ΤΕΥΧΟΣ 435 ΞΜΒΡΙΟΣ 2002 - 7.34 ΕΥΡΩ
Τι έγραψε ο Τύπος
ΑΛΕΞΗΣΖΗΡΑΣ:
χ
Οι βραβεύσειβ, οι μη βραβεύσεις και οι καΑοθεΑητές
Το διαβάζω και η Επιτροπή Κριτικών (Β. Αθανασοπουήοε, Τ. ΔημητρούΑια, A. Znpas, Κ. KapaKtuTias, Ε. Κοτζιά, Μ. Φύιε, Β. Χατζηβασιλείου) απένειμαν τα Λογοτεχνικά Βραβεία
ΒΡΑΒΕΙΟ ΠΟΙΗΣΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ ΒΑΡΒΕΡΗΣ: Στα ξένα (Κέδροε) ΒΡΑΒΕΙΟ ΔΟΚΙΜΙΟΥ-ΜΕΛΕΤΗΣ ΓΙΩΡΓΟΣ ΑΡΑΓΗΣ: Αστική εμπειρία και αστική ιθαγένεια uis νεοελληνικήε δογοτεχνίαε (Σοκόληε) ΒΡΑΒΕΙΟ ΔΙΗΓΗΜΑΤΟΣ ΣΩΤΗΡΗΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ: Η βραδυπορία του καλού (Πατάκηε)
ΕΛΕΝΗ ΓΙΑΝΝΑΚΑΚΗ: Περί ορέξεω ε και άδδων δεινών (Εστία)
Emans το διαβάζω και η Επιτροπή Κριτικών (Μ. Κανατσούλη, Α. Κατσικη-Γκΐβαλου, Μ. Κοντολέων, Μ. Ντεκάστρο, Γ. Σ. Παπαδάτοε) απένειμαν
ΒΡΑΒΕΙΟ ΠΑΙΔΙΚΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΚΑΛΙΟΤΣΟΣ: Η σφεντόνα του Δαβίδ (Πατάκηε) ΒΡΑΒΕΙΟ ΕΦΗΒΙΚΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ HP! ΙΡΩ ΠΑΠΑΜΟΣΧΟΥ: Το χθεε του έρωτα (Πατάκηε) -
Ε Π ΙΚ Α ΙΡ ΙΚ Α 19 Bestseller 2 2 Βραχυγραφίες 3 2 Βιβλία από το μέλλον
ο Πόνος Φιλιππακόπουλος
Γράφει
3 4 Παρεμβατικά Οι βραβεύσεις, οι μη βραβεύσεις
και οι καλοθελητές Γράφει ο Αλέξης Ζήρας 3 7 Ευκαιρίας δοθείαης Η επίκτητη βλακεία Γράφει ο Βαγγέλης Πανταζής ΜΗΝΙΑΙΑ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ No 435, ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2002 ISSN 1106-1383
ΞΕΝΟΙ ΣΥΓΓΡ Α Φ Ε ΙΣ Κ Α Ι Β ΙΒ Λ ΙΑ 4 0 Ξένο βιβλίο
Σύνταξη: 210-33.01.313 Λογιοτήριο: 210-33.01.241 Διαφημίσεις: 210-33.01.313 Συνδρομές: 210-33.01.315,210-33.01.241 Fax:210-33.01.315 e-m ail: diavazo@ath.forthnel.gr Ιδρυτής: Περικλής Αθαναοόπουλος Διευθυντής: Ηρακλής Παπαλέξης Σύνταξη: Γιώργος Γαλάντης, Κατερίνα Γρυπονηοιώτου, Βασίλης Καλαμαράς, Λάμπρος Κουλελής, Ηρακλής Παπαλέξης, Βάοω Σπάθή Υπεύθυνη οικονομικών: Βάοω Σπάθή Συνδρομές: Λθαναοία Σπάθή Διαφημίσεις: Ηρακλής Παπαλέξης Επιμέλεια - Διόρθωοη: Αένια Μαξαράκη, Μοποινα Ράμμου Φωτοστοιχειοθεσία: ΈλληΧατξόγλου Σελιδοποίηση - Διαχωρισμοί: Μαρία Ιαχαριουδάκη,τηλ. και lax: 210-38.21.700 Παραγωγή: Λ. Πρίφτης & Υιοί ΟΕ, Σωνιέρου 6, τηλ.: 210-5232323 Διανομή: Πρακτορείο διανομής τύπου Ευρώπη ΛΕ, Αμφιαράου 15-17, τηλ.: 210-5199900 Ιδιοκτησία: Γιώργος Γαβαλάς & ΣΙΑ Ε.Ε. Εκδότης: Γιώργος Γαβαλάς Κεντρική διάθεση: Αθήνα: «διαβάζω», Α. Μεταξά 26, Αθήνα 10681, Θεσσαλονίκη: Βιβλιοπωλείο«Κέντρο του βιβλίου», Λαοαάνη 9, τηλ. 2310-237 463 Καλλιτεχνική επιμέλεια Σύνθεση εξωφύλλου: Μαρία Σαχαριουδάκη
Επιμέλεια Ηλίας Μαγκλίνης
4 2 Πορτρέτα ξένω ν συγγραφέων
ΡσΑφΈλ/σοκ ί/974-79947 Γράφει η Χρύσα Σπυροπούλου συγγραφείς ΧόριετΣκοτ Τοέοραν Γράφει ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ
4 8 Νταριέλ Αλαρκόν Ραμίρες (Μπενίγνο)« 0 Φιντέλ μάς πήρε πίοω όσα μας έδωσε» Τη συνέντευξη
πήρε ο Κώστας Καλημέρης
ΤΑ Β ΙΒ Λ ΙΑ ΤΟ Υ Μ Η Ν Α
6 1 Συνεργάστηκαν οι: Θανάσης Αντ. Βασιλείου, Γιώργος Βέης, Τιτίκα Λημητρούλια, Λίλυ Εξαρχοπούλου, Άκης Καλόγνωμης, Λίνα Πανταλέων, Γιάννης Σ. Παπαδάτος, Τάοος Παππάς, Άλκηστις Σουλογιάννη, Φίλιππος Φιλίππου, Νικ. Λυκ. Φορόπουλος, Ξανθή Χαραλάμπους, Άλκηστη Χρονάκη 93
ΤΟ Θ Ε Μ Α ΤΟ Υ Μ Η Ν Α : Κ ικ ή Δ η μ ο υλά (επιμέλεια: Ηρακλής Παπαλέξης)
94
Βιοεργογραφία της Κικής Δημουλά
95
Βρασίδας Καραλής Το λυγμόν δέος του μηδενός οτο έργο της Κικής Δημουλά
1 0 2 Μιχάλης Τοιανίκας Η σιγουριά των πρώτων οτίχων ή η Αυτοβιογραφία μιας αν-ωρίμανοης 1 1 3 Ρίτοα Φράγκου-Κικίλια «...ουνεχώς και ακάλυπτη οτη γραμμή του πυράς» 1 1 8 Βαγγέλης Χατζηβασιλείου Κική Δημουλά: το χρονικό μιας ποιητικής διαδρομής 1 2 3 Π. Δ. Μαστροδημήτρης Η κριτική προοέγγιοη του πρώιμου ποιητικού έργου της Κικής Δημουλά από τον Άρη Δικταίο 1 2 8 Κική Δημουλά «Ονειρεύομαι να γράψω ένα πολύ καλό ποίημα». Συνέντευξη ατούς: Λ. Αρώνη, Μ. Μιχελιδάκη, Α. Ροδίτη
Φωτογραφία εξωφύλλου: Πέπη Λουλακάκη Το διαβάζω στον κυβερνοχώρο: http: wvm.translatio.gr/dinvazo
4 4 Σύγχρονοι ξένοι
η Χρύοα Σπυροπούλου
Δ ΕΛ ΤΙΑ 1 3 3 Β ιβ λ ιο γ ρ α φ ικ ό 1 3 9 Κ ρ ιτικ ο γ ρ α φ ία
ΕΚΔΟΣΕΙΣ Σ Υ Γ Χ Ρ Ο Ν Η
Ξ
«
Ε
Ν
Ο ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΑΣ ΤΟΥ ΟΣΕΑΝ ΠΑΡΚ
Η
Α
Γ
Κ
Υ
Ρ
Α
»
Λ Ο Γ Ο Τ Ε Χ Ν Ι Α
ΚΑΜΙΑΑ ΓΚΙΜΠ
j/tk
fj§ p i
ϊ
¥
Λ Nl IIIΩ | | X
ΣΤΙΒΕΝ Λ. ΚΑΡΤΕΡ
®ζ : ~
ζ :γ
Έ να π ολύπ λευρο δ ικα στικό θρ ίλερ με ε υ ρ ύ τα τε ς κ ο ινω ν ικ ές π ρ ο εκ τά σ εις . Η πλοκή το υ, το π ο θ ετείτα ι σ ε δυο ε υ ν ο η μ έν ο υ ς κ ό σ μου ς: σ την α φ ρ ό κ ρ ε μ α τω ν μαύ ρ ω ν τη ς Α ν α το λ ικ ή ς Α κ τή ς και σ τον κ λεισ τό κύκλο τ η ς ν ο μ ικ ή ς σ χολ ής ε ν ό ς α ρ ισ το κ ρ α τικ ο ύ π ανεπ ιστημίου. Α φ η γ είτα ι τη ν ιστορία μιας π ο λυ μ ελ ο ύ ς ο ικ ο γ έ ν ε ια ς μ ε δ ια σ υ ν δ έ σ ε ις στο σ κ ο τειν ό κόσμο του εγκλήματος. Ο θ ά ν α τό ς το υ α π ο κ α λ ο ύ μ ε ν ο υ « α υ το κρά τορ α », δικα σ τή Ο λιβ ερ Γκάρ λαντ, δ ημι ο υ ρ γ ε ί ερ ω τη μ α τικά και φ α ίνετα ι να ο δ η γ εί σ ε σ κ ά ν δ α λ ο : μήπ ω ς ο Ό λ ιβ ε ρ Γκ ά ρ λ α ν τ δ ο λ ο φ ο ν ή θη κ ε; Ένα από τα καλύτερα βιβλία της χρονιάς.
λ! Wm
έχει δυναμισμόκαίίΐτοβ'ΐ) πουγίνεται κάποιεςστιγμές αρκετόοπαραχτιΐ(|;||5ισίτεραεπιβλητικά».
«Π ού π ήγε και κ ρ ύ φ τη κ ε το κ ο ρ ιτσ ά κ ι το υ μπ αμπ ά;» το ν α κ ο ύ ω να σ α λ ια ρ ίζε ι σ την άκ ρ η του κ ρ εβ α τιο ύ μου. «Μ ου λείπ ει το κ ο ρ ιτσ ά κ ι μου», λ έ ε ι, ενώ τ ρ ίβ ε ι σ υ ν έ χ ε ια το ν κ α β ά λο το υ μ ε το χ έ ρ ι τ ο υ . Έ χ ε ι α ρ χίσ ει να λ α χ α ν ιά ζει. «Δε σ ου λείπω;» με ρ ω τάει. «Τι τρ έχ ει; Μ ήπ ω ς έ χ ε ις κ αν ένα φ ί λο; Έ γ ιν ε ς κι εσ ύ τσουλίτσα σαν τις άλλες;» Ε ίμ α ι α δ ιά φ ο ρ η γ ια όσ α σ υ μ β α ίν ο υ ν σ ’ α υ τό το ν κόσ μο. Ε ίμαι ε κ ε ί όπ ου δ εν μπ ο ρ ε ίς να μ ε φ τά σ ε ις. Κ ρ έμ ο μ α ι απ ό έν α τ α βά ν ι, χίλια δ ια κ ό σ ια μ έ τρ α π άνω α π ’ όλα αυτά». Ένα βιβλίο γροθιά στο στομάχι, γραμμένο με εκπληκτική δ εξιοτεχνία και ακρίβεια.
Δ. Α. Π Α Π ΑΔ Η Μ Η Τ ΡΙΟ Υ Α.Β.Ε.Ε. · Λ. Κηφισού 85 - Αιγάλεω, Τηλ.: 210 3478044, 210 3455276, Fax: 210 3474732 Κατάστημα Πεσμαζόγλου 5 (Στοά Ορφέως) Τηλ.: 210 3213507 · em a il:a g y ra @ a g y ra .g r · w w w .a g y ra .g r
Τα πρώτα Χριστούγεννα της μικρής Μιλήτου
1γνω σ τές
Μ α ρ ία Β ελετ ά -Β α σ ιλειά δ ου
■γ ν ω σ τ ο ύ ς ε ικ ο ν ο γ ρ ά φ ο υ ς π α ιδ ικ ώ ν β ιβ λ ίω ν • Β α γγ έλ η Ε λ ε υ θ ε ρ ίο υ • Ν α τ α λ ία Κ α π α τσ ο ύ λ ια • Έ φ η Λ α δά • Γ ι ώ ρ γ ο Σ τ ρ ίγ κ ο W
"**- a; ,
·Τ έ τ η Σ ώ λ ο υ
και M g μ ικ ρ ά και μεγάλα πα ιδιά, τ ο υ ς μ ικ ρ ο ύ ς κ αι μ εγ ά λ ο υ ς μ α ς φ ίλ ο υ ς.
/ Καλά Χριστούγεννα.
Χ ρ ό ν ια Πολλά
S h ifts
Βι βλί α με λ ό γ ο Λομβάρδου
31-35,
Αθήνα,
Τηλ.:
210
6429409,
Fax:
210
6411597
ΑΡΙΣΤΟΥΡΓΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ ΑΠΟ ΜΕΓΑΛΟΥΣ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ
liA im m Αυτή η γλυκιά χαϊςμιθ αρρώστια
ςινιακ
Πώς ο έρωτας μετατρέπεται σε τρόμο.
που γι' αυτόν στο φόνο;
Κέρινες κούκλες
Ένα μυστηριώδες παζλ κυνηγητού και θανάτου.
Σειρά: Δ Ι Α Κ Ε Κ Ρ Ι Μ Ε Ν Ε Σ Γ Ρ Α Φ Ε Σ
Μ ια θαυμάσια κωμική, μεταφυσική, ερωτική ιστορία, ένα νοσταλγικό έργο - το εξαιρετικό μυθιστόρημα του Ναμπόκοφ.
Μ ια ηολυεπίπεδη ιστορία αγάπης και μίσους.
Σειρά:
Ο Άτλας της λογοτεχνίας Μ ια λυρική περιγραφή της Νέας Υόρκης στις αρχές του 20ού αιώνα που συντρίβει και αλέθει τη ζωή των ατόμων.
ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ ΣΕ Ο Λ Α Τ Α Β ΙΒ Λ ΙΟ Π Ω Λ Ε ΙΑ Α Π Ο Τ ΙΣ Ε ΚΔ Ο ΣΕΙΣ
Μ Ε Τ Α ΙΧ Μ ΙΟ
1 t I I l 1 I l· 1 1 »Τ ΓΠΠ
iicpfaXoo^ 9η χιλιάδα
απόλαυση 6η χιλιάδα
6η χιλιάδα
Σε όλα τα βιβλιοπωλεία
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΕΡΙΠΛΟΥΣ Σττ. Τρικούττη 2 0 ,1 0 6 83 Αθήνα, Τηλ.: 210 3307000-4, Fax: 210 3307005
_____ _______________
—
ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ Γ. Σ Α Ρ Α Ν Τ Α Ρ Η Σ
ΔΙΓΛΩΣΣΗ ΕΚΔΟΣΗ σε 3 τόμους
ϋ ε ν ο ς ειμ ι καί δλλα ποιήματα
ΛΑΛΟΝ ΥΔΩΡ
Η Κλασική Σειρά της Λογοτεχνίας
Νέα σειρά ποίησης
Ε Κ Δ Ο Τ ΙΚ Ε Σ
Ε Π ΙΧ Ε ΙΡ Η Σ Ε ΙΣ
Gutenberg
·
Γ ΙΩ Ρ Γ Ο Υ &
τυπ ω θήτω
ΚΩΣΤΑ
ΔΑΡΔΑΝΟΥ
· Σπουδή
Δ ιθότο υ 3 7 , 1 0 6 8 0 Αθήνα, τηλ. κέντρο: 2 1 0 - 3 6 4 2 0 0 3 , fax: 2 1 0 - 3 6 4 2 0 3 0 w w w.dardanosnet.gr · e-m ail: info@ dardanosnet.gr
Ness KuKflotpopies
Συγκλονιστικέε αποκαλύψειε και ανατρεπτικέε σκέψειε για την ανακάλυψη xns Κνωσού από ιον Έβανε
Μηχανορραφίεε και θρησκευτική πίστη, έρωτεε και γάμοι συμφέροντοε στον καιρό τηε Εικονομαχίαε
Ε Κ Δ Ο ΣΕΙΣ
ΩΚΕΑΝΙΔΑ
Το μυθιστόρημα του νέου αιώνα. Ένα κωμικό και τραγικό αριστούργημα για μια οικογένεια στα πρόθυρα νευρικήε κρίσηε
βιβλιοτοπία ΓΝΩΣΗ
ΑΒΗΝΑ: Ππιησίων 126 & IBnxnq - ΚυψέΠπ, ΤηΠκφωνο: [210] 821.5GG4 Fax: [210] 821.5GG4
ΚΑΙ Ψ ΥΧ Α Γ Ω Γ Ι Α
ΠΕΙΡΑΙΑΣ: EBvixiiq Ανιιυιΰοεως 23, Τ.Κ. 185 31 ΤηΠέφωνο: (210) 413.0513, Fax: 1210)413.1191
25nq Μπριίυυ 9, ΤηΒέιρωνη: (210) 937.0583 Fax: (2101 937.0584
Ένας χώρος που τιμά το βιβλίο... και εσάς Τ ο ιδ α ν ικ ό π ε ρ ιβ ά λ λ ο ν γ ια ν α α ν α κ α λ ύ ψ ε τ ε :
• • • • •
60.000 τίτλους Παιδικό τμήμ α Σχολικό τμήμα Τμήμα MULTIMEDIA Τμήμα χαρτικών, αναλωσίμων, organizers, καρτών και πολλά άλλα
Έ ν α ς ε υ χ ά ρ ισ τ ο ς χ ώ ρ ο ς μ ε ά ν ε τ α κ α θ ίσ μ α τ α γ ια ν α ξ ε φ υ λ λ ίσ ε τ ε ό π ο ιο β ιβ λ ίο θ έ λ ε τ ε . Μ ο ν α δ ικ ά π ρ ο ν ό μ ια γ ια τ ο υ ς π ε λ ά τ ε ς μ α ς :
• 4 άτοκες δόσεις με πιστωτικές κάρτες για αγορές άνω των 60€ • Τηλεφωνικές π αραγγελίες βιβλίων • Παράδοση χωρίς επιβάρυνση στο σπίτι σας για αγορές άνω των 30 €
Κυ κ λο φο ρ ε ί σύ ντ ομα
Ημερολόγιο 2003 ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΚΩΣΤΙΟΥ βιβλιοπωλείο- εκδόσεις \@ /1 ( Χ Ρ · £ Τ ρ θ ξ
ΠΑΡΟΔΟΣ ΙΦΙΓΕΝΕΙΑΣ, ΧΑΛΚΙΔΑ 341 00 ΤΗΛ: 22210 217.96 · FAX: 22210 758.15
Εργαστήρι Κ α λ λ ιτεχ νική ς Δ η μ ιο υρ γία ς
«Νοσταλγία» Θ έ α τ ρ ο το υ Ή λ ιο υ Φρυνίχου 10, Πλάκα
31 Ο κτω βρίου - 22 Δ εκεμ βρίου 20 0 2 Π έμπ τη έως Κ υριακή, 9μ.μ.
Έργο:
Ο Δ ο ύνα βης Συγγραφέας:
Μ αρία Α ϊρήν Φ ό ρ ν ες Μετάφραση - Σκηνοθεσία:
Τώνια Ράλλη
Ε κ δ ό σ ε ις
Α Σ Κ Λ Η Π Ι Ο Υ ΙΟ · Α Θ Η Ν Α I 0680 · ΤΗΛ.: 2 Ι0 3 6 Ι6 528 FAX: 2 10 3 6 16 529 · email: scripta@hellasnet.gr · www.scripta.gr
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΩΡ Εκδόσεις “ΚΑΣΤΩΡ” Τοσίτσα18, 106 83 Αθήνα, τηλ.: 210 3823485 & 210 9579850, fax: 210 9579850
Και ξαφνικά;· χάθηκαν όι -δείκτες του μεγάλου ρολογιού στην πλατεία. - ·. Κανείίςόεν ήξερε τι έγινε, εκτός οπό τον "τρελό" πόυ τον φώναζαν Παγκανίνι. « : ■ Μόνο'αυτός μπόρεσε να δειτον κρυφό έρωτα που γεννηθηκέ εκεί πάνωΤπα ρολόι και μεταμόρφωσε ' το χρόνο σε πανέμορφη μελωδία πόυ αγκάλιασε τ ο ' τοπίο, μια αυγουστιάτικη .νύχτα με πανσέληνο?
0 μπαμπάς μου μ’ αγαπάει πολύ, είναι ο καλύτερος του Κόσμου, ο δυνατότε ρος, δε φοβάται κροκόδέιλόύς και ηφαίστεια, και τα κάνει όλα... Ένα τρυφερό, ποιητικό βιβλίο για όλους · ' που σκέφτονται τον μπαμπά τούς,
Η μικρούλα Νίκη δε θέλει να κοι μηθεί και τα παιχνίδια της- δε νυστάζουν. Έτσι, το αεράκι θα. τους πάρει όλους μαζί και θα πετάξουν από το ανοιχτό παράθυρο yja ένα γοη τευτικό ταξίδι στον κόσμο tqu ονείρου...
Είναι δεκαέξι χρονώγ και τον διάλεξαν για πρωταγωνιστή σε μια κινηματογραφική ταινία. Εκεί, μπλέκεται με ανθρώπους που έχουν παράξενες συμπεριφορές και δεν μπορεί να καταλάβει τι ακριβώς θέλουν απ' αυτόν. Με τρόμο διαπιστώνει ότι είναι θύμα μιας συνομωσίας, αλλά αδυνατεί να εξηγήσει τους λόγους της... Τελικά, είναι ο πρωταγωνιστής μιας ιστορίας που'κάποιος άλλος σκηνοθετεί ή ο ίδιος είναι ο σκηνοθέτης της;...
{E m p e A e ia σ α ρ ά ς : Μ ^οε.'λ Φ α ι ς
Παραμύθια από το μέλλον Δέκα ιστορίες για το μέλλον που έρχεται από δέκα συγγραφείς της γενιάς του ’80.
Μοναχικά ανδρόγυνα Δέκα πολυδιαβασμένες Ελληνίδες συγγραφείς γράφουν για τους ι άντρες της ζωής μας.
Μια πόλη, ένας συγγραφέας Κ ε ίμ ε ν α λ ο γ ο τ ε χ ν ικ ή ς « π α τ ρ ιδ ο γ ν ω σ ία ς »
Η προσωπική ματιά 33 συγγραφέων και ποιητών για την πόλη που αγάπησαν.
Τ .Θ . 5 0 4 88 , 141 10 Ν. Η ρ ά κ λειο , Α θ ή να , Τηλ: (21 0) 27 11 2 2 2 , Fax: (2 1 0 ) 27 11 0 5 6, e-m ail: in fo @ m in o as .g r
Γι' αυτούς που αγαπούν τη λογοτεχνία ΔΕΣΠΟΙΝΑ ΛΑΛΑ-ΚΡΙΣΤ
Τ Ο Ξμυθιστόρημα Ω Τ ΙΚ Ο Σπ. Τρικούπη 20, 106 83 Αθήνα, Τηλ.: 210 3307000-4, Fax: 210 3307005
ΟΜΗΡΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ ΟΡΘΟΓΡΑΦΙΚΟ ΕΡΜΗΝΕΥΤΙΚΟ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΙΚΟ
«Ομηρικό Λεξικό»
«Νίκος Καββαδίας Ο τελευταίος Αμαρτωλός»
(Ορθογραφικό - Ερμηνευτικό Εγκυκλοπαιδικό)
ΔΗΜΗΤΡΗ ΝΙΚΟΡΕΤΖΟΥ Μία πλατιά και διεισδυτική φιλολογική, ιστορική και κριτική εποπτεία στο έρ γο του Νίκου Καββαδία.
ΚΩΣΤΑ Γ. ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ Έ να ς πλήρης οδηγός στην ομηρική ποίηση, χρήσιμος σ ε επιστήμονες, μελετητές και φιλίστορες.
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΕΝΤΟΣ» · Ερυθραίας 4, Καισαριανή · 010 7648900
ΤΟ ΠΕΤΑΓΜΑ TOT ΣΠΟΥΡΓΙΤΙΟΐ
ζάτω από τ’ άστρα
Ο Ιεροεξεταστής
Το πέταγμα του σπουργιτιού
ϊω σ σ ό ν α Μ π ου κό μ π ζα
Rino Cammilleri
E tto r e M asina
Βασ. Κωνσταντίνου 175, Κορωπί 194 00, τηλ.: 210.66.24.913, Ασκληπιού 26-28, Αθήνα 106 80, τηλ.: 210.36.30.601, fax: 210.36.30.622 www.diigisi.gr e-mail: info@diigisi.gr
ΛΙΑΑ ΚΟΝΟΜΑΡΑ wm wm
wmt » wmΗ a w κ
Μακάο δυο ν ο υ β έλες
Στο Μ α κ ά ο η πρωτοεμφανιζόμενη στην πεζογραφία Αίλα Κονομάρα χρησιμοποιεί τα μοτίβα των ιστοριών μυστηρίου και της φανταστικής λογοτεχνίας, όχι μόνο για να δείξει τη δεξιοτεχνία της στο να χειρίζεται αυτές τις αφηγηματικές τεχνικές αλλά και για να μιλήσει για το χρόνο, τον έρωτα, το θάνατο, τη φιλία και την προδοσία. Η συγγραφέας συνομιλεί περισσότερο με την παγκόσμια α π ’ό,τι με την ελληνική λογοτεχνία έχοντας αφομοιώσει τα διδάγματα από τους μαιτρ του είδους, και δεν διστάζει να προσδώσει στους ήρωές της ξένη ιθαγένεια.
εκδόσεις
ΠΟΛΙΣ
ΟΜΗΡΟΥ 32, ΤΗΛ. 36 43 382, FAX 36 36 501, e-m ail: polis@ ath.forthnet.gr
ο έτος κυκλοφορίας του...
•
·
·
ανανε
φορεσει τα καπα του... ...και θα σας περιμένει από τον Ιανουάριο του 2003 στα
βιβλιοπωλεία
και στα
περίπτερα
όλης της χώρας...
...ανανεωμένο, ανεξάρτητο, παρεμβατικό!
φ
ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ
Μ ΑΚΡΟΝΗΣΟΣ ιστορικός τόπος τόμος X
Δ. ΠΑ Π Α Β Α ΣΙΛΕ ΙΟ Υ Στα εργαστήρια κατασκευής πολέμων
ΑΡ. Β. ΘΕΟΧΑΡΗΣ Ρ ΙΖΟ Σ Π Α Σ ΤΗ Σ Στη Στερεά Ελλάδα με το 1941-1945 Δημοκρατικό Στρατό, 1945-1949 Κατοχή - Δεκεμβριανά
Δ. ΚΑΛΤΣΩΝΗΣ Το ΚΚΕ. Το δικαστήριο από την πρωτό- Ε Π ΙΣ Η Μ Α ΚΕ ΙΜ Ε ΝΑ γονή κοινωνία στην αταξική Τόμος 9ος, 1961-1967
Θ.Π ΟΛΓΓΟΠΟΥΛΟΣ Λ .Ζ Α Μ Ο ΪΣ Κ Ι Ε. ΒΑΓΕΝΑΣ Το τελευταίο σιωπητήριο Τα κρυφά ελατήρια Για μια άλλη προσέγγιση της Σελίδες του αγώνα της διεθνούς τρομοκρατίας παιδικής επιθετικότητας
I. ΕΡΕΝΜΠΟΥΡΓΚ Το χρονικό της αντρειοσύνης
Α. Χ Α Ρ ΙΣΗ Σ Θρησκεία και πολιτική στην Ελλάδα
Μ. ΑΝΤΩΝΙΟ Υ Το δέντρο που περπάτησε
ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΠΟΧΗ ΕΚΔΟΤΙΚΗ ΑΕΒΕ Σόλωνος 130,106 81 Αθήνα, Τηλ.: 2103820835,2103823649, Fax: 2103813354, http:/www.sep.gr, e-mail: info@sep.gr Κεντρική διάθεση: Μαυροκορδάτου 3, Τηλ.: 2103829835,2103808132, Fax: 2103829814 Βιβλιοπωλεία: 1. Αθήνα, Μαυροκορδάτου 3, Τηλ.: 2103829835,2103808132 2. Θεσσαλονίκη, Μπακατσέλου 3 & Εγνατία 65, Τηλ.: 2310283810. 3. Γιάννενα, 28ης Οκτωβρίου 19, Τηλ.: 2651038090
15/ 10/2002 14/ 11/2002 Τα Εμπορικότερα βιβλία του μήνα, σύμφωνα μ ι τα στοιχεία που μας παραχώ ρησαν 30 βιβλιοπώλες απ'όλη την Ελλάδα, δη λώνονται; ο καθένας τους τέσσερα βιβλία που είχαν τις περισσότερες πωλήοεις.
L Μ.ΜΕΙΜΑΡΙΔΗ Οι μάγισσες της Σμύρνης 2 . Ρ. ΓΑΛΑΝΑΚΗ Ο αιώνας των λαβυρίνθων 3 . I. ΓΙΑΛΟΜ Όταν έκλαψε ο Νίτσε
καςτανιωτης
καςτανιοτης
αγρα
4 . I. ΚΟΥΛΟΓΛΟΥ Μην πας ποτέ μόνος στο ταχυδρομείο 5 . Σ. ΠΡΕΣΦΙΛΝΤ Οι πύλες της φωτιάς
πατακης
6 . Λ .Α ΙΒ Α Ν Η Ενικός αριθμός
καςτανιωτης
Ζ . A. ΚΑΚΟΥΡΗ Ο χαρταετός
εστία
8 . Η. ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ Ο κουραδοκόφτης ? . Π. ΣΙΜΟΝ! Ο μπρούτζινος καβαλάρης 10. Κ. ΚΑΡΑΤΖΑ Το μέλι έγινε κεντρί
1 1 . Τ. ΑΒΕΡΩΦ Αύγουοτος
κέδρο ι
Τοξεφωτο
κέδρος
Τ.ΑΒΕΡΟΦ
ωκεανιδα
νεφελη
ωκεανιδα
μοντέρνοι καιροί
1 2 . Ε. ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ Στη σκιά του Βενιζέλου
ωκεανιδα
13 . Ν.ΘΕΜΕΛΗΣ Η ανατροπή ΚΕΛΡΟΣ Ρ. ΠΙΛΤΣΕΡ
Το τέλος του καλοκαιριού
ωκεανιδα
Τα οτοιχώ παραχώρησαν τα βιβλιοπωλεία: Αβηνά-Κορυάαλλός, Αριοτοτελης-Αθιjva, Αρκτούροξ-Σπάρτη, Αιάλογοξ-Βόλοξ, Μ ί ι μΓιάννινα, Ελευθερουίάκηξ-Αθήνα, Ενίοχώρα-Αθήνα, Εοτία-Αθήνα, Θέμα-Βύρωναζ, θησαυροφυλάκιο του Πνεάματοξ-Κως, Ιανόζ-θεοοαλονίκη, Κεντρί-θεοοαλονίκη, ΚουΛ-Κόρινθοζ, Χρομμύίαξ-Χίοζ, Libw-Αθήνα, Λέοχη του ΒιβλίουΑθήνα, Αυχνάρι-Αράρα, Αοξίαφοοαλονίκη, Μάτι-Κατερίνη, Μιχαλάξ-Αθήνα, Παράμετροζ-Χολαργόζ, Πατάκηζ-Αθήνα, Πειράέ κή Φωλιά-Πειραιάς, ΠΜοιο-Νάξος, Πλαίσιο-Ρεθυμνο, Πολιτεία-Αθήνα, Σκαλινόξ-Σκιάθοξ, Φ ακίνοφρούοι, Φ ολόκαφλαιό Φάληρο, Φτοάλη-Νέα Ιωνία
19
ΔΙΑΜΑΝΤΗΣ ΑΞΙΩΤΗΣ Όμορφεβ, αγέρωχεΞ, σχεδόν βασιλικέβ, σχεδιάζουν ένα κοσμοπολίτικο μέλλον με το βλέμμα στραμμένο npos το αμφιβόλου αίγληs παρελθόν t o u s . Παραμένουν ακίνητες ανάμεσα στην πικρή μυρωδιά m s επεξεργασία του καπνού που σκεπάζει n s βακχικέβ γιορτέ5 εξαίσιων γυναικών και ισχυρών αρχόντων ενόβ τόπου που ακμάζει πλωτ05 και φωτεινός. Σπαταλούν αλόγιστα τον χρόνο, μέχρΐ5 ότου η ζωή τμηθεί από το απρόοπτο- εκείνη τη στροφή που επιφυλάσσει η μοίρα ή σκηνοθετεί η απόγνωση.
to u s
ΜΑΡΙΑ ΛΑΜΠΑΔΑΡΙΔΟΥ-ΠΟΘΟΥ Εκείνη. Μια νέα γυναίκα που ζει με n00os την καθημερτνότητά m s, τον έρωτα και τη μητρότητα, την επιτυχία. Εκείνος. Ο εραστής, ο αγαπημένος, που φτάνει απροσδόκητα στη διάβρωση των αισθημάτων του, στην αμφισβήτηση. Πρόσωπα ελλιπή και οι δυο, που θα οδηγηθούν a m μοναξιά των υπαρξιακών tou s ερωτημάτων - στην αυτογνωσία.
ΑΡΗΣ ΣΦΑΚΙΑΝΑΚΗΣ Άνοιξε δικηγορικό γραφείο, αλλά ξέμεινε από υποθέσει. Παντρεύτηκε, όμοκ του έμεινε το στεφάνι. Φλέρταρε την αγαπημένη τού φίλου του, μα λογάριαζε χωρίς τον ξενοδόχο. Κάποια στιγμή η τύχη τον ευνόησε να γίνει πατέρας. Ωστόσο εκείνοs προτιμάει τον ιππόδρομο με την παλιοπαρέα από το τσίρκο με το παιδί του. "Evas άντρας που έχει χάσει το δρόμο και την ψυχή του. Υπάρχει κανείς να τον πάρει απ’ το χέρι;
Ε Κ Δ Ο Σ Ε ΙΣ Κ Ε Δ Ρ Ο Σ
ΤΑΣΟΣ ΓΟΥΔΕΛΗΣ Τα δεκατρία διηγήματα m s συλλογής θα μπορούσαν να συνοδεύονται από τη φράση «πολλαπλής αναγνώσεω5».
ΤΑΣΟΣ
Γ Ο Υ Δ Ε Λ Η Σ
Διότι δεν αφηγούνται μονότροπα μία «ιστορία». Εξωτερικά όλα τα κείμενα είναι αφηγηματικά, όμως η στρατηγική m s κατασκευής τους πολλές φορές προτείνει μια διασπασμένη, αντί συμβατική διαδοχή γεγονότων «έτσι ώστε το παρόν να περιέχει το μέλλον και να πραγματοποιείται μαζί του ως συνεκδοχική όφη m s μιας και αδιαίρετης ζωής».
η γυναίκα που μ ι λ ά
ΠΩΡΓΟΣ ΖΑΡΚΑΔΑΚΗΣ Συλλογή διηγημάτων με κύριο θέμα την παγκοσμιοποίηση και τις συνέηειές m s στην συναισθηματική μας ζωή. Διηγήματα που εκμαιεύουν την βαθύτερη αλήθεια m s ύπαρξής μας.
Η μέρα που η Αμερική εξαφανίστηκε
ΚΙΡΑ ΣΙΝΟΥ Λίγο πριν από τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο, η μικρή Βάλια αφήνει τη Σοβιετική Ένωση και έρχεται στην Ελλάδα, για να κάνει μια καινούρια αρχή. Από το Ροστόφ στην Αθήνα κι από κει am Θεσσαλονίκη, η ζωή m s θα δοκιμαστεί από σημαντικά γεγονότα που σημάδεψαν την ιστορία. Ο πόλεμος, η Κατοχή, η εξαθλίωση, ο πόνος δε θα τη λυγίσουν. Μαχητική κι ανυποχώρητη, θα παλέψει με νύχια και με δόντια. Η τύχη, λένε, βοηθάει τους τολμηρούς. Κυρίως όμως αυτούς που ξέρουν να περιμένουν...
22
Γ"3 α βραβεία του «Διαβάζω» απονέμονται όπως τα Όσκαρ. Σε επίσημη τελετή, όπου οι τιμώμενοι μαθαίνουν sur place τα αποτελέσματα. Σε αντίθεση με τα Κρατικά Βραβεία Λογοτεχνίας, τα οποία κοινοποιούνται υπογείως και διακριτικά, τα βραβεία του «Διαβάζω» ανακοινώνονται τελευταία στιγμή. Υπομονή λοιπόν ως την Πέμπτη (στις 8.30 μ.μ. στο Γαλλικό Ινστιτούτο).
U
ΤΟ ΒΗΜ Α (Βιβλία)
Λώρη Κέζα (29.9.2002) ΓΛ ογοτεχνικά Βραβεία Διαβάζω. Η αλήθεια είναι ότι μετά από επτά συνεχή χρόνια το
/ΛΑ περιοδικό «Διαβάζω» κέρδισε το στοίχημα. Την απόλυτη διαφάνεια, στοιχείο ανα πόσπαστο των βραβεύσεων, καθώς τα βραβεία «Διαβάζω» θεωρούνται ένας από τους πιο έγκυρους θεσμούς. Με την απονομή ενός νέου βραβείου, του Βραβείου Νεοελληνικού Δοκιμίου-Μελέτης, που συμπληρώνει τα ήδη καθιερωμένα βραβεία, φέτος, τα Λογοτεχνικά Βραβεία 2002 θα δοθούν στις 8.30 μ.μ. στο Γαλλικό Ινστιτούτο Αθηνών. Η Επιτροπή Κριτικών του πε ριοδικού επέλεξε 48 βιβλία και για τις πέντε κατηγορίες βραβείων από το σύνολο της περσινής παραγωγής. [..■.]
Ειρήνη Μπέλλα (1.10.2002) πτά χρόνια συμπληρώνουν φέτος τα Λογοτεχνικά Βραβεία του περιοδικού «Διαβά ζω». Τα βραβεία τα οποία άρχισαν να απονέμονται από το 1996 έχουν γίνει θεσμός και καταξιώνουν στη συνείδηση του ευρύτερου αναγνωστικού κοινού τα καλύτερα λο γοτεχνικά βιβλία κάθε χρονιάς σε 5 κατηγορίες: 1. Ποίηση 2. Μυθιστόρημα 3. Δοκίμιο-Μελέτη 4. Διήγημα 5. Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Πεζογράφου. LJ Η Επιτροπή, η οποία αποτελείται από τους Βαγγέλη Αθανασόηουλο, Τιτίκα Δημητρούλια, Αλέξη Ζήρα, Κώστα Καρακώτια, Ελισάβετ Κοτζιά, Μισέλ Φάις και Βαγγέλη Χατζηβασιλείου, επέλεξε 48 βιβλία και για τις πέντε κατηγορίες, ανάμεσα στις οποίες και το Βραβείο Νεοελληνικού Δοκιμίου-Μελέτης, που φέτος θα απονεμηθεί για πρώτη φορά.
0
ΕΛΕΥΘΕΡΟΙ ΤΥΠΟΙ (1.10.2002)
ε 48 προτάσεις κατέληξαν τα μέλη της επιτροπής βραβείων του «Διαβάζω», για τη βιβλιοπαραγωγή του 2001. Από αυτές θα βγουν οι τελικοί νικητές των φετινών λο γοτεχνικών βραβείων του περιοδικού, σε πέντε κατηγορίες (ποίηση, μυθιστόρημα, δοκίμιο-μελέτη, διήγημα και πρωτοεμφανιζόμενος πεζογράφος). (...) Τα βραβεία του «Διαβάζω», τα εγκυρότερα από τα μη κρατικά, με τα οποία συχνά ταυτί ζονται, διανύουν φέτος τον έβδομο χρόνο τους, από το 1996 οπότε καθιερώθηκαν και κέρδισαν σιγά σιγά την εμπιστοσύνη της λογοτεχνικής οικογένειας. (...)
Ξ
ΕΘΝΟ Ι (2. 10. 2002)
23
V ^ 7 ωρι'ς μυθιστόρημα έμειναν εφέτος τα βραβεία του περιοδικού «Διαβάζω», που α-
Ζλ\ πονεμήθησαν χθες το βράδυ στο Γαλλικό Ινστιτούτο. Επίσημη αιτιολογία; «Δεν πλειοψήφησε κανένα από τα προτεινόμενα βιβλία». Αυτή η απόφαση, αν μη τι άλλο, έ μελλε να μείνει στο επίκεντρο των συζητήσεων χθες το βράδυ στη γιορτή των ανθρώ πων του «Διαβάζω», καθώς και στον δημοσιογραφικό κύκλο, στον οποίον έγινε αναλυτι κή ενημέρωση νωρίτερα το μεσημέρι. Η απόφαοη μάλλον ξάφνιασε, γιατί στις ένδεκα προτάσεις της επιτροπής συγκαταλέγονται ονόματα καταξιωμένα. Ωστόσο, ακριβώς ε δώ βρίσκεται η απάντηση: στα ονόματα. Το «Διαβάζω» δεν βραβεύει λογοτέχνες- βραβεύει βιβλία. Και όπως επεσήμανε χθες ο κ. Ηρακλής Παπαλέξης, διευθυντής του λογοτεχνικού εντύπου, «θέλει τόλμη για να απο φασίσει η επιτροπή ότι δεν θα τιμήσει ένα βιβλίο που δεν πληροί τα κριτήρια, ακόμη και αν προέρχεται από πολύ γνωστό συγγραφέα». [...] ΤΟ ΒΗΜΑ
Λώρη Κέζα (4.10.2002) το Γαλλικό Ινστιτούτο Αθήνας απονεμήθηκαν χθες το βράδυ, παρουσία του υπουρL d γού Πολιτισμού Ευάγγελου Βενιζέλου αλλά και εκπροσώπων των γραμμάτων και των τεχνών, τα λογοτεχνικά «βραβεία 2002» του περιοδικού «Διαβάζω». Μηνύματα έ στειλαν ο πρωθυπουργός, ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας και ο υπουργός Παιδείας και θρησκευμάτων.!...] Γ. Ασδρ. (4.10.2002) θεσμός της «βράβευσης με ανοιχτά χαρτιά» του περιοδικού «Διαβάζω» συμπλή ρωσε φέτος επτά χρόνια διατηρώντας τα ποιοτικά κριτήρια στην αξιολόγηση των υποψηφιοτήτων και τη διαφάνεια στην επιλογή. Γεγονός που τόνισαν κατά τη χθεσινή α πονομή των λογοτεχνικών βραβείων 2002, στο Γαλλικό Ινστιτούτο, με μήνυμά τους, ο πρωθυπουργός κ. Κώστας Σημίτης, ο πρόεδρος της αξιωματικής αντιπολίτευσης κ. Κώ στας Καραμανλής, ο υπουργός Παιδείας κ. Πέτρος Ευθυμίου και με τον εναρκτήριο λόγο του ο υπουργός Πολιτισμού κ. Ευάγγελος Βενιζέλος. Με τη διαφορά ότι φέτος η επταμελής επιτροπή κριτικών του «Διαβάζω» χρειάστηκε για πρώτη φορά να συνεδριάσει για να προκύψουν οι πλειοψηφίες σε κάποιες κατηγορίες για βραβεύσεις βιβλίων της παρα γωγής του 2001. [...] Παρά το ότι τα μέλη της Επιτροπής, Βαγγέλης Αθανασόπουλος, Τιτίκα Δημητρούλια, Αλέξης Ζήρας, Κώστας Καρακώτιας, Ελισάβετ Κοτζιά, Βαγγέλης Χατζηβασιλείου και Μισέλ Φάις, συνήλθαν ως σώμα, δεν συμφώνησαν, δεν πλειοψήφησαν και δεν κατέληξαν σε κάποιο βιβλίο ώστε να προκύψει βραβείο μυθιστορήματος.
)
ΤΑ ΝΕΑ
(4.10.2002) π
α ηχηρά και καταξιωμένα ονόματα του ελληνικού μυθιστορήματος έμειναν έξω αU πό τα φετινά λογοτεχνικά βραβεία του «Διαβάζω», για τη βιβλιοπαραγωγή του 2001. Ούτε ο Μένης Κουμανταρέας με το «Δυο φορές Έλληνας», ούτε η Ζυράννα Ζατέλη «Με το παράξενο όνομα Ραμάνθις Ερέβους», ούτε ο Θανάσης Βαλτινός με το «Ημε ρολόγιο 1836-2011» δεν συγκέντρωσαν την απαιτούμενη πλειοψηφία για το Βραβείο Μυθιστορήματος, το οποίο για πρώτη φορά, στα επτά χρόνια λειτουργίας του θεσμού, δεναπονεμήθηκε. U
Αυστηρότητα, λοιπόν, διέκρινε τα μέλη της Επιτροπής στην κρίση τους όχι μόνο για το Βραβείο Μυθιστορήματος αλλά και για τα Βραβεία Δοκιμίου και Πρωτοεμφανιζόμενου Πεζογράφου. Και στις τρεις κατηγορίες δεν πλειοψήφησε κανένα από τα προτεινόμενα βιβλία, γεγονός που επέβαλε μια αλλαγή στον τρόπο λειτουργίας της Επιτροπής. Ενώ η Επιτροπή του «Διαβάζω» δεν συνέρχεται σε σώμα, αλλά κάθε μέ λος της ξεχωριστά καταθέτει τις προτάσεις του στο περιοδικό κι εκείνο με τη σειρά του καταμετρά τις ψήφους, ώστε να προκόψει πλειοψηφικά το κάθε βραβείο, αυτή τη φορά η Επιτροπή αναγκάστηκε να συνέλθει για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της μη απονομής τριών Βραβείων. Η σχετική συζήτηση είχε ως αποτέλεσμα να μη δοθεί το Βραβείο Μυθιστορήματος όχι μόνο στους τρεις προαναφερόμενους, αλλά και στους υπόλοιπους φιναλίστ (Κ. Ακριβός, θ. Γρηγοριάδης, Νανά Ησαΐα, Ιφ. θεοδώρου, Γ. Ξενάριος, Γ. Σκαμπαρδώνης, Χρ. Χαρτοματσίδης, Ν. Χουλιαράς). Ευτυχώς επήλθε συμφωνία για τα Βραβεία Δοκι μίου και Πρωτοεμφανιζόμενου. Ωστόσο, πώς εξηγείται το φαινόμενο; Υπάρχουν πολλά καλά βιβλία και διανέμονται οι ψήφοι ή κανένα βιβλίο δεν αξίζει για βράβευση; «Η απάντηση ανήκει στο κοινό και στον κάθε αναγνώστη», άφησε χθες να εννοηθεί ο διευθυντής του «Διαβάζω» Ηρα κλής Παπαλέξης. [...] Πάντως σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να υποτιμηθεί ο θεσμός των Βραβείων, αφού αυτά φέρνουν επανεκδόσεις και πωλήσεις, συμβάλλουν στη διαμόρφωση του λογοτεχνικού τοπίου και στην προβολή στο εξωτερικό. Για παράδειγμα, το Βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου πέρυσι στον Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη είχε ως αποτέλεσμα, είτε με ενέργει ες του «Διαβάζω» είτε λόγω απόηχου, «Οι τέσσερις τοίχοι» να εκδοθούν στα ιταλικά (Κροτσέτι) και στα γαλλικά και να συζητείται η έκδοση στα γερμανικά, ισπανικά και βουλ γαρικά. Επίσης, όσο εδραιώνεται ο θεσμός ολοένα και περισσότερο καταξιώνεται και κερδίζει την εμπιστοσύνη. Δεν είναι τυχαίο ότι κάθε χρόνο αυξάνονται οι χορηγοί (φέτος οι εκδο τικοί οίκοι μόνο έφτασαν τους 33), απ' όπου προέρχονται και τα χρηματικά έπαθλα.
Γιάννης Βαρβίρης, Βραβείο Ποίηαης
ΕΘΝΟΧ
Δήμητρα Ρουμπούλα (4.10.2002)
Γ ΙΓ | μη απονομή βραβείου μυθιστορήματος είναι το χαρακτηριστικό στα φετινά λογο1_Γϋ τεχνικά βραβεία του περιοδικού «Διαβάζω», που απονεμήθηκαν χθες στο Γαλλικό Ινστιτούτο. Και μάλιστα όταν ανάμεσα στα υποψήφια βιβλία ήταν το «Δυο φορές Έλλη νας» του Μένη Κουμανταρέα, το «Ημερολόγιο 1836-2011» του Θανάση Βαλτινού, «Ο θά νατος ήρθε τελευταίος» της Ζυράννας Ζατέλη, «Το εργαστήρι του ύπνου» του Νίκου Χουλιαρά, «Το ουζερίΤσιτοάνης»του Γιώργου Σκαμπαρδώνη κ.ά. Και είναι η πρώτη φορά στα επτά χρόνια του θεσμού βραβείων του «Διαβάζω» που η κρι τική επιτροπή τολμά να μην επιλέξει ανάμεσα σε βιβλία καταξιωμένων συγγραφέων ού τε να προσμετρήσει στα κριτήρια την εκτίναξη κάποιων από αυτά τα βιβλία στις λίστες των μπεστ σέλερ. L I Πάγια διαδικασία των βραβείων του «Διαβάζω» είναι την ημέρα της απονομής να κυκλο φορεί και το τεύχος με το σκεπτικό των μελών της επιτροπής για κάθε κατηγορία. Διαδι κασίες στις οποίες κατά πολύ υπολείπονται τα κρατικά βραβεία, τα οποία θ' ανακοινω θούν μέχρι το τέλος του μήνα. Όλγα Σελλά (4.10.2002)
25
[ΊΓΊ μη απονομή βραβείου οτην πιο λαοφιλή κατηγορία, το μυθιστόρημα, έκλεψε την L n J παράσταση των φετινών λογοτεχνικών βραβείων του περιοδικού «Διαβάζω». Κα νείς έκτω ν Γρ. Βαλτινού, 0. Γρηγοριάδη, Μ. Κουμανταρέα, Γ. Ξενάριου, Γ. Σκαμπαρδώνη και Ν. Χουλιαρά, οι οποίοι μοιράστηκαν τις ψήφους της κριτικής επιτροπής, δεν κατόρ θωσε να πλειοψηφήσει. L.1 Η απονομή των λογοτεχνικών βραβείων 2002, των σημαντικότερων του είδους στη χώ ρα μας μετά τα κρατικά λογοτεχνικά βραβεία, πραγματοποιήθηκε χθες σε εκδήλωση στο Γαλλικό Ινστιτούτο της Αθήνας. Παρών ο υπουργός Πολιτισμού Ευάγγελος Βενιζέλος, ε νώ μηνύματα έστειλαν ο πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης, ο πρόεδρος της ΝΔ Κώστας Καραμανλής και ο υπουργός Εθνικής Παιδείας και θρησκευμάτων Πέτρος Ευθυμίου. Μ ΑΚΕΔΟΝ ΙΑ ΟΕΧΖΑΛΟΝΙΚΗΙ
Γιάννης θ. Κεσσόπουλος (4.10.2002) ρφανό έμεινε το βραβείο μυθιστορήματος στη χτεσινή απονομή των Λογοτεχνι κών Βραβείων 2002 του περιοδικού «Διαβάζω», αφού κανένα από τα πρστεινόμενα βιβλία δεν ενθουσίασε την κριτική επιτροπή. Για πρώτη φορά όμως απονεμήθηκε βραβείο δοκιμίου-μελέτης, το οποίο απέσπασε ο Γιώργος Αράγης για το «Αστική εμπει ρία και αστική ιθαγένεια της νεοελληνικής λογοτεχνίας».
©
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΙ
εν απονέμεται φέτος το Βραβείο Μυθιστορήματος του περιοδικού «Διαβάζω», διό τι κανένα από τα μυθιστορήματα που εκδόθησαν εντός του 2001 δεν πλειοψήφη σε. Είναι η πρώτη χρονιά στα επτά χρόνια λειτουργίας του θεσμού -έως τώρα ήταν πά για τακτική οι επιτροπές κριτικών να μη συνέρχονται ως σώμα, αλλά κάθε μέλος της χω ριστά να καταθέτει τις προτάσεις του- που η κριτική επιτροπή χρειάστηκε να συνεδριά σει, διότι από τις προτάσεις της δεν προέκυπτε βράβευση εκτός της κατηγορίας του μυ θιστορήματος και για τις κατηγορίες του δοκιμίου-μελέτης και πρωτοεμφανιζόμενου πεζογράφου. Μετά τη συνεδρίαση δόθηκαν τα δύο τελευταία. L.l Η απονομή των βραβείων του περιοδικού «Διαβάζω» έγινε χθες βράδυ στο Γαλλικό Ινστι τούτο της Αθήνας, παρουσία του υπουργού Πολιτισμού Ευάγγελου Βενιζέλου. Την πα ρουσίαση της εκδήλωσης έκανε η δημοσιογράφος Σοφία Ιορδανίδου. Μηνύματα έστει λαν ο πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης («Τα λογοτεχνικά βραβεία του "Διαβάζω" μόλις α νακοινωθούν, προκαλούν συζητήσεις, διχογνωμίες, αντιπαραθέσεις· διάλογο - και μάλι στα επί της ουσίας. Η αξιοπιστία τους οδηγεί τις κοινότητες των λογοτεχνών να εκλε πτύνουν τα κριτικά τους εργαλεία, να κρίνουν εαυτούς και αλλήλους, να μιλούν για έρ γα, δημιουργία, κείμενα», επισημαίνει), ο πρόεδρος της Ν. Δ. Κώστας Καραμανλής και ο υπουργός Παιδείας Πέτρος Ευθυμίου.
Μ
ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ
Β.Κ.Κ. (4.10.2002) ο τέλος του καλοκαιριού και η αρχή του φθινοπώρου είναι πλέον ταυτισμένα με [1, πολλές γιορτές για το βιβλίο. Τα βραβεία του περιοδικού ΔΙΑΒΑΖΩ έχουν πλέον ε νταχθεί στις θεσμικές διαδικασίες και, μαζί με τα Κρατικά Βραβεία, διαμορφώνουν το κλί μα και πυροδοτούν τις συζητήσεις.
Τέτοια σημαντικά πολιτιστικά θέματα μένουν εκτός της προσοχής των τηλεοπτικών ειδησεογραφικών προσεγγίσεων. Εκτός και εάν, η μη απονομή βραβείου μυθιστορή ματος, χαρακτηριστικό στα φετινά λογοτεχνικά βραβεία του περιοδικού ΔΙΑΒΑΖΩ, εί ναι το γεγονός που θα σπάσει το κέλυφος του κλειστού κυκλώματος ειδήσεων και θα κληθούν σε παράθυρα ο Μένης Κουμανταρέας, η Ζυράννα Ζατέλη, ο Θανάσης Βαλτινός, ο Νίκος Χουλιαράς, ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης κ.ά. που δεν συγκέντρωσαν τη δέουσα πλειοψηφία για να βραβευθούν, παρότι τα βιβλία τους -τω ν περισσοτέ ρων απ' αυτούς- έφτασαν να εκτιναχθούν έως στις λίστες των μπεστ σέλερ. 1...1 ΗΜΕΡΗΣΙΑ
Αριστέα Βασιλειάδου (5.10.2002) κπλήξεις μας επιφύλαξαν φέτος τα λογοτεχνικά βραβεία του περιοδικού «Δια βάζω», καθώς για πρώτη φορά κατά τη διάρκεια της επτάχρονης πορείας τους, δεν απονέμεται Βραβείο Μυθιστορήματος, παρότι στις προτεινόμενες λίστες πα ρουσιάζονται ονόματα γνωστών συγγραφέων, όπως για παράδειγμα του Θανάση Βαλτινού, του Μένη Κουμανταρέα, του Νίκου Χουλιαρά ή της Ζυράννας Ζατέλη. Κι αυτό γιατί τελικά κανένα από τα προτεινόμενα βιβλία δεν πλειοψήφισε στις προτά σεις της κριτικής επιτροπής. Η απόφαση αυτή μπορεί να χαρακτηριστεί ιδιαίτερα τολμηρή κι έχει επαναληφθεί στο παρελθόν για άλλες κατηγορίες βιβλίων: το 1996 δεν είχε απονεμηθεί βραβείο Πρωτοεμφανιζόμενου Πεζογράφου, το 1998 δεν είχε απονεμηθεί Βραβείο Διηγήματος, ενώ πέρυσι δεν είχε απονεμηθεί Βραβείο Εφηβικού Βιβλίου. U Ποιοι είναι όμως οι λογοτέχνες που με αφορμή τη βράβευσή τους θα τύχουν ιδιαίτερης δημοσιότητας και θα λάβουν επιπλέον 1.467 ευρώ: Το Βραβείο Ποίησης απονέμεται στον Γιάννη Βαρβέρη για την ποιητική του συλλογή «Στα ξένα» (εκδ. Κέδρος). «Με τιμάει ιδιαιτέρως η βράβευσή μου. Παρακολουθώ το περιοδικό "Διαβάζω" από το ξεκίνημά του με μεγάλο ενδιαφέρον και το βλέπω με ικανοποίηση να αναπτύσσεται και να εξελίσσε ται με τις λογοτεχνικές διακρίσεις που έχει θεσπίσει» δήλωσε ο κ. Βαρβέρης. Το Βραβείο Διηγήματος απονεμήθηκε στον Σωτήρη Δημητρίου για τη συλλογή διηγημά των του «Η βραδυπορία του καλού» (εκδ. Πατάκης). Σχολιάζοντας ο ίδιος τη βράβευσή του μας είπε: «Είναι η δεύτερη φορά που με βραβεύει το περιοδικό "Διαβάζω" και χαίρομαι ιδιαίτερα γι' αυτό, εφόσον αποτελεί πλέον θεσμό στο χώρο του βιβλίου. Έχει θετικό αντίκτυπο στους συγγραφείς μια βράβευση, γιατί δί νεται μεγαλύτερη δημοσιότητα στα βιβλία τους». Η κ. Ηρώ Παπαμόσχου απέσπασε το Βραβείο Εφηβικού Βιβλίου για το βιβλίο της «Το χθες του έρωτα» (εκδ. Πατάκης). «Δέχομαι το βραβείο με μεγάλη ικανοποίηση, καθώς είναι το πρώτο μου βιβλίο που α πευθύνεται σε εφήβους και το είχα γράψει με ιδιαίτερο κέφι. Τα προηγούμενα βιβλία μου είχαν βραβευτεί στην Ελλάδα και το εξωτερικό στην κατηγορία του παιδικού βιβλί ου», τόνισε. Με το Βραβείο Παιδικού Βιβλίου τιμήθηκε ο Παντελής Καλιότσος για τη «Σφεντόνα του Δαβίδ» (εκδ. Πατάκη). [...] ΕΠΕΝΔΥΤΗΣ
Μάνια Στάικου (5.10.2002)
I
ο περιοδικό «Διαβάζω» στα χθεσινά του βραβεία δεν απένειμε την τιμητική διάκριση στην κατηγορία του μυθιστορήματος.
η
Κρίμα! Απ' όσο σχημάτισα γνώμη, ήταν μια καλή χρονιά. Ο Θανάσης Βαλτινός, ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης, η Νανά ΗσαΤα, ο Θόδωρος Γρηγοριάδης, ο Μένης Κουμανταρέας είχαν καλό τρύγο και δικαίωσαν για μία ακόμη φορά την ελληνική λογοτεχνία. Άλλωστε, χρό νια τώρα, οι λέξεις γνωρίζουν στιγμές δόξας στα κείμενα των πεζογράφων και των ποιη τών. Ίσως η μακρότατη διαδρομή της ελληνικής γλώσσας, ίσως το φως το οποίο πέφτει πά νω σε ανθρώπους και λέξεις σ' αυτόν τον τόπο, του επιτρέπουν να καμαρώνει για τη λογοτεχνική του παραγωγή και να την καθιστούν, μαζί με τη μουσική, ως τις μόνες ευημερούσες ελληνικές τέχνες. Το να μην απονέμεται ένα βραβείο στις εγχώριες ταινίες, λόγω της γενικευμένης μετριότητάς τους, ή το να παραμένει ατίμητος ο ελληνικός χορός γίνεται κατανοητό, είναι μια ποινή. Το να αδυνατεί όμως μια επιτροπή να φτάσει σε λυσιτελή απόφαση σε λογοτεχνικό δια γωνισμό είναι απλά προϊόν ατολμίας. Στο πρόσωπό της καταδικάζεται μία ολόκληρη τέχνη, φαντάζει μαραζωμένος ένας ολό κληρος δημιουργικός τομέας. [...] Μ ΑΚΕΔΟΝ ΙΑ ©ΕΖΖΑΑΟΝΙΚΗΖ
Βασίλης κεχαγιάς (5.10.2002)
κδίδονται καλά μυθιστορήματα στην Ελλάδα; Το ερώτημα τίθεται από τη στιγμή που η 7μελής Επιτροπή του περιοδικού «Διαβάζω», δεν βράβευσε κανένα από τα 11 μυθιστορήματα του 2001 που έφτασαν... στους τελικούς. Άραγε την ίδια αμηχανία θα δείξει και η επιτροπή των Κρατικών Βραβείων στις 10 Νοεμβρίου; Και να σκεφτεί κανείς ότι πέρσι το «Διαβάζω» είχε φτάσει να βραβεύσει δύο μυθιστορήματα -του Ν. θέμελη και της I. Καρυστιάνη- από κοινού. Τι συνέβη φέτος που ήσαν υποψήφια μερικά από τα πιο φιλόδοξα βιβλία, με καταξιωμένες υπογραφές; Δεν ήσαν επαρκείς ούτε ο Βαλτινός, η Ζατέλη, ο Κουμανταρέας, ο Σκαμπαρδώνης, ή ο Χουλιαράς, ούτε ο Ακριβός, ο Γρηγο ριάδης, η ΗσαΤα, η θεοδώρου, ο Ξενάριος ή ο Χαρτοματσίδης; Δείχνει αυστηρότητα ποι οτικών κριτηρίων αυτό; Ή μήπως δείχνει αδυναμία ανάληψης ευθυνών; Κι ακόμα χειρό τερα, μήπως έχουμε εδώ ένα σύμπτωμα λογοτεχνικού συνδικαλισμού, κακώς εννοού μενης ισότιμης αντιμετώπισης-ενσυνείδητης δηλαδή ισοπέδωσης-επειδή «κάθε λογο τέχνης έχει τις ιδιαιτερότητές του»; Μα! Αυτό είναι το τέλειο άλλοθι για τις ασημαντότητες που κατακλύζουν τα βιβλιοπωλεία. Εξυπηρετεί τη σύγχυση μεταξύ ελαφρών-εύκολων και απαιτητικών-ψαγμένων βιβλίων. Με ποια επιχειρήματα θα υποστηρίξουν αύριο οι κριτές, ότι οι διάφοροι «...Ιούδες» που τους καταναλώνουν δεκάδες χιλιάδες αναγνώ στες, δεν κάνουν για βραβείο; Βέβαια, οι συγκεκριμένοι συγγραφείς έχουν ενδεχομένως γράψει καλύτερα μυθιστορήματα. Ας μην ξεχνάμε όμως: Τα έργα βραβεύονται, όχι οι υ πογραφές. Εκτός αν υπάρχει και εδώ σύγχυση κριτηρίων... [...]
Β
ΤΑ ΝΕΑ
Μικέλα Χαρτουλάρη (12.10.2002)
π
ο διαφυγόν μυθιστόρημα φοβούμαι ότι θα αποβεί και διαφυγόν κέρδος για τα βραβεία του περιοδικού «Διαβάζω». Το κατ' εξοχήν, υποτίθεται, περιοδικό του βι βλίου και της ανάγνωσης, του οποίου την ιστορία -όποια και αν είναι η γνώμη μας γι'
U
αυτό- οφείλουμε να σεβαστούμε, δεν έδωσε εφέτος βραβείο μυθιστορήματος γιατί κανένα από τη λίστα του «δεν πλειοψήφησε, σε αντίθεση με την περυσινή χρονιά που βραβεύτηκαν δύο μυθιστορήματα ισαξίως», όπως διαβάσαμε στην αιτιολογική-απολογητική θέση του περιοδικού. Αυτή η μη απονομή πληγώνει κατά τη γνώ μη μας ανεπανόρθωτα την αξιοπιστία των βραβείων του περιοδικού, που τόσο ω ραία και τόσο νεανικά είχαν ξεκινήσει πριν από χρόνια - σε πλήρη αντίθεση με την τότε μούχλα των κρατικών βραβείων. (Έκτοτε τα κρατικά βραβεία πέτυχαν σε μεγάλο βαθμό να... αποναφθαλινισθούν.) Η μόνιμη κριτική επιτροπή του «Διαβά ζω» -δεν έχουν σημασία οι κομπάρσοι- παγιδεύει τελικά το βραβείο στην πλήξη και εν τέλει στην αδιαφάνεια, αφού οι απόψεις της είναι δεδομένες και παγκοίνως γνωστές μέσα από την κριτικογραφία των μελών της στις εφημερίδες. Προς τι λοιπόν οι επικαλούμενες μυστικές ψηφοφορίες χωρίς προηγούμενη συνεδρίαση των μελών; Μήπως για να φανεί ότι τα βραβεία δεν είναι προϊόν κλειστής ομάδας ή μια αρχαιοαριστερής (προσοχή: όχι αρχειοαριστερής) αντίληψης προ πολλού ξεπερασμένης; Το να μη δίνεται βραβείο μυθιστορήματος σημαίνει ότι το «Διαβά ζω» και τα μέλη της επιτροπής του έχουν τέτοια ολοκληρωμένη θεωρία περί μυ θιστορήματος ώστε κανένα από όσα μυθιστορήματα κυκλοφόρησαν πέρυσι δεν υπάκουε στα κριτήριά τους. Απ' ό,τι ξέρω, όμως, κανένας Μπαχτίν δεν κυκλοφο ρεί στην Αθήνα και η τελευταία φορά που εθεάθη ο Χάρολντ Μπλουμ ήταν σε ένα φέρι μπόουτ της γραμμής Βαρκελώνη-Μαγιόρκα. ΙΟ ΒΗΜ Α (Βιβλία)
Νίκος Μπακουνάκης (13.10.2002)
Ι1Γ3 λαβα το ακόλουθο μήνυμα από συγγραφέα: «Έχω μια ιδέα. Λοιπόν: Τι θα έλεγες να L 5 ετοίμαζες ένα άρθρο όπου εμείς οι 11 υποψήφιοι και μη βραβευθέντες για το Μυθι στόρημα από το "Διαβάζω" θα ψηφίζαμε μεταξύ μας (είτε με μία εήε με παραπάνω ψή φους) για το ποιο μυθιστόρημα κρίνουμε ΕΜΕΙΣ ως το καλύτερο; Τι λες; Δεν θα είχε φο βερό ενδιαφέρον μια τέτοια κίνηση έτσι ώστε να δούμε πώς λειτουργούμε -δημιουργοί όντες- και ως αναγνώστες αλλά και ως κριτικοί;» Το υποβάλλω πάραυτα ως πρόταση στον αρχισυντάκτη μου... ΤΟ ΒΗΜ Α
Λώρη κέζα (13.10.2002)
ίναι γεγονός ότι οι ετήσιες λογοτεχνικές βραβεύσεις του περιοδικού «Διαβάζω» έ χουν αποκτήσει εγκυρότητα και καταξίωση σε ένα ευρύτατο αναγνωστικό κοινό. Στην πληθωριστική ανομβρία των ημερών ωστόσο αυτή η εγκυρότητα δεν αποτελεί α πό μόνη της επαρκές κριτήριο, πόσο μάλλον όταν γνωρίζουμε ότι επισκιάζεται από ένα καλοστημένο παιχνίδι δημοσίων σχέσεων και προβολών. Τα παραπάνω δεν τα γράφου με για να αμφισβητήσουμε την αξία του επτάχρονου πλέον θεσμού της απονομής λογο τεχνικών βραβείων από το «Διαβάζω», όσο κυρίως για να έχουμε τα μάτια μας ανοιχτά και να μην αποδεχόμαστε εκ προοιμίου τις γενικεύσεις που αβίαστα μας πλασάρονται ως διαφάνεια στο χώρο των βιβλίων και των συγγραφέων τους. Ι...1
Β
Η ΑΥΓΗ
Σταμάτης Μαυροειδής (17.10.2002)
29
Ί ώς νιώθετε όταν χαρακτηρίζουν, οε «πηγαδάκια», τα Βραβεία του «Διαβάζω» «εγ-
J» χώρια Νόμπελ»; GO
Ηρακλής Παπαλέξης: Κάποιοι γράφουν ότι τα βραβεία του «Διαβάζω», ως προς τη μυστι κότητα, μοιάζουν με τα Όσκαρ, άλλοι ατύπως τα ονομάζουν εγχώρια Νόμπελ. Και οι δύο χαρακτηρισμοί, στην υπερβολή τους, θέλουν μάλλον να πουν ότι δεν πάσχουν από επαρχιωτισμό. Όταν ξεκινούσατε προ επταετίαςτα Βραβεία, πιστεύατε ότι θα αποκτούσαν τέτοια κα ταξίωση; Η ομάδα του «Διαβάζω» (Ηλ. Μαγκλίνης, Β. Σπάθή κι εγώ) πίστευε κι εξακολουθεί να πι στεύει ακράδαντα στην αποδοχή των Βραβείων. Σ' αυτό συμβάλλουν τόσο οι έγκυρες Επιτροπές Κριτικών, όσο και ο αδιάκοπος δικός μας μόχθος. Αισθάνεσθε δικαίωση όταν βλέπετε τη γνωστή κορδελίτσα «Βραβείο Διαβάζω»; Ικανοποίηση. Διότι τα καλά βιβλία έχουν μ' αυτή την κόκκινη κορδελίτσα ακόμη ένα λόγο να διαβαστούν από πολλούς. Δικαίωση νιώθουμε όταν τα βραβευμένα βιβλία πράγματι διαβάζονται. L.1 Πώς βλέπετε το μέλλον του θεσμού; Το 2005 ετοιμάζουμε να γιορτάσουμε τα 50 χρόνια του «Διαβάζω» και τα 10 των Λογοτε χνικών μας Βραβείων, θα είναι μια μεγάλη γιορτή. ΕΘΝΟΖ
Δήμητρα Ρουμπούλα (18.10.2002)
εσμός έχουν γίνει πλέον για τα λογοτεχνικά πράγματα της Αθήνας και κατ' επέκτασιν της χώρας όλης τα βραβεία του «Διαβάζω», τα οποία συμπληρώνουν επτά χρόνια ύπαρξης, στηριζόμενα από κρατικούς και ιδιωτικούς φορείς, με απήχηση στον Τύ πο αλλά και στο αναγνωστικό κοινό. Και είναι κρίμα που εφέτος δόθηκε τόση έμφαση στην μη απονομή του βραβείου μυθιστορήματος και τέθηκε υπό αμφισβήτηση η επάρ κεια της κριτικής επιτροπής. [...]
©
ΕΠΟΧΗ
Μάρη θεοδοσοπούλου (20.10.2002)
Γ1ΓΊ πλειονότητα των συγγραφέων, πάντως, αποδέχεται τον θεσμό των βραβείων Ι_πϋ στην εγχώριό τους εκδοχή, δηλαδή αυτών που απονέμει η πολιτεία μέσω των ε πιτροπών του υπουργείου Πολιτισμού, καθώς και των βραβείων του περιοδικού Διαβά ζω. Η καθιέρωση των οποίων, πριν από μερικά χρόνια, ωφέλησε εκ του πλαγίου και τα κρατικά, δημιουργώντας ένα αντίπαλο δέος, το οποίο μάλιστα σχεδόν ευθύς εξαρχής α ντιμετωπίστηκε -πλην εξαιρέσεων- ως έγκυρη και χρήσιμη πρωτοβουλία. Καρπός αυτού του ιδιότυπου πλην άνισου ανταγωνισμού ήταν η γενική αναβάθμιση των κρατικών βραβείων όσον αφορά και τις επιλογές προσώπων για την κριτική επιτροπή αλ λά και τα επιλεγόμενα προς βράβευση βιβλία. (Κατά κοινή παραδοχή, τα κρατικά βρα βεία πριν από τη θέσπιση των βραβείων του Διαβάζω αντιμετώπιζαν σοβαρό πρόβλημα αξιοπιστίας και υποδοχής τόσο από το συνάφι των συγγραφέων όσο και από το ευρύτε ρο αναγνωστικό κοινό.) Πλην της αξιοπιστίας τους, τα βραβεία του Διαβάζω τόλμησαν και την κρίσιμη καινοτομία διάκρισης για πρωτοεμφανιζόμενο συγγραφέα, πετυχαίνοντας να ρίξουν το φως της δη μοσιότητας σε νέα πρόσωπα, τα οποία διαφορετικά θα καθιερώνονταν πολύ πιο δύσκο-
λα otnv ελληνική αγορά βιβλίου. 0 Τάσος Χατζητάτσης, ο Βαγγέλης Χατζηγιαννίδης, η Ελένη Γιαννακάκη είναι ανάμεσα στους νέους συγγραφείς που προσέχτηκαν χάρη και στα βραβεία του Διαβάζω. Ωστόσο, δυσάρεστη έκπληξη αποτελεί η φετινή αδυναμία της επιτροπής των βρα βείων του Διαβάζω να επιλέξει ένα από τα μυθιστορήματα που κυκλοφόρησαν το 2001, μολονότι ανάμεσά τους περιλαμβάνονται τίτλοι όπως Κίτρινο ρώαικο κερίτου Κώστα Ακριβού, Ημερολόγιο 1836-2011 του Θανάση Βαλτινού, Το παρτάλι του Θό δωρου Γρηγοριάδη, Με το παράξενο όνομα Ραμάνθις Ερέβους της Ζυράννας Ζατέλη, Δυο φορές Έλληνας του Μένη Κουμανταρέα, ΟυζερίΤοιτσάνηςτου Γιώργου Σκαμπαρδώνη, Το εργαστήριο του ύπνου του Νίκου Χουλιαρά και άλλα και άλλα. Είναι άχαρο, αλλά δεν μπορεί παρά να υποθέσει κανείς ότι η επιτροπή (που προέβαλε ως αιτιολογικό ότι κανένα από τα υποφήφια βιβλία δεν πλειοψήφησε) δεν θέ λησε να κακοκαρδίσει κανένα από τα υποψήφια για βράβευση "μεγάλα" ονόματα της σύγχρονός μας πεζογραφίας, πετυχαίνοντας όμως τελικά να τα κακοκαρδίσει ό λα μαζί και να δημιουργήσει σύγχυση περιττή και παραφιλολογία απολύτως επι βλαβή όσον αφορά τον ίδιο τον θεσμό.
Ηρώ Παπαμόοχου, Βραβείο Εφηβικού Βιβλίου
ΑΓΓΕΛΙΟΦΟΡΟΙ
ΑρίοτοςΔ. Γκουλέμας (20.10.2002)
ΤΩΡΑ ΣΤΙΣ ΓΙΟΡΤΕΣ ΓΙ Α ΤΑ Β Ι Β Λ Ι Α Σ Α Σ Υ Π Α Ρ Χ Ε Ι ΕΝΑ Α Π Ο Λ Υ Τ Α Δ Ι Κ Ο Σ Α Σ Β Ι Β Λ Ι Ο Π Ω Λ Ε Ι Ο
οΒΙΒΛΙΟΧΑΜΟΣ σε
M e τ ι ς Κ Α Λ Υ Τ Ε Ρ Ε Σ Τ ΙΜ Ε Σ ΟΛΑ Τ Α Β ΙΒ Λ ΙΑ τ η ς Β Ι Β Λ Ι Ο Α Γ Ο Ρ Α Σ
(Ισ τ ο ρ ικ ά , Λ ο γ ο τ ε χ ν ικ ά , Π α ιδ ικ ά , Λ ε υ κ ώ μ α τ α κ.ά.)
ΧΡΟΝΙΑ
5*
ΧΡΟΝΙΑ ΚΑΑΑ
*
ΒΙΒΛΙΟΧΑΜΟΣ Γ. Γ Ε Ν Ν Α Δ Ι Ο Υ 5, Σ Τ Ο Κ Ε Ν Τ Ρ Ο Τ Η Σ Α Θ Η Ν Α Σ Α Ν Ο ΙΧ Τ Α
( Δ ίπ λ α σ τ η ν Ε κ κ λ η σ ία τ η ς Ζ . Π Η Γ Η Σ ) Κ Α Θ Ε Μ Ε Ρ Α α π ό 9 π . μ . - 9 μ . μ . Τ η λ .: 2 1 0 - 3 8 2 4 6 2 9
ΣΑΣ
ΠΕΡΙΜ ΕΝΟΥΜΕ 31
γράφει ο
Ursula Le Gain 01 ΡΑΨΩΔΟΙ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ (The Telling)
Μτφρ.: Βαγγέλης Κατοάνι]ξ Αθήναι, Parsec, 2000
Ο
'V A J
δ Ο
S C
32
3
ΠΑΝΟΙ ΦΙΛΙΠΠΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
Η ανάπτυξη της μεταφυσικής πλευράς, των εθίμων, των προκαταλήψεων και του ιδεολογικού υπόβαθρου μελλοντικών ή εξωγήινων κοινωνιών είναι από τα αγαπημένα θέμα της Ούρσουλα Λε Γκεν, που δεν αρκείται σε μια πε ριγραφική επιστημονική φαντασία «περιπέτειας», αλλά προσπαθεί μέσα από την περιγραφή του μέλλοντος να αξιολογήσει τα θετικά και τα αρνητικά των σημερινών ανθρώπινων κοινωνιών. Όπως λέει και η ίδια, «στη μυθοπλασία το μέλλον είναι συνήθως ένας τρόπος για να κοιτάζει κανείς το παρόν». Η ιδέα για το συγκεκριμένο μυθιστόρημα προήλθε από τη σκληρή καταδίω ξη του Ταοϊσμού στην Κίνα του Μάο, κάτι που η Λε Γκεν δεν είδε απλώς σαν μία αντίθεση μεταξύ δογματικών αντιλήψεων, όπου επικράτησε ο πιο ισχυ ρός (και πιο επιθετικός), αλλά σαν την καταστροφή «μέσα σε δύο δεκαετίες μια(ς) πνευματική(ς) παράδοση(ς) τριών χιλιάδων ετών». Στην αντίληψη της Λε Γκεν, που φαίνεται μέσα απ' όλο το έργο της, ο άνθρωπος πρέπει να εί ναι ελεύθερος να εξελίσσεται πνευματικά μόνος του, να κρατάει τις δεισι δαιμονίες και τις προκαταλήψεις του αν θέλει να το κάνει, να τις απορρίπτει και να προχωράει εμπρός όταν είναι έτοιμος γι' αυτό. Δεν απορρίπτει τη δι δασκαλία και το διαφωτισμό, αλλά απεχθάνεται τον εξαναγκασμό. Η περιγραφή του «μελλοντικού» εξωγήινου κόσμου στον οποίο αναπτύσσε ται η μυθοπλασία, καθώς και της «μελλοντικής Γης» από την οποία προέρχε ται η ηρωίδα, δεν έχουν σχέση με την αρχαία ή τη σύγχρονη Κίνα, αν και η αίσθηση που παίρνεις από ορισμένες σκηνές και διαλόγους σε παραπέμπει σε πολλά χαρακτηριστικό σύγχρονων απολυταρχικών και δογματικών γήι νων καθεστώτων. Αντίστοιχα η περιγραφή των εθίμων και των δοξασιών των πιστών της διωκόμενης «θρησκείας», αν και γίνεται με νοσταλγικό ύφος, δε στοχεύει στην προβολή κάποιας «ανάγκης» για μεταφυσικές αναζητήσεις. Απλώς, από κάποιο σημείο και μετά γίνεται υπερβολικά λεπτομερής κι αυτό είναι ίσως το μόνο αδύνατο σημείο του βιβλίου, που θα μπορούσε να είναι πιο «πυκνό», χωρίς να χάσει τίποτα από την ουσία του. Η Λε Γκεν, πάντως, δεν προσπαθεί να περάσει κάποιο θρησκευτικό μήνυμα, αλλά να στηλιτεύσει τον απολυταρχισμό και το δογματισμό, κι αυτό το προ βάλλει προς κάθε κατεύθυνση. Άλλωστε, η κεντρική ηρωίδα προέρχεται α πό μια μελλοντική Γη, όπου έζησε μια κατάσταση ακριβώς αντίθετη απ' αυ τή που βιώνει στον πλανήτη των «Ραψωδών της Γνώσης», με την καταπίεση να είναι εξίσου βάρβαρη και να προέρχεται από θρησκόληπτους φανατι κούς. Το μήνυμα είναι αμφίδρομο, λοιπόν, και η συγγραφέας δεν αφήνει αμ φιβολίες για τη δική της θέση. Και στις δύο περιπτώσεις η ελπίδα προέρχε ται από την παγκόσμια ομοσπονδία της Οικουμένης, της οποίας είναι απε σταλμένη η ηρωίδα. Μιας εξελιγμένης επιστημονικά και ιδεολογικά πολυπλανητικής κοινωνίας, που αρνείται τον εξαναγκασμό των «πρωτόγονων», προσπαθεί να βαδίσει προς τα εμπρός διασώζοντας τα πολιτιστικά στοιχεία του παρελθόντος και δε χρησιμοποιεί την ισχύ της για να «συνετίσει», αλλά την πειθώ για να διαφωτίσει. Ένα μήνυμα αρκετά επίκαιρο, σε μια εποχή που η πατρίδα της Αμερικανίδας Λε Γεν δείχνει να κυριαρχείται από την ακρι βώς αντίθετη αντίληψη.
EVjTj F7tTTl r^?R Εχετε
τη
Δ
ύ ν α μ η ...
Μάθετε και εφαρμόστε τις κατάλληλες ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΕΣ ΖΩΗΣ για να βελτιώσετε ουσιαστικά κάθε τομέα της ζωής σας -επαγγελματικό, οικογενειακό, πνευματικό... Η ζωή είναι δύσκολη, αλλά έχετε τις ψυχικές δυνάμεις, και σας αξίζει, να ζείτε ευτυχισμένοι!
Δ υναμ ώστε ΤΗ ΔΙΚΗ ΣΑΣ ΕΝΕΡΓΕΙΑ Το ΘΩΡΑΚΙΣΤΕ ΤΗΝ ΥΓΕΙΑ ΣΑΣ, είναι βασισμένο στα μυστικά προγράμματα του Σοβιετικού στρατού για τη θωράκιση της υγείας από τις σωματικές, ψυχικές και νοητικές ασθένειες.
Η ΖΩΗ ΜΟΥ ΜΕ ΤΟΥΣ ΙΝΔΙΑΝΟΥΣ Η ζωή, οι συνήθειές, οι παραδόσεις, οι έρω τες, οι αντιπαραθέσεις μεταξύ των φυλών, ο πόλεμος με τους λευκούς... Όλη η αλήθεια, γραμμένη από το μοναδικό λευκό πού έζησε με τους Ινδιάνους για περισσότερα από 60 χρόνια. Ένα βιβλίο που αναδεικνύει το μεγαλείο της ινδιάνικης ψυχής και ανατρέπει τα πιστεύω μας για ένα κόσμο που χάθηκε.
. ΔΑΣΚΑΛΟΙ TOY W U -L I f in e " '
Ανακαλύψτε πως συνδέεται η φυσική με τα μαθηματικά μέσα από απλές και κατανοητές έννοιες, χωρίς μαθηματικά! Από τον Gary Zukav συγγραφέα του Best Seller Η ΕΔΡΑ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ. > d i i © i n iis p @ i
VJ
Ε Κ Δ Ο Σ Ε ΙΣ Δ ΙΟ Π Τ Ρ Α , Ζ ω ο δ ό χ ο υ Π η γ ή ς 2 7 , 1 0 6 81 Α θ ή ν α , τη λ .: 2 1 0 3 8 0 5 2 2 8 , 2 1 0 3 3 0 0 7 7 4 fax : 2 1 0 3 3 0 0 4 3 9 , h ttp : //w w w .d io p t r a .g r , E -m a il: s a le s @ d io p tr a .g r
mmAAEIHZHPA
01 Β Ρ Α Β Ε Υ Σ Ε Ι Σ , 01 Μ Η Β Ρ Α Β Ε Υ Σ Ε Ι Σ ΚΑ Ι 01 Κ Α Λ Ο Θ Ε Λ Η Τ Ε Σ χεδίασα να πω λίγα λόγια για to θέμα του αν μια επιτροπή, όπως αυτή του ^ περιοδικού διαβάζω, δικαιούται και να μη βραβεύει όταν από τα ίδια τα πράγΜ Μ ματα δεν υπάρχει ικανή σύγκλιση απόψεων των μελών της για το αντίθετο, Με πρόλαβε όμως η Ελισάβετ Κοτζιά στην Καθημερινή της 10ης Νοεμβρίου, με ένα από τα πιο διαυγή και εμπεριστατωμένα άρθρα της, καλύπτοντας κατά ένα μεγάλο μέρος και τις δικές μου θέσεις. Επικεντρώνομαι σ' ένα βασικό ερμηνευτικό σημείο του σχολίου της, γιατί πιστεύω ότι μ' αυτό δίνονται απαντήσεις σ' όλα τα δήθεν διακυβεύματα των συγκεκριμένων εκείνων εφημερίδων που εργολαβικώς πώς έχουν αναλάβει -για προφανείς λόγους... κουμπαριών-την προαγωγή και υπεράσπιση των βραβείων του ΥΠΠΟ: «Τα βραβεία θεσπίζονται όχι μόνο για να απονέμονται 1...1 αλλά και για να μην απονέμονται - σε δύο τουλάχιστον περιπτώσεις. Πρώτον, όταν τα μέλη μιας κριτικής επιτροπής συμφωνούν ότι δεν υπάρχει κανένα άξιο λόγου βιβλίο πώς αλλιώς θα διαφυλάξουν το κύρος της διάκρισης; Και δεύτερον, όταν, όπως στην προκειμένη περίπτωση, θεωρούν ότι υπήρξαν μεν αξιοβράβευτα μυθιστορήμα τα, δεν μπορούν όμως να συμφωνήσουν μεταξύ τους τουλάχιστον σε ένα». Φαντάζομαι ότι δεν είναι αφελείς οι παρά τον δήμον ενοικούντες συγγραφείς και αναγνώστες ώστε να πιστεύουν ότι κάθε βραβείο αποφασίζεται διά... ομοθύμου βοής. Πολλές τελικές κρίσεις για τα βραβεία του διαβάζω έχουν υλοποιηθεί με μεγά λη περίσκεψη, με οριακές πλειοψηφίες και ίσως με μεγαλύτερη κατοπινή αμφιβολία για την ευθυβολία ή την αστοχία τους. Γι' αυτό και θα έλεγα πως είναι έκτου πονη ρού οι, ενορχηστρω μ ένες ά λλω σ τε, εναντιώ σεις για τη φετινή μη απονομή Βραβείου Μυθιστορήματος από την επιτροπή της οποίας είμαι και εγώ μέλος. Αν λάβουμε υπόψη ότι ορισμένοι δημοσιογράφοι έχουν υποστηρίξει περιφλεγώς και επιμόνως κάποιους από τους πεζογράφους που φάνηκαν στον κλήδονα των επιτρο πών τη χρονιά αυτή -και που όταν διαβάζονται αυτές οι γραμμές θα έχουν σίγουρα βραβευθεί από το ΥΠΠΟ- μπορούμε ίσως να ερμηνεύσουμε και την ανάλογη... πρε μούρα τους. Γιατί η πρεμούρα τους να τα κατευθύνουν όλα είναι αυτή που τους εξά πτει το ενδιαφέρον και τους ηδονίζει αφάνταστα, και όχι βέβαια η υποστήριξη στην ουσιαστική λογοτεχνία. Τι είναι λοιπόν προτιμότερο: να μη δίνεται βραβείο μυθιστορήματος όταν παρατηρείται έντονη ασυμφωνία μεταξύ των μελών μιας επιτροπής ή να δίνεται, όπως φαίνε ται από το προδεδικασμένον της short list του ΥΠΠΟ, σε βιβλία που πάσχουν βαρέως; Έστω ότι δεχόμαστε την αξιωματική διατύπωση του κυρίου υπουργού πως έκτου αποτελέσματος θα κριθεί το έργο τής επιτροπής. Ε, να που φτάσαμε στο αποτέλε σμα: βραβεύσεις κατά το δοκούν, επιλογές που πηγαίνουν χέρι χέρι με τον εκσυγ χρονιστικό βόρβορο, προκρίσεις που καταστρατηγούν τα πάντα για να ανταμειφθούν οι κομματικοί ευνοούμενοι και παρακοιμώμενοι, θα περίμενα, είναι αλήθεια, κάποιο σχετικό σχόλιο των γνωστών νεοθείήέίθΞ της δημοσιογραφίας μας, τουλάχιστον για τις απιθανότητες των προωθήσεων και παρασιωπήσεων της περιωνύμου λίστας. Αλλά, τι κάθομαι ο ευήθης και λέω: είναι δυνατόν να συμμετέχεις στο μαγείρεμα και να μην κάνεις... τουμπεκί για το περιεχόμενο της χύτρας; □ 34
Ε Κ Δ Ο Σ Ε ΙΣ Α Ν Α Τ Ο Λ ΙΚ Ο Σ ΔΙΑΦΗΜΙΣΕΙΣ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΩΝ ΚΑΙ ΜΗΧΑΝΩΝ 79
Α π ό το
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΕΤΡΙΔΗΕ ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΑΙΑ ΤΟΥ ΑΙΠΝΑ
5 0 μ έχρ ι σ ήμερ α
Ο Γιάννης Πετρίδης,
Για τους φίλους του αυτοκινήτου και των μηχανών,
ο γνωστός παραγωγός, επιλέγει και σχολιάζει τα 2 0 0 4 καλύτερα τραγούδια από το 190 0 μέχρι σήμερα.
ένα συναρπαστικό ταξίδι στο χθες μέσα από τις διαφημίσεις. Το Βιβλίο περιλαμβάνει
Το βιβλίο περιλαμβάνει
και δώρο έγχρωμη
και δώρο έγχρωμη
αφίσα 30X50.
αφίσα 50X70.
J A M E S Ν . FREY Π Ω Σ Ν Α
Γ Ρ Α Ψ Ε Τ Ε Ε Ν Α Π Ρ Α Γ Μ Α Τ ΙΚ Α
Κ Α Λ Ο Μ Υ Θ ΙΣ Τ Ο Ρ Η Μ Α
Μόνο η ΚΑΡΕΖΗ Ένα πραγματικά σημαντικό κινηματογραφικό λεύκωμα για την μοναδική Τζένη Καρέζη με πλούσιο φωτογραφικό υλικό.
JAMESΝ. FREY
Το παγκόσμιο best seller
Πώ$ να γράψετε ένα
πραγματικά καάό μυθιστόρημα
που θα βελτιώσει τον τρόπο που γράφετε με πρακτικές συμβουλές, οδηγίες και παραδείγματα.
Κ Α Τ Ε Ρ ΙΝ Α Π Α Π Ο Υ Τ Σ Η Η ΙΣ Τ Ο Ρ ΙΑ Γ Ρ Α Φ Ε Τ Α Ι Κ Α Ι Α Ν Τ ΙΣ Τ Ρ Ο Φ Α
My n a m e is Bond,
JAMES BOND
διηγήματα
Ο James Bond γιορτάζει 4 0 χρόνια κινηματογραφικής παρουσίας σε ένα λεύκωμα με πολλά στοιχεία, άγνωστες πληροφορίες και πολλές φωτογραφίες.
9 απολαυστικά διηγήματα, 2 από αυτά βραβευμένα σε διαγωνιμούς διηγημάτων, με πρωταγωνιστές σύγχρονους ανθρώπους σε απρόβλεπτες καταστάσεις!
Π εριο δ ικ ό και εκδ ό ο
εις ΑΝΑΤΟΛΙΚΟΣ
Αποστολοπούλου 64, 152 31 Χαλάνδρι, Τπλ.: 210.6775.147, e-mail: aptl2@ath.forthnet.gr
ΦΩΤΗ ΚΟΝΤΟΓΛΟΤ______ ΓΙΑ ΝΑ ΠΑΡΟΥΜΕ ΜΙΑ ΙΔΕΑ ΠΕΡΙ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗΣ Ή άντιδιαστολή, πού έπιχειρεϊ ό Κόντογλου μεταξύ της βυζαντινής και της δυτικής τέχνης, γίνεται μέ κριτήρια ει καστικά... μέ βάση τήν λειτουργικότη τα των ζωγραφικών λύσεων καί τήν κοινωνική άποστολή του έργου τέχνης. Πουθενά δεν υπεισέρχεται ό έθνικισμός, ή μισαλλοδοξία καί ό φανατισμός, δπως πολλοί τον κατηγορούν... Ό Κόντογλου είναι... βαθιά ένωτικός για τον έλληνισμό καί άκόμα πιο πολύ είναι άνθρωπος πού προωθεί τήν ύγιή σχέση μας μέ τον περιβάλλοντα ήμάς γεωπολιτικό χώρο καί τούς άλλους πολιτισμούς πού τείνουν σήμερα να κυ ριαρχήσουν. .. Σέ ρ.ιά σύγχρονη Ελλάδα πού άγωνίζεται να βρει τό πρόσωπό της, πού ψάχνει... να διατηρήσει καί να οικο δομήσει τήν πολιτιστική της μορφή, ή σκέψη τού Κόντογλου είναι βοηθός πο λύτιμος. ..
ΦΩΤΗ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ ΓΙΑ ΝΑ ΠΑΡΟΥΜΕ ΜΙΑ ΙΔΕΑ ΠΕΡΙ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗΣ
ΛΟΓΟΣ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΛΟ "Οταν μελετούμε ένα πρόβλημα δλα τα βιβλία είναι άνοιχτά στο τραπέζι. Δεν υπάρχουν παλαιά καί νέα βιβλία. ’Αρκεί ό διάλογος τών νεκρών να οργανώνεται άπό ζωντανούς άνθρώπους. Τό παρελ θόν (κείμενα, σύμβολα) μίλα δσο τό ρωτούν ζωντανοί άνθρωποι καί άληθινοί κληρονόμοι γίνονται μόνον οί έρμηνευτές του.
ΜΟΎΣ Ε Σ ’Εκδόσεις 'Αρμός
ΠΩΛ ΡΙΚΑΙΡ ΛΟΓΟΣ ΚΑΙ ΣΥΜΒΟΛΟ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΡΜΟΣ Μαυροκορδάτου 7, 106 78 Αθήνα, Τηλ.: 210 33 04 196
γ ρ ά φ ιι ο
Κάμινο που γράφονται
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΠΑΝΤΑΖΗΣ
μ ι αφορμή ένα βιβλίο
ΗΕΠΙΚΤΗΤΗ ΒΛΑΚΕΙΑ* τίτλος αυτού του αρθριδίου από πρώτη άποψη συνιστά αυταπόδεικτη αντίφαση: η βλακεία είναι εκ γενετής μειονεκτική νοητική κατάσταση, που αφ' εαυτής αποτρέπει ή πάντως κάνει εξαιρετικά δύσκολη και περιορισμένη την οποιαδήποτε α πόπειρα απόκτησης γνώσεων και πνευματικής βελτίωσης. Αντίστροφα, η από κτηση γνώσεων διευρύνει αναπόφευκτα το χάσμα που χωρίζει τον βλάκα από τον ευ φυή ή από τον άνθρωπο που είναι επιδεκτικός καλλιέργειας και βελτιώσεων. Συνεπώς, επίκτητη δεν μπορεί να είναι η βλακεία. Μπορεί να είναι μόνο η γνώση ή ακόμη και κά ποιες μορφές ευφυΐας που απαιτούν πνευματική εξάσκηση. Εντούτοις, υπάρχει μία μορφή βλακείας, επικίνδυνα διαδεδομένης μάλιστα, που είναι προϊόν πνευματικής καλλιέργειας και μόνο. Για να μπορέσουμε να την εντοπίσουμε, ας δούμε πρώτα ποια είναι τα χαρακτηριστικά της «φυσικής», της «αυτοφυούς» βλακείας. Νομίζω πως είναι απλά: η «σαφής» «ασπρόμαυρη» λογική του Καλού (που είναι από δω) και του Κακού (που βρίσκεται απέναντι), η νοητική ακαμψία, η αδυναμία αναγνώρι σης περίπλοκων νοητικών αποχρώσεων, η ακλόνητη αυτοπεποίθηση της άγνοιας, η α δυναμία κατανόησης των στοιχείων που έρχονται σε αντίθεση με τις δεδομένες πεποι θήσεις και η απολυτότητα των τοποθετήσεων. Όσο πιο χονδροειδείς και απλοϊκές αντι λήψεις έχει κανείς τόσο πιο απόλυτος είναι στις τοποθετήσεις του. Ό,τι ξεφεύγει από το διπολισμό της ασπρόμαυρης λογικής δεν μπορεί παρά να είναι εκ του πονηρού. Αυ τό σημαίνει πως ο βλάξ ενστικτικά και αυτόματα θεωρεί τους περίπλοκους συλλογι σμούς σκόπιμη απόπειρα «μπερδέματος» και εξαπάτησής του. Είναι, ως εκ τούτου, ε πιρρεπής orrv ιδέα της εχθρικής συνωμοσίας. Αντίστροφα, όσο πιο πολλά μαθαίνει κα νείς τόσο περισσότερο αμφιβάλλει. Είναι ολοένα και πιο ανοιχτός στο ενδεχόμενο πως τα πράγματα μπορεί εντέλει να είναι πολύ διαφορετικά από αυτά που θεωρεί ο ίδιος αυτή τη στιγμή ορθά. Αυτό τον κάνει πιο ανοιχτό στις απόψεις των άλλων, περισσότε ρο σχετικιστή και συνεργάσιμο, περισσότερο δημοκρατικό στη συμπεριφορά του. Η αμ φιβολία αποτελεί το κύριο διακριτικό χαρακτηριστικό του καλλιεργημένου ανθρώπου, αυτό που τον διαφοροποιεί με σαφήνεια από τον βλάκα. Μπορεί αυτό που ελέχθη κα τά καιρούς, ότι η γνώση υπονομεύει τη δράση, να είναι αληθές, δε συνιστά όμως κατ' ανάγκην ελάττωμα, καθώς μας προστατεύει κυρίως από την τυφλή δράση που πηγά ζει από την άγνοια των συνεπειών της.
Ε
D
*Με αφορμή τηνεπανέκδοοη («Οι Εκδόσεις των Φ/λων», Αθήνα, 2002) του βιβήίου του £ Λερπέση Η επαναστατική μάζα και η τεράστια κοινωνική σημασία των βλάκων εν τω συγχρόνω βίω.
37
Υπάρχει εντούτοις μια μορφή καλλιέργειας που παράγει τα ίδια προϊόντα με την αυτοφυή βλακεία. Πρόκειται για τη μονοκαλλιέργεια των ιδεών, για το φανατισμό. Αν εξετά σουμε προσεκτικά τα τελικά χαρακτηριστικά του φανατι κού, θα διαπιστώσουμε έκπληκτοι πόσο μοιάζουν με αυτά του φυσικού βλάκα. Ο κόσμος του φανατικού αποτελείται από δύο ασυμφιλίωτα αντιμέτωπες παρατάξεις, τη φωτει νή και τη σκοτεινή, την Καλή (στην οποία είναι ενταγμένος ο ίδιος) και την Κακή (στην οποία είναι συσστρατευμένες όλες οι καταχθόνιες δυνάμεις του Κακού). Τα χρώματα του κόσμου είναι -ακόμη χειρότερο: οφείλουν να είναιμόνο δύο. Αν δεν είναι το μαύρο και το άσπρο και είναι το μαύρο και το κόκκινο, μικρή έχει σημασία. 0 φανατικός έ χει «σαφείς» και «καθαρές» θέσεις για όλα τα ζητήματα. Οι διαφοροποιήσεις από το στενοκέφαλο δυϊσμό του δεν μπορεί επίσης παρά να συνιστούν συνωμοτικές απόπειρες σκοτεινών κύκλων για να θολώσουν τα νερά και να δημι ουργήσουν σύγχυση. Δε βλέπει -ακόμη χειρότερα, δε θέ λει να δει- ό,τι δε χωράει στην προκρούστεια κλίνη της στενής λογικής του. Ό,τι δε συμφωνεί με τις πεποιθήσεις του, είτε είναι ασήμαντο είτε και εντελώς ανύπαρκτο. Ό,τι συμφωνεί, μεγαλοποιείται και διογκώνεται. Ακόμη κι αυτό που δεν μπορεί να το εξοβελίσει καμία διαδικασία σμί κρυνσης γίνεται η «εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανό να»! Με την προσεκτική επιλογή των πληροφοριών οι α πόψεις του, με τον καιρό, αντί να παρουσιάσουν ρωγμές παγιώνονται, σταθεροποιούνται, γίνονται άκαμπτες. Αντί στοιχα προς τις πεποιθήσεις, οι αντιδράσεις γίνονται πε ρισσότερο τυποποιημένες, ανακλαστικές και αποφασιστι κές. 0 κάτοχος της επίκτητης βλακείας δε στερείται φυσικής νοημοσύνης. Ενδέχεται ακόμη να είναι και ιδιαίτερα ευ φυής. Η ευφυΐα του όμως είναι σταθερά προσανατολι σμένη και προστατευμένη από ειδικό φίλτρο που αφήνει να περάσουν εκείνες μόνο οι πληροφορίες που συμφω νούν με το μοντέλο του κόσμου στο οποίο «πιστεύει». Αυ τό το φίλτρο καταλήγει ενίοτε να γίνει διαχωριστικό διά φραγμα στο εσωτερικό του εγκεφάλου του: εμποδίζει τις ενοχλητικές πληροφορίες που είναι αποθηκευμένες σε έ να τμήμα του να έρθουν σε μιασματική ή αποσυνθετική ε παφή με το υπόλοιπο. Μια αόρατη λοβοτομή -αποτέλε σμα πνευματικής εξάσκησης-, που παρεμποδίζει την επι κοινωνία των εγκεφαλικών του ημισφαιρίων, αναλαμβάνει έτσι να «διορθώσει» το βιολογικό «λάθος» που διαφορο ποιεί τον φανατικό από τον ηλίθιο. Η επίκτητη βλακεία μπορεί να καλλιεργείται θαυμάσια. 0 καλύτερος μάλιστα τρόπος να την καλλιεργήσει κανείς εί ναι η ανάγνωση βιβλίων. Βιβλίων που επιλέγονται από ένα συγκεκριμένο τύπο ιδεών, προϊόντα ενός συγκεκριμένου κύκλου συγγραφέων που διακινούνται από συγκεκριμέ 38
νους κύκλους εκδοτών. Η ιδεολογική επιλογή που έχει γί νει διαδοχικά απ' αυτούς τους κύκλους διασφαλίζει τον ε ξοβελισμό οιωνδήποτε διαφορετικών πληροφοριών και ι δεών. Επιπλέον, η ύπαρξη του κύκλου των ομοϊδεατών ε νισχύει την πεποίθηση στην ορθότητα των απόψεων του φανατικού και αποτρέπει την ανάδυση ενδεχόμενων αμ φιβολιών στο επίπεδο του συνειδητού. Αποτρέπει έτσι την ανάπτυξη αναστολών της δράσης. Η επίκτητη βλα κεία, λοιπόν, δεν είναι απλώς προϊόν πνευματικής καλ λιέργειας. Είναι επίσης προϊόν μαζικής μονο-καλλιέργειας. Η σημαντικότερη διαφορά της επίκτητης από τη φυσική βλακεία αφορά το βαθμό της επικινδυνότητάς τους. Εξαιτίας των μικρών δυνατοτήτων του ο αυτοφυής βλαξ δεν είναι τόσο επικίνδυνος όσο ο καλλιεργημένος. Το βεληνε κές του εξαντλείται στα όρια των χεριών του, η καταστρο φική του δύναμη φτάνει μέχρις εκεί που φτάνει η γροθιά του. Παραμένει πάντα ένας φτωχός χειρώνακτας του κα κού. Αντίθετα, ο καλλιεργημένος βλαξ μπορεί να αξιοποιήσει στο έπακρο τις τεχνικές γνώσεις του και τις τεχνολο γικές δυνατότητες στην υπηρεσία της στενοκεφαλιάς του. Και μπορεί να αποδειχθεί μία φοβερή μηχανή με ανυπολό γιστες καταστροφικές επιπτώσεις. □
ΑΝΤΩΝΗΣ ΓΚΑΝΤΖΗΣ
ΤΟ ΕΓΚΟΛΠΙΟ ΤΟΥ ΛΗΣΜΟΝΗΜΕΝΟΥ
Εκδόσεις 'Αρμός ΑΘΗΝΑ 2001
ΑΠΟ ΤΙΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ Α Ρ Μ Ο Σ ΣΤΑ ΚΕΝΤΡΙΚΑ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΑ
Frida
Η χ ελευ ® "
0 «^ιω \> «
,λληνικά\
Μ ε τ ι& κ α ϋ ν τ ε ρ ε & η ρ ο ϋ έ ο ε ιδ
επιμέλεια: ΗΜΑΣ ΜΑΓΚΑΙΝΗΣ
Πόλεμοςνεύρων: Ηψυχιατρικήοτηνπρώτηγραμμή I I Μ
ε έναν πρόσφατο αλλά ξεχασμένο πόλεμο στο μακρινό Αφγανιστάν, με έναν ακόμα που μαίνεται στη Μέση Ανατολή, αλλά και
■VI με το ν επικείμενο πόλεμο στο Ιράκ, ίσως να μην είναι άσκοπο
I
I
I
να στρέψουμε για λίγο το βλέμμα στους πολέμους που σφράγισαν την ιστορία του 20ού αιώνα. Όχι όμως μέσα από μια αυστηρώς ιστο ριογραφική σκοπιά, αλλά μέσα από μια επιστημονική οπτική, και συ γκεκριμένα την επιστήμη της ψυχιατρικής. Ο Μπεν Σέφαρντ (Ben Sephard) γεννήθηκε το 1948 και σπούδασε Ιστορία στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. Ήταν παραγωγός τηλεοπτι κών σειρών-ντοκιμαντέρ ιστορικού περιεχομένου για το BBC και το Channell Four της αγγλικής τηλεόρασης, είναι επίσης τακτικός συνερ γάτης του λογοτεχνικού ένθετου τω ν Times (T.L.S.), ενώ έχει ασχολη θεί και με την ιστορία της ψυχιατρικής. Το εξαιρετικό βιβλίο του, που κυκλοφόρησε πρόσφατα από τον εκδοτικό οίκο «Pimlico», με τίτλο Π όλεμος νεύρων. Σ τρα τιώ τες και ψυχίατροι 1914-1994 (A War o f Nerves. Soldiers and Psychiatrists, 1914-1994, o. 488), είναι μια ιστορι κή μελέτη για τη στρατιωτική ψυχιατρική του 20ού αιώνα βασισμένη σε ευρεία κλίμακα πηγών: επίσημες ιατρικές και στρατιωτικές αναφο ρές, ημερολόγια, επιστολές, ντοκουμέντα, μαρτυρίες κ.ά. Το βιβλίο του Μη. Σέφαρντ ανατρέχει στην εποχή εκείνη όταν η τεχνολογία άρχισε να παίξει κεντρικό ρόλο στο πεδίο της μάχης. Σημείο αφετηρίας το Δυτικό Μέτωπο του Α' Παγκόσμιου Πολέμου, οπότε και παρατηρήθηκαν τα πρώτα συμπτώματα του λεγάμενου Shell-shock (Σοκ του Βομβαρδισμού) στους στρατιώτες της πρώτης γραμμής. Καλύπτοντας μια χρονική περίοδο που ξεκινά από τη μαζική σφαγή τω ν χαρακωμάτων του 1914-18 μέχρι και τις υψηλής τεχνολογίας πολεμικές επιχειρήσεις στον Περσικό Κόλπο στις αρ χές της δεκαετίας του '90, ο Μπ. Σέφαρντ καταγράφει και αναλύει την εξέλι ξη του πολέμου, αλλά και τη ραγδαία επιδείνωση τω ν ψυχολογικών τραυμά τω ν τω ν μαχητών. Επίσης, διερευνά τους τρόπους με τους οποίους η ψυχια τρική αντιμετώπισε ένα πρόβλημα που γινόταν πιο συχνό, πιο σοβαρό. Γεγονός είναι ότι από το 1914 και μετά ο πόλεμος δεν τελειώνει στο πεδίο της μάχης και οι πληγές δε μένουν μόνο στη σάρκα, στο σώμα. Έτσι, όπως εν καιρώ ειρήνης η έλευση τω ν μαζικών κοινωνιών και η διεστραμμένη χρήση της τεχνολογίας έχουν δημιουργήσει ανθρώπους που μπορούν μεν να επιβιώσουν αλλά είναι ανίκανοι να ζήσουν (νευρασθένεια, κατάθλιψη κ.τ.λ.), έτσι και στον πόλεμο, η εμφάνιση των μαζικών πολεμικών επιχειρήσεων και, κυρίως, η μη χανοποίηση της μάχης έχουν καταστρέψει ανθρώπινες ζωές - ακόμα κι εκείνες που επέζησαν της σφαγής. Το βιβλίο του Μπ. Σέφαρντ αποτελεί μια τεκμηριω μένη ιστορική εργασία πάνω σε αυτό το λεπτό όσο και καυτό ζήτημα. □
Ά.ΆπεΧφελντ: ίναςσημαντικός Ισραηλινόςσυγγραφέας τσεχικής καταγωγής εβδομηντάχρονος Ισραηλινός συγγραφέας Άαρον Ά π ελ φ ελ ν τ (Aharon A ppelfeld) επ έζησε τω ν ναζιστικών στρατοπέδων συγκέντρωσης και το 1946 μεταναστέυσε στην Πα λαιστίνη όπου ζει μέχρι σήμερα. Μολονότι άγνωστος στη χώρα μας, ο Άπ ελφ ελντ είναι συγγραφέας αρκετών σημαντικών μυθιστορημάτων που το ν έχουν καταστήσει γνωστό τόσο στην Ευρώπη όσο και στις ΗΠΑ, ενώ έχει τιμ η θ εί με διάφορα διεθνή λογοτεχνικά βραβεία. Επί σης, στο μυθιστόρημα το υ Φίλιπ Ροθ Επιχείρηση Σάιλοκ («Πόλις»), ο Ά π ελφ ελντ εμφανίζεται ως ένας από το υ ς σημαίνοντες χαρακτήρες TH REE του βιβλίου. L E C TU R ES Στο βιβλίο του Πέρα από τη ν απελπισία. Τρεις διαλέξεις και μία συζή AND A τ η σ η μ ε τ ο ν Φίλιπ Ροθ (B e yo n d Despair. Three L e c tu re s a n d a C O N V E R S A T IO N C onversatio n w ith P h ilip Roth, «From m In te rn a tio n a l P u blishing Corporation», σ. 82) ο Α π ελφ ελντ μιλά εις βάθος για την παιδική του W ITH ηλικία κατά τη διάρκεια τη ς εβραϊκής γενοκτονίας, τη ν περιπλάνησή P H IL IP R O T H του στην κατεστραμμένη Ευρώπη μετά το πέρας του πολέμου και τη δ εύτερη παιδική ηλικία που έζησε στο Ισραήλ στα τέλ η τη ς δεκαετίας του '40. Όπως και η συνέντευξη-ουνομιλία, με την οποία κλείνει το βι βλίο με τον Φίλιπ Ροθ (θα τη διαβάσουμε προσεχώς και στα ελληνικά όταν εκδοθεί η συλλογή συνεντεύξεω ν του Φ. Ροθ Shop Talk, από τις εκδόσεις «Πόλις»), οι τρεις διαλέξεις του Ισραηλινού συγγραφέα ελάχιστα θυ μίζουν τις γνωοτές εκείνες δραματικές μαρτυρίες τω ν επιζησάντων του Άουσβιτς, και περισσότερο τη νηφάλια, αποστασιοποιημένη, σχεδόν κλινική κατα γραφή (μαρτυρία μεν, αλλά μοναδική στο είδος της) του μεγάλου Πρίμο Λέβι, ο οποίος εκτιμούσε ιδιαίτερα το έργο του Άπελφελντ. Στις Τρεις διαλέξεις έχουμε να κάνουμε με ένα συγγραφέα που κάνει αναδρο μή στην παιδική του ηλικία και στα χρόνια της νεότητας με απώτερο στόχο ό χι να νοσταλγήσει, να αποκαλύψει ή, πολύ περισσότερο, να κατηγορήσει οποιονδήποτε, αλλά να κατανοήσει τους σκοτεινούς εκείνους καιρούς. Ενθυ μούμενος το Ολοκαύτωμα, ο Άπ ελφ ελντ κάνει μερικές πολύ ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις, όπως η παρακάτω, παρμένη από τη συνομιλία του με τον Φ. Ροθ: «Η εβραϊκή εμπειρία από το Β' Παγκόσμιο Πόλεμο δ εν ήταν "ιστορική". Ήρθαμε σε επαφή με αρχαϊκές μυθικές δυνάμεις, κάποιο σκοτεινό υποσυνεί δ ητο το νόημα του οποίου μας διαφεύγει ακόμα και σήμερα. 0 κόσμος αυτός φαίνεται πως έχει μια λογική δομή (με τρένα, ώ ρες αναχώρησης, σταθμούς και μηχανικούς), στην π ραγματικότητα όμω ς εκείνα τα ταξίδια ανήκαν στη σφαίρα της φαντασίας, μια φαντασία που μόνο παράλογα μυαλά θα μπορού σαν να έχουν επινοήσει. Δεν καταλάβαινα, και συνεχίζω να μην καταλαβαίνω, τα κίνητρα τω ν δολοφόνων». □
Ο
41
γράφει η
Χ Ρ Υ ΣΑ Σ Π Υ Ρ Ο Π Ο Υ Λ Ο Υ
ΡΑΛ Φ Ε Λ ΙΣ Ο Ν ΗΠΑ ( 1 9 1 4 - 1 9 9 4 ) η
Ραλφ Έλισον γεννήθηκε στην Οκλαχόμα Σίτι, την πρωτεύουσα της πολιτείας Οκλαχόμα, και εργάστηκε ως λούστρος, μουσιU κός της τζαζ, φωτογράφος, ενώ εγκατέλειψε το Ινστιτούτο Τάσκετζι της Αλαμπάμα, όπου σπούδαζε μουσική, για να ενταχθεί στο Πρόγραμμα Ομοσπονδιακών Συγγραφέων στη Νέα Υόρκη. Έγινε δημοφιλής με το πρώτο του μυθιστόρημα, Ο αόρατος άνθρωπος, που κυκλοφόρησε το 1952. Ήρωας είναι ένας μαύρος από τη Νό τια Αμερική που πηγαίνει στο Χάρλεμ, παίρνει μέρος στον αγώνα κατά των λευκών, αλλά καταλήγει να αγνοηθεί από τους μαύρους συντρόφους του. Οι κριτικοί θεώρησαν αυτό το μυθιστόρημά του το πιο αξιόλογο έργο της μεταπολεμικής περιόδου - και να σκεφ τεί κανείς ότι ο Έλισον, εκτός από τον Αόρατο άνθρωπο, γύρω στα πενήντα του εξέδω σ ε μόνο έναν τόμο ακόμα, μια συλλογή δοκιμίων με τον τίτλο Σκιά και πράξη. Ωστόσο έκανε πολλές ομι λίες που ήταν σχετικές με το δημιουργικό γράψιμο τω ν μαύρων, τη μουσική και τη φωτογραφία. Άλλωστε η τζαζ και τα μπλουζ φαίνε ται να έχουν επηρεάσει βαθιά το έργο του καθώς οι ρυθμοί τους το διατρέχουν και το καθιστούν έμπλεο πάθους και κίνησης εικό νων και συναισθημάτων. Στο μυθιστόρημά του η πρωτοτυπία έ γκειται στην αφομοίωση πολλών διαφορετικών στοιχείων που ε μπλουτίζουν τη δομή του. Οι μουσικοί ρυθμοί το καθιστούν «λαϊκό» και η επίδραση στον αναγνώστη είναι μεγάλη, ενώ παράλληλα η προβολή τω ν προβλημάτων τω ν μαύρων καθώς και ο αγώνας της συνείδησής τους του δίνει νόημα και δύναμη. Η λογοτεχνική αξία του είναι σημαντική καθώς η γραφή είναι επεξεργασμένη και τα ε πεισόδια φανερώνουν γόνιμη επιρροή από τους Αμερικανούς και Ευρωπαίους μυθιστοριογράφους. Το πρώτο κεφάλαιο μάλιστα είχε δημοσιευτεί ξεχωριστά ως διήγημα. Αποσπάσματα από ένα δεύτε ρο μυθιστόρημα άρχισαν να δημοσιεύονται σε περιοδικά το 1960 και συνέχισαν να εμφανίζονται και την επόμενη δεκαετία. Μόλις πριν από λίγο καιρό κυκλοφ όρησ ε το έργο α υτό με το ν τίτλ ο Juneteenth, σε επιμέλεια του John Callahan, ενώ παράλληλα εκδόθηκε και η συλλογή τω ν δοκιμίων του που έχουν σχέση με τη μουσική: Living with Music: Ralph Ellison's Jazz Writings. Στα ελληνικά δεν έχει μεταφραστεί ακόμα ο Αόρατος άνθρωποςποιος ξέρει όμως; □
II
Σ ΥΓΧ ΡΟ ΝΟΙ ΚΛΑΣΙ ΚΟΙ
Βλαντιμίρ Ν αμ πόκοφ
Μ άριο Σολντάτι
Αολίτα
Γράμματα από το Κάπρι
Η σ χ ο λ ια σ μ έ ν η έκ δ ο σ η
Μετάφραση: Φωτεινή Ζερβού
Μετάφραση: Γιώργος-Ίκαρος Μπαμπασάκης
Τα
Γρά μμ ατα από το Κ άπ ρ ι
ε ίν α ι έ ν α
« Τ ο έρ γο το υ καθηγητή Ά π π ε λ
μ υ θ ισ τ ό ρ η μ α ε κ π λ ή ξ ε ω ν , σ α ν κ ιν έ ζ ικ ο
α π ο κ α λ ύ π τ ε ι π ο λ λ ά ... π ά ν ω α π ’ ό λ α
κ ο υ τί ό π ο υ ό τ α ν α ν ο ίγ ε ις τ ο ν έ ν α κ ύ β ο
δ ε ίχν ε ι ότι η
Αολίτα
ε ίν α ι έ ν α α π ό τ α
λ ίγ α μ ο ν τ έ ρ ν α έ ρ γ α π ο υ ε π ιδ έ χ ο ν τ α ι
β γ α ίν ε ι α π ό μ έ σ α έ ν α ς μ ικ ρ ό τ ε ρ ο ς . Π ρ ό κ ε ιτ α ι γ ι α τ η ν ισ τ ο ρ ία ε ν ό ς έ ρ ω τ α
τ έ τ ο ιο ν υ π ο μ ν η μ α τ ι σ μ ό ... Α π ό δ ω κ α ι
κ α ι μ ια ς π ρ ο δ ο σ ία ς π ο υ ε π ιφ υ λ ά σ σ ε ι
π έρ α , οι π ά ντες θα π ρ έπ ει να
μ ια σ ε ιρ ά α ν α τ ρ ο π έ ς κ α ι π ο υ γ ίν ε τ α ι
δ ια β ά ζ ο υ ν τη
Αολίτα
σ ’ α υτή την
α φ ο ρ μ ή ν α σ υ γ κ ρ ο υ σ τ ο ύ ν δ ύ ο κ ό σ μ ο ι: ο π α λ ιό ς , υ π ο κ ρ ιτ ικ ό ς α λ λ ά « έ κ λ υ τ ο ς »
έκ δοσ η ».
New Statesman & Society
ιτ α λ ικ ό ς π ο λ ιτ ισ μ ό ς κ α ι ο κ α ιν ο ύ ρ ιο ς , μ υ σ τ η ρ ιώ δ η ς α μ ε ρ ι κ α ν ι κ ό ς .
Ο Ρ >< ' ' ~
m
4*
ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΟ ΠΑΤΑΚΗ: ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ 65, 106 78 ΑΘΗΝΑ, ΤΗΛ. 210.38.11.850 ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΔΙΑΘΕΣΗ: ΕΜΜ. ΜΠΕΝΑΚΗ 16, 106 78 ΑΘΗΝΑ, ΤΗΛ. 210.38.31.078 ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ: Ν. ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΟΥ 122, ΤΗΛ. 2310.70.63.54-5
γράφει η
ΧΡΥΣΑ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΥ
ΧΑΡΙΕΤ ΣΚΟΤ Τ Σ Ε Σ Μ Α Ν
Μ
fONOdXJAI 44
ηπα
ε χαρά έπιασα στα χέρια μου το βιβλίο της Χάριετ Σκοτ Τσέσμαν Η Λύντια Κασσάτ διαβάζει την πρωινή εφημερίδα ίεκδόσεις «Άγρα», 2002), το ο ποίο έτυχε να διαβάσω στο πρωτότυπο τον προηγού μενο χρόνο. Τη συγγραφέα δεν τη γνώριζα, στο σύ ντομο βιογραφικό που συνόδευε το βιβλίο -μάλιστα, αν θυμάμαι καλά, δεν είχε ακόμη τυπω θεί- διάβασα ότι η Τσέσμαν ζει στις ΗΠΑ, όπου διδάσκει σε γνωστό πανεπιστήμιο δημιουργική γραφή. Μέχρι τό τε είχε γράψει ένα βιβλίο για τη Γερτρούδη Στάιν, το The Public is Invited to Dance, καθώς και ένα μυθιστόρημα με τον τίτλο Ohio Angels. Το έργο Η Λύντια Κασσάτ διαβάζει την πρωινή εφημερίδα αναφέρεται στη ζωή της Αμερικανίδας ζωγράφου Mary Cassatt, η οποία για πολλούς της πίνακες είχε χρησιμοποιήσει ως μοντέλο την αδελφή της, τη Λύντια, που έπασχε από τη νόσο του Μπράιτ. Με λεπτότητα και χάρη αποδίδεται ο συναισθηματι κός κόσμος της Λύντια, η οποία γνώριζε ότι το τέλος δεν είναι μακριά. Έτσι είναι ιδιαί τερα ευαίσθητη σε ό,τι συμβαίνει γύρω της, παρατηρεί καθετί που την περιβάλλει, ε νώ και η πιο ασήμαντη στιγμή έχει γι' αυτή σημαντική σημασία. Καθώς δεν μπορεί να ζήσει στην πραγματικότητα φυσιολογικά -φαίνεται να την ενοχλεί το γεγονός ότι δεν έκανε δική της οικογένεια, ότι δεν μπορεί να φλερτάρει- ζει μέσα από το όνειρο, από τους εσωτερικούς ψιθύρους. Παράλληλα, όμως, απεικονίζεται ο κόσμος, η ατμόσφαι ρα στο Παρίσι κατά τα τέλη του 19ου αιώνα, οι τάσεις στη ζωγραφική, οι ιμπρεσιονιστές καλλιτέχνες. Η παρουσία του Εντγκάρ Ντεγκά στη ζωή των δύο αδελφών είναι έ ντονη και, μέσω τω ν αφηγήσεων των σχετικών με καθημερινά περιστατικά, γνωρίζει κανείς την προσωπικότητα του μεγάλου ιμπρεσιονιστή ζωγράφου. Απαιτητικός, αυ στηρός μερικές φορές, όταν έκρινε τα έργα της Κασσάτ, πάντα της υποδείκνυε αλλα γές - μικρές λεπτομέρειες στα χρώματα ή στα σχήματα. Η νεαρή γυναίκα γνωρίζει ότι θα πεθάνει και αφήνεται ηδονικά μπροστά στο καβαλέτο της αδελφής της, η οποία δημιουργεί και κατασκευάζει το αντίδοτο του θανάτου. Η Λύντια την εμπνέει και παίζει μαζί της δημιουργικά. Το μοντέλο, ακινητοποιημένο στην πολυθρόνα του, βλέπει από μακριά την πορεία και εξέλιξη τω ν γεγονότων και σχολιάζει, θέτει ερωτήματα στην καλλιτέχνιδα για θέματα που αφορούν την τέχνη, την απώλεια αγαπημένων προσώ πων, το θάνατο. Η εξιστόρηση των συμβάντων γίνεται με αργούς ρυθμούς, οι εσωτε ρικές φωνές που διατρέχουν την καθημερινότητα της ευάλωτης, εξαιτίας της αρρώ στιας της, γυναίκας ως να προμηνύουν ότι κάτι άγνωστο, που πιθανόν να αποδειχτεί ε κρηκτικό, επίκειται. Η σκιά του θανάτου, σ' αυτό το τόσο φωτεινό κατά τα άλλα μυθι στόρημα, επικρέμαται παντού. Ωστόσο, οι ανεκπλήρωτες επιθυμίες, οι φαντασιώσεις, ο φόβος της επόμενης μέρας δεν ακινητοποιούν τη Λύντια συναισθηματικά, εφόσον γνωρίζει καλά την αξία της κάθε στιγμής που φεύγει ανεπιστρεπτί. Ενδεικτικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα: «Λαχταρώ απλώς να είμαι εδώ σήμερα, να νιώθω τούτη τη στιγμή γεμάτη χρώματα και σχήματα, το χέρι μου να σπρώχνει τη βελόνα μες στο με ταξωτό ύφασμα». □
Ε Κ Δ Ο Σ Ε ΙΣ
J L Α Γ Ρ Α
ΑΛΕΞΗΣ ΠΑΠΑΧΕΛΑΙ ΤΑΣΟΣ ΤΕΛΛΟΓΛΟΥ
Φάκελος 17 Ν Ο ΕΜ ΒΡΗ
ΕΣΤΙΑ
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΡΕΤΕΝΤΕΡΗΣ Γιάννης Πρειενιέρης
Η αναμέτρηση Ζωή και θάνατος της 17Νοέμβρη fitfiktaimUfov τέζ ΕΣΤΙΑΣ
■
ΔΟΛΟΦ ΟΝΗΘΗΚ
ΟΑΡΧΗΓΟΣ ΤΗΣ CI 3 « Π η .r a i g j J L
w w w .h e s tia .g r · in f o @ h e s t ia .g r
ΝΤΑΡΙΕΛ ΑΑΑΡΚΟΝ ΡΑΜΙΡΕΕ ( Μπ ε ν ί γ ν ο ) τι}
οιινίντιιιξι1
nijpi ο Κ Ο Π Α Ι
Ο Κουβανός Νταριέλ Αλαρκόν Ραμίρες έχει (ή οει μια πραγματικά μυθική ζωή. Για όσους δε γνωρίζουν, ο Αλαρκόν Ραμίρες είναι ο γνωστός «Μπενίγνο» της κουβανικής επανάστασης. Ένα αναλφάβητο, τότε, νέο π αιδί που πέραοε οτο πλευρό του Τοε πολλές και ιστορικές στιγμές. Μ α ζί έζηοαν το δράμα της Κούβας, της Αλγερίας, του Κονγκό, της Αγκόλα και, τέλος, της Βολιβίας, εκ εί όπου ο Ερνέοτο Τοε Γκεβάρα, ο οποίος τόοα όμορφα λόγια έγραψ ε οτο ημερολόγιό του για τον Μπενίγνο, άφηοε την τελευτα ία του πνοή. Ο Μπενίγνο κατάφ ερε να γλιτώ οει, αφήνοντας ένα μεγάλο μέρος τω ν ονείρω ν του να φ λέγονται ακόμη. Από το 1 994 ο Μπενίγνο ζει οτο Παρίσι, εκ εί όπου ξεκίνησε την εξιοτόρηοη της περιπετειώδους ζωής του. Μ ια εξιστόρηοη που πήρε οάρκα και οοτά με το βιβλίο Η ζωή και ο Θάνατος της επανάστασης στην Κούβα. Αναμνήσεις ενός Κουβανού στρατιώτη (κυκλο φ ο ρ εί από τις εκδόσεις «Παρατηρητής», οε μετάφραση Εύης Κ εφ άλα). Μέσα από αυτό το ουναρπαοτικό βιβλίο παρακολουθούμε τον αγώνα μιας αγνής συνείδησης που προοπαθεί να πάρει τη θέση της μέοα ο την Ιοτορία. 0 Μ πενίγνο αποδεικνύεται ένας καλλιτέχνης της μνήμης, ταξιδιώ της ανάμεσα οε επιθυμίες, όνειρα και ερμηνείες που κάνουν τη ζωή λιγότερο μηχανική και οκληρή. Στη συνέντευξη που ακολουθεί, εκτός από ένα προσωπικό μαρτυρολογίο, μια κατάθεση ψυχής, π αρακολουθούμε και ένα ούγχρονο χρονικό κινημάτω ν και επαναοτάοεων που οφράγιοαν την ιοτορία του 20ο ύ αιώνα. (Οφείλουμε πολλές ευχαριστίες οτην Εύη Κεφάλα για τη μεοολάβηοή της και τη μετάφραση της συνέντευξης.)
«Ο
Φ ιντελ
όοα μαζ
Το «Τρένο των τέοοερις» σκότωσε τον παππού Σέρχιο! Μοιάζει με θάνατο ακρί βειας. Πως θυμάστε τον παππού οας; Η παιδική μου ηλικία αρχίζει με το θάνατο του παππού μου Σέρχιο. Εκτός από την παιδική μου ηλικία αρχίζει να μου φανερώνεται ένας κόσμος εντελώ ς ά γνωστος. Γιατί αρχίζω να μαθαίνω τι είναι η κακομεταχείριση, να επιθυμώ πράγ ματα και να θέλω κάποιον που να μ' αγαπάει και να με χαϊδεύει την ώρα που κοιμόμουν και που δεν τον είχα πλάι μου... Πιστεύω ότι η ζωή μου αρχίζει με σκληρό τρόπο. 0 θάνατος του παππού μου δε φεύγει από το μυαλό μου. Πώς να μη θυμάμαι εκείνο «το τρένο των τέσσερις»... Το τρένο εκείνο το λέγαμε «το τρένο τω ν τέσσερις» επειδή ακριβώς περνούσε από τα μέρη μας κάθε μέρα στις τέσσερις το απόγευμα. Περνούσε τη γέφυρα που διέσχιζε τον ποταμό Κάουτο, το μεγαλύτερο ποταμό της Κούβας. Και εκείνη ακριβώς την ώρα ο παπ πούς μου έκανε μια δουλειά πολύ γλυκιά: προσπαθούσε να πιάσει μερικά ψα ράκια για να μας φέρει τροφή, σε μένα και στη μικρότερη κόρη του, που είχαμε σχεδόν την ίδια ηλικία. Κι όταν μάθαμε την είδηση από έναν κύριο, τον Φέντι, που βρισκόταν στην άλλη μεριά και φώναζε στη γιαγιά μου «Εμίλια, Εμίλια, το τρένο των τέσσερις σκότωσε τον Σέρχιο»... αυτό δεν μπορεί να ξεχαστεί... εί ναι χαραγμένο στη μνήμη μου μέχρι σήμερα, θα το θυμάμαι μέχρι να πεθάνω. Οι αναμνήσεις αυτές με γεμίζουν θλίψη γιατί εκείνη τη στιγμή έχασα ένα κομ μάτι από το θησαυρό της ζωής μου.
μάς πήρε π εδω οε»
Μου έδωοαν να μελετήοω, αν και αναλφάβητος το Κεφάλαιο του Μαρζ. Κι εφταοε η μέρα του πρώτου διαγωνίοματοξ κι εγώ δεν είχα καταφέρει να διαβάσω ούτε τον τίτλο του βιβλίου
Η Πάτρια, η γυναίκα του βάρβαρου θείου οας, βοήθηοε να γλιτώσετε απ'αυτόν. Πάτρια οημαίνει πατρίδα... Παίζω με την λέξη «Πάτρια». Εκείνο τον καιρό η λέξη «πατρίδα» για μένα σήμαινε ένα δεματάκι που είχε μέσα γλυκό γουάβα, καφέ, ένα κομμάτι ψωμί και δ ε καπέντε σεντάβος. Αλλά φέρνοντας στο μυαλό μου εκείνες τις στιγμές που έζησα, και τη θλίψη για όσα πέρασα, για όσα υπέφερα θυμάμαι εκείνη τη γυναί49
0 Joe προοπαθούοε πάντα να δα τα καλά απ' όπου κι αν προέρχονταν.
Είτε από τουζ Ρωοους είτε από τουζ Κινέζους είτε από τουζ Αμερικανούς
Από τα αριοτιρά προς τα ίιξιά: Πόμπο (Χάρι Βιλιέγας), Μπενίγνο, δημοσιογράφος της εφημερίδας «Πούντο Φινάλ» της Χιλής, Cοτανισλάο Βίλκα, Ουρμπάνο (Λεονάρδο Ταμάγιο) και ίφ ρίν Κικάνιις. Σύνορα Χιλής-Βολιβίας, 20 Φεβρουάριου 1968
κα με τη μεγαλύτερη τρυφερότητα του κόσμου, θυμάμαι ότι αυτή ήταν η μο ναδική ανάσα για μένα, ήταν η μοναδική μου παρηγοριά, ήταν αυτή που άπλω νε το χέρι της και με χάιδευε όταν έκλαιγα από το ξύλο που μου έδινε εκείνος ο βάρβαρος, όπως λέτε, θείος μου. Ποτέ δε θα ξεχάσω εκείνη τη γυναίκα...
Λετε για τον πατριό οας: «0 κύριοι; που με περιμάζεψε λεγόταν δον Βιδάλ Γκοροία ντελ Βάγιε». Ένας Βάοκος οτην Κούβα! Μοιάζει με τίτλο μυθιοτορήματος! Έτσι είναι... η φράση που χρησιμοποιώ για να αναφερθώ σε εκείνη τη μέρα - «ο κύριος που με περιμάζεψε λεγόταν δον Βιδάλ Γκαρσία ντελ Βάγιε». Ειλικρινά, η μέρα εκείνη ήταν πολύ ξεχωριστή και σημάδεψε ολόκληρη τη ζωή μου. Ο ά ντρας αυτός που τον λέω «ένας Βάσκος στην Κούβα» -τον λέω έτσι για να τον διαφοροποιήσω από ά λλους- ήταν εντελώ ς ξεχωριστός από όλους τους αν θρώπους που είχα γνωρίσει μέχρι τη στιγμή εκείνη. Στον ελεύθερο χρόνο μας στο σπιτάκι μας στη Λα Πλάτα, έτσι λεγόταν το μέρος όπου ζούσαμε, μου έλ ε γε πολλές ιστορίες για την Ισπανία, θυμόταν τις μέρες που έζησε εκεί, το πώς και γιατί εγκατέλειψε τη χώρα, και γέμιζε από θλίψη με έναν τρόπο τόσο εμφα νή και έντονο, που μου τον μετέδιδε κι εμένα.
Και η Παμπλόνα; Που κάνει εοάς να γίνεστε Κουβανός ατη χώρα των Βάσκων; Όλες τις συζητήσεις τις έκλεινε λέγοντάς μου ότι κάποια μέρα θα πηγαίναμε στην Ισπανία, θα πηγαίναμε στην Παμπλόνα, στο πανηγύρι της Παμπλόνα. Αυτό ρίζωσε μέσα μου. Και μόλις μου δόθηκε η ευκαιρία να πατήσω το ισπανικό έ δαφος, πήγα στην Παμπλόνα για να τιμήσω αυτό το Βάσκο, αυτόν, τον δον Βιδάλ Γκαρσία ντελ Βάγιε, τον αγαπημένο μου πατέρα. 50
Ο δον Βιδάλ ν τε\ Βάγιι στάθηκε σαν πατέρας σας. λίγο πριν τον είπατε πατέρα. Πότε τον φωνάξατε έτσι για πρώτη φορά; Βρισκόμασταν στο χωριό Γιάρα, στο μέρος ακριβώς όπου ο Κάρλος Μανουέλ ντε Σέσπεδες ήρθε αντιμέτωπος με τα ιοπανικά στρατεύματα εκείνης της επο χής, δίνοντας μια από τις σημαντικότερες μάχες για τη ν ανεξαρτησία και τη λαϊκή κυριαρχία. Πώς να ξεχάσω εκείνη τη μέρα που ο δον Βιδάλ με γέμισε χα ρά. Ήταν από αυτές που μου έμειναν αξέχαστες στη ζωή μου. Δεν ήταν μέρα πόνου, ήταν μέρα χαράς. Για μένα ήταν μια μέρα αξέχαστη, αλλά ήταν αξέχα στη και γι' αυτόν μέχρι τη στιγμή που πέθανε. Γιατί εκείνη τη μέρα που χρειά στηκε να τον πω «μπαμπά», το έκανα χωρίς να θέλω να προφέρω αυτή τη λ έ ξη. Αυτός ήταν που την είπε και την ξαναείπε πολλές φορές. Όταν είδα εκείνα τα δάκρυα, ειλικρινά συγκινήθηκα πολύ κι ένιωσα ότι πραγματικά ήταν ο πατέ ρας μου, ο πατέρας που μου έλειπ ε τόσο πολύ όπως και σε κάθε παιδί που βρίσκεται στην εφηβεία.
Στο βιβλίο σας κλάψατε δύο φορές για δύο αληθινούς, όπως λέτε, άντρες με το ίδιο επίθετο! Είναι τυχαίο; Υπάρχουν π ολλές συμπτώσεις σε όλα αυτά τα γεγονότα. Αλλά έτσι είναι η ζωή, όταν μας τυχαίνει να τη ζούμε τόσο έντονα. Κι αυτή η σύμπτωση με γεμί ζει χαρά. Σίγουρα υπάρχει αυτή η σύμπτωση που αναφέρετε με το όνομα του Σέρχιο ντελ Βάγιε και του δον Βιδάλ Γκαρσία ντελ Βάγιε. Κι είναι ευτυχία για μέ να που είχα την ευκαιρία να συναντήσω δύο τόσο θαυμάσιους ανθρώπους με το ίδιο επώνυμο, θα 'θελα να σας πω ότι ο Σέρχιο ντελ Βάγιε ήταν ο πρώτος γιατρός που ανέβηκε στη Σιέρα Μαέστρο για να αγωνιστεί μαζί με τον Φιντέλ. Είναι ο άνθρωπος που αγαπήθηκε από όλο τον Επαναστατικό Στρατό, που ποτέ δεν ειπώθηκε κάτι εναντίον του. Ήταν ο άνθρωπος που έγινε ο πατέρας όλων τω ν αντρών της φάλαγγας που διοικούσε ο Καμίλο Σιενφουέγος. Νοιαζόταν για τον πόνο των άλλων. Δεν ήθελε να βλέπει τους άλλους να υποφέρουν. Κι αυ τός είναι ένας από τους λόγους που τον θεωρώ αληθινό γιατρό, από εκείνους που τιμούν την ιατρική. Ξέρει να δίνει μόνο τρυφ ερότητα, καλές συμβουλές, να γίνεται πατέρας όλων, να μας χαϊδεύει σαν να είμαστε μικρά παιδιά. Αυτός είναι ο Σέρχιο ντελ Βάγιε. Έτσι τον γνώρισα, κι έτσι τον άφησα το 1995. Λυπά μαι πολύ που έφυγα από πλάι του. Γιατί στο πρόσωπό του ένιωθα την εικόνα του πατέρα μου, του δον Βιδάλ Γκαρσία ντελ Βάγιε. Είναι επίσης σύμπτωση ότι είχε το ίδιο επώνυμο με τον πατέρα μου και ακόμη το ίδιο όνομα με τον παπ πού μου.
0 Φιντέλ μάς άφηοε ο ψ καρδιά της ( οά/κλας, οαν καράβι ακυβέρνητο ατα ανοιχτά της θάλαοοας
Γιατί ο φιντελιομός ήταν βαθιά ριζωμένος ατα λαϊκά, κυρίως, οτρώματα; Ο Φιντέλ έκανε την επανάσταση με τους αγρότες της Σιέρα Μαέστρο. Και οι α γρότες αυτοί, ουσιαστικά, ήμασταν αναλφάβητοι σε ποσοστό 60% στο σύνολο του αγροτικού πληθυσμού της Σιέρα Μαέστρο, όχι τη ς χώρας. Κι ακριβώς με αυτούς τους αγρότες κάνει την Επανάσταση ο Φιντέλ. Από το υς αγρότες αυ τούς έλειπαν σχεδόν τα πάντα, κι ο Φιντέλ τούς υποσχέθηκε ότι θα τους έδινε τα πάντα. Τα πρώτα χρόνια κράτησε το λόγο του κι έδωσε στους αγρότες ένα χώρο στην ιστορία, δίνοντάς τους κάτι που τους έλειπε, αν και μετά σιγά σιγά άρχισε να τους τα παίρνει. Γι' αυτό ήταν τόσο βαθιά ριζωμένος ο φιντελιομός στο πιο χαμηλό τμήμα του πληθυσμού της Κούβας. 51
Μ ε ποιο τρόπο, κατά τη γνώμη σας, άρχιοε να δημιουργείται γραφειοκρατία;
ΟΤοε υποχρεώθηκε να γίνει αντάρτης αλλά δεν αγαπούσε τονπόλερο. Πάντα προοπαθούοε να δώοει ειρηνικές λύσεις, χωρίς να χυθεί αίρα
Αυτό που συνέβαινε στο Κάνει ντε λας Μερσέδες ήταν το εξής: σ' εκείνο τον τόπο άρχισαν να στέλνουν όλους τους άντρες του Επαναστατικού Στρατού, ό λους εκείνους που είχαν χαμηλό μορφωτικό επίπεδο, όλους εκείνους που εί χαν υποπέσει σε κάποιο μικρό παράπτωμα. Ουσιαστικά ήταν ένα κέντρο τιμω ρίας. Και για να πάνε τα πράγματα όπως πήγαιναν, από το κακό στο χειρότερο δηλαδή, όρισαν επικεφαλής έναν άντρα από αυτούς που εκτιμούσε λιγότερο ο Επαναστατικός Στρατός, τον ταγματάρχη Αρμάνδο Ακόστα Κορδέρο. Έναν ά ντρα με κακό χαρακτήρα, πολύ αυταρχικό, η αυταρχικότητα και η αγριότητα του οποίου, λογικά, οφείλονταν στο βαθύ φθόνο που ένιωθε για όλους εμάς που βρισκόμασταν στον τόπο εκείνο· γιατί παρότι ήμασταν αναλφάβητοι και πολύ χαμηλού μορφωτικού και πολιτικού επιπέδου, είχαμε εμπειρίες στη μάχη. Είχαμε προσφέρει στην Επανάσταση και παρότι ήμασταν αγράμματοι είχαμε φτάσει στο βαθμό του λοχαγού και μερικοί από μας και στο βαθμό του ταγμα τάρχη. Ωστόσο αυτός, παρότι ήταν ταγματάρχης, δεν είχε λάβει μέρος ούτε σε δυο μάχες καθ' όλη την πορεία του κινήματος της 26ης Ιουλίου. Γνωρίζω ότι αυτός ο κύριος είχε πάρει μέρος σε μια μάχη που έγινε σε μια μικρή πόλη, τη Γουάγιο, και ο μεγάλος άθλος του ήταν να πετάξει το τουφέκι και να το βάλει στα πόδια. Αλλά επειδή ήταν μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του Κομμουνιστι κού Κόμματος, όλα αυτά, απ' ό,τι φαίνεται, συγχωρήθηκαν κι έτσι έφτασε μέχρι το βαθμό του ταγματάρχη. Γιατί εκείνο τον καιρό, στο θρίαμβο της Επανάστα σης, ο κύριος Ανίμπαλ Εσκαλάντε, τό τε Γενικός Γραμματέας του Κ.Κ., άρχισε να βολεύει τους δικούς του, ή μάλλον τους κλέφ τες του, για να το πω καλύτερα, σε διάφορες θέσεις-κλειδιά, κι έτσι αυτοί άρχισαν να αποκτούν εξουσία πάνω σε όλα αυτά που εμείς είχαμε καταφέρει. Και μας έβαλαν σε δεύτερη και τρίτη θέση, ταπεινώ νοντάς μας. Μετατράπηκε ουσιαστικά σε στρατόπεδο συγκέ ντρωσης. Γιατί εκεί, τόσο οι αξιωματικοί όσο και οι στρατιώτες είχαμε την ίδια αξία. Δεν υπήρχαν διαφορές μεταξύ μας, εκτός από αυτές που υπήρχαν όσον αφορά τα μέλη του κόμματος. Αν δεν ήσουν μαχητής του κόμματος, είχες σο βαρό πρόβλημα. Για παράδειγμα, για μένα τα πράγματα έγιναν πολύ δύσκολα, γιατί εγώ, παρότι αναλφάβητος, ήμουν «γλωσσάς», δε σώπαινα δηλαδή, δεν έ κλεινα το στόμα μου σε κανέναν και διαμαρτυρόμουν, διαφωνούσα, μιλούσα προσπαθώντας να υπερασπιστώ τα όσα είχαμε καταφέρει. Αλλά αυτό δεν άρε σε και θεωρήθηκα ανυπάκουος, απείθαρχος.
Αυτός ο Αρμάντο Ακόστα Κορδέρο τα κατάφερε οαν τε\ειος κονφορμίοτας. Λοιπόν, ο κύριος Αρμάντο Ακόστα Κορδέρο έβγαλε μια εφημερίδα εσωτερικής κυκλοφορίας, τη Ηογ (Σήμερα), εφημερίδα του Κ.Κ., κι έβγαλε μια διαταγή ότι ό λοι οι αξιωματικοί που ήμασταν εκεί έπρεπε να γίνουμε συνδρομητές, να δίνου με δηλαδή τρία πέσος το μήνα γι' αυτή την εβδομαδιαία εφημερίδα. Κι εγώ, κα θώς δεν ήξερα ακόμα ούτε να γράφω ούτε να διαβάζω, είπα ότι δε θέλω να εγγραφώ. Έτσι άρχισα να έχω μεγάλες δυσκολίες. 0 ταγματάρχης δε με έβλεπε με καλό μάτι γιατί εκτός τω ν άλλων δεν τον άφηνα να πάρει το αυτοκίνητο που μου είχε χαρίσει ο Καμίλο Σιενφουέγος. θεωρήθηκα δηλαδή αντάρτης και ο τίτ λος αυτός μου δόθηκε επειδή διαμαρτυρόμουν για τα πράγματα που θεωρούσα ότι δεν ήταν σωστά. Το Κανέι ντε λας Μερσέδες λοιπόν, αντί για κέντρο εκπαί δευσης έγινε κολαστήριο, ένα μέρος που μισούσαμε και απεχθανόμασταν. Και μας προξενούσε μεγάλη λύπη το γεγονός ότι έφ ερε το όνομα του Καμίλο, ενός 52
Ολαός γνωρίζει αυτά και μόνο αυτά που βολεύουν τον Φιντέλ. Είναι ένας τρόπος Ο Μπινίγνο με τους γονείς του Γκουοτάβο ΝΙατοίν (Αλεχάντρο). Τους πληροφορεί για τον τόπο και τις ουνθήκες θανάτου του γιου τους, καθήκον που είχε αναλάβει για τις οικογένειες άλαν των νεκρών ανταρτών
να χειραγωγεί το λαό
ανθρώπου τόσο ευγενικού, που ο λαός της Κούβας αγαπούσε και σεβόταν, και το ότι ένας άνθρωπος σαν τον Αρμάντο Ακόστα Κορδέρο ήταν ο διοικητής εκεί νου του τόπου. Αλλά αυτό που με έκανε να αγανακτώ περισσότερο ήταν ότι τό σο ο Φιντέλ όσο και ο Ραούλ γνώριζαν τι συνέβαινε εκεί, γιατί ο Αρμάντο Ακόστα είχε την εξουσία να απολύσει ως ανέντιμο οποιονδήποτε στρατιωτικό, όποιον βαθμό κι αν είχε, για το παραμικρό παράπτωμα, και να τον πετάξει στο δρόμο σαν να ήταν ένα τίποτα, σαν να μην είχε κάνει τίποτα για την Επανάσταση, σαν να μην είχε κανένα δικαίωμα σ' αυτήν... Αυτό μας προκαλούσε αγανάκτηση και διερωτόμασταν γιατί ο Φιντέλ και ο Ραούλ δεν κάνουν τίποτα με αυτό τον άν θρωπο, δεν του επιβάλλουν καμιά ποινή, δεν τον απομακρύνουν από τη θέση αυτή. Γιατί ο Ακόστα τα είχε βάλει με τον Επαναστατικό Στρατό και δεν καταλα βαίναμε το λόγο, την αιτία που επιτρεπόταν κάτι τέτοιο. Εκεί έφτασαν να βρί σκονται κατά μέσο όρο 10.000 άντρες, ένας ολόκληρος στρατός δηλαδή, και δεν μπορούσαμε να καταλάβουμε τι συνέβαινε. Όλα αυτά μας δημιούργησαν μεγάλες δυσκολίες, σε σημείο που μια μέρα 52 αξιωματικοί κατόρθωσαν να το σκάσουν, να πάρουν ένα πλοίο από το Σαντιάγο ντε Κούμπα και να φύγουν για το εξωτερικό. Μέχρι σήμερα δεν έχω μάθει σε ποιες ακριβώς χώρες πήγαν. Στις ΗΠΑ δεν πήγαν. Απ' ό,τι έχω ακούσει, κάποιοι πήγαν στο Ελ Σαλβαδόρ, κάποιοι στην Κόστα Ρίκα. Αυτό μόνο ξέρω και το γεγονός αυτό είναι κάποια από τις συ νέπειες όλων τω ν ασχημιών που γίνονταν εκεί.
Ποιος ήταν ο ρόλος τω ν Σοβιετικών; Ο Ανίμπαλ Εσκαλάντε μαζί με τον Μαρινέλο, τον Άμπλας Ρόκα και άλλα μέλη του Κ.Κ. πήραν στα χέρια τους την εξουσία των πάντων κι άρχισαν να αντικαθι στούν όλους τους επαναστάτες και κυρίως το υ ς άντρες του Επαναστατικού Στρατού. Τους έστελναν σε τόπους καταναγκαστικής εργασίας για να φτιάξουν σπίτια για τους αγρότες, σχολεία σε αγροτικές περιοχές, αυτοκινητόδρομους, 53
Στις 3 Οκτωβρίου 1965 ο Φιντέλ διάβαοε δημοσίως την αποχαιρετιστήρια επιστολή του Τοε. Πιστεύω ότι
αεροδρόμια, με φτυάρι και αξίνα σε διάφορες περιοχές... στο Κάγιο Λάργο, τη σημερινή αεροπορική βάση του Σαν Χουάν. Όλα αυτά έγιναν με φτυάρι και αξί να κι αυτοί που τα έφτιαξαν ήταν ακριβώς οι αντάρτες που τους έδιωχναν από τις θέσεις τους. Οι μαχητές του κόμματος που κανείς τους δεν είχε πάρει μέ ρος στον Επαναστατικό Στρατό, ούτε καν στην παρανομία, ήταν οι κύριοι και ι διοκτήτες της χώρας, ήταν αυτοί που διέταζαν κι έλεγαν τι πρέπει να γίνει. Συ γκέντρωσαν όλες τις εξουσίες στα χέρια τους. Κι τό τε εμείς αναρωτιόμασταν και πάλι γιατί ο Φιντέλ επέτρεπε κάτι τέτοιο. Φυσικά, ύστερα από χρόνια κατα λάβαμε ότι αυτό ήταν μέρος του παιχνιδιού και της τακτικής του Φιντέλ Κά στρο, γιατί έτσι ενίσχυε τη θέση του κι έκανε τη δουλειά του. Η δουλειά των Σοβιετικών ήταν ακριβώς να αποκτήσουν αμέσως επαφές με αυ τά τα μέλη του Κ.Κ. κι έτσι να περνάνε τη γραμμή τους. Για μένα οι στιγμές εκεί νες ήταν εξαιρετικά δύσκολες. Σήμερα θεωρώ ότι αυτός ήταν ένας τρόπος να μας ταπεινώνουν στα μάτια των μελών του Κομμουνιστικού και του Σοσιαλιστι κού Κόμματος. Για παράδειγμα, εμένα που ήμουν αναλφάβητος, που δεν ήξερα ούτε να γράφω ούτε να διαβάζω, με έστειλαν σε μια πολιτική σχολή όπου επρόκειτο να με εκπαιδεύσουν για να γίνω, όπως έλεγαν, πολιτικό στέλεχος σε κάποιο μεγάλο φορέα. Δηλαδή, θα γινόμουν πολιτικός κομισάριος. Φαντάσου λοιπόν τι είδους πολιτικός κομισάριος θα γινόμουν εγώ, αναλφάβητος, που το πρώτο πράγμα που μου έδωσαν να μελετήσω ήταν το ΚεφάΠαιο του Καρλ Μαρξ. Κι έφτασε η μέρα του πρώτου διαγωνίσματος κι εγώ δεν είχα καταφέρει να διαβάσω ούτε τον τίτλο του βιβλίου. Ήταν ντροπή· ήταν ένας τρόπος να τα πεινώσουν τους άντρες που είχαν αξία και που είχαν κάνει την Επανάσταση.
η ανάγνωση της διαθήκης εκείνη τη οτιγρή οήμαινε τη θανατική καταδίκη του Τοε
Μ ιλήστε μας για τη σχέση του Τοι με τους συντρόφους του εκείνης της εποχής. Κοίτα, για τη σχέση του Τσε με τον Ντρέκε δεν μπορώ να πω πολλά. Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι πάντα ανάμεσά τους υπήρχαν πολλές και σοβαρές διαφωνίες. Γιατί ο Ντρέκε ήταν κινεζόφιλος και ο Τσε ήταν πολέμιος των κινεζόφιλων. 0 Τσε έχει κατηγορηθεί για κινεζόφιλος, αλλά δεν είναι έτσι. Ποτέ δ εν ήταν. Απλώς, ο Τσε προσπαθούσε πάντα να δει τα καλά απ' όπου κι αν προέρχονταν, είτε από τους Ρώσους είτε από τους Κινέζους είτε από τους Αμερικανούς, από οποιονδήποτε. Όταν έβλεπε κάτι καλό, είχε το θάρρος να το αναγνωρίσει. Κι όταν έβλεπε κάτι κακό, επίσης είχε το θάρρος να το πολεμή σει. 0 Ντρέκε είχε τα δικά του κριτήρια, την ιδεολογία του για την οποία πολε μούσε, ιδεολογία που δεν ήταν της αρεσκείας του Τσε και υπήρχαν μεταξύ τους διαφωνίες. Αλλά πρέπει να σας πω ότι είχαν πολύ καλές σχέσεις, γιατί ο Τσε τον αγαπούσε και τον σεβόταν. Αλλά και ο Ντρέκε έτρεφ ε μεγάλο σεβα σμό για τον Τσε. Γι' αυτό είμαι απόλυτα σίγουρος.
Στις 3 Οκτωβρίου 1965 ο Φιντέλ διάβασε την επιστολή του Τοε δημόσια - μια διαθήκη που θα έπρεπε να διαβαστεί μόνο οε περίπτωση που πέθαινε στη Βολι βία. Στις 3 Οκτωβρίου 1965 ο Φιντέλ διάβασε δημοσίως την αποχαιρετιστήρια επι στολή του Τσε, τη διαθήκη του δηλαδή, όπως σωστά λέτε. Πιστεύω ότι η ανά γνωση αυτής της διαθήκης εκείνη τη στιγμή από τον Φιντέλ οήμαινε την κατα δίκη του Τσε σε θάνατο. Γιατί πρέπει να διευκρινίσω ότι ο λαός της Κούβας δεν ή ξερε ούτε στο ελάχιστο ότι ανάμεσα στον Φιντέλ και τα άλλα μέλη της κυ54
Από τα αριατερά προς τα δεξιά: Κομαντάντε Μανουέλ Πινιέιρο, ο πατέρας της Τάνια, ο ΑριέΣ (Χουάν Καρετέρο), η μητέρα της Τάνια και ο Μπενίγνο. Στην τεΣετή παράδοσης ατούς γονείς της Τάνια του μεταΣΣίου της ως διεθνίστριας. ΠαΣάαιο ντε Σας Κονβεοιάνες, Κούβα
βέρνησης υπήρχαν πολιτικές διαφορές. Τη μέρα εκείνη, στις 5 Οκτωβρίου, βρι σκόμασταν στην λίμνη Τανγκανίκα και ο Τσε μάς ειδοποίησε να μαζευτούμε ό λοι για να ακούσουμε την περίφημη ομιλία του Φιντέλ που θα μετέδιδε το Ρά διο Αβάνα. Κι όπως θα ήμασταν όλοι μαζί θα κάναμε και ανάλυση της ομιλίας του Φιντέλ. Και θα μας ανέβαζε πολύ ψυχολογικά να ακούσουμε τον Φιντέλ γιατί βρισκόμασταν στη μέση της ζούγκλας, χωρίς να μπορούμε να κάνουμε τίποτ' άλλο πέρα από το να πηγαίνουμε νύχτα μέρα από το ένα μέρος στο άλλο. Είχαμε πάει σε έναν τόπο όπου δε βρισκόταν κανείς από τους Αφρικανούς ηγέ τες, όλοι βρίσκονταν στην εξορία και τελικά είχαμε πέσει σε παγίδα. Κι ο Τσε το ήξερε ότι ο τόπος εκείνος ήταν το μέρος μιας παγίδας που είχε ετοιμαστεί εκ των προτέρων. Αλλά μας κόλεσε να μαζευτούμε όλοι για να ακούσουμε εκείνη την ομιλία. Εμένα μου προκάλεσε μεγάλη έκπληξη το άκουσμα τω ν ονομάτων τω ν μελών της Κεντρικής Επιτροπής, γιατί ανάμεσά τους ήταν πολλοί από τους συντρόφους μου στον Επαναστατικό Στρατό στη Σιέρα Μαέστρο, όπως ο κομαντάντε Ορέστες Γκέρα Γκολζάλες, ο κομαντάντε Σέρχιο ντελ Βάγιε Χιμένες κ.ά., γεγονός που μου έδωσε μεγάλη χαρά και ικανοποίηση. Κι αφού ο Φιντέλ διά βασε τα ονόματα τω ν μελών της Κ.Ε., ξαφνικά είπε στο λαό ότι θα διαβάσει έ να σημαντικό έγγραφο. Το έβγαλε από την τσέπη του πουκαμίσου του κι άρχι σε. Κι ήταν ακριβώς το γράμμα που ο Τσε είχε απευθύνει σε αυτόν, αποχαιρε τώ ντας την Κούβα, αποποιούμενος την κουβανική υπηκοότητα, το αξίωμα του υπουργού, του Κομαντάντε της Επανάστασης, παραιτούμενος από όλα προκειμένου να διαφυλάξει την Κούβα από οποιαδήποτε δύσκολη κατάσταση μπο ρούσε να προκύψει από οποιαδήποτε ενέργειά του στο εξω τερικό. Είδα τον Τσε να απομακρύνεται ενοχλημένος... Έδωσε μια κλοτσιά στον ασύρματο και είπε: «Μέσα στις σκιές διαφαίνεται η τάση του ανθρώπου για αυτοπροβολή και επιβεβαίωση. Φαίνεται ότι ο Στάλιν δεν έχει πεθάνει». Κοιταχτήκαμε με τους άλλους και αναρωτηθήκαμε τι στο καλό τον είχε τσιμπήσει και είχε αντιδράσει
Η επιμονή της Κούβας να εφαρμόζεται η πολιτική τηξ από διάφορα κινήματα ήταν μεγάλο λάθοζ
55
0 Τοε ήθελε να εφαρμόσει τη θεωρία του κομμουνισμού. Αλλά η πραγματικότητα είναι τελείως διαφορετική, είναι η μέρα με τη νύχτα. Υπάρχει αυτοπροβολή, ο προσωπικός πλουτισμός και το μόνο που έχει ο λαός είναι ένα κομμάτι ψ ω μί που κι αυτό του χορηγείται από εκείνους που το διανέμουν
μ' αυτό τον τρόπο. Γιατί εμείς με το τόοο χαμηλό επίπεδο θεωρήσαμε ότι όλα αυτό που είχαμε ακούσει ήταν πολύ σημαντικά και εγκωμίαζαν τον Τσε Γκεβάρα. Δεν το βλέπαμε τό τε σαν καταδίκη του Τσε, σαν καταδίκη να μην επιστρέ φει στην Κούβα. Γιατί πώς θα μπορούσε ο Τσε Γκεβάρα να γυρίσει στην Κούβα αφού δεν ήταν πια Κομαντάντε, δεν ήταν υπουργός, δεν ήταν Κουβανός, δεν ήταν τίποτα, ούτε καν απλός Κουβανός στρατιώτης. Εκ τω ν υστέρων καταλά βαμε το περιεχόμενο της επιστολής εκείνης. Εγώ τό τε δε γνώριζα τι σημαίνει αυτοεπιβεβαίωση και αυτοπροβολή. Μετά κατάλαβα. Όλα αυτά μου χρησιμέυ σαν για να ψάξω να βρω την αλήθεια για το τι συνέβη πραγματικά στην Επανά στασή μου, τι συνέβη στην Κούβα μου, να ψάξω να βρω γιατί ο κύριος Φιντέλ υποβάλλει το λαό μου σε όλα αυτά. Κι όταν είδα καθαρά τι συνέβαινε, αποφά σισα τη ρήξη μου με αυτό τον κύριο και με όλους εκείνους που τον περιβάλ λουν. Την υπόθεση της Βολιβίας ο Τσε την είδε, όπως λέτε, σαν αυτοκτονία. Σίγου ρα... Αλλά πρέπει να λάβουμε υπόψη μας ότι ο Τσε ως επαναστάτης, ως άν θρωπος δεσμευμένος με τα επαναστατικά κινήματα τόσο της Λατινικής Αμερι κής όσο και της Αφρικής και της Ασίας, δεν είχε πού αλλού να πάει τότε, θεώ ρησε ότι με όλα όσα του υποσχόταν ο Φιντέλ θα μπορούσε να συγκεντρώσει στη Βολιβία μια δύναμη κι έτσι από εκεί να προσεγγίσει κι άλλους ηγέτες της Νότιας Αμερικής και να τους δώσει οδηγίες για το τι έπρεπε να γίνει. Αλλά η βοήθεια που υποσχέθηκε ο Φιντέλ δεν έφτασε ποτέ κι ακόμη και τα λίγα που μας έδωσε μας τα πήρε πίσω και μας άφησε στην καρδιά της ζούγκλας, σαν έ να καράβι ακυβέρνητο στα ανοιχτά της θάλασσας, θέλω να σας πω ότι εκείνα τα χρόνια, το 1966, ο Τσε δεν επέμενε στον ένοπλο αγώνα. Την εποχή εκείνη, ο μόνος δρόμος για την απελευθέρωση οποιοσδήποτε χώρας, με την προϋπό θεση ότι θα ήταν καλά συντονισμένος, ήταν ο δρόμος του ένοπλου αγώνα. Κι ήταν ο τρόπος για να μπορέσεις να αποδείξεις στο βορειοαμερικανικό ιμπερια λισμό ότι, ναι, μπορούσες να πάρεις τα όπλα. Ήταν ο τρόπος να δείξεις οτους οπαδούς σου ότι όντως μπορούν να αγωνιστούν κατά του ιμπεριαλισμού παίρ νοντας τα όπλα, όπως απέδειξαν οι Βιετναμέζοι, ο λαός της Νικαράγουα κ.ά. Τα χρόνια του '60 ήταν χρόνια ένοπλου αγώνα, δεν μπορούμε να το αρνηθούμε αυτό, θέλω να σας θυμίσω ότι ο Τσε δεν αγαπούσε τον πόλεμο. Ο Τσε υπο χρεώθηκε να γίνει αντάρτης, αλλά δεν αγαπούσε τον πόλεμο. Πάντα προσπα θούσε να δώσει ειρηνικές λύσεις, χωρίς να χυθεί αίμα, αυτό ήταν πάντα η σκέ ψη και ο όνειρο του Τσε. Αλλά δεν είχε άλλη λύση από το να κάνει πόλεμο. Όπως έλεγε, «ο ίδιος ο εχθρός μάς υποχρεώνει να πάρουμε τα όπλα και αφού μας υποχρεώνει, αυτό θα κάνουμε: θα πάρουμε τα όπλα για να υπερασπιστού με τον εαυτό μας».
Αφού η ουζήτηοη οτα βουνά της Βολιβίας μεταξύ του Τοε και του Μάριο Μόνχε, του γραμματέα του Κ.Κ. Βολιβίας, κατέληξε οε αδιέξοδο, τι νόημα είχε το τάνγκο που χόρεψ ε ο Τοε με έναν κορμό δέντρου και το σύνθημα «κάτω η βλεν νόρροια, ζητώ ή πενικιλίνη»;Ήταν απόγνωση; Μαύρο χιούμορ; Το νόημα του τάνγκο που χόρεψε ο Τσε με τον κορμό του δέντρου ήταν χιου μοριστικό. Ήταν κάτι που ο Τσε δε συνήθιζε να κάνει, αλλά ήταν σίγουρα κάτι χιουμοριστικό, τίποτ' άλλο. 0 Τσε ένιωθε κάποιος από μας κι αυτό ήταν ένας τρόπος να μοιραστεί τη στιγμή μαζί μας. Γιατί άλλοι χόρευαν, άλλοι τραγου δούσαν, άλλοι έπαιζαν κιθάρα, αυτός λοιπόν δεν μπορούσε να μείνει αμέτο-
56
χος. Προσπάθησε να κάνει κάτι για να συμμετάσχει στη γιορτή μας, στη χαρά μας για τον αποχαιρετισμό του παλιού χρόνου. Αυτό που έγινε ήταν για μας κά τι πολύ όμορφο, ένα όμορφο δώρο που μας χάρισε ο Τσε Γκεβάρα, γιατί δε συ νήθιζε να κάνει τέτοια πράγματα. Έχω πει πολλές φορές ότι όταν έφτασα στη Βολιβία και συναντήθηκα με τον Τσε, δε συνάντησα το ν Τσε της Σιέρα Μαέ στρο, δε συνάντησα τον Τσε της Κούβας. Συνάντησα άλλο Τσε Γκεβάρα. Είχε αλλάξει μέχρι και ο τρόπος συμπεριφοράς του. Όσον αφορά το ποίημα που απήγγειλε και που κατέληγε στη φράση «κάτω η βλεννόρροια, ζήτω η πενικιλίνη», αυτό είχε να κάνει με δυο συντρόφους και συγκεκριμένα με τον Μπραούλιο και τον Ουρμπάνο, οι οποίοι, μη υπακούοντας στις οδηγίες που μας είχαν δοθεί για το ταξίδι, έκαναν κάτι που δεν έπρεπε: επισκέφθηκαν κάποιες κο π έλες που κέρδιζαν τη ζωή τους με την πορνεία. Και φτάνοντας στη ζούγκλα κα τάλαβαν ότι είχαν κολλήσει βλεννόρροια. Το είπαν σε κάποιους από μας για να κάνουμε κάτι. Εμείς γνωρίζα με το χαρακτήρα του Τσε και δεν τολμήσαμε να του πούμε ότι οι δυο σύντροφοι είχαν κολλήσει αφροδί σιο νόσημα. Ούτε και στο γιατρό μπορούσαμε να το πούμε, γιατί θα το έλ εγ ε στον Τσε. Κι έτσι αρχίσαμε να «βουτάμε» πενικιλίνες και να τις δίνουμε στους συ ντρόφους μας, πιστεύοντας ότι κανείς δε θα το έπαιρ νε είδηση. Αλλά προς μεγάλη μας έκπληξη, και ο για τρός και ο Τσε το ήξεραν, γιατί οι πενικιλίνες εξαφανί ζονταν και καθώς ο γιατρός δεν τις είχε χορηγήσει σε κανέναν κατάλαβε τι γινόταν και το είπε στον Τσε. Και ο Τσε για να μας δώσει να καταλάβουμε ότι δεν είναι βλάκας, σκάρωσε εκείνο το ποίημα που κατέληγε στη φράση «κάτω η βλεννόρροια, ζήτω η πενικιλίνη». Μας ήρθε κεραυνός. Δεν είπαμε κουβέντα, κοιταχτήκαμε κι εκεί τελείωσε η γιορτή.
Νομίζω ότι οι Μ εξικανοί αντάρτες, που εκπαιδεύονταν στην Κούβα, είχαν δίκιο όταν έλεγαν ότι μια επανάοταοη οε μια ορισμένη χώρα πρέπει να γίνεται ανάλογα με τις συνθήκες της χώρας αυτής, θεωρώντας ότι οι Κου βανοί σφάλατε ατον τρόπο που τους μεταδίδατε πολλά πράγματα. Φυσικά, είμαι απόλυτα σύμφωνος με τους Μεξικανούς και το συνταγματάρχη Φρανσίσκο Κααμάνιο, που ήταν ο πρώτος που το είπε στον ίδιο τον Φιντέλ: ότι οι συνθήκες κάτω από τις οποίες είχε κάνει την Επανάσταση ήταν άλλες, ότι ο εξοπλισμός που χρησιμοποίησε ήταν άλλος, ότι ο στρατός που αντιμετώπισε ήταν άλλος, ότι οι συνθήκες στην Κούβα ήταν άλλες από αυτές του Μεξικού ή του Αγίου Δομίνικου, ότι ο εχθρός ήταν άλλος, οι πολιτικές και πολιτισμικές συνθήκες ήταν ά λλες και η εποχή τελείω ς διαφορετική από αυτή της Επανά στασης που είχε κάνει ο Φιντέλ, έτσι η φόρμουλα δεν μπορούσε να είναι η ί δια.
Ο ΙΛπενίγνο μπαίνει στο τζιπ των Χιλιανών στρατιωτών που είχαν πάει στα σύνορα ηροκειμένου να παραλάβουν τους επιζήοαντες και να τους παράσχουν προστασία
57
Λοιπόν και οι Μεξικανοί και οι Δομινικανοί είχαν δίκιο, το δέω κι εγώ γιατί συζή τησα πολλές φορές και με τους πρώτους και με το συνταγματάρχη Φρανσίσκο Κααμάνιο και πάντα τους έδινα μεγάλο δίκιο. Η επιμονή της Κούβας για την ε φαρμογή της πολιτικής της από τα διάφορα κινήματα ήταν μεγάλο λάθος.
If ποια σημεία υπήρχε ούγκρουοη του Τοε με τον Φιντέλ και άλλους, στο εσω τερικό μέτωπο;
Ο Τοε, βλέποντας τον κομμουνισμό ο ψ πράξη, μιλούσε οτον Φιντέλ για το πιθανό λάθος που θα μπορούσε να γίνει αν κάποιος εμπλεκεπολύ με τους Σοβιετικούς ή τις άλλες χώρες της ανατολικής Ευρώπης
58
Τα σημεία σύγκρουσης μεταξύ Φιντέλ και Τσε ήταν πολλά. Αρχικά, ο Φιντέλ στη Σιέρα Μαέστρα έλεγε ότι πολεμάμε για να δημιουργήσουμε καλύτερες συνθή κες διαβίωσης για το λαό μας, για τους αγρότες, ότι κάναμε μια κοινωνική επα νάσταση για το λαό μας, και με το θρίαμβο της επανάστασης η επανάσταση αυτή από κοινωνική (social) έγινε σοσιαλιστική (socialista). Κι έτσι αρχίζουν οι διαφορές... Αλλη διαφορά που άρχισε να γιγαντώνεται μεταξύ τους ήταν ότι ο Φιντέλ, με το άγχος της εξουσίας που τον διέκρινε, ήθελε να στρέψει την Κού βα από το ένα άκρο στο άλλο, γεγονός που κατέληξε στη μαζική παρέμβαση σε όλα τα μέτωπα. Ο Τσε Γκεβάρα ανατίθεται. Λέει ναι, είναι αναγκαίο να γίνει η παρέμβαση σε όλα τα αγαθά για να μπουν στην υπηρεσία του λαού, αλλά για να γίνει αυτό έπρεπε να δημιουργηθούν οι κατάλληλες συνθήκες, δηλαδή να δημιουργηθούν στελέχη και προσωπικό κατάλληλο να διαχειριστεί τα αγαθά μετά την παρέμβαση, δηλαδή όλα αυτά που θα αφαιρούνταν από την αστική τάξη. Κι έτσι άρχισαν τα προβλήματα. Η διαφωνία αυτή βέβαια δε συζητιόταν μπροστά στο λαό, συζητιόταν σε πολύ κλειστό κύκλο, στον οποίο συμμετείχαν πολλοί λίγοι. Δυστυχώς, εγώ που ήμουν πάντα στον πλευρό του Τσε εκείνο τον καιρό, είχα επίπεδο πολύ χαμηλό, τόσο που το μυαλό μου δεν μπορούσε να καταλάβει ούτε τι γινόταν ούτε τι συζητούσαν ούτε για ποιο πράγμα διαφω νούσαν. Απλώς έλεγα: «Ας συζητήσουν κι όταν καταλήξουν σε κάτι ας μου το πουν. Εγώ βρίσκομαι εδώ για να κάνω ό,τι με διατάξουν». Αυτό ακριβώς έλεγα, κι όχι μόνο εγώ, αλλά και πολλοί άλλοι σαν κι εμένα. Αργότερα, όταν ο Τσε κα τάλαβε το ρόλο των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης, είδε καθαρά ποιες ήταν οι διαφορές. Ο Τσε ήθελε να εφαρμόσει τη θεωρία του κομμουνισμού και, κα ταλαβαίνεις, ότι η θεωρία του κομμουνισμού, αυτά που λένε τα βιβλία, είναι θαύμα, αλλά η πραγματικότητα είναι τελείω ς διαφορετική, είναι η μέρα με τη νύχτα. Όλα είναι διαφορετικά. Υπάρχει η αυτοπροβολή, ο προσωπικός πλουτι σμός και το μόνο που έχει ο λαός είναι ένα κομμάτι ψωμί, που κι αυτό του χο ρηγείται από εκείνους που το διανέμουν. Αυτό είναι ο κομμουνισμός στην ε φαρμογή του. Ο Τσε, βλέποντας τον κομμουνισμό στην πράξη, μιλούσε στον Φιντέλ για το πιθανό λάθος που θα μπορούσε να γίνει αν κάποιος έμπλεκε πο λύ με τους Σοβιετικούς ή τις χώρες της ανατολικής Ευρώπης γενικά. Μπορού σαμε να έχουμε εμπορικές σχέσεις όχι μόνο με τις χώρες αυτές αλλά και με κάποιες άλλες που θα ήθελαν να αγοράσουν τα προϊόντα μας, αλλά αν παραδιδόμασταν σε αυτές ψυχή τε και σώματι θα ήταν μοιραίο για την πορεία της Επανάστασης. Αυτά είναι μερικά σημεία που δημιούργησαν μεγάλη απόσταση ανάμεσα στον Τσε και τον Φιντέλ. Αλλά βέβαια ο Φιντέλ είναι άνθρωπος πολύ έξυπνος και ποτέ δεν έλ εγ ε στο λαό τις διαφωνίες που υπήρχαν ανάμεσα σ' αυτόν και τους άλλους ηγέτες, και κυρίως ανάμεσα σ' αυτόν και τον Τσε, τον Ραούλ... Αυτά ο λαός μας δεν τα έμαθε ποτέ, ούτε τα έχει μάθει. Ο λαός γνω ρίζει αυτά και μόνο αυτά που βολεύουν τον Φιντέλ. Κι αυτός είναι ένας τρόπος για να χειραγωγείτο λαό και να τον χρησιμοποιεί όπως του κάνει κέφι. Αυτή εί ναι η αλήθεια... □
ΦρίντριχΝίτσε,, Έτσι μίλησε ο Ζαρατούστρα Πέρα από το χαλά χαι το χαχό Η γέννηση της τραγωδίας Γενεαλογία της ηθιχής Η θέληση για δύναμη Το λυχόφως των ειδώλων, Αντίχριστος, Ίδε ο άνθρωπος Κείμενα για την Ελλάδα
Πωλ Βιριλιό Η πληροφοριχή βόμβα Η διαδιχασία της σιωπής Καθαρός πόλεμος Αγουστίν Γχοιρθία Κάλβο Εναντίον τουαυτοχινήτου Ιβάν'Ιλλιτς Γιατιςανάγχες του ανθρώπουσήμερα
Ζαν Μπωντριγιάρ Η χαταναλωτιχή κοινωνία Συνθήματα
Εόα Φοργκάς, Μπάουχαους Άσγκερ Γ ιόρν Περίμορφής
Πωλ Λαφόιργκ, Το διχαίωμα στην τεμπελιά Καζιμίρ Μάλεβιτς Η τεμπελιά, πραγματιχή αλήθεια του ανθρώπου
ΚΑΡΑΠΟΛΑΝΥΙ
Πάτριχ Μπρόιντλιντζερ, Άρτος χαι θεάματα: θεωρίες για την μαζιχή χουλτούρα Νόρμαν Κον Αγώνες για την έλευση της βασιλείας του Θεού: Επαναστάτες χιλ ιαστές χαι αναρχιχοί του μέσαίωνα
Μαρχ Φερρό, Η ιστορία υπό επιτήρηση Από τα Σοβιέτ στον γραφειοχρατιχό χομμουνισμό
Λιουις Μάμφορντ, Η ιστορία των ουτοπιών Οι μεταμορφώσεις του ανθρώπου Τέχνη χαι τεχνιχή
Μαρία Λουίζα Μπερνέρι, Περιήγηση στην Ουτοπία Πέτρ Κροπότκιν Αναμνήσεις ενός επαναστάτη
Η φωτιά του Προμηθέα Δοχίμια για τον σύγχρονο τεχνολογικό πολιτισμό
ΝΗΣΙΔΕΣ, 0424-23277, 23283
Κρίστοφερ Λας Η χουλτούρα του ναρχισσισμού Νταίηβιντ Ρήσμαν Το μοναχιχό πλήθος
Καρλ Πολάνυι Ομεγάλοςμετασχηματισμός Φρόιντ-Οπενχάιμ Όνειραστη λαογραφία
Τσβετάν Τόντοροφ, Απέναντι στο ακραίο
Μόραν Μποόμπερ, Μονοπάτια στην Ουτοπία Πέτρ Κροπότκιν Αγροί, εργοστάσια, εργαστήρια
031-263363
Αργυρής Παυλιώτης Ο φόνος θέλει τέχνη Ολέθριος δεσμός
www.nissides.gr
Χρίστος Τσολάκης, Τη γλώσσα μου έδωσαν ελληνιχή (δύο τόμοι)
Μαρία Κέντροο-Αγαθοποόλου Επιλογές χαι σύνολα: Ποιήματα (1965-1995) Δοχίμια χαι δοκιμασίες (για τους ποιητές της Θεσσαλονίχης)
Γιώργος Χουμουρζιάδης, Λόγια από χώμα
Νικόλαος Μουτσόπουλος Διαδρομή αυτογνωσίας (δύο τόμοι) Συναισθηματική τοπογραφία
Ετέλ Αντνάν Περί πόλεων χαι γυναιχών ΑναΝόβακ Οι ατυχίες της ψυχής
Άλντους Χάξλεϋ Θαυμαστός χαινούργιος χόσμος Φιόντορ Ντοστογιέφσκι Ο σωαίας
Λώρενς Στερν Αισθηματιχό ταξίδι Δρόμοι ια ιι γ ε ιτ ο ν ίε ς Ο ε ο ο ο Λ ο ν ίκ η ς
Ζήσης Σαρίκας Ψίχουλα (μιχράπεζά) Απόστολος Λυκεσάς Ποιήματα
Κώστας Τομανάς Δρόμοι χαι γειτονιές της Θεσσαλονίχης (μέχρι το 1944) χαι τα άλλα βιβλία του* για την παλιά Θεσσαλονίχη
ΝΗΣΙΔΕΣ, 0424-23277, 23283
Στέφανος Μπαλής Μαθηματικά χαι ποίηση Χριστίνα Φλόκα Η φαρμαχογνωσία του Οδυσσία Ελυτη
Τ όμας Μπέρνχαρντ, Οι Φτηνοφαγάδες Πιέρ Πάολο Παζολινι Μυθοπλασία
Εντουάρ Ντυζαρντέν Έδρεψε δάφνες
θ εσ σ α λ ό τ ν ΐκ η
Ριζάλ (Ιωσήφ Νεχαμά), Θεσσαλονίχη η περιπόθητη πόλη Μαρσέλ Κοέν Γράμμα στον Λντόνιο Σάουρα
031-263363
Φούλα Λαμπελέ Διηγήματα Μπρόινα Σοομάνατς Ποιήματα
www.nissides.gr
τα
βιβλία του μήνα
I
Παρουσίαση:
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ Σ. ΑΡΔΑΒΑΝΗΣ Ζτο νοητό σύνορο κΡ'τ»“ς:
των 160............................................ 83
ΧΡΗΣΤΟΣ ΧΑΡΤΟΜΑΤΣΙΔΗΣ Οι περιπέτειες τ ο υ Μ π ρ έ γ κ α ................. ...62
:
..V"*.
ΜΕΛΕΤΕΣ
ΛΕΝΑ ΔΟΥΚΙΔΟΥ ΗΈλσα και οι άλλοι............... 64 Παρουσίαση: Παρουοιάοεις:
Ξ. Α. ΚΟΚΟΛΗΣ Ο μεταφραστής Χεφέρης
ΑΣΤΕΡΙΟΣ ΤΣΙΚΡΑΣ Μάτζ·κ, θα nci μαγεία......... 66
Αρνητική κριτική............................ .......... 85
ΒΑΣΙΛΗΣ ΚΥΡΙΛΛΙΔΗΣ Αναστρέψιμα υλικά.........66 ΤΑΤΙΑΝΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΟΥ Ανωτέρα Β ία ............. 68
I
ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ
_______ 1
Παρουοιάοεις:
ΞΕΝΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
IOANNA ΠΕΡΑΝΤΖΑΚΗ-ΚΑΡΑΤΖΟΓΛΟΥ Κοινωνική ανομία Κριτικές:
και ναρκωτικά. Ζύγχρονες κοινωνιολογικές
ΜΙΣΕΛ ΟΥΕΛΜΠΕΚ Πλατφόρμα... ................... 69 ΤΑΡΙΚ ΑΛΙ Χτον ίσκιο της ροδιάς..................72 Παρουοιάοεις:
προσεγγίσεις της κοινωνικής πραγματικότητας.... 87
ANTONI ΓΚΙΝΤΕΝΣ Ο κόσμος των ραγδαίων αλλαγών.
ΝΑΝΣΙ ΧΙΟΥΣΤΟΝ Το τραγούδι της πεδιάδας......75
Πώς επιδρά η παγκοσμιοποίηση στη ζωή μας........ 88
ΝΑΝΣΙ ΧΙΟΥΣΤΟΝ Το αποτύπωμα του αγγέλου... 75 ΑΝΡΙ ΜΙΣΟ Εκουαδόρ. Ταξιδιωτικό ημερολόγιο ... 77
ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ
ΣΤΑΝΤΑΛΜΙΝΑ ΝΤΕ ΒΑΝΓΚΕΛ Η κάσα και ο Βρυκόλακας ... .........................
ΣΕΒΑΣΤΗ ΤΡΟΥΜΠΕΤΑ Κατασκευάζοντας ταυτότητες για τους μουσουλμάνους της Θράκης.
π ο ιη ιη
r g iii
Κριτική:
ΜΑΝΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ Αγρυπνία για το σκοτεινό τρυγόνι στην εκκλησία του προφήτη Ελισσαίου
81
ΤΖΑΚΛΙΝ ΟΥΙΛΣΟΝ Εικονογραφημένη μαμά...... 90
61
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Τοόνειρο που έγινε εφιάλτης I
I
ΧΡΗΣΤΟΣ ΧΑΡΤΟΜΑΤΣΙΔΗΣ
Οι n c p m c T C ic $ του Μπρέγκα
ί | Αθήνα, Πατάκης, 2001 ■ I Σελ.200
ο τρίτο κατά σειρά βιβλίο του Χρήστου Χαρτοματσίδη Οι περιπέτειες του Μπρέγκα αποτελεί μια πολύ ευχάριστη εξαίρεση στο γενικότερο κανόνα της ελληνικής πεζογραφίας που κλίνει προς ένα χαρακτήρα σκυθρωπό. 0 X. Χαρτοματσίδης, υιο θετώντας και σ' αυτό το έργο του ένα έντονα σκωπτικό, καυστικό ύφος, σχολιάζει το σοσιαλιστικό ρε αλισμό μέσα από ευτράπελα επεισόδια της ζωής του κεντρικού ήρωά του. Η δράση εκτυλίσσεται στη Σόφια και εστιάζεται στο μοναχοπαίδι του ζεύγους Βούλας και Βασιλάκη Μπρέγκα, Ελλήνων πολιτικών προσφύγων από τον Πόντο. Άλλωστε ο ίδιος ο συγγραφέας έχει γεννη-
Τ
0 X Χαρτοματσίδης έπλασε τον ήρωά του με πολύ κέφι και χιούμορ και δε δίστασε με πρόδηλη και συνειδητή σοβαροφάνεια να παρωδήσει τη σοβιετική ουτοπία θεί στη Βουλγαρία και προέρχεται από οικογένεια πολιτικών προσφύγων, γεγονός στο οποίο οφείλε ται η άνεση και η παραστατικότητα με την οποία μας μεταφ έρει το πολιτικοκοινωνικό κλίμα όπου δρουν τα πρόσωπό του. Ο ήρωός του, που ακούει στο υποβλητικό όνομα Ιωσήφ Σιδέρης, με ευνόητες παραπομπές, παρου σιάζεται ως θερμός υπερασπιστής της αριστερής ι δεολογίας την οποία δεν παύει να υποστηρίζει ακό μα κι όταν διαψεύδεται ή και όταν γελοιοποιείται οικτρά. Ο συγγραφέας τον παρακολουθεί πριν ακόμα από τη γέννησή του. Από τό τε αρχίζουν τα ιλαρο62
τραγικά παθήματά του, όταν στήθηκε ένας αγώνας δρόμου προκειμένου η συντρόφισσα Βούλα να γεν νήσει πρώτη στη νεόδμητη πτέρυγα της γυναικολογικής κλινικής. Πρωτιά που επετεύχθη τελικά και ανταμείφθηκε μ' ένα ραδιογραμμόφωνο «Ουράλ». Από πολύ μικρός ο Μπρέγκας ανέπτυξε ξεχωριστή δε κτικότητα σε ό,τι αφορούσε τις πεποιθήσεις και παρο τρύνσεις του κόμματος. Η ακόρεστη φιλομάθειά του καθώς και η ικανότητα αφομοίωσης τον βοήθησαν σε αρκετές περιπτώσεις να διακριθεί. «Σ' όλα τα στριμώγ ματα ξεγλιστρούσε με τα πιο πειστικά επιχειρήματα, χωρίς να κρύβει, όταν χρειαζόταν, πως, δυστυχώς, σε κάποια σημεία είμαστε ακόμη πίσω από τους ιμπερια λιστές». Βέβαια, κάποτε αυτός ο ασυγκράτητος εν θουσιασμός του για το σοβιετικό καθεστώς στάθηκε επιζήμιος, όπως για παράδειγμα συνέβη στις εισαγω γικές εξετάσεις για το Πανεπιστήμιο. «Τα γραπτά του στην ιστορία είχαν προκαλέσει δέος στην εξεταστική επιτροπή, μια που ο Μπρέγκας με άνεση χώριζε τη ζωή της ανθρωπότητας σε δυο κυρίως στάδια: στην προ και στη μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση εποχή. Μπορεί, ιδεολογικά, οι απαντήσεις του να ήταν άφογες, περιείχαν όμως αρκετές ιστορικές ανακρίβειες, που του κόστισαν τη θέση στα ΑΕΙ». Στο σχολείο δημιουργούσε άριστες εντυπώσεις που
δεν οφείλονταν τόσο στην ευστροφία του όσο στην επιμέλεια και τη ν πειθαρχία τ ο υ . «Ξέρουμε όμως πόσο ελάχιστη μπορεί να είναι η απόσταση ανάμε σα στην ευφυΐα και σ την περίεργη συμπεριφορά του καθυστερημένου...» σημειώνει πονηρά ο συγ γραφέας και αμέσως σπεύδει να αποκαταστήσει την υστεροφημία του ήρωα: «Κατά την ταπεινή μας γνώμη, ο μικρός Ιωσήφ Σιδέρης ήταν ιδιοφυία!» Μόνο μελανό σημείο στη διαγωγή του -κατά τα άλ λα άμεμπτου- Μπρέγκα η ανεξέλεγκτη όρεξή του για φαγητό. Πρόβλημα που τον ταλαιπώρησε ιδίως στο στρατό, αλλά το οποίο λύθηκε βραχυπρόθεσμα με τη συμμετοχή του σε αγώνες πυγμαχίας, κερδί ζοντας τη διπλή μερίδα που αναλογούσε στους α θλητές. Ωστόσο, ο έμπλεος ευαισθησίας Μπρέγκας, μην αντέχοντας τη βαρβαρότητα του αθλήματος, ε-
Πρόκειται για μυθιστόρημα απο\αυοτικό και, αν μη τι ά \\ο , όιαοκεόαοτικό πιδόθηκε στο τραγούδι με θαυμαστά αποτελέσμα τα. θριάμβευσε, επίσης, σε θεατρικές παραστάσεις σε ρόλους δευτερεύοντες, αλλά καθοριστικούς. Η κλίση του Μπρέγκα εντοπιζόταν, από τη νηπιακή α κόμα ηλικία, σε κάθε είδους καλλιτεχνία. Την καλλι τεχνική του δραστηριότητα συμπληρώνει η σύντο μη θητεία του ως φωτορεπόρτερ. Αξιοπρόσεκτο ζήλο επέδειξε αργότερα και στη Σχο λή των συνδικάτων. Γενικότερα, σ' όλη του τη ζωή ο Μπρέγκας έμεινε αταλάντευτα προσηλωμένος στις αρχές του κόμματος. Το ίδιο, ωστόσο, πάθος με το οποίο χειριζόταν ιδεολογικά ζητήματα, διοχέ τευσε και στις ερωτικές του υποθέσεις, που όμως είχαν όλες άδοξο και δραματικό τέλος. Ο X. Χαρτοματσίδης διαμοιράζει τη ζωή του Μπρέ γκα σε σύντομα κεφάλαια των οποίων ο τίτλος συ νοψίζει εύστοχα τη δράση που πρόκειται να περι γράφει. Ως κατακλείδα του κάθε κεφαλαίου έρχεται ένας απόηχος από μουσικές φράσεις που υπογραμ μίζουν την υποδόρια ειρωνεία. Η αφήγηση διανθίζε ται και με αποσπάσματα ταινιών, αλλά κυρίως αποτυπώνει τα γεγονότα που στιγμάτισαν την εποχή. Χαρακτηριστική είναι η οπτική τω ν ηρώων για τα τρέχοντα ιστορικά συμβάντα. Ένα παράδειγμα: «Όλος ο κόσμος ήξερε την αλήθεια για την Τσεχο
σλοβακία. Την είχε μάθει από το σοβιετικό ντοκιμα ντέρ στην τηλεόραση». Ο X. Χαρτοματσίδης αναμφί βολα έπλασε τον ήρωά του με πολύ κέφι και χιού μορ και δε δίστασε με πρόδηλη και συνειδητή σο βαροφάνεια να παρωδήσει τη σοβιετική ουτοπία. Το π ορτρέτο που φ ιλοτεχνεί ο συγγραφέας είναι βέβαια αρκετά περιπαικτικό, όμως η σκιαγράφησή του αποδεικνύεται άρτια. 0 σύντροφος Μπρέγκας είναι άνθρωπος βαθύτατα αισιόδοξος, φιλότιμος και εργατικός, ακατάβλητος αγωνιστής, με μεγάλα α ποθέματα στοργής και τρυφερότητας, καθόλου φυ γόπονος ή ηττοπαθής. Ατενίζει με πείσμα -και συ χνά παρακάμπτοντας την πραγματικότητα- τη χα ρούμενη όψη τη ς ζωής. 0 γιγαντιαίας σωματικής διάπλασης Μπρέγκας προσωποποιεί, εντέλει, την ευτυχή εκδοχή της ιστορίας, την πραγμάτωση των προσδοκιών του σοβιετικού ρεαλισμού. Συνεπώς, από την αρχή η παρουσία του μας γίνεται ιδιαίτερα συμπαθής. Αποτέλεσμα: ακόμα και τις τραγελαφι κ ές π εριπ έτειές το υ τις α ντιμετω π ίζουμε με το βλέμμα του συμπάσχοντος. Με γλώσσα ρέουσα και στρωτή, ο X. Χαρτοματσίδης απομυθοποιεί, χλευάζει, υποσκάπτει, απορρίπτει με τρόπο πάντα διακριτικό, αλλά αποτελεσματικό. Ενώ φαινομενικά υπερθεματίζει τις μεγαλόστομες θέσεις των προσώπων του, στην ουσία τις κατακρίνει έντο να. Οι περιπέτειες του Μπρέγκα καταγράφονται σε ύφος κατ' επίφαση δοξαστικό και σε τόνους δυσα νάλογα υψηλούς που να αρμόζουν σε μεγαλεπήβολους άθλους και σε ήρωες πληθωρικούς. Συχνά βέ βαια η παρωδία καταντάει υπερβολική ενώ οι χαρα κτήρες φαντάζουν κάποτε παράδοξα αφελείς. Σε λι γοστά, ευτυχώς, σημεία διαπιστώνουμε πως ο συγ γραφέας προσπαθεί να εκβιάσει το γέλιο διογκώνο ντας σε βαθμό αλλοίωσης ορισμένα συμβάντα. Οι ήρωες όμως διαθέτουν και αμιγώς τραγικές στιγ μές, καθώς η αφήγηση φτάνει μέχρι τα δύσκολα χρόνια το υ επαναπατρισμού. Τότε η οικογένεια Μπρέγκα έρχεται αντιμέτωπη με τις ίδιες της τις αυ ταπάτες. Ακόμα όμως και τό τε που βιώνουν κατά σαρκα έναν περίγυρο τουλάχιστον επιφυλακτικό ή περιφρονητικό, δεν αντέχουν να αποβάλουν τις βε βαιότητες που τους έτρεφαν τόσα χρόνια. Παρά τις προφανείς υπεραπλουστεύσεις και τη δια στρέβλωση κάποιων καταστάσεων ή και ιστορικών γεγονότων χάριν της σάτιρας, δεν μπορούμε σε κα μία περίπτωση να αρνηθούμε ότι πρόκειται για ένα μυθιστόρημα απολαυστικό και, αν μη τι άλλο, διασκεδαστικό. ΛΙΝΑ ΠΑΝΤΑΛΕΩΝ
63
Ζοφερός καινούριος κόομος |
ΛΕΝΑ ΔΟΥΚΙΔΟΥ
|
Η Έλβα και οι άλλοι
■I
Ι | | Αθήνα, Εξάντας, 2002 Σελ. 432
ια ηλεκτρονική συσκευή, με τη χαρακτηριστι κή ονομασία «τηλεπρόσωπο», που φέρνει τους ανθρώπους στο επίπεδο της ολικής ε παφής, απομακρύνοντάς τους παράλληλα, με τρό πο τελεσίδικο, από τον ίδιο τους τον εαυτό, είναι το συγγραφικό τέχνασμα της Λένας Δουκίδου για να μι λήσει για το πάντα επίκαιρο, ιδιαίτερα την τε λ ε υ ταία δεκαετία, ζήτημα της επικοινωνίας οτο νέο της μυθιστόρημα Η Έλσα και οι άλλο/. Με αρωγό τη φα ντασία και αντλώντας από τη σύγχρονη πραγματικό τη τα και το σημερινό άνθρωπο, το ν υπερπλήρη πληροφοριών, η συγγραφέας οραματίζεται ένα μέλλον ζοφερό αλλά εξίσου ελκυστικό και βάζει νέ ους ανθρώπους να αναμετρηθούν μαζί του.
Η συγγραφέας οραματίζεται ένα μ έ \\ο ν ζοφερό α \\ά εζίοου ελκυστικό Η κεντρική ηρωίδα, η Ελπίδα, γράφει ένα βιβλίο με θέμα ανάλογο του μυθιστορήματος τη ς Λ. Δουκί δου. Γράφει, δηλαδή, για μια φανταστική εφεύρεση που θα μεταβιβάζει τη σκέψη και την εικόνα του άλ λου όταν είναι απών, που θα επιτρέπει εντέλει την ολοκληρωτική επικοινωνία χωρίς να απαιτείται φυ σική παρουσία. Την Ελπίδα βασάνιζε η από εικοσαε τίας εξαφάνιση της μητέρας της Έλσας, η οποία την εγκατέλειψε για δυσεξιχνίαστους λόγους σε ηλικία έξι ετών, χωρίς να έρθει ποτέ σε επαφή μαζί της. Η σχέση με τον πατέρα της είναι εξαιρετικά εύθραυ στη, ένα βήμα πριν από την οριστική ρήξη, εξαιτίας ακριβώς της αποσιώπησης των αιτιών που ανάγκα σαν τη μητέρα της να την αφήσει. Η ζωή ωστόσο της Ελπίδας παίρνει άλλη τροπή όταν γνωρίζει τον αινιγματικό και σκοτεινό Αντρέα με τον οποίο γρή γορα αναπτύσσει βαθιά ερωτική σχέση. 0 Αντρέας
64
αποδεικνύεται πως ανήκει σε ομάδα επιστημόνων η οποία κατασκεύασε τη συσκευή που η Ελπίδα περι γράφει στο βιβλίο της. Έτσι, το φανταστικό μετατρέπεται σε αληθινό μεταβάλλοντας την πραγματι κότητα της Ελπίδας κυρίως, αλλά και του Αντρέα, ο οποίος φαίνεται πως δεν είχε αναλογιστεί την ε φιαλτική όψη της εφεύρεσής του. Το μυθιστορηματικό εύρημα αυτής της παντοδύνα μης και δαιμονικής μηχανής ανοίγει στη Λ. Δουκίδου πολλές αφηγηματικές διαδρομές, καθώς της επι τρέπει να κινηθεί σε δευτερεύουσες αλλά εξίσου ενδιαφέρουσες προβληματικές, όπως η ανάγκη έκ φρασης και δημιουργίας ως θεμελιώδες μέσο επι κοινωνίας, η ανάγκη οροθέτησης προσωπικής ταυ τότητας, ο θάνατος με την έννοια της απουσίας, η γονεϊκή ευθύνη, η διαφοροποίηση των γενεών. Κατ' αρχάς, όλοι σχεδόν οι πρωταγωνιστές καταφεύ γουν στη δημιουργία προκειμένου να εκφράσουν τη δική τους αντίληψη για τον κόσμο που τους περι βάλλει, να εικονοποιήσουν ή να μεταγράψουν σε λόγο τα ερεθίσματα που δέχονται από την εποχή των ξέφρενων τεχνολογικών εξελίξεω ν, της υπερπροσφοράς πληροφοριών και της ανελέητης μονα ξιάς. Η Ελπίδα γράφει- ο Αντρέας υλοποιεί το απο κύημα της φαντασίας της και παράλληλα κατασκευ άζει ένα σπίτι όπου με τεχνητό τρόπο διεισδύει το φυσικό περιβάλλον μαζί με σκηνές της πόλης σ' έ ναν τρελό συμφυρμό- ο Γιάννης, πατρικό υποκατά-
σιατο και αγαπημένο πρόσωπο της Ελπίδας, έγρα φε κι αυτός για τις εντυπώσεις του από έναν κόσμο που αδυνατούσε να κατανοήσει ο Μάριος. Ένας νε αρός στερημένος όπως και η ηρωίδα από τη μητρι κή παρουσία, αποτυπώνει με χρώματα το ν πόνο που του προξένησαν προσωπικά βιώματα σε συν δυασμό με παραστάσεις εικονικής πραγματικότη τας. Η ανάγκη δημιουργίας έρχεται ως εκδήλωση μιας α κόμα πιο επιτακτικής ανάγκης, αυτής της υιοθέτη σης και υπεράσπισης της ιδιαίτερης προσωπικότη-
Οι νέοι οε ηλικία ήρωες της Δ. Δουκίόου εμφανίζοπαι έντονα προβληματισμένοιι, οργισμένοι και μαχητικοί τας, του βαθύτερου εαυτού. Ο μεγάλος τους φόβος απέναντι στη συσκευή που θα μπορεί να διαβάσει και να μεταβιβάσει σε τρίτους τις μύχιες σκέψεις τους είναι η απώλεια του εαυτού τους έτσι όπως ο ρίζεται από τη δυνατότητα της έλλογης κρίσης, της ελεύθερης βούλησης. Οι προοπτικές που ανοίγο νται είναι εφ ιαλτικές.«Καταργείται π ετερότητα. Δεν επιτρέπεται η ταυτότητα. Δεν επιτρέπεται στο άτο μο καμία σχέση ετερότητας, ούτε με τον άλλον ού τ ε με τον εα υ τό του. Απέραντη ομογενοποίηση. Ύπνος. Ίσως έτσι είναι, τελικά, ο θάνατος». Σε δεύτερο επίπεδο, όμως, προβάλλει και το ζήτη μα της γονεϊκής ευθύνης που απασχολεί σοβαρά τη συγγραφέα. Σε συνάρτηση με τον κεντρικό προβλη ματισμό, την επικοινωνία, το ζήτημα αυτό εξετά ζε ται στο βιβλίο ως διατάραξη της κατεξοχήν διαπρο σωπικής επαφής, αυτής μεταξύ γονιού και παιδιού. Οι συνέπειες αυτής της προβληματικής σχέσης είναι εξίσου οδυνηρές με τη φενάκη της άπλετης πληρο φόρησης και επικοινωνίας. Είναι εύλογο ότι οι άνθρωποι μεγαλύτερης ηλικίας στέκονται διατακτικοί, αμήχανοι και φοβισμένοι απέ ναντι στα εξελιγμένα τεχνολογικά αγαθά. Τα αντιμε τωπίζουν με δικαιολογημένο σκεπτικισμό και κάποτε με αποδοκιμασία και άρνηση. Η Λ. Δουκίδου δεν πα ραλείπει να εξετάσει αυτή τη διάσταση των αντιλή ψεων και των προσλαμβανουσών μεταξύ διαφορε τικών γενεών, αν και όσον αφορά τους νεαρούς χα
ρακτήρες παρατηρούμε ότι στο έργο της χρωματί ζονται κάπως διαφορετικά από το σύνηθες. Ολοένα και περισσότερο, πρωτοεμφανιζόμενοι κυ ρίως πεζογράφοι, αποτυπώνουν στα έργα τους, εύ γλωττα και γλαφυρά, την εικόνα σημερινών νέων, βυθισμένων στην απάθεια, την ανία, τη ραθυμία. Αφομοιώνουν με χαλαρές αντιστάσεις τα ερεθίσμα τα μιας πραγματικότητας σε αέναη μεταβολή. Σε μια κοινωνία υπερπληθώρας υλικών αγαθών προτι μούν, αντί να διεκδικούν και να επιλέγουν, να παίρ νουν αυτό που φτάνουν. Η θέλησή τους εξαντλείται εκεί που αρχίζει η προσπάθεια. Μια εικόνα ίσως άδι κη, αρκετά κοντά πάντως στην αλήθεια. Παραδόξως, οι νέοι της Λ. Δουκίδου εμφανίζονται έντονα προβληματισμένοι, θορυβημένοι καλύτερα, οργι σμένοι και μαχητικοί, ενώ κανείς θα ηερίμενε από αυτούς μεγαλύτερη ίσως εξοικείωση (γιατί όχι, και αδιαφορία) ως προς τις τεχνολογικές εξελίξεις αλ λά και τον πολυδαίδαλο σύγχρονο κόσμο. Ωστόσο, το έργο ξεπερνάει αυτή την ασυνέπεια κα θώς εστιάζεται και στις δύο πλευρές της εφ εύρε σης, την τρομακτική και τη σαγηνευτική. Η Λ. Δουκί δου εύστοχα υπαινίσσεται ότι ο τρόμος των νεότε ρων οφείλεται εν μέρει και στην έλξη που νιώθουν για τη νέα εφεύρεση. Τρομοκρατούνται όχι τόσο α πό τις δυνατότητες που τους παρέχει η συσκευή, αλλά κυρίως από την αδυναμία τους να της αντισταθούν. Η προοπτική της -δυσχερούς έως αδύνα τη ς - επικοινωνίας χωρίς τη διαμεσολάβηση μηχα νών τούς στρέφει πίσω, στην αμεσολάβητη επαφή. «Τι υλικό μετριασμού και απαλότητας είναι οι λ έ ξεις» στοχάζεται το ζευγάρι τω ν ηρώων, και α μέ σως έρχεται να νοσταλγήσει την «απέραντα σπλα χνική συμβολοποίηση της γλώσσας». Το μυθιστόρημα χτίζεται κυρίως πάνω στους συλ λογισμούς και την επιχειρηματολογία υπέρ και κατά της εφεύρεσης που εκθέτει διεξοδικό η συγγραφέ ας διά στόματος τω ν δύο βασικών χαρακτήρων. Μπορεί οι συνομιλίες τους να τραβούν σε αδικαιο λόγητο μάκρος, σε ελάχιστα όμως σημεία χάνουν το ενδιαφέρον τους. Με γενικότερες κρίσεις όπως: «Είναι απίστευτη η ποικιλία των παραλογισμών που υπαγορεύει στην ανθρώπινη συμπεριφορά η πραγ ματικότητα» ή «Δεν είναι ανακουφιστικό να πεθαί νεις σ ' έναν κόσμο δίχως συνέχεια» που ξεφεύγουν από το πλαίσιο του μυθιστορήματος και αφορούν πρόδηλα σημερινές κοινωνικοηολιτικές καταστά σεις και γεγονότα, ακόμα και την πρόσφατη 11η Σε πτεμβρίου 2001, η Λ. Δουκίδου φανερώνει ότι οι προθέσεις της βρίσκονται μακριά από μια μυθοπλα
σία επιστημονικής φαντασίας, θετικό, επίσης, λει τουργεί η απόπειρα δημιουργίας απειλητικής ατμό σφαιρας ώστε να καταστεί ο αναγνώστης κοινωνός του άγχους των ηρώων. Το έργο της Λ. Δουκίδου πραγματεύεται με ωριμό τητα αυτό που η ίδια συνοψίζει στην κοινότοπη αλ
λά καίριας σημασίας, ιδιαίτερα για την επικίνδυνη ε ποχή μας, φράση: «Κάθε πρόοδος είναι όπλο. Και κάθε όπλο έχει δύο πλευρές. Αυτή που σκοπεύει κι αυτή που σκοτώνει». ΛΙΝΑ ΠΑΝΤΑΛΕΩΝ
Μυθιστορήματα______ επιστημονικής φαντασίας ΑΣΤΕΡΙΟΣ ΤΣΙΚΡΑΣ
Μάτζικ, θα nc· μαγεία Αθήνα, Ωκεανίδα, 2001 Σελ. 296 ΒΑΣΙΛΗΣ ΚΥΡΙΛΛΙΔΗΣ
Αναστρέψιμα υλικά Αθήνα, Καστανιώτης, 2001 Σελ. 232
ο λογοτεχνικό είδος που επονομάζεται επι στημονική φαντασία, παρά την ύπαρξη μάλ λον ολιγάριθμου αναγνωστικού κοινού στην Ελλάδα -κι ίσως ακριβώς γι' αυτό το λόγο-, δεν έ χει γοητεύσει τους Έλληνες συγγραφείς, με απο τέλεσμα να είναι ελάχιστοι εκείνοι που ασχολού νται με αυτό. Κλάδος της λογοτεχνίας του φαντα στικού, η επιστημονική φαντασία παρουσιάζει ήρωες μη πραγματικούς, χαρακτήρες που αφίστανται της πραγματικότητας, ανθρώπους που ο ανα γνώστης σπανίως έω ς καθόλου μπορεί να τα υτι στεί μαζί τους. Μέσω τη ς επιστημονικής φαντα σίας, ωστόσο, ο άνθρωπος προσπαθεί να ξεπεράσει το ν εα υ τό το υ , ενώ φ ιλ ο δ ο ξε ί να επ ιτύχει θαυμαστά επιτεύγματα στο εγγύς ή το απώτερο μ έλλον. 0 Έντγκαρ Άλαν Πόε, ο Ιούλιος Βερν, ο Χέρμπερτ Τζορτζ Ουέλς έχουν γαλουχήσει εκα τομμύρια αναγνώστες ανά τον κόσμο με τα βιβλία τους, ενώ τη σημερινή εποχή σημαντική απήχηση στους φαν του είδους έχουν ο Ισαάκ Ασίμοφ και ο Άρθουρ Κλαρκ, σε έργο του οποίου βασίζεται η αριστουργηματική ταινία 2001, π Οδύσσεια του δια στήματος του Στάνλεϊ Κιούμπρικ.
Τ
Ένας από τους λίγους ντόπιους συγγραφείς που καλλιεργούν συστηματικά το είδος, ο Διονύσης Καλαβρέζος, έχει ισχυριστεί σε άρθρο του δημο σιευμένο στο περιοδικό διαβάζω (τχ. 220, 9.8.89) ότι η επιστημονική φαντασία είναι η λογοτεχνία της αμφισβήτησης, αφού «συνεισφέρει στην απει κόνιση του προεκτειμένου χωροχρονικού τοπίου:
η οικολογική καταστροφή, ο κίνδυνος ολοκληρω τικού πολέμου, ο ανατέλλων εκφασιομός της δη μόσιας ζωής, η αλλοτρίωση και αποξένωση, που οφείλεται στον τεχνολογικό πολιτισμό, συνθέτουν το τοπίο...» Ωστόσο, δ εν είναι πολλοί οι συγγρα φείς επιστημονικής φαντασίας που ενδιαφέρονται για την κοινωνική πραγματικότητα, αφού κύριο μέλημά τους είναι να εντυπωσιάσουν με δικής τους επινόησης μηχανικές κατασκευές που υποτίθεται πως θα είναι εν χρήσει σε λίγα χρόνια. Μερικοί συγγραφείς, όμως, χρησιμοποιούν την ε πιστημονική φαντασία ή, καλύτερα, το πρόσχημα που παρέχει η επιστημονική φαντασία, για να μι λήσουν για ζητήματα καθημερινά, τρέχοντα. Ένας από αυτούς είναι ο Νίκος Παναγιωτόπουλος, ο ο ποίος με δύο μυθιστορήματα, Ο Ζίγκι απ' το ν Μάρ-
Δύο συγγραφείς που γνωρίζουν καλά το αηικείρενό τους κι έχουν την ικανότητα να δημιουργούν ενδιαφέρουσα πλοκή
φαν - το ημερολόγιο ενός εξωγήινου και Το γονί διο της αμφιβολίας, επ ιχειρεί να θίξει σύγχρονα προβλήματα. Στα χνάρια του βαδίζει κι ένας νεό τερος συγγραφέας, ο Αστέριος Τσίκρας (Κατερίνη, 1962), που έχει σπουδάσει νομικά και είναι γνώ στης της επιστήμης τη ς πληροφορικής. Στο μυθιστόρημα του Τσίκρα Μάτζικ, θα πει μαγεία ήρωας είναι ένας (άνευ ονόματος) δεκατριάχρονος νεαρός, που διαβάζει βιβλία με τις περιπέτειες του ανίκητου ντετέκτιβ Ματζ Ο' Μπράιαν, με τον οποίο συχνά ταυτίζεται: τον βλέπει στα οράματά του κι ενίοτε νομίζει πως μαζί με αυτόν δρα και ο ίδιος. Ο Α. Τσίκρας δεν έχει επηρεαστεί μόνο από τον Ν. Παναγιωτόπουλο αλλά και από τη ν αστυ νομική λογοτεχνία, τη ν αστυνομική παραφιλολο
γία, τον κινηματογράφο και τα κόμικ. Ο χρόνος και ο τόπος που εκτυλίσσεται η ιστορία δεν κατονο μάζεται, πάντως, αν και γίνονται αναφορές σε ήρω ες του αγγλοσαξονικού κόσμου, σε αγγλόφω νες ταινίες και σε αγγλικές φράσεις, φαίνεται πως χώρα δράσης είναι η Ελλάδα -α ν κρίνουμε από κάποιες λέξεις-κλειδιά, όπως «ρε», «τυρόπιτα»-, όπου ο μικρός φαντασιόπληκτος ήρωας βιώνει μια οδυνηρή οικογενειακή κατάσταση με χω ρισμέ νους γονείς. Αν ο Α. Τσίκρας χρησιμοποιεί στοιχεία της επιστη μονικής φαντασίας για να αναπτύξει την προβλημα τική του πάνω στο θέμα των οικογενειακών σχέσε ων, ένας άλλος συγγραφέας, ο Βασίλης Κυριλλίδης (Θεσσαλονίκη, 1958), με σπουδές κεραμικής, στο πρώτο του μυθιστόρημα Αναστρέψιμα υλικά γρά φει αμιγώς επιστημονική φαντασία. Στην Αθήνα, κά που στο μέλλον, ένα τροχαίο ατύχημα στέλνει τον Άλκη στην εντατική του νοσοκομείου, όπου του συμπαραστέκεται η Κατερίνα, η αδελφή του. Μο λονότι ο θεράπων ιατρός φοβάται πως ο τραυμα τίας δε θα ανακτήσει ποτέ τις αισθήσεις του, μια ά γνωστη δύναμη τον επαναφέρει στη ζωή. Η Κατερί να μαζί με την Τάνια, μια συμφοιτήτρια του Άλκη, που είναι ερω τευμένη μαζί του, ενώνουν τις δυνά μεις τους για να βοηθήσουν τον άνθρωπο που αγα πούν και έρχονται α ντιμέτω πες με μια καινούρια πραγματικότητα. Η επιστροφή του Άλκη στο σπίτι του συνοδεύεται από την εμφάνιση σε κάποια ιστο σελίδα του ηλεκτρονικού υπολογιστή του μιας θε ωρίας ενός Αμερικανού νευροβιολόγου για την α νάπτυξη της διάνοιας και τω ν πνευματικών ικανο τήτων. θέμα του μυθιστορήματος είναι η λειτουρ γία του ανθρώπινου εγκεφάλου, η μεταβίβαση της σκέψης και τα πιθανά οπτικοακουστικά μηνύματα που στέλνει στη Γη ένας άγνωστος πολιτισμός. Οι δύο συγγραφείς γνωρίζουν καλά το αντικείμενό τους, έχουν την ικανότητα να δημιουργούν ενδια φέρουσα πλοκή, όμως παρά τις καλές τους προθέ σεις δεν είναι βέβαιο πως θα συγκινήσουν αναγνώ στες εθισμένους σε άλλο στιλ γραφής και σε δια φορετική θεματολογία. ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΦΙΛΙΠΠΟΥ
O S' 67
Ο τρόμος του Άλλου ΤΑΤΙΑΝΑ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΟΥ
iΤ
Ανώτερα βία
Αθήνα, farm, 2001 Σελ. 316
ο μυθιστόρημα τη ς Τατιάνας Κωνσταντινίδου Ανώ τερα βία πραγματεύεται ένα από τα πιο κλασικά δίπολα της ιστορίας, τη σύγκρουση με ταξύ παλιού και νέου, παράδοσης και εξέλιξης, οι κείου και ξένου. Η υπόθεση εκτυλίσσεται σ' ένα ορεινό και απόμερο χωριό, πιθανότατα εκτός του ελλαδικού χώρου, ό πως αφήνουν να εννοηθεί τα ακραία καιρικά φαινό μενα αλλά και η «παράξενη, γεμ ά τη σύμφωνα» γλώσσα των ντόπιων. Εκεί συναντάμε μια ομάδα ε πιφανών επιστημόνων η οποία έχει έρθει από την πόλη για να εκτελέσει εκεί μια αποστολή. Οι χωρικοί τούς υποδέχονται με καχυποψία, χωρίς να ανακα-
Μυθιστόρημα που χαρακτηρίζεται από άτρωτη και σφιχτή γραφή
68
τεύονται μαζί τους, περιμένοντας να τελειώσουν τη δουλειά τους και να φύγουν. Οι επιστήμονες με τη σειρά τους δε δείχνουν κανένα ενδιαφέρον για τον τόπο και τους κατοίκους του παρά συνεχίζουν με προσήλωση αυτό που έχουν έρθει να κάνουν. Όμως, η φύση έχει άλλη άποψη. Ακραίες καιρικές συνθήκες αποκλείουν το χωριό και έτσι οι ξένοι α ναγκάζονται να παραμείνουν στον αφιλόξενο αυτό τόπο και μάλιστα χωρίς λόγο, καθώς δεν μπορούν να δουλέψουν. Η συμβίωση τω ν δύο ομάδων δεν είναι απλή υπόθεση. Η δυσπιστία και η περιφρόνη ση είναι τα συναισθήματα που τρέφουν ο ένας για τον άλλο και όσο κι αν οι αρχηγοί τους προσπαθούν να κρατήσουν κάποιες ισορροπίες, η σύγκρουση δεν αργεί να ξεσπάσει. Η συγγραφέας χειρίζεται το θέμα με ιδιαίτερη δει νότητα, Δίνει σφαιρική άποψη της ιστορίας σκιαγρα φώντας επαρκώς όλους τους χαρακτήρες· τους κα λούς και τους κακούς, το υ ς ανοιχτόμυαλους και
τους πιο στενοκέφαλους, αυτούς που είναι τόσο απορροφημένοι από τον εαυτό τους, το χρήμα και τη ν εξουσία που δε βλέπουν πέρα από τη μύτη τους και αυτούς που αντιλαμβάνονται ότι σε όλα τα πράγματα υπάρχει και η αντίθετη άποψη. Καθώς ό μως το μυθιστόρημα εκτυλίσσεται, γίνεται ολοένα και πιο φανερό ότι στην πραγματικότητα δεν υπάρ χουν δύο πλευρές, άλλα όλα είναι μέρος του ίδιου πράγματος. Οι δύο ομάδες δε διαφέρουν τόσο πο λύ μεταξύ τους, απλώς φοβούνται και ταυτόχρονα υποτιμούν το ίδιο ακριβώς πράγμα: το ξένο, το μη οικείο, με το οποίο και αρνούνται να έρθουν σε επα φή γιατί είναι τόσο βέβαιοι ότι αξίζει την περιφρόνη σή τους. Η αφήγηση της Τ. Κωνσταντινίδου κρατά σε από σταση τον αναγνώστη και τον αναγκάζει να εστιάσει σε γεγονότα και τύπους και όχι σε συγκεκριμένα πρόσωπα, αφού σε καμία στιγμή δεν αποκαλύπτε ται κάποιο όνομα - του τόπου στον οποίο λαμβά νουν χώρα τα γεγονότα, της πόλης από την οποία ήρθαν οι επιστήμονες ή τω ν χαρακτήρων. Οι χωρι κοί προσδιορίζονται σύμφωνα με τις ιδιότητές τους ενώ οι επιστήμονες, σε πιο πλεονεκτική θέση, εκτός από ιδιότητα έχουν και αρχικά. Φροντίζει λοιπόν το έργο να αφήσει ερωτηματικά για να γοητεύσει το κοινό του και έτσι δε μαθαίνου με αν οι επισκέπτες είναι ξένοι, προέρχονται από άλλη χώρα ή απλώς από άλλο τόπο της ίδιας χώ ρας και έχουν απομακρυνθεί τόσο πολύ από τις ρί
ζες τους που ακόμα και η γλώσσα τους φαίνεται α κατανόητη, αλλά ούτε και ποια ήταν η αποστολή τους, αν αυτή ήταν η αιτία που προκάλεσε την κα χυποψία των χωρικών. Όμως, παρά τα τεχνάσματα, τη στρωτή και σφιχτή γραμμή, μοιάζει να λείπει κάτι
από το κείμενο, η πνοή εκείνη που θα το έκανε πιο παραστατικό, πιο ζωντανό και θα έπειθε για την τραγικότητά του. ΑΛΚΗΣΤΗ ΧΡΟΝΑΚΗ
ΕΝΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Η ωμότητα των πραγμάτων ΜΙΣΕΛ ΟΥΕΛΜΠΕΚ
Πλατφόρμα Μτψρ.: Κώστας Κατσουλάρης Αθήνα, Εοτία, 2002 Σελ. 336
Ουελμπέκ, σχεδόν σαρανταπεντάρης σήμερα, ανήκει στη νέα γενιά Γάλλων συγγραφέων που έχει γίνει σχετικά πρόσφατα γνωοτή και στους Έλληνες αναγνώστες. Αυτό, το τρίτο κατά σειρά μυ θιστόρημά του μετά τα Η επέκταση του πεδίου της πάλης και Τα στοιχειώδη σωματίδια, συνοδεύεται από τη σύσταση στο ίδιο το αφτί του βιβλίου, αλλά και σε αντίστοιχα δημοσιεύματα στις στήλες βιβλίου των ε φημερίδων, ότι «ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων στη Γαλλία με αφορμή κάποιες αναφορές στο Ισλάμ», πράγμα που κάνει τον αναγνώστη που δε γνωρίζει το βίο και την πολιτεία του κυρίου Ουελμπέκ ή τις ακρι-
0
Βιβλίο βαθιά ενοΔ ητικό, και από μια άποψη αυτή είναι και η γοητεία του βεις αντιδράσεις του γαλλικού κοινού να αναρωτιέται για ποιο λόγο συμβαίνει όλος αυτός ο θόρυβος. Βε βαίως τα βιβλία από πνευματικά αγαθά/προϊόντα τεί νουν στις μέρες μας να μεταβληθούν απλώς σε προϊ όντα και έτσι η διαφήμιση του βιβλίου ή ακόμη και τα
πάμπολλα sites που βρίσκει κανείς για τον Ουελμπέκ στο Διαδίκτυο να έχουν σχέση με τη δημόσια περσόνα του και όχι με την εσωτερική και ουσιαστική. Η αφετηρία. Από τα προηγούμενα μυθιστορήματά του είναι φανερό πως ο συγγραφέας επιλέγει καθη μερινούς σημερινούς ανθρώπους, συχνά αποξενωμέ νους, σε ρόλο αντιήρωα. Επιπλέον είναι ένας ικανό τατος συγγραφέας που ξέρει να χειρίζεται με ευστρο φία όποιο θέμα επιλέξει και να το φέρνει εις πέρας με τον πλέον κατάλληλο τρόπο. Η απαισιόδοξη οπτική του συνήθως συναντάται στους κύριους ήρωές του που κατά κανόνα έχουν ηλικία περίπου αντίστοιχη με τη δική του. Το κυριότερο πρόβλημά τους μοιάζει να είναι η κάλυψη του υπαρξιακού τους κενού, ενώ φ έ ρονται επίσης να αντιδρούν στον καλοβολεμένο -συ-
χνά σε εγκληματικό βαθμό- δυτικό πολιτισμό του αυταρχισμού και της υπερκατανάλωσης του οποίου εί ναι παιδιά. Ο μύθος. Το παρόν μυθιστόρημα έχει κύριο θέμα του το σεξουαλικό τουρισμό, θέμα ικανό από μόνο του να προκαλέσει έντονες αντιδράσεις ανά τον κόσμο. Η Πλατφόρμα, που μεγάλο μέρος της είναι γραμμένη σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση, παρακολουθεί τις σκέ ψεις και τις κινήσεις ενός σαραντάρη υπαλλήλου του γαλλικού υπουργείου Πολιτισμού με αρμοδιότητα στην έγκριση και τη χρηματοδότηση κάποιων δημοτι κών εκθέσεων καταξιωμένων και μη δημιουργών. Πολλοί ίσως θα εποφθαλμιούσαν μια τέτοια θέση, αλλά ο Μισέλ δεν έχει αυταπάτες: πρόκειται για μια ακόμη θέση στα κρατικά γραφειοκρατικά κανάλια και σαν τέτοια την αντιμετωπίζει. Οι πληροφορίες που ε πιλέγει να μας δώσει για τη μέχρι τότε ζωή του είναι πολύ επιλεκτικές και κατ' ουσίαν ξεκινούν από το θά νατο του πατέρα του -κλείνοντας το μάτι στην αρχή του Ξένου του Καμί όπου πεθαίνει η μητέρα του ήρωα- με τον οποίο δεν είχε ιδιαιτέρως αρμονικές σχέ σεις. Αυτός ο θάνατος όμως μοιάζει να τον απελευ θερώνει τουλάχιστον από χρηματική άποψη, διότι πλέον έχει τη δυνατότητα να κάνει συχνότερα κάποια ταξίδια της επιλογής του. Όντας μονήρης και ακοινώ νητος, επιλέγει ως τόπο ταξιδιού την Ταϊλάνδη, ακρι βώς γιατί γνωρίζει όχι μόνο από φήμες αλλά και εκ του σύνεγγυς -την έχει επισκεφθεί και στο παρελθόν τα θέλγητρά της, στα οποία φυσικά την πρώτη θέση κατέχουν τα ινστιτούτα μασάζ, δηλαδή τα ντόπια πορνεία. Οι προτιμήσεις του είναι ετεροφυλοφιλικές και ο τουρισμός είναι γι' αυτόν ο ιδανικός τρόπος για να ξεφύγει από τη δημοσιοϋπαλληλική ζωή του και τη δυτική ανία του. Ανάμεσα στα αξιοθέατα, την ιστο ρία του τόπου, τις αραιές σχέσεις με τους συνταξι διώτες και τις αγοραίες ερωτικές συνευρέσεις, τα βι βλία που συγκεντρώνουν το ενδιαφέρον των κενών ωρών του είναι διεθνή μπεστ σέλερ τύπου Η φίρμα του Τζον Γκρίσαμ που μοιάζει να τα διαβάζει μόνο και μόνο για να τα κριτικάρει. Το δεύτερο μέρος του βιβλίου είναι ίσως το πολυτι μότερο. Από το ταξίδι στην Ταϊλάνδη έχει κρατήσει ε παφή με μια συνταξιδιώτισσα, τη Βαλερί, που σύντο μα θα γίνει η γυναίκα της ζωής του. Η επαγγελματική ενασχόληση της τελευταίας με τον τουρισμό -όταν τη συναντά είναι στέλεχος της Νουβέλ Φροντιέρ και στη συνέχεια μεταπηδά στο δυναμικότερο όμιλο Ωρόρ-τον κάνει να έρθει σε επαφή με ολόκληρη την τουριστική βιομηχανία και να προτείνει απόψεις και λύσεις για τα ζητήματα του μαζικού τουρισμού. Ταυ-
τοχρόνως, μέσω της φίλης του και της ευτυχέστερης προσωπικής του ζωής, γίνεται πιο ανοιχτός σε προτά σεις στον τομέα της δουλειάς του, διαβάζει Αύγουστο Κοντ, τον πατέρα της κοινωνιολογίας, χωρίς να μας α ποκαλύπτει την επίδραση που έχει πάνω του, γνωρί ζει κάποιους καινούριους ανθρώπους, όπως ο άμεσος προϊστάμενος της Βαλερί, και κάποιους καλλιτέχνες. Σ' αυτό το δεύτερο μέρος παρακολουθούμε διάφορα γεγονότα και πορείες ζωής μέσα από την οπτική γω νία είτε της αγαπημένης του είτε του προϊστάμενού της που έχουν, φαντάζομαι, στόχο να μας υποδείξουν το τέλμα στο οποίο έχει περιπέσει η τουριστική βιο μηχανία, αντανακλώντας το τέλμα του δυτικού μικρομεσαίου επαγγελματία και αναδεικνύοντας το λόγο της έλλειψης δημιουργικότητας. 0 Ουελμπέκ δε δι στάζει να περιγράψει τη βιαιότητα τω ν παρισινών προαστίων, τα σαδομαζοχιστικά κλαμπ ή τα κλαμπ α νταλλαγής συντρόφων, το τέλος της τέχνης με τη μορφή που έχουμε συνηθίσει («Οι περισσότεροι καήήιτέχνες συμπεριφέρομαι ως επιχειρηματίες»), τον αργό θάνατο των οικογενειακών δεσμών, την ανάγκη επιβεβαίωσης της ύπαρξης μέσω του σεξ. Ο ήρωάς του είναι τυχερός γιατί μοιάζει να έχει επαφή και αντί στοιχα γούστα με τη γυναίκα της ζωής του και έτσι πορεύεται με την πεσιμιστική του άποψη για τον κό σμο και την προσωπική του ευτυχία, Επιπλέον πείθει τους συν αυτώ να συμφωνήσουν με τις εξτρεμιστικές απόψεις του πως οι άνθρωποι του Τρίτου Κόσμου θα περνούσαν καλύτερα έτσι και απο φάσιζαν να διαθέσουν το κορμί τους στους δυτικούς επισκέπτες έναντι αντιτίμου. Έτσι δύο κόσμοι που βρί σκονται σε αδιέξοδο, ο ένας λόγω φτώχειας και ο άλ λος λόγω ανίας, θα μπορούσαν να έχουν αμοιβαία ο φέλη. Μέσω των φίλων του, η τουριστική βιομηχανία υιοθετεί τις προτάσεις του, με τραγικό για όλους απο τέλεσμα. Στο τρίτο μέρος ανακαλύπτουμε ότι το όλο βιβλίο εί ναι ένα χειρόγραφο που εδώ και έξι μήνες γράφει ο Μισέλ για λόγους όχι ιδιαίτερα συγκεκριμένους ούτε καν για τον ίδιο. Το πέρας της ανάγνωσης μας βρίσκει σίγουρους για το ταυτόχρονο τέλος της ζωής του πρωταγωνιστή. Από εκεί όμως ξεκινά και η προσπάθειά μας για την ανασύνθεση της ιστορίας, μια και πλέον γνωρίζουμε ότι ο Μισέλ είναι αναξιόπιστος α φηγητής από τη στιγμή που αφηγείται την ιστορία μιας πολύ συγκεκριμένης περιόδου της ζωής του χω ρίς να μας αποκαλύπτει τους λόγους που τον οδήγη σαν στη συγκεκριμένη πορεία, πέρα από κάποιες σκέ ψεις μάλλον ανεπεξέργαστες, όπως: «Τι θα μπορούσε να πείσει τους ανθρώπους να κάνουν δουάειές βαρε
τές κι επίπονες; Αυτό μου φαίνεται πως είναι το μονα δικό πολιτικό ερώτημα που αξίζει πραγματικά να τε θεί» (σ. 225). Το πόρισμα. Ένα από τα στοιχεία πεσιμισμού είναι ο τρόπος με το ν οποίο ο αφηγητής αντιλαμβάνεται τους δύο θανάτους εκπροσώπων της προηγούμενης γενιάς που συμβαίνουν στο βιβλίο. Οι σκέψεις που α κολουθούν τους θανάτους συνάδουν με τη συνολική άποψη περί της ματαιότητας της ζωής και του μηδενι-
Ένας ικανότατος συγγραφέας που ξέρει να χειρίζεται με ευοτροφία όποιο θέμα επι\έξει και να το φέρνει εις πέρας με τον π\έον κ α τ ά \\η \ο τρόπο σμού παντός τύπου απόλαυσης πλην της ηδονής. Η εποχή της ελευθεριότητας της δεκαετίας του έχει παρέλθει και έτσι η μόνη δραστηριότητα που απομένει στο Δυτικό άνθρωπο είναι να την επανεφεύρει με άλ λους τρόπους. Η κενότητα των ανώτερων στελεχών επιχειρήσεων δεν μπορεί να κλονιστεί ούτε από συ νταρακτικά γεγονότα, όπως π.χ. ένας βιασμός που μοιάζει απλώς να τους ανατρέπει το παλαιό οργανό γραμμα. Όσο για τη μουσουλμανική κοινότητα της Γαλλίας, που φαντάζομαι ότι θα ενοχλήθηκε από κάποια απο σπάσματα του τύπου: «Το Ισλάμ δεν θα μπορούσε να γεννηθεί παρά μονάχα μέσα στην ηλίθια έρημο, ανά μεσα σε λιγδιάρηδες βεδουίνους που δεν είχαν τίπο τ ε άλλο να κάνουν -αυγχωρέστε με- από το να πη δάνε τις καμήλες τους. Όσο πιο πολύ μια θρησκεία τείνει προς τον μονοθεϊσμό -σκεφτείτε το αυτό, cher monsieur-, τόσο πιο απάνθρωπη και σκληρή είναι...» (σ. 236), αυτά συνήθως εκφράζουν τις απόψεις δευτερευόντων προσώπων, στη συγκεκριμένη περίπτω ση ενός «πεφωτισμένου» Αιγυπτίου που διαμένει πλέ ον μονίμως στην Αγγλία και είναι προφανές ότι, ακόμη και στο πλαίσιο του βιβλίου, αποτελεί ακραία άποψη. Προτάσσεται μάλιστα σ' ένα άλλο μεγάλο κείμενο που συμπεραίνει: «Ένας και μοναδικός Θεός! Τι παραλογιομός! Τι δολοφονικός και απάνθρωπος παραλογισμός!» Αντίστοιχες απόψεις -και όχι μόνο για τα θρη σκευτικά θέματα- αναπτύσσονται και για το δυτικό
πολιτισμό, που από τη στιγμή που «η αθώα συνείδη ση του φυσικού δικαιώματος πάνω στον κόσμο έχει ε ξαφανιστεί», τότε πλέον «Ως οικονομικά άνετος Ευρω παίος μπορώ να αποκτήσω σε καλύτερη τιμή, σε άλ λες χώρες, τροφή, υπηρεσίες, γυναίκες- ωςπαρακμιακός Ευρωπαίος, έχοντας συνείδηση του επερχόμενου θανάτου μου, και απόλυτη συναίσθηση του εγωι σμού μου, δεν βρίσκω κανένα λόγο να τα στερηθώ» (σ. 279). 0 παρακμιακός Ευρωπαίος ήρωας είναι το μοναδικό στίγμα ενός μυθιστορήματος που ουσιαστι κά πραγματεύεται το σημείο στο οποίο μπορούν να φτάσουν τα όρια της δυτικής παρακμής μέσα από το επίμονο κυνήγι του ηδονισμού και ωθούν κάποιο δευτερεύοντα ήρωα να αναρωτιέται για το νόημα της έν νοιας της αιμομιξίας. Η ματαιότητα της σημερινής ζωής συνοψίζεται εξάλ λου από τον κεντρικό αφηγητή σ' ένα από τα σπάνια κείμενα που αφορούν την παιδική του ηλικία και δίνει και τον τίτλο του μυθιστορήματος. «Μια μέρα στα δώδεκά μου, ανέβηκα στην κορυφή ενός ηλεκτρικού πυ λώνα, σ 'ένα ύψωμα. Κατά την ανάβαση, δεν είχα κοι τάξει στιγμή προς τα κάτω. Όταν έφτασα στην κορυ φή, πάνω στην πλατφόρμα, η κατάβαση μου φάνηκε δύσκολη και επικίνδυνη... Το απλούστερο θα ήταν να παρέμενα στη θέση μου ή να πηδούσα. Με κράτησε, in extremis, η σκέψη της σύγκρουσης με το έδαφοςαλλιώς, νομίζω ότι θα μπορούσα να απολαμβάνω την πτήση μου στο διηνεκές» (0. 299). Με αντίστοιχο τρόπο η κατ' ουσίαν ματαιωμένη ζωή του αφηγητή δε διστάζει να αδράξει την ευκαιρία για ευτυχία, παρότι, όπως ο ίδιος τονίζει, σπανίως διακατέχεται από κάποιας μορφής ανθρωπιστικά συναισθήματα ή αι σθήματα αλληλεγγύης· θα φτάσει στην πλατφόρμα και από εκεί και πέρα δε θα υπάρχει άλλη δυνατότητα παρά η πτώση. Η πλατφόρμα είναι ένα στάδιο ισορ ροπίας στο οποίο σπανίως μοιάζουν να μπορούν να φτάσουν οι σημερινοί άνθρωποι, αλλά ακόμη κι αν φτάσουν εκεί, δε θα κατορθώσουν να αποτρέψουν την πτώση. Το βιβλίο είναι βαθιά ενοχλητικό, και από μια άποψη αυτή είναι και η γοητεία του. Με άξονα το τρίπτυχο «ζω-ερωτεύομαι-πεθαίνω», ο Ουελμπέκ ταράζει εσκεμμένα τα νερά της σύγχρονης κοινωνίας και ασχολείται, ως επί το πλείστον επιτυχημένα, μ' ένα θέμα ταμπού. Η σημερινή ζωή του Δυτικού ανθρώπου περιγράφεται με πεσιμιστικό έως και μηδενιστικό τρόπο και η απαξίωση θεών, θεσμών και κουλτούρας συνάδει με το γενικότερο κλίμα της διατεινόμενης ηθικής και πνευματικής κατάπτωσης. Η αφήγησή του είναι τολμηρή, αιχμηρή και καλοσχεδιασμένη, αν και το
71
δεύτερο μέρος, όπου συναντάμε το άνοιγμα σε πε ρισσότερους του ενός αφηγητές, κάποιες φορές μοιάζει να πλατειάζει επικίνδυνα. Σε κάθε περίπτωση πρόκειται για βιβλίο ικανό να δημιουργήσει συζητή σεις σε μια εποχή που η εικόνα μάς ωθεί στην αναφο-
μοίωτη κατανάλωση κάθε τύπου πληροφορίας. Σ' αυ τό συμβάλλει και η εξαίρετη μετάφραση του Κώστα Κατσουλάρη. ΛΙΛΥ ΕΞΑΡΧΟΠΟΥΛΟΥ
Το Ισλάμ χθες και σήμερα TAPIK ΑΛΙ
i
Ζτον ίσκιο της ροδιάς
Μτφρ.: Παλμύρα Ισμυρίδου Αθήνα, Άγρα, 2002 Σελ. 336
ο εξτρεμιστικό ισλαμιστικό κίνημα, σε παρακμή ήδη από τη δεκαετία του '90, με τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου 2001 μας έφ ερε μπρο στά όχι τόσο στην αρχή μιας νέας εποχής όσο σ' έ να μελλούμενο τέλος. Όλο και περισσότεροι είναι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι το εξτρεμιστικό ισλαμιστικό κίνημα καταφεύγει σε μια τρομοκρατία που καλύπτεται εν μέρει μόνο από θρησκευτικές δικαιο λογίες και της οποίας τα περισσότερα θύματα δεν έχουν άμεση σχέση με τον εχθρό που είχαν καθορί σει οι υπερασπιστές του τζιχάντ. Ο πόλεμος στο
Τ
Σημαπική ιοτορική, πολιτική και γεωγραφική επιοκόπηοη του μουσουλμανικού κόσμου Αφγανιστάν, ο πρώτος πόλεμος του 21ου αιώνα, δεν έχει τόσο χαρακτήρα ιδεολογικό όσο εκδικητι κό. Η εξέλιξη του μουσουλμανικού κόσμου αποκλί νει, ακόμη και σήμερα, πολύ από την εξέλιξη της Δύσης, από την οποία όμως παραμένει στενά εξαρ τημένη. 0 Ταρίκ Άλι γράφει με σχετική απάθεια και ουδετερότητα αλλά και οξυδέρκεια γι' αυτή τη δύ σκολη συνύπαρξη και συνδιαλλαγή καθώς και για το θρησκευτικό μένος που μετατρέπεται σε βίαιη πολι τική πράξη και αδιέξοδη τρομοκρατία. Ο Ταρίκ Άλι γεννήθηκε το 1944 στη Λαχώρη (σημε
ρινό Πακιστάν) όταν αυτή ανήκε στην υπό βρετανική κατοχή Ινδία, σπούδασε στην Οξφόρδη και ζει στο Λονδίνο. Η μαχητική εναντίωσή του στο δικτατορικό καθεστώς της πατρίδας του τη δεκαετία του '60 τον ανάγκασε να αυτοεξοριστεί στην Αγγλία. Έπειτα α πό μια περίοδο έντονης πολιτικής δραστηριοποίησης στους πανεπιστημιακούς κύκλους και σύντομη θητεία στο μαρξισμό, ο Τ. Άλι αφοσιώθηκε στη συγ γραφή ως αποτελεσματικότερη πολεμική. Έχει επί σης συνεργαστεί σε θεατρικά και κινηματογραφικά έργα. Στο ιστορικό μυθιστόρημά του Στον ίσκιο της ροδιάς (1992) ο συγγραφέας καταγράφει την καθο δική πορεία και ήττα του Ισλάμ στην Ισπανία στα τ έ λη του 15ου αιώνα, μέσα από την καταστροφή μιας αρχοντικής οικογένειας Μαυριτανών, των ΜπανούΧουντάιλ. Ο Τ. Άλι επιλέγει να ασχοληθεί μ' ένα θέμα που πέ ρα από επίκαιρο του είναι και πολύ οικείο. Έχει γρά ψει πάνω από δώδεκα ιστορικά και πολιτικά βιβλία ενώ εργάζεται συστηματικά ως πολιτικός αρθρογράφος σε γνωστές βρετανικές εφημερίδες. Η μυθι
στορηματική τριλογία του πάνω στο Ισλάμ συμπλη ρώνεται με δύο ακόμα έργα, Το βιβλίο του Σαήαντίν (The Book o f Saladin) και Γυναίκα από πέτρα (The Stone Woman), το οποίο θα κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις «Άγρα». Το υπό σχολιασμό μυθιστόρημα επικεντρώνεται στις θρησκευτικές έριδες μεταξύ ισλαμιοτών και χριστιανών μετό την πτώση της Γρανάδας και την «Ανακατάκτηση» από τους Ισπανούς. Το ανδαλουσιανό Ισλάμ βρίσκεται υπό άμεση απειλή καθώς ο Φερδινάνδος και η Ισαβέλλα επιθυμούν να κατοχυ ρώσουν την κυριαρχία τους στην Ανδαλουσία. Μέσα από σειρά οκληρώ ν μέτρω ν, στοχεύουν αρχικά στον πνευματικό αφανισμό και τον εθελούσιο ή ε κβιαστικό προσηλυτισμό και εν συνεχεία στην πλή ρη υπόταξη των ισλαμιοτών. Φορέας αυτών των α κραίων αντιλήψεων παρουσιάζεται στο βιβλίο ο επι-
0 1 'Αλι περιγράφει ρε γλωοοα ρεουοα και ιδιαίτερα γλαφυρή το αδιέξοδο των σύγχρονων ρουοουλράνων βλητικός αρχιεπίσκοπος και εξομολογητής της βασί λισσας Χιμένεθ δε θισνέρος που απορρίπτει κάθε συμβιβαστική προσέγγιση του ζητήματος και εμπι στεύεται μόνο τη βία. Φήμες που τον βαραίνουν για εβραϊκές ρίζες τροφοδοτούν περισσότερο την αδί στακτη συμπεριφορά του. Το βιβλίο ανοίγει με μια άκρως υποβλητική σκηνή. Με τη δημόσια καύση εκατοντάδων τόμων επιστη μονικών εγχειριδίων των μωαμεθανών. Αυτή η πρά ξη αποτελεί και το ορόσημο, την πλέον χειροπιαστή ένδειξη για το τέλος της εποχής της ειρηνικής συμ βίωσης. Πρωταγωνιστές του μυθιστορήματος είναι οι από γονοι του θρυλικού Ιμπν Φάριντ που ζουν στο αρχο ντικό του στα περίχωρα της Γρανάδας. Στο χωριό που έχτισε ο πολυθρύλητος αυτός άρχοντας, το Αλ Χουντάιλ, βρίσκουμε την περίοδο αυτή τον Ούμαρ, τη γυναίκα του Ζουμπάιντα και τα τέσσερα παιδιά τους, τον Ζουχάιρ, τον Γιαζίντ, τη Χιντ και την Κουλθούμ. Μέσα από τις αντιδράσεις τους απέναντι στη μεταβαλλόμενη κατάσταση, εξαιρετικά δυσμενή γι'
αυτούς, ο συγγραφέας προσφέρει πλούσιο υλικό τόσο για τις συνήθειες, τον τρόπο ζωής και σκέψης τω ν μωαμεθανών όσο και για τις θρησκευτικές και πολιτικές πεποιθήσεις τους. Το βιβλίο αποτελεί σημαντική ιστορική, πολιτική και γεωγραφική επισκόπηση του μουσουλμανικού κό σμου. Πέρα από την κοινωνικοπολιτική και θρησκευ τική ατμόσφαιρα, εξαίσια αποδομένη, ο συγγραφέ ας μάς συστήνει θαυμάσια αρχιτεκτονήματα της Γρανάδας, όπως τα περίφημα ανάκτορα της Αλάμπρα. Παράλληλα, διανθίζει την αφήγηοη με ανά λαφρες σκηνές και επεισόδια από την καθημερινή ζωή. Παρουσιάζει εξα ιρετικό ενδιαφ έρον το πώς στο πλαίσιο της παραδοσιακής κοινωνίας ο χώρος για ορθολογικού τύπου αποφάσεις ήταν πολύ περιορι σμένος. Ζητήματα που αφορούσαν από την καθη μερινή συμπεριφορά ως την ερμηνεία και θεραπεία υπαρξιακών προβλημάτων πάνω στο νόημα της ζω ής και του θανάτου ρυθμίζονταν κατά μη προβλη ματικό τρόπο από μεγάλο αριθμό αδιαμφισβήτητων κανόνων. 0 κίνδυνος όμως να χάσουν, πέρα από τη θρησκευτική και πολιτισμική τους ταυτότητα, την ί δια τους τη ζωή, τους υποχρεώνει να στοχαστούν και να αναθεωρήσουν τα δεδομένα τους. 0 Τ. Αλι περιγράφει με γλώσσα ρέουσα και ιδιαίτε ρα γλαφυρή (άρτια η μετάφραση της Παλμύρας Ισμυρίδου), χωρίς κραυγαλέους τόνους, απωθητι κούς για τέτοιο θέμα, το αδιέξοδο αυτών των αν θρώπων. Καλούνται να σκεφτούν και να διαπραγ ματευτούν αυτά που θεωρούσαν αυτονόητα, δη λαδή τη γη τους, τη θρησκεία τους, την οντότητά τους. Στην πίστη τους έχουν να ανατάξουν την επι βίωσή τους. Η νέα κατάσταση τους υποχρεώνει να αναρωτηθούν για το ηθικό μέρος της θρησκείας τους, να διερευνήσουν κατά πόσο η τυφ λή πίστη ευθύνεται για τον επικείμενο αφανισμό τους. Ζητή ματα που ουδέποτε ετίθεντο υπό αμφισβήτηση. Στην παρούσα όμως φάση, τα περιθώρια επιλογής γίνονται ασφυκτικά δεδομένου ότι μόνο τρεις λύ σεις έχουν ως προοπτική: τον εκχριστιανισμό, τη φυγή ή, τέλος, την αντίσταση, με βέβαιη κατάληξη το θάνατο. Τα πρόσωπα του βιβλίου μοιράζονται και προς τις τρεις επιλογές με εξίσου τραγικές συ νέπειες για όλους. Βέβαια, για την εξέχουσα οικο γένεια ως μόνη προοπτική εμφανίζεται ο ένδοξος θάνατος. Ο πρώτος που παίρνει την παράτολμη α πόφαση και ξεκινάει το δικό του τζιχάντ είναι ο εικοσιτριάχρονος Ζουχάιρ, ο μόνος που επιβιώνει α πό την οικογένεια.
Ο Τ. 'Αλί προσπαθεί να διακρίνει πίοω από τα θρη σκευτικά δόγματα τα ουσιώδη κίνητρα και κυρίως τα λάθη και τις αυταπάτες αμφοτέρων των πλευ ρών. «Αντί να κοιτούμε το μέλλον, εμείς οι Μου σουλμάνοι στρεφόμαστε μονίμως σ το παρελθόν». Δε σκιαγραφεί απρόσιτους, δυσθεώρητους, ήρωες, αλλά ανθρώπους σε φυσιολογικές διαστάσεις και με μετρημένες αντοχές. Από το γεγονός αυτό άλλω στε αντλεί το μυθιστόρημα τη γοητεία του. Χωρίς να αναλώνεται σε προφανή πολιτικά μηνύ ματα, ο συγγραφέας αφήνει ελ εύ θ ερο τον ανα γνώστη του να προβεί σε συγκρίσεις με την τωρι νή κατάσταση, αλλά, εξίσου σημαντικό, να παρα κολουθήσει μια πολύ ενδιαφ έρουσα και καλο γραμμένη ιστορία. 0 Τ. Άλι (ο οποίος, σημειωτέον, αρκετές φορές έχει κοινοποιήσει σε άρθρα την αθεΐα του) μπορεί να κλίνει ελαφρώς προς το μέρος των ισλαμιστών, αλ λά αυτό δε σημαίνει ότι παραγνωρίζει τα σφάλματά το υ ς που οδήγησαν στην ήττα και τη ν απώλεια στοιχειωδών δικαιωμάτων. Σε αρκετά σημεία, κάτω
ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ
από την απαθή περιγραφή τω ν μουσουλμανικών συνηθειών, διαπιστώνονται ειρωνικοί τόνοι, πολύ διακριτικοί. Άλλωστε, στο βιβλίο σε καθετί ακραίο ή αρνητικό αντιπαραβάλλεται πάντα και ο αντίποδας. Στην ακλόνητη πίστη και ηθική ακεραιότητα του Ουμάρ έρχεται ως αντίβαρο ο ξάδερφός του, ο Ιμπν Χισάμ, ο οποίος, προκειμένου να διατηρήσει τις εμπο ρικές συναλλαγές του, αλλαξοπίστησε. 0 θείος του Ουμάρ, ο επίσκοπος Μιγκουέλ, η πληγή της οικογέ νειας, που τάχθηκε νωρίς με το μέρος των χριστια νών, προς το τέλος του βιβλίου από απεχθής μετατρέπεται σε φιγούρα που σχεδόν εκλιπαρεί τον οί κτο. 0 συγγραφέας αποκαλύπτει σταδιακά το οδυ νηρό παρελθόν του, απαλύνοντας την αρχική απο στροφή. 0 αρχιστράτηγος της Γρανάδας, ο δον Ινίγκο, βρί σκεται στον αντίποδα του διαβολικού θισνέρος. Πα ραμερίζοντας το θρησκευτικό αυταρχισμό προασπί ζεται τη γνήσια πνευματικότητα που υπερβαίνει τις επιμεριστικές εθνικές, φυλετικές και κοινωνικές διαχωριστικές γραμμές, οδηγώντας τους ανθρώπους σε έναν οικουμενικό ηθικό κώδικα. Και ως προς αυ τό ο Τ. Άλι αποδεικνύεται επίκαιρος. Όπως η παγκο σμιοποίηση και η επακόλουθη ηολυπολιτισμικότητα φέρνουν πιο κοντά τις διάφορες θρησκείες, γίνεται προφανές πως κανένα ιερό κείμενο δεν μπορεί να μονοπωλήσει όλη την αλήθεια. Μέσα στο βιβλίο, διά στόματος κάποιων ηρώων, υπονοούνται σαφώς οι πολλοί δρόμοι που δείχνουν προς το θείο καθώς και η υπαρξιακή διάσταση, κοινή στις περισσότερες θρησκείες. θα κλείσουμε υπογραμμίζοντας πως σε μια δημο κρατία που καταστρατηγείται συχνά από την ύστερη φάση της παγκοσμιοποίησης και όπου ευνοείται η ανάπτυξη μιας γενικευμένης απόγνωσης και ανησυ χίας τα μηνύματα που μας στέλνει τόσο ήπια ο Τ. Άλι είναι, αν μη τι άλλο, ευπρόσδεκτα. «Όλες οι θρησκείες είναι σκοτεινοί λαβύρινθοι. Οι άνθρωποι είναι θρήσκοι εξαιτίας της δύναμης της συνήθειας. Δεν σταματούν για να αναρω τηθούν αν αυτό που πιστεύουν είναι αλήθεια. Η θεία απο κάλυψ η είναι βαθιά ριζω μ ένη σ το μ υαλό μας. Εξάλλου, οι αρχαίοι λα ο ί ήταν αυ τοί που επινόη σαν τους μύθους και τους ονόμασαν θρησκεία. Ο Μούσα (Μωυοής), ο Ίσα (Ιησούς) και ο Προφήτης μας ο Μωάμεθ υπήρξαν σπουδαίοι αρχηγοί του λαού τους σε περιόδους αναταραχής. Ίσαμ' εκ εί πιστεύω». ΛΙΝΑ ΠΑΝΤΑΛΕΩΝ
Πεθαίνοντας οτον Καναδά και στο Παρίσι ΝΑΝΣΙ ΧΙΟΥΣΤΟΝ
Το τραγούδι της πεδιάδας Μτφρ.: Ρένα Χατχούτ Αθήνα, Καατανιώτης, 2001 Σελ. 250 ΝΑΝΣΙ ΧΙΟΥΣΤΟΝ
Το αποτύπωμα του αγγέλου Μτφρ.: Ειρήνη Τσολακελλη Αθήνα, Άγρα, 2001 Σελ. 256
I I Νάνοι Χιούστον, γεννημένη το 1953 στο Κάλγκαρι του Καναδά, με σπουδές σημειολογίας I I και μουσικής, κάτοικος Γαλλίας, σύζυγος του δοκιμιογράφου Τζβέταν Τοντόροφ, είναι γνωστή στην Ελλάδα από τα παλαιότερα βιβλία της Κρίσιμη καμπή και Τα εργαλεία του σκότους (αμφότερα από τις εκδόσεις «Καστανιώτης»). Το πρώτο ε ξ αυτών αναφέρεται στην απόφαση μιας έγγαμης γυναίκας να εγκαταλείψει τη ν οικογένειά τη ς για χάρη του χορού, που είναι το πάθος της. Το δεύτερο αφορά την περίπτωση μιας Αμερικανίδας συγγραφέως, η οποία γράφει ένα μυθιστόρημα σχετικά με ένα αυ θεντικό γεγονός: την ιστορία μιας υπηρέτριας που εκτελέστηκε το 1712 στην επαρχιακή Γαλλία, επει δή σκότωσε το παιδί της, καρπό βιασμού. Παράλ ληλα, καταγράφει στο ημερολόγιό της την ιστορία της δικής της οικογένειας. Και τα δύο βιβλία απευ θύνονται κατά κύριο λόγο στις γυναίκες αναγνώστριες, δεδομένου ότι ασχολούνται με γυναικεία προβλήματα. Το τραγούδι της πεδιάδας όμως είναι κατεξοχήν πο λιτικό μυθιστόρημα, πράγμα που σημαίνει πως η Χιούστον αποφάσισε αφενός ν' αλλάξει θεματολο γία και αφετέρου να μιλήσει σε κάθε αναγνώστη, πέρα από φύλο. Κι εδώ η κεντρική ηρωίδα είναι επί σης γυναίκα, η οποία, μέσω ενός μεγάλου μονολό γου, απευθύνεται στον παππού της, τον Πόντον, ο οποίος πέθανε χωρίς αυτή να μπορέσει να παρευρεθεί στην κηδεία του. Στην πραγματικότητα, αφηγεί-
Η
ται τη ζωή του, βασισμένη σε όσα εκείνος της έχει αφηγηθεί. Είναι, δηλαδή, η ιστορία του δασκάλου Πόντον, ιρλανδικής καταγωγής, ανθρώπου με προο δευτικές ιδέες, θαυμαστή του Αριστοτέλη, του Πλά τωνα, του Σωκράτη, του Γκέτε, του Καρτέσιου, που παντρεύτηκε τη σουηδικής καταγωγής Κάρεν, απέ κτησε μαζί της παιδιά και εγγόνια, μα ερω τεύτηκε την ινδιάνικης καταγωγής Μιράντα. Χώρος δράσης των ηρώων είναι η Αλμπέρτα του Κα ναδά, και γενικότερα όλος ο Καναδάς. Στο βιβλίο της η Χιούστον διηγείται την ιστορία του Καναδά, χώρας που δημιουργήθηκε όταν κάποιοι Ευρωπαίοι άποικοι τράβηξαν μια γραμμή στη βόρεια Αμερική και είπαν «Εντάξει, από δω κι εμπρός αυτό θα λέγεται Κανα δάς κι αυτό θα λέγεται Ηνωμένες Πολιτείες». Οι ι στορίες αυτών των όμορων κρατών είναι παράλλη
λες: και στις δύο οι λευκοί εξόντω σαν σταδιακά τους αυτόχθονες Ινδιάνους για να τους πάρουν τη γη. Η Χιούστον όμως δε μένει σε αυτή τη διαπίστωση-καταγγελία, προχωράει την κριτική της ακόμα πιο πέρα, τη φτάνει οτη σύγχρονη εποχή. Γράφει: «Η Βό ρεια Αμερική σαφώς μετατρέπει την ενοχή της για την εξόντωση των ερυθροδέρμων σ' ένα εξωφρενι κό και παράλογο τρόμο για τους ερυθρούς -λ ες κι οι
ΖΓοΤραγούδι της πεδιάδας η ιστορία του Καναδά, παράλληλα και ολόκληρου του 20ού αιώνα, δίνεται, για πρώτη φορά ίσως, λογοτεχνικά ρε τόση λιτότητα, ενώ οτο Αποτύπωμα του
αγγέλου
ζωντανεύει η ιστορία ρε φόπ ο τη Γ Μ ί α τις δεκαετίες του ‘40, του ‘50 και του ‘60 κομμουνιστές δεν είναι τίποτα περισσότερο ή λιγό τερο από μετενσαρκώσεις δολοφονημένων Ινδιά νων που ήρθαν να πάρουν εκδίκηση, που ήρθαν να μας πάρουν τη χώρα την οποία κλέψαμε και βεβηλώσαμε...» Ίσως είναι η πρώτη φορά που η ιστορία του Καναδά, σε συνάρτηση με τα μεγάλα γεγονότα που διαμόρ φωσαν την ιστορία του κόσμου (άνοδος του Χίτλερ στην εξουσία, Α' και Β' Παγκόσμιοι Πόλεμοι, Ψυχρός Πόλεμος, κατάχτηση της Σελήνης), στην ουσία η ι στορία του 20ού αιώνα, δίνεται λογοτεχνικά με τόση λιτότητα. Διαβάζοντας το οπισθόφυλλο του βιβλίου Το απο τύπωμα το υ α ννέλο υ, ο αναγνώστης κάνει μια πρώτη σκέψη: πως πρόκειται για μια συνηθισμένη ερωτική ιστορία ανάμεσα σε μια γυναίκα και δύο ά ντρες, το σύζυγο και τον εραστή της. Η επισήμαν ση όμως του εκδότη ότι η πλοκή διαδραματίζεται στο Παρίσι του 1957 με 1962, με φόντο τα γεγονό τα του πολέμου της Αλγερίας, και ότι ο εραστής εί ναι Ούγγρος πολιτικός εξόριστος, δημιουργεί την ε
ντύπωση ενός μυθιστορήματος με πιθανές πολιτι κές προεκτάσεις. Στο Αποτύπωμα του αγγέλου-με πρόσχημα το ερω τικό τρίγωνο που αποτελείται από τη Γερμανίδα Σαφί, το Γάλλο Ραφαέλ και τον Ούγγρο Αντράς-, η Χιούστον αναλαμβάνει να θυμίσει στους Γάλλους την πρόσφατη ιστορία τους, την οποία τείνουν να ξεχάσουν για λόγους ιδιοτελείς που συνδέονται με τις σκοτεινές πλευρές της. Μια Καναδή, λοιπόν, στη ριγμένη στις πλούσιες ιστορικές γνώσεις της, στην ευαισθησία, στην ευφυΐα και στο αφηγηματικό της τάλαντο χτυπάει τους Γάλλους εκεί που πονάνε: στο σοβινισμό, την αλαζονεία, τη δήθεν ερωτική τους ε λευθεριότητα, την ευθύνη τους για την εξολόθρευση των Εβραίων του Παρισιού, μα και για τις σφαγές χιλιάδων Αλγερινών στη Γαλλία και την Αλγερία. Ού τε λίγο ούτε πολύ φτάνει στο σημείο να ταυτίσει τους Γάλλους του '50 και του '60 με τους ναζί. «Η ιστορία που θα διαβάσετε αρχίζει τον Μάιο του 1957 στο Παρίσι», μας πληροφορεί η συγγραφέας στον πρόλογό της. Είναι η εποχή που η Γαλλία βρί σκεται σε αναβρασμό (το 41% τω ν συζητήσεων α φορούν την πολιτική, μα το υπ' αριθμόν ένα θέμα εί ναι η Μπριζίτ Μπαρντό), η ανεργία είναι ανύπαρκτη, η τηλεόραση φωταγωγεί τα νοικοκυριά και τετρακό σιες χιλιάδες νεαροί Γάλλοι βρίσκονται στην Αλγερία για να συμμετάσχουν σε μια δυσεπίλυτη διαδικασία ειρήνευσης. Το τέλος της ιστορίας (του μυθιστορή ματος) τοποθετείται στη δύση του 20ού αιώνα, όταν η Γερμανία και η Γαλλία «είναι φιλαράκια», χτίζουν μαζί την Ευρώπη και ονειρεύονται τη μέρα που «θα μοιράζονται έναν κοινό στρατό», όταν η Ουγγαρία ε πιτυγχάνει την ομαλή μετάβαση από την οικονομία του σχεδίου στην οικονομία τη ς αγοράς, όταν η Αλγερία μαστίζεται από έναν αιματηρό εμφύλιο πό λεμο, όταν το Παρίσι παραμένει Παρίσι, όμορφο, με «αλαζονικές πολυτέλειες», η ανεργία είναι ενδημική και η Μπριζίτ Μπαρντό ασχολείται με την προστασία των ζώων. Στο μεταξύ, ο αναγνώστης έχει παρακολουθήσει τη δράση των τριών ηρώων: της Γερμανίδας που μετα ναστεύει στη Γαλλία για να ξεφύγει από το παρελθόν της, του Γάλλου που ως δεξιοτέχνης του φλάουτου έχει λαμπρό μέλλον και του Ούγγρου (εβραϊκής κατα γωγής) που έχει ξεφύγει μεν από τη σοβιετοκρατούμενη Βουδαπέστη αλλά ως κομμουνιστής συμπαλεύ ει επί του παρόντος με τους Αλγερινούς επαναστά τες. Οι τρεις τους, μαζί με τον μικρό Εμίλ, τον καρπό του γάμου της Σαφί και του Ραφαέλ, θα πρωταγωνι στήσουν σε ένα δράμα (μια τραγωδία, καλύτερα),
που θα αποσυνθέσει το τρίγωνο, θα διαλύσει τα όνει ρα και τις αυταπάτες και θα ρημάξει τη ζωή τους. Εκτός από ερωτικό μυθιστόρημα, το Αποτύπωμα του αγγέλου θα μπορούσε να είναι ένα ακόμα βιβλίο για τους Εβραίους και το Ολοκαύτωμα. Δεν είναι. Η Ν. Χιούστον δεν επιδιώκει να ερεθίσει τους δακρυγόνους αδένες των αναγνωστών, δεν τα βάζει με τους «κακούς Γερμανούς», υπερασπιζόμενη τους «καλούς Εβραίους». Στην ιστορία της δεν υπάρχει άσπρο και μαύρο, θετικοί και αρνητικοί ήρωες, αφού όλοι οι πρωταγωνιστές του δράματος (της τραγωδίας) είναι καλοί και κακοί, έχουν θετικές και αρνητικές πλευρές. Η εξέλιξη των σχέσεών τους και η ατομική τους πο ρεία περνάει από ποικίλα στάδια, τα αισθήματά τους είναι ρευστά. 0 Ραφαέλ, σίγουρος για τη συζυγική πί στη της γυναίκας του, αφήνεται να μεθύσει από την επαγγελματική του επιτυχία. Η Σαφί, εκμεταλλευόμε νη τις συχνές απουσίες του συζύγου της, παραδίνε
ται με πάθος στον Ούγγρο επισκευαστή μουσικών οργάνων. Και ο Αντράς, περισσότερο στρατευμένος σε μια ιερή υπόθεση παρά στην ερωμένη του, είναι έτοιμος να σκοτώσει συνάνθρωπό του. Το Αποτύπωμα του αγγέλου, μια οιονεί πραγματεία περί της ενοχής και της αθωότητας (η συγγραφέας βρίσκεται σε συνεχή διάλογο με τον αναγνώστη της), είναι επίσης ένα μυθιστόρημα για τη δεκαετία του '40 (ναζισμός, πόλεμος, δυστυχία, θάνατος), τη δεκαετία του '50 (προσπάθειες επούλωσης τω ν πληγών, ελπίδες) και τη δεκαετία του '60 (τη γεμάτη απειλές και αλαζονεία). Είναι ακόμη ένα μυθιστόρη μα για τις επαναστάσεις -τις χαμένες επαναστάσεις και τις επαναστατικές φαντασιώσεις-, μα κυρίως εί ναι ένα μυθιστόρημα για την ιστορία, η οποία παρά τα όσα λέγονται ή γράφονται, συνεχίζεται. ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΦΙΛΙΠΠΟΥ
Ταξιδεύοντας μ£ τις λέξεις
ί
ΑΝΡΙ Μ ΙΣΟ
Εκουαδόρ
Ταξιδιωτικό ημερολόγιο Μτφρ.: Μαρία Εααταθιάδη Αθήνα, Άγρα, 2001 Σίλ. 264
ο ταξίδι που πραγματοποίησε ο Βέλγος (με γερ μανικές και ισπανικές ρίζες) συγγραφέας και ζω γράφος Ανρί Μισό (Henri Michaux, 1899-1984) στον Ισημερινό είχε αποτέλεσμα ένα πολυσήμαντο κειμενικό προϊόν ενιαίου λόγου που πρωτοδημοσιεύθηκε το 1929, απέδειξε ότι διαθέτει διαχρονική ισχύ και σήμερα είναι δυνατόν να αναγνωριστεί ως τεκμή ριο πυκνής δημιουργικής γραφής σύμφωνα με τα σύγχρονα κειμενικό και αισθητικά ισχύοντα. Πρωτίστως, ο χαρακτήρας του ενιαίου λόγου: επειδή το Εκουαδόρ αντιπροσωπεύει μια καταιγιστική παρά θεση πληροφοριών σε αφηγηματικό κείμενο που υ ποστηρίζουν όμως και οι κατά την κοινή αντίληψη μορφολογικοί τρόποι της ποίησης, ο δε τυπικός προσ
Τ
ουσία τα πολλαπλά επίπεδα της έντονης διαλεκτικής σχέσης που ο συγγραφέας ανέπτυξε από τα Χριστού γεννα του 1927 μέχρι τις πρώτες ημέρες του Ιανουά ριου του 1929, με τροπικά εξωτερικά και κυρίως με εσωτερικά-προσωπικά τοπία. Το κείμενο του Εκουαδόρ αναγνωρίζεται σήμερα ως
πεδίο εφαρμογής δύο μείζονων γλωσσικών φαινομέ νων, όπως είναι (α) η αυτο-αναφορικότητα της γρα φής υποστηριζόμενη από τεκμήρια διακειμενικότητας (ο Μισό «συνδιαλέγεται», π.χ„ με τον Πολ Βαλερί, αλ λά και με τον Πλάτωνα, τον Ιερό Αυγουστίνο, τον Σέξπιρ, τον Δάντη, τον Γκέτε), καθώς και από γενικότερα στοιχεία μεταγλώσσας (π.χ., το όνομα ως πυρηνική σημασιολογική μονάδα, ή η άλγεβρα ως κώδικας ση μαινόντων), και (β) οι κειμενικές παραστάσεις όπως διαμορφώνονται με την ευρηματική και συχνά αποκλίνουσα χρήση της μεταφοράς, και ας μη λησμονούμε ουδ' επί στιγμή τον ζωγράφο Ανρί Μισό.
0 άνθρωπος ενώπιον του εαυτού του και ενώπιον του περιβάλλοντος, όπου περιβάλλον είναι τόοο οι άλλοι όοο και η φάοη Ειδικότερα στο πλαίσιο της μεταφοράς, αξιοποιείται στο έπακρο η προσωποποίηση με αντικείμενα: τον ά νεμο, τον ωκεανό, την έρημο, το βουνό (οι Άνδεις), τα σύννεφα, το ηφαίστειο, τη βροχή, την ομίχλη, το δά σος, τη φωτιά, τη μουσική, τη σκιά, τον ίλιγγο, το λή θαργο, αλλά και την ανθρώπινη καρδιά, τα παραισθησιογόνα, το πλοίο ή τους ανεμιστήρες. Με βάση ή με έναυσμα τη μεταφορά, οι παραστάσεις του Εκουαδόρ αποτυπώνουν εσωτερικά τοπία που έ χουν ως πρόσχημα τον εξωτερικό ή αντικειμενικό κό σμο. Έτσι, η όραση και η παρατήρηση εξυπηρετούν το βλέμμα που μοιάζει να είναι διαρκώς ένδον στραμ μένο. Σ' αυτό το πλαίσιο, η εστίαση είναι πρωτίστως στο ανθρώπινο πρόσωπο. Περαιτέρω, ιδιαιτέρως προσδιοριστικές για τη δομή και την εξέλιξη της αφή γησης είναι οι παραστάσεις που αντιστοιχούν στα ιν δάλματα όλων των αισθήσεων, οι παραστάσεις των εξωτερικών και κυρίως των εσωτερικών οριζόντων, οι παραστάσεις που αφορούν τα χρώματα: το μαύρο και το λευκό, οι παραστάσεις επάνω σε γυμνό τοίχο. Θα έπρεπε επίσης να επισημανθούν ιδιαιτέρως οι παρα στάσεις για το θάνατο ενός πουλιού, ενός αλόγου, ε νός πιθήκου, καθώς και οι παραστάσεις για τις ομίχλες της μνήμης. Συχνά ο Μισό απομονώνει λεπτομέρειες ή στοιχεία παραστάσεων που επεξεργάζεται και αναπτύσσει πε ραιτέρω σε ιδιαίτερα σημασιολογικά σύνολα με μια
78
σχεδόν αλγοριθμική σκέψη. Ενώ άλλοτε, πάλι, οργα νώνει τις παραστάσεις του επάνω σε μια συγκριτική βάση (π.χ„ τα τροπικά δάση ως εικαστική και οντολογική αντίθεση προς τα δάση του βορρά, ή τα τοπία του Ισημερινού σε αντιδιαστολή προς τα γιαπωνέζικα τοπία). Απέναντι σ' αυτές τις παραστάσεις αναδεικνύεται κυ ρίαρχος ο χρόνος, πρωτίστως ο προσωπικός-ψυχολογικός χρόνος που χρησιμοποιεί απλώς ως μονάδα μέ τρησης το μαθηματικό χρόνο, αλλά κι αυτόν με αρκε τές αοριστίες. Αν σ' αυτό το σύστημα συνυπολογί σουμε και μια αίσθηση απείρου που αφορά πάντως περισσότερο (αν όχι αποκλειστικά) τον προσωπικό χρόνο, έχουμε αμέσως και σαφώς την ποιότητα του προσωπικού χωροχρόνου. Σ' αυτό το σύνθετο πλαίσιο, ο Μισό με σπάνια αίσθη ση κειμενικής οικονομίας, αλλά και με σπάνια αίσθηση σαρκασμού, ενίοτε μέχρις υπερβολής, πραγματεύεται μείζονα θέματα, όπως είναι: ο άνθρωπος ενώπιον του εαυτού του και ενώπιον του περιβάλλοντος, όπου πε ριβάλλον είναι τόσο οι άλλοι όσο και η φύση. Η αντι παράθεση του εσωτερικού και του εξωτερικού κό σμου με ό,τι αυτό συνεπάγεται (κυρίως) για το υπο κείμενο. Οι ανθρώπινες σχέσεις, με τα συνακόλουθα: έρως, φιλία, μίσος, ψεύδος, φόνος, αλλά και η αλλη λογραφία ως μέτρο ζωής. Η γνώση και η μνήμη. Οι ζωντανοί και οι νεκροί, ή αλλιώς: τα προ του θανάτου και τα μετά το θάνατο. Και ακόμα: η γραφή ως από δοση παραστάσεων, η ζωγραφική και η γλυπτική ως απόδοση σημαινομένων. Και τέλος: ο ταξιδιώτης ως περιηγητής με ό,τι αυτό συνεπάγεται στη διάσταση της πρόσληψης. Η ανάπτυξη του κειμένου του βιβλίου χαρακτηρίζεται από έντονο ρυθμό, ως βασικό τεκμήριο του ενιαίου λόγου και ως βασικό στοιχείο της ρητορικής του συγ γραφέα. 0 Μισό ανήκει στους συγγραφείς που αξιοποιούν στο έπακρο τη λέξη ως κειμενική μονάδα = η σημασία, και ως βασικό παράγοντα ύφους = ο ρυθ μός, και την αναδεικνύουν ως δίαυλο νοήματος και αι σθητικής. Στην αξιοποίηση της λέξης με αυτούς τους όρους βασίζεται και η αξιωματική διατύπωση που με τέρχεται ο Μισό, συχνά με αποκλίνουσα διάθεση, για την κωδικοποίηση των παντοίων πληροφοριών του. Ακριβώς αυτές οι πληροφορίες στο Εκουαδόρ οδη γούν τον αποδέκτη του βιβλίου να προσλάβει το ταξί δι, όχι το συγκεκριμένο πλέον, αλλά την έννοια του ταξιδιού, ως ευκαιρία για ένδον επίσκεψη, όπου ένδον σημαίνει το περιεχόμενο της μνήμης σε όλες τις λεπτομέρειέςτου. Η δομή του βιβλίου υποστηρίζει την αναγνώριση ό
λων των ιδιοτήτων του συγγραφέα: ο αφηγητής, ο καλλιτέχνης, ο δάσκαλος. Πράγμα που σημαίνει ότι ο Μισό δεν αρκείται απλώς να προσφέρει ένα έργο της τέχνης του λόγου, αλλά προβαίνει σε αυτοκριτική (έ στω και σε τρίτο πρόσωπο) ως προς την ικανοποιητι κή ή μη διεκπεραίωση των σημαινομένων, και εδώ α κριβώς αναγνωρίζεται ο διδακτικός χαρακτήρας του βιβλίου. Προς εηίρρωση, αλλά όχι (βεβαίως) προς υποστήριξη των θέσεων του Μισό, η παρούσα έκδοση περιλαμ βάνει ως παρακείμενα (α) ένα επίμετρο του Didier Alexandre από αφιερω ματικό τό μ ο για το ν Μισό (1987) που λειτουργεί περισσότερο ως εισαγωγή στο γνωστικό και βιωματικό υπόβαθρο του Εκουαδόρ από την οπτική του συγγραφέα, ανακαλώντας και την ει σαγωγική (1922) περί Μισό διάλεξη του Αντρέ Ζιντ, παρά ως πρόταση ανάγνωσης του βιβλίου, και (β) το προλογικό σημείωμα της μεταφράστριας κ. Μαρίας Ευσταθιάδη. Για πρώτη (;) φορά, αν δε σφάλλω, υπο δεχόμαστε το Εκουαδόρ στην ελληνική γλώσσα. Αυ τή η υποδοχή οφείλει πολλά στη δημιουργική σχέση που η κ. Ευσταθιάδη διατηρεί πολλά χρόνια τώρα με
την ελληνική γλώσσα σε ένα ενιαίο πλαίσιο, εννοώ την ικανότητα και τα δείγματα γραφής της στον κατά την κοινή χρήση πεζό και ποιητικό λόγο. 0 υψηλής αι σθητικής δημιουργικός διάλογος της κ. Ευσταθιάδη με το κείμενο του Μισό είναι προφανής και διαθέτει τεκμήρια αναγνωρίσιμα αν θελήσουμε να προχωρή σουμε σε μια «βαθεία» ανάγνωση του βιβλίου (πβ. π.χ„ τα συντάγματα: τρικυμισμένη έρημος, ο λ ο στρόγγυλο βάδισμα, κολλητήρι σύννεφο, ή τα κειμενικά τεμάχια για τον Στερεό ωκεανό, για το όμορφο ά σπρο άλογο, για το τροπικό δάσος, για το ταξίδι). Η μετάφραση της κ. Ευσταθιάδη αποδίδει το δέος του δημιουργικού αναγνώστη απέναντι στο δημιουργό, αλλά και μια θερμή εισήγηση υπέρ του έργου που δι ευκολύνει τον αποδέκτη να προσλάβει τη διαχρονική αξία αυτού (εννοώ τόσο το δημιουργό όσο και το έρ γο) σε όλες τις λεπτομέρειές του. Και επιπλέον: με τον τρόπο αυτό φαίνεται πώς μια δημιουργική γραφή «δευτέρου» βαθμού είναι δυνατόν να πιστωθεί στα κέρδη μιας εθνικής λογοτεχνικής παραγωγής.
0 σαρκασμός ενός κλασικού συγγραφέα |
ΣΤΑΝΤΑΛ Μ ΙΝΑ ΝΤΕ ΒΑΝΓΚΕΛ
£
Η κάσα και ο Βρυκόλακας
HE ! Μτφρ.: Βασίλης Πουλάκος ■ Αθήνα, Ροές, 2001 ■1
Λ
Σελ. 160
έθνος τω ν αγροίκων! Ω, έθνος τω ν παλιάίσων/ Ω, πόσο περισσότερο θα προτιμούσα « J L , την καλοσυνάτη σοβαρότητα των γενναίων μου Γερμανών με αυτά τα λόγια κατακεραυ νώνει ο Σταντάλ τους συμπατριώτες του διά στόμα τος μιας νεαρής Πρωσσίδας αριστοκράτιδος που ε γκαταλείπει τη «χώρα της φιλοσοφίας και της φα ντασίας» προς αναζήτηση του μεγάλου πάθους. Αναζητά τον έρωτα στη Γαλλία προσπαθώντας να
II
ΑΛΚΗΣΤΙΣ ΣΟΥΛΟΓΙΑΝΝΗ
αποφύγει τη χυδαιότητα ενός εντεταλμένου γάμου και τω ν συνακόλουθων κοινωνικών συμβάσεων. Όμως, οι Γάλλοι της Παλινόρθωσης είναι μικρόψυ χοι και είρωνες· προτιμούν να προσποιούνται παρά να νιώθουν πραγματικά και σε τίποτε δε θυμίζουν την απλότητα των Γερμανών της εποχής πριν από τον Μπίσμαρκ. Έτσι, όταν η Μίνα ντε Βάνγκελ θα συναντήσει τον Αλφρέντ Λαρσαί, το μοναδικό ίσως άντρα που ξε φεύγει από τον κανόνα της προσποίησης, θα κάνει καθετί για να τον κατακτήσει: στην υπηρεσία του
0 Σ τ α η ά \ ζωγραφίζει και καυτηριάζει τα ήθη των ουρπατριω τώ ντουτου 1830 πάθους όλα τα μέσα είναι θεμιτά. Καταφεύγει στη μεταμφίεση και την ψευδωνυμία, αγαπημένο μοτίβο του Σταντάλ, για να βρεθεί κοντά στον άνθρωπο που ο έρω τας τη ν κάνει να το ν βλέπει σαν ένα «πλάσμα υπερφυσικό». Κατά τραγική ειρωνεία, ο αποφενακισμός της πλαστής της ταυτότητας θα γίνει τη βραδιά ενός χορού μεταμφιεσμένων, όταν ο κό μης ντε Ρυπέρ, παλιός γνώριμός της, θα την ανα γνωρίσει από το διαμαντένιο της περιδέραιο. Όμως η Μίνα θα χρησιμοποιήσει τον αφελή κόμη ως όρ γανο για τα σχέδιά της, ο Αλφρέντ θα γίνει δικός της και μόνο όταν το πάθος της θα φτάσει σε ένταση τέτοια που να είναι ασύμβατο με την έλλειψη ειλι κρίνειας θα έρθει το τραγικό τέ λ ο ς .«Ήταν μια φυχή πολύ φλογερή για να της αρκεί η πραγματικότητα της ζωής». Όμως, αυτή η φλογερή ψυχή έδωσε στον Σταντάλ το άλλοθι για να περιγράψει και να καυτηριάσει τα ήθη των Γάλλων του 1830 και το βλέμμα της γίνε ται έτσι το βλέμμα του άλλου, του -κατά τεκμήριοαντικειμενικού παρατηρητή που κρίνει αμερόληπτα και κατακρίνει όταν αυτό είναι αναπόφευκτο. Και με τον τρόπο αυτό η φενακισμένη ηρωίδα γίνεται η φενάκη του συγγραφέα που θέλει να σαρκάσει τον εκπεσμό των ανθρώπων της εποχής του που τόσο απέχουν από τους γενναίους εκείνους της Μεγάλης Στρατιάς που κατακτούσαν μαζί με τον Ναπολέοντα τις μοναρχίες της Ευρώπης. Το μοτίβο του φενακισμού επανέρχεται, κάπως μα κάβρια, και στη δεύτερη ιστορία που τιτλοφορείται
Η κάσα και ο βρυκόλακας και ακολουθεί την πρώτη στη μικρή αυτή έκδοση από τις «Ροές». Η ιστορία αυτή εκτυλίσσεται στην Ισπανία την ίδια περίπου περίοδο, αλλά έχει σημαντικές διαφορές με την προηγούμενη. Εν πρώτοις ο φενακισμός επιστρα τεύεται ως λύση ανάγκης από τον δον Φερνάντο, αρχικώς για να προσπελάσει τα ιδιαίτερα διαμερί σματα της αγαπημένης του δόνιας Ινές που έχει α ναγκαστεί να παντρευτεί το διευθυντή της αστυνο μίας ως αντάλλαγμα για τη ζωή του και, εν συνε χεία, για να δραπετεύσει από εκεί όταν το φιλύπο πτο αστυνομικό δαιμόνιο του δον Μπλας εστιάζεται επικίνδυνα στο κιβώτιο που βρίσκει ξαφνικά μέσα στην κρεβατοκάμαρα της συζύγου του (και το οποίο κρύβει φυσικά τον δον Φερνάντο). Κάπως έτσι μεταφέρεται ο δον Φερνάντο από κάποιον υπηρέτη έξω από την πόλη για να καταλήξει απρόβλεπτα στον περίβολο κάποιου νεκροταφείου, για να περιπλακούν ακόμη περισσότερο τα πράγματα. Το τέλος, ό πως θα έλεγε και ο Πασκάλ, είναι πάντα κόκκινο και οι εραστές πληρώνουν άσχημα το θάρρος της αγά πης τους. Πάντως εδώ απουσιάζουν οι λεπτές ψυχολογικές παρατηρήσεις που συναντήσαμε στη Μίνα ντε Βάνγκελ καθώς το φλογερό ισπανικό ταμπεραμέντο, ο παρορμητισμός των ηρώων αλλά και οι καταναγκα σμοί του περιβάλλοντος προωθούν την πλοκή με σαφώς ταχύτερους ρυθμούς, πριμοδοτώντας την εξωτερική δράση σε βάρος της λεπτόλογης ανάλυ σης των χαρακτήρων. Με τον τρόπο αυτό έχουμε σε πρώιμο στάδιο δύο όψεις του στανταλικού έρ γου που θα δώσουν λίγο αργότερα το υλικό για τα αριστουργήματα που λέγονται Το Μοναστήρι της Πάρμας και Το κόκκινο και το μαύρο. 0 σύντομος αλλά εύστοχος πρόλογος του μετα φραστή και τα βιογραφικά στοιχεία του Σταντάλ που επισυνάπτονται στο τέλ ος πλαισιώνουν σωστά τα δύο μικρά κείμενα που, αν και μεταφρασμένα με τρόπο όχι πάντα εφάμιλλο με τη γλωσσική αρτιότη τα του Γάλλου συγγραφέα, αποτελούν καλή προά σκηση για τον αμύητο αναγνώστη και ενδιαφέρον συμπλήρωμα της εικόνας που έχει για τον Σταντάλ ο μυημένος θαυμαστής του. ΑΚΗΣ ΚΑΛΟΓΝΩΜΗΣ
ΠΟΙΗΣΗ
0 Παποδιαμάντης της διπλανής πόρτας ΜΑΝΟΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ
Ι
Αγρυπνία για το o k o t c i v o τρυγόνι στην εκκλησία του προφήτη Ελισσαίου
Αθήνα, Καοτανιώτης, 2001 Σελ. 40 «Μόνο εγώ γνωρίζω τα όνειρα που έχεις δει». Μάνος Ελευθερίου, «Το άγγιγρα του χρόνου» (1994).
ωρίς να αγιογραφεί ή αντιθέτως να ευτελίζει τον αυτοαποκαλούμενο «σκοτεινό τρυγόνι» Αλέξαν δρο Παπαδιαμάντη (βλ. το ποίημά του «Προς τη μητέρα μου», 1874), ο Μάνος Ελευθερίου μάς πα ρουσιάζει σε τρίτη, ιδιαίτερα επιμελημένη και αναθε ωρημένη έκδοση, μία εκδοχή ιδιότυπης αναμόχλευ-
0 Μ . Ελευθερίου μάς προσφέρει εναν αληθοφανέστατο Παπαδιαμάπη, λιγότερο μεταφυσικό, καθημερινό και ευάλωτο σης ορισμένων σημαδιακών ιδιωτικών και δημόσιων στιγμών του Σκιαθίτη μεγάλου πεζογράφου μας. Ανατρέχοντας, μεταξύ των άλλων, σε γνωστές ή λι γότερο γνωστές επιστολές, αλλά και σε αμιγώς λο γοτεχνικά κείμενα του δημιουργού της Φόνισσας, η Αγρυπνία για το σκοτεινό τρυγόνι στην εκκλησία του προφήτη Ελισσαίου μάς δίνει έναν αληθοφανέστατο Παπαδιαμάντη, λιγότερο μεταφυσικό απ' ό,τι δοκίμα σαν κατά καιρούς άλλοι να προβάλουν, περισσότερο χυμώδη, καθημερινό κι ευάλωτο στις θανάσιμες μι-
κροκακίες του κόσμου, γεμάτο ομολογούμενες και α νομολόγητες ανασφάλειες, αλλά κι ένα πρωτόγνω ρο πείσμα αφοσίωσης οτα γράμματα και ιδίως στην εκμάθηση ξένων γλωσσών σε άριστο βαθμό. 0 Παπαδιαμάντης του Μάνου Ελευθερίου είναι δηλαδή έ νας σύγχρονός μας: ο αλαφροΤσκιωτος, πεπρωμένος συγγραφέας της διπλανής πόρτας, που μας ανατέ μνει και που τον αμφισβητούμε συστηματικά - ο κρι τής μας και το θύμα μας ταυτόχρονα. Έχοντας εξασφαλίσει ένα λιτό σκηνικό περίγραμμα, ικανό όχι μόνο να διαφυλάξει εκ του ασφαλούς ένα κρίσιμο τμήμα της τό τε περιρρέουσας ατμόσφαι ρας, αλλά και να περισώσει το γενικότερο Ήθος της εποχής, ο ποιητής/δόκιμος παρατηρητής τω ν αν θρωπίνων Μάνος Ελευθερίου υπομνηματίζει κατ' οικονομίαν ό,τι η αισθητική του προαίρεση επιση μαίνει. Ξεχωρίζω: «Ο κλήρος του δεν ήτανε για δε ξιώ σεις προς τιμήν το υ/τη ς πριγκίπισσας Μαρίας/ μήτε για το παράσημο του Σταυρού του Σωτήρος/ παραμονή που θα 'φεύγε για τα παλάτια/των ουρα νών/ ο κλήρος του δεν ήτανε για χοροεσπερίδες/ τραπέζωμα στο σπίτι του Συγγρού/τσάι στου Νεγρεπόντη και στου Στρέιτ/ή σε τοκογλύφους, τζο γαδόρους της πατρίδας, - 1...1 Αυτός το σκοτεινό
81
τρυγόνι/που είχε χρεωθεί ετούτο τον αγαρυνό αιώ να/ήταν για κάποια νοσοκόρο του Ευαγγελισμού/ την Πολυξένη Μπούκη/τον άντρα της με τους ρευ ματισμούς το Νίκο/το μανάβη/ (παρακαλώ οι δίκαιοι ας μεσιτέψουνε στη Δέσηοινα/του κόσμου ν' ανα παυτούν κι οι δυο τους)/για τη γερόντισσα Συγκλη τική για τη μικ-ρή/την Κούλα/τη Φιφή την Ουρανία το Σεραϊνώ/για τη φαμίλια του Φλασκογιάννη του αιγοβοσκού-1...1 Χαμογελούσε σαν τ ' αγάλματα./ Κομμένα δάχτυλα σπασμένα χείλη σαν από σκό ρο/φαγωμένα κι από λέπρα/ και μέσα του ένα άλλο στερέωμα ήτανε χώρες/άγνωστες με γλώσσες έ ντρομες και μια γραφή/καθώς το ζώο το πληγωμέ νο που αγριεύει. 1...1 Και καθώς που του έλαχεν ο κλήρος των θυμάτων/-αυτός ο συρράπτης επιφυλ λίδω ν-/ ολονέν εχανόταν στα δαιμόνια του ρέμα τος» (βλ. σ. 14 επ. 16, 27 και S1).
Δοκιμή συνομιλίας με ενα ημιφαπαοτικό πρότυπο δημιουργίας Ο Μόνος Ελευθερίου, ανήκοντας σ' εκείνη την κατη γορία των ποιητών που επιλύουν τα προβλήματα που θέτει στην κειμενική πράξη η ρηματική αυτοσυνέπεια μ' ένα διεξοδικό, παραγωγικό τρόπο, είναι σε θέση να μετατρέψει προοδευτικά κι εδώ την αιτιό τητα σε μύθο. Συσχετίζοντας συνειδητά και τα δύο συστήματα αξιών, τω ν ορατών δηλαδή και των υ περαισθητών, η δυναμική αυτή ποιητική γραφή έχει δεσμευτεί εκ των προτέρων να σεβαστεί απόλυτα τις εννοιολογικές συνισταμένες και τις πολυσημίες αμφοτέρων των πλευρών. Άλλη μια φορά ο ουρα νός του Παπαδιαμάντη/Ελευθερίου αποτελεί ολο κληρωμένη προέκταση τω ν καλούμενων συλλή βδην εκτατών πραγμάτων, όπως καθόρισε ο Αμερι κανός ποιητής Wallace Stevens. Οι συναφείς εμπε δώσεις που παρατίθενται είναι από το χαρακτηριστι κό επιλογικό διάλογο του Παπαδιαμάντη με τον αρχετυπικό φονιά/Κάιν: «Λέει ο Αλέξανδρος - Τον ου ρανό τον βλέπεις και στη γη, αν βλέποντας το χώ μα, μόνο εκείνον σκέπτεσαι. Λέει ο φονιάς. - Εγώ κοιτάζω ουρανό και τα ματάκια μου γεμίζουν αίμα. Κοιτάζω χώμα, πάλι αίμα. Το λοιπόν; Λέει ο Αλέξαν δρος. - Το αίμα είναι ο ουρανός. Αν δεν τον βλέπεις, δεν φταις εσύ» (σ. 29).
82
Αν το όγδοο ποιητικό βιβλίο του Μάνου Ελευθερίου, Το νεκρό καφενείο, που κυκλοφόρησε επίσης από τις εκδόσεις «Καστανιώτη» το 1997, συνιστά ένα ευ φυές μάθημα συναίρεσης του αληθοφανούς με το, εν γένει, άρρητο, τό τε η Αγρυπνία για το σκοτεινό τρυγόνι στην εκκλησία του προφήτη Ελισσαίου, της οποίας η πρώτη μορφή εμφανίστηκε το 1975 σε ε λάχιστα αντίτυπα εκτός εμπορίου, αποτελεί μία κα λώς οργανωμένη, ευρύτερη δοκιμή συνομιλίας ε νός υπαρκτού υποκειμένου με ένα ημιφανταστικό πρότυπο δημιουργίας. Γι' αυτό και ο ποιητικός λόγος ακόμα κι όταν γίνεται εκ των πραγμάτων ιλιγγιώδης και παραληρηματικός δε χάνει την επαφή του με το χθαμαλό, «μαραγκια σμένο» κόσμο των αισθητών. Εδώ ακριβώς έγκειται όλη η γοητεία που ασκεί αμέσως στους αναγνώ στες του -και κυρίως στους ακροατές του- το προ σωποπαγές αυτό ομίλημα του Μάνου Ελευθερίου. Η πραγματικότητα εισβάλλει πανηγυρικά όταν ο φασματικός Παπαδιαμάντης ακουμπήσει και πάλι τη στερεή (λεκτική) γη: «Με το Νιρβάνα πάλι και τον πολλά υποσχόμενο/Αυγέρη, τό τε - /σ τα μέρη της Αγίας της Ειρήνης, εκ ε ί στο ταβερνάκι/θα πει στο νεαρό το φίλο του απ' την Αίγυπτο/καθώς θα σκύ βει για να φ ά ει/τι ωραίος που είναι ο τράχηλός σου/και θα το λέει με καμάρι πια ο Αυγέρης/καθώς που λένε κάποτε οι άνθρωποι όταν πίνουν/για ιστο ρίες του στρατού ή κατακτήσεις» (σ. 27). Η γραφή είναι το ακούραστο εκκρεμές: οι δύο πόλοι -ο έστω αληθινός Παπαδιαμάντης και ο ιδεατός- συναποτελούν τα δύο θεματολογικά ερείσματα μεταξύ των οποίων παλινδρομικά ασκείται ο καλώς συγκερασμένος λόγος. Η δε συχνότητα τω ν γλωσσικών παλμών καθορίζει εντέλει τα ποσοστά και τις ποιό τητες της αναγνωστικής ηδονής. Απ' αυτή την άπο ψη ο Μόνος Ελευθερίου αποδεικνύεται πανηγυρικά ένας κατεξοχήν χειριστής ενηδόνων φωνημάτων: «Κατάλαβα, του λέει ο Αλέξανδρος. Είμαι ο φονιάς μου. Γιατί εσύ κρατάς από το γένος λουλουδιών κι από φυλές που ευωδιάζουν τα γραπτά τους, γιατί κοιμούνται μέσα τους πουλιά. Εγώ φυλάω τη σκο πιά σε τούτο τον αιώνα, κι ο κλήρος μου είναι των θυμάτων. Κι είμαι αυτό κι αυτός που επιθυμείς κι ε γώ το προσκυνώ, ο Κύριός μου κι ο Δεσπότης μου» (σ. 30). Όσο για την κατανυκτικότητα, που μνημονεύεται στο ανυπόγραφο κατατοπιστικό σημείωμα του οπι σθόφυλλου, ανιχνεύεται σε όλο το φάσμα της πα ρηγορητικής αυτής εκφοράς, που απευθύνεται σ' έ ναν «ετοιμόρροπο αιώνα» (σ. 26), σ' «έναν αγαρηνό
αιώνα» (σ. 16) στου «λοιμικού καιρού τους δρό μους» (σ. 22). 0 παλαιοδιαθηκικός Εκκλησιαστής, ως σταθερός, διακριτικός απόηχος, συνιστά το ανα πόφευκτο, έμμεσο συνδηλωτικό πλαίσιο: *Φεύγου νε φεύγουνε οι νεκροί/κι άλλοι που ζήσανε τον κό σμο σα νεκροί/Νέα Ζωή, Εστία, Παναθήναια, Μη χάνεσαι,/δρόμοι της Μυτιλήνης, της Σμύρνης,/της Κω νσταντινούπολης,/ονόματα σα χρώματα που σβήνουν στο νερό/κι ο Αλέξανδρος που τον υπερα σπίζεται η κορυφή/των κορυφών τον ονομάζει. 1...1 Αλλά ο καιρός είναι στενός με μια χαραματιά μονα χά/ίσα ίσα για να μπαίνουν στο σκοτεινό κατώι/δυο
τρεις κλω στές του ήλιου/ίσα ίσα για να βλέπει τα καρφιά/και να καρφώνει τα φτερά των φίλων του» (σ. 18 επ.). Οι αρκραίοι ορισμοί «Τι παρελθόν και τι κορμί. Πάντα το ίδιο κάνει», (σ. 31) και «Το σώμα σου - αυτό το παγωμένο ρολόι του χρόνου» (βλ. «Το άγγιγμα του χρόνου», σ. 41) προσδιορίζουν επακριβώς ένα σω ματοποιημένο χωροχρόνο: ο Παπαδιαμάντης του Μ. Ελευθερίου είναι φορέας ενός διαχρονικού μεγαπάθους, μάταιου πλην όμως ηρωικού. ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΗΣ
Το πρώτο Ρήμα ενός ποιητή ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ Σ. ΑΡΔΑΒΑΝΗ
iΣ
Γτο νοητό σύνορο των 160
Αθήνα, Ίκαρος, 2001 Σελ. 96
την πρώτη του ποιητική κατάθεση με τον αινιγ ματικό τίτλο Στο νοητό σύνορο των 160, ο Αλέ ξανδρος Αρδαβάνης απεικονίζει ιμπρεσιονιστικά έναν καταδικασμένο κόσμο, που υμνεί τη νέα αρχή με την επίγνωση ότι συνιστά το σπέρμα του τέλους. Εξερευνά τη λέξη και το ρυθμό της ποίησης με τρό πο προσωπικό υπονομεύοντας με τη γλώσσα και τη δομή της ποίησής του την ελεγειακά λυρική διάθε ση, πλήρη διαύγειας που διαποτίζει τους στίχους του. 0 Α. Αρδαβάνης δημιουργεί υπό το κράτος πολλών
ΟΑ. Αρδαβάνης μιλά για την εκρηκτική πλευρά του έρωτα, την αφυπνιοτική, μεταφυσική του διάοταοη ουνυφαομενη με τον εφήμερο χαρακτήρα του.
επιδράσεων τις οποίες καθόλου δε συγκαλύπτει. Όχι μόνο χρησιμοποιώντας ως μότο σε ποιήματά του στίχους αγαπημένων του ποιητών ή τραγουδο ποιών, αλλά και αναπαράγοντας ενίοτε το ύφος του ως φόρο τιμής στην ποιητική τους. Επεξεργαζόμενος όσα στοιχεία τού ταιριάζουν από τον καθένα, συγκροτεί ένα δικό του ποιητικό σώμα στο όριο των 160, των χαρακτήρων που μπορεί κανείς να χρησι μοποιήσει σε ένα μήνυμα από κινητό τηλέφωνο, ό πως μας εξηγεί. Ένα σώμα ποιημάτων που συνομι λεί με τον Σεφέρη, τον Αναγνωστάκη, τον Ελύτη, α κόμα τον Απολινέρ με τα Καλλιγράμματά του και
83
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΔΩΔΩΝΗ»
Το βιβλίο ΑΙΜΑ ΚΑΙ ΔΑΚΡΥΑ μιλά γιατηνκατοχήκαι γιαταχρόνιατου αλ ληλοσπαραγμού που ακολούθησαν, συνυφαίνοντας τα δραματικάγεγονότατης αιματοβαμένης δεκαετίας με την προ σωπική, οδυνηρή ιστορία του συγγρα φέα. Πρόκειται για μια ιστορίατης ανθρώπι νης υπόστασης στο πλαίσιο μιας τραγι κής εποχής, η οποία όμως σέβεται την ι στορικήαλήθεια. Μια πτυχή της ζωής του συγγραφέαπου αντικατοπτρίζεται και στη ζωή πολλών άλλων νέων που εμπλέκονται σ’ έναν ανηλεή εμφύλιο πόλεμο. Στο βιβλίο βλέ πουμε το νεανικό ιδεαλισμό ενός φιλή συχου φοιτητή να αντιμετωπίζει με ρεα λισμότηνπείνα, τη βίακαι τοθάνατο. ΔΙΑΘΕΣΗ: • Εκδόσεις «Δωδώνη». Α. Μεταξά 28. Τηλ. 210-3825485 · Στοά του βιβλίου. Πεσματζόγλου 5 «Τετράπευχο» Τηλ. 210-3311719 · Βιβλιοπωλείο «Δωδώνη». Μ. Αγγέλου 27,. Ιωάννινα. Τηλ. 26510/37585 • Βιβλιοπωλείο «Ιανάς». Αριστστέλσυς 7, Θεσσαλονίκη. Τηλ. 2310/27704
84
τον Φερέ ή τον Μουστάκι, αλλά υποκλίνεται οτους δικούς του νόμους. Ποιήματα ανισομεγέθη, οργανωμένα αφηγηματικά, με επεξηγηματικό προοίμιο, εισαγωγή και επίλογο, χωρίζονται ως προς το κύριο μέρος τους σε δύο ε νότητες, την άνοδο και την κάθοδο, ανάδυση από το σκότος και εκ νέου καταβύθιση σ' αυτό. 0 Α. Αρδαβάνης μιλάει για την εκρηκτική πλευρά του έ ρωτα, την αφυπνιστική, μεταφυσική του διάθεση, συνυφασμένη με τον εφ ήμερ ο χαρακτήρα του. Εναλλάσσοντας την περιγραφικότητα, στα μεγαλύ τερα ποιήματα, με την υπαινικχικότητα, καταγράφει το χρονικό μιας μάχης ως εάν κρατούσε ημερολό γιο. Μιας μάχης ερωτικής, υγρής και υδάτινης, θα λασσινής, με καράβια και βράχια αλλά και φ τερω τούς δράκους και υπολογιστές, θηρία και αντιλόπες με εφόδους και υποχωρήσεις, αμφιγνωμίες και δι σταγμούς, στο πεδίο πάντα τω ν υγρών κρυστάλ λων της κινητής τηλεφωνίας. Στον αγώνα αυτό, τα πράγματα αντιμάχονται την ί δια τη σκιά τους, που θέλει να τα κατακλύσει, να τα απορροφήσει, σε μια απέλπιδα αναμέτρηση, σε ένα στημένο παιχνίδι. Παρά τις προσπάθειες ακύρωσης της σιγμοειδούς καμπύλης στον έρωτα που κατα βάλλει ο Α. Αρδαβάνης, η πραγματικότητα τον προ δίδει. Τα μελανά και νύκχια χρώματα δεν ταιριάζουν μόνο στη βεβαιότητα της καθόδου αλλά ίσως πολύ περισσότερο στην επίγνωση της ανόδου. Έπεσε απροειδοποίητα,/Ώηως όϋα τα ωραία, αιφνί δια κι οδυνηρά/εξακτινώ νονται/στο λείο σάμπαν της αμέριμνης δίμνης/πέτρα. Το ενδιαφέρον στην πρώτη αυτή συλλογή του Α. Αρδαβάνη είναι ο τρόπος με τον οποίο συνδυάζει τη στοχαστικότητα με ένα σπαρακτικό αλλά συγκρατη μένο λυρισμό. Όπως επίσης αξιοπρόσεκτη είναι η γλώσσα που χρησιμοποιεί, η οποία συναιρεί με α πόλυτη φυσικότητα το λαϊκό με το λόγιο. Παράλλη λα, η επιτυχημένη χρήση των συνηχήσεων και η εκ μετάλλευση της γραφικής απεικόνισης των λέξεω ν σε τυχαία ή οργανωμένα σχήματα ενισχύουν την πρωτοτυπία μιας προσπάθειας που υπόσχεται για το μέλλον. ΤΙΤΙΚΑ ΔΗΜΗΤΡΟΥΛΙΑ
O S '
ΜΕΛΕΤΕΣ
Μεταφραστικά ατοπήματα ενός νομπελίστα I
Ξ .Α . ΚΟΚΟΛΗΣ
ί
Ο μεταφραστής Σεφέρης
I I Αρνητική κριτική I: Αθήνα, Καατανιώτης, 2001 ■ I Σελ.120
ημαντική τομή στη σεφερική φιλολογία απο τελ εί η εργασία του συγγραφέα σε ό,τι αφο ρά τη μεταφραστική ικανότητα του Γ. Σεφέρη. Ο μεταφραστής Σεφέρης δε βρίσκεται, δυστυχώς, στο ύψος του ποιητή ούτε του στοχαστή, όταν ε πιχειρεί να καταπιαστεί με μεταφράσεις. Οι αδυνα μίες τω ν σεφερικών μεταφράσεων, έκδηλες στα έργα που μ ετέφ ρα σ ε, δ εν επισημάνθηκαν από τους κριτικούς και σχολιαστές του έργου του. Είτε δεν ήθελαν είτε δεν τα αντιλήφθηκαν, άφησαν να πλανώνται τα ποικίλα λάθη και ολισθήματα στις δόκιμες κατά τα άλλα μεταφράσεις του. Χωρίς να σχολιάσουμε τις θέσεις και επισημάν-
Σ
Ψύχραιμος απολογισμός της μεταφραστικής δραστηριότητας του ί. Σεφερη με όχι και τόοο ευχάριστα συμπεράσματα σεις, θα προσπαθήσουμε να μετα φ έρο υ μ ε ορι σμένες παρατηρήσεις που κάνει ο συγγραφέας στα έργα που ο Σεφέρης έχει μεταφράσει. Και πρώτα τον Έλιοτ, για τον οποίο ο Ξ. Α. Κοκόλης έ χει αφιερώσει τρία μελετήματα που κατά καιρούς είχε ανακοινώσει: Ο Σεφέρης μεταφραστής του Έλιοτ. Αρνητικές επισημάνσεις και απορίες - όχι μόνο σεφερολογικές (ανακοίνωση, Πλάτρες, Φε
βρουάριος 2000) (σ. 11-21), Παράρτημα: 0 Σεφέ ρης μεταφραστής του Έλιοτ (μελέτημα, 1995) (σ. 23-57), Η στάση της κριτικής απέναντι στις σεφερικές μεταφράσεις (Έλιοτ, βιβλικά κείμενα) (ανα κοίνωση, Ερμούπολη, Ιούλιος 2000) (σ. 97-105). Ο Σεφέρης, που α π οτελεί «ένα από τα δύο τρία μεγέθη της νεοελληνικής ποίησης και, γενικότερα, του πνευματικού χώρου», έκανε μεταφράσεις μέ τριες έως -σ ε κάποια σημεία- κακές. Οι σεφερικές μεταφράσεις του Έλιοτ περιλαμβάνονται σε δύο βιβλία: Η Έρημη Χώρα και άλλα ποιήματα και το Φονικό στην εκκήηαία. Το πρώτο βιβλίο βλέπει το φως της δημοσιότητας όταν ο Σεφέρης ήταν σχε τικά νέος, το 1936 (β' έκδοση, με πολλές διορθώ σεις, 1949· γ' έκδοση 1965 και δ', φωτοτυπική της γ', 1967). Το Φονικό κυκλοφορεί στα 1963, όταν ο ποιητής έχει κατακτήσει την πλήρη ωριμότητα και αναγνώριση (β' έκδοση, «διορθωμένη», 1965). Και τα δύο βιβλία τα έχουμε σήμερα στις μεταθανά τιες επιμελημένες, «οριστικές» εκδόσεις με διορ θώσεις και προσθήκες από τον Γεώργιο Σαββίδη. Για την καταγραφή των αδυναμιών και λαθών πα
85
ραπέμπω στις σελίδες 16-21 τη ς πρώτης μ ε λ έ της, μια και η επισήμανση έγινε από τον ίδιο τον καθηγητή, Το ίδιο κάνω και για την επόμενη μ ελ έ τη, την οποία ο αναγνώστης-μελετητής θα πρέπει να διαβάσει μόνος του για να αντιληφθεί το μέγε θος της έρευνας, όπως και την τρίτη, η οποία ε μπεριέχει και βιβλικά κείμενα. Οι εύστοχες παρατηρήσεις κυρίως στα βιβλικά κεί μενα ξεδιαλύνουν την εντύπωση που είχε δημιουργηθεί με τις μεταφράσεις του Σεφέρη, ότι α κολουθούν κάποια ιδιομορφία του ποιητή και στον το μ έα α υτό τη ς τέχ ν η ς. Γνωστά ονόματα το υ πνεύματος και της κριτικής προχώρησαν σε σημα ντικές παρατηρήσεις και διατύπωσαν κάποιες επι φυλάξεις, χωρίς όμως να επισημαίνουν τον αρνη τικό χαρακτήρα μερικών μεταφ ράσεω ν και τη ν «εμμονή ο το γράμμα το υ πρωτοτύπου» και να προβούν σε συγκεκριμένες παρατηρήσεις. Ένας ψύχραιμος απολογισμός της μεταφραστικής δραστηριότητας του Σεφέρη, όπως παρατηρεί ο συγγραφέας, στηριγμένος μάλιστα σε προσεκτικό έλεγχο τω ν κειμένων, θα κατέληγε σε συμπερά σματα όχι ευχάριστα. Όπως οι μεταφράσεις τω ν έργων του Έλιοτ, έτσι και οι «μεταγραφές» τω ν δύο βιβλικών κειμένων παρουσιάζουν αδυναμίες και ολισθήματα. Στο Άσμα ασμάτων παρατηρούμε κενά στο πρωτότυπο και στη μετάφραση - ασυμ φωνίες, εμμονές στο γράμμα του πρωτοτύπου, μεταφραστικές ελευθερίες, ατυχείς διατυπώσεις, λάθη και ειδικότερα ζητήματα που αφορούν ορι σμένες λ έ ξε ις που επαναλαμβάνονται α ρκετές φορές. Στην Αποκάλυψη του Ιωάννη από την αρχή μάς πληροφορεί ο μεταφραστής ότι «προσπάθη σα όσο μπορούσα να μείνω πιο κοντά στο παλαιό κείμ ενο κρατώ ντας, αν μου το συγχωρούσε η γλώσσα μας, τη δομή και τις λέξεις του πρωτοτύ που» (1-13)· προς το τέλ ο ς σημειώνει ότι αισθα νόταν «Χαρά καθώς παρατήρησα πόσο κοντά μπο ρεί να είναι, ύστερα από δυο χιλιάδες χρόνια, με τα σημερινά μας ελληνικά, αυτός ο θεόσταλτος λόγος» (18-19). Όπως βλέπουμε, πρόθεση του Σεφέρη είναι να μην αλλάξει, όσο του είναι «επιτρεπτό», τις λέξεις και τη δομή του πρωτοτύπου. Η μη αλλαγή του
πρωτοτύπου, κατά συνέπεια, ανεπιφύλακτα επιφέ ρει στη μετάφραση στοιχεία που μπορούμε να χα ρακτηρίσουμε πρωτόγνωρα για μια επιτυχημένη μετάφραση. Εκτός τω ν άλλω ν παρατηρούμε, ό πως σημειώνει και ο συγγραφέας, αλλαγές στη «δομή» του πρωτοτύπου, προσθήκες, παραλεί ψεις, αβλεψίες, «παλαιομοδίτικους τύπους» λ έξε ων, εμμονές στο γράμμα του πρωτοτύπου: 1) α σάφειες, 2) λάθη και ατυχείς εκφράσεις, μεταφρα στικές ιδιορρυθμίες και ολισθήματα, και καταλήγει σε δύο επιλεκτικά ερωτήματα-αναπάντητα. Πρώ το: Τι συμβαίνει με το μεταφραστή Σεφέρη; Γιατί παρουσιάζει τόσες αδυναμίες, τέτοιες απροσεξίες, τόσα σημεία ανεπεξέργαστα; Υπερβολική εμπιστο σύνη στον εαυτό του; Πραγματικά δεν έχω απά ντηση. Δεύτερο: Τι δείχνει το γεγονός ότι οι μετα φράσεις του Σεφέρη παρέμειναν, επί ένα τρίτον αιώνος (τουλάχιστον), στο απυρόβλητο; Πόσοι άλ λοι έχουν διαπιστώσει τις μεταφραστικές αδυνα μίες του νομπελίστα ποιητή; Γιατί δε μίλησαν; Στην ανακοίνωση στην Ερμούπολη τον Ιούλιο του 2000: «Η στάση της κριτικής... κακίζει τη στάση της κριτικής που ουσιαστικά δεν πήρε καμία θέση, καλύπτοντας τις αδυναμίες του Σεφέρη και ενθαρρύνοντας τον ποιητή στις επανειλημμένες εκ δόσεις των μεταφράσεών του. Η πανηγυρική υπο δοχή των μεταφράσεων και μάλιστα από ηχηρά ο νόματα, εκτός από τον Έντμουντ Κίλι και τον Γιώρ γο Σαββίδη που διατύπωσαν ορισμένους ενδοια σμούς, είχε ως συνέπεια επί χρόνια ανενόχλητα να κυκλοφορούν μετρώντας αλλεπάλληλες εκδό σεις. Μόλις το 1984 θα κυκλοφορήσει η πρώτη αρνητική κριτική από τον Νόσο Βαγενά στο περιο δικό Πολίτης: «0 Σεφέρης ως μεταφραστής της αγγλικής ποίησης» (τχ. 67-68, Νοέμβριος-Δεκέμβριος 1984, ο. 65-66). Το 1989 θα επανέλθει ο Βαγενάς, για να ακολουθήσει ο Ξ. Α. Κοκόλης από το 1993 και μετά. Η μελέτη θα «κλείσει» με το Επίμετρο, Επιστολή του Peter Mackridge (Μάρτιος 2000) (ο. 109-115) για τις θέσεις του απέναντι στο μεταφραστικό έρ γο του Σεφέρη, και με τον Πίνακα Ονομάτων (ο. 117-18).
O S ' 86
ΝΙΚ. ΛΥΚ. ΦΟΡΟΠΟΥΛΟΣ
ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ
Κοινωνιολογικές προεκτάσεις της τοξικομανίας_ _ _ _ _ _ _ _ _ ΙΩ ΑΝΝΑ ΠΕΡΑΝΤΖΑΚΗ-ΚΑΡΑΤΖΟΓΛΟΥ
1
Κοινωνική ανομία και ναρκωτικά
Ιύγχρονις κοινωνιολογικές προσεγγίσεις της κοινωνικής πραγματικότητας Αθήνα, Καατανιώτης, 2001 Σελ. 128
ο βιβλίο αυτό, προϊόν της έρευνας της Ιωάννας Περαντζάκη-Καρατζόγλου, που διδάσκει κοινωνιολογία στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, διερευνά τη σχέση της χρήσης τοξικών ουσιών με την κοινωνική ανομία. Στο πρώτο μέρος του βιβλίου η συγγραφέας ορίζει το θεωρητικό πλαίσιο στο οποίο κινείται η με λέτη αυτή. Ξεκινά από την έννοια της κοινωνικής ανο μίας που πρώτος όρισε ο Durkheim (τέλος 19ου αρ χές 20ού αιώνα)· ως τέτοια περιγράφεται η διατάρα ξη των στοιχείων του κοινωνικού γεγονότος, της κοι-
Τ
Μελέτη απαραίτητη για τους φοιτητές, κυρίως οτο επίπεόο της μεθοδολογίας, καθώς και για τον ανήσυχο αναγνώστη νωνικής συνείδησης και της κοινωνικής αλληλεγγύης, στοιχεία που συνθέτουν την κοινωνία και που εξα σφαλίζουν τη διατήρησή της. Η ανομία εμφανίζεται ε κεί όπου υπάρχουν «ελλείμματα ηθικών και νομικών κανόνων που οργανώνουν την οικονομική, κυρίως, ζωή της κοινωνίας». Στη συνέχεια αναφέρεται σε σύγχρονους κοινωνιολό γους που επαναπροσδιορίζουν την έννοια της ανο μίας και την εμπλουτίζουν. Έτσι για τον Merton το ίδιο το σύστημα προκαλεί την ανομική κατάσταση. Αυτή η
ανομία βασίζεται «στην άνιοη κατανομή των μέσων που προοφέρονται για την επίτευξη ορισμένων σκο πών». Η ανισότητα καθορίζει και τους τύπους της αν θρώπινης συμπεριφοράς. Η απόσυρση είναι ο κυρίαρ χος τύπος της ανθρώπινης συμπεριφοράς που χαρα κτηρίζει τους τοξικομανείς. Για τον Tittle «η αποκλίνουσα συμπεριφορά καθορίζεται με τον έλεγχο που ασκούν τα άτομα προς εκείνους που υφίστανται» και υποστηρίζει ότι η αποκλίνουσα συμπεριφορά σχετίζε ται με την ανισομέρεια ελέγχου. Στο δεύτερο μέρος του βιβλίου διατυπώνονται οι υ ποθέσεις της έρευνας και της μεθόδου συλλογής του υλικού. Σκοπός της έρευνας είναι ο προσδιορισμός των παρα γόντων -τω ν ανομικών καταστάσεων- που οδήγησαν τα άτομα στη χρήση των ουσιών. Στις ανομικές καταστάσεις καταχωρίστηκαν οικογενει ακοί και οικονομικοί παράγοντες. Το δείγμα της έρευνας αποτέλεσαν εβδομήντα δύο άτομα έγκλειστοι στις φυλακές Κορυδαλλού κατά τη χρονική περίοδο 1985-86. Η συλλογή του υλικού πραγματοποιήθηκε με την παροχή ερωτηματολογίου
87
(ανοιχτών-κλειστών ερωτήσεων) μέσω συνέντευξης. Στα συμπεράσματα της έρευνας καταγράφεται ότι η οικονομική και η οικογενειακή κατάσταση αποτελούν τους ισχυρότερους παράγοντες για τη χρήση ναρκω τικών ουσιών καθώς και το φιλικό περιβάλλον. Φαίνε ται ότι η ανομία των μεγάλων πόλεων επηρεάζει επί σης τη χρήση. Η παρούσα μελέτη, αν και αρκετά περιορισμένη, πα ραμένει πρωτότυπη μια και είναι η πρώτη έρευνα που
πραγματοποιείται στο χώρο της φυλακής, αποκαλύ πτοντας ουσιαστικές πτυχές στο φαινόμενο της χρή σης των τοξικών ουσιών. Ένα βιβλίο ιδιαίτερα ενδια φέρον για τους φοιτητές, κυρίως στο επίπεδο της με θοδολογίας, καθώς και στον ανήσυχο αναγνώστη που αναζητά μια επιστημονική κοινωνιολογική κατανόηση του φαινομένου της χρήσης των ναρκωτικών ουσιών. ΞΑΝΘΗ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ
Για το «δαίμονα» της παγκοσμιοποίησης ANTONI ΓΚΙΝΤΕΝΣ
I
Ο κόσμος των ραγδαίων αλλαγών
ο
Πώς επιδρά η παγκοσμιοποίηση στη ζωή μας Προλογικά σημειώματα: Γιώργος Παπανδρέου, Νίκος Χριοτοδουλάκης Μτφρ.: Κωνσταντίνος Δ. Γεώρμας Αθήνα, Μιταίχμιο, 2001 Σελ.160
Άντονι Γκίντενς σε παλιότερη συνέντευξή του από τη θέση το υ δ ιευ θ υ ν τή το υ London School o f Economics and Political Science, βλέ ποντας την ισχνή κατανόηση των σύγχρονων φαινο μένων είχε προσδιορίσει λίγο πολύ τα κεντρικά ζη τήματα που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι κοινω-
Ο
Σειρά διαλέξεων που έδωοε ο γκουρουτου Βρετανού πρωΒυπουργου οτο BBC το 1999 νιολόγοι στο ξεκίνημα του 21ου αιώνα: τις επιδρά σεις της παγκοσμιοποίησης, τη διάχυση της τεχνο λογίας και τις σημαντικές αλλαγές που βιώνονται
Άνχονι Γκίντενς 0 ΚΟΣΜΟΣ ΤΩΝ ΡΑΓΔΑΙΩΝ ΑΛΛΑΓΩΝ
μένες περιοχές του πλανήτη. «Σήμερα», έλ εγ ε, «που η ανθρωπότητα χτίζεται σε ένα μη προβλέψι μο μέλλον, η κοινωνιολογία έχει να διαδραματίσει έναν αποφασιστικό ρόλο: αφενός να εξηγήσει γιατί αυτές οι τάσεις είναι τόσο σημαντικές και αφετέρου να διευκρινίσει τις μελλοντικές τους συνέπειες». Γύρω από τις διαστάσεις αυτών των αλλαγών περι στρέφονται τα θέματα του επίκαιρου βιβλίου του. Η παγκοσμιοποίηση, το ρίσκο, η παράδοση, η οικογέ νεια και η δημοκρατία αποτελούν καρπό της «Σειράς Διαλέξεων Ριθ» που έδωσε το 1999 για το BBC, οι ο ποίες μεταδόθηκαν από το Ράδιο 4 και τη Διεθνή Υπηρεσία του BBC. Ο ίδιος ο Γκίντενς στον κύκλο αυτών των διαλέξεων και στο βιβλίο έδωσε τον τίτ λο Ο κόσμος των ραγδαίων αλλαγών πιστεύοντας ότι «συλλαμβάνει τα αισθήματα που γεννιούνται,
καθώς βιώνουμε μια εποχή ταχύτατων μετασχημα τισμών». Την ελληνική έκδοση προλογίζουν δύο εν ενεργεία υπουργοί της δικής μας κυβέρνησης. Και στο βαθμό που η επιρροή του συγγραφέα εκτείνεται πέραν των στενών ακαδημαϊκών ορίων, οι απόψεις του έχουν ευρύτερο ενδιαφέρον, σε σχέση με το επιστημονικό του έργο (βλ. την πρόσφατη έκδοση της Κοινωνιολογίας από τις εκδόσεις «Gutenberg»). 0 καθηγητής Γκίντενς, γκουρού του Βρετανού πρωθυπουργού Τόνι Μπλερ, είναι συνομιλητής και σύμβουλος αρκετών ανά τον κόσμο πολιτικών ηγετών. Και οι συμβουλές του προς την κατεύθυνση τω ν κοινωνικών μεταρ ρυθμίσεων, μέσω του «Τρίτου Δρόμου», που εισήγαγε η κυβέρνηση Μπλερ, υπήρξαν χρήσιμες. Αλλά ας μην ξεχνάμε ότι Μπλερ, Ζοσπέν και Σρέντερ έχουν επικριθεί για ψευδή σοσιαλισμό, για κενή ρητορική και κοινωνική ανεντιμότητα από άλλους διανοούμενους που παρεμβαίνουν εξίσου στα κοινωνικοπολιτικά ζητήματα (βλ. Ε. 0. Ράιτ στις ΗΠΑ, Πιερ Μπουρντιέ ό σο ζούσε στη Γαλλία, Ντέιβιντ Χελντ στην Αγγλία, Μαρία Νεγρεπόντη-Δελιβάνη σε μας, και εμμέσως ή αμέσως έχει επικριθεί ο Γκίντενς. Αναγνωρίζοντας, λοιπόν, ότι η κουβέντα για τέτοια ζητήματα είναι μια πραγματική μάχη, γίνεται καυστικός όταν πρέπει. Ως
όφειλε στη διάλεξή του, λόγου χάρη, περί δημοκρα τίας λέει για την Ευρωπαϊκή Ένωση: «Δεν χαρακτηρί ζεται απ' τη δημοκρατικότητά της. Είναι πασίγνωστο αυτό που έχει ειπωθεί: εάν η Ε.Ε. υποβάλλει αίτηση ένταξης, θα απορριφθεί. Κι αυτό διότι δεν ικανοποιεί τα δημοκρατικά κριτήρια την εκπλήρωση των οποίων απαιτεί από τα μέλη της. Εντούτοις δεν υπάρχει κατ' αρχάς τίποτα που ν' αποτρέπει τον περαιτέρω εκδη μοκρατισμό της, και αυτό που πρέπει να κάνουμε εί ναι να πιέσουμε έντονα για τέτοιες αλλαγές». Έχει βέβαια υπόψη του τα σχόλια του συναδέλφου του Ντέιβιντ Χελντ, ο οποίος διατείνεται ότι «η εξάπλωση της δημοκρατίας δεν έχει παράγει ακόμα ένα σύνο λο αρχών που να καθορίζουν το πεδίο της ως μιας α πόλυτα λογικής και υπερασπίσιμης τοποθέτησης και ότι οι όποιες πολιτικές αλλαγές δεν πιέζουν προς την κατεύθυνση του μεγαλύτερου εκδημοκρατισμού και της κοινωνικής δικαιοσύνης». Ανεξάρτητα από το αν συμφωνεί κανείς με όλα ή όχι, τα θέματα του Γκί ντενς είναι ενδιαφέροντα, στο βαθμό που δεν αποτε λούν απλώς επιστημονικές προκλήσεις. Είναι δε επαρκώς αναπτυγμένα, με την πνευματική διαύγεια και τον τρόπο ενός απολαυστικού κοσμοπολίτη.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ
Ο ρατοισμός στην Ελλάδα I
ΣΕΒΑΣΤΗ ΤΡΟΥΜΠΕΤΑ
I Κατασκευάζοντας ταυτότητες I I για τους μουσουλμάνους της Θράκης Η
Το πράβειγμα των Πομάκων και των Τσιγγάνων
I Η
Αθήνα, Κριτική, 2001 Σ ε λ .2 4 8
την Ελλάδα συχνά επαιρόμασταν επειδή δεν εί χαμε τα προβλήματα ρατσισμού που αντιμετώπι ζαν άλλες κοινωνίες της Ευρώπης. Αυτή όμως η βεβαιότητα στηριζόταν περισσότερο σε υποθέσεις
Σ
ΘΑΝΑΣΗΣ ΑΝΤ. ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
για το όρια της ανοχής μας απέναντι στον «άλλο», τον «διαφορετικό», και λιγότερο στην πραγματικότητα. 'Οταν στη χώρα άρχισαν να συρρέουν οικονομικοί με τανάστες βγήκαν στην επιφάνεια όλα τα εχθρικά στε ρεότυπα για τους ξένους και τροφοδότησαν αρνητι κές συμπεριφορές. Κι όμως, δείγματα ανισότιμης με ταχείρισης είχαμε πολλά. Αυτουργός το ίδιο το κρά τος και θύματα οι μειονότητες στη Θράκη. Το πόνημα είναι η διδακτορική διατριβή της συγγραφέως. Ιδιαίτε
ρο ενδιαφέρον παρουσιάζουν το δεύτερο και το τρίτο κεφάλαιο, όπου ο λόγος δίνεται στα ίδια τα μέλη της μειονότητας τα οποία μιλούν για τον τρόπο με τον ο ποίο τους προσλαμβάνει το περιβάλλον τους, τον τρόπο που αντιλαμβάνονται οι ίδιοι τον κοινωνικό πε ρίγυρό τους, τον τρόπο που βιώνουν το μειονοτικό στάτους τους και τη διακρατική διαμάχη για την ιδεο λογική τους προσάρτηση. ΤΑΣΟΣ ΠΑΠΠΑΣ
ΠΑΙΔΙΚΑ
Μια αλλιώτικη μάνα ΤΖΑΚΛΙΝ ΟΥΙΛ ΣΟΝ
Ι
Εικονογραφημένη μαμά
Εικον.: Nick Sarratt
Μτψρ.: Ρ. Τουρκολιά-Κυδωνιέως Αθήνα, Ψυχογιός, 2002 Σελ. 288
συγγραφέας έχει γράψει πολλά βιβλία για με γάλα παιδιά, κυρίως αστυνομικά μυθιστορή ματα αλλά και θεατρικά έργα που έχουν μ ε ταδοθεί από το ραδιόφωνο. Το βιβλίο που παρου σ ιάζο υ μ ε έχ ει τιμ η θ ε ί μ ε το Κρατικό Βραβείο Αγγλίας το 1999 και το βραβείο παιδικής λο γο τε χνίας Guardian 2000. Στις ίδιες εκδόσεις κυκλοφο ρούν και τα βιβλία τη ς Τοάράι και Λότι, Κακά κορί τσια, Εγώ είμαι εσύ. Τα θέματά της είναι ασυνήθι στα, «περιθωριακά» ίσως, όμως συμβαίνουν καθη μερινά και κρύβουν μέσα το υ ς τη ν έκπληξη, την ανατροπή, το χιούμορ αλλά και την τρυφερότητα και τη ν ευαισθησία. Η εικονογρα φ ημένη μαμά, λοιπόν, είναι γεμάτη τατουάζ. Είναι όμορφη, κα λοσυνάτη, με μια λέξη εντυπωσιακή. Η συμπερι φορά της όμως δεν είναι και τόσο «φυσιολογική»· της αρέσει να πίνει, να βγαίνει τα βράδια, να έχει περίεργες παρέες, αλλά κυρίως να τα ξιδ εύ ει με τις αναμνήσεις. Οι δύο κόρες της, για διαφ ορετι κούς λόγους η καθεμία, διαφωνούν με πολλά απ' αυτά που κάνει η μάνα τους.
«
Ένα μυθιστόρημα όχι και τόσο συνηθισμένο από θεματικής πλευράς στην εγχώρια νεανική λογοτε χνία. Είναι όμως τόσο καθημερινό από μια άλλη πλευρά για τις σχέσεις τω ν εφήβω ν με τους γο νείς τους. Η συγγραφέας, χρησιμοποιώντας αρι στοτεχνικά τις αφηγηματικές τεχνικές, κρατάει τον αναγνώστη σε εγρήγορση και σε μια κριτική στάση απέναντι στα δρώμενα. Η μετάφραση είναι πολύ καλή. (Για μεγάήα παιδιά και εφήβους). ΓΙΑΝΝΗΣ Σ. ΠΑΠΑΔΑΤΟΣ
I
IP ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΤΛΑ
ΠΟΙ ΗΜΑΤΑ
Ποιήματα 3 $
Συγκεντρωτική έκδοση των συλλογών: "Ερεβος ·» Ε ρή μην ·» Έ π ί τά ίχνη φ Τ ο λίγο του κόσμου ·©■ Τό τελευταίο σώμα μου <s> Χαϊρε ποτέ Ή εφηβεία της λήθης
ΚΙΚΗ 4ΗΜΟΥΛΑ ΕΝΟΣ ΛΕΠΤΟΥ ΜΑΖΙ
'Ενός λεπτού μαζί
~Ηχος άπομακρννσεζύν
ΙΚΑΡΟΣ ΕΚΔΟΤΙΚΗ ❖
ΒΟΥΛΗΣ 4, ΑΘΗΝΑ ♦ ΤΗΛ. 322.51.52 ❖ FAX 323.52.62
Μ ΙΣΕΛ ΜΑΝΣΟ
Γ ια τ ί όχι στη Β εν ετία ; Μ ετάφραση: Λ Η Δ Α Π Α Λ Λ Α Ν Τ ΙΟ Υ
ΕΚΕΙΝΟΣ ΖΕΙ τον πρώτο του έρω τα. Εκείνη έχει ζήσει έντονα τη ζωή της. Εκείνος ζει το παρόν, άπλη στος να γνωρίσει τη ζωή του, από όλα όσα μαθαίνει από εκείνη τη γυναίκα που έχει σχεδόν τα διπλά του χρόνια, που έχει διαβάσει πολύ, κατέχει την τέχνη της ζωής και μπορεί να του δώσει τα κλειδιά της. Αυτή τη γυναίκα που ποτέ μέ χρι τώρα δεν έχει νιώσει και εκτι μήσει την αξία του παρόντος, αλ λά ζει διχασμένη ανάμεσα στο πα ρελθόν και στο μέλλον. Με περί γυρο την ονειρική Βενετία, την πόλη των ερωτευμένων, μέσα στον πλούτο των μουσείων της και στη διάχυτη μαγεία της μοναδικής της ατμόσφαιρας, η συγγραφέας έγραψε αυτή τη γεμάτη ποίηση ερωτική ιστορία, όπου όλα συμβάλλουν στο να ανοίξουν στην πρωταγωνίστρια του βιβλίου το δρόμο για ό,τι πιο μεγαλειώδες: να μεταβάλει τα γηρατειά της σε έργο τέχνης και, στην ηλικία που συνήθως οι άλλοι «αρχίζουν να απαριθμούν τις αδυναμίες», εκείνη να χαράξει μιαν αρχή που η ωριμότητα των χρόνων και το μέστωμα της πείρας θα υπογράψουν το όνειρο της συγγραφέως.
Ε Κ Δ Ο Σ Ε ΙΣ Κ Α Λ Ε Ν Τ Η Σ ΜΑΥΡΟΜΙΧΑΛΗ 11, 106 79 ΑΘ ΗΝΑ ΤΗΛ.: 210 3601.551, 210 3390.028 · FAX: 2 10 3623.553 · e-mail: Kalendis@ath.forthnet.gr
ΚIΚ Η ΔΗΜΟΥΛΑ Επί μιοό σχεδόν αιώνα η Κική Δημουλά ακολουθεί μια μοναχική, αλ λά αναμφιοβήτητα ξεχωριστή, πορεία στο χώρο της σύγχρονης ελ ληνικής ποίησης. Μοναχική, διότι πορεύτηκε σχεδόν ταυτόχρονα με τους μεγάλους και σημαντικούς Έλληνες ποιητές, πορεύτηκε όμως α θόρυβα, υιοθετώντας μια πέρα για πέρα προσωπική ποιητική* και ξε χωριστή, διότι όχι πολύ καιρό ύστερα από το ξεκίνημα της πορείας αυτής, η Κ. Δημουλά αναδείχθηκε σε μια από τις κορυφαίες ποιητι κές φωνές της μεταπολεμικής Ελλάδας. Με εννέα ποιητικές συλλογές στο ενεργητικό της, η Κ. Δημουλά έχει τοποθετήσει στον πυρήνα της ποίησής της το σύγχρονο άνθρωπο με τα υπαρξιακά του αδιέξοδα, τις αβεβαιότητες και τη στοχαστική του προσήλωση στις στιγμές εκείνες που φωτίζουν ή σκιάζουν το θαύμα της ζωής. Ο χρόνος, η απουσία, η μνήμη, ο θάνατος, η ματαιότητα στην ποίηση της Κ. Δημουλά παίρνουν διαστάσεις κοσμογονικές, η θέασή τους γίνεται από φαινομενικά άγνωστες ρωγμές και η ποιητι κή εικονοποίησή τους προσφέρει στον αναγνώστη εξαγνισμό και μα ταίωση ταυτοχρόνως. Η λεκτική της φαρέτρα, με ποικιλότροπες μίξεις και συζεύξεις, πλου τίζει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο τον ποιητικό της κόσμο, στρώνο ντας έτσι τον τάπητα πάνω στον οποίο θα πατήσει, εν ευθέτω χρόνω, το διαρκώς αναμενόμενο κάλλιστο. Ως τότε, φαίνεται να μας λέει η ποιήτρια, ας υπάρχουμε στα τοπία της μνήμης και της φευγαλέας στιγμής, τοπία που ανατροφοδοτούν την ελπίδα, κι ας μοιάζουν με χίμαιρα. Πολυβραβευμένη η Κ. Δημουλά στην Ελλάδα, με δύο Κρατικά Βρα βεία Λογοτεχνίας, με το Βραβείο Ουράνη, μέλος της Ακαδημίας Αθη νών, με μεταφρασμένα έργα της στα αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά, σουηδικά, γερμανικά, ιταλικά, έχει τιμηθεί και με την ύψιστη διάκρι ση του αναγνωστικού κοινού. Η ποίησή της διαβάζεται όσο κανενός άλλου, εν ποιητική δράση, δημιουργού και η κριτική μελετά διαρκώς το έργο της. Το αφιέρωμα που ακολουθεί προσπαθεί να ανιχνεύσει τις πηγές ενός ποιητικού έργου εν εξελίξει.
Επιμέλεια αφιερώματος: Ηρακλής Παπαλεξης
Βιοεργογροφία τ η ς Κι κι] ς
1931: Ιούνιος: γέννηση στην Αθήνα. 19 4 9 : Αποφοίτηση από το Γυμνάσιο και τέλος των εγκύκλιων σπουδών. 19 4 9 : Πρόσληψη στην Τράπεζα της Ελλάδος, όπου εργάστηκε επί είκοσι πέντε χρόνια. Απόσπαση στο περιοδικό Κύκλος όπου συνεργάστηκε επί οκταετία με τον Νόσο Δετζώρτζη. 19 5 3 : Ποιήματα- πρώτη ποιητική δημοσίευση που απέσυρε σύντομα η ποιήτρια από την κυκλοφορία. 1954: Γάμος με τον Άθω Δημουλά, που διάρκεσε τριάντα ένα χρόνια. 1956: Έρεβος (β' έκδοση, «Στιγμή», 1990). 1958: Ερήμην (β' έκδοση, «Στιγμή», 1990). 1 9 6 3 : Επί τα ίχνη (β' έκδοση, «Στιγμή», 1994): Εύφημη μνεία από την Ομάδα των Δώδεκα. 1971: Το λίγο του κόσμου (β' έκδοση, «Στιγμή», 1990), Β' Κρατικό Βρα βείο Ποίησης. 1981: Το τελευταίο μου αώμα (β' έκδοση, «Στιγμή», 1990). 1 9 88: Χαίρε ποτέ (εκδόσεις «Στιγμή»), Κρατικό Βραβείο Ποίησης. 1 9 94: Η εφηβεία της λήθης (εκδόσεις «Στιγμή»), Βραβείο Κώστα και Ελέ νης Ουράνη από την Ακαδημία Αθηνών. 1 9 98: Ποιήματα (συγκεντρωτική έκδοση, εκδόσεις «Ίκαρος»), 1998: Ενός λεπτού μαζί (εκδόσεις «Ίκαρος»), 3 0 0 1 : Ήχος απομακρύνσεων (εκδόσεις «Ίκαρος»). 3 0 0 1 : Αριστείο Γραμμάτων της Ακαδημίας Αθηνών. 3 0 0 3 : Εκλογή στην Ακαδημία Αθηνών. □
94
Το λυγρόνδίος του μ η δ ί ν ό ξ οτο ίργο της Κ ικήξ Δ
του
ΒΡΑΣΙΔΑ ΚΑΡΑΛΗ’
Χρημάτων ά ελπ τον ού δέν έσ τιν ούδ' άπώματον, ούδέ θαυμάσιον, επειδή Ζ ευς πατήρ Ολυμπίων έ κ μεσημβρίης έθη κε νύκτ' άποκρύψας φ άος ήλιου λάμποντος· λυγρ όν δ' ήλθ' έπ ανθρώπους δ έος.
Αρχίλοχος
ιστεύουμε ότι η ερμηνευτική του έργου της Κικής Δημουλά έχει παγιδευτεί σε μερικές γενικόλογες διαπιστώσεις που εδραιώνο νται περισσότερο σε φορμαλιστικές αναφορές παρά σε μια εκ των ένδον ανάγνωση και κατανόηση του τι λέγεται μέσα στους στίχους της και τελικώς ποιον κόσμο αηοτυπώνει η εσωτερική απογραφή του λόγου της. Αυτό φυσικά είναι αναμενόμενο και μάλλον φυσικό αν κάποιος αναλογιστεί την εξαιρετικά προκλητική γλώσ σα που χρησιμοποιεί η ποιήτρια: γλώσσα ανατρεπτική και αυτο-ανατρεπόμενη, αρθρωμένη από μια γυναίκα που επιχείρησε να αποικήσει την ανδροκεντρική λογοκρατία της ελληνικής παράδοσης με τη γραμματική αντικανονικότητα και την τυπολογική ασυνέχεια μιας φωνής που αναπτύ χθηκε στο περιθώριο της εξουσιαστικής νομιμότητας. Σε ποια παράδοση λόγου εδραιώνεται όμως η ποίηση της Δημουλά; Σε γενικές γραμμές θα υποστηρίζαμε ότι υπήρξε γνήσιο παιδί των μεταπο λεμικών αποσυνθέσεων που αντικαθιστούσαν το μυθολογικό κόσμο του Γ. Σεφέρη και την ιδεολογική ιστορία του Γ. Ρίτσου από ένα λόγο ιχνο γράφημα της ροής του χρόνου. Μέσα από ένα χρόνο μικρο-αφηγήσεων μιλάει η γλώσσα του έργου της- ένα χρόνο ανεπαίσθητο και διαισθητικό κάτω από την επιφάνεια των πραγμάτων, πολύ κοντά στη ζωτική ορμή προτού εννοιολογικοποιηθεί και μετατραπεί σε πολιτισμικό μηχανισμό ε λέγχου. Αυτό το χρόνο επιδίωξε να ιχνογραφήσει η Κ. Δημουλά και να αποτυπώσει από τους πρώτους της αβέβαιους στίχους μέχρι πρόσφατα,
* Ο Βρασίδας Καραδής είναι αναπληρωτής καθηγητής του Πανεπιστημίου του Σίδνεϊ.
95
Ε κδόσεις Π οιότητας ANASTASIA PEKRID OY GORECKI Α ρχα ιολόγος
Η ΜΟ ΔΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΑ ΕΑ ΛΑ ΔΑ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ Δ. Γ.ΓΕΩΡΓΟΒΑΣΙΛΗΣ ΜΑΡΙΕΛΛΑ ΦΡΑΪΜΤΕΡ
0 αναγνώστης τούτου του βιβλίου, μονα δικού στην ελληνική βιβλιογραφία, μαθαί νει για πρώτη φορά το ρόλο που έπαιξε η μόδα και η ενδυμασία τόσο στο δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό βίο των αρχαίων Ελ λήνων στη γιορτή, στο πένθος, στα δημόσια λειτουργήματα, στην καθημερινή ζωή. Η συγγραφέας ερευνά με μεθοδικότητα πρω τότυπα αρχαιολογικά ευρήματα, μαρτυρίες της ελληνικής γραμματείας καθώς και εικα στικά τεκμήρια που ανέδειξε η αρχαιολογι κή σκαπάνη και καταγράφει τις ενέργειες και τις μεθόδους με τις οποίες οι Έλληνες αποκτούσαν, έβαφαν, συντηρούσαν και έρα βαν τα υφάσματα ώστε να ντύνονται πά ντοτε σύμφωνα με τη “μόδα” και μάλιστα με εντυπωσιακά χρώματα και μοντέλα.
Ε κ δ ό σ ε ις Π απαδημα Προσφορά στον Πολιτισμό και την Παιδεία Ιπ π ο κρ ά το υς 8 Α θή να Τηλ.: 210 36.27.318 w w w .papadim asbooks.gr e-mail: papadim as@ atp.gr
όταν νέα θέματα και ετερότροπα ακούσματα φαίνεται να απορροφώνται από τις ποιητικές της προσλαμβάνουσες, όταν πλέον έχει κερδίσει τον έπαινο, την επι δοκιμασία και ταυτόχρονα την επίκριση. Τονίζουμε εξαρχής τον καθαρά ακουστικό χαρακτήρα του λόγου της. Αν καταγράφεται κάτι στα ποιήματα της είναι ακριβώς τα ιχνοστοιχεία των φωνών που περιστοι χίζουν το ποιητικό εγώ, το οποίο, αιχμάλωτο των ήχων, των θορύβων και των ψιθύρων, δονείται μαζί τους επι χειρώντας να αποδομήσει τον κόσμο των στέρεων α ντικειμένων και να το γυρίσει σε ένα προγεννητικό χά ος, σε έναν α νεξάντλητο ωκεανό δυνατοτήτω ν που δοκιμάζει τις τονικές του πολυτροπίες προτού καταλα γιάσει στα συγκεκριμένα περιγράμματα τω ν απτών πραγμάτων. Η ακουστική ποιότητα τω ν στίχων της Κ. Δημουλά φαίνεται να μην έχει αγγιχτεί όσο θα έπρεπε από την κριτική ανάλυση, ενώ δεν έχει μελετηθεί επαρκώς το υπαρξιακό σύμπαν που υποδηλώνουν οι κα ταγραφές ήχων που χαρτογραφούν έναν κόσμο προ κλητικών ισορροπιών, πολύ συγγενικό με τα ακούσμα τα της σύγχρονης μουσικής. Σε έναν πολιτισμό όπως ο ελληνοδυτικός, όπου για αι ώνες προνομιοποιείται η εικόνα και κυρίως η όραση ως αίσθηση με μεγαλύτερο ερμηνευτικό και αξιολογικό κύρος, η μουσική και οι δονήσεις των ήχων λαμβάνουν εδώ μια ενδιαφέρουσα αναγωγή. Να σημειώσουμε ότι τόσο η Μαρία Πολυδούρη όσο και η Μυρτιώτισσα, η Μελισσάνθη και η Ζωή Καρέλλη έχουν αφιερώσει πολ λούς στίχους τους στη διαπεραστικότητα του ακούειν. Θα λέγαμε μάλιστα ότι παράλληλα με τη Δημουλά, με εξαίρεση κάποια απωθημένα ποιήματα του Γιάννη Ρίτσου, η ποίηση είχε, μετά το 1960, επιδοθεί σε κατα γραφές που μιμούνται τις προφορικές τονικότητες μιας ομιλίας. Με την Κ. Δημουλά ο ποιητικός λόγος απλώνε ται πάνω στα πράγματα για να απορροφήσει τις συχνό τητες των ήχων που βγαίνουν από μέσα τους σαν συγ χορδίες που πυκνώνουν για να δημιουργήσουν εν είδει φαντασμάτων τον κρυμμένο χάοσμο των επιθυμιών και των ενορμήσεων. Ταυτόχρονα, η ποίησή της έχει αποφύγει την έντονη προφορικότητα που χαρακτήριζε όλους σχεδόν τους ποιητές μετά το 1970, που μετατρέπει το ποιητικό κεί μενο σε δυνάμει δραματική παράσταση. Ο γραπτός λό γος διατηρεί το πρωτείο του στην ποίηση της Κ. Δη μουλά· πρέπει να διαβαστεί εσωτερικά και σιωπηλά πρώτα για να μπορέσει κατόπιν να σημασιοδοτηθεί από τους επιτονισμούς της ανθρώπινης φωνής. Κατά συνέπεια, η ποιητική γλώσσα της Κ. Δημουλά πα ρουσιάζει μια καινούρια λειτουργία, μετατοπιζόμενη κατά την εξέλιξή της από γλώσσα χαρτογραφικής απο-
τύπωσης τω ν αντικειμένων σε μετωνυμική πρακτική, δηλαδή σε συγγυμνασία μορφολογικών παραμέτρων που καταστρώνουν για το ν αναγνώστη ένα αντίτυπο του κόσμου τω ν εμπειριών μετουσιωμένου από το χώ ρο ενός κλειστού προσωπικού ασυνειδήτου. Αυτή η μετατόπιση δεν είναι μια ενδοστροφή στο χώρο ενός απόλυτου υποκειμενισμού. Το αντίτυπο που διαβάζου με οτους στίχους της Κ. Δημουλά περιβάλλεται από έ να πλέγμα συνειρμών που από μόνοι το υ ς δημιουρ γούν δεσμούς και συνάψεις με κέντρα σημα σιών πέρα από το σημειολογικό τους σύστη μα. Για τούτο η ποίησή της αποτελεί ένα μνη μείο της μεταπολεμικής αυτοστοχαστικής μό νωσης που χαρακτηρίζει το διασπασμένο υ ποκείμενο το οποίο στράφηκε στα εκτυπώματα αυτού το υ τρομακτικού κόσμου μέσα του για να μπορέσει να δηλώσει την ύπαρξή του. Η Κ. Δημουλά είναι μια μαστόρισσα τω ν υποδηλω τικών συνειρμών - και δ ε γνωρίζουμε άλλο σύγχρονο ποιητή μας που να έχει δου λέψει με τόση επιμονή και τόση αυτοθυσία για να αποκτήσουν σημασία τα κενά μεταξύ τω ν στίχων, το άσπρο τη ς σελίδας προτού αγγιχτεί από τη μελαγχολία τω ν λυγρών ση μείων. Από αυτή τη ν άποψη, η Κ. Δημουλά βρίσκεται στην ίδια σειρά με ποιητές όπως ο Μαλαρμέ, ο Ρίλκε, η Τσβετάγιεβα, η Αχμάτοβα, ο Τσελάν. Αντιμοντερνιστική στην αφετηρία της, δεν επιδιώκει να αποδομήσει και να θραύσει τους μ ε γάλους κώδικες και τις μακρόπνοες αφηγήσεις του πα ρελθόντος, αλλά τις προσπερνάει και αφήνει έτσι τα στίγματα τω ν σημασιών το υ ς να λανθάνουν στο δικό της κείμενο και να αναδύονται στην επιφάνεια οσάκις ο αναγνώ στης αποκτά τη ν π εριέργεια να κο ιτά ξει τι προηγείται της γραφής. Αν όμως αυτό ανήκει στον ειδικευμένο κριτικό, ο ανα γνώστης που διαβάζει το έργο της αμέσως κατανοεί ό τι η ποίηση αυτή μιλάει για τη χρονικότητα ως βιωμένο περιεχόμενο, πώς δηλαδή αποτυπώνεται στο εκμαγείο της μνήμης η πολυτυπία και ποικιλομορφία τω ν ε ν τυ πώσεων όπως διαδέχονται η μία την άλλη. Όπως γνω ρίζουμε από τον Φρόιντ, στη μνήμη δεν υπάρχει χρό νος, όπως άλλω στε και στα όνειρα. Δεν πρέπει επίσης να ξεχνάμε ότι η πράξη τη ς γραφής, και μάλιστα στη λυρική ποίηση, αποσκοπεί να προσθέσει στο χρόνο μια διάσταση συμπαθητικής ταύτισης με το ν κόσμο που τον υλοποιεί, μέσα από τις αρχές που ο Φρόιντ χαρα κτήρισε ως συμπύκνωση και μετατόπιση. Η Κ. Δημουλά γνωρίζει ότι το πρόβλημα της σύγχρονης
ευαισθησίας είναι κυρίως εκείνο που αφορά το χρόνο, και για την ακρίβεια το λόγο μεταξύ χρονικών στιγμών, όπως ήταν ο λόγος μεταξύ μουσικών στιγμών για τους Πυθαγόρειους. Από αυτή την άποψη, πέρα από κάθε μορφοπλαστική και τεχνοτροπική καινοτομία, η ποίηση της Κ. Δημουλά καταγράφει ένα κρίσιμο μεταφυσικό ε ρώτημα, που αφορά τον τρόπο με τον οποίο το παρά λογο βιώνεται και μεταποιείται αισθητικά μέσα σε μια γλώσσα που έχει απολέσει τη μορφοπλαστική της δυ
νατότητα και έχει αυτοδιαλυθεί μέσα σε μια ενδοστρεφή αυτοαναίρεση. Για τούτο η νοσταλγία στο έργο της δεν είναι μια ταξιθετική παράμετρος που επανερμηνεύ ει το παρελθόν- είναι αντίθετα μια διαρκής υπόμνηση της παροδικότητας, μια συνεχής και επώδυνη επίκληση της μνήμης μέσα από ιχνοστοιχεία που συγκροτούν συνεκδοχικά την πληρότητα της ανθρώπινης εμπειρίας. Η γραφή της Κ. Δημουλά επιφέρει μια λυτρωτική απεκτόνωση στις σχέσεις του σύγχρονου ανθρώπου με τον κυρίαρχο μηδενισμό τω ν σημερινών σχέσεων. Σή μερα περισσότερο από καθετί άλλο έχουμε συναίσθη ση της ταχύτητας και της αποθαρρυντικής τυχαιότητας που χαρακτηρίζει το βιωμένο κόσμο - και αυτός είναι το υλικό τη ς ποιητικής γραφής. Αναμφίβολα, το σύμ π α ν το υ 19ου αιώνα (ένα σύμπαν μηχανιστικό και προβλέψιμο) που αντικαταστάθηκε από το σύμπαν του μοντερνισμού (ένα σύμπαν χαώδες και στιγμογραφικό) έχει τώρα μετατραπεί σε ένα πολυκοσμικό χάος όπου τάξη και αταξία συνυπάρχουν και συνεργάζονται. Αυτό το παράδοξο σύμπαν, το πλήρες οξυμώρων και όχι θε ών, φαίνεται να καταγράφεται εδώ από την προοπτική μιας γυναίκας, που νιώθει το σώμα της να την εγκατα-
91
Ε κδόσεις Π οιότητας B E R N H A R D Z IM M E R M A N N Κ α θ . Π α ν ε π ισ τ η μ ίο υ
Η ΑΡΧΑΙΑ ΕΑΑΗΝΙΚΗ ΚΩΜΩΑΙΑ
Μ ΕΤΑΦΡΑΣΗ Η Λ ΙΑ Σ Τ Σ ΙΡ ΙΓ Κ Α Κ Η Σ Ε Π ΙΜ Ε Λ Ε ΙΑ Δ Α Ν Ι Η Λ I. Ι Α Κ Ω Β
Μ ε 2 8 8 σ ε λ ίδ ε ς κ α ι 14 ε ι κ ό ν ε ς
Ε Π
κδό σεις απαδημα
Προσφορά στον Πολιτισμό και την Παιδεία Ιπποκράτους 8 Αθήνα Τηλ.: 010 36.27.318 p β ------------
w w w .p a p a d im a sb o o k s.g r e-m a il: p a p a d im a s@ a tp .g r
λείπει και ωστόσο να την υποστατοποιεί, που νιώθει την πλάνη των βεβαιοτήτων της και ωστόσο γνωρίζει ότι μόνο μέσω αυτής της πλάνης μπορεί να πιστεύει και, τέλος, που νιώθει ότι ακόμα και η μνήμη της με ταμφιέζει αυτό που νόμιζε ότι είχε βιώσει μέσα από α προσδιόριστες μεταθέσεις και αντιπαραθέσεις. Το παράδοξο ποιητικό σύμπαν της Κ. Δημουλά έχει συ νείδηση της περατότητάς του· ασφυκτιά μέσα στα όρια που στενεύουν αλλά γνωρίζει ότι μέσα από τη ροή του χρόνου δεν υπάρχει τίποτε άλλο παρά εκείνες οι νησί δες διαύγειας και σαφήνειας που δίνουν κατά τη στιγμή της ανάγνωσης κάποιες λέξεις, μερικές φράσεις, σε δύσκολες στιγμές, ένα ολόκληρο ποίημα. Μόνο τότε, μέσα από την τρομακτική στιγμή αυτής της διαύγειας, όταν η επαφή με τον τρόμο του πραγματικού πραγμα τοποιείται, τότε φαίνεται να συνειδητοποιείται η σημα σία αυτού που αποτυπώνουν οι λέξεις και αυτού που υπάρχει γύρω από τις λέξεις, του κενού και του μηδενός. Η Κ. Δημουλά χτίζει το λόγο της μέσα από την τρομερή συνειδητοποίηση ότι το ποίημα είναι ένα προσωρινό παυσίλυπο της ευνουχιστικής γνώσης του μηδενός. Το ποίημα δεν αποκαλύπτει ούτε θεματοποιεί, όπως βλέ πουμε σε άλλους ποιητές, ούτε διαμαρτύρεται πάνω α πό τα ερείπια ενός κόσμου ή τα θραύσματα ενός ιδεα τού εαυτού. Αντίθετα, επιχειρεί να αποτυπώσει τη μου σική αυτού του μηδενικού χώρου, μιας πέμπτης διάστα σης, όπου τα πάντα έχουν αποσαρκωθεί και χάσει το υ λικό τους βάρος, ακόμα και μετά την πληρότητα της ε μπειρίας, μέσα από τις διαστάσεις της μνήμης και του α σφυκτικού σκοταδιού που τα γεννάει και τα σηματοδο τεί. Το λυρικό υποκείμενο της ποίησης της Κ. Δημουλά είναι ένα φασματικό εγώ, ένα είδωλο, αντικατοπτριζό μενο περισταοιακά, χωρίς το σταθερό βήμα μιας άμε σης ενθαδικότητας. Από μουσική άποψη, η ποίησή της ακούγεται σαν την πειραματική ατονική μουσική, χωρίς κλειδιά και τονικές κλίμακες. Απηχώντας ένα αφεστιασμένο και άκεντρο υποκείμενο δίνει στο κείμενό της το χαρακτήρα μιας εσωτερικής ρυθμολογίας που διαρκώς καταρρέει, ανασυντίθεται και διαλύεται εκ νέου, θα αποκαλούσα αυτή την τακτική της Κ. Δημουλά μου σική αθεομία· το ποίημά της διαρκώς αυτοαναιρείται σαν μια μουσική σπουδή που, αφού δοκιμάοει όλες τις πιθανές ενορχηστρώσεις της, χάνεται και πάλι στη σιω πή μεταξύ τω ν ήχων. Ιδιαίτερα μάλιστα μέσα από τη διαδοχή των ποιημάτων στις συλλογές της, το ένα ποί ημα αναιρεί το επόμενο, η ενότητα ενός λογικού κό σμου δεν υπάρχει και η ποιήτρια δε θέλει να προσδώσει. Αντίθετα το ποιητικό εγώ επιπλέει μέσα από τα δυ ναμικά πεδία των ρυθμών χωρίς αντίσταση· εγκαταλεί-
πεται στις μεταπτώσεις και τις ανατάσεις. Όταν ο Αρχί λοχος έγραφε: Ο/'ος ρυθμός κατέχει τα ανθρώπεια ή ο Βιζυηνός: και μετεβλήθη εντός μου ο ρυθμός του κόσμου. η Κ. Δημουλά βρίσκεται σε μια άλλη υπαρξιακή διάστα ση αξιοθαύμαστη, υποτυπωμένη από την Κασσιανή στο περίφημο τροπάριό της: οίμοι! λέγουσα, ότι νυξμοι υπάρχει, οίστρος ακολασίας, ζοφώδης τε και ασέληνος, έρως της αμαρτίας. Το μηδέν και το τίποτα είναι ακριβώς η νύχτα της αφίλητης επιθυμίας, μιας καραδοκίας που επιχειρεί να δώ σει στην ύπαρξη έναν οίστρο, ένα θέλημα ζωής. Πέρα λοιπόν από το να θεω ρούμε την ποίηση της Κ. Δημουλά ποίηση υπαρξιακή, θα πρέπει να τη δούμε ως ποίηση ερωτική, όπως τη ν ποίηση του Καβάφη, του Παλαμά και του Ρίτσου, μια ποίηση που μέσω των πα νούργων ρυθμών της επιχειρεί να οιστρηλατήσει και να ενσταλάξει την ερωτική προσήλωση στην απουσία των αισθητών πραγμάτων. Σε μια εποχή μάλιστα ριζικής αμαρτωλότητας στην οποία ζούμε μετά το Διαφωτισμό, η ποίηση αυτή είναι απόρροια μιας σχεδόν τρομερής ειλικρίνειας και αυθεντικότητας: κάθε στίχος της Κ. Δη μουλά αναδίδει την αίσθηση ενός εγώ που ψάχνει να αντικρίσει τον άλλο, γνωρίζοντας ότι ο άλλος έχει κιό λας φύγει. Η γνώση αυτή και ταυτόχρονα η προσδοκία προσδίδουν ένα υπόβαθρο τραγικής αποξένωσης στον ποιητικό της λόγο· ένας κύκλος κατόπτρων περισφίγγει την ποίηση: το βλέμμα που ψάχνει για τον άλλο αυτοπαρατηρείται αλλά δεν αδημονεί πλέον. Για τούτο, μια συχνή επίκληση του έργου της είναι το βλέμμα όχι ε νός ιδανικού κορμιού, ή το θερμό πατρικό βλέμμα του θεού, αλλά το κρύο, κοντινό βλέμμα του θανάτου των μορφών. Η ποίησή της προσπαθεί να ανασυνθέσει τις απούσες μορφές μέσα από το χώρο που ενώ είναι δι κός τους, αυτές δε βρίσκονται εκεί. Η ποίηση τη ς Κ. Δημουλά βλέπει το ν κόσμο σαν μια μορφοποιητική εικονουργία, σε διαρκή καλειδοσκοπική μετακίνηση από τη μια πλευρά του λόγου στην άλλη, σε μια συνεχή μετατόπιση μεταξύ ψυχικών πεδίων. Το σήμερα και το τώρα συνηχούν και σμίγουν με το άλλο τε και το εκεί. Με την Κ. Δημουλά ένας ανανεωμένος λυρισμός αναδύεται στη σύγχρονη γλώσσα μας, που κωδικογραφεί ένα νεοπλατωνικό κόσμο όπου το βλέμ
μα αντικρίζει το φως σαν να πράττει κάτι παράνομο και παρά φύση. Αυτό το παραξένισμα του βλέμματος ε μπρός σε αυτό που βλέπεται αποτελεί το κυρίαρχο ρί γος που ενώνει την ποιητική της Κ. Δημουλά. Η ώριμη ποίησή της μετατόπισε το νεοελληνικό ποιητι κό λόγο σε μια καινούρια διάσταση γραφής. Βιώνοντας το δράμα της υπαρξιακής διάλυσης του μεταπολεμικού ανθρώπου και ταυτόχρονα το αδιέξοδο ενός κόσμου που έχει χάσει το χάρισμα της πίστης, η ποίησή της χαρτογράφησε έναν κόσμο χωρίς βεβαιότητες και ε στίες, έναν κόσμο δονούμενο από το δέος του μηδενός μέσα από τον οποίο, για να υπάρξει, έπρεπε ο ποι ητής να καταδυθεί στις θεμελιακές δυνάμεις της δημι ουργικής πράξης και να παρέμβει καθοριστικά στη λογι κή τους. Μέσα από το μηδέν η Κ. Δημουλά ξανακοίταζε την ύπαρξη αφού βρήκε μέσα του αυτό που η Έμιλι Ντίκινσον είχε αποκαλέσεί: «Το τίποτα είναι η δύναμη που ανανεώνει τον κόσμο» - ίσως μάλιστα σε μια τ έ τοια εκλεκτική συγγένεια να βρούμε και ένα επιπλέον κλειδί για την κατανόηση του έργου της. Έτσι η γραφή της Κ. Δημουλά έστρεψε τη γραμματική της ελληνικής γλώσσας εναντίον της σημασίας των λέξεών της, επιχειρώντας να ενδυναμώσει το συγκινησια κό απόθεμα του στίχου μέσα από την έκπληξη και τον αιφνιδιασμό. Όλοι οι στίχοι της υπαινίσσονται τη στερεό τητα ενός κόσμου που δεν τον βλέπουν τα μάτια αλλά που φανερώνεται ακέραιος μέσα από τη φαντασιακή α νασυγκρότηση του ποιήματος ως οργανικού συνόλου. Το ποίημα γεννά το δικό του ιστορικό χρόνο και εμπράγ ματο χώρο- εκεί μέσα του βρίσκεται το αποτύπωμα ενός σώματος που λείπει πλέον, μιας επιθυμίας που δε θερ μαίνει πια, ενός πόθου που δεν κατορθώνει να αντικρίσει το ενσαρκωμένο πρόσωπο. Με την ποίηση της Κ. Δη μουλά η διάσταση του αίφνης και του απροσδόκητου κατέστη ενεργός παράγοντας ποιητικής συγκίνησης στη γλώσσα μας- και μαζί με αυτά η βεβαιότητα ότι το συ γκεκριμένο είναι ένας εχθρός, ένα αντίπαλον δέος, με το οποίο πρέπει να συγκρουστεί η δημιουργική πράξη για να αποσπάσει ένα μικρό κάτι από την επικράτεια του μηδενός. Η ποίησή της αναπτύσσει τη θεματική της απουσίας και της λήθης σαν ένα μεταβαλλόμενο καλειδοσκόπιο, ό που τα χρώματα και τα σχήματα διαλύονται και συγχέονται το ένα μέσα στο άλλο για να ανασυνταχθούν σε μια αρμονία και τάξη που δε φαίνονται πουθενά. Μέσα στην ποίησή της οριοθετείται το σύμπαν του ηρακλεί τειου χρησμού: ώοπερ αάρμα ατάκτω ς κεχυμένον ο κάλλιστος κόσμος. Η ποίηση της Κ. Δημουλά μεταβάλ λει τη ρευστότητα σε πορεία απούλωσης: ο κόσμος ξαναγίνεται ακατασκεύαστος, η αγωνία μεταμορφώνε
99
ται σε αδημονία, η απουσία εμφανίζεται ως πλήρωμα χρόνου. Η γλώσσα της ποιήτριας διασπά τους εθισμούς και καταργεί τις βεβαιότητες μιας παράδοσης που δε βλέπει το χαμένο χρόνο ως διαρκή και ενεργό παρου σία. Μέσα από τους στίχους της ο προσωπικός χρόνος γεννιέται εκ νέου και κερδίζεται ως πρισματική εικόνα μέσα από το άσαρκο και νεκρό παρελθόν. Η ποίησή της, μέσα από τα σκύβαλα του Ηράκλειτου, αρθρώνει τον κάλλιστο κόσμο ενός φασματικού εγώ και τον καθι στά αισθησιακή ύλη και αισθητικό φαινόμενο. Με την Κ. Δημουλά η σιωπή, η αποδημία, η ελαχιστότης εισέρχονται μέσα στη γλώσσα για να διαλύσουν τη συνο χή ενός κόσμου που δεν μπορεί να αποκρυπτογραφήσει το μήνυμά τους. Μέσα τους η ποιήτρια ανακαλύπτει υ παρξιακές διαστάσεις που λανθάνουν στην εμπειρία αλ λά που το μυαλό, σκοτισμένο από την ορθολογική ζάλη, αρνείται να τις αποδεχτεί. Αυτός είναι και ο σκοπός της ποίησής της: να δημιουργήσει το χώρο όπου θα πραγμα τοποιηθούν τα επιφάνεια του κάλλιστου κόσμου - του κόσμου δηλαδή τω ν πραγμάτων που έχουν απολέσει την ουσία τους. Κάθε της ποίημα αποτυπώνει και εντοπί ζει διαστάσεις αυτού του κάλλιστου κόσμου μέσα στη χαώδη και την απροσδιόριστη τάξη του, επιχειρώντας παράλληλα να αποδώσει στη μνήμη την αφετηριακή της ισχύ. Για τούτο και κάθε ποίημα κλέβει κάτι από την επικρά τεια της σιωπής, κάθε λέξη καταργεί το σκοτάδι της υ ποσυνείδητης μνήμης. Η ποιήτρια θέλει να φέρει στο φως της όρασης τις κινητήριες δυνάμεις της ψυχής - ό χι το φροϊδικό υποσυνείδητο τω ν καταπιεσμένων επι θυμιών, αλλά το χώρο του id, της σκοτεινής Περσεφόνης που ανήκει σε καθέναν από τους θνητούς και βασι λεύει μέσα στον προσωπικό μας Άδη. Κάθε ποίημα λοι πόν της Κ. Δημουλά είναι μια νέκυια, μια ανάκληση νε κρών μέσα από την κατονομασία της απούσας αίσθη σης που άφησαν πίσω τους. Για την Κ. Δημουλά τα πάντα ζουν σε μια πολυεπίπεδη ταυτοχρονία, μέσα στο χρόνο της μνήμης όπου δεν υ πάρχει διάκριση στιγμών, αλλά όλα ταυτίζονται απόλυ τα και απελευθερώνονται λυτρωτικά μέσα από το δέος της μνήμης. Γιατί αυτό το συναίσθημα κυριαρχεί στο έργο της: το δέος μπροστά στο χαμό και τη διάλυση, στο χρόνο και τη φυγή. Ταυτόχρονα, δέος μπροστά στη δύναμη της γλώσσας να ανασταίνει και να αποκαθιστά στην ευκρινέστερη ακεραιότητά τους όσα έχουν σβή σει και απομακρυνθεί. Με την ποίησή της απαντώνται εμπράκτως κάποια από τα μεγάλα ερωτήματα της σύγ χρονης κριτικής για τη λειτουργία της γλώσσας. Για την ποιήτρια, η γλώσσα απελευθερώνει και απολυτρώνει· η γλώσσα συνιστά ελευθερία από την κυριαρχία του
100
συσκοτισμένου χάους των επιθυμιών. Χάρη στη γλώσ σα η ποίηση αντιμετωπίζει τον τρόμο του πραγματικού και τω ν ταξινομήσεων που αυτό επιβάλλει. Δε μιλά η γλώσσα μέσα από αυτήν· το δημιουργικό εγώ συνερ γάζεται με τις ενδογενείς δυνάμεις της γλώσσας και α νασυγκροτεί ένα σωρό ασύνδετων εμπειριών από ή χους και εικόνες. Ήδη ο Ρίτσος από τη δεκαετία του '50 είχε μιλήσει για το «σχήμα τη ς απουσίας», με τρόπο που έκανε την απουσία θεμέλιο λόγου. Τα ποιήματα της Κ. Δημουλά μοιάζουν με περιγραφές χαρτών, που εικονογραφούν τη χώρα της πληρότητας, της ενότητας και της παρου σίας που φαίνεται να υπονοείται ως προϋπόθεση για μια τέτοια αφαίρεση. Η ποιητική εξερεύνηση στρέφεται προς το υποκείμενο το ίδιο και επιχειρεί μια αυτοσκόπηση· στο ποίημα «Διάλογος ανάμεσα σε μένα και σε μένα» (Ποιήματα, 1988, σ. 122-5) διαβάζουμε τη σύνολη ποιητική του υποκειμένου στο έργο της. Σου είπα: -Λύγισα. Και είπες: -Μ η θλίβεσαι.
Δυο ποιητικές φωνές μάρνανται διαλογικά- η μια επε κτείνει την άλλη, γιατί ο λόγος που απογοητεύεται πρέπει να απογοητεύεται ήσυχα, όπως ήσυχα κοιμάται. Γιατί η απογοήτευση είναι μάθημα. Και η θλίψη είναι έ να τοπίο όπου γεννιέται η ενότητα του εαυτού. Ήρεμα δέξου να κοιτάς σταματημένο το ρολόι. Λογικά απελπίσου πως δεν είναι ξεκούρδιστο, ότι έτσι δουλεύει ο δικός σου χρόνος.
Οι αναφορές στον Καβάφη εμπλουτίζουν το ποίημα με ένα σκόπιμο διδακτισμό. Η ποιητική φωνή που νουθετεί συγκρούεται ακόμα με το χρόνο τω ν αισθήσεων: με ποιο τρόπο άραγε απελπιζόμαστε λογικά μέσα σε ένα χρόνο χωρίς ιστορία; Η ποίηση γεννιέται από αυτή την πάλη με το χρόνο, με τον προσωπικό χρόνο μιας πλη ρότητας και μιας αυτογνωσίας, που διαμορφώνει τη βε βαιότητα της ύπαρξης. Οι ποιητές αρνούνται την ύπαρ ξη όπως είναι - γιατί το είναι υπάρχει μετά θάνατον, α φού έχει φύγει η σωματική αλήθεια του προσώπου. Κι αν αίφνης τύχει να σαλέφει κάποιος λεπτοδείκτης, μη ριφοκινδυνεύσεις να χαρείς.
Η μαγεία του αίφνης και πάλι· μια επιφάνεια που ανα φύεται μέσα από το χάος των ωρών και υλοποιείται α πό μια κίνηση του λεπτοδείκτη· η ποίηση είναι μια επι κίνδυνη ισορροπία πάνω από τα καίρια αισθήματα· που
είναι ωραία μόνο αν είναι εν καιρώ ώριμα. Δεν υπάρχει χρόνος μέσα στο θάνατο- γιατί όλα υπάρχουν λογικά μόνο όταν νιώθουν το χρόνο να κυλάει, όταν γράφεται η ιστορία, όταν όλα τα ρολόγια χτυπούν κάθε ώρα για να υπενθυμίσουν ότι ακόμα υπάρχουμε. Η ποίηση μιλά ει από την άλλη μεριά της ζωής, από εκεί όπου όλα έ χουν μεταμορφωθεί γιατί έχουν ολοκληρωθεί μέσα α πό το θάνατό τους. Η κίνηση αυτή δεν θα 'ναι χρόνος. Θα 'ναι κάποιων εάπίδων ψευδορκίες.
θιο, που διασπά την ενότητα του εγώ- είναι επομένως μια άρνηση, μια αρνητική σχέση με τον κόσμο, το λύγι σμα τω ν σημείων κάτω από τη βαρύτητα των εννοιών. Το εγώ που μιλάει δεν είναι ο εαυτός που γνωρίζει- αντί θετα είναι αυτό που προσφυέστατα ο Λακάν επαναδιατύπωσε, ανατρέποντας το cogito του Καρτέσιου: «Σκέπτο μαι εκεί που δεν είμαι, άρα είμαι εκεί που δεν σκέπτομαι». Η ποιήτρια μίλησε για τις μνήμες, τις υδρορροές των ε ρώτων, την αλληλοκτονία των ωρών, των αγαλμάτων τη φερεγγυότητα, γιατί έπρεπε να μιλήσει γι' αυτά- γιατί μέ
Είναι φανερό ότι ο χρόνος είναι μια ψευδαί σθηση γιατί ο ποιητής που πιστεύει στο χρό νο αυτοκαταδικάζεται στην υπαρξιακή απι στία. Η ελπίδα δε γνωρίζει προϋποθέσεις, για τούτο και ο ποιητής ανακαλύπτει την πραγ ματικότητα ενός εαυτού πριν ο κόσμος των αισθήσεων τον αγγζει. Κατέβα σοβαρή, νηφάήια αυτοεκθρονίοου από τα χίήια σου παράθυρα. Γιο ένα μήπως τ ' άνοιξες
Από το αίφνης στο μήπως- η ποιητική φωνή ανοίγεται στον κόσμο- εκεί όπου η ποίηση ενοικεί γεμάτη από τη γνώση τω ν εμπειριών της- αλλά:
Οικογενειακή φωτογραφία στην Επίδαυρο το 1965
Κι αυτοξεχάσου εύχαρις
θα δηλώσει η ποιήτρια. Η αλήθεια, η μη λήθη δηλαδή, δεν είναι σκοπός του ποιητικού εγώ. Η ποίηση δεν απο καλύπτει κάποιο κρυμμένο μυστικό αφού όλα τα μυστι κά υπάρχουν μόνο μέσα σε ένα μήπως. Μόνο η πληρό τητα του εγώ που αυτοξεχνιέται και επαναπροσδιορίζε ται σαν χάρις απούσα μπορεί πλέον να ξαναγεννήσει τον κόσμο. Ό,τι είχες να πεις για τα φθινόπωρα, τα κύκνεια, τις μνήμες υδρορροές των ερώτων, την αόΠπάοκτονία των ωρών, των αγαήμάτων τη φερεγγυότητα, ό,τι είχες να πεις γ ί ανθρώπους που σιγά σιγά άυγίξουν, το είπες.
Τι μαθαίνουμε από αυτό το ποίημα; Την οριστικότητα του ποιητικού κειμένου. «Το είπες», αυτό που φαίνεται σαν μια τελειωτική διαβεβαίωση στο ομιλούν υποκείμε νο είναι μια τραγική απώλεια για τον ποιητή. Γιατί αν ει πώθηκαν όλα, αν η ποίηση κάλυψε την πολυμορφία του κόσμου μέσα από τη σαγηνευτική λαγνεία των λεκτικών μεταθέσεων, τότε οι άνθρωποι λυγίζουν. Γιατί αυτό που μοιάζει σαν ένα συμπέρασμα είναι ένα ειρωνικό επιμύ
σα από αυτά ο ποιητικός λόγος διερευνούσε τη διάσταση του αύριο, του μήπω και του ούπω, μέσα από την ανά μνηση ενός διαλόγου με τον εσωτερικό μας άλλο- την παιδική μας ηλικία προτού ακόμα αποχωριστεί από την πληρότητα του υπαρξιακού της συνεχούς με το μητρικό σώμα και τον ομφάλιο λώρο μιας ζωής που δε μας ωθεί σε πράξεις και επιλογές. Και μίλησε όχι μόνο γιατί «ποιητικοποιούσε» τη γλώσσα αυτών των αισθημάτων και επο μένως την ουσία τους: αυτό είναι ένα επιφαινόμενο της δημιουργικής πράξης. Μίλησε γιατί τα πράγματα έπρεπε να τραγουδηθούν προτού σβήσουν μέοα στο χάος των εμπειριών. Τραγουδώντας τα πράγματα, η ποιητική φωνή ξεχνάει τον εαυτό της- μιλάει για την απώλεια του εαυ τού, για την απόσταση ανάμεσα στο άγγιγμα του άλλου και τη μήτρα του λόγου, την αρχεγονική ενότητα λόγου και γλώσσας. Η Κ. Δημουλά είναι η ποιήτρια του αρχέγονου αύριο, αυτού που δεν έχουμε γευτεί την αλμυρή πι κρία αλλά έχουμε κιόλας αισθανθεί την ποθεινήν ανα γκαιότητα. Αν το παρόν είναι λήθη, αν το χθες είναι αλήθεια, τότε το μέλλον είναι μήνυμα: ο μόνος αξιόπιστος μάρτυρας ότι ζήσαμε είναι η απουσία μας (σ. 395). □
H σιγουριά των πρώτων στίχων ή Αυτοβιογραφία ριαζ αν-ωρίμα
του
ΜΙΧΑΛΗ ΤΣΙΑΝΙΚΑ Διαβάζει βιβλία οτπν κόρη της για να τη ρορφωθεί
(από εργασία μικρής μαθήτριας) Β ρ α χ υ σ τιχο υ ρ γία
Υπάρχει κάτι που αμέσως εντυπωσιάζει τον αναγνώστη της ποίησης της Κικής Δημουλά: η σιγουριά των πρώτων στίχων. Τούτο είναι συστηματικό και επίμονο φαινόμενο της ποίησής της και κάνει το έργο της τόσο συ μπαγές και ομοιογενές που πράγματι ξαφνιάζει. Από τα πρώτα της ποιή ματα του 1956 ως τα τελευταία του 1996, σαράντα ολόκληρα χρόνια, ε παναλαμβάνεται αυτός ο πεισματικά έντονος ποιητικός τόπος, σαν να μην έχει η ποίησή της δοκιμαστεί σχεδόν καθόλου από το χρόνο. Παράλ ληλα τούτο αποδεικνύεται και ένα ποιητικό αίνιγμα, γιατί η ποίηση της Κ. Δημουλά ακούγεται τόσο υποκειμενική και όμως παράγει έναν από τους πιο βεβαιωμένους λόγους της ποίησής μας, μετά ίσως τον Καβάφη. Η αρχική αυτή τοποθέτηση έρχεται να ανατρέψει μια σειρά από αλλεπάλ ληλες προσπάθειες κριτικών να εντοπίσουν το ρυθμό «ωρίμανσης» του ποιητικού λόγου της - κάτι που από μόνο του δηλώνει και μια κλασική και παγιωμένη κριτική στάση. Εμείς πιστεύουμε ότι η Κ. Δημουλά ξεκίνησε «ώριμη» ποιήτρια και τέτοια παρέμεινε μέχρι σήμερα, και αν πρέπει να τη δούμε μέσα από μια τέτοια προοπτική, θα μιλούσαμε για μια αντίστροφη, συνειδητή σχεδόν επιλογή της ποιήτριας, από την ωρίμανση στην αν-ωρίμανση. Τους σχετικούς μη χανισμούς θα εξηγήσουμε στη συνέχεια. Τούτο είναι το καταλυτικότερο ποιητικό όπλο της Κ. Δημουλά, που συνεχώς στοχεύει στην άρθρωση *
* Ο Μιχάλης Τσιανίκας είναι αναπληρωτής καθηγητής και διευθυντής του Τμήμα τος Νεοελληνικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο Φλίντερς της Νότιας Αυστραλίας.
102
μιας «πρώτης» γλώσσας -όσο πιο «πρώτης» γίνεται- και που έχει να κάνει με «παιδικές» και «παιγνιώδεις» συνα ναστροφές με τη γλωσσική έκφραση. Για την ώρα αξί ζει να αναφέρουμε τρία παραδείγματα, τα οποία «ομο λογούν» μια περίεργη «παιδική» νοσταλγία: το ένα από τα οψιμότερα ποιήματά της, το «Ήμαρτον 0 ε μου που μεγάλωοα» (σ. 456):
νός ότι ερω τηματικής φύσης προτάσεις δεν τελ ειώ νουν με ερω τηματικό παρά με μια τελεία. Τη «σιγου ριά» αυτή, στη συνέχεια και σχεδόν νομοτελειακά, τη διαδέχονται μια σειρά από ποιητικές συμπεριφορές και
'ίσως δεν μαστιγώνονται φύλλα. Μπορεί να χτυπάνε τα δόντια της μνήμης μου από το κρύο που την ξέχασα. Ξέχασα; Ήμαρτον Θε μου που μεγάλωσα.
Το άλλο, από το ποίημά της «Άφετε τα παιδία ήσυχα» (0. 335-4): Κάθομαι στο άδειο παγκάκι με μιαν ηλιαχτίδα. Παλιά μου συμμαθήτρια, όμως αυτή πώς τα κατάφερε και μένει από τότε, όλο στην ίδια ωραία τάξη
Και το τρίτο από το «Βιογραφικό ένθετο» (σ. 333): Μίλησα νωρίς- είπα: θυμάμαιφουρκίστηκε η μάνα μου, μη βάζεις όλα τα παλιοπράματα από χάμω στο στόμα σου.
Αποτέλεσμα: Η Κ. Δημουλά, αν και έζησε και δημιούρ γησε σε ιδιαίτερα δύσκολα χρόνια για την Ελλάδα, ω στόσο δεν υπάρχει ίχνος από τις ιστορικές, πολιτικές ή άλλες δοκιμασίες του τόπου, δεν υπάρχει έντονη καμιά βεβαιωμένη επίδραση ή αναφορά σε ποιητικές σχολές που εκδηλώνονται και αναπτύσσονται πριν και μετά το 1945. Η «πρόζα» της Κ. Δημουλά παραμένει γενικά α πλή, σπάνια θα συναντήσει κανείς περίπλοκους συντα κτικούς, νοηματικούς ή λεξικούς σχηματισμούς και, το σημαντικότερο, σπανιότερα θα βρεθεί κανείς στην ανά γκη να συμβουλευτεί εγκυκλοπαιδικό λεξικό για θέμα τα που σχετίζονται με μυθολογία, εννοιολογικά πεδία (όσο και αν κριτικοί, με το χρόνο, τη θέλουν να κινείται προς μια εννοιολογική αφαίρεση), άλλες τέχνες κ,τ.λ. Για τούτο η Κ. Δημουλά επιμένει σε τόσο μικρούς στί χους οι οποίοι πολλές φορές αποτελούνται από μια λέ ξη μόνο. Παραδειγματικά και σχεδόν στην τύχη: «Δύο στήλες χαρακώστε/για τις ζημιές της μέρας τούτης/και τα κέρδη της» (σ. 11). «Είμαι σχεδόν χωρίς επάγγελμα τώρα» (σ. 49). «Κρατώ λουλούδι μάλλον» (σ. 155). «Θο λή ως αργά βαστήχτηκε η μέρα» (σ. 260). «Είμαι στο χεί λος της θέας» (σ. 312). Ήρθα εδώ να μορφωθώ ερεί πια» (σ. 353). «Μετακινούμαι προς λιγότερη» (σ. 403). Για τούτο ίσως έχουν σχεδόν απαλειφθεί από την ποίη σή της τα επιφωνήματα ή το ερωτηματικό και το γεγο
17 ίτών
ρητορικοί μηχανισμοί οι οποίοι «ερμηνεύουν» την από φαση του υποκειμένου να εκφραστεί με έναν τέτοιο, «αν-εξάρτητο» τρόπο. Ένας από αυτούς είναι η απο στασιοποίηση, όπως το διαπιστώνουμε, π.χ., στο ποίη μα «Το κεφαλαίο χώμα» (σ. 285). ν' αναγνωρίσω, να γνωρίσω, τραβιέμαι λίγο κατά πίσω και σπρώχνω λίγο πιο μακριά αυτό που είναι να δω. Μπαίνει μια νέα απόσταση ανάμεσα σ ε μένα και σ' ό,τι προσβλέπω. Αλλιώς δ εν βλέπω. Θέλω να πω, η όραση, για να ενω θεί μ' αυτό που θέλει, πρέπει να προζήσει ένα χωρισμό. Αλλιώς δεν βλέπω.
Ένας ά λλος όρος του παιχνιδιού είναι η ανάδυση της
103
Ε κδόσεις Π οιότητας ROBERT BROWNING
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ ΚΑΙ ΝΕΑ ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ ΜΑΡΙΑ Ν. ΚΟΝΟΜΗ
■
BROWN.MC
η
||
λληνικη
||
λωςςα
|jj|ΕΙΑΙΩΝΙΚΗ ΚΑΙ Q
ea
ts
Το βιβλίο «Η Ελληνική Γλώσσα Με σαιωνική και Νέα» το υ γνω σ τού Ε λλη νιστή κ α ι Β υ ζα ντινο λ ό γο υ R . B row ning, π ά ν το τε επ ίκα ιρο, κ υ κλ ο φ ο ρ εί σε τρίτη έκδοση. Το π ρ ώ το μέρος α να φ έρ ετα ι στη γλώ σ σ α τη ς Β υ ζα ντινής Λ ο γο τεχνία ς, ενώ στο δ εύ τερ ο εξετά ζ ετα ι το ζήτη μ α τη ς Ε λληνικ ής δ ι γλω σ σ ία ς χθες κ α ι σήμερα. Σ τόχο του βιβλίου α πο τελ εί η κα τά δ ειξη μιας συ νεχούς παράδοσης της Ελληνικής γλώσσας α π ό τ α ομ ηρ ικά πο ιήμ α τα (7ος αι. π.Χ .) ω ς τις μέρες μας. Η ειδι κότερη προσ έγγισ η α φ ο ρ ά τη ν α νά πτυ ξη τη ς Ε λληνικ ής γλώ σ σ ας α π ό τη ν Ε λληνιστική επ ο χή μ έχρι σήμερα.
Ε κδόσεις
Π απαλημα Προσφορά στον Πολιτισμό και την Παιδεία
104
Ιπ π ο κ ρ ά τ ο υ ς 8 Α θ ή ν α Τηλ.: 010 36.27.318 w w w .papad im asb o o k s.g r e-m ail: papad im as@ atp .g r
έννοιας ίο υ «περιττού», καθώς οτιδήποτε λέγεται, κυ ρίως με την πρώτη απόφανση, είναι πλέον περιττό και για τούτο καταξιώνεται ως ποιητικός λόγος: «Μακριά στην ανηφόρα/κοντανασαίνει ένας μαύρος σιδηρόδρομος./Σαν γλιτωμός που ξεκουρδίστηκε./Ας πούμε πως υπάρχεις,/Όπως το πολύ νερό σε μέρη ακατοίκητα,/ό πως το καλό σημάδι σε πουλιά βαλσαμωμένα./Περιπά («Τα δεμένα», σ. 137). Άλλοτε, πάλι, είναι το νόημα που περισσεύει από μια «αδειασμένη» γλώσσα, όπως το διαπιστώνουμε στο ποίημα «Υπόφωτο»: «Έχει ένα άδειαομα η ατμόσφαιρα./ Αραιοκατοικημένη η περιπάθεια./Εδώ εκεί να φανεί η πλάτη κάποιου φεύγω /π άει κι αυτό πάει κι α υ τό./ Άδειες ονοματοφωλιές/σ' εσοχές της φωνής,/ξεπουπουλιάσματα ύφους./Πειναομένα φωνήεντα τσιμπάνε με το ράμφος τους/ψόφια τζάμια» (σ. 264). Τα παραπάνω, αυτομάτως, επικαλούνται και άλλες «συ νώνυμες» καταστάσεις, όπως εκείνες του κενού, του ά δειου, του άχρηστου κ,τ.λ. Ό,τι λοιπόν εξακολουθεί να δηλώνεται είναι σαν να «επισυνάπτεται» σε κάτι που προϋπήρχε, όπως δηλώνεται στο ποίημα «Υπόμνημα»: «Επισυνάπτονται:/ Ο ζωολογικός κήπος του Λονδίνου./ Της Κυριακής πρωί το αμετάφραστο-/στην ελληνική δεν αναστέναζε κανένας./Μία προσφάτως γελαστή/ληξιαρ χική πράξη γάμου,/Παράνυμφες μακριές ουρές εξω τι κών/ πουλιών με κάνιστρα κλουβάκια» (σ. 483). Για όλα τούτα ίσως καθίσταται τόσο δύσκολο ή και απίθανο να προσδιοριστεί η ταυτότητα κάποιου υποκειμένου, όπως στο ποίημα «Επεισόδιο με φτερό» (σ. 131): Και πήρε τα στοιχεία σου. Ότι δεν είσαι κι ότι δεν ονομάζεσαι, κι ότι εγεννήθης εν καιρώ εξερημώοεως. Κι έμεινε εκεί το πράγμα.
Τα σημεία αναφοράς στο θέμα της ταυτότητας και της ιδιοσυστασίας του υποκειμένου παίρνουν όλες τις δυ νατές και ερωτηματικές μορφές, εκείνη, π.χ., του «Μο ντάζ» (σ. 157), βασισμένου στην προσεκτική μελέτη μιας φωτογραφίας, καθώς διαβάζουμε:«Σημείο διαχωριστικό δύο απεράντων είσαι» κ α ι«Οδηγείς ή οδηγεί σαι;» κ,τ.λ. Ή στην κατάργηση της αντικειμενικότητας, όπως, π.χ., δηλώνεται στο ποίημα: «Άφετε τα παιδιά ή συχα»: «Υποκειμενικό και το ένδοξο» (σ. 336). Μια συστηματική καταγραφή όλων αυτών -αν είναι δυ νατή- θα μπορούσε να συμπεριλάβει την οριακότητα, την ιδιόμορφη χρονικότητα (π.χ., αιώνια στιγμή, σ. 40), το «ουδέτερο» ωραίο (π.χ., σ. 412), το ενδιάμεσο (σ. 422), τη λεκτική αμφισημία (π.χ., διά λεξε-έτυχ ε, σ. 424) κ,τ.λ. Αυτή η συνεχής ένσταση-ένταση είναι που αρκετές φορές οδηγεί σε μια ιδιόμορφη και ιδιότροπη χρήση των προθέσεων ή προθετικών επισυνάψεων σε
λέξεις με τη δημιουργία νεολογισμών. Αναφέρουμε εν δεικτικά: Υπόφωτο (ο. 263), εξερήμωση (σ. 215), ακαιρία (σ. 227), προ-δήμιος (σ. 229) κ.τ.λ. Όλα αυτά είναι άμεσα συμπτώματα της βραχυστιχουργίας, του ακαρι αίου λόγου, του λόγου που επιζητεί τόσο επίμονα το δικό του χαρακτήρα, ιδιότροπη φωνή και ιδιοσύστατη σύνταξη. Ο ι χ αφ ιέδ ες πέπλοι Η εσθήτα (της Παναγίας! ως αιοθήτα Νίκος Γαβριήλ Πεντζίκης
Ας πάμε λίγο παραπέρα τώρα: αποστασιοποίηση, πε ριττό, μοντάζ, υποκειμενικό, ο υ δέτερο , ενδιάμεσο, κ.τ.λ., και ως εκφραστικός «αφρός» οι σταθερές, κο φτές φράσεις για την αναζήτηση (ή το πένθος) της χα μένης αμεσότητας. Μιλήσαμε για ποιητική «ιδιοτροπία» και θα συμπληρώναμε και εκφραστική ιδιοσυντήρηση, η ίδια η ποιήτρια μιλά για «αυτοδιδασκαλία» («Μεγάλω σα αυτοδίδακτα ακούγοντας το κύμα», ο. 334). Για να το καταφέρει αυτό η Κ. Δημουλά, καταφεύγει στο ορυ χείο του πιο αρχικού ξεκινήματος, από την πρώτη αρχή (κάποτε πριν και από τη «γένεση»), καθώς συνέβησαν πράγματα που η ίδια δεν ελέγχει και δε θέλει να τα ε λέγχει. Αμέτρητες είναι πράγματι οι αναφορές της ποιήτριας σε πρωτο-ηλικιακές στιγμές, όπου η παρουσία της μητέρας πλησιάζει κάποτε στις μύτες των ποδιών της. Ο πρώτος εαυτός της είναι αυτός που κρατά τα μυστικά όλα, την πρώτη μεγάλη ενότητα της ζωής με τη ζωή. Τούτο ενισχύεται από τις συνεχείς αναφορές σε «ιδιωτικά» και «αυτοβιογραφικά» στιγμιότυπα, τα ο ποία συμπεριλαμβάνουν και το ευρύτερο οικογενειακό περιβάλλον. Χαρακτηριστικές είναι οι στιγμές όταν η ποιήτρια κοιτάζει οικογενειακά κειμήλια, όπως, π.χ,, φωτογραφίες. Το πνεύμα εκεί γίνεται αισθητό, καθώς μεταφερόμαστε σε μια πρώτη, πιο «ζωντανή» ενότητα ζωής: Συ δεν φαίνεσαι. Όμως για να υπάρχει γκρεμός οτο τοπίο, για να 'χω σ ταθεί στην άκρη του κρατώντας λουλούδι και χαμογελώντας, θα πει πως όπου να 'ναι έρχεσαι. Φαίνετ' απ' τη ζωή μου ζωή πέρασε κάποτε (σ. 156).
Τούτη η ποιητική ιδιαιτερότητα τη ς Κ. Δημουλά είναι τόσο χαρακτηριστική και αναπόδραστα καταλήγει να έ χει ως σημείο αναφοράς τον ίδιο το λόγο που παράγει, όπως θα δούμε αναλυτικότερα πιο κάτω. Για την ώρα ας πούμε μόνο ότι μέσα στο κλίμα αυτό η μια λ έξη
προκαλεί την άλλη, η μια εικόνα συνεγείρει την άλλη με ξαφνικές και απροσδόκητες (αν και γειτονικές) συ σχετίσεις: «Φορώ γυαλιά ιλίγγου;» (σ. 382), «Κονιάκ μη δέν αστέρων» (σ. 402) κ,τ.λ. Τούτο είναι που δημιουρ γεί μια παράδοξη ποιητική ατμόσφαιρα, αφού η Κ. Δημουλά, παρά την ασκητική εκφραστικότητα, εμφανίζε ται με το πιο «βεβαρημένο» ρητορικό ρεπερτόριο και τη συχνή χρήση μεταφορών, παρομοιώσεων και κυρίως μετωνυμιών, όπως το έθεσε ο Βρασίδας Καραλής: «Η γλώσσα μιλάει για τη γλώσσα, τα πράγματα καθίστα νται υλικά της, οι σχέσεις τους μεταποιούνται σε σχή ματα εντός του οργανισμού της» (Καραλής: 110). Στο ί διο πνεύμα, ο Ευγένιος Αρανίτσης μιλά για «προσωποποιητική κίνηση της γλώσσας», καθώς τα πάντα πάνε να «σωματοποιηθούν» (Αρανίτσης: 1994). Όλα τούτα είναι τόσο έντονα που μπορεί να είναι και ε ξεζητημένα, οριακά, χωρίς να παύουν όμως να είναι ευκολόληπτα. Και είναι το γεγονός αυτό που εξασφαλί ζει στη σχετική ποίηση μια περίεργη ευφορία, η οποία δεν είναι σχεδόν ποτέ καταθλιπτική. Ο Παντελής Μπουκάλας το έχει «φωτογραφίσει» καλύτερα α υτό στη φράση «σφρίγος μελαγχολίας» (Μπουκάλας: 1999). Ενώ ο ρυθμός, οι λέξεις, τα θέματα, οι περιγραφές, μπορεί να δημιουργούν μια πρώτη αίσθηση εγκατάλει ψης, απώλειας, νοσταλγίας, πίκρας κ.τ.λ., εντούτοις, το τελικό αίσθημα είναι εκείνο της πληρότητας, και τούτο γιατί οι ποιητικές κατασκευές της είναι απρόβλεπτες, πρισματικές και κυρίως αντιστρέψιμες. Πρόκειται για μια ιδιότυπη φρεσκάδα, η οποία δεν είναι εκείνη - α ς πούμε-του Ελύτη (καμιά φορά, βέβαια, ακούμε και λίγο Ελύτη), αλλά μια άλλη που έχει αφεθεί ε ξ ολοκλήρου στο κύλισμα του λόγου, και ως κύλισμα αφήνει εκείνη την αίσθηση της δροσιάς. Τούτη η ώρα δεν είναι αναγεννησιακή (δηλαδή ταξινομημένη και κλι μακωτή), αλλά πρωτο-πολιτισμική, περιφερειακή, που βιώνει κατάσαρκα τη δημιουργία, αλλά ανάστροφα· η ί δια η ποιήτρια πολύ πιο καίρια μίλησε για «εναντιοδρομία» στο ομότιτλο ποίημα (σ. 182): Το φως είναι χαλασμένο, είπες. Κάποιος διακόπτης πάλι στη μέση. Αλλά δεν φοβάμαι. Ξέρω των σκοταδιών τους νόμους Θα βοηθήσουν κι οι γρίλιες. Οι φωτισμένες γρίλιες στο ταβάνι όταν περνάνε τ ' αυτοκίνητα στο δρόμο. Τρομερά βιαστικές Σαν να υπάρχει άλλος κόσμος, πιο φευγαλέος από τούτον, και τρέχουν να τον μισοκρύψουν.
Κάτι αντίστοιχο διαβάζουμε στο ποίημα «Κονιάκ μηδέν αστέρων», με την παλιά φωτογραφία που είναι ακόμη
I0S
«στον ανθό του μέλλοντος», αλλά και στην ακόλουθη ειρωνική γραφή: «Έγινε δεκτή η παραίτησή σου./Κρί μα./Είχες πολλά ακόμα εδώ να χάσεις» (σ. 345-46). Το ίδιο πνεύμα φυσά (για να χρησιμοποιήσουμε έναν α γαπημένο όρο τη ς ίδιας τη ς Κ. Δημουλά) μέσα από τους τίτλους τω ν ποιημάτων της, όπως, π.χ., «Η εφ η βεία τη ς λήθης» (409), «Πίναξ διερχομένων» (414), «Προτομή πιθανότητας», «Εν στενοχώρια με επλάτυνας» (σ. 474), «Διάρρηξη αυταπάτης» (σ. 329) κ.τ.λ. Και τούτο υπαγορεύει και την εσω τερικότερη οικονομία του ποιητικού γίγνεσθαι που πάει να γίνει γνωμικό, φορτισμένο με φρόνηση αλλά και ανεμελιά μαζί, όπως π.χ.: «Εάν δεν είναι ολισθηρή η επιθυμία προς τι να έρ θει;» (σ. 428), «Κάποτε λήγει το συμβόλαιο με τη γέν νησή μας» (σ. 403), «Πόσοι θεοί χρειάστηκαν για ν' αποτύχει ένας» (σ. 438), «Το φύλλωμα αθρόιστο δεν σάλε ψε απόκρυψη πίσω από τα κλαδιά» (σ. 414), «Μήπως μαθαίνουμε ποτέ ότι δεν ζοΰμε;/Κρυφό μας το κρατάει για πάντα ο θάνατός μας» (σ. 372), «Να προτιμάτε τους νεκρούς/αν είναι ανάγκη να ελεή σ ετε μια πλάνη./Τουλάχιστον δεν είναι διόλου περαστικοί» (σ. 340). Για τους ίδιους λόγους πιστεύουμε ότι η Κ. Δημουλά έ χει ανοίξει πολύ λίγους λογαριασμούς με άλλους ποιη τές. 0 μόνος ποιητής που φαίνεται να ξεφ εύ γει από τον κανόνα αυτό, όπως ήδη το προαναφέραμε, και ό πως έχει ήδη αναφέρει φορτικότατα η ευρύτερη κριτι κή, είναι ο Καβάφης1. Για τούτο ίσως αξίζει τον κόπο να σταθούμε λίγο περισσότερο στην ειδική αυτή περίπτω ση, γιατί θα μας βοηθήσει να κατανοήσουμε επαρκέ στερα το ποιητικό φαινόμενο της Κ. Δημουλά. Γνωρίζουμε ότι όλοι οι αξιόλογοι ποιητές μας θητεύσανε και θ η τεύουνε στη σχολή Καβάφη. Στο καβαφικό «παιδαγωγείο», οργανωμένο και συστηματοποιημένο να λειτουργεί ως «σχολείο» ποιητών, κάποια στιγμή ει σέρχονται όλοι, αλλά αποκομίζουν διαφορετική παι δεία ο καθένας. Από τα νιάτα της η Κ. Δημουλά φαίνε ται να «μαθαίνει» (ή να απο-μαθαίνει, όπως θα το έθετε η ίδια) κάποια πράγματα που δε θα τα ξεχάσει ποτέ στην υπόλοιπη ζωή της. Τούτο τυπώνεται κυριολεκτικά στη δωρική απλότητα του λόγου και τη «στερεότητα» των στίχων της. Αυτό μπορεί όμως να συμβαίνει και με άλλους ποιητές. Το σημαντικότερο όμως δίδαγμα της Κ. Δημουλά είναι ότι «κομίζει» στην τέχνη της το εύρος της ετερότητας που χαρακτηρίζει την ποίηση του Κα βάφη (όχι το υποκειμενικό στοιχείο). Η σχετική ετερότητα στον Αλεξανδρινό είναι φύσης πε ρισσότερο πολιτισμικής, πράγμα που οι περισσότεροι ποιητές μας -ο καθένας με τον τρόπο το υ - έχουν «αι σθανθεί» την ανάγκη να ενσωματώσουν στην ποίησή τους. Τούτο το αισθάνεται τόσο έντονα ο Σεφέρης,
106
π.χ., που το ν εξαναγκάζει στην αναζήτηση του «α πλού», που δεν είναι άλλο από την παραδοχή και απο δοχή της φωνής του άλλου: αυτό είναι στο βάθος το «απλό» που απασχολείτο μεγάλο ποιητή. Την ετερότη τα όμως ο Σεφέρης, πλην κάποιων λαμπρών εξαιρέσε ων, δεν μπόρεσε να την ενστερνιστεί και να την ενσω ματώσει στην ποίησή του, αφού ο ίδιος αισθάνεται την υποχρέωση να εκφέρει ένα λόγο με τόση ιδεολογική φόρτιση που από μόνη της εξουδερετώνει τον «άλλο» λόγο. 0 Καβάφης από νωρίς εξοβελίζει από την ποίησή του παρόμοιες ιδεολογικές «προκαταλήψεις» γιατί έχει την πρόνοια να εισάγει στην ποίησή του την πρισματική ε τερότητα. Η ιστορία, ο πολιτισμός, η τραγωδία, ο έρω τας, τα υποκειμενικά συναισθήματα γίνονται αντιληπτά πολύ απλά, και με απλά λόγια, γιατί προϋποθέτουν μια «αντικειμενική» άποψη (δε λέμε σωστή), η οποία είναι απόρροια αλλαγής οπτικής γωνίας και «στερεοφωνι κής» ενσωμάτωσης του λόγου του «άλλου». Πώς αλ λιώς θα μπορούσε κανείς να εξηγήσει τη γοητεία ενός απλού ποιήματος του Καβάφη, όπως, π.χ., το «θέατρον τη ς Σιδώνος (400 μ.Χ.)», που όμω ς θεω ρείτα ι αριστουργηματικό (Β': 37); Στο ποίημα αυτό δηλώνεται ταυτοχρόνως ο γόνιμος και πλούσιος τόπος της τέχνης (το θέατρο), η ωραιότητα του νέου, η ποίηση, αλλά και η σκοπιά του χριστιανικού ασκητισμού. Με αφετηρία τον Καβάφη πιστεύουμε ότι είναι δυνατόν να κατανοήσουμε επαρκέστερα το ποιη τικό φαινόμενο της Κ. Δημουλά, η οποία όμως δεν επι καλείται ούτε την ιστορία ούτε ένα άλλο πολιτισμικό γί γνεσθαι για την προσέγγιση των καιρών μας. Εδώ έχου με μια άλλου είδους ετερότητα, η οποία αναδύεται αυ τή τη φορά μέσα από τα ίδια τα πράγματα, μέσα από την ίδια τη γλώσσα. Η ίδια η γλώσσα κυοφορεί και γεν νά ,την ετερότητά της, μέσα από την πιο προκλητική ο δό της ομοιο-πάθειας, για να μην πούμε ομοιο-ετερότητας: Καιρό έχω να μιλήσω για όνειρα καιρό δεν έχω όνειρα δεν έχω, συμμετρική ανέχεια. Οι ώμοι μου συμμετρικά πεσμένοι και οι δύο. Κι ότι αντέχω τέτοια ανέχεια λέω μην είναι όνειρο. Μην είναι όνειρο πως όνειρα δεν έχω. Όνειρο να 'ναι κι ας με γυμνώνει από όνειρα (σ. 290).
0 Καβάφης, μετα ξύ άλλω ν, πέτυχε να στρέψει την προσοχή μας από το ελλαδικό κέντρο στην «ανατολι-
κιί» (και ό,τι συνεπάγεται αυτό) ετερότητα και με την κί νηση αυτή να στομώσει τον ακατάσχετο και κεντρομό λο ελλαδικό λυρισμό. Το ίδιο σχεδόν γίνεται και με την Κ. Δημουλά, μόνο που αλλάζει το «υλικό», γιατί το χέρι «σκαλίζει» διαφορετικά. Δε μιλά το εγώ, αλλά «αυτό», η ίδια η γλώοσα, με αποτέλεσμα τη χρεοκοπία του ιστο ρικού (ή άλλου) λυρισμού και των «χαφιέδων πέπλων» του (ο. 364-5). Αυτό δε σημαίνει ότι εξοβελίζεται η ποι-
Μωρό οχεδόν κι όμως ετοιμόλογο. Λίγο ανασηκωμένη προς τα πάνω η μυτούλα του αρχή λέξεις μάτια καρφωμένα οτη συμπύκνωση μορφασμός στα χείλη ερμαφρόδιτος δεν ξέρεις ονειρεύεται πεινάει - έμφυτα συσπάται το ασαφές. Οι μικρές γροθίτσες του στο τέλος αρτιμελείς - σφιγμένες (σ. 361 -2).
Να θυμίσουμε ότι το σχετικό ποίημα ανήκει στην ποιη τική συλλογή Χοίρε ποτέ· τούτο το ρητορικό εύρημα, ένα από τα πιο εντυπωσιακά, από μόνο του, δηλώνει και «φωτογραφίζει» το πιο μεγαλόστομο άνοιγμα και αποστόμωμα μαζί του λυρικού λόγου. Γιατί, αν ο λόγος αυτός ήταν η λεκτική ή συναισθηματική επιμήκυνση του «χαίρε» (με ό λ ες τις ποιητικές, μεταφυσικές και θρησκευτικές διαστάσεις), εδώ όλα ακυρώνονται με τη «λαιμητόμο» εκείνου του απροσδόκητου «ποτέ». Τούτο περνά με διάφορους τρόπους σε όλα σχεδόν τα ποιή ματα της σχετικής συλλογής και «αναποδογυρίζονται» όλα τα σενάρια, ακόμη και τα πιο σοβαρό. Όλα παραδίδονται στο παιχνίδισμα της τέχνης ή στο «αυτόβουλο» τω ν πραγμάτων, με ρητή δήλωση ότι ό λα εδώ σαν να ξαναρχίζουν, όπως δηλώνεται στο ποί ημα «Μεγάλη Πέμπτη», αφού: «Δεν θα εισπράξουν ούτε φ έτος πατέρες οι λιποψυχίες μας»: Κάτι ελιές πάνε να μαζέψουν ανήφορο. Φορτωμένες. Ο καρπός εισακούστηκε το παρελθέτω όχι. Δεν θα εισπράξουν ού τε φ έτος πατέρες οι λιποψυχίες μας. Α τελής η ελαιογραφία. Να ξαναδοκιμάσω.
1973
ήτρια. Κατά παράδοξο τρόπο συμβαίνει εντελώ ς το α ντίθετο, γιατί πρόκειται για μια ιδιάζουσα μορφή αυτο βιογραφίας και αυτοπορτρέτων (όσο λίγες περιπτώσεις στη νεοελληνική ποίηση), με δόσεις καθημερινής «ελα φρότητας», καθώς το πρόσωπο γίνεται «έργο», αφού στο μετα ξύ έχει τυλιχθεί με άφθονη «παιδική» ειρω νεία. Ας αντιγράψουμε, η.χ., εδώ από το ποίημα «Απο λογητικό» (ο τίτλος, από μόνος του, δηλώνει πολλά) -α ηό τα πιο «ηλικιωμένα» ποιήματά τη ς -, και ας συ γκρατήσουμε την έννοια του «μωρού» ποιήματος: Πώς ήθελα να ξέρω να γεννάω μικρά ποιήματα. (...) Ένα μικρό ποίημα.
:
Κάτι ελιές πάνε να μαζέψουν ανήφορο. Τα αργύρια φ ύλλα τους εποφθαλμιά η αστραφτερή τού τοπίου αγνότητα. Φύσει καταδότρια η αθωότης. Αυτή δ εν μας παρέδωσε για ελάχιστα ανεκπλήρωτα αργύρια στην απώλειά της; Να τονίσω λίγο Φαρισαίον απέναντι. Τη θάλασσα (σ. 360).
Τα π ο ιή μ α τα « μ ω ρ ά » - Εκεί στο άγαλμα. Κατάλαβες - Ναι. Κατάγαλμα. (από καθημερινή κουβέντα γερόντων που ακούσαμε)
Γιατί όμως οι πέπλοι είναι «χαφιέδες», η αθωότης «καταδότρια», η θάλασσα «Φαρισαίος» και η δύση «κάθαρ μα», όπως είδαμε στο «Οι πικροδάφνες»; Για το βεβαρη
107
μένο ποιητικό παρελθόν τους. Η Κ. Δημουλά σίγουρα θα προτιμούσε τη θάλασσα «νήπιο» και τη δύση «νεο γνό» («νήπιες διαθέσεις» και «καλλονό παιδί», θα διαβά σουμε σε ποιήματά τη ς παρακάτω) έτσι που να εξα σφαλίζεται φρέσκο σύστημα ποιητικής, ώστε να δημι ουργεί από μόνο το υ το «φυσικό» το υ κόσμο, μέσα στον οποίο γεννιέται και κατοικεί μόνιμα και απλαισίω τα. Εδώ ο φ είλου με να γίνουμε πιο συγκεκριμένοι: Η ποίηση, π.χ., του Σολωμού αντλεί και πλαισιώνεται από «εξωτερικούς» παράγοντες, όπως η ελευθερία, το κάλ λος, η δικαιοσύνη, η φύση κ.τ.λ. Στον Καβάφη το σχετι κό πλαίσιο μας εξασφαλίζεται μέσα από το ιστορικό γί γνεσθαι ή από κάποιο συγκεκριμένο πολιτισμικό πλαί σιο. Με τον Σεφέρη ανάλογα μοντέλα στήνονται από πολύ νωρίς και εξασφαλίζουν το δυναμικό πλαίσιο που φορτίζει την ποίησή του. Σ' αυτά συγκαταλέγονται το αρχαίο πρότυπο, η λαϊκή παράδοση, το υπαρξιακό κενό κ.τ.λ. Αντίστοιχες διαπιστώσεις θα μπορούσαν να ισχύσουν για τον Σικελιανό και τον Ελύτη. Όσο για τη μετα πολεμική γενιά, οι αναφορές γίνονται σε σχέση με πο λιτικές και ιστορικές ήττες, διαψεύσεις κ,τ.λ. Με την Κ. Δημουλά δεν υφίσταται κάτι τέτοιο. Το ποιη τικό «ορυκτό» της είναι αυτογενές, αυτούσιο και σχε δόν ανεξάρτητο από παρόμοια σημεία αναφοράς. Αυτό έχει αποτέλεσμα τη χρήση της γλώσσας όπως ακριβώς χρησιμοποιούμε τα πράγματα και αντίστροφα. Για την ώρα θα αναφέρουμε μόνο κάποια παραδείγματα. Έτσι, π.χ„ καθώς το αντικείμενο της ποιητικής προσοχής της Κ. Δημουλά γίνονται οι λέξεις και η ίδια περπατά στην ακροθαλασσιά, καταλήγει φυσιολογικά: «Μίλα./Πες κά τι, οτιδήποτε./Μόνο μη στέκεις σαν ατσάλινη απουσία», καθώς φτάνει στη χρήση της λέξη ς «πέτρα», παρατη ρεί: «Πες πέτρα που είναι άσπαστη λέξη» (σ. 203). Λέμε φυσιολογικά γιατί, έπειτα από μια τέτοια λεξική «ανα μέτρηση» αναπόφευκτα η λέξη πέτρα γίνεται «άσπα στη» σαν να γίνεται η λέξη το πράγμα το ίδιο. «Η περι φραστική πέτρα», πράγμα που δηλώνει ακόμη μια φο ρά ότι τα πράγματα είναι η γλώσσα η ίδια και τα αντι κείμενα είναι «περιφραστικά»2. Αυτή η αμεσότητα όμως, εξασφαλισμένη από τη ν Κ. Δημουλά με ακροβατικό τρόπο, καθώς εξαναγκάζει τις λέξεις στις πιο τολμηρές εκφραστικές αντοχές τους, εί ναι που καλλιεργεί κλίμα ποιητικής ευφορίας (στο ο ποίο αναφερθήκαμε παραπάνω), αλλά και «πένθους» (κενού, περιττού κ.τ.λ., όπως εξηγήσαμε στο πρώτο μέρος της εργασίας), όταν δεν μπορεί να εξασφαλιστεί η άμεση ταύτιση λέξεω ν πραγμάτων. Για τούτο, π.χ., στο ποίημα «Μαύρη γραβάτα» (σ. 206-8), όπου γίνεται λόγος για τη γραφή -και «κλαίει» σε πρώτο πρόσωπο το υποκείμενο που εκφέρει το λόγο-, η θλίψη είναι το
108
α π οτέλεσ μα τη ς διχοστασίας λ έξεω ν πραγμάτων: «Κλαίω γιατί δεν είναι είδηση το εφήμερο» (σ. 208). Για τούτο και ο τίτλος του ποιήματος αποδίδει με την πιο «ανάγλυφη» φράση το «πένθος» για τη χαμένη ενότητα λ έξεω ν πραγμάτων. Για τούτο και στο ποίημα «Περι φραστική πέτρα» (που είδαμε πριν από λίγο) διαβάζου με: «Υπάρχουν τόσες λέξεις που ονειρεύονται/μια σύ ντομη, άδετη, ζωή με τη φωνή σου» (σ. 203). Τούτη η ένταση είναι που οδηγεί σε ποιητικές συνηχή σεις με περίεργες νοηματικές εξισώσεις, όπως γίνεται στο ποίημα με το χαρακτηριστικό τίτλο «Ακαιρία» (δεν πρόκειται εδώ για α-χρονία, αλλά α-ταυτισία καιρού, για να φτιάξουμε ένα νεολογισμό): Ξένες ανεξήγητες συνέχειες ακίνητες, από παντού κλειστές, να μην μπορείς να βγεις κι αλλιώ ς να συνεχίσεις, και δ εν μπορώ να βγω κι ακόμα μέσα είμαι μέσα σ ' αυτό το ξένο μέσα συνεχίζομαι ακόμα και τώρα που γράφω αυτό το δικό μου το μόνο δικό μου δικό μου ποίημα καταδικό μου. Κατάδικο ποίημα (σ. 228).
Η ίδια ένταση επίσης ευθύνεται για εκφραστικές «ασυ νέπειες» που υπαγορεύονται από το σχετικό ποιητικό πάθος. Έτσι, π.χ., στο ακόλουθο αριστουργηματικό ποί ημα, «Οι πικροδάφνες» (σ. 186-7), εντοπίζεται κάτι από τη σχετική εσωτερική ένταση του λόγου. Όλα ξεκινούν με μια πικρή διαπίστωση μη ταύτισης («Εδώ δεν ήρθα με ποτέ», «Το βήμα σου δ εν βρίσκεται γραμμένο», «γραμμένος δεν είσαι») για να περάσουμε ξαφνικά -και σαν από θαύμα- σε μια αποθέωση ταύτισης πραγμά τω ν ονομάτων, αφού «φυσούν» και «πικραίνουν» («Φυ σάνε όρκοι πίσω από τους θάμνους», «Κάτι πικραίνει πιο πολύ κι από τ ' όνομά τους τις πικροδάφνες», για να κα ταλήξουμε και πάλι σε μια απο-ταύτιση («Αλλά δεν ήρ θαμε ποτέ»): Εδω δ εν ήρθαμε ποτέ. Ο λόφος δεν σ ε ξέρει. (...) Φυσάνε όρκοι πίσω από τους θάμνους και κυλάνε πέτρες. Έρωτες που ανεβαίνουν, έρω τες που γλιστράνε.
ϊ (...)
Πού είσαι: Κάτι πικραίνει πιο πολύ κι απ' τ ' όνομά τους τις πικροδάφνες. Πού είσαι;
ΑήτΙά εδώ δ εν ήρθαμε ποτέ. Ο λόφος δεν σε ξέρει. Λοιπόν σώζομαι από συσχετίσεις. Κι έτσι μπορώ να σταθώ στο ύψος μιας ρεμβαστικής ουδετερότητας για ν' αποδαύοω ανενόχλητα αυτό το κάθαρμα τη δύση (ο. 186-7).
Από το παραπάνω ποίημα θα πρέπει να κρατήσουμε το δηλωτικό στίχο: «Λοιπόν σώζομαι από συσχετίσεις», ο οποίος θα μπορούσε να ανακεφαλαιώσει όλη την ποιη τική στάση της Κ. Δημουλά και η οποία αλλού δηλώνε ται με άλλους παραπλήσιους όρους ή φράσεις (συμπα ρασύρω, μιμούμαι, αγκιστρώνω κ.τ.λ.). θα πρέπει κυ ρίως όμως να σημειώσουμε και το στίχο «Αλλά εδ ώ δ εν ήρ θαμ ε ποτέ», ο οποίος από μόνος του αποκαλύ πτει τις πιο εσωτερικές εντάσεις και υπό-λογες φορτί σεις του ποιητικού λόγου. Εκείνο που ξαφνιάζει είναι η χρήση του «αλλά», το οποίο δεν έχει πράγματι θέση ε δώ (δεν εισάγει κάποια αντίθεση), αφού μιλάμε για το ίδιο πράγμα από την αρχή του ποιήματος: «Εδώ δ ε ν ήρ θαμ ε ποτέ»· τι χρειάζεται άραγε αυτό το «αλλά» και σ ε τι βοηθά; Το «αλλά» εδώ προδίδει μια υπόγεια οικονομία του λό γου· καθώς προηγήθηκε ένα αδέσποτο, σχεδόν λυρικό κομμάτι που εισάγεται με το «φυσάνε όρκοι» και το ο ποίο σαν να αναιρεί αυτά που λέγονταν πριν (αυτό πράγματι γίνεται μόνο ασυνείδητα, σε ένα άλλο επίπε δο του ανέκφραστου), φτάνει εδώ παράδοξα να εναντιωθεί το σχετικό «αλλά». Ίσως τούτο το περιττό «αλ λά» στη συνέχεια θα μας οδηγήσει στο χώρο της «ρεμβατικής ουδετερότητας» και θα προετοιμάσει το έδα φος να αποδεχτούμε τη δύση ως «κάθαρμα»: έτσι «βε βαρημένα» και ίσως λίγο «περιττά»: Οι λέξεις, τα ποιή ματα, βάρος περιττό, όπως περίπου το έθεσε ο Καρυωτάκης. Σε καμιά ίσως άλλη περίπτωση δε θα ταίριαζε η θεω ρητική προσέγγιση του Ρολάν Μπαρτ όταν υποστηρίζει ότι στο βάθος η λογοτεχνική χρήση της γλώσσας δεν είναι ενεργητική αλλά παθητική, καθώς η γλώσσα στο χεύει περισσότερο τον ίδιο τον εαυτό της. Αυτό είναι δυνατό να ερμηνεύσει (και να αποδεχτεί) όλες τις δυ νατές αντιφάσεις και αντιστροφές. Ας υπογραμμίσουμε εδώ ότι δε μιλάμε για το δόγμα της τέχνης για την τ έ χνη, αλλά, το αντίθετο, για ό,τι πιο άμεσο μπορεί να μας δώσει να νιώ σουμε η λο γοτεχνική γραφή, «Γ instance du discour», όπως το έθεσε ο Μπαρτ. Ούτε ε πίσης την αναζήτηση μιας «ρεαλιστικής» και «εξωτερι κής» αντιστοιχίας προς τη γλώσσα, αλλά μια «pacte de parole», η οποία, πάλι κατά τον Μπαρτ: «δένει το συγ γραφέα και τον άλλο με τρόπο που κάθε στιγμή του
λόγου να είναι απόλυτα καινούρια και απόλυτα κατα ληπτή» (Barthes: 31). Αν τούτο ισχύει για τα περισσότε ρα λογοτεχνικά κείμενα, στην περίπτωση της Κ. Δημου λά αποθεώνεται. Αυτή ακριβώς τη σημασία έχουν, π.χ., οι στίχοι της: «Το σκληρ ό έμ αθα πώς χ α ρ ά ζει/α ή λ ά όχι πώς χαράζεται» (σ. 359) · ή «Κάποιες ε λ ιέ ς π άνε να μα ζέψ ου ν ανήφορο» (σ. 360), και «Τέτοια μανία καταδιώ ξε ώ ς μ ου καταδιώ κει τ ο υ ς τόπους» (σ. 444). Το τονίζει αυτό και «πεζά», όταν δηλώνει π.χ.: «Κάθε ποίημα εκ φράζει τη στιγμή που γράφτηκε, και μόνο την πτυχή ε κείνη που θέλει να εκμυστηρευτεί τη μορφή της, τη διάστασή της στο πρώτο πρόθυμο θέμα να γίνει ο εξομολόγος της» (Ν ε ο ελλη νική Λ ογοτεχνία: 330). Στο ίδιο σχεδόν συμπέρασμα καταλήγει και ο Ευριπίδης Γαραντούδης, στο ενδιαφέρον άρθρο του «Στις καταβο λές της ποιητικής ωριμότητας»· χωρίς να μιλά για «πα θητική σύνταξη» στην ποίηση της Κ. Δημουλά, φτάνει στο συμπέρασμα ότι η «ωριμότητα» στην ποίησή της συμβαδίζει με μια τάση τα ποιήματα να «γράφονται σχε δόν αφ' εαυτό. Τροφοδοτούνται από το υλικό της τ ε λειοποιημένης, κάποτε επιδεικτικά εύστροφης και αυτά ρεσκα επινοητικής γλώσσας τους. Εντέλει οι πολλά-
ΚΥΚΛΟΦΟΡΕΙ
109
πλές μεταμορφώσεις της γλώσσας υποκαθιστούν ή α ναπληρώνουν την απώλεια του βιωματικού υλικού» (Γαραντούδης, 1991). Οι καίριες αυτές παρατηρήσεις μάς βρίσκουν σύμφωνους, αν και πιστεύουμε ότι τα σχετικά γνωρίσματα δε χαρακτηρίζουν ειδικότερα την ύστερη ποιητική παραγωγή της Κ. Δημουλά (όπως διαβάζουμε στο σχετικό άρθρο). Για τούτο θα προσθέταμε ότι η «ω ριμότητα» αυτή δε συμβαδίζει με μια τάση προς το αφηρημένο και τη χρήση αντίστοιχων εννοιών αλλά σε κάτι πολύ πιο βιωματικά απλό, πρωτογενές και πρωτόγλωσσο. Και αυτό είναι η αναζήτηση της «πρώτης», παι δικής όπως είπαμε, σύνταξης, ή και προχωρημένου γε ροντικού ψελλίσματος (κοινοί οι αυτοματισμοί). Η Κ. Δη μουλά είναι σαν να προσπαθεί να αρθρώσει σε κάθε ποίημά της τις πρώτες λέξεις, τις πρώτες φράσεις, με τρόπο σχεδόν που ψελλίζουν τα πράγματα. Για τούτο και οι συντάξεις της είναι ανορθόδοξες και, το σημαντικότερο, δε «γνωρίζουν» τίποτε σχεδόν από το ιστορικό ή άλλο παρελθόν (ο Τάσος Ρούσσος το 1989 μίλησε για «ένα είδος υπερρεαλισμού της γραμ ματικής και του συντακτικού»). Η προσήλωση λοιπόν στα πράγματα δεν είναι τάση να ξεφ ύ γο υ μ ε από το
ΤΟ
οτον κυβερνοχώρο
www.translatio.gr/diavazo e-mail: diavazo@ath.forthnet.gr
110
βιωματικό προς το αφηρημένο, αλλά το αντίθετο, να βυθιστούμε όσο γίνεται πιο πολύ σε αυτό, αφού το βυ θίζουμε στην πιο ανώδυνη ώρα, καθώς ένα παιδάκι προσπαθεί να μάθει τον κόσμο παίζοντας με τις λέξεις του. Τίποτε δεν είναι πιο βεβαιωμένο και σίγουρο από την ώρα εκείνη που το παιδί εκφέρει τους πρώτους ή χους, αρθρώνει τις πρώτες συλλαβές, σκαρώνει τις πρώτες φράσεις, κατηγορηματικότατα. Το δηλώνει τό σο ζωντανά η Κ. Δημουλά στο «Απολογητικό» που πα ραθέσαμε πιο πάνω, καθώς μιλά για το ποίημα: «Οι μι κρές γροθίτοες του στο τέλος αρτιμελείς - σφιγμένες» (σ. S62). Πιο κατηγορηματικά από αυτό δε γίνεται. Αργότερα, μεγαλώνοντας το παιδί, όσο αρχίζει να βάζει τάξη στη σύνταξη και στο λόγο του, τόσο περισσότερο κλονίζε ται η εμπιστοσύνη στο λόγο αυτό και η σιγουριά του για τον κόσμο. Και είναι η «παιδική» φρεσκάδα που ε ξασφαλίζει τόση ποιητική δροσιά στο λόγο της Κ. Δη μουλά: «Ξαναγεννήθηκα μετά/σε διάφορες πρωτεύου σες/ ανάλογα πού μ' έσπερνε κάθε φορά/το πάμφωτο κάποιας πυγολαμπίδας./Κι άντε πάλι να σαλτάρω σε ό ποιο φορτηγό/κλάμ α νεογέννητη ξανά» (σ. 333). Το ξαναλέει αυτό, αν και ανάποδα, στο ποίημά της «Άωρα και παράωρα» (σ. 129): «Κι εγώ, εγώ που είμαι και ονο μάζομαι/προχωρημένη ώ ρα,/τι γυρεύω ανάμεσα σε τούτες τις νήπιες διαθέσεις;» Και σαν έρχεται η στιγμή να απαντήσει στα νέα κορίτσια που τη ρωτούν σχετι κά, απαντά κατηγορηματικά: «Προτείνω λοιπόν, αυτό το μέγιστο, α φ ' άπαξ δώρο, που μας κάνει ο χρόνος, τη νεότητα, να μην την ξοδέψουν τώρα ολόκληρη (...) Να την κατανείμουν έτσι, ώ στε κάθε επόμενη φάση της ζωής τους να παίρνει τη μερίδα της, τη δόση νεα νικότατος (...)»(Νεοελληνική Λογοτεχνία: 330). Κάτι αντίστοιχο διαπιστώσαμε και στην προσέγγιση του Μάριου Μαρκίδη, καθώς καταφεύγει αποτελεσματικό τατα στην έννοια του παιδικού «κουτσού», για να περι γράφει τον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζει την ποίηση της Κ. Δημουλά (Μαρκίδης: 9). Την ίδια εντύπωση μας αφήνει και το ακόλουθο απόσπασμα της Κ. Δημουλά από ομιλία της σε παιδιά, καθώς καταφεύγει σε «παιδι κά σκίτσα» για να ορίσει την ποίηση: «Βαδίζεις σε μιαν έρημο. Ακούς ένα πουλί που κελαηδάει. Όσο κι αν εί ναι απίθανο να εκκρεμεί ένα πουλί στην έρημο, ωστό σο εσύ είσαι υποχρεωμένος να του φτιάξεις ένα δ έ ντρο. Αυτό είναι το ποίημα» (από ομιλία της ποιήτριας σε μαθητές λυκείου της Αθήνας). Την ίδια λαχτάρα υ ποψιαζόμαστε και στα ποιήματά της: Ας αναφέρουμε, π.χ., την «αφελή» ώρα της ποιήτριας, καθώς προσπα θεί να μάθει την κλίση τω ν λέξεω ν, κάπως παιδικά α νορθόδοξα, στο ποίημα «0 πληθυντικός αριθμός»: «Η
μνήμη,/κύριο όνομα των θλίψεων,/ενικού αριθμού,/ μόνον ενικού αριθμού,/και άκλιτη./Η μνήμη, η μνήμη, η μνήμη» (σ. 124). Είναι νομίζουμε απαραίτητο να κατανοηθούν οι σχετικοί μηχανισμοί, αν θέλουμε να κρίνουμε με διαφορετική ματιά τις ποιητικές και «θεωρητικές» τοποθετήσεις της Κ. Δημουλά. Τούτο το λέμε γιατί σε κείμενό του ο Διονύσης Καψάλης, με τίτλο «0 τοίχος και η ταπετσαρία. Σκέψεις για τη μεταβίωση του λυρισμού», σχολιάζει αρ νητικά την ακόλουθη τοποθέτηση της Κ. Δημουλά, από κείμενό της που καταχωρίστηκε σε σχολικό εγχειρίδιο: 0 ποιητής... είναι ένας αυνανερμός που έχει τοποθε τήσει η ποίηση στα τρωτά της σημεία via να μην την διαρρήξουν. Είναι το κόκκινο ματάκι που αρχίζει να βαράει δαιμονισμένα μόλις περάσει μπροστά από την ακτίνα του ύποπτος, γάτα, κουνούπι ή και κάποια σωματώδης αδιαφορία. 0 ποιητής εξαπολύει αμέ σως όλες τις αστυνομικές του δυνάμεις, που τρ έ χουν να ουλλάβουν το ερέθισμα (Καψάλης: 111).
Εδώ οφείλουμε να αργοπορήσουμε λίγο, καθώς οδη γούμαστε στην καρδιά του δικού μας επιχειρήματος. Στο σχετικό κείμενο ο Καψάλης εκφράζεται κολακευτι κά για την ποίηση της Κ. Δημουλά, αλλά βρίσκει «ότι το νόμισμα που εξαργυρώνεται εδώ, με τρόπο τόσο επι δεκτικό και τόσο ηχηρό, είναι μάλλον κίβδηλο» (ό.π.). Η σχετική αυστηρότητα του Καψάλη, σε ένα κατά τα άλ λα εξαιρετικότατο κείμενο, εξηγείται και κατανοείται μέσα από τη «σοβαρή» και «ώριμη» μεριά από την ο ποία κοιτάζει ο ίδιος· είναι και ο διδακτισμός του δοκιμί ου του. θα μπορούσε όμως να δεχτεί την παραπάνω «ανάγλυφη» τοποθέτηση της Κ. Δημουλά, αν το έβλεπε από τη σκοπιά της «παιδικής» νοοτροπίας και του παι χνιδιού που στήνεται εδώ, και όπου «πιάνεται» και ο ί διος ο Καψάλης. Προσωπικά ο νους μας πάει στο δημο φιλέστατο παιδικό παιχνίδι -μ ε το οποίο μεγαλώσαμε«κλέφτες και αστυνόμοι», αλλά -πιο σοβαρά- και στο «κλεμμένο» γράμμα του Πόου. Οι σχετικές -σχεδόν εν στικτώδεις- τοποθετήσεις μας επαληθεύτηκαν όταν, έ πειτα από «αστυνομικές» αναζητήσεις, έφτασε στα χέ ρια μας το σχετικό εγχειρίδιο. Τότε λοιπόν διαπιστώσα με ότι το κείμενο της Κ. Δημουλά, με τον παραπλανητι κό και παιγνιώδη τίτλο «Διατριβή ενός Αδαούς Μονολό γου πάνω σε Άγνωστο θέμα», απευθυνόταν σε μαθή τριες λυκείου: «Το κείμενο που δημοσιεύουμε εδώ γράφτηκε για την εκδήλωση που οργάνωσαν οι μαθή τριες της Α' Λυκείου του Αρσάκειου στις 14 ΜαΤου 1996 προς τιμήν της Κικής Δημουλά» (Νεοελληνική Λογοτε χνία: 327), διαβάζουμε σε υποσημείωση. Πιστεύουμε λοιπόν ότι δεν είναι άσχημη η επιλογή του κειμένου αυτού για «διδακτικό» εγχειρίδιο, αφού
μπορεί να «πιάσει» (και μάλιστα για πάντα) τους νέους στα δίχτυα της ποίησης. 0 Ελύτης, π.χ., με παρόμοιες «παγίδες» έπιασε τη συντριπτική πλειοψηφία των ανα γνωστών του. Για τούτο και η Κ. Δημουλά, επιμένοντας στο σχετικό στιχουργικό «παιχνίδι», μιλά για «στίχους-δολώ ματα» (Ν εοελληνική Λογοτεχνία: 330). Εξάλλου το σχετικό κείμενο του Καψάλη απευθυνό ταν προς νέους φοιτητές και εύστοχα ο ίδιος συμπε ριέλαβε αναφορές σε «αφελή» παιχνίδια (ιδίως στο τέλο ς του κειμένου του) που θεμελιώνουν ό,τι πιο α κριβό στηρίζει την ποίηση. Η σχετική «αφέλεια» της Κ. Δημουλά, κάτι σαν παιδικός «συναγερμός» (για να χρησιμοποιήσουμε δικούς της ό ρους), μετατρέπεται και σε ποιητικό λόγο, όταν κάτι γί νεται ξαφνικά, «αίφνης» λέει η ποιήτρια. Τα σχετικά διαβάζουμε στο ποίημα «Το τελευταίο σώμα μου» (σ. 220-1), όπου η ποιήτρια επικαλείται το «νόθο παιδί», που βρίσκεται μέσα της - για να τη γλιτώσει από το «παρανοϊκό σήκω-κάτσε» στο οποίο κατέληξε η ζωή της μεγαλώνοντας. Ας σημειώσουμε ότι η Κ. Δημουλά εδώ αλλάζει τη γραμματική τάξη του λόγου και αποκαλεί αυτό το παιδί «καλλονό», κάτι που ενισχύει πε ραιτέρω τα επιχειρήματά μας για «παιδική» χρήση της γλώσσας. Ας μη μείνει επίσης ασχολίαστο η «γρανιτώ δης αδιαφορία» αυτού του παιδιού, δίδυμο εκείνου του ά λλου «μωρού» με τις γερά σφιγμένες «γροθίτσες» που συναντήσαμε λίγο πιο πάνω: Σ' εσένα, Αίφνης, απευθύνομαι. τρελά γενναίο, καλλονό, νόθο παιδί αγνώστων παραγόντων, σ' εσένα που το Σπάνιο Σπάνιο το διατηρείς, δείχνοντας γρανιτώδη αδιαφορία στο οδυνηρό, το λάγνο πάθος που τρέφει για σένα η Συχνότητα.
Πρόκειται σαφώς για μια «ίντριγκα», μια κίνηση προς τα πίσω, μια αντίστροφη μέτρηση, η οποία δεν οδηγεί σε κάποια πρώτη και τελεσίδικη αθωότητα, αλλά αντίθε τα «απο-αμαρτάνει» στην επιστροφή, καθώς «αποδο μεί» (όπως θα το έθετε κάποιος άλλος) την «αμαρτία» (την περιβόητη ωρίμανση). Στο πισωγύρισμα αυτό, που μπορεί να είναι και λίγο αδέξιο ή και «απρόσεκτο» -τι σόι πισωγύρισμα θα ήταν αλλιώς!-, μπορεί τα λό για να ακούγονται και λίγο σαν «νόθα παιδιά», «κίβδη λα» τα θέλει ο Καψάλης. Ας το παραδεχτούμε: ήχος ακίβδηλος δεν υπάρχει. Έτσι αδέξια και λίγο «ηχηρά» απο-μαθαίνουμε, απομακρυνόμενοι προς την «πρώτη» «αχρονικότητα»5, όπως κρυσταλλώνεται στον ακαριαίο στίχο της Κ. Δημουλά: «Άντε σε συγχωρώ στιγμή που
III
ήσουν» (σ. 314), ή ακόμα πιο αποτελεσματικό στην «άωρη» ώρα του ποιήματος της «Άωρα και παράωρα» (σ. 128-9). Για τούτο και στον τίτλο της παρούσας εργασίας οδη γηθήκαμε στην υιοθέτηση ενός νεολογισμού -ε κ ε ί νου της αν-ωρίμανσης-, ο οποίος κουβαλά μέοα του τη διαδοχική και συνεχή εμβάθυνση προς τα πίσω (κάτι που πολλές φορές μάς το στερεί η γλώσσα, όχι όμως η υπαρξιακή δυνατότητα)· πρόκειται για μια συ στηματική, σχολαστική και πείσμονα (επ ιμένουμε στους όρους: η ίδια ορίζει τη ν ποίηση ως «πείσμον μυστικό», Νεοελληνική Λογοτεχνία: 327) αναψηλάφηση μιας «παλαιολιθικής» διαδικασίας που προάγει προς τα πίσω. Η ίδια η ποιήτρια, στο ίδιο πιστεύουμε πνεύμα, σκαρώνει τόσους νεολογισμούς, όπως, π.χ„ «αναερείπωση» (σ. 355), «απροσδοκίες» (σ. 303), η «Αθηνά προναία» γίνεται «Προνέα» (σ. 355), και παρά δοξες ρήσεις, όπως, π.χ., «οι αποδημητικές καλημέρες» (σ. 172), «Χρονικό καρπών ακάρπων» (σ. 234), «Άωρα και παράωρα» (σ. 128-9), «αφελή» γλωσσικά παίγνια, όπως, π.χ., «Ενός λεπτού μαζί» κ.τ.λ. Αυτά τα μεταβατικά μαθηματικά καταλαβαίνει επίσης κανείς πίσω από τον τίτλ ο το υ ποιήματος που αναφέραμε πιο πάνω με το χαρακτηριστικό τίτλ ο «Το τελευ τα ίο σώμα μου». θα πρέπει να το ξεκαθαρίσουμε, όπως απαιτείται: με τον όρο αν-ωρίμανση δε μιλάμε για ανωριμότητα αλ λά για κάτι εντελώ ς «οργανικό», καθώς κόβεις τον κορ μό αιωνόβιου δέντρου και μετράς στους κύκλους του ξύλου από έξω προς τα μέσα: όχι αφαιρώντας, αλλά απ-αθροίζοντας.
Κ. Δημουλά : «Ήρθα εδώ να μορφωθώ ερείπια» (σ. 353); Όσο ακριβώς μια μεστή «αν-ωρίμανση». □
Συμπερασματικά: Η τεχνική είναι απλή, όπως μαθαί νουν τους αριθμούς τα μικρά παιδιά, τη ν τεχνική του «κουτσού» (για να ξαναθυμηθούμε τον Μάριο Μαρκίδη). Μικρά βήματα, μικρά επιφωνήματα και σχήματα, βραχυστιχουργίες, με την πιο σίγουρη σταθερότητα στη «σφιγμένη γροθίτσα» τους, τη «γρανιτώδη αδιαφο ρία τους». Τούτη είναι η κατεξοχήν ώρα της παιδικής γλώσσας, όταν όλα μοιάζουν τόσο σίγουρα και οι λ έ ξεις, τα ποιήματα και τα κάθε λογής «τραγουδάκια» λει τουργούν όχι τόσο να μας μορφώσουν, αλλά -τα υ τι σμένοι απόλυτα με αυτά- να «τα μορφωθούμε». Αν κά ποιος πιστεύει ότι η περίεργη αυτή σύνταξη γίνεται αυ θαίρετα εδώ, έχουμε να δηλώσουμε ότι επαληθεύτηκε με τον πιο άμεσο τρόπο από την ίδια τη ζωή. Συνέβη ό ταν έπεσε στα χέρια μας κείμενο μικρής μαθήτριας, η οποία με την πιο αφελή βεβαιότητα έγραψε: «Η μητέρα διαβάζει βιβλία στην κόρη της για να τη μορφωθεί». Πό σο, αλήθεια, απέχει αυτό από τον ακόλουθο στίχο της
Νεοελληνική Λογοτεχνία 2000 Κική Δημουλά, «Διατριβή ενός Αδαούς Μονολόγου πάνω σε Άγνωστο θέμα», Νεοελληνική Λογοτεχνία, ΟΕΔΒ, Αθήνα, σ. 327-330.
112
ΠΗΓΕΣ Αρανίτσης 1994 Ευγένιος Αρανίτσης, «Τι θα φοράς συνεννόηση;». Ελευθερο τυπία (30 Νοεμβρίου). Barthes 1984 Rolan Barthes, «Ecrire, verbe intransitif?», Le Bruissement Oe la Langue, Seuil, Paris, o. 21-31. Β έη ς1989 Νίκος Βέης, Βιβλιοκριτική για το Χοίρε ποτέ, διαβάζω, αρ. 226 (15 Ιανουαρίου). Γαραντούδης 1991 Ευριπίδης Γαραντούδης, «Στις καταβολές της ποιητικής ωρι μότητας», Η Καθημερινή (4 Ιουλίου). Δημουλά 1999 Κική Δημουλά, Ποιήματα, «Ίκαρος», Αθήνα. Καβάφης1975 Κωνσταντίνος Καβάφης, Ποιήματα, «Ίκαρος», Αθήνα. Καψάλης 2001 Διονύσης Καψάλης, «0 τοίχος και η ταπετσαρία. Σκέψεις για τη μεταβίωση του λυρισμού», Η συνάφεια με τα πράγματα, «Ύψι λον», Αθήνα, σ. 201-126. Καραλής1995 Βρασίδας Καραλής, «0 παράδεισος της μετωνυμίας», διαβά ζω, αρ. 356 (Οκτώβριος). Μαρκίδης 1989 Μάριος Μαρκίδης, Είναι και ποτέ, «Έρασμος», Αθήνα. Μπουκάλας1999 Παντελής Μπουκάλας, «Μ' έναν νοσταλγό μετανάστη λόγο», Η Καθημερινή (6 Απριλίου).
Ρούσος1989 Τάσος Ρούσος, «Δραστικό αποτέλεσμα», Το Βήμα (12 Μαρτίου).
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 1. Δες, π.χ., βιβλιοκριτικές: Ανδρέας Καραντώνης, Μεσημβρι νή, 8.11.63, Νέα Εστία, αρ. 1.146 (1η Απριλίου 1975), Ευρι πίδης Γαραντούδης, Η Καθημερινή, 4.7.1991, Αστέρης Κοβατζής, Απογευματινή, 12.1.1957 κ.τ.λ. 2. Στην περίπτωση αυτή οι γλωσσολόγοι θα μπορούσαν να υ ποστηρίξουν ότι πέραν τη ς συμβατικής ή αναγκαστικής σχέσης σημαίνοντος-σημαινομένου (Σοσίρ-ΜπεμβενίστΓιάκομπσον, ανάλογα με την περίπτωση), έχουμε και μια άλλη (η οποία θα μπορούσε άνετα να συμπεριλάβει τις δύο προηγούμενες) και αυτή είναι η «παραγωγική». 3 .0 Γιώργος Βέης μιλά για «νεοχρονισμούς»: «Οι νεολογισμοί, συνεπώς, της Κικής Δημουλά είναι κατ' ουσίαν νεοχρονισμοί» (Βέης, 1989).
« . . . σ υ ν ε χ ώ ς κ αι ακ ά λ υ π τη οτη γραμμή του πυράς»'
της
ΡΙΤΣΑΣ ΦΡΑΓΚΟΥ-ΚΙΚΙΛΙΑ
ε χρειάζεται να είναι κάποιος βαθυστόχαστος κριτικός νους για να αντιληφθεί ότι το κύριο χαρακτηριστικό της ποίησης της Κικής Δημουλά είναι το -απάνθρωπο ορισμένες φορές- παιχνίδι της με τις λέξεις. «Απάνθρωπο» γιατί η ποιήτρια ανήκει στις σπάνιες περι πτώσεις εκείνες που δε χαρίζονται στον αναγνώστη. Η Κική Δη1—1 μουλά ενσυνείδητα «αγνοεί» νόμους και προφήτες, σαρκάζει και αυτοσαρκάζεται, αλλ' όμως μετά δυσκολίας αποκρύπτει μια άμετρη τρυ φερότητα και έναν, ιδιότυπης υφής, λυρισμό, που εμφωλεύει και επαγρυπνεί μέσα σ' αυτόν τον διπλό οαρκασμό. Και φυσικά, αν πιστέψει κανείς σ' έναν από τους πολλούς αφορισμούς για την ποίηση, τον πασίγνωστο του Mallarm6, πως «το ποίημα φτιάχνεται όχι με ιδέες αλλά με λέξεις», το σπουδαίο στην προκειμένη περίπτωση είναι πως η ποιήτρια δε νοιάζεται και προφανώς, έχοντας εμπιστοσύνη στη δυναμική τους, τις αφήνει έκθετες, τις τοποθετεί άλλοτε κάλβεια, άλλοτε καβαφικά, άλλοτε τις συνθέτει πρω τότυπα και ειρωνικά κι άλλοτε τις αφήνει, σαν αυτές του Ρίτσου, καθημερι νές, πολλές φορές όμως προχωρεί πιο πέρα χρησιμοποιώντας την ιδιόλε κτο των νέων, επίσης την ιδιόλεκτο διάφορων κοινωνικών ή στενότερα ε παγγελματικών ομάδων. Προσπαθώντας να ανιχνεύσω τις λέξεις της Κ. Δημουλά, ανακάλυψα πως το ουσιαστικό «λέξη» απαντά στο έργο της σπάνια, δηλαδή στις 495 σελίδες του συγκεντρωτικού τόμου Ποιήματα (1998) απα ντά περίπου δέκα φορές -αν έχω μετρήσει καλά- ενώ στο Ενός λεπτού μα ζί (19984, 2002) οχτώ φορές, στο ποίημα «Επεισόδιο», και στον Ήχο απομα κρύνσεων (2001) καμία. Αντίθετα στην τελευταία της συλλογή η λέξη «γλώσσα» απαντά οχτώ φορές, πάλι αν έχω μετρήσει σωστά: «Σε προσκυ νώ, γλώσσα, πολλά τα θαύματά σου» (σ. 40) αρχίζει το ποίημά της «Τυφλό*
* Τάσος Κόρφης
113
ούστημα επαφής». Και αρκετά παρακάτω στο ίδιο ποίη μα: «Αμέτρητα τα θαύματά σου γλώσσα» (σ. 41). Και πράγματι αμέτρητα τα θαύματα της γλώσσας. Ένα και το καλύτερο η ποίηση. Τι να σκέφτεται για την Ποίηση -μ ε «Π» κεφαλαίο, όπως την έγραφε πάντα ο Σικελιανός- η Κική Δημουλά; Έχει ενδιαφέρον να δούμε το ποίημα «Έρεβος» της ομώνυμης συλλογής του 1956. Σκύβοντας πάνω απ' της ψυχής μου τη συσκότιση στίχους ισχνούς θα επιδείξω αποκλεισμένους από απρόσμενη κακοκαιρία που πλήγωσε θανάσιμα κάποιο δειλό μου λυκαυγές. Πολλά θα λέν οι στίχοι αυτοί, θα δείτε, θα διαβάσετε. 0 τελευταίος μόνο στίχος Κοιτώντας θλιβερά τους προηγούμενους θα κλαίει. (Π. 16)
0 προβληματισμός εδώ είναι για τη δική της ποίηση. Δια τείνεται πως θα επιδείξει «στίχους ισχνούς» και φλύα ρους: «πολλά θα λέν οι στίχοι αυτοί». Όμως με έναν ανε παίσθητο καβαφικό τρόπο που θυμίζει «Το πρώτο σκαλί» (Κα 105) ξεχωρίζει τον «τελευταίο μόνο στίχο» ως άφωνο κι απελπισμένο κριτή των προηγούμενων που κλαίει για την ποιότητά τους αλλά όχι τη δική του. Άρα η Κ. Δημου λά δέχεται πως έγραψε ένα στίχο καλό που σημαίνει «ε δώ που έφτασες λίγο δεν είναι», θεωρώ το ποίημα αυτό ως ένα πρελούδιο στους στίχους της που αναφέρονται στην ποίηση και ιδιαίτερα στην αγωνία της για τα δικά της ποιήματα που τα αποκαλεί -όπως οι παλιοί- «τραγούδια» (Π 24). Η εναγώνια κατάθεσή της για την ποιότητα των στίχων της ξαναφαίνεται στο ποίημα «Πρωινό στα ξένα» όπου προσπαθεί να «σμίξει» τα σκισμένα μέρη της ατμό σφαιρας «μ' αδύναμους στίχους» (Π 58). Αλλά, όπως φαί νεται, δεν παύει να αποζητάει τρόπους για να εκφραστεί. Έτσι σε κάποιον που της μοιάζει και με βάγια πολλά και ασύνδετα τη μοναξιά μου του εξιστόρησα (Π 30)
Και οι παραπάνω στίχοι αποπνέουν αγωνία «για το πώς γράφονται τα ποιήματα», γιατί πώς αλλιώς μπορεί να εξι στορήσει ο ποιητής παρά μόνο με στίχους; Δύο χρόνια αργότερα (1958) στη συλλογή Ερήμην, παρά το γεγονός ότι η παρουσία της λύπης, του αδιέξοδου και της απουσίας είναι εμφανής, η Κ. Δημουλά αρχίζει να αυτοαναγνωρίζεται δειλά μεν, σταθερά δε, αφού στο ποίη μα «Πρόλογος», στο οποίο «μιλάει το εξώφυλλο» μιας ποιητικής συλλογής αναγνωρίζει κατ' αρχάς ότι «λίγες
114
σελίδες με στίχους αντιστοιχούν με "μια ζωή"». Και ως γνωστόν για τους γνήσιους δημιουργούς το δίητυχο Ποίηση-Ζωή αποτελεί τον κανόνα τους. 0 διάλογος δε των στίχων του βιβλίου με το εξώφυλλο-περσόνα της ποιήτριας μέσα σε μια καβάφεια «υπεροψία» (σ. 47) αποτελεί μια έκθεση του περιεχομένου των στίχων της, στους ο ποίους αρχίζει και αποκτά εμπιστοσύνη, πράγμα που φαί νεται και από τους στίχους: Πάντως και μόνοι σας το θέμα ερευνήστε. (Π 48)
Έτσι λοιπόν εκτός της «υπεροψίας» εμφανίζεται και η «τόλμη», αφού αποφασίζει να παραδώσει τους στίχους της -διά τω ν οποίων: «εν ολίγοις διένυα ευπρεπώς τη μοίρα μου» (Π 51)- στους κριτικούς. Με τους στίχους της επίσης διατείνεται πως: μεταποιούσα εύκολα σε πρωτοτυπίες και παραφορές «μεταχειρισμένες καταστάσεις» (Π 49).
Έτσι η Κ. Δημουλά δίνει ακόμη ένα σήμα για τη λειτουρ γία της ποίησης και τον ρόλο του ποιητή: ότι μετατρέπει το κοινότοπο και το καθημερινό σε μοναδικό. Έστω κι αν την περιοχή της ποίησης δεν την παραδέχο νται οι άλλοι «σαν υπαρκτή», η Κ. Δημουλά αντιστέκεται: Επεκτείνομαι και βιώνω«παράνομα...»(Π 52)
Όμως στη συλλογή του 1963 Επί τα ίχνη και στο ποίημα «Ars gratiae artis» η ποιήτρια ομολογεί ότι -δΤ ενός ή δΤ άλλου τρόπου- επεξεργάζεται τους στίχους της μέχρις ότου προφανώς επιτύχει το ποθητό αποτέλεσμα: Δεν ξέρω πού να σε αναζητήσω Στις προετοιμασίες των στίχων μου...; (Π 77)
0 ποιητής για την Κ. Δημουλά είναι ο καταγραφέας των καθημερινών περιστατικών, που βέβαια έχει την ικανότη τα να τα «χειριστεί». Στο ποίημα «Υλικά» μια νέα γυναίκα από τερρακότα, η οποία υπήρξε η μοναδική που παρέμεινε απούλητη ως άχρηστη ενώ πουλήθηκαν όλα τα υ λικά της κατεδάφισης σπιτιού της Καλλιδρομίου: Μένει στην άκρη του δρόμου καταμεσής του πρωινού και περιμένει να περάσει ο ποιητής διά τα περαιτέρω (Π 84)
0 ποιητής επίσης για την Κ. Δημουλά προβάλλει στο ποί ημα ανεκπλήρωτους πόθους του και μ' αυτή την προβο λή δημιουργεί το τοπίο του συμβολισμού: Τόσα και τόσα δένδρα. Κι όλα τα πεπρωμένα, έμμονα δένδρα, που επινοήσατε, που άγνωστο γιατί
δενέπιασαν στων επιθυμιών σας τα τοπία, και τα μεταφυτέψατε στην ποίηση, δένδρα συμβολικά. Μην κόπτετε τα σύμβολα. (Π. 108)
Από τη συλλογή Το ηίγο του κόσμου (1971) η ποιήτρια ε πεμβαίνει δυναμικά. Οι υπαινιγμοί της είναι σαφείς. Στο ποίημα «Αυτοσυντήρηση» διηγείται μια ιστορία δική της ή ξένη μέσω της αναπόλησης. Κι όλα αυτά:
καταδικόμου. Κατάδικο ποίημα (Π 228)
για να επανέλθει στον ορισμό του ποιήματος ως τραγου διού στο «Χρονικό καρπών και ακάρπων»: Μα τα τραγούδια είναι γυαλιά σπασμένα όπου πατήσεις, φωτογραφίες των νερών που ήπιες και δεν ήπιες, το χαρακίρι με ονόματα και λεπτοδείκτες που έκανες (Π 255)
Αν μένει πάντα κάποια γύρις στα τελειωμένα πράγματα για την επικονίαση της εμπειρίας, της λύπης και της ποίησης. (Π 126-127)
Κι αυτή η επιφύλαξη του «αν» μόνο επιφύλαξη πλέον δεν είναι. Κι αν μέσα στο «καλοκαίρι αυ τό» συνέβαιναν πράγματα και θάματα Ψηλά ποιήτριες νύχτες έγραφαν (Π 141)
Εντυπωσιάζει πράγματι η προβολή του θηλυ κού: «ποιήτριες», ίσως γιατί γι' αυτές ο χρόνος της μέρας ισούται προς το μηδέν. Άλλωστε στο «Σημείο αναγνωρίσεως» αναγνωρίζει τη γυναίκα: Για τα δεμένα χέρια σου, που έχεις όσους πολλούς αιώνες σε γνωρίζω, σε λέω γυναίκα. (Π 152)
Ενώ λοιπόν οι «ποιήτριες νύχτες έγραφαν», στο ποίημα «Miltawn των 100 MG»: «οι ποιητές... απορροφούντο α περίσκεπτο» (Π 168). Στο ποίημα «Τύχη κοινή» η Κ. Δημουλά θελητά ή αθέλητα υποδεικνύει πώς οργανώνεται ο ποιητικός λόγος: Η εκγύμναση των λέξεων να περνούν μέσ' απ' τη σιωπή, η εκγύμναση της σιωπής το να περνά μεσ' απ' τις λέξεις (Π 199-200)
Το ποίημα άρα είναι προϊόν μιας άσκησης εσωτερικής που ενδυναμώνεται μέσα στη μυστική σιωπή. Η σιωπή αυτή για την Κ. Δημουλά κράτησε δέκα ολόκλη ρα χρόνια. Η συλλογή Το τελευταίο σώμα μου φάνηκε το 1981. Ποιος ξέρει γιατί. Ίσως να μάζευε παπαρούνες από το λιβάδι του Manet (Π 160). Ίσως να βίωνε την άσκηση της σιγής, προσπαθώντας να εξηγήσει τις «Ξένες ανεξήγητες συνέχειες» και να πασχίζει να βγει: ακόμα και τώρα που γράφω αυτό το δικό μου το μόνο δικό μου δικό μου ποίημα
Me την ποιήτρια Μαρία Καρτζάκη
Το ποίημα στην προκειμένη περίπτωση αναφέρεται ως βιωματικό προϊόν οδύνης, ως η κορυφαία έκφραση της υπαρξιακής αγωνίας και του δολοφόνου χρόνου. Όμως στο ποίημα «Σκίζω τη δωδέκατη», ο φόβος που διακατέχει τον γνήσιο δημιουργό για την ποιότητα του έργου του, τα ψυχικά του σκαμπανεβάσματα, επανέρχο νται με δριμύτητα: Γράφω και σκίζω λουστράκι πουθενά για να γυαλίσει όσες ιδέες πέρασαν από μυαλό κι από χαρτί. Γράφω και σκίζω είμαι βαριά, ra το μεσημεριανό μου σαν περιέργεια που φωνάζει ποια είμαι, ποια είμαι και σκοτίστηκε η καμία απάντηση. Σκίζω σε χίλια και σε δώδεκα κομμάτια ό,τι σκέφτηκα, σκίζω δωδέκατες, σκίζω ρολόγια, μικρά μικρά κομμάτια,
115
τα στραγγαλίζω κι από πάνω στην ξωτική παλάμη μου κρυφά και από μόνα τους συναρμολογηθούν και αυτοδιαβαστούν και μάθουν πως ήτανε για πέταμα. (Π 278-279)
Η παραπάνω αγωνιώδης λυρική αυτοκριτική της Κ. Δημουλά επανέρχεται πλέον δραματική στο ποίημα «Φωνή σε αδειόδρομους»: Είναι η φωνή μου άγνωστη στα μεγάλα του πλανήτη μας δράματα: δίκαιου αφανισμοί, πείνες που τρων την επιβίωσή τους για να ζήσουν, ανισοτήτων άγριο λαθρεμπόριο, πυρηνικά συμφέροντα, πόλεμοι τουρίστες, Είναι η φωνή μου χαμηλή κι είναι παράμερη σαν γνώση και σαν φόβος, με το αδύναμο ισότονη ισόφωνη με τη σιωπή. Με τα καθημερινά και τα μικρά περιχύνεται και αυτοπυρπολείται κάθε μέρα. Κι αυτό είναι η εσώφωνη κραυγή της, το θυμωμένο ρίγος της, η έμμετρη κατάρα της στο άμετρο, η αγρυπνία της δίπλα στα βογκητά των μεγάλων δραμάτων, η ύπουλη μικρόσωμη σπρωξιά της στο παμπάλαιο πανίσχυρο Έτσι. Όχι, δεν είναι η φωνή μου ελευθερία ή θάνατος. Είν' ένα κρατητήριο φωνών κι ευθανασία τους, στόχος καρτερικός στα κέφια του τρελού πυρηνικού πλησίον. Είναι η φωνή μου ένα σκαμνί για κουρασμένα λόγια, για νικημένα που επιστρέφουν συμπεράσματα. Είν' η φωνή μου ένας αθόρυβος περίπατος μοναχικής γραφής σε βροχερούς αδειόδρομους. (296-298)
Βεβαίως ο προϊδεασμένος ή ο ιδιαίτερα ευαίσθητος ανα γνώστης της ποίησης δεν εξαπατάται. Διότι πολύ καλά γνωρίζει ότι οι «χαμηλές φωνές» είναι εκείνες που αποτε λούν τις αρθρώσεις της και που πράγματι στον χρόνο α ντέχουν. Και φυσικά η φωνή που μοιάζει με «αθόρυβο περίπατο» (ό,τι βέβαια «μοιάζει» δε σημαίνει και πως «εί ναι») έχει τη δύναμη να κρούει τις πιο ευαίσθητες και πιο μυστικές χορδές του ανθρώπου. Κι αυτό ο ποιητής -ό,τι κι αν λ έει-το γνωρίζει. Ακόμη και στην οριακή ποιητική συλλογή Χαίρε Ποτέ (1988) όπου η ζωή συνδιαλέγεται με το «Χαίρε, χαίρε του αποκλείεται» η Κ. Δημουλά -δηλώνοντας πως «υπάρχει
116
χαμηλόφωνα» στο ποίημα «Απολογητικό» (Π 337), επα νέρχεται στο άγχος της σχετικά με τη σύλληψη και την α ποτύπωση του ποιήματος, το μέγεθος, τη δομή, την ου σία του (Π 362). Στη δε συλλογή Εφηβεία της λήθης (1994) δηλώνει πως είναι «ερασιτέχνης άνθρωπος» και με αναφορές στα αρχαία αγγεία εκθέτει τον προβληματι σμό της για την προέλευση, τη διεκδίκηση και την ιδιο ποίηση της ποίησης. «Μου κρύβονται», γράφει στο ποίη μα «Διονυσιασμός του στείρου», «θα με μισούν οι λέξεις» (Π 469), ενώ παρακάτω δηλώνει την προσηάθειά της να συνθέσει και θεωρεί την ποίηση άρτο του ανθρώπου: Χτυπάω σκόρπια γράμματα κάνω λκανείες με φωνήεντα μήπως και μου συγχωρεθεί η ανομβρία και προβάλλει επιτέλους η Νυμφίο λέξη πάνω στο γαϊδουράκι της. Από μια λέξη ευλογημένη μπορούν να χορταστούν πεντακισχίλιοι. (Π 469)
Στο «Νυχτερινό καθρέφτη» δηλώνει απερίφραστα για ένα δήθεν όνειρο: Και βέβαια να με βλέπει το χαμένο σαν μητέρα του πόσες φορές το γέννησα εκεί που δεν υπήρχε (Π 471)
«Σύγκορμη» ταράζεται η γραφή της Κ. Δημουλά όταν έρ χεται αντιμέτωπη με το «πόθεν έσχες», φυσικά το ποιητι κό (ΗΑ8). Έτσι η ίδια δίνει ανεπαισθήτως ένα σήμα για το πόσο υπολήπτεται τη γραφή της και πόσο έχει συνείδη ση του ρόλου της ως ποιήτριας. Γιατί δηλώνει μέχρι πού μπορεί να φτάσουν οι δυνατότητές της, π.χ. να «σημαδέ ψει ένα άστρο» και: το π ολύ να κλείσω το ν τραυμ ατία κελαηδισμό το υ σ ' ένα κλουβάκι στίχου φευγαλέο (Π 427)
ή επίσης στο ποίημα «Ανώτατος κριτής» (σ. 42) να προβεί σε: Ελάχιστες διορθώσεις. Έσβησα ένα και μια και δεν είχε τίποτα να δέσει βολεύτηκαν στη θέση του μερικά φίλεργα όχι κι έδωσα τα κλειδιά στο ανώτατο Προς τι στο κείμενο στην πρόθεση και στην υπογραφή (ΗΑ42)
Έτσι με τη συλλογή Ήχος απομακρύνσεων, συλλογή στην οποία η λέξη και ο προβληματισμός της Κ. Δημουλά με τα φαινόμενα της γλώσσας διαδραματίζουν ρόλο ιδι αίτερα σημαντικό, τελειώνει, προς το παρόν, η κατάθεσή της σχετικά με το ποιητικό φαινόμενο που το εξετάζει μέ σα από τη δική της κυρίως ποίηση, προσδίδοντάς του ό μως μια αξία σφαιρική. Παρόμοια αξία έχουν και τα άλλα -και ανεξάντλητα- θέματα της ποίησης της Κ. Δημουλά,
π.χ. οι επιδράσεις από την Αγία Γραφή, χον αρχαίο κόσμο, την τέχνη διαχρονικά και κυρίως τη γλώσσα ενώπιον της οποίας η ίδια υποκλίνεται και ως ο αρχαίος της συνάδελ φος την επικαλείται στο σύνολό της αλλά ακόμη και επιμέρους φαινόμενά της εκλιπαρεί: Ω παρομοίωση υπνωτίσου πάήι και βρες κάτι εξωφρενικά να μοιάζει με του μακρινού εκείνου ταξιδιού μας κι σαν επιστροφή. (ΗΑ 75)
ΥΓ. Μήπως τελικά δεν έχουν και πολύ άδικο οι διάφορες θεωρίες για τη λογοτεχνία; Κι αναρωτιέμαι γιατί αφού ξε κίνησα με την πρόθεση να γράψω για τις «λέξεις» της Κ. Δημουλά, τη σύνθεση, τη γραμματική και το συντακτικό τους, θέμα ιδιαίτερα προκλητικό, στην προκειμένη περί πτωση, το ίδιο μου το κείμενο επέδειξε σθεναρά τη δική του πρόθεση και με οδήγησε στην αδρή επισήμανση ποι ημάτων ή οτίχων της που μιλούν για την ποίηση των τριών τελευταίων συλλογών της. Παρακάμπτω τις αφιερώσεις, πρώτον διότι όποιος μπορεί να διαβάσει τον ήχο και το χρώμα των γραμμάτων θα μπορέσει να αντιληφθεί πλήρως το νόημα του στίχου του Βρεττάκου «Αν δεν μούδινες την ποίηση, Κύριε» (ΧΠ37), και δεύτερον διότι έχω προβεί σε παρόμοιες και
έμαθα να διαβάζω -ατυχώς- ανάμεσα από τα γράμματα και όχι απλώς ανάμεσα από τις γραμμές. Χώρια που η κάθε αγάπη πάντα κάπου σου το 'χει φυάαγμένο το φαρμάκι (ΛΜ 51)
και που Καήή του ώρα ένα γυφτάκι πούήαγε κάτι ένοχα βήτα διαήογής χαρτομάντιήα μούσκεμα στα μάτια μου (ΛΜ 55)
Δε θα ήθελα να τελειώσω με την κοινότοπη ντεβίζα «η ποίηση της Κ. Δημουλά ξεπερνάει το ατομικό και φτάνει στο συλλογικό». Είναι όμως έτσι. Το θέμα είναι με τι υλικά χτίζει κάποιος αυτό το οικοδόμημα. Και η Κ. Δημουλά εί ναι ένας μάστορας σπάνιος. □ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ Π= Κική Δημουλά, Ποιήματα, «Ίκαρος», Αθήνα, 2002. ΛΜ= Κική Δημουλά, Ενός ήεπτού μαζί, «Ίκαρος», Αθήνα, 2002. ΗΑ= Κική Δ ημουλά, Ήχος απομακρύνσεων, «Ίκαρος», Αθήνα, 2001 ΧΠ= Νικηφόρος Βρετιάκος, Ο χρόνος και το ποτάμι, «Δι'φρυς», Αθήνα, 1957. Κα= Κ. Π. Καβάφη, Τα Ποιήματα (1897-1918), Νέα Έκδοοη του Γ. π. Σαββίδη, «Ίκαρος», Αθήνα, 1991. Κβ= κ. Π. Καβάφη, Τα Ποιήματα (1919-1993), Νέα Έκδοοη του Γ. π. Σαββίδη, «Ίκαρος», Αθήνα.1991.
[...] Τα V πεζόμορφα ποιήματα ταμ νέου βιβλίου ίου, Επίσκεψη σε γέροντα με άνοια, ακολουθούν ένα οταθερό αφηγηματικό σχέδιο. Τα κείμενα του Μ. είναι πολλαπλώς αρμονικά, οι όγκοι τους τοποθετούνται με τάξη, διατάοσονται σε συμμετρικά σχήματα, αναδεικνύουν έτσι τις συναισθηματικές κυμάνσεις του περιεχομένου, μεταδίδουν, εν κατακλείδι, τη συμπύκνωση και τη φόρτιση του λόγου της ποίησης. [...]
117
Κική ύημ ούλο: To χ ρ ο ν ι κ ό μ ι α ς ποιητικής διαδρομής
του
ΒΑΓΓΕΛΗ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ
1 α τελευταία χρόνια οι αναγνώστες της Κικής Δημουλά όλο και πληθαίνουν - η ποιήτρια έχει αρχίσει (δε συναντάμε καθημερι νά τέτοια φαινόμενα) να περνά στο ευρύτερο κοινό, και τούτο μας το δείχνουν τόσο οι επανεκδόσεις του συγκεντρωτικού της τόμου στον «Ίκαρο» όσο και το πυκνό ενδιαφέρον εφ ημε ρίδων και λογοτεχνικών περιοδικών όχι μόνο για την αυστηρά στιχουργική δουλειά της, νεότερη ή παλαιότερη, αλλά και για την ευ ρύτερη καλλιτεχνική της προσωπικότητα. Όσοι, λοιπόν, ξέρουν το έρ γο τη ς (κι είναι πια, χωρίς την παραμικρή αμφιβολία, αρκετοί) και έ χουν γίνει μάρτυρες της τροχιάς του, δε θα παραξενευτούν αν πω ευ θύς εξαρχής πως από την εναρκτήρια συλλογή της (όπως επισήμως αναγνωρίζεται στη συγκεντρωτική έκδοση), το Έρεβος (1956), ως το τελευτα ίο βιβλίο της, τον Ήχο απομακρύνσεων (2001), εδώ και σαρά ντα πέντε ακριβώς χρόνια, η γραφή της δεν έχει μετατοπιστεί ούτε μια σπιθαμή από το θεματικό κύκλο με τον οποίο πρωτοεμφανίστηκε στα γράμματα ’ . Και τούτο ασφαλώς μας δείχνει την ισχυρή ορμή (την α παρέγκλιτη προσήλωση) με την οποία φτιάχνει η Κ. Δημουλά τα ποιήματά της: σκοπός της δεν είναι μια τέχνη που περιδιαβάζει αμέριμνη δεξιά και αριστερά, τσιμπώντας τη μια στιγμή το ένα και δοκιμάζοντας λίγο αργότερα κάτι άλλο, αλλά η έκφραση μιας ύπαρξης που παραμέ νει συγκλονισμένη από το γεγονός της αδυναμίας της να πραγματωθεί στο μήκος μιας ολόκληρης ζωής. Αδυναμία η οποία δεν οφείλεται, βε βαίως, σε κάποια ατομική υστέρηση ή δυσκαμψία, αλλά σ' έναν α γέ λαστο και μοχθηρό περίγυρο, από τη βούληση του οποίου εξαρτώνται τα πάντα. Έχω σημειώσει και παλαιότερα πως αν θέλαμε να συνοψίσουμε σε μια φράση όλο το νόημα του έργου της Κ. Δημουλά θα αρκούσε ο τίτλος το υ κορυφαίου ποιητικού τη ς βιβλίου: Το ΤΙίγο του κόσμου (1971). Όπου κι αν σταθεί ο ποιητικός αφηγητής της Κ. Δημουλά, απ' όποια πλευρά κι αν αντικρίσει το περιβάλλον του, με όποιο τρόπο και όποιο μέσο κι αν χρησιμοποιήσει για να τον αναπαραστήσει, η εικόνα του δεν αλλάζει στη συνείδησή του: κάτι λείπει από παλιά από το εσωτε-
118
ρικό του (αν υπήρξε οτιδήποτε ποτέ) και τον αναγκά ζει με την απουσία του να χάσκει. Κι όσο κι αν προ σπαθήσουμε να προσδιορίσουμε αυτή την απουσία, όσο κι αν δοκιμάσουμε να βρούμε τα σήματα που την υποδηλώνουν, δε θα κατορθώσουμε τίποτε. Και ό,τι καταλάβουμε, θα το καταλάβουμε μόνο από τα εξω τερικά της σημάδια - από τις συνέπειές τη ς στα μι κρά, καθημερινά πράγματα και όχι από τις υπέρτερες (τις γ εν ετικές ή ο ντολογικές) α ιτίες οι οποίες τη ν προκάλεσαν. Το εμφ ανέσ τερο , και το πιο χαρακτηριστικό ίσως, γνώρισμα της Κ. Δημουλά είναι πως παρά τις τόσο α ντίξοες συνθήκες με τις οποίες έρχεται συνεχώς αντι μέτωπο το ποιητικό της εγώ, η ίδια δεν του επιτρέπει ποτέ να παραδώσει τα όπλα του και να καμφθεί. Το λίγο του κόσμου στο οποίο είναι εκ γενετής ταγμένο2 τη σπρώχνει, αντιθέτως, να το ξεσηκώνει ακόμη πιο πολύ, κάνοντάς το να σπαρταρά κυριολεκτικά από δί ψα για ύπαρξη. Κι αν όλα μέλλει να μείνουν εντός και επί τα αυτά (φτενά, χθαμαλά και ασήμαντα), την ώρα που καμιά ουτοπία δε θα καταφέρει να τα αλλάξει, η ποίηση δε θα εγκαταλείψει το ρόλο της: το ρόλο της να θυμίζει όχι μια άλλη, πλατωνική σφαίρα ιδεών, αλλά την ολοζώ ντανη (δίκην ασυγκράτητης μαινάδος) στέρηση. Στέρηση τη ς οποίας η κοινή σημασία αντιστρέφεται ειρωνικά, για να ταυτιστεί με ένα είδος απεγνωσμένης λύτρωσης, όπου το ποιητικό εγώ εμφ ανξεται πλέον να περιγελά (συχνά καγχάζοντας) ό λα τα δεινά του3: τις έω ς παραλύσεως δονήσεις του, την εκ τω ν προτέρων καταδικασμένη μάχη του με το χρόνο, την παράδοσή του στη δουλεία τη ς μνήμης, που γίνεται κάποτε πελώρια, για να συνθλίψει κάτω από το μέγεθος και το βάρος της το παρόν (ο μνημειωμένος χώρος μετατρέπεται ξαφνικά σ' ένα σπαρα κτικά παλλόμενο οργανισμό), ή την αιώρηση της επι θυμίας και του ονείρου του στο κενό, στη χαίνουσα άβυσσο το υ οποίου κηρύσσεται πανηγυρικά και η πτώση (πώς αλλιώς;) του θεού. 0 θρίαμβος και η αποθέωση του κενού: να το έμβλη μα τη ς ποίησης τη ς Κ. Δημουλά, η απαραγνώριστη τα υ τό τη τά τη ς - ο π υρήνας γύρω από το ν οποίο στρέφεται δαιμονικά ο στίχος της εδώ και μια πεντη κονταετία. Πώς, όμως, συλλαμβάνεται και μορφοποιείται το κενό στο λόγο της και ποια ακριβώς επ εξερ γασία δέχεται στο εργαστήριό της; Όπως όλοι θα έ χουν υποψιαστεί, συζητάμε περί τεχνικής. Η Κ. Δη μουλά δεν αρέσκεται, και σ' αυτό το ζήτημα, στις πολλαπλές επιλογές και διαφοροποιήσεις. Η μ έθ ο δός της είναι μία. Κι εκείνο που αλλάζει στην πορεία τω ν χρόνων ως προς την τεχνική της δεν είναι η ου
σία, αλλά η έντασή της - ο βαθμός της ανάπτυξης και η έκταση του πεδίου εφαρμογής της. Προτού, όμως, προχωρήσουμε προς μια τέτοια κατεύθυνση, και ε ντοπίσουμε βιβλίο προς βιβλίο την κλιμάκωση της έ ντασης, θα χρειαστεί να δούμε την τεχνική μέθοδο της Κ. Δημουλά στο γενικό της περίγραμμα. Να πώς περίπου δ ουλεύει τα υλικά της: αν ο κόσμος είναι λειψός και αποστεωμένος, ανίκανος να ανταποκριθεί στα πυρακτωμένα αιτήματα μιας ασίγαστης ατομικής συνείδησης, τ ό τε το ξήλω μά του (όσο μπορούν οι λ έ ξε ις να ξηλώ σ ουν έστω και ένα ψηφίο από την πραγματικότητα που μας περιβάλλει) θα πρέπει να αρχίσει από τις θεμελιώδεις του έννοιες - από τις έν νοιες που κατατάσσουν το κενό του σε λογικές κατη γορίες, σώζοντας (σώζοντας όντως;) τα προσχήματα, θετικά ή αρνητικά φορτισμένες. Το αφηρημένο ου σιαστικό είναι από αυτή την άποψη το βασικό εκφρα στικό εργαλείο τη ς Κ. Δημουλά. Το αφηρημένο, ω στόσο, ουσιαστικό, όχι στο λογικό και αναλυτικό του περιβάλλον, αλλά στην ανθρωπομορφική του χρήση και στην εν τοις πράγμασι λειτουργία του. Η ουτοπία ταξιδεύει αίφνης πρώτη θέση και παράθυρο, η χρυσή στασιμότητα είναι μια πορσελάνη που κινδυνεύει να σπάσει ανά πόσα στιγμή, ο πόθος χτυπάει άφραγκος την πόρτα, λιτανείες λαμβάνουν χώρα με φωνήεντα, ένα αγαπημένο πρόσωπο εμφανίζεται τυλιγμένο σε μιαν απόχρωση ακαθόριστου, η μνήμη έρχεται υπερ πηδώντας παπαρούνες, η Αγία Επανάληψη είναι θαυ ματουργή και αχειροποίητη, οι κρυστάλλινες διαθή κες των ονείρων βρίσκονται μέσα σε πρησμένα μαξι λάρια του ύπνου που γρονθοκοπιούνται, η λήθη περ νά τη δύσκολη παρατεταμένη εφηβεία της, η ανάγκη φοβερίζει και χαρτζιλικώνει. Η γραμμή αυτή δεν είναι, φυσικά, η μόνη που διατρέ χει την ποίηση της Κ. Δημουλά. Στο λόγο της εμφανί ζονται κατά καιρούς ποικίλα ευρήματα, που συναντιού νται με τη μέθοδο του αφηρημένου ουσιαστικού και συμπλέκονται σε πολλά σημεία μαζί της. Σκέφτομαι, για παράδειγμα, το υ ς φανταστικούς διαλόγους με διάφορα φασματικά πρόσωπα, που δεν είναι παρά περίτεχνες προφάσεις για την επανεμφάνιση του ποι ητικού εγώ, το στήσιμο σύντομων, παροιμιακού τύ που μύθων, που επαναλαμβάνουν με τον τρόπο τους το κεντρικό υπαρξιακό δράμα, το γνωμικό σαρκασμό με τον οποίο η ποιήτρια αποφορτίζει τις ιστορίες της, όταν νιώθει ότι κινδυνεύουν να επιβαρυνθούν από το συναισθηματισμό, τα δυαδικά (από σκοπού υπερτονι σμένα) αντιθετικά σχήματα, που πολλές φορές μετα φ έρουν το ανοίκειο στο χώρο του οικείου και τανάπαλιν4 ή, τέλ ο ς, την απόδοση του καθημερινού και
119
του τετριμμένου με μια εμφανώς λόγια γλώσσα5, α πό την οποία δε λείπει ένα στοιχείο καβαφικής ειρω νείας. Παρ' όλα αυτά, στο κέντρο όλων τω ν τεχνα σμάτων (πρόσκαιρων ή μονιμότερων) της Κ. Δημουλά σταθμεύει, με εντυπωσιακή επιμονή και συχνότητα, το παιχνίδι με το αφηρημένο ουσιαστικό. Κι είναι, νο μίζω, τώρα καιρός να εξετάσουμε ποια διαδρομή α κολουθεί τούτο το παιχνίδι από τα πρώτα βήματα της Κ. Δημουλά ως την ωριμότητά της, όπως και να δια πιστώσουμε με ποιες συγκεκριμένες όψεις εκδηλώ νεται εκάστοτε. Με αυτή τη βάση θα χωρίσω το έργο της σε τρεις πε ριόδους: την προπαρασκευαστική, που ξεκινάει από το Έρεβος και το Ερήμην (1958) και ολοκληρώνεται με το Επί τα ίχνη (1963), την ανοδική, που εκπροσω πείται από το Λίγο του κόσμου, το Τελευταίο σώμα μου (1981) και το Χαίρε ποτέ (1988), και τη στάσιμη ή καταχρηστική, που καλύπτουν η Εφηβεία της λήθης (1994), το Ενός λεπτού μαζί (1998) και ο Ήχος απο μακρύνσεων (2001). Σε ό,τι αφορά την πρώτη περίο δο, το κλίμα το οποίο επικρατεί είναι το κλίμα ενός μελαγχολικού και κάποτε πένθιμου λυρισμού. Άδειοι εσωτερικοί ή εξωτερικοί χώροι, που απεικονίζουν ένα ισχυρό αίσθημα ματαιότητας, περιορισμένη χρήση του επιθέτου, που υποδηλώνει μια διάθεση απογύ μνωσης, λέξεις-στίχοι, που δίνουν έμφαση στο βου βό δράμα του ποιητικού εγώ, διάλογοι χωρίς ανταπό κριση, που αποκαλύπτουν με τη μονοφωνία τους ένα σύμπαν ανεξάλειπτης απομόνωσης. Το παιχνίδι με το α φηρημένο ουσιαστικό παίζεται ήδη σ' ένα τέτο ιο πλαίσιο, αλλά, όπως κι αν το ζυγίσουμε, είναι ακόμη σε υποστολή. Όπου, πάντως, το διακρίνουμε, αποτε λεί οργανικό μέρος του ποιήματος και επ ιτελεί απο φασιστικό ρόλο στη σκηνοθεσία του. Είναι εμφανές πως η Κ. Δημουλά εξασκεί εν προκειμένω προσεκτικά τις δυνάμεις της, με πλήρη επίγνωση των μέσων της: Είμαι σχεδόν χωρίς επάγγελμα τώρα. Νεότερη κατασκεύαζα κυρίως διαμαρτυρίες. Αλλά και μεταχειρισμένες καταστάσεις μάζευα που μεταποιούσα εύκολα σε πρωτοτυπίες και παραφορές. Στρωμένη δουλειά. Ευπορούοα. Τώρα επιδίδομαι στο άσκοπο. Ίσα ίσα τα προς το ζην: επιβαίνω του ανέργου χρόνου μου κι εκτελώ μικρά δρομολόγια για λίγη αναδρομή
120
στα εύκρατα της νεότητάς μου επαγγέλματα. (Ερήμην, «Εν πτωχεύσει»)
Μπαίνοντας στην ανοδική της περίοδο, η Κ. Δημουλά επιτείνει (και επιταχύνει) την τεχνική του αφηρημένου ουσιαστικού, αποσπώντας της εντυπωσιακά απο τελέσμα τα. Φιλοκαλία, έπαρση, τροπικότητα, αοριστία, συσχέτιση, αλληλουχία, κλυδωνισμός, συνέ χεια, αμεριμνησία, αφανισμός, προσέγγιση, εξάπλω σα ορατότητα, εξακολούθηση, αποστέγνωση, ντροπαλότητα, ταλάντευση, περιδίνηση, ζωικότητα, αρ γία, επιστροφή, αποκλήρωση, έξαψη, αυθαιρεσία, α ντίσταση, αυτοπυρπόληση, αυτοσυντήρηση, αφύπνι ση, συμφιλίωση, νόηση, ανεξήγητο, ανοχή, αποστή θιση, αυτοεγκλεισμός, αφαίρεση, κατάχρηση: να έ νας μικρός (ενδεικτικός και μόνο) κατάλογος τω ν αφηρημένων εννοιών που πηγαινοέρχονται ακατάπαυστα στα ποιήματα της Κ. Δημουλά κατά την εκδίπλωση της φάσης την οποία επισκοπούμε. Έννοιες που εκπίπτουν αμέσως από το αφηρημένο τους βάθρο, για να συναντηθούν με ένα απερίφραστα ζωικό πλέγ μα: με μυρωδιές και γεύσεις, με αφές και μνήμες ή με ένα πλήθος υλικών αντικειμένων, που περισφίγ γουν τα εργαλεία της καθαρής λογικής με τους πρα κτικούς σκοπούς τους, για να δώσουν στο λόγο της ποιήτριας τον καλύτερο, τον πιο μουσικό και υποβλη τικό ρυθμό του: Ετοιμάζει βροχή ο ουρανός και ο συγκρατημός. Πρέπει να κλείοω τα παράθυρα, κάθε σημείο διαρροής του σθένους μου. Θ' ανοίξω το ραδιόφωνο, να πνίξω της βροχής τη φωνή με διαφημίσεις αδιαβρόχων και μονώσεων. Θ' ασχοληθώ με πράγματα στεγνά, όπως είναι το πρόσωπό μου στα χέρια ενός καθρέφτη. Θα ταπεινώσω τη βροχή, θα τη φωνάξω τήξη υδρατμών όλο κι όλο. Θα τη μισήσω στην ανάγκη, όπως τη μισούν οι χαλασμένες στέγες κι οι τρύπιες ώρες της αναμονής στο δρόμο βράδυ. Λεν είν' για μένα αυτό το παρασύρον είδος. Ας την πάρουν τα δέντρα που θέλουν να πίνουν, οι ποιητές που απορροφούν το απερίσκεπτο. Γιατί αν αφεθώ και την κοιτάξω θα ξεθαρρέψει εκείνη η έμμονη ιδέα πως η βροχή είν' ένα θα 'ρθω εξάπαντος, εκτός βεβαίως απροόπτου.
Όχι δεν βγαίνω στο παράθυρο. Θέλω να περισώσω αυτόν το θάνατο. που με θανάτους κέρδισα. θέλω να βγάλω τα miltawn ασπροπρόσωπα.
-η ν γαρ ενάντιος της αλαλίας ο άνεμοςσώα βγήκες στην ακτή και άρθρωση εμφύσησες σε μερικούς τουλάχιστον λόγους κακοποιούς που εξεβίαζαν την επαφή μας να σιωπά. Οι υπόλοιποι δεν πίστεφαν. Έμειναν μέχρι τέλους βουβό εμπόδιό της. Τη νεκρή θυγατέρα του χρόνου ανάστησες
Το παιχνίδι με το αφηρημένο ουσιαστικό αποθεώνε ται και ταυτοχρόνως ετοιμάζεται να αγγίξει τα όριά του. Στην τελευταία της περίοδο, η Κ. Δημουλά (λιγό τερο στην Εφηβεία της λήθης και περισσότερο στο Ενός λ ε πτού μαζί και στον Ήχο απο μακρύνσεων) χαλαρώνει τον έ λ ε γ χ ό τη ς επάνω το υ και μοιάζει να παρασύρεται από τη γοητεία του, που τείνει να γυρίσει στη μανιέρα, όπως και σε μια ορισμένη ευκολία πρώτα στο στήσιμο και εν συ νεχεία στη λύση τω ν ποιητι κών καταστάσεων. Τα ευ ρή ματα παράγονται κατά κόρον (κάποτε δύο και τρεις φ ορές μέσα στο ίδιο ποίημα), απα σχολώντας με την υπερβάλλουσα προβολή της τεχνικής το υ ς τη ν προσοχή το υ ανα γνώστη, εις βάρος της συγκι νησιακής δυναμικής του στί χου. Άλλοτε, πάλι, πλέκονται βιαστικά και όπως όπως γύρω από ένα φανερά αδύνατο και μονοκόμματο υ φάδι, πνίγοντας πολύ γρήγορα την όποια αρχική δυ ναμική τους. Έτσι, ο μηχανισμός μυθοποίησης του αφηρημένου ουσιαστικού δυσλειτουργεί και παρεμπο δίζεται όχι από τον ανθρωπομορφισμό του αλλά από το ανθρωπομορφικό του υπέρβαρο. Εκεί όπου κατά το παρελθόν οι λογικές αφαιρέσεις συνυπάρχουν, ό πως με πλήθος αφορμές είχαμε την ευκαιρία να το εννοήσουμε, με το ν εμπράγματο κόσμο σ' ένα ανα πεπταμένο και πολλαπλά σεσημασμένο τοπίο, τώρα συρρικνώνονται σε μονοσήμαντες μεταφορές και πε ριορίζονται σε μονόδρομες αντιθέσεις, που εξασθε νούν σοβαρά τα δρώμενα του ποιητικού μύθου, αποσυντονίζοντας τη ν ατμόσφαιρα και μειώ νοντας το δραματικό τους βάθος: Σε προσκυνώ γλώσσα, πολλά τα θαύματά σου.
Μονοτονική άφησες τη δαιμονιζόμενη έλξη. Μήτε συ δεν ήξερες τι πνεύμα παίρνει τι σώμα. Τα παραλυτικά μέρη του λόγου της υπάρξεως
Me τους ποιητές Μάρκο Μέοκο και Μιχά\η Ικανά οτην Κύπρο θεράπευσες και βάδισαν τα επιφωνήματα οι καλές προθέσεις τα ανάμεικτα ρήματα οι επεξηγηματικοί σύνδεσμοι και χωρισμοί -έμαθε κανονικά να γράφει το όνομά του ο θάνατος και όχι να υπογράφει με σταυρότα σύμφωνα κύρια άρθρα οι εριστικές αντωνυμίες οι φρόνιμες οι αλληλοπαθείς - αλήθεια τι συνέβη με τις κτητικές και δεν ξαναπατήσανε στο μάθημα; (Ή χος απομακρύνσεω ν, απόσπασμα από το «Τυφλό σύστημα επαφής»)
Συμβαίνει ενίοτε ό,τι παλαιότερα έδωσε χρυσάφι να κλείσει σε μετα γεν έσ τερ η φάση κάπως τις πηγές του, καταβεβλημένο από τη μεγάλη πίεση και την ε πίμονη άντληση. Η Κ. Δημουλά, βέβαια, έχει πετύχει από πολύ νωρίς τη νίκη της στην τέχνη, και η κάποια κόπωση της ωριμότητάς της6 δεν είναι σε θέση να θί ξει επί της ουσίας το έργο της, που απηχεί, όπως το είδαμε πολλές φορές κατά τη διάρκεια της σύντομης
121
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΕ! ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΡΗΤΗΣ
περιήγησής μας, μια από τις σημαντικότερες φωνές της σύγχρονης ελληνικής ποίησης. □
Ιδρυμα TexvoSovinc και Έρευνας Μάνης5,10681 Αθήνα, ΐΐιλ.: (01):38 18372; Fax: S301583
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
IS A A C A S IM O V
Τ Ο ΧΡΟ Ν ΙΚΟ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ
Η ιστορία τον Κόσμου, από τη Μεγάλη Έκρηξη έως τη σύγχρονη εποχή.
ΙΣΑΑΚ ΑΣΙΜΩΦ
ΤΟ Χ Ρ Ο Ν Ι Κ Ο Τ ΟΥ Κ Ο Σ Μ Ο Υ 17 χ 24 cm, σελ. 1200.
Τιμή: 30,20 €
ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΕΣ ΕΚΑΟΣΕΙΣ ΚΡΗΤΗΣ Ίδρυμα Τεχνοϋονίας και Έρευνας Μάνης 5,. 10681■Αθήνα, Τη;..: (01)38 18 372. Fax: 33 01,583
Πώς οι επιστήμες έπλασαν τη μορφή του κόσμου και πώς ο κόσμος επηρέασε τις επιστήμες, από το 4.000.000 π .Χ τις μέρες μας. ΙΣΑΑΚ ΑΣΙΜΩΦ
ΤΟ Χ Ρ Ο Ν Ι Κ Ο ΤΩΝ Ε Π Ι Σ Τ Η Μ Ο Ν Ι Κ Ω Ν ΑΝΑΚΑΛΥΨΕΩΝ 1 7 x 2 4 cm, σελ. 880.
122
Τιμή: 30,20 €
1. Βλ. και τη σχετική θέση του Παντελή Μπουκάλα: «Στο έρ γο τη ς Δημουλά υπάρχει εξέλιξη , υπάρχει ωρίμανση και εμβάθυνση, υπάρχουν από πολύν καιρό καρποί και όχι μόνο άνθη χαρίεντα, δεν υπάρχει πάντως θεαματική ή δραματική μετατόπιση, στη θεματολογία ή την τεχνολο γία, ούτε παράτολμες έξοδοι από το ορισμένο πεδίο, από το εντοπισμένο, το επ ιμ ελώ ς καλ λ ιερ γ ημ έν ο ύφος». «Καρποί λυρικής μελαγχολίας. Η ποίηση της Κικής Δημου λά και το 'τρισ ευλογημένο Εμπόδιο", Η Καθημερινή, 30 Μαρτίου 1999. 2. Οι απολογισμοί άρχισαν νωρίς στη ζωή της Δημουλά, ση μειώνει εύστοχα ο Μάριος Μορκίδης στο δοκίμιό το υ Είναι και ποτέ, «Έρασμος», 1989. 3. Το επισημαίνει με τον τρόπο του και ο Τάκης Σινόπουλος σε βιβλιοκρισία του για το Επί τα ίχνη: «Η Δημουλά χαλι ναγωγεί και ελέγχει τις ψυχικές τη ς παρορμήσεις αποφεύγοντας να φέρει στην ποίησή τη ς εμπειρίες από βα θύτερους σπαραγμούς. Για την ώρα βρίσκεται σε μάλλον καλές σχέσεις με τα "ένδον" θηρία». «Η γλώσσα και το προσωπείο», Εποχές, τχ. 18,1964, Για το σκωπτικό πνεύ μα το υ ποιητικού λόγου τη ς Κ. Δημουλά βλ. και κριτική το υ Ανδρέα Καραντώνη για το Λίγο το υ κόσμου, Νέα Εστία, τχ. 1.146,1975. 4. Βλ. την πολύ ωραία υπόδειξη του Κώστα Γ. Παπαγεωργίου στη δουλειά του Ανθολογία της Δ εύτερης μεταπολε μικής γενιάς, εκδόσεις «Σοκόλη», 2002. 5. Η «αριστοκρατική γλωσσική στόφα» τη ς K. Δημουλά, πα ρατηρεί ένας ποιητής της γενιάς της, ο Μάρκος Μέσκος, «βουτάει στην καθημερινότητα το υ λαϊκού χώρου». «Για το "Τελευταίο σώμα" της Κικής Δημουλά», Η λέξη, αρ. 84, Μάιος 1989. 6. Για κινδύνους τη ς ποιητικής ωριμότητας τη ς Κ. Δημουλά κάνει λόγο ο Ευριπίδης Γαραντούδης ήδη από το 1991. Και δοκιμάζει υπό μορφήν απορίας μια πρόβλεψη, που οήμερα μάλλον επιβεβαιώνεται: «Το ερώτημα που παρα μένει αναπάντητο ως την επόμενη ποιητική εμφάνιση της Δημουλά, είναι μήπως το τίμημα (ενδεχομένως άλλοι να το θεωρήσουν κατόρθωμα) της ποιητικής ωριμότητάς της θα είναι μια προϊούσα γλωσσική-εκφραστική εφευρετικό τατα που θα εξυ μ νεί τα υλικά και το υ ς τρόπους κατα σκευής της». «Στις καταβολές της ποιητικής ωριμότητας. Για τη ν ποίηση τη ς Κικής Δημουλά», Η Ναυτεμπορική, 4 Ιουλίου 1991. Αναφερόμενος στο ίδιο ζήτημα, ο Γιώργος Κοροπούλης μιλάει για αυτονόμηση τη ς «εννοιακής» ρη τορικής της Κ. Δημουλά στην ύστερη ποιητική της περίο δο. «Οι ελλάμψεις και το έργο. Με αφορμή την πρόσφατη συγκεντρωτική έκδοση τω ν "Ποιημάτων" τη ς Κ. Δημου λά», Η Καθημερινή, 30 Μαρτίου 1999.
H κριτική προο τ ου π ρ ώ ι μ ο υ π ο ι η τ ι κ ο ύ ί ρ γ ο υ τ ηζ Κι κή από τ ον Άρη Δ ι κ τ α ί ο
του
Π. Δ. ΜΑΙΤΡΟΔΗΜΗΤΡΗ
3 ο ποιητικό έργο της Κικής Δημουλά (1931) έχει κατά τα τελευταία χρόνια κερδίσει σχεδόν ανεπιφύλακτα τον έπαινο της λογοτεχνικής κριτικής. Οι τολμηρές καταθέσεις της ποιήτριας, που εντείνονται προπαντός μετά το 1980, έχουν δημιουργήσε μιαν εξαιρετική α τμόσφαιρα γύρω από το όνομά της και μια τεκμηριωμένη πεποίθη ση για τη διαχρονική σημασία της ποίησής της. Στο σύνολό της η σημερινή λογοτεχνική κριτική εγκωμιάζει την «...ανανεωμένη έκφραση που πολλές φορές μας παραδειγματίζει στο κείμενο εξαιρετικούς ποιητικούς νε ολογισμούς με χρήση ποικιλότροπων μεταφορών και μετωνυμίων»1, ή: «...το δώρο ενός ποιητικού αναπάντεχου, την απόκλιση απ' τις συμβατικές λύσεις, το ξάφνιασμα που γίνεται το μουσικό ίχνος της γλώσσας πάνω στο νόημα»2. Η λογοτεχνική κριτική αναγνωρίζει τον καινοτόμο χαρακτήρα των ποιητικών της συνθέσεων, τονίζοντας ότι μια ιδιαίτερα δημιουργική περίοδος εγκαινιά στηκε με τη δημοσίευση της συλλογής Το τελευταίο σώμα μου (1981). Και μια πραγματική «έκρηξη» κριτικών για το έργο της Κ. Δημουλά άρχισε με τη δημοσίευση μιας από τις πλέον ρηξικέλευθες ποιητικές συλλογές των τε λευταίων χρόνων, αυτής που φέρει τον τίτλο Χοίρε ποτέ (1988). Η συγκε κριμένη συλλογή ώθησε τη νεοελληνική κριτική να δοκιμάσει τη χρήση ε ντελέστερων ερμηνευτικών μέσων και αξιολογικών κριτηρίων, γεγονός που παρατηρείται σε προηγούμενες δεκαετίες του αιώνα μας και για το έργο άλλων σημαντικών ποιητών της εποχής μας. Ωστόσο, παρά το μεγάλο ενδιαφέρον που έδειξαν οι σύγχρονοι κριτικοί για τα τελευταία έργα της Κ. Δημουλά, η παλαιότερη κριτική δεν υστέρησε σε ενδιαφέρουσες προσεγγίσεις και εύστοχες τοποθετήσεις κειμένων της ποιήτριας. Από την πρώτη ήδη εμφάνισή της στο ποιητικό προσκήνιο με τη συλλογή Ποιήματα (1952), ο Πέτρος Χάρης παρατηρούσε ότι στους στί χους της «έχουμε [...] το πρώτο και κύριο γνώρισμα της αληθινά [ποιητικής]
123
νέας φωνής»5, ενώ για το βιβλίο της Έρεβος (1956) ο Τάκης Δόξας υποδείκνυε μιαν άλλη παράμετρο της διαμόρ φωσης της ποιητικής της: «Το Έρεβος περιέχει αποστάγ ματα ζωής και πείρας που τραυμάτισε την ψυχή με μια χρήσιμη πληγή: την πληγή του στοχασμού»4. Για την ίδια συλλογή ο Αστέρης Κοβατζής σημείωνε: «Η ποιήτρια έχει κατορθώσει να απορρίφει από τους στίχους της κάθε λ ε κτική πολυτέλεια και να διατηρήσει τις εντελώ ς ουσιώ δεις και απαραίτητες λέξεις»5. Παρόμοια παρατήρηση θα διατυπώσει για το Έρεβος και ο Γιάννης Γιαλουράκης, διαπιστώνοντας την «αρκετή αί σθηση του περιττού, ακόμη κι αίσθηση του νέου χωρίς τις λεκτικές ακροβασίες ενός παρεξηγημένου νεωτερι σμού»6, ενώ για το ίδιο έργο εγκωμιαστικά θα εκφρασθεί και πάλι ο Πέτρος Χάρης, τονίζοντας: «Στους εξομολογητικούς, ελεύθερους και ανομοιοκατάληκτους αυτούς στί χους έχουμε και τη διάθεση και την τεχνική της νέας ποιήτριας, που δεν ανέχεται τα δεσμά του ποιητικού λόγου της παραδόσεως και επιζητεί την πρωτοτυπία και την ι διοτυπία»7. Με τις παραπάνω παρατηρήσεις η λογοτεχνική κριτική της δεκαετίας του '50 επιχειρούσε να τοποθετήσει και να αξιολογήσει την «ιδιότυπη» και «νεοφανή» γραφή της Κ. Δημουλά. Επιχειρούσε, επίσης, μια πρώτη ερμηνευτική προσέγγιση στο έργο της, διαπιστώνοντας κάποιες συγ γένειες ανάμεσα στην ποιητική της και σ' εκείνη του Κ. Π. Καβάφη, του Κώστα Καρυωτάκη και άλλων, νεορομαντικών και συμβολιστών, ποιητών του Μεσοπολέμου. Οι κρι τικές, αποσπάσματα των οποίων παραθέσαμε ήδη, επι χειρούσαν μια διερευνητική προσέγγιση των πρώτων κει μένων της. Δεν μπορούμε, βέβαια, να παραγνωρίσουμε τον έντονα εξελικτικό χαρακτήρα της ποίησης της Κ. Δημουλά, αλλά και να μη διακρίνουμε την ιδιότυπη φωνή που εξαρχής κατέγραφαν οι στίχοι της - φωνή που υποδείκνυε μια δια φορετική ποιότητα λόγου και που εμφανιζόταν κατά την περίοδο όπου ήταν πια πλήρως ευκρινής η καθοριστική ι διαιτερότητα των ποιητών της γενιάς του '30, αλλά και όταν πια η πρώτη μεταπολεμική ποιητική γενιά είχε χαρά ξει τις γενικές κατευθύνσεις της. Ο πρώτος κριτικός που συνέλαβε αυτή τη νέα ποιότητα λόγου ήταν αναμφίβολα ο Άρης Δικταίος (1919-1983). Η επαφή του με το πρώιμο έργο της Κ. Δημουλά τον κατέστησε ικανό να διαπιστώσει ορισμένα από τα κυριότερα γνωρίσματα της ποιητικής φυσιογνωμίας της και να καταγράψει τις απόψεις του γι' αυτήν με ένα από τα πιο εύστοχα και τα πιο «μετρημένα» κείμενα εμπεριστατωμένης λογοτεχνικής κριτικής των μεταπολεμικών χρόνων, θα πρέπει, βέβαια, να δούμε την κριτική αυτή του Δικταίου μέσα στο πλαίσιο των γενικότε ρων απόψεών του για την ποίηση. Ας υπενθυμίσουμε,
124
πάντως, ότι δεν διαθέτουμε μια διεξοδική και συστηματι κή μελέτη για το έργο του -ποιητικό, κριτικό και μετα φραστικό- που θα μας βοηθούσε να τοποθετήσουμε πο λύ ακριβέστερα μέσα στο γενικότερο σύστημα της θεω ρητικής σκέψης του την κριτική του μαρτυρία για το έργο της Κ. Δημουλά. Εξάλλου, τα κριτικά κείμενά του δε βρί σκονται συγκεντρωμένα σε ένα πλήρες σώμα (corpus), για να μπορέσουμε να προσδιορίσουμε χωρίς σοβαρά κε νά τη βαθμιαία διαμόρφωση των κριτηρίων στα οποία βα σίζεται αυτή η οξυδερκής αξιολόγηση της ποιήτριας. Πά ντως, οι συγκεκριμένες θέσεις του για την ποίηση της Κ. Δημουλά, σε συνδυασμό με τις βασικές και γνωστές από ψεις του για την ποίηση που απορρέουν από το σύνολο του έργου του, μαρτυρούν ότι ένας ποιητής και κριτικός που διακρινόταν από μιαν ευρύτητα λογοτεχνικής παιδεί ας και από έντονα προσωπικές και αρκετά αυστηρές ιε ραρχήσεις των ποιητικών αξιών, κατόρθωσε να κατανοή σει έγκαιρα τις ουσιαστικές διαστάσεις μιας νέας «πρότα σης» που ερχόταν να ενταχθεί δυναμικά στη σύγχρονή του ελληνική λογοτεχνία. Η κριτική του Δικταίου για την Κ. Δημουλά πρωτοδημοσιεύθηκε στο περιοδικό Καινούρια Εποχή του 1958® και α φορούσε τις ποιητικές συλλογές Έρεβος (1956) και Ερή μην (1958), με την προσθήκη μιας εισαγωγικής αναφο ράς στη νεανική συλλογή της Ποιήματα (1952). Όχι πολ λά χρόνια αργότερα (με ορισμένες μικρές προσθήκες και τροποποιήσεις) αναδημοσιεύεται στο βιβλίο του Αναζητητές προσώπου (1963) με τον τίτλο «Εγεννήθη ημίν ποιήτρια...» και με τον υπότιτλο «(Η Κική Δημουλά)»9. (Δεν γνωρίζουμε αν ο Δικταίος είχε υπόψη του και «συνεκτιμούσε» σιωπηρά στη διάρκεια της προετοιμασίας αυτού του συγκεντρωτικού τόμου άρθρων του και τη συλλογή της ποιήτριας Επί τα ίχνη (1963), αλλά σε κάθε περίπτω ση είναι προφανές από τα γραφόμενά του ότι οι προη γούμενες συλλογές -και προπαντός, βέβαια, η Ερήμηναρκούσαν για την απόφαση της επιλογής αυτού του απε ρίφραστα δηλωτικού τίτλου.) Κατά την ίδια εποχή ο Δικταίος πραγματοποιεί και δύο άλλες συναγωγές κριτικών κειμένων του, στα βιβλία Ανοιχτοί λογαριασμοί με το χρό νο (1963) και Θεωρία Ποιήαεως (1962). Στο δεύτερο δια τυπώνει συνολικά τις απόψεις του για τις εξελίξεις της νεώτερης ελληνικής ποίησης (Κεφάλαιο «Η ελληνική ποί ηση της τελευταίας τριακονταετίας»)10. Και σημειώνει για την περίπτωση που μας ενδιαφέρει τώρα τα εξής: «Την ί δια γοητεία, την καβαφική, έχει υποστή κ' ένα ποιητικό ζευγάρι, ο Άθως Δημουλάς και η Κική Δημουλά, που απο τελ εί και το πιο πρόσφατο κέρδος της ποίησής μας. Διδα κτικός, από μια γενικότερη κ' υψηλότερη έκφραση, ο Δη μουλάς έχει μιαν, εντελώ ς προσωπική, αρχιτεκτονική α ντίληψη του ποιήματος, ενώ η Δημουλά, έντονα δραμα
τική, μ' έναν λόγο πυκνό, μ' έναν λόγο που είναι κι ο πιο δύσκολος να επιχευχθή, έμμεσο, υπαινικτικό και ταυτό χρονα καίριο, φτάνει σ' εξαίρετα ποιητικά αποτελέσματα συλλήψεως φευγαλέων, σχεδόν άπιαστων ψυχικών στιγ μών»11. Εδώ ο Δικταίος επαναλαμβάνει για την ποιήτριά μας συντομότατα ορισμένες από τις αξιολογήσεις που εί χε διατυπώσει στην Καινούρια Εποχή του 195812. Η λεπτομερέστερη εξέταση του παλαιότερου εκείνου κριτικού κειμένου του για τις ποιητικές συλλογές της Κ. Δημουλά μάς οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι θέσεις που είχε τότε προτείνει αποτελούν έναν προάγγελο των αξιο λογήσεων της μεταγενέστερης κριτικής, που τοποθετούν την ποιήτριά σε μιαν από τις κορυφαίες βαθμίδες της σύγχρονης νεοελληνικής ποιητικής δημιουργίας. 0 Δικταίος παρακολουθεί την εξέλιξη της Κ. Δημουλά, υποδει κνύοντας την εξαρχής απόστασή της από την ποιητική κοινοτοπία, επισημαίνει αδιαμφισβήτητα τεκμήρια μιας πορείας προς την ωριμότητα και τελικά διαπιστώνει ότι με την τρίτη συλλογή συντελείται η αποφασιστική τομή που επαληθεύει την παρουσία μιας ισχυρής ποιητικής προσωπικότητας. Αρχίζοντας με τη νεανική συλλογή Ποιήματα (1952), τονί ζει την εμφάνιση του ποιητικού της ταλέντου και τη γνη σιότητά του και καταγράφει «μερικές αρετές που σπάνια συναντούνται σε νέους και πρωτόπειρους ποιητές, του καιρού μας ιδίως: αποφυγή του τετριμμένου, του εύκο λου ή του μελοδραματικού λόγου, προσπάθεια να συλληφθούν φευγαλέες, άπιαστες σχεδόν, ψυχικές στιγμές, και, προπαντός, μια δυνατή θέληση για καλλιτεχνική έκ φραση, που, τελικά, γίνεται καλλιτεχνική βούληση: να εκ φραστή όχι με την γλώσσα της ηοιητικότητας [...], αλλά με τις στέρεες μορφές, που υπακούουν σε μια νομοτέ λεια σύνθεσης, της ποιήσεως»15. Επισημαίνεται μια ήδη γόνιμη αφομοίωση του καβαφικού κληροδοτήματος, ε νός υποδείγματος που κατεξοχήν διαφωτίζει το νόημα αυτής της νομοτέλειας και που, εφόσον μελετηθεί από έναν νέο ποιητή έγκαιρα απαλλαγμένον από μιμητικές τάσεις, όπως γίνεται στην περίπτωση αυτής της πρωτοεμφανιζόμενης ποιήτριας, αποβαίνει κατάλληλο όσο λίγα άλλα για τη χάραξη μιας προσωπικής κατεύθυνσης. Οι αλλαγές που διαπιστώνονται στη συλλογή Έρεβος (1956) μαρτυρούν ότι «η ποιήτριά έχει προχωρήσει αρκε τά τώρα, και στην Τέχνη και σε ανθρώπινη ωριμότητα - έ να σύμμικτο γίγνεσθαι στον αληθινό καλλιτέχνη»14. Παρατηρείται ότι κάποια «επιτήδευση», στην οποία κατέληγε ένας νεανικός επαναστατισμός που χαρακτήριζε την προηγούμενη συλλογή, έχει αντικατασταθεί από μιαν «άκρως αντίθετη» τάση, δηλαδή από την αναμφισβήτητα στοχαστικότερη και εσωτερικά ισχυρότερη επιλογή της απεριόριστης ειλικρίνειας. Ωστόσο, ο κριτικός δεν είναι α
κόμη ανεπιφύλακτα εγκωμιαστικός. Σημειώνει ότι αυτή η «διάθεση μεγεθύνσεως μιας ήδη μεγάλης ειλικρίνειας», ενώ καθεαυτήν διαθέτει την «πειθώ», δεν φθάνει πάντα και στην πειθώ της «αισθητικής [...) πραγμάτωσης»15. Η ποιήτριά κατακτά την αυθεντικά ποιητική περιοχή με δια δοχικές απόπειρες και με την επίτευξη μερικού αλλά έ γκυρου αποτελέσματος. Συνεχίζοντας λοιπόν τη διερώτησή του για το «τί λείπει, ακριβώς» ακόμη από τα κείμε να αυτά, ώστε να φθάσουν στο επίπεδο της απόλυτα ποιητικής τελείωσης, ο Δικταίος προβληματίζεται για το ενδεχόμενο η συνύπαρξη κάποιων έντονων μορφών δη μοτικής και καθαρεύουσας γλώσσας να εμποδίζει την ε πίτευξη μιας εκφραστικής «ισορροπίας»16 και να αναστέλ λει σε ορισμένα επίπεδα της γενικότερης συνθετικής πράξης «το προσδοκώμενο, αισθητικό αποτέλεσμα»17. Περνώντας όμως σε ένα τρίτο ενδεχόμενο που θα ερμή νευε τη σχετική δυσκολία, διατυπώνει μια σκέψη που συγχωνεύει την επιφύλαξη με την αναγνώριση και πάλι της προηγμένης ποιητικής συνείδησης και πρακτικής της Κ. Δημουλά: «Ίσως, όμως, να οφείλεται τούτο και στο δυσκολώτατο είδος της ποιήσεως, που μαζί του καταπιά νεται η Κ. Δημουλά: την έκφραση (...) φευγαλέων ψυχι κών στιγμών. Συχνότατα δίβουλων, μάλιστα, και τόσο φευγαλέων, που η ποιήτριά τις αισθάνθηκε για πολύ λίγο ή και τις διαισθάνθηκε απλά, χωρίς δηλαδή να μπορέση να τις συλλάβη ακριβώς σαν ποιότητα»18. Με την παρατή ρηση αυτήν, ο κριτικός αναφέρεται σε ένα γνώρισμα της ποιήτριας το οποίο στις μεταγενέστερες και ισχυρότερες μορφές του θα απστελέσει ένα από τα σπουδαιότερα επιτεύγματά της. Την αρτιότερη εκφραστική κρυστάλλωση των «στιγμών», που ζητά ο Δικταίος, τη βλέπει σε ορι σμένα «ποιήματα που» η Κ. Δημουλά «έγραψε στο Λονδί νο: οι εντυπώσεις που δέχτηκε ήταν πιο έντονες, η έφο δός τους μέσα της πιο βίαιη. Σαφήνεια εντυπώσεων, συ γκινήσεων, στοχασμών, που αντανακλάται πειστικά και στην ποιητικήν εξακτίνωσή τους...»19. Η έννοια της σαφή νειας, όπως αυτή εισάγεται εδώ από τον Δικταίο, είναι αρκετά ενδεικτική και σε ό,τι αφορά τη δική του ποίηση και ποιητική θεωρία και τη συναντούμε και στον πρόλογο της συλλογής του Ποήιτεία (1965), όπου αναφέρεται στο αίτημα για «μια ποίηση που πιστεύει στην αίσθηση και στις αποκαλύψεις της: τα πράγματα και την ουσία τους, και που προς αυτά τείνει κι αυτά επιδιώκει να εκφράσει»20 Η αναφορά του Δικχαίου στη συλλογή Ερήμην (1958) ε ξαιρεί απευθείας μιαν ικανότητα καθοριστικής σημασίας για την ποιητική γενικά (και όχι μόνο για την ολοκλήρωση της ιδιαιτερότητας της συγκεκριμένης ποιήτριας), που χα ρακτηρίζει τους μειζονες ποιητές και που είναι ο συνδυα σμός του δημιουργικού ατομικού «πάθους» με την αποστασιοποιημένη θεώρησή του, η αναγωγή του υποκειμε
125
νικού σε αντικειμενικό και συνακόλουθα η στοχαστικά ε ποπτική θεώρηση του κόσμου:«... η Κική Δημουήά είναι μια τελειωμένη κιόλας ποιήτρια. 0 άνθρωπος Ι...1 που παθαίνεται από ζωή και για ζωή κ' έχει την ωριμότητα (ό λη την ικανότητα) να θεάται τα πάθη του σαν αλλότρια και να στοχάζεται, με προσωπικό κιόλας στοχασμό, πάνω τους και πάνω στον κόσμο, κι ο ποιητής, ο κυρίαρχος ε νός προσωπικού εκφραστικού οργάνου, που δίδει έργο και έργο ανθεκτικό σε κάθε αισθητικόν, οπωσδήποτε κρι τικόν, έλεγχο»21. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Δικταίος, ενώ διατηρεί ακόμη (αλλά ούτως ή άλλως σε πολύ μικρότε ρο βαθμό πια) την παλαιότερη επιφύλαξή του για μιαν «υπερβολική, εδώ κ' εκεί [...) χρήση (...1 του καθαρεύοντος λόγου» (που τη συνδέει με τη «διδαχή του Καβάφη»)22 και για τις «ποιότητες της ειρωνείας που ενέχει ο λόγος αυτός»25, αποδίδει τώρα «τα υλικά τούτα μέσα [...1 σε μιαν υπεύθυνη σ τ ρ α τ η γ ι κ ή προς την εκπόρθηση του ποιητικού»24 και καταλήγει κατηγορηματικά στη διαπίστωση ότι «...την εκπόρθηση τούτη, την τόσο επιθυ μητή, την τόσο σπάνια στα ποιητικά μας πράγματα, τη συναντούμε παντού, σ' ολόκληρο το Ερήμην»25. Στη συ νέχεια, γίνεται μια προσπάθεια καθορισμού του κεντρικού προβλήματος που διατρέχει τη συλλογή και που είναι η δημιουργική αλλά και δύσκολη -υψηλών απαιτήσεων και έντονης συνειδησιακής διεργασίας- σ χ έ σ η της ποιήτριας με τη ζωή και ειδικότερα οι περίπλοκης λειτουργι κότητας δεσμοί της με το κοινωνικό περιβάλλον και η δυ νατότητα (που άλλοτε παρέχεται και άλλοτε δεν παρέ χεται από τη ζωή) για μιαν ικανοποίηση των υπαρξιακών της αναζητήσεων. Τουλάχιστον υπό μιαν ορισμένη έν νοια ή σε κάποια επίπεδά της, «η ζωή» είναι μια διαδικα σία που «διεξάγεται, δεν συμβαίνει, ερήμην της ποιήτριας»26. Αυτή η απόσταση-απουσία δεν σημαίνει ότι η ποιήτρια έχει επιλέξει την απομόνωση (αντίθετα, επιζητεί διαρκώς την ουσιαστική σχέση με τον κόσμο), ούτε ση μαίνει μόνο ότι απορρίπτει τον συμβατικό τρόπο βίου «των προσαρμοσμένων και των νοικοκυραίων»27. Εξάλ λου, αν το ζήτημα ήταν απλώς ότι αυτός ο κόσμος της συμβατικότητας, των «συμφερόντων» και της «ηθικά βο λεμένης ζωής»28αρνείται την ποιήτρια ερήμην της και την εξορίζει (μοίρα «κάθε αληθινού ποιητή και σωστού ανθρώπου»29), όχι μόνο ολίγον θα την ενδιέφερε μια τέ τοια «περιθωριοποίηση», αλλά και είναι αυτονόητο ότι α ποτελεί πάντα τίτλο τιμής για μια δημιουργική και ηθικά εγρήγορη προσωπικότητα. Εδώ «πρόκειται (...) για την άλλη ζωή, την (προφανώς: γόνιμα και θαυμαστά) τερα τώδη στις εκδηλώσεις της και, γι' αυτό θα 'λεγες, ωραία κ' ευφρόσυνη, προορισμό και δικαίωση κάθε ύπαρξης... Κ' η ζωή τούτη δεν κρίνει, δεν δικάζει, δεν αποφασίζει. Τελείται αδιάφορη. Απλά σ υ μ β α ί ν ε ι με την ποιή-
126
τρια, με τον άνθρωπο, χωρίς κανένα διάφορο»50. Και το πραγματικό και κρίσιμο πρόβλημα έγκειται στο ότι ο χώ ρος κ α ι α υ τ ή ς της ουσιαστικής ζωής αρχίζει είτε να διαβρώνεται από τη συμβατικότητα και το ταπεινό συμφέρον είτε να γίνεται απρόσιτος για την ποιήτρια, ε πειδή παρεμβάλλεται καταπιεστικά ανάμεσα σ' αυτήν και σ' εκείνον η ποσοτικά κυρίαρχη παρουσία του κόσμου της αναισθησίας και της φθοράς. Γι' αυτό και η ποιήτρια, μολονότι πάντα «είναι φανερή η κατάφασή» της «στην ζωή»51, επιλέγει τη στάση της αξιοπρεπούς εμμονής στα δικά της αξιολογικά κριτήρια, που, αν καθιστούν δυσχερή μια «συμπόρευση με την ζωή»52αυτήν, της επιτρέπουν ό μως μιαν επώδυνη βαθύτερη βίωση του ουσιώδους. 0 Δικταίος βλέπει και μια (συζητήσιμη) «έλλειψη τό λ μης»55 για μια μαχητική ένταξη του αδιάφθορου και απαι τητικού ανθρώπου στη ζωή (με τους όρους, βέβαια, πά ντα αυτού του ανθρώπου) και μια τάση προς την παραί τηση: «Έτσι, η ποιήτρια (...) βρέθηκε, εξ αιτίας της ιδιοσυ γκρασίας της και του απροσαρμόστου της, αλλά και της αδυναμίας της να επαναστατήση κατά των συμβάσεων, καταδικασμένη να παραμείνει έξω από την πορεία της ζωής...»51 (παραθέτει σχετικά το ποίημα «Αυτόγραφο», ό που οι στίχοι: Ένα κίτρινο φύδδο σου, φθινόπωρο, (...) οαν φιδικό αυτόγραφο, ίσως σαν έ ν α «ευχαριστώ» που διόδου μέρος δεν έδαβα στο καδοκαίρι το ύ το ../5.
Και συνεχίζει: «Είναι φανερή η κατάφαση της ποιήτριας στην ζωή. Αλλ' εξ ίσου φανερή κ' η αδυναμία της, η έλ λειψη τόλμης να παλαίψη γι' αυτή τη συμπόρευση με την ζωή, προτιμώντας τη διάψευση του εαυτού της (στ' ω ραιότατο ποίημα "Παρανομίες"56) ή την επιβλημένη, άνω θεν, πειθώ του χρόνου - στο 'Εν τέλει": Έπειτα από γερή φιδονεικία μεταξύ τους να γίνει πιο σύντομη, την είχε πείσει, πιο τεδειωμένη. Να καταργήσει τις μακρηγορίες των ονείρων, και να κρατήσει την ετυμηγορία τους. Την είχε πείσει. Ο χρόνοι?7».
Βέβαια, πρέπει να παρατηρηθεί (ή να διευκρινισθεί περαι τέρω) ότι η υιοθέτηση της διδαχής του χρόνου δεν ση μαίνει αναγκαστική υποταγή στο ανούσιο ή παραίτηση,
α λλά , εν τε λ ώ ς αντίθετα, συμπυκνωτική (σοφ ότερη) και αποτελεσ ματικότερη διάσωση το υ ουσιώδους. Η συγκεφαλαιωτική α ξιολόγηση το υ απ οτελέσ μα τος τη ς σ υλ λ ογ ή ς α υ τή ς είναι η α κό λουθ η: «Λόγος λιτό ς, α λλά πυκνός. Λόγος, κι α υτό ς είναι κι ο πιο δύσ κο λος να επιτευχθ ή, έμ μεσ ος, υπαινικτικός και, τα υτόχρονα, καίριος. Ευαισθησία ο ξύ τα τη ώ ς τ ο νευροπαθές. Π αρατηρητικό τη τα σπάνια επί το υ πραγματικού κι αναμφ ισ βήτητη ικα νότη τα να δοθή πλαστικό το α φ η ρη μένο τω ν συναισθη ματικών αποχρώσεων»58. Αναμφισ βήτητα, ο Δικταίος σ τά θηκε με οξυδ ερκή κατανόηση και σεβασμό μπροστά στο διαφορετικό οικοδόμημα, που αντιλήφ θηκε ότι είχε αρχί σει να σ υγκροτεί ήδη μ ε τα πρώτα τη ς έργα η Κ. Δημουλά, και προσδιόρισ ε μ ε επαρκή επιτυχία τις διαστάσεις, τη δο μ ή και τ ο α ρχιτεκτονικό το υ ύφ ο ς. Οπωσδήποτε, μέσα στα όρια μιας υποχρεωτικό σ ύντομης και «ενδεικτι κής» αναφοράς σε κάθε σ υλλογή, δ εν έχει τη ν ευχέρεια ανάπτυξης ενό ς διεξοδικού και τεκμηρ ιω μένου ερ μη νευ τικού λόγου και μιας π ολύπ λευρης προσέγγισης τη ς σ υλ λογή ς ω ς ολ ό τη τα ς. Α λλά , μ ε ένα ν συνδυασμό εύ σ το χω ν επ ιμ έρ ο υ ς επ ισ ημ ά νσ εω ν και πεισ τικώ ν γ εν ικ ώ ν προσδιορισμών, α ναφέρεται διαφωτιστικά στη φύση τω ν β ιωμάτων, στην ποιότητα τω ν ηθικών αξιών και στην πυ κνότητα το υ αντισυμβατικού «διανοείσθαι» τη ς ποιήτριας, παρακολουθώ ντας έναν ολό κλη ρο κόσμο κύριων σημαι ν ό ν τω ν , σ υ μ φ ρ α ζ ο μ έν ω ν και υ π ο δ η λ ω τικώ ν μη χα ν ι σμών, και διακρίνοντας συνολικά μια νέα ποιητική κατά θεση, που θα συνεχιζόταν στα επόμενα χρόνια με τη δ υ ναμική που έγκαιρα ο ίδιος διαπίστωνε. Η α περίφραστη κατακλείδα το υ κειμ ένο υ το υ α ποδείχθηκε έγκυρ α επι γρα μμ ατική : «Η Κική Δ ημ ου λά είναι τ ο σ ημ α ν τικ ώ τα το κέρ δο ς τη ς νεο ελ λ η ν ικ ή ς ποιήσεως α υτή ς τη ς ώρας»59. Έτσι, οφ είλ ου με να αναγνωρίσουμε ότι ο Δικταίος άνοιξε το δρόμο για τη συστηματική μ ε λ έτη το υ έρ γου τη ς ποιήτριας, μια διαδικασία που β λέπ ουμε να α νθεί στις μέρες μας. Και μ ε τη ν ευκαιρία α υτή πρέπει να υπενθυμίσουμε και τη ν ανάγκη μιας προσεκτικότερης ασχολίας μ ε τ η ν ε οελληνική κριτική τω ν προηγούμενω ν δεκαετιώ ν και κυ ρίω ς τ ω ν μέσ ω ν το υ 20 ού αιώνα (στο πλαίσιο, βέβαια, το υ γνω στού desideratum μιας σ υσ τηματικής ιστορικής μ ε λ έτη ς τη ς ό λ η ς νεο ελ λ η ν ικ ή ς κριτικής). Η κριτική τη ς γενιάς το υ Δικταίου και τω ν «περί αυτήν» περιόδων γρα φ ό τα ν μ ε σ ημαντικά δια φ ο ρ ετική μ έθ ο δ ο και αισθητά «αλλότριο» πια ύφ ο ς σε σύγκριση μ ε τη σημερινή, α κο λουθώ ντα ς από τις απόψεις α υτές κυρίως τα παλαιότερα πρότυπα. Χαρακτηριζόταν σε μεγάλο βαθμό από ποικίλες ανισότητες. Αλλά α υτό σημαίνει («ακριβώς») ότι περιείχε αναμφισβήτητα και έναν πλούτο διεισδυτικής σκέψης και εύσ τοχω ν επισημάνσεων, που όταν μάλιστα διακρίνονται για ένα ν προβλεπτικό-προδρομικό χαρακτήρα σε ό,τι α φορά τη ν αναγνώριση αξιώ ν δημιουργούν για τη λ ο γ ο τε χνία ένα κλίμα δίκαιης α λλ η λεγ γ ύη ς και ανταποκρίνονται
θετικά και ενθαρρυντικά σε μια βαθύτατα φυσιολογική και κατα νοητή αγωνία το υ λογο τέχνη , όπως α υτή που ε ξ έ φ ρα ζε η Κική Δημουλά τ ο 1958 (ποίημα «Μετάθεσις»): Κι εγώ, τα ορφανά κι ανήλικα τούτα έργα μου μαζεύω γύρω μου, και τα προετοιμάζω για την άγνωστη μητριά τους: την αυριανήν ημέρα40. □ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 1. Αλέξανδρος Ν. Ακριτόπουλος, Κυριακάτικη Αυγή, 8.1.1995 (για τη συλλογή Η εφηβεία της λήθης, 1994). 2. Ευγένιος Αρανίτσης, Ελευθεροτυπία, 30.11.1994 (για την ίδια συλλογή). 3. Εφημερίδα Ελευθερία, 16.2.1952. 4. Εφημερίδα Νέος Ορίζων, 30.9.1957. 5. Εφημερίδα Απογευματινή, 12.1.1957. 6. Εφημερίδα Ταχυδρόμος Αλεξάνδρειάς, 1.11.1956. 7. Εφημερίδα Ελευθερία, 11.2.1956. 8. Καινούργια Εποχή, ιό μ . Γ', τχ. 11 (φθινόπωρο 1958), σ. 417-419. 9. Αρη Δικταίου, Αναζητητές προσώπου. Κριτικά. Εκδοτικός οί κος «Γ. Φέξη», Αθήναι 1963, σ. 109-114. 10. Αρη Δικταίου, Θεωρία Ποιήσεως. Εκδοτικός οίκος «Γ. Φέξη», Αθήναι 1962,0. 9-65. 11. Ό.Π., σ.60. 12. Βλ. όπου και στη σημ. 8, σ. 419. 13. Βλ. όπου και στη σημ. 9, ο. 109-110.
14.
Ό.Π., σ. 110.
15. Ό.Π. 16. Ό.Π., 0 .110-111. 17. Ό.Π., σ. 111. 18. 'Ο.π. 19. Ό.Π. 20. Άρης Δικταίος, Πολιτεία. Εκδοτικός οίκος «Γεωργίου Φέξη», Αθήνα 1965, σ. 12 (= 0 ίδιος, Τα Ποιήματα 1934-1965, «Δω δώνη», Αθήναι, 1974, σ. 228). 21. Βλ. όπου και στη σημ. 9, σ. 111. 22. Ό.π., σ. 112. 23. 'Ο.π.' 24. Ό.π. 25. Ό.π. 26. Ό.Π. 27. Ό.Π., σ.113. 28. Ό.π., 0.112. 29. Ό.π. 30. Ό.Π., σ. 112-113. 31. Ό.π., σ. 114. 32. Ό.π. 33. Ό.Π. 34. Ό.π., 0.113. 35. Ό.π. Το «Αυτόγραφο» στο: Κικής Δημουλά, Ερήμην, «Στιγμή», Αθήνα, 1990, σ. 26 (=Της ίδιας. Ποιήματα, «Ίκαρος», Αθήνα, 1998, σ. 63). 36. Βλ. Κικής Δημουλά, ό.π., σ. 12-13 και 52, αντίστοιχα. 37. Βλ. όπου και στη σημ. 9, σ. 114. Η ορθογραφία και η στίξη των στίχων του «Εν τέλει» κατά την έκδοση της Κ. Δημουλά (ό.π., σ. 34 και 71, αντίστοιχα). 38. Ό.π. 39. Ό.π. 40. Βλ. Κικής Δημουλά, όπου και στη σημ. 35, σ. 24 και 61, αντί στοιχα.
127
Κι κή
Δημουλά:
« Ο ν ι ι ρ ι ά ο μ α ι να γ ρ ά ψ ω ίνα πολύκαλό ποίημα» Συνέντευξη ατούς:
Λ. ΑΡΩΝΗ, Μ. ΜΙΧΕΛΙΔΑΚΗ, Α. ΡΟΔΙΤΗ
Η Κική Δημ ουλά σπανίως δίνει σ υνεντεύ ξεις. Και σ π ανιότερα εμ φ ανίζεται σ τα ΜΜΕ μ ιλώ ντας για το ποιητικό τ η ς έργο. Μια από τις ε ξαιρέσ εις που επ ιβεβαιώ νουν α υ τό το ν κ ανόνα ή τα ν η π αρουσία τ η ς σ ε μια από τις μα κ ρ ο β ιό τερ ες και μ ε μ εγ ά λη τ η λ ε θ έ α σ η εκπ ομπ ές για τ ο ν πολιτισμό, τ ο ΣΥΝ & ΠΛΗΝ τ η ς NET. Οι οικοδ εσ π ότες τ η ς εκπομπής υ π έβαλαν σ τη ν Κική Δ ημ ουλά ερ ω τή σ εις για τ η ν είσ οδ ό τη ς σ τη ν Ακαδημία, για τη θ ρυλούμ ενη υπ οψ ηφ ιότητά τη ς για Νόμπελ, για τ α «απ οκηρυγμένα» τη ς ποιήματα, το ν ιδιωτικό και δημό σιο βίο της, το ν έρ ω τα , για τ ο υ ς α ν α γνώ σ τες τ η ς ποίησής της, τη ν κριτι κή κ.ά. Η σ υ ν έν τευ ξη -μ ε τα γ ρ α φ ή - χαρακτη ρίζετα ι από το απρόοπτο, τ ο απ ρό β λ ε π τ ο και ε ν ίο τ ε τ ο α σ υ ν ε χ έ ς μιας ζω ντα ν ή ς τη λ ε ο π τικ ή ς εκπομπής. Ίσω ς γ ι' αυ τό δ ια θ έτει α π λό τη τα -σπ άνια α ρ ε τή σ τις μ έρ ες μ α ς - και αμε σ ότητα. Το γεγονός, τ έλ ο ς , ό τι κάπ οιες ε ρ ω τή σ ε ις και απ αντήσ εις σ υ ν το μ εύ τη καν ή π αρ αλή φ θη κα ν χάριν ευστοχίας, α ς μη θ εω ρ η θ ε ί επέμ βαση και πα ραπ οίησ α τ η ς α λ ήθ εια ς, α λ λ ά π ροσπάθεια αναγκασ τική ς προσαρμογής τ ο υ «εν θερμώ» προφ ορικού σ ε γραπτό, νηφ άλιο λόγο.
Μεταγραφή: Η. Π.
Λ. Α : Είοτι η τρίτη γυναίκα που μπαίνει οτην Ακαδημία. Δ εν ξέ ρ ω πώς συνέβησαν όλ α α υτό . Προσπαθώ κι εγώ να τα ερ μ η ν εύ σω. Ποιον έπεισα. Τι έγινε.
A. Ρ.: Πώς είναι να μπαίνει κανείς, και μάλιστα ένας ποιητής; Δ εν t o έχω ξαναζήσει!
A. Α : Πώς αισθάνεστε μετά την είοοδό οας; Αισθάνομαι πολύ νέα . Ευθάνατη, όχι α θάνατη, και μ ε πολλά περιθώρια.
128
A P.: To βιογραφικό σας για την Ακαδημία ήταν πολύ λιτό.
π ο λ λ ά και π ερίερ γα . Το γ ια τί έφ υ γ α είναι α διά φ ο ρ ο . Έχει κανείς τ ο δικαίωμα να α λλά ζει. Μ ε πείραζε α υτή η σ τα θ ερ ότη ς στις καταστάσεις, πάντα με πείραζε.
Δ εν μπορούσα να τ ο παραγεμίσ ω. Ή μ ου ν α κριβόλογος.
Α. Ρ.:Έχει κάποια οχέοη με την ποίηοη αυτό το γεγονός; Α. Ρ.: Πολλές διακρίοιις. Τις περιμένατε; Ο ύτε τα περίμενα ο ύ τε τα θυμάμαι, παρόλο που ά λλο ι τα τα ξινομ ού ν, τα ξιν ο μ ώ ν τα ς και π ο λλή χαιρεκακία. Έκανα τα πάντα για να είναι η πορεία μο υ σιγανή και ή ρεμη . Μέχρι που έβλαψ α, ίσως, και τ η δ ο υλειά μου. Και τη διάθεσή μου.
Φ αίνεται ότι έγινα ν π ο νηρ ές σ κέψ εις γύρ ω από τ ο θ έ μα. Ν όμπ ελ. Ωσάν ο σ υγκεκριμένος εκδ οτικό ς οίκος ε ί ναι που δίνει τα Νόμπελ. Έχουν ειπ ω θ εί τό σ ε ς κω μικές κακοήθειες πάνω σ' α υτό που δ ε θ έ λ ω να το σ υζητήσω.
A. Ρ.: Πώς γίνεται μια ζωή να προσπαθείτε να είοτε πίσω από τα πράγματα κι όμως να έχετε τον τίτλο «Η μεγαλύ τερη ποιήτρια και όχι μόνο οτην Ελλάδα». Είναι βαρύς τίτλος; Ποιος μο υ τ ο ν έδ ω σ ε;
A. Ρ.: Είοτε η ποιήτρια που πουλάει. Συγνώμη που θα οας κάνω να αγριέψετε. Κάνατε εκδοτικούς οίκους να κερδίσουν πολλά χρήματα... Το ότι θα αγριέψ εις εμ έν α είναι τ ο λ ιγ ότερο . Θα α γρ ιέ ψουν όμ ω ς ά λλο ι με α υτή τη ν ιστορία τω ν πω λήσεων. Κι εγ ώ ανησυχώ ίσ ως λίγο μην μπ ορώ ντας να τ ο ε ρ μ η νεύσω απολύτω ς.
Μ. Μ.: Αιοθάνεοτε ότι βάλλεστε από μια συγκεκριμένη ομάδα ατόμων; Βάλλομαι.
A. Ρ.: Ας σταθούμε λίγο σ ' αυτό. Τι σημαίνει «βάλλο μαι»; 0 ποιητής είναι ό,τι πιο αθώο.
A. Ρ.: Τι γίνεται με την υποψηφιότητά οας για Νόμπελ; Π ο τέ δ ε ν έ γ ιν ε τίπ οτα . Κ ανείς δ ε ν εισ η γ ή θ η κ ε τίπ ο τε π ο τέ για μένα. Κ ανένας δ ε μ ε πλησίασε πάνω σ το θ έ μα. Καμία ε ν έ ρ γ εια πρ οπ άντω ν δ ε ν έκα να εγ ώ . Α υ τό πρέπει να τ ο υπογραμμίσω μ ε έντα σ η και μ ε οργή.
0 ποιητής είναι α θώ ος από τ η στιγμή που κάνει α υτή τη δουλειά . Από τ η ν ά λλ η είναι ένο χο ς για τα πάντα.
A. Ρ.: Είναι κάποιοι που γράφουν ποίηοη και δεν είναι ενθουοιαομένοι από τις πωλήσεις των βιβλίων οας; Μ ιλώ για μ ερικο ύς ανθρώ πους. Α λλά έχω και τ ο κοινό που μο υ δείχνει συμπάθεια, θα ή μ ου ν αχάριστη και α νακριβής να μην τ ο α ναφ έρω .
A Α: Οι άνθρωποι από τους οποίους βάλλεστε εμφανί στηκαν από τη οτιγμή που η Κική Δημουλά άρχισε να καταξιώνεται; Α υ τό ς ο μ ικρ ός θ ό ρ υ β ο ς ά ρχισ ε από τ ό τ ε που πήγα σ το ν εκ δ ο τικ ό οίκο ς «Ίκαρος». Α υ τό σ υν δ υ ά σ τη κε μ ε
A. Ρ : Ποιοι είναι αυτοί λοιπόν -έ χ ω ακούσει από πρό σωπα κύρους- που ιοχυρίζοπαι ότι παίζεται μια ιστορία για την υποψηφιότητά οας για το Νόμπελ Λογοτεχνίας; Εγώ ξέ ρ ω ότι ότα ν παίζεται α υτή η ιστορία κάποιος έχει ρίξει μέσα το σχέδιο το υ παιχνιδιού. Δεν μπ ορ εί ξα φ ν ι κά η Σουηδική Ακαδημία να παίζει τ ο όνο μά μο υ και με ά λλ α ονόμα τα χωρίς να μ ε γνωρίζει. Εδώ δ ε μ ε γνω ρί ζει τ ο Λονδίνο.
Μ. Μ.: Πρέπει να έχει γίνει κάποια πρόταση. Απ' ό,τι ξέ ρ ω , για το ν Μίκη Θ εο δω ρά κη είχαν υπ ογρά ψει 400, 6 0 0 ,4 .0 0 0 άνθρωποι. Δ εν έγ ινε κάτι τέ το ιο για μένα. Δ εν κουβεντιά σ τηκε ποτέ.
129
Μ. Μ.: Έχετε εισπράξει ένα αρνητικό κ\ίρ α χωρίς να έχει γίνει ανάλογη πρόταοη; Έχω εισπ ράξει σχόλια χω ρίς να φ ρ ον τίζει κάποιος ά ν θ ρ ω π ος για μ έν α . Και β ά λ λ ο υ ν επ ίσ ης και κατά τη ς Σ ου η δ ική ς Α κα δη μία ς για τ η ν κ α τά ν τια τ η ς . Α υτά έ χ ο υ ν γ ρ α φ τε ί σ ε σ οβα ρά π εριοδ ικά και μ ο υ προκα-
μ ε τρ ώ χα ρτο νομ ίσ μ α τα που πήγαιναν για καύση, τ ό σο παλιά που τρ ίβ ο ν τα ν στα χέρια· α υ τό μ ε τρ ό μ α ξε λίγο...
A. Ρ.: Το '54 παντρεύεστε τον Άθω Δημουλά. Ιε ίτ ε 31 χρόνια μαζί, κάνετε δύο παιδιά. Κάποια οτιγμή ο σύ ζυγός οας «έφυγε». Εσείς ήσαστε 31 χρόνια μια νοικο
λ ο ύ ν θλίψη.
κυρά και εργαζόμενη ενώ παράλληλα γράφατε ποιή
Λ. Α.: Υπάρχει μια ενδιαφέρουσα ιστορία για την πρώ
ματα. Πώς γίνεται αυτό;
τη οας ποιητική συλλογή με το όνομα Κική Ρόδου, με
Δ εν έγρ αφ α ποιήματα καθισ μένη σ' ένα γ ρα φ είο . Δεν επ έτρ εψ α να έχ ο υ ν α υ τή τ η ν εικό ν α τα παιδιά μο υ. Δ ιότι ο π α τέρ α ς το υ ς , ο Ά θ ω ς Δ η μ ο υ λά ς, ή τα ν ήδη, σ χεδ όν πάντα, καθ ισ μένο ς σ ' ένα γ ρ α φ είο . Ή τα ν και π ο λιτικός μηχα νικός, α λλ ά είχ ε μερά κι για τ η ν ποίη ση. Δ εν είχ ε ό μ ω ς καμία σχέσ η μ ε τ η δική μο υ απά θ εια. Υ π έφ ερ ε μ ε τη ν απάθεια και τη ν α διαφορία μου για τη ν ποίηση. Δ εν ή θ ελ α τα παιδιά να έχ ο υ ν τη ν ε ι κόνα δ ύ ο ανθρώ πω ν καθισ μένω ν σ ε γρα φ εία . Σ' α υτό τ ο διάσ τημα, σπίτι τρά π εζα , τρά π εζα σπίτι, σ ημείω να σ το μ υ α λό μου ό,τι έβ λ επ α σ' α υ τέ ς τ ις δια δ ρ ο μ ές με μ ε γ ά λ η ευ κολία τ ό τ ε - ά λ λ ε ς ε π ο χ ές - που η πα ρα τή ρ ηση ήτα ν ε υ κ ο λ ό τε ρ η .
τίτλο Ποιήματα. Πώς έγινε; Έζπσα και μ ε δ ύ ο α δ έλφ ια τ η ς μ η τέρ α ς μου, που πο λ ύ μ ε αγαπούσαν. Ο έν α ς περισ σ ότερο, α ρ κ ετά κα λ λ ιερ γ η μ έν ο ς, παιδιά δ ε ν είχε. Μ ε φ ρ ό ν τιζε, μ ε παρα κ ο λ ο υ θ ο ύ σ ε. Τω καιρώ ε κ ε ίν ω δ ε ν επ ιτρ επ ό τα ν εκ το υ πα τρός και τη ς μ η τρ ό ς μο υ να έχ ο υ μ ε κλειδιά και κλειδ ω μ έν α σ υρτάρια. Σχέδιαζα λοιπόν σ ε μικροχαρτάκια. Ή μ ου ν πολύ νέα ό τα ν γρά φ τη κ α ν αυτά τα ποι ήμα τα. Ο πολύ α γα π η μένος θ είο ς μου μια Π ρ ω το χρο νιά εμ φ α ν ίσ τη κ ε μ ' ένα δ ε ρ μ ά τιν ο βαλιτσά κι γ εμ ά το μ ε α υ τά τα π ο ιή μ α τα . Τα ε ίχ ε τυ π ώ σ ει κ άπ ου σ τη Σ ταδίου, μό νος, χω ρίς να ξέ ρ ω τίπ οτα . Β εβα ίω ς είχα μια τα ρα χή και συγκίνηση απερίγραπ τη, η οποία διήρκεσ ε δυ ο τρία χρόνια . Μ ετά μο υ πέρασ ε και απέσυρα τ ο βιβλίο από τη ν κυκλοφ ορ ία.
Μ. Μ.: Ήταν γνωστό οτην οικογένεια ότι γράφατε; Η π εθ ερ ά μ ο υ , πριν γ ίν ει, ή τα ν φ ιλ ό λ ο γ ό ς μ ο υ σ το γυμνάσιο.
A. Ρ.: Η μητέρα του Αθω. Ναι. Έζησα μα ζί τη ς π ολλά χρόνια. Έ γραφα ω ς μα θ ή τρια κ α λ έ ς εκ θ έσ εις . Α υτό μο υ έδ ω σ ε τ ο θράσ ος να επιχειρήσω κάτι. Β εβαίως μια καλή έκ θ εσ η σου χαρά ζει έν α δρ ομ άκι σ το ν πεζό λ όγ ο . Γιατί τώ ρ α έγ ρ α φ α
A. Α.: Το ταλέντο και η ευκολία συνυπάρχουν; Ε υκολία και ουσία δ ε ν τα ιρ ιά ζο υ ν . Ας μη ν τ ο π ο ύμ ε τα λ έ ν τ ο , ας τ ο π ο ύ μ ε χάρισμα. Α υ τό πάει να πει ότι δ ε ν είναι δικό μας, κάποιος μας τ ο έδ ω σ ε. Ε πομένως δ ε ν πρέπει να δικα ιο λο γ εί καμία έπαρση. Διότι α υτό ς που το χάρισε μπ ορ εί οπ οιαδ ήπ οτε σ τιγμή, στο μέσ ο τ η ς ζ ω ή ς, να τ ο πάρει πίσω. Ο π ότε α υ τή η έπ α ρσ η, ό τα ν υπάρχει, μ έν ει εκ κ ρ εμ ή ς , μ ε τέω ρ η και κακομοί ρα.
Λ. Α.: Αυτή τη σχέση την είχατε στο μυαλό σας από το ξεκίνημά σας;
ποίηση, ποιος ξέρ ει...
Τις ώ ρ ες που δ ε ν έκα να α υτή τ η δ ο υλ ειά , να γρά φω , ή μ ου ν α π λώ ς ο φ ύ λ α κ α ς α υ τή ς τη ς δ ω ρεά ς. „
Λ. Α.: Ποια ήταν η οτάοη των γονιών οας; Εσείς τι θέ
A. Ρ.: Έχετε ασχοληθεί πολύ στην ποίησή σας με τον
λατε να γίνετε;
έρωτα.
θ α ή θ ελ α να σ πουδάσ ω νομ ικά , να μιμ η θ ώ τ ο θ είο μου. Α λλά κι α υ τό ς ο θ είο ς ήτα ν εν α ν τίον τω ν σ που δώ ν διότι «έβλαπ τε» τ ό τ ε η σ πουδή τις γυναίκες.
0 έ ρ ω τα ς είναι έν α ς α υ τό χειρ α ς , ο οπ οίος γ εν ν ιέτα ι και πεθαίνει μό νος το υ . Α υτό ξέ ρ ω για το ν έρ ω τα . Είναι μια αναπαράσταση έν το ν η τη ς γ έννησ η ς και το υ θ α ν ά το υ μ α ς μέσ ω τη ς γ έν ν η σ ή ς το υ και το υ θα ν ά το υ το υ . Κι α νά μεσ α λίγη «γέμιση» από ω ρ α ίες σ τιγ μ έ ς και πολύ ω ρ αίες μ έ ρ ε ς . Α υ τές δ ε ν μπαίνουν σ τον ορ ισ μό . Ο έ ρ ω τα ς είναι α υ τό χ ειρ α ς , όπ ω ς είπα. Ση μ α ίν ε ι ό τι ο π ω σ δ ή π ο τ ε θα π ε θ ά ν ει, και κ α ν ε ίς δ ε
Σ' εμ έ ν α δ ε ν έ γ ιν ε π ο τέ δ ε κ τ ό τ ο α ίτη μ α από τ ο υ ς γ ο ν είς μου να σπουδάσω. Ή μ ου ν δ ε και τό σ ο τ ε μ π έ λ α , ώ σ τε δ ε ν π ήρα κ α τά κ α ρ δ α τ η ν ά ρ ν η σ ή τ ο υ ς . Α λλά ό τα ν ήμ ου ν δεκ α ο κτώ ετ ώ ν β ρέθηκα στα μπ ου ντρο ύμ ια , κυρ ιολεκτώ , τη ς Τράπ εζας τη ς Ε λλά δο ς να
130
φ τα ίε ι ό τ α ν έ ν α ς έ ρ ω τα ς π εθ α ίν ει. Το θ έ λ ε ι μ ό ν ο ς το υ .
Μ. Μ.: Δίνετε ορισμούς οε πράγματα που πο\ό μας τα λανίζουν.
Που να έχω πεισθεί για δικά μου ποιήματα; Όχι.
Λ. Α.: Με τους ανθρώπους που σας αγαπούν, οας έχουν ουπροφιά λίγο πριν κοιμηθούν, έρχεοτε οε επαφή; Όχι.
Δίνω κατ' ανάγκην, διότι οι ορισ μοί είναι επινοήσεις.
Λ. Α.: Πώς ειοπράπετε τον απόηχο της ποίησής οας; Μ. Μ.: θέτετε όμως και ερωτηματικά. Έχω ερ ω τη μα τικά , α λλ ά δ ε ν απαντώ . Είμαι ά νθρω πος τω ν ερ ω τή σ εω ν.
A. Ρ : Τι είναι ο ποιητής; Ό ταν γρά φω ένα ποίημα έχω επ ί δύ ο η μ έρ ες ένα καλό π α ρα λήρ ημ α ότι κ ά τίπ έτυ χ α . Α υ τό σ ε μ εθ ά ει και π έ φ το υ μ ε όλοι οι π οιητές σε μια φ ρικτή αγωνία αν όντω ς κάτι επ ετεύχθη .
Η εγ γ ο νή μου έχ ει αρχίσ ει να βάζει δίπλα σ το επ ίθ ετό τ η ς και τ ο Δ ημ ου λά . Της είπα με, η μ η τέρ α τη ς κι εγώ , ότι δ εν είναι τ ο κανονικό τη ς επ ίθετο. Μ ετά περιορίστη κε μόνο σ το Δ έλτα . Φ ροντίζει βεβαίως να α να φ έρει ότι είναι εγγο νή μου.
A. Ρ.: Τι σημαίνει άραγε αυτό; Το παιδί α κο ύει το ν αχό. Α υ τό ς είναι που τη ν κάνει να νιώθει έτσι. Δ εν έχει άποψη. Είναι μόνο εννιά χρόνων.
Μ. Μ.: Έχει τύχει να αναθεωρήσετε κάτι που γράφτηκε
A. Ρ.: Ένας άλλος άνθρωπος που έχει όμως άποψη, έ
παλιά;
κλεψε κάτι από ένα ποίημά οας για την καρδιά του. Δε
Έχω α να θ εω ρ ή σ ει. Ό τα ν τυ π ώ ν ε τα ι έν α β ιβ λίο ο ύ τ ε καν κόβω τις σ ελ ίδ ες το υ για να τ ο διαβάσω. Πρόκειται για τρ ό μ ο . Τ ρ όμο ς μή π ω ς τα δω και πω τι είναι α υ τό που έγραψα.
A. Ρ.: Πώς γίνεται η Δημουλά να πουλάει τόοο πολύ, τα βιβλία της να βρίοκοπαι κάτω από μαξιλάρια, δίπλα οε κομοδίνα, να λένε κάποιοι ότι από τη Δημουλά έμαθα να διαβάζω ποίηοη ή μόνο Δημουλά μπορώ να διαβάζω. Αυτό είναι νίκη, είναι κατόρθωμα, νιώθετε τρομαγμένη;
δικαιούται να παίρνει ένα κομμάτι από ένα ποίημά σας; Έ χ ου με συνηθίσει να υπάρχει κριτική για τα ποιήματα. Τους κριτικούς ποιος θα το υ ς κρίνει είναι μια ά λλ η ισ το ρία. Ό τα ν γ ίν ετα ι μια κριτική δ ε γ ίν ετα ι για τ ρ ε ις σ τί χους. Γίνεται για τ ο σ ύνολο, για τη δο μή , για τα ε υ ρ ή μ α τα , για τη γλώ σσ α . Α υ τό λοιπ όν τ ο κομ μα τά κι που παίρνεις εσ ύ είναι για κάτι απ' όλα α υτά, ή σου γαργάλ ησ ε τ ο πρόβλημα, το ν πόνο, το βάσανο. Εκείνη τη ν ώ ρα β ρή κες τη ν έκφ ρα σ ή το υ . Α υτή που δ ε ν είχ ες βρει για να το εκφ ράσεις, θα ήθ ελ α να πει κάποιος «τι ωραίο
Χαρούμενη, υπερήφανη;
ποίημα είναι αυτό», θα ήταν ευχάρισ το να ειπ ω θεί έτσι.
Χαρούμενη ναι, υπ ερήφ α νη όχι. Δ εν ξέρ ω τι είναι α υτό που παίρνει ένα ς αναγνώ στης από ένα ποίημα.
A. Ρ.: Έχετε γράψει κακά ποιήματα;
A. Ρ.: 0 καθένας παίρνει αυτό που νομίζει ή απέχει να πάρει.
Πολλά. Και μετριότα τα.
A. Ρ.: Κι έχουν εκδοθεί; Βεβαίως.
Έτσι γίνεται, α λλά α υ τό είναι εις βάρος τ ο υ ποιήματος. Αν τ ο ποίημα μ ο ιρ α σ τεί στα τρία ή στα τέσ σ ερ α , τ ό τ ε δ εν υπάρχει σύνθεση.
A. Ρ.: Πώς θα γίνει όμως να πάρω όλο το ποίημα; Έ ρχεται τώ ρ α σ το μυ α λό μου ένα ποίημα το υ Καβάφη που νομίζω λ έγ ετα ι «Ή λιος το υ απογεύματος», όπου ό τα ν έχω κρίση ε ρ ω τη μ ά τω ν το υ τύ π ο υ που μ ο υ υπ ο βάλλεις, σ κέφτομα ι πως μερικά ποιήματα πείθουν α μ έ σως, από τ η ν αρχή ω ς το τ έ λ ο ς το υς.
Α. Ρ.: Εοείς δεν έχετε τέτοιες οτιγμές;
A. Ρ.: Ντρέπεστε γι' αυτά; Όχι. Το θεω ρ ώ φυσικό σ ε τρία καλά ποιήματα να υπάρ χουν και τέσ σ ερ α μέτρια...
Λ. Α.: Τι ονειρεύεστε από δω και πέρα, κ. Δημουλά; Τα α υ το ν ό η τα να μ η ν τα πω, π ερί υ γ εία ς κ .τ.λ . Ο νει ρ εύο μα ι να γράψ ω έν α πολύ κ α λό ποίημα. Που να τ ο δω εγ ώ ότι είναι καλό. Το ονειρεύομα ι. Διότι λ έω κι εγώ ό,τι και οι α να γνώ στες. Α υτό τ ο σ ημ είο το υ ποιήματος είναι καλό. □
131
A Άγρας, Τ. · 104 Αίοωπος · 167 Αλεξάνδρου, Α .· 212 Αξιωτη,Μ. ·311 Απολλιναίρ, ίκ.·2 3 1 Αραγκόν, Λ .· 168 Αριοτοτέλης · 135 Αριστοφάνης· 72 Αρτά, Α · 151 Βαλερί. Π .· 183 Βάρναλης, Κ. · 88* Βελενοτινλής, Ρ. ·235 Βενέζης, Η. · 337 Βερλαίν, Π. ·378 Βερν, I . · 105 Βιάν, Μ. · 85 Βιζυηνός, Ε · 278 Βολταίρος · 177 Βουτυράς, Δ. · 298 Γ Εέιτς, Ου. Μπάτλερ·391 Ειουροενάρ,Μ.·81 Εκαιτε, F.B. · 154 Εκράμοι,Α.·295 Εκρην. Εκ.· 267 Εληνος,Δ.·6Γ ίουλφ, Β. · 153 Δ Δάπης ·230 Δέλτα, Π. · 300 Δουράς, A · 147
£ Εγγονάπουλος, Ν. · 381 Έκο, 0 . · 145 Έλιοτ, ΤΙ. · 133 Ελυάρ,Π.·201 ίλύτης, 05. · 362,372 Εμπειρικός, Α .· 358 Εξυπερύ, Α. ντε I. · 330 Έοοε, Ε .· 109 Ζ Ζενε, Ζ. · 66 Ζιπ,Α. ·206 Ζολά,Ε.·97 θεοτοκάς, Γ. · 137
θεοτόκης, Κ. · 92 θερβάντες, Μ. ντε · 176 Θουκυδίδης· 191 Ιονέοκο, Ε. · 122 Ίψεν, £ · 181 Καβάφης, Κ.Π. · 7 8 ,389 Καζαντςάκης, Ν. · 190,377 Καΐρης, θ .· 106 Κάλας, Ν. · 387 Κάλβος, Α .· 140 Κομά, Α .· 110 Καποδίοτριας, I. ·2 7 5 Καραγάτοης, Μ. ·258 Καρκαβίτοας, Α. · 306 Kapouty, Ν. · 393 Καρυωτακης, Κ .· 157 Καοτοριάδης, Κ. · 385 Κενά, Ρ .· 320 Κερουακ, ή . · 249 Κοκτά, Ζ .· 160 Κολετ·313 Κονδύλης, Π. · 384 Κόντονλου, Φ .·113 Κοραης,Α.·82 Κούπερα, Μ. · 80* Κρίοτι, Α. · 149 Κρυοτάλλης, Κ. ·326 Λ Λακάν. Ζ .· 126 Λαπαθιώτης, Ν. · 95 ΛεβίΕτρως, Κ. · 158 Λειβαδιτης, Τ.·228 Λεκατοάς, Π .· 166 Λιοτάρ, Ζ.Φ. · 388 Λόρκα, Φ.ί. · 192 Λουκιανός · 102 Λουπεν,Α.·218 Λωρενς, Ντ. X .· 132 Λωτρεαμόν·355 Μαγιακόφοκι, Β. · 121 Μαίηλερ, Ν.·286 Μακρυγιάηης · 101 Μαλακάοης · 357 Μαν, Τ. · 90 Γ. · 356 Μαριβό •2 5 7 Μάρκες, Εκ. Εκ.· 223
ρξ, Κ. · 83* \λερ,Α.·259 Μίλλερ, X. · 273 Μιοίμα, Ε · 253 Μολιέρος · 179 Μοπαίν, Μ. ντε · 304 Μοράβια,Αλ. ·256 Μοριοον, Τ. · 406 ΜούΙιλ, Ρ .· 199 Μπαλζάκ, 0. η ε ·6 0 * ·4 1 Μπάροουζ, 0 .·3 8 3 Μπαρτ Ρ. · 93 Μπαταιγ, Ζ .· 187 Μπέκετ, [ . · 115 Μπάρχες,Χ.Λ.·79 Μπρετόν, Α. · 207 Μπρεχτ, Μ .· 211 Μπωβουάρ, Σ. π ε · 136 Μυριβήλης, Σ. · 309 Μωπαοάν, Εκ. ν τε ·204 Ν " πόκοφ,Β.·162 λογοτέχνες·69,87 Νικολαιδης, Α. · 379 Νίτοε, Φ. · 91 Ντεκάρτ, Ρ.·369 Ντίκενς, Κ.·229 Ντεριπά. Ζ. · 397 Ντιπερο· 103 Ντοοτογιέφοκυ, Φ. · 131 Ντυράς, Μ .· 134
Ζ
Ξενόπουλος, Γ ·265 Ο Όμηρος · 174 Όργουελ, Τξ. · 226 Ουάιλπ, 0. · 152 Ουγκό, Β .· 111 Ουίλιαμς, Τ. · 139 Παλαμάς, 1 Πάλλης,Α. •118 Πεντζίκης, Μ . · 407 Πάουπ. Ε. •178 Παπαδιαμάπης, Α .· 165 Παπαντωνίου, Ζ. ·285 Παραμυθάδες· 108* Πεοοόα, Φ .·390 Πίνδαρος· 294 Πλαθ,Σ. ·396
: Τα τεύχη που οημειώνοπαι με αστερίσκο έχουν εξαντληθεί.
Πάε, Ε/Α. ·112 Πολίτης, Κ .· 116 Πρεβέρ,Ζ.·73 Ρ Ράιχ, Β .· 197 Ρεμπά,Α. ·305 Ρίλκε, Ρ.Μ. · 274 Ρίτοος, Ε ·2 0 5 Ροίδης, £ · 96 Ρουοό, Ζ.Ζ. · 395
Σάνδη, Ε ·3 2 7 Σαντ,Μ. ν τε·77 Σαρτρ, Ζ. Πωλ · 127 Σεφέρης, Ε · 142,410 Σιμενόν,Ζ. ·202 Σκαρίμπας, Ε ·2 6 9 Σολωμός, Δ .· 213 Σοφοκλής· 243 Στάινμπεκ, Τ .· 173 Σταντάλ · 98
Τ
Τζέημς,Χ.'•260 m a · <52* Τολοτόι, Α •200 Τουαίν, Μ. •252 Τουρνιέ,Μ. ·287 Τοάπλερ, Ρ .· 193 Τοέχωφ, Α .· 169 Τοίρκας, Σ. · 171
Φ Φπζέραλπ, Φ.Σ. · 138 Φάροτερ, Ε Μ ·3 1 2 Φουκώ, Μ. · 125 Φλωμπέρ, Ε.· 143 Φρόιντ, Σ .· 150
X
Χάιπεγκερ,Μ. · 1618,399 Χάκκας, Μ. · 297 Χάμμετ, Ν .· 182 Χάρπυ, Τ. ·324 ΧατΙηαργύρης, Κ. · 63 Χατζής, Δ .· 180 Χατζόπουλος, Κ.·319 Χέμινγουεϊ, Ε. · 159 Χιους, Τ. · 396
Αρ. 435
ε π ι μ Ω π α : ΕΦΗ ΑΠΑΚΗ
1 Οκτωβρίου 2002 31 Οκτωβρίου 2002
Η ταξινόμηοη των βιβλίων γίνεται με βόοη το γνωστό Δεκαδικό Ιύοτημα Ταξινόμησης, προσαρμοσμένο στην ελληνική βιβλιογραφία. Το Βιβλιογραφικό Δελτίο ουπάοοεται με την πολύτιμη συνεργασία του βιβλιοπωλείου της «Εστίας»
CUISNELJ. liberation. Μετ. Γ. Καυκιάς. Αθήνα, Λιβάνης, 2002. Σελ. 432. 17,00 €. ISBN 960-14-0598-4.
PAY Β. Αυθεντικό Ρέικι. Μετ. Ν. Γεωργίου. Αθήνα, Ωκεανίδα, 2002. Σελ. 343. 15,006. ISBN 960-410-244-3.
Εφαρμοσμένη ψυχολογία
Αλήθεια. Επιμ. Γ. Ρουσόπουλος. Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 2002. Σελ. 263.14,906. ISBN 960-406-120-8. ΒΑΛΛΙΑΝΟΣ Π. Σ. Συνείδηση, γλώσσα και ιστορική ζωή. Ερμηνευτικές προσεγγίσεις στην φιλοσοφία των δύο τελευτα ίω ν αιώνων. Αθήνα, Πορεία, 2002. Σελ. 40 0.22,886. ISBN 960-7043-55-3.
B r
ΓΕΡΟΓΙΩΡΓΑΚΗΣ Σ. Αναγκαίο ον και νομοτέλεια. Αθήναι, Ίνδικτος, 2002. Σελ. 8 0 .1 0,0 06 . ISBN 960-518-068-5. ΛΙΓΟΜΕΝΙΔΗΣ Π. Η φλούδα του βερίκοκου. Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 2002. Σελ. 526. 26,90 €. ISBN 960-406-145-3. DELEUZE 0 .0 Νίτσε και η φιλοσοφία. Μετ. Γ. Σπανός, Αθήνα, Πλέθρον, 2002. Σελ. 26 4.17 ,50 6. ISBN 960-348-097-5.
ΣΕΡΔΑΡΗΣ Π. Η ψυχολογία της προσωπικότητας. Θεσσαλονίκη, University Studio Press, 2002. Σελ. 567.30,006. ISBN 960-12-1084-9. VAUGHAN S. Μισό άδειο μισό γεμάτο. Μετ. θ. Τζούρος. Αθήνα, Δίοδος, 2002. Σελ. 191.11,446. ISBN 960-7072-52-9. YOUNG-EISENDRATH Ρ. θέλω να αρέσω. Μετ. Σ. Κυμπρίτου. Αθήνα, Διόπτρα, 2002. Σελ. 269.12,00 6. ISBN 960-364-212-6. GOPNIKA. ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ. Επιστήμονες από κούνια. Μετ. Α. Παπασταύρου. Αθήνα, Τροπικός, 2002. Σελ. 328. 15.00 6. ISBN 960-412-102-2.
Αποκρυφιομόε
LEADER D. Υποσχέσεις που δίνουν οι εραστές όταν είναι πια αργά. Μετ. Ε. Αλεξοπούλου. Αθήνα, Πόλις, 2002. Σελ. 348.16,00 6. ISBN 960-8132-38-χ.
ΕΥΑΓΓΕΛΟΠΟΥΛΟΣ Δ. Υποχθόνια μυστήρια. Θεσσαλονίκη, Αρχέτυπο, 2002. Σελ. 525.19,20 €. ISBN 960-7928-78-4.
HALLOWELL Ε. Μ. Ανθρώπινες στιγμές. Μετ. Ν. Παπαδάκης - Μ. Κόφφα. Αθήνα, Έσοπτρον, 2002. Σελ. 445. 17.00 6. ISBN 960-7228-97-9.
133
Γινικά θρήνος. Ηράκλειο, Π.Ε.Κ., 2002. Σελ. 23 8.17,00 €. ISBN 960-524-149-8. ΡΑΜΙΩΤΗΣ Κ. Η μαγεία υπό to φως τη ς Ορθοδόξου Εκκλησίας. Αθήνα, Επχάλοφος, 2002. Σελ. 325. 20,80 €. ISBN 960-90706-1-2. IRVING W. 0 βίος το υ Μωάμεθ. Μετ. Κ. Κριτσίνης. Αθήνα, Ζαχαρόπουλος, 2002. Σελ. 296. 11,74 6. ISBN 960-208-681-5.
Κοινωνιολογία ΑΛΕΞΙΟΥ 0. Εργασία, εκπαίδευση και κοινωνικές τάξεις. Αθήνα, Παπαζήσης, 2002. Σελ. 445. 20,80 6. ISBN 960-02-1555-3.
Πολιτική Η κατάσταση το υ κόσμου 2002. Επιμ. Γ. Σακιώτης - Μ. Προμπονάς. Αθήνα, Εταιρεία Πολιτικού Προβληματισμού. Ν. Πουλαντζάς, 2002. Σελ. 319.18,72 €. ISBN 960-86985-1-0. ΒΑΣΙΛΑΚΗΣ Μ. «Καλά να πάθουν!» Αθήνα, Γνώσεις, 2002. Σελ. 479. 24,96 €. ISBN 960-252-007-8. ΓΕΩΡΓΑΚΑΚΗΣ X. Ταραγμένα χωρικά ύδατα. Αθήνα, Λιβάνης, 2002. Σελ. 259.12.00 6. ISBN 960-14-0595-Χ. ΚΥΡΙΑΖΗΣ Δ. Α. Η αναγέννηση της δημοκρατίας. Αθήνα, Πατάκης, 2002. Σελ. 270.12,00 €. ISBN 960-16-0470-7. ΛΑΖΑΚΗΣ X. Λ. Αλβανία. Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 2002. Σελ. 191. 9,90 6. ISBN 960-406-169-0. ΜΠΕΚΙΡΗΣ Β. Η πατριωτική δράση το υ Παναγιώτη Κανελλόπουλου. Αθήνα, Λιβάνης, 2002. Σελ. 369. 16.00 6. ISBN 960-14-0588-7. ΠΑΝΤΕΛΙΔΟΥ-ΜΑΛΟΥΤΑ Μ. Το φ ύλο
134
τη ς δημοκρατίας. Αθήνα, Σαββάλας, 2002. Σελ. 26 6.17 ,70 6. ISBN 960-460-820-7. ΠΟΛΥΧΡΟΝΙΟΥ X. Λόγος περί παγκοσμιοποίησης και δημοκρατίας. Μετ. Τ. Μπαριάμη - Β. Νταλακώστα. Αθήνα, Scripta, 2002. Σελ. 581. 30.00 €. ISBN 960-7909-42-9. ΡΟΥΜΕΛΙΩΤΗΣ Π. Β. Παγκόσμια διακυβέρνηση ή ηγεμονική παγκοσμιοποίηση; Αθήνα, Λιβάνης, 2002. Σελ. 453. 20,00 €. ISBN 960-14-0616-6. ΣΚΑΜΠΑΡΔΩΝΗΣ Α. Δοκίμιο για τη ν παλινόρθωση του καπιταλισμού και τη διεθνοποίηση. Αθήνα, Παρασκήνιο, 2002. Σελ. 398.17,68 €. ISBN 960-7107-94-2. ΤΖΕΡΜΙΑΣ Π. Ν. Ο Μαρξισμός από το ν «Υπαρκτό Σοσιαλισμό» στην «Παγκοσμιοποίηση». Αθήνα, Σιδέρης, 2002. Σελ. 39 9.20,00 €. ISBN 960-08-0251-3. ΧΑΡΑΛΑΜΠΙΔΗΣ Δ. Ο Αδαμάντιος Κοραής και η πολιτική. Αθήνα, Κάκτος, 2002. Σελ. 343.18,72 6. ISBN 960-382-477-1. ENGLISH-THIBAUD F. Τρίτη 11 Σεπτεμβρίου 2001. Μετ. Μ. Λυκούδης - Α. Σιγάλα. Αθήνα, Πατάκης, 2002. Σελ. 223.10,27 6. ISBN 960-16-0259-3.
Επικοινωνίες. Αθήνα, Πατάκης, 2002. Σελ. 396.17,006. ISBN 960-16-0465-0. ΠΛΕΧΟΒΑ 0. Β. Το πρώτο ελληνικό ραδιόφωνο. Θεσσαλονίκη, Μπαρμπουνάκης, 2002. Σελ. 87. 10,40 6. ISBN 960-267-107-6.
Λαογραφία ΣΟΥΛΑΚΕΛΛΗΣ θ. Α. Δημώδη άσματα Ρέις Ντερέ. Αθήνα, Κ.Α.Λ.Μ.Ε., 2002. Σελ. 206. 20,806.
Εκπαίδευση Ελληνικά ιστορικά εκπαιδευτήρια στη Μεσόγειο από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Χίος, 2002. Σελ. 39 6.26 ,00 6. ISBN 960-87334-0-5. ΒΑΪΝΑ Μ. Τεκμήρια απήχησης του παιδαγωγικού έργου το υ Τολστόι στην Ελλάδα. Αθήνα, Gutenberg, 2002. Σελ. 27 9.16 ,00 6. ISBN 960-01-0936-2. ΓΚΛΑΒΑΣ Σ. I. Η τεχνική και επαγγελματική εκπαίδευση στην Ελλάδα (1830-1930). Αθήναι, Σ.Π.Δ.Ω.Β, 2002. Σελ. 52 3.18 ,72 6. ISBN 960-7133-94-3.
ΤΕΠΕΣ Γινικά
κ.
COLOMBANI J.-M. Είμαστε όλοι Αμερικανοί; Μετ. Ν. Βουλέλης. Αθήνα, Πόλις, 2002. Σελ. 206.13,00 6. ISBN 960-8132-74-6.
ΚΟΡΡΕ-ΖΩΓΡΑΦΟΥ Χρυσικών έργα. 1600-1900. Αθήνα, Ε Λ Ι Α , 2002. Σελ. 504. 67,606. ISBN 960-201-158-0.
MEYSSAN Τ. 11 Σεπτεμβρίου 2001. Αθήνα, Γραφές, 2002. Σελ. 222. 15.00 €. ISBN 960-8261-11-3.
ΚΑΡΚΑΖΗΣ Μ. - ΛΥΚΟΓΙΑΝΝΗΣ Δ. Μ ελέτες ζακυνθινής τέχνης. Αθήνα, Ε.Α.Μ.Ε., 2002. Σελ. 149. 20,866. ISBN 960-7828-17-8.
SCOWN Ρ. Η μαύρη βίβλος της Αμερικής. Μετ. Γ. Μπαρουξής. Αθήνα, Διόπτρα, 2002. Σελ. 351. 15.00 6. ISBN 960-364-214-2.
Μέοα Μ α ί ι κ ή ε Επικοινωνίαε ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΥ Η. ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ.
Λευκώματα ΓΑΛΑΤΑ Π. Μύκονος, Photo Gallery, 2002. Σελ. 113. 35,006. ISBN 960-87236-1-2.
Κινηματογράφος ΒΟΥΤΣΑΔΑΚΗ Α. Βασίλης Αυλωνίτης.
Αθήνα, Οίηβγραφική, 2002. Σελ. 217. 18,20 6 ISBN 960-8186-08-0.
Επιμ. Γ. Παπακώστας. Αθήναι, Σ.Π.Δ.Ω.Β., 2002. Σελ. 655. 18,72 6. ISBN 960-7133-93-5.
Αθλητισμόc
ΖΩΓΡΑΦΟΣ 0. Φουρτούνα της δύναμης. Αθήνα, Νικάς, 2002. Σελ. 48. 9,60 6. ISBN 960-296-092-2.
ΣΟΥΛΗ Σ. Α. Αρχαίοι Ολυμπιονίκες. Αθήνα, Κονιδάρης, 2002. Σελ. 252. 16,00 €. ISBN 960-392-057-1.
ΚΟΥΝΔΟΥΡΟΣ Δ. Τέλος εποχής. Αθήνα, Όμβρος, 2002. Σελ. 7 8 .8 ,0 0 6 . ISBN 960-8086-47-7.
ΕΝΑΣΧΟΛΗΣΕΙΣ
Αρχαίοι ο υγγρ αφε ίί Ιαμβικοί και ελεγειακοί ποιητές. Τόμος Γ. Αθήνα, Κάκτος, 2002. Σελ. 3 8 1 .1 5 ,6 0 6 ISBN 960-352-037-7.
ΣΕΦΕΡΗΣ Γ. Ημερολόγιο καταστρώματος, Γ. Αθήνα, 2002. Σελ. 387.20 ,80 6. ISBN 2-85831-127-7.
ΠΑΠΑΚΟΥ Β. Όταν σβήσανε τα φώτα τη ς σιωπής. Αθήνα, Λιβάνης, 2002. Σελ. 2 3 2 .1 0 ,0 0 6 ISBN 960-14-0592-5.
ΠεΙογραφία
ΠΑΥΛΙΩΤΗΣ Α. Ο φόνος θέλει τέχνη. Σκόπελος, Νησίδες, 2002. Σελ. 112. 7,28 6 ISBN 960-8480-75-2.
ΑΡΧΙΜΗΔΗΣ. Άπαντα. Τόμος Δ'. Αθήνα, Κάκτος, 2002. Σελ. 231. 9,30 6. ISBN 960-352-847-1.
ΒΑΛΑΚΑ Μ. Οι μεγάλοι έρω τες δε φοράνε νυφικό. Αθήνα, Λιβάνης, 2002. Σελ. 492. 16.00 6. ISBN 960-14-0603-4.
ΠΛΟΥΤΑΡΧΟΣ. Τόμος 32. Μετ. Γ. Ράπτης. Θεσσαλονίκη, Ζήτρος, 2002. Σελ. 422.21,00 6. ISBN 960-7760-82-4. ΠΡΟΚΛΟΣ. Άπαντα. Τόμος 13. Αθήνα, Κάκτος, 2002. Σελ. 37 2.15 ,60 6. ISBN 960-352-708-8.
ΜΕΛΙΣΣΕΙΔΟΥ-ΣΙΑΒΕΛΗ Α. Πεταλούδα στον ώμο. Αθήνα, Άγκυρα, 2002. Σελ. 184.8,20 6. ISBN 960-234-882-8. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΥ-ΡΙΖΟΥ Λ. Νά 'χα για καθρέφτη τ ο φεγγάρι. Αθήνα, Άγκυρα, 2002. Σελ. 165.7,7 06 . ISBN 960-234-902-6.
ΑΣΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΣ Κ. Ο χορός τω ν κληρονόμων. Αθήνα, Κέδρος, 2002. Σελ. 232. 9,80 6. ISBN 960-04-2095-5.
ΠΛΑΤΩΝ. Πολιτεία. Εισ.-μετ. Ν. Μ. Σκουτερόπουλος. Αθήνα, Πόλις, 2002. Σελ. 933.41 ,50 6. ISBN 960-8132-71-1.
ΛΑΖΑΡΟΠΟΥΛΟΣ Π. Δ. Τα πρόσωπα του φεγγαριού. Αθήνα, Μπουζάλας, 2002. Σελ. 127. ISBN 960-86438-3-χ.
νια ρχο ς θ. θ. Ποιητές για ποιητές. Αθήνα, Καστανιώτης, 2002. Σελ. 245. 13,606. ISBN 960-03-3295-9.
Ομήρου Οδύσσεια στην Ποντιακή διάλεκτο. Μετ. Π. Κοτανίδης. Αθήνα, Κάκτος, 2002. Σελ. 725.46 ,80 6. ISBN 960-382-466-6.
ΛΟΥΚΙΑΝΟΣ. Τόμος 33. Μετ. Δ. Χρηστίδης. Θεσσαλονίκη, Ζήτρος, 2002. Σελ. 51 7.21 ,00 6. ISBN 960-7760-81-6.
2002. Σελ. 336.14,40 6. ISBN 960-296-085-Χ.
ΔΗΜΟΠΟΥΛΟΣ Α. Η παντιέρα τω ν μαγεμένων. Αθήνα, Λιβάνης, 2002. Σελ. 276. 12.00 6. ISBN 960-14-0577-1. ΖΕΡΒΟΝΙΚΟΛΑΚΗΣ Ν. Χρώμα από καρπούζι. Αθήνα, Λιβάνης. 2002. Σελ. 454.15,00 6. ISBN 960-14-0594-1. ΚΑΒΟΥΝΙΔΗΣ Σ. Ιστορίες τρελής καθημερινότητας. Αθήνα, Κέδρος, 2002. Σελ. 12 0.8,5 06 . ISBN 960-04-2135-8. ΚΑΡΑΓΚΟΥΝΗΣ Δ. Μπουκανιέροι. Αθήνα, Λιβάνης, 2002. Σελ. 572. 16.00 6. ISBN 960-14-0586-0.
Ποίηση
ΚΑΤΣΙΚΗΣ Λ. Ελευθέριος Φωτεινός. Αθήνα, Παρασκήνιο, 2002. Σελ. 103. 6,76 6. ISBN 960-7107-92-6.
ΑΝΤΩΝΙΟΥ Μ. Ξεχασμένες ζωές. Ποίηση. Αθήνα, 2002. Σελ. 47.
ΚΟΡΦΗΣ Τ. Κοντραπούντο. Αθήνα, Πρόσπερος, 2002. Σελ. 96 .1 0,4 06 .
ΔΡΟΣΙΝΗΣ Γ. Άπαντα. Τόμος I'.
ΚΩΣΤΑΔΗΜΑΣ Φ. Φρα. Αθήνα, Νικάς,
ΣΑΡΑΝΤΗ Γ. Να θυμάσαι τη Βίλνα. Β' έκδοση. Αθήνα, Εστία, 2002. Σελ. 204. 10.40 6 ISBN 960-05-1032-6. ΣΤΕΡΓΙΟΠΟΥΛΟΣ Κ. Η κλεισ τή ζωή. Β' έκδοση. Αθήνα, Κέδρος, 2002. Σελ. 304.16,00 6 ISBN 960-04-2096-3. ΤΡΟΥΛΛΙΝΟΥ Ν. Μαράλ όπως Μαρία. Αθήνα, Το Ροδακιό, 2002. Σελ. 89. 10.40 6 ISBN 960-7360-87-7. ΤΣΑΜΗΣ Μ, Η ελληνική θρησκευτική παράδοοις. Αθήνα, Σ εμέλη, 2002. Σελ. 2 0 5 .1 0 .4 0 6 ΧΑΡΠΑΝΤΙΔΗΣ Κ. Το έκτο δάχτυλο. Αθήνα, Κέδρος, 2002. Σελ. 208. 8,50 6 ISBN 960-04-2090-4. ΧΑΤΖΗΦΩΤΙΟΥ Ζ. Νεόπλουτοι, νεόπτωχοι και νεοαθηναίοι. Αθήνα, Βιβλιοδεσμός, 2002. Σελ. 150. 12,00 6 ISBN 960-87350-0-9. ΧΟΥΡΜΟΥΖΙΑΔΗΣ Γ. X. 0 γυρολόγος. Θεσσαλονίκη, Ερωδιός, 2002. Σελ. 2 2 0 .1 1 ,0 0 6 ISBN 960-7942-48-5. ΧΡΙΣΤΟΠΟΥΛΟΥ Κ. Καρδιές και πρόσωπα. Αθήνα, Λιβάνης, 2002. Σελ. 560. 2 0 ,0 0 6 ISBN 960-14-0610-7.
135
ΨΙΜΟΥΛΗ X. Συγγενείς έρω τες. Αθήνα, Α λεξάνδρεια, 2002. Σελ. 521. 18,72 6. ISBN 960-221-255-7. ABECASSIS Ε. Η αποπομπή. Μετ. Ν. Καρακίτσου-Ντουλέ Μ. Κασαμπαλόγλου-Ρομπλέν. Αθήνα, Διήγηση, 2002. Σελ. 106.10,40 €. ISBN 960-7951-12-5.
COBEN Η. Μη μιλήσεις σε κανέναν. Μετ. Π. Κωνσταντέας. Αθήνα, Bell, 2002. Σελ. 577.6,00 6. ISBN 960-450-752-χ. COLET. Η θεατρίνα. Μετ. Ε. Καπή. Αθήνα, Printa, 2002. Σελ. 242. 12.00 6. ISBN 960-7408-65-9.
2002. Σελ. 589. 20,806. ISBN 960-7420-67-5. SANCHEZ C. Τελευταία νέα από τον Παράδεισο. Μετ. Τ. Κοροβέση. Αθήνα, Λαγουδέρα, 2002. Σελ. 2 8 1 .16 ,00 6. ISBN 960-7895-17-4. SAYLOR S. Την ώρα το υ Κικέρωνα. Μετ. Μ. Παππά. Αθήνα, Λιβάνης, 2002. Σελ. 50 8.18 ,00 6. ISBN 960-14-0609-5.
ADLER L. Απόψε. Μετ. Ε. Βαγγελάτου. Αθήνα, Διήγηση, 2002. Σελ. 158. 12,48 6. ISBN 960-7951-09-5.
McEWAN I. Εξιλέωση. Μετ. Γ. Σκαρπέλος. Αθήνα, Ν εφέλη, 2002. Σελ. 5 9 5.17 ,68 6. ISBN 960-211-646-5.
ΑΣΕΝΣΙ Μ. Σαλόνι από κεχριμπάρι. Μετ. Λ. Παλλαντίου. Αθήνα, Περίπλους, 2002. Σελ. 228.11,74 €. ISBN 960-8151-75-9.
MCLAUGHLIN Ε. - KRAUS Ν. Το ημερολόγιο μιας νταντάς. Μετ. X. Καψάλης. Αθήνα, Λιβάνης, 2002. Σελ. 497. 22,00 6. ISBN 960-14-0611-5.
AUST Κ. Η ημέρα τη ς κρίσεως. Μετ. I. Κοπερτί. Αθήνα, Λιβάνης, 2002 Σελ. 4 5 8.16 ,00 6. ISBN 960-14-0602-6.
MISRAJ. Αρχαίες υποσχέσεις. Μετ. Ε. Λογοθέτη. Αθήνα, Λιβάνης, 2002. Σελ. 47 5.14,00 6 ISBN 960-14-0589-5.
TADEMYL. Cane River. Μετ. Γ. Μπαρουξής. Αθήνα, Διόπτρα, 2002. Σελ. 48 6.15 ,00 6. ISBN 960-564-210-X.
ΜΙΤΣΚΟΒΙΤΣΣ. Ο Α λέξανδρος και Ο θάνατος. Μετ. Μ. Πλάτσκοβα - Τ. Πασόης. Λάρισα, Έ λλα, 2002. Σελ. 505.18,50 6. ISBN 960-7691-75-Χ.
JAMES Η. Η γοητεία ορισμένων παλιών ρούχων. Μετ. Ν. Ντινοπούλου. Αθήνα, Ροές, 2002. Σελ. 105. 8,00 6. ISBN 960-285-145-χ.
MONTERO R. θα σ' έχω σαν βασίλισσα. Μετ. Β. Βακαλοπούλου. Αθήνα, Α λεξάνδρεια, 2002. Σελ. 500. 15,94 6. ISBN 960-221-255-0.
JOYCE Β. D. θανάσιμη αγάπη. Μετ. Μ. Σακκή. Αθήνα, Ωκεανίδα, 2002. Σελ. 474.16,00 6. ISBN 960-410-259-1.
μ π η τ ν ικ Ν. ο παράδεισος είναι τεχνητός. Αθήνα, Απόπειρα, 2002. Σελ. 169. 9,15 6. ISBN 960-7054-046-8.
FRABETTIC. 0 αλγόριθμος τη ς μελαγχολίας. Μετ. Α. Κυριακίδης. Αθήνα, Opera, 2002. Σελ. 184. 11,44 6. ISBN 960-7075-78-9.
ΝΟΤΗΟΜΒ Α. Φόβος και τρόμος. Μετ. Κ. Κουρεμένος. Αθήνα, Αλεξάνδρεια, 2002. Σελ. 157.10,40 6. ISBN 960-221-254-9.
HUXLEY Α. θαυμαστός καινούργιος κόσμος. Μετ. Β. Τομανάς. Σκόπελος, Νησίδες, 2002. Σελ. 22 0.11 ,44 6. ISBN 960-8265-12-5.
0 ' FAOLAIN Ν. Το όνειρό μου για σένα. Αθήνα, Ωκεανίδα, 2002. Σελ. 668. 22.00 6. ISBN 960-410-258-5.
HEINE Ε. Ν. «Διαβολοσκευάσματα», Μετ. X. Αλυσανδράτου. Αθήνα, κονιδάρης, 2002. Σελ. 167. 8,50 6. ISBN 960-592-055-9.
VINCENZIΡ. Ολέθριο πάθος. Μετ. I. Παπαμιχαήλ. Αθήνα, Bell, 2002. Σελ. 656. 7,80 6. ISBN 960-450-751-1. GIBRAN Κ. Ο περιπλανώμενος. Μετ. Π. Παμπούδη. Αθήνα. Printa, 2002. Σελ. 98.8 ,00 €. ISBN 960-7408-64-0. WELDON F. Οι κυρίες φορούν Bulgari. Μετ. Ρ. Λέκκου-Δάντου. Αθήνα, Λιβάνης, 2002. Σελ. 520.12,00 €. ISBN 960-14-0595-5. ECHENOZ J. Οι ψ ηλές ξανθιές. Μετ. Α. Κυριακίδης. Αθήνα, Πόλις, 2002. Σελ. 2 4 7 .15 ,50 6. ISBN 960-8152-75-4. KEARNEY R. Ρωγμή στον πάγο. Μετ. X. Μαρίνου. Αθήνα, Περίπλους, 2002. Σελ. 2 8 6.15 ,60 6. ISBN 960-8202-44-2. KEATING Β. - KEATING S. Στην κόρη μου, στη Γαλλία... Μετ. Π. Μοσχοπούλου. Αθήνα, Ωκεανίδα, 2002. Σελ. 579.18,00 6. ISBN 960-410-241-9. CLEVERLY Β. Το τελευ τα ίο ρόδο του Κασμίρ. Μετ. Δ. Κωστελένος. Αθήνα, Κονιδάρης, 2002. Σελ. 505.15,00 6. ISBN 960-592-050-4.
136
UZUN Μ. Το πηγάδι το υ πεπρωμένου. Μετ. Ε. Στεφανοπούλου. Αθήνα, Καστανιώτης, 2002. Σελ. 590. 26.00 6. ISBN 960-05-2750-0. PARGETER Ε. Το πράσινο κλαδί. Μετ. Φ. Γκίζη. Αθήνα, Κανάκης, 2002. Σελ. 524.17,68 6. ISBN 960-7420-76-4. PERRY Α. Ένας ξαφνικός θάνατος. Μετ. Μ.-Ε. Αλεβίζου. Αθήνα, Κανάκης,
SHERLOCK Ρ. Παραμύθια από την Καραϊβική. Μετ. X. Πάλλη. Αθήνα, Απόπειρα, 2002. Σελ. 159. 9,156. ISBN 960-557-009-7.
XINGJIAN G. Το βιβλίο ενός άντρα μόνου. Μετ. Γ. Καυκιάς. Αθήνα, Λιβάνης, 2002. Σελ. 58 6.18 ,00 6. ISBN 960-14-0599-2.
Χρονογραφία ΑΚΡΙΤΑ Ε. Γεννήθηκα ξανθιά. Αθήνα, Καστανιώτης, 2002. Σελ. 260. 15.52 6. ISBN 960-05-5555-5.
Αλληλογραφία Αλληλογραφία Γ. Σεφέρη Γ. Αποστολίδη 1931-1945. Επιμ. Β. Κονιογιάννη. Αθήνα, Ίκαρος, 2002. Σελ. 361. 20.80 €. ISBN 960-7721-72-9. Μ cλ stcc 0 Γιώργος Σεφ έρης ως αναγνώστης τη ς ευρωπαϊκής λογοτεχνίας. Επιμ. Κ. Κωστίου. Θεσσαλονίκη, University Studio Press, 2002. Σελ. 181. 9,99 €. ISBN 960-12-1092-Χ. Σήμα Μ ενέλαου Παρλαμά. Επιμ. Λ. Τζεδάκη-Αποστολάκη. Ηράκλειο, Ε.Κ.Ι.Μ., 2002. Σελ. 359.18,00 €. ISBN 960-86721-0-4. Σ υνεντεύξεις το υ Νίκου Καρούζου. Αθήνα, Ίκαρος, 2002. Σελ. 238. 17,68 €. ISBN 960-7221-80-2. ΛΟΓΟΘΕΤΗΣ Η. Έτος-Άγος. Αθήναι, Ίνδικχος, 2002. Σελ. 80 .1 0,0 0 €. ISBN 960-518-103-7. ΛΥΧΝΑΡΑ Λ. Το μεσογειακό τοπίο. Β' έκδοση. Αθήνα, Γαβριηλίδης, 2002. Σελ. 303.15,60 €. ΝΙΚΟΡΕΤΖΟΣ Δ. Νίκος Καββαδίας. Αθήνα, Εντός, 2001. Σελ. 433. 25,00 6. ISBN 960-8229-11-1. ΧΕΙΜΩΝΑΣ X. Β. Αλέξανδρος Μωραίτίδης. Σκιάθος, Αναπτυξιακή Σκιάθου Δ. Ε„ 2002. Σελ. 160. 8.32 €. ISBN 960-86998-0-0.
Αθήνα, Βιβλιόραμα, 2002. Σελ. 189. 49,92 €. ISBN 960-8087-16-3. ΜΙΧΑΗΛΙΔΗΣ Λ. Έτσι γράφεται η Επιθεώρηση. Αθήνα, Σιδέρης. Σελ. 317. 25,00 €. ISBN 960-08-0259-9.
UTOPIA Αρχαιολογία Δισπηλιό 7.500 χρόνια μετά. Επιμ. Γ. X. Χουρμουζιάδης. Θεσσαλονίκη, University S tudio Press, 2002. Σελ. 348.32,00 e. ISBN 960-12-1102-0. ΤΗΛΙΑΚΟΣ Μ. Α. Αιγαίον. Β' έκδοση. Αθήνα, 2002. Σελ. 124.15.00 €. Μαρτυρί
ft
Τα απομνημονεύματα το υ Μακρυγιάννη. Απόδ. Κ. Πούλος. Αθήνα, Παπαδόπουλος, 2002. Σελ. 30. 11.00 €. ISBN 960-412-170-7. ΑΝΑΣΤΑΣΙΑΔΗΣI. Μ. Το τελευτα ίο κράτος τω ν Ελλήνων το υ Πόντου. Θεσσαλονίκη, Ερωδιός, 2002. Σελ. 399.18.00 €. ISBN 960-7942-47-7. ΖΑΡΙΦΗΣ Γ. Λ. Οι αναμνήσεις μου. Αθήνα, Τροχαλία, 2002. Σελ. 413. 23,92. e. ISBN 960-7809-93-9. ΜΑΝΘΕΑΚΗΣ Α. Αθήνα - στο μάτι το υ κυκλώνα. Μετ. Γ. Περαντωνάκης. Αθήνα, Περίπλους, 2002. Σελ. 308. 24.00 €. ISBN 960-8202-48-5.
Δοκίμια ΤΣΟΥΚΑΛΑΣ Κ. Ανα-γνώσεις. Αθήνα, Καστανιώτης, 2002. Σελ. 347. 20.80 €. ISBN 960-03-3182-0. FRABETTIC. Η σιωπή τη ς καμηλοπάρδαλης. Μετ. Α. Κυριακίδης. Αθήνα, Opera, 2002. Σελ. 110. 8.32 €. ISBN 960-7073-79-7.
ΡΑΖΗΣ Α. Ν. καλή σου νύχτα, Νάνο... Αθήνα, Ν εφ έλη, 2002. Σελ. 352. 15,26 €. ISBN 960-211-639-0. CHAMBERS J. Βίκτωρ Ουγκώ. Μετ. Μ. Σταυροπούλου. Θεσσαλονίκη, Αρχέτυπο, 2002. Σελ. 271. 13,90 €. ISBN 960-7928-79-2.
Β ι ο γ ρ α Φ ί cc
Γινικά
ΤΑΚΗΣ ΛΑΜΠΡΙΑΣ. Αθήνα, Ποταμός, 2002. Σελ. 205. 17.00 e. ISBN 960-7563-80-8.
ΚΟΤΑΡΙΔΗΣ Ν. Γ. Μάνθος Αθηναίος.
ΤΣΑΓΚΑΣ Ν. Μ. Μπενζαμέν Κονστάν.
Αθήναι, Έλευσις, 2002. Σελ. 218. 10,40 €. ISBN 960-391-095-3. Ελληνική
Ιοτορία
Μακρόνησος. Τόμος Α'. Αθήνα, Σύγχρονη Εποχή, 2002. Σελ. 691. 40.00 €. ISBN 960-224-909-9. Το χρονικό τη ς μεγάλης πυρκαγιάς. Επιμ. Α. Καραδήμου-Γερόλυμπου. Θεσσαλονίκη, University Studio Press, 2002. Σελ. 120.22,00 e ISBN 960-12-1085-7. ΛΑΙΟΥ Σ.Ν. Η Σάμος κατά τη ν Οθωμανική περίοδο. Θεσσαλονίκη, University Studio Press, 2002. Σελ. 250. 24,00 €. ISBN 960-12-1097-0. ΛΑΜΝΗΣ Σ. Τα μαθηματικά και ο νεοελληνικός διαφωτισμός επί Τουρκοκρατίας. Θεσσαλονίκη, Δίον, 2002. Σελ. 41 8.17 ,68 €. ISBN 960-8100-33-Χ. ΜΑΡΙΝΟΠΟΥΛΟΣ Δ. To V Σύνταγμα Πυροβολικού κατά τα ς επιχειρήσεις 1940-41. Αθήνα, 2002. Σελ. 222. 16,64 €. ISBN 960-91818-0-5. ΦΙΛΑΡΕΤΟΣ Γ. Από τη ν «πολεμική θεομηνία» (1914-1917) στην «εκούσια εξορία» (1920-1922). Θεσσαλονίκη, University S tudio Press, 2002. Σελ. 216.12.00 €. ISBN 960-12-1061-X. VIDAL-NAQUET Ρ. Οι Έ λληνες, οι ιστορικοί, η δημοκρατία. Μετ. Α. Μ εθενίτη - Α. Στεφάνής. Αθήνα, Πατάκης, 2002. Σελ. 406. 25.00 €. ISBN 960-16-0439-1. ΚΙΤΤΟ H.D.F. Οι Έ λληνες. Αθήνα, Κάκτος, 2002. Σελ. 369.18,72 €. ISBN 960-382-476-3. MAZ0WER Μ. Η Ελλάδα και η οικονομική κρίση το υ Μ εσοπολέμου. Μετ. Σ. Μαρκέτος. Αθήνα, Μ.Ι.Ε.Τ., 2002. Σελ. 431.22,00 €. ISBN 960-250-241-X. FALLMERAYERJ. Ρ. Ιστορία τη ς χερσονήσου του Μόριά κατά το Μεσαίωνα. Τόμος Α'. Μετ. Π. Σοφτζόγλου Αθήνα, Μ εγάλη Πορεία,
137
2002. Σελ. 419. 20,00 €. ISBN 960-87555-0-5. Παγκόομια Ιστορία ΚΟΤΖΑΓΕΩΡΓΗΣ Φ. Π. Η Αθηνική μονή Αγίου Παύλου κατά χην Οθωμανική περίοδο. Θεσσαλονίκη, University Studio Press, 2002. Σελ. 322. 30,00 €. ISBN 960-12-1103-9. LEWIS B. Τι πήγε στραβά; Μετ. Σ. Παπαγεωργίου. Αθήνα, Παπαζήσης, 2002. Σελ. 300.15,60 €. ISBN 960-02-1589-3. HANSON V. D. Σφαγή και πολιτισμός. Μετ. Σ. Κωνσταντινέα. Αθήνα, Κάκτος, 2002. Σελ. 741.23,92 €. ISBN 960-382-478-χ.
ΤΡΙΒΙΖΑΣ Ε. Οι Κένταυροι το υ Κρόνου. Αθήνα, Πατάκης, 2002. Σελ. 40. 7.50 €. ISBN 960-16-0320-4. ΤΡΙΒΙΖΑΣ Ε. Το σ άντουιτς το υ τρόμου. Αθήνα, Πατάκης, 2002. Σελ. 40. 7.50 €. ISBN 960-378-958-5. ΛΑΜΠΕ Μ. - ΠΥΕΣ Μ. 0 πόλεμος και η ειρήνη. Μετ. Β. Αγγελοπούλου. Αθήνα, Άγκυρα, 2002. Σελ. 40. ISBN 960-234-867-4.
BIRTLES Β. Εξόριστοι στο Αιγαίο. Μετ. Γ. Καστανάρας. Αθήνα, Φιλίστωρ, 2002. Σελ. 463. 20,80 €. ISBN 960-369-066-Χ.
138
9.00 €.
€.
ΜΑΖΙ. Τεύχος 86.0 ,12 €. ΝΑΥΠΑΚΤΙΑΚΗ. Φ ύλλο 118.1,00 €. ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ. Τεύχος 1.749.7,00 €. ΝΕΑ ΠΑΙΔΕΙΑ. Τεύχη 102,103.4,55 β.
ΝΟΜΟΚΑΝΟΝΙΚΑ. Τεύχος 2 .20 ,00 €.
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΕΣ. Τεύχος 26. Δωρεάν.
ΒΕΛΕΤΑ-ΒΑΣΙΛΕΙΑΔΟΥ Μ. 0 Μίμης, η Λόλα και τα φαντάσματα. Αθήνα, Ελληνικά Γράμματα, 2002. Σελ. 59. 5,90 €. ISBN 960-406-140-2.
ΘΕΜΑΤΑ ΣΤΗΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ. Τεύχος 1.
ΟΙ ΝΙΚΗΤΕΣ. Φ ύλλο 234. 0,01 €.
Διασκεδάζω μ ε τά μαθηματικά. Πολλαπλασιάζω. Αθήνα, Άγκυρα, 2002. Σελ. 40. ISBN 960-234-905-0.
Βατραχοποντικοπόλεμος. Αποδ. Κ. Πούλος. Αθήνα, Παπαδόπουλος, 2002. Σελ. 30. 9,00 €. ISBN 960-412-112-χ.
ΘΕΜΑΤΑ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ. Τεύχος 17. 8,00 €.
ΚΟΜΜΟΥΝΙΣΤΙΚΗ ΕΝΟΤΗΤΑ. Φύλλα 40,
Ελλάδα
ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ. Τεύχη 385, 38 6.2,0 0 €.
Ελεύθερα αναγνώσματα
ΗΠΕΙΡΩΤΙΚΑ ΝΕΑ. Τεύχος 127.1,00 €.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ. Τεύχος 67. 7,50 €.
Διασκεδάζω με τα μαθηματικά. Αφαιρώ. Αθήνα, Άγκυρα, 2002. Σελ. 40. ISBN 960-234-893-3.
Εξάσκηση στα μαθηματικά. Αθήνα, Άγκυρα, 2002. Σελ. 47 .4 ,00 €. ISBN 960-234-891-7.
Η ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ ΤΩΝ ΑΙΓΥΠΤΙΩΤΩΝ. Φ ύλλο 80.
41 .1 ,50
Γνώαει c
Διασκεδάζω με τα μαθηματικά. Προσθέτω. Αθήνα, Άγκυρα, 2002. Σελ. 40. ISBN 960-234-892-5.
ΕΥΘΥΝΗ. Τεύχη 369,370. 3,50 €.
ΟΔΟΣ ΠΑΝΟΣ. Τεύχος 118.7,00 €. ΑΝΑΠΤΥΞΗ. ΕΒΕΑ. Τεύχος 9. ΠΑΝΑΙΓΥΠΤΙΑ. Τεύχος 107.0,03 €.
ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΕΣ Τεύχος 84. 6,00 €. ΓΙΑΤΙ Τεύχος 23 6.2,0 5 €. ΔΑΥΛΟΣ. Τεύχος 250. 5,00 €. ΔΕΛΕΑΡ. Τεύχος 5. 7,00 €.
Ο ΠΟΛΙΤΗΣ. Μηνιαία επιθεώρηση. Τεύχος 103.4,00 €. ΣΙΡΙΣ. Περιοδική έκδοση. Τόμος 6. ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ. Τεύχος 125. 14.00 €. ΣΥΝΑΞΗ. Τεύχος 83. 6,00 €.
ΔΕΛΤΙΟ. Φ ύλλο 29.
ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΚΑΙ ΤΟ ΣΠΙΤΙ. 40ήμερη περιοδική έκδοση. Τεύχος 4 4 6.3,0 0 e.
ΔΙΑΒΑΖΩ. Μηνιαία επιθεώρηση το υ βιβλίου. Τεύχος 4 34.7,3 4 €.
ΤΕΤΡΑΔΙΑ ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗΣ. Τεύχος 79.
6.00 β. ΔΙΑΔΡΟΜΕΣ. Τεύχος 6 .2,9 3 €. ΕΝ ΒΟΛΩ. Τριμηνιαία περιοδική έκδοση. Τεύχος 6 .3,0 0 €.
Ο ΤΥΠΟΣ. Τεύχος 145. 2,93 €. ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ. Τεύχος 109. 5,00 €.
ΕΝΤΕΥΚΤΗΡΙΟ. Τεύχος 58.6 ,50 €.
HIGHLIGHTS Τεύχος 1.
Ο ΕΡΜΗΣ ΤΟΥ ΞΩΒΟΥΝΙΟΥ. Φ ύλλο 7.
POESIA. N 0 165. 5,00 β.
Αρ. 435
ε π ι μ έ λ ε ι α : ΗΑΙ ΑΣ Μ Α ΓΚΛ IΝ ΗΣ
1 Οκτωβρίου 2002 31 Οκτωβρίου 2002
Ι ψ Κριτικογραφίο περιλαμβάνονται όλες οι επώνυμες βιβλιοκριτικές και
Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης: Δεκαδική Ταξινόμηση Dewey (Π. Μπουκάλας, Η Καθημερινή, 8.10.2002)
βιβλιοπαρουοιάσεις των ελληνικών εκδόσεων που δημοσιεύονται οτονημερήοιο και περιοδικό Τύπο
\ΑΓ:ΙΙΑ
I
Εκδόσεις Σ ιαφυλίδη: Σύγχρονο Λ εξικό τη ς Ελληνικής (Γ. Ν. Μπασκόζος, Εξπρές, 6.10.2002) Κέντρο Σ υντάξεω ς το υ Ιστορικού Λεξικού τη ς Νέας Ελληνικής Γλώσσας: Λεξικογραφικόν Δ ελτίον (Ν. Δ. Τριανταφυλλόπουλος, Η Καθημερινά 15.10.2002)
{ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
I
I ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ
|
Γιουνγκ Κ.: Ψυχολογία και θρησκεία (Αλ. Δήμου, Ραδιοτηλεόραση, 5.10.2002)
Λιάπηας Γ.: Χασίς. 0 άγνωστος τη ς διπλανής πόρτας (Κ. Μάτσα, Τετράδια Ψυχιατρικής, 79) Γκίντενς Α.: Ο κόσμος τω ν ραγδαίων α λλαγών (Κ. Παπαγιώργης, αθηνόραμα, 17.10.2002)
Πλάτωνος: Ίω ν (Π. θανάσα, Το Βήμα,
Λας Κ.: Η κουλτούρα το υ ναρκισσισμού (θ. Γιαλκέτσης, Ελευθεροτυπία, 4.10.2002)
Πλάτωνος: Πολιτεία (Ν. Ντόκας, Ελευθεροτυπία, 11.10.2002)
r
Σαρπλς Ρ. Γ.: Στωικοί, Επικούριοι και Σκεπτικοί. Μια εισαγωγή στην ελληνιστική φιλοσοφία (Ν. Ντόκας, Ελευθεροτυπία, 11.10.2002)
Δημητρακόπουλος Μ.: Στοιχείωση ευρωπαϊκής φ ιλοσοφίας (Δ. Κούτρας, Η Κ αθημερινά 6.10.2002)
6 .10 .2002)
Ψυχοπαίδης Κ.: Κριτική φιλοσοφία και λογική τω ν θεσμών (Κ. Βούλγαρης, αντί, 4.10.2002) Έ ντμοντς Ν., Έιντινοου Τ.: W ittgenstein's Poker: The Story o f a T en-M inute A rgum ent Between Two Great Philosophers (Κ. Γιαννούτσου, Εάευθεροτυπία, 25.10.2002) Ζυλιέν Φ.: Από τη ν Ελλάδα στην Κίνα (Γ. Βέης, Ελευθεροτυπία, 25.10.2002) Μ ασερέ Π.: Κοντ: Η φιλοσοφία και οι επιστήμες (Γ. Βώκος, Το Βήμα, 20 . 10.2002)
κ
Ντρουό Ρ.-Π.: 101 εμπειρίες φιλοσοφίας τη ς καθημερινής ζωής (Δ. Χουλιαράκης, Το Βήμα, 6.10.2002)
Μ έικλε Σ.: Η οικονομική σκέψη το υ Α ριστοτέλη (Α. Δ. Καραγιάννης, Οικονομικός Ταχυδρόμος, 19.10.2002)
|
ΙΠΟΛΙΤΙΚΕΙ ίΠΙΙΤΗΜΗ Αναστασάτος Ν., ΚουρουζίδηςΣ.: Ουτοπία, Μ εγάλος Α δελφός ή Λύτρωση (Φ. Φιλίππου, Το Βήμα, 27.10.2002) Ε Λ ΙΑ : Η Ελλάδα οτην Ευρωπαϊκή Ένωση (I. Ν. Μπασκόζος, Οικονομικός Ταχυδρόμος, 19.10.2002) Ηρακλείδης Α.: Κυπριακό: Σύγκρουση και επίλυση (Δ. Κούρτοβικ, Τα Νέα, 5.10.2002) Παπαδημητρίου Γ. (επιμ.): Το άρθρο 24 το υ Συντάγματος μετά την αναθεώρησή το υ (Τ. Νικολόπουλος, Το Βήμα, 20.10.2002) Ρ ουμελιώ της Π.: Παγκόσμια
139
διακυβέρνηση ή ηγεμονική παγκοσμιοποίηση; (Α. Δήμου, Ρ αδιοτηλεόραση, 5.10.2002)
\ΠΑΙΔΑ Γ Ο ΓΙΚ Η -Ε ίΠ Α ΊΪΕΜ Αλεξιάδης Μ. (επιμ.): θητεία, τιμητικό αφιέρωμα στον καθηγητή Μ. Γ. Μερακλή (Αρ. Δουλαβέρας, Νέα Παιδεία, 103)
ΚολομπανίΖ. Μ.; Είμαστε όλοι Αμερικανοί; 0 κόσμος μετά την 11η Σεπτεμβρίου 2001 (Σ. Ντάλης, Οικονομικός Ταχυδρόμος, 26.10.2002)
Τσιαντής Κ. Ν.: Ιστορική παιδαγωγική τη ς τεχνολογίας (Α. Πρόβατά, Νέα Παιδεία, 103)
Μαρξ Κ., Ένγκελς Φ.: Μανιφέστο το υ Κομμουνιστικού Κόμματος (Α. Ελεφάντης, Μ. Κόντη, Αυγή, 6.10.2002)
\ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ Αλεξίου Μ.: 0 τελετου ργικός θρήνος στην ελληνική παράδοση (Γ. Ν. Μπασκόζος, Εξπρές, 27.10.2002)
Μις Π., Μέρκλινγκ Μ. (επιμ.): Toward a Global Civilization? (Π. Τζαμαλίκος, Ελευθεροτυπία, 18.10,2002)
Πετρόπουλος Η.: Ο κουραδοκόφτης (Π. Τατσόπουλος, Τα Νέα, 12 .10 .2002)
Μποντριγιάρ Ζ.: Το πνεύμα τη ς τρομοκρατίας (Μ. Πιμπλής, Τα Νέα, 5.10.2002) Σιτζιάνσκι Ν.; Η αναζήτηση μιας πρωτότυπης ευρωπαϊκής ομοσπονδίωσης (Σ. Ντάλης, Οικονομικός Ταχυδρόμος, 5.10.2002)
lfg fim ifr Πόστμαν Ν.: Η πυξίδα το υ μέλλοντος (θ. Γιαλκέτσης, Ελευθεροτυπία, 4.10.2002) (Γ. Ελαφρός, Η Καθημερινή, 20.10.2002)
Τζέιμς X.: Το τέ λ ο ς τη ς παγκοσμιοποίησης (Φ. Δ. Δρακονταειδής, Ελευθεροτυπία, 25.10.2002)
I
Πολίτης Ε.: Η πληροφόρηση το υ επενδυτικού κόσμου (Γ. Ν. Μπασκόζος, Εξπρές, 6.10.2002) (I. Ν. Μπασκόζος, Οικονομικός Ταχυδρόμος, 5.10.2002)
Λουκιανού: Σάτιρα θανάτου και κάτω κόσμου (Ν. Ντόκας, Ελευθεροτυπία, 18.10.2002) (Β. Πάγκαλος, Μακεδονία, 6.10.2002)
Αλεξίου Δ. (επιμ.): Γενιά το υ 7 0 (Ν. Σιώτης, Το Βήμα, 13.10.2002) Νιάρχος 0. (επιμ.): Ποιητές για ποιητές. Χειραψία πάνω από τη ν άβυσσο (Β. Χατζηβασιλείου, Ελευθεροτυπία, 20.10.2002)
Αναστασίου Τ.: Βραδιά στο Flower (Π. Μπουκάλας, Η Καθημερινή, 15.10.2002)
Δημητρίου Σ.: Η εξέλ ιξη το υ ανθρώπου (Φ. Τερζάκης, Ελευθεροτυπία, 18.10.2002)
ITfgFff......
ΕλύτηςΟ.: Ποίηση (Μ. Χαρτουλάρη, Γσ Λ/έα 26.10.2002)
.......1
Στεφανάκης Γ.: Ο Επιτάφιος θρήνος (Κ. Μαστορίδης, Η Καθημερινή, 6 .10.2002)
|
Γκιουνέλ Ζ: «Λιμπερασιόν». Η ιστορία (Φ. Οικονομίδης, Ελευθεροτυπία, 18.10.2002) Σαίντ'Ε.: Καλύπτοντας το Ισλάμ. Πώς τα ΜΜΕ και οι α να λυτές καθορίζουν τη ν εικόνα που έχ ου με για το ν υπόλοιπο κόσμο (Μ. Κόντη, Αυγή, 20.10.2002) (Φ. Τερζάκης, Η Καθημερινή, 8.10.2002)
140
Κακριδής Φ. (επιμ.): Στα χνάρια το υ Οδυσσέα. Ταξιδεύοντας ανάμεσα στο μύθο και τη ν πραγματικότητα (Μ. Παπαγιαννίδου, Το Βήμα, 20 .10 .2002)
|flo //fiw
[ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
ΙΜΜΕ-ΕΠΙ ΚΟΙΝΩΝ ΙΑ
Αρριανού: Περίπλους Εύξεινου (Β. Πάγκαλος, Μακεδονία, 27.10.2002)
Νημά Ε„ Καψάλης Α: Σύγχρονη διδακτική (I. Βρεττός, Νέα Παιδεία, 103)
Λιούις Μ.: Τι πήγε στραβό; Δυτική επιρροή και μεσανατολική συνείδηση (Α. Δήμου, Ραδιοτηλεόραση, 5.10.2002)
Social Consequences o f Mass Housing in Northern Europe (Γ. Χατζηστεργίου, To Βήμα, 20.10.2002)
Ι ϋ Μ /Μ Γ Μ Ι Μ
Π
Κολώνας Β.: Ιταλική αρχιτεκτονική στα Δωδεκάνησα (1912-1943) (Δ. Φιλιππίδης, Το Βήμα, 27.10.2002) Εκδόσεις Kliczkowski: Cafes. Designers & Design (T. Μακρά, Το Βήμα, 27.10.2002) Πάουερ-Α.: Estates on th e Edge. The
Ελύτης Οδ.: Autoportraits (Δ. Μιχαλόπουλος, Πολιτικά Θέματα, 16.10.2002) Καρατζάς Δ.: Στα νερά βαθαίνει ο ουρανός (Κ. Βούλγαρης, αντί, 18.10.2002) Κιτρομηλίδου Μ.: Κυπριακά δημοτικά θρησκευτικά ποιήματα από το ανέκδοτο χειρόγραφο το υ Εμμανουήλ Χρισ τοδούλου (Β. Δαλακούρα, Η Καθημερινή, 22.10.2002) Κοσμόπουλος Δ.: Λατομείο (Π. Μπουκάλας, Η Καθημερινή, 15.10.2002)
I
Κουβελάκης Π.: Ανοιχτό γαλάζιο. Σατιρικά και άλλα. Ο Γιούκος ΓΕ. Κασι'μη, αντί, 4.10.2002)
Κοντογιάννης Π.: Συνεπιβάτες (Γ. Ν. Μπασκόζος, Εξπρές 14.10.2002)
Μαυρουδής Κ.: Επίσκεψη σε γέροντα με άνοια (Τ. Δημητρούλια, Αυγή, 24.10.2002)
Κουκουτσάκη Α.: Οι σχοινοβάτες (Δ. Ρουμπούλα, Έθνος 12.10.2002) Κούλογλου Σ.: Μην πας ποτέ μόνος στο ταχυδρομείο (Ε. Γκίκα, Έθνος 13.10.2002) (Δ. Κούρτοβικ, Τα Νέα, 12.10.2002)
Κούρση Μ.: Έμεινα μέσα (Κ. Βούλγαρης, Αυγή, 27.10.2002) Παστάκας Σ.: Νήσος Χίος (Κ. Βούλγαρης, α ν τί 18.10.2002)
Μακρόπουλος Μ.: Το τέρα ς και ο έρω τα ς (Μ. Πανώριος, Η Καθημερινή, 8 .10.2002)
Σολωμός Δ.: Αυτόγραφα έργα (Γ. Ν. Μπασκόζος, Εξπρές, 20 .10.2002)
\u m m m
' —
Ί
Αντωνοπούλου Κ.: Μασάζ (Μ. Παπαγιαννίδου, Το Βήμα, 6.10.2002) Αποστολίδης Α.: Λοβοτομή. Ελληνικό ταμηλόιντ (Φ. Φιλίππου, Το Βήμα, 6 .10.2002) Ασημακόπουλος Κ.: 0 χορός τω ν κληρονόμων (Γ. Ν. Μπασκόζος, Εξπρές 20.10.2002) Αυδίκος Β.: Το βλέμμα στον τοίχο με τη μαντανία (Β. Δ. Αναγνωστόπουλος, α ν τί 4.10.2002) Γαλανάκη Ρ.: 0 αιώνας τω ν λαβυρίνθων (Ε. Γκίκα, Έθνος 27.10.2002) (Δ. Ρουμπούλα, Έθνος 19.10.2002) ΓκάγκαςΣ.: Κάσκο (Γ. Ν. Μπασκόζος, Εξπρές 14.10.2002) Δαββέτας Ν.: ιστορίες μιας ανάσας (Γ. Βέης, Εήευθεροτυπία, 4.10.2002) Δημητρίου Σ.: Η βραδυπορία του καλού (Τ. Βασιλειάδου, Ημερηαία, 12.10.2002) Δουκίδου Λ.: Η Έλσα και οι άλλοι (Α. Μαντόγλου, Εήευθεροτυπία, 18.10.2002) (Έ. Δ. Χατζηιωάννου, Τα Νέα, 5.10.2002)
Μεϊμαρίδη Μ.: Οι μάγισσες τη ς Σμύρνης (Ε. Σαραντίτη, Εήευθεροτυπία, 4.10.2002) (Β. Χατζηβασιλείου, Εήευθεροτυπία, 27.10.2002) Μιχαηλίδης Μ.: Η σκύλα και το κουτάβι (Μ. Χαρτουλάρη, Τα Νέα, 12. 10.2002) Παπαγεωργίου Φ.: Το μηδέν και το ένα (Γ. Ν. Μπασκόζος, Εξπρές 14.10.2002) Παπαδόπουλος Π.: 0 πόνος που γίνεται δύναμη (Γ. Ν. Μπασκόζος, Εξπρές 20.10.2002) ΠλασκοβίτηςΣ.: Διηγήματα (Β. Χατζηβασιλείου, Εήευθεροτυπία, 25.10.2002) Ρίγγας Ν.: Οι κλητικές τω ν φ ω νηέντω ν (Α. Παναγόπουλος, Η Καθημερινή, 1.10.2002) Ριζιώτη Γ.: Ντραμς (0. Νιάρχος, Τα Νέα, 5.10.2002) ΡουσοχατζάκηςΑ.: Εδέμ (Γ. X. Παπασωτηρίου, Η Βραδυνή, 5.10.2002) Σαραντίτη Ε.: Ποθητή. Χρόνια σαν τη φωτιά (Γ. Παπακώστας, Το Βήμα, 20 .10.2002)
Ευσταθιάδης Γ.: Με γεμάτο στόμα (Ε. Κοτζιά, Η Καθημερινή, 20.10.2002)
Στάικος Α.: Επικίνδυνες μαγειρικές (Τ. θεοδωρόπουλος, Τα Νέα, 5.10.2002) (Β. Χατζηβασιλείου, Εήευθεροτυπία, 6.10.2002)
Καράγιωργας Γ.: 0 δολοφόνος αγάπησε το χάραμα (Φ. Φιλίππου, Το Βήμα, 6.10.2002)
Τρουλινού Ν.: Μαράλ, όπως Μαρία (Κ. Παπαγιώργης, αθηνόραμα, 17.10.2002)
Χαρπαντίδης Κ.: Το έκτο δάκτυλο (Μ.θεοδοσοπούλου, Το Βήμα, 20.10.2002) (Ε. Κοτζιά, Η Καθημερινή, 6.10.2002) ΓΕ. Χατζηιωάννου, Τα Νέα, 12.10.2002) Χατζηαντωνίου Κ.: Το βιβλιστής μέλαινας χολής (Κ. Παπαγιώργης, αθηνόραμα, 17.10.2002) Χουλιαράς Ν.: Το εργαστήριο του ύπνου (Α. Ζήρας, Αυγή, 20.10.2002) Βάργκας-Γιόσα Μ.: Πότε πήραμε τη ν κάτω βόλτα; (Γ. Ν. Μπασκόζος, Εξπρές 27.10.2002) (Β. Χατζηβασιλείου, Εήευθεροτυπία, 25.10.2002) Βιντάλ Γ.: Η χρυσή εποχή (Η. Μαγκλίνης, Η Καθημερινή, 27.10.2002) Δουμάς Αλ.: Αλή Πασάς (Μ. Χαρτουλάρη, Τα Νέα, 19.10.2002) ΕσενόζΖ.: Οι ψ ηλές ξανθιές (Τ. Γουδέλης, Εήευθεροτυπία, 25.10.2002) (Τ. Δημητρούλια, Το Βήμα, 6.10.2002) Καλβίνο Ί.: 0 διχοτομημένος υποκόμης (Β. Χατζηβασιλείου, Εήευθεροτυπία, 25.10.2002) Κανταρέ I.: Ρημαγμένος Απρίλης. Ποιος έφ α γε τη ν Ντορουντίν (Ε. Γκίκα, Έθνος, 6.10.2002) Κίλι Έ.; Some Wine fo r Remembrance (Ν. Σιώτης, Το Βήμα, 20.10.2002) Κολέτ: Η θεατρίνα (Κ. Σχινά, Εήευθεροτυπία, 18.10.2002) Κόλινς Μ.: Οι φ ρου ρο ίτη ς αλήθειας ΓΕ. Χατζηιωάννου, Τα Νέα, 5.10.2002) Κούρκοφ Α.: Ο θάνατος ενός αγνώστου (Τ. Γουδέλης, Εήευθεροτυπία, 4.10.2002) Λε Γκοφ Ζ.: Οι διανοούμενοι στο Μεσαίωνα (Β. Χατζηβασιλείου, Εήευθεροτυπία, 18.10.2002) Μακάρθι Μ.: Η παρέα (Κ. Σχινά, Εήευθεροτυπία, 18.10.2002) Μ ακΓιούανΊ.: Εξιλέωση Π. Μακ Γιούαν, Vogue, 1.10.2002)
141
(Β. Χατζηβασιλείου, Ελευθεροτυπία, 25.10.2002) ΜακΛίαμ Γουίλσον Ρ.: Μπέλφαστ Μπλουζ (Κ. Κατσουλάρης, Το Βήμα, 15.10.2002) Μούλις X.: Η ανακάλυψη το υ ουρανού (Π. Μπουκάλας, Η Καθημερινή, 1 . 10.2002) Μπαρίκο Α.: Χιλιαεννιακόσια (X. Οικονομίδου, Το Βήμα, 20.10.2002) (Κ. Παπαγιώργης, αθηνόραμα, 12.10.2002) Ναμπόκοφ Β.: Μέρι (Μ. Πιμπλής, Τα Νέα, 5.10.2002) Νάραγιαν Ρ. Κ.: Ο καθηγητής τω ν αγγλικών (Γ. Κορδομενίδης, Α γγελιοφόρος της Κυριακής, 27.10.2002) Ογκάουα Γ.: Η πισίνα τω ν καταδύσεων, Ο κοιτώνας, Ημερολόγιο εγκυμοσύνης (Λ. Κέζα, Το Βήμα, 6.10.2002) Όουτς Τ. Κ.: Faithless. Tales o f Transgression (A. Παπαδοπούλου, To Βήμα, 27.10.2002) Ουελμπέκ Μ.: Πλατφόρμα (Κ. Βελισσάρη, Το Βήμα, 27.10.2002)
Σογκτ Φ.: Οι άγριοι αριθμοί (Β. Αθανασόπουλος, Ελευθεροτυπία, 11. 10. 2002)
ΠολυχρονάκηςΔ.: Ο κριτικός ιδεαλισμός το υ Ιάκωβου Πολυλά (Γ. Ν. Μπασκόζος, Εξπρές, 6.10.2002)
Σπίλμαν Β.: 0 πιανίστας (Γ. Ν. Μπασκόζος, Εξπρές, 20.10.2002) (Β. Πάγκαλος, Μακεδονία, 20.10.2002)
Σπυροπούλου Α „ Τσιμπούκη θ. (επιμ.): Σύγχρονη ελληνική πεζογραφία (Τ. θεοδωρόπουλος, Τα Νέα, 26.10.2002)
Τάιλερ Ά.: Τολμηρές ανατροπές (Ν. Βατόπουλος, Η Καθημερινή, 19.10.2002)
Μπάονετ Σ.: Συγκριτική Γραμματολογία: Κριτική εισαγωγή (Β. Αθανασόπουλος, Ελευθεροτυπία, 25.10.2002)
Τζόνοτον Π.: Εγκλήματα πλατωνικής δημοκρατίας τ ο έτος 2020 (Μ. Πανώριος, Ελευθεροτυπία, 25.10.2002) Φαχάρδο X. Μ.: 0 εξω μό της (Τ. Γουδέλης, Ελευθεροτυπία, 11.10.2002) Φερναντέζ Ν.: Δικαστήριο τιμής: η ζωή και ο θάνατος το υ Τσαϊκόφσκι (Γ. Κορδομενίδης, Αγγελιοφόρος τη ς Κυριακής, 15.10.2002) Φραμπέτι Κ.: 0 αλγόριθμος τη ς μελαγχολίας. Η σιωπή τη ς καμηλοπάρδαλης (Π. Κοντογιάννης, Το Βήμα, 27.10.2002) (Β. Πεσμαζόγλου, Τα Νέα, 5.10.2002) Χάξλεϊ'Α.: θαυμαστός καινούργιος κόσμος (θ. Γιαλκέτσης, Ελευθεροτυπία, 18.10.2002)
Ουέλντον Φ.: Οι κυρίες φορούν Μπούλγκαρι (Α. Μαντόγλου, Ελευθεροτυπία, 11.10.2002)
\ΜΕΛΕΤΕΣ
Πέρεθ-Ρεβέρτε Α.: Ο πίνακας τη ς Φλάνδρας (Η. Μαγκλίνης, Η Καθημερινή, 20.10.2002)
Βαγενάς Ν.: Μεταμοντερνισμός και λογοτεχνία (Ν. Κοκκινάκη, Η Καθημερινή, 20.10.2002)
Ρόζενφιλντ I.: Η μεγαλομανία το υ Φρόιντ (Δ. Σωτηρόπουλος, Το Βήμα, 6.10.2002)
ΒογάσαρηςΆ.: Νίκος Καββαδίας (Μαραμπού), ο μεγάλος εραστής τη ς θάλασσας (Φ. Φιλίππου, Το Βήμα, 20 .10.2002)
Σαγκσούκ Σ.: Φαρμάκι (Γ. Ν. Μπασκόζος, Εξπρές, 27.10.2002) Σαραμάγκου Ζ.: Όλα τα ονόματα (Γ. Βέης, Η Καθημερινή, 22.10.2002) Σιμόν Κ.: Η πρόσκληση (Κ. Παπαγιώργης, αθηνόραμα, 5.10.2002) Σινιόκ Π.: Κέρινες κούκλες (Μ. Πιμπλής, Τα Νέα, 26.10.2002)
142
- /. ;· ]
Γαραντούδης Ε.: Οι Επτανήσιοι και ο Σολωμός (Β. Χατζηβασιλείου, Ελευθεροτυπία, 4.10.2002)
Μπατάιγ Ζ.: 0 ερωτισ μός (Φ. Τερζάκης, Ελευθεροτυπία, 4.10.2002)
UQ/i/AI/4
1
Γιορν Ά.: Περί μορφής (Γ.Ί. Μπαμπασάκης, Ελευθεροτυπία, 11.10.2002) Έκο 0.: Περί λογοτεχνία ς (Μ. Χαρτουλάρη, Τα Νέα, 26.10.2002) Κεσαντά Ν.: Γυναίκες, ο ομφ αλός του κόσμου (Κ. Παπαγιώργης, αθηνόραμα, 17.10.2002) Στάινερ Τ.: Στον πύργο του Κυανοπώγωνα (Π. Καλογεροπούλου, Αυγή, 6.10.2002) (Β. Χατζηβασιλείου, Ελευθεροτυπία, 11.10.2002) Τσβάιχ Σ.: Το μυστήριο της καλλιτεχνικής δημιουργίας (Π. Μπουκάλας, Η Καθημερινή, 22.10.2002) Φράι Τ.: Πώς να γράψετε ένα πραγματικά καλό μυθιστόρημα (Π. Μπουκάλας, Η Καθημερινή, 22 .10.2002)
Ιακωβίδου Ά.-Ό.: Έκτωρ Πατριώτης, ο αρχιτέκτων ποιητής (Δ. Μιχαλόπουλος, Πολιτικά Θέματα, 16.10.2002)
Γαρδίκα-Κατσιαδάκη Ε„ Μαργαρίτης Γ.: Το Αιγαίο τω ν Βαλκανικών πολέμων (Γ. Ν. Μπασκόζος, Εξπρές, 20.10.2002) (Δ. Χουλιαράκης, 7Ό Βήμα, 27.10.2002)
ΝικορέτζοςΔ.: Νίκος Καββαδίας, ο τελευτα ίο ς αμαρτωλός (Φ. Φιλίππου, Το Βήμα, 20.10.2002)
Καραδήμου-Γερόλυμπου Α. (επιμ.): Το χρονικό τη ς μεγάλης πυρκαγιάς, Θεσσαλονίκη Αύγουστος 1917
(Μ. Παπαγιαννίδου, Το Βήμα, 13.10.2002) Κορόμηλά Μ.: Οι Έ λληνες στη Μαύρη θάλασσα. Από τη ν εποχή το υ Χαλκού ως τις αρχές του 20ού αιώνα (Β. Πάγκαλος, Μακεδονία, 27.10.2002) Λαγανάς Γ.: Εργογραφία Κωνσταντίνου Παηαρηγόπουλου (Μ. θεοδοσοπούλου, Το Βήμα, 13.10.2002) ΛεκατσάςΑθ.: Η Ιθάκη (Ν. Ε. Καραπιδάκης, Η Καθημερινή, 13.10.2002) Λέκκας Π.: Το παιχνίδι με το ν χρόνο. Εθνικισμός και ν εοτερικότητα (Μ. Κόντη, Αυγή, 6.10.2002) Μαραντζίδης Ν.: Γιασσίν Μ ιλλέτ, Ζήτω το Έθνος. Προσφυγιά, Κατοχή και Εμφύλιος; Εθνοτική τα υτότητα και πολιτική συμπεριφορά στους τουρκόφω νους ελληνορθόδοξους το υ Δυτικού Πόντου (Π. Βόγλης, Αυγή, 27.10.2002) (Γ. θ. Μαυρογορδότος, Ελευθεροτυπία, 4.10.2002)
ΠάγκντενΆ. (επιμ.): The Idea o f Europe: From A ntiquity to the European Union (K. Λάβδας, To Βήμα, 13.10.2002) Σάσα Λ.: Η υπόθεση Μόρο (Γ. Ν. Μπασκόζος, Εξπρές, 27.10.2002) (Φ. Φιλίππου, Το Βήμα, 13.10.2002) (Β. Χατζηβασιλείου, Ελευθεροτυπία, 13.10.2002)
Βενιζέλου Έ.: Στη σκιά το υ Βενιζέλου (Γ. Ν. Μπασκόζος, Εξπρές, 27.10.2002) (Π. Τατσόπουλος, Τα Νέα, 19.10.2002)
\ΕΠΙΠΟΑ[[-ΑΑΛΜΟΓΙ>ΑΦΙΑ\ Σ εφέρης Γ. - Αποστολίδης Γ.: Αλληλογραφία 1931-1945 (Κ. F. Παπαγεωργίου, Ελευθεροτυπία, 25.10.2002)
ΙΑΡΘΡΑ-ΕΜΦΥΛΑΙΑΕΙ
Στάβερης Η.: Γλαροφωλιά (Σ. Χρυσοστομίδης, αντί, 18.10.2002)
Ραπτόπουλος Β.: Η δική μου Αμερική (Γ. Ν. Μπασκόζος, Εξπρές, 6.10.2002)
Χριστοδούλου Γ.: Ελ Αλαμέιν, Μέση Ανατολή, Μπάρντια (Γ. Παπαθεοδώρου, Αυγή, 20.10.2002)
Τζανακάρης Β.: Τα παλληκάρια τα καλά σύντροφοι τα σκοτώνουν (Σ. Κακουριώτης, Αυγή, 6.10.2002)
Ντρακούλιτς Σ.: Σαν να μην είμαι εγώ. Ένα μυθιστόρημα για τα Βαλκάνια (Η. Μαγκλίνης, Η Καθημερινή, 13.10.2002)
Τσιρπανλής Ζ.: Στη Ρόδο του 16ου-17ου αιώνα. Από το υς Ιωαννίτες Ιππότες στους Οθωμανούς Τούρκους (Μ. Αλεξιά δης, Το Βήμα, 6.10.2002)
\ m r p m im o m r m r n
Νέσελραθ X. (επιμ.): Εισαγωγή στην αρχαιογνωσία (Σ. Σκορδάς, αντί, 18.10.2002)
]
Προκοπίου Γ. & Κ.: Τα παιδιά τω ν φυλαχτών. Στα έγκατα τη ς γης (Μ. Ντεκάστρο, Το Βήμα, 13.10.2002)
Κουγιουμτζής Σ.: Ανοιχτό παράθυρα με κλειστά παντζούρια (Γ. Κορδομενίδης, Α γγελιοφόρος τη ς Κυριακής, 6.10.2002)
Μακχαμαλμπάφ Μ.: Αφγανιστάν (Δ. Μπόμπα, Η Καθημερινή, 1.10 .2002)
Γκραφ Φ. (επιμ.): Εισαγωγή στην αρχαιογνωσία, τό μος Β' (Σ. Σκορδάς, αντί, 18.10.2002)
I ΠΑΙΑΙΚΑ-ΕΦΗΒΙΚΑ
\MAPUPIEl
Σφυρόερα Σ.: Αίγινα. Η πρώτη πρωτεύουσα τη ς ν εό τερ ης Ελλάδας (Γ. Ν. Μπασκόζος, Εξπρές, 20 .10.2002)
Χατζηιωάννου Μ.-Χ., Μαυροειδή Μ.: Εμπορικός Σύλλογος Αθηνών, 1902-2002. Ιστορική αναδρομή στη συλλογική συνείδηση τω ν εμπόρων (Μ. θεοδοσοπούλου, Το Βήμα, 6. 10.2002)
Ο χώρος, ο χρόνος και η ομορφιά (Δ. Ρουμπούλα, Έθνος, 19.10.2002) ΌβερμπαϊΝ.: Ερωτευμένος Αϊνστάιν (Σ. Νικολαΐδου, Τα Νέα, 19.10.2002)
Βεργέτη Μ. (επιμ.): Η ζωή ως ήτοι αυτοβιογραφία. Του ε ξ Αργυρουπόλεως του Πόντου Γεωργίου θ. Κανδηλάπτου-Κάνεως (Β. Πάγκαλος, Μακεδονία, 27.10.2002) Παπαϊωάννου Μ.: Ραντεβού στον αέρα (Γ. Ν. Μπασκόζος, Εξπρές, 14.10.2002) Κέρσοου Ί.: Χίχλερ, 1936-1945: Νέμεσις (Δ. Σωτηρόπουλος, Το Βήμα, 6.10.2002) Μ ίλλερ Ά.: ΑΤνστάιν-Πικάσο.
I
Ιιη η η ε η μ γ μ ιμ /κ Ι Λαλουδάκη Ελ. (επιμ.): Η ζωή δεν έχει πώμα. Οι σ υνεντεύξεις το υ Νίκου Καρούζου (Γ. Ί. Μπαμπασάκης, Ελευθεροτυπία, 18.10.2002)
m n m w P A 0 O ! ‘· Τ Τ \ Σολδάτος Γ.: Ελληνικός κινηματογράφος - Ένας αιώνας (Φ. Λαμπρινός, Η Καθημερινή, 27.10.2002)
lin o m o Εκδόσεις Ανατολικός: Μαρία Κόλλας. Οδηγίες χρήσης (Γ. Λεμονή, Δίφωνο, 1.10.2002)
Μαμαλάκης Η.: Κάτι μαγειρεύει ο Ηλίας (Ε. Γκίκα, Έθνος, 20.10.2002) Μπαρμπαρίγου Α.: Συνταγές το υ Αιγαίου (Ε. Γκίκα, Έθνος, 20 .10.2002)
143
ITO TFYXO; ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΥ
ΜΙΑΤΟΣ ΣΑΧΤ ΟΥ ΡΗΣ
Γράφουν οι: Α λέξανδρος Αργυρίου: Η κριτική για το έργο του Μ. Σαχτούρη Νάνος Βαλαωοίτης: Μίλτος Σαχτούρης. Μια μικρή περιδιάβαση Αλέξης Ζήοας: Σαχτούρης και Κάφκα Βρασίδας Καοαλής: Το μυστήριο της ένοχης συνείδησης στην ποίηση του Μ. Σαχτούρη Ράντα Μουσούλη: Σαχτούρης - Ντίλαν Τόμας: «εικόνας ανάγνωση» Γ, Α. Παπαντωνάκης: Σαχτουρογενή ποιήματα: πρόσληψη παρωδιακή ή αναγνώριση μιας ποιητικής; Στέφανος Ροζάνης: Η έμφοβη τάξη των πραγμάτων στην ποίηση του Μ. Σαχτούρη
Συνέντευξη: Ο
Κλαούπιο Μάγκρις
μιλάει στον Φίλιππο Δρακονταειδή (Βραβείο «Αιδώ Σωτηρίου» της Εταιρείας Ελλήνων Συγγραφέων) Μιιιίκα Κρανάκη: Αυτογραφία (ένα σίριαλ με πολλά επεισόδια) Χρήστος Χουσόπουλος: Scriptorium (Το ανέκφραστο της γραφής)
Επίσης στο επόμενο τεύχος: Κριτικές και παρουσιάσεις 30 νέων βιβλίων. Τα best seller του μήνα. Ξένο βιβλίο. Πορτρέτα ξένων συγγραφέων. Σύγχρονοι ξένοι συγγραφείς. Ευκαιρίας δοθείσης. Παρεμβατικά. Βραχυγραφίες. Βιβλιογραφικά Δελτία κ.ά.
Το δ ι α β ά ζ ω σ τ ο ν κ υ β ε ρ ν ο χ ώ ρ ο : w w w . t r a n s l a t i o . g r
riA/ετετΐΡΑ Σ/Α/ύΡΟΜΗΤΗΣ ΣΤΟ και κεροΐΣτε τρίατενχΗ Για όνα χρόνο (11 τεύχη - το όνο διπλό) πληρώνετε
μόνο 5
ε
Σπουδαστική 53 ε Βιβλιοθήκες - Ιδρύματα: 91 € ΣΥΝΔΡΟΜΕΣ ΚΥΠΡΟΥ Ετήσια: 93 € Βιβλιοθήκες - Ιδρύματα: 126 € ΕΤΗΣΙΕΣ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ ΕΥΡΩΠΗ: Ετήσια: 115 € Βιβλιοθήκες-Ιδρύματα: 15 7 ε ΑΜΕΡΙΚΗ & ΛΟΙΠΕΣ ΧΩΡΕΣ: Ετήσια: 115 $ ΗΠΑ (124,87 ε) Βιβλιοθήκες-Ιδρύματα: 150 $ ΗΠΑ (162,88 ε) Παλιό τεύχη: Δεκαπενθήμερα και μηνιαία: 7,34 ε Εμβάσματα: οτη διεύθυνση: Α. Σπάθή. Ανδρ. ΜεταΕά 26,10681 Αθήνα, τηλ. 33.01.239, τηλ. & fax 33.01.315.
ΑΛΕΞΗΣ ΠΑΝΣΕΛΗΝΟΣ
Αθήνα, Κατοχή. "Evas άγγελο$ πέφτει στη γη. Με ψαλιδισμένα φτερά, προσκρούει στον τοίχο του χρόνου και μεταμφιέζεται σε έναν παράξενο ντετέκτιβ, τον Άγγελο Σωτηρίου. Αποστολή του, η προστασία του τηο πολύτιμου ανθρώπου που διαθέτει η χώρα, evos σπουδαίου μουσικού m s όπερα5. Μετέωρο5 μεταξύ ονείρου και πραγματικότηταΒ, θα συναντήσει πλάσματα φτιαγμένα από τα υλικά του πόνου και m s επιβίωσπ5. Όλοι tous έχουν δαγκώσει το μήλο m s apaprias. Όλοι tous μπορούν είτε να σωθούν είτε να χαθούν. Μα π είναι οι άγγελοι για να κρίνουν τη θεία βούληση; Mdnoos για να σωθεί η ψυχή evos τόπου πρέπει να ετηζήσουν και η αρετή και ο neipaopos;
w w w .k ed ro s .g r Γ Ε Ν Ν Α Δ Ι Ο Υ 3. ι ο 6 γ 8
| books i k e d r o s . g r ΑΘΗΝΑ, τ ηλ.: 210 3809712