[Χριστουγεννιάτικες και άλλες αναμνήσεις] written by Johnpit and Orelia (Οι μονές αριθμήσεις του Johnpit, οι ζυγές της Orelia)
Νοέμβρης ήτανε θαρρώ όταν ξεκινήσαμε με τον Γιάννη τις παράλληλες αφηγήσεις κι εκείνο το Νοέμβρη έβρεξε πολύ.. κράτησα την γραφή του καθενός
I. Η Βροχή πέφτει ασταμάτητη, δυνατή ! το γκρίζο του ουρανού είναι απόλυτο, βαρύ. Η πληγωμένη Γης, το ελάχιστο χώμα που απόμεινε στο απολίθωμα τούτης της «πρωτεύουσας», αδυνατεί να αποδιώξει τα πολύβουα νερά που λιμνάζουν και γυρεύουν το διάβα τους. Αγναντεύοντας τούτο το πολύβουο τραγούδι της βροχής πίσω απ΄ τα τζάμια κάποιου απ΄ τα σημερινά τσιμεντοκλουβιά μας, θωρώντας λίγο απ΄ τον ελάχιστο ουρανό που έχει μείνει λεύτερος από τούτα τα ελεεινά ξωτικά των πολυκατοικιών των Μικροαστών, που τα βαφτίζουν «πολυτελή διαμερίσματα…» οι Εργολάβοι της
αλητείας και του ψεύδους, σούρχεται στο νου η βροχερή συννεφιασμένη φτωχογειτονιά των παιδικών σου χρόνων… Δραπετσώνα, Ταμπούρια, Πέραμα, Κοκκινιά, Καισαριανή, Νέα Φιλαδέλφεια, Νέα Ιωνία, Πετράλωνα… Εκεί που η ανθρώπινη καρδιά βίωνε τη βροχή, τη καταιγίδα και την αντάρα του αγέρα με την ποίηση της φτώχιας, της ανέχειας, του πόνου και της καταδίωξης, αλλά με τη μοναδική ΠΕΡΗΦΑΝΙΑ και ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ μιας παλλόμενης και λεύτερης καρδιάς. Χωρίς χρεωμένα γυαλιστερά αμάξια, φινιρισμένα λακαριστά έπιπλα, υπερχρεωμένο illustration νοικοκυριό, χωρίς κουστούμια, γραβάτες και ταγεράκια της Υποταγής, της εξαγοράς, του συμβιβασμού και της «Νέας Εποχής»… Τότε κάτω από τη στέγη και τα τζαμωτά των φτωχόσπιτων έφεγγε ο Πολιτισμός της Γειτονιάς, το Μεγαλείο της προσδοκίας για τον κόσμο των ονείρων και των οραμάτων, ένα κρυστάλλινο Τραγούδι της Βροχής για τον Κόσμο του Μεροκάματου, της δουλειάς, της φάμπρικας και της γύρας… Αναθυμάσαι κείνες τις βροχερές νύχτες που η βροχή σύνθετε το δικό της τραγούδι στην ξύλινη στέγη του σπιτιού, τότες που η αντάρα του αγέρα λύγαγε τις λεμονιές και το πεύκο στην αυλή, που οι τριανταφυλλιές, τούτος ο μυρωδικός σου θησαυρός, υπέφερε στην ορμή του ανεμόβροχου. Τότες που η Ξύλινη σόμπα στο μέσο του δωματίου λαμπάδιαζε τη ζέστη της στηκαρδιάσου και έσκαγε τα κρεμασμένα μπαλόνια πούχε βάλλει ο Πατέρας ψηλά στο ταβάνι για να στολίζει τη ζήση σου. Τότες που ζούλαγες τη γάτα που χουρχούριζε στη σόμπα και κείνη βαριεστημένη σε λοξοκοίταγε που της χαλούσες το βόλεμα… Και έβρεχε, έβρεχε, ασταμάτητα, κι ο ουρανός φέγγιζε στο αστραπόβροντο και αντιβουούσε χαλασμός ! και νάσου εσύ ! να κρύβεσαι στη ρόμπα της ΓΙΑΓΙΑΣ και κείνη να σ΄ αγκαλιάζει να σε κρύβει στα ροζιασμένα χέρια της, και συ να κλαις και να φοβάσαι, να φοβάσαι… Και νάχεις και κείνες τις σταγόνες διάσπαρτες να τρέχουν απ΄ το ταβάνι σαν ένα μεγάλο σουρωτήρι, με τον Πατέρα και τη Μητέρα να πασχίζουν με σακούλες να κόψουν το νερό να μην κυλά στο στρώμα σου… Βλέπεις τα σπίτια, «αυθαίρετα» τα ονόμαζε η εξουσία του Εμφύλιου, τάχαν γκρεμίσει δυό με τρεις φορές αφού ο Χαφιές της γειτονιάς, είχε και τέτοιους η χάρη της, τα΄ ανάφερνε στους Χωροφυλάκους και πλάκωνε η «Νομιμότης» και η «Τάξη» με τις βαριές και τις μπουλντόζες και να ! χαλασμός ! σκόνη κι αντάρα ! Τότες άνοιγαν μια τρύπα στην σκεπή του σπιτιού, για να το χαλάσουν ! κι ήταν η Τρύπα του «Πολιτισμού» τους ! της «Ηθικής» τους ! Μιας τάξης που δεν άγγιγε βέβαια τους ευυπόληπτους μαυραγορίτες και δοσίλογους της Κατοχής, τα τζάκια που στο αίμα της Εργατιάς γίνηκαν Νταήδες των Αστών ! Λάτσηδες, Παπαστράτοι, Κεράνηδες, Μποδοσάκηδες, Λαναράδες… Κείνες τις βροχιάρες μέρες του Νοέμβρη μάζευε η Γιαγιά με την κατσαρόλα, ΒΡΟΧΙΝΟ νερό (!), κρυστάλλινο, γάργαρο, ποτέ μου δεν νογούσα μικρός τι τόθελε ! δεν μ΄ ένοιαζε ! μόνο μ΄ άρεσε να το κοιτώ να τρέχει απ΄ το λούκι… Τούτες κι άλλες πολλές είναι οι σκέψεις της Βροχής…
Σήμερα ! δεν υπάρχουν Γιαγιάδες στο σπίτι ! που να χωρέσουν στα τσιμεντένια κλουβιά «πολυτελείας» ; στα 3άρια των 80 τ.μ. ; κείτονται ολομόναχες στα σπιτικά απομεινάρια τους ή πεταμένες στα Γερόσπιτα της λήθης και της εξαθλίωσης ! στην καλύτερη περίπτωση κρατάνε τα παιδιά γονέων που σέρνονται όλη μέρα στη δούλεψη μιας αμφιλεγόμενης «καριέρας» σε ωράρια εξαθλίωσης και υποταγής για να βγάλουν τα χρέη πέρα ! Γι΄ αυλές και τριανταφυλλιές δεν συζητάμε καν ! στον κοινόχρηστο της σινιέ πολυκατοικίας σε μιαν άκρη απ΄ το μπετόν του parking της πυλωτής που κοιμίζει τα GOLF, τα PASSAT και τα YARIS, να ζήσουν οι Τράπεζες με τα δάνειά τους, «ευδοκιμούν» 2-3 κομμάτια από κάνα κηπουρό που βρίσκει η ευσεβής διαχείριση… Για Γάτες και άλλα ζωντανά, τα συναντάς με …κορδέλες και φιόγκους και πουλοβεράκια ευνουχισμένες σαν τα αφεντικά τους… ΜΙΛΑΤΕ ΜΩΡΕ !!! ΦΩΝΑΞΤΕ ! ΘΥΜΩΣΤΕ ! ΟΡΓΙΣΤΕΙΤΕ με την ΞΕΦΤΙΛΑ της ΖΩΗΣ ΜΑΣ ! ΚΛΕΙΣΤΕ τα ΛΑΜΟΓΙΑ της T.V. ΜΗΝ ΑΦΗΝΕΤΕ ΤΑ ΛΥΜΜΑΤΑ ΤΟΥΣ να ΒΡΩΜΙΖΟΥΝ το ΜΥΑΛΟ ΣΑΣ !!! ΔΕΝ ΝΟΓΑΤΕ ΜΩΡΕ ΠΟΥ ΜΑΣ ΠΑΝΕ ; ΔΕΝ ΟΣΜΙΖΕΣΤΕ ΤΗ ΜΠΟΧΑ του σημερινού ΓΥΑΛΙΝΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΤΟΥΣ ;;; ΑΦΗΣΤΕ τη ΒΡΟΧΗ να ΞΕΠΛΥΝΕΙ τη βρώμα ! ΑΦΗΣΤΕ το ΑΣΤΡΑΠΟΒΡΟΝΤΟ να τρομάξει την ησυχία του τρόμου τους ! ΑΦΗΣΤΕ την ΑΝΤΑΡΑ του ΑΓΕΡΑ να ξυπνήσει το ΑΙΜΑ ΣΑΣ !!! ΑΝΑΛΟΓΙΣΤΕΙΤΕ ! ΠΟΤΕΣ ΗΤΑΝ ΚΑΛΥΤΕΡΑ ; ΤΟΤΕΣ ή ΣΗΜΕΡΑ ;ΜΙΛΑΤΕ ΜΩΡΕ !!!
II. ...κι όταν γιαγιά στο σπίτι δεν υπήρχε, ο πατέρας ήταν εκείνος που το φόβο διασκέδαζε λέγοντας: ο Θεός είναι που καθαρίζει τα βαρέλια του, για να βάλει το καινούργιο κρασί! η λάμπα πετρελαίου έτοιμη να αντικαταστήσει το ηλεκτρικό που κοβόταν συχνά για να διαβάσεις... να μορφωθείς... γιατί η γνώση δίνει ελευθερία, ανεξαρτησία... κι οι πορτοκαλόφλουδες στο μάτι της σόμπας να δανείζουν τη μυρωδιά τους στα όνειρα σου... οι γείτονες να τρέχουν, κολυμπώντας στο πλημμυρισμένο ρέμα της γειτονιάς, να σώσουν την οικογένεια που το σπίτι της "βούλιαζε"... να κυλιέσαι την Άνοιξη παίζοντας "βαρελάκια" στα οικόπεδα τα άχτιστα κι εκεί να πας στοίχημα με τη νεότητα σου, ακίνητη να κρατηθείς στο: "στρατιωτάκια αμίλητα ακούνητα"... και το ποδόσφαιρο! με τον πατέρα απέναντι! αριστερό είναι το καλό σου πόδι!...κι έπειτα "σχοινάκι" με ο λ η τη γειτονιά παρούσα! μικρές και μεγάλες! ο λ η! ο όγκος από τα ξύλα για την οικοδομή να γίνονται το πάλκο όπου αδάμαστη κι άφτιαχτη άφηνες τη φωνή σου να "παίζε" τη τραγουδίστρια με τη φιλενάδα σου πρίμο σεκόντο οι γείτονες να αποστρέφουν το βλέμμα και τη καλημέρα από τους "αμετανόητους"... τα παιδιά τους να κρατούν μακριά σου... ετικέτα βάζοντας... μονάχα εκείνος ο αστυνόμος τόλμησε, όχι μονάχα καλημέρα να λέει, μα να νοικιάσει και το σπίτι δίπλα! ίσως που είδε οι "άλλοι" να τον συντρέχουν όταν πλημμύρισε το σπίτι και κινδύνεψαν οι δικοί του... ίσως... που να βρίσκεται αραγε πια; οι Κυριακές με το "καλό" φαί και το κομμάτι το μήλο μέσα στο τελευταίο κρασί, να συνοδεύει το σιγοτραγούδο των δικών σου... "άπονη ζωή...", "διψάσαμε το μεσημέρι..." εκείνα τα δισκάκια... κάτω από τον "γιουκο" (θυμάσαι τον γιουκο;), για να μην τα βρουν σε ενδεχόμενη "επίσκεψη" εκείνοι... ακόμη τάχω! εδώ δίπλα... μαζί με τα κεντήματα, τα "προικιά"... προικιά μιας καλύτερης ζωής.. τ η ς ζ ω η ς!!!! ******* το βρόχινο... το νερό το βρόχινο έκανε πιο μαλακά τα μαλλιά και έβραζε πιο καλά τα όσπρια νομίζω... αν θυμάμαι πια καλά! ... Αγία Παρασκευή των δεκαετιών '60 - '70... η κάτω μεριά των ..άλλων θα το πιστέψεις; ***************
III. …Θα το πιστέψω, Ναι ! για κείνες τις «Άγιες» Παρασκευές των δεκαετιών του 6070 στις «Κάτω» γειτονιές των «αγγέλων»… στην κάτω μεριά των «άλλων», των ξομάχων, των αποκλεισμένων, των «αμετανόητων» αλλά και των «συνοδοιπόρων» ενός άλλου κόσμου της ισότητας, της δικαιοσύνης, της ανθρωπιάς, της αλληλεγγύης. Μιας αλληλεγγύης που την έβλεπες και την έννιωθες παντού, σε όλα ! ……………………………………… Και οι στάλες της Βροχής έπεφταν ασταμάτητα τον βροχάρη τον Νοέμβρη. Και νάσου οι υγρασίες στους τοίχους, να οι διαρροές, να η μούχλα να κρυφοπαίζει στα δωμάτια… Και κύλαγαν οι μέρες κι η υγρή και νοτισμένη Νοτιαδούρα έδινε τη θέση της στο ξεροβόρι του Δεκέμβρη… Αλλιώτικος αγέρας, κρύος, παγωμένος μα στεγνός, καθάριος. Ζωγράφιζε τον ουρανό με κίνηση καθώς τα λογιών λογιών σύγνεφα έτρεχαν σαν τρελά να φυλαχτούν απ’ την Τραμουντάνα που πάγωνε τις μύτες, τα χέρια μας, τα πρόσωπά μας. Μ΄ ας ήταν καλά τα πλεξούδια της Γιαγιάς, και δος του πουλόβερ, να κάτι κασκόλ, να γάντια, όλα τα καλούδια για το Κρύο… Ο Δεκέμβρης είχε κι άλλη χάρη ! τη γλύκα της προσδοκίας, το όνειρο της προσμονής των Χριστουγέννων (!!!). Τα φωτάκια, τα λαμπιόνια, μην νομίζετε βέβαια τίποτα σαν τις σημερινές φανταχτερές φωτεινές γιρλάντες που διακοσμούν τα μπαλκόνια μας, μπα ! μήτε λόγος για τέτοια ! Μονάχα κάτι γιρλάντες μικρές με σχήματα μικρών αστεριών, τα βρίσκετε και σήμερα μερικά ! Και η προετοιμασία ! η προετοιμασία ναι ! Αυτή κι αν άξιζε ! αυτή κι αν τραγουδούσε στις ψυχές και στις καρδιές !Οι γυναίκες καθάριζαν το φτωχικό, ξεσκάλιζαν τις κουζίνες, έψαχναν τις συνταγές για τα γλυκά και τις πίττες, ο Πατέρας έβγαζε το δέντρο, δεν έλειπε από πουθενά άσχετα τη φτώχια μας-όλα κι όλα !, και καθώς οι μέρες κύλαγαν όλα έδειχναν έτοιμα στη ψυχή, στο νου, στο κορμί για τη μεγάλη Υποδοχή, για την Νύχτα της Ταπεινότητας, της Σεμνότητας, της Φτώχιας, της Αγάπης, για την πραγματική «Άγια Νύχτα» της Εργατιάς. Κι η Βροχή έδωσε τη θέση της στο Χιόνι ! Ω ! τι προσδοκία ! τι θάμα ! για μας τα παιδιά ! ναι ! γιατί για τους γονείς μας ήταν μαρτύριο ! Άντε να ξεκαμπίσεις 5 η ώρα το πρωί μες το Χιόνι, να σύρεις τα πρώτα Βήματα στο Χιόνι, μες στη θαμπάδα της παγωνιάς, για να πας στη Φάμπρικα για βάρδια… Μια βάρδια που ξεκίναγε με Τρεις συγκοινωνίες ! ναι ! τρεις ! πόδια, λεωφορεία, τραίνο κι άντε μετά πάλε ο γυρισμός ! Μην βλέπετε σήμερα ! Σήμερα οι «καθώς πρέπει» Μεσοαστοί ΔΕΝ καταδέχονται να μπουν σε λεωφορεία, τρόλεϋ, τραίνο ! Μεγάλη η …χάρη τους ! μονάχα η φτωχολογιά, με εξαίρεση το τραίνο, και οι Μετανάστες ! Σήμερα στριμώχνονται στα αυτοκίνητα του Χρέους και στήνονται με τις ώρες στο μποτιλιάρισμα, βλαστημάνε, σε λοξοκοιτάνε με μίσος και κακία, απλώνουν τον φασισμό τους στο δρόμο και προσδοκάνε να μπούνε με τ΄ αμάξια στο γραφείο ή στο μαγαζί ή αλλού… Έτσι κύλαγαν τότες οι μέρες του Δεκέμβρη… Οι μέρες της αναμονής…
IV. .... Χριστούγεννα και... στα χέρια μου τα στολίδια μικρά πάνινα όνειρα κι άλλα πολύχρωμα γυάλινα εύθραυστα χαμόγελα στου παιδικού νου το σκηνικό το δέντρο να φέρνει μαζί του τη χαρά των ημερών κι τη προσμονή για το "κάτι" που είχε τη μορφή χαμογελαστών προσώπων το σπίτι έτυμο από μέρες και... ... οι πήλινες, θεόρατες στα μάτια μου, λεκάνες έβγαιναν από το υπόγειο γρήγορη ερευνητική ματιά -είναι γερές ακόμη- καθάρισμα κι έτοιμες έτοιμες να υποδεχτούν τα υλικά για να φτιάξουν τη ζύμη κουραμπιέδες, μελομακάρονα, το Χριστόψωμο κι έπειτα -τελευταία- η Βασιλόπιτα μαζί με τις λεκάνες, και τα μικρά τσίγκινα σχηματάκια -αστεράκι, μισοφέγγαρο, δεντράκι- ’καναν την εμφάνιση τους στη κουζίνα, για ν' αποτελέσουν τη "φόρμα" της φαντασίας και της παιδικής νοικοκυροσύνης μου κι έτσι, οι κουραμπιέδες στη πιατέλα έμοιαζαν με παιχνίδια πασπαλισμένα ..(π)αχνη!!! ... ιδία που τις αναμνήσεις μου καλύπτει πάνε χρόνια... το σπίτι έμεινε με τη μυρωδιά των ανθρώπων που το έζησαν και τις αναμνήσεις μου... ήλοι έφυγαν αφήνοντας ξενοίκιαστο το δωματιάκι του, ο καθένας, στο μέρος της καρδιάς μου ο παππούς με τα παραμύθια του Παπάγος-Πλαστήρας ο Βενιζέλος που δε συμπάθησε ο Ζαχαριάδης τ' αντάρτικο... παραμύθια!!! ο πατέρας με τον αγαπημένο του το Βάρναλη και τον Λευτέρη τον Παπαδόπουλο, τα ρεμπέτικο και τον Χατζιδάκι, τον πολλά Βάρυ γλυκό τ' απογεύματα, τον Παναθηναϊκό και τους φίλους που έρχονταν σπίτι τις Κυριακές, τη μεγάλη του βιβλιοθήκη όπου πρωτοσυναντήθηκα με τους κλασσικούς που έμελλε να σημαδέψουν τη ψυχή μου...
η μάνα... η μάνα! ... κι ήρθε καιρός που, εγώ στο ρόλο της μάνας, σε μια κοινωνία που αλλάζει, ακροβατώ ανάμεσα σε ρόλους που έπρεπε να παίζω κι εκείνους που επέλεξα να παίξω ανασαίνοντας με άγχος τον αέρα που μοιράζομαι αγωνιώντας για την ορθότητα των επιλογών μου για την ικανότητα μου να κληροδοτήσω στα παιδιά μου, των δικών μου γονιών τις ..παροχές... για τις μέρες τούτες που περνάμε και τις άλλες τις καθημερινές
μα πάλι... σε μια κοινωνία που αλλάζει -την επιφάνεια της- με ρυθμούς ιδιαιτέρως γρήγορους κι εξαντλητικούς, ίσως αξία έχει να αποδεχτώ τις νέες συνθήκες και αυτές να κοσμήσω μ' αισθήματα, ιδέες, αξίες που μέσα μου στάλαξαν, δημιουργώντας εικόνες... το παλιό ν' αγκαλιάσει το καινούργιο σε μια πορεία προς τα μπρος... *********************************************************************************
ένας φίλος κάπου έγραψε: σήμερα κτίζουν -τα παιδιά- τις αναμνήσεις του μέλλοντος τους... κι είμαι κι εγώ μέσα σ' αυτές!...
© Johnpit – Orelia (bloggers) Νοέμβρης – Δεκέμβρης 2006 Οι φωτογραφικές συνθέσεις δώρο από τον φίλο Γιώργο Κασαπίδη (http://www.flickr.com/photos/23186006@N04/)