δηµιουργία του µε τη σκηνική µουσική για την παράσταση «Το πένθος ταιριάζει στην Ηλέκτρα» του E. O’Neill (1945). Η συνεργασία του µε το Θέατρο Τέχνης διήρκεσε δεκαπέντε χρόνια και απέδωσε σκηνική µουσική για τις παραστάσεις: «Γυάλινος Κόσµος» του T. Williams (1946), «Αντιγόνη» του Σοφοκλέους (1947), «Ματωµένος Γάµος» του F.G. Lorca, έργο 3 (1948), «Λεωφορείον ο Πόθος» του T. Williams (1948), «Ο θάνατος του Εµποράκου» του A. Miller (1949) κ.ά. Εν τω µεταξύ, το 1949, µε µια διάλεξη του

270
Αθήνα. Σύµφωνα µε τον ίδιο κληρονόµησε
που από παιδί µ’ απασχολούν και µέχρι σήµερα κάνω προσπάθειες να τους λύσω. Χωρίς τους γρίφους της δεν θα ‘µουν ποιητής…». Λόγω του θανάτου του πατέρα του (1938) και των οικονοµικών δυσχερειών της οικογένειας υποχρεώνεται να εργασθεί από τα δεκατρία του. Η µουσική εκπαίδευσή του ξεκίνησε σε ηλικία τεσσάρων ετών µε µαθήµατα πιάνου από την αρµενικής καταγωγής πιανίστρια Άννα Αλτουνιάν, γνωστή µουσικό της Ξάνθης. Παράλληλα, µάθαινε µόνος του βιολί και ακκορντεόν. Επέκτεινε τις µουσικές του γνώσεις παρακολουθώντας ανώτερα θεωρητικά µε τον µουσουργό Μενέλαο Παλλάντιο (1940-43). Ξεκίνησε επίσης,
εργάστηκε ως φορτοεκφορτωτής στο λιµάνι του Πειραιά, παγοπώλης στο εργοστάσιο του Φιξ, και σε άλλες εργασίες. Την ίδια περίοδο συνδέθηκε µε καλλιτέχνες και διανοούµενους, όπως οι ποιητές Γκάτσος, Σεφέρης, Ελύτης, Σικελιανός και ο ζωγράφος Γιάννης Τσαρούχης. Άπαντες συνέβαλλαν ουσιαστικά στη διαµόρφωση των προσανατολισµών και της σκέψης του. Η πρώτη εµφάνιση του Χατζιδάκι ως συνθέτη πραγµατοποιήθηκε το 1944 µε τη συµµετοχή του
του
για το ρεµπέτικο τραγούδι –είδος περιφρονηµένο στους σοβαρούς κύ496 Συµεωνίδου, «Λεξικό Ελλήνων συνθετών», Φίλιππος Νάκας, Αθήνα 1995, σ. 432-39. 497 Χατζιδάκις Μάνος, Τα σχόλια του Τρίτου, Αθήνα 1980. Μάνος Χατζιδάκις
από τη µητέρα του «όλους τους γρίφους

ταινία «Αδούλωτοι Σκλάβοι» του Β. Παπαµιχάλη και τον «Ανδρέα Ζέππο» για ορχήστρα (1946. Ανολοκλήρωτο). Το 1947 έγραψε τα «∆ύο ναυτικά τραγούδια» σε ποίηση Μ. Σαχτούρη, έργο 2. To 1948 συνέθεσε τον πιανιστικό κύκλο «Για µια µικρή λευκή αχιβάδα»500. Αποτελείται από 5 πρελούδια και 5 χορούς, δικής του έµπνευσης («Εµβατήριο», «Συρτός σε τρόπο χανιώτικο», «Συνοµιλία µε τον Σεργκέι Προκόφιεφ», «Τσάµικος», «Μαντινάδα», «Μπάλλος», «Νυχτερινό », «Καλαµατιανός», «Ποιµενικό» και «Μεγάλη σούστα»). Ο ίδιος τον περιγράφει ως αντιροµαντικό έργο το οποίο πρέπει να ερµηνεύεται µε αυστηρή ρυθµική αίσθηση και µε το προσδιορισµένο από τη γραφή του αίσθηµα501. Το 1950 αποτέλεσε ιδρυτικό στέλεχος του Ελληνικού

µπαλέτα του: α) «Μαρσύας»

για ορχήστρα, έργο 4 (1950), β) «Έξι Λαϊκές Ζωγραφιές», έργο 5 (1951. Οπτική και ακουστική ερµηνεία έξι γνωστών λαϊκών και ρεµπ έτικων τραγουδιών του Τσιτσάνη, του Μητσάκη και του Καλδάρα), γ) «Το Καταραµένο

κινηµατογραφικής ταινίας «Το ποτάµι» (1959). Παράλληλα µε το Ελληνικό Χορόδραµα, η τραγωδός Μαρίκα Κοτοπούλη του ανέθεσε την σύνθεση της µουσικής για τις «Χοηφόρες» (1950) από την «Ορέστεια» του Αισχύλου. Το γεγονός αυτό αποτέλεσε την αρχή της ενασχόλησης µε την αρχαιοελληνική τραγωδία και κωµωδία. Στα επόµενα έτη συνέθεσε µουσική για την «Μήδεια» (1956), τον «Κύκλωπα» (1959), τις «Βάκχες», έργο 19 (1962), τις «Εκκλησιάζουσες» (1956), την «Λυσιστράτη», έργο 12 (1957), τις «Θεσµοφοριάζουσες», έργο 14 (1958) και τις «Όρνιθες» για µεσόφωνο, 2 βαρύτονους, παιδική χορωδία, 2 µικτές χορωδίες και ορχήστρα, 498 Κρυσταλλίδου Ζουµπουλιά, Η ζωή και η καλλιτεχνική δράση του Μάνου Χατζιδάκι, ∆ιπλωµατική εργασία στο ΤΜΣ του ΑΠΘ, Θεσσαλονίκη 1994, σ. 2. 499 Παφτούνου Σοφία, Βιογραφία του Μάνου Χατζιδάκι στον διαδικτυακό ιστότοπο http://www.tralala.gr/mousikes-biografies-manos-xatzidakis/#sthash. PeJCdc84.dpuf

500 Το πρωτοερµήνευσε ο γνωστός πιανίστας Julius Katchen στην Αθήνα αποσπώντας εξαιρετικά

271 κλους της µουσικής- ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων στη συντηρητική ελληνική αστική κοινωνία. Σε αυτή µίλησε µε ενθουσιασµό για το λαϊκό τραγούδι και συνέδεσε το ρεµπέτικο µε τη δηµοτική µουσική και τη βυζαντινή µελωδία498. ∆εν έκρυψε επίσης, τις επιρροές του από τους Ευρωπαίους µουσουργούς, από τον Bach έως τον Schubert, και από τον Mahler έως τον Weil499 Το 1946 συνέθεσε την πρώτη µουσική εργασία για τον κινηµατογράφο, στην
Χοροδράµατος της Ραλλούς Μάνου και επίσης καλλιτεχνικός διευθυντής του. Σε αυτό παρουσίασε τα τέσσερα
φίδι» για 2 ανδρικές φωνές και 2 πιάνα, έργο 6 (1951) και δ) «Ερηµιά» (1958). Η καινοτόµα αυτή µουσική σύλληψή του έφερε κατά κάποιο τρόπο «επανάσταση» στην ελληνική µουσική η οποία είχε φθάσει σε αισθητικό αδιέξοδο µε τη χρήση της τυπικής γραµµής του ελληνικού µουσικού φολκλόρ502 . Το 1953, άλλη µία σειρά διαλέξεών του για τους Αµερικανούς σύγχρονους συνθέτες (Copland, Menotti κ.ά.) δηµιούργησε εξίσο υ µεγάλη αίσθηση. Το 1954 συνέθεσε τον «Κύκλο του C.N.S.», 6 τραγούδια για βαρύτονο και πιάνο σε ποίηση δική του, έργο 8. Ακολουθεί το ύ φος δυτικοευρωπαϊκού lied. Φωνογραφήθηκε µε τον Γ. Μούτσιο και τον ίδιο στο πιάνο (1959). Το 1959 απέσπασε το µουσικό βραβείο του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης για την µουσική της
ευνοϊκά σχόλια. Ο
του έδωσε τον αρ.1 στην επιλεκτική εργογραφία του, αριθµώντας 51 από τα
έργα του. 501 Ο
Ανωγειανάκης (1915-2003) το θεωρεί ως µικρό αριστούργηµα της
φιλολογίας (1959). Ήταν δε ο πρώτος ο οποίος ανακάλυψε τη µοναδικότητα του ταλέντου και τη σοβαρότητα στη µουσική σκέψη του Μάνου Χατζιδάκι. 502 Ο.π., σ. 3.
συνθέτης
179
µουσικολόγος/µουσικοκριτικός Φοίβος
νεώτερης πιανιστικής

και το µπαλέτο, βασισµένα σε προγενέστερη µουσική του για τους «Όρνιθες», η οποία χορογραφήθηκε από τον διάσηµο χορογράφο M. Bejart (1927-2007). Η ενασχόλησή του µε τον κινηµατογράφο αποτελεί µεγάλο κεφάλαιο της µουσικής δηµιουργίας του. Στην περίοδο 1950-80 συνέθεσε µουσική για δεκάδες σπουδαίες (αλλά και ασήµαντες) ελληνικές και ξένες ταινίες όπως η «Νυχτερινή περιπέτεια» του Α. Τερζάκη (1954), η «Κάλπικη λίρα» του Γ. Τζαβέλλα (1954), η «Στέλλα» του Μ. Κακογιάννη, (1955), ο «∆ράκος» του Ν. Κούνδουρου (1956), το «America-America» του Ηλ. Καζάν (1962), το «Ταξείδι του µέλιτος» του Ν. Πανουσόπουλου, έργο 31 (1973), το «Sweet Movie» του Ντ. Μακαβέγιεφ (1974), «Ήσυχες µέρες του Αυγούστου» του Παντελή Βούλγαρη, έργο 49 (1992) κ.ά. Το 1960 κέρδισε

(1935- ).

Τεχνολογικού Ινστιτούτου ∆οξιάδη. Το βραβείο απονοµήθηκε εξ ηµισείας στον Ι. Ξενάκη και τον Α. Λογοθέτη, άγνωστους

ανήσυχο, χρηµατοδότησε τον διαγωνισµό πρωτοποριακής σύνθεσης

της επίδρασης ήταν ο κύκλος τραγουδιών «Reflections», έργο 27, ο οποίος φωνογραφήθηκε µε το µουσικό συγκρότηµα New York Rock and Roll Ensemble. Κατά τη διάρκεια της παραµονής του συνέθεσε µουσική για κινηµατογραφικές ταινίες της 20 th Century Fox, της Paramount, της Warner Brothers κ.ά. Την ίδια περίοδο έγραψε τα λιµπρέτα για τρία µουσικά έργα: «Μεταµορφώσεις», «Όπερα για πέντε» έργο 28 (1968. Ανολοκλήρωτο) και «Ντελικανής». Ολοκλήρωσε και ηχογράφησε το «Χαµόγελο της Τζοκόντας» για ορχήστρα δωµατίου, έργο 22, ένα από τα γνωστότερα

272 έργο 14 (1959) 503. Το 1959 παρουσίασε στο αθηναϊκό κοινό τον Μίκη Θεοδωράκη, ενορχηστρώνοντας και ηχογραφώντας ο ίδιος το έργο του «Επιτάφιος» µε τη Νάνα Μούσχουρη. Την ίδια εποχή συνέθεσε τη µουσική για την τραγωδία «Ιπποκράτης» του Ά. Σικελιανού. Η σκηνική µουσική του για τη θεατρική παράσταση «Οδός Ονείρων», έργο 20, σε σκηνοθεσία Αλέξη Σολωµού και πρωταγωνιστή το ∆ηµήτρη Χορν (1962) αποτελεί έναν ακόµη σηµαντικό σταθµό της µουσικής δηµιουργίας του. Άλλες αξιόλογες σκηνικές µουσικές: «Ευρυδίκη» (1960) και «Απόψε αυτοσχεδιάζουµε» για 2 γυναικείες φωνές, χορωδία και µικρή ορχήστρα, του L. Pirandello. To 1964 συνέθεσε την καντάτα
το βραβείο Όσκαρ για το τραγούδι «Τα παιδιά του Πειραιά» από την ταινία του Ζιλ Ντασέν «Ποτέ την Κυριακή», τραγούδι το οποίο θα συµπεριληφθεί στα δέκα εµπορικότερα του 20ού αιώνα. Ωστόσο, η µουσική του για τον ελληνικό κινηµατογράφο και µια σειρά ελαφρών τραγουδιών, εξαιρετικών όµως µε λιτές και πρωτόγνωρες µελωδίες και νέα ενορχηστρωτική αντίληψη (όπως τα: «Αγάπη πούγινες δίκοπο µαχαίρι», «Το φεγγάρι είναι κόκκινο», «Μια πόλη µαγική», «Πάµε µια βόλτα στο φεγγάρι» κ.ά), τού χαρίζει µια ανεπιθύµητη λαϊκότητα, την οποία δεν αποδέχθηκε ποτέ έως το τέλος της ζωής του. Την περίοδο 1962-66 ίδρυσε και διηύθυνε την Πειραµατική Ορχήστρα Αθηνών. Στο σύντοµο χρονικό διάστηµα της λειτουργίας της έδωσε 20 συναυλίες µε πρώτες παρουσιάσεις δεκαπέντε έργων κορυφαίων συγχρόνων Ελλήνων συνθετών, όπως του Ιάννη Ξενάκη (1922-2001), του Γιάννη Χρήστου (1926-1970), του Α. Λογοθέτη, του Α. Κουνάδη και του Θόδωρου Αντωνίου
‘Μάνος Χατζιδάκις’ του
τότε στο ελληνικό κοινό. Το 1966 µετέβη στις ΗΠΑ, για την παράσταση της θεατρικής διασκευής του «Ποτέ την Κυριακή» µε τον τίτλο «Illya Darling» στο περίφηµο θέατρο Broadway µε σκηνοθέτη τον Ζιλ Ντασέν και πρωταγωνίστρια τη Μελίνα Μερκούρη. Παρέµεινε εκεί έως το 1972 και δέχθηκε σοβαρές επιδράσεις στη µουσική του αντίληψη από τη µουσική pop. Αποτέλεσµα αυτής
έργα του. 503 Η παράσταση όµως κάθε άλλο παρά ευπρόσδεκτη ήταν. Το κοινό αντέδρασε σχετικά άσχηµα στην πρεµιέρα (29/8/1959), µε αποτέλεσµα να απαγορευθούν οι επόµενες παραστάσεις από τον Υπουργό Προεδρίας Κυβερνήσεως, Κωνσταντίνο Τσάτσο.
Πνεύµα

οµάδα οργάνων και πιάνο.

Το 1975 άρχισε η χρυσή εποχή του Γ’ Προγράµµατος της ΕΡΑ (δυστυχώς και ανεκδιήγητα

µουσικό διαγωνισµό για νέους Έλληνες συνθέτες. Αξιοσηµείωτη ήταν και η συµµετοχή του στην έκδοση του

τους διαστάσεις. Το 1985 επίσης, δηµιούργησε την ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρεία Σείριος από την οποία κυκλοφόρησαν σηµαντικά ηχογραφήµατα ελληνικής λόγιας και έντεχνης µουσικής. Το 1989 ίδρυσε την Ορχήστρα των Χρωµάτων την οποία διηύθυνε µέχρι το τέλος της ζωής του σε είκοσι συναυλίες και δώδεκα ρεσιτάλ µε παρουσίαση πρωτότυπων

273 Το 1972 επέστρεψε στην Αθήνα και το επόµενο έτος ίδρυσε το µουσικό καφεθέατρο Πολύτροπο, µε το οποίο επιδίωξε «µια τελετουργική παρουσίαση του τραγουδιού, µ’ όλα τα µέσα που µας παρέχει η σύγχρονη θεατρική εµπειρία ». Μέσω αυτού επιχείρησε να ανοίξει εκφραστικές διόδους στο µουσικό τέλµα της εποχής. Η περίοδος αυτή, µέχρι το τέλος της ζωής του (1972-94), θεωρείται η ωριµότερη στην µουσική σταδιοδροµία του. Σηµατοδοτείται µε την ηχογράφηση του «Μεγάλου Ερωτικού», κύκλου 11 τραγουδιών για δύο φωνές, χορωδία,
παυµένο σήµερα) µε τον ίδιο να διορίζεται ως διευθυντής του. Σε συνεργασία µε µια οµάδα νέων και ταλαντούχων δηµιουργών, το Γ’ Πρόγραµµα, µε ρηξικέλευθες ραδιοφωνικές και µουσικές προτάσεις, έγινε σηµείο αναφοράς για την αρτιότητα και ποιότητά του και αποτέλεσε ίσως την ποιοτικότερη περίοδο του ραδιοσταθµού. Με το πέρας της στρατιωτικής δικτατορίας διορίσθηκε αναπληρωτής γενικός διευθυντής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής (1975-77). Στην περίοδο 1975-82 ανέλαβε καθήκοντα διευθυντή της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών. Το 1979 καθιέρωσε τις Μουσικές Γιορτές στα Ανώγεια της Κρήτης, οι οποίες περιελάµβαναν τοπικούς λαϊκούς χορούς και τραγούδια. Το 1980 εγκαινίασε τον Μουσικό Αύγουστο στο Ηράκλειο, καλλιτεχνικό φεστιβάλ µε κύριο στόχο την παρουσίαση νέων ρευµάτων στη µουσική, τον χορό, τον κινηµατογράφο, τη ζωγραφική και το θέατρο. Την περίοδο 1981-82 διοργάνωσε τους Μουσικούς Αγώνες στην Κέρκυρα,
πολιτιστικού περιοδικού Το Τέταρτο (198586), το οποίο κατέγραψε τα καλλιτεχνικά και κοινωνικά δρώµενα µέσα από τις πολιτικές
προγραµµάτων µε µουσικά έργα τα οποία συνήθως δεν καλύπτονταν από τις συµβατικές συµφωνικές ορχήστρες. Το 1991, σε συνεργασία µε τον ∆ήµο Καλαµάτας, διοργάνωσε τους Πρώτους Αγώνες Ελληνικού Τραγουδιού Καλαµάτας. Μάνος
εκδόσεις
Βιβλιοθήκη
Χατζιδάκις, Για µια µικρή λευκή αχιβάδα,
Σείριος, Αθήνα 1986.
ΤΜΣ/ΑΠΘ.

ύφος και µε ηχογραφήµατα τα οποία θεωρούνται πλέον κλασικά: α) «Ο Κύκλος µε την Κιµωλία», σκηνική µουσική και τραγούδια για το θεατρικό έργο του B. Brecht, έργο 13 (1956), β) «Παραµύθι χωρίς όνοµα», 8 τραγούδια για

έργο του Ι. Καµπανέλλη, έργο 11 (1959), γ) «Πασχαλιές µέσα απ’ τη νεκρή γη»

για µικρή ορχήστρα (1961), δ) «Καίσαρ και Κλεοπάτρα», έργο 21 (1962), ε) «∆εκαπέντε Εσπερινοί» (1964), ζ) «Μυθολογία», κύκλος 12 τραγουδιών για φωνή και σύνολο οργάνων, έργο 23 (1965), η) «Καπετάν Μιχάλης» (1966), θ) «Ρυθµολογία» για πιάνο, έργο 26 (1969), ι) «Τα Λειτουργικά» (1971), κ) «Ο οδοιπόρος, το µεθυσµένο κορίτσι και ο Αλκιβιάδης» για 2 γυναικείες και 2 ανδρικές φωνές, µικρή ορχήστρα, χορευτές και ηθοποιούς, σε κείµενα Μ. Ελευθερίου και δικά του, έργο 32 (1973), λ) «Αθανασία» για 2 φωνές και ορχήστρα σε ποίηση Νίκου Γκάτσου, έργο 32α (1975), µ) «Τα Παράλογα» για φωνές, χορωδία και ορχήστρα σε ποίηση Ν. Γκάτσου, έργο 33 (1976), ν) «Η εποχή της Μελισσάνθης» καντάτα για γυναικεία φωνή, δύο ανδρικές φωνές, µικτή και παιδική χορωδία και ορχήστρα δωµατίου σε ποίηση δική του (1980), ξ) «Πορνογραφία», µουσικό θέαµα (1982), ο) «Χειµωνιάτικος ήλιος», κύκλος τραγουδιών, έργο 44 (1983), π) «Σκοτεινή Μητέρα» σε ποίηση Ν. Γκάτσου, έργο 45 (1985), ρ) «Τα Τραγούδια της Αµαρτίας», κύκλος τραγουδιών, έργο 50 (1992) κ.ά. Άλλα έργα του λόγιας µουσικής: α) «Ιονική σουίτα» για πιάνο, έργο 7 (1952), β) Σουίτα για βιολί και πιάνο, έργο 7α (1954), γ) «Ρινάλδος και Αρµίδα» µονόπρακτη όπερα για υψίφωνο, βαρύτονο, ανδρική χορωδία και ορχήστρα, έργο 17 (1961. Ανολοκλήρωτο), δ) «Πέντε αυτοσχεδιασµοί» για µπουζούκι και πιάνο, έργο 29α (1971), ε) «Παίδες επί Κολωνώ» σκηνική καντάτ α, έργο 36 (1977-78. Ανολοκλήρωτο), ζ) «Η αποστολή» καντάτα για µεσόφωνο, µικτή χορωδία και οµάδα οργάνων 1980. Για τα 50 έτη της Πολεµικής Αεροπορίας), η) «Πινδαρικά» καντάτα για µεσόφωνο, βαρύτονο, µικτή χορωδία και µικρή ορχήστρα σε ποίηση Πινδάρου, έργο 4 0 (1981), θ) «Εγκώµιον επιφανούς ανδρός» για µικρή χορωδία και χάλκινα πνευστά σε ποίηση Ανδρέα Κάλβου, έργο 48 (1991), κ.ά. Η µ ουσική δηµιουργία του «στέκεται δίπλα στα καλύτερα ιστορικά παραδείγµατα –Πονηρίδης, Πετρίδης, Κωνσταντινίδης, Σκαλκώτας- των κυριότερων προκατόχων του, πάλι συνειδητά µαζί και αυθόρµητα. Κανένας άλλος συνθέτης της λεγόµενης «έντεχνης λαϊκής» µουσικής, άλλωστε , δεν πλησίασε ούτε από µακριά το ποιοτικό αυτό επίπεδο στη χρήση ελληνικών µουσικών

274 Στη διάρκεια όλων αυτών των
µουσική
και δισκογραφία,
συνθέσεις του σε λόγιο και έντεχνο
χρόνων ήταν διαρκώς παρών στην ελληνική
σκηνή
µε δεκάδες
θεατρικό
το
παραδοσιακών στοιχείων, και στο σωστό πνεύµα » 504. Απεβίωσε στην Αθήνα στις 15/6/1994 από οξύ πνευµονικό οίδηµα. 504 Παπαϊωάννου, Μάνος Χατζιδάκις. Ο δηµιουργός ενός καινούργιου µουσικού γένους, Ανοιχτές επιστολές στον Μάνο Χατζιδάκι, Μπαστάς-Πλέσσας, Αθήνα 1996, σ. 192. Μάνος Χατζιδάκις, ∆ύο ναυτικά τραγούδια, «Ο βαρκάρης των κεραυνών».

τα

της. Είναι άγνωστο που και πότε απεβίωσε.

Νικόλαος: Συνθέτης και πιανίστας µε άγνωστα βιογραφικά στοιχεία. Γεννήθηκε µάλλον στην Κωνσταντινούπολη γύρω στο 1880 όπου µάλλον σπούδασε µουσική. ∆ηµιούργησε την ‘Εστουδιαντίνα Χριστοδουλίδη’ µε τις οποία φωνογράφησε αστικά τραγούδια της εποχής, κυρίως δικά του όπως: «Η µικρούλα», «Λιάκουρα», «Ελένη µου να σε χαρώ», «Η Κρητικιά», «Έλα µάτια µου» και «Μη διστάζεις» (περίοδος 1905-10). Συνέθεσε έργα για πιάνο και τραγούδια για φωνή και πιάνο ή µαντολινάτα. Είναι γνωστές οι σύνθέσεις του: α)

275 Χέλµη
Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη στα τέλη του 19ου αιώνα. Σπούδασε πιάνο και σύνθεση στο Ωδείο της Βιέννης απ’ όπου αποφοίτησε µε αντίστοιχα διπλώµατα (γύρω στο 1910). Στη διάρκεια των σπουδών της συνέθεσε
για πιάνο και µουσικής δωµατίου. Ευρίσκονται σε άγνωστο αρχείο ή θεωρούνται χαµένα. Επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη όπου εργάστηκε ως καθηγήτρια πιάνου στο Ωδείο του Συλλόγου ‘Ερµής’, τουλάχιστον έως το 1920. Μετά χάνονται
«Λάµπεις µες το γιαλό» η οποία εκδόθηκε από τον οίκο Apollo Music Co. της Ν. Υόρκης, β) «Σ’ εκείνη» και γ) «Είναι δύο έτη» άσµα για φωνή και πιάνο η οποία εκδόθηκε το 1911 από τον οίκο Χρηστίδη στην Κωνσταντινούπολη. Απεβίωσε στην Κωνσταντινούπολη άγνωστο πότε. Νικόλαος Χριστοδουλίδης, Είναι δύο έτη. Αρχείο ∆ηµητρίου Ταταράκη.
Ελισσάβετ: Πιανίστρια και συνθέτρια µε άγνωστα βιογραφικά στοιχεία.
έργα
ίχνη
Χριστοδουλίδης

Ψάχος Κωνσταντίνος: Προσωπικότητα παγκόσµιας απήχησης της βυζαντινής εκκλησιαστικής µουσικής, και όχι µόνο, που έδρασε και επηρέασε την µουσική κουλτούρα της Μικράς Ασίας: συνθέτης, µουσικολόγος, µουσικός, πρωτοψάλτης, βυζαντινολόγος και λόγιος. Θεωρεί-

ται από τους µετέπειτα µουσικολόγους και µουσικούς, ως µέγας σκαπανέας της βυζαντινής µουσικής.

Γεννήθηκε στο Μέγα Ρεύµα κοντά στην Κωνσταντινούπολη το πιθανότερο το 1866. Η

χρονολογία της γέννησής του παραµένει στη πραγµατικότητα άγνωστη και είναι αρκετά

ολοκλήρωσε

Μάιο του 1887 προσλήφθηκε ως Α' δοµέστικος στον Πατριαρχικό Ιερό Ναό της Μεταµορφώσεως του Σωτήρος στον Γαλατά µε πρωτοψάλτη τον Γ. Σαρανταεκκλησιώτη (1841/43 - 1891). Στη θέση αυτή υπηρέτησε µέχρι το 1891. Κατόπιν, ήταν Α' δοµέστικος του πρωτοψάλτη Ευστρ. Παπαδοπούλου (1847-1909) στον Ιερό Ναό της Παναγίας του Πέραν. Το 1892 έγινε πρωτοψάλτης στον Ιερό Ναό του Αγίου Χαραλάµπους

Επέστρεψε στην Κωνσταντινούπολη και το 1895 προσλήφθηκε ως πρωτοψάλτης του

Κωνσταντίνος Ψάχος, Χατζηθεοδώρου Γεώργιος Ι., Βιογραφία Κωνσταντίνου Α. Ψάχου.

διάφορες σχολές (όπως στο Παρθεναγωγείο του Αγιοταφικού Μετοχίου Κωνσταντινούπολης, όπου διορίστηκε το 1896)506. Το 1898 πρωτοστάτησε στην ίδρυση του Μουσικού Εκκλησιαστικού Συλλόγου Κωνσταντινούπολης του οποίου διετέλεσε ειδικός γραµµατέας και τον υπηρέτησε δραστήρια µέχρι το 1902, οπότε και παραιτήθηκε οριστικά. Μετείχε επίσης σε επιτροπές του Συλλόγου και ανεκίνησε το

του ρυθµού εν τοις άσµασι της Εκκλησίας»

276
δύσκολο να προσδιοριστεί505. Τα πρώτα γράµµατα διδάχτηκε στη Σχολή του Μεγάλου Ρεύµατος. Λίγα χρόνια
εκβίασε την εισαγωγή του ως υπεράριθµος στην Κεντρική Ιερατική Σχολή της Κωνσταντινούπολης ζητώντας επίµονα
την ψαλτική από τον αρµόδιο καθηγητή και οικονόµο της Σχολής, αρχιµανδρίτη Θεόδωρο Μαντζουρανή. Τον
αργότερα
να δει για το θέµα αυτό τον Πατριάρχη Ιωακείµ Γ’. Στην Σχολή
την εγκύκλια µόρφωσή του και διδάχτηκε
του Γραικικού Νοσοκοµείου της Σµύρνης.
Αγιοταφικού Μετοχίου. Εκεί του δόθηκε η ευκαιρία να µελετήσει και ν’
πλήθος χειρογράφων στη βιβλιοθήκη του Μετοχίου. ∆ίδαξε επίσης ανώτερα ελληνικά και θρησκευτικά σε
του ρυθµού µε τη µελέτη του
(1900) 507 . 505 Ο ίδιος, σε αυτοβιογραφικό του σηµείωµα, αναφέρει την 19η Μαΐου 1876 ως την ηµέρα αυτή. Ωστόσο, ισχυρές ενδείξεις οδηγούν τον σηµαντικότερο βιογράφο και εκδότη του, Γεώργιο Χατζηθεοδώρου, στην εκτίµηση πως το έτος 1866 είναι το έτος της γέννησής του. 506 Καλογερόπουλος, «Κωνσταντίνος Ψάχος», Το Λεξικό της Ελληνικής Μουσικής, τόµ. 6, Γιαλλέλης, Αθήνα
507
αποκτήσει
ζήτηµα
«Περί
1998, σ. 647-650.
Εργασίαι Μουσικού Συλλόγου Κων/πόλεως, τεύχ. Α’, Κωνσταντινούπολη 1/1/1900, σ. 54-65.

και άσµατα της εξωτερικής ρυθµικής µουσικής και πολλά άλλα, δηµοσιευθέντα στα πρακτικά του Εκκλησιαστικού

Λειτουργικόν, Βιβλιοθήκη Κ. Ψάχου.

και έδωσε κατά τη διάρκεια της διαµονής του στη Γερµανία αρκετές διαλέξεις για την παρασηµαντική και τα µικροδιαστήµατα511. Λόγω θανάτου του, το όργανο δεν πρόλαβε να 508 Χατζηθεοδώρου Γεώργιος Ι., Βιογραφία Κωνσταντίνου Α. Ψάχου, Ανάτυπον εκ της Β’ εκδόσεως της «Παρασηµαντικής», Αθήνα 1978, σ. κστ’.

509 Περσική λέξη η οποία χαρακτηρίζει τα άσµατα της εν γένει οθωµανικής µουσικής καθώς και τους ήχους (τρόπους ή κλίµακες ή «δρόµους») στους οποίους µελοποιούνται.

510 Το Παναρµόνιο, γνωστό και ως Παναρµόνιο νέο ή Εύειο Παναρµόνιο (από το παν + αρµονία, που σηµαίνει ότι µπορεί να προσδώσει «πάσες τις αρµονίες»), οµοιάζει µεν µε αρµόνιο και εκκλησιαστικό όργανο, αλλά είναι µουσικό όργανο που παράγει όλους τους φθόγγους της ευρωπαϊκής και βυζαντινής µουσικής, χρησιµοποιώντας µόνο ένα πληκτρολόγιο. Έχει ύψος 6 µέτρων και αποτελείται από 660 αυλούς. Κατά παραγγελίαν του Ψάχου, κατεσκευάσθη στην Γερµανία, από τον Γερµανικό οίκο οργανοποιίας G.F. STEINΜΕYER. 511 Θέµατα µερικών εκ των διαλέξεών του: «Η ελληνική µουσική και το Όργανον αυτής» (1/7/1922) και «Εξέλιξις της Ελληνικής Μουσικής» (26/1/1922).

277 Υπηρέτησε επίσης ως πρωτοψάλτης στον Ιερό Ναό των Αγίων Θεοδώρων Βλάγκα (1901-03) και στον Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου Γαλατά (1903-04) στον οποίο και περάτωσε την ιεροψαλτική του δραστηριότητα. Στις αρχές του 20ού αιώνα, ο τότε αρχιεπίσκοπος Αθηνών Θεόκλητος µε τον διευθυντή του Ωδείου Αθηνών, Γ. Νάζο, αποφάσισαν την ίδρυση Σχολής Βυζαντινής Μουσικής. Για την πλήρωση της θέσης του διευθυντή της απευθύνθηκαν στο Πατριαρχείο. Με την υπόδειξη του Πατριάρχη Άνθιµου Ζ΄ επελέγη το 1903 ως κατάλληλο πρόσωπο για τη θέση. Τον Σεπτέµβριο του 1904 εγκαταστάθηκε στην Αθήνα και στις 23/9/1904 η Σχολή άρχισε τη λειτουργία της. Η δε πρώτη επίσηµη εµφάνιση της Σχολής –συναυλία και διάλεξη- έλαβε χώρα στις 22/3/1906. Ακολούθησαν δεκάδες εκδηλώσεις «αι οποίαι δια της τελειότητός των ηύξησαν εις το έπακρον το γόητρον της Σχολής και εκράτησαν εις το κέντρον του µουσικού ενδιαφέροντος αυτήν και τον ∆ιευθυντήν της » 508. Το 1908 εξέδωσε το συγγραφικό πόνηµα του «Ασίας Λύρα» (Αθήνα 1908) στο οποίο, αναλύει τα µακάµια 509, ως άριστος κάτοχος της ασιατικής µουσικής. Το βιβλίο περιείχε
Μουσικού Συλλόγου Κωνσταντινούπολης και στην Εκκλησιαστική Αλήθεια, εφηµερίδα του Οικουµενικού Πατριαρχείου. ∆ιδάσκεται σήµερα ως βιβλίο διδασκαλίας σε πολλά ιδιωτικά ελληνικά ωδεία. Το 1911 ο Ιωακείµ ο Γ' του απένειµε το οφφίκιο του «Άρχοντος εντίµου µουσικοδιδασκάλου και κληρικού της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας» και το 1912 ο Πατριάρχης Ιεροσολύµων ∆αµιανός Α' τον ονόµασε «∆ικαιοφύλακα και Ιππότην του Παναγίου Τάφου». Το 1919 µετείχε σε µεγάλη επιτροπή για τη βυζαντινή µουσική που συγκροτήθηκε για τα 100 έτη της Εθνικής Παλιγγενεσίας. Επίσης, ήλθε σε ρήξη µε τη διεύθυνση του Ωδείου Αθηνών από το οποίο αποχώρησε µαζί µε τον Μ. Καλοµοίρη. Ίδρυσε στη συνέχεια (στις 20/10/1919) το Ωδείο Εθνικής Μουσικής το οποίο διηύθυνε έως το 1922. Από τον Μάρτιο του 1921 άρχισε να εκδίδει το µουσικό και φιλολογικό περιοδικό Νέα Φόρµιγξ, µε τον φιλόλογο Εµ. Α. Πεζόπουλο (1880-1947), το οποίο κυκλοφόρησε έως το τετραπλό τεύχος των τεσσάρων τελευταίων µηνών του 1922. Μαζί µε τον Στ. Βραχάµη εφηύρε το Εύειο Παναρµόνιο510, πληκτροφόρο µουσικό όργανο, προκειµένου να χρησιµοποιηθεί για την πιστή απόδοση της βυζαντινής µουσικής (1921). Παρέστη δε στην τελετή εγκαινίων του στο Oettingen της Βαυαρίας στις 29/6/1924 –η οποία εστέφθη υπό µεγάλη επιτυχία-

οι Γερµανοί το

ως πρόδροµο του σηµερινού συνθετητού (Synthesizer), και ως το σπουδαιότερο επινόηµα της µουσικής ιστορίας, µετά την αρχαία ύδραυλι που λειτουργούσε µε νερό, ενώ το παναρµόνιο είναι παραδοσιακό και λειτουργεί µε αέρα και σωλήνες. Ο δε σχεδιασµός των σωλήνων (αυλών), έγινε µε τέτοιον τρόπο ώστε έκαστος να παράγει την δέουσα συχνότητα. Αντίγραφο του παναρµονίου υπάρχει στην Εστία Νέας Σµύρνης Αττικής. Μάλιστα έχει δηµιουργηθεί και ο σύλλογος ‘Παναρµόνιο Πολιτιστικό Κέντρο Κ. Ψάχος’ µε σκοπό τη µεταφορά του παναρµόνιου στην Ελλάδα.

Από το 1927 και έως το 1930 συνεργάστηκε

βυζαντινής και ελληνικής µουσικής, όπως τα: α) «Λειτουργικόν» (1905) 514, β) «Λειτουργία» (1909)515, γ) «Λειτουργικοί ύµνοι» (1912), δ) «Παρασηµαντική της βυζαντινής µουσικής» (1917)516 κ.ά. και έδωσε δεκάδες διαλέξεις. Αναγνωρίστηκε διεθνώς ως αυθεντία σε ζητήµατα παρασηµαντικής. ∆ηµοσίευσε επίσης πάνω από 500 µελέτες και µουσικοφιλολογικά άρθρα (κυρίως στη Φόρµιγγα του ιεροψάλτη και µελοποιού Ι.Θ.Τσώκλη [;-1915]) µεταξύ των οποίων οξύτατες πολεµικές κατά της τετραφωνίας και των υποστηρικτών της. Το τελευταίο άρθρο του

512 Καθαρισµός και προστασία των σωλήνων από την διαφυγή σκόνης και υγρασίας που τους καταστρέφει.

513 Παρά τις σχετικές επίµονες προσπάθειες του Μ. Καλοµοίρη.

514 «Περιέχον τα υπό των διακόνων, ιερέων και ιεροψαλτών εν τη αγία και ιερά λειτουργία ψαλλόµενα κατά το ύφος της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας» (υπότιτλος της εκδόσεως από το Παράρτηµα ‘Φόρµιγγος’ Μουσικόν, Έτος Α’, Περίοδος Β’).

515 Πρώτος ο Ψάχος εξέδωσε την Θεία Λειτουργία έντυπη µε συνηχητική γραµµή «κατά το ύφος και την παράδοσιν της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας» (υπότιτλος της εκδόσεως) και «συντεθειµένης επί τη βάσει της συµφωνικής αρµονίας της ηµετέρας µουσικής και του αγράφως και κατά παράδοσιν διασωθέντος Ίσου» (πρόλογος, Τυπογρ. Σπ. Κουσουλίνου, Αθήνα 1909, σ. ι’).

278 έλθει στην Ελλάδα. Έως το 2008 ευρίσκετο στο µουσείο του γερµανικού εργοστασίου που το είχε κατασκευάσει. Η υλική του αξία ανέρχεται σήµερα σε περισσότερα από 200.000 ευρώ. Η πνευµατική του αξία όµως είναι ανυπολόγιστη, επειδή είναι µοναδικό στον κόσµο, ως προς την ιδέα και κατασκευή.
∆ιετηρείτο ως κειµήλιο η δε
τα 2.000 ευρώ512. Με την ικανότητά του να παράγει όλους
Το αµερικανικό Πανεπιστήµιο του Michigan προσπάθησε να το αποκτήσει χωρίς αποτέλεσµα.
ετήσια συντήρησή του ξεπερνούσε
τούς ήχους,
θεωρούν
µε το ζεύγος Σικελιανού στην προσπάθειά τους, της αναβίωσης της αρχαιοελληνικής τραγωδίας στο Αρχαίο Θέατρο των ∆ελφών. Από το 1930 και έως το 1932 δίδαξε στην Αθηναϊκή Μαντολινάτα. Το 1932 ο τότε υπουργός Παιδείας Γεώργιος Παπανδρέου τον διόρισε «Επόπτη Μουσικής εις τους Ναούς της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ελλάδος » (µε βαθµό Γραµµατέως Α'). Όµως αφέθηκε στάσιµος επί σειρά ετών στον ίδιο βαθµό, χωρίς τιµητική προαγωγή, την οποία άξιζε, είτε να προσληφθεί ως καθηγητής στο Πανεπιστήµιο σε θεσπισµένη για αυτόν έδρα εθνοµουσικολογίας513, είτε να εκλεγεί Ακαδηµαϊκός, ως ελάχιστη ηθική ανταµοιβή για την εθνική του προσφορά. Συνέγραψε -κατά τα έτη διδασκαλίας του στην Σχολή Βυζαντινής Μουσικής- πολλά µουσικά βιβλία για την ερµηνεία και την υποστήριξη της
516
του αρχαίου γραφικού
της Βυζαντινής Μουσικής και της εξελίξεως αυτού ερευνών του». Εκδόθηκε µε τη χορηγία της Εύας Πάλµερ-Σικελιανού. Χατζηθεοδώρου Γεώργιος Ι., ό.π., σ. λα’. Ο Κ. Ψάχος µε το παναρµόνιο, ΕΛΙΑ.
«…εν η αποθησαυρίζει τα σοφά πορίσµατα των πολυχρονίων περί
συστήµατος

τραγωδίες όπως τα χορικά και λυρικά για τον «Προµηθέα» (1927)520, τον «Προµηθέα ∆εσµώτη» (1930)521, τις «Ικέτιδες» (1930)522, τις «Φοίνισσες» (1934) 523, τον «Οιδίποδα» κ.ά. Συνέθεσε επίσης έργα για ορχήστρα και χορωδία, όπως τα: α) «Αγρυπνία και πανηγύρι στο Μέτσοβο», β) «Μ. Προκείµενον», γ) «Απόκρεω», δ) «Βυζαντινή φαντασία», ε) «Σµυρναίικη σερενάτα», ζ) «Η κλεφτουριά», η) «Ανάστασις» 524 κ.ά. Εργάστηκε για

συνθέσεις του στον χώρο αυτό είναι τα: α) «∆οξαστικά και Απολυτίκια Πέτρου Αρχιεπισκόπου Άργους» (1908), β) «∆οξολογία της 25ης Μαρτίου» (1938), γ) «Αγρυπνίας εσπερινός», το «Άξιον εστί» σε ήχο εναρµόνιο και δ) «Αποστολική περικοπή» σε ήχο β’ χρωµατικό. Το σπουδαιότερο θεωρητικό του έργο είναι Το οκτάηχον σύστηµα της Βυζαντινής µουσικής, εκκλησιαστικής και δηµώδους και το της αρµονικής συνηχήσεως (1941) 527. Χαρακτηρίστηκε ως «το µουσικό αντίβαρο » στην

το Εθνικό Θέατρο.

522 ∆ελφικές Εορτές του 1930 από τον Θίασο ∆ελφικών Εορτών. «Η µουσική του γίνεται αντικείµενον θερµών εκδηλώσεων των θεατών οίτινες ψάλλουν

µετά του χορού την υπέροχον µελωδίαν Βασιλεύς των Βασιλέων»

523 Παρουσιάστηκε από τον Θυµελικό Θίασο στο Παναθηναϊκό Στάδιο τον Αύγουστο 1934. Επίσης το 1938, το 1941, το 1948, το 1961 και το 1965 από

τον Θυµελικό Θίασο.

524 Χατζηθεοδώρου, ό.π., σ. νζ’.

525 Ήταν ο πρώτος ο οποίος το παρατήρησε.

526 ∆ιετύπωσε πρώτος τη γνώµη ότι ο αρχαίος δώριος τρόπος αντιστοιχεί προς τον ειρµολογικό ήχο δ’ της βυζαντινής µουσικής. Συστηµατοποίησε τον τύπο της αρµονικής συνήχησης των µελών της βυζαντινής µουσικής µε την καθιέρωση γραπτής (απλής ή διπλής) συνηχητικής γραµµής (πολλαπλοί ισοκράτες).

527 Εκδόθηκε πολύ αργότερα, το 1978, µε επιµέλεια και εισαγωγή του Γεωργίου Ι. Χατζηθεοδώρου.

279 γράφτηκε για την Εγκυκλοπαίδεια του Ηλίου517. Συνέθεσε τον «Πύθιο Νόµο» για άρπα ή κιθάρα και αυλό (1927) 518, τον «Ύµνο προς την Ανατολήν» για τρίφωνη χορωδία, το «Επί τον ποταµόν της Βαβυλώνος» για εκλησιαστικό όργανο 519, τον «Χορό του Ζαλόγγου άσµα για φωνή και πιάνο, µουσική για αρχαίες
την επιβολή του τονικού
525 και µελοποίησε µέλη ιεράς ψαλµωδίας της Εκκλησίας προτείνοντας ένα είδος εναρµόνισης της βυζαντινής µουσικής µε τη χρήση δύο ή τριών συνηχητικών γραµµών526 Πέτυχε να διαδώσει στον ιεροψαλτικό κόσµο της Ελλάδος το ύφος της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης και την ρυθµική εκτέλεση των ψαλµωδιών. Αξιόλογες
προσπάθεια των «ευρωπαϊστών» για την εισαγωγή της τετραφωνίας στους Ορθόδοξους Ιερούς Ναούς. Ωστόσο στον αγώνα εναντίον των µουσικών του αντιπάλων, πολλές φορές παρεκτράπηκε σε µεθόδους που δεν περιορίζονταν στα επιστηµονικά επιχειρήµατα, αλλά προχωρούσαν σε προσωπικές ύβρεις, ειρωνείες και διαβολές, όπως συνέβη στη διαµάχη του µε τον Ελισαίο Γιανίδη 528, ή στην αντίθεσή του µε τον Γ. Νάζο τον οποίο κάποτε επανειληµµένα υπερασπίστηκε και επαίνεσε, όµως στη συνέχεια δεν δίστασε να τον χαρακτηρίσει -στη Νέα Φόρµιγγα- µε την πρόταση: «Ο ουδεµίαν προς την µουσικήν συνάψας σχέσιν». Με τον τρόπο αυτό «...τον δύσκολο, δύστροπο, απόλυτο και εριστικό » 529 δηµιούργησε ε517 «Περί αρχαίας ελληνικής Μουσικής», τόµος «Ελλάς», Αθήνα 1948, σσ. 1016-23. 518 Γράφτηκε για τους Γυµνικούς Αγώνες των Πρώτων ∆ελφικών Εορτών του ζεύγους Σικελιανού «κατά µίµησιν του αρχαίου Πύθιου Νόµου». Πρωτοερµηνεύθηκε στο Αρχαίο Στάδιο ∆ελφών από τον Βάσο Κανέλλο και την Αµερικανίδα σύζυγό του. 519 Πρόκειται για διασκευή του οµότιτλου έργου του Χουρµουζίου Χαρτοφύλακος. Πρώτη παρουσίαση: θέατρο Odeon Μονάχου, 23/11/1924. 520 Ακούστηκαν στις ∆ελφικές Εορτές του 1927 από τον Θίασο ∆ελφικών Εορτών και στο Παναθηναϊκό Στάδιο το 1931. 521 ∆ελφικές Εορτές του 1930 από
ρυθµού της βυζαντινής µουσικής
528 Φιλόπουλος, «Κωνσταντίνος Ψάχος.», Εισαγωγή στην ελληνική πολυφωνική εκκλησιαστική µουσική, Νεφέλη, Αθήνα 1990, σ. 146-151. 529 Βαλληνδράς Απ., Πρόγραµµα συναυλιών ∆ήµου Αθηναίων, Αθήνα 1984.

«∆ηµώδη άσµατα Σκύρου», «Κρήτης»

στη Συλλογή του Ωδείου Αθηνών) και σε διάφορα µουσικά περιοδικά. Η ικανότητά του της άµεσης καταγραφής αυτών των δηµοτικών

τραγουδιών (σε βυζαντινή όσο και σε ευρωπαϊκή σηµειογραφία) µετά από µία ή δύο ακροάσεις των φυσικών εκτελεστών τους 533 εξέπληξε τον, σε αρκετές περιπτώσεις, αυτόπτη και αυτήκοο A. Marschick. Ο τελευταίος, ακούγοντας τις φωνογραφήσεις και ελέγχοντας τις αντίστοιχες παρτιτούρες των δηµοτικών τραγουδιών που περισυνελέγησαν στην Κρήτη534, σηµείωσε: « La notation des chansons de Cr`ete par M. Psachos est la plus fid`ele qu’ il me semble possible de re΄aliser, et elle donne bien le caract`ere de la couleur locale » 535. Τα κείµενά του τα υπέγραφε συνήθως ως Κ.Α. Ψάχος ή µε τα αρχικά Κ.Α.Ψ., σπάνια ολογράφως και σε πολλές περιπτώσεις

των Βαυαρικών τετραφωνιών. Mεταξύ αυτών και οι: Μ. Θεοχαρίδης, Χ. ∆αλάκος-Θεοχαρόπουλος, ∆. Κουτσογιαννόπουλος, Ι. Μαργαζιώτης, ∆.Χ. Μαυρόπουλος, Ι. Παναγιωτόπουλος-Κούρος, Κ. Πανάς, Ν.Γ. Παππάς, Σπ. Περιστέρης, Κ.Γ. Πολένας, ∆. Σουρλαντζής, Π. Στωϊκίδης, Α. Τράκας, Θ. Χατζηθεοδώρου, Ν.Α. Χρυσοχοΐδης κ.ά. Απεβίωσε τυφλός (ήδη από το 1945) και λησµονηµένος στην Αθήνα το 1949. Προς τιµή του, όµως πολύ αργότερα, δόθηκε το επώνυµό του σε οδό της Νέας Σµύρνης Αττικής.

Σακελλαρίδης Ι.Θ., Ελληνικόν Μέλλον, φύλ. 5221, Αθήνα 23/11/1938.

532 Εκδόθηκε στον Πειραιά το 1923 µε δαπάνη του Γορτυνιακού Συνδέσµου Πειραιώς. Περιείχε 67 δηµώδη άσµατα σε ευρωπαϊκή και βυζαντινή σηµειογραφία.

533 Στο σύνολό τους

280 χθρούς, ακόµα και µεταξύ των θαυµαστών και συµπολεµιστών του. Το ότι δε, δεν διέθετε πλέον την κατάλληλη φωνή για να ψάλλει ο ίδιος και έτσι, να καταλάβει αναλόγιο κεντρικής εκκλησίας επέτεινε τις επικρίσεις εναντίον του. Ανάγκασε τον Ι. Σακελλαρίδη 530 να τον ονοµάσει «… µετακληθέντα δάσκαλο της ρινοφωνίας, που αντί για ιεροψάλτες παρουσιάζει αµανετζήδες » 531. Συνέλεξε δηµοτικά τραγούδια από όλη σχεδόν την Ελλάδα, εφοδιασθείς µε τον αρτιότερο φωνογράφο της εποχής, τα οποία κατέγραψε σε βυζαντινή και ευρωπαϊκή σηµειογραφία. Πολλά από αυτά τα δηµοσίευσε σε ιδιαίτερες συλλογές (όπως: «Γορτυνιακά»532, «Πελοποννήσου»,
και
µε διάφορα ψευδώνυµα, όπως: Εις Ορθόδοξος, Σιωνίτης Ιερεµίας, Μουσικός Τηλέφιλος, Τέρπανδρος, Κωστάρας, Γέρων ερασιτέχνης, Πάροικος, Παράξενος, Μαθηµατικός, Υπόδουλος λυτρωθείς, κ.λπ. Κατέλιπε πολυτιµότατη βιβλιοθήκη 4.500 περίπου τόµων (µουσείο σπανίων βιβλίων, µουσικών εκδόσεων,
και κωδίκων
µουσικής κάθε εποχής) η οποία, από το 1996 και µετά από πολλούς «ηξεισαφιξεισµούς» της Πολιτείας, αποτελεί ευτυχώς θησαυρό του Μουσικού Τµήµατος του Πανεπιστηµίου Αθηνών536. ∆ηµιουργήθηκε ξοδεύοντας όλη του την περιουσία για την αγορά των βιβλίων και µουσικών χειρογράφων. Το ελληνικό κράτος αρνήθηκε όµως να του καταβάλλει µηνιαία το υπεσχηµένο ευτελές ποσό «δίκην συντάξεως ». Ανέδειξε πολλούς µαθητές ιεροψάλτες κατά την σταδιοδροµία του. Τους δίδαξε το πατριαρχικό ύφος ψαλτικής της Κωνσταντινούπολης, το οποίο ήταν άγνωστο στην Αθήνα
530
531
χειρογράφων
βυζαντινής
«Τον δεινώς βαλλόµενο και κατ’ εξοχήν υβριζόµενο από τον Ψάχο».
χωρικοί άνευ µουσικών γνώσεων. 534 Σε ταξίδι στο οποίο δεν µπόρεσε να συµµετάσχει. 535 «Η σηµειογραφική αποτύπωση των κρητικών τραγουδιών από τον κύριο Ψάχο µου φαίνεται ότι είναι η πιό πιστή που µπορεί να καταγραφεί κι ακόµα αποδίδει επιτυχώς τον χαρακτήρα του τοπικού χρώµατος, της τοπικής παράδοσης». Χατζηθεοδώρου Γεώργιος Ι., ό.π., σ. κη’. 536 Πάντως σηµαντικό µέρος του αρχείου θεωρείται ως συληµένο από ιεροψάλτες, µουσικούς, κ.ά. και είναι άγνωστο το που ευρίσκεται.
ήταν απλοί

την Ελληνική Ορθόδοξη Κοινότητα του Αγίου Γεωργίου Βιέννης (κοινότητα Ελλήνων Οθωµανών Υπηκόων) µε αίτηµα οικονοµικής ενίσχυσης για την πραγµατοποίηση µουσικών σπουδών.

Ο Ζαχαριάδης ολοκλήρωσε τις σπουδές του το 1889 µε ∆ίπλωµα Σύνθεσης. Υπήρξε ο πρώτος Έλληνας, απόφοιτος του Κονσερβατορίου της Βιέννης. Αρχείο Ελληνικής Ορθοδόξου Κοινότητος του Αγίου Γεωργίου Βιέννης.

281 ΕΝ∆ΕΙΚΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΜΟΥΣΙΚΩΝ ΕΡΓΩΝ (ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΜΟΥΣΙΚΩΝ ΠΑΡΑ∆ΕΙΓΜΑΤΩΝ ΣΥΝΟ∆ΕΥΤΙΚΟΥ ΨΗΦΙΑΚΟΥ ∆ΙΣΚΟΥ) Εν Βιέννη 26 8βρίου 1882: Αποσπάσµατα από το ιδιόχειρο γράµµα του Κωνσταντινουπολίτη συνθέτη Πέτρου Ζαχαριάδη προς
Θανάσης
Τρικούπης

1. Γρηγόριος Πρωτοψάλτης (1777-1821): «∆εύτε Έλληνες Γενναίοι» για φωνή, ανδρική χορωδία, κανονάκι και πολίτικα όργανα (µουσική µεταγραφή Γρηγορίου Στάθη).

∆εύτε, Έλληνες γενναίοι, Έλληνες, άγωµεν, άγωµεν προθύµως, νέοι, φώς αναλάβωµεν, εις τον Θείον Παρνασσόν.

το ζοφερόν της αµαθείας Πατρικήν κληρονοµίαν, ας λείψη το δεινόν. έχοντες την ευφυίαν ……………………. και φιλίαν των µουσών.

ισοκράτη.

Την τιµιωτέραν των Χερουβείµ µακαρίζειν σε την Θεοτόκον, και ενδοξοτέραν ασυγκρίτως των Σεραφείµ

Άξιον εστίν ως αληθώς

την αειµακάριστον και παναµώµητον την αδιαφθόρως Θεόν Λόγον τεκούσαν, και µητέρα του Θεού ηµών. την όντως Θεοτόκον, Σε µεγαλύνοµεν.

Το συγκεκριµένο µέλος που είναι γραµµένο σε ήχο πλ. Α´ µικτό, συµπεριλαµβάνεται στη µικρή συλλογή µε τον τίτλο Λειτουργικά που εκδόθηκε το 1961, όταν ο Βασίλειος Νικολαΐδης ήταν Μουσικοδιδάσκαλος

282
Ο Γρηγόριος Πρωτοψάλτης µελοποιεί τµήµα από το µακροσκελές ποίηµα του Νικόλαου Πίκκολου
το οποίο γράφτηκε στη Χίο τον Φεβρουάριο του 1817 και πρωτοδηµοσιεύθηκε µε τίτλο «Παιάν» και υπογραφή Π. Τ. (Πίκκολος Τουρνοβίτης) στο βιβλίο του Κωνσταντίνου Πιττακού Μυτιληναίου (ψευδώνυµο): Στοιχειώδεις Γνώσεις 537. Η µελοποίηση βρέθηκε στο χειρόγραφο φυλλάδιο Συλλογή Ασµάτων ως «Ύµνος παιάν στιχουργηθείς παρά τινός φιλοµούσου, εµελοποιήθη δε παρά Γρηγορίου Πρωτοψάλτου». Το µέλος βρίσκεται σε ήχο πλάγιο του Β´. 2. Βασίλειος Νικολαΐδης (1915-1985): «Άξιον εστίν» για φωνή και
(1792 - 1865),
της εν Χάλκη Ιεράς Θεολογικής Σχολής. 3. Άνθιµος Νικολαΐδης (1795;-1865): «Του ∆είπνου σου του Μυστικού» για µικτή χορωδία και προαιρετική συνοδεία πληκτροφόρου (τετράφωνη επεξεργασία Gottfried Preyer) 538 . 537 Πιττακός Μυτηλιναίος Κωνσταντίνος, Στοιχειώδεις Γνώσεις, Πατριαρχικό Τυπογραφείο, Κωνσταντινούπολη 1818. 538 Νικολαΐδης Άνθιµος και Πράϋερ Γόττφριδ, Ύµνοι της Θείας και Ιεράς Λειτουργίας, τ. 3, Βιέννη 1847, σ. 117-119.

κατά τα δυτικά πρότυπα. Ο Νικολαΐδης, όντας πρωτοψάλτης και ιεροδιάκονος στην ελληνική εκκλησία του Αγίου Γεωργίου της Βιέννης, µετέφερε το πρωτότυπο βυζαντινό µέλος στην ευρωπαϊκή σηµειογραφία, προσπαθώντας να διατηρήσει τη µέγιστη δυνατή κατ’ αυτόν πιστότητα του αρχικού µέλους, και στη συνέχεια ο ∆ιευθυντής του Κονσερβατόριου

συγχορδιακή υφή, εν είδει χορικού (choral).

4. Γεώργιος Σούτσος (1817-1875): «Madelaine» για φωνή και πιάνο 539 .

Avant qu’aux flots je m’abandonne Ta voix jette en mon coeur l’oubli viens t’asseoir à l’abri du vent. des maux que la misère entraine. là bas où j’ai révé souvent, Ah! Chante Madelaine et chante moi ta chanson Bretonne. ton refrain si joli.

Το ποίηµα που µελοποιεί ο Σούτσος

του δίστιχου.

Η µουσική στροφή φέρει τριµερή αρµονική δοµή. Το πρώτο τµήµα, που αντιστοιχεί στους πρώτους τέσσερις στίχους κάθε ποιητικής στροφής, ολοκληρώνεται µε τέλεια πτώση στη δεσπόζουσα (ΡΕ µείζονα) της κύριας τονικότητας (ΣΟΛ µείζονα) του έργου. Το µεσαίο τµήµα, που αντιστοιχεί στο τρίτο δίστιχο της κάθε ποιητικής στροφής, µεταφέρεται µε µετατροπία σχέσης τρίτης –χαρακτηριστικό της ροµαντικής περιόδου– στη ΣΙ ύφεση

283 Χερουβικό της Μεγάλης Πέµπτης Του ∆είπνου σου του µυστικού ου φίληµα σοι δώσω σήµερον Υιε Θεού καθάπερ ο Iούδας. κοινωνόν µε παράλαβε Άλλως ο ληστής οµολογώ σοι ου µη γαρ τοις εχθροίς σου Μνήσθητί µου Κύριε το µυστήριον είπω εν τη βασιλεία σου. Ο Άνθιµος Νικολαΐδης υπήρξε ένας από τους πρώτους Έλληνες µουσικούς που ασχολήθηκαν µε την εναρµόνιση της βυζαντινής εκκλησιαστικής µουσικής
της Βιέννης και καθηγητής σύνθεσης Gottfried Preyer (1807-1901) προχώρησε στην τετράφωνη επεξεργασία του σε οµορρυθµική
γράφτηκε από τον σύγχρονό του Γάλλο λογοτέχνη Victor Doinet. Το ποίηµα αποτελείται από τρεις οκτάστιχες στροφές που καταλήγουν στο κοινό δίστιχο: «Ah! Chante, Madelaine, ton refrain si joli». Η µελοποίηση του Σούτσου είναι στροφική και συνεπώς στο τέλος της κάθε µουσικής στροφής η ίδια µελωδική γραµµή αποδίδει το κοινό ποιητικό δίστιχο, έτσι ώστε η επανάληψη της συγκεκριµένης αντιστοίχισης µελωδίας – λόγου να λειτουργεί εν είδει επωδού, αποδίδοντας το ποιητικό περιεχόµενο
µείζονα, ενώ στο τέλος του επανέρχεται στη ΡΕ µείζονα. Το τρίτο τµήµα, που χαρακτηρίστηκε πριν ως επωδός και αντιστοιχεί στο τελικό δίστιχο κάθε ποιητικής στροφής, βρίσκεται στην κύρια τονικότητα του έργου (ΣΟΛ µείζονα). 539 Soutzo Georges, Recueil de Valses et de Romances, Βασιλική Λιθογραφία των Αθηνών, Αθήνα χ.χ., σ. 23-24.

5.

(πριν το 1860-;): «Ναννάρισµα» αρ. 28 για φωνή και πιάνο 540

Έλα ύπνε κ’ επαρέτο να το δώσ’ αγάς σταφύλι

έλα κι’ αποκοιµισέτο κ’

παιδιού. Η µε-

λωδία αναπτύσσεται σε έκταση µικρότερη της οκτάβας, άλλωστε οι µεγάλες διακυµάνσεις είναι ανεπιθύµητες. Το ένα νανούρισµα εκτείνεται σε µελωδικό διάστηµα έκτης και το άλλο σε έβδοµης. Η µελωδική γραµµή στο τελείωµά της παραµένει ανοιχτή. ∆εν καταλήγει στον τονικό φθόγγο, αφού το µωρό θα αποκοιµηθεί αν αισθανθεί την αδιάκοπη

στροφή του τραγουδιού. Η δυναµική είναι πάντα σταθερή χαµηλή από p έως ppp. Οι µελωδικές γραµµές και των δύο Νανναρισµάτων

284 Ευρηµατικός είναι ο χρωµατισµός που χρησιµοποιεί ο Σούτσος στις συνοδευτικές φωνές του πιάνου στο τέλος του πρώτου τµήµατος και στο δεύτερο τµήµα, επίσης χαρακτηριστικό της ροµαντικής εποχής, κατά την οποία γράφεται το έργο. Στο σχετικό µουσικό παράδειγµα που εµπεριέχεται στον συνοδευτικό συµπαγή δίσκο (cd) έχει ηχογραφηθεί µόνο η πρώτη στροφή του έργου.
Μάτσας
Περικλής
η αγάδενα το ρόδι να το πας στ’ αγά τ’ αµπόλια και η σκλάβα το µυκήλι και στ’ αγά τα περιβόλια νάνι, το πουλί µου νάνι. 6. Περικλής Μάτσας: «Ναννάρισµα» αρ. 33 για φωνή και πιάνο 541 . Κοιµάτ’ ο χαδεµµένος µου κοιµάται το παιδί µου. Έλα ύπνε κ’επαρέτο. Έλα κι’αποκοίµησέτο. Τα δύο Νανναρίσµατα σε εναρµόνιση του Περικλή Μάτσα επιλέχθηκαν ως µουσικά παραδείγµατα, τόσο γιατί αποτελούν αυθεντικούς εκπροσώπους του συγκεκριµένου είδους του δηµοτικού µας τραγουδιού, όσο και γιατί αξίζει να µελετηθεί ο σεβασµός µε τον οποίο τα προσεγγίζει ο συνθέτης. Η µελωδική τους γραµµή, που είναι φυσικό παράγωγο της µητρικής γυναικείας φωνής, ενέχει επί προθέσει απλότητα και στροφική δοµή στο βαθµό της µονοτονίας που χρειάζεται για να επέλθει το επιθυµητό αποτέλεσµα: το αποκοίµισµα του
παλινδρόµηση και επανάληψη, ενώ η µητέρα δεν µπορεί να γνωρίζει πόσες φορές θα χρειαστεί να επαναλάβει τη
χρησιµοποιούν τρόπους µε τριηµιτόνια· το Ναννάρισµα αρ. 28 µεταξύ έκτης και έβδοµης βαθµίδας και το Ναννάρισµα αρ. 33 µεταξύ τρίτης και τέταρτης βαθµίδας. Το τριηµιτόνιο είναι µία ένδειξη της ανατολικής προέλευσης των τραγουδιών 540 Μάτσας Περικλής, 80 Ελληνικαί ∆ηµοτικαί Μελωδίαι συλλεχθείσαι και συναρµονισθείσαι υπό Π. Μάτσα, Κωνσταντινούπολη 1883, σ. 64-65. 541 Μάτσας, ό.π., σ. 74.

κι’ αποκοίµησέτο», χαρακτηριστικός στίχος του συγκεκριµένου είδους του ελληνικού δηµοτικού τραγουδιού που µελοποιήθηκε µε διάφορες εναλλακτικές µελωδικές µορφές. Και στις δύο µεταγραφές – εναρµονίσεις του Μάτσα, η βάση

µε την άλλη οργανική φωνή συγχορδιακούς σχηµατισµούς σε κάθετη ή σε διευρυµένη θέση, οι οποίοι

7. Περικλής Μάτσας: «Η Μοναξιά» (1878) για φωνή και πιάνο 542

∆ύο, δύο τα πουλιά, Είν’ η φύσις σκοτεινή µε τραγούδια καὶ χαρές χόρτα κι' άνθ' είναι ξηρά κτίζουν την κοινή φωλέα καί φαρµάκ' ειν' τα νερά

εις µυρσίνες ανθηρές κι η καρδιά µου µε πονεί 542 Μάτσας, ό.π., σ. 84-87.

285 (π.χ. περιοχή Θράκης, Μικράς Ασίας). Μάλιστα στο Ναννάρισµα αρ.28, το ποιητικό περιεχόµενο αποδεικνύει την προέλευσή του από τα χρόνια της τουρκικής σκλαβιάς (αγάς, σκλάβα). Ενδιαφέρον είναι επίσης τα γεγονός ότι και τα δύο νανουρίσµατα ολοκληρώνονται µε τον στίχο « έλα ύπνε κ’επαρέτο, έλα
η µονοφωνική υφή. Στο Ναννάρισµα αρ. 33 η ψηλή φωνή του οργάνου αποδίδει
ανθρώπινη φωνή, κατά µία οκτάβα ψηλότερα σε δυναµική ppp για καθαρά ηχοχρωµατικούς λόγους, ενώ η χαµηλή φωνή του οργάνου διατηρεί σταθερό διπλό ισοκράτη στην τονική και στη δεσπόζουσα του τρόπου. Στο Ναννάρισµα αρ. 28 η ψηλή φωνή του πιάνου αποδίδει την κύρια µελωδική γραµµή ταυτόχρονα και σε unisono µε την ανθρώπινη φωνή ενώ η χαµηλή φωνή του οργάνου συνοδεύει είτε ερµηνεύοντας την ίδια φωνή απαράλλαχτη µία οκτάβα χαµηλότερα είτε αποδίδει δεύτερη φωνή σε παράλληλες δέκατες και µόνο στα τελειώµατα των µουσικών προτάσεων δηµιουργεί σε συνδυασµό
υποστηρίζουν τη λειτουργία της τονικής ή της δεσπόζουσας πάνω στα πτωτικά σχήµατα. Η λιτή εναρµόνιση του Μάτσα, ο οποίος όπως φαίνεται από το σύνολο της συλλογής του κατέχει και χρησιµοποιεί πολλές εναλλακτικές τεχνικές στις εναρµονίσεις των τραγουδιών (δηµοτικών και αστικών), βασίζεται στην πρόθεση του για τη διατήρηση του ύφους των νανουρισµάτων και την ανόθευτη παρουσίαση του µελωδικού τους τρόπου. ∆ηλώνει τον σεβασµό, ενός εκ των πρώτων Ελλήνων συνθετών που επιχείρησαν την καταγραφή και έκδοση των µουσικών κειµένων της δηµοτικής µας παράδοσης, στην αγνή παρουσίαση του πρωτογενούς υλικού και στη διάσωση του απέριττου και λιτού ύφους της λαϊκής δηµιουργίας. ∆εν είναι τυχαίο ότι η επιλογή της µονοφωνικής υφής, δηλαδή της στοιχειωδέστερης µορφής µουσικής απεικόνισης, χρησιµοποιείται από τον Μάτσα σε επίλεκτα δηµοτικά τραγούδια, γραµµένα σε τρόπους εκτός δυτικοευρωπαϊκού
µουσικού συστήµατος. Αντίθετα οι εναρµονίσεις του στα αστικά, για παράδειγµα,
των οποίων ανήκουν στον µείζονα και ελάσσονα τρόπο, βασίζονται καθαρά στη λειτουργική αρµονία του τονικού συστήµατος.
είναι
την κύρια φωνή ταυτόχρονα µε την
τονικού
τραγούδια, οι µελωδίες

µέσα στην καρδιά

στενάζω στην ηχώ

Το τραγούδι, σε ποίηση Αλέξανδρου Ραγκαβή, (1809-1892) δοµείται στροφικά. Η κάθε µουσική στροφή αντιστοιχεί σε δύο ποιητικές στροφές. Το σύνολο της δοµής, η οποία βασίζεται στα κλασικά πρότυπα, κατασκευάζεται από τετράµετρες φράσεις που εναρµονίζουν τα ποιητικά δίστιχα.

µε έµφαση στην επανάκρουση των φθόγγων της τονικής και της δεσπόζουσας. Η δεύτερη περίοδος της µουσικής

κύριας µελωδικής γραµµής παρουσιάζει σαφώς µεγαλύτερη διακύµανση, όσον αφορά τα τονικά ύψη και καταλήγει στην

286 Κ' εις ξηρό, γυµνό κλαδί Καλά µ' έλθουν ή κακά ένα έρηµο πουλί αν χαρώ, αν ἀγαπώ λυπηµένο κελαϊδεί αν λυπούµαι µυστικά και σαν άνθρωπος λαλεί εις ποιον έχω να το πω Αφού πέταξες, κι εδώ Ιξούς βάλτε σ’ τα κλαδιά Εγώ µένω µοναχό ή κτυπάτε, κυνηγοί µόνον θρήνους κελαϊδώ
και
Έχω
την βαθύτερη πληγή
Κάθε δεύτερη τετράµετρη φράση επαναλαµβάνεται ελαφρώς παραλλαγµένη µε αποτέλεσµα την επανάληψη του δεύτερου δίστιχου κάθε τετράστιχης ποιητικής στροφής. Με αυτόν τον τρόπο δοµούνται δωδεκάµετρες περίοδοι που αντιστοιχούν στην κάθε ποιητική στροφή. Μετά τη σύντοµη πιανιστική εισαγωγή που καθορίζει την κύρια τονικότητα (ΜΙ ελάσονα), ξεκινά η πρώτη δωδεκάµετρη περίοδος της πρώτης µουσικής στροφής. Η δεύτερη δωδεκάµετρη περίοδος της πρώτης στροφής αναπτύσσεται στον χώρο της σχετικής µείζονας της κύριας τονικότητας (ΣΟΛ µείζονα) και ολοκληρώνεται µε πτώση που επαναφέρει στην κύρια τονικότητα (ΜΙ ελάσσονα). Μία δίµετρη οργανική γέφυρα οδηγεί στη δεύτερη µουσική στροφή που είναι πανοµοιότυπη µε την πρώτη, όπως και η τρίτη. Η όλη πιανιστική συνοδεία αναπτύσσεται στη βάση της επανάληψης ενός σταθερού και µονότονου ρυθµικού µοτίβου από το δεξί χέρι του εκτελεστή, το οποίο αποτελείται κατά κανόνα από τους φθόγγους µίας τρίφωνης συγχορδίας σε διαδοχική παράθεση µε αξίες ογδόων στο µέτρο των 6/8, ενώ το αριστερό χέρι παρουσιάζει στατικά τη βάση της συγχορδίας σε αξίες παρεστιγµένων ηµίσεων, τουλάχιστον στην πρώτη δωδεκάµετρη περίοδο της µουσικής στροφής. Η µονοτονία αυτή προφανώς συνδέεται µε τον τίτλο του τραγουδιού και µε τη θρηνώδη διάθεση του ποιητικού περιεχοµένου. Παροµοίως και η µελωδική γραµµή της κύριας φωνής στην πρώτη περίοδο της µουσικής στροφής εµφανίζει στατικότητα στο πρώτο τετράµετρο επαναλαµβάνοντας τον ίδιο φθόγγο, αλλά και στη συνέχεια η κινητικότητά της είναι περιορισµένη
µείζονα
κινητικότητα
) και
βάσιµου,
οποίο τώρα κινείται µε
καθολική τονική κορύφωσή της στην τελική πτώση της περιόδου, η οποία αποτελεί και την καθολική δυναµική κορύφωση της µουσικής στροφής. Ενδιαφέρουσα είναι η οµοιότητα που παρουσιάζουν τα εναρκτήρια µέτρα, µετά την οργανική εισαγωγή, µε τα αντίστοιχα αρχικά µέτρα του πρώτου µέρους της Σονάτας για πιάνο op. 27 no. 2 του Ludwig van Beethoven (της επονοµαζόµενης Σονάτας του Σεληνόφωτος), στο σηµείο που εισάγεται η κύρια µελωδική γραµµή αµέσως µετά το εισαγωγικό τετράµετρο: οι δύο συνοδευτικές φωνές δοµούνται µε παραπλήσιο τρόπο, ενώ η κύρια φωνή (ασχέτως που στην µία περίπτωση ερµηνεύεται από την ανθρώπινη
στροφής, που περνά στον
τρόπο, εµφανίζει λίγο περισσότερη
στη ρυθµική αγωγή (poco più
στη διάρθρωση του
το
αξίες παρεστιγµένων τετάρτων. Επίσης η κίνηση της

δοµή ΑΒΑ µε πανοµοιότυπη επανάληψη του Α και καταληκτική προσθήκη πεντάµετρης ουράς (coda). Οι ενάρξεις

µέσω της χρήσης κορώνας), όσο και λόγω της χρήσης του ίδιου εναρκτήριου µοτίβου µε τη µόνη διαφορά ότι στην έναρξη

τρόπο.

κύρια τονικότητα του έργου είναι η ΛΑ µείζονα ενώ το µεσαίο µέρος

στον χώρο της οµώνυµης ελάσσονας. Η µονοµοτιβική ανάπτυξη

συνόλου και οι καταλήξεις των επί

µέρους τµηµάτων (Α και Β) στη δεσπόζουσα ενισχύουν την εσωτερική

συνοχή του έργου. Παράλληλα, η

χρήση πολυφωνική υφής και η αυστη-

ρή δόµηση κατά οµοειδείς φράσεις σε

διαδοχική παράθεση, οι οποίες οµαδοποιούνται σε περιόδους οµοιογε-

νούς εσωτερικής διάρθρωσης που

διαχωρίζονται σαφώς µεταξύ τους µε συγκεκριµένες δυναµικές, ρυθµικές και

αρµονικές µεταβολές [π.χ. η αρχική

εξάµετρη περίοδος του τµήµατος Α φέρει δυναµική f ενώ η δεύτερη φέρει

287 φωνή και στην άλλη από το πιάνο), ισοκρατεί πάνω στον φθόγγο της πέµπτης βαθµίδας της ελάσσονας τονικότητας µέχρις ότου ολοκληρωθεί η συνοδευτική αρµονική διαδοχή I – V – I. 8. Κωνσταντίνος Χαρικιόπουλος (πριν το 1860-;): Allegro moderato για εκκλησιαστικό όργανο 543 . Το έργο του Χαρικιόπουλου ακολουθεί τριµερή
των µερών είναι εµφανείς τόσο λόγω των σαφών τοµών που προηγούνται (καθολική παύση δύο τετάρτων µεταξύ του τέλους του Α και της αρχής του Β και παρατεταµένη διάρκεια της τελικής συγχορδίας του Β πριν την επανάληψη του Α,
του µεσαίου τµήµατος Β το µοτίβο χρησιµοποιείται
στον ελάσσονα
Η
κινείται
του
543 Carikiopoulo Constantino, «Allegro moderato», σ. 82-83. Carikiopoulo Constantino, Allegro moderato,ΑΕΜΘΤ.

του εν λόγου έργου. Θα µπορούσαµε, δηλαδή, να ισχυρισθούµε ότι το παρόν έργο για εκκλησιαστικό όργανο του Χαρικιόπουλου

συνήθως και συµµετρική, έστω και µόνο για λόγους συµβολικούς. Για παράδειγµα, η χρήση της τριµερούς δοµής θα µπορούσε να συνδέεται µε έναν συµβολισµό της Αγίας Τριάδας. Περαιτέρω συµβολικές υποθέσεις για το συγκεκριµένο

ποικιλµένη δοµή, όπως και για τους αριθµούς των µέτρων των δύο κύριων τµηµάτων του έργου: Α (31µ) και Β

288 δυναµική p, η τρίτη και τελική περίοδος του τµήµατος Α (µ.19-31), η οποία ξεκινά µε την επανάληψη της ίδιας αλυσιδωτής φράσης µε την οποία ξεκινά και η δεύτερη περίοδος του τµήµατος (µ.7-18), διαχωρίζεται από τη δεύτερη περίοδο µε µια σαφή ένδειξη χρονικής µεταβολής (poco rit., µ.18 – a tempo, µ.19) και µία αρµονική ανακολουθία εν είδει απροσδόκητης πτώσης, όπου η δεσπόζουσα της VI βαθµίδας ακολουθείται από την τονική βαθµίδα] λειτουργούν ως ενδείξεις της πρόθεσης του συνθέτη σχετικά µε τα συνθετικά χαρακτηριστικά
ακολουθεί τα πρότυπα των συνθετών εκκλησιαστικής µουσικής της ∆υτικής Ευρώπης,
χαρακτήρας της θρησκευτικής µουσικής δηµιουργίας αποδίδεται εν µέρει από µία αυστηρά δοµηµένη µορφή,
θα µπορούσαν
(όγδοα) – ΛΑ (τέταρτο)] που δηµιουργείται από τρεις φθόγγους (ΛΑ – ΣΙ – ΝΤΟ δίεση) κατά συστοιχία σε συµµετρική
(13µ που προκύπτει θεωρώντας το αρχικό µέτρο του τµήµατος ως ελλιπές, αφού ξεκινά µε πανοµοιότυπο τρόπο µε το µέρος Α).
χρησιµοποιούνται οι αριθµοί 1 και
τους διατάξεις. Παροµοίως η τελική πεντάµετρη coda δοµείται φραστικά και αρµονικά ως: 5=1+3+1. Συνεπώς µετρικά το σύνολο του έργου δοµείται ως: [Α – Β – Α] – coda = [31µ – 13µ – 31µ] – (1µ – 3µ – 1µ) όπου οι συγκεκριµένοι αριθµητικοί συνδυασµοί θα µπορούσαν να αποτελούν έναν υποκειµενικό συµβολισµό της οµοουσίου και αδιαιρέτου Τριάδας, υπό το σκεπτικό ότι οι αριθµοί 1 και 3 εναλλάσσονται ισοδύναµα. Πάντως σίγουρα δεν µπορεί να θεωρηθεί τυχαίο το γεγονός ότι η δυναµική και µελωδική κορύφωση του έργου γίνεται ακριβώς στο µετρικό του κέντρο (σε σύνολο 81 µέτρων η κορύφωση δοµείται µε κατάλληλη καθυστέρηση από το µ.40 προς το µ.41), η οποία σε συνδυασµό µε την έναρξη και περάτωση της κύριας µελωδικής γραµµής (στην αρχή και στο τέλος του έργου) στον ίδιο τονικό φθόγγο µέσα στο κλειδί του ΣΟΛ, δηµιουργεί µελωδικά τρία σηµεία που ενώνονται σε ανιόν προσανατολισµένο ισοσκελές τρίγωνο, δηλαδή σε ένα χαρακτηριστικό συµβολισµό της Αγίας Τριάδας. 9. Πέτρος Ζαχαριάδης (1860-;): Valse Impromptu για πιάνο 544 . Από όσα µπορούµε να γνωρίζουµε από τα σωζόµενα αρχεία του Συλλόγου Φίλων της Μουσικής στη Βιέννη, ο Κωνσταντινουπολίτης Πέτρος Ζαχαριάδης υπήρξε ο πρώτος Έλληνας που έλαβε το δίπλωµα σύνθεσης από το Κονσερβατόριο της Βιέννης. Ο Ζαχαριάδης γράφτηκε στο προαναφερθέν ίδρυµα τον Σεπτέµβριο του 1883, όπου σπούδασε αρµονία (1883-84), αντίστιξη (1884-85) και εν τέλει σύνθεση (1886-89). Η διακοπή των σπουδών του κατά το ακαδηµαϊκό έτος 1885-86 οφείλεται πιθανότατα σε οικονοµικούς λόγους, αφού το επόµενο έτος συνεχίζει
κατά τα οποία ο σοβαρός
έργο
να γίνουν για το κύριο µοτίβο [ΛΑ (τέταρτο) – ΣΙ (τέταρτο) – ΝΤΟ δίεση (τέταρτο) – ΣΙ, ΝΤΟ δίεση
∆ηλαδή, στα αριθµητικά σύνολα των µέτρων των τµηµάτων
3 στις δύο δυνατές µεταξύ
544
Zachariadès Pierre C., Valse Impromptu pour piano op. 1, no. 2, Musikaliendruckerei von Jos. Eberle & Co., Βιέννη χ.χ.

ποιότητα µε την οποία γράφει ο δηµιουργός µε τη διπλή ιδιότητα του συνθέτη – ερµηνευτή. Παρατηρώντας τη σχολαστικότητα µε την οποία αποτυπώνονται στο µουσικό κείµενο οι παράµετροι της δυναµικής, της φραστικής, των ρυθµικών

του κάθε µέρους:

A[ΜΙb-] (80µ) – Ν[MIb+] (120µ) – Α΄[MIb-] (48µ) = Α{[Α1 (32µ) = Α1α (16µ) + Α1β (16µ)] – [И1 (32µ) = И1α (16µ) + И1β (16µ)] – [Α1β (16µ)]} –

Ν{[Ν1 (20µ) = Ν1α (12µ) + Ν1β (8µ)] – [Ν2 (32µ) = Ν2α (16µ) + Ν2β (16µ)] – [Ν2΄ (32µ) = Ν2α΄ (16µ) + Ν2β΄(16µ)] –[Ν1 (20µ) = Ν1α (12µ) + Ν1β (8µ)] – [Ν2β΄΄ (16µ)]} –Α΄{[И1΄ (32µ) = И1α΄ (16µ) + И1β΄ (16µ)] – [Α1β (16µ)]}

289 τις σπουδές του ως υπότροφος από το κληροδότηµα του εθνικού ευεργέτη Στέργιου ∆ούµπα545. Η υποτροφία διατηρήθηκε µέχρι το τέλος της φοίτησής του το 1889. Το επίπεδο των σπουδών του µπορούµε να το αντιληφθούµε αν αναλογισθούµε ότι καθηγητής του στο Κονσερβατόριο υπήρξε ο Αυστριακός συνθέτης Franz Krenn, ο οποίος λίγα χρόνια νωρίτερα δίδαξε σύνθεση στους συνοµήλικους του Ζαχαριάδη, Gustav Mahler και Hugo Wolf 546 . Το Valse Impomptu έργο 1 αριθµός 2 σε Μι ύφεση ελάσσονα για πιάνο του Πέτρου Ζαχαριάδη, αν και πρώιµο έργο, ενέχει όλα ε κείνα τα χαρακτηριστικά που συντελούν στην παραγωγή υψηλής καλλιτεχνικής δηµιουργίας και φέρει τα εχέγγεια των σπουδών σύνθεσης στο Κονσερβατόριο της Βιέννης, τα οποία αµφότερα είναι ουσιαστικοί λόγοι για να προχωρήσει µε παρρησία ο συνθέτης στην έκδοση του. Ξεκινώντας από µία απλή επισκόπηση της πιανιστικής γραφής παρατηρούµε αποτυπωµένη σ’ αυτήν τη δεινή γνώση του οργάνου αλλά και τη σχετική εµπειρία πάνω στη µελέτη της πιανιστικής δηµιουργίας των κορυφαίων της κλασικής και ροµαντικής περιόδου, ενώ στον ειδήµονα φανερώνεται η
µεταβολών και της ηχητικής ποιότητας (maestoso, scherzoso, dolce, κ.λπ), µπορούµε να αναφερόµαστε σε έναν συνθέτη που σέβεται τον εαυτό του και τη δηµιουργία του. Αναλύοντας τη µακροδοµή του έργου βρισκόµαστε µπροστά σε µία σύνθετη τριµερή δοµή Valse, αυστηρά διαρθρωµένη, µέσω της µελωδικής και αρµονικής εξέλιξης, σε δίµετρες και πεντάµετρες φράσεις, οι οποίες συνθέτουν προτάσεις και περιόδους σε µετρικά µεγέθη πολλαπλάσια του 2 σε σχέση µε τα αρχικά (8µ., 16µ. και 32µ.). Ο συνοδευτικός τίτλος Improptu θα µπορούσε να δικαιολογηθεί µόνο από ορισµένους παραµέτρους που αφορούν το µεσαίο µέρος του έργου Ν, όπως οι µετρικές αποκλίσεις σε σχέση µε το καθολικό δοµικό πρότυπο που παρουσιάζει το τµήµα Β1 (20µ= 12µ+8µ) και οι δεξιοτεχνικές παραλλαγές εν είδει αυτοσχεδιασµού, που αναπτύσσονται στο τµήµα Β2. Παρακάτω δίνεται συνοπτικά η µακροδοµή του έργου σε επίπεδο προτάσεων (πρότερων και ύστερων) και περιόδων
545 Άλλωστε γνωρίζουµε την οικονοµική του αδυναµία για πραγµατοποίηση των µουσικών σπουδών από χειρόγραφο αίτηµα που κατέθεσε ο ίδιος προς στην Ορθόδοξη Κοινότητα του Αγίου Γεωργίου Βιέννης για οικονοµική ενίσχυση το 1882, δηλαδή ένα χρόνο πριν την έναρξη των σπουδών του. 546 Matrikel des Schülers
in Wien και Jahresberichte über
1883/84
1888/89, Αρχείο του Συλλόγου Φίλων της Μουσικής στη Βιέννη.
Zachariades Peter, Conservatorium für Musik und darstellende Kunst der Gesellschaft der Musikfreunde
das Conservatorium
bis

και δεξιοτεχνία, η επαναφορά του Ν1 γίνεται για λόγους συνοχής για να µην υπάρξει µεγάλη αποµάκρυνση από το αρχικό

της ύστερης παραλλαγµένη πρότασης Ν2β΄΄. Η σηµαντικότερη περικοπή πραγµατοποιείται στην επανεµφάνιση του πρώτου µέρους του έργου υπό τη µορφή Α΄ όπου παραλείπεται παντελώς το πρώτο τµήµα Α1.

τη µικροδοµή του έργου, θα

σε µερικές λεπτοµέρειές της, αφού

είναι ο καθοριστικός παράγοντας απόδειξης

της αισθητικής διάκρισης του δηµιουργού και της

συνθετικής του επιστηµοσύνης και οδηγούν στο

υψηλό έργο

µείζονας στο µέσο

των προτάσεων Α1α και Α1β του πρώτου και τρί-

του τµήµατος του πρώτου µέρους Α, η οποία σίγουρα ξαφνιάζει τον ακροατή, ιδιαίτερα στην πρώτη εµφάνισή της στα µ.7-8, δηλαδή στο τελείωµα

πρώτης οκτάµετρης υποπρότασης του έργου, όπου σαφώς αναµένεται η ΜΙ ύφεση ελάσσονα

αποτελεί ένα ευρηµατικό προµήνυµα της τονικότη-

τας του µεσαίου µέρους του έργου.

Η έναρξη του τµήµατος И1 µε την πρώτη ανα-

στροφή της τονικής συγχορδίας

290 Τα σύµβολα И για το δεύτερο τµήµα του πρώτου µέρους Α και το Ν για το δεύτερο µέρος του έργου χρησιµοποιούνται επί προθέσει για να δείξουν τον µοτιβικό συσχετισµό που υφίσταται και ενδυναµώνει την εσωτερική συνοχή του έργου. Το σχεδιάγραµµα της µακροδοµής δείχνει ξεκάθαρα τις περικοπές που εφαρµόζει ο συνθέτης στις επαναλήψεις µερών και τµηµάτων για λόγους οικονοµίας και διατήρησης του ενδιαφέροντος. Το τρίτο τµήµα του πρώτου µέρους Α περιορίζεται µόνο στην εµφάνιση της ύστερης πρότασης Α1β του πρώτου τµήµατος Α1. Το δεύτερο µέρος του έργου Ν δεν φέρει πολλές περικοπές αφού τα παραλλαγµένα επαναλαµβανόµενα τµήµατα Ν1, Ν2 και Ν2΄ δεν κουράζουν τον ακροατή αφού εξελίσσονται σε tempo vivace µε ολοένα αυξανόµενη ένταση
η
εµφάνιση του τµήµατος Ν2 υπό τη µορφή
Σχολιάζοντας
αναφερθούµε
αυτές
θεµατικό υλικό, ενώ περικοπή υφίσταται µόνο
τελική
µόνο
τέλος
τέχνης, το άξιο θαυµασµού και επισταµένης µελέτης. Η απρόσµενη σύντοµη µεταφορά στον χώρο της ΜΙ ύφεσης
της
(µ.33) αποτελεί µία σαφή ένδειξη για τον συνειδητό ακροατή ότι δεν πρόκειται για την αρχή ενός αυτοτελούς µέρους του έργου αλλά για ένα νέο τµήµα του πρώZachariadès
1, no.
Musikaliendruckerei von Jos. Eberle & Co., Βιέννη χ.χ., σ. 3.
Pierre C., Valse Impromptu pour piano op.
2,

ελλάσων).

Αναλυτικά η µορφή του τραγουδιού έχει ως εξής: Α1 (πιανιστική εισαγωγή) – Α (Α1 – Α2) – Β – Α΄ (Α1΄ – Α2΄). Το ύφος του έργου προσιδιάζει το ιταλικό bel canto, τόσο στα χαρακτηριστικά της µελωδικής γραµµής της ανθρώπινης φωνής (λιτή γραµµή µε κυρίως βηµατική κίνηση στην οποία τα άλµατα που εξυπηρετούν εκφραστικούς σκοπούς εξισορροπούνται ως επί το πλείστον µε αντίθετη βηµατική κίνηση, χρήση κυρίως συγχορδιακών φθόγγων που ποικίλλονται µε εκφραστικές επερείσεις-αποτζιατούρες και διαβατικές κινήσεις), όσο και στα χαρακτηριστικά της αρµονικής συνοδείας του πιάνου (απλή αρµονική γραφή σπασµένων συγχορδιών σε φθόγγους σταθερής ισόχρονης ρυθµικής πορείας

291 του µέρους. Η βραχεία επέρειση στην αρχή του µ.55 στον µπάσο, στο ίδιο τµήµα (И1), η οποία συνοδεύεται από τη σαφή ένδειξη της χρήσης του pedal, δείχνει ότι παρά την απόσταση της κύριας µελωδικής γραµµής που αποδίδεται από το ίδιο χέρι στη µεσαία φωνή της υφής, ο συνθέτης δεν προτίθεται να εγκαταλείψει τη δυναµική κορύφωση του συγκεκριµένου σηµείου που κατά την λεπτή του αισθητική θέλει να αποδοθεί µε οκτάβα στην χαµηλή φωνή και χρονικά προεξέχουσα. Ακόµα και η ελάχιστη εµφάνιση του ισοκράτη της δεσπόζουσας στη µεσαία φωνή µε το συγκεκριµένο συγκοπτόµενο ρυθµικό σχήµα (µ.57-59) στο µεσαίο τµήµα И1 του πρώτου µέρους Α αποτελεί σαφή µοτιβική συγγένεια, εν είδει ιδιαίτερα λεπτεπίλεπτης αναφοράς, του βασικού ρυθµικού συνοδευτικού ισοκρατήµατος της µεσαίας φωνής του πρώτου τµήµατος Ν1 του µεσαίου µέρους Ν, το οποίο εδώ λειτουργεί ως το σταθερό προωθητικό µοτίβο της αλλαγής της κίνησης σε vivace. Η ευρηµατική αρµονική µεταφορά στον χώρο της παράλληλης τονικότητας της ΜΙ ύφεση µείζονας (ΣΟΛ ελάσσονα) στα τελειώµατα όλων των τµηµάτων της µορφής Ν2 (π.χ. µ.125) που αποτελεί και την κορύφωσή τους, είναι ακόµα ένα στοιχείο ενδιαφέρουσας προσωπικής επιλογής του συνθέτη από τα πολλά ακόµα που θα µπορούσαν να αναφερθούν. 10. Θεµιστοκλής Πολυκράτης (1862-1926): «Ένα φιλί στη µάνα µου» για φωνή και πιάνο 547 . Με κάθε φύσηµα µικρό Με κάθ’ αχτίνα αστεριού Να γονατίσω µια στιγµή που φέρνει η δροσερή νοτιά θέλω να ’ρθω σιµά σου και µια να σε φιλήσω σου στέλνω µάνα µου φιλί να ’δω το άγιο στόµα σου και ύστερα ας έφευγα γεµάτο δάκρυ και καρδιά. ν’ ακούσω τη λαλιά σου ας γύριζα οπίσω Το τραγούδι του Θεµιστοκλή Πολυκράτη, σε ποίηση Ιωάννη ∆αµβέργη (1862-1938), φέρει τριµερή δοµή ΑΒΑ΄, όπου το κάθε τµήµα του έργου αντιστοιχεί σε µία από τις τρεις στροφές του ποιήµατος. Η κύρια τονικότητα του έργου είναι η MI ύφεση µείζονα, ενώ το µεσαίο τµήµα Β αναπτύσσεται στον χώρο της υποδεσπόζουσας (ΛΑ ύφεση µείζονα). Το τµήµα Α χωρίζεται σε δύο διακριτά υποτµήµατα Α1 και Α2, το καθένα από τα οποία αντιστοιχούν στη µισή ποιητική στροφή. Και τα δύο υποτµήµατα Α1 κα Α2 καταλήγουν µε τέλεια πτώση στη MI ύφεση µείζονα, αν και το Α2 κινείται κυρίως στο χώρο της σχετικής ελάσσονας (ΝΤΟ
ή σε παρόµοια σταθερά επαναλαµβανόµενα σχήµατα, όπως στα σχήµατα Α1 και Α1΄, ενίοτε σε συνδυασµό µε την ταυτό547 Πολυκράτης Θεµιστοκλής, Ένα φιλί στη µάνα µου, εκδ. Ζ. Βελούδιος, Αθήνα χ.χ.

στη θέση του µ.6 όπου το άκουσµα της υποδεσπόζουσας (IV) δηµιουργεί την αίσθηση της απροσδόκητης πτώσης

VI βαθµίδας στο δεύτερο µισό του µ.6 αποδείξει ότι η προηγηθείσα συγχορδία της υποδεσπόζουσας είχε απλά και µόνο το ρόλο αρµονικής αποτζιατούρας, η οποία καταλήγει µε βηµατικές κινήσεις στην πραγµατική λύση της προηγηθείσας δεσπόζουσας που είναι η VI βαθµίδα) είναι µερικά από τα βασικά στοιχεία του αρµονικού εµπλουτισµού που χρησιµοποιεί

292 χρονη εµφατική απόδοση της κύριας µελωδικής γραµµής, όπως στα τµήµατα Β1 και Β1΄, ή ακόµα και σε συνδυασµό µε την εκφορά µιας δεύτερης αντιστικτικής γραµµής που αποδίδεται από τη χαµηλή φωνή του πιάνου όπως στο τµήµα Β). Η µελωδική γραµµή του Πολυκράτη είναι πλασµένη µε λεπτά αισθητικά κριτήρια και η αρµονική του γραφή είναι πράγµατι ευρηµατική. Η πλούσια χρήση παρενθετικών δεσποζουσών και απροσδόκητων πτώσεων, η χρήση της συγχορδίας της ιταλικής έκτης και της αρµονικής αποτζιατούρας (π.χ.
µετά από την παρενθετική δεσπόζουσα της VI βαθµίδας που προηγήθηκε στο τέλος του µ.5, µέχρις ότου το άκουσµα της
ο συνθέτης. Εκείνο που θα µπορούσε να θεωρηθεί ως αδύναµο σηµείο της σύνθεσης είναι η σύνδεση του ποιητικού λόγου µε τη µελωδική γραµµή. Ο Πολυκράτης οδηγείται σε πολλαπλές επαναλήψεις ακόµα και δευτερευουσών στοιχείων του λόγου, αλλά και σε παρουσίαση τετµηµένης λέξης («να σε φιλή-, σε φιλήσω »), χαρακτηριστικό άγνωστο για το συγκεκριµένο ύφος δυτικοευρωπαϊκής µουσικής, στα πρότυπα του οποίου γράφεται το εν λόγω έργο, σε βαθµό που µπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι ο δηµιουργός συνέθεσε τη µουσική σε προγενέστερο χρόνο και µετά τη σύνδεσε µε το ποιητικό κείµενο ή ότι έθεσε όλο το βάρος της συνθετικής του πρόθεσης στην επίτευξη µιας υψηλής µουσικής δοµής, την οποία επεξεργάστηκε ανεξάρτητα από τον λόγο και ακολούθως τα συνδύασε σε «προκρούστειες» βάσεις. Την υπόθεση αυτής της άστοχης σύνδεσης µουσικής και λόγου ενισχύει και η συχνή χρήση του εµβόλιµου επιφωνήµατος « Αχ», το οποίο τοποθετείται και σε σηµεία µουσικής κορύφωσης όπως οι αρχές των τµηµάτων Α2 και Α2΄, αλλά και σε σηµεία όπου δεν υφίσταται κάποιος προφανής λόγος της χρήσης του, ενώ εύκολα αποδεικνύεται ότι αποτελεί προσθήκη του Πολυκράτη στο ποιητικό κείµενο, όπου αυτός το κρίνει σκόπιµο για το συνταίριασµα λόγου και µουσικής, αφού δεν συνάδει ούτε µε τον ποιητικό ρυθµό, ούτε µε τον οκτασύλλαβο ποιητικό στίχο. Φαίνεται δηλαδή ότι υπήρξε βίαιη προσαρµογή της ποιητικής στροφής στο µέγεθος έκαστου µουσικού τµήµατος. 11.
Γουναρόπουλος (περί το 1865-;): «Στο µνηµείον του Φαλήρου», Op. 3 για φωνή, γυναικεία χορωδία και πιάνο 548 Ψάλλε ψυχή µ’ ελληνική σε τούτο τ’ ακρογιάλι Αχ! ναι αν δεν εχύνανε µερόνυχτα εκείνοι στη γλώσσα της µανούλας σου και της παλληκαριάς το αίµα τους τ’ ατίµητο εδώ σταλιά σταλιά ίσως ακούσει το σκοπό στου ύπνου του τη ζάλη δροσάτη δεν θα φούντωνε στο Φάληρο µυρσίνη µε τους νεκρούς συντρόφους του κι ο γιός της καλογριάς. και θρήνος θε ν’ ακούγετο κι αράπικη λαλιά. 548 Γουναρόπουλος Βασίλειος Ν., Στο µνηµείον του Φαλήρου, τυπογραφείο Λ. Νίτσε, Βάρνα 1901.
Βασίλειος

χορωδία (παιδική ή γυναικεία) και πιάνο. Η κύρια τονικότητα του έργου είναι η ΦΑ µείζονα, ενώ µόνο ο τρίτος στίχος της πρώτης τετράστιχης στροφής, ο οποίος αναφέρεται στον αιώνιο ύπνο του «γιού της καλογριάς », εναρµονίζεται στη ΛΑ ελάσσονα. Όλο το τραγούδι δοµείται από οκτάµετρα, τα οποία αντιστοιχούν σε µουσικές προτάσεις που σχηµατίζουν δύο δεκαεξάµετρες περιόδους, όσον αφορά την µελοποίηση της πρώτης στροφής και µία δεκαεξάµετρη περίοδο, όσον αφορά τη µελοποίηση της δεύτερης στροφής. Αυτό προκύπτει επειδή η πρώτη στροφή του ποιήµατος αποδίδεται µουσικά σε tempo Larghetto και στον τριµερή ρυθµό των 3/8, ενώ η δεύτερη στο γρηγορότερο tempo Allegro moderato και στον διµερή

Γουναρόπουλος Βασίλειος Ν., Στο µνηµείον του Φαλήρου, τυπογραφείο Λ. Νίτσε, Βάρνα 1901. Αρχείο ∆ηµητρίου Ταταράκη.

χαρακτήρα µε την οποία αποδίδεται η δεύτερη ποιητική στροφή, όπου το φωνητικό σύνολο µεγαλόπρεπα και σε γρηγορότερο

20ού) ως “απόλαυσις εθνική άµα και καλλιτεχνική”», Βαλκανικά σύµµεικτα, Ίδρυµα Μελετών Χερσονήσου του Αίµου, τεύχ. 8, Θεσσαλονίκη 1996, σ. 92.

293 Ο Βασίλειος Γουναρόπουλος ήταν απόφοιτος του Ωδείου Αθηνών και υπήρξε διευθυντής του χορωδιακού τµήµατος της Φιλαρµονικής Ενώσεως Βάρνας 549. Το ποίηµα του Αχιλλέα Παράσχου (1838-1895) που µελοποιεί αναφέρεται στο µνηµείο του Γεωργίου Καραϊσκάκη στο Φάληρο. Το ποίηµα φέρει πατριωτικό περιεχόµενο µε σαφείς αναφορές στην ελληνική ψυχή και γλώσσα σε αντιδιαστολή µάλιστα µε την «αράπικη λαλιά », καθώς και στον ίδιο τον Γεώργιο Καραϊσκάκη («ο γιός της καλογριάς») και στους συντρόφους του που έχυσαν το αίµα τους για την ελευθερία της Ελλάδας και πιο συγκεκριµένα του ακρογιαλιού του Φαλήρου. Ο συνθέτης µελοποιεί την πρώτη στροφή του ποιήµατος για σολιστική φωνή και πιάνο, ενώ τη δεύτερη στροφή την αποδίδει δίφωνη
ρυθµό των 6/8. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, η οκτάµετρη πιανιστική εισαγωγή, η οποία αποδίδει το κύριο θεµατικό υλικό που µελοποιεί τη δεύτερη ποιητική στροφή (δηλαδή για λόγους εσωτερικής συνοχής δηµιουργείται µία κυκλική µουσική φόρµα), δοµείται στο µέτρο των 3/8 και αποδίδεται αργά, ενώ το ίδιο µοτιβικό υλικό στην έναρξη της µελοποίησης της δεύτερης ποιητικής στροφής δοµείται στο µέτρο των 6/8, που ισοδυναµεί στο περιεχόµενό του µε το υλικό δύο µέτρων της πιανιστικής εισαγωγής και αποδίδεται ζωηρότερα σε διµερή τώρα ρυθµική αγωγή, όπου ο κάθε χρόνος της εµπεριέχει το τριµερές αρχικό µέτρο. Η πρόθεση του συνθέτη είναι η µεταβολή του δοξολογικού χαρακτήρα της µουσικής που φέρει η πρώτη ποιητική στροφή, η οποία αναφέρεται σε αυτούς που θυσιάστηκαν για την Ελλάδα (γι’ αυτό άλλωστε αποδίδεται πιο λιτά από µία σολιστική φωνή και σε αργό σχετικά tempo), σε ένα πιο θριαµβευτικό και χαρούµενο
tempo αναφέρεται στην ευτυχή κατάληξη της θυσίας των ανδρειωµένων. 549 Μουτσόπουλος Νικ. – Βακαλόπουλος Κων. – Κεσόοπουλος Αριστ. (επιµ.), Αλησµόνητες Πατρίδες της Θράκης, Τζιαµπίρης Πυραµίδα, Θεσσαλονίκη χ.χ., σ. 416 και Κοτζαγεώργη Ξανθίππη, «Μουσική και Θέατρο στις ελληνικές κοινότητες της Βουλγαρίας (τέλη 19ου αιώνα – αρχές

της κλασικής εποχής της δυτικοευρωπαϊκής μουσικής.

12.Γεώργιος Παχτίκος (1869-1915): «Που ναύρω ’γω βασιλικό» για

Θράκη, Μακεδονία, Ήπειρο, Αλβανία, Ελλάδα (ενν. στα γεωγραφικά όρια της εποχής του), Κρήτη, Νησιά του Αιγαίου, Κύπρο και Παράλια της Προποντίδας. Αξίζει να αναφερθεί η άποψη που σχημάτισε από την ενδελεχή έρευνά του, σχετικά με την απόδοση του δημοτικού τραγουδιού: «ο ελληνικός λαός ουδέποτε άδει δια της ρινός, ως το τοιούτον ιδιαιτέρως κατά τας μουσικάς περιοδείας μου παρετήρησα. Την κακόηχον ρινωδίαν μεταχειρίζονται ενιαχού μόνον αμαθείς τινες ιεροψάλται και ουδείς άλλος» 550

548

Παχτίκος Γεώργιος, «Που ναύρω ’γω βασιλικό», Μουσική, τεύχ. 8, έτ. Α΄, Κωνσταντινούπολη 1912, σ. 236.

549 Εκκλησιαστική Αλήθεια, έτ. 15 (1/3/1895-29/2/1896), Κωνσταντινούπολη 1896.

550 Παχτίκος Γεώργιος Δ., 260 Δημώδη Ελληνικά Άσματα από του στόματος του ελληνικού λαού, τόμ. Α΄, επιμ. Μάλτος Αναστάσιος Ν., Βιβλιοθήκη Μαρασλή, Αθήνα 1905, σ. ιε΄, υπ. 1.

294 Η λιτή μελωδική γραμμή του Γουναρόπουλου, που στη δίφωνη χορωδιακή γραφή συνοδεύεται είτε από παράλληλες τρίτες, είτε από ισοκράτημα, σε συνδυασμό με την απλή πιανιστική συνοδεία, στην οποία το αριστερό χέρι διατηρεί σταθερά τη ρυθμική αγωγή με αναλυμένους συγχορδιακούς σχηματισμούς και το δεξί χέρι αποδίδει ταυτόχρονα με τις φωνές το σύνολο ή μέρος των δικών τους γραμμών, καθώς και η μουσική δομή του, που στο σύνολό της αποτελείται από οκτάμετρες προτάσεις και περιόδους, ακολουθούν σαφώς τα πρότυπα
μικτή χορωδία, εναρμόνιση δημοτικού τραγουδιού από την Τριγλεία της Βιθυνίας 548 . Πού ναύρω ’γω βασιλικό ψηλό, λουνό και φουντωτό για να πλέξω μια φροκάλη σαν και σένα δεν είν’ άλλη. Ο Γεώργιος Παχτίκος δεν άφησε μουσικό συνθετικό έργο ιδιαιτέρων ποιοτικών αξιώσεων. Κρίνεται, όμως, σκόπιμη η εκπροσώπησή του, έστω και με την εναρμόνιση ενός σύντομου δημοτικού τραγουδιού, για να τονισθεί η σημαντικότατη συνεισφορά του, τόσο στον χώρο της συλλογής και διάσωσης της δημοτικής μας μουσικής κληρονομιάς, όσο και για τις πληροφορίες και το ποικίλο μουσικό υλικό που έφτασε στα χέρια μας μέσα από το βραχύβιο περιοδικό που εξέδωσε στην Κωνσταντινούπολη, με τίτλο Μουσική, η κυκλοφορία του οποίου διακόπηκε από τον ξαφνικό θάνατό του το 1915. Ο Παχτίκος υπήρξε καθηγητής της Μεγάλης του Γένους Σχολής και μέλος της συντακτικής ομάδας του εβδομαδιαίου περιοδικού Εκκλησιαστική Αλήθεια στην Κωνσταντινούπολη549. Συνέλεξε περισσότερα από 500 δημοτικά τραγούδια κατά τα έτη 1888 έως και 1904 από διάφορα μέρη: Μικρά Ασία,

13. Giovanni Ingenito (1876-1933): «Serenata d’Amore» για φωνή και πιάνο 553 .

Ξύπνα, αχ µην αργής

έβγα για να σε ’δω

η πούλια τρεµοσβύνει

και ’γω σου τραγουδώ.

Τ’ αηδόνι την αυγή

για σένα κελαδεί

κ’ εγώ µ’ αυτό γλυκά

σου ψάλλω ’ρωτικά

Νεράιδα µου χρυσή τραγούδι χαρωπό.

για ’σένα ξενυχτώ

Αχ! Ξύπνα να σου ’πω

τον πόνο της ψυχής µου κ’ ένα φιλί γλυκό

σ’ εσένα για να πω.

Η Serenata d’amore του Ingenito, σε ποίηση Βιτάλη,

αχ! δος µου σ’ αγαπώ.

του έργου είναι η ΦΑ µείζονα, η οποία χρησιµοποιείται στην επωδό, ενώ οι εναλλακτικές ποιητικές στροφές εναρµονίζονται στην οµώνυµη ελάσσονα (ΦΑ ελάσσονα). Αµφότερες, η µουσική στροφή και η επωδός δοµούνται ως δεκαεξάµετρες περίοδοι που αποτελούνται από δυο παρόµοιες οκτάµετρες προτάσεις (πρότερη και ύστερη). Χαρακτηριστική είναι η πιανιστική εισαγωγή που χρησιµοποιείται και ως coda, στην οποία ο τραγουδιστής συνυπάρχει µουρµουρίζοντας

εισαγωγή. Μάλιστα, δεν µπορεί να περάσει απαρατήρητη η οµοιότητα της εισαγωγής του τραγουδιού του Ingenito µε την εισαγωγή του ναπολιτάνικου τραγουδιού «Torna a Surriento» του Ernesto de Curtis. Ο Curtis (1875-1937) υπήρξε συνοµήλικος του Ingenito και το τραγούδι του, το οποίο έγινε µεγάλη επιτυχία, γράφτηκε περίπου το 1902. ∆εν αποκλείεται ο Ingenito να δανείζεται τη χαρακτηριστική εναρκτήρια φράση του ναπολιτάνικου τραγουδιού, ως σήµα κατατεθέν της καταγωγής του ή ως ένα δείγµα νόστου της αγαπηµένης του πατρίδας, σύµφωνα µε τον τίτλο του τραγουδιού («Γύρισε στο Σορέντο», που είναι µια όµορφη µικρή παραθαλάσσια πόλη στον κόλπο της Νάπολης).

14. Λουκιανός Καββαδίας (1879-1970): «Ξεµυαλίστρα (Καλαµατιανός)» για φωνή και πιάνο 554

Γαλανοµάτα µου

295
δοµείται, όπως και τα περισσότερα ελαφρά τραγούδια της εποχής του, στροφικά µε τη χρήση επωδού (refrain). Η κύρια τονικότητα
µε το στόµα κλειστό τη µελωδική γραµµή µαζί µε το πιάνο, µια οκτάβα
χαµηλότερα από την
τρελή Το µεράκι αρχινά Μα έγνοια σου σκληρόκαρδη ξεµυαλίστρα µου να ριζώνει στην καρδιά και θα µε θυµηθείς µου πήρες φως µου τη ζωή µα ’συ ξέχασες κακιά τη µαυροµάτα που µισείς βαγγελίστρα µου. τα λογάκια τα γλυκά γυναίκα µου θα ειδής 553 Ingenito Giovanni, Serenata d’Amore, εκδ. Σ. Χρηστίδου, Κωνσταντινούπολη χ.χ. 554 Καββαδίας Λουκιανός, Ξεµυαλίστρα. Καλαµατιανός , Νέα Υόρκη 1924.

κουαρτέτο µανδολίν ου (πρώτο και δεύτερο µανδολίνο, µανδόλα και κιθάρα). Επίσης διατηρεί δική του Ορχήστρα, στην οποία παίζει πιάνο και αναλαµβάνει την ψυχαγώγηση σε εκδροµές, εσπερίδες κ.λπ.555

Ο Καλαµατιανός µε τίτλο Ξεµυαλίστρα του Λουκιανού Καββαδία, σε ποίηση της γυναίκας του Όλγας, ανήκει µάλλον στο χώρο του λαϊκού τραγουδιού

» έχει ξεµυαλίσει τον κακόµοιρο άνδρα, αναπτύσσεται στον ελάσσονα τρόπο, βαρύ κι ασήκωτο, γεµάτο ελάσσονες και ελαττωµένες συγχορδίες, µε µόνη εξαίρεση την εναρµόνιση των «µαγικών φιλιών» της γαλανοµάτας που γίνεται µε τη φωτεινή συγχορδία της ΜΙ ύφεση µείζονας (σχετική µείζονα της κύριας τονικότητας ντο ελάσσονας). Η δυναµική κορύφωση του µέρους δίνεται µε κορώνα στη µελωδική κορύφωση της φωνής που τραγουδά το µερακλίδικο επιφώνηµα «Αχ

296 Με µαγέψαν τα φιλιά και µε άφησες να καίω Τότε ξέρω θα πονέσεις που σου πήρα µια βραδιά σε µια ατέλειωτη φωτιά. µα θε να ΄ν’ αργά και µου πες δική σου θα ’µαι πια σ’ αυτό τον κόσµο µην ξεχνάς σ’ ορκίζοµαι στην Παναγιά. πως όλα είναι δανεικά. Ο Λουκιανός Καββαδίας δηµιουργεί δικό του µουσικό εκδοτικό οίκο στη Νέα Υόρκη όπου εκδίδει ως επί το πλείστον ελληνικά έργα –κυρίως επιτυχίες της εποχής από το αθηναϊκό τραγούδι, το ελληνικό µελόδραµα και την ελληνική οπερέτα, δικές του διασκευές γνωστών λαϊκών µελωδιών και δικές του συνθέσεις– για πιάνο, για φωνή και πιάνο, για βιολί, για κλαρίνο, για µανδολίνο και για
αφού γράφεται το 1924 στη Νέα Υόρκη για να εξυπηρετήσει τις ανάγκες της οµογένειας σε µουσική διασκέδαση, ικανοποιώντας ταυτόχρονα το νόστο της και τις µνήµες της πατρικής γης. Όπως προκύπτει από την παρτιτούρα του υπό µελέτη έργου, ο συνθέτης πρέπει να είχε ιδιαίτερη άνεση στον τεχνικό χειρισµό του οργάνου, πράγµα που γίνεται εµφανές από το συνεχή διπλασιασµό του µπάσου στην οκτάβα, από τους πλούσιους συγχορδιακούς σχηµατισµούς που ερµηνεύει το δεξί χέρι σε συνδυασµό µε τη συνεχή απόδοση της κύριας µελωδικής γραµµής ταυτόχρονα µε την ανθρώπινη φωνή, ενώ δεν λείπει και η αντιστικτική κίνηση είτε σε συνοδευτικές τρίτες και έκτες, είτε ακόµα και σε αντίθετη κίνηση που αναπτύσσει µία εσωτερική φωνή. Παρά τη βαρύγδουπη πιανιστική συνοδεία, που έρχεται σε αντίθεση µε την ευκινησία της κύριας µελωδικής γραµµής, η οποία ελίσσεται από το ΡΕ κάτω από το πεντάγραµµο µέχρι το ΛΑ ύφεση πάνω από το πεντάγραµµο στο κλειδί του ΣΟΛ, ο Καββαδίας χειρίζεται άνετα την αντιφατική συνύπαρξη της συµβατικής αρµονίας του τονικού µουσικού συστήµατος της δυτικοευρωπαϊκής µουσικής και της ανατολίτικης κλίµακας µε τα χαρακτηριστικά τριηµιτόνια µεταξύ III – IV και VI – VII βαθµίδας. Επίσης, ευρηµατική και ενδιαφέρουσα είναι η σύνδεση του ερωτικού λόγου µε την αρµονία. Το πρώτο µέρος του τραγουδιού, στο οποίο η «τρελή γαλανοµάτα
», το οποίο εναρµονίζεται µε ελαττωµένη συγχορδία, αφού ο άνδρας αντιλήφθηκε ότι έµεινε στα κρύα του λουτρού!!! 555 ∆ηµητριάδης Τέτος (επιµ.), Τα 1001 Τραγούδια, τεύχ. Α΄, Μουσικός Εκδοτικός Οίκος Λ. Καββαδία, Νέα Υόρκη 31926, σ. 39-40 και Κονταράτος Απόστολος Α. (επιµ.), Τα 1001 Τραγούδια, τεύχ. Β΄, Μουσικός Εκδοτικός Οίκος Λ. Καββαδία, Νέα Υόρκη 1924, σ. 31-32.

σπόζουσα συµβολίζει

« σ’ αυτό τον κόσµο µην ξεχνάς πως όλα είναι δανεικά », ενώ το ανοιχτό

να ζήσουµε µαζί δεν βρίσκοµαι στον κόσµ’ αυτό, το τι παθαίνω πώς να σε το ’πώ να σ’ αγαπώ, να µ’ αγαπάς και να περάσουµε ζωή χρυσή

να ’µαστε σαν λούλουδα του κάµπου διαλεχτά µε κάµεις να σ’ αρπάξω να σε φιλήσω, να σε φιλήσ’ όσο µπορώ. θα σε δροσίζω πάντα µε τα φιλιά µου και µε λογάκια τρυφερά.

Μη µε λιγώνης, χαϊδεµένα µη κυττάς φλογερά µη λες λογάκια ερωτικά µε τα δυο σου τα χειλάκια, χειλάκια

(τονική, δεσπόζουσα και υποδεσπόζουσα), ενώ δοµικά βασίζεται στην αλυσιδοποίηση του εναρκτήριου µοτίβου του

του έργου φυλάσσεται για το ρεφραίν. Ολοκληρώνοντας την πρότερη οκτάµετρη πρόταση της δεκαεξάµετρης περιόδου του ρεφραίν αποκλειστικά µέσα στον διατονικό χώρο της ΜΙ µείζονας, ξεκινά την δεύτερη οκτάµετρη πρόταση µε την VI βαθµίδα (σχετική ελάσσονα, ΝΤΟ δίεση ελάσσονα), προετοιµάζοντας έτσι ένα καλαίσθητο αρµονικό κορύφωσα στην ΝΤΟ δίεση µείζονα, που θα έρθει µέσω της χρήσης της κοινής παρενθετικής δεσπόζουσας και θα συνοδέψει το κορύφωµα της µελωδικής γραµµής (ΣΟΛ δίεση) στο τέταρτο µέτρο της ύστερης πρότασης.

556 Τσαλαπατάνης Ορέστης, Μη µε λιγώνης, έκδοση άνευ λοιπών στοιχείων.

297 Το δεύτερο µέρος του τραγουδιού αναπτύσσεται στον µείζονα τρόπο αφού ο κακόµοιρος άνδρας αναστηλώνεται βρίσκοντας τρόπο να εκδικηθεί την γαλανοµάτα παίρνοντας τη µαυροµάτα… Το έργο ολοκληρώνεται στην αρχική τονικότητα του ελάσσονα τρόπου µε τη µελοποίηση της ρήσης, απόσταγµα λαϊκής σοφίας:
έργου στη δε-
αυτό ακριβώς, την αναµονή της πραγµάτωσης της ανδρικής εκδίκησης σε µέλλοντα χρόνο!!! 15. Ορέστης Τσαλαπατάνης (1884-;): «Μη µε λιγώνης», Ερ. 361 για φωνή και πιάνο556 Όταν στην αγκαλιά σου χορεύω το ταγκό Σαν δυο πουλάκια ζηλευτά
κι
θε’
τέλος του
όσο σε νοιώθ’ ολόκληρη θερµά να σπαρταράς
σου γλυκά. Μη µε λιγώνης, µη µου µιλάς γιατί µε σκλαβώνεις όταν µου λες πως µ’ αγαπάς. Το τραγούδι «Μη µε λιγώνεις» του Ορέστη Τσαλαπατάνη αποτελεί ένα δείγµα ποιοτικού ελαφρού τραγουδιού. Γραµµένο στην τονικότητα της ΜΙ ελάσσονας και στην κλασική διµερή στροφική φόρµα του είδους µε το ρεφραίν να µεταφέρεται στον χώρο της οµώνυµης µείζονας φέρει µελωδικά, αρµονικά και δοµικά χαρακτηριστικά που εκπροσωπούν επαξίως τον δηµιουργό του. Η οκτάµετρη πιανιστική εισαγωγή καθορίζει τον τονικό χώρο του έργου µέσα από τη χρήση και των τριών κύριων λειτουργιών
ρεφραίν. Η δεκαεξάµετρη περίοδος του κουπλέ εµπλουτίζεται αρµονικά µε την πτώση στη σχετική µείζονα της κύριας τονικότητας (ΣΟΛ µείζονα) µε την οποία καταλήγει η πρότερη οκτάµετρη πρόταση. Η µελωδική και αρµονική κορύφωση

το τονικό πλαίσιο της τονικότητας

να στεφανώσω, δυο κορµάκια να ενώσω.

τα στέφανα χρυσά, βόηθα Χριστέ και Παναγιά.

λαµπάδ’ από ασήµι,

των µουσικών προτάσεων και των κυριότερων µουσικών φράσεων ίσα – ίσα για να καθορίσουν

298 16. Γρηγόρης Κωνσταντινίδης (1893-1979): «Παντρεύουν την αγάπη µου» για φωνή και πιάνο, µεταγραφή δηµοτικού τραγουδιού 557 . Παντρεύουν την αγάπη µου, το κάνουν για γινάτι µου. Και της δίνουν τον οχτρό µου για το πείσµα το δικό µου. Με προσκαλούνε στη χαρά, βάστα καηµένη µου καρδιά. Στη χαρά
Βάζω
κλάφτε µε δικοί και φίλοι. Ο Γρηγόρης Κωνσταντινίδης στην έκδοσή του αναφέρεται σε µεταγραφή του στροφικού δηµοτικού τραγουδιού «Παντρεύουν την αγάπη µου», προφανώς από λόγους µετριοφροσύνης αφού η εναρµόνιση του σε ιµπρεσιονιστικό ιδίωµα υπερπληροί σε κάθε περίπτωση τα συνθετικά ζητούµενα της λόγιας µουσικής. Η οκτάµετρη πιανιστική εισαγωγή προδιαθέτει µελωδικά και αρµονικά στο ύφος της εναρµόνισης του δηµοτικού τραγουδιού. Η µελωδική της γραµµή δοµείται πάνω σε µοτίβα της κύριας φωνής και η συνηχητική της υφή πλέκεται από τετράφωνες και πεντάφωνες συγχορδίες ιδιαίτερης ποικιλίας (µε µικρές και µεγάλες έβδοµες, µεθ’ έκτης, µε πέµπτη ελαττωµένη, κ.λπ), σε ελεύθερη χρήση όλων των αναστροφών, οι οποίες κατασκευάζονται ως ελεύθερο αρµονικό συµπλήρωµα δύο βασικών εξωτερικών γραµµών που ορίζουν ένα αντιστατικό περιµετρικό πλαίσιο. Οι συγχορδίες αυτές, όπως φαίνεται και στην εξέλιξη του κυρίως τραγουδιού, φέρουν λειτουργικό ρόλο σε εναρκτήρια και καταληκτικά σηµεία
Και
του έργου, της ΡΕ ελάσσονας. Όλο το έργο δοµείται σε τετράµετρες φράσεις που αντιστοιχούν στον στίχο του δηµοτικού τραγουδιού. Ο συνθέτης διαχωρίζει την απόδοση των δύο δίστιχων της κάθε τετράστιχης ποιητικής
ποιητικού
του εισαγωγικού πιανιστικού τετράµετρου πριν από την εκφορά της κάθε στροφής του δηµοτικού τραγουδιού. Το χαλαρό σκηνικό του ιµπρεσιονιστικού ιδιώµατος, όσον αφορά τις τονικές λειτουργίες στις συνδέσεις των συγχορδιών
και η ελεύθερη χρήση
διαφωνίας και των ξένων φθόγγων, δηµιουργεί το
της ελάσσονας τονικότητας της εναρµόνισης και των εγγενών τροπικών χαρακτηριστικών της µελωδίας του δηµοτικού τραγουδιού, η οποία βρίσκεται στον τρόπο του ΡΕ που φέρει οξυµένη τέταρτη βαθµίδα (ΣΟΛ δίεση) και φυσική έκτη και έβδοµη βαθµίδα (ΣΙ και ΝΤΟ). 557 Κωνσταντινίδης Γρηγόρης (µεταγραφή), 30 Ελληνικοί Χοροί και Τραγούδια, µουσικές εκδόσεις Γρ. Κωνσταντινίδη - Γ. Νικολαΐδη, Αθήνα 1954, σ. 4-5.
στροφής από την πιανιστική επανάληψη της οκτάµετρης πρότασης του πρώτου
δίστιχου και από την επανάληψη
καθώς
της
κατάλληλο υπόβαθρο συνύπαρξης

17. Νότης

Σαντοριναίος (1912-1976): «Η

Ψυχούλα» για φωνή και πιάνο 558 .

Ωσάν γλυκόπνοο Όλα την έκραζαν

δροσάτ’ αεράκι όλα τ’ αστέρια.

µέσα σ’ ανθότοπο κι εκείνη εξάπλωνε

κειό το παιδάκι δειλή τα χέρια.

την ύστερη έβγαλε γιατί δεν ήξευρε

αναπνοή. σε ποιο να µπει.

Και η ψυχούλα του

εις τον αέρα

Αλλά να του ’δωσε

ένα αγγελάκι

γλήγορα ανέβαινε το φιλί τ’ αθάνατο

προς τον αιθέρα στο µαγουλάκι

σαν λιανοτρέµουλη που έξαφνα σπίθα µικρή. έλαµψε σαν την αυγή.

Ο Σαντοριναίος, χρησιµοποιώντας µία απλή και ρυθµικά µονότονη γραφή στον ελάσσονα τρόπο, αποδίδει µε ένα ιδιαίτερο και προσωπικό

το βαρύ νοηµατικό περιεχόµενο του ποιήµατος του ∆ιονυσίου Σολωµού (1798-1857). Το µουσικό έργο αναπτύσσεται σε τρεις τονικούς χώρους: στην κύρια τονικότητα ΡΕ ελάσσονα, στην ελάσσονα δεσπόζουσα αυτής (ΛΑ ελάσσονα) και στην ΦΑ ελάσσονα. Ήδη η µακροσκελής πιανιστική εισαγωγή παρουσιάζει το θεµατικό υλικό στις δύο πρώτες συγγενικές τονικότητες (ΡΕ ελάσσονα και ΛΑ ελάσσονα). Η

πρώτη ποιητική

αποδίδει συµβολικά τη µεταβολή της εικόνας του ποιητικού χώρου. Η αέρινη παρουσία της ψυχούλας του παιδιού που ανέρχεται στον αιθέρα περιγράφεται από την ΦΑ ελάσσονα, µία µακρινή τονικότητα ως προς τον χώρο που επικράτησε µέχρις εδώ (ΡΕ ελάσσονα – ΛΑ ελάσσονα), η οποία βρίσκεται µία τρίτη ψηλότερα από την κύρια τονικότητα (ΡΕ ελάσσονα) που απέδωσε τον ποιητικό χώρο της πρώτης στροφής, δηλαδή τον γήινο ανθότοπο. Μάλιστα η ανιούσα πορεία

Η απότοµη τοµή (δυναµική και ρυθµική) του επόµενου µέτρου, όπου αποδίδονται σε µονοφωνική υφή αξίες τετάρτων

299
«χρώµα»
στροφή αποδίδεται στον χώρο της κύριας τονικότητας, ενώ η χρήση του ΣΟΛ δίεση, µε τις χαρακτηριστικές διαφωνίες που δηµιουργεί, προετοιµάζει εναρµονίως τον ερχοµό της επόµενης τονικότητας, της ΦΑ ελάσσονας, η τονική συγχορδία της οποίας εσωκλείει τον εναρµόνιο φθόγγο του ΣΟΛ δίεση (ΛΑ ύφεση). Στον χώρο της ΦΑ ελάσσονας εναρµονίζεται η δεύτερη ποιητική στροφή. Ο νέος τονικός χώρος, που συνδέεται µε σχέση τρίτης µε τον προηγούµενο,
της ψυχούλας συµβολίζεται από την ανιούσα αλυσιδωτή πορεία του κύριου µοτίβου που τραγουδά η φωνή κατά την απόδοση του δίστιχου: «γλήγορα ανέβαινε προς τον αιθέρα ». Το συγκεκριµένο σηµείο συνοδεύεται και από την πρώτη χρήση τρίφωνων µείζονων συγχορδιών που συµβολίζουν την ελπίδα της ελεύθερα ανερχόµενης ψυχούλας.
µε κορώνες, οδηγεί στο αρχικό χαµηλόφωνο και µονότονο κλίµα του ελάσσονος χώρου για τη µελοποίηση του τελικού δίστιχου της δεύτερης στροφής που προσάπτει µέσω παροµοίωσης ανθρώπινες αδυναµίες στην παιδική ψυχούλα: «σαν λιανοτρέµουλη σπίθα µικρή». 558 Τραγούδια Ελλήνων Συνθετών για φωνή και πιάνο, µουσικές εκδόσεις Υπουργείου Πολιτισµού και Επιστηµών, Αθήνα 1983, σ. 64-69.

ελάσσονα). Η ανιούσα αλυσιδωτή πορεία του κύριου µοτίβου που απέδωσε την ανιούσα πορεία της ψυχής χρησιµοποιείται ταυτόσηµα εδώ για την απόδοση του δίστιχου: «το φιλί τ’ αθάνατο στο µαγουλάκι». Ακολουθούν δύο τοµές, παρόµοιες µε αυτήν που περιγράφηκε παραπάνω για να αποδώσουν την κορύφωση του ποιήµατος µέσω του τονισµού των λέξεων «έξαφνα» και «έλαµψε». Όµως ο ιδιάζων αυτός τονισµός γίνεται µέσα από τη διακοπή της µουσικής ροής και όχι απ’

καθ’ αυτό τονισµό των λέξεων, οι οποίες συνοδεύονται από ένα ήπιο απόκοσµο κλίµα που σβήνει το έργο, συµβολίζοντας το «σβήσιµο» της ψυχούλας κατά την άνοδό της στον αιθέρα. Το έργο ολοκληρώνεται στην τονικότητα της ΦΑ ελάσσονας, που συµβολίζει τον υπέργειο κόσµο, µε την τριπλή επανάληψη της τονικής συγχορδίας χωρίς τρίτη και µε τον ψηλότερο φθόγγο που χρησιµοποιήθηκε σε όλο το έργο, το ΦΑ πάνω από το πεντάγραµµο του ΣΟΛ, συµβολίζοντας

στη µείζονα της αρχικής τονικότητας (ΛΑ µείζονα). Το έργο, στο σύνολό του, παρουσιάζει µια πορεία αυξανόµενης

του ασθενέστερου χρόνου του µέτρου των 3/4, ενώ τώρα, σύµφωνα µε τη γραφή του συνθέτη, αποκτά βαρύτητα πρώτου

300 Στον χώρο της ΛΑ ελάσσονας εναρµονίζεται η τρίτη ποιητική στροφή που περιγράφει το δίληµµα της ψυχούλας του παιδιού για την επιλογή που πρέπει να κάνει. Ο συνθέτης παρατείνει την αγωνία για την εξέλιξη της σκηνής επαναλαµβάνοντας το µεγαλύτερο µέρος της πιανιστικής εισαγωγής πριν την παρουσίαση της τελευταίας ποιητικής στροφής. Το επαναλαµβανόµενο µοτίβο του αριστερού χεριού µε το τονισµένο µεσαίο τέταρτο διατηρεί την ένταση. Η τελική αλυσίδα της εισαγωγής που προετοιµάζει για την είσοδο της κύριας τονικότητας (ΡΕ ελάσσονα) διαψεύδεται αυτή τη φορά. Το « αγγελάκι» του Σολωµού θα αποδοθεί από την τονικότητα που χρησιµοποίησε ο συνθέτης για τον αιθέρα και γενικότερα για την εικόνα της δεύτερης ποιητικής στροφής (ΦΑ
τον
την εικόνα της τελικής «λάµψης» του ποιήµατος. 18. Ηλίας Ξανθόπουλος (1923-2005): Έργο για κιθάρα (Πρελούδιο, Ι, ΙΙ) 559 . Το έργο του Ξανθόπουλου αποτελείται από τρία µέρη: ένα διµερές πρελούδιο στην κύρια τονικότητα (ΛΑ ελάσσονα) και δύο τριµερή µέρη, το πρώτο στον χώρο της ελάσσονας δεσπόζουσας της κύριας τονικότητας (ΜΙ ελάσσονα) και το δεύτερο
συνθετότητας. Το πρελούδιο ξεκινά µονοφωνικά µε την παρουσία µίας µόνο φωνής στα πρώτα πέντε µέτρα, ενώ στη συνέχεια αναπτύσσεται ένα απλό πλέγµα δίφωνης αντίστιξης µε µικρή εµβόλιµη εµφάνιση τρίφωνων συγχορδιών στο πλαίσιο µιας τονικής οµοφωνκής υφής. Στο πρώτο τριµερές (ΑΒΑ’) µέρος του έργου (Ι) κυριαρχεί η τρίφωνη συγχορδιακή οµοφωνική υφή. Η µετρική ένδειξη που χρησιµοποιεί ο συνθέτης βασίζεται στην εναλλακτική γραφή του µέτρου των 3/4, άλλοτε ως είθισται και άλλοτε αναλυµένο σε ένα µέτρο των 2/4 και σε ένα µέτρο του 1/4 για να τονιστεί η διακοπή της µοτιβικής κίνησης ογδόων στη συγχορδία αξίας τετάρτου, η οποία συµβατικά θα βρισκόταν στη θέση
ισχυρού χρόνου. Το δεύτερο τριµερές µέρος του έργου (ΙΙ), επίσης γραµµένο κατά το δοµικό πρότυπο ΑΒΑ’, φέρει ως επί το πλείστον τετράφων η συγχορδιακή οµοφωνική υφή, δηλαδή την πυκνότερη που παρατηρείται στο σύνολο του έργου. Όσον αφορά τα δοµικά, αρµονικά και µελωδικά χαρακτηριστικά της γραφής, το έργο γράφεται κατά τα πρότυπα της όψιµης κλασικής περιόδου του τονικού µουσικού συστήµατος. 559 Ξανθόπουλος Ηλίας, Έργο για κιθάρα (Πρελούδιο, I, II), ΑΕΜΘΤ.

301 19. Τηλέµαχος Μεταλλινός (1926-2011): «Απεικονίσεις (ΙΙΙ)» για πιάνο 560 .

Κύριος φορέας της µουσικής πρωτοπορίας στη Θράκη, ίσως και ο µοναδικός της εποχής του, ο Τηλέµαχος Μεταλλινός εκπροσωπείται στην

παρούσα µελέτη µε ένα έργο αντιπροσωπευτικό των αναζητήσεών του, της προσωπικής του αισθητικής, αλλά και της φιλοσοφικής του στάσης απέναντι στον κυκεώνα των σύγχρονων µουσικών ρευµάτων. Οι «Απεικονίσεις», που αποτελούνται από τρία µέρη, ολοκληρώθηκαν

στις 16 Απριλίου 1992. Εδώ παρουσιάζεται το τρίτο µέρος του έργου. Οι «Απεικονίσεις» αποτελούν ουσιαστική πνευµατική διαθήκη ενός δηµιουργού που αντιτίθεται συνειδητά στο κατεστηµένο

να προσφέρει σε µια ακριτική περιοχή, ξεκινώντας από το µηδέν, γνωρίζοντας την αυτοθυσία του, η οποία τον οδηγεί και στον σαρκασµό που είναι διάχυτος στο παρόν έργο· ενός επτανήσιου συνθέτη, ο οποίος έχει να παλέψει

συνειδητής εσωτερικής αντιπαράθεσης του ηχητικού υλικού, στην οποία εµπλέκονται ταυτόχρονα η πρωτοποριακή θεώρηση των τονικών υψών σε συνεκτικές ηχητικές επιφάνειες (clusters) και η κλασική θεώρηση του ρυθµού µε τη

δέκατου έκτου (µ.3-9). Ήδη στο µ.10 παρουσιάζεται η πρώτη ισχυρή εσωτερική αντιπαράθεση του ηχητικού υλικού, σε βαθµό συνθετικού αυτοσαρκασµού. Η τρίφθογγη αρχική

φθόγγων, µεταφερµένη στην

βρίσκονται σε αποστάσεις δευτέρας µεγάλης µεταξύ τους, ενώ η αρχικά υπάρχουσα βάση του αρµονικού διαστήµατος τετάρτης καθαρής αποκτά τώρα µελωδική υπόσταση καθορίζοντας το διάστηµα κατιούσας µεταφοράς της αρχικής συνήχησης. Η τρίτη κατιούσα µεταφορά της συνηχητικής επιφάνειας στο µ.10 γίνεται κατά διάστηµα πέµπτης καθαρής σε σχέση µε την

της εύκολης λύσης της εµπορικής µουσικής και του ελαφρολαϊκού τραγουδιού· ενός µουσουργού που αποφασίζει
την
λιτιστική κληρονοµιά,
παρήγαγε
οποίον πρέπει να υπερβεί εάν θέλει να είναι συνεχιστής του πρωτοπόρου πνεύµατος και όχι απλός µιµητής της ευρέως αποδεκτής και διαδεδοµένης τονικής µουσικής. Το έργο θα µπορούσε να χαρακτηριστεί ως ένα κολάζ, τα µέρη του οποίου αποδεικνύεται ότι διαθέτουν περισσότερους συνεκτικούς κρίκους µεταξύ τους από όσους ενδεχοµένως αφήνει να φανούν η πρώτη ακρόαση. ∆υο οµοειδή τετράφθογγα clusters ανοίγουν το έργο στις ακραίες ηχητικές περιοχές του οργάνου. ∆ύο είναι τα κύρια συστατικά του κάθε cluster, µια τρίφθογγη συνήχηση διαδοχικών φθόγγων σε διάστηµα ηµιτονίου και µια τέταρτη καθαρή που χρησιµεύει ως βάση του cluster και σχηµατίζεται µε κορυφή τον χαµηλότερο φθόγγο της τρίφθογγης προαναφερόµενης συνήχησης. Τα clusters αναπτύσσονται ρυθµικά σε χαρακτηριστικούς σχηµατισµούς εµβατηριακού χαρακτήρα µέσα από κατάλληλες εναλλαγές οµαδοποιηµένων δεκάτων έκτων και ογδόων (µ.1-2), πρώτη απόπειρα
χρήση έντονων, δυναµικών µοτίβων που συντίθενται από αξίες δυαδικού συσχετισµού. Στο µ.3 τα clusters µεταφέρονται στην κεντρική περιοχή του οργάνου και ενοποιούνται σε ένα απόλυτα συµπαγές σύνολο δέκα φθόγγων που προκύπτει από την επέκταση του συνηχητικού υλικού των διαδοχικών φθόγγων των αρχικών clusters στο διάστηµα µιας πέµπτης καθαρής, δηλαδή στο σύνολο της επιφάνειας που καλύπτεται από την περίµετρο των αρχικών clusters. Οι αρχικοί ρυθµικοί σχηµατισµοί διατηρούνται µέσα από νέους δυναµικούς συνδυασµούς των δύο αρχικών συστατικών: του ογδόου και του
διαδοχικών φθόγγων
προηγούµενη. Κατ’ αυτόν τον τρόπο δηµιουργείται µεταξύ των τριών συνηχητικών επιφανειών του µ.10 ξεκάθαρος λειτουργικός συσχετισµός στα πρότυπα της σχέσης: τονική (Ι) – δεσπόζουσα (V) – τονική (Ι), ο οποίος επιτείνεται µε την αντίστροφη συµµετρική επανάληψη του συνολικού σχήµατος στην χαµη560 Μεταλλινός Τηλέµαχος, Απεικονίσεις, Αρχείο Γιάννη Μεταλλινού, γιου του συνθέτη.
µε την ίδια του
πο-
ενός τονικού συστήµατος που
έναν µοναδικό πολιτισµό, τον
συνήχηση διαδοχικών
αρχική ακραία ηχητική περιοχή του οργάνου, µετατρέπεται σε συνήχηση
που

ο λειτουργικός ρόλος του τέλειου σύµφωνου διαστήµατος της τέταρτης καθαρής και της αντιστροφής της (πέµπτη καθαρή).

του πιάνου (µ.15-19),

στα µ.3-9 χωρίς να γίνει ιδιαίτερα εµφανές λόγω της ως επί το πλείστον διαρκούς συνήχησης των άσπρων και µαύρων πλήκτρων µέσω της ταυτόχρονης χρήσης των χεριών του ερµηνευτή. Όµως τα αρχικά συστατι-

κά των clusters παραµένουν αµετάβλητα. Ο συνθέτης συνεχίζει να χρησιµοποιεί το ίδιο υλικό: µελωδικά και αρµονικά διαστήµατα δευτέρας (µικρής και µεγάλης) και τετάρτης καθαρής.

Η χρωµατική κίνηση των µ.21-25 παρουσιάζει για πρώτη φορά σε παράλληλη κίνηση αρµονικά διαστήµατα τέταρτης καθαρής, τα οποία οµαδοποιηµένα εµφανίζονται κατά εναλλακτική διαδοχή µε αντίστοιχες οµάδες από παράλληλα αρµονικά διαστήµατα τετάρτης αυξηµένης και τρίτης µικρής (ευφυές εγχείρηµα πρωτότυπης χρήσης ενός ιδιαίτερα συµβατικού υλικού, της χρωµατικής κλίµακας). Η χρήση της κλίµακας της ντο µείζονας στα µ.27-28 σε µονοφωνική υφή και σε ταχύτητα «γλιστρήµατος» µε κρατηµένο pedal δεν αφήνει αµφιβολίες για τις προθέσεις του δηµιουργού. Ο περιπαικτικός χαρακτήρας του έργου επιβεβαιώνεται. Εδώ ίσως προδίδεται

302 λή περιοχή του οργάνου στο µ.11. Σαρκασµός; Έντονη αυτοκριτική διάθεση; Σαφής σατιρική πρόθεση; Σίγουρα πρόκειται για έναν αστεϊσµό που εκπλήσσει τον ακροατή, γεγονός που υποστηρίζεται και από την παράµετρο της δυναµικής: η ένταση των ανά µέτρο συνεχών δυναµικών µεταβολών που συνοδεύουν την αρχική έκθεση των clusters στα µ.1-9 ακολουθείται από την ήρεµη στατικότητα του χαµηλού δυναµικού επιπέδου (piano), η οποία διατηρείται στα δυο µέτρα που εκτίθεται το απρόσµενο υλικό τονικής παρεµβολής (µ.10-11). Το παιχνίδι των clusters µε τα τονικά υπονοούµενα συνεχίζεται και στα επόµενα µέτρα, ενώ ολοένα και περισσότερο γίνεται αντιληπτός
Στα µ.12-13 παρατηρούνται βηµατικές µετακινήσεις τετράφθογγων συµπαγών clusters κατά συνολική γραµµική κίνηση τέταρτης καθαρής. Το παιχνίδι της εναλλαγής των δυναµικών επιπέδων και των ηχητικών περιοχών συνεχίζεται στα
και το παιχνίδι της εναλλαγής
άσπρα και
πλήκτρα
παιχνίδι που ξεκίνησε
µ.12-13, όπως
των clusters στα
µαύρα
και ο κυνικός χαρακτήρας της γερµανικής σχολής, απόφοιτος της οποίας είναι ο Μεταλλινός. Η περιπαικτική του διάθεση ενέχει ένα δραµατικό στοιχείο, το οποίο εκδηλώνεται µέσα από τις έντονες αντιπαραθέσεις των διαδοχικών µορφών που λαµβάνει το ηχητικό υλικό. Το επόµενο τρίµετρο (µ.29-31) βασίζεται στην παράλληλη κίνηση συγχορδιακών σχηµατισµών που δοµούνται µε επαλληλία διαστηµάτων τέταρτης καθαρής, ενώ η κάθε φωνή σαρώνει στην κατιούσα κίνησή της το σύνολο των Μεταλλινός Τηλέµαχος, Απεικονίσεις, Αρχείο Γιάννη Μεταλλινού.

Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.