Η ΤΕΧΝΗ / ΟΙ ΤΑΣΕΙΣ / ΟΙ ΑΠΟΨΕΙΣ / Η ΖΩΗ... ΣΤΟΝ ΑΦΡΟ ΠΕΜΠΤΗ 15 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 2010
n.152
Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης: Ζητείται διευθυντής Το τελευταίο καράβι από τη Χάλκη Το δράμα του Λυκαβηττού Τζαζ με αιτία Το Ζάλογγο μιας σοβαροφανούς
ΤΑΜΙΛΑ ΚΟΥΛΙΕΒΑ
art ΠΟΝΤΙΚΙ
2/26
TA ΠΡΟΣ ΩΠΑ ΤΟΥΣ ΔΙΑΦΟΡΟΠΟΙΟΥΝ ΟΙ ΣΤΟΧΟΙ ΚΑΙ ΤΑ ΕΠΙΤΕΥΓΜΑΤΑ ΤΟΥΣ ΕΝΩΝΕΙ Η ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑ
Σάσα Μπάστα
Λολίτα ετών σαρανταβάλε, φορώντας τη γαλάζια σχολική ποδιά που ξέθαψε από το χρονοντούλαπο της προσωπικής ιστορίας της –ύστερα από δεκαετίες πείνας και γυμναστικής τής μπαίνει ακόμα!–, άδει τα εξής ασύντακτα: «Απ’ όταν ήμουν πιτσιρίκι μία φορά / θυμάμαι που ρωτούσαν τον μπαμπά μου αν έχει παιδιά / κι όταν τους λέει πως έχει ένα παιδί και μια κόρη / τότε κατάλαβα πως στη ζωή θα τράβαΔέσποινα Βανδή γα ζόρι. / Γιατί ήμουν γένους θηλυκού / δεν σ’ το εύχομαι Η σουφραζέτα αυτό προς Θεού / μάθε το ποίημα απ’ την αρχή / κουμάντο κάνουν οι φαλλοί!». Ναι, η Λολίτα της ιστορίας μας, λέγε με Δέσποινα Βανδή, τώρα που μεγάλωσε ανακάλυψε τα δικαιώματα της γυναίκας. Και με τη βοήθεια του Φοίβου (θεού της νεοελληνικής ποπ), σαν μεταμοντέρνα σουφραζέτα αποφαίνεται: «Γυναίκα αν γεννηθείς / θα είσαι θύμα εκ γενετής / θέμα είναι κατασκευής / εκ προοιμίου υστερείς» και προτείνει στο ανά την Ελλάδα κατιναριό «μην πεις το “ναι”, να λες “μπορεί” / να μένει η ελπίδα ζωντανή», προσδοκώντας στην Ανάσταση αν όχι του καταπιεσμένου γυναικείου φύλου, τουλάχιστον μιας καριέρας προ πολλού τελειωμένης. Το θέαμα του νέου βιντεοκλίπ (αυτού με τη Δέσποινα μαθήτρια), επιτάφιος του καλού γούστου. Και το Δεσποινάκι, όσο και αν θέλει να κάνει την κεφάτη, παραμένει μυροφόρα κλαίουσα μπροστά στη χαμένη νιότη και στην επιτυχία που κράτησε λίγο. Και έχει και την καλοστεκούμενη Βίσση να την περιμένει στη γωνία.
Πάνω απ’ όλα κυρία! Όποιο, τέλος πάντων, κι αν είναι το επάγγελμά της, η ερώτηση είναι μία: ένσημα για βαρέα-ανθυγιεινά της κολλάνε; Στη Σάσα Μπάστα αναφέρομαι, τραγουδίστρια, μοντέλο και (κυρίως) ορκισμένη εχθρό της εθνικής μας πορνοστάρ – της Τζούλιας, ντε! Η οποία Σάσα είχε τις προάλλες σοβαρό εργατικό ατύχημα: «Πήγα να ανοίξω τον καναπέ στο πατρικό μου σπίτι στην Ξάνθη και κατά λάθος έπεσε στο πόδι μου και χτύπησα», δήλωσε στα κανάλια, και συνέχισε: «Πρήστηκε τόσο πολύ το μεγάλο δάχτυλο του ποδιού μου που αναγκάστηκα να πάω στο νοσοκομείο και να υποβληθώ σε επέμβαση!». Να της ευχηθούμε ώσπου να παντρευτεί –η Τζούλια ντε– να γιάνει! Και να τη συγχαρούμε για το αδαμάντινο ήθος της, ειδικά μετά τη δήλωσή της: «Μου έγινε για τρίτη φορά πρόταση να πρωταγωνιστήσω σε ροζ ταινία, για την οποία μου έδιναν εξαψήφιο αριθμό χρημάτων, 800 χιλιάδες ευρώ, εγώ όμως ούτε για 500 δισεκατομμύρια ευρώ δεν θα έκανα κάτι τέτοιο». Κατόπιν τούτου, «Πατρίς, Θρησκεία, Μπάστα»! (Μια και το έφερε η κουβέντα, εγώ για 500 δισ. ευρώ θα το έκανα και θα το ξαναέκανα. Να με έχουν υπόψη τους παραγωγοί και σκηνοθέτες).
Βασίλης Παπακωνσταντίνου Αυτογκόλ
Λένα Διβάνη Η Λένα κάνει πόλεμο Να αγιάσει το στόμα της! Η καθηγήτρια, συγγραφέας και μέλος του νέου ΔΣ της ΕΡΤ Λένα Διβάνη είπε ευθαρσώς αυτό που άλλοι άφηναν να εννοείται: Ότι τα 65.000 ευρώ για κάθε επεισόδιο του «Στην υγειά σας» του Σπύρου Παπαδόπουλου είναι υπερβολικά, είναι προκλητικά. Και δήλωσε ότι «τα μπάτζετ αυτά ξεχάστε τα, δεν θα τα ξαναδούμε, ήδη κόβουμε κεφάλια». Εν προκειμένω, το θέμα μας δεν είναι το ωραιότατο κεφάλι του κυρίου Παπαδόπουλου, ο οποίος αντί να συγκεντρώνει τους φίλους του στο σπίτι για να τα πιουν τους συγκέντρωνε στο στούντιο ώστε να μην τον βαραίνουν τα έξοδα του τραπεζιού, αλλά η νοοτροπία όλων εκείνων που εδώ και πολλά χρόνια έχουν βρει στην κρατική τηλεόραση την κότα που κάνει τα χρυσά αυγά. Απομένει να δούμε αν η κυρία Διβάνη θα παραμείνει σταθερή σε όσα δηλώνει τώρα που είναι φρέσκια στη θέση και θα τους πάρει τα (χρυσά) αυγά και τα πασχάλια. Και εκείνη και το υπόλοιπο διοικητικό συμβούλιο. Μπας και νιώσουμε για πρώτη φορά ότι το χαράτσι προς την κρατική τηλεόραση, μέσα από τον λογαριασμό της ΔΕΗ που μας κάθεται στο λαιμό, δεν το πληρώνουμε άδικα.
art
ΠΟΝΤΙΚΙ
ΑΡΧΙΣΥΝΤΑΞΙΑ ΑΝΝΑ ΒΛΑΒΙΑΝΟΥ
«Το παιχνίδι παίζεται» ονομάζεται ο νέος δίσκος του Βασίλη Παπακωνσταντίνου, το σκορ όμως έχει ήδη διαμορφωθεί: Ήττα του τραγουδιστή, με αυτογκόλ. Για μία ακόμη φορά δεν βρίσκει το κατάλληλο υλικό για να ακουμπήσει τη φωνή του, μία φωνή που μπορεί να πει σχεδόν τα πάντα με τρόπο καθηλωτικό, αλλά καταλήγει να τραγουδάει μονίμως το ίδιο πράγμα. Είναι σοκαριστικό αν το σκεφτεί κανείς, αλλά από την τελευταία δεκαπενταετία της δισκογραφίας του Παπακωνσταντίνου ίσως να μένει μόνο ένα τραγούδι στα χείλη του κόσμου, το «Να κοιμηθούμε αγκαλιά». Τόσοι δίσκοι, τόσες ερμηνείες, τόσες ευκαιρίες χαμένες για μία τέτοια φωνή. Στο νέο του cd, ο τραγουδιστής προσπαθεί να κολακέψει –πάλι– τους έφηβους του ’80, που τώρα έχουν αρχές φαλάκρας, τραγουδώντας «Χρόνια φορτώνω, χρόνια φορτώνω, χρόνια φορτώνω» στους επιτηδευμένους στίχους του Οδυσσέα Ιωάννου, συνοδεία μίας ηλεκτρικής κιθάρας που ταιριάζει μόνο σε ρετρό συνάντηση παλιών συμμαθητών. Ακόμα και οι τίτλοι των τραγουδιών του δείχνουν το μέγεθος της κοινοτοπίας: Το ένα λέγεται «Γέλα μου» (έχει πει τραγούδι με ίδιο τίτλο η Βανδή), το άλλο «Το παιχνίδι παίζεται» (τίτλος τραγουδιού του Χρήστου Δάντη), το τρίτο «Το πάρτι αρχίζει» (τραγούδι με αυτό το μότο θα βρείτε στο τελευταίο cd της Άννας Βίσση!). Ο Παπακωνσταντίνου είναι μεγάλη περίπτωση ερμηνευτή. Η αισθητική του όμως είναι τόσο κακόγουστη όσο μοντέρνα παραμένει η φωνή του. Μία «αστυνομία γούστου» θα του επέβαλε να μη γράφει τα τραγούδια του, να μην επιλέγει τους στιχουργούς και τους ενορχηστρωτές του. Απλώς, να μπαίνει στο στούντιο και να τραγουδά.
DESIGN ART DIRECTOR Κυριάκος Κουτσογιαννόπουλος
ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ ΚΕΙΜΕΝΩΝ Μαρία Βασιλάκη
ΣΥΝΕΡΓΑΖΟΝΤΑΙ: Γιώργος Ι. Αλλαμανής Λεωνίδας Αντωνόπουλος Xαρά Αργυρίου
Το δήλωσε: «Ρισκάρω με το “Dancing With The Stars”», επισημαίνοντας επιπλέον ότι «η καριέρα δεν γίνεται μέσα από μία εκπομπή». Μήπως όμως το ίματζ που έχεις χτίσει μετά από τόσα χρόνια καριέρας μπορεί να καταστραφεί στο πιτς φιτίλι από μία εκπομπή, ειδικά από ένα ριάλιτι; Αυτό όπως φαίνεται δεν απασχολεί τον Αλέξη Κωστάλα. Και τώρα που συνταξιοδοτείται ως «βελούδινη φωνή» της μικρής οθόνης και του ραδιοφώνου και ως βαθύς γνώστης της κλασικής μουσικής, εγκαιΑλέξης Κωστάλας νιάζει νέα καριέρα ως ριαλιτζής. Για την ακρίβεια, ως Η (επικίνδυνη) στροφή μέλος της κριτικής επιτροτου Αλέξη πής του «Dancing With The Stars», δίπλα στην επίσης… παλαίμαχο της κλασικής μουσικής και νυν ριαλιτζού Ευγενία Μανωλίδου. Απομένει να δούμε πώς θα τα πάει με την AGB, παράγοντα που θα κρίνει το μέλλον του στον χώρο της ελαφράς, πανάλαφρης, ψυχαγωγίας. Όσο για την εμφάνισή του στην εκπομπή της Τατιάνας Στεφανίδου –το έκανε και αυτό–, δεν έχουμε λόγια. Τα καταπίνουμε σεβόμενοι την ιστορία του. Και ας μην τη σέβεται εκείνος.
Δημήτρης Κανελλόπουλος Τατιάνα Καποδίστρια Γιώργος Ν. Κορωναίος Γιάννης Κουκουλάς
Μάκης Μηλάτος Ελίνα Μπέη Αγγελική Μπιλλίνη Ξενοφών Α. Μπρουντζάκης
Χρυσούλα Παπαϊωάννου Δημήτρης Ρηγόπουλος Όλγα Σελλά Ναταλί Χατζηαντωνίου
4/28
Α πολίτιστη πολιτε ία
Οι ταγοί του έθνους και η κουλτούρα τους
«Τ
α αστέρια χόρεψαν για άλλη μια φορά στον ΑΝΤ1, στο 3ο live του “Dancing with the stars”. Η Ζέτα Μακρυπούλια υποδέχτηκε στη σκηνή τα 11 ζευγάρια, που εντυπωσίασαν με τις εμφανίσεις τους (...). Οι διάσημες κυρίες διαγωνίστηκαν στη ρούμπα, ενώ οι διάσημοι κύριοι στο quickstep. (...) Οι κριτές, Αλέξης Κωστάλας (!), Φωκάς Ευαγγελινός, Γιάννης Λάτσιος και Γκαλένα Βελίκοβα, αξιολόγησαν τους διαγωνιζόμενους (...). Το ζευγάρι που αποχώρησε (...) ήταν η κυρία Φωτεινή Πιπιλή και ο καβαλιέρος της, Δημήτρης». Το παραπάνω απόσπασμα από δελτίο Τύπου αναδεικνύει ανάγλυφα τη γελοιότητα στην οποία ενέδωσε η βουλευτίνα της ΝΔ στην Α΄ περιφέρεια Αθήνας (ακριβώς, εκλέγεται στο Κολωνάκι και στα πέριξ), Φωτεινή Πιπιλή, άρτι αναβαθμισθείσα από τον Αντώνη Σαμαρά και στο κόμμα της αφού πλέον της έχει ανατεθεί κάτι very hot, η Γραμματεία Για τον Εθελοντισμό και τις Μη Κυβερνητικές Ομάδες. Με πρόφαση τη φιλανθρωπία, η παλαιά δημοσιογράφος, πρόΦ ωτεινή Πιπι λ ή σωπο της τηλεόρασης εθισμένο όπως φαίνεται με τους τρόπους της, στην ουσία περιφρονεί τους ψηφοφόρους της. Διότι τι άλλο παρά περιφρόνηση των αριστοκρατών και Ακόμα και σήμερα, μετά και από των γκάγκαρων Αθητις επικρίσεις που έχει εισπράξει ναίων με την εκλεπτυσμένη αισθητική που δηλαδή, πιστεύει ότι η συμμετοχή την προτίμησαν είναι της στην εκπομπή ήταν αριστοκρατιη τωρινή κατρακύλα κή εκκεντρικότητα. «Χορέψαμε, δεν της σε ένα από τα πιο κλέψαμε», δηλώνει. Θεωρεί, μάλιταπεινά θεάματα της, ούτως ή άλλως, επαρστα, ότι με τέτοιες επιλογές βάλλει χιώτικης τηλοψίας εναντίον της συμβατικότητας του μας; Με άλλα λόγια, πολιτικού συστήματος η Φωτεινή Πιπιλή την και Χρυσή Πέννα, πάτησε. Παρασυρμένη η γυναίκα που από από την κυρίαρχη τις πρώτες ανακάλυψε την οικολογία ως τρόπο ζωής, ανάγκη των πολιτικών, που μεταφράζεται στο σλόη φωτογράφος του ολυμπιακού ιδεώδους με τις γκαν «δημοσιότητα πάνω απ' όλα», έσπευσε να γίνει μνημειώδεις εκδόσεις «Τα καλλίτερά μου Σαββαατραξιόν στην αρένα του πιο λαϊκού θεάματος των τοκύριακα και... βάλε» και «Ολυμπιακή Γη» (που ημερών. Αυτή, μια αριστοκράτισσα, η πρωτοπόρος μάλιστα εκδόθηκε από τον κορυφαίο θεσμό του του σινιέ, η πολυβραβευμένη δημοσιογράφος με πολιτισμού στη χώρα μας, το ίδιο το Υπουργείο τα διεθνούς φήμης εγκυρότατα βραβεία Βότση
Το Ζάλογγο μιας σοβαροφανούς
Ω ΡΑ ΓΙΑ
Πολιτισμού όταν επικεφαλής του ήταν ο Κώστας Καραμανλής), η σνομπ, πώς παρασύρθηκε και ανακατεύτηκε με την τσοκαρία; Η αλήθεια είναι ότι, ακόμα και σήμερα, μετά και από τις επικρίσεις που έχει εισπράξει δηλαδή, πιστεύει ότι η συμμετοχή της στην εκπομπή ήταν αριστοκρατική εκκεντρικότητα. «Χορέψαμε, δεν κλέψαμε», δηλώνει. Θεωρεί, μάλιστα, ότι με τέτοιες επιλογές βάλλει εναντίον της συμβατικότητας του πολιτικού συστήματος. Ενδεχομένως να πιστεύει ότι, με τέτοιες εμφανίσεις, αναβαθμίζεται και ο ρόλος των βουλευτών. Γι' αυτό μάλλον και οι δηλώσεις της στο «Πρώτο Θέμα» που ακολουθούν: «Πριν από χρόνια το αξίωμα του βουλευτή ήταν αξιοζήλευτο με προαπαιτούμενο το υψηλό μορφωτικό επίπεδο και την ευχέρεια σκέψης και λόγου. Σήμερα βουλευτής μπορεί να γίνει ο πάσα ένας συνδικαλιστής της επαρχίας, η κάθε ευνοούμενη τοπικού μητροπολίτη κ.λπ. Αν παρακολουθήσει κάποιος τις συνεδριάσεις της Βουλής, είναι ζήτημα πόσοι από τους 300 έχουν τη δυνατότητα να μιλήσουν από το βήμα της Βουλής χωρίς χειρόγραφο. Αλλά και κάποιοι που έχουν μπροστά τους χαρτιά δυσκολεύονται να τα διαβάσουν». Η γυναίκα που διαβάζει με μεγάλη άνεση τα χειρόγραφά της τα χώνει στους συναδέλφους της. Να συμφωνήσουμε μαζί της τουλάχιστον σε ένα πράγμα. Όντως, οι βουλευτές δεν είναι ανάγκη να παριστάνουν τους σοβαροφανείς. Δεν είναι όμως πρέπον να είναι και νούμερα.
s Ο Μιχάλης Λιάπης, προτελευταίος υπουργός Πολιτισμού των κυβερνήσεων της ΝΔ, θα είχε περάσει απαρατήρητος αν, ακόμα και σήμερα, δεν τον σκέπτονταν στο Υπουργείο για τη «στρατιά των φραπέδων», των υπαλλήλων επί της υποδοχής του γραφείου του δηλαδή, που συνεχώς είχαν προσαρμοσμένο στο στόμα (από την πολλή δουλειά) ένα καλαμάκι με τον οποίο ρουφούσαν τον αγαπημένο τους ελληνικής επινόησης καφέ. Παρ' όλα αυτά, έστω και λόγω αδράνειας, προσέφερε κάτι στον ελληνικό πολιτισμό: δεν διευκόλυνε τον Ζαν-Λικ Γκοντάρ, τον εκκεντρικό γάλλο σκηνοθέτη τού πάλαι ποτέ νέου κύματος, να γυρίσει μια ταινία στην Ελλάδα. Έστω κι έτσι, δηλαδή, μας γλίτωσε από λίγη επιπλέον αερολογία. Μικρό το όφελος, θα πείτε. Η αερολογία είναι ίδιον των καλλιτεχνικών θεσμών αυτής της χώρας. Σωστό. Γι' αυτό είναι περιττή η προσθήκη μιας ακόμα, έστω και γαλλικής. Καταλαβαίνουμε ότι ο Σπύρος Βούγιας θα προτιμούσε να είναι σε ένα πιο χάι μαγαζί, στο Υπουργείο Πολιτισμού ει δυνατόν. Προτιμά να νταραβερίζεται με δημιουργούς παρά με ένστολους. Καταλαβαίνουμε, επίσης, τα κίνητρά του, όταν αποφασίζει να διευκολύνει τους στρατιωτικούς στην πρόσβασή τους προς τα προϊόντα της τέχνης, προσφέροντάς τους έκπτωση στα μουσεία ή στα θέατρα. Θέλει και οι ένστολοι να γίνουν κουλτουριάρηδες. Κατά τα άλλα, είναι προφανές ότι εργάζεται για τη δική του εικόνα, αποκλειστικά: οι φίλοι που συναντά στα μπαρ εργάζονται στην κουλτούρα κι όχι στην ασφάλεια. Και κάθε πολιτικός, όταν αναλογίζεται την κάλπη, νιώθει ανασφάλεια.
ß Λία Παραλία
ZAPPI N G
Εντάξει, βρε Βάσω,
Γ
ια δες καιρό που διάλεξε ν’ αφήσει τη ρούμπα η Φωτεινή Πιπιλή. Τώρα που οι Ευρωπαίοι αποφάσισαν να βάλουν το χέρι τους στην τσέπη και ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης να θυμηθεί τον παλιό καλό του εαυτό. Έστω κι έτσι εμείς πάντως θα το χορέψουμε αυτό το quick step, Βασούλα. Αν όχι με την ίδια επιτυχία του Σταμάτη Γαρδέλη, πάντως κάτι θα καταφέρουμε στο τέλος. Έλα εσύ με τους γοφούς και κατόπιν επεμβαίνω εγώ με τους γλουτιαίους. Στης Ευγενίας Μανωλίδου τα καμώματα δεν μπορεί να παραβγεί καμία. Ούτε η Μάγια η Μέλισσα ούτε η Νταίζη Ντακ η ίδια. Και είναι, μωρέ Βάσω μου, ο Μπουμπούκος Ντόναλντ το νευρικό παπί; Ούτε κατά διάνοια.
Σ
τη νευρικότητα των ημερών να μην ξεχάσω να συμπεριλάβω το μουλωχτό τζαρτζάρισμα της Ντόρας με τον Σαμαρά και του Ηλία Ψινάκη με το σύμπαν ολόκληρο. Ακούς εκεί «πατσαβούρα της Βέρμαχτ» ο καημένος ο Άδωνης, τς , τς, τς, τς.
Α
ν κι εγώ, αν θέλεις να ξέρεις, Βάσω, προτιμώ χίλιες φορές τη μαλαστούπα, ιδίως αν έχω να κάνω λάτρα στα σπίτια-κρησφύγετα που μας αποκάλυψε εσχάτως η αστυνομία. Με τέτοια ακαταστασία, βρώμα και μπίχλα, μπορεί μεν να έριχναν στάχτη στα μάτια της Αντιτρομοκρατικής, από το Υγειονομικό όμως πώς τη γλίτωσαν απορώ και εξίσταμαι. Κανονικά έπρεπε να τους έχουν δέσει πισθάγκωνα πολύ πριν φθάσει επιτόπου ο
Σόμπολος με τις κάμερες και να τους έχουν υποβάλει σε καταναγκαστικά έργα με χλωρίνη, σύρμα και ακουαφόρτε, πφφφ.
Η
καθαριότητα είναι μισή αρχοντιά, πόσες φορές πρέπει να σ’ το επαναλάβω για να το εμπεδώσεις; Να, πάρε παράδειγμα πόσο παστρικά κάνουν τις δουλειές τους εκεί στον Άλφα. Με το που έσκασε μύτη στο αντίπαλο κανάλι πάρ’ τον κάτω τον Σάββα Πούμπουρα. Τον ήξερες κι από χτες; Ούτε κι εγώ, Βάσω μου, κι όμως... Βούιξε η πλάση με την αποπομπή του, βούιξε και η ασύστολη κόμη της Σίσυς Χρηστίδου που έμεινε μόνη δίπλα από την πολυμορφική κόμη της Ναταλίας Γερμανού – βασικά σκασίλα μας, Βάσω.
Τ
ρίχες είπα και θυμήθηκα την μετριότατη πορεία του «Greek Idol». Και δεν μου λες εσύ που τα ξέρεις όλα: ήταν, Βάσω μου, η έκτακτη συμμετοχή του Θέμη Γεωργαντά ένεση κύρους ή παρασύρθηκα (πάλι) από θεωρίες συνωμοσίας;
Η ποντικίνα των καναλιών
Μ Π Α ; ΕΙΝΑΙ Κ ΑΙ ΑΥΤΟ ΠΟΛΙΤΙ Σ Μ Ό Σ ; Του Γιώργου Ι. Αλλαμανή [gallamanis@gmail.com]
Το τελευταίο καράβι από τη Χάλκη Με γενναιότητα και χωρίς ταμπού, ο Οικουμενικός Πατριάρχης σκέφτεται να μεταφέρει στην Ελλάδα τη Θεολογική Σχολή της Χάλκης
Π
ρόσφατα τούρκοι δημοσιογράφοι ρώτησαν τον Οικουμενικό Πατριάρχη «τι θα κάνει αν δεν επαναλειτουργήσει η Θεολογική Σχολή της Χάλκης», η οποία παρανόμως είναι κλειστή από το 1971. Το πρόβλημα είναι πια τεράστιο: αν δεν βγουν νέοι απόφοιτοι θα είναι αδύνατη η εκλογή Έλληνα Πατριάρχη σε λίγα χρόνια. Ο κ.κ. Βαρθολομαίος απάντησε ορθά-κοφτά ότι σκέφτεται να τη μεταφέρει στην Αλεξανδρούπολη ή σε κάποια άλλη πόλη στη Βόρεια Ελλάδα! Η απάντησή του είναι πρωτοφανής και αληθινά ιστορική, γιατί γκρεμίζει ένα ταμπού και καταδεικνύει επιτέλους μία σωστή «ρεάλ πολιτίκ», για ένα ζήτημα πνευματικής ζωής και θανάτου για τον κορυφαίο θεσμό της Ορθοδοξίας. Παράλληλα, είπε ο Παναγιώτατος, μπορεί να γίνει προσφυγή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων στο Στρασβούργο. Αν η Τουρκία υποχωρήσει μπροστά σε μία ενδεχόμενη ευρωπαϊκή καταδίκη και η Σχολή επαναλειτουργήσει στον λόφο της Ελπίδας, στο μικρό Πριγκιποννήσι όπου βρίσκονται οι εγκαταστάσεις της από το 1844, έχει καλώς. Διαφορετικά, διασφαλίζεται με γενναιότητα η ιστορική συνέχεια επί ελληνικού εδάφους. Κι ας θρηνήσουν οι «επαγγελματίες Έλληνες», οι κολλημένοι σε μια αδιέξοδη μαξιμαλιστική τακτική δεκαετιών. Δεν γίναμε ξαφνικά… θεούσες. Ούτε κλαψουρίζουμε μουρμουρίζοντας «σώστε την Ορθοδοξία μας» κ.λπ. Η επιβίωση του Οικουμενικού Πατριαρχείου είναι πρωτίστως ζήτημα πολιτισμού – ούτε μεταφυσικό, ούτε «τουρκοφαγικό». Η Τουρκία κάνει τους δικούς της σχεδιασμούς. Από τη μια υποτιμά συστηματικά τον οικουμενικό ρόλο του Πατριάρχη, προς όφελος του ανερχόμενου Πατριαρχείου της Μόσχας. Από την άλλη, συνδέει την επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής με την ελεύθερη εκλογή μουφτήδων στη Θράκη, «τσουβαλιάζοντας» όλη την εκεί μουσουλμανική μειονότητα την οποία αποκαλεί συλλήβδην τουρκική, προσποιούμενη ότι αγνοεί τους Πομάκους και τους μουσουλμάνους Ρομά. «Υπάρχουν 3.000 Έλληνες στην Τουρκία που αντιμετωπίζουν προβλήματα. Υπάρχουν και στη Θράκη 130.000 Τούρκοι που αντιμετωπίζουν ανάλογα προβλήματα. Οι ορθόδοξοι κληρικοί λένε ότι έχουν προβλήματα, αλλά ανάλογα έχουν και οι δικοί μας στη Θράκη, οι οποίοι πρέπει να απολαύσουν συγκεκριμένα δικαιώματα», τόνισε ο τούρκος πρωθυπουργός Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αναφερόμενος στο αίτημα της Άγκυρας για άμεση εκλογή μουφτήδων. Απλό ανατολίτικο παζάρι με διαστρέβλωση της πραγματικότητας.
Πράγματι, το ελληνικό κράτος καταπίεσε σκανδαλωδώς, συστηματικά και επί δεκαετίες τη μουσουλμανική μειονότητα. Και έχει ακόμη πολλά να κάνει, με βασικό το ζήτημα της απρόσκοπτης εκλογής των θρησκευτικών της ηγετών. Αλλά ένας θεσμός παγκόσμιας εμβέλειας όπως το Οικουμενικό Πατριαρχείο δεν εξισώνεται με ένα ουσιαστικό μεν πλην τεχνικό ζήτημα. Σφυρίζει το τελευταίο καράβι από τη Χάλκη. Θα σαλπάρει παίρνοντας μαζί του τις ελπίδες για τη διαρκή ανανέωση του έμψυχου υλικού του Φαναρίου, με ιερωμένους οι οποίοι θα παλέψουν να ξεφύγουν από τη θεμελιώδη σχιζοφρένεια του Πατριαρχικού Θρόνου: να είναι ο Πατριάρχης την ίδια στιγμή και θρησκευτικός ηγέτης 300 εκατομμυρίων Ορθοδόξων και… «παπάς του χωριού» για 2.500-3.000 εναπομείναντες, γέροντες στην πλειονότητά τους, Ρωμιούς της Κωνσταντινούπολης. Οι συνθήκες θα αλλάξουν μόνο αν ξαφνικά η σήμερα παραπαίουσα προοπτική μιας πλήρους ένταξης της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση αποκτήσει ξανά τη χαμένη της αίγλη. Αλλά αυτά είναι αμφίβολα γεωστρατηγικά παιχνίδια. Παίζονται ήδη από την εποχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, από τον 19ο αιώνα και τις αρχές του 20ού, όταν οι σουλτάνοι κυνηγούσαν ταυτόχρονα το «καρότο» του εκσυγχρονισμού και αρέσκονταν στη διαφθορά ή διέπρατταν γενοκτονίες. Θυμάμαι ένα Πάσχα πριν από καμιά εικοσαριά χρόνια στη Χάλκη, στο Μοναστήρι της Αγίας Τριάδας, το οποίο βρίσκεται στις εγκαταστάσεις της κλειστής Θεολογικής Σχολής. Μία ηλικιωμένη, από τις ελάχιστες Ρωμιές που έμεναν στο νησί, λίγο πριν ακουστεί το «δεύτε λάβετε φως» σηκώθηκε ξαφνικά από το στασίδι της. Άρχισε έναν αργό και απροσδόκητο «χορό»: περπατούσε αργά αργά, κάνοντας συνεχή ζικ ζακ, μέσα στην άδεια (!) εκκλησία. Κοιτούσε δεξιά-αριστερά, λικνιζόταν λες και διέσχιζε ένα αόρατο πλήθος. Ήταν προφανώς το πλήθος που το σώμα της «θυμόταν» από παλαιότερες λειτουργίες, όταν ήταν παιδί και η εκκλησία ήταν γεμάτη. Τελικά στάθηκε μπροστά από το ιερό περιμένοντας στην ουρά, χωρίς ουρά, να ανάψει το κερί της. Εμείς οι τουρίστες, αγνωστικιστές, σκεπτικιστές, ορθολογιστές και άθεοι, κλονιστήκαμε όταν πήραμε χαμπάρι τη σωματική έκφραση ενός τεράστιου ιστορικού και πολιτισμικού κενού. Η μεταφορά της Θεολογικής Σχολής στην Ελλάδα ίσως αποδειχθεί μια ρεαλιστική λύση, για να μη χάσκει ακόμη πιο θλιβερά αυτό ακριβώς το κενό.
6/30
«»
cove r story
Μετανάστρια αλλά με άλλους όρους ήρθε στην Ελλάδα πριν από 15 χρόνια, για να μεταγγίσει τις θεατρικές αρετές της μεγάλης ρωσικής παράδοσης στο ελληνικό κοινό και με τη σειρά της να εμβαπτιστεί πλήρως στον ελληνικό πολιτισμό. Ό,τι κι αν περιλαμβάνει αυτός. Ακόμα και την περιβόητη ελληνική χαλαρότητα, η οποία κάποτε την έκανε να αισθάνεται άβολα, αλλά τώρα πια κάνει τη «δική μας» Ταμίλα να εξομολογείται ότι έχει εξοικειωθεί μαζί της. Την αφορμή γι’ αυτόν τον προσωπικό απολογισμό στη θεατρική της πορεία, αλλά και στη ζωή της, έδωσε η νέα συνάντηση με τον ρόλο της αρμένιας μετανάστριας στη Νέα Υόρκη, Σέτα, από το έργο του Ρ. Καλινόφσκι «Κτήνος στο φεγγάρι». Πριν από δέκα χρόνια η Κουλίεβα μας συστηνόταν μ’ αυτό τον ρόλο στο πλευρό του Δημήτρη Τάρλοου. Στην αρχή της φετινής σεζόν, όταν ξανάπιασε στα χέρια της τον ίδιο ρόλο, δεν χρειαζόταν πια καμία σύσταση. Όλο αυτό το διάστημα, η γλυκιά ηθοποιός, η οποία κατάγεται από το Αζερμπαϊτζάν, έχει προσθέσει στο βιογραφικό της μεγάλους ρόλους και σημαντικές επιτυχίες. Άλλος ένας ρόλος την περίμενε στο Θέατρο Πορεία με το που μπήκε ο Απρίλης, όπου η Μάρθα Φριντζήλα ανέβασε την «Υπόθεση της οδού Λουρσίν» του Λαμπίς.
Ταμίλα Κουλίεβα «Μπορεί να ζούμε σε κομμουνισμό και να μην το ξέρουμε»
Συνέντευξη Στη Ναταλί Χατζηαντωνίου Φωτ. Τάσος Βρεττός Make-up: Αχιλλέας Χαρίτος
art
Η συνάντηση με την Ταμίλα Κουλίεβα έγινε λίγο προτού μια βόμβα σκάσει στα χέρια του 15χρονου αφγανού μετανάστη, σε μικρή απόσταση από το Θέατρο Πορεία
Από τη Σέτα στη Νορίν. Αυτό το γρήγορο πέρασμα από τη μια ηρωίδα στην άλλη πώς είναι; Τ.Κ.: Είναι μάλλον ακραίο αυτό που συμβαίνει, αλλά έχει μεγάλο ενδιαφέρον. Και βέβαια θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό που υπάρχει τέτοια τεράστια απόσταση αποχρώσεων ανάμεσα στους δύο ρόλους. Καθένας αφορά μια άλλη μορφή, που ανήκει σε έναν άλλο πολιτισμό και εκπροσωπεί ένα διαφορετικό είδος θεάτρου. Κι από μόνο του αυτό κουβαλάει μια πρόκληση. Σαν Νορίν πραγματικά προσπαθώ να συνηθίσω κι εγώ τον εαυτό μου, έτσι μάλιστα όπως έγινε η εικαστική επιμέλεια του Άγγελου Μέντη στα κοστούμια, ενός ξεχωριστού καλλιτέχνη, με μια ματιά που πάντα μας εκπλήσσει. Και παρότι Νορίν είμαι εγώ η ίδια, τη βλέπω και λίγο απ’ έξω, κάτι που επίσης είναι πολύ δημιουργικό. Στον ρόλο της Νορίν τι είναι αυτό που σας γοητεύει περισσότερο; T.K.: Το ότι μου δίνει τη δυνατότητα να κλείσω λίγο το μάτι στην απομυθοποίηση της ντίβας. Η Νορίν κουβαλάει όλα τα στοιχεία της ντίβας. Κι εγώ ως ηθοποιός μπορώ να τα σχολιάσω και να παίξω λίγο με τη σάτιρα και την ειρωνεία. Δεν είναι προφανώς δεδομένο ότι αγαπάτε όλους σας τους ρόλους. Λ.χ. έχετε πει παλαιότερα ότι μισήσατε τη «Δεσποινίδα Τζούλια» του Στρίνμπεργκ. Τ.Κ.: Με τη «Δεσποινίδα Τζούλια» δεν τα βρήκαμε ποτέ. Σας είπα πριν ότι μου αρέσει ένας ρόλος να είναι έξω από εμένα. Σ’ αυτή την περίπτωση όμως ίσως να ήταν και ο συγγραφέας έξω από εμένα. Ο Στρίνμπεργκ βλέπει και χειρίζεται διαφορετικά τον κόσμο. Μπορείτε να αποστασιοποιείστε τόσο ώστε να παίξετε εξαίρετα ένα ρόλο που απεχθάνεστε; Τ.Κ.: Σ’ αυτή την περίπτωση θα προσπαθούσα να αιτιολογήσω τις πράξεις του χαρακτήρα. Ο δάσκαλός μου Μιχαήλ Τσέχοφ μας έλεγε πάντα: «Όταν υποδύεστε έναν κακό χαρακτήρα, ψάξτε τα καλά
«Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι είναι πολύ δύσκολη η εποχή και ότι κινδυνεύουν να κλείσουν τα μισά θέατρα. Αλλά, όσο κι αν ακούγεται κυνικό, γιατί να μην κλείσουν; Γιατί μια Αθήνα να έχει 400 παραστάσεις τον χρόνο; Δεν γίνεται. Δεν συμβαίνει σε καμία πρωτεύουσα του κόσμου. Η Μόσχα, με πληθυσμό 12 εκατομμυρίων, έχει 20 θέατρα. Εδώ ο αριθμός είναι αστρονομικός. Είναι λάθος συνεπώς να λέμε και ότι ο κόσμος στην Ελλάδα δεν αγαπάει το θέατρο και δεν πηγαίνει».
του στοιχεία. Και όταν κάνετε έναν καλό, τα κακά του χαρακτηριστικά». Είχε δίκιο, γιατί κανέναν άνθρωπο δεν μπορείς να τον ζωγραφίσεις με ένα μόνο χρώμα. Χρειάζεσαι ολόκληρη παλέτα. Η σκηνοθετική άποψη της Μάρθας Φριντζήλα στον Λαμπίς είναι, όπως διαβάσαμε, να συνδυάσει μεταξύ άλλων το έργο με μερικά δημοφιλή ελληνικά τραγούδια, λ.χ. της Αλίκης Βουγιουκλάκη. Τ.Κ.: Μα το vaudevile (σ.σ.: βαριετέ) είναι ένα είδος που χωράει ούτως ή άλλως πολλά πράγματα. Τραγούδια, αυτοσχεδιασμούς και ό,τι άλλο μπορεί να προσφέρει η φαντασία. Έχει όμως και μια ακόμα βασική απαίτηση, ότι όσα συμβαίνουν πάνω στη σκηνή πρέπει να είναι αναγνωρίσιμα. Με τα τραγούδια γίνεται άμεση αναφορά σε μια εποχή. Και εφόσον το θεατρικό είδος προσφέρεται για να το κάνεις αυτό, θεωρώ ότι είναι σωστό. Σε άλλα είδη, όταν οι συντελεστές, προσπαθώντας να κάνουν τα πράγματα αναγνωρίσιμα, τα φορτώνουν με σύγχρονα στοιχεία που δεν στέκονται, το αποτέλεσμα είναι κακό. Υπάρχει γενικώς μια τάση εκσυγχρονισμού στο θέατρο... Τ.Κ.: Ναι, αλλά δεν μπορούμε να κάνουμε τον Αριστοφάνη vaudevile. Και δεν το λέω επειδή είμαι υπέρ του να κάνουμε «είδωλο» το αρχαιοελληνικό δράμα, αντιμετωπίζοντάς το ως ένα υλικό που δεν επιδέχεται καμία διαφορετική προσέγγιση. Ο Αριστοφάνης όμως είναι άλλο είδος θεάτρου και χρειάζεται άλλο είδος αισθητικής, γούστου κι εξυπνάδας. Σαφώς το θέατρο γίνεται «εδώ και τώρα» και πρέπει να μας μιλάει για όσα συμβαίνουν σήμερα. Αλλά αυτό δεν μπορεί να επιδιώκεται με άγαρμπο τρόπο. Ας επιστρέψω στο «Κτήνος στο φεγγάρι», το οποίο για σας σηματοδότησε φέτος μια διπλή επέτειο. Πέρα από τα δέκα χρόνια που πέρασαν από τότε που το πρωτοπαίξατε με τον Τάρλοου αυτός ο ρόλος ήταν και το θεατρικό
σας ντεμπούτο επί ελληνικού εδάφους. Κάνατε φέτος τον απολογισμό σας; Τ.Κ.: Με την επανάληψη της παράστασης ήρθε αβίαστα ο απολογισμός. Μπήκα δηλαδή αυτομάτως στη διαδικασία να αναρωτηθώ τι έκανα, να ξετυλίξω αναμνήσεις, να σκεφτώ τι έγινε στη διάρκεια αυτών των δέκα χρόνων. Τι έγινε λοιπόν αυτή τη δεκαετία; Τ.Κ.: Ένιωσα σαν να βρισκόμουν όλα αυτά τα χρόνια σ’ ένα τρένο που έτρεχε με μεγάλη ταχύτητα. Και ξαφνικά είδα το βιογραφικό μου και συνειδητοποίησα ότι έγιναν πράγματα όμορφα και αξιόλογα. Ότι υπήρξαν σημαντικοί σταθμοί στη ζωή μου και ότι κάθε ρόλος που πέρασε δεν αντιπροσωπεύει για μένα μόνο μια σεζόν, αλλά μια ολόκληρη εποχή. Η ζωή πάντα συμβαδίζει με ό,τι μας προκύπτει στο σανίδι. Σαφώς υπήρξαν και κάποιες λιγότερο καλές στιγμές. Αλλά είναι ελάχιστες. Και όλα μαζί είναι μια εμπειρία. Στο θέατρο άλλωστε ενδιαφέρον έχει η διαδρομή. Κι εγώ συνάντησα έργα τα οποία πιστεύω ότι με έκαναν να αναρωτηθώ για πολλά, να μάθω πολλά, να ανακαλύψω πράγματα για τον εαυτό μου και να εξελιχθώ πρώτα απ’ όλα ως άνθρωπος. Προερχόσασταν από μια μεγάλη υποκριτική παράδοση, τη ρωσική, που έχει μεγάλη πειθαρχία. Ήρθατε σε ένα πιο «άναρχο» θεατρικό τοπίο. Πώς προσαρμοστήκατε; Τ.Κ.: Μερικές φορές μια τέτοια «αναρχία» μπορεί να αποκτά και μεγάλη γοητεία. Άλλωστε, έτσι είναι η νοοτροπία του ελληνικού λαού. Κι ύστερα σκέφτομαι ότι οι άνθρωποι αποκτούν πειθαρχία όταν υπάρχει ανάγκη. Πιστεύω ότι παρότι η εποχή μας μάς επιβάλλει άλλους ρυθμούς ζωής, οι Έλληνες κουβαλούν γενικά αυτή τη χαλαρότητα και την επιθυμία να είναι έξω από αυστηρά όρια και καλούπια. Ίσως γιατί θέλουν να αφήνουν χώρο και για άλλα πράγματα. Αυτό δεν σας έχει ενοχλήσει ποτέ; Τ.Κ.: Στην αρχή με ενοχλούσε. Τώρα πια, νομίζω ότι κι εγώ έχω πάρει πάρα πολλά στοιχεία από αυτό. Έτσι γίνεται. Και τώρα θέλω να πιστεύω ότι έγινα πλέον κι εγώ κομμάτι αυτού του πολιτισμού. Από την άλλη, λέγεται ότι οι άνθρωποι που έχουν άλλη καταγωγή και φτιάχνουν αλλού τις ζωές τους νιώθουν καμιά φορά μετέωροι, μεταξύ δύο πατρίδων ή και καμιάς. Το έχετε αισθανθεί; Τ.Κ.: Μεγάλωσα στη Μόσχα, αλλά η καταγωγή του πατέρα μου είναι από το Αζερμπαϊτζάν, όπου πάντα συνυπήρχαν πολλές διαφορετικές εθνικότητες. Κουβαλώντας συνεπώς το καυκασιανό μου κομμάτι αλλά μεγαλώνοντας στη Μόσχα, είχα εξαρχής μέσα μου αυτή τη σύνθεση πολιτισμών. Δεν μπορώ να πω ότι νιώθω άπατρις ή ξεριζωμένη. Αισθάνομαι όμως ότι εμπλουτίζομαι, κουβαλώντας όσα ήδη υπάρχουν: Τα «πολύτιμα» που έζησα στο Μπακού ή αργότερα στη Μόσχα. Πέρα από το DNA, παίζει ρόλο κι η εμπειρία της ζωής. Χωρίς αυτήν καμία τεχνική δεν μπορεί να σταθεί.
Τώρα που το επισημάνατε συνειδητοποιώ ότι έχετε καταγωγή από το Αζερμπαϊτζάν, αλλά ένας ρόλος-σταθμός της καριέρας σας είναι η Αρμένια Σέτα. Είναι γνωστή η χρόνια διαμάχη Αζέρων - Αρμενίων... Τ.Κ.: Μα το θέατρο ακριβώς αυτό τον ρόλο παίζει. Κι όχι μόνο αυτόν. Η τέχνη γενικά ενδιαφέρεται να ενώνει τα πράγματα, να λειαίνει τις γωνίες και όχι να δημιουργεί ρήξεις. Όταν λοιπόν μια τέτοια επιλογή γίνεται συνειδητά, είναι και μια πολιτική πράξη. Θεωρώ άλλωστε πολύ οδυνηρό ό,τι γίνεται στο Καραμπάχ. Και δεν ξέρω και πού θα καταλήξει. Σκέφτομαι και κάτι άλλο σχετικό με τον ρόλο της Σέτα. Εσείς που υπήρξατε μετανάστρια, με άλλους όρους βέβαια, υποδύεστε μια αρμένια μετανάστρια στη Νέα Υόρκη, παίζοντας σε ένα θέατρο που βρίσκεται σε μια γειτονιά όπου πλειοψηφούν οι μετανάστες. Πώς το βιώνετε αυτό καθημερινά; Τ.Κ.: Πιστεύω ότι είναι σαν να επαναλαμβάνεται η ιστορία συνεχώς. Όταν παίζαμε στο ίδιο έργο πριν από δέκα χρόνια στο Από Μηχανής Θέατρο, ήταν δίπλα η πλατεία Κουμουνδούρου όπου μαζεύονταν οι Κούρδοι. Πότε πότε τους πηγαίναμε φαγητό ή τα γλυκά που μας έφερναν. Μετά από δέκα χρόνια, το θέμα των μεταναστών μας έχει απασχολήσει όλους πάρα πολύ. Έχει φτάσει πια στο όριό του. Η Ελλάδα βέβαια, καθώς γεωγραφικά βρίσκεται σε ένα πέρασμα, θα δέχεται πάντα κύματα μεταναστών. Αλλά δεν ήταν έτοιμη να τους δεχτεί. Και γιατί να ’ναι δηλαδή; Αυτό δεν έχει ωστόσο να κάνει με το πώς οι Έλληνες αντιμετωπίζουν το θέμα. Ήταν πάντα φιλόξενοι και εξακολουθούν να είναι. Κάποια γεγονότα όμως αρχίζουν να τους φοβίζουν. Να «μας» φοβίζουν. Γιατί δεν εξαιρώ τον εαυτό μου. Τι σκέφτεστε γι’ αυτό το πρόβλημα; Τ.Κ.: Σκέφτομαι μήπως πρέπει να πάρει θέση και η κυβέρνηση. Πιστεύω πως πρέπει. Υπάρχουν πολλά συμφέροντα στη μέση κι έτσι δεν μπορούμε να σχολιάσουμε αυτή την υπόθεση επιφανειακά, διαπιστώνοντας απλώς ότι οι μετανάστες μεταφέρονται από τη μια περιοχή στην άλλη. Το θέμα είναι αν και τι μπορεί να προσφέρει το κράτος σ’ αυτούς τους ανθρώπους. Αν δεν μπορεί να προσφέρει τίποτα, τότε γιατί τους δέχεται; Είναι ένα θέμα πολύ περίπλοκο και δεν ασχολούμαστε με την ουσία. Μένουμε στην επιφάνεια. Για μένα η αλήθεια είναι κάπου στη μέση. Εσείς αντιμετωπίσατε ποτέ ρατσισμό; Υπήρξε π.χ. κάποιος που να είπε «γιατί ήρθε αυτή στο θέατρό μας;», όταν αρχίσατε να γίνεστε γνωστή κι επιτυχημένη; Τ.Κ.: Μα σε ποιο επάγγελμα δεν υπάρχει αυτό; Απλώς στο δικό μας ίσως να υπάρχει λίγο περισσότερο, επειδή εκτιθέμεθα και περισσότερο. Έβλεπα ότι είστε από τα ιδρυτικά μέλη της Ακαδημίας Κινηματογράφου. Τι ελπίζετε γι’ αυτήν; Τ.Κ.: Πιστεύω ότι έγινε μια σοβαρή προσπάθεια να ιδρυθεί μια σωστή Ακαδημία Κινηματογράφου. Ελπίζω ότι θα έχει έναν δημοκρατικό τρόπο ως
ΠΟΝΤΙΚΙart 15-21.4.10
31/7
προς τη λειτουργία της. Και καταρχάς θεωρώ ότι στην Ελλάδα μπορεί να ζούμε σε κομμουνισμό και να μην το ξέρουμε: όλα είναι κρατικά. Το όνειρο των περισσότερων Ελλήνων είναι να γίνουν δημόσιοι υπάλληλοι. Βέβαια, από την άλλη πλευρά, είναι αναγκαίο να υπάρχει κρατική συμμετοχή και υποστήριξη. Ειδικά ο χώρος του κινηματογράφου δεν μπορεί να επιβιώσει διαφορετικά. Καλό θα ήταν όμως να υπάρχει και μια πανεπιστημιακού επιπέδου κινηματογραφική εκπαίδευση. Ούτε αυτό είναι εύκολο να συμβεί χωρίς την κρατική υποστήριξη. Και η κρατική στήριξη στο θέατρο; Τ.Κ.: Από τη μια θεωρώ ότι είναι καλό να υπάρχει. Από την άλλη, η οικονομική κρίση φιλτράρει πια πάρα πολλά πράγματα και αναγκάζει και τους ίδιους τους καλλιτέχνες να ψάχνουν κι άλλους δρόμους και να βλέπουν τα πράγματα πιο καλλιτεχνικά. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι είναι πολύ δύσκολη η εποχή κι ότι κινδυνεύουν να κλείσουν τα μισά θέατρα. Αλλά όσο κι αν ακούγεται κυνικό, γιατί να μην κλείσουν; Γιατί μια Αθήνα να έχει 400 παραστάσεις το χρόνο; Δεν γίνεται. Δεν συμβαίνει σε καμία πρωτεύουσα του κόσμου. Η Μόσχα, με πληθυσμό 12 εκατομμυρίων, έχει 20 θέατρα. Εδώ ο αριθμός είναι αστρονομικός. Είναι λάθος συνεπώς να λέμε και ότι ο κόσμος στην Ελλάδα δεν αγαπάει το θέατρο και δεν πηγαίνει. Ωστόσο, οι ηθοποιοί παραδέχονται ότι ζουν μόνο από την τηλεόραση. Τ.Κ.: Είναι αλήθεια. Εγώ τουλάχιστον προσπαθώ να ισορροπώ προτιμώντας το θέατρο, χωρίς να σνομπάρω την τηλεόραση. Προσπαθώ να συμμετέχω σε δουλειές αξιοπρεπείς και προσεγμένες. Αλλά από εκεί και πέρα, δεν μπορώ να μην πω ότι η τηλεόραση είναι εκείνη που μου προσφέρει το προνόμιο των επιλογών μου στο θέατρο. Δεν ανήκετε σε ένα συγκεκριμένο θεατρικό σχήμα. Πόσο ανακουφιστικό αλλά και πόσο αγχωτικό είναι αυτό; Τ.Κ.: Αυτή είναι η δουλειά μας όμως. Είναι ένα από τα πιο αβέβαια και ανασφαλή επαγγέλματα. Κάθε άνοιξη ξεκινάμε από την αρχή. Το ίδιο συμβαίνει και με κάθε ρόλο. Ξεκινάμε πάντα απ’ την αρχή. Είναι φυσικό κάθε φορά που ξεκινάει η σεζόν να έχει ένας ηθοποιός αγωνία. Το Εθνικό σας ενδιαφέρει; Τ.Κ.: Βεβαίως. Ένα Εθνικό έχει άλλες δυνατότητες. Είναι ένας άλλος μηχανισμός, όπως είναι και το ΚΘΒΕ. Εκεί σαφώς μπορούν ν’ ανέβουν μεγάλες παραγωγές, με διαφορετικές προδιαγραφές. Το θέατρο γίνεται θέαμα. Ύστερα, σ’ ένα Εθνικό αγγίζεις αμέσως ένα διαφορετικό ρεπερτόριο. Εγώ βέβαια πάντα αγαπούσα τα οφ-Μπρόντγουεϊ θέατρα. Και το βιογραφικό μου αποτελείται κυρίως από τέτοια. Ή πιο σωστά, μέχρι σήμερα ήμουν μεταξύ «οφΜπρόντγουεϊ» και Επιδαύρου. Όταν επιστρέφετε στη Ρωσία τι θέλετε πριν απ’ όλα να ξαναδείτε, να νιώσετε; Ποια είναι η δική σας Μόσχα που σας λείπει περισσότερο; Τ.Κ.: Είναι ένα τραπέζι στην κουζίνα όπου μαζεύονται κάθε φορά που πάω όλοι οι συγγενείς για να φάμε μαζί, όλα όσα έχει μαγειρέψει η μητέρα μου. Εκείνη μαγειρεύει ό,τι μπορεί να φανταστεί κανείς, για να μου θυμίσει τις γεύσεις και τις μυρωδιές του παρελθόντος μου. Αντίστοιχα, αν γυρνάγατε εκεί τι θα σας έλειπε από την Ελλάδα; Τ.Κ.: Μα πώς μπορώ να απομονώσω ένα πράγμα; Εδώ είναι πια το σπίτι μου.
Επισ η μά νσ ε ις
Το ανακοίνωσε και στα αγγλικά και στα ισπανικά – για όσους δεν το κατάλαβαν. Ο Ρίκι Μάρτιν ομολόγησε ότι είναι γκέι. Και «ευλογημένος» μάλιστα. Λίγο πριν πατήσει τα 40 και αφού απηύδησε με το τραγούδι και αποφάσισε να γράψει τα απομνημονεύματά του, είπε να κάνει μια δήλωση-σταθμό για την καριέρα του. Και δεν ειρωνευόμαστε καθόλου, γιατί ο Ρίκι τόσα χρόνια δήλωνε ερωτευμένος με γυναίκες, έκανε παιδιά, έγραφε λατινοπόπ σουξεδάκια και πουλούσε έρωτα και δίσκους σε θαυμάστριες. Όταν όμως
Τον οβολό σας για τον Ρίκι
Θ’ ανοίξει, δεν θα ανοίξει, θ’ ανοίξει, δεν θα ανοίξει... Σαν το μάδημα της μαργαρίτας κατάντησε η ιστορία του Θεάτρου του Λυκαβηττού κάθε άνοιξη, μετά το προπέρσινο φιάσκο της ακύρωσης, την τελευταία κυριολεκτικά στιγμή, των δύο sold out, παρακαλώ, εμφανίσεων του Τζέιμς Μπλαντ. Αλλά και αυτή τη στιγμή ο Λυκαβηττός είναι για μία ακόμα χρονιά στον αέρα, καθώς τα έργα που είχαν δρομολογηθεί από την περσινή χρονιά δεν έγιναν ποτέ. Ο διαχειριστής του χώρου, η Εταιρεία Τουριστικής Ανάπτυξης, σηκώνει τα χέρια ψηλά, καθώς μετά τις εκλογές πάγωσαν τα πάντα και δεν κουνιέται φύλλο. Το αστείο είναι ότι στον Λυκαβηττό προγραμματίζονται εκδηλώσεις• στις 5 Ιουνίου
Το δράμα του Λυκαβηττού
ΠΟΝΤΙΚΙart 15-21.4.10
την κυρία Μουζάκη που στέκεται επί ξύλου κρεμάμενη (αν και άλλες φήμες λένε ότι προσπαθεί με κάθε τρόπο να μεθοδεύσει την παραμονή της) και κυρίως –κι αυτό είναι το μόνο σημαντικό– βλάπτει σοβαρά το ίδιο το Φεστιβάλ. Όχι μόνο γιατί το μεταμορφώνει σε αρένα ίντριγκας, μικροπολιτικής και εικασιών, αλλά διότι θα ήταν καλό μετά τις φανφάρες της 50ής επετείου να έχουμε και 51ο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης τον επόμενο Νοέμβριο. Οπότε είναι μάλλον καιρός να ονοματιστεί ο επόμενος, ώστε ο επικεφαλής του να μπορέσει να δουλέψει σωστά, έχοντας στο μυαλό του την ουσία κι όχι τη βολή της διευθυντικής καρέκλας. | Γιώργος Ν. Κορωναίος
Μέσα στη γενική μαυρίλα μην ξεχνάμε ότι είναι άνοιξη και –το καλύτερο– υπάρχουν και αισιόδοξες ειδήσεις. Στην τελική ευθεία έχουν μπει οι εργασίες για τη διαμόρφωση του περιβάλλοντος χώρου του Βυζαντινού και Χριστιανικού Μουσείου της Αθήνας, που όταν ολοκληρωθούν με το καλό θα αποδώσουν στην πρωτεύουσα ένα
30 στρέμματα πάρκο
Η πόλη του Βερολίνου σχεδιάζει να ξεθάψει το άγαλμα του Λένιν, ένα τεράστιο γλυπτό ύψους 19 μέτρων που αποκαθηλώθηκε και θάφτηκε κάτω από τόνους χώματος δυο χρόνια μετά την πτώση του Τείχους. Και σκοπεύει να το τοποθετήσει σε μια μόνιμη έκθεση μαζί με άλλα «ανεπιθύμητα» γλυπτά της κομμουνιστικής περιόδου αλλά και της ναζιστικής, σε μια ένδειξη συμφιλίωσης με το παρελθόν και διάσωσης της καλλιτεχνικής δημιουργίας ανεξαρτήτως πολιτικής στράτευσης. Μη παραβλέποντας ότι αυτή η πρόθεση εξυπηρετεί το ανιστόρητο και παντελώς άδικο τσουβάλιασμα κομμουνισμού και ναζισμού και με έναν ισοπεδωτικό συγκρητισμό διαγράφει τις ιστορικές διαβαθμίσεις και λεπτομέρειες, από καλλιτεχνικής σκοπιάς συμβάλει αναμφίβολα στη διάσωση ενός πολιτιστικού και
μικρό υπαίθριο αμφιθέατρο έχει τη δυνατότητα να φιλοξενεί εκδηλώσεις που θα δίνουν ζωή στον χώρο μέχρι αργά το βράδυ. Εξαιρετικά δημοφιλές αναμένεται να είναι το καφέ-εστιατόριο, ενώ δημιουργείται καινούργιο πωλητήριο, το οποίο πρόκειται να εμπλουτιστεί με βυζαντινά αντίγραφα σε προσιτές τιμές. Το καλό είναι ότι
τεχνοτροπικού γίγνεσθαι, που εντός του, καλώς ή κακώς, εξελίχθηκαν πολλές δεκαετίες της πρόσφατης Ιστορίας. Στην Ελλάδα όμως; Το άγαλμα του έφιππου βασιλιά Κωνσταντίνου στο Πεδίο του Άρεως στέκει ακόμα αγέρωχο προκαλώντας ερωτηματικά για το λόγο ύπαρξής του και προσκαλώντας πολυάριθμα… περιστέρια, ενώ το άγαλμα του Τρούμαν, διαρκής υπόμνηση υποτέλειας στις ΗΠΑ, επιμένει να θυμίζει την αναπόφευκτη (;) πρόσδεσή μας στο αμερικανικό άρμα. Μήπως ήρθε η ώρα τέτοια αγάλματα, πριν καταστραφούν ολοσχερώς και αφού ήδη το περιεχόμενό τους έχει περάσει στην πλήρη ανυποληψία, να αποσυρθούν σε ειδικούς, ανοικτούς για το κοινό χώρους, ώστε αφενός να σωθούν και αφετέρου να πάψουν να δημιουργούν απορίες στους θεατές τους; | Γιάννης Κουκουλάς
Αγάλματα εκτός… εποχής
δεν είναι άλλο από τη δύναμη της αδράνειας. Και φυσικά την περιέργεια για το ποιος θα είναι ο επόμενος διευθυντής. Διότι στη σκέψη όλων των ανθρώπων του σινεμά η κυρία Μουζάκη αποτελεί ήδη παρελθόν και το μόνο που απομένει για την επόμενη μέρα είναι να επιβεβαιωθεί κάποια από τις φήμες που ακούγονται έντονα εδώ και καιρό για το όνομα του επόμενου εκλεκτού. Η καθυστέρηση της ανακοίνωσης του επόμενου σχήματος που θα έχει το φεστιβάλ μπορεί να ευνοεί την παραφιλολογία, όμως κάνει κακό σε όλα τα άλλα. Κουράζει τους μνηστήρες του, τα ονόματα των οποίων μπλέκονται θέλοντας και μη σε ένα συνεχές κουτσομπολιό, φθείρει
Ζητείται διευθυντής
Πέντε σχεδόν μήνες μετά τα πεντηκοστά γενέθλια του Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης κι ενώ η διοργάνωση του επόμενου Νοεμβρίου θα έπρεπε ήδη να προχωράει μπροστά με ταχύτατους ρυθμούς, το μεγαλύτερο κινηματογραφικό φεστιβάλ της χώρας παραμένει ουσιαστικά ακέφαλο. Ναι, μπορεί η Δέσποινα Μουζάκη να κρατά ακόμη τον τίτλο της διευθύντριας, όμως πώς μπορείς να διευθύνεις κάτι όταν η θητεία σου έχει λήξει ήδη εδώ και μήνες και ο εργοδότης σου, δηλαδή το Υπουργείο Πολιτισμού, δεν την έχει ανανεώσει; Αν κάτι κρατά τον οργανισμό του Φεστιβάλ Κινηματογράφου σε λειτουργία από τον περασμένο Νοέμβριο ως σήμερα αυτό πιθανότατα
8-9/32-33
έρχονται
νέο πάρκο έκτασης 30 στρεμμάτων. Βρίσκεται στην καρδιά της πόλης, δύο βήματα από το Κολωνάκι και το Σύνταγμα και αναμένεται να έχει παραδοθεί μέχρι τον Ιούνιο. Και δεν μιλάμε για «σκέτο» πράσινο –δεν θα μας ενοχλούσε καθόλου–, αλλά για έναν σύνθετο χώρο αναψυχής και πολιτισμού. Τρεις ειδικές διαδρομές μέσα από πέτρινα μονοπάτια θα οδηγούν σε υπαίθριες εκθέσεις αρχαιολογικού ενδιαφέροντος, ενώ το
φάσισε την αναστολή των κρατικών επιχορηγήσεων προς τα Ιδρύματα Ελευθέριος Κ. Βενιζέλος, Γεώργιος Παπανδρέου, Κωνσταντίνος Καραμανλής, Ανδρέας Παπανδρέου, Κωνσταντίνος Κ. Μητσοτάκης, Κωνσταντίνος Σημίτης και του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών και Μελετών. Ενημερώνοντας σχετικά τις διοικήσεις των ιδρυμάτων, η υπουργός τονίζει σε επιστολή της πως «σήμερα, ο ελληνικός λαός υποβάλλεται σε σκληρές οικονομικές θυσίες» και η απόφαση αυτή πρέπει να γίνει αποδεκτή «όχι μόνον ως αναγκαία, αλλά και ως συμβατή προς τους σκοπούς των Ιδρυμάτων σας, ενέργεια». Έχει τον τρόπο της η κ. Διαμαντοπούλου. | Δ. Ρ.
όλοι αυτοί οι χώροι θα λειτουργούν και πέρα από το ωράριο του μουσείου. Και τα καλά νέα δεν σταματάνε εδώ. Ακριβώς δίπλα το Άλσος Ριζάρη είναι κυριολεκτικά αγνώριστο, και στην άλλη άκρη αυτού του καταπράσινου πόλου της Αθήνας αναμένουμε τη διαμόρφωση του αρχαιολογικού χώρου του Λυκείου του Αριστοτέλη. Για να μη λέμε ότι θα κληροδοτήσουμε στις επόμενες γενιές μόνο συντρίμμια. | Δημήτρης Ρηγόπουλος
τηλεόραση, τίγκα στις στεγνές επαναλήψεις και τα μεσημβρινά βαυκαλιζόμενα σπέκουλα περί της καλλιτεχνικής επανασύνδεσης Καρβέλα-Βίσση – κι άλλων τέτοιων κοσμογονικών... Α, και μια και είμαστε στην μικρή περιοχή των νυχτοαοιδών, τι ήταν, πάλι, κι αυτή η αφίσα της Δέσποινας Βανδή που έχει ντύσει τις κολώνες της πόλης προαναγγέλλοντας τις ανοιξιάτικες εμφανίσεις της σοουγούμαν στην πρωτεύουσα; Ξάπλα, προφίλ και ημίγυμνη, σαν κάτι από παρωχημένο ρεπορτάζ μόδας, με ολίγον από δωρεάν μπανιστήρι στο σιαγμένο στήθος της καλλιτέχνιδος. Άκρως τραγουδιστικά όλα αυτά, δε λέω... Εξάλλου, ως γνωστόν, η κρίση δεν διαμορφώνει χαρακτήρες: απλά τους εκθέτει... Έφυγε στα 57 του μόλις, αλλά πλήρης μουσικής και δημιουργικής ουσίας... Ο Μάνος Ξυδούς δεν είναι πια εδώ. Τα τραγούδια, όμως, είναι.
φεύγουν
Υπάρχει, μου φαίνεται, ένα πρόβλημα με τις αφίξεις και τις αναχωρήσεις εν γένει. Μια δυσαρμονία, θα την έλεγες. Φεύγουν, ας πούμε, κάτι άνθρωποι σαν τον Μάλκολμ Μακλάρεν, που στα 64 του είχε προδήλως μπόλικα ακόμη να δώσει στη βρετανική, και όχι μόνο, δημιουργία και πρωτοπορία. Farewell to thee, θεωρητικέ του πανκ. Κι έρχονται, απ’ την άλλη, κάτι People, ιλουστρασιόν και μυριολιβανισμένοι, να προσθέσουν τι, άραγε, στην ημεδαπή περιοδικοχώρα; Το νέο περιοδικό του Κωστόπουλου –που αισίως εκδίδει, πλέον, τρία κουτσομπολοέντυπα διαφόρων αποκλίσεων– είναι, πάντως, πιο νηφάλιο και συμμαζεμένο από άλλα συναφή, κι έχει μέσα και κάτι πιασάρικες ιστορίες «επιτυχίας» κάποιων ανώνυμων people που, όσο και να πεις, του δίνουν ένα έρμα παραπάνω. Εντελώς ανερμάτιστη, από την άλλη, προελαύνει η ανοιξιάτικη
Ό,τι δόθηκε, δόθηκε
Τώρα που άνοιξαν οι ασκοί του Αιόλου ή καλύτερα, των spreads, βγαίνουν στην επιφάνεια ωραίες ιστορίες που μας δίνουν το μέτρο της κρατικής σπατάλης. Μαθαίνουμε λοιπόν ότι τα ιδρύματα των πρώην πρωθυπουργών λάμβαναν κανονικότατα όλα τα τελευταία χρόνια κρατικές επιχορηγήσεις. Απλά αναρωτιόμαστε οι αφελείς: χρήσιμα τα ιδρύματα και η παρουσία τους στον δημόσιο βίο, αλλά γιατί να ιδρύονται από τη στιγμή που δεν έχουν εξασφαλίσει την οικονομική τους βιωσιμότητα; Συγχαρητήρια λοιπόν στην υπουργό Παιδείας, Διά Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων Άννα Διαμαντοπούλου η οποία έπραξε το αυτονόητο, απο-
κτησε Ακαδημία Κινηματογράφου. Η πρόσφατη ίδρυσή της από τους ορεξάτους και υγιώς τσατισμένους Κινηματογραφιστές στην Ομίχλη μόνο καλά προοιωνίζεται για το ντόπιο σελιλόιντ. Και επί της ουσίας, όχι φούμαρα και οφίκια του κώλου. Παρεμπιπτόντως, γιατί θα αργήσουμε τόσο –30 Σεπτεμβρίου, διαδικτυοδιαβάζω– να δούμε κι εμείς επιτέλους το hand-made λυρικοβίαιο διαμαντάκι του Άγγελου Φραντζή «Μέσα στο δάσος»; Από την άλλη, αν όλα πάνε κατ’ ευχήν και παταχθεί κι ο περονόσπορος των ματαιώσεων, έχουμε πολλά να δούμε στα μέρη μας. Πρώτους και καλύτερους τους Aerosmith, τέλη Ιούνη στο Καραϊσκάκη. Γερόμαγκες, ψημένοι και Μουσικοί. I don’t wanna miss a thing…
θα έχουμε εκεί μια από τις πολυαναμενόμενες συναυλίες αυτού του καλοκαιριού, του Ρούφους Γουέινραϊτ. Φεστιβάλ Αθηνών δεν θα έχει φέτος• ο Γιώργος Λούκος όταν ρωτήθηκε τον Μάρτιο δήλωσε ότι «δεν ξέρει τίποτα». Το μεγάλο πρόβλημα του θεάτρου είναι η στατικότητα – κυρίως υπήρχε ζήτημα με το άνω διάζωμα των κερκίδων. Η σχετική μελέτη εγκρίθηκε ομοφώνως από το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων μέσα στο 2009, προκειμένου να παραδοθεί στο κοινό εναρμονισμένο με τους νέους κανόνες στατικότητας. Με την έγκριση της μελέτης άνοιξε ο δρόμος για να εκδώσει ο Δήμος Αθηναίων οικοδομική άδεια και στη συνέχεια να προκηρυχθεί ο διαγωνισμός για την υλοποίηση του έργου. Αλλά μείναμε εκεί. Στο πλαίσιο των εργασιών προβλεπόταν η αντικατάσταση και η συντήρηση των φθαρμένων και των καταπονημένων τμημάτων του φορέα των κερκίδων. Το ερώτημα παραμένει: πρέπει να μπει το καλοκαίρι για να ασχοληθούμε με τον Λυκαβηττό; | Δημήτρης Ρηγόπουλος
Αν εννόησα καλώς, ακόμη δεν έχει πολυγίνει σαφές τι έχουμε λαμβάνειν, πότε και από ποιον ως ξεσπρεντιασμένο έθνος που αναζητά επειγόντως ρευστό... Από Ευρωπαϊκή Ένωση μεριά, πάντως, εκείνο που σίγουρα παραλαμβάνουμε σήμερα, εμείς αλλά και όλοι οι υπόλοιποι, εταίροι και μη, είναι η παρθενική ποιητική συλλογή του Βέλγου προέδρου της ΕΕ Χέρμαν βαν Ρομπάι: λακωνικά και αμφίσημα χαϊκού που κυκλοφορούν, μάλιστα, στην αγγλικήν, γαλλικήν, ολλανδικήν και... λατινικήν. Αμ, έτσι είναι! Σε καιρούς χαλεπούς, τα πολλά λόγια είναι πασιφανώς φτώχεια. Η δε φτώχεια, εκτός από καλοπέραση, θέλει και το χαϊκού της, ως φαίνεται. Επιτέλους κι άμποτε! Το κούτσαυλο και ψιλοαυτιστικό ελληνικό σινεμά –ως προς το επίσημο και οργανωμένο προφίλ του, τουλάχιστον, γιατί λαμπρές εξαιρέσεις πάντα υπήρξαν– απέ-
Της Τατιάνας Καποδίστρια
το «Livin' La Vida Loca» του τελείωσε και όταν τον ξέχασαν τα τσαρτς, είπε να κάνει την κίνηση ματ. Και εν μέρει τα κατάφερε. Όλα τα Μέσα ασχολήθηκαν μαζί του και παρεμπιπτόντως ανέφεραν ότι γράφει την αυτοβιογραφία του, η οποία, παρεμπιπτόντως κι αυτή, θα κυκλοφορήσει οσονούπω με εκτενείς ομολογίες για την προσωπική του ζωή. Ποιος ενδιαφέρεται πια για το αν κάποιος είναι γκέι; Μάλλον κανείς, πόσο μάλλον για τον Ρίκι Μάρτιν. Ο οποίος τελικά μάλλον δεν είναι γκέι. Αδελφή του ελέους είναι και ζητά για μια ακόμα φορά τον οβολό μας. | Ελίνα Μπέη
10/34
Επι λογές
Επιμέλεια: Αγγελική Μπιλλίνη
ΦΕΣΤΙΒΑΛ
Τζούντι Γκάρλαντ
>> Ξεκινά με τη βιογραφία του Σερζ Γκενσμπούρ και επιφυλάσσει στους σινεφίλ δέκα μέρες γεμάτες με ταινίες του παλιού αλλά και σύγχρονου γαλλικού κινηματογράφου. Η αυλαία για το 11ο Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου ανοίγει με την ταινία «Γκενσμπούρ - Ηρωική ζωή» του Ζοάν Σφαρ, ενώ ακολουθεί ένα αφιέρωμα στον Ερίκ Ρομέρ, αλλά και φιλμ της πρόσφατης γαλλικής παραγωγής σε αβάν-πρεμιέρ. Στους σελέμπριτις της πρεμιέρας του φεστιβάλ σημειώστε από τώρα τη Νάνα Μούσχουρη και τον σχεδιαστή μόδας Ζαν-Πολ Γκοτιέ, «ανάδοχο» της φετινής διοργάνωσης, στο πλαίσιο της οποίας θα παρουσιάσει τις αγαπημένες του ταινίες. Αθήνα, 15-25/4 και Θεσσαλονίκη, 22-28/4
γές και άριες από όπερες των: Μότσαρτ, Βέρντι, Μπιζέ, Πουτσίνι, Λεονκαβάλο, Μαντσανέρο. Στη συναυλία, που θα δοθεί για τους σκοπούς του Ιδρύματος Θώραξ, συμπράττει η Εθνική Συμφωνική Ορχήστρα της ΕΡΤ, υπό τον Γ. Πουσπουρίκα και συμμετέχει η μεσόφωνος Κατερίνα Ρούσσου. Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, 17/4
ΜΙΟΥΖΙΚΑΛ
A >> Στο Chainfree Film Festival, που διοργανώνεται φέτος για πρώτη φορά, δεν υπάρχει διαδικασία έγκρισης των ταινιών, ψηφοφορίας και απονομής βραβείων. Εδώ τα πράγματα είναι πολύ απλά, αφού νέοι σκηνοθέτες, φοιτητές κινηματογραφικών σχολών αλλά και επαγγελματίες προβάλλουν τις συνολικά 19 μικρού και 2 μεγάλου μήκους ταινίες τους και είναι ανοιχτοί στην κριτική του φιλότεχνου κοινού, ειδικών και μη. Περισσότερες πληροφορίες: www.mcf.gr Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, 16-18/4
ΝΤΟΚΙΜΑΝΤΕΡ
Κόσμος ΛΟΣ ΑΝΤΖΕΛΕΣ
Χόλιγουντ το στρώνουν για να υποδεχθούν την… τρέχουσα αφρόκρεμα. Αυτή τη φορά όμως θα γίνει μια εξαίρεση. Το πρώτο Φεστιβάλ Κλασικών Ταινιών του καναλιού Turner Classic Movies είναι γεγονός. Από 22 έως 25 Απριλίου η καρδιά του Λος Άντζελες θα φιλοξενήσει περί τις 50 ταινίες κλασικού κινηματογράφου. Πολλοί από τους πρωταγωνιστές που είναι εν ζωή θα είναι παρόντες, θυμίζοντας λίγη από την αίγλη του παρελθόντος. Η αυλαία θα ανοίξει με το «Ένα αστέρι γεννιέται» του Τ. Κιούκορ, με την Τζούντι Γκάρλαντ στο απόγειο της καριέρας της. Η μεγάλη οθόνη θα γεμίσει με ταινίες από τη δεκαετία του ’30 ως τη δεκαετία του ’70. Το ειδύλλιο Μπόγκαρτ - Μπακόλ στην «Καζαμπλάνκα», το αχτύπητο χορευτικό δίδυμο Φρεντ Αστέρ - Τζίντζερ Ρότζερς στο «Top Hat», η «Οδύσσεια του Διαστήματος» του Κιούμπρικ και δεκάδες άλλα αριστουργήματα θα προβληθούν στη Λεωφόρο του Χόλιγουντ, στις αίθουσες Egyptian Theater και Grauman's Chinese Theater. Λίγο τσουχτερό το εισιτήριο (500-600 δολάρια για τετραήμερο πάσο), αλλά αξίζει τον κόπο. Γιατί πολύ πριν τον Μπραντ Πιτ και την Ατζελίνα Τζολί υπήρχε μια πραγματικά Χρυσή Εποχή. Πληροφορίες: www.tcm.com/festival/#/home/index
ΧΟΡΟΣ >> Κι αν ο Ρομέο Καστελούτσι επέλεξε για το «Καθαρτήριό» του, που είδαμε στο πλαίσιο του περσινού Φεστιβάλ Αθηνών, την πιο σκληρή εκδοχή, τον βιασμό ενός μικρού αγοριού από τον ίδιο τον γεννήτορά του, η ομάδα Κι Όμως Κινείται επιλέγει μια πιο light βερσιόν του δεύτερου μέρους της «Θείας Κωμωδίας» του Δάντη. Η παράσταση των Χριστίνα Σουγιουλτζή, Ερμή Μαλκότση και Camilo Betancor με τίτλο «Purgatorio» ερμηνεύεται από 5 χορευτές, συνοδεύεται από ζωντανή μουσική και διαχειρίζεται το σύμβολο του δικαίου. Ίδρυμα Μιχάλης Κακογιάννης, 16-20/4
ΟΠΕΡΑ
>> Το όνομά της είναι Fog Doc και ξεκινά σήμερα. Ο λόγος για την εβδομάδα των σκηνοθετών που απείχαν από το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης του 2010, στη διάρκεια της οποίας θα προβληθούν 16 ντοκιμαντέρ, μικρού και μεγάλου μήκους: «Νικαριά μου», «Συναντήσεις με την Κική Δημουλά», «Οργισμένος Δεκέμβρης» κ.ά. Περισσότερες πληροφορίες: www.tainiothiki.gr Ταινιοθήκη της Ελλάδας, 15-21/4
ΠΕΡΦΟΡΜΑΝΣ >> Γιώργος Βέλτσος, Πέρσα Σταματοπούλου και Θέμις Μπαζάκα δίνουν για δύο μέρες ραντεβού στην αναδρομική έκθεση του Χρόνη Μπότσογλου, η οποία πήρε παράταση έως τις 25/4. Εκεί το καινούργιο ποιητικό έργο του Βέλτσου με τίτλο «Σχέδιο για Ηλέκτρα» χορογραφείται από τη Σταματοπούλου, ενώ η Μπαζάκα συμμετέχει διαβάζοντας βιντεοσκοπημένα αποσπάσματά του. Εθνικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης, 16-17/4
ΘΕΑΤΡΟ >> Χωρίς ούτε μία λέξη, το «Wunschkonzert» του Φραντς Ξαβιέρ Κρετζ μιλά για τις απραγματοποίητες προσδοκίες των ανθρώπων και τις ανέλπιδες προοπτικές της ζωής. Ο βουβός, «κινησιολογικός» μονόλογος του γερμανού συγγραφέα ανεβαίνει σε σκηνοθεσία Ζωής Χατζηαντωνίου, με τη Δέσποινα Κούρτη στον ρόλο της Φροϊλάιν Ρας. Παρακολουθήστε σε real time μία ώρα από τη ζωή της ηρωίδας που επιστρέφει στο σπίτι από τη δουλειά της και προετοιμάζει τη ρουτίνα της επόμενης μέρας. Από Μηχανής Θέατρο
>> Συνήθως, το κόκκινο χαλί στο
>> Βασίζεται στη ζωή της Μαρινέλλας, αλλά δεν είναι αμιγώς αυτοβιογραφική. Η παράσταση «Μαρινέλλα - Το Μιούζικαλ» ανεβαίνει από σήμερα σε κείμενα Μιχάλη Ρέππα - Θανάση Παπαθανασίου, σκηνοθεσία Σταμάτη Φασουλή και με την ίδια τη Μαρινέλλα πάνω στη σκηνή. Σε διάρκεια δυόμισι ωρών η προσωπογραφία της λειτουργεί ως σημείο αναφοράς για τις γενιές που μεγάλωσαν από το ’60 και μετά, ενώ παράλληλα παρακολουθούμε τη διαδρομή προς τη χειραφέτηση της Ελληνίδας. Συμμετέχουν: Α. Λουδάρος, Ευαγγελία Μουμούρη, Μ. Μπεγνής, Τζένη Μπότση κ.ά. Παλλάς, από 5/4 και για 20 παραστάσεις
>> Τους ενώνει η αγάπη τους για τη Μαρία Κάλλας και η Νέα Υόρκη των 80s. Στο «The Lisbon Traviata», το έργο του Terrence Mc Nally, που ανεβαίνει για πρώτη φορά στην Ελλάδα, σε σκηνοθεσία Λάζαρου Γεωργακόπουλου, τέσσερις άντρες διαγράφουν παράλληλες πορείες με «καύσιμα» τον έρωτα, τη φιλία, τη μοναξιά, την απόρριψη, την τρυφερότητα και το πάθος. Πρωταγωνιστούν: Λ. Γεωργακόπουλος, Φ. Καστρής, Β. Μπισμπίκης, Λ. Βασιλάκης. Θέατρο Αλκμήνη - Άκης Δαβής
ΣΥΝΑΥΛΙΑ >> Ο Αργεντινός Χοσέ Κούρα έχει τον τρόπο του να μετατρέπει μια «κλασική» συναυλία σε σόου, συνδυάζοντας τις ιδιότητές του, τενόρος, μαέστρος, σκηνοθέτης, σκηνογράφος. Στην επικείμενη αθηναϊκή του εμφάνιση θα μας αποκαλύψει το ταλέντο του ερμηνευτή, παρουσιάζοντας εισαγω-
>> Έπειτα από τόσες ακυρώσεις προγραμματισμένων παραστάσεων, η Εθνική Λυρική Σκηνή προσπαθεί να σώσει τις εντυπώσεις με την επανάληψη της όπερας του Πουτσίνι «Μποέμ», που σκηνοθέτησε ο Γκράχαμ Βικ το 2007, παρουσιάζοντάς την ξανά για επτά βραδιές. Θέατρο Ολύμπια, 17, 18, 23, 24, 25, 27, 29/4
ΔΙΑΛΕΞΗ >> Δεν έχει εκφωνήσει ακόμα λόγο στη Σουηδική Ακαδημία Γραμμάτων και Τεχνών, παρ’ όλο που τα τελευταία χρόνια είναι συχνά υποψήφιος για το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Ο λόγος για τον Ισμαήλ Κανταρέ, τον διάσημο 74χρονο αλβανό συγγραφέα, που την επόμενη Δευτέρα θα μιλήσει στην Αθήνα για τη συγγραφική του πορεία, η οποία στην Ελλάδα έχει σταματήσει στο προτελευταίο του βιβλίο «Το ατύχημα» (2008), το οποίο κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα. Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, 19/4
ΠΟΝΤΙΚΙart 15-21.4.10
ΤΡΑΓΟΥΔΙ >> Η Νατάσσα Μποφίλου, το κορίτσι που ξεχώρισε αμέσως για το ταλέντο του, έχει καινούργια τραγούδια στην αγορά και καινούργιες εμφανίσεις στο Μετρό. Εκεί, το νεανικό κοινό που την ακολουθεί, θα παρακολουθήσει το πρόγραμμα «Εισιτήρια διπλά». Μετρό, κάθε Παρασκευή και Σάββατο από 16/4
στο οποίο υιοθετούν κοινωνικό στίχο και σκληρές μελωδίες. Gagarin 205, 17/4 >> Μετά τις εμφανίσεις του στο Κύτταρο ο Μανώλης Λιδάκης κατεβαίνει στην Πλάκα και μαζί με οκτώ μουσικούς, με προεξέχοντα τον Γιάννη Σπάθα, αλλά και με τη Νάντια Μπουλέ (!) παρουσιάζει τα τραγούδια του τελευταίου του δίσκου «Όλα δικά μας και όλα ξένα», καθώς και κομμάτια από την εικοσάχρονη καριέρα του. Ζυγός, κάθε Παρασκευή και Σάββατο από 16/4
ΕΚΘΕΣΗ
>> Παρ’ όλο που εδώ και 30 χρόνια κατεβαίνουν συχνά από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα για συναυλίες, είναι η πρώτη φορά που ο Αργύρης Μπακιρτζής και οι υπόλοιποι Χειμερινοί Κολυμβητές εμφανίζονται στον Σταυρό του Νότου. Εκεί λοιπόν από αύριο και για δύο Παρασκευοσάββατα θα παρουσιάσουν ένα πρόγραμμα εφ’ όλης της ύλης. Σταυρός του Νότου, κάθε Παρασκευή και Σάββατο από 16/4 >> Τραγούδια από την παλιότερη δισκογραφία τους «Μέσα στη βουή του δρόμου», «Λίγη ζωή ακόμη», «Τιποτ’ άλλο» παρουσιάζουν αυτό το Σάββατο οι Domenica, στον συναυλιακό χώρο της οδού Λιοσίων. Την ίδια βραδιά θα τραγουδήσουν και κομμάτια από το τελευταίο τους άλμπουμ «Λήθη»,
A
>> Την περίοδο της πρώιμης μεταπολίτευσης οι πληροφορίες ήθελαν την εικαστικό Άσπα Στασινόπουλου να είναι μια γυναίκα που εύκολα πετούσε χρώμα και αβγά στα επίσημα κτίρια και που δεν καταδεχόταν να εμπλακεί στο σύστημα των γκαλερί. Σήμερα πάντως η καλλιτέχνις δεν κρατά την ίδια αρνητική στάση απέναντι στους εκθεσιακούς χώρους, παρουσιάζοντας στο Μουσείο Μπενάκη την έκθεση «Night and Day», η οποία επικεντρώνεται στη δουλειά της τη δεκαετία του ’70. Μουσείο Μπενάκη, Κτίριο οδού Πειραιώς, 15/4-16/5
ΚΟΜΙΚΣ >> Συνήθως διαρκούσε δύο μέρες. Φέτος όμως το Comicdom Con Athens 2010 συμπληρώνει πέντε χρόνια ύπαρξης και προσθέτει μία επιπλέον μέρα στο πρόγραμμά του, περιλαμβάνοντας την έκθεση «Από το Yellow Kid στον Conan», καθώς και αφίξεις διάσημων καλλιτεχνών, των: John Romita Jr., Mike Carey, D’Israeli και Kyle Hotz. Ο Mickey Mouse, ο Dick Tracy, ο Prince Valiant, ο Conan, ο Spider-Man, ο Swamp Thing και άλλοι χάρτινοι ήρωες θα είναι εκεί για να γιορτάσουν την 9η τέχνη. Εσείς; Ελληνοαμερικανική Ένωση, 16-18/4
Πρόσωπο
Η μεγάλη ξαδέρφη του Λου Ριντ
>> Τη θέση πίσω από την κάμερα ο Λου Ριντ
τη γνωρίζει καλά. Για την ακρίβεια, ξέρει να εστιάζει καλά όταν βρίσκεται πίσω από τον φωτογραφικό φακό. Αυτή τη φορά θα δοκιμάσει τις δυνατότητές του και στην κινηματογραφική κάμερα. Το σκηνοθετικό του ντεμπούτο θα το παρουσιάσει στο κινηματογραφικό Φεστιβάλ Vision du Reel της Νιόν, στις 20 Μαΐου. Και μην πάει ο νους σας σε γουορχολικές καταστάσεις και ξέφρενα ροκ γλέντια. Η ταινία μικρού μήκους είναι ένα ντοκιμαντέρ για την 99χρονη ξαδέρφη του Σίρλεϊ Νόβικ. Ο Ριντ την παρακολουθεί λίγο πριν τα 100ά γενέθλιά της να αφηγείται ιστορίες από τη ζωή της: πως έφυγε από την Πολωνία σε ηλικία 19 ετών, πως πήγε στο Μόντρεαλ και πως κατέληξε στη Νέα Υόρκη όπου της έδωσαν το παρατσούκλι «Ρεντ Σίρλεϊ», όπως είναι και ο τίτλος της ταινίας. Η ταινία έγινε σε συνεργασία με τον
φωτογράφο Ραλφ Γκίμπσον και η μουσική είναι του Λου Ριντ. Αναμένουμε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
35/11
Γύρω γύρω πόλη... Της Άννας Βλαβιανού
15 Απριλίου. Αν κάθε πόλη έχει το μήνα της, όπως και κάθε άνθρωπος το βάσανό του, τότε η Αθήνα έχει τον Απρίλιο. Νιώθεις, ακόμα κι εδώ, την άνοιξη. Όπως περπατάς τα βράδια στις γειτονιές και μυρίζουν τα λουλούδια. Αν είσαι τυχερός μυρίζεις και λεμονιές. Εντάξει, τρελή χαρά δεν υπάρχει, γιατί υπάρχει τρελό χρέος… Εν τούτοις ο Έλληνας θα το πιει το καφεδάκι του στη λιακάδα, ό,τι και να γίνει. Φραπέ, παρακαλώ. Θα καπνίσει το τσιγάρο του, νομίμως, στον ανοιχτό χώρο, και θα διαλέξει τα πειρατικά dvd που τον ακολουθούν κατά πόδας. Απρίλης στη πόλη. Τα floral ρούχα σε… απειλούν από παντού, τα παγωτά σε φλερτάρουν απ’ τις βιτρίνες των ζαχαροπλαστείων, τα γυμναστήρια σου τάζουν θαύματα, ο θόρυβος μεγαλώνει, οι περιπλοκές του νου είναι τώρα πιο γοητευτικές, και οι πρεμιέρες, ακόμα, συνεχίζονται. Πήγα σε μία τις προάλλες. Έργο αργό και κακοπαιγμένο. Κοιτάω δίπλα μου, όλοι κοιμούνται! «Ξύπνα με στο διάλειμμα», αλλά διάλειμμα δεν υπήρχε. Στο φινάλε, ξύπνιοι όλοι και… ξεκούραστοι χειροκροτούν με θέρμη τον κόπο του καλλιτέχνη. Προτέρημα του θεάτρου: σ’ αρέσει, παρακολουθείς. Δεν σ’ αρέσει; Κοιμάσαι. Τώρα θα μου πεις, άμα είσαι κουρασμένος γιατί να πας; Μα δεν είσαι κουρασμένος, βαριέσαι απλώς. Δεν υπάρχει το δίκιο του ενός, πάντως. Εδώ ο πελάτης (θεατής) δεν έχει πάντα δίκιο. Μπορεί και να έχει, αν η παράσταση τραβάει χωρίς λόγο ή αν οι ερμηνείες δεν «τραβάνε» με τίποτα… Συχνά, όμως, ο πελάτης (θεατής) δεν είναι αθώος. Γιατί; 1ο) δεν προσηλώνεται. 2ο) Είναι δέσμιος του κινητού του. 3ο) Των τρέντι παραστάσεων. 4ο) Της δήθεν κουλτούρας. 5ο) Της τηλεοπτικής λο-
γικής. 6ο) Της συνωμοσίας των μίντια. 7ο) Του εναγκαλισμού του με την αισθητική της λαϊκοπόπ κουλτούρας. 8ο) Του ασφυκτικού εναγκαλισμού με τη δυναστεία του τίποτα. Θέλετε κι άλλα; Σήμερα ο θεατής μπορεί και να μην ξέρει γιατί βρίσκεται στο συγκεκριμένο θέατρο. Σε παράσταση της Άννας Κοκκίνου, έσκυψε η διπλανή μου και με ρώτησε: «Ποια είναι η Κοκκίνου;». Γιατί ήταν, λοιπόν, εκεί; Σε ένα θέατρο τόσο συγκεκριμένης ταυτότητας. Πάντως, όχι γιατί την έμαθε απ’ την τηλεόραση. Άτιμο πράγμα ο άνεμος. Δεν ξέρεις πού μπορεί να σε βγάλει… Άρχισαν οι προπωλήσεις για τις καλοκαιρινές συναυλίες. Όποιος προλάβει να πουλήσει πρώτος! Έχω την υποψία, απ’ όσα μαθαίνω για τις επερχόμενες συναυλίες, πως και εφέτος θα μας διεκδικήσουν ουκ ολίγοι. Πού πάτε, καλέ, με αυτή την οικονομική τρομοκρατία που ζούμε; Πώς θα σας πληρώσουμε; Αφού, ως γνωστόν, εδώ στο Ελλάντα δεν πέφτουν οι τιμές, πέφτει μόνο η χώρα… ολόκληρη! Στις 19 Απριλίου, ξεκινάει και η προπώληση των εισιτηρίων για τις παραγωγές του Θεάτρου Πέρα από τα Όρια, που για φέτος φέρνουν: τον Ρόμπερτ Γουίλσον, επί σκηνής, στο ειρωνικό, πονηρό, κωμικό και δραματικό έργο του Σάμιουελ Μπέκετ «Η τελευταία μαγνητοταινία του Κραπ» (8, 9/5), τον Τζον Μάλκοβιτς στις «Εξομολογήσεις ενός κατά συρροήν δολοφόνου» (25, 26/5) και τον Στίβεν Μπέρκοφ, που ζωντανεύει τους μοχθηρούς χαρακτήρες του Σαίξπηρ μέσα από τα πρωτότυπα κείμενα του συγγραφέα σχολιασμένα (18, 19, 20/5). Κι ακόμα δεν άνοιξαν τα καλοκαιρινά μας «κεντράκια» (Νταμάρια, Βράχοι, Γήπεδα και τα συναφή). Φυλάξτε κανένα ευρώ…
12/36
θ έατρο
Της Χαράς Αργυρίου
Έργα για δυνατούς λύτες
Υ
πάρχει θεατρόφιλος που να μην έχει παρακολουθήσει έστω τα πράγματα από την εποχή που το κοινό του Σαίξπηρ απολάμβανε ένα έργο του Ουίλιαμ Σαίξπηρ; Τον σύγχρονό του Τόμας Κιντ, άπληστα όλη αυτή την ωμή βία», προσθέτει η ίδια. Σύμφωνα με την άραγε, πόσοι εκτός από τους ειδικούς τον γνωρίζουν; Κι όμως, υπόθεση, ο ρωμαίος στρατηγός Τίτος Ανδρόνικος επιστρέφει θριαμτο έργο του τελευταίου «Εκδίκηση» –πρωτότυπος τίτλος «Ισπανική βευτικά στη Ρώμη μετά την εκστρατεία του ενάντια στους Γότθους, με Τραγωδία» (The Spanish Tragedy), του 1587 περίπου– αποτέλεσε τομή ένα επικίνδυνο λάφυρο, τη βασίλισσα των ηττημένων Ταμόρα. Όταν στη δραματουργία της εποχής, δημιουργώντας ένα νέο είδος, την αποφασίζει να θυσιάσει τον γιο της στους θεούς, ένας επικίνδυνος «τραγωδία εκδίκησης», είδος που αγαπήθηκε πολύ και ενέπνευσε κύκλος εκδίκησης και αίματος ανοίγει και παγιδεύει τους ήρωες. Η σημαντικούς συγγραδίψα για δύναμη και φείς. Ανάμεσά τους και εκδίκηση και η διαΔυο γυναίκες σκηνοθετούν τη βία κι ένας ο Σαίξπηρ, ο οποίος στροφή της εξουσίας έγραψε εξ αυτού τον ενεργοποιούν τα πιο άνδρας τον έρωτα στις τρεις ενδιαφέρουσες πρεμιέ«Τίτο Ανδρόνικο» (1593ακραία ένστικτα, σε ρες αυτής της εβδομάδας, στη μεταπασχαλινή 1594). Και τα δύο έργα ένα έργο που η ανκάνουν πρεμιέρα στις θρώπινη σκληρότητα σεζόν που ήδη άρχισε αθηναϊκές σκηνές τις δεν γνωρίζει όρια. επόμενες ημέρες, δίνοντάς μας την ευκαιρία «Εκδίκηση» να κάνουμε μια αντιδιαστολή: πράξεις βίας και εγκλήματα αποτρόπαια και ειδεχθή, που προς το τέλος κορυφώνονται με θυέστεια δείπνα και θάψιμο ζωντανών κυριαρχούν στο σαιξπηρικό έργο, ενώ σε αυτό του Κιντ δολοφονίες, απαγχονισμοί κι ερωτικά τρίγωνα περιπλέκουν την κατάσταση. Ως αντιδιαστολή στην ελισαβετιανή βία έρχεται το «Λεόντιος και Λένα» του Γκέοργκ Μπίχνερ, με πρωταγωνιστές δύο νέους που προσπαθούν να ξεφύγουν από τη μοίρα τους, αλλά τελικά υποκύπτουν σε αυτήν αφού τους ενώνει ο έρωτας.
* Ο «Τίτος Ανδρόνικος», έργο σκοτεινό και βίαιο αλλά ταυτόχρονα καθηλωτικό με φόντο την πολιτική και την εξουσία, της νεανικής περιόδου του Σαίξπηρ, «η τραγωδία της εκδίκησης» όπως συχνά χαρακτηρίζεται, παρουσιάζεται μέσα από τη σύγχρονη και αντισυμβατική σκηνοθετική ματιά της Άντζελας Μπρούσκου, για πρώτη φορά στο Εθνικό (Σκηνή Κοτοπούλη). «Αν μας αφορά σήμερα ο “Τίτος Ανδρόνικος”, είναι γιατί η εμπορευματοποίηση της φρίκης έχει γίνει μέρος της καθημερινότητας μέσα από την τηλεόραση, τον κινηματογράφο και την εύκολη πρόσβαση στο Ίντερνετ», σημειώνει η σκηνοθέτις. «Οι εικόνες του ανθρώπινου πόνου, τα βασανιστήρια και ο εξευτελισμός του ανθρώπινου σώματος δυστυχώς δεν είναι προνόμιο μόνο της ελισαβετιανής εποχής. Η αναπαράσταση της βίας σήμερα πάνω στη σκηνή έρχεται να θέσει το θέμα της βίας ως διασκέδαση και αισθητικό γεγονός. Η δικαιοσύνη είναι απούσα, ο φόνος μια εύκολη υπόθεση. Η διαφθορά και το πολιτικό αδιέξοδο συνθέτουν το τοπίο του έργου». Η τραγωδία περιλαμβάνει έναν κατάλογο από αποτρόπαια εγκλήματα, όπως φόνους, βιασμό, διαμελισμό και κανιβαλισμό. «Η χρήση της βίας πάνω στη σκηνή αγγίζει τα όρια του γελοίου. Η έντονη σεξουαλικότητα και τα ερωτικά υπονοούμενα της γλώσσας είναι κοντά στη σημερινή πορνογραφία. Ίσως να μην έχουν αλλάξει και πολύ
i
«Τίτος Ανδρόνικος» του Σαίξπηρ. Σκηνοθεσία: Άντζελα Μπρούσκου. Παίζουν: Μ. Χατζησάββας, Θ. Πάνου, Κ. Φαλελάκης, Μαρία Κεχαγιόγλου κ.ά. Εθνικό Θέατρο (Σκηνή Κοτοπούλη), προγραμματισμένη πρεμιέρα 16 Απριλίου.
δικαιοσύνη για τον φόνο του γιου του. Όταν συνειδητοποιήσει ότι δεν θα τη βρει ούτε από τους ανθρώπους ούτε από τους θεούς, αποφασίζει να εκδικηθεί ο ίδιος. Η «Εκδίκηση» του Κιντ ανέβηκε ελάχιστες φορές τον 20ό αιώνα και παραμένει άγνωστη στο ευρύ κοινό. Τη βλέπουμε σε πανελλήνια πρεμιέρα, σε σκηνοθεσία Κατερίνας Ευαγγελάτου, στο Αμφι-Θέατρο. Διαθέτει συναρπαστική πλοκή και ένα πρωτοποριακό για την εποχή πάντρεμα του κωμικού με το δραματικό στοιχείο. Πέντε δολοφονίες, δυο αυτοκτονίες, ένας απαγχονισμός, ένα ερωτικό τρίγωνο είναι μερικά μόνο από τα στοιχεία που αφήνουν τον θεατή με κομμένη την ανάσα. Το έργο ερευνά τα όρια ανάμεσα στη δικαιοσύνη (ανθρώπινη ή θεία) και την εκδίκηση, ανάμεσα στην ελεύθερη βούληση του ανθρώπου και την προκαθορισμένη από τους θεούς μοίρα, θίγοντας παράλληλα και άλλα διαχρονικά ζητήματα, όπως την εξουσία, τη διαφθορά, τον έρωτα. Στην παράσταση επτά ηθοποιοί ερμηνεύουν τριάντα ρόλους, περνώντας από το φως στη σκιά, από τη ζωή στο θάνατο και από την τραγωδία στην κωμωδία.
Με φόντο την πολεμική σύγκρουση ανάμεσα στην Ισπανία και την Πορτογαλία εκτυλίσσεται η ιστορία της «Εκδίκησης» του Κιντ, όχι μόνο μπροστά στα μάτια των θεατών, αλλά και μπροστά στο Φάντασμα του ισπανού πολεμιστή Ντον Αντρέα, που μαζί με την προσωποποιημένη Εκδίκηση παρακολουθούν όλη τη δράση και σχολιάζουν. Είναι το πρώτο έργο που χρησιμοποιεί το τέχνασμα του «θεάτρου εν θεάτρω» και μάλιστα πολλαπλώς: Το κοινό βλέπει το Φάντασμα και την Εκδίκηση που παρακολουθούν τη παράσταση, μέσα στην οποία στήνονται και δύο επιπλέον δρώμενα για τον βασιλιά της Ισπανίας. Στο κέντρο αυτής της πολυεπίπεδης σύλληψης, ο Ιερώνυμος, αξιωματούχος της ισπανικής Αυλής με δικαστικές αρμοδιότητες, αναζητά
Με πρόσχημα μια ερωτική ιστορία, με κωμικές και ανάλαφρες κάποτε πτυχές, δοσμένη με τη φόρμα του παραμυθιού, το «Λεόντιος και Λένα» του Γκέοργκ Μπίχνερ θίγει ποικίλα ζητήματα. Μέσα από το κείμενο αναδύονται θέματα όπως οι ανησυχίες και τα αδιέξοδα των νέων, η σχέση τους με τις μεγαλύτερες γενιές, ο ρόλος του νόμου και του πεπρωμένου στις επιθυμίες και η αναζήτηση της «Λεόντιος και Λένα» ευτυχίας και της ουσίας της ύπαρξης, σε ένα ιδιαίτερο και παράξενο κείμενο που παίζεται σπάνια. Ο ανερχόμενος στον ευρωπαϊκό χώρο γάλλος σκηνοθέτης Λοράν Σετουάν, έχοντας ήδη στο ενεργητικό του σκηνοθεσίες των υπόλοιπων έργων του Μπίχνερ, ολοκληρώνει τον κύκλο της έρευνάς του στα κείμενα αυτού του σπουδαίου συγγραφέα, σκηνοθετώντας το έργο για το Εθνικό Θέατρο (Νέα Σκηνή - Νίκος Κούρκουλος). Ο πρίγκιπας Λεόντιος πλήττει. «Τόσο νέος μέσα σ’ έναν τόσο γερασμένο κόσμο», ο Λεόντιος νιώθει άδειος και απογοητευμένος. Ο βασιλιάς πατέρας του επιμένει να τον παντρέψει με μια πριγκίπισσα που ο Λεόντιος δεν έχει δει ποτέ, τη Λένα. Ο πρίγκιπας εναντιώνεται στη βασιλική διαταγή και εγκαταλείπει τη χώρα του. Στην περιπλάνησή του όμως θα συναντήσει τη Λένα –η οποία έχει και αυτή εγκαταλείψει τη χώρα της για τον ίδιο λόγο– χωρίς όμως να γνωρίζει ποια είναι. «Ο Λεόντιος και η Λένα είναι και οι δύο απογοητευμένοι, είναι δύο άνθρωποι που δεν πιστεύουν κι αυτό μου αρέσει», τονίζει ο ίδιος. «Κοινό τους σημείο είναι ότι αρνούνται στην αρχή την αγάπη που τους προσφέρεται. Αφήνουν τη χώρα τους και παίρνουν το ρίσκο προκειμένου να βρουν τα “θέλω” τους. Αρνούνται την επικοινωνία. Δημιουργούν έναν άλλο τόπο. Είναι δύο ποιητές που φτιάχνουν ένα όνειρο από λέξεις».
«Εκδίκηση» του Τ. Κιντ. Σκηνοθεσία: Κατερίνα Ευαγγελάτου. Παίζουν: Κ. Γιαννακόπουλος, Σ. Γρηγοριάδου, Κ. Καλλιβρετάκης, Ν. Παπαγιάννης κ.ά. Αμφι-Θέατρο (Σκηνή Είσοδος Κινδύνου), προγραμματισμένη πρεμιέρα 15 Απριλίου.
«Λεόντιος και Λένα» του Γκ. Μπίχνερ. Σκηνοθεσία: Λοράν Σετουάν. Παίζουν: Αλ. Αϊδίνη, Κ. Καρβούνη, Μ. Παπαδημητρίου, Εύη Σαουλίδου κ.ά. Εθνικό Θέατρο (Νέα Σκηνή - Νίκος Κούρκουλος), προγραμματισμένη πρεμιέρα 17 Απριλίου.
«Τίτος Ανδρόνικος»
*
*
Μουσική
Tου Λεωνίδα Αντωνόπουλου [leonidas@world-music.gr]
ΠΟΝΤΙΚΙart 15-21.4.10
37/13
Τζαζ με αιτία
Α
ν υπάρχει μία κατηγορία ελλήνων μουσικόφιλων που έχει μάθει απ’ έξω κι ανακατωτά τον περιβόητο Νόμο του Μέρφι Για Τις Συναυλίες είναι οι οπαδοί της τζαζ: «Όσο καλύτερες οι συναυλίες τόσο πιο μικρό το μεταξύ τους χρονικό διάστημα», το πολύ σε μία εβδομάδα δηλαδή… Ε, η εν λόγω τζαζ εβδομάδα είναι αυτή εδώ! Πέντε live ικανά να διογκώσουν το έλλειμμα του οικογενειακού προϋπολογισμού, με την ασφάλεια όμως του μηχανισμού στήριξης που λέγεται «απόλαυση και ουσία». Η πλειονότητα των καλλιτεχνών είναι γνωστοί και αγαπημένοι, κάποιοι μας επισκέπτονται σπανιότερα, όπως οι πιανίστες Τσούτσο Βαλντές και Γκονζάλο Ρουμπαλκάμπα, ο τρομπετίστας Αρτούρο Σαντοβάλ ή ο ακορντεονίστας Ρίτσαρντ Γκαλιάνο, και άλλοι συχνότερα, όπως ο σαξοφωνίστας Τσίκο Φρίμαν, οι τρομπετίστες Μπόμπαν και Μάρκο Μάρκοβιτς, ακόμη και η τραγουδίστρια Ντι Ντι Μπρίτζγουοτερ, το σημαντικότερο όμως είναι ότι πρόκειται για κορυφαίους μουσικούς, ο καθένας στο είδος και το ύφος που υπηρετεί. Η εκδήλωση πάντως που ξεχωρίζει όσον αφορά την πρωτοτυπία και το μουσικό της περιεχόμενο είναι η «Νύχτα στην Αβάνα» του Μεγάρου Μουσικής, ένα αφιέρωμα στον ήχο της λάτιν τζαζ και της Κούβας με τη συμμετοχή των μεγαλύτερων ζωντανών μύθων της και με διάρκεια από το απόγευμα μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες!
«Μία Νύχτα στην Αβάνα» Μέγαρο Μουσικής ΑΘΗΝΩΝ, Σάββατο 17 Απριλίου Το έχει ξανακάνει το Μέγαρο, πέρσι, με τη «Μεγάλη Νύχτα της Τζαζ». Μία κάζουαλ, για τα δεδομένα του Μεγάρου, γιορτή, με εντυπωσιακά live, προβολές ταινιών και ντοκιμαντέρ, ατμόσφαιρα πάρτι με χορό και ορχήστρες, που μπορεί να παρακολουθήσει κανείς με ελεύθερη είσοδο – εκτός από τις συναυλίες στις αίθουσες. Η νύχτα αυτή έχει έντονους ρυθμούς και τρυφερές μελωδίες, υψηλού επιπέδου αυτοσχεδιασμούς και αυθεντικές μουσικές ιδέες που λίγοι έχουν την τύχη να συναντηθούν μαζί τους μέσα σε μερικές μονάχα ώρες. Είναι, στ’ αλήθεια, σπάνια εμπειρία να έχει κανείς τη δυνατότητα να μεταβεί από τη συνάντηση κορυφής των Τσούτσο Βαλντές και Γκονζάλο Ρουμπαλκάμπα (οι δύο πιο σημαντικοί πιανίστες της latin jazz αλλά και της Κούβας σήμερα), σε μία άλλη σπουδαία σύμπραξη, αυτή του κορυφαίου κουβανού τρομπετίστα Αρτούρο Σανταβάλ και του σαξοφωνίστα Τσίκο Φρίμαν με τους Guataca. Στο μεταξύ, θα έχει την ευκαιρία να ακούσει δύο από τους πιο δυναμικούς εκπροσώπους της ελληνικής σκηνής, που μιλούν άπταιστα τη διεθνή γλώσσα της latin jazz: τους πιανίστες Δημήτρη Καλαντζή και Δημήτρη Σεβδαλή, με τη συνοδεία της Καμεράτας ο πρώτος, με το κουαρτέτο του και την τραγουδίστρια Μίλντρεϊς Ντουκoυέσνε ο δεύτερος.
Πέντε live στη διάρκεια μιας εβδομάδας είναι ό,τι καλύτερο θα μπορούσε να δώσει αυτή η μουσική σε θεατές που καταλαβαίνουν από τρομπέτες, σαξόφωνα, αυτοσχεδιασμούς και πάθος ερμηνείας… Mulatu Astatke & Heliocentrics Fuzz, Σάββατο 17 Απριλίου Τη νύχτα που κάποιοι θα βρεθούν, μέσω Μεγάρου, στην Αβάνα, κάποιοι άλλοι, στην Αθήνα, θα υποδέχονται τη δεύτερη, μετά το Synch Festival του Φεστιβάλ Αθηνών 2009, εμφάνιση του πατέρα και κορυφαίου εκπροσώπου της «Ethio Jazz», Mulatu Astatke μαζί με τους ψαγμένους εγγλέζους τζαζίστες Heliocentrics, με υλικό βασισμένο στο εντυπωσιακό πρόσφατο άλμπουμ του «Mulatu Steps Ahead». Και θα ταξιδέψουν σε μία υπνωτική Αντίς Αμπέμπα, όπου οι ήχοι μιας αρχαίας παράδοσης ταιριάζουν μοναδικά με την τζαζ που λάτρεψε και μελέτησε στα πολύχρονα ταξίδια του στη Δύση ο μοναχικός αυτός συνθέτης. Ρίτσαρντ Γκαλιάνο Παλλάς, Δευτέρα 19 Απριλίου Η περίπτωση του γάλλου ακορντεονίστα Ρίτσαρντ Γκαλιάνο είναι επίσης μοναδική και μοναχική. Ενδεχομένως, ο πιο κοντινός συγγενής του εμπνευστή της «new musette» να είναι ο συνθέτης και επιστήθιος φίλος στον οποίο αφιέρωσε έναν από τους πρόσφατους
Επάνω: Τσίκο Φρίμαν Κάτω: Γκονζάλο Ρουμπαλκάμπα / Αρτούρο Σαντοβάλ / Τσούτσο Βαλντές / Ντι Ντι Μπρίτζγουοτερ
δίσκους και στον οποίο θα βασιστεί το ήμισυ της αθηναϊκής του συναυλίας, τον Αργεντίνο προφήτη του «nuevo tango» Άστορ Πιατσόλα. Το έτερον ήμισυ αφορά το μεγαθήριο της κλασικής παιδείας, της οποίας μετήλθε επιτυχώς ο μεσιέ Γκαλιανό, τον Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπαχ. Το «επιτυχώς» αποτυπώνεται θεσπέσια στη νέα του ηχογράφηση που πρόκειται να κυκλοφορήσει σύντομα με σουΐτες του Μπαχ. Έχει τόση σημασία το υλικό, θα μου πείτε; Η αλήθεια είναι πως όχι. Ο Ρίτσαρντ Γκαλιάνο και το νέο σεξτέτο του αντλούν έμπνευση από ολόκληρη την ιστορία της μουσικής και αποδεικνύουν ότι ακόμη και η (πιο) κλασική μουσική μπορεί να είναι σύγχρονη. Ντι Ντι Μπρίτζγουοτερ Μέγαρο Μουσικής ΑΘΗΝΩΝ, Πέμπτη 22 Απριλίου Η φωνητική παράδοση της τζαζ, όπως τη δημιούργησαν η Μπίλι Χόλιντεϊ, η Έλα Φιτζέραλντ, η Σάρα Βον και η Μπέτι Κάρτερ, βρίσκει στην Ντι Ντι Μπρίτζγουοτερ τη συνέχεια και την εξέλιξή της με πυξίδα το αληθινό πάθος και την προσωπική ταύτιση με τα τραγούδια. H Ντι Ντι συνεχίζει την εκλεκτική συνήθεια των δίσκων-αφιερωμάτων, δουλεμένα μέχρι και την τελευταία λεπτομέρεια με πρωτοκλασάτους μουσικούς, με το αφιέρωμα στην Μπίλι Χόλιντεϊ, «Eleanora Fagan, To Billie With Love From Dee Dee Bridgewater», το οποίο ηχογράφησε με αφορμή τα 50 χρόνια από τον θάνατό της και θα παρουσιάσει και στο Μέγαρο. Χωρίς να τη μιμηθεί ποτέ, υπάρχει πολλή Μπίλι Χόλιντεϊ στην Ντι Ντι Μπρίτζγουοτερ, στον τρόπο με τον οποίον κάνει κτήμα της κάθε λέξη, κάθε στίχο, κάθε τραγούδι. Η πληθωρική καλλιτεχνική προσωπικότητα της Ντι Ντι Μπρίτζγουοτερ, όπως την γνωρίσαμε στην Ελλάδα μέσα από τις πρώτες της εμφανίσεις το 1999 έως σήμερα, δικαιώνει οποιαδήποτε έννοια δίνουμε στον όρο «ζωντανές». Boban i Marko Markovic Half Note, Παρασκευή 16 - Πέμπτη 22 Απριλίου Για μία ακόμη φορά, για μία ακόμη εβδομάδα, ο σούπερ σταρ των χάλκινων Μπόμπαν Μάρκοβιτς και ο ταλαντούχος γιος του Μάρκο θα είναι συνεπείς στο ραντεβού τους με τους Έλληνες φαν της χάλκινης μέθεξης, στο γνωστό μέρος. Η πιο τζαζ εκδοχή του βαλκανικού ήχου ή, καλύτερα, η πιο βαλκανική εκδοχή της τζαζ.
14/38
Νέες εκδόσ εις
Του Ξενοφώντα Μπρουντζάκη [xenofonb@gmail.com]
Σταυρούλα Σκαλίδη Κρέας από σταφύλι Εκδόσεις Πόλις Σελ. 134 Ο Φίλης είναι ένας οικογενειάρχης που έχει να κουμαντάρει τρία θηλυκά. Μια γυναίκα, τη Φρόσω, και δυο κόρες, την Άννα και τη Μυρσίνη. Ωστόσο, μια πληγή αγιάτρευτη –καθώς θα φανεί– τον κατατρύχει κι αυτή είναι η σχέση του με τη μάνα του, το τέταρτο θηλυκό της ζωής του. Μια σχέση που τον διέλυσε τελείως. Μια ολέθρια σχέση που καθώς φαίνεται κανένα γιατρικό δεν την κουμαντάρει. Και πράγματι, πώς να κάνει κανείς καλά μια τύπισσα σαν τη Μαγδαληνή που δεν προλαβαίνει να καταπίνει τα σκονάκια της! Σαραντάρης γεμάτος, ο Φίλης φτάνει στο μη περαιτέρω και εγκαταλείπει την οικογένειά του, αλλά καθώς φαίνεται και τον εαυτό του, στο έλεος της τύχης και καταλήγει άστεγος στο κέντρο της πόλης! Στη συνέχεια, την οικογενειακή ιστορία θα τη συνεχίσουν τα νεότερα μέλη και ανάμεσά τους και ο αφηγητής της ιστορίας. Μιας ιστορίας που βασίζει την ύπαρξή της στο έλλειμμα αγάπης. Το ιδεολόγημα αυτής της νουβέλας είναι ότι η έλλειψη αγάπης δημιουργεί βία, μια βία που δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί. Η συγγραφέας διαλέγει να μας αφηγηθεί την ιστορία της με μικρές αποσπασματικές προτάσεις, κοφτές, ύφος που υποβάλλει ένα συγκεκριμένο τέμπο στον ρυθμό ανάγνωσης. Προβάλλει σε ένα σκοτεινό ντεκόρ με έντονα συναισθήματα τις μικρές και μεγάλες εσωτερικές επί το πλείστον εκτροπές εκείνων των κενών από αγάπη ψυχισμών. Αυτό είναι το δεύτερο βιβλίο της, μετά την πρώτη της εμφάνιση με το «Προδοσία κι εγκατάλειψη», το οποίο απέσπασε το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου συγγραφέα του περιοδικού «Διαβάζω».
Ζοζέ Σαραμάγκου Το τετράδιο Μετάφραση: Αθηνά Ψυλλιά Εκδόσεις Καστανιώτης Σελ. 164
Βαγγέλης Ραπτόπουλος Η επινόηση της πραγματικότητας Εκδόσεις Κέδρος Σελ. 671 Πολυσέλιδο μυθιστόρημα, εμπνευσμένο από την επίδραση της τηλεοπτικής λαίλαπας στην καθημερινότητά μας. Είναι προφανές ότι ο Ραπτόπουλος, αντιπροσωπευτικός συγγραφέας της γενιάς του 1980, θέλει να αποτυπώσει τη νέα πραγματικότητα που επέβαλε η τηλεοπτική ανθοφορία στον τόπο, πράγμα που διατρανώνει και ο τίτλος του μυθιστορήματος. Σε μια κοινωνία που δεν έχει την παραμικρή αντίσταση απέναντι σε ό,τι της προσφερθεί, από άνθρακα μέχρι χρυσό, η ζωή αποκτά καρτουνίστικα χαρακτηριστικά. Η όμορφη Ζέτα προσφέρει δίχως δεύτερη σκέψη τα αξιέραστα οπίσθιά της σ’ έναν γέρο, χοντρό και καραφλό διευθυντή μάρκετινγκ. Είναι μια νέα μοντέλα που παρουσιάζει ενδύματα σε μια λαϊκής κατανάλωσης πρωινή εκπομπή και μοιάζει σαν φτηνή απομίμηση των διεθνών μοντέλων. Ο πολύς διευθυντής μάρκετινγκ μυρίζει μάλλον σκορδαλιά όταν την πλησιάζει να τη φιλήσει και ο καναλάρχης, με περισσότερο στυλ που ωστόσο δεν υπερβαίνει την ταπεινή του καταγωγή, ζητά το μερίδιο της εξουσίας που του ανήκει από το σώμα της Ζέτας. Όλοι, θαρρείς, βρίσκονται σε κάποια θέση, από τα περίεργα παιχνίδια που παίζει η μοίρα, μόνο και μόνο για να επιβεβαιώσουν την καταπιεσμένη τους σεξουαλικότητα. Αυτή την τραγική και λιγάκι γελοία κατάσταση, η οποία ωστόσο αναδεικνύει το θλιβερό και μίζερο νεοελληνικό παρόν, έρχεται να συμπληρώσει ο Τσάρλυ, ένα λαϊκό παιδί που δεν ανέχεται ξένο βλέμμα πάνω στην γκόμενά του και που ωστόσο τη χάνει με την πρώτη ευκαιρία, δίχως πολλές αντιστάσεις. Περισσότερο αυθεντικός απ’ όλους, ο Τσάρλυ γίνεται καταλύτης της μυθιστορηματικής εξέλιξης. Τη σκυτάλη πλέον αναλαμβάνει ένας δημοσιογράφος-συγγραφέας. Ο Ραπτόπουλος, σε αυτό το επανεκδοθέν πολυσέλιδο μυθιστόρημα, αποτυπώνει τη νεοελληνική κοινωνία ζωντανά, πειστικά και με αφηγηματική άνεση.
Έχει πραγματικά μεγάλο ενδιαφέρον το πόσο διαφορετικά προσεγγίζει κανείς ένα θέμα από την πλευρά της λογοτεχνίας και από εκείνη της –ας την πούμε– δημοσιογραφίας και της επικαιρότητας. Ιδιαίτερη εντύπωση λοιπόν προκαλούν τα, ας τα χαρακτηρίσουμε έτσι, δημοσιογραφικά, επικαιρικά κείμενασχόλια του μεγάλου αυτού συγγραφέα, που σε μια προχωρημένη ηλικία δεν δίστασε να δοκιμάσει την τύχη του και ως... blogger! Στο «Τετράδιο» τα πράγματα είναι διαφορετικά, όπως διαφορετικός είναι και ο γνωστός συγγραφέας της «Τυφλότητας». Μπροστά στην πραγματικότητα, στα γεγονότα, στα πρόσωπα, στις καταστάσεις και στα τρέχοντα ζη-
Αrturo Barea Ο αντάρτης
Στέργια Καββάλου Αλτσχάιμερ Trance
Η αρχή Μετάφραση: Δέσποινα Μάρκου Εκδόσεις Γκοβόστης Σελ. 436
Εκδόσεις Τετράγωνο Σελ. 126
Σπάνια η αυτοβιογραφία ενός κοινού θνητού αποδεικνύεται τόσο σημαντική ως ιστορική μαρτυρία για ένα γεγονός σαν τον Ισπανικό Εμφύλιο, για τον οποίο έχει χυθεί αμέτρητο μελάνι. Ο συγγραφέας του έργου γεννήθηκε στο Μπαδοχόθ της Ισπανίας, το 1897. Στην τριλογία με την οποία ολοκληρώνεται το έργο του εξιστορείται μέσα από προσωπικά γεγονότα η πορεία ενός λαού αλλά και μιας ολόκληρης εθνότητας. Ο συγγραφέας, μέσα από τις σελίδες της αυτοβιογραφίας του, μας αποκαλύπτει την ιστορία ενός λαού όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στον βίο ενός πολίτη του. Αυτό αποτελεί και το μεγάλο πλεονέκτημα αυτού του αναγνώσματος: ότι μέσα από την ιστορία ενός κοινού ανθρώπου είναι δυνατόν να αποτυπωθεί μια οικουμενική ιστορία, γιατί ο άνθρωπος είναι αυτός που χαρίζει νόημα στην Ιστορία και την ιστορικότητα. Η αυτοβιογραφία χωρίζεται σε τρία μέρη. Το πρώτο με τίτλο η «Αρχή», που μόλις κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Γκοβόστη, ξεκινά από την παιδική ηλικία του συγγραφέα και την περιπέτεια ενηλικίωσής του, καταγράφοντας μια ιστορία όχι αληθοφανή αλλά αληθινή από πρώτο χέρι. Μέσα από αυτή την πραγματικότητα ενός παιδιού που βρίσκεται αντιμέτωπο με ένα σωρό προβλήματα της εποχής του, ο αναγνώστης «διαβάζει» την ιστορία μιας ολόκληρης εποχής. Ο νεαρός πρωταγωνιστής καταλήγει μέσα από μια σειρά συγκυριών να γίνει τραπεζικός υπάλληλος και μέσα του θα συγκρουστούν οι δυο φύσεις του, αυτή του αστού με την άλλη του προλετάριου. Με αυτές τις εσωτερικές συγκρούσεις εντάσσεται στο συνδικαλιστικό κίνημα, διαμορφώνοντας τις πολιτικές του πεποιθήσεις, οι οποίες στη συνέχεια θα παίξουν καθοριστικό ρόλο στη μοίρα του.
τήματα της επικαιρότητας, ο Σαραμάγκου αντιδρά σύμφωνα με την αμεσότητα που απαιτεί η καθημερινή ζωή. Το θυμικό είναι πιο ανεξέλεγκτο, οι αντιδράσεις πιο έντονες, εκδηλωμένες μέσα από μιαν ανεπεξέργαστη ειλικρίνεια. Ο συγγραφέας με αυτά τα κείμενα δεν απευθύνεται στον ιστορικό χρόνο, αλλά μάλλον στην καθημερινότητα, αυτή που τον τρέφει, τον κρατά ζωντανό, τον αγγίζει και του δημιουργεί το πλαίσιο ζωής. Δηλαδή, καθόλου ασήμαντα πράγματα. Ο Σαραμάγκου λοιπόν της καθημερινότητας, σαφώς πιο προσπελάσιμος από τον επίσημο ωστόσο εξίσου ενδιαφέροντα, αναφέρεται σε ζητήματα που όλοι μας έχουμε αναφερθεί, σκεφτεί
και σχολιάσει. Τα κείμενα αυτά αναρτήθηκαν σ’ ένα φιλόξενο blog και πέρασαν γενεές δεκατέσσερις τον αλήστου μνήμης ηλιθιότερο Πρόεδρο στην ιστορία των ΗΠΑ Τζορτζ Μπους Τζούνιορ, τον φίλο του Μπερλουσκόνι, μαζί με τολμηρότατα σχόλια για τον ιταλικό λαό. Παράλληλα, αναρτήθηκαν κείμενα τρυφερά, δείγμα υψηλού ήθους για ομότεχνούς του, όπως για τον Κάρλος Φουέντες, τον Φερνάντο Πεσόα και άλλους, κείμενα για τη σιωπή της Αριστεράς, που δεν έχει πια κανένα λόγο και παρακολουθεί αποσβολωμένη τις παγκόσμιες εξελίξεις. Ένας διαφορετικός αλλά πάντα συγκλονιστικός Σαραμάγκου.
Θα το πω γιατί θα σκάσω, αν και είναι ανεξάρτητο το γεγονός από την ποιότητα του βιβλίου. Προκλητική φωτογραφία, αντεργκράουντ εμφάνιση, καταραμένα, περιθωριακά (και καλογραμμένα) διηγήματα, αλλά το βιογραφικό επιμελημένα γιάπικο. Από κει συμπέρανα ότι πρόκειται για την πρώτη συγγραφική εμφάνιση της Στέργιας Καββάλου, στοιχείο το οποίο δεν αναφέρεται πουθενά. Τώρα στο βιβλίο: Η Καββάλου χρησιμοποιεί μικρές κοφτές προτάσεις, οι οποίες στην περίπτωσή της ταιριάζουν με το ύφος των διηγημάτων στα οποία περισσεύει ο πιο συναισθηματικός κυνισμός, όπως αυτός εκφράζεται μέσα από μια σειρά μικρών αιχμηρών και καλά γραμμένων στο σύνολό τους ιστοριών. Πρόκειται για μια σειρά διηγημάτων που ξεστρατίζουν από την πεπατημένη παλιά ηθογραφία και εκσυγχρονίζουν τους προβληματισμούς μας. Είναι η φωνή της νέας γενιάς που θέλει να ανανεώσει τη βαριά ατμόσφαιρα και έχει τη δυνατότητα να το κάνει, με όλες εκείνες τις τρυφερές και αναγκαίες αυταπάτες που εμπνέουν τους νέους ανθρώπους όλων των εποχών. Μια νεολαία που μεγάλωσε με την ανοησία και τις ψευδαισθήσεις της τηλεόρασης, σ’ έναν κόσμο κλειστοφοβικό, ανασφαλή, εγωιστή. Η Καββάλου ξέρει να διηγείται και κυρίως έχει όλη τη δυνατότητα να αναπτύξει αυτή τη σπάνια δεξιότητα. Αυτό θα εξαρτηθεί από το βαθμό δυσκολίας που θα θέσει η ίδια στον εαυτό της και τις φιλοδοξίες της. Μια συνέχεια με πιο συγκρατημένη την ποιητική επαναστατικότητα –«για κείνη η πόλη μύριζε από καιρό σκύλους κι αγκάθια»–, θα δώσει μια πιο ολοκληρωμένη και σίγουρη μορφή στον λογοτεχνικό σκελετό που υπάρχει και, πιστέψτε με, δεν έχει καθόλου ανάγκη από υπερβολές.
CINE Π Ο ΝΤΙ ΚΙ
Του Γιώργου Ν. Κορωναίου
ΠΟΝΤΙΚΙart 15-21.4.10
Δεν σκέφτομαι, άρα υπάρχω Η πρώτη σκέψη βλέποντας την ταινία του Νόα Μπάουμπαχ είναι να θαυμάσεις τη στροφή του πρωταγωνιστή της Μπεν Στίλερ, ενός ηθοποιού που δείχνει να έχασε το δρόμο του κάπου ανάμεσα στο σπίτι του... «πεθερού» του Ρόμπερτ Ντε Νίρο (στους «Γονείς της συμφοράς») και το μουσείο (του «Μια νύχτα στο μουσείο»). Τα θέλγητρα της πλατιάς, εύκολης κωμωδίας και η ζεστή αγκαλιά της εμπορικής επιτυχίας είναι αναμφίβολα γοητευτικές σειρήνες για έναν οποιονδήποτε ηθοποιό. Είναι αξιοθαύμαστο λοιπόν με πόση ευκολία ο Στίλερ, όχι απλά αφήνει πίσω την περσόνα του διασκεδαστή σε αυτό το φιλμ, αλλά βάζει στη θέση της κάτι που θα μπορούσε να είναι το ακριβώς αντίθετό της. Είναι σχεδόν βέβαιο πως οι θαυμαστές του, όλοι όσοι εκτιμούν την κωμική του φλέβα και τον τρόπο του να πετυχαίνει το γέλιο μέσα από ερμηνείες χαμηλότονης απορίας και καλοπροαίρετης αμηχανίας, θα νιώσουν σχεδόν προσωπικά πειραγμένοι από τον χαρακτήρα του Ρότζερ Γκρίνμπεργκ. Σαραντάρης, εργένης, μια μπάλα από άγχη, εμμονές, απωθημένα, προβλήματα, ιδιοτροπίες, ο Γκρίνμπεργκ επιστρέφει μετά από χρόνια στο Λος Άντζελες, ένα ταξίδι που μοιάζει περισσότερο απ’ οτιδήποτε άλλο ως μια προσπάθεια να ξεπεράσει τη νευρική του κατάρρευση που μόλις προηγήθηκε στη Νέα Υόρκη. Ο αδελφός του και η οικογένειά του θα λείπουν καιρό εκτός της χώρας κι εκείνος θα μείνει στο σπίτι τους προσπαθώντας να μην κάνει απολύτως τίποτα, εκτός ίσως από το να φτιάξει ένα καινούργιο σπιτάκι για τον σκύλο. Στην πορεία όμως το παρελθόν και όλα τα φαντάσματα που κρύβονται στη σκονισμένη ντουλάπα του θα περάσουν για μια επίσκεψη κι ο ίδιος θα ξεκινήσει με την εικοσιπεντάχρονη βοηθό του αδελφού του κάτι που δύσκολα μπορεί να περιγραφεί ως «σχέση». Υπερβολικά δύσκολα στην πραγματικότητα, μια που ο Γκρίνμπεργκ είναι ανίκανος να έχει οποιοδήποτε συναίσθημα με τη σωστή σειρά ή στη σωστή θέση κι έχει το απίστευτο ταλέντο να λέει και να κάνει πάντα το λάθος πράγμα με τον λάθος τρόπο. Ακριβώς αυτή η υπερβολή και το γεγονός ότι ο Στίλερ κατορθώνει να χτίσει έναν ήρωα από ένα τσουβάλι τικ και νευρώσεις είναι το σημείο που η ταινία κερδίζει επαίνους, αλλά είναι τελικά και η μεγαλύτερη αδυναμία της. Διότι αν το «Δεν σκέφτομαι, άρα υπάρχω» θέλει να γίνει ένα πορτρέτο μιας υπαρξιακής και ηλικιακής κρίσης, η ακτινογραφία μιας γενιάς που είδε τα όνειρά της να μεταμορφώνονται σε... τίποτα αληθινά σημαντικό, καταλήγει τελικά να μην είναι τίποτα περισσότερο από το προσωπικό freak show ενός ανάποδου, προβληματικού ανθρώπου. Δεν είναι ότι βλέποντας την ταινία απλά δεν μπορείς να συμπαθήσεις τον ήρωά της, αλλά ότι πολύ γρήγορα χάνεις το ενδιαφέρον σου για τη ζωή και τις πράξεις του, για τα όσα λιγοστά συμβαίνουν γύρω του. Ασφαλώς το σενάριο του Μπάουμπαχ λάμπει κατά στιγμές με εξαιρετικές σκηνές και διαλόγους και, πέρα από τη θαυμάσια (στα όρια του εκνευρισμού) ερμηνεία του Στίλερ, η νεαρή Γκρέτα Γκέργουικ είναι αληθινά εξαιρετική. Όμως παρότι η φωτογραφία του Χάρη Σαββίδη προσθέτει τους μόνους γοητευτικούς τόνους τόσο στην πόλη του LA όσο και στους ίδιους τους χαρακτήρες, η σκηνοθεσία του Μπάουμπαχ σαν να θέλει, όπως κι ο ήρωάς
Λίγες σε ποσότητα και σημασία οι ταινίες της εβδομάδας. Ξεχωρίζουν ο Μπεν Στίλερ σε μια ερμηνεία προορισμένη για βραβεία και μια ανέλπιστα απολαυστική ταινία τρόμου. Πλησιάζει το καλοκαίρι ή είναι ιδέα μας;
39/15
αγωνία και στήνοντας σεκάνς εξαιρετικά τεταμένου σασπένς, ισορροπεί τα στοιχεία του τρόμου με αυτά της προσωπικής περιπέτειας των ηρώων της (που αν και τυπικοί δεν είναι αδιάφοροι), ενώ δεν χρησιμοποιεί το αίμα και τη βία σαν σεναριακό από μηχανής θεό. Αντίθετα επενδύει σε ένα ύφος που θυμίζει Στίβεν Κινγκ και βλέπει το είδος του τρόμου με μια ματιά που μοιάζει παλιομοδίτικη, μια και δεν ενδιαφέρεται μόνο για την επιφάνεια ή τις εντυπώσεις, αλλά και για το βαθύτερο ρεύμα του σασπένς που αποτελεί την ουσία της ταινίας. Μπορεί να μην είναι κάτι καινούργιο ή κάτι που δεν έχεις ξαναδεί, αλλά αυτό δεν στερεί πόντους από την απόλαυση που προσφέρει. Σκηνοθεσία: Μπρεκ Άισνερ. Πρωταγωνιστούν: Τζορτζ Ρομέρο, Ράντα Μίτσελ, Τζο Άντερσον, Ντανιέλ Παναμπέικερ. Χώρα: ΗΠΑ. Διάρκεια: 101΄
Oceans Οι δημιουργοί της ταινίας «Oceans» θέλησαν να «κολυμπήσουν» σαν ψάρια ανάμεσα σε άλλα ψάρια, είτε κινηματογραφώντας με ταχύτητα 10 κόμβους την ώρα σε μια περιοχή αλίευσης τόνου, είτε ακολουθώντας τα ακροβατικά των δελφινιών, είτε πηγαίνοντας πλάι με πλάι στο πτερύγιο ενός λευκού καρχαρία... Μετά τα «Ταξιδιάρικα πουλιά», ο Ζακ Περίν και ο Ζακ Κλουζό, έχοντας στη διάθεσή τους πρωτοποριακές μεθόδους κινηματογράφησης, μας οδηγούν στην καρδιά των ωκεανών για να ανακαλύψουμε άγνωστα ή γνωστά θαλάσσια πλάσματα. Το «Oceans» αναρωτιέται για τις επιπτώσεις του ανθρώπινου αποτυπώματος στην άγρια πανίδα και απαντά στο ερώτημα «Ωκεανός; Ποιος είναι ο Ωκεανός;» μέσα από εικόνες και συναισθήματα. Σκηνοθεσία: Ζακ Περίν, Ζακ Κλουζό. Χώρα: Γαλλία. Διάρκεια: 103΄
«Δεν σκέφτομαι, άρα υπάρχω» / «Παράνοια»
Επικηρύσσοντας την πρώην
του, να σε αποξενώσει και να σε κρατήσει σε απόσταση απ’ οποιαδήποτε συναισθηματική ή άλλη επένδυση στο φιλμ. Και δυστυχώς το καταφέρνει και με το παραπάνω... Σκηνοθεσία: Νόα Μπάουμπαχ. Πρωταγωνιστούν: Μπεν Στίλερ, Γκρέτα Γκέργουικ, Ριφ Ίφανς, Τζένιφερ Τζέισον Λι, Μπρι Λάρσον. Χώρα: ΗΠΑ. Διάρκεια: 107΄
Παράνοια Αυτό το ριμέικ μιας ταινίας τρόμου του Τζορτζ Ρομέρο έχει την σπάνια τύχη να είναι σαφώς καλύτερο από το πρωτότυπο. Το φιλμ του 1973, στο οποίο οι κάτοικοι μιας μικρής πόλης των ΗΠΑ μετατρέπονται σε ψυχοπαθείς δολοφόνους
όταν το απόθεμα του νερού τους μολύνεται από ένα βιοχημικό όπλο, απηχούσε τους φόβους του πολέμου του Βιετνάμ, αλλά έμοιαζε υπερβολικά συγγενικό με τη «Νύχτα των ζωντανών νεκρών» για να ξεχωρίσει, καθώς και μάλλον υπερβολικά «άτσαλο» για να κερδίσει την κινηματογραφική αθανασία. Η καινούργια εκδοχή του Μπρεκ Άισνερ δεν προσποιείται ότι είναι κάτι παραπάνω από το ριμέικ μιας b-movie, όμως κατορθώνει όχι μόνο να σέβεται τις αρετές του πρωτότυπου υλικού, αλλά να διορθώνει τα λάθη και τις ατέλειές της. Έτσι εδώ η σκηνοθεσία κρατά με επιτυχία τον ρυθμό του φιλμ σταθερά απειλητικό, αυξάνοντας την
Θα ήθελε να είναι screwball κωμωδία, αλλά μοιάζει περισσότερο με μεγάλη λασπωμένη πατάτα που δεν μπορεί να σωθεί ούτε από το μέγεθος των ονομάτων των πρωταγωνιστών της. Αυτή η ρομαντική κομεντί δεν είναι ούτε ρομαντική ούτε αστεία, αλλά αντίθετα σε σπρώχνει στα όρια του εκνευρισμού μέσα από χαρακτήρες που δεν σε ενδιαφέρουν, μια υπόθεση που δεν μπορείς να πάρεις στα σοβαρά (ακόμη κι αν προσπαθεί να χωρέσει και στοιχεία θρίλερ) και δυο ερμηνείες τόσο άκαμπτες που μοιάζουν σκαλισμένες σε ξύλο. Ο Τζέραρντ Μπάτλερ είναι ένας πρώην αστυνομικός που πλέον κυνηγά επικηρυγμένους, και η Τζένιφερ Άνιστον είναι η πρώην γυναίκα του που χάνοντας τη μέρα του δικαστηρίου της εξαιτίας ενός ρεπορτάζ μπαίνει αυτόματα στη λίστα του. Εκείνος για να την εκδικηθεί θα θελήσει να την συλλάβει, αλλά φυσικά στην πορεία θα την ερωτευτεί ξανά. Δυστυχώς μέχρι να φτάσουμε ως εκεί θα έχουν μεσολαβήσει 110 ανούσια, συχνά αφόρητα λεπτά, 110 λεπτά που δεν θα σας δώσει κανείς πίσω στη ζωή σας. Φροντίστε να τα ξοδέψετε με καλύτερο τρόπο... Σκηνοθεσία: Άντι Τέναντ. Πρωταγωνιστούν: Τζέραρντ Μπάτλερ, Τζένιφερ Άνιστον, Τζέισον Σουντέικις, Τζεφ Γκάρλιν. Χώρα: ΗΠΑ. Διάρκεια: 110΄
16/40
ΣΥΝ ΠΛΗΝ
+
Στην Καρυοφυλλιά Καραμπέτη για την ερμηνεία της σαν Τσούνγκα, στο «Λα Τσούνγκα» του Μάριο Βάργκας Λιόσα. Γιατί τόλμησε να τσαλακώσει την εικόνα της, γιατί επέστρεψε στη λογική της ομάδας, γιατί μπόρεσε να σπάσει τη μανιέρα της. Λιτή και άμεση, ουσιαστική και περιεκτική η ερμηνεία της, καθόλου μεγαλόσχημη, δεν έχει καμία σχέση με τους υποκριτικούς κώδικες που μας είχε συνηθίσει εδώ και πολλά χρόνια.
+
Στην Ελένη Σκότη για τη σκηνοθεσία της στο «Λα Τσούνγκα». Πατώντας στο ρεαλισμό άφησε μια χαραμάδα ποίησης να διαφανεί στο φινάλε. Ωστόσο η παράσταση θα μπορούσε να απογειωθεί σε κάποιες στιγμές, κάτι που δεν συνέβη. Οι ανδρικοί ρόλοι (Δ. Λάλος, Στ. Σταμουλακάτος, Γ. Λεάκος, Δ. Καπετανάκος) κινήθηκαν σε ικανοποιητικά επίπεδα, αλλά η νεαρή Ηλιάνα Μαυρομάτη σαν Μέτσε δεν έπεισε με την παρουσία της.
+
Στον Μιχαήλ Μαρμαρινό για το «Acropolis Reconstruction». Ακολουθώντας τη γνώριμη θεατρική γλώσσα του, ο καλλιτέχνης έστησε μια παράσταση ανοιχτή σε ερμηνείες και μηνύματα, προσιτή κάποιες στιγμές στο κοινό, που προκαλούσε ανάταση κάποιες άλλες, που ζητούσε τη συμμετοχή των θεατών, είτε απαντώντας σε κάποια ερώτηση είτε χορεύοντας βαλς τριγύρω από την «πισίνα» του σκηνικού. Η διάρκεια θα μπορούσε να είναι μικρότερη στο σύνολό της, ενώ το εβραϊκό στάσιμο (εμπνευσμένο από το «Ακρόπολις» του Γιέρζι Γκροτόφσκι) πιο ξεκάθαρο σε σχέση με την αναφορά στους έγκλειστους του Άουσβιτς.
+
Πατείς με πατώ σε στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο για τον Αλκίνοο Ιωαννίδη. Λογικό. Όταν ο καλλιτέχνης είναι συνεπής και δημιουργικός κρατάει ζεστό (και ενεργό) το κοινό του ακόμα και όταν δεν έχει να παρουσιάσει καινούργιο δισκογραφικό υλικό.
+
Στον Θοδωρή Ζουμπουλίδη ο οποίος έγινε γνωστός από τον «El Greco» του Γιάννη Σμαραγδή αλλά αποφάσισε να αναζητήσει την τύχη του στο Χόλιγουντ. Κι όχι όπως άλλοι έλληνες συνάδελφοί του βγάζοντας φωτογραφίες στην Sunset Boulevard ή περιμένοντας έναν πρωταγωνιστικό ρόλο δίπλα στον Τζορτζ Κλούνεϊ. Ο Θοδωρής (ως Theo Alexander) έκανε ήδη περάσματα σε σειρές όπως το
«Chuck» ή το «Pushing Daisies», ενώ τον Ιούνιο κάνει το μεγαλύτερο βήμα του κρατώντας έναν από τους βασικούς ρόλους σε μια από τις πιο επιτυχημένες σειρές αυτή τη στιγμή, το εξαιρετικό «True Blood» του βραβευόμενου με Όσκαρ Άλαν Μπολ.
+
Απόρησε ο Ροντρίγκο Λεάο με το διάλειμμα που έπρεπε να κάνει στη διάρκεια της εμφάνισής του στο Gazarte την προηγούμενη Παρασκευή. Έχει συνηθίσει, βλέπετε, να παίζει σε συναυλίες που διαθέτουν αρχή μέση και τέλος – κι ένα encore κατόπιν, όπως συμβαίνει με όλα τα live του κόσμου. Αντιθέτως, εδώ έπρεπε να διακόψει στη μέση προφανώς για λόγους εμπορικούς, ήτοι αύξηση της κατανάλωσης στο μαγαζί. Άλλα ήθη. Η συναυλία πάντως ήταν καλή. Όπως και οι συνθήκες στο Gazarte που είναι άψογες για συναυλίες τέτοιου είδους.
+
Στο Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου που για 11η χρονιά φέρνει στην Αθήνα όχι μόνο γάλλους σταρ και μεγάλες επιτυχίες, αλλά και ταινίες μικρότερου βεληνεκούς που δεν πληρούν τα κριτήρια επιλογής των ελλήνων διανομέων. Έτσι, εκτός από τον Ζαν Ρενό και τον Ζαν-Πολ Γκοτιέ, εκτός από τις λαμπρές πρεμιέρες, αναζητήστε μικρά διαμαντάκια γαλλικής κοπής σε ένα από τα πιο ενδιαφέροντα και ζωντανά κινηματογραφικά φεστιβάλ της πόλης.
+
Στον καλλιτεχνικό διευθυντή του ΚΘΒΕ Σωτήρη Χατζάκη, γιατί αποφάσισε να μεταφέρει το θέατρο εκεί που βρίσκονται οι θεατές και όχι απλώς να περιμένει να έρθει το κοινό στην αίθουσα. Διοργανώνει παραστάσεις σε καφενεία και δημόσιους χώρους και φιλοδοξεί να στήσει ένα περιοδεύον θέαμα στην Εγνατία Οδό με ένα στρατιωτικό όχημα, μοιράζοντας ξανά την τράπουλα με τους επικοινωνιακούς κώδικες της θεατρικής τέχνης.
+
Στην εταιρεία Λύρα η οποία εκτίμησε ότι το ιστορικό LP «Σαμποτάζ» της Λένας Πλάτωνος και της Μαριανίνας Κριεζή (πρωτοκυκλοφόρησε το 1981) μπορεί να ενδιαφέρει σε μία νεότερη live εκδοχή του και τους σημερινούς νέους ακροατές και κυκλοφορεί σε ζωντανή ηχογράφηση από το Παλλάς.
+
Στη διοργάνωση του «Πρώτου Διεθνούς Λογοτεχνικού Φεστιβάλ Τήνου» που θα διεξαχθεί στην Τήνο στις 29, 30 και 31 Ιουλίου και θα συγκεντρώσει στο κυκλαδίτικο νησί 25 συγγραφείς και ποιητές από όλο τον κόσμο.
–
Είναι τόσο κραυγαλέο το Ρhotoshop στο οπισθόφυλλο του καινούργιου cd της Έλενας Παπαρίζου που επιτυγχάνει τα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα από τα προσδοκώμενα: Την έκαναν τόσο τέλεια και τόσο αψεγάδιαστη που μοιάζει ψεύτικη. Πλαστική. Σαν κούκλα. Προς τι οι υπερβολές; Λες και δεν είναι όμορφο και δροσερό κορίτσι ούτως ή άλλως... Επί της ουσίας τώρα, το cd λέγεται «Γύρω από το όνειρο», ενώ θα μπορούσε άνετα να λέγεται «Στο επίκεντρο του βαρετού».
–
Στη σεναριογράφο Μυρτώ Κοντοβά, η οποία μετά την παρεκτροπή με τον Δημήτρη Πουλικάκο βρήκε επιτέλους το στίγμα της αισθητικής της: κανόνισε να εμφανιστούν στο σίριαλ «Μίλα μου βρώμικα» η Άννα Βίσση και ο Γιώργος Μαζωνάκης. Αποενοχοποιημένες σαραντάρες όλων των καναπέδων, ενωθείτε!
–
Στον παλαίμαχο τραγουδιστή Γιάννη Γιοκαρίνη γιατί έφτασε στον πάτο της «ροκ» (ο Θεός να την κάνει…) καριέρας του: έγινε το χαρωπό ροκ εν ρολ κερασάκι στην τούρτα της ελαφρολαϊκής σαντιγί που σερβίρει ο Γιάννης Πλούταρχος στο θηριώδες νυχτερινό κέντρο Acro. Από μικρός φαινότανε σε τι ρηχά νερά (θα) τσαλαβουτούσε.
–
Στους ιδιοκτήτες της κινηματογραφικής αίθουσας Απόλλων στη Σταδίου. Οι ιδιοκτήτες του είχαν συμφωνήσει να προβάλλουν τις ταινίες του Γαλλόφωνου Φεστιβάλ αυτή την εβδομάδα (ο Απόλλων φιγουράρει μάλιστα στην αφίσα του φεστιβάλ), αλλά την τελευταία στιγμή έκαναν πίσω μια που η σαχλή «Τιτανομαχία» τους έκανε ανέλπιστα καλά εισιτήρια κι αποφάσισαν να συνεχίσουν. Δεν είναι μόνο ότι η αθέτηση μιας συμφωνίας φανερώνει συμπεριφορές και τρόπο σκέψης, είναι περισσότερο η ηθική ήττα μιας αίθουσας που θεωρητικά έχει ένα καλλιτεχνικό και σινεφίλ προφίλ, αλλά που δεν μπορεί να αντισταθεί στη μυρωδιά του ζεστού χρήματος. Κρίμα...
–
Στη Βάσια Παναγοπούλου, νεόκοπη καλλιτεχνική διευθύντρια του Θεάτρου Ορφέας -Σκηνή «Ανδρέας Βουτσινάς», η οποία φαίνεται ότι έχει υποπέσει σε ατόπημα, σύμφωνα με επιστολή της σκηνοθέτιδας Γλυκερίας Καλαϊτζή. Η τελευταία ισχυρίζεται ότι η παράσταση του έργου της Πηνελόπης Δέλτα «Τρελαντώνης»,
που παίζεται στο θέατρο, «δεν έχει καμιά σχέση με την παράσταση» που σκηνοθέτησε εκείνη και έκανε πρεμιέρα στις 12 Δεκεμβρίου 2009. «Ο επιχειρηματίας του θεάτρου (κ. Φάνης Συναδινός), σε συνεργασία με την καλλιτεχνική διευθύντρια του θεάτρου (κ. Βάσια Παναγοπούλου) αποφάσισαν, μετά τη μαζική αποχώρηση των αρχικών ηθοποιών, στις 14 Μαρτίου 2009 (έφυγαν 7 από τους 11, ανάμεσά τους και οι πρωταγωνιστές), να ξανακάνουν την παράσταση, με άλλο σκηνοθέτη (τον κ. Λευτέρη Γιοβανίδη) και νέους ηθοποιούς, αντιγράφοντας τη δική μου σκηνοθεσία», αναφέρει η Γλυκερία Καλαϊτζή. «Η νέα “παράσταση” βγήκε στο κοινό με τέσσερις μόνο πρόβες (στις 19 Μαρτίου 2010) και με εμφανείς προχειρότητες, όχι μόνο στο υποκριτικό μέρος της αλλά και στο τεχνικό, δεδομένου ότι οι νέοι ηθοποιοί τραγουδούν πάνω στο playback των αρχικών». Ε, δεν μπορούν να είναι όλοι θεατρικοί παραγωγοί και καλλιτεχνικοί διευθυντές. Είναι γνωστό ότι τα μεταξωτά βρακιά…
–
Και επιπλέον, πάντοτε σύμφωνα με τη σκηνοθέτιδα της παράστασης «Ο Τρελαντώνης» Γλυκερία Καλαϊτζή, «στα δελτία Τύπου που έχουν σταλεί για να ανακοινωθεί η “παράταση” της παράστασης και μετά τις διακοπές του Πάσχα, η καλλιτεχνική ταυτότητα της παράστασης έχει απαλειφθεί και συχνά η είδηση συνοδεύεται από φωτογραφία των ηθοποιών της αρχικής παράστασης. Τέλος, παρότι η νέα παράσταση παίζεται ήδη για το κοινό από τις 19 Μαρτίου ακόμα δεν έχει αλλάξει ούτε η βιτρίνα του θεάτρου ούτε το πρόγραμμα της παράστασης».
–
Σε όλους όσους ευθύνονται (ποιοι ακριβώς, λίγη σημασία έχει αυτή τη στιγμή) για το ότι ο ιστορικός χώρος των στούντιο ηχογραφήσεων της Κολούμπια στον Περισσό έχει μετατραπεί σε πρεζότοπο, σκουπιδότοπο και «ξενοδοχείο» φτωχοδιάβολων αστέγων, ξεχασμένων κι από το Θεό. Κι εμείς καμιά φορά ακόμη συζητάμε στα σαλονάκια μας για την ίδρυση ενός Μουσείου Ελληνικού Τραγουδιού ή ενός Μουσείου Ελληνικών Ηχογραφημάτων. Ντροπή.
–
Η τηλεοπτική επιτυχία του «Ράδιο Αρβύλα» επιβεβαιώνει πως πλέον ο χαβαλές είναι το εθνικό μας χιούμορ.
art
ΠΟΝΤΙΚΙ