ΛΕΞΕΙΣ
Μικρό κυλινδρικό ξύλο στο οποίο τυλίγεται το νήμα κατά το γνέσιμο.
Στη ναυτική ορολογία προσήνεμος ή προσήνεμη πλευρά λέγεται συνήθως η πλευρά του πλοίου, ή οποιουδήποτε σκάφους, λέμβου κλπ, κατά το χρόνο που προσβάλλεται από τον υφιστάμενο άνεμο ή τον κυματισμό (ως προϊόν του ανέμου). Ακριβώς, κατά τον ίδιο αυτό χρόνο και κατ΄ αντίθεση, η άλλη πλευρά του πλοίου καλείται υπήνεμος ή υπήνεμη πλευρά όπου και φέρεται ως προστατευμένη πλευρά. Από την υπήνεμη πλευρά του πλοίου γίνεται η χρήση των σωστικών μέσων, η προσέγγιση των ναυαγών ή είναι δυνατή η ασφαλής προσέγγιση λέμβων.
Βρίκια = τα μπρίκια, είδος πλοίου.
Τ’ΑΓΝΑΝΤΕΜΑ Αγυρισιά = η ακύρωση της επιστροφής Αγ Αδράχτι = μικρό κυλινδρικό ξύλο στο οποίο τυλίγεται το νήμα κατά το γνέσιμο Αδ Αιμωδιασμένος = μουδιασμένος Αι Αλιβάνιστος = αυτός που δεν τον έχουν λιβανίσει με θυμιατό. Συνεκδοχικά, αυτός που δεν εκκλησιάζεται Αλ Ανέρπω = ανεβαίνω αργά, σχεδόν έρποντας, σκαρφαλώνω αργά και συρτά Αν Απαντέχω = περιμένω ελπίζοντας Αγ Ασκέρι =ο τακτικός ή άτακτος στρατός, μεταφορικά πολυμελής ομάδα ηη Αφώτιστος = αυτός που δεν έχει αγιαστεί με τον αγιασμό των Φώτων. Αφώτιστα κύματα. φφ Βόλτα = αλλαγή πορείας ιστιοφόρου φφ Βρίκια = τα μπρίκια, είδος πλοίου φφ Γλαρός = ήρεμος Γλ Γολέτα = είδος πλοιαρίου Γο Εξάρτια = τα ξάρτια Γο Εσθής = το ένδυμα, το φόρεμα Γο Καλιά = η καλύβα Γο Κλησάρισσα = η γυναίκα που φροντίζει την εκκλησία, η καντηλανάφτισσα. Γο Λαμπυρίδα (η) = η πυγολαμπίδα Γο Μακαρισθέντα = τα παιδιά που έχουν πεθάνει Γο Μανάλι (το) = το μανουάλι Γο Μισεύω = φεύγω σε άλλη χώρα Γο Νοματίζομαι = ονοματίζομαι, πάιρνω όνομα Ξαγορεύω = εξομολογώ Ορμαθός = η αρμαθιά, όμοια πράγματα περασμένα σε κρίκο = το πλήθος Παινετάδα = ο έπαινος
Πινά = άκρες των κεραιών πλοίου Αγ Πρασινόφαιος = γκριζοπράσινος Αδ Πτερυγίζω = φτερουγίζω. Πτερυγίζοντες βόστρυχοι = μπούκλες μαλλιών που φτερουγίζουν στο φύσιμα του αέρα. Αι Ραστώνη = η τεμπελιά Αλ Σκιασμένος = ο φοβισμένος Αν Συφέρο (το) = το συμφέρον Αγ Τελώνιο = το πονηρό πνεύμα (δημιούργημα της λαϊκής φαντασίας) ηη Τραχηλιά = ο πλατύς πρόσθετος γιακάς που φοριέται πάνω από φόρεμα ή πουκάμισο και συνηθίζεται στις παραδοσιακές ενδυμασίες φφ
Μέλαθρον Σύμφωνα με τον Όμηρο μέλαθρο ονομαζόταν η μεγάλη ξύλινη δοκός που βρισκόταν στη μέση του σπιτιού και αντικειμενικό της σκοπό είχε τη στήριξη της οροφής. Επειδή στα αρχαία χρόνια η φωτιά έκαιγε στη μέση του σπιτιού και η δοκός καπνιζόταν και μαύριζε, την ονομάσανε μέλαθρο. Κατ’ επέκταση , με την πάροδο των χρόνων, ονομάστηκε μέλαθρο η κεντρική αίθουσα του σπιτιού, στην οποία γίνονταν οι συγκεντρώσεις και αργότερα η ονομασία αυτή χαρακτήριζε το σύνολο του σπιτιού. Η λέξη είναι συνώνυμη με τη λέξη μέγαρο.
Σκιάθος (1943)
Ο θρυλικός “Κύκνος” στο λιμάνι του Αγίου Κωνσταντίνου
Ο θρυλικός “Κύκνος” στο λιμάνι του Αγίου Κωνσταντίνου
Σκιάθος
Το Τσερνίκι σκάφος οξύπρυμνο και οξύπλωρο θα μπορούσε να πεί κανείς ότι είναι συγγενικό με τα περάματα. Τσερνίκια κατασκευάζονταν κατα το πρώτο μισό του 20ού αιώνα, στη Λέσβο, στη Σύρο, στη Σάμο, στη Σύμη, στη Ρόδο, στο Μοσχονήσι, ση Σμύρνη, στη Φω-καία, στη Χίο, στο Πέραμα και στη Σκόπελο. Συγκεκριμένα, στη Σύρο και στη Μύκονο τα Τσερνίκια λέγονταν και «μπελούδες» όπου το όνομα καθόριζε περισσότερο τη ιστιοφορία τους (σακολέβα), παρά το τύπο της γάστρας. Το σκάφος αυτό είχε ίσια τα δυο ποδοστάματά του, ενώ το πλωριό ποδόσταμα ήταν πιο λοξό προς τα εμπρός συγκριτικά με το πέραμα. Συγκριτικά με το πέραμα δεν υπήρχε ο καθρέπτης στην πλώρη , με αποτέλεσμα να περιορίζεται το πλάτος του καταστρώματος στο σημείο αυτό. Τα Τσερνίκια που κατασκευάζονταν δεν ξεπερνούσαν τα 18 μέτρα και είχαν συνήθως ένα κατάρτι. Αναφέρεται και η κατασκευή δικάταρτων Τσερνικιών στη Σκόπελο ενώ τα μικρά τσερνίκια (μέχρι 8 μέτρα) χρησιμοποιόντουσαν συνήθως ως αλιευτικά σκάφη. Η κατασκευή τσερνικιών σταμάτησε μετά το 2ο παγκόσμιο πόλεμο.
Μικρό τριγωνικό πανί της πλώρης ιστιοφόρου
Τύπος μικρού πλοιαρίου στη περιοχή της Μεσογείου, χαμηλού και άφρακτου (χωρίς κατάστρωμα) που κινιόταν με κουπιά και ιστία (πανιά), φέροντας τρία λατίνια και αρτέμονα. Τέτοια σκάφη διατηρήθηκαν στην Ελλάδα και μετά την Επανάσταση του 1821 και ιδιαίτερα στις Κυκλάδες.
Φελούκες της Νάξου
Η κάτω απόληξη του κορμού, ανάμεσα στα δύο πόδια
Το Χέλι
Η ΓΛΩΣΣΑ ΤΩΝ ΝΑΥΤΙΚΩΝ Από τα κείμενα : «Στο Χριστό στο Κάστρο» «Έρως – Ήρως» «Το αγνάντεμα»
ΟΙ ΑΝΕΜΟΙ Γραίγος : Βορειοανατολικός Λεβάντες : Ισχυρός ανατολικός Πουνέντες : Δυτικός Μαΐστρος : Βορειοδυτικός Τραμουντάνα : Βόρειος Σιρόκος : Νοτιοανατολικός Όστρια : Νότιος
ΝΑΥΤΙΚΟΙ ΟΡΟΙ Να είστε αλέστα = να είστε έτοιμοι Ασένιο = έτοιμος Γκρίφια = αιχμηρές προεξοχές βράχων Διαναστάει η βάρκα = μπορεί να προσεγγίσει η βάρκα στην ακρογιαλιά Δούλευέ τα = τράβα γερά τα κουπιά Θαλασσώνω = μπαίνω στη θάλασσα ως τα γόνατα Κιαμέτ = μεγάλη τρικυμία Μπαρούμα = σχοινί της βάρκας Μπουντέρνω = κάμπτω το ακρωτήριο Ο κόρφος μπουκάρει = ο άνεμος του κόλπου δυναμώνει Τον εξούριασε = ο άνεμος παρέσυρε το πλοίο Τα πινά = κεραίες τοποθετημένες καθέτως προς τους ιστούς Σαγανίδι = ελαφρύς και αδύνατος άνεμος Σοφράν (ιταλικό sopra vento) = ΒΑ σημείο εκτεθειμένο στον άνεμο Σταβέτ (ιταλικό sotto vento) = ΝΔ σημείο προστατευμένο από τον άνεμο, υπήνεμο Φρεσκάρει = ο άνεμος δυναμώνει Πίρος της βάρκας = μικρή σφήνα η οποία κλείνει οπή στην καρίνα της βάρκας
COPYLEFT 2013 ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΖΗΡΑΣ / ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΙΑΣ
DON’T BLAME ME FOR TELLING THE WORDS YOU HAVE WRITTEN