Απόστολος Τίτος – Τεύχος 37

Page 1

ΠEPIOΔOΣ Γ , TEYXOΣ 37, ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2018


ΕΠΙΣΗΜΟ ΔΕΛΤΙΟ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΡΗΤΗΣ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Γ', ΤΕΥΧΟΣ 37, σεπτεµβριοσ 2018

ΔΙΕΥΘΥΝΣΙΣ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΥ

Γραμματεύς: Ἀρχιμ. Νήφων Βασιλάκης, Δρ. Θ., Κωδικογράφος

Β. Διευθυντής Συντάξεως: Ἀρχιμ. Νήφων Βασιλάκης, Κωδικογράφος τῆς Ἱερᾶς Ἐπαρχιακῆς Συνόδου

Ἱερά Ἐπαρχιακή Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης

Ἐκτύπωση - Σελιδοποίηση: Γραφικές Τέχνες: «ΤΥΠΟΚΡΕΤΑ»


ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΟΙ ΛΟΓΟΙ Ὁμιλία τῆς Α. Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου κατά τήν εὐλογίαν τῶν Θερινῶν Κατασκηνώσεων ἐν τῇ νήσῳ Πρώτῃ .......................................................................................................... 13 Ὁμιλία τῆς Α. Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου κατά τήν Λειτουργίαν ἐπί τῶν ἐρειπίων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας Φανερωμένης Ἀρτάκης Κυζίκου....................................................... 17 Σεπτόν Πατριαρχικόν Μήνυμα ἐπί τῇ ἡμέρᾳ προσευχῆς ὑπέρ τῆς Προστασίας τοῦ Φυσικοῦ Περιβάλλοντος ....................................................... 23 Ὁμιλία (ἀπομαγνητοφωνημένη) τῆς Α.Θ.Π. τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου κατά τό τεσσαρακονθήμερον μνημόσυνον τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Θεοδωρουπόλεως κυροῦ Γερμανοῦ .......... 27 ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟΝ ΕΠΙΣΗΜΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ Η ΕΚΛΟΓΗ, Η ΧΕΙΡΟΤΟΝΙΑ ΚΑΙ Η ΕΝΘΡΟΝΙΣΗ ΤΟΥ ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΕΑΣ ΖΗΛΑΝΔΙΑΣ Κ.Κ. ΜΥΡΩΝΟΣ

Βιογραφικόν σημείωμα τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρωνος ............................................................................................................... 33 Ἀνακοινωθέν τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου ............................................... 35 Xειροτονία τοῦ Θεοφιλ. Ἐψηφισμένου Μητροπολίτου Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρωνος .................................................................................................. 35 Χρονικόν τῆς εἰς Ἐπίσκοπον χειροτονίας τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρωνος ............................................................................. 37

-5-


Προσφώνησις τῆς Α.Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου κατά τήν εἰς Ἐπίσκοπον Χειροτονίαν τοῦ Θεοφ. Ἐψηφισμένου Μητροπολίτου Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρωνος ................................. 39 Χειροτονητήριος Λόγος τοῦ Θεοφ. Ἐψηφισμένου Μητροπολίτου Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρωνος ............................................................................. 43 Χρονικόν τῆς ἐνθρονίσεως τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρωνος ........................................................................................................... 49 Ὁμιλία τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Πέτρας καί Χερονήσου κ. Γερασίμου, Ἐκπροσώπου τῆς Α.Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου κατά τήν ἐνθρόνισιν τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρωνος ............................................................................................ 51 Ἐνθρονιστήριος Λόγος τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρωνος ............................................................................................................... 57 Προσφώνησις Πανοσιολ. Ἀρχιμ. τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου κ. Μεθοδίου Βερνιδάκη, Πρωτοσυγκέλλου τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Κρήτης..... 65 Η ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΥ

Σύναξις τῆς Ἱεραρχίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου .......................... 69 Ἀνακοινωθέν περί τῆς συγκλήσεως Συνάξεως τῶν ἐν ἐνεργείᾳ Σεβ. Ἱεραρχῶν τοῦ πανσέπτου Οἰκουμενικοῦ Θρόνου ........................................... 71 Ἐκ τῶν Ὁμιλιῶν τῆς Α.Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου κατά τήν Σύναξιν τῆς Ἱεραρχίας τῶν ἐν ἐνεργείᾳ Μητροπολιτῶν καί Ἀρχιεπισκόπων τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου ................... 73

-6-


ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΝ ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝΤΑ, ΔΕΛΤΙΑ ΤΥΠΟΥ Ἀνακοινωθέν 2ας Ἰουλίου 2018 τῆς Ἱερᾶς Ἐπαρχιακῆς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης ................................................................................................ 79 Δελτίον Τύπου τῆς Ἱερᾶς Ἐπαρχιακῆς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης τῆς 24ης Ἰουλίου 2018 .......................................................................................... 79 Ἀνακοινωθέν τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας, Ἔρευνας καί Θρησκευμάτων τῆς 19ης Ἰουλίου 2018 .......................................................................................... 81 Ἀνακοινωθέν τῆς Ἱερᾶς Ἐπαρχιακῆς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης τῆς 31ης Ἰουλίου 2018 .......................................................................................... 87

ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟΝ ΣΥΝΕΔΡΙΟΝ ΥΠΟ ΤΗΝ ΑΙΓΙΔΑ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΕΠΑΡΧΙΑΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΡΗΤΗΣ Η ΨΑΛΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ 2ο Ἱεροψαλτικό Συνέδριο Κρήτης Χανιά, 2-4 Δεκεμβρίου 2016

Ἀναλυτικό Πρόγραμμα Συνεδρίου................................................................ 91 Νικόλαος Γιαννακάκης, Χρονικό τοῦ Συνεδρίου ....................................... 95 Ἀντώνιος Κουτεντάκης, Ἡ Σημασία τοῦ Κοινωνικοῦ καὶ τῶν Λοιπῶν Ὕμνων τῆς Ἀπολύσεως τῆς Θείας Λειτουργίας ............................................. 101 Ἰωάννης Γ. Τσερεβελάκης, Ὀρθοδοξία καί Λατρεία: Συν - ἱερουργία κλήρου καί λαοῦ ................................................................................................ 111 Δρ Κωνσταντῖνος Β. Ζορμπᾶς, «Ἀπὸ τὸν Λαμπριάτικο Ψάλτη τοῦ Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη στὸν ψάλλοντα λαὸ τοῦ Νίκου Καζαντζάκη» – Μία ἀπόπειρα ἐπανεύρεσης τοῦ χαμένου λειτουργικοῦ τρόπου.. 123 -7-


Ἐμμανουήλ Κ. Δουνδουλάκης, Ὑμνογραφικά πρός τιμήν Κρητῶν Ἁγίων Ἐπισκόπων σέ Σιναϊτικούς Κώδικες. Κριτική θεώρηση, διακειμενική προσέγγιση. ............................................................................................... 133 Ἀνδρέας Γιακουμάκης, Ἡ συμβολή τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Πρέβελη στήν ψαλτική παράδοση τῆς Κρήτης κατά τό 19ο αἰώνα. ..................................... 149 Μιχαὴλ Στρουμπάκης, Ἄγνωστο “Δύναμις” Γεωργίου τοῦ Κρητός. Μορφολογικὲς καὶ αἰσθητικὲς παρατηρήσεις. .............................................. 165 Ἰωάννης Καστρινάκης, Τὰ χειρόγραφα Ψαλτικῆς τέχνης τὴς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίας Τριάδος τῶν Τζαγκαρόλων. ...................................................... 181 Νικόλαος Δ. Ταπραντζῆς, Κεκραγάριον Ἰακώβου, Ἦχος Α’. Μεταβυζαντινή Ἐξηγητική καί Νέα Μέθοδος. Συγκριτική Μελέτη Πηγῶν, Αναλύσεις-Ἐπισημάνσεις. ........................................................................................ 201 Μάξιμος Καλιακάτσος-Παπακώστας, Ἡ Βυζαντινή Μουσική Ὑπό τό Πρίσμα Ὑπολογιστικῶν Μοντέλων. ................................................................ 219 Ἰωάννης Λιάκος, Ἡ Ψαλτική Τέχνη τῆς Θεσσαλονίκης κατά τόν κ΄ αἰώνα. .................................................................................................................. 233 Κωνσταντῖνος Χαριλ. Καραγκούνης, Τό «ὅλον» καί τά «ἐπιμέρους» στήν ψαλτική. ..................................................................................................... 245 Ἀντώνιος Μιχελουδάκης, Τά πρόσωπα τῆς ψαλτικῆς στό Ρέθυμνο τοῦ 19ου αἰῶνα. ......................................................................................................... 267 Δημήτριος Λυκ. Κολλίντζας, Ἱερεὺς Φίλιππος Τζαγκαρόλος, ἕνας ἄγνωστος μελοποιός τοῦ Μαθηματαρίου. ..................................................... 279 Ἐμμανουήλ Σουργιαδάκης, Ἀπολαβές καί εἰσοδήματα τῶν πατριαρχικῶν καί ἐνοριακῶν ψαλτῶν στήν Κωνσταντινούπολη κατά τόν 18ο αἰώνα. .................................................................................................................. 291 Παναγιώτης Χοβαρδᾶς, Ὁ πρωτοψάλτης Γεώργιος Δάφφας: συμβολή στήν ψαλτική παράδοση τῆς Θεσσαλονίκης τοῦ 20οῦ αἰώνα. .................... 301

-8-


Σεβ. Μητροπολίτης Γορτύνης καί Ἀρκαδίας κ. Μακάριος, Ἐκπρόσωπος τῆς Ἱερᾶς Ἐπαρχιακῆς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης, Ἡ Ψαλτική Τέχνη στή σύγχρονη ἐκκλησιαστική καί κοινωνική πραγματικότητα ....... 325 Γεώργιος Ι. Χατζηθεοδώρου, Ἡ Δοξολογία σὲ ἦχο πλ.Α΄τοῦ Γερμανοῦ, Ἀρχιερέως Νέων Πατρών καὶ ἡ ἐξήγησή-καλλωπισμός της, ἀπὸ τὸν Ἰωάννη Α΄ψάλτη Κρήτης. ................................................................................. 337 Γρηγόριος Θ. Στάθης, Σωζόμαστε γιατί ψέλνουμε. .................................. 353 Ἐμμανουήλ Γιαννόπουλος, Σύνοψη ἐργασιῶν καὶ συμπεράσματα τοῦ συνεδρίου............................................................................................................. 367 ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟΝ ΛΟΓΟΙ-ΜΕΛΕΤΕΣ Ροδάνθη Ἀνδρουλιδάκη-Πετράκη - Εὐάγγελος Πετράκης, Ἡ Ὀργανωτική Δομή τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τῶν Στουδίων μέσα ἀπό τούς Ἰάμβους τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου Στουδίτου ...................................................................... 377 Ἀρχιμ. Νήφων Βασιλάκης, Ναοί προσκυνηματικοί στό ἑνετοκρατούμενο Ἡράκλειο ................................................................................................... 399 ΜΕΡΟΣ ΠΕΜΠΤΟΝ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ Σύσταση τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Ἱδρύματος μέ τήν ἐπωνυμία «Πολιτιστικό - Πνευματικό Κέντρο Ενορίας Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Κάτω Ασιτών» τῆς Ἐνορίας Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Κάτω Ἀσιτῶν τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Κρήτης καί ἔγκριση τοῦ Κανονισμοῦ λειτουργίας αὐτοῦ (Φ.Ε.Κ. 4157 Β’ 21-9-2018). ............................................. 413

-9-




Ἡ Α.Θ. Παναγιότης ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαῖος κατά τήν εὐλογίαν τῶν Θερινῶν Κατασκηνώσεων ἐν τῇ νήσῳ Πρώτῃ


!µιλία τῆς Α.Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουµενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολοµαίου κατά τήν εὐλογίαν τῶν Θερινῶν Κατασκηνώσεων ἐν τD νήσE ΠρώτF (21 Gουλίου 2018) Ἐλλογιμώτατε κ. Διευθυντά τῶν Πατριαρχικῶν Κατασκηνώσεων ἐνταῦθα, Ἀξιότιμα μέλη τοῦ Διοικητικοῦ Συμβουλίου τοῦ Συνδέσμου Παιδουπόλεως καί Στέγης Ἐργαζομένης Νεάνιδος, Ἐλλογιμωτάτη κυρία Χαραλαμπίδου μετά τῶν ἐκλεκτῶν μελῶν τῆς Συνοδείας σας, Ἀγαπημένα μας παιδιά, Μέ τήν εὐλογίαν τοῦ Θεοῦ, εἴμεθα καί πάλιν ὅλοι μαζί, διά νά ἑορτάσωμεν τήν ἐπαναλειτουργίαν τῶν Θερινῶν Κατασκηνώσεων τῆς νήσου Πρώτης διά τό ἔτος 2018. Ἐδοξολογήσαμεν καί εὐχαριστήσαμεν τόν Τριαδικόν Θεόν εἰς τήν Θείαν Λειτουργίαν, ἡ ὁποία εἶναι τό πολυτιμότερον καί ἱερώτερον γεγονός εἰς τήν ἐκκλησιαστικήν ζωήν. Εἶναι, ὡς λέγουν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, σύνοψις ὁλοκλήρου τῆς Θείας Οἰκονομίας, τοῦ μυστηρίου δηλαδή τῆς Δημιουργίας, τῆς Σαρκώσεως τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ, τοῦ Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεώς Του, καί τῆς προσδοκίας τῆς δευτέρας καί ἐνδόξου παρουσίας Του. Ὀρθῶς, λοιπόν, ἕνας σύγχρονος σπουδαῖος Θεολόγος εἶπεν ὅτι, «ἡ Ἐκκλησία ἱδρύθη διά νά τελῇ τήν Εὐχαριστίαν» (π. Ἀλέξανδρος Σμέμαν). Ἀπό τήν λατρευτικήν ζωήν τῆς Ἐκκλησίας ἀντλοῦμεν οἱ χριστιανοί τήν δύναμιν, τήν ἀγάπην καί ὅλα τά χαρίσματα, τά ὁποῖα χαρακτηρίζουν τόν γνήσιον πιστόν. Εἶναι μεγάλη ἡ χαρά τοῦ Πατριάρχου σας, νά εὑρίσκεται σήμερα ἀνάμεσά σας. Ἀνάμεσα εἰς τά παιδιά, μέ τά φωτεινά πρόσωπα καί τήν ἀθώαν καρδίαν, τά μάτια τῶν ὁποίων «εἶναι πιό λαμπερά ἀπό τόν ἥλιον», ὅπως εἶπε ἕνας μέγας φιλόσοφος. Ἤ, μέ τά λόγια τοῦ ποιητοῦ Ὀδυσσέα Ἐλύτη: «Ἀπό παιδιά καί μόνον φτιάχνεις Ἱερολόσυμα». Ὀρθῶς ἐλέχθη, ἐπίσης, ὅτι «ἡ καρδιά ὅλων τῶν παιδιῶν εἶναι σπάταλη. Τό παιδί χαρίζει ἀφειδώλευτα χαμόγελα, ματιές, ἀγκαλιές, χαρά, ἐμπιστοσύνη. Δέν φορᾷ ποτέ μάσκα. Ὁ Χριστός μᾶς κάλεσε νά γίνουμε «ὡς τά παιδία», γιά νά ἀξιωθοῦμε νά γευτοῦμε τήν αἰωνιότητα». Πράγματι, τά πιό σπουδαῖα λόγια διά τά παιδιά τά εἶπεν ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ἀπευθυνόμενος πρός τούς Μαθητάς Του. Ὅταν οἱ Μαθηταί δέν ἐπέτρεπαν εἰς τά παιδιά νά πλησιάσουν τόν Χριστόν διά νά τά εὐλογήσῃ, - 13 -


ὁ Κύριος εἶπε πρός αὐτούς: «Ἄφετε τά παιδία ἔρχεσθαι πρός με καί μή κωλύετε αὐτά· τῶν γάρ τοιούτων ἐστίν ἡ βασιλεία τοῦ Θεοῦ» (Μάρκ. ι’, 14). Ὁ Χριστός δηλαδή λέγει, ὅτι ἡ Βασιλεία Του ἀνήκει εἰς τά παιδιά, ἀφοῦ αὐτά ἠμποροῦν, μέ τήν καθαράν καρδίαν, τήν ἀθωότητα καί τήν «σοφήν ἄγνοιά» των, μέ τόν αὐθορμητισμόν των καί τήν ἐμπιστοσύνην, τήν ὁποίαν δεικνύουν εἰς τήν ζωήν καί εἰς τούς ἀνθρώπους, νά βιώσουν τήν Ἀλήθειαν, τήν δωρεάν τῆς σωτηρίας καί τῆς Θείας Χάριτος, βαθύτερα ἀπό τούς ἐνήλικας. Αὐτά, ἀγαπητά μας παιδιά, ἀναφέρει τό Εὐαγγέλιον διά σᾶς. Καί ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, πιστή εἰς τόν Κύριόν της, πάντοτε ἐδείκνυε μέγα ἐνδιαφέρον διά τήν προστασίαν καί τήν κατά Χριστόν οἰκοδομήν τῶν παιδιῶν. Οὕτω, τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον, ἀνεκήρυξε τό 2017 «ἔτος προστασίας τῆς ἱερότητος τῆς παιδικῆς ἡλικίας», ἐνώπιον τῶν συγχρόνων ἀπειλῶν κατά τῆς ἀκεραιότητός της. Μία μεγάλη ἀπειλή συνδέεται μέ τό ἀδιαμφισβήτητον γεγονός ὅτι αἱ σύγχρονοι ἐξελίξεις εἰς τόν χῶρον τῆς τεχνολογίας καί τῆς ἐπικοινωνίας, καί ἡ καταλυτική παρουσία τῆς τηλεοράσεως καί τοῦ διαδικτύου (internet) εἰς τήν ζωήν μας, ὁδηγοῦν εἰς τήν συρρίκνωσιν τῆς παιδικῆς ἡλικίας, εἰς τήν ἐξαφάνισιν τῆς παιδικῆς ἀθωότητος, εἰς τήν πρώϊμον καί πρόωρον συμμετοχήν τῶν παιδιῶν εἰς τόν κόσμον, τήν ζωήν καί τά προβλήματα τῶν ἐνηλίκων. Ἐξ ἄλλου, ἡ τηλεόρασις καί τό διαδίκτυον ἀποδυναμώνουν τήν θέσιν τῶν γονέων εἰς τήν οἰκογένειαν, καί τήν ἐπιρροήν των ἐπί τῶν παιδιῶν των, ἀφοῦ τά ἡλεκτρονικά αὐτά μέσα ἐπικοινωνίας λειτουργοῦν ὡς κυρία πηγή ἀξιῶν. Μία ἄλλη ἐξέλιξις, ἡ ὁποία ἀπειλεῖ καί ἀλλοιώνει τήν ταυτότητα τῆς παιδικῆς ἡλικίας σήμερα, εἶναι ἡ παντοκρατορία τῆς οἰκονομίας καί τῶν οἰκονομικῶν κριτηρίων, ἡ ὁποία μετατρέπει τά παιδιά εἰς «ἀγοράς», ὡς ἐπίσης καί ὁ διάχυτος εὐδαιμονισμός, ὁ ὁποῖος παράγει καταναλωτάς καί ἀνθρώπους ὑποτεταγμένους εἰς τήν λογικήν τῶν ἀκορέστων ἀναγκῶν. Βλέπομεν συνεχῶς εἰς τά ὀθόνας μας τάς εἰκόνας τῶν παιδιῶν ἀπό ἐμπολέμους περιοχάς, τά παιδιά - μετανάστας καί πρόσφυγας, τά παιδιά θύματα τῆς πείνας, τῶν ἀφορήτων στερήσεων καί τῆς κοινωνικῆς ἀδικίας. Ἡ ἀνθρωπότης ὀφείλει νά κινηθῇ μέ μεγαλυτέραν εὐθύνην, ταχύτητα καί ἀποτελεσματικότητα ἐναντίον αὐτῆς τῆς ἀπαραδέκτου καταστάσεως. Καί αἱ Ἐκκλησίαι πρέπει νά ἀναπτύξουν ἰδιαιτέραν ποιμαντικήν μέριμναν πρός αὐτήν τήν κατεύθυνσιν. Εἴμεθα ἀναπολόγητοι, ἐάν ἐφησυχάζωμεν καί παραμένωμεν ἀδρανεῖς. Τά ἀναφέρομεν ὅλα αὐτά, ἀγαπητά μας παιδιά, μαθηταί καί μαθήτριαι, διά νά κατανοήσετε καί νά ἐκτιμήσετε αὐτό, τό ὁποῖον προσφέρεται εἰς ἐσᾶς, καί κατά τό ἐφετεινόν θέρος, τήν δυνατότητα δηλαδή νά εἶσθε χαρούμενα καί εὐτυχισμένα μέσα εἰς τό ὡραῖον νησιωτικόν περιβάλλον, νά - 14 -


χαρῆτε τήν παιδικότητά σας, νά ἀπολαύσετε τόν ἥλιον καί τήν θάλασσαν, νά παίξετε, νά ξεκουρασθῆτε, ἀλλά καί νά μάθετε νέα καί σπουδαῖα πράγματα ἀπό σπουδαίους ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι σᾶς ἀγαποῦν, καί θέλουν νά σᾶς δώσουν πρόσθετα ἐφόδια διά τήν ζωήν σας, διά τήν διαμόρφωσιν τοῦ χαρακτῆρος καί τῆς προσωπικότητός σας. Παιδεία εἶναι ἡ προσπάθεια, ὁ ἀγών τῆς προηγουμένης γενεᾶς, ὥστε ἡ νέα γενεά νά ἀποκτήσῃ τά ἐφόδια καί τήν ἱκανότητα νά μετέχῃ εἰς ὅ,τι οἱ ἐνήλικες θεωροῦν ἀγαθόν, ὡραῖον, ἠθικόν, ἀξιόλογον, εἰς ὅ,τι προάγει τήν ζωήν καί τήν ἐλευθερίαν. Ἡ ἀληθινή παιδεία δέν ἀναφέρεται εἰς ὅ,τι εἶναι ὁ ἄνθρωπος, ἀλλά εἰς αὐτό, τό ὁποῖον ὀφείλει νά εἶναι. Οἱ ὑπεύθυνοι τῆς Κατασκηνώσεως θά σᾶς βοηθήσουν νά κατανοήσετε ὅτι ἡ παιδεία δέν μᾶς διδάσκει ἁπλῶς νά ἀποκτῶμεν ὅ,τι ἐπιθυμοῦμεν, ἀλλά νά ἐπιθυμοῦμε τό δέον, αὐτό πού πρέπει, αὐτό πού ἀπελευθερώνει τόν ἄνθρωπον ἀπό τάς ψευδαισθήσεις καί τόν προσανατολίζει εἰς τήν Ἀλήθειαν. Θά ἀκούσετε, ἀγαπητά παιδιά, περί τοῦ ὀρθοδόξου πολιτισμοῦ μας, καί θά πληροφορηθῆτε διά τά θαυμαστά καί ὑπέροχα, τά ὁποῖα αὐτός ἐπέτυχε καί ἐκπροσωπεῖ. Πρέπει νά εἶσθε ὑπερήφανοι, ἐπειδή εἶσθε κληρονόμοι τῆς πλέον φωτεινῆς ἐκκλησιαστικῆς καί θρησκευτικῆς παραδόσεως είς τήν ἱστορίαν τῆς ἀνθρωπότητος. Ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἡ ὀποία συνῆλθε εἰς τήν Κρήτην, τόν Ἱούνιον τοῦ 2016, προέτρεψε τούς ὁρθοδόξους νέους «νά συνειδητοποιήσουν ὅτι εἶναι φορεῖς τῆς μακραίωνος καί εὐλογημένης παραδόσεως τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ταυτοχρόνως δέ καί οἱ συνεχισταί αὐτῆς, οἱ ὁποῖοι θά διαφυλάσσουν θαρραλέως καί θά καλλιεργοῦν μέ δυναμισμόν τάς αἰωνίους ἀξίας τῆς Ὀρθοδοξίας διά νά δίδουν τήν ζείδωρον χριστιανικήν μαρτυρίαν». Συγχαίρομεν καί εὐχαριστοῦμεν ὅλους ἐκείνους πού συνέβαλαν καί συμβάλλουν εἰς τήν ὀργάνωσιν καί τήν λειτουργίαν τῶν θερινῶν Πατριαρχικῶν Κατασκηνώσεων Πρώτης. Δέν ὑπάρχει, εἰς τόν κόσμον ὅλον, πολυτιμοτέρα, ἀνθρωπινωτέρα, εὐγενεστέρα συμβολή, ἀπό τό νά προσφέρωμεν προστασίαν καί χαράν εἰς τά παιδιά. Ἐκφράζομεν τήν Πατριαρχικήν μας εὐαρέσκειαν πρός τόν Ἱερώτατον Μητροπολίτην Νεαπόλεως καί Σταυρουπόλεως κύριον Βαρνάβαν διά τήν διαρκῆ στήριξιν τῆς ἱερᾶς αὐτῆς πρωτοβουλίας, καί θερμάς εὐχαριστίας πρός τήν ἐκλεκτήν ὁμάδα ἐθελοντριῶν περί τήν ἀεί παροῦσαν καί θυσιαστικήν κυρίαν Μαρίαν Χαραλαμπίδου. Εὐχαριστοῦμεν ἐκ μέσης καρδίας τό Διοικητικόν Συμβούλιον τοῦ Συνδέσμου Παιδουπόλεως καί Στέγης Ἐργαζομένης Νεάνιδος, διά τήν ἀνεκτίμητον προσφοράν του καί τήν ἀδειάλειπτον ἀφοσίωσιν εἰς τήν κοινωφελῆ ἀποστολήν του. - 15 -


Εἰς τόν νέον Διευθυντήν τῶν Κατασκηνώσεων, Καθηγητήν τοῦ Ζωγραφείου Λυκείου κ. Ἀδαμάντιον Κομβόπουλον, εὐχόμεθα ὁλοθύμως καλήν ἐπιτυχίαν εἰς τό ἔργον του, καί τόν συγχαίρομεν διά τήν προθυμίαν, τόν ζῆλον καί τήν ὑπευθυνότητά του. Κατακλείομεν τήν προσφώνησίν μας μέ τήν ἔκφρασιν τῆς ἀγάπης μας καί μέ πολλάς πατρικάς εὐχάς πρός τά φιλοξενούμενα ἐδῶ παιδιά, τήν μαθητιώσαν νεολαίαν τῆς Πόλεως, εἰς τήν ὁποίαν ἀνήκει τό μέλλον. Εὐχόμεθα, ἀγαπητοί μας νέοι, νά χαρῆτε τήν διαμονήν εἰς τήν Κατασκήνωσίν σας, νά ξεκουραστῆτε, νά μάθετε πολλά καί ἐνδιαφέροντα, καί νά μαζέψετε δυνάμεις γιά ὅσα σᾶς ἀναμένουν τόν ἐρχόμενον Σεπτέμβριον, ὅταν θά ἐπιστρέψετε εἰς τά θρανία ἤ θα ἐγγραφῆτε διά πρώτην φοράν εἰς τό σχολεῖον. Σᾶς συνοδεύουν αἱ προσευχαί ὁλων μας. Ἡ χάρις τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Χριστοῦ νά σᾶς φωτίζῃ καί νά σᾶς χαρίζῃ ὅλα τά καλά. Σᾶς εὐχαριστοῦμε διά τήν προσοχήν σας.

- 16 -


!µιλία τῆς Α. Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουµενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολοµαίου κατά τήν Λειτουργίαν ἐπί τῶν ἐρειπίων τῆς Jερᾶς Μονῆς Παναγίας Φανερωµένης Oρτάκης Κυζίκου (23 Αὐγούστου 2018) Ἱερώτατοι Ἀδελφοὶ Ἱεράρχαι, εὐλαβέστατοι λοιποὶ κληρικοί, εὐγενεστάτη κ. Γενικὴ Πρόξενε τῆς Ἑλλάδος ἐν Σμύρνῃ, ἐντιμολογιώτατοι Ἄρχοντες τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου καὶ λοιπὰ εὐλογημένα τέκνα τῆς Ἐκκλησίας, ἰδίᾳ τὰ καταγόμενα ἐκ τῆς ἱστορικῆς ταύτης Μητροπόλεως Κυζίκου, καὶ ὅλοι οἱ παρακολουθοῦντες δορυφορικῶς τὴν θείαν λειτουργίαν μας. Μᾶς ἠξίωσεν ἡ Χάρις τοῦ Θεοῦ νὰ συναχθοῦμε καὶ ἐφέτος ἐδῶ εἰς αὐτὰ τὰ σεπτὰ ἐρείπια μεγάλου σεβάσματος τῆς Πίστεως καὶ τοῦ Γένους μας, προκειμένου νὰ ἀποδώσωμεν εὐλαβῶς τὴν μεγίστην τῶν Θεομητορικῶν ἑορτῶν, τοὐτέστι τὴν Κοίμησιν τῆς Παναγίας μας. Ἐπὶ τριακοσίας ἑξήκοντα πέντε ἡμέρας κατ’ ἔτος ἡ Φανερωμένη τῆς Κυζίκου κοσμεῖ, εὐλογεῖ, ἁγιάζει καὶ φυλάττει ἀγρύπνως τὸν πάνσεπτον Πατριαρχικὸν Ναόν μας καὶ τὸ Σεπτὸν Κέντρον τῆς Μητρὸς Ἐκκλησίας ἐν Φαναρίῳ. Μίαν ἐξ αυτῶν τῶν ἡμερῶν, προσδιοριζομένην ἀπὸ τετραετίας εἰς τὴν 23ην Αὐγούστου, ὁ Πατριάρχης ἀποδίδει τὸ ὀφειλόμενον χρέος εὐγνωμοσύνης πρὸς τὴν Θεοτόκον, προσερχόμενος αὐτοπροσώπως μετὰ τῆς συνοδείας του ἐνταῦθα εἰς τὴν ἀρχαίαν ἑστίαν της, καὶ τελῶν πρὸς τιμήν της τὴν πανηγυρικὴν Θείαν Λειτουργίαν, συμπροσευχομένου πλήθους πιστῶν, μάλιστα δὲ ἐκ τῶν ἀπογόνων τῶν ἐντεῦθεν ὑπὸ λίαν τραγικὰς συνθήκας ἐκριζωθέντων πρὸ ἑνὸς σχεδὸν αἰῶνος εὐσεβῶν ὁμογενῶν καὶ ἐντοπίων. Ἐρχόμεθα ἐδῶ διὰ νὰ εἴπωμεν εἰς τὴν Φανερωμένην τὸ μεγάλο «εὐχαριστῶ» τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας καὶ τοῦ Πατριάρχου ἔναντι ὅσων καθημερινῶς Ἐκείνη μᾶς εὐεργετεῖ. Ἐρχόμεθα διὰ νὰ ἁγιάσωμεν διὰ τῆς Θείας Λειτουργίας τὸν τόπον ποὺ ἀγριεύει, διατελῶν ἀλειτούργητος ἐπὶ μακρὸν καὶ ἀλιβάνιστος. Ἐρχόμεθα διὰ νὰ μνημονεύσωμεν τοὺς πολλοὺς Ἁγίους τῆς περιοχῆς, ἀλλὰ καὶ τὰς ψυχὰς τῶν κεκοιμημένων προγόνων μας. Τόσον ἐκείνων ποὺ ηὗραν ἀνάπαυσιν εἰς αὐτὰ τὰ γνωστά των καὶ λίαν προσφιλῆ χώματα, ὅσων καὶ ἐκείνων ποὺ ἀναπαύονται εἰς ἄλλην γῆν, ἀποθανὀντες μὲ ἀθεράπευτον τὴν νοσταλγίαν τῆς πατρίδος των! Ἐρχόμεθα διὰ νὰ διατηρήσωμεν ἀναμένην τὴν κανδήλαν τῆς μνήμης, τὸ φέγγος τῆς ὁποίας εἶναι ἀπολύτως ἀπαραίτητον διὰ νὰ βαδίσωμεν μὲ ἀσφάλειαν τὴν σκληρὰν ὁδόν, ποὺ ὡς Ἐσταυ- 17 -


Ἡ ἱερά εἰκών Παναγίας τῆς Φανερωμένης ἐκ τῆς Ἀρτάκης Κυζίκου, φυλαττομένη εἰς τόν πάνσεπτον Πατριαρχικόν Ναόν ἐν Φαναρίῳ


ρωμένη Ἐκκλησία Κωνσταντινουπόλεως καὶ ὡς εὐσεβὲς Γένος ἔχομεν ἐνὠπιόν μας εἰς τὰς πολλαχῶς καὶ πολυτρόπως δυσκόλους ἡμέρας ταύτας! Ἐρχόμεθα διὰ νὰ λατρεύσωμεν τὸν Πανάγιον Υἱὸν τῆς Φανερωμένης, νὰ Τὸν δοξολογήσωμεν, νὰ Τοῦ προσφέρωμεν τὴν ἀναίμακτον ἱερουργίαν τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ἀλλὰ καὶ διὰ νὰ Τοῦ εἴπωμεν τὸ παράπονον τῆς πονεμένης Ρωμιοσύνης, καὶ νὰ Τοῦ ἐκφράσωμεν τὴν ἐλπίδα τὴν ὁποίαν στηρίζομεν εἰς τὴν φιλανθρωπίαν, τὴν ἀγάπην, τοὺς οἰκτιρμοὺς καὶ τὸ πολὺ ἔλεός Του! Νὰ Τοῦ εἴπωμεν τὸ «ἡμάρτομεν εἰς τὸν οὐρανὸν καὶ ἐνώπιόν Σου» καὶ συνεπείᾳ τούτου «ἐταπείνωσας ἡμᾶς ἕως σφόδρα»! Ἀλλὰ καὶ νὰ Τὸν βεβαιώσωμεν: «Σοὶ μόνῳ λατρεύομεν, οὐκ οἴδαμεν προσκυνεῖν θεῷ ἀλλοτρίῳ»! Νὰ Τοῦ ἐκφράσωμεν τὴν εὐγνωμοσύνην μας δι’ ὅλας Του τὰς εὐεργεσίας, τὰς φανερὰς καὶ προδήλους τῆς ἁγίας δεξιᾶς Του, ἀλλὰ καὶ τὰς ἀφανεῖς καὶ κεκαλυμμένας τῆς ἐξ ἴσου ἁγίας ἀριστερᾶς Του, καὶ νὰ Τὸν παρακαλέσωμεν διὰ καλλιτέρας ἡμέρας, ἡμέρας ἀναψύξεως καὶ ἀνατάσεως δι’ ὅλους τοὺς Χριστιανούς, καὶ ὅλον τὸν ἐμπερίστατον κόσμον μας. Ἐρχόμεθα ἀκόμη διὰ νὰ ψηλαφήσωμεν τὰς ρίζας καὶ τὴν ἱστορίαν μας ποὺ ἔχουν βάθος ἀμέτρητον, νὰ ἐμπνευσθοῦμε ἀπὸ τὰ ὁρώμενα καὶ ἀπὸ ὅσα ἡ γνῶσις τοῦ νοὸς καὶ ἡ μυστικὴ φωνὴ τῆς καρδίας θὰ μᾶς πληροφορήσουν, καὶ νὰ ἀντλήσωμεν δυνάμεις διὰ τὸ σήμερον καὶ τὸ αὔριον. Ὁ Ἀνταῖος ἐκεῖνος τῆς μυθολογίας ἐλάμβανε δύναμιν πατώντας εἰς τὴν γῆν. Καὶ ἐμεῖς λαμβάνομεν πολλὰς δυνάμεις πατώντας, γονυπετώντας καὶ προσευχόμενοι εἰς τὴν γῆν τῶν πατέρων μας. Γῆν ποτισμένην μὲ πολὺν εἰρηνικὸν ἱδρῶτα, μὲ πολλὰ δάκρυα καὶ μὲ πολὺ μαρτυρικὸν αἷμα, ὅπως τῶν Ἁγίων Ἐννέα Μαρτύρων τῶν ἐν Κυζίκῳ, ὅπως τοῦ Ἁγίου Μάρτυρος Μύρωνος, ὁμοίως ἐν Κυζίκῳ ἀθλήσαντος, καὶ ἄλλων πολλῶν. Ἀλλά, εἰς τὴν Θεοτόκον καὶ Κυρίαν πάντων ἡμῶν ἄς ἐπιστρέψωμεν. Δὲν μᾶς ἤρκεσε μία ἡμέρα πανηγύρεως τῆς πανεκλάμπρου καὶ «πεποικιλμένης τῇ θείᾳ δόξῃ» ἑορτῆς τῆς πανσέπτου Κοιμήσεως καὶ εἰς οὐρανοὺς σεβασμίας Μεταστάσεώς Της, ἔστω καὶ ἄν ἐκάμαμε προετοιμασίαν δύο ὁλοκλήρων ἑβδομάδων μὲ νηστείαν, μὲ προσευχήν, μὲ μικρὰς καὶ μεγάλας Παρακλήσεις εἰς τὴν Χάριν Της, μὲ προεόρτιον ἡμέραν καὶ ἀναλόγους ὕμνους, μὲ μεγαλοπρεπῆ Ἑσπερινὸν καὶ δοξαστικὸν ὀκτώηχον πάντερπνον. Συνεχίζομεν τὸν εὐκλεῆ ἑορτασμὸν ἐπὶ ἐννέα ἀκόμη μεθεόρτους ἡμέρας μέχρι τῆς σήμερον. Σήμερον τὸν κατακλείομεν μὲ τὰ «Ἐννιάμερα» τῆς λαϊκῆς εὐσεβείας, μὲ τὴν «Ἀπόδοσιν» τῆς Θεολογικῆς ὁρολογίας. Καὶ ἡ Ἀπόδοσις φέρει σχεδὸν τὰ ἴσα τῆς κυρίως ἑορτίου ἡμέρας, τοὐλάχιστον ὅσον ἀφορᾶ εἰς τὴν ὑμνολογίαν καὶ τὴν ὅλην ἱερὰν Ἀκολουθίαν, ἀλλὰ καὶ εἰς τὴν συμμετοχήν, τὴν κατάνυξιν, τὴν γλυκερὰν χαρμολύπην καὶ τὸν ἱερὸν ἐνθουσιασμὸν τῶν πιστῶν. Καὶ σήμερον οἱ πιστοὶ κυκλώνουν τὸ Θεοδόχον - 19 -


Ἡ Α.Θ. Παναγιότης ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαῖος καί ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Σηλυβρίας κ. Μάξιμος μετά τήν θείαν Λειτουργίαν ἐπί τῶν ἐρειπίων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας Φανερωμένης Ἀρτάκης Κυζίκου

σῶμα τῆς πανάγνου Θεομήτορος εἰς τὴν ζωαρχικὴν καταστολὴν καὶ ἀνθρωπίνην κατάπαυσίν του, κομίζοντες τὰ πρόσφορα τῆς εὐσεβείας των, τοὺς ἄρτους, τὰ ἄνθη, τὰ κεριὰ καὶ τὰ θυμιάματα τῆς εὐλαβείας των, τὰ δάκρυα τῆς καρδίας των, τὴν μελωδίαν τῶν ὕμνων καὶ τὴν εὐωδίαν τῶν προσευχῶν των. Καὶ πάνυ πρεπόντως! Διότι Ἐκείνη εἶναι «μετὰ Θεὸν ἡ θεός, τὰ δευτερεῖα τῆς Τριάδος ἡ ἔχουσα», κατὰ τὴν χαρακτηριστικὴν ἔκφρασιν τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου Κρήτης. Εἶναι τὸ μεθόριον μεταξὺ κτίσεως καὶ Κτίστου. Ἡ ἀκροτάτη κορυφὴ τῶν πλασμάτων τοῦ Θεοῦ, τὸ χρυσοπλοκώτατον κάλλος ὅλης τῆς Δημιουργίας, ἡ «τιμιωτέρα τῶν Χερουβὶμ καὶ ἐνδοξοτέρα ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφίμ»! Ἡ Θυγατέρα τοῦ Οὐρανίου Βασιλέως, ἡ ἔχουσα ὅλην τὴν δόξαν Της ἔσωθεν, ἐκ τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου ποὺ ἐκυοφόρησεν. Ἡ Κυρία τῶν Ἀγγέλων καὶ τῶν πάντων Βασίλισσα – Παντάνασσα! Ἀλλὰ παραλλήλως εἶναι καὶ ἡ γλυκυτάτη Μητέρα ὅλων τῶν Χριστιανῶν, ἀσφαλὲς καταφύγιον καὶ φιλόστοργος ἀγκάλη διὰ κάθε πιστόν! Εἶναι πρὸς τούτοις καὶ ἡ Ὑπέρμαχος Στρατηγὸς τοῦ εὐσεβοῦς ἡμῶν Γένους, τὸ ὁποῖον πολλάκις μεγάλως εὐηργέτησε καὶ ἀποφασιστικῶς ἐπροστάτευσεν εἰς κρισίμους ὥρας καὶ δυσκόλους περιστάσεις. Τί φυσικώτερον, λοιπόν, ἀπὸ τὸ νὰ σπεύσωμεν ὅλοι ἀγαλλομένῳ ποδὶ διὰ νὰ κυκλώσωμεν καὶ πάλιν τὸ ζωοδόχον σκῆνος Της, νὰ καταφιλήσωμεν εὐλαβῶς τὰς κατεσταλμένας τιμίας χεῖρας καὶ τοὺς ἀχράντους πόδας Της, νὰ Τῆς ψάλλωμεν μαζὶ μὲ τοὺς ἐκ περάτων θαυμαστῶς συναθροισθέντας ἁγίους Ἀποστόλους ἀπὸ τὸ κέντρον τῆς ψυχῆς μας «ᾠδὴν τὴν ἐξόδιον» καὶ νὰ λάβωμεν τὴν πολύτιμον εὐχήν Της; - 20 -


Εἰς ὅλα αὐτὰ μᾶς συνοδεύουν τὰ κρίνα τοῦ ἀγροῦ καὶ τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ, ἐδῶ εἰς τό ἐρειπωμένο Μοναστήρι της, εἰς τὸ Kirazlı Manastırı τῆς Κυζικηνῆς Χερσονήσου. Ἀδελφοὶ καὶ τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά! Μετὰ ἀπὸ ὀλίγον θὰ ἐπιστρέψωμεν ὅλοι εἰς τὰ ἴδια, εἰς τὰ συνήθη ἔργα καὶ τὰς εὐθύνας μας. Μὲ ὅλα τὰ προβλήματα καὶ τὰς δυσκολίας τῆς καθημερινότητος. Ὅμως, δὲν θὰ εἴμεθα ἀσυνόδευτοι. Μαζί μας θὰ εὑρίσκεται νοερῶς ἡ Χάρις τῆς Ἀκοιμήτως κεκοιμημένης Θεομήτορος, σκέπουσα, προστατεύουσα, διαφυλάττουσα, παρηγοροῦσα, ἐνισχύουσα καὶ δροσίζουσα τὶς ψυχές μας μέσα στὸ καῦμα καὶ τὸν αὐχμὸ τῶν ἡμερῶν καὶ τὶς περιστάσεις τοῦ βίου. Ἡ Παναγία διαρκῶς θὰ εὑρίσκεται πρέσβυς μας ἐνώπιον τοῦ Θρόνου τῆς Χάριτος, δεομένη εἰς τὸν Χριστὸν μετὰ παρρησίας γιὰ ὅλους ὅσοι θελήσαμε νὰ τιμήσωμε τὴν ἀθάνατον Κοίμησίν της, ἤ μᾶλλον, ὀρθότερα, νὰ τιμηθοῦμε ἀπὸ τὴν ἴδια, διὰ τῆς συμμετοχῆς μας στὴν μεγάλη Της ἑορτή. Ἂς Τὴν παρακαλέσωμε, λοιπόν, μαζὶ μὲ μᾶς νὰ ἐνθυμῆται καὶ κάθε ἐμπερίστατον συνάνθρωπόν μας, κάθε ἀσθενῆ, κάθε ἀγωνιῶντα, κάθε ἀδικούμενον, κάθε καταπιεζόμενον, κάθε παρηγκωνισμένον καὶ λησμονημένον, κάθε κοπιῶντα καὶ πεφορτισμένον! Καὶ ὅταν θἀ ἔλθῃ ἡ ὥρα τοῦ καθενός μας νὰ ἀνακληθῶμεν εἰς τὴν ἄνω, τὴν αἰωνίαν καὶ μένουσαν Πατρίδα, Ἐκείνη νὰ εἶναι νυμφαγωγὸς καὶ ἐγγυήτρια τῆς σωτηρίας μας! Χαίρετε πλεῖστα, Ἀδελφοὶ καὶ τέκνα ἐν Κυρίῳ, καὶ πληροῦσθε πάντοτε ἀπὸ Θεομητορικὴν ἀγαλλίασιν καὶ γλυκύτητα. Μὴ λησμονῆτε τὴν σημερινὴν ἁγίαν ἐμπειρίαν ποὺ ἔχουμε ἐδῶ καὶ κάμετε τάμα εἰς τὸν ἑαυτόν σας νὰ ἔλθετε καὶ πάλιν! Καὶ τοῦ χρόνου καὶ τὸ ἐπιὸν ἔτος, καὶ εἰς ἔτη πολλά! Νὰ εἶσθε ὅλοι εὐλογημένοι παρὰ Πατρὸς καὶ Υἱοῦ καὶ Ἁγίου Πνεύματος.

- 21 -


Ἡ Α.Θ. Παναγιότης ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαῖος χοροστατεῖ ἐπί τῇ ἡμέρᾳ προσευχῆς ὑπέρ τῆς Προστασίας τοῦ Φυσικοῦ Περιβάλλοντος καί ἀκολούθως ὑπογράφει τήν Πρᾶξιν εἰς τόν Κώδικα τῆς Ἰνδίκτου


Σεπτόν Πατριαρχικόν Μήνυµα ἐπί τD ἡµέρT προσευχῆς ὑπέρ τῆς Προστασίας τοῦ Φυσικοῦ Περιβάλλοντος (01/09/2018) †ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΣ ΕΛΕΩι ΘΕΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ ΝΕΑΣ ΡΩΜΗΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΣ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΠΑΝΤΙ Τῼ ΠΛΗΡΩΜΑΤΙ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΧΑΡΙΝ, ΕΙΡΗΝΗΝ ΚΑΙ ΕΛΕΟΣ ΠΑΡΑ ΤΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΟΥ ΠΑΣΗΣ ΤΗΣ ΚΤΙΣΕΩΣ ΚΥΡΙΟΥ ΚΑΙ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ Ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ, Συνεπληρώθησαν ἤδη εἰκοσιεννέα ἔτη ἀπό τῆς καθιερώσεως ὑπό τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας, τῆς ἑορτῆς τῆς Ἰνδίκτου ὡς «Ἡμέρας Προστασίας τοῦ περιβάλλοντος». Καθ᾿ ὅλον αὐτό τό διάστημα τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον ὑπῆρξεν ἐμπνευστής καί πρωταγωνιστής ποικίλων δράσεων, αἱ ὁποῖαι ἐκαρποφόρησαν πλουσίως καί ἀνέδειξαν τό οἰκολογικόν πνευματικόν δυναμικόν τῆς ὀρθοδόξου ἡμῶν παραδόσεως. Αἱ οἰκολογικαί πρωτοβουλίαι τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἀπετέλεσαν ἔναυσμα διά τήν θεολογίαν, διά νά ἀναδείξῃ τάς οἰκοφιλικάς ἀρχάς τῆς χριστιανικῆς ἀνθρωπολογίας καί κοσμολογίας καί νά προβάλῃ τήν ἀλήθειαν ὅτι οὐδέν ὅραμα διά τήν πορείαν τῆς ἀνθρωπότητος ἐν τῇ ἱστορίᾳ ἔχει ἀξίαν, ἐάν δέν περιλαμβάνῃ καί τήν προσδοκίαν ἑνός κόσμου, ὁ ὁποῖος θά λειτουργῇ ὡς πραγματικός «οἶκος» τοῦ ἀνθρώπου, εἰς μίαν ἐποχήν κατά τήν ὁποίαν ἡ συνεχῶς διογκουμένη ἀπειλή κατά τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος κυοφορεῖ μίαν παγκόσμιον οἰκολογικήν καταστροφήν. Ἡ ἐξέλιξις αὕτη εἶναι ἡ συνέπεια μιᾶς συγκεκριμένης ἐπιλογῆς τρόπου οἰκονομικῆς, τεχνολογικῆς καί κοινωνικῆς ἀναπτύξεως, ἡ ὁποία δέν σέβεται οὔτε τήν ἀξίαν τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, οὔτε τήν ἱερότητα τῆς φύσεως. Εἶναι ἀδύνατον νά ἐνδιαφερώμεθα πραγματικῶς διά τό ἀνθρώπινον πρόσωπον καί ταυτοχρόνως νά καταστρέφωμεν τό φυσικόν περιβάλλον, τήν βάσιν τῆς ζωῆς, κατ᾿ οὐσίαν δηλαδή νά ὑπονομεύωμεν τό μέλλον τῆς ἀνθρωπότητος. Παρά τό γεγονός ὅτι δέν θεωροῦμεν ὀρθόν νά κρίνωμεν τόν νεωτερικόν πολιτισμόν ἐπί τῇ βάσει «ἁμαρτολογικῶν κριτηρίων», ἐπιθυμοῦμεν νά ὑπογραμμίσωμεν ὅτι ἡ καταστροφή τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος εἰς τήν ἐποχήν μας συνδέεται μέ τήν ἀλαζονείαν τοῦ ἀνθρώπου ἔναντι τῆς φύσεως καί τήν ἐξουσιαστικήν σχέσιν του πρός αὐτήν, καθώς καί μέ τό εὐδαιμονιστικόν - 23 -


πρότυπον τοῦ «πολλῶν δεῖσθαι» ὡς γενικῆς στάσεως ζωῆς. Ὅσον λανθασμένον εἶναι τό νά πιστεύωμεν ὅτι εἰς τό παρελθόν ὅλα ἦσαν καλλίτερα, τόσον ἄτοπον εἶναι νά κλείωμεν τά ὄμματα ἐνώπιον ὅσων συμβαίνουν σήμερον. Δέν ἀνήκει τό μέλλον εἰς τόν ἄνθρωπον, ὁ ὁποῖος ἀναζητεῖ ἀκαταπαύστως τεχνητάς ἀπολαύσεις καί νέας ἱκανοποιήσεις, ὁ ὁποῖος ζῇ διά τόν ἑαυτόν του καί ἀγνοεῖ τόν πλησίον, εἰς τόν ἄνθρωπον τῆς προκλητικῆς σπατάλης, οὔτε εἰς τόν ἀδικητήν καί ἐκμεταλλευτήν τῶν ἀδυνάτων. Τό μέλλον ἀνήκει εἰς τήν δικαιοσύνην καί τήν ἀγάπην, εἰς τόν μετοχικόν πολιτισμόν τῆς ἀλληλεγγύης καί τοῦ σεβασμοῦ τῆς ἀκεραιότητος τῆς δημιουργίας. Τοιοῦτον ἦθος καί τοιοῦτος πολιτισμός διασώζεται εἰς τήν θεανθρωπίνην ἐκκλησιαστικήν παράδοσιν τῆς Ὀρθοδοξίας. Εἰς τήν μυστηριακήν καί λατρευτικήν ζωήν τῆς Ἐκκλησίας βιοῦται καί ἐκφράζεται ἡ εὐχαριστιακή θεώρησις, νοηματοδότησις καί χρῆσις τῆς δημιουργίας. Αὐτή ἡ σχέσις μέ τόν κόσμον εἶναι ἀσύμβατος μέ κάθε εἴδους ἐσωστρέφειαν καί ἀδιαφορίαν διά τήν πλάσιν, μέ κάθε μορφῆς δυϊσμόν πνεύματος καί ὕλης καί ὑποτίμησιν τῆς ὑλικῆς πραγματικότητος. Τοὐναντίον, ἡ εὐχαριστιακή ἐμπειρία εὐαισθητοποιεῖ καί κινητοποιεῖ τόν πιστόν εἰς οἰκοφιλικήν δρᾶσιν ἐν τῷ κόσμῳ. Ἐν τῷ πνεύματι τούτῳ, ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας ὑπεγράμμισεν ὅτι εἰς τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας «καταφάσκεται ἡ δημιουργία καί ὁ ἄνθρωπος ἐνδυναμώνεται διά νά λειτουργῇ ὡς οἰκονόμος, φύλαξ καί "ἱερεύς" αὐτῆς, προσάγων ταύτην δοξολογικῶς τῷ Δημιουργῷ» (Ἐγκύκλιος, §14). Κάθε εἴδους κατάχρησις καί καταστροφή τῆς κτίσεως καί ἡ μετατροπή της εἰς ἀντικείμενον πρός ἐκμετάλλευσιν ἀποτελεῖ διαστρέβλωσιν τοῦ πνεύματος τοῦ χριστιανικοῦ Εὐαγγελίου. Δέν εἶναι διόλου τυχαῖον, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἐχαρακτηρίσθη ὡς ἡ «οἰκολογική μορφή» τοῦ Χριστιανισμοῦ, ἐφ᾿ ὅσον εἶναι ἡ Ἐκκλησία, ἡ ὁποία διέσωσε τήν Θείαν Εὐχαριστίαν ὡς πυρῆνα τῆς ζωῆς της. Συνεπῶς, ἡ οἰκολογική δραστηριοποίησις τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου δέν ἀνεπτύχθη ἁπλῶς ὡς ἀντίδρασις εἰς τήν σύγχρονον πρωτοφανῆ οἰκολογικήν κρίσιν, δέν ἐδημιουργήθη ἀπό αὐτήν, ἀλλά ἀποτελεῖ ἔκφρασιν τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας, προέκτασιν τοῦ εὐχαριστιακοῦ ἤθους εἰς τήν σχέσιν τοῦ πιστοῦ μέ τήν φύσιν. Αὐτή ἡ ἐγγενής οἰκολογική συνείδησις τῆς Ἐκκλησίας ἐξεδηλώθη εὐθαρσῶς καί εὐστόχως ἐν ὄψει τῶν συγχρόνων ἀπειλῶν κατά τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος. Ἡ ζωή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἶναι βιωμένη οἰκολογία, ἔμπρακτος καί ἀκατάλυτος σεβασμός τῆς κτίσεως. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι γεγονός κοινωνίας, νίκη κατά τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ θανάτου, κατά τῆς αὐτοδικαιώσεως καί τοῦ ἀτομοκεντρισμοῦ, ἀπό τά ὁποῖα ἐκπορεύεται ἡ καταστροφή τοῦ περιβάλλοντος. Ὁ Ὀρθόδοξος πιστός εἶναι ἀδύνατον νά παραμένῃ ἀδιάφορος ἔναντι τῆς οἰκολογικῆς κρίσεως. - 24 -


Ἡ μέριμνα καί ἡ φροντίς διά τήν πλάσιν εἶναι συνέπεια καί ἔκφρασις τῆς πίστεως καί τοῦ εὐχαριστιακοῦ ἤθους του. Εἶναι προφανές ὅτι διά τήν ἀποτελεσματικήν συμβολήν εἰς τήν ἀντιμετώπισιν τῶν οἰκολογικῶν προβλημάτων ἡ Ἐκκλησία ὀφείλει νά τά γνωρίζῃ καί νά τά μελετᾷ. Γνωρίζομεν ἅπαντες ὅτι ἡ μεγαλυτέρα ἀπειλή διά τό περιβάλλον καί τήν ἀνθρωπότητα εἶναι σήμερον ἡ κλιματική ἀλλαγή καί αἱ καταστροφικαί ἐπιπτώσεις της δι᾿ αὐτήν ταύτην τήν ζωήν ἐπί τῆς γῆς. Αὐτή ἡ θεματική ἐκυριάρχησε καί κατά τό ἕνατον οἰκολογικόν Συμπόσιον, τό ὁποῖον διωργάνωσε τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον τόν παρελθόντα Ἰούνιον εἰς τάς νήσους τοῦ Σαρωνικοῦ Σπέτσες καί Ὕδραν, μέ τίτλον «Γιά μιά πιό πράσινη Ἀττική. Διασώζοντας τόν πλανήτη καί προστατεύοντας τούς κατοίκους του». Δυστυχῶς, ἡ πρόσφατος καταστροφική πυρκαϊά εἰς τήν Ἀττικήν καί αἱ ἀναμενόμεναι συνέπειαι τῆς προκληθείσης μεγάλης περιβαλλοντικῆς καταστροφῆς ἀποτελοῦν τραγικήν ἐπιβεβαίωσιν τῶν θέσεων τῶν συνέδρων διά τήν σοβαρότητα τῆς οἰκολογικῆς ἀπειλῆς. Τιμιώτατοι ἀδελφοί καί προσφιλέστατα τέκνα ἐν Κυρίῳ, Ὁ οἰκολογικός πολιτισμός τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι ἡ ὑλοποίησις τοῦ εὐχαριστιακοῦ ὁράματος τῆς δημιουργίας, τό ὁποῖον συμπυκνοῦται καί ἐκφράζεται εἰς τήν συνολικήν λειτουργίαν τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Αὐτό εἶναι τό αἰώνιον μήνυμα τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας εἰς τό θέμα τῆς οἰκολογίας. Ἡ Ἐκκλησία λέγει καί κηρύττει «ἀεί ταὐτά» καί «περί τῶν αὐτῶν», συμφώνως καί πρός τά ἀνυπέρβλητα λόγια τοῦ Ἱδρυτοῦ καί κεφαλῆς αὐτῆς: «ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δέ λόγοι μου οὐ μή παρέλθωσι» (Λουκ. κα’, 33). Στοιχοῦσα τῷ πνεύματι τούτῳ, ἡ Μήτηρ Ἐκκλησία καλεῖ τάς ἀνά τήν οἰκουμένην Ἀρχιεπισκοπάς καί Μητροπόλεις αὐτῆς, τάς ἐνορίας καί τάς ἱεράς Μονάς, νά ἀναπτύξουν πρωτοβουλίας καί συντονισμένας δράσεις, προγράμματα περιβαλλοντικῆς εὐαισθητοποιήσεως, νά ὀργανώσουν συνέδρια καί ὁμιλίας, ὥστε οἱ πιστοί νά συνειδητοποιήσουν ὅτι ἡ προστασία τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος εἶναι πνευματική εὐθύνη ἑκάστου ἐξ ἡμῶν. Τό φλέγον θέμα τῆς κλιματικῆς ἀλλαγῆς, τά αἴτια καί αἱ ἐπιπτώσεις του διά τόν πλανήτην καί τήν καθημερινότητα τῶν ἀνθρώπων ἀποτελοῦν εὐκαιρίαν διά προσεγγίσεις καί συζητήσεις ἐπί τῇ βάσει τῶν ἀρχῶν τῆς θεολογικῆς οἰκολογίας καί διά συγκεκριμένας πρακτικάς παρεμβάσεις. Εἶναι ζωτικῆς σημασίας νά δοθῇ ἔμφασις εἰς τήν δρᾶσιν εἰς τοπικόν ἐπίπεδον. Ἡ ἐνορία ἀποτελεῖ τό κύτταρον τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, χῶρον προσωπικῆς παρουσίας καί μαρτυρίας, ἐπικοινωνίας καί συνεργασίας, λειτουργικήν καί διακονικήν κοινότητα. Ἰδιαιτέρα μέριμνα πρέπει νά ἐπιδειχθῇ διά τήν ὀργάνωσιν τῆς ἐν Χριστῷ διαπαιδαγωγήσεως τῆς νέας γενεᾶς, ὥστε νά καλλιεργῆται εἰς αὐτήν τό - 25 -


οἰκολογικόν ἦθος. Ἡ ἐκκλησιαστική κατήχησις πρέπει νά ἐνσταλάζῃ εἰς τήν ψυχήν τῶν παιδίων καί τῶν νέων τόν σεβασμόν πρός τήν «καλήν λίαν» πλᾶσιν, κίνητρα διά δραστηριοποίησιν εἰς τήν προστασίαν τοῦ περιβάλλοντος καί τήν ἐλευθεροποιόν ἀλήθειαν τῆς ἁπλότητος, καί τῆς λιτότητος καί τοῦ ἀσκητικοῦ ἤθους, τοῦ μετοχικοῦ τρόπου τοῦ βίου καί τῆς θυσιαστικῆς ἀγάπης. Εἶναι ἀπαραίτητον, οἱ νέοι νά κατανοήσουν τήν εὐθύνην των διά τήν ἐφαρμογήν ἐν τῇ πράξει τῶν οἰκολογικῶν συνεπειῶν τῆς πίστεώς μας, νά γνωρίσουν καί νά γνωστοποιήσουν τήν καθοριστικήν συμβολήν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου εἰς τήν ὑπόθεσιν τῆς προστασίας τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος. Περαίνοντες τόν λόγον, εὐχόμεθα πᾶσιν ὑμῖν εὐλογημένον ἐκκλησιαστικόν ἔτος καί δαψιλῆ καρποφορίαν τῶν πνευματικῶν ὑμῶν ἀγώνων, ἐπικαλούμεθα δέ ἐφ᾿ ὑμᾶς τήν ζωηφόρον χάριν καί τό ἀμέτρητον ἔλεος τοῦ πανδώρου Κυρίου καί Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ ἀρχηγοῦ καί τελειωτοῦ τῆς πίστεως ἡμῶν, πρεσβείαις τῆς Παναγίας τῆς Παμμακαρίστου, ἧς τήν τιμίαν εἰκόνα, τό σεπτόν κειμήλιον τοῦ Γένους, ἑορτίως, εὐσεβοφρόνως καί ἐν ταπεινώσει σήμερον κατασπαζόμεθα. ,βιη’ Σεπτεμβρίου α’ Ὁ Κωνσταντινουπόλεως διάπυρος πρός Θεόν εὐχέτης πάντων ὑμῶν

- 26 -


!µιλία (ἀποµαγνητοφωνηµένη) τῆς Α.Θ.Π. τοῦ Οἰκουµενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολοµαίου κατά τό τεσσαρακονθήµερον µνηµόσυνον τοῦ µακαριστοῦ Μητροπολίτου Θεοδωρουπόλεως κυροῦ Γερµανοῦ (Σάββατον µετά τήν [ψωσιν, 15.09.2018) Ὀλίγας ἡμέρας μετά τήν κοίμησιν τοῦ ἀδελφοῦ ἁγίου Θεοδωρουπόλεως κυροῦ Γερμανοῦ, συγκεντρωθήκαμε σήμερα καί συμπροσευχηθήκαμε, διά τήν ἀνάπαυσιν τῆς ψυχῆς του, τελέσαντες τό τεσσαρακονθήμερον μνημόσυνόν του. Ὁ ἅγιος Θεοδωρουπόλεως μέ τήν σεμνότητά του, μέ τήν ἁπλότητά του, μέ τό ἦθος του, καί μέ ὅλην τήν ὁσιακήν βιοτήν του ἦταν ἕν σύμβολον τῆς Ὀρθοδόξου πνευματικότητος. Ἡμεῖς εἰς τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον καί εὐρύτερα εἰς τήν Ὀρθοδοξίαν, ἔχουμε τίς καθημερινές δραστηριότητες ὑπέρ τοῦ ποιμνίου μας, ἔχουμε τούς διαλόγους μέ τούς ἑτεροδόξους ἀδελφούς μας, ἔχουμε ταξίδια καί ἀποστολάς, ἔχουμε τά προβλήματά μας, ἐσωτερικά καί ἐξωτερικά, καί μέσα σέ ὅλα αὐτά τά τρέχοντα, τά καθημερινά, πολλές φορές μᾶς λείπει ἡ πνευματικότης. Αὐτή ἡ πνευματικότης εἶναι ἐκείνη τήν ὁποίαν ἐνεσάρκωνε καί ἐξέφραζεν, πολλές φορές, ὡς ἐπί τό πλεῖστον συνήθως μέ τήν σιωπήν του ὁ μακαριστός ἅγιος Θεοδωρουπόλεως. Δυνάμεθα νά εἴπωμεν, ἄνευ ἐπιφυλάξεως, ὅτι ἦτο ἐφάμιλλος τῶν νέων Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας‧ Πορφυρίου, Παϊσίου, Ἰακώβου τοῦ Τσαλίκη καί τοῦ Ἀμφιλοχίου τῆς Πάτμου, τόν ὁποῖον ὅλως προσφάτως κατετάξαμεν, καί αὐτόν, εἰς τό Ἁγιολόγιον τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὁ Θεοδωρουπόλεως Γερμανός ἐβάδιζεν ἀνάμεσά μας, συμπνευματιζόταν, συνυπῆρχε, μετεῖχε εἰς τήν ζωήν τῆς Μητρός Ἐκκλησίας, ὡς εἷς ἐξ ἡμῶν, ἀλλά δέν ἦτο ἀκριβῶς εἷς ἐξ ἡμῶν. Ἦταν κάτι ξεχωριστό. Ἔτσι θά τόν ἐνθυμούμεθα, ἔτσι θά εὐλαβούμεθα τήν μνήμην του, θά εὐχαριστοῦμεν τόν Θεόν πού μᾶς τόν ἔστειλε καί ἐζήσαμεν μαζί κάτω ἀπό τήν ἱεράν στέγην τῆς Μητρός Ἐκκλησίας, καί θά παρακαλοῦμεν τόν Κύριον καί Δομήτορα τῆς Ἐκκλησίας νά ἀποστέλῃ σέ κάθε ἐποχή Ἱεράρχας καί κληρικούς τοῦ ἤθους, τῆς πνευματικῆς ἐμβελείας τοῦ μακαριστοῦ Γερμανοῦ. Δέν θά μακρυγορήσω‧ ὁ ἴδιος, εἶμεθα βέβαιοι ὅτι, δέν θά ἤθελε νά λεχθοῦν διά τό πρόσωπόν του οὔτε αὐτά τά ὀλίγα, τά ὁποῖα εἶπα προηγουμένως. Ἦταν τόσο σεμνός, τόσο ἁπλός. - 27 -


Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Καλλιουπόλεως καί Μαδύτου κ. Στέφανος κατά τήν τέλεσιν τεσσαρακονθημέρου τρισαγίου εἰς τόν τάφον τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Θεοδωρουπόλεως κυροῦ Γερμανοῦ


Στίς 2 Αὐγούστου, πού μετέβην στό Γηροκομεῖο τοῦ Βαλουκλῆ γιά νά ψάλω τήν Παράκλησι μέ τούς ἡλικιωμένους ἀδελφούς μας, τόν ἐπισκέφθηκα. Ἦταν μεταξύ οὐρανοῦ καί γῆς, μεταξύ φθορᾶς καί ἀφθαρσίας, μεταξύ ζωῆς καί θανάτου. Δέν μέ ἀνεγνώρισε, δέν εἶχε τάς αἰσθήσεις του καί σέ ὀλίγας ἡμέρας, ὅπως θά λέγαμε ἁπλᾶ, πέταξε σάν πουλάκι. Πέταξε στούς οὐρανούς, ἀλλά ἄφησε ἀνεξίτηλη τή σφραγῖδα του στή ζωή καί στήν ἱστορία τῶν κάτω χρόνων τοῦ Οἰκουμενικοῦ μας Πατριαρχείου. Καί κοντά εἰς τόν μακαριστόν Δέρκων Ἰάκωβον διηκόνησε μέ ἀφοσίωσιν, ὁμοίως καί εἰς τόν διάδοχον τοῦ Ἰακώβου, τόν σημερινόν ἅγιον Νικαίας, καί ὡς Πνευματικός διά τήν Ρωμηοσύνη τῆς Πόλεως, πού τόν εἶχα διορίσει τά τελευταῖα χρόνια, ἔκανε τό ἔργον του εὐσυνείδητα, ἐνέπνεε μέ τό παράδειγμά του. Ἦταν γνωστή ἡ φιλανθρωπία του, ὅσο καί ἄν προσπαθοῦσε νά τήν κρύψῃ ὁ ἴδιος. Εὐηργέτησε πολλούς ἀνθρώπους. Ὁ μισθός του πήγαινε εἰς τούς φτωχούς, μόλις τόν εἰσέπραττε. Ἄς εἶναι αἰωνία ἡ μνήμη του καί ἄς ἔχουμε ὅλοι τήν εὐχήν του.

Ἡ Α.Θ. Παναγιότης ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαῖος μετά τοῦ μακαριστοῦ Μητροπολίτου Θεοδωρουπόλεως κυροῦ Γερμανοῦ εἰς τό Γηροκομεῖον τοῦ Βαλουκλῆ

- 29 -



ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟΝ ΕΠΙΣΗΜΑ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΑ ΓΕΓΟΝΟΤΑ

Η ΕΚΛΟΓΗ, Η ΧΕΙΡΟΤΟΝΙΑ ΚΑΙ Η ΕΝΘΡΟΝΙΣΗ ΤΟΥ ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΕΑΣ ΖΗΛΑΝΔΙΑΣ Κ. ΜΥΡΩΝΟΣ

Η ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΥ

- 31 -


Ὁ Θεοφιλ. Ἐψηφισμένος Μητροπολίτης Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρων μετά τοῦ Σεβ. Ἀρχιεπισκόπου Κρήτης κ.κ. Εἰρηναίου καί τῶν Σεβ. Μητροπολιτῶν Πέτρας καί Χερρονήσου κ. Γερασίμου καί Ἱεραπύτνης καί Σητείας κ. Κυρίλλου, ἐν τῷ Ἱερῷ Μοναστηριακῷ Ναῷ Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου ἐν Αγκαράθῳ, τῆς καί Μονῆς τῆς Μετανοίας αὐτοῦ.


Η ΕΚΛΟΓΗ, Η ΧΕΙΡΟΤΟΝΙΑ ΚΑΙ Η ΕΝΘΡΟΝΙΣΗ ΤΟΥ ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΝΕΑΣ ΖΗΛΑΝ∆ΙΑΣ k. ΜΥΡΩΝΟΣ

Bιογραφικόν Σηµείωµα τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρωνος Ὁ Θεοφιλέστατος Ἐψηφισμένος Μητροπολίτης Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρων (Κτιστάκης), γεννήθηκε στίς 15 Σεπτεμβρίου 1969. Μετά τήν ὁλοκλήρωση τῶν ἐγκύκλιων σπουδῶν του στό Ἡράκλειο, ἔλαβε τό πτυχίο ἀπό τό Γεωργικό Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν τό 1993 καί πραγματοποίησε Μεταπτυχιακές σπουδές στό Μεσογειακό Ἀγρονομικό Ἰνστιτοῦτο Χανίων. Τό 1996 ἐκάρη μοναχός στήν Ἱερά Μονή Ἀγκαράθου. Διάκονος χειροτονήθηκε τό 1997. Τό 2001 χειροτονήθηκε πρεσβύτερος, χειροθετήθηκε Ἀρχιμανδρίτης καί ἔλαβε τό πτυχίο τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Ἐθνικοῦ καί Καποδιστριακοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν. Τό 2012 ἔλαβε τό πτυχίο τοῦ Τμήματος Θετικῶν Ἐπιστημῶν καί Τεχνολογίας. Εἶναι τελειόφοιτος τῆς Ἰατρικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Κρήτης. Ὑπηρέτησε ὡς Γενικός Ἀρχιερατικός Ἐπίτροπος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Νέας Ζηλανδίας. Διετέλεσε Ἡγουμενοσύμβουλος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἀγκαράθου καί ἐκπρόσωπος τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Κρήτης στή Συνοδική Ἐπιτροπή ἐπί τοῦ Θρησκευτικοῦ Τουρισμοῦ. Ὑπηρέτησε ὡς ἐφημέριος διαφόρων Ἐνοριῶν τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Κρήτης καί τοῦ Μετοχίου Ζωοδόχου Πηγῆς «Ἐλεούσης» τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἀγκαράθου. Ἀπό τό ἔτος 2015 κατεῖχε τή θέση τοῦ Ἱεροκήρυκος τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Κρήτης. Ὁμιλεῖ τήν Ἀγγλική γλώσσα. Μετέσχε σέ διάφορα διεθνῆ καί πανελλήνια συνέδρια καί ἐκπροσώπησε τήν Ἱερά Ἀρχιεπισκοπή Κρήτης σέ διάφορες περιστάσεις καί ἐκδηλώσεις.

- 33 -


Ἡ Α.Θ.Π. ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαῖος, μετά τοῦ Θεοφιλ. Ἐψηφισμένου Μητροπολίτου Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρωνος, ἐντός τοῦ Πατριαρχικοῦ Γραφείου Αὐτῆς εἰς τό πάνσεπτον Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον

Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρων κατά τήν ἡμέραν τῆς Χειροτονίας αὐτοῦ


Oνακοινωθέν τῆς hγίας καί Jερᾶς Συνόδου Συνῆλθεν, ὑπό τήν προεδρίαν τῆς Α. Θ. Παναγιότητος, ἡ Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδος εἰς τήν τακτικήν συνεδρίαν αὐτῆς σήμερον, Τετάρτην, 30ήν Μαΐου 2018, πρός ἐξέτασιν τῶν ἐν τῇ ἡμερησίᾳ διατάξει ἀναγεγραμμένων θεμάτων. Κατά τήν συνεδρίαν αὐτῆς, ἡ Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδος ἀποδεχθεῖσα τήν οἰκειοθελῆ παραίτησιν τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Νέας Ζηλανδίας κ. Ἀμφιλοχίου ἀπό τῆς διαποιμάνσεως τῆς Ἐπαρχίας αὐτοῦ, προτάσει τῆς Α. Θ. Παναγιότητος, ἐξελέξατο αὐτόν παμψηφεί Μητροπολίτην Γάνου καί Χώρας, εἰς δέ τήν οὑτωσί κενωθεῖσαν Μητρόπολιν Νέας Ζηλανδίας ἐξελέξατο, ὁμοίως παμψηφεί, τόν Πανοσιολ. Ἀρχιμανδρίτην κ. Μύρωνα Κτιστάκην, κληρικόν τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Κρήτης. Ἐν τοῖς Πατριαρχείοις, τῇ 30ῇ Μαΐου 2018 Ἐκ τῆς Ἀρχιγραμματείας τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου

Xειροτονiα τοῦ Θεοφιλεστάτου jψηφισµένου Μητροπολίτου Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρωνος Ἀνακοινοῦται, ὅτι ἐπί τῇ ἑορτῇ τῆς Ἁγίας ἐνδόξου μεγαλομάρτυρος καί πανευφήμου Εὐφημίας, ἧς τό ἱερόν Λείψανον φυλάσσεται ἐν τῷ Π. Πατριαρχικῷ Ναῷ, τελεσθήσονται ἐν αὐτῷ τήν μέν παραμονήν, Τρίτην, 10ην Ἰουλίου, καί ὥραν 4:30 μ.μ., πανηγυρικός Ἑσπερινός χοροστατοῦντος τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Καλλιουπόλεως καί Μαδύτου κ. Στεφάνου, τήν δέ ἑπομένην, Τετάρτην, 11ην ἰδίου, ἡ Θεία Λειτουργία, προεξάρχοντος τῆς Α. Θ. Παναγιότητος, τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου, συλλειτουργούντων Αὐτῷ ἁγίων Ἀρχιερέων ἐντεῦθεν καί ἐκ τοῦ ἐξωτερικοῦ, καθ᾿ἥν τελεσθήσεται ἡ εἰς Ἐπίσκοπον χειροτονία τοῦ Θεοφιλ. Ἐψηφισμένου Μητροπολίτου Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρωνος. Τό ἱερόν Λείψανον τῆς Ἁγίας θά εἶναι ἐκτεθειμένον ἐν τῷ Σωλέᾳ εἰς προσκύνησιν ὑπό τῶν εὐλαβῶν Χριστιανῶν.

- 35 -


Ἡ Α.Θ.Π. ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαῖος, Λειτουργός, μετά Σεβ. Μητροπολιτῶν

Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρων κατά τήν ἡμέραν τῆς Χειροτονίας αὐτοῦ εἰς τόν πάνσεπτον Πατριαρχικόν Ναόν Ἁγίου Γεωργίου ἐν Φαναρίῳ


Χρονικόν τῆς εἰς jπίσκοπον χειροτονίας τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρωνος Ἐν χαρμοσύνῳ ἀτμοσφαίρᾳ καί ἐν πληθούσῃ Ἐκκλησίᾳ, τήν Τετάρτην, 11ην Ἰουλίου, ἑορτήν τῆς Ἁγίας ἐνδόξου μεγαλομάρτυρος καί πανευφήμου Εὐφημίας, ἡ Α. Θ. Παναγιότης ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ. κ. Βαρθολομαῖος, προέστη τῆς Θείας Λειτουργίας ἐν τῷ Π. Πατριαρχικῷ Ναῷ, καθ̉ ἥν ἐτέλεσε τήν εἰς Ἀρχιερέα χειροτονίαν τοῦ Θεοφιλ. Ἐψηφισμένου Μητροπολίτου Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρωνος, Ἱεροκήρυκος μέχρι τοῦδε τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Κρήτης, συλλειτουργούντων Αὐτῷ τῶν Σεβ. Ἀρχιεπισκόπου Κρήτης κ. Εἰρηναίου καί Μητροπολιτῶν Προικοννήσου κ. Ἰωσήφ, Ρόδου κ. Κυρίλλου, Γάνου καί Χώρας κ. Ἀμφιλοχίου, Κισάμου καί Σελίνου κ. Ἀμφιλοχίου, Κορέας κ. Ἀμβροσίου, Ταμασοῦ καί Ὀρεινῆς κ. Ἠσαΐου καί Πέτρας καί Χερρονήσου κ. Γερασίμου. Παρέστησαν συμπροσευχόμενοι οἱ Σεβ. Μητροπολῖται Γέρων Δέρκων κ. Ἀπόστολος, Γέρων Ἀμερικῆς κ. Δημήτριος, Γέρων Πριγκηποννήσων κ. Δημήτριος, Βρυούλων κ. Παντελεήμων, Ἰταλίας καί Μελίτης κ. Γεννάδιος, Μύρων κ. Χρυσόστομος, Σασίμων κ. Γεννάδιος, Ἰκονίου κ. Θεόληπτος, Νέας Ἰερσέης κ. Εὐάγγελος, Καλλιουπόλεως καί Μαδύτου κ. Στέφανος, Προύσης κ. Ἐλπιδοφόρος, Αὐστρίας κ. Ἀρσένιος, Κυδωνιῶν κ. Ἀθηναγόρας, Σηλυβρίας κ. Μάξιμος, Καρθαγένης κ. Μελέτιος καί Σμύρνης κ. Βαρθολομαῖος, ὁ Σεβ. Ἀρχιεπίσκοπος Ἀνθηδῶνος κ. Νεκτάριος, Ἐπίτροπος τοῦ Παναγίου Τάφου ἐν τῇ Πόλει, ὁ Θεοφιλ. Ἐψηφισμένος Μητροπολίτης Ἑλβετίας κ. Μάξιμος, οἱ Θεοφιλ. Ἐπίσκοποι Λεύκης κ. Εὐμένιος, Ἀμορίου κ. Νικηφόρος, Ἐρυθρῶν κ. Κύριλλος καί Σουμπέρκ κ. Ἠσαΐας, ἐκ Τσεχίας, Κληρικοί ἐκ τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Κρήτης καί ἐκ τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πέτρας καί Χερρονήσου, Ἄρχοντες Ὀφφικιάλιοι τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας, ὁ Ἐξοχ. Πρέσβυς κ. Εὐάγγελος Σέκερης, Γεν. Πρόξενος τῆς Ἑλλάδος ἐν τῇ Πόλει, συγγενεῖς τοῦ νέου Ἱεράρχου καί προσκυνηταί ἐκ Κρήτης καί ἐκ Κύπρου, ὡς καί πιστοί ἐντεῦθεν. Πρό τῆς Χειροτονίας προσεφώνησε τόν Θεοφιλ. Ἐψηφισμένον ὁ Παναγιώτατος ἐξάρας τήν ἀφωσιωμένην καί καρποφόρον διακονίαν αὐτοῦ ἀπό διαφόρων θέσεων ἐν τῇ λεβεντογέννᾳ καί ἀριστοτόκῳ Κρήτῃ, ἀναφερθείς δέ καί εἰς τήν ἱεραποστολικήν Ἐπαρχίαν τοῦ Θρόνου ἥν καλεῖται νά ποιμάνῃ ἀπό τῆς σήμερον ὁ νέος Ἀρχιερεύς εἰς διαδοχήν τοῦ ἐθελουσίως πρό μηνῶν παραιτηθέντος Σεβ. Μητροπολίτου Γάνου καί Χώρας, πλέον, κ. Ἀμφιλοχίου, - 37 -


μετά ἀπό τήν συμπλήρωσιν δωδεκαετοῦς καρποφόρου καί θυσιαστικῆς ἀρχιερατικῆς διακονίας εἰς αὐτήν. Ὁ Πατριάρχης, ἀπευθυνόμενος διά νουθετηρίων καί παραινετικῶν λόγων πρός τόν νεοχειροτονηθέντα Μητροπολίτην, ὑπεγράμμισεν ὅλως ἰδιαιτέρως τό γεγονός ὅτι οὗτος καθίσταται πλέον Ἱεράρχης τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία εἶναι κληρονόμος τιμιωτάτων παραδόσεων καί φρουρός τῆς πνευματικῆς παρακαταθήκης τοῦ Γένους, ἐξ ἑτέρου δέ ἐτόνισεν ὅτι ἡ ἀρχιερατική διακονία τοῦ τελευταίου, εἰς ὅλας τάς ἐκφάνσεις της, ὀφείλει νά συμβάλλῃ εἰς τήν μεταλαμπάδευσιν τῆς ἱεραποστολικῆς δράσεως τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου, ἀνηκούσης, κατά τήν σχετικήν διακήρυξιν τῆς ἐν Κρήτῃ Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου, εἰς τόν πυρῆνα τῆς ταυτότητος τῆς Ἐκκλησίας. Ἰδιαιτέρως διά τῆς ἱεραποστολικῆς δράσεως τῆς Ἐκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως ὅλοι οἱ λαοί ἀπό τήν κεντρικήν Εὐρώπην μέχρι καί τήν Κασπίαν θάλασσαν καί ἀπό τή Βαλκανικήν μέχρι τήν Βαλτικήν θάλασσαν, ἐγνώρισαν τήν χριστιανικήν πίστιν καί ἐβίωσαν τήν ἐμπειρίαν τῆς πίστεως μέ τήν πνευματικήν τροφήν τῆς Μητρός Ἐκκλησίας, χωρίς βεβαίως νά θυσιάσουν τά χαρακτηριστικά στοιχεῖα τῶν ἐθνικῶν τους παραδόσεων. Ἐν τῷ τέλει τῆς Θείας Λειτουργίας, ὁ νεοχειροτονηθείς Μητροπολίτης ἀνελθών εἰς τόν Θρόνον, ἐτέλεσε τήν Ἀπόλυσιν καί διένειμεν εἰς τό ἐκκλησίασμα τό ἀντίδωρον, δεχθείς τάς εὐχάς καί τά συγχαρητήρια τῶν συγγενῶν καί φίλων αὐτοῦ, ὡς καί τῶν προσελθόντων πολυαρίθμων πιστῶν. Κατά τήν ἐπακολουθήσασαν δεξίωσιν ἐν τοῖς Πατριαρχείοις, ἀντεφώνησεν ὁ χειροτονούμενος, ἐκφράσας τά διακατέχοντα αὐτόν αἰσθήματα εὐγνωμοσύνης καί σεβασμοῦ πρός τό σεπτόν πρόσωπον τοῦ Πατριάρχου καί τῶν Σεβασμιωτάτων μελῶν τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου, καθώς καί συγκινήσεως καί συνοχῆς διά τήν νέαν ὑψηλήν θέσιν ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ ἀφ᾽ ἧς καλεῖται νά συνεχίσῃ τήν διακονίαν του εἰς τήν ἀπομεμακρυσμένην Ἤπειρον τῆς Ὠκεανίας, μή παραλείψας νά ἀναφερθῇ εἰς τούς βιωματικούς δεσμούς του μετά τῆς γεραρᾶς Ἱερᾶς Μονῆς Ἀγκαράθου, ἧς διετέλεσεν ἀδελφός. Ἀκολούθως, παρετέθη ὑπό τοῦ νέου Μητροπολίτου ἐπίσημον γεῦμα ἐν τῷ ἐν Θεραπείοις Ἑστιατορίῳ «Garaj», τό ὁποῖον ηὐλόγησεν ἡ Α. Θ. Παναγιότης.

- 38 -


Προσφώνησις τῆς Α.Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουµενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολοµαίου κατά τήν εἰς jπίσκοπον Χειροτονία τοῦ Θεοφ. jψηφισµένου Μητροπολίτου Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρωνος (11 Gουλίου 2018) Θεοφιλέστατε Ἐψηφισμένε Μητροπολῖτα Νέας Ζηλανδίας κύριε Μύρων, Εἰσηγήσει τῆς ἡμῶν Μετριότητος καί ψήφῳ κανονικῇ τῆς περί ἡμᾶς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου, ἐκλεγείς Ἐπίσκοπος καί Μητροπολίτης τῆς θεοσώστου Ἐπαρχίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου Νέας Ζηλανδίας, λαμβάνεις σήμερον ἐν τῷ Πανσέπτῳ Πατριαρχικῷ Ναῷ, κατά τήν ἑορτήν τῆς ἀριστάθλου Μεγαλομάρτυρος καί Πανευφήμου Εὐφημίας, τήν χάριν τῆς Ἀρχιερωσύνης. Καθίστασαι ἀρχιερεύς τῆς Πρωτοθρόνου Ἐκκλησίας τῆς Ὀρθοδοξίας, τῆς εὐλογηθείσης ὑπό τοῦ πανδώρου Θεοῦ νά εἶναι κληρονόμος καί φύλαξ τῆς ἀμωμήτου παραδόσεως τῆς πίστεως, τῆς ἀγάπης καί τῆς ἐλπίδος, καί νά μαρτυρῇ εὐόρκως ἐν τῷ κόσμῳ, λόγῳ καί ἔργῳ, Ἰησοῦν Χριστόν ἐσταυρωμένον καί ἀναστάντα, ἐν ἀκλονήτῳ προσδοκίᾳ τῆς δευτέρας καί ἐνδόξου Αὐτοῦ Παρουσίας. Ὑψίστη ἡ τιμή καί μέγιστον τό χρέος διά σέ! Εἰς τήν Μητρόπολιν Νέας Ζηλανδίας, διαδέχεσαι τόν νῦν Μητροπολίτην Γάνου καί Χώρας κ. Ἀμφιλόχιον, ὁ ὁποῖος ἐποίμανεν εὐκλεῶς ἐπί δωδεκαετίαν ὅλην τόν ἐκεῖ λαόν τοῦ Θεοῦ, ἀναδειχθείς ἔνθερμος καί ἔνζηλος ἱεραπόστολος καί κῆρυξ τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ εἰς τήν περιοχήν τῆς Ὠκεανίας, ὡς καί ἐνωρίτερον εἰς ἄλλα μήκη καί πλάτη τῆς γῆς. Καλεῖσαι νά συνεχίσῃς μέ τόν αὐτόν ζῆλον τό θεάρεστον ἔργον τοῦ προκατόχου σου, νά μεταφέρῃς καί σύ «ρήματα ζωῆς αἰωνίου» (Ἰωάν. στ’, 68) εἰς τά πέρατα τῆς οἰκουμένης, ὡς ἐπίσκοπος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἀπό τήν ἱεραποστολικήν δρᾶσιν τοῦ ὁποίου, ὡς ὀρθῶς ἐγράφη, «ὅλοι οἱ λαοί, ἀπό τήν κεντρική Εὐρώπη μέχρι καί τήν Κασπία θάλασσα καί ἀπό τή Βαλκανική μέχρι τήν Βαλτική θάλασσα, γνώρισαν τήν χριστιανική πίστη καί βίωσαν τήν ἐμπειρία τῆς πίστεως μέ τήν πνευματική τροφή τῆς Μητρός Ἐκκλησίας, χωρίς βέβαια νά θυσιάσουν τά χαρακτηριστικά στοιχεῖα τῶν ἐθνικῶν τους παραδόσεων». Τήν ἀλήθειαν ὅτι «οἱ ὀρθόδοξοι πιστοί εἶναι καί ὀφείλουν νά εἶναι ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ ἐν τῷ κόσμῳ» διετύπωσε μετ᾿ ἐμφάσεως καί σαφέστατα - 39 -


ἡ Ἁγία καί Μεγάλη Σύνοδος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἡ Σύνοδος τονίζει ὅτι «τό ἀποστολικόν ἔργον καί ἡ ἐξαγγελία τοῦ εὐαγγελίου, γνωστή ὡς ἱεραποστολή» ἀνήκουν εἰς «τόν πυρῆνα τῆς ταυτότητος τῆς Ἐκκλησίας» (αὐτόθι), συμφώνως πρός τήν τελευταίαν ἐντολήν τοῦ Κυρίου «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά ἔθνη, βαπτίζοντες αὐτούς εἰς τό ὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αὐτούς τηρεῖν πάντα ὅσα ἐνετειλάμην ὑμῖν» (Ματθ. κη’, 19). Ἡ διαχρονική ἀποστολή τῆς Ἐκκλησίας νά μεταδίδῃ τό Εὐαγγέλιον τῆς ἐλευθερίας «ᾗ Χριστός ἡμᾶς ἠλευθέρωσε» (Γαλ. ε’, 1), πρέπει νά ἐκπληρώνεται «ὄχι ἐπιθετικῶς ἤ διά διαφόρων μορφῶν προσηλυτισμοῦ, ἀλλ᾿ ἐν ἀγάπῃ, ταπεινοφροσύνῃ καί σεβασμῷ πρός τήν ταυτότητα ἑκάστου ἀνθρώπου, καί τήν πολιτιστικήν ἰδιαιτερότητα ἑκάστου λαοῦ». Ὑπογραμμίζεται, ὅτι πᾶσαι αἱ Ὀρθόδοξοι Ἐκκλησίαι ὀφείλουν νά συμβάλλουν εἰς ταύτην τήν προσπάθειαν. Δι᾿ ἡμᾶς τούς Ὀρθοδόξους, ἡ μετοχή εἰς τήν Θείαν Εὐχαριστίαν εἶναι «πηγή ἀποστολικοῦ ζήλου πρός εὐαγγελισμόν τοῦ κόσμου». Ἐν εἰρήνῃ προελθόντες, «καλούμεθα νά συνεχίσωμεν τήν ῾λειτουργίαν μετά τήν Λειτουργίαν᾽ καί νά δίδωμεν τήν μαρτυρίαν περί τῆς ἀληθείας τῆς πίστεως ἡμῶν ἐνώπιον Θεοῦ καί ἀνθρώπων, μοιραζόμενοι τάς δωρεάς τοῦ Θεοῦ μεθ᾿ ὁλοκλήρου τῆς ἀνθρωπότητος, ὑπήκοοι πρός τήν σαφῆ ἐντολήν τοῦ Κυρίου πρό τῆς Ἀναλήψεώς Του: ῾καί ἔσεσθέ μοι μάρτυρες ἔν τε Ἰερουσαλήμ καί ἐν πάσῃ τῇ Ἰουδαίᾳ καί Σαμαρείᾳ καί ἕως ἐσχάτου τῆς γῆς᾽ (Πράξ. α’, 8)» (Ἐγκύκλιος, § 6). Ἀδιάλειπτον χρέος τῆς Ἐκκλησίας σήμερον ἀποτελεῖ καί «ὁ ἐπανευαγγελισμός τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ στίς σύγχρονες ἐκκοσμικευμένες κοινωνίες» (Μήνυμα τῆς Συνόδου, § 2), εἰς ἕνα κόσμον, ὅπου κυριαρχεῖ τό ἄτομον καί τά δικαιώματά του, ἡ αὐτονομία καί ἡ αὐτοπραγμάτωσις, ὅπου τό ἀνθρώπινον πρόσωπον μετατρέπεται εἰς μετρήσιμον μέγεθος καί εἰς καταναλωτικήν μονάδα. Ἔργον κάθε γνησίου ποιμένος, καί ὑμῶν, Θεοφιλέστατε, εἶναι ἡ μέριμνα διά τόν ἄνθρωπον, τόν «ἠγαπημένον τοῦ Θεοῦ». «Ψυχῆς γάρ ἀπώλεια μιᾶς τοσαύτην ἔχει ζημίαν, ὅσην οὐδείς παραστῆσαι δύναται λόγος» (Ἰ. Χρυσόστομος, PG 60, 40). Ἐν τῇ ποιμαντικῇ ταύτῃ διακονίᾳ διασώζεται ὁ πλοῦτος τῆς παραδόσεως φιλανθρωπίας καί ἀλληλεγγύης τῆς Ὀρθοδοξίας, ὁ πολιτισμός τοῦ προσώπου καί τό ἦθος τῆς ἀγάπης, ὁ ὕψιστος πολιτισμός εἰς τήν ἱστορίαν τῆς ἀνθρωπότητος. «Ποιμένα ἀληθινόν, ἀποδείξει ἀγάπη. Δι᾿ ἀγάπην γάρ ὁ Ποιμήν ὁ Μέγας ἐσταύρωται» (Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, Κλῖμαξ ΛΑ’). Οἱ σύγχρονοι καιροί ἀπαιτοῦν πολλά, πάμπολλα, ἀπό τούς διακόνους τοῦ Χριστοῦ καί τῆς Ἐκκλησίας Του. Τό πανδαιμόνιον τοῦ εὐδαιμονισμοῦ, αἱ Σειρῆνες τοῦ ἑαυτοκεντρισμοῦ καί τῆς ἀδιαφορίας διά τόν πλησίον, ὁ ὀρυμαγδός ἀπό τήν κατάρρευσιν τῶν παραδόσεων καί τῶν ἀξιῶν, αἱ πολύ- 40 -


βουοι μηχαναί τοῦ τεχνολογικοῦ πολιτισμοῦ, αἱ ἰαχαί τῶν κερδοσκόπων εἰς τήν παγκόσμιον ἀγοράν, αἱ ἐκρήξεις τοῦ φονταμενταλισμοῦ, ἀλλά καί οἱ στεναγμοί τῶν ἀναριθμήτων πεινώντων καί περιφρονημένων, καθιστοῦν δύσκολον νά φθάσῃ τό εὐάγγελον μήνυμα τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας εἰς τά ὦτα καί τάς καρδίας τῶν ἀνθρώπων. Γεγονυίᾳ τῇ φωνῇ ὀφείλομεν ἡμεῖς πάντες νά ὀνομάζωμεν τό μόνον ὄνομα ὑπό τόν οὐρανόν «ἐν ᾧ δεῖ σωθῆναι ἡμᾶς» τό «ὑπέρ πᾶν ὄνομα» τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ. Ὀφείλομεν νά μαρτυρῶμεν τήν ἀλήθειαν τῆς ἀδιασπάστου ἑνότητος τῆς ἀγάπης πρός τόν Θεόν καί τῆς ἀγάπης πρός τόν πλησίον, μέ αὐταπάρνησιν καί αὐτοθυσίαν, μέ ταπείνωσιν καί διάκρισιν, μέ εὐαισθησίαν πρός τόν ἀνθρώπινον πόνον, μέ ἀγάπην πρός πάντας, ἀνυστάκτως, ἐμπεδοφρόνως, ἀπροσωπολήπτως. Ὀρθῶς τονίζει ὁ ἀδελφός ἅγιος Περγάμου, ὅτι τά ἀδιέξοδα, ἐνώπιον τῶν ὁποίων εὑρίσκεται ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος, «ἀποτελοῦν τήν πρόκληση καί τό πλαίσιο, πού προσφέρει ὁ σύγχρονος κόσμος στήν Ὀρθοδοξία, γιά νά κάνη ζωντανή τήν παράδοση, πού παρέλαβεν ἡ γενεά μας ἀπό τούς πατέρες της». Αὐτό εἶναι τό πνεῦμα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, τό ὁποῖον καλεῖσαι, Θεοφιλέστατε, νά ἐνσαρκώνῃς καί νά ἐκφράζῃς εἰς ὅλην σου τήν μαρτυρίαν, πάντοτε ἀποβλέπων εἰς τήν δόξαν τοῦ Σωτῆρος τοῦ κόσμου Χριστοῦ καί εἰς τήν «οἰκοδομήν»τοῦ Σώματος Αὐτοῦ. Εἶναι τό πνεῦμα τῆς ἀμετακινήτου πιστότητος εἰς τήν παράδοσιν καί συγχρόνως τῆς ἀνοικτοσύνης πρός τόν κόσμον καί τήν ἱστορίαν, ἡ διακονία τοῦ «οὐκ ἐκ τοῦ κόσμου» καί τοῦ «ἐν τῷ κόσμῳ» προορισμοῦ τοῦ ἀνθρώπου. Πολλάκις ἐτονίσαμεν, ἐπαναλαμβάνομεν δέ καί κατά τήν ἱεράν ταύτην στιγμήν, ὅτι ὁ ἐπίσκοπος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι πρωτίστως «λειτουργός», προεστώς τῆς εὐχαριστιακῆς συνάξεως. Τό ἁγιαστικόν, διδακτικόν, ποιμαντικόν, διακονικόν καί διοικητικόν ἔργον τοῦ ὀρθοδόξου ἐπισκόπου εἶναι οὐσιαστικῶς προέκτασις τῆς εὐλογίας καί τῆς χάριτος τῆς Θείας Εὐχαριστίας, εἰς ὅλους τούς τομεῖς τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, καί τρέφεται ἀπό τήν εὐχαριστιακήν ἐμπειρίαν. Ἄς ἀκούσωμεν μέ προσοχήν τά θεολογικώτατα λόγια τοῦ Ἁγίου Νικολάου τοῦ Καβάσιλα «Τήν τοῦ Χριστοῦ ἐκκλησίαν, εἴ τις ἰδεῖν δυνηθείη ... οὐδέν ἕτερον ἤ αὐτό μόνον τό Κυριακόν ὄψεται σῶμα» (Εἰς τήν Θείαν Λειτουργίαν, ΛΗ’, PG 150, 452-453). Ἡ Θεία Εὐχαριστία ἀποτελεῖ σύνοψιν τῆς Θείας Οἰκονομίας. Ἐν αὐτῇ συμπυκνοῦται τό θεανδρικόν μυστήριον τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ἀλήθεια ὅτι τά πάντα ἐκτίσθησαν διά τήν προοπτικήν τῆς Θεανθρωπινότητος, ὅτι «πάντων χρημάτων μέτρον Θεάνθρωπος». Αὐτήν τήν ἀλήθειαν ἐπισφραγίζει τό πολυθρύλητον θαῦμα τῆς τιμωμένης σήμερον ἐν τῷ παμφώτῳ Φαναρίῳ Ἁγίας Μεγαλομάρτυρος καί Πανευφήμου Εὐφημίας. Τό δόγμα τῆς Χαλκηδόνος, τό «ἀεί μυστήριον» τῆς ἑνώσεως καί ἀλληλοπεριχωρήσεως τῆς θείας καί - 41 -


τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, καταργεῖ τήν πλάνην τοῦ ἀνθρωπομονιστικοῦ νεστοριανισμοῦ καί τοῦ δοκητιστικοῦ μονοφυσιτισμοῦ, ἡ ὁποία ἀρνεῖται τήν σωτηριώδη ἀλήθειαν τῆς Θεανδρικότητος. Ὁ ὅρος τῆς Χαλκηδόνος εἶναι, ὡς ἐλέχθη προσφυῶς, «ὁ μίτος τῆς Ἀριάδνης πού σώζει τόν ἄνθρωπο ἀπό τούς λαβυρίνθους τοῦ ὑλισμοῦ καί τοῦ ἰδεαλισμοῦ». Θεοφιλέστατε καί προσφιλέστατε ἀδελφέ, Τό μυστήριον τῆς «εὐχαριστιακῆς πραγματώσεως τῆς Ἐκκλησίας» καλεῖσαι ἀπό τῆς σήμερον νά διακονῇς ὡς ἐπίσκοπος καί μητροπολίτης εἰς τήν Ἐπαρχίαν σου. Ἐφιστῶμεν τήν προσοχήν σου εἰς τό γεγονός ὅτι ἡ εὐχαριστιακή καί ἐσχατολογική ταυτότης τῆς Ἐκκλησίας ἀπειλεῖται σήμερον ὄχι μόνον ἀπό τήν ἐκκοσμίκευσιν, ἀλλά καί ἀπό τάσεις ἐσωστρεφείας καί ἀκοσμικῆς πνευματικότητος ἐντός τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος. Ἡ ἡμετέρα Μετριότης καί οἱ τιμήσαντές σε διά τῆς τιμίας ψήφου αὐτῶν ἀδελφοί Συνοδικοί Ἀρχιερεῖς γνωρίζομεν ὅτι θέτομεν βαρύ φορτίον εἰς στιβαρούς ὤμους. Εἶσαι σάρξ ἐκ τῆς σαρκός τῆς λεβεντογέννας καί ἀριστοτόκου Κρήτης. Ἡ μέχρι σήμερον πορεία σου, ὑπόδειγμα ἀφοσιώσεως εἰς τήν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ καί εἰς τήν Μονήν τῆς μετανοίας σου, ἡ λιπαρά καί πολυδιάστατος μόρφωσις καί παιδεία σου, ὁ δυναμισμός καί τό φιλόθεον καί φιλάνθρωπον ἦθος σου, ἐγγυῶνται καρποφόρον ποιμαντορίαν. Σέ ἀναμένει μέ ἀνοικτάς ἀγκάλας τό εὐλογημένον ποίμνιόν σου. Σέ συνοδεύουν αἱ εὐχαί τοῦ Πατριάρχου σου, τῶν συνεπιοκόπων σου, τοῦ λοιποῦ καθ᾿ ἡμᾶς ἱεροῦ κλήρου, τοῦ πιστοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, τοῦ συνευχομένου ἐνταῦθα καί ἐκ τοῦ μακρόθεν. Νά εἰσέλθῃς, Θεοφιλέστατε, ἐν ταπεινώσει, ἐν κατανύξει, ἐν δοξολογίᾳ, εὐχαριστίᾳ καί φόβῳ Θεοῦ εἰς τά Ἅγια τῶν Ἁγίων, διά νά λάβῃς, μεσιτείᾳ καί τῆς Μεγαλομάρτυρος Εὐφημίας, ἀπό τό λαλοῦν, ἐνεργοῦν καί διαιροῦν τά χαρίσματα Ἅγιον Πνεῦμα, τήν ἀείζωον καί ζωοπάροχον χάριν τῆς Ἀρχιερωσύνης. Πρόσελθε!

- 42 -


Χειροτονητήριος Λόγος τοῦ Θεοφ. jψηφισµένου Μητροπολίτου Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρωνος Παναγιώτατε Δέσποτα, Σεβασμία τῶν ἁγίων Ἀρχιερέων χορεία, Σεβαστοί πατέρες, Ἐξοχότατε κύριε Γενικέ Πρόξενε, Ἐλογιμότατοι κύριοι καθηγητές, Ἀγαπητοί ἐν Χριστῷ Ἀδελφοί, Συγκλονισμένος ἵσταμαι ἐνώπιόν σας, ἐξεστηκώς καί ἐν καταστάσει ἱερᾶς καί νηφαλίας μέθης, κατόπιν τῶν ὅσων φοβερῶν καί ἁγίων μου συνέβησαν σήμερα. Διερωτῶμαι ἄν ὅλα ὅσα πρό ὀλίγου ἔλαβαν χώρα μέσα στόν πάνσεπτο Πατριαρχικό Ναό εἶναι ὄντως πραγματικότητα. Ποιός εἶναι ὁ μικρός καί ἐλάχιστος Μύρων, ὁ κρυμμένος τόσα χρόνια στήν ἀγκαλιά τῆς Παναγίας τῆς Παντανάσσης τῆς ἐπονομαζομένης Ὀρφανῆς, μακρυά ἀπό τήν πολύβοη δημοσιότητα καί τίς τιμές τῶν ὀφφικίων, ἀπορροφημένος ἀπό τά διακονήματα τοῦ Μοναστηριοῦ στούς ἀγρούς, στό ἐλαιουργεῖο, στά φωτοβολταϊκά, ἀδιάφορος γιά τήν ἐξωτερική του ἐμφάνιση, βουτηγμένος στά πανεπιστημιακά του συγγράμματα καί βιβλία, μέ μιά ταπεινή διακονία ἱεροκήρυκος ἀνάμεσα στούς ἁπλούς ἀνθρώπους τῆς Ἠρακλειώτικης κοινωνίας καί ὑπαίθρου, ποῦ τόν θυμήθηκε ἡ πανσεβάσμια Μητέρα Ἐκκλησία καί ὁ Παναγιώτατος καί προσκυνητός μας Οἰκουμενικός Πατριάρχης καί ἑστίασαν εὐμενῶς τήν προσοχή τούς πάνω του, τόν ἐτίμησαν μέ τήν ἁγία ψῆφο τους καί τόν ἀνέδειξαν διά τῆς σημερινῆς χειροτονίας Ἐπίσκοπό της ἱεραποστολικῆς Μητροπόλεως Νέας Ζηλανδίας στήν ἄκρη τῶν Ἀντιπόδων; Ποιός εἶμαι, Θεέ μου, ἐγώ ὁ κεγχριαῖος καί ἔχυσες πάνω μου μέ τόση δαψίλεια τούς κρουνούς τῆς ἀγάπης καί τοῦ ἐλέους Σου; Τί σπουδαῖο ἐπαρουσίασα ἐνώπιόν Σου γιά νά μοῦ χαρίσης τήν ὕψιστη τιμή τῆς Ἐπισκοπικῆς εὐθύνης; Ἄν μέ ρωτοῦσες, ὅπως ἄλλοτε τόν Κορυφαῖο Πέτρο ἄν Σέ ἀγαπῶ, δέν θά ἀπαντοῦσα βέβαια ἀρνητικά, ἀλλά θά Σού ἔλεγα: Ὄχι τόσο ὅσο θά ἤθελα, ὄχι τόσο ὅσο Σου ἀξίζει! Παρά ταῦτα Ἐσύ μου λές: -Βόσκε τά ἀρνία μου! Ποίμαινε τά πρόβατά μου! Καί μοῦ ἐμπιστεύεσαι σήμερα ράβδο ποιμαντορικῆς δυνάμεως ἀπό τά ἅγια χέρια τοῦ ἀξιοθέου Πρωθιεράρχου Σου καί Ἀρχιεπισκόπου μου καί Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου! Δόξα Σοί, Κύριε, παμμυριάκις δόξα Σοί, γιά τό πολύ ἔλεός Σου καί τήν περί ἐμέ θαυμαστή οἰκονομία Σου! - 43 -


Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρων ἐκφωνεῖ τόν Χειροτονητήριον Λόγον αὐτοῦ εἰς τόν πάνσεπτον Πατριαρχικόν Ναόν τοῦ Ἁγίου Γεωργίου εἰς Φανάριον

Ἡ Α.Θ.Π. ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαῖος, κατά τή Χειροτονία τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρωνος


Ἕνα Σου ζητῶ: Μή μέ ἐγκαταλείψης ποτέ! Ἀξίωσε μέ νά εἶμαι ζῶσα εἰκόνα Σου, ἄνθρωπος τοῦ πόνου, καί τῆς πτωχείας Σου. Ἄνθρωπος ἀγάπης καί ποιμαντικῆς πραότητος, ἕτοιμος νά ἀναλαμβάνω τήν θέσι τοῦ πάσχοντος καί ἡ δύναμι τῆς πειθοῦς μου νά εἶναι τό καθ’ ἡμέραν μαρτύριο καί ἡ ὑπομονή μου. Κράτα μέ κάθε ὥρα τῆς ζωῆς μου στή σκιά τοῦ Σταυροῦ Σου, ποῦ εἶναι ἡ αἰώνια δόξα Σου! Ἀξίωνε μέ σταυρικά νά πορεύωμαι, σταυρικά νά διακονῶ τίς χρεῖες τῶν παιδιῶν Σου, σταυρικά νά Σέ εὐαγγελίζωμαι, σταυρικά νά ἱερουργῶ τή σωτηρία τοῦ ποιμνίου μου καί τή δική μου, στόν σταυρό τῆς ἐσταυρωμένης Μητέρας μου Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί τοῦ Πατριάρχου μου νά ἀναπαύωμαι, ὁ Σταυρός Σου νά εἶναι ἡ μόνη καί μόνιμη καύχησίς μου, ἐπ’ ἐλπίδι Ἀναστάσεως καί Ζωῆς αἰωνίου μαζί Σου σύν τῷ Πατρί καί τῷ Παναγίω Πνεύματι. Καί μαζί μέ τήν Παναγία Μητέρα Σου, ποῦ τήν ἐχάρισες Μητέρα καί σέ μένα. Μαζί μέ τόν Ἅγιο Μύρωνα τόν προστάτη μου Ἐπίσκοπό της πατρίδος μου. Μαζί μέ τούς Ἁγίους πανευκλεεῖς Πατριάρχες Μελέτιο Πηγᾶ καί Κύριλλο Λούκαρι, εὐσεβῆ βλαστήματα καί αἰώνιοι προστάτες καί ἔφοροι τῆς τροφοῦ Μονῆς μου. Μαζί μέ τήν Ἁγία Παρθενομάρτυρα Εὐφημία, ἀνήμερα τῆς ἑορτῆς τῆς ὁποίας καί ἐνώπιόν του ἱεροῦ καί θαυμοτοβρύτου σκηνώματός της ἀξιώθηκα νά δεχθῶ τήν γλωσσοπυρσόμορφο Χάριν τοῦ Παναγίου Πνεύματος! Παναγιώτατε Δέσποτα, Πατέρα καί Αὐθέντα μου, Μετά Θεόν ὀφείλω ἀπείρους εὐγνώμονας εὐχαριστίας πρός τήν Ὑμετέραν Θειοτάτην, Θεοστήρικτον καί προσκυνητήν μου Παναγιότητα, ὄχι μόνον διά τήν ἐθελάγαθον μεγίστην εὐεργεσίαν ποῦ μου ἐδαψιλεύσατε σήμερα, ἀλλά καί διά τήν πλουσίαν Πατρικήν στοργήν καί σοφήν καθοδήγησιν ποῦ ἀπό ἐτῶν ἤδη μου ἔχετε χαρίσει. Σᾶς βεβαιῶ ὅτι διά βίου τά βήματά μου θά εἶναι ἐπί τά ἴχνη τῶν ἁγίων Σας ποδῶν, ἡ καρδιά μου θά εἶναι συντονισμένη στούς ρυθμούς τῆς δικῆς Σας ἀγαπώσης καρδίας, τό οὖς μου θά εἶναι τεταταμένον εὐήκοον πάντοτε, ἀναμένον τάς σεπτᾶς ἐντολᾶς καί ὁδηγίας Σας, ἡ προσευχή μου θά Σᾶς συνοδεύη θερμή, καθώς καί τούς ἀξίους συγκυρηναίους Σᾶς ἁγίους Ἀρχιερεῖς τοῦ Θρόνου καί ὅλα τά ἐκλεκτά καί ἀγαπητά μου μέλη τῆς Πατριαρχικῆς Αὐλῆς. Πρός τούτοις θά ἤθελα, μέ τήν ἄδειάν Σας, Παναγιώτατε, νά ἐκφράσω τήν εὐγνώμονα εὐχαριστία μου πρός τούς σεβαστούς μου γονεῖς, τήν εἰς οὐρανίους θαλάμους ἀείμνηστον Μητέρα μου Μαρίαν καί τόν εὐτυχῶς ἀκόμη μαζί μας Πατέρα μου Νικόλαον, οἱ ὁποῖοι μαζί μέ τό ζῆν μου ἐχάρισαν καί τό θεοφιλῶς ζῆν, τήν εὐσέβεια, καί μέ ἐδίδαξαν τήν τιμιότητα καί τήν αἰδῶ, τήν ἐργατικότητα καί κάθε ἀρετή, ἐν ἁπλότητι καί ἀφελότητι καρδίας. Ἐπικαλοῦμαι τήν εὐχήν τῶν. Ἐπίσης τόν ἀείμνηστον ἀδελφόν του πατρός μου Ἡρακλῆ πού ὡς ἄλλος πατέρας μου ἐδίδαξε, λόγω καί ἔργω, τή φοβία - 45 -


τοῦ διαβόλου στό λιβάνι τῆς προσευχῆς καί στόν ἱδρώτα τῆς ἐργασίας. Ὁμοίως εὐχαριστῶ ὁλοκαρδίως καί τήν μόνη ἀδελφή μου Ἑλένην, ἡ ὁποία στέκεται πάντοτε μέ πολλή στοργή στό πλευρό μου καί δέν φείδεται θυσιῶν καί κόπων χάριν τοῦ ἀδελφοῦ της. Πρός τούς πνευματικούς μου πατέρες ἐπίσης, οἱ ὁποῖοι μέ ὠδήγησαν στή μοναχική ἀφιέρωσι καί ἱερατική διακονία. Τόν ἀοίδιμο Ἀρχιεπίσκοπο Κρήτης κυρό Τιμόθεο Γ΄, ἀπό τά ἅγια χέρια τοῦ ὁποίου εἰσῆλθα στίς τάξεις τῶν μοναχῶν καί δέχθηκα τούς δύο πρώτους βαθμούς τῆς Ἱερωσύνης καί πολλῆς στοργῆς καί προστασίας ἀπήλαυσα ἀπό μέρους του. Τόν ἀοίδιμο Μητροπολίτην Ρεθύμνης καί Αὐλοποτάμου κυρό Ἄνθιμο γιά τήν ἀνυπόκριτη καί ἔμπρακτη ἀγάπη, στοργή καί ἐνδιαφέρον πρός τό ταπεινόν πρόσωπόν μου. Τόν μακαριστό γέροντα πνευματικό Κορνήλιον Μοσχόβη, συμαρτυρήσαντα μέ πνευματικόν μου πατέραν, πού κάτω ἀπό τό ἁγιασμένο τοῦ πετραχείλι ἔλαβα πολλάκις ἄφεσιν ἁμαρτιῶν. Τόν Σεβασμιώτατον Ἀρχιεπίσκοπον Κρήτης πολυσέβαστό μου κ. Εἰρηναῖον, στήν ἀγάπη καί τήν παροιμιώδη εὐγένεια τοῦ ὁποίου ὀφείλω πολλά. Τόν Μακαριώτατο Πάπα καί Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας κ. Θεόδωρο, Ἀδελφό της Ἀγκαράθου καί Εὐεργέτη της, ποῦ τόν θεωροῦμε πάντοτε συμμοναστή μας καί βεβαιώνει ἔργω τήν ἰδιότητά του αὐτή, περιβάλλοντας ὅλους μας μέ ἀπεριόριστη πατρική στοργή καί ἐμπνέοντάς μας τόν ἱεραποστολικόν ζῆλον. Τούς ἡγουμένους καί συμμοναστές μου στήν Ἱερά Μονή Ἀγκαράθου, ἕναν-ἕναν, μέ πρῶτο τόν ὁμόψυχο Ἀδελφό μου καί Προηγούμενό μου Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Πέτρας κ. Γεράσιμο, ὁ ὁποῖος ἀπό τήν πρώτη στιγμή στήν μονή τῆς μετανοίας μου, ὑπῆρξε ὁ ἔμψυχος φύλακας ἄγγελός μου, ἡ ἐπίγεια αἰσθητή παρουσία τοῦ οὐρανοῦ στή ζωή μου, καί ἀπετέλεσε καί ἀποτελεῖ καί σήμερα πρότυπο πνευματικῆς ζωῆς. Τόν Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Γορτύνης & Ἀρκαδίας κ. Μακάριο ὁ ὁποῖος μου ἐνεφύσησε τό πρῶτον, στίς αὐλές τῆς Ἀγκαράθου, τόν σεβασμόν καί τήν ἀγάπην πρός τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον, τό μαρτυρικό Φανάρι καί πρός τό Σεπτό Πρόσωπό σας Παναγιώτατε. Τόν Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Ἀρκαλοχωρίου Καστελίου καί Βιάννου κ. Ἀνδρέα γιά τήν παρότρυνση καί τήν στήριξη τῶν θεολογικῶν καί θύραθεν σπουδῶν μου. Τόν Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Ρόδου κ. Κύριλλο ὁ ὁποῖος ὡς ἄλλος Ἀπόστολος, μέ ἁλίευσε ἀπό τά θολά νερά τῆς νεανικῆς ἀμφιβολίας καί ἀμφισβήτησης. Μοῦ ἐγνώρισε τήν Παναγία τήν Ὀρφανή. Μέ ἐφοδίασε μέ - 46 -


τόν πόθο τῆς ἁγιότητος καί μέ βοήθησε νά κατανοήσω ὅτι ἡ ἁγιότητα χαρίζεται διά τῆς ὑπομονῆς καί τῆς ὑπακοῆς στήν ἐκκλησία. Τόν προσφιλῆ καί ἀγαπητόν σέ ὅλους Πανοσιολογιώτατον Ἀρχιμανδρίτην κ. Μεθόδιον, Πρωτοσύγγελον τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Κρήτης, διά τόν ἐπιστηριγμόν καί τήν ἀδελφικήν του ἀγάπην. Τόν πολύπειρον καί σεβάσμιον Προηγούμενον τῆς Μονῆς, Πάνος. Ἀρχιμανδρίτην κ. Εὐμένιο, κατά τήν Ἡγουμενία τοῦ ὁποίου ἐκάρη μοναχός. Τόν σημερινό ἡγούμενο τῆς Μονῆς κ. Σωφρόνιο τόν φιλοκαλή, ὁ ὁποῖος μέ ἐστήριξε, ταπεινά καί ἀθόρυβα, μέ ἰδιαίτερη φιλαδελφία καί ἀνιδιοτέλεια. Τόν ἀπό Κνωσσού Σεβασμιώτατον Μητροπολίτην Ρεθύμνης καί Αὐλοποτάμου κ. Εὐγένιον γιά τήν πολλήν ἀγάπη πρός τό πρόσωπό μου καί γιά τό ὀφφίκειο τοῦ πνευματικοῦ πού ἔλαβα ἀπό τάς τιμίας του χείρας. Τόν ἀκάματον καί φιλόθεον Πανοσιολογιώτατον Ἀρχιμανδρίτην κ. Ἰάκωβον, Καθηγούμενον καί ἀνακαινιστῆ τῆς Ἱερᾶς Σταυροπηγιακῆς Μονῆς Ἁγίου Ἰωάννου Θεολόγου Πρέβελη διά τήν λόγοις καί πράξεις ἔκφραση τῆς ἀγάπης καί τῆς χαρᾶς του. Ἀλλά, Παναγιώτατε, τήν Θεοσωστή Ἐπαρχία τοῦ Θρόνου στήν ὁποία μέ ἀποστέλλετε, τήν ἐγνώρισα ἤδη καί τήν ἠγάπησα πρό δεκαπενταετίας, ὅταν ὁ τότε θεοφιλῶς ποιμαίνων αὐτήν Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης κ. Ἰωσήφ, ὁ σεβαστός μου ἅγιος Προικοννήσου σήμερα, μέ ἐκάλεσε νά διακονήσω πλησίον του ὡς Γενικός Ἀρχιερατικός του Ἐπίτροπος. Σ’ αὐτόν ὀφείλω τόν πρῶτο σύνδεσμο ποῦ μέ συνέδεσε μέ τήν σημερινή Ἐπαρχία μου καί μέ τό ποίμνιό μου. Δίπλα στή βιβλικήν μορφήν του καί μέσω τῆς θεοπνεύστου γραφίδος του καί τῆς θεοφιλής βιοτής του, ἐδιδάχθηκα πολλά ἀπό τήν σοφία του, τό ἦθος του, τό ἐκκλησιαστικό του φρόνημα καί τήν ἀφοσίωσί του στή Μητέρα Ἐκκλησία. Τοῦ εἶμαι βαθύτατα πάντοτε εὐγνώμων γιά τήν πολλή πατρική του ἀγάπη καί τόν παρακαλῶ νά θεωρῆ τήν Νέα Ζηλανδία ἐσαεί οἰκεία, ἄν ὄχι καί οἰκία του. Τόν σεβασμό μου ἀκόμη ἐκφράζω πρός τόν ἄμεσο προκάτοχό μου Σέβ. Μητροπολίτη Γάνου καί Χώρας κ. Ἀμφιλόχιο καί τόν εὐχαριστῶ γιά τούς κόπους καί ἱερούς ἱδρῶτες του στήν Ἐπαρχία μας, ὅλως δέ ἰδιαιτέρως διότι ἤνοιξε ἱεραποστολικῶς θύραν Εὐαγγελίου εἰς τά Ἔθνη τῶν νήσων τοῦ Νοτιοανατολικοῦ Εἰρηνικοῦ Ὠκεανοῦ. Τέλος εὐχαριστῶ ὅλους τους ἀγαπητούς ἀδελφούς, κληρικούς καί λαϊκούς ποῦ ἐβάδισαν μακράν ὁδόν γιά νά ἔλθουν καί μετάσχουν στό σημερι νό μέγα Μυστήριο, ὅπως καί ὅσους καθ’ οἱονδήποτε τρόπο μέ ἐστήριξαν καί ἐβοήθησαν. Ὅλους τους κατά κόσμον συγγενεῖς μου καί φίλους τῶν παιδικῶν μου χρόνων, τά πνευματικά μου τέκνα ἀπό τά ὁποία ἔλαβα ἀνεκτήμητες ἐμπειρίες πνευματικῆς ζωῆς, τούς πολλούς πού ἐχάρησαν μέ τήν - 47 -


χαράν μου καί πού λυπήθηκαν γιά τόν σωματικό ἀποχωρισμόν μας. ἰδιαιτέρως δέ τούς Καθηγητές μου στό Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Ἀθηνῶν, στό Μεσογειακό Ἀγρονομικό Ἰνστιτοῦτο Χανίων, στήν Θεολογική Σχολή τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, στό Ἀνοικτό Πανεπιστήμιο, καί τελευταίως στήν Ἰατρική Σχολή τοῦ Πανεπιστημίου Κρήτης. Θά προσπαθήσω καί Ἐλπίζω, ὅσα μέ ἐδίδαξαν νά τά ἀξιοποιήσω γιά μιά λυσιτελῆ καί φιλάνθρωπη διακονία τοῦ ποιμνίου μου καί τῆς Ἐκκλησίας, τοῦ κάθε ἀνθρώπου καί ἰδιαίτερα τῶν νεοφύτων πιστῶν της Ἱεραποστολικῆς μας περιφερείας, εἰς ἔπαινον τοῦ ὀνόματος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καί τοῦ εὐσεβοῦς ἠμῶν Γένους. Περαίνων, Παναγιώτατε, πέμπω τήν πρώτη μου εὐλογία, τόν πρῶτο χαιρετισμό ἀγάπης στό προσφιλές ποίμνιό μου στή Νέα Ζηλανδία, στίς Νήσους Φίτζι, στή Σαμόα καί στό Βασίλειο τοῦ Τόγκα, στούς παλαιούς συνεργάτες καί φίλους μου κατά τόν καιρό τῆς πρώτης ἐκεῖ ταπεινῆς διακονίας μου, στούς ὀμαίμους καί τούς λοιπούς ἐκεῖ Ὀρθοδόξους, καθώς καί στούς νεοφύτους της Ἱεραποστολῆς. Παρακαλῶ θερμῶς καί ἱκετεύω, Παναγιώτατε, καί τήν Ὑμετέρα σεπτή Κορυφή καί ὅλους τους παρισταμένους σεβαστούς μου ἁγίους Ἀρχιερεῖς καί Πατέρας καί λοιπούς ἀδελφούς: «Δεήθητε τοῦ Θεοῦ ἴνα τηρήση μέ σοφόν εἰς τό ἀγαθόν, ἀκέραιον δέ εἰς τό κακόν, μόνης της Ἐκκλησίας τήν φροντίδα ἔχοντα, πρός δέ τό διοικεῖν αὐτήν καλῶς καί τούς τῆς ἀληθείας λόγους παρέχειν, σκοπεῖν τούς τάς διχοστασίας καί τά σκάνδαλα βιούντας, λειτουργοῦντα ἀμέμπτως τῷ ποιμνίω τοῦ Χριστοῦ μετά ταπεινοφροσύνης, ἡσύχως καί ἀβαναύσως», ὅπως παρεκάλει κάποτε δί’ ἑαυτόν ὁ Ἅγιος Κλήμης ὁ Ρώμης πρός δόξαν Θεοῦ καί τῆς ἁγίας του Ἐκκλησίας. Ἀμήν.-

- 48 -


Χρονικό τῆς ἐνθρονίσεως τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρωνος Προ τῆς ἀφίξεως εἰς τή Νέα Ζηλανδία γιά τήν ἐνθρόνιση αὐτοῦ, ὁ νεοεκλεγεῖς ἀπό τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον Μητροπολίτης Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρων ἐπεσκέφθη τήν Αὐστραλία καί τά κεντρικά γραφεῖα τῆς Ἑλληνικῆς Ὀρθόδοξης Ἀρχιεπισκοπῆς εἰς τό Redfern τοῦ Σίδνεϋ τήν Δευτέρα 17 Σεπτεμβρίου 2018. Ὁ Σεβ. Ἀρχιεπίσκοπος Αὐστραλίας κ. Στυλιανός ἐπεφύλαξε θερμή ὑποδοχή εἰς τόν νεοεκλεγέντα Μητροπολίτη Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρωνα, εἰς τόν Σεβ. Μητροπολίτην Πέτρας καί Χερρονήσου κ. Γεράσιμον Ἐκπρόσωπο τῆς Α.Θ.Π. τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου καί τήν τιμίαν Συνοδία Αὐτῶν. Συμμετεῖχαν ὁ Πρωτοσύγκελλος τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Κρήτης Πανοσιολ. Ἀρχιμανδρίτης τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου κ. Μεθόδιος Βερνιδάκης ἐκπρόσωπος τοῦ Σεβ. Ἀρχιεπισκόπου Κρήτης κ.κ. Εἰρηναίου, ὁ Καθηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Σταυροπηγιακῆς Πατριαρχικῆς Μονῆς Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου Πρέβελης Πανοσ. Ἀρχιμ. Ἰάκωβος, ἡ οἰκογένεια τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρωνα καί πολλοί Κρῆτες γιά νά μετάσχουν τῆς χαρᾶς τῆς ἐνθρονίσεως καί τῆς ἐγκαταστάσεώς του εἰς τήν Ἐπαρχίαν Αὐτοῦ. Τό Σάββατο 22 Σεπτεμβρίου 2018, ἐτελέσθη εἰς τόν, κατάμεστον κλήρου καί πιστοῦ λαοῦ, Μητροπολιτικό Ναό τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου Wellington ἐν Νέα Ζηλανδία, ἡ ἐνθρόνιση τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρωνος. Τόν Σεβασμιώτατο προσεφώνησε ἐκ μέρους τῆς Α.Θ.Π. τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου ὁ Ἐκπρόσωπος Αὐτῆς Σεβ. Μητροπολίτης Πέτρας καί Χερρονήσου κ. Γεράσιμος. Ἐκ μέρους τοῦ Σεβ. Ἀρχιεπισκόπου Αὐστραλίας κ. Στυλιανοῦ, Προέδρου τῆς Ἐπισκοπικῆς Συνελεύσεως τῶν κανονικῶν Ἐπισκόπων Ὠκεανίας, ὁ Θεοφιλ. Ἐπίσκοπος Δορυλαίου κ. Νίκανδρος ἐξέφρασε σχετικό συγχαρητήριο χαιρετισμόν. Ἐκ προσώπου τοῦ Σεβ. Ἀρχιεπισκόπου Κρήτης κ. Εἰρηναίου προσεφώνησε τόν νεοενθρονισθέντα Μητροπολίτη, ὁ Πρωτοσύγκελλος τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Κρήτης Πανοσιολ. Ἀρχιμ. Μεθόδιος Βερνιδάκης. Ἀκολούθως ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Ν. Ζηλανδίας κ. Μύρων ἀνέγνωσε ἀπό θρόνου καθέδρας τῆς θεοσώστου Αὐτοῦ Ἐπαρχίας τόν ἐνθρονιστήριον Αὐτοῦ Λόγον. Κατόπιν προσεφέρθη ἑόρτιο γεῦμα εἰς τήν αἴθουσα τῆς Ἑλληνικῆς Κοινότητος Wellington. - 49 -


Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Πέτρας καί Χερρονήσου κ. Γεράσιμος, Ἐκπρόσωπος της Α.Θ.Π. τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, κατά τήν ἐνθρόνισιν τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρωνος


!µιλία τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Πέτρας καί Χερονήσου κ. Γερασίµου, jκπροσώπου τῆς Α.Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουµενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολοµαίου κατά τήν ἐνθρόνισιν τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρωνος (Σάββατον, 22 Σεπτεµβρίου 2018) Σεβασμιώτατε Μητροπολῖτα Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρωνα, Ἡ Ἁγία τοῦ Χριστοῦ Μεγάλη Ἐκκλησία, τό Πάνσεπτο Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο καί ὁ Προκαθήμενος Αὐτοῦ, ὁ Παναγιώτατος Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαῖος χαίρονται σήμερα γιά τήν ἐνθρόνισή Σου καί τήν ἄνοδό Σου στόν Ἀρχιερατικό Θρόνο τῆς ἱεραποστολικῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Νέας Ζηλανδίας, τήν ὁποία καλεῖσαι νά διακονήσεις θυσιαστικῶς, ὀρθοτομῶν τόν λόγο τῆς εὐαγγελικῆς ἀληθείας καί κατευθύνων τόν λαό πού Σοῦ ἐμπιστεύθηκε ὁ Κύριός μας σέ νομάς σωτηρίους. Μέ αἰσθήματα βαθείας τιμῆς καί εὐφροσύνης παρίσταμαι τήν ὥρα αὐτή στήν εὔσημο καί ἐκκλησιαστική Ἀκολουθία τῆς ἐνθρονίσεώς Σου ἐκ Προσώπου τῆς Α.Θ.Π. τοῦ Πατρός καί Πατριάρχου ἡμῶν, μεταφέροντας σέ Σένα καί τήν τοπική Ἐκκλησία, τίς συγχαρητήριες προσρήσεις καί τίς ἔνθερμες Πατριαρχικές Εὐχές καί Πατρικές Εὐλογίες Αὐτοῦ. Ὁ Παναγιώτατος Πατριάρχης Βαρθολομαῖος εὐφραίνεται καί συμπανηγυρίζει σήμερον καί ἀναφωνεῖ ἐκ κέντρου τῆς πατρικῆς καρδίας Του τό «Ἄξιος», δοξάζοντας μέ ἐμᾶς, τούς παριστάμενους στήν ἐνθρόνισή Σου, τό Πανάγιο Ὄνομα τοῦ Τρισαγίου Θεοῦ. Χαίρει ὁ Παναγιώτατος καί συγχαίρει μέ ὅλους ἐμᾶς, ἐπειδή γνωρίζει καλῶς τά χαρίσματα πού κοσμοῦν τή Σεβασμιότητά Σου, τή σεμνότητα, τό ἦθος, τήν ἱεροπρέπεια, τήν ἐργατικότητα, τήν ἀπόλυτη ὑπακοή Σου στήν Ἐκκλησία, τή σοβαρότητα, τήν ἁγία ἁπλότητα, τίς δαψιλεῖς εὐλογίες τοῦ Θεοῦ στήν μέχρι τώρα πορεία Σου, τίς ὁποῖες σέ συνδυασμό μέ τήν πολυεπίπεδη μόρφωσή Σου, θά ἀξιοποιηθοῦν μέ τόν καλύτερο δυνατό τρόπο στήν ποιμαντορία τοῦ εὐγενικοῦ καί φιλοπρόοδου ποιμνίου τῆς Μητροπόλεως Νέας Ζηλανδίας καί τῶν Ἱεραποστολικῶν κλιμακίων τῶν νήσων Φίτζι, Σαμόα καί Τόνγκα, πού, ἐπινεύσει τοῦ Παναγίου Πνεύματος δημιούργησε ὁ σεβαστός καί ἁγιώτατος προκάτοχός Σου, Μητροπολίτης Γάνου καί Χώρας κ.κ. Ἀμφιλόχιος. - 51 -


Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρων μετά τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Πέτρας καί Χερρονήσου κ. Γερασίμου, Ἐκπροσώπου τῆς Α.Θ.Π τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου καί τοῦ Θεοφιλ. Ἐπισκόπου Δορυλαίου κ. Νικάνδρου


Σεβασμιώτατε, Σήμερα ἐμφανίζεσαι γιά πρώτη φορά ἐνώπιον τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ ποιμνίου Σου μετά τήν ἀνάδειξή καί ἐκλογή Σου, τῇ προτάσει τῆς Α.Θ.Π. τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, ὑπό τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας καί τή χειροτονία Σου εἰς Ἐπίσκοπον τῆς Μιᾶς, Ἁγίας Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας καί Μητροπολίτην τῆς θεοσώστου Ἱερᾶς Μητροπόλεως Νέας Ζηλανδίας. Ἀνέρχεσαι σήμερα στό θρόνον Σου καί καλεῖσαι νά σηκώσεις τό σταυρό Σου καί νά βαδίζεις τήν εὐαγγελικήν ὁδόν. Καλεῖσαι νά διδάξεις τό λογικό ποίμνιο πού Σοῦ ἐμπιστεύθηκε ὁ Χριστός, ὅτι ἡ Ἐκκλησία εἶναι ἡ κιβωτός πού ὁδηγεῖ στή σωτηρία διά τῶν μυστηρίων, γεγονός πού ἀποτελεῖ καί πρωταρχικό σκοπό στή ζωή τοῦ ἀνθρώπου. Καλεῖσαι νά ὁμιλήσεις μέ τήν εὐγλωττία τῆς κατά Θεοῦ διδαχῆς καί προσευχῆς. Νά ἐμπνεύσεις μέ τήν ἀγαθότητά Σου. Νά ἐπιβληθεῖς μέ τήν πραότητα καί τήν ἀνεξικακία Σου. Νά ἀναδειχθεῖς καλός ποιμήν καί Ἐπίσκοπος «εἰς τύπον καί τόπον Χριστοῦ». Νά γίνεις «τοῖς πᾶσι τά πάντα», ὡς ὁ Ἐθναπόστολος Παῦλος «ἵνα τούς πάντας κερδήσῃς». Ὁ Παναγιώτατος καί ἐμεῖς ὅλοι, πού Σέ γνωρίζουμε καλῶς ἐπί δεκαετίες, εἴμαστε πεπεισμένοι ὅτι θά συνεχίσεις μέ τούς καλούς λόγους καί τά ἔργα Σου νά θεολογεῖς ὀρθοδόξως, νά ζεῖς ἱεροπρεπῶς, νά σκέπτεσαι ἐκκλησιαστικῶς καί νά διακονεῖς ἀφοσιωμένως. Αὐτό ἄλλωστε εἶναι τό φαναριώτικο ἐκκλησιαστικό ἦθος καί ἔθος, τό Οἰκουμενικό φρόνημα τῆς Μητρός Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία Σοῦ παραγγέλλει τήν πιστή τήρηση τῶν Θείων καί Ἱερῶν Κανόνων, τήν δογματική ἀκρίβεια τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, τήν εὐπείθεια καί ὑπακοή στήν Ἐκκλησιαστική Σου ἀρχή καί τά πατροπαράδοτα θέσμια Αὐτῆς. Αὐτό τό ἦθος, τοῦ ὁποίου καί Σύ ὡς Ἐπίσκοπος πλέον εἶσαι μέτοχος καί κοινωνός, μέ μοναδικό σκοπό τή δόξα τοῦ Θεοῦ καί τή σωτηρία τοῦ ἐμπεπιστευμένου Σοι λογικοῦ Ποιμνίου. Πρότυπά Σου, κατά τήν Ἀρχιερατική Σου Ποιμαντορία, ἄς εἶναι οἱ διακεκριμένοι Ἱεράρχες τοῦ Θρόνου πού διαδέχεσαι, οἱ Σεβασμιώτατοι Μητροπολῖτες Γάνου καί Χώρας κ. Ἀμφιλόχιος καί Προικοννήσου κ. Ἰωσήφ, ὡς καί ὁ μακαριστός πρ. Ζηλανδίας κυρός Διονύσιος, οἱ ὁποῖοι μέ τήν ἀφοσίωσή τους στήν Ἐκκλησία, τήν εὐλάβεια καί τήν εὐσέβειά τους, τή δεξιοτεχνία τους στή διοίκηση καί κυρίως μέ τήν πολλή τους ἀγάπη ἀρχιεράτευσαν θεοφιλῶς καί καλλικάρπως καί περικόσμησαν τόν θρόνο πού ἀνέρχεσαι σήμερα. Σεβασμιώτατε, Τό μεγαλύτερο μέρος τοῦ λαοῦ πού καλεῖσαι νά διακονήσεις εἶναι ἡ - 53 -


ἑλληνική ὁμογένεια, ἡ ὁποία ἄν καί ἀποτελεῖ τό πιό ἀπομακρυσμένο κομμάτι τῆς διασπορᾶς, διατηρεῖ μέ ζῆλο καί ὑπερηφάνεια ὅλα τά χαρακτηριστικά τοῦ Ἔθνους μας. Οἱ Ἕλληνες τῆς Νέας Ζηλανδίας φιλόπονοι, ἔντιμοι καί προοδευτικοί συνέβαλαν οὐσιαστικά στήν ἀνοικοδόμηση τῆς χώρας καί ἀπέσπασαν δίκαια τήν ἐκτίμηση καί συμπάθεια τῶν κατοίκων της. Συνάμα μέ τήν προσήλωσή τους στίς μακραίωνες παραδόσεις τῆς φυλῆς μας, τή διατήρηση καί καλλιέργεια τῶν ἠθῶν καί ἐθίμων της συνέβαλαν καί συμβάλλουν στόν ἐμπλουτισμό τῆς πολιτιστικῆς ζωῆς τῆς νέας τους πατρίδος. Αὐτοί οἱ ἄνθρωποι ἤδη Σέ τιμοῦν καί Σέ σέβονται. Σέ ἔχουν ἤδη ἐνθρονίσει στήν καρδιά τους, ἐκτιμώντας τό ἀνεπίληπτον τοῦ ἤθους Σου, τήν ἐργατικότητα καί τήν προσφορά Σου κατά τήν ὀλιγόμηνη διακονία Σου ἐδῶ. Εἰσέρχεσαι σέ ἀνοικτές θύρες τῶν καρδιακῶν χώρων τῶν ἀνθρώπων αὐτοῦ τοῦ Τόπου, πού ἀπό σήμερα γίνεται ἡ μεγάλη πνευματική σου οἰκογένεια. Δώρησε, λοιπόν, τήν καρδιά Σου μέ ταπείνωση, μακροθυμία καί σύνεση πνευματική καί εἶμαι σίγουρος ὅτι καθημερινῶς θά λαμβάνεις ἀντιδώρημα τίς καρδίες ὅλων ἐκείνων, πού θά κατανοήσουν ποιά εἶναι ἡ θέση τοῦ Ἐπισκόπου καί ὁ πατρικός ρόλος του μέσα στήν Ἐκκλησία. Ὡς Ἕλλην καί Κρητικός δέν θά λησμονήσεις ποτέ τίς ἡμέρες τοῦ Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, οἱ ὁποῖες ἀπετέλεσαν μία ἔνδειξη τῶν ἰσχυρῶν δεσμῶν ἀνάμεσα στήν Ἑλλάδα καί τή Νέα Ζηλανδία, δεσμοί πού χρονολογοῦνται ἀπό παλαιότερα, ἀπό τήν ἐποχή τοῦ Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ὅταν ἡ Λῆμνος εἶχε συμπεριληφθεῖ στήν ἐκστρατεία τῆς Καλλιπόλεως. Ἡ συνεργασία μεταξύ Ἑλλήνων καί Νεοζηλανδῶν στή διάρκεια τῆς Μάχης τῆς Κρήτης καί τῆς Ἑλληνικῆς Ἐκστρατείας στόν Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, θεμελίωσε τούς στενούς μεταπολεμικούς δεσμούς μεταξύ τῶν δύο χωρῶν, ἡ ὁποία πρωτίστως ὁδήγησε στή μετανάστευση χιλιάδων Ἑλλήνων πρός τή Νέα Ζηλανδία καί ἔδωσε τή δυνατότητα στούς Νεοζηλανδούς νά γνωρίσουν τήν Ὀρθόδοξη Πίστη καί ζωή καί νά ἐπεκταθεῖ ἡ διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου τοῦ Χριστοῦ πρός τά νησιά τοῦ Εἰρηνικοῦ. Σεβασμιώτατε καί ἀγαπητέ μου ἀδελφέ, Βάλε τήν χεῖρα Σου ἐπί τό ἄροτρον γιά νά ὀργώσεις τή γόνιμη γῆ τῆς Ἐπαρχίας Σου, μεῖνε σταθερός «εἰς ἅ ἔμαθες καί ἐπιστώθης», γίνε ἔνθεος στή Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν, στερέωσε τήν Ἐκκλησία, τίμησε τόν Πάνσεπτο Οἰκουμενικό Θρόνο καί τόν Σεπτό Προκαθήμενο Αὐτοῦ, πού ἀποτελεῖ τό κλέος τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Μή φοβᾶσαι. Δέν θά εἶσαι ἀνθρωπίνως μόνος σου. Ἡ Ἁγία τοῦ Χριστοῦ Μεγάλη Ἐκκλησία πού Σέ ἀγκάλιασε, Σέ ἐμπιστεύθηκε, θά ἔχει πάντα - 54 -


Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρων κατά τήν ἐνθρόνισιν αὐτοῦ ἐν Νέᾳ Ζηλανδίᾳ

εὐήκοον οὖς σέ κάθε πρόβλημα καί θά Σοῦ προσφέρει ἐπιστηριγμό καί ἀναψυχή στήν κοπιώδη διακονία Σου. Ἡ κοινή ἡμῶν Προστάτις, ἡ Παναγία ἡ Ὀρφανή, θά Σέ περιβάλλει διαρκῶς μέ τή μητρική Της στοργή καί θά περισκέπῃ τόν Ἀρχιερατικό Σου βηματισμό. Καί οἱ οὐρανομήκεις προσευχές τῆς γενέτειράς Σου Κρήτης, θά γίνονται γιά Σένα βακτηρία καί ἐπιστηριγμός στόν Ἀρχιερατικό Σου δόλιχο. Ἔντεινε, λοιπόν, ἀδελφέ καί κατευοδοῦ καί ἀρχιεράτευε. Ἔχε ἀλησμόνητον τήν πεποίθησιν του καλέσαντός Σέ κλήσει ἁγίᾳ. Πολλά τά ἔτη Σου, θεοφρούρητα καί Παναγιοσκέπαστα. Ἄξιος, ἀδελφέ μου ἠγαπημένε. Ἄξιος νά ἀναδειχθεῖς, εἶναι καί ἡ εὐχή τοῦ Παναγιωτάτου Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου. Ἄξιος τῆς Ἐκκλησίας. Ἄξιος τοῦ Τόπου, ἄξιος διάδοχος τῶν τετιμημένων καί σεβασμίων προκατόχων Σου. Καί εἶθε αὐτό τό «ἄξιος» πού ἀκούγεται εὐχετικῶς σήμερα ἀπό ἀνθρώπινα χείλη, νά τό ἀκούσεις καί ἐπιβεβαιωτικῶς ἐκ στόματος Θεοῦ. Ἀμήν.

- 55 -


Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρων, ὁμιλῶν κατά τήν ἡμέραν τῆς Ἐνθρονίσεως Αὐτοῦ, εἰς τόν Ἱερόν Μητροπολιτικόν Ναόν Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου Wellington ἐν Νέᾳ Ζηλανδίᾳ


jνθρονιστήριος Λόγος τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρωνος (Σάββατο, 22 Σεπτεµβρίου 2018) Σεβασμιώτατε Μητροπολῖτα Πέτρας καί Χερρονήσου κ. Γεράσιμε, Ἐκπρόσωπε τῆς Α. Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ ἡμῶν Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, Θεοφιλέστατε Ἐπίσκοπε Δορυλαίου κ. Νίκανδρε, Ἐκπρόσωπε τοῦ Σεβασμιωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Αὐστραλίας κ.κ. Στυλιανοῦ, Πανοσιολογιώτατε Ἀρχιμανδρῖτα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου κ. Μεθόδιε, Πρωτοσύγκελλε τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Κρήτης, Ἐκπρόσωπε τοῦ Σεβασμιωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Κρήτης κ.κ. Εἰρηναίου, Πανοσιολογιώτατε Ἀρχιμανδρῖτα κ. Ἰάκωβε, Καθηγούμενε τῆς Ἱερᾶς καί Ἱστορικῆς Πατριαρχικῆς καί Σταυροπηγιακῆς Μονῆς Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου Πρέβελη, Ὁσιώτατοι Ἱερομόναχοι, Αἰδεσιμώτατοι Πρεσβύτεροι, Ἐξοχώτατε κ. Πρόεδρε τῆς Ἑλληνικῆς Κοινότητος Οὐέλιγκτον κ. Καλλίνικε, Ἐξοχώτατε κ. ἐπί τιμῇ Πρόξενε τῆς Ἑλλάδος κ. Νεονάκη, Ἐντιμότατοι ἄρχοντες καί Ἐκπρόσωποι ὅλων τῶν Ἀρχῶν καί τῶν Φορέων, Ὁσιώτατοι μοναχοί καί μοναχές, Λαέ τοῦ Θεοῦ εὐλογημένε - ἀδελφοί καί τέκνα μου ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά! «Δόξα τῷ Θεῶ, πάντων ἕνεκεν». Ὅταν πρίν ἀπό δεκαπέντε ἀκριβῶς χρόνια ἐρωτώμουν ἀπό τόν τότε Πρωτοσύγκελλο τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Κρήτης καί νῦν Μητροπολίτη Ρόδου, κ. Κύριλλο, ἄν θά ἤθελα νά μεταβῶ στή μακρινή Νέα Ζηλανδία γιά νά διακονήσω γιά λίγο χρονικό διάστημα τόν μόλις ἐκλεγέντα νέο Μητροπολίτη Νέας Ζηλανδίας κ. Ἰωσήφ, ἕνα ἄγνωστο σέ ἐμένα τότε πρόσωπο, χωρίς κανένα δισταγμό ἤ δεύτερη σκέψη, ἀλλά μέ πολύ ἐνθουσιασμό καί ἐσωτερική χαρά, ἀπάντησα «ΝΑΙ» πρίν κἄν προλάβει νά ὁλοκληρώσει τή φράση του ὁ Πρωτοσυγκέλλος. Στίς δυσκολίες τῆς ἀποστολῆς λόγῳ ἀποστάσεως, καί ἐλλείψεως χρόνου καί προετοιμασίας, ἐνδυναμώθηκα ἀπό τά μελωδικότατα ρήματα καί τήν εἰρηνική διάθεση τοῦ νέου τότε Μητροπολίτου Νέας Ζηλανδίας κ. Ἰωσήφ, ὅταν πῆγα στή Σητεία νά λάβω τήν εὐχή του. Ἀμέσως ἀπό τήν ἐπίσκεψη αὐτή δημιουργήθηκε μία ἀκατάλυτη - 57 -


πνευματική σχέση πού γέμισε τήν καρδία μου μέ ἀγαλλίαση. Ὅταν ἐπιβιβάστηκα στό ἀεροπλάνο γιά τήν πτήση τῶν εἴκοσι ἕξι περίπου ὡρῶν, αἰσθανόμουν τόση χαρά, ὅση ἔχει ἕνα παιδί πού τοῦ χαρίζουν ἕνα νέο, ὡραῖο παιχνίδι. Ὅταν προσγειώθηκα στό Οὐέλλιγκτον καί ἀντικρυσα τά δακρυσμένα μάτια τῶν ἀνθρώπων πού εἶχαν ἔλθει νά μέ ὑποδεχθοῦν, ἐνοίωσα μέσα μου τή νέα μου οἰκογένεια, τούς νέους ἐν Χριστῷ ἀδελφούς μου. Ἀπό τότε ἡ Νέα Ζηλανδία καί οἱ ἄνθρωποί της εἶναι μέσα στήν καρδιά μου καί πάντα ὅπου καί ἄν βρέθηκα μιλοῦσα μέ ἐνθουσιασμό γιά τόν τόπο αὐτόν, καί τούς ὑπέροχους καί εὐγενικούς ἀνθρώπους του. Δέν μποροῦσα νά φανταστῶ τότε ὅτι κάποια μέρα, μέ τή χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος, καί κατόπιν προτάσεως τῆς Αὐτοῦ Θειοτάτης Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ μας Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, ἡ Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, θά μέ ἐξέλεγε νά παρασταθῶ ἐνώπιόν σας, στόν Ἀρχιερατικό Θρόνο τοῦ Ἱεροῦ τούτου Καθεδρικοῦ ναοῦ τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου, ὡς ὁ Μητροπολίτης τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Νέας Ζηλανδίας. Ἀκατάλυπτο μυστήριο καί θαυμαστό τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ σέ μᾶς τούς μικρούς, ἀδύναμους καί χοϊκούς ἀνθρώπους. «Δόξα τῷ Θεῶ, πάντων ἕνεκεν». Ἀπό τήν πρώτη μου ἐπίσκεψη ἐνθυμοῦμαι τόν ἀοίδιμο πρῶτο Μητροπολίτη Νέας Ζηλανδίας καί Ἔξαρχο Κορέας μακαριστό κυρό Διονύσιο, ὁ ὁποῖος πολύ ἐκοπίασε καί προσωπικῶς ἐφρόντισε τόν ἀμπελώνα τοῦ Κυρίου στή νεοσύστατη Μητρόπολη Νέας Ζηλανδίας ὡς ὁ πρῶτος ποιμενάρχης αὐτῆς ἀπό τό 1970 καί γιά τριάντα τρία συναπτά ἔτη. Ἐπί ἀρχιερατείας του ἀνεγέρθη ὁ περικαλλής αὐτός Καθεδρικός Ἱερός Ναός τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου, μέ τήν συνδρομή καί τίς προσφορές τῶν ἁπλῶν ἀνθρώπων τῆς ὁμογένειας. Ἐπίσης, ἀνεργέθη ὁ Μητροπολιτικός Ναός τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέου μέ τό παρακείμενο Ἐπισκοπεῖο καί ἀρκετοί ἄλλοι ναοί. Ὁ Θεός νά ἀναπαύει τήν ψυχή του εἰς χώραν ζώντων. Στό πρόσωπο τοῦ διαδόχου του, νῦν Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Προικονήσου κ. Ἰωσήφ, βρῆκαν οἱ νέοι τόν φωτισμένο πνευματικό ὁδηγό, οἱ ἡλικιωμένοι τόν γεμάτο κατανόηση συμπαραστάτη καί ὅλοι τόν στοργικό πατέρα καί διδάσκαλο τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ. Δυστυχῶς γιά λόγους ἀνεξάρτητους ἀπό τή θέλησή του παρέμεινε γιά μία διετία μόνο στό πηδάλιο τῆς Μητροπόλεως, ἀφήνοντας ὅμως ἀνεξίτηλο τό σημάδι τῆς θεοφιλοῦς Ἀρχιερατείας του. Θά παραθέσω ἀπό τό χειροτονητήριο λόγο μου τά ἑξῆς: «Ἀλλά, Παναγιώτατε, τήν Θεόσωστη Ἐπαρχία τοῦ Θρόνου στήν ὁποία μέ ἀποστέλλετε, τήν ἐγνώρισα ἤδη καί τήν ἠγάπησα πρό δεκαπενταετίας, ὅταν ὁ τότε θεοφιλῶς ποιμαίνων αὐτήν Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης κ. - 58 -


Ἰωσήφ, ὁ σεβαστός μου ἅγιος Προικοννήσου σήμερα, μέ ἐκάλεσε νά διακονήσω πλησίον του ὡς Γενικός Ἀρχιερατικός του Ἐπίτροπος. Σ᾿ αὐτόν ὀφείλω τόν πρῶτο σύνδεσμο πού μέ συνέδεσε μέ τή σημερινή Ἐπαρχία μου καί μέ τό ποίμνιό μου. Δίπλα στή βιβλική μορφή του καί μέσῳ τῆς θεοπνεύστου γραφίδος του καί τῆς θεοφιλοῦς βιοτῆς του, ἐδιδάχθηκα πολλά ἀπό τή σοφία του, τό ἦθος του, τό ἐκκλησιαστικό του φρόνημα καί τήν ἀφοσίωσή του στή Μητέρα Ἐκκλησία. Τοῦ εἶμαι βαθύτατα πάντοτε εὐγνώμων γιά τήν πολλή πατρική του ἀγάπη καί τόν παρακαλῶ νά θεωρεῖ τή Νέα Ζηλανδία ἐσαεί οἰκεία, ἄν ὄχι καί οἰκία του». Γιά τόν ἄμεσο προκάτοχό μου, νῦν Μητροπολίτη Γάνου καί Χώρας πολυσέβαστό μου Γέροντα κ. Ἀμφιλόχιο ἐκφράζω θερμότατες εὐχαριστίες ἀλλά καί τόν θαυμασμό μου γιά τό τεράστιο ἀνοικοδομητικό, ἀνακαινιστικό, ἱεραποστολικό, κηρυκτικό, διδακτικό καί ψυχοφελές πνευματικό ἔργο πού ἔχει ἐπιτελέσει ἐπί 13 συναπτά ἔτη. Ἀνέγερση νέων ἱερῶν ναῶν, ἀγορά ἄλλων, ἵδρυση ἱερῶν Μονῶν, ἀποστολή Ἱεραποστόλων στά νησιά τοῦ Εἰρηνικοῦ Ὠκεανοῦ Φίτζι, Σαμόα καί στό Βασίλειο τοῦ Τόγκα, βάπτιση ἑκατοντάδων νεοφωτίστων πιστῶν, εἶναι λίγα μόνο ἀπό τά ἐμφανῆ ἔργα τῆς πλούσιας Ἀρχιερατείας του. Τόν εὐγνωμονοῦμε ὅλοι ἐμεῖς πού γευόμαστε τούς καρπούς τῆς ἀγάπης του. Παρακαλῶ πολύ καί τούς δύο ἐν ζωῇ προκατόχους μου νά μοῦ συμπαραστέκονται προσευχητικά ἄν εἶναι δυνατόν καί καθημερινά προφυλάσσοντάς με ἀπό τίς μεθοδεῖες τοῦ διαβόλου, στηρίζοντάς με ἀδιάκοπα καί βοηθόντάς με πάντοτε, νύχτα καί ἡμέρα, ὥστε νά μή λυπήσω τόν Χριστό, νά μήν πικράνω τήν Παναγία Μητέρα μας, νά μήν ἀπογοητεύσω τό ποίμνιό μου, νά ἀποδειχθῶ ἀντάξιος τῶν προσδοκιῶν τῆς Ἐκκλησίας! Ἡ Ἐκκλησία ἀδελφοί μου εἶναι ὁρισμός καί ὄνομα ἑνότητος! Ἐμεῖς οἱ βαπτισμένοι ὀρθόδοξοι Χριστιανοί ὁμολογοῦμε Ἰησοῦν Χριστόν Ἐσταυρωμένον καί Ἀναστάντα ἐκ νεκρῶν, φέρομε στό μέτωπό μας τήν σφραγίδα τοῦ Πνεύματος, θεωροῦμε καί βιώνουμε τήν ἁγία μας Ἐκκλησία ὡς Μητέρα καί τροφό μας, προσπαθοῦμε νά ζήσουμε ἁπλά καί ταπεινά τή ζωή τοῦ Εὐαγγελίου, γιά νά λάβουμε τόν καρπό τοῦ πνεύματος, ὅπως μᾶς τόν διδάσκει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Ὁ δέ καρπός τοῦ Πνεύματός ἐστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθωσύνη, πίστις, πραότης, ἐγκράτεια· κατά τῶν τοιούτων οὐκ ἔστι νόμος.» Σκοπός τῆς Ἐκκλησίας μας εἶναι νά γεμίσει τά μέλη της μέ τή θεία χάρη. Νά μεταμορφώσει τούς ἀνθρώπους ἀπό χοϊκούς καί πρόσκαιρους, σέ οὐράνιους καί ἀθάνατους. Νά τούς καταστήσει Ἁγίους, ἔχοντας ἐπίγνωση τοῦ Ἑνός, Ἀληθινοῦ καί Τριαδικοῦ Θεοῦ. Εἶναι ὁ ἐπιδιωκόμενος καρπός γιά ὅσους ἀντιλαμβάνονται τόν σκοπό - 59 -


τῆς ὑπάρξεώς τους καί προσπαθοῦν νά τόν κάμουν τρόπο ζωῆς. Γιά ὅσους δέν ἱκανοποιοῦνται μέ τήν καθημερινότητα, γιά ὅσους δέν ἱκανοποιοῦνται μέ τό νά ὑπηρετοῦν σκοπούς ζωῆς ἐφήμερους, ὑλικούς, φευγαλέους καί γιά ὅσους δέν θέλουν νά ζήσουν μέ προοπτική τόν τάφο καί τήν ἀνυπαρξία, ἀλλά μέ προοπτική τήν ἀθανασία καί τήν κοινωνία μέ τό Θεό, ἐντός τῆς Χάριτός Του. Ἡ Ἐκκλησία μᾶς παρέχει πνευματικά ἐφόδια ὑλοποίησης τοῦ μεγάλου στόχου μέσῳ τῆς γνώσεως τοῦ πραγματικοῦ ἑαυτοῦ, τοῦ ἔσω ἀνθρώπου. Μέσῳ τῆς ἀπελευθέρωσης ἀπό τήν ὕλη καί τούς σκοπούς της. Μέσῳ τῆς προσευχῆς πού παρέχει δίαυλο ἐπικοινωνίας μέ τίς ὀντότητες τοῦ πνευματικοῦ κόσμου. Μέσῳ τῆς μετοχῆς στά μυστήρια της. Ἀρκεῖ νά τό θέλει ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος. Νά ζεῖ καί νά ἐργάζεται ἔχοντας στό μυαλό του πώς ὅ,τι λέει καί ὅ,τι κάνει ἔχουν προοπτική τήν αἰωνιότητα. Νά ζεῖ δηλαδή ἄχρονα. Νά μήν περιορίζεται ἀπό τόν χῶρο καί τήν ὕλη του. Νά ζεῖ δηλαδή πνευματικά. Νά ἔχει τήν συνεχῆ αἴσθηση τῆς παρουσίας τοῦ Θεοῦ στή ζωή του, ὅπου καί ἄν βρίσκεται, ὅτι κι ἄν κάνει. Νά ζεῖ δηλαδή ἐντός τοῦ παραδείσου, τήν ὑπαρξιακή κατάσταση τῆς ἀγάπης. Αὐτός εἶναι ὁ μόνος λόγος γιά τόν ὁποῖο βρίσκομαι σήμερα ἐδῶ, ἐνώπιόν σας. Γιά νά συμπορευτοῦμε σ᾿ αὐτό τό ὑπέροχο ταξίδι-δῶρο τῆς ζωῆς πού μᾶς χάρισε ὁ Θεός. Γιά νά βοηθήσουμε ὁ ἕνας τόν ἄλλον κάνοντας χρήση τῶν χαρισμάτων πού μᾶς ἔδωσε ὁ Θεός. Γιά νά δοῦμε Θεοῦ πρόσωπο. Γιά νά γίνουμε Ἅγιοι. Κατά Χάριν Θεοί. Γιά νά βιώσουμε τόν οὐρανό. Γιά νά μήν συμβιβαστοῦμε μέ τίποτε λιγότερο. Ἡ Ἐκκλησία μέ ἀποστέλλει γιά νά σᾶς φανερώσω, ὡς Ἐπίσκοπός σας, αὐτή τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ, τήν ἀνοικτή ἀγκαλιά τοῦ Ἐσταυρωμένου! Αὐτή τήν προοπτική τῆς Ζωῆς. Ἡ Μητρόπολή μας θά ἀποτελεῖ λοιπόν σπίτι ὅλων ἀνεξαιρέτως τῶν Χριστιανῶν τῆς Ἐπαρχίας μας καί ἐγώ ταπεινός πατέρας, ἀδελφός, καί συνοδοιπόρος. Ἡ Ἐκκλησία πάλι μᾶς δείχνει τόν τρόπο. «Ὅς ἐάν θέλῃ ἐν ὑμῖν μέγας γενέσθαι, ἔσται ὑμῶν διάκονος, καί ὅς ἐάν θέλῃ ἐν ὑμῖν εἶναι πρῶτος, ἔσται ὑμῶν δοῦλος. Ὥσπερ ὁ Υἱός τοῦ ἀνθρώπου οὐκ ἦλθε διακονηθῆναι, ἀλλά διακονήσαι» (Ματθ. κ’, 27-28). Ὅποιος ἀπό ἐσᾶς, δηλαδή, θέλει νά εἶναι μεγάλος ἀνάμεσά σας ἄς γίνει βοηθός σας, καί ὅποιος θέλει νά εἶναι πρῶτος μεταξύ σας, ἄς γίνει ὑπηρέτης σας. Ὅπως ἀκριβῶς ἔκαμε καί ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός πού δέν ἐνσαρκώθηκε γιά νά ἀπολαύσει ἀνθρώπινες τιμές ὡς βασιλέας ἀλλά γιά νά ὑπηρετήσει τόν ἄνθρωπο καί τίς ἀνάγκες του. Δέν διακρίνω λοιπόν καλούς καί κακούς ἀνάμεσά μας, ἀλλά μόνο ἀγαπημένους συνασθενεῖς μου πού ὀφείλω μέ κάθε τρόπο νά βοηθήσω νά εὕρουν τή θεραπεία καί σωτηρία τους καί στήν προσπάθεια αὐτή νά εὑρίσκω καί - 60 -


ἐγώ τή δική μου. Κάνοντας πράξη τό ἀποστολικό «συνεργοῦντες… παρακαλοῦμεν!» (Β΄ Κορ. 6, 1). Νά συνεργαζόμαστε καί νά συμπορευόμαστε πάντοτε «μετά πάσης ταπεινοφροσύνης καί πραότητος, μετά μακροθυμίας, ἀνεχόμενοι ἀλλήλων ἐν ἀγάπῃ, σπουδάζοντες τηρεῖν τήν ἑνότητα τοῦ πνεύματος ἐν τῷ συνδέσμω τῆς εἰρήνης». Εἴμαστε Μητρόπολη τοῦ πανσέπτου Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, παιδιά τῆς Μητρός Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως, κάτω ἀπό τήν σκέπη καί προστασία τοῦ Οἰκουμενικοῦ μας Πατριάρχου. Εἴμαστε ὁμόψυχοι καί ὁμοκάρδιοι μέ τόν Παναγιώτατο Πατριάρχη μας, τόν Πρῶτο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας καί τόν Ὕπατο τοῦ εὐσεβοῦς Γένους μας, τόν Μέγα Πρωθιεράρχη, καί μεγαλόπνοο ὁραματιστή πού στήν εὐλογημένη Πατριαρχία του ἔχει καταστήσει τό Οἰκουμενικό μας Πατριαρχεῖο κέντρο ἀναφορᾶς ὅλης τῆς οἰκουμένης. Ὁ βαθύτατος σεβασμός, ἡ ἀφοσίωση, ἡ υἱϊκή ἀγάπη καί ἡ εὐπείθειά μου πρός τό πρόσωπό του θά συνέχει πάντοτε τήν ὕπαρξή μου. Τόν προσμένουμε, ὅποτε αὐτό καταστεῖ δυνατό, νά μᾶς εὐλογήσει καί νά μᾶς ἁγιάσει. Καί τόν εὐχαριστοῦμε ἀπό κέντρου ψυχῆς γιά τήν μεγάλη τιμή νά ἀποστείλει ὡς ἐκπρόσωπό του τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Πέτρας καί Χερρονήσου κ. Γεράσιμο, καθώς καί τόν ἴδιο ἅγιο Ἀδελφό γιά τήν πολλή χαρά του καί τόν πολύ μεγάλο ἐπιστηριγμό του σέ ὅλα τά στάδια τῆς προετοιμασίας μας ἀπό τήν ἐκλογή μου ἕως καί σήμερα, καθώς ὅλο αὐτό τό διάστημα στάθηκε δίπλα μου ὡς ἀληθινός πατέρας καί ἀδελφός. Ὁμοίως ἀπό καρδίας εὐχαριστῶ τόν πολυσέβαστό μου Ἀρχιεπίσκοπο Κρήτης κ. Εἰρηναῖο, γιά ὅλα τά πνευματικά χρόνια πού πέρασα κοντά του στήν Ἱερά Ἀρχιεπισκοπή Κρήτης ἀλλά καί γιά τήν τιμή νά ἀποστείλει ὡς ἐκπρόσωπό του τόν Πανοσιολογιώτατο Ἀρχιμ. κ. Μεθόδιο, Πρωτοσύγκελλο τῆς Ι.Α.Κ., καθώς καί τόν ἴδιο γιά τή χαρά πού μᾶς ἔδωσε εὑρισκόμενος σήμερα μαζί μας. Εὐχαριστῶ θερμῶς τόν Σεβασμιώτατο Ἀρχιεπίσκοπο Αὐστραλίας γιά τήν ἀγάπη, τή συγκίνηση, τήν εὐλογία καί τήν ἀβραμιαία φιλοξενία του κατά τήν πρόσφατον ἐπίσκεψή μας εἰς αὐτόν, καθώς καί διά τήν ἀποστολή τοῦ Θεοφιλεστάτου Ἐπισκόπου Δορυλαίου κ. Νικάνδρου, νά παραστεῖ ὡς ἐκπρόσωπός του εἰς τήν ἰδιαίτερη γιά ἐμένα, ἀλλά καί γιά τήν τοπική Ἐκκλησία μας, ἡμέρα, καθώς καί τόν ἴδιο ἅγιο Ἀδελφό γιά τήν προθυμία καί τόν κόπο του. Εὐχαριστίες πολλές σέ ὅλους ὅσους συνέβαλαν στήν ἄρτια ὀργάνωση τῆς σημερινῆς τελετῆς. Τόν πρόεδρο τῆς Ἑλληνικῆς Κοινότητος Οὐέλιγκτον καί τά μέλη τοῦ Διοικητικοῦ Συμβουλίου τῆς κοινότητος γιά τήν πολυήμερη προετοιμασία τους, τήν ἀνάληψη τῆς κατ᾿ οἶκον φιλοξενίας τῶν ἐπισκεπτῶν - 61 -


μας ἀπό τήν Ἑλλάδα καί τήν προσφορά τοῦ γεύματος πού ἀκολουθεῖ. Τόν ἐπί τιμῇ Πρόξενο τῆς Ἑλλάδος στή Νέα Ζηλανδία κ. Νεονάκη γιά τήν ὁλοπρόθυμη ἀνταπόκριση σέ ὅ,τι κι ἄν τοῦ ζητήθηκε. Τήν πρόεδρο κ. Bares καί τά μέλη τῆς φιλοπτώχου ἀδελφότητος Οὐέλλιγκτον γιά τόν κόπο καί τά ἔξοδα πού ὑπεβλήθησαν ἐξωραΐζοντας καί ἐξοπλίζοντας τούς χώρους φιλοξενίας τοῦ Ἐπισκοπείου. Εὐχαριστῶ ὅλους γενικῶς τούς παρισταμένους καί ἰδιαιτέρως ὅσους διήνυσαν μακράν ὁδόν γιά νά ἔλθουν καί νά τιμήσουν τήν τοπική μας Ἐκκλησία κατά τήν ἐνθρόνιση τοῦ νέου Ποιμενάρχου της. Εὐχαριστῶ τόν Αἰδεσιμολογιώτατο Πρωτοπρεσβύτερο κ. Ἀμφιλόχιο, Γενικό Ἀρχιερατικό Ἐπίτροπο τῆς Μητροπόλεώς μας, γιά τή μεγάλη του βοήθεια, ἀφοσίωση καί τήν ὑπευθυνότητα μέ τήν ὁποίαν ἐπιτελεῖ τά καθήκοντά του. Τόν Πανοσιολογιώτατο Ἀρχιμανδρίτη κ. Μελέτιο, Καθηγούμενον τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παμμεγίστων Ταξιαρχῶν Levin γιά τό πολύπλευρο καί καλύκαρπο ἔργο πού ἐπιτελεῖ στή Μονή καί στήν ἱεραποστολή, τόν Πανοσιολογιώτατο Ἀρχιμανδρίτη κ. Μιχαήλ, τόν Αἰδεσιμώτατο Πρεσβύτερο κ. Παῦλο, τόν Πανοσιολογιώτατο Ἀρχιμανδρίτη κ. Ἰωακείμ, τόν Αἰδεσιμώτατο Πρεσβύτερο κ. Γεώργιο. Μέ ἀνέπαυσαν πολύ πού τούς γνώρισα ἀπό κοντά καί θά ἀποτελοῦν ἀπό τοῦδε καί στό ἑξῆς κλέος καί καύχημά μου. Τούς Αἰδεσιμωτάτους Πρεσβυτέρους π. Βαρθολομαῖο, π. Βαρνάβα, π. Γεώργιο, π. Ἰωάννη πού κηρύττουν Χριστόν Ἐσταυρωμένον καί Ἀναστάντα στά ἱεραποστολικά νησιά τοῦ Εἰρηνικοῦ Ὠκαεανοῦ Fiji, Toga, καί Samoa. Ἀπευθύνω εὐχές καί εὐλογία στήν Καθηγουμένη τῆς Ἱερᾶς Γυναικείας Μονῆς στούς νήσους Fiji, γερόντισσα Μελάνη καί στήν ἀδελφή Ἀνυσία. Ἡ ἀφοσίωσή τους καί ἡ προσφορά τους μᾶς ἐνδυναμώνει καί μᾶς ἐνισχύει στήν πίστη. Εὐχαριστῶ τούς ἐκπροσώπους τῶν Ἁγιοτάτων Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, τοῦ Πατριαρχείου Ἀντιοχείας π. Γεώργιο, τοῦ Πατριαρχείου Μόσχας π. Βλαντίμιρ καί π. Ἀλεξέι, τοῦ Πατριαρχείου Σερβίας π. Σάββα καί π. Πρέντραγκ καί τοῦ Πατριαρχείου Ρουμανίας π. Νικόλαο καί π. Δανιήλ γιά τήν παρουσία τους καί τή μεγάλη τιμή πού ἐπιτελοῦν στό πρόσωπό μου. Χαιρετίζω θερμά τούς ἐντιμοτάτους ἐκπροσώπους τῶν κοινοτικῶν Ἀρχῶν καί τῶν ἀδελφοτήτων τῶν Ἑλλήνων, Ἑλλάδος καί Κύπρου στή Νέα Ζηλανδία, τούς ἐντιμότατους ἄρχοντες καί ὅλο τόν πολυαγαπημένο μου πιστό Λαό τῆς Μητροπόλεώς μας, τά παιδιά καί τούς νέους, τούς σεβαστούς μου γέροντες, τούς ἀνθρώπους τοῦ καθημερινοῦ μόχθου καθώς καί τά νεοξενιτευμένα τέκνα τῆς Ἑλλάδος πού βρῆκαν φιλάνθρωπο καταφύγιο στήν ὄμορφη χώρα τῆς Νέας Ζηλανδίας. Καί τέλος κλίνω εὐλαβικά τό γόνυ μπροστά ἀπό τά μνημεῖα τῶν 446 - 62 -


Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρων, κατά τήν ἡμέραν τῆς Ἐνθρονίσεως Αὐτοῦ

Νεοζηλανδῶν στρατιωτῶν πού πολέμησαν γενναία καί ἔδωσαν τή ζωή τους ὑπερασπιζόμενοι τά Ἱερά χώματα τῆς μακρινῆς γι᾿ αὐτούς χώρας μας, τῆς Ἑλλάδος, καί εὔχομαι καί προσεύχομαι στόν Ἀναστάντα Κύριό μας Ἰησοῦ Χριστό γιά τήν ἀνάπαυση τῶν μακαρίων ψυχῶν τους. Τό αἷμα τους καί ἡ θυσία τους ἀποτελοῦν τό συνεκτικό κρίκο πού κρατοῦν τίς δύο χῶρες γιά πάντα ἑνωμένες. Ἡ ἀγάπη μου σᾶς συνοδεύει ὅλους καί παρακαλῶ καί ἱκετεύω τόν Θεό νά σᾶς χαρίζει ὑγεία, δύναμη, ὑπομονή, προκοπή, μακροημέρευση, ἐπιτυχία σέ κάθε ἔργο ἀγαθό, σταθερότητα στήν πίστη καί στά ἰδανικά τοῦ εὐσεβοῦς Γένους μας. Ἡ Χάρις καί τό ἄπειρο ἔλεος τοῦ Πανοικτίρμονα Θεοῦ νά εἶναι μαζί μέ ὅλους μας καί γιά πάντα. Ἀμήν.

- 63 -


Ἐκπροσωπῶν τόν Σεβ. Ἀρχιεπίσκοπον Κρήτης κ.κ. Εἰρηναῖον ὁ Πρωτοσύγκελλος τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Κρήτης Πανοσιολ. Ἀρχιμ. Μεθόδιος Βερνιδάκης


Προσφώνησις Πανοσιολ. Oρχιµ. τοῦ Οἰκουµενικοῦ Θρόνου κ. Μεθοδίου Βερνιδάκη, Πρωτοσυγκέλλου τῆς Jερᾶς Oρχιεπισκοπῆς Κρήτης Σεβ. Μητροπολῖτα Νέας Ζηλανδίας Ὑπέρτιμε καί Ἔξαρχε Ὠκεανίας κ. Μύρων, Σεβ. Μητροπολῖτα Πέτρας καί Χερρονήσου Ὑπέρτιμε καί Ἔξαρχε Καρπαθίου πελάγους κ. Γεράσιμε ἐκπρόσωπε τῆς Α.Θ.Π. τοῦ Οἰκουμενικοῦ Ἠμων Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, Θεοφ. Ἐπίσκοπε Δορυλαίου κ. Νίκανδρε ἐκπρόσωπε τοῦ Σεβασμιωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Αὐστραλίας κ. Στυλιανοῦ, Τίμιον Πρεσβυτέριον, Ἀξιότιμε Πρόεδρε τῆς ἑλληνικῆς κοινότητος Οὐέλινγκτον κ. Καλλίνικε, Ἀξιότιμε Πρόξενε ἐπί τιμῇ κ. Νεονάκη, Ἀγαπητοί ἐν Χριστῷ ἀδελφοί. Μέ ἀνάμικτα συναισθήματα καλοῦμαι σήμερα τήν ἰδιαίτερη αὐτή ἡμέρα γιά τήν Ἐπαρχία αὐτή τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου τήν Ἱερά Μητρόπολη Νέας Ζηλανδίας πού τελεῖται ἡ ἐνθρόνιση τοῦ Νέου Ποιμενάρχη της, ὡς ἐκπρόσωπος τοῦ Σεβασμιωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Κρήτης κ. Εἰρηναίου νά ἀπευθύνω συγχαρητηρίους λόγους πρός τόν νέο Πατέρα καί Δεσπότη τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Νέας Ζηλανδίας καί τό ποίμνιό του. Σεβασμιώτατε, τό κέλευσμα τῆς Μητρός Ἐκκλησίας καί ἡ βούληση τοῦ Πατριάρχου μας εἶναι νά ἀναλάβετε τήν διαποίμανση τῆς Ἱερᾶς αὐτῆς Μητροπόλεως. Καλεῖσθε ὡς στοργικός Πατέρας καί καλός ποιμένας νά ἐπιμεληθεῖτε τίς ψυχές καί τήν πνευματική πρόοδο τοῦ κλήρου καί τοῦ λαοῦ τῆς Νέας Ζηλανδίας. Καλεῖσθε νά συνεχίσετε καί νά ἀναπτύξετε τήν Ἱεραποστολική δράση στά νησιά τοῦ Εἰρηνικοῦ Ὠκεανοῦ πού ὁ εὐλογημένος προκάτοχός σας Σεβασμιώτατος κ. Ἀμφιλόχιος ξεκίνησε. Καλεῖσθε νά παιδαγωγήσετε καί νά νουθετήσετε τά νιάτα αὐτοῦ τοῦ τόπου, νά στηρίξετε τούς μεγαλύτερους ἡλικιακά ἀδελφούς μας καί νά ἐνθαρρύνετε τά καλά ἔργα ὥστε νά λάμψουν σάν φῶς πού θά προσελκύσουν καί ἄλλους ἀνθρώπους κοντά στόν Χριστό. Δύσκολη ἡ ἀποστολή, ὅμως Σεβασμιώτατε ὁ πρᾶος καί εἰρηνικός χαρακτήρας σας, ἡ ἀστείρευτη διάθεσή σας γιά ἐργασία στόν ἀμπελώνα τοῦ Χριστοῦ, ἡ πολύπλευρη καί λιπαρή μόρφωσή σας, ἡ μέχρι σήμερα εὐδόκιμη προϋπηρεσία σας στό ἀγαπημένο μας Μοναστήρι τήν Παναγία τῆς Ἀγκα- 65 -


Στιγμιότυπον ἐκ τῆς Ἐνθρονίσεως τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Νέας Ζηλανδίας κ. Μύρωνος


ράθου καί στήν Ἱερά Ἀρχιεπισκοπή Κρήτης, ἡ ἁπλότητα, ἡ ταπείνωση, ἡ ὑπακοή σας καί ἡ ἀφοσίωσή σας στήν Ἐκκλησία μας καί στίς παραδόσεις τοῦ γένους μας, ἀποτελοῦν τήν ἐγγύηση τῆς ἐπιτυχημένης, εὐλογημένης, πολύκαρπης καί καλλίκαρπης Ἀρχιερατικῆς σας διακονίας στήν Νέα Ζηλανδία. Στό νέο αὐτό ξεκίνημά σας, σᾶς συνοδεύουν οἱ Πατριαρχικές καί Πατρικές εὐλογίες τοῦ Παναγιωτάτου Πατριάρχου μας κ.κ. Βαρθολομαίου, οἱ ἀρχιερατικές εὐχές τοῦ μέχρι προτινός ἐπισκόπου σας, Ἀρχιεπισκόπου Κρήτης κ. Εἰρηναίου καί οἱ προσευχές τοῦ ἱεροῦ κλήρου, τῶν μοναστικῶν ἀδελφοτήτων καί τοῦ εὐσεβοῦς λαοῦ τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Κρήτης πού τόσο σᾶς ἀγάπησε. Εἶμαι σίγουρος πώς στό ξεκίνημα τῆς Ἀρχιερατικῆς σας διακονίας ἐδῶ θά ἔχετε τήν ἀμέριστη στήριξη καί συμπαράσταση τῶν κληρικῶν τῆς μητροπόλεως, τῶν Ἑλληνικῶν Κοινοτήτων καί γενικά της Ὁμογένειας ἀλλά καί κάθε καλοπροαίρετου ὀρθοδόξου πιστοῦ. Αὐτήν τήν ὥρα ἀπευθύνω παράκληση πρός ὅλους ἐσᾶς ἀδελφοί μου, στηρίξετε τόν νέο Μητροπολίτη σᾶς γιατί ἀκόμα καί ὁ Χριστός ἀνεβαίνοντας στόν Γολγοθά λύγισε κάτω ἀπό τό βάρος τοῦ Σταυροῦ Του καί δέχθηκε τή βοήθεια τοῦ Σίμωνος τοῦ Κυρηναίου. Γίνετε οἱ συνκυρηναῖοι τοῦ νέου Μητροπολίτου σας. Τό ἀπαιτοῦν οἱ περιστάσεις καί ἡ δύσκολη ἐποχή μας. Ἡ φωνή τοῦ ἀποστόλου Παύλου πρός τούς Γαλάτας (5,15) «εἰ ἀλλήλους δάκνετε, βλέπετε μή ὑπ’ ἀλλήλων ἀναλωθῆτε» δέν ἀφήνει περιθώρια παρερμηνείας. Ἰσχύς ἐν τῇ ἐνώσει. Ἀδελφοί μου σᾶς παρακαλῶ γιά μία ἀκόμη φορᾶ ἀκούσατε ξανά τήν φωνή τοῦ Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν Παύλου στήν πρός Ἑβραίους ἐπιστολή του (13,17) πού λέγει «πείθεσθαι τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν καί ὑπείκετε αὐτοί γάρ ἀγρυπνοῦσιν ὑπέρ τῶν ψυχῶν ὑμῶν», ὥστε ἑνωμένοι ὅλοι μαζί κάτω ἀπό τήν σκέπη τοῦ ἱεροῦ ὠμοφορίου τοῦ μητροπολίτου σας νά πορευθεῖτε γιά τό καλό σας καί τήν πρόοδο τῶν Ἑλληνικῶν κοινοτήτων τῆς Νέας Ζηλανδίας. Μέ αἰσθήματα ἀγάπης καί σεβασμοῦ ἀναφωνῶ τό ΑΞΙΟΣ! Εἰς πολλά ἔτη Δέσποτα.

- 67 -


Σύναξις τῶν Ἱεραρχῶν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. Κωνσταντινούπολις 2018


Η ΣΥΝΑΞΙΣ ΤΩΝ ΙΕΡΑΡΧΩΝ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΥ Σύναξις τῆς Jεραρχίας τοῦ Οἰκουµενικοῦ Πατριαρχείου Ἡ Σύναξη τῆς Ἱεραρχίας τοῦ πάνσεπτου Οἰκουμενικοῦ Θρόνου συνεκλήθη ἀπό τῆς 1ης ἕως καί τῆς 3ης μηνός Σεπτεμβρίου ἔτους 2018, εἰς τήν Κωνσταντινούπολη ὑπό τῆς Α.Θ.Π. τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου. Εἰς τήν ἐν λόγῳ Σύναξη ἀπασχόλησαν ζητήματα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, τῶν Ἐπαρχιῶν τοῦ Θρόνου ἀνά τόν κόσμο καί τινά εὐρύτερα πού ἀφοροῦν ἐν συνόλῳ τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν. Συμφώνως πρός παλαιοτέραν ἀπόφαση οἱ Ἱεράρχες τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόελως συνέρχονται ἀνά τριετία ἀπό τίς Ἐπαρχίες ἀνά κόσμον. Ἡ ἀμέσως προηγούμενη Σύναξη τῆς Ἱεραρχίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου πραγματοποιήθηκε κατά τόν Αὔγουστο τοῦ ἔτους 2015.

- 69 -


Ἡ Σύναξις τῶν Ἱεραρχῶν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἐν τῷ Ἱερῷ Ναῷ Ἁγίας Τριάδος Σταυροδρομίου εἰς τήν Κωνσταντινούπολιν


Oνακοινωθέν περί τῆς συγκλήσεως Συνάξεως τῶν ἐν ἐνεργείT Σεβ. Jεραρχῶν τοῦ πανσέπτου Οἰκουµενικοῦ Θρόνου (05/08/2018) Ἀσμένως διά τοῦ παρόντος ἀνακοινοῦται ὅτι συγκαλεῖται ἐν τῷ ἐνταῦθα Ἱερῷ ἡμῶν Κέντρῳ Σύναξις τῶν ἐν ἐνεργείᾳ σεβασμίων Ἱεραρχῶν τοῦ πανσέπτου Οἰκουμενικοῦ Θρόνου "ἐκ τῶν τῆς οἰκουμένης περάτων", ἀπό 1ης μέχρι καί 3ης Σεπτεμβρίου ἐ.ἔ., μετά τήν παρέλευσιν τριῶν ἤδη ἐτῶν ἀπό τῆς προηγουμένης, μετ΄ἀπολύτου ἐπιτυχίας διεξαχθείσης, Συνάξεως συμπάσης τῆς Ἱεραρχίας τοῦ Θρόνου. Σκοπός τῆς Συνάξεως ταύτης εἶναι ἡ ἐνημέρωσις τῶν Σεβασμιωτάτων καί Πανιερωτάτων Ἀρχιερέων τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου ἐπί ἐπικαίρων ἐκκλησιαστικῶν θεμάτων καί ἡ ἐπ΄αὐτῶν ἀνταλλαγή ἀπόψεων, μάλιστα δέ ἡ ἐνίσχυσις τῶν ἱερῶν δεσμῶν μεταξύ αὐτῶν καί μετά τῆς Μητρός Ἐκκλησίας. Πρό τῆς ἐνάρξεως τῶν ἐργασιῶν τῆς Συνάξεως, αἱ ὁποῖαι θά διεξαχθοῦν ἐν τῷ Ἱερῷ Ναῷ Ἁγίας Τριάδος Σταυροδρομίου, τά μέλη τῆς προσκληθείσης Ἱεραρχίας θά ἐγκαινιάσουν ὁμοθυμαδόν ἐν προσευχῇ ἐν τῷ Πανσέπτῳ Πατριαρχικῷ Ναῷ, τήν 1ην Σεπτεμβρίου, τό νέον ἐκκλησιαστικόν ἔτος καί θά ἐπικαλεσθοῦν τήν χάριν τοῦ Θεοῦ διά τήν εὐστάθειαν τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας καί τήν εἰρήνην τοῦ σύμπαντος κόσμου, ταῖς πρεσβείαις τῆς Παναγίας τῆς Παμμακαρίστου. Ἐν τοῖς Πατριαρχείοις, τῇ 5ῃ Αὐγούστου 2018 Ἐκ τῆς Ἀρχιγραμματείας τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου

- 71 -


Ἡ Α.Θ.Π. ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαῖος μετά τῶν Ἱεραρχῶν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου


jκ τῶν !µιλιῶν τῆς Α.Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουµενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολοµαίου κατά τήν Σύναξιν τῆς Jεραρχίας τῶν ἐν ἐνεργεία Μητροπολιτῶν καί Oρχιεπισκόπων τοῦ Οἰκουµενικοῦ Θρόνου Τήν ἔναρξιν τῶν ἐργασιῶν τῆς Συνάξεως τῆς Ἱεραρχίας τῶν ἐν ἐνεργεία Μητροπολιτῶν καί Ἀρχιεπισκόπων τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου, ἡ ὁποία συνήλθε, ἀπό τῆς 1ης ἕως καί τῆς 3ης μηνός Σεπτεμβρίου ἔτους 2018, εἰς τόν Ἱερό Ναόν Ἁγίας Τριάδος Σταυροδρομίου Κωνσταντινουπόλεως, ἐκήρυξεν ἡ Α.Θ.Π. ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαῖος. Εἰς τήν Ὁμιλίαν Αὐτοῦ, ἡ Α.Θ.Π. ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαῖος, ἐπεσήμανεν ὅτι «κατά καιρούς ἀντιμετωπίζομεν δυσκολίας καί πειρασμούς, καί τοῦτο ἐπειδή λελανθασμένως τινές νομίζουσιν ὅτι δύνανται νά ἀγαπῶσι τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν ἄλλά οὐχί καί τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον, ἀγνοοῦντες ὅτι αὐτό ἐνσαρκώνει τό γνήσιον ἐκκλησιαστικόν ἦθος τῆς Ὀρθοδοξίας». Ἐν συνεχείᾳ, ὁ Παναγιώτατος ἐτόνισεν ὅτι: «Κατά τήν πρώτην χιλιετίαν, οἱ μακάριοι προκάτοχοι ἠμῶν ἀντιμετώπισαν τόν πειρασμόν τῶν αἱρέσεων. Ὁ μέγας πειρασμός τῆς δευτέρας χιλιετίας, ὅστις ἐκληροδοτῆθη καί εἰς τήν ἤν νῦν διανύομεν, εἶναι τά δικαιοδοσιακά καθεστῶτα. Πηγή τοῦ προβλήματος τούτου εἶναι ὁ ἐθνοφυλετισμός, αἵ τάσεις ἐπεκτατισμοῦ καί ἡ ἀθέτησις τῶν ὁρίων τῶν ὑπό τῶν Πατριαρχικῶν καί Συνοδικῶν Τόμων καθορισθέντων. Τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον ἔχει τήν εὐθύνην νά θέση τά πράγματα ἐν ἐκκλησιαστική καί κανονική εὐταξία, διότι μόνον αὐτό ἔχει τά τέ κανονικά προνόμια καί τήν εὐχήν καί εὐλογίαν τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων νά ἐπιτελῆ τό ὑψηλόν καί ἐξαιρετικόν τοῦτο χρέος ὡς φιλόστοργος Μήτηρ καί ἀρχή τῶν Ἐκκλησιῶν. Ἐάν τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον ἀποποιηθῆ τῶν εὐθυνῶν του καί ἀπομακρυνθῆ ἀπό τήν διορθόδοξον σκηνήν, τότε αἵ τοπικαί Ἐκκλησίαι θά πορεύωνται «ὡς πρόβατα μή ἔχοντα ποιμένα» (Μάτθ. 9, 36), ἀναλισκόμεναι εἰς ἐκκλησιαστικᾶς πρωτοβουλίας, αἵ ὁποῖαι συγχέουσι τήν ταπείνωσιν τῆς πίστεως μέ τήν ὑπεροψίαν τῆς ἐξουσίας. Ὅλη ἡ μεγαλωσύνη τοῦ Πατριαρχείου ἠμῶν ἐξαντλεῖται εἰς τήν διακονίαν τοῦ μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ μοναδικότης αὐτοῦ δέν ἔγκειται εἰς τήν κατοχήν ὑπερανθρώπου κοσμικῆς τινός δυνάμεως, ἄλλά εἰς τήν ταπεινήν καί ἀνιδιοτελῆ βούλησιν αὐτοῦ νά ὑποτάξη - 73 -


τόν πειρασμόν τῆς ἐξουσίας εἰς τήν χάριν καί νά μεταβάλη τήν ἀνασφάλειαν καί τόν φόβον τοῦ κατέχειν καί κατακρατεῖν εἰς ἐλευθερίαν καί δωρεάν. Ἐνταύθα ζῶμεν τήν τελικήν δόξαν τοῦ πνεύματος, τήν ταυτιζομένην τή ἄκρα ταπεινώσει, τήν δύναμιν, ἡ ὁποία «ἐν ἀσθενεία τελειοῦται» (Β΄ Κόρ. 12, 9)». Εἰς τήν καταληκτήρια Ὁμιλία Αὐτοῦ, ἡ Α.Θ.Π. ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαῖος, ὑπεγράμμισεν ὅτι: «ἡ διακονική καί ἐσχατολογική ταυτότης τῆς Ἐκκλησίας ἀπειλεῖται σήμερον ὄχι μόνον ἀπό τήν ἐκκοσμίκευσιν, ἀλλά καί ἀπό τήν κλειστότητα καί τήν ἐσωστρέφειαν μιᾶς πνευματικότητος, ἡ ὁποία παρεισέρχεται εἰς τήν Ἐκκλησίαν. Εἴμεθα κληρονόμοι καί φύλακες τῆς ἱερᾶς παρακαταθήκης τῶν Πατέρων, τῆς ὀρθῆς πίστεως, τῆς ὀρθῆς λατρείας καί δοξολογίας καί τῆς ἐν Χριστῷ καί κατά Χριστόν ὀρθοπραγίας, τῆς ἐλευθεροποιοῦ ἀληθείας, τῆς φιλοκαλίας καί τῆς φιλανθρωπίας, τοῦ κοινοτικοῦ πνεύματος καί τοῦ πολιτισμοῦ τῆς ἀλληλεγγύης, ἐν ἐπιγνώσει τῆς ἀρρήκτου ἱστορικῆς συνεχείας μιᾶς παραδόσεως, μαρτυρηθείσης διά τῆς ὁμολογίας καί τῆς θυσίας τῶν Ἁγίων, διά τῆς ὀρθοδόξου εὐσεβείας καί τῆς πνευματικότητος, διά τοῦ θαύματος τῆς θεολογίας τῶν Πατέρων, διά τοῦ σταυροαναστασίμου ἤθους τῆς ἀσκήσεως, διά τοῦ εὐχαριστιακοῦ τρόπου τοῦ βίου, διά τῆς ἐλπίδος τῆς αἰωνιότητος. Ἕκαστος ἐξ ἠμῶν, Ἱερώτατοι ἀδελφοί, καί ἅπαντες ὁμού, κλῆρος καί λαός, εἴμεθα διάκονοι καί ὑπερασπισταί αὐτῶν τῶν ἀληθειῶν καί τῶν εὐλογιῶν ἐνώπιον Θεοῦ καί ἀνθρώπων». Ἀκολούθως, ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης εἶπεν ὅτι, «ἀγωνιζόμεθα διά τήν ἑνότητα καί εὐστάθειαν τῆς Ὀρθοδοξίας καί διά τήν κοινήν ἐκκλησιαστικήν μαρτυρίαν. Ἀνεφέρθημεν εἰς τήν παροῦσαν σύναξιν ἐκτενῶς εἰς τά διορθόδοξα θέματα. Τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον, ὡς ὑπεύθυνον διά τήν διαφύλαξιν τῆς ἑνότητος, τόν συντονισμόν τῶν διορθοδόξων σχέσεων καί τῶν πανορθοδόξων πρωτοβουλιῶν, λειτουργεῖ τήν ἔνθεον αὐτοῦ διακονίαν ἐν τή ὀρθοδόξω οἰκουμένη πιστόν εἰς τάς ἀμεταθέτους ἐκκλησιολογικᾶς καί κανονικᾶς ἀρχάς τῆς Παραδόσεως τῶν Πατέρων». Τέλος, εἰς τήν εἰρημένην Ὁμιλίαν, ἡ Α.Θ.Π. ὁ Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαῖος ἀνέφερεν ὅτι: «Καλλιεργοῦμεν εὐθαρσώς καί τήν συνάντησιν μέ τόν σύγχρονον κόσμον, ἐν τῷ ὁποίω ἡ Ἐκκλησία ζῆ καί δίδει τήν μαρτυρίαν της. Αἵ μεγάλαι προκλήσεις τῶν καιρῶν, ἡ κυριαρχία τῆς τεχνολογίας καί τῶν ἐπιτευγμάτων της, ἡ ἐκκοσμίκευσις, ἡ παγκοσμιοποίησις, ἡ προιοῦσα συρρίκνωσις καί λήθη τῆς κοινωνικῆς καί κοινοτικῆς διαστάσεως τῆς ἐλευθερίας, ἡ κοινωνική ἀδικία, ὁ εὐδαιμονισμός, ἡ καταστροφή τοῦ περιβάλλοντος, ἀλλά καί ὁ ἐθνοφυλετισμός, ὁ θρησκευτικός φονταμεταλισμός, ἡ σύγκρουσις τῶν πολιτισμῶν καί ἄλλαι ἀπειλαί κατά - 74 -


τῆς ἱερότητος τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, ἀπαιτοῦν κοινᾶς ἀπαντήσεις, κοινήν μαρτυρίαν, κοινήν πορείαν πρός τό μέλλον. Ὁ Ἅγιος Περγάμου προσφυέστατα ὑπενθυμίζει αὐτό τό χρέος τῆς Ὀρθοδοξίας: “Στόν κόσμο πού ἔρχεται, ἡ Ὀρθοδοξία δέν μπορεῖ νά δώσει τή μαρτυρία τῆς κατατεμαχισμένη, ἀλλά «ἐν ἐνί στόματι καί μία καρδία». Τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο ἔχει χρέος νά ὑπενθυμίζει σέ ὅλους τήν καθολικότητα καί οἰκουμενικότητα τῆς Ἐκκλησίας, προβάλλοντας τό πνεῦμα τῆς καταλλαγῆς καί τῆς ὑπερβάσεως τῶν ἀντιθέσεων, καί διακονώντας τήν ἑνότητα τῆς Ὀρθοδοξίας”».

- 75 -



ΜΕΡΟΣ ΔΕΥΤΕΡΟΝ

ΑΝΑΚΟΙΝΩΘΕΝΤΑ, ΔΕΛΤΙΑ ΤΥΠΟΥ


Ἡ Ἱερά Ἐπαρχιακή Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης μετά τοῦ Συνοδικοῦ Γραφείου


Oνακοινωθέν 2ας Gουλίου 2018 τῆς Jερᾶς jπαρχιακῆς Συνόδου τῆς jκκλησίας Κρήτης Ἡ Ἱερά Ἐπαρχιακή Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης, συνῆλθε σήμερα 2 Ἰουλίου 2018 στό Ἡράκλειο σέ Συνεδρία καί ἀσχολήθηκε μέ τρέχοντα ὑπηρεσιακά θέματα τῆς ἁρμοδιότητός Της. Ἡ Ἱερά Σύνοδος, γιά μιά ἀκόμη φορά, συζήτησε τό θέμα τῶν Σκοπίων, καί ἐπανέρχεται στή θέση τήν ὁποία καί στό πρόσφατο παρελθόν διατύπωσε, ὅτι ἡ Μακεδονία εἶναι μία, Ἑλληνική καί ἀδιαπραγμάτευτη! Ἡ Ἱερά Σύνοδος ἐκφράζει ἐκ νέου τή θέση της γιά τήν Ἑλληνικότητα τῆς Μακεδονίας καί ὑπενθυμίζει στούς ἁρμοδίους τά λόγια τοῦ μεγάλου Ἐθνάρχου, Ἐλευθερίου Βενιζέλου, πρίν τούς ἀγῶνες τοῦ 1912-13, ὅτι: «ὁ Μακεδονικός ἀγῶνας πρέπει νά γίνει τό Εὐαγγέλιο τῆς Ἑλληνικῆς Φυλῆς».

∆ελτίον Τύπου τῆς Jερᾶς jπαρχιακῆς Συνόδου τῆς jκκλησίας Κρήτης τῆς 24ης Gουλίου 2018 Ἡ Ἱερά Ἐπαρχιακή Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης μέ βαθειά ὀδύνη συμμετέχει στό βαθύτατο πόνο, τόν ὁποῖο βιώνουμε ὡς Ἔθνος, μέ τήν τραγωδία ἡ ὁποία ἀπό χθές συντελεῖται στήν Ἀττική, μέ τίς καταστροφικές πυρκαγιές καί τά τραγικά ἀποτελέσματά τους, κυρίως δέ γιά τά ἀνθρώπινα θύματα, τά ὁποῖα θρηνοῦμε. Ἡ Ἐκκλησία τῆς Κρήτης δηλώνει τήν ἀμέριστη συμπράστασή Της στούς πληγέντες καί ἐντείνει τίς προσευχές Της στόν Θεό, γιά τήν ἀνάπαυση τῶν μαρτυρικῶς τελειωθέντων καί τήν ἐνίσχυση τῶν τραυματιῶν, τῶν ἐμπεριστάτων καί ἐν γένει ὅλων τῶν θυμάτων τῆς πύρινης λαίλαπας. Ἐνώπιον αὐτῆς τῆς μεγάλης τραγωδίας στεκόμαστε ὅλοι μαζί μέ πόνο ψυχῆς καί ἀνυπόκριτη ἀλληλοσυμπαράσταση, γιά τήν ὑπέρβαση τοῦ ἀδιεξόδου καί τήν ἐπούλωση τῶν ἐσωτερικῶν καί ἐξωτερικῶν πληγῶν, στίς καρδιές τῶν ἀνθρώπων καί τήν ἀνθρώπινη κτίση. Ὁ Θεός ἄς ἔλθει βοηθός καί σκεπαστής ὅλων μας! Ἐν Ἡρακλείῳ, τῇ 24ῃ Ἰουλίου 2018 - 79 -


Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Γορτύνης καί Ἀρκαδίας κ. Μακάριος, ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Κυδωνίας καί Ἀποκορώνου κ. Δαμασκηνός, ὁ Πανοσιολ. Ἀρχιμ. Πρόδρομος Ξενάκης, Ἀρχιγραμματεύς τῆς Ἱερᾶς Ἐπαρχιακῆς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης καί ὁ Ἐντιμολ. Ἄρχων τῆς Α.τ.Χ. Μεγάλης Ἐκκλησίας κ. Σπυρίδων Λιονάκης, Νομικός Σύμβουλος τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης, κατά τήν συνεδρίαση Ἐπιτροπῆς εἰς τό Ὑπουργεῖον Παιδείας, Ἔρευνας καί Θρησκευμάτων


Oνακοινωθέν τοῦ mπουργείου Παιδείας, nρευνας καί Θρησκευµάτων τῆς 19ης Gουλίου 2018 Σέ θετικό κλίμα συνεδρίασε ἡ «Ἐπιτροπή γιά τή Μελέτη καί Ἐπίλυση θεμάτων πού ἀπασχολοῦν τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος». Σέ κλίμα συναίνεσης καί μέ κοινή βούληση νά ὁδηγηθοῦν πρός ἐπίλυση χρονίζοντα ζητήματα, συνεδρίασε σήμερα, Πέμπτη 19 Ἰουλίου, ἡ «Ἐπιτροπή γιά τή Μελέτη καί Ἐπίλυση θεμάτων πού ἀπασχολοῦν τήν Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος». Ἐκ μέρους τῆς Πολιτείας συμμετεῖχαν ὁ Ὑπουργός Παιδείας, Ἔρευνας καί Θρησκευμάτων Κώστας Γαβρόγλου ὡς Πρόεδρος τῆς Ἐπιτροπῆς, ὁ Ὑπουργός Ἐσωτερικῶν Πάνος Σκουρλέτης, ἡ Ὑπουργός Διοικητικῆς Ἀνασυγκρότησης Ὄλγα Γεροβασίλη, ὁ Ὑφυπουργός Ἐξωτερικῶν Γιάννης Ἀμανατίδης, ὁ Ὑφυπουργός Κοινωνικῆς Ἀσφάλισης Τάσος Πετροπουλος, ὁ Γενικός Γραμματέας Θρησκευμάτων Γιῶργος Καλαντζής, ὁ Εἰδικός Γραμματέας Θρησκευτικῆς καί Πολιτιστικῆς Διπλωματίας τοῦ Ὑπουργείου Ἐξωτερικῶν Εὐστάθιος Λιανός - Λιάντης καί ἐκπρόσωποι τῶν Ὑπουργείων Οἰκονομικῶν καί Οἰκονομίας καί Ἀνάπτυξης. Ἐκ μέρους τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος συμμετεῖχαν στή συνεδρίαση τῆς Ἐπιτροπῆς, ὁ Ἀντιπρόεδρος τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Σύρου Δωρόθεος, ὁ Πρόεδρος τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Κεντρικῆς Ὑπηρεσίας Οἰκονομικῶν (Ε.Κ.Υ.Ο.) Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Σάμου Εὐσέβιος, ὁ Ἀρχιγραμματέας τῆς Ἱερᾶς Συνόδου Θεοφιλέστατος Ἐπίσκοπος Μεθώνης Κλήμης, ὁ Θεοφιλέστατος Ἐπίσκοπος Θεσπιῶν Συμεών, ὁ εἰδικός νομικός σύμβουλος τῆς Ἐκκλησίας Θεόδωρος Παπαγεωργίου καί ἀντιπροσωπεία τῆς Ἱερᾶς Ἐπαρχιακῆς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κρήτης ἀποτελούμενη ἀπό τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Γορτύνης καί Ἀρκαδίας Μακάριο, τόν Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Κυδωνίας καί Ἀποκορώνου Δαμασκηνό, τόν Ἀρχιγραμματέα τῆς Συνόδου Πανοσιολογιότατο Ἀρχιμανδρίτη Πρόδρομο Ξενάκη καί τόν Νομικό Σύμβουλο Σπυρίδων Λιονάκη. Στή συνεδρίαση συμφωνήθηκαν οἱ βασικές κατευθύνσεις στόν διάλογο Ἐκκλησίας – Πολιτείας ἀλλά καί τό χρονοδιάγραμμα ὑλοποίησης συγκεκριμένων ἀποφάσεων πού δρομολογήθηκαν ὡς πρός τά θέματα τῆς ἡμερήσιας διάταξης. Ὡς πρός την καταγραφή τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας, ὁ Ἀντιπρόεδρος τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Σύρου Δωρό- 81 -


θεος ἐνημέρωσε τά μέλη τῆς Ἐπιτροπῆς ὅτι ἤδη συμμετέχουν στή διαδικασία 21 Μητροπόλεις -πέραν ἑνός σημαντικοῦ ἀριθμοῦ Μονῶν καί Ἐνοριῶνἐνῶ ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Γορτύνης καί Ἀρκαδίας, Μακάριος, ζήτησε καί ἔγινε δεκτό ἀπό τόν Ὑπουργό Παιδείας, Ἔρευνας καί Θρησκευμάτων νά ἐνταχθεῖ καί ἡ Ἐκκλησία τῆς Κρήτης στό ἐγχείρημα. Ὁ κ. Γαβρόγλου χαρακτήρισε τή διαδικασία καταγραφῆς ὡς «ἔργο ὕψιστης σημασίας γιά τά συναρμόδια Ὑπουργεῖα». Στή συνεδρίαση συμφωνήθηκε νά συσταθεῖ ἕως τόν προσεχῆ Ὀκτώβριο Ὁμάδα Ἐργασίας μεταξύ Πολιτείας καί Ἐκκλησίας μέ τή συμμετοχή τοῦ Γενικοῦ Γραμματέα Θρησκευμάτων, Γιώργου Καλαντζῆ, προκειμένου νά ἐξετάσει τον εκσυγχρονισμό τοῦ νομικοῦ πλαισίου καί ἀφορᾶ τήν ἐκκλησιαστική δικαιοσύνη (δήλ.τό ἐσωτερικό πειθαρχικό δίκαιο τῶν κληρικῶν). Συμφωνήθηκε, ἐπίσης, ἠ ποιοτική ἀναβάθμιση τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαίδευσης γιά τή δημιουργία Κέντρων Ἱερατικῆς Μαθητείας, μεταλυκειακῆς βαθμίδας καί διετοῦς φοίτησης. Ὁ Ὑπουργός ἀνακοίνωσε ὅτι το φθινόπωρο θά τεθεῖ σέ δημόσια διαβούλευση η συγκεκριμένη πρόταση μαζί μέ σειρά πρωτοβουλιῶν γιά τήν ἀναδιάρθρωση τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Γυμνασίων καί Λυκείων ὅπως καί τῶν Ἐκκλησιαστικῶν Ἀκαδημιῶν. Γιά τό καθεστώς λειτουργίας τῶν Κοιμητηρίων καί τῶν Κοιμητηριακῶν Ναῶν, ὁ Ὑπουργός Ἐσωτερικῶν κ.Πάνος Σκουρλέτης πρότεινε νά γίνει συνάντηση μέ τή συμμετοχή Δημάρχων καί ἐκπροσώπων τῆς Ἐκκλησίας γιά νά συζητηθοῦν ὅλες οἱ πτυχές τοῦ θέματος. Ὡς πρός τό θέμα τῶν διορισμῶν κληρικῶν, οἱ ἐκπρόσωποι τῆς Ἐκκλησίας σημείωσαν ὅτι τήν τελευταία διετία ἡ κυβέρνηση ἔχει ἀνταποκριθεῖ σημαντικά στό αἴτημά τους γιά κάλυψη τῶν ἐφημεριακῶν κενῶν, παρά τίς δημοσιονομικές δυσκολίες πού ἀντιμετωπίζει ἡ χώρα καί ἐξῆραν τό ἐπίπεδό της συνεργασίας μεταξύ Ἐκκλησίας καί Ὑπουργείου Διοικητικῆς Ἀνασυγκρότησης. Ὁ Ὑφυπουργός Κοινωνικῆς Ἀσφάλισης Α. Πετροπουλος πρότεινε μία δίκαιη λύση γιά τό χρονίζον ζήτημα ἀμφισβητούμενων ὀφειλῶν τοῦ Ἱεροῦ Μητροπολιτικοῦ Ναοῦ Ἀθηνῶν ἐνῶ δεσμεύτηκε γιά τήν ἐπίλυση ἀντίστοιχων ζητημάτων πού ἀφοροῦν ὅλες τίς Μητροπόλεις μέ κριτήριο καί τή βιωσιμότητα τοῦ συστήματος ἐφάπαξ καί τῶν ἐπικουρικῶν συντάξεων τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου. Μετά τό πέρας τῆς συνεδρίασης, ὁ Ὑπουργός Παιδείας, Ἔρευνας καί Θρησκευμάτων Κώστας Γαβρόγλου δήλωσε: «Εἴχαμε μία ἐξαιρετικά παραγωγική συζήτηση ὅπου καταλήξαμε θετικά σέ ὅλα τά ζητήματα πού συζητήσαμε. Τά σημαντικότερα ἀπό αὐτά, εἶναι ἡ καταγραφή τῆς περιουσίας τῆς Ἐκκλησίας πού γίνεται σέ συνεργασία μέ - 82 -


τό Ὑπουργεῖο Οἰκονομικῶν. Ἐνημερωθήκαμε ἀναλυτικά γιά τήν πρόοδο τῶν ἐργασιῶν τῆς καταγραφῆς τῆς περιουσίας τῶν Μητροπόλεων, συμπεριλάβαμε σήμερα καί τήν Ἐκκλησία τῆς Κρήτης καί ὁμόφωνα θεωρήσαμε ὅτι εἶναι ἕνα ἐγχείρημα ἐξαιρετικά μεγάλης σημασίας. Τό δεύτερο θέμα πού συζητήσαμε εἶναι θέματα πού ἔχουν νά κάνουν μέ πειθαρχικά ζητήματα στήν Ἐκκλησία καί τόν ἐκσυγχρονισμό πολλῶν νομοθετικῶν διατάξεων πού ἰσχύουν ἀπό τήν δεκαετία τοῦ ‘30 καί ὑπῆρξε πολύ μεγάλη πρόοδος καί δέσμευση ἀπό πλευρᾶς μας νά προχωρήσουμε. Τό τρίτο, πολύ σημαντικό ζήτημα εἶναι τά θέματα τῆς ἐκκλησιαστικῆς Ἐκπαίδευσης. Κοινή πρόθεση τῆς Πολιτείας καί τῆς Ἐκκλησίας εἶναι οἱ ἱερεῖς νά εἶναι καλά καταρτισμένοι. Σήμερα ὑπάρχει ἕνα τεράστιο πρόβλημα, ἕνα ἔλλειμμα στήν ποιοτική καί οὐσιαστική ἐκπαίδευση τῶν ἱερέων. Ἔχουμε ἤδη συζητήσει τούς νέους θεσμούς οἱ ὁποῖοι θά βγοῦν στίς ἀρχές Φθινοπώρου σέ δημόσια διαβούλευση καί θά προχωρήσουμε ἄμεσα στόν ἐπανακαθορισμό τους . Ἐπίσης συζητήθηκε τό σοβαρό θέμα τῶν κοιμητηρίων καί τῶν κοιμητηριακῶν Ναῶν, ὑπάρχει μία συγκεκριμένη πρόταση ἐκ μέρους τοῦ Ὑπουργοῦ Ἐσωτερικῶν, τοῦ κυρίου Σκουρλέτη, πού εἶναι προφανῶς καί πρόταση τῆς Κυβέρνησης, ἔγινε ἀποδεκτή ἡ πρόταση ὡς πρός τό θέμα τῶν κοιμητηρίων καί ὡς πρός τό θέμα τῶν κοιμητηριακῶν Ναῶν θά γίνει μία συνάντηση μέ συγκεκριμένους Δήμους ὥστε νά δοῦμε πώς θά ἐπιλυθεῖ αὐτό τό ζήτημα. Ὑπάρχει τό θέμα τῶν θέσεων τῶν ἱερέων πού ἀντικαθιστοῦν τούς ἱερεῖς πού συνταξιοδοτοῦνται. Αὐτό τό θέμα ἔχει πάρει τό δρόμο τοῦ τό ἀντιμετωπίζουμε κάθε χρόνο καί, ὅπως εἶπε ἡ Ὑπουργός Διοικητικῆς Μεταρρύθμισης ἡ κυρία Γεροβασίλη, πάντα βρίσκουμε λύσεις. Συζητήσαμε τό θέμα διαφόρων εἰσφορῶν καί προστίμων πού ἔχουν ἐπιβληθεῖ σέ Ναούς καί ὁ Ὑφυπουργός Ἐργασίας ὁ κύριος Πετροπουλος, πρότεινε συγκεκριμένα μέτρα καί τά ὁποία ἔγιναν ἀποδεκτά καί ἀπό πλευρᾶς τῆς Ἐκκλησίας. Ἦταν ὅπως εἶπα μία ἐξαιρετικά δημιουργική κι ἐπιτυχημένη συνεδρίαση. Καί ἐκ μέρους τῆς Κυβέρνησης θέλω νά εὐχαριστήσω καί τήν Ἀντιπροσωπεία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί τήν Ἀντιπροσωπεία τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κρήτης γιά τήν πολύ δημιουργική συμβολή τους στή σημερινή συνάντηση. Ἐρώτηση: Πῶς ἔχει προχωρήσει ἡ καταγραφή τῆς περιουσίας τῆς Ἐκκλησίας; Καί τό θέμα μέ τούς Κοιμητηριακούς Ναούς τί ἐξέλιξη εἶχε; Ὑπουργός: Ὡς πρός τό θέμα τῆς καταγραφῆς τῆς περιουσίας τῆς Ἐκκλησίας, ἔχετε καταλάβει ὅτι αὐτό εἶναι ἕνα ἐγχείρημα πού γίνεται πρώτη φορά μέ τέτοια συστηματικότητα. Ἔχει βρεθεῖ ἕνα κονδύλι ἀπό τό Ὑπουργεῖο Οἰκονομικῶν γιά τήν τεχνική βοήθεια πού θά παρέχει ἡ Πολιτεία, γιά τήν καταγραφή μέσω σύγχρονων μέσων ὅλων τῶν ἐγγράφων πού ὑπάρχουν ὡς πρός τά περιουσιακά στοιχεῖα τῶν Μητροπόλεων. Ἡ καταγραφή θά - 83 -


γίνει ἀνά Μητρόπολη. Τήν εὐθύνη τήν ἔχει προφανῶς ἡ Ἀρχιεπισκοπή καί ἐπειδή αὐτό τό θέμα ἔχει ἕνα πολύ ἔντονο τεχνικό στοιχεῖο, ὅπως καταλαβαίνετε, στήν καταγραφή θά πᾶμε σιγά- σιγά νά δοῦμε γιά καθεμιά ἀπό αὐτές τίς ἰδιοκτησίες τί εἴδους προβλήματα ἔχει ἤ δέν ἔχει ὥστε κάποια στιγμή νά καταλήξουμε σέ ἕνα ἑνιαῖο πίνακα τῆς Ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας. Ἦταν μία πρωτοβουλία ἀπό κοινοῦ, καί τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς Πολιτείας καί εἴμαστε πολύ ἱκανοποιημένοι ὅτι προχωρᾶμε σέ ἕνα στόχο πού ὅλοι θέτουμε, νά ἀποτυπωθεῖ ἡ πραγματικότητα ὡς πρός αὐτό τό ζήτημα. Στό θέμα τῶν κοιμητηριακῶν Ναῶν, ὁ Ὑπουργός Ἐσωτερικῶν θέλει νά τό συζητήσει μέ τούς διάφορους Δήμους πού ἀντιδροῦν σέ αὐτό ἀλλά θέλει νά δεῖ τόν προβληματισμό τῶν Δήμων, καί εἴπαμε ἐκπρόσωποι τῆς Ἐκκλησίας, οἱ συγκεκριμένοι Δῆμοι σέ συνεργασία μέ τόν Ὑπουργό Ἐσωτερικῶν νά συναντηθοῦν γιά νά δοῦν πώς θά φτάσουμε στήν ὅποια λύση αὐτοῦ του θέματος». Ὁ Ἀντιπρόεδρος τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Σύρου Δωρόθεος, δήλωσε: «Μεταφέραμε τίς εὐχαριστίες τοῦ Μακαριώτατου Ἀρχιεπισκόπου καί τῶν μελῶν τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου, γιά τήν πολύ σημαντική πρωτοβουλία τοῦ κ. Ὑπουργοῦ νά συγκαλέσει αὐτή τήν Ἐπιτροπή Διαλόγου μεταξύ Πολιτείας καί Ἐκκλησίας γιά τά θέματα πού μᾶς ἀπασχολοῦν ἀπό κοινοῦ. Ἡ συζήτηση πού ἔγινε ἤτανε γόνιμη, ἐποικοδομητική καί ὀφείλουμε νά εὐχαριστήσουμε καί τόν κύριο Ὑπουργό ἀλλά καί τούς παραστάντες, κυρία καί κυρίους Ὑπουργούς, διότι, σέ ὅλα τά θέματα τῆς ἡμερησίας διατάξεως, ἡ ὁποία εἶχε τεθεῖ στό τραπέζι πρός συζήτηση ηὔραμε θετική ἀνταπόκριση. Γιά ἄλλα θέματα ἐδόθη ἐδῶ ἀμέσως ἡ λύσις, ἄλλα θέματα παραπέμπονται σέ μία περαιτέρω συζήτηση ἐποικοδομητική ὥστε νά ἔχουμε τά ἀποτελέσματα τά ὁποῖα θέλουμε καί ἡ Πολιτεία καί ἡ Ἐκκλησία. Ἡ Ἐκκλησία πάντοτε ἐπιδιώκει αὐτόν τό διάλογο, διότι πιστεύει ὅτι μέσα ἀπό τή γονιμότητά του καί τήν καλή θέληση πού ὑπάρχει ἐκ μέρους καί τῶν δύο πλευρῶν ὅπως ἀπεδείχθη αὐτό καί σήμερα, ἔχουμε πάντοτε καλούς καί πολύτιμους καρπούς. Εὐχαριστοῦμε λοιπόν τόν κύριο Ὑπουργό καί τό Ὑπουργεῖο καί, ὅπως ὁ κύριος Ὑπουργός δεσμεύτηκε, ἀναμένουμε, συντόμως καί πάλι, νά συγκληθεῖ αὐτή ἡ Ἐπιτροπή προκειμένου νά συνεχίσουμε τή συζήτηση καί τό διάλογο. Ἐρώτηση: Τί γίνεται μέ τό κομμάτι τῆς ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας καί ἄν μπορεῖ νά ἀξιοποιηθεῖ ὥστε νά βοηθήσετε καί τίς κοινωνικές δομές ποῦ ἔχετε κι ὅλα αὐτά; Ἡ καταγραφή θά βοηθήσει; Ἀπάντηση: Ὅπως προεῖπε καί ὁ κύριος Ὑπουργός, ἦταν μία ἡ πρωτοβουλία καί τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς Πολιτείας, τοῦ Ὑπουργείου Οἰκονομικῶν καί τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ Μακαριότατος ὅπως ξέρετε ἔχει ἕνα πολύ ἔντονο - 84 -


ἐνδιαφέρον γιά τό θέμα αὐτό, τῆς καταγραφῆς καταρχᾶς καί τῆς ἀξιοποίησης τῆς Ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας, ὅση ἔχει ἀπομείνει στήν Ἐκκλησία. Ἔχουν συμμετάσχει ἤδη, 21 Μητροπόλεις, ἤδη συμμετέχει μέ πρωτοβουλία της καί ἡ Ἐκκλησία τῆς Κρήτης σ’ αὐτό τό συνδυασμό, ὅπως μᾶς εἴπανε οἱ ἐκπρόσωποι τοῦ Ὑπουργείου στά μέσα Μαρτίου θά ἔχουμε τά πρῶτα ἀποτελέσματα ἀπό αὐτήν τήν καταγραφή, εἶναι μία τεχνική ὑποστήριξη τῆς καταγραφῆς τῆς περιουσίας καί ὅπως ἀντιλαμβάνεστε εἶναι ὁ πρόλογος μίας εὐρύτερης συνεργασίας καί ἀσφαλῶς ἔχει τά ἀποτελέσματα πού ὅλοι θέλουμε: πώς θά μπορεῖ αὐτή νά καταγραφεῖ, νά ὑποστηριχθεῖ ἀσφαλῶς πάντοτε πρός ὄφελος τοῦ κοινωνικοῦ συνόλου αὐτό ἄλλωστε εἶναι καί τό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας». Ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Γορτύνης καί Ἀρκαδίας Μακάριος δήλωσε: «Εὐρισκόμαστε σ’ αὐτή τή συζήτηση ἐκ μέρους τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κρήτης, κι εὐχαριστοῦμε τήν ἑλληνική Πολιτεία καί ὅλως ἑξαιρέτως τόν ἀξιότιμο κύριο Ὑπουργό, ὅπου ὁμού, μετά τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, καθίσαμε καί συζητήσαμε ὅλα ὅσα ἀκούσατε ἀπό τόν κύριο Ὑπουργό. Ἐπιτρέψτε μου νά περιοριστῶ σέ ἕνα πού εἶδα ὅτι ρωτήσατε. Ὁ διάλογος εἶναι καλό πράγμα: νά, ἕνα παράδειγμα. Ἡ καταγραφή τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐναπομεινάσης Ἐκκλησιαστικῆς περιουσίας, εἶναι μία μεγάλη ὑπόθεσις διότι βοηθεῖ τό κοινωνικό φιλανθρωπικό ἔργο τῆς Ἐκκλησίας, συνδράμει ἀνήμπορους ἀνθρώπους πού ἔχουμε καί στήν Κρήτη, καί τό σημαντικό γιά τήν Ἐκκλησία Κρήτης εἶναι ὅτι ἐπεκτείνεται αὐτό καί στήν Ἐκκλησία Κρήτης, ἐννοοῦμε τήν καταγραφή. Ξεκινάει δηλαδή καί ἐκεῖ. Καί ὅλα τά ἄλλα, τά ὁποία σᾶς εἶπε ὁ κύριος ὑπουργός. Δέν μποροῦμε νά ἔχουμε ἀναχρονιστικούς θεσμούς ἐκκλησιαστικῆς Δικαιοσύνης, π.χ. πρέπει νά δοῦμε τά σύγχρονα προβλήματα, τό σύγχρονο ἄνθρωπο, καί αὐτό προϋποθέτει συνεργασία καί αὐτό θά βρεθοῦμε πάρα πολύ σύντομα».

- 85 -



Oνακοινωθέν τῆς Jερᾶς jπαρχιακῆς Συνόδου τῆς jκκλησίας Κρήτης τῆς 31ης Gουλίου 2018 Ἡ Ἱερά Ἐπαρχιακή Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης, συνῆλθε τήν 30 καί τήν 31 Ἰουλίου 2018 στό Ἡράκλειο σέ Συνεδρία καί ἀσχολήθηκε μέ τρέχοντα θέματα τῆς ἁρμοδιότητός Της, ἐνημερώθηκε δέ ἀπό τήν Ἀντιπροσωπεία Της γιά τήν πρόσφατη συνεδρίαση στό Ὑπουργεῖο Παιδείας, Ἔρευνας καί Θρησκευμάτων, γιά σημαντικά θέματα τῆς Τοπικῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Ἱερά Σύνοδος, ἀναφέρθηκε μέ βαθειά ὀδύνη στά τραγικά γεγονότα τῶν καταστροφικῶν πυρκαγιῶν τῆς Ἀττικῆς καί τέλεσε Συνοδική δέηση, κατά τήν ἔναρξη τῶν Συνοδικῶν ἐργασιῶν, γιά τήν ἀνάπαυση τῶν ἀνθρωπίνων θυμάτων. Μέσα σέ αὐτή τήν θλιβερή κατάσταση, τό Πρόσωπο τῆς Παναγίας Μητέρας μας, προβάλλει ὡς παρηγορία καί στήριγμα πρός ὅλους τούς ἀνθρώπους, ὅπως ὑπῆρξε πάντοτε ἀπαντοχή καί ἐλπίδα γιά τό Γένος μας σέ δύσκολες καταστάσεις. Μέσα στό βίωμα αὐτό τῆς Θεομητορικῆς προστασίας καί παρηγορίας, ἡ Ἱερά Σύνοδος μέ ὁμόφωνη Ἀπόφασή Της, ἀπέστειλε Συνοδική Ἐγκύκλιο σέ ὅλες τίς Ἱερές Μονές καί τίς Ἐνορίες τῆς Μεγαλονήσου Κρήτης, γιά τήν τέλεση δεήσεων, καθ᾽ ὅλη τή διάρκεια τοῦ Δεκαπενταυγούστου, ὑπέρ ἀναπαύσεως τῶν μαρτυρικῶς τελειωθέντων στήν Ἀττική καί ἐνίσχυσεως τῶν ἐμπερίστατων συνανθρώπων μας ἀπό τήν καταστροφή αὐτή. Ἡ Παναγία βίωσε τόν πόνο τοῦ Σταυροῦ τοῦ Ὑιοῦ Της, γεύθηκε ὅμως πρώτη τήν ἐλπίδα καί τή χαρά τῆς Ἀνάστασής Του. Μαζί μέ τά παραπάνω, ἡ Ἱερά Σύνοδος ἀποφάσισε ὅλες οἱ Ἐκκλησιαστικές Ἐπαρχίες τῆς Μεγαλονήσου νά ἀναλάβουν κατάλληλες πρωτοβουλίες γιά τή συλλογή χρημάτων, φαρμάκων, τροφίμων καί ἄλλων ἀπαραιτήτων εἰδῶν, προκειμένου ἡ Ἐκκλησία Κρήτης νά στηρίξει ἔμπρακτα τίς ἀνάγκες τῶν πληγέντων συνανθρώπων μας. Τέλος, ἡ Ἱερά Σύνοδος, ἐν ὄψει τῆς εὐλογημένης περιόδου τοῦ Δεκαπενταυγούστου, εὔχεται σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους τῆς Μεγαλονήσου νά διέλθουν μέ ὑγεία καί πνευματική καρποφορία τίς ἡμέρες αὐτές καί νά ἑορτάσουν τή μεγάλη Ἑορτή τῆς Κοιμήσεως τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου.

- 87 -



ΜΕΡΟΣ ΤΡΙΤΟΝ

ΣΥΝΕΔΡΙO ΥΠΟ ΤΗΝ ΑΙΓΙΔΑ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΕΠΑΡΧΙΑΚΗΣ ΣΥΝΟΔΟΥ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΡΗΤΗΣ

Η ΨΑΛΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ ΣΤΗ ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ 2ο Ἱεροψαλτικό Συνέδριο Κρήτης Χανιά, 2-4 Δεκεμβρίου 2016


Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Κισάμου καί Σελίνου κ. Ἀμφιλόχιος, Πρόεδρος τῆς Ὀρθοδόξου Ἀκαδημίας Κρήτης, κατά τό 2ον Ἱεροψαλτικόν Συνέδριον Κρήτης


o Ψαλτική Τέχνη στή Σύγχρονη jκκλησιαστική καί Κοινωνική Πραγµατικότητα 2ο Jεροψαλτικό Συνέδριο Κρήτης, Χανιά, 2-4 ∆εκεµβρίου 2016 Oναλυτικό Πρόγραµµα Συνεδρίου ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ 2 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2016 Χῶρος: Πνευματικό Κέντρο Ἱ. Ν. Ἁγίου Παντελεήμονος Χαλέπας Χανίων

10:00-10:30

Καλωσόρισμα – Χαιρετισμοί Ἱερᾶς Μητροπόλεως Κυδωνίας καί Ἀποκορώνου, Δήμου Χανίων 1η Συνεδρία: Ψαλτική καί Ὀρθόδοξη Λατρεία (Προεδρεύων: κ. Ἰωάννης Καστρινάκης)

10:30-10:50

Ἀντώνιος Κουτεντάκης, «Ἡ σημασία τοῦ κοινωνικοῦ καί τῶν λοιπῶν ὕμνων τῆς ἀπολύσεως τῆς Θείας Λειτουργίας»

10:55-11:15

Ἰωάννης Τσερεβελάκης, «Ὀρθόδοξη λατρεία: συν-ιερουργία κλήρου καί λαοῦ»

11:20-11:40

Κωνσταντίνος Ζορμπᾶς, «Ἀπό τόν «Λαμπριάτικο Ψάλτη» τοῦ Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη στόν ψάλλοντα λαό τοῦ Νίκου Καζαντζάκη – Μιά ἀπόπειρα ἐπανεύρεσης τοῦ χαμένου λειτουργικοῦ βιώματος»

11:45-12:15

Διάλειμμα – καφές 2η Συνεδρία: Ψαλτικά καί Λειτουργικά Χειρόγραφα (Προεδρεύων: κ. Κωνσταντίνος Ζορμπᾶς)

12:15–12:35

Εμμανουήλ Δουνδουλάκης, «Ὑμνογραφικά πρός τιμήν Κρητῶν Ἁγίων Ἐπισκόπων σέ Σιναϊτικούς κώδικες. Κριτική θεώρηση, διακειμενική προσέγγιση» - 91 -


12:40-13:00

Ἀνδρέας Γιακουμάκης, «Ἡ συμβολή τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Πρέβελη στήν ψαλτική παράδοση τῆς Κρήτης κατά τόν 19ο αἰώνα»

13:05-13:25

Μιχαήλ Στρουμπάκης, «Ἄγνωστο «Δύναμις» Γεωργίου τοῦ Κρητός – Μορφολογικές παρατηρήσεις»

13:30-13:50

Ἰωάννης Καστρινάκης, «Τά χειρόγραφα ψαλτικῆς τέχνης τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίας Τριάδος Τζαγκαρόλων»

Χῶρος: Ὀρθόδοξη Ἀκαδημία Κρήτης, Κολυμπάρι Χανίων

17:30-18:00

Χαιρετισμοί Διοργανωτῶν, Ἱεράς Μητροπόλεως Κισάμου καί Σελίνου, Δήμου Πλατανιά, Διευθυντοῦ Ο.Α.Κ.

18.00-18:30

Ὁμιλία Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Γορτύνης καί Ἀρκαδίας κ.κ. Μακαρίου, ἐκπροσώπου τῆς Ἱερᾶς Ἐπαρχιακῆς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης

18.30-19:00

Ὁμιλία κ. Γρηγορίου Στάθη, «Σωζόμαστε γιατί ψέλνουμε»

19:00-19:30

Ἀπονομή τιμῆς γιά τή συμβολή τους στήν ἀνάπτυξη τῆς ψαλτικῆς στήν Κρήτη στούς: • κ. Γρηγόριο Στάθη, Ὁμότιμο Καθηγητή Τμήματος Μουσικῶν Σπουδῶν Πανεπιστημίου Αθηνῶν • κ. Γεώργιο Χατζηθεοδώρου, Πρωτοψάλτη καί Ἄρχοντα Μαΐστορα τῆς Μ.τ.Χ.Ε. • κ. Δημήτριο Νεραντζῆ, Πρωτοψάλτη καί Ἄρχοντα Διδάσκαλο τοῦ Ἀποστόλου τῆς Μ.τ.Χ.Ε.

19:30-20:00

Διάλειμμα

20:00-20:20

Χορωδία τοῦ Συνδέσμου Ἱεροψαλτῶν Νομοῦ Χανίων «Γεώργιος ὁ Κρής» (Διευθύνει ὁ κ. Ἰ. Σκαλιδάκης)

20:25-20:45

Χορωδία τοῦ Σωματείου Ἱεροψαλτῶν Ἡρακλείου «Ἀνδρέας ὁ Κρήτης» (Διευθύνει ὁ κ. Ἰ. Τσερεβελάκης)

20:50-21:10

Βυζαντινός Χορός Χανίων (Διευθύνει ὁ κ. Ἰ. Καστρινάκης)

- 92 -


ΣΑΒΒΑΤΟ 3 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2016 Χῶρος: Πνευματικό Κέντρο Ἱ. Ν. Ἁγίου Παντελεήμονος Χαλέπας Χανίων

3η Συνεδρία: Ἡ Ψαλτική Παράδοση καί ἡ Ἐξέλιξή της (Προεδρεύων: κ. Ἐμμανουήλ Γιαννόπουλος) 09:00-09:20

Νικόλαος Ταπραντζῆς, «Κεκραγάριον Ἰακώβου, ἦχος α΄ – μεταβυζαντινή ἐξηγητική καί νέα μέθοδος – συγκριτική μελέτη πηγῶν, ἀναλύσεις – ἐπισημάνσεις»

09:25-09:45

Μάξιμος Καλιακάτσος-Παπακώστας, «Ἡ βυζαντινή μουσική ὑπό τό πρίσμα ὑπολογιστικῶν μοντέλων»

09:50-10:10

Ἰωάννης Λιάκος, «Ἡ ψαλτική τέχνη τῆς Θεσσαλονίκης κατά τόν Κ΄ αἰώνα»

10:15-10:45

Κωνσταντίνος Καραγκούνης, «Τό ὅλον καί τά ἐπί μέρους στήν ψαλτική»

10:50-11:20

Διάλειμμα – Καφές 4η Συνεδρία: Προσωπικότητες τῆς Ψαλτικῆς (Προεδρεύων: κ. Κωνσταντίνος Καραγκούνης)

11:20-11:40

Ἀντώνιος Μιχελουδάκης, «Τά πρόσωπα τῆς ψαλτικῆς στό Ρέθυμνο τοῦ 19ου αἰώνα»

11:45-12:05

Δημήτριος Κολλίντζας, «Ἱερεύς Φίλιππος Τζαγκαρόλος, ἕνας ἄγνωστος μελοποιός τοῦ Μαθηματαρίου»

12:10-12:30

Εμμανουήλ Σουργιαδάκης, «Ἀπολαβές καί εἰσοδήματα τῶν πατριαρχικῶν καί ἐνοριακῶν ψαλτῶν στήν Κωνσταντινούπολη κατά τόν 18ο αἰώνα»

12:35-12:55

Παναγιώτης Χοβαρδᾶς, «Ὁ Πρωτοψάλτης Γεώργιος Δάφας: συμβολή στήν ψαλτική παράδοση τῆς Θεσσαλονίκης τοῦ 20ου αἰώνα»

13:00-13:30

Ἐμμανουήλ Γιαννόπουλος, «Ἀντώνιος Ἱερεύς καί Μέγας Οἰκονόμος τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας»

- 93 -


Χῶρος: Ἱερός Ναός Ἁγίου Παντελεήμονος Χαλέπας Χανίων

17:00-18:00

Μέγας Ἑσπερινός Κυριακῆς

18:00-18:30

Διάλειμμα

Χῶρος: Πνευματικό Κέντρο Ἱ. Ν. Ἁγίου Παντελεήμονος Χαλέπας Χανίων

18:30-19:00

Ὁμιλία κ. Γεωργίου Χατζηθεοδώρου, «Ἡ δοξολογία σέ ἦχο πλ. α΄ τοῦ Γερμανοῦ Ἀρχιερέως Νέων Πατρῶν καί ἡ ἐξήγησή/καλλωπισμός της ἀπό τόν Ἰωάννη Πρωτοψάλτη Κρήτης»

19:00-19:30

Ὁμιλία κ. Δημητρίου Νεραντζῆ, «Ἡ ἐρμηνευτική διάσταση τῆς νέας μεθόδου σημειογραφίας στήν ψαλτική πράξη: προβληματισμοί καί ἐπισημάνσεις» [Λόγω ἀδυναμίας συμμετοχῆς τοῦ κ. Νεραντζῆ, ἀντ’ αὐτῆς τῆς ὁμιλίας δόθηκε δεύτερη ὁμιλία ἀπό τόν κ. Στάθη μέ θέμα «Ὁ κύρ Ἁσπράγγελος κι ἡ Νέα Μέθοδος»]

19:30-20:00

Συμπεράσματα συνεδρίου

20:00-20:20

Χορωδία Παραδοσιακῆς Μουσικῆς «Παῦλος Βλαστός» (Διευθύνει ὁ κ. Ἀ. Μιχελουδάκης)

20:25-20:45

Γυναικεῖος Βυζαντινός Χορός Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίου Τίτου Ἡρακλείου (Διευθύνει ἡ κα. Χ. Γρύλλου-Λενακάκη)

20:50-21:10

Βυζαντινή Χορωδία Δήμου Ἡρακλείου (Διευθύνει ὁ κ. Ἐ. Σουργιαδάκης)

ΚΥΡΙΑΚΗ 4 ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ 2016 Χῶρος: Ἱερός Ναός Ἁγίου Παντελεήμονος Χαλέπας Χανίων

07:00-10:30

Ὄρθρος καί Θεία Λειτουργία

- 94 -


Χρονικό τοῦ Συνεδρίου Νικόλαος Γιαννακάκης, Προέδρος τοῦ Συνδqσµου Jεροψαλτῶν Νοµοῦ Χανιrν «Γεώργιος ὁ Κρtς» Ὅταν μετά μιά μακρά προετοιμασία ἑνός φιλόδοξου στόχου, ἀπό τήν υλοποίηση τοῦ ὁποίου περιμένεις σημαντικά ὀφέλη γιά τό χώρο πού ἐκπροσωπείς, … Ὅταν αὐτό τὸ ὅραμα, αὐτός ὁ στόχος, ἀρχίζει νά ἀχνοφέγγει καί κυρίως ὅταν, ὅπως σήμερα, μέ τήν βοήθεια ὅλων «καί ἡμῶν καί ὑμῶν» γίνεται πραγματικότητα, … … τότε ἡ προσμονή τῆς πνευματικῆς ἀπόλαυσης μεγαλώνει καί ἡ βεβαιότητα γιά ἔνα ἄριστο ἀποτέλεσμα ἀρχίζει νά μπαίνει στή θέση τῆς ὅποιας ἀνησυχίας, πού ἡ ὅλη προετοιμασία εἶχε δημιουργήσει. Ἐμεῖς λοιπόν οἱ διοργανωτές τοῦ 2ου Ἱεροψαλτικοῦ Συνεδρίου Κρήτης εἴμαστε χαρούμενοι, γιατί εἶναι πλέον βέβαιο ὅτι τό ὅραμά μας παίρνει σάρκα καὶ ὀστά καί βέβαιο ὅτι οἱ ἐργασίες του θά ἀποτελέσουν γιά ὅλους ἕνα σημαντικό γεγονός. Καί αὐτό τό ὀφείλουμε ἀποκλειστικά σ’ ἐσᾶς, τούς ἐκλεκτούς καλεσμένους μας-ὁμιλητές. Οἱ εἰσηγήσεις σας θά γίνουν ἕνα πολύ καλό μάθημα καί μιά μεγάλη ἐμπειρία γιά τούς παρόντες ακροατές, ἀλλά καί σημεῖο ἀναφορᾶς κάθε ἐνδιαφερομένου, ἀφοῦ τά πρακτικά τοῦ συνεδρίου μέ ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης θά δημοσιευτοῦν στό περιοδικό «Ἀπόστολος Τίτος». Σεβαστοί Πατέρες, Κύριες καί Κύριοι, Θά συμφωνήσετε μαζί μου ὅτι μία ἀπό τίς τρεῖς συνιστῶσες τοῦ Ἱεροψάλτῃ, ἐννοῶ πρῶτα τό φυσικό χάρισμα τῆς φωνῆς, δεύτερο τήν ἠθική περιβολή καί τρίτον τήν γνώσῃ τῆς Βυζαντινῆς μουσικῆς, αὐτό τό τελευταίο εἰδικά κατακτιέται καθημερινά. Ἀπό τήν ὤρα πού μαθαίνεις τίς νότες καί ἀρχίζεις νά συλλαβίζεις πρέπει συνεχῶς νά μοχθεῖς, νά μελετᾶς, νά συμμετέχεις σέ ψαλτήρι, σέ χορωδίες, ἀλλά καί σέ κάθε ἄλλο μουσικό μάθημα ἤ ἐκδήλωση. Ἡ ἐπιμόρφωση δέν σταματάει ποτέ. Καί τό παρόν συνέδριο ἔρχεται νά ὑπηρετήσει αὐτή τήν ἀνάγκη. Εἶναι φανερό ὅτι ἕνας λόγος τῆς διοργάνωσης του ἦταν καί εἶναι ἡ ἐνημέρωση ἀπό πανεπιστημιακούς δασκάλους, καταξιωμένους πρωτοψάλτες καί λάτρεις τῆς Βυζαντινῆς μουσικῆς γιά ὅσα λέγονται καί - 95 -


ἀκούγονται στά πανεπιστημιακά ἕδρανα, στά ψαλτήρια, σέ χώρους ὅπου ἀπαντᾶς φιλόμουσους καί πιστούς. Ἡ κατασταλαγμένη ἐμπειρία, ἀλλά καί ἡ ἐξειδικευμένη γνώση, θά γίνουν πολύτιμο εφόδιο σέ κάθε θιασώτη αὐτοῦ τοῦ συνεδρίου καί σέ κάθε λάτρη τῆς Βυζαντινῆς μουσικῆς. Ὅμως αὐτό τό συνέδριο πέτυχε ἤδη καί πρίν ξεκινήσει κάτι πολύ σημαντικό. Ἀπό τούς παρόντες στήν αἴθουσα –ὁμιλητές καί ἀκροατές– ἀλλά καί ἀπό τόν πίνακα τῶν διοργανωτῶν φαίνεται ὅτι ὁ συγκρητισμός μπροστά στο ὅραμα καί τήν πρόοδο εἶναι γεγονός. Είμαστε πολύ χαρούμενοι γιατί ἡ ἀνταπόκριση στήν πρόσκλησή μας ἦταν αὐθόρμητη καί μεγάλη. Τό συνέδριο εἶναι Παγκρήτιο. Διοργανώνεται ἀπό τούς δύο Ἱεροψαλτικούς Συνδέσμους Χανίων καί Ἡρακλείου καί συμμετέχουν ὡς ομιλητές ξεχωριστές προσωπικότητες τῆς ψαλτικῆς τέχνης καί χορωδίες ἀπό ὅλη τήν Κρήτη καί φυσικά καί τήν ὑπόλοιπη Ἑλλάδα. Ἐπιτρέψτε μου ὅμως νά προχωρήσω καί λίγο παραπέρα. Ὁ ψάλτης, ὁ καθένας ἀπό ἐμᾶς, ὅταν ἀναβαίνει στό ψαλτήρι θά πρέπει πάντα νά θυμᾶται ὅτι δέν ἐπιτελεῖ ἕνα ἁπλό μουσικό ἔργο. Δέν εἶναι τραγουδιστής, εἶναι Ἱεροψάλτης καί χρησιμοποιεῖ δύο σπουδαῖα ἐργαλεῖα: ἀπό τήν μιά τήν Βυζαντινή ποιητική καί ἀπό τήν ἄλλη τήν Βυζαντινή μουσική. Αὐτή ἡ ποίηση καί αὐτή ἡ μουσική εἶναι μιά ἰδιαίτερη πνευματική ἔκφραση· εἶναι ἡ θρησκευτική ποίηση καί ἡ θρησκευτική μουσική πού κάλυπτε καί καλύπτει τίς πνευματικές ἀνάγκες τοῦ λαοῦ μας. Εἶναι ἕνα δημιούργημα τοῦ Ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ μέ βαθιές ρίζες στήν διαχρονική ποιητική καί μουσική παράδοσή μας. Ἡ Βυζαντινή μουσική καί ἡ ἀπότοκός της δημοτική μουσική καί ποίηση ἐκφράσανε κατά καιρούς βαθιές θρησκευτικές καί ἐθνικές ἀνάγκες τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ. Ἄν ἔτσι εἶναι τα πράγματα, καὶ βέβαια ἔτσι εἶναι, τότε ὁ κάθε ψάλτης πρέπει πάντα νά θυμᾶται ὅτι γίνεται ὁ θεματοφύλακας αὐτῆς τῆς σύνθεσης, ποίησης καί μουσικῆς, μέ τήν ὁποία ὅλοι ἐμεῖς ἐκφράζουμε τίς ἐσωτερικές μας ἀνησυχίες. Ἡ διατήρηση αὐτῆς τῆς διαχρονικῆς ἀξίας τοῦ Ἑλληνικοῦ λαοῦ ἀλώβητης καί ἀνόθευτης στό πέρασμα τοῦ χρόνου εἶναι καθῆκον καί ὑποχρέωση ὅλων μας. Ὅταν ἡ ἰσοπέδωση, ἡ διαστρέβλωση καί ἡ εξομοίωση τῶν πάντων ἀπειλοῦν νά ἀλλοιώσουν τά βασικά χαρακτηριστικά τοῦ λαοῦ μας, ἀπειλοῦν νά ξεθωριάσουν τήν ταυτότητά μας, τότε ἡ ὑποχρέωση τοῦ καθενός μας εἶναι μέσα ἀπό τόν χώρο του νά προστατεύει καί νά διαφυλάττει αὐτά τά ἐθνικά στηρίγματα. Καί ἐπειδή ἡ Βυζαντινή ποίηση καί μουσική εἶναι ἔνας μοναδικός τρόπος ἔκφρασης τοῦ Ἕλληνα καί ξεχωριστό χαρακτηριστικό τῆς ράτσας μας, ἡ εὐθύνη μας γίνεται μεγαλύτερη. - 96 -


Τό μόνο πού ἐπιδιώκει αὐτή ἡ ἀναφορά εἶναι νά δώσει τήν πραγματική διάσταση τῆς τέχνης πού υπηρετούμε καί τό χρέος μας ἀπέναντί της χωρίς ἀκρότητες καί ὑπερβολές. Ἡ σκέψη γιά τήν ὀργάνωση τοῦ 2ου Ἱεροψαλτικοῦ Συνεδρίου Κρήτης ἔχει μακρινή ἀφετηρία. Ἡ συζήτηση στό Διοικητικό Συμβούλιο τοῦ Συνδέσμου Ἱεροψαλτῶν Νομοῦ Χανίων «Γεώργιος ὁ Κρής» ἔγινε πρόταση. Ἡ διερευνητική κουβέντα μέ τόν κ. Γ. Χατζηθεοδώρου ἀπέδωσε καρπούς. Σύντομα συγκροτεῖται ἡ ἐπιστημονική ἐπιτροπή, καθορίζεται ἡ θεματολογία καί γίνεται ἡ προκήρυξη. Ἡ ἀνταπόκριση ήταν μεγάλη. Εἴκοσι ομιλητές καί ἕξι χορωδίες. Ἡ πρόταση πηγαίνει στό Σωματεῖο Ἱεροψαλτῶν Νομοῦ Ἡρακλείου «Ἀνδρέας ὁ Κρήτης». Ἡ συνδιοργάνωση καί ἡ συμπόρευση ὅλων τῶν Ἱεροψαλτῶν τῆς Κρήτης εἶναι γεγονός. Αὐτή ἡ προσέγγιση ἔδειξε ὅτι μπορούμε ἔστω ἀπό μακριά νά συνεργαζόμεθα σέ γενικότερα Ἱεροψαλτικά θέματα καί φυσικά ὑπέδειξε ὅτι ἡ ἔνωση τῶν Ἱεροψαλτικών Συνδέσμων Κρήτης εἶναι ἐφικτή καί ἀναγκαία. Εἶναι ἀπόφαση του 1ου Παγκρήτιου Ἱεροψαλτικού Συνεδρίου καί ὅπως φαίνεται καί του 2ου. Ἡ Διοικοῦσα Ἐπιτροπή Ἱεροψαλτικών Συνδέσμων Κρήτης πρέπει νά συγκροτηθεί. Οἱ ἐργασίες τοῦ συνεδρίου θά γίνουν ἐδῶ στό κέντρο τῶν Χανίων, σέ αὐτόν τόν φιλόξενο χῶρο τοῦ Πνευματικοῦ Κέντρου τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίου Παντελεήμονα Χαλέπας για νά εἶναι εὕκολη ἡ πρόσβαση σέ κάθε ἐνδιαφερόμενο. Ἡ ἐπίσημη ἔναρξη θά γίνει τό ἀπόγευμα στό ἀμφιθέατρο τῆς Ὀρθόδοξης Ἀκαδημίας Κρήτης (ΟΑΚ). Δέν θά μπορούσε ἔνα τόσο μεγάλο Ἱεροψαλτικό γεγονός νά μήν φιλοξενηθεῖ καί ἀπό τήν ΟΑΚ, αὐτό τό καύχημα καί τό στολίδι ὅλης τῆς Κρήτης. Εἶναι καί κάτι ἄλλο ἐπίσης σημαντικό. Ἡ ἐπίσημη ἔναρξη στήν ΟΑΚ σηματοδοτεῖ μιά συνέχεια τοῦ 1ου πρός τό 2ο συνέδριο καί τήν σύντομη ὑλοποίηση τοῦ 3ου. Τό 1983 ὀργανώθηκε ἐδῶ τό 1ο Παγκρήτιο Ἱεροψαλτικό Συνέδριο μέ τήν εὐθύνη τῆς τότε Διοίκησης τῆς ΟΑΚ καί τοῦ Συνδέσμου Ἱεροψαλτῶν Νομοῦ Χανίων «Γεώργιος ὁ Κρής». Προεξάρχουσες μορφές ὁ τότε Κισσάμου καί Σελίνου Μακαριστός Εἰρηναῖος καί ὁ πρόεδρος τοῦ Συνδέσμου Ἱεροψαλτῶν Νομοῦ Χανίων κ. Γ. Χατζηθεοδώρου καί φυσικά ὁ τότε Μητροπολίτης Κυδωνίας καί Αποκορώνου καί νῦν Ἀρχιεπίσκοπος Κρήτης κ. Εἰρηναῖος, ὁ τότε Ἀρχιεπίσκοπος Κρήτης Μακαριστός Τιμόθεος, ἐνῶ παρέστησαν ὁ τότε Δημητριάδος καί μετέπειτα Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν Μακαριστός Χριστόδουλος, ὁ πρόεδρος τῆς Ὁμοσπονδίας Ἱεροψαλτῶν Ἑλλάδος κ. Χαρίλαος Ταλιαδώρος καί φυσικά ὁ κ. Γρηγόριος Στάθης, τιμώμενο πρόσωπο μαζί με τόν κ. Γ. Χατζηθεοδώρου σήμερα ἀπό τούς ὀργανωτές γιά τό ἔργο τους. - 97 -


Διαβάζω τίς ἀποφάσεις τοῦ 1ου συνεδρίου συμπυκνωμένες ἀπό τόν κ. Στάθη (περιοδικό «Ἐκκλησία», 1-6-1983, ἀρ. 11). Ἔχει πολύ ἐνδιαφέρον νά τίς συγκρίνουμε μέ τήν σημερινή πραγματικότητα. «- Ἡ Ψαλτική Τέχνη καί ἡ Δημοτική Μουσική, βυζαντινή καί μεταβυζαντινή, εἶναι δύο ἀξεχώριστοι κλάδοι τῆς ἐθνικῆς μας μουσικῆς παράδοσης. Εἶναι φανερώματα τοῦ Ἑλληνικοῦ πνεύματος καί πολιτισμοῦ καί ὑφαίνουν, μαζί με τήν πίστη μας καί τήν γλῶσσα μας, τά κυριότερα ἐκδηλώματα τῆς ζωῆς μας. Σάν στοιχείο τῆς ζωντανῆς καί ἀδιάκοπης παράδοσης ἡ ἐθνική μας μουσική εἶναι ἔνα ἀπό τά γνησιότερα μέσα τῆς Ἐθνικῆς αὐτοσυνειδησίας. Σκύβοντας στόν μουσικό πολιτισμό μας βρίσκουμε τίς ρίζες μας καί ἀναγνωρίζουμε τήν ταυτότητά μας. - Ἡ Ψαλτική Τέχνη, εἰδικότερα, εἶναι στοιχείο ἀδιάσπαστο τῆς λογικῆς λατρείας στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας καί εἶναι αγαθό πού προσφέρεται στόν Ἑλληνικό λαό τίς ὧρες τῆς λατρείας καί τῆς προσομιλίας του μέ τόν Θεό καί τούς Ἁγίους του. - Φορεῖς αὐτῆς τῆς καλῆς τέχνης, τῆς Ψαλτικῆς καί συνεχιστές καλλιτέχνες τῆς παράδοσης εἶναι οἱ ψάλτες τῆς ἐκκλησίας μας, πού ἀναλίσκουν τήν ζωή τους ἀπό μικρά παιδιά μέχρι τά βαθιά τους γεράματα, μέ στέρηση ὅλων τῶν ἀργιῶν, ὑμνολογώντας τόν Θεό καί ὑπηρετώντας ἔτσι τόν Ἑλληνικό λαό. - Οἱ Ἱεροψάλτες σάν κλάδος καλλιτεχνικός καί σάν ἐργαζόμενοι κάτω ἀπό εἰδικές συνθῆκες μέ μόχθο σωματικό καί ψυχικό, δέν ἀμείβονται γιά τήν πραγματική προσφορά τους καί δέν εἶναι κατοχυρωμένοι γιά τά ἀσφαλιστικά καί συνταξιοδοτικά τους δικαιώματα. - Οἱ Ἱεροψάλτες ζητοῦν ἀπό τήν Ἐκκλησία καί τήν Πολιτεία στοργή καί ὀρθή μεταχείριση ρύθμισης τοῦ μισθολογικοῦ, ἀσφαλιστικοῦ καί συνταξιοδοτικοῦ τους προβλήματος καί σάν δικαίωση, ἀλλά καί σάν ἐρέθισμα, γιά νά λειτουργήσουν σωστά, σάν κοινωνικά κύτταρα, οἱ ἐνορίες καί μάλιστα τά χωριά τῆς ὑπαίθρου, πού ἐρημώνονται καί σιγά σιγά δέν ἀκούγεται σέ αὐτά καμπάνα νά κτυπᾶ. Σημεῖο καί αὐτό γιά τό πόσο ὁ Ἑλληνικός λαός, ὁ κατ’ ἐξοχήν θρησκευτικός λαός, ἀλλοτριώνεται καί ἀπομακρύνεται ἀπό τόν Θεό καί τίς παραδόσεις του. - Ἐκφράστηκε ἡ εὐχή νά προετοιμαστεῖ ἡ σύγκλιση του 2ου Παγκρήτιου Συνεδρίου Ἱεροψαλτῶν, καθώς καί νά εὐοδωθοῦν συναντήσεις Ιεροψαλτικής συνεργασίας σέ ὅλη τήν Κρήτη.» Νομίζω ὅτι ὅλοι ἐμεῖς τά ἴδια θά λέγαμε καί θά γράφαμε σήμερα. Δυστυχῶς τόσα χρόνια πέρασαν, ἀλλά ἡ θέση τοῦ Ἱεροψάλτη παραμένει ἡ ἴδια. Στό σημεῖο αὐτό θέλω νά πῶ πόσο σημαντική εἶναι γιά ὅλους μας, ὀργανωτές καί εἰσηγητές, ἡ ὑπ’ ἀριθμόν 731/13-10-2016 ἀπόφαση τῆς Ἱεράς - 98 -


Ἐπαρχιακῆς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης νά θέσει ὑπό τήν εὐλογία της αὐτό τό Συνέδριο καί φυσικά νά δημοσιεύσει τά πρακτικά του. Ταυτόχρονα ὅμως πρέπει νά εὐχαριστήσουμε θερμά τον ἐκπρόσωπο τῆς Ἱεράς Ἐπαρχιακῆς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης Σεβασμιότατο Μητροπολίτη Γορτύνης καί Ἀρκαδίας κ. Μακάριο γιά τήν ὁμολογουμένως ἐμπνευσμένη ὁμιλία του κατά τήν ἐπίσημη ἔναρξη τῶν ἐργασιῶν τοῦ συνεδρίου. Εὐχαριστῶ ἀπό καρδίας τόν κ. Γρηγόριο Στάθη ὁ ὁποῖος μέ τίς πατρικές του συμβουλές μάς ὁδηγοῦσε κατά τήν προετοιμασία τοῦ συνεδρίου. Μέ τίς δύο ὁμιλίες του καί τίς παρεμβάσεις του ὅπου χρειαζόταν στόλισε καί ἀναβάθμισε τό συνέδριο. Εὐχαριστῶ ὅλως ἰδιαιτέρως τόν κ. Γ. Χατζηθεοδώρου, τόν ἱδρυτή τοῦ Συνδέσμου μας, ἀλλά καί ἀρωγό σέ κάθε πρόσκλησή μας, ἕτοιμος πάντα νά συμβουλέψει, νά προσφέρει. Κύριε Τσερεβελάκη, ἡ συνεργασία μέ τό Σωματεῖο Ἱεροψαλτῶν Νομοῦ Ἡρακλείου «Ἀνδρέας ὁ Κρήτης» ἦταν άριστη καί ἔδειξε τό δρόμο γιά τό μέλλον. Εὔχομαι νά αξιοποιήσουμε αὐτή τήν ἐμπειρία γιά τό καλό ὅλων μας. Εὐχαριστῶ τόν κ. Κ. Ζορμπά, γενικό διευθυντή τῆς ΟΑΚ γιά τήν αμέριστη ὑλική καί ἠθική συμπαράστασή του. Ἡ ἀγάπη πού δείξατε πρός τό συνέδριό μας ὁμολογουμένως ἦταν μεγάλη. Τὸν π. Δημήτριο Καταπίδη καί τόν π. Ἐμμανουήλ Κουδουμνάκη καί φυσικά ὅλους τούς ἀθόρυβους ἐργάτες τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος Χαλέπας. Ἡ φιλοξενία καί ἡ συμπαράσταση ὅλων ἦταν συγκινητική. Πάνω απ΄ ὅλα ὅμως εὐχαριστῶ τούς ἐκλεκτούς ομιλητές. Με τήν παρουσία σας καί φυσικά μέ τίς εἰσηγήσεις σας ἀναβαθμίσατε τό συνέδριο καί τιμήσατε αὐτό πού γνωρίζετε νά κάνετε πολύ καλά.

- 99 -


Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Γορτύνης καί Ἀρκαδίας κ. Μακάριος καί ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Κισάμου καί Σελίνου κ. Ἀμφιλόχιος εἰς τήν Ὀρθόδοξον Ἀκαδημίαν Κρήτης, κατά τό 2ον Ἱεροψαλτικόν Συνέδριον Κρήτης


o Σηµασία τοῦ Κοινωνικοῦ καὶ τῶν Λοιπῶν [µνων τῆς Oπολύσεως τῆς Θείας Λειτουργίας Oντώνιος Κουτεντάκης, Θεολόγος, Λειτουργιολόγος, φιλόλογος, Πρωτοψάλτης Φειδομένου τοῦ χρόνου θὰ μοῦ ἐπιτρέψετε νὰ ἀντιπαρέλθω τὶς ἀναλυτικὲς προσφωνήσεις κάνοντας χρήση τῆς περιεκτικῆς καὶ οὐσιαστικῆς προσφωνήσεως Πολυσέβαστοι Πατέρες, Ἀγαπητοὶ καὶ ἀξιότιμοι ἀδελφοί. Αὐτὸς ἄλλωστε εἶναι καὶ ὁ σκοπός μας ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας.Ὅλοι ὡς υἱοὶ Θεοῦ νὰ γίνουμε ἀδελφοὶ μὲ πρωτότοκο ἀδελφὸ τὸν Χριστό. Ἀποτελεῖ ἰδιαίτερη τιμὴ γιά ’μένα ἡ συμμετοχή μου ὡς εἰσηγητοῦ στὸ παρὸν συνέδριο καὶ δὴ μὲ τὴν εἰσήγησή μου νὰ ἀποτελεῖ τὴν ἐναρκτήριο εἰσήγηση. Ἐγὼ λοιπὸν δὲν ἐπέλεξα νὰ πραγματευθῶ κάποιο μουσικὸ θέμα ἀλλὰ ἕνα ἀκραιφνῶς τυπικό, δεδομένου ὅτι τὸ μεγάλο μας πρόβλημα σήμερα ὡς ἱεροψαλτῶν δὲν εἶναι ἡ μουσικὴ παιδεία ἀλλὰ ἡ γνώση τυπικοῦ. Καὶ παρὰ τὰ πολλὰ θέματα μὲ τὰ ὁποῖα θὰ μποροῦσα νὰ καταπιασθῶ ἐπέλεξα τὸ τέλος τῆς θείας Λειτουργίας, τὸ τέλος ὅλης τῆς θείας λατρείας καὶ τῆς Ἐκκλησίας ἐν γένει -τοῦ ὅρου «τέλος» εἰλημμένου μὲ τὴν ἀρχική του σημασία, ἤτοι τοῦ σκοποῦ- δηλαδὴ τῆς θείας κοινωνίας καὶ τοῦ καλυπτηρίου της ὕμνου, τοῦ κοινωνικοῦ. Δὲν θὰ ἀποτελοῦσε ὑπερβολὴ ἂν ὑποστηρίζαμε πὼς τὸ κοινωνικὸ εἶναι σήμερα τὸ πλέον διαστρεβλωμένο καὶ κακοποιημένο σημεῖο τῆς θείας Λειτουργίας. Ἕνα σημεῖο ποὺ ἔχει καταντήσει νὰ μοιάζει μὲ «εὐέλικτη ζώνη» κατὰ τὴν ὁποία μπορεῖ κάποιος νὰ ἀκούσει ὅ,τι χωρεῖ καὶ δὲν χωρεῖ ἀνθρώπινος νοῦς. Ἡ χρονικὴ στιγμὴ ἀπὸ τοῦ «Πρόσχωμεν. Τὰ Ἅγια τοῖς Ἁγίοις» καὶ «Εἷς Ἅγιος…» ἕως τοῦ «Μετὰ Φόβου…» καὶ πάλιν ἕως τοῦ «Σῶσον ὁ Θεὸς τὸν λαόν σου…» μοιάζει σήμερα μὲ ἕνα ἀπέραντο δειγματολόγιο ποὺ περιλαμβάνει κάθε εἴδους ἀναγνώσεις καὶ ψαλμούς. Στοὺς πλείστους τῶν ναῶν εἶναι ἡ ὥρα τοῦ κηρύγματος. Περὶ τούτου δὲν δικαιοῦμαι νὰ πῶ κάτι, καθ’ ὅτι τὸ συνέδριο ἀπευθύνεται πρὸς ἱεροψάλτες καὶ ὄχι πρὸς ἱερεῖς, τῶν ὁποίων καὶ ἔργο ἀποτελεῖ τὸ κήρυγμα, εἰ μὴ μόνον πὼς ἡ θέση τοῦ κηρύγματος εἶναι εὐθὺς ἀμέσως μετὰ τὴν ἀνάγνωση τοῦ Εὐαγγελίου, ὡς προέκταση τοῦ εὐαγγελικοῦ λόγου. Ἀλλοῦ, κυρίως στὰ μοναστήρια, διαβάζεται ἡ ἀκολουθία τῆς μεταλήψεως - 101 -


ἢ τῶν τυπικῶν ἢ ἀκόμη καὶ ἀποσπάσματα ἀπὸ τὸν συναξαριστὴ τῆς ἡμέρας. Στὶς ἐνορίες πάλι μπορεῖ νὰ ἀκούσει κάποιος τὸ ὁτιδήποτε ἀναλόγως πρὸς τὴν ὄρεξη τοῦ ψάλτου. «Δοῦλοι Κύριον…», «Ἐξομολογεῖσθε…», «Ἐπὶ τῶν ποταμῶν Βαβυλῶνος…», καταβασίες, κανόνες, στιχηρά, τὸν ἄμωμο βεβαίως σὲ περίπτωση μνημοσύνου, ὕμνους δηλαδὴ τῶν ὁποίων ἡ ὀργανικὴ θέση εἶναι στὸν ὄρθρο καὶ οὐδεμία σχέση ἔχουν μὲ τὴν θεία Λειτουργία. Ἀκόμη ὅμως καὶ ἄσματα ποὺ οὐδεμία θέση ἔχουν ἐντὸς τοῦ ἱεροῦ ναοῦ ἀκούγονται τὴν ὥρα ἐκείνη. Ὁ πασίγνωστος δυστυχῶς ὕμνος τοῦ ἁγίου Νεκταρίου πρὸς τὴν Παναγία «Ἁγνὴ Παρθένε Δέσποινα…» ἀποτελεῖ ἴσως τὸ χαρακτηριστικότερο παράδειγμα. Καὶ εἰρήσθω ἐν παρόδῳ πὼς ἡ συγκεκριμένη σύνθεση δὲν εἶναι ὕμνος. Εἶναι ἕνα θρησκευτικὸ ποίημα ἀνάμεσα στὰ πολλὰ ποὺ ὁ ἅγιος Νεκτάριος εἶχε συνθέσει καὶ ἀργότερα ἐξεδόθησαν ὑπὸ τὸν τίτλο «Θεοτοκάριον Ἁγίου Νεκταρίου». Τὸ ποίημα αὐτὸ μελοποίησε ὁ ἱερομόναχος Γρηγόριος Σιμωνοπετρίτης τῇ προτροπῇ τοῦ γέροντος Αἰμιλιανοῦ Σιμωνοπετρίτου μὲ σκοπὸ τὴν ᾠδή του ὡς τραγουδιοῦ στὸ συνοδικὸ τῆς Μονῆς σὲ συνδυασμὸ καὶ μὲ ἄλλα ψαλτοτράγουδα ὅπως τὸ «Διψᾷ ἡ ψυχή μου τὸν Κύριον…» τοῦ ὁσίου Σιλουανοῦ, τὸ «Ἄκου, Μοναχέ…», καὶ λοιπά. Τὸ ποίημα λοιπὸν αὐτὸ λόγῳ τῆς ὄντως πολὺ ὄμορφης μελοποιήσεώς του ἔγινε τὸ κατ’ ἐξοχὴν κοινωνικὸ ἀνὰ τὴν ἑλληνικὴ ἐπικράτεια καθ’ ὅλη τὴν διάρκεια τοῦ χρόνου. Καὶ εἶμαι βέβαιος πὼς ἂν ὁ ἅγιος Νεκτάριος εἶχε προδεῖ τὴν λειτουργικὴ ἀταξία ποὺ θὰ προήρχετο ἀπὸ αὐτὸ τὸ ποίημα, δὲν θὰ τὸ συνέθετε ποτέ! Ἀλλὰ οἱ παρεκτροπὲς ἐν προκειμένῳ δὲν σταματοῦν μόνον στὸ «Ἁγνὴ Παρθένε…» Πρωτοετὴς φοιτητὴς ἄκουσα σὲ κεντρικότατο ναὸ τῶν Ἀθηνῶν κατὰ τὴν θεία Λειτουργία ἐπὶ τῇ μνήμῃ τῶν Τριῶν Ἱεραρχῶν τὸν ψάλτη νὰ ψάλει ἀντὶ κοινωνικοῦ τὸ τραγούδι «Ἕνας εἶν’ ὁ Κύριος, δεύτερη εἶν’ ἡ Παναγιά, τρίτον ἡ Ἁγιὰ Τριὰς…» κ.λπ. Τραγούδι ὄχι μόνον ἄσχετο πρὸς τὴν θεία λατρεία μὰ καὶ βλάσφημο, ἀφοῦ θέτει τακτικῶς τὴν Ἁγία Τριάδα μετὰ τὴν Παναγία! Τραγούδι ἴσως προερχόμενο ἀπὸ τὴν λαϊκὴ εὐσέβεια, ἀλλ’ ὅμως οὐδεμία θέση ἔχον ἐντὸς τοῦ ναοῦ. Αὐτὴ λοιπὸν εἶναι ἡ κατάσταση ποὺ σήμερα ἐπικρατεῖ στοὺς ναούς μας. Ἡ ἀταξία δὲν σταματᾶ ὅμως ἐκεῖ. Σήμερα δυστυχῶς στοὺς περισ-σοτέρους ψάλτες εἶναι ἄγνωστος ὁ ἀρχαιότατος ὕμνος «Πληρωθήτω τὸ στόμα ἡμῶν αἰνέσεώς σου, Κύριε, ὅπως ὑμνήσωμεν τὴν δόξαν σου, ὅτι ἠξίωσας ἡμᾶς μετασχεῖν τῶν ἁγίων Μυστηρίων σου. Στήριξον ἡμᾶς ἐν τῷ σῷ ἁγιασμῷ, ὅλην τὴν ἡμέραν μελετᾶν τὴν δικαιοσύνην σου. Ἀλληλούια, ἀλληλούια, ἀλληλούια», τοῦ ὁποίου ἡ θέση βρίσκεται ἀνάμεσα στὸ «Πάντοτε νῦν καὶ ἀεί… » καὶ στὸ «Ὀρθοί. Μεταλαβόντες…» Γιὰ νὰ μπορέσουμε ὅμως νὰ δοῦμε ποιὰ εἶναι ἡ ὀρθὴ τάξις θὰ πρέπει νὰ - 102 -


κάνουμε μιὰ σύντομη ἰστορικὴ ἀνασκόπηση. Ἡ λέξη «Κοινωνικὸ» προέρχεται ὡς γνωστὸν ἀπὸ τὸ ῥῆμα «κοινωνῶ» καὶ τὴν ὀνομασία του ἔχει λάβει λόγῳ τῆς θέσεώς του, ἤτοι τὴν ὥρα τῆς θείας Κοινωνίας μὲ σκοπὸ ἀκριβῶς νὰ καλύψει τὸ συγκεκριμένο ζωτικότατο καὶ σπουδαιότατο –καὶ ὄχι νεκρὸ ὅπως σήμερα ἔχει δυστυχῶς καταντήσει- χρονικὸ διάστημα. Μέχρι καὶ τὸν 8ο αἰῶνα λοιπὸν ἴσχυαν γενικῶς τὰ ἑξῆς: Μετὰ τὸ «Πρόσχωμεν. Τὰ Ἅγια τοῖς Ἁγίοις» ἐψάλλετο συντόμως -ὅπως καὶ σήμερα ἄλλωστε- τὸ «Εἷς Ἅγιος, εἷς Κύριος…» καὶ ἀκολούθως ἀντιφωνικῶς ἀπὸ τοὺς δύο χοροὺς ἀνὰ στίχο ὁ λγ΄ ψαλμός «Εὐλογήσω τὸν Κύριον ἐν παντὶ καιρῷ…» ἄλλοτε χωρὶς ἐφύμνιο μὲ κατάληξη τοῦ κάθε στίχου τὸ Ἀλληλούια καὶ ἄλλοτε μὲ ἐφύμνιο, μὲ συνηθέστερο τὸ «Γεύσασθε καὶ ἴδετε ὅτι Χριστὸς ὁ Κύριος. Ἀλληλούια». Ὁ ψαλμὸς αὐτὸς -ὡς ὁ κατ’ ἐξοχὴν ἔχων σχέση μὲ τὴν θεία μετάληψη- ἐψάλλετο σὲ κάθε λειτουργία ὡς κοινωνικὸ, ὅσες φορὲς ὁ χρόνος ἀπαιτοῦσε γιὰ νὰ κοινωνήσουν τόσο οἱ κληρικοὶ ὅσο καὶ οἱ λαϊκοί. Τὸ κοινωνικὸ δηλαδὴ δὲν διεκόπτετο, ἀλλὰ μόλις τελείωναν οἱ ἱερεῖς, οἱ διάκονοι ἔπαιρναν τὰ ποτήρια καὶ τοὺς δίσκους καὶ ἔβγαιναν χωρὶς καμία παρακέλευση νὰ κοινωνήσουν τοὺς πιστούς. Ὅταν τελείωνε ἡ θεία κοινωνία τῶν πιστῶν ὁ ἀρχιδιάκονος ἔδιδε «καιρὸν» στὸν χορό, δηλαδὴ τοὺς ἔκανε νόημα ὅτι ἡ θεία κοινωνία εἶχε τελειώσει, καὶ ἔτσι ὁ χορὸς διέκοπτε τὸν κοινωνικὸ ψαλμὸ καὶ ἔψαλε τὴν περισσή του, τὸν ἐπισφραγιστικό του ὕμνο δηλαδή, ποὺ ἦταν τὸ «Πληρωθήτω τὸ στόμα ἡμῶν αἰνέσεώς σου, Κύριε…» κατὰ παρόμοιο τρόπο μὲ τὸν ὕμνο «Ὁ Μονογενὴς Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ…», ὁ ὁποῖος ἀποτελεῖ τὴν περισσὴ τοῦ β΄ ἀντιφώνου τῆς θείας Λειτουργίας. Ἡ πρώτη ἀλλαγὴ ἐπῆλθε κατὰ τὴν περίοδο ποὺ ἤκμασαν τὰ παπαδικὰ μαθήματα. Τότε ἄρχισε σταδιακὰ ἀντὶ νὰ ψάλλεται ὁλόκληρος ὁ λγ΄ ψαλμὸς νὰ λαμβάνεται κάποιος ἀπὸ τοὺς πιὸ χαρακτηριστικοὺς στίχους του, ὅπως τὸ «Γεύσασθε καὶ ἴδετε…» ἢ «Προσέλθετε πρὸς Αὐτὸν καὶ φωτίσθητε…» καὶ νὰ ψάλλεται ἀργῶς. Κατὰ μίμησιν λοιπὸν αὐτῆς τῆς πρακτικῆς σὺν τῷ χρόνῳ μέχρι τὸν 10ο αἰῶνα ἐπῆλθε καὶ ἡ δεύτερη ἀλλαγὴ ἀφορῶσα τὶς ἑορτές, ὅπου ἐπελέγετο ἕνας σχετικὸς στίχος ἀπὸ κάποιον ψαλμὸ καὶ ἐψάλλετο κατὰ παρόμοιο τρόπο. Καὶ πάλιν ὅμως στὸ τέλος τῆς μεταλήψεως ἐψάλλετο ἀπαραιτήτως τὸ «Πληρωθήτω…» ὡς περισσή. Ἡ κλήση ἀπὸ τὸν διάκονο «Μετὰ φόβου Θεοῦ…» ἐμφανίζεται κατὰ τὸν 10ο αἰῶνα. Καὶ πάλιν ὅμως δὲν ἀλλάζει κάτι ὅσον ἀφορᾷ τὸ κοινωνικό, ἀφοῦ ὁ ψάλτης σταματοῦσε γιὰ νὰ ἀκουσθεῖ ἡ παρακέλευση τοῦ διακόνου καὶ συνέχιζε κανονικὰ τὸ κοινωνικὸ ἀπὸ τὸ σημεῖο ποὺ τὸν εἶχε διακόψει ὁ διάκονος κλείνοντάς το μὲ τὸ «Πληρωθήτω…», τὸ ὁποῖο ἀπεσπάσθη ἀπὸ τὸ κοινωνικὸ μετὰ τὸν 12ο αἰῶνα, ὅταν εἰσῆλθε εὐθὺς μετὰ τὸ τέλος τῆς - 103 -


μεταλήψεως ἀπὸ τοὺς πιστοὺς ἡ εὐλογία ἀπὸ τὸν ἱερέα «Σῶσον ὁ Θεὸς τὸν λαόν σου…». Τὸ δὲ «Εἴδομεν τὸ φῶς…» ἄρχισε νὰ ἀναγράφεται στὰ χειρόγραφα μόλις μετὰ τὸν 16ο αἰῶνα. Ἄξιο λόγου ἐν προκειμένῳ εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι τὸ Τυπικὸ τῆς Λαύρας τοῦ ὁσίου Σάββα τοῦ 1545 δὲν τὸ ἀναφέρει πουθενὰ ὡς ὕμνο τῆς ἀπολύσεως! Σὲ κάθε περίπτωση πάντως, τὸ «Πληρωθήτω…», ὕμνος ποὺ εἶμαι βέβαιος πὼς ἡ συντριπτικὴ πλειοψηφία τῶν παρευρισκομένων ἐκλεκτῶν συναδέλφων ὄχι μόνον δὲν ψάλλει ἀλλὰ δυστυχῶς καὶ ἀγνοεῖ πλήρως, καθιερώθηκε ἀπὸ τὸν πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Σέργιο ἤδη ἀπὸ τὸ 624 νὰ ψάλλεται σὲ κάθε θεία Λειτουργία, γι’ αὐτὸ καὶ ἂν καὶ μετατοπίστηκε ἀπὸ τὴν ἀρχική του θέση, ἐν τούτοις οὐδέποτε παρελείπετο. Ἡ ἀταξία στὸ σημεῖο αὐτὸ ὑπεισῆλθε ὅταν σταδιακὰ περιορίσθηκε ἡ συμμετοχὴ τῶν πιστῶν στὴν θεία κοινωνία, μὲ ἀποτέλεσμα τὸ κοινωνικὸ νὰ διακόπτεται ἅμα τῇ διακονικῇ παρακελεύσει «Μετὰ φόβου Θεοῦ…», ἀφοῦ ὁ χρόνος ποὺ ἀπαιτεῖτο γιὰ τὴν κάλυψη τῆς μεταλήψεως τῶν πιστῶν ἦταν ἐλάχιστος ἢ καὶ μηδαμινός! Γιὰ τὴν κάλυψη λοιπὸν αὐτοῦ τοῦ χρόνου ἐπελέγησαν τὰ κοινωνικὰ τῆς Μεγάλης Πέμπτης καὶ τοῦ Πάσχα, ἤτοι «Τοῦ δείπνου σου τοῦ μυστικοῦ…» καὶ «Σῶμα Χριστοῦ μεταλάβετε…» ἀντιστοίχως. Αὐτὴ ἀκριβῶς ἡ ἀποχὴ τῶν πιστῶν ἀπὸ τοῦ Ποτηρίου τῆς Ζωῆς αὐτομάτως ὑποβάθμισε τὸ σημεῖο αὐτὸ τῆς θείας Λειτουργίας, μετατρέποντάς το σὲ ἕναν νεκρὸ χρόνο, παραθεωρώντας πὼς αὐτὸ καὶ μόνον αὐτὸ εἶναι τὸ τέλος -ἤτοι ὁ σκοπός- τῆς θείας Λειτουργίας. Στὴν συνείδηση λοιπὸν σήμερα τῶν περισσοτέρων ἐκκλησιαζομένων -καὶ ἡμῶν τῶν ἱεροψαλτῶν δυστυχῶς- τὸ ἐνδιαφέρον τῆς θείας Λειτουργίας τελειώνει μὲ τὸ «Ἄξιόν ἐστιν…», ὀπότε ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πέρα σκοπὸς εἶναι νὰ περάσει ἡ ὥρα νὰ ἐξέλθουμε τοῦ ναοῦ, μὲ ἀποτέλεσμα ὅλα ἐκεῖνα ποὺ στὴν ἀρχὴ τῆς εἰσηγήσεώς μου ἀνέφερα, πλὴν βέβαια τῶν ἐλαχίστων ἐκείνων ποὺ ἀναμένουν τὴν ὑποστατική τους ἕνωση μὲ τὸν προσφερόμενο ἐντὸς τοῦ Ποτηρίου Χριστό. Ἐκείνων τῶν ἐλαχίστων ποὺ ἔχουν παραμείνει νὰ γνωρίζουν τὸν λόγο γιὰ τὸν ὁποῖο εὑρισκόμεθα ἐντὸς τοῦ ναοῦ. Ἕνας ἄλλος λόγος παραγκωνισμοῦ τοῦ κοινωνικοῦ ψαλμοῦ εἶναι ὅτι πλέον τὰ ἀργᾶ μέλη ἀκούγονται ἀδιάφορα στὸ ἐκκλησίασμα. Εἶναι γεγονὸς πὼς δὲν ζοῦμε στὴν Κωνσταντινούπολη κατὰ τὴν περίοδο τῶν μεγάλων μουσικῶν δημιουργιῶν. Ὁ ἐκκλησιαζόμενος κόσμος προτιμᾷ νὰ ἀναγνωρίζει λέξεις στὰ ψαλλόμενα ἀπὸ τὸν ψάλτη καὶ ὄχι μιὰ σκέτη μελωδία, ὅσο ὑψηλὴ καὶ ἀνυπέρβλητη καὶ ἂν εἶναι γιὰ ’μᾶς τοὺς ψάλλοντες αὐτή. Γι’ αὐτὸ ἄλλωστε καὶ ὁ κόσμος ἐπιτυχημένο κοινωνικὸ θεωρεῖ τὸ «Ἁγνὴ Παρθένε… » καὶ τὸ «Ἐξομολογεῖσθε τῷ Κυρίῳ…». Ἐπειδὴ ἀκριβῶς μπορεῖ νὰ ἀναγνωρίσει λέξεις στὰ ψαλλόμενα. - 104 -


Γιὰ ὅλους λοιπὸν τοὺς ἀνωτέρω λόγους τὸ χρονικὸ διάστημα τοῦ κοινωνικοῦ καὶ τῆς μεταλήψεως τῶν πιστῶν ὑποβαθμίσθηκε στὴν συνείδησή μας, γι’ αὐτὸ καὶ θεωρεῖται ἕνα σημεῖο τὸ ὁποῖο πρέπει νὰ καλύψουμε μὲ κάθε τρόπο. Μία ἄλλη ἐπίσης αἰτία εἶναι τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ ἐκτέλεσις ἑνὸς κοινωνικοῦ ἀπαιτεῖ καλὲς μουσικὲς γνώσεις. Αὐτὸς ἄλλωστε εἶναι ὁ λόγος ποὺ ἀκόμη καὶ στὶς Μονὲς τοῦ Ἁγίου Ὄρους κατὰ τὴν ὥρα τοῦ κοινωνικοῦ ἀναγινώσκεται ἡ ἀκολουθία τῶν τυπικῶν. Μόνον ὅμως κατὰ τὶς καθημερινὲς Λειτουργίες, κατὰ τὶς ὁποῖες δὲν ψάλλουν οἱ ἐπιτετραμένοι μὲ τὸ διακόνημα τοῦ ψάλτου πατέρες, ἀλλὰ οἱ ὑπόλοιποι μὲ τὴν σειρά. Μὴ δυνάμενοι λοιπὸν νὰ ψάλουν κοινωνικὸ κάνουν αὐτὸ ποὺ μποροῦν, δηλαδὴ νὰ διαβάσουν. Ἀλλ’ οὐχ οὕτως ἔσται ἐν ὑμῖν1! Ποιὰ ἡ διαφορὰ ἀνάμεσα στὸ χερουβικὸ ἐπὶ παραδείγματι καὶ τὸ κοινωνικό; Καμία ἀπολύτως. Καὶ οἱ δύο εἶναι καλυπτήριοι ὕμνοι. Ὁ μὲν πρῶτος τῆς μεταφορᾶς τῶν τιμίων Δώρων ἀπὸ τῆς προθέσεως στὴν ἁγία Τράπεζα, ὁ δὲ δεύτερος τῆς μεταλήψεως τῶν ἱερέων καὶ τῆς προετοιμασίας γιὰ τὴν μετάληψη τῶν πιστῶν. Ἔχει ποτὲ διανοηθεῖ κάποιος ἀπὸ ἐμᾶς νὰ ἀντικαταστήσει τὸν χερουβικὸ ὕμνο μὲ κάποιον ἄλλο; Ἄλλωστε τὰ χερουβικὰ εἶναι ἐξ ἴσου δύσκολα μὲ τὰ κοινωνικά. Μετὰ βεβαιότητος ἀπαντῶ ἐκ μέρους ὅλων μας: Ὄχι, ποτέ. 4 χερουβικοὺς ὕμνους μᾶς παραδίδουν τὰ τυπικά, αὐτοὺς ψάλλουμε. Ἅπαξ τοῦ ἔτους, κατὰ τὴν θεία Λειτουργία τῆς Μεγάλης Πέμπτης τὸ «Τοῦ δείπνου σου τοῦ μυστικοῦ…». Ἅπαξ ἐπίσης τοῦ ἔτους, κατὰ τὴν θεία Λειτουργία τοῦ Μεγάλου Σαββάτου -καὶ κατὰ τὴν θεία Λειτουργία τῶν ἐγκαινίων τοῦ ναοῦ- τὸ «Σιγησάτω πᾶσα σᾶρξ…», 16 φορές, ὅσες δηλαδὴ καὶ οἱ ἀντίστοιχες Προηγιασμένες τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς καὶ τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος, τὸ «Νῦν αἱ δυνάμεις τῶν οὐρανῶν…» καὶ ὅλες τὶς ὑπόλοιπες φορὲς τὸ «Οἱ τὰ Χερουβεὶμ μυστικῶς εἰκονίζοντες…». Καὶ ὅμως, παρ’ ὅλ’ αὐτὰ τὸν ὕμνο αὐτὸ ὄχι μόνον δὲν τὸν ἔχουμε βαρεθεῖ ὥστε νὰ τὸν ἐξοβελίσουμε -ὅ,τι κάναμε δηλαδὴ μὲ τὸ κοινωνικό- ἀλλὰ παρατηρεῖται μία ἐκπληκτικὴ συνεχὴς μουσικὴ παραγωγὴ χερουβικῶν. Μὲ τὴν ἴδια λοιπὸν σοβαρότητα καὶ σεβασμὸ ποὺ ἀντιμετωπίζουμε τὸ χερουβικὸ καὶ τοὺς λοιποὺς ὕμνους τῆς θείας Λειτουργίας, ὑποχρεούμεθα νὰ ἀντιμετωπίζουμε καὶ τὸ κοινωνικό, ἂν ὄχι μὲ περισσότερη, δεδομένου ὅτι ὅλοι οἱ πρὸ κοινωνικοῦ ὕμνοι τείνουν πρὸς τὸ κοινωνικό, τὴν θεία μετάληψη, τὸν μοναδικὸ σκοπὸ δηλαδὴ καὶ τὴν ὁλοκλήρωση τῆς θείας Λειτουργίας. Ὁ ἱερὸς ναὸς δὲν εἶναι ὁ χῶρος ἐντὸς τοῦ ὁποίου ὁ καθεὶς αὐτο-σχεδιάζει καὶ ἐνεργεῖ κατὰ τὸ δοκοῦν. Ἡ θεία Λειτουργία –καὶ ἐν γένει ἡ θεία λα1

Ματθ., Κ΄, 26. - 105 -


τρεία- ὅπως καὶ ἡ ὀνομασία της μαρτυρεῖ εἶναι ἔργο δημόσιο καὶ ὄχι ἰδιωτικό, ὑπόθεση δηλαδὴ δική μας. Ἐμεῖς εἴμαστε ἁπλῶς ἕνα πρόσωπο ἀνάμεσα στὰ ἀναρίθμητα ἄλλα ἐντὸς τοῦ ἀενάου λειτουργικοῦ χωροχρόνου ποὺ ξεκινᾷ ἀπὸ τὸν Γολγοθᾶ καὶ καταλήγει στὴν Δευτέρα Παρουσία. Ὅ,τι λοιπὸν τελεσιουργεῖται ἐντὸς τῆς θείας λατρείας καθορίζεται ἐπ’ ἀκριβῶς ἀπὸ αὐτὴν τὴν μακραίωνο παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, ἡ ὁποία καταγράφεται στὰ Τυπικά. Τὰ τυπικὰ ἑπομένως εἶναι ἐκεῖνα ποὺ μᾶς ἐπιβάλλουν τὸ τί θὰ ποῦμε καὶ ὄχι ἡ διάθεση ἢ οἱ προσωπικές μας ἀπόψεις ἢ πεποιθήσεις. Καὶ πρέπει νὰ τονισθεῖ πὼς ἡ ὑπακοή μας αὐτὴ πρὸς τὰ τυπικὰ δὲν εἶναι μιὰ τυφλὴ προσκόληση καὶ ἀνούσια τυπολατρεία. Εἶναι σεβασμὸς πρὸς τὴν μακραίωνο ζῶσα παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, μιὰ παράδοση ποὺ διαμορφώθηκε ἀπὸ ἀνθρώπους πνευματοφόρους. Ἁγίους ποὺ βίωναν τὸ μυστήριο τῆς θείας λατρείας ὡς ὄντως προγεύσεως τῆς ὀγδοάδος ἡμέρας. Γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἀκριβῶς μὲ τὸν τύπο θέλησαν νὰ διαφυλάξουν τὴν οὐσία, ἀφοῦ κάθε τὶ ἐντὸς τῆς θείας λατρείας ἔχει πρακτικὲς μὰ καὶ οὐσιοδέστατες θεολογικὲς καὶ συμβολικὲς προεκτάσεις. Τὰ τυπικὰ λοιπὸν εἶναι ἐκεῖνα ποὺ καταγράφουν τὴν παράδοση αὐτή, ἆρα αὐτὰ ὑποχρεούμεθα νὰ συμβουλευόμαστε ἐπὶ πάντων τῶν τελετουργικῶν θεμάτων, ὅπως ἐν προκειμένῳ καὶ ἐπὶ τοῦ θέματος τοῦ κοινωνικοῦ. Βλέπουμε λοιπὸν πὼς ὅλα ἀπολύτως εἶναι σαφέστατα καὶ δὲν ἀφήνουν κανένα ἀπολύτως περιθώριο ἀντικαταστάσεως τοῦ κοινωνικοῦ ψαλμοῦ μὲ ὁτιδήποτε ἄλλο. Τὸ Τυπικὸν τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας -ἤτοι τῆς Ἁγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως- τοῦ 10ου αἰῶνος, τῆς Μονῆς Σωτῆρος Χριστοῦ Μεσσήνης τοῦ 1131, τῆς Λαύρας τοῦ ὁσίου Σάββα τοῦ 1545, μὰ καὶ ὅλα τὰ νεώτερα τοῦ 18ου αἰῶνος, ἐπὶ παραδείγματι τῆς Μονῆς Βατοπαιδίου, τῆς Μονῆς Διονυσίου, τῆς Μονῆς Ξηροποτάμου, τῆς Μονῆς Ἁγίου Παύλου, τῆς Μονῆς Ξενοφῶντος μὰ καὶ τῆς ἐν Κρήτῃ Μονῆς τῶν Ἀπεζανῶν. Καὶ βέβαια γιὰ νὰ μὴν πεῖ κάποιος πὼς τὰ προαναφερθέντα εἶναι μοναστηριακὰ τυπικὰ οὐδεμία σχέση ἔχοντα μὲ τὶς ἐνορίες, ἀκριβῶς τὸ ἴδιο ὁρίζουν –δηλαδὴ κοινωνικὸ καὶ τίποτα ἄλλο- τὸ Τυπικὸν τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας τοῦ Κωνσταντίνου Πρωτοψάλτου τοῦ 1838 μὰ καὶ τοῦ Γεωργίου Βιολάκη τοῦ 1888, ἐκεῖνο δηλαδὴ ποὺ ἐπεκράτησε νὰ ἰσχύει σὲ ὅλες τὶς ἑλληνόφωνες Ἐκκλησίες. Καὶ βέβαια, δὲν εἶναι οἱ ψάλτες ὅλοι ἀπαραιτήτως λειτουργιολόγοι γιὰ νὰ ἔχουν μελετήσει τὰ ὡς ἄνω τυπικά. Σίγουρα ὅμως γνωρίζουν καὶ συμβουλεύονται τὰ κατ’ ἔτος τυπικά. Σὲ κάθε ἀναλόγιο ἄλλωστε ἀπαραιτήτως ὑπάρχει ἕνα τέτοιο. Ὅλα λοιπὸν αὐτὰ ἐπιβάλλουν κοινωνικὸ καὶ μόνον κοινωνικό. - 106 -


Σὲ μία μόνον περίπτωση ὑπάρχει τυπικὴ διάταξις ποὺ ἐπιτρέπει τὴν ἀντικατάσταση τοῦ κοινωνικοῦ. Εἶναι κατὰ τὴν Προηγιασμένη τῆς Παρασκευῆς τῆς α΄ ἑβδομάδος τῶν νηστειῶν, ὅπου τὸ Τυπικὸν τῆς Διονυσίου καὶ τὸ Τυπικὸν τῶν Ἀπεζανῶν ὁρίζουν νὰ ψάλλεται ὁ παρακλητικὸς κανὼν πρὸς τὸν Ἅγιο Θεόδωρο. Καὶ βέβαια τὸ σημεῖο τοῦτο ἀπαιτεῖ μεγάλη προσοχὴ ὥστε νὰ μὴν προβοῦμε σὲ βιαστικὰ συμπεράσματα ὅτι δῆθεν τὰ τυπικὰ μᾶς δίδουν τὸ δικαίωμα νὰ ἀντικαθιστοῦμε τὸ κοινωνικό. Ἡ συγκεκριμένη περίπτωση ἀποτελεῖ τὴν μοναδικὴ ἐξαίρεση τοῦ ἀπαραβάτου γενικοῦ κανόνος. Εἶναι ἄξιο λόγου δὲ πὼς ἀπὸ τὸ σύνολο τῶν τυπικῶν μόνον 2 τάσσουν τὸν παρακλητικὸ κανόνα τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου ἀντὶ κοινωνικοῦ, ἐνῷ ὅλα τὰ ὑπόλοιπα τὸν θέτουν στὴν ὀρθή του θέση, ἤτοι μετὰ τὴν ὀπισθάμβωνο εὐχή. Ὅμως καὶ αὐτὰ τὰ 2 τυπικὰ τῆς Διονυσίου καὶ τῶν Ἀπεζανῶν, τὰ ὁποῖα εἶναι ἀπὸ τὰ ἀκριβέστερα καὶ αὐστηρότερα στὶς λεπτομέρειες τῶν διατάξεών τους, μόνον κατὰ τὴν συγκεκριμένη ἡμέρα ὁρίζουν κάτι διαφορετικὸ ἀπὸ τὸν κοινωνικὸ ψαλμό, καὶ σίγουρα ὁρίζουν τί ἀκριβῶς εἶναι αὐτὸ ποὺ τὸν ἀντικαθιστᾶ -ἤτοι ὁ παρακλητικὸς κανών- χωρὶς νὰ ἀφήνουν τὸ παραμικρὸ περιθώριο στὸν ψάλτη νὰ αὐτοσχεδιάσει. Μετὰ τὴν παράθεση λοιπὸν τῆς σχετικῆς θεωρίας ἐπὶ τοῦ θέματος καὶ ὁδεύοντας πρὸς τὸ τέλος τῆς παρούσης εἰσηγήσεως ἂς προβοῦμε στὴν πράξη, ἡ ὁποία καὶ εἶναι θεωρίας ἐπίβασις2 κατὰ τὸν ἐπώνυμο τῆς θεολογίας Γρηγόριο. Τί κάνουμε τελικὰ σὲ κάθε θεία Λειτουργία ἀπὸ τοῦ «Πρόσχωμεν. Τὰ Ἅγια τοῖς Ἁγίοις» ἕως καὶ τοῦ τέλους αὐτῆς; Μετὰ τὴν ἱερατικὴ παρακέλευση ὁ δεξιὸς χορὸς ἀπαντᾷ στὸν ἱερέα μὲ τὸ «Εἷς Ἅγιος, εἷς Κύριος, Ἰησοῦς Χριστὸς εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός. Ἀμήν» καὶ ὁ ἀριστερὸς ἀρχίζει νὰ ψάλλει τὸ κοινωνικὸ ποὺ ἡ τυπικὴ διάταξις τῆς ἡμέρας ὁρίζει. Ἐπ’ αὐτοῦ 2 ἐπιλογὲς ἔχει. Ἡ πρώτη εἶναι νὰ ψάλει τὸν συγκεκριμένο μόνον στίχο, ἐπὶ παραδείγματι «Αἰνεῖτε τὸν Κύριον ἐκ τῶν οὐρανῶν. Ἀλληλούια» γιὰ τὶς Κυριακὲς ἢ «Εἰς μνημόσυνον αἰώνιον ἔσται δίκαιος. Ἀλληλούια» ἐπὶ τὶς μνῆμες τῶν Ἁγίων καὶ οὕτῳ καθ’ ἑξῆς. Ἡ δεύτερη εἶναι νὰ ἐφαρμόσει τὴν πρὸ 10ου αἰῶνος ὠραιοτάτη πρακτικὴ καὶ νὰ ψάλει ὁλόκληρο τὸν ψαλμὸ μὲ κατάληξη τὸ Ἀλληλούια σὲ κάθε στίχο. Ἐν προκειμένῳ ἰδανικὸ βοήθημα γιὰ τὸν ἱεροψάλτη θὰ ἀποτελοῦσε τὸ «Ψαλτήριον Τερπνόν». Μιὰ ἔκδοση τῆς Μονῆς Σίμωνος Πέτρας, ἡ ὁποία πε-ριέχει ὅλους τοὺς ψαλμοὺς τοῦ Δαυὶδ σὲ ἀρκετὲς μελοποιήσεις τὸν καθένα, ἢ ἁπλῶς ἕνα ἐκλογάριον τὸ ὁποῖο περιέχει στίχους ψαλμῶν γιὰ κάθε ἑορτὴ καὶ ὁμάδα Ἁγίων. 2

Ε.Π.Ε., Δ΄, 274. - 107 -


Μετὰ τὸ «Μετὰ φόβου Θεοῦ…» ὁ ἀναγνώστης ἀπαντᾷ λαγαϊδικῶς «Ἀμήν, ἀμήν, ἀμήν. Εὐλογημένος ὁ ἐρχόμενος ἐν ὀνόματι Κυρίου. Θεὸς Κύριος καὶ ἐπέφανεν ἡμῖν.» καὶ ὁ ἀριστερὸς πλέον ἔχει 3 ἐπιλογές. Ἡ πρώτη καὶ ἀρχαιοτέρα -ἆρα καὶ πλέον ὀρθή- εἶναι νὰ συνεχίσει τὸ κοινωνικὸ ἀπὸ τοῦ σημείου ποὺ ὁ διάκονος τὸν εἶχε διακόψει. Ἡ δεύτερη εἶναι νὰ ψάλει τὸ κοινωνικὸ τῆς Μεγάλης Πέμπτης «Τοῦ δείπνου σοῦ τοῦ μυστικοῦ…» πλὴν τῆς τεσσαρακονθημέρου πασχαλίου περιόδου ὅπου ψάλλεται τὸ «Σῶμα Χριστοῦ μεταλάβετε, πηγῆς ἀθανάτου γεύσασθε. Ἀλληλούια». Ἐνῷ ἡ τρίτη ἐπιλογή –βάσει τῷν τυπικῶν τοῦ Βατοπαιδίου καὶ τῶν Ἀπεζανῶνεἶναι καθ’ ὅλο τὸ ἔτος ἡ ψαλμώδησις τοῦ «Σῶμα Χριστοῦ μεταλάβετε…». Μεταξὺ τῆς δεύτερης καὶ τρίτης ἐπιλογῆς προκριτέα ἡ τρίτη, δεδομένου πὼς κάθε θεία λειτουργία εἶναι ἀναστάσιμη καὶ κάθε φορὰ ποὺ ὁ Χριστιανὸς μεταλαμβάνει, κοινωνεῖ τῆς τεθεωμένης καὶ ἀνεστημένης σαρκὸς τοῦ Χριστοῦ προγευόμενος τῆς αἰωνίου Βασιλείας Αὐτοῦ. Μετὰ τὴν ἱερατικὴ εὐλογία «Σῶσον ὁ Θεὸς τὸν λαόν σου…» ὁ δεξιὸς χαρὸς ψάλλει τὸ «Εἴδομεν τὸ φῶς τὸ ἀληθινόν…» πλὴν τῶν δεσποτικῶν ἑορτῶν καὶ τῶν ἀποδόσεών τους, ποὺ ἡ τυπικὴ διάταξις ὁρίζει τὸ ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς ἢ τῆς ἀναστασίμου περιόδου, ὅπου ψάλλεται τὸ «Χριστὸς ἀνέστη…». Ἀκολουθεῖ ἡ ἱερατικὴ ἐκφώνηση «Πάντοτε νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων». Ὁ ἀριστερὸς ψάλτης δὲν ἀπαντᾷ ἁπλῶς «Ἀμήν», ἀλλὰ «Ἀμήν. Πληρωθήτω τὸ στόμα ἡμῶν αἰνέσεώς σου, Κύριε, ὅπως ὑμνήσωμεν τὴν δόξαν σου, ὅτι ἠξίωσας ἡμᾶς μετασχεῖν τῶν ἁγίων Μυστηρίων σου. Στήριξον ἡμᾶς ἐν τῷ σῷ ἁγιασμῷ ὅλην τὴν ἡμεραν μελετᾶν τὴν δικαιοσύνην σου. Ἀλληλούια, ἀλληλούια, ἀλληλούια» Τὸ παρὸν ψάλλεται ἀπαραιτήτως σὲ κάθε θεία Λειτουργία συντόμως σὲ ἦχο β΄, πλὴν τῆς διακαινησίμου ἑβδομάδος ὅπου ψάλλεται πάλιν τὸ «Χριστὸς ἀνέστη…». Ὑπάρχουν 2 παραλλαγὲς τοῦ συγκεκριμένου ὕμνου. Καὶ οἱ 2 εἶναι ἐξ ἴσου σωστὲς καὶ σεβαστές. Ἕπεται ἡ διακονικὴ αἴτησις καὶ ἡ ἐκφώνησις «Ὅτι σὺ εἶ ὁ ἁγιασμός…». Ἔπειτα ὁ ἱερεὺς ἐκφωνεῖ «Ἐν εἰρήνῃ προέλθωμεν», καὶ ὁ ἀναγνώστης ἀπαντᾶ «Ἐν ὀνόματι Κυρίου». Ὁ διάκονος «Τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν», καὶ ἐμεῖς «Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον, Κύριε ἐλέησον. Εὐλόγησον», ἡ ὀπισθάμβωνος εὐχὴ σαφῶς χωρὶς τὰ διάφορα «Ἀμήν» στὸ μέσον της ἀλλὰ μόνον ἕνα στὸ τέλος καὶ τὸ «Εἴη τὸ ὄνομα Κυρίου εὐλογημενον…» ψαλλόμενο καὶ αὐτό -ὡς γνωστόν- σὲ κάθε λειτουργία, πλὴν τῆς διακαινησίμου ἑβδομάδος ποὺ ἀντικαθίσταται ἀπὸ τὸ «Χριστὸς ἀνέστη…», καὶ ἡ ἀπόλυσις, τὴν ὁποία ὁ ψάλτης δὲν θὰ πρέπει νὰ ἐπικαλύπτει μὲ τὸν πολυχρονισμὸ τοῦ ἱερέως, ἤτοι «Τὸν εὐλογοῦντα καὶ ἁγιάζοντα ἡμᾶς, Κύριε, φύλαττε εἰς πολλὰ ἔτη», ἀλλὰ νὰ τὸν λέγει πρὸ τοῦ «Δι’ εὐχῶν…» ὥστε νὰ γίνεται ἀντιληπτὴ καὶ κατανοητὴ ἀπὸ τὸν λαὸ ἡ ἀπόλυσις. - 108 -


Μετὰ τὸ «Δι’ εὐχῶν…», κατὰ τὴν διανομὴ τοῦ ἀντιδώρου, ὁ ἱεροψάλτης εἶναι ἐλεύθερος νὰ ψάλει ὅ,τι ἡ διάθεσή του τοῦ ἐπιβάλλει ὡς εὑρισκόμενος πλέον ἐκτὸς τοῦ λειτουργικοῦ χρόνου, καὶ πάλιν ὅμως ἐπιλέγοντας αὐστηρὰ ἀνάμεσα ἀπὸ ἐκκλησιαστικοὺς ὕμνους καὶ ὄχι ψαλτοτράγουδα ὡς εὑρισκόμενος ἐντὸς τοῦ λειτουργικοῦ χώρου. Συνελόντι εἰπεῖν, εἶναι καιρὸς πλέον νὰ ἀντιμετωπίσουμε τὴν θεία λατρεία μὲ τὴν ἁρμόζουσα σοβαρότητα. Ἡ μόνη ἄλλωστε ἀκραιφνὴς ὀρθόδοξη θεολογία εἶναι ἡ θεολογία τῆς λατρείας. Εἴμαστε ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ ἐπειδὴ μετέχουμε τῶν μυστηρίων τῆς Ἐκκλησίας μας καὶ κυρίως τοῦ μυστηρίου τῶν μυστηρίων ποὺ εἶναι ἡ θεία Εὐχαριστία. Καλούμεθα λοιπὸν σήμερα νὰ κάνουμε τὴν ὑπέρβαση. Ὁ αἰῶνάς μας, αἰῶνας τῆς γνώσεως καὶ τῆς ἐπιστήμης, δὲν μᾶς ἐπιτρέπει νὰ παραμένουμε ἀμαθεῖς συνεχίζοντας λάθη τοῦ παρελθόντος, λάθη ἀνθρώπων ποὺ δὲν εἶχαν πρόσβαση στὴν γνώση ὅπως ἐμεῖς σήμερα. Μὲ τὴν ἀπαραίτητη λοιπὸν σοβαρότητα, σύνεση καὶ ἐπιστημοσύνη νὰ σταθοῦμε ἐπὶ τοῦ ἀναλογίου ὄχι μόνον ὡς μουσικοὶ ἐκτελεστὲς ἀλλὰ κυρίως ὡς θεματοφύλακες τῆς μακραιώνου ὀρθοδόξου λειτουργικῆς παραδόσεώς μας ἔχοντας πάντοτε εἰς τὰ ὦτα μας τὴν προτροπὴ τοῦ ἀποστόλου Παύλου Πάντα εὐσχημόνως καὶ κατὰ τάξιν γινέσθω3 ! Σᾶς εὐχαριστῶ πολὺ γιὰ τὴν ἀνοχή σας! ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

• Ἁγιορειτικὸν Τυπικὸν τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἀκολουθίας, Ἱερὸν Κελλίον Εὐαγγελισμοῦ Καρεῶν Ἁγίου Ὄρους, Ἔκδ. Καστανιώτη, Ἀθήνα 1995. • Arranz Miguel, Le Typicon du Monastere du Saint-Sauveur a Messine, Ῥώμη 1969. • Ἐγκόλπιον Ἀναγνώστου καὶ Ψάλτου καταρτισθὲν ὑπὸ Κωνσταντίνου Παπαγιάννη Πρωτοπρεσβυτέρου, Ἔκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθήνα 20097. • Ἐκλογάριον ἤτοι Ἐκλογὴ τῶν Ψαλμῶν τοῦ Προφήτου καὶ Βασιλέως Δαβίδ, Ἔκδ. Ῥηγοπούλου, Θεσσαλονίκη 2001. • Κουμαριανοῦ Θεοδώρου Πρωτοπρεσβυτέρου, Ἡ Θεία Λειτουργία κατὰ τὴν Παράδοση τοῦ Πατριαρχείου τῆς Κωνσταντινουπόλεως, Σημειώσεις Πανεπιστημιακῶν Παραδόσεων, Ἀκαδημαϊκὸ ἔτος 2001-2002. • Κουτεντάκη Ἀντωνίου, Λειτουργικὴ Πρᾶξις τῆς ἐν Κρήτῃ Ἱερᾶς καὶ Σεβασμίας Μονῆς Ἁγίου Ἀντωνίου τῶν Ἀπεζανῶν, Ἀθῆναι 2011. • Mateos Juan, Le Typicon de la Grande Eglise, τόμ. 1ος - 2ος, Ῥώμη 1962 κ.ἑξ. • Παπαγιάννη Κωνσταντίνου Πρωτοπρεσβυτέρου, Σύστημα Τυπικοῦ τῶν Ἱερῶν Ἀκο3

Α΄ Κορ. ΙΔ΄, 40. - 109 -


• • • • • • • • • • • • • • •

λουθιῶν τοῦ Ὅλου Ἐνιαυτοῦ, Ἔκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθήνα 2006. Ῥήγα Γεωργίου Οἰκονόμου, Ζητήματα Τυπικοῦ, Πατριαρχικὸν Ἵδρυμα Πατερικῶν Μελετῶν, Λειτουργικὰ Βλατάδων, τόμ. 2ος, Θεσσαλονίκη 19992. Ῥήγα Γεωργίου Οἰκονόμου, Τυπικόν, Πατριαρχικὸν Ἵδρυμα Πατερικῶν Μελετῶν, Λειτουργικὰ Βλατάδων, τόμ. 1ος, Θεσσαλονίκη, 1994. Συλλειτουργικὸν ἤτοι ἡ Τάξις Ἀναγνώστου καὶ Ψάλτου, Ἔκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Σίμωνος Πέτρας, Ἅγιον Ὄρος 20044. Τρεμπέλα Παν. Ν., Αἱ τρεῖς Λειτουργίαι κατὰ τοὺς ἐν Ἀθήναις Κώδικας, Ἔκδ. Σωτήρ, Ἀθῆναι 1997. Τυπικὸν Βιολάκη Γεωργίου, 1888. Τυπικὸν Ἐκκλησιαστικὸν τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Βατοπαιδίου, χειρόγραφον, 1869. Τυπικὸν Ἱερᾶς Μονῆς Αγίου Παύλου, χειρόγραφον, 1850. Τυπικὸν Ἱερᾶς Μονῆς Ξενοφῶντος, δακτυλογραφημένο, 1794. Τυπικὸν Ἱερᾶς Μονῆς Ξηροποτάμου, δακτυλογραφημένο, 1927. Τυπικὸν Κωνσταντίνου Πρωτοψάλτου, 1838. Τυπικὸν τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἀκολουθίας τῆς ἐν Ἱεροσολύμοις Ἁγίας Λαύρας τοῦ Ὁσίου καὶ Θεοφόρου Πατρὸς ἡμῶν Σάββα, ἄ.τ. 1545. Τυπικὸν τῆς ἐν Ἄθῳ Ἱερᾶς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Διονυσίου, Ἅγιον Ὄρος 2004. Φουντούλη Ἰωάννου, Ἀπαντήσεις εἰς Λειτουργικὰς Ἀπορίας, τόμ. 1ος – 5ος, Ἔκδ. Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθήνα 1991 κ.ἑξ. Φουντούλη Ἰωάννου, Κείμενα Λειτουργικῆς, τεῦχος Γ΄ - Θεῖαι Λειτουργίαι, Θεσσαλονίκη 2005. Ψαλτήριον Τερπνόν, Ἔκδ. Ἱερᾶς Μονῆς Σίμωνος Πέτρας, Ἅγιον Ὄρος 20013.

- 110 -


Ορθοδοξία καί λατρεία: Συν-Jερουργία Κλήρου καί Λαοῦ Gωάννης Γ. Τσερεβελάκης Φιλόλογος-Θεολόγος-Πρωτοψάλτης Καταρχὴν εὐχαριστῶ τοὺς ὀργανωτὲς τοῦ 2ου Ἱεροψαλτικοῦ συνεδρίου καὶ τοὺς συγχαίρω, γιατὶ σὲ δύσκολους καιροὺς ἀνέλαβαν τὸ ἐπίπονο ἔργο τῆς ὀργανώσεώς του. Ὁμολογῶ ὅτι ἡ εἰσήγησή μου, μὲ τὸν τίτλο: Ὀρθόδοξη Λατρεία: Συν-ιερουργία κλήρου καὶ λαο, θὰ ἔπρεπε κανονικά νὰ εἶναι περιττή. Καὶ τοῦτο, διότι παραβιάζουμε ἀνοιχτὲς πόρτες, καθὼς πρόκειται γιὰ πράγματα ποὺ πρέπει νὰ θεωροῦνται αὐτονόητα. Ὡστόσο, καθὼς φαίνεται, τίποτε δὲν πρέπει νὰ θεωρεῖται αὐτονόητο, ἀκόμη καὶ γιὰ μᾶς ποὺ ἀσχολούμαστε μὲ τὰ τῆς Ἐκκλησίας καὶ ζοῦμε ὰπὸ πιὸ κοντὰ τή ζωή της, προπάντων τὴ λατρευτική. Τὸ «γιατί» θὰ φανεῖ, πιστεύω, στὴ συνέχεια. Θὰ προχωρήσω τώρα στὴν ἀνάπτυξη τοῦ θέματός μου α) ἀναφερόμενος σὲ κάποιες ἀπὸ ταὶς βασικὲς πρωτοχριστιανικὲς πηγὲς γιὰ τὶς σχέσεις κλήρου καὶ λαοῦ στὴ λατρεία (κυρίως στὴ Θ. Εὐχαριστία), ὥστε νὰ δοῦμε τὶ λένε γιὰ τὸ θέμα μας, καὶ β) προχωρώντας σὲ κάποιες προτάσεις γιὰ μιὰ ἐπανεξέταση καὶ ἀναθέρμανση αὐτῶν τῶν σχέσεων Ἡ ἑνότητα κλήρου καὶ λαοῦ στὴ λατρεία μὲ βάση τὶς πηγές Θὰ πρέπει ἐξαρχῆς νὰ ποῦμε πὼς ὁ ὅρος «Ἐκκλησία», ποὺ οἱ χριστιανοὶ δανείστηκαν ἀπὸ τὸν ἀρχαῖο ἑλληνικὸ κόσμο δίνοντάς του ὅμως ἕνα νέο περιεχόμενο, σημαίνει τὴ σύναξη, συναγωγή τοῦ λαοῦ στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ1. Ὁ Χριστιανισμός, δηλαδή, κατανόησε τὸν ἑαυτό του πρωτίστως καὶ κυρίως ὡς Ἐκκλησία, δηλαδή ὡς σύναξη τοῦ λαοῦ γύρω ἀπὸ τὴν ἁγία Τράπεζα γιὰ τὴν τέλεση τοῦ μυστηρίου τῆς Θ. Εὐχαριστίας2 ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴ λήψη ἀποφάσεων (π.χ. χωρίς τὸ «ἄξιος» τοῦ λαοῦ χειροτονία δὲν μπορεῖ νὰ γίνει). Ὡς ἐκ τούτου, δὲν εἶναι τυχαῖο ποὺ ἡ Ἐκκλησία ἔχει ἀποκληθεῖ «οἰκία κοινὴ πάντων»3 καὶ ὅτι οἱ χριστιανοί, ἀσχέτως θέσεως, ἀποκαλοῦνται μεταξύ τους «ἀδελφοί»4. Ἡ σὲ μεγάλο βαθμό θρησκειοποίηση τοῦ χριστιανισμοῦ σήμερα συνιστᾶ ἔκπτωση καὶ ἀπώλεια τοῦ ἀληθινοῦ νοήματος καὶ τῆς οὐσίας τῆς χριστιανικῆς πίστης καὶ τῆς Λατρείας τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία καΧρήστου Γιανναρᾶ, Ἀλφαβητάρι τῆς πίστης, ἐκδόσεις Δόμος, Ἀθήνα 1983, σ. 183. Χρήστου Γιανναρᾶ, , ὅ.π. σ.183-184. 3 Χρυσοστόμου, Εἰς τὸ κατὰ Ματθαῖον, (Ὁμιλία 32), 57,384, 42. 4 Γιὰ τὴν Ἐκκλησία ὡς οἰκογένεια δὲς Χρήστου Γιαννρᾶ, ὅ.π. σ. 206. 1 2

- 111 -


ταρχὴν ὑπάρχει, γιὰ νὰ δυναμώνει ἀλλὰ καὶ νὰ ἀποκαλύπτει τὴν ἑνότητα τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, τοῦ συναγμένου στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ γύρω ἀπὸ τὸ θυσιαστήριο, ἀποσκοπεῖ, δηλαδή, πρωταρχικά στὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας (ἐννοοῦμε πάντοτε τὴ δημόσια Λατρεία, δηλαδὴ ὅλες τὶς ἀκολουθίες ποὺ τελοῦνται στὸ ναό). Μὲ τὸν ὅρο «ἑνότητα», ἐξάλλου, ἐννοοῦμε τὴν πραγμάτωση στὴν Εὐχαριστία καὶ διὰ τῆς Εὐχαριστίας, ὡς συν-ιερουργίας κλήρου καὶ λαοῦ, τῆς νέας «ἐν Χριστῷ»κοινωνίας, ποὺ συνεπάγεται στὸ πλαίσιο αὐτό ἐξαφάνιση ὁποιασδήποτε ποιοτικῆς (τὸ τονίζω) διαφορᾶς μεταξύ κλήρου καὶ λαοῦ, θεσμικῆς, διοικητικῆς ἤ ὀργανωτικῆς φύσεως. Αὐτὸ τὸ στοιχεῖο τῆς συλλογικότητας καὶ τῆς ἑνότητας κλήρου καὶ λαοῦ στὴ Λατρεία ἔχει τὴ βάση του στὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ: «Οὗ γάρ είσι δύο ἤ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν»5. Ἀλλὰ καὶ τὸ «ὁμοθυμαδόν» τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων6 καὶ κυρίως ἡ θεολογία τοῦ ἀποστόλου Παύλου («Εἷς ἄρτος, ἕν σῶμα οἱ πολλοί ἐσμέν· οἱ γάρ πάντες ἐκ τοῦ ἑνὸς ἄρτου μετέχομεν»7,) ἀποτελοῦν σαφῆ μαρτυρία γιὰ τὴν εὐχαριστιακή ἑνότητα τῶν πρώτων χριστιανῶν. Οἱ Ἐπιστολές τοῦ Παύλου συνιστοῦν τὴν καλύτερη μαρτυρία τοῦ γεγονότος ὅτι, γιὰ τοὺς πρώτους χριστιανούς, Ἐκκλησία ἀποκαλοῦνταν ἡ ἴδια ἡ εὐχαριστιακή σύναξη, ταυτιζόταν δηλαδή ἡ σύναξη τῶν πιστῶν μὲ αὐτὴ τὴν ἴδια τὴν Ἐκκλησία.8. Ὅμως καὶ ἡ πρώτη Ἐκκλησία διατήρησε ἀλώβητο τὸ αἴτημα τῆς ἑνότητας στὴ Λατρεία καὶ δὴ στὴ Θ. Εὐχαριστία. Γράφει ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος Ἀντιοχείας (τέλος α΄ καὶ ὰρχὲς β΄ αἰ. μ. Χ.): «Πάντες ἐπὶ τὸ αὐτὸ ἐν τῇ προσευχῇ ἅμα συνέρχεσθε∙ μία δέησις ἔστω κοινή, εἷς νοῦς, μία ἐλπίς, ἐν ἀγάπῃ, ἐν πίστει τῇ ἀμώμῳ, τῇ εἰς Χριστὸν Ἰησοῦν, οὗ ἄμεινον οὐδέν ἐστι. Πάντες ὡς εἷς, εἰς τὸν ναὸν Θεοῦ συντρέχετε, ὡς ἐπί ἕν θυσιαστήριον, ἐπί ἕνα Ἰησοῦν Χριστόν, τὸν ἀρχιερέα τοῦ ἀγεννήτου Θεοῦ»9. Οἱ Ἀποστολικὲς Διαταγὲς (δ΄ αἰ. μ. Χ.) παρουσιάζουν τὴν ἑνότητα τῆς εὐχαριστιακῆς συνάξεως, ἡ ὁποία διαφαίνεται ὡς συνιερουργία κλήρου καὶ λαοῦ, δηλαδή ὡς συλλογικὴ πράξη, ὡς ἔργο τοῦ λαοῦ πού, συγχρόνως, ἀποτελεῖ καὶ ἔκφραση τῆς ἑνότητάς του10. Θὰ παραθέσω στὴ συνέχεια κάποια συγκεκριμένα χωρία τῶν Ἀποστολικῶν Διαταγῶν, ἀπὸ τὰ ὁποῖα φαίνεται ἡ ἑνότητα κλήρου καὶ λαοῦ καὶ Ματθ. 18, 20. 2, 42-46. 7 Α΄ Κορ. 10,17 8 Ιωάννου Δ. Ζηζιούλα, Ἡ ἑνότης τῆςἘκκλησίας ἐν τῇ Θείᾳ Εὐχαριστίᾳ καὶ ἐν τῷ ἐπισκόπῳ κατὰ τοὺς τρεῖς πρώτους αἰῶνας, Ἐν Ἀθήναις 1985, σ. 30 κ.ε. 9 Πρὸς Μαγνησίους, 7, 1-2. 10 Η΄, 6,3. ΒΕΠΕΣ τ. 2, σ. 144: Ὁ ἐπίσκοπος προσφέρει τὰ δῶρα τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ καὶ ὁ λαὸς συμπροσεύχεται. 5 6

- 112 -


οἱ μεταξύ τους σχέσεις. Βέβαια, αὐτὸ δὲν σημαίνει ὅτι καταργεῖται ἡ τάξη καὶ ἡ ἐκκλησιαστικὴ ἱεραρχία, ἀφοῦ τὸν πρῶτο λόγο πάντοτε τὸν ἔχει ὁ ἐπίσκοπος, ὁ ὁποῖος «ἄρχειν χρὴ τῶν ὑπηκόων, οὐ μὴν καὶ ὑπ’ αὐτῶν ἄρχεσθαι»11 καὶ «κατὰ τὴν αὐτοῦ ἐξουσίαν πάντα διοικεῖσθαι»12. Ἐξάλλου, ὅπως γράφει ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος, «μηδεὶς χωρὶς τοῦ ἐπισκόπου τι πρασσέτω τῶν ἀνηκόντων εἰς τὴν ἐκκλησίαν. Ἐκείνη βεβαία ἡ εὐχαριστία ἡγείσθω, ἡ ὑπὸ τὸν ἐπίσκοπον οὖσα, ἤ ᾧ ἄν αὐτὸς ἐπιτρέψῃ.»13. Ἀλλὰ αὐτὴ ἡ «ἐξουσία»τοῦ ἐπισκόπου δὲν ὑπάρχει γιὰ τὸν ἑαυτό της ἀλλὰ γιὰ τὴ διακονία τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας14. Κύριος σκοπός του εἶναι «νὰ συγκροτεῖ τὴν ἑνότητα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος»15. Σύμφωνα, λοιπόν, μὲ τὸ κείμενο τῶν Ἀποστολικῶν Διαταγῶν, οἱ λαϊκοὶ καὶ ὄχι μόνο οἱ κληρικοὶ εἶναι «ἡ ἐκλεκτὴ ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ…ἡ ἀγία τοῦ Θεοῦ ἱερὰ ἐκκλησία»16. Ο συγγραφέας τῶν Διαταγῶν δὲν διαφοροποιεῖ τὸν κληρικὸ ἀπὸ τὸν λαϊκό17, ἐνῶ, θέλοντας νὰ δείξει τὸ βάθος τῆς ἑνότητας μεταξὺ κλήρου καὶ λαοῦ στὴ Λατρεία, τονίζει ὅτι «μὴ ὄντων τῶν ἀρχομένων, περιττοὶ οἱ ἄρχοντες, καὶ μὴ ὄντων στρατηγῶν οὐ στήσεται βασιλεία. Ἀλλὰ μηδὲ ἐπίσκοπος ἐπαιρέσθω κατὰ τῶν διακόνων ἤ τῶν πρεσβυτέρων, μήτε μὴν οἱ πρεσβύτεροι κατὰ τοῦ λαοῦ· ἐξ ἀλλήλων γὰρ ἡ σύστασις τοῦ συναθροίσματος»18. Ἡ ἑνότητα κλήρου καὶ λαοῦ φαίνεται, ἐπίσης, στὴν ὡραία εἰκόνα ποὺ περιλαμβάνεται στὴν εὐχὴ τῆς Εὐχαριστίας: «Σὺ δέσποτα παντοκράτορ, θεὲ αἰὠνιε, ὥσπερ ἦν τὸ κλάσμα τοῦτο διεσκορπισμένον καὶ συναχθὲν ἐγἐνετο εἷς ἄρτος, οὕτως συνάγαγέ σου τὴν ἐκκλησίαν ἀπὸ τῶν περάτων τῆς γῆς εἰς τὴν σὴν βασιλείαν»19. Ἡ ὕψιστη ἔκφραση τῆς ἑνότητας τῆς Ἐκκλησίας ἔγκειται στὴν κοινωνία τῆς Εὐχαριστίας. Μιὰ ἄλλη παράμετρος ποὺ μαρτυρεῖ τὴ συλλογικότητα τῆς πράξης τῆς Θ. Εὐχαριστίας καθὼς καὶ τὴν ἑνότητα κλήρου καὶ λαοῦ εἶναι τὸ σοβαρὸ Β, 15. Ἀποστολικοὶ Κανόνες, μα΄ ΒΕΠΕΣ τ. 2, σ.176. Δὲς καὶ Χρήστου Γιανναρᾶ, ὅ.π. σ. 205-206. 13 Σμυρναίοις ἐπιστολή, 8. 14 Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος ἐπανειλημμένως ὑπογραμμίζει ὅτι ἔργο τοῦ προεστῶτος εἶναι νὰ διατηρεῖ τὴν ἑνότητα καὶ τὴν εἰρήνη μεταξύ τῶν μελῶν τοῦ ποιμνίου του. Αὐτόθι, 57, 384, 34. Εἰς τὴν πρὸς Κολασσαεῖς, (Ὁμιλία 3), 62,322,30 κ.ἄ. Ὁ προεστὼς γενικὰ συμπεριφέρεται ἔτσι, ὥστε «μὴ τὴν ἰδίαν τιμὴν ζητεῖν, ἀλλὰ τὸ κοινῇ συμφέρον», γράφει [Εἰς τὴν πρὸς Τίτον (Ὁμιλία 2), 62,671]. 15 Χρήστου Γιανναρᾶ, ὅ.π. σ. 206. 16 Β, 26,. ΒΕΠΕΣ τ. 2, σ. 34. 17 Η, 44. ΒΕΠΕΣ τ. 2, σ. 169. 18 Η, 1. ΒΕΠΕΣ τ. 2, σ. 141. 19 Ζ, 25. ΒΕΠΕΣ τ. 2, σ. 124-125. 11 12

- 113 -


ζήτημα σχετικὰ μὲ τὸ πρόσωπο ποὺ προΐστατο τῆς εὐχαριστιακῆς συνάξεως. Σήμερα ὁ ὅρος «ἱερεύς» εἰσάγει αὐτομάτως μιὰ ἰσχυρὴ διάκριση μεταξὺ κλήρου καὶ λαοῦ. Μάλιστα, οἱ περισσότεροι ἄνθρωποι σήμερα ταυτίζουν τὴν Ἐκκλησία μὲ τὸν κλῆρο, πρᾶγμα ποὺ δὲν ἴσχυε κατὰ τοὺς τρεῖς πρώτους χριστιανικοὺς αἰῶνες, κατὰ τοὺς ὁποίους στὴν τέλεση τῆς Θ. Εὐχαριστίας χρησιμοποιεῖται ὁ ὅρος «προεστώς» καὶ «προϊστάμενος»20. Ὁ ἅγιος μάρτυς καὶ φιλόσοφος Ἰουστῖνος στὸ «Διάλογον πρὸς Τρύφωνα»21 ἀποδίδει τὸν ὁρο «ἱερεύς» μόνο στὸ Χριστό, ποὺ εἶναι ὁ «ἱερεὺς εἰς τὸν αἰῶνα κατὰ τὴν τάξιν Μελχισεδέκ»22 «Ἱερέας μοναδικὸς εἶναι ὁ Χριστὸς καὶ οἱ πιστοὶ ὅλοι εἶναι ἱερεῖς, ἐπειδὴ εἶναι μέτοχοι τοῦ σώματός του.»23. Ἔτσι, ὁ λαὸς ἑνωμένος λατρεύει τὸν Θεό διὰ τοῦ μοναδικοῦ ἀρχιερέα καὶ μεσίτη, τοῦ Χριστοῦ. Γι’ αὐτὸ οἱ ἱερεῖς προσφέρουν τὰ Τίμια Δῶρα, ὄχι «ἰδίῳ δικαίῳ», ἀλλὰ ἐπειδή μετέχουν τῆς ιεροσύνης τοῦ Χριστοῦ καὶ ἔχουν τοποθετηθεῖ ἀπὸ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ἐξάλλου, ἡ προσευχή τους, ἐπισφραγιζομένη ἀπαραιτήτως ἀπὸ τὸ «Ἀμήν»τοῦ λαοῦ, φανερώνει τὴν ἑνότητα τοῦ λειτουργικοῦ σώματος24. Ἀξιοπρόσεκτη εἶναι καὶ ἡ πληροφορία ἀπὸ τὸ «Εὐχολόγιον τοῦ Σεραπίωνος» (μέσα τοῦ 4ου αἰ. μ. Χ.) ὅτι ὁ ἐπίσκοπος προσφέρει τὰ δῶρα ποὺ οἱ λαϊκοὶ προσκομίζουν στὸ ναό: «Δέξαι δὲ καὶ τὴν εὐχαριστίαν τοῦ λαοῦ καὶ εὐλόγησον τοὺς προσενεγκόντας τὰ πρόσφορα καὶ τὰς εὐχαριστίας»25. «Ἡ τελευταία αὐτὴ φράσις εἶναι ἀποκαλυπτικὴ τοῦ βαθύτερου συνδέσμου κλήρου καὶ λαοῦ κατὰ τὴν Θεία Ευχαριστία: ὁ Ἐπίσκοπος ἐπιτελεῖ τὴν εὐχαριστία τοῦ λαοῦ. Εἶναι σαφὲς ὅτι διὰ τῆς προσφορᾶς του αὐτῆς ὁ λαὸς συνιερουργεῖ μὲ τὸν κλῆρο...»26. Α΄Θεσ., 5,12 και Ρωμ. 12,8. Δὲς καὶ Ἰουστίνου, Α΄ Ἀπολογία, 65,3 καὶ 67,5. Γιὰ τὸ θέμα τῆς δημιουργίας τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱεραρχίας δὲς Χρήστου Γιανναρᾶ, ὅ.π. σ. 202 κ.ε. 21 116,3. 22 Ἑβρ. 5,10. Γράφει ὁ μητροπολίτης Περγάμου Ἰωάννης Ζηζιούλας: «Λόγῳ ακριβῶς τῆς θέσεώς Του ταύτης ἐν τῇ εὐχαριστιακῇ λατρείᾳ ὁ Χριστὸς συγκεντρώνει ἐἰς Ἑαυτὸν ἅπαντα τὰ ὑπάρχοντα ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ λειτουργήματα. Είναι ὁ κατ’ ἐξοχὴν λειτουργός, ὁ ἱερεύς, ὁ ἀπόστολος, ὁ διάκονος, ὁ έπίσκοπος, ὁ διδάσκαλος, «τὰ πάντα ἐν πᾶσιν αὐτὸς πρωτεύων» Ό.π. σ. 48. 23 Πρωτοπρ. Κων/νου Παπαδοπούλου, «Σχέσεις κλήρου καὶ λαοῦ στὴ λατρεία», ΣΥΝΑΞΗ, τ. 50, 1994, σ. 95. Λειτουργήματα καὶ χαρίσματα διακριτὰ ὑπάρχουν, ἀλλὰ γιὰ νὰ πραγματώνεται ἡ ἑνότητα τοῦ σώματος καὶ ἡ τελειοποίηση τῶν πιστῶν καὶ οὐδόλως σημαίνουν διαίρεσή τους(αυτόθι). 24 Πρωτοπρ. Κων/νου Παπαδοπούλου, ὅ.π. σ.96. Ἐπίσης τὸ «Κύριε ἐλέησον» (καὶ ὅλα ὅσα ψάλλει ὁ λαὸς διὰ τῶν ψαλτῶν) εἶναι ἀπόδειξη ὅτι λαὸς καὶ ἱερέας συλλειτουργοῦν (ΣΥΝΑΞΗ,, τ. 47, σ. 103). 25 Εὐχή προσφόρου Σεραπίωνος ἐπισκόπου, ΒΕΠΕΣ 43, 1971, σ.77. 20

- 114 -


Δύο παράγοντες ποὺ συνέτειναν στὴν εὐχαριστιακή ἑνότητα τῶν πιστῶν κατὰ τοὺς πρώτους χριστιανικοὺς χρόνους ἦταν ἡ ἔντονη ἀναμονὴ τῆς Δευτέρας Παρουσίας καὶ τὸ γεγονὸς τῶν διωγμῶν. Οἱ πρῶτοι χριστιανοὶ προσδοκοῦσαν ἔντονα τὴ δεύτερη ἔλευση τοῦ Χριστοῦ, πρᾶγμα ποὺ τροφοδοτοῦσε τὴν ἑνότητα κλήρου καὶ λαοῦ, ὅπως φαίνεται ἀπὸ τὸ χωρίο τῆς Α΄ πρὸς Κορινθίους ἐπιστολῆς: «Ὁσάκις γὰρ ἄν ἐσθίητε τὸν ἄρτον τοῦτον καὶ τὸ ποτήριον τοῦτο πίνητε, τὸν θάνατον τοῦ Κυρίου καταγγέλλετε, ἄχρις οὗ ἄν ἔλθῃ»27. Τὸ «μαράν ἀθά» (ὁ Κύριος ἔρχεται) τοῦ Παύλου ἦταν στὴν Εὐχαριστία (καὶ ὄχι μόνο) ἕνα ζωντανὸ βίωμα γιὰ τοὺς πρώτους χριστιανούς, ποὺ τοὺς κρατοῦσε ἑνωμένους ἐνώπιον τῆς προσδοκίας τοῦ ἐρχομένου Χριστοῦ καὶ τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. «Οἱ διωγμοὶ ὑπῆρξαν, ἐπίσης, σημαντικός παράγοντας τοῦ γεγονότος ὅτι ἡ Ἐκκλησία τῶν πρώτων χρόνων διετήρησε τὴν εὐχαριστιακὴ ἑνότητα κλήρου καὶ λαοῦ. Ἡ Ἐκκλησία «συνάζεται» γύρω ἀπὸ τοὺς τάφους τῶν μαρτύρων γιὰ νὰ τελέσει τὴν Θεία Εὐχαριστία, χρησιμοποιώντας ὡς Ἁγία Τράπεζα τὸν τάφο τοῦ Μάρτυρος28, δηλώνοντας ἔτσι ὅτι ἡ Ἐκκλησία θεμελιώθηκε πάνω στὸ αἷμα τῶν Μαρτύρων. Ἔτσι, οἱ χριστιανοὶ τῶν πρώτων αἰώνων αἰσθάνονταν ἐντονότατα τὴν ἀνάγκη ἑνότητας κλήρου καὶ λαοῦ. Ἡ ἑνότητα αὐτὴ πήγαζε ἀπὸ δύο αἰτίες: ἀπὸ τὴν αἴσθηση ὅτι ὁ εὐχαριστιακὸς σύνδεσμος τῶν μελῶν τῆς Ἐκκλησίας ἀποτελεῖ τὸν καλύτερο ὕμνο τοῦ Μάρτυρα, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴ συνειδητοποίηση ὅτι ὁ σύνδεσμος αὐτὸς ἐνεργοῦσε ὡς σημαντικὴ ψυχικὴ προετοιμασία τῶν πιστῶν γιὰ τὸ ἐπικείμενο μαρτύριό τους (…) Οἱ εὐχαριστιακὲς συνάξεις στὶς μνῆμες τῶν μαρτύρων ἦσαν ἀφορμὲς συνοχῆς γιὰ τὴν Ἐκκλησία, διότι οἱ μάρτυρες δὲν ἐτιμῶντο ὡς κληρικοί ἤ ὡς λαϊκοί, ἀλλά ὡς «ἀθλητὲς τοῦ Χριστοῦ». Πῶς ἦταν δυνατόν, λοιπόν, μέσα σ’ ἕνα τέτοιο κλίμα ν’ ἀναπτυχθεῖ κάποια περιθωριοποίηση τοῦ λαοῦ κατὰ τὴ Θεία Εὐχαριστία;»29. Ἔρχομαι τώρα σὲ ἕνα ἰδιαίτερα ἀποκαλυπτικὸ γιὰ τὸ θέμα μου ὰπόσπασμα ὰπὸ τὸ ὑπόμνημα τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου στὴ Β΄ πρὸς Κορινθίους ἐπιστολή. Εἶναι γνωστὸ ὅτι ὁ Χρυσόστομος εἶναι ὁ πατέρας ἐκεῖνος ποὺ δίδαξε τὰ περισσότερα γιὰ τὴν Ἐκκλησία, ἀποκαλύπτοντάς μας τὸ θεολογικὸ νόημα ὅλων τῶν τελουμένων κατὰ τὴ Θεία Λατρεία. Γράφει, λοιπόν, ὁ μεγάλος αὐτὸς πατέρας καὶ δάσκαλος τῆς Ἐκκλησίας: «Πρόσεχε Γιώργου Φίλια, «Στὶς πηγὲς τῆς Εὐχαριστιακῆς ἑνότητας κλήρου καὶ λαοῦ», ΣΥΝΑΞΗ, τ. 50, 1994, σ.103. 27 11,26. 28 Καὶ σήμερα στὴν Ἁγία Τράπεζα τῶν ἐγκαινισμένων ναῶν εἶναι ἐντεθειμένα λείψανα μαρτύρων. 29 Γιώργου Φίλια,, ὅ.π. σ. 104-105. 26

- 115 -


Ἐπάνω: Γυναικεῖος Βυζαντινός Χορός Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίου Τίτου Ἡρακλείου. Διευθύνει ἡ κα. Χ. Γρύλλου-Λενακάκη. Κάτω: Χορωδία Παραδοσιακῆς Μουσικῆς «Παῦλος Βλαστός». Διευθύνει ὁ κ. Ἀ. Μιχελουδάκης.


πόσο μεγάλη ἦταν ἡ δύναμη τοῦ συνόλου τῶν ἐκκλησιῶν. Ἡ προσευχὴ τῆς Ἐκκλησίας ἀπελευθέρωσε τὸν Πέτρο ἀπὸ τὴ φυλακή, ἄνοιξε τὸ στόμα τοῦ Παύλου, ἐνῶ ἡ κοινὴ ἀπόφαση αὐτῶν ἀποτελεῖ ἀξιόλογο ἐφόδιο καῖ στολίδι γι’ αὐτούς. Γι’ αὐτὸ καὶ ὅποιος πρόκειται νὰ χειροτονήσει, ζητάει καὶ τὶς εὐχὲς τῶν πιστῶν, κι αὐτοὶ ἐγκρίνουν τὴν ἐπιλογὴ καὶ ἐπιδοκιμάζουν φωναχτά, πράγματα ποὺ εἶναι γνωστὰ στοὺς μυημένους γιατὶ οἱ ἀμύητοι δὲν ἐπιτρέπεται νὰ τὰ ξέρουν ὅλα. Καὶ ὑπάρχουν περιπτώσεις ποὺ δὲν διαφέρει καθόλου ὁ ἱερέας ἀπὸ τὸν πιστό, ὅπως γιὰ παράδειγμα τὴν ὥρα τῆς θείας Κοινωνίας, ποὺ ὅλοι ἀπολαμβάνουμε τὰ ἴδια μὲ τὸν ἴδιο τρόπο. Ὄχι ὅπως γινόταν στὴν Παλαιὰ Διαθήκη, ὅπου ἄλλα ἔτρωγε ὁ ἱερέας καὶ ἄλλα οἱ ὑπόλοιποι, καὶ ἀπαγορευόταν νὰ μετέχει ὁ λαὸς σὲ ὅσα μετεῖχε ὁ ἱερέας. Αὐτό δὲν γίνεται τώρα, ἀλλὰ ἕνα σῶμα βρίσκεται μπροστὰ σὲ ὅλους καὶ ἕνα ποτήρι. Καὶ στὶς προσευχὲς βλέπει κανεὶς ὅτι ὁ λαὸς συμμετέχει πολύ. Γιατὶ προσεύχονται καὶ γιὰ ὅσα γίνονται καὶ γιὰ τοὺς ἁμαρτωλοὺς τόσο ὁ ἱερέας ὅσο καὶ ὁ λαὸς καὶ ὅλοι λένε τὴν ἴδια προσευχὴ γεμάτη φιλανθρωπία. Καὶ ὅταν δὲν δεχόμαστε μέσα στὸν ἱερὸ ναὸ ἐκείνους ποὺ δὲν ἐπιτρέπεται νὰ μετάσχουν στὸ μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, πρέπει νὰ γίνει ἰδιαίτερη προσευχὴ καὶ ὅλοι μαζὶ γονατίζουμε στὸ ἔδαφος καὶ σηκωνόμαστε ὄρθιοι ὅλοι μαζί. Ὅταν ἐπίσης πρόκειται νὰ μεταλάβουμε, ὅλοι ἀνταλλάσσουμε ἀσπασμούς. Κι ὅταν πάλι τελεῖται τὸ πιὸ θαυμαστὸ μυστήριο, εὔχεται ὁ ἱερέας στὸ λαό, καὶ ὁ λαὸς στὸν ἱερέα, ἀφοῦ ἡ φράση «καὶ μετὰ τοῦ πνεύματός σου», δὲν σημαίνει τίποτα ἄλλο, παρὰ αὐτὸ ἀκριβῶς. Καὶ ἡ εὐχαριστία ἐπίσης εἶναι κοινή. Γιατὶ δὲν ευχαριστεῖ μόνον ὁ ἱερέας, ἀλλὰ καὶ ὅλος ὁ λαός. Ἀφοῦ ἀρχίζει ἐκεῖνος, ἔπειτα συμφωνοῦν ὅλοι ὅτι αὐτὸ γίνεται σωστὰ καὶ δίκαια καὶ μετὰ ἀρχίζει ἡ ευχαριστία. Καὶ γιατὶ θαυμάζεις ποὺ ὁ λαὸς συμπροσεύχεται μαζὶ μὲ τὸν ἱερέα, ἀφοῦ καὶ μαζὶ μὲ τὰ ἴδια τὰ Χερουβὶμ καὶ τὶς οὐράνιες δυνάμεις ψάλλει τοὺς ἱεροὺς ὕμνους πρὸς τὸ Θεό; Ὅλα αὐτὰ τὰ εἶπα, γιὰ νὰ εἶναι σεμνοὶ ὅλοι οἱ πιστοί, γιὰ νὰ κατανοήσουμε ὅτι ὅλοι εἴμαστε ἕνα σῶμα καὶ ἔχουμε τόση διαφορὰ μεταξύ μας, ὅση τὸ ἕνα μέλος τοῦ σώματος ἀπὸ τὸ ἄλλο, καὶ νὰ μὴ θεωροῦμε ὑπεύθυνους γιὰ ὅλα τοὺς ἱερεῖς, ἀλλὰ καὶ οἱ ἴδιοι νὰ φροντίζουμε σὰν νὰ εἴμαστε ἐμεῖς ἄρχοντες, ἀφοῦ ἡ Ἐκκλησία εἶναι τὸ κοινὸ σῶμα μας...Γιατὶ ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι γιὰ νὰ φουσκώνουν τὰ μυαλὰ τῶν ἀρχόντων, οὔτε γιὰ νὰ γίνονται δουλοπρεπεῖς οἱ ὑπόλοιποι, ἀλλὰ εἶναι ἐξουσία πνευματική, ποὺ ἔχει τὸ πλεονέκτημα ὅτι οἱ ἄρχοντες φορτώνονται μὲ περισσότερους κόπους καὶ μεγαλύτερες φροντίδες καὶ δὲν ζητοῦν περισσότερες τιμές. Πρέπει νὰ διοικοῦν τὴν Ἐκκλησία σὰν ἕνα σπίτι, σὰν ἕνα σῶμα. Ἔτσι πρέπει νὰ σκεπτόμαστε ὅλοι. Ὅπως βέβαια καὶ τὸ βάπτισμα εἶναι ἕνα καὶ ἡ τράπεζα μία καὶ ἡ πηγὴ καὶ ἡ κλήση μία καὶ ὁ Πατέρας ἕνας.»30. 30

Ἁγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Ὁμιλία ΙΗ΄, 61,527,4-528,5. - 117 -


Τὸ κείμενο ἀποτυπώνει μὲ ἐξαιρετικὴ ἐνάργεια ὄχι μόνο τὴν ἑνότητα κλήρου καὶ λαοῦ στὴ Θεία Λατρεία, καὶ εἰδικὰ στὴ Θεία Λειτουργία, ἀλλὰ καὶ τὴν ἰσότητα μέσα ἀπὸ τὴ διάκριση τῶν χαρισμάτων τους, καθὼς ἡ ἱερουργία γίνεται ὄχι μόνο ἀπὸ τὸν ιερέα ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὸ λαὸ μαζί του. Ἰδιαίτερα πρέπει νὰ τονιστεῖ τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ ἱεροσύνη, ὅπως δηλώνεται στὸ κείμενο, δὲν εἶναι ἕνα ἀξίωμα γιὰ τὴν ἐξασφάλιση κάποιων προνομίων ἔναντι τοῦ λαοῦ οὔτε καὶ ἐξουσία, ἀλλὰ διακονία τοῦ λαοῦ, διακονία τοῦ σώματος τῶν πιστῶν, τῆς Ἐκκλησίας. Μιὰ τέτοια θεώρηση τῆς ἱεροσύνης τὴν ἐπαναφέρει στὴ σωστή της διάσταση, καθὼς τῆς ἀφαιρεῖ τὴν ἐξουσιαστικὴ δύναμη ποὺ γεννᾶ τη διάκριση μεταξύ κλήρου καὶ λαοῦ. Τὴ συν-ιερουργία, ὅμως, κλήρου καὶ λαοῦ δείχνει ἀπὸ μόνη της ἡ λέξη «λειτουργία», ποὺ σημαίνει «ἔργο τοῦ λαοῦ», ἤτοι τοῦ συνόλου τῶν πιστῶν. Τὸ πρῶτο πληθυντικό πρόσωπο, ἐξάλλου, ποὺ χρησιμοποιεῖται στὶς ἐκφωνήσεις τοῦ ἱερέα ἤ τοῦ διακόνου (Τοῦ Κυρίου δεηθῶμεν, Χριστῷ τῷ Θεῷ παραθώμεθα, τας κεφαλὰς ἡμῶν τῷ Κυρίῳ κλίνωμεν κλπ) δηλοποιεῖ τὸ γεγονός τῆς συνιερουργίας. Ἡ λειτουργία συνιστᾶ ἕνα μυστήριο, μιὰ ἱερὴ πράξη, ἕνα διαλογικὸ δρᾶμα στὸ ὁποῖο συμπράττουν ὅλοι: ἱερέας, διάκονος, πιστοί. Ὅλοι μαζί, ἱερεῖς καὶ πιστοί, ἀποτελοῦν τὸ λειτουργικὸ σῶμα, ὅπου ὁ καθένας ἐπιτελεῖ καὶ ἐκπληρώνει τὸ δικό του λειτούργημα: ὁ ἱερέας κατευθύνει τὰ δρώμενα, ὁ διάκονος, ὀρθὸς μεταξὺ θυσιαστηρίου καὶ κυρίως ναοῦ, ἀναγγέλλει ὅ, τι ἑτοιμάζεται καὶ συντονίζει τὸ λειτουργικὸ διάλογο καὶ ὁ χορὸς τῶν πιστῶν ἀποκρίνεται ἤ ἐπισφραγίζει τὶς δεήσεις μὲ τὸ «Ἀμήν», ψάλλει ἤ ἀναγινώσκει.31 «Ἡ εὐχαριστιακὴ πράξη ἦταν γιὰ τὴν πρώτη Ἐκκλησία τὸ γεγονὸς μιᾶς σύναξης πιστῶν καὶ ὄχι πράξη ἑνὸς μεμονωμένου ἱερέα. Ἡ προσευχὴ τοῦ ἱερέα ἦταν ἐνταγμένη σ’ αὐτὴ τὴν πράξη τῆς κοινότητας, τὴν πράξη ποὺ νοηματοδοτοῦσε τὸ γεγονὸς τῆς Θ. Εὐχαριστίας».32 Ἔτσι, ἡ Θ. Λειτουργία ὡς συνιερουργία, τελεῖται μαζὶ ἀπὸ τὸν ιερέα καὶ τὸ λαό, τὸν ὁποῖο ἀντιπροσωπεύουν οἱ ψάλτες. Ἔγινε, πιστεύω, σαφὲς ἀπὸ τὰ προηγηθέντα ὅτι ἡ σημερινὴ ἀντίληψη γιὰ τὴ Θ. Λειτουργία –καὶ τὴ λατρεία ἐν γένει- ἀπέχει ἀπὸ τὴν ἀντίστοιχη πρωτοχριστιανική, παρόλο ποὺ ὁ πρωταρχικός της πυρήνας ἔχει διασωθεῖ33. Πολλὰ πράγματα ἔχουν ἀλλάξει: ἡ προσδοκία τῆς Δεύτερης Ἔλευσης τοῦ Χριστοῦ ἔχει ἀτονήσει μεταξὺ τῶν πιστῶν, διωγμοὶ μὲ τὴ μορφὴ αὐτῶν τῶν Π. Εὐδοκίμωφ, Ὀρθοδοξία ,ἐκδόσεις Βασ. Ρηγοπούλου, 1972, σ. 327. Gregory Dix, «The Shape of the Liturgi», (μετάφρ. ἀπὸ τὰ ἀγγλικὰ Γ. Φίλιας), ΣΥΝΑΞΗ, τ. 47, σ. 107. 33 Ὁ σημαντικὸς ρόλος τοῦ λαοῦ κατὰ ταἢ Θ. Λειτουργία –καὶ γενικότερα στὴ Θεία Λατρεία-καταδεικνύεται καὶ σήμερα ἀπὸ τὸ γεγονὸς ὅτι καμιὰ ἀκολουθία δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ τελεστεῖ δίχως τὴν παρουσία ἔστω καὶ ἑνὸς πιστοῦ. 31

32

- 118 -


πρώτων χριστιανικῶν χρόνων δὲν ὑφίστανται (ἐξαίρεση ἀποτελοῦν κάποιες μουσουλμανικὲς χῶρες), οἱ σχέσεις τῶν ἀνθρώπων ἔχουν γενικὰ χαλαρώσει, οἱ ἄνθρωποι στὶς μεγάλες καὶ πολυάνθρωπες ἐνορίες τῶν πόλεων ἐλάχιστα γνωρίζονται μεταξύ τους ἀλλὰ καὶ μὲ τοὺς ἱερεῖς τῆς ἐνορίας τους. Μεταξὺ κλήρου καὶ λαοῦ ἔχει δημιουργηθεῖ, ὅπως ἤδη σημειώσαμε, μιὰ ἰσχυρή διάκριση34 ἀλλά, θὰ ἔλεγα, καὶ μεταξύ λαοῦ καὶ ψαλτῶν (παρόλο ποὺ οἱ ψάλτες ψάλλουν ἐξ ὀνόματός του). Ἔτσι, ἡ λατρεία δὲν εἶναι πιὰ στὴ συνείδηση τῶν πιστῶν μιὰ συλλογικὴ πράξη συν-ιερουργίας, μὲ τὴν ἔννοια ποὺ τὴν καταλάβαιναν καὶ τὴ ζοῦσαν οἱ πρῶτοι χριστιανοί. Ὁ λαὸς ἔχει διολισθήσει σὲ μιὰ παθητικὴ παρακολούθηση τῶν τελουμένων στὴ Λατρεία, γεγονὸς ποὺ συνιστᾶ στὴν οὐσία του «μιὰ βαθύτερη ἀλλοτρίωση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ φρονήματος, ἐφόσον μέσα ἀπὸ τὴν «ἀτονία» αὐτὴ τῆς Λατρείας, ἐξαφανίζεται καὶ ἡ ἔννοια τῆς Ἐκκλησίας ὡς σώματος τῶν μετεχόντων στὴν ἐν Χριστῷ σωτηρία»35. Θὰ ἔλεγε, ἑπομένως, κάποιος ὅτι, γιὰ νὰ ξαναβρεθεῖ ἡ πρωτοχριστιανικὴ ἑνότητα στὴ λατρεία καὶ ἡ λατρεία νὰ ἀποκτήσει τὸ ἀρχικό της νόημα, ἀπαιτεῖται ἡ ἐπιστροφή, τουλάχιστο ὅσον ἀφορᾶ τὴ Θ. Λειτουργία, στὰ πρωτοχριστιανικὰ πρότυπα, δηλαδὴ στὴ συμμετοχὴ ὅλου τοῦ λαοῦ στὰ τελούμενα, πρᾶγμα ἀδύνατο μὲ τὰ σημερινὰ δεδομένα, διότι ἀπαιτεῖται μιὰ γενναία λειτουργικὴ ἀναγέννηση (π. χ. ἁπλούστευση τυπικοῦ, λατρευτικὴ ἀγωγὴ κ.ά.). Ζητούμενο πάντως παραμένει νἀ ξαναχτιστεῖ ἡ ζωντανὴ ἑνότητα κλήρου καὶ λαοῦ στὴ Λατρεία, δηλαδὴ νὰ γἰνει συνείδηση ἡ αληθινὴ φύση τῆς Λατρείας. Ἄν γίνει αὐτό, τότε θὰ βρεθοῦν τρόποι βίωσής της. Ὡστόσο, ἄς μοῦ ἐπιτραπεῖ νὰ ἐκθέσω ἐπιγραμματικά, ἐν εἴδει προτάσεων, λίγες σκέψεις: α) Νὰ λειτουργήσει ἔτσι ὁ ἐνοριακὸς θεσμός, ὥστε ὁ πιστὸς νὰ νιώθει τὴν Ἐνορία σὰν οἰκογένειά του καὶ τὴν Ἐκκλησία σὰν σπίτι του. Βασική ἔγνοια τοῦ ποιμένα εἶναι νὰ γνωρίσει τὸ ποίμνιό του, νὰ τὸ ὁδηγήσει στὴν Ὑπάρχουν καὶ ἄλλα στοιχεῖα τὰ ὁποῖα τονίζουν αὐτὴ τὴν ἀπόσταση καὶ διάκριση, ὅπως τὸ ὑψηλὸ τέμπλο, τὰ πολύτιμα καὶ βαρύτιμα ἄμφια καὶ προπάντων ἡ δημοσιοὑπαλληλικὴ ἰδιότητα ποὺ ἔχει ἀποκτήσει ὁ ἱερέας, κάτι ποὺ σὲ πολλὲς περιπτώσεις στὴ συνείδηση τοῦ πιστοῦ λειτουργεῖ ἐνάντια στὸ κύριο ἔργο του. 35 ΣΥΝΑΞΗ, τ.47, σ. 97. Πρὶν ἀπὸ λίγα χρόνια μόνο, ὅταν ἡ ἀστικοποίηση δὲν εἶχε προχωρήσει ἀκόμη, ὁ λαὸς ἔνιωθε πολὺ πιὸ κοντὰ στὴ λατρεία: οἱ νοικοκυρὲς ζύμωναν εὐλαβικὰ τὸ πρόσφορο και προσέφεραν κραςὶ ὰπὸ τὸ βαρέλι τους γιὰ τὴ Θ. Εὐχαριστία ἤ λάδι ἀπό τὴν παραγωγή τους γιὰ τὰ καντήλια. Σήμερα, ὅλα τὰ ἀγοράζουν ἕτοιμα κι ἔτσι το αἴσθημα τῆς σωματικῆς καὶ ψυχικῆς ταυτόχρονα ἐπαφῆς μὲ ταὴ λατρεία ἔχει ὑποχωρήσει σημαντικά. Ἡ συμμετοχὴ τοῦ λαοῦ στὴ λατρεία περιορίζεται στὸ ἄναμμα τοῦ κεριοῦ, στὸ ὰγορασμένο πρόσφορο ἤ κρασί, στὴν προσφορὰ ἄρτων γιὰ ἀρτοκλασία, στὸ σταυροκόπημα καὶ σὲ κάποιες μετάνοιες ἤ κεφαλοκλισίες. 34

- 119 -


ποίμνη, δηλαδὴ στὴν εὐχαριστιακὴ σύναξη, καὶ νὰ συμβάλει στὴ λατρευτική του ἀγωγή36. β)Νὰ συνειδητοποιήσουμε ὅλοι, κυρίως οἱ κληρικοὶ καὶ οἱ ψάλτες, ὅτι ὅλα πρέπει νὰ διακονοῦν καὶ νὰ οἰκοδομοῦν τὸ ἐκκλησιαστικὸ σῶμα: «Πάντα πρὸς ἰικοδομὴν γινέσθω»37: ψαλμωδία, ἐκφωνήσεις, κήρυγμα ἀποσκοποῦν στὴν ἑνότητα καὶ ὄχι στὴν ἀτομικὴ προβολή38. γ) Ἀναγκαία θεωροῦμε, –πέραν τῆς μουσικῆς39– καὶ τὴν ἐγγραμματοσύνη καὶ τὴ θεολογικὴ κατάρτιση τῶν ἱερέων καὶ τῶν ψαλτῶν, ἄν θέλουμε ἡ Θ. Λειτουργία καὶ γενικότερα ἡ Λατρεία νὰ εἶναι λατρεία λογικὴ καὶ ὄχι μιὰ μηχανικὴ τέλεση κάποιων ἀκατάληπτων κατὰ τὰ ἄλλα πράξεων. δ) Ζητούμενο, ἐπίσης, εἶναι ἡ ζωντανὴ ἐκκλησιαστική μας συνείδηση, ἡ συνείδηση δηλαδὴ ὅτι εἴμαστε μέλη τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ὁμολογοῦμε τὴν πίστη μας «ἔργῳ καὶ λόγῳ». Τόσο ὁ ἱερέας ὅσο καὶ ὁ ψάλτης πρέπει στὴ ζωή τους νὰ κάνουν πράξη τὴ Λειτουργία. Εἶναι μεγάλο σφάλμα καὶ ἀπόδειξη φαρισαϊκῆς ὑποκρισίας νὰ παρουσιάζουμε δύο πρόσωπα: ἕνα ἐντὸς τοῦ ναού καὶ ἕνα ἐκτός40. Λογικὴ συνέπεια εἶναι ἡ σφυρηλάτηση σχέσεων ἀγάπης (καὶ ὄχι ἁπλῶς σχέσεων ἐργοδότη-ἐργαζομένου) μεταξὺ ἱερέων καὶ ψαλτῶν ἀλλὰ καὶ τῶν ψαλτῶν μεταξύ τους. Διότι, ἄν ἡ κεντρικὴ σημασία καὶ ὁ ἔσχατος σκοπὸς τῆς Θ. Λειτουργίας εἶναι ἡ «ἐν ἀγάπῃ» ἑνότητα τῶν πιστῶν στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ καὶ ἄν κλῆρος καὶ ψάλτες εἶναι συλλειτουργοὶ στὴ Θ. Λειτουργία, τότε εἶναι ἀδιανόητο νὰ ὑπάρχουν μεταξύ τους συγκρούσεις, μίση, συκοφαντίες, λοιδορίες, φθόνος41. Ὅταν ἀναφύονἩ παραβολὴ τοῦ ποιμένος τὸ δείχνει καθαρά (Ἰωάν. 10, 1-16). Α΄ Κορ. 14,26. 38 Γ. Τσερεβελάκη, Ἐμμελὴς Μυσταγωγία, Ἡράκλειο Κρήτης 2007, σ. 177. 39 Καὶ ταὸ αὶσθητικὸ στοιχεῖο σαφῶς ἔχει τὴν ἀξία του. 40 Εἶναι, ὅπως γράφει στὸν «Λαμπριάτικο ψάλτη» ὁ Παπαδιαμάντης, σὰν «νὰ ἀπολαύσῃς (ξενίας δεσποτικῆς καὶ ἀθανάτου τραπέζης) καὶ νὰ μὴ ἀποδώσῃς εὐχαριστίαν εἰς τὸν ἑστιάτορα!». 41 Γιὰ τὶς σχέσεις τῶν ἱερέων μὲ τοὺς ψάλτες γράφει ὁ μακαριστὸς ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν κυρὸς Χριστόδουλος: «Ἡ συνεργασία ἱερέως καὶ ψάλτου ἐπιβάλλεται νὰ ἐπεκτείνεται καθ’ ὅλην τὴν ἔκτασιν τῶν σχέσεων αὐτῶν. Εἶναι ὅλως ἄτοπον καὶ ἀπαράδεκτον νὰ γίνονται δημοσίᾳ συστάσεις, ἤ καὶ παρατηρήσεις, ἐκ μέρους τοῦ ἱερέως πρὸς τὸν ἱεροψάλτην, καὶ πάντῃ ἀπόβλητον καὶ κατακριτέον, νὰ σχολιάζηται τυχὸν ὁ ιερεὺς ὑπὸ τοῦ ψάλτου καὶ δὴ εἰς ἐπήκοον τῶν πιστῶν. Πρέπει εἰς τὸν λαὸν νὰ παρέχηται ἡ ἐντύπωσις, ἥτις ἄλλωστε δὲν θὰ ἀπέχῃ τῆς πραγματικότητος, ὅτι μεταξὺ τῶν παραγόντων τοῦ ναοῦ ἐπικρατεῖ πνεῦμα ἀγάπης, ὡς ἀκριβῶς ἐμπρέπει εἰς τοὺς εἰς τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ διακονοῦντας» (Ἀρχιμανδρίτου Χριστοδούλου Παρασκευαΐδη, Ἐγχειρίδιον ἱεροψάλτου, Βασικαὶ τοῦ ἱεροψάλτου ὑποχρεώσεςι ὡς συμβολὴ εἰς τὴν Λειτουργικὴν Ἀναγέννησιν, Ἀθῆναι 1971, σ. 58). 36 37

- 120 -


ται διαφορές, ἄς ἀκολουθεῖται ἡ προτροπὴ τῶν Διαταγῶν τῶν Ἀποστόλων42: «Ἐλέγχετε δὲ ἀλλήλους, μὴ ἐν ὀργῇ, ἀλλ’ ἐν μακροθυμίᾳ μετὰ χρηστότητος καὶ εἰρήνης»43. Στὸ ἴδιο ἔργο προτρέπονται οἱ κληρικοὶ νὰ μὴ συμπεριφέρονται«τυραννικῶς»44 (δηλαδὴ σὰν ἀπόλυτοι ἄρχοντες) ἀπέναντι στὸ λαό. Εἶναι πολὺ βασικὸ στοιχεῖο γιὰ τὸ θέμα μας ἡ απέκδυση τοῦ κλήρου ἀπὸ τὴν ὅποια ἐξουσιαστική ἀντίληψη ἐντὸς τῆς Θείας Λατρείας45, ὑπέρ μιᾶς λειτουργικῆςδιακονικῆς ἀντίληψης καὶ πρακτικῆς, ποὺ θὰ προάγει τὴ σχέση τῆς αγάπης. Ὅσον ἀφορᾶ τὶς σχέσεις τῶν ψαλτῶν μεταξύ τους, αὐτὲς θὰ βρίσκονται στὴ σωστὴ βάση μόνο μὲ τὴ συνειδητοποίηση τῆς ἐκκλησιαστικῆς διάστασης τοῦ ἱεροψαλτικοῦ διακονήματος καὶ τῆς νίκης ἐπὶ τοῦ ἐγωισμοῦ. Ἕνας γέροντας ἁγιορείτης ἔλεγε πὼς τὰ ἐνενήντα ὀκτὼ ὰπὸ τὰ ἑκατὸ δαιμόνια πηγαίνουν στοὺς ψάλτες46 ἐνῶ καὶ οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἀπὸ τὸν Μ. Βασίλειο καὶ τὸν ἅγιο Ἰωάννη τὸν Χρυσόστομο ὡς τὸν σὐγχρονο ἅγιο Παΐσιο, συμβουλεύουν νὰ ψάλλουμε ὄχι σὰν κοσμικοὶ καλλιτέχνες ἀλλὰ μὲς τὴν καρδιὰ καὶ μὲ εὐλάβεια47. Ἐπίλογος Θὰ κλείσω τὴν εἰσήγησή μου τονίζοντας ὅτι ἡ μετοχὴ στὴ Λατρεία δὲν ἀποτελεῖ γιὰ τὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας, κληρικοὺς καὶ λαϊκούς, ἁπλῶς ἕνα καθῆκον, ἀλλὰ πρόκειται γιὰ τὴ «μοναδικὴ δυνατότητα μετοχῆς στὴν Χάρη τοῦ Θεοῦ, οἰκειοποιήσεως τῆς σωτηρίας καὶ προγεύσεως τῆς αἰωνιότητας»48. Ἡ εκκλησιαστικὴ καὶ ὑπαρξιακὴ σημασία τῆς Λατρείας καὶ κυρίως τῆς Θ. Λειτουργίας γιὰ τὴ ζωὴ ὅλης τῆς Ἐκκλησίας καὶ γιὰ τὸν κάθε πιστὸ χωριστὰ καθιστᾶ ἐπιτακτικὴ τὴν ἀνάγκη γιὰ μιὰ βαθύτερη συνειδητοποίηση Ζ, 31. ΄ ΒΕΠΕΣ τ. 2, σ. 126. Καὶ ὁ Μ. Βασίλειος σημειώνει: «Ἀλλὰ καὶ τὰς ἐπιτιμἠσεις μὴ έμπαθῶς τοῖς ἡμαρτηκόσιν ὁ προεστὼς προσαγαγέτω. Τὸ γὰρ μετὰ θυμοῦ καὶ ὀργῆς ἐλέγχειν τὸν ἀδελφὸν οὐκ ἐκεὶνον ἐστὶν τῆς ἁμαρτίας ἐλευθερῶσαι, ἀλλ’ ἑαυτὸν περιβαλεῖν πλημμελήμασιν (Ὅροι κατὰ πλάτος, 31,1040,14). 44 Η, 45. ΒΕΠΕΣ τ. 2, σ. 170. 45 Αὐτὴ τὴν ἀντίληψη ἄλλωστε ἀπέρριψε μὲ ἀπόλυτο τρόπο ὁ ἴδιος ὁ Χριστός, ὅταν ἡ μητέρα τῶν υἱῶν Ζεβεδαίου ζήτησε γιὰ τὰ παιδιά της νὰ παραστοῦν κατὰ τὴν δεύτερη παρουσία τοῦ Χριστοῦ ὁ ἕνας ἐκ δεξιῶνΤου κι ὁ ἄλλος ἐξ εὐωνύμων (Ματθ. 20, 20-27), κάνοντας λόγο γιὰ «ποτήριον» τοῦ πάθους καὶ ὄχι γιὰ ἐξουσία: ὁ Χριστὸς πάσχει, δὲν ἐξουσιάζει. 46 Ἀπό τὴν ἀσκητικὴ καὶ ἡσυχαστικὴ ἁγιορείτικη παράδοση, Ἅγιον Ὄρος 2011, σ. 437. 47 Ἀπό τὴν ἀσκητικὴ καὶ ἡσυχαστικὴ …, ό.π. σ. 731. «Τοὺς τοὺς θείους ἀναπέμποντας ὕμνους, φόβῳ πολλῷ συνεσταλμένους καὶ εὐλαβείᾳ κεκοσμημένους, οὕτω προσφέρειν τούτους.» (Χρυσοστόμου, Εἰς τὸ εἶδον τὸν Κύριον, Ὁμιλία 1,2,5). 48 ΣΥΝΑΞΗ, τ. 47, σ. 97. 42 43

- 121 -


τοῦ ρόλου μας εἴτε ὡς ἱερέων εἴτε ὡς ψαλτών, ὥστε τελικὰ ἡ Λατρεία νὰ ξαναβρεῖ στὴ συνείδηση κλήρου καὶ λαοῦ, στὸ βαθμό τοῦ ἐφικτοῦ, τὴν πρωτοχριστιανική της διάσταση καὶ σημασία καὶ νὰ γίνει ἐμπράκτως ἡ οὐσιαστικότερη ἔκφραση τῆς ἑνότητας καὶ τῆς ἀγάπης μεταξὺ ὅλων τῶν μελῶν τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος. Ἡράκλειο, Ὀκτώβριος 2016 Γιάννης Γ. Τσερεβελάκης Α. ΠΗΓΕΣ

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ἀποστολικοὶ Κανόνες, ΒΕΠΕΣ , τ. 2., Ἀποστολική Διακονία,, Αθῆναι 1955. Ἀποστολικαὶ Διαταγαί, τ. 2. ΒΕΠΕΣ Ἀποστολική Διακονία, Ἀθῆναι 1955 Εὐχολόγιον τοῦ Σεραπίωνος, ΒΕΠΕΣ τ. 43, Ἀποστολική Διακονία, Ἀθῆναι 1955 Ἰγνάτιος Ἀντιοχείας, Ἐπιστολὴ πρὸς Μαγνησίους ΒΕΠΕΣ , τ. 2., Ἀποστολική Διακονία,, Αθῆναι 1955. Ἰγνάτιος Ἀντιοχείας, Ἐπιστολή πρὸς Σμυρναίους ΒΕΠΕΣ , τ. 2., Ἀποστολική Διακονία,, Αθῆναι 1955.. Ἰουστῖνος, φιλόσοφος και μάρτυς, Α΄ Ἀπολογία49 Ἰ. Χρυσόστομος, Εἰς τὸ κατὰ Ματθαῖον, (Ὁμιλία 32) Ἰ. Χρυσόστομος , Εἰς τὴν Β΄ πρὸς Κορινθίους (Ὁμιλία 18) , Ἰ. Χρυσόστομος Εἰς τὴν πρὸς Κολασσαεῖς, (Ὁμιλία 3) Ἰ. Χρυσόστομος, Εἰς τὸ εἶδον τὸν Κύριον (Ὁμιλία 1) Ἰ. Χρυσόστομος, Εἰς τὴν πρὸς Τίτον (Ὁμιλία 2) Μ. Βασίλειος, Ὅροι κατὰ πλάτος, ΕΠΕ, τ. 8, Εκδ. «Γρηγόριος Παλαμὰς», Θεσσαλονίκη 1973. Β. ΒΙΒΛΙΑ ΚΑΙ ΑΡΘΡΑ Ἀπό τὴν ἀσκητικὴ καὶ ἡσυχαστικὴ ἁγιορείτικη παράδοση, Ἅγιον Ὄρος 2011. Γιανναρᾶς Χρῆστος, Ἀλφαβητάρι τῆς πίστης, , ἐκδόσεις Δόμος, , Ἀθήνα 1983. Εὐδοκίμωφ Παῦλος, Ὀρθοδοξία ,ἐκδόσεις Βασ. Ρηγοπούλου, 1972. Ζηζιούλας Ιωάννης, Δ., Ἡ ἑνότης τῆςἘκκλησίας ἐν τῇ Θείᾳ Εὐχαριστίᾳ καὶ ἐν τῷ ἐπισκόπῳ κατὰ τοὺς τρεῖς πρώτους αἰῶνας, Ἐν Ἀθήναις 1985. Πρωτοπρ. Παπαδοπούλου Κων/νου, «Σχέσεις κλήρου καὶ λαοῦ στὴ λατρεία», ΣΥΝΑΞΗ, τ. 50. Ἀρχιμανδρίτης Χριστόδουλος Παρασκευαΐδης, Ἐγχειρίδιον ἱεροψάλτου, Βασικαὶ τοῦ ἱεροψάλτου ὑποχρεώσεςι ὡς συμβολὴ εἰς τὴν Λειτουργικὴν Ἀναγέννησιν, Ἀθῆναι 1971. Φίλιας Γιῶργος, «Στὶς πηγὲς τῆς Εὐχαριστιακῆς ἑνότητας κλήρου καὶ λαοῦ», ΣΥΝΑΞΗ, τ. 50. Τσερεβελάκης Γιάννης Γ., Ἐμμελὴς Μυσταγωγία, Ἡράκλειο Κρήτης 2007. Gregory Dix, «The Shape of the Liturgi», (μετάφρ. ἀπὸ τὰ ἀγγλικὰ Γ. Φίλιας), ΣΥΝΑΞΗ, τ. 47. Γιὰ τὶς παραπομπὲς στὸν Ἰουστῖνο καὶ στὸν Χρυσόστομο χρησιμοποιήθηκε ἡ ἠλεκτρονικὴ βιβλιοθήκη Mousaios, version 1, od-32. 49

- 122 -


«Oπὸ τὸν Λαµπριάτικο Ψάλτη τοῦ Oλέξανδρου Παπαδιαµάντη στὸν ψάλλοντα λαὸ τοῦ Νίκου Καζαντζάκη» –Μία ἀπόπειρα ἐπανεύρεσης τοῦ χαµένου λειτουργικοῦ τρόπου– ∆ρ Κωνσταντῖνος Β. Ζορµπᾶς Γενικὸς ∆ιευθυντὴς yρθοδόξου Oκαδηµίας Κρήτης Ἡ παροῦσα εἰσήγηση θὰ κινηθεῖ στὰ πλαίσια τῆς ἀναζήτησης τοῦ ρόλου τοῦ ἱεροψάλτη στὴ λατρευτικὴ πράξη, καθὼς καὶ στὴν ἀνάδειξη τῆς λειτουργικῆς διάστασης τῆς Ψαλτικῆς, μὲ ἀφορμὴ τὴ σκέψη τῶν δυὸ συγγραφέων: τοῦ Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη καὶ τοῦ Νίκου Καζαντζάκη. Ἀπὸ τὴ Σκιάθο ὁ πρῶτος, ἀπὸ τὴν Κρήτη ὁ δεύτερος! Σκοπὸς τῆς εἰσηγήσεως αὐτῆς, εἶναι νὰ ἀναλυθεῖ ἡ παρουσία τοῦ λαϊκοῦ στοιχείου στὴ λατρευτικὴ πράξη μὲ τὴ συμμετοχὴ ἢ τὸν ἀποκλεισμό του ἀπὸ τὰ τελούμενα τῆς θείας λατρείας, καθὼς καὶ οἱ κοινωνιολογικὲς προεκτάσεις αὐτοῦ τοῦ φαινομένου, μὲ σκοπὸ τὴν προσπάθεια ἐπανεύρεσης τῆς οὐσιαστικῆς διάστασης τῆς λειτουργικῆς τέχνης τῆς Ψαλτικῆς, πέρα ἀπὸ κάθε εἴδους τυπολατρεία καὶ μιμητισμό. Στὴν πορεία αὐτῆς τῆς συλλογιστικῆς, γίνεται κατανοητὸ πὼς ὁ διαχωρισμὸς κλήρου καὶ λαοῦ, ὁδηγεῖ ἀναμφισβήτητα στὴν ἀπομόνωση τοῦ λαοῦ ἀπὸ τὴ λατρευτικὴ πράξη. Γι’ αὐτὸ καὶ ἡ ἄρση αὐτοῦ τοῦ διαχωρισμοῦ μὲ τὴ συμμετοχὴ τοῦ λαοῦ στὴ λατρεία, εἶναι μία πραγματικότητα γιὰ τὴν ὁποία μάχονται καὶ οἱ δυὸ συγγραφεῖς. Ἡ ἐνεργὴ παρουσία τοῦ λαοῦ στὴ θεία λατρεία, ἀποτελεῖ ἀναμφισβήτητα τὸ κεντρικὸ σημεῖο τῆς σκέψης τους, τὸ κοινὸ σημεῖο συνάντησής τους, ἀλλὰ καὶ τὴν κοινή τους ἀγωνία. Ἐκεῖ ὅπου, «Τὸ ἐπ’ ἐμοί, ἐνόσω ζῶ καὶ ἀναπνέω καὶ σωφρονῶ, δεν θὰ παύσω πάντοτε, ἰδίως δὲ κατὰ τάς πανεκλάμπρους ταύτας ἡμέρας, να ὕμνῳ μετὰ λατρείας τὸν Χριστόν μου, να περιγράφω μετ’ ἔρωτος τὴν φύσιν καὶ να ζωγραφῶ μετὰ στοργῆς τὰ γνήσια ἑλληνικὰ ἤθη. Ἐὰν ἐπιλάθωμαί σου, Ἱερουσαλήμ, ἐπιλησθείη ἡ δεξιά μου, κολληθείη ἡ γλῶσσά μου τῷ λάρυγγί μου, ἐὰν οὐ μή σου μνησθῶ»,1 ὑπάρχει ὡς μαρτυρία ζωῆς ἐνὸς ἀνθρώπου ποὺ παρέμεινε ἔξω ἀπὸ κάθε μάταιη κοσμικότητα καὶ ἰδεοληψία, ὅπως στὴν περίπτωση τοῦ Παπαδιαμάντη. Γιατί μὲ τοῦτα τὰ λόγια ἀπὸ τὸ διήγημά του Λαμπριάτικος Ψάλτης, ὁ Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης ἐκφράζει Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη, Ἅπαντα, Τόμος Ε΄, Κριτικὴ ἔκδοση Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου, ἐκδ. Δόμος, Ἀθήνα 2005, σ. 319. 1

- 123 -


τὴ βαθύτερη κοσμοθεωρία του καὶ ὅλο τοῦ τὸ εἶναι. Ἐδῶ, ὁ Σκιαθίτης ὁμολογεῖ ἀπερίφραστα τὴ λατρεία καὶ τὸν ἔρωτά του πρὸς τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Καὶ φυσικὰ ἡ ἀγωνία γιὰ τὴν ἐπανεύρεση τῆς ταυτότητας καὶ τῆς χαμένης μας αὐτοσυνειδησίας εἶναι παντοῦ κυρίαρχη. Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ λαὸς εἶναι ψάλλων καὶ στοὺς δυὸ συγγραφεῖς. Πάντα καὶ σὲ κάθε περίπτωση, ὅπως στὴν ὥρα τοῦ κινδύνου, μὲ τὸ πιὸ χαρακτηριστικὸ παράδειγμα, ἴσως, στὴν περίπτωση τοῦ Καζαντζάκη, στὸ διήγημα Ὁ Χριστὸς ξανασταυρώνεται, ὅπου, «Μακρόσυρτη λιτανεία, γυναῖκες κι ἄντρες, ξετυλίγουνταν ἀνάμεσα ἀπὸ τὰ σπαρμένα, περνοῦσαν τ’ ἀμπέλια, ἔτρεχαν θαρρεῖς, θά ’χαν ξαγναντέψει τὸ χωριὸ καὶ βιάζουνταν. – Κι ἀκοῦτε; ἔκαμε ὁ Μιχελής. Σὰ νὰ ψέλνουν. – Σὰ νὰ κλαῖνε, εἶπε ὁ Μανολιός˙ ἀκούω κλάματα. – Ὄχι, ὄχι, ψέλνουν˙ κρατᾶτε τὴν ἀνάσα ν’ ἀκούσουμε. Στάθηκαν, στύλωσαν τὸ αὐτί˙ μέσα στὴ σιγαλιὰ τοῦ δειλινοῦ ἀκούστηκε τώρα λαγαρό, θριαμβευτικό, τὸ παμπάλαιο πολεμικὸ τροπάρι: “– Σῶσον, Κύριε, τὸν λαόν σου…”».2 Ἀλλά καὶ στὴν ὥρα τῆς χαρᾶς, ὅπου ὁ λαὸς μπορεῖ νὰ ἀλλάξει ἀκόμη καὶ τὸν ἀναστάσιμο σκοπό, «Ὁ μπαρμπα-Μηλιὸς θελήσας νὰ ψάλῃ καὶ αὐτὸς τὸ Χριστὸς ἀνέστη, τὸ ἐγύριζε πότε εἰς τὸν ἀμανὲ καὶ πότε εἰς τὸ κλέφτικο. [...] Ὁ μπαρμπα-Κίτσος, ἀφοῦ ἠσπάσθη τρὶς ἢ τετράκις τὴν τσότραν, ἤρχισε νὰ ψάλλῃ τὸ Χριστὸς ἀνέστη κατ᾽ ἰδιάζοντα αὐτῷ τρόπον, ὡς ἑξῆς˙ Κ᾽στὸ - μπρὲ - Κ᾽στὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν θ α ν ά τ ω ν, θάνατον μ π α τ ή σ α ς, κ᾽ ἔ ν τ ο ι ς - ἔ ν τ ο ι ς μνήμασι, ζωὴν π α μ μ α κ ά ρ ι σ τ ε!».3 Καὶ ὁ ψάλλων λαὸς ξέρει νὰ ὑμνεῖ τὸ Θεό του, προσευχόμενος σὲ μία Λειτουργία μετὰ τὴ Λειτουργία καὶ καταφέρνοντας νὰ φέρει τὸν ἐπανευαγγελισμὸ τοῦ κόσμου ποὺ ἐπεκτείνεται καὶ ἐκτὸς τῶν ὁρίων της. Ἔτσι, στὸ διήγημα τοῦ Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη Στὸ Χριστό, στὸ Κάστρο, τὸ παράτολμο ἐγχείρημα ἐπιτυγχάνεται μόνο μὲ τὴ συμμετοχὴ τοῦ λαοῦ, ἀλλιῶς δὲ γίνεται «‒ Νὰ πήγαινε τώρα κανένας νὰ λειτουργήσῃ τὸ Χριστό, στὸ Κάστρο, ἐπανέλαβεν ὁ ἱερεύς, θὰ εἶχε διπλὸ μισθό, ποὺ θὰ τοὺς ἔφερνε κι αὐτοὺς βοήθεια».4 Ἔτσι, «Ὅλοι οἱ παρόντες ἠκροάσθησαν ἐν σιωπῇ τὴν Νίκου Καζαντζάκη, Ὁ Χριστὸς ξανασταυρώνεται, ἐκδ. Καζαντζάκη, Ἀθήνα 2014, σ. 35. 3 Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη, Ἐξοχικὴ Λαμπρή, Ἅπαντα, Τόμος Β΄, Κριτική ἔκδοση Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου, ἐκδ. Δόμος, Ἀθήνα 1997, σσ. 132-133. 4 Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη, Στὸ Χριστό, στὸ Κάστρο, Ἅπαντα, Τόμος Β΄, Κριτική ἔκδοση Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου, ἐκδ. Δόμος, Ἀθήνα 1997, σ. 277. 2

- 124 -


σύντομον καὶ αὐτοσχέδιον ταύτην διδαχὴν τοῦ παπᾶ. Ἡ θειὰ τὸ Μαλαμὼ ἔσπευσε νὰ εἴπῃ: ‒ Ἀλήθεια, παπά μ᾽, δὲν εἶναι καλὸ πρᾶμα αὐτοδά, θὰ πῶ, ν᾽ ἀφήνουν τόσα χρόνια τώρα τὸ Χριστὸ ἀλειτούργητο, τὴν ἡμέρα τῆς Γέννας του…».5 Δὲν εἶναι σωστό! Ἔτσι, ἡ στρατευόμενη ἐκκλησία συναντᾶ τὴν ἐπουράνια. Κάθε λατρευτικὴ πράξη εἶναι γιορτή. Καὶ τότε εἶναι ποὺ ὅλα γίνονται γιορτὴ καὶ μεταμορφώνεται ἡ κάθε στιγμή. Στὸ ἴδιο διήγημα: «Ἀλλ᾽ ὅτε ὁ ἱερεὺς ἐξελθὼν ἔψαλε τὸ “Δεῦτε ἴδωμεν πιστοί, ποῦ ἐγεννήθη ὁ Χριστός”, τότε αἱ μορφαὶ τῶν Ἁγίων ἐφάνησαν ὡς νὰ ἐφαιδρύνθησαν εἰς τοὺς τοίχους˙ “Ἀκολουθήσωμεν λοιπὸν ἔνθα ὁδεύει ὁ ἀστήρ”, καὶ ὁ κὺρ Ἀλεξανδρὴς ἐνθουσιῶν ἔλαβε τὴν ὑψηλὴν καλάμην καὶ ἔσεισε τὸν πολυέλεον μὲ τὰς λαμπάδας ὅλας ἀνημμένας. “Ἄγγελοι ὑμνοῦσιν, ἀκαταπαύστως ἐκεῖ”, κ᾽ ἐσείσθη ὁ ναὸς ὅλος ἀπὸ τὴν βροντώδη φωνὴν τοῦ παπα-Φραγκούλη μετὰ πάθους ψάλλοντος: “Δόξα ἐν ὑψίστοις λέγοντες, τῷ σήμερον ἐν σπηλαίῳ τεχθέντι”, καὶ οἱ ἄγγελοι οἱ ζωγραφιστοί, οἱ περικυκλοῦντες τὸν Παντοκράτορα ἄνω εἰς τὸν θόλον, ἔτειναν τὸ οὖς, ἀναγνωρίσαντες οἰκεῖον αὐτοῖς τὸν ὕμνον. Καὶ εἶτα ὁ ἱερεὺς ἐπῆρε καιρόν, καὶ ἤρχισε νὰ προσφέρῃ τῷ Θεῷ θυσίαν αἰνέσεως».6 Ἔτσι, μὲ τὴν καθολικὴ συμμετοχὴ τοῦ λαοῦ καὶ τῶν ψαλτῶν στὴ Θεία Λειτουργία τὴν ἡμέρα τῆς Γέννησης τοῦ Θεανθρώπου ἐπετεύχθη ἡ ἕνωση τῶν πάντων: «Ἔλαμψε δὲ τότε ὁ ναὸς ὅλος, καὶ ἤστραψεν ἐπάνω εἰς τὸν θόλον ὁ Παντοκράτωρ μὲ τὴν μεγάλην κ᾽ ἐπιβλητικὴν μορφήν, καὶ ἠκτινοβόλησε τὸ ἐπίχρυσον καὶ λεπτουργημένον μὲ μυρίας γλυφὰς τέμπλον, μὲ τὰς περικαλλεῖς τῆς ἀρίστης βυζαντινῆς τέχνης εἰκόνας του, μὲ τὴν μεγάλην εἰκόνα τῆς Γεννήσεως, ὅπου “Παρθένος καθέζεται τὰ Χερουβεὶμ μιμουμένη”, ὅπου θεσπεσίως μαρμαίρουσιν αἱ μορφαὶ τοῦ θείου Βρέφους καὶ τῆς ἀμώμου Λεχοῦς, ὅπου ζωνταναὶ παρίστανται αἱ ὄψεις τῶν ἀγγέλων, τῶν μάγων καὶ τῶν ποιμένων, ὅπου νομίζει τις ὅτι στίλβει ὁ χρυσός, εὐωδιάζει ὁ λίβανος καὶ βαλσαμώνει ἡ σμύρνα, καὶ ὅπου, ὡς ἐὰν ἡ γραφικὴ ἐλάλει, φαντάζεταί τις ἐπὶ μίαν στιγμὴν ὅτι ἀκούει τό, Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ!».7 Ἀκόμη κι ὅταν κάνει λάθη ὁ λαὸς στὴν ἄσκηση τῶν λατρευτικῶν του καθηκόντων καὶ στὴν ἱεροψαλτική, ἀντιμετωπίζεται μὲ συμπάθεια ἀπὸ τὸν Παπαδιαμάντη, γιατί ὅπως ὑποστηρίζει: «προκριτωτέρα ἡ ἀμάθεια τῆς δοκησισοφίας…».8 Ὅπως ὁ ἴδιος ὁ συγγραφέας ὁμολογεῖ: «Γνωρίζω ἕνα ἱερέα Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη, Στὸ Χριστό, στὸ Κάστρο, Ἅπαντα, Τόμος Β΄, Κριτική ἔκδοση Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου, ἐκδ. Δόμος, Ἀθήνα 1997, σ. 277. 6 Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη, Στὸ Χριστό, στὸ Κάστρο, Ἅπαντα, Τόμος Β΄, Κριτική ἔκδοση Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου, ἐκδ. Δόμος, Ἀθήνα 1997, σ. 295. 7 Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη, Στὸ Χριστό, στὸ Κάστρο, Ἅπαντα, Τόμος Β΄, Κριτική ἔκδοση Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου, ἐκδ. Δόμος, Ἀθήνα 1997, σ. 293. 5

- 125 -


εἰς τὰς Ἀθήνας. Εἶναι ὁ ταπεινότερος τῶν ἱερέων καὶ ὁ ἁπλοϊκώτερος τῶν ἀνθρώπων. [...] Τὰ λάθη, ὅσα κάμνει εἰς τὴν ἀνάγνωσιν, εἶναι πολλάκις κωμικά. Καὶ ὅμως ἐξ ὅλων τῶν ἀκροατῶν του, ἐξ ὅλου τοῦ ἐκκλησιάσματος, κανείς μας δὲν γελᾷ. Διατί; Τὸν ἐσυνηθίσαμεν, καὶ μᾶς ἀρέσει. Εἶναι ἀξιαγάπητος. Εἶναι ἁπλοϊκὸς καὶ ἐνάρετος. Εἶναι ἄξιος τοῦ πρώτου τῶν Μακαρισμῶν τοῦ Σωτῆρος».9 Καὶ τούτη ἡ πραγματικότητα συναντᾶται στὸν Ἀλέξανδρο Παπαδιαμάντη, διότι ὅλο τοῦ τὸ ἔργο εἶναι ἕνας ὕμνος πρὸς τὸ Θεὸ καὶ στὸν ἄνθρωπο. Γι’ αὐτὸ ὁ τραγουδιστὴς τοῦ Θεοῦ δημιουργεῖ ἕνα σύμπαν ποὺ τοὺς χωράει ὅλους. Ἄκρως συγκινητικὴ εἶναι καὶ ἡ στάση τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὴν πραγμάτωση τοῦ κατ’ οἰκονομίαν, τούτης τῆς φιλάνθρωπης ἀρχῆς καθώς, «[...] Οἱ ἐπαγγελματικοὶ ἱερεῖς κ᾿ οἱ ψάλται ἔψαλλον τὰ κατὰ συνθήκην, ἀπὸ τὴν “Ἄμωμον ὁδὸν” ἕως τὸν “Τελευταῖον ἀσπασμόν”. Μόνος ὁ παπα-Νικόλας ἀπ᾿ τὸν Ἁι-Γιάννη τοῦ Ἀγροῦ, ὁ Ναξιώτης, ἐφαίνετο ὅτι ἔκανε χωριστὴν ἀκολουθίαν, ἐμορμύριζε μέσα του, καὶ τὰ ὄμματά του ἐφαίνοντο δακρυσμένα. ‒ Τί μουρμουρίζεις, παπά; τοῦ εἶπα, ἀπὸ τὸ ὄπισθεν τοῦ στασιδίου, ὅπου εἶχεν ἀκουμβήσει. ‒ Λέγω τὴν ἀκολουθίαν τῶν Νηπίων μέσα μου, εἶπεν ὁ παπα-Νικόλας. Εἰς αὐτὸ τὸ ἄκακον ἁρμόζει ἡ κηδεία τῶν νηπίων».10 Τὰ τραγούδια τοῦ Θεοῦ συναντῶνται καὶ στοὺς δύο συγγραφεῖς καθώς, «– Ἐτούτη, μωρέ, εἶναι ἡ μαντινάδα ποὺ ταίριαξες τῆς χήρας; Δὲ φοβᾶσαι ἐσύ, μωρέ, τὸ Θεό; ἔκαμε ὁ Στρατὴς καὶ τοῦ ’φραξε τὸ στόμα˙ δὲν κατέχεις τραγούδια τοῦ Θεοῦ;».11 Ἐπίσης, «Ὅταν ἦταν μὲ τοὺς ἀνθρώπους, γελοῦσε, ἔπαιζε, πετιόταν ξαφνικὰ ἀπάνω κι ἄρχιζε νὰ χορεύει, ἔπιανε δυὸ ξύλα κι ἔπαιζε βιολὶ καὶ τραγουδοῦσε δικά του τραγούδια τοῦ Θεοῦ˙ τό ’κανε, σίγουρα, γιὰ νὰ δώσει κουράγιο στοὺς ἀνθρώπους˙ κάτεχε καλὰ πὼς ἡ ψυχὴ ὑποφέρει, πὼς τὸ κορμὶ πεινάει, πὼς ὁ ἄνθρωπος δὲν ἀντέχει...».12 Στὴν ἴδια προοπτικὴ τῆς λατρευτικῆς βίωσης τῆς κάθε στιγμῆς καὶ ὁ Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης καθὼς, «Ὅταν ἀπεφάγαμεν, κ᾿ ἐσυγκρούσαἈλέξανδρου Παπαδιαμάντη, Στὸ Χριστό, στὸ Κάστρο, Ἅπαντα, Τόμος Β΄, Κριτική ἔκδοση Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου, ἐκδ. Δόμος, Ἀθήνα 1997, σ. 295. 9 Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη, Ἱερεῖς τῶν πόλεων καὶ ἱερεῖς τῶν χωρίων, Ἅπαντα, Τόμος Ε΄, Κριτική ἔκδοση Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου, ἐκδ. Δόμος, Ἀθήνα 2005, σσ. 195-196. 10 Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη, Τραγούδια τοῦ Θεοῦ, Ἅπαντα, Τόμος Δ΄, Κριτική ἔκδοση Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου, ἐκδ. Δόμος, Ἀθήνα 2010, σσ. 390-394. 11 Νίκου Καζαντζάκη, Καπετὰν Μιχάλης. Ἐλευτερία ἢ Θάνατος, ἐκδ. Καζαντζάκη, Ἀθήνα 2015, σ. 236. 12 Νίκου Καζαντζάκη, Ὁ Φτωχούλης τοῦ Θεοῦ, ἐκδ. Καζαντζάκη, Ἀθήνα 2014, σ. 25. 8

- 126 -


μεν τὰ κόκκιν᾿ αὐγά, κ᾿ εἴχαμεν κενώσει τὰ τρία τέταρτα τῆς χιλιάρικης ‒ἦτο ὡραῖον ρετσινάτο, ὅλον ἄρωμα καὶ πτῆσις καὶ ἀφρός‒ ἀφοῦ ἔψαλεν ὁ γέρων Φίλιππος τὸ Χριστὸς ἀνέστη (ὁ κὺρ Στέφανος δὲν ἤξευρεν ἄλλο νὰ ψάλῃ εἰμὴ τό, ψήσου γίδα ψήσου καὶ ροδοκοκκινίσου), ἠθέλησα κ᾿ ἐγὼ νὰ εἴπω τὸ Ἀναστάσεως ἡμέρα, τὸ ἀλλέγρο, τὸν πρῶτον δηλ. εἱρμὸν τοῦ Κανόνος τῆς ἡμέρας, ὄχι τὸ τελευταῖον τὸ δοξαστικόν, τὸ ἀργόν. Μόλις ἤνοιξα τὸ στόμα μου κ᾿ ἐπρόφερα: Ἀναστάσεως ἡμέρα, λαμπρυνθῶμεν λαοί· Πάσχα Κυρίου Πάσχα… ἡ μικρὰ Τοτώ, βλέπουσα ἀτενῶς πρός με, ἀφῆκεν ἀκράτητον ἐπιφώνημα χαρᾶς, κ᾿ ἔλαμψε τὸ προσωπάκι της, τὰ ματάκια της, τὸ στόμα της, τὰ μάγουλά της, ὅλα ἐμόρφασαν κ᾿ ἐμειδίασαν ἄρρητον μειδίαμα ἀγαλλιάσεως. Τὸ πρᾶγμα μοῦ ἐπροξένησεν αἴσθησιν. Φαίνεται τῷ ὄντι ὅτι ἔχουν ἄφατον ἄρωμα καὶ κάλλος μαρτυρούμενον “ἐκ στόματος νηπίων καὶ θηλαζόντων”, αὐτὰ τὰ ἐμπνευσμένα ᾄσματα τῆς ἁγίας Ἐκκλησίας μας. Συγχρόνως ἡ Μαρία, μὲ παιδικὴν χαρὰν κι αὐτή, ἀνέκραξεν: ‒ Αὐτὰ δὲν εἶναι τροπάρια ποὺ ψέλνετε, κύριε. ‒ Ἀλλὰ τί εἶναι κορίτσι μου; ἠρώτησα. ‒ Αὐτὰ εἶναι σὰν γλυκὰ-γλυκὰ τραγουδάκια. [...] Τότε ἡ μικρὰ παιδίσκη (ἦτο ὣς ἐννέα ἐτῶν, ροδίνη καὶ καστανή, καὶ τὴν εἶχαν υἱοθετήσει ἀπὸ τὸ Βρεφοκομεῖον, ὡς ἄτεκνον ὁποὺ ἦτο τὸ ἀνδρόγυνον· ἀλλ᾿ αὐτὴ τὸ ἠγνόει), μ᾿ ἐχαιρέτισε καὶ μοῦ λέγει: ‒ Ἐσύ, μπαρμπ᾿ Ἀλέξανδρε, ψέλνεις τὰ τραγούδια τοῦ Θεοῦ».13 Καὶ εἶναι ἕνας τραγουδιστὴς τοῦ Θεοῦ, ὁ Ἀλέξανδρος Παπαδιαμάντης, γιατί πάνω ἀπ’ ὅλα ὑπῆρξε ὑμνητὴς τοῦ ἀνθρώπου. Δοξολογικὴ καὶ εὐχαριστιακή, ὅμως, εἶναι καὶ ἡ σκέψη τοῦ Καζαντζάκη καθὼς, «Κι ὁ φτωχὸς ἅπλωσε τὶς ἀγκάλες, χαμογέλασε εὐτυχισμένος: “Εὐχαριστῶ σε, Κύριε”, μουρμούρισε˙ “ταπεινώθηκες γιὰ τὸ χατίρι μου, γίνηκες ψωμί, νερό, ροῦχο ζεστό, γυναίκα καὶ γιός μου, γιὰ νὰ σὲ δῶ˙ καὶ σὲ εἶδα˙ σκύβω καὶ προσκυνῶ τὸ πολυπρόσωπό σου πρόσωπο, τὸ ἀγαπημένο!”».14 Στὴν ἴδια προοπτικὴ τὸ ὑψηλὸ νόημα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου ξεπερνᾶ τοὺς νόμους τῆς γραμματικῆς ἀφοῦ, «‒ Χριστὸς ἀνέστακας, μωρὲ παιδιά! Φώναξε. Ἡ γνώριμη πολυτριμμένη λέξη: ἀνέστη τοῦ φάνηκε ξαφνικὰ μικρή, φτενή, μίζερη˙ δὲν μποροῦσε νὰ χωρέσει τὴ Μεγάλη Ἀγγελία˙ πλάτυνε ἡ λέξη, θέριεψε στά χείλια τοῦ παπᾶ. Λύγισαν οἱ γλωσσικοὶ νόμοι, Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη, Τραγούδια τοῦ Θεοῦ, Ἅπαντα, Τόμος Δ΄, Κριτική ἔκδοση Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου, ἐκδ. Δόμος, Ἀθήνα 2010, σσ. 390-391. 14 Νίκου Καζαντζάκη, Ὁ Τελευταῖος Πειρασμός, ἐκδ. Καζαντζάκη, Ἀθήνα 2014, σ. 336. 13

- 127 -


ἔσπασαν ἀκολουθώντας τὴ φόρα τῆς ψυχῆς, δημιουργήθηκαν νόμοι καινούριοι˙ καὶ νά, πρώτη φορὰ τὸ πρωὶ ἐκεῖνο, ὁ γερο-Κρητικός, δημιουργώντας τὴν καινούργια λέξη, ἔνιωθε πὼς ἀληθινὰ ἀνάσταινε, σὲ ὅλο του τὸ μέγα μπόι, τὸ Χριστό».15 Ἀλλὰ καὶ ἡ λαχτάρα τῆς βίωσης τῆς Ἀνάστασης ὁδηγεῖ καὶ πάλι στὴν ἐφαρμογὴ τῆς ἀρχῆς τῆς οἰκονομίας καθὼς, «Γονάτισε ὁ παπα-Δαμιανὸς ἀπάνω στὸ χῶμα, ἄνοιξε τὸ Βαγγέλιο κι ἄρχισε ν’ ἀναγνώθει τὸ Βαγγέλιο τῆς Ἀνάστασης˙ ἡ φωνή του ξαφνικὰ εἶχε δυναμώσει, δὲν ἔτρεμε. Ὅταν, τώρα ποὺ κίνησαν, σήκωσε ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα τὸ Βαγγέλιο, τὸ ἄνοιξε καὶ σημάδεψε μὲ μιὰν κόκκινη κορδέλα τὸ Βαγγέλιο τῆς Σταύρωσης˙ αὐτὸ εἶχε πάρει ἀπόφαση νὰ διαβάσει˙ μὰ τώρα, ἀνάμεσα στοὺς ἀγαπημένους νεκρούς, δὲν τὸ βάσταξε ἡ καρδιά του νὰ τοὺς ἀφήσει λόγο στερνὸ τὸ Ἠλί, Ἠλί, λαμὰ σαβαχθανί! ἀποφάσισε λοιπὸν ξαφνικὰ νὰ τοὺς πεῖ ἕναν καλό, χαρούμενο λόγο: Ὁ Χριστὸς ἀνέστη! Διάβασε τὸ Βαγγέλιο τῆς Ἀνάστασης κι ὕστερα ἔσυρε φωνὴ μεγάλη: – Κάντε ὑπομονή, παπποῦδες, καλὴν ἀντάμωση στὴ Δευτέρα Παρουσία! Ὁ Χριστὸς ἀνέστη, νικήθηκε ὁ θάνατος, δὲν ὑπάρχει θάνατος, ὁ ἄνθρωπος θ’ ἀναστηθεῖ, κάντε τὸ λοιπὸν ὑπομονή, παπποῦδες, καλὴν ἀντάμωση!».16 Παρομοίως καὶ στὸν Παπαδιαμάντη ὁ ἄνθρωπος βιάζεται νὰ βιώσει τὴ χαρὰ τῆς Ἀνάστασης καθὼς, «Ὁ Γιάννης εἶχεν ἀνάψει στὰ μανάλια ὅλα τ᾿ ἀπόκηρα, ὅσα εἶχεν εὑρεῖ ἐκεῖ, εἶχε χύσει τὸ λάδι ἀπὸ τὰ κανδήλια, εἶχε κενώσει ὅλον τὸ λαδικόν, ποὺ ηὗρεν εἰς τὸ ἑρμάρι τῆς βορειοδυτικῆς γωνίας, καὶ εἶχε κατορθώσει νὰ [τ᾿] ἀνάψῃ ὡς πυροφάνι μόνον δύο κανδήλια ἐκ τῶν ἑπτὰ ἢ ὀκτὼ τῶν πρὸ τοῦ Τέμπλου καὶ τοῦ προσκυνηταρίου, καὶ ηὐφραίνετο ψάλλων τὸ “Χριστὸς Ἀνέστη”, ὅπως αὐτὸς ἤξευρεν. Εἶχε βαρεθῆ τὴν Σαρακοστήν, ἐπόθει τὸ Πάσχα, καὶ ἤρχισε νὰ τὸ προεορτάζῃ».17 Καὶ μάλιστα σὲ τούτη τὴν περίπτωση ὁ Γιάννης ποὺ ἀνῆκε στὸ κοινωνικὸ περιθώριο τῆς ἐποχῆς καὶ τῆς κοινωνίας, γίνεται δέκτης ὑψηλῶν θείων ἀποκαλύψεων. Γι’ αὐτὸ κατὰ τὸν Παλαμᾶ, «[...] ὁ ποιητὴς αὐτὸς ὁ περίφημος καὶ ὁ ἀτύπωτος, ὁ χριστιανὸς καὶ ὁ ἀλκοολικός, ὁ ψάλτης τοῦ ναοῦ καὶ ὁ πιστὸς τῆς ταβέρνας, ὁ λατρευόμενος ἀπὸ τοὺς νέους γύρω του καὶ ὁ ἀπλησίαστος, ὁ ντυμένος σὰ ζητιάνος, καὶ ὁ ἐμπνευσμένος σὰν ἀπὸ τὴ μοσκοβολιὰ δροσερώτατων μενεξέδων, ὁ ἀκάθαρτος Παπαδιαμάντης καὶ ὁ γλυκύτατος τραΝίκου Καζαντζάκη, Ἀναφορὰ στὸν Γκρέκο, ἐκδ. Καζαντζάκη, Ἀθήνα 2009, σ. 436. Νίκου Καζαντζάκη, Οἱ Ἀδερφοφάδες. – Θέλει, λέει, νά ’ναι λεύτερος. Σκοτῶστε τον!, ἐκδ. Καζαντζάκη, Ἀθήνα 2009, σ. 16. 17 Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη, Τὸ Χριστὸς Ἀνέστη τοῦ Γιάννη, Ἅπαντα, Τόμος Δ΄, Κριτική ἔκδοση Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου, ἐκδ. Δόμος, Ἀθήνα 2010, σ. 534. 15

16

- 128 -


γουδιστὴς τοῦ Φτωχοῦ Ἅγιου καὶ τῆς Νοσταλγοῦ, εἶδος τί Βερλαίν, μὰ πιὸ πολὺ κανονικός, μὰ λευκὸς στὴ ζωή του ὅσο δὲν ἦταν ὁ μεγάλος Φράγκος ὁμόφυλός του˙ ἴσα μὲ τὰ τώρα, ὁ Παπαδιαμάντης ἔζησε περιφρονημένος καὶ δοξασμένος, μοναχικὸς καὶ καταφρονητικός, ὅσιος καὶ ἀλήτης. Μὰ πάντα ἔσταζε κάποιο μέλι ἀπὸ τὰ χείλη του, καὶ τὸ κοντύλι του, ἔτσι ἄκοπα, ἄνετα, ἀπρόσεχτα, μὲ δυὸ τρεῖς μολυβιές μας ἄφινε στὸ χαρτὶ ἀξέχαστα “σκίτσα”, ποὺ τὸ στόμα τους ἤθελε φιλί, καὶ τὰ μάτια τους γύρευαν ἀγάπη καὶ μᾶς τραβοῦσε ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἀπάνου στὰ γραμμένα του καὶ μᾶς ἀντάμωνε ἀδερφώνοντάς μας μὲ τὴ συγκίνηση καὶ μὲ τὴ συμπάθεια. Τέτοιος εἶναι ὁ τεχνίτης».18 Ἔτσι, ἀκόμη καὶ στὴν περίπτωση τῆς ἀμφισβήτησης ἡ ἄσκηση τῆς ψαλτικῆς εἶναι παροῦσα καθὼς, «Διῆλθεν ἄνωθεν τοῦ χοροῦ, πρὸ τῶν βαθμίδων τοῦ βήματος κ᾿ ἐπλησίασεν εἰς ἕνα νέον δημοδιδάσκαλον, ὅστις ἐσυνήθιζε νὰ ψάλλῃ, καὶ κατὰ τὴν κηδείαν αὐτὴν ἵστατο ἀριστερά, βοηθῶν τοὺς ἱερεῖς, εἰς τὸν στίχον: “Κύριε, ἀνάπαυσον τὴν ψυχὴν τοῦ δούλου σου”, τὸν ὁποῖον ἐπανελάμβανεν ἐκ περιτροπῆς ὁ ψάλτης. Ὁ Φραγκούλας ἀλλοκότως ἐγέλασε, καὶ εἶπε μὲ φωνὴν σχεδὸν ἀκουστήν: ‒ Ἀνάθεμα στὴν ψυχὴν τοῦ δούλου σου; Τί λές, δάσκαλε; Ὁ ψάλτης τοῦ ἔνευσε μόνον νὰ σιωπήσῃ. Καὶ μὲ κυκλοτερὲς βλέμμα πρὸς τοὺς ἄλλους, τοὺς ἐσύστησε νὰ μὴ δώσουν προσοχήν, διὰ νὰ μὴ γίνῃ χασμωδία. Ὁ Φραγκούλας μετ᾿ ὀλίγον καὶ πάλιν ἐπανέλαβε: ‒ Τί τοὺς ψέλνετε;… Τί τοὺς κάνετε νάνι-νάνι;… Ὅλοι στ᾿ ἀνάθεμα θὰ πᾶμε!…».19 Πολυδιάστατη ἡ ζωὴ τοῦ Σκιαθίτη καθώς, «Παραδίνοταν στὸ ἀθῶο γήτεμα τῆς μουσικῆς. Καὶ μεταμόρφωνε τὸν ἑαυτό του σὲ ψαλτήριο καὶ σὲ κιθάρα. Καὶ στὰ ἄλλα μουσικὰ ὄργανα γιὰ τοὺς ἔλεγους καὶ τοὺς αἴνους. Ἦταν ὁ τρόπος του νὰ ἑνώνει τὸ ρυθμὸ μέσα τοῦ μὲ τὴν ἁρμονία τῶν οὐρανῶν, καὶ μὲ τὰ δρομαία ἐμβατήρια τῶν ἄστρων», ψάλλουν τὰ πουλιά. Ὁλάκερη ἡ κτίση, λοιπόν, δοξολογεῖ τὸ Δημιουργό της, μὲ τὴν εὐχαριστιακὴ δοξολογία νὰ ἐπεκτείνεται ἀκόμη καὶ στὴν ἄλογη δημιουργία, ἡ ὁποία δὲν παραμένει ἀσυγκίνητη, οὔτε ἀμέτοχη καθὼς, «‒ Ἔχεις δίκιο, ἀδερφὲ Φραγκίσκο! Ἀλήθεια, μιὰ φορὰ εἶδα σ’ ἕνα μοναστήρι, κοντὰ στὴν Περούτζια, ἕναν κότσυφα ποὺ τὸν εἶχαν μάθει κι ἔψελνε τὸ “Κύριε Ἐλέησον!”˙ σωστὸς καλόγερος. Ὁ Φραγκῖσκος ἀναστέναξε: ‒ Ἄχ, νὰ μποροῦσε κανεὶς νὰ μάθει τὰ πουλιὰ καὶ τὰ ζά, τὰ πρόβατα, τὰ σκυλιά, τοὺς λύκους, τ’ ἀγριογούρουνα, νὰ λὲν δυὸ λόγια μονάχα: “Κύριε ἐλέησον!”. Νὰ σηκώΚωστῆ Παλαμᾶ, Ὁ Παπαδιαμάντης, ἐφημερίδα Ἀκρόπολις, 4 Ἰανουαρίου 1911. Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη, Ἄψαλτος, Ἅπαντα, Τόμος Δ΄, Κριτική ἔκδοση Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου, ἐκδ. Δόμος, Ἀθήνα 2010, σ. 74. 18 19

- 129 -


νεται ἔτσι ἡ Πλάση κάθε πρωὶ καὶ ν’ ἀκοῦς μέσα ἀπὸ τὰ δέντρα, ἀπὸ τοὺς στάβλους, ἀπὸ τὶς αὐλές, ἀπὸ τὰ δάση, ὅλα τὰ ζωντανὰ νὰ δοξολογοῦν τὸ Θεό, φωνάζοντας “Κύριε ἐλέησον!”...».20 Καὶ ἡ γλυκύτητα τῆς σταυροαναστάσιμης χαρμολύπης ἔχει τὴ δύναμη νὰ μερώσει ἀκόμη καὶ τὰ θεριὰ καθὼς, «Ἀπρίλης, Κυριακὴ τῶν Βαγιῶν˙ τ’ Ἅγια Πάθη κινοῦσαν˙ ἀπόψε θά ’μπαινε ὁ Χριστός, καβάλα σὲ γαϊδουράκι, στὴν ἄγρια Ἱερουσαλὴμ ποὺ σκοτώνει τοὺς προφῆτες. Ἰδοὺ ὁ Νυμφίος ἔρχεται ἐν τῷ μέσῳ τῆς νυκτὸς θὰ βροντοφωνήσει ὁ παπα-Γιάνναρος καλωσορίζοντας τὸ Σωτήρα, ποὺ ἔμπαινε, πικρὰ χαμογελώντας, στὰ θανατερὰ δίχτυα τῶν ἀνθρώπων. Καὶ θὰ χτυποῦσε λυπητερὰ τὴν καμπάνα, νὰ καλέσει τοὺς χριστιανοὺς στὴν ἐκκλησιὰ νὰ δοῦν τί ὑπόφερε καὶ τί ὑποφέρει ὁ Θεὸς ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους. “Δὲ γίνεται”, συλλογίζουνταν ὁ παπα-Γιάνναρος, “ἀκόμα καὶ τὰ θεριά, οἱ λύκοι, τὰ τσακάλια, τ’ ἀγριογούρουνα, ἔχω ἀκουστά, τὶς ἅγιες ἐτοῦτες μέρες, χωρὶς νὰ ξέρουν τὸ γιατί, μερώνουν μιὰ στάλα˙ ἄνεμος χλιαρός, πονετικὸς φυσάει, μεγάλη φωνὴ γρικιέται στὸν ἀέρα, γεμάτη ἀγάπη, γεμάτη πόνο, τὰ θεριὰ δὲν ξέρουν ποιὸς εἶναι αὐτὸς ποὺ φωνάζει, μὰ οἱ ἀνθρῶποι τὸ ξέρουν, εἶναι ὁ Χριστός. Γιατὶ, μαθές, ὁ Χριστὸς δὲν κάθεται ἀπάνω ἀπὸ τὰ σύννεφα, σὲ θρόνο, ὄχι˙ παλεύει ἀπάνω στὰ χώματα, πονάει κι αὐτός, ἀδικιέται κι αὐτὸς καὶ πεινάει καὶ σταυρώνεται μαζί μας. Ἀκοῦν οἱ ἀνθρῶποι ὅλη τὴ Μεγάλη Βδομάδα τὴν κραυγὴ τοῦ Χριστοῦ ποὺ πονάει, δὲ γίνεται τὸ λοιπόν, θὰ πονέσει κι ἡ καρδιά τους”».21 Ἔτσι ἡ ἄλογη κτίση μεταμορφώνεται, ἀκόμη καὶ τὰ πουλιά! «Δίπλα μας, στὴ βάρκα ποὺ μᾶς ἔβγαζε στὸ λιμανάκι τοῦ Ἁγίου Ὄρους, τὴ Δάφνη, δυὸ καλόγεροι κουβέντιαζαν˙ ὁ ἕνας, ὁ πιὸ νέος, μὲ ἀριὰ μαῦρα γενάκια, μ’ ἕνα βαρὺ ταγάρι στὴν ἀμασκάλη, ἔλεγε: – Νὰ τὸν ἀκούσεις νὰ ψέλνει, ξεχνᾶς τὸν κόσμο˙ πιὸ γλυκιὰ ἀπὸ πατέρα καὶ μάνα ἡ φωνή του. Κι ὁ ἄλλος ἀπαντοῦσε: – Τί κάθεσαι καὶ μοῦ λές; Ἐμεῖς ἔχουμε ἕναν κότσυφα στὸ Μοναστήρι ποὺ ψέλνει τὸ Κύριε ἐκέκραξα καὶ τὸ Χριστὸς ἀνέστη καὶ σαστίζει ὁ νοῦς σου˙ τόνε λέμε πάτερ Κότσυφα˙ κι ἔρχεται στὴν ἐκκλησιὰ μαζί μας˙ τόνε λέμε πάτερ Κότσυφα˙ κι ἔρχεται στὴν ἐκκλησιὰ μαζί μας˙ καὶ τὴ Σαρακοστὴ νηστεύει. – Δὲ θά ’ναι κότσυφας, πάτερ Λαυρέντιε, εἶπε ὁ νέος συλλογισμένος, δὲ θά ’ναι κότσυφας…».22 Είναι θεοπούλι! Ὁ Καζαντζάκης ἔρχεται ἀκόμη καὶ σὲ προσωπικὴ ἐπί-κοινωνία μὲ τὴ Μητέρα τοῦ Θεοῦ. Γιατί ἐκείνη γνωρίζει καλὰ ἀπὸ πόνο καὶ θάνατο καθὼς, Νίκου Καζαντζάκη, Ὁ Φτωχούλης τοῦ Θεοῦ, ἐκδ. Καζαντζάκη, Ἀθήνα 2014, σσ. 104-105. 21 Νίκου Καζαντζάκη, Οἱ Ἀδερφοφάδες. – Θέλει, λέει, νά ’ναι λεύτερος. Σκοτῶστε τον!, ἐκδ. Καζαντζάκη, Ἀθήνα 2009, σ. 26. 22 Νίκου Καζαντζάκη, Ἀναφορὰ στὸν Γκρέκο, ἐκδ. Καζαντζάκη, Ἀθήνα 2009, σ. 197. 20

- 130 -


«‒Παρθένα Μάνα, φώναξε, Ρόδο ἀμάραντο, Ἀγράμπελη ἀνθισμένη ποὺ ἀγκαλιάζεις τὸν ἄγριο Δρύ, τὸ Θεό, καλοὶ ἀνθρῶποι εἴμαστε, κατατρεμένοι, ἄκουσε τὴ φωνή μας! Κάθεσαι ἐσὺ ἐδῶ στὴ γῆς, κοντά μας, κι εἶναι ἡ ποδιά σου μιὰ ζεστὴ φωλιὰ γεμάτη ἀνθρώπους. Εἶσαι μάνα, καὶ κατέχεις τί θὰ πεῖ στεναγμὸς καὶ πείνα καὶ θάνατος˙ εἶσαι γυναίκα, καὶ κατέχεις τί θὰ πεῖ ὑπομονὴ κι ἀγάπη».23 Θριαμβευτικός ὁ ἐπινίκιος σκοπός καθώς, «Ποιὸς μπορεῖ ν’ ἀντισταθεῖ στὴ φωνή σου; Ἄρατε πύλας! Καὶ τὰ χρυσὰ μωσαϊκὰ θὰ τινάξουν ἀπάνουθέ τους σκιρτώντας τὸ ἀσβέστινο σάβανο καὶ θὰ βροντήσει ὁ θριαμβικὸς παιάνας τῆς Στρατηγίνας: Τῇ ὑπερμάχῷ Στρατηγῷ τὰ νικητήρια… καὶ τὰ κρουσταλλένια πολυκάντηλα μονομιᾶς θ’ ἀνάψουν, καὶ θὰ σταθεῖ πάλι στὸν ἄμβωνα, σοζυγιάζοντας τὰ δυὸ φτερά, τὸ ἀγριοπερίστερο».24 Ἡ ἀθωότητα εἶναι ἐκείνη ποὺ ὑμνεῖ στ’ ἀλήθεια τὸ Θεό, μὲ τὴ συμμετοχὴ τῶν παιδιῶν στὴ θεία λατρεία καθὼς, «Τὸ Μέγα Σάββατον δέ, μικρὸν μετὰ τὰ μεσάνυκτα, ἡ μήτηρ ἐξύπνισε τὸν Εὐαγγελινὸν καὶ τὴν Μόρφω, κ᾽ ἐνῷ ἐσήμαιναν διὰ μακρῶν οἱ κώδωνες, ἐπῆγαν εἰς τὴν ἐκκλησίαν, ὅπου ἐψάλη τὸ “ὦ γλυκύ μου ἔαρ” καὶ ἄλλα ἀκόμη παθητικὰ ᾄσματα. Εἶτα οἱ πιστοὶ ὅλοι μὲ ἀνημμένας λαμπάδας ἐξῆλθον εἰς τὸ ὕπαιθρον, ὑπὸ τὸ ἀμαυρωθὲν φέγγος τῆς φθινούσης σελήνης, ἐνῷ ἡ αὐγὴ ἔλαμπεν ἤδη ροδίνη καὶ ξανθή, προπέμποντες τὸν Ἐπιτάφιον ἀγλαόφωτον μὲ σειρὰς λαμπάδων. Καὶ ἡ αὔρα πραεῖα ἐκίνει ἠρέμα τοὺς πυρσούς, χωρὶς νὰ τοὺς σβήνῃ, καὶ ἡ ἄνοιξις ἔπεμπε τὰ ἐκλεκτότερα ἀρώματά της εἰς τὸν Παθόντα καὶ Ταφέντα, ὡς νὰ συνέψαλλε καὶ αὐτή, “ὦ γλυκύ μου ἔαρ, γλυκύτατόν μου τέκνον!” καὶ ἡ θάλασσα φλοισβίζουσα καὶ μορμύρουσα παρὰ τὸν αἰγιαλὸν ἐπανελάμβανεν, “οἴμοι γλυκύτατε Ἰησοῦ!”. Τὰ δὲ παιδία προπορευόμενα τῆς πομπῆς, μεγαλοφώνως ἔκραζον: Κύριε ἐλέησον! Κύριε ἐλέησον! Ὁ Εὐαγγελινὸς ἐψέλλιζε μετὰ τῶν ἄλλων: Κύιε ἔησον! Κύιε ἔησον!».25 Στὴν ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, λοιπόν, μετέχουν ὅλοι ἀνεξαιρέτως μέσα στὴ μνήμη˙ μικροί, μεγάλοι, νέοι, γέροι, ἄνδρες, γυναῖκες! Ὁ ἱεροψάλτης μὲ ἔνδυμα τὴ μουσική, ἔνδυμα τοῦ ὀρθοδόξου ὕμνου, τοῦ λόγου τῆς λατρείας μας, συνδέει ὁλόκληρη τὴν λατρευτικὴ πράξη. Ὅπως ὁ Θεῖος Λόγος μὲ τὴν Σάρκωσή του ἔλαβε ἀνθρώπινη σάρκα ἀπὸ τὴν Παναγία Παρθένο, ἔτσι καὶ ὁ θεολογικὸς λόγος τῆς λατρείας ἔχει τὴ δική του ἱστορικὴ σάρκαἔνδυμα, τὴ λατρευτικὴ μουσική, ποὺ δένεται ἀναπόσπαστα μαζί του. Εἶναι γνωστό, ἄλλωστε, ὅτι μέχρι τὸν 9ο αἰώνα ὑμνογράφος (ποιητής) καὶ μεΝίκου Καζαντζάκη, Ὁ Χριστὸς ξανασταυρώνεται, ἐκδ. Καζαντζάκη, Ἀθήνα 2014, σ. 92. 24 Νίκου Καζαντζάκη, Συμπόσιον, ἐκδ. Ἐλ. Καζαντζάκη, Ἀθήνα 1971, σ. 23. 25 Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη, Παιδικὴ Πασχαλιά, Ἅπαντα, Τόμος Γ΄, Κριτική ἔκδοση Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου, ἐκδ. Δόμος, Ἀθήνα 1989, σ. 173. 23

- 131 -


λωδὸς (συνθέτης) ταυτίζονται. Λόγος καὶ μέλος (μελωδία) προέρχονται ἀπὸ τὸ ἴδιο πρόσωπο. Λόγος καὶ μέλος ἀποκτοῦν, ἔτσι, στὴ λατρεία μας ἑνότητα καὶ γίνονται «ἄκουσμα καὶ λάλημα λαμπρόν»˙ προσευχὴ! Ἂν καὶ οἱ δυὸ συγγραφεῖς ἀναφέρονται σὲ διαφορετικὲς γεωγραφικὲς περιοχὲς μὲ διαφορετικὲς προσεγγίσεις στὰ θέματα τῆς πίστης καταλήγουν στὸ ἴδιο συμπέρασμα: Ἡ ψαλτικὴ τέχνη εἶναι ἀδιάσπαστο στοιχεῖο τῆς λατρείας στὴν ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας καὶ εἶναι ἀγαθὸ ποὺ προσφέρεται στὸν λαὸ τὶς ὦρες τῆς λατρείας του καὶ τῆς προσομιλίας του μὲ τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἁγίους του. Εἶναι κρίμα ποὺ ἡ σημερινὴ Παιδεία μας ἀγνοεῖ σχεδὸν παντελῶς τὴ Βυζαντινὴ Μουσική, ὅπως καὶ τόσα ζωντανὰ στοιχεῖα τῆς Ἑλληνικῆς Παράδοσης, ἡ ὁποία συμβάλει στὴ διατήρηση καὶ τὴν κατανόηση αὐτῆς τῆς μεγάλης πολιτιστικῆς παράδοσης στὴν Ἑλληνικὴ Ὀρθοδοξία. Θὰ πρέπει ὅμως νὰ σημειώσουμε πέρα ἀπὸ τὰ ὅσα θετικὰ ἀναπτύξαμε, ὅτι σήμερα βιώνουμε καὶ ὁδηγούμεθα σὲ ἕνα πολιτιστικὸ «ναυάγιο», ἀπόλυτα ἀντίστοιχο μὲ τὴ γενικότερη ρευστότητα, θεσμικὰ καὶ λειτουργικά, στὴν ὁποία βρίσκεται καὶ ἡ Ἐκκλησία καὶ ἡ ψαλτική. Οἱ συνέπειες εἶναι ἀπρόβλεπτες γιὰ τὴ Χώρα μας! Καὶ γιὰ τὴν Ἐκκλησία. Σὲ ἐμᾶς ὀφείλεται νὰ κρατήσουμε τὸ «ἴσο» τῆς λέξης ποὺ λέγεται πνευματικὴ ἀντίσταση! Τὸν τρόπο καὶ τὴν μελωδία θὰ τὴ βρεῖτε ἐσεῖς ὡς ἱεροψάλτες… ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη, Λαμπριάτικος Ψάλτης, Ἅπαντα, Τόμος Β΄, Κριτικὴ ἔκδοση Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου, ἐκδ. Δόμος, Ἀθήνα 1997. Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη, Παιδικὴ Πασχαλιά, Ἅπαντα, Τόμος Γ΄, Κριτικὴ ἔκδοση Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου, ἐκδ. Δόμος, Ἀθήνα 1989. Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη, Τραγούδια τοῦ Θεοῦ, Ἅπαντα, Τόμος Δ΄, Κριτική ἔκδοση Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου, ἐκδ. Δόμος, Ἀθήνα 2010. Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη, Ἅπαντα, Τόμος Ε΄, Κριτικὴ ἔκδοση Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλου, ἐκδ. Δόμος, Ἀθήνα 2005. Νίκου Καζαντζάκη, Ὁ Χριστὸς ξανασταυρώνεται, ἐκδ. Καζαντζάκη, Ἀθήνα 2014. Νίκου Καζαντζάκη, Καπετὰν Μιχάλης. Ἐλευτερία ἢ Θάνατος, ἐκδ. Καζαντζάκη, Αθήνα 2015. Νίκου Καζαντζάκη, Ὁ Φτωχούλης τοῦ Θεοῦ, ἐκδ. Καζαντζάκη, Ἀθήνα 2014. Νίκου Καζαντζάκη, Ὁ Τελευταῖος Πειρασμός, ἐκδ. Καζαντζάκη, Ἀθήνα 2014. Νίκου Καζαντζάκη, Ἀναφορὰ στὸν Γκρέκο, ἐκδ. Καζαντζάκη, Ἀθήνα 2009. Νίκου Καζαντζάκη, Οἱ Ἀδερφοφάδες. – Θέλει, λέει, νά ’ναι λεύτερος. Σκοτῶστε τον!, ἐκδ. Καζαντζάκη, Ἀθήνα 2009. Νίκου Καζαντζάκη, Συμπόσιον, ἐκδ. Ἐλ. Καζαντζάκη, Ἀθήνα 1971. Κωστῆ Παλαμᾶ, Ὁ Παπαδιαμάντης, ἐφημερίδα Ἀκρόπολις, 4 Ἰανουαρίου 1911. Δημήτρη Λιαντίνη, Τὰ Ελληνικά, ἐκδ. Βιβλιογονία, Ἀθήνα 1992. - 132 -


mµνογραφικά πρός Τιµήν Κρητῶν hγίων jπισκόπων σέ Σιναϊτικούς Κώδικες Κριτική Θεώρηση, ∆ιακειµενική προσέγγιση jµµανουήλ Κ. ∆ουνδουλάκης jπίκ. Kαθηγητής hγιολογίας & mµνολογίας Π.Α.Ε.Α.Κ. Ἡ εἰσήγηση βασίζεται σέ πέντε Σιναϊτικούς κώδικες. Τά κείμενα τῶν περισσοτέρων Ἁγίων ἐξ αὐτῶν πού μᾶς ἀφοροῦν, παραμένουν ἀδημοσίευτα μέχρι σήμερα καί τήν ἔκδοσή τους δρομολογῶ προσεχῶς. Πρόκειται γιά τούς ἀκόλουθους χειρόγραφους κώδικες: τούς περγαμηνούς Sin. gr. (Σ) 552, -ὁ ὁποῖος τοποθετεῖται τόν 11ο1 μέ 12ο αἰώνα2, καί Σ 630 τοῦ 13ου αἰώνα3. Ἐπιπροσθέτως τούς χαρτώους Σ 628, τοῦ 14574, Σ 666, τοῦ 15ου αἰώνα5 καί Σ 640, τοῦ 15396 Στούς πέντε αὐτούς κώδικες καταχωρίζονται ὑμνογραφικά πρός τιμήν τοῦ Ἐπισκόπου Κρήτης Μύρωνος, καθώς ἐπίσης καί τρεῖς διαφορετικοί Ἀσματικοί Κανόνες καί ὑμνογραφικά πρός τιμήν τοῦ Γορτύνης Ἁγίου Κυρίλλου. Στό σημεῖο αὐτό κρίνεται σκόπιμο νά σημειωθοῦν οἱ ἀκόλουθες προκαταρκτικές παρατηρήσεις: α. Στά ὑμνογραφικά τῶν παραπάνω Κρητῶν Ἁγίων καταχωρίζονται ἐπίσης ὀνόματα καί ἄλλων ἐπισκόπων Κρήτης, π.χ. τοῦ Ἀποστόλου Τίτου, ὅπως θά καταδειχθεῖ παρακάτω. β. Ἡ ἡμερομηνία πού ἀναγράφονται τά ὀνόματα τῶν Κρητῶν ἱεραρχῶν στούς κώδικες εἶναι διαφορετική σέ κάποιες περιπτώσεις ἀπό ἐκείνη κατά τήν ὁποία ἄγονται καί τιμῶνται σήμερα οἱ Ἅγιοι. Αὐτό ὅμως δέν συνιστᾶ στοιχεῖο προβληματισμοῦ καθώς κάθε τοπική Ἐκκλησία μποροῦσε γιά ποιμαντικούς κυρίως, ἀλλά καί γιά πρακτικούς λόγους, νά μεταθέτει ἑορτές, προκειμένου ἐξυπηρετηθοῦν καλύτερα οἱ ποιμαντικές της ἀνάγκες, ἀλλά καί νά προβληθεῖ περισσότερο ὁ Ἅγιος. 1

Gardthausen, V., Catalogus Codicum Graecorum Sinaiticorum, Oxonii

MDCCCLXXXVI, σ. 133. Kamil M., Catalogue of all Manuscripts in the Monastery of

St. Catharine on Mount Sinai, 1970, σ. 93. 2 Clark K.W., Checklist of the Manuscripts in St. Catherine’s Monastery, Mount Sinai, Washington 1952, σ. 9. 3 Gardthausen V., ὅ.π., σ. 146. 4 Gardthausen V., ὅ.π., σ. 146. Kamil M., ὅ.π., σ. 96. 5 Gardthausen V., ὅ.π., σ. 152. Kamil M., ὅ.π., σ. 98. - 133 -


γ. Οἱ Ἐπίσκοποι τῆς Κρήτης μνημονεύονται συνήθως καί μέ ἄλλους Ἁγίους πού ἀνήκουν στό Γενικό Ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας. δ. Στά περισσότερα ἀπό τά παραπάνω χειρόγραφα καταχωρίζεται ἐπίσης καί Συναξάριο τοῦ Ἁγίου, κατά τήν Ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου. ε. Ὁ κώδικας 630 εἶναι ὁ μόνος ὁ ὁποῖος περιλαμβάνει ὑμνογραφικά καί τῶν δύο Ἁγίων Ἐπισκόπων, Μύρωνος καί Κυρίλλου. Ὁ ἐν λόγῳ χειρόγραφος κώδικας εἶναι περγαμηνός, διαστάσεων 32,0 Χ 23,7 καί χρονολογεῖται τό 13ο αἰ7. Ἀποτελεῖται ἀπό 198 φύλλα ὅπου περιέχονται τά Μηναῖα Ἰουνίου, Ἰουλίου καί Αὐγούστου. Τό κείμενο εἶναι δίστηλο, μέ ἰσάριθμους στίχους ἀνά στήλη, 40 στόν ἀριθμό. Ἡ ἀρίθμηση τῶν φύλλων, στό δεξί ἄνω τμῆμα τῆς σελίδας, φαίνεται ν’ ἀποτελεῖ μεταγενέστερη προσθήκη. Στήν ἀρχή τῆς Ἀσματικῆς Ἀκολουθίας τῆς 9ης Αὐγούστου, στόν ἐν λόγῳ κώδικα, σημειώνεται: «Μηνί τῷ αὐτῶ θ΄. Τοῦ ἁγίου Ἀποστόλου Ματθίου καί τοῦ ὁσίου Πατρός ἡμῶν Μύρωνος <ἀρχι>8 ἐπισκόπου Κρήτης». Ἡ Ἀκολουθία φέρει ἔξι στιχηρά, προσόμοια διαφορετικῶν ἤχων (τρία γιά κάθε ἅγιο), καθώς καί δύο Ἀπολυτίκια, ἕνα γιά κάθε ἅγιο. Ἀκολούθως καταγράφονται δύο Κανόνες, ἐναλλάξ, κατά Ὠδή, πού ἀναφέρονται στόν Ἀπόστολο Ματθία ὁ πρῶτος καί στόν Ἅγιο Μύρωνα ὁ δεύτερος. Στούς Κανόνες παρεμβάλλεται τό Μεσοκάθισμα τοῦ Ὄρθρου πού περιλαμβάνει δύο τροπάρια, ἕνα γιά κάθε ἅγιο, Ἑξαποστειλάριο9, καθώς καί τά Τυπικά γιά τή Θεία Λειτουργία. Ἀπό τά παραπάνω, θά μᾶς ἀπασχολήσουν μόνο τά ὑμνογραφικά πού συνδέονται μέ τό πρόσωπο τοῦ ἁγίου Μύρωνος. Ὅπως πληροφορούμαστε ἀπό τήν Ε. Παπαηλιοπούλου, τό κείμενο τοῦ Κανόνα πρός τιμήν τοῦ ἁγίου Μύρωνος δέν μνημονεύεται10 σέ παλαιότεGardthausen V., ὅ.π., σ. 148. Kamil M., ὅ.π., σ. 97. K.W. Clark, Checklist of the Manuscripts in St. Catherine’s Monastery, Mount Sinai, Washington 1952, σ. 9. 8 Οἱ χαρακτῆρες τῶν γραμμάτων εἶναι σβησμένοι, στό σημεῖο αὐτό, πιθανότατα ἀπό ἀνθρώπινη παρέμβαση καί ὄχι ἐξαιτίας φθορᾶς τοῦ χειρογράφου. 9 Ἀπό τά ὑμνογραφικά πρός τιμήν τοῦ Ἀποστόλου Ματθία, στό Σιναϊτικό κώδικα 630, τό Ἐξαποστειλάριο (φ. 147vα) εἶναι διαφορετικό ἀπό ἐκεῖνο τῆς Ἀσματικῆς Ἀκολουθίας πού καταγράφεται στό Μηναῖο, τό ὁποῖο ἐνδεχομένως εἶναι ἀνέκδοτο. Ἀξίζει ἐπίσης νά σημειωθεῖ ὅτι τοῦ Συναξάριου τοῦ Ἀποστόλου προηγεῖται Κοντάκιο μέ σύντομους «Χαιρετισμούς» πρός τιμήν του, στόν ἐν λόγῳ Κώδικα (φφ. 146rβ-146vα), τά ὁποία ἐπίσης ἀπουσιάζουν ἀπό τήν Ἀκολουθία τοῦ Μηναίου καί εἶναι μᾶλλον ἀνέκδοτα. 10 Ἡ συγκεκριμένη πραγματικότητα γίνεται φανερή ἀπό τή σημείωση ἀστερίσκου (*) πρίν ἀπό τόν ἀριθμό καταλογογράφησης τοῦ Κανόνα στό «Ταμεῖον» τῆς κᾶς Ε. 6 7

- 134 -


ρους Καταλόγους χειρογράφων. Φέρει ἀριθμό 828 στό «Ταμεῖον» τῆς ἐρευνήτριας καί σώζεται στούς ἀκόλουθους τρεῖς κώδικες: τό Σιναϊτικό 630 (φφ. 145rβ-147vα),11 τόν 797 τῆς Μονῆς Ἰβήρων, καθώς καί σ' ἐκεῖνον τῆς Λέσβου (Leimonos 3, φφ. 224v-232v)12. Ὁ κανόνας τοῦ Ἁγίου Μύρωνος δέν φέρει ἀκροστιχίδα13οὔτε εἶναι δυνατόν νά ἐξαχθεῖ κάποιο ἀσφαλές συμπέρασμα γιά τόν ὑμνογράφο, μέ βάση τά ἐπιμέρους τμήματά του. Ἀποτελεῖται ἀπό 8 Ὠδές, σέ καθεμία ἀπό τίς ὁποῖες σημειώνονται τρία τροπάρια καί τό Θεοτοκίον. Ἐξ ἐπόψεως μουσικῆς καί μετρικῆς ὁ Κανόνας τοῦ ἁγίου δέν παρουσιάζει πρωτοτυπία, ἐφόσον οἱ Εἱρμοί τοῦ ἀκολουθοῦν τό μετρικό καί μουσικό πρότυπο τῶν Εἱρμῶν: «Ὑγρὰν διοδεύσας ὡσεί ξηράν». Ὁ ἄγνωστος σ' ἐμᾶς συντάκτης τῆς ὑμνογραφίας τοῦ ἁγίου Μύρωνος διακρίνεται γιά τήν προσήλωσή του στό ὑλικό πού προέρχεται ἀπό τήν Ἐκκλησιαστική παράδοση, χωρίς αὐτό νά σημαίνει ὅτι στερεῖται ἐπιδράσεων ἀπό τήν κλασσική γραμματεία. Ὁ συντάκτης ἀξιοποιεῖ παραστάσεις καί δεδομένα ἀπό τό φυσικό περιβάλλον,14 τίς ἀνθρώπινες δραστηριότητες ἐν γένει, προκειμένου νά ὑμνολογήσει τόν ἅγιο. Ἐπιστρατεύει ἐπίσης χωρία τῆς Ἁγίας Γραφῆς, τῆς Παλαιᾶς καί τῆς Καινῆς Διαθήκης, τοῦ βίου τοῦ ἐπισκόπου, προκειμένου νά συνθέσει τούς ὕμνους του. Ἀπό τήν παράλληλη καί συγκριτική παράθεση τοῦ βίου καί τῶν ὑμνογραφικῶν του ἁγίου Μύρωνος, προκύπτουν τά ἀκόλουθα: Ἐντοπίζεται κυρίως νοηματική σχέση μεταξύ τῶν δύο καί ὄχι τόσο λεκτική ἐξάρτηση. Διαπιστώνεται σχέση μεταξύ τῶν ὑμνογραφικῶν του Ἁγίου στό Σιναϊτικό Κώδικα 630 καί στό περιεχόμενο τοῦ Βίου του στό αὐτοκρατορικό «Μηνολόγιον τοῦ Ἀνωνύμου Βυζαντινοῦ»15 καί ὄχι σέ ἐκεῖνο πού καταγράΠαπαηλιοπούλου, σέ σχέση καί μέ τή σχετική ἐπισήμανση στήν ὑποσ. τῆς σελ. 29 τοῦ συγγράμματός της. 11 Στό «Ταμεῖον» της ἡ κά Ε. Παπαηλιοπούλου καταγράφει τά ἀκόλουθα φύλλα ὡς φέροντα τόν Κανόνα τοῦ ἁγίου Μύρωνα: “Sinait. gr. 630, ff. 140v-147v”. Βλ. Ε. Παπαηλιοπούλου-Φωτοπούλου, ὅ.π., σ. 265. 12 Ἐπιθυμία καί πρόθεσή μας εἶναι νά μελετήσουμε στό μέλλον καί τούς δύο ἄλλους κώδικες καί νά προβοῦμε σέ κριτική ἔκδοση τοῦ Κανόνα. 13 Ε. Παπαηλιοπούλου-Φωτοπούλου, ὅ.π., σ. 265. 14 Δέν καταγράφουμε λέξεις ὅπως, «γεωργός», «σίτος», πού ὑπάρχουν στήν ὑμνογραφία πρός τιμήν τοῦ Μύρωνα , διότι σχετίζονται μέ πτυχές τοῦ βίου του. 15 V. Latysev, “Menologii Anonymi Byzantini. Saeculi X”, Subsidia Byzantina 12 (1970) 257-259. Ὁ ἐν λόγῳ Βίος ἐκδόθηκε ἐπίσης ἀπό τόν Β. Λαούρδα [Κρητικά Χρο- 135 -


φεται στό «Συναξάριον Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως». Πρός τήν κατεύθυνση αὐτή συνηγοροῦν, ἐκτός ἀπό τίς θεματικές ἐξαρτήσεις, πού θά δοῦμε παρακάτω, κυρίως τά ἑξῆς: α. Ἡ ἀποσιώπηση τοῦ περιστατικοῦ τῶν κλεπτῶν μέ τά ρεβύθια, πού καταγράφεται στό Συναξάριο τῆς Κωνσταντινούπολης. β. Ἡ ἀπουσία ἀναγραφῆς τοῦ ὀνόματος τοῦ ποταμοῦ Τρίτωνος, ὅπου φέρεται νά συντελέστηκε τό θαῦμα τό σχετικό μέ τή ροή τῶν ὑδάτων, μετά ἀπό παρέμβαση τοῦ ἁγίου, τό ὁποῖο ἐπίσης μνημονεύεται στό ὡς ἄνω Συναξάριο. γ. Ἡ ἀναφορά πού γίνεται στό πρῶτο Στιχηρό γιά «φωτισμό» τῶν λαῶν ἀπό τόν Ἅγιο, πληροφορία ἡ ὁποία ἀπουσιάζει ἀπό τό Συναξάριο τῆς Κωνσταντινουπόλεως, καταγράφεται ὅμως στό Μηνολόγιο τοῦ Ἀνώνυμου Βυζαντινοῦ. 3. Ἀξιοπρόσεκτα κρίνονται τά ἀκόλουθα δύο σημεῖα τοῦ Κανόνα τοῦ ἁγίου: α. Στό α΄ τροπάριο τῆς Ὠδῆς ε΄ διαβάζουμε «… καί τοῦ θρόνου τῆς Κνωσοῦ ἐπιβάς…», φράση ἡ ὁποία ὄχι μονάχα μᾶς προβληματίζει, ἀλλά καί μᾶς ὑποψιάζει ὅτι ὁ ὑμνογράφος ἐνδεχομένως νά χρησιμοποίησε καί ἄλλη πηγή, παραλλαγή Συναξαρίου τοῦ ἁγίου, πού περιεῖχε τή συγκεκριμένη πληροφορία. Ἐξ ὅσων γνωρίζουμε, ἡ μαρτυρία αὐτή καταγράφεται στό Κώδικα Vindobonensis Hist. Gr. 45, [10ος –11ος αἰ.), φφ. 216r-217r] τῆς Ἐθνικῆς Βιβλιοθήκης τῆς Βιέννης. Ἔχει ἐκδοθεῖ ἀπό τούς Βολλανδιστές16 καί μολονότι ἔτυχε ἀποδοχῆς ἀπό ὁρισμένους μελετητές17, ἐντούτοις, ὑποβαλλόμενη στή βάσανο τῆς Ἁγιολογικῆς ἔρευνας, κρίνεται ὡς μή ὀρθή18. β. Στό Μεσοκάθισμα τοῦ Ὄρθρου σημειώνεται: «… τόν τάφον κατοικεῖς τόν μακάριον τοῦτον, πηγήν ἁγιάσματος ἐκτελῶν, θεία χάριτι…». Τόσο ἡ ἐν λόγῳ πληροφορία -ἡ ὁποία ἀπουσιάζει ἀπό τά κύρια Ἁγιολογικά κείμενα γιά τόν ἅγιο, δηλαδή τό Συναξάριο τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τό Μηνολόγιο τοῦ Ἀνώνυμου Βυζαντινοῦ, ἀλλά καί τό αὐτοκρατορικό Μηνονικά 6 (1952) 48-50]. Ἀναδημοσιεύτηκε ἀπό τόν Ὁμότιμο καθηγητή κ. Θ. Δετοράκη, καθώς καί ἀπό τόν ἀρχιμ. Κύριλλο Κογεράκη (νῦν Μητροπολίτη Ρόδου). Βλ. Θ. Δετοράκη, Οἱ ἅγιοι…, ὅ.π., σ. 138· τοῦ ἴδιου, «Ἡ Ἀκολουθία…», Τό Μελεβίζι…, ὅ.π., σ. 109-110· Κ. Κογεράκη (ἀρχιμ. νύν Μητρ.), ὅ.π., σ. 13, 128-135. 16 Acta SS. Augusti, τ. 2, σ. 344-345. 17 Ἐνδεικτικά μνημονεύουμε τόν ἀείμνηστο μητροπολίτη Ρεθύμνης, κυρό Θ. Τζεδάκη, ὁ ὁποῖος υἱοθέτησε τήν ἐκδοχή τῆς ἀρχιερατείας τοῦ ἁγίου Μύρωνος στήν ἐπισκοπή Κνωσού. Βλ. Θ. Τζεδάκη (ἀρχιμ.), «Σύντομος Ἱστορία τῆς ἐπισκοπῆς Κνωσοῦ», Κρητικά Χρονικά 21 (1969) 339-340. 18 Θ. Δετοράκη, Οἱ ἅγιοι…, ὅ.π., σ. 136. - 136 -


λόγιο τοῦ Βασιλείου Β΄19-, ὅσο καί τό περιεχόμενο τοῦ ὕμνου, μέ τήν ὑπόδειξη τοῦ τάφου τοῦ ἱεράρχη «τόν τάφον… τοῦτον», μᾶς ὁδηγοῦν στήν ἐκτίμηση ὅτι ὁ ὑμνογράφος δέν ὑπῆρξε ἄμοιρος τοῦ τόπου ὅπου ἐντφιάστηκε ὁ Ἅγιος. Ἐπιπροσθέτως, προσεκτική ἀνάγνωση τοῦ γ΄ τροπαρίου τῆς Ὠδῆς θ΄, ὅπου σημειώνεται: «Μή παύσης, ἱεράρχα, ὑπέρ τῆς σῆς ποίμνης καθικετεύων Χριστόν, …», εἶναι δυνατόν νά μᾶς ὁδηγήσει στήν ὑπόθεση ἀφενός ὅτι διαφαίνεται ὁ τοπικός χαρακτήρας τῆς τιμῆς τοῦ ἁγίου καί ἀφετέρου ὅτι ὁ ὑμνογράφος σχετίζεται καί μέ τήν περιοχή δράσης τοῦ ἱεράρχη. 4. Ὁ ὑμνογράφος δέν χρησιμοποιεῖ τούς ὅρους «πρόεδρος», «(ἀρχι)ἐπίσκοπος» ἤ «<ὁ> Κρήτης» γιά τόν Μύρωνα προκειμένου νά δηλώσει τή συγκεκριμένη πραγματικότητα. Ἐξαίρεση ἀποτελοῦν ἡ μνημόνευση τοῦ ὀνόματός του στήν ἔναρξη τῆς Ἀσματικῆς Ἀκολουθίας τῆς 9ης Αὐγούστου, ὅπου χαρακτηρίζεται ὡς «(ἀρχι)ἐπίσκοπος Κρήτης», ἀλλά καί τό μηνολόγιο ὑπόμνημά του, πρίν ἀπό τό Συναξάριο, ὅπου τό ὄνομά του συνοδεύεται ἀπό τό χαρακτηρισμό «ἐπισκόπου Κρήτης». Ἀξίζει τέλος νά σημειώσουμε ὅτι ὁ συντάκτης τῶν ὕμνων τοῦ ἁγίου, προκειμένου νά ἐκφράσει τόν ἀρχιερατικό βαθμό τοῦ Ἁγίου, προβαίνει σέ ἐναλλαγή τῶν ὅρων «ἱεράρχης»20, «ἀρχιποίμενας»21, «ποιμενάρχης»22, χρησιμοποιώντας ἐπίσης καί τίς ἐκφράσεις: «Ἱεραρχίας ἀγλάισμα»23, «ἀρχιερέων ἀβρότης»24, «θρόνου ἐπιβάς, ποιμήν ἐγένου»25. Ἡ μόνη ἔκφραση πού, κατά τήν ἄποψή μας, δηλώνει τήν κατάληψη τῆς πρωτοκαθεδρίας τῆς Κρήτης ἀπό τό Μύρωνα, βρίσκεται στό α΄ τροπάριο τῆς Ὠδῆς γ΄, ὅπου σημειώνεται: «Ὁ Δεσπότης ἁπάντων… πάλαι προέκρινε σέ τῆς σεπτῆς Ἐκκλησίας ἱερέα πρόκριτον, Μύρων, θεσπέσιε.»26 Ἐρχόμαστε τώρα στό πρόσωπο τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου, ἐπισκόπου Γορτύνης, στούς Σιναϊτικούς κώδικες πού ἐξετάζουμε. Ἀπό τούς πέντε κώδικες τῆς ἔρευνάς μας, ὁ Σ 630, ὅπως ἐπίσης καί οἱ 628 καί 640 μνημονεύουν τόν Ἅγιο Κύριλλο, μέ τόν ἱερομάρτυρα Παγκράτιο Ἐπίσκοπο Ταυρομενίας (Ταορμίνα Σικελία), κατά τήν 9η τοῦ μηνός ἸουΒασιλείου Β΄, Μηνολόγιον Ἑλληνικόν, PG 117, 577ΒC. Φ. 145rβ/ α΄ τροπ. Ὠδῆς α΄· φ. 145rβ/ γ΄ τροπ. Ὠδῆς α΄· φ. 145vβ/ α΄ τροπ. Ὠδῆς δ΄· φ. 146rα/ γ΄ τροπ. Ὠδῆς ε΄· φ. 147rβ/ β΄ τροπ. Ὠδῆς η΄· φ. 147vα/ γ΄ τροπ. Ὠδῆς θ΄. 21 Φ. 145rβ/ α΄ τροπ. Ὠδῆς ἅ΄. 22 Φ. 147rα/ β΄ τροπ. Ὠδῆς ζ΄. 23 Φ. 145rα/ β΄ τροπ. Στίχ. 24 Φ. 145 vβ / Μεσοκάθισμα Ὄρθρου. 25 Φ. 146rα/ α΄ τροπ. Ὠδῆς ε΄. 26 Φ. 145vα/ α΄ τροπ. Ὠδῆς γ΄. 19 20

- 137 -


λίου, τήν πιθανότερη, -σύμφωνα μέ τά ἱστορικά δεδομένα27, ἡμερομηνία τῆς μαρτυρικῆς τελείωσης τοῦ Ἐπισκόπου Γορτύνης. Εἶναι μεμβράνινος, 32 x 22,5 δίστηλος καί περιέχει τά Μηναῖα τῶν θερινῶν μηνῶν. Ο Σ 630 δέν παρουσιάζει κοινά ὑμνογραφικά μέ τούς ἄλλους καί εἶναι ὁ μόνος ὁ ὁποῖος διασώζει συγκεκριμένο Κανόνα τοῦ Ἁγίου, -σύμφωνα μέ τό «Ταμεῖον Ἀνέκδοτων Ἀσματικῶν Κανόνων» τῆς Ἑλένης Παπαηλιοπούλου. Ἀξίζει ἐπίσης νά σημειωθεῖ ὅτι τά ὑμνογραφικά του Ἁγίου, -τά ὁποία καταχωρίζονται στά φφ. 75rα-77rβ-, δέν μνημονεύονται στίς ἀπαρχές τῶν τροπαρίων πού κατέγραψε ἡ Enrica Follieri (τ. Ι-V2, 1960-1966). Ἡ ἄγνοια πού ἔχουμε γιά τό συντάκτη τῆς ἐν λόγῳ ἀκολουθίας δέν διαφωτίζεται ἀπό πρωτεύοντα χαρακτηριστικά, ὅπως π.χ. τήν ἀκροστιχίδα, ἤ ἄλλα δευτερεύοντα γνωρίσματα. Βέβαια, οἱ συχνές ἀναφορές του γιά τή νῆσο (1 φορά) Κρήτη (9 φορές), καί εἰδικότερα τήν ἐπισκοπή Γορτύνης (9 φορές) καί τήν ὀρεινή περιοχή «Ράξος»28 (2 φορές), -τόν τόπο τῆς μαρτυρικῆς τελείωσης τοῦ ἱερομάρτυρος-, σέ συνάρτηση μέ τούς ἐπιθετικούς προσδιορισμούς πού ἀποδίδονται στόν Ἅγιο, ὅπως «πολιοῦχος» (2 φορές) καί «προστάτης» (2 φορές), ἀποτελοῦν ἰσχυρές ἐνδείξεις ὅτι ὁ ὑμνογράφος συνδέεται μέ τήν Κρήτη. Ἀξίζει ἐπίσης νά σημειωθεῖ ὅτι οἱ προσδιορισμοί πού ἀπαντῶνται στόν συγκεκριμένο κώδικα καί συνδέονται μέ τήν ἐπισκοπή Γορτύνης, παρουσιάζουν ὁμοιότητες μέ ἀνάλογους χαρακτηρισμούς πού καταχωρίζονται στούς κώδικες Σ 628 καί 640. Ἡ δομή τῆς Ἀσματικῆς Ἀκολουθίας, στήν ὁποία παρεμβάλλονται τό Μηνολόγιο ὑπόμνημα καί τά Συναξάρια τῶν Ἁγίων της ἡμέρα, μετά τήν Στ΄ ὠδή τοῦ Κανόνα τοῦ Ὄρθρου, ἔχει ὡς ἑξῆς, σέ σχέση καί μέ τά τροπάρια τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου: Στήν Ἀκολουθία διαπιστώνεται συνέπεια ὡς πρός τόν ἀριθμό τῶν τροπαρίων πού χρησιμοποιεῖ ὁ ὑμνογράφος προκειμένου νά ὑμνήσει τούς Ἁγίους. Ὁ ὁποῖος εἶναι γιά, σχεδόν, κάθε ὠδή τοῦ Κανόνα 3 τροπάρια γιά τόν Ἅγιο Παγκράτιο καί 2 τροπάρια γιά τόν Ἅγιο Κύριλλο. Διαφοροποίηση τῶν ἀριθμητικῶν αὐτῶν δεδομένων διαπιστώνουμε στή θ΄ ὠδή ὅπου οἱ συσχετισμοί εἶναι 2 πρός 4 τροπάρια. Ἰσάριθμα (3) εἶναι τά Στιχηρά τοῦ Ἑσπερινοῦ καί ἀπό 1 τό Μεσοκάθισμα τοῦ Ὄρθρου καί τό Ἐξαποστειλάριο. Ἀπολυτίκιο καταχωρίζεται μονάχα τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου, ἐνῶ τό Κοντάκιο καί ὁ Οἴκος (Σ 630, φ. 76rβ) ἀπαντῶνται, μέ μικρές παραλλαγές, καί στόν κώδικα 628 (φφ. 106v-107r). Δετοράκης 1970: 97. Περισσότερα γιά τόν ἐν λόγῳ τοπωνύμιο καί τή σχετική προβληματική, βλ. Παπαδάκης, Ἀρχιμ., χ.χ.: 31-32, ὑποσ. 33, ὅπου καί σχετική βιβλιογραφία. 27 28

- 138 -


Ἐξ ἐπόψεως ρυθμοτονίας καί στιχουργικῆς του Κανόνα, ὁ ὑμνογράφος στηρίζεται σέ εἱρμούς τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέα Κρήτης (ὠδές: α΄ καί δ΄ ἕως θ΄), καθώς ἐπίσης καί τοῦ Κοσμᾶ τοῦ μοναχοῦ (ὠδή γ΄) οἱ ὁποῖοι συνδέονται μέ τόν ἦχο α΄29. Ὡς πηγή τῶν ὑμνογραφικῶν τοῦ Ἁγίου, ἀλλά καί τοῦ Συναξαρίου, τό ὁποῖο καταχωρίζεται στήν Ἀκολουθία τοῦ Ὄρθρου, φαίνεται ὅτι εἶναι τό Συναξάριο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως, εἰδικότερα ἡ παραλλαγή τοῦ βίου ἡ ὁποία καταχωρίζεται στήν 14η τοῦ μηνός Ἰουνίου (Syn. Eccl. CP., στ. 750). Ἀντιπαραβολή τῶν δύο καταδεικνύει ὄχι μονάχα νοηματική σχέση, ἀλλά καί λεκτική ἐξάρτηση στή συντριπτική ἔκταση τοῦ περιεχομένου τους. Δικαιολογημένα λοιπόν τά ὑμνογραφικά ἑστιάζουν στήν ποιμαντική διακονία τοῦ Ἁγίου, στή μαρτυρική τελείωσή του μέ ἀποκεφαλισμό, ἡ ὁποία ἔλαβε χώρα στόν τόπο Ράξος. Στόν Κανόνα τοῦ Ἁγίου, παραλληλίζεται ἡ δράση του μέ ἐκείνη τοῦ Ἀποστόλου Τίτου, ἐνῶ ἀξίζει νά σημειωθεῖ καί ὁ ὅρος «Γορτυναίων πρωτόεδρος» (ε΄ στιχηρό Ἑσπερινοῦ), ὁ ὁποῖος χρησιμοποιεῖται, -μεταξύ τῶν ἄλλων-, γιά τόν Κύριλλο. Ἡ γενική πληθυντικοῦ «Γορτυναίων», ἀπαντᾶται 3 φορές στόν κώδικά μας. Ἐντοπίζεται, ἐπίσης, στούς κώδικες 628 (3 φορές) καί 640 (4 φορές). Σύμφωνα μέ τά Ἁγιολογικά καί ἱστορικά δεδομένα, ὁ ὅρος φέρεται στό «Μαρτύριο τῶν Ἁγίων Δέκα Μαρτύρων», Ἀνωνύμου συντάκτη, κείμενο γιά τό ὁποῖο δέν ὑπάρχει ὁμοφωνία ὡς πρός τή χρονολόγηση, καί τοποθετεῖται μεταξύ 4ου καί 9ου αἰώνος30. Ὁ ὅρος «Γορτυναίων» ἀπαντᾶται ἐπίσης στή διατύπωση πού χρησιμοποιεῖ Γορτύνης Βασίλειος γιά νά ὑπογράψει τά Πρακτικά τῆς Πενθέκτης (692) Συνόδου31, σύμφωνα μέ τήν ἔκδοση32 τοῦ Mansi (τ. ΧΙ, στ. 989). Ὡς πρός τό δεύτερο ὅρο τῆς φράσης, τό «πρωτόεδρος», θά πρέπει νά σημειώσουμε ὅτι ἐμφανίζεται σχεδόν ἀμάρτυρος τόσο στή Θύραθεν ὅσο καί στήν Ἐκκλησιαστική Γραμματεία32. Εἰδικότερα, ἐκτός ἀπό τό συγκεκριμένο Ἀσματικό Κανόνα, ἀπαντᾶται μονάχα σέ ἕνα Ἐπίγραμμα, Ἀνωνύμου συντάκτη,33 πρός τόν Εὐστράτιο Μητροπολίτη Νικαίας34 (12ο αἰώνα) καί Βλ. ΕΕ 11(ἀρ. 15), 9 (ἀρ. 12), 14 (ἀρ. 18). Tomadakis 1955: 323. Παπαδάκης (Ἀρχιμ.) 2004[1]: 24-25. 31 Τωμαδάκης 1954: 85. 32 Ἀξίζει νά σημειωθεῖ ὅτι τόσο ὁ Ἀρχιμανδρίτης τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου Χρυσόστομος Παπαδάκης (Παπαδάκης, ἀρχιμ. 2004[2]: 54), ὅσο καί ὁ συνάδελφος κ. Βασίλειος Σωμαράκης (1999: 89) υἱοθετοῦν ὡς γραφή τό «Γορτυνίων», κατά τή μνημόνευση τῆς ὑπογραφῆς τοῦ Γορτύνης Βασιλείου στήν Πενθέκτη Σύνοδο. 33 Lampe 1961, τεῦχ. 3: 1199. Τύμπας, 2003: 147. Διονυσόπουλος 2006: 205. Liddell καί Scott, τ. 3: 788 29 30

- 139 -


δηλώνει ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος κατέχει τήν «πρώτη ἕδρα». Δέν θά ἀπεῖχε, ἴσως, ἀπό τήν πραγματικότητα ἐάν διατύπωνε κάποιος τόν ἰσχυρισμό ὅτι ἡ ἐνδεχόμενη γνώση τοῦ συντάκτη τοῦ ἐν λόγῳ ἐπιγράμματος, θά ὁδηγοῦσε πιθανότατα στό ὄνομα τοῦ ὑμνογράφου μας. Οἱ κώδικες Σ 628 καί 640 περιέχουν κοινά ὑμνογραφικά πρός τιμήν τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου, ἐπισκόπου Γορτύνης. Ὁ πρῶτος ἐκ τῶν δύο κωδίκων, χρονολογικά, εἶναι ὁ 628, ὁ ὁποῖος χρονολογεῖται τό 1457. Ἀποτελεῖται ἀπό 344 φύλλα καί περιέχει τό Μηναῖο τοῦ Ἰουλίου.35 Ὁ κώδικας εἶναι χαρτῶος, διαστάσεων 20,9 Χ 14 ἐκ., μέ 22 στίχους ἀνά σελίδα. Ὁ δεύτερος Σιναϊτικός κώδικας, ὁ 640 χρονολογεῖται τό 1539. Ἀριθμεῖ 452 φύλλα καί σέ αὐτόν καταχωρίζεται τό Μηναῖο τοῦ μηνός Νοεμβρίου, Ἰουνίου καί Ἰουλίου.36 Εἶναι, ἐπίσης, χαρτῶος, διαστάσεων 31 Χ 20,5 ἐκ., δίστηλος, μέ 29 στίχους, ἀνά στήλη. Τά ὑμνογραφικά του ἁγίου Κυρίλλου καταχωρίζονται στόν κώδικα 628, μεταξύ τῶν φύλλων 101r ἕως 114v κατά τήν 9η37 τοῦ μηνός Ἰουλίου. Σημειώνεται σχετικά στό χειρόγραφο: «Μηνί τῷ αὐτω θ΄. Τοῦ ἁγίου ἱερομάρτυρος Κυρίλλου ἀρχιεπισκόπου Γορτύνης» Στόν Ὄρθρο καταχωρίζεται ὁ Κανόνας, στά φύλλα 103r ἕως 112r. Ὁ Κανόνας φέρεται σέ ἦχο β΄, πρός τό «Δεῦτε, λαοί, ἄσωμεν...». Ἀπουσιάζει ἀπό αὐτόν ἡ ἀκροστιχίδα, καθώς καί ἡ β΄ ὠδή, κατά τό σύνηθες. Ἡ Ἀκολουθία τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου στόν κώδικα 640, καταχωρίζεται στά φύλλα (φφ. 355v - 359r), ἐπίσης κατά τήν 9η τοῦ Ἰουλίου. Στό χειρόγραφο σημειώνεται σχετικά: «Τῷ αὐτῶ μηνί θ΄ τῶν ἁγίων ἱερομαρτύρων Παγκρατίου Περί τοῦ Εὐστρατίου Νικαίας, βλ. Ἀραμπατζής 2007: 62-63. Κ. W. Clark, ὅ.π., σ. 9, 45. 36 Κ. W. Clark, ὅ.π., σ. 9, 80. 37 Ἡ καταγραφή τῆς ἡμέρας μνήμης τοῦ ἁγίου Κυρίλλου παρουσιάζει διαφοροποιήσεις στή χειρόγραφη παράδοση καί στά Μηναῖα, Τυπικά. Σέ ἀρκετά ἀπό τά παλαιότερα δέν καταχωρίζεται, ἐνῶ σέ ἄλλα, φέρεται στίς 9 Ἰουλίου (ὅπως ὁ κώδικας 628), στίς 14 Ἰουνίου, ἀλλά καί στίς 6 Σεπτεμβρίου, προφανῶς ἀπό τήν ἐπίδραση τῆς Κωνσταντινοπολίτικης Ἁγιολογικῆς παράδοσης. Ἡ μνήμη του ἀπουσιάζει ἀπό τά ἀκόλουθα: Τ. Θέμελης (ἀρχιεπ.), «Τά Μηναῖα ἀπό τοῦ ΙΑ΄ ἕως τό ΙΓ΄ αἰώνα», ΕΦ 30 (1931) 550· Γ. Παταμιάνος, Εὐαγγελιάριον τοῦ ἐν Νεαπόλει Ἑλληνορθοδόξου ναοῦ», Ἱερός Σύνδεσμος, ἀ.φ. 207 (1913) 7· Σ. Εὐστρατιάδης, «Εὐαγγέλιον Μαρίας Παλαιολογίνας», ΕΦ 7 (1911). Ἡ 14η τοῦ μηνός Ἰουνίου καταχωρίζεται, μεταξύ τῶν ἄλλων: J. Mateos S. I., Le Typicon de la Grande Eglise, τ. Ι, Roma 1962, σ. 314. Ἡ 9η Ἰουλίου, μνημονεύεται, ὡς ἡμέρα μνήμης τοῦ Κυρίλλου, μεταξύ τῶν ἄλλων, στό Παλαιστινο-Γεωργιανό Καλενδάριο τοῦ 10ου αἰῶνος: G. Garitte, Le Calendrien Palestino – Georgien du Sinaiticus 34 (Xe siecle), SH 30, Bruxelles 1958, σ. 196. 34 35

- 140 -


ἐπισκόπου Ταυρομενίας καί τοῦ ἁγίου Κυρίλλου ἀρχιεπισκόπου Γορτύνης». Κοινός, μεταξύ τῶν δύο κωδίκων, εἶναι ἐπίσης καί ὁ Ἀσματικός Κανόνας, ὁ ὁποῖος καταχωρίζεται στά φύλλα 356vβ ἕως 359rα. Στούς ὕμνους πρός τιμήν τοῦ ἁγίου Κυρίλλου Γορτύνης δέν διαπιστώνεται ἀρχαιοπληξία ἡ λεξοπλασία, ἀπό μέρους τοῦ ὑμνογράφου. Ἐντούτοις ἀπαντῶνται σέ αὐτούς ἐπιδράσεις ἀπό τή θύραθεν Γραμματεία. Οἱ λεκτικές ἐπιδράσεις ἀπό τήν κλασική ἀρχαιότητα προέρχονται κυρίως ἀπό τούς τραγικούς καί κωμικούς ποιητές (Αἰσχύλο, Εὐριπίδη, Ἀριστοφάνη), ἐνῶ δέν ἀπουσιάζουν Ὁμηρικά δάνεια. Οἱ πηγές τοῦ ὑμνογράφου εἶναι δυνατόν νά διακριθοῦν σέ ἄμεσες καί ἔμμεσες οἱ ὁποῖες ἔχουν ὡς ἑξῆς: Οἱ ἔμμεσες διαπλαστικές πηγές τῶν ὑμνογραφικῶν του Ἁγίου Κυρίλλου συνδέονται ἀφενός μέ φράσεις καί παραστάσεις τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος καί τῆς ἀνθρώπινης δραστηριότητας καί ἀφετέρου μέ κείμενα τῆς θύραθεν Γραμματείας. Στίς ἔμμεσες διαπλαστικές πηγές τῆς ὑμνογραφίας πρός τιμήν τοῦ ἁγίου Κυρίλλου, συγκαταλέγονται ἐπίσης οἱ ἐπιδράσεις ἀπό τήν θύραθεν καί τήν ἐκκλησιαστική Γραμματεία, οἱ ὁποῖες ὅμως δέν συνδέονται ἄμεσα μέ τό βίο τοῦ ἁγίου. Στίς ἐπιδράσεις ἀπό τή θύραθεν Γραμματεία ἔχουμε σημειώσει ἤδη τήν ὁρολογία ποῦ ἀπαντᾶται πρωτίστως στούς τραγικούς καί κωμικούς ποιητές, Αἰσχύλο, Σοφοκλῆ καί Εὐριπίδη, Ἀριστοφάνη, στόν Ὅμηρο, κ. ἄ. Τά χωρία τῆς Ἁγίας Γραφῆς πού ἐπιδροῦν διαπλαστικά, στήν ὑμνογραφία τοῦ ἁγίου εἶναι σαράντα δύο, ἡ συντριπτική πλειοψηφία τῶν ὁποίων προέρχεται ἀπό τήν Καινή Διαθήκη. Ὁ ὑμνογράφος τοῦ ἁγίου Κυρίλλου φαίνεται ὅτι λαμβάνει ὑπόψιν του κείμενα Πατέρων καί ἐκκλησιαστικῶν συγγραφέων, ἀπό τά ὁποία ἀντλεῖ ὅρους πού ἀπαντῶνται καί στή θύραθεν Γραμματεία. Στά ὑμνογραφικά πού παρουσιάζουμε, οἱ ἄμεσες καί ἔμμεσες ἀναγωγές στό Βίο τοῦ ἁγίου Κυρίλλου, ὑπερβαίνουν τίς σαράντα, γεγονός ποῦ καταδεικνύει ὅτι ὁ ὑμνογράφος δέν παραβλέπει τά βιογραφικά στοιχεῖα, δέν ἀοριστολογεῖ. Οἱ ἀναγωγές αὐτές ἀφοροῦν τό νησί τῆς Κρήτης (7), τή Μητρόπολη (2) Γορτύνης (10), τόν τόπο τοῦ μαρτυρίου του καί τό μέσο τῆς μαρτυρικῆς τελείωσης, τήν ἐπιτέλεση θαυμάτων (2). Ἡ προσέγγιση τοῦ περιεχομένου τῶν ὑμνογραφικῶν πρός τιμήν τοῦ ἁγίου Κυρίλλου, ἐπισκόπου Γορτύνης, στούς Σιναϊτικούς κώδικες 628 καί 640, μᾶς ὁδηγεῖ στίς ἀκόλουθες διαπιστώσεις: α. Ἡ μνήμη τοῦ ἁγίου εἶναι ἤδη διαδεδομένη τήν περίοδο πού γράφονται οἱ ὕμνοι καί μάλιστα αὐτή ὑπερβαίνει τό πλαίσιο τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας, τῆς Γόρτυνας. β. Σέ ἀρκετά σημεῖα τῶν ὑμνογραφικῶν, ὑπογραμμίζεται ὁ ἔλεγχος τῆς αἱρε- 141 -


τικῆς κακοδοξίας, μέ ἀφορμή τούς λόγους τοῦ ποιμενάρχη τῶν Γορτυναίων. γ. Οἱ χαρακτηρισμοί πού ἀποδίδονται στόν ἅγιο, ἐκτείνονται σέ τρία ἐπίπεδα: σ’ ἐκεῖνο τῆς ἀρχιερατικῆς διακονίας του, σ’ ἐκεῖνο τῆς μαρτυρικῆς τελείωσης, καθώς ἐπίσης καί σ’ ἐκεῖνο τῆς μετά θάνατον σχέσης του μέ τήν Ἐκκλησία τῶν Γορτυναίων. δ. Τά καταχωρούμενα στούς Σιναϊτικούς κώδικες 628 & 640 ὑμνογραφικά του ἁγίου Κυρίλλου, κρίνονται ἐξαιρετικῆς σπουδαιότητας, ὄχι μόνο ἐξαιτίας τῶν ὅσων σημειώσαμε, μέχρι τώρα, ἀλλά κυρίως τῶν ὀνομάτων πού καταχωρίζονται στό πρῶτο τροπάριο κάποιων ὠδῶν, ὁρισμένα ἀπό τά ὁποία εἶναι ἀμάρτυρα στίς γνωστές σ’ ἐμᾶς πηγές. Στόν Ἀσματικό Κανόνα38 πρός τιμήν τοῦ ἁγίου, διαπιστώνονται τέσσερα ὀνόματα, ἱεραρχῶν, στήν πλειοψηφία τους, ἄγνωστα, μή καταχωρημένα στούς Ἁγιολογικούς καί Ἐπισκοπικούς Καταλόγους τῆς Γορτύνης.39 Οἱ ἐν λόγῳ ἱεράρχες, φέρουν τά ὀνόματα Σιβίδιος ἤ Σιφίδιος ἤ Βιώδιος40 (διαφορετικές παραλλαγές τοῦ ἴδιου ὀνόματος, στά δύο χειρόγραφα), Ἐπαινετός, Κάρπος καί Πέτρος (Α΄). Ἡ συχνότητα χρήσης τῶν ὀνομάτων τους στόν Κανόνα εἶναι: τοῦ Ἀποστόλου (;) Κάρπου41 (3 φορές), τοῦ Πέτρου (1 φορά), τοῦ Ἐπαινετοῦ (2 φορές) καί τοῦ Σιβιδίου ἤ Σιφιδίου ἤ Βιωδίου (3 φορές). Ὁ προσδιορισμός τῆς ταυτότητας τῶν ὀνομάτων αὐτῶν, –μέ ἐξαίρεση ἐκεῖνο τοῦ Κάρπου,42 τό ὁποῖο ἀναφέρεται, πιθανότατα, στόν ὁμώνυμο Ἀπόστολο–, εἶναι ἀδύνατος, στήν παροῦσα φάση. Βλ. Sin.gr. 628, φ. 104r, 105r, 110v, 111v. Ἐπίσης Sin.gr. 640, φ. 356vβ 357rβ, 358rαβ, 358 β. 39 Τά ὀνόματα αὐτά, καθώς καί τά ἀνέκδοτα ὑμνογραφικά, δημοσίευσα στό Β΄ τόμο (2011) τῆς Ἐπιστημονικῆς Ἐπετηρίδας τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Πέτρας & Χερρονήσου, -ὅπου καί προορίζονταν, ἐξ ἀρχῆς, τό δημοσίευμα-. 40 Ἡ προέλευση τοῦ ὀνόματος «Βιώδιος», δείχνει νά συνδέεται μέ τόν ὅρο «βιώδης», καί ἐκφράζει αὐτόν πού ἀνήκει στό βίο, τόν κοσμικό, τόν πρόσκαιρο. Βλ. HG. Liddell – R. Scott, Μέγα Λεξικόν τῆς Ἑλληνικῆς Γλώσσης, τ. 1, ἔκδ. Ἰωάννης Σιδέρης, Ἀθῆναι 2008, σ. 492. Πρβλ. Ἐπιφάνιος Κύπρου, Κατά Αἱρέσεων, 76,1, PG 42, 517Α. 41 Acta Sanctorum Novembris. Synaxarium Ecclesiae Constantinopolitanae, ἔκδ. H. Delehaye, Bruxellis 1902, σ. 709, 712, 787· Βασίλειος Β΄, Μηνολόγιον Ἑλληνικόν, PG 117, 476CD. 42 Ἡ πρώτη σύνδεση τοῦ ἐν λόγω ἀποστόλου μέ τόν Τίτο, καί τήν Ἐκκλησία τῆς Κρήτης, ἀπαντᾶται, στόν Ἀσματικό Κανόνα τοῦ ἁγίου Ἀνδρέα Κρήτης, πρός τιμήν τῶν Ἁγίων Δέκα Μαρτύρων (κώδ. Ἐ 54 τῆς Ρώμης), ὅπου ὁ Ἱεροσολυμίτης φαίνεται νά καταγράφει τή μακραίωνη τοπική παράδοση, γιά τή συμβολή τοῦ ἀποστόλου Κάρπου στή διαποίμανση τῆς Γόρτυνας. Τόν ὑμνογράφο Ἀνδρέα ἀξιοποιεῖ, πιθανότατα, ὡς πηγή, τόσο ὁ Θεοφάνης ὁ Γραπτός, ὅσο καί ὁ ὑμνογράφος μας, ἀποτυπώνοντας τήν αὐτή τοπική παράδοση, γιά τή διακονία τοῦ ἀποστόλου Κάρπου στή Γόρτυνα. 38 v

- 142 -


Ὡς πρός τή σύνδεση τῶν παραπάνω ὀνομάτων μέ τήν ἐπισκοπή Γορτύνης, θά μποροῦσαν νά διατυπωθοῦν τά ἀκόλουθα δύο ἐπιχειρήματα: α. Τή συμπερίληψή τους σέ Ἀσματικό Κανόνα πού συνδέεται μέ ἐπίσκοπο Γορτύνης, τόν ἅγιο Κύριλλο. β. Τή φρασεολογία ἡ ὁποία χρησιμοποιεῖται καί μαρτυρεῖ τήν ἐπαρχία μέ τήν ὁποία συνδέονται. Ἐνδεικτικοί εἶναι οἱ ἀκόλουθοι στίχοι ἀπό τά τροπάρια τοῦ Ἀσματικοῦ Κανόνα, ὅπου σημειώνεται: «Οἱ τῆς Γορτύνης φωστῆρες, … στύλοι θεοφεγγεῖς….»,43 ἀλλά καί ἡ φράση: «Γορτυναίων μητρόπολις ἑξανθήσασα ἄνθη τά πολύτιμα Χριστῷ, …»,44 ἡ ὁποία προηγεῖται τῶν ὀνομάτων τους, καί δέν ἀφήνει περιθώρια γιά παρερμηνεῖες. Ἡ τοποθέτησή τους στόν Ἀσματικό Κανόνα τοῦ ἁγίου Κυρίλλου, καθώς καί ἡ ἀπουσία σημαντικῶν ἄλλων ὀνομάτων ἁγίων, ὅπως π.χ., τοῦ ἁγίου Εὐμενίου καί τοῦ ἁγίου Ἀνδρέα Κρήτης, ἀπό αὐτόν, μᾶς ὠθεῖ νά τοποθετήσουμε καί τούς τέσσερις, αὐτούς, ἅγιους πρίν ἀπό τόν Δ΄ μ.Χ. αἰώνα καί τήν ἀρχιερατεία τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου, σέ διαφορετικές, βέβαια, χρονικές περιόδους. Ἡ ἁγιότητα τῶν ἐν λόγῳ ἱεραρχῶν στή συνείδηση τοῦ πληρώματος τῆς Ἐκκλησίας εἶναι δεδομένη καί μπορεῖ νά πιστοποιηθεῖ μέ τά ἀκόλουθα, τρία ἐπιχειρήματα: α. Τήν καταχώρισή τους σέ Ἀσματικό Κανόνα μέ Ἁγιολογικό καί ὄχι μέ Περιστασιακό περιεχόμενο,45 πού θά δικαιολογοῦσε τήν ἀναφορά τοῦ ὀνόματός τους, ἄν δέν ἦταν ἅγιοι. β. Τή σαφῆ διατύπωση τῆς ἁγιότητάς τους, σέ δύο σημεῖα τοῦ Ἀσματικοῦ Κανόνα, μέ τίς ἀκόλουθες φράσεις: «… ὅθεν ἱερεῖς καί φωστῆρες ἀνεδείχθητε, ἅ γ ι ο ι, ὑπέρ ἠμῶν, τόν Λυτρωτήν ἐξιλεούμενοι.»46 καί ἐπίσης: «Ἡ Κρητῶν ἐπαρχία ἐξέλαμψεν, οὕτως ἑξανθήσασα ἄνθη πολύτιμά τους τοῦ Χριστοῦ ἀκρέμονας καί ἁ γ ί ω ν Πατέρων ὁμήγυρις.»47 Ὅπως διαπιστώνουμε ἀπό τή σχετική διατύπωση, ἐδῶ ὁ ὅρος «πατήρ» συνδέεται ἄμεσα μέ τήν ἁγιότητα48, δέν δηλώνει, ἁπλῶς, τήν ἱερατική ἰδιότητα. Συ(Παπαδάκης Χ. (ἀρχιμ.), Οἱ ἅγιοι Δέκα μάρτυρες οἱ ἐν Κρήτῃ 250 μ.Χ., ἒκδ. Δ.Γ.Π.Σ.Α.Δ., Ἅγιοι Δέκα 2004, σ. 593· 606). 43 Sin. gr. 628, φ. 111v · Sin. gr. 640, φ. 358 vβ. 44 Sin. gr. 628, φ. 105 r · Sin. gr. 640, φ. 357r β. 45 Γιά τή διάκριση τῶν Ἀσματικῶν Κανόνων, ἐξ ἐπόψεως περιεχομένου, βλέπε: Θ. Δετοράκης, Βυζαντινή Ὑμνογραφία (Πανεπιστημιακές Παραδόσεις), Ἡράκλειο 1997, σ. 73. 46 Sin. gr. 628, φ. 110v · Sin. gr. 640, φ. 358rαβ. 47 Sin. gr. 628, φ. 106r · Sin. gr. 640, φ. 357v α. 48 Δ. Τσάμης, Ἐκκλησιαστική Γραμματολογία, ἔκδ. Πουρναρᾶς, Θεσσαλονίκη 1992, σ. 19. - 143 -


νεπῶς, στή συνείδηση τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος, καί σύμφωνα μέ τήν τοπική παράδοση, οἱ ἐπίσκοποι αὐτοί δέν ὀρθοτόμησαν ἁπλά τό λόγο τοῦ Χριστοῦ ἀλλά καί διακρίθηκαν γιά τήν ἁγιότητα τοῦ βίου τους. γ. Τήν ἐπίκληση τῶν πρεσβειῶν τους, πράξη μακραίωνη, ἡ ὁποία συνδέεται μέ τίς περιπτώσεις τῶν ἁγίων της Ἐκκλησίας.49 Ἐνδεικτικά σημειώνουμε ὡς πρός τό ζήτημα αὐτό, τίς ἀκόλουθες διατυπώσεις ἀπό τόν Ἀσματικό Κανόνα τοῦ ἁγίου Κυρίλλου ἐπισκόπου Γορτύνης: «….Κύριέ της δόξης, ταῖς αὐτῶν (Τίτου, Κάρπου, Σιβιδίου) ἰκεσίαις, διάσωσον τῶν κινδύνων καί ἠμᾶς…»,50 ὅπως ἐπίσης καί: «… ἀεί, ταῖς αὐτῶν (Τίτου, Κάρπου, Σιβιδίου, Ἐπαινετοῦ) ἰκεσίαις, σῶσον ἠμᾶς ὡς εὔσπλαχνος..».51 Στήν τελευταία ὁμάδα τῶν Σιναϊτικῶν κωδίκων, οἱ ὁποῖοι ἀναφέρονται στόν Ἅγιο Κύριλλο, ἀνήκουν οἱ κώδικες Σ 552 καί 666. Σέ αὐτούς ὁ Ἅγιος καταχωρίζεται τήν 6η τοῦ μηνός Σεπτεμβρίου52, μαζί μέ τήν «Ἀνάμνηση τοῦ ἐν Χώναις θαύματος τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ», ἀλλά καί τή μνήμη τοῦ Ἁγίου μάρτυρος Εὐδοξίου, στόν ἀρχαιότερο, χρονολογικά κώδικα, πού σημειώσαμε. Ὁ περγαμηνός κώδικα Σ 552 τοῦ 11ου αἰώνα, καθώς καί ὁ χαρτῶος Σ 666 τοῦ 15ου, συνιστοῦν ὁμάδα ὁμοειδοῦς ὑμνογραφικοῦ περιεχομένου, ὡς πρός τόν Ἅγιο Κύριλλο Γορτύνης, παρά τίς αἰσθητές, μεταξύ τους, διαφορές. Ὁ ὕστερος, χρονικά, ἐκ τῶν κωδίκων αὐτῶν, σώζεται σέ πολύ καλή κατάσταση. Τό χειρόγραφο δέν δημιουργεῖ ἀναγνωστικά προβλήματα στά ὑμνογραφικά του Ἁγίου μας (φφ. 4v-14v), καθώς ἡ γραφή του εἶναι καθαρή, δεῖγμα «ἠσκημένης χειρός» τοῦ γραφέα. Ἀντίθετα πρός αὐτά, εἶναι τά δεδομένα πού ἀντλοῦμε ἀπό τόν ἀρχαιότερο, περγαμηνό κώδικα. Ὁ φθαρμέΔ. Τσάμης, Ἁγιολογία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ἔκδ. Πουρναρᾶς, Θεσσαλονίκη 1999, σσ. 137-139· Α. Κορακίδης, Ἁγιότητα καί Μαρτύριο. Ἡ Ἁγιολογία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἔκδ. Ν. Παναγόπουλος, Ἀθήνα 2000, σσ. 39-51· Κ. Παπαδόπουλος (πρωτ.), Οἱ Ἅγιοι μάρτυρες εἰς τήν ζωήν καί τήν πίστιν τῆς Ἀρχαίας Ἐκκλησίας, Ἀθῆναι 1997, σσ. 189-197. 50 Sin. gr. 628, φ. 105r · Sin. gr. 640, φ. 357rβ. 51 Sin. gr. 628, φ. 111v · Sin. gr. 640, φ. 358 vβ. Ἡ σειρά πού προτείνουμε γιά τήν ἀρχιερατεῖα τῶν ἁγίων αὐτῶν, στόν Ἐπισκοπικό κατάλογο τῆς Γορτύνης, εἶναι ἡ ἀκόλουθη: Τίτος (Α΄ «περίοδος») > Ἀρτεμάς > Τίτος (Β΄ «περίοδος») > Κάρπος > Ἐπαινετός > Σιβίδιος ἤ Σιφίδιος ἤ Βιώδιος > Φίλιππος > Διόσκορος > Πέτρος (Α΄) > Κρήσκης > Κύριλλος > Πέτρος «ὁ Νέος» (Β΄) ἱερομάρτυρας > Παῦλος ὁ θαυματουργός ... 52 Ἡ καταγραφή τῆς μνήμης τοῦ Ἁγίου τήν 6η Σεπτεμβρίου δείχνει νά ἀποτελεῖ ἐπίδραση τῆς Κων/πολίτικης Ἁγιολογικῆς Παράδοσης. Στό Συναξάριο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως (Syn. Eccl. CP., στ. 17) ἡ μνήμη τοῦ ἱερομάρτυρος φέρεται, ἐκτός ἀπό τήν 14η Ἰουνίου καί τήν 5η Σεπτεμβρίου. 49

- 144 -


νος, περιμετρικά, κώδικας, δυσχεραίνει, σέ ἀρκετά σημεῖα τήν ἀνάγνωση, στό τμῆμα ὅπου καταχωρίζονται τά ὑμνογραφικά του ἱερομάρτυρα Κυρίλλου, δηλαδή στά φφ. 53r- 60v. Οἱ παραπάνω χειρόγραφοι κώδικες διαφοροποιοῦνται σέ ἀρκετά σημεῖα, ὡς πρός τή δομή καί τό περιεχόμενο τῶν φύλλων ὅπου καταχωρίζονται τά ὑμνογραφικά πρός τιμήν τοῦ Ἁγίου. Ὡς πρός τίς διαφοροποιήσεις τῆς δομῆς, στόν Κανόνα, θά εἴχαμε νά παρατηρήσουμε τά ἀκόλουθα: Ὁ ἀρχαιότερος, χρονικά, κώδικας καταγράφεται μέ β΄ ὠδή (Σ 552, φφ. 55 r -56 r), κάτι τό ὁποῖο δέν υἱοθετεῖ ὁ Σ666. Διαφορετικός εἶναι καί ὁ ἀριθμός τῶν τροπαρίων πού ἐντοπίζονται σέ αὐτόν, ὁ ὁποῖος κινεῖται μεταξύ 8 καί 10 (μαζί μέ τό Θεοτοκίον), ἀνά ὠδή. Ἀπό αὐτά, ἡ διάρθρωση τῶν τροπαρίων, ἀνά ὠδή, ἐκτός τοῦ Θεοτοκίου, ἔχει ὡς ἑξῆς: Γιά τόν Ἀρχάγγελο Μιχαήλ καί τά ἀγγελικά τάγματα τά τροπάρια εἶναι ἀπό 3-5, γιά τόν Ἅγιο Μάρτυρα Εὐδόξιο ἀπό 1-2 καί γιά τόν Ἅγιο Κύριλλο σταθερά 2, μέ ἐξαίρεση τήν ὠδή στ΄, ἡ ὁποία ἔχει 3 τροπάρια τοῦ ἱερομάρτυρα. Στόν χαρτῶο Σ 666 τά δεδομένα εἶναι διαφορετικά. Ἀπουσιάζει ἡ ὠδή β΄, καί τά τροπάρια, μαζί μέ τό Θεοτοκίον, τό ὁποῖο δέν καταχωρίζεται σέ ὅλες τίς ὠδές, κινοῦνται μεταξύ 5 καί 6. Ἀπουσιάζουν τά ὑμνογραφικά στόν Ἅγιο Εὐδόξιο καί ἀπό 1 τροπάριο στόν Ἅγιο Κύριλλο ἀπαντᾶται στίς ὠδές α΄, γ΄, στ΄ καί ζ΄. Ἡ ἀπόδοση τῆς πατρότητας τῶν ὑμνογραφικῶν του Ἁγίου Κυρίλλου, ἀλλά κι ἐκείνων στούς λοιπούς Ἁγίους, σέ συγκεκριμένο πρόσωπο, στούς συγκεκριμένους κώδικες φαντάζει εὔκολη, ἐφόσον στά πρῶτα φύλλα τοῦ Σ 552 (φφ. 1-3v)53 σημειώνεται, σέ «εὑρετήριο» ὁ συντάκτης κάθε Ἀσματικοῦ Κανόνα. Εἰδικότερα, καταγράφεται στήν περίπτωσή μας: «Στ΄(Σεπτεμβρίου) Τοῦ ἀρχιστρατήγου Μιχαήλ ἡ σύναξις ἐν Χώναις καί τοῦ ἁγίου Κυρίλλου ἐπισκόπου Γορτύνης καί τοῦ ἁγίου Εὐδοξίου καί τούς σύν αὐτῶν. Κανών. Ἦχος Δ. Ἰωσήφ». Γεννᾶται, ὅμως τό ἐρώτημα: Ποιός εἶναι αὐτός ὁ Ἰωσήφ, ὁ Ὑμνογράφος ἤ ὁ Στουδίτης († 832), ὁ μετέπειτα Ἀρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης;54 Σύγκριση τῶν δεδομένων πού ἔχουμε, δείχνει ὅτι ἡ ταυτοποίηση στό συγκεκριμένο κώδικα, δέν εἶναι εὔκολη. Ἕνα ἀπό τά κύρια χαρακτηριστικά τῶν ὑμνογραφικῶν του Ἁγίου Ἰωσήφ τοῦ Ὑμνογράφου († 886), εἶναι ἡ Ἀκροστιχίδα, σέ ἰαμβικό τρίμετρο, στόν Κανόνα, ἡ ὁποία τελειώνει μέ τήν ἀναγραφή τοῦ ὀνόματός του, κατά τήν ὠδή θ΄ καί ἀπαντᾶται, σχεδόν πάντοτε, στά ὑμνογραφικά του. Δυστυχῶς ὁ Ἡ ἀρίθμηση ἔχει γίνει ἀπό δύο διαφορετικά χέρια. Ἡ τελευταία «διαγράφει» τήν πρώτη. Ἡ ἀσυμφωνία τῶν δύο ἀριθμήσεων ἀφήνει ἀνοικτό τό ἐνδεχόμενο τῆς ἔκπτωσης 1-2 φύλλων (ἀκέφαλος κώδικας). 54 Περισσότερα γιά τόν Ἰωσήφ τόν Ὑμνογράφο, ἀλλά καί τόν Ἰωσήφ τό Στουδίτη, 53

- 145 -


κανόνας πού ἐξετάζουμε δέν ἔχει ἀκροστιχίδα. Σέ κάποια σημεῖα του διαπιστώνεται ἴχνος ἀκροστιχίδας, ὅπως στίς ὠδές α΄, γ΄, καί θ΄. Στήν τελευταία μάλιστα, ἀπό αὐτές, ὠδή, τό ἀρχιγράμμα τῶν τροπαρίων μέ τό θεοτοκίον σχηματίζουν τήν ἀκόλουθη φράση: «ΩΗΣΗΕΝΙΩΦ» (ἀναγραμματισμένο τό «Ἰωσήφ»). Βέβαια, ὅπως σημειώνει ὁ Εὐτύχιος Τωμαδάκης, στή Διδακτορική διατριβή του, «Οὐδείς κανών… δύναται νά ἀποδοθεῖ εἰς Ἰωσήφ τόν Ὑμνογράφον, ἐφ’ ὅσον ἡ θ΄ ὠδή αὐτοῦ δέν ἀκροστιχίζει διά τοῦ ὀνόματος «Ἰωσήφ». Τά ὑμνογραφικά του ἐν λόγῳ ὑμνογράφου ἀπαντῶνται, συνήθως χωρίς β΄ ὠδή καί μέ τήν ἴδια συχνότητα καταχωρίζονται καί δύο θεοτοκία στήν κάθε ὠδή, στοιχεῖα τά ὁποῖα δέν ἐφαρμόζονται στήν περίπτωση τοῦ Κανόνα μας. Ἐπιπροσθέτως, τά μετρικά καί μουσικά πρότυπα τῶν ὠδῶν στούς Κανόνες του δέν λαμβάνονται μονάχα ἀπό ἕναν ὑμνογράφο, ἀλλά ὑπάρχουν εἱρμοί ἀπό περισσότερούς του ἑνός, κάτι πού δέν συμβαίνει στήν περίπτωσή μας, ἐφόσον ἀντιπαραβολή τους δείχνει ὅτι ὅλοι τους, σχεδόν, λαμβάνονται ἀπό Κανόνες τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέα Κρήτης55. Ἀξίζει, ἐπίσης, νά ὑπογραμμίσουμε τό γεγονός ὅτι, ἐπειδή ὁ Ἰωσήφ ὁ Ὑμνογράφος βρέθηκε γιά κάποιο διάστημα (835-841 μ.Χ.) φυλακισμένος στήν Κρήτη, σέ πολλά ὑμνογραφικά του ἔργα ἀποτυπώνεται ἡ πραγματικότητα, ἡ δυσχερής κατάσταση τοῦ νησιοῦ, ἀλλά καί ὑπάρχουν ἀναφορές γιά τήν Κρήτη. Σέ ἀντίθεση μέ τήν πραγματικότητα αὐτή, στά ὑμνογραφικά του Ἁγίου Κυρίλλου πού ἐξετάζουμε, διαπιστώνουμε ὅτι ὁ ὑμνογράφος εἶναι φειδωλός στίς ἀναφορές του γιά τήν Κρήτη. Οἱ μόνες (!) σχετικές ἀναφορές πού ἔχουμε, εἶναι στόν τίτλο τῆς Ἀκολουθίας, ὅπου ὁ ἅγιος μνημονεύεται ὡς «ἐπίσκοπος Γορτύνης», καθώς ἐπίσης καί στό στ΄ τροπάριο τῆς ὠδῆς ζ΄, ὅπου γίνεται ἀναφορά στούς «κρῆτες». Καμία ἄλλη ἀναφορά, οὔτε καί στή μητρόπολη Γορτύνης, ἤ ἔστω σέ κάποιο τοπωνύμιό της, στόν τόπο μαρτυρίου τοῦ Ἁγίου. Μέ δεδομένο ὅτι στό παρελθόν (1966) ἐκδόθηκαν ἀπό τήν ἰταλίδα Ada Debiasi Gonzato διαφορετικά ὑμνογραφικά πρός τιμήν τοῦ Ἁγίου Κυρίλλου, τά ὁποία ἀποδόθηκαν στόν Ἰωσήφ τόν Ὑμνογράφο καί στά ὁποῖα ἐντοπίζεται νοηματική σχέση καί λεκτική ἐξάρτηση μέ ἐκεῖνα τῆς τελευταίας ὁμάδας τῶν κωδίκων μας, γι' αὐτό καί θά μπορούσαμε νά ἰσχυριστοῦμε, μέ σχετική τουλάχιστον ἀσφάλεια, ὅτι κι ἐδῶ ὁ συντάκτης εἶναι ὁ Ἰωσήφ ὁ Ὑμνογράφος. βιογραφικά καί ἐργογραφία, βλέπε τήν ἀκόλουθη ἐνδεικτική βιβλιογραφία: 1. Φυτράκης 1970: 5-27. 2. Εὐτ. Τωμαδάκης 1971: 29-300. 3. Εὐστρατιάδης (Μητρ.) 1953: 2588. Λούρδας 1952: 155-156. 5. Δετοράκης 1969: 119-129. 55 ΕΕ 106 (ἀρ. 149), 104 (ἀρ. 147), 170(240), 106 (149), 107 (150), 106 (149). Ἐξαίρεση ἀποτελεῖ ὁ εἱρμός τῆς ὠδῆς β΄, ὁ ὁποῖος δέν ὑπάρχει στό ΕΕ, στήν περίοδο τοῦ πλ. Δ΄. - 146 -


Ὡς πρός τό περιεχόμενο τῶν ὑμνογραφικῶν στόν κώδικα 552, θά θέλαμε νά ἐπισημάνουμε τά ἀκόλουθα: α. Στό ἕβδομο τροπάριο τῆς ὠδῆς γ΄ τοῦ κανόνα, γίνεται λόγος γιά τή θανάτωση τοῦ "αἰσθητοῦ δράκοντα" ἀπό τόν Ἅγιο Κύριλλο, ἐκτός ἀπό τό νοητό διάβολο, περιστατικό τό ὁποῖο εἶναι ἀμάρτυρο στά Συναξαριακά κείμενα, καθώς ὁ Κύριλλος δέν συγκαταλέγεται στούς "δρακοντοκτόνους" ἁγίους της Ἐκκλησίας. Συνεπῶς, ἡ σημασία τῆς ἔκφρασης θά πρέπει νά εἶναι διαφορετική καί συνδέεται μέ τήν πλάνη τῶν διωκτῶν, ἡ ὁποία νικιέται ἀπό τά θεία διδάγματα καί τίς προσευχές τοῦ Ἁγίου. β. Στό ἕκτο τροπάριο τῆς ὠδῆς ζ΄ τοῦ κανόνα, ἔχουμε ἀναφορά σέ θαύματα τοῦ Ἁγίου μέ ἀποδέκτες τόσο τούς Κρῆτες, ὅσο καί τούς κατοίκους τῆς Ρώμης. Ἡ συγκεκριμένη διάσταση δέν θά πρέπει νά ἦταν ἄγνωστη στόν ὑμνογράφο Ἰωσήφ, μέ δεδομένη τήν παρουσία καί φυλάκισή του στήν Κρήτη, ἀλλά καί τή γέννηση καί παραμονή του στή Σικελία, βιώματα πού τόν καθιστοῦσαν ἐνήμερο τῆς ἐμπειρίας πού εἶχαν Κρῆτες καί Ρωμαῖοι ἀπό τά θαύματα τοῦ Ἁγίου. Συνοψίζοντας, κρίνεται σκόπιμο νά σημειωθοῦν τά ἀκόλουθα: 1. Οἱ πέντε Σιναϊτικοί κώδικες στούς ὁποίους καταχωρίζονται ὑμνογραφικά πρός τιμήν τῶν Ἁγίων Κρητῶν Ἐπισκόπων Μύρωνος, Κυρίλλου, Τίτου κ.ἄ., χρονολογοῦνται μεταξύ 11ου καί 16ου αἰώνα, βασίζονται σέ εἱρμούς παλιότερων ὑμνογράφων ὅπως τῶν Ἀνδρέα Κρήτης, Κοσμᾶ Μοναχό καί Ἰωάννη Μοναχό. 2. Μεταξύ ὑμνογραφικῶν καί Ἁγιολογικῶν κειμένων τῶν Ἁγίων διαπιστώνεται κυρίως νοηματική σχέση καί λιγότερο λεκτική ἐξάρτηση, μέ τίς Ἁγιολογικές πηγές τους νά ποικίλουν.

- 147 -


Χορωδία τοῦ Σωματείου Ἱεροψαλτῶν Ἡρακλείου «Ἀνδρέας ὁ Κρήτης». Διευθύνει ὁ κ. Ἰ. Τσερεβελάκης.

Βυζαντινή Χορωδία Δήμου Ἡρακλείου. Διευθύνει ὁ κ. Ἐ. Σουργιαδάκης.


o Συµβολή τῆς Jερᾶς Μονῆς Πρέβελη στήν ψαλτική παράδοση τῆς Κρήτης κατά τό 19ο αἰώνα Oνδρέας Γιακουµάκης, ∆ιδ. Π.Α.Ε.Α.Κ. Πρωτοψάλτης J.Κ. Ναοῦ hγ. Τίτου oρακλείου Κυρίες καί Κύριοι, Ἀνεβαίνοντας σ’ αὐτό τό βῆμα, νοιώθω τήν ἀνάγκη νά εὐχαριστήσω τούς ὀργανωτές τοῦ παρόντος συνεδρίου γιά τήν τιμή νά εἶμαι ἕνας ἀπό τούς εἰσηγητές. Ἔχω ἔτσι τή χαρά νά σᾶς παρουσιάσω – στά πλαίσια τοῦ χρόνου πού μοῦ διατίθεται - τή σημαντική συμβολή τῆς Ἱεράς Μονῆς Πρέβελη στήν ψαλτική παράδοση τῆς Κρήτης, κατά τό 19ο αἰώνα. Πρίν ὅμως ἀρχίσω τή διαπραγμάτευση τοῦ θέματος, θεωρῶ ἀναγκαῖο νά ἀναφερθῶ, σέ στοιχεῖα, τά ὁποῖα συνδέονται ἄμεσα μέ τό θέμα μας καί ἀφοροῦν τήν τοπογραφία τῆς Μονῆς καί κυρίως τήν καθοριστική συμμετοχή της καί συνδρομή σ’ ὅλους τούς ἀπελευθερωτικούς ἀγῶνες τῶν Κρητῶν, ἤδη ἀπό τόν 17ο ἕως κυρίως τόν 19ο αἰώνα. Ἑνότητα 1η: Τοπογραφία Μονῆς Ἡ Ἱερά Σταυροπηγιακή Μονή Ἁγ. Ἰωάννου Θεολόγου Πρέβελη βρίσκεται στό νότιο τμῆμα τῆς ἐπαρχίας Ἁγ. Βασιλείου Ρεθύμνης, κοντά στό Μεγάλο Ποταμό καί τήν περίφημη «λίμνη τοῦ Πρέβελη». Ἀποτελεῖται ἀπό δύο κτιριακά συγκροτήματα, τό Κάτω (Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου), σέ καταπράσινο τοπίο κοντά στόν ποταμό, καί τό Πίσω (Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου), σέ μιά ἄγονη πλαγιά μέ μεγάλη κλίση, ἡ ὁποία καταλήγει σέ κρημνούς, ἐνῶ μπροστά του ἁπλώνεται τό Λιβυκό πέλαγος1. Ἑνότητα 2η: Περί ἱδρύσεως καί ὀνομασίας Σχετικά μέ τήν ἵδρυση τῆς Μονῆς, διατυπώνονται διάφορες ἀπόψεις. Ὁ Ἀμερικανός Τόμας Μπλέντσοου (Thomas Bledsoe) ἀναφέρει –χωρίς ὅμως ἰδιαίτερα πειστικά στοιχεῖα– πώς ἡ Μονή ἱδρύθηκε, κατά τή 2η Βυζαντινή περίοδο, ἀπό ἕνα ἐρημίτη ὀνόματι Ἀκάκιο, ὁ ὁποῖος ἔζησε στό Πίσω Μοναστήρι, προσελκύοντας σταδιακά καί ἄλλους ἐρημίτες, μέχρι πού σχηματίστηκε ὁ πρῶτος μοναστικός πυρήνας2. Ἀντίθετα, ὁ Νίκος Ψιλάκης διαΝίκου Ψιλάκη, Μοναστήρια καί ἐρημητήρια τῆς Κρήτης, τόμος Β΄, Ἡράκλειο 1993, σ. 385. 1

- 149 -


σώζει τρεῖς τοπικές παραδόσεις γιά τήν ἵδρυση τῆς Μονῆς, οἱ ὁποῖες τή θέλουν νά ἱδρύεται ἀπό κάποιους ἐρημίτες τοῦ Ἁγ. Ὀνουφρίου, ἤ ἀπό μετεγκαταστάσεις μοναχῶν ἀπό ἄλλες Μονές. Χωρίς νά υἱοθετοῦμε ἤ νά ἀποκλείουμε κάποια ἐκδοχή, ὁδηγούμαστε στήν πρώτη ἀσφαλή χρονολογία 1594, τήν ὁποία διάβασε ὁ Ἰταλός Ἐνετολόγος Γκερόλα στήν καμπάνα τοῦ ναοῦ τοῦ Προδρόμου, στό Κάτω Μοναστήρι3. Πιθανότατα λοιπόν τό πρῶτο ὀργανωμένο μοναστικό κέντρο νά βρισκόταν κοντά στό Μεγάλο Ποταμό, στή θέση τοῦ Κάτω Μοναστηριοῦ4. Μιά ἐπίσης χρονολογία 1629, βρῆκε ὁ Γκερόλα στήν καμπάνα τοῦ Πίσω Μοναστηριοῦ, γεγονός πού ὁδηγεῖ στό συμπέρασμα ὅτι τά δύο μοναστηριακά κτίρια, τοῦ Προδρόμου καί τοῦ Θεολόγου ἔχουν τή μορφή μοναστηριακοῦ συγκροτήματος ἤδη ἀπό τήν τελευταία περίοδο τῆς Ἐνετοκρατίας5. Ὡς πρός τήν ὀνομασία τῆς Μονῆς μέ τό προσωνύμιο «Πρέβελη», ὑπάρχουν ἐπίσης διάφορες ἑρμηνεῖες, μέ ἐπικρατέστερη ἐκείνη πού θέλει νά παίρνει ἡ Μονή τ’ ὄνομά της ἀπό κάποιο μοναχό της, ὁ ὁποῖος καταγόταν ἀπό τήν ἱστορική Ρεθεμνιώτικη οἰκογένεια Πρέβελη6. Ἑνότητα 3η: Ἡ ἀποστολή καί προσφορά τῆς Μονῆς στούς ἀπελευθερωτικούς ἀγῶνες τῶν Κρητῶν (ἔμφαση στόν 19ο αἰώνα). (Ἡ λειτουργία της ὡς ἰδιότυπο κρυφό σχολειό). Καθ’ ὅλη τή διάρκεια λειτουργίας της ἡ Ἱερά Μονή Πρέβελη διαδραμάτισε σημαντικότατο ρόλο στήν κοινωνική, ἐκπαιδευτική καί κατ’ ἐπέκταση πολιτιστική ζωή τῆς Κρήτης, πέραν βεβαίως τοῦ θρησκευτικοῦ της χαρακτήρα. Ἰδιαίτερη ἦταν ἡ συμμετοχή της ἐπίσης καί ἡ προσφορά της σ’ ὅλους τούς ἀπελευθερωτικούς ἀγῶνες τῶν Κρητῶν ἤδη ἀπό τόν 17ο αἰ. καί κυρίως τούς αἰῶνες 18ο και 19ο αἰ. Τονίζεται ὅτι ἡ Μονή ὑπέστη ἀλλεπάλληλες καταστροφές καί κατόρθωσε νά ἀνασυγκροτηθεῖ –τουλάχιστον τρεῖς φορές– ἐκ βάθρων. Πρώτη περίπτωση ἦταν ἡ καταστροφή της ἀπό τούς Ὀθωμανούς, ὅταν κατέλαβαν τήν Κρήτη (1645-1669). Ἡ ἀνασυγκρότηση καί ἡ γρήγορη ἀνάπτυξη τοῦ μοναστηριοῦ ὀφείλεται κυρίως στίς μεγάλες μορφές Th. Bledsoe, The story of two Heroic Monasteries, Arkadi and Preveli, 1966, p. 51. Gerola, Monumenti Veneti….vol II, p. 374. 4 Ν. Ψιλάκη, ὅ. π., σ. 386. 5 Ἀκόμα καί ἄν ἀρχικά λειτούργησαν ὡς δύο ἀνεξάρτητα μοναστικά κέντρα, μέ τήν ὀνομασία τῆς Κάτω Μονῆς ὡς «Μονῆς τοῦ Μεγάλου Ποταμοῦ», ὅπως μαρτυρεῖται ἀπό σφραγίδες τῆς Μονῆς, μπορεῖ ἀργότερα νά συνενώθηκαν ἤ νά ἠπήχθη τό ἕνα στό ἄλλο. Βλ. Μιχ. Παπαδάκη, Τό μοναστήρι τοῦ Πρέβελη στήν Κρήτη, Ἀθήνα 1978, σ. 78-79 και Ν. Ψιλάκη, ὅ. π., σ. 386. 6 Ν. Ψιλάκη, ὅ. π. 2 3

- 150 -


πού ἡγουμένευσαν καί φρόντισαν νά τήν ἀναδείξουν σ’ ἕνα ἀπό τά μεγαλύτερα μοναστικά κέντρα7. Στό μοναχολόγιο τῆς Μονῆς – ἡ σημαντικότερη ἱστορική πηγή γιά τούς πρώτους αἰῶνες τῆς Τουρκοκρατίας – μαρτυροῦνται ὀνόματα ἡγουμένων (Μεθόδιος, Ἀκάκιος, Ἰάκωβος Πρέβελης, Ἀκάκιος Μοάτζο), στούς ὁποίους ὀφείλεται ἡ ὀργάνωση καί εὐρωστία τῆς Μονῆς. Ὁ Ἰάκωβος, τόν ὁποῖο ὁ καθηγητής Θ. Δετοράκης χαρακτηρίζει «ἀρκετά δραστήριο καί δημιουργικό ἡγούμενο»8, εἶναι ὁ πρῶτος τοῦ ὁποίου τ’ ὄνομα προκύπτει ἀπό ἐπιγραφή σέ χρυσοκέντητο ἐπιτραχήλιο, πού φυλάσσεται στό μουσεῖο τῆς Μονῆς9. Ὡς διάδοχος τοῦ Ἰακώβου Πρέβελη φέρεται ὁ Ἀκάκιος Μοάτζο (α΄ μισό 18ου αἰ.), ὁ ὁποῖος ὀργάνωσε τό κρυφό σχολεῖο τῆς Μονῆς, ὅπως ἀναφέρουν ὁ Μιχ. Παπαδάκης καί ὁ Τ. Μπλέντσοου10. Τήν περίοδο αὐτή στήν ὕπαιθρο δέν ὑπῆρχαν σχολεῖα (μέσα-τέλη 19ου αἰ. ) καί τό σύνολο τῶν ὑπόδουλων Κρητῶν ζοῦσε στήν ἀμάθεια11. Ἡ διδασκαλία ἀνάγνωσης καί γραφῆς ἀπό γηραιούς ἐγγράμματους ἤ καί ὁλιγογράμματους μοναχούς στά καλογεροπαίδια ἀπηχεῖ μιά συνηθισμένη γιά τά Κρητικά μοναστήρια δραστηριότητα ἐκείνης τῆς ἐποχῆς. Τόν Ἀκάκιο Μοάτζο διαδέχθηκε στήν ἡγουμενία ὁ Ἐφραίμ Πρέβελης τό 1769. Ἕνα χρόνο μετά τήν ἀνάληψη τῆς ἡγουμενίας ξέσπασε ἡ μεγάλη επανάσταση τοῦ 1770, ἡ ὁποία ἔγινε αἰτία νά καταστραφεῖ ἐξ ὁλοκλήρου ἡ γειτονική ἐπαρχία Σφακίων. Οἱ Τοῦρκοι ξέσπασαν στό μοναστήρι, καταστρέφοντάς το και κατηγορώντας τόν Ἐφραίμ γιά τό φόνο ἑνός Τούρκου ληστῆ12. Ὁ ἡγούμενος ἀναγκάστηκε νά ἐγκαταλείψει τή Μονή γιά ν’ ἀποφύγει τήν ἐκδίκηση τῶν Τούρκων13. Τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, πιεζόμενο ἀπό τούς Ὀθωμανούς, καθαίρεσε τόν Ἐφραίμ, ἐνῶ πολλά χρόνια ἀργότερα (τό 1798) τόν αποκατέστησε, μέ σιγίλλιο τοῦ Πατριάρχου Γρηγορίου τοῦ Ε΄14. Μπροστά στόν κίνδυνο τῆς ἐρήμωσης τῆς Μονῆς καί τῆς ἁρπαγής τῆς περιουσίας της ἀπό τούς γενίτσαρους ὁ Γρηγόριος ὁ Ε΄, μέ σιγίλλιό του, συμπεριέλαβε τό μοναστήρι στίς ΣταυροπηὍ. π. Ὁμιλία στό πατριαρχικό πνευματικό κέντρο «Ὁ Ἅγιος Ραφαήλ» Σπηλίου (9/5/1993). 9 Μιχ. Πρεβελάκη, «Ἡ Ἱερά Μονή Πρέβελη», Ἐπετηρίς Ἑταιρείας Κρητικῶν Σπουδῶν Α΄, 1938, σ. 264. 10 Μιχ. Παπαδάκη, Τό Μοναστήρι τοῦ Πρέβελη στήν Κρήτη, Ἀθήνα 1978, σ. 128. 11 Ν. Ψιλάκη, ὅ. π., σ. 388. 12 Ὅ. π., σ. 390. 13 Ὁ Θ. Δετοράκης συσχετίζει ἕνα γνωστό ριζίτικο τραγούδι μέ τή φυγή τοῦ Ἐφραίμ: “Παιδιά κι ἤντα νά γίνηκε τοῦ Πρέβελη ὁ δεσπότης; 7 8

- 151 -


γιακές Μονές. Ὁ 19ος αἰ. βρίσκει τή Μονή σέ καλύτερη κατάσταση, μέ πολλά μετόχια καί ἀνάλογα εἰσοδήματα. Παρά τίς ἀντιξοότητες, ὁ Ἐφραίμ παραδίδει στούς διαδόχους του ἕνα ἰσχυρό μοναστήρι. Ἡ ἀκμή τῆς Μονῆς συνεχίστηκε καί τά ἐπόμενα χρόνια. Ὁρόσημο θεωρεῖται τό ἔτος 1808, κατά τό ὁποῖο ἀναλαμβάνει ἡγούμενος ὁ Μελχισεδέκ Τσουδερός, ἕνας ἀπό τούς πρωτεργάτες τῆς μεγάλης ἐπανάστασης τοῦ 1821, ἀπό τίς μεγαλύτερες φυσιογνωμίες πού ἀνέδειξε ἡ Μονή15. Δύο χρόνια μετά τήν ἀνάληψη τῶν καθηκόντων του ἔγινε ἰσχυρότατος σεισμός, ἔντασης 7,8 R, ὁ ὁποῖος κατέστρεψε τή Μονή καί γιά πολλά χρόνια ἦταν ἐρειπωμένη16. Μόλις τό ἔτος 1814 χορηγήθηκε ἄδεια ἐπιδιόρΠατριαρχικό σιγίλλιο Γρηγορίου τοῦ Ε΄ θωσης τῆς Μονῆς ἀπό τόν Ὀσμάν Πασά17. Τό 1816 (τόσο διήρκεσαν οἱ ἐργασίες), ἡ Μονή ἔγινε ξανά λειτουργική. Στόν Ὀσμάν Πασά κατέφυγε ἐπίσης ὁ ἡγούμενος Μελχισεδέκ, προκειμένου νά προστατέψει τή Μονή ἀπό τούς γενίτσαρους18. Ἤδη εἶχαν ξεκινήσει οἱ προετοιμασίες γιά τήν ἐπανάσταση τοῦ 1821. Ὁ Μελχισεδέκ ἦταν ἀπό τίς προσωπικότητες πού μυήθηκαν ἀπό τούς Φιλικούς στήν Κρήτη. Ἡ συμβολή του Μουδέ στίς μέσες φαίνεται, μουδέ στς ἀναμεσάδες, μουδέ στά μοναστήρια ντου τό Πάνω καί τό Κάτω, νά βάλει τό «εὐλογητός»”. 14 Μιχ. Παπαδάκη, ὅ. π., σ. 119-123, 205 καί Μιχ. Πρεβελάκη, ὅ. π., σ. 275-276. 15 Ν. Ψιλάκη, ὅ. π., σ. 394. 16 Τεχνικό Ἐπιμελητήριο Ἑλλάδος, τμῆμα Ἀνατολικής Κρήτης, Ἡ ἀντιμετώπιση τῶν συνεπειῶν ἑνός σεισμοῦ στήν πόλη τοῦ Ἡρακλείου, Ἡράκλειο 1993, σ. 77. 17 Μιχ. Παπαδάκη, ὅ. π., σ. 222-223. 18 Ὁ Ὀσμάν Πασάς, ὁ ἐπονομαζόμενος «Πνιγάρης» ἦρθε στήν Κρήτη, τό Σεπτέμβριο τοῦ 1812, μέ σκοπό νά περιορίσει τή δράση τῶν γενίτσαρων, οἱ ὁποῖοι δημιουρ- 152 -


στόν κρητικό ἀγώνα ἦταν καθοριστική. Πρίν τήν ἔκρηξη τῆς ἐπανάστασης φρόντισε γιά τή συγκέντρωση ὄπλων, πυρομαχικῶν, τροφίμων. Παράλληλα φρόντισε γιά τή φύλαξη τῶν κειμηλίων καί θησαυρῶν τῆς Μονῆς σέ κοντινά σπήλαια19. Πρίν ἀκόμη ἐκραγεῖ ἡ ἐπανάσταση στήν Κρήτη, οἱ Τοῦρκοι ἐξεστράτευσαν καί κατέστρεψαν τή Μονή, στίς 26 Μαΐου 1821. Ἡ περιουσία τῆς Μονῆς δημεύτηκε καί λίγα χρόνια ἀργότερα, ἐπί Αἰγυπτιακῆς διοικήσεως (1830-1840), ἐπιστράφηκαν τά περιουσιακά της στοιχεῖα20. Ὁ Μελχισεδέκ μέ τούς μοναχούς του συμμετεῖχαν ἐνεργά στά πεδία τῶν μαχῶν, δίδοντας παράλληλα ὅλα τά κρυμμένα ἀσημικά καί ἱερά σκεύη γιά ν’ ἀγοραστοῦν κανόνια καί πολεμοφόδια21. Τό Φεβρουάριο 1823 ὁ Μελχισεδέκ πέθανε καί τή θέση του πῆρε ὁ «φρονιμότερος καί ἀξιότερος» ἀπό τούς μοναχούς του, ὁ Νεῖλος Μοσχοβίτης. Ἡ ἐκλογή του ἐπικυρώθηκε ἀμέσως ἀπό τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο. Καί ἐκεῖνος συνέχισε νά Ὁ Ἡγούμενος τῆς Μ. Πρέβελη, προσφέρει τά πάντα γιά τήν πατρίδα, Μελχισεδέκ Τσουδερός μέχρι τό τέλος τῆς ἐπανάστασης, τό 1829. Στή συνείδηση τοῦ κόσμου, ἡ Μονή Πρέβελη εἶχε πλέον καθιερωθεῖ ὡς κοιτίδα ἐλευθερίας, μέ κῦρος καί φήμη σ’ ὅλη τήν Κρήτη. Ὁ Νεῖλος, ἐκμεταλλευόμενος εὐεργετικές διατάξεις τοῦ Μεχμέτ Αλῆ στά χρόνια τῆς Αἰγυπτιοκρατίας (1830-1840), διέσωσε καί αὔξησε τήν περιουσία τῆς Μονῆς, γοῦσαν προβλήματα τόσο στούς χριστιανούς, ὅσο καί στούς Ὀθωμανούς ἄρχοντες. Τούς παραβάτες γενίτσαρους τιμωροῦσε μέ ἀπαγχονισμό, ἐξ’ οὗ καί τό προσωνύμιο. Βλ. Θ. Δετοράκη, Ἱστορία τῆς Κρήτης, σ. 301-302. 19 Ν. Ψιλάκη, ὅ. π., σ. 397. 20 Μιχ. Παπαδάκη, Τό Μοναστήρι τοῦ Πρέβελη στήν Κρήτη, Ἀθήνα 1978, σ. 229 καί Νίκου Ψιλάκη, Μοναστήρια καί ἐρημητήρια τῆς Κρήτης, τόμος Β΄, Ἡράκλειο 1993, σ. 397-399. 21 Μιχ. Πρεβελάκη, «Ἡ Ἱερά Μονή Πρέβελη», Ἐπετηρίς Ἑταιρείας Κρητικῶν Σπουδῶν Α΄, 1938, σ. 279. - 153 -


ἐνῶ φρόντισε γιά τήν ἀνοικοδόμηση τόσο τοῦ μοναστηριοῦ, ὅσο καί ἄλλων ἱερῶν ναῶν, ἀφοῦ γιά 200 περίπου χρόνια οἱ Τοῦρκοι δέν τό ἐπέτρεπαν22. Τά χρόνια τῆς ἡγουμενίας τοῦ Νείλου Μοσχοβίτη, μέχρι τό 1862, ἦταν ἔντονα δημιουργικά, δραστήρια καί καθοριστικά γιά τήν πορεία τῆς Μονῆς23. Σέ ἡλικία 83 ἐτῶν, τόν διαδέχθηκε ὁ μουσικολογιώτατος Δανιήλ Κουφάκης, ἄνθρωπος μέ ἰκανότητες καί κυρίως ἀγάπη στήν παιδεία καί τή μουσική. Αὔξησε κατακόρυφα τή χορηγία τῆς Μονῆς στά σχολεῖα τῆς περιοχῆς (ἀπό 2500 σέ 16000 γρόσια), γεγονός πού δυσαρέστησε κάποιους, οἱ ὁποῖοι διαμαρτυρήθηκαν στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, μέ συνέπεια τήν ἀντικατάσταση τοῦ Δανιήλ, τό Νοέμβριο τοῦ 186424. Τό Δανιήλ διαδέχεται, τό 1865, ὁ Ἀγαθάγγελος Παπαβασιλείου. Ἕνα χρόνο μετά, ξεσπᾶ ἡ μεγάλη Κρητική ἐπανάσταση τοῦ 1866-69. Τό ἱστορικό μοναστήρι συνεχίζει τήν ἀγωνιστική δράση. Ὅπως τονίζει ὁ καθηγητής Θ. Δετοράκης, «κατά τήν ἐπανάσταση αὐτή, οἱ ἐπαναστάτες διέθεταν ἕνα ἰσχυρό οἰκονομικό στήριγμα καί ἕνα ἀσφαλές καταφύγιο, ἐνῶ ἡ λίμνη τοῦ Πρέβελη ἦταν ἕνα ἀπό τά σημεῖα, ἀπό τά ὁποῖα ἀναχωροῦσαν τά γυναικόπαιδα πρός τήν ἐλεύθερη Ἑλλάδα, ὅπως γράφει ὁ Ν. Ψιλάκης. Στίς 7 Ἰουλίου 1867, τό μοναστήρι καταστρέφεται γιά ἄλλη μιά φορά, ἀφοῦ ὁ Ρεσίτ Πασάς ἔκαψε τήν Κάτω Μονή τοῦ Προδρόμου. Μετά τή λήξη τῆς ἐπανάστασης ὁ ἡγούμενος Ἀγαθάγγελος καί ἡ ἀδελφότητα τῆς Μονῆς ἄρχισαν τό ἔργο τῆς ἀποκατάστασης. Τό Νοέμβριο τοῦ 1870, ὁ Ἀγαθάγγελος παραιτήθηκε ἀπό τήν ἡγουμενία. Νέος ἡγούμενος ἐξελέγη παμψηφεί, τό Δεκέμβριο τοῦ 1870, ὁ Καλλίνικος Σπιταδάκης, ὁ ὁποῖος κλήθηκε νά λύσει τό πρόβλημα ὡς πρός τή διαχείριση τῆς περιουσίας μεταξύ Δημογεροντίας Σφακίων καί Μονῆς. Τό 1876 ἐπανῆλθε στό ἡγουμενοσυμβούλιο ἡ διαχείριση τῶν μοναστηριακῶν κτημάτων25. Κατά τήν ἐπανάσταση τοῦ 1878, τό μοναστήρι ἦταν ἕτοιμο νά προσφέρει καί πάλι στόν ἀγώνα, ἐνῶ τό 1881 ἦταν ἕνα ἀπό τά μεγαλύτερα μοναστήρια τῆς Κρήτης μέ 29 μοναχούς καί 28 ἐργαζόμενους στά κτήματα. Ἡ πλούσια ἐπίσης δράση του στόν τομέα τῆς παιδείας συνεχίστηκε μέ ἐπιχορηγήσεις τῶν σχολείων τῆς περιοχῆς. Μετά τό θάνατο τοῦ Καλλίνικου, τό 1892, ἔγινε ἡγούμενος ὁ Νεῖλος Βολανάκης (35 ἐτῶν). Ὅμως ἡ τελευταία δεκαετία τοῦ 19ου αἰ. ἦταν τόσο ταραχώδης, ὥστε δέν ἐπέτρεψε στό νέο Ζενάτ Ἰσμάτ Ράσειτ, Ἡ Κρήτη ὑπό τήν αἰγυπτιακήν ἐξουσίαν, Ἡράκλειο 1978, σ. 12. Ἔγιναν ἀνοικοδόμηση τοῦ νέου ναοῦ Ἁγ. Ἰωάννου Θεολόγου στό Πίσω Μοναστήρι (1835-1837), οἱ δύο γέφυρες στό Μεγάλο Ποταμό, καθώς καί ἡ ἀνοικοδόμηση τοῦ Κάτω Μοναστηριοῦ, τό ὁποῖο εἶχε πυρποληθεῖ τό Μάϊο τοῦ 1821. 24 Ν. Ψιλάκη, ὅ. π., σ. 405. 25 Μιχ. Παπαδάκη, ὅ. π., σ. 324 καί Ν. Ψιλάκη, ὅ. π., σ. 412. 22

23

- 154 -


ἡγούμενο νά ἐπιτελέσει σημαντικό ἔργο. Βεβαίως κατά τίς ἐπαναστάσεις τοῦ 1895 καί 1897-98, ἡ Μονή διαδραμάτισε τόν ἴδιο ἀκριβῶς ρόλο. Ὑπῆρξε τόπος συγκέντρωσης τῶν ἐπαναστατῶν τῆς ἐπαρχίας Ἁγ. Βασιλείου καί χορηγός τῶν ἐπαναστατικῶν ὀμάδων26. Ἀξιοσημείωτο εἶναι τό γεγονός ὅτι τό 1896 ἡ Μονή εἶχε ἐγκαταστήσει δικό της ἐργαστήριο πυρομαχικῶν σέ κοντινό σπήλαιο, μέ ἀποθήκη φυσιγγίων ἐντός τῆς Μονῆς, γεγονός πού ὁδήγησε τούς Τούρκους νά πυρπολήσουν, στίς 10 Ἀπριλίου 1896, τή Μονή, χωρίς ἀποτέλεσμα. Ὁδεύοντας τό Κρητικό ζήτημα Ὁ Ἡγούμενος τῆς Μ. Πρέβελη, πρός τή λύση του, 947 ἉγιοβαΚαλλίνικος Σπιταδάκης σιλιῶτες συγκεντρώθηκαν, στίς 25 Αὐγούστου 1896, στή Μονή καί ὑπέγραψαν ψήφισμα εὐγνωμοσύνης πρός αὐτήν. Ἔτσι ἡ Ἱερά Μονή Πρέβελη, σ’ ὅλη τή διάρκεια τῆς Κρητικῆς αὐτονομίας, ὑπῆρξε ὁ λαμπρός καί σεβάσμιος χῶρος πού ὅλοι σέβονταν καί ἐκτιμοῦσαν. Ὅπως ἔγραψε ἡ ἐφημερίδα «Ἀναγέννησις» Ρεθύμνης, στίς 10 Μαΐου 1899, ἡ Μονή ἀποτέλεσε τό «κορύφωμα τῆς μοναστηριακῆς τελειότητας». Γι’ αὐτό καί ὁ Ὕπατος Ἁρμοστής Κρήτης, Πρίγκηπας Γεώργιος θεώρησε καθῆκον του νά τήν ἐπισκεφτεῖ δύο φορές (1899 καί 1903). Ἡ ἡμέρα τῆς ἐλευθερίας εἶχε φτάσει καί δέν ἀπέμενε παρά ἡ ἐπίσημη ἕνωση τῆς Κρήτης μέ τή μητέρα Ἑλλάδα. Ἑνότητα 4η: Βιβλιοθήκη Μονῆς – Εὕρεση Κωδίκων Ἀπό τήν ἐκτενή –εἶναι ἡ ἀλήθεια, ἀλλά ἀπαραίτητη– ἱστορική ἀναδρομή στά πεπραγμένα τῆς Μονῆς, κατά τή διάρκεια τῶν ἀπελευθερωτικῶν ἀγώνων τῶν Ἑλλήνων προκύπτει ἡ τεράστια συμβολή της στά κοινωνικά καί ἱστορικά δρώμενα τῆς ἐποχῆς. Ἡ δράση της αὐτή ἐπεκτείνεται καί καθορίζει 26

Μιχ. Πρεβελάκη, ὅ. π., σ. 284. - 155 -


Οἱ 8 μουσικοί κώδικες

ὄχι μόνο τή θρησκευτική καί κοινωνική ζωή, ἀλλά ἐπιδρᾶ καί στόν τομέα τοῦ πολιτισμοῦ, βασικό στοιχεῖο τοῦ ὁποίου εἶναι καί ἡ ψαλτική παράδοση. Τό γεγονός αὐτό ἀποδεικνύει καί ἡ σημαντική Βιβλιοθήκη τῆς Μονῆς, ἡ ὁποία ἀποτελεῖται ἀπό 650 τόμους βιβλίων, ἀνάμεσα στούς ὁποίους καί μουσικά χειρόγραφα. Πρόκειται γιά ἕνα μουσικό θησαυρό ἀπό 8 μουσικούς κώδικες, τούς ὁποίους εἶχα τή χαρά καί τήν τιμή νά ἐντοπίσω τό 2007, ὅταν ὡς συνοδός καθηγητής ἐπισκέφτηκα μέ τούς φοιτητές τῆς Πατριαρχικῆς Ἀνώτατης Ἐκκλησιαστικῆς Ἀκαδημίας Ἡρακλείου τήν Ἱερά Μονή στά πλαίσια ποιμαντικῆς ἐξόρμησης. Οἱ κώδικες αὐτοί γράφτηκαν τό 1818, στή Νέα Μέθοδο καί γραφή τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς, στήν Κωνσταντινούπολη, ἀπό τό γνωστό μουσικοδιδάσκαλο καί καλλιγράφο Ἀπόστολο Κώνστα τό Χίο, ἀφοῦ προηγουμένως ἐξηγήθηκαν στή Νέα Μέθοδο ἀπό τό Γρηγόριο Λαμπαδάριο καί μετέπειτα Πρωτοψάλτη. - 156 -


Ἐξήγηση τῶν κωδίκων ἀπό τον Γρηγόριο

Μεταγραφή τῶν κωδίκων ἀπό τόν Ἀπ. Κώνστα

Τά χειρόγραφα μεταφέρθηκαν ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη στήν Κρήτη καί ἐνῶ βρίσκονται στή Βιβλιοθήκη τῆς Μονῆς, γιά περισσότερα ἀπό 180 χρόνια, ἦταν ἄγνωστα στήν ἑλληνική καί διεθνή βιβλιογραφία27. Ἔτσι τό 2009, σέ εἰσήγησή μου στό Β΄ Διεθνές Μουσικολογικό Συνέδριο, πού πραγματοποιήθηκε στήν Ἀθήνα (10-14 Ἰουνίου) ἔγινε παρουσίαση - 157 -


Χειρόγραφο Ἀποστόλου Κώνστα


ἐκτενής τῶν χειρογράφων. Ἀκολούθησε φωτογράφηση καί ψηφιοποίησή τους, τό ἴδιο ἔτος, σέ συνεργασία μου μέ τό Πανεπιστήμιο Κρήτης, μέ σκοπό τή διάσωσή τους. Τό 2012 ἀκολούθησε μία «συνοπτική περιγραφή Μουσικῶν Κωδίκων τῆς Ἱ. Μ. Πρέβελη», μέ ἄρθρο μου στήν ἐπιστημονική ἐπετηρίδα τῆς Ἀνώτατης Ἐκκλησιαστικῆς Ἀκαδημίας Ἡρακλείου Κρήτης28. Ἐντός τῶν ἡμερῶν ἐπίσης πρόκειται νά κυκλοφορήσει βιβλίο μέ τίτλο «Πέτρου Λαμπαδαρίου, Χερουβικά σύντομα τῆς ἑβδομάδος (σειρά β΄)»29, τό ὁποῖο ἀφορᾶ περιεχόμενα τοῦ κώδικα ἀρ. 4 τῆς Μονῆς. Πρόκειται γιά 5 ἀνέκδοτα Χερουβικά τοῦ κώδικα αὐτοῦ, ὁ ὁποῖος περιέχει μαθήματα Θ. Λειτουργίας. Ἑνότητα 5η: Ἀναζήτηση τοῦ κομιστῆ Λ. Ν. Ἡ διαδρομή τοῦ Λάμπης Νικοδήμου. Ἡ σύνδεση τῶν Χειρογράφων μέ τήν παράδοση τῆς Πόλης. Κατά τήν πολύχρονη μελέτη καί ἔρευνα ἐκ μέρους μου τῶν χειρογράφων, ἕνα ἐνδιαφέρον ἐρώτημα πού γεννήθηκε ἀφοροῦσε τήν ἀναζήτηση τοῦ κομιστῆ τῶν κωδίκων αῦτῶν ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη στήν Κρήτη, καθώς καί τή σύνδεση ἀνάμεσα στή μουσική παράδοση τοῦ νησιοῦ μας μέ αὐτήν τῆς Πατριαρχικῆς, μέ ἕδρα τήν Πόλη. Ἡ ἐξερεύνησή μου ὁδήγησε στό συμπέρασμα ὅτι ὡς μεταφορέα καί κομιστή τῶν χειρογράφων θά μπορούσαμε νά θεωρήσουμε τόν Ἐπίσκοπο Λάμπης Νικόδημο. Αὐτό βεβαιώνεται καί ἀπό τήν ἔκτυπη ἀναγραφή στό κάτω μέρος τῆς στάχωσης, στή ράχη τῶν κωδίκων, μέ τά ἀρχικά Λ. Ν., ἡ ὁποία ἀναμφίβολα ὁδηγεῖ στόν ἰδιοκτήτη τους. Ὁ Νικόδημος Σούμπασης, καταγόμενος ἀπό τό γειτονικό χωριό Ἀσώματος, εἶχε καταφύγει στή Μονή, ἐπί ἡγουμενίας Μελχισεδέκ Τσουδεροῦ, σέ ἠλικία 20 ἐτῶν, τό ἔτος 1815. Ὡς ἀδελφός τῆς Μονῆς, ἀποφοίτησε τό 1820, ἀπό τό ἰδιότυπο σχολεῖο τῆς Μονῆς (μέ μαθητές μοναχούς καί λαϊκούς) καί ἐστάλη στήν Κωνσταντινούπολη γιά σπουδές, ὡς ὑπότροφος Μιά πρώτη ἀναφορά γίνεται στό χειρόγραφο κατάλογο τῆς Μονῆς, ὁ ὁποῖος συντάχθηκε τό 1918. 28 Βλ. Ἀνδρέα Γιακουμάκη, «Συνοπτική περιγραφή Μουσικῶν Κωδίκων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Πρέβελη», Ἐπιστημονική Ἐπετηρίδα Ἀνώτατης Ἐκκλησιαστικῆς Ἀκαδημίας Ἡρακλείου Κρήτης, τόμος Β΄, Ἡράκλειο 2012, σ. 465. 29 Τά συγκεκριμένα Χερουβικά, τή χρονική περίοδο πού δημοσιεύονται τά παρόντα Πρακτικά, ἔχουν ἤδη ἐκδοθεῖ. Βλ. Ἀνδρέα Γιακουμάκη, Χερουβικά σύντομα τῆς ἑβδομάδος, Πέτρου Λαμπαδαρίου (σειρά β΄), κατ’ ἐξήγησιν Γρηγορίου Πρωτοψάλτου, κωδικογράφησιν Ἀποστόλου Κώνστα καί ἀπόδοσιν Δημητρίου Νεραντζή, Ἑταιρεία Ἑλληνικῆς Γλῶσσας καί Μουσικῆς, Ὑμνολογικές πηγές καί μελέτες 2, Ἡράκλειον Κρήτης 2016. 27

- 159 -


τοῦ μοναστηριοῦ30. Ἐκεί διορίστηκε ἐφημέριος στόν Ἱερό Ναό Ἁγ. Νικολάου, στό Φανάρι, καί παράλληλα σπούδαζε μέ τή φροντίδα τοῦ Πατριαρχείου, ἐνῶ διακρίθηκε γιά τίς ἱκανότητές του31. Ὁ Νικόδημος ἐπιστρέφει, τό 1831, στήν Κρήτη ὡς Ἐπίσκοπος Λάμπης, προσφέροντας πλούσιο ἔργο, μέ προτεραιότητα στόν τομέα ἐκπαίδευσης καί παιδείας τῆς περιοχῆς του. Σύχναζε στή μονή τῆς μετανοίας του, ὅπου μέχρι σήμερα ἀναγνωρίζει κανείς τ’ ὄνομά του σέ ἀντικείμενα καί κειμήλια τῆς Μονῆς. Σημειωτέον ὅτι ἐπί ἡμερῶν του ἱδρύθηκε ἡ Σχολή Ἁγ. Πνεύματος στήν ἐπαρχία του, ἕνα σπουδαῖο γιά τήν ἱστορία τῆς Ὁ Λάμπης Νικόδημος Κρήτης κεφάλαιο, ὅπως χαρακτηριστικά ἀναφέρει ὁ Ν. Ψιλάκης. Ἡ σχολή λειτούργησε μέ διάφορες μορφές, γιά πολλά χρόνια, ἐνῶ φοίτησαν σ’ αὐτή πολλές γενιές παιδιῶν ἀπό τήν ἐπαρχία Ἁγ. Βασιλείου καί ἄλλες κοντινές περιοχές. Ἱδρύθηκε μέ ἔξοδα τῆς Μονῆς Πρέβελη καί ἐπί πολύ συντηρήθηκε μέ χορηγίες της32. Κατά τήν ἐπιστροφή του ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη, ὁ Νικόδημος μετέφερε τούς μουσικούς κώδικες, οἱ ὁποῖοι, μετά τό θάνατό του τό 1845, περιῆλθαν στήν ἰδιοκτησία τῆς Μονῆς, ὅπως ἄλλωστε ὅλη ἡ προσωπική του περιουσία, σύμφωνα μέ διαθήκη του33. Ἡ εὕρεση τῶν κωδίκων αὐτῶν στήν Κρήτη εἶναι ἄλλη μιά ἀπόδειξη τῆς στενῆς σχέσης, ἐπιρροῆς καί σύνδεσης ἀνάμεσα στά ψαλτικά δρώμενα τοῦ νησιοῦ μέ αὐτά τῆς Κωνσταντινούπολης, καί ἰδιαίτερα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. Ἀνέκαθεν ἄλλωστε Ν. Ψιλάκη, ὅ. π., σ. 404. Μ. Ἀνδριανάκη, Ἱερά Μονή Πρέβελη, Ρέθυμνο 1998, σ. 25. 32 Βλ. Ν. Ψιλάκη, ὅ. π., σ. 404. 33 Μιχ. Ἀνδριανάκη, ὅ. π., σ. 25. 30 31

- 160 -


Ἀρχικά ὀνόματος Λ. Ν.

οἱ δεσμοί –θρησκευτικοί, πνευματικοί καί πολιτιστικοί– ἀνάμεσα στήν Ἐκκλησία τῆς Κρήτης καί τή Μητέρα Ἐκκλησία ἦταν ἰσχυροί. Ἑνότητα 6η: Ἡ διάδοση τῶν μουσικῶν κωδίκων μέσα ἀπό τή Συλλογή Παύλου Βλαστοῦ. Αὐτό ἐπιβεβαιώνει καί τό γεγονός ὅτι πολλά μουσικά κείμενα τῶν κωδίκων τῆς Ἱ. Μ. Πρέβελη, ὅπως λ.χ. τά πέντε ὑπό ἔκδοση Χερουβικά34, συνάντησα, κατά τήν ἔρευνά μου στό Ἱστορικό Ἀρχεῖο Κρήτης, στά Χανιά τό 2011, στή Συλλογή τοῦ Παύλου Βλαστοῦ35. Αὐτά ἔχουν ἀντιγραφεῖ ἀπό τόν ἴδιο τόν Παῦλο Βλαστό, κατά τό β΄ μισό τοῦ 19ου αἰ., ἀπόδειξη ὅτι τά μουσικά αὐτά κείμενα δέν περιορίστηκαν στά ὅρια τῆς Ἱερᾶς Μονῆς, ἀλλά διαδόθηκαν καί ἐκτός αὐτῆς, ὥστε νά περιέλθουν σέ γνώση, ὄχι μόνο τῶν τροφίμων καί ἐπισκεπτῶν τῆς Μονῆς, ἀλλά καί ὁποιουδήποτε ἐνδιαφερομένου ἔξω ἀπό αὐτήν. Ἑνότητα 7η: Ὁ δεύτερος κάτοχος τῶν κωδίκων καί ἡ σχέση του μέ τή μουσική. Κατά τήν περίοδο ὅπου ὁ Π. Βλαστός ἀντιγράφει τά μουσικά κείμενα τῶν χειρογράφων τῆς Μονῆς, ὡς κάτοχος τῆς Συλλογῆς αὐτῆς φέρεται ὁ Ἱερομόναχος Δανιήλ Κουφάκης, ἀδελφός τῆς Μονῆς καί ἡγούμενος τή διετία 1862 – 1864, ὅπως ἀναφέραμε παραπάνω. Ὁ Δανιήλ, ἄριστος γνώστης τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς, μελοποιός καί συνθέτης –ἔργα τοῦ ὁποίου συναντᾶμε στούς χειρόγραφους τόμους τῆς Συλλογῆς Π. Βλαστοῦ, ὅπως λ.χ. ποίημα– τραγούδι τοῦ Δανιήλ Κουφάκη πρός τιμήν τῶν ὁλοκαυτωθέντων ἡρώων τῆς ἡρωΐδος Ἱεράς Μονῆς Ἀρκαδίου – ἀξιοποιεῖ τούς μουσικούς κώδικες, μετά τό θάνατο τοῦ Νικοδήμου, ὅπως προκύπτει ἀπό ἰδιόχειρο κτητορικό σημείωμα μέ τ’ ὄνομά του στόν κώδικα ἀρ. 3. Τά συγκεκριμένα Χερουβικά, τή χρονική περίοδο που δημοσιεύονται τά παρόντα Πρακτικά, ἔχουν ἤδη ἐκδοθεῖ. Βλ. Ἀνδρέα Γιακουμάκη, ὅ. π. 35 Συλλογή Παύλου Γ. Βλαστοῦ, χφ. ἀρ. 2, σ. 534-544. 34

- 161 -


Ἰδιόχειρο κτητορικό σημείωμα Δανιήλ Κουφάκη

Οἱ δύο ἄντρες, ὁ Ἱερομόναχος Δανιήλ καί ὁ Παῦλος Βλαστός, ὑπῆρξαν μαθητές τοῦ Πρωτοψάλτου Κρήτης Κωνσταντίνου Ψαρουδάκη36, μαθητῆ τῶν Τριών Διδασκάλων στήν Πατριαρχική Μουσική Σχολή τοῦ 1815, στήν Κωνσταντινούπολη, στοιχεῖο τό ὁποῖο καταδεικνύει καί ἀποδεικνύει τή διάδοση τῆς Πατριαρχικῆς μουσικῆς παράδοσης στήν Κρήτη. Ἑνότητα 8η: Κατακλείδα – Συμπέρασμα Κυρίες καί Κύριοι, Κλείνοντας τήν εἰσήγησή μου αὐτή, καί ἀφοῦ εὐχαριστήσω γιά ἄλλη μιά φορά τούς ὀργανωτές τοῦ συνεδρίου, τολμῶ νά πῶ ὅτι προέκυψαν σημαντικά συμπεράσματα γιά τή συμβολή τῆς Ἱεράς Μονῆς Πρέβελη στά ψαλτικά καί μουσικά πράγματα τῆς Κρήτης, δεδομένου ὅτι: α) ἡ μεταφορά, ἀπό τόν Ἐπίσκοπο Λάμπης Νικόδημο, τῶν 8 μουσικῶν κωδίκων ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη καί ἡ φύλαξή τους στή Μονή, β) οἱ συνεχεῖς διασώσεις ἀπό πυρπολήσεις, καταστροφές καί λεηλασίες ὅλων τῶν μουσικῶν θησαυρῶν καί κειμηλίων τοῦ μοναστηριοῦ, γ) καί κυρίως ἡ ἀξιοποίηση τῶν χειρογράφων ἀπό τόν Δανιήλ Κουφάκη καί ἡ ἀντιγραφή τους σέ ἄλλες Συλλογές, ἐκτός Μονῆς, ὅπως αὐτήν τοῦ Παύλου Γ. Βλαστοῦ, στό Ἱστορικό Ἀρχεῖο Κρήτης, ἀποτελοῦν στοιχεῖα ἀδιάψευστα καί τονίζουν τήν οὐσιαστική δράση καί συμβολή τῆς Ἱεράς Σταυροπηγιακῆς Μονῆς Ἁγ. Ἱωάννου Θεολόγου Πρέβελη στήν ψαλτική καί κατ’ ἐπέκταση πολιτιστική παράδοση τῆς Κρήτης. Γεγονός τό ὁποῖο ἀποδεικνύεται καί ἀπό τήν ἐξωστρεφή δράση ὅλων τῶν ἀδελφῶν τῆς Μονῆς, τήν ταύτισή τους μέ τό λαϊκό στοιχεῖο, τή συμμετοχή τους στούς ἀγῶνες καί τήν πρώτη γραμμή τῶν μαχῶν, τήν ὕπαρξη ἰδιότυπων σχολείων ἐντός τῆς Μονῆς (τρόφιμος τοῦ ὁποίου ὑπήρξε ὁ Λάμπης Νικόδημος). Ἡ 36

Βλ. Συλλογή Παύλου Γ. Βλαστοῦ, χφ. ἀρ. 3, φ. 207r. - 162 -


Χειρόγραφο Δανιήλ Ἱερομονάχου

Ὑπογραφή Δανιήλ στό Ἀρχίγραμμα - 163 -


ἐξωστρέφεια αὐτή εἶναι ἀπόλυτα συνδεδεμένη μέ τή μουσική καί ψαλτική παράδοση, ἐφόσον αὐτή ἀφορᾶ τόσο τήν παιδεία καί καλλιέργεια ὅσων ἀσχολοῦνται μ’ αὐτήν, ὅσο καί τήν ἀπόλυτη ἐναρμόνισή της μέ τίς κοινωνικές καί ἱστορικές συνθῆκες. Ἐξ’ οὗ καί ἡ ἀναλυτική ἀναφορά στήν ἱστορία τῆς Ἱερᾶς Μονῆς. Ὡστόσο τό θέμα δέν ἐξαντλεῖται ἐδῶ. Μιά ἐνδελεχής περαιτέρω μουσικολογική ἔρευνα καί μελέτη τῶν κωδίκων, εὐελπιστοῦμε ὅτι θά δώσει σημαντικά ἐπιστημονικά καί μουσικολογικά συμπεράσματα γιά τά μουσικά πράγματα στήν Κρήτη, τήν περίοδο τοῦ 19ου αἰ., θέμα τό ὁποῖο καί ἀποτελεῖ καί τό ἀντικείμενο τῆς ἔρευνάς μου. Σᾶς εὐχαριστῶ.

- 164 -


{γνωστο “∆ύναµις” Γεωργίου τοῦ Κρητός Μορφολογικὲς καὶ αἰσθητικὲς παρατηρήσεις Μιχαὴλ Στρουµπάκης, jπίκ. Καθηγητὴς Jστορικῆς Βυζαντινῆς Μουσικολογίας Π.Α.Ε.Α.Κ. Ἐν πρώτοις ἐπιθυμῶ νὰ εὐχαριστήσω τὴν ὀργανωτικὴ ἐπιτροπὴ καὶ τὸ Σωματεῖο Ἱεροψαλτῶν τῶν Χανίων γιὰ τὴν τιμητικὴ πρόσκληση συμμετοχῆς μου, τόσο στὴν ἐπιστημονικὴ ἐπιτροπὴ τοῦ Συνεδρίου, ὅσο καὶ στὶς ἐργασίες τοῦ ἴδιου τοῦ Συνεδρίου. Ἑνὸς Συνεδρίου ποὺ πραγματοποιεῖται μετὰ ἀπὸ πάρα πολλὰ χρόνια, μὲ ὅτι αὐτὸ σημαίνει γιὰ τὴν πρόοδο τῆς μουσικολογικῆς ἐπιστήμης καὶ τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης στὸ χῶρο τῆς Κρήτης, μὲ τὴν πλούσια μουσικὴ παράδοση, ἐκκλησιαστικὴ καὶ δημοτική. Καὶ τώρα δράττομαι τῆς εὐκαιρίας, χωρὶς νὰ ἔχω πρόθεση νὰ προκαταβάλλω τοὺς ἀγαπητοὺς συνδιοργανωτές, νὰ καταθέσω τὴν ἄποψη καὶ πρότασή μου, ὅτι τὸ Συνέδριο αὐτὸ πρέπει νὰ γίνει θεσμός, ἐπαναλαμβανόμενος κατὰ τακτὰ χρονικὰ διαστήματα, ἀνὰ δύο ἢ τρία ἔτη, αὐτοτελὲς καὶ αὐτοδύναμο, μὲ ἔμφαση καὶ περιποίηση μουσικῶν θεμάτων κρητολογικοῦ ἐνδιαφέροντος κατ’ ἀρχὰς καθὼς καὶ ἄλλων φυσικά, ἀφορώντων τὴν ἐν γένει ψαλτικὴ τέχνη. Μὲ ἀφορμὴ τὸν χωροχρόνο διεξαγωγῆς τοῦ Συνεδρίου ἀποφάσισα νὰ σᾶς παρουσιάσω ἕνα θέμα τὸ ὁποῖο πιστεύω ὅτι ἅπτεται τόσο τῆς καθαρὰ μουσικολογικῆς ἔρευνας (ἱστορία-παλαιογραφία-μορφολογία) ὅσο καὶ τῆς πράξης τῆς ψαλτικῆς, καθὼς τὸ ζητούμενο δὲν εἶναι ὁ μετεωρισμὸς μεταξὺ θεωρίας καὶ πράξεως, ἀλλὰ ἡ ἁρμονικὴ σύζευξή τους καὶ ἡ ἀλληλοπεριχώρησή τους ἐν ὥρα λατρείας.1 Ὁ λόγος, λοιπόν, γιὰ ἕνα Δύναμις-Τρισάγιον

Περὶ τῆς σύζευξης Θεωρίας και Πράξεως βλ. Ἀχ. Χαλδαιάκης, «Τὸ δίπολο Θεωρίας-Πράξης στὴ Βυζαντινὴ Μουσική, Ὁμιλία πρώτη», Ἐλεύθερο Έργαστῆρι Μουσικῆς Παιδείας-1ος Κύκλος 2013-2014 “Μαθαίνοντας νὰ ἀκοῦμε μουσική”, Διοργάνωση Μεγάλη Μουσικὴ Βιβλιοθήκη τῆς Ἑλλάδος «Λίλιαν Βουδούρη» τοῦ Συλλόγου “Οἱ φίλοι τῆς Μουσικῆς”, 19/02/2014, http://www.blod.gr/lectures/Pages/viewlecture.aspx?LectureID=1240 (11-04-2017)· Μ. Στρουμπάκης, «Ἡ ἀξιοποίηση τῶν ἐπιμέρους κλάδων τῆς Βυζαντινῆς Μουσικολογίας στὴ διδασκαλία καὶ τὴν πρακτικὴ ἔκφραση τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης. Ἡ σύζευξη Θεωρίας καὶ Πράξης στὸ Πρόγραμμα Ψαλτικῆς τῆς ΠΑΕΑΚ», Πρακτικὰ 1ου Διεθνοῦς Διεπιστημονικοῦ Μουσικολογικοῦ Συνεδρίου “Ἡ Ψαλτικὴ Τέχνη ὡς αὐτόνομη Ἐπιστήμη”, Κων. Χαρ. Καραγκούνης & Γεώρ. Κουρουπέτρογλου (Ἐπιμ.), Ἀκαδημία Θεολογικῶν Σπουδῶν Βόλου, Τομέας Ψαλτικῆς Τέχνης καὶ Μουσικολογίας, Βόλος 2014, σ. 81-88. 1

- 165 -


τοῦ Διδασκάλου Γεωργίου τοῦ Κρητός,2 τὸ ὁποῖον ἐντοπίστηκε κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ἐκπόνησης τοῦ Περιγραφικοῦ Καταλόγου τῶν Χειρογράφων Βυζαντινής Μουσικής τῆς Βιβλιοθήκης Χίου «Ὁ Κοραῆς».3 1. Ὁ κώδικας Βιβλ. Χίου 192. Ὁ κώδικας 192 τῆς Βιβλιοθήκης Χίου εἶναι μία Ἀνθολογία γραμμένη στὴ Νέα Σημειογραφία.4 Ἡ διάταξη τῶν μελῶν ποὺ περιέχονται σ’ αὐτὴν διαγραμματικὰ εἶναι ἡ παρακάτω: 1. 2. 3. 4. 5. 6. 7. 8. 9. 10. 11. 12. 13. 14.

Θ. Λειτουργία τοῦ Μ. Βασιλείου Θ. Λειτουργία τῶν Προηγιασμένων Δώρων Ἀκάθιστος-Ἀκολουθία τοῦ Νυμφίου Κοινωνικὰ τοῦ ἐνιαυτοῦ Ἀναστάσεως ἡμέρα Χρυσάφου Κοινωνικὰ τῶν Κυριακῶν Δανιὴλ Πρωτοψάλτου Κοινωνικὰ τῆς Προηγιασμένης Χερουβικὰ τῆς Προηγιασμένης Τιμιωτέραι Πέτρου Λαμπαδαρίου Δύναμις και Ἄξιον ἐστιν Ἀλληλουιάριον Προκείμενα Μ. Τεσσαρακοστῆς Κοινωνικὰ τοῦ ἐνιαυτοῦ Διάσπαρτα κοινωνικὰ τοῦ ἐνιαυτοῦ μεταξὺ τῶν ἑνοτήτων 1-3

Ἐκ τοῦ διαγράμματος διαπιστώνουμε ὅτι τὸν κύριο ὄγκο τῆς Ἀνθολογίας (80 φφ. ἐκ τῶν 116 τοῦ κώδικα) καταλαμβάνουν μέλη τῆς Θ. Λειτουργίας, κυρίως κοινωνικὰ τοῦ ἐνιαυτοῦ, τὰ ὁποῖα «ἐμελοποιήθησαν παρὰ διαφόρων μουσικοδιδασκάλων νέων», ὅπως ἀναφέρεται στὸ οἰκεῖο ἐπίτιτλο σημείωμα.5 Ἡ κατάταξη καὶ καταγραφὴ τῶν περιεχομένων μελῶν στὴν ἐν λόγῳ Περὶ Γεωργίου τοῦ Κρητός, βλ. νεώτερη ἔρευνα Ἰ. Καστρινάκης, «Γεώργιος ὁ Κρής, ὁ πρόδρομος τοῦ νέου γραφικοῦ Συστήματος τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης», Ἐπιστημονικὴ Ἐπετηρίδα ΠΑΕΑΚ Γ΄ (2014) 374-389· Γρ. Στάθης, «Γεώργιος ὁ Κρής», στὸ Πρωτόγραφα τῆς ἐξηγήσεως εἰς τὴν Νέαν Μέθοδον Σημειογραφίας, Α΄ Τόμος, Τὰ Προλεγόμενα, Ἵδρυμα Βυζαντινῆς Μουσικολογίας, Ἀθήνα 2016, σ. 131-133. 3 Μ. Στρουμπάκης, Περιγραφικὸς Κατάλογος τῶν Χειρογράφων Βυζαντινῆς Μουσκῆς τῆς Δημόσιας Βιβλιοθήκης Χίου «Ὁ Κοραῆς», (ὑπὸ ἔκδοσιν). 4 Τὰ συνοπτικὰ κωδικολογικὰ στοιχεῖα τῆς Ἀνθολογίας: Ἔτος: ΙΘ΄ (μετὰ τὸ 1814)· Ὕλη: Χαρτῶον· Διαστ. : 17 Χ 11,5 ἑκ.· φφ. 116· Γραφέας: ἄδηλος· Σημειογραφία: ἡ τῆς Νέας Μεθόδου (βλ. Μ. Στρουμπάκης, ὅπ.π.). 5 Βλ. Κώδικας Βιβλ. Χίου no 192, φ. 20r, πρβλ. Μ. Στρουμπάκης, ὅπ.π. 2

- 166 -


Ἀνθολογία δὲν ἀκολουθεῖ τὴν καθιερωμένη γενικευμένη σειρὰ καταγραφῆς μελῶν τῶν Ἀνθολογιῶν,6 σύμφωνα μὲ τὴν ὁποία τὰ μέλη καταγράφονται μὲ τὴ σειρὰ τῶν νυχθημέρων Ἀκολουθιῶν τοῦ Ἑσπερινοῦ, τοῦ Ὄρθρου καὶ τῆς Θ. Λειτουργίας. Στὴν ἐν λόγῳ Ἀνθολογία Βιβλ. Χίου 192 ἡ σειρὰ καταγραφῆς διαταράσσεται καθὼς μέλη τῆς Λειτουργίας καταγράφονται μεταξὺ μελῶν τοῦ Ἑσπερινοῦ καὶ τοῦ Ὄρθρου. Πρέπει δὲ νὰ σημειωθεῖ ὅτι τὰ χερουβικὰ γιὰ τὴ Θ. Λειτουργία τοῦ Ἰωάννου Χρυσοστόμου καὶ Μεγάλου Βασιλείου ἐλλείπουν παντελῶς ὡς συνθέσεις ἀπὸ τὸν κώδικα, ἐνῶ ἡ ἑνότητα τῶν συνθέσεων Δύναμις ἀντιγράφεται δύο φορές, πάντα ἀπὸ τὸν ἴδιο γραφέα. Εἶναι, λοιπόν, προφανὲς ὅτι ἡ μὴ συστηματικὴ καὶ ἐκτὸς τῆς λογικῆς σειρᾶς καταγραφὴ τῶν μελῶν ἐντείνουν τὸν σημειωματαριακὸ χαρακτῆρα τοῦ κώδικα, ὁ ὁποῖος προφανῶς καταρτίσθηκε ἀπὸ διάφορα λυτὰ φῦλλα, κάποια ἀπὸ αὐτὰ μὲ ὅμοιο περιεχόμενο, τὰ ὁποῖα τοποθετήθηκαν σὲ ἄτακτη σειρὰ κατὰ τὴ συμπίληση καὶ στάχωσή του. Ἄλλα στοιχεῖα ἐντὸς τοῦ κώδικα μᾶς ὑποψιάζουν γιὰ τὴν πιθανὴ χρονολόγησή του. Ἐν πρώτοις, ἐξετάζονται οἱ τίτλοι μὲ τοὺς ὁποίους ἀναφέρονται οἱ δύο ἐκ τῶν τριῶν Διδασκάλων τῆς Νέας Μεθόδου, ὁ Χουρμούζιος Χαρτοφύλαξ καὶ ὁ Γρηγόριος Πρωτοψάλτης. Ὁ Γρηγόριος Λευιτίδης7 ἀναΠερὶ τῆς Ἀνθολογίας ὡς χειρογράφου καὶ τοῦ περιεχομένου της, βλ. Γρ. Στάθης, Τὰ χειρόγραφα βυζαντινῆς μουσικῆς Ἅγιον Ὄρος. Κατάλογος περιγραφικὸς τῶν χειρογράφων κωδίκων βυζαντινῆς μουσικῆς, τῶν ἀποκειμένων ἐν ταῖς βιβλιοθήκαις τῶν ἱερῶν μονῶν καὶ σκητῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους, «Ὀνοματολογία τῶν μουσικῶν κωδίκων», τ. Α΄ [Μονὲς Ξηροποτάμου, Δοχειαρίου, Κωνσταμονίτου], ΙΒΜ, Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθῆναι 1975, σ. λ-μα· Κ. Καραγκούνης, «Τὰ εἴδη τῶν χειρογράφων κωδίκων Βυζαντινῆς Μουσικῆς. Μικρὰ συμβολὴ στὴ Μουσικὴ Κωδικολογία», Πρακτικὰ Α΄ Κύκλου Μουσικολογικῶν Διαλέξεων (Μάρτιος-Ἀπρίλιος 2011), Σύνδεσμος Ἱεροψαλτῶν Βόλου «Ἰωάννης ὁ Κουκουζέλης», Βόλος 2011, σ. 59-68. 7 Περὶ Γρηγορίου Πρωτοψάλτου, βλ. Γ. Παπαδόπουλος, Συμβολαὶ εἰς τὴν ἱστορίαν τῆς παρ’ ἡμῖν Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς καὶ οἱ ἀπὸ τῶν Ἀποστολικῶν χρόνων ἄχρι τῶν ἡμερῶν ἡμῶν ἀκμάσαντες ἐπιφανέστεροι μελωδοί, ὑμνογράφοι, μουσικοὶ καὶ μουσικολόγοι, Ἐν Ἀθήναις Τυπογραφεῖον καὶ Βιβλιοπωλεῖον Κουσουλίνου καὶ Ἀθανασιάδου παρὰ τῷ ναῷ τῶν Ἁγίων Θεοδώρων, 1890 (φωτο - ἀναστατικὴ ἔκδοση ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις Κουλτούρα μὲ ἀρ. 2, Ἀθήνα 1977), [στὸ ἑξῆς: Γ. Παπαδόπουλος, Συμβολαί], σ. 329-331· ὁ ἴδιος, Ἱστορικὴ ἐπισκόπησις τῆς Βυζαντινῆς Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς ἀπὸ τῶν Ἀποστολικῶν χρόνων μέχρι τῶν καθ’ ἡμᾶς (1-1900 μ. Χ.), Ἀθῆναι 1904 (φωτοἀναστατικὴ ἐπανέκδοση Ἐκδόσεις Τέρτιος Κατερίνη 1990) [στὸ ἑξῆς: Γ. Παπαδόπουλος, Ἐπισκόπησις], σ. 168-170· Γρ. Στάθης, «(Οἱ μείζονες ἐξηγητές) Γρηγόριος Πρωτοψάλτης» & «(συνοπτικὴ βιογραφία) Γρηγόριος Λαμπαδάριος-Πρωτοψάλτης», στὸ Πρωτόγραφα τῆς ἐξηγήσεως εἰς τὴν Νέαν Μέθοδον Σημειογραφίας, Α΄ Τόμος, Τὰ Προλεγόμενα, Ἵδρυμα Βυζαντινῆς Μουσικολογίας, Ἀθήνα 2016, σ. 128-131 & σ. 203205 ἀντιστοίχως, & σὲ ὅλον τὸν τόμο, γενικὲς καὶ εἰδικὲς ἀναφορές. 6

- 167 -


φέρεται ὡς Λαμπαδάριος, τίτλος τὸν ὁποῖον κατεῖχε ἕως τοῦ ἔτους 1819, ἑνῶ ὁ Χουρμούζιος,8 ὁ ἕτερος ἐκ τῶν τριῶν ἀναφέρεται ὡς «διδάσκαλος» καὶ ὄχι ὡς «Χαρτοφύλαξ», ὀφφίκιο μὲ τὸ ὁποῖο τιμήθηκε μετὰ τὸ 1820. Οἱ παραπάνω παρατηρήσεις μᾶς βοηθοῦν στὴν ἐξιχνίαση τῆς γενικότερης εἰκόνας τοῦ χειρογράφου, ὅσον ἀφορᾶ τὴ χρονολόγησή του καθὼς καὶ τὴν πιθανὴ ταυτότητα τοῦ γραφέα. Βάσει, λοιπόν, τοῦ σημειωματαριακοῦ χαρακτῆρα τοῦ χειρογράφου καὶ τῶν εἰδικῶν ἀναφορῶν στὰ πρόσωπα τῶν δασκάλων, μποροῦμε νὰ εἰκάσουμε, ὄχι χωρὶς πιθανότητα ἐπιτυχίας ὅτι ὁ κώδικας γράφτηκε κατὰ τὰ πρῶτα 3-4 χρόνια μετὰ τὴν ἀλλαγὴ τῆς σημειογραφίας, ἴσως ἀπὸ κάποιο μαθητὴ τῆς ψαλτικῆς, ποὺ ἐνδεχομένως φοιτοῦσε στὴν Δ΄ Πατριαρχικὴ Σχολὴ τοῦ Νέου Συστήματος στὸν Βαλατᾶ Κωνσταντινουπόλεως.9 Ἡ καταγραφὴ μελῶν τοῦ Γεωργίου τοῦ Κρητός, μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ τὸ παρουσιαζόμενο «Δύναμις», δικαιολογημένα μᾶς ὁδηγεῖ νὰ σκεφτοῦμε ὅτι ὁ γραφέας πρέπει νὰ εἶχε σχέση μὲ τὸ περιβάλλον τοῦ δασκάλου Γεωργίου τοῦ Κρητὸς ἢ εἶχε πρόσβαση στὸ ἔργο του.10 2. Τὸ β΄ «Δύναμις» εἰς ἦχον β΄ Γεωργίου τοῦ Κρητός. Τὸ μέλος παρουσιάζεται γιὰ πρώτη φορὰ στὴ μουσικολογικὴ-μουσικὴ καὶ ψαλτικὴ κοινότητα. Καταγράφεται ἐντὸς τοῦ κώδικα στὴν ἑνότητα τῶν συνθέσεων «Δύναμις» τοῦ Γεωργίου τοῦ Κρητός, μεταξὺ τῶν φφ. 62r-v. Προηγεῖται τὸ γνωστὸ «Δύναμις τοῦ Κρητὸς» τῶν ἐντύπων, σὲ μιὰ ἀναλυτικότερη ἑρμηνευτικὴ ἐκδοχή, καὶ ἀκολουθεῖ τὸ β΄ «Δύναμις» μὲ τὴν ἀναγραφὴ «τοῦ αὐτοῦ», δηλαδὴ τοῦ Γεωργίου τοῦ Κρητός. Ἡ ἑνότητα τῶν «Δύναμις» ἐπαναλαμβάνεται στὰ ἑπόμενα φφ. 62v-63r, γραμμένη μάλιστα ἀπὸ τὸν ἴδιο γραφέα.

Περὶ Χουρμουζίου Χαρτοφύλακος, βλ. Γ. Παπαδόπουλος, Συμβολαί, σ. 331-332· Γ. Παπαδόπουλος, Ἐπισκόπησις, σ. 198-200· Γρ. Στάθης, «Μαρτυρίες Χουρμουζίου Χαρτοφύλακος (1824-1829)» & «(συνοπτικὴ βιογραφία) Χουρμούζιος Χαρτοφύλαξ», στὸ Πρωτόγραφα τῆς ἐξηγήσεως εἰς τὴν Νέαν Μέθοδον Σημειογραφίας, Α΄ Τόμος, Τὰ Προλεγόμενα, Ἵδρυμα Βυζαντινῆς Μουσικολογίας, Ἀθήνα 2016, σ. 196-198 & 205209 ἀντιστοίχως, & σὲ ὅλον τὸν τόμο, γενικὲς καὶ εἰδικὲς ἀναφορές. 9 Γιὰ τὴν Δ΄ Πατριαρχικὴ Σχολή, βλ. ἐκτὸς ἀπὸ τὸ Γ. Παπαδόπουλος, Συμβολαί, σ. 373-375 καὶ Γ. Παπαδόπουλος, Ἐπισκόπησις, σ. 232-233, βλ. καὶ ἐσχάτως Γρ. Στάθης, «Ἡ Δ΄ Πατριαρχικὴ Μουσικὴ Σχολή», στὸ Πρωτόγραφα τῆς ἐξηγήσεως εἰς τὴν Νέαν Μέθοδον Σημειογραφίας, Α΄ Τόμος, Τὰ Προλεγόμενα, Ἵδρυμα Βυζαντινῆς Μουσικολογίας, Ἀθήνα 2016, σ. 229-258. 10 ... 8

- 168 -


3) Ἡ σύνθεση Δύναμις. Μορφολογικὲς παρατηρήσεις.11 Α) Ἐξωτερικὰ μορφολογικὰ χαρακτηριστικά. 1. Λειτουργικὸ κείμενο. Τὸ κείμενο τοῦ ὕμνου εἶναι ὁ τρισάγιος ὕμνος, ἤτοι τὸ Ἅγιος ὁ Θεός-Ἅγιος Ἰσχυρός-Ἅγιος Ἀθάνατος-Ἐλέησον ἡμᾶς. Ἀπὸ τὴ σύνθεση ἐλλείπει ἡ μελωδικὴ ἐπιτατικὴ ἀναφώνηση «Δύναμις», ἡ ὁποία θεωροῦμε ὅτι ἀναπληροῦται ἀπὸ τὴν προηγηθεῖσα σύνθεση τοῦ γνωστοῦ «Δύναμις». Ἡ ἔλλειψη ἕτερης ἀναφώνησης «Δύναμις» ὁριστικοποιεῖ κατὰ κάποιον τρόπο τὴν ἔνταξη τῶν δύο συνθέσεων σὲ μία μελουργικὴ ἑνότητα. Τοῦτο, ὡστόσο, ἐπιβεβαιώνεται καὶ ἀπὸ τὰ κοινὰ μορφολογικὰ χαρακτηριστικὰ μεταξὺ τῶν δύο συνθέσεων. 2. Ἦχος. Ἦχος τῆς συνθέσεως εἶναι ὁ β΄ ἦχος ἐκ τοῦ Δι, τοῦ μαλακοῦ χρωματικοῦ γένους. 3. Ἔκταση (ambitus). Σύμφωνα μὲ τὴ σημειογραφικὴ παράσταση, τὸ τονικὸ εὗρος τῆς σύνθεσης ἐκτείνεται ἀπὸ τὸν φθόγγο Πα τῆς Μέσης Διαπασῶν, κάτω ἀπὸ τὴ βάση Δι τοῦ β΄ ἤχου ἕως τὸν φθόγγο Βου΄ τῆς Νήτης. Ἂν, ὅμως, ὑπολογίσουμε καὶ τοὺς φθόγγους ποὺ δὲν εἶναι μὲν γραμμένοι ἀλλὰ προφέρονται λόγῳ τῆς ἐνέργειας τῶν σημαδιῶν, ὅπως προκύπτει ἀπὸ τὴν ἑρμηνεία τους (βλ. μουσικὴ φράση Ἀθάνατος [μετὰ τοῦ Ἀντικενώματος] καὶ μουσικὴ φράση Ἐλέησον [στὴν περίπτωση αὐτὴ ἐλλείπει τὸ Ψηφιστόν, ποὺ τίθεται πάντοτε σὲ παρόμοιες θέσεις], πρβλ. εἰκόνα) τότε τὸ μέλος ἐγγίζει τὸν Γα΄ τῆς Νήτης. Ἡ ἔκτασή του, δηλαδή, εἶναι ἀπὸ τὸν Πα τῆς μέσης διαπασῶν ἕως τὸν Γα τῆς Νήτης, ἤτοι 10 φωνές, περίπου μιάμιση ὀκτάβα. Ἡ μορφολογικὴ ἐξέταση πραγματοποιεῖται βάσει τοῦ σχεδίου ποὺ ἐκπονήθηκε ἀπὸ τὸν συνάδελφο Θωμᾶ Ἀποστολόπουλο καὶ τὸν γράφοντα, μὲ τὴν ἀξιοποίηση ὅλων τῶν προγενεστέρων μελετῶν ἐπὶ τοῦ θέματος, πρβλ. ἐνδεικτικά: Χρύσανθος (Ἀρχιεπ. Δυρραχίου), Θεωρητικὸν Μέγα τῆς Μουσικῆς συνταχθὲν μὲν παρά Χρυσάνθου Ἀρχιεπισκόπου Δυρραχίου τοῦ ἐκ Μαδύτων ἐκδοθὲν δὲ ὑπὸ Παναγιώτου Γ. Πελοπίδου Πελοποννησίου διὰ φιλοτίμου συνδρομῆς τῶν ὁμογενῶν, Ἐν Τεργέστῃ ἐκ τῆς τυπογραφίας Μιχαὴλ Βάϊς (Michele Weis), 1832, (φωτο-ἀναστατική ἐπανέκδοση Ἐκδόσεις Κουλτούρα 1977), σ. 174-192· Γρ. Στάθης, Μορφολογία καὶ ἔκφραση τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς, Μητρόπολη Μεγάρων καὶ Σαλαμῖνος, Ἀθήνα 1980· Ὁ ἴδιος, Μορφὲς καὶ μορφὲς τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης ἤτοι Μελοποιία-Μορφολογία τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς, Λατρειολογήματα 5, ΙΒΜ, Ἀθήνα 2011· Ἀχ. Χαλδαιάκης, Ὁ πολυέλεος στὴν βυζαντινὴ καὶ μεταβυζαντινὴ μελοποιΐα, IBM, Μελέται 5, εκδ. Γρ. Στάθης, Αθήνα 2003· Ὁ ἴδιος, Βυζαντινομουσικολογικά, τ. Γ΄ Μελοποιία, Ἐκδόσεις Σταμούλη, Ἀθήνα 2014· Σπ. Ἀντωνίου, Μορφολογία τῆς Βυζαντινῆς Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς, Ἐκδόσεις Βάνιας, Θεσσαλονίκη 2008. Γιὰ τὴν παροῦσα μελέτη χρησιμοποιήθηκε μέρος τοῦ σχεδίου, ἐνῶ τὸ πλῆρες σχέδιο πρόκειται νὰ παρουσιασθεῖ εἴτε μὲ τὴ μορφὴ ἄρθρου εἴτε ἀνακοίνωσης προσεχῶς. 11

- 169 -


4. Ἐκτέλεση (μονωδιακός ἢ χορωδιακὸς τρόπος, χρονική ἀγωγή): Μὲ ἀφετηρία τὸ ἐκτεταμένο ambitus καὶ τὰ ἐπιμέρους μελικὰ καὶ ρυθμικὰ στοιχεῖα, τὰ ὁποῖα θὰ ἐκτεθοῦν κατωτέρω, προκρίνεται ἡ μονωδιακὴ ἐκτέλεση,12 μὲ ὕφος ἐπίσημο καὶ παρρησιαστικὸ σὲ ἀργὴ χρονικὴ ἀγωγή, ταυτόσημη μὲ τὴν ἀπαιτούμενη χρονικὴ ἀγωγὴ τοῦ καλοφωνικοῦ εἱρμοῦ. Παρατηρεῖται καὶ στὸ σημεῖο αὐτὸ ἐκτελεστικὴ συνάφεια μὲ τὸ γνωστὸ ἐκδεδομένο Δύναμις, τὸ ὁποῖον ὡς γνωστόν, ἔχει γνωρίσει ἀρκετὲς ἀναλελυμένες ἑρμηνεῖες μέχρι καὶ σήμερα.13 5. Χρήση: Προορίζεται γιὰ τὴν ψαλμώδηση ἐν ὥρα λατρείας. Β) Ἐσωτερικὰ μορφολογικὰ χαρακτηριστικά. i. μελικὲς ἑνότητες τοῦ «Δύναμις». Τὸ μέλος τοῦ «Δύναμις» ἀναπτύσεται κατὰ μελικὲς ἑνότητες, οἱ ὁποῖες παρουσιάζουν ὁμοιότητες στὴ δομὴ καὶ τὸν ἐκτεινόμενο φωνητικὸ τόπο. Κατὰ συνέπεια, τὸ μέλος χαρακτηρίζεται ἀπὸ συνάφεια δομικὴ (μελωδία) καὶ τονική (φωνητικὸς τόπος ἔκτασης τῆς μελωδίας), μεταξὺ τῶν μερῶν τῆς σύνθεσης. Οἱ μελικὲς ἑνότητες τοῦ Τρισαγίου ταυτίζονται μὲ τοὺς στίχους αὐτοῦ: Ἑνότητα Α΄ Στίχος Ἅγιος ὁ Θεός14

Ἡ ἐπιλογὴ χορωδιακῆς ἐκτέλεσης δὲν ἀποκλείεται, στερεῖ, ὡστόσο, κατὰ τὴν ἄποψή μας, τὴ δυνατότητα ἀνάδυσης τῶν ἰδιαίτερων αἰσθητικῶν στοιχείων τῆς παρούσας σύνθεσης. 13 Ἤδη ἀπὸ τὸν 19ο αἰῶνα τὸ μέλος τοῦ α΄ Δύναμις τοῦ Γεωργίου Κρητὸς παραδίδεται σὲ εὐάριθμες ἐκδόσεις ἐπεξεργασμένο κατὰ τὸ μέλος καὶ τὴ σημειογραφία, βλ. Ταμεῖον Ἀνθολογίας 1838, σ. 307· Νέον Ταμεῖον Ἀνθολογίας Νικολάου Σμύρνης, τ. Γ΄ 1867, σ. 46-47· Τὰ λειτουργικὰ Ἀνδρ. Τσικνοπούλου 1891, σ. 35-36. Κατὰ τὸν 20ο αἰῶνα, 12

- 170 -


Ἑνότητα Β΄ Στίχος Ἅγιος Ἰσχυρός

Ἑνότητα Γ΄ Στίχος Ἅγιος Ἀθάνατος

τὸ μέλος τοῦ α΄ Δύναμις ἐκδίδεται συνηθέστερα καταγεγραμμένο καὶ σημειογραφημένο σύμφωνα μὲ τὴν ἐκτελεστικὴ δεινότητα τῶν ἑκάστοτε ἐκδοτῶν, βλ. αἵφνης Θεία Λειτουργία Κωνσταντίνου Πρίγγου, Ἄρχοντος Πρωτοψάλτου τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, Γεώργιος Κωνσταντίνου (ἐπιμ.), Ἔκδοση Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθήνα 2010, σ. 62-70, ὅπου καταχωρίζονται τρεῖς διαφορετικὲς ἑρμηνεῖες τοῦ Ἄρχοντος τῆς Μ. Χ. Ε. Κωνσταντίνου Πρίγγου στὸ α΄ Δύναμις τοῦ Γεωργίου Κρητός. 14 Ἡ καταγραφὴ τῶν μουσικῶν κειμένων ἔγινε μὲ τὸ ἠλεκτρονικὸ πρόγραμμα «Μελωδὸς» τοῦ Σάββα Παπαδόπουλου (https://www.melodos.com/). - 171 -


Ἑνότητα Δ΄ Στίχος Ἐλέησον ἡμᾶς

Ἡ μελουργικὴ ὁμοιότητα μεταξὺ τῶν ἑνοτήτων ἀναδύεται ἀνὰ ζεύγη: οἱ ἑνότητες Α΄ καὶ Β΄ εἶναι ὅμοιες κατὰ τὴ δομή, ἑπομένως καὶ κατὰ τὸν φωνητικὸ τόπο, ἐνῶ οἱ ἑνότητες Γ΄ και Δ΄ εἶναι ὅμοιες κατὰ τὸν φωνητικὸ τόπο ἐξέλιξής τους. Ἰδιαίτερα γιὰ τὴν τονικὴ πορεία τῶν ενοτήτων ἔχουμε νὰ παρατηρήσουμε ὅτι οἱ ἑνότητες Α΄ & Β΄ ἐκτείνονται ἀπὸ τὴ χαμηλότερη βαθμίδα τῆς σύνθεσης (φθόγγος Πα τῆς Μέσης Διαπασῶν) ἕως τὴ μεσαία τονικὴ περιοχή (φθόγγος Νη΄ τῆς Νήτης). Ἀντιθέτως, οἱ ἑνότητες Γ΄ & Δ΄ ἀποφεύγουν τὴ χαμηλὴ περιοχὴ καὶ ἐκτείνονται ἕως καὶ τὸ ὑψηλότερο ἄκρο τοῦ ἤχου (φθόγγος Γα τῆς Νήτης). ii. Μελοποιητικὸ σχέδιο. Μὲ βάση τὰ παραπάνω, ἔχουμε, λοιπόν, σχηματικὰ τὸ παρὸν γενικὸ μελοποιητικὸ σχέδιο τοῦ «Δύναμις»: Α΄-Β΄ Ἅγιος ὁ Θεὸς Δομικὴ συνάφεια Ἅγιος Ἰσχυρὸς Παρατήρηση: Ἡ δομικὴ συνάφεια ἀσφαλῶς σηματοδοτεῖ καὶ τονικὴ συνάφεια. Ἑνότητες

Γ΄-Δ΄ Ἅγιος Ἀθάνατος Τονικὴ συνάφεια Ἐλέησον ἡμᾶς Παρατήρηση: Οἱ ἑνότητες μελοποιοῦνται διαφορετικά, ὅμως παρουσιάζουν ἐσωτερικὴ ὁμοιότητα λόγῳ τῆς ἐξέλιξής τους στὸν ἴδιο φωνητικὸ τόπο. Ἑνότητες

iii. Ἀναλυτικὴ ἔκθεση τῆς μελικῆς πορείας. Βάσει τοῦ μελοποιητικοῦ σχεδίου, βαίνουμε στὴν ἀναλυτικὴ περιγραφὴ τῆς μελικῆς πορείας τῶν ἐνοτήτων: - 172 -


Οἱ ἑνότητες εἶναι τριμερεῖς. Ἐκτείνονται σὲ τρεῖς μελικὲς ἀναπτύξεις μὲ Ἀρχὴ, Μέση καὶ Τέλος. Ἀνεξαρτήτως τῆς μικρῆς ἐκτάσεως τῆς ἑνότητας, οἱ μελικὲς ἀναπτύξεις εἶναι ἐμφανεῖς, καθὼς οἱ ἰδιαίτερες μελωδικὲς γραμμὲς χαράσσουν τὰ ὅρια μεταξὺ τῶν μερῶν τῆς ἑνότητας. Ἀρχή: Ἅγι

Ἑνότητα Α΄ Ἅγιος ὁ Θεὸς

Πρόοδος τοῦ μέλους κατὰ ὅμοιες διφωνίες [Βου-Δι-Ζω΄] καὶ κατάληξη στὸν φθόγγο Βου. Μέση: ι-χι

Ἐναλλαγή μαλακῶν χρωματικῶν διφωνιῶν (Ζω΄-Δι-Βου) καὶ πενταχόρδου ἔσω νενανω (Γα-Νη΄) μὲ σχῆμα: χρωματικὴ διφωνία Ζω΄-Δι· ἔσω νενανω Γα-Νη΄· ὅμοιες διφωνίες Ζω΄-Δι-Βου. Τέλος: ἐπανάληψη τοῦ στίχου Ἅγιος ὁ Θεός

- 173 -


Ἐπαναφορὰ τῆς μελωδίας στὴ βάση τοῦ ἦχου Δι μέσω τῆς μαλακῆς χρωματικῆς διφωνίας Δι-Ζω΄ καὶ περιστροφὴ γύρω ἀπὸ τὰ μικρὰ διαστήματα (Γα δίεση-Κε) ἕνθεν καὶ ἕνθεν τῆς βάσης ( φθόγγος Δι). Στὴν τελικὴ μελικὴ ἀνάπτυξη ἑνότητας ἔχουμε ἐπαναδιατύπωση τοῦ λειτουργικοῦ κειμένου καὶ ἀπόδοση τοῦ ἤχου. Ἀρχή: Ἅγιος Ἀ

Ἑνότητα Γ΄ Ἅγιος Ἀθάνατος

Ἡ ἀρχή χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὸν τονισμὸ τῆς τετραφωνίας μὲ ἀφετηρία τὴ βάση Δι καὶ τὴν ἐπαναφορὰ σ’ αὐτὴν μέσῳ τῆς μαλακῆς χρωματικῆς διφωνίας (θέση [Α]γιος). Μέση: Ἀθάνα

Μέση: χαρακτηριστικὸ τῆς μεσαίας μελωδικῆς ἀνάπτυξης ἀποτελεῖ ἡ μεταβολὴ ἤχου καὶ γένους. Ὅπως καὶ στὴ μεσαία μελωδικὴ ἀνάπτυξη τῆς Α΄-Β΄ ἑνότητας, ἔτσι καὶ ἐδῶ ἐντοπίζεται ἐναλλαγὴ θέσεων: τὸ μαλακὸ χρῶμα ἐναλλάσεται μὲ τὸ σκληρὸ διάτονο, μὲ σχῆμα μαλακό χρῶμασκληρὸ διάτονο (θέση Νανα στὸν Νη΄ τῆς Νήτης)-μαλακὸ χρῶμα. Τὸ μελιχρὸ ἠχόχρωμα τοῦ Β΄ ἤχου συναντᾶ τὴ χρόα τοῦ σκληροῦ διατόνου, προκειμένου νὰ τονιστεῖ ἡ λέξη Ἀθάνατος. Ὁλοκλήρωση τῆς ἀνάπτυξης στὴ μαλακὴ χρωματικὴ διφωνία Δι-Ζω΄. Τέλος: ἐπανάληψη τῆς λέξης Ἀθάνατος

- 174 -


Ἐπαναφορὰ στὴ βάση τοῦ ἦχου μὲ περιστροφὴ τοῦ μέλους γύρω ἀπὸ τὰ μικρὰ διαστήματα (Γα δίεση-Κε) ἕνθεν καὶ ἕνθεν τοῦ φθόγγου Δι.

Ἀρχή: Ἐλέησον

Ἑνότητα Δ΄ Ἐλέησον ἡμᾶς

Τὸ μέλος χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὴν ὑψηλότονη ἀνάπτυξη στὴν τετραφωνία καὶ τὴν ὁμαλὴ ἐπιστροφή του στὴ βάση Δι. Μέση: η [μᾶς]

Τὸ μέλος ἐκτείνεται σὲ συνημμένες ὅμοιες διφωνίες Βου-Δι-Ζω. Τέλος: ἐπανάληψη τοῦ στίχου Ἐλέησον ἡμᾶς

Τὸ λειτουργικὸ κείμενο ἐπαναδιατυπώνεται μὲ ὑψηλότονη ἀνάπτυξη στὴν τετραφωνία τοῦ ἤχου καὶ κατάληξη στὴ βάση τοῦ ἤχου Δι. Χαρακτηριστικὸ στοιχεῖο τῆς Δ΄ μελικῆς ἑνότητας εἶναι ἡ ἀντιστροφικὴ κίνηση τῆς μελωδίας μὲ σχῆμα καθοδικὸ-ἀνοδικὸ: Ἀρχή Ἐλέησον: ἡ μελωδία κινεῖται μὲ πορεία ἀπὸ τὸν ὑψηλότονο φωνητικὸ τόπο (Πα΄) στὴ βάση (καθοδικό)· Τέλος Ἐλέησον ἡμᾶς: ἡ μελωδία κινεῖται μὲ πορεία ἀπὸ τὸν χαμηλὸτερο πρὸς τὸν ὑψηλότονο φωνητικὸ τόπο (Πα΄). Ἡ μεσαία μελωδικὴ ἀνάπτυξη ἀντιστοιχίζεται τονικὰ μὲ τὴν καταληκτικὴ θέση. Σχηματικὰ ἔχουμε τὴν παρακάτω ἔκθεση: Ὑψηλὸς φθόγγος πρὸς χαμηλὸ φθόγγο-μεσαία τονικὴ περιοχή-χαμηλότερος πρὸς ὑψηλότερο φθόγγο. - 175 -


iv. Ρυθμικὴ κατάστρωση Ἐκ τῶν ρυθμικῶν ἐναλλαγῶν διαπιστώνουμε ὅτι πρόκειται γιὰ ἕνα μέλος μὲ ἐξαιρετικὸ ἐνδιαφέρον ὅσον ἀφορᾶ τὴ ρυθμική του κατάστρωση. Ἡ ροὴ τῶν τετρασήμων ρυθμικῶν ποδῶν διακόπτεται ἔντεχνα στὸ κατάλληλο σημεῖο ἀπὸ τὴν παρεμβολὴ 3σήμων, ἐνῶ ἡ ἀργὴ ρυθμικὴ ἀγωγὴ τοῦ Τρισαγίου ἐναλλάσεται μὲ τὴ σύντομη (Α-Β ἑνότητα), δημιουργώντας ἐμφανῶς ἕνα μελικὸ κυμματισμὸ ποὺ μετασκευάζει τὸν αὐστηρὸ μετρημένο βηματισμὸ σὲ χαρίεντα καὶ εὐφρόσυνο. v. Τὰ στοιχεῖα τῆς ἰσορροπίας τῆς σύνθεσης. Ἡ δομικὴ καὶ τονικὴ ἰσορροπία στὴ σύνθεση, ὅπως περιγράφηκε ἀνωτέρω καθὼς καὶ τὰ ἀναδυόμενα ἐπάλληλα μελικὰ σχήματα (μαλακὲς χρωματικὲς διφωνίες καὶ ἡ σκληρὴ διατονικὴ διφωνία, ἡ ἐπαναδιατύπωση τοῦ κειμένου στὸ τέλος τῶν ἑνοτήτων, ἡ συνεπὴς ἀνάδειξη τῶν μικρῶν διαστημάτων γύρω ἀπὸ τὴ βάση Δι) ἀποτελοῦν στοιχεῖα ποὺ ἀναδεικνύουν τὴν ἰσορροπημένη κατάστρωση15 τῆς μελωδίας τοῦ Τρισαγίου καὶ ἀποδεικνύουν τὴν ἀκριβῆ καὶ στέρεη γνώση τῆς ἐκκλησιαστικῆς μελουργίας ἀπὸ πλευρᾶς τοῦ μελουργοῦ Γεωργίου τοῦ Κρητός. Μὲ βάση τὶς ἰδιότητες τῆς δομικῆς καὶ τονικῆς ἰσορροπίας, τὰ μελικὰ σχήματα (ἀντίστροφα καὶ ἐπάλληλα) ἐπιχειρεῖται ἡ σχηματικὴ χαρτογράφηση τῆς σύνθεσης, μεθ’ ὅλων τῶν μελικῶν της χαρακτηριστικῶν: Ἑνότης Α΄

Ἑνότης Β΄

Ἑνότης Γ΄

Ἑνότης Δ΄

Ἅγιος ὁ Θεός

Ἅγιος Ἰσχυρὸς

Ἅγιος Ἀθάνατος

Ἐλέησον ἡμᾶς

Διάρθρωση Τριμερής: Ἀρχή, Μέση, Τέλος Χαρακτηριστικὸ Ἑνοτήτων Α΄ & Β΄

Χαρακτηριστικὸ Ἑνοτήτων Γ΄ & Δ΄

Ἰσορροπία, ἐπάλληλα μελικὰ σχήματα Δομικὴ συνάφεια

Τονικὴ συνάφεια

Περιγραφή: ἐναλλαγὴ α) ὁμοίας διφωνίας & μαλακοῦ χρωματικοῦ πενταχόρδου, β) ὁμοίας διαφωνίας, μαλακοῦ χρωματικοῦ πενταχόρδου & σκληροῦ Διατόνου

Ἡ ἰσορροπία ἀποτελεῖ, ὁπωσδήποτε, ἕνα ἀπὸ τὰ κύρια μορφολογικὰ χαρακτηριστικὰ τῶν ἐκκλησιαστικῶν συνθέσεων, βλ. σχετ. Γρ. Στάθης, Μορφολογία καὶ ἔκφραση τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς, Μητρόπολη Μεγάρων καὶ Σαλαμῖνος, Ἀθήνα 1980. 15

- 176 -


4) Αἰσθητικὴ ἀποτίμηση τῆς σύνθεσης. Μὲ βάση τὶς παραπάνω παρατηρήσεις εἴμαστε σὲ θέση νὰ δοῦμε συνολικὰ τὴ μέχρι τώρα ἄγνωστη σύνθεση Δύναμις τοῦ Γεωργίου τοῦ Κρητός. Πρόκειται γιὰ ἕνα ἔντεχνο μέλος, καταστρωμένο εἰδικὰ γιὰ τὴν ψαλμώδηση κατὰ τὴν ὥρα τοῦ Τρισαγίου Ὕμνου. Σὰν σύνθεση βρίσκεται στὸ μεταίχμιο μεταξὺ παλαιᾶς καὶ νέας παράδοσης, ὅπως ἡ τελευταία διαμορφώνεται μὲ τὴν ἀλλαγὴ τῆς σημειογραφίας μέχρι καὶ τὰ τέλη τοῦ 19ου αἰ., κατὰ τὴν ὁποία προκρίνονται συνθέσεις περισσότερο νεωτερικές, μὲ μονωδιακὸ πνεῦμα ἑρμηνείας καὶ πρόταξη τῶν ἀτομικῶν φωνητικῶν προσόντων τοῦ ψάλτη. Ὑπὸ τὸ πνεῦμα αὐτὸ ἀξιολογοῦνται οἱ κοινὲς μελικὲς ἀναφορὲς ἀλλὰ καὶ οἱ διαφορὲς μεταξὺ τῶν δύο Δύναμις τοῦ Γεωργίου τοῦ Κρητός. Καὶ οἱ δύο συνθέσεις παρουσιάζουν ὑψηλότονη συμπεριφορά, ἐνῶ οἱ παρόμοιες μελικὲς θέσεις ἐκφράζουν τὶς κοινὲς μουσικοθεωρητικὲς ἀφετηρίες τοῦ μελουργοῦ. Ἡ παρουσιαζόμενη σύνθεση μπορεῖ νὰ θεωρηθεῖ περισσότερο συντηρητικὴ σὲ σχέση μὲ τὸ ἐκδεδομένο Δύναμις, καθὼς στὴ βασική της γραμμὴ προσπαθεῖ νὰ ἀναδείξει περισσότερο τὰ θεωρητικὰ στοιχεῖα τοῦ β΄ ἤχου. Τὸ συγκεκριμένο Δύναμις δὲν συμπεριελήφθηκε μεταξὺ τῶν συνθέσεων τοῦ Γεωργίου Κρητὸς ποὺ ἐξεδόθησαν στὰ μουσικὰ βιβλία τῆς Νέας Μεθόδου.16 Ὁ πιθανὸς λόγος, κατὰ τὴν ἄποψή μας, εἶναι ὅτι τὰ φφ. τοῦ κώδικα Βιβλ. Χίου 192, ποὺ περιέχουν τὰ δύο Δύναμις τοῦ Γεωργίου Κρητὸς, παρέμειναν στὰ χέρια τοῦ μαθητῆ ἐκείνου ἢ δὲν γνώρισαν εὑρεῖα διάδοση, καθὼς τὸ ἐκδεδομένο Δύναμις17 κάλυψε δυναμικὰ τὶς ἀνάγκες τοῦ ψαλτικοῦ κόσμου γιὰ μία νεώτερη ἢ καὶ νεωτερικὴ σύνθεση. 5) Ἔκδοση τῆς σύνθεσης (παρασήμανση ρυθμικῶν ποδῶν καὶ ἰσοκρατημάτων)

Ἀρχῆς γενομένης ἀπὸ τοῦ Ταμείου Ἀνθολογίας Χουρμουζίου Χαρτοφύλακος 1824 (γιὰ βιβλιογραφικὰ δεδομένα, βλ. Πίνακα Βιβλιογραφίας στὸ τέλος). 17 Βλ. Ταμεῖον Ἀνθολογίας Χουρμουζίου Χαρτοφύλακος 1824, σ. 19-20. 16

- 177 -


- 178 -


ΠΙΝΑΚΑΣ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑΣ Μουσικὰ Βιβλία 1) Ταμεῖον Ἀνθολογίας, περιέχον ἅπασαν τὴν ἐκκλησιαστικὴν ἐνιαύσιον ἀκολουθίαν Ἑσπερινοῦ, Ὄρθρου, Λειτουργίας, Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς καὶ τῆς λαμπροφόρου Ἀναστάσεως, μετὰ τινων καλοφωνικῶν εἱρμῶν ἐν τῷ τέλει. Κατ’ ἐκλογὴν τῶν ἐμμελεστέρων καὶ εὐφραδεστέρων μουσικῶν μαθημάτων τῶν ἐνδοξοτέρων διδασκάλων παλαιῶν τε καὶ νέων, ἐξηγηθεῖσαν εἰς τὴν νέαν τῆς μουσικῆς μέθοδον, καὶ μετὰ πάσης ἐπιμελείας διορθωθεῖσαν ἤδη ἐσχάτως παρὰ τοῦ ἐφευρέτου τῆς ρηθείσης μεθόδου διδασκάλου Χουρμουζίου Χαρτοφύλακος τῆς τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας, ἐπιστασίᾳ δὲ τοῦ ἰδίου, Νῦν πρῶτον ἐκδοθεῖσαν εἰς τύπον, ἀναλώμασι τοῦ Ἰσὰκ δὲ Κάστρο. Τόμος Β΄. Ἐν Κωνσταντινουπόλει. Ἐκ τῆς τυπογραφίας Κάστρου, Εἰς Γαλατᾶν, ᾳωκδ΄. 1824. 2) Ταμεῖον Ἀνθολογίας, περιέχον ἅπασαν τὴν ἐκκλησιαστικὴν ἐνιαύσιον ἀκολουθίαν Ἑσπερινοῦ, Ὄρθρου, Λειτουργίας, Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς καὶ τῆς λαμπροφόρου Ἀναστάσεως, μετὰ τινων καλοφωνικῶν εἱρμῶν ἐν τῷ τέλει. Ἐκδοθεῖσαν εἰς τύπον παρὰ Ἰωάννου Λαμπαδαρίου, καὶ Στεφάνου Α΄ Δομεστίκου τῆς τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας. Ἐν Κωνσταντινουπόλει, Ἐκ τῆς Τυπογραφίας τῶν Ἀδελφῶν Ἰγνατιαδῶν. ᾳωλη΄. 1838. 3) Νέον Ταμεῖον μουσικῆς Ἀνθολογίας περιέχον ἅπασαν τὴν ἐνιαύσιον Ἀκολουθίαν ἑσπερινοῦ, ὄρθρου καὶ λειτουργίας, τῇ προσθήκῃ ἀρίστων τινῶν ἀνεκδότων εἰσέτι μαθημάτων τῶν ἀειμνήστων διδασκάλων Μανουὴλ καὶ Γρηγορίου τῶν Πρωτοψαλτῶν καὶ Χουρμουζίου Χαρτοφύλακος. Ἐκδίδεται ἤδη τὸ πρῶτον μετὰ πολλῶν νεωστὶ μελοποιηθέντων μαθημάτων ὑπὸ Νικολάου Πρωτοψάλτου Σμύρνης, Συνδρομῇ τοῦ γαμβροῦ αὐτοῦ Γεωργίου Χ. Βλαντῆ. Τόμος Γ΄. Ἐν Σμύρνῃ, ἐκ τοῦ Τυπογραφείου Νικολάου Πρωτοψάλτου. 1867. 4) Τὰ Λειτουργικὰ ὑπὸ Ἀνδρέου Β. Τσικνοπούλου Δικηγόρου, Μουσικὴ Βιβλιοθήκη τῆς ἐν Ἀθήναις Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς Σχολῆς Α. Β. Τ., Βιβλίον Β΄, Ἐν Ἀθήναις ἐκ τοῦ Τυπογραφείου Ἀ. Κολλαράκη καὶ Ν. Τριανταφύλλου κάτωθι τοῦ Δημαρχείου 1891. 5) Θεία Λειτουργία Κωνσταντίνου Πρίγγου Ἄρχοντος Πρωτοψάλτου τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, Γεώργιος Κωνσταντίνου (ἐπιμ.), Ἔκδοση Ἀποστολικῆς Διακονίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθήνα 2010. Μελέτες Ἀντωνίου, Σ. (2008). Μορφολογία τῆς Βυζαντινῆς Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς. Θεσσαλονίκη: Ἐκδόσεις Βάνιας. Καραγκούνης, Κ. (2011). Τὰ εἴδη τῶν χειρογράφων κωδίκων Βυζαντινῆς Μουσικῆς. Μικρὰ συμβολὴ στὴ Μουσικὴ Κωδικολογία Πρακτικὰ Α΄ Κύκλου Μουσικολογικῶν Διαλέξεων (Μάρτιος-Ἀπρίλιος 2011) (σ. 59-68). Βόλος: Σύνδεσμος Ἱεροψαλτῶν Βόλου «Ἰωάννης ὁ Κουκουζέλης». Παπαδόπουλος, Γ. (1890). Συμβολαὶ εἰς τὴν ἱστορίαν τῆς παρ’ ἡμῖν Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς καὶ οἱ ἀπὸ τῶν Ἀποστολικῶν χρόνων ἄχρι τῶν ἡμερῶν ἡμῶν ἀκμάσαντες ἐπιφανέστεροι μελωδοί, ὑμνογράφοι, μουσικοὶ καὶ μουσικολόγοι. Ἐν Ἀθήναις Τυπογραφεῖον καὶ Βιβλιοπωλεῖον Κουσουλίνου καὶ Ἀθανασιάδου παρὰ τῷ ναῷ τῶν Ἁγίων Θεοδώρων (φωτο - ἀναστατικὴ ἔκδοση ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις Κουλτούρα μὲ ἀρ. 2, Ἀθήνα 1977). - 179 -


Παπαδόπουλος, Γ. (1904). Ἱστορικὴ ἐπισκόπησις τῆς Βυζαντινῆς Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς ἀπὸ τῶν Ἀποστολικῶν χρόνων μέχρι τῶν καθ’ ἡμᾶς (1-1900 μ. Χ.). Ἀθῆναι: (φωτο-ἀναστατικὴ ἐπανέκδοση Ἐκδόσεις Τέρτιος Κατερίνη 1990). Στάθης, Γ. (1975). Τὰ χειρόγραφα βυζαντινῆς μουσικῆς Ἅγιον Ὄρος. Κατάλογος περιγραφικὸς τῶν χειρογράφων κωδίκων βυζαντινῆς μουσικῆς, τῶν ἀποκειμένων ἐν ταῖς βιβλιοθήκαις τῶν ἱερῶν μονῶν καὶ σκητῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους (Vol. Α, [Μονὲς Ξηροποτάμου, Δοχειαρίου, Κωνσταμονίτου]). Ἀθῆναι: ΙΒΜ, Ἱερὰ Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Στάθης, Γ. (1980). Μορφολογία καὶ ἔκφραση τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς. Ἀθήνα: Μητρόπολη Μεγάρων καὶ Σαλαμῖνος. Στάθης, Γ. (2011). Μορφὲς καὶ μορφὲς τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης ἤτοι Μελοποιία-Μορφολογία τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς, Ἵδρυμα Βυζαντινῆς Μουσικολογίας, Λατρειολογήματα-5, Ἀθήνα 2011. Ἀθήνα: Ἵδρυμα Βυζαντινῆς Μουσικολογίας. Στάθης, Γ. (2016). Γεώργιος ὁ Κρής Πρωτόγραφα τῆς ἐξηγήσεως εἰς τὴν Νέαν Μέθοδον Σημειογραφίας (Α΄ Τόμος, σ. 131-133). Ἀθήνα: Ἵδρυμα Βυζαντινῆς Μουσικολογίας. Στρουμπάκης, Μ. (2014). Ἡ ἀξιοποίηση τῶν ἐπιμέρους κλάδων τῆς Βυζαντινῆς Μουσικολογίας στὴ διδασκαλία καὶ τὴν πρακτικὴ ἔκφραση τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης. Ἡ σύζευξη Θεωρίας καὶ Πράξης στὸ Πρόγραμμα Ψαλτικῆς τῆς ΠΑΕΑΚ. Στὸ Κ. Χ. Καραγκούνης & Γ. Κουρουπέτρογλου (Ἐκδ.), Πρακτικὰ 1ου Διεθνοῦς Διεπιστημονικοῦ Μουσικολογικοῦ Συνεδρίου “Ἡ Ψαλτικὴ Τέχνη ὡς αὐτόνομη Ἐπιστήμη” (σ. 81-88). Βόλος: Ἀκαδημία Θεολογικῶν Σπουδῶν Βόλου, Τομέας Ψαλτικῆς Τέχνης καὶ Μουσικολογίας. Στρουμπάκης, Μ. (ὑπὸ ἔκδοσιν). Περιγραφικὸς Κατάλογος τῶν Χειρογράφων Κωδίκων Βυζαντινῆς Μουσικῆς τῆς Νήσου Χίου (Τόμος Α΄: Δημόσια Βιβλιοθήκη Χίου " Ὁ Κοραῆς"). Χαλδαιάκης, Ἀ. (2003). Ὁ πολυέλεος στὴν βυζαντινὴ καὶ μεταβυζαντινὴ μελοποιΐα (Μελέται 5). Ἀθῆναι: ΙΒΜ. Χαλδαιάκης, Ἀ. (2014). Βυζαντινομουσικολογικά (τ. Γ΄ Μελοποιία). Ἀθήνα: Ἐκδόσεις Σταμούλη. Χαλδαιάκης, Ἀ. (2014). «Τὸ δίπολο Θεωρίας-Πράξης στὴ Βυζαντινὴ Μουσική, Ὁμιλία πρώτη». 1ος Κύκλος 2013-2014 “Μαθαίνοντας νὰ ἀκοῦμε μουσική”. [Ὁμιλία μὲ διαφάνειες] προσπέλαση ἀπὸ http://www.blod.gr/lectures/Pages/viewlecture.aspx?LectureID=1240 (11-04-2017) Χρύσανθος. (1832). Θεωρητικὸν Μέγα τῆς Μουσικῆς συνταχθὲν μὲν παρά Χρυσάνθου Ἀρχιεπισκόπου Δυρραχίου τοῦ ἐκ Μαδύτων ἐκδοθὲν δὲ ὑπὸ Παναγιώτου Γ. Πελοπίδου Πελοποννησίου διὰ φιλοτίμου συνδρομῆς τῶν ὁμογενῶν. Ἐν Τεργέστῃ ἐκ τῆς τυπογραφίας Μιχαὴλ Βάϊς (Michele Weis).

- 180 -


Τὰ χειρόγραφα Ψαλτικῆς τέχνης τὴς Jερᾶς Μονῆς hγίας Τριάδος τῶν Τζαγκαρόλων Gωάννης Καστρινάκης Καθηγητὴς µουσικῆς, καλλιτεχνικός διευθυντής τοῦ ~δείου Χανίων «Gωάννης Μανιουδάκης» καὶ τοῦ ~δείου τῆς Ι.Μ. Κισάµου καὶ Σελίνου Προοίμιο «Δοξάζω τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υιοῦ τὴν δύναμιν καὶ Πνεύματος Ἁγίου ὑμνῶ τὴν ἐξουσίαν», ποὺ ἀξιώθηκα νὰ παρευρίσκομαι σήμερα κοντά σας, σέ αὐτὴν τὴν μουσικολογιώτατη Ἱεροψαλτικὴ σύναξη, γιὰ νὰ σᾶς παρουσιάσω τὴν εἰσήγησή μου μὲ θέμα «Τὰ χειρόγραφα Ψαλτικῆς τέχνης τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τῆς Ἁγίας Τριάδος Τζαγκαρόλων». Ἀρχικὰ ὀφείλω ἄπειρες εὐχαριστίες στὸν σεπτὸ ποιμενάρχη μας κ.κ. Δαμασκηνό, ἀπὸ τὸν ὁποῖο ἔλαβα τὴν εὐλογία καὶ εἶχα τὴν πνευματικὴ στήριξη, ὥστε νὰ ἔχω τὴ σχετικὴ ἄδεια καὶ νὰ δυνηθῶ νὰ διερευνήσω τὰ χειρόγραφά της βιβλιοθήκης τῆς μονῆς. Παράλληλα εὐχαριστῶ τὴν Ὀργανωτικὴ Ἐπιτροπή, γιὰ τὴν εὐκαιρία τῆς παρουσίασης τοῦ θέματος, καὶ ταυτόχρονα συγχαίρω τὸν πρόεδρο τοῦ Συνδέσμου Ἱεροψαλτῶν Νομοῦ Χανίων «Γεώργιος ὁ Κρὴς» κ. Νικόλαο Γιαννακάκη, τόσο γιὰ τὴν σοφὴ σύλληψη τῆς ἰδέας, ἀλλὰ καὶ τὸν μεγάλο κόπο ποὺ ἔλαβε, τόσο ὁ ἴδιος ὅσο καὶ τὸ ἀδελφὸ σωματεῖο Ἱεροψαλτῶν Ἡρακλείου, γιὰ τὴν συνδιοργάνωση τοῦ 2ου Κρητικοῦ Ἱεροψαλτικοῦ συνεδρίου, ποὺ ὀργανώνεται στὴ πόλη μας ὑπὸ τὴν αἰγίδα τῆς Ἱερᾶς Ἐπαρχιακῆς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης. Ἡ Ἱερὰ Μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος Ἡ Πατριαρχικὴ Σταυροπηγιακὴ Ἱερὰ Μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος τῶν Τζαγκαρόλων1, εἶναι ἡ μονὴ τῶν γραμμάτων καὶ ἡ μητρόπολις τῶν μονῶν τῆς Κρήτης. Ἡ πνευματικότητα καὶ ἡ ἁγιότητα τῶν σοφῶν κτητόρων της, Ἱερεμία καὶ Λαυρεντίου Τζαγκαρόλων, ἔμελλε νὰ ἀποτελέσει λίκνο τοῦ πνεύΣὲ ὅ,τι ἀφορᾶ τὸ ὄνομα τῆς Μονῆς, ἄλλοτε λεγόταν «Τζαγκαρόλων» καὶ ἄλλοτε «Μουρτάρων» ὅπως χαρακτηριστικὰ περιγράφεται στὸν κώδικα τῆς Μονῆς ἀρ. 14, «ἡ οἰκογένεια τοῦ κυρίου τῆς πρώτης Ἐκκλησίας τῆς τοῦ ἁγίου ἀποστόλου Παύλου, δηλαδὴ τοῦ ’Ἰακώβου, ἐλέγετο γένος τῶν Μουρτάρων ἡ δὲ οἰκογένεια τῶν κτητόρων ἐλέγετο γένος τῶν Τζαγκαρόλων, ὅθεν διπλᾶς ἔλαβε τὰς ὀνομασίας ἡ ἡμετέρα μονή, δηλαδὴ ἄλλοτε μὲν ἐλέγετο μονὴ τῶν Μουρτάρων, καὶ ἄλλοτε τῶν Τζαγκαρόλων». 1

- 181 -


ματος, ἑστία καὶ κιβωτὸ τῆς προόδου τῶν γραμμάτων καὶ τῆς φιλανθρωπίας. Ἡ ἀρχιτεκτονική της μονῆς, σύμφωνα μὲ τὸν ἀρ. 14 κώδικά τῆς μονῆς2, προῆλθε ἀπὸ ἕνα ἁπλὸ χειροποίητο σχέδιο ποὺ φιλοτέχνησε σχεδιάζων μυστικῶς στὸ Ἅγιο Ὃρος, ὁ ἴδιος ὁ Ἱερεμίας, σχέδιο τὸ ὁποῖο ἀρχιτεκτονικὰ ὁμοιάζει μὲ τὴν ἱερὰ μονὴ τῆς Μεγίστης Λαύρας3 ὅπου καὶ εἶχε φιλοξενηθεῖ. Ἡ μονὴ βρίσκεται στὸ Ἀκρωτήρι Χανίων, καὶ περιβάλλεται ἀπὸ ἐλαιῶνες καὶ ἀμπέλια, μεγαλόπρεπα πανύψηλα κυπαρίσσια καὶ εὐωδιαστὰ πεῦκα. Στὸν αὐλόγυρο εἶναι φυτεμένες λεμονιὲς καὶ νεραντζιὲς μὲ ἄλλα εὔοσμα ἄνθη. Ὁ μακαριστὸς καθηγητής μας καὶ πνευματικὸς πατέρας Χρυσόστομος Μαραγκουδάκης στό βιβλίο του μὲ τίτλο «Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίας Τριάδος τῶν Τζαγκαρόλων» γράφει ὅτι, «καθὼς ὁ ἐπισκέπτης εἰσέρχεται εἰς τὴν ἁπλόχωρον αὐλήν, αἰσθάνεται τὸν ἑαυτὸν του εὐρισκόμενον εἰς ἕνα κόσμον ἀνώτερον τοῦ ὑλικοῦ».4 Ἐδῶ ἱδρύθηκε καὶ στεγάστηκε τὸ Δημοτικὸ καὶ τὸ πρῶτο ἑλληνικὸ σχολεῖο5, ἡ μονὴ φρόντιζε γιὰ τὴ συντήρηση τῶν σχολείων καὶ τῶν τεσσάρων ἐπαρχιῶν τοῦ νομοῦ Χανίων, ἐνίσχυσε σημαντικὰ τὴν Θεολογικὴ σχολὴ τῆς Χάλκης καὶ προσέφερε σημαντικὰ ποσά, στὴν ἀνέγερση τοῦ Ἁγίου Μηνᾶ στὸ Ἡράκλειο. Ἡ ἵδρυση Ἱεροδιδασκαλείου τὸ 18926, ἔδωσε μεγάλη ἀνάπτυξη στὴν μονὴ μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἀποφοιτήσουν πνευματικοὶ ἄνθρωΚώδικας ἀρ. 14 Ἁγίας Τριάδος Τζαγκαρόλων, δερματόδετος, τμηματικὰ γραφείς παρὰ ἀγνώστων γραφέων. Συντάχθηκε κατὰ τὸ 1821 τὸν μήνα Ἰούνιο καὶ ὁλοκληρώθηκε τὸ 1866· εἶναι βιβλιογραφημένος ἀπὸ τὸν Ν. Τωμαδάκη, δὲν ἔχει φυλλομετρηθεῖ ἐνῶ τὰ τελευταία φύλλα ἐκλείπουν. Προφορικὲς πηγὲς ἀναφέρουν ὅτι ὁ γραφέας τοῦ α΄ τμήματος εἶναι ὁ Συμεὼν Βασιλειάδης χωρὶς ἡ πληροφορία αὐτὴ νὰ εἶναι τεκμηριωμένη ἀπόλυτα. Σχετικὴ ἀναφορὰ κάνει καὶ ὁ Ν. Τωμαδάκης στὰ Κρητικὰ Χρονικὰ τ. 11, 1957, σ. 28. Ἐμπεριέχει τὸ χρονικό της Μονῆς, τὴν κινητὴ καὶ ἀκίνητη περιουσία της κ.ἂ. 3 Ὃ.π, φ. 10 «σταθείς δὲ (ὁ Ἱερεμίας) εἰς τὴν Μονὴν τοῦ Βατοπαιδίου ἀγνώριστος, ἐδιωρίσθη νὰ μεταφέρη ξύλα πρὸς χρῆσιν τῶν ἐκεῖσε μοναχῶν, ὅπου ἐσχεδίασε μυστικῶς ὀλίγα τινὰ τῆς Μονῆς οἰκοδομήματα. Ἀναχωρήσας δὲ ἐκεῖθεν διὰ τὸν αὐτὸν σκοπόν, μετέβη ὠσαύτως ἀγνώριστος εἰς τὴν Μονὴν τῆς Λαύρας, ὅπου ἐδιωρίσθη εἰς τὸ ἔργον τοῦ ξυλοφόρου, σχεδιάζων μυστικῶς, τὰς οἰκοδομᾶς τῆς μονῆς ἀρκετὸν καιρόν». 4 Ἀρχιμ. Χρυσοστόμου Μαραγκουδάκη, Σχολάρχου, Ἱερὰ Μονὴ Ἄγ. Τριάδος τῶν Τζαγκαρόλων, Χανιὰ 1986, σ. 11. 5 Τὴν πρώτη πληροφορία γιὰ τὴν ὕπαρξη ἑλληνικοῦ σχολείου μας τὴν δίδει ὁ κώδικας τῆς μονῆς ἀρ. 16 ποὺ ἀποτελεῖ τὸ βιβλίο ληψοδοσίας ἀπὸ τὸ 1838-1849. Ἐπίσης ἐπιστολὴ τοῦ ἡγουμένου τῆς Ι.Μ. Γουβερνέτου, γύρω στὰ 1832-33 ποὺ δημοσιεύθηκε ἀπὸ τὸν Σ. Βογιατζάκη στὴν ἐφημερίδα «Κῆρυξ» τὸ 1931, μᾶς πληροφορεῖ γιὰ τὴν ἵδρυση σχολείου στὴν μονὴ μετὰ τὴν ἀνακαίνισή της, βλ. Ν. Τωμαδάκη Ἡ Ἱερὰ Μονὴ τῶν Τζαγκαρόλων ἐν Ἀκρωτηρίῳ Μελέχα Κρήτης τ. Θ΄ τῆς Ἐπετηρίδος τῆς Ἐταιρίας Βυζαντινῶν Σπουδῶν (ΕΕΒΣ), ἐν Ἀθήναις 1932, σ. 302-304. 6 Ὃ.π, Ν. Τωμαδάκη, σ. 304. 2

- 182 -


ποι ποὺ στελέχωσαν τὴν Ἐκκλησία τῆς Κρήτης, ὅπως γιὰ παράδειγμα ὁ νῦν Ἀρχιεπίσκοπος Κρήτης κ.κ. Εἰρηναῖος, ὁ οἰκεῖος μητροπολίτης Κυδωνίας και Ἀποκορώνου κ.κ. Δαμασκηνός, ὁ μακαριστὸς γέροντας Κισάμου καὶ Σελίνου κ.κ. Εἰρηναῖος καὶ πλῆθος ἀρχιερέων, ἱερέων καθὼς καὶ λαϊκῶν. Χαρακτηρίζεται ὡς μία μικρὴ Χάλκη, ἄλλωστε ἡ Θεολογικὴ σχολὴ τῆς Χάλκης στελεχώθηκε ἀπὸ πολυπληθεῖς Ἁγιοτριαδίτες σπουδαστές, ἀναδεικνύοντας τὴν Ἁγία Τριάδα τὸ μεγαλύτερο πνευματικὸ Ὀρθόδοξο κέντρο τῆς Κρήτης. Ἡ βιβλιοθήκη τῆς Μονῆς Ἡ βιβλιοθήκη τῆς μονῆς λειτούργησε ἀμέσως μετὰ τὴν σύστασή της, μὲ τὴν ἀγορὰ καὶ τὶς δωρεὲς τῶν μοναχῶν ἢ καὶ ἄλλων ἐπώνυμων συγγραφέων. Τὸ 1821 ὅμως κάηκε ὁλοσχερῶς ἀπὸ τοὺς Τούρκους. Τὸ 1830 τὸ μοναστήρι, τὸ ὁποῖο εἶχε ἤδη ἐγκαταλειφθεῖ ἐξ αἰτίας τῆς βαρβαρότητας τῶν Τούρκων ἐπανδρώθηκε καὶ πάλι ἀπὸ τοὺς μοναχούς. Τὸ ἴδιο ἔτος ἔχουμε τὴν ἐπαναδημιουργία τῆς βιβλιοθήκης. Ἀπὸ τότε οἱ μοναχοί της Μονῆς, ὡς ἀδήριτη ἀνάγκη, μὲ τὴν ἀδιάκοπη ἀγάπη καὶ φροντίδα τους, τὴν διαφύλαξαν ὡς παρακαταθήκη γιὰ τοὺς λάτρεις τῆς γνώσεως καὶ τοῦ πνεύματος. Πέρα ἀπὸ τὰ σπουδαία λογοτεχνικά, ἐκκλησιαστικά, θεολογικὰ , ἀρχαιοελληνικὰ, νεοελληνικὰ καὶ συγγράμματα τῆς θύραθεν γραμματείας, σήμερα φιλοξενοῦνται καὶ στεγάζονται 17 χειρόγραφοι κώδικες, μεταξὺ τῶν ὁποίων 8 μουσικοὶ7.Οἱ κώδικες δημοσιεύτηκαν τὸ 1932, ἀπὸ τὸν συμπολίτη μας καθηγητὴ Νικόλαο Τωμαδάκη, στὸν Θ΄ τόμο τῆς Ἐπετηρίδας τῆς Ἐταιρίας Βυζαντινῶν Σπουδῶν, μὲ τίτλο «Ἡ Ἱερὰ Μονὴ τῶν Τζαγκαρόλων ἐν Ἀκρωτηρίῳ Μελέχα Κρήτης», ὅπου παρουσιάζονται μὲ σύντομη καὶ περιληπτικὴ περιγραφὴ τοῦ ἰδίου ἀλλὰ καὶ τοῦ τότε φοιτητῆ τῆς φιλολογίας, καθηγητὴ Σόλωνα Βογιατζάκη, ὅπου καὶ εἶναι βιβλιογραφημένοι8.Στίς περιγραφὲς αὐτές, ἂν καὶ μᾶς προσφέρουν σπουδαῖες καὶ χρήσιμες πληροφορίες, παρεισέφρησαν λάθη καὶ ἀσάφειες ἀπὸ τὴν φυλλαρίθμηση τῶν κωδίκων9, τὸ περιεχόμενό τους, τὰ πρόχειρα στοιχεῖα σχετικὰ μὲ τοὺς γραφεῖς κ.ἃ . Ο Ν. Τωμαδάκης εἶχε φιλοξενηθεῖ στὴν Μονὴ τὸ 1932 γιὰ νὰ μελετήσει τὴν βιβλιοθήκη. Ὁ ἴδιος κάνει ἀναφορά γιὰ 700 περίπου τόμους μὲ πολλὲς ἐκδόσεις τῆς Ἁγίας Γραφῆς, ἀρχαίων συγγραμμάτων καὶ ἄλλα ἐνδιαφέροντα συγγράμματα καὶ φυλλάδια, βλ. ὅ.π, σ. 304. Ὅλα τὰ βιβλία εἶχαν καταγραφεῖ καὶ ταξινομηθεῖ σὲ εἰδικὸ βιβλίο πρὶν κακοποιηθοῦν ἀπὸ τοὺς Γερμανούς, βλ. Ἀρχιμ. Χρυσοστόμου Μαραγκουδάκη ὅ.π , σ.44.. 8 Στὴν σπουδαία αὐτὴ ἐργασία τοῦ Ν. Τωμαδάκη ὁ μελετητὴς μπορεῖ νὰ βρεῖ ἱστορικὰ στοιχεῖα σχετικὰ μὲ τὴν Μονή, καθὼς καὶ τὴν σύντομη περιγραφὴ καὶ τὸ περιεχόμενο τῶν ὑπόλοιπων μουσικῶν καὶ μὴ μουσικῶν κωδίκων. 7

- 183 -


Ἀξίζει ἐδῶ νὰ ἀναφερθεῖ, σχετικὰ μὲ τοὺς μουσικοὺς κώδικες τῶν Κρητικῶν Ἱερῶν Μονῶν, ὅτι ἔχει καταπιαστεῖ μὲ τὸ περιεχόμενο καὶ τὸ σπάνιο κωδικογραφικὸ καὶ βιβλιογραφικὸ ὑλικό τους καὶ ἔχει δημοσιεύσει ὁ ἀκάματος καθηγητὴς κ. Ἐμμανουὴλ Γιαννόπουλος μία ἐμπεριστατωμένη καὶ ἐπιστημονικὰ τεκμηριωμένη μελέτη μὲ τίτλο «Κώδικες Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς σὲ Βιβλιοθῆκες τῆς Κρήτης». Πρόκειται γιὰ μία ἐξαίρετη ἐργασία, ὅπου ἐπιχειρεῖται ἡ παρουσίαση καὶ ἡ ἀναλυτικὴ περιγραφὴ τοῦ περιεχομένου τοῦ μεγαλυτέρου μέρους τῶν κωδίκων τῶν ἀποκειμένων στὶς σπουδαιότερες καὶ δημοφιλέστερες μοναστικὲς καὶ μὴ βιβλιοθῆκες τοῦ νησιοῦ.10 Ἀπὸ τοὺς 8 Ἁγιοτριαδίτικους κώδικες, οἱ 7 εἶναι καταλογογραφημένοι μὲ αὔξοντα ἀριθμὸ τὸν ὁποῖον φέρουν στὴ ράχη καὶ σήμερα φυλάσσονται στὴν ὀργανωμένη πλέον βιβλιοθήκη τῆς Μονῆς (Πίν.1), ποὺ λειτούργησε μὲ τὴν πατρικὴ φροντίδα καὶ εὐλογία τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη μας, ἐνῶ δύο κώδικες θησαυρίζονται στὸ μουσεῖο τῆς Μονῆς . Ἡ πρώτη ἔμμεση ἐπαφὴ μὲ τοὺς κώδικες ἔγινε πρὶν ἀπὸ 40 περίπου χρόνια, ὅταν περιφερόμενοι και γεμάτοι πνευματικὲς ἀνησυχίες, ὡς ἱεροσπουδαστὲς στὴν βιβλιοθήκη τῆς Μονῆς, ὅπου εἶχε ἕδρα καὶ συστεγαζόταν ἡ τότε κραταιὰ Ἱερατικὴ σχολὴ Κρήτης, στὰ ράφια τῆς βιβλιοθήκης βλέπαμε ὁρισμένους ἀπὸ τοὺς κώδικες. Θυμᾶμαι χαρακτηριστικὰ τὸ «Ἀναστασιματάριο» τοῦ Πέτρου, τὸ μόνο ποὺ γνωρίζαμε ὡς περιεχόμενο, ὅμως δὲν διαθέταμε τὴν σχετικὴ γνώση, αὐτονόητο εἶναι, ἔφηβοι ὄντες, ὥστε νὰ ἀνακαλύψουμε τὴν ἐγνωσμένη ἀξία τους. Θὰ πρέπει ἐδῶ νὰ σημειώσω ὅτι λίγα χρόνια νωρίτερα, ὑπηρέτησε στὴν σχολὴ ὡς καθηγητὴς μουσικῆς, ὁ νῦν Ἄρχων Μαΐστωρ κ. Γ. Χατζηθεοδώρου. Ὁ ἴδιος τότε κράτησε πρόχειρες σημειώσεις τῶν χειρογράφων, μὲ σκοπὸ τὴν μελλοντική τους περιγραφὴ καὶ προφανῶς δημοσίευση. Ὡστόσο ὁ διορισμός του στὴν Πάτμο τὸν ἀπέτρεψε νὰ ἀσχοληθεῖ περαιτέρω. Τὸ περιεχόμενο τῶν κωδίκων Κατὰ τὸ περιεχόμενο, οἱ κώδικες περιλαμβάνουν καὶ τὰ τρία εἴδη τῆς Μελοποιΐας καὶ ἐμπεριέχονται καθ΄ ὕλην στὰ πλέον γνωστὰ καὶ ἀπαραίτητα Ψαλτικὰ χειρόγραφα βιβλία, τὰ ὁποῖα εἶναι: τέσσερεις «Ἀνθολογίες», «ἈναἩ νέα ὀρθὴ φυλλαρίθμηση τῶν κωδίκων εἶναι ἡμέτερη καθὼς καὶ τοῦ μαθητῆ μου, ἐπιστήθιου φίλου, συνεργάτη καὶ χοράρχη τῆς χορωδίας τοῦ Σ.Ι.Ν.Χ. Γιάννη Σκαλιδάκη, τὸν ὁποῖο γενικότερα εὐχαριστῶ θερμὰ καὶ γιὰ τὴν πολύτιμη βοήθειά του στὴν διάρκεια τῆς ἔρευνας. 10 Ἔμμ. Γιαννόπουλος, Κώδικες Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς σὲ βιβλιοθῆκες τῆς Κρήτης, Νέα Χριστιανικὴ Κρήτη, Ἐπιστημονικὴ περιοδικὴ ἔκδοση Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ρεθύμνης καὶ Αὐλοποτάμου, περίοδος Β΄, τεῦχος 23, Ρέθυμνο 2004. 9

- 184 -


στασιματάριο», «Δοξαστάριο» καὶ δύο «Εἰρμολόγια», καλύπτοντας ὅλες τὶς νυχθημερὸν ἀκολουθίες τοῦ ὅλου Ἑνιαυτοῦ, καὶ ἡ χρήση τους ὑπῆρξε ἀναγκαία γιὰ τὴν εὔτακτη ψαλμώδησή τουςαπό τούς μοναχούς καὶ τους ψάλτες τῆς Μονῆς. Τηροῦν τοὺς κανόνες τῆς Παλαιογραφικῆς καὶ Κωδικολογικὴς δεοντολογίας, τῆς Συστηματικῆς καὶ Ἰστορικῆς Μουσικολογίας, εἶναι ὅλοι χαρτῶοι καὶ δερματόδετοι, μεσαίου σχήματος 8ου, μὲ ἐρυθρὰ καὶ μαύρη μελάνη, μὲ ἐπίτιτλες λιτὲς καὶ ποικίλες διακοσμήσεις καὶ πρωτογράμματα. Οἱ περισσότεροι κώδικες εἶναι σχετικὰ σὲ καλὴ κατάσταση ἂν καὶ ταλαιπωρημένοι ἀπὸ τὶς φυσικὲς συνθῆκες (ὑγρασία, σκόνη κλπ). Ἔχουν γραφεῖ μὲ τὴν Νέα καὶ τήν Παλαιὰ σημειογραφία καὶ ἀνθολογοῦνται σε αὐτούς μαθήματα μεγάλων δασκάλων, κυρίως τοῦ ΙΗ΄ καὶ ΙΘ΄ αἰ. μὲ κύριο μελουργὸ τὸν Πέτρο Πελοποννήσιο. Οἱ τόποι ἀντιγραφῆς εἶναι ἡ Σαντορίνη καὶ οἱ Σπέτσες καὶ οἱ κώδικες χρονολογοῦνται ἀπὸ τὸ 1821 ἕως τὸ 1831. Ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς εἶναι ἄγνωστο τὸ ποὺ καὶ πότε γράφτηκε καὶ ποιὸς εἶναι ὁ γραφέας του. Τρεῖς εἶναι οἱ βασικοὶ γραφεῖς ποὺ μὲ περισσὴ φροντίδα ἀντέγραψαν τοὺς παραπάνω τόμους καὶ ἔμελε νὰ μποῦν καὶ αὐτοὶ στὸ πάνθεον τῶν γνωστῶν γραφέων τῆς μεταβυζαντινῆς περιόδου, καὶ μάλιστα τῆς πολὺ δύσκολης περιόδου τῆς Τουρκοκρατίας: ὁ γνωστὸς γραφέας καὶ ἀπὸ ἄλλους κώδικες Ἀλέξανδρος Γεωργίου Λιμναῖος, ὁ Συμεὼν Ἱερομόναχος Ἁγιοτριαδίτης καὶ ὁ Παρθένιος Ἱερομόναχος ὁ Κρής. Ἕνα ἰδιαίτερο στοιχεῖο ποὺ προέκυψε ἀπὸ τὴν ἔρευνα καὶ ἀξίζει μελλοντικὰ νὰ μελετηθεῖ, εἶναι ὅτι ἔχουμε τρεῖς κώδικες τῆς παλαιᾶς γραφῆς ποὺ χρονολογοῦνται τὸ 1821, τὸ 1822 καὶ τὸ 1830, δηλαδὴ ἀρκετὰ χρόνια μετὰ τὴν ἐφαρμογὴ τῆς Νέας Μεθόδου (1814), στοιχεῖο σπάνιο γιὰ τὴ μελέτη ὁμοειδῶν μουσικῶν κωδίκων. Σύντομη περιγραφὴ τῶν χειρογράφων - Ἱδιαίτερα χαρακτηριστικὰ 1 Ἁγίας Τριάδος Τζαγκαρόλων 150 / Κατάλ. Τωμαδάκη 12 ΔΟΞΑΣΤΑΡΙΟ 1830 χάρτ. 21,6,3Χ17 (17Χ11) φύλλα Α΄-Β΄ +191 + α΄-γ΄. (196). Ὁ κώδικας ἀρ. 1 εἶναι καταλογογραφημένος στὴν βιβλιοθήκη τῆς Μονῆς μὲ ἀρ. 150 καὶ βιβλιογραφημένος ἀπὸ τὸν Τωμαδάκη μὲ ἀρ. 12. Κάτω ἀπὸ τὸ ἄτεχνο καὶ λιτὸ ἐπιτίτλο κόσμημα, σημειώνεται ὅτι εἶναι «τὸ Σύντομον Δοξαστάριον τοῦ ἀοιδίμου Πέτρου Λαμπαδαρίου τοῦ Πελοποννησίου μεταφρασθὲν κατὰ τὴν Νέαν Μέθοδον τῆς μουσικῆς τῶν μουσικολογιωτάτων διδασκάλων τοῦ Νέου Συστήματος». (Πίν. 2) Τὸ χφ. ὡς πρὸς τὸ περιεχόμενο, εἶναι τὸ γνωστότατο καὶ πανομοιότυπο μὲ τὴν πρώτη ἔκδοση τοῦ Δοξασταρίου τοῦ Πέτρου, ποὺ ἔγινε στὸ Βου- 185 -


κουρέστι τὸ 1820 βιβλίο ἀρκετὰ διαδομένο τὴν περίοδο ἐκείνη (ΙΗ΄ αἰ). Ἡ ὁμοιότητα τοῦ ἔντυπου μὲ τὸ χειρόγραφο φαίνεται ἀπὸ τὴν ὅμοια ἐναλλαγὴ τῶν στίχων τῶν γραμμάτων καὶ τῶν χαρακτήρων. Στὸ φ. 191r ὁ γραφέας σημειώνει στὸν κολοφώνα του τὰ ἑξῆς: «Τέλος καὶ τῷ Θεῷ δόξα τὸ σύντομον / δοξαστάριον τοῦ ἀοιδίμου Πέτρου λαμπαδαρίου τοῦ / Πελοποννησίου. Ἐγγράφη πὰρ ἐμοῦ Ἀλεξάνδρου / Γεωργίου τοῦ λιμναίου. Τὴ 9 Μαΐου 1830: Σπέτζας». Ὅπως μαρτυρεῖται, o γραφέας τοῦ κώδικα εἶναι ὁ γνωστὸς καὶ ἀπὸ ἄλλα χειρόγραφα, Ἀλεξάνδρος Γεωργίου Λιμναῖος, ὁ ὁποῖος τὸν ἀποπεράτωσε στὶς 9 Μαΐου τοῦ 1830. Ὁ κώδικας εἶναι ἐπίσης πανομοιότυπος μὲ τὸ χφ. Ἰβήρων 2000 τὸν ὁποῖο ἀντέγραψε 11 μέρες ἀργότερα στὶς 20 Μαΐου τοῦ ἰδίου ἔτους. Ἂν ὑπολογίσουμε καὶ τὸν κώδικα Ἰβήρων 1993, τὸν ὁποῖο ἀποπεράτωσε στὶς 21 Μαρτίου τοῦ 1830, τότε δικαίως ὁ Γρηγόριος Στάθης τὸν χαρακτηρίζει ταχογράφο11.Ἐκτὸς ἀπὸ κωδικογράφος εἶναι καὶ μελοποιὸς 12 ἐνῶ ἔχει ἀντιγράψει τοὺς Ἁγιοτριαδίτικους κώδικες ἀρ. 4 καὶ ἀρ. 8 τοὺς ὁποίους θὰ περιγράψουμε στὴ συνέχεια. Στὸν παρακάτω πίνακα βλέπουμε τὴν ἀντιγραφικὴ δραστηριότητά του. Πίνακας χειρογράφων Αλεξάνδρου Γεωργίου Λιμναίου στις Σπέτσες α/α 1 2 3 4 5 6 7 8

Τίτλος με βάση το περιεχόμενο Δοξαστάριον (Α΄) Ιακώβου Πρωτοψάλτου Δοξαστάριον (Α΄) Ιακώβου πρωτοψάλτου Ανθολογία Εσπερινού Όρθρου - Θ. Λειτουργίας Ειρμολόγιον Πέτρου Πελοποννησίου Δοξαστάριον Πέτρου Π. Δοξαστάριον Πέτρου Π. Αναστασιματάριον Πέτρου Π. Ανθολογία Εσπερινού - Όρθρου

Έτος

Βιβλιοθήκες

Ξενοφώντος 110 , Στάθη χφφ. Αγίου Όρους τ. Β΄ Ξενοφώντος 111 1829 Στάθη χφφ Α.Ο τ. Β΄ 23 Ιανουαρίου Ιβήρων 1993 1829 Στάθη χφφ. Α.Ο τ. Δ΄ Ιβήρων 1993 21 Μαρτίου 1830 Στάθη χφφ Α.Ο τ. Δ΄ Αγ. Τριάδος Τζαγκαρόλων / 9 Μαΐου 1830 Τωμαδάκη ΕΕΒΣ 150/12 Ιβήρων 2000 20 Μαΐου 1830 Στάθη χφφ. Α.Ο τ. Δ΄ Αγ. Τριάδος Τζαγκαρόλων/ 28 Ιανουαρίου 1831 Τωμαδάκη ΕΕΒΣ 157/4 Αγ. Τριάδος Τζαγκαρόλων / Τωμαδάκη ΕΕΒΣ ακαταλογρ/8. 1829

- 186 -


2. Ἁγίας Τριάδος Τζαγκαρόλων 152 / Κατάλ. Τωμαδάκη – Βογιατζάκη 9 ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΘΕΙΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ Ἀρχὲς ΙΘ΄ αἰ. χάρτ. 21Χ15,5 (17,5Χ11) φύλλα Α΄ +247 + α΄. (249) Ὁ κώδικας εἶναι ταλαιπωρημένος ἀπὸ τὴ χρήση, ἀφοῦ χρησιμοποιήθηκε, ὅπως φαίνεται ἐξ αἰτίας τοῦ πλουσίου περιεχομένου του, στὶς τρέχουσες λατρευτικὲς καὶ διδακτικὲς ἀνάγκες Πρόκειται γιὰ μία Ἀνθολογία τῆς Θ. Λειτουργίας ποὺ κατὰ τὸ ἥμισυ γράφτηκε, ἀρχικὰ ἀπὸ ἄδηλο γραφέα καὶ τὸ ὑπόλοιπο ἀπὸ τὸν «Συμεὼν θύτη Ἁγιοτριαδίτη» ἀρχὲς τοῦ ΙΘ΄ αἰ. ὅπως ὁ ἴδιος ἀναφέρει στὸν κολοφώνα τοῦ χφ στὸ φ. 247r. Εἶναι ἀκέφαλος καὶ ξεκινάει μὲ τὰ «Ἀντίφωνα». Ἀκολουθεῖ ἡ τάξις τῆς Θ. Λειτουργίας ποὺ περιλαμβάνει μέλη τῶν παλαιῶν καὶ νέων μελουργῶν ὅπου δεσπόζουν οἱ συνθέσεις τῶν Δανιὴλ Πρωτοψάλτου, Πέτρου Πελοποννησίου, καὶ Γρηγορίου Πρωτοψάλτου. Τὸ περιεχόμενό του δὲν εἶναι κατὰ τάξη ταξινομημένο. Χάνεται ἡ τάξη τῆς Θ. Λειτουργίας, ἡ ὁποία ἐπανέρχεται ἀργότερα, ἀφοῦ ἔχουν προστεθεῖ ἐνδιάμεσα ἄλλα μέλη ἀπὸ ἄλλον γραφέα ἄδηλο. Οἱ Ἀνθολογίες γενικότερα, εἶναι περισσότερο διαδομένες ἀλλὰ καὶ ἀνόμοια δομημένες ἐξ αἰτίας τῆς ποικίλης ὕλης τους. Ὁμοιάζει μὲ τὸν χφ κώδικα τῆς Ι.Μ ἁγίου Στεφάνου 117 τῶν Μετεώρων, ποὺ γράφτηκε περὶ τὸ 182013 καὶ πλεῖστα ἀπὸ τὰ μέλη του, ἀνήκουν στὰ γνωστὰ πρωτόγραφα. Τὰ στοιχεῖα καὶ τὰ μέλη ποὺ μποροῦν νὰ παρατηρηθοῦν ἰδιαίτερα εἶναι: Ἡ συλλογὴ μεγάλων Χερουβικῶν στοὺς ὀκτὼ ἤχους τοῦ Δανιὴλ Πρωτοψάλτου, τοῦ Πέτρου Πελοποννησίου καὶ τοῦ μαθητῆ του Πέτρου ΒυζανΓρ. Στάθη, Τὰ χειρόγραφα Βυζαντινῆς Μουσικῆς, Ἅγιον Ὅρος. Κατάλογος περιγραφικὸς τῶν χειρογράφων κωδίκων Βυζαντινῆς Μουσικῆς τῶν ἀποκειμένων ἐν ταῖς βιβλιοθήκαις τῶν ἱερῶν μονῶν καὶ σκητῶν τοῦ Ἁγίου Ὅρους, τ. Δ΄, Ἀθῆναι 2015, σ. 892. 12 Στὸν κώδικα Ἄγ. Τριάδος τῆς Ὕδρας χφ 636 στὸ φ.120 r, φέρεται ὡς μελοποιός, μελοποιεῖ τὸ γνωστὸ μάθημα, «Τὸν ἥλιον κρύψαντα» σὲ Ἦχο πλ. Α΄ μὲ τὴν ἐπιγραφὴ «τὸ παρὸν ψάλλεται εἰς τὴν εἴσοδον τοῦ Ἐπιταφίου, ἀντὶ τοῦ νεκρωσίμου, παρὰ κυρίου Ἀλεξάνδρου Λημναίου», βλ. Ἀχιλ. Χαλδαιάκη Τὰ χειρόγραφα Βυζαντινῆς Μουσικῆς – Νησιώτικη Ἑλλάς, Ὕδρα. Κατάλογος περιγραφικὸς τῶν χειρογράφων μουσικῶν κωδίκων τῶν ἀποκειμένων ἐν ἐν ταῖς βιβλιοθήκαις τῶν ἱερῶν μονῶν, ὡς καὶ λοιπῶν συλλογῶν τῆς νησιώτικης Ἑλλάδος, Ἵδρυμα Βυζαντινῆς Μουσικολογίας, τ. Ά΄, Ἀθήνα 2005, σ. 391. 13 βλ. Γρ. Στάθη Τὰ χειρόγραφα Βυζαντινῆς Μουσικῆς, Μετέωρα. Κατάλογος περιγραφικὸς τῶν χειρογράφων κωδίκων Ἑλληνικῆς Βυζαντινῆς Ψαλτικῆς Τέχνης βυζαντινῆς καὶ Μεταβυζαντινῆς τῶν ἀποκειμένων ἐν τὰς βιβλιοθήκας τῶν ἱερῶν μονῶν τῶν Μετεώρων, Ἀθήνα, 2006, σσ. 426-429.. 11

- 187 -


τίου, και τέλος τοῦ Γρηγορίου τότε Λαμπαδαρίου. Ἡ μεγάλη σειρὰ τῶν Κοινωνικῶν, μεταξύ τῶν ὁποίων ξεχωρίζει, στὸ φύλλο 179 verso, τό «Εἰς πᾶσαν τὴν γῆν» τοῦ Πέτρου Πελοποννησίου «ἄπερ εὑρέθη ἰδιόχειρον τοῦ αὐτοῦ» καὶ τὰ Κοινωνικά τῆς Λαμπροφόρου Ἀναστάσεως διαφόρων ποιητῶν στὸ φύλλο verso 207, μὲ ἀναφορὰ στὰ μελουργηθέντα παρὰ Πέτρου «ἄπερ εὑρέθησαν ἐν τοῖς σημειώμασιν αὐτοῦ» σὲ ἦχο Β΄ τοῦ σκληροῦ χρώματος (Πιν 3). Στὸ φύλλο recto 232, πλούσια εἶναι ἡ συλλογὴ τῶν Καλοφωνικῶν Εἱρμῶν παρὰ διαφόρων ποιητῶν. Ὁ γραφέας τοῦ κυρίως χειρογράφου, ὁ Συμεών, φέρεται ὡς κωδικογράφος καὶ σὲ ἄλλους Ἁγιοτριαδίτικους κώδικες μὲ δραστηριότητα στὸ νησὶ τῆς Σαντορίνης. Πιθανὸν νὰ ἦλθε ἀπὸ τὴν Θήρα, τὴν χρονιὰ τῆς ἐπανίδρυσης καὶ τῆς ἐπάνδρωσης τῆς Μονῆς τὸ 1830. Στὸν κώδ. ἀρ. 17 τῆς Μονῆς 14 ἀναφέρεται ὁ ἱερομόναχος Συμεὼν ἐξ Ἀποκορώνου ὁ ὁποῖος ἐξελέγη ἡγούμενος τὸ 1846, λίαν καλλίφωνος καὶ μουσικὸς περίφημος γιὰ τὸ ἀρχαϊκὸν ὕφος καὶ τὴν γλυκύτητα τῆς φωνῆς. Τὴν ἴδια περίοδο συμβιώνει στὴν μονὴ ὁ Συμεὼν Βασιλείδης, καὶ αὐτὸς ἱερεὺς Ἁγιοτριαδίτης ὁ ὁποῖος ἔγραψε μετὰ τὴν ἐπανάσταση τοῦ 1821 τὸν κώδικα τῆς μονῆς15 καὶ ἀντέγραψε τὴν ἀκολουθία τῶν ἁγίων Ἰωάννου καὶ Εὐσταθίου. Ὡστόσο ἀπὸ τὰ διάφορα προβλήματα ποὺ προκύπτουν γιὰ τὴν ταυτοποίηση τοῦ κώδικα καὶ τῶν γραφέων, ἀπαιτεῖται περαιτέρω μελέτη καὶ ἔρευνα. 3. Ἁγίας Τριάδος Τζαγκαρόλων 155 / Κατάλ. Τωμαδάκη – Βογιατζάκη 8 Ε Ι Ρ Μ Ο ΛΟ Γ Ι O Πέτρου Πελοποννησίου ΙΘ΄ αἰ. χάρτ. 21Χ15,5 (16Χ9) φύλλα Α΄ +154 + α΄. (156) Τὸ χφ. εἴναι τὸ γνωστὸ «Ἀργὸ Εἰρμολόγιο τῶν Καταβασιῶν» τοῦ Πέτρου Πελοποννησίου (Πίν.4), ποὺ ἐκδόθηκε με την ἐπιστασία του Χουρμουζίου τὸ 1825, «κατὰ τὸ ὕφος τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας». Τὸ στοιχεῖο ποὺ κάνει τὸν κώδικα ἰδιαίτερο, εἶναι ὁ πρώιμος καλλωπισμὸς τοῦ Εἰρμολογίου ἀπὸ τὸν Ἰωάννη Λαμπαδάριο τὸν Νεοχωρίτη, τὸν μετέπειτα Πρωτοψάλτη. Ἡ καλλωπιστικὴ διάθεση τοῦ Ἰωάννη, σὲ σχέση μὲ τὴν ἔκδοση τοῦ 1825 εἶναι ἀνεπαίσθητη. Ἀφορᾶ τὴν ἀνάλυση καὶ ἀπόδοση κυρίως τῶν Λυγισμάτων, τοῦ Τρομικοῦ, τὴν κάπως διαφορετικὴ ὀρθογραφία τῶν χαρακτήρων, τὴν Γρηγορίου Παπαδοπετράκη , Ἱστορία τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τῆς Ἁγίας Τριάδος τῆς ἐπονομαζομένης τῶν Τζαγκαρόλων καὶ ἐν τῷ Ἀκρωτηρίῳ Μελέχα τῆς Κρήτης κειμένης, Ἄγ. Τριάδα 1866, σ. 83, βλ. ἐπίσης τον ἴδιο κώδικα τῆς μονῆς ἀρ. 17 τοῦ ἰδίου, σὲ ἀντιγραφὴ Γ. Στρατηγάκη Ἀθήνα 1878. 15 Χφ. Ἁγίας Τριάδος Τζαγκαρόλων ἀρ 14. 14

- 188 -


μερικῶς διαφοροποιημένη μουσικὴ γραμμή, καὶ τέλος τὴν προσθήκη ἐντελῶν καταλήξεων μὲ μαρτυρίες ποὺ προσετέθησαν, κυρίως γιὰ τὴν διευκόλυνση τῶν ψαλτῶν. Ὁ ἐπιχειρούμενος αὐτὸς καλλωπισμὸς τοῦ Ἰωάννη, παραδόξως δὲν προϋπαντεῖ τὸν μετέπειτα καλλωπισμό, τοῦ γνωστοῦ Εἰρμολογίου του, ποὺ ἐκδόθηκε τὸ 1839 καὶ ποὺ σήμερα χρησιμεύει ἐκτὸς ἀπὸ τὴν λειτουργική του χρήση καὶ στὰ ἐγκύκλια μαθήματα τῶν σπουδαστῶν τῆς Ψαλτικῆς τέχνης. Ἀξιοσημείωτο ἐπίσης εἶναι ὅ,τι στὰ μουσικὰ κείμενα, παρ΄ ὅλο ποὺ εἶναι τονισμένα στὴν σημειογραφία τῆς Νέας Μεθόδου, γίνεται χρήση τῆς μικρῆς Βαρείας καὶ τοῦ Ψηφιστοῦ μὲ κόκκινη μελάνη, προφανῶς ἀπὸ ἀντιγραφικὴ συνήθεια τῶν γραφέων. Σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ τὸ περιεχόμενο, ἀξίζει νὰ παρατηρήσουμε: α) στὸ φ. 60r, τὴν γ΄ ὠδὴ τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, ὅπου καταγράφεται μία ἀσυνήθιστη καὶ πρωτότυπη τελικὴ κατάληξη στὴν τριφωνία τοῦ ἤχου μὲ βάση τὸν Γα, ἀντὶ στὸν συνήθη Νη , προφανῶς γιὰ νὰ προετοιμάσει τὴν δ΄ ὠδὴ ἀπὸ τὴν βάση αὐτή, β) μετὰ τὴν θ΄ ὠδὴ τῶν Βαΐων καὶ τῆς Ἀναλήψεως, ἀκολουθοῦν μελοποιημένα τὰ τροπάρια τοῦ κανόνα τῆς ἑορτῆς, τροπάρια ποὺ ἐκλείπουν ἀπὸ τὶς ἔντυπες ἐκδόσεις τοῦ Πέτρου καὶ τοῦ Ἰωάννου καὶ γ) στὰ καθίσματα τοῦ Ὄρθρου τῆς Μεγάλης Δευτέρας τοῦ Α΄ ἤχου, ψάλλεται τὸ Μαλακὸ Χρῶμα ἐκ τοῦ Δι καὶ ὄχι στὴν τετραφωνία του στὸν Κε. Ὁ κώδικας καταλήγει μὲ τὴν ἀκολουθία τοῦ Ἀκαθίστου, ὅπου παραλείπονται τὰ σύντομα κατ΄ ἦχον «Θεὸς Κύριος» καὶ τὰ Ἀναστάσιμα Ἀπολυτίκια. 4. Ἁγίας Τριάδος Τζαγκαρόλων 157 / Κατάλ. Τωμαδάκη 13 Α Ν Α Σ Τ Α Σ Ι Μ Α Τ Α Ρ Ι Ὁ Πέτρου Πελοποννησίου 1831 χάρτ. 20,03Χ14,3 (15,5Χ9,5) φύλλα Α΄ +95 + α΄ (97). Πρόκειται γιὰ τὸ γνωστὸ Ἀναστασιματάριο τοῦ Πέτρου Πελοποννησίου, τὸ ὁποῖο στὴν ἐποχὴ του (ΙΗ΄-IΘ΄αἰ.), ὅπως ἄλλωστε τό Δοξαστάριο καί τό Εἰρμολόγιο, βρισκόταν σὲ μεγάλη χρήση, πρὶν ἀνατείλουν τὰ πρῶτα γνωστὰ ἔντυπα Ἀναστασιματάρια ἀπὸ ἄλλους μουσικοὺς καὶ ἐκδότες ποὺ κατὰ κάποιο τρόπο, μὲ τὶς ἀπανωτὲς καὶ συνεχόμενες ἐκδόσεις, απομάκρυναν τὴν λιτὴ καὶ ἀπέριττη ψαλτικὴ παράδοση τοῦ Πέτρου. Ἡ δομὴ του βασίζεται στὰ παλαιότερα Ἀναστασιματάρια καὶ γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ ἐκλείπουν τὰ ἀναστάσιμα ἀπολυτίκια, καὶ τὰ μέλη τοῦ ὄρθρου ὅπως τὸ Θεὸς Κύριος, τὰ Καθίσματα, οἱ Ἀναβαθμοὶ καὶ οἱ Κανόνες. Ἡ κατάσταση τοῦ χειρογράφου δὲν εἶναι πολὺ καλή, τὸ πρῶτο παράφυλλο ἔχει ἀποκολληθεῖ καὶ στὰ ὑπόλοιπα φύλλα, ὑπάρχουν μικρὲς καὶ μεγάλες ὀπές. Γραφέας εἶναι καὶ πάλι ὁ Ἀλέξανδρος Γεωργίου ὁ Λιμναῖος, ποὺ ἀποπε- 189 -


ρατώνει τὸν κώδικα στὶς Σπέτσες στὶς 28 Ἰανουαρίου τοῦ 1831 ὅπως δηλώνεται στὸ τέλος φ.95r (Πίν. 5). Τὸ χφ. ὁμοιάζει μὲ τὸν κώδικα 19 τοῦ Πανεπιστημίου Duke (συλλογῆς Kenneth Willis Clark, ἀρ 26) ποὺ ἐξέδωσε ὁ Ἒμμ Γιαννόπουλος στὸ Ταμεῖον Χειρογράφων Ψαλτικῆς Τέχνης16. 5. Ἁγίας Τριάδος Τζαγκαρόλων 158 / Κατάλ. Τωμαδάκη 7 Ε Ι Ρ Μ Ο Λ Ο Γ Ι Ο Ν Π Ε Τ Ρ Ο Υ Π Ε Λ ΟΠ Ο Ν Ν Η Σ Ι Ο Υ 1822 χάρτ. 20Χ14,2 (15,2Χ10,5) φύλλα Α-Δ + 87 + α΄-δ΄ (95). Πλῆρες τὸ γνωστὸ Εἰρμολόγιο «ποιηθέντα (sic) παρὰ τοῦ μουσικολογιωτάτου κυρίου Πέτρου λαμπαδαρίου τοῦ Πελοποννησίου κατὰ τὸ ὕφος τῆς Ἁγίας του Χριστοῦ Mεγάλης Ἐκκλησίας», γραμμένο στὴν παλαιὰ σημειογραφία λίγο πρὶν τὴν Μεταρρύθμιση. Ὁ γραφέας στὸν κολοφώνα στὸ φύλλο 80v γράφει: «Δόξα τῷ ἐν Τριάδι ὑμνουμένῳ Θεῷ ἠμῶν δόξα σοι. /Τὸ παρὸν εἰρμολόγιον ἐγράφη διὰ χειρὸς / ἐμοῦ Συμεὼν Ἱερομονάχου Κρητὸς τὸ ὁποῖον ἔγρα/[ψα] εἰς τὸ νισίον (sic) τῆς Σαντορίνης κατὰ τὸ ἀωκβ΄ (1822)./ Μέμνησθε οἱ ἀσματομελωδοῦντες». Μετὰ ἀπὸ αὐτὴ τὴν σημείωση, σὲ μεταγενέστερο χρόνο ἀπὸ τὸ ἴδιο χέρι προστίθενται στὰ ἑπόμενα φύλλα, ἐκτός τῆς καθιερωμένης ὕλης τοῦ Εἰρμολογίου στὸ φ. 81r τὰ «σύντομα Εἰρμολογικὰ Κεκραγάρια» τοῦ Πέτρου Βυζαντίου καὶ στοὺς ὀκτὼ ἤχους, τὰ ἰδιόμελα τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς τοῦ Πέτρου Πελοποννησίου καὶ τέλος τὸ Δοξαστικὸ ἰδιόμελο τοῦ Ὂρθρου τῆς Μεγάλης Τετάρτης («Κύριε ἡ ἐν πολλαῖς ἁμαρτίαις») τοῦ ἰδίου. 6. Ἁγίας Τριάδος Τζαγκαρόλων 160 / Κατάλ. Τωμαδάκη – Βογιατζάκη 6 Α Ν Θ Ο Λ Ο Γ Ι Α Ἑσπερινοῦ – Ὄρθρου - Λειτουργίας 1821 χάρτ. 19,3Χ14,7 (19,3Χ14,7) φύλλα A΄ + 258 + α΄-ε΄ (264). Πρόκειται καὶ πάλι γιὰ μία Ἀνθολογία τοῦ Ἑσπερινοῦ, τοῦ Ὃρθρου καὶ τῆς Θ. Λειτουργίας, μὲ ποικίλη ὕλη στὴν πρὸ τῆς Νέας Μεθόδου γραφῆς. Δυστυχῶς εἶναι ὁ περισσότερο ταλαιπωρημένος κώδικας, φθαρμένος, διὰ σητὸς προσβεβλημένος καὶ χρήζει ἄμεσης συντήρησης, διότι τὰ φύλλα κυἜμμ. Γιαννόπουλου, Ταμεῖον Χειρογράφων Ψαλτικῆς Τέχνης, Ἐταιρία Μακεδονικῶν Σπουδῶν, ἐπιστημονικαὶ πραγματεῖαι, σειρὰ φιλολογικὴ καὶ θεολογική, Θεσσαλονίκη 2005, σ. 19. 16

- 190 -


ριολεκτικὰ ἔχουν γεμίσει μικρὲς καὶ μεγάλες ὀπὲς καὶ ἡ μελέτη του γίνεται δυσανάγνωστη. Τὸ μεγαλύτερο μέρος τοῦ κώδικα, δὲν διατηρεῖ τὴν ὕλη καὶ τὴν τάξη τῶν ἀκολουθιῶν, ἀντιθέτως παρεμβάλλονται συχνὰ μέλη μεταβάλλοντας τὴν καθιερωμένη καὶ ἐπιβαλλόμενη δομή του. Ἄρχεται ἀκέφαλος δίχως τίτλο, μὲ δύο Δοξαστικά, τοῦ Ἑσπερινοῦ καὶ τῶν Αἴνων τοῦ Γενεσίου τῆς Θεοτόκου, μὲ δύο «Ἄξιόν Ἐστιν» σὲ Βαρύ του Ἀποστόλου Ζαφειροπούλου πατρὸς τοῦ Ζαφειρίου καὶ «ἕτερον ὡραιότατον» σὲ ἦχο Πλ. Δ΄ ἑπτάφωνο καὶ τὸ ἀργὸ «Χριστὸς Ἀνέστη»· οἱ παραπάνω συνθέσεις συμπληρώθηκαν διὰ τῆς ἰδίας χειρὸς μεταγενέστερα καὶ προχείρως. Τὸ κυρίως σῶμα τοῦ κώδικα, ἀρχίζει ἀπὸ τὸ recto τοῦ φύλλου 3, μὲ κομψὸ ἐπιτίτλο δίχρωμο παραλληλόγραμμο κόσμημα καὶ ὡραιότατο πρωτόγραμμα μὲ διακλαδώσεις, ἀνθέων ἄνωθεν καὶ κατωθεν ὡς προμετωπίδα, μὲ τὴν ἐπιγραφὴ «Ἀνθολογία νέα παρὰ διαφόρων ποιητῶν συντεθεῖσα καὶ καλλωπισθεῖσα μετὰ τινὰς ἄλλας ἐξηγήσεις αὐτῶν. Ἐκ τῶν παλαιῶν μαθημάτων. Τὸ παρὸν ψάλλεται εἰς τὰς ἀγρυπνίας, σύνθεσις Μανουὴλ Πρωτοψάλτου ἦχος Πλ. Δ΄. Μακάριος ἀνήρ». Ἀκολουθοῦν τὰ Ἀργὰ Κεκραγάρια τοῦ Πέτρου καὶ τὰ Κεκραγάρια δευτέρας τάξεως, «ποίημα κὺρ Ἰακώβου Πρωτοψάλτου», ὅπως χαρακτηριστικὰ ἀναγράφονται στὸ φύλλο 29v. Παραδόξως, ἴσως ἐκ παραδρομῆς, μετὰ ἀπὸ κάθε Κεκραγάριο ἀκολουθοῦν τὰ Ἀργὰ Πασαπνοάρια ὅλων τῶν ἦχων τοῦ ἰδίου. Ἕπονται οἱ «Πολυέλεοι» διαφόρων ποιητῶν ἐνῶ ἰδιαίτερες εἶναι οἱ ἐξηγήσεις τοῦ Πέτρου σὲ ἀρκετὰ ἀπὸ τὰ μαθήματα τοῦ κώδικα. Οἱ ἐξηγήσεις του ἀφοροῦν τὸ «Δύναμις» εἰς τὴν λειτουργίαν τοῦ Χρυσοστόμου σὲ Β΄ ἦχο, τὸ «Τρισάγιον» τῆς ἑορτής τοῦ Τιμίου Σταυροῦ σὲ Ἃγια (φ. 106r), τὸ «Νεκρώσιμον Τρισάγιον ὅπερ ἐξηγήθη ἐκ τοῦ παλαιοῦ» σὲ Νενανῶ (φ.146r) καὶ τὸ «Ἀλληλουάριον πρὸ τοῦ Εὐαγγελίου» (φ.128v). Σημαντικὴ περίπτωση καὶ νομίζω ὅτι καθιστὰ τὸν κώδικα ἰδιαίτερα σημαντικὸ καὶ γιὰ τὴν περαιτέρω μουσικολογικὴ ἔρευνα, εἶναι ἡ ἀναφορὰ στα μελοποιημένα καὶ καλλωπισμένα ἔργα τεσσάρων μελουργῶν, ποὺ ἔχουν ἀπασχολήσει λίγο ἕως καθόλου τὴν ἐπιστημονικὴ κοινότητα. Πρόκειται γιὰ τὶς συνθέσεις τῶν: Ἰωάννου Πρωτοψάλτου Κρήτης Καλομενόπουλου, Ἰακώβου Ἱερομονάχου Χίου, Ἀθανασίου Ἱερομὀνάχου Δημητριαδίτου καὶ τοῦ γραφέα τοῦ παρόντος κώδικα Συμεὼν Ἱερομονάχου Κρητός. Ἰδιαίτερο ἐνδιαφέρον ἀποτελεῖ ἡ Μεγάλη Δοξολογία τοῦ Νέων Πατρὼν Γερμανοῦ (φ.115v) «ἤτις ἐξηγήθη παρὰ κὺρ Ἰω[άννου] Πρωτοψάλτου Κρήτης» [Καλομενόπουλου]17 ήχος Πλ. Α΄ (Εικ. 6). Ἡ ἐν λόγω Δοξολογία, μαζὶ καὶ μὲ τὴν πρώτη Δοξολογία τοῦ Μελχισεδὲκ καὶ τὶς Δοξολογίες τοῦ Χρυ17

Τὴν ἐξήγηση τῆς Δοξολογίας στὴ Νέα Σημειογραφία, τὴν ἔκαμε ὁ Ἄρχων Μαΐ- 191 -


σάφη τοῦ Νέου καὶ τοῦ Μπαλάση ἱερέως, εἶναι μία ἀπὸ τὶς τέσσερεις- πέντε περιπτώσεις πρώιμων συνθέσεων τοῦ νέου εἴδους τῶν Ἀργῶν Δοξολογιῶν. Στὸν παρόντα κώδικα, καθὼς καὶ στὸν ἑπόμενο, τὸν ὁποῖο θὰ ἐξετάσουμε στὴ συνέχεια, ἡ ἐξήγηση τοῦ Ἰωάννη, εἶναι νομίζω ἡ μοναδικὴ περίπτωση ποὺ συναντᾶμε. Μία πρώτη μνεία γιὰ τὸ πρόσωπο τοῦ Ἰωάννη γίνεται στὸ ἐξαίσιο ἔργο τοῦ Ἐμμανουὴλ Γιαννόπουλου «Ἡ ἄνθιση τῆς ψαλτικῆς τέχνης στὴν Κρήτη 1566-1669»18. Ἐπίσης ἐνδιαφέρουσα εἶναι, στὸ φ.117v, ἡ Δοξολογία «ποιηθεῖσα παρὰ κυρίου Ἰακώβου Ἱερομονάχου Χίου, ἄδεται δὲ εἰς ἦχον Πλ. Δ΄, λέγεται δὲ τουρκιστὶ Ἀτζὲμ Ἀσιρᾶν». Ἀνθολογούμενα μέλη τοῦ Ἰακώβου συναντᾶμε στὶς Ἀνθολογίες τῶν Ἁγιορείτικων Κωδίκων Ἰβήρων 1124 τοῦ 1815, Παντελεήμονος 977, Γρηγορίου 8, ὅπως αὐτὰ ἔχουν καταλογογραφηθεῖ, περιγραφεῖ καὶ ἀναλυθεῖ στὸ μνημειῶδες ἔργο τῶν χειρογράφων του ἀπὸ τὸν καθηγητὴ Γρ. Στάθη19. Στὸ φ. 221r συναντᾶμε τὸ Κοινωνικὸ, μάθημα ύπό τοῦ γραφέως «Εἰς μνημόσυνον» μὲ τὸν χαρακτηρισμό «Ἒτερον ποίημα ἰδικόν μου (Συμεών), ἦχος Δ΄ Ἃγια» 20. Τέλος στὸν φ.225r, συναντᾶμε τὸ «Νῦν αἱ Δυνάμεις» σὲ ἦχο Α΄ τετράφωνο, ποιήματα τοῦ κὺρ Ἀθανασίου Ἱερομονάχου Δημητριαδίτου. Τὸ ὄνομα τοῦ Ἀθανασίου εἶναι περισσότερο γνωστό ἀπὸ τοὺς τρεῖς προαναφερθέντες μελοποιούς, ἀφοῦ ἔχει μελοποιήσει ἀκόμα καὶ ἄλλες συνθέσεις.21 Στὸν κολοφώνα φ. 244v διαβάζουμε: στωρ τῆς ΜΤΧΕ Γεώργιος Χατζηθεοδώρου, ὁ ὁποῖος έκανε εισήγηση κατὰ τὴ διάρκεια τῶν ἐργασιῶν τοῦ Ἱεροψαλτικοῦ Συνεδρίου μὲ θέμα «Ἡ Δοξολογία σὲ ἦχο Πλ. Α΄ τοῦ Γερμανοῦ, Ἀρχιερέως Νέων Πατρών, καὶ ἡ ἐξήγηση-καλλωπισμός της ἀπὸ τὸν Ἰωάννη Πρωτοψάλτη Κρήτης». Ἡ ἐν λόγω Δοξολογία δημοσιεύτηκε στὸ τελευταῖο του πόνημα, μὲ τίτλο «Δοξολογίες κατ’ ἦχον», ἔκδ. Μίχ. Πολυχρονάκη, Νεάπολις 2016, σσ. 190-198. Ὁ «Βυζαντινὸς Χορὸς Χανίων» ἐπίσης εἶχε τὴν τιμή νὰ τὴν ἀποδώσει στὴν συνεδριακὴ αἴθουσα τῆς Ὀρθόδοξης Ἀκαδημίας Κρήτης, στὶς 2 Δεκεμβρίου 2016 μὲ τὶς εὐλογίες τοῦ σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Κισσάμου καὶ Σελίνου κ.κ. Ἀμφιλοχίου. 18 Ἔμμ. Γιαννόπουλου, Ἡ ἄνθιση τῆς ψαλτικῆς τέχνης στὴν Κρήτη (1566-1669), ΙΒΜ, Ἀθήνα 2004, σ. 284, ὑποσ. 624. 19 Βλ. Γρ. Στάθη, Τὰ χειρόγραφα Βυζαντινῆς Μουσικῆς Ἁγίου Ὅρους, τ. Β΄ , Ἀθῆναι 1975 καὶ τ. Δ΄, Ἀθῆναι 2015. 20 Τὸ μάθημα ἔχει ἐξηγηθεῖ στὴ νέα σημειογραφία ἀπὸ τὸν κ. Γεώργιο Χατζηθεοδώρου. 21 Στὸν κώδικα ἄρ. 7, ὁ ὁποῖος δὲν ἔχει καταλογογραφηθεῖ στὴν βιβλιοθήκη τῆς μονῆς (κατάλογος Τωμαδάκη – Βογιατζάκη 10), θησαυρίζεται τὸ κοινωνικὸ «Ἀινεῖτε» τοῦ Ἀθανασίου καὶ στοὺς ὀκτὼ Ἤχους. Ἄλλα γνωστά του ἔργα εἶναι : «Ἡ Ἀργὴ Δοξολογία» σὲ ἦχο Α΄ καὶ Β΄ (χφ. Ξηροποτάμου 305), «Τὸν ἥλιον κρύψαντα» (χφ. Κουλτομουσίου 441), «Δοῦλοι Κύριον» (χφ. Ἰβήρων 981), βλ. Γρ Στάθη, Χειρόγραφα, ὃ.π , τ. Ά΄, 1975 καὶ τ. Γ΄, 2015. - 192 -


«Ἡ παροῦσα ἀσματομελυτόφθογγος ἀνθολογία / ἐγράφη διὰ χειρὸς ἐμοῦ Συμεὼν ἱερομονάχου / Κρητός, ἢν ἔγραψα εἰς τὸ νησίον τῆς Σαντορίνης /κατὰ τὸ ἀωκα’ (1821) ἐν μηνὶ Δεκεμβρίου κβ΄». Ο κώδικας ολοκληρώνεται με δύο συνθέσεις στη Νέα Γραφή, το γνωστό «Δύναμις» του Κρητός σε Β΄ ἦχο και το μελωδικότατο «Ἄξιον Ἐστίν το φθορικόν», όπως χαρακτηριστικά αναγράφεται σε ἦχο Πλ. Α΄ πεντάφωνο σε μέλος του Ανθίμου Ιερομονάχου.22 7. Ἀκαταλογράφητο / Κατάλ. Τωμαδάκη – Βογιατζάκη 10 Α Ν Θ Ο Λ Ο Γ Ι Α Ἑσπερινοῦ – Ὄρθρου - Λειτουργίας 1830 χάρτ. 19,6Χ14,4 (14Χ9) φύλλα 313 + α΄- γ΄. (316). Πρόκειται γιὰ μία ἀκόμα ἀνθολογία, ποὺ καθ’ ὕλην, εἶναι πανομοιότυπη μὲ τὸν προαναφερθέντα κώδικα καὶ ἀντιγράφηκε στὴν Σαντορίνη, μὲ ἐννέα χρόνια διαφορὰ καὶ συγκεκριμένα τὸ 1830. Συγκριτικὰ εἶναι περισσότερο ὀργανωμένος, μὲ σαφέστερη σειρὰ τῆς τάξης, πιὸ εὔχρηστος καὶ πλήρης ἀπὸ πλευρᾶς περιεχομένου καὶ εἶναι ὁ μεγαλύτερος μουσικὸς κώδικας τῆς μονῆς. Σημαντικὲς εἶναι καὶ οἱ ἐξηγήσεις, ποὺ ἐπισημαίνονται στὴν κάτω ὤα, μὲ μικρόσχημη γραφὴ καὶ ἐρυθρὰ μελάνη, ὅπως γιὰ παράδειγμα: Στὰ «Αἰνεῖτε» τοῦ Ἀθανασίου Δημητριαδίτου (φ. 222r) καὶ Δανιὴλ Πρωτοψάλτου (φ.238r) καὶ στὸ «Φῶς ἱλαρὸν» (φ.291r) στὴ φράση, «ἐν πάσι καιροῖς ὑμνεῖσθαι φωναῖς», ὅπου ψάλλεται κατ΄ ἄλλον τρόπον. Εἶναι χρήσιμο ἐδῶ νὰ ἀναφέρουμε τὴν πλούσια συλλογὴ Καλοφωνικῶν Εἱρμῶν ποὺ διαθέτει ὁ κώδικας. Ὡστόσο στὸ φ.306r, ἔχει καταχωρηθεῖ τὸ ἄγνωστο δεκαπεντασύλλαβο μάθημα τοῦ Μπαλασίου ἱερέως «Ὕψιστε πάντων Δέσποτα», ὅμως δυστυχῶς μὲ σοβαρὰ σφάλματα, ἀφοῦ χρησιμοποιήθηκε κατὰ λάθος ἄλλο ποιητικὸ κείμενο, τὸ ὁποῖο ἐπηρέασε σημαντικὰ καὶ τὴν μουσικὴ γραμμὴ23. Ἐπίσης ἔχει ἀντιγραφεῖ ἕνα σχετικὰ ἄγνωστο μάθημα, σὲ Βαρὺ Διατονικό τοῦ Πέτρου λαμπαδαρίου, μὲ τίτλο «Οὐρανὸς πολύφωτος» , τὸ ὁποῖο ἔχει ἐξηγηθεῖ πρόσφατα στὴ Νέα Γραφὴ ἀπὸ τὸν Ἰωάννη Ἀρβανίτη. Γραφέας εἶναι ὁ Παρθένιος ἱερομόναχος ὁ Κρής, ὅπως σημειώνεται στὸν κολοφώνα τοῦ κώδικα (φ. 289v) καὶ γράφει στὶς 3 Αὐγούστου 1830 στὴ νῆσο τῆς Σαντορίνης. Ὁ Παρθένιος εἶναι γνωστὸς καὶ ἐπώνυμος μοναχός Ἀνδρέα Τσικνοπούλου, Ἀνθολογία, Ἀθήνα 1906, σ. 92 ( μαθητοῦ τοῦ Ἀνθίμου). Ὁ ἴδιος γραφέας τὸ ἐπισημαίνει ἐγκαίρως, γράφοντας μέσα στὸ κείμενο τὴν ἔνδειξη «λάθος». 22 23

- 193 -


τῆς Μονῆς, ὁ ὁποῖος ἐμφανίζεται ὅπως καὶ ὁ Συμεὼν , μετὰ τὸ 1830 στὴ Μονή. Ὑπογράφει στὰ ἀρχεῖα καὶ στά πρακτικὰ τῆς Μονῆς, καὶ μνημονεύεται σὲ πολλὲς ἐξωτερικὲς ἐπιγραφὲς τῶν παρεκκλησίων τῆς Μονῆς. Τὰ παραπάνω στοιχεῖα, δὲν εἶναι ἀπόλυτα τεκμηριωμένα καὶ ἀπαιτεῖται περαιτέρω καὶ εἰς βάθος ἔρευνα, γιὰ νὰ ὁλοκληρωθεῖ ἡ ταυτοποίησή τους. Ἡ ὁμοιότητα τῶν δύο κωδίκων ἀρ. 6 καὶ 7 σὲ ὅ,τι ἀφορᾶ τὴν γραφὴ καὶ τὴν σημειογραφία, καθὼς καὶ τὸν τόπο συγγραφῆς, μᾶς κάνει νὰ θεωρήσουμε ὅτι ὑπῆρξε κάποια διαπροσωπικὴ σχέση, ἴσως καὶ μαθητείας, τοῦ Παρθενίου μὲ τὸν Συμεὼν, τὸν ὁποῖο καὶ σέβεται ἰδιαιτέρως. Αὐτὸ φαίνεται στὸ ὅτι τηρεῖ καὶ ἐφαρμόζει κατὰ γράμμα καὶ μὲ ἰδιαίτερο σεβασμὸ τὴν ἀντιγραφὴ τοῦ κώδικα, ὅπου καὶ ἀνθολογεῖ τὸ ἤδη ἀνθολογούμενο στὸν κώδ. 6 μελοποιημένο μάθημά του, μὲ τὴν ἐπιγραφὴ «κὺρ Συμεὼν τοῦ Κρητὸς» (φ.276v). 8. Ἁγίας Τριάδος Τζαγκαρόλων 163 / Κατάλ. Τωμαδάκη - Βογιατζάκη 11 Α Ν Θ Ο Λ Ο Γ Ι Α Ἑσπερινοῦ – Ὄρθρου IΘ΄ αἰ. χάρτ. 19,2Χ13,2 (15,5Χ15,5) φύλλα Α΄- Ε΄ + 190 + α΄- ι΄ (205) Ὁ γραφέας τοῦ παρόντος χειρογράφου εἶναι ἀνώνυμος, ὅπως ἐπίσης ἄγνωστη εἶναι ἡ χρονιὰ ἀλλὰ καὶ ὁ τόπος ἀντιγραφῆς· ὁ Τωμαδάκης ἀναφέρει24, ὃτι οἱ βιβλιογραφημένοι «κώδικες 8 μέχρι 11 εἶναι γραμμένοι διὰ χειρὸς Συμεὼν Ἱερομονάχου ὁ χαρακτὴρ εἶναι ὁ αὐτός»· ἡ πληροφορία αὐτὴ δὲν εὐσταθεῖ . Ἂν καὶ εἶναι δύσκολη ἡ ἀντιπαραβολὴ τῆς σημειογραφίας, διότι πολλοὶ κώδικες ἀπὸ τὴν ἐφαρμογὴ τῆς Νέας Μεθόδου ἔχουν κοινὸ τύπο γραφῆς, γραφέας φαίνεται νὰ εἶναι καὶ αὐτὸ τὸ ἀναφέρουμε μὲ κάθε ἐπιφύλαξη, ὁ Ἀλέξανδρος Γεωργίου Λιμναῖος, καθὼς ἡ γραφίδα του κατὰ τὸ κείμενο καὶ τὴν σημειογραφία ὁμοιάζουν. Στὸν κώδικα αὐτὸν ἀνθολογοῦνται διάφορες ἐπιλογὲς γνωστῶν μελῶν τοῦ Ἑσπερινοῦ καὶ τοῦ Ὄρθρου, μὲ τὴν πρὸ τῆς Ἀναλυτικῆς Μεθόδου σημειογραφία. Μεταξὺ ἄλλων διακρίνονται τὰ «Κεκραγάρια» τοῦ Δαμασκηνοῦ (φ.15r), τὰ ἰδιαίτερα «Πασαπνοάρια πρὸ τοῦ Εὐαγγελίου», θαυμάσια συνθέματα τὰ ὁποῖα ἔχουν ἐγκαταλειφθεῖ στὴ σημερινὴ Λειτουργικὴ πράξη, σὲ μέλος τοῦ Ἰωάννου Πρωτοψάλτου σὲ ἦχο Α΄, τοῦ Πέτρου Λαμπαδαρίου «τὸ μέγιστον» σὲ ἦχο Πλ. Β΄ καὶ Πλ. Δ΄ καὶ τοῦ Γρηγορίου Λαμπαδαρίου σὲ ἦχο Ἅγια (φ.107-120v). Ἄλλα μαθήματα εἶναι οἱ Ἀργὲς Δοξολογίες σὲ ὅλους τους ἤχους, ἀπὸ τὸν Ἰάκωβο Πρωτοψάλτη μὲ τὴν προσθήκη ὡραι-

Ν. Τωμαδάκη, ὃ.π., Ἡ Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίας Τριάδος, σ. 346.

24

- 194 -


οτάτων καὶ μελωδικοτάτων Ἀσματικῶν (φ.137r). Ἀξίζει νὰ παρατηρήσουμε στὸ verso τοῦ φ. 141 στὴν Δοξολογία τοῦ Β΄ ἤχου τοῦ Ἰακώβου Πρωτοψάλτου, ὅτι εἶναι τονισμένη στὸν Β΄ ἦχο τοῦ Μαλακοῦ Χρώματος μὲ βάση τόν Βοῦ, ὡς εἴθισται νὰ γράφεται στοὺς κώδικες τῆς περιόδου ἐκείνης, ἄλλωστε καὶ ἡ ἰδιαίτερη δομὴ τοῦ μέλους κάνει τοὺς ψάλτες νὰ τὴν ἑρμηνεύουν ἀκουστικὰ κατὰ παραδοσιακὸ τρόπο, κάνοντας χρήση τοῦ Μαλακοῦ Χρώματος. Ἐπίλογος Ἡ ἀνεύρεση πληθώρας κωδίκων μὲ ἰδιαίτερη ἢ χωρὶς ἰδιαίτερη ἀξία ἀπὸ τοὺς μουσικολόγους ἐρευνητές, ἔφεραν πληροφορίες ποὺ μᾶς βοήθησαν νὰ κατανοήσουμε και να γνωρίσουμε πλεῖστα στοιχεῖα (ἱστορικά, σημειογραφικά, θεωρητικά, ὑφολογικά, ὑμνολογικά, μορφολογικά, τυπικοῦ) ποὺ ἐξέλειπαν ἀπὸ τὴν τέχνη τῆς Ψαλτικῆς. Ἡ συστηματικὴ, μεθοδική καὶ ἁλματώδης πρόοδος τῆς Βυζαντινῆς Μουσικολογίας, στὸν τομέα τῶν Βυζαντινῶν καὶ Μεταβυζαντινῶν χειρογράφων ὀφείλεται κατὰ μέγιστο βαθμὸ στὸν παρευρισκόμενο ἐλλογιμότατο καθηγητὴ κ. Γρηγόριο Στάθη, τὸν ὁποῖο θερμῶς εὐχαριστοῦμε καὶ εὐγνωμονοῦμε διά την προσφοράν του αὐτὴ, μετὰ τῶν ἄξιων παρευρισκομένων διδακτόρων μαθητῶν του, καθηγητῶν, κυρίων Ἔμμ. Γιαννόπουλου, Κ. Καραγκούνη κ.α. Σήμερα κρίνεται ἀκόμα περισσότερο ἀπαραίτητη, ἡ δημιουργία ἑνὸς ἑνιαίου καὶ ὁλοκληρωμένου κέντρου ψηφιακῆς καταγραφῆς καὶ καταλογογράφησης stipes codices, ὅλων τῶν ἤδη ὑπαρκτῶν στοιχείων καὶ δεδομένων, ποὺ ἀφοροῦν τὰ μέχρι τώρα ἀνὰ τὸν κόσμο εὑρεθέντα χειρόγραφα, ὅπως αὐτὸ συμβαίνει μὲ τὰ μουσικὰ χειρόγραφά της Δυτικῆς Ἀναγεννησιακῆς καὶ Βarock ἐποχῆς, ἀναδεικνύοντας καὶ προβάλλοντας ἀκόμα περισσότερο, τὰ μοναδικὰ αὐτὰ θησαυρίσματα ἀνεκτίμητης ἀξίας καὶ καλλιτεχνικὰ δημιουργήματα, τοῦ νεώτερου μουσικοῦ μας πολιτισμοῦ καὶ τῆς πατροπαράδοτης ἐθνικῆς πολιτιστικῆς μας κληρονομιᾶς.

- 195 -


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΕΙΚΟΝΩΝ

Εικ. 1 Οἱ ὀχτὼ κώδικες τῆς Μονῆς ὅπως σήμερα βρίσκονται στὴν καλὰ ὀργανωμένη βιβλιοθήκη τῆς Μονῆς.

Εικ. 2 . Κώδικας 1 recto φ. 1, Δοξασ[τικ]άριον Πέτρου, γραφέας: Ἀλέξανδρος Γεωργίου Λιμναῖος, Σπέτσες 1830 - 196 -


Εικ. 3 (18) Κώδικας 2, φ.179v και φ.207v

Εικ. 4. Κωδ. 3, φ. 1r, Εἰρμολόγιο Πέτρου Πελοποννησίου (ΙΘ΄ αἵ.)

Εικ. 5 . Κωδ. 4 , recto φ. 95 - 197 -


Εικ. 6. Κώδ. 6. Μεγάλη Δοξολογία τοῦ Νέων Πατρῶν Γερμανοῦ (φ.115r) «ἤτις ἐξηγήθη παρὰ κὺρ Ἰωάννου Πρωτοψάλτου Κρήτης Καλομενόπουλου»


ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Αρχιμ. Χρυσοστόμος Μαραγκουδάκης, Ιερά Μονή Αγ. Τριάδος των Τζαγκαρόλων, Χανιά 1986. Γιαννόπουλος Εμμ., Κώδικες Εκκλησιαστικῆς Μουσικῆς σέ βιβλιοθήκες τῆς Κρήτης, Νέα Χριστιανική Κρήτη, περίοδος Β΄, τεύχος 23, Ρέθυμνο 2004. Γιαννόπουλος Εμμ. Η ἄνθιση τῆς Ψαλτικῆς τέχνης στήν Κρήτη (1566-1669), ΙΒΜ, Ἀθήνα 2004. Γιαννόπουλος Εμμ, Ταμεῖον Χειρογράφων Ψαλτικῆς Τέχνης, Θεσσαλονίκη 2005. Παπαδοπετράκης Γρηγόριος, Ἱστορία τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τῆς Ἁγίας Τριάδος τῆς ἐπονομαζομένης τῶν Τζαγκαρόλων καὶ ἐν τῷ Ἀκρωτηρίῳ Μελέχα τῆς Κρήτης κειμένης, Ἄγ. Τριάδα 1866. Πέτρος Πελοποννήσιος, Σύντομον Δοξαστάριον, Βουκουρέστι 1820. Πέτρος Πελοποννήσιος, Πέτρος Βυζάντιος, Εἰρμολόγιον, Κων/πολις 1825. Πέτρος Πελοποννήσιος, Πέτρος Εφέσιος, Νέον Ἀναστασιματάριον, Βουκουρέστι 1820. Στάθη Γρ., Τὰ χειρόγραφα Βυζαντινῆς Μουσικῆς, Ἅγιον Ὅρος, ΙΒΜ, τ. Β΄, Ἀθῆναι 1975. Στάθη Γρ., Τὰ χειρόγραφα Βυζαντινῆς Μουσικῆς, Ἅγιον Ὅρος, ΙΒΜ, τ. Δ΄, Ἀθῆναι 2015. Στάθη Γρ. Τὰ χειρόγραφα Βυζαντινῆς Μουσικῆς, Μετέωρα, Ἀθήνα, ΙΒΜ, 2006. Τσικνόπουλος Ἀνδρέας, Ἀνθολογία, Ἀθήνα, 1906. Τωμαδάκης Ν. , Ἡ Ἱερὰ Μονὴ τῶν Τζαγκαρόλων ἐν Ἀκρωτηρίῳ Μελέχα Κρήτης, τ. Θ΄ ΕΕΒΣ, ἐν Ἀθήναις 1932. Τωμαδάκης Ν, Ἐπισκοπή και Ἐπίσκοποι Κυδωνίας, Κρητικά Χρονικά, τ 11, 1957. Χαλδαιάκης Αχιλ., Τά χειρόγραφα Βυζαντινῆς Μουσικῆς – Νησιωτική Ελλάς, Ὓδρα. Ἵδρυμα Βυζαντινῆς Μουσικολογίας, τ. Ά΄, Ἀθήνα 2005. Χατζηγιακουμής Μ. Μουσικά Χειρόγραφα Τουρκοκρατίας (1453-1832), Αθήνα 1975. Χατζηθεοδώρου Γ, Δοξολογίες κατ’ ἦχον, ἐκδ. Μιχ. Πολυχρονάκη, Νεάπολις 2016. Χφ. κώδικας τῆς Ἱ.Μ. Ἁγίας Τριάδος Τζαγκαρόλων αρ.14 (1821-1866).

- 199 -


Χορωδία τοῦ Συνδέσμου Ἱεροψαλτῶν Νομοῦ Χανίων «Γεώργιος ὁ Κρής». Διευθύνει ὁ κ. Ἰ. Σκαλιδάκης.

Βυζαντινός Χορός Χανίων. Διευθύνει ὁ κ. Ἰ. Καστρινάκης.


«Κεκραγάριον Gακώβου, ἦχος α – µεταβυζαντινή ἐξηγητική καί νέα µέθοδος. Συγκριτική µελέτη πηγῶν, ἀναλύσεις, ἐπισηµάνσεις» Νικόλαος Ταπραντζῆς Κόρινθος 2016 Ἡ συγκεκριμένη εἰσήγηση εἶναι προϊόν μίας προσπάθειας ἐπισήμανσης, σπουδῆς, συγκριτικῆς μελέτης καί, κυρίως, προσωπικῆς κατανόησης τοῦ περάσματος ἀπό τή μεσοβυζαντινή ἐξηγητική γραφή στή νέα γραφή. Πηγή ἔμπνευσης τοῦ συγκεκριμένου πονήματος ἀποτέλεσε ἡ μαθητεία μου στόν τέως Ἄρχοντα Δομέστικο καί νῦν Ἄρχοντα Μουσικοδιδάσκαλο τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας, κύρ Δημοσθένη Παϊκόπουλο, ἐπάνω σέ κλασσικά μουσικά μέλη, ὅπως αὐτά παρεδόθησαν αὐτηκόως ἀπό γενεᾶς εἰς γενεάν καί δημιουργοῦν τή ζῶσα παράδοση καί ἐξέλιξη τῆς βυζαντινῆς μουσικῆς τέχνης. Ἐν προκειμένω, διά μέσου τῶν ἀντιγράφων τοῦ Ἀναστασίου τοῦ Προικοννησίου, τά ὁποῖα εἶναι καί ὁ συνδετικός κρίκος μεταξύ τῆς παλαιᾶς καί τῆς νέας μεθόδου, θά προσπαθήσουμε νά ἐπιτύχουμε μία συγκριτική μελέτη τῶν ἀντιγράφων, τῶν πρώτων ἐντύπων ἐκδόσεων καθώς καί τῶν ἑρμηνευτικῶν ἠχητικῶν προσεγγίσεων ἀπό τόν τ. Πρωτοψάλτη τῆς Μ.τ.Χ.Ε. Θρασύβουλο Στανίτσα, τόν τ. Λαμπαδάριο τῆς Μ.τ.Χ.Ε. Βασίλειο Ἐμμανουηλίδη, καθώς καί ἀπό τόν Τ. Β’ Δομέστικο τῆς Μ.τ.Χ.Ε. Δημοσθένη Παϊκόπουλο. ΙΣΤΟΡΙΚΑ-ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ Ἰάκωβος Πρωτοψάλτης Πελοποννήσιος στήν καταγωγή, ὁ κοινῶς τότε Γιακουμάκης λεγόμενος, μαθητής τοῦ Ἰωάννου τοῦ Τραπεζουντίου, γεννηθείς περί τό 1740, διακρίθηκε ὡς φυλάττων πιστότατα τό σεμνοπρεπές ἐκκλησιαστικό μουσικό ὕφος καί δέν ἀρεσκόταν σέ νεωτερισμούς, ἀκολουθώντας τά ἴχνη τῶν διδασκάλων του. Ὑπῆρξε κάλλιστος μελοποιός, ὑμνογράφος καί ἄνδρας πεπαιδευμένος, ἐνῶ διετέλεσε καί γραμματέας τοῦ πατριαρχικοῦ γραφείου. Ἔγραψε δύο ἀσματικούς κανόνες σέ ἦχο Δ’, ἀπό τούς ὁποίους τόν μέν πρός τό «Τριστάτας κραταιούς», τόν δέ πρός τό «Ἀνοίξω τό στόμα μου», καί ὁλόκληρη τήν ἀκολουθία τῆς μεγαλομάρτυρος Εὐφημίας, πού ἐκδόθηκε τυπογραφικά στο Πατριαρχεῖο ἀρχικά τό 1804, πατριαρχοῦντος Γρηγορίου τοῦ Ε’, μέ τήν προτροπή τοῦ ὁποίου ἐπιθεώρησε καί διόρθωσε καί τά λάθη πού κατά και- 201 -


ρούς εἶχαν παρεισφρήσει στά ἐκκλησιαστικά βιβλία, λόγω τυπογραφικῆς ἀβλεψίας. Μελοποίησε τό ἀργό Στιχηράριον ἤ Δοξαστάριον (πού συντμήθηκε ἀπό τό Παλαιό Στιχηράριον) μαζί μέ τά ἕνδεκα Ἑωθινά, τά ἰδιόμελα τῶν Μεγάλων Ὡρῶν καί τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, καί τά δοξαστικά τῶν Ἑσπερίων ἀποστίχων ὅλου τοῦ ἐνιαυτοῦ. Ἐπίσης, συνέταμε τά μεγάλα κεκραγάρια Ἰωάννου τοῦ Δαμασκηνοῦ καί τόν πολυέλεο τοῦ Δανιήλ Πρωτοψάλτου «Δοῦλοι Κύριον», μελοποίησε ὀκτώ ἔντεχνες δοξολογίες καί χερουβικά, πασαπνοάρια τῶν αἴνων, τό «Νῦν αἱ δυνάμεις», τό «Ἀγαπήσω σε, Κύριε», ἀπολυτίκια, κοντάκια, ὡδές καί ἐγκώμια σέ πατριάρχες. Ἱστορεῖται ὅτι, γιά νά τηρήσει τήν ἔννοια ὁρισμένων λέξεων τῶν Τροπαρίων στά ΙΙροσόμοια, δέν τηροῦσε τόν οἰκεῖο ρυθμό, κάτι γιά τό ὁποῖο ὁ Πέτρος ὁ Βυζάντιος, πού ἦταν Λαμπαδάριος τότε, ἀγανακτοῦσε πολύ. Ἀπό τόν Ἰάκωβο, ἐπίσης, πολεμήθηκε τό μεταρρυθμιστικό σύστημα καί ἡ εὐρωπαϊκή παρασημαντική τοῦ Ἀγαπίου Παλλιέρμου τοῦ ἐκ Χίoυ. Ὁ Ἰάκωβος, τέλος, ὑπῆρξε πρῶτος στό «κατά νόημα μελοποιεῖν». Αὐτός, λοιπόν, εἶναι ὁ Ἰάκωβος, ἕνας ἀπό τούς μεγαλύτερους μελοποιούς καί διδασκάλους τῆς, διασωσμένης ἀπό τούς Ἕλληνες, ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς , τήν ὁποία διέσωσε ἀπό τό μεγάλο ναυάγιο ἡ μητέρα ἐκκλησία πρός ὄφελός μας. “Διότι ὅταν ἐξέλιπε ἀπό τήν Πόλη ἡ ἔμμουσος ψαλμωδία, ἐσώζετο στίς ἐκκλησίες τῆς Πελοποννήσου καί τῆς Κρήτης. Ἐσώζετο δέ καί στό Ἅγιον Ὅρος, ἐπειδή χρησίμευσε ἡ διάδοση στούς ἐκκλησιαστικούς κύκλους, εἰδικά στίς ἀγρυπνίες, πού ἡγοῦνταν στίς παννυχίους τελετές. Ἀπό τό Ἅγιον Ὅρος αὖθις ἐπανῆλθε στήν Κωνσταντινούπολη, διά τοῦ νέου Χρυσάφου τοῦ Παναγιώτου καί τοῦ Μπερεκέτη.” Γεώργιος ὁ Κρής Πρόκειται γιά ἕναν ἀπό τούς πιό σπουδαίους ἐκκλησιαστικούς μουσικούς. Ἦταν ἱκανός συνθέτης καί φημισμένος δάσκαλος (στήν Πόλη, στή Χίο, στίς Κυδωνιές), καί χωρίς ἄμεση σχέση μέ ἐπίσημα ἐκκλησιαστικά ἤ ἄλλα ἀξιώματα. Μαθητής τοῦ Ἰακώβου πρωτοψάλτου καί δάσκαλος, μέ τή σειρά του, τοῦ Γρηγορίου πρωτοψάλτου, τοῦ Χουρμουζίου Χαρτοφύλακος καί πολλῶν ἄλλων (ὅπως τοῦ Ἀντωνίου λαμπαδαρίου καί τοῦ Ἀποστόλου Κώνστα). Στήν οὐσία, εἶναι ὁ συνεχιστής τοῦ Πέτρου Βυζαντίου καί ὁ σπουδαιότερος ἀμέσως πρίν ἀπό τόν Γρηγόριο πρωτοψάλτη. Ὁ ἴδιος κατέγραψε, ἐπίσης, (1794/1795) τό Δοξαστάριον τοῦ Ἰακώβου «ἐν πάσῃ σαφηνείᾳ» καί καθ' ὑπαγόρευση ἀπευθείας τοῦ ἴδιου του συνθέτη. Πρέπει νά σημειωθεῖ ὅτι ἡ συμβολή τοῦ ὑπῆρξε καθοριστική στόν τομέα τῶν ἐξηγήσεων, στήν ἁπλούστευση τοῦ γραφικοῦ συστήματος καί στήν - 202 -


καταγραφή τοῦ Δοξασταρίου τοῦ Ἰακώβου, ἡ ὁποία πρέπει νά θεωρεῖται σήμερα πολύτιμη γιατί χάρη σ' αὐτήν μᾶς παραδόθηκε ἕνα ἀπό τά σπουδαιότερα μουσικά Βιβλία τῶν χρόνων τῆς Τουρκοκρατίας (καθώς ὁ ἴδιος ὁ Ἰάκωβος ἦταν «μή γυμνασθεῖς εἰς τό γράφειν», ὅπως σημειώνει ὁ Χρύσανθος). Ὁ Γεώργιος ὁ Κρής εἶναι ὁ σπουδαιότερος μουσικός καί ἡ τελευταία, οὐσιαστικά, βαθμίδα στήν ἐξέλιξη τῆς μουσικῆς σημειογραφίας πρίν ἀπό τούς Τρεῖς δασκάλους (Χρύσανθο, Χουρμούζιο, Γρηγόριο). Ποτέ δέν ἐξάσκησε τό λειτούργημα τοῦ ἱεροψάλτου, ἀλλά πάντοτε δίδασκε τή μουσική στήν Κωνσταντινούπολη, τή Χίο καί τήν Κυδωνία. Ἔργα του σώζονται σέ ἀρκετούς χειρόγραφους κώδικες. Στό μουσικό μέρος τῆς ἐργασίας, θά πραγματοποιηθεῖ συγκριτική μελέτη μεταξύ τῶν κάτωθι ἐντύπων καί ἠχητικῶν πηγῶν: · Τό χειρόγραφο-ἀντίγραφο τοῦ Ἀναστασίου Προικοννησίου, τό ὁποῖο εἶναι, ἴσως, τό μοναδικό διασωθέν πού περιέχει τά Κεκραγάρια τοῦ Ἰακώβου καί τά δογματικά Θεοτοκία. Χρονολογεῖται λίγο μετά τό 1795, ὁπότε καί ὁ Γεώργιος ὁ Κρής τό συνέταξε καθ’ ὑπαγόρευση τοῦ ἰδίου τοῦ συνθέτη, · Τή Μουσική Πανδέκτη τοῦ Ἰωάννου Λαμπαδαρίου καί τοῦ Στεφάνου Α’ Δομεστίκου, σε μετεγγραφή Γρηγορίου Πρωτοψάλτου (Κωνσταντινούπολη, 1850-51), · Τό Ταμεῖον Ἀνθολογίας Χουρμουζίου Χαρτοφύλακος σέ μετεγγραφή τοῦ ἰδίου (Κωνσταντινούπολη, 1824), · Ἀπομαγνητοφωνημένη ἀπόδοση τοῦ Ἄρχοντος Πρωτοψάλτου τῆς ΜτΧΕ, Θρασυβούλου Στανίτσα, · Ἀπομαγνητοφωνημένη ἀπόδοση τοῦ Ἄρχοντος Μουσικοδιδασκάλου τῆς ΜτΧΕ Δημοσθένη Παϊκόπουλου, καί · Ἀπομαγνητοφωνημένη ἀπόδοση τοῦ Ἄρχοντος Λαμπαδαρίου τῆς ΜτΧΕ, Βασιλείου Ἐμμανουηλίδη. Ἡ ἐπιλογή αὐτή κρίθηκε ἀναγκαία γιατί, κυρίως, τό ἑρμηνευτικό ὕφος τῶν Κωνσταντινουπολιτῶν Πατριαρχικῶν Ἱεροψαλτῶν καί ἡ παράδοση τοῦ Ἰακώβου στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο προοιωνίζονταν τήν εὐστοχία καί τό ἀποτέλεσμα. Ἡ ἑρμηνεία τους πρέπει νά θεωρηθεῖ ἱστορική (καί, γι’ αὐτό, ἐξαιρετικά σημαντική), γιατί καταγράφει τό Κεκραγάριο στή λαμπρή Πατριαρχική παράδοση (παρόλο πού στή λειτουργική πρακτική ψαλλόταν ἐκεῖ μόνο, σταθερά, τό Κεκραγάριο τοῦ β’ ἤχου καί, σπανιότερα, τοῦ α’). Μέσα ἀπό τή διαδικασία τῆς ἀπομαγνητοφώνησης καί ἐξήγησης τῶν ἑρμηνειῶν τῶν ἀνωτέρω ἱεροψαλτῶν, διαχωρίζουμε κάθε μουσική φράση, - 203 -


ταξινομοῦμε τίς διάφορες ἐξηγήσεις καί παραθέτουμε σέ κάθε σκέλος πού ὑπάρχει διαφορετική ἀνάλυση ἤ ἑρμηνεία, ἀναλυτική ἐπεξήγηση. Μέ αὐτόν τόν τρόπο κατηγοριοποιοῦμε, συγκρίνουμε καί διακρίνουμε τούς Δασκάλους, τίς διάφορες σχολές, μέ τόν καθένα νά καταθέτει τίς προσωπικές του ἐμπειρίες καί τά μουσικά του βιώματα. Ὅλα αὐτά μέ ἕναν μοναδικό καί κοινό παρανομαστή: Τήν Παράδοση τῆς καθ’ ἠμᾶς πατρώας Βυζαντινῆς Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς. Παράδοση πού παραμένει καί θά παραμένει ζῶσα, ὅπως καί ἡ μουσική μας τέχνη καί ἐπιστήμη, τό δένδρον τῆς παραδόσεως, ἡ καρποφορία καί ἡ μοναδικότητα τοῦ κάθε καρποῦ, τῆς κάθε ἑρμηνείας, εἴτε λόγω γεωγραφικῶν ἤ γλωσσικῶν ἰδιωμάτων εἴτε λόγω διαφορετικῶν σχολῶν. Αὐτή ἡ διαφορετικότητα εἶναι πού καθιστᾶ τή βυζαντινή μουσική, ἐπιστήμη καί ἀντικείμενο μελέτης καί διά βίου ἐκμάθησης. Παρατηροῦμε τόν κάθε Ἱεροψάλτη, στίς ἐξηγήσεις πού δίνονται, νά ἔχει διαφορετική ἑρμηνεία σέ μουσικές θέσεις, με ἄλλες νά πλησιάζουν στόν Γρηγόριο τόν πρωτοψάλτη καί ἄλλες στόν Χουρμούζιο. Γιατί μπορεῖ μέν οἱ Πατριαρχικοί Ἱεροψάλτες νά εἶχαν ὡς γνώμονα καί ὁδηγό τή Συλλογή τοῦ Πρωγάκη (πού βασίζεται στίς ἐξηγήσεις τοῦ Γρηγορίου), τό προσωπικό τους ὕφος καί ἡ ζῶσα παράδοση δέ, ἀρκετές φορές, τείνει καί πρός τόν Χουρμούζιο. Ὅλες αὐτές οἱ μεγάλες ὑποστάσεις, οἱ ὁποῖες διαμόρφωναν τό μέλος, κατά τήν περίοδο τῆς Μεταβυζαντινῆς ἐξηγητικῆς γραφῆς, μπορεῖ νά μήν πέρασαν ἐντύπως μέσα ἀπό τή μετεγγραφή καί ἐξήγησή τους στή νέα μέθοδο ἀπό τούς διδασκάλους, πέρασαν, ὅμως, καί διασώθηκαν ἄφθαρτες μέσα στόν φθοροποιό χρόνο, διαμέσου τῆς ἀκουστικῆς παράδοσης. Μέ αὐτό τόν τρόπο ἔχουμε μπροστά μας μία ζωντανή παράδοση τῶν τελευταίων 220 χρόνων περίπου, διότι τό Κεκραγάριο τοῦ Ἰακώβου ἀποδίδεται ἀπό τούς Πατριαρχικούς Ψάλτες ὅπως παρασημαίνεται καί στά δύο ἔντυπα (Ταμεῖον Ἀνθολογίας καί Μουσική Πανδέκτη), ἀλλά ἡ εἰδοποιός λεπτομέρεια ἔγκειται στό ἑξῆς: ὅτι ναί μέν ἡ μεταρρύθμιση τῶν τριῶν δασκάλων τοῦ 1814 ἄλλαξε τή μέθοδο γραφῆς καί διδασκαλίας τῆς βυζαντινῆς μουσικῆς, διατήρησε, ὅμως, τήν ἀκουστική παράδοση καί τόν τρόπο ἑρμηνείας στό συγκεκριμένο χῶρο (Πατριαρχεῖο) ἀνέπαφο στόν χρόνο καί στήν πάροδο τῶν ἐτῶν, διότι ἡ ἑρμηνεία παραδόθηκε ἀπό δάσκαλο σέ μαθητή καί ἔφθασε μέχρι τίς ἡμέρες μας. Μέ ἐφόδια, λοιπόν, τίς ἠχητικές ἀποδόσεις τοῦ Κεκραγαρίου καί τίς ἔντυπες μετεγγραφές ἀπό τό Δοξαστάριον τοῦ Ἰακώβου, θά συγκρίνουμε τήν ποιότητα καί τήν παρασήμανση μεταξύ τῶν δυό γραφῶν, θέτοντας ὡς - 204 -


νοητή μουσικολογική γέφυρα τά χειρόγραφα του Ἀναστασίου Προικοννησίου καί φθάνοντας ἕως τό σήμερα. Μπορεῖ νά εἶχε ἀλλάξει ἡ μέθοδος γραφῆς μέν, δέν εἶχε ἀλλάξει ὁ τρόπος τῆς ψαλμώδησης καί μελισματικῆς ἀνάλυσης δέ. Ὡς σημεῖο ἀναφορᾶς στά κείμενα μέ τή νέα μέθοδο γραφῆς, θέτουμε τή Μουσική Πανδέκτη (Κωνσταντινούπολη, 1850-51). Ἀντιπαραβάλλοντας τή μεταβυζαντινή ἐξηγητική μέ τή νέα γραφή, παρατηροῦμε καί ἐπισημαίνουμε τόν χρονικό διπλασιασμό κάθε σημαδιοῦ μέ ταυτόχρονη κίνηση τῆς φωνῆς (πλήν τῶν σημειωθέντων γοργῶν, ὅπου κάθε σημάδι τό μετροῦμε κανονικά). Ὡς πρός τά ἄφωνα σημάδια ἤ, διαφορετικά, τίς μεγάλες ὑποστάσεις, θά προσπαθήσουμε μέσα ἀπό τήν ἐξήγηση τῆς νέας γραφῆς, τίς ἑρμηνεῖες ἀπό τούς πατριαρχικούς ψάλτες και μέσα ἀπό διάφορα ἐγχειρίδια νά φθάσουμε στό ἐπιθυμητό ἀποτέλεσμα, τόν παραλληλισμό καί τή μελέτη τῆς μεταβυζαντινῆς ἐξηγητικῆς καί τῆς νέας γραφῆς, στό συγκεκριμένο ἀργό στιχηραρικο μέλος.

- 205 -


Στήν πρώτη μουσική φράση «Κύριε» παρατηροῦμε τά ἑξῆς στό παλαιό κείμενο: · Τή μαρτυρία τοῦ Ἤχου· κατά τούς παλαιούς, ὅταν ἤθελαν νά βροῦν τὸν Α’ ἦχο, ἀπήχουν ἐπὶ τὸ ὀξὺ ἔναν φθόγγο, ὁ ὁποῖος περιεῖχε τόνο μείζονα, αὐτὸς ἤταν ὁ Ἀνανὲς (§298, Χρύσανθος, Μέγα Θεωρητικόν) καὶ τοὺς τέσσερις κυρίους ἤχους τοὺς συνέστησαν ἀπὸ τοῦ εἰρημένου πενταχόρδου, θεωροῦντες τοὺς τόνους αὐτοῦ, ἀπὸ τοῦ βαρέος ἐπὶ τὸ ὀξὺ. (§299, Χρύσανθος, Μέγα Θεωρητικόν).

· Παρατηροῦμε ἕνα ἐλαφρόν τό ὁποῖο ἔχει κάτωθεν διπλή ἀπόστροφο. Στή Νέα Μέθοδο ἡ συγκεκριμένη θέση ἀποτυπώνεται ὡς ἑξῆς : Παραλληλίζοντας μέ τή μεταβυζαντινή ἐξηγητική: Ὅταν τό ἐλαφρόν ἔχει κάτωθεν ἀπόστροφο καί εἶναι ἡ ἀρχή ἑνός μαθήματος, ἐξηγεῖται ὡς ἑξῆς: Ὅπως καὶ οἱ δυο ἀπόστροφοι ἐνεργοῦν ὡς ἡ ἀπόστροφος, ποιοῦσιν δὲ ἐπιπροσθέτως καὶ ἡμίσειαν ἀργίαν . (Παρασημαντικὴ Κ. Ψάχου, σσ. 167, 123) Ἡ διπλή ἀπόστροφος ἐνεργεῖ ὡς ἀργία, ὅπως ἡ διπλή, τήν ὁποία μεταχειρίζονταν ὡς χρονικό σημεῖο χωρίς διορισμό. Ἐγράφετο σχεδὸν εἰς ὅλους τοὺς χαρακτῆρας, καὶ ἄλλος ἔκαμε χρόνους, ἄλλος ἐκτυποῦσε δεύτερον ὑπερβατὸν καὶ ἐκατέβαινε συνεχῶς. (Ἐξήγησις Σημειογραφίας Γρ. Στάθη – Ξηροποτάμου, §60β, σ.50, Δοχειαρίου §14β, σ. 51) - 206 -


· Τό γοργό ὑποδηλώνει πιό σύντομη χρονική ἀγωγή, χωρίς ἀργίες στή θέση, ὅπως ἐξηγεῖται καί στή Νέα Μέθοδο. Τό λύγισμα δέν ἀποτυπώνεται στή νέα γραφή, λειτουργεῖ, ὅμως, μέσα ἀπό τήν παράδοση καί ἀποτυπώνεται στήν ἑρμηνεία τοῦ Θ. Στανίτσα, ὅπως παρατηροῦμε μέσα ἀπό τήν ἀπομαγνητοφωνημένη καταγραφή. · Ἡ διπλή στήν ἀπόστροφο λειτουργεῖ ὡς ἀργία καί παραμένει στή νέα γραφή, δίνει, ὅμως, καί τήν ἐλευθερία ἔκφρασης στούς ἐρμηνευτές (ὅπως θά δοῦμε καί σέ πολλές ἀνάλογες θέσεις), τεκμηριώνοντας τή συνέχεια τῆς παράδοσης. «Ἐγράφετο σχεδὸν εἰς ὅλους τοὺς χαρακτῆρας, καὶ ἄλλος ἔκαμε χρόνους, ἄλλος ἐκτυποῦσε δεύτερον ὑπερβατὸν καὶ ἐκατέβαινε συνεχῶς» (Ἐξήγησις Σημειογραφίας Γρ. Στάθη – Ξηροποτάμου §60β, σ.50, Δοχειαρίου §14β, σ. 51).

· Τό κούφισμα τό ὁποῖο διαθέτει «τὸν μυκισμὸν καὶ ἀδυναμίαν, ἐπειδὴ ἔχει ἥμισυ φωνὴν. Τὸ δὲ ἐναπολειφθὲν τῆς φωνῆς αὐτοῦ τὸ ἔχει ἡ πεταστὴ ὅπου γίνονται τὰ σημεῖα δύο φωναί. (Ἐξήγησις Σημειογραφίας Γρ. Στάθη – Δοχειαρίου §6β, σ. 47). Ἡ συγκεκριμένη θέση ἀπαντᾶται στή νέα γραφή με παρόμοια ἐξήγηση τοῦ κουφίσματος καί παραμονή τοῦ ἀντικενώματος, τό ὁποῖο ὡς μεγάλη ὑπόσταση ποιεῖ μικρὰν εὐστροφίαν ἀπὸ ἄνω πρὸς τὰ κάτω. (Ἐξήγησις Σημειογραφίας Γρ. Στάθη – Δοχειαρίου, νουθεσία σ. 61) Ἡ διπλή κάτωθεν τοῦ ἴσου, στά ἔντυπα δίδεται μέ τή μορφή κλάσματος. Στίς ἑρμηνεῖες παρατηροῦμε τούς Θ. Στανίτσα καί Δ. Παϊκόπουλο νά ἔχουν - 207 -


τὴν ἐλευθερία τῆς ἔκφρασης καί νά δίνουν ἕνα χρόνο στό ἴσον καί σέ μία παύση ἑνός χρόνου.

Παρατηροῦμε ὅτι ξεκινᾶ ἡ φράση «Ἐκέκραξα» μέ βαρεῖα, ἴσον μέ γοργό καί κάτωθεν τοῦ ἴσου, μία ἀπόστροφο μέ λύγισμα, ἐν συνεχείᾳ ἀναβάση μέ ὀλίγον καί διάστημα τρίτης μέ κέντημα ἔχοντας στήριγμα τήν ὀξεῖα καί ὡς ὑπόσταση τό ψηφιστόν. Τή συγκεκριμένη μουσική θέση μέ τήν ἐξήγηση πού βλέπουμε καί στή νέα γραφὴ τήν συναντοῦμε ἀρκετές φορές στά στιχηραρικά μέλη τοῦ Α’ ἤχου. Ἐπισημαίνουμε τή διαφορετική μετεγγραφή τοῦ Κεκραγαρίου ἀπό τούς δύο μεγάλους δασκάλους, τόν Γρηγόριο Πρωτοψάλτη καί τόν Χουρμούζιο Χαρτοφύλακα, καθώς καί τίς ἔντεχνες ἑρμηνεῖες τῶν πατριαρχικῶν ψαλτῶν, δίδοντας ὁ καθένας τά προσωπικά τοῦ ἀκούσματα καί μουσικά βιώματα.

Συνεχίζοντας στή συλλαβή «κρα» παρατηροῦμε μία ἀπόστροφο μέ τζάκισμα καί ἕνα μικρό ἴσον στά δεξιά. Τίθενται τὰ μικρὰ ἴσα εἰς τοὺς χαρακτῆρας οἱ ὁποῖοι ἀποτελοῦνται ἀπὸ τρία ἣ καὶ περισσότερα γράμματα. - 208 -


Εἰς τὸ ἴσον καὶ τοὺς ἀνιόντας χαρακτῆρας προηγεῖται τὸ μικρὸν ἴσον, εἰς δὲ τοὺς κατιόντας ἕπεται μετὰ τὸν χαρακτῆρα. (Παρασημαντικὴ Κ. Ψάχου, σ. 162)

Τό μικρόν ἴσον ἐξηγεῖται συνήθως μέ αὐτόν τόν τρόπο: Στή συγκεκριμένη μουσική θέση ὅπου ὑπάρχει τό τζάκισμα στήν ἀπόστροφο, δίδεται αὐτή ἡ ἐξήγηση: Ἔπειτα, στή συλλαβή «ξα» συναντοῦμε διπλή ἀπόστροφο ἤ συνδέσμους, οἱ ὁποῖοι ἐνεργοῦν «μὲ δύναμη, ὅπως ἡ ὀξεῖα, καὶ οἱ παλαιοὶ τοὺς ἐμεταχειρίζοντο διὰ κατιόντα χαρακτῆρα, ὡς ὁ ἔνας καὶ διὰ χρονικὸν σημεῖον, ὡς τὴν διπλῆν, καὶ διὰ κρότον ὡς τὴν βαρεῖαν» (Ἐξήγησις Σημειογραφίας Γρ. Στάθη – Ξηροποτάμου, §60β.3α, σ. 52, Δοχειαρίου §7α, σ.48).

Ἡ ἐξήγηση στή συγκεκριμένη θέση:

Ἐδῶ συναντοῦμε πάλι ἕνα μικρό ἴσον ἀριστερά ἀπό τό ἴσον διότι ἡ πρόθεση «πρός» ἀποτελεῖται ἀπό τέσσερα γράμματα. Ἡ ἐξήγηση στή νέα γραφή ἔχει ὡς ἑξῆς: Στήν πρόθεση «Σὲ» ὑπάρχει ἴσον μέ διπλή, ἡ ὁποία ἐὰν εἶναι σὲ τέλος γραμμῆς ποιεῖ μικρὸν τέλος» (Ἐξήγησις Σημειογραφίας Γρ. Στάθη – Δοχειαρίου §14β, σ. .51) καί ἐξηγεῖται στή νέα γραφή μέ ἰσότητα καί κλάσμα:

- 209 -


Σέ αὐτή τή μικρή μουσική φράση ἐπισημαίνουμε μία νέα εἰσαγωγή ἄχρονης ὑποστάσεως, τῆς παρακλητικῆς, ἡ ὁποία ποιεῖ τὸ μέλος παρακλητικὸν καὶ οἰονεὶ δεόμενον. (Παρασημαντικὴ Κ. Ψάχου, σ. 124) Παρατηροῦμε, λοιπόν, ὡς ἔγχρονους χαρακτῆρες: α) Στό πρῶτο τμῆμα τῆς φράσης, τήν ὀξεῖα μέ διάστημα τετάρτης καί μία διπλῆ ἀπόστροφο, δηλώνοντας ὡς ποιοτικούς χαρακτῆρες τήν παρακλητική καί τό ψηφιστόν. β) Στό δεύτερο τμῆμα τῆς φράσῃς, βαρεῖα, ἀπόστροφο μέ κλάσμα διά ἀντικενώματος καί ἀπόστροφο. Στή μετεγγραφή τῆς φράσης στή νέα μέθοδο, ἐξηγεῖται ἡ ὀξεῖα μέ ψηφιστόν ὡς πεταστή μέ κλάσμα σέ διάστημα πέμπτης, ἐνῶ στήν παρακλητική μέ ἀκολουθία χαρακτήρων ὑπορροῆς μέ γοργό καί ἁπλῆ, ὀλίγου μέ γοργό καί ἴσου μέ διπλῆ, καθώς καί διπλῆ ἀπόστροφο πού ἐνεργεῖ μέ δύναμη ὡς ἡ ὀξεῖα. Κατόπιν, τό ἀντικένωμα ἀντικαθίσταται ἀπό τό ὁμαλόν καί ἡ βαρεῖα συνεχίζει νά ὑφίσταται. - 210 -


Ἡ ἐξήγηση ἔχει ὡς ἑξῆς:

«Ἡ παρακλητική» Ἀπόσπασμα ἀπό τό Μέγα Ἴσον τοῦ Κουκουζέλους σέ ἐξήγηση Χουρμουζίου Χαρτοφύλακος. (Παρασημαντικὴ Κ. Ψάχου, σ. 189)

Στή μουσική φράση «τῇ φωνῇ» ἐπισημαίνουμε ὡς μεγάλες ὑποστάσεις τήν ὕπαρξη: α) τοῦ ἑτέρου, τό ὁποῖο κατά τόν Κ. Ψάχο τίθεται ἐνίοτε ἀντὶ τοῦ Παρα- 211 -


καλέσματος καὶ ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον εἰς τὰ κρατήματα διὰ τὸ ταχὺ τῆς μελῳδίας (Παρασημαντικὴ Κ. Ψάχου, σ. 124) καί κατά τόν Ἀπόστολο Κώνστα, ὅτι δένει τὰς φωνάς, ἀνιούσας τε καὶ κατιούσας. Καὶ εἰ μέν ἐστι μαῦρον ψάλλεται μὲ ἀργὸν δρόμον, εἰ δὲ κόκκινον μὲ γοργόν. (Ἐξήγησις Παλαιᾶς Σημειογραφίας Γρ. Στάθη – Δοχειαρίου §37α, σ. 63) β) τοῦ Θές καί Ἀπόθες, τό ὁποῖο ἔχει ὀνομασθῇ οὕτω ἐκ τῶν δύο θῆτα, τὰ ὁποῖα ἑνούμενα διὰ μιᾶς παρακλητικῆς ἀποτελοῦσι τὸ σχῆμα αὐτοῦ. (Παρασημαντικὴ Κ. Ψάχου, σ. 126) Μία τόσο μεγάλη θέση τῆς μεγάλης ὑπόστασης τοῦ Θές καί Ἀπόθες τεκμηριώνεται ἀπό τό Μέγα Ἴσον τοῦ Κουκουζέλους καί ἀπό τήν ἐξήγηση πού μᾶς δίνει ὁ Γρ. Στάθης στό βιβλίο του σύμφωνα μέ τόν κώδικα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ξηροποτάμου.

“Θές και Ἀπόθες” Ἀπόσπασμα ἀπό τό Μέγα Ἴσον τοῦ Κουκουζέλους σέ ἐξήγηση Χουρμουζίου Χαρτοφύλακος. (Παρασημαντικὴ Κ .Ψάχου, σ. 178)

Θές καί Ἀπόθες

(Ἐξήγησις Σημειογραφίας Γρ. Στάθη – Ξηροποτάμου §34, σ. 76)

- 212 -


Θές καί Ἀπόθες

(Ἐξήγησις Σημειογραφίας Γρ. Στάθη – Concordanza, σ. 119)

Ἐπισημαίνουμε τίς θέσεις μας γιά κάθε πηγή, εἴτε ἔντυπη εἴτε ἐξηγημένη καθ’ ἑρμηνείαν τοῦ Ἱεροψάλτη: • Τή Μουσική Πανδέκτη τοῦ Ἰωάννου Λαμπαδαρίου καί τοῦ Στεφάνου Α’ Δομεστίκου σέ μετεγγραφή Γρηγορίου Πρωτοψάλτου (Κωνσταντινούπολη, 1850-51). Παρατηροῦμε τήν ἁπλότητα καί τήν ἐλευθερία πού δίδει στόν ἑκάστοτε ἑρμηνευτή τό μουσικό κείμενο, ὅμως, ταυτόχρονα, παρατηροῦμε καί τήν ὑποχρεωτική ἀπομάκρυνση κάποιων μεγάλων ὑποστάσεων, λόγω τῆς νέας μεθόδου. Ἔτσι, ἐάν δέν διασωζόταν ἡ ἀκουστική παράδοση, κάποιες μουσικές θέσεις θά χάνονταν στόν χρόνο. Κυρίαρχο στοιχεῖο, ὅμως, τῆς γραφῆς τοῦ Γρηγορίου εἶναι ὁ κανονισμός καί ἡ ἑρμηνεία τῶν κλιμάκων, καθώς καί ἡ λιτή και σωστή ἀνάλυση καί καταγραφή τῆς παλαιᾶς παρασημαντικῆς στή νέα μέθοδο. Ἡ ἁπλή καί μόνο παράθεση τῶν ἐξηγήσεων αὐτῶν δείχνει ἀνάγλυφα τό μέγεθος καί τή σημασία τοῦ μετεγγραφικοῦ ἔργου τοῦ Γρηγορίου, μέ χαρακτηριστικό δέ, κατανυκτικό ὕφος, τό ὁποῖο ὁ συνθέτης-ἐξηγητής, διατήρησε ἀλώβητο ἀπό τό ἀρχαῖο μέλος, παρά τή σύντμηση καί τόν καλλωπισμό καί, ἀκόμη, παρά τήν ἐξωστρέφεια καί τούς νεωτερισμούς τῆς ἐποχῆς του. • Τό Ταμεῖον Ἀνθολογίας Χουρμουζίου Χαρτοφύλακος, σέ μετεγγραφή τοῦ ἰδίου (Κωνσταντινούπολη, 1824). Στή μετεγγραφική ἐξήγηση τοῦ Χουρμουζίου, παρατηροῦμε ἕνα ἄκρως ἐνδιαφέρον, διδακτικό καί ἱστορικό χαρακτηριστικό: Τόν ἀναλυτικό τρόπο ἐξήγησης τῶν περισσοτέρων ἐκ τῶν μεγάλων ὑποστάσεων, σέ βαθμό πού βοηθᾶ στήν ἔρευνα καί τήν πιό ὀρθή κατανόηση τῆς φωνητικῆς ἑρμηνείας τῶν μεγάλων ὑποστάσεων. Ταυτόχρονα, ἀντιπαραβάλλοντας μέ τόν Γρηγόριο, σέ πιό λεπτομερῆ, ἄρα καί πιό περιοριστική σέ θέμα ψαλμώδησης, γραφή καί παρασήμανση, διαπιστώνουμε ὅτι μέ σοφία, γνώση καί ἔμπνευση χρησιμοποιεῖ ὡς βάση τό παλαιό (καί μακραίωνο στόν πυρήνα του) μελωδικό ὑλικό γιά νά δημιουργήσει νεότροπα, - 213 -


στήν οὐσία, μέλη, μέ νέες γραμμές, νέο χρῶμα, νέα ἔκφραση. Κύριο χαρακτηριστικό του εἶναι καί ἡ ἀπαράμιλλη εὐρυθμία. Ρυθμός καί μέλος συμβαδίζουν ἐδῶ κατά τρόπο ἀσυνήθιστο καί ἐντυπωσιακό. Καί εἶναι ἀκριβῶς ἡ εὐστροφία τοῦ μελικοῦ ρυθμοῦ πού ἐπιβάλλει, καί ἀναδεικνύει, τίς ἐπιμέρους μουσικές φράσεις καί, κατ’ ἐπέκταση, τό συνολικό ἄκουσμα. Ἐπιβεβαιώνεται, ἔτσι, ἄλλη μία φορά, ἡ μεγάλη μέριμνα και ροπή τοῦ συνθέτη κυρίως πρός τό εὔρυθμο καί (διαμέσου αὐτοῦ) πρός τό ἠδύ καί τό ἔντεχνο. • Ἀπομαγνητοφωνημένη ἀπόδοση τοῦ Ἄρχοντος Πρωτοψάλτου τῆς ΜτΧΕ, Θρασυβούλου Στανίτσα. Στό Κεκραγάριο τοῦ Ἰακώβου, παρά τήν ἐλευθερία μέ τήν ὁποία ψάλλεται, πού φτάνει σχεδόν στά ὅρια τῆς αὐτοσχέδιας διασκευῆς, ἡ ἐκτέλεση ἀποδίδει λαμπρά τό παραδοσιακό, τό «ἐκκλησιαστικό» λεγόμενο, ὕφος τοῦ Ἰακώβου. Ἡ ἐκτέλεση τοῦ μέλους πραγματοποιεῖται μέ βάση τίς μετεγγραφές στίς πρῶτες ἔντυπες δημοσιεύσεις ἤ, ὅπου εἶναι ἀναγκαῖο, μέ βάση ἀπευθείας τίς χειρόγραφες τοῦ Χουρμουζίου Χαρτοφύλακος. Κατά τήν ἐκτέλεση δέν ἐπιχειρεῖται ἐδῶ μία ἁπλή «ἀνάγνωση» τῆς δημοσιευμένης μελωδίας. Στόν Θρασύβουλο Στανίτσα, ἕναν ἀπό τούς μεγάλους μίας μακρόχρονης σειρᾶς σπουδαίων πρωτοψαλτῶν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἐπέβαλλε νά συνυπολογισθεῖ, χωρίς δισταγμό, καί ἡ πλούσια προφορική ἐμπειρία στόν τρόπο ἑρμηνείας. Στήν οὐσία, ἀποδίδει τά μέλη κατά τό ὕφος καί τή ζωντανή ἀκόμη παράδοση τῆς Μεγάλης του Χριστοῦ Ἐκκλησίας. • Ἀπομαγνητοφωνημένη ἀπόδοση τοῦ Ἄρχοντος Μουσικοδιδασκάλου τῆς ΜτΧΕ, Δημοσθένη Παϊκόπουλου. Ἡ ἑρμηνεία τοῦ Ἄρχοντος συνδυάζει τό γλυκύ μέ τό σθεναρό καί λιτό ἄκουσμα . Διακρίνουμε, μέσα ἀπό τήν τέχνη του, τή ζωντανή παράδοση, τήν προσευχητικότητα καί τό ἦθος ἑνός Ψάλτη, ὁ ὁποῖος γαλουχήθηκε, ἀνδρώθηκε μουσικά καί ἐντρύφησε στήν ἀκουστική, κυρίως, ἀλλά καί στή γραπτή παράδοση τοῦ Πατριαρχικοῦ Ναοῦ καί τῶν Ψαλτῶν τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας. Ἀποδίδει μέ περίτεχνο τρόπο τήν ἰδιαιτερότητα τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ὕφους μέ τό βάθος καί τήν ἐλευθερία τῆς προσωπικῆς ἑρμηνείας. Ἐπίσης, ἀποδίδεται ἐξαίρετα, καί λιτά, ἡ ἔνταση τοῦ αἰσθήματος, πού ἀποτελεῖ, χωρίς ἄλλο, ἕνα ἀπό τά πιό κύρια χαρακτηριστικά τῶν συνθέσεων τοῦ Ἰακώβου καί ὄλου, γενικότερα, τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ μέλους. Διακρίνουμε τήν τεχνική τῆς ἐκφορᾶς καί ἀπαγγελίας τῶν μελῶν, ἐνδοφωνική, ἀναστροφική, παλλόμενη. Πρόκειται γιά τεχνική ἡ ὁποία παραπέμπει σέ παλαιότερη παράδοση (τοῦ γνωστοῦ πρωτοψάλτη Ἰακώβου Ναυπλιώτη) καί ἡ ὁποία δέν ἐπιβιώνει πιά. Μέ τήν τεχνική αὐτή ἰσχυροποιεῖται - 214 -


ἡ ἐπιβλητική διατύπωση καί ὑποστηρίζεται ἔξοχα ἡ ἐνδοστρέφεια καί ἡ κατάνυξη. • Ἀπομαγνητοφωνημένη ἀπόδοση τοῦ Ἄρχοντος Λαμπαδαρίου τῆς ΜτΧΕ, Βασιλείου Ἐμμανουηλίδη. Τό ἐξαιρετικά ἔντεχνο καί κατανυκτικό ἐκκλησιαστικό ὕφος, συνεπικουρούμενο ἀπό τή συναφῆ ἐνδοστρέφεια καί ἐκφραστικότητα, ἀνταποκρίνεται ἄριστα καί στό ἀνάλογο κατανυκτικό καί ἀρχαιοπρεπές ὕφος τῶν συγκεκριμένων μελῶν, τό ὁποῖο ἀποτελεῖ, ἐπίσης, μέ τή σειρά του, τό κυριότερο ἰδιοσυστασιακό χαρακτηριστικό του ὀκτάηχου αὐτοῦ μουσικοῦ Συστήματος. Στήν περίπτωση τῶν Κεκραγαρίων τοῦ Ἰακώβου, δέν καταγράφεται μόνο ἡ μεγάλη Πατριαρχική παράδοση, ἀλλά καί ἡ πεμπτουσία ἑνός προσωπικοῦ ἑρμηνευτικοῦ ἰδιώματος πού ἀνταποκρίνεται τόσο ἀποτελεσματικά στόν χαρακτήρα καί στό ὕφος τῶν ἑρμηνευόμενων μελῶν. Συμπεραίνουμε, λοιπόν, ὅτι ἡ Βυζαντινή Μουσική δέν στηρίζεται στίς ὁμοιότητες ἤ στίς διαφορές ἀνάμεσα στούς, ἀνά τούς αἰῶνες διαφορετικούς, τρόπους γραφῆς, ἀλλά στή συνέχειά της, στήν ἐξέλιξη καί ροή πού μπορεῖ νά ἔχει ἕνας ζωντανός φορέας τῆς θρησκείας, τῆς τέχνης καί τοῦ πολιτισμοῦ. Ἡ ἀρχαία σημειογραφία τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς ἀποτελοῦσε ἕνα συνεπτυγμένο σύστημα, σύμφωνα μέ τό ὁποῖο ἕνα ἁπλό μουσικό σημάδι ἐξέφραζε ὁλόκληρη φράση, ὁλόκληρη περίοδο, ὁλόκληρη μουσική ἰδέα. Ὄφειλε ὁ μαθητής νά ἀποστηθίσει τή μελωδία πού ἀντιστοιχεῖ σέ κάθε σημάδι καί νά τήν κρατήσει ζωντανή στή μνήμη. Τά διαστήματα τῶν φθόγγων σέ κάθε ἦχο δέν ἦταν προσδιορισμένα· τά μάθαινε κανείς μέσω τῆς προφορικῆς παράδοσης. Συνακόλουθα, ἔπρεπε νά ἔχει ὁ μαθητής πολύ ἐξασκημένη ἀκοή γιά τήν ἀκριβῆ ἀντίληψη καί ἐκτέλεση τῆς μελωδίας. Ἡ ἔλλειψη ἑνός κατάλληλου μουσικοῦ ὀργάνου στή διδασκαλία καθιστοῦσε τό ἔργο ἀκόμα δυσκολότερο καί αὐτό, κατά ἕνα μεγάλο ποσοστό, ἀποτελεῖ τήν αἰτία τῆς βαθμιαίας παρακμῆς τῆς μουσικῆς μας. Κι ὅμως, αὐτό τό ἐλάττωμα ἡ ἀρχαία μέθοδος τό ἀναπλήρωνε μέ μία μακροχρόνια διδασκαλία, κατά τήν ὁποία ἡ παράδοση εἶχε τόν χρόνο νά ριζώσει μέσα στόν μαθητή καί νά τοῦ γίνει δεύτερη φύση. Ὁ μαθητής ἐξοικειωνόταν μέ τά διαστήματα τῶν φθόγγων τοῦ κάθε ἤχου καί τά ἐκτελοῦσε χωρίς νά σκέπτεται, μέ αὐτόματο τρόπο, χωρίς ἐπιστημονική ἀντίληψη, ἀλλά πιστά καί μέ ἀκρίβεια. Στήν πραγματικότητα, ὅμως, ὁ μαθητής ἐξοικειωνόταν μέ τά διαστήματα περισσότερο μέσω τῶν γνώσεων πού εἶχε ἀποκτήσει παιδιόθεν καί μέσω τῆς καθημερινῆς τριβῆς, παρά μέσω αὐτῆς τῆς μακροχρόνιας διδασκαλίας. Ἡ διδασκαλία ἐξακολουθεῖ νά ἔχει ὡς θεμέλιο τή φωνητική παράδοση, - 215 -


μέ τήν ἑξῆς διαφορά, ὅτι ἀντί τῶν συνοπτικῶν σημαδιῶν, τῶν ὁποίων ἡ ἀποστήθιση ἀπαιτεῖ χρόνια, ἐπινοήθηκαν διάφορα σημάδια πού δείχνουν τήν ἀνάβαση καί τήν κατάβαση τῶν φθόγγων, καθώς καί ὁρισμένες βασικές διαιρέσεις τοῦ χρόνου. Ὡστόσο, οὔτε ἡ παρασημαντική οὔτε ἡ παλαιά θεωρία παρέχουν πληροφορίες γιά τήν ὄντως ἀπόσταση ἀνάμεσα σέ ἕναν φθόγγο καί τόν προηγούμενό του, οὔτε προσδιορίζουν τά τονιαία διαστήματα τοῦ κάθε ἤχου. Ἡ παράδοση μονάχα εἶναι ἱκανή νά τό κάμει. Τά θεμέλια τοῦ μέλους βρίσκονται στή μνήμη τοῦ ψάλτη. Ἐπειδή ἕνα μέλος δύναται νά ἐκτελεῖται δίχως καμιά ἀλλαγή στή γραφή, σέ ὅλους τους ὀκτώ ἤχους, πρέπει νά σημειωθεῖ: Τό μόνον μέσον πρός πίστωσιν τῆς ἀκριβοῦς καί πιστῆς ἐξηγήσεως τῆς πρώτης συμβολικῆς στενογραφίας διά τῶν διάφορων ἀναλύσεων, εἶναι ὁ ἀναδρομικός παραλληλισμός τῆς ἐξηγήσεως τῶν τριῶν, πρός τούς διάμεσους σταθμούς τῶν ἀναλύσεων καί διά τούτων πρός τήν ἀρχαίαν στενογραφίαν. (Παρασημαντική Κ. Ψάχου, σ. 249)

"Ἡ πρωτότυπη-παλαιά σημειογραφία εἶναι μία συμβολική ὀπτικόἠχητική καί μνημοτεχνική μέθοδος. Βλέπεις μία γραφική παράσταση καί πρέπει νά τήν «ἐξηγήσεις» καί νά ψάλεις αὐτό πού σου δηλώνει. Ἄν καταγράψεις μόνο μέ φωνητικά σημάδια αὐτό πού ψάλλεις κοιτάζοντας τήν παλαιά σημειογραφία χρειάζεσαι πολλά σημάδια. Τό μέλος εἶναι ἀναλλοίωτο, τό ἔνδυμα τοῦ εἶναι διαφορετικό.Ἡ ψαλμώδηση τῶν ἀργῶν μελῶν ἀπό τήν ἐξηγητική καί ἀναλυτική σημειογραφία εἶναι εὔκολη ὡσάν καί στά σύντομα μέλη, ἡ ἐξηγητική σημειογραφία εἶναι ἴδια". (Ἐρωταποκρίσεις Γρ. Στάθη, σσ. 67-68)

Οἱ θέσεις, εἴτε ἁπλές εἴτε σύνθετες, μέ τίς μεγάλες ὑποστάσεις χειρονομίας, ἐξάγουν ἄλλο μέλος στό διατονικό γένος καί ἄλλο στό χρωματικό, καί μιλᾶμε συγκεκριμένα γιά τίς ἴδιες ἀκριβῶς θέσεις καί στίς ἴδιες βαθμίδες ἀντίστοιχα ἑνός διατονικοῦ καί ἑνός χρωματικοῦ τετραχόρδου. Αὐτό εἶναι ἀδιαμφισβήτητη ἀλήθεια πού ὅποιος ἀσχολεῖται μέ τήν ψαλτική τήν συναντάει κάθε τόσο μπροστά του. Ἐπικαλούμαστε τόν Χρύσανθο νά μᾶς διδάξει : “Πάλιν ἐὰν θέλῃ νὰ γνωρίσῃ πῶς ἐγίνετο τὸ μέλος τοῦ οὐρανίσματος διατονικῶς, ἄς ἴδῃ εἰς τὸ «Τὴν Παγκόσμιον Δόξαν» τοῦ Χρυσάφη τὰς λέξεις πύλην, οὐρανός, Θεοῦ, πῶς εἶναι γεγραμμέναι κατ’ αὐτὸν καὶ πῶς εἶναι καθ’ ἡμᾶς. Χρωματικῶς δέ, ἄς ἴδῃ εἰς τὸ «Παρῆλθεν ἡ σκιά τοῦ - 216 -


νόμου» τὴν λέξιν ἔμεινας. Τὸ ἴδιο δύναται νὰ κάμῃ διὰ τὸ ψηφιστοπαρακάλεσμα καὶ δι’ ὅλα τὰ λοιπά.” Πρέπει νά διασαφηνιστεῖ ὅτι οἱ θέσεις καί οἱ ὑποστάσεις ἔβγαζαν ἄλλο μέλος, διαφορετικό στή βαθμίδα τοῦ τετραχόρδου ἤ πενταχόρδου διατονικά ἤ χρωματικά. Εἶναι τόσο φυσικό νά συμβαίνει, διότι ἡ κάθε βαθμίδα τοῦ πενταχόρδου εἶναι καί βάση κάποιου ἤχου, ὅπου ὑπάρχει ἡ γνωστική ἰδέα: “ἥτις ἐν ἐκάστῳ τῶν ἤχων ὡς τὶ χρῶμα ἐμφαίνεται γὰρ ἑκάστου ἰδέα, ὥσπερ τὶ χρῶμα ἐστίν, ὃ χωρίζει ἕκαστον τῶν ἤχων ἀπὸ τῶν ἄλλων[....] τοῦτο δὲ πολλάκις ἡ τοιάδε θέσις ποιεῖ, ἐπεὶ οὒχ ὥσπερ τὸν πρῶτον ἦχον μελίζομεν οὕτω καὶ τὸν δεύτερον, οὐδ’ ὥσπερ τὸν δεύτερον οὕτω καὶ τὸν τρίτον, καὶ τοὺς λοιπούς.” Στηριζόμενος σέ αὐτό, ὁ Χρύσανθος ἀναφέρει συγκεκριμένο παράδειγμα: “Διότι οἱ εἰρημένοι χαρακτῆρες καὶ αἱ ὑποστάσεις, ὅταν ἀλλάζωσι τόνους, ἤλλαζον καὶ τὴν δύναμιν αὐτῶν ,οἷον τὸ παρακάλεσμα ἄλλο μὲν μέλος ἔγραφεν ἐν τῷ τόνῳ τοῦ Πά, ἄλλο δὲ ἐν τῷ τόνῳ τοῦ Βοῦ.” Οἱ θέσεις συνθέτονται, στήν παλαιά σημειογραφία, μέ τρία, τέσσερα, πέντε μέχρι καί δέκα καί δώδεκα φωνητικά σημάδια καί συμπληρώνονται μέ μικρότερο ἀριθμό χειρονομιῶν σημαδιῶν καί τῶν σημείων τῶν ἀργιῶν. Ὅταν ὑπάρχουν περισσότερα φωνητικά σημάδια, συνήθως πρόκειται γιά σύνθετες θέσεις. Ὑπάρχουν, βέβαια, καί ἐκτενεῖς θέσεις, πού, μολονότι μποροῦμε νά τίς χωρίσουμε σέ ἐπιμέρους θέσεις, εἶναι παραδεδομένες σέ μία τέτοια σταθερή μορφή. Ὡς ἀντικείμενο, λοιπόν, ἡ ἐξήγηση εἶχε πάντοτε τό μελικό περιεχόμενο τῶν θέσεων καί τῶν μεγάλων ὑποστάσεων χειρονομίας, τῶν δηλωτικῶν μέλους ὁλοκλήρου. Στό ἔργο αὐτό τῆς ἐξηγήσεως οἱ ἐξηγητές, ἀπό τόν Μπαλλάσιο κυρίως καί μετά, λάμβαναν ὑπόψη τους τή θεωρητική τῶν Προθεωριῶν καί τῶν ἄλλων θεωρητικῶν συγγραφῶν καί τήν προφορική παράδοση, τήν καθαυτό πράξη τῆς Ψαλτικῆς. Ὕστερα, ἔδιναν σημασία στήν ποικιλία καί στό πλῆθος τῶν σημαδιῶν, γιατί ποικίλη ἦταν καί ἡ χειρονομία τους, δηλαδή ὁ τρόπος σχηματισμοῦ τῆς φωνῆς πού τό καθένα ἔδειχνε, καθώς ἀκόμα καί στό ἐτυμολογικό περιεχόμενο τοῦ ὀνόματος τοῦ κάθε σημαδιοῦ, ὅταν αὐτό βοηθάει στόν τρόπο ἐκφορᾶς τοῦ μέλους. Ὅλη αὐτή ἡ προσπάθεια ὑλοποιοῦνταν μέ τή χρησιμοποίηση τῶν φωνητικῶν σημαδιῶν γιά τήν καταγραφή τοῦ μέλους καί, στά πρῶτα στάδια, μέ τήν ἀνάλυση τῶν θέσεων σέ ἐπιμέρους θέσεις πιό εὐκολονόητες καί τήν ἀνάλυση τοῦ μέλους τῶν μεγάλων ὑποστάσεων μέ τήν ἀντικατάστασή - 217 -


τους ἀπό ἄλλα ἄφωνα σημάδια, σαφέστερης ἐπιμέρους ἐνέργειας, καί μάλιστα μέ τή διάκρισή τους σέ κόκκινα καί μαῦρα. Τά κόκκινα εἶχαν ἀσθενέστερη πάντοτε ἐνέργεια. Φθάνουμε, λοιπόν, στό προκείμενο θέμα: Ἡ ἐξήγηση τῆς παλαιᾶς βυζαντινῆς σημειογραφίας εἶναι ἡ πλήρης καταγραφή, ἄρα καί ψαλμώδηση, τοῦ μέλους πού βρίσκεται μέσα σ' αὐτή ἤ στήν ἄλλη σύνθεση τῶν σημαδιῶν, φωνητικῶν - ἀνιόντων καί κατιόντων ἀπ’ τή μία μεριά, καί ἀφώνων ἤ μεγάλων ὑποστάσεων χειρονομίας, ὅπως λέγονται, ἀπ' τήν ἄλλη. Ἡ ἕνωση αὐτή καί σύνθεση τῶν σημαδιῶν κατά τρόπο πού νά περιέχουν ἕνα πλῆρες μουσικό νόημα, μία φράση, λέγονται θέσεις, ὅπως εἴδαμε παραπάνω. Πολλές θέσεις, πού ἔρχονται αὐτούσιες ἤ σάν θυγατέρες τῶν παλαιῶν «μελωδημάτων», ἔχουν διάφορες συγκεκριμένες ὀνομασίες, δηλωτικές συνήθως τοῦ περιεχομένου τους, ἐνῶ ἄλλες χαρακτηρίζονται σαφῶς ἀπό μία μεγάλη ὑπόσταση, δηλωτική πλατυσμοῦ μέλους. Καμιά φορά, οἱ θέσεις αὐτές, τόσο συγκεκριμένες καί τυποποιημένες κατά κάποιον τρόπο, γνωρίζονται καί σχηματίζουν τό μέλος τους, ἔστω κι ἄν ἡ μεγάλη ὑπόσταση δέν εἶναι γραμμένη ἐπάνω τους ἤ κάτωθεν. Μία συνηθισμένη τέτοια περίπτωση εἶναι οἱ διάφοροι τύποι θέσεων τοῦ οὐρανίσματος, καί τοῦ θεματισμοῦ ἀκόμα, καί ἄλλων σημείων, γιά νά θυμηθοῦμε τόν λόγο τοῦ Ἀπόστολου Κώνστα ὅτι: "τά ἄφωνα σημεῖα κυριεύουν τά σχήματα τῶν φωνῶν." Καταλήγοντας, θά ἤθελα νά ἐπισφραγίσω τήν εἰσήγηση μέ τήν ἀξιομνημόνευτη, ἐπίκαιρη καί διαχρονική ρήση τοῦ Πατρός ἡμῶν Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου: “Δόξα τῷ Θεῷ, πάντων ἕνεκεν.”

- 218 -


o Βυζαντινή Μουσική mπό τό Πρίσµα mπολογιστικῶν Μοντέλων Μάξιµος Καλιακάτσος-Παπακώστας, PhD Τµῆµα Μουσικῶν Σπουδῶν Α.Π.Θ. 1. Εἰσαγωγή Ἡ Βυζαντινή μουσική καί οἱ ὕμνοι φέρνουν χειροπιαστά καί γλαφυρά στό σήμερα παραδόσεις αἰώνων. Ὁλόκληρες κοινωνίες καί πολιτισμοί σέ μεγάλο ἱστορικό βάθος ἔδωσαν καί πῆραν στοιχεῖα, ἀξιοποιώντας τή Βυζαντινή μουσική ὦς μέσω ψυχικῆς καί πνευματικῆς ἔκφρασης μέ στόχο τό θεμελιῶδες ἐρώτημα τῆς ὕπαρξης καί τίς ἀπαντήσεις πού δίνονται ἀπό τήν Ὀρθόδοξη Χριστιανική πίστη. Μέ ἐφαλτήριο τήν ἐπίκληση στό θεῖο, συστηματικοποιήθηκε ἕνα ἄρτιο μουσικό σύστημα τό ὁποῖο βρίθει σέ λεπτομέρεια, πολυπλοκότητα ἀλλά καί ἀμεσότητα, ἀξιοποιώντας ἠχητικούς καί νοηματικούς μηχανισμούς πού καθηλώνουν τόν ἀκροατή ἀνεξαρτήτως θρησκείας, ἐθνικότητας καί μουσικοῦ ὑποβάθρου. Ἕνα τέτοιο πλούσιο καί ὄμορφο σύστημα, θεμελιωδῶς διαφορετικό ἀπό τά μουσικά συστήματα πού ἐξελίχθηκαν στόν Εὐρωπαϊκό χῶρο, ἀλλά καί τίς γύρω περιοχές, μέ ἐμφανῆ ὅμως χαρακτηριστικά ἀμφίδρομης ἐπιρροῆς, ἔχει πολλά νά προσφέρει γιά τήν βαθύτερη κατανόησή του πώς οἱ ἄνθρωποι σκέφτονται. Ποιοί εἶναι οἱ ἀντιληπτικοί καί γνωσιακοί μηχανισμοί ποῦ ἐπιδροῦν γιά τήν κατανόηση δομῶν τῆς Βυζαντινῆς μουσικῆς; Ποιά εἶναι τά κοινά χαρακτηριστικά τῶν ἰδιαίτερων ἁρμονικῶν φαινομένων, ὄπως οἱ πτώσεις στά τελειώματα τῶν φράσεων καί ποιά ἡ σχέση τους μέ ἀντίστοιχα φαινόμενα σέ ἄλλες μουσικές (ὄπως τῆς Δυτικῆς); Ποιά ἡ σχέση τῶν μουσικῶν ἀντικειμένων μέ λεκτικά ἀντικείμενα, ὄπως αὐτά ἐκφέρονται στά κείμενα τῶν ψαλμῶν; Οἱ ἀπαντήσεις σέ τέτοιες ἐρωτήσεις μέ χρήση ὑπολογιστικῶν μεθόδων χρίζουν διπλοῦ ἐνδιαφέροντος: ἀφενός οἱ ἀπαντήσεις θά ρίξουν περισσότερο φῶς σέ τομεῖς τῆς γνωσιακῆς ἐπιστήμης πού ἀφοροῦν τούς μηχανισμούς με τούς ὁποίους οἱ ἄνθρωποι ἀντιλαμβάνονται ἀφηρημένα νοήματα (ὄπως τῆς μουσικῆς) καί ἀφετέρου θά ἐπιτραπεί βαθύτερη κατανόηση τῶν ὑπολογιστικῶν μεθόδων καθ’ ἐαυτῶν, καθώς νέες πειραματικές ἤ ὑπολογιστικές διατάξεις θά χρειαστεῖ νά ἀναπτυχθοῦν ἐπεκτείνοντας ἤδη ὑπάρχουσες. Τό κεφάλαιο αὐτό ἀποσκοπεῖ στό νά εἰσάγει τόν ἀναγνώστη στή χρήση ὑπολογιστικῶν μεθόδων, ὄπως αὐτή ἀποτυπώνεται σέ ἐπιστημονικές ἐργα- 219 -


σίες ὦς σήμερα, ἀλλά κυρίως στήν περιγραφή νέων κατευθύνσεων πάνω σέ αὐτό τό θέμα. Συγκεκριμένα, μετά ἀπό μία σύντομη ἐπισκόπηση κάποιων βασικῶν δυνατοτήτων πού προσφέρονται ἀπό ὑπολογιστικές μεθόδους (κυρίως Τεχνητῆς Νοημοσύνης) καί μία σύντομη ἀναφορά στό πώς βασικές ὑπολογιστικές μέθοδοι ἔχουν χρησιμοποιηθεῖ μέχρι σήμερα γιά τήν μελέτη Βυζαντινῆς μουσικῆς, παρουσιάζονται κάποιες σκέψεις γιά τό πώς ἡ οὐσία τοῦ πλούτου τῆς Βυζαντινῆς μουσικῆς καί τῶν ψαλμῶν, πού ἀφορᾶ τίς ἰδιαιτερότητες πού ἡ μουσική αὐτή παρουσιάζει, μπορεῖ νά ἀναδειχθεῖ μέσα ἀπό τή μελέτη μέ σύγχρονες ὑπολογιστικές τεχνικές. Ἡ ἁρμονική ἰδιαιτερότητα καί ἡ σύνθεση τῆς μουσικῆς μέ ὑψηλότερου ἐπιπέδου ἔννοιες εἶναι μέρος τοῦ πλούτου τῆς Βυζαντινῆς μουσικῆς καί τῶν ὕμνων πού ἀποτυπώνουν ἕνα πολιτισμικό καί κοινωνικό μονοπάτι αἰώνων, τό ὁποῖο ἴσως μας δίνεται ἡ δυνατότητα νά περιδιαβοῦμε σέ λίγο μεγαλύτερο πλάτος καί βάθος μέ τή χρήση ὑπολογιστικῶν μεθόδων. 2. Συνοπτική Ἀναφορά στά Ὑπολογιστικά Μοντέλα γιά τήν Αὐτόματη Ἐξαγωγή Πληροφορίας καί Δημιουργία νέου Περιεχομένου Μέ τήν ἔλευση τῶν ὑπολογιστῶν καί τήν ὑλοποίηση ἀλγόριθμων γιά τήν ἐπεξεργασία τοῦ ἠχητικοῦ σήματος καί τῆς πληροφορίας, ἡ αὐτοματοποιημένη ἐξαγωγή πληροφοριῶν καί ἡ ἀνάλυση ἠχητικῶν καί μουσικῶν σημάτων ὄχι μόνο κατέστη ἐφικτή, ἀλλά καί ἀποδεικνύεται συνεχῶς ἰδιαίτερα χρήσιμη σέ διάφορους κλάδους τῆς ἐπιστήμης. Ἀνάμεσα σέ πολλές ἄλλες ἐφαρμογές, ἡ σημαντικότητα τῶν ὑπολογιστικῶν ἐργαλείων ἀνάλυσης ἠχητικοῦ καί μουσικοῦ σήματος στήν ἐπιστήμη ἔγκειται στό γεγονός ὅτι ἐπιτρέπουν τήν ἔρευνα σέ ἀνώτερα ἐπίπεδα πληροφορίας. Γιά παράδειγμα, μέσω τῆς ἐπεξεργασίας χαμηλοῦ ἐπιπέδου πληροφορίας, εἴτε ἠχητικοῦ σήματος εἴτε τῶν νοτῶν, ἐπιτρέπεται ἡ βαθύτερη κατανόηση τῶν ὑψηλότερου ἐπιπέδου γνωσιακῶν λειτουργιῶν πού ἐπιτρέπουν στούς ἀνθρώπους νά ἀντιλαμβάνονται σύνθετες μουσικές δομές ὦς αὐτονόητες. Ἐνδεικτικά, ἀναφέρονται οἱ ἐργασίες τῆς Krumhansl (2001) καί τοῦ Temperley (2004), οἱ ὁποῖοι βασιζόμενοι σέ ἁπλά μοντέλα στατιστικῆς μέσα ἀπό ἀντιληπτικά πειράματα καί ἐξαγωγή πληροφοριῶν ἀπό μουσικά δεδομένα ἔδειξαν πώς ἡ θεμελιώδης στή Δυτική Μουσική ὑψηλοῦ ἐπιπέδου ἔννοια τῆς τονικότητας συνδέεται ἄμεσα μέ τήν στατιστική κατανομή τῶν τονικῶν κλάσεων - πού ἀποτελοῦν πληροφορίες χαμηλότερου ἐπιπέδου. Ὑπάρχει μία ποικιλία ἀπό ἐμπειρικές πειραματικές διαδικασίες (μέ συμμετέχοντες πού παρέχουν ἀπαντήσεις) γιά τήν ἐξαγωγή συμπερασμάτων γιά τό ποιές νότες ἀκούγονται πιό ἀναμενόμενες, δείχνοντας ποιές ὁμάδες ἀπό - 220 -


Εἰκόνα 2.1: Ροή τῆς πληροφορίας γιά τήν ἐξαγωγή χαρακτηριστικῶν μέ ὑπολογιστικές μεθόδους καί τῆς περαιτέρω ἀνάλυσης ἀπό εἰδικό ἤ μέ μεθόδους τεχνητῆς νοημοσύνης.

νότες μποροῦν νά ὁμαδοποιηθοῦν στήν ἴδια ἀντιληπτική/γνωσιακή ὁμάδα (π.χ. στήν ἴδια τονικότητα). Τέτοιες διαδικασίες περιλαμβάνουν τήν συνέχιση μελωδιῶν ἀπό τούς συμμετέχοντες, τήν βαθμολόγηση τοῦ πόσο ταιριαστές εἶναι συγκεκριμένες νότες γιά τή συνέχιση μίας μελωδίας καί τήν καταγραφή τοῦ χρόνου ἀπάντησης (Huron, 2006). Ἡ Εἰκόνα 2.1 δείχνει τή γενική ροή τῶν διαδικασιῶν γιά τήν ἐξαγωγή ἠχητικῆς ἤ μουσικῆς πληροφορίας εἴτε μέ τή χρήση γνωσιακῶν μοντέλων εἴτε κατευθείαν ἀπό τή μουσική ἐπιφάνεια καί τήν ἐκμετάλλευσή της γιά τήν ἐξαγωγή συμπερασμάτων εἴτε ἀπό εἰδικούς εἴτε ἀπό συστήματα αὐτόματης λήψης ἀποφάσεων - πού ἀνήκουν στήν τάξη ἀλγόριθμων τῆς Τεχνητῆς Νοημοσύνης. Μουσικά δεδομένα μπορεῖ νά ὑπάρχουν σέ δυό μορφές ψηφιακῆς/ὑπολογιστικῆς ἀναπαράστασης: ἠχητικοῦ σήματος καί συμβολική μορφή. Ἀπό τήν ἠχητική ἀναπαράσταση μποροῦν νά ἐξαχθοῦν πληροφορίες γιά ποιοτικά χαρακτηριστικά του ἤχου πού ἀφοροῦν τήν χροιά (Tzanetakis & Cook, 2002) ἤ ἀκόμα καί τήν ἀκριβῆ προσέγγιση τοῦ φθογγικοῦ ὑλικοῦ τῆς μουσικῆς ἐπιφάνειας (νότες καί διάρκειες), ὄπως δείχνει ἡ Εἰκόνα 2.2, μέσα ἀπό ἐπιπλέον ἐπεξεργασία τοῦ ἠχητικοῦ σήματος καί βάσει γνωσιακῶν μοντέλων ἀντίληψης τοῦ ἤχου ἀπό τούς ἀνθρώπους (Ewert, 2011). Ἡ συμβολική ἀναπαράσταση ἀφορᾶ τήν πληροφορία πού βρίσκεται στήν παρτιτούρα, δηλαδή τήν ἀπευθείας περιγραφή τοῦ φθογγικοῦ ὑλικοῦ τῆς μουσικῆς ἐπιφάνειας. 2.1 Αὐτόματη Κατηγοριοποίηση Μουσικῶν δεδομένων Μέ τή μουσική πληροφορία χαμηλοῦ ἐπιπέδου (νότες καί ρυθμικά γεγονότα) νά ὑπάρχει διαθέσιμη καί γνωρίζοντας θεμελιώδεις ἀντιληπτικές καί γνωσιακές ἀρχές πού περιγράφουν τήν μουσική ἀντίληψη ἀπό τόν ἄνθρωπο, ἐπιτρέπεται ἡ χρήση μεθόδων Τεχνητῆς Νοημοσύνης γιά τήν κατηγοριοποίηση μουσικοῦ περιεχομένου μέ σχετικά ὑψηλή ἀκρίβεια. Ἡ ἐξα- 221 -


Εἰκόνα 2.2: Μετατροπή ἠχητικοῦ σήματος σέ φθόγγους μέσα ἀπό μεθόδους ἐπεξεργασίας σήματος πού βασίζονται σέ ἀντιληπτικά μοντέλα. Ἡ εἰκόνα ἔχει ληφθεῖ ἀπό τήν ἐργασία τοῦ Ewert (2011).

γωγή χαρακτηριστικῶν ἀπό χαμηλοῦ ἐπιπέδου πληροφορίες ἀκολουθεῖ τή λογική της βαθύτερης κατανόησης τῶν μουσικῶν δεδομένων ἀπαντώντας ἐρωτήσεις, ὄπως: ποιό εἶναι τό φασματικό κεντροειδές σέ μία ἠχογράφηση, ποιά εἶναι ἡ κατανομή τῶν φθογγικῶν κλάσεων ἤ ποιά εἶναι ἡ ρυθμική πολυπλοκότητα ἑνός μουσικοῦ τμήματος; Ποσοτικοποιώντας καί περιγράφοντας τήν πληροφορία αὐτή σέ μαθηματικούς χώρους ἠχητικῶν/μουσικῶν ποσοτήτων φέρει ὡς ἀποτέλεσμα τήν ἀπάντηση τῶν παραπάνω ἐρωτήσεων δίνοντας ἀριθμητικές περιγραφές, ὄπως γιά παράδειγμα, γιά τήν τιμή τοῦ φασματικοῦ κεντροειδούς, τίς τιμές πού λαμβάνει στήν κατανομή ἡ κάθε φθογγική κλάση ἤ μία τιμή πού περιγράφει τήν ρυθμική πολυπλοκότητα. Μέ αὐτό τόν τρόπο εἶναι ἐφικτή ἡ ἀναπαράσταση τῶν μουσικῶν δεδομένων σέ μαθηματικούς χώρους ὑψηλῶν διαστάσεων μετατρέποντας ἕνα μουσικό κομμάτι σέ ἕνα σύνολο ἀριθμητικῶν τιμῶν πού τό περιγράφουν. Ἀξιοποιώντας τήν πληροφορία ἀπό τήν ἀριθμητική ἀναπαράσταση τοῦ ἠχητικοῦ σήματος μουσικῶν κομματιῶν ἐπιτρέπεται ἡ κατηγοριοποίηση ἀνάλογα μέ τό μουσικό τους εἶδος, ὄπως παρουσιάστηκε ἀρχικά ἀπό τόν Tzanetakis (2002). Ἐπίσης, ἀξιοποιώντας τίς κατανομές φθογγικῶν κλάσεων διαφορετικῶν κομματιῶν γιά τήν ἐκπαίδευση Τεχνητῶν Νευρωνικῶν Δικτύων εἶναι ἐφικτή ἡ ἀρκετά ἀκριβῆς κατηγοριοποίηση κομματιῶν σέ ἐποχή σύνθεσης καί συνθέτη (Kaliakatsos-Papakostas et al., 2010). Ἡ κατηγοριοποίηση ἤ ὁμαδοποίηση δεδομένων (μουσικῆς ἤ ἄλλων) μέ χρήση μεθόδων τεχνητῆς νοημοσύνης γίνεται κυρίως μέ δύο κλάσεις ἀλγορίθμων πού ἀνήκουν στήν ἐπιβλεπόμενη καί τή μή ἐπιβλεπόμενη μηχανική μάθηση. Στήν ἐπιβλεπόμενη μάθηση ἀνήκουν ἀλγόριθμοι πού ἐκπαιδεύονται μέ τή χρήση δεδομένων πού εἶναι γνωστή ἡ κατηγορία στήν ὁποία ἀνήκουν τά δεδομένα αὐτά. Ἔτσι μποροῦν νά ἀναπτυχθοῦν συστήματα πού κατά τή διαδικασία ἐκπαίδευσης μαθαίνουν νά διαχωρίζουν τά χαρακτηριστικά ἀπό - 222 -


κάποια δεδομένα πού γνωρίζουμε ὅτι ἀνήκουν, γιά παράδειγμα, στό εἶδος τῆς τζάζ καί τό εἶδος τῆς κλασικῆς μουσικῆς. Τέτοια συστήματα μποροῦν νά χρησιμοποιηθοῦν γιά νά κατηγοριοποιήσουν ἕνα μουσικό κομμάτι πού δέν ἔχουν «δεῖ» κατά τή διαδικασία ἐκπαίδευσης στό εἶδος τῆς τζάζ ἤ τῆς κλασικῆς μουσικῆς. Στή μή ἐπιβλεπόμενη μάθηση οἱ ἀλγόριθμοι δέν γνωρίζουν κατά τήν ἐκπαίδευση ποιές εἶναι οἱ κατηγορίες τῶν δεδομένων καί προσπαθοῦν νά βροῦν κατηγορίες μεταξύ τῶν διαθέσιμων ἀντικειμένων βάσει μετρικῶν στίς κατανομές τῶν χαρακτηριστικῶν τῶν ἀντικειμένων αὐτῶν. 2.2 Αὐτόματη Σύνθεση Ἤχου καί Μουσικῆς Ἀξιοποιώντας τίς μεθόδους ἐξαγωγῆς χαρακτηριστικῶν καί συνδυάζοντάς τες μέ ὑπολογιστικά δημιουργικές μεθόδους, γίνεται δυνατή ἡ σύνθεση νέου ὑλικοῦ πού ἀντανακλᾶ συγκεκριμένα μουσικά χαρακτηριστικά. Τυπικό παράδειγμα ἀποτελοῦν τά στατιστικά μοντέλα Markov (Conklin, 2003), πού καταγράφουν (μαθαίνουν) στατιστικά γιά τίς μεταβάσεις μουσικῶν γεγονότων (π.χ. ποιές νότες ἀκολουθοῦν πιθανότερα ἄλλες νότες σέ ἕνα δεδομένο σύνολο μάθησης) καί ἔπειτα μποροῦν νά συνθέσουν μέ δειγματοληψία πάνω στίς προκύπτουσες κατανομές νέα μουσικά γεγονότα (π.χ. νέες ἀκολουθίες ἀπό νότες). Συνδυάζοντας ὑψηλότερου ἐπιπέδου γνωσιακά μοντέλα, ὄπως γιά παράδειγμα γιά τήν ἀντιληπτική καί γνωσιακή δομή τῶν συγχορδιῶν (Cambouropoulos et al., 2014), ἡ χρήση στατιστικῶν μεθόδων μπορεῖ νά ἀξιοποιηθεῖ γιά τήν ἀνάπτυξη πολύπλοκων συστημάτων, ὄπως ἐναρμόνισης μελωδιῶν σέ συγκεκριμένα μουσικά εἴδη ἔπειτα ἀπό στατιστική μάθηση σέ δεδομένα κομματιῶν πού ἀνήκουν στά εἴδη αὐτά (Kaliakatsos-Papakostas et al., 2016a). Ἀνάμεσα στά μοντέλα στατιστικῆς μάθησης ἀξίζει νά ἀναφερθοῦν καί τά τεχνητά νευρωνικά δίκτυα Μακρᾶς Βραχυπρόθεσμης Μνήμης (Long Short-Term Memory ἤ LSTM), τά ὁποία εἶναι κατάλληλα γιά στατιστική μάθηση ἀκολουθιῶν καί κατά συνέπεια ἔχουν βρεῖ ἐπιτυχεῖς ἐφαρμογές στή μάθηση καί σύνθεση μελωδιῶν - εἰδικά στή σύνθεση παραδοσιακῶν Κέλτικων μελωδιῶν (Sturm et al., 2016). Ἡ παραγωγή μουσικῆς μέ τή χρήση γνωσιακῶν μοντέλων ἔχει ἐξεταστεῖ καί μέ μεθόδους πού χρησιμοποιοῦν γενετικούς ἀλγόριθμους (Miranda, 2007). Τέτοιοι ἀλγόριθμοι παράγουν ἐπαναληπτικά γενιές ἀπό μουσικά ἀντικείμενα, μέ κάθε γενιά νά εἶναι καλύτερα προσαρμοσμένη σέ κάποια κριτήρια πού τίθενται, ἐνῶ τά κριτήρια αὐτά συνήθως ἔχουν νά κάνουν μέ ποσοτικοποιημένα μουσικά χαρακτηριστικά πού ἀντιστοιχοῦν σέ ἀντιληπτικά γνωσιακά μοντέλα. Ἡ χρήση γενετικῶν ἀλγόριθμων ἔχει ἐξεταστεῖ - 223 -


γιά τήν παραγωγή μουσικῆς σέ πολλά ἐπίπεδα: ἀπό τό ἐπίπεδό του ἤχου (Kaliakatsos et al., 2012), τοῦ ρυθμοῦ (Kaliakatsos et al., 2013) καί τῶν πολυφωνικῶν μελωδιῶν (Kaliakatsos et al., 2016b). Πέρα ἀπό τήν αὐτόματη μουσική σύνθεση βάσει γνωσιακῶν κριτηρίων, οἱ γενετικοί ἀλγόριθμοι προσφέρουν ἐπίσης τή δυνατότητα σύνθεσης μουσικῆς μέσω διαδραστικῆς ἐξέλιξης, δηλαδή τήν δημιουργία νέων μουσικῶν συνθέσεων βάσει βαθμολογιῶν πού δίνονται ἀπό ἀνθρώπους. Ὅπου δηλαδή τά μουσικά χαρακτηριστικά ἀπό τίς καλύτερα βαθμολογούμενες μουσικές περνοῦν σέ ἑπόμενες γενιές συνθέσεων, ἐνῶ τά χαρακτηριστικά ἀπό τίς χειρότερες σταδιακά ἐξαλείφονται. 3. Ἡ Ὑπολογιστική Ἐπιστήμη στή Βυζαντινή Μουσική: ἀπό τό Παρόν στό Μέλλον Οἱ παραδοσιακές μέθοδοι ἀνάλυσης τῆς Δυτικῆς μουσικῆς κυρίως περιλαμβάνουν τίς ἐπιμέρους ἀναλύσεις στοιχείων, ὄπως ἡ ἁρμονία, ὁ ρυθμός, οἱ μελωδίες καί οἱ μελωδικές ροές ἀνάμεσα σέ ἄλλα, καθώς καί τίς ἀλληλεπιδράσεις αὐτῶν τῶν στοιχείων. Ὁμοίως καί στή Βυζαντινή μουσική, ὅπου ὅμως μελετῶνται καί οἱ ἀλληλεπιδράσεις αὐτῶν τῶν καθαρά μουσικῶν στοιχείων μέ τούς στίχους, οἱ ὁποῖοι δίνουν μία ἐπιπλέον μουσική διάσταση στή φωνή βάζοντας στό προσκήνιο καί τίς χροιϊκές της ἰδιότητες πέρα ἀπό τίς μελωδικές. Στήν ἑνότητα αὐτή γίνεται μία συνοπτική ἀναφορά σέ μελέτες πού ἀξιοποιοῦν ὑπολογιστικά μοντέλα γιά τήν ἐξαγωγή συμπερασμάτων σέ διάφορους τομεῖς τῆς Βυζαντινῆς μουσικῆς πού δέν μελετῶνται ὑπό τό πρίσμα τῶν παραδοσιακῶν μεθόδων ἀνάλυσης. Ἐπίσης παρουσιάζονται περιγραφικά καί πιθανές μελλοντικές κατευθύνσεις γιά τήν ἀξιοποίηση ὑπολογιστικῶν μοντέλων γιά τήν ἀνάδειξη τῶν ἰδιαίτερων καί μοναδικῶν χαρακτηριστικῶν της Βυζαντινῆς μουσικῆς. 3.1 Ἡ Ὑπολογιστική Ἐπιστήμη στήν Βυζαντινή Μουσική μέχρι Σήμερα Ἀπό τίς πρῶτες ἐφαρμογές ὑπολογιστικῶν μοντέλων προσαρμοσμένων στή Βυζαντινή μουσική ἦταν ἡ ἀνάπτυξη ἑνός συστήματος γιά τήν Ὀπτική Ἀναγνώριση Χαρακτήρων ἀπό κείμενα Βυζαντινῆς μουσικῆς (Gezerlis & Theodoridis, 2002). Ἡ ὀπτική ἀναγνώριση μουσικῶν χαρακτήρων ἐπιτρέπει τήν αὐτόματη ἀναγνώριση τῶν μουσικῶν στοιχείων πού περιγράφει μία εἰκόνα (π.χ. φωτογραφία) μίας μουσικῆς παρτιτούρας, ἐνῶ εἶναι ἕνα πεδίο ἔρευνας πού ἔχει βρεῖ ἐφαρμογές στή Δυτική μουσική μέ ἱκανοποιητικά ἀποτελέσματα. Τό σύστημα πού ἀναπτύχθηκε γιά τή Βυζαντινή μουσική στήν προαναφερθεῖσα μελέτη κατάφερε ἐντυπωσιακά ποσοστά ἐπιτυχίας - 224 -


πάνω ἀπό 99% σέ σύνολο 18000 βυζαντινῶν χαρακτήρων. Σκοπός τοῦ συστήματος ἦταν νά μάθει 71 διακριτά σύμβολα τῆς Ἑλληνικῆς Ὀρθόδοξης Βυζαντινῆς σήμανσης πού ἐγκαθιδρύθηκε ἀπό τό 1814. Τεχνικές ἐπεξεργασίας σήματος ἔχουν χρησιμοποιηθεῖ γιά τήν ἀνάλυση τῆς πραγματικῆς ἀπόδοσης Βυζαντινῶν ὕμνων σέ σύγκριση μέ τή θεωρία, συγκεκριμένα μέ τίς ἀποδόσεις τῶν διαστημάτων ἀπό τούς ψάλτες σέ συγκεκριμένους δρόμους συγκριτικά μέ τίς θεωρητικές προδιαγραφές τῶν δρόμων ὄπως αὐτές καθορίστηκαν στήν Μουσική Ἐπιτροπή κατά τήν Πατριαρχική Σύνοδο τοῦ 1881. Στήν μεταπτυχιακή ἐργασία τοῦ Tsiappoutas, K. M. (2004) παρουσιάστηκε ἡ ἠχητική ἀνάλυση ἑνός ψαλμοῦ ἀποδοσμένου ἀπό ἕναν ψάλτη, ἡ ὁποία φανέρωσε πώς οἱ ἀποδόσεις τῶν διαστημάτων ἦταν ἐν γένει σωστές, ἐνῶ ὑπῆρχε συστηματικά λάθος ἀπόδοση ἑνός συγκεκριμένου φθόγγου στήν κλίμακα. Στήν ἐργασία Delviniotis, D. et al., (2008) παρουσιάζεται μία παρόμοια ἀνάλυση σέ ψαλμούς ἀπό 13 διάσημους ψάλτες, ὅπου παρατηρήθηκαν ἐπίσης ἀποκλίσεις καί συγκεκριμένα διαφορετικοῦ τύπου ἀποκλίσεις σέ αὔξουσες καί φθίνουσες κλίμακες. Τέλος, στήν ἐργασία τῶν Panteli & Purwins (2013) παρουσιάζεται μία παρόμοια μελέτη ἀλλά σέ σύγκριση μέ τά διαστήματα πού πρότεινε ὁ Χρύσανθος, στήν ἀπόδοση 94 ἤχων. Ἐκεῖ ἐπίσης παρατηρήθηκαν ἀποκλίσεις, οἱ ὁποῖες παρατηρήθηκε πώς ἀφοροῦσαν κυρίως τήν «ἐξισορρόπηση» τῶν μεγάλων διαστημάτων ἔναντι τῶν μικροτέρων. Ἀξίζει νά γίνει ἀναφορά σέ δὐο διαφορετικές ἐργασίες πού ἀξιοποιοῦν μεθόδους μηχανικῆς μάθησης καί αὐτόματης ἐξαγωγῆς συμπερασμάτων γιά τήν αὐτόματη κατηγοριοποίηση μουσικῆς (συμπεριλαμβανομένης καί Βυζαντινῆς) καί σύνθεση Βυζαντινῶν ὕμνων. Στήν ἐργασία Neocleous et al., (2013) παρουσιάζεται μία μελέτη ὅπου ἀξιοποιήθηκε μία συλλογή ἀπό 242 μουσικά κομμάτια ἀπό Κυπριακή μουσική πού σχετίζεται μέ Βυζαντινούς ψαλμούς, Τουρκικά μακάμ καί Ἀραβικά κομμάτια ἀπό τήν Συρία καί τό Ἰρᾶν. Στά κομμάτια αὐτά ἔγινε ἐξαγωγή ἀντιληπτικῶν χαρακτηριστικῶν του ἤχου, ἐνῶ βάσει τῶν χαρακτηριστικῶν αὐτῶν κατηγοριοποιήθηκαν σωστά μέ μεγάλα ποσοστά ἐπιτυχίας τά κομμάτια πού ἀνῆκαν σέ διαφορετικά εἴδη. Στή ἐργασία τοῦ Mavromatis (2005) κατασκευάστηκε ἕνα μοντέλο στατιστικῆς μάθησης τό ὁποῖο μαθαίνει νά συνθέτει νέους ψαλμούς φθόγγο πρός φθόγγο, βασιζόμενο σέ στατιστικούς κανόνες γιά τούς προηγούμενους κάθε φορά φθόγγους καί τήν ἑκάστοτε συλλαβή τοῦ ψαλμοῦ. Μέ αὐτή τή μέθοδο ἀφενός κατέστη δυνατή ἡ σύνθεση αὐτοσχεδιαστικῶν ψαλμῶν μέ δοσμένο ἕνα κείμενο φυσικῆς γλώσσας, ἐνῶ ἀφετέρου ἔγινε ἡ διαπίστωση πώς οἱ κανόνες ἀντιστοίχισης συλλαβῶν κειμένου καί μουσικῶν φθόγγων ἦταν ἁπλοί - ὄπως φανέρωσαν τά προκύπτοντα μοντέλα - 225 -


πού ἐκπαιδεύτηκαν σέ ὑπάρχοντες αὐτοσχεδιαστικούς ψαλμούς πάνω σέ λεκτικό κείμενο. 3.2 Ἐνδιαφέρουσες Μελλοντικές Προοπτικές γιά τή Χρήση τῆς Ὑπολογιστικῆς Ἐπιστήμης στή Βυζαντινή Μουσική Ἡ Βυζαντινή μουσική εἶναι ξεχωριστή καί περιέχει στοιχεῖα πού καθιστοῦν τήν μελέτη της ἰδιαίτερα πολύτιμη γιά μουσικολογικούς, πολιτισμικούς, θρησκευτικούς καί ἱστορικούς λόγους. Κατέχει ἐπίσης τό πλεονέκτημα τῆς γεωγραφικῆς καί πολιτισμικῆς ἰδιαιτερότητας, ἀποτελώντας ἐν δυνάμει πολύτιμη βάση γιά Εὐρωπαϊκά ἔργα διαφύλαξης τῆς πολιτιστικῆς κληρονομιᾶς. Πέρα ἀπό ὅλα αὐτά ὅμως, ἡ Βυζαντινή μουσική καί συγκεκριμένα οἱ ψαλμοί ἔχουν πολλές ἰδιαιτερότητες πού τούς καθιστοῦν ἄκρως ἐνδιαφέροντες γιά ἐπιστημονικές μελέτες πέρα ἀπό τά περιθώρια τοῦ μουσικολογικοῦ, τοῦ πολιτισμικοῦ, τοῦ θρησκευτικοῦ ἤ καί τοῦ ἱστορικοῦ ἐνδιαφέροντος. Ἀνάμεσα στίς πολλές ἐπιπλέον ἰδιαιτερότητες γίνεται ἑστίαση σέ δυό: στήν ἁρμονική διαφορετικότητα σέ σύγκριση μέ τίς μουσικές πού ὁδήγησαν τελικά στή Δυτική μουσική καί στήν ἄρρηκτη σύνδεση κειμένου-μουσικῆς. Ἀναφορικά μέ τήν ἰδιαιτερότητα τῆς ἁρμονίας, ἡ χρήση πολυφωνικῶν τμημάτων ἀπό ψαλμούς θά μποροῦσε νά χρησιμοποιηθεῖ γιά διαφορετικές μελέτες γνωσιακού καί ὑπολογιστικοῦ ἐνδιαφέροντος. Ἁρμονικά τμήματα πού τελειώνουν μουσικές φράσεις ἤ ὁλόκληρα μουσικά κομμάτια μελετῶνται στά πλαίσια τῆς Δυτικῆς μουσικῆς ἤ καί ἄλλων μουσικῶν (Huron, 2006), ἀποκαλύπτοντας τούς μηχανισμούς πού οἱ ἄνθρωποι ἀντιλαμβάνονται τή νοηματική συνοχή καί ὁμαδοποίηση τμημάτων. Συγκεκριμένα ἔχει παρατηρηθεῖ ὅτι ἡ ἐντροπία πληροφορίας τοῦ μουσικοῦ περιεχομένου σέ τμήματα πού τελειώνουν φράσεις μειώνεται, γεγονός πού σημαίνει ὅτι οἱ μουσικές πτώσεις περιλαμβάνουν στοιχεῖα πού ἐπαναλαμβάνονται, δημιουργώντας ἕνα οἰκεῖο ἀκουστικό πλαίσιο. Θά εἶχε ἐνδιαφέρον νά ἐπαληθευθεῖ, νά διαψευστεῖ ἤ ἐν πάσῃ περιπτώσει νά ποσοτικοποιηθεῖ τό μέγεθος τοῦ φαινομένου στά πλαίσια τῆς Βυζαντινῆς μουσικῆς. Μέσα ἀπό τήν ὑπολογιστική μελέτη τοῦ μεγέθους τῆς ἐντροπίας πληροφορίας, μία τέτοια μελέτη θά εἶχε ὀφέλη στήν γνωσιακή ἐπιστήμη δίνοντας ἐνδείξεις γιά τό πώς λειτουργοῦν οἱ γνωσιακοί κανόνες ἀντίληψης τῆς κλειστότητας τῶν μουσικῶν φράσεων σέ ἕνα ἀκόμα ἰδιαίτερο καί ἄκρως ἀνεπτυγμένο μουσικό σύστημα ὄπως αὐτό τῆς Βυζαντινῆς μουσικῆς. Πέρα ἀπό τή γνωσιακή μελέτη τῶν πτώσεων ἤ ἄλλες γνωσιακές μελέτες, ὄπως γιά τήν προσδοκία συνέχισης κάποιων μελωδιῶν ἤ τά ποσοστά - 226 -


παρουσίας φθόγγων σέ ὁλοκληρωμένους ψαλμούς, ἡ ἁρμονική ἰδιαιτερότητα τῶν Βυζαντινῶν ψαλμῶν θά μποροῦσε νά δώσει ἐνδιαφέροντα ἀποτελέσματα στόν τομέα τῆς Ὑπολογιστικής Δημιουργικότητας. Ἄν καί ἔγινε μία ἀναφορά σέ ὑπολογιστικές μεθόδους αὐτόματης δημιουργίας μουσικῆς στήν Ἑνότητα 2, ὁ τομέας τῆς ὑπολογιστικῆς δημιουργικότητας ἔχει μεγαλύτερο εὖρος καί βαθύτερη στόχευση. Συνοπτικά, ἀφενός ἡ ὑπολογιστική δημιουργικότητα περιλαμβάνει πέρα ἀπό τή μουσική πολλά ἄλλα γνωσιακά πεδία, ὄπως γιά παράδειγμα τήν ποίηση ἤ τήν λογοτεχνία, ἐνῶ ἀφετέρου ἑστιάζει στήν ἀνάπτυξη μηχανισμῶν πού πράγματι ἐπιτρέπουν στούς ὑπολογιστές νά δημιουργοῦν περιεχόμενο πού οἱ ἄνθρωποι ἀντιλαμβάνονται ὦς δημιουργικό. Ἕνας τρόπος νά δημιουργηθοῦν νέες ἰδέες (ἤ μουσικές) εἶναι μέσω τῆς συνδυαστικῆς δημιουργικότητας, ἡ ὁποία εἶναι ἴσως ἡ πιό ἐνδιαφέρουσα καί πιό δύσκολη στήν τυποποίηση (Boden, 1990). Μέσω τῆς συνδυαστικῆς δημιουργικότητας, πού εἶναι ἕνα ἐργαλεῖο δημιουργικότητας πού χρησιμοποιοῦν κι οἱ ἄνθρωποι, γίνεται ἡ κατασκευή νέων ἐννοιακῶν ἀντικειμένων πού περιλαμβάνουν δημιουργικούς συνδυασμούς δομῶν πού γίνονται ὅμως σαφῶς ἀντιληπτές. Οἱ Fauconnier & Turner (2008) πρότειναν τή θεωρία τῆς Σύμμειξης Ἐννοιῶν (Conceptual Blending), βάσει τῆς ὁποίας οἱ ἔννοιες δυό ἐννοιακῶν χώρων ἀναμειγνύονται μέ ἕναν συνεπῆ τρόπο ὥστε νά προκύπτουν νέοι ἐννοιακοί χῶροι πού ἐπιτρέπουν τήν ἀντίληψη τῶν πραγμάτων μέ νέους τρόπους. Ἀρχικά ἡ θεωρία αὐτή ἀξιοποιήθηκε ἑρμηνευτικά, δηλαδή χρησιμοποιήθηκε ὦς ἐργαλεῖο ἐξήγησης δημιουργικῶν ἀποτελεσμάτων μέσω τοῦ διαχωρισμοῦ τῶν ἐννοιακῶν χώρων πού λειτουργοῦν ὦς τά συστατικά πού ἀναμειγνύονται δημιουργικά γιά νά ἐπιτευχθεῖ τό τελικό ἀποτέλεσμα πού ἐξετάζεται. Ἀντλώντας ἕνα παράδειγμα ἀπό τή μουσική, ὁ Zbikowski (2002) ἀνέλυσε ἕνα συνθετικό ἔργο τοῦ Palestrina πού βασίζεται σέ κείμενο πού περιγράφει τήν κάθοδο τοῦ Χριστοῦ ἀπό τούς οὐρανούς στήν γῆ ἀξιοποιώντας τό πλαίσιο τῆς σύμμειξης ἐννοιῶν σέ ὑψηλοῦ ἐπιπέδου ἔννοιες, ὄπως δείχνει ἡ Εἰκόνα 3.1. Σέ αὐτό τό παράδειγμα φαίνεται πώς ἡ τελική σύνθεση, ἡ ὁποία περιλαμβάνει φθίνουσες νότες καί τόν «ήχο τῆς πτώσης», γίνεται ἀντιληπτή ὦς κάτι τό δημιουργικό ἀπό τούς ἀκροατές, μιάς καί συνδυάζει τόν ἐννοιακό χῶρο τοῦ κειμένου (ἀριστερά), ὅπου περιγράφεται ἡ κάθοδος τοῦ Χριστοῦ ἀπό τόν ἄριστο τόπο τοῦ παραδείσου, μέ τόν μουσικό ἐννοιακό χῶρο (δεξιά) πού περιλαμβάνει φθίνοντα περάσματα σέ μουσικές κλίμακες πού ὁδηγοῦν σέ μία μουσική πτώση. Ὁ ἐννοιακός χῶρος στό πάνω μέρος τοῦ γραφήματος περιγράφει τόν «κοινό χώρο» (generic space), πού περιλαμβάνει τίς κοινές ἰδιότητες τῶν ἐννοιακῶν χώρων εἰσόδου (δεξιά κι ἀριστερά). Ἄν καί ὁ κοινός χῶρος παρουσιάζει πολύ ἐνδιαφέ- 227 -


Εἰκόνα 3.1: Τό διάγραμμα σύμμειξης ἐννοιῶν γιά τήν σύνθεση τοῦ Palestrina. Ἡ εἰκόνα ἔχει ληφθεῖ ἀπό τήν ἐργασία τοῦ Zbikowski (2002).

ρον καί εἶναι θεμελιῶδες κομμάτι τῆς θεωρίας σύμμειξης ἐννοιῶν, ἡ περιγραφή του ξεπερνᾶ τά ὅρια τοῦ κεφαλαίου αὐτοῦ, ὅποτε ὁ ἐνδιαφερόμενος ἀναγνώστης παραπέμπεται στούς Fauconnier & Turner (2008). Πέρα ἀπό τίς μεγάλου γνωσιακοῦ ἐνδιαφέροντος μελέτες πού θά μποροῦσαν νά πραγματοποιηθοῦν ἀναλύοντας μέ παρόμοιο τρόπο ἔννοιες τῶν κειμένων καί τῶν μουσικῶν ἀπό Βυζαντινούς ψαλμούς, μιάς καί τό κεφάλαιο ἀσχολεῖται μέ ὑπολογιστικές ἐφαρμογές θά γίνει μία ἀναφορά σέ ἐπίσης ἐνδιαφέρουσες ὑπολογιστικοῦ ἐνδιαφέροντος μελέτες πού θά μποροῦσαν νά πραγματοποιηθοῦν μέ βάση τούς Βυζαντινούς ψαλμούς. Ἡ θεωρία σύμμειξης ἐννοιῶν μοντελοποιήθηκε μαθηματικά ἀπό τόν Goguen (2006), ἐνῶ ἡ μοντελοποίηση αὐτή ἀξιοποιήθηκε στά πλαίσια τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Ἐρευνητικοῦ Ἔργου Concept Invention Theory (COINVENT) (Schorlemmer et al., 2014), τό ὁποῖο ὁδήγησε στή δημιουργία ὑπολογιστικῶν ὑλοποιήσεων ἱκανῶν νά παράγουν νέους ἐννοιακούς χώρους, μέ δεδομένους δυό χώρους εἰσόδου. Μία ἀπό τίς ὑλοποιήσεις ἀφοροῦσε τό σύστημα CHAMELEON1 (Kaliakatsos-Papakostas et al., 2017), τό ὁποῖο εἶναι ἕνα σύστημα μελωδικῆς ἐναρμόνισης πού ἔχει τή δυνατότητα παραγωγῆς νέων ἁρμονικῶν χώρων μέ τήν ἀνάμειξη ὑπαρχόντων ἁρμονικῶν χώρων. Γιά παράδειγμα, τό σύστημα αὐτό ἔχει τή δυνατότητα νά ἐναρμονίσει μία δοσμένη 1

http://ccm.web.auth.gr/chameleonmain.html - 228 -


μελωδία σέ ἕνα ἁρμονικό ὕφος πού ἀναμειγνύει χαρακτηριστικά τῶν ἁρμονιῶν τῶν χωρικῶν τοῦ Bach μέ τίς ἁρμονίες τῆς Jazz. Μέ δεδομένη τήν ἁρμονική ἰδιαιτερότητα τῶν Βυζαντινῶν ὕμνων, θά εἶχε πολύ ἐνδιαφέρον γιά τήν ὑπολογιστική δημιουργικότητα νά παρατηρηθοῦν τά στοιχεῖα πού θά εἶχαν οἱ ἀναμεμειγμένοι χῶροι καί οἱ προκύπτουσες ἐναρμονίσεις τοῦ συστήματος. Ἡ ἰδιαιτερότητα τῶν Βυζαντινῶν ὕμνων πού ἀφορᾶ τίς σχέσεις κειμένου καί μουσικῆς θά μποροῦσε νά ἀξιοποιηθεῖ σέ μελέτες πού περιλαμβάνουν τή χρήση μεθόδων Πολυτροπικῆς Μηχανικῆς Μάθησης (Multimodal Machine Learning) (Srivastava & Salakhutdinov, 2012). Τέτοιες μέθοδοι μποροῦν νά μάθουν συσχετίσεις μεταξύ διαφορετικῆς φύσεως δεδομένων, γιά παράδειγμα εἰκόνων καί λέξεων, καί νά ὁδηγήσουν στήν ἐπιτυχῆ ἐξαγωγή συμπερασμάτων γιά τή συμπλήρωση ἐλλιπῶν δεδομένων, γιά παράδειγμα ποιές λέξεις ἀντιστοιχοῦν σέ ποιές εἰκόνες. Ἡ Εἰκόνα 3.2 παρουσιάζει ἕνα τέτοιο παράδειγμα, ὅπου ἕνα πολυτροπικό σύστημα ἐκπαιδεύτηκε μέ πολλά ζευγάρια εἰκόνων καί συνοδευόμενων σύντομων λεκτικῶν περιγραφῶν πού εἶχαν δοθεῖ ἀπό χρῆστες, οἱ ὁποῖες πολλές φορές ἦταν ἐντελῶς ἀνακριβής. Στό ἀριστερό μέρος τῆς εἰκόνας βλέπουμε κάποια παραδείγματα πού οἱ δοσμένες λεκτικές περιγραφές ἀπό ἀνθρώπους δέν παρεῖχαν καμία σχετική πληροφορία πού νά παραπέμπει στήν εἰκόνα πού περιέγραφαν. Παρόλα αὐτά, τό σύστημα ἀξιοποιώντας τήν πληροφορία ἀπό πολλές τέτοιες εἰκόνες ἀπέκτησε τή δυνατότητα νά μάθει κάποιες κανονικότητες. Ἔτσι, ὅταν ζητήθηκε στό σύστημα νά ἐπιστρέψει εἰκόνες πού ταιριάζουν στίς λεκτικές περιγραφές πού δόθηκαν ὡς εἴσοδος (δεξί μέρος τῆς εἰκόνας), τό σύστημα ἐπέστρεψε σχετικές εἰκόνες. Παρουσιάζει λοιπόν ἐνδιαφέρον τό τί θά μποροῦσε νά κάνει ἕνα τέτοιο σύστημα ἄν ἐκπαιδευότανε σέ Βυζαντινούς ψαλμούς, συνδυάζοντας τό κείμενο μέ τή μουσική τῶν ψαλμῶν. Τί εἴδους μουσική θά ἐπέστρεφε σέ συγκεκριμένες λεκτικές ἀναζητήσεις ἤ τί λεκτικές περιγραφές θά ἐπέστρεφε γιά συγκεκριμένους ψαλμούς εἰσόδου; 4. Ἐπίλογος Τό κεφάλαιο αὐτό ἀναφέρθηκε στίς προοπτικές πού ἀνοίγονται μέ τή χρήση ὑπολογιστικῶν μοντέλων στή Βυζαντινή μουσική. Ἀρχικά ἔγινε μία σύντομη ἀναφορά σέ χρήσεις ὑπολογιστικῶν μεθόδων στή Βυζαντινή μουσική πού ἔχουν ἤδη πραγματοποιηθεῖ. Αὐτές οἱ μελέτες περιλαμβάνουν τήν ὀπτική ἀναγνώριση ἀπό μουσικά κείμενα Βυζαντινῶν ψαλμῶν, τήν ἐξέταση λεπτομερειῶν στήν πρακτική ἀπόδοση διαστημάτων ἀπό ψάλτες σέ σχέση μέ τά θεωρητικά μοντέλα ἀποστάσεων τῶν φθόγγων σέ ἤχους, τήν κατη- 229 -


Εἰκόνα 3.2: Παραδείγματα ἀποτελεσμάτων πολυτροπικῆς μάθησης. Ἀριστερά φαίνεται πώς τό σύστημα ἐκπαιδεύεται μέ ἐλλιπῆ ἤ/καί παραπλανητικά δεδομένα. Παρόλα αὐτά, ὄπως φαίνεται δεξιά, τό σύστημα καταφέρνει νά κάνει τίς σωστές συσχετίσεις κειμένου-εἰκόνων. Ἡ εἰκόνα ἔχει ληφθεῖ ἀπό τήν ἐργασία τῶν Srivastava & Salakhutdinov (2012).

γοριοποίηση Βυζαντινῶν κομματιῶν σέ σχέση μέ διαφορετικές ἄλλες μουσικές, καθώς καί τή στατιστική μάθηση καί τήν αὐτόματη σύνθεση νέων ψαλμῶν μέ δεδομένο ἕνα κείμενο λέξεων. Ἔπειτα, ἔχοντας παρουσιάσει μία γενική ἐπισκόπηση ὑπολογιστικῶν μεθόδων καί τῆς σχέσης τους μέ τά ἀντιληπτικά καί γνωσιακά μοντέλα, δόθηκε μία σύνοψη ὑπολογιστικῶν μεθόδων τεχνητῆς νοημοσύνης πού ἑστιάζουν στήν ὑπολογιστική δημιουργικότητα, ἐνῶ ἔγινε ἀναφορά σέ πιθανές μελλοντικές έφαρμογές τέτοιων μεθόδων στή Βυζαντινή μουσική. Ἡ ἰδιαιτερότητα τῶν Βυζαντινῶν ὕμνων καί ἡ διατήρησή της σέ βάθος αἰώνων, ἡ ὁποία, ἀνάμεσα σέ πολλά ἄλλα, περιλαμβάνει τήν ἄρρηκτη σύνδεση τῆς μουσικῆς μέ ὑψηλότερου ἐπιπέδου νοήματα πού ἐκφέρονται μέ τά κείμενα τῶν ψαλμῶν, ἀλλά καί τήν ξεχωριστή ἁρμονία πού ἀποκλίνει ἀπό τίς συγγενεύουσες μέ τή Δυτική μουσική ἁρμονίες, καθιστά τή Βυζαντινή μουσική ἕνα ἰδανικό πεδίο μελέτης μέ σύγχρονες μεθόδους ἔρευνας πού βασίζονται σέ ὑπολογιστικές μεθόδους. Τέτοιες μέθοδοι ξεφεύγουν ἀπό τήν «ποιοτική» παρατήρηση τῶν μουσικῶν ἤ/καί λεκτικῶν φαινομένων - 230 -


καί ἑστιάζουν στην «ποσοτική» περιγραφή καί τόν ἐντοπισμό συσχετίσεων μέσα σέ μουσικά δεδομένα. Σκοπός ὅμως τῶν μεθόδων αὐτῶν εἶναι ἐν τέλει ἡ ἐνίσχυση τῶν ποιοτικῶν συμπερασμάτων πού μποροῦν νά ἐξαχθοῦν ἀπό τά δεδομένα. Συγκεκριμένα τέτοιες μέθοδοι ἴσως φανερώσουν μία διαυγέστερη εἰκόνα τοῦ γιατί ἡ Βυζαντινή μουσική εἶναι ξεχωριστή, ποιά ἁρμονικά στοιχεῖα ξεχωρίζουν συστηματικά ἀπό τίς ὑπόλοιπες μουσικές καί ποιός ὁ εἶναι ὁ τρόπος πού ὑψηλότερου ἐπιπέδου ἔννοιες πού ἔχουν νά κάνουν μέ τήν ἐπίκληση στό θεῖο καί τήν λατρεία του συσχετίζονται μέ ἀμοιγῶς μουσικές δομές; Σκοπός τοῦ κεφαλαίου αὐτοῦ εἶναι ἡ παρουσίαση τέτοιων προοπτικῶν στήν κοινότητα τῆς Βυζαντινῆς μουσικῆς ὦς ἕνα ἐλάχιστο ἐρέθισμα γιά τήν περαιτέρω ἐπιστημονική ἐξερεύνηση ἐρωτημάτων πού γίνεται δυνατῆ μέ τή χρήση ὑπολογιστικῶν μεθόδων, τήν συλλογή ἠλεκτρονικῶν συλλογῶν πού θά ἐπιτρέπουν τέτοιες ἔρευνες καί τήν ἀνάδειξη τῆς μοναδικότητας καί τοῦ πλούτου τῶν Βυζαντινῶν ψαλμῶν μέσω σύγχρονων τεχνικῶν. Ἀναφορές Krumhansl, C. L. (2001). Cognitive foundations of musical pitch. Oxford University Press. Temperley, D. (2004). The cognition of basic musical structures. MIT press. Huron, D. B. (2006). Sweet anticipation: Music and the psychology of expectation. MIT press. Tzanetakis, G., & Cook, P. (2002). Musical genre classification of audio signals. IEEE Transactions on speech and audio processing, 10(5), 293-302. Ewert, S. (2011). Chroma toolbox: Matlab implementations for extracting variants of chroma-based audio features. In Proceeding of the ISMIR 2011. Kaliakatsos-Papakostas, M. A., Epitropakis, M. G., & Vrahatis, M. N. (2010). Musical composer identification through probabilistic and feedforward neural networks. In European Conference on the Applications of Evolutionary Computation (pp. 411-420). Springer, Berlin, Heidelberg. Conklin, D. (2003). Music generation from statistical models. In Proceedings of the AISB 2003 Symposium on Artificial Intelligence and Creativity in the Arts and Sciences (pp. 30-35). London: AISB Society. Cambouropoulos, E., Kaliakatsos-Papakostas, M. A., & Tsougras, C. (2014). An idiom-independent representation of chords for computational music analysis and generation. In Proceedings of the International Conference on Music and Computation 2014. Kaliakatsos-Papakostas, M., Makris, D., Tsougras, C., & Cambouropoulos, E. (2016a). Learning and creating novel harmonies in diverse musical idioms: an adaptive modular melodic harmonisation system. J. Creative Music Syst, 1(1). Sturm, B. L., Santos, J. F., Ben-Tal, O., & Korshunova, I. (2016). Music transcription - 231 -


modelling and composition using deep learning. arXiv preprint arXiv:1604.08723. Miranda, E. R. (2007). Evolutionary computer music (p. xiv259). J. Al Biles (Ed.). London: Springer. Kaliakatsos-Papakostas, M. A., Epitropakis, M. G., Floros, A., & Vrahatis, M. N. (2012). Controlling interactive evolution of 8-bit melodies with genetic programming. Soft Computing, 16(12), 1997-2008. Kaliakatsos–Papakostas, M. A., Floros, A., & Vrahatis, M. N. (2013). EvoDrummer: deriving rhythmic patterns through interactive genetic algorithms. In International Conference on Evolutionary and Biologically Inspired Music and Art (pp. 25-36). Springer, Berlin, Heidelberg. Kaliakatsos-Papakostas, M. A., Floros, A., & Vrahatis, M. N. (2016b). Interactive music composition driven by feature evolution. SpringerPlus, 5(1), 826. Gezerlis, V. G., & Theodoridis, S. (2002). Optical character recognition of the Orthodox Hellenic Byzantine Music notation. Pattern Recognition, 35(4), 895-914. Tsiappoutas, K. M. (2004). Byzantine music intervals: An experimental signal processing approach. Master’s Thesis, University of New Orleans. Delviniotis, D., Kouroupetroglou, G., & Theodoridis, S. (2008). Acoustic analysis of musical intervals in modern Byzantine Chant scales. The Journal of the Acoustical Society of America, 124(4), EL262-EL269. Panteli, M., & Purwins, H. (2013). A Computational Comparison of Theory and Practice of Scale Intonation in Byzantine Chant. In ISMIR (pp. 169-174). Neocleous, A., Panteli, M., Ioannou, R., Petkov, N., & Schizas, C. (2013). In Proceedings of the International Workshop on Machine Learning and Music , ECML/PKDD, Prague. Mavromatis, P. (2005). A hidden Markov model of melody production in Greek church chant. Computing in Musicology, 14, 93-112. Boden, M. A. (1990). The creative mind: Myths and mechanisms. George Weidenfeld and Nicolson Ltd. Fauconnier, G., & Turner, M. (2008). The way we think: Conceptual blending and the mind's hidden complexities. Basic Books. Zbikowski, L. M. (2002). Conceptualizing music: Cognitive structure, theory, and analysis. Oxford University Press. Goguen, J. (2006). Mathematical models of cognitive space and time. In Reasoning and Cognition: Proc. of the Interdisciplinary Conference on Reasoning and Cognition (pp. 125-128). Schorlemmer, M., Smaill, A., Kühnberger, K. U., Kutz, O., Colton, S., Cambouropoulos, E., & Pease, A. (2014, June). Coinvent: Towards a computational concept invention theory. In 5th International Conference on Computational Creativity (ICCC) (Vol. 2014). Srivastava, N., & Salakhutdinov, R. R. (2012). Multimodal learning with deep boltzmann machines. In Advances in neural information processing systems (pp. 22222230).

- 232 -


o Ψαλτική Τέχνη τῆς Θεσσαλονίκης κατά τόν κ αἰώνα Gωάννης Λιάκος Στή συμβασιλεύουσα τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας, τή μητέρα πάσης της Μακεδονίας, τήν πολυάνθρωπο καί μεγίστη μεγαλούπολη, τήν ἁγιοφύλακτο πόλη, τή Θεσσαλονίκη, ἡ Ψαλτική Τέχνη βρῆκε ἕνα ἀπό τά βασικά κέντρα ἀναφορᾶς της, ὅπου ἀναπτύχθηκε, ἤκμασε, ἀπό τήν Βυζαντινή ἀκόμα περίοδο μέ τίς ἀνώνυμες Θεσσαλονικαῖες καί Θετταλικές συνθέσεις πού παρήχθησαν στήν πόλη. Καί ἡ τέχνη αὐτή, ἔχοντας ρίζες δυνατές καί στέρεες στήν ἑλληνική μουσική παράδοση καί γενικότερα στόν ἑλληνικό πολιτισμό, ἔφτασε μέχρι τίς μέρες μας καί συνεχίζει. Κάνοντας μία σύντομη ἱστορική ἀναδρομή σ΄ ὅλη αὐτήν τήν πορεία τῆς ψαλτικῆς Τέχνης στή Θεσσαλονίκη βρισκόμαστε στά μέσα τοῦ ιγ΄ αι., ὅταν ἀπό τήν περίοδο τῆς ἀνωνυμίας στίς μουσικές συνθέσεις, μέσα σέ μικρό χρονικό διάστημα μεταπηδᾶμε στούς ἐπώνυμους Θεσσαλονικεῖς μελουργούς τῆς Βυζαντινῆς περιόδου. Δέκα τέσσερις εἶναι τόν ἀριθμό. Μέ πολύ σπουδαῖο συνθετικό ἔργο, ἀντάξιό της παλαιολογείου περιόδου. Γιά δυόμιση περίπου αἰῶνες μετά τήν ἅλωση τῆς Πόλης (1453) ἡ τέχνη τῆς Ψαλτικῆς στή Θεσσαλονίκη ἀλλά καί στήν εὐρύτερη περιοχή τῆς Μακεδονίας ἀκολουθώντας τήν γενικότερη στασιμότητα στίς τέχνες καί στά γράμματα, θά περιέλθει σέ μία κατάσταση συντήρησης τήν ἤδη ὑπάρχουσας ἀσματικῆς παραγωγῆς. Τά ἄλλοτε μεγάλα μουσικά κέντρα τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τῆς Θεσσαλονίκης καί τοῦ Ἁγίου Ὅρους, παραδίδουν τή σκυτάλη τῆς μουσικῆς δημιουργίας στά περιφερειακά κέντρα, ὅπως ἦταν ἡ Κρήτη, καί ἡ Κύπροςκαί στά μή ἑλληνόφωνα ὀρθόδοξα κέντρα ὅπως ἦταν ἡ Σερβία καί ἡ Μολδαβία. Διατηροῦν ὅμως τά ἀντιγραφικά τους ἐργαστήρια καί κατά τήν διάρκεια αὐτῆς τῆς περιόδου πληθαίνουν τά ἀντιβολά τῶν μεγάλων βυζαντινῶν μελουργών. Τά ἔργααὐτά ἀπετέλεσαν τήν μουσική βάση πάνω στήν ὁποία οἱ μεταβυζαντινοί μελουργοί δόμησαν τήν δεύτερη περίοδο ἀκμῆς τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης (1650-1720). Στό β΄ μισό του ιζ΄ αἰώνα τό πνεῦμα αὐτό τῆς ἀνανέωσης μέ τήν ἔννοια τοῦ καλλωπισμοῦ τῶν μελῶν ἤ ἀκόμα καί τῆς δημιουργίας νέων συνθέσεων, εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα οἱ τοπικές ψαλτικές παραδόσεις νά ἀναπτυχθοῦν καί νά παρουσιάσουν τό δικό τους καλλιτεχνικό ἐπίπεδο ἀναδεικνύοντας σαφέστατα τούς ἐπωνύμους ἐκφραστές αὐτῆς τῆς τέχνης. Ἡ πόλη τοῦ Ἁγίου - 233 -


Δημητρίου, εἶχε νά ἀναδείξει σημαντικούς μελοποιούς καί διδασκάλους. Ἀπό τούς πέντε μελουργούς πού σημειώνονται στούς μουσικούς κώδικες ὡς Θεσσαλονικεῖς, ναί μέν ὅλοι ἕλκουν τήν καταγωγή τους ἀπό τή Θεσσαλονίκη, ἀλλά οἱ τέσσερεις ἀπό αὐτούς εἶχαν ἐγκαταβιώσει ὡς μοναχοί στό Ἄγ. Ὅρος. Ἐξαίρεση ἀποτέλεσε ὁ Πρωτοψάλτης Μανουήλ Γούτας.Ὑπ’ αὐτή τήν ἔννοια δέν μποροῦμε νά ποῦμε πώς οἱ συνθέσεις τούς ἀντανακλοῦν ἐπ’ ἀκριβῶς τούς ἤχους ἀπό τά ψάλματα τῶν ἐν Θεσσαλονίκη ψαλτῶν, σίγουρα ὅμως καταδεικνύουν τήν ἀσματική πράξη πού ἐπικρατοῦσε τήν περίοδο τοῦ β΄ μισοῦ του ιζ΄ μέχρι τά τέλη τοῦ ιη΄ αἰώνα στήν εὐρύτερη περιοχή τῆς Μακεδονίας. Κατά τίς ἀρχές τοῦ ιθ΄ αἰώνα, μέ τήν ἐπικράτηση τοῦ νέου συστήματος σημειογραφίας καί τήν ἔναρξη τῆς ἔντυπης τυπογραφίας, δημιουργοῦνται νέες δυνατότητες σέ πολλά ἐπίπεδα. Πρῶτον, τῆς διατήρησης καί διάσωσης μέ τίς ἐξηγήσεις τῶν παλαιῶν βυζαντινῶν καί μεταβυζαντινῶν συνθέσεων. Δεύτερον, τῆς καταγραφῆς τῆς μουσικῆς σέ τυπογραφεῖο, ἑπομένως σέ ἔντυπη ἔκδοση, μέ ἀποτέλεσμα τήν μεγαλύτερη διάδοση τῆς νέας γραφῆς καί τῶν μουσικῶν συνθέσεων. Ἐπίσης, ἡ ὁριστικοποίηση τοῦ περιεχομένου τῶν βιβλίων στίς ἐκδόσεις πού γίνεται, μετά τίς λεγόμενες Ἀπανταχοῦσσες τοῦ 1880, συνέβαλαν στήν ὁριοθέτηση αὐτοῦ πουθεωρεῖται κλασικό διαφοροποιώντας τό ἀπό τίς νέες συνθέσεις καί ὁδηγώντας, ἐν τέλει, στήν παγίωση τοῦ ρεπερτορίου στίς διάφορες συλλογές ὅπως στά Ταμεῖα Ἀνθολογίας, ἀλλά καί σέ ἄλλα αὐτοτελῆ βιβλία Ἑσπερινοῦ, Ὄρθρου, καί Θ. Λειτουργίας. Τρίτον, προσφέρθηκε ἡ δυνατότητα δημιουργίας, καταγραφῆς καί ἔκδοσης νέων συνθέσεων πού πολλές φορές ἔφεραν προσωπικές ἐπιρροές ἀποεξωεκκλησιαστικά ἀκούσματα, πού ὅμως καταγράφουν τίς μουσικές τοπικές παραδόσεις. Τό β΄ μισό του ιθ΄ αἰώνα εἶναι ἡ περίοδος πού ἡ Ψαλτική Τέχνη διαδίδεται μέ τό νέο σύστημα καί τά πάμπολλα μουσικά βιβλία ἀρχίζουν νά τυπώνονται καί νά κυκλοφοροῦν στήν Ἑλληνική ἐπικράτεια ἀλλά καί σέ ὅλο τόν ὀρθόδοξο κόσμο. Μέσα σ΄ αὐτή τήν δημιουργική ἀναγέννηση δέν θά μποροῦσε νά μείνει ἀμέτοχη ἡ Θεσσαλονίκη, ἕνα πολυπολιτισμικό κέντρο λαῶν καί ἐθνῶν. Ἔτσι παρατηροῦμε στούς καταλόγους τῶν συνδρομητῶν νά ὑπάρχουν ὀνόματα Θεσσαλονικέων κληρικῶν, πρωτοψαλτῶν, μουσικῶν, μουσικοφίλων πού ἐνισχύουν τήν ἔκδοση μουσικῶν βιβλίων. Ἐπίσης, στά τυπογραφεῖα τῆς Θεσσαλονίκης ἀρχίζουν νά τυπώνονται μουσικά βιβλία. Σκιαγραφώντας λοιπόν τά μουσικά δρώμενα τῆς συμβασιλεύουσας ἀπό τίς ἀρχές τοῦ κ΄ αἰώνα θά παραθέσουμε τά πρόσωπα τίς ἐκδόσεις καί τίς - 234 -


διάφορες καταστάσεις πού ἔπαιξαν σημαντικό ρόλο στήν μουσική ἔξαρση πού σημειώθηκε στήν πόλη. Κάτ΄ ἀρχήν ἕνα στοιχεῖο πού θά ἤθελα νά σᾶς ἀναφέρω εἶναι ἡ πληροφορία περί ἱδρύσεως Σωματείου Ἱεροψαλτῶν στήν πόλη τῆς Θεσσαλονίκης στίς ἀρχές τοῦ κ΄ αἰώνα. Ἡ εἴδηση καταγράφηκε στήν ἐφημερίδα ''Φόρμιγξ'' πού ἐξέδιδε ὁ Ἰωάννης Τσώκλης στήν Ἀθήνα κατά τήν πρώτη δεκαετία τοῦ προηγούμενου αἰώνα. Ἀναφέρει λοιπόν ἡ σχετική στήλη: Ἡ ''Φόρμιγξ'' ἐν Μακεδονία, (Ἀνταπόκρισις ἐκ Θεσσαλονίκης), ἵδρυσις σωματείου ἱεροψαλτῶν πρός ὑποστήριξιν καί διάδοσιν τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἠμῶν μουσικῆς. Μηνί Ἰανουαρίω 1903. ‘’Πρό πολλῶν ἐτῶν κατεβάλοντο διάφορα μέσα πρός σύστασιν ἐνταύθα Σωματείου ἔχοντος ἱερόν τινασκοπόν. Δυστυχῶς ὅμως αἵ προσπάθειαι αὖται προσεκόπτοντο ἐπί δυσκολιῶν τινῶν ἀνυπερβλήτων καί τοιουτοτρόπως ἐματαιοῦντο αὖται, παρήρχετο δέ ὁ χρόνος, ἄνευ οὐδενός ἀποτελέσματος, χωρίς ὅμως τελείως καί νά ἀπογοητεύονται οἱ τάς προσπαθείας ταύτας καταβάλοντες. Τό τελευταῖον τοῦτον ὑπήρξεν ἀρκετόν, ὥστε νά μήν ἐγκαταληφθῆ τελείως ἡ ἰδέα τῆς ἱδρύσεως τέτοιου Σωματείου, ἀλλά τουναντίον νά πραγματοποιηθεῖ αὔτη ὑπό τούς αἰσιωτέρους οἰωνούς. Καί ὄντως, περί τάς ἀρχάς τοῦ νέου ἔτους αἵ ἐπαναληφθεῖσαι ἀποπειραι πρός ἵδρυσιν Σωματείου ἔχοντος, ὡς εἴπομεν, ἱερόν τινά σκοπόν ἐστέφθησαν ὑπό ἐπιτυχίας, οὕτω δέ ἡ πόλις ἠμῶν ηὐτύχισεν ἀπό τάς ἀρχάς τοῦ νέου ἔτους νά συναριθμήση μεταξύ τῶν ἄλλων ἐν αὐτή ἱδρυμένων σωματείων καί σωματείων ἱεροψαλτῶν ὑπό τήν ἐπίσημον προεδρείαν τοῦ Σεβασμιωτάτου ἠμῶν Μητροπολίτου κ.κ. Ἀθανασίου, ὅστις λόγω τῆς μουσικῆς αὐτοῦ μορφώσεως, καί τόν πρός τήν ἱεράνημων μουσικήνενθεον αὐτοῦ ζῆλον παρέχει πάντα τά ἐχέγγυα πρός τακτικήν καί ἀποτελεσματικήν λειτουργίαν τοῦ ἱδρυθέντος τούτου Σωματείου. Σκοπός δέ τοῦ Σωματείου τούτου τῶν ἱεροψαλτῶν εἶναι ἡ ὑποστήριξις τῆς πατροπαραδότου ἠμῶν Βυζαντινῆς Μουσικῆς, καί τό ἐκ συμφώνου ψάλειν ἐν τοῖς μουσικοῖςχοροις τῶν ἐκκλησιῶν. Ἡ εἴδησις τῆς ἱδρύσεως Σωματείου τοιούτου ἐνέπλησε ὡς εἰκός χαρᾶς πάντας τούς πάρ’ ἠμίν φιλομούσους, δί ὅ καί ἔσπευσαν οἱ πλεῖστοι τούτων νά συντρέξωσιν εἰς τόν σκοπόν αὐτοῦ ἐγγραφόμενοι ὡς μέλη. Καί εἶναι μέν ἀληθές ὅτι ὁ ἀριθμός τῶν μέχρι τοῦδε ἐγγραφέντων μελῶν δέν εἶναι ἐπαρκής, οὔχ ἧττον ὅμως ἡ κάθ΄ ἑκάστην ἐγγραφή νέων τοιούτων μαρτυρεῖ ὅτι τό Σωματεῖον τοῦτο λίαν ταχέως θά εὑρεθεῖ εἰς τήν εὐχάριστονθεσιν νά δείξει τήν δύναμίν του ἐν ταῖς ἀποφάσεσιν αὐτοῦ ὑπέρ τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἠμῶν μουσικῆς καί τοῦ καταρτισμοῦ μουσικῶν χορῶν συστηματικῶν κατά τάς ἑκάστοτε τελουμένας ἐνταύθα μονοεκκλησίας. Περαίνων τήν ἀνταπόκρισίν μου καθιστῶ ὑμίν γνωστόν κ. Διευθυντά τῆς - 235 -


''Φόρμιγγος'' ὅτι θέλω ἔχει ὑμᾶς ἐνήμερον πάντοτε τῶν προόδων καί τῶν ἐργασιῶν τοῦ ἀρτισυστάτου τούτου Σωματείου’’. Ἡ παραπάνω πληροφορία μᾶς ὁδηγεῖ στήν σκέψη πώς ἄν καί ἀκόμα εὑρισκόμενη ἡ Μακεδονία σέ ὀθωμανικό ζυγό, καί ἡ Θεσσαλονίκη ἔχοντας ὅλες τίς μεγάλες καί περίλαμπρες βυζαντινές ἐκκλησίες τῆς κλειστές ἤ τροποποιημένες σέ τζαμιά, ὑπῆρχε ὡστόσο ἡ προσπάθεια νά ἀλλάξουν τά δεδομένα. Καί πράγματι, ἡ φροντίδα τῆς τοπικῆς ἐκκλησίας τῶν Θεσσαλονικέων καί τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου γιά τά ἑλληνικά γράμματα, καί τήν γενικότερη παιδεία ἀλλά καί τήν διάδοση καί διάσωση τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης ἄρχισαν νά δημιουργοῦν τό πρόσφορο ἔδαφος. Στήν αὐγή τοῦ 1900 ἀπό τούς πρώτους μουσικούς πού συναντοῦμε νά μνημονεύονται εἶναι ὁ ἱερέας Θεόδωρος Μαντζουρανής. Εἶναι ὁ δάσκαλος τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης στήν ὁποία μαθήτευσε ὁ Ἰωάννης Σακελλαρίδης ὅταν εἶχε ἔρθει ἀπό τό Λιτόχωρο γιά νά σπουδάσει στή Θεσσαλονίκη. Σχετικές πληροφορίες γιά τό ποιός ἦταν ὁ πάπα- Θόδωρος ὁ Μαντζουρανής μᾶς δίδει ἕνας ἄλλος γνωστός μαθητής του καί πατέρας τῆς βυζαντινῆς μουσικολογίας στήν Ἑλλάδα. Ὁ Κωνσταντῖνος Ψάχος. Στήν ἐφημερίδα Θερμαϊκή ''Φόρμιγξ'' (ἔτος Β΄ Ἀριθμός 6, 30 Μαρτίου 1903. περίοδος Β΄, ἔτος Α΄, Ἀριθμός 23, 13 Φεβρουαρίου 1906) γράφειμια νεκρολογία γιά τόν πρῶτο του δάσκαλο στήν Ψαλτική Τέχνη. Ἐκεῖ, ἀναφέρει πώς «στίς 15 τοῦ παρελθόντος, δηλαδή 15 Ἰανουαρίου τοῦ 1906 σέ ἡλικία πάνω τῶν 80 ἐκοιμήθει ὁ ἐκ Τρικκέροις τῆς Θεσσαλίας ἀρχιμανδρίτης Θεόδωρος Μαντζουρανῆς. Προικισμένος ἐκ φωνητικοῦ ταλάντου, ἄρχισε τοῦ μουσικοῦ σταδίου του ἀπό τήν Θεσσαλονίκη. Ὁ Παναγιώτατος Οἰκουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Ἰωακείμ ὁ Γ΄ κατά τήν ἀρχιερατίαν Αὐτοῦ, ἐκτιμήσας τά πολλαπλά προσόντα διόρισεν αὐτόν Οἰκονόμο τῆς ὕπ αὐτοῦ ἱδρυθείσης Κεντρικῆς Ἱερατικῆς Σχολῆς καί διδάσκαλον ἅμα τῆς Ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς. Θαυμαστῆς καί ἔνθερμος ζηλωτής τῶν ἀμιμήτων καί κλασικῶν της ἡμετέρας μουσικῆς θεμελιωτῶν καί ἀναμορφωτῶν τυγχάνων ἐνέπνευσε τούς μαθητές του πρός τήν θείαν Τέχνη τοῦ Δαμασκηνοῦ. Παραιτηθέντος Ἰωακείμ τοῦ Γ΄ ὁ Ἀρχιμανδρίτης Μαντζουρανήςκατελιπε τήν Ἱερατικήν Σχολή ἐπιδοθεῖς καί αὔθις εἰς τό τοῦ ἱεροψάλτου ἐπάγγελμα, ἐν Θεσσαλονίκη, ἐν Πειραιεῖ, καί ἐν Φιλιππουπόλει. Μετά μίας πορείας σέ διαφόρους ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως παρέμεινεν στόν ναό τῆς ἐν Κοντοσκαλίω Ἐκκλησίας τῆς Ἄγ. Αἰκατερίνης. Τά τελευταία χρόνια εἶχε ἐπανέλθει στή Θεσσαλονίκη σέ συγγενικά του πρόσωπα, ὅπου καί ἐκοιμήθει». Μία ἄλλη πληροφορία πού εἶναι σημαντική νά ἀναφερθεῖ στό σημεῖο αὐτό εἶναι πώς μέχρι ἐκείνη τήν χρονική περίοδο ταμουσικά βιβλία πού κυκλοφοροῦσαν στήν εὐρύτερη περιοχή τῆς Μακεδονίας ἦταν οἱ ἐκδόσεις - 236 -


τῶν Ταμείων Ἀνθολογίας, τῆς Μουσικῆς Πανδέκτης καί πολλῶν ἀκόμα βιβλίων τῶν ὁποίων τό περιεχόμενο, τίς περισσότερες φορές, ἦταν κοινό. Ἐκτός ὅμως ἐκείνων τῶν βιβλίων, κυκλοφοροῦσαν καί τά βιβλία του: Δημητρίου Βουλγαράκη, Μουσικόν Ἐγκόλπιον, τοῦ πάπα-Νικολάου Χαραλάμπους, ἡ Ἐκκλησιαστική Ἀνθοδέσμη, ἡ Καλλικέλαδος ἀηδών, τοῦ Βασιλείου Νικολαίδου Ζαγκλιβερινου. Ἐκεῖ καταγράφονται συνθέσεις πολυελέων, τυπικῶν, λειτουργικῶν, Ἄξιον ἐστίν μέ τήν χρήση μακαμίων γιά τόν καθορισμό τῶν ἤχων. Ἐπίσης, ἕνα μουσικό χειρόγραφο πού περιγράφει ἐν μέρει ψάλματα πού ὑπῆρχαν στήν πόλη ἐκτός τῶν ἤδη ἐκδεδομένων ἔντυπων μουσικῶν βιβλίων εἶναι αὐτό πού γράφτηκε στή Θεσσαλονίκη ἀπό τόν ἀρχιμανδρίτη Ἀρσένιο, ἀρχιγραμματέα τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης. Εἶναι ὁ κώδικας τῆς Μονῆς τοῦ Παντοκράτορος 353 καί περιλαμβάνει ἀνέκδοτες συνθέσεις τοῦ πρωτοψάλτου Κυδωνιῶν τῆς Μικρᾶς Ἀσίας Δημητρίου Μακαρώνη (1905). Λίγο ἀργότερα,τό 1912, ἔρχεται ἡ ἀπελευθέρωση τῆς Θεσσαλονίκης ἀπό τόν Ὀθωμανικό ζυγό καί ἡ πόλη μπαίνει σέ τροχιά ἀνάπτυξης. Ὅμως δέν θά κρατήσει γιά μεγάλο χρονικό διάστημα καθώς θά ἀρχίσουν οἱ βαλκανικοί πόλεμοι καί ἡ Μικρασιατική καταστροφή. Μέ τόν ἐρχομό τῶν Ἑλλήνων προσφύγων ἀπό τόν Πόντο, τήν Κωνσταντινούπολη, τήν Σμύρνη καί γενικότερα ἀπό τήν Μικρά Ἀσία, ἡ Θεσσαλονίκη, μεταξύ ἄλλων πόλεων τῆς Ἑλλάδος, γίνεται ἡ προσφυγομάνα πού θά ἀγκαλιάσει τά παιδιά της. Στά ἑπόμενα χρόνια, μαζί μέ τούς πρόσφυγες πολλοί εἶναι καί οἱ καταξιωμένοι δάσκαλοι ἤ καί σπουδαγμένοι μαθητές τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης σέ περίφημους δασκάλους τῆς Πόλης καί στίς Μουσικές Πατριαρχικές Σχολές πού εἶχαν δημιουργηθεῖ ἐκεῖ, μεταφέροντας τήν Ψαλτική Τέχνη ἀπό τά μέρη τους στή Θεσσαλονίκη. Ἄς δοῦμε ὅμως ὀνομαστικά καί χρονικά τόν ἐρχομό καί τό ἔργο τους. Ἀπό τούς πρώτους πού ἦρθαν ἦταν ὁ Θεμιστοκλῆς Γεωργιάδης. Μέγας Μουσικοδιδάσκαλος, μελοποιός καί Ὀφφικίαλος. Διορίσθηκε μέ Πατριαρχικό Πιττάκιο ὡς καθηγητής τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς κατά τό ἔτος 1919 στήν ἱερατική καί μετέπειτα Ἐκκλησιαστική Σχολή τῆς Ἱερᾶς Πατριαρχικῆς καί Σταυροπηγιακῆς Μονῆς τῆς Ἁγίας Ἀναστασίας τῆς Φαρμακολυτρίας. Ἐκοιμήθη τό 1946. Ἦταν μαθητής τοῦ Κυριακοῦ Ἰωαννίδου (Καλογήρου) καί τοῦ Νηλέως Καμαράδου. Τό 1934 ἐξέδωσε νέον Ἔντεχνον Δοξασταριον επι τή βάση τῆς Σχολῆς τοῦ Νηλέως Καμαράδου. Ἀξιοσημείωτο εἶναι πώς ἡ παράδοση τῶν μαθημάτων γινόταν ἀπό τά χειρόγραφά του πού ἀντέγραφαν οἱ μαθητές του. Ἐνῶ, στήν καταγραφή τῶν μελῶν ἀκολουθοῦσε τήν τεχνοτροπία τῆς ἀναλυτικῆς καταγραφῆς ὅπως καί ὁ δάσκαλός του, Νηλέας. Ἑπόμενος διαπρεπής, ὀνομαστός καί καλλίφωνος Πρωτοψάλτης, μου- 237 -


σικοδιδάσκαλος καί μελοποιός ἦταν ὁ Σωκράτης Παπαδόπουλος. Γεννήθηκε στήν Κωνσταντινούπολη τό 1890, φοίτησε στήν Μεγάλη του Γένους Σχολή καί ἦταν ἐπίσης μαθητής τοῦ Νηλέως Καμαράδου. Τό 1922 ἐγκαταστάθηκε στή Θεσσαλονίκη καί ἀνέλαβε πρωτοψάλτης στόν Ι. Ναό τῆς Ἄγ. Τριάδος γιά πολλά χρόνια. Ἐξέδωσε τρίτομο ἔργο μέ τίτλο Νέα Φόρμιγγα, μέ συνθέσεις τοῦ Ἑσπερινοῦ, Ὄρθρου καί Θ. Λειτουργίας. Μαθητής τοῦ ἦταν ὁ Χρύσανθος Θεοδοσόπουλος ὁ Γεώργιος Τσατσαρώνης κ.α. Ἐκοιμήθη τό 1954. Ὁ Κωνσταντῖνος Πρίγγος γεννήθηκε τό 1892 στήν Κωνσταντινούπολη. Κατά τό ἔτος 1925 ἀναχωρεῖ καί, διατρέχοντας γιά μία δεκαετία τήν Ἑλλάδα ἀλλά κυρίως τήν Καβάλα καί τή Θεσσαλονίκη, ἔψαλλε καί δίδασκε τήν Ψαλτική Τέχνη μέχρι τό 1933 ὅποτε καί ἐπιστρέφει στήν Κωνσταντινούπολη γιά νά ψάλλει ἐκεῖ σέ διάφορους Ναούς καί νά ἀναλάβει τό 1938 ὡς Λαμπαδάριος στόν Πάνσεπτο Πατριαρχικό Ναό, ἐνώ την 1 Μαρτίου τοῦ 1939 τοῦ ἀνατίθεται ἡ πρωτοψαλτία. Στή Θεσσαλονίκη τό 1929 ὁ Κωνσταντῖνος Πρίγγος εἶχε προσληφθεῖ στόν Ἱερό Ναό τῆς Παναγίας Ἀχειροποιήτου ἐρχόμενος ἀπό τήν Καβάλα. Τό 1930 ἀλλάζει ναό καί ἀναλαμβάνει τόν Ναό τῆς Ὑπαπαντῆς, κάνοντας μία ἀμοιβαία μετάθεση μέ τόν μέχρι τότε πρωτοψάλτη Δημήτριο Βαφειάδη, πού ἦταν ἀπόφοιτός της Πατριαρχικῆς μουσικῆς Σχολῆς. Καίρια καί πολύ γόνιμη διαφαίνεται ἡ συναναστροφή του μέ τους: Παναγιωτίδη, Καραμάνη, Ταλιαδῶρο, Εὐθυμιάδη, Θεοδοσόπουλο, Γεωργιάδη, στήν Θεσσαλονίκη, καθώς ὅλοι τους ἀντλοῦν μουσικά ἀκούσματα, ὕφος, ἀναλύσεις καί γενικότερα τεχνικά χαρακτηριστικά της ψαλτικῆς ἀπό ἐκεῖνον. Ἀθανάσιος Παναγιωτίδης. Γεννήθηκε στήν Κωνσταντινούπολη τό 1910 καί μαθήτευσε κοντά στόν Δήμ. Μπαλαμπάνη. Στή συνέχεια διετέλεσε κανονάρχης τοῦ Ἰακώβου τοῦ Ναυπλιώτου. Στήν Σχολή τῆς Χάλκης τό 1923 ὡς μαθητής εἶχε διδάσκαλο τόν γέροντα τότε Γεώργιο Πρωγάκη. Τό 1928, διακόψας τήν φοίτηση ἦλθε στήν Ἑλλάδα καί συνδέθηκε φιλικά μέ τόν Ἀθαν. Καραμάνη μέ τόν ὁποῖο συνεργάστηκε στενά. Ἡ συνεργασία τῶν δύο κορυφαίων πρωτοψαλτῶν ὑπῆρξε πολύ γόνιμη, μέ ὑποδειγματικές ἑρμηνεῖες πού ἄφησαν ἐποχή καί χορωδιακές ἀναμεταδόσεις ἀπό τόν Ρ/Σ, πού εἶχαν ὡς ἀποτέλεσμα τό σοβαρό καί μεγαλοπρεπές ὕφος τῶν Θεσσαλονικέων Ψαλτῶν νά προβληθεῖ σ' ὅλη τήν Ἑλλάδα. Ἔψαλλε σέ πολλούς Ι. Ναούς στή Δράμα, στήν Καβάλα, στή Λάρισα στόν Ι. Ναό τῆς Ζωοδόχου Πηγῆς (1950), στή Θέσ/νίκη στόν Ι. Ναό Γρηγορίου Παλαμᾶ, στόν Ἄγ. Φανούριο, στήν Παναγία Φανερωμένης (1955) κ.α. Σέ ἡλικία 50 ἐτῶν στερήθηκε τοῦ φωνητικοῦ ταλάντου καί ἀποσύρθηκε ἀπό τήν ἐνεργό δράση. Ἀργότερα, καί κατά τά τελευταία χρόνια της ζωῆς του, ἐπανῆλθε καί ἔψαλε - 238 -


στόν Ἅγιο Νικόλαο Ξηροκρήνης. Τό "ἰδιάζον" ψαλτικό του ὕφος ἀποτέλεσε "σχολή" γιά πολλούς ψάλτες, μαθητές του ἤ μή, καί οἱ ἑρμηνεῖες του, ἐκφραστικές μέ ἰδιότυπους καλλωπισμούς καί ἀναλύσεις γραμμῶν, βρῆκαν πολλούς μιμητές. Δίδαξε τήν ψαλτική τέχνη καί ἀνέδειξε πολλούς μαθητές του σέ διακεκριμένους πρωτοψάλτες. Συνεργάστηκε στενά μέ τόν πρωτοψάλτη, μουσικοδιδάσκαλο καί μελοποιό Ἀστέριο Δεβρελή καί ἀποτέλεσμα τῆς συνεργασίας αὐτῆς ἦταν ἡ ἔκδοση τοῦ βιβλίου "Ἐπιτομον Αναστασιματάριον", ἀκόμη δέ ἡ"Βυζαντινή Συμφωνία". Πέθανε τήν 1η Ἰανουαρίου 1989. Ἀβραάμ Εὐθυμιάδης. Διαπρεπής μουσικοδιδάσκαλος μελοποιός καί συγγραφέας μουσικῶν ἔργων. Γεννήθηκε στή Σελεύκεια τῆς Μ. Ἀσίας τό 1911 καί ἀπό τό 1923 ἐγκαταστάθηκε καί ζοῦσε στήν Θεσσαλονίκη. Μαθήτευσε στόν Πρωτοψάλτη Παντελῆ Ἐγγονόπουλο πού ὑπῆρξε μαθητής τοῦ Γ. Βιολάκη καί στήν συνέχεια στόν Κῶν. Πρίγγο. Ἐξέδωσε πολλά μουσικά βιβλία ὅπως, Τό φωταγωγικόν ἄσμα, τά Μαθήματα Βυζαντινῆς Ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς, Ὑμνολόγιον Φωναις Αισιαις 3τομο. Στό ἐνεργητικό του ἔχει καί τήν ἵδρυση τοῦ πρώτου Φροντιστηρίου Β.Μ. στή Θεσσαλονίκη 1948, τοῦ φροντιστηρίου ‘’Ἅγιος Δημήτριος’’μέ συνεργασία τῶν: Ἄθ. Καραμάνη, Χρύς. Θεοδοσόπουλο, καί Χαρίλαο Ταλιαδῶρο, (1951)καιτης Σχολῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς (1961) πού ἀργότερα ὑπάχθηκε στήν Ι. Μητρόπολη Θεσσαλονίκης. Ἔψαλε σέ πολλούς ναούς τῆς πόλης ἀπό τόν 1931-1976 μέ τήν μακροβιότερη θητεία του στόν Ναό τῆς Παναγίας τῶν Χαλκέων. Ὁ Γεώργιος Δάφφας μαθήτευσε στόν Ἄρχοντα Πρωτοψάλτη τῆς Μ.τ.Χ.Ε. Ἰάκωβο Ναυπλιώτη. Ἦταν ἀπόφοιτός της Πατριαρχικῆς Σχολῆς. Ὑπάρχει, μάλιστα, καί φωτογραφία πού τόν ἀπεικονίζει ἀνάμεσα στούς ἀποφοίτους της σχολῆς τό 1922, ἐνῶ στό κέντρο στέκονται ὁ Ἰάκωβος Ναυπλιώτης καί ὁ Γεώργιος Παπαδόπουλος. Κάνοντας τήν ἀναγωγή προκύπτει ὅτι γεννήθηκε μᾶλλον τή δεκαετία 1890'. Στόν Νηλέα Καμαράδο δέ μαθήτευσε, ἀλλά καί μᾶλλον δέν ἔτρεφε ἰδιαίτερη συμπάθεια γι' αὐτόν. Ἦρθε στήν Ἑλλάδα γύρω στό 1935 λόγω προβλημάτων μέ τήν ὑγεία του. Χρημάτισε πρωτοψάλτης τοῦ Ι. Ν. τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας Θεσσαλονίκης μετά τόν Ἀθανάσιο Παναγιωτίδη καί μέχρι τό 1952, ὅποτε καί ἀνέλαβε ὁ Χαρίλαος Ταλιαδῶρος. Ἐκεῖ ἐπανέφερε τή βυζαντινή μουσική στή Θ. Λειτουργία, ἐνῶ ἡ ὡς τότε ἐκεῖ ἰσχύουσα τάξη ἤθελε Ὄρθρο βυζαντινό καί Θ. Λειτουργία τετράφωνη. Ἔκτοτε ἔψαλλε στόν Ι. Ν. Δώδεκα Ἀποστόλων. Ὁ Ἀθανάσιος Καραμάνης γεννήθηκε τό 1911 στήν Κρινίδα Ζιχνῶν. Μαθήτευσε σέ διαφόρους διδασκάλους τῆς περιοχῆς καί στήν συνέχεια προσελήφθη ὡς δομέστικος τοῦ Χάρ. Ἀνεστιάδη πού ἦταν μαθητής τοῦ Ναυπλιώτου καί τοῦ Στύλ. Ρηγόπουλου. Ὠφελήθηκε πολύ και ὡς ἀκροατής τοῦ Κῶν. Πρίγγου. Μετά ἀπό μία περιδιάβαση σέ μία σειρά ἀναλογίων σέ - 239 -


ὅλο τόν ἑλλαδικό χῶρο, τό 1952 ἀνέλαβε τήν Πρωτοψαλτία στόν Ἱερό Μητροπολιτικό Ναό τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ Θεσσαλονίκης. Τό 1955 ξεκίνησε τό συγγραφικό του ἔργο, τό ὁποῖο περάτωσε σέ διάστημα λίγων ἐτῶν, μέ τήν κυκλοφορία 7 τόμων ὑπό τόν γενικό τίτλο «ΝΕΑ ΜΟΥΣΙΚΗ ΣΥΛΛΟΓΗ» καί «ΝΕΑ ΜΟΥΣΙΚΗ ΚΥΨΕΛΗ», οἱ ὁποῖοι περιλαμβάνουν ὅλη τήν ἀσματική ὑμνογραφία τῆς Ἐκκλησίας μας μέ πρωτότυπες καί μοναδικές γιά τά τότε δεδομένα μουσικές ἀναλύσεις. Ὑπῆρξε συνιδρυτής, μαζί μέ τούς Ἀβρ. Εὐθυμιάδη, Χρύσ. Θεοδοσόπουλο καί Χαρίλαο Ταλιαδῶρο τοῦ Φροντιστηρίου "Ἅγιος Δημήτριος", στό ὁποῖο δίδαξε γιά πολλά χρόνια. Δημήτριος Σουρλαντζής Διαπρεπής, καλλίφωνος Πρωτοψάλτης καί μουσικοδιδάσκαλος. Γεννήθηκε στό Κορωπί τῆς Ἀττικῆς τό 1920. Μαθήτευσε στόν Δήμ.Στρατηλάτη πού ἦταν δομέστικος τῆς Μ.Χ.Ε. Γιά μία δεκαετία συνέχισε νά μαθητεύει κοντά σέ ὅλους τους γνωστούς διδασκάλους τῆς Ἀθήνας. Τό 1950 γράφτηκε στό Ἐθνικό Ὠδεῖο τωνΑθηνῶν ἔχοντας ὡς δάσκαλο τόν Θεοδ. Χατζηθεοδώρου. Ἔψαλλε σέ πολλούς ναούς τῆς Ἑλλάδος. Μετά τό 1956 ἦρθε στή Θεσσαλονίκη. Ἔψαλλε στήν Ἄγ. Μαρίνα Τούμπας καί στόν Ἄγ. Κωνσταντῖνο Ἱπποδρομίου. Δίδαξε στό Μακεδονικό Ὠδεῖο Θεσσαλονίκης καί στήν Ἐκκλησιαστική Ἀκαδημία. Ἐξέδωσε τά βιβλία Ἱερατικός Μουσικός Θησαυρός, Προσόμοια καί τήν Βυζαντινή Θεία Λειτουργία. Δίδαξε πάνω ἀπό 2500 μαθητές ὅπως συνήθιζε νά λέει καί νά καυχιέται, πρός δόξαν Θεοῦ. Τιμήθηκε μέ τό ὀφφίκιο τοῦ Ἄρχοντος μουσικοδιδασκάλου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. Χρύσανθος Θεοδοσόπουλος. Καλλίφωνος Πρωτοψάλτης. Γεννήθηκε στήν Τραπεζούντα τό 1920. Μαθήτευσε στόν πατέρα τοῦ Θεόδωρο, καί ὑπῆρξε μαθητής τοῦ Τριαντάφυλλου Γεωργιάδη καί τοῦ Σωκράτη Παπαδόπουλου. Ἔψαλλε σέ πολλούς ναούς τῆς πόλης, καί ἀπό τό 1958 ἔψαλλε στό Ναό τοῦ Ἁγίου Δημητρίου Θεσσαλονίκης.Ἐξέδωσε 4τομο ἔργοκαιτιμηθηκε μέ τό ὀφφίκιο τοῦ Ἄρχοντος Πρωτοψάλτου τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ἐλευθέριος Γεωργιάδης. Ἐγκρατής μουσικός, γεννήθηκε στήν Κωνσταντινούπολη τό 1920. Μαθήτευσε στόν πατέρα τοῦ Πάτροκλο. Ἀργότερα μαθήτευσε στόν Ἰάκωβο Ναυπλιώτη, στόν Εὐστ. Βιγγόπουλο, καί ὅπως ὁμολογεῖ καί ὁ ἴδιος, πολλά ἐπωφελήθη ἀπό τόν Κῶν. Πρίγγο. Ἀπό τό 1978 ἔψαλλε στόν Ἄγ. Ἐλευθέριο Τούμπας. Ἄριστος μελοποιός καί χοράρχης, με πολλούς μαθητές. Ἐξέδωσε τήν 3τομη Ἀνθολογία. Λυκοῦργος Πετρίδης, Ἕνας γλυκίφθογγος Πρωτοψάλτης καί ἐξαίρετος ἄνθρωπος. Γεννήθηκε στά Ταταύλα τῆς Κωνσταντινούπολης τό 1923. Μαθήτευσε στόν Ἰωάννη Γαλάνη, τόν Νικόλαο Ραιδεστηνό, Βασίλειο Οὐνου- 240 -


φριάδη, Κῶν.Πρίγγο καί Γεώργιο Παπαδόπουλο τοῦ ὁποίου ὑπῆρξε καί ἅ΄ Δομέστικος. Οὐσιαστικά ὅμως, τήν Ψαλτική του Τέχνη ὅσον ἀφορᾶ στήν ἑρμηνεία, τήν ἔκφραση, καί τό ὕφος, τό διδάχτηκε ἀπό τόν Θρασύβουλο Στανίτσα. Τό 1958 ἐγκαταστάθηκε στή Θεσσαλονίκη καί ἀνέλαβε τή θέση τοῦ Πρωτοψάλτου τῆς Μητροπόλεως Καλαμαριᾶς. Ἔγραψε 11 τόμους βιβλίων μέ τίτλο Τά Βυζαντινά καί δίδαξε τήν ψαλτική σέ πολλούς μαθητές. Ὁ Χαρίλαος Ταλιαδῶρος γεννήθηκε στή Θεσσαλονίκη τό 1926. Μαθήτευσε κοντά στόν Χριστόφορο Κουτσουράδη ἀπό τήν Χίο, καί σέ ἄλλους διδασκάλους τῆς Θεσσαλονίκης. Γράφτηκε στό Ἐθνικό Ὠδεῖο τῶν Ἀθηνῶν ἀπό ὅπου ἔλαβε τό Πτυχίο καί τό Δίπλωμα τῆς Βύζ. Μουσικῆς. Ἀπό τό 1944 ἔψαλλε στόν Ἄγ. Φανούριο μέχρι τό 1952 ὅποτε καί ἀνέλαβε τήν θέση τοῦ Πρωτοψάλτου τοῦ καθεδρικοῦ Ναοῦ τῆς τοῦ Ναοῦ Σοφίας. Ἐξαιρετικά καλλίφωνος μέ πλούσια καιμελωδική φωνή ἔχει δώσει πολλές συναυλίες στήν Ἑλλάδα καί στό Ἐξωτερικό. Ὑπῆρξε χοράρχης τῆς Χορωδίας "Μακεδονία". Δίδαξε τή Βύζ. Μουσική στό Πανεπιστήμιο γιά 3 χρόνια τό 196467, στό Μακεδονικό Ὠδεῖο καί στό φροντιστήριο "Ἅγιος Δημήτριος" μαζί μέ τούς Καραμάνη, Εὐθυμιάδη, Θεοδοσόπουλο. Ἔχει ἐκδώσει ἀρκετά βιβλία, Ἑσπερινό, Ὄρθρο, Θ.Λειτουργία, κ.α. Ἔχει ἠχογραφήσει πολλές κασσέτες, δίσκους. Τιμήθηκε μέ πολλούς τίτλους καί διακρίσεις γιά τήν πλούσια προσφορά του. Ἐπίσης, τιμήθηκε μέ τόν τίτλο τοῦ ἄρχοντος Πρωτοψάλτη τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Κωνσταντινουπόλεως. Κλείνοντας τήν ἀναφορά στούς δασκάλους τῆς Θεσσαλονίκης θεωρῶ πώς προσπάθησα μέσα σέ σύντομο χρόνο νά θυμίσω σέ πολλούς ἤ καί να πληροφορήσω τους περισσότερους γιά τά πρόσωπα πού ἔπαιξαν σημαντικό ρόλο στήν τέχνη τῆς Ψαλτικῆς στή Θεσσαλονίκη στόν Κ΄ αἰώνα. Ἀσφαλῶς, τό ἔργο τους, δηλαδή κατά κύριο λόγο ἡ διδασκαλία τῆς Ψαλτικῆς καί οἱ ἐκδόσεις τους,ἀπέδωσαν ἀγλαούς καρπούς. Καί αὐτό φαίνεται ἀπό τήν πλειάδα τῶν μαθητῶν τους πού λάμπρυναν καί συνεχίζουν νά λαμπρύνουν τά ἀναλόγια τῆς πόλης ἀλλά καί γενικότερα ὅλη τήν Ἑλλάδα συνεχίζονταςτην παράδοση πού παρέλαβαν. Καί ποιοί εἴναι οι μαθητές τους; Μία πλειάδα πολύ ἀξιόλογων ἑρμηνευτῶν, ἐρευνητῶν χοραρχῶν καί δασκάλων τῆς Πατρώας Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς. Ἐνδεικτικά θά ἀναφέρω τόν Ἀστέριο Δεβρελή ἄοκνο συγγραφέα μέ 26 καί πλέον βιβλία μέ τίτλο Πηδάλιον που καταγράφει τήν ἀσματικήν πράξη τῆς Θεσσαλονίκης ἀπό τούς Παναγιωτίδη, Πρίγγο, καθώς καί προσωπικές συνθέσεις. Τόν Κωνσταντῖνο Χαλίσογλου στόν ὁποῖον ὀφείλεται η νομοθέτηση της ασφάλισης τῶν ψαλτῶν στό ΙΚΑ, τόν Μετεσσαράκη ὁ ὁποῖος κοπίασε γιά τήν ἵδρυση μουσικῆς ἐφημερίδας μέ τίτλο "Ἠχώ τοῦ Βυζαντίου". Καί ἕνας μεγάλος ἀριθμός ἀπό πολύ ἀξιόλογους πρωτοψάλτες. - 241 -


Ποιά εἶναι ὅμως τά συστατικά ἐκεῖνα στοιχεῖα ποῦ συντηροῦν ἀλλά ταυτόχρονα ἐξελίσσουν τήν Ψαλτική Τέχνη στήν πόλη τῆς Θεσσαλονίκης δίνοντάς της τήν ἐπωνυμία ψαλτομάνα πόλη; Ἴσως νά μήν μπορῶ νά σᾶς ἀπαντήσω ξεκάθαρα. Παρατηρώντας ὅμως τά κοινά στοιχεῖα ὅλων τῶν προαναφερομένων διδασκάλων καταλήγω στά ἑξῆς συμπεράσματα. Ἕνας συνδετικός κρίκος εἴναιγνωση καί ἡ διδασκαλία τῶν κάθ΄ αὐτῶν μουσικῶν συνθέσεων πού πλέον χαρακτηρίζονται ὡς κλασσικές. Καί ἀναφέρομαι στίς συνθέσεις πού μᾶς ἄφησαν κυρίως οἱ τρεῖς διδάσκαλοι καί περιέχονται κυρίως στά διάφορα μουσικά Ταμεῖα Ἀνθολογίας. Ἡ μουσική τούς ἀναφορά στούς κοινούς Κωνσταντινουπολίτες διδασκάλους στούς ὁποίους μαθήτευσαν. Δηλαδή, Νηλέα Καμαράδο, Ἰάκωβο Ναυπλιώτη καί ἀργότερα ΚωνΠρίγγο καί Θρ. Στανίτσα. Ἡ Ψαλτική Τέχνη στόν Πάνσεπτο Πατριαρχικό Ναό μέ τούς ἄριστους διδασκάλους πού πέρασαν ἀπό ἐκεῖνο τό ἀναλόγιο ἠχοῦσε στά αὐτιά τῶν περισσοτέρων σάν μία ἀδιάλειπτη προσευχή πρός τόν Θεό καί ἀνάμνηση τῆς ἀρχοντιᾶς καί τοῦ μεγαλείου της Πόλης. Στόν τρόπο τῆς μαθητείας καί τῆς ἀναλυτικῆς μουσικῆς καταγραφῆς τοῦ μέλους. Ἡ υἱοθέτηση δηλαδή ἑνός ἀναλυτικότερου τρόπου καταγραφῆς τῶν φωνητικῶν ἀναλύσεων τῶν ποιοτικῶν κυρίως σημαδιῶν. Αὐτός φαίνεται πώς προέκυψε στά πλαίσια τῆς προσπάθειας γιά καταγραφή καί διάσωση τοῦ περίφημου Πατριαρχικοῦ ὕφους ὅπως γινόταν ἀντιληπτό μέσω τῆς διδασκαλίας τῶν Νηλέα, Γεωργιάδη, Καραμάνη κ.α. Στή μεταφορά τῆς γνώσης πού διέθεταν καί θέλαν νά μεταλαμπαδεύσουν, ἐκτός τῶν ἄλλων, καί γιά βιοποριστικούς λόγους. Τά μέσα πού χρησιμοποίησαν γιά νά ἀναδείξουν καί νά προβάλουν τήν ψαλτική της Θεσσαλονίκης; Ἡ ὀργάνωση τῆς διδασκαλίας, οἱ ἐκδόσεις βιβλίων, οἱ ἠχογραφήσεις, οἱ πολυπληθεῖς συναυλίες, οἱ χορωδιακές ἀναμεταδόσεις ἀπό τόν Ρ/Σ., ἡ ὕπαρξη Συλλόγου Ἱεροψαλτῶν - μάλιστα, γιά κάποιο διάστημα, εἶχε δημιουργηθεῖ καί δεύτερος σύλλογος στήν πόλη. Εἶναι ὅλα αὐτά πού συνέργησαν στήν ψαλτική της πόλης. Ταυτόχρονα στήν Ἀθήνα μέ τόν ἐρχομό τοῦ κορυφαίου μουσικολόγου Κωνσταντίνου Ψάχου ἐκ Κωνσταντινουπόλεως στίς ἀρχές τοῦ Κ΄ αἰώνα, ἡ ψαλτική τέχνη στόν Ἑλλαδικό χῶρο μπαίνει σέ μία ἄλλη βάση. Στήν ἀναζήτηση καί διασύνδεση μέ τό παρελθόν τῆς ψαλτικῆς. Σκοπός, ἡ ἀνάδειξη τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης ὡς βασικοῦ εἴδους τοῦ Ἑλληνικοῦ μουσικοῦ πολιτισμοῦ καί ἡ ἐπαναφορά της στό ἀρχαῖον κάλλος, κεκαθαρμένης ἀπό εὐρωπαϊκά καί ἀνατολίτικα ἀκούσματα. Ἡ σκυτάλη δόθηκε στούς πολλούς ἄοκνους ἐργάτες καί ἐρευνητές πού - 242 -


ὁ καθένας τους ἀπό τήν θέση τοῦ προσέφεραν ἤ καί ἀκόμα συνεχίζουν νά προσφέρουν στήν ἑλληνική μουσική, ἐκκλησιαστική καί παραδοσιακή. Ἕνας ἐξ αὐτῶν εἶναι καί ὁ καθηγητής μας ο κ. Γρηγόριος Στάθης. Ὁ ὁποῖος ἐπιδόθηκε στήν καταγραφή καί παρουσίαση τοῦ ἔργου τῶν μεγάλων βυζαντινῶν καί μεταβυζαντινῶν μελοποιῶν, τῆς ἠχητικῆς ἀποτύπωσης τῶν ἔργων τους, τῆς συγγραφῆς μεγάλου ἀριθμοῦ δημοσιεύσεων καί μονογραφιῶν πάνω στήν Ψαλτική Τέχνη καί στό καίριο θέμα τῆς διδασκαλίας της, στίς ἐξηγήσεις τῆς σημειογραφίας καί σέ πολλά ἄλλα.Ἐπίσης,εἶναι αὐτός πουεισήγαγε τήν Ψαλτική Τέχνη στά μουσικά Τμήματα τῶν Πανεπιστήμιων τῆς Ἑλλάδος ὥστε νά θεραπεύεται σέ ἀνώτατο ἐπιστημονικό ἐπίπεδο ἡ ὑπόθεση τῆς Ἑλληνικῆς μας μουσικῆς. Καί βεβαίωςη ἀναφορά στό πρόσωπό του δέν ἔγινε τυχαία. Ἡ γνωριμία καί οἱ ἀγαθές σχέσεις του μέ τούς μεγάλους διδασκάλους τῆς Θεσσαλονίκης εἶχε ὡς ἀποτέλεσμα ἡ νέα γενιά μουσικῶν καί μουσικολόγων τῆς Θεσσαλονίκης, καί ὄχι μόνο, νά προσεγγίζουν πλέον τήν Ψαλτική Τέχνη πάνω σέ πιό στέρεες βάσεις. Στήν ἀκουστική παράδοση τῶν ἑρμηνευτῶν τῆς πόλεως,στήν παράδοση τῆς Ἁγιορειτικῆς ψαλτικῆς,στήν μελέτητων μουσικῶν χειρογράφων πού ἐναπόκεινταιστις βιβλιοθῆκες τῶν μονῶν,καί γενικότερα στηνγνώση τῶν βυζαντινῶν καί μεταβυζαντινῶν συνθέσεων τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης. Κλείνοντας τήν παροῦσα εἰσήγησή μου, καί ἀφοῦ σᾶς εὐχαριστήσω γιά τήν εὐκαιρία πού μου δώσατε νά ἀναφερθῶ στήν ψαλτική της Θεσσαλονίκης νά σᾶς πῶ πώς, ἡ πόλη τοῦ Ἁγίου Δημητρίου, ἐκτός τῶν ἄλλων, μπορεῖ νά χαίρει διότι εὐτύχησε νά ἔχει τέτοιους μεγάλους διδασκάλους στήν Ψαλτική Τέχνη κατά τόν περασμένο αἰώνα. Ὅμως καί στό κατώφλι κα΄ αἰώνα σκιαγραφεῖται ἕνα σπουδαῖο μέλλον μέ ὅλα τά ἐφόδια πού οἱ δάσκαλοί μας μᾶς κληροδότησαν. Μέλημά μας εἶναι νά τά διαφυλάξουμε καί νά τά ἀναπτύξουμε.

- 243 -


Κατά τό 2ον Ἱεροψαλτικό Συνέδριον εἰς τήν Ὀρθόδοξον Ἀκαδημίαν Κρήτης


Τό «ὅλον» καί τά «ἐπιµέρους» στήν Ψαλτική Κωνσταντῖνος Χαριλ. Καραγκούνης jπίκ. Καθηγητὴς Βυζ. jκκλησιαστικῆς Μουσικῆς τῆς Α.Ε.Α.Α. ∆ιευθυντὴς Ψαλτικῆς Τέχνης καὶ Μουσικολογίας O.Θ.Σ.Β. ΠΕΡΙΛΗΨΗ Ἡ ἀνανέωση, ἀναμόρφωση, ἴσως - ἴσως ἡ ἀποκατάσταση τῆς Ψαλμῳδίας ὡς λατρευτικῆς τέχνης, δὲν μπορεῖ νὰ γίνει μόνο ἀπὸ τὴ βαθιὰ καὶ εὐρεῖα γνώση τῆς θεωρίας τῆς μουσικῆς, τῆς ἱστορίας ἢ τῆς παλαιογραφίας, ἀλλὰ ἀπαιτεῖ, πρῶτα ἀπ’ ὅλα, τὴ μελέτη καὶ τὴν υἱοθέτηση τῶν θεολογικῶν προϋποθέσεων τῆς Ψαλμῳδίας, ὅπως αὐτὲς παραδίδονται ἀπὸ τὸν Κυριακό, ἀποστολικὸ καὶ πατερικὸ λόγο. Ἄραγε, ὑπάρχει ἕνα "ὅλον" στὴν Ψαλτικὴ καὶ τί εἶναι αὐτό; Ποιὰ εἶναι τὰ ἐπιμέρους στοιχεῖα ποῦ συνθέτουν τὸ "ὅλον" στὴν Ψαλμῳδία; Πῶς συσχετίζεται ἡ Ψαλμῳδία ὡς "ὅλον", μὲ τὴν ἔννοια τοῦ «Ὅλου» στὴν Ὀρθόδοξο θεολογία; ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ Πανοσιολογιώτατοι καὶ αἰδεσιμολογιώτατοι Πατέρες, ἐλλογιμώτατοι καὶ μουσικολογιώτατοι κ. κ. συνάδελφοι, μέλη τῆς Ἐπιστημονικῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ συνεδρίου καὶ λοιποὶ ἐλλογιμώτατοι κ. κ. Καθηγητές, ἰδίως τῆς ἀδελφοῦ Πατριαρχικῆς Ἀνωτάτης Ἐκκλησιαστικῆς Ἀκαδημίας Κρήτης, ἀξιότιμοι μουσικώτατοι κ. κ. Πρόεδροι τῶν Ἱεροψαλτικῶν Σωματείων τῆς Κρήτης καὶ μέλη τῶν ΔΣ αὐτῶν, ἐκ τῶν ὁποίων καὶ μέλη τῆς Ὀργανωτικῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ συνεδρίου, μουσικολογιώτατοι τιμώμενοι εἰς τὸ παρὸν συνέδριο, μουσικότατοι καθηγητὲς τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης καὶ λοιποὶ συνάδελφοι ἱεροψάλτες, κυρίες καὶ κύριοι, ἐπιτρέψτε μου, πρὶν ἀπὸ ὁ,τιδήποτε ἄλλο, νὰ ἐπιβραβεύσω καὶ συγχαρῶ τοὺς ἐμπνευστὲς τοῦ συνεδρίου, ὅσους ἐργάστηκαν γιὰ τὴν ὀργάνωση καὶ συνεχίζουν νὰ κοπιάζουν γιὰ τὴν διεξαγωγή του, ἔπειτα δὲ νὰ εὐχαριστήσω εἰλικρινῶς καὶ νὰ ἐκφράσω εὐγνωμοσύνη γιὰ τὴν τιμὴ ποὺ μοῦ γίνεται νὰ συμμετέχω σὲ αὐτὸ καὶ ὡς μέλος τῆς Ἐπιστημονικῆς Ἐπιτροπῆς. Ἰδιαιτέρως, ἀναπαύομαι καὶ χαίρω γιὰ τὸ γεγονός, ὅτι τὸ συνέδριο, ἂν καὶ ἄρχισε νὰ σχεδιάζεται ἀπὸ ἱεροψαλτικοὺς φορεῖς ὡς ἱεροψαλτικό, ὁλοκληρώνεται ὡς - 245 -


ἐπιστημονικό, ἔχοντας ἤδη θίξει πολλὰ καὶ ἀξιόλογα ζητήματα, ποὺ ἀπασχολοῦν τὴν γενικότερη ἐπιστημονικὴ ἔρευνα περὶ τὴν Ψαλτική. Αὐτὸ ἀποδεικνύει, ὅτι ἡ ἐπιστήμη τῆς Βυζαντινῆς Μουσικολογίας εὑρίσκει, ἐπιτέλους, ἐρείσματα στὸν ἱεροψαλτικὸ κόσμο, μάλιστα τῆς μεγαλονήσου Κρήτης καὶ τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς της, στὸν ἱεροψαλτικὸ κόσμο, ὁ ὁποῖος, πλέον, ἀναζητᾶ αὐθεντικότερες καὶ γνησιότερες μορφὲς καὶ δομὲς ἐκφράσεως τῆς λατρευτικῆς μουσικῆς τῆς μίας, ἁγίας, καθολικῆς καὶ ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας, τῆς Ὀρθοδόξου Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας. ΑΝΤΙ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ Προσωπικῶς, ἐπέλεξα θέμα ὄχι ἀκραιφνῶς μουσικολογικὸ ὑπὸ τὴν στενὴ ἔννοια τοῦ ὄρου στρέφομαι τακτικὰ στὴν θεολογικὴ ἀνάλυση τοῦ πράγματος, διότι εἶμαι ἀπολύτως πεπεισμένος, ὅτι ἡ ἀνανέωση, ἀναμόρφωση, ἴσως καὶ ἀποκατάσταση τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς, ὡς λατρευτικῆς τέχνης, δὲν δύνανται νὰ ἐπέλθουν μόνον ἀπὸ τὴν εἰς βάθος καὶ πλάτος γνώση τῆς μουσικῆς θεωρίας, τῆς ἱστορίας ἢ τῆς παλαιογραφίας της ἀπαιτεῖται, πρωτίστως καὶ κυρίως, μελέτη καὶ υἱοθέτηση τῶν θεολογικῶν προϋποθέσεων τῆς Ψαλμῳδίας, ὅπως αὐτὲς παραδίδονται ἀπὸ τὸν κυριακό, τὸν ἀποστολικὸ καὶ τὸν πατερικὸ λόγο. Αὐτὸς ὁ λόγος / Λόγος εἶναι ἡ πρώτη καὶ κυρία Παράδοση καὶ τῆς Ψαλτικῆς ἐντός της Ἐκκλησίας1, ποὺ εἶναι ὁ νέος Παράδεισος τῆς Τρυφῆς, καὶ αὐτὴν τὴν Παράδοση ὀφείλουμε «ἐργάζεσθαι καὶ φυλάσσειν»2 κατὰ τὴν Ψαλμῳδία καὶ διὰ τῆς Ψαλμῳδίας. Παρακαλῶ, μόνον, ὅσα εἰπωθοῦν ἐν συνεχείᾳ, νὰ ἐκληφθοῦν ὡς ἁπλὴ ὑπόμνηση ἤδη γνωστῶν ζητημάτων, τὰ ὁποῖα κατατίθενται στὸ ἐν λόγῳ συνέδριο ὄχι μὲ διάθεση διδακτικὴ ἢ κηρυκτική μὴ γένοιτο. Τὸ τονίζω αὐτὸ καὶ παρακαλῶ, μὴ εὑρεθῆ ἔστω ἕνας, νὰ μοῦ καταλογίσει τὸ ἐκ τοῦ βιβλίου τοῦ Ἰὼβ ἀπόφθεγμα, «Τί γὰρ οἶδᾳς, ὃ οὐκ οἴδαμεν; ἢ τί συνίεις σύ, ὃ οὐ καὶ ἠμεῖς;»3 Οὔτε νὰ εὑρεθῆ κανεὶς νὰ ἀναφωνήσει ἐμπαικτικῶς, «ἢ καὶ Σαοὺλ ἐν προφήταις;»4

Ψαλμός ριη΄, 9: «Ἐν τίνι κατορθώσει νεώτερος τὴν ὁδὸν αὐτοῦ; ἐν τῷ φυλάξασθαι τοὺς λόγους σου.» 2 Γένεσις, β΄, 15: «Καὶ ἔλαβε ὁ Κύριος ὁ Θεὸς τὸ ἄνθρωπον, ὅν ἔπλασε, καὶ ἔθετο αὐτὸν ἐν τῷ παραδείσῳ τῆς τρυφῆς, ἐργάζεσθαι αὐτὸν καὶ φυλάσσειν.» 3 Ἰώβ, ιε΄, 9. 4 Βασιλειῶν Α΄, ι΄, 11-12: «Καὶ εἶπεν ὁ λαὸς ἕκαστος πρὸς τὸν πλησίον αὐτοῦ· τί 1

- 246 -


ΚΥΡΙΩΣ ΜΕΡΟΣ Μὴ χρονοτριβώντας ἄλλο, θὰ ξεκινήσω, διευκρινίζοντας τὴν ἔννοια «Ὅλον», συμφώνως πρὸς ὅσα κατάφερα νὰ συλλέξω ἀπὸ τὴν Ὀρθόδοξο θεολογία καὶ ἔπειτα θὰ ἀποπειραθῶ, νὰ συσχετίσω τὴν ἔννοια τοῦ «Ὅλου» μὲ τὴν λατρευτικὴ Ψαλμῳδία. Τὸ πρᾶγμα ὁμοιάζει, κάπως, μὲ ἐκεῖνο τὸ αἴνιγμα, ποὺ ἔθεσε ὁ Σαμψὼν στοὺς ἐχθρούς του τὸ «τί βρωτὸν ἐξῆλθεν ἐκ βιβρώσκοντος καὶ ἀπὸ ἰσχυροῦ γλυκύ;» Ἐκεῖνοι μὲν «οὐκ ἠδύναντο ἀπαγγεῖλαι τὸ πρόβλημα ἐπὶ τρεῖς ἡμέρας»5, ἐμεῖς δὲ σήμερα, διὰ τῆς Χάριτος, γνωρίζουμε νὰ ἀπαντήσωμε: «Τί γλυκύτερον μέλιτος, καὶ τί ἰσχυρότερον λέοντος;»6 ὅπου, «λέων ἰσχυρὸς» ἡ Πίστη, διὰ τῆς Ὀρθοδόξου θεολογίας ἐκφραζομένη, ἐνῶ «μέλι γλυκύτατον» ἡ καθαρὰ εὐχὴ7 καὶ ἡ καρδιακὴ Ψαλμῳδία. Α΄. Τὸ «Ὅλον» στὴν Ὀρθόδοξη θεολογία Ὡς γνωστόν, ἡ Ὀρθόδοξος θεολογία ἔχει ἕναν ἰδιάζοντα τρόπο νὰ περιγράφει τὰ τῆς πίστεως. Ἔτσι, ἄλλοτε διατυπώνει τὸ δόγμα καταφατικῶς ἢ θετικῶς, ἄλλοτε ἀποφατικῶς ἢ ἀρνητικῶς καὶ ἄλλοτε καὶ μὲ τοὺς δύο τρόπους συγχρόνως, στὶς περιπτώσεις κατὰ τὶς ὁποῖες ἡ ἀνθρώπινη διάνοια ἀδυνατεῖ νὰ συλλάβει καὶ ὁ ἀνθρώπινος λόγος εἶναι ἀνεπαρκὴς νὰ διατυπώσει τὴν οὐσία τῆς πίστεως. Ἡ πραγματικότητα ἀλλὰ καὶ ἀναγκαιότητα αὐτοῦ τοῦ γεγονότος εἶναι ἀδιανόητη καὶ ἀσύλληπτη ἀπὸ τὸν ὀρθολογισμὸ τῆς πάσης φύσεως αἱρέσεως, εἶναι δὲ ἐκεῖνο ἀκριβῶς τὸ στοιχεῖο, διὰ τοῦ ὁποίου ὁ Θεὸς δοκιμάζει καὶ πιστοποιεῖ τὴν πίστη τοῦ λαοῦ του8. Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρά, ὅμως, μὲ τὸν τρόπο αὐτὸ διασφαλίζεται ἡ ἐλευθερία τοῦ προσώπου, καθώς, ἐὰν ὅλα στὸ δόγμα ἦσαν ἀποκεκαλυμμένα, σαφῆ καὶ κατανοητά, ἡ προαίρεση τοῦ ἀνθρώπου δὲν θὰ ἔπαιζε κανένα ρόλο, ἡ δὲ πίστη θὰ ἦταν προϊὸν πειθαναγκασμοῦ. Ἔτσι, ὁ ἄνθρωπος ἔχει τὴν εὐκαιρία νὰ τοῦτο τὸ γεγονὸς τῷ υἱῷ Κίς; ἦ καὶ Σαοὺλ ἐν προφήταις; 12 καὶ ἀπεκρίθη τις αὐτῶν καὶ εἶπε· καὶ τίς πατὴρ αὐτοῦ; καὶ διὰ τοῦτο ἐγενήθη εἰς παραβολήν, ἦ καὶ Σαοὺλ ἐν προφήταις;» 5 Κριταί, ιδ΄, 14: «Καὶ εἶπεν αὐτοῖς· τί βρωτὸν ἐξῆλθεν ἐκ βιβρώσκοντος καὶ ἀπὸ ἰσχυροῦ γλυκύ; καὶ οὐκ ἠδύναντο ἀπαγγεῖλαι τὸ πρόβλημα ἐπί τρεῖς ἡμέρας.» 6 Κριταί, ιδ΄, 18: «Καὶ εἶπαν αὐτῷ οἱ ἄνδρες τῆς πόλεως ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῇ ἑβδόμῃ πρὸ τοῦ ἀνατεῖλαι τὸν ἥλιον· τί γλυκύτερον μέλιτος, καὶ τί ἰσχυρότερον λέοντος;» 7 Ἰώβ, ις΄, 17: «Ἄδικον οὐδὲν ἦν ἐν χερσί μου, εὐχὴ δέ μου καθαρά.» 8 Ματθ., κα΄, 20 - 22: «Καὶ ἰδόντες οἱ μαθηταὶ ἐθαύμασαν λέγοντες· Πῶς παραχρῆμα ἐξηράνθη ἡ συκῆ; 21 ἀποκριθεὶς δὲ ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτοῖς· Ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐὰν ἔχητε πίστιν καὶ μὴ διακριθῆτε, οὐ μόνον τὸ τῆς συκῆς ποιήσετε, ἀλλὰ κἂν τῷ ὄρει τούτῳ εἴπητε, ἂρθητι καὶ βλήθητι εἰς τὴν θάλασσαν, γενήσεται· 22 καὶ πάντα ὅσα ἐὰν αἰτήσητε ἐν τῇ προσευχῇ πιστεύοντες, λήψεσθε.» - 247 -


προσφέρει στὸν Ἅγιο Τριαδικὸ Θεὸ τὸν πλοῦτο τῶν ἀρετῶν του, κυρίως τῆς ταπεινώσεως, τῆς ὑπακοῆς καὶ τῆς ἀγάπης, διὰ τῶν ὁποίων ἀποδέχεται ὁλόκληρο καὶ ὡς «Ὅλον» τὸν λόγο / Λόγο τοῦ Θεοῦ, ἢ -ἀντιθέτως- νὰ ἀποκαλύψει τὸν βόρβορο τῶν παθῶν τῆς φιλαυτίας, τῆς φιληδονίας καὶ τῆς φιλαργυρίας, ποὺ κρύβει ἢ καλλιεργεῖ ἐπιμελῶς ἐντὸς τοῦ ἐγώ του, πάθη ποὺ ἀπορρίπτουν τὴν πίστη ἢ -χειρότερα- παράγουν μία ἰδιάζουσα, αὐτόνομη, ἐπιλεκτικὴ καὶ αὐτοπροσαρμοζόμενη πίστη εἰς βάρος τοῦ «Ὅλου». «Ὅλον» ἡ πίστη. Ἤδη, λοιπόν, μὲ ὅσα μόλις εἰπώθηκαν, δόθηκε -ἔστω ἔμμεσα- ἕνας πρῶτος προσδιορισμὸς τοῦ «Ὅλου» καὶ αὐτὸ εἶναι ἡ «καθολικὴ» πίστη. Αὐτὴ ἀποτελεῖ «Ὅλον», διότι δὲν εἶναι ἄλλο ἀπὸ τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ, τὸν ἐκπεφρασμένο στὴν Παλαιὰ καὶ Καινὴ Διαθήκη διὰ τοῦ Λόγου τοῦ Πατρός, ὁ Ὁποῖος ἀποτελεῖ τὴν «Μία» Ὁδό, Ἀλήθεια καὶ Ζωή «Μία», ὄχι ἀπὸ τὶς πολλές, ἀλλὰ «Μία» τὴν μόνη. «Ὅλον», βεβαίως, ἡ πίστη, ἀλλά, φυσικά, μὲ πολλὰ καὶ σύνθετα «ἐπιμέρους» στοιχεῖα ἐκφράσεως καὶ διατυπώσεως, τὰ ὁποία, πάντως, σὲ καμμία περίπτωση δὲν ἀναιροῦν ἢ δὲν διασποῦν τὸ «Ὅλον». Ὅταν ἀναιροῦν ἢ διασποῦν τὸ «Ὅλον», ἀποβαίνουν αἵρεση. «Ὅλον» ὁ Ἅγιος Τριαδικὸς Θεὸς καὶ ἡ «Βασιλεία τοῦ Θεοῦ». «Βασιλεία τοῦ Θεοῦ» εἶναι αὐτὸς ὁ ἴδιος ὁ Ἅγιος Τριαδικὸς Θεός, ὁ Ὁποῖος, διὰ τῆς Τριαδικότητος καὶ διὰ τῆς Ἑνότητος τῆς Οὐσίας Του, ἀποτελεῖ στὴν πραγματικότητα τὸ μόνον ὄντως «Ὅλον». Ἡ φράση τοῦ Κυρίου «Ἐγὼ καὶ ὁ Πατὴρ ἕν ἐσμεν»9 μαρτυρεῖ αὐτὴν τὴν ὑπερβατικὴ γιὰ τὸν ἀνθρώπινο νοῦ Ἑνότητα - «Ὁλότητα» τῆς «ὁμοουσίου καὶ ἀχωρίστου Τριάδος». Ἡ δὲ διὰ τῆς σωτηρίας εἴσοδος τοῦ πιστοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ στὴν «Βασιλεία» Του, δὲν εἶναι τίποτε ἄλλο παρὰ ἡ ἐνσωμάτωση τοῦ τελευταίου σὲ αὐτὸ τὸ «Ὅλον». «Ὅλον» ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Τέλειος Θεὸς καὶ τέλειος ἄνθρωπος ὁ Κύριος, ἐντούτοις οἱ δύο φύσεις Του εἶναι ἕνα «Ὅλον», «ἀσύγχυτον καὶ ἀδιαίρετον» ἀϊδίως, ἀκόμη καὶ μετὰ τὴν ὀντολογικῶς ἐνσώματο Ἀνάληψή Του εἰς τοὺς Οὐρανούς. «Ὅλον» ἡ Ἁγία Γραφή. Ἕνα ἑνιαῖο καὶ ἀδιάσπαστο «Ὅλον» ἀποτελεῖ ἡ Ἁγία Γραφή, ἐπιμερισμένη σὲ Παλαιὰ καὶ Καινὴ Διαθήκη, αὐτὲς δὲ μὲ τὴν σειρά τους σὲ πολλὰ ἐπιμέρους βιβλία, κεφάλαια, στίχους, ἡμιστίχια καὶ λοιπά. Ἐντούτοις, ἡ Ἁγία Γραφὴ εἶναι ἕνα καὶ μοναδικὸ «Ὅλον», ἐφόσον, οὔτε ἡ ΠΔ νοεῖται χωρὶς τὴν ΚΔ, οὔτε ἡ ΚΔ κατανοεῖται ἄνευ τῆς ΠΔ, ἀποτελοῦν δὲ συναμφότερες, ἀπὸ τὴν Γένεση ἕως τὴν Ἀποκάλυψη, τὴν περιγραφὴ τοῦ σχεδίου τῆς Οἰκονομίας τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ γιὰ τὴν σωτηρία τοῦ πεπτωκότος Ἀδάμ. Καὶ εἶναι «Ὅλον» ἡ Ἁγία Γραφή, διότι εἶναι ὄντως θεόπνευστη, διότι εἶναι ὁ λόγος τοῦ Κυρίου, ἀπὸ τὸν ὁποῖο δὲν δύ9

Ἰωάν., ι΄, 30. - 248 -


ναται μία «κεραία» ἢ ἕνα «γιῶτα» νὰ ἀφαιρεθεῖ ἢ νὰ προστεθεῖ ἀνὰ τοὺς αἰῶνας10. «Ὅλον» ἡ Κυρία Θεοτόκος. Στὴν Θεοτόκο εὑρίσκεται τὸ «Ὅλον» τῆς ἀρετῆς, κατὰ τὸ ἀνθρωπίνως ἐφικτὸν καί, παρὰ τὰ ἐπιμέρους στοιχεῖα φθορᾶς, τὰ ὁποία ἀναποφεύκτως ὑφίσταται ἡ Μαρία στὸν ἐπίγειο βίο της (γήρανση, κοίμηση), διατηρεῖ «ἀδιαφθόρως» αὐτὸ τὸ «Ὅλον» τῆς ἀρετῆς. «Ὅλον» ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Λέγοντας Ἐκκλησία, συνήθως νοοοῦμε τὰ ἐπιμέρους στοιχεῖα τῆς Ἐκκλησίας, Ναούς, τοπικὲς Ἐκκλησίες ἢ τὴν «κατ’ οἶκον» Ἐκκλησία, ὅμως, ἡ Ἐκκλησία ὡς «Ὅλον» δὲν εἶναι ἄλλο ἀπὸ αὐτὸν τὸν Ἅγιο Τριαδικὸ Θεό, ὁ ὁποῖος διευρύνει αὐτὴν διαρκῶς μὲ τὰ πνευματικὰ καὶ ὑλικὰ δημιουργήματά του, τοὺς Ἀγγέλους καὶ τοὺς ἀνθρώπους, ἀσχέτως τοῦ πότε ἐγκαθιδρύεται ἐπὶ γῆς ὡς θεοσύστατος Ὀργανισμὸς καὶ «Σῶμα Χριστοῦ» ἢ γιὰ νὰ τὸ πῶ ὀρθῶς, ἀσχέτως πότε ὁ ἄνθρωπος ἀντιλαμβάνεται τὴν ἐπὶ γῆς συγκρότηση τῆς Ἐκκλησίας (ἢ ἐπὶ γῆς τὴν συγκρότηση τῆς Ἐκκλησίας). «Ὅλον» ἡ Θεία Λατρεία τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ. Ὁμοίως, μιλῶντας περὶ τῆς Θείας Λατρείας, σχεδὸν πάντοτε στὰ ἐπιμέρους αὐτῆς ἀναφερόμαστε: στὶς ἱερὲς Ἀκολουθίες, στὰ Μυστήρια, στὴν Θεία Λειτουργία, στὴν κατὰ μόνας Λατρεία τοῦ Κυρίου, στὸ τυπικοτελετουργικὸ αὐτῆς μέρος καί, γενικῶς, στὶς λατρευτικὲς πράξεις μας ἢ προσφορές μας. Ἐντούτοις, ὅλα τὰ ἀνωτέρω δὲν ἀποτελοῦν τὸ «Ὅλον» τῆς Θείας Λατρείας, ἀλλὰ εἶναι μερικὰ μόνον στοιχεῖα, τὰ ὁποῖα ὁ ἄνθρωπος μὲ τὶς εὐτελεῖς δυνάμεις τοῦ «προσθέτει» στὴν ἀέναο καὶ αἰώνιο Λατρεία τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία Του, ὅπως αὐτὴ ἤδη περιεγράφη. Γιὰ νὰ γίνω λίγο περιγραφικότερος, ὁ Κύριος λατρεύεται ἀδιαλείπτως, ἀκαταπαύστως καὶ ἀκοιμήτως ἀπὸ τοὺς ἁγίους Ἀγγέλους Του καὶ ἀπὸ τὸ τμῆμα τῆς Ἐκκλησίας Του, τὸ ὁποῖο συμβατικῶς χαρακτηρίζουμε ὡς «θριαμβεύουσα» Ἐκκλησία. Λατρεύεται ἐν χρόνῳ καὶ θὰ λατρεύεται ἀχρόνως καὶ αἰωνίως μετὰ τὴν Δευτέρα Ἔλευσή Του. Αὐτὸ τὸ ὁποῖο οἱ θνητοὶ ἄνθρωποι καλοῦμε Λατρεία, συγκριτικῶς (τὸ τονίζω: συγκριτικῶς) εἶναι μερικὰ μόνον -ἐπιτρέψτε μου τὴν ἀναίδεια«σκουπίδια», ποὺ ἐπιρρίπτουμε -ἢ ἔστω ἐπιπροσθέτουμε- στὴν «καθαρὰ Λατρεία» τοῦ Κυρίου, τὰ ὁποία, πάντως, ὁ Πανάγαθος μακροθύμως ἀποΜατθ., ε΄, 17 - 19: «Μὴ νομίσητε ὅτι ἦλθον καταλῦσαι τὸν νόμον ἢ τοὺς προφήτας· οὐκ ἦλθον καταλῦσαι ἀλλὰ πληρῶσαι. 18 ἀμὴν γὰρ λέγω ὑμῖν, ἕως ἂν παρέλθῃ ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ, ἰῶτα ἓν ἢ μία κεραία οὐ μὴ παρέλθῃ ἀπὸ τοῦ νόμου ἕως ἂν πάντα γένηται. 19 ὃς ἐὰν οὖν λύσῃ μίαν τῶν ἐντολῶν τούτων τῶν ἐλαχίστων καὶ διδάξῃ οὕτως τοὺς ἀνθρώπους, ἐλάχιστος κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν· ὃς δ’ ἂν ποιήσῃ καὶ διδάξῃ, οὗτος μέγας κληθήσεται ἐν τῇ βασιλείᾳ τῶν οὐρανῶν. 10

- 249 -


δέχεται. (Ἐδῶ ἐμπίπτει καὶ ἡ Ψαλμῳδία, γιὰ τὴν ὁποία θὰ κάνω εἰδικὸ λόγο λίγο παρακάτω.) Ἀκόμη καὶ οἱ περίφημες βυζαντινὲς Μονὲς τῶν Ἀκοιμήτων -ἄς μου ἐπιτραπεῖ, πάλι, νὰ πῶ- προσέφεραν μὲν μία ἐντατικότερη καὶ συστηματικώτερη, μία ὁλονυχθήμερη ἔκφραση Λατρείας, ἀλλὰ ὄχι τὴν Λατρεία ὡς «Ὅλον». Ἡ Λατρεία ὡς «Ὅλον» ἐκφράζεται ἐκπληκτικὰ μὲ τοὺς ψαλμικοὺς στίχους τοῦ ΙΗ΄ Ψαλμού11: «2 Οἱ οὐρανοὶ διηγοῦνται δόξαν Θεοῦ, ποίησιν δὲ χειρῶν αὐτοῦ ἀναγγέλλει τὸ στερέωμα. 3 ἡμέρα τῇ ἡμέρᾳ ἐρεύγεται ρῆμα, καὶ νὺξ νυκτὶ ἀναγγέλλει γνῶσιν. 4 οὐκ εἰσὶ λαλιαὶ οὐδὲ λόγοι, ὧν οὐχὶ ἀκούονται αἱ φωναὶ αὐτῶν· 5 εἰς πᾶσαν τὴν γῆν ἐξῆλθεν ὁ φθόγγος αὐτῶν καὶ εἰς τὰ πέρατα τῆς οἰκουμένης τὰ ρήματα αὐτῶν…». Σύσσωμη ἡ Δημιουργία, πνευματικὴ καὶ ὑλική, ἔμψυχη καὶ ἄψυχη, ἔμβια καὶ μή, δοξάζει ἀκαταπαύστως τὸν Ἅγιο Τριαδικὸ Θεό, ἡ δὲ ἐξάπλωση τοῦ Εὐαγγελίου «εἰς πᾶσαν τὴν γῆν» ἔχει μία ἐκπληκτικὴ συνέπεια: Κάθε στιγμὴ τῆς ἀδιαλείπτου ροῆς τοῦ κτιστοῦ χρόνου, καθὼς τὸ φῶς τῆς αὐγῆς στιγμὴ - στιγμὴ ἁπλώνεται στὴν ὑφήλιο, διαρκῶς ξεκινᾶ μία νέα Θεία Λειτουργία, διαρκῶς κάπου προσκομίζεται καὶ κάπου θυσιάζεται «ὁ Ἀμνὸς τοῦ Θεοῦ ὁ αἴρων τὴν ἁμαρτίαν τοῦ κόσμου»12 καὶ κάπου ἀλλοῦ ὁλοκληρώνεται ἡ Κοινωνία τοῦ πιστοῦ λαοῦ μὲ τὸν Θεό του. Τὸ «Ὅλον» τῆς Θείας Λατρείας ἐκφράζεται μὲ τὴν ἀκατάπαυστο δοξολογία καὶ Εὐχαριστία τῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Θεία Λειτουργία ὡς «Ὅλον». Ἐδῶ δὲ θὰ πολυπραγμονήσω εἶναι γνωστό, ὅτι ἡ Θεία Λειτουργία εἶναι ὁ χῶρος τῆς Ἀποκαλύψεως τοῦ Θεοῦ (τοῦ Οὐρανίου Ἄρτου), ὅπου ἀποκαλύπτεται «Ὅλος» ὁ Χριστὸς στὸν «ὅλο» ἄνθρωπο καὶ ὅπου προσφέρεται «Ὅλος» ὁ Χριστὸς στὰ μέλη τῆς Ἐκκλησίας Του, χωρὶς ποτὲ νὰ δαπανᾶται ἢ νὰ ἐξαντλεῖται, ἐνῶ συνάμα «ὅλος» ὁ πιστὸς προσλαμβάνεται ἀπὸ τὸν Χριστὸ καὶ συσσωματώνεται στὸν Χριστό. «Ὅλον» ὁ ἄνθρωπος. Ἀναπόφευκτα, μετὰ ἀπὸ τὰ παραπάνω, θυμᾶται κανεὶς ὅτι καὶ ὁ ἄνθρωπος εἶναι ἕνα «ὅλον» καὶ δὲν ἐπιμερίζεται σὲ σῶμα, πνεῦμα καὶ ψυχή. «Ὅλος» προσλαμβάνεται ἀπὸ τὸν Ἰησοῦ Χριστὸ κατὰ τὴν Θεία Κοινωνία, «ὅλος» θὰ ἀναστηθεῖ κατὰ τὴν Μέλλουσα Κρίση, «ὅλος» θὰ μετέχει τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ ἢ τῆς αἰωνίου Κολάσεως. Ἄλλως, πῶς θὰ ἦταν τὸ σῶμα μας «ναὸς τοῦ ἐν ἡμῖν Ἁγίου Πνεύματος»13; Ὅλα τὰ ἀνωτέρω, ὅσα ἐνδεικτικῶς ἕως τώρα εἰπώθηκαν, καὶ πολλὰ ἀκόμη, εἶναι στοιχεῖα τῆς Ὀρθοδόξου θεολογίας, τοῦ δόγματος, δηλαδή, Ψαλμός ιη΄ (ιθ΄), στίχοι 2 - 5. «Εἰς τὸ τέλος· ψαλμὸς τῷ Δαυΐδ.» Ἰωάν., α΄, 29. 13 Κορινθίους Α΄, στ΄, 19 - 20: «ἢ οὐκ οἴδατε ὅτι τὸ σῶμα ὑμῶν ναὸς τοῦ ἐν ὑμῖν ἁγίου Πνεύματός ἐστιν, οὗ ἔχετε ἀπὸ Θεοῦ, καὶ οὐκ ἐστὲ ἑαυτῶν; 20 ἠγοράσθητε γὰρ τιμῆς.» 11 12

- 250 -


τὰ ὁποία δοκιμάζουν σκληρὰ καὶ σταθμίζουν ἀκριβῶς τὴν πίστη τοῦ ἀνθρώπου. Ἐπιζητοῦν τὴν ματαίωση τοῦ ὀρθολογισμοῦ του καὶ τὴν ἐγκάρδια προσήλωσή του στὸν λόγο / Λόγο τοῦ Θεοῦ χωρὶς ἀμφισβήτηση, μὲ ὑπακοή, ταπείνωση καὶ ἀγάπη. Αὐτό, ὅμως, δὲν εἶναι κάτι εὔκολο, ἰδιαιτέρως κατὰ τὴν μεταπτωτικὴ ἐποχή, κατὰ τὴν ὁποία ὁ διάβολος ἀπέκτησε ἐξουσίες ἐπὶ τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἐπὶ τῶν λοιπῶν δημιουργημάτων τοῦ Θεοῦ. Μία ἀπὸ αὐτὲς τὶς ἐξουσίες του εἶναι ἡ πλάνη, διὰ τῆς ἐπιβολῆς πονηρῶν λογισμῶν, ἀκόμη καὶ ἡ πλήρης κυβέρνηση τοῦ νοῦ τοῦ ἀνθρώπου. Ἀλλά, καὶ ὁ Θεὸς δὲν ἀφήνει ἕρμαιο τὸ πλάσμα Του. Πέρα ἀπὸ τὴν κορυφαία πράξη «κενώσεως» (τὸ «κέ-», ἐννοεῖται, μὲ ἔψιλον), τὴν ἐνσάρκωση καὶ τὴν σταυρική Του Θυσία, διὰ τῆς ὁποίας ἀπεργάζεται τὴν σωτηρία τοῦ λαοῦ Του, ἔχει οἰκονομίσει πολλὰ ἄλλα στοιχεῖα, τὰ ὁποῖα παρατηρῶντας καὶ μελετῶντας ὁ ἄνθρωπος, μπορεῖ νὰ ἀνάγεται καὶ νὰ «κατανοεῖ» (φυσικά, τὸ «κατανοεῖ» ἐντὸς εἰσαγωγικῶν) -καλλίτερα, νὰ ὑποψιάζεται, νὰ ὑποπτεύεται- τὴν φύση τοῦ Θεοῦ, ἐφόσον ἐπιθυμεῖ καὶ ἀναζητᾶ κάτι τέτοιο, βεβαίως. Στοιχεῖα αὐτῆς τῆς ἐμμέσου ἀποκαλύψεως τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπο, πολλὰ καὶ ποικίλα, εἶναι διάσπαρτα στὴν δημιουργία καὶ στὴν Ἁγία Γραφή. Ἔχουν ἀναδειχθεῖ ἀπὸ τοὺς ἱεροὺς Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, ἀφοροῦν δὲ καὶ τὸ ἐν λόγῳ τεράστιο θέμα τοῦ «Ὅλου» στὸ Ὀρθόδοξο δόγμα. Ὡς πολὺ γνωστὰ σὲ ὅλους, δὲν εἶναι τοῦ παρόντος νὰ ἀναφερθοῦν ἐδῶ. Ἄς μου ἐπιτραπεῖ μόνο νὰ σημειώσω, δύο - τρία παραδείγματα: Ἐξετάζοντας τὴν Δημουργία, ἡ τεχνολογία τῶν πλέον πρόσφατων αἰώνων μᾶς διευκόλυνε νὰ ἀνακαλύψουμε τὴν δομὴ τῶν ὑλικῶν σωμάτων, μελετῶντας ἐξονυχιστικῶς τὸν λεγόμενο μικρόκοσμο. Πρὶν ἀπὸ μερικοὺς αἰῶνες, ὁ ἀνθρώπινος νοῦς ἀδυνατοῦσε νὰ διανοηθεῖ, ὅτι μία πέτρα, ἐπὶ παραδείγματι, ἡ ὁποία θεωρεῖται καὶ εἶναι ἕνα «ὅλον», μποροῦσε νὰ ἀποτελεῖται ἀπὸ ἑκατομμύρια μικρότερα σωματίδια. Ὁμοίως, καὶ τὸ ἴδιο τὸ σῶμα του. Καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρά, στὸν μακρόκοσμο, ἡ ἀνακάλυψη ὅλο περισσοτέρων ἢ ὅλο πιὸ ἀπομακρυσμένων οὐρανίων σωμάτων, παρέχει, ἀντιστοίχως, ὁλοένα καὶ πλουσιότερη γνώση γιὰ τὰ «ἐπιμέρους» δομικὰ στοιχεῖα τοῦ σύμπαντος, ὡς ἑνὸς «ὅλου». Ἐὰν θελήσουμε νὰ θεολογήσουμε εἰλικρινῶς ἐπ’ αὐτῶν τῶν δύο παραδειγμάτων, εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νὰ δοῦμε σὲ αὐτὰ -ἐκτὸς τῶν ἄλλων- τὴν εὐσπλαγχνία τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ, ὁ Ὁποῖος μᾶς παρέχει ἐρείσματα πίστεως. Μᾶς βοηθᾶ νὰ ἀντιληφθοῦμε τὸ Θεῖον ὡς «Ὅλον» μὲ τὶς «ἐπιμέρους» φύσεις Του, δίδοντάς μας ὑπαρκτὰ καὶ κοινῶς ἀποδεκτὰ ὑλικὰ παραδείγματα. Οὐσιαστικῶς, μᾶς ἀποκαλύπτεται διὰ μέσου αὐτῶν. Ἂς δοῦμε καὶ ἕνα ἐνδιαφέρον παράδειγμα ἀπὸ τὴν Ἁγία Γραφή: Ὁ Κύριος στὴν ΠΔ, στὴν Ἔξοδο συγκεκριμένα, δίδει ὁδηγίες στὸν Μωυσῆ νὰ παρα- 251 -


σκευάσει θυμίαμα14: «Εἶπε Κύριος πρὸς Μωυσήν· λαβέ σεαυτῶ ἡδύσματα, στακτήν, ὄνυχα, χαλβάνην ἠδυσμοῦ καὶ λίβανον διαφανῆ, ἴσον ἴσῳ ἔσται· 35 καὶ ποιήσουσιν ἐν αὐτῷ θυμίαμα, μυρεψικὸν ἔργον μυρεψοῦ, μεμιγμένον, καθαρόν, ἔργον ἅγιον. 36 καὶ συγκόψεις ἐκ τούτων λεπτὸν καὶ θήσεις ἀπέναντι τῶν μαρτυρίων ἐν τῇ σκηνῇ τοῦ μαρτυρίου, ὅθεν γνωσθήσομαί σοι ἐκεῖθεν· ἅγιον τῶν ἁγίων ἔσται ὑμῖν. 37 θυμίαμα κατὰ τὴν σύνθεσιν ταύτην οὐ ποιήσετε ὑμῖν ἑαυτοῖς· ἁγίασμα ἔσται ὑμῖν Κυρίῳ· 38 ὃς ἂν ποιήσῃ ὠσαύτως ὥστε ὀσφραίνεσθαι ἐν αὐτῷ, ἀπολεῖται ἐκ τοῦ λαοῦ αὐτοῦ.» Διαβάζοντας αὐτὴν τὴν περικοπή, ἀναρωτιέται κανείς: Γιατί τόσα διαφορετικὰ μυρωδικὰ γιὰ τὴν σύσταση τοῦ θυμιάματος; Δὲν ἀρκοῦσε ἕνα μόνον πολύτιμο ἄρωμα, ἀφορισμένο γιὰ τὴν λατρεία τοῦ Ἁγίου Σαββαώθ; Πρὸς τί αὐτὴ ἡ «πολυπραγμοσύνη»; Καὶ εἶναι, ἄραγε, ὄντως πολυπραγμοσύνη; Ὄχι, βεβαίως. Πρόκειται γιὰ ἕνα χαρακτηριστικὸ δεῖγμα «ὁλότητος» διὰ τῶν ἐπιμέρους. Ἡ ἐνοποίηση τῶν συστατικῶν καὶ ἡ μεταβολή τους σὲ κάτι ἄλλο, σὲ «θυμίαμα ἅγιον τῶν ἁγίων» εἶναι ἐργαλεῖο διδασκαλίας τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ. Ἀποτελεῖ μία καλὴ τύπωση τῆς «ἀσυγχύτου καὶ ἀδιαιρέτου» Οὐσίας τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ, εἰδικῶς μὲ ἐκείνη τὴν ρητὴ ἐντολή, «ἴσον ἴσῳ ἔσται» (!). Β΄. Τὸ «Ὅλον» καὶ τὰ «ἐπιμέρους» στὴν Ὀρθόδοξη Ψαλμῳδία Ὁ Ἅγιος Τριαδικὸς Θεός, λοιπόν, ὁ ἀπερινόητος καὶ ἀνέκφραστος, ἀποκαλύπτεται διὰ τῶν δημιουργημάτων Του καὶ δὲν ἀποκαλύπτεται μόνον ὡς Δημιουργός τους, ἀλλὰ διὰ τῶν τυπώσεων ἀποκαλύπτει τὴν ἴδια τὴν Οὐσία Του, προκειμένου νὰ ἐνισχύσει κάπως τὸν πεπερασμένο ἀνθρώπινο νοῦ στὴν κατανόηση καὶ στὴν πίστη. Ἐφόσον ἀναγνωρίζεται δὲ διὰ τῶν δημιουργημάτων Του, ἄρα καὶ διὰ τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης ἀποκαλύπτεται «εἰς τοὺς ἔχοντας ὦτα ἀκούειν». Ὅμως, τί λέγω; Ἡ Ψαλτικὴ εἶναι ἔργον Θεοῦ; Δὲν εἶναι ἀνθρώπινη τέχνη; Ἡ θεόπνευστος ρήση τοῦ Μ. Βασιλείου, τὴν ὁποία ὑπεραγαπῶ καὶ δὲν θὰ κουραστῶ ποτὲ νὰ μνημονεύω στὸν λόγο μου, βεβαιώνει ὅτι τὸ Ἅγιον Πνεῦμα εἰσήγαγε τὴν μουσικὴ στὴν Θεία Λατρεία15: Ἔξοδος, λ΄, 34 - 38. Βλ. Κων/νου Χαριλ. Καραγκούνη, Ζητήματα Θεολογίας της Ψαλτικής Τέχνης, Βόλος 2005, σελ. 18 - 19: «Σὲ κάθε περίπτωση, μάλιστα, οἱ Πατέρες θέτουν τὸ ζήτημα σὲ ἁγιοπνευματικὴ βάση. Ἐφ’ ὅσον στὴν Ἐκκλησία τίποτε δὲν χορηγεῖται καὶ δὲν προάγεται χωρὶς τὴν "τελειωτικὴ" δύναμη καὶ ἐνέργεια τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ἡ εἰσαγωγὴ καὶ χρήση τῆς μουσικῆς στὴν Λατρεία δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ἀποτελῇ τυχαία πράξη, «ἔργο χειρῶν ἀνθρώπων», ἐπιλογὴ πρόχειρος καὶ ἀπερίσκεπτος. Ὁ Μ. Βασίλειος εἶναι κατηγορηματικὸς καὶ ἀφοπλιστικός (Μ. Βασιλείου, Ὁμιλία εἰς τὸν Α΄ Ψαλμόν, 1, PG 29, 212.): «Ἐπειδὴ γὰρ εἶδε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον δυσάγωγον πρὸς ἀρετὴν τὸ γένος τῶν 14 15

- 252 -


«Ἐπειδὴ γὰρ εἶδε τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον δυσάγωγον πρὸς ἀρετὴν τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων, καὶ διὰ τὸ πρὸς ἡδονὴν ἐπιρρεπὲς τοῦ ὀρθοῦ βίου καταμελοῦντας ἡμᾶς, τί ποιεῖ; Τὸ ἐκ τῆς μελῳδίας τερπνὸν τοῖς δόγμασιν ἐγκατέμιξεν, ἵνα τῷ προσηνεῖ καὶ λείῳ τῆς ἀκοῆς τὸ ἐκ τῶν λόγων ὠφέλιμον λανθανόντως ὑποδεξόμεθα.» Εἶναι αὐτονόητο πώς, ὅ,τι πράττει ὁ Κύριος πού, βεβαίως, δὲν τὸ πράττει ἀσκόπως- αὐτὸ συγχρόνως καὶ Τὸν κρύπτει ἐντός του καὶ Τὸν ἀποκαλύπτει. Ἔτσι συμβαίνει καὶ μὲ τὴν ἱερὰ Μουσική. Ἡ Ψαλμῳδία κρύπτει ἐντός της τὸν Κύριο καὶ συνάμα Τὸν φανερώνει. Δηλώνει τὸ «Ὅλον» καὶ τὰ «Ἐπιμέρους» Αὐτοῦ μὲ θαυμαστότατον τρόπο. Ἂς δοῦμε, λοιπόν, τί ἀποτελεῖ «ὅλον» καὶ τί «ἐπιμέρους» στὴν Ψαλτικὴ Τέχνη: «Ἐπιμέρους» οἱ μουσικοὶ Φθόγγοι, «ὅλον» ἡ Κλίμακα. Ἡ ἀρχὴ καὶ τὸ τέλος, τὸ Α καὶ τὸ Ω στὴν Ψαλτικὴ Τέχνη, ὅπως καὶ σὲ κάθε μουσική, εἶναι νὰ ἀρχίσει κανεὶς νὰ ἐκφωνεῖ τοὺς μουσικοὺς Φθόγγους. Αὐτοὶ εἶναι ὅπως τὸ αἷμα σὲ κάθε ζωντανὸ ὀργανισμό: Διατρέχουν ἐσωτερικῶς καὶ μυχίως τὸ σῶμα τοῦ μουσικοῦ μέλους, τὸ θρέφουν καὶ τὸ ζωογονοῦν. Στὴν πραγματικότητα, ὅμως, οἱ Φθόγγοι ἀποτελοῦν τὰ ἐπιμέρους στοιχεῖα μίας Κλίμακος, εἴτε πρόκειται γιὰ 8χορδο, εἴτε γιὰ 5χορδο, 4χορδο ἢ 3χορδο αὐτὴ εἶναι τὸ «ὅλον». Ἐν ὀλίγοις ἐντὸς τῆς Κλίμακος συλλαμβάνεται τὸ Μέλος, ἀπὸ τὴν Κλίμακα γεννᾶται, βαστάζεται καὶ ἀναπτύσσεται τὸ Μέλος καὶ ἐπὶ τῆς Κλίμακος δομεῖται. Ἀναλογιζόμενοι αὐτό, εὔκολα ἀναγόμεθα στὸν συσχετισμό: Κλῖμαξ εἶναι ἡ Κυρία Θεοτόκος, ἡ ὁποία συνέλαβε, ἔτεκε, ἐβάσταξε ἐν κόλποις, ἔθρεψε καὶ ἐπιμελήθηκε τὸ κατεξοχὴν Μέλος αὐτῆς, τὸν Ἐμμανουήλ Αἷμα ἐκ τοῦ αἵματός της καὶ Σὰρξ ἐκ τῆς σαρκός της. Μέλος της ἀνθρώπινο ὁ Σωτὴρ τοῦ κόσμου καὶ Μέλος εὔηχον, τὸ κροῦον καὶ πάλλον τὰς ἀμώμους χορδάς ἀνθρώπων, καὶ διὰ τὸ πρὸς ἡδονὴν ἐπιρρεπὲς τοῦ ὀρθοῦ βίου καταμελοῦντας ἡμᾶς, τί ποιεῖ; Τὸ ἐκ τῆς μελῳδίας τερπνὸν τοῖς δόγμασιν ἐγκατέμιξεν, ἵνα τῷ προσηνεῖ καὶ λείῳ τῆς ἀκοῆς τὸ ἐκ τῶν λόγων ὠφέλιμον λανθανόντως ὑποδεξόμεθα.» Σὲ ἐλεύθερη ἀπόδοση: «Ἐπειδὴ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα εἶδε ὅτι τὸ γένος τῶν ἀνθρώπων δύσκολα παιδαγωγεῖται στὴν ἀρετὴ καὶ ὅτι ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι εἴμαστε ἐπιρρεπεῖς πρὸς τὴν ἡδονὴ καὶ παραμελοῦμε τὸν ὀρθὸ βίο, γι’ αὐτὸ τί ἔπραξε; Ἔκανε νὰ ἀναμιχθοῦν τὰ δόγματα καὶ οἱ ἀλήθειες τῆς πίστεως μὲ τὴν τερπνότητα τῆς μελωδίας, ὥστε, μὲ τὴν εὐχαρίστηση ποὺ δημιουργεῖ στὴν ἀκοή μας ἡ μουσική, νὰ δεχώμαστε τὴν ὠφέλεια τῶν λόγων (τῶν Ψαλμῶν, τῶν ὕμνων, τῶν τροπαρίων κ.τ.ὅ.) χωρὶς νὰ τὸ καταλαβαίνουμε («λανθανόντως») καὶ χωρὶς νὰ καταβάλουμε ἰδιαιτέρα προσπάθεια.» Βεβαίως, ὁ λόγος τοῦ Μ. Βασιλείου δὲ χρειάζεται περαιτέρω σχόλια: Τὸ Πανάγιον Πνεῦμα εἶναι ὁ εἰσηγητὴς τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης στὴν Θεία Λατρεία.» - 253 -


τῆς Ἀειπαρθένου. Εἶναι, ἄλλωστε, γνωστὴ καὶ παλαιοτάτη ἡ προτύπωση τῆς Θεοτόκου ὡς ἐπουρανίου Κλίμακος, «δι’ ἧς κατέβη ὁ Θεός», «ἡ μετάγουσα τοὺς ἐκ γῆς πρὸς οὐρανόν»16. Αὐτὴν τὴν Κλίμακα εἶδε καθεύδων, ὁ διωκόμενος Ἰακώβ, ἔχοντας ἕνα λίθο ὡς προσκέφαλο17, Αὐτὴ δέ, «τὴν ὄντως Θεοτόκον», ὡς Κλίμακα ὕμνησαν ἀφειδῶς οἱ πρὸ Χριστοῦ ψαλμῳδοὶ καὶ οἱ μετὰ Χριστὸν ποιητές. Ἡ ἄρνηση τῶν δογματικῶν ἀληθειῶν περὶ τὴν Θεοτόκον εἶναι ἔκπτωσις ἀπὸ τὴν Κλίμακα μία φρικτὴ παραφωνία, ἐνάντια στὴν συμφωνία καὶ ὁμοφωνία τῆς πίστεως, ὁ δὲ παράφωνος καταβαραθρώνεται σὲ ἀπώλεια. Στὴν Ψαλτική, ὡς γνωστόν, ὑπάρχει τὸ φαινόμενο τῶν μουσικῶν Ἕλξεων, τῆς μετακινήσεως, δηλαδή, τῶν «φερομένων» Φθόγγων τῆς Κλίμακος πρὸς τοὺς σταθερούς, προκειμένου νὰ ἐκφρασθοῦν μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο καλλίτερα τὰ μουσικὰ ἰδιώματα τοῦ Ἤχου. Μάλιστα, οἱ Ἕλξεις διαστηματικῶς εἶναι ἀκαθόριστες καὶ διαφοροποιοῦνται ἀπὸ Σχολὴ σὲ Σχολή, ἀπὸ ψάλτη σὲ ψάλτη καὶ ἀπὸ ἐκτέλεση σὲ ἐκτέλεση ἀκόμη καὶ στὸ ἴδιο πρόσωπο. Τὸ στοιχεῖο αὐτὸ δηλώνει τὴν ἐλευθερία καὶ τὴν φυσικότητα τῆς κινήσεως ἐντὸς τῆς μουσικῆς Κλίμακος, ἡ ὁποία, κατ’ αὐτὸν τὸν τρόπο, ὄχι μόνο δὲν παύει νὰ ἀποτελεῖ ἕνα ἑνιαῖο «ὅλον», ἀλλά, ἀποκτῶντας μοναδικὲς ἰδιότητες, καθίσταται ἕνα μοναδικὸ «ὅλον». Τὸ γεγονὸς ἐκφράζει, τυπώνει καὶ ὀφείλεται στὸ πνεῦμα / Πνεῦμα ἐλευθερίας, τὸ ὁποῖο πνέει ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας, χωρὶς τὶς ἀγκυλώσεις καὶ τὶς ἐμμονές, ποὺ παρατηροῦνται σὲ ἄλλα θρησκευτικὰ μορφώματα, ἀκόμη καὶ μὲ χριστιανικὴ ἐπικάλυψη. «Ἐπιμέρους» τὰ χρονικὰ στοιχεῖα καὶ οἱ ρυθμικοὶ πόδες, «ὅλον» ὁ Ρυθμός. Ἄνευ Ρυθμοῦ μουσικὴ δὲν νοεῖται. Εἰδικῶς, στὴν ψαλτικὴ παράδοση τῶν δέκα καὶ πλέον τελευταίων αἰώνων δὲν ἀπαντοῦν πουθενὰ ἄρρυθμα μέλη. Ἔχουμε μέλη σύντομα, ἀργά, ἀργοσύντομα, ποὺ μπορεῖ νὰ ψάλλωνται μὲ ταχεῖα, βραδεῖα ἢ μετρία χρονικὴ ἀγωγή, ἀλλὰ ἄρρυθμα μέλη ὄχι18. Ὁ Ρυθμὸς εἶναι τὸ στοιχεῖο τὸ ὁποῖο δίδει πνοὴ στὸ Μέλος. Ἅπαξ καὶ ἡ Ἀπὸ τὸν Γ΄ Οἶκο τοῦ Κοντακίου τοῦ Ἀκαθίστου Ὕμνου. Γένεσις, κη΄, 10 - 13: «Καὶ ἐξῆλθεν Ἰακὼβ ἀπὸ τοῦ φρέατος τοῦ ὅρκου καὶ ἐπορεύθη εἰς Χαρράν. 11 καὶ ἀπήντησε τόπῳ καὶ ἐκοιμήθῃ ἐκεῖ· ἔδυ γὰρ ὁ ἥλιος· καὶ ἔλαβεν ἀπὸ τῶν λίθων τοῦ τόπου, καὶ ἔθηκε πρὸς κεφαλῆς αὐτοῦ καὶ ἐκοιμήθη ἐν τῷ τόπῳ ἐκείνῳ. 12 καὶ ἐνυπνιάσθη, καὶ ἰδοὺ κλίμαξ ἐστηριγμένη ἐν τῇ γῇ, ἧς ἡ κεφαλὴ ἀφικνεῖτο εἰς τὸν οὐρανόν, καὶ οἱ ἄγγελοι τοῦ Θεοῦ ἀνέβαινον καὶ κατέβαινον ἐπ᾿ αὐτῆς. 13 ὁ δὲ Κύριος ἐπεστήρικτο ἐπ᾿ αὐτῆς καὶ εἶπεν· ἐγώ εἰμι ὁ Θεὸς Ἁβραὰμ τοῦ πατρός σου, καὶ ὁ Θεὸς Ἰσαάκ· μὴ φοβοῦ.» 18 Αὐτὸ ἂς τὸ κρατήσουμε, προκειμένου νὰ τὸ ἔχουμε ὡς κριτήριο στὸ ψάλσιμό μας, κατὰ πόσον αὐτὸ εἶναι παραδοσιακὸ καὶ «Βυζαντινό». Ὅ,τι ἀρρύθμως ψάλλουμε, εἶναι, μετὰ βεβαιότητος, ἐξωτερικό μέλος. 16 17

- 254 -


μελῳδία τεθεῖ σὲ ρυθμικὴ τάξη, λαμβάνει ζωή, ὅπως ἀκριβῶς ὁ Πρωτόπλαστος Ἀδὰμ ἔλαβε ζωή, ὅταν ὁ Κύριος τοῦ ἐμφύσησε πνοὴ ζωῆς: «Καὶ ἔπλασεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον, χοῦν ἀπὸ τῆς γῆς, καὶ ἐνεφύσησεν εἰς τὸ πρόσωπον αὐτοῦ πνοὴν ζωῆς, καὶ ἐγένετο ὁ ἄνθρωπος εἰς ψυχὴν ζῶσαν.»19 Τότε, ἄρχισε ρυθμικοὺς τοὺς κτύπους της ἡ καρδιὰ τοῦ Προπάτορος καὶ μὲ ρυθμικοὺς παλμοὺς ξεκίνησαν νὰ ἐργάζονται οἱ παλμοὶ τοῦ σώματός του ἔκτοτε, ρυθμικῶς ἀναπνέει, ρυθμικῶς περιπατεῖ. Ὅταν ὁ Ρυθμὸς διακοπεῖ ἢ διαταραχθεῖ ἢ πάψει νὰ εἶναι Ρυθμός, τὸ Μέλος ξεψυχᾶ, διαλύεται, μένει μόνον ὕλη, ἄνευ ψυχῆς, ὡς ἕνα νεκρὸ ἀνθρώπινο σῶμα. Γι’ αὐτὸ δὲν ὑπάρχουν ἄρρυθμα μέλη στὴν Ψαλτική: Διότι τὰ ἄρρυθμα εἶναι ἄψυχα καὶ ἀπνευμάτιστα. Πῶς μποροῦν νὰ τυπώνουν τὸν «ὅλον» ζῶντα ἄνθρωπον; Πρωτογενὲς στοιχεῖο τοῦ Ρυθμοῦ εἶναι ὁ «ἄτμητος Χρόνος», αὐτὸς ποὺ φανερώνεται στὴν ἀκοὴ καὶ ὀπτικοποιεῖται γιὰ χάρη τῆς ὁράσεως μὲ μία Κρούση, ἕνα κτύπημα τοῦ χεριοῦ ἢ τοῦ ποδιοῦ σὲ σταθερὴ ἐπιφάνεια. Ἡ Κρούση αὐτὴ ὡς μονάδα εἶναι ἕνα «ὅλον», ἀλλὰ συγχρόνως εἶναι καὶ ἀδιαιρέτως διμερής: Γιὰ νὰ πραγματοποιηθεῖ, πρέπει τὸ χέρι νὰ πέσει ἀπὸ πάνω πρὸς τὰ κάτω ὁρμητικῶς καί, ἀφοῦ προσκρούσει ἐπὶ σταθερᾶς ἐπιφανείας, νὰ ἀναπηδήσει στὴν ἀρχική του θέση. Ἡ μία αὐτὴ Κρούση, ἡ «ἀσυνθέτως διμερής», εὔκολα παραπέμπει στὴν «ἀσυνθέτως διμερῆ» φύση τοῦ ἀνθρώπου ἢ ἀκόμη στὴν «ἀσυνθέτως διμερῆ» φύση τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ20. Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρά, ἡ χρονικὴ τακτοποίηση τοῦ Μέλους τὸ ἀναγκάζει νὰ πειθαρχεῖ στὴν σταθερὰ Κρούση, ὑποδηλώνοντας, προβάλλοντας καὶ καλλιεργῶντας τὴν ἀρετὴ τῆς ὑπακοῆς. Τὸ χέρι, ποὺ κρούει σταθερά, τηρῶντας καὶ καταμετρῶντας τὸν Χρόνο, δὲν μπορεῖ νὰ παρακωλύεται ἀπὸ τοὺς μετεωρισμοὺς τοῦ Μέλους. Τὸ χέρι καθοδηγεῖ τὸ Μέλος ὡς ἄλλος Πνευματικός, ὁ ὁποῖος τηρεῖ τὴν ἀκρίβεια τῆς πίστεως καὶ δεικνύει τὸν Χριστό. Ἡ φωνὴ εἶναι ὁ «ὑποτακτικός», ἐνῶ τὸ χέρι εἶναι ὁ «Γέροντας», στὸν ὁποῖο ἡ φωνὴ ὀφείλει ἀδιαμαρτύρητη ὑπακοή. Οἱ χαμένοι Χρόνοι κάνουν τὸ Μέλος νὰ ὁμοιάζει μὲ ὑποτακτικὸ ἀνυπότακτο καὶ «θεληματάρη». Μέλος καὶ Ρυθμὸς δὲν νοοῦνται τὸ ἕνα ἄνευ τοῦ ἄλλου, ὅσο δὲ ἁρμονικότερα συνεργάζονται, τόσο ἐκλεκτότερο ἀποτέλεσμα παράγουν. Ἡ ἁρμονικὴ συνύπαρξη καὶ συνεργία τῶν δύο αὐτῶν «ἐπιμέρους» στοιχείων, γεννᾶ τὸ «ὅλον», ποὺ εἶναι αὐτὴ καθεαυτὴν ἡ Ψαλμῳδία. Γένεσις, β΄, 7. Πρὸς ἀποφυγὴ παρερμηνειῶν διευκρινίζω τὸ ἐπίρρημα «ἀσυνθέτως» μεταχειρίζομαι μὲ τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ μουσικὴ ἔννοιά του, δηλαδή, ἑνιαίως, ἀδιαιρέτως, ἀχωρίστως, ὅπως χρησιμοποιεῖται στὸν μουσικὸ ὅρο «δίτονον ἀσύνθετον», ποὺ δηλώνει τὸ ἑνιαῖο μουσικὸ διάστημα 24 κομμάτων τοῦ Ἐναρμονίου Γένους. 19 20

- 255 -


Τώρα στὴν ἀρχαιοτάτη ρυθμικὴ θεωρία, τὴν ὁποία ἀκολουθεῖ ἡ Ψαλτική, στὸν λεγόμενο Τονικὸ Ρυθμό, ὁ «ἄτμητος Χρόνος» ἢ Σημεῖον ἀποτελεῖ συστατικὸ στοιχεῖο τῶν δομικῶν μονάδων τοῦ Ρυθμοῦ, ποὺ καλοῦνται Πόδες. Οἱ Πόδες εἶναι δύο εἰδῶν, 2σημοι καὶ 3σημοι: Ἕνα 2σημο «ὅλον», ἀποτελούμενο ἀπὸ δύο «ἀτμήτους Χρόνους» καὶ ἕνα 3σημο «ὅλον», συγκείμενον ἐκ τριῶν Χρόνων, τὰ ὁποῖα, ἐπειδὴ ἀκριβῶς εἶναι δομικὲς μονάδες, μετρῶνται μὲ μία Κρούση τὸ καθένα. Αὐτὴ ἡ Κρούση, πάντοτε «ἀσυνθέτως διμερής», στὴν προκειμένη περίπτωση δεικνύει καὶ καταμετρᾶ Πόδες -ἕναν κάθε φορά- 2σήμους ἢ 3σήμους. Ἐὰν δέ, ὅπως σημείωσα προηγουμένως, ἡ «ἀσυνθέτως διμερὴς» Κρούση μπορεῖ νὰ τυπώνει τὸν Θεάνθρωπον Ἰησοῦν Χριστόν, ὄμορφα δύναται, νομίζω, νὰ ταιριάζει, ἐν προκειμένῳ, ἡ ἐλπιδοφόρος Κυριακὴ διαβεβαίωση, «οὗ γὰρ εἰσι δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν.»21 Βεβαίως, ἐντὸς τῶν Ποδῶν ἡ χρονικὴ μονάδα δὲν καταργεῖται, δὲν ἀφανίζεται διατηρεῖ τὴν ἀξία της, τύπος οὖσα τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, τὸ ὁποῖο, ὡς Εἰκόνα τοῦ Θεοῦ Λόγου, εἶναι μοναδικὸ καὶ δὲν ἀφομοιώνεται μέσα στὸν ὄχλο ἢ τὸ πλῆθος. Ὅπως καὶ νὰ ἔχει, εἴτε γίνονται ἀποδεκτοὶ οἱ ἀνωτέρω συμβολισμοί, εἴτε ὄχι, ἀδιαμφισβήτητο γεγονὸς εἶναι, ὅτι ὅλα τὰ δομικὰ στοιχεῖα τοῦ Ρυθμοῦ (Χρόνος, Κρούση, Πόδες κ.ο.κ.) ἀποτελοῦν τὰ «ἐπιμέρους», ἐνῶ ὡς «ὅλον» δέον νοεῖσθαι αὐτὸς ὁ Ρυθμὸς ὡς ἔννοια πνοῆς / ψυχῆς τοῦ Μέλους. «Ἐπιμέρους» τὰ Σημαδόφωνα καὶ τὰ λοιπὰ σημειογραφικὰ σύμβολα, «ὅλον» ἡ Σημειογραφία. Ἐδῶ, τώρα, μποροῦμε νὰ παρατηρήσουμε πολλά. Θὰ ἀρκεσθῶ σὲ ἐπιγραμματικές, μόνον, παρατηρήσεις. Τὸ σύστημα τῆς Σημειογραφίας τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης, παλαιὸ ἢ νέο, στενογραφικὸ ἢ ἀναλυτικό, ἀποτελεῖ, στὴν προκειμένη περίπτωση, τὸ «ὅλον». Ὅλα τὰ δομικά του στοιχεῖα (Μαρτυρίες Ἤχων ἢ Φθόγγων, Σημαδόφωνα καὶ Συνθέσεις, Ἄργιες καὶ Συνάγματα, Χειρονομίες ἢ Ὑποστάσεις, Φθορὲς καὶ Χρόες) εἶναι, σαφῶς, τὰ «ἐπιμέρους». Οὔτε ἐδῶ, βεβαίως, λείπουν οἱ τύποι. Τὰ Σημεῖα καὶ τὰ Σύμβολα τῆς Σημειογραφίας ἀποτελοῦν τὴν ὀπτικὴ παράσταση καὶ καταγραφὴ τοῦ Μέλους, τὴν εἰκόνα του. Ἂν τὸ σκεφθεῖ κανείς, ὑπάρχει καὶ ἐδῶ παραδοξότητα: Βλέπω τὸ Μέλος. Τὸ Μέλος ὡς ἦχος ἀκούεται, ἀλλά, πλέον, μὲ τὴν Σημειογραφία καὶ ὁρᾶται. Ὁ ὀφθαλμὸς καθίσταται Συνείδησις (συνειδητοποίησις) τοῦ Μέλους ὡς εἰκόνος. Χωρὶς τοὺς ὀφθαλμοὺς δὲν παραπέμπονται ὀρθῶς πρὸς τὸν ἡγεμόνα καὶ καθοΜατθ., ιη΄, 19 - 30. «Πάλιν ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἐὰν δύο ὑμῶν συμφωνήσωσιν ἐπὶ τῆς γῆς περὶ παντὸς πράγματος οὗ ἐὰν αἰτήσωνται, γενήσεται αὐτοῖς παρὰ τοῦ πατρός μου τοῦ ἐν οὐρανοῖς. 20 οὗ γάρ εἰσι δύο ἢ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τὸ ἐμὸν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν.» 21

- 256 -


δηγητὴ ἐγκέφαλο (= Πνευματικὸς) τὰ σήματα τῆς πορείας τοῦ Μέλους, τὰ ὁποία ἐκπέμπονται ἀπὸ τὰ Σημαδόφωνα. Ἡ Σημειογραφία, ἑπομένως, δημιουργεῖ τὴν «φαντασία» τοῦ Μέλους ἐντὸς τοῦ νοός μας. Παραλλήλως, δύναται νὰ μᾶς προσφέρει βαθύτατους θεολογικοὺς τύπους, ἱκανοὺς νὰ διδάξουν τὴν ἱερὰ ἱστορία καὶ τὴν θεολογία τῆς πίστεως στοὺς ἐντρυφῶντας. Ἀναλυτικότερα, κατὰ κατηγορία σημαδίων: Ἡ Μαρτυρία τοῦ Ἤχου, ὡς ὁ Πρόδρομος τῶν σημαδίων, προετοιμάζει τὶς ὁδοὺς τοῦ Μέλους. Τὰ σύμβολα τῶν Μαρτυριῶν τῶν Φθόγγων καθοδηγοῦν τὴν κίνηση τοῦ Μέλους, ὅπως οἱ Προφῆτες (ἀρκτικὲς Μαρτυρίες) προόρισαν, οἱ Ἀπόστολοι (ἐνδιάμεσες Ἐντελεῖς Μαρτυρίες) ἐκήρυξαν, οἱ Πατέρες καὶ Διδάσκαλοι τῆς Ἐκκλησίας (ἐνδιάμεσες Ἀτελεῖς Μαρτυρίες) ὀρθοτομοῦν καὶ καθοδηγοῦν τὸ δόγμα καὶ καθίστανται οἱ ὁδοδεῖκτες τῆς πίστεως. Ὅσο γιὰ τὶς Τελικὲς Μαρτυρίες, προσωπικῶς, μοῦ θυμίζουν τοὺς Προφῆτες τῶν Ἐσχάτων της Ἀποκαλύψεως, οἱ ὁποῖοι ἦσαν στὴν ἀρχὴ καὶ ξαναέρχονται στὸ τέλος νὰ ὁμολογήσουν κατὰ τοῦ Ἀντιχρίστου καί, τελικῶς, νὰ μαρτυρήσουν. Τὰ Σημαδόφωνα τῆς Νέας Μεθόδου Σημειογραφίας ἀποτελοῦν τὸν κύριο κορμὸ τοῦ ὑπερ-πολύκλαδου καὶ ὑψηλοῦ, συνάμα βαθύριζου δένδρου τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς Παρασημαντικῆς. Καὶ εἶναι μὲν γνωστὲς οἱ θεολογήσεις περὶ Σωμάτων καὶ Πνευμάτων ἐν τοῖς Σημαδοφώνοις, γι’ αὐτὸ δὲν θὰ μείνω σὲ αὐτές, οὔτε στοὺς συσχετισμοὺς καὶ τὶς συνθέσεις τους ἢ τὶς κυριαρχίες καὶ τὶς ὑποταγές τους. Θὰ μοῦ ἐπιτρέψετε, ὅμως, νὰ ἐκφράσω κάποιες σκέψεις γιὰ τὸ πῶς αὐτὰ μπορεῖ νὰ εἶναι ὠφέλημα στὴν διδασκαλία τῆς πίστεως. Πόσες φορές, ὡς διδάσκαλοι (τάχα) τῆς Ψαλτικῆς, δὲν βρεθήκαμε ἀντιμέτωποι μὲ μαθητές μας, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ὅλες τὶς προϋποθέσεις νὰ καταστοῦν ἐπαινετοὶ ἱεροψάλτες, ἀλλὰ ἔχουν κάποια ἀσθένεια στὴν πίστη (γιὰ τὴν ὁποία αὐτοὶ δὲν εὐθύνονται σχεδὸν ποτέ). Θὰ πῶ τοῦ μαθητοῦ μου: Δυσκολεύεσαι, παιδί μου, νὰ κατανοήσεις τὸ δόγμα τῆς Τριαδικότητος τοῦ Ἁγίου Θεοῦ καὶ δὲν μπορεῖ νὰ τὸ κατανοήσει ὁ νοῦς σου; Ἴσως σοῦ φαίνεται καὶ ἀδύνατον νὰ ὑπάρχει κάτι τέτοιο; Μά, γιὰ δὲς τὰ Σημαδόφωνα τῆς Ψαλτικῆς, ποὺ τόσο ἀγάπησες. Δὲν εἶναι, νομίζεις, καὶ αὐτὰ τρισυπόστατα; Τί εἶναι ἡ Πεταστή, παρὰ τρισυπόστατη, ἀφοῦ, εἰς τύπον τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ, περικλείει ἐντός της φωνή, χρόνο (διάρκεια) καὶ ποιότητα. Τὸ ἴδιο καὶ ἡ Ὀξεῖα καὶ ὅλα σχεδὸν τὰ σημάδια τῶν Φωνῶν, τὰ λεγόμενα Ποσοτικά. Ἀλλά, καὶ ἂν μοῦ πεῖς, ὅτι στὴν Νέα Μέθοδο δὲν εἶναι ὅλα τὰ Ποσοτικὰ τρισυπόστατα, καθόλου δὲν θὰ σὲ διαψεύσω, ἀλλὰ θὰ σοῦ θυμίσω, ὅτι εἶναι δισυπόστατα εἰς τύπον τοῦ Θεανθρώπου, ἢ εἰς συμβολισμὸ τοῦ ἀνθρώπου, τοῦ προικισμένου διὰ σώματος καὶ ψυχῆς. - 257 -


Καὶ ἄλλα τέτοια μποροῦμε νὰ ἐπισημαίνουμε κατὰ τὴν διδακτικὴ πράξη, προκειμένου ἡ διδασκαλία τῆς Ψαλτικῆς νὰ μὴν εἶναι μόνο διδασκαλία μουσικῆς, ἀλλὰ καὶ θεολογίας, νὰ καθίσταται κατήχηση πίστεως. Ἄλλο παράδειγμα: Τὰ Σώματα τῆς Σημειογραφίας εἶναι πολλὰ καὶ ποικίλα (Ὀλίγον, Ὀξεῖα, Πεταστή, παλαιότερα ἡ Ἀπόστροφος, τὸ Κούφισμα ἢ τὸ Πελαστὸν) καὶ δὲν εἶναι μόνον ἕνα, ὅπως πολλὰ καὶ ποικίλα εἶναι καὶ τὰ ἀνθρώπινα πρόσωπα, μὲ πολλὰ καὶ ποικίλα ἁγιοπνευματικὰ χαρίσματα. Ἐφόσον, λοιπόν, τὰ Σημαδόφωνα μποροῦν νὰ σταθοῦν εἰς τύπον τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι ὑλικά, ἄρα καὶ θνητά, διότι ἔχουν σῶμα, τὸ ὁποῖο θνήσκει, ὅταν ὁλοκληρωθεῖ ὁ χρόνος τῆς «ζωῆς» τους. Δίνουν, τότε, τὸν τόπο τους σὲ ἄλλα Σώματα, γιὰ νὰ ἀναπτυχθοῦν καὶ ἐκεῖνα ἐντὸς τῆς ἐμμελοῦς δημιουργίας καὶ νὰ κάνουν τὸν κύκλο τῆς ἐμμελοῦς «ζωῆς» τους. Ἕκαστο Σημαδόφωνο, ὅπως ὅλοι οἱ θνητοί, ἔχει μία ζωή, δηλαδή, διάρκεια ἑνὸς Χρόνου. Ἐνδέχεται, πάντως, ὁ βίος αὐτὸς νὰ λαμβάνει χρονικὲς παρατάσεις διὰ Χρονικῶν Σημείων, τῶν λεγομένων Ἀργιῶν, ὅπως ὁ βίος τοῦ ἀνθρώπου μπορεῖ νὰ λαμβάνει παρατάσεις ἀπὸ τὴν μακροθυμία τοῦ Θεοῦ μὲ ὄρο τὴν μετάνοια. Μήπως, ὅμως, δὲν μπορεῖ καὶ νὰ διακοπεῖ βιαίως ἢ ἀποτόμως ὁ θνητὸς βίος, ὅπως ἀκριβῶς ὅταν στὰ Σημαδόφωνα ἐσκήψουν καταλυτικὰ τὰ Συνάγματα (Γοργά, Δίγοργα, Τρίγοργα), δήμιοι ἐκκόπτοντες κεφαλὰς καὶ ἄκρα, τὴν ἀρχὴ ἢ τὸ τέλος τῶν διαρκειῶν τῶν Φωνῶν; Ἀπὸ τὴν ἄλλη πλευρά, ὑπῆρξαν καὶ ὁρισμένοι θνητοί, λίγοι - ἐλάχιστοι, οἱ ὁποῖοι εἶχαν τὸ σπουδαῖο (ἴσως καὶ τραγικό ἀναλόγως πῶς τὸ ἀντιλαμβάνεται κανείς) προνόμοιο, νὰ γευθοῦν τὴν ἐμπειρία δύο ζωῶν καὶ δύο θανάτων, ὡς ὁ τριήμερος Λάζαρος, αὐτὸ δέ, σὲ σχέση μὲ τὰ λοιπὰ Σημαδόφωνα, θυμίζει τὴν Ὑπορροή, τῆς ὁποίας ἡ διάρκεια παρατείνεται σὲ δύο ζωὲς (= Χρόνους) καὶ μπορεῖ ἀρίστως νὰ χρησιμοποιηθεῖ ὡς σχετικὸς τύπος. Ἕνα μόνον ἂς ληφθεῖ ὑπόψη, ὅτι τὰ Σημαδόφωνα, ὡς ἔχοντα ψυχή (τὸν Χρόνο), ἂν καὶ θνητά, τελικῶς καθίστανται αἰώνια... Πολὺ ἐνδιαφέρον παρουσιάζει ὁ συμβολισμὸς τῶν Μεγάλων Ὑποστάσεων τῆς παλαιᾶς στενογραφίας. Ἂν οἱ Φωνὲς εἶναι τύπος τῶν θνητῶν ἀνθρώπων, οἱ ἄλλως γνωστὲς ὡς Χειρονομίες, μπορεῖ νὰ ἀντιπροσωπεύουν τοὺς ἁγίους Ἀγγέλους. Αὐτὲς φανερώνουν καὶ συνάμα κρύβουν τὸ Μέλος. Ἔχουν τὸ Μέλος, ἀλλὰ τὸ φυλάσσουν κρυφὸ ἀπὸ τοὺς μὴ μυημένους, τοὺς βεβήλους καὶ ἀσεβεῖς, οἱ ὁποῖοι, γιὰ νὰ τὸ μάθουν, ὀφείλουν, πρωτίστως, νὰ ἔχουν «φόβον τοῦ Κυρίου», ἀκριβῶς ὅπως οἱ ἅγιοι Ἄγγελοι διακονοῦν, φυλάσσουν καὶ φανερώνουν τὰ μυστήρια τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ στὸν λαό Του. Ἀντιθέτως, στὴν Νέα Μέθοδο, οἱ Χαρακτῆρες Ποιότητος, οἱ ὁποῖοι στολίζουν τὸ Μέλος, τὸ δηλούμενο μὲ τοὺς Χαρακτῆρες Ποσότητος, μποροῦν - 258 -


κάλλιστα νὰ προσομοιωθοῦν μὲ τὸν κτιστὸ «κόσμο» (μὲ τὴν ἔννοια τοῦ στολιδιοῦ). Ζῶα, φυτὰ καὶ λοιπὰ ἔμβια ὄντα ἔχουν δημιουργηθεῖ ἀπὸ τὸν Κύριο νὰ ἐξυπηρετοῦν τὴν ἀναψυχὴ καὶ τὶς λοιπὲς ἀνάγκες τοῦ ἀνθρώπου: «Καὶ εἶπε Κύριος ὁ Θεός· οὐ καλὸν εἶναι τὸν ἄνθρωπον μόνον· ποιήσωμεν αὐτῷ βοηθὸν κατ᾿ αὐτόν. 19 καὶ ἔπλασεν ὁ Θεὸς ἔτι ἐκ τῆς γῆς πάντα τὰ θηρία τοῦ ἀγροῦ καὶ πάντα τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ…»22. Βεβαίως, τὰ ἐν λόγῳ δημιουργήματα ἐπλάσθησαν ἀπὸ τὸν Κύριο μὲ θνητὴ καὶ πεπερασμένη, μὴ αἰώνια φύση. Εἶναι ζῶντα, ἀλλά, ὅταν ὁλοκληρώσουν τὸν σκοπό τους, ὁδηγοῦνται μὲ τὸν θάνατό τους στὴν ἀνυπαρξία. Ἔτσι καὶ τὰ Ποιοτικὰ (Ἄφωνα) Σημάδια, στερούμενα σώματος καὶ ψυχῆς (φωνῆς καὶ χρονικῆς διάρκειας), ἐπινοήθηκαν νὰ προστρέχουν στὴν ὑπηρεσία καὶ διακονία τῶν Ἐμφώνων. Τὰ τελευταία εἶναι ἀνώτερα καὶ ἀξίζουν νὰ διακονοῦνται, διότι ἔχουν ὕψιστη ἀποστολὴ νὰ ὑπηρετοῦν τὸν λόγο/Λόγο τοῦ Θεοῦ. Γι’ αὐτό, ἄλλωστε, τὰ Ἄφωνα δὲν μαρτυροῦνται ἀπὸ Μαρτυρίες καί, τέλος, κατὰ κάποιο τρόπο, χάνονται. Εἶναι, ἀκόμη, καὶ τὰ σημεῖα τῶν Φθορῶν καὶ Χροῶν. Τί νὰ ποῦμε γι’ αὐτά; Ἀλλοίμονο στὸ Μέλος, ἐὰν πρὸ τέλους δὲν λυθεῖ ἀπὸ τὰ δεσμὰ τῆς φθορᾶς / Φθορᾶς του, γιὰ νὰ ἐπιστρέψει στὴν προτέρα του ἄφθορη κατάσταση, ἀναγνωρίζοντας ὅτι ὁ «ζυγὸς / Ζυγὸς του χρηστὸς καὶ τὸ φορτίον του ἐλαφρόν ἐστιν»23 χάνεται ἡ ἐλπὶς τῆς σωτηρίας του. Κλείνοντας καὶ τὴν ἐν λόγῳ ἑνότητα περὶ τῆς ψαλτικῆς Σημειογραφίας, ἀνακεφαλαιώνω καὶ τονίζω ὅτι αὐτή, παρὰ τὴν πολυσημεία καὶ τὴν πολυδιάσπαση τῶν «ἐπιμέρους» στοιχείων της, στὴν πραγματικότητα ἀποτελεῖ ἕνα ἑνιαῖο, σημαντικότατο, «ὅλον» τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης. «Ὅλον» ἡ θεωρία τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης, ὡς ἑνὸς ξεχωριστοῦ, παγκοσμίως μοναδικοῦ σὲ σύλληψη καὶ ἀνεπανάληπτου μουσικοθεωρητικοῦ συστήματος, δημιουργημένου ἀπὸ τὴν βαθιὰ ἀγάπη, ποὺ γεννᾶ ἡ πίστη στὸν Ἅγιο Τριαδικὸ Θεό. «Ἐπιμέρους» ὅλες οἱ θεωρητικὲς πτυχὲς τῆς τέχνης καὶ τὰ ποικίλα θεωρητικὰ ζητήματα αὐτῆς, τὰ ὁποῖα, ὡς γνωστόν, δὲν εἶναι ὅλα Γένεσις, β΄, 18 - 20: «Καὶ εἶπε Κύριος ὁ Θεός· οὐ καλὸν εἶναι τὸν ἄνθρωπον μόνον· ποιήσωμεν αὐτῷ βοηθὸν κατ᾿ αὐτόν. 19 καὶ ἔπλασεν ὁ Θεὸς ἔτι ἐκ τῆς γῆς πάντα τὰ θηρία τοῦ ἀγροῦ καὶ πάντα τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἤγαγεν αὐτὰ πρὸς τὸν Ἀδάμ, ἰδεῖν τί καλέσει αὐτά. καὶ πᾶν ὃ ἐὰν ἐκάλεσεν αὐτὸ Ἀδὰμ ψυχὴν ζῶσαν, τοῦτο ὄνομα αὐτῷ. 20 καὶ ἐκάλεσεν Ἀδὰμ ὀνόματα πᾶσι τοῖς κτήνεσι καὶ πᾶσι τοῖς πετεινοῖς τοῦ οὐρανοῦ καὶ πᾶσι τοῖς θηρίοις τοῦ ἀγροῦ…» 23 Ματθ., ια΄, 28 - 30: «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, κἀγὼ ἀναπαύσω ὑμᾶς. 29 ἄρατε τὸν ζυγόν μου ἐφ’ ὑμᾶς καὶ μάθετε ἀπ’ ἐμοῦ, ὅτι πρᾷός εἰμι καὶ ταπεινὸς τῇ καρδίᾳ, καὶ εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν· 30 ὁ γὰρ ζυγός μου.» 22

- 259 -


λυμένα. Ἴσως πρέπει νὰ ἀναρωτηθοῦμε: Μήπως, ἀποτελεῖ θέλημα τοῦ Θεοῦ ἡ μὴ ἐπίλυση τῶν θεωρητικῶν καὶ σημειογραφικῶν ζητημάτων, ποὺ ἐκκρεμοῦν στὴν Βυζαντινὴ Μουσική; Μήπως, ἡ παντοία σχολαστικὴ καὶ προσωποκεντρικὴ ἐνασχόλησή μας μὲ τὴν Ψαλτικὴ δὲν εἶναι τὸ κατ’ εὐδοκίαν θέλημά Του; Μήπως, ὁ Κύριος ἀναμένει, ἡ εὐλογημένη χορεία τῶν ἱεροψαλτῶν, μουσικῶν, μουσικολογούντων, μουσικολόγων νὰ δεῖ καὶ ἀναγνωρίσει τὰ ἀνθρώπινα ὅριά της καὶ τὴν πεπερασμένη φύση της; Μήπως, ὁ Κύριος, χωρὶς νὰ μᾶς ἀποτρέπει ἀπὸ τὴν μελέτη, ἄσκηση καὶ ἔρευνα τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς, μᾶς παιδαγωγεῖ, προκειμένου νὰ συνειδητοποιήσουμε, ὅτι αὐτὰ δὲν πρέπει νὰ εἶναι αὐτοσκοπὸς στὴν σπουδαία ἐτούτη λατρευτικὴ τέχνη, λατρευτικὴ θυσία, γιὰ τὴν ἀκρίβεια, συμφώνως πρὸς τὴν προτροπὴ Αὐτοῦ τοῦ Ἰδίου στὸ ψαλμικό: «14 Θῦσον τῷ Θεῷ θυσίαν αἰνέσεως καὶ ἀπόδος τῷ Ὑψίστῳ τὰς εὐχάς σου· 15 καὶ ἐπικάλεσαί με ἐν ἡμέρᾳ θλίψεώς σου, καὶ ἐξελοῦμαί σε, καὶ δοξάσεις με… 23 θυσία αἰνέσεως δοξάσει με, καὶ ἐκεῖ ὁδός, ᾗ δείξω σοι τὸ σωτήριόν μου.» 24 «Ὅλον» εἶναι ὁ Χορὸς τῶν Ψαλλόντων, «ἐπιμέρους» οἱ Χοροὶ τῶν Ψαλτῶν. Ἡ δημιουργία Χορῶν Ψαλτῶν ἔχει σίγουρα τὴν βάση της στὸ πνεῦμα τῶν σοφοτάτων ρήσεων τοῦ Παροιμιαστοῦ, «ἀδελφὸς ὑπὸ ἀδελφοῦ βοηθούμενος ὡς πόλις ὀχυρὰ καὶ ὑψηλή, ἰσχύει δὲ ὥσπερ τεθεμελιωμένον βασίλειον»25 καὶ τοῦ Ἐκκλησιαστοῦ, «ἀγαθοὶ οἱ δύο ὑπὲρ τὸν ἕνα, οἷς ἐστιν αὐτοῖς μισθὸς ἀγαθὸς ἐν μόχθῳ αὐτῶν· 10 ὅτι ἐὰν πέσωσιν, ὁ εἷς ἐγερεῖ τὸν μέτοχον αὐτοῦ, καὶ οὐαὶ αὐτῷ τῷ ἑνί, ὅταν πέσῃ καὶ μὴ ᾖ δεύτερος ἐγεῖραι αὐτόν. 11 καί γε ἐὰν κοιμηθῶσι δύο, καὶ θέρμη αὐτοῖς· καὶ ὁ εἷς πῶς θερμανθῇ; 12 καὶ ἐὰν ἐπικραταιωθῇ ὁ εἷς, οἱ δύο στήσονται κατέναντι αὐτοῦ, καὶ τὸ σπαρτίον τὸ ἔντριτον οὐ ταχέως ἀπορραγήσεται.»26 Χωρὶς περισσότερη πολυπραγμοσύνη ἐπισημαίνω ὅτι, ἐὰν οἱ πολλοὶ καὶ ποικίλοι Χοροὶ Ψαλτῶν ἀποτελοῦν τὰ «ἐπιμέρους», ὁ ἕνας καὶ μοναδικὰ ἑνιαῖος Χορὸς Ψαλμός μθ΄, 7 - 14 και 23: «Ἄκουσον, λαός μου, καὶ λαλήσω σοι, Ἰσραήλ, καὶ διαμαρτύρομαί σοι· ὁ Θεὸς ὁ Θεός σού εἰμι ἐγώ. 8 οὐκ ἐπὶ ταῖς θυσίαις σου ἐλέγξω σε, τὰ δὲ ὁλοκαυτώματά σου ἐνώπιόν μου ἐστὶ διαπαντός. 9 οὐ δέξομαι ἐκ τοῦ οἴκου σου μόσχους οὐδὲ ἐκ τῶν ποιμνίων σου χιμάρους. 10 ὅτι ἐμά ἐστι πάντα τὰ θηρία τοῦ δρυμοῦ, κτήνη ἐν τοῖς ὄρεσι καὶ βόες· 11 ἔγνωκα πάντα τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ, καὶ ὡραιότης ἀγροῦ μετ᾿ ἐμοῦ ἐστιν. 12 ἐὰν πεινάσω, οὐ μή σοι εἴπω· ἐμὴ γάρ ἐστιν ἡ οἰκουμένη καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς. 13 μὴ φάγομαι κρέα ταύρων, ἢ αἷμα τράγων πίομαι; 14 θῦσον τῷ Θεῷ θυσίαν αἰνέσεως καὶ ἀπόδος τῷ Ὑψίστῳ τὰς εὐχάς σου· 15 καὶ ἐπικάλεσαί με ἐν ἡμέρᾳ θλίψεώς σου, καὶ ἐξελοῦμαί σε, καὶ δοξάσεις με. (διάψαλμα)… 23 θυσία αἰνέσεως δοξάσει με, καὶ ἐκεῖ ὁδός, ᾗ δείξω αὐτῷ τὸ σωτήριόν μου.» 25 Παροιμίαι, ιη΄, 19. 26 Ἐκκλησιαστής, δ΄, 9 - 12. 24

- 260 -


Ψαλλόντων ὡς «Ὅλον» εἶναι αὐτὴ ἡ ἴδια ἡ Ἐκκλησία στὴν ἐπουράνια καὶ ἐπίγεια ἄκτιστη, πάντως, διάστασή της, ἡ ὁποία, ὅπως περιέγραψα στὴν ἀρχὴ τῆς ἀνακοινώσεώς μου, ὑμνεῖ καὶ δοξάζει ἀδιαλείπτως «ἐν ἑνὶ στόματι καὶ μιᾷ καρδίᾳ»27 τὸν Ἅγιο Τριαδικὸ Θεό. «Ὅλον» ἡ Ψαλτικὴ Παράδοση, «ἐπιμέρους» οἱ κατὰ τόπους καὶ χρόνους ποικίλες τοπικὲς ψαλτικὲς παραδόσεις (Ὕφη ἢ Σχολές). Πολὺ συνοπτικά ἐὰν οἱ κατὰ περιοχὲς καὶ κατὰ διάφορες χρονικὲς φάσεις ἀναπτυχθεῖσες τοπικὲς ψαλτικὲς παραδόσεις, τὰ λεγόμενα «Ὕφη» ἢ Σχολές, ὁ πολυποίκιλος, πολύφυτος καὶ πολυάνθος κῆπος τῆς μουσικῆς τῶν ὀρθοδόξων ἐκκλησιαστικῶν ὕμνων, ἀποτελοῦν τὰ «ἐπιμέρους» καὶ παράπλευρα στοιχεῖα τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ψαλτικῆς Παραδόσεως, αὐτὴ ἡ τελευταία, ἑνιαία καὶ μοναδικὴ στὸ σύνολό της, ἀποτελεῖ τὸ «ὅλον». Ἡ «ὁλότητα» αὐτῆς δὲν διασπᾶται ἀπὸ προσωπικά, τοπικὰ ἢ ἐθνικὰ χαρακτηριστικά, τὰ ὁποῖα μπορεῖ νὰ διαφοροποιοῦνται κατὰ τὰ δωρηθέντα ὑπὸ τοῦ Παναγίου Πνεύματος «τάλαντα» στὰ μέλη τῆς μίας, ἁγίας, καθολικῆς καὶ ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Οὔτε, πάλι, αὐτὴ ἡ Ψαλτικὴ Παράδοση κινδυνεύει νὰ ἀλλοιωθεῖ ἀπὸ «ζιζάνια», ποὺ κακοὶ ἐργάτες σπέρνουν κατὰ τὴν διάρκεια τῆς νυκτὸς πάνω ἀπὸ τὸν ἀγαθὸ σπόρο, γιὰ τὰ ὁποῖα ὁ Κύριος ἔδωσε ἐντολή, «ἄφετε συναυξάνεσθαι»28. Αὐτὰ θὰ ἐκπέσουν μόνα τους, θὰ παραμείνουν στὸν «ἠθμὸ» καὶ θὰ βληθοῦν ἔξω, ἡ δὲ Παράδοση, ὄχι ὡς στείρα ἐμμονή, ἀλλὰ ὡς ὑπακοὴ στὴν Παροιμιακὴ ἐντολὴ «μὴ μέταιρε ὅρια αἰώνια, ἃ ἔθεντο οἱ πατέρες σου»29, θὰ συνεχίσει συμπορευομένη μὲ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὰ Ἔσχατα. Ἀπό τὴν εὐχητικὴ ἐκφώνηση τῆς Θείας Λειτουργίας: «Καὶ δὸς ἡμῖν ἐν ἑνὶ στόματι, καὶ μιᾷ καρδίᾳ δοξάζειν καὶ ἀνυμνεῖν τὸ πάντιμον καὶ μεγαλοπρεπὲς ὄνομά Σου, τοῦ Πατρὸς καὶ τοῦ Υἱοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων.» 28 Ματθ., ιγ΄, 24 - 30: «Ἄλλην παραβολὴν παρέθηκεν αὐτοῖς λέγων· Ὡμοιώθη ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν ἀνθρώπῳ σπείραντι καλὸν σπέρμα ἐν τῷ ἀγρῷ αὐτοῦ· 25 ἐν δὲ τῷ καθεύδειν τοὺς ἀνθρώπους ἦλθεν αὐτοῦ ὁ ἐχθρὸς καὶ ἔσπειρε ζιζάνια ἀνὰ μέσον τοῦ σίτου καὶ ἀπῆλθεν. 26 ὅτε δὲ ἐβλάστησεν ὁ χόρτος καὶ καρπὸν ἐποίησε, τότε ἐφάνη καὶ τὰ ζιζάνια. 27 προσελθόντες δὲ οἱ δοῦλοι τοῦ οἰκοδεσπότου εἶπον αὐτῷ· κύριε, οὐχὶ καλὸν σπέρμα ἔσπειρας ἐν τῷ σῷ ἀγρῷ; πόθεν οὖν ἔχει ζιζάνια; 28 ὁ δὲ ἔφη αὐτοῖς· ἐχθρὸς ἄνθρωπος τοῦτο ἐποίησεν. οἱ δὲ δοῦλοι εἶπον αὐτῷ· θέλεις οὖν ἀπελθόντες συλλέξωμεν αὐτά; 29 ὁ δέ ἔφη· οὔ, μήποτε συλλέγοντες τὰ ζιζάνια ἐκριζώσητε ἅμα αὐτοῖς τὸν σῖτον· 30 ἄφετε συναυξάνεσθαι ἀμφότερα μέχρι τοῦ θερισμοῦ, καὶ ἐν καιρῷ τοῦ θερισμοῦ ἐρῶ τοῖς θερισταῖς· συλλέξατε πρῶτον τὰ ζιζάνια καὶ δήσατε αὐτὰ εἰς δέσμας πρὸς τὸ κατακαῦσαι αὐτά, τὸν δὲ σῖτον συναγάγετε εἰς τὴν ἀποθήκην μου.» 29 Παροιμίαι, κβ΄, 28. 27

- 261 -


Τέλος «Ὅλον» ἡ Ψαλμῳδία ὡς λατρευτικὸν βίωμα, «ἐπιμέρους» τὰ συστατικὰ τῆς Ψαλμῳδίας στὴν λατρευτικὴ πράξη. Ἀπὸ τὴν ἕως ἐδῶ ἐξέλιξη τῆς παρούσης μελέτης, καθίσταται, νομίζω, σαφές -ἔστω ἐμμέσως-, ὅτι οἱ ὅροι Ψαλτικὴ Τέχνη καὶ Ψαλμῳδία διαφοροποιοῦνται μεταξύ τους ἢ τουλάχιστον πρέπει νὰ διαφοροποιοῦνται. Ἡ Ψαλτικὴ Τέχνη ὡς ὅρος εἶναι στενότερος σὲ σχέση μὲ τὴν Ψαλμῳδία καὶ δηλώνει τὸ ἐκκλησιαστικὸ μέλος (= ᾆσμα), ὅπως αὐτὸ ἐξελίχθηκε καὶ διαμορφώθηκε στὸ πέρασμα τῶν αἰώνων ὑπὸ συγκεκριμένο κάθε φορὰ θεωρητικὸ καὶ σημειογραφικὸ ὑπόβαθρο. Ἡ Ψαλμῳδία, ὅμως, ὡς ὅρος εἶναι εὐρύτατος. Μπορεῖ νὰ δηλώνει ἕνα φάσμα δεδομένων, ἀπὸ τὴν «κατὰ μόνας» ἢ «ἐν τοῖς κελλίοις» στιχολόγηση, ἄνευ μέλους, (ἁπλὴ ἀνάγνωση) τῶν Ψαλμῶν ὡς ἀτομικὴ προσευχὴ -ὅπως πρὸ πολλοῦ ἔχει ἀποδείξει ὁ καθηγητὴς Ἀθανάσιος Βουρλὴς στὴν μελέτη του Οἱ περὶ Ψαλμῳδίας πληροφορίες τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Νύσσης (Θεολογικὴ καὶ Μουσικολογικὴ Μελέτη)30, ἕως τὴν τέλεση ὁλόκληρων Ἀκολουθιῶν καὶ Μυστηρίων ἀπὸ σύσσωμη τὴν ἐκκλησιαστικὴ κοινότητα, μὲ ὅ,τι αὐτὴ ἡ τέλεση περιλαμβάνει καὶ συνεπάγεται δηλαδή: α) Τὸ τυπικὸ τῶν ἱερῶν Ἀκολουθιῶν, ποὺ ἀφορᾶ στὴν τάξη καὶ στὴν σειρὰ τῶν ψαλλομένων καὶ τελετουργουμένων κατὰ τὴν τέλεση αὐτῶν. β) Τὸ τελετουργικὸ τῶν ἱερῶν Ἀκολουθιῶν, ποὺ ἀφορᾶ στὶς ἱεροπραξίες καὶ τελετουργικὲς πράξεις, εὐλογήσεις, κινήσεις, εἰσόδους καὶ ἐξόδους, λιτανεύσεις καὶ ὅλο τὸ πλῆθος τῶν σχετικῶν «ἔργων», τοῦ ἱεροῦ κλήρου καὶ τῶν ψαλτῶν κατὰ τὴν τέλεση αὐτῶν. γ) Τὴν θυμίαση καὶ τὴν κωδωνοκρουσία ὡς ἠχητικὸ «ὑπέδαφος» (τὸ λεγόμενο «μουσικὸ χαλὶ» ἤ, ξενικῶς, background) τοῦ τελετουργικοῦ γίγνεσθαι. δ) Τὴν ἐμμελῆ ἀνάγνωση Ψαλμῶν, Προφητειῶν ἢ ἄλλων προσευχῶν. ε) Τὴν μυστικῶς ἀνάγνωση (ἐκφώνως, πάντοτε) τῶν (ἀρχ-)ἱερατικῶν εὐχῶν. ς) Τὴν ἐμμελῆ ἀπαγγελία Ἀποστολικῶν ἢ Εὐαγγελικῶν Περικοπῶν καὶ εἰδικῶν εὐχῶν ὅπως, π.χ., τὸ «Ἄσπιλε, ἀμόλυντε…», τὸ «Καὶ δὸς ἡμῖν, Δέσποτα…» κ.τ.ὅ.). ζ) Τὴν ἐμμελῆ ἐκφώνηση δεήσεων, συναπτῶν, εἰρηνικῶν, πληρωτικῶν ἢ τῶν ἀκροτελεύτιων τῶν (ἀρχ-)ἱερατικῶν εὐχῶν καὶ τὰ ὅμοια. η) Τὴν Ψαλτικὴ Τέχνη ὡς μουσικὴ ἀπόδοση τῶν ἐκκλησιαστικῶν ὕμνων, θ) Τὸ κανονάρχημα, τὸν ἄριστο τύπο καὶ ἔμπρακτη ἐφαρμογὴ τῆς ἀρετῆς τῆς ὑπακοῆς στὴν Ψαλτικὴ Τέχνη.

30

Στὸ βιβλίο του Θέματα Ἱερᾶς Ψαλμωδίας, τεῦχος Α΄, Ἀθήνα 2000, σελ. 15 - 17. - 262 -


ι) Τὸ ἰσοκράτημα, ὡς τύπος καὶ ὑπενθύμιση ἐκείνου τοῦ «στῶμεν καλῶς, στῶμεν μετὰ φόβου Θεοῦ» τοῦ Ἀρχαγγέλου Μιχαὴλ καὶ ὡς ὑπόμνηση τῆς ἀναγκαιότητος γιὰ σταθερὰ στάση καὶ ἐμμονὴ στὴν ὀρθοδοξία καὶ ὀρθοπραξία τοῦ Εὐαγγελίου. ια) Αὐτὴν καθαυτὴν τὴν ἱεροψαλτικὴ στάση καὶ κίνηση ἐπὶ τοῦ ἱεροῦ Ἀναλογίου, ὄχι αὐτὴ ποὺ ἀφορᾶ στὸ τελετουργικὸ τῶν ἱερῶν Ἀκολουθιῶν (π.χ. ψαλτικὴ συνοδεία λιτανεύσεων), ἀλλὰ τὶς παρακελευσματικὲς καὶ προτρεπτικὲς πρὸς τὸ ἐκκλησίασμα, διδακτικὲς κατ’ οὐσίαν, κινήσεις τοῦ ἱεροψάλτου, ὅπως εἶναι ἡ τύπωσις τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, τὸ ἀνεβοκατάβασμα στὸ ψαλτικὸ στασίδιο, οἱ μικρὲς ἢ μεγάλες Μετάνοιες, ἡ ἀφαίρεση ἢ ἐπανατοποθέτηση τοῦ καλπακίου καὶ ἄλλα, ποὺ πρέπει ἀπαρεγκλίτως νὰ προσέχονται καὶ νὰ τηροῦνται ἀπὸ τοὺς ἱεροψάλτες κατὰ τὶς λατρευτικὲς πράξεις. ιβ) Τὴν μετὰ προσοχῆς καὶ συγκεντρώσεως προσευχή, ὥστε ὅλος ὁ βίος τοῦ ἀνθρώπου καὶ αὐτὸ τὸ «εἶναι» του νὰ καθίσταται ἀδιάλειπτος καὶ ἀκατάπαυστος Ψαλμῳδία γιὰ / πρὸς τὸν Κύριο. Ὅλα τὰ ἀνωτέρω -ἴσως καὶ ἄλλα ἀκόμη- ἀποτελοῦν τὰ ἐπιμέρους στοιχεῖα τῆς Ψαλμῳδίας ὡς «Ὅλον», ὡς τὸ μόνο καθημερινό, «ἐν ἑσπέρᾳ καὶ πρωὶ καὶ μεσημβρίᾳ καὶ παντὶ καιρῷ» καὶ διὰ βίου ἔργο τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ γῆς31, ὅταν ὅλες οἱ ὑπόλοιπες μέριμνες τῆς ὑπάρξεώς του, στὴν πραγματικότητα, ἀποτελοῦν πάρεργα. ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ Σεβαστοί μου, πατέρες, διδάσκαλοι καὶ καθηγητές, ἀγαπημένοι ἱεροψάλτες, ἐρευνητές, μουσικολόγοι καὶ παντὶ τρόπῳ μουσικολογοῦντες συνάδελφοι, ἀπευθυνόμενος σὲ ὁμήγυρη ὄχι ἀκραιφνῶς μουσικολογική, ἀλλὰ κυρίως καὶ ποσοτικῶς ἱεροψαλτική, ἐφόσον ἔχουμε τὴν χαρὰ καὶ εὐλογία τὸ συνέδριο αὐτὸ νὰ πλαισιώνει μεγάλος ἀριθμὸς ψαλτικῶν χορῶν καὶ χορωδιῶν, ἀνδρικῶν καὶ γυναικείων, ἐπέλεξα τὸ παρὸν θέμα, ἐπιθυμῶντας νὰ

Ἂς προσέξουμε στὸν Προιμιακὸ Ψαλμὸ τῆς Ἀκολουθίας τοῦ Ἑσπερινοῦ (Ψαλμός ργ΄) τὸν ἐκπληκτικὸ στίχο, «Ἐξελεύσεται ἄνθρωπος ἐπὶ τὸ ἔργον αὐτοῦ (καὶ ὄχι, «ἐπὶ τὰ ἔργα αὐτοῦ») καὶ ἐπὶ τὴν ἐργασίαν αὐτοῦ (καὶ ὄχι, «ἐπὶ τὰς ἐργασίας αὐτοῦ») ἕως ἑσπέρας». Ποιό εἶναι, ἀλήθεια, αὐτὸ τὸ «ἔργον» τοῦ ἀνθρώπου (σὲ Ἐνικὸ Ἀριθμό), γιὰ τὸ ὁποῖο ξυπνᾶ τὸ πρωὶ καὶ ἐξέρχεται στὸν βίο του γιὰ νὰ τὸ ἐργαστεῖ, ἂν ὄχι ἡ εὐχαριστία, ἡ ἀνύμνηση, ἡ εὐλόγηση, ἡ δοξολόγηση, ἡ ἐξομολόγηση (= ἀνύμνηση, δοξολόγηση) καὶ ἡ προσκύνηση τοῦ Ὀνόματος τοῦ Ἁγίου Τριαδικοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ Θεανθρώπου Ἰησοῦ Χριστοῦ; Δηλαδή, ἡ ἀδιάλειπτος λόγῳ καὶ ἔργῳ καὶ διανοίᾳ Ψαλμῳδία τοῦ Κυρίου. 31

- 263 -


ἐξάρω μία διάσταση τῆς Ψαλτικῆς, ἡ ὁποία δὲν πρέπει στιγμὴ νὰ διαλάθει τῆς προσοχῆς μας. Ὁ θεματικὸς τίτλος τοῦ συνεδρίου, Ἡ Ψαλτικὴ Τέχνη στὴ Σύγχρονη Ἐκκλησιαστικὴ καὶ Κοινωνικὴ Πραγματικότητα, ὑπονοεῖ ὅτι τὰ δεδομένα τῆς σύγχρονης ἐκκλησιαστικῆς καὶ κοινωνικῆς πραγματικότητας ἔχουν αἰσθητῶς διαφοροποιηθεῖ ἀπὸ τὸ κοντινὸ ἢ μακρινὸ παρελθόν, ἄρα καὶ ἡ Ψαλτικὴ πρέπει νὰ βλέπεται καὶ ἀντιμετωπίζεται μὲ γνώμονα τὰ σύγχρονα αὐτὰ δεδομένα καὶ δὲν ἔχει καθόλου ἄδικο. Ἐντούτοις, ὑπάρχει ἕνα στοιχεῖο τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης, τὸ ὁποῖο ὀφείλουμε νὰ τηρήσουμε παραμένον καὶ ἀναλλοίωτο, παρὰ τὶς μεταβολὲς τῆς σύγχρονης κοινωνικῆς καὶ ἐκκλησιαστικῆς πραγματικότητος. Αὐτό, σίγουρα, δὲν εἶναι οὔτε ἡ σημειογραφία, οὔτε ἡ θεωρία, οὔτε ἡ μελοποιία, οὔτε ὅ,τι καλοῦμε «παράδοση» (ὑφολογική, μελοποιητικὴ ἢ ἄλλη). Τὸ μόνο ποὺ πρέπει νὰ φυλαχθεῖ ὡς κόρη ὀφθαλμοῦ εἶναι ὁ ἐκκλησιαστικός, λατρευτικὸς καὶ προσευχητικὸς χαρακτῆρας τῆς Ψαλμῳδίας. Ὡς γνωστόν, ὁποιαδήποτε αὐτονόμηση ἐντὸς τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας ἀποβαίνει σὲ αἵρεση, ἄρα καὶ ἡ αὐτονόμηση τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς μπορεῖ νὰ γεννᾶ (καὶ ἤδη γέννησε) ψαλτικὲς ἀποκλίσεις καὶ ἔριδες καὶ μάχας. Ἄν, ὅμως, καταχρώμεθα τὰ «μουσικὰ δικαιώματα» τοῦ Κυρίου κατὰ τὴν Θεία Λατρεία Του, θὰ ὁμοιάζουμε μὲ τοὺς υἱοὺς τοῦ Ἀαρών, οἱ ὁποῖοι προσέφεραν θυμίαση ἀνεπιθύμητη στὸν Κύριο, μὲ «πῦρ ἀλλότριον, ὃ οὐ προσέταξε Κύριος αὐτοῖς»32 καὶ τιμωρήθηκαν αὐστηρότατα πρὸς παραδειγματισμόν. Ἕνα δεύτερο σημεῖο, στὸ ὁποῖο στόχευε ἡ παροῦσα ἀνακοίνωση, ἦταν νὰ καταστεῖ σαφὲς ὅτι, ὁ Κύριος μεταχειρίζεται τὰ πάντα, γιὰ νὰ διδάξει τὸν ἄνθρωπο καὶ νὰ τοῦ ἀποκαλυφθεῖ, προσφέροντάς του τὶς δωρεὲς τῆς Ἀποκαλύψεώς Του, ἀνάμεσα στὶς ὁποῖες καὶ τὴν Ψαλμῳδία στὴν Ἐκκλησία Του, προκειμένου ἡ Ἐκκλησία νὰ τὴν χρησιμοποιεῖ ὡς μέσον διδασκαλίας, μαθήσεως καὶ κατανοήσεως τῆς θεολογίας, δηλαδὴ ὡς μέσον κατηχήσεως καὶ καταρτίσεως τοῦ λαοῦ. Ὅμως, ἀναντιρρήτως ἰσχύει καὶ τὸ ἀντίστροφο οἱ πατερικὲς θεολογήσεις περὶ τὴν Ψαλμῳδία καὶ οἱ ποικίλοι θεολογικοὶ συμβολισμοί, τοὺς ὁποίους μπορεῖ νὰ ἐπισημάνει κανεὶς στὴν ἱερὰ αὐτὴ τέχνη, δύνανται νὰ καταστοῦν μέσα κατανοήσεως τῆς μουσικῆς θεωρίας της καὶ τῆς μορφολογικῆς της ἀναπτύξεως στὸ πέρασμα τῶν αἰώνων, ἢ ἀκόμη καὶ νὰ λειτουργήσουν ὡς διδακτικὸ ἐργαλεῖο καὶ βοήθημα στὴν ἀφομοίωση τῶν σημειογραφικῆς φύσεως ζητημάτων αὐτῆς. Λευϊτικόν, ι΄, 1: «Καὶ λαβόντες οἱ δύο υἱοὶ Ἀαρὼν Ναδὰβ καὶ Ἀβιοὺδ ἕκαστος τὸ πυρεῖον αὐτοῦ ἐπέθηκαν ἐπ᾿ αὐτὸ πῦρ καὶ ἐπέβαλον ἐπ᾿ αὐτὸ θυμίαμα καὶ προσήνεγκαν ἔναντι Κυρίου πῦρ ἀλλότριον, ὃ οὐ προσέταξε Κύριος αὐτοῖς. 2 καὶ ἐξῆλθε πῦρ παρὰ Κυρίου καὶ κατέφαγεν αὐτούς, καὶ ἀπέθανον ἔναντι Κυρίου.» 32

- 264 -


Ἕνα ἀκόμη σὲ κάθε «ὅλον» ἀπαντοῦν ὁπωσδήποτε καὶ τὰ «ἐκ τῶν ὧν οὐκ ἄνευ» «ἐπιμέρους» δομικὰ ἢ συστατικά του στοιχεῖα. Ἐδῶ, ὅμως, ἐλλοχεύει πάντοτε κίνδυνος -δυστυχῶς, πολὺ συνήθης στὴν ψαλτικὴ κοινότητα καὶ στοὺς περὶ αὐτήν-, νὰ ἀναγάγονται τὰ «ἐπιμέρους» σὲ αὐτοσκοπό. Ἀλλά, τότε, ὑποβαθμίζεται ἢ δὲν ἀναγνωρίζεται ἢ -τὸ χειρότερο- διασπᾶται τελείως τὸ «ὅλον», μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἐπέρχονται μικρὲς μέν, ἀλλὰ καταστροφικές, διαφοροποιήσεις στὸ Σῶμα τῆς Κοινότητος -αὐτό, ἂς μὴν λησμονοῦμε, ἀποτελεῖ μέρος / μέλος τοῦ Σώματος τῆς Ἐκκλησίας-, οἱ ὁποῖες ὁδηγοῦν σὲ ἑωσφορικοῦ τύπου αὐτονομήσεις. Τὰ «ἐπιμέρους», ὅμως, στοιχεῖα τοῦ «ὅλου» δὲν εἶναι ἄλλο ἀπὸ τὰ ποικίλα «τάλαντα» / χαρίσματα τοῦ Παναγίου Πνεύματος πρὸς τὸν ἄνθρωπο καὶ τὴν Ἐκκλησία καί, ὡς τέτοια, συγκροτοῦν καὶ προάγουν τὴν Ἐκκλησία. Πῶς εἶναι δυνατόν, αὐτὰ νὰ ἀντιμετωπίζονται μὲ μισαλλοδοξία καὶ μικροψυχία, ἀντὶ νὰ ἀναγνωρίζονται μὲ ἀγάπη καὶ μεγαλοκαρδία ὡς ἁγιοπνευματικὲς δωρεές; Ἀποτέλεσμα καὶ καρπὸς τέτοιων ἐφάμαρτων αὐτονομήσεων εἶναι ἡ Θεία Ἐγκατάλειψις33 καὶ ἡ Θεία Παραχώρησις διαιρέσεως, σχίσματος καὶ ἀκαταλήπτου (καὶ ψαλτικῆς) πολυγλωσσίας34, μία πολυγλωσσία ἰδιαιτέρως γνώριμη στὰ ἱεροψαλτικὰ πράγματα τῶν τελευταίων δεκαετιῶν. Καὶ ἕνα τελευταῖο παρατηρῶντας τοὺς ἑαυτούς μας, συλλαμβανόμεθα πολλάκις κριτικοὶ καὶ ἐπικριτικοὶ ἀπέναντι στοὺς διδασκάλους καὶ πατέρες μας στὴν Ψαλτικὴ Τέχνη. Δὲν πρέπει, ὅμως, νὰ θεατρίζουμε τὰ σφάλματα αὐτῶν, στοὺς ὁποίους χρεωστοῦμε τὸ ψαλτικό μας «εἶναι», διότι ἐκεῖνοι ἐστεροῦντο τῶν ὑλικοτεχνικῶν ἀνέσεων καὶ διευκολύνσεων τῆς ἐποχῆς μας, ἔζησαν δὲ χρόνους σκληροὺς καὶ ἐπώδυνους. Ἀλλ’ ὡς οἱ υἱοὶ τοῦ Νῶε35, ἂς κινούμαστε «ὀπισθοφανῶς» γιὰ νὰ καλύπτουμε μὲ ἀγάπη τὴν ὅποια γύμνια αὐτῶν. Μὴ ἀντιμετωπίζουμε μὲ ἔπαρση τοὺς διδασκάλους καὶ πατέρες μας στὴν Ψαλτική, ὁμοιάζοντες τὸν Ροβοάμ, υἱὸ τοῦ Σολομῶντος, ὁ ὁποῖος ἐξιπάζετο νὰ καυχᾶται, «ἡ μικρότης μου παχυτέρα τῆς ὀσφῦος τοῦ πατρός μου»36, μήποτε, «κακολογοῦντος πατέρα… σβεσθήσεται λαμπτήρ, αἱ δὲ κόραι τῶν ὀφθαλμῶν αὐτοῦ ὄψονται σκότος»37. Ἀποφεύγοντες καὶ «Οὐ μὴ καταμείνη τὸ Πνεῦμα μου ἐν τοῖς ἀνθρώποις τούτοις εἰς τὸν αἰῶνα διὰ τὸ εἶναι αὐτοὺς σάρκας.» Γένεσις, στ΄, 3. 34 «Δεῦτε καὶ καταβάντες συγχέωμεν αὐτῶν ἐκεῖ τὴν γλῶσσαν.» Γένεσις, ια΄, 7. 35 Γένεσις, θ΄, 23: «Λαβόντες Σὴμ καὶ Ἰάφεθ τὸ ἱμάτιον ἐπέθεντο ἐπὶ τὰ δύο νῶτα αὐτῶν καὶ ἐπορεύθησαν ὀπισθοφανῶς καὶ συνεκάλυψαν τὴν γύμνωσιν τοῦ πατρὸς αὐτῶν, καὶ τὸ πρόσωπον αὐτῶν ὀπισθοφανῶς, καὶ τὴν γύμνωσιν τοῦ πατρὸς αὐτῶν οὐκ εἶδον.» 36 Βασιλειῶν Γ΄, ιβ΄, 10. 37 Παροιμίαι, κ΄, 20. 33

- 265 -


ματαιώνοντες τὴν σκληρότητά μας, σίγουρα θὰ ἀκούσουμε τὸν Κύριο νὰ μᾶς παρηγορεῖ: «Ἤμαρτες; ἠσύχασον πρὸς σὲ ἡ ἀποστροφὴ αὐτοῦ, καὶ σὺ ἄρξεις αὐτοῦ.»38 Κ.Χ.Κ. - Βόλος, 30 Δεκεμβρίου 2016,

μνήμη τοῦ Ἁγίου Νέου Ὁσιομάρτυρος Γεδεῶνος τοῦ Καρακαλληνοῦ, ἐκ χωρίου Κάπουρνα ἢ Κάπραινα (σημερινὲς Γλαφυραὶ) τοῦ Βορείου Πηλίου, τοῦ ἐν Βελεστίνῳ Μαγνησίας μαρτυρήσαντος καὶ ἐν Τυρνάβῳ Λαρίσης ἀθλήσαντος. Πολυτονισμὸς καὶ διόρθωση τοῦ κειμένου τῇ 30ῇ Μαρτίου 2017, μνήμη τοῦ Ὁσίου Πατρὸς ἡμῶν Ἰωάννου Σιναΐτου, τοῦ συγγραφέως τῆς «Κλίμακος».

Τῷ δὲ Κυρίῳ Χάρις

38

Γένεσις, δ΄, 7. - 266 -


Τά πρόσωπα τῆς ψαλτικῆς στό Ρέθυµνο τοῦ 19ου αἰῶνα Oντώνιος Μιχελουδάκης, Πρωτοψάλτης, Καθηγητής Βυζαντινῆς Μουσικῆς, Θεολόγος Στό Ρέθυμνο τοῦ 19ου αἰῶνα ἐπιτελέσθηκε μιά ἀξιοθαύμαστη ἀκμή τῆς ψαλτικῆς, ἴσως μοναδική στήν Κρήτη. Ἀρχή τῆς ἐνασχόλησής μας ὑπῆρξε ἡ ἔρευνα στό ἀρχεῖο τοῦ Παύλου Βλαστοῦ, ὁ ὁποῖος ἦταν ἀπό τίς πιό λαμπρές μορφές τῆς ψαλτικῆς κατά τήν ἐν λόγῳ περίοδο στό Ρέθυμνο. Ἀρχικά, γιά χρόνια ἤμασταν ἐντελῶς ἀνυποψίαστοι γιά τήν ἄνθιση αὐτή, λόγῳ τῆς παρακμῆς πού βιώσαμε στό Ρέθυμνο ἀπό τήν δεκαετία τοῦ 1990. Ἡ γνωριμία μας μέ τό ἔργο τοῦ Βλαστοῦ μᾶς ἔδωσε τήν δυνατότητα νά γνωρίσουμε σημαντικά πρόσωπα πού ἔδρασαν ὡς ἐκλεκτοί διάκονοι τῆς τέχνης τῆς ψαλτικῆς τήν περίοδο τοῦ 19ου αἰῶνα. Μέ ἀφετηρία τά χειρόγραφα τοῦ Βλαστοῦ καί ἐρευνώντας βῆμα πρός βῆμα ἄρχισαν νά μοῦ ἀποκαλύπτονται στοιχεῖα, γιά τά ὁποῖα στήν συνέχεια θά ἀναφερθῶ ἀφοῦ πρῶτα κάνω μερικές γενικές παρατηρήσεις. 1. Οἱ περισσότεροι ἀπό τούς ψάλτες ἐκείνης τῆς ἐποχῆς ἦταν δημοδιδάσκαλοι, οἱ ὁποῖοι δίδασκαν τήν τέχνη τῆς ψαλτικῆς στούς μαθητές τους, ὥστε ἡ πλειοψηφία αὐτῶν νά μποροῦν νά βοηθήσουν στήν τέλεση τῶν ἀκολουθιῶν τῆς Ἐνορίας τοῦ χωριοῦ τους. Μάλιστα, σέ προγράμματα σπουδῶν τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, ἡ ἐκκλησιαστική μουσική ἦταν ξεχωριστό μάθημα καί ἡ ἐκμάθηση τῶν ὕμνων γινόταν στά πλαίσια τῶν τεχνικῶν μαθημάτων (βλ. Ὀργανισμός τῆς Δημοσίας Ἐκπαιδεύσεως, Ἐν Χανίοις, τύποις Κρητικῆς Πολιτείας, σελ. 6 καί Ἀναλυτικόν Πρόγραμμα Δημοτικῶν Σχολείων, Ἐν Χανίοις, 1900, σελ. 43). Οἱ δημοδιδάσκαλοι αὐτοί δέν ἦταν ὅλοι μουσικοί ψάλτες, ἀλλά καί πρακτικοί, πού γνώριζαν ὅμως νά ψάλλουν τούς ἤχους καί μάθαιναν στούς μαθητές τους σχεδόν ἀπ᾿ ἔξω τά λόγια καί τήν μουσική τῶν ὕμνων. Τό Προσευχητάριο καί ἡ Ὀκτώηχος διαβάζονταν καί ψάλλονταν καθημερινά. Ὅλη αὐτή ἡ ἐνασχόληση φαίνεται ὅτι σταμάτησε ἀπότομα στίς ἀρχές τοῦ 20οῦ αἰῶνα, ὅπως μᾶς πληροφορεῖ ὁ Ἐμμανουήλ Γενεράλις, ὁ ὁποῖος ἀναφερόμενος στήν ἐποχή τῆς ἀκμῆς γράφει πώς τώρα, στόν 20ό αἰῶνα, δέν ὑπάρχουν μαθητές νά ποῦν ἔστω ἕνα «Κύριε, ἐλέησον» ἤ ἀκόμη τό «Πιστεύω» καί τό «Πάτερ ἡμῶν» (βλ. Αὐτοβιογραφία Ἐμμανουήλ Γενεράλι, Ρέθυμνο, 2013, σελ. 35). 2. Οἱ ψάλτες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης ἦταν σεβαστά καί ἄκρως ἀποδεκτά πρόσωπα ἀπό τήν κοινωνία. Οἱ ψάλτες, εἰδικά στόν Μητροπολιτικό Ναό Ρεθύ- 267 -


μνου -ἀπό τό 1844 πού χτίστηκε- διορίζονταν ἀπό τήν Ἐφορία τῆς Δημογεροντίας Ρεθύμνου. Ἡ προσφορά καί ἡ συμβολή τῶν ψαλτῶν στίς λατρευτικές συνάξεις ἀναγνωρίζονταν ἀκόμη καί στήν ὕπαιθρο, ὅπου ντόπιοι καί ἐπισκέπτες ψάλτες καλοῦνταν γιά νά λαμπρύνουν τίς ἀκολουθίες τῶν πανηγύρεων. 3. Τά μοναστήρια τοῦ Ρεθύμνου ἀποτέλεσαν κυψέλες παραγωγῆς ψαλτῶν, εἴτε μοναχῶν εἴτε λαϊκῶν, πού πήγαιναν σέ αὐτά γιά νά μάθουν τήν ψαλτική ἀπό ἔμπειρους μοναχούς ψάλτες. Ἰδιαίτερα στά μοναστήρια τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου Θεολόγου στό Πρέβελη, τοῦ Ἁγίου Πνεύματος στήν Ἐπαρχία Ἁγίου Βασιλείου καί τῶν Ἀσωμάτων στήν Ἐπαρχία Ἀμαρίου ἔχουμε μαρτυρίες γιά σπουδαίους δασκάλους, ἀλλά καί γιά πλῆθος μουσικῶν βιβλίων, χειρογράφων καί ἐντύπων, παλαιᾶς καί νέας γραφῆς. Ἐπίσης, τά μοναστήρια ἐνίσχυαν οἰκονομικά τά σχολεῖα τῶν χωριῶν ἔχοντας ὡς κριτήριο -μεταξύ ἄλλων- καί τήν πρόοδο στήν ἐκμάθηση τῆς μουσικῆς. Οἱ ἀκολουθίες στά μοναστήρια γίνονταν μέ κατάνυξη καί μεγαλοπρέπεια ἀκολουθώντας καί τό ψαλτικό τυπικό ψαλμώδησης μαθημάτων ἀνάλογα μέ τήν Ἑορτή. Μιά ἐνδιαφέρουσα περιγραφή κάνει ὁ Ἐμμανουήλ Γενεράλις, Γυμνασιάρχης, ἡ ὁποία συμπεριλαμβάνεται στήν αὐτοβιογραφία του. Γράφει γιά τόν Ἑσπερινό τῆς 7ης Μαΐου 1875, παραμονή τῆς Ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, στήν Ἱερά Μονή Πρέβελη, τά ἑξῆς: «Παρηκολουθήσαμεν τόν ἑσπερινόν μεγαλοπρεπέστατα τελεσθέντα, τελεταρχοῦντος τοῦ ἐπισκόπου Λάμπης καί Σφακίων Παϊσίου, μετασχόντων δέ πλήθους μοναχῶν καί κοσμικῶν ἱερέων. Καί ψάλται ἱκανοί καί μουσικοί τεχνῖται προΐσταντο τῶν χορῶν, οἵτινες καί κατά τά κρατοῦντα ἔψαλλον μελῳδικῶς τά λεγόμενα Ἀνοιξαντάρια. Ὅμοίως μελῳδικότατα ἐψάλη ὑπό τῶν ἱερέων τό «Φῶς ἱλαρόν». Ἐν γένει δέ ὁ ἑσπερινός διεξήχθη ἱεροπρεπέστατα, ἔλαμπε δέ καί ὁ δίκλιτος Ναός τοῦ Θεολόγου ἐκ τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς ἀνταυγείας τοῦ χρυσοκοσμήτου στολισμοῦ τοῦ τέμπλου, τῶν εἰκόνων καί τῶν χρυσῶν στολῶν τῶν ἱερέων. Ἄς κρίνει ἕκαστος ποίαν ἐντύπωσιν προεξένησεν ἡ μεγαλοπρέπεια αὕτη εἰς ἐμέ τόν μήπω δεκαπενταετῆ, ὅστις ὁμοίας ἱεροπρεποῦς τελετῆς οὐδέποτε εἶχε λάβει γνῶσιν». Γιά τήν ἡμέρα τῆς Ἑορτῆς ἀναφέρει: «Ἡ ἀκολουθία τῆς ἐπιούσης ἐψάλη, ὡς εἰκός, ἱεροπρεπέστατα. Ἴσως διήρκεσε τέσσαρας ὥρας. Ἐγώ δέ, ἀναγνώσας τόν Ἀπόστολον μέ τό διδαχθέν μέλος, ἐνόμισα ὅτι ἦρα θρίαμβον. Δέν ἦσαν ὅμως, φαίνεται, σύμφωνοι παῖδες τινές τῆς μονῆς, οἵτινες μετά τήν λῆξιν τῆς λειτουργίας μέ ἐνέπαιξαν καί προεκάλεσαν ἄφθονα καί πικρά τά δάκρυά μου καί συνετέλεσαν νά ἀποσυρθῶ εἰς τό φιλοξενοῦν κελλί καί νά μήν καθίσω εἰς τό ἐπακολουθῆσαν μέγα καί πολυτελέστερον τῆς προτεραίας γεῦμα». - 268 -


Δυστυχῶς ὅμως ὅλη αὐτή ἡ δράση ἀκολούθησε τήν γενικώτερη παρακμή τῶν μοναστηριῶν καί ἔμειναν καλά θαμμένες οἱ ἀναμνήσεις ἀπό αὐτήν μέσα στά βιβλία καί σέ κάποιες μαρτυρίες. 4. Στούς ψάλτες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης συγκαταλέγονται πρόσωπα μέ γνώση τῆς ψαλτικῆς δυσεύρετη ἀκόμη καί σήμερα. Μύστες τῆς τέχνης αὐτῆς πού ὑπῆρξαν ἀπό τούς πρώτους πού γεύθηκαν τούς καρπούς τῆς νέας γραφῆς καί δίδαξαν, καλλώπισαν παλαιά μέλη καί δημιούργησαν νέα, διασώζοντας σέ μεγάλο βαθμό αυτό πού ὁ Βλαστός ἀποκαλεῖ «κρητικόν ὕφος». Στά πρόσωπα αὐτά κεντρική θέση ἔχουν οἱ: Κωνσταντῖνος ΧατζῆἸωάννου Ψαρουδάκης, Πρωτοψάλτης Κρήτης, καί ὁ μαθητής τοῦ Παῦλος Βλαστός, ὁ ἐπονομαζόμενος καί πατέρας τῆς Κρητικῆς Λαογραφίας καί ὄχι μόνον. 5. Μέσα ἀπό τήν ἔρευνά μας γνωρίζουμε πλέον ἀρκετά γιά τά δύο παραπάνω πρόσωπα βιογραφικά ἀλλά καί ἐργογραφικά. Γιά τόν Βλαστό, λόγῳ τοῦ ὀγκωδέστατου ἔργου του, γνωρίζουμε περισσότερα, ἀλλά καί γιά τόν Δάσκαλό του, τόν Ψαρουδάκη, ἀρκετά πού μᾶς διασώζει ὁ Βλαστός. Ἐπίσης, μέσα ἀπό τό ἔργο του ὁ Βλαστός μᾶς πληροφορεῖ γιά ἕναν ἀκόμη σπουδαῖο τῆς ψαλτικῆς μελοποιό καί μαθητή τοῦ Ψαρουδάκη, τόν Προηγούμενο τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Πρέβελη, Ἀρχιμανδρίτη Δανιήλ Κουφάκη. Ἀνακεφαλαιώνοντας τά παραπάνω θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι στό Ρέθυμνο τοῦ 19ου αἰῶνα ὑπῆρχαν ἄξιοι ψάλτες, καθώς καί μοναχοί στά μοναστήρια, πού καλλιεργοῦσαν μέ ζῆλο τήν τέχνη τῆς ψαλτικῆς. Ἐπίσης, τουλάχιστον τρεῖς ἀπό αὐτούς μᾶς ἄφησαν δικές τους ἀξιολογότατες συνθέσεις μέ ἀναλυτική καταγραφή καί καλλωπισμούς μελῶν πού μᾶς διαφωτίζουν γιά τό λεγόμενον «κρητικόν ὕφος». Στήν συνέχεια θά παραθέσουμε τά ὀνόματα ὅσων προσώπων καταφέραμε νά συγκεντρώσουμε ἀπό τήν μέχρι σήμερα ἔρευνά μας, δηλώνοντας ὅτι αὐτή δέν ἔχει ὁλοκληρωθεῖ. Ἐπίσης, γιά ἀρκετά ὀνόματα δέν κατέστη δυνατή κάποια περαιτέρω πληροφορία μέχρι τήν σύνταξη τῆς παρούσης ἐργασίας. Στά ὀνόματα αὐτά συμπεριλάβαμε καί πρόσωπα μέ παραπλήσια διακονία μέ τοῦ ψάλτη (ἀναγνώστη, ὑμνογράφου), γιατί πολύ πιθανόν νά ἦταν καί ψάλτες. Μέ ἀλφαβητική σειρά, καί εἰς μνημόσυνο αἰώνιο, οἱ γνωστοί σέ μᾶς ψάλτες τοῦ 19ου αἰῶνα στό Ρέθυμνο εἶναι οἱ ἑξῆς: 1. 2. 3. 4.

Ἀγγελιδάκης Στυλιανός - Ἀναγνώστης. Ἀγγελάκις Φραγκίσκος - Δημοδιδάσκαλος στό Γερακάρι (1860). Βαλασαρίδης Ἰωάννης (1958). Βερνάρδος Νικόλαος - Δημοδιδάσκαλος στό Ρέθυμνο. Ψάλτης μέ ἄριστες γνώσεις παρασημαντικῆς. - 269 -


5. Βερνάρδος Εὐθύμιος (1845-1907). 6. Βερνάρδος Ἀγαθάγγελος (γενν. 1845). 7. Βουρλάκης Γ. Κωνσταντῖνος - Ἔμπορος ὑφασμάτων μέ τό προσωνύμιο «ὁ ψάλτης» (1875-1972). 8. Βεργίτσης Ἀνδρέας - Μαθητής τοῦ Βλαστοῦ. Ἀμάρι, ἀναφορά περίπου 1873. 9. Βλαστός Παῦλος - Δημοδιδάσκαλος, λαογράφος, σπουδαῖος ψάλτης. Ἄφησε ὀγκῶδες καί σημαντικότατο ἔργο στήν λαογραφία, τήν παραδοσιακή μουσική τῆς Κρήτης καί τήν ψαλτική. Γεννήθηκε τό 1836 στό Βυζάρι Ἀμαρίου καί πέθανε στό Ρέθυμνο τό 1926. Ὑπῆρξε μαθητής τοῦ Κωνσταντίνου Ψαρουδάκη, Λαμπαδάριός του καί ἀργότερα δάσκαλος στό Νηπιαγωγεῖο καί στό Ἑλληνικό Σχολεῖο Ἡρακλείου, Πρωτοψάλτης στόν Ἅγιο Ματθαῖο, Μετόχι Σιναϊτῶν στό Ἡράκλειο, καί κατόπιν Λαμπαδάριος στόν Ἅγιο Μηνᾶ μέ Πρωτοψάλτη τόν Κωνσταντῖνο Σαββόπουλο, μετέπειτα Α΄ Δομέστικο τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας. Ἄφησε πλῆθος ἀντιγραφῶν κλασσικῶν μαθημάτων, ἀρκετά ἀπό τά ὁποῖα καλλωπίζει κατά τό «κρητικόν ὕφος», ὅπως ὁ ἴδιος τό ἀποκαλεῖ. Ἀντέγραψε μαθήματα νεώτερων μελοποιῶν, μέ πιό σημαντικά τά μέλη τοῦ δασκάλου του. Ἐπίσης, συνέθεσε δικά του μέλη σέ ὅλα τά εἴδη ἐκτός ἀπό τήν παπαδική. Ὁ ἐπηρεασμός ἀπό τόν ἀναλυτικό τρόπο καταγραφῆς τοῦ δασκάλου του εἶναι κάτι περισσότερο ἀπό ἐμφανής καί εἶναι αὐτό πού τόν βοήθησε στήν ὅσο γίνεται πιό ἀκριβῆ καταγραφή τοῦ ὕφους τῶν ψαλλομένων, ἀλλά καί τῶν λαϊκῶν ἀσμάτων μέ τά ὁποῖα ἀσχολήθηκε, μέ ἀντίστοιχο ζῆλο γιά τήν διάσωσή τους. Ἡ προσφορά του μοναδική καί δίκαια θά μποροῦσε νά χαρακτηρισθεῖ ὡς σημαντικότατος διάκονος τῆς ψαλτικῆς στήν Κρήτη καί ἕνας ἀπό τούς πυλῶνες της στό νησί. Διασώζονται οἱ συνθέσεις του σέ ἐννέα χειρόγραφους τόμους ἀφιερωμένους στήν ἐκκλησιαστική μουσική στό Ἱστορικό Ἀρχεῖο Κρήτης. Ἡ χορωδία παραδοσιακῆς μουσικῆς «ΠΑΥΛΟΣ ΒΛΑΣΤΟΣ», σέ ψηφιακό δίσκο μέ τίτλο «ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΑ ΜΕΛΟΠΟΙΗΜΑΤΑ ΠΑΥΛΟΥ ΒΛΑΣΤΟΥ», πού ἐξέδωσε ἡ Ἱερά Μητρόπολη Ρεθύμνης καί Αὐλοποτάμου σέ συνεργασία μέ τό Ἱστορικό Ἀρχεῖο Κρήτης τό 2014, ἀπέδωσε καί κατέγραψε ἠχητικά μερικά ἀπό τά μαθήματά του, τά ὁποῖα θά ἐπισημάνουμε στήν συνέχεια.

- 270 -


ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΜΕΛΟΠΟΙΗΣΕΩΝ ΠΑΥΛΟΥ ΒΛΑΣΤΟΥ (ΚΑΤΑ ΣΕΙΡΑ ΑΝΑΓΝΩΣΗΣ) ΤΟΜΟΣ 1 - ΗΡΑΚΛΕΙΟ 1863: I. Δύναμις Κρητός, ἐξηγηθέν ὑπό Π. Βλαστοῦ. II. Πολυχρονισμός Πρίγκηπος Γεωργίου. III. «Ἄξιόν ἐστιν», ἦχος βαρύς (ἔχει ἠχογραφηθεῖ). IV. «Ἄξιόν ἐστιν», ἦχος πλ. δ΄ κατά τριφωνία (ἔχει ἠχογραφηθεῖ). V. «Κύριε, ἐλέησον», στούς πλαγίους ἤχους. VI. «Ἄξιόν ἐστιν», συνηθισμένο, καλλωπισθέν ὑπό Π. Βλαστοῦ. ΤΟΜΟΣ 2 - ΡΕΘΥΜΝΟ 1856: I. Ἐξαποστειλάρια καί Ἑωθινά, καλλωπισθέντα ὑπό Π. Βλαστοῦ. II. «Ἄξιόν ἐστιν», ἦχος βαρύς (βλ. καί Τόμο 1). III. Δύναμις Κρητός, καλλωπισθέν (βλ. Τόμους 1 καί 88). IV. «Νῦν τὰ ἀνήκουστα», ἦχος πλ. δ΄ (ἔχει ἠχογραφηθεῖ). V. «Παρέλαβεν ὁ Χριστός», δοξαστικό αἴνων Μεταμορφώσεως, ἦχος πλ. δ΄. VI. «Δεῦτε ἅπαντα τὰ ἔθνη», δοξαστικό ἑσπερίων Ὑψώσεως Τιμίου Σταυροῦ, ἦχος β΄. VII. Πρόλογοι Προσομοίων. Φεβρουάριος 1856. VIII. Ἀπολυτίκιον τῶν ἐν Κρήτῃ Ἁγίων Δέκα Μαρτύρων. IX. Καθίσματα. X. Δοξαστικά: Ἁγίου Πνεύματος, Ἀρχαγγέλου Μιχαήλ, Εἰσοδίων, Ἀποστίχων Ἑσπερινοῦ Ἁγίου Γεωργίου, Τριῶν Ἱεραρχῶν καί Στιχηρῶν Ἑσπερινοῦ Ἁγίων Πατέρων (ἔχει ἠχογραφηθεῖ), Ἁγίου Νικολάου, Ἁγίου Κωνσταντίνου, Ἀποστίχων Ἑσπερινοῦ Κυριακῆς μετά τήν Χριστοῦ Γέννησιν. XI. «Χριστὸς ἀνέστη» στήν ὀθωμανική (ἔχει ἠχογραφηθεῖ). XII. «Ἐν Ἰορδάνῃ» - Ἀπολυτίκιον Θεοφανείων σέ ἀργό μέλος, 1884 (ἔχει ἠχογραφηθεῖ). XIII. «Οὕτω λαμψάτω», σέ κλιτόν. XIV. «Τιμιωτέρα», ἦχος βαρύς. ΤΟΜΟΣ 3 - ΡΕΘΥΜΝΟ 1870: I. Ἑσπέρια Στιχηρά Ἰδιόμελα Ὑπαπαντῆς, ἦχος α΄ (ἔχει ἠχογραφηθεῖ τό πρῶτον· «Λέγε Συμεών»). II. «Χριστὸς ἀνέστη» στήν ὀθωμανική (βλ. καί Τόμο 2). III. «Χριστὸς ἀνέστη» στήν ρωσσική (ἔχει ἠχογραφηθεῖ). IV. Ψαλμός σέ βασιλικές τελετές. - 271 -


V. Προσόμοια κατ᾿ ἦχον, 1902 (βλ. καί Τόμο 2. Σημαντική ὑποσημείωση γιά «κρητικόν ὕφος»). VI. Προκείμενον Πεντηκοστῆς. VII. «Ἀγαπήσω σε», ἦχος βαρύς. VIII. «Ὅσοι εἰς Χριστόν», ἦχος α΄. IX. «Τόν Σταυρόν σου», ἦχος β΄. X. «Ἀνάστα ὁ Θεός», Μέγα Προκείμενον Μεγάλου Σαββάτου, ἦχος βαρύς (ἔχει ἠχογραφηθεῖ). XI. Ἐξαποστειλάρια Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, ἦχος γ΄ (ἔχουν ἠχογραφηθεῖ). XII. Θεία Λειτουργία γιά μαθητές. XIII. «Δεῦτε λάβετε φῶς», ἦχος πλ. α΄. XIV. «Χριστὸς ἀνέστη» στήν τουρκική (βλ. παραπάνω). XV. «Ἐν Ἰορδάνῃ» ἀργόν (βλ. καί Τόμο 2). XVI. «Μεγάλυνον, ψυχή μου... - Ἀπορεῖ πᾶσα γλῶσσα...», ἦχος β΄, εἰς τό «Ἐξαιρέτως» τῶν Θεοφανείων. XVII. Ἀπολυτίκιον καί Κοντάκιον Ἁγίου Ἰακώβου. XVIII. Ἀπολυτίκια καί Κοντάκια τοῦ ἐνιαυτοῦ. XIX. «Ἐν Ἰορδάνῃ» σύντομον, ἦχος α΄. XX. Στιχηρά τοῦ Πάσχα, ἦχος πλ. α΄. XXI. «Ἀναστάσεως ἡμέρα», Δοξαστικόν τοῦ Πάσχα, ἦχος πλ. α΄. XXII. Εὐαγγελισμός καί Ἑλληνισμός. XXIII. Πολυχρονισμός Βασιλέως Κωνσταντίνου. XXIV. «Τήν Ἀνάστασίν σου» καί «Δεῦτε λάβετε φῶς» (ἐπανάληψη). XXV. «Ἄξιόν ἐστιν», ἦχος πλ. δ΄ κατά τριφωνία (βλ. καί Τόμο 1). XXVI. Δοξαστικόν Ἁγίου Νικολάου (βλ. καί Τόμο 2). XXVII. Α’ Ἀντίφωνον δ΄ ἤχου. XXVIII. «Τὰς μυστικὰς σήμερον», Δοξαστικόν Τριῶν Ἱεραρχῶν καί Ἁγίων Πατέρων, ἦχος πλ. β΄ (βλ. καί Τόμο 2). XXIX. «Βασιλεῦ Οὐράνιε», Δοξαστικόν Πεντηκοστῆς, ἦχος πλ. β΄ (ἔχει ἠχογραφηθεῖ). XXX. «Παράδοξα σήμερον», Στιχηρά Ἰδιόμελα Αἴνων Πεντηκοστῆς, ἦχος δ΄ Λέγετος (ἔχει ἠχογραφηθεῖ). XXXI. Ἀσκήσεις Παραλλαγῆς. ΤΟΜΟΣ 4 - 1874: I. «Ὁ ἄγγελος ἐβόα... - Φωτίζου, φωτίζου...», ἦχος α΄. II. Καλλωπισμοί σέ κλασσικά Κεκραγάρια. - 272 -


ΤΟΜΟΣ 6: «Τῶν ἐν Ἀρκαδίῳ», ἦχος πλ. δ΄, 1884. Ὕμνος διά τούς πεσόντας εἰς τό Ἀρκάδι κατά τό ἔτος 1866. 10. Γαβριελάκης (πιθανόν καί Γαβριλάκης) Μανουήλ. 11. Γενεράλις Ἐμμανουήλ - δ. φ Γυμνασιάρχης. Γεννήθηκε στό Γερακάρι Ἀμαρίου τό 1860 καί πέθανε τό 1943. Στό συγγραφικό του ἔργο μᾶς διασώζει σημαντικές πληροφορίες γιά τό θέμα μας. 12. Γενεράλις Κωνσταντῖνος - Ἀναγνώστης. 13. Δροσάκης Δημήτριος ὁ Ρεθύμνιος. 14. Κανακάκης Γαβριήλ - Ἱερομόναχος, μαθητής τοῦ Βλαστοῦ, μετέπειτα Ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἀρκαδίου. Ἀντιγράφει καί διασώζει μαθήματα τοῦ δασκάλου του. 15. Καλογριδάκης Ἰωάννης ὁ Ρεθύμνιος. 16. Κουτελιδάκης Μιχαήλ - Δάσκαλος καί Ἀναγνώστης, Γερακάρι. 17. Κουφάκης Δανιήλ (1826-1891) - Προηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Πρέβελη, Ἀγωνιστής τῆς Λευτεριᾶς, ὁ ὁποῖος ἔζησε τό γεγονός τοῦ Ὁλοκαυτώματος τοῦ Ἀρκαδίου (ἐθήτευσε ὡς Ἡγούμενος τοῦ Πρέβελη τήν περίοδο 1864-1868). Ἔγραψε σχετικά Μεγαλυνάρια, τά ὁποῖα τονίσαμε μουσικά καί συμπεριλάβαμε στόν ψηφιακό δίσκο «Ἀστραπή περίφημος - Ἀρκαδίου ἔπος» (1999). Μουσικολογιώτατος, μαθητής τοῦ Κωνσταντίνου Ψαρουδάκη, μέ δικές του ὄμορφες μελοποιήσεις. «Ὡς ἡγούμενος ὁ Δανιήλ φάνηκε δραστήριος, ὅσον ἀφορᾶ σέ θέματα ἐκπαίδευσης. Ἡ Μονή Πρέβελη ἀνέκαθεν ἔδειχνε ἰδιαίτερη εὐαισθησία καί φροντίδα γιά τήν συντήρηση σχολείων σέ ὁλόκληρη τήν ἐπαρχία Ἁγίου Βασιλείου. Μαζί μέ τήν Μονή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος φρόντιζαν νά καλύψουν καί τίς λειτουργικές ἀνάγκες τῆς ἐπαρχίας ἐκπαιδεύοντας τούς ὑποψήφιους ἱερεῖς καί ἀναγνῶστες, ὄχι μόνον σέ γραφή καί ἀνάγνωση, ἀλλά καί σέ θέματα λειτουργικῆς τάξης, μουσικῆς κατάρτισης καί σέ στοιχειώδεις γνώσεις θεολογίας». (Νικολάου Παπαδογιαννάκη, «Ο ΔΑΝΙΗΛ ΚΟΥΦΑΚΗΣ ΚΑΙ Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1866-69. ΠΕΝΤΕ ΑΝΕΚΔΟΤΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ», «Κρητολογικά Γράμματα», τόμος 12, σελ. 232, Ἔκδοσις ΙΛΕΡ, 1996). Στό ἀρχεῖο τοῦ Παύλου Βλαστοῦ διασώζονται τά κοινωνικά τῆς Μεγάλης Πέμπτης καί τοῦ Μεγάλου Σαββάτου σέ ἐξαιρετικές μελοποιήσεις του. Ἐπίσης ἔχει ὑμνογραφήσει, καί διασώζει στό ἀρχεῖο του ὁ Βλαστός, κατά τά γνωστά πλέον Μεγαλυνάρια πρός τούς πεσόντας στό Ὁλοκαύτωμα τοῦ Ἀρκαδίου, τά ὁποῖα ἠχογράφησε ἡ χορωδία «ΠΑΥΛΟΣ ΒΛΑΣΤΟΣ» σέ σχετικό ψηφιακό δίσκο τό 1999, σέ ἕξι ἤχους κατά τά πρότυπα τῶν μουσικῶν δρόμων τοῦ ὕμνου «Τὴν Τιμιωτέραν» μέ τήν ἐπιμέλεια τοῦ ὁμιλοῦντος. - 273 -


18. Κούνουπας Νικόλαος - Ἱερέας καί Ἁγιογράφος, περίπου 1873. 19. Λινοξυλάκης Ἀντ. Ἐμμανουήλ - Δημοδιδάσκαλος (1882-1873). 20. Λουρωτός Ἄνθιμος - Ἱερομόναχος Ἀρκαδίου, μαθητής τοῦ Κωνσταντίνου Ψαρουδάκη. Ἦταν στό Ὁλοκαύτωμα τοῦ 1866. 21. Λουρωτός Ἐμμανουήλ - Δάσκαλος στό ὀνομαζόμενο Δημοτικό Σχολεῖο Ρεθύμνου, μουσικός ψάλτης, σύγχρονος καί συνεργάτης τοῦ Βερνάρδου στήν ψαλτική. Διηύθυνε στό σχολεῖο του χορό παίδων, ὁ ὁποῖος καί ἔψαλλε ἄσματα στούς πρώτους ἑορτασμούς γιά τό Ὁλοκαύτωμα τοῦ Ἀρκαδίου, ὅπως μᾶς πληροφορεῖ ἡ ἐφημερίδα «Ἀρκάδιον» σέ φύλλα τῆς ἐποχῆς. Ὁ ἴδιος πολέμησε στό Ἀρκάδι καί ἦταν ἀπό τούς λίγους διασωθέντες. 22. Μελέτιος - Μοναχός τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ρουστίκων. 23. Μοσχονᾶς Ἀνδρέας - Φιλόλογος, ἐκδότης. Σέ μουσικό βιβλίο στό Πρέβελη ὑπάρχει φωτογραφία του μέ τό ὄνομά του. Πιθανόν νά ἦταν αὐτός ὁ ἐκδότης τοῦ βιβλίου. 24. Μπουγιουκλῆς Κωνσταντῖνος - Ἄνοιξη τοῦ 1844 προσελήφθη ἐπί ἑνάμισι μῆνα διδάσκαλος τῆς μουσικῆς στό σχολεῖο τοῦ Ρεθύμνου. 25. Πλεύρης Κωνσταντῖνος - Ὑμνογράφος, συνέθεσε ἀκολουθία τοῦ Ἁγίου Νικολάου Φαραγγίτη. 26. Πρεβελάκης Γεώργιος - Α΄ Δομέστικος Ρεθύμνου, γραμματέας Εἰρηνοδικείου καί πατέρας τοῦ σπουδαίου συγγραφέα Παντελῆ Πρεβελάκη. 27. Πάγκαλος Γαβριήλ - Ἱερομόναχος καί Ἁγιογράφος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἀσωμάτων Ἀμαρίου, περίπου 1870. 28. Παπαδάκης Ἰωάννης - Πρωτοψάλτης Ρεθύμνου ἐξ Ἡρακλείου. Ἔζησε στό μεταίχμιο ἀπό τόν 19ο στόν 20ό αἰῶνα. Ἀναφέρεται μεταξύ τῶν μαθητῶν τῆς μουσικῆς σχολῆς τοῦ Μουσικοῦ Συλλόγου Κωνσταντινουπόλεως κατά τά ἔτη 1901-1902. 29. Σαουνάτσος Μανουήλ ὁ Ρεθύμνιος. 30. Σαουνάτσος Πέτρος (Πετρουλιάς) - Ψάλτης στό Βυζάρι Ἀμαρίου, γνώστης τῆς παλαιᾶς παρασημαντικῆς. Ἔψαλλε μέχρι τό 1850. 31. Χατζῆ Σμυρνιώτης ἤ Σμυρνιωτάκης - Ψάλτης στόν Φουρφουρᾶ. Ἀγράμματος, ἀλλά γνώριζε ὅλες τίς ἀκολουθίες ἀπό στήθους καί ἦταν ἄριστος τεχνίτης, εἰδικά στά ἀργά μαθήματα, χερουβικά κ.λπ., ὅπως μᾶς ἀναφέρει ὁ Βλαστός. 32. Σταυράκης Νικόλαος - Πιθανόν ὁ πρῶτος πού δίδαξε τήν ἀλληλοδιδακτική μέθοδο στά σχολεῖα τοῦ Ρεθύμνου. Ἔγραψε στιχηρά Ἰδιόμελα τῆς Λιτῆς καί Μεγαλυνάριο τῶν Ἁγίων Τεσσάρων Μαρτύρων. 33. Στρατηλάκης Κ. Δ. - Πρωτοψάλτης Ρεθύμνου. - 274 -


34. Φουρναράκης Βασίλειος - Β΄ Δομέστικος Ρεθύμνου. 35. Ψαρουδάκης Κωνσταντῖνος - Πρωτοψάλτης Κρήτης. Γεννήθηκε στό Ἡράκλειο τό 1805 (Συνοπτική Βιογραφία Γεωργίου Ψαρουδάκη) καί πέθανε στά Χανιά τό 1884. Ἦταν ἀπό τούς πρώτους μαθητές τῆς Νέας Μεθόδου κατά τήν Δ΄ Πατριαρχική Σχολή στήν Κωνσταντινούπολη. Στό Ρέθυμνο ἦλθε τό 1831 καί ὑπῆρξε πρωτοποριακός καί ἐξαιρετικός Δημοδιδάσκαλος. Διετέλεσε καί Διευθυντής στό Σχολεῖο τοῦ Ρεθύμνου. Ἦταν Πρωτοψάλτης στόν Μητροπολιτικό Ναό Ρεθύμνου καί εἶχε πολλούς καί ἄριστους μαθητές. Μεταξύ αὐτῶν καί οἱ Παῦλος Βλαστός καί Δανιήλ Κουφάκης. Μᾶς ἄφησε σπουδαῖα μαθήματα, εἰδικά στό μέλος τῆς παπαδικῆς μέ μιά πλήρη σειρά χερουβικῶν μετά κρατημάτων. Ὁ Ψαρουδάκης καταγράφει καί συνθέτει μέ τρόπο ἀναλυτικό δείχνοντας συνάμα βαθειά γνώση τῶν παραδοσιακῶν θέσεων. Σίγουρα θά μποροῦσε νά χαρακτηρισθεῖ ὡς πηγή τῆς ψαλτικῆς στό Ρέθυμνο, ἀλλά καί στήν Κρήτη γενικώτερα, μιά πού εἶναι ὁ πρῶτος Κρητικός μελοποιός καί ψάλτης, ὁ ὁποῖος διδάσκει καί γράφει στήν Νέα Μέθοδο Γραφῆς, συνεχίζοντας ἔτσι τήν κρητική ψαλτική παράδοση καί μέ τήν καινούρια Παρασημαντική. Στό Ἀρχεῖο τοῦ μαθητή του Παύλου Βλαστοῦ διασώζονται οἱ ἑξῆς μελοποιήσεις του: ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ ΜΑΘΗΜΑΤΩΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΨΑΡΟΥΔΑΚΗ ΤΟΜΟΣ 1 - ΗΡΑΚΛΕΙΟ 1863: «Ἄξιόν ἐστιν», ἦχος βαρύς ἐναρμόνιος. ΤΟΜΟΣ 2 - ΡΕΘΥΜΝΟ 1856: 1. «Ἄξιόν ἐστιν», ἀτζέμ ἀσσιράμ. 2. «Ἰδοὺ σκοτία», Ζ΄ Ἑωθινὸν Δοξαστικόν, ἦχος βαρύς διατονικός. 3. Δοξολογία, ἦχος βαρύς διατονικός. 4. Χερουβικόν, ἦχος α΄. 5. Χερουβικόν, ἦχος πλ. β΄. 6. Πολυχρονισμός Ἐπισκόπου Ρεθύμνης καί Αὐλοποτάμου Καλλινίκου. 7. «Μυστικός εἶ, Θεοτόκε», ἦχος πλ. δ΄, ἀντί τοῦ «Ἄξιὸν ἐστιν» στήν Ἑορτή τῆς Ὑψώσεως τοῦ Τιμίου Σταυροῦ. ΤΟΜΟΣ 3 - ΡΕΘΥΜΝΟ 1870: 1. Πολυχρονισμός Τσάρου τῆς Ρωσσίας Ἀλεξάνδρου Β΄. 2. Δοξολογία, ἦχος βαρύς. - 275 -


3. Πολυχρονισμός Ἐπισκόπου Ρεθύμνης καί Αὐλοποτάμου Ἱεροθέου. 4. Ἀργά Ἀναστάσιμα Εὐλογητάρια, ἦχος πλ. α΄. 5. «Ἰδοὺ σκοτία» (βλ. καί Τόμο 2). 6. «Ἄξιόν ἐστιν», ἦχος βαρύς (βλ. Τόμο 2). 7. «Μυστικός εἶ, Θεοτόκε» (βλ. Τόμο 2). 8. «Ὢ τῶν σοφῶν σου», ἦχος πλ. α΄, ψαλλόμενον εἰς τούς γάμους. 9. «Ἐν τῇ Ἐρυθρᾷ θαλάσσῃ», ἦχος πλ. α΄, ψαλλόμενον εἰς τούς γάμους καθ᾿ ὁδόν. 10. Χερουβικά σέ ὅλους τούς ἤχους μέ Κρατήματα. ΤΟΜΟΣ 88: 1. Χερουβικόν, ἦχος πλ. α΄. 2. «Ἄξιόν ἐστιν», ἦχος πλ. α΄. 3. «Ἄξιόν ἐστιν», ἦχος βαρύς (βλ. Τόμους 2 καί 3). Αὐτά εἶναι τά ὀνόματα τῶν προσώπων τῆς ψαλτικῆς στό Ρέθυμνο τοῦ 19ου αἰῶνα -35 στόν ἀριθμό- ὅσα καταφέραμε νά συλλέξουμε. Ἀσφαλῶς ἡ ἔρευνα δέν ὁλοκληρώνεται μέ αὐτήν τήν ἐργασία, ἀλλά ὑποψιαζόμαστε ὅτι μόνο ἀρχίζει. Ἐξάγονται, ἐντούτοις, χρήσιμα συμπεράσματα γιά μᾶς σήμερα. Ἀναλογιζόμαστε τόν ζῆλο πού ἔδειξαν τά πρόσωπα αὐτά καί, ποιός ξέρει πόσα ἀκόμη, γιά τήν τέχνη τῆς ψαλτικῆς καί, συγκρίνοντας τήν ἐποχή τους μέ τήν δική μας, ἔχουμε νά ἐπισημάνουμε ὅτι, παρόλη τήν πρόοδο πού ἔχει ἐπιτελεσθεῖ στήν ἐκμάθηση τῆς τέχνης κατά τά τελευταῖα χρόνια, Ψαρουδάκη, Βλαστό καί Δανιήλ Κουφάκη μᾶλλον δέν θά συναντήσουμε πλέον. Ἐπισημαίνουμε μέ λύπη ὅτι δέν ὑπῆρξε ἀνάλογη συνέχεια στόν εἰκοστό αἰῶνα καί προσωπική μας ἄποψη εἶναι ὅτι αὐτό ὀφείλεται σέ πολλούς λόγους· ἐθνικούς, κοινωνικούς καί ἐκκλησιαστικούς. Ὡς μιά ἐνδεικτική συνέπεια τῶν παραπάνω λόγων θά θέλαμε νά ἀναφέρουμε ὅτι στό Ρέθυμνο, στίς ἀρχές τοῦ 20οῦ αἰῶνα (1906-1908), ἱδρύεται τετράφωνη χορωδία ἀπό τούς Ρώσσους ἐπικυριάρχους τοῦ νομοῦ μέ ἀποτέλεσμα ἴσως τό ξεκίνημα μιᾶς δυτικότροπης ἀντίληψης γιά τό ἐκκλησιαστικό μέλος. Κλείνοντας, ἀναλογιζόμαστε ὅτι στό Ρέθυμνο, ὅπου μέχρι τό 1844 λειτουργοῦσε ἕνας Ναός -ὁ Ἅγιος Γεώργιος τῆς Γρόττα- καί κάτω ἀπό πολύ δύσκολες συνθῆκες, ἐντούτοις ὑπῆρχαν πολλοί ἀξιόλογοι ψάλτες. Σήμερα ἔχουμε πολλούς Ναούς καί πολλές εὐκολίες ἐκμάθησης, χωρίς ὅμως πολλούς ἀξιόλογους ψάλτες. Βέβαια, τά παραπάνω συμβαίνουν στά περισσότερα μέρη τῆς πατρίδας μας. Ἡ τέχνη τῆς ψαλτικῆς ἀκολουθεῖ τήν μοῖρα της πού τήν θέλει πλέον ὡς μιά τέχνη-ὑπηρέτρια τοῦ θρησκευτικοῦ εὐσεβιστικοῦ χώρου, ὁ ὁποῖος σηματοδοτεῖ ἐν πολλοῖς τήν ἐκκλησιαστική ζωή... Ἐμεῖς στό Ρέθυμνο, ὅπως φαίνεται, ἔχουμε βαριά παράδοση, ἡ ὁποία ἦταν μέχρι σήμερα καλά κρυμμένη ὡς θησαυρός πολύτιμος γιά τήν ψαλτική - 276 -


τοῦ νησιοῦ μας, ὁ ὁποῖος, ἄν ἀναδειχθεῖ καί προπάντων μελετηθεῖ, μπορεῖ νά ζωντανέψει τό «κρητικόν ὕφος», τό περίτεχνον καί μεγαλοπρεπές. ΣΧΕΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:

1. Ἀρχεῖο Παύλου Βλαστοῦ, Τόμοι 1, 2, 3, 4, 5, 6. 2. Αὐτοβιογραφία Ἐμμανουήλ Γενεράλι, Ρέθυμνο 2013. 3. «Κρητική μουσική σχολή καί Κρῆτες ψάλτες», Γ. Χατζηθεοδώρου, Περιοδικό Ἱ. Μ. Ρεθύμνης καί Αὐλοποτάμου «Παράκλητος», 1981. 4. Συνοπτική βιογραφία τοῦ Γεωργίου Ἰωάννου Ψαρουδάκη ἐρανισθεῖσα ἐκ τῶν ἀπομνημονευμάτων αὐτοῦ, 1871. 5. Νικολάου Παπαδογιαννάκη, «Ο ΔΑΝΙΗΛ ΚΟΥΦΑΚΗΣ ΚΑΙ Η ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ 1866-69. ΠΕΝΤΕ ΑΝΕΚΔΟΤΕΣ ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ», «Κρητολογικά Γράμματα», τόμος 12, Ἔκδοσις ΙΛΕΡ, 1996. 6. «Ἡ ἵδρυση τῆς πρώτης ἐκκλησιαστικῆς χορωδίας στό Ρέθυμνο», Ἐμμανουήλ Γοργοράπτη, ἐφημερίδα «ΡΕΘΕΜΝΟΣ», ἱστοσελίδα Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ρεθύμνης καί Αὐλοποτάμου. 7. Ἐφημερίδα «Ἀρκάδιον». 8. «ΣΥΜΒΟΛΑΙ ΕΙΣ ΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑΝ ΤΗΣ ΠΑΡ᾿ ΗΜΙΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ», Γεωργίου Παπαδοπούλου, Ἀθήνα 1890. 9. «ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΑ ΜΕΛΟΠΟΙΗΜΑΤΑ ΠΑΥΛΟΥ ΒΛΑΣΤΟΥ», ψηφιακός δίσκος, ἐπετειακή ἔκδοση γιά τά 200 χρόνια ἀπό τήν μεταρρύθμιση τῶν 3 Διδασκάλων (1814-2014). Ἀπόδοση: Χορωδία Παραδοσιακῆς Μουσικῆς «ΠΑΥΛΟΣ ΒΛΑΣΤΟΣ». Ἔκδοση Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ρεθύμνης καί Αὐλοποτάμου σέ συνεργασία μέ ΓΑΚ-Ἱστορικό Ἀρχεῖο Κρήτης. Ρέθυμνο 2014.

- 277 -


Ἀπονομή τιμῆς γιά τή συμβολή τους στήν ἀνάπτυξη τῆς ψαλτικῆς στήν Κρήτη στούς κ. Γρηγόριο Στάθη, Ὁμότιμο Καθηγητή Τμήματος Μουσικῶν Σπουδῶν Πανεπιστημίου Αθηνῶν, κ. Γεώργιο Χατζηθεοδώρου, Πρωτοψάλτη καί Ἄρχοντα Μαΐστορα τῆς Μ.τ.Χ.Ε. καί κ. Δημήτριο Νεραντζῆ, Πρωτοψάλτη καί Ἄρχοντα Διδάσκαλο τοῦ Ἀποστόλου τῆς Μ.τ.Χ.Ε..


Jερεὺς Φίλιππος Τζαγκαρόλος, ἕνας ἄγνωστος µελοποιός τοῦ Μαθηµαταρίου ∆ηµήτριος Λυκ. Κολλίντζας Καθηγητὴς Βυζαντινῆς Μουσικῆς, Jεροψάλτης Σεβαστοὶ πατέρες, Μουσικολογιότατοι δάσκαλοι, Κυρίες καὶ κύριοι σύνεδροι, Ἀγαπητοὶ συνάδελφοι Θὰ ἤθελα, καὶ ἐγὼ μὲ τὴ σειρά μου, νὰ εὐχαριστήσω τοὺς συνδιοργανωτὲς τοῦ 2ου Ἱεροψαλτικοῦ Συνεδρίου Κρήτης μὲ τὸ νὰ δεχτοῦν νὰ παρουσιάσω τὴν εἰσήγησή μου μὲ θέμα «Φίλιππος Τζαγκαρόλος, ἕνας ἄγνωστος μελοποιός του Μαθηματαρίου.» Εἰσαγωγὴ Διαβάζοντας ἕνα ἄρθρο τοῦ ἀείμνηστου Νικόλαου Β. Τωμαδάκη μὲ τίτλο «Ἐπισκοπή καὶ Ἐπίσκοποι Κυδωνίας», ἐπικεντρώθηκε ἡ προσοχή μου σὲ μία λιτὴ καὶ ἐπιγραμματικὴ ἀναφορὰ σὲ ἕνα ὄνομα: Τσαγκαρόλος Φίλιππος ἱερεύς, μελογράφος. Μαθήματα μουσικὰ περιέχονται εἰς τὸν πατμιακὸν κώδ. VΟΒ΄ (472) (ἔτους 1753)1. Μοῦ κέντρισε τὸ ἐνδιαφέρον τὸ ἐπώνυμο αὐτοῦ τοῦ ἄγνωστου, κατὰ τὰ ἄλλα, ἱερέα καθὼς τὸ ὄνομα «Τζαγκαρόλος», εἶναι ἰδιαιτέρως γνωστὸ στὴν Κρήτη. Τὸ γεγονὸς ὅτι αὐτὸς ὁ Φίλιππος Τζαγκαρόλος ἦταν μελογράφος, καὶ μάλιστα τοῦ εἴδους τοῦ μαθηματαρίου, μὲ ὤθησε νὰ ἀσχοληθῶ ἐκτενέστερα μὲ τὸ θέμα αὐτό. Ἡ προέλευση τοῦ ὀνόματος τοῦ ἱερέα, τὸ μάθημα τὸ ὁποῖο συνέθεσε καὶ ἔφτασε στὰ χέρια μας - τὸ μοναδικὸ δικό του ἕως τώρα - καθὼς καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι ὡς πρόσωπο εἶναι παντελῶς ἄγνωστο, μὲ κάνανε νὰ θεωρήσω ὅτι θὰ ἦταν τουλάχιστον ἐνδιαφέρον νὰ παρουσιάσω τὸ θέμα αὐτὸ στὸ δεύτερο ἱεροψαλτικὸ συνέδριο ποὺ λαμβάνει χώρα στὴν πόλη μας. Τὸ ὄνομα «Τζαγκαρόλος» Τὸ ὄνομα Τζαγκαρόλος, μὲ ὅλες τὶς παραλλαγὲς του (Τζαγκαρόλος, Τζανκαρόλας, Τζαγγαρέλος, λάτ. Zancarola, κ.ἅ.), ὅπως προεῖπα, εἶναι ἀρκετὰ διαδεδομένο στὴν δυτικὴ Κρήτη καθὼς ἀνῆκε σὲ μεγάλη φεουδαρΝικολάου Β. Τωμαδάκη, « Ἐπισκοπή καὶ ἐπίσκοποι Κυδωνίας (Ἁγιᾶς, Κυδωνίας (καὶ Κισάμου) καὶ Ἀποκορώνου)", «Κρητικὰ Χρονικά», τόμος ΙΑ΄ 1957, σέλ. 41. 1

- 279 -


χικὴ οἰκογένεια Ὀρθοδόξων τῶν Χανίων. Παρακλάδια της οικογένειας αυτής συναντάμε στὰ Ἐπτάνησα καὶ κυρίως στην Κέρκυρα2 , ὅπου ἀναφέρονται σὲ διάφορες πηγὲς πρόσωπα μὲ τὸ ὄνομα Τζαγκαρόλος μὲ ἐπαγγέλματα ὅπως αὐτὸ τοῦ νοτάριου (δικηγόροι – συμβολαιογράφοι), ἀκόμη καὶ ἱερεῖς. Ἀρκετὰ πρόσωπα μὲ τὸ ὄνομα Τζαγκαρόλος ὑπάρχουν στὸν κώδικα τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τοῦ ἁγίου Ἐλευθερίου τῆς Κέρκυρας: Γεώργιος τοῦ Θεοδώρου (1763) 82r, Θεόδωρος (<1763) 82r, Ἰωάννης νοτάριος (1708 - <1732) 11v, Φίλιππος νοτάριος(1726-1727) 46v, Zancarol Zuanne (<1714) 12r. ἢ καλλιτέχνες ὅπως ὁ Κερκυραίος, ἀπὸ τὴν Κρήτη καταγόμενος, ζωγράφος Στέφανος Τζαγκαρόλος3. Ἐπίσης, ὑπάρχει αὐτὸ τὸ ὄνομα στὰ Κύθηρα καὶ τὴν Πελοπόννησο, ὅμως σὲ πολὺ μικρότερη κλίμακα. Πάντως στὶς περισσότερες περιπτώσεις φαίνεται ὅτι ἀφετηρία καὶ τόπος προέλευσης τῶν οἰκογενειῶν αὐτῶν εἶναι ἡ Κρήτη, καὶ μάλιστα ἡ δυτική. Σχετικὰ μὲ τὴν οἰκογένεια τῶν Τζαγκαρόλων στὴν Κρήτη, σημαντικὰ στοιχεῖα μας δίνει ὁ Ἰωάννης Μανούσακας στὴ μελέτη του Ἡ παρὰ Trivan ἀπογραφὴ τῆς Κρήτης (1644) καὶ ὁ δῆθεν κατάλογος τῶν κρητικῶν οἴκων Κερκύρας4, ὅπου καὶ ἀναφέρεται ὡς οἰκογένεια τῶν Χανίων da Nobili Veneti, δηλαδή εξ’ εὐπατρίδων Ενετῶν έλκουσα το γένος5. Περίφημη εἶναι ἄλλωστε ἡ Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίας Τριάδος τῶν Τζαγκαρόλων στὸ Ἀκρωτήρι Χανίων, κτίτορες τῆς ὁποίας ὑπῆρξαν τὰ ἀδέρφια Ἱερεμίας καὶ Λαυρέντιος, γόνοι τῆς οἰκογένειας Τζαγκαρόλων6. Γνωστὸς εἶναι καὶ ὁ Βενέδικτος Τζαγκαρόλος, ὁ ὁποίος μαζὶ μὲ τὸν Βλάσιο τὸν Ἀμάσιο καὶ τὸν Γεώργιο Μούρμουρη ὑπῆρξαν οἱ κτίτορες τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας τῆς Κυρίας τῆς Γωνιᾶς, περίπου τὸ 1610. Εἰδικὰ γιὰ τὸν Βενέδικτο Τζανκαρόλο ἀναφέρεται ὅτι ἦταν ὑμνογράφος - κάτι ποὺ δηλώνει καὶ ἱκανὴ μουσικὴ παιδεία7. Στοὺς Σπύρου Χρ. Καρύδη, Ὁ Κώδικας τοῦ ἱεροῦ ναοῦ Ἁγίου Ἐλευθερίου Κέρκυρας, Κέρκυρα 2007. 3 Γιώργου Καραμπελιᾶ, Τὰ Ἐπτάνησα ἀπὸ τὴν Ἅλωση μέχρι τὴν Ἐπανάσταση: οἰονεῖ «Πεδεμόντιό» του Ἑλληνισμοῦ, ἀπὸ τὰ Πρακτικὰ τοῦ Ἴ΄ Διεθνοῦς Πανιονίου Συμποσίου, Κέρκυρα, 30 Ἀπριλίου – 4 Μαΐου 2014, Κερκυραϊκὰ Χρονικά, Περίοδος Β΄, Τόμος θ΄, Κέρκυρα 2016, σέλ. 303. 4 Μανούσου Ι. Μανούσακα, Ἡ παρὰ Trivan ἀπογραφὴ τῆς Κρήτης (1644) καὶ ὁ δῆθεν κατάλογος τῶν κρητικῶν οἴκων Κερκύρας, Κρητικὰ Χρονικά, Τόμος Γ , Ἡράκλειο, 1949, σέλ. 45. 5 ὃ.π , σελ 37, και 53. 6 Νικολάου Β. Τωμαδάκη, Ἡ Ἱερὰ Μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος τῶν Τζαγκαρόλων ἐν Ἀκρωτηρίῳ Μελέχα Κρήτης, Ἐπετηρὶς Ἐταιρίας Βυζαντινῶν Σπουδῶν, τ. Θ΄ (1932), 289-350. Ἐπίσης βλ. Γρηγόριου Παπαδοπετράκη, Ἱστορία τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίας Τριάδος ἐπονομαζόμενης τῶν Ζαγκαρολῶν, Κρητικὰ Χρονικά, 20 (1966), σέλ. 17-162. 2

- 280 -


Κοπετοὺς Χανίων ὑπάρχει στὸν ἱερὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Προδρόμου ἐπιγραφὴ τοῦ 1625 ὅπου ἀναγράφεται τὸ ὄνομα «Ἱερομόναχος Τζαγκαρόλος»8 , ἐνῶ στὸ χωριὸ Ἀσφεντιλὲ τῆς ἐπαρχίας Σελίνου Χανίων ὑπάρχει ἄλλη μία ἐπιγραφὴ τοῦ 1515 στὸ ναὸ τοῦ ἁγίου Ἰωάννη τοῦ Θεολόγου, ὅπου ἀναφέρεται τὸ ὄνομα κάποιου georgius za(n)charorl9. Δυστυχῶς, στὶς μέχρι τώρα δημοσιεύσεις καὶ στὶς πολλές, ὁμολογουμένως, ἀναφορὲς γιὰ τὴν οἰκογένεια τῶν Τζαγκαρόλων, πουθενὰ δὲ συναντᾶμε τὸ ὄνομα Φίλιππος. Μόνο σὲ μία σημαντική μελέτη της Δήμητρας Σπίθα – Πιμπλή10 ὑπάρχουν οἱ Filippo Zancarol Zorzi (1577-1594)11, Filippo (1633), Filippo (1615,1619)12, Filippo (1582)13 κ.ἅ. χωρίς ἄλλα στοιχεῖα. Ἐπίσης στὴν ἔρευνά μου στὴν Ἱερὰ Μονὴ Ἁγίας Τριάδος σχετικὰ μὲ αὐτὸ τὸ ὄνομα, οἱ προσπάθειές μου ὑπῆρξαν ἄκαρπες, καθὼς ὁ Κώδικας καὶ τὸ Μοναχολόγιο τῆς Μονῆς εἶναι ἐνημερωμένα ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ 19ου αἰώνα λόγω τῶν καταστροφῶν καὶ λεηλασιῶν ποὺ δέχθηκε ἡ Μονὴ κυρίως κατὰ τὴν περίοδο τῆς Τουρκοκρατίας. Βέβαια, ἡ δυναμικὴ παρουσία μελῶν τῆς οἰκογένειας τῶν Τζαγκαρόλων στὸ μοναστικὸ βίο τῆς περιοχῆς τῶν Χανῖων ἀπὸ τὶς ἀρχὲς τοῦ 17ου αἰώνα καθὼς καὶ τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ Φίλιππος Τζαγκαρόλος συνέθεσε τὸ μάθημα ἐκείνη τὴν περίοδο, μᾶς κάνει νὰ ὑποψιαστοῦμε ὅτι ἦταν σύγχρονος τῶν ἀδερφῶν Τζαγγαρόλων τῆς Ἁγίας Τριάδος, στενὸς συγγενής τους καὶ πιθανότατα μέλος τῆς Ἁγιοτριαδίτικης ἀδερφότητας. Ἀπαιτεῖται, βέβαια, περαιτέρω ἔρευνα γύρω ἀπὸ τὸ πρόσωπο τοῦ Φίλιππου Τζαγκαρόλου.

Ἐμμανουὴλ Στ. Γιαννοπούλου, Ἡ ἄνθηση τῆς ψαλτικῆς τέχνης στὴν Κρήτη (1566 – 1669), Ἵδρυμα Βυζαντινῆς Μουσικολογίας, Ἀθήνα 2004, σέλ. 162. Ἐπίσης γιὰ τὸν Βενέδικτο Τζανκαρόλο, βλ. Νικολάου Τωμαδάκη, Ἱερομονάχου Βενεδίκτου Τζανκαρόλου κτίτορος καὶ ἡγουμένου τῆς Ι. Μ. Ὁδηγήτριας (Γωνιᾶς) ὑμνογράφου, κλπ. Βίος καὶ ἔργον, Κρητολογία 10-11, 1980. 8 Δημήτρη Τσουγκαράκη, Ἑλένης Ἀγγελομάτη-Τσουγκαράκη, Ἀνέκδοτα Χαράγματα καὶ Ἐπιγραφὲς ἀπὸ Ναοὺς καὶ Μονὲς τῆς Κρήτης, Ἐνθύμησις Νικολάου Μ. Παναγιωτάκη, Ἡράκλειο 2000, σέλ. 308. 9 ὃ.π. σελ. 305. 10 Δήμητρας Σπίθα – Πιμπλή, Τὰ ληξιαρχικά βιβλία γεννήσεων, βαπτίσεων καὶ γάμων τῶν Βενετῶν ευγενῶν τοῦ διαμερίσματος Χανίων (1519-1640), Δημοτική Πολιτιστική Επιχείρηση Χανίων, Χανιά 1998, σέλ. 339-367.C 11 ὃ.π. σελ. 342. 12 ὃ.π. σελ. 343. 13 ὃ.π. σελ. 345. 7

- 281 -


Ὁ Πατμιακὸς Κώδικας VOB΄ Τὸ ὄνομα τοῦ Φίλιππου Τσαγκαρόλου ἀναφέρεται, ὄντως, στὸν πατμιακὸ κώδικα 472 (VOB΄) τοῦ 1753, ὁ ὁποῖος κώδικας φέρει τὴν ἐπιγραφὴ : «Μαθηματάριον σὺν Θεῷ ἁγίῳ περιέχον τοῦ ὅλου ἐνιαυτοῦ. Μὴν Σεπτέμβριος εἰς τὴν α΄ τῆς ἰνδίκτου»14. Ὁ κώδικας 472, τοῦ ὁποίου ὁ κωδικογράφος εἶναι ἄγνωστος, ἐμπεριέχεται στὸν κατάλογο τοῦ Ἰωάννη Σακελλίωνα «Πατμιακή Βιβλιοθήκη ἤτοι ἀναγραφὴ τῶν ἐν τῇ βιβλιοθήκῃ τῆς κατὰ τὴν νῆσον Πάτμον…»15. Ἀνάμεσα στοὺς μελοποιούς, μαθήματα τῶν ὁποίων βρίσκονται στὸν κώδικα αὐτό, εἶναι ὁ Ἰωάννης Κουκουζέλης, ὁ Ἰωάννης Γλυκύς, ὁ Ξένος Κορώνης, ὁ Μανουὴλ Χρυσάφης καὶ πολλοὶ ἄλλοι, πάνω ἀπὸ σαράντα στὸν ἀριθμό. Ὁ κώδικας ἔχει 371 φύλλα καὶ στὸ τελευταῖο φύλλο του ἀναγράφεται: «Εἴλειφε τέλος τὸ παρὸν ἐν ἔτει σωτηρίῳ χιλιοστῷ ἐπτακοσιοστῷ πεντηκοστῷ τρίτῳ…». Τελικά, ἐνῶ ὁ Νικόλαος Τωμαδάκης γράφει γιὰ μαθήματα μουσικὰ τοῦ ἐν λόγῳ μελοποιοῦ, ἐντούτοις στὸν κώδικα ὑπάρχει μόνο ἕνα μέλος τοῦ Φίλιππου Τσαγκαρόλου καὶ συγκεκριμένα στὰ φύλλα 405r καὶ 405v μὲ τὸν χαρακτηρισμό: « ἕτερος ἀναποδισμὸς ποίημα Φιλίππου ἱερέος τοῦ Τζακαρόλου». Νὰ σημειωθεῖ ὅτι τὸ χειρόγραφο βρίσκεται σὲ ἄριστη κατάσταση καὶ τὸ μέλος μπορεῖ νὰ μελετηθεῖ, ἀπὸ τεχνικῆς ἄποψης, ἄνετα (βλ. Παράρτημα, εἰκόνα 1). Τὸ μέλος τοῦ Φιλίππου Τσαγκαρόλου Τὸ μέλος τὸ ὁποῖο καλλώπισε ὁ Φίλιππος Τσαγκαρόλος εἶναι τοῦ Δοξαστικοῦ τοῦ Ἑσπερινοῦ του Ἁγίου Γεωργίου. Δοξαστικὸ Ἑσπερινοῦ, Ἦχος Πλ. Β΄ Ἀξίως τοῦ ὀνόματος, ἐπολιτεύσω - στρατιώτα Γεώργιε - τὸν σταυρὸν γὰρ τοῦ Χριστοῦ, Ἒπ ὤμων ἀράμενος, τὴν ἐκ διαβολικῆς πλάνης χερσωθείσαν γῆν ἐκαλλιέργησας, καὶ τὴν ἀκανθώδη θρησκείαν τῶν εἰδώλων ἐκριζώσας, τῆς ὀρθοδόξου πίστεως κλῆμα κατεφύτευσας ὅθεν βλυστάνεις ἰάματα, Ἰωάννη Σακελλίωνα, Πατμιακὴ Βιβλιοθήκη ἤτοι ἀναγραφὴ τῶν ἐν τῇ βιβλιοθήκῃ τῆς κατὰ τὴν νῆσον Πάτμον γεραρᾶς καὶ βασιλικῆς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου καὶ Εὐαγγελιστοὺ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, Ἀθήνα, 1890. 15 Μαθήματα τοῦ παραπάνω κώδικα ἀποτελοῦν τὸ θέμα ἐργασίας μου, ἡ ὁποία θὰ δημοσιευθεῖ στὸ μέλλον. 14

- 282 -


τοὶς ἐν πάσῃ τῆ οἰκουμένῃ πιστοίς, καὶ Τριάδος γεωργός, δίκαιος ἀνεδείχθης. Πρέσβευε δεόμεθα, ὑπὲρ εἰρήνης τοῦ κόσμου, καὶ σωτηρίας τῶν ψυχῶν ἠμῶν. Εἶναι σὲ Ἦχο Πλ. Β΄ - Νενανῶ16 καί κατατάσσεται στὴν κατηγορία τῶν καθ’ αὐτὸ μαθημάτων τοῦ Μαθηματαρίου17. Ὡς ἰδιόμελο δοξαστικὸ ἀνήκει στὸ στιχηραρικὸ γένος μελοποιίας - καὶ συγκεκριμένα στὸ Καλόφωνον ἢ Καλοφωνικὸν Στιχηράριον, στὸ ὁποῖο γίνεται ἕνας ἰδιαίτερος τρόπος μελοποίησης18 - ἐνῶ μετέχει καὶ τοῦ Παπαδικοῦ Γένους καθὼς εἶναι μέλος τοῦ Μαθηματαρίου. Περίοδος σύνθεσης τοῦ μαθήματος Σχετικὰ μὲ τὴν περίοδο στὴν ὁποία γράφτηκε τὸ μέλος, ἔλαβα ὑπόψιν τὰ ὅσα ἀναφέρει ὁ καθηγητὴς κὸς Γρηγόριος Στάθης : «Ἀπ' τὴν φανέρωσή της (μέσα Ι' αἰ.) μέχρι σήμερα ἡ Βυζαντινὴ σημειογραφία πέρασε ἀπὸ τέσσερα στάδια ἐξελίξεως, ποὺ ὁρίζουν τὶς τέσσερεις περιόδους της. Καὶ τὴν ἐξέλιξη καὶ τὸν προσδιορισμὸ τῶν περιόδων δὲν τὰ ὁρίζουν ἱστορικὰ γεγονότα, τὰ ὁποῖα μπορεῖ νὰ συμβαίνουν κοντὰ στὶς ἀλλαγὲς τῆς σημειογραφίας καὶ νὰ τὶς ἐπηρεάζουν, ἀλλὰ ἐσωτερικὲς διεργασίες καὶ ἐσωτερικὰ κριτήρια τῆς σημειογραφίας. Τέτοια στοιχεῖα ἀπαραίτητα καὶ ἀδιάσειστα εἶναι τέσσερα: α) ἡ ἐμφάνιση καὶ ὁ ἀριθμὸς τῶν σημαδιῶν, β) ἡ ἐνέργεια τῶν σημαδιῶν, γ) ἡ ἀχρήστευση καὶ ἡ βαθμιαία ἐξαφάνιση κάποιων σημαδιῶν, καὶ δ) ἡ μεταγραφὴ τοῦ σχήματος κάποιων σημαδιῶν καὶ μελῶν. Ὅταν συμβαίνει ἔστω καὶ ἕνα ἀπ' αὐτὰ τὰ ἀφοριστικὰ στοιχεῖα κάποια χρονικὴ περίοδο καὶ παγιώνεται, μποροῦμε νὰ μιλᾶμε γιὰ ἀλλαγὴ περιόδων στὴν παράδοση τῆς σημειογραφίας. Ὡς ἐκ τούτου, ἡ σύνθεση τοῦ μαθήματος ἀνάγεται στὰ τέλη τῆς δεύτερης περιόδου, ἡ ὁποία ὀνομάζεται καὶ ὡς «Μέση πλήρης Βυζαντινή σημειογραφία »19 ἢ Round Notation- ἡ ὁποία ἐκτείνεται ἀπὸ τὸ 1177 ἕως τὸ 1670 πέρ. καὶ αὐτὸ διαφαίνεται ἀπὸ τὸ ἴδιο Περὶ πλ. β΄ - Νενανῶ βλ. Γρηγορίου Θ. Στάθη, «Συμπόσιον περὶ Βυζαντινῆς Μουσικῆς» καὶ «Δειναὶ Θέσεις» καὶ «Ἐξήγησις», Βιέννη, 4 – 11 Ὀκτωβρίου 1981, Ἀθήνα 1982, σέλ. 755 – 757. 17 Γρηγορίου Θ. Στάθη, Οἱ Ἀναγραμματισμοὶ καὶ τὰ Μαθήματα τῆς Βυζαντινῆς Μελοποιίας, Ἵδρυμα Βυζαντινῆς Μουσικολογίας, Ἀθήνα, 1994, σέλ. 65. 18 Σπυρίδωνος Ἀντωνίου, Μορφολογία τῆς Βυζαντινῆς Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς, Βάνιας, Θεσσαλονίκη, 2008, σέλ. 233 19 Γρηγορίου Θ. Στάθη, Οἱ Ἀναγραμματισμοὶ καὶ τὰ Μαθήματα τῆς Βυζαντινῆς Μελοποιίας, Ἵδρυμα Βυζαντινῆς Μουσικολογίας, Ἀθήνα, 1994, σέλ. 48 16

- 283 -


τὸ εἶδος τοῦ μέλους ὡς μάθημα, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν πλήρη ἀνάπτυξη τῶν ὑποστάσεων καὶ τῶν σημαδιῶν ἐκείνης τῆς περιόδου ποὺ χρησιμοποιεῖ ὁ μελωδός. Δομὴ τοῦ μαθήματος - ἀναποδισμὸς Ὁ Φίλιππος Τζαγκαρόλος τηρεῖ αὐστηρὰ τὸ βασικὸ διάγραμμα τῆς δομῆς τῶν μαθημάτων. Τὸ μάθημα, ἑπομένως, χαρακτηρίζεται ἁπλοῦ τύπου, δηλαδή, χωρίζεται σὲ τρία βασικὰ μέρη: Εἰσαγωγὴ + Κύριο μέρος (κείμενο - κράτημα) + Τέλος ΑΠΛΟΣ ΤΥΠΟΣ ΜΟΝΟΜΕΡΗΣ ΜΕΤ’ ΗΧΗΜΑΤΟΣ (Πίνακας 1) Εἰσαγωγὴ

Κύριο μέρος (κείμενο - κράτημα)

Τέλος

[(Πρεσβε) πρεσβευε δεομεθα υπερ ειρη(χ)ηνης του κοσμου και σωτηρι(χιχι) ας των ψυχων ημων]

στρατιω(χω)τα Γεώργιε (παλιν) αξιωτου ονο(του)ονοματος πολιτευσω στρατιωτα Γεωργιε (λεγε) τον σταυρον γαρ του Χριστου επομων αραμενος (παλιν) τον σταυρον γαρ του Χριστου επομων αραμενος την εκ διαβολικης πλανης χερσωθη συνχερσωθησαν γην εκαλιεγησας και την ακανθοδη πρι 405v: σκιαν των ειδολων εχρισας της ορθοδοξου πιστεως ως κλημα κατεφυτευσας (λεγε) οθεν βλυστανις ιαματα (παλιν) [οθεν βλυστανις ιαματα] ποιεν παση τη οικουμενηκη(κηκηκιηηη) πιστοις και τριαδος γεωωωργοοοος διιικαιαιαιαιος νεε(νεεεεεεεεε)ανεδειειειειειειχθηης πρεεεεσβεεεευεεε(χεε) δεεοο(χοοο)μεεθαα υπεεεερ ειρηηηη(χηηηηη)νηης του κοοο(χοο)σμου και σωτηρι(κιιικιι) (Κ Ρ Α Τ Η Μ Α)

υπερ ειρηηηνης του κοοοοοσμου και σωωωτηριας των ψυχωωων ηηηηημων

Στὸ μάθημα φαίνεται νὰ χρησιμοποιεῖται τὸ σχῆμα τοῦ ἀναποδισμοῦ ὅπως ἄλλωστε χαρακτηρίζεται ἐξ ἀρχῆς τὸ μέλος (ἕτερος ἀναποδισμός) καθὼς τὸ μέλος χωρίζεται, ἐμφανῶς, σὲ πέντε πόδες20: (Πίνακας 2)

Σχετικὰ μὲ τοὺς ἀναποδισμοὺς βλ. Γρηγορίου Θ. Στάθη, Οἱ Ἀναγραμματισμοὶ καὶ τὰ Μαθήματα τῆς Βυζαντινῆς Μελοποιίας, Ἵδρυμα Βυζαντινῆς Μουσικολογίας, Ἀθήνα, 1994, σέλ. 69, 79, 83-88, καὶ τοῦ ἴδιου, Ἡ Δεκαπεντασύλλαβος Ὑμνογραφία ἐν τῇ Βυζαντινῇ Μελοποιία, Ἵδρυμα Βυζαντινῆς Μουσικολογίας, Μελέται 1, Ἀθήνα 1977, σέλ. 128-130. 20

- 284 -


α)

[(Πρεσβε) πρεσβευε δεομεθα υπερ ειρη(χ)ηνης του κοσμου και σωτηρι(χιχι)ας των ψυχων ημων]

β)

στρατιω(χω)τα Γεώργιε (παλιν) αξιωτου ονο(του)ονοματος πολιτευσω στρατιωτα Γεωργιε (λεγε) τον σταυρον γαρ του Χριστου επομων αραμενος (παλιν) τον σταυρον γαρ του Χριστου επομων αραμενος την εκ διαβολικης πλανης χερσωθη συνχερσωθησαν γην εκαλιεγησας και την ακανθοδη πρι 405v: σκιαν των ειδολων εχρισας της ορθοδοξου πιστεως ως κλημα κατεφυτευσας (λεγε)

γ)

οθεν βλυστανις ιαματα (παλιν) (13) [οθεν βλυστανις ιαματα] ποιεν παση τη (14) οικουμενηκη(κηκηκιηηη) πιστοις

Τὸ κείμενο, μετὰ ἀπὸ τὴν «ἐπέμβαση» τοῦ Φίλιππου Τζαγκαρόλου, καταλήγει ὡς ἑξῆς: (Πίνακας 3) Ἀρχικὸ κείμενο

Τὸ κείμενο ὡς μάθημα ἀπὸ τὸ μελοποιὸ

Ἀνάλυση τοῦ κειμένου ὡς πρὸς τὴν ἔκταση τῶν λέξεων κατὰ τὸν καλλωπισμὸ τοῦ μέλους

Αξίως του ονόματος, επολιτεύσω στρατιώτα Γεώργιε - τον σταυρόν γαρ του Χριστού, επώμων αράμενος, την εκ διαβολικής πλάνης χερσωθείσαν γην εκαλλιέργησας, και την ακανθώδη θρησκείαν των ειδώλων εκριζώσας, της ορθοδόξου πίστεως κλήμα κατεφύτευσας όθεν βλυστά-

405r : ετερος αναποδισμος ποιημα φιλιπου ιερεος του τζακαρολου νενανω [(Πρεσβε) πρεσβευε δεομεθα υπερ ειρη(χ)ηνης του κοσμου και σωτηρι(χιχι)ας των ψυχων ημων] στρατιω(χω)τα Γεώργιε (παλιν) αξιωτου ονο(του)ονοματος πολιτευσω στρατιωτα Γεωργιε (λεγε) τον σταυρον γαρ του Χριστου επομων αραμενος (παλιν) τον σταυρον γαρ του Χριστου επομων αραμενος την εκ διαβολικης πλανης χερσωθη συνχερσωθησαν γην εκαλιεγησας και την ακανθοδη πρι 405v: σκιαν των ειδολων εχρισας της ορθοδοξου πιστεως ως κλημα κατεφυτευσας

405r : ετερος αναποδισμος ποιημα φηλιπου ιερεος του τζακαρολου νενανω [(Πρεεεεεεεεσβεεεεε) πρεσβευε δεεεεοοομεεεεθα υπέρ ειειρηηηηηηη(χ)ηηηηηηηηηνηης του κοοοοοοοσμου και σωτηριίιιι(χιιιιιχιιιι)αααας τωων ψυυυυχωωωωωωωωων ηηηημων] στραααααατιιιιωω(χωωωωωωωωωωωωω)ταα α Γεεεωωργιιιεεε (πααααααλιν) αξιιιιιιιωωωωωωωωτουου οοοονοο(του)οονοοοοματοοοοοος πολιτεευσωωω στρατιωωωτα Γεωωωωωωργιεεε (λεεγε) τον σταααααυρον γαααααααρ του Χριιιστουου εποοοομωωων αραααμεεεενος (παααλιν) τον σταααααυροοοοοοοοον γααααααααρ του Χριιιστουουουου εεεεεποοοομωωων αραααμεεεενος την εκ διαβολικηηηηηης πλααααανηηηης χεερσωθη συνχερσωθηηηησαν γην εεεεκααλιιιιεεεεγηηησααας καιαιαιαι τηηηην αααακαααααααανθοοοδηη πριι 405v: σκιιι(χιιι)αααν των ειδοοολων εχριιιιιιιισας της οορθοοδοξου πιιιστεεωωωωως κληηηημαααα καααατεεεφυυτεευσααςας (λεεγε) οθεν βλυσταανιις ιαμααααταα (παααλιν)

- 285 -


νεις ιάματα, τοις εν πάση τη οικουμένη πιστοίς, και Τριάδος γεωργός, δίκαιος ανεδείχθης. Πρέσβευε δεόμεθα, υπέρ ειρήνης του κόσμου, και σωτηρίας των ψυχών ημών.

(λεγε) οθεν βλυστανις ιαματα (παλιν) [οθεν βλυστανις ιαματα] ποιεν παση τη οικουμενηκη(κηκηκιηηη) πιστοις και τριαδος γεωργος δικαιος ανε(νε)ανεδειχθης πρεσβευε (χεε) δεο(χο)μεθα υπερ ειρη(χη)νης του κο(χο)σμου και σωτηρι(κι) (κρατημα) υπερ ειρηνης του κοσμου και σωτηρια των ψυχων ημων

[οθεν βλυστααανιιις ιαμααατααααα] ποιοιοιοιεν πααααααααση τη οικουμενηηηκη(κηηηηκηκηηηηκιικιιιηηηηηηηη) πιιιστοιοις και τριαδος γεωωωργοοοος διιικαιαιαιαιος ανεε(νεεεεεεεεε)ανεδειειειειειειχθηης πρεεεεσβεεεευεεε(χεε) δεεοο(χοοο)μεεθαα υπεεεερ ειρηηηη(χηηηηη)νηης του κοοο(χοο)σμου και σωτηρι(κιιικιι) (κρατημα) υπερ ειρηηηνης του κοοοοοσμου και σωωωτηριας των ψυχωωων ηηηηημων.

Μουσικολογικὰ καὶ μορφολογικὰ στοιχεῖα τοῦ μέλους Γίνεται συχνὴ χρήση παλαιῶν σημαδιῶν ὅπως: τὸ κρατημουπόρροον, τὸ ἀπόδομα, τὸ ἐπέγερμα, τὸ λύγισμα, τὸ παρακάλεσμα, τὸ πελαστόν, τὸ τρομικόν, τὸ κύλισμα, ἡ παρακλητική, τὸ ψηφιστὸν παρακάλεσμα, ὁ σταυρός, τὸ ἀργόν, τὸ ἐκστρεπτόν, τὸ ἠμίφθορον, τὸ τρομικόν, τὸ πίασμα, ἡ κρεμαστὴ κ.ἅ.. Τὸ ἀπήχημα ἢ ἐνήχημα εἶναι τὸ νὲ ἒ νὰ νῶ τὸ ὁποῖο καὶ ἀναγράφεται στὴν ἀρχὴ τοῦ μαθήματος καὶ κάτω ἀπὸ τὸ ὄνομα τοῦ μελοποιοῦ (βλ. Παράρτημα, εἰκόνα 2). Χρησιμοποιεῖται κατὰ κόρον καὶ ἀποκλειστικὰ ἡ φθορὰ τοῦ Νενανῶ, ἡ ὁποία κατὰ τὸν καθηγητὴ Ἀντώνιο Ἀλιγυζάκη δημιουργεῖ ἐκτεταμένη ἀλλαγὴ τῆς μελωδίας, ἐνῶ θεωρεῖται ἡ κυριότερη καὶ ἡ πιὸ ἐνδεδειγμένη γιὰ τὴ δημιουργία ἔντεχνων συνθέσεων. Εἶναι φυσικό, ἀκόμη, ἡ μελωδία τοῦ νενανῶ νὰ ὀνομαστεῖ ἦχος καὶ ὄχι φθορὰ21. Ὁ Μανουὴλ Χρυσάφης μιλάει περὶ τῆς γλυκυτάτης φθορᾶς τοῦ Νενανῶ 22. Στὸ μάθημα φαίνεται ἕνα χαρακτηριστικό του ἤχου: ἐπαναλαμβάνεται ἡ χρήση τῆς φθορᾶς τοῦ Νενανῶ χωρὶς νὰ προηγεῖται λύση αὐτῆς. Αὐτό μας δείχνει ὅτι τὸ μέλος περνάει ἀπὸ ἄλλους ἤχους καὶ γένη, χωρὶς νὰ χρειάζεται ἡ χρήση ἀντίστοιχων φθορῶν. Ἡ ἴδια ἡ μελικὴ πορεία τοῦ μέλους τὸ καταδεικνύει. Αὐτὸ φαίνεται χαρακτηριστικὰ καὶ στὸ χερσώθη ὅπου χωρὶς Ἀντωνίου Ε. Ἀλυγιζάκη, Ἡ Ὀκταηχία στὴν Ἑλληνικὴ Λειτουργικὴ Ὑμνογραφία, Ἐκδόσεις Π. Πουρνάρα, Θεσσαλονίκη 1985, σέλ. 153. 22 Μανουὴλ Χρυσάφη, Περὶ τῶν ἐνθεωρουμένων, ἔκδ. Παπαδοπούλου – Κεραμέως, σελ. 544. 21

- 286 -


τὴ χρήση φθορᾶς μπαίνει ἡ μαρτυρία τοῦ Ἅγια (βλ. Παράρτημα, εἰκόνα 3). Στὸ ἐκαλλιέργησας περνάει τὸ μέλος στὸν Βαρύ, κάτι ποὺ τὸ καταλαβαίνουμε πάλι μέσω τῆς μαρτυρίας. Στὴν ἀρχὴ τῆς δεύτερης σελίδας στὸ ἒχρισας πάνω ἀπὸ τὸ ἀπόδομα καὶ ὀλίγον ἐμφανίζεται ἡ φθορὰ τοῦ Νενανῶ καὶ ἀμέσως ἡ μαρτυρία τοῦ Ἅγια(βλ. Παράρτημα, εἰκόνα 4). Αὐτὰ ἀποδεικνύουν τὸ πόσο συνεπτυγμένο εἶναι τὸ μάθημα, ἀλλὰ καὶ ἡ μεγάλη σημασία ποὺ ἔχει ἡ μελικὴ πορεία τοῦ μέλους. Ὡς μέλος μπορεῖ νὰ χαρακτηριστεῖ ὡς ἐπιτηδευμένο καὶ ἔντεχνο. Εἶναι ἐκτενὲς καθὼς χρησιμοποιοῦνται καλοφωνικὲς θέσεις καὶ μεγάλες ὑποστάσεις. Πρόκειται γιὰ ἀναγραμματισμό, γιὰ μία ἐκτεταμένη, δηλαδή, σύνθεση ὅπου ὑπάρχει μία ἀναδιάρθρωση τῶν φράσεων τοῦ ποιητικοῦ κειμένου, ἀρχῆς γενομένης ἀπὸ τὴν ἔναρξη τοῦ μέλους χρησιμοποιώντας ὁ μελοποιός τήν καταληκτικὴ φράση «Πρέσβευε δεόμεθα, ὑπὲρ εἰρήνης τοῦ κόσμου καὶ σωτηρίας τῶν ψυχῶν ἠμῶν», ἀντὶ τοῦ «Ἀξίως τοῦ ὀνόματος ἐπολιτεύσω, στρατιώτα Γεώργιε». Συναντᾶμε συνεχῶς ἐπαναλήψεις μερικῶν φράσεων συνδεδεμένων μεταξὺ τοὺς ὅπως π.χ. : α) τὸν σταυρὸν γὰρ τοῦ Χριστοῦ, ἐπ΄ ὤμων ἀράμενος, β) ὑπὲρ εἰρήνης τοῦ κόσμου καὶ σωτηρίας τῶν ψυχῶν ἡμῶν κ.ἅ.. Κατὰ τὴ διάρκεια τοῦ μέλους, καὶ ἰδίως στὶς ἐκτεταμένες συλλαβές, ὑπάρχουν ἐμβόλιμα σύμφωνα τὰ ὁποία δημιουργοῦν νέες, χωρὶς περιεχόμενο καὶ σημασία, συλλαβὲς γνωστὲς καὶ ὡς ἠχάματα ἢ ἠχίσματα23. Αὐτὰ τὰ σύμφωνα εἶναι τὸ χ, τὸ κ καὶ τὸ ν τὸ γορθμικὸ24, τὰ ὁποία σύμφωνα δημιουργοῦν ἐνδιαφέρον κατὰ τὴ διάρκεια τῆς ψαλμώδησης καὶ τονίζουν ρυθμικά, δίνοντας καὶ ἔμφαση στὸ μέλος25. Επίσης συχνή είναι η χρησιμοποίηση των αναφωνημάτων «λέγε» και «πάλιν», καθώς και επανάληψη μελωδικών γραμμών26. Ἀκολουθεῖ κράτημα γιὰ πλατυσμὸ τοῦ μέλους. Καὶ ἐδῶ, δήλ. στὸ κράτημα, συναντᾶμε ἐμβόλιμα σύμφωνα. Τὸ κράτημα ποὺ χρησιμοποιεῖ στὸ Δοξαστικὸ ὁ Φίλιππος Τζαγκαρόλος εἶναι μόνο ἕνα. Στὸ τέλος τοῦ μαθήματος ὁ Φίλιππος ἀκολουθεῖ τὴ δομὴ ὅλων τῶν μαθημάτων, δηλαδὴ δὲν καταλήγει μὲ τὸ κράτημα ἀλλὰ μὲ τὴν τελευταία φράση: «ὑπὲρ εἰρήνης τοῦ κόσμου καὶ σωτηρίας τῶν ψυχῶν ἡμῶν». Γρηγορίου Θ. Στάθη, Οἱ Ἀναγραμματισμοὶ καὶ τὰ Μαθήματα τῆς Βυζαντινῆς Μελοποιίας, Ἵδρυμα Βυζαντινῆς Μουσικολογίας, Ἀθήνα, 1994, σέλ. 70 24 Γρηγορίου Γ. Ἀναστασίου, Τὰ κρατήματα στὴν Ψαλτικὴ Τέχνη, Ἵδρυμα Βυζαντινῆς Μουσικολογίας, Ἀθήνα, 2005, σέλ. 86 25 ὃ.π., σελ. 87 26 Edward Williams, The Calophonic Tradition and Chants for the Polyeleos Psalm 134, SEC IV, σελ. 233-234. 23

- 287 -


Ἐπίλογος Κυρίες καὶ κύριοι, κλείνοντας τὴν εἰσήγησή μου καὶ ἀφοῦ εὐχαριστήσω γιὰ ἄλλη μία φορά τὸν Σύνδεσμο Ἱεροψαλτῶν Νομοῦ Χανίων «Γεώργιος ὁ Κρής» καθὼς καὶ τὸ Σωματεῖο Ἱεροψαλτῶν Νομοῦ Ἡρακλείου «Ἀνδρέας ὁ Κρήτης», οἱ ὁποῖοι συνδιοργάνωσαν μὲ ἀπόλυτη ἐπιτυχία αὐτὸ τὸ ἄκρως ἐνδιαφέρον καὶ σημαντικὸ Ἱεροψαλτικὸ συνέδριο θὰ ἤθελα νὰ καταλήξω σὲ ὁρισμένα συμπεράσματα – σκέψεις: ἅ. Ὁ Φίλιππος Τζαγκαρόλος, ἄγνωστος μελοποιὸς καὶ μέλος τῆς Κρητικῆς οἰκογένειας τῶν Τζαγκαρόλων, ἄφησε ἕνα μάθημα τὸ ὁποῖο ἀπαιτεῖ δεινὴ μελοποιητικὴ ἱκανότητα. β. Ὁ μελοποιὸς ἑνὸς τέτοιου ἀπαιτητικοῦ εἴδους ὅπως εἶναι τὸ Μαθηματάριο, δὲν θὰ μποροῦσε νὰ ἔχει συνθέσει μόνο ἕνα μέλος. Θὰ ἦταν πολὺ οὐσιαστικὸ νὰ ἀναζητηθοῦν καὶ ἄλλα ἔργα αὐτοῦ τοῦ Κρητὸς μελοποιοῦ. γ. Ἐνδιαφέρον ἀποτελεῖ τὸ γεγονὸς ὅτι ὁ ἀγνώστων στοιχείων γραφέας συμπεριέλαβε στὸ χειρόγραφό του 1753 ἕνα ἄγνωστο μάθημα περίπου ἑνὸς αἰῶνος πρὶν καὶ μάλιστα ἑνὸς ἀγνώστου μελοποιοῦ! δ. Θὰ μποροῦσε τὸ μέλος αὐτὸ νὰ θεωρηθεῖ ὡς ἄλλο ἕνα δεῖγμα τῆς ἄνθησης τῆς ψαλτικῆς τέχνης ποὺ ἔλαβε χώρα στὴ Κρήτη (1566-1669) καί, ἀντίστοιχα, ὁ Φίλιππος Τζαγκαρόλος ἕνας ἀκόμη ἐκπρόσωπος αὐτῆς τῆς περιόδου. ἔ. Τέλος, θεωρῶ ὅτι ἡ περίπτωση τοῦ Φίλιππου Τζαγκαρόλου μας κάνει νὰ ἀναρωτηθοῦμε πόσο σημαντικὴ θὰ ἦταν ἡ συντονισμένη προσπάθεια ἀπὸ μέρους τῶν ἐρευνητῶν – μουσικολόγων, νὰ ἐμπλουτιστεῖ ὁ ἤδη μακροσκελὴς κατάλογος τῶν μελοποιῶν, τῶν ὁποίων μαθήματα βρίσκονται διάσπαρτα σὲ κώδικες καὶ χειρόγραφα. Σᾶς εὐχαριστῶ γιὰ τὴν προσοχή σας!

- 288 -


ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

Εικόνα 1 Τὸ μάθημα τοῦ Φίλιππου Τζαγκαρόλου, Χειρόγραφος Μουσικὸς Κώδικας ΥΟΒ΄ (472) Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου καὶ Εὐαγγελιστοὺ τῆς Πάτμου, αἵ. ΙΗ΄ (1753), φύλλα 405r καὶ 405v.

Εικόνα 2

Εικόνα 3

Εικόνα 4

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - ΠΗΓΕΣ

Α. ΚΩΔΙΚΕΣ Χειρόγραφος Μουσικὸς Κώδικας ΥΟΒ΄ (472) Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου καὶ Εὐαγγελιστοὺ τῆς Πάτμου αἵ. ΙΗ΄ (1753) ἀγνώστου. Β. ΜΕΛΕΤΕΣ - ΑΡΘΡΑ Ἀλυγιζάκη Ἀντωνίου Ε., Ἡ Ὀκταηχία στὴν Ἑλληνικὴ Λειτουργικὴ Ὑμνογραφία, Ἐκδόσεις Π. Πουρνάρα, Θεσσαλονίκη 1985 Ἀναστασίου Γρηγορίου Γ., Τὰ κρατήματα στὴν Ψαλτικὴ Τέχνη, Ἵδρυμα Βυζαντινῆς Μουσικολογίας, Ἀθήνα, 2005 Ἀντωνίου Σπυρίδωνος, Μορφολογία τῆς Βυζαντινῆς Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς, Βάνιας, Θεσσαλονίκη, 2008, σέλ. 231 - 289 -


Γιαννοπούλου Στ. Ἐμμανουήλ, Ἡ ἄνθηση τῆς ψαλτικῆς τέχνης στὴν ρήτη (15661669), Ἵδρυμα Βυζαντινῆς Μουσικολογίας, Ἀθήνα 2004, σέλ. 162. Καραμπελιὰ Γιώργου, Τὰ Ἐπτάνησα ἀπὸ τὴν Ἅλωση μέχρι τὴν Ἐπαν άσ τασ η: οἰονεῖ «Πεδεμόντιο» τοῦ Ἑλληνισμοῦ, ἀπὸ τὰ Πρακτικὰ τοῦ Ἴ΄ Διεθνοῦς Πανιονίου Συμποσίου, Κέρκυρα, 30 Ἀπριλίου – 4 Μαΐου 2014, Κερκυραϊκὰ Χρονικά, Περίοδος Β΄, Τόμος θ΄, Κέρκυρα 2016, σέλ. 303 . Καρύδη Χρ. Σπύρου, Ὁ Κώδικας τοῦ ἱεροῦ ναοῦ Ἁγίου Ἐλευθερίου Κέρκυρας, Κέρκυρα 2007. Μανουὴλ Χρυσάφη, Περὶ τῶν ἐνθεωρουμένων, ἔκδ. Παπαδοπούλου – Κεραμέως Μανούσακα Ι. Μανούσου, Ἡ παρὰ Trivan ἀπογραφὴ τῆς Κρήτης (1644) καὶ ὁ δῆθεν κατάλογος τῶν κρητικῶν οἴκων Κερκύρας, Κρητικὰ Χρονικά, Τόμος Γ, Ἡράκλειο, 1949, σέλ. 45. Παπαδοπετράκη Γρηγορίου, Ἱστορία τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίας Τριάδος ἐπονομαζόμενης τῶν Ζαγκαρολῶν, Κρητικὰ Χρονικά, 20 (1966). Σακελλίωνα Ἰωάννη, Πατμιακὴ Βιβλιοθήκη ἤτοι ἀναγραφὴ τῶν ἐν τῇ βιβλιοθήκῃ τῆς κατὰ τὴν νῆσον Πάτμον γεραρᾶς καὶ βασιλικῆς Μονῆς τοῦ Ἁγίου Ἀποστόλου καὶ Εὐαγγελιστοὺ Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου, Ἀθήνα, 1890 Σπίθα – Πιμπλή Δήμητρας, Τὰ ληξιαρχικά βιβλία γεννήσεων, βαπτίσεων καὶ γάμων τῶν Βενετῶν ευγενῶν τοῦ διαμερίσματος Χανίων (1519-1640), Δημοτική Πολιτιστική Επιχείρηση Χανίων, Χανιά 1998, σέλ. 339-367. Στάθη Γρηγορίου Θ., Ἡ Δεκαπεντασύλλαβος Ὑμνογραφία ἐν τῇ Βυζαντινῇ Μελοποιία, Ἵδρυμα Βυζαντινῆς Μουσικολογίας, Μελέται 1, Ἀθήνα 1977, σέλ. 128-130. Στάθη Γρηγορίου Θ, Οἱ Ἀναγραμματισμοὶ καὶ τὰ Μαθήματα τῆς Βυζαντινῆς Μελοποιίας, Ἵδρυμα Βυζαντινῆς Μουσικολογίας, Ἀθήνα 1994. Στάθη Γρηγορίου Θ, Συμπόσιον περὶ Βυζαντινῆς Μουσικῆς καὶ «Δειναὶ Θέσεις» καὶ «Ἐξήγησις», Βιέννη, 4 – 11 Ὀκτωβρίου 1981, Ἀθήνα 1982, σέλ. 755 – 757 Τσουγκαράκη Δημήτρη, Ἑλένη Ἀγγελομάτη - Τσουγκαράκη, Ἀνέκδοτα Χαράγματα καὶ Ἐπιγραφὲς ἀπὸ Ναοὺς καὶ Μονὲς τῆς Κρήτης, Ἐνθύμησις Νικολάου Μ. Παναγιωτάκη, Ἡράκλειο 2000, σέλ. 308. Τωμαδάκη Νικολάου Β., Επισκοπή καὶ ἐπίσκοποι Κυδωνῖας (Ἁγιᾶς, Κυδωνίας (καὶ Κισάμου) καὶ Ἀποκορώνου), «Κρητικὰ Χρονικά», τόμος ΙΑ΄ 1957. Τωμαδάκη Νικολάου Β., Ἡ Ἱερὰ Μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος τῶν Τζαγκαρόλων ἐν Ἀκρωτηρίῳ Μελέχα Κρήτης, Ἐπετηρὶς Ἐταιρίας Βυζαντινῶν Σπουδῶν, τ. Θ΄ (1932) Τωμαδάκη Νικολάου Β., Ἱερομονάχου Βενεδίκτου Τζανκαρόλου κτίτορος καὶ ἡγουμένου τῆς Ι. Μ. Ὁδηγήτριας (Γωνιᾶς) ὑμνογράφου, κλπ. Βίος καὶ ἔργον, Κρητολογία 10-11, 1980. Williams Edward, The Calophonic Tradition and Chants for the Polyeleos Psalm 134, SEC IV

- 290 -


Oπολαβές καi εἰσοδtµατα τῶν πατριαρχικῶν καi ἐνοριακῶν ψαλτῶν στήν Κωνσταντινο πολη κατ τ ν 18ο αἰώνα jµµανουήλ Σουργιαδάκης ∆ρ. Μουσικολογiας - jκπαιδευτικ ς Οἱ σχέσεις τῶν Ψαλτῶν μέ τόν ναό ὡς λειτουργῶν καί θεραπόντων τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς Τέχνης, ἡ ὁποία ἀποτελεῖ τήν λατρευτική μουσική τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ἐμπεριέχουν καί τό θέμα τῆς ἀμοιβῆς τους ὡς ἐργαζομένων σ’ αὐτόν. Ἀνέκαθεν ἡ Ἐκκλησία, ἀναγνωρίζοντας τήν ἀξία τῆς προφορᾶς τους καί τήν ἰδιάζουσα καλλιτεχνική φύσῃ τῶν ὑπηρεσιῶν τους, φρόντιζε οἱ ψάλτες νά ἀμοίβονται, κατά τό δυνατόν, με κάπως ἀξιοπρεπῆ τρόπο, ὥστε νά ἀνταποκρίνονται ἐπαρκῶς στίς αὐξημένες ἀπαιτήσεις του λειτουργήματός τους. Οἱ ἐνοριακοί ψάλτες κατά τόν 18ο αἰῶνα στήν Κωνσταντινούπολη ἀνῆκαν στό ὑπηρετικό προσωπικό τού ναοῦ μαζί μέ τούς διακόνους, τούς κανδηλάπτες, τούς κεχαγιάδες καί τούς κανονάρχες. Ὅλοι αὐτοί στούς διάφορους κώδικες καί στά κατάστιχα τῶν ναῶν σημειώνονται με τήν ἀραβοτουρκική λέξη «χουντάμηδες».1 Τήν μισθοδοσία ὅλων τῶν ὑπηρετούντων στόν ναό συμπεριλαμβανομένων τῶν ἱερέων ή καί ἀρχιερέων, οἱ ὁποῖοι ἐκτελοῦσαν χρέη ἀρχιερατικώς προϊσταμένων2 ἀλλά καί ἄλλων προσώπων πού ἀσκοῦσαν τό κηρυκτικό, τό διδακτικό, τό φιλανθρωπικό καί τό κοινωνικό έργο τῆς Κοινότητας κανόνιζαν οἱ ἐνοριακές ἐπιτροπές. Οἱ ψάλτες τῶν ναῶν ἔπρεπε νά ἔχουν ὁπωσδήποτε κάποιο ἄλλο βιοποριστικό ἐπάγγελμα, καθ' ὅτι, σύμφωνα μέ τόν πολύ Μανουήλ Γεδεών, τό παλαίφατο «τόν ἐκ τοῦ ναοῦ τρέφεσθαι” ἤ τούς ἐν τῷ ναῷ δουλεύοντας” εὐρήσομεν πολύ συνεχῶς ἐφαρμοζόμενον ἤ μᾶλλον εἰπεῖν δικαιολογούμενον κυρίως ἐπί τῶν ἱερέων» καί ακόμα «τοῦ κανόνος τούτου ἐξαίρεσιν ἐποιοῦντο οἱ ἱεροψάλται καί μάλιστα κατά τάς τελευταίας τῆς ἡμετέρας ἱστορίας ἑκατονταετηρίδας, ἐν τῷ ναῷ δουλεύοντες, ἀλλ' ἐκ τοῦ ναοῦ μόλις τρεφόμενοι».3 Χηντμέτ = ὑπηρεσία. Βλ. Γενναδίου Ἀραμπατζόγλου, Μητροπολίτου Ἡλιουπόλεως καί Θείρων, Ἱστορία του Μεγάλου Ῥεύματος, Σταμπούλ 1949, σ. 53. 2 Ὁ αρχιερατικώς προϊστάμενος Μεγάλου Ῥεύματος Ἐπίσκοπος Κλαυδιουπόλεως έπαιρνε στά 1807 ἀπό τήν κοινότητα 400 γρόσια ἐτησίως, διαμένοντας παράλληλα σέ σπίτι τῆς ἐκκλησίας. Ὅ..π., σ. 81. 3 Γεδεών Μανουήλ, «Ἀμοιβαί τῶν μουσικῶν (ἄθροισμα σημειώσεων)», Ἐκκλησιαστική Ἀλήθεια, 25 (1905), σσ. 43-44 καί 59-60 (ἡμιτελές). 1

- 291 -


Κριτήρια τῶν ἀμοιβῶν τῶν ἐνοριακῶν ψαλτῶν ἀποτελοῦσαν α) Ἡ ἀναγνωρισμένη μουσική ἀξία τῶν ψαλτῶν καθώς καί ἡ καλλιφωνία. Οἱ κατά τόπον καλλίφωνοι ἱερωμένοι καί ψάλτες ἀποτελοῦσαν πόλο ἕλξῃς γιά τούς Ρωμηούς τῆς Πόλης, οἱ ὁποῖοι έτρεφαν ἰδιαίτερη ἐκτίμηση σ’ αὐτούς λόγῳ τῆς τέρψῃς πού τούς προσέφεραν. Γι᾽ αὐτόν τόν λόγο πολλές ἐνοριακές επιτροπές καί ἰδιαίτερα στις ἐκκλησίες του Γαλατά καί τῶν Ταταούλων φρόντιζαν γιά τήν ὀργάνωση ἄρτιων μουσικῶν χορῶν στίς ἐκκλησίες μέ ἐπιλογή ψαλτῶν, κατά προτίμηση, ἀποφοίτων τῶν πατριαρχικῶν Μουσικῶν Σχολών4, καθώς ἐπίσης καί για τήν, κατά τό δυνατόν, ἄριστη ἐπιλογή ἱερέων. Αὐτό μαρτυρεῖται καί ἀπό τά κατάστιχα τῶν ἐνοριῶν, μερικές ἀπό τίς ὁποίες προσέφεραν στούς ἱερεῖς καί ψάλτες μισθούς, λαμβάνοντας ὑπόψιν τίς μουσικές καί τίς φωνητικές δυνατότητές τους.5 β) Ἡ οἰκονομική εὐρωστία τῆς Κοινότητας καί τά πρόσωπα πού εἶχαν τή διοίκησή της. Ἀνάμεσα στίς ἐνεργότερες καί πλουσιότερες ἐνορίες περιλαμβάνονταν οἱ ἐνορίες του Γαλατά, του Σταυροδρομίου – Πέραν6 καθώς καί ἄλλες με ἔντονη παρουσία συντεχνιακῶν ὁμάδων τῆς Πόλης, ὅπως τῶν Καραμανλήδων ἐμπόρων Ἅγιος Κωνσταντῖνος Υψωμαθείων, Ἁγία Κυριακή Κοντοσκαλίου, τῶν Mικρασιατών ξυλεμπόρων (Ἅγιος Νικόλαος Τζιβαλίου) ή τῶν «φουρνάρηδων» (Ἅγιος Γεώργιος Εδιρνέκαπι).7 γ) Ἡ προσφορά καί ἄλλων ὑπηρεσιῶν ἐφόσον γνωρίζουμε ὅτι συχνά δύο ή τρία λειτουργἤματα, ὅπως τοῦ ἱερέα, του παιδαγωγοῦ, τοῦ ψάλτῃ καί τοῦ ἰατροῦ ἦταν ενωμένα ὡς τά τέλη του ιθ΄ αιώνα. δ) Ὁ ἀριθμός τῶν μισθοδοτούμενων ψαλτῶν καί κανοναρχῶν. Δέν εἶναι γνωστό ἄν όλες οἱ Κοινότητες μισθοδοτοῦσαν ψάλτες καί πόσους. Ὡστόσο οἱ πλουσιότερες μισθοδοτοῦσαν πάνω ἀπό δύο καί διέθεταν χρηματικά ποσά γιά Κανονάρχες. ε) Ἡ συνεχῶς μεταβαλλόμενη οἰκονομική συγκυρία τῆς Κοινότητας λόγῳ τῶν ἐκτάκτων κοινωνικοοικονομικών συνθηκῶν καί ἄλλων περιστατικῶν ἐπιδημιῶν, φυσικῶν καταστροφῶν, ἐθνικῶν περιστάσεων καί οἱ Βλ. Γεωργιάδου Γ., Ὁ ἐν Γαλατά ναός του Ἀγίου Ἰωάννου τῶν Χίων, Κωνσταντινούπολη 1898 καί Καμαράδου Βυζαντίου Γεωργίου, Τά ἑλληνικά Ταταῦλα, Ἀθήνα 1980, σσ. 51-52. 5 Βλ. Γεδεών Μανουήλ, «Αἱ μετά τήν ἅλωσιν Σχολαί τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς», Δελτίον τῆς Ἑταιρείας Μεσαιωνικῶν Ἐρευνῶν [Κωνπόλεως] 1880, σσ. 87-96. 6 Βλ. Σιδηροπούλου Φωκίωνος, Τά ἐθνικά φιλανθρωπικά καταστήματα ἐν Κωνσταντινουπόλει, Ἀθήνα 1999, σ. 42. 7 Γεδεών Μανουήλ, Ἀποσημειώματα χρονογράφου (1800-1813), Ἀθῆναι 1932 και Γεδεών Μανουήλ, «Ἐπί τόν μόδιον», Ἐπετηρίς Μεσαιωνικοῦ Αρχείου, τόμ. 19-20 (19691970), σσ. 123-138. 4

- 292 -


παντός εἴδους καθιερωμένες καί ἔκτακτες εἰσφορές, οἱ ὁποίες στεροῦσαν τίς Κοινότητες ἀπό τήν εὐχέρεια τῆς παροχῆς ἱκανοποιητικῶν οἰκονομικῶν ἀπολαβῶν πρός τούς ἱερεῖς καί ἀκολούθως πρός τούς ψάλτες καί τούς ἄλλους ἐνοριακούς υπαλλήλους.8 Μέ βάσῃ τά παραπάνω κριτήρια καί σύμφωνα μέ πληροφορίες, πού βασίζονται στά διασωθέντα κατάστιχα τῶν ἐνοριῶν τῆς Πόλης, μπορούμε νά σχηματίσουμε εἰκόνα τῶν οἰκονομικῶν ἀπολαβῶν τῶν ψαλτῶν κατά τόν ιη΄ αἰώνα καί ἀργότερα, ὄχι ὅμως κατά τίς προγενέστερες ἐποχές. Ἡ μισθοδοσία των ψαλτῶν ἦταν ἀρχικά ἐτήσια καί ἀργότερα, μέ τήν συνεχῆ ὑποτίμηση τῆς ἀξίας τοῦ γροσίου, μηνιαία. Στήν ἐκκλησία τοῦ Ἀγίου Ἰωάννη τῶν Χίων στό Γαλατά ἀναφέρεται σημειωμένη ἐτήσια μισθοδοσία ψάλτη, στά 1707, γρόσια 24 καί διακόνου 14. Στά 1717 ὁ ἐτήσιος μισθός τοῦ ἱερέα ἦσαν 36 γρόσια, ἐνῶ τοῦ τότε ψάλτῃ Νικολάου Ζωγράφου 40. Στά 1722-1729 ἀναγράφεται ψάλτης τῆς ἴδιας ἐκκλησίας ὁ κυρίτζης Χρυσομάλλης πρός 58 γρόσια τό ἔτος. Στα 1780-1786 ὁ δεξιός ψάλτης Βασίλειος, μέ 15 γρόσια πού ἔφτασε στά 1792 τά 25 γρόσια τό μήνα.9 Στά 1791-1795 ὁ ψάλτης στήν ἐνορία Ἁγ. Δημητρίου Κουρούτσεσμε μισθοδοτοῦνταν μέ 15 γρόσια τό μήνα.10 Στά τελευταία χρόνια τοῦ ιη΄ αἱ. ὁ μισθός τῶν ψαλτῶν ἦταν πολύ μεγαλύτερος ἀπό τόν μισθό τοῦ διακόνου. Στό Μ. Ῥεῦμα, στά 1792, ὁ διάκονος ἔπαιρνε 5 γρόσια τό μῆνα, ἐκτός τά τυχηρά, ἐνῶ ὁ ἀριστερός ψάλτης Θωμᾶς πού συνέψαλλε μέ τόν Λαζαρή, ἔπαιρναν μαζί 30 γρόσια τό μῆνα. Δύο χρόνια ἀργότερα, ὁ Λαζαρής ὡς δεξιός ἔπαιρνε 20 γρόσια τό μῆνα, ἐνῶ ὁ Θωμάς ὡς ἀριστερός 17 γρόσια.11 Ὁ κανονάρχης ἔπαιρνε 2 γρόσια. Ἀπό κατάστιχο τοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Φωκᾶ Ορτάκιοϊ, τῆς περιόδου 17971824, πληροφορούμαστε ὅτι ὁ μηνιαῖος μισθός τῶν ψαλτῶν ἦταν 12 γρόσια, ἔναντι 7 τοῦ κανδηλάπτου καί 6 τοῦ διακόνου [!]. Ὁ ἀντίστοιχος μισθός τοῦ δασκάλου τοῦ ἑλληνικοῦ σχολείου [γυμνασίου] ἦταν 50 γρόσια μηνιαίως, ἐνῶ τοῦ δασκάλου τοῦ κοινοῦ σχολείου περίπου 10 γρόσια. Ὁ τεχνίτης «μάστορας» εἶχε ἡμερομίσθιο 1,5 ὡς 1,75 γρόσια. 12 Γεδεών Μανουήλ, Ἱστορία τῶν του Χριστοῦ πενήτων (1453-1913), Ἀθῆναι 1939. Βλ. Γεωργιάδου Γ., Ὅ..π., σσ. 45-47. 10 Μυστακίδου B. A., «Ἱστορικαί εἰδήσεις περί Κουρούτσεσμε ἤτοι περί τῶν ἐκκλησιῶν, Πατριαρχείων, σχολείων, ἀρχιερατικῶν ἐκλογῶν, αὐθεντικῶν οἴκων, κρηνῶν, τάφων κλπ.», Παρνασσός, τ. 6, ἔτος ΙΑ΄, σσ. 295-315. 11 Βλ. Γενναδίου Ἀραμπατζόγλου, Ὅ..π., σσ. 51-52. 12 Τσαπακέ Γεωργίου, Ἱστορικαί Μελέται περί ἀποικήσεως τοῦ Μεσαχώρου Ὀρτάκιοϊ ἐν Βοσπόρῳ καί ἀνεγέρσεως τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Φωκᾶ, Αθήνα 2007. 8 9

- 293 -


Σέ πολλές περιπτώσεις οἱ μισθοί τῶν ψαλτῶν συχνά, σέ σύγκριση μέ τούς τῶν ἱερέων ἦταν κατά πολύ μεγαλύτεροι. Στην Παναγία τήν Μουχλιώτισσα (του Μουχλίου), ἐνορία πού ἀπολάμβανε μεγάλη τιμή ἀπό τό Πατριαρχεῖο καί τούς πιστούς, με ἄριστη οἰκονομική κατάσταση λόγῳ τῶν πολλῶν δωρεῶν πού γίνονταν ἐκεῖ, οἱ ψάλτες λάμβαναν ἀποδοχές, ἰδίως μετά τό 1820, ὡς καί τριπλάσιες σχετικά μέ τούς μισθούς τῶν ἱερέων. Ἡ ἴδια ἐκκλησία ἔδινε στούς ψάλτες ἰδιαίτερο ἐπίδομα ὡς δώρο τήν Πρωτοχρονιά, τό «Ἁγιοβασιλιάτικο», 8 γρόσια στόν καθένα. Κατά παλαιό ἔθιμο κάποιες ἐκκλησίες φιλοδωροῦσαν ἰδιαιτέρως τούς ψάλτες ὅταν ἔψαλλαν μέλη πού ἦσαν ἀρεστά στό πολυπληθές ἐκκλησίασμα, πρᾶγμα τό ὁποίο αὔξανε καί τά ἔσοδα τοῦ ναοῦ. Στα τέλη του ιη΄ αἰῶνα, σέ κατάστιχο τῆς ἐκκλησίας τοῦ Ἁγίου Δημητρίου στά Ταταῦλα, βλέπουμε οἱ ψάλτες, πού λάμβαναν 30 γρόσια τό μῆνα ὁ καθένας νά φιλοδωροῦνται μέ 5 ἐπιπλέον γρόσια γιά νά ψάλλουν «Πολυέλεο». Ἀργότερα, γιά τόν ἴδιο σκοπό, τό φιλοδώρημα αὐξήθηκε σημαντικά.13 Σέ ὅλους τούς ἐνοριακούς ὑπαλλήλους δίνονταν τά καθιερωμένα τά ὁριζόμενα «χαρατζοχάρτια» γιά τήν πληρωμή του «ἐπονειδίστου» φόρου τοῦ χαρατσιοῦ, ἀπό τόν ὁποίο ἀπαλλάσονταν οἱ ἱερεῖς.14 Γιά κάθε ψάλτη δίνονταν 12 τέτοια «δελτία», ἐνῶ γιά τούς ἄλλους ὑπαλλήλους λιγότερα, καί γιά τούς Κανονάρχες 6. Γιά τίς μεγάλες ἑορτές τοῦ Πάσχα, τῶν Χριστουγέννων, τῶν Ἀπόκρεω, τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καί τοῦ Δεκαπενταύγουστου, οἱ ψάλτες, καθώς καί οἱ λοιποί ὑπάλληλοι, λάμβαναν δῶρα, γνωστά ὡς «χάριτες». Κατά διαστήματα δίνονταν καί χρήματα γιά ἀγορά ὑποδημάτων, τά ὁποία κόστιζαν γύρω στά 5 γρόσια.15 Ἀντίθετα μέ τούς ἐνοριακούς ἡ Ἐκκλησία φρόντιζε νά ἐξασφαλίζει τούς πατριαρχικούς ψάλτες μέ ἐπισημότερο καί μονιμότερο τρόπο. Σέ σχέση μέ τό βιοτικό επίπεδο καί τίς ἀπολαβές τῶν δασκάλων τῶν διαφόρων βαθμίδων τῆς τότε ἐκπαίδευσης, αὐτές τῶν ὀφφικιάλων ψαλτῶν του πα-

Ὅταν ὁ μισθός ἦταν 30 γρόσια μηνιαίως γιά τόν κάθε ψάλτῃ. Βλ. Μελισσηνού, Ἐπισκόπου Παμφίλου, Τά Ταταῦλα ἤτοι Ἱστορία τῶν Ταταούλων, Κωνσταντινούπολις 1913, σ. 160, υποσημ. 4. 14 Σκαρλάτου Δ. του Βυζαντίου, Ἡ Κωνσταντινούπολις ἤ περιγραφή τοπογραφική, ἀρχαιολογική καί ἱστορική. Ἀθήνησιν 1862.Τόμ. Γ΄, σ. 241 15 Εἶναι ἀπορίας άξιο πῶς ήταν δυνατόν νά αγοράζονται ὑποδήματα με πέντε γρόσια καί πῶς ἦταν δυνατόν νά ζεῖ ὁ διάκονος μέ μηνιαῖο μισθό 1-5 γροσίων. Ἡ ἀπορία ἀπαντᾶται ἄν υπολογίσουμε ὅτι ἡ ἀξία του γροσίου ἦταν μεγάλη, 3-4 χρυσά φράγκα τῆς ἐποχῆς. 13

- 294 -


τριαρχικοῦ ναοῦ ήταν ἀσύγκριτα εὐνοϊκότερες. Ἡ οἰκονομική κατάσταση τῶν ψαλτῶν τῆς Μ. Ἐκκλησίας καί τό βιοτικό τους επίπεδο ἐξαρτιόταν ἀπό τό πραγματικό ἐνδιαφέρον καί τίς διαθέσεις τῶν κατά καιρούς Πατριαρχῶν γιά τήν ὕπαρξη καλά ὀργανωμένων μουσικῶν χορῶν στόν πατριαρχικό ναό, τή φήμη καί ψαλτική ἱκανότητα τῶν προσώπων καί τίς οἰκονομικές συγκυρίες κάθε ἐποχῆς. Ἀκόμα ἀπό τήν κοινωνική ἀποδοχή καί ἀναγνώριση, τήν θέση τους στήν πατριαρχική αὐλή καί τήν προσφορά παράλληλων ὑπηρεσιῶν, τίς διασυνδέσεις καί γνωριμίες τους, καθώς καί τήν ἐπιρροή καί τό κῦρος τους. Ἐπί του «τετράκις πατριαρχεύσαντος» Παϊσίου Β΄, «αἱ μακραί ἀκολουθίαι ἔλαβον τέλος διά νά μήν φιλοδωρῶνται κατά τό σύνηθες οἱ ψάλται. Ἔπαυσαν ἐπίσης αἱ συνήθεις τελεταί καί ἐπιδείξεις τῶν Χριστουγέννων καί τῶν Θεοφανείων…».16 Σύμφωνα μέ τά ἀπό τό 1740 καί μετά στοιχεῖα, ὁ Πρωτοψάλτης Ἰωάννης Τραπεζούντιος λάμβανε ἐτησίως 133 γρόσια καί 40 ἄσπρα καί ακόμα 22 γρόσια «διά τήν τσόχαν καί τό χαρτίον του» καί 12 «διά τό ψωμίον ἑνός χρόνου». Ἀκριβῶς μέ τά ἴδια ποσά καί γιά τούς ίδιους λόγους ἀμοιβόταν καί ὁ Λαμπαδάριος Δανιήλ. Στά 1753 ἡ κατάσταση βελτιώθηκε. Πρωτοψάλτης καί Λαμπαδάριος λάμβαναν συνολικά 300 γρόσια, ἀπό 150 καθένας, ἀλλά στόν Πρωτοψάλτη δίνονταν ἐκτάκτως ὡς δώρο 500 γρόσια, «φιλοδωρία κοινή διορισθείσα».17 Μᾶλλον ἡ συγκεκριμένη φιλοδωρία δόθηκε γιά συγκεκριμένο μόνο πρόσωπο - στον Πρωτοψάλτῃ Ἰωάννη Τραπεζούντιο ἐπί τοῦ ἀδελφικοῦ του φίλου καί προστάτη Πατριάρχη Κυρίλλου Ε΄ -. Ὁ Ἰάκωβος, ὁ ἀργότερα Πρωτοψάλτης, ὡς δεξιός Δομέστικος λάμβανε ἀπό τό ταμεῖο τοῦ πατριαρχικοῦ ναοῦ, στά 1764, ετήσιο μισθό 120 γρόσια, ἐνῶ ὁ Πέτρος Πελοποννήσιος, ὡς ἀριστερός Δομέστικος, λάμβανε 100 γρόσια.18 Τό ίδιο ποσό ἔπαιρνε καί ὁ δάσκαλος τῆς Σχολῆς Εδιρνεκαπού Κωνσταντινουπόλεως. Τά ποσά αὐτά τῶν δύο Δομεστίκων τέσσερα χρόνια ἀργότερα, στά 1768, ἔφτασαν τά 250 γρόσια ἐτησίως.19 Ἀπό τά παραπάνω συμπεραίνουμε ὅτι ὁ Λαμπαδάριος Πέτρος ἔπαιρνε πολύ λιγότερα χρήματα

Τσιμάνη Προκοπίου, Ἀπό ὑψηλή σκοπιά οἱ Πατριάρχαι Κωνσταντινουπόλεως, Ἀθῆναι 1981, τόμ. Α΄, σελ. 337. 17 Γεδεών Μανουήλ, «Ἀμοιβαί τῶν μουσικῶν», σ. 60 18 Ἀρχειοφυλάκειον Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, Κώδικας Ρ΄. 19 Γεδεών Μανουήλ, «Ἡ παρ' ἡμῖν διδασκαλία τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς», Ἐκκλησιαστική Αλήθεια, ἔτος Η΄, φ. 5,16/12/1887, σ. 36 και Πατρινέλη Χ. Γ., «Συμβολαί εἰς τήν ἱστορίαν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου – Πρωτοψάλται, Λαμπαδάριοι καί Δομέστικοι τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας (1453-1821)», Μνημοσύνη, τόμ. Β΄, 1968-1969, σ. 89. 16

- 295 -


ἀπό τόν ἱεροκήρυκα τοῦ πατριαρχικοῦ ναοῦ, πού λάμβανε 400 γρόσια20 καί ἀπό τούς δασκάλους τῶν Γραμματικῶν τῆς τελευταίας βαθμίδας τῆς Μεγάλης του Γένους Σχολής.21 Γιά τίς ἐπιπλέον ψαλτικές τους ὑπηρεσίες ἀμοίβονταν ἀνάλογα. Στά 1751 προστέθηκαν στόν μισθό του Πρωτοψάλτη Ἰωάννη 60 γρόσια, «διά τό χοροστατείν καθ' ἡμέραν». Στά 1791 μέ σχετικό σιγίλλιο, γιά πρώτη φορά, ἡ Μεγάλη Ἐκκλησία μερίμνησε για τήν τακτοποίηση τῶν ἀποδοχῶν τῶν ψαλτῶν τοῦ πατριαρχικοῦ ναοῦ σε γενικότερο επίπεδο. Σύμφωνα μ’ αυτό22, ὁ Πρωτοψάλτης Ἰάκωβος λάμβανε συνολικά 620 γρόσια ἐτησίως: 540 γιά τήν χοροστασία του ὡς Πρωτοψάλτου, 60 γιά τήν φροντίδα καί ἐπιστασία τοῦ Τυπικοῦ καί 20 ὡς φιλοδώρημα γιά τό Πάσχα, ἔναντι 560 του Λαμπαδαρίου Πέτρου Βυζαντίου: 540 γιά την χοροστασία ὡς Λαμπαδαρίου καί 20 ὡς φιλοδώρημα γιά τό Πάσχα. Οἱ δύο Δομέστικοι λάμβαναν συνολικά ἀπό 500 γρόσια τό χρόνο : 40 γρόσια μηνιαίως καί 20 για τό Πάσχα. Ὁ Πρωτοψάλτης Ἰάκωβος καί ὁ Λαμπαδάριος Πέτρος Βυζάντιος λάβαιναν ὅμως ἐπιπλέον γιά τήν διδασκαλία τους στήν Γ΄ Πατριαρχική Μουσική Σχολή ἄλλα 400 γρόσια. Εἶναι φανερό ὅτι ἡ αύξηση πού χορηγήθηκε στούς ψάλτες τοῦ πατριαρχικοῦ ναοῦ ἦταν γενναία σέ σύγκριση πρός τήν προγενέστερη κατάσταση καί δόθηκε ἀκριβῶς «πρός παραμυθίαν αὐτῶν καί ἀνάπαυσιν». Σ’ αὐτό ἴσως βοήθησε τό κῦρος τοῦ Πρωτοψάλτη Ἰακώβου, ἀλλά καί ἡ διαπίστωση τῆς παραμέλησης τῆς Ψαλτικῆς καί τῶν φορέων της στό Πατριαρχεῖο.23 Ἀπό τά παραπάνω γίνεται φανερό ὅτι οἱ μισθοί τῶν πατριαρχικῶν ψαλτῶν ἦταν στά μέσα τοῦ ιη΄ αἰῶνα ὑπερδιπλάσιοι ἀπό αὐτούς τῶν ἐνοριακῶν, στά δέ τέλη τοῦ ἴδιου αἰῶνα ἡ διαφορά ἔφτασε στό τετραπλάσιο, παρά τό ὅτι ὁ πατριαρχικός ναός ήταν σχεδόν πάντα σε δυσχερέστερη οἰκονομική κατάσταση ἀπό πολλούς ἐνοριακούς. Στά παραπάνω ποσά δέν ὑπολογίζονται οἱ ἀπολαβές γιά τήν διδασκαλία τῆς Ψαλτικῆς στίς πατριαρχικές μουσικές σχολές - οἱ ὁποίες, πολλές φορές, ἔφταναν τό 80% τῶν ψαλτικῶν μισθῶν -, τά ποσά ἀπό ἄλλους ρόλους πού ἀναλάμβαναν, ὅπως τοῦ «γραμΟἱ ὑπάλληλοι του Πατριαρχείου ἀμοίβονταν ὡς ἑξῆς: Στά 1763-1768 οἱ γραμματικοί εἶχαν ἀνάλογα μέ τήν θέση τους ετήσιο μισθό ἀπό 200 ὡς 600 γρόσια. Ὁ ἱεροκήρυκας 400 γρόσια. Ἄλλοι ὑπάλληλοι 120-130 γρόσια ἐτησίως. Ὁ καπικεχαγιάς 1200 γρόσια. Βλ. Γεδεών Μανουήλ, Χρονικά τοῦ πατριαρχικοῦ οἴκου καί ναοῦ, Κπολις 1884, σ. 197. 21 Παπαζήση Δημητρ. Τρ., «Μισθοί Διδασκάλων ἐπί Τουρκοκρατίας», Ἠπειρωτική Ἑστία, τόμ. 21, Ἰωάννινα 1972, τεύχ. 241-242, σ. 416. 22 Ἀρχειοφυλάκειον Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, κώδικας Η΄, σσ. 148-150. 23 Βουδούρη Ἀγγέλου, «Οἱ μουσικοί χοροί τῆς μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας κατά τούς κάτω χρόνους», Ὀρθοδοξία, ΙΒ΄[1937] , σ. 258. 20

- 296 -


ματικοῦ τοῦ κοινοῦ» ἤ τοῦ «Καπικεχαγιά» μέ ποσά διόλου εὐκαταφρόνητα ἤ γιά τήν συμμετοχή τους σέ γεύματα πού παρέθετε σέ διάφορες ἀποστολές ὁ Πατριάρχης, ὁπότε ἔψαλλαν πρός τέρψιν τῶν ἐπισκεπτῶν, λαμβάνοντας γι’ αὐτήν τήν ὑπηρεσία φιλοδωρήματα. Τό ἔθιμο αὐτό διατηρήθηκε μέχρι τό 1878, ὁπότε ἐπί α΄ πατριαρχείας Ιωακείμ του Γ΄ ἔπαυσε.24 Ακόμα γιά τήν συμμετοχή τους σέ ἄλλες κοινωνικές ἐκδηλώσεις κατά τίς ὁποίες ἔψαλλαν, ἁρμόδιες γιά τήν περίπτωση μουσικές συνθέσεις, συχνά ὀργανικές, καί ἐπιγράφονταν «τραγώδια ἐγκωμιαστικά» [: εἰς αὐθέντην ἤ άρχὁντά τινα, εἰς Πατριάρχην ἤ Ἀρχιερέα, εἰς πρόεδρον πολιτείας ἤ έφορον σχολής ἤ Εκκλησίας ἤ σπιταλίων, εἰς ευθυμίανἐπιτρόπωνἤ ἐμπόρων, εἰς ἐφόρους Σχολείων, εἰς νεονύμφους, εἰς αρχόντισσαν νέαν ή εἰς κοράσιον, εἰς οἶον βούλει].25 Πηγή ἐσόδων γιά τούς ψάλτες τοῦ πατριαρχικοῦ ναοῦ ἀποτελοῦσαν τά διάφορα, θεσπισμένα ἀπό τά ἔθιμα, φιλοδωρήματα σέ χρῆμα ή σέ είδος. Σύμφωνα μέ παλαιά παράδοση ὁ νεοεκλεγείς Πατριάρχης ἔδινε φιλοδωρήματα στούς ὑπαλλήλους τῆς πατριαρχικἤς αὐλῆς. Στούς ψάλτες δινόταν ἐκτός ἀπό τό χρηματικό φιλοδώρημα ἔνα κομμάτι ὑφάσματος γιά τήν ἐνδυμασία τους. Ἰδιαίτερα στόν Πρωτοψάλτη καί τόν Λαμπαδάριο δινόταν ὕφασμα «μπινίσι», ἀπό μεταξωτή τσόχα, που φοροῦσαν κυρίως οἱ ἀρχιερεῖς γιά νά ἱππεύουν τά ἄλογά τους.26 Συχνά καί οἱ ἀρχιερεῖς, νεοεκλεγόμενοι ή μετατιθέμενοι, ἔδιναν ἐκτός τῶν καθιερωμένων χρημάτων καί δῶρα στούς ψάλτες «αντερλίκια, ἄλλα κουμάσια (χοντρά μεταξωτά υφάσματα),27 τσόχαν καλής ποιότητος δι’ ἐξωτερικάς ἐνδυμασίας», ἀλλά καί ἀρκετή ποσότητα καφέ καί ζάχαρης. «Τοσοῦτος καφές καί σάκχαρις συνηθροίζετο κατ' ἔτος εἰς τάς οἰκίας τοῦ πρωτοψάλτου καί τοῦ λαμπαδαρίου… ώστε οἱ ψάλται οὗτοι προέβαινον εἰς τήν πώλησιν ἐξ’ αὐτῶν ἐκ τοῦ περισσεύματος». Ἐπίσης, κατά παλαιά συνήθεια, κατά τά ὀνομαστήριά τούς οἱ ἀρχιερεῖς, τελοῦσαν λειτουργία στον πατριαρχικό ἤ σέ ἄλλο ναό μέ ἀρτοκλασία, ὁπότε φιλοδωροῦσαν κυρίως τόν Πρωτοψάλτη.28 Ἡ Ἐκκλησία φαίνεται πώς κάποιες Ὅ.π., σ. 156. Πρβλ. Γερμανού, Μητροπολίτου Πισιδίας καί Σάρδεων, Συμβολή εἰς τούς πατριαρχικούς καταλόγους Κωνσταντινουπόλεως ἀπό τῆς ἁλώσεως καί ἑξῆς ( Μέρος Α΄ καί Β΄), Κωνσταντινούπολη 1935, σ. 362, ὑποσημ. 187. 25 Θεοδώρου παπα - Παράσχου Φωκαέως, «Ἡ Πανδώρα», ἤτοι συλλογή ἐκ τῶν νεωτέρων καί ἡδυτέρων ἐξωτερικῶν μελῶν. Ἐν Κωνσταντινουπόλει κατά τό Πατριαρχικόν τοῦ Γένους Τυπογραφεῖον, 1843, σσ. 71-79. 26 Κομνηνοῦ Ἀθανασίου Ὑψηλάντου, Τά μετά τήν ἅλωσιν (1453-1789), ἐν Κωνσταντινουπόλει 1870, σ. 707. 27 (τουρκ. kumas). Bλ. Ἐπιστήμη καί Ζωή, Πολυλεξικό τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσας, τ. 4, σ. 104. 28 Βουδούρη Ἀγγέλου, Ὅ.π., σ. 286. 24

- 297 -


φορές συνέτρεχε καί τίς οικογενειακές ανάγκες τῶν ψαλτῶν της, εἴτε μέ τήν παροχή διαφόρων ἔκτακτων βοηθημάτων εἴτε, ἀκόμα, καί μέ τήν προικοδότηση τῶν παιδιῶν τους. Παρά τό ὅτι δέν ὑπάρχουν συγκεκριμένες πληροφορίες, ὁδηγούμαστε στήν παραδοχή αὐτῆς τῆς ἄποψης σύμφωνα με ἀπόλυτα ἐπιβεβαιώμένες μαρτυρίες τῶν μέσων του ιθ΄ αἱ., ὅταν στούς γάμους τοῦ γιού τοῦ Πρωτοψάλτῃ Ἰωάννη τοῦ Βυζαντίου με τήν κόρη τοῦ Λαμπαδαρίου Στεφάνου δόθηκε ὡς δῶρο στούς νεονύμφους, με συνοδική ἀπόφαση, «μία μεγάλη οἰκία παραθαλάσσιος, παρά τό Πετρί καπί».29 Κατά κανόνα τά ἀρχαιότερα ἔθιμα, ἄν καί κατά καιρούς διαφοροποιούνταν, ἐν τούτοις ποτέ δέν ἔπαυαν νά ὑφίστανται. Οἱ μετατιθέμενοι ἤ οἱ νεοχειροτονούμενοι ἀρχιερεῖς, ἀνάλογα με τήν τάξη στήν ὁποία ὑπαγόταν ἡ Ἐπαρχία τους, ἔδιναν προκαθορισμένα ποσά ὡς φιλοδωρήματα καί συμβολικά δῶρα γιά τήν ἐκλογή τους στούς ἐκκλησιαστικούς ὑπαλλήλους, μεταξύ τῶν ὁποίων καί οἱ ψάλτες τοῦ πατριαρχικοῦ ναοῦ, συμπεριλαμβανομένων τοῦ Πρωτοκανονάρχη καί τῶν λοιπῶν Κανοναρχῶν. Ἔτσι στόν Πρωτοψάλτη καί στόν Λαμπαδάριο ἔδιναν ἀνά 15 γρόσια οἱ ἀρχιερεῖς τῆς Α΄ τάξεως, 10 οἱ τῆς Β΄ καί 5 οἱ τῆς Γ΄, στούς δύο Δομεστίκους περισσότερα σέ σύγκριση μέ τόν Πρωτοψάλτη καί τόν Λαμπαδάριο ἐπειδή κατά καθῆκον οἱ Δομέστικοι παρίσταντο στό Μικρό καί Μέγα Μήνυμα, (ἐνῶ ὁ Πρωτοψάλτης καί ὁ Λαμπαδάριος μόνο στό Μέγα Μήνυμα): 16 γρόσια οἱ τῆς Α΄ τάξῃς, 10 οἱ τῆς Β΄ καί 8 οἱ τῆς Γ΄. Μικρότερα ποσά δίνονταν στους δύο Κανονάρχες: 5-4-3 γιά τόν α΄ καί 3-2-2 γιά τόν β΄. Τά φιλοδωρήματα αὐτά δέν ἦταν καθόλου εὐκαταφρόνητα σέ ἐτήσια βάσῃ ἀφοῦ οἱ εκλογές ἤ οἱ μεταθέσεις Αρχιερέων ήταν συχνότατες. Πέραν τῶν καθιερωμένων χρηματικῶν ποσῶν διδόνταν στήν κληρική ὑπαλληλία τῆς πατριαρχικῆς αὐλῆς, στήν ὁποία ἀνῆκαν καί οἱ ψάλτες τοῦ πατριαρχικοῦ ναοῦ, καθορισμένη ποσότητα κεριών, γιά τήν κάλυψη ἀναγκῶν φωτισμοῦ, συνολικά 50 ὀκάδων. Ὁ Πρωτοψάλτης καί ὁ Λαμπαδάριος ἔπαιρναν ἀπό 200 δράμια (650 γραμμ.) ἕκαστος, οἱ δύο Δομέστικοι ἀπό 100, καί οἱ τέσσερις Κανονάρχες ἀπό 50. Ἡ ποσότητα βεβαίως ήταν μικρή, ἀλλά τό κερί δεν ἦταν φτηνό. Μία οκά κερί κόστιζε στα τέλη του ιη΄ αἰῶνα 4-5 γρόσια.30 Στό εἰσόδημα τῶν δύο Δομεστίκων, προσετίθετο καί τό «ψαλτικόν», πού λάμβαναν κατά τούς γάμους καί τούς ἀρραβῶνες ἤ τίς κηδεῖες καί τά μνημόσυνα τῶν ἡγεμονικῶν οἴκων τοῦ Φαναρίου. Οἱ ἔκτακτες αὐτές περιπτώσεις, ὡστόσο, μετέβαλλαν συχνά τόν λαμβάνοντα εἰς εἶδος «επαίτου».31 Ὅ.π., υποσημ. 47 . Βλ. και Μουσικολογικά Ἀπομνημονεύματα, Κωνσταντινούπολις 1947, φωτογραφική ἐπανέκδοση Ἀθῆναι 1998, σ. 243. 30 Γεδεών Μανουήλ, «Κώδιξ Παϊσίου», Εκκλησιαστική Αλήθεια, 9 (1888), σσ. 4 - 7. 29

- 298 -


Χρηματικά ποσά συγκεντρώνονταν καί ἀπό δίσκους πού περιάγονταν στόν πατριαρχικό ναό καί στούς ἄλλους ναούς τῆς Πόλης ἀρκετές φορές τό χρόνο, κατά τίς ἡμέρες διαφόρων ἑορτῶν, ὑπέρ του Πατριάρχη32, τῶν ἐφημερίων, τῶν διακόνων, τῶν ψαλτῶν καί άλλων ἐκκλησιαστικῶν ὑπαλλήλων. Ὁ Πρωτοψάλτης Κωνσταντῖνος ὁ Βυζάντιος διέσωσε τέτοιες πληροφορίες σέ ἰδιόγραφα σημειώματά του.33 Από τά σημειώματα αὐτά δέν φαίνεται νά περιάγονταν δίσκοι ὑπέρ τοῦ Πρωτοψάλτη, τοῦ Λαμπαδαρίου καί τῶν Δομεστίκων ἀλλά μόνο ὑπέρ τῶν Κανοναρχῶν. Ἔτσι, δίσκοι «έβγαιναν» ὑπέρ τοῦ α΄ Κανονάρχῃ τῆς Ὑπαπαντῆς καί στόν Ἀκάθιστο, ὑπέρ του β΄ Κανονάρχη τήν Κυριακή πρό τῶν Εἰσοδίων, τοῦ Εὐαγγελισμοῦ καί τῆς Ἀναλήψεως, ὑπέρ τοῦ γ΄ Κανονάρχῃ τήν Κυριακή μετά τά Εἰσόδια καί τῶν Βαϊων. Τά κάθε εἴδους εἰσοδήματα τῶν ψαλτῶν τοῦ πατριαρχικοῦ ναοῦ συμπλήρωνε ἡ ἐκχώρηση ἐξαρχικῶν δικαιωμάτων, πού τούς ἀπονέμονταν μέ τό σκεπτικό νά ὠφελοῦνται οἱ «…πιστοί ἄνθρωποι καί ἱκανῶς κοπιάσαντες καί δουλεύσαντες πιστῶς τῇ Μεγάλη του Χριστοῦ Εκκλησία…».34 Ἐξαρχικά δικαιώματα ἀποδόθηκαν στόν Πέτρο Πελοποννήσιο ὡς β΄ Δομέστικο τόν Μάρτιο τοῦ 1764, με συνοδική ἀπόφαση καί εὐεργετήριο γράμμα ἐπί πατριαρχίας Σαμουήλ Χαντζερή, «χορηγοῦν τῳ μουσικολογιωτάτω Δομεστίκῳ τῆς του Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας κύρ Πέτρῳ... ἐφ' ὅρου ζωῆς» Ὁ ὄρος «ψαλτικόν» δέν αφορούσε μόνο στίς υπηρεσίες τῶν ψαλτῶν ἀλλά ἐπεκτεινόταν καί σέ κάθε ἀμοιβή γιά παροχή ὑπηρεσίας. Βλ. Σκουβαρά Εὐαγγέλου Α., Στηλιτευτικά κείμενα τοῦ ιη΄ αἰῶνος, Ἀνάτυπον ἐκ τοῦ «Βyzantinish-Neugriechische Jahrbuher», τόμ. ΧΧ ` (1967), Ἀθῆναι 1967, σ. 190. Βλ. και σ. 214, «Κωμῳδία ἀληθῶν συμβάντων ἐν Κωνσταντινουπόλει τῷ 1755ω ἔτει»: «Τό ψαλτικόν ἐπλήρωσαν καί ‘φράνθηκαν τό μέλος». 32 Μέχρι τῆς πατριαρχίας Σαμουήλ Α΄ Χαντζερή (α΄πατρ. 1763-1768, β΄πατρ. 17731774) δίσκοι ὑπέρ τοῦ Πατριάρχῃ περιάγονταν πέντε φορές τό χρόνο, κατά τίς ἑορτές τῆς Ὀρθοδοξίας, τῆς Σταυροπροσκύνησης, τῶν Βαϊων, τοῦ Πάσχα καί τῶν Θεοφανείων. 33 Βλ. Βιβλιοθήκης Κων/νου Ψάχου 187, φ. 90α, «Οἱ δίσκοι τῶν εκκλησιαστικῶν». Πρβλ. Ψάχου Κωνσταντίνου, «Σημειώματα Κωνσταντίνου τοῦ Πρωτοψάλτου», Φόρμιγξ, Νοέμβριος– Δεκέμβριος 1907, 20 Δεκεμβρίου 1907. 34 Ἡ Ἐκκλησία, διά του Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχη, ὁ ὁποῖος εἶχε τό ἀποκλειστικό προνόμιο, εὐεργετοῦσε με τα’ην ἐκχώρηση κάποιας ἐξαρχίας «πρός χρείαν καί ζωάρκειαν οὐ μόνον τούς τροφίμους αὐτῆς καί ἐκδουλευτάς, ἀλλά καί τούς ἐξ ἀρχοντικῶν προσώπων προσερχομένους τῇ εκκλησία...». Ὁ θεσμός τῶν πατριαρχικῶν ἐξαρχιῶν (οἰκισμῶν ή μονῶν) στά χρόνια της Τουρκοκρατίας διήρκεσε ἀπό τήν Ἅλωση μέχρι τό 1862, ὁπότε καί καταργήθηκε ὁριστικά. Βλ. Παϊζη– Ἀποστολοπούλου Μάχης, Ὁ θεσμός τῆς πατριαρχικῆς ἐξαρχίας (14ος-19ος αιώνας), Αθήνα 1995, σσ. 79 καί 110-111. 31

- 299 -


τήν ἐξαρχία Σταυροπηγιακής μονῆς στή Λακεδαιμονία, ἀπό τήν ὁποία θά καρπωνόταν τά ἐξαρχικά δικαιώματα «ἀναφαιρέτως καί ἀναντιρρήτως».35 Προνόμιο ἀπολαβῆς ἐξαρχικῶν δικαιωμάτων ἀπέκτησε καί ὁ Πρωτοψάλτης Ἰάκωβος στά 1799, ἕνα χρόνο πρίν τό θάνατό του, ὁπότε ὁρίστηκε ἔξαρχος τῆς φημισμένης σταυροπηγιακής Μονῆς Ζερμπίτσης Λακωνίας μέ πατριαρχικό γράμμα τοῦ Πατριάρχῃ Νεοφύτου Ζ΄, ἔχοντας τήν ἐπικαρπία τῶν εἰσοδημάτων τοῦ Σταυροπηγίου.36 Ἀπό τά παραπάνω συμπεραίνεται ὅτι οἱ μισθοί τῶν πατριαρχικῶν ψαλτῶν στα 1791 ἦταν κατά πολύ ἰσχνότεροι αὐτῶν τῶν μέσων τοῦ 18οὐ αἰῶνα ἄν ληφθεί υπόψιν ὅτι τήν ἐποχή αὐτή τό γρόσι, παρά τήν σημαντική ἀγοραστική του δύναμη, εἶχε χάσει περίπου τό300% τῆς ἀξίας του. Ὡστόσο προσθετικά οἱ διάφορες ἀπολαβές καθιστούσαν τό βιοτικό επίπεδο τῶν πατριαρχικῶν ψαλτῶν ἀξιοπρεπές. Κύριοι, Κυρίες Με τήν εἰσήγησή μου ἐπιχειρήθηκε νᾷ καταδειχθεί ἡ θέση καί στάση τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἰθυνόντων ἔναντι τῆς προσφορᾶς καί τοῦ ἔργου τῶν Ψαλτῶν στή θεία λατρεία καί γενικότερα στην Εκκλησία, σέ καιρούς δυσχείμερους καί κάτω ἀπό ιδιαίτερες ἐθνικές, ἐκκλησιαστικές καί κοινωνικές συνθήκες. Κλείνοντας ἀς μού ἐπιτραπεῖ νά ἐπισημάνω ὅτι σήμερα παρατηρεῖται μία ἀπάθεια ὡς πρός τό θέμα αὐτό καί μία μικροϋπολογιστική λογική ἀπό πολλούς ὑπευθύνους ναῶν, κληρικούς καί λαϊκούς. Aὐτό σταδιακά ἔχει ὁδηγήσει στην απαξίωση καί υποβάθμιση του ψαλτικοῦ λειτουργήματος καί κατ' ἐπέκτασιν τῆς Ψαλτικῆς ὡς μείζονος λατρευτικῆς Τέχνης, με τις γνωστές καί πανθομολογούμενες συνέπειες στήν ευόδωση τοῦ δημόσιου σκοποῦ τῆς Θείας Λατρείας. Ἀκόμα στή συρρίκνωση τῆς σημαντικῆς καί οὐσιαστικῆς ψαλτικῆς δραστηριότητας, ἀφοῦ δέν παρέχονται πλέον, στις περισσότερες τῶν περιπτώσεων, κίνητρα για αναβάθμισή της.

35 36

Ἀρχειοφυλάκειον Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, Κώδ. Ε΄, σ. 251. Πατρινέλη, Ὅ.π., σ. 79. - 300 -


“! πρωτοψάλτης Γεrργιος ∆άφφας: συµβολή στήν ψαλτικt παρ δοση τῆς Θεσσαλονiκης τοῦ 20οῦ αἰώνα”1 Παναγιώτης Χοβαρδᾶς Α. Εἰσαγωγή Σημαντικό κεφάλαιο στήν ψαλτική παράδοση τῆς Θεσσαλονίκης ἀποτελοῦν οἱ Κωνσταντινουπολίτες ἱεροψάλτες πού ἐγκαταστάθηκαν στήν περιοχή, σέ διαδοχικά διαστήματα, ἀπό τίς ἀρχές μέχρι καί τό τρίτο τέταρτο τοῦ 20οῦ αἰώνα2. Μέ τή μουσική καί εὐρύτερη παιδεία τούς, δεδομένου ὅτι πολλοί ὑπήρξαν ἀπόφοιτοι τῆς Μεγάλης τοῦ Γένους Σχολῆς καί τῆς Μουσικῆς Σχολῆς τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Μουσικοῦ Συλλόγου καί ἰδιαίτερα καταρτισμένοι στά ψαλτικά, μέ ἀκούσματα Πατριαρχικῶν καί ἄλλων “ἔξωθεν” ψαλτῶν, στελέχωσαν τά ἀναλόγια τῶν ναῶν τῆς Θεσσαλονίκης καί ἔδωσαν τεράστια ὤθηση στήν ψαλτική ζωή, ἐπαναλειτουργώντας τό Σωματεῖο Ἱεροψαλτῶν, πού εἶχε ἱδρυθεί τό 19033, συγκρότησαν ψαλτικούς χορούς γιά τή διοργάνωση μουσικῶν ἐκδηλώσεων καί ἐξέδωσαν μουσική ἐφημερίδα. Σέ αὐτό τό πλαίσιο ἐντάσσεται καί ὁ Γεώργιος Δάφφας, ἔνας ἀπό τούς σημαντικότερους ἐκπροσώπους τῆς γενιᾶς τῶν Κωνσταντινουπολιτῶν ψαλτῶν πού δραστηριοποιήθηκαν στή Θεσσαλονίκη τόν 20ό αἰώνα. Σκο1. Ἡ εἰσήγηση παρουσιάστηκε προφορικά στό 2ο Ἱεροψαλτικό Συνέδριο τοῦ Συνδέσμου Ἱεροψαλτῶν Νομοῦ Χανίων “Γεώργιος ὁ Κρης” μέ τίτλο “Ἡ Ψαλτική Τέχνη στή Σύγχρονη Ἐκκλησιαστική καί Κοινωνική Πραγματικότητα”, πού ἔλαβε χώρα στά Χανιά στό διάστημα 2-4 Δεκεμβρίου 2016. Στό κείμενο πού ἀκολουθεῖ πραγματοποιήθηκαν οἱ ὑπαγορευμένες ἀπό τήν ἐξέλιξη τῆς ἔρευνας προσθήκες καί οἱ ἀπαιτούμενες τροποποιήσεις, προκειμένου νά δημοσιευτεί στόν τόμο τῶν πρακτικῶν τοῦ συνεδρίου. 2. Κύριο αἴτιο τῆς μετακίνησης αὐτῆς στίς ἀρχές τοῦ 20οῦ αἰώνα, ἦταν ἡ ἔντονη ζήτηση ψαλτῶν πού προέκυψε ἀπό τήν ἐπαναλειτουργία τῶν ναῶν πού εἴχαν μετατραπεί σέ τζαμιά (Ἅγιος Δημήτριος, Ροτόντα, Ἁγία Σοφία, Ἀχειροποίητος) καί τήν ὁμαλοποίηση τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, μετά τήν ἀπελευθέρωση τῆς πόλης τό 1912. Ἡ ζήτηση μετριάστηκε στά δύσκολα χρόνια πού ἀκολούθησαν (Β΄ Βαλκανικός 1913, κατάληψη Θεσσαλονίκης ἀπό Συμμάχους 1915, Κίνημα Ἐθνικῆς Ἄμυνας 1916, πυρκαγιά 1917), γιά νά ἐξελιχτεί σέ ἔντονη προσφορά, μετά τή μαζική ἐγκατάσταση προσφύγων τό 1922, μέρος τῶν ὁποίων ἦταν καί ψάλτες ἀπό τήν Πόλη. Στίς τουρκικές πιέσεις στήν Πολίτικη ὁμογένεια ὀφείλονται καί τά τελευταία κύματα ἀφίξεων τό 1955 (Σεπτεμβριανά), τό 1964 (ἀπέλαση 12000 Ἑλλήνων ὑπηκόων, μεταξύ τῶν ὁποίων καί ὁ τότε Ἄρχων Πρωτοψάλτῆς τῆς Μ.τ.Χ.Ε. Θρασύβουλος Στανίτσας) καί τό 1974 (τουρκική κατοχή τῆς Κύπρου). 3. Δεβρελής 2014, 51-52. Γιά τή συνήθεια τῶν Κωνσταντινουπολιτῶν νά ἱδρύουν καί νά ἀνανεώνουν συλλόγους βλ. Χατζόπουλος 2001, 18-19. - 301 -


πός τῆς εἰσήγησης εἶναι ἡ παρουσίαση τῆς προσωπικότητάς τοῦ προκειμένου νά γίνει ἀντιληπτή ἡ ἐν γένει προσφορά του στήν ψαλτική παράδοση τῆς πόλης. Παρατίθενται δεδομένα γιά τό οἰκογενειακό του περιβάλλον, τίς σπουδές του, τήν ψαλτική του σταδιοδρομία, τό ὕφος του καί τό βαθμό ἀποδοχῆς πού ἀπολάμβανε ἀπό φίλους καί συναδέλφους. Τό ἐξεταζόμενο ὑλικό εἶναι σέ μεγάλο του μέρος ἀδημοσίευτο4 καί ἡ μελέτη του ἐντάσσεται σέ εὐρύτερο ἐρευνητικό πρόγραμμα στό πλαίσιο διδακτορικῆς διατριβῆς μέ θέμα “Ἡ ψαλτική ζωή στήν εὐρύτερη περιοχή τῆς Θεσσαλονίκης κατά τόν 19ο καί 20ό αἰώνα, μέσα ἀπό ἱστορικές πηγές”, πού ἐκπονεῖ ὁ γράφων στό Τμῆμα Μουσικῶν Σπουδῶν τοῦ Ἰονίου Πανεπιστημίου μέ ἐπιβλέποντα καθηγητῇ τόν Δημήτριο Γιαννέλο. Β. Οἰκογενειακό περιβάλλον Ὁ Γεώργιος (Τζώρτζης) Δάφφας5 γεννήθηκε τό 1903 στό Φανάρι τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ὁ πατέρας του Κωνσταντίνος μετέβη ἀπό τή γενέτειρά του Σιάτιστα τῆς Δυτικῆς Μακεδονίας, ὅπου ἀσκούσε τό ἐπάγγελμα τοῦ λογιστοῦ, στήν Κωνσταντινούπολη, μετά ἀπό προτροπή τοῦ φίλου καί συμπατριώτη του Κωνσταντίνου Πάικου6, ἐμπόρου στό λιμάνι τῆς Πόλης, μέ τόν ὁποίο μάλιστα, κατά τή συνήθεια τοῦ πρόσφατου παρελθόντος, παντρεύτηκαν δύο ἀδελφές τῆς Κωνσταντινουπολίτικης οἰκογένειας Νικολαΐδου7. Οἱ οἰκογένειες Δάφφα καί Πάικου εὐτύχησαν νά μεγαλώσουν μέ τίς ἀρχές καί τά ὀρθόδοξα ἤθη καί ἔθιμα τῆς πολίτικης ὁμογένειας, πού περιλαμβάνουν ἐκκλησιασμό, τήρηση τῶν νηστειῶν8, καί φυσικά ἐκκλησιαστική 4. Εὐχαριστῶ θερμά τίς Ἑλένη καί Μαρία Δάφφα, κόρες τοῦ μακαριστοῦ Γεωργίου Δάφφα, τό γαμπρό του, στήν κόρη του Μαρία, Ἀσημῆ (Σίμο) Πάγκαλτσο, καί τούς Ἐρασμία Τσελεντάκη, Πέτρο καί Ἀσπασία Πάικου, σύζυγο καί παιδιά ἀντίστοιχα τοῦ μακαριστοῦ Σωκράτη Πάικου, πρώτου ἐξαδέλφου τοῦ Γεωργίου Δάφφα, γιά τίς συνεντεύξεις πού μου παραχώρησαν καί τό υλικό πού μου ἐμπιστεύτηκαν. 5. Τό οἰκογενειακό ἐπώνυμο ἦταν ἀρχικά Διάφας καί ἀπαντᾷ τόσο στῇ Σιάτιστα ὅσο καί στήν Κοζάνη. Ὁ Γεώργιος ὑπογράφει ἀρχικά ὡς Δάφας καί ἀργότερα ὡς Δάφφας. 6. Γιος τοῦ Σιατιστινοῦ ἰατροῦ καί δημογέροντα Ἰωάννη Πάικου, τό πατρικό τοῦ ὁποίου εἶναι τό γνωστό διατηρητέο ἀρχοντικό Πάικου. Μετά ἀπό δύο ἔτη σπουδῶν στήν Ἰατρική Σχολή Ἀθηνῶν, ἦρθε σέ σύγκρουση μέ τόν πατέρα του καί ἔφυγε γιά τήν Κωνσταντινούπολη, ὅπου ἀνέπτυξε ἐμπορική δραστηριότητα, φέρεται μάλιστα νᾷ ἀσχολήθηκε καί μέ τήν πολιτική. 7. Ὁ Κωνσταντίνος Δάφφας παντρεύτηκε τήν Ἑλένη Νικολαΐδου καί ἀπέκτησε δύο ἀγόρια, τόν Γεώργιο (Τζώρτζη) καί τόν Γρηγόριο (Γρηγοράκη). Ὁ Κωνσταντίνος Πάικος νυμφεύτηκε τήν Ἀσπασία Νικολαΐδου καί ἀπέκτησε τρία ἀγόρια τόν Ἀλέξανδρο (Ἀλέκο), τόν Ιωάννη καί τόν Σωκράτη. - 302 -


μουσική, τά πρώτα ἀκούσματα τῆς ὁποίας ἀρχίζουν ἀπό μικρή ἡλικία μέ τήν ἐνεργῆ συμμετοχή τῆς οἰκογένειας στήν ἐνοριακή ζωή9. Γ. Σπουδές Ὁ Δάφφας παρακολούθησε τίς πρώτες τάξεις τοῦ δημοτικοῦ σέ σχολείο κοντά στό πατρικό τούς σπίτι στό Φανά10. Ἡ αἰφνίδια ἀπώλεια τοῦ πατέρα του ἀπό καρδιακό ἐπεισόδιο τό 1910 στάθηκε αἰτία νά μεταβεί στό θεῖο του Γρηγόριο (κατά κόσμον Νικόλαο) Χρυσοστόμου, μοναχό στή μονή Μεγίστης Λαύρας τοῦ Ἀγίου Ὄρους, ὅπου διδάχτηκε ψαλτική καί ἁγιογραφία11. Μετά ἀπό τήν ἐπεισοδιακή του ἐπιστροφή στήν Κωνσταντινούπολη12, συνέχισε τήν ἐκπαίδευσή του σέ ἑλληνικό σχολείο καί ἀκολούθως φέρεται νά παρακολούθησε Γαλλικό κολέγιο, ὅπου διδάχτηκε τή γαλλική γλώσσα13. Πιθανότερο ὡστόσο φαίνεται τό ἐνδεχόμενο ὁ Δάφφας νά φοίτησε στή Μεγάλη τοῦ Γένους Σχολή, όχι μόνο γιατί ἦταν κοντά στό πατρικό του σπίτι στό Φανάρι, ἀλλά γιατί ἐκεί στεγαζόταν ἡ τετραετούς φοίτησης Ἐκκλησιαστική Μουσική Σχολή τοῦ ἐν Κωνσταντινουπόλει Ἐκκλησιαστικού Μουσι8. Ὁ Δάφφας ἀκολουθούσε αὐστηρή νηστεία κατά τή Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Δέν κάπνισε ποτέ. 9. Βλ. Χατζόπουλος 2001, 33 καί 34. Πρῶτος ἐξάδελφος τοῦ Δάφφα ὑπῆρξε ὁ Μητροπολίτῆς Κολωνείας κυρός Γαβριήλ (κατά κόσμον Δημήτριος) Πρεμετίδης, γιος τοῦ Πέτρου Πρεμετίδη καί τῆς θείας τοῦ Δάφφα Μελπομένης Νικολαΐδου. Γεννήθηκε στήν Πόλη τό 1919, χειροτονήθηκε διάκονος τό 1939, ἀρχιμανδρίτῆς τό 1964, ἐπίσκοπος στίς 9 Ἀπριλίου 1967 στόν Πατριαρχικό Ναό τοῦ Ἀγίου Γεωργίου ὑπό τοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρου. Ἦταν ἀπόφοιτος Θεολογικῆς Σχολῆς Χάλκης τοῦ 1941. Ἐκοιμήθη στήν Πόλη στίς 29 Δεκεμβρίου 2003. 10. Τό πατρικό τῆς οἰκογένειας Δάφφα θά πρέπει νά ἀναζητηθεί κοντά στό τριώροφο σπίτι τῆς οἰκογένειας Πάικου στό Φανάρι, τό ὁποίο σωζόταν μέχρι τήν τελευταία ἐπίσκεψη τῆς οἰκογένειας στήν Πόλη τό 1980. 11. Στή δεκαετία τοῦ 1930, ὁ θείος τοῦ Δάφφα, μοναχός Γρηγόριος, ὁ ὁποίος ὑπογράφει ὡς Ζωγράφος-Ἁγιορείτης, μετέβη στή Μονή Πετράκη, ὅπου καί παρέμεινε μέχρι τό θάνατό του. 12. Μέ τό ξέσπασμα τοῦ Α΄ Παγκοσμίου πολέμου, ἡ γιαγιά τοῦ Δάφφα κατόρθωσε μέσω τῆς κόρης της, πού ζούσε στή Λιβύη, νά πετύχει τήν ἔκδοση λιβυκοῦ διαβατηρίου καί νά φέρει τό νεαρό Γεώργιο, μέσω Θεσσαλονίκης πίσω στήν Κωνσταντινούπολη. 13. Ἡ γλωσσομάθεια τοῦ Δάφφα δέν πρέπει νά ἀποδοθεί ἀπαραίτητα στή φοίτησή του σέ ξένο σχολείο, καθώς στά περισσότερα ἑλληνικά σχολεία τῆς ὁμογένειας διδάσκονταν ξένες γλώσσες καί εἰδικότερα ἡ γαλλική, ἡ ὁποία περιλαμβανόταν ὁπωσδήποτε στή μόρφωση τῶν λογίων Πολιτῶν, βλ. Χατζόπουλος 2001, 22 καί 4344. Τά γαλλικά ἀπαντούν μεταξύ τῶν διδασκομένων μαθημάτων στό ἀπολυτήριο τῆς Ἀστικῆς Σχολῆς Διπλοκιονίου, ἀπό τήν ὁποία ἀποφοίτησε τό 1921 ὁ πρώτος ἐξάδελφος τοῦ Δάφφα Ἀλέξανδρος Πάικος. - 303 -


κού Συλλόγου, ἀπό τήν ὁποία γνωρίζουμε ὅτι ἀποφοίτησε. Μάλιστα, οἱ περισσότεροι μαθητές τῆς Μουσικῆς Σχολῆς προέρχονται διαχρονικά ἀπό τή Μεγάλη Σχολή14. Ὁ Δάφφας παρακολούθησε τέσσερα ἀκαδημαϊκά ἔτη ἀπό τό 1919 ἕως τό 1923 καί ἀποφοίτησε ἀριστούχος. Στό Ἀπολυτήριό του (Εἰκ. 1) διαβάζουμε: “Ὁ Γεώργιος Κωνσταντίνου Δάφας, Βυζάντιος, μαθητής τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς Σχολῆς, τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Μουσικοῦ Συλλόγου, διδαχθείς ἐν αὐτῇ τήν Πρᾶξιν, Θεωρίαν, Ὀρθογραφίαν καί Ἱστορίαν τῆς καθ' ἡμᾶς Ἐκκλησιαστικής Μουσικής, προσέτι καί Γραφήν τῆς Εὐρωπαϊκῆς Μουσικῆς καί ὑποστάς τήν νενομισμένην ἐπί τοῖς μαθήμασι τούτοις δοκιμασίαν ἐν τῳ τέλει τοῦ σχολικοῦ ἔτους 1922-1923, κρίνεται ἄξιος τοῦ βαθμοῦ Ἄριστα, ἐν τοῖς Πατριαρχείοις τῇ 18ἡ Μαΐου 1923”.15 Μεταξύ τῶν Ἐφόρων ὑπογράφει ὁ Πολυχρόνιος Γ. Παχείδης16, ὁ ὁποίος δίδαξε στό Δάφφα στοιχειώδη θεωρία καί ψαλμωδία στήν πρώτη (1919-1920) καί δευτέρα (19201921) τάξη. Ὡς διευθυντής τῆς Σχολῆς ὑπογράφει ὁ Μέγας Πρωτέκδικος Γεώργιος Παπαδόπουλος17, τά έργα τοῦ ὁποίου (Συμβολαί καί Ἐπισκόπησις) διδάσκονταν ὡς ἐγχειρίδια στή Μουσική Σχολή, ὅπου δίδασκε ἱστορία ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς. Στούς διδασκάλους ὑπογράφουν ὁ πρεσβύτερος Θεόδωρος Θωΐδης18, πού δίδαξε στό Δάφφα θεωρία, ὀρθογραφία καί μελοποιΐα στήν πρώτη τάξη (1919-1920), ὁ Πρωτοψάλτης Ἰάκωβος Ναυπλιώτης19, δάσκαλος τοῦ Δάφφα στήν τετάρτη τάξη (1922-1923), τό έργο τοῦ ὁποίου (Φόρμιγξ) χρησιμοποιήθηκε γιά διδασκαλία στή Μουσική Σχολή, ὁ Δημήτριος Μπαλαμπάνης20, πού δίδαξε στό Δάφφα στήν πρώτη καί δευτέρα τάξη (1919-1921), ὁ Βασίλειος Ονουφριαδης21, δάσκαλος τοῦ Δάφφα γιά τή χορωδία στήν πρώτη καί δευτέρα τάξη (1919-1921) καί ὁ Μιχαήλ Χατζηαθανασίου22, πού δίδαξε στό Δάφφα στήν πρώτη (1919-1920), τρίτη καί τετάρτη τάξη (1921-1923). Ἀπόφοιτοι καί διδάσκοντες τοῦ 1923 ἀπαθανατίστηκαν σέ φωτογραφία (Εἰκ. 2) πού βρίσκεται στό ἐντευκτήριο τοῦ 14. Χατζόπουλος 2001, 232, 233, 234, 243, 247, 248. 15. Ἀξιοσημείωτο εἶναι τό μάθημα τῆς Ὀρθογραφίας τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς, ὅπως καί αὐτό τῆς Γραφῆς τῆς Εὐρωπαϊκῆς Μουσικῆς, μαθήματα πού συχνά ἀπουσιάζουν, ἀκόμη καί στίς μέρες μας, ἀπό τά προγράμματα σπουδῶν στά κατά τόπους Ἐκπαιδευτικά Ἱδρύματα Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς. 16. Βλ. Χατζόπουλος 2001, 475. 17. Βλ. Χατζόπουλος 2001, 475. 18. Βλ. Χατζόπουλος 2001, 472. 19. Βλ. Χατζόπουλος 2001, 474. 20. Βλ. Χατζόπουλος 2001, 474. 21. Βλ. Χατζόπουλος 2001, 475. 22. Βλ. Χατζόπουλος 2001, 477. - 304 -


Συνδέσμου Μουσικοφίλων Κωνσταντινουπόλεως23. Στήν πρώτη σειρά ἀπό ἀριστερά οἱ διδάσκαλοι Δημήτριος Μπαλαμπάνης, ὁ Διευθυντής Μέγας Πρωτέκδικος Γεώργιος Παπαδόπουλος, ὁ Πρωτοψάλτης Ἰάκωβος Ναυπλιώτῆς καί ὁ Βασίλειος Ονουφριάδης καί στήν ἐπάνω σειρά οἱ ἀπόφοιτοι μέ τόν Γεώργιο Δάφφα πρώτο ἀπό ἀριστερά, μετά τόν ὁποίο ἀκολουθούν οἱ Ἀλέξανδρος Μουτάογλους, Κρίτων Γεωργιάδης, Κωνσταντίνος Καπακτσής, Νικόλαος Γιαννάκης (ὁ ἱερέας τῆς φωτογραφίας), Κωνσταντίνος Παπαθωμά καί Φώτιος Γεωργαντίδης. Δ. Ψαλτική σταδιοδρομία Μετά τήν ἀποφοίτησή του ὁ Δάφφας (Εἰκ. 3) ἔψαλλε σέ ναούς τῆς Κωνσταντινουπόλεως γιά μία δεκαετία περίπου μέχρι τόν ἐρχομό του στή Θεσσαλονίκη. Δέν ἀποκλείεται νά ὑπῆρξε νωρίτερα, ὡς μαθητής ἀκόμη, κανονάρχος κάποιου ἀπό τούς δασκάλους του στή Σχολή. Εἶναι πάντως γεγονός ὅτι οἱ ἐπίτροποι τῶν ἐνοριῶν τῆς Πόλης προτιμούσαν τούς τελειόφοιτους τῆς Μουσικῆς Σχολῆς τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Μουσικοῦ Συλλόγου γιά διορισμό24. Σύμφωνα μέ ἠχογραφημένη μαρτυρία τοῦ Ἄρχοντος Πρωτοψάλτου τῆς Μ.τ.Χ.Ε. Θρασυβούλου Στανίτσα25, ὁ Δάφφας (Εἰκ. 4) ὑπῆρξε δομέστικος τοῦ Γεωργίου Γαβριηλίδου, πρωτοψάλτου στόν Ἅγιο Νικόλαο Γαλατά καί μαθητοῦ τοῦ Ἰακώβου Ναυπλιώτου. Ὁ Ἄρχων μάλιστα σημειώνει ὅτι ὁ Γαβριηλίδης διαδέχτηκε στό Γαλατά τόν Δημήτριο Βουτσινά, δεύτερο δάσκαλο τοῦ Στανίτσα στό διάστημα 1921-1926, μετά τό θείο του Δημήτριο Θεραπειανό. Ὁ Γαβριηλίδης καταγράφεται τό 1956 ὡς πρωτοψάλτης τῆς Παναγίας (Κοιμήσεως Θεοτόκου) τοῦ Πέραν, θέση στήν ὁποία διατελούσε ἀπό 25ετίας26, πράγμα πού σημαίνει ὅτι μέχρι τό 1931 ἔψαλλε στό Γαλατά. 23. Πρώτη φορά δημοσιεύεται τό 2001 στή διατριβή τοῦ Ἀντώνη Χατζόπουλου, σημερινοῦ Προέδρου τοῦ Συνδέσμου, βλ. Χατζόπουλος 2001, 458 εἰκ. 30, καί γιά δεύτερη φορά τό 2008 στίς σελίδες 16 καί 17 τοῦ συνοδευτικοῦ τεύχους τῆς ἔκδοσης τῶν 5 ψηφιακῶν δίσκων τοῦ Ἄρχοντος Πρωτοψάλτου Ἰακώβου Ναυπλιώτου, βλ. Ἀλυγιζάκης Α. (επιμ.), Βυζαντινή μουσική ὑπό τοῦ Πρωτοψάλτου τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας Ἰακώβου Ναυπλιώτου (Κωνσταντινούπολη 2008). 24. Χατζόπουλος 2001, 218. 25. Πρόκειται γιά ἀπόσπασμα συζήτησης τοῦ Ἄρχοντος μέ τόν Δημήτριο Σουρλατζή, τό 1982 στή Θεσσαλονίκη, στήν οἰκία τῆς Μαρίας Οἰκονόμου, κόρης τοῦ Προέδρου τοῦ Σωματείου Ἀρτοποιῶν. Ἀνέβηκε στίς 2 Μαΐου 2015 (https:// www.youtube.com/watch?v=tgGHyQSKKv4&feature=youtu.be). Τό ἐπίμαχο σημεῖο τῆς ἀναφορᾶ ς τοῦ Στανίτσα στό Δάφφα εἶναι στό 25:51. 26. Ἀντωνέλλης 1956, 79 καί 94. Σέ τηλεφωνική μας ἐπικοινωνία, ὁ Ἄρχων Πρω- 305 -


Κατά συνέπεια, ὁ Δάφφας θά πρέπει νά ἔμεινε κοντά στό Γαβριηλίδη γιά κάποιο χρονικό διάστημα στήν περίοδο 1926-1931. Δέν ἀποκλείεται μάλιστα νά συνὑπῆρξε μέ τό Στανίτσα στόν Ἅγιο Νικόλαο, ὅπου ὁ τελευταίος φέρεται νά ὑπηρέτησε ὡς Β΄ Δομέστικος τό 1929-1930 καί Α΄ Δομέστικος τό 1930-193627. Πάντως, ἡ ἀναφορά καί μόνο τοῦ Ἄρχοντος στό Δάφφα, καθιστά πιθανότερο τό ἐνδεχόμενο νά γνωρίζονταν ἀπό τήν Πόλη. Μετά τήν ἀπέλασή του τό 1964, ὁ Δάφφας μέ τά πρώτα του ξαδέρφια, τούς ἀδελφούς Ιωάννη καί Σωκράτη Πάικο28, καί τόν Λυκούργο Πετρίδη, φίλο του ἐπίσης ἀπό τήν Πόλη, πού ἦρθε στή Θεσσαλονίκη τό 1958 , θά ἀποτελέσουν τό στενό κύκλο τοῦ Στανίτσα, ὅπως προκύπτει καί ἀπό τό σωζόμενο φωτογραφικό υλικό30. Ἡ προγραμματισμένη, στό πλαίσιο τῆς ἐκπονούμενης διδακτορικῆς μου διατριβῆς, ἐπιτόπια ἔρευνα στό Γενικό Μητρώο τῶν Ἱεροψαλτῶν τῆς Πατριαρχικῆς Κεντρικῆς Ἐκκλησιαστικῆς Ἐπιτροπῆς31, ὅπως ἐπίσης καί στό Πατριαρχικό Ἀρχείο, ἀναμένεται νά δώσει περισσότερες πληροφορίες γιά τήν ψαλτική “προϋπηρεσία” τοῦ Δάφφα καί ἄλλων Κωνσταντινουπολιτῶν ψαλτῶν στούς ναούς τῆς Πόλης, πρίν τήν ὁριστική τούς ἄφιξη στή Θεσσαλονίκη. Δέν γνωρίζουμε ἄν τό αἴτιο τῆς μετακίνησης τοῦ Δάφφα (Εἰκ. 5) στή Θεσσαλονίκη στίς ἀρχές τῆς δεκαετίας τοῦ 1930 ἦταν ἡ δυσκολία του νά βρει ἐργασία στήν Κωνσταντινούπολη. Στήν ἀπόφασή του αὐτή πάντως θά πρέπει νά ἔπαιξε κάποιο ρόλο ἡ γενικότερη τάση φυγῆς πρός τήν Ἐλλάδα μετά τά γεγονότα τοῦ 1922 καί κυρίως ἡ ἄφιξη τό 1924 στή Θεσσαλονίκη τῆς οἰκογένειας τοῦ θείου του Κωνσταντίνου Πάικου, ὁ ὁποίος δέν ἀποτομαΐστωρ τῆς Μ.τ.Χ.Ε. Σταμάτιος Κίσσας ἀναφέρει ὅτι πρόλαβε τόν Γαβριηλίδη στήν Παναγία τοῦ Πέραν καί τόν χαρακτηρίζει μεγάλο ψάλτη. Ἦταν ἀλευρέμπορος καί δέν εἶχε ἀνάγκη τά χρήματα. Πέθανε τό 1958 ἀπό καρδιακό ἐπεισόδιο. 27. Τσιούνης 2000, 23. 28. Βλ. παραπάνω σημ. 7. 29. Ὑπῆρξε μαθητής μεταξύ ἄλλων καί τῶν δασκάλων τοῦ Δάφφα, Γεωργίου Παπαδοπούλου καί Βασιλείου Ονουφριάδη. Μετά τή συνταξιοδότησή του ὁ Δάφφας τόν ἐπισκεπτόταν συχνά στή Μεταμόρφωση Καλαμαριᾶς. Ὁ Πετρίδης τόν ἀποκαλούσε τιμητικά “Δάσκαλο”. 30. Βλ. Πετρίδης Λ., Ἀναμνηστικόν Λεύκωμα (Θεσσαλονίκη χωρίς ἔτος ἐκδόσεως), ὅπου ὑπάρχουν ἀρκετές φωτογραφίες τούς. Ἡ σύζυγος τοῦ μακαριστοῦ Σωκράτη Πάικου, Ἐρασμία Τσελεντάκη, τούς ἀποκαλεί “καταποδιάρηδες” τοῦ Στανίτσα. Εἰδικότερα ὁ Ἰωάννης Πάικος, γνωστός μουσικόφιλος, πού ὅμως δέν ἔψαλλε ποτέ σέ ναό, ἀκολουθούσε, λόγω τῆς οἰκονομικῆς τοῦ εὐρωστίας, πιστά τό Στανίτσα σέ κάθε ἐπίσκεψη τοῦ τελευταίου στήν Ἑλλάδα, σέ Θεσσαλονίκη καί ἐπαρχία. 31. Βλ. Χατζόπουλος 2001, 110. - 306 -


κλείεται νά προετοίμασε τήν ἄφιξη τοῦ ἀνεψιοῦ του στή Θεσσαλονίκη, ὅπως ἀκριβώς εἶχε φροντίσει καί γιά τή μετάβαση τοῦ πατέρα του Δάφφα Κωνσταντίνου στήν Κωνσταντινούπολη32. Ἡ πρώτη γνωριμία τοῦ Δάφφα (Εἰκ. 6) μέ τόν ψαλτικό κόσμο τῆς Θεσσαλονίκης πραγματοποιείται στόν περίφημο πανηγυρικό ἑσπερινό τῆς Ὑπαπαντῆς, τῆς 31ης Ἰανουαρίου 1932, τόν ὁποίο περιγράφει μέ τόν πλέον ἀναλυτικό τρόπο τό ἄρθρο τοῦ Γεωργίου Τσατσαρώνη, στά Ιεροψαλτικά Νέα μέ τίτλο “Ἔνας ἀξέχαστος βυζαντινός ἑσπερινός” (Εἰκ. 9). Ἡ ἀναφορά στόν Δάφφα μέ τή φράση “σπουδαίος ψάλτης τῆς Κωνσταντινουπόλεως“ μαρτυρεί τή φήμη πού εἶχε ἀποκτήσει στά ἐννέα χρόνια πού ἔψαλλε σέ ναούς τῆς Πόλης33, ἐνῶ ἡ πρόσκλησή του νά ψάλλει ἀριστερά ἀπό τόν φτασμένο ἤδη τότε Κωνσταντίνο Πρίγγο, πρωτοψάλτη τοῦ ναοῦ τῆς Ὑπαπαντῆς34, ἀποτελεί ἀναμφίβολα ἀναγνώριση τῆς ἀξίας του. Στό ἴδιο συμπέρασμα συνηγορεί καί τό περιγραφόμενο ἄγχος τοῦ Πρίγγου: “Τό ἔφερε βαρέως διότι εἶχε δημιουργηθεί τόσος θόρυβος γύρω ἀπό τή φήμη καί τό ὄνομα τοῦ προσκεκλημένου ἱεροψάλτου πού ἔρχονταν νά ἀνταγωνισθή μέ τήν ἰδική του τοῦ Πρωτοψάλτου τήν ἤδη κατεστημένη. Γι' αὐτό ἀπόψε ἔπρεπε ὁπωσδήποτε νά δώσει τόν καλλίτερο ἑαυτό του καί νά φανή ἀνώτερος, τουλάχιστον νά διατηρήση τό ὄνομά του”. Ἡ ἱκανοποίηση γιά τήν ἀντα32. Τό γεγονός ὅτι δέν ἀποχώρησε μέ τή μητέρα καί τόν ἀδερφό του στό πλαίσιο τοῦ μεγάλου κύματος προσφύγων στή Θεσσαλονίκη μετά τό 1922, ἀλλά οὔτε καί τό 1924, ὅταν ἔφυγε οἰκογενειακῶς ὁ θείος του Κωνσταντίνους Πάικος, καθιστά πιθανότερο τό ἐνδεχόμενο ὁ Δάφφας νά ἦρθε μόνος του στή Θεσσαλονίκη γιά οἰκονομικούς λόγους, πρός ἀναζήτηση ἐργασίας καί μάλιστα ψαλτικῆς. Ἄλλωστε, μέχρι τότε καί γιά μία δεκαετία περίπου, ἀπό τό 1923 πού ἀποφοίτησε ἀπό τή Μουσική Σχολή μέχρι τά πρώτα χρόνια τοῦ 1930, ἔψαλλε σέ ναούς τῆς Κωνσταντινουπόλεως. 33. Ἐνδεικτικό τῆς φήμης τοῦ Δάφφα καί τῆς ἀναγνωρίσιμης ἀπό τούς Πολίτες φωνῆς του εἶναι ἔνα περιστατικό πού ἀφηγείται ὁ γαμπρός του Ἀσημῆς Πάγκαλτσος. Ὅταν κάποτε ἐπισκέφτηκε τό Στανίτσα στόν Ἅγιο Δημήτριο Ἀμπελοκήπων καί ὁ τελευταίος τοῦ ἔδωσε κάτι νά ψάλλει τιμῆς ἔνεκεν, κάποιος ἀπό τούς παρισταμένους στό ἀναλόγιο, Κωνσταντινουπολίτης, εἶπε “αὐτή ἡ φωνή μου θυμίζει ἔνα Δάφφα πού εἴχαμε στήν Πόλη τό 1925”, καί τότε ἀμέσως ὁ Στανίτσας φανέρωσε τήν ταυτότητά του πρός ἐντυπωσιασμό ὅλων τῶν παρευρισκομένων. 34. Κατά τήν παραμονή του στή Θεσσαλονίκη διετέλεσε διαδοχικά πρωτοψάλτης Ἀχειροποιήτου (1929-1930) καί Ὑπαπαντῆς (1930-1933), βλ. Παπαμανωλάκης 1996, 55. Στήν Ὑπαπαντή φέρεται νά ἔψαλλε γιά ἔνα διάστημα μέ ἀριστερό τόν Ἁθανάσιο Παναγιωτίδη, βλ. Δεβρελῆς 2014, 26, 51 καί 2016, 104. Αὐτό πρέπει νά ἔγινε μέσα στό 1933, ἔτος ἄφιξης τοῦ Παναγιωτίδη στή Θεσσαλονίκη καί ἔτος ἐπανόδου τοῦ Πρίγγου στήν Κωνσταντινούπολη. Τό 1934 πάντως πρωτοψάλτης Ὑπαπαντῆς ἀναφέρεται ὁ Ἁθανάσιος Καραμάνης, βλ. Γεωργιάδης 1934, 415. - 307 -


πόκριση τοῦ Δάφφα ἦταν ἔκδηλη: “Μπράβο Δάφα τά κατάφερες καλά, ἀκούγεται”. “Ὁ Γ. Δάφας ... μέ μια θαυμαστή προσπάθεια, κέρδισε τήν συμπάθεια τοῦ πυκνοῦ ἀκροατηρίου”. “Παρ' ὅλη τήν βεβαία ἐπιβολή τοῦ πεπειραμένου καί καλλιφώνου Κ. Πρίγγου καί ὁ Γ. Δάφας δέν ὑστέρησε καί ἀπέδωσε μέ θαυμαστό τρόπο τά δύσκολα μουσικά κείμενα, γι' αὐτό ἔλαβε πολλά συγχαρητήρια καί ἡ φήμη του δικαιώθηκε ἀπόλυτα”35. Σύμφωνα μέ τόν Σωκράτη Πάικο, πρώτο ἐξάδελφο τοῦ Δάφφα καί αὐτήκοο μάρτυρα τοῦ ἑσπερινοῦ, ὁ Πρίγγος δήλωσε γιά τό Δάφφα μετά τό πέρας τῆς ἀκολουθίας “Μαθητής, ἀλλά ἀντάξιος τοῦ διδασκάλου”. Ἔκτοτε ὑπῆρξαν προσωπικοί φίλοι μέ τόν Πρίγγο36, τόν ὁποίο δεχόταν συχνά στό σπίτι του, ὅταν ὁ τελευταίος ἐπισκεπτόταν τή Θεσσαλονίκη, τά καλοκαίρια μετά τό 194537, προσκεκλημένος γιά νά ψάλλει σέ πανηγύρεις ἀπό “μερακλήδες” ἐπιτρόπους38, κάποιοι ἀπό τούς ὁποίους ἦταν Πολίτες. 35. Σημειώνεται ἡ ἀπουσία ἀρχιερέως καί τό εἰδικό βάρος τῶν μαθημάτων, τό ὁποίο πέραν τοῦ ὑψηλοῦ ἐπιπέδου κατάρτισης τῶν ψαλτῶν, μαρτυρεῖ τήν θεμελιώδη θέση πού κατείχε ἡ μουσική στή λατρεία: Ἀνοιξαντάρια Ραιδεστηνοῦ, Κύριε Ἐλέησον Νηλέως Καμαράδου, Μακάριος Ἀνήρ Μανουήλ, ἀργό Κεκραγάριο Ἰακώβου, ἀρχαίο Φῶς Ιλαρόν ἀπό τούς καλλίφωνους ἱερεῖς, ἀργό Θεοτόκε Παρθένε Πέτρου Μπερεκέτη, πού ψαλλόταν κατά παράδοση στή Θεσσαλονίκη σέ ὅλους τούς πανηγυρικούς ἑσπερινούς. Οἱ “τσιμπιμένες” βάσεις δέν πρέπει νά μας παραξενεύουν καθώς “Τότε δέν ὑπήρχαν μικρόφωνα καί γιά νά ἀκουστεί ἔνας ψάλτης σ' αὐτό τό χάος ἔπρεπε νά διαθέτει στεντορία φωνή, γερή ἀναπνοή καί δυνάμεις σωματικές”. 36. Ἀπό τό ἄρθρο τοῦ Τσατσαρώνη δέν προκύπτει ὅτι ὁ Δάφφας καί ὁ Πρίγγος γνωρίζονταν ἀπό τήν Πόλη, πρίν συναντηθούν στόν ἑσπερινό τῆς Ὑπαπαντῆς. Μολονότι ὁ Πρίγγος φοίτησε κι αὐτός στήν Πατριαρχική Μουσική Σχολή μέ δάσκαλο τόν Ἰάκωβο Ναυπλιώτη, τό γεγονός ὅτι ἦταν 11 χρόνια μεγαλύτερος τοῦ Δάφφα δέν φαίνεται νά ἀφήνει πολλά περιθώρια νά συνέπεσαν χρονικά. Ἄλλωστε, στά 9 χρόνια πού ὁ Δάφφας ἔψαλλε σέ ναούς τῆς πόλης, μετά τήν ἀποφοίτησή του ἀπό τή Σχολή τό 1923, ὁ Πρίγγος βρισκόταν στήν Ἐλλάδα. Βλ. Παπαμανωλάκης 1996, 55. 37. Δεβρελῆς 2014, 22 καί 30. 38. Στό ἄρθρο τοῦ Τσατσαρώνη πληροφορούμαστε γιά τις ἐνέργειες ἐνός ἀπό αὐτούς: “Ὁ μάνατζέρ του θά' λεγα ἦταν ὁ κ. Νικηφόρος πού τόν συνόδευε πάντοτε, τόν λέγαμε ἡ σκιά τοῦ Πρίγγου καί μεσολαβούσε γιά τή συμμετοχή του σέ διάφορα πανηγύρια. Ὁ κ. Νικηφόρος μεσολάβησε καί τό 1930 προσελήφθη ὁ Κ. Πρίγγος πρωτοψάλτης στό ναό τῆς Ὑπαπαντῆς ἐπί τῆς οδοῦ Ἐγνατίας ὅπου ἔψαλλε ὁ Δημήτριος Βαφειάδης, σπουδαίος ψάλτης ἀπόφοιτος τῆς Πατριαρχικῆς μουσικῆς Σχολῆς. Ἔτσι ἔγινε μία ἀμοιβαία μετάθεση”. Σύμφωνα μέ μαρτυρία τοῦ Ἄρχοντος κ. Χαριλάου Ταλιαδώρου ὁ Πρίγγος ἐπεδίωξε τή μετάθεση αὐτή, γιατί ὁ ἐπίτροπος τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ ἔδινε τά διπλάσια λεφτά ἀπό αὐτά πού ἔπαιρναν τότε οἱ ψάλτες στίς ἄλλες ἐκκλησίες. Ὅταν μάλιστα ἔβγαζαν δίσκο γιά τόν ψάλτη καί ὁ ἐν λόγω ἐπίτροπος ἔβλεπε κάποιον νά ρίπτει κέρμα ἀντί χαρτονομίσματος, τοῦ ἔκανε παρατήρηση λέγοντάς του - 308 -


Τέτοια πανηγύρια ἦταν ἡ ἐτήσια λειτουργία στόν Ἅγιο Μηνά ἀνήμερα τοῦ Προφήτου Ἡλιοῦ39, προστάτου τοῦ Σωματείου τῶν Ἀρτοποιῶν, μέ τόν Πρόεδρο40 καί τό Γραμματέα41 τῶν ὁποίων ὁ Πρίγγος διατηρούσε στενές σχέσεις, ἀλλά καί τό γνωστό πανηγύρι τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς, στό ὁμώνυμο χωριό δίπλα στούς Ταγαράδες42, τό παρεκκλήσιο τοῦ ὁποίου μάλιστα ἀγιογράφησε ὁ ἴδιος ὁ Δάφφας τό 194943. Μία Κυριακή τοῦ Ιουλίου τό 1954 φωτογραφήθηκε (Εἰκ. 11) μέ φίλους καί μαθητές44 του στόν κήπο τοῦ νά φύγει, γιατί δέν εἶναι ἄξιος νά ἀκούει τόν Πρίγγο. Ὁ Δημήτριος Βαφειάδης, συνεργάστηκε στήν Πόλη μέ τούς δασκάλους τοῦ Δάφφα, Ἰάκωβο Ναυπλιώτη, Δημήτριο Μπαλαμπάνη καί Βασίλειο Ὀνουφριάδη, βλ. Χατζόπουλος 2001, 205 καί 238. Στή Θεσσαλονίκη πρέπει νά ἦρθε μετά τό 1922. Μέ βάση τά παραπάνω, ψάλλει στήν Ὑπαπαντή μέχρι τό 1930, στήν Ἀχειροποίητο τό 1930-1933, ἐνῶ τό 1934 εἶναι πρωτοψάλτης τοῦ Ἁγίου Κωνσταντίνου, βλ. Γεωργιάδης 1934, 414. Δέν ἀποκλείεται νά ἐπέστρεψε καί ἀργότερα στήν Ὑπαπαντή, ὅπου κατά τόν Ἄρχοντα κ. Χαρίλαο Ταλιαδώρο "ἐρχόταν ὁ κόσμος νά τόν ἀκούσει μέ τά παϊτόνια (ἄμαξες) πού ἔφταναν στή σειρά στήν Ἐγνατία μέχρι τό σιδηροδρομικό σταθμό”. 39. Τό καλοκαίρι τοῦ 1957 ἔψαλλε στή λειτουργία τῆς ἐορτῆς τῶν ψωμάδων στόν Ἅγιο Μηνά μέ ἀριστερό τόν Ἀθανάσιο Παναγιωτίδη, βλ. Δεβρελῆς 2014, 22. 40. Ὁ Πρόεδρος Ἀρτοποιῶν Οἰκονόμου εἰκονίζεται σέ φωτογραφία στήν Πόλη στό διάστημα 1946-1955 σέ ἐξαιρετικά τιμητική θέση, ἐκατέρωθεν τοῦ Πρίγγου καί τοῦ Στανίτσα. Στίς γνωστές δημοσιεύσεις της δέν ἀπαντά πουθενά τό μικρό του ὄνομα, βλ. Τσιούνης 2000, 32 καί Δεβρελῆς 2016, 86. Ὁ Ἀστέριος Δεβρελῆς ἐπιβεβαιώνει τήν ἰδιότητα τοῦ Οἰκονόμου ὡς μάνατζερ τοῦ Πρίγγου καί ἀργότερα τοῦ Στανίτσα, μέ τόν ὁποίο εἰκονίζεται σέ ἄλλη φωτογραφία σέ τραπέζι στήν Ἀρετσοῦ Θεσσαλονίκης τό 1957. Ἡ πιθανότητα νά πρόκειται γιά τό ἴδιο πρόσωπο μέ τόν κ. Νικηφόρο, βλ. παραπάνω σημ. 35, εἶναι ἀρκετά ἐλκυστική καί θά πρέπει νά διερευνηθεί. 41. Ὁ Γραμματέας Ἀρτοποιῶν Σπύρος Θεοδωρίδης, Κωνσταντινουπολίτης, ἀπόφοιτος τῆς Μεγάλης τοῦ Γένους Σχολῆς καί φίλος τοῦ Ἰακώβου Ναυπλιώτου, ὑπῆρξε μεγάλος ψαλτόφιλος καί καλούσε συχνά ψάλτες στό σπίτι του στό Κορδελιό. Τό 1948 φιλοξένησε τόν Πρίγγο καί ὁ γαμπρός τοῦ Δάφφα Ἀσημῆς Πάγκαλτσος θυμάται μικρό παιδί στό Κορδελιό νά τόν ἀκούει νά ψάλλει μέ τά ὑπόλοιπα παιδιά έξω ἀπό τό σπίτι. 42. Ὁ Ἀσημῆς Πάγκαλτσος, ψαλτόφιλος καί ὁ ἴδιος, εὐτύχησε νά ἀκούσει τόν Πρίγγο στό πανηγύρι τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς, ἀλλά πολύ προτοῦ γίνει γαμπρός τοῦ Δάφφα στήν κόρη του Μαρία, ἔτσι δέν κατόρθωσε νά γνωρίσει ἀπό κοντά τόν μεγάλο δάσκαλο. 43. Ὁ Δάφφας ἀγαπούσε καί τή ζωγραφική, τήν ὁποία διδάχτηκε ἀπό τόν Ἁγιορείτη μοναχό θείο του ταυτόχρονα μέ τήν ἁγιογραφία, ὅπως φανερώνουν οἱ δεκάδες ἐνεπίγραφοι πίνακες πού δημιούργησε καί κατόπιν δώρισε στούς οἰκείους του. Βλ. παραπάνω σημ. 11. 44. Δεβρελῆς 2014, 29. Στενοί φίλοι τοῦ Δάφφα ὑπῆρξαν οἱ μαθητές τοῦ Πρίγγου στή Θεσσαλονίκη ἀδελφοί Κωνσταντίνος καί Μάνος Καλογερόπουλοι, οἱ οποίοι τόν ἐπισκέπτονταν συχνά στό σπίτι μέ τήν ἀδερφή τούς Εὐφροσύνη. Ὁ πατέρας τούς ἦταν - 309 -


Μητροπολιτικοῦ Ι. Ν. τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ, ὅπου ἔψαλλε μέ ἀριστερό του τόν πρωτοψάλτη τοῦ ναοῦ Ἀθανάσιο Καραμάνη45. Μετά τήν ἐπιτυχία του στόν ἑσπερινό τῆς Ὑπαπαντῆς θά πρέπει νά βρήκε γρήγορα θέση ἔμμισθη, ὅπως προκύπτει ἀπό τό γεγονός ὅτι νοίκιασε σπίτι καί ἔφερε ἀπό τήν Πόλη τή μητέρα του Ἐλένη καί τόν ἀδερφό του Γρηγοράκη. Δύο μόλις χρόνια ἀργότερα, τό 1934 παντρεύτηκε τήν Εὐφροσύνη Θεοδωράκη (Εἰκ. 7-8) τό γένος Ἀμαξοπούλου καί ἀπέκτησαν δύο κόρες, τήν Ἐλένη καί τή Μαρία. Πρώτος ναός στόν ὁποίο φέρεται νά διορίστηκε ὁ Δάφφας ἦταν ἡ Ἀνάληψη. Ἐκεί δεξιός ψάλτης ἀναφέρεται τό 1934 ὁ πατέρας τοῦ Χρυσάνθου Θεοδοσοπούλου, Θεόδωρος, μαθητής τοῦ Τριανταφύλλου Γεωργιάδου καί πρωτοψάλτης Τραπεζούντας, πού ἦρθε οἰκογενειακῶς στή Θεσσαλονίκη τό 1922, μέ ἀριστερό του τόν Ἀθανάσιο Ψύχα46, ὁ ὁποίος πρέπει νά διαδέχτηκε πρώτος τόν Θεοδοσόπουλο, ὅταν ὁ τελευταίος ἀποσύρθηκε γιά λόγους ὑγείας, μετά ἀπό ἐγκεφαλικό ἐπεισόδιο τό 1936, καθώς ἀναφέρεται δεξιός ψάλτης στήν Ἀνάληψη μέ ἀριστερό του τόν Ἀθανάσιο Καραμάνη47. Συνεπώς τό πέρασμα τοῦ Δάφφα ἀπό τήν Ἀνάληψη πρέπει νά τοποθετηθεί στό διάστημα 1932-1934 ἤ σέ κάποια περίοδο μετά τό 1936 καί μέχρι τόν πόλεμο. Ὡστόσο, δέν θά πρέπει νά ἀποκλείσουμε τήν πιθανότητα ὁ Δάφφας νά ἔψαλλε γιά κάποιο διάστημα ἀριστερά, στόν ἐν λόγω ή σέ άλλο ναό τῆς πόλης, μέχρι νά προκύψει κάποια θέση δεξιοῦ ψάλτη. Ἀξίζει νά σημειωθεί ὅτι κατά τά δύσκολα οἰκονομικά χρόνια τοῦ μεσοπολέμου, ἀλλά καί μέχρι τή δεκαετία τοῦ 1950 ἀκόμη, οἱ ψάλτες δέν ἔμεναν γιά μεγάλο χρονικό διάστημα σέ ἔναν ναό, καθώς ἀναγκάζονταν λόγω βιοπορισμοῦ νά ἀναζητούν διαρκώς καλύτερες ἀμοιβές, ἐνῶ ταυτόχρονα οἱ μουσικόφιλοι ἐπίτροποι, πού γνώριζαν καί ἐκτιμούσαν τήν ψαλτική καί τήν σημασία της στήν προσέλκυση ἐκκλησιάσματος, φρόντιζαν νά δελεάζουν μέ οἰκονομικά κίνητρα τούς πλέον φημισμένους ψάλτες προκειμένου νά τούς φέρουν στήν ἐνορία τούς. Βασικές πηγές μας γιά τίς μετακινήσεις τῶν ψαλτῶν ἀπό τόν ἔνα ναό στόν άλλο εἶναι οἱ κατάλογοι συνδρομητῶν τῶν μουσικῶν ἐκδόσεων, οἱ οποίοι συχνά ἐνδέχεται νά καταγράφουν παλιότερα δεδομένα, πού μπορεί νά μήν ἰσχύουν πλέον κατά τό ἔτος ἔκδοσής τούς, καθώς ἐπίσης καί οἱ συψάλτης στήν Πόλη, αὐτοί ὅμως δέν ἀσχολήθηκαν μέ τήν ψαλτική, ὑπῆρξαν περισσότερο ψαλτόφιλοι, ἄν κι ὁ Μάνος ἔψελνε ἐπαρκώς καλά, κατά τόν Ἀσημῆ Πάγκαλτσο. 45. Δεβρελῆς 2014, 28 καί 29. 46. Γεωργιάδης 1934, 415. 47. Δεβρελῆς 2014, 69. - 310 -


νεντεύξεις προχωρημένων σέ ἡλικία δασκάλων καί ψαλτῶν, μέ τά ὅποια περιθώρια λαθῶν ἤ ἀνακριβειῶν στίς ἡμερομηνίες. Μέ ἐξαίρεση τό Γενικό Μητρώο τοῦ Σωματείου Ἱεροψαλτῶν Θεσσαλονίκης, τό ὁποίο δέν περιέχει λεπτομερείς πληροφορίες γιά τή διαδοχή τῶν ψαλτῶν στούς ναούς τῆς πόλεως, εἶναι σπάνιες οἱ περιπτώσεις ἐνοριῶν πού τηρούσαν ἀναλυτικό κατάλογο καταγραφῆς τῶν διαχρονικά διακονησάντων ἱεροψαλτῶν48. Μετά τήν Ἀνάληψη ὁ Δάφφας πήγε δεξιός ψάλτης στήν παλιά ἐκκλησία τοῦ Ἁγίου Θεράποντα ἐπί κατοχῆς (Εἰκ. 10), στήν περίοδο 1940-1942. Στή θέση τοῦ ἀριστεροῦ ψάλτου πού χήρεψε τό 1942 προσελήφθη ὁ νεαρός τότε Χαρίλαος (Χαριλάκης) Ταλιαδώρος49, μαθητής τοῦ Χριστοφόρου Κουτζουράδη, Πρωτοψάλτου τοῦ Ἁγίου Ἐλευθερίου, ὁ ὁποίος ξεκίνησε ἀπό ἐκεί τήν ψαλτική του σταδιοδρομία. Σύμφωνα μάλιστα μέ τό βιογραφικό τοῦ ἰδίου τοῦ Ἄρχοντος Πρωτοψάλτου τῆς Ἁγιωτάτης Ἀρχιεπισκοπῆς Κωνσταντινουπόλεως κ. Χαριλάου Ταλιαδώρου, τήν ἴδια χρονιά πού πήγε ἀριστερός, πέρασε κατόπιν δεξιά στόν Ἅγιο Θεράποντα, γεγονός ἀπό τό ὁποίο συμπεραίνουμε ὅτι τό 1942 ὁ Δάφφας εἶχε φύγει γιά τόν ἐπόμενο ναό. Μετά τόν Ἅγιο Θεράποντα ὁ Δάφφας φέρεται νά πέρασε γιά κάποιο διάστημα ἀπό τόν παλιό ναό τοῦ Ἁγίου Γεωργίου Νεαπόλεως, ὅπου κέρδισε γρήγορα τήν ἀγάπη τοῦ ἐκκλησιάσματος50, εἶναι ὅμως ἄγνωστο ἄν αὐτό ἔγινε ἐπί κατοχῆς ἤ στά χρόνια μετά τόν πόλεμο. Τό 1948 ὁ Δάφφας συγκαταλέγεται μεταξύ τῶν ψαλτῶν πού μεσουρανούσαν στή Θεσσαλονίκη, ὅπως ὁ Δημήτριος Βαφειάδης, ὁ Χριστόφορος Κουτσουράδης, ὁ Νικόλαος Μετασσαράκης καί οἱ ἀδελφοί Νεόφυτος καί Βασίλειος Μυλαράκης51. Ἐπόμενος σταθμός στήν ἱεροψαλτική του πορεία ἦταν ὁ καθεδρικός ναός τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας52, στόν ὁποίο φέρεται νά διαδέχτηκε τόν Ἀθα48. Μία τέτοια εἶναι ἡ περίπτωση τοῦ ἀρχείου τοῦ μακαριστοῦ π. Κωνσταντίνου Παπαγιάννη, ψάλτου καί κατόπιν ἐφημερίου τῶν Ἁγίων Δώδεκα Ἀποστόλων, βλ. παρακάτω σημ. 54. 49. Σύμφωνα μέ μαρτυρία τῆς κόρης τοῦ Δάφφα Μαρίας, ὁ πατέρας τῆς δέχτηκε στό ἀναλόγιο τό νεαρό Χαριλάκη, πού “ἦταν ὡραῖος νέος σάν ἠθοποιός”, μάλιστα φέρεται νά του παρέδιδε καί μαθήματα στό σπίτι τούς ἐπί κατοχῆς. 50. Σύμφωνα μέ τήν κόρη του Μαρία “τόν ἀγαπούσαν πολύ ἐκεί, τό Πάσχα, πού δέν εἶχε ταξί καί δέν ἦταν εὔκολο νά γυρίσει στό σπίτι, τόν φιλοξενούσαν οἱ ἐνορίτες τοῦ Ἁγίου Γεωργίου”. 51. Μαρτυρία τοῦ Ιωάννη Λιβιτσάνου, μαθητοῦ τοῦ Χρυσάνθου Θεοδοσοπούλου, σέ ομιλία του στήν Βέροια στίς 18 Ιουνίου 2006, κατά τή διάρκεια Ἡμερίδας Ἱεροψαλτῶν μέ τίτλο “Μορφές πού ἔφυγαν – Χρύσανθος Θεοδοσόπουλος”, στό πλαίσιο τῶν ἐορταστικῶν ἐκδηλώσεων “Παύλεια” τῆς Ι. Μ. Βεροίας, Ναούσης καί Καμπανίας. 52. Δεβρελῆς 2014, 52. - 311 -


νάσιο Παναγιωτίδη53, σέ κάποιο χρονικό διάστημα μετά τή Μεγάλη Ἐβδομάδα τοῦ 1951. Μέ τόν Παναγιωτίδη μάλιστα, μέ τόν ὁποίο γνωρίζονταν ἀπό τήν Πόλη, καθώς είχαν τούς ίδιους δασκάλους τήν ίδια περίπου περίοδο54, συνεργάστηκαν στό πλαίσιο τῆς “Βυζαντινῆς Συμφωνίας”, πού πραγματοποιήθηκε τό 1955 στό Βασιλικό Θέατρο Θεσσαλονίκης, συμμετέχοντας ὡς χορωδός τοῦ 40μελοῦς χοροῦ τοῦ Σωματείου Ἱεροψαλτῶν Θεσσαλονίκης (Εἰκ. 12). Στήν Ἁγία Σοφία ὁ Δάφφας βρήκε τόν ἀριστερό τοῦ Παναγιωτίδη Νικόλαο Ντότσικα55, μέ τόν ὁποίο εἶχαν ἰδιαίτερα καλές καλές σχέσεις56. Ὅπως καί ἐπί τῶν ἡμερῶν τοῦ Παναγιωτίδη57, ὁ Δάφφας ἔψαλλε τίς Κυριακές μόνο τόν Όρθρο, καθώς ὑπῆρχε ἡ συνήθεια στή Λειτουργία νά ψάλλει τετράφωνη χορωδία. Ἡ θητεία του ἔληξε ἄδοξα τήν Κυριακή 14 Σεπτεμβρίου 1952, ὅταν μετά τά ἐγκωμιαστικά λόγια τοῦ μητροπολίτη Παντελεήμονος Α΄ Παπαγεωργίου γιά τό ὕφος καί τήν ἀπόδοσή του, τήν ἐπομένη τό ἐκκλησιαστικό συμβούλιο του κοινοποίησε τήν ἀπόλυσή του, χωρίς μάλιστα νά τήν δικαιολογήσει58. Μετά ἀπό ἔνα δύσκολο διάστημα, δεδομένου ὅτι ὁ Δάφφας ὑπῆρξε κατ’ επάγγελμα ἱεροψάλτης καί δέν εἶχε ἄλλες πηγές ἐσόδων, διορίστηκε τό 53. Στά τέλη τοῦ 1950 ὁ Παναγιωτίδης εἶναι Πρωτοψάλτης τοῦ Μητροπολιτικοῦ Ι. Ν. Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ, βλ. Δεβρελῆς 2016, 105-109. Τό 1951 φέρεται νά ψάλλει τή Μεγάλη Ἐβδομάδα στήν Ἁγία Σοφία, βλ. Δεβρελῆς 2016, 123. Ἔνα χρόνο αργότερα, τό 1952, ἔχει ἐπιστρέψει στή Μητρόπολη, ὅπου ψάλλει τή Μεγάλη Ἐβδομάδα, βλ. Δεβρελῆς 2016, 124. 54. Ὁ Παναγιωτίδης χρημάτισε τό 1919 κανονάρχος τοῦ Δημητρίου Μπαλαμπάνη καί κατόπιν κανονάρχος τοῦ Ἰακώβου Ναυπλιώτου στό Πατριαρχείο, βλ. Δεβρελῆς 2014, 39. 55. Ἀντωνέλλης 1956, 58 καί 131. Ἦταν δικαστικός ἐπιμελητής. Ἔμεινε ἀριστερός ψάλτης καί μετά τήν ἀπομάκρυνση τοῦ Δάφφα, μέ δεξιό τό Χαρίλαο Ταλιαδώρο, ὁ ὁποίος τόν θυμάται μέ τό χαϊδευτικό “γέρο Ντότσικας”. Ὁ γιος του Ἀντώνης Ντότσικας ὑπῆρξε δεξιός ψάλτης στόν Ἅγιο Θεράποντα καί δικηγόρος, βλ. Ἀντωνέλλης 1956, 57 καί 131. 56. Ἡ κόρη τοῦ Δάφφα Μαρία τόν θυμάται νά ἔρχεται συχνά στό σπίτι τούς γιά καφέ μετά τήν ἐκκλησία 57. Βλ. Δεβρελῆς 2014, 42. Το φαινόμενο αὐτό σταμάτησε ἐπί τῶν ἡμερῶν τοῦ Ἄρχοντος κ. Χαριλάου Ταλιαδώρου, σύμφωνα μέ προφορική μαρτυρία τοῦ τελευταίου. 58. Ὁ Δάφφας πληροφορήθηκε μέ ἔκπληξη , σύμφωνα μέ τήν κόρη του Μαρία, τήν ἀντικατάστασή του ἀπό τό νεαρό Χαρίλαο Ταλιαδώρο, τόν ὁποίο εἶχε παλιότερα ἀριστερό του στόν Ἅγιο Θεράποντα. Ἀπό τήν άλλη πλευρά, ὁ ἴδιος ὁ Ἄρχων ἀποδίδει τήν εὐαρέσκεια τοῦ μητροπολίτου Παντελεήμονος Α΄ πρός τό πρόσωπό του στό ταλέντο καί τήν καλλιφωνία του. Ἐρχόμενος ἀπό τήν Ἔδεσσα στή Θεσσαλονίκη τοῦ εἶχε πει: “μόνο σέ δύο ἐκκλησίες εὐχαριστήθηκα ψαλμωδία, στήν Ἁγία Σοφία μέ τόν κύριο Παναγιωτίδη καί στόν Ἅγιο Φανούριο μέ ἐσάς”. - 312 -


1953 στούς Άγιους Δώδεκα Ἀποστόλους59. Σύμφωνα μέ τό ἐξαιρετικό ἀρχείο τοῦ μακαριστοῦ π. Κωνσταντίνου Παπαγιάννη, ψάλτου καί κατόπιν ἐφημερίου τοῦ ὡς ἄνω ναοῦ60 ὁ Δάφφας ἔψαλλε μέ ἀριστερούς του τούς Μιλτιάδη Βλασιάδη (1950-1967), Θεοχάρη Κωνσταντινίδη (1967-1970) καί Γρηγόριο Ἀσβεστᾶ (1970-1976), ὁ ὁποίος καί τόν διαδέχτηκε ὅταν ἀποχώρησε ὁριστικά ἀπό τό ἀναλόγιο τό 197661. Ε. Ὕφος καί καταξίωση Ὁ Δάφφας ἔψαλλε κατά τό ὕφος τοῦ δασκάλου του Ἰακώβου Ναυπλιώτου62, τό ὁποίο καλλιέργησε καί ὡς δομέστικος τοῦ μαθητοῦ τοῦ Ναυπλιώτου Γεωργίου Γαβριηλίδου στόν Ἅγιο Νικόλαο Γαλατά. Δέν ἔλεγε ὅλα τά μαθήματα μέ τόν ἴδιο τρόπο, ἀλλά τροποποιούσε τήν ἔνταση καί τή χροιά τῆς φωνῆς του σύμφωνα μέ τήν ἔννοια τοῦ ποιητικοῦ κειμένου, προκειμένου νά καλλιεργήσει ἀτμόσφαιρα κατάνυξης καί νά βοηθήσει τούς πιστούς νά προσευχηθούν63. Δέν εἶχε μαθητές μέ τή στενή ἔννοια τοῦ ὅρου64, οὔτε χορωδία ἤ πολ59. Ἀντωνέλλης 1956, 56. 60. Ὡς λαϊκός, ὁ Βύρων-Κωνσταντίνος Παπαγιάννης (1947-1950) ὑπῆρξε λαμπαδάριος τοῦ ναοῦ μέ δεξιό τόν Ἀπόστολο Βλασιάδη (1942-1953) πρίν ἔρθει ὁ Δάφφας. Εὐχαριστώ θερμά γιά τίς πληροφορίες τό γιο τοῦ μακαριστοῦ π. Κωνσταντίνου, Ἀντώνιο Παπαγιάννη, ὁ ὁποίος μάλιστα πρόλαβε γιά λίγα χρόνια τόν Δάφφα. 61. Σέ τηλεφωνική μας ἐπικοινωνία ὁ Γρηγόριος Ἀσβεστᾶς ὑποστήριξε ὅτι ἡ ἀποχώρηση τοῦ Δάφφα ὀφείλεται στή δημιουργία, ἀπό πλευρᾶς του, χορωδίας στό ἀριστερό ἀναλόγιο. Ἡ χορωδιακή ἀπόδοση τῶν ύμνων ἄρεσε περισσότερο στό ἐκκλησίασμα, σύμφωνα μέ τή μόδα τῆς ἐποχῆς, μέ ἀποτέλεσμα νά ζητήσουν ἀπό τόν προϊστάμενο τοῦ ναοῦ νά ψάλλει ὁ ἀριστερός χορός τά μαθήματα τοῦ δεξιοῦ. Αὐτό ὅπως ἦταν ἀναμενόμενο στενοχώρησε τό Δάφφα, πού λίγο ἀργότερα παραιτήθηκε. 62. “Ἐξαίρετος δάσκαλος, ἀνέλυε τά μουσικά σημάδια ὄχι κατά τό δοκοῦν κάθε φορά, ἀλλά κάνοντας τήν ἴδια ἀνάλυση τῶν ἄχρονων ὑποστάσεων ὅπως τίς εἶχε διδαχτεί ἀπό τούς παλαιούς μουσικοδιδασκάλους σέ κάθε μέλος πού ἔψαλλε”, βλ. Χατζόπουλος 2001, 159-160. 63. Σύμφωνα μέ τήν κόρη του Μαρία, κατά τήν περίοδο τῆς Τεσσαρακοστῆς καί ἰδιαιτέρως κατά τή Μεγάλη Ἐβδομάδα ἦταν πολύ πιο “κατανυκτικός”. 64. Ἡ φερόμενη μαθητεία τοῦ Ἄρχοντος κ. Χαριλάου Ταλιδώρου στό Δάφφα, βλ. παραπάνω σημ. 49, δέν ἔχει ἐπιβεβαιωθεί. Ὁ πρώτος του ἐξάδελφος Σωκράτῆς Πάικος, θά μπορούσε ἴσως νά χαρακτηριστεί μέ τήν εὐρύτερη ἔννοια μαθητής τοῦ Δάφφα. Μολονότι δέν διδάχτηκε τήν ἐκκλησιαστική μουσική σέ κάποια σχολή, ὑπῆρξε γιά ἀρκετά χρόνια αὐτήκοος καί βοηθός τοῦ Δάφφα στούς Δώδεκα Ἀποστόλους, ἀπό τόν ὁποίο καί παρέλαβε ἐξ ἀκοῆς τό ὕφος τοῦ Ναυπλιώτου, ψάλλοντας μάλιστα ἀπό στήθους τά μαθήματα. Στόν Σωκράτη Πάικο, πού εὐτύχησα νά γνωρίσω προσωπικά καί νά συμψάλλω μαζί του, κατά τή διάρκεια τῆς διακονίας μου στό ἀριστερό ἀναλόγιο - 313 -


λούς βοηθούς στό ἀναλόγιο, ἐνῶ δέν ἔτρεφε ἰδιαίτερη ἀγάπη γιά τό ἰσοκράτημα. Δέν ἔκανε καί δέν του ἄρεσε οὔτε νά βλέπει νά κάνουν χειρονομίες ή ἀνοίκειες καί περιττές κινήσεις πάνω στό ἀναλόγιο65. Ἔψαλε τά πάντα ἀπό μνήμης καί ποτέ δέν ἄνοιγε βιβλίο, γεγονός πού ἐπιβεβαιώνει καί ὁ τελευταίος ἀριστερός του Γρηγόριος Ἀσβεστᾶς. Τά μόνα βιβλία πού ὑπάρχουν στή βιβλιοθήκη τῆς οἰκίας του, ἡ Μουσική Συλλογή τοῦ Γεωργίου Προγάκη, τό Δοξαστάριο τοῦ Ἰακώβου Πρωτοψάλτου καί τό Μεγάλο Τυπικό τῆς Μ.τ.Χ.Ε. τοῦ Γεωργίου Βιολάκη, τά ἔφερε ἀπό τήν Πόλη καί εἶναι αὐτά πού χρησιμοποιούσε στήν Πατριαρχική Μουσική Σχολή66. Στό διαδίκτυο ἔχει ἀναρτηθεί ἔνα Τρισάγιον τοῦ Ἀποστόλου σέ ἦχο πλάγιο τοῦ πρώτου καί ἔνα Δύναμις σέ ἦχο πρώτο, τά ὁποία ἀποδίδονται στόν Γεώργιο Δάφφα μέ ἡμερομηνία 23 Νοεμβρίου 194467 καί φέρονται νά προέρχονται ἀπό τή γνωστή συλλογή τοῦ μαθητοῦ τοῦ Πρίγγου Ἀθανασίου Πολίτη, στήν ὁποία δέν ἀποκλείεται νά ὑπάρχουν καί ἄλλες συνθέσεις του68. Δέν ὑπάρχουν πολλές ἠχογραφήσεις τοῦ Δάφφα, δεδομένων τῶν πενιχρῶν μέσων ἠχοληψίας τῆς ἐποχῆς του, παρά μόνο κάποιες ἐρασιτεχνικές ἠχογραφήσεις στόν Ἅγιο Φανούριο, τόν ὁποίο ἐπισκεπτόταν ἀρκετά συχνά μετά τήν συνταξιοδότησή του69, καθώς ἐπίσης καί μετρημένα ἠχητικά ἀποσπάσματα στό προσωπικό ἀρχείο τοῦ στενοῦ του φίλου Λυκούργου Πετρίδη. Ὁ Δάφφας ἔμεινε γνωστός γιά τήν ταπεινότητά του70. Δέν ἐπεδίωξε τήν τῆς παλιᾶς Ὁσίας Ξένης Χαριλάου τήν περίοδο 2011-2013, ἀφιερώνω τήν παρούσα εἰσήγηση. 65. Αὐτή ἡ ἀκινησία ἀποτελεί ἄλλο ἔνα τεκμήριο μαθητείας τοῦ Δάφφα στόν Ἰάκωβο Ναυπλιώτη, καθώς κατά μαρτυρία τοῦ Ἄρχοντος κ. Χαριλάου Ταλιαδώρου “αὐτός πού ἔψελνε τελείως ακίνητος στό ἀναλόγιο ἦταν ὁ Ναυπλιώτης”. 66. Σύμφωνα μέ τήν κόρη τοῦ Δάφφα Μαρία, μέρος των βιβλίων πού ἔφερε ἀπό τήν Πόλη τά χάρισε στόν ἀδελφό του Γρηγοράκη, ἐμπειρικό ψάλτη στήν Καισαριανή τῆς Ἀθήνας. 67. http://psalmodi.blogspot.gr/2012/11/blog-post_24.html 68. Ἡ κόρη του Μαρία πιθανολογεί τήν ὕπαρξη μουσικῶν χειρόγραφων σημειώσεων τοῦ Δάφφα στό πατρικό τούς σπίτι, τά ὁποία δυστυχῶς δέν στάθηκε δυνατόν νά ἐξετάσω 69. Πρόκειται γιά μία μπομπίνα, τήν ὁποία ψηφιοποίησε ὁ καλός φίλος Κώστας Πανουσάκης, πού εἶχε τήν τύχη νά ἀκούσει τό Δάφφα γιά τρία χρόνια 1983-1986, ὅταν ἀνέλαβε ἀριστερός ψάλτης στόν Ἅγιο Φανούριο. Ἀπό τόν ἴδιο ναό ἔχουμε μερικές ἀκόμη ἠχογραφήσεις τοῦ Δάφφα κατά τόν Ἀκάθιστο του 1979 καί τήν Κυριακή 25 Σεπτεμβρίου 1983. 70. Αὐτός ἴσως ἦταν καί ὁ κύριος λόγος γιά τόν ὁποίο δέν ἔγινε εὐρύτερα γνωστός ὁ σπουδαίος αὐτός ψάλτης, σέ συνδυασμό φυσικά μέ τό ὅτι δέν ὑπῆρξε ἐκδότης καί δάσκαλος. - 314 -


αὐτοπροβολή καί ποτέ δέν διεκδίκησε γιά τόν ἑαυτό του μία καλύτερη θέση σέ πιο κεντρικό ναό τῆς Θεσσαλονίκης. Κέρδισε τό σεβασμό τοῦ ἱεροψαλτικοῦ καί ἱερατικοῦ κόσμου, καθώς ἡ σχέση του μέ τούς συναδέλφους καί τούς ἱερεῖς ἦταν ἄριστη71. Τό 1960 ἔχαιρε τοῦ σεβασμοῦ καί τῆς ἀναγνώρισης τῶν συναδέλφων του ἱεροψαλτῶν τῆς Θεσσαλονίκης (Εἰκ. 14), οἱ οποίοι τόν τίμησαν ἐκλέγοντάς τόν στό διοικητικό συμβούλιο τοῦ ἱστορικοῦ τούς σωματείου72 (Εἰκ. 13). Ἦταν ἀφιερωμένος στή διακονία τοῦ ἀναλογίου73, παρά τις οἰκογενειακές του ὑποχρεώσεις. Πίστευε βαθιά στό Θεό καί ὑπῆρξε άνθρωπος τῆς προσφορᾶς74. Ὁ Παναγιώτατος Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Παντελεήμων Β΄ Χρυσοφάκης ἐκτιμούσε ἰδιαιτέρως τό Δάφφα (Εἰκ. 15) καί τόν τίμησε μέ τό μετάλλιο τοῦ Ἁγίου Δημητρίου τοῦ Μυροβλύτη στίς 30 Μαΐου 1981. Λίγο ἀργότερα, ὁ Πατριάρχης Δημήτριος, διά χειρός πάλι τοῦ Παντελεήμονος Β΄, ἀπένειμε στό Δάφφα (Εἰκ. 16) τό ὀφφίκιο τοῦ Ἄρχοντος Πρωτοψάλτου τῆς Ἁγιωτάτης Ἀρχιεπισκοπῆς Κωνσταντινουπόλεως στίς 5 Νοεμβρίου 198175. Ἡ τελετή χειροθεσίας του ἔγινε στόν πανηγυρικό ἑσπερινό τῆς Ἁγίας Βαρβάρας στίς 2 Δεκεμβρίου 1981, κατά τήν ὁποία παραδοσιακά ἑορτάζει τό Σωματείο Ἱεροψαλτῶν Θεσσαλονίκης τόν προστάτη του Ἅγιο Ἰωάννη Δαμασκηνό καί τελεί τήν καθιερωμένη ἀρτοκλασία. 71. Παρά τόν ἄκομψο τρόπο ἀντικατάστασής του στό ἀναλόγιο τῆς Ἁγίας Σοφίας, όχι μόνο δέν κράτησε κακία στό Χαρίλαο Ταλιαδώρο, ἀλλά συνεργάστηκε μαζί του, μέ τήν ιδιότητα μάλιστα τοῦ χορωδοῦ, στίς συναυλίες πού ἔδωσε ὁ ἐκατονταμελής χορός τοῦ Σωματείου Ἱεροψαλτῶν Θεσσαλονίκης στό Ἡρώδειο καί στήν Πάτρα τό 1971. Σέ κάποιους Χαιρετισμούς μετά τή συνταξιοδότησή του ὁ Δάφφας ἐπισκέφτηκε τό ἀναλόγιο τῆς Ἁγίας Σοφίας καί αφού ἔψαλλε καί τούς ἐντυπωσίασε, ὁ Ἄρχων κ. Χαρίλαος Ταλιαδώρος τοῦ εἶπε “Δάσκαλε πολύ ωραία κρατιέσαι, σ’ αὐτή τήν ηλικία”. Τοῦ γεγονότος αὐτοῦ αὐτήκοος μάρτυρας ὑπῆρξε ὁ ἀδερφός του Ἀσημῆ Πάγκαλτσου, Ἀνέστης. 72. Βλ. Δεβρελῆς 2014, 52. 73. Στούς Δώδεκα Ἀποστόλους ὁ Δάφφας ἔκανε συχνά διπλούς Χαιρετισμούς καί διπλές Λειτουργίες, ὅπως ἡ ἐτήσια Λειτουργία τῆς Βοϊακῆς Ἐστίας Θεσσαλονίκης, πού γινόταν τήν περίοδο 1961-1974. Ίσως ὁ λόγος πού ἔψαλλε ὁ Δάφφας ἦταν γιά νά τιμήσει τή μνήμη τοῦ πατέρα του, πού καταγόταν ἀπό τή Σιάτιστα, ἡ ὁποία ὑπάγεται στήν επαρχία Βοΐου. 74. Ἀντικατέστησε πολλάκις ἀφιλοκερδώς τόν καθηλωμένο ψάλτη τῆς Ἁγίας Βαρβάρας καί μαθητή του Χρυσάνθου Θεοδοσοπούλου, ὅπως καί τόν μαθητή τοῦ Λυκούργου Πετρίδη, πρωτοψάλτη τοῦ Ἁγίου Ἐλευθερίου, τόν ὁποίο κάλυψε γιά νά μήν χάσει τή θέση του, ὅταν τόν κάλεσαν στήν ἐπιστράτευση. 75. Ἀξίζει νά σημειωθεί ὅτι ἦταν ὁ τέταρτος πού ἔλαβε ὀφφίκιο στή Θεσσαλονίκη, μετά τούς Χρύσανθο Θεοδοσόπουλο (19-8-1975), Χαρίλαο Ταλιαδώρο (9-1-1980) καί Ἀθανάσιο Καρμάνη (9-5-1981). - 315 -


ΣΤ. Ἐπίλογος Ὁ Γεώργιος Δάφφας ἐκοιμήθη τήν 1η Ἀπριλίου 1986. Ἡ ἐξόδιος ἀκολουθία ἐψάλη στόν ἱερό ναό Κυρίλλου καί Μεθοδίου, χοροστατούντος τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Μιλήτου, ὡς ἐκπροσώπου τοῦ Οικουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Δημητρίου, καί συμπροσευχομένου τοῦ ἐπιχωρίου Παναγιωτάτου Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης Παντελεήμονος Β΄ Χρυσοφάκη. Τούς ὕμνους τῆς νεκρώσιμης ἀκολουθίας ἔψαλλαν οἱ Ἄρχοντες Χαρίλαος Ταλιαδώρος καί Χρύσανθος Θεοδοσόπουλος. Αὐτή ὑπῆρξε, μέ βάση τή μέχρι στιγμῆς ἔρευνα, ἡ παρουσία τοῦ Γεωργίου Δάφφα στήν ψαλτική ζωή τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί τῆς Θεσσαλονίκης. Μέ ἐξαιρετική μουσική παιδεία καί τούς καλύτερους ἴσως δασκάλους ψαλτικῆς πού θά μπορούσε νά ἔχει κανείς, ὁ Γεώργιος Δάφφας μετέφερε τά ἀκούσματά του ἀπό τήν Κωνσταντινούπολη καί μετέδωσε τόν ἰδιαίτερο τρόπο ἑρμηνείας τοῦ Πολίτικου ὕφους στήν ψαλτική παράδοση τῆς Θεσσαλονίκης. Ὁ χαμηλῶν τόνων χαρακτῆρας καί ἡ σεμνότητά του δέν τόν ἐπέτρεψαν νά γίνει περισσότερο γνωστός καί φρονῶ ὅτι ἡ προσφορά τοῦ δέν εκτιμήθηκε όσο θά ἔπρεπε. Τό ἦθος καί ἡ ἀκεραιότητα τοῦ χαρακτῆρα του, σέ συνδυασμό μέ τή βαθιά πίστη του στά θεία κείμενα πού ἑρμήνευε πάνω στό αναλόγιο, ἀποτελεῖ ζηλευτό πρότυπο καί παράδειγμα πρός μίμηση γιά ὅλους μας. Θεσσαλονίκῃ, 25 Μαρτίου 2017 Παναγιώτης Χοβαρδᾶς Ζ. Σύντομη βιβλιογραφία Ἀντωνέλλης 1956: Ἀντωνέλλης Π. Σ. Ἡ Βυζαντινή Ἐκκλησιαστική Μουσική (Ἀθήνα 1956). Γεωργιάδης 1934: Γεωργιάδης Θ., Νέον Δοξαστάριον, τ. Α΄ (Θεσσσαλονίκη 1934). Δεβρελῆς 2014: Δεβρελῆς Ἀ., Πηδάλιον Βυζαντινῆς Μουσικῆς, Μορφές, Οἱ Πολύφωτοι Ἀστέρες τῆς Πανιέρου Ψαλτικῆς Ἐπιστήμης οἱ διαλάμψαντες κατά τόν Κ΄ αἰώνα (Θεσσαλονίκη 2014). Δεβρελῆς 2016: Πηδάλιον Βυζαντινῆς Μουσικῆς, Μνήμες, Περιγραφή τῶν παιδιόθεν καί μέχρι βαθέος γήρατός μου γεγονότων (Θεσσαλονίκη 2016). Παπαμανωλάκης 1996: Παπαμανωλάκης Σ., “Κωνσταντίνος Πρίγγος, Ἄρχων Πρωτοψάλτης τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας 1892-1964” στό Σύνδεσμος τῶν ἐν Ἀθήναις Μεγαλοσχολιτῶν (επιμ.), Οἱ ψάλτες τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, (Ἀθήνα 1996). Τσιούνης 2000: Τσιούνης Χ. Ἀ., Θρασύβουλος Στανίτσας, Ἄρχων Πρωτοψάλτης τῆς Μ.Χ.Ε., 1910-1987 (Ἀθήνα 2000). Χατζόπουλος 2001: Χατζόπουλος Ἀ., Ἡ Ἐκκλησιαστική Μουσική Παιδεία στήν Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως κατά τόν 19ο καί 20ό αἰώνα (ἀδημοσίευτη διδακτορική διατριβή, Τμήμα Θεολογίας Α.Π.Θ., Ἀλεξανδρούπολη 2001). - 316 -


Ἡ. Κατάλογος εἰκόνων Εἰκ. 1: Τό Απολυτήριο τοῦ Γεωργίου Δάφφα ἀπό τήν Ἐκκλησιαστική Μουσική Σχολή τοῦ ἐν Κωνσταντινουπόλει Ἐκκλησιαστικοῦ Μουσικοῦ Συλλόγου, μέ βαθμό Ἄριστα, στίς 18 Μαΐου 1923. Ἀρχείο Γεωργίου Δάφφα. Εἰκ. 2: Οἱ απόφοιτοι καί οἱ διδάσκοντες τῆς Μουσικῆς Σχολῆς τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Μουσικοῦ Συλλόγου τοῦ 1923 σέ φωτογραφία ἀπό τό Ἀρχείο τοῦ Συνδέσμου Μουσικοφίλων Κωνσταντινουπόλεως. Βλ. Ἀλυγιζάκης Ἀ. (επιμ.), Βυζαντινή μουσική ὑπό τοῦ Πρωτοψάλτου τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας Ἰακώβου Ναυπλιώτου (Κωνσταντινούπολη 2008), 16-17. Εἰκ. 3: Ὁ Γεώργιος Δάφφας. Στήν πίσω πλευρά τῆς φωτογραφίας ὑπάρχει ἡ ἀφιέρωση: “Τῇ αγαπητή μου θεία Ἀσπασία Πάικου, Ἐνθύμιον Κωνσταντινουπόλεως, Γεώργιος Κ. Δάφας, τῇ 6/4/1925”. Ἀρχείο Ἀσπασίας Πάικου. Εἰκ. 4: Ὁ Γεώργιος Δάφφας μέ τό ράσο του. Ἀρχείο Ιωάννη Πάικου. Εἰκ. 5: Ὁ Γεώργιος Δάφφας. Στήν πίσω πλευρά τῆς φωτογραφίας ὑπάρχει ἡ ἀφιέρωση: “Στήν αγαπητή μου οἰκογένεια, Τζώρτζης”. Ἀρχείο Ιωάννη Πάικου. Εἰκ. 6: Ὁ Γεώργιος Δάφφας. Ἀρχείο Ιωάννη Πάικου. Εἰκ. 7: Ὁ Γεώργιος Δάφφας καί ἡ Εὐφροσύνη Θεοδωράκη. Στήν πίσω πλευρά τῆς φωτογραφίας ὑπάρχει ἡ ἀφιέρωση: “Τῇ σεβαστή μου θεία Ἀσπασία Πάικου, Ἐνθύμιον παντοτινόν, Θεσσαλονίκη, 28 Ἰανουαρίου 1934, Δάφας Γεώργιος καί Εὐφροσύνη Θεοδωράκη”. Ἀρχείο Ἀσπασίας Πάικου. Εἰκ. 8: Ὁ Γεώργιος Δάφφας καί ἡ Εὐφροσύνη Θεοδωράκη, γαμήλια φωτογραφία. Ἀρχείο Ιωάννη Πάικου. Εἰκ. 9: Ἀπόκομμα Ἱεροψαλτικῶν Νέων μέ τό ἄρθρο τοῦ Γεωργίου Ἀ. Τσατσαρώνη, μέ τίτλο “Γιά τή δεκαετία ἀπ' τόν θάνατο τοῦ Κων. Πρίγγου, Ἔνας ἀξέχαστος βυζαντινός ἑσπερινός”. Ἀρχείο Γεωργίου Δάφφα. Εἰκ. 10: Ὁ Γεώργιος Δάφφας. Ἀρχείο Γεωργίου Δάφφα. Εἰκ. 11: Δεβρελῆς 2014, 29. Ὁ Γεώργιος Δάφφας μόλις πού διακρίνεται δεύτερος ἀπό δεξιά, ἑκατέρωθεν τῶν κυρίων Ζαχαρία Πασχαλίδη καί Ἀστερίου Δεβρελῆ. Εἰκ. 12: Δεβρελῆς 2014, 58. Ὁ Γεώργιος Δάφφας μέ τά μέλη τοῦ χοροῦ τῆς Βυζαντινῆς Συμφωνίας τοῦ 1955, στό κέντρο τῆς φωτογραφίας, πίσω ἀπό τόν χοράρχη Ἀθάνασιο Παναγιωτίδη. Εἰκ. 13: Συνέλευση τοῦ Σωματείου Ἱεροψαλτῶν “Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός” στίς 245-1970. Ὁ Γεώργιος Δάφφας στήν πρώτη σειρά, ἑκατέρωθεν τῶν κυρίων Χαριλάου Ταλιαδώρου καί Ἀβραάμ Εὐθυμιάδου. Ἀρχείο Σωματείου Ἱεροψαλτῶν “Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός”. Εἰκ. 14: Δημοσίευμα ἐφημερίδος “Μακεδονία” στίς 24-1-1960. Εἰκ. 15: Ὁ Γεώργιος Δάφφας μέ τό ὀφφίκιο τοῦ Ἄρχοντος Πρωτοψάλτου καί τό μετάλλιο τοῦ Ἁγίου Δημητρίου τοῦ Μυροβλύτη. Ἀρχείο Γεωργίου Δάφφα. Εἰκ. 16: Τό πατριαρχικό πιττάκιο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. Δημητρίου, μέ τό ὁποίο ἀπονέμεται στό Γεώργιο Δάφφα τό ὀφφίκιο τοῦ Ἄρχοντος Πρωτοψάλτου τῆς Ἁγιωτάτης Ἀρχιεπισκοπῆς Κωνσταντινουπόλεως. Ἀρχείο Γεωργίου Δάφφα.

- 317 -


Θ. Εἰκόνες

Εἰκ. 1

Εἰκ. 2

- 318 -


Εἰκ. 3, 4

Εἰκ. 5, 6

Εἰκ. 7, 8 - 319 -


Εἰκ. 9, 10

- 320 -


Εἰκ. 11, 12 - 321 -


Εἰκ. 13, 14, 15

- 322 -


Εἰκ. 16

- 323 -


Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Γορτύνης καί Ἀρκαδίας κ.κ. Μακάριος Ἐκπρόσωπος τῆς Ἱερᾶς Ἐπαρχιακῆς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης


o ψαλτική τέχνη στή σύγχρονη ἐκκλησιαστική καί κοινωνική πραγµατικότητα Σεβ. Μητροπολίτης Γορτύνης καί Oρκαδίας κ. Μακάριος, jκπρόσωπος τῆς Jερᾶς jπαρχιακῆς Συνόδου τῆς jκκλησίας Κρήτης Σεβασμιώτατε Μητροπολῖτα Κισάμου καί Σελίνου, κ. Ἀμφιλόχιε, Ποιμενάρχα τῆς Ἱερᾶς ταύτης Ἐπαρχίας, Πρόεδρε τῆς Ὀρθοδόξου Ἀκαδημίας Κρήτης, κύριε Δήμαρχε καί λοιποί ἐκπρόσωποι ἀρχῶν, ἀγαπητοί πατέρες καί ἀδελφοί, κύριοι Καθηγητές, κύριε Γενικέ Διευθυντά τοῦ Ἱδρύματος τούτου, κύριοι Πρόεδροι τῶν Σωματείων Ἱεροψαλτῶν Νομοῦ Ἡρακλείου, «Ἀνδρέας ὁ Κρήτης», Νομοῦ Χανίων, «Γεώργιος ὁ Κρής», ἀγαπητοί Ἱεροψάλτες, κυρίες καί κύριοι. Πρίν 30 καί πλέον ἔτη, στούς χώρους αὐτοῦ του Ἱδρύματος, πραγματοποιήθηκε τό 1ο Ἱεροψαλτικό Συνέδριο Κρήτης. Τό θυμᾶμαι, διότι εἶχα μετάσχει σέ αὐτό, ὡς λαϊκός φοιτητής. Πέρασαν τόσα χρόνια, ἀπό τότε. Πόσο ἔχουν ἀλλάξει τά πράγματα! Ἡ Ἱερά Ἐπαρχιακή Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης, λαβοῦσα γνώση τῆς διοργάνωσης τοῦ 2ου Ἱεροψαλτικοῦ Συνεδρίου Κρήτης, μέ θέμα: «Ἡ ψαλτική τέχνη στή σύγχρονη ἐκκλησιαστική καί κοινωνική πραγματικότητα», ἀπό τό Σωματεῖο Ἱεροψαλτῶν Νομοῦ Ἡρακλείου, «Ἀνδρέας ὁ Κρήτης» καί ἀπό τόν Σύνδεσμο Ἱεροψαλτῶν Νομοῦ Χανίων, «Γεώργιος ὁ Κρής», ὁμοφώνως ἀποφάσισε, κατόπιν ὑποβολῆς αἰτήματος τῶν ἀναφερθέντων Ἱεροψαλτικῶν φορέων, νά θέσει ὑπό τήν αἰγίδα τῆς τό εἰρημένο Συνέδριο, νά ὁρίσει τήν οὐδενία μου ἐκπρόσωπό της γιά νά μεταφέρω στό Συνέδριο αὐτό τήν εὐλογία τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης καί ἐπίσης νά πῶ δύο λόγια, κατόπιν προτάσεως τῶν αὐτῶν φορέων. Ἐκ μέρους, λοιπόν, τοῦ Σεβασμιωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Κρήτης κ. Εἰρηναίου, Προέδρου τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας μας καί τῶν Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτῶν, τῶν συγκροτούντων τήν Ἱερά Ἐπαρχιακή Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης, χαιρετίζω, μέ χαρά, τό Συνέδριο, μέ θέμα: «Ἡ ψαλτική τέχνη στή σύγχρονη ἐκκλησιαστική καί κοινωνική πραγματικότητα» καί ἔχω τήν ἐξαιρετική τιμή νά μεταφέρω, σέ ὅλους σας, τήν ἁγία εὐλογία καί τίς εὐχές τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης. Ἡ Ἐκκλησία Κρήτης, συγχαίρει τό Σωματεῖο Ἱεροψαλτῶν Νομοῦ Ἡρα- 325 -


κλείου, «Ἀνδρέας ὁ Κρήτης», τόν Σύνδεσμο Ἱεροψαλτῶν Νομοῦ Χανίων, «Γεώργιος ὁ Κρής», τούς κ. κ. Εἰσηγητές καί κάθε ἄνθρωπο πού βοήθησε γιά τήν πραγματοποίηση αὐτοῦ του Συνεδρίου. Ἐδῶ, μία παρένθεση γιά τόν ἐξαιρετικό χῶρο τῆς Ἀκαδημίας, πού εἶναι ἡ αἰτία, θά λέγαμε, νά γίνονται πολλές τέτοιες ὡραῖες συνάξεις. Στό ἀγαπητό πρόσωπο τοῦ Σεβασμιωτάτου, ἁγίου Κισάμου καί Σελίνου, κ. Ἀμφιλοχίου, Προέδρου τῆς Ἀκαδημίας, εὐχαριστοῦμε τήν Ἀκαδημία καί συγχαίρουμε ἐκ μέρους τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης, γιά μία φορά ἀκόμα, γιά τό ἔργο πού ἐπιτελεῖται, σ΄ αὐτόν ἐδῶ τόν χῶρο. Ἡ Ἐκκλησία Κρήτης, μέ τήν ἐξαιρετική αὐτή εὐκαιρία, εὐχαριστεῖ πολύ ὅλους τους Ἱεροψάλτες, Καθηγητές, Δασκάλους καί ἐνασχολουμένους μέ τήν Ἐκκλησιαστική Μουσική, στήν Κρήτη, γιά ὅσα προσφέρουν στήν Τοπική Ἐκκλησία μας, μέ φιλότιμο καί μεράκι, καθώς καί τίς οἰκογένειές τους. Ἡ Τοπική Ἐκκλησία, γνωρίζει πόσο, φιλοτίμως, ἐργάζονται οἱ Ἱεροψάλτες μας καί κάτω ἀπό ποιές δυσκολίες προσφέρουν τό ἔργο τους, πόση ὑπομονή ἀπαιτεῖται γιά νά μάθει κάποιος τή γλώσσα τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς, πόσος ἀγώνας χρειάζεται γιά νά παρουσιασθεῖ κάποια μουσική ἐκδήλωση καί πόσα ἄλλα παρέχουν στίς Ἐνορίες τῆς Κρήτης καί στίς Σχολές Βυζαντινῆς Μουσικῆς. Ὅλοι, λέγει ἡ Ἱερά Σύνοδος, εἶστε καί ἀποτελεῖτε ἕνα ξεχωριστό σύνολο, ἀγωνιζομένων ἀνθρώπων, ὑπέρ τῆς Ἐκκλησίας καί ὑπηρετεῖτε, ὁ κάθε ἕνας ἀπό τή σκοπιά του, τήν ἱερή τέχνη τοῦ ψάλλειν. Εὐχόμεθα, ἐκ μέρους τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης, νά εἶστε εὐλογημένοι, νά εἶναι εὐλογημένοι οἱ καρποί τοῦ Συνεδρίου καί νά θρέψουν πνευματικά, ἐπί πλέον, τήν ἱεροψαλτική οἰκογένεια τῆς Μεγαλονήσου. Τώρα, γιά τό Συνέδριο, θά θέσω μερικές ἄτακτες προσωπικές σκέψεις, ὄχι εἰδικές, πού φαντάζομαι θά ἀναπτύξουν οἱ κ. κ. Εἰσηγητές καί ἐσεῖς ὅλοι. Θά ἤθελα νά ρίξω λίγο φῶς, ἀπό μία ἄλλη ὁπτική γωνία, μέ γενικές σκέψεις. Τό θέμα τοῦ Συνεδρίου, εἶναι ὅτι καλύτερο θά μποροῦσε νά ἐπιλεγεῖ γιά τήν ἐποχή μας, ἕνεκα τοῦ γεγονότος ὅτι ἡ σύγχρονη ζωή καί πραγματικότητα ἐναποθέτει, κάθε μέρα, στήν Ἐκκλησία, κατ’ ἐπέκταση καί στούς ἄμεσους συνεργάτες της, στούς ὁποίους συγκαταλέγεστε καί ἐσεῖς πού ὑπηρετεῖτε τήν Ἐκκλησιαστική Μουσική, ἐναποθέτει προβλήματα, τά ὁποῖα σχηματίζονται ἀπό τά νέα δεδομένα τῆς κοινωνίας, τῆς ζωῆς καί τῶν ἀνθρώπων. Τά νέα δεδομένα εἶναι πάρα πολλά, ἀπό τοῦ χρόνου πού διαμεσολάβησε, μεταξύ του πρώτου καί τοῦ δευτέρου Συνεδρίου σας. Θά μποροῦσα νά παραθέτω διάφορες μουσικολογικές ἑνότητες καί νά σταθῶ σέ μελέτες τῶν ἐνασχολουμένων μέ τήν Ἐκκλησιαστική Μουσική. Ἐπειδή, ὅμως δέν εἶμαι εἰδικός, εἶναι φρονιμότερο, νομίζω, νά ἐκφραστῶ - 326 -


μόνο γενικά καί ἁπλά, μέ γνώμονα τό ἐρέθισμα πού μοῦ δίνει ὁ τίτλος τοῦ Συνεδρίου. Λοιπόν, ἀγαπητοί μου, ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος δέν βιώνει πλέον τή ζωή ὅπως οἱ ἄνθρωποι παλαιοτέρων ἐποχῶν. Ἡ συνείδηση, τό ὑποσυνείδητο καί τό ἀσυνείδητο τῆς ὕπαρξής του, τοῦ ἀνθρώπου, εἶναι γεμάτο ἀπό τή λεγόμενη πληροφορία, σέ τέτοιο βαθμό, πού ἡ κοινωνική πραγματικότητα δέν προλαβαίνει, καλά – καλά, ὅπως γνωρίζετε, νά ἀφομειώσει μία εἴδηση καί ἔρχεται ἀστραπιαία ἡ ἄλλη καί ἡ ἄλλη κ.ο.κ.. Ἀσχέτως, τώρα, τῆς ποιότητας τῶν κάθε μορφῆς εἰδήσεων, μόνο τό πλῆθος τους, δημιουργεῖ ψυχικό κορεσμό, ἀπό τόν ὁποῖο ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος ζητεῖ νά ἀπαλλαγεῖ, νά ἀδειάσει ἀπό τήν κόπωση αὐτή τῆς ψυχῆς, πού ἐναποτίθεται στό συνειδητό, στό ὑποσυνείδητο καί στό ἀσυνείδητο καί ὄχι νά προσθέσει καί ἄλλες πληροφορίες. Πολλά ἔχουν εἰπωθεῖ, πάνω σ΄ αὐτό τό θέμα, ἀλλά θά ἀναφέρω μόνο μία χαρακτηριστική ρήση, πού μ΄ ἀρέσει, τοῦ Νικολάϊ Γκόγκολ Βασίλιεβιτς, (1809-1852), πού ἀπό τότε, μέ τά λίγα μέσα πού ὑπῆρχαν, μέ τή διόραση τῆς ὀρθόδοξης ψυχῆς, ἔγραψε ὅτι: «ἕνα τεράστιο χασμουρητό ἀνοίας θά περικλείσει ὁλόκληρο τόν κόσμο». Αὐτή ἡ ἄνοια, πού εὔκολα ἀνιχνεύεται στή σημερινή κοινωνία τῆς πληροφορίας, μποροῦμε νά τήν κατανοήσουμε καλύτερα ἄν ἀναφέρουμε καί τήν προφητική ρήση, ἑνός συγγραφέα, μέ παγκόσμια ἀκτινοβολία, τοῦ Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, (1821-1881), ὁ ὁποῖος ἔγραψε, στό ἔργο του: «ὁ Μέγας Ἱεροεξεταστής», γιά τήν κοινωνία τῶν ἀνθρώπων ὅτι θά γίνει μία: «...γενική καί ὁμονοοῦσα μυρμηγκοφωλιά. Γιατί ἡ ἀνάγκη γιά μία παγκόσμια συνένωση εἶναι τό τρίτο καί τελευταῖο μαρτύριο τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης». Γιά τή λέξη «τρίτο», φέρετε στόν νοῦ τούς πειρασμούς τοῦ Χριστοῦ στήν ἔρημο. Αὐτό τό περιβάλλον, τώρα, τοῦ «μαρτυρίου τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης», τοῦ σχηματισμοῦ «μίας παγκόσμιας συνένωσης», ὁμοιάζει ὄντως μέ μία «γενική καί ὁμονοοῦσα μυρμηγκοφωλιά». Ἡ ἐσωτερική πλήρωση τοῦ ἀνθρώπου ὁδηγεῖται, ὅπως διάβασα, πρό ἐτῶν, σέ ἕνα σύγχρονο περιοδικό, τό ὁποῖο εἶχε ἕνα χαρακτηριστικό, προτρεπτικό τίτλο, πού ἔλεγε: «Testing the global Ethic», δηλαδή, ἄς γευθοῦμε τήν παγκόσμια ἠθική. Ὁδηγεῖται αὐτή ἡ «ὁμονοοῦσα μυρμηγκοφωλιά», στή γεύση μίας παγκόσμιας ἠθικῆς. Ἡ ἠθική αὐτή, γιά νά σταθεῖ χρειάζεται μαζανθρώπους καί χωρίς ἄλλο, καταφεύγει στόν πνευματικό συγκρητισμό τῆς σύγχρονης ἀθεΐας, δηλαδή, μέ δύο λόγια, ἔχουμε πλέον τόν τύπο ἀνθρώπου μιᾶς νέας τάξης πραγμάτων πού, ὅλο καί περισσότερο, ὑποχωρεῖ μπροστά στό γρήγορο, στό κερδοφόρο καί στόν ἄτσαλο καλπασμό τοῦ ὑλιστικοῦ μπουχτίσματος. Αὐτό εἶναι, σέ γενικές γραμμές, τό περιβάλλον τῆς σύγχρονης κατάστασης καί μέσα σέ αὐτό πρέπει, τώρα, νά δοῦμε πῶς δρᾶ καί ἡ μουσική - 327 -


πρόσληψη. Κάθε ἄλλη προσέγγιση πού δέν θέλει νά δεῖ τό γενικότερο αὐτό περιβάλλον, μᾶλλον προτιμᾶ νά ἀπομονώνεται αὐτάρεσκα στή θριαμβολογία τοῦ παρελθόντος. Ἡ γενική ποιοτική κατάπτωση τοῦ πολιτισμοῦ τῆς στρατωνισμένης μάζας, ἀποπροσανατολίζει ἀπό κάθε ἰδιαίτερη ποιότητα. Ἡ σύγχρονη ψυχική κόπωση, πού προαναφέραμε, ἔφερε καί τή μουσική τοῦ χάους, ἀφοῦ ἡ ψυχή ἀπό τήν ὑπερπλήρωση τῆς προρρηθείσης πληροφορίας, τῆς ἄλογης χρήσης τῆς ὕλης καί γενικά του ἄγχους ἐκβάλλει σέ αὐτό, ὡς ἀντίδραση ἀπό τήν ἀσθένειά της, πού γίνεται: ἄγχος–ἀγχόνη. Μπροστά σέ αὐτή τήν ἐκρηκτική κατάσταση, ὅλοι ἐμεῖς, ἀπό πλευρᾶς τῆς Ἐκκλησίας, συνήθως, ἀντιτάσσουμε τήν παράδοση καί στήν περίπτωση τῆς μουσικῆς, τήν Ἐκκλησιαστική Μουσική ἤ τήν εὐρύτερη Βυζαντινή Μουσική. Πολύ σωστά. Τίθεται, ὅμως, τό ἐρώτημα καί τά λέω μέ συστολή, ξέροντας ποιοί μέ ἀκούουν: ἄραγε τό ὅτι πρόκειται περί παραδόσεως, ὡς ἱστορική συνείδηση, αὐτό φτάνει γιά νά ἀδειάσει τήν ψυχή ἀπό τή σύγχρονη κόπωση; Πῶς ἐνεργοῦσε ἡ μουσική στή λατρεία; Παραπέμπω στό βιβλίο τοῦ Γεώργιου Ι. Παπαδόπουλου, Προέδρου τοῦ ἐν Κων/πόλει Μουσικοῦ Συλλόγου, «Ὀρφέως», ὑπό τόν τίτλο: «Συμβολαί εἰς τήν ἱστορίαν τῆς πάρ’ ἡμῖν ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς», ἔτος ἔκδοσης, 1890. Δηλαδή καί μόνο τό ὅτι εἶναι παράδοση καί στήν περίπτωσή μας μουσική παράδοση, σημαίνει ὅτι θά περάσει διαφορετικά ἤ εὐκολότερα, ἀπό ἄλλες πληροφορίες, σήμερα, μέσα στήν ψυχή; Φυσικά καί ὄχι, καθώς στήν ἐποχή ἐτούτη, ὅπως ξέρετε, ὅλα τίθενται ὑπό τό πρίσμα τῆς ἀμφισβήτησης καί πέφτουν καί χάνονται μέσα στό κενό της καταναλωτικῆς συνείδησης. Ἡ θέση, ἐκείνη, πού παρουσιάζει τή μουσική μας παράδοση, οὔτε λίγο οὔτε πολύ, κάτι σάν πανάκεια ἤ ὡς ἕνα πεῖσμα τοῦ παρελθόντος ἤ ὡς ἐκτέλεση μίας ἄγευστης ἐπαναληπτικότητας ἤ ὡς ἐπιδερμική νοσταλγία, δέν ὑπάρχει περίπτωση νά μή βρεῖ ἀπέναντί της τή σκληρή σύγχρονη κοινωνική πραγματικότητα πού, ὅπως εἴπαμε, ἄρρωστη ὅπως εἶναι, κουρασμένη ἀπό τό βάρος τῆς πληθύος τῆς κοινωνίας τῆς πληροφορίας, ἐπιζητᾶ τήν ἀνάπαυση στό ἄδειασμα ἀπό τό ὑπέρογκο ψυχικό της φορτίο. Γιά νά τό καταλάβουμε καλύτερα, θά δώσω ἕνα παράδειγμα ἀπό τόν χῶρο μίας ἄλλης ἐκκλησιαστικῆς τέχνης, ἐκείνη τῆς Ἁγιογραφίας. Σέ παλαιότερες ἐποχές οἱ τοῖχοι τῶν ἐκκλησιῶν γέμιζαν ἀπό ἁγιογραφίες. Γιατί; Μά διότι, αὐτό, ἦταν ἕνας τρόπος μετάδοσης τῆς πληροφορίας, τῆς ἐποχῆς ἐκείνης. Ὁ ἄνθρωπος, μέσα στήν ἐκκλησία, ἐλάμβανε πληροφορίες πού δέν τίς εἶχε, ὅπως στή σημερινή ἐποχή καί ἑπομένως καλῶς ἔκανε ἡ τότε ἐκκλησιαστική πραγματικότητα, μέ τό νά πληροφορεῖ μέ αὐτόν τόν τρόπο τόν λαό τοῦ Θεοῦ. - 328 -


Ἀντιθέτως, σήμερα, συμβαίνει κάτι ἄλλο. Ἐπειδή ἡ πληροφορία ἔρχεται, ἀπό πολλές πηγές, σέ βαθμό καταιγιστικό, ὅπως τόν περιγράψαμε παραπάνω, ὁ ἄνθρωπος σήμερα εἰσερχόμενος στήν Ἐκκλησία, ὄχι μόνο ἀδυνατεῖ, ἐκ τῶν πραγμάτων, νά λάβει ἐπί πλέον πληροφορίες, ἀλλά ζητεῖ νά ἀπαλαγεῖ, νά ἀδειάσει, νά ξεκουραστεῖ ἀπό τόν ὑπερκορεσμό τῆς ψυχῆς. Ἐδῶ, τώρα, ἀντί ἡ ἐκκλησιαστική πραγματικότητα νά ἐνανθρωπιστεῖ, νά σαρκωθεῖ (Χριστούγεννα), ὅπως ὁ Κύριος της Ἐκκλησίας, νά πάρει τήν ἀσθένεια καί νά τή θεραπεύσει καί νά βρεῖ ἄλλους συμβατούς τρόπους γιά νά μεταφέρει τήν πληροφορία, τί κάνει; Ἀντιστέκεται, προβάλλουσα ἰδεολογικά τήν παράδοση, ὡς ἱστορική συνείδηση. Πῶς; Ἁγιογραφώντας, σήμερα, μέχρι καί τήν τελευταία γωνία κάθε ἐπιφάνειας τοῦ λειτουργικοῦ χώρου, χωρίς νά ἀφήνει οὔτε ἕνα, ἔστω, μικρό σημεῖο πού νά μή τό γεμίζει. Πολλάκις, μάλιστα, μή ὑπακούοντας στό τί κομίζει αὐτή ἡ παράδοση, τί θέλει νά πεῖ ὅταν τοποθετεῖ σέ κάποιο συγκεκριμένο σημεῖο τοῦ Ναοῦ, αὐτό ἤ τό ἄλλο ἁγιογραφικό θέμα, κατασκευάζει, ἡ ἁγιογραφία στήν ἐποχή μας, ἄγευστες, ἐν πολλοῖς, ἀντιγραφές, ὄχι παντοῦ, πού ἄλλοτε εἶναι πρωτοτυπίες πού προξενοῦν τουλάχιστον τόν γέλωτα στούς ἐπαΐοντας, ἄλλοτε δέ μεγαλώνει τό χάσμα μεταξύ τοῦ τί συμβαίνει γύρω, μέ χρωματογραφία, πού μόνο υἱοθέτηση τοῦ σύγχρονου «κίτς» μπορεῖ νά ὀνομαστεῖ, τῆς ἰδιάζουσας ἐκκλησιαστικῆς ἀδιαφορίας. Κατά συνέπεια, ἡ παράδοση ἔτσι δέν ζωοποιεῖ, δέν γίνεται βοηθός γιά νά εἰσέλθει ἡ ψυχή στόν χῶρο τοῦ μυστηρίου τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ, ἀλλά πρόξενος ἀπαξίωσής της, ἀφοῦ δέν προσεγγίζεται μέ συνείδηση σχέσης, ἀλλά μέ συνείδηση, κατ’ οὐσίαν, διακοσμητική. Ἀκριβῶς ὅ,τι συμβαίνει, στήν ἐποχή μας, καί μέ τά θεολογικά πράγματα, γενικά μπορῶ νά πῶ, ὅτι ἐνῶ ἀσχολοῦνται μέ τά βάθη τά παραδοσιακά, στήν πράξη θά λέγαμε ὅτι ἡ χριστιανική πραγματικότητα ἐνεργεῖ μόνο μέ ἕνα ξερό μεταπρατικό τρόπο, παραβλέποντας τό τραῦμα τῆς συνείδησης, τοῦ ὑποσυνείδητου καί τοῦ ἀσυνείδητου του ἀνθρώπου τῆς ἐποχῆς αὐτῆς, καλώντας στήν ἀποδοχή τῆς παράδοσης, ἐντελῶς σχηματικά. Μέ ὅλες τίς παραπάνω, ἀπό δῶ καί ἀπό κεῖ, μικρές καί σκόρπιες ἀνταύγειες, ἑνός ἁπλοῦ καί μόνον προβληματισμοῦ, ὅπως τοῦ παραδείγματος τῆς Ἁγιογραφίας, τολμῶ νά θέσω καί γιά τόν χῶρο τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς τήν αὐτή προβληματική: Τί μπορεῖ νά κάνει, ὅπως λέει ὁ τίτλος τοῦ Συνεδρίου, ἡ ψαλτική τέχνη στή σύγχρονη ἐκκλησιαστική καί κοινωνική πραγματικότητα; Ἐπιτρέψτε μου, ἕνα προσωπικό τόνο. Δάσκαλός μου στή μουσική, ὑπῆρξε ὁ κ. Δημήτριος Νεραντζῆς, καθώς καί ἄλλων φίλων καί ἐξαιρετικῶν συμμαθητῶν μου. Αὐτός, ὡς ἕνας παραδοσιακός Δάσκαλος καί ἱεροφάντης τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς, μοῦ ἔδειξε ὄχι ἁπλῶς τήν ἱστορική συνείδηση, - 329 -


ἀλλά τήν «μουσικήν ἐπιτηδείαν», τῆς Ἁγίας του Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας, τόν εὐγνωμονῶ αἰωνίως ὄχι μόνο γιά αὐτό, ἀλλά καί διότι μέσα ἀπό αὐτό, βοηθήθηκα ἔμπρακτα, (σχέση) καί ὄχι ἰδεολογικά, (ἱστορική συνείδηση), γιά τήν περαιτέρω προσέγγιση τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἐκκλησίας. Ὁδηγήθηκα, βαθύτερα, ἐκεῖ πού ὁ λόγος ἐπενδύεται μέ ψαλμούς καί ὕμνους, μέ καθαρά λειτουργικό τρόπο καί ἐκεῖ πού ἡ ὕπαρξη διψᾶ νά ἀνάγεται στή δοξολογία τοῦ Θεοῦ. Κάθε ἕνας ἀπό ἐσᾶς τό ζεῖ καί τό ξέρει αὐτό τό αἴσθημα. Ἀναφερόμενος, στόν σεβαστό Δάσκαλό μου, δέν μπορῶ νά μήν ἀναφερθῶ παράλληλα στόν ἀοίδιμο Ἀρχιεπίσκοπο Κρήτης Εὐγένιο, τή σύγχρονη αὐτή δεξαμενή τῆς ἔμπρακτης παραδοσιακῆς εὐλάβειας τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης, ὁ ὁποῖος ἔγινε ἡ αἰτία νά ἔχομε στήν Κρήτη τόν Δημήτριο Νεραντζῆ, αὐτός πού τόν κράτησε κοντά μας, ἀφήνοντας στήν ἄκρη τήν ἐκκλησιαστική μιζέρια τῆς ἐποχῆς ἐκείνης, ἐννοῶ κληρικούς καί λαϊκούς, αὐτή πού ἐμποδίζει τήν ἀνάπτυξη τοῦ ἔργου καί τῶν Ἱεροψαλτῶν, αὐτό τήν ἐμποδίζει. Σέ αὐτό τό σημεῖο, ἀφοῦ κάναμε ἀναφορά στόν Κρήτης Εὐγένιο, νά κάνουμε ἀναφορά καί σέ ὅλους τους λοιπούς φίλους της Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς, αὐτούς πού δέν εἶναι σ’ αὐτή τή ζωή καί φυσικά σ’ ἐκείνους τούς μακαριστούς Δασκάλους τῆς Μουσικῆς μας, πού βρίσκονται στήν ἄλλη ζωή. Ἄς εἶναι αἰωνία ἡ μνήμη τους! Βλέπετε, ἡ ἀνθρώπινη ἀδυναμία καί ἡ ἀπώλεια τῆς λεπτότητας, (sensibilite), εὐαισθησίας, τῆς ψυχῆς ἀπό τήν κακή ἐξοικείωση μέ τά θεῖα, μπορεῖ νά φθάσει στήν πνευματική ἀφασία. Τό ἔζησα αὐτό ὡς μαθητής, κοντά στόν Δάσκαλό μου. Δέν εἶναι, λοιπόν, μόνο τό φορτίο τῆς βεβαρημένης πνευματικῆς ἀτμόσφαιρας τῆς ἐποχῆς μας, ὡς προείπαμε, ἀλλά καί ἡ ἐσωτερική ἀνεπάρκειά μας πού δέν ἀναγνωρίζει, τί ἀξία ἔχουν οἱ ἐκκλησιαστικές τέχνες, πού δέν ἔχει τή δύναμη νά ἀξιολογήσει ὅτι, μέσῳ αὐτῶν μπορεῖ, νά κάνει θαύματα καί νά μεταδώσει τόσα, ὅσα δέν μπορεῖ ἀκόμα καί ἕνας πολύ καλά πειθαρχημένος λόγος νά μεταδώσει καί πού, δυστυχῶς, δέν κατανοεῖ ὅτι ἡ Ἐκκλησιαστική Μουσική δέν εἶναι μουσική ὑπόκρουση, γιά νά τελέσει ὁ λειτουργός τίς Ἱερές Ἀκολουθίες, τή Θεία Λειτουργία καί τά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά ἔμπρακτη θεολογία. Ἄν, λοιπόν, κρατήσουμε τό ἕνα πόδι πίσω στή μουσική μᾶς παράδοση, ὡς προείπαμε, ὡς θεολογία, πού θεραπεύει καί ὄχι μονάχα ὡς χάρισμα τῆς φωνῆς ἤ τῆς γνώσης τῆς μουσικῆς, πού φυσικά αὐτό σημαίνει ἀνεκκλησίαστο βίωμα καί τό ἄλλο πόδι τό πατήσουμε πάνω στό πεδίο πού θέτει τό θέμα τοῦ Συνεδρίου σας, «Ἡ ψαλτική τέχνη στή σύγχρονη ἐκκλησιαστική καί κοινωνική πραγματικότητα», τότε δημιουργεῖται ἕνας ἐλπιδοφόρος βηματισμός, πού θά μᾶς ἀναγκάζει νά μαρτυρήσουμε εὐθαρσῶς ὅτι χρειάζεται - 330 -


μελέτη, προγραμματισμός καί ἐνίσχυση τῆς μουσικῆς ἐκκλησιαστικῆς παιδείας. Δυστυχῶς, δέν κάνουμε τό καθῆκον μας καί ἀναφέρομαι σέ ὅλες τίς πλευρές καί μέ καλόπιστη κριτική διάθεση. Δέν φτάνουν τά εὐχολόγια, οἱ δέ παρουσιαζόμενες ἐντάσεις, οἱ συνήθεις νεοελληνικές ἐντάσεις, δέν βγάζουν πουθενά. Ἐπί πλέον, ἡ ἐκκλησιαστική μας μουσική εἶναι ἔμπρακτη θεολογία καί ὡς τοιαύτη δέν νοεῖται κεχωρισμένη τῆς λειτουργικῆς ἐπιστήμης. Ἐδῶ θυμοῦμαι, μέ δέος, ὅσα δίδασκε καί ἔλεγε ὁ ἀρίζηλος, μεγάλος σκαπανέας καί Καθηγητής τῆς λειτουργικῆς ἐπιστήμης, ἀείμνηστος Ἰωάννης Φουντούλης, ὁ ὁποῖος μᾶς δίδαξε, ἐκτός τῶν ἄλλων, τό γιατί ἡ χρήση τῆς μουσικῆς ἐκκλησιαστικῆς τέχνης, δέν πρέπει νά ἀφίσταται τῆς ὅλης λατρείας τῆς Ἐκκλησίας, γινόμενη αὐτόνομη ἠθοποιητική ἐπίδειξη. Τό ξέρει πολύ καλά, ὁ πολύ στενός του συνεργάτης, ὁ συντοπίτης μου, Καθηγητής Πανεπιστημίου, κ. Ἀντώνιος Ἀλυγιζάκης, δόκιμος καί ἄξιος ἐργάτης τῆς Μουσικῆς μας, ὁ ὁποῖος μπορεῖ νά σᾶς περιγράψει, μέ τήν ἀκαδημαϊκή του κατάρτιση, τί λάβαμε ὅλοι ἐμεῖς οἱ φοιτητές ἀπό τήν τέλεση τῶν ἀρχαϊκῶν τύπων τῆς λατρείας, στή Θεολογική Σχολή τῆς Θεσσαλονίκης καί τί ἀγγίξαμε ἐν τῇ πράξει, ὡς λειτουργική γεύση, κατά τήν τέλεση τῶν Ἀρχαίων Λειτουργιῶν τῆς Ἐκκλησίας καί τῶν παλαιῶν ἱερῶν Ἀκολουθιῶν, κατά τά τότε λειτουργικά φροντιστήρια, τῆς ἐν λόγῳ Θεολογικῆς Σχολῆς. Τά βιβλία τοῦ Καθηγητῆ Ἀντωνίου Ἀλυγιζάκη, ἀλλά ἰδιαίτερα ἐκεῖνα μέ τίς λειτουργικές ἀσκήσεις, αὐτῶν τῶν ἀρχαϊκῶν τύπων, τῆς λατρείας, δίνουν πολύ χῶρο γιά γόνιμο προβληματισμό σέ σχέση μέ τό σήμερα. Ἀκόμα ἐπιθυμῶ νά ἀναφερθῶ στόν ἕτερο Καθηγητή, τόν κ. Γρηγόριο Στάθη. Δέν θά πῶ γιά τίς ἐξαιρετικές μελέτες του καί τήν ἀξιοσύνη του, δέν εἶμαι ὁ κατάλληλος γιά νά μιλήσω γιά τήν προσφορά του. Θά πῶ μόνο κάτι πού θυμᾶμαι ὡς φοιτητής, στή Θεσσαλονίκη, σέ κάποια μουσική συνάφεια, κατά τήν ὁποία εἶχε ἔλθει ὁ κ. Γρηγόριος Στάθης. Ἐνώπιον ἀρκετῶν διακεκριμένων Ψαλτῶν τῆς Βορείου Ἑλλάδος, εἶχε ἐρωτήσει ἄν γνωρίζουν, πόσα εἶναι τά καταγεγραμμένα χερουβικά ἀπό παλαιά χειρόγραφα, κάποιων συλλογῶν, ἄν θυμᾶμαι καλά. Κανείς δέν γνώριζε καί ὅταν ἀπάντησε, περίπου 1000 χερουβικά, ρώτησε, στή συνέχεια, πόσα ἀπό αὐτά γνώριζαν οἱ παριστάμενοι ψάλτες, φυσικά ἐλάχιστα. Ἐδῶ τώρα, ὅπως καταλαβαίνετε, ὑπαινίσσομαι τήν κατάσταση ἐκείνη τῆς ἐκτύπωσης νέων μουσικῶν συνθέσεων, πού μερικές φορές μάλιστα ὀνομάζονται «πρότυπες». Πῶς ἄραγε ὀνομάζονται «πρότυπες»; Τή στιγμή πού δέν εἶναι, ἀρκούντως, ἐφαρμοσμένα τό Εἰρμολόγιο τοῦ Ἰωάννου, νά λέω ἕνα, καθώς καί ἄλλα κλασικά ἔργα μεγάλων Δασκάλων, τή στιγμή πού τίθεται τό ζήτημα τῆς λεγομένης παλαιᾶς γραφῆς, τῶν παλαιῶν σημαδοφῶν κ.λ.π. καί τή στιγμή πού ἀκόμα - 331 -


καί τά Μοναστήρια, δέν ἀκολουθοῦν τά παλαιά μαθήματα, κακοποιοῦν τά καλούπια τῶν Εἱρμῶν, τῶν Προσομοίων καί τῶν λοιπῶν βάσεων τοῦ Εἰρμολογίου ἤ ἀλλάζουν, μερικοί, τά μουσικά μέτρα ἐπ’ ὠφελείᾳ, ὅπως λένε, τοῦ νοήματος, ὡς νά ἦσαν ἀγράμματοι ἐκεῖνοι πού τά ἔγραψαν κ.λ.π.. Δεῖτε, ἐπίσης, π.χ. τήν περιθωριοποίηση τοῦ σεμνοπρεποῦς λεγομένου «στίλβωτου» τοῦ Δοξασταρίου τοῦ Ἰακώβου καί τή χρήση πολλῶν ἄλλων ὀθνείων συνθέσεων, στίς Ἐνορίες καί στίς Μονές. Αὐτά, στίς μέρες μας, λέγονται παράδοση! Ὡς γνωρίζετε, καλύτερα ἀπό μένα, μποροῦμε νά καταγράψουμε ἕνα πλῆθος ἄκριτων πρωτοτυπιῶν ἐντυπωσιασμοῦ πού ἐπενεργοῦν κακῶς, ὄχι μόνο ἐπιφανειακά, ἐπί τῆς θεμελιακῆς δομῆς τῆς ὑμνολογίας, τῆς λατρείας, τοῦ τυπικοῦ καί τῆς μουσικῆς ἐκτέλεσης, μέ περιφρόνηση πρός τούς παλαιούς, μεγάλους Δασκάλους τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς, μέ τή σύνθεση ἡδυπαθῶν, θυμελικῶν μελῶν. Τί νά πῶ ὅτι, στήν Ἑλλαδική ἐπικράτεια, πᾶνε νά ἀλλοιωθοῦν ὁ τέταρτος καί ὁ δεύτερος ἦχος; Ὅτι πάει νά καθιερωθεῖ, ἐσχάτως, ὁ ἠλεκτρονικός ἰσοκράτης; Ὅτι πάει νά εἰσαχθεῖ ἕνας λειτουργικός συναισθηματισμός, νέων συνθέσεων γοητείας, πολλάκις προερχόμενος ἀπό Μονές, πού ψάλλονται κατά τή διάρκεια τοῦ κοινωνικοῦ –«νόει ἅ λέγω»– καί ὄχι μόνο. Στήν πραγματικότητα, ὑποκρύπτεται ὁ αἰθέρας τοῦ συναισθήματος θρησκευτικῶν τραγουδιῶν, προτεσταντικῆς κατεύθυνσης, μέ μεταλλαγμένο τόν συναισθηματισμό τους, ἀφοῦ καμουφλάρονται καί ντύνονται, στήν ἐποχή μας, μέ ὀρθόδοξα περιβλήματα καί κλίμακες, ἕρποντος ὑποδορίως ἑνός ἐντελῶς ἀντορθόδοξου ἤθους. Χωρίς ὑγιές μουσικό ἐκκλησιαστικό, ὀρθόδοξο φρόνημα, ἐλλοχεύει ὁ κίνδυνος ἡ μουσική τῆς λατρείας νά φθάσει ἕως τοῦ σημείου τοῦ φαντασιακοῦ συναισθήματος, δηλαδή νά γίνει ψυχική νόσος, τύπου μάλιστα μανίας. Πρόκειται, δηλαδή, περί τῆς τμήσης, θεωρίας καί πράξεως, μέ πλοκή σύνθεσης, μόνο περιγραφικῆς δεξιοτεχνίας. Λέει: ὁ Ἅγιος Παΐσιος, ὁ Ἁγιορείτης: «Καταλαβαίνετε τί πάει νά γίνη; Θά φύγη ἡ παράδοση καί θά μείνει ἡ παράβαση! Καταλαβαίνετε πόσο σοβαρό εἶναι αὐτό;», ἐρωτᾶ ὁ Ἅγιος. Καί γιά νά μή νομισθεῖ ὅτι παράδοση εἶναι μόνο ὅτι ξέρουμε γιά τούς τελευταίους αἰῶνες, καλό θά ἦταν νά πᾶμε τό πόδι, πού λέγαμε, πίσω. Αὐτό τό πόδι πρέπει νά πάει ἀκόμα λίγο πιό πίσω, στίς ἀποτεθησαυρισμένες δομές τῆς ἀρχαϊκῆς λατρείας καί σέ σχέση μέ τό σήμερα, νά χαράξουμε μία τέτοια πορεία πού ἀφ’ ἑνός μέν, νά εἶναι ἐν τῇ παραδόσει ἀφ’ ἑτέρου δέ, νά γίνεται εὔληπτη ἀπό τή σύγχρονη κουρασμένη ψυχή πού ἀναζητᾶ τήν ἀνάπαυση τοῦ Θεοῦ. Ἡ σημερινή δομή τῆς λατρείας, ὅπως μᾶς δίδαξε ὁ Καθηγητής Ἰωάννης Φουντούλης, αἰωνία του ἡ μνήμη, ἐγώ λέγω τήν εὐχή του νά ἔχουμε, εἶναι - 332 -


μεῖγμα τοῦ ἀσματικοῦ καί τοῦ μοναχικοῦ τυπικοῦ. Ποιές ἦταν οἱ μελωδίες τοῦ μέν καί ποιές ἦταν οἱ μελωδίες του δέ; Ἔχει ἐνσκήψει σοβαρά ἡ σημερινή ἐκκλησιαστική πραγματικότητα, πάνω σέ αὐτά; Στά λειτουργικά βιβλία, στά λάθη τους, στή συμβολή κυρίως τῶν κληρικῶν, μετά τῶν Ἱεροψαλτῶν, γιά τήν κατάργηση τῆς τάξεως τῆς καθ’ ἡμέραν ἀκολουθίας, ὅταν γίνεται λειτουργική σύναξη καί δέν προβλέπεται διάταξη ἑορτάσιμης ἡμέρας καί ἄλλα τινά. Ποιά ἡ χρήση τῶν ἀργῶν μελῶν, π.χ. ἀργῶν Καταβασιῶν, ἀργῶν Δοξολογιῶν, ἀργῶν Χερουβικῶν κ.λ.π., πού προσωπικά τόσο ἀγαπῶ, σέ σχέση μέ τή σημερινή, (realite), πραγματικότητα; Ἔτσι ἁπλά, θέτω ἕνα ἄλλο ἐρώτημα, γιά ἕνα ἀναστοχασμό τῶν ἱεροψαλτικῶν πραγμάτων. Ἄν συνεχίσει κανείς εἶναι εὔκολο νά ἀπαριθμήσει πολλά καί εἶναι φυσικό νά μέ ἐρωτήσετε: τί κάνει ἡ Ἱερά Σύνοδος; Πολύ εὔλογο τό ἐρώτημα. Ἡ Ἐκκλησία στήν ἐποχή μας, δέν εἶναι ἕτοιμη νά κάνει τίς τομές ἐκεῖνες – ὅταν λέω τομές δέν ἐννοῶ συμβιβασμό μέ τόν ἐκσυγχρονισμό πού εἰσηγοῦνται μερικοί– τίς τομές, λοιπόν, ἐκεῖνες πού εἶναι ἀνάγκη νά γίνουν, προκειμένου νά ἐκκλησιάσει τή ζωή τῶν περισσοτέρων ἀνθρώπων καί δή νέων. Σᾶς τό λέω αὐτό, ἀπό διαπιστώσεις πού ἐξάγονται ἀπό τήν ποιμαντική διακονία. Εἶπαν, κάποτε, στόν Ἀρχιεπίσκοπο Κρήτης Τιμόθεο: «Σεβασμιώτατε, νά ἀρχίζει τό πρωΐ ἡ ἀκολουθία ἀντί στίς 7:00, στίς 7:30, διότι τά ὡράρια τῶν ἀνθρώπων ἄλλαξαν στήν ἐποχή μας». Καί ἐνῶ συμφώνησε, ἀπόλυτα, τό ἤθελε αὐτό, στή συνέχεια, σταμάτησε λίγο, σκέφθηκε καί εἶπε: «Ὄχι, παιδιά μου, γιατί θά μᾶς ποῦν ὅτι ἀλλάζουμε τή θρησκεία»! Εἶναι ὁ φόβος ἀπό τό τραῦμα τῆς νεοελληνικῆς πραγματικότητας, εὐρισκόμενος ἐν τῷ βάθει, συνειδητοῦ, ὑποσυνείδητου καί ἀσυνείδητου, μέ ἀποτέλεσμα νά βλέπουμε στήν πράξη, τή δυσκολία τῆς Ἐκκλησίας νά ἐνεργήσει καί ἀπό τήν ἄλλη τίς θεωρίες διανοούμενων ἤ χαρισματικολογούντων θεληματιῶν, πού ἐκλαμβάνουν τό κάθε τί, μέσα ἀπό τή διάσταση τῆς λεγομένης καταστροφικῆς ἰδιωτικῆς εὐσεβείας καί τῆς ἀνυπακοῆς, τοῦ ἀνεκκλησιάστου βίου. Αὐτός ὁ ὕπουλος ἐκκλησιαστικός τραυματισμός, συμπαρομαρτούντων καί ἄλλων πνευματικῶν κακῶν, ἐκκολάπτουν, κατά τήν ταπεινή μου γνώμη, γιά τήν παράδοση, τήν ὁποία καί σεῖς ὑπηρετεῖτε, συγχωρέστε μου τόν ὅρο, ἕνα εἶδος διακοσμητικοῦ συμβόλου, προκειμένου αὐτοῦ τοῦ εἴδους ἡ νέα παράδοση νά δύναται ἀνενόχλητη νά ἐνεργεῖ κατά τό ἴδιον αὐτῆς θέλημα, ὁσάκις καί ὅποτε καί ὅπως αὐτή νομίζει. Θέλω νά κλείσω, σιγά-σιγά, μέ μία δημοσιευμένη ἐγκύκλιο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, στίς 8 Ἰανουαρίου τοῦ 1880, ἐπειδή ἄκουσα ἀναφορές γιά τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο. Τί εἶναι Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο; Εἶναι ἕνας φορέας ἐξουσίας ἤ ἕνας φορέας μίας λειτουργίας τοῦ Θεοῦ, ἐν - 333 -


τῷ κόσμω, διά τῆς παραδόσεως καί ὄχι ὡς ἐκλαμβάνεται, δηλαδή μόνο ὡς ἱστορικῆς συνείδησης; Λοιπόν, αὐτή ἡ Ἐγκύκλιος, στήν τότε Κωνσταντινούπολη, πού εἶναι ἡ πηγή τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς μας, λέει πρός τους: «Ἐν Κωνσταντινουπόλει ἱεροψάλταις», τήν ὁποία ὑπογράφει ὁ Μέγας Πρωτοσύγκελλος Ἀθανάσιος, λέει: «Συνωδά τῇ προεκδοθείσῃ ἐγκυκλίῳ πρός τούς ἱεροψάλτες τῆς Βασιλευούσης περί τῶν καθηκόντων αὐτῶν, τοῦ σεβασμίου τρόπου τοῦ ἵστασθαι ἐν ταῖς ἱεραῖς ἐκκλησίαις καί ψάλλειν ἐν φωναῖς αἰσίαις, κατά τούς συνοδικούς κανόνας κ.τ.λ. παραγγέλλονται ὑπό τῆς Ἐκκλησίας καί τά ἐφεξῆς ἀπολύτως χρήσιμα, ὡς ἀφορῶντα τό ὁμοιόμορφον τῆς ἱερᾶς ψαλμωδίας πάντων τῶν ἱεροψάλτων, ἐν πάσαις ταῖς ἱεραῖς ἐκκλησίαις. Α'. Πάντων τῶν τοῦ ὅλου ἐνιαυτοῦ δοξαστικῶν, στιχηρῶν, προσομοίων, καθισμάτων, ἀπολυτικίων, εἱρμῶν, κανόνων, καταβασιῶν, ἀργῶν τέ καί συντόμων, τῶν ἐμπεριλαμβανομένων ἐν ταῖς ἱεραῖς βίβλοις τῆς Παρακλητικῆς, τοῦ Τριωδίου, τοῦ Πεντηκοσταρίου, καί τοῖς δώδεκα Μηναίοις, οἱ χοροστατοῦντες πρέπει νά ἐκστηθίζωσι τά μέλη καί ψάλλωσιν αὐτά κατά γράμμα, ὡς εὔρηνται τονισμένα ἐν τοῖς μουσικοῖς βιβλίοις, εἰ δυνατόν δέ, νά ἐκστηθίζωσι καί τά κείμενα τῶν δεσποτικῶν καί μεγάλων ἑορτῶν, ἵνα μή ἀναγκάζωνται κύπτειν ἀτόπως καί φυλλομετρεῖν τάς βίβλους καί αἰτιάσθαι τούς κανονάρχας διά τάς ἐξ ἀμελείας αὐτῶν προκυπτούσας χασμωδίας, τοῖς δέ πρωτοπείροις ψάλταις παραγγέλλομεν ἐντόνως, ἵνα οὐδέποτε ψάλλωσι τί ἄνευ μουσικῆς βίβλου, ἕως οὗ ἡ πολυχρόνιος ἄσκησις καί πείρα καταστήσῃ αὐτούς τοιούτους, ὥστε νά ψάλλωσιν ἀπταίστως καί μετά θάρρους». Ἀκοῦτε τί λέει; «…οὐδέποτε θά ψάλετε κάτι, μέχρι ἡ πολυχρόνιος ἄσκηση καί πείρα, σᾶς καταστήσει νά ψάλετε ἀπταίστως καί μετά θάρρους…». Τώρα, ὅλοι εἴμεθα πρῶτοι. Τό καράβι ἔχει πολλούς ἀξιωματικούς, ἀλλά ἀναζητᾶ ναῦτες. Ἄς ἀκούσομε παρακάτω, τί λέει, ἡ ἐν λόγῳ Ἐγκύκλιος, μιᾶς καί προείπαμε γιά πρότυπες συνθέσεις, ἀκοῦστε: «Β'. Τό μέλος τούτων θέλει διδάσκεσθαι καί ψάλλεσθαι εἰς τό ἑξῆς ἐκ τῶν καθιερωθέντων ἔκπαλαι ὑπό τῆς Ἐκκλησίας μουσικῶν βιβλίων, ἤτοι τοῦ συντόμου Ἀναστασιματαρίου Πέτρου τοῦ Βυζαντίου, τοῦ συντόμου Δοξασταρίου Πέτρου τοῦ Πελοποννησίου, τοῦ Εἰρμολογίου Π. τοῦ Βυζαντίου, καί τοῦ ἀργοῦ Δοξασταρίου Ἰακώβου πρωτοψάλτου, τά ἀμέσως ἐκ τῆς ἀρχαίας γραφῆς ἐξηγηθέντα ὑπό τῶν ἀειμνήστων διδασκάλων Γρηγορίου καί Χουρμουζίου, καί ἐκδοθέντα εἰς τύπον τό μέν Ἀναστασιματάριον κατά πρῶτον ἐν Βουκουρεστίῳ ὑπό Π. τοῦ Ἐφεσίου, καί ὑπό Χουρμουζίου, τό δέ σύντομον Δοξαστάριον κατά πρῶτον ὑπό τοῦ αὐτοῦ Π. Ἐφεσίου, καί Β’ ὑπό Θ. Φωκαέως, τό Εἰρμολόγιον δέ κατά πρῶτον ὑπό Χουρμουζίου, καί Β’ ὑπό Ἰωάννου πρωτοψάλτου, τό δέ ἀργόν Δοξαστάριον ἅπαξ ὑπό Θ. Φωκαέως τῶν δέ νεωτέρων μελοποιημάτων, τῶν ἐν - 334 -


διαφόροις ἐκδόσεσι περιφερομένων, ἀπαγορεύεται ἡ χρῆσις ἐν ταῖς ἱεραῖς ἐκκλησίαις, ὡς στερουμένων τῆς ἁπλότητος καί τοῦ εὐρύθμου, τῶν χαρακτηριστικῶν τῆς ἀρχαίας ἱερᾶς ψαλμωδίας, δύνανται δέ ταῦτα νά χρησιμεύωσι πρός ἰδιαιτέραν μελέτην ἑκάστου». Τά νεώτερα μελοποιήματα ὄχι ἁπλῶς τά ἀπαγορεύει, ἀλλά ἐξηγεῖ τό γιατί, «διότι στεροῦνται τῆς ἁπλότητος καί τοῦ εὐρύθμου πού εἶναι χαρακτηριστικά της ἀρχαίας ἱερᾶς ψαλμωδίας». Δηλαδή, θά λέγαμε, ὅτι ἡ πολυπλοκότητα πού ὑπαινίσσεται εἶναι κάτι σάν τό μπούχτισμα τῆς ἁγιογραφίας πού προεῖπα. Ἡ ἐκκλησιαστική μουσική, εἶναι ἀρχαϊκή. Εἶναι ὁ βηματισμός, τό ἄσμα τοῦ βηματισμοῦ, γιά τήν εἴσοδο στό Μυστήριο τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ καί ὄχι ἡ πολυπλοκότητα. Καί συνεχίζει ἡ ἐγκύκλιος, ὡς ἑξῆς: «Γ'. Ἐκ τοῦ παππαδικοῦ μέλους ψάλλονται χερουβικά μέν κατά πάσαν Κυριακήν τά τῆς ἑβδομάδος σύντομα, καί τά τοῦ Πέτρου τοῦ Βυζαντίου, ἐν ἐκτάκτοις δέ περιστάσεσι, καί τά τοῦ Γρηγορίου καί Κωνσταντίνου τῶν πρωτοψαλτῶν, κοινωνικά δέ τῶν κυριακῶν ψάλλονται τά τοῦ Δανιήλ καί τοῦ Πέτρου, κοινωνικά δέ τῶν ἑορτῶν τοῦ ὅλου ἐνιαυτοῦ καί τῶν ἁγίων ψάλλονται τά τοῦ Πέτρου, Δανιήλ καί Γρηγορίου τῶν πρωτοψαλτῶν. Δοξολογίαι δέ μεγάλαι ψάλλονται αἱ τοῦ Π. τοῦ Πελοποννησίου, τοῦ Π. Βυζαντίου, τοῦ Π. Βυζαντίου, Ἰακώβου, ἡ τοῦ Δανιήλ καί Γρηγορίου, αἱ δέ σύντομοι δοξολογίαι Μανουήλ πρωτοψάλτου, ταῦτα δέ πάντα ἐκ τῶν δοκίμων ἀρχαίων ἐκδόσεων Χουρμουζίου, Θ. Φωκαέως καί τῆς Πανδέκτης Ἰωάννου πρωτοψάλτου». Στό παρακάτω μέρος τῆς Ἐγκυκλίου, ἀκοῦστε, τώρα, ἕνα ὡραῖο, οἱ εἰδικοί τά ξέρουν, ἁπλά τά λέω πρός ἀναστοχασμό, ὅπως εἶπα παραπάνω: «Δ΄. Ἐν ταῖς πανηγύρεσι τῶν ἱερῶν ἐκκλησιῶν ἀπαγορεύονται ψάλλεσθαι διά λόγους οὕς οἶδεν ἡ Ἐκκλησία τά ἀνοιξαντάρια καί τό ὀκτάηχον Θεοτόκε παρθένε, ἅτινα μόνον ἐν ταῖς ἀγρυπνίαις χρησιμεύουσι καί διά τοῦτο ἐτονίσθησαν, ψάλλεται δέ μόνον τό Μακάριος ἀνήρ τοῦ Μανουήλ, καί ἐν ὡρισμέναις τισί περιστάσεσι τά κεκραγάρια Ἰακώβου πρωτοψάλτου. Ἐν δέ τῇ ἱερᾷ λειτουργίᾳ ἀπαγορεύονται, ἅμα τῇ ἐξόδῳ τῶν Ἁγίων, αἱ μεγάλαι φωναί, καί τά κρατήματα, καί ἐπιβάλλεται τοῖς ψάλταις ἵνα σιγῶσι, μέχρι τῆς εἰσόδου τῶν λειτουργῶν εἰς τό ἅγιον Βῆμα, ἀπαγορεύονται πρός τούτοις καί τά λεγόμενα λειτουργικά, ἀνταποκρίνονται δέ τῷ ἱερεῖ οἱ χοροί ἐν ταῖς ἐκφωνήσεσιν αὐτοῦ διά ταπεινῆς καί ἡσύχου μονωδίας κατά τό ἔθιμον τῆς Μ. Ἐκκλησίας, τά δέ τυπικά οὐδέποτε πρέπει νά ἐγκαταλιμπάνωνται, ἐκτός τῶν μεγάλων ἑορτῶν, ἐν αἷς ψάλλονται τά ἀντίφωνα. Ἀκούσατε, τί λέει; «Γιά λόγους πού ξέρει ἡ Ἐκκλησία». Αὐτό εἶναι τό ποιμαντικό μέρος. Καί ἡ Ἐγκύκλιος κλείνει, ὡς ἑξῆς: «Ταῦτα ἐγκριθέντα ὑπό τῆς Ἐκκλησίας, ὑποβάλλονται εἰς ἕκαστον ἱεροψάλτην, ἐφιστᾶται δέ ἡ προσοχή αὐτῶν ἵνα μή τίς ἐξ ἐγωϊσμού, ἤ αὐταρεσκείας παρεισάγῃ ἐν ταῖς ἱεραῖς τελεταῖς ἀδόκιμα καί ἀνάρμοστα ἰδιαίτερα μέλη, ἐκτός τῶν ἐγκε- 335 -


κριμένων καί παραδεδεγμένων ἔκπαλαι παρά τῆς Ἐκκλησίας. Οὐδείς δέ προϊστάμενος ἱερᾶς ἐκκλησίας, ἤ ἔφορος, ἤ πρόκριτος δύναται νά καταναγκάσῃ τόν ἱεροψάλτην ἵνα ψάλῃ τί ἀπᾶδον τῇ παρούσῃ ἐγκυκλίῳ. Ὁ μή συμορφωθησόμενος πρός τάς ἐκκλησιαστικάς ταύτας παραγγελίας τιμωρηθήσεται παραδειγματικῶς». Καταλαβαίνετε, ἀπό τά παραπάνω, ὅτι ὑπῆρχε κανόνας ἐκκλησιασμένης ὑπακοῆς. Μέσα στό σημερινό ξεχαρβάλωμα, σᾶς παρακαλῶ νά ἐνσκήψετε σέ αὐτά καί νά κάνετε καί 3ο καί 4ο Συνέδριο. Θά κλείσω μέ μερικές φρασοῦλες, πού μ΄ ἀρέσουν. Γιά μέν τά στραβά, κάπου εἶναι γραμμένο: «Τό στραβό κάποια στιγμή, θά βρεῖ τόν δρόμο του, ἀλλά κι ἄν δέν βρεῖ τόν δρόμο του, εἶναι προτιμότερο νά πεθάνει, ἀληθινό». Γιά δέ τά ἀληθινά, μοῦ τό εἶπε, κάποιος, Ἁγιορείτης Μοναχός: «Τό ἀληθινό, τιμᾶται περιφρονούμενο, τό δίκαιο, δικαιώνεται ἀδικούμενο καί ἡ ζωή ἀνίσταται ἐκ τοῦ τάφου στραυρούμενη καί θαπτώμενη». Τό τρίτο, πού εἶναι καί τό τελευταῖο – σήμερα εἶναι ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Πορφυρίου, τοῦ Καυσοκαλυβίτη, ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ Πατήρ τῆς εἰσηγήσεως τῆς «Ἐπίγειας Ἄκτιστης Ἐκκλησίας», τό λέγαμε καί τό πρωΐ στήν Ἱερά Σύνοδο, πού λέει, «Σ΄ αὐτήν πρέπει νά μποῦμε». Λέει «Ἐπίγεια», πού εἶναι τό ἱεροκανονικό σύστημα τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά συνεχίζει λέγοντας, τήν «Ἄκτιστη Ἐκκλησία», καί ὁ ὁποῖος, Ἅγιος Πορφύριος, ἔλεγε πολλά γιά τό πώς ἀντιμετωπίζεται ἡ σημερινή κόπωση τῆς ψυχῆς. Ὑπάρχουν βιβλία πού τά γράφουν. Θά πρέπει νά φιλανθρωπεύσουμε ὅλοι μας, ὑπέρ τοῦ σημερινοῦ πάσχοντος ἀνθρώπου. Οἱ ἰδεολογίες δέν σώζουν, τά βιώματα σώζουν. Καί καθώς εἶναι σήμερα ἡ μνήμη τοῦ Ἁγίου Πορφυρίου, νά ζητήσουμε τήν εὐχή του, γιά νά γίνουμε «Ἐπίγεια Ἄκτιστη Ἐκκλησία» καί οἱ ψάλτες μας νά ψάλουν, ὡς οἱ ἱεροφάντες στό Μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας πού δέν θέλει νά προκαλέσει τό συναίσθημα, ἀλλά θέλει νά στρέψει τόν ἄνθρωπο στόν ἔσω κόσμο τῆς ἄκτιστης πραγματικότητας, τῆς λατρείας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας – τό τρίτο, λοιπόν, εἶναι ἀπό τόν Ὀδυσσέα Ἐλύτη, πού τό ἀφιερώνω στούς ψάλτες, ἀφοῦ μεταφέρω καί πάλι τήν εὐλογία καί τήν ἀγάπη τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης: «Ὅτι χαθεῖ χάνεται γιά πάντα, ὅτι σώσεις μές στήν ἀστραπή καθαρό, στόν αἰῶνα θά διαρκέσει». Εὐχαριστῶ πολύ.2 Δεκεμβρίου, ἡμέρα μνήμης τοῦ Ἁγίου Πορφυρίου, τοῦ Καυσοκαλυβίτου. † Ὁ Γορτύνης καί Ἀρκαδίας Μακάριος

- 336 -


o ∆οξολογία σὲ ἦχο πλ.Α τοῦ Γερµανοῦ, Oρχιερέως Νέων Πατρών καὶ ἡ ἐξήγησή-καλλωπισµός της, ἀπὸ τὸν Gωάννη Α ψάλτη Κρήτης Γεώργιος G. Χατζηθεοδώρου, {ρχων Μαΐστωρ Μ.Χ.Ε. Καθηγητής Μουσικῆς - Πρωτοψάλτης Ὁ ιζ΄αιώνας, ὑπῆρξε γιὰ τὴ μουσικὴ τῆς Ὲκκλησίας μας ἡ ἀφετηρία γιὰ μιὰ νέα άνθιση, μετὰ ἀπὸ δύο αἰῶνες στασιμότητας καὶ γιατί ὄχι καὶ παρακμῆς. Ἡ ἄνθιση αὐτὴ μᾶς κληροδότησε θαυμαστὰ μουσικὰ δημιουργήματα καὶ κατὰ ἕνα τρόπο ὁδήγησε , μέσα από αυτά, τὰ βήματα της Ψαλτικής Τέχνης στὴ σημερινή της ἔκφραση. Τέσσερις ὑπήρξαν οἱ βασικοὶ συντελεστὲς αὐτῆς τῆς ἄνθισης. Ὁ Πρωτοψάλτης τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας Παναγιώτης Χρυσάφης ὁ νέος, ὁ Αρχιερέας Νέων Πατρῶν, δηλαδὴ τῆς σημερινῆς Ὑπάτης, Γερμανός, ὁ ιερέας καὶ νομοφύλακας τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας Βαλάσιος, καὶ ὁ περίφημος μελοποιός Πέτρος Μπερεκέτης, ὁ ἐπωνομαζόμενος καὶ Γλυκύς. Ὁ Μητροπολίτης Νέων Πατρῶν Γερμανός, μεταξύ τῶν ἄλλων ἔργων του, μᾶς παρέδωσε καὶ τρεῖς πλήρης Δοξολογίες· μία σὲ Δεύτερο ἦχο, μία σὲ Τέταρτο λέγετο ἦχο καὶ μία σὲ Πλάγιο τοῦ πρώτου ἦχο. Ἡ μελωδικότατη σὲ ἦχο πλ.α΄ Δοξολογία τοῦ Γερμανού, παρὰ τὸ γεγονὸς τῆς συχνῆς ἀνθολόγησής της, ἴσως τὴ συχνότερη ὅλων τῶν ἄλλων τῆς ἐποχῆς της, σὲ χειρόγραφους παλιοὺς κώδικες καὶ τὴν ἐξήγησή της στὴ Νέα Μέθοδο ἀπὸ τὸν Χουρμούζιο Χαρτοφύλακα, δὲν συμπεριλήφθηκε σὲ καμιὰ ἀπὸ τὶς ἔντυπες μουσικὲς συλλογές, μὲ ἐξαίρεση τὴ χειρογραφημένη δημοσίευσή της ἀπὸ τὸν καθηγητὴ Γρηγόριο Στάθη, ὡς μουσικὸ κείμενο , σὲ προσάρτημα τῆς εργασίας του Ἡ καταλογογράφησις τῶν χειρογράφων βυζαντινῆς μουσικῆς τοῦ Ἁγίου Ὄρους, Ἀθήνα , 1973, στὶς σελίδες στ΄-ιη΄ τοῦ προσαρτήματος. Στὴν παρουσίαση τῆς Δοξολογίας, ὁ Στάθης ἀναφέρει ὅτι αὐτὴ «ἐλήφθη ἐκ τοῦ ἀγιορειτικοῦ κώδικος τῆς Μονῆς Καρακάλου 240/105, ἰδιογράφου ὄντος τοῦ Νικολάου ἱερομονάχου Δοχειαρίτου, τοῦ καὶ ἐξηγητού». Ἐπίσης πληροφορεῖ ὅτι ἡ ἴδια Δοξολογία βρίσκεται ἐξηγημένη καὶ στὸν κώδικα Δοχειαρίου 406/100, δίχως ὅμως ἀναφορὰ ἐξηγητή. Πιθανῶς νὰ εἶναι ἀπὸ τὸν ίδιο ἐξηγητή, ἢ ἀπὸ τὸ μοναχό Λαυρέντιο ποὺ ἐπίσης ἀναφέρεται ὡς καλλωπιστής της σὲ ἄλλο κώδικα τῆς ἴδιας Μονῆς. - 337 -


ΠΙΝΑΚΑΣ 1

Ἐντελῶς πρόσφατα, ὁ Γιάννης Καστρινάκης, ἐρευνώντας τὰ χειρόγραφα τῆς Μονής Αγίας Τριάδος Τσαγκαρόλων, -τὰ εἴχα ἀναδιφήσει καὶ ἐγώ, κάπου τὸ 1971, ἀλλὰ ὄχι ἐπισταμένα- ἐπεσήμανε ἕνα σχετικὰ ἄγνωστο Κρήτα ψάλτη, τὸν Ἰωάννη Α΄ ψάλτη Κρήτης ἐξηγητή, ἀλλὰ καὶ μελοποιό, ὅπως ἀποδείχθηκε στὴ συνὲχεια. Ὁ ἐν λόγῳ πρωτοψάλτης ἐπισημάνθηκε σὲ δύο Ἀνθολογίες τῆς Βιβλιοθήκης τῆς Μονῆς μὲ τοὺς ἀριθμοὺς 6 καὶ 10 τῆς καταγραφῆς τοῦ Σ. Π. Βογιατζάκη, γραμμένες τὸ 1820 καὶ τὸ 1830, ἀπὸ τοὺς Μοναχοὺς Συμεὼν καὶ Παρθένιο αντίστοιχα. Περισσότερα γι’ αὐτὰ θὰ σᾶς πεῖ ὁ Γιάννης ὁ Καστρινάκης στὴν εἰσήγησή του. Ἡ Δοξολογία γιὰ τὴν ὁποία μιλῶ ἔχει καταγραφεῖ πανομοιότυτα καὶ στοὺς δύο κώδικες, μὲ τὴν ἔνδειξη: « ἡ παρούσα [Δοξολογία] πέφυκε Νέων Πατρῶν Γερμανοῦ· ἐξηγήθη παρὰ κυρ Ιωάννου α΄ ψάλτου Κρήτης» Ἡ ἀναφορὰ τοῦ ὀνόματος ἑνὸς ἀγνώστου, σὲ μένα τουλάχιστον, πρωτοψάλτη Κρήτης καὶ μάλιστα ἐξηγητὴ μιᾶς περίφημης δοξολογίας ποὺ στὸν καιρό της χαρακτηρίσθηκε ὡς « εὔνοστος καὶ πάντερπνος πάνυ!», μοῦ κίνησε τὴν περιέργεια καὶ τὴ ζήτησα γιὰ μελέτη. Μοῦ παραχωρήθηκε μὲ προθυμία ἀπὸ τὸν ἀγαπητό μου Γιάννη Καστρινάκη. Μελετώντας τὴ δοξολογία καὶ συγκρίνοντάς την μὲ τὸ ἀρχικὸ κείμενο τοῦ Γερμανοῦ, διαπίστωσα ὅτι δὲν ἐπρόκειτο μόνο γιὰ ἁπλῆ ἐξήγησή της ἀπὸ τὸν Ἰωάννη, ἀλλὰ καὶ γιὰ εὐρὺ καλλωπισμό της ποὺ σὲ πολλὰ σημεῑα φθάνει τὴ διασκευή, κάτι ποὺ δὲν τόλμησε νὰ δηλώσει ὁ ἴδιος, ἴσως ἀπὸ σεμνότητα ἢ καὶ σέβας πρὸς τὸ μεγάλο μελουργό. Τὸ γεγονὸς ὅτι, ἕνας ἄγνωστος ψάλτης, ἔστω καὶ πρωτοψάλτης, τόλμησε - 338 -


ΠΙΝΑΚΑΣ 2

νὰ ἐπέμβει σὲ γνωστὸ ἔργο διάσημου μελοποιοῦ, ἤταν κάτι ποὺ ἔδειχνε σιγουριὰ καὶ γνώσεις ἐκ μέρους τοῦ Ἰωάννη τοῦ Α΄ψαλτου Κρήτης, καὶ μὲ παρακίνησε νὰ βρῶ καὶ κάποια ἄλλα στοιχεῖα γιὰ αὐτόν. Ἔψαξα, ρώτησα ἐπαΐοντες καὶ τελικὰ ὁ ἐξαίρετος μουσικολόγος-ἐρευνητής, ὁ καθηγητὴς κ. Μανόλης Γιαννόπουλος, ποὺ παραβρίσκεται καὶ κοντά μας ἀπόψε, μὲ πληροφόρησε ὅτι συνάντησε τὸ ὄνομα αὐτὸ σὲ κώδικα τοῦ Καταλόγου τῆς Πατριαρχικῆς Βιβλιοθήκης Ἀλεξανδρείας, στὸ τμῆμα παλαιογραφίας τοῦ Μορφωτικοῦ Ἱδρύματος τῆς Ἐθνικῆς Τράπεζας-τὸν εὐχαριστῶ ὅλως ίδιαιτέρως. Ἔκαμα τὴ σχετική ἔρευνα καὶ μὲ αὺτοψία βρήκα στὸν μὲ ἀριθμὸ 490 κώδικα τοῦ Καταλόγου τῆς Πατριαρχικῆς Βιβλιοθήκης Ἀλεξανρείας, τοῦ Μοσχονᾶ, δύο μέλη, τὸ Νῦν αἱ Δυνάμεις σὲ ἦχο πλ.α΄, καὶ τὸ Γεύσασθε καὶ ἴδετε σὲ ἦχο πλ.β΄ μὲ τὴν ἔνδειξη «Ποίημα κυρ Ἰωάννου Καλομενόπουλου καὶ πρωτοψάλτου Κρήτης». Ὁ κώδικας εἶναι πολύ καλλιγραφημένη Ἀνθολογία, γραμμένη στὰ τέλη τοῦ ιη΄ αἰώνα1 και απαρτίζεται από 254. Τὰ μέλη τοῦ Καλομενόπουλου εἶναι καταχωρισμένα σὲ τελευταία φύλλα τοῦ χειρογράφου, δηλαδὴ στὰ φύλλα 244r-246v.2 Δυστυχῶς, δὲν ἀναφέρεται γραφέας, οὔτε βέβαια καὶ ἔτος γραφῆς, ἀλλὰ πιθανῶς ὁ γραφέας νὰ εἶναι Κρῆς. Σ’ αυτήν ἀναφέρεται ὁ Πέτρος Λαμπαδάριος ὡς μακαρίτης καὶ ὁ Δανιήλ ὡς πρωτοψάλτης, ἑνῶ παράλληλα δὲν περιέχονται δοξολογίες τῶν πρωτοψαλτῶν Ιακώβου Πελοποννησίου και Πέτρου Βυζαντίου. Ἄρα εἶναι γραμμένη μεταξύ τῶν ἐτῶν 1770-1789. 2 Τελευταῖο μέλος εἶναι ὁ σύντομος Πολυέλεος, ἦχος πρῶτος «Δοῦλοι Κύριον» του Πέτρου Λαμπαδαρίου. 1

- 339 -


Τὸ γεγονὸς δὲ ὅτι τὰ δύο πονήματα τοῦ Ἰωάννη καταχωρίστηκαν προς το τέλος του κώδικα καὶ μὲ δεδομένη τὴν διαφαινόμενη στὴ Δοξολογία σεμνότητά του, δὲν ὰποκλείει νὰ εἶναι γραφέας ὁ ίδιος. Ὥστε ἔχουμε μπροστά μας μιὰ ἀνεξερεύνητη μέχρι σήμερα περίπτωση Κρήτα μελουργοῦ, ἐξηγητὴ καὶ καλλωπιστή. Περισσότερα στοιχεῑα δὲν μπόρεσα μέχρι σήμερα νὰ βρῶ· πάντως ὁ συνεχὴς προσδιορισμὸς τῆς ἰδιότητάς του ὡς «Α΄ ψάλτου Κρήτης» ὅδηγεῖ στὸ συμπέρασμα ἢ μᾶλλον στὴν ὑπόνοια ὅτι πρόκειται γιὰ πρωτοψάλτη Ἡρακλείου, τοῦ Χάνδακα, ὅπου ὁ θεσμός τῶν πρωτοψαλτῶν ἀπὸ τὴν ἐποχὴ τῆς Βενετοκρατίας ἤκμασε ἰδιαίτερα, μὲ ἐπίσημη μάλιστα καὶ ἀπὸ πλευρᾶς βενετικῆς πολιτείας ἰδιότητα.3 Ἐπίσης, ἐφ’ ὅσον ὁ κώδικας τῆς Πατριαρχικῆς Βιβλιοθήκης Ἀλεξανδρείας εἶναι γραμμένος στὰ τέλη τοῦ ιη΄αἰώνα, ἡ δράση τοῦ Ἰωάννη προσδιορίζεται πιθανῶς κάπου στὸ β΄μισὸ τοῦ ιη΄ αἰώνα. Εὐελπιστῶ ὅτι, τώρα ποὺ ἔγινε γνωστὴ ἡ ὕπαρξή του ἴσως ἐντοπισθεῖ καὶ σὲ ἄλλους κώδικες ἀπὸ τὴν ἔρευνα διαφόρων πηγῶν καὶ ἰδίως κωδίκων προερχομένων ἀπὸ τὴν Κρήτη. Εἶναι γνωστὴ ἀπὸ παλιὰ ἡ τακτικὴ τῶν καλλωπισμῶν καὶ τῶν συντμήσεων μελῶν παλαιοτέρων μελουργῶν. Γνωστὸ ἐπίσης καὶ τὸ ὅτι οἱ ἐπεμβάσεις αὐτές , ἔστω καὶ ἐὰν προέρχονται ἀπὸ μεγάλους τεχνίτες, πολλὲς φορὲς ἀποβαίνουν σὲ βάρος τοῦ πρωτοτύπου, εἴτε γιατὶ ἀλλοιώνουν κατὰ ἕνα τρόπο τὴ φυσιογνωμία του ἤ, ἀκόμα χειρότερο, γιατὶ ἀπομακρύνονται ἀπὸ αὐτὸ τόσο, ὥστε πλέον νὰ θεωροῦνται διασκευὲς ἢ καὶ νὰ ἐμφανίζονται οὐσιαστικὰ ὡς νέες μελοποιήσεις. Ὅμως ὑπάρχουν καὶ οὶ ἐξαιρέσεις,4 κατὰ τὶς ὁποῑες ὁ καλλωπισμὸς ἢ ἡ σύντμηση ἑνὸς ἔργου μπορεῖ νὰ τὸ καταστήσει ὡραιότερο ἢ ἀκόμα καὶ πιὸ χρηστικό. Μιὰ τέτοια περίπτωση εἶναι, πιστεύω, ἡ ἐξήγηση ἢ ἀκριβέστερα ὁ καλλωπισμὸς τῆς Δοξολογίας τοῦ Γερμανοῦ, ἀπὸ τὸν πρωτοψάλτη Κρήτης Ἰωάννη Καλομενόπουλο. Ἡ μουσικὴ γραφὴ τοῦ Καλομενόπουλου εἶναι βασικὰ ἡ πρό τοῦ Πέτρου Λαμπαδαρίου εξηγητικὴ, τὴν ὁποία ἐγγίζει ἴσως λίγο σὲ ὁρισμένα σημεῖα, ἀλλὰ διατηρεῖ βασικὰ στοιχεῖα, ἰδιαίτερα στὰ δικὰ του μελουργήματα, ἀπὸ τὴ γραφὴ τῆς ἐποχῆς τοῦ Βαλασίου . Ἐνδιαφέρον παρουσιάζουν καὶ τὰ δύο μέλη τοῦ Ἰωάννη στὸν Ἀλεξανδρινό Κώδικα, γιατὶ πέραν ἀπὸ τὴν ὅποια προσωπικὴ ἔκφραση τοῦ μελοποιοῦ, ἀποκρυσταλλώνεται σαφῶς σ’ αὐτὰ ἡ τάση ποὺ εἶχε ἀρχίσει νὰ Κ. Μανούσακα Βενετικὰ ἔγγραφα ἀναφερόμενα εἰς τὴν ἐκκλησιαστικὴν ἱστορίαν τῆς Κρήτης τοῦ 14ου -16ου αἰῶνος (Πρωτοπαπάδες καὶ πρωτοψάλται Χάνδακος) «Ἐπετηρὶς Ἑταιρείας Βυζαντινῶν Σπουδῶν» ἔτος 1960-1961 4 Βλ.καλλωπισμοὺς καὶ συντμήσεις ἔργων παλαιῶν μελουργῶν ἀπὸ τοὺς Μανουὴλ Χρυσάφη, Γερμανὸ Νέων Πατρῶν, Βαλάσιο ἱερέα, Ἰωάννη Τραπεζούντιο κ.ά.) 3

- 340 -


ἐπικρατεῖ γιὰ τὴ συντόμευση τῶν ὕμνων, ἀκόμα καὶ στὸ παπαδικό γένος τῆς μελοποιίας. Γι’αὐτὰ ὅμως τὰ μέλη τοῦ Καλομενόπουλου σὲ άλλη ευκαιρία. Γιὰ τώρα θὰ ἐπικεντρωθῶ στὴ Δοξολογία καὶ στὸ ενδιαφέρον ποὺ παρουσιάζει ἡ ἐξήγηση-καλλωπισμός της. Τὰ βασικὰ χαρακτηριστικὰ τῆς παρέμβασης τοῦ Καλομενόπουλου στὴ Δοξολογία τοῦ Γερμανοῦ εἶναι τὰ ἑξῆς: 1ο Ἀναλυτικότερη παράσταση, δηλαδὴ ἐξήγηση τῶν θέσεων. 2ο Διαφοροποίηση θέσεων. 2ο Διαφοροποίηση σὲ πολλὲς περιπτώσεις τῶν καταλήξεων. 3ο Χρήση χαρακτηριστικοῦ ἐνδιάμεσου καταληκτικοῦ μελικοῦ σχήματος. 4ο Ἐπιμονὴ σὲ σχέση μὲ τὴν πρωτότυπη στὸ ἀρκτικὸ μοτίβο. 5ο Ἑπιμονὴ πάντα σὲ σχέση μὲ τὴν πρωτότυπη στὸ ψηλὸ τετράχορδο. 6ο. Γενικότερη τάση συντόμευσης τοῦ μέλους τῆς Δοξολογίας εἰδικὰ στὸ ἁσματικὸ Ἅγιος. Πέραν ἀπὸ τὰ παραπάνω καὶ σε γενικὲς γραμμὲς, παραβάλλοντας τὴν ἐξήγηση τοῦ Ἰωάννη μὲ τὴν ἐξήγηση ποὺ μᾶς παρέδωσε ὁ Χουρμούζιος, διαπιστώνουμε ὅτι ὁ Χουρμούζιος ἀκολουθεῖ σχεδὸν κατὰ πόδας τὸ μουσικὸ κείμενο τοῦ Γερμανοῦ καὶ ἡ ἐξήγησή του, περιορίζεται σὲ διπλασιασμοὺς ὡς ἐπὶ τὸ πλεῑστον τῶν χρόνων τῶν φωνητικῶν σημαδίων καὶ πλὴν ἐλαχίστων περιπτώσεων ἡ ἐξήγησή της στὴ νέα γραφὴ εἶναι συντηρητική. Ἀπεναντίας ὁ Ἰωάννης εἶναι πολὺ πιὸ ἀναλυτικὸς ἀπὸ τὸν Χουρμούζιο καὶ βέβαια πιὸ ἐλεύθερος, ὄχι μόνο στὴν ἐξήγηση, ἀλλὰ καὶ στὴν πιστότητα τῆς ἀπόδοσης τοῦ ἀρχικοῦ κειμένου, ἀπὸ τὸ πνεύμα τοῦ ὁποίου δείχνει σὲ πολλὲς περιπτώσεις νὰ ἀπομακρύνεται ἀρκετά καὶ νὰ φανερώνει τάσεις προσπάθειας διασκευῆς. Ἡ γενικὰ ἀνανεωτικὴ παράσταση τοῦ συνόλου τοῦ μέλους, τὸ κάνει νὰ θυμίζει ἔντονα Πέτρο Μπερεκέτη καὶ τὸ φέρνει, ἐπίσης, πολὺ κοντά στὴ μουσική σκέψη καὶ τὴν αισθητική τῶν Πρωτοψαλτῶν Ἰακώβου καὶ Πέτρου Βυζαντίου. Το γεγονός αυτὸ καθιστά τη Δοξολογία, δημιουργία ἡ ὁποία μπορεῖ πλέον στὶς ἡμέρες μας νὰ σταθεῖ ἰσάξια μεταξὺ τῶν σπουδαιοτέρων τοῦ εἴδους καὶ ὡς ἐκ τούτου νὰ περάσει στὴν τρέχουσα σήμερα ψαλτικὴ πράξη Ἐκκλησίας μας. Τὸ ἔργο στὸ ὁποίο ἀναφέρομαι εἶναι, σὲ γενικὲς γραμμὲς, δομημένο σὲ καθιερωμένους καὶ συνήθεις γιὰ τὸ συγκεκριμένο ἦχο, καθὼς καὶ γιὰ τὸ συγκεκριμένο δρόμο μελοποιίας σχηματισμούς, δηλαδή θέσεις ἢ ἀλλιῶς μοτίβα. Παρ’ ὅλα αὐτά, μὲ τὴ μορφὴ ποὺ τοῦ ἔδωσε ὁ Ἰωάννης, σίγουρα χρειάζεται διεξοδικὴ συγκριτικὴ μελέτη μεταξὺ τοῦ πρωτοτύπου καὶ τῆς εξήγησής του καὶ ἀπὸ τὸν Χουρμούζιο, ὥστε νὰ διερευνηθοῦν μουσικολο- 341 -


γικὰ καὶ νὰ ἀξιολογηθοῦν ἐπακριβῶς, οἱ διαφορὲς καὶ οἱ τροποποιήσεις ποὺ ἐπέφερε ὁ Καλομενόπουλος Ἀρα, γιὰ νὰ εἶναι πλήρης ἀπὸ μουσικολογικῆς πλευράς ἡ παρουσίαση ἑνὸς ἔργου ἀπαιτεῖται ἡ λεπτομερειακὴ ἐξέταση των σχημάτων ἢ θέσεων ποὺ τὸ ἀπαρτίζουν, ὅπως καὶ οἱ ὅποιες διαφοροποιήσεις ἢ καὶ συναρτήσεις ποὺ παρουσιάζουν αὐτὲς μεταξύ τους, ἀκόμα δὲ καὶ ἡ σύγκρισή τους μὲ ὁμοειδῆ ἔργα παλαιοτέρων ἢ καὶ νεοτέρων. Όμως αὺτό δὲν μπορεῖ νὰ γίνει στὰ στενὰ ὅρια τοῦ χρόνου ποὺ ἔχω στὴ διάθεσή μου καὶ ἑπομένως γιὰ τώρα θα περιοριστῶ, στὰ ἐντελῶς ἀπαραίτητα καὶ θὰ ἐπιχειρήσω μιὰ μικρὴ συγκριτικὴ προσέγγιση βασικὰ μεταξύ τῆς πρωτότυπης Δοξολογίας τοῦ Γερμανοῦ καὶ ἐκείνης τοῦ Ιωάννη. Ἀρχίζω, λοιπόν, ἀπὸ τὸν πρῶτο στίχο τῆς Δοξολογίας

ΠΙΝΑΚΑΣ 3 - 342 -


Σ’αὐτὸ τὸν πίνακα ἔχουμε τρεῖς ἐκδοχὲς· την πρωτότυπη τοῦ Γερμανού, τὴν ἐξήγηση τοῦ Χουρμουζίου καὶ τὴν ἐξήγηση τοῦ Ἰωάννη. Ἡ Δοξολογία ξεκινᾶ μὲ τὸ περίφημο, θὰ ἔλεγα καὶ μοντέρνο γιὰ τὴν ἐποχή ἐκείνη, χαρακτηριστικὸ ἀρκτικὸ μουσικὸ μοτίβο ποὺ ὰναπτύσσεται στὸ ψηλό τετράχορδο μὲ τρίφωνη ὑπερβατὴ ἀνάβαση καὶ κατάβαση καὶ ἐπαναλαμβάνεται στὶς δυὸ φράσεις Δόξα σοι τῷ δείξαντι τὸ φῶς, δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ. Στὸ δεύτερο παράδειγμα βλέπουμε τὴν ἐξήγηση τοῦ Χουρμουζίου, ἡ ὁποία δείχνει νὰ ἀκολουθεῖ κατὰ γράμμα τὸ πρωτότυπο κείμενο, μὲ ἁπλὸ σχεδὸν καὶ μόνο διπλασιασμὸ τῶν χρόνων. Στὸ τρίτο παράδειγμα, ποὺ εἶναι ἡ ἐξήγηση τοῦ Ἰωάννη, ἀκολουθεῖται μὲν τὸ μοτίβο, ἀλλά στὴν κάθοδο ἀντὶ τῆς ὑπερβατῆς κατιούσας κίνησης ὁ Ιωάννης προτιμᾶ τὴ συνεχῆ καὶ μάλιστα σχετικὰ ὰναλυτικότερα καὶ πεποικιλμένη. Πέραν αὐτοῦ, στὴ φράση δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ, ἐκτὸς ἀπὸ τὴ συνεχῆ τρίφωνη κατάβαση ἐξακολουθεῖ νὰ κινεῖται στὸ ψηλό τετράχορδο φθάνει στὸν ἄνω Πα καὶ ἐπιστρέφει στὸν Κε. Ἀπὸ ἐκεῖ συνεχίζει μὲ ἐκτεταμένη μελισματικὴ κατιοῦσα κίνηση καὶ καταλήγει στὸν Πα, ἀντὶ γιὰ τὸν Κε τῆς πρωτότυπης. Ἐδῶ βλέπουμε καὶ προσθήκη τοῦ Ξηροῦ Κλάσματος, ἀλλὰ πιστεύω ὅτι αὐτὸ μπῆκε ἀπὸ τὸν Ἰωάννη λόγῳ παλιότερης συνήθειας περισσότερο καὶ ὄχι γιατὶ ἔχει σχέση μὲ τὴν ὲξήγησηἀνάλυση τῆς θέσης, ἀφοῦ στὴ συνέχεια, σὲ παρόμοιο σχηματισμό, δὲν τὸ ξαναβρίσκουμε. Ἄλλωστε γιὰ τὴν περίπτωση τῆς σχετικὰ σύντομης ἑρμηνείας τῆς Δοξολογίας, τὸ πολύ πολύ ἐμείς ἐδώ νὰ εξηγήσουμε:

Πρόκειται ἑπομένως στὸ στίχο αὐτὸ καὶ γιὰ ἐξήγηση, καὶ γιὰ καλλωπισμὸ ἢ ἀν θέλετε διασκευή. Ἡ παραπάνω μελισματικὴ καταληκτικὴ θέση συναντιέται καὶ ἄλλες φορὲς δίνοντας στὴν ὅλη δομὴ τῆς Δοξολογίας ἕνα χαρακτηριστικὸ στὺλ. Ἡ διαφοροποίηση τοῦ Ἰωάννη συνεχίζεται καὶ στὴν τελευταία φράση τοῦ ἰδίου στίχου ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία, (Πίν. 4) ὅπου ξαναχρησιμοποιεῖ γιὰ τελικὴ κατάληξη, πάλι τὸ ἀρκτικό μοτίβο, ἀλλὰ καὶ μὲ ἕνα σχηματισμόὸ Ἑτέρου παρακαλέσματος ποὺ αναπτύσσεται ἀνάμεσα σὲ δύο Ἐλαφρά ἐνωμένα μὲ μαῦρο Πίασμα, μέσω τοῦ ὁποίου συνδέεται ἀρμονικὰ ἡ σταδιακὴ μετάπτωση ἀπὸ τὴν ὀκταφωνία στὴ βάση τοῦ ἤχου. Αὐτὸ τὸ ἐπαναλαμβάνει καὶ σὲ πολλοὺς ἄλλους στίχους, δίχως (ἐκτὸς ἀπὸ μιὰ φορὰ) τὴ χρήση τοῦ Ἑτέρου καὶ τοῦ Πιάσματος μὲ Κλάσμα, (ἀντὶ αὐτοῦ βάζει μόνο Κλάσμα), μὲ ἐλάχιστες, ἀναγκαῖες, βασικὰ λόγω κειμένου, παραλλαγὲς ὡς καταληκτικὴ θέση. Θέλει, ἴσως, ἔτσι νὰ δώσει πληρέστερη ἐνότητα στὴν ὅλη φόρμα τῆς Δοξολογίας. - 343 -


ΠΙΝΑΚΑΣ 4

Ἀναφορικὰ τώρα μὲ τὴ χαρακτηριστικὴ ἐκτεταμένη θέση στὴ λέξη Θεῷ, (βλ.πίνακα 3) τοῦ Ἰωάννη, ὁ Στάθης στὴ δημοσίευσή του τῆς Δοξολογίας τοῦ Γερμανοῦ, ποὺ προανέφερα, εἶχε σημειώσει, αντίστοιχη περίπτωση καλλωπισμοῦ σὲ καταλήξεις στὸν Γα καὶ στὸν Πα σύμφωνα μὲ τὴν ἐξήγηση τοῦ Νικολάου τοῦ Δοχειαρίτη, χαρακτηρίζοντάς τες «ὡς «ἀνάλυση ,μετά τινος καλλωπισμοῦ».

ΠΙΝΑΚΑΣ 5 - 344 -


Δηλαδὴ γιὰ τὶς ἐντελεῖς καὶ τελικὲς καταληκτικὲς θέσεις

ΠΙΝΑΚΑΣ 5α

Σ’αὐτὲς καταληκτικὲς θέσεις ποὺ ἐπαναλαμβάνονται συχνὰ στοὺς στίχους τῆς Δοξολογίας τοῦ Γερμανοῦ, βλέπουμε στὶς εξηγήσεις τοῦ Χουρμουζίου καὶ τοῦ Ἰωάννη διαφορετικὴ εἰκόνα.

ΠΙΝΑΚΑΣ 6

Στὸ πρῶτο παράδειγμα ἔχουμε τὴ θέση τοῦ Γερμανοῦ μὲ κατάληξη στὸν Γα καὶ δίπλα τὴν ἐξήγηση τοῦ Χουρμουζίου ποὺ τὴν ἑρμηνεύει βάζοντας ἕνα Γοργὸ στὸ Ὀλίγον καὶ Κλάσμα στὴν Ἀπόστροφο· στὸ δεύτερο παράδειγμα τὴ θέση ὅπως τὴν καταγράφει ὁ Γερμανὸς καὶ δίπλα ἡ ἐξήγηση τοῦ Χουρμουζίου, κάπως ποικιλμένη καὶ μὲ διπλασιασμοὺς τῶν χρόνων· στὸ τρίτο παράδειγμα ἡ ἴδια θέση καὶ δίπλα ἡ ἐξήγηση τοῦ Ἰωάννη. Βλέπουμε, ότι αὐτὸς προσθέτει Κλάσμα καὶ Διπλές, ὅμως στὶς περισσότερες περιπτώ- 345 -


σεις τὴν ἀγνοεῖ καὶ γράφει τὴ δική του ἐκτεταμένη καταληκτικὴ θέση, ὅπως καταχωρίζεται στὸ τέταρτο παράδειγμα. Σημειώνω ὅτι, ἡ θέση αὐτὴ ἀρχίζει εἴτε ἀπὸ τὴν κορυφὴ τῆς τετραφωνίας ἢ ἀπὸ την κορυφή τῆς ὀκταφωνίας καὶ καταλήγει μὲ συνεχῆ κατιοῦσα κίνηση πάντα στον φθόγγο τη βάσης του ἤχου, δηλαδὴ τὸν Πα τῆς μέσης.

ΠΙΝΑΚΑΣ 7

Στὴν ἀρχικὴ φράση τοῦ στίχου Ὑμνοῦμεν σὲ εὐλογοῦμεν σὲ.,

ΠΙΝΑΚΑΣ 8

ἀντὶ τῆς δίφωνης ἀρχικὰ ἀνάβασης καὶ τῆς συνοπτικῆς παράστασης τοῦ Γερμανοῦ μὲ το Ἕτερον παρακάλεσμα –κάτι ποὺ κάνει καὶ ὁ Χουρμούζιος– , ὁ Ἰωάννης προτιμᾶ τὴν τρίφωνη ἀνάβαση καὶ συνεχίζει μὲ ἀναλυτικὴ κίνηση ποὺ συναντοῦμε καὶ σήμερα στὶς Δοξολογίες Ἰακώβου, Πέτρου κλ.π. Τὴν κίνηση αὐτὴ στὴν ἴδια θέση τὴ χρησιμοποιεῖ ὁ Ἰωάννης καὶ σὲ ἄλλους στίχους - 346 -


Στὸ στίχο Κύριε Βασιλεῦ

ΠΙΝΑΚΑΣ 9

ὁ Γερμανὸς γράφει ἐντελώς συνοπτικά, ὅπως περίπου καὶ ὁ Χουρμούζιος, ἑνῶ ὁ Ιωάννης στὸ Κύριε μὲ ἐλεύθερη κίνηση τριπλασιάζει τὴ χρονικὴ διάρκεια τοῦ φθόγγου ε μὲ τὴ χρήση τοῦ σχήματος τοῦ Τρομικοῦ καὶ κινεῖται ἀντίστοιχα μὲ τὸν προηγούμενο στίχο στὴ θέση τοῦ Ἑτέρου παρακαλέσματος (βλ. προηγούμενο πίνακα, ἀριθ 8 ) Συνεχίζοντας στὸν ἴδιο στίχο, στὸ Ἐπουράνιε Θεέ,

ΠΙΝΑΚΑΣ 10

ὁ Γερμανὸς καταλήγει στὸν Κε, ἑνῶ ὁ Ἰωάννης στὸν Νη΄ ἀπὸ ὅπου συνεχίζοντας ἀναλυτικὰ στὴ φράση Πάτερ παντοκράτωρ καταλήγει στὸν Κε τῆς μέσης.

ΠΙΝΑΚΑΣ 11 - 347 -


Στὴ φράση Κύριε Ὑιὲ μονογενὲς τοῦ ἰδίου στίχου

ΠΙΝΑΚΑΣ 12

Καὶ στὴ συνεπτυγμένη θέση τοῦ Γερμανοῦ μὲ τὴν κατάληξη στὸν Κε, ὁ Ἰωάννης μὲ ἐντελῶς ἐλεύθερη κίνηση σὲ ὅλο τὸ εὖρος τῆς ἐπταφωνίας καταλήγει στὸν Πα τῆς βάσης τοῦ ἤχου, μὲ τὸ γνωστό του ἐκτεταμένο καταληκτικό σχῆμα. Στὴν τελική δὲ φράση τοῦ στίχου καὶ Ἅγιον Πνεῦμα

ΠΙΝΑΚΑΣ 13

ὁ Ἰωάννης μὲ ἐπέκταση τῆς λέξης Ἅγιον στὸ ὀξὺ τετράχορδο μὲ τρίφωνη ὑπερβατὴ κατιοῦσα κίνηση –παραλλαγὴ τοῦ ἀρκτικοῦ μοτίβου τῆς Δοξολογίας– καταλήγει τελικὰ στὸν Πα τῆς βάσης. Ἐδῶ σχεδὸν ὁλόκληρος ὁ στίχος εἶναι παραλλαγμένος. Στὸ στίχο Κὺριε ὁ Θεός,

- 348 -


ΠΙΝΑΚΑΣ 14

ὁ Γερμανὸς ξεκινᾶ ἀπὸ τὸν Νη τῆς μέσης καὶ φθάνει στὸν Κε συνοπτικά, ἑνῶ ὁ Ἰωάννης ξεκινᾶ ἀπὸ τὸν Δι τῆς μέσης καὶ προχωρεῖ αναλυτικά, όπως στὸν πίνακα 9 μὲ τὸ σχηματισμὸ τοῦ Τρομικοῦ. Στὸν ἴδιο στίχο καὶ στὴ φράση ὁ Ὑιὸς τοῦ Πατρός, ὁ αἴρων,

ΠΙΝΑΚΑΣ 15

ὁ Γερμανὸς χωρίζει τὸ μοτίβο σὲ δύο μέρη, κάνοντας ἐνδιάμεση κατάληξη στὸν Πα, ἑνῶ ὁ Ἰωάννης ὄχι μόνο δὲν χωρίζει τὸ μοτίβο, ἀλλὰ τὸ ἀναπτύσσει στὸ οξύ τετράχορδο μὲ τὴ χρήση δύο φορὲς τοῦ σχήματος του Τρομικού. Ἀπὸ τὴ φράση ἐλέησον ἡμᾶς ὁ αἴρων καὶ μετὰ, ὁ Ἰωάννης κινεῖται ἐντελῶς ἀναλυτικά· κάνει ενδιάμεση κατάληξη στὸν Γα ἀναπτύσσεται μέχρι τὸν Πα΄ τῆς νήτης, κάνει κατάληξη μὲ τρίφωνη πτώση στὸν Κε τῆς μέσης καὶ καταλήγει μὲ τὸ ἀρκτικὸ καταληκτικὸ μοτίβο τῆς Δοξολογίας στὸν Πα τῆς βάσης.

- 349 -


ΠΙΝΑΚΑΣ 16

Σχετικὰ μὲ τὴν κατάληξη στὸν Γα καὶ ἐκτὸς βέβαια τῆς διαφορᾶς στὴ φράση ἐλέησον ἡμᾶς, στὴν ὁποία ὁ Γερμανὸς ἀρχίζει ἀπὸ τὸν Πα, ἐνῶ ὁ Ἰωάννης ἀπὸ τὸν Κε καὶ συνεχίζει ἀναλυτικά, βλέπουμε ὅτι ὁ Ἰωάννης χρησιμοποιεῖ τὴ μαρτυρία τοῦ Βαρὺ διατονικοῦ ἤχου. Τὸ ίδιο ἐπαναλαμβάνει καὶ στοὺς στίχους Κύριε καταφυγὴ και Κύριε πρὸς σὲ κατέφυγον, σὲ ἀντίστοιχες καταλήξεις. Προφανῶς ἐδῶ ὁ Ἰωάννης χρωματίζει μὲ Δεύτερο διατονικὸ ἦχο τὸ καταληκτικὸ σχῆμα.

ΠΙΝΑΚΑΣ 17 - 350 -


Καὶ στὸ στίχο Καθ’ ἑκάστην ἡμέραν

ΠΙΝΑΚΑΣ 18

Συναντοῦμε τὰ ἴδια πράγματα, ὅπου, ὅπως φαίνεται καὶ μόνο ὀπτικά, στὸν Πίνακα, ἡ διαφορὰ μεταξὺ τῆς πρωτότυπης Δοξολογίας καὶ τῆς εξήγησης τοῦ Ιωάννη εἶναι ἐμφανέστατη, καὶ σίγουρα πιὸ ἐλεύθερη καὶ κινητικὴ ἀπὸ τὴν ἐξήγηση τοῦ Χουρμουζίου. Στόν ἴδιο στίχο καὶ στή φράση τὸ ὄνομά σου εἰς τοὺς αἰώνας βλέπουμε έντονη τη διαφορά, μεταξύ τῆς πρωτότυπης καὶ τοῦ Ἰωάννη.

Τὰ ἴδια συνεχίζονται καὶ σὲ ὅλους τοὺς παρακάτω στίχους τῆς Δοξολογίας. Πέραν αὐτῶν παρατηροῦμε ὅτι, ὁ Ἰωάννης στὴν τελευταία φὰση τῶν τελικῶν καταλήξεων χρησιμοποιεῖ τρεῖς φορὲς τὸ σχήμα τοῦ Τρομικοῦ, καθώς ἐπίσης καὶ ὅτι ἀντὶ τοῦ σχήματος τῶν στραγγισμάτων που σημειώνει Γερμανὸς,προτιμᾶ ταὴ χρήση Πεταστῆς μὲ Ψηφιστόν καὶ ἐν συνεχεία δύο Ἀποστρόφους, ἀντὶ τοῦ καθαροῦ σχήματος τῶν στραγγισμάτων αὐτῆς τῆς περίπτωσης. Γιὰ νὰ μὴ μακρύνω περισσότερο τὸ λόγο μου, ἀλλὰ καὶ γιὰ νὰ ἀντιληφθεῖτε καὶ ὀπτικὰ τὸ μέγεθος τῆς παρέμβασης τοῦ Ἰωάννου Α΄ ψάλτου Κρήτης, στὴν πρωτότυπη Δοξολογία τοῦ Γερμανοῦ παραθέτω τοὺς Πίνακες τῶν στίχων τῆς Δοξολογίας μὲ ἐπιχρωματισμένες τὶς βασικότερες διαφορές. - 351 -


Κλείνοντας θὰ ἤθελα νὰ πῶ ὅτι, μὲ τὴ μορφὴ ποὺ μᾶς παρέδωσε ὁ Ιωάννης Καλομενόπουλος τὴ Δοξολογία τοῦ Γερμανοῦ, τὴν μετέφερα στὴ σημερινὴ σημειογραφία καὶ τὴν συμπεριέλαβα, γιὰ τὴν κοινὴ ὠφέλεια, ὡς παράρτημα στὸ νέο μου βιβλίο Δοξολογίες σύντομες ἀργοσύντομες ἀργές, ποὺ κυκλοφόρησε μόλις πρὸ ὀλίγων ἡμερῶν ἀπὸ τὸν ἐκδοτικὸ Οἶκο τοῦ Ἰωάννη Πολυχρονάκη καὶ ποὺ τὴν προμετωπίδα του μπορείῖτε νὰ δεῖτε ἐδῶ. Σᾶς εὐχαριστῶ.

- 352 -


Σωζόµαστε γιατί ψέλνουµε Γρηγόριος Θ. Στάθης !µότ. Καθηγητής Πανεπιστηµίου Oθηνῶν ∆ιευθυντής Jδρύµατος Βυζαντινῆς Μουσικολογίας α. Εὐχαριστήρια Ἀντιφώνηση Εὐχαριστῶ πολὺ γιὰ τὴν μεγάλη τιμὴ ποὺ μοῦ κάνετε. Ἔχω τὴν συναίσθηση καὶ καλὰ γνωρίζω ὅτι γεννήθηκα καὶ ζῶ καὶ εἶμαι καὶ κινοῦμαι μέσα στὸν καταστάφυλλο ἀμπελῶνα τῆς μουσικῆς μας παραδόσεως, κι ἰδιαίτερα τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης τῆς ἑλληνόφωνης ὀρθόδοξης λατρείας· καὶ δὲν κάνω ἴσως τίποτε περισσότερο ἀπ’ ὅσα ἕνας δοῦλος ἀγαθὸς ποὺ τοῦ ἐμπιστεύθηκε ὁ Θεὸς ἕνα τάλαντο, καὶ θέλει νὰ τὸ πολλαπλασιάσει γιὰ ν’ ἀποδώσει ἑκατονταπλασσίονας καρπούς. Καὶ θὰ μποροῦσα ταπεινὰ νὰ περιζωγραφήσω τὴν φυσικὴ ροπὴ τοῦ χαρακτῆρος μου καὶ τὴν στάση μου μὲ ὅλο τὸ παντοειδὲς καὶ ποικίλο ἔργο μου, ὡς θέλημα καὶ μέλημα “ἡμέρας καὶ νυκτός” ν’ ἀνασκαλίζω τὶς μνῆμες τὶς βυζαντινὲς τῶν χίλιων τόσων χρόνων, στὸ χῶρο τῆς ψαλτικῆς τέχνης τῆς ὀρθόδοξης λατρείας μας, καὶ ν’ ἀνασαίνουμε μαζὶ τὴν αὔρα τῆς παράδοσης, τὴν ποίηση καὶ τὴν μουσική, γιὰ στηριγμό, γιὰ δύναμη καὶ γιὰ ὀρθοκρισία στὸ πόρευμά μας πρὸς τὰ μελλούμενα. Εὐχαριστῶ βαθύτατα ποὺ μοῦ ἀναγνωρίζετε αὐτὴν τὴν διάθεσή μου καὶ τὴν μικρὴ ἢ μεγάλη, μέχρι τώρα, συνεισφορά μου. Ὅ,τι καλὸ εὐδόκησε ὁ Θεὸς νὰ κατορθώσω εἶναι, ἀκριβῶς, δώρημα ἄνωθεν. Δικός μου εἶναι ὁ μόχθος κι ἡ ἀγαθὴ προαίρεση νὰ προσφέρω τὴν γνώση καὶ τὸ χάρισμα γιὰ πλουτισμὸ τῆς λατρείας καὶ εἰς κοινὸν ὄφελος. Ἡ ἀπόδοση τῆς τιμῆς ἀπὸ μέρους σας στὴν ταπεινότητά μου διαβαίνει ἀμφίδρομα καὶ ἀντιτιμᾶ καὶ σᾶς τοὺς ἴδιους. Ἡ ἐκτίμηση, ἀμοιβαία καὶ εἰλικρινής, ἀναβλύζει ἀπὸ τίμια θεώρηση τῶν πραγμάτων. Ὁ Θεὸς νὰ μᾶς ἔχει ὅλους καλά, μὲ ὑγεία καὶ χαρὰ καὶ εἰρήνη πάντοτε, ποὺ ὑπερέχει πάντα νοῦν, καὶ νὰ εὐοδώνει κάθε ἀγαθό σας ἔργο. Σᾶς εὐχαριστῶ. β. Ὁμιλία

Προοίμιο Σεβασμιώτατε, Κύριε Διευθυντὰ τῆς Ὀρθοδόξου Ἀκαδημίας ἐδῶ, Κύριε Δήμαρχε, καὶ Δημοτικοὶ Σύμβουλοι, Ἀρχὲς καὶ Ἐξουσίες τῆς ὄμορφης πόλης Χανίων, πολιτικοὶ καὶ στρατιωτικοί, - 353 -


Ἐλλογιμώτατοι Κύριοι Καθηγητές, Μουσικολογιώτατοι Κύριοι Πρόεδροι τῶν Συλλόγων Ἱεροψαλτῶν Κρήτης μουσικώτατοι Ψάλτες τῶν ἁγίων τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησιῶν, Σεβάσμιοι Μοναχοὶ καὶ Μοναχές, Φιλόμουση Ὁμήγυρη, Κυρίες μου καὶ Κυριοι. Ἀρχὴ ἀρχὴ θέλω νὰ ἐκφράσω τὴν εὐχαριστία μου στὸν Πρόεδρο τοῦ «Συνδέσμου Ἱεροψαλτῶν Νομοῦ Χανίων “Γεώργιος ὁ Κρής” κ. Νικόλαο Γιαννακάκη, ποὺ εἶχε τὴν εὐγενῆ ὀργανωτικὴ πρωτοβουλία, νὰ μοῦ ἀπευθύνει τὴν πρόσκληση νὰ συμμετάσχω στὸ Β΄ Παγκρήτιο Συνέδριο Ἱεροψαλτῶν, ἢ ὅπως τώρα διατυπώθηκε ὁ τίτλος «Β΄ Ἱεροψαλτικὸ Συνέδριο Κρήτης», καὶ μαζὶ νὰ μοῦ κοινοποιήσει τὴν μεγαλόφρονη πρόθεση τῆς ἀπονομῆς τιμῆς, γιὰ ὅσα καλὰ καὶ μεγάλα θεωρεῖ ὅτι ἔκανα καὶ συνέβαλα στὴν ἀνάπτυξη τῆς ἐπιστήμης τῆς Βυζαντινῆς Μουσικολογιας καὶ τοῦ ἀκραιφνοῦς Ἑλληνικοῦ Μουσικοῦ Πολιτισμοῦ, δηλαδὴ τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης. Ὑποπτεύω ὅτι διερμηνεύει καὶ τὴν σύμφωνη γνώμη καὶ τὰ αἰσθήματα καὶ ἄλλων προσωπικοτήτων τοῦ ἱεροψαλτικοῦ κόσμου τῆς Κρήτης, καὶ γιὰ τὸν λόγον αὐτὸ αἰσθάνομαι ὑπόχρεως σὲ πολλοὺς καὶ ἀπευθύνω ἀξιοχρέως σὲ ὅλους τὶς πολλὲς εὐχαριστίες μου, ἀπ’ τὴν καρδιά μου. Νὰ εἶστε ὅλοι καλά! Ἂν δὲν σφάλλω, πέρασαν τριαντατρία χρόνια ἀπ’ τὸν Μάρτιο (27-29) τοῦ 1983, ὁπόταν εἶχε συγκληθῆ τὸ Α΄ Παγκρήτιο Συνέδριο Ἱεροψαλτῶν, στὸ ὁποῖο εἶχα μιὰ ἐμφανῆ ἀνάμειξη καὶ ἐνεργὴ συμμετοχὴ στὴν ὀργανωτικὴ προεργασία, ἀλλὰ καὶ στὴν πραγματοποίησή του. Καὶ τὸ βιβλίο «Ὠδαὶ Πνευματικαί» τοῦ μακαρίτου “Ἄρχοντος Πρωτοψάλτου τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Κωνσταντινουπόλεως” Νικολάου Δασκαλάκη, μὲ τὸ ὁποῖο ἡ Ὀρθόδοξος Ἀκαδημία Κρήτης ἐγκαινίασε τὶς ἐκδόσεις της, πέρασε ἀπ’ τὴν ἐκδοτικὴ ἐπιμέλεια τοῦ ὑποφαινομένου καὶ τὴν ὑπόδειξη στὸν τότε Διευθυντὴ τῆς Ἀκαδημίας κ. Ἀλέξανδρο Παπαδερὸ νὰ τὸ χειροτεχνήσει ὁ μακαρίτης Διδάσκαλος Ἀβραὰμ Εὐθυμιάδης, καὶ τὸ «Ἀνακοινωθὲν» τῶν ἐργασιῶν καὶ τῶν διαπιστώσεων – προτάσεων τότε συντάχθηκε ἀπὸ μένα καὶ δημοσιεύθηκε, ὕστερα ἀπὸ σχετικὸ Χρονικὸ στὸ ἐπίσημο περιοδικὸ “Ἐκκλησία” (ἔτος Ξ΄, 1 Ἰουνιου 1983, σσ. 305-307) καὶ κυκλοφορήθηκε ὡς ἀνάτυπο. Καὶ λέγεται στο Χρονικό· «Τὸ κείμενο αὐτὸ διαβάστηκε στὸ τέλος ὡς τὸ ἐπίσημο καταληκτήριο κείμενο τοῦ Συνεδρίου καὶ ἐπικροτήθηκε ἀπ’ ὅλη τὴ σύναξη». Ἡ ἀκροτελεύτια παράγραφος τοῦ Ἀνακοινωθέντος ἐκείνου ἦταν ἡ ἀκόλουθη· «Ἐκφράστηκε ἡ εὐχὴ νὰ προετοιμασθῆ ἡ σύγκληση τοῦ Β΄ Παγκρητίου Συνεδρίου Ἱεροψαλτῶν, καθὼς καὶ νὰ εὐδοθοῦν συναντήσεις ἱεροψαλτικῆς συνεργασίας σὲ ὅλη τὴν Κρήτη». Χαίρω τώρα ποὺ ἡ εὐχὴ αὐτὴ τοῦ τότε, τοῦ 1983, πραγματοποιεῖται τώρα, τὸ 2016. Καὶ τῷ Θεῷ χάρις! - 354 -


ΣΩΖΟΜΑΣΤΕ ΓΙΑΤΙ ΨΕΛΝΟΥΜΕ “ἐσώθησαν, ὅτι ὕμνουν” [Ἰωάννου Χρυσοστόμου, Εἰς τὴν πρὸς Ἐφεσίους, Λόγος Η΄, 9] προοίμιο Ἔχω τὴν πρόθεση τώρα νὰ σᾶς ἀπευθύνω μιὰν ὁμιλία μου, τὴν κεντρικὴ γιὰ τὴν περίσταση ἀπόψε ἐδῶ, μὲ μικρὴ διάρκεια, καὶ παρακαλῶ νὰ μὲ ἀνεχθῆτε νὰ σᾶς μιλήσω γιὰ λίγη ὥρα. Δὲν εἶναι εὔκολη ἡ ἐπιλογὴ τοῦ θέματος τῆς ὁμιλίας σὲ ἐπίσημες περιπτώσεις, τὶς ὁποῖες μᾶς ἐπιφυλάσσει ὁ Θεὸς γιὰ περιποίησή μας· ὅπως ἀκριβῶς καὶ στὴν παροῦσα πάντερπνη ὥρα. Ἐπέλεξα νὰ κάνω ἕνα σχόλιο, πιὸ πολύ, λειτουργικὸ καὶ ψαλτικὸ μαζί, σὲ μιὰ θεολογικώτατη παρατήρηση τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου, γιὰ τὸ θαῦμα τῆς σωτηρίας τῶν Τριῶν Παίδων στὴν κάμινο τοῦ πυρός. Λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος· “... διὰ τοῦτο μὲν οὖν ἐσώθησαν, ὅτι ὕμνουν· ᾐδέσθη τὴν προθυμίαν αὐτῶν τὸ πῦρ, ὕστερον ᾐδέσθη καὶ τὴν ὠδὴν τὴν θαυμαστὴν ἐκείνην καὶ τοὺς ὕμνους.” Δηλαδή· “σώθηκαν γιατὶ ἔψελναν· τὸ πῦρ θαύμασε καὶ σεβάστηκε τὴν προθυμία τους, καὶ σεβάστηκε καὶ ἐκείνη τὴν θαυμαστὴ ὠδὴ καὶ τοὺς ὕμνους”. α. σωτηρία Τὸ θαῦμα ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι τὸ νοοῦμε μὲ τὸ ἀποτέλεσμά του, ἐκεῖ ποὺ ὁ νοῦς μας δὲν τὸ χωράει, καὶ θαυμάζουμε καὶ ὑμνοῦμε τὰ ‘θαυμάσια’ ποὺ κάνει ὁ Θεός. Στὴν προκείμενη περίπτωση ἐκεῖνο ποὺ δὲν χωράει ὁ νοῦς μας εἶναι τὸ πῶς σώθηκαν οἱ τρεῖς παῖδες ἀπ’ τὴν φλόγα τῆς φωτιᾶς στὴν κάμινο, ἡ ὁποία μάλιστα ἦταν ἑπταπλάσια ἀναμμένη, κατὰ τὴν ἐντολὴ τοῦ Ναβουχοδονόσορος (605-562 π. Χ.), τότε στὴν Βαβυλῶνα, σύμφωνα μὲ τὴν γοητευτικὴ διήγηση τοῦ βιβλίου τοῦ Δανιὴλ τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης (κεφ. 3). Οἱ τρεῖς παῖδες, ὁ Ἀνανίας – ὁ Ἀζαρίας – καὶ ὁ Μισαήλ (Σεδράχ, Μισάχ, Ἀβδεναγώ), ἔμειναν ‘ἀσινεῖς’ σωματικά· δὲν ἔπαθαν τίποτε ἀπολύτως, οὔτε κἂν καψαλίστηκαν οἱ τρίχες στὰ κεφάλια τους. Γιατὶ ἁπλώθηκε πάνω τους ἡ θεία σκέπη. Λέει ἡ διήγηση· “ἄγγελος δὲ Κυρίου συγκατέβη καὶ ἐξετίναξε τὴν φλόγα τοῦ πυρὸς ἐκ τῆς καμίνου καὶ ἐποίησε τὸ μέσον τῆς καμίνου ὡσεὶ πνεῦμα δρόσου διασυρίζον, καὶ οὐχ ἥψατο αὐτῶν καθόλου τὸ πῦρ” (Δανιὴλ 3, 49). Αὐτὴ εἶναι ἡ σωματικὴ σωτηρία. Στὸ θαῦμα ὅμως συντελοῦνται καὶ ἄλλα μεγάλα πράγματα. Πάνω ἀπὸ ὅλα ἐπιβραβεύεται καὶ κηρύττεται ἡ πίστη στὸν Θεό, τὸν ἕνα, τὸν ἀληθινὸ καὶ ζῶντα. Εἶπαν οἱ τρεῖς παῖδες· “ἔστι γὰρ Θεὸς ἐν οὐρανοῖς, ὃς ἔστι δυνατὸς ἐξελέσθαι ἡμᾶς ἐκ τῆς καμίνου τοῦ πυρός...” (Δανιὴλ 3, 7). Αὐτὴ ἡ βέβαιη πίστη ἀψηφᾶ τὰ ὁποιαδήποτε ἄλλα ἐντάλματα, ὅταν πρόκειται γιὰ - 355 -


θέματα θεῖα. Αὐτὴν τὴν πίστη τὴν διαπιστώνει καὶ ὁ Ναβουχοδονόσορ· θαυμάζει τὴν ‘μορφὴ’ τοῦ τετάρτου παιδός, δηλαδὴ τοῦ ἀγγέλου, βγάζει τοὺς παῖδες ἀπ’ τὴν κάμινο, ἐκπλήσσεται ἀπ’ τὸ γεγονὸς καὶ μεταστρέφεται ψυχικά, καὶ ὑμνεῖ καὶ αὐτός· “εὐλογητὸς ὁ Θεὸς ὃς ἀπέστειλε τὸν ἄγγελον αὐτοῦ καὶ ἔσωσε τοὺς παῖδας αὐτοῦ τοὺς ἐλπίσαντας ἐπ’ αὐτόν” (Δανιὴλ 3, 95). Ἐδῶ πρόκειται γιὰ τὸ θαῦμα τῆς σωτηρίας τῆς ψυχῆς. Καὶ ἡ σωτηρία τῆς ψυχῆς ἔχει προέκταση αἰώνια· καὶ δὲν ἀξίζει ἀπέναντί της κανένα ἀντάλλαγμα. ((“τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;”)). Κρατήστε στὴν θύμηση αὐτὸν τὸν λόγο. β. προθυμία Πέρα ἀπ’ τὸ γεγονὸς τοῦ συντελεσμοῦ τοῦ θαύματος, δηλαδὴ τῆς σωτηρίας, ὁ Χρυσόστομος ἀναφέρει καὶ δυὸ προϋποθέσεις, ἢ ἀλλοιῶς, προσφέρει δυὸ αἰτιολογίες γιὰ τὴν σωτηρία. Ἡ μία εἶναι ἡ ‘προθυμία’ τῶν τριῶν παίδων· “ᾐδέσθη τὴν προθυμίαν αὐτῶν τὸ πῦρ”. Ἡ προθυμία ἀναβλύζει ἀπ’ τὴν πίστη, ποὺ ἀνέφερα παραπάνω. Ὁ πρῶτος ὅμως ὕμνος τῶν τριῶν παίδων, ποὺ ἀπαγγέλλει ὁ Ἀζαρίας (Δανιὴλ 3, 24-45), εἶναι μιὰ ἐξομολόγηση· ὅτι δίκαια αἰχμαλωτίσθηκαν οἱ Ἰουδαῖοι στὴ Βαβυλῶνα, διότι ἁμάρτησαν καὶ ἀποκόπηκαν ἀπ’ τὸν Θεό, καὶ “οὐδὲ συνετήρησαν οὐδὲ ἐποίησαν” ὅσα ἔπρεπε. Καὶ ἡ ἐξομολόγηση κλείνει μὲ τὴν παράκληση νὰ μὴ τοὺς ἐγκαταλείψει ὁ Θεός, ὅταν τὸν ἀναγνωρίζουν πάλι καὶ τὸν εὐλαβοῦνται ~ “μὴ παραδῷς ἡμᾶς εἰς τέλος διὰ τὸ ὄνομά σου ... καὶ μὴ ἀποστήσῃς τὸ ἔλεός σου ἀφ’ ἡμῶν”. Ἡ προσταγὴ τοῦ Ναβουχοδονόσορος νὰ προσκυνήσουν ὅλοι τὸ εἴδωλο, τὴν εἰκόνα τὴν χρυσῆ, εἶναι ἡ μεγάλη εὐκαιρία νὰ δείξουν τὴν - 356 -


προθυμία τους οἱ τρεῖς παῖδες· νὰ φανερώσουν δηλαδὴ τὸν ἀληθινὸ Θεό. Δὲν πτοοῦνται ἀπ’ τὴν ἀπειλὴ νὰ ἐμβληθοῦν στὴν κάμινο τοῦ πυρός. Αὐτὴν τὴν προθυμία τους καὶ τὴν πίστη τους στὸν Θεὸ “ᾐδέσθη τὸ πῦρ”. Ἂς κρατήσουμε καὶ αὐτὸν τὸν λόγο· τὴν προθυμία. γ. ὕμνηση Ἡ ἄλλη αἰτιολογία τῆς σωτηρίας τους εἶναι ἡ ὕμνηση τοῦ Θεοῦ· “ἐσώθησαν, ὅτι ὕμνουν”. Ἡ πίστη στὸ Θεὸ καὶ ἡ προθυμία τους νὰ προσφέρουν τὸν ἑαυτό τους θυσία, εἶναι πράγματα ἀξιοθαύμαστα. Ἡ ὕμνηση ὅμως τοῦ Θεοῦ μέσα στὴν κάμινο τοῦ πυρὸς εἶναι ἀξιοθαυμαστότερο καὶ παράδοξο πρᾶγμα γιὰ ὅλους, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὸ πῦρ, ποὺ κι αὐτὸ θαύμασε καὶ “ᾐδέσθη” καὶ δὲν τοὺς πείραξε καθόλου· ἡ φλόγα τραβήχτηκε πίσω κι ἔσκυψε σὰν νὰ τοὺς προσκυνοῦσε. Βέβαια ἦταν ἡ θεία παρέμβαση μὲ τὸν ἄγγελό του, τὸν τέταρτο νεανία ποὺ εἶδε ὁ Ναβουχοδονόσορ μέσα στὴν κάμινο, ποὺ μετέβαλε τὴν φλόγα σὲ δρόσο. Οἱ τρεῖς παῖδες, ἢ καὶ οἱ τέσσερεις μὲ τὸν ἄγγελο μαζί, ἔψελναν ὅπως οἱ ἄγγελοι, ποὺ ξέρουμε ὅτι ψάλλουν ἀσιγήτως τὸν τρισάγιο ὕμνο καὶ ἀνυμνοῦν τὴν δόξα τοῦ Θεοῦ, μὲ τὴν ὁποία εἶναι ‘πλήρης ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ’. δ. ὠδὴ θαυμαστὴ Τί ἔψαλλαν οἱ τρεῖς παῖδες; Στὴν βιβλικὴ διήγηση περιέχονται δύο κατὰ στίχον ὕμνοι, ἀρκετὰ ἐκτενεῖς· ὁ πρῶτος εἶναι ἡ ἐξομολόγηση ἢ καὶ προσευχὴ ποὺ ἀπαγγέλλει ὁ Ἀζαρίας· ὁ δεύτερος ὕμνος εἶναι αὐτὸς ποὺ ὁ Χρυσόστομος ὀνοματίζει “θαυμαστὴ ὠδή” (Δανιὴλ 3, 52-91). Καὶ εἶναι θαυμαστὴ αὐτὴ ἡ ὠδὴ γιὰ τὸ οἰκουμενικὸ περιεχόμενό της· γιὰ τὴν ἀναφορὰ ὅλης τῆς κτίσης, κτιστῆς καὶ ἄκτιστης, ὁρατῆς καὶ ἀόρατης, νοερῆς καὶ ὑλικῆς, στὸν Θεό. “Εὐλογεῖτε πάντα τὰ ἔργα Κυρίου τὸν Κύριον”. Τὸ πῦρ τῆς καμίνου ἄκουσε τὴν πρόσκληση καὶ ‘ᾐδέσθη’ καὶ μποροῦμε νὰ ποῦμε ὅτι συνέψαλλε κι αὐτό· “εὐλογεῖτε, πῦρ καὶ καῦμα τὸν Κύριον!”. Πολλοὺς αἰῶνες ἀργότερα (χίλια τόσα χρόνια) ὁ Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνὸς τὸ οἰκουμενικὸ περιεχόμενο τῆς ὕμνησης τὸ περικλείει στὸν στίχο· “πᾶσα πνοὴ καὶ πᾶσα κτίσις σὲ δοξάζει, Κύριε” ((Αἶνοι β΄ ἤχου)). Καὶ εἶναι θαυμαστὴ ἡ ὠδὴ αὐτὴ καὶ γιὰ τὸν τρόπο τῆς ψαλμωδίας μὲ τὸ ὑπέροχο ἐφύμνιο ἢ ὑπόψαλμα, ποὺ ἐπαναλαμβάνεται ὕστερα ἀπο κάθε στίχο· “ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε αὐτὸν εἰς τοὺς αἰῶνας”. Εἶναι ὁ ἀρχαιότερος τρόπος ψαλμωδήσεως, ὁ ἀντιφωνικός· ἀπαγγέλλεται δηλαδὴ ἀπὸ ἕνα ἢ καὶ περισσότερους ἕνας στίχος καὶ ψάλλεται ἀπὸ ὅλους τὸ ὑπόψαλμα ἢ ἐφύμνιο. Εἶναι πολὺ ἐνδιαφέρουσα καὶ ἡ εἰσαγωγὴ τῆς ὑμνήσεως· “ἀναλαβόντες δὲ οἱ τρεῖς ὡς ἐξ ἑνὸς στόματος ὕμνουν καὶ ἐδόξαζον καὶ εὐλόγουν καὶ ἐξύψουν τὸν Θεὸν ἐν τῇ καμίνῳ, λέγοντες”. Δηλαδή, ὁ χαρακτήρας τοῦ ὕμνου τους ἦταν ἐξυμνητικός, δοξαστικός, εὐλογητικὸς καὶ εὐχαριστιακός, αἰνε- 357 -


τικὸς καὶ ἐξυψωτικός. Πολὺ ἐνδιαφέρον ἔχει καὶ ὁ προσδιορισμός· “ὡς ἐξ ἑνὸς στόματος”. Προσδιορίζεται σαφῶς ἡ μονοφωνία τῆς ψαλμωδήσεως αὐτῆς τῆς ‘θαυμαστῆς ὠδῆς’. ε. ὕμνοι Ποιούς ἄλλους ὕμνους ὑπαινίσσσεται ὁ Χρυσόστομος, ὅταν λέγει ἀόριστα “τοὺς ὕμνους”; Δὲν μποροῦμε νὰ γνωρίζουμε μὲ ἀκρίβεια ποιούς ἄλλους ὕμνους ὑπονοεῖ· οὔτε ἡ βιβλικὴ διήγηση μᾶς βοηθάει περισσότερο, ἀφοῦ δὲν μᾶς προσφέρει κανέναν ἄλλον ὕμνο. Εἶναι βέβαιο ὅτι στὴν ἐποχὴ τοῦ Χρυσοστόμου (τέλη δ΄ αἰῶνος) ἦταν σὲ εὐρεῖα διάδοση καὶ χρήση ἡ βίβλος τῶν ψαλμῶν τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης, φερόμενη μάλιστα ὑπὸ τὸ ὄνομα τοῦ Δαβίδ, –ὡς “Ψαλτήριον τοῦ Δαβίδ”– , ὁ ὁποῖος εἶναι ποιητὴς τῶν περισσότερων ἀπ’ τοὺς περιεχόμενους 150 ψαλμούς. Τὸ λέει ἄλλωστε καθαρὰ μιὰ ψευδοχρυσοστομικὴ μαρτυρία· “ἐν ὀρθριναῖς καὶ ἑσπεριναῖς ὑμνολογίαις καὶ πρῶτος καὶ μέσος καὶ τελευταῖος Δαβίδ” (PG 64, 12). Καὶ γνωρίζουμε ὅτι κάποιοι συγκεκριμένοι ψαλμοὶ εἶναι Αἶνοι, κάποιοι εἶναι Ἀναβαθμοί, ἄλλοι εἶναι Ἀντίφωνα μὲ ὑποψάλματα, ἄλλοι περιέχουν Ἀναφωνήματα. Ἔχω τὴν αἴσθηση ὅτι ὁ Χρυσόστομος δὲν ὑπαινίσσεται κάποιον ἄλλον συγκεκριμένο ὕμνο, ἀλλά, στὴν περίπτωση τῶν τριῶν Παίδων, θεωρεῖ τὴν θαυμαστὴ ὠδή, δηλαδὴ τοὺς εὐλογητικοὺς στίχους μὲ τὸ ὑπόψαλμα, ὡς τὸν κύριο ὕμνο, καὶ τὶς κατὰ στίχο διάφορες ὑμνητικὲς ἐκφράσεις, δηλαδὴ δοξολογία, αἶνο, εὐχαριστία, καθὼς καὶ τὸν πρῶτο ἐξομολογητικὸ ὕμνο μὲ τὶς δεήσεις καὶ ἱκεσίες καὶ παρακλήσεις ποὺ περιέχει, ὡς ὕμνους γενικὰ καὶ ἀόριστα. Ἂς μὴ ξεχνᾶμε ὅτι ὁ Λόγος αὐτὸς τοῦ Χρυσοστόμου εἶναι ἕνας ρητορικὸς λόγος· καὶ στὸν ρητορικὸ λόγο χωροῦν καὶ ὑπερβολὲς καὶ γενικεύσεις. ς. ὀργανωμένη ψαλτὴ λατρεία Τοὺς “ὕμνους”, ὄχι μόνον αὐτοὺς τοὺς ὁποίους “ᾐδέσθη τὸ πῦρ” καὶ δὲν τοὺς ὀνοματίζει ὁ Χρυσόστομος, ἀλλὰ ὅλους, –τοὺς πολλοὺς καὶ ποικίλους καὶ ποικιλώνυμους– , τοὺς καθορίζει ἐπακριβῶς ἡ ὀργανωμένη χριστιανικὴ ψαλτὴ λατρεία κατὰ τὴν μετὰ τὸν Χρυσόστομο ἐποχή. Ὁρίζονται οἱ ἑπτὰ Ἀκολουθίες τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ νυχθημέρου, μὲ τὴν Δ΄ Νεαρὰ τοῦ Ἰουστινιανοῦ, περὶ τὸ 530. Παραδίδεται τὸ ἀρχαιότερο Εὐχολόγιο, ὁ κώδικας Barberini 336, τέλη η΄ αἰῶνος – ἀρχὲς θ΄ (Βιβλιοθήκη Βατικανοῦ). Δημιουργοῦνται τὰ μεγάλα ὑμνογραφικὰ εἴδη: τὸ Κοντάκιο (³΄ - η΄ αἰώνας), ὁ Κανόνας (η΄ - θ΄ αἰώνας), τὰ Ἰδιόμελα (ἀπ’ τὸν ε΄- ³΄ αἰῶνα ἤδη), καὶ τὸν ι΄ - ια΄ αἰῶνα ὁλοκληρώνεται καὶ καθιερώνεται τὸ χριστιανικὸ ἑορτολόγιο. Τὴν χριστιανικὴ Ὑμνογραφία τὴν ἔγραψαν οἱ μεγάλοι βυζαντινοὶ ὑμνογράφοι, ποὺ οἱ περισσότεροι εἶναι ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, ποὺ εἶχαν βιωματικὴ σχέση μὲ τὸ Θεὸ καὶ τοὺς ἁγίους του. - 358 -


ζ. Ψαλτικὴ Τέχνη Τότε, τὰ μέσα τοῦ ι΄ βυζαντινοῦ αἰῶνος, πρωτοεμφανίζεται καὶ ἡ σημειογραφία ὡς ἠχητικὸ ἀλφάβητο [χφ. Μ. Λαύρας Γ 67, φ. 59α “Σὺν Θεῷ ἀρχαὶ τῶν μελωδημάτων], ἀπότοκο τοῦ ἑλληνικοῦ ἀλφαβήτου τῶν γραμμάτων· καὶ ἀπαριθμοῦνται ἀρχὴ ἀρχὴ οἱ ὀκτὼ ἦχοι (δεκατρεῖς, γιὰ τὴν ἀκρίβεια), οἱ ὁποῖοι ὁπωσδήποτε προϋπῆρχαν, ἀπ’ τὶς ἀρχὲς τοῦ ³΄ αἰῶνος [Σεβῆρος Ἀντιοχείας, (512-518)]. Καὶ τότε γράφονται μὲ σημάδια οἱ πρῶτοι βυζαντινοὶ μουσικοὶ κώδικες: τὰ Κοντακάρια, τὰ Στιχηράρια καὶ τὰ Εἱρμολόγια, τὰ Ἀσματικὰ καὶ τὰ Ψαλτικά. Ἀπ’ τὴν μείξη τῶν δυὸ τελευταίων κωδίκων –τοῦ Ἀσματικοῦ καὶ τοῦ Ψαλτικοῦ– προκύπτει, τὸν ιδ΄ αἰῶνα, ὁ κώδικας μὲ τὸ ὄνομα “Ἀκολουθίαι” [“ἀπ’ ἀρχῆς τοῦ Μεγάλου Ἑσπερινοῦ μέχρι καὶ τῆς συμπληρώσεως τῆς θείας Λειτουργιας” (χφ. ΕΒΕ 2458, τοῦ ἔτους 1336)] ποὺ λίγο ἀργότερα γνωρίζεται κοινῶς μὲ τὸ ὄνομα “Παπαδική”· καὶ λέγεται Παπαδικὴ ἀπ’ τὴν περιεχόμενη στὰ πρῶτα φύλλα “Προθεωρία τῆς Παπαδικῆς Τέχνης”, ἢ Ψαλτικῆς Τέχνης, δηλαδὴ τῆς μουσικῆς τέχνης τῶν βυζαντινῶν παπάδων, τῶν κληρικῶν – τῶν μοναχῶν – καὶ τῶν ψαλτῶν. Σ’ αὐτοὺς τοὺς κώδικες περιέχεται ἡ Ὑμνολογία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας: ἡ ἰουδαϊκὴ ποίηση τῶν ψαλμῶν καὶ ἄλλων βιβλικῶν ὕμνων, ἡ ὁποία, ὡς σταθερὸ ρεπερτόριο τῶν Ἀκολουθιῶν τοῦ νυχθημέρου, περιέχεται στὸν κώδικα Παπαδική, –Ἀνοιξαντάρια, Μακάριος ἀνήρ, Κεκραγάρια, Προκείμενα καὶ Δοχές, Πολυέλεοι καὶ Ἀντίφωνα, Ἄμωμος, Πασαπνοάρια, Κοινωνικά, κ. ἄ.– · καὶ ἡ χριστιανικὴ ποίηση: τὰ Κοντάκια στὰ Κοντακάρια, οἱ Εἱρμοὶ καὶ οἱ Κανόνες καὶ τὰ Αὐτόμελα τροπάρια στὰ Εἱρμολόγια, καὶ τὰ στιχηρὰ Ἰδιόμελα στὰ Στιχηράρια. Ἀπ᾽ τὸν ι΄ αἰῶνα μέχρι σήμερα, μία ὑπερχιελιετῆ περίοδο, καλλιγραφήθηκαν καὶ μᾶς παραδόθηκαν περίπου ἐννιὰ χιλιάδες χειρόγραφοι κώδικες Βυζαντινῆς καὶ Μεταβυζαντινῆς Μουσικῆς: πάνω ἀπὸ 7.500 κώδικες στὴν Ἑλλάδα, καὶ ἄλλοι 2 ἕως 2.500 στὶς ἄλλες ὀρθόδοξες χῶρες· στὴ Βουλγαρία καὶ Σερβία, πολὺ περισσότερα στὴ Ρουμανία (περίπου 900 κώδικες, 891 γιὰ τὴν ἀκρίβεια, στὶς περιοχὲς Βλαχίας, Μολδαβίας, Τρανσυλβανίας ), καὶ βέβαια καὶ στὶς βιβλιοθῆκες τῆς Ρωσίας. Αὐτὲς τὶς χιλιάδες μουσικῶν χειρογράφων τὶς ἔγραψαν κάποιες χιλιάδες, πάλι, φιλότιμοι κωδικογράφοι, οἱ ἥρωες αὐτοὶ τῆς διαδόσεως τῆς ψαλτικῆς τέχνης “εἰς κοινὸν ὄφελος”. Καὶ ἀκόμα, σ’ αὐτὲς τὶς ἐννιὰ χιλιάδες, τὸν ἀρίφνητον αὐτὸ θησαυρό, τῶν μουσικῶν κωδίκων, περιέχεται τὸ μελοποιητικὸ ἔργο χιλίων ἢ καὶ περισσοτέρων βυζαντινῶν καὶ μεταβυζαντινῶν μελουργῶν, –κι ἂς ἀγνοοῦμε ἐμεῖς οἱ νεοέλληνες τὰ ὀνόματά τους– , ἀπ’ τοὺς ὁποίους οἱ ἑκατὸ τουλάχιστον εἶναι μεγάλοι μουσικοὶ δημιουργοὶ στὴν παγκόσμια μουσικὴ τέχνη. Καὶ οἱ βυζαντινοὶ τοῦ ιδ΄- ιε΄ αἰῶνος, –Μιχαὴλ Ἀνεώτης, Ἰωάννης Γλυκύς, - 359 -


Νικηφόρος Ἠθικός, Ἰωάννης Κουκουζέλης, Ξένος Κορώνης, Μανουὴλ Πλαγίτης, Πανάρετος, Κοντοπετρῆς, Ἀγαλλιανός, Κλαδᾶς, Μανουὴλ Χρυσάφης, Γρηγόριος Μπούνης καὶ πολλοὶ ἄλλοι–, εἶναι προφανὲς ὅτι ζοῦν καὶ μεγαλουργοῦν τρεῖς καὶ τέσσερεις αἰῶνες πρὶν ἀπ’ τοὺς δυτικοὺς Μπὰχ καὶ Βιβάλντι, Χαῖντελ καὶ Μότζαρτ καὶ Μπεντόβεν, γιὰ νὰ μὴν ἀναφέρω πολλὰ ὀνόματα. Καὶ οἱ κατοπινοὶ μελουργοὶ τοῦ ιζ΄ καὶ ιη΄ αἰῶνα, καὶ οἱ σύγχρονοι, Ἕλληνες καὶ ἄλλοι, στὶς ὁμόδοξες χῶρες, μελοποίησαν καὶ μᾶς παρέδωκαν τὸ ἔργο τους, τὸ ἔψαλαν οἱ ἴδιοι καὶ τὸ ψάλλουμε κι ἐμεῖς, καὶ ξέρουμε ὅτι εἶναι τὸ περιήχημα τῆς Ὀρθόδοξης Ἀνατολικῆς Ἐκκλησίας. * Νὰ γυρίσω λίγο στὸν ὕμνο τῶν τριῶν Παίδων. Αὐτὸς ὁ ὕμνος, αὐτούσιος, ψάλλεται καὶ σήμερα μὲ τὸν ἴδιο ἀντιφωνικὸ τρόπο στὴν Ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ τῆς Ἀναστάσεως, τὸ πρωὶ τοῦ Μεγάλου Σαββάτου. Ὡς ἱστορικὸ γεγονὸς ἡ ψαλμώδησή του στὴν κάμινο τοῦ πυρός, πέρασε στὸν Κανόνα, τὸ θαυμάσιο ποιητικὸ εἶδος, καὶ χαρακτηρίζει τὴν ζ΄ καὶ η΄ ὠδή. Κάποιοι εἱρμοὶ ἢ τροπάρια αὐτῶν τῶν δύο ὠδῶν, μελοποιήθηκαν ἀπ’ τοὺς περίφημους μελοποιοὺς Μπαλάση Νομοφύλακα καὶ Πέτρο Μπερεκέτη, κυρίως (τέλη ιζ΄- α΄ τέταρτο ιη΄ αἰῶνος), ὡς Καλοφωνικοὶ Εἱρμοί, μὲ μελικοὺς πλατυσμοὺς καὶ μὲ Κρατήματα, καὶ εἶναι ἀπ’ τὰ ἀγαπητότερα ψάλματα στὸ ψαλτικὸ ρεπερτόριο. Εἶναι οἱ ἀριστοτεχνικὲς καὶ ἀσύγκριτες σὲ μελωδικὸ κάλλος ἄριες τῆς μονοφωνικῆς Ψαλτικῆς Τέχνης. Τὸν Ὕμνο τῶν Τριῶν Παίδων, ἐπιστέγασμα τῶν Ἀναγνωσμάτων στὴν Ἀκολουθία τοῦ Μεγάλου Σαββάτου πρωί, τὸν μελοποίησα σὲ ὀκτάηχο κύκλο ἀνὰ ζεύγη στίχων, γιὰ πρώτη φορά, τὸ Μ. Σάββατο τοῦ 2006, ποὺ βρισκόμουν στὴ Βενετία γιὰ τὴν συγγραφὴ τοῦ Καταλόγου τῶν χειρογράφων Ἑλληνικῆς Ψαλτικῆς Τέχνης τῆς Βιβλιοθήκης τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἰνστιτούτου Βυζαντινῶν καὶ Μεταβυζαντινῶν Σπουδῶν [βλ. Θησαυρίσματα 37, Βενετία 2007, σσ. 9-59 καὶ εἰκόνες 1-32], καὶ ἔψαλα στὸν ἱερὸ ναὸ “Ἅγιος Γεώργιος τῶν Ἑλλήνων”. ῎Εχει ἀναρτηθῆ στὸ διαδίκτυο στὴν ἰστοσελίδα τοῦ Ἱδρύματος Βυζαντινῆς Μουσικολογίας [www.ibyzmusic.gr] καὶ μπορεῖ νὰ τὸν δῆ ὅποιος θέλει νὰ ἐντρυφήσει εἰδικότερα. * Ἐπίλογος Ἀγαπητοί μου, φιλόμουσοι πάντες· Σᾶς εἶπα νὰ κρατήσουμε στὴ θύμηση δυὸ λόγους· ὁ ἕνας εἶναι ‘ἡ σωτηρία τῆς ψυχῆς’, ὡς σκοπός, γιὰ τὸν ὁποῖο δὲν ἀξίζει κανένα ἀντάλλαγμα, καὶ ὁ ἄλλος εἶναι ‘ἡ προθυμία’ νὰ προσφέρει ὁ ἄνθρωπος τὸν ἑαυτό του θυσία γιὰ νὰ φανερώσει κάτι μεγάλο καὶ ἀληθινὸ στὸ ὁποῖο πιστεύει. - 360 -


Μπροστὰ σ’ αὐτὰ τὰ δυὸ ὀρθώνονται ἐμπόδια ἀνυπέρβλητα· καὶ κάποιες φορὲς σὲ περιμένει ἡ ‘κάμινος τοῦ πυρός’. Δοκιμάζονται ἡ σφοδρὴ ἐπιθυμία καὶ ὁ διακαὴς ἔρωτας νὰ φτάσεις νὰ πετύχεις αὐτὸ ποὺ ἀγαπᾶς, γιὰ τὸ ὁποῖο πολλὲς φορὲς καταλείπεις καὶ μάνα καὶ πατέρα καὶ τοὺς ἄλλους ὅλους καὶ πορεύεσαι στὸν δρόμο γιὰ τὸ μεγάλο καὶ ἀληθινό. Ποιό εἶναι τὸ μεγάλο καὶ ἀληθινό; Στὴν προκείμενη περίπτωση, –γιὰ μένα τουλάχιστον– , ἡ Ψαλτικὴ Τέχνη, βυζαντινὴ καὶ μεταβυζαντινὴ καὶ νεώτερη, τὰ χιλιάδες χειρόγραφα, οἱ χιλιάδες ὕμνοι ὡς ποικίλα ὑμνογραφήματα, οἱ χιλιάδες ὑμνογράφοι καὶ μελουργοί, ποὺ μᾶς παρέδωκαν νὰ ψάλουμε μὲ μύριους παντοίους μελικοὺς τρόπους τὸν Θεὸ καὶ τοὺς ἁγίους του, ἀλλὰ καὶ τὸ θαῦμα τῆς σωτηρίας μας. Μακάριοι ὅσοι τὸ κατέχουν αὐτὸ τὸ ἐπιτήδευμα. Μακάριοι οἱ ἐρευνητὲς μουσικολόγοι καὶ μακάριοι οἱ ψάλτες. Ὅλοι οἱ μουσικοὶ εἶναι χαρισματοῦχοι ἄνθρωποι καὶ εἶναι εὐεργετημένοι ἄνθρωποι· ἔχουν τὸ χάρισμα τῆς τέχνης –τὴν φωνή τους ἢ τὴν δεξιότητά τους στὸ παίξιμο κάποιου ὀργάνου– καὶ γιὰ τὴν δική τους ἱκανοποίηση καὶ ἀπόλαυση καὶ γιὰ τὴν βοήθεια ποὺ προσφέρουν μὲ τὴν μουσική τους στοὺς ἄλλους ἀνθρώπους· καὶ μάλιστα σὲ καιροὺς δεινῆς ἀμουσίας. Θαρρῶ ὅτι ἡ θεολογικώτατη ἐκείνη παρατήρηση τοῦ Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου μὲ ἀναφορὰ στὸ θαῦμα τῆς σωτηρίας τῶν Τριῶν Παίδων στὴν κάμινο, “ἐσώθησαν, ὅτι ὕμνουν”, εἶναι ἕνας βέβαιος καὶ ἀταλάντευτος κανόνας νὰ συμμετέχουμε κι ἐμεῖς, –ἢ καὶ νὰ προκαλοῦμε–, τὸ θαῦμα τῆς σωτηρίας μας, μὲ τὸν ἁπλούστερο καὶ μαζὶ τερπνότερο τρόπο, τὴν ὕμνηση δηλαδὴ τῆς δόξας τοῦ Θεοῦ. Αὐτὸ ἄλλωστε παρακελεύεται κι ὁ ψαλμωδός· “διὰ παντὸς ἡ αἴνεσις αὐτοῦ ἐν τῷ στόματί μου”. Ἀγαπητοί μου, ὅλοι ἐσεῖς ἐδῶ, “ψάλλετε ἕως ὑπάρχετε”. Καὶ γνῶτε ὅτι “σωζόμαστε γιατὶ ψέλνουμε”· ἢ ἀλλοιῶς, “ψέλνοντας σωζόμαστε”. Καὶ βέβαια ἐννοῶ καὶ λέω ἐγώ, “ὅτι πρέπει νὰ ψέλνουμε σὰν νὰ πρόκειται κάθε φορὰ μὲ τὸ ψάλσιμό μας νὰ προκαλοῦμε τὸ θαῦμα τῆς σωτηρίας μας· νὰ εὐαρεστεῖται ὁ Θεὸ καὶ νὰ μᾶς σώζει” [Ἐρωταποκρίσεις, σ. 208]. Σᾶς εὐχαριστῶ. γ. Ὁμιλία, ἄλλη

Ο ΚΥΡ ΑΣΠΡΑΓΓΕΛΟΣ ΚΙ Η ΝΕΑ ΜΕΘΟΔΟΣ τοῦ Γρηγορίου Θ. Στάθη

Προοίμιο Ὡς μιὰ μικρὴ ἀντίδοση τῆς τιμῆς ποὺ μοῦ ἐπιφυλάσσετε ἐπιθυμῶ νὰ σᾶς ἀπευθύνω καὶ λίγα ἀκόμα ἐπίκαιρα ἐπιλογικὰ λόγια. Ἡ τωρινὴ χρονιὰ ποὺ πάει νὰ τελειώσει, τὸ σωτήριον ἔτος 2016, εἶναι γιὰ - 361 -


τὴν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καὶ τὴν Μουσικὴ τῆς λατρείας μας, ἕνα ἐπετειακὸ ἔτος διακοσίων καὶ ἑνὸς χρόνων. Τὸ 1815, ἀρχὴ ἀρχή, τὸν Ἰανουάριο, πρωτολειτούργησε “ἓν κοινὸν σχολεῖον”, ἡ Δ΄ Πατριαρχικὴ Μουσικὴ Σχολή, καὶ ἄρχισε νὰ διδάσκεται ἡ Νέα Μέθοδος ἀναλυτικῆς σημειογραφίας, ποὺ ἐπινόησαν καὶ κατάρτισαν τὰ δυὸ προηγούμενα χρόνια, 1813-1814, οἱ τρεῖς λεγόμενοι Διδάσκαλοι, δηλαδὴ ὁ Χρύσανθος, ὁ Γρηγόριος, καὶ ὁ Χουρμούζιος. Ἀκοῦστε, παρακαλῶ, τὴν ἀνταπόκριση ἀπ’ τὴν Κωνσταντινούπολη τοῦ Διονυσίου Προηγουμένου Βατοπαιδηνοῦ, ἐκπροσώπου τοῦ Ἁγίου Ὄρους στὴν Πόλη τότε, πρὸς τὴν μονὴ Βατοπαιδίου: «Kατ’ αὐτὰς ἠνοίχθη ἓν κοινὸν Σχολεῖον εἰς τὸ Σιναϊτικὸν Μετόχιον καὶ παραδίδει νέαν μέθοδον ἐπιστημονικῆς μουσικῆς, μὲ κανόνας καὶ γραμματικήν. Σχολαρχοῦντες εἰς αὐτὴν εἶναι ἕνας καλόγερος Χρύσανθος καὶ ὁ λαμπαδάριος τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας, καὶ συντρέχουσιν εἰς αὐτὴν καθ’ ἑκάστην ὑπὲρ τοὺς διακοσίους μαθητάς, ἐξ ὧν εἶναι καὶ ἀρχιερεῖς, καὶ πρωτοσύγκελλοι, καὶ διάκονοι ἀρχιερέων καὶ κοσμικοὶ παμπληθεῖς· ἐπειδὴ ὑπόσχονται οἱ διδάσκαλοι οὗτοι, ὅτι εἰς ἑνὸς χρόνου διάστημα νὰ παραδώσωσι πληρεστάτην ὅλην τὴν μουσικήν ... αωιε΄ ’Iανουαρίου κα΄». [Γεδεών, Ἐφημερίδες, σ. 379 ~ Βατοπ. Ἀρχεῖον, Συσταχωμένος Φάκ. 8, φ. 3]. Τὸ γεγονὸς τῆς Νέας Μεθόδου, τὸ 1814/15, ἀποτελεῖ τὴν τέταρτη καὶ τελευταία ἐξέλιξη τῆς σημειογραφίας τῆς Ἑλληνικῆς Ψαλτικῆς Τέχνης, δηλαδὴ τῆς λεγόμενης Βυζαντινῆς Μουσικῆς· κλείνει ἡ Γ΄ περίοδος τῆς Μεταβατικῆς ἐξηγητικῆς σημειογραφίας (1670/80 περίπου – 1814/15) καὶ ἀνοίγει ἡ Δ΄ περίοδος τῆς ἀναλυτικῆς σημειογραφίας τῆς Νέας Μεθόδου, μέχρι σήμερα. [Οἱ ἄλλες δυὸ περίοδοι ἐξελίξεως τῆς σημειογραφίας, καὶ μαζὶ μελοποιίας, εἶναι: ἡ Α΄ περίοδος, ἡ πρώιμη, ἀπ’ τὰ μέσα τοῦ δεκάτου αἰῶνα (950-970 περίπου) ποὺ πρωτοφανερώθηκε ἡ σημειογραφία ὡς ἀπότοκη τοῦ ἑλληνικοῦ ἀλφαβήτου ἕως τὸ ἔτος 1177, καὶ ἡ Β΄, ἡ μέση περίοδος, ἀπ’ τὸ 1177 μέχρι τὸ 1677/80 περίπου]. Αὐτὸ τὸ ἱστορικὸ γεγονὸς –ἡ Νέα Μέθοδος τῆς σημειογραφίας– ἀπετέλεσε καὶ εἰδικὸ ἐπετειακὸ θέμα τοῦ ΣΤ΄ Διεθνοῦς Συνεδρίου «Θεωρία καὶ Πράξη τῆς Ψαλτικῆς Τέχνης», ποὺ πραγματοποιήθηκε στὴν Ἀθήνα, στὸ κεντρικὸ κτήριο τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, πρὶν ἀπὸ ἑνάμισυ χρόνο, τὸ τριήμερο 21-23 Ὀκτωβρίου 2015, ποὺ ὀργάνωσε τὸ Ἵδρυμα Βυζαντινῆς Μουσικολογίας τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, σὲ συνεργασία μὲ τὸ Τμῆμα Μουσικῶν Σπουδῶν τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν. Αὐτό, πάλι, τὸ ἱστορικὸ γεγονὸς τῆς καθιερώσεως τῆς Νέας Μεθόδου τῆς σημειογραφίας, –ἐπιτρέψτε μου, παρακαλῶ, νὰ σκιαγραφήσω τὶς διαστάσεις του, γιὰ λίγη ἐνημέρωση σας–, ἀποτελεῖ τὸ μῆλο τῆς ἔριδος μεταξὺ τῆς ἑλληνικῆς μουσικολογικῆς ἔρευνας μὲ τὴν ἀδιάκοπη ψαλτικὴ παρά- 362 -


δοση, καὶ τῆς ξένης ἔρευνας, μὲ τὴν μεταγραφὴ καὶ ἀπόδοση στὸ πεντάγραμμο τῆς σημειογραφίας ὅλων τῶν προηγουμένων αἰώνων μέχρι πίσω τὸν ιβ΄ βυζαντινό, νὰ εἶναι ἐντελῶς διαφορετικὴ ἀπ’ τὴν ἑρμηνεία ἢ ἐξήγηση τῆς Νέας Μεθόδου ἀναλυτικῆς σημειογραφίας, τῶν ἴδιων μελῶν ἀπ’ τὰ ἴδια χειρόγραφα. Αὐτό, πάλι, τὸ ἱστορικὸ γεγονὸς καὶ ἡ τεκμηριωμένη ἱστόρησή του, εἶναι γιὰ τὸν ταπεινὸ ἐμένα πανεπιστημιακὸ δάσκαλο καὶ συγγραφέα τὸ μέλημά μου “ἡμέρας καὶ νυκτός”, μισὸν αἰῶνα τώρα. Κι εὐδόκησε ὁ Θεὸς νὰ ἑτοιμάσω τὸν Κατάλογο τῶν Πρωτογράφων τῆς ἐξηγήσεως εἰς τὴν Νέα Μέθοδο τῶν τριῶν Διδασκάλων, καὶ στὰ ἐκτενῆ Προλεγόμενα νὰ ἱστορήσω διεξοδικὰ τὸ ἐθνικὸ αὐτὸ ἱστορικὸ γεγονός· ἐθνικό, ἀφοῦ πρόκειται γιὰ τὴν ὁμαλὴ διάσωση καὶ διάδοση μὲ τὴν ἐσωτερικὴ διαρρύθμιση τῆς ἑλληνικῆς σημειογραφίας, τοῦ ἀκραιφνοῦς Ἑλληνικοῦ Μουσικοῦ Πολιτισμοῦ μας. Πρέπει νὰ γνωρίζουμε, καὶ νὰ καυχιόμαστε γι’ αὐτό, ὅτι ἡ Βυζαντινὴ Μουσική, δηλαδὴ ἡ Ψαλτικὴ Τέχνη τῶν βυζαντινῶν αἰώνων, κυρίως τοῦ δωδεκάτου ἕως τὰ μέσα τοῦ δεκατουπέμπτου μὲ τὴν ἅλωση τῆς Κωνσταντινούπολης, εἶναι ὁ Ἑλληνικὸς Μουσικὸς Πολιτισμὸς τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας, μέγας καὶ θαυμαστός, ποὺ ἔφτασε στὸ κορύφωμά του, ὡς “καλοφωνία”, μέσα στὰ μεγάλα καὶ θαυμαστὰ δημιουργήματα τῆς βυζαντινῆς Ἀρχιτεκτονικῆς, τοὺς βυζαντινοὺς ναούς, τοὺς κοσμημένους μὲ τὰ ἀριστουργήματα, μεγάλα καὶ θαυμαστὰ πάλι, τῆς βυζαντινῆς Ἁγιογραφίας, καὶ τῶν ἄλλων λεπτῶν τεχνῶν, τῆς ψηφιδογραφικῆς, τῆς ξυλογλυπτικῆς, τῆς χρυσοκεντητικῆς, τῆς ἀργυροχρυσοχοΐας, καὶ ἄλλων ἀκόμα· καὶ βέβαια τρεῖς καὶ τέσσερεις αἰῶνες πρωτήτερα ἀπ’ τὸν Εὐρωπαϊκὸ Μουσικὸ Πολιτισμό. Γνωρίζουμε, ἱστορικά, μὲ ἀκριβεῖς χρονολογίες, ὅτι ἡ Νέα Μέθοδος τῆς ἀναλυτικῆς σημειογραφίας καὶ μέσω τῆς σημειογραφίας τῆς διάδοσης αὐτοῦ τοῦ βυζαντινοῦ καὶ μεταβυζαντινοῦ μουσικοῦ πλούτου, ὡς γεγονός, ἐγκρίθηκε ἀπ’ τὴν Γενικὴ Συνέλευση καὶ Ἁγία Σύνοδο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καὶ φανερώθηκε μὲ τὴν λειτουργία τοῦ Κοινοῦ Σχολείου, “κατ’ αὐτάς”, τὴν 21η Ἰανουαρίου τοῦ 1815. Καὶ θέλω τώρα ἐδῶ νὰ σᾶς βοηθήσω σὲ μιὰ νοερὴ μετάσταση 200 χρόνια πίσω, ἐκεῖ στὰ σοκάκια τῆς Πόλης, στὸ Φανάρι καὶ στὸν Βαλατᾶ, στὴν ἄκρια τοῦ Κεράτιου κόλπου, νὰ δοῦμε καὶ νὰ μάθουμε μαζὶ πῶς διδασκόταν ἡ Νέα Μέθοδος, ὅπως ἔμαθε καὶ “Ὁ κὺρ Ἀπράγγελός” μου. * «Ἀνάγυρτος στὸ μπάσι τοῦ ὀντᾶ δίπλ’ ἀπ’ τὸ καφασωτὸ παράθυρο ρουφάει τὸν καχβέ του τὸν ἀράβικο ὁ κὺρ Ἀσπράγγελος. Ἄγγελος εἶναι τ’ ὄνομά του· ἀλλ’ ἔτσι, γέροντας σεβάσμιος τώρα, τὸν λένε Ἀσπράγγελο. Ἐνενηκοντούτης, μὲ μιὰν ἀραιὴ κοντὴ γεννειάδα, καὶ μαλλιὰ ἄσπρα ποὺ δὲν χωρᾶνε ὅλα στὸ σκοῦφο του, καὶ δυὸ βαθουλωμένα μάτια, ποὺ λὲς κοιτάζουν κατὰ - 363 -


μέσα πιά. κι ἡ ἀκουή του εἶναι καλή, κι ἀκούει κι ἀφουγκράζεται πράγματα ποὺ οἱ ἄλλοι δὲν ἀκοῦνε. Ποιοί ἄλλοι πιὰ στὸ σπίτι του; ἡ θυγατέρα του ἡ μικρότερη ἀπ’ τὶς τρεῖς κι ἡ ὀμορφότερη, ἡ Μαριώρα μὲ τ’ ὄνομα τῆς βάβως του, κι ἡ δωδεκάχρονη δισεγγονούλα του ἡ Εὐφροσύνη, ποὺ αὐτὴ μονάχα γλύτωσε σ’ ἕνα πνιγμό· οἱ ἄλλοι ἀναπαύτηκαν. Καὶ ξέρει πὼς κι αὐτὸς πορεύεται αὐτὸν τὸν δρόμο. Καὶ ξέρει πὼς ὅσο κι ἂν θά ’θελε νὰ πάει στὸ χωριό του στὰ στερνά του, ἐκεῖ στὴν Ἤπειρο – στὰ Γιάννινα παραέξω στὰ ριζὰ τοῦ Δρίσκου, δὲν βολεῖ. Ἀλλὰ τοῦ ἀρέσει κιόλας νὰ τελειώσει ἐδῶ, στὴν Πόλη, ὡς Βυζάντιος κι αὐτός, ἀπὸ τόσο μικρὸς καὶ νιούτσικος, στὰ δεκαεφτὰ στὰ δεκαοχτώ, ποὺ πρωτοῆρθε μὲ τὸ καραβάνι ἀπ’ τὰ Ζαγόρια ποὺ πήγαινε γιὰ τὴ Βλαχιά, μὰ αὐτὸς μὲ δυὸ τρεῖς ἄλλους τράβηξαν γιὰ τὴν Πόλη. Στὴν Πόλη ὁ Ἄγγελος δὲν ἔμαθε γράμματα. Ἤξερε ὅμως καὶ τραγούδαγε εὔμορφα καὶ νόστιμα μὲ τὴν γλυκειὰ καὶ λυγερὴ φωνή του, τραγούδια ὄμορφα καὶ παραπονιάρικα, ποὺ τὸν θαύμαζαν κι οἱ χοτζάδες σὰν τὸν ἄκουγαν στὰ σοκάκια· γιατὶ δὲν τό ’κρυβε, ὅλο τραγουδοῦσε, ὅσο ἦταν νιός, κι ἂν τὸν ρωτοῦσες ἔλεγε· “δὲν τό ’κλεψα, γιατὶ νὰ τὸ κρύψω!”. Καὶ πήγαινε σὲ ὅλες τὶς ἐκκλησιές, κι ἄκουσε ὅλους τοὺς ψαλτάδες τοῦ καιροῦ του· ποιοῦ καιροῦ του; μισοῦ αἰῶνα καὶ βάλε, ἑβδομῆντα χρόνια! καὶ τὸν Ἰωάννη τὸν Τραπεζούντιο στὸ Πατριαρχεῖο, καὶ τὸν κὺρ Παναγιώτη τὸν Χαλάτζογλου, κι αὐτὸν Τραπεζούντιο, τὸν πρόφτασε γιὰ λίγο, κι ὕστερα τὸν Δανιὴλ ἀπ’ τὸν Τύρναβο τῆς Θεσσαλίας, τὴν “σάλπιγγα τοῦ αἰῶνος”, καὶ τὸν Σταυράκη τὸν μαθητή του κι ἐκεῖνον τὸν χανεντὲ τὸν φίλο του τὸν κὺρ Ζαχαρία. Ἀμ τὸν Γιακουμάκη, τί γλυκόφωνος ποὺ ἦταν αὐτός!, καὶ τοὺς δυὸ Πέτρους, τὸν Πελοποννήσιο καὶ τὸν Βυζάντιο, καὶ τοὺς μαθητάδες τους ἀπὸ κανοναρχάκια στ’ ἀναλόγια ὡς καὶ δομέστικους, καὶ τὸν Γεώργιο τὸν δάσκαλο ἀπ’ τὴν Κρήτη, καὶ τὸν Μανουὴλ καὶ τὸν Κωνσταντῖνο, δομέστικο τότε, καὶ τὸν Χουρμούζιο καὶ τὸν Γρηγόριο, μιὰ στὰ Ἀρμένικα καὶ μιὰ στὸ Σιναϊτικὸ Μετόχι. Ὅμως δὲν κάθισε ὁ εὐλογημένος νὰ μάθει τὰ ψαλτικὰ νὰ ψέλνει κι αὐτὸς σὲ καμιὰ ἐκκλησιά. Δὲν τό ᾽θελε, γιὰ νὰ πῶ τὴν ἀλήθεια· αὐτὸς ἤθελε νὰ γυρνάει, ν’ ἀκούει τοὺς ἄλλους. Προσπάθησε μὰ δὲν τὰ ἔπαιρνε νὰ μένουν μέσα του. Ἐκεῖνα τὰ Ανανες καὶ Νεανες, κι ἄντε Νανα καὶ Νεαγιε καὶ Νεχεανες καὶ δὲν ξέρω γώ, δὲν μπόρεσε νὰ τὰ βάλει στὴ σειρά. Μολατοῦτα ἤξερε, καὶ τί δὲν ἤξερε ἀπ’ ἔξω· ἀκολουθίες ὁλόκληρες, καὶ σὰν καλὸς ἀκουστὴς σοῦ ἔψελνε “κατὰ τὸ ὕφος τοῦ τάδε ἢ τοῦ δεῖνα”, μαθήματα καὶ κρατήματα, νὰ σὲ καταγλυκαίνουν. Ἐκεῖνον τὸν Μάη ὅμως τοῦ 1815 ὁ κὺρ Ἀσπράγγελος ἔγερνε κάθε ἀπόγευμα στὸ παραθύρι κι ἔβλεπε νὰ περνᾶνε συντροφιὲς συντροφιὲς καὶ μικροὶ καὶ μεγάλοι, καὶ διάκοι κι ἀρχιμανδριτάδες, καὶ κάνας δεσπότης καμιά φορά, γιὰ δέκα δεκαπέντε λεπτά, καὶ τραβοῦσαν ἀπ’ τὰ σοκάκια αὐτῆς τῆς - 364 -


ἀρχοντογειτονιᾶς ἐκεῖ στὸ Φανάρι, πρὸς τὸ Σιναϊτικὸ Μετόχι. Τὸ σπίτι του ἦταν κοντὰ στ’ ἀρχοντικὸ τοῦ ξακουστοῦ Καντεμήρη. Ὅλοι αὐτοὶ ποὺ διάβαιναν –“ἀρχιερεῖς καὶ πρωτοσύγκελλοι καὶ διάκονοι ἀρχιερέων καὶ κοσμικοὶ παμπληθεῖς”, ὅπως εἶναι γραμμένο σὲ μιὰν ἀνταπόκριση ἀπ’ τὴν Πόλη στὴ Μονὴ Βατοπαιδίου, στὸ Ἁγιονόρος– ἄλλοι ἀπ’ αὐτὸ τὸ σοκάκι ἄλλοι ἀπὸ ἄλλο ἢ καὶ γιαλὸ γιαλὸ στὴν ἄκρια τοῦ Κεράτιου, μὲ κάναν κώδικα στὴ μασχάλη, ὅλο κουβέντιαζαν, ἄλλοι σιγανότερα κι ἄλλοι πιὸ φωναχτά, καὶ κάτι σὰν νὰ ἔψελναν· κοντοστέκονταν κιόλας κι ἄνοιγαν κάποιες φυλλάδες καὶ τὶς κοίταζαν κι ὕστερα πάσχιζαν σὰν νά ’θελαν νὰ τὰ πιάσουν μὲ τὸ χέρι τους καὶ νὰ τὰ βάλουν μέσα τους κι ἀπομνημόνευαν κάτι Πα Νη Ζω Νη, Πα Βου Πα Νη, Πα Πα ... καὶ τραβοῦσαν τὸ δρόμο τους. Ὁ κὺρ Ἀσπράγγελος δὲν ἔβγαινε ἔξω, ἐδῶ καὶ δυὸ τρία χρόνια, τὰ πόδια του δὲν τὸν βάσταγαν· κι οὔτε καὶ πήγαινε καὶ κανένας νὰ τὸν δῆ καὶ νὰ τοῦ πῆ γιὰ τὸν ἔξω κόσμο. Ρώτησε τὴν Μαριώρα του κι ἐκείνη ρώτησε κι ἔμαθε. “Ἐδῶ καὶ πέντε μῆνες τώρα γίνονται πράματα καὶ θάματα. Οἱ ἀρχιερεῖς κι οἱ προὔχοντες τοῦ Γένους ἄνοιξαν ἕνα Κοινὸ Σχολεῖο, ἐδῶ παραπάνω στὸν Βαλατᾶ, καὶ πᾶνε καθημερινὰ ὅλοι αὐτοὶ κι ἄλλοι καμπόσοι, καμιὰ διακοσιαριά, νὰ μάθουν πολὺ εὔκολα τὰ Ψαλτικά. Τὰ διδάσκουν μὲ νέο τρόπο ἕνας καλόγερος, ὁ Χρύσανθος, κι ὁ λαμπαδάριος τοῦ Πατριαρχείου κὺρ Γρηγόριος κι ὁ ψάλτης ὁ Χουρμούζης. Καὶ λένε ὅτι μαθαίνουν “ὀγλήγορα” ὅλοι τους. Ἄ!, νὰ ἤσουν λίγο νιότερος θὰ μάθαινες κι ἐσὺ πατέρα, ποὺ τό ’χεις τόσο μεράκι!”. – Πόσο ὀγλήγορα δηλαδὴς τὰ μαθαίνουν; ρώτησε ὁ κὺρ Ἀσπράγγελος. – Νὰ ρωτήσουμε κάποια ψαλτόπουλα ἢ καὶ μεγαλύτερους ψαλτάδες ἐδῶ ποὺ περνᾶνε νὰ μᾶς ποῦν, τοῦ εἶπε ἡ θυγατέρα του. Ὅλο τὸ βράδι δὲν κοιμήθηκε ὁ γέροντας. Ὁ νοῦς του ἦταν στὸ ὀγλήγορα τῆς μάθησης, ποὺ αὐτὸς δὲν εἶδε τέτοιο θάμα. Κι ἤθελε ν’ ἀκούσει. Τ’ ἀπόγευμα, εἶχε ὁ γέρος τὸν καφέ του, ἀλλὰ δὲν τράβηξε οὔτε ρουφηξιά. Ἀνάγυρε καλὰ στὸ παραθύρι καὶ περίμενε τοὺς νιούτσικους ψαλτάδες, –τοὺς μεγαλύτερους τοὺς ντρεπόταν– , ὅπως εἶπε στὴν Εὐφροσύνη τὴν δισέγγονη νὰ τοὺς παρακαλέσει νὰ τοῦ ψάλουν κάτι μὲ τὸν νέον αὐτὸν τρόπο ποὺ τὰ μαθαίνουν πιὰ τὰ ψαλτικὰ ὀγλήγορα. Καλὰ δασκαλεμένη ἡ Φροσυνίτζα, ἔξυπνη καὶ τολμηρή, μὲ τὶς δυὸ ὄμορφες μαῦρες πλεξοῦδες της, ἐκεῖ ποὺ περνοῦσαν παρέες παρέες οἱ μαθητὲς τοῦ Κοινοῦ Σχολείου, σταμάτησε πέντ’ ἕξι καὶ τοὺς παρακάλεσε νὰ σηκώσουν τὰ μάτια τους καὶ νὰ δοῦν τὸν παπποῦ της τὸν Ἀσπράγγελο στὸ καφασωτὸ παραθύρι. Ὁ ἕνας ἦταν δομέστικος στὸν Ἅη Κωνσταντῖνο στὰ Ψωμαθιά, ἐκεῖ στὴ γειτονιὰ τῆς Καραμανίας ὅπου ἔψελνε κι ἐκεῖνος ὁ γλυκύτατος κὺρ Μπερεκέτης, καὶ γνώρισε τὸν γέροντα. Ὁ γέρο Ἀσπράγγελος τοὺς καλησπέρισε καὶ τοὺς εἶπε· - 365 -


– Ἂν θά ’ρχόμουν κι ἐγώ, μὰ δὲν μπορῶ, πῶς θὰ μάθαινα νὰ ψάλλω μὲ τὸν νέο σύστημα, τζάνε’ μ; – Ἄ, εἶναι εὔκολα τώρα. Γιὰ σήμερα ἐτοιμάσαμε τὴν Δοξολογία τοῦ Ἰακώβου! – Τοῦ κὺρ Γιακουμῆ τοῦ μακαρίτη Πρωτοψάλτη; – Ναί, ναί, σὲ πρῶτο ἦχο. – Αὐτὴν ... Δόξα σοι ... κι ἄρχισε νὰ ψέλνει ὁ Ἀσπράγγελος. – Ναί, ἀλλὰ πρῶτα παραλλαγή. – Καὶ πῶς εἶναι, μπρέ, ἡ παραλλαγή; Ἄνοιξαν τὴν Φυλλάδα τους –σταμάτησαν κι ἄλλοι τρεῖς τέσσερεις– κι ἄρχισαν Ζω Δι Κε Κε ... Ὁ γέροντας θαύμασε. – Μὰ αὐτὸ εἶναι τραγούδι μ’ ἄλλα λόγια! – Ναί, σὰν τραγούδι εἶναι οἱ φθόγγοι, καὶ πάνω σ’ αὐτὸ ταιριάζουμε τὰ λόγια. Δόξα σοι τῷ δείξαντι τὸ φῶς... Σὰν τέλειωσαν, τοῦ εἶπαν καλησπέρα καὶ τάχυναν τὰ βήματά τους νὰ προφτάσουν τὴν τάξη. Τοὺς καλησπέρισαν κι οἱ ἄλλοι ἐκεῖ στὸ σοκάκι, ποὺ ἄνοιξαν τὰ παραθύρια γιὰ ν’ ἀκούσουν· καὶ Ρωμηοί, κι Ἀρμένιοι καὶ Τοῦρκοι. Τὴν ἄλλη μέρα κοντοστάθηκαν ἐκεῖ στὴν πόρτα καὶ κοίταξαν στὸ παράθυρο νὰ δοῦν τὸν κὺρ Ἀσπράγγελο, νὰ τοῦ ψάλουν πάλι, ἂν ἤθελε. Τὸ παραθύρι ἦταν κλειστό. Καὶ τὴν ἄλλη μέρα καὶ τὴν παράλλη· κι ἡ πόρτα ἦταν σφαλιστή, καὶ τὰ παραθυρόφυλλα. Μιὰ μέρα τῆς ἄλλης ἑβδομάδας, τοὺς περίμενε στὸ δρόμο ἡ Εὐφροσύνη, ἡ ἔξυπνη παιδούλα. – Ὁ παπποῦς μου τὸ ἀπόγιομα ποὺ τοῦ ψάλατε ἦταν λαρωμένος. Δὲν ἔφαγε τίποτε. Ἤπιε λίγο νερὸ καὶ σὰν σήμαναν οἱ καμπάνες τὸν Σπερνὸ ἔκανε κι αὐτὸς τὴν ἑσπερινὴ προσευχή του, μὰ ἀλλοιώτικη αὐτὴ τὴ φορά ... κάτι, ἐγὼ δὲν κατάλαβα καλά, κι ἄς τὸν ἄκουγα, κι ἂς τὸ εἶπε δυὸ τρεῖς φορές: “Νῦν ἀπολύεις ... τώρα ποὺ ἄκουσαν τ’ αὐτιά μου αὐτὰ ποὺ θὰ μάθει ὅλος ὁ κόσμος!... Νῦν ἀπολύεις ... θὰ μάθει ὅλος ὁ κόσμος...”. Κι ἀποκοιμήθηκε. Τὸ πρωὶ ἦταν πολὺ ἀδύναμος κι ἡ μανίτζα μου τὸν πῆγε στὸ νοσοκομεῖο στὸ Μπαλουκλῆ, στὴ Ζωοδόχο Πηγή· κι ἀκόμα εἶναι ἐκεῖ. Πόση ζωὴ τοῦ μένει, δὲν ξέρω. Κι ἔστριψε κι ἔτρεξε στὸ σοκάκι νὰ βρεῖ τὶς φιλεναδίτσες της, τώρα ποὺ λείπει ἡ μάνα της στὸ Μπαλουκλῆ. Οἱ ψάλτες κατάλαβαν, κι ὅπως οἱ μέρες ἦταν ἀναστάσιμες, ἔψαλαν γιὰ τὸν γέρο Ἀσπράγγελο τοῦ κὺρ Πέτρου Βυζαντίου τὸν πρῶτο εἱρμὸ τοῦ κανόνος τοῦ Πάσχα. Ἀναστάσεως ἡμέρα. Καὶ τὸν ἠπειρώτη γέροντα κὺρ Ἀσπράγγελο “ἐκ θανάτου πρὸς ζωὴν διεβίβασεν Χριστὸς ὁ Θεός”, καὶ τὴν Ψαλτικὴ τέχνη ἐκ τῆς Παλαιᾶς εἰς τὴν Νέαν Μέθοδον μετήνεγκεν, καὶ ἡμᾶς ὅλους ἔσωσεν “ἐπινίκιον ᾄδοντας”! Νὰ εἶστε ὅλοι καλά! Σᾶς εὐχαριστῶ. Γρηγόριος Θ. Στάθης Ὁμότιμος Καθηγητὴς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν ~Βυζαντινῆς Μουσικολογίας καὶ Ψαλτικῆς Τέχνης~ - 366 -


Σύνοψη ἐργασιῶν καὶ συµπεράσµατα τοῦ συνεδρίου 2ο Jεροψαλτικὸ Συνέδριο Κρήτης o Ψαλτικὴ Τέχνη στὴ Σύγχρονη jκκλησιαστικὴ καὶ Κοινωνικὴ Πραγµατικότητα (Χανιά, 2-4 ∆εκεµβρίου 2016) jµµανουήλ Γιαννόπουλος Τὸ 2ο Ἱεροψαλτικὸ συνέδριο Κρήτης ἀκολούθησε ἐκεῖνο τοῦ ἔτους 1983, πραγματοποιήθηκε στὸ πνευματικὸ κέντρο τοῦ ἱεροῦ ναοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος Χαλέπας καὶ διαρθρώθηκε σὲ πρωινὲς καὶ ἀπογευματινὲς συνεδρίες. Οἱ πρωινὲς τῶν δύο πρώτων ἡμερῶν ἦταν ἀποκλειστικὰ ἐπιστημονικές, ἐνῶ οἱ ἀπογευματινὲς εἶχαν καὶ ξεκάθαρο ψαλτικὸ περιεχόμενο, ἐφόσον παρουσιάστηκαν καὶ ἔψαλλαν ἕξι συνολικὰ χορωδίες τῆς Κρήτης. Σύμφωνα μὲ τὴν θεματικὴ τῶν εἰσηγήσεων οἱ τέσσερις συνολικὰ πρωινὲς συνεδρίες εἶχαν ὡς γενικοὺς τίτλους: «Ψαλτικὴ καὶ ὀρθόδοξη λατρεία», «Ψαλτικὰ καὶ λειτουργικὰ χειρόγραφα», «Ἡ Ψαλτικὴ παράδοση καὶ ἡ ἐξέλιξή της», καί, «Προσωπικότητες τῆς Ψαλτικῆς». Οἱ εἰσηγήσεις ποὺ παρουσιάστηκαν στὶς παραπάνω ἑνότητες ἦταν ἰδιαίτερα ἐνδιαφέρουσες καὶ κάλυψαν εὐρὺ φάσμα τῶν ψαλτικῶν ἀναζητήσεων καὶ τῶν μουσικολογικῶν ἐρευνῶν. Στὴν πρώτη ἀπὸ αὐτές, ἀμέσως μετὰ τὴν ἔναρξη τοῦ Συνεδρίου καὶ τοὺς χαιρετισμοὺς τῶν ὑπευθύνων καὶ ἐπισήμων, εἴχαμε τὴν τιμὴ νὰ ἀκούσουμε τὸν κ. Ἀντώνιο Κουτεντάκη γιὰ τὴν σημασία τοῦ Κοινωνικοῦ κυρίως, καὶ τὴν θέση του στὴν Θεία Λειτουργία, τὸν ἀντιπρόεδρο τοῦ Σωματείου ἱεροψαλτῶν Ἡρακλείου κ. Ἰωάννη Τσερεβελάκη γιὰ τὴν συν-ιερουργία κλήρου καὶ λαοῦ στὴν Ὀρθόδοξη λατρεία καὶ τὸν διευθυντὴ τῆς Ὀρθόδοξης Ἀκαδημίας Κρήτης κ. Κωνσταντῖνο Ζορμπᾶ γιὰ τὴν θέση τῆς ψαλτικῆς στὸ ἔργο δύο κορυφαίων λογοτεχνῶν μας, τοῦ Ἀλέξανδρου Παπαδιαμάντη καὶ τοῦ Νίκου Καζαντζάκη. Καὶ οἱ τρεῖς συνεδρίες ἑστίασαν ἀπὸ διαφορετικὴ ὀπτικὴ στὴν λειτουργικὴ διάσταση τῆς τέχνης τὴν ὁποία ὑπηρετοῦμε καὶ στὴν ἀνάγκη ὀρθοπραξίας καὶ βιωματικῆς στάσης τῶν διακόνων τοῦ ἀναλογίου. Στὴν δεύτερη συνεδρία τῆς πρώτης ἡμέρας οἱ ὁμιλητὲς ἑστίασαν κυρίως σὲ χειρόγραφα, ὑμνογραφήματα ἤ μελοποιήματα σχετιζόμενα μὲ τὴν Κρήτη. Ὁ καθηγητὴς τῆς Ἀνώτατης Ἐκκλησιαστικῆς Ἀκαδημίας Κρήτης κ. Ἐμμανουὴλ Δουνδουλάκης παρουσίασε ἐνδιαφέροντα τμήματα τῆς ἔρευνάς του - 367 -


γιὰ τὴν ὑμνογραφία πρὸς τιμὴν Κρητῶν ἁγίων ἐπισκόπων σὲ Σιναϊτικοὺς κώδικες. Μέσα ἀπὸ συγκριτικὴ μελέτη καὶ ἀνάλυση καὶ μὲ ἐπαρκέστατη τεκμηρίωση, ἐντόπισε τὸ σωζόμενο ὑλικὸ καὶ ἔθεσε τὶς βάσεις γιὰ μιὰ ἀναλυτικότερη ἀξιοποίησή του. Ὁ κ. Ἀνδρέας Γιακουμάκης, διδάσκων στὴν ἴδια Ἀκαδημία, παρουσίασε στοιχεῖα ἀπὸ τὴν ἱστορικὴ μονὴ Πρέβελης καὶ ἀνέλυσε τὰ σημαντικὰ μουσικὰ δεδομένα ποὺ προκύπτουν ἀπὸ τὴν μελέτη τῶν ὀκτὼ ψαλτικῶν χειρογράφων τὰ ὁποῖα ἐντόπισε ἐκεῖ. Ὁ ἐπίκουρος καθηγητὴς τῆς Ἀκαδημίας κ. Μιχαὴλ Στρουμπάκης παρουσίασε (καὶ μάλιστα ἐξηγημένο στὴν Νέα Μέθοδο ἀπὸ τὸν ἴδιο) ἕνα ἄγνωστο Δύναμις τοῦ τρισαγίου τοῦ περίφημου δασκάλου καὶ μελοποιοῦ Γεωργίου τοῦ Κρητός. Μετὰ δὲ τὴν κωδικολογικὴ καὶ μουσικολογικὴ τεκμηρίωση τῆς σύνθεσης, ἐκλήθησαν στὸ βῆμα ἀρκετοὶ συνάδελφοι καὶ ψάλθηκε ἐνώπιον τῶν συνέδρων ἡ ἐνδιαφέρουσα αὐτὴ περίπτωση. Τέλος, ὁ καθηγητὴς μουσικῆς κ. Ἰωάννης Καστρινάκης παρουσίασε τὰ ψαλτικὰ χειρόγραφα τὰ ὁποῖα σώζονται στὴν μονὴ Ἁγίας Τριάδος Τζανκαρόλων, ἐνόψει μάλιστα τῆς ἔκδοσης ἀπὸ τὸν ἴδιο ἑνὸς ἀναλυτικοῦ περιγραφικοῦ καταλόγου. Καὶ οἱ τέσσερις εἰσηγήσεις ἀνέδειξαν γιὰ μιὰ ἀκόμη φορὰ τὰ ὀφέλη τὰ ὁποῖα προκύπτουν ἀπὸ τὴν ἀναγκαία καὶ πολύτιμη ἔρευνα τῶν πρωτογενῶν πηγῶν τῆς ψαλτικῆς καὶ τὴν ἀνάδειξη καὶ λειτουργικὴ χρήση τοῦ ψαλτικοῦ περιεχομένου τους. Ἡ πρώτη συνεδρία τοῦ Σαββάτου 3 Δεκεμβρίου 2016 ἄρχισε μὲ τὴν εἰσήγηση τοῦ κ. Νικολάου Ταπραντζῆ κατὰ τὴν ὁποία ἔγινε μιὰ ἀνάλυση τῶν πηγῶν καὶ τῆς μουσικῆς παρασήμανσης τοῦ γνωστότατου Κεκραγαρίου σὲ ἦχο α’ τοῦ πρωτοψάλτου Ἰακώβου τοῦ Πελοποννησίου, καὶ συνεχίστηκε μὲ τὸν κ. Μάξιμο Καλλιακάτσο-Παπακώστα ποὺ παρουσίασε τὶς δυνατότητες ποὺ δίνει ἡ τεχνολογία στὴν ἀνάλυση, κατηγοριοποίηση, ἀκόμη καὶ σύνθεση τῶν μουσικῶν στοιχείων τῆς Ψαλτικῆς, βασισμένος ὁπωσδήποτε σὲ ἀντίστοιχη ἐμπειρία ἀπὸ τὸν χῶρο τῆς δυτικῆς μουσικῆς. Ὁ ἐπίκουρος καθηγητὴς τῆς Ἀνωτάτης Ἐκκλησιαστικῆς Ἀκαδημίας «Βελλάς» Ἰωαννίνων κ. Ἰωάννης Λιάκος παρουσίασε τὰ δεδομένα γιὰ τὴν ψαλτικὴ τέχνη τῆς Θεσσαλονίκης κατὰ τὸν Κ’ καὶ τὸν ΚΑ’ αἰῶνα, ἀνατρέχοντας σὲ σημαντικὰ πρόσωπα καὶ δράσεις. Τέλος, ὁ κ. Κωνσταντῖνος Καραγκούνης, ἐπίκουρος καθηγητὴς τῆς Ἀνωτάτης Ἐκκλησιαστικῆς Ἀκαδημίας Ἀθηνῶν, προχώρησε σὲ μιὰ παράλληλη θεολογικο-μουσικὴ ἐξέταση τῶν πνευματικῶν καὶ ψαλτικῶν δεδομένων ὑπὸ τὸν τίτλο «Τὸ ὅλον καὶ τὸ ἐπιμέρους στὴν Ψαλτική». Μὲ βάση τὰ ἀναπτυχθέντα ἀπὸ τοὺς τέσσερις ὁμιλητὲς φάνηκε ξεκάθαρα ἡ εὐρύτητα ἀλλὰ καὶ τὸ βάθος στὸ ὁποῖο μπορεῖ νὰ κατευθυνθεῖ ἡ μουσικολογικὴ ἐπιστήμη καὶ τὰ ποικίλα πεδία τὰ ὁποῖα παραμένουν διαθέσιμα στοὺς σύγχρονους καὶ μελλοντικοὺς ἐρευνητές. Στὴν δεύτερη συνεδρία τῆς ἴδιας ἡμέρας ὁ θεολόγος καὶ μουσικὸς κ. - 368 -


Ἀντώνιος Μιχελουδάκης παρουσίασε σημαντικὰ πρόσωπα τῆς Ψαλτικῆς τοῦ Ρεθύμνου κατὰ τὸν 19ο αἰῶνα, ἐνῶ ὁ κ. Δημήτριος Κολλίντζας ἑστίασε στὴν ἀνακάλυψη καὶ πρωτογενῆ ἀνάλυση ἑνὸς μαθηματάρικου μέλους Κρητὸς μελοποιοῦ, τὸ ὁποῖο ἐντοπίστηκε σὲ ψαλτικὸ χειρόγραφο τῆς Πάτμου. Ἀκολούθησαν ὁ πρωτοψάλτης καὶ καθηγητὴς μουσικῆς κ. Ἐμμανουὴλ Σουργιαδάκης, χάρη στὸν ὁποῖο οἱ σύνεδροι ἐνημερώθηκαν ἀναλυτικὰ καὶ τεκμηριωμένα γιὰ τὶς ἀπολαβὲς τῶν Πατριαρχικῶν καὶ τῶν ἄλλων ψαλτῶν στὴν Κωνσταντινούπολη τοῦ 18ου αἰῶνα, καὶ ὁ κ. Παναγιώτης Χουβαρδᾶς ποὺ παρουσίασε στοιχεῖα καὶ ἠχογραφήσεις γιὰ τὸν ἐξαιρετικὸ πρωτοψάλτη Γεώργιο Δάφφα, μορφωμένο ψαλτικὰ στὴν Κωνσταντινούπολη, ἀλλὰ μὲ κύρια δράση στὴν Θεσσαλονίκη. Ἡ συνεδρία ὁλοκληρώθηκε μὲ τὸν ἐπίκουρο καθηγητὴ τοῦ Τμήματος Μουσικῶν Σπουδῶν τοῦ Α.Π.Θ. κ. Ἐμμανουὴλ Γιαννόπουλο, ὁ ὁποῖος ἀναφέρθηκε σὲ ἕνα ἐνδιαφέρον πρόσωπο τοῦ τέλους τοῦ 17ου καὶ τῶν ἀρχῶν τοῦ 18ου αἰῶνα, τὸν ἱερέα καὶ Μεγάλο Οἰκονόμο Ἀντώνιο, ἀνιχνεύοντας παράλληλα τὸν προβληματισμὸ γιὰ τὸ ἐὰν πρόκειται γιὰ ἕνα καὶ τὸ αὐτὸ πρόσωπο ποὺ δρᾶ ψαλτικὰ ἐπὶ 60 καὶ πλέον χρόνια, ἤ γιὰ δύο διαφορετικὰ μὲ τὸ αὐτὸ ὄνομα. Εἶναι ἰδιαίτερα σημαντικὸ ὅτι στὸ τέλος κάθε μιᾶς ἀπὸ τὶς τέσσερις παραπάνω συνεδρίες ἀφιερώθηκε χρόνος σὲ ἐρωτήσεις καὶ συζήτηση, ὅπου ἔγιναν λεπτομερέστερες ἀναφορές, διασαφήσεις ἐπιμέρους θεμάτων καὶ ἀνταλλαγὴ ἀπόψεων μεταξὺ τῶν συνέδρων. Τὰ ἀπογεύματα τῶν δύο πρώτων ἡμερῶν τοῦ Συνεδρίου ἦταν ἀφιερωμένα, ἀφενὸς στὴν τιμὴ πρὸς τρία σημαντικὰ πρόσωπα τῆς ψαλτικῆς τέχνης, τὸν ὁμότιμο καθηγητὴ κ. Γρηγόριο Στάθη, τὸν Ἄρχοντα διδάσκαλο τοῦ Ἀποστόλου κ. Δημήτριο Νεραντζῆ καὶ τὸν Ἄρχοντα Μαΐστορα κ. Γεώργιο Χατζηθεοδώρου καθὼς καὶ σὲ ὁμιλίες τους, ἀφετέρου στὴν ψαλμώδηση διαφόρων ἐμμελῶν συνθέσεων ἀπὸ ἕξι ψαλτικοὺς χοροὺς τοῦ νησιοῦ. Στὴν συνεδρία τῆς Παρασκευῆς, ἡ ὁποία πραγματοποιήθηκε στὴν Ὀρθόδοξη Ἀκαδημία Κρήτης (Κολυμπάρι), προηγήθηκε ἐμπνευσμένη ὁμιλία περὶ ψαλτικῆς τοῦ Σεβασμιωτάτου Γορτύνης καὶ Ἀρκαδίας κ. Μακαρίου (μουσικολογιωτάτου καὶ μαθητοῦ τοῦ κ. Δημ. Νεραντζῆ) ὡς ἐκπροσώπου τῆς Ἱερᾶς Ἐπαρχιακῆς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κρήτης, ὑπὸ τὴν αἰγίδα τῆς ὁποίας πραγματοποιήθηκε τὸ Συνέδριο. Ὁ Σεβασμιώτατος, ἀφοῦ μετέφερε τὶς εὐλογίες καὶ τὰ συγχαρητήρια τῆς Συνόδου καὶ τοῦ ἀρχιεπισκόπου Εἰρηναίου προσωπικῶς, ὁμίλησε γιὰ τὴν κατάσταση τοῦ σύγχρονου κόσμου καὶ γιὰ τὰ ἐρωτήματα ποὺ τίθενται γιὰ τὸν ρόλο τῆς παράδοσης καὶ τῆς ψαλτικῆς εἰδικότερα. Ἐπεσήμανε τὸν κίνδυνο ἰδεολογικῆς προσέγγισης τῆς παράδοσης χωρὶς δημιουργικὴ καὶ ζωογόνα χρήση της, τὸν κίνδυνο μιᾶς παράδοσης ἐκκλησιαστικῆς ποὺ καταντᾶ διακοσμητικὴ καὶ δὲν ἀποτελεῖ - 369 -


βῆμα γιὰ τὴν κοινωνία μὲ τὸν Τριαδικὸ Θεό. Κινούμενος καὶ ἀπὸ ποιμαντικὴ ἀγωνία σημείωσε τὴν ἀνάγκη βιωματικῆς προσέγγισης τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς καὶ ὡς ἔμπρακτης θεολογίας, ἐνῶ ἀνίχνευσε στὴν προσωπική μας ἐπάρκεια ἤ ἀνεπάρκεια τὴν συνειδητοποίηση τῆς ἀξίας τῶν ἐκκλησιαστικῶν τεχνῶν. Τέλος, ἀποδεικνύοντας τὴν λιπαρῆ γνώση τοῦ ἰδίου γιὰ τὰ θέματα τῆς ψαλτικῆς, ἀπαρίθμησε τὰ σημαντικότερα προβλήματά της καὶ ἐπανέλαβε τὴν ἀνάγκη κατανόησης τῆς τέχνης αὐτῆς ὄχι ὡς αὐτόνομης ἀλλὰ ὡς συνδεδεμένης μὲ τὴν λειτουργική. Τῆς λίαν ἐποικοδομητικῆς αὐτῆς ὁμιλίας ἀκολούθησε ἐκείνη τοῦ καθηγητοῦ Γρηγορίου Στάθη, ὁ ὁποῖος ἔχοντας ὡς γενικὸ τίτλο τὸ «Σωζόμαστε γιατὶ ψέλνουμε» ἀνέλυσε τὴν ἀναφορὰ τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου στοὺς τρεῖς Παῖδες μὲ τὴν χαρακτηριστικὴ φράση «ἐσώθησαν ὅτι ὕμνουν», καὶ ἔκανε μιὰ συνοπτικὴ ἀνασκόπηση τῆς ἐξελίξεως τῆς ψαλτικῆς καὶ τῆς σημασίας της γιὰ τὸ γεγονὸς τῆς σωτηρίας μας. Ἀκολούθησε ἡ τιμητικὴ βράβευση τῶν τριῶν ἀναφερθέντων διακεκριμένων προσώπων (τοῦ κ. Δημ. Νεραντζῆ πάντως ἀπόντος, καθὼς εἶχε προκύψει ἀντικειμενικὸ ἐμπόδιο γιὰ τὴν ἔλευσή του στὴν Κρήτη) ἀπὸ τοὺς Συλλόγους ἱεροψαλτῶν Ἡρακλείου καὶ Χανίων καὶ τοὺς Σεβασμιωτάτους Γορτύνης καὶ Ἀρκαδίας κ. Μακάριο καὶ Κισσάμου καὶ Σελίνου κ. Ἀμφιλόχιο. Εἶναι ἰδιαίτερα συγκινητικὸ τὸ γεγονὸς ὅτι, πέρα ἀπὸ τὴν συνολικὴ καὶ εὐρύτερη προσφορὰ τοῦ καθενὸς ἀπὸ τοὺς τρεῖς στὴν ἐκκλησιαστικὴ μουσική, ὑπάρχει καὶ τὸ δεδομένο τῆς πολυετοῦς ψαλτικῆς και διδακτικῆς διακονίας τῶν κ. Γ. Χατζηθεοδώρου καὶ Δημ. Νεραντζῆ στὴν Κρήτη. Ἔτσι, οἱ μαθητὲς καὶ οἱ μαθητὲς τῶν μαθητῶν ἐτίμησαν μὲ εὐγνωμοσύνη τοὺς δασκάλους τους! Ἡ βραδυὰ εἶχε καὶ ἔντονο ψαλτικὸ χρῶμα, καθὼς ἡ χορωδία ἱεροψαλτῶν νομοῦ Χανίων ὑπὸ τὴν διεύθυνση τοῦ κ. Ἰωάννου Σκαλιδάκη, ἡ Χορωδία τοῦ Σωματείου ἱεροψαλτῶν Ἡρακλείου «Ἀνδρέας ὁ Κρήτης» ὑπὸ τὴν διεύθυνση τοῦ κ. Ἰωάννου Τσερεβελάκη καὶ ὁ Βυζαντινὸς χορὸς Χανίων ὑπὸ τὴν διεύθυνση τοῦ Ἰωάννου Καστρινάκη παρουσίασαν ἐπιλεγμένους ὕμνους διαφόρων μελοποιῶν μεταξὺ τῶν ὁποίων καὶ Κρῆτες, μὲ ὑποδειγματικὸ τρόπο, ἁμιλλώμενοι γιὰ τὴν ἄρτια ἀπόδοσὴ τους, καὶ φανερώνοντας τὴν ἐντελῆ προετοιμασία τῶν μελῶν τους. Τὸ ἀπόγευμα τοῦ Σαββάτου τῆς 3ης Δεκεμβρίου καὶ μετὰ τὸν ἀναστάσιμο Ἑσπερινὸ στὸν ἱερὸ ναὸ τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος ὅπου ἔψαλλαν οἱ σύνεδροι, ὁμίλησε ὁ κ. Γεώργιος Χατζηθεοδώρου ἀναλύοντας ἕνα καλλωπισμὸ τῆς δοξολογίας τοῦ ἐπισκόπου Νέων Πατρῶν Γερμανοῦ σὲ ἦχο πλ. α’ ἀπὸ τὸν πρωτοψάλτη Κρήτης Ἰωάννη, καλλωπισμὸ τὸν ὁποῖο ὁ ἴδιος ὁ κ. Χατζηθεοδώρου ἐξήγησε στὴν Νέα Μέθοδο καὶ ἀπέδωσε πρὸς λειτουργικὴ χρήση. Σὲ ἀντικατάσταση τῆς προγραμματισμένης ὁμιλίας τοῦ κ. Δημ. - 370 -


Νεραντζῆ, ὁμίλησε ἀκολούθως ὁ κ. Γρ. Στάθης, παρουσιάζοντας τὸ λογοτεχνικὸ (ἀλλὰ βασισμένο στὰ πραγματικὰ γεγονότα τῆς καθιέρωσης καὶ διδασκαλίας τῆς Νέας Μεθόδου) ἀφήγημα «Ὁ κὺρ Ἀσπράγγελος». Ἡ δεύτερη ἡμέρα σφραγίστηκε μὲ τὴν παρουσία καὶ ψαλμώδηση τριῶν ἀκόμη χορωδιῶν: ἡ χορωδία παραδοσιακῆς μουσικῆς «Παῦλος Βλαστός» ὑπὸ τὴν διεύθυνση τοῦ Ἀντωνίου Μιχελουδάκη, ὁ γυναικεῖος βυζαντινὸς χορὸς ἱεροῦ ναοῦ Ἁγίου Τίτου Ἡρακλείου ὑπὸ τὴν διεύθυνση τῆς κ. Χαρᾶς Γρύλλου-Λενακάκη, καὶ ἡ βυζαντινὴ χορωδία Δήμου Ἡρακλείου ὑπὸ τὴν διεύθυνση τοῦ κ. Ἐμμ. Σουργιαδάκη. Τὸ ρεπερτόριο τῶν τριῶν χορωδιῶν κινήθηκε πρωτίστως σὲ ὑμνογραφήματα καὶ συνθέσεις Κρητῶν μελοποιῶν, τὰ ὁποῖα ἀπεδόθησαν μὲ «δεμένες» καὶ συντονισμένες φωνὲς καὶ ἀξιοσημείωτη προσπάθεια ἰχνηλάτησης παραδοσιακῶν ἑρμηνευτικῶν προτύπων. Τὸ συνέδριο ὁλοκληρώθηκε μὲ τὴν Κυριακάτικη Θεία Λειτουργία στὸν ναὸ τοῦ Ἁγ. Παντελεήμονος, ὅπου τοὺς ἱεροψάλτες τοῦ ναοῦ πλαισίωσαν καὶ πάλι σύνεδροι. Ἂς μοῦ ἐπιτραπεῖ ἐδῶ νὰ σημειώσω μερικὲς προσωπικὲς σκέψεις οἱ ὁποῖες προέκυψαν ἀπὸ τὴν συμμετοχὴ στὶς ἐπιστημονικὲς συνεδρίες καὶ τὴν ἀκρόαση τῶν ἕξι χορωδιῶν. Ἡ «μουσικὴ ἐπιστήμη», κατὰ πὼς τὴν ὀνόμαζαν οἱ παλαιοὶ μαΐστορές της, εἶναι ἡ πιὸ ἄμεση λειτουργικὴ τέχνη, ἀλλὰ καὶ αὐτὴ ποὺ ἔχει τὴν ἰσχυρότερη ἐπίδραση στοὺς πιστοὺς ποὺ συγκεντρώνονται στοὺς ναοὺς τῆς οἰκουμένης γιὰ νὰ δοξολογήσουν, νὰ ἱκετεύσουν, νὰ διδαχθοῦν, νὰ προσκυνήσουν, νὰ ζήσουν μυστηριακά. Βέβαια, χαριτολογώντας, θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε ὅτι ἡ ἀμεσότητα τῆς ψαλτικῆς εἶναι ταυτόχρονα καὶ ἕνα μειονέκτημα: ὁ καθένας διαθέτει τὸ ὄργανο γιὰ νὰ ψάλλει, ἀσχέτως ἐὰν τὸ ἀποτέλεσμα εἶναι καλό, λειτουργικό, βασισμένο σὲ γνώση καὶ μαθητεία, ὑπακοὴ καὶ ἀπουσία προσωπικῆς φιλοδοξίας. Ἀντίθετα μὲ τὴν ψαλτική, δὲν διαθέτουν ὅλοι πινέλα, χρώματα καὶ ἱκανότητα γιὰ νὰ ἁγιογραφήσουν, οὔτε ἐργαλεῖα γιὰ νὰ σκαλίσουν τὸ μάρμαρο ἤ τὸ ξύλο, οὔτε ἄλλα γιὰ νὰ κεντήσουν ἄμφια, οὔτε ἰδιαίτερο ποιητικὸ τάλαντο γιὰ νὰ ὑμνογραφήσουν. Ὅλες οἱ λειτουργικὲς τέχνες ἀπαιτοῦν φιλοκαλία καὶ ταλέντο, ὑπομονὴ καὶ μαθητεία. Ἡ ψαλτικὴ ἀπαιτεῖ καὶ ἀρκετὴ διάκριση. Ἡ καίρια αὐτὴ τέχνη ἔχει τὴν δύναμη νὰ ἐκφράσει καὶ νὰ συνεπάρει τὴν ἐκκλησία, ἤ, νὰ μετατρέψει τὴν λατρεία σὲ «ἱερὴ μουσικὴ συναυλία» ὅπως ἔλεγε ὁ δάσκαλός μας, ἀείμνηστος καθηγητὴς Ἰωάννης Φουντούλης, καὶ αὐτὴ (ἡ συναυλία) πολλὲς φορὲς εἶναι ἀμφιβόλου ἢ καὶ ξεκάθαρα χαμηλότατης καλλιτεχνικῆς ἀξίας. Στὸ συνέδριο ἦταν ἰδιαίτερα σημαντικὴ ἡ διαρκὴς ἀναφορὰ τῆς ἀνάγκης βιωματικῆς σχέσης μὲ τὴν ψαλτικὴ μέσα στὸ σύνολο τῆς λειτουργικῆς ζωῆς. Καὶ εἶναι ἀνάγκη, πιστεύω, νὰ ἐπενδύσουμε ἐντονότερα καὶ στὴν πληρέ- 371 -


στερη διδασκαλία τῆς τέχνης αὐτῆς, διδασκαλία ποὺ πρέπει πάντα νὰ ξεκινᾶ ἀπὸ τὴν σύντομη ἑρμηνεία τοῦ ὑμνογραφικοῦ λόγου καὶ νὰ συνεχίζεται μὲ τὴν διδασκαλία τῆς μουσικῆς του ἐπένδυσης. Ἡ ἐντελὴς γνώση μόνο τοῦ μέλους μᾶς ἀναδεικνύει ἴσως καλοὺς μουσικούς, ἡ συστηματικὴ σπουδὴ καὶ ἑρμηνεία λόγου καὶ μέλους μᾶς ὁδηγεῖ πρὸς τὴν ἰδιότητα τοῦ ἱεροψάλτη. Ἦταν ἐπίσης ἰδιαίτερα ἐνδιαφέρον τὸ γεγονὸς ὅτι τὸ ρεπερτόριο τῶν ἕξι χορωδιῶν κινήθηκε ἰσορροπημένα μεταξὺ σύντομων καὶ ἀργῶν μελῶν. Δὲν πρέπει νὰ ξεχνοῦμε ὅτι ἀργὰ μέλη ἔχουμε στὴν λατρεία μας ἀπὸ τὸ τέλος τοῦ 13ου-ἀρχὲς 14ου αἰὦνα κ.ἑ., ἄρα ἐπὶ 700 περίπου χρόνια. Αὐτὸ σημαίνει ὅτι ἐπὶ 12,5 καὶ πλέον αἰῶνες (μεταξὺ τῶν ὁποίων ὑπάρχουν κορυφαῖες περίοδοι θεολογίας καὶ ἁγιολογίας) ἡ λατρεία τῆς Ἐκκλησίας θεραπευόταν μὲ σύντομες μελωδίες. Δὲν χρειάζεται λοιπὸν ἀπολυτοποίηση τῆς ψαλτικῆς ὡς ἐξεζητημένης καὶ ἰδιαίτερα ἀπαιτητικῆς τέχνης, ἀλλὰ λειτουργικὴ χρήση πρωτίστως συντομότερων μελῶν, «ἐκκλησιαστικῶν», ὅπως ἐπεκράτησε νὰ λέγονται μετὰ τὸν 16ο-17ο αἰῶνα, καθὼς ἦταν καταλληλότερα γιὰ τὴν λατρεία. Παρεμφερὲς μὲ τὰ παραπάνω, καὶ συνδεδεμένο μὲ τὸν τρόπο ψαλμώδησης τῶν ἕξι χορωδιῶν, εἶναι καὶ τὸ θέμα τοῦ λιτοῦ-δωρικοῦ καὶ βιωματικοῦ τρόπου ἑρμηνείας τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς στὴν λατρεία. Καὶ στὸ σημεῖο αὐτὸ εἶναι χρήσιμη μιὰ συγκριτικὴ ἐξέταση. Τὰ τελευταῖα 60-70 χρόνια ἔχει ἐντοπιστεῖ ἀπὸ πολλοὺς ἡ προέλευση τοῦ ρεμπέτικου καὶ τοῦ λαϊκοῦ τραγουδιοῦ ἀπὸ τὴν ἑλληνικὴ μουσική, δημοτικὴ καὶ βυζαντινή. Σὲ μιὰ ἱστορικὴ ὁμιλία του γιὰ τὸ ρεμπέτικο στὰ 1949 ὁ Μάνος Χατζιδάκης μίλησε ξεκάθαρα γιὰ αὐτὴ τὴν σχέση βυζαντινῆς μουσικῆς και ρεμπέτικου τραγουδιοῦ, ὁρίζοντας καὶ τὰ βασικὰ χαρακτηριστικὰ τοῦ ρεμπέτικου: «λιτὴ γραμμή», «sostenuto-συγκρατημένο, ἐσωτερικὴ δύναμη ποὺ πολλὲς φορὲς συγκλονίζει», «δύναμη, συνείδηση καὶ πραγματικὸ περιεχόμενο», «ὅλα δίνονται λιτά, ἀπέριττα». Εἶναι ἐντυπωσιακὸ νὰ διαπιστώσει κάποιος ὅτι αὐτὰ τὰ βασικὰ χαρακτηριστικὰ μιᾶς μουσικῆς ἡ ὁποία ἀντλεῖ ἀπὸ τὴν βυζαντινή, ἀντιστοιχοῦν ἀκριβῶς στὶς βασικὲς ἰδιότητες ποὺ ἔχει καὶ πρέπει νὰ ἐκφράζει ἡ ἐκκλησιαστικὴ μουσικὴ σύμφωνα μὲ τὴν ἐγκύκλιο τοῦ Πατριάρχου Ἰωακεὶμ τοῦ Γ’ τοῦ ἔτους 1880: «τὸ μεγαλοπρεπὲς ἐν τῇ ἁπλότητι», «τὸ σεμνὸν ἐν τῇ μετὰ ταπεινότητος, ἠρεμίας καὶ κατανύξεως, καθαρά, εὐκρινεῖ, ἀπερίττῳ καὶ ἐμμελεῖ ψαλμωδία». Αὐτὰ τὰ βασικὰ χαρακτηριστικὰ ποὺ συναντώνται διαχρονικὰ στὴν ἑλληνικὴ πολιτιστικὴ δημιουργία ξεκινοῦν ἀπὸ τὴν βιωματικὴ σχέση τῶν ἀνθρώπων μὲ τὸ ἀντικείμενό τους καὶ ἀπὸ τὴν στόχευση στὴν οὐσία τῶν πραγμάτων καὶ ὄχι στὴν ὅποια ἐπιφανειακὴ γνώση τους. - 372 -


Εἶναι λοιπόν μεγάλη ἡ εὐθύνη τῶν ἱεροψαλτῶν, καὶ γιὰ τὸν λόγο αὐτὸ σημείωσα πρὶν λίγα χρόνια ὅτι, «τὰ προσόντα τῶν διακόνων τοῦ ἀναλογίου δὲν μποροῦν νὰ περιορίζονται μόνο σὲ ὅσα θεμελιώδη ἀπὸ καθαρὰ μουσικῆς ἀπόψεως κατέγραψε ἤδη τὸν ιε’ αἰῶνα ὁ λαμπαδάριος τοῦ εὐαγοῦς βασιλικοῦ κλήρου Μανουὴλ Δούκας Χρυσάφης. Ὁ ἱεροψάλτης ὀφείλει ἐπιπλέον νὰ εἶναι λόγιος, φιλομαθῆς, ὥστε νὰ γνωρίζει ἄριστα ἢ ἔστω νὰ μελετᾶ συστηματικὰ τὰ ὑμνογραφικὰ καὶ τὰ ἁγιογραφικὰ κείμενα τὰ ὁποῖα πρόκειται νὰ ἀποδώσει μελωδικὰ ἢ ἐκφωνητικὰ στὴν λατρεία, μὲ σκοπὸ τὴν ἐπιτυχέστερη μελωδικὴ ἑρμηνεία τους. Νὰ προσεγγίζει βιωματικὰ καὶ (θὰ τολμοῦσα νὰ πῶ) μὲ κάποια θεολογικὴ γνώση, ὄχι ἁπλὰ καλλιτεχνικά, τὸν ὑμνητικὸ λόγο, καθὼς καὶ νὰ κινεῖται ἄνετα στὴν χρήση τοῦ λόγου καὶ τοῦ μέλους μέσα στὰ πλαίσια τῶν ἀκολουθιῶν, μὲ βάση τὴν γνώση τοῦ τυπικοῦ καὶ τὴν λειτουργική-ἐκκλησιαστικὴ ὀξυδέρκειὰ του.». Στὸ παρὸν συνέδριο, πέρα ἀπὸ τὴν σπουδαία προσφορὰ τῶν παραπάνω ἐπιστημονικῶν καὶ καλλιτεχνικῶν γεγονότων, μεγάλο κέρδος ὑπῆρξε ἀπὸ τὴν καλύτερη γνωριμία τῶν συνέδρων καὶ τὴν διαπίστωση τῆς κοινῆς πορείας καὶ τῆς βοήθειας ποὺ ὁ καθένας μπορεῖ νὰ προσφέρει στὸν κοινὸ στόχο. Πολύ σημαντικὸ ἐπίσης ἦταν τὸ στοιχεῖο τῆς συμμετοχῆς ἀρκετῶν νέων ἐπιστημόνων, κάτι ποὺ ἐλπίζουμε ὅτι θὰ συνεχιστεῖ στὸ μέλλον, καὶ μάλιστα μὲ βάση τὴν λειτουργία τοῦ Προγράμματος Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς στὴν Ἀνώτατη Ἐκκλησιαστικὴ Ἀκαδημία Ἡρακλείου καὶ τὶς σπουδὲς πολλῶν ἀτόμων πάνω στὴν ἐκκλησιαστικὴ μουσική. Τέλος, εἶναι ἀπόλυτα ἀναγκαῖο νὰ ὑπάρξουν βαθύτατες εὐχαριστίες πρὸς τὴν ὀργανωτικὴ ἐπιτροπὴ τοῦ συνεδρίου, τὴν μητρόπολη Κυδωνίας, τοὺς πατέρες καὶ τοὺς ἐνορῖτες τοῦ ναοῦ τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος καὶ πρὸς ὅλους τοὺς ἀνθρώπους ποὺ μόχθησαν γιὰ τὴν ἐπιτυχῆ διεξαγωγή του. Ὅλοι μὲ χαρούμενα πρόσωπα καὶ ἀνοιχτές καρδιὲς «ἀγκάλιασαν» τοὺς συνέδρους καὶ ἔκαναν τὴν διαμονή τους στὰ Χανιὰ ἰδιαίτερα εὐχάριστη καὶ παραγωγική. Ἄμποτε νὰ γίνει τὸ συνέδριο αὐτὸ ἀρχὴ παρόμοιων συνεδρίων σὲ τακτὰ χρονικὰ διαστήματα· καὶ ἤδη στὴν λήξη του ἀνακοινώθηκε ὅτι μετὰ ἀπὸ τὸ ἐξαιρετικὰ καρποφόρο αὐτὸ τριήμερο εἶναι κοινὴ ἀπόφαση ὅλων τῶν μουσικωτάτων Κρητῶν νὰ διοργανώνεται ἀνὰ τριετία καὶ νὰ γίνει πλέον θεσμὸς στὸ νησί!

- 373 -



ΜΕΡΟΣ ΤΕΤΑΡΤΟΝ

ΛΟΓΟΙ - ΜΕΛΕΤΕΣ

- 375 -



o yργανωτική ∆οµή τῆς Jερᾶς Μονῆς τῶν Στουδίων µέσα ἀπό τούς Gάµβους τοῦ hγίου Θεοδώρου Στουδίτου Ροδάνθη Oνδρουλιδάκη-Πετράκη Εὐάγγελος Πετράκης ∆ρ. jπιστηµῶν Oγωγῆς Θεολόγος-Συγγραφέας Μία πολύ σημαντική λειτουργία στή διοίκηση ἀποτελεῖ ἡ ὀργάνωση, ἡ ὁποία εἶναι, κατά τήν παραδοσιακή Σχολή Διοικήσεως,1 ἡ διαρθρωτική δομή πού ἀποσκοπεῖ στήν ἐπίτευξη κοινῶν στόχων, ὅπως καί μία διαδικασία, ἡ ὁποία προσδιορίζει καί ὁμαδοποιεῖ τήν ἐργασία πού θά πραγματοποιηθεῖ σέ συγκεκριμένο χῶρο καί τόπο ἐργασίας, καθορίζοντας τήν εὐθύνη καί τήν ἐξουσία καί θέτοντας σχέσεις, ὥστε νά ἐπιτευχθεῖ ἡ ἐκτέλεση τῆς ἐργασίας, ἡ ἐκπλήρωση τῶν σκοπῶν τοῦ ὀργανισμοῦ κλπ, ἐνῶ κατά τή σύγχρονη Σχολή ἀποτελεῖ σύστημα μέσων (ἄνθρωποι, μηχανές, ὕλες καί ὑλικά, χρηματικά κεφάλαια, περιβάλλον καί χρόνος) πού καθιστοῦν ἐφικτή τήν ἐκπλήρωση εἰδικῶν σκοπῶν. Γιά νά ἀντιληφθεῖ κανείς πόσο σπουδαία εἶναι ἡ λειτουργία αὐτή στή διοικητική πράξη, ἀρκεῖ νά ἀναγνώσει αὐτά πού ἔγραψε ὁ Carnegie γιά τήν ἀξία της: «Ἄν ἐπρόκειτο νά χάσω τά ἐργοστάσιά μου ἤ τήν ὀργάνωσή μου, δέν θά δίσταζα νά χάσω τά πρῶτα, πού θά μποροῦσα νά τά ξαναποκτήσω καί νά δημιουργήσω πάλι. Δέν θά μποροῦσα ὅμως σέ μία γενεά νά ξανακάνω τήν ὀργάνωσή μου, δηλ. νά ξαναβρῶ ἕνα ἐκλεκτό προσωπικό, καλά καταρτισμένο, προσανατολισμένο στήν κατεύθυνση πού μπορεῖ νά παρέχει τίς καλλίτερες ὑπηρεσίες καί συνηθισμένο νά συνεργάζεται μέ τούς συναδέλφους του καί μέ τά ἄλλα ἐπίπεδα τῆς διοικήσεως».2 Οἱ Harold Koontz καί Cyril O’Donnell στό κλασσικό ἔργο τους ‘Ὀργάνωση καί Διοίκηση’ ἀρχίζουν τό κεφάλαιο τῆς Ὀργάνωσης μέ τά παρακάτω λόγια: «Γιά νά εἶναι δυνατό νά ἐργάζονται ἀποτελεσματικά οἱ ἄνθρωποι γιά τήν ἐπίτευξη στόχων, πρέπει νά σχεδιαστεῖ καί νά διατηρηθεῖ μία διάρθρωση ρόλων. Αὐτός εἶναι ὁ σκοπός τῆς διοικητικῆς λειτουργίας τῆς ὀργάνωσης».3 Ἡ ἐπισήμανση αὐτή περιέχει δύο στοιχεῖα, τά ὁποῖα χρειάζεται νά Εὐαγγέλου Θεοδωράτου, Ὀργάνωση καί Διοίκηση Ἐπιχειρήσεων Ι, ἔκδ. Ἀθ. Σταμούλης, Ἀθήνα 1999, σσ. 181-182. 2 Εὐαγγέλου Θεοδωράτου, Ὀργάνωση καί Διοίκηση Ἐπιχειρήσεων Ι, ἔκδ. Ἀθ. Σταμούλης, Ἀθήνα 1999, σ. 182. 3 Ηarold Koontz-Cyril O’Donnell, Ὀργάνωση καί Διοίκηση. Μία συστημική καί ἐνδεχομενική ἀνάλυση τῶν διοικητικῶν λειτουργιῶν, μετάφρ. Χρ. Βαρδάκος, ἐπιμ. Σπ. Ζευγαρίδης, τόμ. 2ος, ἔκδ. Παπαζήση, 1980, σ. 11. 1

- 377 -


ἀποσαφηνισθοῦν, ὥστε νά ἀποτελέσουν τή βάση καί τήν προϋπόθεση γιά μία εἰσαγωγική κατανόηση τῆς ἔννοιας τῆς ὀργάνωσης. Τό πρῶτο εἶναι ὅτι ἡ συνεργασία καί ἡ συναμφότερη ὕπαρξη ὀργανωτικῶν δομῶν εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς ἀνθρώπινης ἀδυναμίας γιά τήν ἐπίτευξη αὐτοδύναμων προσωπικῶν στόχων. 4 Τό δεύτερο εἶναι ὅτι ἡ ὀργάνωση ἐπιβάλλει ἕνα σύστημα ρόλων, τούς ὁποίους χρειάζεται οἱ ἄνθρωποι νά ἐκτελοῦν γιά νά διευκολυνθοῦν στήν ὁμαδική ἐργασία τους καί νά ἐπιτευχθοῦν οἱ σκοποί τοῦ ὀργανισμοῦ. Συγκεκριμένα, ἕνας ρόλος μέ νόημα καί ἀντίκρισμα χρειάζεται νά ἐμπεριέχει ἐπιβεβαιώσιμους ἀντικειμενικούς σκοπούς, μία συγκεκριμένη περιοχή ἐξουσίας ἤ δικαιώματος ἐνέργειας, μία σαφή ἀντίληψη τῶν κύριων δραστηριοτήτων πού περιλαμβάνει, καθώς καί μία σαφή κατανόηση τῶν σχέσεών του μέ ἄλλους ρόλους ὅταν χρειάζεται συντονισμός.5 Ἔτσι, σύμφωνα μέ τά παραπάνω, στήν περίπτωση τῶν τυπικῶν ὀργανώσεων, ὅσο περισσότερο καθορισμένοι καί προσδιορισμένοι ρόλοι ὑπάρχουν καί ὅσο μεγαλύτερη τυπικότητα, τόσο περισσότερο θά ἐξουδετερώνονται ἤ τουλάχιστον θά ἐλαχιστοποιοῦνται οἱ ἀρνητικοί περιορισμοί καί οἱ ἐγγενεῖς ἀνθρώπινες δυσκολίες πού ἐμποδίζουν μία τυπική ὀργάνωση νά ἐπιτύχει τούς σκοπούς καί τούς στόχους της. Ὅπως, ἄλλωστε, ἐπισημαίνει ὁ Wilfred Brown, «ὅσο περισσότερη τυπικότητα ὑπάρχει, τόσο σαφέστερα θά γνωρίζουμε τά ὅρια μέσα στά ὁποῖα εἴμαστε ἐξουσιοδοτημένοι νά ἐνεργήσουμε κατά τήν κρίση μας καί μέσα στά ὁποῖα θά θεωρηθοῦμε ὑπεύθυνοι, καί ὅτι οἱ προδιαγραμμένες πολιτικές εἶναι αὐτές πού καθορίζουν σαφῶς τίς περιοχές στίς ὁποῖες εἶναι ἐλεύθεροι νά ἐνεργήσουν οἱ ἄνθρωποι. Χωρίς μία σαφῶς καθορισμένη περιοχή ἐλευθερίας, δέν ὑπάρχει ἐλευθερία. Αὐτό, στήν οὐσία, εἶναι μία πολύ παλιά ἱστορία, τόσο παλιά ὅσο καί ἡ ἱστορία τοῦ ἀνθρώπινου γένους• δέν ὑπάρχει πραγματική ἐλευθερία χωρίς νόμους».6 Εἶναι πολύ εὔκολο ἐν ὀνόματι μίας κακῶς ἐννοούμενης ἐλευθερίας νά παραμερισθοῦν περιορισμοί καί ὁριοθετήσεις, ὡστόσο τότε ἡ ὀργάνωση θά μετατραπεῖ σέ χάος. Τή σπουδαιότητα καί τή χρησιμότητα αὐτῶν τῶν ὁρίων καί τῶν περιορισμῶν θά παρουσιάσει ὁ L. Allen μέ ἕνα πολύ ἐποπτικό τρόπο: «Τά ὅρια τά τιθέμενα ὑπό μίας καλῆς ὀργανώσεως ὁμοιάζουν πρός τά ὅρια ταχύτητος καί τήν διαχωριστικήν γραμμήν τῶν συγχρόνων αὐτοκινητοδρόμων. Barnard, The Functions of the Executive, Cambridge Mass Harvard University Press, 1938, κεφ. 6,7,9. 5 Ηarold Koontz-Cyril O’Donnell, Ὀργάνωση καί Διοίκηση. Μία συστημική καί ἐνδεχομενική ἀνάλυση τῶν διοικητικῶν λειτουργιῶν, μετάφρ. Χρ. Βαρδάκος, ἐπιμ. Σπ. Ζευγαρίδης, τόμ. 2ος, ἔκδ. Παπαζήση, 1980, σσ. 11-12. 6 Wilfred Brown, ‘What is work?’ 4

- 378 -


Οἱ τοιοῦτοι περιορισμοί ἐμποδίζουν τούς ὁδηγούς νά παρακωλύουν τήν κίνησιν τῶν ἄλλων αὐτοκινήτων ἤ νά θέτουν εἰς κίνδυνον ἑαυτούς καί ἀλλήλους διά τῆς ὑπερβολικῆς ταχύτητος. Διά τοῦ περιορισμοῦ ὅμως τῆς κυκλοφορίας ἐντός ὁρισμένων ὁρίων, ἡ ὅλη ροή τῆς τροχαίας κινήσεως διευκολύνεται τεραστίως. Εἰς οἱανδήποτε μεγάλην προσπάθειαν, παραλλήλως πρός τήν ἀνάπτυξιν καί τόν διαφορισμόν, ἔρχεται καί ἡ ἀνάγκη τοῦ περιορισμοῦ τῆς ἀτομικῆς ἐλευθερίας χάριν τοῦ μεγαλυτέρου καλοῦ του συλλόγου. Ἡ διαχωριστική γραμμή εἶναι πολύ λεπτή, διότι ὑπέρμετρος ἀτομική ἐλευθερία ἐπιτρέπει εἰς ἓν ἄτομον νά θέτη εἰς κίνδυνον τήν ἐλευθερίαν τῶν ἄλλων, ἐνῶ ὑπέρμετροι περιορισμοί τείνουν νά σβήσουν τήν σπίθα τοῦ προσωπικοῦ ἐνδιαφέροντος καί ἐνθουσιασμοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι ἀπαραίτητος διά τήν ἐπίτευξιν ἐξαιρετικῶν πράγματι ἀποδόσεων».7 Ὅσον ἀφορᾶ, τώρα, τή διαδικασία γιά τή δημιουργία τῆς τυπικῆς ὀργανώσεως, ἐφόσον βέβαια ἔχουν ὁριστεῖ οἱ ἀντικειμενικοί σκοποί, περιλαμβάνει σέ γενικές γραμμές τήν ὁμαδοποίηση τῶν δραστηριοτήτων πού ἀπαιτοῦνται, τήν ἀνάθεση τῶν ὁμάδων αὐτῶν σέ στελέχη, σύνδεση τῶν ὁμάδων ὁριζοντίως καί καθέτως μέσα ἀπό σχέσεις ἐξουσίας καί μέσα ἀπό τά συστήματα πληροφοριῶν. Ὁ τρόπος αὐτός δέν ἀποτελεῖ ἐφεύρημα τῆς διοικητικῆς ἐπιστήμης, ἀλλά ἀφορᾶ τήν κοινή λογική καί ἐκτείνεται σέ μία πανανθρώπινη ἐμπειρία μέ πανάρχαια ἀναγωγή. Ἄλλωστε, σύμφωνα μέ τήν χριστιανική ἀνθρωπολογία, ὁ ἄνθρωπος εἶναι διοικητικός νοῦς, δημιουργημένος ἀπό τόν Θεό, τόν Μέγα διοικητικό νοῦ, γιά νά διοικεῖ τήν κτίση. Τήν ἀλήθεια αὐτή θά ἐκφράσει ὁ ἴδιος ὁ Ἅγιος Θεόδωρος Στουδίτης στήν εἰσαγωγή τῆς ἐπιστολῆς του, ἡ ὁποία φέρει τόν τίτλο «Ἐπιστολή ΙΓ’-Εἰς τήν διακονίαν τῶν ἀπρονοήτων»,8 στήν ὁποία ἐπισημαίνει: «Ὅτι κατ’ εἰκόνα Θεοῦ καί ὁμοίωσιν ὁ ἄνθρωπος ἔκτισται, ἀναγκαῖον τῇ ἀνθρωπίνη φύσει, καθόσον ἐφικτόν, ὡς εἰκόνι τά τοῦ ἀρχετύπου μιμήματα ἐν ἐαυτῇ περιφέρειν. Ἐπεί οὖν τό Θεῖον ἐπί πάντα διήκει τήν τῆς οἰκείας ἀγαθότητος πρόνοιαν, δίκαιον ἄν εἴη ἐκμιμεῖσθαι τό ἀνθρώπινον τήν τῆς ἀρρήτου σοφίας προνοητικήν, ὡς δυνατόν, διοίκησιν». Ἡ ὕπαρξη τῆς παραπάνω εἰσαγωγῆς πάνω σέ ὁρισμένες πτυχές τῆς λειτουργίας τῆς ὀργάνωσης δικαιολογεῖται ἀπό τήν πρόθεσή μας νά ἀσχοληθοῦμε ἐδῶ μέ τήν ὀργάνωση ἀπό τόν προμνημονευθέντα Ἅγιο Θεόδωρο Στουδίτη μίας σπουδαίας Μονῆς τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τῆς περιωνύμου Μονῆς τῶν Στουδίου. Ὅπως εἶναι γνωστό, ἡ Μονή αὐτή, ἡ ἱδρυθεῖσα Σπύρου Ζευγαρίδη, Ὀργάνωση καί Διοίκηση. Θεωρία καί ἑλληνική πρακτική, τόμ. Α΄, ἔκδ. Παπαζήση, Ἀθήνα 1978, σσ. 37-38. 8 Ἁγ. Θεοδώρου Στουδίτου, Ἐπιστολαί. Βιβλίον Πρῶτον, PG 99, 952D-956A. 7

- 379 -


τό 463 ἀπό τόν Ρωμαῖο μεγιστάνα Στούδιο,9 εἶχε τήν ἐποχή ἐκείνη ἐγκαταληφθεῖ λόγω τῶν διωγμῶν πού μόλις εἶχαν σταματήσει. Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος τήν ἐπάνδρωσε καί τή στελέχωσε σέ τέτοιο βαθμό, ὥστε λίαν συντόμως ὁ ἀριθμός τῶν Στουδιτῶν νά φθάσει τούς 1000. Γενικῶς, ἐπί τῶν ἡμερῶν του ἡ Μονή γνώρισε τεραστία ἀνάπτυξη καί μία ἁλματώδη αὔξηση τῶν δεικτῶν ὅλων τῶν παραμέτρων καί παρουσίασε βελτιστοποίηση ὅλων τῶν ποιοτικῶν καί ποσοτικῶν χαρακτηριστικῶν. Ἄλλωστε, ὁ Ἅγιος ἦταν ἕνας μεγάλος μοναστικός ἡγέτης, καί σάν ἠγέτης10 μποροῦσε, ἀνάμεσα στά ἄλλα, νά ἐπηρεάζει τή σκέψη, τά συναισθήματα, τίς στάσεις καί τίς συμπεριφορές τῶν ὑποψήφιων μοναχῶν, ὅπως βεβαίως καί τῶν μοναχῶν, ὥστε ἐθελουσίως καί προθύμως νά τόν ἀκολουθοῦν καί νά δίνουν τόν καλύτερό τους ἑαυτό στήν πνευματική τους ἀποστολή. Εἰδικά, στό μοναστικό χῶρο ἡ ὕπαρξη τῆς πνευματικῆς ἡγεσίας παίζει πολύ μεγάλο καί σπουδαῖο ρόλο. Δέν πρέπει νά ξεχνοῦμε ὅτι στόν ὀρθόδοξο, τουλάχιστον, χῶρο ἡ σύμπηξη μοναστικῶν ἀδελφοτήτων γίνεται γύρω ἀπό ἕνα πρόσωπο, γύρω ἀπό ἕνα γέροντα. Ὅπως, μάλιστα, χαρακτηριστικά ἀναφέρει ὁ Ἀρχιμ. Αἰμιλιανός, ὁ ὁποῖος εἶναι ἕνας ἀπό τούς ἀνακαινιστές καί στυλοβάτες τοῦ σύγχρονου Ἀθωνικοῦ Μοναχισμοῦ «ὁπουδήποτε ὑπῆρξε ἄνθησις πνευματικῆς ζωῆς, ἐκεῖ ὑπῆρξε ἕνα πρόσωπον. Καί ὁπουδήποτε ὑπῆρξε ἄνθησις μοναστηρίου, ἐκεῖ ὑπῆρξε ἕνας ἡγούμενος. Ἕνας ἡγούμενος πού ἤξερε νά ἀγαπᾶ, νά ζῆ τόν Χριστόν καί νά διοικῆ».11 Αὐτό ἀκριβῶς στοιχειοθετεῖ καί στήν περίπτωση πού ἐξετάζομε τή σπουδαιότητα τοῦ ρόλου τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου στή δημιουργία τῆς ὀργανωτικῆς δομῆς τῆς μονῆς του καί στήν ὅλη ἀποτελεσματική λειτουργία της. Εἴπαμε πιό πάνω ὅτι ἡ ὀργάνωση καί ἡ διοίκηση εἶναι στήν πράξη μία ὑπόθεση διαχρονική, ὁπότε ἡ διοικητική θεωρία ἐπαληθεύει αὐτή τήν πραγματικότητα καί ἀποτελεῖ ἕνα «διαγνωστικό καί καθοδηγητικό ἐργαλεῖο»12 Hippolyte Delehaye, ‘Ὁ Βυζαντινός Μοναχισμός’ στό N. H. Baynes-H. St. L. B. Moss, Βυζάντιο. Εἰσαγωγή στό Βυζαντινό Πολιτισμό, τρίτη ἔκδοση, ἔκδ. Δημ. Ν. Παπαδήμα, Ἀθήνα 1986, σ. 226. 10 Δημήτρη Μπουραντᾶ, Ἡγεσία. Ὁ δρόμος τῆς διαρκοῦς ἐπιτυχίας, ἔκδ. Κριτική, Ἀθήνα 2005, σσ. 197-199. 11 Ἀρχιμ. Αἰμιλιανοῦ Καθηγουμένου Ἱ. Μονῆς Σίμωνος Πέτρας, ‘Μελέτη τοῦ τρόπου ἐπαναφορᾶς τῆς παλαιᾶς κανονικῆς Διοικήσεως τῶν Ἱ. Μονῶν καί δή τῆς ἀρχῆς τοῦ Κοινοβίου’ στό ἰδίου, Κατηχήσεις καί Λόγοι 1. Σφραγίς Γνησία, ἔκδ. Ὀρμύλια 1998, σσ. 74-75. 12 Ηarold Koontz-Cyril O’Donnell, Ὀργάνωση καί Διοίκηση. Μία συστημική καί ἐνδεχομενική ἀνάλυση τῶν διοικητικῶν λειτουργιῶν, μετάφρ. Χρ. Βαρδάκος, ἐπιμ. Σπ. Ζευγαρίδης, τόμ. 2ος, ἔκδ. Παπαζήση, 1980, σ. 26. 9

- 380 -


γιά τή δημιουργία τῶν κατάλληλων ὀργανωτικῶν δομῶν, ὥστε νά ἐπιτευχθοῦν οἱ σκοποί καί οἱ στόχοι τῶν ἑκάστοτε ὀργανισμῶν. Αὐτή ἡ πρακτική γνώση καί ἐμπειρία πού ἦταν κτῆμα τοῦ ἀνθρώπου ἀπό πολύ παλιά, ἀποτυπώνεται καί Ἁγιογραφικά. Εἶναι γνωστή ἡ περίπτωση τῆς ὀργάνωσης τῶν Ἰσραηλιτῶν ἀπό τόν Μωυσῆ κατά τή ἔξοδό τους, ἡ ὁποία στοιχειοθετεῖ τήν ὕπαρξη, ἤδη ἀπό αὐτή τήν ἐποχή, τῶν ὀργανωτικῶν ἐπιπέδων. Τό σχετικό κείμενο τῆς Ἐξόδου13 ἔχει σέ μετάφραση ὡς ἑξῆς: «Τήν ἄλλη μέρα ὁ Μωυσῆς κάθησε γιά νά δικάσει. Ἀπ’ τό πρωί ὡς τό βράδυ ὁ λαός συνωστιζόταν μπροστά του γιά νά τούς λύνει τίς διαφορές. Ὅταν εἶδε ὁ πεθερός του πόσο ἐργαζόταν γι’ αὐτούς, τοῦ εἶπε: ‘Τί εἶναι ὅλα αὐτά πού κάνεις γιά τό λαό. Τί κάθεσαι ἐσύ καί δικάζεις μόνος σου κι ὁ λαός εἶναι στημένος μπροστά σου ἀπό τό πρωί ὡς τό βράδυ’. Ὁ Μωυσῆς τοῦ ἀπάντησε ‘Οἱ ἄνθρωποι ἔρχονται σ’ ἐμένα γιά νά ρωτήσουν τό Θεό. Ὅταν ἔχουν κάποια ὑπόθεση, ἔρχονται σ’ ἐμένα κι ἐγώ διευθετῶ τίς διαφορές τους, καί τούς δείχνω τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ καί τίς ὁδηγίες του’. Τότε ὁ Ἰοθόρ τοῦ εἶπε: ‘Δέν εἶναι σωστό αὐτό πού κάνεις. Κι ἐσύ θά ἐξαντληθεῖς κι ἐτοῦτος ὁ λαός πού εἶναι μαζί σου, γιατί ἡ ἐργασία αὐτή ξεπερνάει τίς δυνάμεις σου. Τώρα ἄκου τή γνώμη μου. Θά σοῦ δώσω μία συμβουλή κι ὁ Θεός νά εἶναι μαζί σου. Ἐσύ θά εἶσαι ὁ ἀντιπρόσωπος τοῦ λαοῦ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Ἐσύ θά φέρνεις τίς ὑποθέσεις στό Θεό. Θά τούς διδάσκεις τίς ἐντολές καί τούς νόμους καί θά τούς μαθαίνεις πῶς νά συμπεριφέρονται καί τί πρέπει νά κάνουν. Γιά τά ὑπόλοιπα, διάλεξε ἀπό τό λαό ἄντρες ἱκανούς καί ἀξιόπιστους, πού νά φοβοῦνται τό Θεό, καί νά ἀποστρέφονται τή δωροδοκία, καί δώσ’ τους δικαστική ἐξουσία πάνω σέ χίλια, σέ ἑκατό, σέ πενήντα καί σέ δέκα ἄτομα. Αὐτοί θά εἶναι οἱ μόνιμοι δικαστές τοῦ λαοῦ, καί θά ἀσχολοῦνται μέ τίς μικρές ὑποθέσεις. Τίς μεγάλες θά τίς φέρνουν σ’ ἐσένα. Ἔτσι θά ἐλαφρώσουν τό βάρος σου καί θά σέ βοηθήσουν. Ἄν ρυθμίσεις ἔτσι αὐτό τό θέμα, ὅπως σέ προστάζει ὁ Θεός, τότε θά μπορέσεις νά τά βγάλεις πέρα. Καί ὅλος αὐτός ὁ λαός θά γυρίζουν στά σπίτια τους μονιασμένοι’. Ὁ Μωυσῆς ἄκουσε τή γνώμη τοῦ πεθεροῦ του κι ἔκανε ὅ,τι τοῦ εἶπε. Διάλεξε ἀνάμεσα ἀπό τούς Ἰσραηλίτες ἄντρες ἱκανούς, καί τούς ἔβαλε ἐπικεφαλῆς τοῦ λαοῦ σέ κάθε χίλια, ἑκατό, πενήντα καί δέκα ἄτομα. Αὐτοί ἦταν οἱ μόνιμοι δικαστές τοῦ λαοῦ καί ἀσχολοῦνταν μέ τίς μικροδιαφορές. Τίς δύσκολες ὑποθέσεις τίς ἔφερναν στό Μωυσῆ». Ἐδῶ βλέπουμε πῶς ὁ Μωυσῆς ὀργανώνει14 τό σύστημα δικαστικῆς ἐξουσίας δημιουργώντας μία ὀργανωἘξ. 18,13-26. Ἡ Παλαιά Διαθήκη, Μετάφραση ἀπό τά πρωτότυπα κείμενα, Ἑλληνική Βιβλική Ἐταιρία, Ἀθήνα. 14 Αὐτή ἀκριβῶς ἡ ἐπιλογή μαρτυρεῖται καί στό Δευτερονόμιο (α’, 9-18) ἀπό τόν 13

- 381 -


τική δομή μέ τό χωρισμό σέ τμήματα (κάθε τμῆμα 1000 ἄτομα) καί συγχρόνως μέ τή δημιουργία μίας δικαστικῆς ἱεραρχίας 5 ὀργανωτικῶν ἐπιπέδων, ὥστε νά εἶναι ἐφικτή ἡ ἀπονομή δικαιοσύνης καί ἡ γαλήνη τοῦ λαοῦ. Αὐτά εἶναι στή διοίκηση λίγο- πολύ γνωστά. Αὐτό, ὅμως, ἴσως, πού δέν ἔχει προσεχθεῖ καί δέν ἔχει ἐπισημανθεῖ εἶναι ὅτι ἡ λύση στό ἐν λόγω πρόβλημα βρίσκεται μέσα ἀπό τήν ὑπακοή στό θέλημα τοῦ Θεοῦ καί ἡ εὕρεσις τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ μέσα ἀπό τή συμ-βουλευτική πράξη καί δέν εἶναι προϊόν καί ἀποτέλεσμα συλλογικῆς ἐμπειρίας ἤ προσωπικῆς ἐμπειρίας καί δεξιότητος, οὔτε βέβαια ἐφαρμογή ἐπιστημονικῆς θεωρίας. Ἡ τμηματοποίηση καθιστᾶ δυνατή τήν ἐπέκταση τῶν ὀργανισμῶν σέ ἀπεριόριστο βαθμό. Ὁ Μωυσῆς, συγκεκριμένα, προσφεύγει στήν τμηματοποίηση βάσει ἁπλῶν ἀριθμῶν πού ἦταν παλιά μία μέθοδος γιά τήν ὀργάνωση φυλῶν, στρατευμάτων ἤ κοινωνικῶν ὁμάδων, ἡ ὁποία γινόταν διά τοῦ ἀθροίσματος ἀτόμων πού θά βρίσκονταν ὑπό τήν ἐπίβλεψη ἑνός διοικητικοῦ στελέχους. Σήμερα, ἡ μέθοδος αὐτή ἔχει περιοριστεῖ, λόγω τῆς προϊούσης αὐξήσεως τῆς ἐξειδίκευσης, καθώς τό ἐξειδικευμένο προσωπικό εἶναι ἀποδοτικότερο ἀπό τήν περίπτωση πού ἡ τμηματοποίηση στηρίζεται στήν ἀριθμητική ὑπεροχή, καθώς καί λόγω τοῦ ὅτι αὐτή ἡ τμηματοποίηση εἶναι χρησιμότερη στά χαμηλότερα ἐπίπεδα τῆς ὀργανωτικῆς δομῆς.15 Ἡ δημιουργία τῶν ὀργανωτικῶν ἐπιπέδων βασίζεται στήν παραδοχή ὅτι ἕνα διοικητικό στέλεχος μπορεῖ νά ἐπιβλέψει συγκεκριμένο ἀριθμό ὑφισταμένων καί αὐτός ὁ ἀριθμός ποικίλλει ἀναλόγως διαφόρων μεταβλητῶν. Εἶναι φυσικό ὅτι ὁ ἰδανικός ἀριθμός ὑφισταμένων αὐξάνεται ὅσο ἀπομακρύνεται κανείς ἀπό την κορυφή πρός τή βάση τῆς διοικητικῆς διάρθρωσης τῆς πυραμίδας καί συνεπῶς δέν μπορεῖ κανείς νά μή θαυμάσει τή σοφία μέ τήν ὁποία δημιουργήθηκε ὅλη αὐτή ἡ δικαστική διάρθρωση τοῦ Μωυσῆ. Ἡ διοικητική ἐπιστήμη ἀναγνωρίζει τό Μωυσῆ σάν ἕνα ἀπό τούς μεγάλους ἡγέτες καί ὀργανωτές τῆς Ἱστορίας καί τοῦ ἀνθρώπινου πολιτισμοῦ. Ὡστόσο, ἐδῶ θά ἀσχοληθοῦμε, ὅπως προαναφέραμε, μέ ἕνα ἄλλο ἡγέτη καί μεταρρυθμιστή, καθώς καί διοικητικό καί ὀργανωτικό νοῦ, ἀπό τούς ἲδιο τόν Μωυσή στό λόγο του πρός τόν Ἰσραηλιτικό λαό στήν πρός δυσμάς ἒρημο πέραν τοῦ Ἰορδάνου κοντά στήν Ἐρυθρά Θάλασσα. Ἐκεῖ δέν γίνεται λόγος γιά συμβουλή τοῦ Ἰοθόρ. Γίνεται λόγος γιά εἰσήγηση τοῦ ἲδιου τοῦ Μωυσῆ στόν Ἰσραηλιτικό λαό νά ἐκλέξει ὁ δεύτερος μέ ἀξιοκρατικά κριτήρια πρόσωπα πού ὁ πρῶτος θά καθιστοῦσε διοικητές καί δικαστές του. Ὁ Μωυσής ἀναγνωρίζει ὅτι ὁ λαός ἀνταποκρίθηκε στήν εἰσήγησή του μέ τήν ἐκλογή τῶν ἐν λόγω ἡγουμένων αὐτοῦ. 15 Ηarold Koontz-Cyril O’Donnell, Ὀργάνωση καί Διοίκηση. Μία συστημική καί ἐνδεχομενική ἀνάλυση τῶν διοικητικῶν λειτουργιῶν, μετάφρ. Χρ. Βαρδάκος, ἐπιμ. Σπ. Ζευγαρίδης, τόμ. 2ος, ἔκδ. Παπαζήση, 1980, σσ. 52-53. - 382 -


κορυφαίους στή διαχρονία τοῦ Χριστιανικοῦ μοναχισμοῦ, τόν Ἅγιο Θεόδωρο Στουδίτη. Δέν εἶναι καθόλου τυχαία ἡ συσχέτιση τῶν δύο αὐτῶν μεγάλων ἀνδρῶν, καθόσον μάλιστα στίς δύο ἐκδοχές τοῦ βίου τοῦ δευτέρου ὑπάρχει ἡ συσχέτιση καί ἡ σύγκριση μέ τόν πρῶτο. Ἄς πάρομε ὅμως τά πράγματα μέ τή σειρά. Ἡ ἀθρόα αὔξηση τοῦ ἀριθμοῦ τῶν μοναχῶν τῆς Ι. Μονῆς τῶν Στουδίου κατέστησε ἐπιτακτική τήν ἀνάγκη δημιουργίας μίας στιβαρᾶς καί ἀποτελεσματικῆς ὀργανώσεως. Γιά τό βιογράφο τοῦ Ἁγίου Μιχαῆλο Μοναχό, ἐκτός ἀπό τή ραγδαία αὔξηση τοῦ ἀριθμοῦ τῶν μοναχῶν, ἦταν καί ἡ ἐπίδοση, προφανῶς ἡ πνευματική, ἡ ὁποία κατέστησε ἀδήριτη τήν ἀνάγκη ὕπαρξης μίας καλῆς καί ἀποτελεσματικῆς ὀργανώσεως. Εἶναι σαφής ὁ ὑπαινιγμός τοῦ βιογράφου16 γιά τό σπουδαῖο καί σοβαρό πνευματικό ἔργο πού παρείχετο στή Μονή, ἡ προσφορά τοῦ ὁποίου, μέσω μίας ἀποτελεσματικῆς ὀργανωτικῆς δομῆς, διευκόλυνε καί τόν ἴδιο τόν Ἅγιο καί τούς ἀδελφούς. Ὅπως, μάλιστα θά σημειώσει «ἤν δ’ οὐκ εὐχερές τῷ Πατρί, ἀλλ’ οὐδέ σχεδόν δυνατόν, κατ’ ἄνδρα ἕκαστον καί ἐξετάζειν καί ἐρευνᾶν, καί λόγους αὐτῶν καί λογισμούς ἀκριβοῦν. Πῶς γάρ ἄν καί μόνω οἱ τοσοίδε ἄχρι καί μικροτάτου καταθεῶντο;». Γιά τό λόγο αὐτό ἐπέλεξε «τούς ἐξέχοντας…τῶν αδελφῶν καί οὕς ὁ βίος μείζω τῶν ἄλλων ἐμαρτύρει τήν ἀρετήν, τούτους εἰς ἐπισκοπήν προυστήσατο τῶν λοιπῶν˙ ἳν’ εἰ τι καί πραττόμενον οὐ καλῶς τοῖς ἄλλοις ἐστίν, αὐτοί καί ὁρᾶν ἔχοιεν, καί εἰς τόν κοινόν ἀναφέρειν διδάσκαλον». Εἶναι ἐδῶ σαφής ὁ ὑπαινιγμός γιά τή δημιουργία ἀπό τον Ἅγιο μίας πολυεπίπεδης κλιμακωτῆς ὀργανωτικῆς δομῆς μέ ἀξιολογικά χαρακτηριστικά καί κριτήρια καί μάλιστα πνευματικοῦ προσανατολισμοῦ. Ἡ δημιουργία αὐτῆς τῆς πυραμιδοειδοῦς ὀργανώσεως, ἡ ὁποία «αὐτῷ τε κἀκείνοις λυσιτελεῖν ἔμελλε», ἀποκαλύπτει τή «μεγαλόνοιά»του. Πιό συγκεκριμένα, στήν κορυφή τῆς πυραμιδοειδοῦς αὐτῆς δομῆς τίθεται ὁ ἡγούμενος, «ὁ ὁποῖος εἶναι ὁ μόνος πνευματικός ὁδηγός τῶν μοναχῶν καί ὅλοι ὀφείλουν σεβασμό καί ὑπακοή σ’ αὐτόν».17 Ἀκολουθεῖ μία σειρά ἀξιωμάτων καί διακονιῶν πού συνέθεταν τήν ὀργάνωση τῆς Ἱερᾶς Μονῆς, ὅπως θά δοῦμε παρακάτω. Ἂλλωστε, πολύ σωστά ἐπισημαίνει ὁ Courtois «δέν ὑπάρχει ἐλπίδα πώς μιά δράση θά εἶναι ἀποτελεσματική ἄν δέν εἶναι ὠργανωμένη, ἀλλά δέν ὑπάρχει ὀργάνωση ὅπου δέν ὑπάρχει ἱεραρχία».18 Μιχαήλου Μοναχοῦ, Βίος καί Πολιτεία τοῦ Ὁσίου Πατρός Ἡμῶν καί Ὁμολογητοῦ τοῦ Θεοδώρου τοῦ τῶν Στουδίων Ἡγουμένου, PG 99, 148. 17 Ηippolyte Delehaye, Ὁ Βυζαντινός Μοναχισμός΄ στό N. H. Baynes-H. ST. L. B. Moss, Βυζάντιο. Εἰσαγωγή στό Βυζαντινό Πολιτισμό, τρίτη ἔκδ., ἔκδ. Ν. Παπαδήμα, Ἀθήνα 1986, σ. 229. 16

- 383 -


Ὡς γνήσιος ὀργανωτής ὁ Ἅγιος καθώρισε ἐπακριβῶς τό ἔργο καί τίς ὑποχρεώσεις πού συνεπήγοντο τά ἀξιώματα καί οἱ διακονίες. Ὅπως εἰπώθηκε πιό πάνω, γιά τήν ἐπίτευξη τῶν στόχων ἑνός ὀργανισμοῦ χρειάζεται νά ἀποσαφηνισθοῦν οἱ ἐργασίες πού χρειάζεται νά γίνουν, τά προσόντα πού χρειάζεται νά διαθέτει κάθε ἕνας πού θά ἐπιφορτισθεῖ μέ τήν ἐκτέλεσή τους, ὅπως καί ὁ βαθμός τῆς ἐξουσίας πού θά ἔχει γιά τήν ἐκτέλεσή τους. Αὐτό εἶναι ὁ καταμερισμός τῶν ἐργασιῶν καί μετά ἀκολουθεῖ ἡ ἀνάθεση τοῦ ἔργου σέ συγκεκριμένους ἀνθρώπους. Ἕπεται ἡ διάκριση τῶν θέσεων σέ ἀνώτερες καί κατώτερες καί ἡ κατάταξη τῶν στελεχῶν σέ ἀνώτερα, μεσαία καί κατώτερα.19 Μάλιστα, ὁ Ἅγιος συνέγραψε ἰαμβικούς στίχους, οἱ ὁποῖοι, ὅπως πολύ ὡραία ἔχει λεχθεῖ, «ρίχνουν φῶς πολύ πάνω στήν ἀξία τῆς δουλειᾶς, διαλύουν τίς σκιές, δείχνουν τή χαρά της, ἀποδιώχνουν τίς παρεξηγήσεις κι ἀφήνουν ἕνα γλυκό συναίσθημα γύρω ἀπ’ ὅλα ἐκεῖνα, πού ἀποτελοῦν τήν καθημερινή ἀπασχόλησι τοῦ καθενός».20 Στούς στίχους αὐτούς περιέγραψε τά καθήκοντα ἑκάστης, καθώς καί τό «πῶς ἐκάστῳ μέλλον ἐστί τά ἐπιτεταγμένα πληροῦν», ἀρχόμενος ἀπό τόν πρῶτο, τόν ἡγούμενο καί φτάνοντας μέχρι τόν τελευταῖο. Καί ἔχει μεγάλη σημασία ὅτι ξεκινᾶ τούς ἰάμβους ἀπό τήν κορυφή καί ὄχι ἀπό τή βάση τῆς διοικητικῆς πυραμίδας σέ μία κατιούσα σειρά, στήν ὁποία τό μέγεθος τῶν ἀξιωμάτων εἶναι εὐθέως ἀνάλογο πρός τίς εὐθύνες πού αὐτά συνεπάγονται. Στό πλαίσιο αὐτό, συνιστᾶ στόν ἡγούμενο νά προσβαίνει στό ἐν λόγῳ ἀξίωμα τρέμων, καθώς εἶναι γεμάτο κινδύνους, μέριμνες, φροντίδες. Χρειάζεται νά προσέξει μή χαθεῖ κάποια ψυχή λόγω ἀπειρίας, θέτων τόν ἑαυτό του τύπον καλῶν ἔργων, γνωρίζοντας ὅτι θά δώσει λόγο στόν Χριστό κατά τή Δευτέρα Παρουσία.21 Ὅπως ἐπισημαίνει ὁ Ἀρχιμ. Αἰμιλιανός, «ὁ ἡγούμενος… δέον νά εἶναι ‘ἀρχέτυπον παντός ἀγαθοῦ’, ἀπράγμων, ἠσύχιος, γνώστης τῶν Γραφῶν, μηδέν προτιμῶν τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ, ἑλκύων τάς ψυχάς εἰς τήν θείαν ἀγάπησιν, ‘μή τῷ τῆς ἠγουμενείας ἀξιώματι καλλωπιζόμενος, ἀλλά μᾶλλον αὐτός καλλωπίζων τοῦτο τοῦ τρόπου τῇ κοσμιότητι’».22 Ὁ πιστός «βλέπων αὐτόν, αὐτόν βλέπειν τόν Χριστόν λογίζεται καί συνῶν ἤ ἀκοG. Courtois, Ἡ τέχνη τοῦ Ἀρχηγοῦ, μετάφρ. Γεωργίου Σχίζα, Κέντρον Τύπου διά τήν Νεότητα, Ἀθῆναι, σσ. 150- 151. 19 Κώστα Τζωρτζάκη & Ἀλεξίας- Μαίρης Τζωρτζάκη, Ὀργάνωση καί Διοίκηση. Τό Μάνατζμεντ τῆς νέας ἐποχῆς, τέταρτη ἔκδοση, ἐκδ. Οἶκος Rosili, 2007, σ. 169. 20 Αἰκ. Λωτοῦ, ‘Ἕνα μνημεῖο Βυζαντινοῦ Πολιτισμοῦ’ στό Ἀκτίνες, ἔτος ΚΒ’, τεύχ. 206, σ. 387. 21 Ἁγ. Θεοδώρου Στουδίτου, Ἴαμβοι, PG 99, 1781. 22 Ἀρχιμ. Αἰμιλιανοῦ, Μελέτη ἐπαναφορᾶς κανονικῆς διοικήσεως Ἱ. Μονῶν στό ἰδίου, Κατηχήσεις καί Λόγοι 1. Σφραγίς γνησία, ἔκδ. Ὀρμήλια 1998, σ. 73. 18

- 384 -


λουθῶν αὐτῷ, Χριστῷ συνεῖναι καί ἀκολουθεῖν βεβαίως πιστεύει». «Καί ὡς αὐτόν τόν Χριστόν καί ὁρῶν καί λαλῶν, οὕτω σεβάσθητι αὐτόν καί οὕτω διδάχθητι παρ’ αὐτοῦ τά συμφέροντα».23 Ἐδῶ, δέν ὑπάρχει, ὅπως λέει πάλι ὁ Ἀρχιμ. Αἰμιλιανός,24 καμμιά προσωποληπτική ἀντίληψη καθόσον μέσα ἀπό τίς ὁδηγίες καί τῆς προσευχῆς τοῦ ἡγουμένου σώζεται ὁ μοναχός. Δέν ὑπάρχει προσωποκεντρισμός. Ἡ ὑπακοή τοῦ μοναχοῦ πρός τόν ἡγούμενο ἀναφέρεται ἀμέσως εἰς τόν Θεό. Ὁ ἡγούμενος εἶναι ὁ πνευματικός πατέρας τῶν μοναχῶν, ὁ χειραγωγός των εἰς τόν Χριστόν, εἶναι ὁ φορέας τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ. Ἡ διοίκησίς του δέν εἶναι ἀδιάκριτη καί αὐθαίρετη, ἀλλά γίνεται «μετ’εἰδήσεως καί συμβουλῆς καί συνέσεως τῶν προκριθέντων ἀδελφῶν». Δέν εἶναι δημοκρατική, καθώς δέν διοικεῖ μέ τήν ἀποκλειστικότητα καί τήν αὐθαιρεσία τῆς δικῆς του γνώμης, ὡστόσο, ἡ θέλησή του ἀποτελεῖ τή συνισταμένη τῆς συνειδήσεως τῆς ἀδελφότητος. Ἴαμβο, ἐπίσης, ἀφιερώνει «εἰς τόν τά δεύτερα φέροντα»,25 εἰς τόν ὁποῖον παρομοιάζει τόν δεύτερο στή διοικητική ἱεραρχία τῆς ἀδελφότητος μέ τόν Ἰησοῦ τοῦ Ναυῆ (τόν ἡγούμενο παρομοιάζει μέ τό Μωυσῆ). Εἶναι αὐτός, ὁ ὁποῖος, κατά τόν Μέγα Βασίλειο ἀντικαθιστᾶ τόν προεστῶτα ὅταν χρειαστεῖ, ὥστε νά μή μείνει ἀκέφαλο τό κοινόβιο καί καταστρατηγηθεῖ ὁ κανόνας καί ἡ τάξη: «Ἐπειδή συμβαίνει πολλάκις ἤ δι’ ἀσθένειαν σώματος ἤ ἀποδημίας ἀνάγκην ἤ κατά τινα ἄλλην περίστασιν χωρίζεσθαι τῆς ἀδελφότητος τόν προεστῶτα, ἔστω τις καί ἕτερος μετά δοκιμασίας αὐτοῦ τε καί ἄλλων τῶν ἱκανῶν δοκιμάζειν, εἰς τοῦτο ἐξειλεγμένος, εἰς τό ἀπόντος ἐκείνου διαδέχεσθαι καί ἐπιμέλειαν τῶν ἀδελφῶν, ὥστε καί τοῖς παροῦσι παρ’ ἑνός γίνεσθαι τάς παρακλήσεις τοῦ λόγου˙ ἀλλά μή ἐν τῇ ἀποδημίᾳ τοῦ προεστῶτος δημοκρατικόν τι σχῆμα μεταλαμβάνειν τήν ἀδελφότητα ἐπί διαλύσει τοῦ κανόνος καί τῆς παραδεδομένης εὐταξίας, φυλάσσεσθαι δέ τά μετά δοκιμασίας ἐγκριθέντα εἰς δόξαν Θεοῦ».26 Ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ἐπιφυλλάσσει σ’ αὐτόν ἕνα ρόλο παραπλήσιο τοῦ ἡγουμένου, ὁ ὁποῖος παραστέκεται σ’ ἐκεῖνον, τόν ἀναπληρώνει καί τόν ἀντικαθιστᾶ ὅταν χρειαστεῖ καί μοιράζεται τό φορτίο τῶν καθηκόντων μέ εἰρηνικό φρόνημα, συμπάθεια καί πραότητα πρός τούς μοναχούς, μέ δικαιοσύνη, συμπονῶν καί συναλγῶν τούς καθημαγμένους, πίπτοντας καί αἱμάσσοντας πνευματικά καί συμπορευόμενος καί ἐπιστηρίζων τούς ἀγωνιζομένους μέ πόθο γιά τό πνευματικό ἄθλον τῆς σωτηρίας καί τοῦ ἁγιασμοῦ. Μέ τούς δύο τελευταίους στίχους Συμεών Νέου Θεολόγου, Κατήχησις 20, SC 104, σ. 334 στίχ. 60-62. Ἀρχιμ. Αἰμιλιανοῦ, Μελέτη ἐπαναφορᾶς κανονικῆς διοικήσεως Ἱ. Μονῶν στό ἰδίου, Κατηχήσεις καί Λόγοι 1. Σφραγίς γνησία, ἔκδ. Ὀρμήλια 1998, σσ. 74-76. 25 Ἁγ. Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου, Ἴαμβοι, PG 99, 1781. 26 Μ. Βασιλείου, Ἀσκητικά, Α΄ τόμ. 8, Ε.Π.Ε, σ. 376. 23 24

- 385 -


τοῦ Ἰάμβου ἀντιλαμβάνεται κανείς ὅτι ὁ τά δεύτερα φέρων προαλείφεται γιά τήν ἀνάληψη τῆς ἡγουμενίας μετά τήν κοίμηση τοῦ ἡγουμένου: «Ἴν’ ἀξιωθῇς ἐννόμου δημαρχίας Ὡς αὐτός ἄξων τόν λεών τοῦ Κυρίου». Ἕνας ἄλλος Ἴαμβος εἶναι ἀφιερωμένος στόν Οἰκονόμο, ὁ ὁποῖος εὑρίσκεται στήν Τρίτη θέση τῆς ἱεραρχίας τῆς ἀδελφότητος, εἰς τόν ὁποῖο ἀποδίδει ἕναν ρόλο πού ἀναλογεῖ στό ἔργο τοῦ Στεφάνου, δηλαδή στή διανομή τῶν χρειωδῶν στούς ἀδελφούς μέ δικαιοσύνη. Ὁ Ἅγιος συμβουλεύει τόν Οἰκονόμο νά βλέπει τά μέλη τῆς ἀδελφότητος ὡς δικά του μέλη, καί νά δίδει κατά τήν χρείαν ἑκάστου, χωρίς νά διακρίνει σέ ἡμετέρους καί ἄλλους, χωρίς νά εὐνοεῖ ἤ νά παραβλέπει πρόσωπα. Ὁ Μ. Βασίλειος27 θά πεῖ πῶς πρέπει νά πράττει καί νά συμπεριφέρεται ὁ Οἰκονόμος ὡς διαχειριστής τῶν ἀγαθῶν κάθε Μονῆς: Νά πράττει ὅπως ἐκεῖνοι στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, ὅπου «διεδίδοτο δέ ἐκάστῳ καθότι ἄν τις χρείαν εἶχεν» (Πράξ. 4,35), δείχνοντας σέ ὅλους εὐσπλαχνία καί μακροθυμία, ἀποφεύγοντας κάθε ὑποψία γιά εὔνοια ἤ μεροληψία, ἀλλά καί κάθε ὑποψία φιλονικίας. Οὔτε νά ὑποκλέπτει ἀπό τά ἀναγκαία, οὔτε νά μεροληπτεῖ παρέχοντας περισσότερα. Γιατί τό μέν πρῶτο εἶναι ἀπόδειξη μισαδελφίας, ἐνῶ τό δεύτερο προσωποληψίας. Ἔτσι διασπᾶται ἡ ἑνότητα τῆς ἀδελφότητος καί δημιουργοῦνται ὑποψίες, ἔριδες, ζήλειες καί ἀπροθυμία γιά ἐργασία. Μία ἄλλη κατηγορία ἀξιωματούχων, τέταρτοι κατά σειράν, ἦταν οἱ ἐπιστημονάρχες, οἱ ὁποῖοι ἦσαν ἐπιφορτισμένοι μέ τό ἔργο τῆς διασφάλισης τῆς ἁρμόζουσας συμπεριφορᾶς καί τῆς εὐκοσμίας τῶν μοναχῶν καί λαϊκῶν στήν ἐκκλησία καί τήν τράπεζα. Ὡς τηρητές τῆς τάξεως καί τῆς κανονικότητος στό μοναστήρι, ὁ Ἅγιος προτρέπει νά μή κρίνουν ‘κατ’ ὄψιν’ ἤ ‘προσπαθείᾳ’, οὔτε ‘μήνιδος χάριν’, οὔτε νά διακρίνουν σέ προσφιλεῖς καί ἀπεχθεῖς. «Ἀλλ’ ἠπίως τε, συμπαθῶς, οἰκτιρμόνως. Βουλευτικῶς τέ, μακροθύμως, εὐτόνως• Τόν νοῦν ἀκραιφνῶς ὀξύναντες, ὡς βέλος, Κατά σκοπόν βάλλοιτε τούς εὐθεῖς λόγους. Ὅπως τ’ ἀληθές παντί θηρῶντες λόγῳ, Θεῷ δικαίας προσφέροιτε τάς κρίσεις».28 Ὁ ταξιάρχης, ὡς βοηθός τοῦ ἐκκλησιάρχου, ἦταν ἐπιφορτισμένος νά διαφυλάττει τήν τάξη «παντί καιρῷ καί τόπῳ», «εἰρμῷ καί λόγῳ», «ἐμφρόνως», «συντόνως», «θεοπρεπῶς», «πραέως», «κεκριμένως». 27 28

Μ. Βασιλείου, Ὅροι κατά Πλάτος Β’, Ε.Π.Ε, τόμ. 8, σ. 327. Ἁγ. Θεοδώρου Στουδίτου, Ἴαμβοι, PG 99, 1784. - 386 -


Ἐν εἰσόδοις ὁμοῦ τε καί διεξόδοις, Ἐν ταῖς ὑπανταῖς ὄψεων τῶν ἐξόχων, Ἐν τοῖς ἀθροισμοῖς τοῦ ναοῦ τοῦ Δεσπότου. Χοροστατῶν ἅπαντας εἰρμῷ καί λόγῳ, Τηρῶν ἑκάστου τήν τεταγμένην βάσιν˙ Στολήν ἀπαιτῶν καί βάδισμα τό πρέπον».29 Οἱ ἐπιτηρητές χρειαζόταν νά προσέχουν νά μήν συγχρωτίζονται δύο νέοι μαζί, νά μή γίνονται φατρίες, «στρηνοί γέλωτες», διάφορες ἀταξίες καί κάθε τί πονηρόν πού ἀπομακρύνει ἀπό τό θέλημα καί τή Χάρη τοῦ Θεοῦ. Εἶναι γνωστό30 ὅτι ἐνίοτε σέ διάφορα μοναστήρια ἐξετρέποντο σέ κοσμικές ὁμιλίες, ὁρισμένα δέ καλογεροπαίδια ἐπεδίδοντο, ἰδίως σέ ἡμέρες ἑορτῶν, σέ παίγνια, ὅπως ἡ πάλη καί ὁ χορός, παρόντων ἤ καί ἐπιδοκιμαζομένων τῶν μεγαλυτέρων. Ἄλλοτε πάλι μοναχοί, ἀντί νά ψάλλουν στό κελλί τους, τραγουδοῦσαν, ἐνῶ ἕνα ἄλλο μέσον διασκεδάσεως ἦταν τό κυνήγι. Ἕνα, ἐπίσης, ἀπό τά καθήκοντα τοῦ ἐπιτηρητοῦ ἦταν νά ξυπνᾶ αὐτούς πού κοιμοῦνταν στήν ἐκκλησία. Ὁ ἐπιτηρητής, λοιπόν, «τούς ἐξύπνα, βραδύνοντας δ’ ὑπέρ τό δέον καί κατήγγελεν εἰς τό κοινόν τῆς ἀδελφότητος, ἳνα τιμωρηθῶσιν». Ὁ κανονάρχης ἦταν ὁ ὑπεύθυνος γιά τήν ἀκριβῆ τήρηση τοῦ τυπικοῦ τῶν ἀκολουθιῶν, ἀλλά καί γιά τή φροντίδα τῶν λειτουργικῶν βιβλίων. Ὁ κελλαρίτης ἄρχει τῶν βρωμάτων τῆς ἀδελφότητος. Ὁ Ἅγιος συμβουλεύει31 νά δίδει «ἐκάστω τό προσῆκον ἐν κρίσει», «πράως, γαληνῶς, συμπαθῶς, οἰκτιρμόνως». Ἐπειδή φρόντιζε τό κρασί, ὅπως καί σήμερα στό Ἅγιον Ὅρος, χρειαζόταν νά διαθέτει νηφαλιότητα καί νά μήν ὑποκύπτει στόν πειρασμό.32 Τόν ἀριστητάριο, πού εἶναι ἐπιφορτισμένος μέ τήν παρασκευή τοῦ ἄρτου καί τῶν προσφόρων γιά τό Καθολικό καί τήν Τράπεζα ὁ Ἅγιος συμβουλεύει νά ζυγίζει σωστά καί νά μοιράζει δικαίως σάν νά παρίσταται στήν τράπεζα τοῦ Κυρίου καί ἔχοντας στό νοῦ του ὅτι ὑπηρετεῖ τούς ἀποστόλους Του. Ἴαμβο, ἐπίσης, ἀφιερώνει στόν ὀψοποιό πού παρασκευάζει τό φαγητό, ἀναγνωρίζοντας τούς κόπους πού ἀπαιτεῖ καί τόν ρύπο πού προκαλεῖ, συμβουλεύοντας νά προσεύχεται ὅταν τό παρασκευάζει. Ἐπίσης, στούς ραφεῖς, ἤτοι βεστιαρίους πού καί αὐτῶν ὁ κόπος καί ἡ φροντίδα εἶναι πολλή καί μεγάλη, καθώς ἀντικείμενο τῆς ἐργασίας των εἶναι τό «ράπτειν, νεουργεῖν, ἐκκαθαίρειν καί πλύνειν».33 Αὐτούς συμβουλεύει: Ἁγ. Θεοδώρου Στουδίτου, Ἴαμβοι, PG 99, 1784. Φαίδωνος Κουκουλέ, Βυζαντινῶν Βίος καί Πολιτισμός, τόμ. ΣΤ’, ἐν Ἀθήναις, σσ. 96, 80. 31 Ἁγ. Θεοδώρου Στουδίτου, Ἴαμβοι, PG 99, 1784. 32 Γκράχαμ Σπήκ, Ἅγιον Ὅρος. Ἀνανέωση στό Περιβόλι τῆς Παναγίας, μεταφρ. Ἰ. Ροηλίδης, ἔκδ. Ἴνδικτος, Ἀθῆναι 2001, σ. 382. 29 30

- 387 -


«Νέμειν ἐκάστῳ τό προσαρμόζον λόγῳ Ἴσως μέν οὐκ, ἴσως δέ φίλτρῳ καί πόθῳ».34 Οἱ ἀφυπνισταί ἦσαν ἐπιφορτισμένοι μέ τήν ἐργασία νά ξυπνοῦν τούς ἀδελφούς γιά τήν ἀκολουθία. Ὅπως ἀναφέρει ὁ Κουκουλές,35 οἱ ἀφυπνιστές ἦταν ὁ ἐπιστημονάρχης καί ὁ κανδηλάπτης, τούς ὁποίους τή νύχτα τήν καθορισμένη ὥρα ἐξήγειρε ἐκ τοῦ ὕπνου ὁ ἐκκλησιάρχης. Αὐτοί τότε προσήρχοντο στόν ἡγούμενο, ἐλάμβαναν τήν εὐχή του καί ἀπήρχοντο, ὁ ἕνας νά κρούσει τό ξύλινο σήμαντρο γιά νά ξυπνήσουν οἱ ἀδελφοί καί ὁ ἄλλος γιά νά διανείμει κεριά καί γιά νά καλέσει τούς ἀδελφούς στήν ἐκκλησία λέγοντας «εὐλογεῖτε ἅγιοι». Τέλος, ἀνάλογα ποιήματα ἀφιερώνει στό νοσοκόμο καί τούς σκυτεῖς. Ὁ ποιητής ἀναγνωρίζει ὅτι «τό χρῆμα θεῖον, ἀσθενῶν βάρη φέρον». Γι’ αὐτό ὁ νοσοκόμος χρειάζεται νά ἐπιτελεῖ τό καθῆκον τοῦ «θερμῶς, προθύμως», προπαντός ἄλλου νά γιατρεύει μέ τά λόγια καί μετά νά προσφέρει στίς σωστές δόσεις τό φαγητό στούς ἀσθενεῖς. Ἡ τέχνη τῶν σκυτέων τοῦ θυμίζει τόν Ἀπόστολο Παῦλο, γι’ αὐτό καί τούς προτρέπει νά ζηλοῦν «αὐτοῦ τούς ἱδρώτας τῶν κόπων», νά ἐργάζονται ὡς ἐργάτες Χριστοῦ, νά προσέχουν στήν ἐργασία τους καί νά μή πετοῦν σάν ἄχρηστα αὐτά πού μποροῦν νά ἐπιδιορθωθοῦν καί νά χρησιμοποιηθοῦν. Ἴσως γιά πρώτη φορά στήν ἱστορία τῆς διοίκησης, ὁ διοικῶν ὁριοθετεῖ τά καθήκοντα καί τίς ὑποχρεώσεις τῶν ὑφισταμένων, χρησιμοποιώντας ποιητικό λόγο, κατά τέτοιο τρόπο, ὥστε νά δημιουργεῖ κίνητρα σ’ αὐτούς νά δίδουν τόν καλύτερό τους ἑαυτό στήν ἐπιτέλεση τῶν καθηκόντων τους. Συγκεκριμένα, ἀφοῦ ἀναγνωρίζει τούς κόπους καί τούς μόχθους τῶν καθηκόντων καί τῶν ὑποχρεώσεων πού συνεπάγεται ἡ ἀνάληψη τοῦ ἔργου τους, προτρέπει στήν καταβολή ὅλων τῶν δυνάμεων γιά τήν ἐπιτέλεσή του. Αὐτή ἡ ἐπιδοκιμασία εἶναι ἕνα πολύ ἰσχυρό κίνητρο. Ο Charles Schwab μάλιστα ἀναφέρει: «δέν ἔχω βρεῖ ἀκόμα τόν ἄνθρωπο, ἀκόμη καί στά ὑψηλότερα ἀξιώματα, πού νά μήν κάνει καλύτερα τή δουλειά του καί νά μήν καταβάλλει μεγαλύτερη προσπάθεια σέ κλίμα ἐπιδοκιμασίας παρά ἀποδοκιμασίας».36 Εἶναι φυσικό ὅτι ἡ ὀργάνωση προϋποθέτει προγραμματισμό καί ὁ Ἅγιος ἔκανε μέ ἀπόλυτη ἐπιτυχία προγραμματισμό σέ ὅλα τά διακονήματα. Ἄλλωστε, ὁ καθορισμός τῶν ἀντικειμενικῶν σκοπῶν καί ὁ σωστός προγραμμαἉγ. Θεοδώρου Στουδίτου, Ἴαμβοι, PG 99, 1785. Ἁγ. Θεοδώρου Στουδίτου, Ἴαμβοι, PG 99, 1785. 35 Φαίδωνος Κουκουλέ, Βυζαντινῶν Βίος καί Πολιτισμός, τόμ. ΣΤ΄, ἐν Ἀθήναις 1955, σ. 79. 36 Leslie Pockell- Andrienne Avila, Οἱ 100 πιό σοφοί κανόνες ἡγεσίας ὅλων τῶν ἐποχῶν, μετάφρ. Ἔλενα Τσουκαλά, ἔκδ. Κριτική, 2008, σ. 46. 33 34

- 388 -


τισμός εἶναι ἀπαραίτητα στήν ὀργάνωση, ὅπως καί στίς ὑπόλοιπες διοικητικές λειτουργίες. Ἡ ἔλλειψη προγραμματισμοῦ, θά πεῖ ὁ Urwick,37 εἶναι σκληρή, γιατί αὐτοί πού ὑποφέρουν ἀπό ἔλλειψη σχεδίου μέσα στόν ὀργανισμό, εἶναι αὐτοί πού δουλεύουν σ’ αὐτόν. Μάλιστα, ὁ ἐν λόγῳ συγγραφέας θά δανειστεῖ τούς στίχους τοῦ Browning: «Εἶναι σκληρό νά παίζει κανείς μέ τίς ψυχές Ἐνῶ ἐνδιαφέρεται νά σώσει τή δική του» Πολύ σημαντική γιά τόν προγραμματισμό εἶναι ἡ ἔρευνα γιά μία ἰδεώδη μορφή πού θά ἐκφράζει τούς ἐπιχειρησιακούς στόχους σέ δεδομένες περιστάσεις. Γιά νά γίνει αὐτό ἀπαιτεῖται ἡ διαγραμματική ἀπεικόνιση τῶν κύριων γραμμῶν τῆς ὀργάνωσης, ἡ μελέτη τῆς ὀργανωτικῆς φιλοσοφίας τῶν ἐπιχειρησιακῶν διοικητικῶν στελεχῶν, ἡ σκιαγράφηση τῶν σχέσεων ἐξουσίας πού συνεπάγονται. Αὐτή ἡ ἰδεώδης μορφή σπάνια μένει ἀμετάβλητη καί ἀναπλάθεται συνεχῶς, ὅμως ἀποτελεῖ ἕνα πρότυπο καί ἕνα μέτρο σύγκρισης μέ τήν ἑκάστοτε ὑπάρχουσα δομή, ὥστε νά καταλάβει κανείς τί ἀλλαγές χρειάζεται νά γίνουν.38 Ὁ Ἅγιος βάσισε τήν ὀργανωτική του δομή στούς στόχους πού ἦταν ὁ προσωπικός ἁγιασμός τῶν μοναχῶν του. Αὐτό ἀκριβῶς εἶναι τό σωστό στή διοίκηση. Ὅταν τό προσωπικό δέν προσαρμόζεται σ’ αὐτή τήν ἰδεώδη δομή καί ὅταν τά πρόσωπα αὐτά δέν μποροῦν ἤ δέν πρέπει νά παραμεριστοῦν, γίνεται τροποποίηση τῆς δομῆς γιά νά προσαρμοστεῖ στίς ἀτομικές ἱκανότητες.39 Ἐπειδή τά προγράμματά του ἦταν προσδιορισμένα μέ σαφήνεια, ἐπεξεργάσιμα καί ἦταν ἀπόλυτα κατανοητό ἀπό τούς ὑφισταμένους τοῦ τί προσδοκοῦσε ἀπό αὐτούς, γι’ αὐτό καί προφανῶς δέν χρειαζόταν νά καταναλώνει περιττό χρόνο σχετικά μέ τή φύση τῶν διακονημάτων, τῆς ἐξουσίας καί τῶν εὐθυνῶν τους. Νά ξεκαθαρίσομε, ἐπίσης, ὅτι στήν ὀργάνωση τῆς Ἱ. Μονῆς ἦταν ξεκάθαρες οἱ ἐξουσιοδοτήσεις καί οἱ δικαιοδοσίες καί ἒτσι θά ἀποφεύγονταν προβλήματα στή συνεργασία, ἀλλά ἲσως καί καταστάσεις δυσάρεστες πού τυχόν θά μποροῦσαν νά προσβάλουν τήν ἑνότητα τοῦ κοινοβίου. Ὅπως, ἄλλωστε, λέγεται «πρέπει ν’ ἀποφεύγωνται μέ κάθε Συγκεκριμένα, ὁ Urwick θά πεῖ: «Ἡ ἔλλειψη σχεδίου (μέσα στήν ὀργάνωση) εἶναι παράλογη, σκληρή, πολυδάπανη καί ἀνεπαρκής» (L. Wrwick, ‘The Elements of Administration, New York Harper Row, Publishers Incorporated 1944). 38 Ηarold Koontz-Cyril O’Donnell, Ὀργάνωση καί Διοίκηση. Μία συστημική καί ἐνδεχομενική ἀνάλυση τῶν διοικητικῶν λειτουργιῶν, μετάφρ. Χρ. Βαρδάκος, ἐπιμ. Σπ. Ζευγαρίδης, τόμ. 2ος, ἔκδ. Παπαζήση, 1980, σσ. 251-252. 39 Ηarold Koontz-Cyril O’Donnell, Ὀργάνωση καί Διοίκηση. Μία συστημική καί ἐνδεχομενική ἀνάλυση τῶν διοικητικῶν λειτουργιῶν, μετάφρ. Χρ. Βαρδάκος, ἐπιμ. Σπ. Ζευγαρίδης, τόμ. 2ος, ἔκδ. Παπαζήση, 1980, σσ. 38 καί 252. 37

- 389 -


θυσία οἱ ἄρρωστες ἐκεῖνες καταστάσεις, πού δυό συνεργάτες ἒχοντας τίς ἲδιες ἐξουσιοδοτήσεις νά διοικοῦν τούς ἲδιους ἀνθρώπους λογαριάζουν πώς ἡ στοργή, ἡ ἀμοιβαία ἐμπιστοσύνη, ἡ φροντίδα γιά τό κοινό συμφέρον, τό τάκτ, ἀχρηστεύουν τήν ἄμεση κατανομή τῶν δικαιοδοσιῶν. Ἡ αὐταπάτη δέ θά κρατήση πολύ. Τή στενοχώρια θά διαδεχθῆ πολύ σύντομα ἡ ταραχή κι’ ἡ διχόνοια».40 Στήν ἐν λόγῳ ὀργανωτική δομή πού ἐξετάζουμε ὁ κάθε προϊστάμενος λογοδοτοῦσε στόν ἡγούμενο, ὁ ὁποῖος εἶχε τό γενικό ἔλεγχο καί τήν ἐποπτεία στό μοναστήρι. Ἄλλωστε, εἶναι γνωστό στή διοίκηση ὅτι ἡ ἐξουσία εἶναι συνδεδεμένη καί συνυφασμένη μέ τήν ἀντίστοιχη εὐθύνη. Ἐκεῖνοι στούς ὁποίους ἐκχωρεῖται ἐξουσία εἶναι ὑπόλογοι καί ὑπεύθυνοι γιά τίς πράξεις τους. Αὐτό ὅμως δέν σημαίνει ὅτι ἐκεῖνοι, οἱ ὁποῖοι ἐκχωροῦν ἐξουσία ἀπαλλάσσονται τῆς εὐθύνης, καθώς αὐτό θά προκαλοῦσε ἀναρχία. Ἀντιθέτως, αὐτός πού ἐκχωρεῖ ἐξουσία, παραμένει ὑπεύθυνος γιά τόν τρόπο ἄσκησής της ἀπό τόν ὑφιστάμενο.41 Ἕνα λάθος πού γίνεται στήν ὀργάνωση καί ἔχει σοβαρές ἐπιπτώσεις στή λειτουργία τῶν ὀργανωτικῶν δομῶν εἶναι ἡ ἀποτυχία τῶν διοικητικῶν στελεχῶν στό νά ἐξισορροπήσουν τήν ἐκχώρηση ἐξουσιῶν. Δηλαδή, μέσα στό ζῆλο τους γιά ἀποκέντρωση μπορεῖ νά φτάσουν νά ἐκχωρήσουν τήν ἐξουσία στήν ἴδια τή βάση τοῦ ὀργανισμοῦ, δημιουργώντας ἕνα σύστημα ἀνεξάρτητων ὀργανωτικῶν δορυφόρων. Τά ἀνώτατα διοικητικά στελέχη χρειάζεται νά διατηροῦν ἐξουσία ὥστε νά λαμβάνουν ζωτικές ἀποφάσεις γιά τόν ὀργανισμό, γιά νά ἐπιθεωροῦν τά σχέδια- προγράμματα, ὅπως καί γιά νά ἐπιβλέπουν τήν ἀπόδοση τῶν ὑφισταμένων τους. Συμβαίνει ὅμως καί τό ἀντίθετο: νά ἀρνοῦνται τά διοικητικά στελέχη νά ἐκχωρήσουν ἐξουσία γιά λήψη ἀποφάσεων σέ ὑφισταμένους τους, μέ ἀποτέλεσμα τήν καθυστέρηση στή λήψη ἀποφάσεων, τήν τυχόν παραπομπή ἀσήμαντων προβλημάτων γιά ἐπίλυση σέ ἀνώτερα κλιμάκια, τήν ὑπερβολική ἐπιβάρυνση τῶν ἀνώτατων στελεχῶν, τίς τυχόν συγκρούσεις, τήν ἐλλιπῆ διοικητική ἐμπειρία σέ κατώτερα ὀργανωτικά ἐπίπεδα.42 Χρειάζεται, ἐπίσης, νά ἐπισημανθεῖ ὅτι ὁ Ἅγιος προτρέπει τούς ὑφισταμένους του νά βλέπουν τούς ἄλλους ἀδελφούς ὡς μέλη αὐτῶν τῶν ἴδιων G. Courtois, Ἡ τέχνη τοῦ Ἀρχηγοῦ, μετάφρ. Γεωργίου Σχίζα, Κέντρον Τύπου διά τήν Νεότητα, Ἀθῆναι, σ. 151. 41 Ηarold Koontz-Cyril O’Donnell, Ὀργάνωση καί Διοίκηση. Μία συστημική καί ἐνδεχομενική ἀνάλυση τῶν διοικητικῶν λειτουργιῶν, μετάφρ. Χρ. Βαρδάκος, ἐπιμ. Σπ. Ζευγαρίδης, τόμ. 2ος, ἔκδ. Παπαζήση, 1980, σ. 246. 42 Ηarold Koontz-Cyril O’Donnell, Ὀργάνωση καί Διοίκηση. Μία συστημική καί ἐνδεχομενική ἀνάλυση τῶν διοικητικῶν λειτουργιῶν, μετάφρ. Χρ. Βαρδάκος, ἐπιμ. Σπ. Ζευγαρίδης, τόμ. 2ος, ἔκδ. Παπαζήση, 1980, σσ. 244-245. 40

- 390 -


ἀντικατοπτρίζοντας τήν Παύλεια θεώρηση τῆς Ἐκκλησίας ὡς Σώματος Χριστοῦ. Ἀξίζει, μάλιστα, νά σημειωθεῖ ὅτι σέ τέσσερεις Ἰάμβους του (Εἰς τόν οἰκονόμον, Εἰς τόν κανονάρχην, Εἰς τόν ἀριστητάριον, Εἰς τόν νοσοκόμον) χρησιμοποιεῖ τή συγκεκριμένη Παύλεια ὁρολογία. Προσεγγίζεται ἔτσι, οὐσιαστικά, τό Κοινόβιο ὡς σύστημα, ὅπου ὑπάρχει ἡ αὐτοτέλεια, ἀλλά συγχρόνως ἡ ἀλληλεπίδραση καί ἀλληλεξάρτηση τῶν προσώπων γιά τήν ἐπίτευξη τοῦ στόχου του. Στήν πραγματικότητα, ἡ ἁρμονική συνεργασία τῶν μελῶν ἀποτελεῖ πολύ σημαντική προϋπόθεση, τόσο γιά τήν ἐπίτευξη τοῦ σκοποῦ καί τῶν στόχων, ὅσο καί γιά τήν αὔξηση καί πραγμάτωση καί αὐτῶν τῶν ἰδίων. Ὅπως ἐπισημαίνει ὁ μακαριστός Γέρων Ἰωσήφ Βατοπαιδινός,43 ὁ ὁποῖος στίς ‘Βατοπαιδινές Κατηχήσεις’ προσεγγίζει συχνά τό κοινόβιο μέ μία θεώρηση συστημική, δηλαδή πνευματική καί ὁ ὁποῖος ἐσέβετο πολύ τόν Ἅγιο Θεόδωρο τόν Στουδίτη «καθένας ἀπό μας, ἄς μένει ἐκεῖ ὅπου ἀρχικά κλήθηκε καί τοποθετήθηκε ἀπό τό Γέροντα, στή διακονία του. Ὁ φιλόπονος ἑστιάτορας, ὁ πιστότατος δοχειάρης καί οἰκονόμος τῶν ἀντικειμένων καί πραγμάτων τῆς μονῆς, ὁ νηφάλιος τραπεζοκόμος, ὁ ὁποῖος προσεκτικά καί ἀκούραστα περιποιεῖται ὄχι μόνο τήν ἀδελφότητα, ἀλλά καί τούς πολυπληθεῖς εὐλαβεῖς προσκυνητές. Ὅσοι κοπιάζουν στούς κήπους καί στά χωράφια τῆς μονῆς, ἀπό τά ὁποῖα αὐτή προμηθεύεται τά περισσότερα εἴδη τῶν ἀγαθῶν καί οἱ ὑπόλοιποι διακονητές στίς ἀνάγκες τῆς ἀδελφότητας ὅλοι μέ ζῆλο ‘ὡς τῷ Κυρίω δουλεύοντες καί οὐκ ἀνθρώποις’, γιά νά πάρει ὁ καθένας ἀπό τόν Κύριο τό βραβεῖο τῆς πρόθυμης προσφορᾶς, πού μέ ζῆλο καί πίστη προσφέρει… Ὅλοι μαζί, ἕνα σῶμα καί ἕνα πνεῦμα. Μέ μία καρδιά καί θέληση ἐπισφραγίζοντας τήν καλή ὁμολογία, συνεχῶς ‘ ἀφορῶντες εἰς τόν τῆς πίστεως ἀρχηγόν καί τελειωτήν Ἰησοῦν, ὁ ὁποῖος μέ παρρησία καυχήθηκε στόν Πατέρα ‘ὅτι τό ἔργον ἐτελείωσα ὅ δέδωκάς μοι ἳνα ποιήσω’. Καί ἐμεῖς πρέπει νά ἔχουμε προθυμία καί ζῆλο. Ἔτσι, ὡς ὁμολογητές τῆς πίστης καί τῶν παραδόσεων, θά ἐπαινεθοῦμε ἀπό τόν Κύριό μας, ὡς πιστοί οἰκονόμοι, πού τόν ἀναμένουν. Αὐτοῦ τοῦ εἴδους ἡ ἀναμονή εἶναι τό πλήρωμα τῆς ὁμολογίας μας καί δικαιούμαστε νά ἀπαιτήσουμε τήν ἀμοιβή, πού μᾶς ὑποσχέθηκε, τή Χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Ἡ Χάρη αὐτή θά μᾶς ἐλευθερώσει ἀπό τά πάθη μας, θά ἐξαλείψει τίς ἁμαρτίες μας, Γέροντος Ἰωσήφ, Βατοπαιδινές Κατηχήσεις, Α΄ ἔκδ., Ψυχωφελῆ Βατοπαιδινά 10, Ἱ. Βασιλική Πατριαρχική καί Σταυροπηγιακή Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου, Ἅγιον Ὄρος 1999, σσ. 35-36. Βλέπε ἐπίσης Γέροντος Ἰωσήφ, ἐνθ’ ἀνωτέρω, σ. 234. Ὅπως εἶναι γνωστό, τό βιβλίο αὐτό ἀποτελεῖ καρπό τῶν ὁμιλιῶν πού ἔκανε ὁ μακαριστός Γέροντας δίς τῆς ἑβδομάδος στή σύναξη τῶν ἀδελφῶν, σύμφωνα μέ τήν παράδοση τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου μέ θέματα πού ἀπασχολοῦσαν τούς μοναχούς (Ἀρχιμ. Ἐφραίμ, Πρόλογος, σ. 7). 43

- 391 -


θά φωτίσει τό νοῦ μας καί θά μᾶς κάνει ‘καθαρούς τῇ καρδίᾳ’, πού εἶναι τό κέντρο τοῦ προορισμοῦ μας». Ἀπ’ ὅλα τά παραπάνω πού ἐλέχθησαν μέχρι τώρα, μπορεῖ νά ἀντιληφθεῖ κανείς πόσο σημαντική εἶναι ἡ ὀργάνωση καί ὁ προγραμματισμός πού προσφέρει ὁ κοινοβιακός μοναχισμός ἀφοῦ ἀποτελεῖ τό ἀπαραίτητο τυπικό πλαίσιο, τόσο γιά τήν εὐδοκίμηση καί τόν ἁγιασμό τῶν μοναχῶν, ὅσο καί γιά τήν πρόοδο ὅλης τῆς ἀδελφότητος. Ὅπως μάλιστα θά ἐπισημάνει πάλι ὁ μακαριστός Γέρων Ἰωσήφ ὁ Βατοπαιδινός, ὁ ὁποῖος ἦταν ἕνας ἀπό τούς ἀνακαινιστές καί ὀργανωτές τοῦ σύγχρονου Ἁγιορείτικου Μοναχισμοῦ καί ὄχι μόνο «‘οἱ κατά μόνας ἀσκήσαντες’ Πατέρες, κατά τίς διάφορες περιόδους τῆς ἐκκλησιαστικῆς μας Ἱστορίας, εἶχαν σέ μεγάλο βαθμό μέσα τους, ὡς πρόθεση καί ἕξη, τήν αὐστηρή φιλοπονία. Πράγματι οἱ βιογραφίες τους καταντοῦν τρομακτικές ἀπό τήν αὐταπάρνηση πού ἐφάρμοσαν. Μέ τήν ἰσχυρή πίστη στό Θεό, πού λάτρευαν καί διακονοῦσαν γνήσια, ὑπέμειναν τά πάντα. Ἡ πλειονότητα ὅμως τῶν Πατέρων, πού διέπρεψαν καί ὀργάνωσαν βατό καί προσιτό τό μοναχικό βίο, ἦταν αὐτοί πού ζοῦσαν στό κοινοβιακό σύστημα, πού καί ἁπλούστερο εἶναι καί εὐκολώτερα ἐπιτυγχάνεται, γιά τήν πληρέστερή του ὀργάνωση καί τήν ἐλευθερία πού δίνει. Ἡ ὀργάνωση καί ὁ προγραμματισμός τοῦ κοινοβίου ἀπαλλάσσει τά μέλη του ἀπό τή μέριμνα γιά τά ἀπαραίτητα. Εἰδικά βοηθοῦνται οἱ ἀσθενέστεροι, πού εἶναι πάρα πολλοί στή δική μας ἐποχή. Αὐτό τό διαπίστωσα καί προσωπικά, γιατί δοκίμασα σχεδόν ὅλες τίς μορφές τῆς μοναχικῆς ζωῆς. Δέν ὑποβιβάζω τόν ἀνώτερο τρόπο τῆς ἀπόλυτης αὐταπάρνησης καί τῆς ὁλοκληρωτικῆς ἀφιέρωσης πρός τό Θεό, πού καί μέ τόν ὀσιώτατό μας Γέροντα ζήσαμε. Πέραν τῆς δυσκολίας τοῦ ψηλοῦ πνευματικοῦ στίβου, μέ τήν ἀπαιτούμενη ἀκρίβεια τοῦ νοῦ καί τή λύσσα τῶν πονηρῶν πνευμάτων, ὑπῆρχαν καί οἱ ἔστω μικρές ἀνάγκες αὐτοσυντήρησης, πού ὑποχρέωναν τήν παραβίαση τοῦ αὐστηροῦ προγράμματος τῆς ἐσωστρέφειας. Ἔπρεπε κάποιος νά διακονήσει καί αὐτός ἦταν ὁ ἴδιος, πού ζοῦσε σ’ αὐτό τό πρόγραμμα. Αὐτό προκαλοῦσε μόνιμη ταραχή, πού κόστιζε στό πρόγραμμα. Στό κοινοβιακό σύστημα αὐτή ἡ φροντίδα ἀπουσιάζει. Γιά ὅλα μεριμνᾶ τό ἴδιο τό σύστημα. Κανένας, ἐκτός ἀπό τό διακόνημά του, δέν μεριμνᾶ οὔτε καί γιά τά πιό ἁπλά στοιχεῖα τῆς συντήρησής του. Σάν καθολικό του ἐπάγγελμα ἔχει τήν καταπολέμηση τῶν παθῶν καί τῶν ἐπιθυμιῶν. Ἔχει ὄχι μόνο τήν πίστη, ἀλλά καί τόν Ἡγούμενο, ὡς πνευματικό πατέρα καί ὁδηγό. Καί ἔτσι μιμεῖται τό κύριο πρότυπό μας, τό Χριστό, πού προβάλλει συνεχῶς, ὡς ἀρχηγό του, τόν Πατέρα».44 Γέροντος Ἰωσήφ Βατοπαιδινοῦ, Βατοπαιδινές Κατηχήσεις, Α΄ἔκδ., Ψυχωφελῆ Βατοπαιδινά 10, Ἱ. Βασιλική Πατριαρχική καί Σταυροπηγιακή Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου, Ἅγιον Ὄρος 1999, σσ. 83-84. 44

- 392 -


Φαίνεται ἐδῶ καθαρά πώς ἡ συστημική λειτουργία τοῦ μοναστηριοῦ βοηθᾶ τόσο στήν πνευματική αὔξηση τῶν ἀδελφῶν, ὅσο καί στήν καλή λειτουργία του καί τή βελτιστοποίηση τοῦ ἔργου του. Αὐτά θά τά δοῦμε ξεκάθαρα καί στό Μέγα Βασίλειο, στόν μεγάλο αὐτό νομοθέτη καί ὀργανωτή τοῦ κοινοβιακοῦ μοναχισμοῦ, ὁ ὁποῖος ἐπισημαίνει ὅτι περισσότερες ἐντολές ἐφαρμόζονται εὔκολα ἀπό πολλούς μαζί καί ὄχι ἀπό ἕνα, γιατί ὅταν ἐκτελεῖται ἡ μία ἐντολή, ἐμποδίζεται ἡ ἄλλη,ὅπως ὅταν ἐπισκέπτεται κανείς τόν ἄρρωστο, δέν μπορεῖ νά ἀποδεχθεῖ τόν ξένο ἤ ὅταν διανέμει τά ἀναγκαία γιά τόν βίο, δέν μπορεῖ νά θρέψει τόν πεινασμένο ἤ νά ντύσει τόν γυμνό.45 Σ’ αὐτή τήν λεπτομερή ὀργάνωση τῆς ζωῆς τῆς ἀδελφότητος τῶν Στουδίου ὅπου ἡ ἄσκηση ἦταν αὐστηρή, ἀλλά σέ πλαίσια λογικά,46 τά πάντα ἦταν κοινά: «ἐπεί δ’οὐδέν οὕτως πρός ἕνωσιν ἄριστον ὡς ἰσότης καί κοινωνία ἐν ἅπασιν (ἀπείη γάρ ἐν τοῖς κατά Θεόν πολιτευομένοις, τό ἐμόν λέγεσθαι καί τό σόν, καί τό μεῖζον καί ἧττον, τά φαῦλα ταῦτα καί τῆς ὁμοφροσύνης διαστατικά), κοινά τά πάντα ἔχειν καί τά ἐνδύματα διετάξατο• ὡς ἄν ἕκαστος τοῦ χρήζοντος γίνοιτο, καί μή ἀποκεκληρωμένος τοῦ ἰδιάζοντος. Ἀποτάξας πᾶσι καί οἴκημα ἕν, ἳν’ ὁ βουλόμενος, ἐκεῖ τό ἱμάτιον τιθεῖτο, εἴτ’ ἀπορριφθῆναι δέον, εἰθ’ ὑφανθῆναι καί ἀναλαμβάνειν παρά τοῦ ταῦτα ἐπιτεταγμένου καινόν ἄλλο καί ἄρρυπον. Ὧν γάρ ὁ βίος κοινός καί δίαιτα καί τράπεζα, καί πάνθ’ ὁμοῦ, ἤ, ἳνα τό ὑψηλότερον φῶ, ὧν αἱ ψυχαί κοιναί, καί ἡ πρός Θεόν ὕψωσις καί ἀνάβασις˙ τούτους τι ἄλλο, καί οὐχί μέχρι τοῦ μικροτάτου πάντ’ ἐχρῆν ἐλέσθαι κοινά? ἳνα διά πάντων αὐτοῖς καί τά τῆς κοινωνίας σώζοιτο καί ἰσότητος, κατά τό εἰρημένον ὑπό τοῦ Ἀποστόλου, ὅτι Τοῦ πλήθους τῶν πιστευσάντων ἦν ἡ καρδία καί ἡ ψυχή μία, καί οὐδέ εἷς τις τῶν ὑπαρχόντων αὐτῷ ἔλεγεν ἴδιον εἶναι, ἀλλ’ ἦν αὐτοῖς ἅπαντα κοινά».47 Στό πλαίσιο αὐτό, ὁ ἴδιος ὁ Ἅγιος ἔδινε, ὡς γνήσιος ἡγέτης, τό παράδειγμα, ἀνάμεσα στά ἄλλα, ἐργαζόμενος καί ὑποβαλλόμενος στούς ἴδιους κανόνες τῆς ἰσότητος ἐπιβεβαιώνοντας τό ἀξίωμα τῆς διοίκησης σύμφωνα μέ τό ὁποῖο «ἕνας ἡγέτης ἡγεῖται μέ τό παράδειγμά του, εἴτε τό ἐπιδιώκει εἴτε ὄχι»48: «Τούτου ἕνεκα καί αὐτός ὁ Πατήρ, οὔτε τι ἰδιάζον εἶχε παρ’ Μ. Βασιλείου, Ὄροι κατά πλάτος Β΄, Ε.Π.Ε., τόμ. 8, σσ. 218-220. Hippolyte Delehaye, ‘Ὁ Βυζαντινός Μοναχισμός’ στό N. H. Baynes-H. St. L. B. Moss, Βυζάντιο. Εἰσαγωγή στό Βυζαντινό Πολιτισμό, τρίτη ἔκδοση, ἔκδ. Δημ. Ν. Παπαδήμα, Ἀθήνα 1986, σ. 227. 47 Μιχαήλου Μοναχοῦ, Βίος καί Πολιτεία τοῦ Ὁσίου Πατρός Ἡμῶν καί Ὁμολογητοῦ τοῦ Θεοδώρου τοῦ τῶν Στουδίων Ἡγουμένου, PG 99, 149-152. 48 Leslie Pockell- Andrienne Avila, Οἱ 100 πιό σοφοί κανόνες ἡγεσίας ὅλων τῶν ἐποχῶν, μετάφρ. Ἔλενα Τσουκαλά, ἔκδ. Κριτική, 2008, σ. 55. 45 46

- 393 -


ἑαυτῷ, οὔτ’ ἄλλως ὑπεξηρημένον ἀλλ’ ἐν τῷ αὐτῷ ἰματοφυλακίῳ τόν χιτῶνα ἴσα τοῖς ἄλλοις ἀποτιθέμενος, τό προστυχόν καί οἶον μᾶλλον ἐώρα τῶν ἐνδυμάτων τραχύτερον ἀνελάμβανεν ὡς ἄν εἴη κἄν τούτῳ τύπος τοῖς ὑπ’ αὐτόν ταπεινώσεως».49 Αὐτή ἡ ταπεινή συμπεριφορά τοῦ πρώτου τῇ τάξει πού γνώριζε καλά νά ταπεινώνεται καί νά γίνεται ἔσχατος, μιμούμενος τόν Χριστό, ἡ ὁποία ἐξικνεῖτο σέ ὅλες τίς πτυχές τοῦ βίου, ἀποτελοῦσε γιά τούς ὑφισταμένους του καί ἀδελφούς του «ἀληθῶς σιωπῶσαν παραίνεσιν».50 Εἶναι αὐτό ἀκριβῶς τό παράδειγμα πού δίνει μέ τή ζωή του ὁ ἡγέτης, ὁ ὁποῖος δέν διατάζει, ἀλλά προτρέπει καί ἑρμηνεύει καί κάνει τούς ἄλλους νά τόν ἀκολουθοῦν μέ τή θέλησή τους. Ὅπως, ἄλλωστε, ἐπισημαίνει ὁ John Wooden «ἡ γνώση ἀπό μόνη της δέν ἀρκεῖ γιά νά ἐπιτύχεις τά ἐπιθυμητά ἀποτελέσματα. Πρέπει νά διαθέτεις τήν ἱκανότητα νά διδάσκεις καί νά παρακινεῖς. Αὐτό προσδιορίζει ἕναν ἡγέτη ἄν δέν μπορεῖς νά διδάξεις καί νά παρακινήσεις τήν ὁμάδα σου, δέν εἶσαι σέ θέση νά ἡγεῖσαι».51 Ἔτσι, δέν ἔδινε ἁπλῶς κίνητρα μέ τό λόγο, ἀλλά ὅλη του ἡ ζωή ἀποτελοῦσε κίνητρο καί παράδειγμα γιά τούς ὑφισταμένους του. Συχνά, ὁ καλύτερος τρόπος γιά νά μεταδώσει ὁ ἡγέτης τό μήνυμα πού θέλει εἶναι ἡ συμπεριφορά του. «Ὅταν οἱ ἐργαζόμενοι βλέπουν ὅτι ἡ ἀνώτερη διοίκηση ἐφαρμόζει στήν πράξη τό ὅραμα, μία σειρά ἐρωτηματικῶν σχετικά μέ τήν ἀξιοπιστία καί τή διαδικασία ἐφαρμογῆς του τείνει νά ἐκλείψει….Μέ λίγα λόγια: Τίποτα δέν ὑπονομεύει περισσότερο τή μετάδοση ἑνός ὁράματος γιά ἀλλαγή ὅσο ἡ συμπεριφορά τῶν βασικῶν συντελεστῶν της, ὅταν αὐτή φαίνεται νά μή συμβαδίζει μέ τό ὅραμα».52 Ἡ εὔρυθμη λειτουργία ὅλων τῶν ὀργανωτικῶν ἐπιπέδων μέ τήν ἀποτελεσματική ἐπίβλεψη τῶν ὑφισταμένων διαζωγραφίζεται πολύ ποιητικά μέσα ἀπό τά παρακάτω λόγια του βιογράφου τοῦ Ἁγίου: «ὤστ’ ἔχειν τούς παρά τοῦ Πατρός καταστάντας ἀρχηγούς ἔργον ὅτι μάλιστα τοῦτο καί σπούδασμα, πάντα διασκοπεῖν τά τῶν ἀδελφῶν, πάντα ἀνερευνᾶν, πᾶσι δεόντως προσφέρεσθαι συνεφάπτεσθαι δέ καί τόν μέγαν τοῦ κόπου αὐτοῖς ἄτε καί μᾶλλον αὐτόν τά πάντων ἐπηχθισμένον καί εἶναι οἶον τινά κυβερνήτην ὑψοῦ καθήμενον, καί τῶν ἀνέμων ἐπιτηροῦντα τά πνεύματα ἤ στρατηγόν ἄριστον, ἁπάντων ὑπερπονοῦντα καί κινδυνεύοντα, καί δοκιμήν ἁπάντων λαμβάνοντα ὡς πληροῦσθαι ἐπ’ αὐτῷ καί τό τοῦ θείου Μιχαήλου Μοναχοῦ, Βίος καί Πολιτεία τοῦ Ὁσίου Πατρός Ἡμῶν καί Ὁμολογητοῦ τοῦ Θεοδώρου τοῦ τῶν Στουδίων Ἡγουμένου, PG 99, 152. 50 Μιχαήλ Μοναχοῦ, Βίος καί Πολιτεία τοῦ Ὁσίου Πατρός Ἡμῶν καί Ὁμολογητοῦ Θεοδώρου Ἡγουμένου Μονῆς τῶν Στουδίου, PG 99, 249. 51 Leslie Pockell- Andrienne Avila, Οἱ 100 πιό σοφοί κανόνες ἡγεσίας ὅλων τῶν ἐποχῶν, μετάφρ. Ἔλενα Τσουκαλά, ἔκδ. Κριτική, 2008, σ. 75. 52 John Kotter, Ἡγέτης στίς ἀλλαγές, ἔκδ. Κριτική, 2001, σσ. 110-111. 49

- 394 -


Ἱερεμίου, ὅτι Δοκιμαστήν δέδωκά σε τοῦ λαοῦ μου, καί γνώσῃ ἐν τῷ δοκιμάζειν σε τήν ὁδόν αὐτῶν».53 Μέ τήν ἄριστη ὀργανωτικότητα τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου, λοιπόν, δημιουργεῖται, ὅπως ἀναφέρει ὁ βιογράφος του,54 ἕνας μοναστικός χῶρος «οἷά τις ποικίλος καί εὐθαλής παράδεισος, ἐκ παντός γένους φυτῶν λογικῶν ἐν ἑαυτῷ περιέχων», ὅπου μποροῦσε κανείς νά δεῖ καί νά θαυμάσει τούς γλυκούς καί εὔχυμους καρπούς κάθε ἐπιστήμης καί τέχνης καί ὅλους αὐτούς πού τίς θεράπευαν: καλλιγράφους, ἱεροψάλτες, κονδικάριους, ἀσματογράφους, ποιητές καί ἀναγνῶστες, μελιστές καί ἀοιδόπολους, ὅπως καί αὐτούς πού ὑπηρετοῦσαν ‘βάναυσες τέχνες’ ὅπως ὑφάντες καί ραφεῖς, σκυτοτόμους καί σκηνοποιούς, οἰκοδόμους, κανοποιούς καί μαλακουργούς, ἀργυροχρυσοχόους. Βλέπομε, λοιπόν, ἕνα περίφημο μοναστήρι, τό ὁποῖο ἦταν «πράγματι ἕνα μνημεῖο πολιτισμοῦ, ἕνα κοινωνικό ἐργαστήρι τῆς Κωνσταντινουπόλεως τοῦ Θ΄ αἰῶνος»,55 μία ὁλόκληρη κοινωνία ὅπου ἐπικρατοῦσε ἁρμονική συνεργασία, ὅπου δέν ὑπῆρχε μονομέρεια, ἀλλά εὐδοκιμοῦσε ἡ πολυμέρεια καί ὁ πλουραλισμός, ὅπου ὑπῆρχαν ὅλες οἱ διακονίες καί ἐθεραπεύοντο ὅλες οἱ ἐπιστῆμες καί οἱ τέχνες κατά τρόπον ἰδανικό. Ἄλλωστε, ὁ Ἅγιος ἤθελε ὅλα νά γίνονται τέλεια, κατά τρόπον ὑποδειγματικόν, μέ ἀκρίβεια, τάξη καί λεπτομέρεια. Πολύ σημαντικό ρόλο σ’ αὐτό ἔπαιξε καί ἡ ἀνάθεση τῶν καθηκόντων πού γινόταν ἀνάλογα καί μέ τήν κλίση, τά τάλαντα καί τίς ἱκανότητες καί δεξιότητες τοῦ καθενός. Ὅπως, ἄλλωστε, ἀναφέρει ὁ Fayol, o oποῖος πρῶτος προσδιόρισε τήν ἔννοια καί τούς κανόνες τῆς διοίκησης «ὅσο περισσότερο μία ὀργανωτική δομή ἀντικατοπτρίζει τά καθήκοντα ἤ τίς δραστηριότητες, τά ἀπαραίτητα γιά τήν ἐπίτευξη στόχων καί βοηθᾶ στό συντονισμό τους καί ὅσο περισσότερο εἶναι σχεδιασμένοι οἱ ρόλοι γιά νά προσαρμοστοῦν στίς ἱκανότητες καί στά κίνητρα τῶν ἀτόμων πού πρόκειται νά τούς ἀναλάβουν, τόσο ἀποτελεσματικότερη καί ἀποδοτικότερη θά εἶναι ἡ ὀργανωτική δομή».56 Εἶναι ἀλήθεια ὅτι οἱ ἄνθρωποι ἐπιθυμοῦν νά ἐργάζονται σέ ἐργασίες, οἱ ὁποῖες τούς ἐνδιαφέρουν. Αὐτό τούς προκαλεῖ ἱκανοποίηση καί τούς καθιστά περισσότερο παραγωγικούς, ἐνῶ, ἀντίθετα, Μιχαήλου Μοναχοῦ, Βίος καί Πολιτεία τοῦ Ὁσίου Πατρός Ἡμῶν καί Ὁμολογητοῦ τοῦ Θεοδώρου τοῦ τῶν Στουδίων Ἡγουμένου, PG 99, 149. 54 Μιχαήλ Μοναχοῦ, Βίος καί Πολιτεία τοῦ Ὁσίου Πατρός ἡμῶν καί Ὁμολογητοῦ Θεοδώρου Ἡγουμένου Μονῆς τῶν Στουδίου, PG 99, 273. 55 Αἰκ. Λωτοῦ, ‘Ἕνα Μνημεῖο Βυζαντινοῦ Πολιτισμοῦ’, Ἀκτίνες, τεύχ. 206, ἔτος ΚΒ’, σ. 387. 56 Harold Koontz- Cyril O’Donnell, Ὀργάνωση καί Διοίκηση. Μία συστημική καί ἐνδεχομενική ἀνάλυση τῶν διοικητικῶν λειτουργιῶν, τόμ. 2oς, ἔκδ. Παπαζήση, 1980, σ. 89. 53

- 395 -


εἶναι πολύ ψυχοφθόρα μία ἐργασία ἀπομονωμένη, ὅπου ἐπαναλαμβάνονται τά ἴδια πράγματα καί ἡ ὁποία δέν προκαλεῖ ἐνδιαφέρον καί εὐχαρίστηση στόν ἐργαζόμενο.57 Στήν ἐν λόγῳ Μονή στεγαζόταν ἡ μεγαλύτερη σχολή ἀντιγραφέων τῶν μέσων χρόνων, τῆς ὁποίας ἡ φήμη εἶχε ἐξαπλωθεῖ σέ Ἀνατολή καί Δύση καί στήν ὁποία ὑπῆρχαν παραγγελίες ἀπό τήν Ἰταλία ἤ ἀπό τήν Ἀσία. Καί μιλᾶμε ἐδῶ ἀφενός γιά ὀγκώδη παραγωγή καί ἀφετέρου γιά ἄριστη ποιότητα,58 δηλαδή γιά βελτιστοποίηση τῆς παραγωγῆς, τόσο ποσοτικά, ὅσο καί ποιοτικά. Ἀντιλαμβανόμαστε, σύμφωνα μέ τά παραπάνω, ὅτι ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης, φτιάχνοντας τήν ὀργάνωση τοῦ μοναστηριοῦ του, δημιούργησε ἕνα θεσμοθετημένο πλαίσιο λειτουργίας του καί ἔτσι ἐπετύγχανε σαφή κατανομή καί ἀντίληψη ρόλων καί ἔργων, σαφή ἱεραρχική δομή, σωστή κατανομή πόρων, καλύτερο ἔλεγχο, πιό ἐξειδικευμένη ἐργασία καί βεβαίως ὑλοποίηση τῶν στόχων, ἐνῶ συγχρόνως ἀπέφευγε ἔλλειψη ἱεραρχικῆς δομῆς, συγκρούσεις ἐξαιτίας τῆς ἀγνοίας ἁρμοδιοτήτων, ἀνισοκατανομή ἐργασίας, κακή ἐπικοινωνία. Πιό πάνω, ἔγινε μία σύντομη μνεία στή συσχέτιση πού γίνεται ἀπό τούς βιογράφους τοῦ Ἁγίου (Μιχαήλου Μοναχοῦ, Μιχαήλ Μοναχοῦ) ἀνάμεσα σ’ Αὐτόν καί τόν Μωυσῆ. Ὡστόσο, στό σημεῖο αὐτό μία πιό διεξοδική ἀναφορά θά μᾶς ὁδηγοῦσε σέ σημαντικά συμπεράσματα στό θέμα αὐτό. Κατ’ ἀρχήν, ἡ ἐπιστήμη τῆς Διοίκησης, ὅπως εἴπαμε καί πιό πάνω, θεωρεῖ τό Μωυσῆ ὡς ἕνα πρότυπο ἡγέτη καί μία ἀπό τίς μεγαλύτερες ἡγετικές φυσιογνωμίες στήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος. Ὁμοίως, θεωρεῖται μία μεγάλη ὀργανωτική φυσιογνωμία ὅσον ἀφορᾶ τή λειτουργία τῆς ὀργανώσεως. Τό ἐρώτημα, ὡστόσο, πού προκύπτει εἶναι κατά πόσον ὁ Ἅγιος Θεόδωρος στή δημιουργία τῆς ὀργανωτικῆς του δομῆς ἔλαβε ὑπόψη καί εἶχε πρότυπο τό Μωυσῆ. Ἐμεῖς θεωροῦμε ὅτι ὅσο ἀδιαμφισβήτητες εἶναι οἱ παραπάνω διαπιστώσεις ἀπό τή διοικητική θεωρία, ἄλλο τόσο ἀδιαμφισβήτητη εἶναι ἡ ἐπίδραση τοῦ Μωυσέως στή δημιουργία τῆς ὀργανωτικῆς δομῆς τῆς Ι. Μονῆς τῶν Στουδίου. Αὐτό τεκμαίρεται τόσο ἀπό τή βιογραφία τοῦ Ἁγίου, ὅσο καί ἀπό τά γραφόμενά του. Ἄν διαβάσει κανείς προσεκτικά καί τίς δύο βιογραφίες, θά δεῖ ὅτι ὄντως γίνεται συσχέτιση τῶν δύο προσώπων στό θέμα τῆς ὀργάνωσης τῆς Ι. Μ. Στουδίου. Συγκεκριμένα, ὁ Μιχαῆλος Μοναχός συγκρίνει τά δύο πρόσωπα ὅσον ἀφορᾶ τίς ὀργανωτικές τους δομές Harvard Business Essentials, Ὁ κατάλληλος ἄνθρωπος στήν κατάλληλη θέση. Ὁ Κόσμος τοῦ Ἐπενδυτῆ, σσ. 121 καί 125. 58 Ἀρχιμ. Ἠλία Μαστρογιαννόπουλου, Βυζάντιον. Ἕνας κόσμος Πνεύματος καί Ἀγάπης, Ἀδελφότης Θεολόγων ἡ ‘ΖΩΗ’, Ἀθῆναι 1967, σ. 350. 57

- 396 -


καί σαφῶς θεωρεῖ ὅτι ἡ σύγκριση εὐνοεῖ τόν Ἅγιο Θεόδωρο Στουδίτη, θεωρώντας πρῶτον ὅτι ἡ ὀργανωτική δομή τοῦ Μωυσῆ δέν ἀποτελεῖ ἐφεύρεση τοῦ ἰδίου, ἀλλά εἶναι προϊόν συμβουλῆς. Δεύτερον, ὅτι ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης τήν ἐφηῦρε μόνος του καί ὅτι ἡ ὀργανωτική του δομή ἀποσκοποῦσε σέ ἀνώτερα πράγματα, σέ πνευματικά «περί τῆς πάντων κρείττονος ἐπιστασίας εἶπερ κρεῖττον ἁπάντων ψυχήν καθαίρειν, καί τόν ἐντός ἄνθρωπον», σέ σύγκριση μέ τήν ὀργανωτική δομή τοῦ Μωυσέως πού ἀφοροῦσε πράγματα ‘μικρά’, ‘σωματικώτερα’, ‘καί ὧν μικροπρεπής ἡ διάταξις’. Βεβαιότατα, ἡ ὀργανωτική δομή τοῦ Ἁγίου Θεοδώρου τοῦ Στουδίτου, εἶχε πολύ ὑψηλή πνευματική λειτουργία, πρέπει ὡστόσο νά λάβομε ὑπόψη τήν ὑψηλότερη πνευματική κατάσταση τῶν μοναχῶν σέ σχέση μέ τό λαό. Πρέπει, ἐπίσης, νά ληφθεῖ ὑπόψη ὅτι ἡ σαφήνεια τῶν καθηκόντων, ἡ καλή συνεργασία, ἡ ἀποφυγή συγκρούσεων, ἡ τάξις καί ἡ εὐρυθμία τῆς ὀργανωτικῆς λειτουργίας βοηθᾶ πολύ στήν ἀντιμετώπιση τῶν πάσης φύσεως δυσκολιῶν καί στήν ἐπίτευξη τοῦ πνευματικοῦ σκοποῦ. Ἀπό τήν ἄλλη, ὁ Μιχαήλ Μοναχός στή συσχέτιση πού κάνει ἀνάμεσα στό Μωυσῆ καί τόν Ἅγιο Θεόδωρο Στουδίτη λέγει γιά τόν δεύτερο: «οὕτω καί ὁ καθ’ ἠμᾶς Μωυσῆς ποιεῖ, λαβών ἐκεῖθεν τάς ἀφορμάς, εἰ καί μικρόν περί τήν κλῆσιν διαφέρεται», ὑπαινισσόμενος σαφῶς τήν ἐπίδραση τῆς ὀργανωτικῆς δομῆς τοῦ Μωυσέως στή δημιουργία τῆς ὀργανωτικῆς δομῆς τῆς Ι. Μ. Στουδίου. Ἀλλά καί ὁ Ἅγιος Θεόδωρος ὁ Στουδίτης στόν Ἴαμβό του πού ἀφιερώνεται «Εἰς τόν τά δεύτερα φέροντα», ἀποκαλεῖ τόν μέν Μωυσῆ ἄρχοντα, τόν δέ δεύτερο τῇ τάξει, Ναυίδη, ὑπαινισσόμενος ἔτσι τήν ὀργανωτική δομή τοῦ Μωυσέως. Ἀλλά καί ὁ ὅρος ἐπιστημονάρχης πού εἰσήγαγε ὁ Ἃγιος Θεόδωρος ἀποτελεῖ, νομίζομε, γλωσσική ἐπίδραση τῆς λέξης ἐπιστήμονας πού χρησιμοποιεῖ ὁ Μωυσής (ἄνδρας σοφούς καί ἐπιστήμονας)59. Τέλος, νά ἐπισημανθεῖ ὅτι ἡ ἐπιλογή τῶν προσώπων ἒγινε καί στίς δύο περιπτώσεις μέ κριτήρια ἠθικά καί πνευματικά, ὣστε νά παρασχεθεῖ ἒργο δικαιοσύνης καί φιλανθρωπίας.

59

Δευτ. α, 13. - 397 -



Ναοί προσκυνηµατικοί στό ἑνετοκρατούµενο oράκλειο* Oρχιµ. Νήφων Βασιλάκης ∆ρ. Θ. Τό 1918 ὁ Ἰωσήφ Γκερόλα δημοσιεύει ἰταλιστί στή Ρώμη μετά ἀπό κοπιώδη ἔρευνα καί πολλές μελέτες, τό σύγγραμμά του «Τοπογραφία τῶν Ναῶν τῆς πόλεως Κάνδια»1. Ἐκεῖ συμπεριλαμβάνει καταλόγους ἀπό Ναούς, οἱ ὁποῖοι ἀπό τῆς οἰκοδομήσεώς τους ἀποτέλεσαν προσκυνηματικούς χώρους γιά Ἕλληνες καί Ἑνετούς, λατίνους καί ὀρθοδόξους. Ἐνδιαφέρον παρουσιάζουν οἱ Ναοί αὐτοί, ὄχι ἁπλά ἐπειδή ἔγιναν τό κέντρο τοῦ προσκυνήματος γιά ντόπιους καί πολυαρίθμους περαστικούς κατακτητές, «τῷ καιρῷ ἐκείνῳ» ἀλλά μέχρι καί σήμερα, ἐπειδή ἀποτέλεσαν τόπο συνάντησης ἀνθρώπων, λαῶν, θρησκειῶν καί πολιτισμῶν. Τήν περίοδο τῆς Ἑνετοκρατίας περισσότεροι ἀπό 250 Ναοί ἀπαριθμοῦνται στήν πόλη Κάνδια τῆς Κρήτης2. Κάποιοι Ναοί καταγράφονται μέ διαφορετικές ὀνομασίες, συμβαίνει δηλαδή σέ κάποιες περιπτώσεις ἐνῶ πρόκειται γιά τόν ἴδιο Ναό νά ἀναφέρονται σέ καταλόγους δύο διαφορετικά ὀνόματα. Τίθεται δηλαδή ζήτημα διπλογραφῆς. Τό ἔτος 1630 στήν Κάνδια ὑπάρχουν 22 Ναοί λατίνων καί 77 ἐνοριακοί ὀρθοδόξων3. Λίγες δεκαετίες ἀργότερα οἱ λατινικοί Ναοί ἀριθμοῦνται σέ 324. Τό ἔτος 1918 ὁ Gerola ἀναφέρει 6 Ναούς νά λειτουργοῦν ὀρθόδοξα στήν Κάνδια, ἡ Παναγία ἡ Παντάνασσα, ὁ Ἅγιος Μηνᾶς, ἡ Παναγία ἡ Μανολίτισσα (μετονομασθεῖσα σέ Ἁγία Παρασκευή), ὁ Ἅγιος Δημήτριος τῶν marangoni, ὁ Ἅη Γιώργης Doriano «ὁ Δωρητής» (πλέον ἀρμενικός Ναός τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου), καί ὁ Ἅγιος Ματθαῖος. Μία εἰκοσαριά Ναοί μετατράπηκαν σέ τζαμιά ἤ σέ τούρκικους τεκέδες. Πέρασαν στή μωαμεθανή λατρεία: ὁ Ναός τοῦ Σωτῆρος τῶν Ἐρημιτῶν, Παναγία ἡ Ψυχοσῶστρα, Παναγία ἡ Τριμάρτυρη, Παναγία τῶν μοναχῶν, Παναγία τῶν Σταυροφόρων, Παναγίτσα τῆς Πλατείας, Παναγία ἡ Φανερωμένη στό Μartinengo, Ἁγία Ἀναστασία, Ἅγιοι Ἀπόστολοι, Ἁγία Αἰκατερίνη, Ἅγιοι * Πρόκειται γιά εἰσήγηση, μέρος τῆς ὁποίας ἀνεγνώσθη εἰς τό 3ο Διεθνές Συνέδριο Γόρτηνας. 1 Gerola G., Topografia delle Chiese della Città di Candia, Roma 1918. 2 Ὅ.π. σ. 3. 3 Βasilicata F., Relazione di tutto il regno di Candia. ms della Biblioteca nazionale di Venezia, Ital., cl. VII, n. 1683, σ. 39. 4 Coroneli V., Isolario veneto, Venezia 1696, σ. 218. - 399 -


Δέκα, Ἅγιος Φραγκίσκος τῶν Καπουτσίνων, Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Βαπτιστής τῶν Φραγκισκανῶν, Ἅγιος Ἰωάννης Εὐαγγελιστής τῆς Ἀγκαράθου, Ἅη Γιώργης Surian, Ἅη Γιώργης Ἑνετικός τῶν Ἐρημιτῶν, Ἁγία Εἰρήνη, Ἁγία Λουκία, Ἅγιος Μᾶρκος, Ἅγιος Πέτρος ὁ μάρτυρας τῶν Ἱεροκηρύκων (Δομηνικανῶν) καί ὁ καθεδρικός τοῦ Ἁγίου Τίτου. Ἄλλοι Ναοί εἴτε καταστράφηκαν καί ξεχάστηκαν παντελῶς, εἴτε ἀνακαινίστηκαν ἤ κατασκευάστηκαν ἐξ ἀρχῆς μετά τήν λήξη τῆς ἑνετοκρατίας, κατά τήν περίοδο δηλαδή τῆς τουρκοκρατίας5. Ὁ Gerola6 ἐκφράζει τήν δυσκολία νά ἀναζητήσει στοιχεῖα καί λείψανα πληροφοριῶν σέ πηγές λιγοστές καί δυσεύρετες προκειμένου νά παρουσιάσει τούς χριστιανικούς Ναούς κατά τήν περίοδο τῆς Ἑνετοκρατίας (ἀπό τόν 13ο ὥς τόν 17ο αἰώνα) στήν Κάνδια. Σημειώνει ἐπιπλέον τήν δυσκολία νά γίνει σχετική κριτική ἀξιολόγηση τῶν παρατιθεμένων πηγῶν, ἀντιπαραβολή καί σύγκριση αὐτῶν. Ἐπιπλέον ἀπουσιάζει ὁ ἀναγκαῖος ἔλεγχος γιά πιθανά σφάλματα. Κάνει λόγο ἐμπεριστατωμένα γιά ὑπάρχοντα ἀκόμη στήν ἐποχή του, ἱερά κτίρια, ἀναφέρεται σέ Ναούς, «τοπογραφεῖ» ἐκκλησίες, σκιαγραφεῖ προσκυνήματα, ἀφήνοντας χῶρο ἤ μᾶλλον παραπέμποντας σαφῶς σέ πολλά ἄλλα πού δέν διασώθηκαν.

5 Χάριν παραδείγματος φέρει ὁ Gerola τόν ὀρθόδοξο καθεδρικό Ναό, τή λατινική ἐκκλησία τῶν Φραγκισκανῶν, καί ὁρισμένα τζαμιά πού ἀνοικοδομήθηκαν «ex novo» ἐκ νέου. Βλ. Gerola G., Topografia delle Chiese della Città di Candia, σ. 3. 6 Ὅ.π. σ. 4. - 400 -


Μεγάλη σπουδαιότητα ἀρχαιολογική κι ἐπιστημονική δέν ἔχει μόνο ἕνας κατάλογος προσκυνημάτων πλήρης ἤ μέ κενά, ἀλλά ἐξίσου ἐνδιαφέρον κατέχουν oἱ πληροφορίες καί oἱ γνώσεις oἱ θεολογικές καί oἱ ἱστορικές πού συνδέονται μέ αὐτά. Τά πρῶτα χρόνια τοῦ 14ου αἰώνα καταγράφεται διαμάχη μεταξύ τοῦ (λατίνου) Ἀρχιεπισκόπου Κρήτης καί τῆς Κρητικῆς (ἑνετικῆς) Διοικήσεως σχετικά μέ τήν ἐκκλησιαστική δικαιοδοσία. Τό πρόβλημα δημιουργήθηκε ἀπό σημεῖο ἀπαντήσεως τοῦ Πάπα Κλήμη Δ’, σύμφωνα μέ τό ὁποῖο οἱ Ναοί τῶν χωριῶν τῆς Κάνδια, ὑπάγονται στήν Ἀρχιεπισκοπή, μέ ἐξαίρεση τούς 12 Ναούς πού εἶχαν οἰκοδομηθεῖ ἀπό βυζαντινούς αὐτοκράτορες, ἐκκλησίες καί παρεκκλήσια, προσκυνητάρια πού βρίσκονταν στά σπίτια τῶν εὐγενῶν καί γενικά σέ ἰδιοκτησίες ἰδιωτῶν (ἑνετικῆς βεβαίως κυριότητος). Σχετικῶς ἡ Βενετία ἀπέστειλε ὁδηγία στό Δούκα τῆς Κάνδια ἐξουσιοδοτώντας τον νά ἐνεργήσει καταλλήλως, ὥστε τελικά ἐξεδόθη Κατάστιχο ἐκκλησιαστικῆς καί μοναστηριακῆς κοινότητος7. Πρόκειται γιά τόν πρῶτο χρονολογικά κατάλογο (τέτοιου τύπου) προσκυνηματικῶν Ναῶν τῆς Κάνδια κατά τήν περίοδο αὐτή. Οἱ Ναοί σύμφωνα μέ τόν Gerola τήν ἐποχή αὐτή μποροῦν νά ταξινομηθοῦν σέ τέσσερις ὁμάδες, συγκεκριμένα σέ Ναούς παλαιούς (13) καί νέους (2), πού ἀνοικοδομήθηκαν πρίν καί μετά τό ἔτος 1266 σέ παλαιά χωριά, καί σέ Ναούς παλαιούς (11) καί νέους (37) εὐρισκομένους σέ καινούργια χωριά. Παρακάνδια8 χαρακτηρίζεται ἡ περιοχή πού περιλαμβάνει τά χωριά τριγύρω ἀπό τήν πόλη καί φτάνει μέχρι τά εὑρισκόμενα στά σύνορα τῶν ἐπαρχιῶν Μαλεβυζίου, Τεμένους καί Πεδιάδος. Ἕνας δεύτερος καταλογος9 ἑνετικός, χωρίς νά εἶναι συστηματικός, περιλαμβάνει περιστασιακά Ναούς τῆς Κάνδια, ἀναφέροντας 26 Ναούς μέσα στήν πόλη καί 75 Ναούς σέ χωριά. Δέν ἐμπεριέχει ὅμως μοναστηριακούς καί ὁρισμένους ἄλλους Ναούς. Ἡ ἀναζήτηση προσκυνηματικῶν Ναῶν τήν περίοδο αὐτή σαφῶς διαφέρει, ἀπό ἐκείνη τῆς σήμερον, σαφῶς καί ἡ ἔννοια προσκυνηματικός Ναός λαμβάνει διάφορο περιεχόμενο. Τρίτος κατάλογος συναντᾶται σέ Κώδικα τῆς Ἐθνικῆς Βιβλιοθήκης τῆς Βενετίας10 καί περιλαμβάνει 74 ἐνοριακούς Ναούς. Πρόκειται γιά Ναούς 7 Ὁ πρωτότυπος Κώδικας «Catasticum ecclesiarum et monasteriorum comunis» φυλάσσεται στό Ἀρχεῖο τῆς Βενετίας Archivio di Stato di Venezia, Archivio del duca di Candia, busta 13, Culto. 8 «Paracandia». Βλ. Gerola G., Topografia delle Chiese della Città di Candia, σ. 5. 9 Βλ. Archivio di Stato di Venezia, Consultori in jure, busta 403, pag. 63 segg., 4 settembre 1548. Gerola G., Topografia delle Chiese della Città di Candia, σ. 6. 10 Βiblioteca Nazionale di Venezia, Ital. cl. VI, n. 156, «Descrizione del Regno di Candia» Gerola G., Topografia delle Chiese della Città di Candia, σ. 7. - 401 -


Ὁ Σεβ. Ἀρχιεπίσκοπος Κρήτης κ.κ. Εἰρηναῖος καί ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Γορτύνης καί Ἀρκαδίας κ. Μακάριος κατά τό 3ο Διεθνές Συνέδριο Γόρτυνας

Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης Γορτύνης καί Ἀρκαδίας κ. Μακάριος, ὁ Πανοσιολ. Ἀρχιμ. Πρόδρομος Ξενάκης, Ἀρχιγραμματεύς τῆς Ἱερᾶς Ἐπαρχιακῆς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας Κρήτης, ὁ Ἀξιότ. κ. Νίκος Ψιλάκης, Δημοσιογράφος-Συγγραφέας, ὁ Ἀξιότ. κ. Ἡρακλῆς Πυργιαννάκης Ἀρχιτέκτων καί ὁ Ἐλλογιμ. κ. Γεώργιος Νικολακάκης, Καθηγητής Πανεπιστημίου Κρήτης, κατά τό 3ο Διεθνές Συνέδριο Γόρτυνας


ὅπου προσκυνοῦν ἀδιάκριτα τόν ἐν Τριάδι ἕνα ἀληθινό Θεό χριστιανοί, ὀρθόδοξοι καί λατίνοι. Ὁπωσδήποτε στήν ἐν λόγῳ προσκύνηση ὑπεισέρχονται καί λόγοι φόβου, μολονότι δέν ἐτύγχανον καί τότε ὅλοι οἱ χριστιανοί θεοφοβούμενοι, ἀλλά ὁ λόγος γιά φόβο Θεοῦ ἐνισχύετο ἐξ αἰτίας τῶν ἀπίστων, ὀλιγοπίστων καί τῶν πιστῶν ἀνθρώπων καί ὅσων ἔκαναν σέ περιπτώσεις ἐκδηλώσεως ἀσέβειας, περιφρόνησης ἤ προσβολῆς καί βεβηλώσεως τῶν ἱερῶν προσκυνημάτων, τῶν εὑρισκομένων εἰς τούς Ναούς, ἀκόμη καί στούς ἴδιους τούς Ναούς, ὡς χώρους προσκυνήματος καί λατρείας τοῦ φοβεροῦ Θεοῦ. Ὁ τέταρτος κατάλογος ἀποτελεῖ μέρος χειρογράφου11 τῆς Μονῆς Παναγίας τῶν δούλων τῆς Βενετίας. Πρόκειται γιά μικρό Κώδικα γραμμένο στά ἰταλικά ἀπό μοναχό πρός τά τέλη τῆς ἑνετοκρατίας στά ἰταλικά κι ἀφορᾶ τόν κλῆρο ἔγγαμο καί ἄγαμο, ὀρθόδοξο καί λατινικό. Περιλαμβάνει 91 Ναούς ὀρθοδόξους καί 36 Ναούς λατινικούς. Ὁ κώδικας αὐτός ἀνάγεται στό μισό του 17ου αἰώνα12, λίγο πρίν τήν πτώση τῆς μεγαλονήσου στά χέρια τῶν ἀπίστων13. Ὁ πέμπτος κατάλογος συνετάχθη ἀπό τόν «παπά κύρ Ἰωάννη Κομητᾶ»14. Ἐκεῖ ἀναφέρονται Ἐκκλησίες ἀφιερωμένες στό Κύριο, στό Χριστό, στό Ἅγιο Πνεῦμα, στή Παναγία καί στό Σταυρό, σέ Ἁγίους καί σέ Ἁγίες. Στήν κατάσταση τῶν λιγοστῶν λατινικῶν ναῶν, ἀναφέρονται πρῶτα οἱ ναοί οἱ ἀφιερωμένοι στήν Παναγία καί κατόπιν τῶν ἄλλων Ἁγίων. Περιλαμβάνεται κι ὁ Ἅγιος Ματθαῖος15 κι ἡ Παναγία «ὅπου ἔβαναν τούς καταδίκους»16. Τά πρῶτα χρόνια τῆς τουρκοκρατίας οἱ λατινικοί ναοί εἶχαν βεβηλωθεῖ ἤ καταργηθεῖ17. Ἐκτός ἀπό τούς παραπάνω 5 καταλόγους ναῶν, ὑπάρχουν καί οἱ ἀναφερόμενοι σέ χάρτες τῆς Κάνδια, κυρίως τῶν Werdmuller καί Coronelli. Ἐπίσης σέ περιγραφές ἀπό κείμενα περιηγήσεων συλλέγονται χρήσιμες πληροφορίες. Χάριν παραδείγματος ἀναφέρουμε μία18 πού χρονολογεῖται 11 Ὅ.π. σ. 8. 12 «quo tempore Creta durum Turcarum iugum subiit», Cornelius F., Creta sacra, vol. 1, Venetiis 1755, σ. 220 καί 228. Βλ. ἐπίσης voll. 2, σ. 14. 13 «poco prima della caduta di Candia in mano degli infedeli», Gerola G., Topografia delle Chiese della Città di Candia, σ. 9. 14 Ὅ.π. σ. 10 15 Βενέρη Τ., «Ποίημα Παύλου πρεσβυτέρου», Χριστιανική Κρήτη 3 (1912) 389-424. 16 Gerola G., Topografia delle Chiese della Città di Candia, σ. 11. 17 «nei primi anni della signoria turca, quando le chiese venete erano state profanate o soppresse» Gerola G., Topografia delle Chiese della Città di Candia, σ. 11. 18 Descrizione dell’ isola di Creta, Biblioteca nazionale di Venezia, ital., cl. VII, n. 363, σ. 234. - 403 -


στό τελευταῖο τέταρτό τοῦ 15ου αἰώνα κι ἐμπεριέχει 7 ἰταλικούς ναούς, τόν Ἅγιο Τίτο, ὡς Ἀρχιεπισκοπικό ναό, τήν Ἁγία Αἰκατερίνη, τόν Ἅγιο Ἱερώνυμο καί τόν Ἅη Γιώργη (S. Zorzi Pandulari) ὡς μοναστηριακούς ναούς καλογραιῶν, τόν Ἅη Γιώργη κοντά στόν μόλο, δηλαδή τόν βενετικό Ἅη Γιώργη τῶν ἐρημιτῶν. Μοναστήρια ἐπίσης καταγράφονται 7, Ἁγίου Φραγκίσκου, Ἁγίου Πέτρου, τοῦ Σωτῆρος, τοῦ Ἅη Γιάννη (S. Zuanne), τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου, τῆς Παναγίας τῶν Σταυροφόρων καί τοῦ Ἁγίου Παύλου (τοῦ Ἁγίου Μάρκου τῶν Ἰησουιτῶν καταργήθηκε). Διασώζονται καί ἄλλες σχετικά μαρτυρίες ἐπώνυμες ὅπως τοῦ J. Cotovicus19 καί ἀνώνυμες20. Ὀρθόδοξοι ναοί ἀναφέρονται21 οἱ ἑξῆς: Ἁγία Αἰκατερίνη τῶν Σιναϊτῶν, Παναγία τῶν Ἀγγέλων, Παναγία ἡ Τριμάρτυρη, ὁ Χριστός Chiefala, Παναγία Ludiani, Ἅγιος Νικόλαος, Ἅγιος Δημήτριος, οἱ τέσσαρες καμπάνες, Ἅγιος Γεώργιος Stoco, Ἅγιος Βασίλειος, Ἅγιος Zuanne καί πολλοί ἄλλοι. Ὁ Gerola καταγράφει22 τήν δυσκολία στήν ἐποχή του νά δώσουν σαφῆ μαρτυρία ἐκκλησιαστικά κτίρια γιά τήν ὀνομασία ναῶν καί προσκυνημάτων. Παρουσιάζεται καί τό φαινόμενο τῶν δίκλιτων ναῶν, ὅπου ὀνοματοδοτεῖται τελικῶς ὁ ναός ἀπό τόν Ἅγιό του ἑνός ἤ τοῦ ἄλλου κλίτους. Ἡ ὀνοματοδοσία τῶν ναῶν δίδεται ἀπό τά ὀνόματα τῶν Ἁγίων, ἀλλά ἄλλοτε καί ἀπό τήν περιοχή, ἀπό τίς προσδοκίες πού οἱ πιστοί ἀποδίδουν στή Παναγία καί τούς Ἁγίους καί ἀπό τά πολλά ἐπίθετα πού τούς ἐγκωμιάζουν παρακλητικά. Παραδείγματος χάριν Παναγία ἡ φαρμακολύτρια, καταφυγιανή, χρυσαληθινή, ὑπεροδηγιώτισσα, λουλουδιανή, ὁδηγήτρια, πανύμνητος, παντάνασσα, ἐλεοῦσα, χρυσοπηγή, περίβλεπτος, ψυχοσῶστρα, θαυματουργή, θαλασσομάχησα, θεοσκέπαστη, βλαχέρνα κ.τ.λ. Ἄλλες φορές ἡ ὀνοματοδοσία μαρτυρεῖ τούς κτίτορες, τούς ἰδιοκτῆτες, τούς κηδεμόνες ἤ τήν ὁμάδα 19 Cotovicus J., Itineranium Hierosolymitanum et Syriacum, Antverpiae 1619. Σημειώνει τούς Ἅγιο Φραγκῖσκο τῶν Φραγκισκανῶν, τόν Σωτῆρα τῶν Αὐγουστινιανῶν, τόν Ἅγιο Μᾶρκο, τόν Ἅγιο Παῦλο, Ἅγιο Γεώργιο, Παναγία, Ἁγία Αἰκατερίνη, Παναγία (Ἰσπανική) μοναστήρι τῶν Βουρβώνων καί Ἅγιο Rocco. 20 Gerola G., Una descrizione di Candia del principio del seicento, in Atti dell’ Academia di scienze. lettere ed arti degli Agiati, serie III, vol. XIV, fasc. 3-4, Rovereto 1908. Ἀναφέρει Ἅγιο Πέτρο τῶν Δομηνικανῶν, Σωτῆρα τῶν Centuroni, Ἅγιο Φραγκίσκο καί Ἅγιο Ἰωάννη τῶν Zoccolanti, Παναγία τῶν Σταυροφόρων, Ἁγία Αἰκατερίνη τῶν Δομηνικανῶν καλογραιῶν, Ἅγιος Ἱερώνυμος τῶν Clarisse, καί Ἅγιος Γεώργιος τῶν Servite. Mεταξύ τῶν ὀρθοδόξων ἀναφέρεται ἡ Παναγία ἡ Τριμάρτυρη. 21 Gatto B., Descrizione dell’ isola di Candia, Biblioteca nazionale di Venezia, ital., cl. VII, n. 569, σ. 69-70. 22 Gerola G., Topografia delle Chiese della Città di Candia, σ. 12. - 404 -


τῶν πιστῶν πού εὐλαβεῖται ἰδιαιτέρως τήν συγκεκριμένη Ἐκκλησία π.χ. Ἅγιος Δημήτριος τῶν μαραγκῶν, Ἅγιος Ἠλίας τῶν οἰκοδόμων, Ἅγιος Μιχαήλ τῶν ραφτῶν, Ἅγιο Πνεῦμα τῶν ἀχθοφόρων, Ἅγιος Γεώργιος τῶν arsenalotti καί remeri, Ἅγιος Ἰωάννης καί Νικόλαος τῶν merciai, ἅγιος Νικόλαος τῶν caligari κλπ. Ἐπίσης ὀνομασίες Ναῶν προέρχονται ἀπό ἐπίθετα ὀρθοδόξων ἀλλά καί ἰταλῶν ὅπως Barbarigo, Morosini, Dandolo, ἀπό ὀνόματα τῶν παπάδων π.χ. Ἅγιος Ἰωάννης τοῦ παπᾶ Ἀρμάκι, καί ἀπό τόν ἐπιθετικό προσδιορισμό ἑλληνικός ἤ λατινικός ναός. Ἐπισης23 συναντᾶμε ὀνομασία ναῶν μέ βάση τό χρόνο ἀνοικοδομήσεως αὐτῶν π.χ. Νέα Μονή ἤ Ἅη Γιώργης ὁ νέος, Ἅγιος Νικόλαος ὁ καινούργιος. Ἐπιπλέον σέ ναούς προσδιορίζεται ἡ ὀνομασία τους καί ἀπό τό μέρος ὅπου βρίσκονται ὅπως Παναγία ἡ χωστή, Παναγία ὑπόγεια ἤ Παναγία Τριμάρτυρος ἤ Παναγία τῶν τεσσάρων καμπανῶν, Ἄη Γιώργης ὁ Τρουλοτός. Ὑπάρχουν ἐπίσης ναοί τῶν ὁποίων ἡ ὀνομασία ἔχει τοπογραφική προέλευση ὅπως Ἅγιος Μιχαήλ στό Κάστρο, Ἅγιος Δημήτριος τῶν ἀγρῶν, Τίμιος Σταυρός στή πλατειά στράτα, Ἅγιο Πνεῦμα στό Δερματά, Παναγία στό ξώπορτο, Ἅγιος Νικόλαος στήν ὡραία πόρτα, Παναγία πισωτειχιώτισσα, Παναγία στό Μαρτινέγκο, Ἅγιος Νικόλαος στό συντριβάνι, στό μόλο, Ἁγία Λουκία στό πέτρινο γιοφύρι, Παναγία τῶν φοινίκων, Τίμιος Σταυρός στά χαράκια. Νά ταυτοποιηθοῦν24 ἑπομένως οἱ Ναοί στίς διαφορετικές τους ὀνομασίες εἶναι ἐργασία δύσκολη καί χρειάζεται μελέτη καί ἐπιμέλεια διακεκριμένη. Βρίσκουμε τρεῖς τουλάχιστον Παναγίες νά φέρουν τήν ὀνομασία Φανερωμένη καί δύο25 νά καλοῦνται Παντάνασσα, μαζί μέ τό ἐπίθετο ἐπιπλέον ψυχοσῶστρα καί θεοσκέπαστη, ἐπίσης ἄλλοτε καλεῖται Παναγία Μανωλίτισσα κι ἄλλοτε Πολίτισσα, ἐνῶ πρόκειται γιά τόν ἴδιο ναό. Συγκρίνοντας ὀνομασίες καί ναούς ὁ Γκερόλα26 βγάζει τό συμπέρασμα ὅτι δέν ὑπάρχει ἀναλογία ἀλλά τά προσωνύμια εἶναι πολύ περισσότερα καί δύο τρία ἀκόμη καί πιό πολλά ἀπό τόν καθένα ναό, ἀκόμη καί στήν ἴδια ἐποχή. Γιά παράδειγμα ναός τῆς Παναγίας ὀνομάζεται Ὁδηγήτρια καί κατόπιν λαμβάνει τό προσωνύμιο τῶν τεσσάρων καμπανῶν, προσδιορίζεται δηλαδή ἄλλοτε μέ βάση τήν ἐφέστιο εἰκόνα της, κι ἄλλοτε μέ ἕνα οἰκοδομικό ἤ μᾶλλον ἀρχιτεκτονικό της χαρακτηριστικό. Μεγαλύτερη δυσκολία στήν ταυτοποίηση ναῶν καί ὀνομάτων προσδίδει τό γεγονός ὅτι ὑπάρχουν ναοί μέ δύο ἤ περισσότερα κλίτη, ὅποτε καθιστά 23 Gerola G., Topografia delle Chiese della Città di Candia, σ. 18. 24 Ὅ.π. σ. 18 καί 19. 25 Ὅ.π.. 26 Ὅ.π.. - 405 -


Ὁ ἐν Βενετίᾳ Ναός τῆς Παναγίας τῆς Ὑγείας


αὐτό καί διαφορετικές ἀφιερώσεις. Ἀναφερόμενοι ναοί σέ κάποιες περιπτώσεις εἶναι ἁπλά παρεκκλήσια ἐντός μεγάλων ναῶν ἤ ἀκόμη καί ἁπλά προσκυνητάρια, παρατηρεῖ ὁ Γκερόλα. Καί ἀκόμη περισσότερο σημειώνει τήν δυσκολία νά γίνει ἀκριβής σύγκριση στούς καταλόγους καί τίς ἀναφορές ναῶν, λαμβάνοντας ὑπόψιν σειρά τοπογραφική, χρονολογική, συστηματική, ἔστω ἐξετάζοντάς τους ἀνάλογα μέ τήν πρό ἤ μετά τό σχίσμα προέλευσή τους, δηλαδή ναοί μόνο ὀρθόδοξοι ἤ μόνο λατινικοί ἤ καί δίκλιτοι ὀρθόδοξοι καί λατινικοί μαζί, μέ δυσδιάκριτες διαφοροποιήσεις, πού ἀπαιτοῦν ἐξειδικευμένες μελέτες ὥστε νά βγοῦν ἀσφαλῶς συμπεράσματα27. Ἄλλοι ναοί σέ κάποιο κώδικα καταγράφονται ὀρθόδοξοι κι οἱ ἴδιοι σέ διαφορετικό κώδικα ἀπαριθμοῦνται μεταξύ τῶν λατινικῶν. Παράδειγμα ὡραῖο ἡ Παναγία τῆς πλατείας ἀναφέρεται μεταξύ τῶν λατινικῶν ναῶν στό Ἡράκλειο, συγχρόνως σέ ἄλλο κώδικα περιγράφεται ὡς ὀρθόδοξος ναός, ἐνῶ σέ ἕνα τρίτο κατάλογο σημειώνεται ὡς Ναός μισός ἰταλικός, μισός ἑλληνικός28. Κατά τήν Ἐνετοκρατία πλῆθος χριστιανικῶν Ναῶν κατακοσμεῖ τό Ἡράκλειο. Ναοί ὀρθόδοξοι καί καθολικοί γεμίζουν καθημερινά ἀπό πιστούς, ὀρθοδόξους καί καθολικούς, πού ὅλοι μαζί προστρέχουν ἐκεῖ γιά λόγους προσκυνηματικούς, ἐκφράζοντας τήν βεβαιότητα ὅτι χωρίς Θεό ἡ ζωή καταντᾶ ματαῖα, ἀπελπιστική, ἄχαρη, σύντομη, μονότονη, ἐφήμερη. Σέ ἐποχές δύσκολες πραγματικά, οἱ χριστιανοί προσκυνοῦν τόν Θεό τῆς ἀγάπης, τῆς εἰρήνης, ἀλλά καί τῆς δικαιοσύνης, τόν Κύριο τῶν Δυνάμεων, ἀναλαμβάνοντας κι οἱ ἴδιοι δυναμικά ἀγῶνες κι ἀγωνίες, ἴδιες ἤ ἀλλότριες, ἕνεκα δικαιοσύνης καί ἀληθείας, χάριν τῆς ζωῆς, πού ἀκόμη καί ἐν μέσω στενάχωρων, βιαίων, ἀδίκων δομῶν καί προσώπων ἀκαταλλήλων, ἐξακολουθεῖ νά πορεύεται ἐξ αἰτίας τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί τῶν προσκυνούντων Αὐτόν ἀνθρώπων Του, πού ἀναλαμβάνουν ὑπεύθυνα τούς καλούς ἀγῶνες, κατά μίμησιν τῶν Ἁγίων, «ὅτι οὐκ ἔστιν ἠμίν ἡ πάλη πρός αἷμα καί σάρκα, ἀλλά πρός τάς ἀρχάς, πρός τάς ἐξουσίας, πρός τούς κοσμοκράτορας τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου» (Ἐφ. 6, 12). Οἱ Ναοί διαπιστώνουμε ὅτι ἑνώνουν τούς ἀνθρώπους, ἀνά τούς αἰώνας, στήν ἔκφραση τῆς εὐγνωμοσύνης τους πρός τόν Θεό, ἀλλά καί στίς παρακλήσεις, τά αἰτήματά τους πρός Αὐτόν. Καί ἐντός αὐτῶν ἡ Ἐκκλησία παράγει πολιτισμό, ὁδηγεῖ καί καθοδηγεῖ σέ δεδομένο πολιτισμικό περιβάλλον, μνημονεύει, θυμᾶται ἤ ξεχνᾶ καί συγχωρεῖ, νοσταλγεῖ ἤ ὑπενθυμίζει ἐπίκαιρα πολιτισμούς ἄλλης ἐποχῆς. Οἱ προσκυνητές τοῦ Θεοῦ ἐντός τῶν 27 Ὅ.π. σ. 20. 28 «Chiesa mezz’ italiana e mezza greca», ὅ.π. - 407 -


ἱερῶν Ναῶν ἔζησαν ἤπια κι εἰρηνικά χρόνια, ἀλλά καί περιόδους ἐντάσεων καί διώξεων. Χαρούμενοι ἤ στεναχωρούμενοι ἔλαβαν ἐμπειρία ἀπό πολιτισμούς ὡραίους καί βαρβαρικούς, ντόπιους καί ξένους, ἄπω καί μέσους, μετρίους κι ὑψηλούς, εἰδωλολατρικούς καί μή, ἑλληνορωμαϊκό, ἰουδαιοχριστιανικό, μέχρι καί σήμερον. Τό προσκύνημα ὡς πράξη, ἀλλά καί τά προσκυνήματα ὡς χῶροι συναντήσεως ἀνθρώπων, πιστῶν ἤ παντοδαπούς τύπου ἄλλων ἐπισκεπτῶν, παρουσιάζουν ἐνδιαφέρον διαχρονικό, κι ἐνῶ διαπιστώνονται ἐμφανεῖς καί δυσθεώρητες μεταβολές στούς λαούς καί τίς θρησκεῖες, ἡ πολιτισμική συνάντησή τους διαφαίνεται ξεκάθαρα ὅτι προσδίδει δυναμική. Ἡ Ἐκκλησία ἄλλοτε ἀκολουθεῖ ἁπλά τήν ἐξέλιξη τῶν πολιτισμῶν κι ἄλλοτε προτείνει συγκεκριμένα «ὁδηγό», τόν ὁποῖο ὁριοθετεῖ καί περιγράφει μέ κανόνες, ἱερούς καί ἄλλους. Ἀπό τήν κανονική παράδοση τῆς Ἐκκλησίας στήν Κρήτη μπορεῖ νά γίνει λόγος, τυπικά ἤ ἀνεπίσημα, ἀλλά σαφῶς, γιά πολιτισμό, χριστιανικό καί πανανθρώπινο, ὁ ὁποῖος καί ὑψηλός ἀναμφίβολα εἶναι καί συμπεριλαμβάνει πολλά καί σπουδαία προσκυνήματα ἐκκλησιαστικά, πανανθρώπινης κληρονομιᾶς. Γενικά καί πολύ συγκεκριμένα τά κρητικά προσκυνήματα ἀποτελοῦν τόπους συναντήσεως λογῆς λογῆς ἀνθρώπων, διαφορετικῶν θρησκειῶν, πολλῶν πολιτισμῶν, ἀλλά καί συνεργασίας, συμπορεύσεως, κοινωνίας. Ἐπειδή ὅμως κάποτε ἀδίκως ἐξελήφθησαν ὡς τόποι συγκρούσεως καί διχασμοῦ, κάποιος ὁδηγός μέ κανόνες σχετικῶς κρίνεται χρήσιμος δικαίως καί μάλιστα προβάλλεται φυσιολογικά ἀπό τήν ἱστορική διαδρομή τῶν πολιτισμῶν, πού ἀρχικῶς καί τελικῶς ἑνώνονται στίς ἐκφράσεις τῆς κοινῆς, ὁμοίας, παρομοίας, διαφορετικῆς πίστης, πού συνεργάζονται πρός ἰδίους ἤ ἴδιους σκοπούς εἰρηνικούς ἐξάπαντος, πού διαλεγόνται σιγανά ἤ ἀμίλητα ζώντας κάτω ἀπό τόν ἕνα ἥλιο ἤ ὑπό τά πολλά ἄστρα καί τό φῶς. Κάποιος γεωγραφικῆς ἤ τουριστικῆς μόνο ἀξίας ὁδηγός, λίγο θά ἐνδιέφερε πολιτισμούς ζωντανούς, πού ἀγωνίζονται νά κρατηθοῦν ἔξω ἀπό τά μουσεῖα καί τίς ἀκαδημαϊκές διαλέξεις, ἐφόσον ὡς ἡ ἰατροδικαστική ἐπιστήμη δείχνουν προτεραιότητα στά ἱερά ἔστω «πτώματα», τά ψώματα, τά ἄδικα, τούς καθ’ ὅλα ὅμως ἤ ἐν μέρει νεκρούς πολιτισμούς. Κανονικά, σύμφωνα δηλαδή μέ τήν κανονική κι ἀληθινή, ἔγκυρη κι ὑγειά παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας, δικαίως οἱ προσκυνηματικοί τόποι ὀφείλουν νά εἶναι ζωντανοί ὄχι νεκροί, σέ καμία περίπτωση δέν προτείνεται ἡ προσκύνηση πτωμάτων, ἀλλά ἱερῶν λειψάνων, κι ὑπάρχει σαφής διαφορά, τά ὅ,ποιά ἀπομεινάρια στά προσκυνήματα, δέν περιλαμβάνουν κόκαλα, ἀλλά ἱερά λείψανα, πού ἡ διαφορά τούς ἐναπόκειται στήν ἐπιστήμη, ὄχι ἑξανάγ- 408 -


κης παλαιοντολογία, καθόλου αὐτονόητα ψυχολογία, μήτε παρελθοντολογία, ἀλλά πρωτίστως στήν θεολογία ἤ τήν ἀνθρωπολογία, ἄν ὄχι τήν θεανθρωπολογία. Ζωντανός ὁδηγός σέ κάθε πολιτισμό καί συγκεκριμένα σέ αὐτούς πού ἡ Κρήτη γνώρισε, γιά ὅσους χώρεσαν ἤ μόνο πέρασαν ἀπό τή μεγαλόνησο, σημαίνει ζωντανούς ἀνθρώπους, ἀθανάτους ἤ ἔστω κεκοιμημένους, πού ὅταν ἐγερθοῦν ἤ ξυπνήσουν ἤ ἀναστηθοῦν, ἔρχεται ἀνάποδα ὁ ντουνιάς (κατά τό λαϊκό τραγούδι), σημαίνει τήρηση κανόνων ἀνθρωπιᾶς κι αἰωνιότητος, ἕνα ἤ περισσώτερα παντρέματα τῆς στιγμῆς μέ τούς ἀπεράντους αἰώνας, σημαίνει ἄνοιγμα καί συνάντηση μέ πάντας τούς ἀνθρώπους, κάθε τί ὑψηλό καί πολύτιμο, δημιουργία, κοινωνία, πανηγύρι σέ τόπους προσκυνηματικούς, ὅπου συναντῶνται ἀενάως «νῦν καί ἀεί» λαοί καί πολιτισμοί.

- 409 -



ΜΕΡΟΣ ΠΕΜΠΤΟΝ

ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ



Σύσταση τοῦ jκκλησιαστικοῦ Jδρύµατος µέ τήν ἐπωνυµία «Πολιτιστικό-Πνευµατικό Κέντρο Ενορίας Μεταµορφώσεως του Σωτήρος Κάτω Ασιτών» τῆς jνορίας Μεταµορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Κάτω Oσιτῶν τῆς Jερᾶς Oρχιεπισκοπῆς Κρήτης καί ἔγκριση τοῦ Κανονισµοῦ λειτουργίας αὐτοῦ Φ.Ε.Κ. 4157 Β’ 21-9-2018 Αριθμ. 696/30.8.2018 (2) Σύσταση τού Εκκλησιαστικού Ιδρύματος με την επωνυμία «Πολιτιστικό - Πνευματικό Κέντρο Ενορίας Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Κάτω Ασιτών» της Ενορίας Μεταμορφώσεως του Σωτήριος Κάτω Ασιτών της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης και έγκριση του Κανονισμού λειτουργίας αυτού. Η ΙΕΡΑ ΕΠΑΡΧΙΑΚΗ ΣΥΝΟΔΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΚΡΗΤΗΣ Λαβούσα υπόψη: α) τις διατάξεις του άρθρου 54 του ν. 4149/1961 «Περί Καταστατικού Χάρτου της εν Κρήτη Ορθοδόξου Εκκλησίας», β) το άρθρο 10, παραγρ. 11 του ν. 4149/1961 «Περί Καταστατικού Χάρτου της εν Κρήτη Ορθοδόξου Εκκλησίας», ως συμπληρώθηκε με την παράγραφο 1 του άρθρου 19 του ν. 4301/2014 «Οργάνωση της νομικής μορφής των θρησκευτικών κοινοτήτων και των ενώσεών τους στην Ελλάδα και άλλες διατάξεις αρμοδιότητας Γενικής Γραμματείας Θρησκευμάτων και λοιπές διατάξεις», γ) την υπ’ αριθμ. πρωτ. 883/528/Φ.12/14.2.2017 θετική εισήγηση - πρόταση του Σεβ. Αρχιεπισκόπου Κρήτης Ειρηναίου, για τη σύσταση και λειτουργία, ως και την έγκριση του Κανονισμού Λειτουργίας του ως άνω Εκκλησιαστικού Ιδρύματος, δ) την υπ’ αριθμ. 12/24.2.2017 απόφαση της Ιεράς Επαρχιακής Συνόδου της Εκκλησίας Κρήτης, αποφασίζει ομοφώνως: συνιστά το Εκκλησιαστικό Ίδρυμα, το οποίο λειτουργεί ως Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου, με την επωνυμία «Πολιτιστικό - Πνευματικό Κέντρο Ενορίας Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Κάτω Ασιτών» της Ενορίας Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Κάτω Ασιτών της Ιεράς Αρχιεπισκοπής - 413 -


Κρήτης και εγκρίνει τον ως κάτωθι Κανονισμό λειτουργίας του, αποτελούμενο από 13 άρθρα, για την οργάνωση, τη διοίκηση, τη διαχείριση και τη λειτουργία του: ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΥ- ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΥ ΚΕΝΤΡΟΥ ΕΝΟΡΙΑΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΚΑΤΩ ΑΣΙΤΩΝ Άρθρο 1 Σύσταση - Τίτλος - Έδρα Στην Ενορία Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Κάτω Ασιτών, που υπάγεται στήν Ιερά Αρχιεπισκοπή Κρήτης, συνίσταται Εκκλησιαστικό Ίδρυμα που λειτουργεί ως Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, με την επωνυμία «ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ - ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΕΝΟΡΙΑΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΚΑΤΩ ΑΣΙΤΩΝ», το οποίο έχει έδρα τις Κάτω Ασίτες, Ηρακλείου Κρήτης. Το Εκκλησιαστικό αυτό Ίδρυμα επικουρεί το Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία «Ενορία Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Κάτω Ασιτών». Άρθρο 2 Σκοπός Σκοπός της λειτουργίας του Κέντρου είναι να συμβάλει στο αρτιότερο πνευματικό, πολιτιστικό, ποιμαντικό, κατηχητικό, κοινωνικό και φιλανθρωπικό έργο της Ενορίας με: α) Τη μελέτη και τη σπουδή της Ορθόδοξης Παράδοσης της Εκκλησίας μας. β) Τη συμπαράσταση στις βαθύτερες ανάγκες της πνευματικής αναζήτησης και καλλιέργειας των νέων. γ) Τη σωστή αξιοποίηση του ελεύθερου χρόνου των νέων της Ενορίας σε ένα οικείο και φιλικό περιβάλλον, με βάση τις Ευαγγελικές αρχές και τις ανθρώπινες αξίες. δ) Την παροχή στους νέους ψυχαγωγίας ποιότητας, σε πολιτισμένο περιβάλλον που θα σέβεται την προσωπικότητα τους. ε) Την καλλιέργεια της αγάπης προς τις τέχνες, την μουσική, τις παραδοσιακές και καλλιτεχνικές ενασχολήσεις. Άρθρο 3 Μέσα για την επίτευξη των σκοπών Μέσα για την επίτευξη των σκοπών του παραπάνω άρθρου αποτελούν: 1) Η αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού της Ενορίας που εμφορείται από εκκλησιαστική συνείδηση και ορθόδοξο εκκλησιαστικό φρόνημα και την συνδρομή ικανών πνευματικών ανθρώπων, κληρικών και λαϊκών. - 414 -


2) Η οργάνωση καλλιτεχνικών εκθέσεων, θεατρικών παραστάσεων, μουσικών και ψυχαγωγικών εκδηλώσεων. 3) Η συγκέντρωση, ταξινόμηση, συντήρηση και αξιοποίηση λαογραφικού, τοπικού παραδοσιακού και εκκλησιαστικού υλικού με σκοπό την ίδρυση και τη λειτουργία εκκλησιαστικού και λαογραφικού Μουσείου. 4) Η διοργάνωση ομιλιών, διαλέξεων, σεμιναρίων και συνεδρίων, εκκλησιαστικού, πολιτιστικού και εκπαιδευτικού περιεχομένου. 5) Η δημιουργία παραδοσιακών τμημάτων για τη διάσωση, διατήρηση και διάδοση της πολιτιστικής μας παράδοσης. 6) Η οργάνωση δανειστικής βιβλιοθήκης, τμήματος πληροφορικής, νέων τεχνολογιών και εργαστηρίων για την ανάπτυξη καλλιτεχνικών ταλέντων και δεξιοτεχνίας των ενδιαφερομένων ανθρώπων κάθε ηλικίας. 7) Η οργάνωση εκδρομών, επισκέψεων, ξεναγήσεων περιβαλλοντικού, πολιτιστικού περιεχομένου και αγωγής υγείας. 8) Η οργάνωση γραφείου για την διευκόλυνση της επικοινωνίας των μελών. 9) Η πραγματοποίηση παραστάσεων και δράσεων για την προβολή του έργου και της δραστηριότητας του Πολιτιστικού - Πνευματικού Κέντρου. 10) Η πραγματοποίηση μελετών. 11) Η έκδοση εντύπου περιοδικού. 12) Η συνεργασία με άλλα Πνευματικά Κέντρα, τα οποία εμφορούνται από τις ίδιες αξίες και αρχές, για την προώθηση του έργου των μελών, αλλά και για την ανταλλαγή απόψεων και ιδεών για την αναβάθμιση της πνευματικής ποιότητας των μελών. 13) Η δημιουργία Παραδοσιακού Εργαστηρίου, στο οποίο θα προσφέρονται μαθήματα Βοτανολογίας, παρασκευής παραδοσιακών προϊόντων, κοπτικής-ραπτικής, πλεκτικής κ.ά.. 14) Η ενασχόληση με επιτραπέζια παιχνίδια, σκάκι, πινγκ πονγκ κ.λπ.. 15) Η εκμάθηση παραδοσιακών χορών, μουσικών οργάνων, βυζαντινής μουσικής, βυζαντινής αγιογραφίας, ζωγραφικής και κατασκευής κοσμήματος, ξυλογλυπτικής, κεραμικής, ψηφιδωτού κ.τ.λ.. 16) Η ίδρυση και λειτουργία αθλητικών ομάδων. 17) Η ίδρυση και λειτουργία Παιδικής και Παραδοσιακής χορωδίας. 18) Η επιμόρφωση στελεχών, στήριξης οικογένειας και συμπαράστασης μαθητών, φοιτητών και νέων με σεμινάρια και ομιλίες. 19) Η ίδρυση και λειτουργία Κοινωνικού Φροντιστηρίου, για τις ανάγκες της ενισχυτικής διδασκαλίας των μαθητών. 20) Η δημιουργία ιστοσελίδας του Κέντρου. 21) Η λειτουργία τράπεζας αίματος και η συνεργασία με φορείς υγείας. - 415 -


22) Η λειτουργία καταστήματος πώλησης ειδών εκκλησιαστικού - παραδοσιακού περιεχομένου, πολλά από τα οποία θα κατασκευάζονται από το Παραδοσιακό Εργαστήριο της Ενορίας μας και θα διατίθενται για τους σκοπούς του Πολιτιστικού Πνευματικού Κέντρου, τηρουμένων των υπό του νόμου προβλεπομένων σχετικώς. Άρθρο 4 Διοίκηση Το Πολιτιστικό - Πνευματικό Κέντρο τελεί υπό την πνευματική εποπτεία του εκάστοτε Σεβ. Αρχιεπισκόπου Κρήτης. Διοικείται από επταμελές Διοικητικό Συμβούλιο (Δ.Σ.) και απαρτίζεται από: Α) Τον Εφημέριο της Ενορίας Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Κάτω Ασιτών, ως Προέδρου του Κέντρου. Β) Ένα μέλος του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου της Ενορίας, τακτικό ή αναπληρωματικό. Γ) Από πέντε (5) ενορίτες, άνδρες και γυναίκες που διακρίνονται για την πνευματική τους κατάρτιση, την ωριμότητα και το ενδιαφέρον τους για το έργο της Ενορίας. Δ) Διορίζονται, επίσης, τρία (3) αναπληρωματικά μέλη. Τα μέλη του Δ.Σ. διορίζονται για μια τριετία με πράξη του Σεβ. Αρχιεπισκόπου Κρήτης, κατόπιν έγγραφης πρότασης του Εκκλησιαστικού Συμβουλίου και έγκρισης του Μητροπολιτικού Συμβουλίου. Το Δ.Σ. του Πολιτιστικού - Πνευματικού Κέντρου συγκροτείται σε σώμα κατά την πρώτη συνεδρίαση του, εκλέγοντας τον Αντιπρόεδρο, τον Γραμματέα και τον Ταμία. Η προσφορά των μελών είναι τιμητική και χωρίς οικονομική αμοιβή. Μέλη του Δ.Σ. μη ανταποκρινόμενα στα καθήκοντα τους αντικαθίστανται με πράξη του Σεβ. Αρχιεπισκόπου Κρήτης, κατόπιν σχετικής εισηγήσεως του Δ.Σ. και απόφασης του Μητροπολιτικού Συμβουλίου. Άρθρο 5 Αρμοδιότητες - Απαρτία του Δ.Σ. Α) Το Δ.Σ. του Πολιτιστικού - Πνευματικού Κέντρου αποφασίζει για κάθε θέμα πού αφορά στη λειτουργία και τη συντήρηση του Κέντρου, με σχετική πλειοψηφία των παρόντων τακτικών μελών. Σε περίπτωση ισοψηφίας υπερισχύει η ψήφος του Προέδρου. Β) Συνεργάζεται με το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο της Ενορίας. Γ) Το Δ.Σ. δύναται να αποφασίζει τη σύσταση Τομέων ή Τμημάτων λειτουργίας του, να διορίζει υπευθύνους και να καθορίζει τις αρμοδιότητες τους, εκτιμώντας το ήθος και την προσφορά τους προς την Ενορία. Δ) Μεριμνά για την εξεύρεση οικονομικών πόρων και την καλή και σωστή λειτουργία του. Ε) Συντάσσει τον προϋπολογισμό και τον απολογισμό του Κέντρου και υποβάλλει αυτούς προς το Μητροπολιτικό Συμβούλιο της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης, προς έγκριση. - 416 -


ΣΤ) Το Δ.Σ. αποφασίζει για την πρόσληψη προσωπικού έμμισθου ή άμισθου, για τα απαιτούμενα προσόντα και δικαιολογητικά τους και τις αρμοδιότητές τους, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία. Συνέρχεται τακτικά κάθε δίμηνο και εκτάκτως μετά από πρόσκληση του Προέδρου κάθε φορά που παρίσταται ανάγκη ή με αίτηση τριών τουλάχιστον τακτικών μελών του Δ.Σ.. Για την ύπαρξη απαρτίας πρέπει να παρευρίσκονται ο Πρόεδρος ή με έγγραφη εντολή του, ο Αντιπρόεδρος και τρία τουλάχιστον μέλη του Δ.Σ.. Άρθρο 6 Καθήκοντα των Μελών του Δ.Σ. Ο Πρόεδρος του Δ.Σ. εκπροσωπεί το Πολιτιστικό - Πνευματικό Κέντρο ενώπιον κάθε Αρχής, Δημόσιας ή Δημοτικής και σε οποιαδήποτε Εκκλησιαστική, Δικαστική, Διοικητική, Οικονομική, Φορολογική Αρχή και Υπηρεσία και σε κάθε Οργανισμό και ενώπιον Συμβολαιογράφου και σε περίπτωση κωλύματος αυτού, το Πνευματικό Νεανικό Κέντρο εκπροσωπεί ο Αντιπρόεδρος αυτού και τούτου κωλυομένου άλλο μέλος του Δ.Σ. αρμοδίως εξουσιοδοτημένο. Ο Πρόεδρος προεδρεύει των συνεδριάσεων του Κέντρου, υπογράφει τη σχετική αλληλογραφία, καθώς και τα γραμμάτια εισπράξεων και εντάλματα πληρωμών, σε συνεργασία με τον γραμματέα και τον ταμία. Επίσης καταθέτει και αναλαμβάνει χρήματα από τραπεζικούς λογαριασμούς του Κέντρου. Ο Αντιπρόεδρος θα αναπληρώνει τον Πρόεδρο όταν εκείνος απουσιάζει ή κωλύεται στην άσκηση των καθηκόντων του. Επίσης έχει ως αρμοδιότητα να: α) μεριμνά για τον προγραμματισμό και την διοργάνωση των δραστηριοτήτων και εκδηλώσεων του Κέντρου, τις οποίες προτείνει για έγκριση στο Δ.Σ. β) συντονίζει τους εθελοντές, που εργάζονται για την υλοποίηση των σκοπών του Κέντρου. γ) φροντίζει για την υλικοτεχνική υποδομή των εγκαταστάσεων του Κέντρου και για τα απαραίτητα προς υλοποίηση των σκοπών αντικείμενα. Ο Γραμματέας τηρεί το αρχείο του Πολιτιστικού Πνευματικού Κέντρου, διεκπεραιώνει την αλληλογραφία, συντάσσει τα πρακτικά συνεδριάσεων και συνυπογράφει με τον πρόεδρο τα εντάλματα πληρωμών και τα λοιπά έγγραφα. Ο Ταμίας τηρεί τα βιβλία εσόδων και εξόδων, φυλάσσει τα χρήματα, καταχωρεί τα γραμμάτια εισπράξεων και τα εντάλματα πληρωμών, καταθέτει και αναλαμβάνει χρήματα από τραπεζικούς λογαριασμούς του Κέντρου, συνυπογράφει με τον Πρόεδρο κάθε δικαιολογητικό που αφορά το ταμείο. Τα τακτικά μέλη του Δ.Σ. μετέχουν στις συνεδριάσεις του Συμβουλίου και βοηθούν στην όσο το δυνατόν καλύτερη λειτουργία του Κέντρου με όποιο τρόπο τους ζητηθεί από το Δ.Σ.. Επίσης, τα αναπληρωματικά μέλη - 417 -


μπορούν να λαμβάνουν μέρος στις συνεδριάσεις του Δ.Σ. προαιρετικά, χωρίς δικαίωμα ψήφου. Βοηθούν και αυτά σε ό,τι χρειασθεί για την εύρυθμη λειτουργία του Κέντρου. Άρθρο 7 Βιβλία Η οικονομική διαχείριση του Κέντρου είναι ενιαία και αφορά σε όλα τα τμήματα του. Διατηρεί βιβλίο πρακτικών, βιβλίο υλικού, βιβλίο εσόδων εξόδων, βιβλίο πρωτοκόλλου, γραμμάτια εισπράξεως, εντάλματα πληρωμής και σχετικούς φακέλους αρχείου. Τα βιβλία αυτά θεωρούνται από την Ιερά Αρχιεπισκοπή Κρήτης, η οποία ασκεί τον οικονομικό έλεγχο διαχειρίσεως του Κέντρου. Ο ετήσιος προϋπολογισμός και απολογισμός του ταμείου υποβάλλεται και εγκρίνεται από το Μητροπολιτικό Συμβούλιο της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης. Άρθρο 8 Πόροι του Πολιτιστικού - Πνευματικού Κέντρου. Πόρους του Πολιτιστικού - Πνευματικού Κέντρου αποτελούν: α) Οι επιχορηγήσεις από τον Ενοριακό Ναό αναλόγως των αναγκών του Κέντρου και των οικονομικών δυνατοτήτων του Ναού και άλλων νομικών προσώπων. β) Κάθε φύσεως προαιρετικές εισφορές, δωρεές, κληρονομιές ή κληροδοτήματα. γ) Κάθε φύσεως έσοδα από διοργάνωση εκδηλώσεων, καλλιτεχνικών παραστάσεων, οικονομικές ενισχύσεις διαφόρων φορέων και συλλόγων. δ) Έσοδα από εράνους και λαχειοφόρους αγορές. ε) Έσοδα από ενοίκια κινητής ή ακινήτου περιουσίας. στ) Από κάθε παροχή ή επιχορήγηση του Κράτους, Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης ή του Δήμου, ή από Ευρωπαϊκά και Διεθνή προγράμματα ή και άλλη νόμιμη επιχορήγηση, εισφορά ή οικονομική ενίσχυση. ζ) Έσοδα από τις εκδηλώσεις και άλλες δραστηριότητες του Πνευματικού - Νεανικού Κέντρου. η) Έσοδα από πωλήσεις προϊόντων του Παραδοσιακού Εργαστηρίου. θ) Διάφοροι άλλοι πόροι, μη κατονομαζόμενοι στον παρόντα Κανονισμό, τους οποίους θα συστήσει και θα εξεύρει το Δ.Σ. του Πολιτιστικού Πνευματικού Κέντρου. ι) Κάθε έσοδο το οποίο δεν προβλέπεται ανωτέρω και προέρχεται από νόμιμη πηγή. Για κάθε έσοδο υπέρ του Πολιτιστικού – Πνευματικού Κέντρου τηρούνται όλα τα προβλεπόμενα από το νόμο δικαιολογητικά - παραστατικά. - 418 -


Άρθρο 9 Διάθεση πόρων Οι πόροι του Πολιτιστικού - Πνευματικού Κέντρου διατίθενται: α) Για τις ανάγκες λειτουργίας του Πολιτιστικού - Πνευματικού Κέντρου (θέρμανση, φωτισμός, ύδρευση, τηλεπικοινωνίες, καθαριότητα, αναλώσιμα κ.τ.λ.) και συντήρησης του κτιρίου. β) Για τον εξοπλισμό του Πολιτιστικού – Πνευματικού Κέντρου. γ) Για την αγορά βιβλίων - ενίσχυση βιβλιοθήκης - διοργάνωση συνεδρίων, εορτών, εκδηλώσεων, εκδρομών και λοιπών δραστηριοτήτων. δ) Για την εκτύπωση διαφόρων απαραίτητων εντύπων για τη λειτουργία του Κέντρου. ε) Για την αμοιβή του προσωπικού καθαριότητας ή άλλου έμμισθου προσωπικού. στ) Για χορήγηση υποτροφιών σε μαθητές, φοιτητές και σπουδαστές. Για όλες τίς δαπάνες θα τηρούνται όλα τα προβλεπόμενα από το νόμο δικαιολογητικά - παραστατικά. Άρθρο 10 Σφραγίδα Το Πολιτιστικό - Πνευματικό Κέντρο έχει στρογγυλή σφραγίδα με τρείς επάλληλους κύκλους, η οποία στο κέντρο φέρει, εικόνα της Μεταμορφώσεως του Ιησού Χριστού, στον εξωτερικό κύκλο την επωνυμία του Ιδρύματος, ως εξής: «ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟ - ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΚΕΝΤΡΟ ΕΝΟΡΙΑΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ ΚΑΤΩ ΑΣΙΤΩΝ» και στον εσωτερικό τις λέξεις «ΙΕΡΑ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΗ ΚΡΗΤΗΣ». Άρθρο 11 Τροποποίηση - Διάλυση Α) Ο παρών Κανονισμός τροποποιείται με Απόφαση Ιεράς Επαρχιακής Συνόδου της Εκκλησίας Κρήτης, μετά από πρόταση του Δ.Σ. του Ιδρύματος και έγκριση του Μητροπολιτικού Συμβουλίου. Β) Το Πολιτιστικό - Πνευματικό Κέντρο διαλύεται με απόφαση της Ιεράς Επαρχιακής Συνόδου της Εκκλησίας Κρήτης, κατόπιν αιτιολογημένης απόφασης του Δ.Σ. του Κέντρου, η οποία εγκρίνεται από το Μητροπολιτικό Συμβούλιο, όταν δεν εκπληρώνει τις προϋποθέσεις και την αποστολή του, όταν παρεκκλίνει του σκοπού του ή εάν καταστεί ανέφικτη η λειτουργία του. Κάθε κινητό και ακίνητό περιουσιακό στοιχείο μεταβιβάζεται αυτοδικαίως στην Ενορία Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Κάτω Ασιτών. Άρθρο 12 Από τις διατάξεις του Κανονισμού αυτού δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού, προκαλείται όμως δαπάνη σε βάρος - 419 -


της Ενορίας Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Κάτω Ασιτών (Ν.Π.Δ.Δ.), το ύψος της οποίας δεν μπορεί να προσδιοριστεί. Άρθρο 13 Η παρούσα απόφαση περί σύστασης του Εκκλησιαστικού Ιδρύματος αυτού και ο εγκριθείς Κανονισμός δημοσιεύεται στο επίσημο δελτίο της Εκκλησίας Κρήτης «ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΤΙΤΟΣ», και στο Φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως και ισχύει από την ημερομηνία δημοσίευσής του στο Φύλλο Εφημερίδας της Κυβερνήσεως. Η απόφαση αυτή να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως. Ηράκλειο, 30 Αυγούστου 2018 Ο Πρόεδρος † Ο Κρήτης ΕΙΡΗΝΑΙΟΣ

- 420 -


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.