Τεύχος 124

Page 1


h

εκδόσεις «νεα σύνορα» ΚΥΚΛΟΦΟΡΟΥΝ • ΠΑΤΡΙΣ ΣΕΡΟ - ΕΡΒΕ ΓΚΙΜΠΕΡ • ΕΡΩΤΕΣ ΑΝΔΡΩΝ ·

...Το βιβλίο δε θέτει το ερώτη­ μα αν η ομοφυλοφιλία είναι κα­ λή ή κακή και αν οδηγεί στην ευτυχία ή τη δυστυχία. Λέει απλώς ότι κάποτε τα πράγματα πάνε άσχημα...

ΣΑΚΙΣ ΜΑΥΡΕΛΗΣ ΜΑΝΝΕΚΕΝ

Στα Μαννεκέν του Σάκι Μαυρέλη, ο Πανικός και η Αγάπη είναι τα συστατικά της ζωής...

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ■ ΠΑΡΑΓΓΕΛΙΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ Α.Α. ΛΙΒΑΝΗ «ΝΕΑ ΣΥΝΟΡΑ» ΣΟΛΩΝΟΣ 94, ΤΗΛ. 3610589-3600398


ΔΙΑΒΑΖΩ

ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ

Ομήρου 34, Αθήνα - 106 72

Σύνταξη: 36.40.487 Λογιστήριο: 36.40.488 Συνδρομές: 36.03.011 Διαφημίσεις: 36.26.910

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ ΧΡΟΝΙΚΑ Η ΑΓΟΡΑ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ Οδηγός Μουσείων, Συλλογών και Αρχείων της Αθήνας

2 3

ΑΦΙΕΡΩΜΑ

Τεύχος 124 31 Ιουλίου 1985 Τιμή: Δρχ. 150 Εκδότης: Άννα Πετρίδου Ιδρυτής: Περικλής Αθανασόπουλος Διευθυντής: Γιώργος Γαλάντης Σύνταξη: Κατερίνα Γρυπονησιώτου, Δημήτρης Δεληπέτρος, θεοδώρα Ζερ­ βού, Βασίλης Καλαμαράς, Ηρακλής Παπαλέξης, Γιώργος Σαρηγιάννης, Βάσω Σπάθή, Μαρία Στασινοπούλου, Καίτη Τοπάλη

Βασίλης Ραφαηλίδης: Η γέννηση του χιούμορ από το πνεύμα του αστείου Γιώργος Δ. Κεντρωτής: Ο Ζαν Πωλ για το Χιούμορ Πόλυ Ζηνέλη: Ο Μπεργκσόν για το Γέλιο Στάθης Βαλούκος: Η φαρσοκωμωδία και το ελληνικό χιούμορ Κώστας Γεωργουσόπουλος: θέατρο χωρίς χιούμορ, θέατρο ρήξης και αναβολής Κυριάκος Κάσσης: Οι «αστείοι» λαϊκοί ήρωες στην Ελλάδα σε σει­ ρές λαϊκών φυλλαδίων Αρχέλαος: Περί Γελοιογραφίας Αντώνης Καλαμάρας: Πολιτική γελοιογραφία Τάκης Ψαράκης: Ενδοδημοσιογραφική γελοιογραφία

16 20 22 25 33 35 40 43 44

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ Συνέντευξη με τους Παναγιώτη Παπαδούκα και Αλέκο Σακελλά-

Οικονομικός υπεύθυνος: Βάσω Σπάθή Συνδρομές: Κατερίνα Γρυπονησιώτου Διαφημίσεις: Ηρακλής Παπαλέξης Σελιδοποίηση-Μοντάζ: Νένη Ράις Διορθώσεις: Πηνελόπη Βλάσση Στοιχειοθεσία: Φωτοκύτταρο ΕΠΕ, Υμηττού 219, τηλ. 75.16.333 Διαφάνειες εξωφύλλου: Δ. Π. Αγγελής, Πειραιώς 1, τηλ. 32.44.325 Φωτογραφίσεις-Μοντάξ: I. Χριστοδουλάκος - I. Κοργιαλάς Ο.Ε., Α. Μεταξά 26, τηλ. 36.41.134 Εκτύπωση: Αφοί Τσαλδάρη Ο.Ε., Φυ­ λής 35, Καματερό, τηλ. 26.10.918 Βιβλιοδεσία: Νικ. Κατριβάνος και Σία Ο.Ε., Στ. Γόνατά 48, τηλ. 57.49.951 Διανομή: Νέο Πρακτορείο Τύπου Κεντρική διάθεση:

ΠΟΛΙΤΙΚΗ: Γράφει ο Νίκος Δεμερτξής ΠΑΙΔΙΚΑ: Γράφει ο Μάνος Κοντολέων ΚΛΑΣΙΚΗ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑ: Γράφει ο Φ.Κ. Βώρος ΠΟΙΗΣΗ: Γράφει ο Γιώργος Μαρκόπουλος ΑΛΛΗΛΟΓΡΑΦΙΑ: Γράφει ο Γιώργος Α. Χριστοδούλου ΤΑΞΙΔΙΩΤΙΚΑ: Γράφει ο Τ.Π. Σπητέρης ΠΛΑΙΣΙΟ: Γράφουν ο Βάιος Παγκουρέλης και η Μαριλένα Ξ. Κα-

55 60 61 63 68 72

σιμάτη

57

ΔΕΛΤΙΟ

Αθήνα: Πομώνης Διονύσιος Ζαλόγγου 1 τηλ. 36.20.889 Θεσσαλονίκη: Βιβλιοπωλείο Μ. Κοτζιά και Σία Τσιμισκή 78 τηλ. 279.720, 268.940

ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ ΕΠΙΛΟΓΗ

_

Υπεύθυνος τυπογραφείου: Βαγγέλης Παπαθανασόπουλος, Υμηττού 219 Εξώφυλλο: Γιώργος Γαλάντης

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ

73

ΚΡΙΤΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

78

στο επόμενο «Διαβάζω»

αφιέρωμα στον Μισέλ Φουκώ


Η Α ΓΟΡΑ ΤΟ Υ ΒΙΒΛΙΟΥ]

Από 26 Ιουνίου έως 9 Ιουλίου 1985

Επειδή όμως είναι τεχνικά αδύνατο να δημοσιεύονται όλα τα βιβλία που αναφέρουν οι βιβλιοπώλες, ο πίνακας περιλαμβάνει τελικά εκείνα τα βιβλία που δηλώθηκαν από δύο του­ λάχιστον βιβλιοπώλες. Όσο για το ενδιαφέρον και την ποιότητα των βιβλίων του πίνακα, σκόπιμο είναι να συμβου­ λεύεστε τις σελίδες της «Επιλογής».

Ο παρακάτω πίνακας παρουσιάζει τα εμπορικό­ τερα βιβλία ενός δεκαπενθήμερου, σύμφωνα με τα στοιχεία που μας παραχώρησαν δεκαπέντε βιβλιοπώλες απ' όλη την Ελλάδα, δηλώνοντας ο καθένας τους τα τρία βιβλία που είχαν τις πε­ ρισσότερες πωλήσεις στο βιβλιοπωλείο του κα­ τά το διάστημα αυτό. Έτσι, το βιβλίο με τις με­ γαλύτερες πωλήσεις σημειώνεται με τρεις αστε­ ρίσκους (**), το αμέσως μετά με δύο (»,) και το τελευταίο με έναν ( * ).

3

I

:

I

ΒΙΒΛΙΑ ;. !

1. Μ. Ντυράς: 0 εραστής (Εξάντας) 2. 0. Έκο: Το όνομα του ρόδου (Γνώση)

ΐ ι .

(I

<

* I

Λ

·· .

Λ .

». X. Κλάιστ Τέσσερις νουβέλες ( Αγρα)

*

I

Λ Λ Λ

ί

ί

Λ .

3. I. Καλβίνο: Πάλομαρ (Αστάρτη)

! 3

ί ! I I

ί I 1 ! I

I!Is

1 1

* .

5. Μ. Μπιράντ: Παζαρέματα (Φλώ,.ος) Σημείωση: Στο βιβλιοπωλείο Δοκιμάκης - Ηράκλειο το βιβλίο που είχε τις περισσότερες πωλήσεις ήταν: Μπ. Μοντεγιέ: Οι σειρήνες (Γνώση).

Συνδρομές εσωτερικού 25 τευχών 3400 δρχ. - Σπουδαστική 25 τευχών 3100 δρχ. 15 τευχών 20(H) δρχ. - Σπουδαστική 15 τευχών 1800 δρχ. Οργανισμών, Τραπεζών, Ιδρυμάτων: 4000 δρχ. Συνδρομές εξωτερικού Ευρώπη 25 τευχών 41 δολ. - Σπουδαστική 25 τευχών 38 δολ. Ευρώπη 15 τευχών 27 δολ. - Σπουδαστική 15 τευχών 25 δολ. Κύπρος 25 τευχών 36 δολ. - Σπουδαστική 25 τευχών 33 δολ. Κι'<προς 15 τευχών 24 δολ. - Σπουδαστική 15 τευχών 22 δολ. Αμερική - Αυστραλία - Ασία - Αφρική 25 τευχών 46 δολ. - Σπουδαστική 25 τευχών 43 δολ. 15 τευχών 30 δολ. - Σπουδαστική 15 τευχοιν 28 δολ

Ιδρυμάτων, Βιβλιοθηκών Ευριόπη: 47 δολ. Κύπρος: 42 δολ. Αμερική κ.τ.λ. 52 δο>

Εμβάσματα στη διεύθυνση: Κατερίνα Γρνπονησιώτου - Περιοδικά «Διαβάζω» Ομήρου 34, 106 72 Αθήνα


Οδηγός Μουσείων, Συλλογών και Αρχείων της Αθήνας Οι εορτασμοί της πολιτείας για την ανακήρυξη της Αθήνας ως πολιτιστικής πρωτεύουσας της Ευρώπης έχουν αρχίσει εδώ και καιρό, και πρόκειται να συνεχιστούν για κάμποσο ακόμη, προσδίδοντας στην πόλη έναν ιδιαίτερα ζωντανό χαρακτήρα. Ενώ όμως οι εορτασμοί αυτοί φτιάχνουν ένα πρόσκαιρο πολιτιστικό πρόσωπο, υπάρχει πιστεύουμε, ένα λιγότερο προβεβλημένο αλλά μόνιμο, που το συνθέτουν τα Μουσεία, οι Συλλογές και τα άγνωστα για πολλούς Αρχεία. Το «Διαβάζω», παρουσιάζοντας αυτόν

τον οδηγό με την αναλυτική καταλογογράφηση μουσείων, συλλογών και αρχείων, έχει την πρόθεση να δείξει πόσο μεγάλος είναι ο πολιτιστικός πλούτος της Αθήναςένας πλούτος που χρειάζεται να αξιοποιηθεί επιτέλους, να προβληθεί, να βγει απ’ την αφάνεια και την ακινησία. Αυτή θά ’ταν η ευεργετική παρέμβαση της πολιτείας απέναντι σ’ αυτό το πρόσωπο της πόλης που ζητά να αναγνωριστεί. Δημοσιεύοντας αυτό τον κατάλογο, πιστεύουμε ότι συμβάλλουμε σ’ αυτή την αναγνώριση, προσφέροντας αρχικά κάποιους πρώτους πρακτικούς οδηγούς.

Σκοπός της συντάξεως αυτού τον καταλόγου είναι, σε γενικές γραμμές, η ενημέρωση τον αναγνώστη ως προς τους κνριότερονς πολιτιστικούς πυρήνες της πρωτεύουσας, μαζί με ένα μικρό ιστορικό της ίδρυσής τους και μια περίληψη των περιεχομένων τους, χωρίς την πρόθεση να είναι εξαντλητικός με λεπτομερείς αναλύσεις και περιγραφές. Πιστεύουμε ότι θα βοηθήσουμε έτσι τον αναγνώστη να πλη­ σιάσει πιο εύκολα χώρους που συχνά συμβαίνει να είναι γνωστοί σε ξένους επισκέπτες της χώρας μας και όχι σε Έλληνες, όπως πράγματι φάνηκε κατά τη διάρκεια αυτής της έρευνας. Πρέπει δε πραγμα­ τικά να παραδεχτούμε ότι πολλοί από αυτούς τους χώρους υποδεικνύονται αληθινοί χώροι αυτογνω­ σίας και όχι ψυχροί και αυστηρά μουσειακοί, όπως θα νόμιζε κανείς. Έτσι, μέσα από μια απέραντη ποικιλία λαογραφικών, ιστορικών, καλλιτεχνικών και άλλων ενδιαφερόντων, προσφέρονται στον επι­ σκέπτη πολλά καινούρια ερεθίσματα. ·


4/καταλογος Γνωρίζοντας ότι οι ώρες και ημέρες επίσκεψης ποικίλουν ανάλογα με την εποχή, φροντίσαμε να δώσουμε μόνο τα απαραίτητα τηλέφωνα. Επίσης τα μουσεία και αρχεία που περιλαμβάνονται σ’ αυτό τον κατάλογο βρίσκονται στο δήμο της Αθήνας μια και το αφιέρωμα αφορά αποκλειστικά την πρωτεύουσα. Θέλουμε τέλος να ελπίζουμε ότι αυτή η μικρή προσφορά θα είναι ιδιαίτερα χρήσιμη στους νεότερους αναγνώστες, όπως επίσης και στους ερευνητές.

Αρχαιολογικά Μουσεία και Συλλογές ΕΘΝΙΚΟ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ (Πατησίων 44). Στεγάζεται σε νεοκλασικό κτίριο που κτίστηκε πάνω σε σχέδια που έκανε ο Γερμανός αρχι­ τέκτονας Ludwig Lange. Το πρώτο αρχαιολογικό μου­ σείο, το «Εθνικόν Μουσείον», ιδρύθηκε στην Αίγινα το 1829, η δολοφονία όμως του Καποδίστρια ματαίωσε τα σχέδια της οργάνωσης και του πλουτισμού του. Αρ­ γότερα, το 1834, και με τη μεταφορά της πρωτεύουσας του κράτους στην Αθήνα, ιδρύθηκε το «Κεντρικόν Αρ­ χαιολογικόν Μουσείον». Το 1837 μεταφέρθηκε η συλ­ λογή από την Αίγινα στην Αθήνα και σ’ αυτή προστέ­ θηκαν και άλλες δημόσιες ή ιδιωτικές. Τα πρώτα σχέ­ δια του μουσείου έκανε ο Γερμανός αρχιτέκτονας Leo von Klenze το 1836. Αργότερα το 1860, ο Ludwig Lan­ ge έκανε τα σχέδια πάνω στα οποία κτίστηκε το μου­ σείο από το 1866 μέχρι το 1889. Η αποπεράτωση έγινε από τον Ziller και αρχιτέκτονας οικοδομής ήταν ο Πα­ ναγιώτης Κάλκος. Ο Δημήτρης Μπερναρδάκης ομογε­ νής από την Πετρούπολη συνεισέφερε με δωρεά του στην ανέγερση. Το 1903-1906 έγινε επέκταση από τον αρχιτέκτονα Α. Μεταξά. Επίσης επέκταση και αλλαγές στο παλιό κτίριο έγιναν από το 1932 μέχρι το 1939. Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο έγινε ανασύσταση του μουσείου από τον αρχαιολόγο Χρήστο Καρούζο και επισκευή και αλλαγή στη διαρρύθμιση από τον Πάτρο­ κλο Καραντινό. Επίσης ο αρχιτέκτονας και αρχαιολό­ γος Ιωάννης Τραυλός έκανε τη μελέτη, αναπαράσταση, επίβλεψη και εφαρμογή των σχεδίων. Οι επισκευές έγιναν με κρατική επιχορήγηση και με ένα ποσό από το σχέδιο Marshall. Επίσης έγιναν δωρεές από τους John D. Rockefeller jr. και Ward Μ. Canaday. Το Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο εξαρτάται από το Υπουργείο Πολιτισμού και Επιστημών και περιλαμβά­

νει αρχαιολογικούς θησαυρούς από όλη την Ελλάδα (πλαστική, χαλκοπλαστική, κεραμική, τοιχογραφίες, κοσμήματα), α) Περιέχει πλούσια προϊστορική συλλο­ γή που χρονολογείται από τα νεολιθικά και προμυκηναϊκά χρόνια (Διμήνι, Σέσκλο, Πολιόχνη Λήμνου, κ.ά.), τα μυκηναϊκά, (ευρήματα θαλαμωτών τάφων των Μυκηνών, Τίρυνθας, Πρόσυμνας, Άργους, κ.λ.π.) καθώς επίσης και ευρήματα Κυκλαδικού πολι­ τισμού από ανασκαφές στα νησιά Πάρος, Νάξος, Σίφ­ νος, Σύρος. Μήλος κ.λ.π. β) Στη συλλογή των γλυ­ πτών παρουσιάζονται αρχαϊκά, κλασικά, ελληνικά και ρωμαϊκά έργα, επιτύμβιες στήλες ενεπίγραφες ή ανά­ γλυφες, αρχιτεκτονικά μέλη από ναούς όπως της Αθηνάς Σουνιάδας και γλυπτά από το ναό του Ασκληπιού στην Επίδαυρο. Επίστης στήλες με ψηφίσματα και αναθήματα, γ) Στη συλλογή Χάλκινων υπάγεται η συλλογή Καραπάνου που περιέχει ευρήματα από το ιε­ ρό της Δωδώνης. Επίσης στη συλλογή Χάλκινων υπάρ­ χουν ευρήματα που προέρχονται από την Ολυμπία, Βοιωτία, Θεσσαλία, Φθιώτιδα, Ακρόπολη, κλπ. δ) Στον επάνω όροφο βρίσκεται η συλλογή των Αγγείων με έργα που χρονολογούνται από τα γεωμετρικά χρό­ νια έως τον 4ο αι. π.Χ. ε) Στον ίδιο όροφο εκθέτονται τα ευρήματα από τις ανασκαφές της Θήρας: τοιχογρα­ φίες, κεραμική, χάλκινα και λίθινα αντικείμενα. Το Μουσείο διαθέτει εργαστήριο αντιγράφων και εκμαγείων έργων από διάφορα ελληνικά μουσεία κα­ θώς και πρατήριο πώλησης αντιγράφων. (Τηλ.: ΕΠΙΓΡΑΦΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ (Τοσίτσα 1). Στεγάζεται στο κτίριο του Εθνικού Αρ­ χαιολογικού Μουσείου. Οι πρώτες προσπάθειες για


καταλογος/5 συγκέντρωση επιγραφών άρχισαν το 1829 στην Αίγινα κατά τη συγκρότηση του πρώτου αρχαιολογικού Μου­ σείου. Το 1893 η συλλογή αυτή μαζί με τις επιγραφές της Ακρόπολης αποτέλεσε τμήμα του Εθνικού Αρχαιο­ λογικού Μουσείου. Το 1939 ονομάστηκε «Επιγραφική Συλλογή του Εθνικού Μουσείου» και το 1977 μετονο­ μάστηκε σε Μουσείο. Εξαρτάται από το Υπουργείο Πολιτισμού και Επιστημών. Περιέχει περισσότερες από 14.000 επιγραφές από τον 6ο αι. π.Χ. έως το 300 μ.Χ. Το περιεχόμενό τους είναι ιστορικό, θρησκευτικό ή μεγάλης φιλολογικής αξίας. Εκθέτονται επίσης βάσεις έργων τέχνης με ονό­ ματα μεγάλων καλλιτεχνών, φορολογικοί κατάλογοι, κ.ά. (Τηλ.: 8217637.) ΝΟΜΙΣΜΑΤΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΘΗΝΑΣ (Τοσίτσα 1). Στεγάζεται στο κτίριο του Εθνικού Αρ­ χαιολογικού Μουσείου και πρόκειται για μια από τις σημαντικότερες νομισματικές συλλογές στον κόσμο. Η πρώτη συλλογή συγκροτήθηκε το 1829 στην Αίγινα μα­ ζί με το «Εθνικό Μουσείον», το πρώτο αρχαιολογικό μουσείο. Όταν μεταφέρθηκε η πρωτεύουσα του Κρά­ τους στην Αθήνα, μεταφέρθηκε και η συλλογή και πή­ ρε την ονομασία «Νομισματικόν Μουσείον». Μέχρι το 1887 ήταν παράρτημα της Εθνικής Βιβλιοθήκης. Στε­ γάστηκε σε αίθουσα του Πανεπιστημίου και αργότερα της Ακαδημίας. Από το 1942 αποτέλεσε τμήμα του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου σαν συλλογή και το 1977 μετονομάστηκε σε Μουσείο. Εξαρτάται από το Υπουργείο Πολιτισμού και Επιστημών. Περιέχει πολυάριθμα και σπάνια νομίσματα, χρυσά, ασημένια και χάλκινα, που χρονολογούνται από τον 7ο αι. π.Χ. έως τη σύγχρονη εποχή (αρχαίων ελληνικών πόλεων, ρωμαϊκά, βυζαντινά, μεσαιωνικά, σύγχρονα ελληνικά και ευρωπαϊκών κρατών). Ενδιαφέρουσα σειρά από μολυβδόβουλα, χάλκινα και μολύβδινα αρ­

χαία σύμβολα, σταθμά αρχαία και βυζαντινά, δακτυ­ λιόλιθους. Διαθέτει βιβλιοθήκη και εργαστήριο καθαρισμού νομισμάτων. (Τηλ.: 8217769.) ΜΟΥΣΕΙΑ - ΙΔΙΩΤΙΚΕΣ ΣΥΛΛΟΓΕΣ ΑΡΧΕΙΑ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΚΡΟΠΟΛΗΣ Βρίσκεται πάνω στην Ν.Α. άκρη του Βράχου και χτί­ στηκε μεταξύ του 1866 και 1873 σε σχέδια του Παναγή Κάλκου. Ξαναχτίστηκε μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλε­ μο και άνοιξε πάλι τμηματικά στα 1956-61. Η επέκτα­ ση έγινε με σχέδια Πάτροκλου Καραντινού ενώ η επανέκθεση ήταν έργο του αρχαιολόγου Γιάννη Μηλιάδη. Ξεκίνησε σαν χώρος φύλαξης των ευρημάτων του ιε­ ρού βράχου και εμπλουτίστηκε μετά τις ανασκαφές του Καββαδία το 1885-90. Η μοναδικότητά του έγκειται στο γεγονός ότι δείχνει την εξέλιξη της αττικής γλυ­ πτικής. Περιλαμβάνει αντικείμενα που βρέθηκαν στην Ακρόπολη από το 1834 και μετά, εκτός από χάλκινα, αγγεία και επιγραφές που βρίσκονται στο Εθνικό Αρ­ χαιολογικό Μουσείο. Τα εκθέματα χρονολογούνται από τον 6ο ώς τον 4ο π.Χ. αιώνα. Το μουσείο εξαρτάται από το Υπουργείο Πολιτισμού και Επιστημών. (Τηλ.: 3236665.) ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΡΧΑΙΑΣ ΑΓΟΡΑΣ Στεγάζεται στη Στοά του Αττάλου Β', βασιλιά της Περγάμου (159-138 π.Χ.). Το κτίσμα, που αναστηλώ­ θηκε το 1953-56 από την Αμερικάνικη Αρχαιολογική Σχολή, είναι διώροφο με μαρμάρινη πρόσοψη και περι­ λαμβάνει ευρήματα των ανασκαφών της περιοχής που ήταν και το κέντρο της πολιτικής και οικονομικής ζωής της αρχαίας Αθήνας. Υπάρχει μεγάλη ποικιλία εκθεμάτων από νεολιθική, πρωτοελλαδική, μεσοελλα-


6/καταλογος

δική και μυκηναϊκή κεραμική, κοσμήματα από χρυσό και χαλκό μέχρι γεωμετρικά αγγεία και ειδώλια. Και από γλυπτική των αρχαϊκών, κλασικών, ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων μέχρι συλλογή αμφορέων, αντι­ κειμένων καθημερινής χρήσης και δειγμάτων κεραμι­ κής των Βυζαντινών χρόνων και της Τουρκοκρατίας. (Αδριανοΰ 24, πλατ. Θησείου. Τηλ.: 3210185.) ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΕΡΑΜΕΙΚΟΥ Βρίσκεται στον αρχαιολογικό χώρο του Κεραμεικού (Ερμου 148). Κατασκευάστηκε μεταξύ των χρόνιαν 1936 με 1938 και εγκαινιάστηκε το 1938. Πρόκειται για ένα απλό μονιά ροφο κτίσμα με εσωτερική αυλή και ορ­ γανώθηκε από τον γερμανό αρχιτέκτονα Hans Johan­ nes. Περιλαμβάνει κυρίως τα ευρήματα των ανασκαφών του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου στον αρχαιολογικό χώρο του νεκροταφείου της αρχαίας Αθήνας και κτίστηκε με δωρεά του Gustav Oberlaender (1867-1936). Στις τέσσερις αίθουσές του εκτίθενται τα ευρήματα των ανασκαφών μετά το 1932 ενώ εκείνα που ανήκουν στις ανασκαφές πριν από το 1932, βρί­ σκονται στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Περιλαμ­ βάνει σημαντική συλλογή κεραμικής από ταυπομυκηναϊκά έως τα ρωμαϊκά χρόνια και σπουδαιότατη επι­ τύμβια γλυπτική αρχαϊκών και κλασικών χρόνων. Επί­ σης ειδώλια, κτερίσματα τάφων και χάλκινα αντικείμε­ να. Εξαρτάται από το Υπουργείο Πολιτισμού και Επι­ στημών. (Τηλ.: 3463552.) ΒΥΖΑΝΤΙΝΟ ΚΑΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΘΗΝΑΣ Στεγάζεται στο Μέγαρο της Δούκισσας της Πλακεντίας (Βασ. Σοφίας 22). Πρόκειται για κτίσμα του 1848 σε φλωρεντινό ρυθμό και σε σχέδια του Σταμ. Κλεάν­ θη. Ιδρύθηκε το 1914 με την επωνυμία «Βυζαντινόν και Χριστιανικόν Μουσείον». Αργότερα, το 1923 εν­ σωματώθηκε σε αυτό η συλλογή της «Χριστιανικής Αρ­ χαιολογικής Εταιρείας» που είχε ιδρυθεί το 1885. Εγ­ καινιάστηκε το 1930 και αποτελεί το μεγαλύτερο και σημαντικότερο μουσείο βυζαντινής τέχνης της χώρας. Περιλαμβάνει αξιόλογα παλαιοχριστιανικά, βυζαντινά

και φράγκικα γλυπτά και αρχιτεκτονικά μέλη, συλλο­ γές βυζαντινών και μέταβυζαντινών εικόνων, τοιχο­ γραφίες και χειρόγραφα. Επίσης εκκλησιαστικά κεντή­ ματα, σκεύη και κοσμήματα, ξυλόγλυπτα, κεραμεικά, ψηφιδωτά δάπεδα και τη συλλογή Λοβέρδου. Η ΣΥΛΛΟΓΗ ΛΟΒΕΡΔΟΥ ιδρύθηκε το 1934 από τον Δ. Λοβέρδο και περιλαμβάνει περισσότερες από 500 φορητές εικόνες (16ου-20ου αι.) διαφόρων σχολών και τεχνοτροπιών, ξυλόγλυπτα, χειρόγραφα, κ.ά. Δεν αποτελεί ιδιοκτησία του μουσείου αλλά φιλοξενείται από αυτό. Επίσης διαθέτει βιβλιοθήκη, εργαστήριο αντιγράφων, φωτογραφικό αρχείο και εργαστήριο συντήρησης εικόνων. Εξαρτάται από το Υπουργείο Πολιτισμού και Επιστημών. (Τηλ.: 7211027.)

ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΑΝΕΛΛΟΠΟΥΛΟΥ Στεγάζεται στο νεοκλασικό αρχοντικό του τέλους του 19ου αιώνα που βρίσκεται στη βόρεια πλευρά της Ακρόπολης και ανήκει στην οικογένεια Μιχαλέα. (Θεωρίας και Πανός). Ονομάζεται μουσείο Παύλου και Αλεξάνδρας Κανελλόπουλου. Ο συλλέκτης Παύ­ λος Κανελλόπουλος δώρησε αυτή τη συλλογή στο δη­ μόσιο το 1972 οπότε και άρχισαν οι εργασίες της οργά­ νωσης του Μουσείου. Ο Διευθυντής του Μουσείου Ακροπόλεως τότε κ. Δοντάς, η αρχαιολόγος κ Μπρούσκαρη και ο ζωγράφος Μάρκος Βενιός συνετέλεσαν σημαντικά στην οργάνωσή του, τα δε εγκαίνια έγιναν το 1976. Εξαρτάται από το Υπουργείο Πολιτι­ σμού και Επιστημών. Περιέχει μια μεγάλη ποικιλία εκθεμάτων που χρονο­ λογούνται από τα προϊστορικά χρόνια μέχρι τα τέλη του 18ου αιώνα. Εκθέτονται αντικείμενα νεολιθικών χρόνων, κυκλαδικά αγγεία και ειδώλια, μινωικά και μυκηναϊκά ευρήματα, γεωμετρικά, αρχαϊκά, κλασικά ευρήματα, ειδώλια, κράνη, κοσμήματα, νομίσματα, αγγεία, έργα ελληνιστικά και ρωμαϊκά. Επίσης προσω­ πογραφίες από το Φαγιούμ, υφάσματα από την Αίγυ­ πτο, βυζαντινές και μεταβυζαντινές εικόνες, μικρές ει­ κόνες λαϊκής τέχνης, εικονογραφημένα βιβλία των χρόνων της Τουρκοκρατίας, όπλα εποχής Όθωνα, κλπ. (Τηλ.: 3212313.)


καταλογος/7

Ιστορικά Μουσεία και Συλλογές ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΜΝΗΜΗΣ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ (Χρ. Λαδά 2). Στεγάζεται σε αίθουσα του Μεγάρου της «Λέσχης Φιλελευθέρων». Εξαρτάται από τη «Λέ­ σχη Φιλελευθέρων» από την οποία και ιδρύθηκε το 1974. Περιέχει προσωπικά αντικείμενα του Ελ. Βενιζέλου όπως κοντυλοφόρους, πορτοφόλια, αλληλογραφία, το παλτό του, το καλπάκι του, οικογενειακές φωτογρα­ φίες, κ.ά. Επίσης το αυτοκίνητο της δολοφονικής από■πείρας του 1933. Διαθέτει και σχετική βιβλιοθήκη. (Τηλ.: 3221254.) ΤΑΧΥΔΡΟΜ ΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ (Πλατ. Παναθηναϊκού Σταδίου 5 - Φωκιανού 2). Ιδρύθηκε το 1966 και λειτουργεί από το 1978. Στεγάζε­ ται σε ιδιόκτητο κτίριο που είναι δωρεά Ν. και Λ. Στράτου. Εξαρτάται από τα «Ελληνικά Ταχυδρομεία». Περιέχει αντικείμενα χαρακτηριστικά της εξέλιξης της Ταχυδρομικής Υπηρεσίας όπως γραμματόσημα, πλάστιγγες, σφραγιστικές μηχανές, τσάντες διανο­ μέων, μηχανές γραφείων. Φιλοτελικό υλικό όπως γραμματόσημα σε φύλλα και τεμάχια εκδόσεως από το 1862 μέχρι σήμερα. Εκτυπωτικά στοιχεία, μετάλλια βραβευμένων γραμματοσήμων, κλισέ αναμνηστικών σφραγίδων, φακέλους πρώτης ημέρας κυκλοφορίας. Τέλος, βιβλιοθήκη, ταχυδρομικό γραφείο πώλησης γραμματοσήμων για φιλοτελική χρήση και σφράγισης φιλοτελικών αντικειμένων με ειδικό χρονολογικό σή­ μαντρο με την κεφαλή Ερμή. (Τηλ.: 7519066.) ΜΟΥΣΕΙΟ ΤΗΣ ΠΟΛΕΩΣ ΤΩΝ ΑΘ Η ΝΩΝ. ΙΔΡΥΜ Α ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ ΔΕΚ Ο ΖΗ ΒΟΥΡΟΥ. (ΒΟΥΡΟΥ - ΕΥΤΑΞΙΑ). (Παπαρρηγοπούλου 7). Πρόκειται για το μέγαρο του Χιώτη τραπεζίτη Δεκόζη-Βούρου που χρησιμοποιήθη­ κε σαν προσωρινό ανάκτορο του Ό θωνος κατά το χρονικό διάστημα 1836-1843 -το γνωστό «Παλαιό Πα­ λάτι». Τα αρχικά σχέδια του κτιρίου που έχουν διασω­ θεί τα υπογράφουν οι Γερμανοί αρχιτέκτονες G. Liiders και J. Hoffer. Πρόκειται επίσης για ένα από τα λίγα σπίτια που σημειώνοται στο πολεοδομικό σχέδιο του Leo von Klenze του 1834 και για ένα από τα πρώτα δείγματα της κλασικιστικής αρχιτεκτονικής στην Ελλά­ δα. Ο ιδρυτής του Μουσείου κ. Λάμπρος Ευταξίας αποφάσισε την αποκατάσταση του διακόσμου σε όλα τα δωμάτια του σπιτιού. Ο αρχιτέκτονας και αρχαιο­ λόγος Ιωάννης Τραυλός έκανε τη μελέτη για την απο­ κατάσταση της αρχικής μορφής του. Σε αυτή την απο­ κατάσταση συνεργάστηκαν, ο μηχανικός Νικόλαος Βεντούρης, ο αρχιτέκτονας Σπύρος Παρθένιος, ο συν­ τηρητής Τάσος Μαργαριτώφ με το συνεργείο του κα­ θώς και ο κοσμηματογράφος Ευάγγελος Μπάρδης. Το Μουσείο ιδρύθηκε το 1973 και εγκαινιάστηκε το 1980. Στην οργάνωσή του συνεργάστηκαν ο διευθυντής του, κ. Μόνος Χαριτάτος, η Δρ. Φανή-Μαρία Τσιγκάκου, ιστορικός τέχνης και η Δρ. Αγγελική Κόκκου που συ­

νέταξε τα ελληνικά κείμενα της πρώτης δημοσίευσης του Μουσείου. Το Μουσείο μεταξύ των άλλων περιέχει ένα θαυμά­ σιο πρόπλασμα της Αθήνας με τη μορφή που είχε η πόλη γύρω στα 1842. Η μελέτη και η ευθύνη της πραγ­ ματοποίησής του έγινε από τον αρχιτέκτονα I. Τραυλό σε συνεργασία με τον καλλιτέχνη μακετίστα Νικόλαο Γερασιμώφ. Επίσης περιλαμβάνει το πολεοδομικό σχέ­ διο της Αθήνας του 1833 όπως εκπονήθηκε από τους αρχιτέκτονες Σταμάτιο Κλεάνθη και Eduard Schaubert, γενικές απόψεις της πόλης, αρχιτεκτονικά σχέ­ δια, παλιές φωτογραφίες, χειρόγραφα, πορτρέτα, ζω­ γραφικούς πίνακες, έπιπλα, αντικείμενα μικροτεχνίας και οικιακά σκεύη καθώς και τη βιβλιοθήκη Λ. Ευτα­ ξία. Το Μουσείο πρόκειται να συμπληρωθεί με άλλα δύο κτίρια. Το ένα, το δεύτερο αρχοντικό Βούρου (Παπαρρηγοπούλου 5), χτίστηκε με σχέδια του αρχιτέ­ κτονα και αξιωματικού του Μηχανικού Σώματος Γε­ ράσιμου Μεταξά, με αλλαγές στην πρόσοψη από τον αρχιτέκτονα Αναστάσιο Χέλμη και θα περιέχει συλλο­ γές έργων και χαρακτικών από τη Φραγκοκρατία και μετά. Το τρίτο τμήμα του Μουσείου θα στεγαστεί σε παλαιό σπίτι του 19ου αιώνα (Ασωμάτων και Διπύλου) όπου θα εκτεθούν αρχιτεκτονικά μέλη νεοκλασι­ κών κτιρίων, έπιπλα, κ.ά. (Τηλ.: 3246164 - 3255498.) ΠΟΛΕΜΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΕΛ Λ Α ΔΑ Σ (Βασ. Σοφίας και Ριζάρη 2) Ιδρύθηκε το 1969 και εγ­ καινιάστηκε το 1975. Εξαρτάται από το Υπουργείο Εθνικής Αμύνης. Περιέχει αναμνηστικά και κειμήλια των ιστορικών αγώνων του ελληνισμού από τα προϊστορικά χρόνια έως τις μέρες μας. Νεολιθικά όπλα και εργαλεία, κο­ ρινθιακά κράνη του 6ου αι. π.Χ., χάλκινα όπλα και εργαλεία, ομοιώματα πολιορκητικών μηχανών, ομοίω­ μα βυζαντινού δρόμωνα, τη «Χάρτα» του Ρήγα Φεραίου, όπλα και έγγραφα του 1821, ζωγραφικούς πίνακες με θέματα από την επανάσταση του 1821, λιθογραφίες των πρώτων βασιλέων, σχέδια της Φλωρά-Καραβία από τους Βαλκανικούς πολέμους, αναμνηστικά και κειμήλια από Βαλκανικούς πολέμους, Βορειοηπειρωτικό αγώνα, Α ' Παγκόσμιο πόλεμο, Μικρασιατική Εκ­ στρατεία 1919-22, Ελληνοϊταλικό πόλεμο 1940-41. Φω­ τογραφίες, σχέδια, όπλα, πολεμικές σημαίες κ.ά. από τη γερμανική εισβολή 1941. Ομοιώματα αεροπλάνων, στολές και φωτογραφίες αεροπόρων, όπλα επιθετικά και αμυντικά διαφόρων εποχών και προελεύσεων, αν­ τιπροσωπευτικούς τύπους ελληνικών στρατιωτικών στολών από την εποχή του 1821 έως σήμερα, συλλογή χαρτών (από τα τέλη του 14ου αι.) κ.λ.π. Στον υπαί­ θριο χώρο εκθέτονται πυροβόλα διαφόρων τύπων και εποχών, αεροπλάνα, κ.ά. Διαθέτει βιβλιοθήκη, φωτο­ γραφικό και ιστορικό αρχείο. (Τηλ.: 7290543/4.) ΜΟΥΣΕΙΟ ΜΠΕΝΑΚΗ (Βασ. Σοφίας και Κουμπάρη). Στεγάζεται σε νεοκλα­ σικό κτίριο του δωρητή Αντώνη Μπενάκη κατασκευα­ σμένο από τον αρχιτέκτονα Α. Μεταξά. Ο Αντώνης Μπενάκης ήταν γιος πλούσιου ομογενή από την Αλε-


8/καταλογος

Έκθεμα μουσείου Μπενάκη. Γύρος κρεβατιού (λεπτομέρεια)

ξάνδρεια, το δε Μουσείο ιδρύθηκε το 1930 και εγκαι­ νιάστηκε το 1931. Μεταξύ των χρόνων 1959-1973 έγι­ ναν νέες επεκτάσεις και το 1976 άνοιξαν αίθουσες του ισογείου. Δωρεές ιδιωτών και ιδρυμάτων έχουν πλου­ τίσει τα εκθέματά του. Ο αρχιτέκτονας Α. Μεταξάς άφησε πλούσιο κληροδότημα και το 1947 δόθηκε επι­ χορήγηση από το ελληνικό δημόσιη ενώ το 1957 ιδρύ­ θηκε το Σωματείο των Φίλων του Μουσείου Μπενάκη. Περιέχει πλούσιες και σημαντικές συλλογές ελληνι­ κής τέχνης από τα προϊστορικά χρόνια μέχρι σήμερα: Κεραμική, χάλκινα αντικείμενα, κοσμήματα. Βυζαν­ τινές και μεταβυζαντινές εικόνες, χειρόγραφα, εκκλη­ σιαστικά κεντήματα και σκεύη, κοσμήματα, ξυλόγλυ­ πτα. Επίσης εκκλησιαστικά κειμήλια ανταλλαξίμων πληθυσμών Μ. Ασίας, Πόντου και Αν. Θράκης. Όπλα, κειμήλια και ιστορικά ενθύμια από την Επανά­ σταση του 1821 μέχρι σήμερα. Τοπικές ενδυμασίες, κεντήματα, κοσμήματα, κεραμική, μεταλλουργικά εί­ δη, ξυλόγλυπτα, από διάφορα μέρη της Ελλάδας κα­ θώς και κοζανίτικο ξυλόγλυπτο δωμάτιο του τέλους του 18ου αιώνα. Αίθουσα με τα προσωπικά αντικείμε­ να του Ελ. Βενιζέλου, χειρόγραφα, επίσημα έγγραφα και φωτογραφίες του. Υδατογραφίες, ελαιογραφίες, σχέδια και' λιθογραφίες με ελληνικά θέματα, συλλογές έργων κοπτικής. μουσουλμανικής και τουρκικής τέ­ χνης, κινέζικη κεραμική από τα νεολιθικά χρόνια έως τον 19ο αιώνα. Διαθέτει φωτογραφικό αρχείο και βι­ βλιοθήκη. Αποτελεί νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαί­ ου επιχορηγούμενο από το Υ.Π.Π.Ε.ίΤηλ.: 3611617.) ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΘΕΑΤΡΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ [ΜΟΥΣΕΙΟ ΚΑΙ ΚΕΝΤΡΟ ΜΕΛΕ­ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ]: (Ακαδημίας 50. Τηλ.: 3629430 - 3637453.) Το Ελληνικό Θεατρικό Μουσείο είναι δημιούργημα της Εταιρείας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων. Ιδρύ­ θηκε το 1938 επί προεδρίας του Θεόδωρου Συναδινού, ενώ ο Μίλτος Λιδωρίκης υπήρξε ο πρώτος που εισηγήθηκε την πραγματοποίησή του. Βασικός πρωτεργάτης και δημιουργός του Μουσείου είναι ο Γιάννης Σιδέρης (1898-1975), φιλόλογος καθηγητής που ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την ιστορία του νεοελληνικού Θεάτρου και που δούλεψε με πάθος και πίστη για τη περισυλλο­ γή όλου του υλικού. Το Μουσείο στεγάστηκε αρχικά στα γραφεία της Δραματικής Σχολής του Εθνικού Θεάτρου. Αργότερα μεταφέρθηκε σε μια μικρή αίθουσα των γραφείων της Ε.Ε.Θ.Σ., για να καταλήξει σ’ ένα διώροφο σπίτι κον­ τά στην Ακρόπολη, όπου μπόρεσε έστω και περιορι­

σμένα, να εκθέσει ένα μέρος των θησαυρών που είχαν συγκεντρωθεί. Το 1973 το παλιό Δημοτικό Νοσοκομείο, που οικοδομήθηκε γύρω στα 1840 επί βασιλείας Όθωνος, μετατρέπεται σε Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων με τη φροντίδα του αρχιτέκτονα Κίμωνα Λάσκαρη. Παράλληλα ο τότε Δήμαρχος αποφασίζει να παραχω­ ρήσει το ισόγειο του κτιρίου για τη δημιουργία του Ελ­ ληνικού Θεατρικού Μουσείου. Έτσι δίνεται η ευκαι­ ρία να εκτεθεί το πλούσιο υλικό που με τόσο μεράκι κι αυταπάρνηση είχε συγκεντρώσει ο Γιάννης Σιδέρης και που, δυστυχώς, δεν πρόφτασε να δει τα επίσημα εγκαίνιά του το 1976. Έναρξη λειτουργίας του Μου­ σείου έγινε το 1977. Η επιμέλεια για τη διαρρύθμιση και τη διακόσμηση του χώρου οφείλεται στον κ. Βασ. Βασιλειάδη, σκηνο­ γράφο και καθηγητή της Σχολής Καλών Τεχνών. Σε γενικές γραμμές το Ελληνικό Θεατρικό Μουσείο περιλαμβάνει: 1) Αρχείο με προγράμματα, φωτογραφίες και αφίσες από παραστάσεις ελληνικών κυρίως, αλλά και ξένων θιάσων. 2) Βιβλιοθήκη όπου έχει συγκεντρωθεί ένας σημαν­ τικός αριθμός βιβλίων σχετικών με το θέατρο. Καλύ­ πτουν τόσο το ελληνικό και ξένο δραματολόγιο (θεα­ τρικά κείμενα), όσο και τη θεωρία του Θεάτρου. Επί­ σης, υπάρχουν και 1000 περίπου χειρόγραφα θεατρι­ κών έργων. 3) Τέσσερις αίθουσες εκθεμάτων: α) Μια αίθουσα με εκθέματα κυρίως του 19ου αιώ­ να: Παλιές εκδόσεις θεατρικών έργων, φωτογραφίες των πρώτων Ελλήνων ηθοποιών, προσωπικά τους αν­ τικείμενα. Στην ίδια αίθουσα υπάρχουν και τα καμα­ ρίνια γνωστών πρωταγωνιστών του θεάτρου μας όπως της Κατίνας Παξινού, του Χριστόφορου Νέζερ, της Κυβέλης, κ.ά. Σ’ αυτά έγινε προσπάθεια να ξαναζων­ τανέψει η ατμόσφαιρα του χώρου όπου οι ηθοποιοί περνούν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους. β) Δύο αίθουσες αφιερωμένες στην εξέλιξη της ανα­ βίωσης της Αρχαίας Τραγωδίας, στους νεότερους χρό­ νους: Οι πρώτες σποραδικές προσπάθειες παρουσιά­ ζονται στις αρχές του 20ου αιώνα, μεσολαβούν οι Δελ­ φικές Εορτές του Αγγέλου και της Εύας Σικελιανού οπότε έχουμε και τις πρώτες παραστάσεις σε αρχαίο θέατρο. Με την επαναλειτουργία του Εθνικού Θεά­ τρου το 1932, ξεκινά μια συστηματική διερεύνηση του τομέα αυτού που φτάνει και ώς τις μέρες μας με τη συμβολή άλλων νεότερων και εκτός Εθνικού Θεάτρου σκηνοθετών όπως οι Κάρολος Κουν, Σπύρος Ευαγγελάτος, κ.ά. Ασφαλώς όμως, πρωτεργάτες στο χώρο αυ­ τό είναι οι Φώτος Πολίτης, Δημήτρης Ροντήρης, Σω­


καταλογος/9 κράτης Καραντινός, Τάκης Μουζενίδης και Αλέξης Μινωτής. γ) Μια αίθουσα με μακέτες κοστουμιών και σκηνι­ κών γνωστών ενδυ ματολόγων και σκηνογράφων του θεάτρου μας όπως των Γ. Βακαλό, Ν. Εγγονόπουλου, Σ. Καραντινού, Ν. Χατζηκυριάκου-Γκίκα, Γουναρό, Σπόρου Βασιλείου, Γ. Τσαρούχη, Σάββα Χαρατσίδη, κ.ά. Επίσης διάφορα εκθέματα του Μουσικού Θεά­ τρου (Όπερα, Οπερέτα και Επιθεώρηση) όπως μακέ­ τες και προγράμματα. Στην ίδια αίθουσα υπάρχουν και μερικά από τα πιο παλιά θεατρικά κοστούμια που διαθέτει το Θεατρικό Μουσείο. Από το 1982, το Ελληνικό Θεατρικό Μουσείο είναι ανεξάρτητο Νομικό Πρόσωπο Ιδιωτικού Δικαίου και διοικείται από 9μελές Λιοικ. Συμβούλιο. Αντιπρόε­ δρος και Έφορος του Μουσείου είναι ο θεατρικός συγγραφέας κ. Μανώλης Κορρές. ΜΟΥΣΕΙΟ ΤΡΑΙΝΩΝ (Λιοσίων 301). Ανοικτό μόνο Παρασκευή απόγευμα 58 μ. μ. Το σιδηροδρομικό μουσείο βρίσκεται σε μικρή απόσταση από το κέντρο της Αθήνας (3 χιλ. περίπου), εξυπηρετείται από τον ηλεκτρικό σιδηρόδρομο (πλησιέστερη στάση, Άγιος Νικόλαος) από όλες τις λεωφορειακές γραμμές που ξεκινούν από την πλατεία Βάθης προς Λιοσίων και από την γραμμή 024 που περνά από πλατεία Συντάγματος. Ιδρύθηκε από τον Οργανισμό Σιδηροδρόμων Ελλά­ δος, οργανώθηκε από τον αρχιμηχανικό κ. Χριστοδού­ λου και συντηρείται από τον κ. Νικόλαο Απέργη. Πε­ ριλαμβάνει παλιές ατμομηχανές, χειροκίνητες δραιζίνες, τοπογραφικά όργανα, ατμάμαξες, το βασιλικό όχημα των τ. Σ.Α.Π. κατασκευασμένο το 1888, την άμαξα καπνιστήριο του σουλτάνου Αβδούλ-Αζίζ, μον­ τέλα τροχαίου υλικού, έντυπα και εγχειρίδια των τ. Σ.Ε.Κ., τ. Σ.Π.Α.Π., τ. Σ.Β.Δ.Ε., έπιπλα,σχέδια,τε­ μάχια σερβίτσιου φαγητού κ.ά. από παλιά βασιλικά οχήματα, τηλεγραφικές συσκευές, επίτοιχα ρολόγια, τηλεφωνικές συσκευές διαφόρων τύπων, στολή ελεγκτή αμαξοστοιχίας των Σιδηροδρόμων Βορείου Ελλάδος (1890-1912), όργανα ατμαμαξών, φανούς ατμαμαξών, αρχιτεκτονικά σχέδια των πρώτων σιδηροδρομικών σταθμών, φωτογραφίες από τον ισθμό της Κορίνθου πριν και μετά το άνοιγμα της διώρυγας, ταχυδρομικά δελτάρια από όλο τον κόσμο, διάφορα έντυπα. Η ορ­

γάνωση του Σιδηροδρομικού Μουσείου έχει γίνει με σύστημα και προσοχή, οι ενημερωτικές επιγραφές εί­ ναι γραμμένες σε τρεις γλώσσες αναλυτικότατα, το εσωτερικό των ατμαμαξών φωτίζεται και είναι προσι­ τό στον επισκέπτη με μια μικρή σκάλα, ενώ το προσω­ πικό του Μουσείου, εξυπηρετικότατο, παρέχει στον επισκέπτη κάθε χρήσιμη πληροφορία. Ο κατάλογος των εκθεμάτων είναι αναλυτικός με μικρή κάτοψη του χώρου και χάρτη της περιοχής όπου βρίσκεται το Μου­ σείο. ΕΘΝΙΚΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ Στεγάζεται στο κτίριο της Παλιάς Βουλής που χτίστη­ κε το 1858 σε σχέδια του Boulanger (Σταδίου και Κολοκοτρώνη). Εξαρτάται από την «Ιστορική και Εθνο­ λογική Εταιρεία» που είναι νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, η δε επίσημη ίδρυσή του έγινε το 1926. Η «Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος» ιδρύθηκε το 1882 και συγκρότησε την πρώτη συλλογή που στεγάστηκε κατά διαστήματα σε διάφορους χώ­ ρους. Από το 1960, οι συλλογές της Εταιρείας στεγάζονται οριστικά στο κτίριο της Παλιάς Βουλής. Οι συλλογές της Εταιρείας περιλαμβάνουν: - Σημαίες ελληνικές από το 1821 και λάφυρα των πολέμων. - Ό πλα των αγωνιστών του 1821 και μεταγενεστέ­ ρων χρόνων. - Κράνη και πανοπλίες της εποχής της Τουρκοκρα­ τίας και Ενετοκρατίας. - Ακρόπρωρα των πλοίων της Επανάστασης, έξοχα δείγματα λαϊκής γλυπτικής. - Ενθύμια και προσωπικά αντικείμενα ιστορικών προσώπων, αγωνιστών, πολιτικών, στρατιωτικών, λο­ γιών και ιεραρχών. - Ελαιογραφίες, υδατογραφίες, σχέδια και χαρακτι­ κά με θέματα από τη νεότερη ελληνική ιστορία. - Πλούσια λαογραφική συλλογή από στολές αγωνι­ στών, τοπικές ενδυμασίες διαφόρων περιοχών και αν­ τικείμενα από την καθημερινή ζωή. Λαϊκές λιθογραφίες της νεότερης ιστορίας και συλ­ λογή ιστορικών φωτογραφιών. Στις αίθουσες του Μουσείου τα εκθέματα είναι το­ ποθετημένα με χρονολογική σειρά έτσι ώστε να δείχνε­ ται η ιστορική πορεία από την Άλωση της Κωνσταντι­ νούπολης, το 1453, μέχρι σήμερα. (Τηλ.: 3237617)

Λαογραφικά Μουσεία και Συλλογές ΜΟΥΣΕΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΑΪΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ (Κυδαθηναίων 17, Πλάκα). Το πρώτο μουσείο ιδρύθη­ κε το 1918 με πρωτοβουλία του ποιητή Γ. Δροσίνη και του αρχαιολόγου Κ. Κουρουνιώτη με την ονομασία «Μουσείο ελληνικών χειροτεχνημάτων». Το 1930 μετο­ νομάστηκε σε «Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης» και το 1935 σε «Εθνικό Μουσείο Κοσμητικών Τεχνών». Τελικά το 1959 ξαναπήρε την ονομασία «Μουσείο Ελ­ ληνικής Λαϊκής Τέχνης» και εξαρτάται από το Υπουργείο Πολιτισμού και Επιστημών. Από το 1918 μέχρι το 1973 στεγαζόταν προσωρινά στο Τζαμί Τζισ-

δαράκη (Άρεως 1, Μοναστηράκι). Ο βυζαντινολόγος Σωτηρίου και ο Άγγλος αρχαιολόγος A. Wael εργά­ στηκαν για τη δημιουργία του, ενώ από το 1953 τη διεύθυνση είχε αναλάβει η Αν. Αποστολάκη. Η επανέκθεση στο νέο μουσείο έγινε με τις φροντίδες της τό­ τε διευθύντριας, κας Π. Ζώρα. Έχει συλλογές υφαντικής, κεντητικής (δαντέλες και λευκά κεντήματα), εκκλησιαστικής και κοσμικής χρυσοκεντητικής, μεταλλοτεχνίας, αργυροχοΐας, ξυλογλυ­ πτικής, κεραμικής. Επίσης ένα ιδιαίτερο δωμάτιο που καλύπτεται με αποτοιχισμένα έργα του λαϊκού ζωγρά­ φου Θεόφιλου. Διαθέτει βιβλιοθήκη και φωτογραφικό αρχείο. (Τηλ.: 3213018)


10/καταλογος

Έκθεμα Κέντρου Λαϊκής Τέχνης και Παράδοσης. Κατωμάνικο καθημερινού τζάκον (λεπτομέρεια)

ΣΥΛΛΟΓΗ ΛΑΪΚΗΣ ΚΕΡΑΜΙΚΗΣ Β. ΚΥΡΙΑΖΟΠΟΥΛΟΥ

ΚΕΝΤΡΟ ΛΑΪΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΚΑΙ ΠΑΡΑΔΟΣΗΣ

(Άρεως 1, Μοναστηράκι). Στεγάζεται στο τζαμί που είναι κτίσμα του 18ου αιώνα και ιδρύθηκε το 1975 με δωρεά του καθηγητή Β. Κυριαζόπουλου. Αποτελεί πα­ ράρτημα του «Μουσείου Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης». Περιλαμβάνει κεραμικά των δύο τελευταίων αιώνων από διάφορα μέρη της Ελλάδας και της Κύπρου καθώς και κεραμικά των προ του 1922 ελληνικών πηλοπλα­ στικών εργαστηρίων της Μ. Ασίας. (Τηλ.: 3242066).

(Αγγ. Χατζημιχάλη 6, Πλάκα). Στεγάζεται στο σπίτι της μεγάλης λαογράφου Αγγελι­ κής Χατζημιχάλη (1895-1965), έργο του μακεδόνα αρ­ χιτέκτονα Αριστοτέλη Ζάχου που υπήρξε και αυτός σημαντικός μελετητής της ελληνικής παράδοσης. Η εσωτερική διακόσμηση του κτιρίου έχει πραγματο­ ποιηθεί από λαϊκούς τεχνίτες. Το κτίριο συντηρημένο και διαμορφωμένο κατάλληλα από τον Δήμο Αθη­ ναίων στον οποίο και ανήκει, αποτελεί όχι μονάχα ένα μουσειακό χώρο αλλά χρησιμεύει και για την πραγμα­ τοποίηση των στόχων του Κέντρου όπως η δημιουργία ομάδων μελέτης για τον κάθε τομέα του λαϊκού πολιτι­ σμού. Το Κέντρο συνεργάζεται με την Ελληνική Λαογραφική Εταιρία, την Εταιρία Λαογραφικών Μελε­ τών, την Αδελφότητα των εν Αθήναις Σαρακατσαναίων Ηπείρου, την Ένωση Μικρασιατών περιφέρειας Κρήτης, τον Ελληνικό Οργανισμό Μ.Ε. Χειροτεχνίας και πολλούς δημότες της Αθήνας. Το Κ.Λ.Τ.Π. περιλαμβάνει στους χώρους του, ελλη­ νικές φορεσιές, εκκλησιαστικά αντικείμενα, έκθεση υφαντών και κεντημάτων, συλλογή από χάλκινα και ξυλόγλυπτα είδη λαϊκής τέχνης, αγροτικά εργαλεία, υφαντικά εργαλεία, το εργαστήρι της Αγγελικής Χατζημ,ιχάλη, αίθουσες περιοδικών εκθέσεων, βιβλιοθή­ κη, μητρώο και αρχείο. Η πρώτη συγκρότηση της συλ­ λογής αυτής οφείλεται στην ίδια την Αγγελική Χατζη­ μιχάλη που, είτε με δωρεές, είτε με αγορές, είχε εφο­ διάσει την Ελληνική Λαογραφική Εταιρία με γνήσια δείγματα της παλιότερης λαϊκής τέχνης, ιδιαίτερα υφαντά, ξυλόγλυπτα και μεταλλουργικά. (Τηλ.: 3243987.)

ΜΟΥΣΕΙΟ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΜΟΥΣΙΚΩΝ ΟΡΓΑΝΩΝ Στεγάζεται σε κρατικό κτίριο (Διογένη 1-3, Πλάκα). Πρόκειται για δωρεά του μουσικολόγου Φοίβου Ανωγειανάκη και ιδρύθηκε το 1978. Εξαρτάται από το Υπουργείο Πολιτισμού και Επιστημών και περιέχει συλλογή παραδοσιακών μουσικών οργάνων και ειδική βιβλιοθήκη. (Μη επισκέψιμο). (Τηλ.: 3250198.)

ΣΥΛΛΟΓΗ Μ. ΦΑΛΤΑΪΤΣ (X. Τρικούπη 75). Επισκέψιμη ύστερα από συνεννόη­ ση. Περιέχει φορητές εικόνες, παραδοσιακά οικιακά σκεύη, νομίσματα διαφόρων χωρών και εποχών, ξυλό­ γλυπτα, τοπικές φορεσιές και υφαντά από όλη την Ελ­ λάδα, σκυριανά κεντήματα, όπλα, γεωργικά και κτηνοτροφικά εργαλεία, κ.λ.π.

Καλλιτεχνικές Συλλογές και Μουσεία ΕΘΝΙΚΗ ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ ΚΑΙ ΜΟΥΣΕΙΟ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΣΟΥΤΖΟΥ (Βασ. Κωνσταντίνου 50). Οι πρώτες προσπάθειες συγκέντρωσης ζωγραφικών έργων έγιναν στην Αίγινα επί Καποδίστρια. Το 1834 με διάταγμα της αντιβασιλείας ορίζεται η δημιουργία «συλλογής τύπων, συλλογής εικόνων και συλλογής

χαλκογραφημάτων», στο δε Πολυτεχνείο σχηματίζεται μικρή συλλογή ζωγραφικών έργων. Το 1897 γίνονται οι πρώτες επίσημες ενέργειες για ίδρυση Πινακοθήκης και το 1898 έχουμε την ίδρυση του «Μουσείου των Κα­ λών Τεχνών» σε αίθουσα της Σιναίας Ακαδημίας. Δύο χρόνια αργότερα με νέους νόμους και διατάγματα κα­ θορίζεται οριστικά η ίδρυση της Εθνικής Πινακοθή­ κης. Το 1900 καλείται από το Μόναχο ο ζωγράφος Γεώργιος Ιακωβίδης σαν πρώτος διευθυντής της ενώ


καταλογος/11 καλλιτεχνικές συλλογές που ήταν φυλαγμένες στο Πα­ νεπιστήμιο και στην Σχολή Καλών Τεχνών μεταφέρονται στον πρώτο όροφο του κεντρικού κτιρίου του Πο­ λυτεχνείου. Το 1918 ο λογοτέχνης Ζαχαρίας Παπαντωνίου διαδέχεται τον Ιακωβίδη στη διεύθυνση της Πι­ νακοθήκης που εξακολουθεί να έχει προβλήματα στέ­ γασης και παραμένει στο Πολυτεχνείο μέχρι το 1939. Τέλος το 1949 ο νέος διευθυντής Μαρίνος Καλλιγάς αναλαμβάνει τις φροντίδες της ανασύστασής της και το 1954 η Πινακοθήκη συγχωνεύεται με το κληροδότη­ μα Αλεξ. Σούτζου. Το 1956 αποφασίζεται η ανέγερση του μεγάρου της και το 1964 θεμελιώνονται τα δύο ανεξάρτητα κτίριά της που συνδέονται με μια κλειστή στοά. Τα αρχικά σχέδια του κτιρίου που πραγματοποι­ ούνται τροποποιημένα είναι των Ν. Μουτσόπουλου, Π. Μυλωνά και Δ. Φατούρου. Το 1968 γίνονται τα εγ­ καίνια της μιας πτέρυγας και το 1975/76 ολοκληρώνε­ ται η οικοδομή. Το 1976 γίνονται τα εγκαίνια του νέου μεγάρου που οργανώνεται με τις φροντίδες του νέου διευθυντή Δ. Παπαστάμου. Το 1977 προστίθεται στις συλλογές της Πινακοθήκης η μεγάλη συλλογή Κουτλίδη. Η Εθνική Πινακοθήκη περιέχει έργα ζωγραφικής και γλυπτικής Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών, χαρα­ κτικά, διακοσμητικά, έπιπλα, ξυλόγλυπτα. Περιλαμ­ βάνει έργα νεοελλήνων καλλιτεχνών από τα τέλη του 18ου αι. μέχρι σήμερα, όπως, Δρόση, Γύζη, Κουτούζη, Λεμπέση, Φωκά, Ιακωβίδη, Μαλέα, Παρθένη, Παπαλουκά, Σαββίδη, Τόμπρου, κ.ά. Επίσης έργα του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου και συλλογή έργων διαφόρων ευρωπαϊκών καλλιτεχνικών σχολών των τεσσάρων τε­ λευταίων αιώνων όπως της Ολλανδικής, Ιταλικής, Φλαμανδικής, Γαλλικής, κ.λ.π. Διαθέτει επίσης σχέδια και χαρακτικά ξένων καλλιτεχνών όπως των Ντύρερ, Ρέμπραντ, Μπρακ, Πικάσο, κ.ά. Βυζαντινές φορητές εικόνες καθώς και βιβλιοθήκη, φωτογραφικό αρχείο καλλιτεχνών, εγγράφων (Ν. Γύζη, Σ. Σαββίδη) και το αρχιτεκτονικό αρχείο του Τσίλλερ. Η συγκέντρωση των γλυπτών της έχει σαν στόχο το σχηματισμό μιας Γλυπτοθήκης. Τέλος ορισμένες αίθουσες διατίθενται για σημαντικές αναδρομικές εκθέσεις συγχρόνων Ελ­ λήνων καλλιτεχνών ή έργων από το εξωτερικό. (Τηλ.: 7211010.)

ΣΥΛΛΟΓΕΣ ΓΕΝΝΑΔΕΙΟΥ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ (Σουηδίας 61). Στεγάζονται στους χώρους της Βιβλιο­ θήκης που ιδρύθηκε το 1926 και εξαρτάται από την Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών. Περιέχουν: 1) Τους 24 πίνακες του Μακρυγιάννη ζωγραφισμένους από τους γιους τον Παναγιώτη Ζω­ γράφου. 2) Συλλογή από 200, περίπου, υδατογραφίες του Άγγλου ζωγράφου Έντουαρντ Ληρ. 3) Δωμάτιο Σταθάτου με φορητές εικόνες, ξυλόγλυπτα, κεραμικά, κ.ά. 4) Συλλογή από προσωπικά αντικείμενα του Λόρ­ δου Μπάιρον. (Τηλ.: 7210536.)

ΜΟΥΣΕΙΟ ΓΙΩΡΓΟΥ ΓΟΥΝΑΡΟΠΟΥΛΟΥ (Γ. Γουναρόπουλου 6 - Άνω Ιλίσια). Στεγάζεται σε

ανακαινισμένο κτίριο που ήταν η κατοικία και το ερ­ γαστήριο του καλλιτέχνη περίπου για σαράντα χρόνια, από το 1931, που ήλθε στην Ελλάδα από τη Γαλλία, μέχρι το θάνατό του το καλοκαίρι του 1977. Περιέχει πίνακες, σχέδια και σπουδές του καλλιτέ­ χνη, προσωπικά του ενθυμήματα, εργαλεία της δου­ λειάς του όπως πινέλα, παλέτα, βερνίκια, οκρίβαντες, κ.λ.π. (Τηλ.: 7777601.)

ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ ΔΗΜΟΥ ΑΘΗΝΑΙΩΝ Πειραιώς 51 - Πλατεία Κουμουνδούρου. Ανοιχτή καθημερινά 9-1 και 5-8.30 πλην του απο­ γεύματος της Κυριακής και της Δευτέρας. (Τηλ.: 3243022 και 3243023.) Στεγάζεται σε νεοκλασικό οικοδόμημα του αρχιτέ­ κτονα Κάλκου. Το κτίριο αυτό που τελείωσε το 1874 λειτούργησε σαν Δημοτικό Βρεφοκομείο της Αθήνας για ένα ορισμένο διάστημα. Αργότερα χαρακτηρίστηκε διατηρητέο από το Υπουργείο Πολιτισμού και μετα­ βλήθηκε σε Πινακοθήκη του Δήμου Αθηναίων. Για το σκοπό αυτό απομακρύνθηκαν τα κτίσματα που αλ­ λοίωναν την μορφή του κτιρίου εκτός από τον παιδικά — σταθμό και το παρεκκλήσι. Κατεδαφίστηκε η κη του δευτέρου ορόφου ενώ εσωτερικά αφαιρέθηκαν όλα τα πατάρια και οι προσθήκες. Οι τροποποιήσεις έγιναν σε συνεργασία με το Υπουργείο Πολιτισμού. Ο πρώτος όροφος της Πινακοθήκης είναι μόνιμο εκ­ θετήριο έργων σημαντικών ελλήνων καλλιτεχνών όπως των Παρθένη, Παπαλουκά, Κόντογλου, Γαλάνη, Φω­ κά, θωμόπουλου, Μόραλη, Νικολάου, Χατζηκυριάκου-Γκίκα, Τάσσου, Βάσως Κατράκη, και παλαιοτέρων όπως θεοδωρόπουλόυ, Κεφαλληνού, Λυκούργου Κογεβίνα, και άλλων. Στο ισόγειο γίνονται ομιλίες και εικαστικές εκθέσεις περιοδικού χαρακτήρα όπως για παράδειγμα οι περιο­ δικές εκθέσεις που έγιναν για τα πενήντα χρόνια της Ελληνικής Γελοιογραφίας, το Θέατρο του Πιραντέλλο στην Ελλάδα, το Πανόραμα του Αθηναϊκού Τύπου, κ.ά.

ΑΘΗΝΑΪΚΗ ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ ΔΗΜΟΥ ΑΘΗΝΑΙΩΝ (Ακαδημίας 50). Στεγάζεται στο Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Αθηναίων και περιέχει τη μόνιμη συλλογή έργων Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών που έχουν σαν πηγή έμπνευσης την Αθήνα. Η συλλογή αυτή, που πρό­ κειται για ανασυγκρότηση^παλαιοτέρου υλικού, εγκαι­ νιάζεται το 1985 και έχει σαν σκοπό να αποτελεί μια πηγή πληροφοριών για τους μελετητές της Αθήνας. Περιέχει έργα του αρχιτέκτονα Ernst Ziller, όπως το Δημοτικό και Εθνικό θέατρο Αθηνών, την οικία Δεληγιώργη, την οικία Ν. Θην και Ερρ. Σλήμαν, κ.ά. και έργα ζωγραφικής και χαρακτικής των Λάντζα, Προκο­ πίου, Ντόντγουελ, Γουναρόπουλου, Πλακωτάρη, Μαθιόπουλου, Ταρσούλη, κ.ά. Επίσης την τριλογία του Hansen - Ακαδημία, Πανεπιστήμιο, Βιβλιοθήκη, ελαιογραφίες και έργα σε ελαφρά ύλη Ελλήνων καλλι­ τεχνών που έχουν ταυτόχρονα το χαρακτήρα ντοκου­ μέντου. (Τηλ.: 3621895.)

|


12/καταλογος

Διάφορα ΠΑΛΑΙΟΝΤΟΛΟΓΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΘΗΝΑΣ (Πανεπιστημιούπολη). Στεγάζεται στο κτίριο του Εργαστηρίου Γεωλογίας και Παλαιοντολογίας και εξαρτάται από το Πανεπιστήμιο Αθήνας. Περιέχει απολιθωμένα σπονδυλωτά και ασπόνδυλα που προέρχονται από ανασκαφές στον ελλαδικό χώρο. Πιθήκους, τρωκτικά, αντιλόπες, αρπακτικά, ελαφοειδή, στρουθοκαμήλους, μέλη από ελέ­ φαντες, ιππάρια, χελώνες, κ.ά. (Τηλ.: 7474401.) ΣΥΛΛΟΓΗ ΠΕΙΡΑΜΑΤΩΝ ΦΥΣΙΚΗΣ ΙΔΡΥΜΑΤΟΣ ΕΥΓΕΝΙΔΟΥ Στεγάζεται στο Τεχνικό Κέντρο του Ιδρύματος Ευγενίδου που είναι κληροδότημα του Ευγένιου Ευγενίδου.

Ιδρύθηκε το 1956 και υπάγεται στο Ίδρυμα. Περιέχει συλλογές πειραμάτων Φυσικής και εκθέμα­ τα εφαρμογών Φυσικής και Τεχνολογίας όπως τουρμπινογεννήτριες, τηλεφωνικά συστήματα, μηχανές εσωτερικής καύσης, ηλεκτρολογικό υλικό, εποπτικούς πίνακες, κ.λ.π. Για τις ανάγκες της άμεσης εμπειρίας του επισκέπτη, στις αίθουσες Φυσικής υπάρχουν ανηρτημένες οδηγίες και μπορεί μόνος του να δοκιμάσει ορισμένους φυσικούς νόμους. Εκτός από τις αίθουσες τεχνολογικών εκθεμάτων και τις κινηματογραφικές προβολές θεμάτων λαϊκής επιμόρφωσης, το ίδρυμα Ευγενίδου διαθέτει αμφιθέα­ τρο για την σύγκληση διεθνών συνεδρίων και βιβλιο­ θήκη για ενημέρωση του κοινού, των φοιτητών και των ερευνητών, στις διάφορες τεχνολογικές και επιστημο­ νικές εξελίξεις. (Λεωφ. Συγγρού - Αμφιθέα Τηλ.: 9411181.)

Α ρ χ ε ί α ________ ΓΕΝΙΚΑ ΑΡΧΕΙΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ Ιδρύθηκαν το 1914 από τον Γ. Βλαχογιάννη και στεγά­ στηκαν προσωρινά στην Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία. Καλύπτουν τον μισό ισόγειο χώρο της Ακα­ δημίας Αθηνών. Στόχος των Γ.Α.Κ. είναι η συγκέν­ τρωση υλικού από την καθημερινή άσκηση και λει­ τουργία των κρατικών υπηρεσιών. Αυτό το υλικό θα χρησιμοποιηθεί για μελλοντική έρευνα. Τα Γ.Α.Κ. πε­ ριλαμβάνουν αρχεία ιδιωτών που έχουν παίξει ρόλο στα κοινά, αταξινόμητες συλλογές που τοποθετήθηκαν στο χώρο των αρχείων προς φύλαξη, δωρεές, όπως το αρχείο παράνομου Τύπου Κατοχής Η. Πετμεζά, το τμήμα αρχείου Στάνχοπ που αναφέρεται στον Βύρωνα, δωρεά των αδελφών Γουλανδρή, και σειρές όλων των υπουργείων από την εποχή της ίδρυσης του κρατικού μηχανισμού. Ένα τμήμα των Γ.Α.Κ. βρίσκεται στις στρατιωτικές εγκαταστάσεις του Ρουφ, αποτελούν δε μέλος του Conseil International des Archives με συμμε­ τοχή, ενημέρωση και παρακολούθηση όλων των διε­ θνών συνεδρίων σε σχέση με αρχειακά θέματα. Υπάρ­ χει ειδική έκδοση των αρχείων με πανομοιότυπα και χωρίς σχόλια, επίσης η έκδοση των Γ.Α.Κ. σε τόμους με καταλόγους και ευρετήρια συλλογών. Τα Γ.Α.Κ. βρίσκονται σε συνεργασία με διάφορες υποεπιτροπές για διάφορα θέματα, βρίσκονται σε άμεση εξάρτηση από το Υ.Π.Π.Ε. και είναι ανοιχτά για τους ερευνητές καθημερινά, μόνο πρωί, εκτός Σαββάτου. Σε γενικές γραμμές τα Γ.Α.Κ. περιλαμβάνουν: Α. Αρχείο Αγώνος, χρ. 1821-1828. Αρχείο I. Καποδίστρια 1828-1833. Αρχείο Όθωνος 1836-1862. Αρχείο Γεωργίου Α. 1862-1913. Συλλογή Γ. Βλαχογιάννη 1821-1862. Μοναστηριακά Έγγραφα 1833-1886. Αρχείο Μικτής Επιτροπής Οθωμανικών Κτημάτων 1829-1877. Αρχείο Σχεδίων Πόλεων 1833-1879. Αρχείο τέως Ταμείου Ανταλλαξίμων - Κώδικες 18061921. Αρχείο Εμμ. Τσουδερού 1898-1944.

Αρχείο Αρμοστείας Σμύρνης 1919-1922. Αρχείο Μεταξά 1870-1945. Αρχείο Τύπου Εθνικής Αντίστασης (Συλλογή Η. Πε­ τμεζά) 1942-1944. Αρχεία Συμβολαιογραφικά 1835-1866. Επίσης Συλλογές αρχειακού υλικού όπως: Αρχείο της νήσου Μυκόνου 1545-1897. Συλλογή Π. Ζερλέντη 1558-1826. Αρχείο Μάμουκα 1713-1903. Συλλογή Κλην Στεφάνου 1610-1838. Στον κατάλογο των εκδόσεων των Γ.Α.Κ. περιλαμ­ βάνονται: Τα απομνημονεύματα των Π. Παπατσώνη, Γ. Κολοκοτρώνη, Ν. Σπηλιάδου, η αλληλογραφία της φρουράς Μεσολογγίου, 1825-1826, τα Αρχεία Λ. και Γ. Κουντουριώτου. Αρχειακό υλικό που υπάρχει στα Γ.Α.Κ. έχει επε­ ξεργαστεί παλαιογραφικά και εκδοθεί και από άλλα κρατικά επιστημονικά ιδρύματα. - Ιστορικό Αρχείο Α. Μαυροκορδάτου, Επιμέλεια και Έκδοση Ε. Πρωτοψάλτη, Αθήνα 1971. - Αρχείο Ψαρών 1821-1824. Επιμέλεια έκδοσης Βασ. Σφυρόερα, Αθήνα, 1974, κ.λ.π. (Τηλ.: 3620023 - 3627781.) ΤΜΗΜΑ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΩΝ ΕΘΝΙΚΗΣ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ Το Τμήμα Χειρογράφων και Ομοιοτύπων της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδας ιδρύθηκε το 1871 ύστερα από εισήγηση του Γεωργίου Κρέμου, από δε το 1924 λειτουργεί ως ιδιαιτέρα διεύθυνση της Εθνικής Βιβλιο­ θήκης και αποτελεί τον μοναδικό, κρατικό φορέα για τους χειρόγραφους κώδικες. Όμως οι απαρχές του Τ.Χ.Ο./Ε.Β.Ε. ανάγονται, όπως και όλης της Εθνικής Βιβλιοθήκης και του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσεί­ ου στο Ορφανοτροφείο Αιγίνης, δημιούργημα του Ιωάννη Καποδίστρια και του Ανδρέα Μουστοξύδη. Πρώτος Επιμελητής του Τ.Χ.Ο./Ε.Β.Ε. υπήρξε ο Ιωάννης Σακκελίων και ακολούθως ο Αλκιβιάδης Σακκελίων, ο Δημήτρης Καμπούρογλους (κατόπιν


καταλογος/13 Διευθυντής της Ε.Β.Ε.), ο Θεμιστοκλής Βολίδης, ο Σωκράτης Κουγέας, ο Λίνος Πολίτης, ο Γεώργιος Κουρνούτος, ο Ανδρέας Αθανασόπουλος, ο Παναγιώ­ της Νικολόπουλος. Το Τ.Χ.Ο./Ε.Β.Ε. έρχεται ανάμεσα στις πρώτες βι­ βλιοθήκες ελληνικών χειρογράφων στον κόσμο. Ο χει­ ρόγραφος κώδιξ αποτελεί μοναδικό, αναντικατάστατο και ανεπανάληπτο καθώς επίσης και άμεσο φορέα της πνευματικής κληρονομιάς. Με την εφεύρεση της τυπο­ γραφίας η μοναδικότητα και η αμεσότητα χάθηκαν, γιατί το έντυπο είναι πολλαπλό και έμμεσο. Τα χειρόγραφα του Τ.Χ.Ο./Ε.Β.Ε. προέρχονται κα­ τά το μέγιστο μέρος από προσκτήσεις του κράτους και από δωρεές. Έλληνες αλλά και ξένοι κάτοχοι χειρο­ γράφων προσέφεραν κατά καιρούς τα γραπτά κειμήλια του Έθνους για να τεθούν στη διάθεση όλων. Στο Τ.Χ.Ο./Ε.Β.Ε. φυλάσσονται 5.000 περίπου χει­ ρόγραφοι κώδικες από τον Η' έως το ΙΘ' αιώνα, περγαμηνοί και χαρτώοι. Καλύπτουν έτσι μια εκτεταμένη περίοδο που περιλαμβάνει τους βυζαντινούς, τους με­ ταβυζαντινούς και τους νεοελληνικούς χρόνους. Φυ­ λάσσονται ακόμη μια δεκάδα παπύρων (ελληνικών και αιγυπτιακών), χρυσόβουλα και άλλα βυζαντινά και μεταβυζαντινά εκκλησιαστικά έγγραφα, 200.000 περί­ που εγγράφων μεταβυζαντινών, της επανάστασης και νεοτέρων χρόνων. Στα Αρχεία του Τ.Χ.Ο./Ε.Β.Ε. ση­ μαντικό μέρος κατέχουν τα Φιλολογικά Αρχεία με αυτόγραφα του Σολωμού, του Σικελιανού, του Α. Κοραή, του Α. Εφταλιώτη, και άλλων νεοελλήνων συγ­ γραφέων. Και φυσικά το σημαντικότατο και μοναδικό Αρχείο των Αγωνιστών της Επανάστασης του 1821 όπου έχουν κατατεθεί οι φάκελοι της τελευταίας Επι­ τροπής (του 1864-1872). Μεταξύ των χειρογράφων κω­ δίκων πρέπει να αναφερθούν, το Τετραευαγγέλιο με ωραιότατες ιστορήσεις και μικρογραφίες των τεσσά­ ρων Ευαγγελιστών του ΙΑ'/ΙΒ' αιώνα, το Ευαγγελιστάριο του «Βλαχομανόλη» όπου ορκίζονταν «οι μέγι­ στα αμαρτήματα αρνούμενοι Γορτύνοι» και στο οποίο κατά την παράδοση ο Παπαφλέσσας όρκιζε τους Φιλι­ κούς Γορτυνίους, το Ευαγγέλιο που είχε ο αυτοκράτορας Ιωάννης δ' ο Καντακουζηνός σαν εγκόλπιο όταν έγινε μοναχός, και άλλα. Το κτίριο της Εθνικής Βιβλιοθήκης αποτελεί τμήμα της «Αθηναϊκής Τριλογίας» μαζί με το Πανεπιστήμιο και την Ακαδημία. Κτίστηκε από το 1884 έως το 1902 με αρχιτέκτονα τον Theophil von Hansen και το έργο χρηματοδότησε ο Παν. Βαλιάνος. Για καλύτερη εξυπηρέτηση των ερευνητών του τμή­ ματος χειρογράφων που θέλουν να ερευνήσουν κάτι συγκεκριμένο, παραθέτουμε το τηλέφωνο του Τ.Χ.Ο./ Ε.Β.Ε.: 362422. ΑΡΧΕΙΟ ΙΣΤΟΡΙΚΗΣ ΚΑΙ ΕΘΝΟΛΟΓΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ Στεγάζεται στο κτίριο της Παλιάς Βουλής (Σταδίου και Κολοκοτρώνη) όπου και το Εθνικό Ιστορικό Μου­ σείο. Χρονολογείται από την ίδρυση της Εταιρείας το 1882 και περιλαμβάνει περίπου 100.000 έγγραφα. Τα έγγραφα αυτά ανήκουν στην εποχή της Τουρκοκρα­ τίας, του Αγώνα του 1821, στα μετά την Απελευθέρω­ ση χρόνια, στους Κρητικούς και Μακεδονικούς Αγώ­ νες, στους Βαλκανικούς Πολέμους. Στο Αρχείο της Ι.ΕΈ.Ε. περιλαμβάνονται επίσης έντυπες προκηρύξεις, δίφυλλα και μονόφυλλα, παλιές εφημερίδες. Το φωτο­

γραφικό αρχείο περιλαμβάνει δαγκεροτυπίες, φωτο­ γραφίες οθωνικής εποχής, Κρητικού αγώνα του ’97, των Βαλκανικών Πολέμων και Μ. Ασίας. Αριθμούν περίπου τις 10.000 και εκτός αυτών υπάρχουν αρκετές λιθογραφίες και χαρακτικά. Το Ιστορικό Αρχείο της Εταιρείας ακόμη κατατάσ­ σεται θεματολογικά και αποδελτιώνεται, επίσης εμ­ πλουτίζεται σε σημαντικό βαθμό. ΓΓ αυτό το λόγο οι ώρες επίσκεψης των ερευνητών είναι περιορισμένες και κατόπιν τηλεφωνικής συννενόησης. Η έρευνα διε­ ξάγεται ευκολότερα αν ο ερευνητής γνωρίζει εκ των προτέρων τον αριθμό ή τους αριθμούς των εγγράφων που επιθυμεί να ερευνήσει. Μεγάλο μέρος του αρχείου έχει δημοσιευθεί όπως το αρχείο Σισίνη, το αρχείο Θερμισιώτη, το αρχείο Ύδρας-Σπετσών, Ράγκου. Το περιοδικό της Ιστορικής Εθνολογικής Εταιρείας Ελλάδας είναι το παλαιότερσ επιστημονικό περιοδικό και ασχολείται με δημοσιεύσεις και εκδόσεις υλικού από τα περιεχόμενα του Αρχείου. Μελλοντικός στόχος της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας είναι η φωτογράφιση και αποτύπωση του υλικού της σε μικρο­ φίλμ. Το Δελτίο της περιλαμβάνει μελέτες ιστορικού, λαογραφικού και αρχαιολογικού περιεχομένου. Η Εταιρεία δέχεται κατά διαστήματα διάφορες δω­ ρεές και επιχορηγείται από το Υ.Π.Π.Ε. (Τηλ.: 3237617.) ΜΟΥΣΕΙΟ ΜΠΕΝΑΚΗ (ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ ΑΡΧΕΙΩΝ) 1. ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΚΩΝ ΑΡΧΕΙΩΝ ΚΑΙ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΩΝ Οργανώθηκε το 1955 από την Ευγενία Χατζηδάκη. Οι αρχειακές του μονάδες αφορούν την περίοδο της Επα­ νάστασης του 1821, την περίοδο του ελεύθερου ελληνι­ κού κράτους μετά την Επανάσταση και την πολιτική ζωή κατά το πρώτο ήμισυ του 20ου αιώνα. Έτσι περι­ λαμβάνει: Το Αρχείο του Αγώνα, τμήματα από τα αρ­ χεία Μιχαήλ Σούτσου και Ιωάννου Καρατζά, Αλέξαν­ δρου Μαυροκορδάτου, Ανδρέα Λόντου, μικρότερα αρχεία αγωνιστών και πολλά έγγραφα περιόδου Όθωνα, Καποδίστρια, Γεωργίου Α ', Αρχείο Ελ. Βενιζέλου, Τιμολέοντος Βάσσου, Παναγιώτη Δαγκλή, Νικολάου Πλαστήρα, Σοφοκλή Βενιζέλου, Γεωργίου και Κων­ σταντίνου Βεντήρη, Ιωάννη Πολίτη, Ιωάννας Στεφανόπολι. Αρχειακές συλλογές οικογένειας Μπενάκη, αρχεία Ηρακλή Πετημεζά, Στέφανου Δούκα, Ιωάννου Πελτέκη, κ.λ.π. Περιλαμβάνονται επίσης συλλογές εγγράφων ελλήνων λογίων και λογοτεχνών, Διονυσίου Σολωμού, Αδαμάντιου Κοραή, Ανδρέα Μουστοξύδη, Κ. Καβάφη, 'Αγγέλου και Εύας Σικελιανού, Πηνελόπης Δέλτα, Νικολάου Πολίτη, κ.λ.π. Στα χειρόγραφα περιλαμβάνει κώδικες βυζαντινών χρόνων, τουρκοκρατίας και αραβικούς. Τα αρχεία πλουτίζονται διαρκώς με δωρεές και αγορές. 2. ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΚΟ ΑΡΧΕΙΟ Ιδρύθηκε το 1973 με σκοπό τη συγκέντρωση, κατα­ γραφή και ταξινόμηση φωτογραφιών από μνημεία και


14/καταλογος αντικείμενα παλαιοχριστιανικής, βυζαντινής και μετα­ βυζαντινής τέχνης. Περιλαμβάνει επίσης φωτογραφίες που αποδίδουν τη νεότερη ελληνική ζωή στις διάφο­ ρες εκδηλώσεις της όπως ήθη, έθιμα, επαγγέλματα, αρ­ χιτεκτονική, κ.λ.π. Το Φωτογραφικό Αρχείο τελεί υπό την αιγίδα του Συμβουλίου της Ευρώπης και περιλαμ­ βάνει, εκτός των άλλων, τρεις μεγάλες συλλογές, της Ρένας Ανδρεάδη, της Βούλας Παπαϊωάννου, του Πε­ ρικλή Παπαχατζιδάκη. Το αρχείο δέχεται μελετητές και επιτρέπει την παραγγελία φωτογραφιών. (Τηλ.: 3611617.) ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟΥ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥ ΑΡΧΕΙΟΥ (Ε .Λ .Ι.Α .) (Ελλανίκου 38-40) Η Εταιρεία Ελληνικού Λογοτεχνικού και I στορικού Αρχείου ιδρύθηκε το 1980. Έχει σαν σκοπό τη συλλο­ γή, ταξινόμηση, μελέτη και έκδοση αρχειακού υλικού ιστορικού και λογοτεχνικού περιεχομένου. Η βιβλιο­ θήκη και το αρχειακό της υλικό είναι προσιτά σε Έ λ­ ληνες και ξένους ερευνητές. Πρόκειται για σωματείο ιδιωτικού δικαίου. Το Ε.Λ.Ι.Α. διαθέτει τα εξής αρ­ χεία: 1) Λογοτεχνικό (Χειρόγραφα έργων, σημειώσεις, κλπ., αλληλογραφία). 2) Ιστορικό (Σημειώσεις, επίσημη αλληλογραφία, ημερολόγια, προσωπική αλληλογραφία). 3) Φωτογραφικό (Περίπου 40.000 φωτογραφίες και καρτ-ποστάλ). 4) Χαρτογραφικό (Περίπου 1000 χάρτες-επιτελικοί, στρατιωτικά σχεδιαγράμματα, κ.λ.π.). 5) Ποικίλο υλικό (Προγράμματα Θεάτρων, παράνο­ μος τύπος, καταστατικά εταιρειών, συλλόγων, κ.λ.π.). Στα Λογοτεχνικά αρχεία περιλαμβάνονται τα αρχεία των Αριστοτέλη Βαλαωρίτη, Περικλή Γιαννόπουλου, Στρατή Δούκα, Νικόλα Κάλας, Roger και Τατιάνας Milliex, Γιάννη Μπεράτη, Τατιάνας Σταύρου και άλ­ λων. Τα Ιστορικά και Οικονομικά Αρχεία περιλαμβάνουν τα αρχεία των Τιμολέοντα Βάσσου, Σ. ΒούρουΔεκόζη, Οικογ. Δεληγιώργη, Σοφ. Δούσμανη, Ιωάννη Ευταξία, Ρόκκου Χοϊδά, Σπυρ. Θεοτόκη, Οικονομικό Αρχαιολογικής Εταιρείας, και άλλα καθώς και μέρος του Αρχείου Ελ. Βενιζέλου (1910-1914) και μέρος του Αρχείου του Κόμματος Φιλελευθέρων. Η Βιβλιοθήκη του Ε.Λ.Ι.Α. περιλαμβάνει 45.000 τό­ μους χωρισμένους σε τομείς όπως: 1) Ελληνικές εκδό­ σεις του 19ου αι. 2) Ελληνική Λογοτεχνία. 3) Ελληνικά Περιοδικά του 19ου και 20ου αι. 4) Ελληνικά ημερολό­ για του 19ου και 20ου αι. 5) Ελληνικά βιβλία τυπωμέ­ να στην Αίγυπτο. 6) Ελληνική Ιστορία. 7) Ελληνική Λαογραφία. 8) Ελληνικές και ξένες εκδόσεις για την Ελλάδα και 9) Διάφορες άλλες ενότητες. Οι εκδόσεις του Ε.Λ.Ι.Α. περιλαμβάνουν ΜελέτεςΈρευνες, Βιβλιογραφίες, Λογοτεχνία, Νέα Ελληνική Κριτική, Ελληνικά, Ιστορία, Ελληνικά Περιοδικά, Αφιερώματα Περιοδικών, και άλλες εκδόσεις εκτός σειράς. (Τηλ.: 7232694 - 3231397.) ΑΡΧΕΙΟ ΓΕΝΝΑΔΕΙΟΥ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΣ

επικεφαλής της διπλωματικής αποστολής της Ελλάδας στο Λονδίνο για είκοσι συνολικά χρόνια. Το 1922 προσέφερε επίσημα τη συλλογή του στην Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών στην Αθήνα. Το ίδρυμα Carnegie ανέλαβε να κτίσει το κτίριο, και η Ελληνική Κυβέρνηση παρεχώρησε ένα χώρο κοντά στην Αμερι­ κανική και Βρετανική Αρχαιολογική Σχολή στις πλα­ γιές του Λυκαβηττού. Η Εταιρεία Van Pelt and Thom­ pson της Νέας Υόρκης σχεδίασε και έκτισε το κτίριο από το 1932 έως το 1925. Χρησιμοποιήθηκαν τρία είδη μαρμάρου: πεντελικό, ναξιώτικο και σκυριανό. Η Γεννάδειος Βιβλιοθήκη που περιέχει υλικό για όλες τις ιστορικές φάσεις της Ελλάδας, διαθέτει επίσης Αρχεία και Καλλιτεχνική Συλλογή. Τα Αρχεία της Γενναδείου είναι επισκέψιμα τις ημέρες λειτουργίας της Βιβλιοθή­ κης, μετά φυσικά από συνεννόηση. Εμπλουτίζονται διαρκώς με αγορές ή δωρεές και μπορούμε για παρά­ δειγμα να αναφέρουμε τα εξής: Αρχείο του Αλή Πασά, περίπου 1500 έγγραφα ση­ μαντικά για την ιστορία και την οικονομία της Ηπεί­ ρου κατά την προεπαναστατική περίοδο. Αρχείο Μουσούρου, 5500 έγγραφα σχετικά με την πολιτική και διπλωματική ιστορία της Ελλάδας πολύ σημαντικά μια και ο Μουσούρος ήταν ο πρώτος πρε­ σβευτής της Τουρκίας στην Ελλάδα. Αρχείο οικογένειας Δραγούμη. Καλύπτει το χρονικό διάστημα από τον 18ο έως τον 20ο αιώνα. Αρχείο Τσουδερού. Καλύπτει τη διπλωματική ιστο­ ρία της Ελλάδας στα χρονικά διαστήματα 1905-1911 και 1941-1944. Πρόκειται για δωρεά του Εμμανουήλ Τσουδερού. Αρχείου Schlieman. Περιλαμβάνει επιστολές, ημερο­ λόγια, σημειωματάρια. Αρχείο Δημήτρη Μητρόπουλου. Περιέχει αυτόγραφες παρτιτούρες, αλληλογραφία. Αρχείο Σεφέρη. Μπορεί να μελετηθεί μετά από ειδι­ κή άδεια της κυρίας Σεφέρη. Αποτελείται από χειρό­ γραφα, λογοτεχνικά και διπλωματικά, επιστολές, απο­ κόμματα εφημερίδων και περιοδικών. Αρχείο Σουλιώτη-Νικολαΐδη σχετικό με τους Βαλ­ κανικούς πολέμους. Αρχείο Σάθα που περιλαμβάνει γράμματα, φωτο­ γραφίες και ένα γράμμα του Α. Βαλαωρίτη στον Σάθα. Ντοκουμέντα που αφορούν τα νησιά του Αιγαίου κατά την Τουρκοκρατία. Δωρεά Κυριαζή και οργάνω­ ση καταλόγου από τον Β. Σφυρόερα. Συλλογή επιστολών του Κοραή. Αλληλογραφία Ιω. Γ. Καρατζά πρίγκιπα της Βλα­ χίας και Friedrich von Gentz κατά το χρονικό διάστη­ μα 1816-1828 καθώς και ένα γράμμα του Μέττερνιχ, Δωρεά της οικογένειας Johnston. Αρχείο Θεμιστοκλή Βολίδη. Καλύπτει περίοδο Τουρκοκρατίας με οργάνωση καταλόγου από τον Λέανδρο Βρανούση. Αρχείο Π. Πιπινέλη. Έγγραφα πολιτικού και δι­ πλωματικού περιεχομένου της περιόδου 1914-1968. Αρχείο Νίκου Γκίκα. Ζωγραφικά έργα και χειρό­ γραφα. Αρχείο Ηλία Πετρόπουλου μαζί με προσφορά ορι­ σμένων λαϊκών οργάνων από τον ίδιο. Αρχείο Οδυσσέα Ελύτη. Προσφορά των βιβλίων του *αι οτιδήποτε σχβτικό με την απονομή του βραβείου t ΕΙμβϋΙι, όΛ»ς συγχαρητήρια γράμματα και αποκόμμα-


ΑΦΙΕΡΩΜΑ

ΧΙΟΥΜΟΡ ΧΙΟΥΜΟΡ ΧΙΟΥΜΟΡ ΧΙΟΥΜΟΡ ΧΙΟΥΜΟΡ

ΧΙΟΥΜΟΡ Συχνά ακούμε να λέγεται, αυτός έχει χιούμορ, άλλες φορές αυτός δεν έχει, άλλες πάλι ο ελληνικός λαός έχει χιούμορ και όχι σπάνια αυτό είναι εγγλέζικο χιούμορ. Τι είναι όμως το χιούμορ; Ερμηνεία που διαβάσαμε σε λεξικό υποστηρίζει ότι είναι αστείο που προφέρεται με σοβαρό ύφος. Η εξήγηση δεν μας ικανοποιεί, για να μην πούμε ότι έτσι καλύπτει ως χιούμορ κι όσα λέγονται με σοβαρό ύφος και είναι αστεία, όχι ασυνήθιστο φαινόμενο στον τόπο μας. Ποια είναι όμως η προέλευση του χιούμορ, η εξέλιξή του, οι συνιστώσες του, τι υποστηρίζουν οι μελέτες που έχουν γραφτεί γι’ αυτό; Ακόμα, υπάρχει ελληνικό χιούμορ; Και πώς εκφράστηκε αυτό; Οι ελληνικές ταινίες, τα θεατρικά έργα, τα χιουμοριστικά φυλλάδια, τα ευθυμογραφήματα, οι γελοιογραφίες, που ψυχαγώγησαν τις τελευταίες γενιές των Ελλήνων, είχαν χιούμορ; Τι λένε άραγε οι δημιουργοί που σε πολλές περιπτώσεις ήταν οι ίδιοι για πολλά είδη. Πιστεύουμε ότι το χιούμορ δεν εξαντλείται σ’ ένα τεύχος, ούτε πάλι ότι εξαντλείται το δικό σας που μας διαβάζετε, ούτε το δικό μας (αν έχουμε). Απλά, ας ανιχνεύσουμε μαζί αυτή τη μοναδική κατάσταση του πνεύματος που έχει την εκπληκτική ιδιότητα να κάνει τον κόσμο διαυγέστερο και πιο υποφερτό. Σημείωση: Το «Διαβάζω» έχει δημοσιεύσει σε παλαιότερα τεύχη του χιουμοριστικά κείμενα, συνεντεύξεις ή θέματα σχετικά με το χιούμορ. Σας τα υπενθυμίζουμε: Γελοιογραφίες Μίνου Αργυράκη (τεύχη 16-25), Κώστα Μητρόπουλου (τεύχη 35, 44, 49), Ιωσήφ (τεύχη 49, 50, 51, 58). Άρθρο του Νίκου Πλατή «Περί κόμικς και άλλων δεινών (τ. 15) και συνεντεύξεις των Μέντη Μποσταντζόγλου (τ. 19) Φρέντυ Γερμανού (τ. 77), Κώστα Μητρόπουλου (τ. 89) και Κυρ (τ. 95).

Το αφιέρωμα επιμελήθηκε ο Γιώργος Γαλάνττκ


16/αψιερωμο

Βασίλης Ραφαηλίδης

Η γέννηση από το πνεύμα

του χιούμορ του αστείου

Η λατινική λέξη χιούμορ (humor) στην κυριολεξία της σημαίνει υγρασία. Δεν υπάρχει ακριβής αντίστοιχη ελληνική λέξη, ίσως γιατί το ελληνικό πνεύμα είναι υπέρ το δέον ξηρό. Την υγρασία στο λόγο μας τη φέραμε απ’ την υγρή Αγγλία, όπου το humour αποτελεί τυπικό χαρακτηριστικό του αγγλικού πνεύματος. Οι κατεξοχήν χιουμορίστες ήταν πάντα, και συνεχίζουν να είναι, οι Εγγλέζοι. Φυσικά, χιούμορ έχουν (ή κάνουν) όλοι οι λαοί, αλλά δεν έχουν όλοι οι λαοί εκείνη τη θαυμαστή δεξιότητα των Εγγλέζων να «μουσκεύουν» το λόγο τους στη λονδρέζικη ομίχλη. Το χιούμορ δεν είναι το κωμικό, δεν είναι το αστείο, δεν είναι το καλαμπούρι, δεν είναι η πλάκα. Χιούμορ είναι εκείνη η ρευστή και μαλακή κατάσταση του πνεύματος, εκείνη η εύθυμη και χαριτωμένα πονηρή διάθεση μέσα στην οποία βουτιέται η τυπική εγγλέζικη ευγένεια ώστε να λειανθούν οι σκληρές γωνίες της. Στην πραγματικότητα, όμως, αυτό που κυρίως προσ­ παθούν να μουσκέψουν οι Εγγλέζοι με το χιού­ μορ είναι ο άκαμπτος εγγλέζικος ορθολογισμός: Μια πολύ μικρή δόση παραλογισμού είναι αυτό ακριβώς που χρειάζεται για να διακοσμηθεί ο Ορθός Λόγος και να φανεί περισσότερο ορθός, έτσι όμορφα σερβιρισμένος στο αχνιστό πιάτο. Το χιούμορ δεν είναι πρόβλημα συνταγής, είναι θέμα σερβιρίσματος της κοινωνικά καταξιωμέ­ νης συνταγής του ορθώς σκέπτεσθαι με τρόπο απολύτως προσωπικό. Το χιούμορ είναι μια κατάσταση περισσότερο συναισθηματική και λιγότερο νοητική. Πιο σω­ στά, είναι η έκφραση μιας σκέψης πάρα πολύ σοβαρής που κάνει απεγνωσμένες προσπάθειες να αρνηθεί τη σοβαρότητά της χωρίς να τα κατα­ φέρνει τελικά. Ωστόσο, τούτη η προσπάθεια αφήνει τα αστεία χνάρια της πάνω στο σοβαρό στοχασμό κι έτσι η ατσαλάκωτη ρεντιγκότα του

λόρδου αποχτάει κάποιους τεχνητούς λεκέδες που την κάνουν να ξεχωρίζει απ’ τη ρεντιγκότα του άλλου λόρδου. Το χιούμορ είναι τα κομψά «δακτυλικά» απο­ τυπώματα του νου πάνω στον προφορικό ή τον γραπτό λόγο. Εντούτοις, δεν πρόκειται εδώ ούτε για καλλιέπεια, ούτε για στυλ. Το χιούμορ δεν είναι αισθητικό πρόβλημα. Είναι μια παιχνιώδης κατάσταση της σκέψης, μισοσυνειδητή-μισοασυνείδητη, που κατά τον Φρόυντ εδράζεται στο προσυνειδητό κι όχι στο υποσυνείδητο, όπως το αστείο, που είναι μια νοητική και μαζί ψυχική διεργασία πολύ διαφορετική απ’ αυτή του χιού­ μορ. Κατά κάποιον τρόπο, το χιούμορ μετέχει στην αστειότητα και δι’ αυτής στο κωμικό, που είναι η έννοια γένους για όλες τις παρεκβάσεις απ’ την κοινωνικά αποδεκτή κατάσταση του σκέ­ πτεσθαι και του φέρεσθαι. Όμως, μετέχει στο αστείο και στο κωμικό μ’ έναν τρόπο που δε γίνεται αντιληπτός ούτε σαν αστείος ούτε σαν κωμικός. Το χιούμορ δεν προκαλεί γέλιο και ο χιουμορίστας δεν είναι κωμωδός. Το χιούμορ αιωρείται στην κενή περιοχή ανάμεσα στο πολύ σοβαρό καί το ελαφρώς κωμι­ κό. Κατά κάποιον τρόπο, είναι η γέφυρα ανάμε­ σα στο δράμα και την κωμωδία, χωρίς να είναι


αφιερωμα/17 ούτε δράμα ούτε κωμωδία. Άλλωστε, υπάρχουν κωμωδίες χωρίς ίχνος χιούμορ και δράματα εξόχως χιουμοριστικά. Πάντως, το χιούμορ κολλάει παντού: Και στο δράμα, και στην κωμωδία, και στην τραγωδία. Κι αυτό γιατί το χιούμορ δεν εί­ ναι δραματικό είδος. Είναι, το είπαμε, η υγρή κατάσταση του πνεύματος. Πιο σωστά, είναι οι υδρατμοί του πνεύματος τη στιγμή που αυτό περνάει απ’ την αεριώδη κα­ τάσταση στην υγρή με πρόθεση να προχωρήσει και παραπέρα, στη στερεή. Η αντίστροφη διαδι­ κασία, το πέρασμα απ’ τη στερεή (ή την υγρή) κατάσταση στην αεριώδη δεν είναι χιούμορ, εί­ ναι αστείο. Το αστείο είναι πάντα βέβηλο γιατί προϋποθέτει μια αποδιάρθρωση του «στερεού» Λόγου, μια προσβολή της κανονικής τάξης πραγμάτων και ιδεών. Αντίθετα, το χιούμορ δεν έχει καμιά τέτοια «επαναστατική» πρόθεση. Το χιούμορ είναι για καλοαναθρεμμένους Τόρηδες, που δεν παραλείπουν να το πάρουν μαζί τους και στη Βουλή των Λόρδων. Όσο πιο λεπτό είναι το χιούμορ, τόσο πιο κοντά στη φυσική αεριώδη του κατάσταση βρί­ σκεται. Και όσο χοντραίνει τόσο βαραίνει, με συνέπεια να κατακαθίσει τελικά πάνω στο αστείο, συνεπώς και στο κωμικό. Πράγμα καθό­ λου μεμπτό, φυσικά. Γιατί το χιούμορ είναι σαν την κόκκινη γραβάτα: Φοριέται μ’ όλα τα κο­ στούμια. Με την προϋπόθεση πως ο κόμπος θα είναι σωστά δεμένος. Και, βέβαια, είναι μάλλον άστοχο να περιμένεις απ’ τον χωρικό να δέσει σωστά την κόκκινη κυριακάτικη γραβάτα του. Η κωμωδία είναι χωριάτικη υπόθεση: Γεννή­ θηκε στην κώμη, δηλαδή σ’ έναν οικισμό μεταξύ χωριού και κωμοπόλεως: (Αυτός ο λεπτός αρ­ χαιοελληνικός γεωγραφικός διαχωρισμός δε γί­ νεται πια). Και στον κώμο, δηλαδή τη διασκέδα­ ση, το γλεντοκόπι των χωρικών απ’ όπου ξεπήδησε το πάντα λαϊκό δραματικό είδος της κωμω­ δίας, δεν πρέπει να ψάχνει κανείς για χιούμορ. Άλλωστε, το χιούμορ απαιτεί νηφαλιότητα, και ο μεθυσμένος γλεντοκόπος δεν μπορεί να κάνει χιούμορ. Χιούμορ ή κωμωδία θα καταφέρει να κάνει πάρα πολύ αργά, απ’ τον Σαίξπηρ και με­ τά. Ο Σαίξπηρ ήταν και τραγωδός και κωμωδός. Συνεπώς είναι ο ιδανικός άνθρωπος για να κάνει ιδανικό χιούμορ. Γιατί το χιούμορ είναι κωμικό με ακατάσχετη τάση προς το τραγικό - ή το αντί­ στροφο. Το χιούμορ είναι σαν τον αναζητούμενο απ’ τους ανθρωπολόγους ελλείποντα κρίκο μετα­ ξύ ανθρώπου και πιθήκου: Είναι η κωμωδία που δεν έγινε ακόμα τραγωδία, και η τραγωδία που δεν έγινε ακόμα κωμωδία. Από δω ακριβώς και η ρευστότητά του, ή ο ερμαφροδιτισμός του, αν προτιμάτε. Φέρτε στο νου σας τις κωμωδίες του Σαίξπηρ και προσπαθήστε να θυμηθείτε αν γε­

λάσατε ή αν κλάψατε όταν τις βλέπατε ή τις δια­ βάζατε. Στον Αριστοφάνη, αντίθετα, γελάει κανείς σί­ γουρα. Κι αν δε γελάσει είναι γιατί βρίσκεται ήδη πάρα πολύ μακριά απ’ τις κοινωνικές κατα­ στάσεις που αποδιάρθρωνε και αναδιάρθρωνε ο Αριστοφάνης με την εκπληχτική τέχνη του. Ο Αριστοφάνης, συνεπώς, είναι «καθαρός» κωμω­ δός. Αλλά το χιούμορ δεν ανέχεται την καθαρό­ τητα. Είναι πολύ διπλωματικό. Καταλαβαίνουμε τώρα καλύτερα γιατί το χιούμορ είναι τυπικά εγ­ γλέζικη κατάσταση. Τόσο ο Λώρενς της Αραβίας όσο και ο Τσώρτσιλ ήταν σπουδαίοι χιουμορί­ στες. Άλλωστε, χρειάζεται χιούμορ για να μπο­ ρείς να πατάς στο σβέρκο των άλλων χαμογε­ λώντας με σημασία. Κι αν η κυρία Θάτσερ χάσει το χιούμορ της, θα χάσει αυτομάτως και την κυ­ βέρνηση. Μια διακριτική δόση κυνισμού είναι απολύ­ τως αναγκαία στο χιούμορ. Αλλά πολύ διακριτι­ κή. Γιατί, με λίγο περισσότερο απ’ το αναγκαίο χιούμορ περνάς στην κωμωδία και με λίγο λιγό­ τερο στο δράμα. Ενώ το ζητούμενο απ’ τη σπου­ δαία τέχνη τής (αγγλικής κυρίως) διπλωματίας, είναι η ακροβασία ανάμεσα στις ακρότητες. Και το χιούμορ απεχθάνεται τις ακρότητες. Το χιού­ μορ προϋποθέτει οπωσδήποτε καλή ανατροφή και είναι εντελώς μάταιο να το ψάχνεις στις φτωχές χώρες της ΕΟΚ, συνεπώς και στην Ελλά­ δα.

ποτέ, ας προτιμήσουν τους παραδοσιακούς τρό­ πους. Γιατί το σκότωμα με το γάντι είναι το υπέρτατο χιούμορ. Κι ο θάνατος μπορεί να είναι κωμικός, κοιταγμένος απ’ τη δέουσα φιλοσοφική


18/αφιερωμα

απόσταση, αλλά χιουμοριστικός ποτέ. Διότι ο θάνατος είναι μια «καθαρή κατάσταση»: Είναι αυτός που είναι και δεν επιδέχεται αμφισβητή­ σεις. Ενώ το χιούμορ στηρίζεται στην αμφισβή­ τηση και το διφορούμενο. Συνεπώς, το μυαλό είναι τόσο αναγκαίο στο χιούμορ, όσο το σκόρδο στη σκορδαλιά και η στρεψοδικία στο διπλωμάτη. Ο βλαξ δεν μπορεί ούτε να κάνει χιούμορ, ούτε να δεχτεί το χιού­ μορ αυτών που μπορούν να το κάνουν. Και πώς να κάνει χιούμορ ο βλαξ, αφού ούτε αστεία δεν μπορεί να κάνει ή να δεχτεί; Ο άξιος του τίτλου του βλαξ (ο βλάκας με πατέντα, όπως τον λέμε αλλιώς) θα γελάσει μόνο όταν βρεθεί τυχαία σε παράσταση τραγωδίας, ή όταν τον γαργαλήσουν. Το αστείο είναι απ’ τη φύση του πολύ πιο προσι­ τό απ’ το χιούμορ. Γιατί το αστείο είναι μια ριζι­ κή ανατροπή της λογικής τάξης πραγμάτων, και σαν τέτοια γίνεται ευκολότερα αντιληπτό. Άλλωστε, «αστείος» στην κυριολεξία σημαίνει «ο μεγαλωμένος στην πόλη» (στο άστυ). Μ’ άλλα λόγια, το αστείο είναι μια κατάσταση αστική και όχι αριστοκρατική, όπως το χιούμορ. Και για να βάλουμε τα πράγματα στην ταξική τους τάξη: Το

κωμικό είναι δημιούργημα του χωρικού, το αστείο του αστού και το χιούμορ του αριστοκρά­ τη. Στην πραγματικότητα, η παραπάνω ιστορική σειρά έχει ανατραπεί προ πολλού, και σήμερα χιούμορ μπορεί να κάνει και ο αστός και ο χωρι­ κός. Όπως όλα, εκδημοκρατίστηκε και το χιού­ μορ. Όμως, προσοχή: Κανείς δεν μπορεί να κά­ νει χιούμορ, όταν έχει δει στην ελληνική τηλεό­ ραση πολλές ελληνικές κωμωδίες. Για να αποχτήσει κάποιος την αριστοκρατική συνήθεια του χιούμορ που, σημειωτέον, στη δημοκρατική του παραλλαγή είναι αμυντικοεπιθετικό όπλο εξαι­ ρετικά χρήσιμο, πρέπει επιπλέον να πάψει να βλέπει φαρσοκωμωδίες στο θέατρο. Αυτές κι αν στερούνται χιούμορ! Είπαμε πως το χιούμορ εκδημοκρατίστηκε. Πάντως όχι τόσο, που να το υιοθετήσει και η ελ­ ληνική δημοκρατία. Αυτή κινείται ακόμα στην περιοχή του αστείου. Ό χ ι πως είναι αστεία. (Ό χι τέτοια αστεία με τους Έλληνες εισαγγε­ λείς, που δεν καταλαβαίνουν από αστεία). Δε θέλουμε να πούμε αυτό, κύριε Εισαγγελέα. Θέ­ λουμε να πούμε μόνο πως η Ελλάδα μόλις και πέρασε το κατώφλι απ’ την ιστορική περιοχή της χωρικής κωμωδίας στην ιστορική περιοχή του αστικού αστείου. (Βλέπε και παραπάνω). Θα χρειαστούν μερικές δεκαετίες ακόμα για να λε­ πτύνει η ελληνική δημοκρατία τόσο, όσο χρειά­ ζεται για να βάλει το χιούμορ, (ευχόμαστε όχι κατά τα αγγλικά πρότυπα) στην ελληνική πολιτι­ κή, και σε ένα δεύτερο στάδιο και στην ελληνική βουλή. Οι Άγγλοι που εφεύραν τον καπιταλισμό και τον κοινοβουλευτισμό, δεν εφεύραν επί ματαίω το χιούμορ. Ό λα αυτά πάνε μαζί. Άλλωστε, χρειάζεται χιούμορ για να μπορέσεις να επιβιώ­ σεις υπό καπιταλιστικό καθεστώς, κυρίως όταν αυτό βαδίζει τον τρίτο δρόμο προς το άγνωστο με βάρκα την ελπίδα. Οι Έλληνες έχουμε ανάγκη από χιούμορ σήμερα περισσότερο από κάθε άλλη φορά. Γιατί, τίποτα δεν είναι πιο χιουμοριστικό από ένα κοινωνικό καθεστώς που αιωρείται μεταξύ καπιταλισμού και σοσιαλι­ σμού. Ό πω ς ξέρουμε, ήδη, το χιούμορ είναι μια αιώρηση, ένα «ανήκομεν και δεν ανήκομεν εις την δύσιν», ένα «φεύγουν και παραμένουν οι βά­ σεις». Άλλωστε, η Ελλάδα έτσι κι αλλιώς αιωρείται μεταξύ Ευρώπης και Αφρικής, κλίνοντας πε­ ρισσότερο προς την Αφρική. Για επιβεβαίωση κοιτάξτε και το χάρτη: Η Ελλάδα καθώς κρέμε­ ται προς τα κάτω είναι έτοιμη να ξεκολλήσει και να χτυπήσει πάνω στη Λιβύη, και άντε να ξεμ­ πλέξεις με τον Καντάφι. Που πριν μερικούς μή­ νες αιωρήθηκε κι αυτός μεταξύ της αφρικανικής χώρας του και της υπεραφρικανικής χώρας μας, στην Κρήτη. Ως γνωστόν, το αποτέλεσμα αυτής


αφιέρωμα/19 της αιώρησης ήταν άκρως χιουμοριστικό: Οι Γάλλοι ακόμα βρίσκονται στο Τσαντ, και η υπό­ θεση απ’ την περιοχή του χιούμορ σχεδόν πέρασε σ’ αυτήν του αστείου. Το χιούμορ στις ερμαφρόδιτες μέρες μας μπο­ ρείς να το ανακαλύψεις παντού. Αρκεί να διαθέ­ τεις ο ίδιος χιούμορ. Γιατί το χιούμορ έχει την περίεργη ιδιότητα να μην μπορείς να το βρί­ σκεις, αν ήδη δεν το έχεις. Να μια ακόμα αιώρη­ ση ανάμεσα στο «έχειν» και το «τρέχα γύρευέ το». Πού, όμως; Ιδού η χιουμοριστική ερώτηση. Ιδού και η χιουμοριστική απάντηση: Παντού όπου υπάρχει σύγχυση. Γιατί το χιούμορ εξαφα­ νίζεται όταν εξαφανίζονται οι συγχύσεις. Το χιούμορ έχει τόση ανάγκη απ’ τα θολά νερά, όση και οι βάτραχοι. Το χιούμορ είναι για ανθρώπους ελαφρώς συγχυσμένους. Δε σου χρειάζεται το χιούμορ όταν είσαι πολύ νηφάλιος, πολύ «καθαρός», πο­ λύ «επιστημονικός». Το χιούμορ είναι μια ευγε­ νική μεταμφίεση του πάντα αγενούς αστείου, εί­ ναι μια ταξική- μετάθεση του αστείου απ’ τα κα­ τώτερα προς τα ανώτερα κοινωνικά στρώματα. Πράγματι, το αστείο προηγείται ιστορικά του χιούμορ και το δημιουργεί. Στην πραγματικότη­ τα μάλιστα το χιούμορ είναι ένα αστείο που φό­ ρεσε τα καλά του για να μην αναγνωρίζουν την αρχική και ξεχασμένη του καταγωγή απ’ την κώ­ μη. Πίσω από κάθε αριστοκράτη κρύβεται ένας χωριάτης πρόγονος, κι αν του αριστοκράτη του σηκώσεις την ουρά της ρεντιγκότας θα δεις από πίσω μια φουστανέλα, ή όποια άλλη εθνική εν­ δυμασία. Λοιπόν, το χιούμορ κατάγεται απ’ το αστείο. Πιο ειδικά, απ’ το έντονα ειρωνικό αστείο, που

με τον καιρό έχασε σημαντικό μέρος της αστειότητάς του και λέπτυνε την ειρωνεία του τόσο, όσο χρειάζεται για να μη δείχνει αγενής ο ευγενής. Τώρα, χάρη στους Εγγλέζους, ο καθένας μπορεί να είναι είρων και να μην του φαίνεται. Ό λα γίνονται αχνά μέσα στην υγρασία της ομί­ χλης. Ετυμολογικά, ειρωνεία σημαίνει προσποίηση, υποκρισία. Η λέξη παράγεται απ’ το ρήμα είρω που σημαίνει συναρμολογώ, συνδέω, κάνω συν­ δυασμούς. (Η κομπίνα είναι παράγωγο λατινι­ κού ρήματος με την ίδια σημασία). Λοιπόν, για να προσποιηθείς πρέπει να κάνεις μια σειρά συνδυασμών. Κι από συνδυασμό σε συνδυασμό μπορείς να απομακρυνθείς τόσο πολύ απ’ το αρ­ χικό δεδομένο, όσο και ο ηθοποιός απ’ τον εαυ­ τό του όταν υποδύεται ένα ρόλο. Αλλά όσο κι αν απομακρυνθείς θα είσαι πάν­ τα κρατημένος απ’ τον ομφάλιο λώρο της θείας ειρωνείας, που όλοι την απεχθάνονται και κα­ νείς δεν την αποφεύγει. Η ειρωνεία είναι η βα­ θιά ψυχολογική ρίζα ολόκληρου του κωμικού, διακριτικού και αδιάκριτου. Συνεπώς και του χιούμορ που είναι η πιο εξευγενισμένη μορφή κωμικού. Από σένα κι απ’ την εξυπνάδα σου εξαρτάται να μην καταλάβουν οι άλλοι ότι πα­ ραμένεις είρων κάνοντας χιούμορ. Ό τι, δηλαδή, παίζεις ένα θέατρο (προσποιείσαι, υποκρίνεσαι) για να πεις πράγματα τόσο σοβαρά που αν τά ’λεγες με την αρμόζουσα σοβαρότητα θα τρομο­ κρατούσες πάρα πολλούς. Λοιπόν, αν θέλεις να σκοτώνεις με το γάντι προσπάθησε ν’ αποκτήσεις χιούμορ. Είναι ένα όπλο τρομερής δύναμης. Το χιούμορ είναι πάρα πολύ σοβαρό πράγμα για να το πάρουμε στ’ αστεία.

26 ΧΡΟΝΙΑ ΣΤΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ Με χιλιάδες βιβλία ιστορικά, λογοτεχνικά. πολιτικά, οικονομικά, λεξικά κ.ά. απά 30 δραχμές

ΜΠΑΡΜΠΟΥΝΑΚΗΣ Αριστοτέλους 4#Εγυατίος 150

ΤΟ ΚΑΤΩΙ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ Αριστοτέλους6*Τηλ. 27.18.53

ΤΟ ΣΠΙΤΑΚΙ ΤΟΥ ΠΑΙΔΙΟΥ Κορόλου Νιπλ 3*Τηλ. 23.97.46 Το μοναδικό παιδικό βιβλιοπωλείο

ΤΑ ΤΕΣΣΕΡΑ ΒΙΒΛΙΟΠΩΛΕΙΑ ΜΠΑΡΜΠΟΥΝΑΚΗΣ


20/αφιερωμα

Γιώργος Δ. Κεντρωτής

Ο Ζαν Πωλ για το

Χιούμορ

Το 2000 κλείνουν όνο αιώνες από τότε που ο Γιόχαν Πάονλ Φρήντριχ Ρίχτερ (1763-1825), ο γνωστότερος ως Ζαν Πωλ, έγραφε τον Τιτάνα, αυτό το μνημείο της γερμανικής γλώσσας, που μαζί με το Oeuvre τον Χάινριχ φον Κλάιστ -αποτέλεσε τον πρώτο αντίλογο στην «κυριαρχία» του Γκαίτε στο χώρο των letterarum germanicarum. Ο Ζαν Πωλ, όμως, δεν υπήρξε μόνο ένας μεγάλος συγγραφέας, αλλά και ένας σπουδαίος θεωρητικός, που επηρέασε με τα κείμενά τον όχι μόνο την Κριτική Σκέψη των ημερών τον, αλλά και τη Μουσική- καθώς είναι γνωστό στους μυημέ­ νους, ότι το πρώιμο έργο τον Ρόμπερτ Σονμαν εμπνενσθηκε απ’ τις Γραφές τον κορυφαίου αυτού Γερμανού διανοητή. Ένα από τα μεστότερα «θεωρητικά» του κείμενα είναι το Προγυμνάσω της Αισθητικής (Vorschule der Asthetik), το οποίο χωρισμένο σε τρεις κύκλους (Abteilungen) και 15 προγράμματα (Programme) αναφέρεται διεξοδικότατα σε θέματα Ποίησης, Ποιητικής, Πνεύματος και Γλώσσας. Το βιβλίο εκδόθηκε το 1804 στο Μπαυρόντ, και έκτοτε γνώ­ ρισε πάμπολλες επανεκδόσεις. Το 7ο Πρόγραμμα, του πρώτου κύκλου μαθημά­ των, διαπραγματεύεται τα της Χιουμοριστικής Ποιητικής Τέχνης (Ober die humoristische Dichtkust). Ο συγγραφέας πρεσβεύει ότι το χιούμορ, ως διανοητική τάξη είναι αντεστραμμένο ποιητικό Ύφος. Σημειώνει ευθύς εξαρχής ότι στη Ρομαντι­ κή Ποίηση έχουμε δεδομένη την απειρότητα του υποκειμένου στο Χώρο, όπου ο Κόσμος των Αντι­ κειμένων χάνει τα όριά του και διερωτάται πώς γίνεται ρομαντικό το Κωμικό, αφού υφίσταται στην αντίθεση απλώς του πεπερασμένου προς το πεπερασμένο, και αφού δεν μπορεί να επιτρέψει καμιά απειρότητα. Ο Νους και ο Κόσμος των Αν­ τικειμένων, οιοί εισίν, γνωρίζουν μόνο την περατότητα. Εδώ λοιπόν βρίσκουμε εκείνη μόνο την άπειρη αντίθεση μεταξύ Ιδεών, του Λόγου δηλα­ δή, και σύμπαντος Πέρατος. Αν όμως αυτό το Πέρας, ως υποκειμενική αντίθεση -τώρα- της Ιδέας, της Απειρότητας δηλαδή, το απέδιδε κά­ ποιος ως αντικειμενική, κι αν έδινε αντί του Ύφους, ως εφαρμοσμένου Απείρου -τώρα-, ένα Πέρας εφαρμοσμένο στο Άπειρο, θα είχαμε το

Χιούμορ: μια απειρότητα της αντίθεσης, μια απει­ ρότητα αρνητική. Θα είχαμε, λοιπόν, το Χιούμορ ή Ρομαντικό Κωμικό, κι ο Νους, μολονότι αρνησί­ θεος μιας περατωμένης απειρότητας, οφείλει, ως Λόγος, να συναντήσει εδώ μιαν αντίθεση που πάει στο 'Απειρο. Ο Ζαν Πωλ, λοιπόν, αφού ορίσει το Χιούμορ, προχωρά στην ανάλυση των συστατικών του με­ ρών (Bestandteile), και ως πρώτο αναφέρει την Ολοκληρωτικότητα (humoristische Totalitdt). Ξε­ κινάει με τη σκέψη ότι το Χιούμορ, ως αντεστραμ­ μένο Ύφος, δεν εκμηδενίζει, δια της αντιθέσεως προς την Ιδέα, το Μοναδικό, αλλά το Πεπερασμέ­ νο. Για το Χιούμορ δεν υπάρχει καμιά μοναδική ανοησία, ούτε Ανόητοι, αλλά μόνο Ανοησία κι ένας κόσμος τρελός· το Χιούμορ - αντίθετα απ’ την κοινή πλάκα, την καζούρα ή το καλαμπούρι δεν τονίζει κάποια μοναδική τρέλα, αλλά ταπει­ νώνει το Μέγα, για να βάλει -αντίθετα απ’ την παρωδία- στη θέση του το Μικρό, και εξυψώνει το Μικρό, για να βάλει -αντίθετα απ’ την ειρωνείαστη θέση του το Μέγα: για να τα εκμηδενίσει και τα δύο, Μικρό και Μέγα, διότι μπροστά στην απειρότητα όλα είναι ίδια και τίποτε. Η πραότητα, περαιτέρω, η επιείκεια και η ανε­ κτικότητα του Χιούμορ απέναντι στις μεμονωμέ­ νες ανοησίες -επειδή αυτές οι ανοησίες, ακριβώς, μπορούν να σημαίνουν κατόπιν για το πλήθος λι­ γότερο και να το βλάπτουν λιγότερο, κι επειδή ο χιουμορίστας συγγραφέας δεν μπορεί να διαψεύ-


αφιερωμα/21 σει τη συγγένειά του με την ανθρωπότητα- εξη­ παίζει τον πρώτο ρόλο, κι όπου μπορεί, ο Χιουμο­ γούνται με την ολοκληρωτικότητά του· ενώ, για ρίστας προσκαλεί τις προσωπικές του σχέσεις στο τον συγγραφέα, ο κοινός είρων -ή το πειραχτήρι- κωμικό του θέατρο, μόνο και μόνο για να τις εκμη­ που εκμεταλλεύεται μόνο και αραδιάζει τα μονα­ δενίσει ποιητικά. δικά και ξένα προς αυτόν αβδηριτικά πειράγματα Γι’ αυτό το λόγο -συμβουλεύει ο Ζαν Πωλ- και των κοινών ανθρώπων ή των Σοφών, διατηρεί με επειδή ο Χιουμορίστας είναι ταυτόχρονα αυλικός στενοκαρδία και εγωιστική συνείδηση της διαφο- γελωτοποιός, μασκοφορεμένος ηθοποιός, ηγεμό­ ρετικότητάς του -πιστεύοντας ότι είναι ο ιπποκέν- νας και σκηνοθέτης, ο αναγνώστης ας έχει κάμπο­ ταυρος μεταξύ των ονοκενταύρων-, το κήρυγμα ση αγάπη, ή τουλάχιστον καθόλου μίσος, για το των Καπουτσίνων κατά της ανοησίας, γενόμενος γράφον Εγώ, και ας μην κάνει ποτέ το Φαίνεσθαι ορθρινός και εσπερινός κήρυκας στο Τρελάδικο του Εγώ Είναι. Προχωρώντας μάλιστα παρακά­ της Γης. Και καταλήγει, με θαυμασμό ο Ζαν Πωλ, τω, λέει ότι, όπως για κάθε συγγραφέα, έτσι, κι ότι ο καλύτερος όλων είναι ο άνθρωπος που γελάει ακόμα περισσότερο, στον Κωμικό πρέπει να παρίσ’ όλα, χωρίς να εξαιρεί ούτε τον ιπποκένταυρο σταται τόσο πολλή,φιλόξενη ειλικρίνεια ως αντεούτε την αφεντιά του. στραμμένη -για τους φιλοσόφους! - πολεμική (= Η εκμηόενιστική ή άπειρη Ιδέα (die vernichtende εριστική) κρυψίνοια. Ο Κωμικός ζητάει μια καλό­ καρδη και ειλικρινή υποδοχή, γιατί δεν μπορεί να oder unendliche Idee) είναι το δεύτερο συστατικό φαιδρύνει και να συγκινήσει χαρούμενα με την μέρος του Χιούμορ ως αντεστραμμένου Ύφους. Και ο Ζαν Πωλ επισημαίνει ότι με τον τρόπο που ο υποτιθέμενη τεχνοστρέβλωση της προσωπικότη­ Λούθηρος ονομάζει την ανθρώπινη βούληση lex τάς του, όταν αυτή η προσωπικότητα βαρύνεται, inversa (= αντεστραμμένο νόμο), με κακή έννοια καθώς διπλασιάζεται από την ξένη, προζαϊκή (!) δηλαδή, αυτή η lex γίνεται για το Χιούμορ καλή και φθονερή προσωπικότητα του «αφιλόξενου» έννοια, καθώς το ταξίδι της για την Κόλαση το αναγνώστη. τροχιοδρομεί η εν Ουρανοίς Ανάληψις. Παρατη­ Το τέταρτο και τελευταίο συστατικό μέρος του ρεί μάλιστα ότι μοιάζει με το πουλί Μέροψ, που αν Χιούμορ είναι η αισθησιακότητα (humoristische κι έχει στραμμένη την ουρά του κατά τον Ουρανό, Sinnlichkeit), γιατί χωρίς αυτή δεν υπάρχει καθό­ εντούτοις πετάει προς τον ουρανό. λου Κωμικό. Η αισθησιακότητα στο Χιούμορ, ως Ξεκινώντας απ’ την αντίληψη ότι αν ο Άνθρω­ εκθέτης του εφαρμοσμένου στο Άπειρο Πέρατος, δεν μπορεί να πάρει ποτέ χρώμα. Η υπερεκχειλίπος-όπως έκανε και η παλαιό Θεολογία- κοιτάξει απ’ τον υπέργειο κόσμο προς τον γήινο, χάνει τα ζουσα παράσταση, με τις εικόνες και τις αντιθέ­ σεις τόσο του αστείου όσο και της φαντασίας, μικρά και τα ασήμαντα, κι αν καταμετρήσει -κάτι που κάνει το Χιούμορ- και συνδέσει τα μικρά με πρέπει να πληρώσει, κατά τον συγγραφέα, την το Άπειρο, βγαίνει εκείνο το γέλιο, όπου ενυπάρ­ ψυχή με αισθησιακότητα, και να την πυρπολήσει χει και πόνος και μεγαλείο, φτάνει στο συμπέρα­ μ’ εκείνο το διθύραμβο που ενθαρρύνει τον πλού­ σμα, ότι -όπως η ελληνική ποιητική τέχνη, σε σύγ­ σιο σε γωνίες (ακόμα και εντός κοίλου κατό­ κριση με τη μοντέρνα, αναδείχτηκε χαριέστερη-το πτρου!) κι από παλιά διχασμένο κόσμο των αισθή­ Χιούμορ αναδεικνύεται σοβαρό, ακόμα κι όταν σεων, και τον εξεγείρει εναντίον της Ιδέας, και τον δεν φοράει την αρχαία τραγική μάσκα, αλλά την κρατά σε εμπόλεμη κατάσταση. Και εφόσον ο αι­ κρατάει στα χέρια του. σθητός κόσμος ριφθεί από μια Δευτέρα Παρουσία Το τρίτο συστατικό μέρος του Χιούμορ είναι η σ’ ένα δεύτερο ένδον χάος - για να διατηρηθεί υποκειμενικότητά τον (humoristische Subjektivi- απλώς η Θειϊκή Κρίση-, ο Νους, αντίθετα, μόνο σ’ tdt), διότι όπως ο σοβαρός Ρομαντισμός, έτσι και ο ένα συντεταγμένο παγκόσμιο ενδιαίτημα μπορεί κωμικός, και αντίθετα απ’ ό,τι η κλασική αντικει­ να κατοικήσει, ενώ ο Λόγος, ως Θεός, κατά τας μενικότητα, είναι ο ηγεμών της υποκειμενικότη­ Γραφάς, δεν κλείνεται ούτε μια φορά έστω και τας. Κι αυτό συμβαίνει, διότι, όταν το Κωμικό στον μέγιστο δυνατό Ναό-: γι’ αυτό, καταλήγει ο υφίσταται στην εναλλασσόμενη αντίθεση υποκει­ Ζαν Πωλ, και ενόσω επιτρέπεται η σκέψη μιας μενικών και αντικειμενικών αξιωμάτων - κι επει­ νοητής γειτνίασης του Χιούμορ με την Τρέλα (η δή, επιπλέον, η αντικειμενική απειρότητα πρέπει οποία φυσικά, όπως ο Φιλόσοφος τεχνητά, προέρ­ να είναι μια ζητούμενη, μια επιθυμητή απειρότη­ χεται από Νου και Αισθήσεις, κι ωστόσο διατηρεί τα-, δεν μπορεί να νοηθεί ή να τεθεί έξω απ’ τον Λόγο), το Χιούμορ είναι σαν τον Διογένη, τον άνθρωπο, αλλά μόνο μέσα στον άνθρωπο, όπου Κυνικό: ένας Σωκράτης μαινόμενος. και της υποβάλλεται η υποκειμενική. Μ’ αυτό τον τρόπο τίθεται ο ίδιος ο άνθρωπος-υποκείμενο σ’ αυτή τη διαφωνία -κ ι όχι σε κάποια ξένη θέση, Σημείωση: όπως συμβαίνει στην Κωμωδία- και διαιρεί το Για τη σύνταξη του παρόντος σημειώματος χρησιμοποίησα την Εγώ του στον πεπερασμένο και τον άπειρο παρά- έκδοση των Απάντων τον Ζαν Πωλ απ' τον εκδοτικό οίκο Καρλ γοντά του, αφήνοντας απ’ αυτή τη διαίρεση να Χάνσερ τον Μονάχον (JeanPaul: Wcrke, Band V, Carl Hanser Verlag, Miinchen, 1963, σε. 124-144), την οποία επιμελήθηκε ο πηγάσει το Χιούμορ. Το Εγώ για τον Χιουμορίστα Νόρμπερτ Μίλλερ και σχολίασε ο Βάλτερ Χαίλερερ.


22/αφιερωμα

Πόλυ Ζηνέλη

Ο Μπεργκσόν για το Γέλιο Το Γέλιο, του Henri Bergson (1859-1941), Δοκίμιο για τη Σημασία του Κωμικού,1 αποτελείται από τρία άρθρα που δημοσιεύθηκαν διαδοχικά στο περιοδικό Revue de Paris - στα τεύχη της 1ης και 15ης Φεβρουάριου και 1ης Μαρτίου 1899. Σκοπός του συγγραφέα είναι να προσδιορίσει τους τρόπους δημιουργίας του Κωμικού και, κατ’ ακολουθίαν, να περιλάβει σε τύπους ευρείς και πολλούς όλες τις εκφράσεις της κωμικότητας. I. Το έργο διαρθρώνεται - όπως είναι φυσικό σε τρία κεφάλαια. Στο πρώτο κεφάλαιο χαρτο­ γραφείται η έννοια του Κωμικού και η δύναμη διάχυσης του. Ο Μπεργκσόν αρνείται να περιο­ ρίσει την κωμική φαντασία μέσα σ’ έναν ορισμό, επειδή σ’ αυτή βλέπει κάτι το ζωντανό: «Η κωμι­ κή φαντασία, και ειδικά η κοινωνική, ομαδική κωμική φαντασία, προέρχεται από τη ζωή, συγ­ γενεύει με την Τέχνη, διδάσκει για τη ζωή και για την Τέχνη». Οι παρατηρήσεις του Γάλλου φιλοσόφου αναφέρονται στο χώρο που πρέπει ν’ αναζητήσουμε το Κωμικό. Η έννοια του Κωμικού δεν υπάρχει έξώ απ’ ό,τι είναι γνήσια ανθρώπινο. Μόνο ο άνθρωπος μπορεί να ορισθεί ως το ον που ξέρει, εξίσου, να γελά και που μπορεί να προκαλεί το γέλιο. Κατά τον συγγραφέα το γέλιο έχει ως φυ­ σικό περιβάλλον την κοινωνική ομάδα, γιατί μό­ νο μέσα σ’ αυτήν παράγεται και μέσα απ’ αυτήν αποκτά τις σημασίες του. Θεμελιώδης, τέλος, παρατήρηση είναι ότι το γέλιο γεννιέται στο χώ­ ρο της απάθειας και της απουσίας συγκίνησης και συναισθήματος. Το Κωμικό απαιτεί κάτι σαν στιγμιαία αναισθησία της καρδιάς, επειδή απευ­ θύνεται στην καθαρή νόηση. To leitmotiv που εξηγεί την κωμικότητα των φαινομένων είναι η μηχανική ακαμψία και ανελαστικότητα των αισθήσεων και του νου, του σώματος και του χαρακτήρα· είναι ο αυτοματι­ σμός που αντιβαίνει στην αισθητική της ζωής, η οποία δεν είναι άλλο από κίνηση και μεταβολή. Κάθε ατομική ή κοινωνική, ψυχική ή σωματική ακαμψία είναι πηγή γελοιότητας - με την ευρεία

έννοια του όρου - , ενώ το γέλιο είναι η τιμωρία/ ποινή, που επιβάλλει ο κοινωνικός περίγυρος. Στη συνέχεια του πρώτου κεφαλαίου ο Μπερ­ γκσόν αναγνωρίζει το αξιογέλαστο της ακαμ­ ψίας στην ανθρώπινη μορφή και στην ανθρώπι­ νη κίνηση: Α. Μια φυσιογνωμία ή μια γκριμάτσα είναι αστείες όταν δίνουν την εντύπωση της ακινη­ σίας, της παγερής μονιμότητας, της αμετάκλητης αποκρυστάλλωσης. Εδώ επαληθεύεται ο νόμος, σύμφωνα με τον οποίο το αποτέλεσμα είναι τόσο πιο κωμικό όσο πιο φυσική εξηγείται η αιτία, που το προκάλεσε. Γελάμε με μια φυσιογνωμία, με μιαν έκφραση προσώπου, όταν συνδέουμε τον αυτοματισμό και την αδράνειά της με μια θεμε­ λιώδη distraction2 του ατόμου, ωσάν να υπνωτί­ στηκε η ψυχή απ’ την υλικότητα μιας πράξης. Όπου η ύλη κατορθώνει να στερεοποιεί τη ζωή, να παγώνει την κίνησή της, να εμποδίζει τη χάρη της, εκεί επιτυγχάνεται κωμικό αποτέλεσμα. Στην περίπτωση αυτή το Κωμικό της ανθρώπι­ νης μορφής ορίζεται με το να το αντιτείνουμε πε­ ρισσότερο στη χάρη παρά στο κάλλος· είναι μάλ­ λον ακαμψία παρά ασχήμια. Β. Η στάση, οι χειρονομίες ή οι κινήσεις του ανθρωπίνου σώματος είναι αστείες στο μέτρο που αυτό το σώμα μάς κάνει να σκεφτούμε μιαν απλή μηχανή. Η κίνηση που δεν εξελίσσεται, δεν παραλλάσσεται, αλλά επανέρχεται περιοδικά και αυτοματοποιημένα, περιφρονεί τη θεμελιώδη αρχή της ζωής, σύμφωνα με την οποία τίποτα δεν επαναλαμβάνεται απαράλλαχτο. Εκεί όπου υποψιαζόμαστε ότι το άτομο λειτουργεί σαν μα­


αφιερωμα/23 ριονέτα, ότι οι κινήσεις του σκληραίνουν φτά­ κών που επανέρχοντάι, οι συμπτώσεις, η αντι­ νοντας ώς τη μηχανικότητα, γελάμε. Η μηχανι- στροφή ρόλων, η μετατροπή καταστάσεων που κότητα, κατά τον Μπεργκσόν, εκτυπωμένη στη γυρίζουν εναντίον αυτού που τις δημιουργεί, οι φύση και συνοδευόμενη απ’ την αυτόματη προ­ παρεξηγήσεις, το αμφίβολο ή το διφορούμενο σαρμογή της κοινωνίας, αποτελεί τον κύριο τύπο συμβάντων έχουν κωμικό αποτέλεσμα. Και πάλι έκφρασης του Κωμικού, της αντικατάστασης δη­ το γέλιο ερμηνεύεται με την αρχή της μηχανο­ λαδή του Φυσικού από το Τεχνητό. Διευρύνον­ ποίησης της ζωής. Β. Όταν, στη συνέχεια, ο Μπεργκσόν εξετάζει τας δε αυτή την ιδέα ο Μπεργκσόν ορίζει ως Κωμικό κάθε συμβάν που καλεί την προσοχή μας το Κωμικό των λέξεων, διαχωρίζει το Κωμικό στο Φυσικό ενός προσώπου, ενώ η αιτία του γέ­ που εκφράζει η γλώσσα απ’ το Κωμικό που δη­ μιουργεί αυτή καθαυτή η γλώσσα· επιμένει δε λιου είναι η ηθική πλευρά του. Γέλιο γεννιέται οσάκις η μορφή υπερβαίνει την ουσία, όταν το στην ανεξάρτητη κωμική δύναμη του λόγου. Το Κωμικό της γλώσσας δεν είναι παρά η προ­ μέσον αντικαθιστά τον σκοπό, όταν ο αυτοματι­ σμός του σώματος προηγείται του νου. Η κορύ­ βολή του Κωμικού των καταστάσεων στο πλάνο φωση όμως του Κωμικού επιτυγχάνεται, όταν το των λέξεων. Η ακαμψία, ως αρχή του γέλιου, άτομο μεταμορφωθεί σε απλό πράγμα, και οι εφαρμόζεται και στη γλώσσα: στις στερεότυπες ενέργειές του ταυτίζονται πλέον με τις «λειτουρ­ εκφράσεις, στις μονότονες επαναλήψεις λέξεων και ύφους- εισάγοντας μια παράλογη ιδέα στο γίες» ενός αντικειμένου. II. Στο δεύτερο κεφάλαιο του βιβλίου ερευνά-καλούπι μιας αποδεκτής πρότασης, επιτυγχά­ ται το Κωμικό των καταστάσεων και το Κωμικό νουμε μια κωμική λεκτική διατύπωση. Εφαρμόζοντας, επίσης, την ήδη διατυπωμένη των λέξεων. Επαληθεύοντας τις προηγούμενες αρχές του Κωμικού, ο Μπεργκσόν ορίζει ως κω­ γενική αρχή: ότι γελάμε, όταν η προσοχή μας με­ μική κάθε διευθέτηση πράξεων και συμβάντων, τατοπίζεται στο Φυσικό ενός ατόμου, ενώ λόγος που, με την υπαγωγή και ενσωμάτωση των μεν γίνεται για το Ηθικό του μέρος, ο Μπεργκσόν στα δε, δίνουν την ψευδαίσθηση της ζωής και τη διατυπώνει τον ακόλουθο νόμο σχετικά με την φρεναπάτη μιας μηχανιστικής συναρμογής. Α. Για να μελετήσει ο Μπεργκσόν την κωμικότητα των καταστάσεων, ανατρέχει σε απλούς τύ­ Σ τ α ν ύ χ ια Χου δ ρ ά κ ο υ πους παιδικών παιχνιδιών, όπως: α) Στο Αιάβολο με το ελατήριο: Η επανάληψη μιας ιδέας που εκφράζεται και την καταπνίγουν, ένα κύμα λόγων που ξεπηδούν και κάποιος τους διακόπτει, μια δύναμη που επιμένει και μια ξεροκεφαλιά που την αντιμάχεται, δεν είναι άλλα απ’ την εικόνα του ελατηρίου που τεντώνεται και ξετεντώνεται. Στην κωμική επανάληψη πα­ ραστάσεων υπάρχουν δύο όρια: ένα καταπιεσμέ­ νο συναίσθημα που χαλαρώνει, σαν αντικείμενο, και μια ιδέα που διασκεδάζει καταπιέζοντας πάλι το συναίσθημα. β) Στη μαριονέτα: Όλη η σοβαρότητα της ζωής μετατρέπεται σε κωμωδία, όταν φαντα­ στούμε ότι η ελευθερία του ατόμου είναι φαντα­ στική κι ότι πίσω της κρύβεται ένα παιχνίδι με νήματα. γ) Στη χιονομπάλα: Η μηχανική διευθέτηση καταστάσεων που επιδεινώνονται ευθύγραμμα ή κυκλικά, που εμπλέκουν αιτία και αποτέλεσμα σ’ έναν φαύλο κύκλο, κι ο άκαμπτος μηχανισμός που παρεμβαίνει - παρείσακτος - στη ζωντανή αλληλουχία των ανθρωπίνων πραγμάτων, απο­ τελούν κανόνες γέλιου. Η αυτοματοποιημένη ροή ανθρωπίνων συμβάντων προκαλεί γέλιο, γιατί μιμείται ατελώς και αφαιρετικά τις εξωτε­ ρικές μορφές της ζωής. Μέθοδοι αυτοματοποίησης καταστάσεων είναι η επανάληψη, η αντιστροφή και η αλληλοτυπία (της Ιόχρονης Μαρίας Χωρεάνθη) καταστάσεων/σκηνών. Ο συνδυασμός περιστατι­


24/αφιερωμα όνειρο ή τη distraction του. Η απόλαυση του γέ­ λιου, επομένως, δεν είναι αποκλειστικά αισθητι­ κή. Ενέχει την ανομολόγητη πρόθεση να διορθώ­ σει κάθε σωματική, ηθική ή πνευματική ακαμψία - πάντοτε ύποπτη για την κοινωνία. Συνάγεται ότι το Κωμικό ενός ανθρώπινου χαρακτήρα πη­ γάζει όχι απ’ την ανηθικότητα των ελαττωμάτων του, αλλά απ’ την ακοινωνικότητά3 τους. Ένας χαρακτήρας μπορεί να είναι καλός ή κακός· αν είναι και ακοινωνικός, γίνεται κωμικός. Σύμφω­ να, βέβαια, με τις γενικές αρχές του γέλιου, προϋπόθεση για να γελάσουμε με το ακοινώνητο του ήρωα, είναι η μη συγκινησιακή συμμετοχή του θεατή στα δρώμενα. Κοινωνική ακαμψία, κωμικότητα των λέξεων: Από τη στιγμή που η αυτοματισμός, άγνοια ολική ή μερική του εαυπροσοχή μας συγκεντρώνεται στην υλικότητα τόύ μας, distraction, και ακοινωνικότητα αλλημιας μεταφοράς, η εκφραζόμενη ιδέα γίνεται κω­ λοσυ μπλέκονται και συνθέτουν το Κωμικό των μική. Πετυχαίνουμε κωμικό αποτέλεσμα, όταν χαρακτήρων. Ένα άτομο είναι κωμικό, όταν στη διάταξη εννοούμε μια έκφραση στην κυριολεξία της, ενώ τη χρησιμοποιούμε μεταφορικά. Συνεχίζοντας ο της δομής του χαρακτήρα του υπάρχουν στοιχεία Μπεργκσόν λέει, ότι ο κύριος νόμος Κωμικού οργανωμένα παρασιτικά. Το Κωμικό, επομένως, στο λόγο είναι ο κωμικός μετασχηματισμός των ενός ανθρώπινου τύπου είναι ασυνείδητο, επιει­ φράσεων κάτω απ’ τα σχήματα της αντιστροφής, κές για τον ίδιο του τον εαυτό, ενοχλητικό για τους άλλους, αβάσταχτο για την κοινωνία, που της αλληλοτυπίας και της μετάθεσης. Μια φράση είναι κωμική, εφόσον δίνει ακόμα ζητά να διορθώσει - χωρίς οίκτο - με το γέλιο. Ο νόημα, ενώ έχουν αντιστραφεί οι όροι της, ή Μπεργκσόν, τέλος, σημειώνει ότι το κατεξοχήν εφόσον εκφράζει ταυτόχρονα δύο συστήματα ακοινωνικό ελάττωμα, είναι η ματαιοδοξία, και ιδεών ανεξάρτητα και αλληλοσυγκρουόμενα, ή ότι η λογική του κωμικού προσώπου είναι η λο­ εφόσον διατυπώνει μια ιδέα σ’ έναν τόνο που γική του παραλόγου. Το κωμικό πρόσωπο, ακο­ δεν της ταιριάζει. Το λογοπαίγνιο και το καλαμ­ λουθώντας τις ιδέες του αυτόματα, καταλήγει να πούρι ανάγουν την κωμικότητά τους στην αρχή ενεργεί και να σκέπτεται σαν να ονειρεύεται. της αλληλοτυπίας. Η παρωδία, το χιούμορ, η ει­ Αποσπάται απ’ την πραγματικότητα και την κοι­ ρωνεία στηρίζονται στην αρχή της μετάθεσης τό­ νή λογική, κι όμως βλέπει ακόμα εικόνες, κάνει νου απ’ το καθημερινό στο επίσημο, απ’ το υψη­ ακόμα συλλογισμούς. Η distraction αυτή γεννά το κωμικό παράλογο. λό στο ταπεινό, και αντίστροφα. Το γέλιο επιδρά σαν το βασικό φάρμακο που Καταλήγοντας ο συγγραφέας λέει ότι, όπως ο καταστέλλει/γιατρεύει τις σχισματικές - απ’ το αυτοματισμός του ανθρώπου είναι εξ υποθέσεως κοινωνικό σύνολο - τάσεις και προσαρμόζει τον γεγονός κωμικό, ανάλογα και η γλώσσα, όταν καθένα σ’ όλους. Το γέλιο δεν είναι ούτε απόλυ­ δεν είναι ευλύγιστη, ζωντανή, μεταβαλλόμενη τα δίκαιο ούτε απόλυτα καλό- σκοπός του είναι στα φαινόμενα που αρθρώνει, όταν δεν αντιστέ­ κεται στις μηχανικές ενέργειες της αλληλοτυ­ να εκφοβίζει ταπεινώνοντας· έχει κάποιο βάθος κακίας και πίκρας. Όποιος γελάει, επιβεβαιώ­ πίας, του στερεότυπου και της επανάληψης, νεται λίγο-πολύ αλαζονικά και θεωρεί το αντι­ προκαλεί αξιογέλαστα/γελοία αποτελέσματα. III. Στο τρίτο, και τελευταίο, κεφάλαιο τουκείμενο του γέλιου του μαριονέτα, της οποίας τα νήματα κινεί ο ίδιος με χλεύη· και τούτη η διάθε­ δοκιμίου ο Μπεργκσόν αναλύει το Κωμικό των ση του χλευαστή διαθέτει εγωισμό. Αλλά εδώ, χαρακτήρων. Το θεμελιώδες αξίωμα, στο οποίο στηρίζει ο όπως και αλλού, η φύση χρησιμοποιεί το κακό = γέλιο για χάρη του καλού: αφού γελάμε, για να Γάλλος φιλόσοφος την ανάλυση της κωμικότητας διορθώσουμε την πάσα δυσαρμονία. των ανθρωπίνων χαρακτήρων, είναι ότι το γέλιο έχει κοινωνικό σκοπό και σημασία. Το Κωμικό αποκαλύπτει την έλλειψη προσαρμογής του αν­ θρώπου στην κοινωνία. Η κωμωδία αρχίζει με Σημειώσεις ό,τι θα μπορούσαμε να ονομάσουμε σκλήρυνση απέναντι στην κοινωνική ζωή. Το πρόσωπο που 1. Για τη σύνταξη τον παρόντος σημειώματος χρησιμοποίησα την 400ή έκδοση τον Le rire: Essai sur la signification du ακολουθεί αυτόματα το δρόμο του, χωρίς νά Comique, QuadrigelPresses Universitaires de France, Paris, ’ρχεται σ’ επαφή με τους άλλους, είναι κωμικό. 1983. Το γέλιο ως είδος κοινωνικής ταπείνωσης και 2. Αμφισήμαντη έννοια: αφαίρεση και αφηρημάδα. διόρθωσης επεμβαίνει για να το τραβήξει απ’ το 3. Insocialibilite στο πρωτότυπο.


αφιερωμα/25

Στάθης Βαλούκος

Η φαρσοκωμωδία και το ελληνικό χιούμορ Το ευθυμογράφημα, η θεατρική κωμωδία και η φαρσοκωμωδία, τα τελευταία πε­ νήντα χρόνια, ακολούθησαν μια πορεία παράλληλη στη χώρα μας. Οι ίδιοι άνθρω­ ποι που ξεκίνησαν γράφοντας ευθυμογραφήματα σε λαϊκά περιοδικά, πέρασαν αρ­ γότερα στο χώρο του λαϊκού θεάματος (κωμωδία-επιθεώρηση), και όταν ο κινημα­ τογράφος στη δεκαετία του ’50 προσπάθησε να αναπαραγάγει μαζικά αυτά τα θεάματα, οι ίδιοι και πάλι άνθρωποι, ασχολήθηκαν, τόσο με το γράψιμο των σενα­ ρίων, όσο και με τη σκηνοθεσία κινηματογραφικών ταινιών. Μ’ αυτόν τον τρόπο, ο χώρος του ελληνικού χιούμορ, αποκτά τη συνοχή των συγκοινωνούντων δοχείων, με όλα τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα που αυτό συνεπάγεται. Και για να καταλήξουμε στη φαρσοκωμωδία, που είναι το κύριο αντικείμενο αυτού του άρθρου, θα περάσουμε προηγουμένως από το ευθυμογράφημα και τη θεατρική κωμωδία, για μια σύντομη ματιά γνωριμίας. Το ευθυμογράφημα Το ευθυμογράφημα σαν είδος ανήκει στη δημο­ σιογραφική λογοτεχνία, και είναι ένα μικρό εύ­ θυμο διήγημα. Κείμενο σύντομο και ευκολοδιά­ βαστο, ταιριάζει στην ιδιοσυγκρασία του ελληνι­ κού λαού, που είναι λαός βιαστικός, επιφανεια­ κός και όχι ψυχικά πολύπλοκος, εξαντλώντας τα θέματά του, μ’ έναν ανεκδοτολογικό τρόπο, χω­ ρίς ιδιαίτερο στοχασμό, και φυσικά χωρίς στό­ χους και φιλοδοξίες, πέρα από το απλό χαμόγε­ λο. Το είδος διαμορφώθηκε και επιβλήθηκε με θριαμβευτική επιτυχία στη Γαλλία, από τη Δελφίνη ντε Ζιραρντέν με κύρια χαρακτηριστικά, τη διατύπωση γενναίων και ριζοσπαστικών ιδεών και σκέψεων, με μία θεληματικά άκακη και ανώ­ δυνη χαριτολογία. Στην Ελλάδα, σαν πρόδρομος της ευθυμογραφίας, θεωρείται ο Ειρηναίος Ασώπιος (18251905), εκδότης και διευθυντής του πρώτου σχε­ τικού περιοδικού, του «Αττικού ημερολόγιου», στις σελίδες του οποίου ασκούσε κριτική των ελαττωμάτων των Ελλήνων, η οποία έφθανε μέ­ χρι το σαρκασμό. Αργότερα πέρασαν από το εί­ δος ονόματα σαν του Μπάμπη Άννινου, Κων­ σταντίνου Σκόκου, Πολύβιου Δημητρακόπουλου (γνωστού από τις μεταφράσεις του στο αριστο-

φανικό έργο με το ψευδώνυμο Πωλ Αρκάς), Γεωργίου Πωπ κ.ά. οι οποίοι έγραψαν μία τε­ ράστια σε όγκο παραγωγή, που θαυμάστηκε στον καιρό της, αλλά γρήγορα έπεσε στην αφάνεια. Τα πρώτα μεταπολεμικά χρόνια και ύστερα, αναπτύχθηκε μία καινούρια γενιά ευθυμογράφων, οι οποίοι έφεραν στο είδος τη «χρυσή επο­ χή» του. Οι σημαντικότεροι από αυτούς (Δημήτρης Ψαθάς, Νίκος Τσιφόρος, Πολύβιος Βασιλειάδης, Αλέκος Σακελλάριος, Παναγιώτης Παπαδούκας, Ασημάκης Γιαλαμάς, Κώστας Πρετεντέρης) γράφουν σε εφημερίδες και λαϊκά πε­ ριοδικά «ποικίλης ύλης», που ξεφυτρώνουν σα μανιτάρια, με την έναρξη της «αστυφιλίας», της μαζικής δηλαδή μετακίνησης του πληθυσμού από τα χωριά και την ύπαιθρο προς τις πόλεις, και η οποία δημιουργεί ένα καινούριο «στρώμα αναγνωστών», χωρίς απαιτήσεις, κριτική σκέψη και αισθητική καλλιέργεια. Ακονίζοντας τις πέ­ νες τους, γράφοντας γι’ αυτό το κοινό, οι ευθυμογράφοι, βρέθηκαν πιο κοντά στην πιάτσα, από τους επίσημους λογοτέχνες και διανοουμέ­ νους. Ένιωσαν πιο άμεσα την τεράστια κοινωνι­ κή αλλαγή που διαδραματιζόταν στην Ελλάδα και απομόνωσαν, διακωμωδώντας τις, τις αντι­ θέσεις που γεννιούνταν, ανάμεσα στις παλιές πα­ ραδόσεις και στις καινούριες κοινωνικές σχέσεις


26/αφιερωμα που δημιουργούνταν στην ελληνική πόλη. Τα θέ­ ματά τους είναι όλα παρμένα από την καθημε­ ρινή πραγματικότητα, όπως αυτή αποτυπώνεται στα δικαστήρια (δικαστικά στιγμιότυπα), στις εφημερίδες (χρονογραφήματα), στο αστυνομικό δελτίο κλπ. Εξοικειώνονται με τα γλωσσικά ιδιώματα διάφορων περιθωριακών ομάδων, κοι­ νωνικών ή φυλετικών (Πόντιοι, Αρμένηδες, ελ­ ληνικός υπόκοσμος) και αυτή η εξοικείωση και η γνώση του σφυγμού του «μέσου» αναγνώστη, τους οδηγεί αναπόφευκτα στο θέατρο, την επι­ θεώρηση και τον κινηματογράφο, πλουτίζοντας με τους χυμούς της ζωντανής λαϊκής γλώσσας τις αποστεωμένες φόρμες τους. Από την άλλη πλευρά όμως, οι ευθυμογράφοι, σπρωγμένοι σε μία πληθωρική παραγωγή, για βιοποριστικούς κυρίως λόγους, αλλά ταυτόχρο­ να αναγνώσιμοι από τους λιγότερο απαιτητικούς αναγνώστες, δε φροντίζουν να βελτιώσουν τα εκφραστικά τους μέσα, και σταδιακά οδηγούν­ ται σε μία παραφιλολογία, αντίστοιχη με αυτή των λαϊκών αισθηματικών ή αστυνομικών μυθι­ στορημάτων. Πραγματικά, ελάχιστες διαφορές μπορεί κανείς να διακρίνει ανάμεσα στα πρώτα τους γραπτά και στις πιο ώριμες σελίδες τους. Και ακόμα, η επαγγελματική υπεραπασχόληση τους στερεί τη δυνατότητα μιας καλλιέργειας, με αποτέλεσμα την ανάπτυξη, μέσα στα κείμενά τους, ενός βαθύτατα συντηρητικού λόγου. Πολ­ λές φορές είναι απολογητές των πιο κοινότυπων μικροαστικών ιδεωδών, και άλλες φορές δανεί­ ζουν το λόγο τους στις πιο αντιδραστικές επιθέ­ σεις ενάντια σε καινοφανείς θεωρίες ή λογοτε­ χνικά κινήματα.

Η κωμωδία Ό λα αυτά τα μειονεκτήματα μοιραία περνούν και στο χώρο του λαϊκού θεάματος στη χώρα μας (πρώτα στο θέατρο και αργότερα στον κινηματο­ γράφο), αφού κι αυτός, όπως προαναφέραμε, κυριαρχείται από τους ίδιους ανθρώπους. Ο Τσιφόρος, ο Ψαθάς, ο Σακελλάριος προμήθε­ ψαν με τα γραπτά τους ολόκληρο το νεοελληνικό θέατρο εκείνων των χρόνων, δημιουργώντας την κλασική τρίπρακτη κωμωδία, όπως τη γνωρίσα­ με στις αθηναϊκές σκηνές από ηθοποιούς σαν τον Λογοθετίδη, τον Αργυρόπουλο, ή την Κατερίνα. Η νεοελληνική θεατρική κωμωδία στηρίζεται στις συνταγές του γαλλικού μπουλβάρ και του Μολιερικού θεάτρου χαρακτήρων. Είναι απλή στη δομή της, και για να λειτουργήσει, χρειάζε­ ται μόνο δύο πράγματα: Έναν ήρωα σε δυσαρ­ μονία με το περιβάλλον του, και μία παρεξήγηση για να την ενεργοποιήσει. Η δυσαρμονία στηρί­ ζεται τις περισσότερες φορές σε κάποια ιδιοτυ­ πία του χαρακτήρα του, κάποιο δηλαδή ελάττω­ μα (όπου ο ήρωας είναι τσιγκούνης, νευρικός,


αφιερωμα/27 γρουσούζης, ζηλιάρης, γκρινιάρης) ή σε μία κοι­ νωνική οπισθοδρομικότητα (όπου ο ήρωας είναι αυστηρός «μπαμπάς» ή αδελφός κλπ). Στην πρώτη πράξη, ο συγγραφέας καταναλίσκεται στην περιγραφή του ήρωα με έναν εντε­ λώς ανεκδοτολογικό τρόπο, έτσι ώστε να ανα­ γνωριστεί εύκολα, και από το θεατή της «τελευ­ ταίας σειράς», πράγμα απαραίτητο για τη λει­ τουργικότητα του έργου. Αν το έργο κεντρώνε­ ται γύρω από τις περιπέτειες ενός σπαγκοραμμέ­ νου (όπως λόγου χάρη σε μια γνωστή κωμωδία των Σακελλάριου-Γιαννακόπουλου) στην πρώτη πράξη, ο συγγραφέας κεντά την προσωπικότητα του ήρωα του, με χαρακτηριστικά instantanes, που περιγράφουν υπερθετικά την τσιγκουνιά του. Τον .βλέπουμε λοιπόν να σχολιάζει τους λο­ γαριασμούς του ηλεκτρικού, ή να βρίσκει ελλιποβαρή τα ψώνια της υπηρέτριας. Στη δεύτερη πράξη, εισβάλλει η παρεξήγηση η οποία επενεργεί καταλυτικά στο χαρακτήρα του ήρωα. Η παρεξήγηση, μπορεί να έχει τη μορ­ φή μίας γυναίκας (όπως στο συγκεκριμένο παρά­ δειγμα της προαναφερόμενης κωμωδίας), η οποία ενεργοποιεί τη σύγκρουση, έτσι ώστε ο ήρωας «ξοδεύει σε μία νύχτα, όσα δεν ξόδεψε σε μία ζωή». Στην τρίτη πράξη, γίνονται τα αποκαλυπήρια και δίνεται η λύση. Αυτή, βέβαια, είναι η προσφερότερη συντηρητική δυνατότητα. Ο ήρωας αν­ τιλαμβάνεται την ανισορροπία του και αποφασί­ ζει να διορθωθεί. Η σύγκρουση τελειώνει με τον πιο ανώδυνο τρόπο και πάντα μέσα στα πλαίσια της αστικής ηθικής. Ό ταν αργότερα αυτές οι θεατρικές κωμωδίες πέρασαν στον κινηματογράφο, ποτέ δεν ξεπέρασαν το επίπεδο της «κινηματογραφημένης παρά­ στασης» και ποτέ δεν απέκτησαν αυτόνομη κινη­ ματογραφική δομή στο ντεκουπάζ. Τα κάδρα δεν κάνουν, τίποτα περισσότερο, από του να πε­ ριγράφουν τη δράση, παρακολουθώντας την, με στοιχειώδεις κινήσεις. Ό πω ς λέει, σε μια τηλεο­ πτική του συνέντευξη, ο Σακελλάριος: «... εμείς οι παλιοί δε γνωρίζαμε τότε τίποτα από την κινηματογραφική τεχνική. Αγνοούσαμε ακόμα και την ονοματολογία των πλάνων. Λέγα­ με στον οπερατέρ: Θέλω ένα πλάνο από εδώ ώς εδώ. Και στο μουσικό: Εκεί που φιλιούνται βάλε ένα βαλς. Εκεί που κυνηγιούνται βάλε ένα ταγ­ κό...» Μ’ αυτόν τον τρόπο γεννιέται, στις αρχές της δεκαετίας του ’50, η φαρσοκωμωδία, για την οποία θα μιλήσουμε παρακάτω.

Η φαρσοκωμωδία στον ελληνικό κινηματογράφο Από τα τρία «τυπικά» είδη της κινηματογραφι-


28/αψιερωμα κής έκφρασης του κωμικού, δηλαδή τη φάρσα, την κωμωδία και την κομεντί, κανένα δεν άνθη­ σε στον ελληνικό κινηματογράφο με την κλασι­ κή του μορφή. Αντίθετα, είναι δυνατό να μιλάμε για ένα τέταρτο είδος, που κάλυψε όλο το εύρος των προηγουμένων, δημιουργώντας ένα απόλυτα ελληνικό στυλ ταινιών, που είναι γνωστό στο κοινό και τους μελετητές, σαν «φαρσοκωμωδία». Μ’ αυτή την ονομασία νοούμε το σύνολο των ελληνικών ταινιών κωμωδίας, που έγιναν στο χρονικό διάστημα από το 1947 ώς το 1972. Είναι αλήθεια πως σε μία πρώτη ματιά, στην εξαιρετι­ κά πληθωρική παραγωγή αυτών των χρόνων, φαίνεται να περιλαμβάνονται ταινίες αρκετά ανόμοιες μεταξύ τους. Πώς είναι δυνατό, θα μπορούσε ν’ αναρωτηθεί κανείς, να στεγαστούν εξίσου κάτω από την ίδια ονομασία, μεταφορές θεατρικών έργων, λαϊκές ηθογραφίες, κωμωδίες κρεβατοκάμαρας ή παρεξηγήσεων, μπουφονικές περιπέτειες ή ακόμα και σάτιρες του μικροαστι­ σμού. Και μάλιστα - μία περισσότερο προωθημέ­ νη ερώτηση - πώς είναι δυνατό, ταινίες τόσο ασήμαντες στη δομή τους ή στις κινηματογραφι­ κές τους αρετές, να θεωρούνται συστατικές του προσδιορισμού ενός ελληνικού στυλ ταινιών, ενός δηλαδή περίπου εθνικού κινηματογραφικού είδους. Όσον αφορά το πρώτο ερώτημα, θα δούμε αργότερα, ποιες είναι οι αφηγηματικές σταθερές που ενώνουν μεταξύ τους ταινίες θεματολογικά τόσο διάφορες, με τέτοιο τρόπο, ώστε αυτές να μην κατατάσσονται σε κάποιο από τα τρία προηγούμενα γνωστά είδη του κωμικού. Στο δεύτερο θα απαντήσουμε, ότι η φαρσοκω­ μωδία είναι αναμφίβολα το κύριο κινηματογρα­ φικό μας είδος, γιατί αν δούμε τις πιο χαρακτη­ ριστικές της ταινίες, σε μία ευθεία χρονολογική σειρά, από το «Οι Γερμανοί ξανάρχονται» του Αλέκου Σακελλάριου (1947), μέχρι το «Θανάση πάρε το όπλο σου» του Ντίνου Κατσουρίδη (1972), θα μπορούσαμε να διαμορφώσουμε, μία σχετικά πλήρη εικόνα, όλων των κοινωνικών με­ τασχηματισμών αυτής της περιόδου. Στα εικοσιπέντε χρόνια της φαρσοκωμωδίας αντικατοπτρί­ ζεται η διαμόρφωση της ελληνικής κοινωνίας, από την ήττα των δημοκρατικών δυνάμεων του εμφύλιου, μέχρι την καταναλωτική αλλοτρίωση ’που κορυφώθηκε στα χρόνια της πρόσφατης δι­ κτατορίας. Η εγκατάλειψη της υπαίθρου και η αστυφιλία, η μετανάστευση και η ανεργία, η διαφθορά και η ξενομανία, η ζωή στις πόλεις και'το μικροαστικό όνειρο του γρήγορου και άκοπου πλουτισμού με τις διάφορες μορφές του (πλούσιος γάμος, Προπό και λαχεία, κομπίνες και απάτες) υπάρχουν μέσα στις ταινίες, διαυγέστερα απ’ οπουδήποτε αλλού. Από μία άποψη, η φαρσοκωμωδία χαρτογρά­

φησε όλη την εθνική μας αντι-εποποιία, και παρ’ ότι μεμονωμένα οι ταινίες της αποτελούν ασή­ μαντα επεισόδια της καθημερινής αλλοτρίωσης, στο σύνολό τους, αρθρώνουν έναν βαθύτατα γκροτέσκο και σαρκαστικό λόγο, μας δείχνουν μια τερατουργία που έγινε μπροστά στα μάτια μας, χωρίς να την αντιληφθούμε. Και αν στις ταινίες αυτές δεν υπάρχουν στυλιστικά ή φορμα­ λιστικά επιτεύγματα, υπάρχει ωστόσο το βαθύ­ τερο νόημα του κινηματογράφου, αφού μέσα στο σφυγμό τους μπόρεσαν να καταγράψουν όλον τον υποτασικό παλμό μιας παρακμιακής με­ ταλλαγής της ελληνικής κοινωνίας.

Τι είναι η φαρσοκωμωδία Για να δώσουμε ένα στίγμα των εκφραστικών μέ­ σων, που χρησιμοποίησε η φαρσοκωμωδία, πρέ­ πει προηγούμενα ν’ ασχοληθούμε λίγο με τ’ άλλα τρία είδη της κινηματογραφικής έκφρασης του κωμικού. Να δούμε δηλαδή, με ποιον τρόπο εκ­ φράζεται και τι μορφές παίρνει η κωμωδία, η φάρσα και η κομεντί. Η κωμωδία λοιπόν, πηγά­ ζει κυρίως από τη δύναμη του λόγου, και το εν­ διαφέρον της στρέφεται στα τεχνάσματα και τις δολοπλοκίες που χρησιμοποιούν οι άνθρωποι για να επαναστατήσουν ενάντια στη συμβατικό­ τητα, την τρέχουσα ηθική, ή το πολιτικό και κοι­ νωνικό κατεστημένο. Υπάρχει ένας ρεαλισμός στις καταστάσεις που απογυμνώνονται σταδιακά από τη σοβαροφάνειά τους, αποκαλύπτοντας τις βαθιά κρυμμένες ανθρώπινες διαφορές, πάθη ή επιδιώξεις. Στην κωμωδία δηλαδή, μπορούμε να πούμε πως υπάρχει νόημα και συγκίνηση, υπάρ­ χουν στόχοι, ή όπως θα έλεγε ο G.B. Shaw, υπάρχει κοινωνική συνείδηση. Αντίθετα, αυτή ακριβώς η έλλειψη κοινωνικής συνείδησης χαρα­ κτηρίζει τη φάρσα, στην οποία υπερέχει συντρι­ πτικά η φυσική δραστηριότητα δηλαδή η κίνηση του σώματος πάνω στη λογοτεχνική επινοητικό­ τητα. Αυτό που έχει σημασία στη φάρσα είναι η αντίδραση ενός συγκεκριμένου καταγέλαστου ατόμου, σε μία πράξη, που μπορεί να είναι εξί­ σου, το περιλούσιμό του με μία τούρτα, ή η ίν­ τριγκα δύο παράνομων εραστών, πίσω από την πλάτη του. Για να λειτουργήσει χρειάζεται μο­ νάχα ένα θύμα, ένα πειραχτήρι, και τη φαντασία μίας έξυπνης νίλας. Δεν απαιτεί σφιχτή δομή, αλλά πολλές φορές είναι ένα κράμα, από καλαμ­ πούρια, αστεϊσμούς και παράλογες καταστάσεις. Δεν αναζητεί τίποτα περισσότερο από το ανέμε­ λο γέλιο και τη λαϊκή ψυχαγωγία. Μπορούμε να πούμε ότι αποτελεί μία φυσική συνέχεια της Commedia dell’ arte στον κινηματογράφο. Στην κομεντί τέλος (που λέγεται και δραματι­ κή κωμωδία), βρίσκουμε να επικρατούν τα στοι­ χεία, που καθορίζουν την κωμωδία, αλλά με


αφιερωμα/29 διαφορετικό στόχο. Εδώ υπάρχει μία μείξη του κωμικού και του δραματικού, μια ιστορία ας πούμε, με κωμική επίφαση, αλλά κατά βάθος δραματική, μία συνεχής αντιπαράθεση ανάμεσα στη σοβαρότητα και την ευθυμία. Παρότι βέβαια στον διεθνή κινηματογράφο δεν είναι εύκολο να ετικετάρουμε το έργο μεγά­ λων δημιουργών, σ’ ένα από τα προηγούμενα εί­ δη, θα τολμήσουμε, γενικεύοντας αρκετά το έργο τους, να πούμε ότι ο Κήτον είναι χαρακτηριστι­ κός εκπρόσωπος της βουβής φάρσας (burlesque), οι αδελφοί Μάρξ της νεότερης φάρσας, που ανα­ μιγνύει επιτυχημένα το σωματικό και το λεκτικό καλαμπούρι, και ο Τσάπλιν της κωμωδίας (στις ταινίες του μεγάλου μήκους). Πιο κοντά στο νόημα της κομεντί βρίσκονται μερικές δημιουρ­ γίες του Μπίλυ Γουάιλντερ ή κάποια σενάρια του Νηλ Σάιμον, όπου είναι φανερή η διαμάχη, ανάμεσα στις δυνάμεις του καλού και του κα­ κού της ανθρώπινης φύσης. Η φαρσοκωμωδία είναι ένα καταρχή νόθο εί­ δος. Αν εξετάσουμε τα κύρια συστατικά της, θα δούμε ότι η ερμηνευτική της αντίληψη βρίσκεται πιο κοντά στη φάρσα. Οι τύποι της (μπούφοι, μάγκες, καλοκάγαθοι αστοί, επαρχιώτες κλπ.) είναι τυποποιημένοι χαρακτήρες, που γεννήθη­ καν στις αθηναϊκές επιθεωρήσεις, και έφεραν στον κινηματογράφο όλα τα εκφραστικά τερτί­ πια, που τους διαμόρφωσαν στο θέατρο. Από την άλλη μεριά, η δομή της πλοκής της βρίσκεται πιο κοντά στην τυπική τρίπρακτη θεατρική κω­ μωδία, πολλά έργα της οποίας αποτέλεσαν τη βάση για μερικές από τις καλύτερες ταινίες του είδους. Εκείνο όμως που δίνει στη φαρσοκωμωδία μία συνοχή και μας κάνει να την προσδιορίζουμε, σαν ένα ξεχωριστό είδος, είναι η παρουσία ενός ηθικού σχολίου, μίας κριτικής ματιάς πάνω στην κοινωνία, που γεννά ένα συναισθηματικό δέσιμο του θεατή με το θύμα. Αυτό το συναισθηματικό δέσιμο είναι πιο φα­ νερό στις ταινίες του Θανάση Βέγγου, που απο­ τελούν τυπικά παραδείγματα για ανάλυση των συνιστωσών της φαρσοκωμωδίας. Έτσι τόσο στις ταινίες του, που θα μπορούσαν να είναι θαυμάσιες κωμωδίες (π.χ. Τι έκανες στον πόλεμο Θανάση) αν τα πολλά φαρσικά στοιχεία δεν αποδυνάμωναν τη συνοχή της πλοκής και τους στόχους της, όσο και στις ταινίες του που περι­ λαμβάνουν μονάχα φαρσικά καμώματα (πχ. ΘΒ. φαλακρός πράκτωρ 000), η συμπάθεια του θεατή προς το πρόσωπο του Βέγγου είναι η κοινή συνισταμένη που εξισώνει τα ετεροβαρή στοιχεία της κωμωδίας και της φάρσας. Υπεραπλοποιώντας τα παραπάνω, ας πούμε, ότι ακόμα και οι πιο τυπικές τρίπρακτες κωμω­ δίες, στην κινηματογραφική τους μεταφορά, μπολιάζονται με τόσα φαρσικά στοιχεία, ώστε


30/αφιερωμα δεν είναι δυνατό να γίνεται λόγος για κωμωδία, ενώ οι φάρσες δεν περιορίζονται μονάχα στους αστεϊσμούς, τις νίλες και τις καταδιώξεις, αλλά δένουν συναισθηματικά το θεατή με το θύμα, πράγμα που εξ ορισμού αποκλείει τη λειτουργία της τυπικής φαρσικής κατάστασης. Ακριβώς αυτά τα δύο είδη, δηλαδή οι ξεθυμασμένες φάρσες και οι χωρίς στόχο κωμωδίες, αποτελούν την πλατφόρμα ανάπτυξης της ελλη­ νικής φαρσοκωμωδίας.

νων. Οι καπάτσες κοπέλες,τις δειλές Σταχτοπού­ τες. Οι αλλοτριωμένοι αστοί ., τους τίμιους αν­ θρώπους. Στον πίνακα που ακολουθεί, ο αναγνώστης μπορεί να διακρίνει τα βασικά αφηγηματικά μοτίβα της φαρσοκωμωδίας, που αντικατοπτρίζουν όλη την εξέλιξη του είδους, και καλύπτουν όλο το φάσμα των σεναριακών του ευρημάτων. Είναι μία δουλειά, που απ’ όσο ξέρουμε, για πρώτη φορά γίνεται στον ελληνικό κινηματογράφο και πιστεύουμε πως κάνει σαφέστερο το άρθρο που διαβάσατε.

Θεματολογία της φαρσοκωμωδίας Σ’ αυτό το άρθρο, θα εξετάσουμε τη θεματολο­ γία της φαρσοκωμωδίας της περιόδου 19471972. Αυτό γιατί, μετά το 1972, άλλου είδους με­ τασχηματισμοί (κοινωνικοί, οικονομικοί, κλπ.) επέδρασαν με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο, στο κατεστημένο μοντέλο παραγωγής της ελληνι­ κής κινηματογραφίας, με αποτέλεσμα τη σημαν­ τική αλλοίωση των μέχρι τότε γνωστών και εν λειτουργία κινηματογραφικών ειδών. Η θεματολογία λοιπόν της περιόδου 19471972, κεντρώνεται στον τρόπο ζωής των Ελλή­ νων μικροαστών και είναι ευδιάκριτος ο διαχω­ ρισμός της σε δύο χρονικές υποπεριόδους. Στην πρώτη υποπερίοδο που ορίζεται χρονι­ κά μεταξύ των ετών 1947 και 1962 (όπου αρχίζει και ολοκληρώνεται ο μετασχηματισμός της ελλη­ νικής κοινωνίας από κυρίως αγροτική σε αστι­ κή) η φαρσοκωμωδία ταυτίζεται με την κατα­ γραφή της κατάστασης και τη γελοιοποίηση διά­ φορων τύπων που τη χαρακτηρίζουν. 'Ετσι εμ­ φανίζονται ο αφελής επαρχιώτης που έρχεται στην Αθήνα, ο λαϊκός μπούφος, η κουτσομπόλα της γειτονιάς, ο πολυτεχνίτης μικροκομπιναδόρος κ.ά. Αυτοί οι τύποι, παρά τη σχηματικότητά τους και την αφέλεια των περιγραμμάτων τους, είναι ρεαλιστικοί. Κινούνται σε πραγματικούς χώρους (γειτονιά, συνοικία, αυλή), μιλούν τη γλώσσα της εποχής και σκέφτονται σαν άνθρω­ ποι της εποχής τους. Παρότι δε δηλώνονται σαν προλετάριοι, είναι προλετάριοι, που προσπα­ θούν απελπισμένα να ενταχθούν στο στρατόπεδο της κυρίαρχης τάξης. Στη δεύτερη υποπερίοδο (1962-1972) ο αστι­ κός μετασχηματισμός έχει ολοκληρωθεί. Τώρα η αλλοτριωμένη συνείδηση, η καταναλωτική μα­ νία, ο «δυτικός πολιτισμός» όπως αποτυπώνεται στη μουσική (ροκ), τα ρούχα (μόδες), τους χώ­ ρους συναναστροφής (κλάμπ) κλπ., κυριαρχούν. Η φαρσοκωμωδία καδράρει όλα αυτά τα στοι­ χεία: Το μικροαστικό κακόγουστο διαμέρισμα αντικαθιστά την αυλή. Οι ερωτικές δολοπλοκίες και οι ίντριγκες, τις κομπίνες των μικροαπατεώ-

Το οικογενειακό δένδρο της ελληνικής κωμωδίας 1. ΚΩΜΩΔΙΕΣ ΚΑΤΑΔΙΩΞΗΣ 1.1 Κυνήγι θησαυρού: Αγάπησα μια -πολυθρόνα, Ένα ασύλληπτο κορόϊδο, Ο θησαυρός του μακαρίτη, Δικτάτωρ καλεί Θανάση, Να ζη κανείς ή να μη ζη, Διακοπές στην Κολοπετινίτσα, Αν έχεις τύχη. 1.2. Κυνήγι πολύτιμου αντικειμένου: Ο αγαθιάρης και η ατσίδα, Τα κορόϊδα η βαλίτσα μου κι εγώ, Εγώ και το πουλί μου, Το τυχερό παντελόνι. 1.3. Κληρονομιά: Και οι 14 ήταν υπέροχοι, 0 ι κλη­ ρονόμοι, Οι 3 ψεύτες, Μαριχουάνα στοπ. 1.4. θεοπάλαβοι ντετέχτιβς: Βοήθεια ο Βέγγος φα­ νερός πράκτωρ 000, ΘΒ επιχείρηση γης-μαδιάμ, Ο βα­ σιλιάς της γκάφάς, Το μεγάλο ρουθούνι, Πράκτορες 005 εναντίον χρυσοπόδαρου, Οι 3 ντετέκτιβ. 1.5. Έλληνες και Γερμανοί: Τι έκανες στον πόλεμο Θανάση, Ψηλά τα χέρια Χίτλερ, Οι Γερμανοί ξανάρ­ χονται. 2. ΚΩΜΩΔΙΕΣ ΧΑΡΑΚΤΗΡΩΝ 2.1 Άντρας που παρασύρεται από γυναίκα: Ένας βλάκας και μισός, Η κάλπικη λίρα, Μια ζωή την έχου­ με, Ένα βότσαλο στη λίμνη, Το θύμα, Λαός και Κολωνάκι, Πατέρα κάτσε φρόνιμα. 2.2 Κατά φαντασία Δον Ζουάν: Κάτι κουρασμένα παλληκάρια, Ο καζανόβας, Κορόϊδο γαμπρέ, Ο φα­ φλατάς, Υιέ μου υιέ μου, Τι 30! τι 40! τι 50!, Δελησταύρου και υιός. 2.3 Επαρχιώτης στην Αθήνα: Ο Θύμιος τά ’κάνε θά­ λασσα, Ο Θύμιος τά ’χει 400, Ένας Κίτσος στα μπου­ ζούκια, Κίτσος μίνι και σουβλάκια, Ένας ιππότης με τσαρούχια, Ο τετραπέρατος, Ο Μιχαλιός του 14ου. 2.4 Τύποι της γειτονιάς: Η καφετζού, Η Σμυρνιά, Η προξενήτρα, Οι κυρίες της αυλής, Δοσατζού επιχείρησις γαμπρός, Το σωφεράκι, Περιπλανώμενοι Ιουδαίοι. 2.5. Πολυτεχνίτες κι ερημοσπίτες: Δόκτωρ Ζιβέγγος, Δουλειές του ποδαριού, Πολυτεχνίτης κι ερημο­ σπίτης. Ήρωες της γκάφας, Οι άσσοι της τράκας. 2.6. Αστοί και μικροαστοί: Ο σπαγγοραμμένος, Φω­ νάζει ο κλέφτης, Ζητείται ψεύτης, Τρίτη και 13, Η χαρτοπαίχτρα, Ο εαυτούλης μου, Μικροί και μεγάλοι εν δράσει, Μια Ιταλίδα στην Κυψέλη, Ο Κλέαρχος η Μαρίνα κι ο κοντός.


αφιερωμα/31 3.

ΚΩΜΩΔΙΕΣ ΠΑΡΕΞΗΓΗΣΕΩΝ

3.1 Άλλος αντ’ αλλού 3.1.1. Σννωνυμίες: Τύφλα νά ’χει ο Μάρλον Μπράντο, Ο ανιψιός μου ο Μανώλης, Φίφης ο ακτύπητος. 3.1.2. Ομοιότητες: Βίδα Ρένα, Η Λίζα και η άλλη, Τα δίδυμα. 3.1.3. Απάτες: Ο εμίρης και ο κακομοίρης, Ξυπόλητος πρίγκιψ, Ο θείος από τον Καναδά. 3.1.4. Περιστάσεις: Αχ! αυτή η γυναίκα μου, Καπετά­ νιος για κλάματα, Ο ψεύτης, Γαμπρός απ’ το Λονδίνο. 3.1.5. Ενόυματολογικές παρεξηγήσεις: Ο κύριος πτέ­ ραρχος, Ο Ηλίας του 16ου, Δόκτωρ Ζιβέγγος. 3.1.6. Αντιποίηση διασημότητας: Το πιο λαμπρό μπουζούκι, Ραντεβού στον αέρα, Ποια είναι η Μαργα­ ρίτα. 3.2. Ανεπιθύμητες βεντέτες: Ο λαγοπόδαρος, Μακρυκωσταίοι και Κοντογιώργηδες. 3.3. Ανύπαρκτοι σωσίες: Ο Δήμος απ’ τα Τρίκαλα, Ο φίλος μου ο.Λευτεράκης. 3.4. Εφιάλτες: Τρελός τρελός τρελός Βέγγος, Αλίμο­ νο στους νέους, Οι Γερμανοί ξανάρχονται.

4.

ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ ΤΗΣ ΕΠΙΤΥΧΙΑΣ

4.1. Σταχτοπούτες: Ξύπνα καημένε Περικλή, Η κοροϊδάρα, Δύο πόδια σ’ ένα παπούτσι, Μοντέρνα στα­ χτοπούτα, Το κλωτσοσκούφι, Η μουσίτσα, Έλα στο θείο, Αγοροκόριτσο, Το ποντικάκι, Το τρελοκόριτσο. 4.2. Προικοθήρες: Ο γαμπρός μου ο προικοθήρας, Συμμορία εραστών, Ο γαμπρός μου ο δικηγόρος, Οι προικοθήρες. 4.3 Ο θείος απ’ την Αμερική: Ο Φανούρης και το σόϊ του, Η θεία απ’ το Σικάγο, Λάλα το Λαλάκη. 4.4. Ανέλπιστη επιτυχία: Η ταξιτζού, Ο γίγας της Κυψέλης, Απ’ τ’ αλώνια στα· σαλόνια, Η κόμησσα της Κέρκυρας. 4.5 Φτωχοί που παριστάνουν τους πλούσιους: Φου­ καράδες και λεφτάδες, Ο τσαχπίνης, Φτωχός εκατομ­ μυριούχος, Διακοπές στην Αίγινα, Ο μπαμπάς μου κι 4.6. Μικροαπατεώνες: Οι φτωχοδιάβολοι, Η Παριζιάνα, Τα παιδιά της πιάτσας, Μια Ελληνίδα στο χα­ ρέμι.

5.

ΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΕΣ ΚΩΜΩΔΙΕΣ

5.1. Αποκαταστάσεις 5.1.1. Γεροντοκόρης αδελφής: Δεσποινίς ετών 39, Ο Ρωμιός έχει φιλότιμο, Γαμπροί της Ευτυχίας. 5.1.2. Κοριτσιών: Η θεία απ’ το Σικάγο, Ο Αριστείδης και τα κορίτσια του, Ο Θόδωρος και το δίκανο. 5.1.3. Αδελφών: Ο παπατρέχας, Η ωραία του κουρέα, Ο ατσίδας, Μερικοί το προτιμούν κρύο. 5.2. Ερωτικές συγκρούσεις 5.2.1. Λαϊκός τύπος - Κακομαθημένο πλουσιοκόριταο: Ένας μάγκας στα σαλόνια, Οι θαλασσιές οι χάντρες, Το κοροϊδάκι της πριγκιπέσσας, Ο μάγκας με το τρίκυκλο, Το κοροϊδάκι της δεσποινίδος, Η κόμησσα της φάμπρικας. 5.2.2. Το ημέρωμα του άντρα: Ο στρίγγλος που έγινε αρνάκι, Ο τζαναμπέτης, Ραντεβού στην Κέρκυρα,


32/αψιερωμα Εξωτικές βιταμίνες, Ο γεροντοκόρος, Ο τρελός τά ’χει 400, Ένα κορίτσι για δυο. 5.2.3. Έρωτας ανταγωνιστών: Διαβόλου κάλτσα, Τζένη Τζένη, Η κόρη μου η Σοσιαλίστρια, Τρελά κορίτσια απίθανα αγόρια, Η κυρά μας η μαμμή, Η κόμησσα της φάμπρικας. 5.2.4. Η ζήλεια σαν κόλπο για την αναθέρμανση σχέ­ σεων: Η γυναίκα μου τρελάθηκε, Διαζύγιο αλά ελληνι­ κά, Ο κόσμος τρελάθηκε, 24 ώρες ζωντοχήρα, Η χαρ­ τοπαίχτρα, Ο ζηλιαρόγατος. 5.2.5. Συμπτώσεις για ζηλιάρηδες: Τα κίτρινα γάντια, Η σωφερίνα, Η Εύα δεν αμάρτησε, Νύχτα γάμου, Η κρεβατομουρμούρα. 5.3. Μεταμφιέσεις 5.3.1. Γυναίκα ντύνεται άντρας: Η Αλίκη στο ναυτικό, 2.000 ναύτες κι ένα κορίτσι, Η αρχόντισσα και ο αλή­ της. 5.3.2. Άντρας ντύνεται γυναίκα: Η Κλεοπάτρα ήταν Αντώνης, Ο Αριστείδης και τα κορίτσια του, Για μια τρύπια δραχμή, Τροχονόμος Βαρβάρα. 5.4. Κωμωδίες γάμου , 5.4.1. Μυστικός γάμος: Μιας πεντάρας νιάτα, Ένας τρελός τρελός αεροπειρατής. 5.4.2. Εικονικός γάμος: Ένας ιππότης για τη Βασούλα, Σάντα Τσικίτα, Ο παράς κι ο φουκαράς.

5.4.3. Συζυγικές απιστίες: Ούτε γάτα ούτε ζημιά, Κέ­ ρατο στο κέρατο, Ένα βότσαλο στη λίμνη, Ο ζηλιαρό­ γατος, 7 χρόνια γάμου. 5.4.4. Το κυνήγι της αγαπημένης: Ο Θανάσης η Ιουλιέτα και τα λουκάνικα, Η νύφη τό ’σκάσε. 5.4.5. Ώριμοι ερωτιάρηδες: Μια τρελή τρελή σαραντάρα, Δελησταύρου και υιός, Υιέ μου υιέ μου, Ζητεί­ ται επειγόντως γαμπρός.

6.

ΚΩΜΩΔΙΕΣ ΣΥΝΕΙΔΗΣΕΩΣ

6.1. Ο τελευταίος τίμιος: 'Αλλος για το εκατομύριο, Η κυρία του κυρίου, Ο μπούφος. Ένας Βέγγος για όλες τις δουλειές, Έξω οι κλέφτες, Φωνάζει ο κλέ­ φτης, Να ζει κανείς ή να μη ζει. 6.2. Ιδεολογικές συγκρούσεις: Μπετόβεν και μπου­ ζούκι, Ξύπνα Βασίλη. 6.3. Η τρέλα σαν μέσο φυγής: Ευτυχώς τρελάθηκα, Διακοπές στο Βιετνάμ, Ξύπνα Βασίλη, Ο τρελάρας, Ο τρελός τά ’χει 400. 6.4. Ο τίμιος σαν θύμα: Θανάση πάρε τ’ όπλο σου, Ένας ήρως με παντούφλες, Ποιος Θανάσης. * Ο πίνακας που δημοσιεύεται εδώ είναι απόσπασμα από το υπό έκδοση βιβλίο των Στάθη Βαλούκον και Βασίλη Σπηλιόπουλου *Η κωμωδία στον ελληνικό και ξένο κινηματογράφο».

—----- Ε κδόσεις Στιγμή --------ΖΩΟΔΟΧΟΤ ΠΗΓΗΣ 91-93, ΑΘΗΝΑ IU 73 τηλ. 36.44.0fi1

noffiopuia

Κ υκλοφ ορούν

ΓΡΑΦΗ ΚΙ ΑΜΑΓΜ21Η

Νίκον Καχτίτση

τεύχος 2 7

αφιέρωμα Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΕΛΟΙΟΓΡΑΦΙΑ

Ο ΕΞΩ ΣΤΗΣ

Μποστ, Κυρ, Αντώνης Καλαμάρας, Αντρέας Πετρουλάκης, Στάθης, Λογά, Σπόρος Ορνεράκης

Τόλη Καζαντζή ΜΙΑ ΜΕΡΑ ΜΕ ΤΟΝ ΣΚΑΡΙΜΠΑ

κείμενα: Αλ. Κοτζιάς, Γ.Ξ. Στογιαννίδης, Π. Κουβελάκης, Μ. Γκανάς, Σ. Κωστόπουλος, R. Caillois

(αφήγημα)

Αδαμάντιος Διαμαντής - Γιώργος Σεφέρης ΑΛΛΗΛΟΓΡΑΦΙΑ

Είκοσι απαντήσεις στο ερώτημα ΠΑΠ ΓΡΑΦΕΤΕ;

(■953-1971)

Μπόρχες, Μαρκές, Έκο, Ντυράς, Γκίνσμπεργκ κ.ά.

φιλολογική έπιμέλεια: Μιχάλης Πικρής

Φρήντριχ Σίλλερ

ΠΕΡΙ ΑΦΕΛΟΥΣ ΚΑΙ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΗΣ ΠΟΙΗΣΕΩΣ

j

φωτογραφικό ρεπορτάζ ΑΘΗΝΑ ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ ΠΡΟΤΕΥΟΥΣΛ ΤΗΣ ΕΥΡΟΠΗΣ Οι αντιθέσεις ενός χώρου

μετάφραση: Παναγιώτης Κονόΐ'λΐ/ς Σελίδες επικοίρότητας και κριτικής Κεντρική διάθεση ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΝΕΦΕΛΗ λίαυρομιχάλη 9, Αθήνα — τηλ. 86.07.74'ι


αφιερωμα/33

Κώστας Γεωργουσόπουλος

Θέατρο χωρίς χιούμορ,

«Ταραντέλλα» των Γ. Γιαννακόπονλον - Κ. Νιχολαΐδη, από το «θίασο των 30»

θέατρο ρήξης και αναβολής Δεν γνωρίζω πως θα οριοθετηθουν τα πραγματα στο αφιέρωμα τον «Διαβάζω». Πώς θα οριστεί το χιούμορ και πώς θα αποκλεισθούν από τις προσμείξεις μαζί του άλλες εκδηλώσεις που βαίνουν παράλληλα, αλλά και αντίθετα από τη ροή του χυμού. Πάντως, αν το χιούμορ οριστεί σε βιολογικές παραμέτρους λαμβανομένης υπόψη και της καταγωγής της λέξεως από τη λέξη χυμός, φοβάμαι πως θα δυσκο­ λευτούμε να βρούμε χιουμοριστικά κείμενα στο νεοελληνικό θέατρο. Πράγματι, αν το χιούμορ προσδιορίζει και μιαν ορισμένη ιδιοσυγκρασία, αν είναι δηλαδή μια ει­ δική κράση, ανάμειξη των χυμών του οργανι­ σμού, αν δηλαδή προϋποθέτει μια συγκεκριμένη χύμευση των οργανικών υγρών, όπως ισχυριζό­ ταν ο Ιπποκράτης, πάλι φοβάμαι πως ο σημερι­ νός έλληνας για λόγους που αδυνατώ τώρα να εξετάσω, διαφέρει άρδην από τους αρχαίους προγόνους του. Μια από τις μεγαλύτερες δυσχέρειες της μεταφράσεως του Αριστοφάνη στα νέα ελληνικά εί­ ναι ακριβώς η εύρεση της χιουμοριστικής αντι­ στοιχίας. Οι ήρωες του Αριστοφάνη είναι ιδιαι­ τέρως χυμώδεις τύποι (με την έννοια που προηγήθηκε) και δύσκολα βρίσκουν νεοελληνικά ανάλογα. Σήμερα έχεις την εντύπωση πως οι χυ­ μοί έχουν παγώσει. Έχει προσφάτως γραφτεί πως ο σύγχρονος έλληνας δεν έχει χιούμορ, έχει πλάκα. Η οριοθέτηση είναι καίρια, γιατί περι­

γράφει ένα άτομο, όχι ένα πρόσωπο, που βρί­ σκεται σε συνεχή ρήξη με τον εαυτό του και το περιβάλλον του. Η πλάκα, ουσιαστικό του πλα­ κώνω (= κτυπώ, καταμερίζω), σημαίνει τη δια­ σκέδαση που αισθάνεσαι βλέποντας ανθρώπους να συμπλέκονται. Αργότερα, η άγνοια της προέ­ λευσης του πράγματος, έδωσε την έκφραση «σπάζω πλάκα» που σημαίνει παρευρίσκομαι μάρτυρας σε παρανοϊκό γεγονός ή καταπιάνομαι με έργο χωρίς να έχει τούτο νόημα ή ωφέλεια ή αποτέλεσμα. Το χιούμορ έχει τελείως άλλη διάσταση και προϋποθέτει άλλη διάθεση. Ο έχων καλά ισορ­ ροπημένους τους χυμούς του άνθρωπος είναι κατ’ αρχήν πρόσωπο, δηλαδή έχει αναφορικότητα, περιέχεται σ’ ένα πεδίο αναφοράς· ο χιουμο­ ρίστας άνθρωπος κατ’ αρχήν καταφάσκει το ζην, έχει συμβιβαστεί με το γεγονός του θανάτου και αντιμετωπίζει στωικά τον βίο.


34/αφιερωμα Τέτοιους ανθρώπους, λόγω της ιστορικής συγ­ κυρίας, σπάνια θα βρεις στη σύγχρονη Ελλάδα και δεν εξαιρώ ούτε αυτούς που μιμούνται τάχα το βρετανικό φλέγμα. Συνήθως αυτά για τον μέ­ σο έλληνα είναι αντικείμενο πλάκας. Το ελληνι­ κό θέατρο, όταν δεν είναι σοβαροφανές έως πλήξεως, (και εδώ αναφέρομαι στις απόπειρες να γραφεί ποιητικό θέατρο -στην πλειοψηφία τους οι ποιητές μας εξορίζουν από το σοβαρό θέατρο το χιούμορ ως κατωτέρας ποιότητας) είναι θέα­ τρο πλάκας. Πρότυπο της λαϊκής κωμωδίας, ο Καραγκιόζης, ο κατεξοχήν πλακατζής τύπος νεοέλληνα. Έχω γράψει και άλλοτε πως ο Κα­ ραγκιόζης προϋποθέτει τον Πασά, τον Βεληγκέκα, είναι δυστυχής χωρίς αυτούς- δεν σκέφτεται, σοφίζεται. Το χιούμορ είναι η απελπισμένη πλευρά του στοχασμού. Η «σοφιστεία» είναι η απόπειρα να αποφύγεις το στοχασμό. Οι γιαγιά­ δες μας έγραφαν στα Λευκώματά τους «το γαρ πολύ της σκέψεως γεννά παραφροσύνην», εξού και η γνωστή λαϊκή ρήση: «Σκάσε, φιλόσοφε», και η άλλη αρκούντως διαφωτιστική, όταν επι­ θυμείς να εξηγήσεις κάτι σε κάποιον με λογικά επιχειρήματα: «Μη με σκοτίζεις». Το χιούμορ είναι το δόντι της λογικής, όταν σκοντάφτει στο χτένι. Ο νεοέλληνας σπάνια φτά­ νει έως εκεί. Προτιμά να σπάσει το δόντι. Όσο και να ψάχνω δε βρίσκω κανένα θεατρικό κείμε­

Η φύση έχει λίγη σημασία όταν αγαπάς...

Η Χίου και ο Μορ Μια παραφθορά κι έναν καιρό ήταν ένα κορίτσι, που λάτρευε τους ήχους και τη λέγαν Ηχώ. Μετά έγινε Ηχου και τελικά η Χίου. Η Χίου αγαπούσε τους ήχους και τη

νο με χιούμορ. Κάποια αντίγραφα του ευρωπαϊ­ κού βουλεβάρτου, κάποιες κομεντί που αποπειράθηκαν να εισαγάγουν το ευρωπαϊκό χιούμορ δυστυχώς παρέμειναν στο ευφυολόγημα, στις εξυπνάδες και στα σαχλά λογοπαίγνια. Αυτό δε σημαίνει πως προσωπικά λυπάμαι που δεν υπάρχουν χιουμοριστικά έργα στο ρεπερτόριό μας. Και η πλάκα καλή είναι, όταν αποκαλύπτει έναν λαό ή έναν άνθρωπο. Αντίθετα το χιούμορ πολλές φορές κρύπτει, καλύπτει και όχι σπάνια κουκουλώνει τα ελαττώματα ενός λαού. Π.χ. το περίφημο χιούμορ του Μπέρναρ Σω για χρόνια μας παραπλάνησε όσον αφορά τα ήθη του Ά γ ­ γλου, ώσπου ο Πίντερ μας αποκάλυψε έναν πε­ ριδεή ά-χυμο άγγλο ανθρωπάκο. Πάντως, αν πρέπει επιτέλους να βρω κάτι πράγματι χιουμοριστικό στο νεοελληνικό θέα­ τρο, θα πάω στην πρώτη ουσιαστικά σάτιρά μας, στον «Χάση» του Γουζέλη. Εκεί, ο Θοδωρής Κατωπίδης, ο Χάσης, τσαγκάρης και καρπαζοει­ σπράκτορας, όταν όλοι οι άλλοι στη Ζάκυνθο καυχιούνται για τα οικογενειακά τους εύσημα, εκείνος μη έχοντας πρόγονο να παραπέμψει, ανάγεται στον πρεσβύτερο γιο του, ο οποίος εί­ ναι φυλακή για φόνο, και όταν αυτό δεν φαίνε­ ται να εντυπωσιάζει, σημειώνει πως ο φονιάς γιος είναι μέχρι το λαιμό βουτηγμένος στη σύφι­ λη!

μουσική τους, αλλά όεν γελούσε ποτέ. Δεν κοίταζε ποτέ χάμω, γι’ αυτό ούτε χαμογελούσε. Εκείνο τον καιρό ήταν κι ένα παιδί, που αγαπούσε κάθε όμορφη μορφή στο καθετί με μιαν αγάπη κάθετη. Κι επειδή το παιδί αγαπούσε τα μόρια κάθε όμορφης μορφής μ’ όρια και δίχως όρια, το λέγανε Μορ. Μορ. Όχι λιγότερο, αλλά ίσως πιο πολύ: More. Όμως κι ο Μορ όεν γελούσε, ούτε χαμογελούσε. Μέχρι που η Χίου κι ο Μορ συναντήθηκαν. Και κοιταχτήκανε. Κι ερωτευτήκανε. Κι ενωθήκανε. Και στεφανωθήκανε. Κι από τότε άρχισαν να χαμογελούν. Μα πιο πολύ χαμογελούν με το παιδί τους. Που ξέρετε δα πώς το βαφτίσανε: Χιούμορ. Κώστας Παύλου Παναγιωτόπουλος, (B AR-BAR).


αφιερωμα/35

Οι “αστείοι” λαϊκοί ήρωες στην Ελλάδα σε σειρές λαϊκών φυλλαδίων Από τη «Βατραχομνομαχία» ώς τον Πτωχοπρόόρομο, το ελληνικό κωμικο-σατιρικό ανάγνωσμα όεν έπαψε να ανθεί. Στη νεότερη Ελλάδα το κωμικό κείμενο από νωρίς χρησιμοποιήθηκε είτε ως απλή ψυχαγωγία, είτε ως παιδαγωγικό μέσο είτε ως πολιτικό κοινωνικό όπλο. Λαός με έντονη αίσθηση τον χιούμορ οι Έλληνες όεν έπαψαν ακόμα και στις χειρότερες στιγμές της ιστορίας τους να σατιρίζουν πρόσω­ πα και καταστάσεις είτε με την πιο «λόγια» γλώσσα ενός «Ρωσοαγγλογάλλον» είτε με την εντελώς «λαϊκή» σάτιρα του Τσοπανάκου, είτε με την αιχμηρή και εξεζητη­ μένη ειρωνεία του Ροΐδη, είτε με τη χαριτολόγα σάτιρα του Λασκαράτον, του Σονρή ή τον Βάρναλη. Μέσα από τον κόσμο της κωμικής λογοτεχνίας ξεχωρίζουν μερικοί “αστείοι” ήρωες που κατόρ­ θωσαν, όπως εκείνος ο «Δον Κιχώτης» του Θερβάντες, να περάσουν στη λαϊκή συνείδηση σαν σύμβολα. Άλλοι δεν αξιώθηκαν τέτοια τύχη, αγαπήθηκαν όμως για μεγάλο χρονικό διάστημα από το λαό και αξιώθηκαν μεγάλης εκδοτικής κυκλοφορίας. Ας πάρουμε τους πιο σημαντικούς “κωμικούς” ήρωες κι ας προσπαθήσουμε να τους τοποθετή­

σουμε ανάλογα με τη χρονολογική εμφάνισή τους στο χώρο του αναγνώσματος. Οι Μπερτόλόος, Μπερτολδίνος και Κακασένος, το πρώτο, από τη Δύση προερχόμενο, κωμι­ κό τρίο, εκδόθηκαν και οι τρεις (πρώτα ο πρώ­ τος, που είναι και «γενάρχης», μετά ο γιος, τέλος ο εγγονός) σε διάφορες λαϊκές εκδόσεις (φυλλά­ δια) στα ελληνικά, ήδη από τα μέσα του 18ου αιώνα ώς και το 1927. Φυσικά οι πρώτες εκδόσεις έγιναν στη Βενετία


36/αφιερωμα και μάλλον είναι δύσκολο να χαρακτηριστούν «λαϊκές» ή όχι, σύμφωνα με τα σημερινά μέτρα που χαραχτηρίζουν μια έκδοση σαν «λαϊκή» ή όχι. Γιατί τότε «λαϊκά» και μη «λαϊκά» έντυπα δεν διέφεραν και πολύ μεταξύ τους στην εμφάνι­ ση και δεν απευθύνονταν σε λαϊκό αναγνωστικό κοινό. Την πλήρη εκλαΐκευση των «περιπετειών» των ηρώων αυτών, που σαν συγγραφέας τους φέρε­ ται ο Ιταλός Κρότσε, έχουμε στην Ελλάδα μετά το 1880 όπου ο οίκος «Κοραής» τα εκδίδει ανά­ μεσα σε άλλα λαϊκά φυλλάδια και λοιπά ανα­ γνώσματα. Ο τελευταίος «λαϊκός» εκδότης τους, ο Μ. Σαλίβερος, διαθέτει τα σχετικά με το κωμικό τρίο βιβλία του σε όλη τη διάρκεια του μεσοπολέμου. Ίσως θά ’πρεπε να λάβουμε υπόψη ότι η πα­ ρουσία αστείων τύπων έχει αρχίσει από πολύ παλιά σε περιοδικά ποικίλης ύλης ή και εφημε­ ρίδες με επιφυλλίδες που γράφουν οι: Άννινος, Σουρής, Κλ. Τριαντάφυλλος, κ.λ.π. Η «Βαβυλωνία» του Βυζάντιου είναι ένας κα­ λός πρόδρομος για δημιουργία «τοπικών» κωμι­ κών ηρώων, με εκμετάλλευση από τους συγγρα­ φείς του κωμικού στοιχείου που υπάρχει στην ασυνεννοησία που προέρχεται από τη χρήση των τοπικών ιδιωμάτων. Ένας άλλος “μεγάλος” κωμικός ήρωας στην Ελλάδα του 20ου αιώνα - ανυπέρβλητος σε δη­ μοτικότητα - είναι ο Καραγκιόζης. Το θέμα του Καραγκιόζη είναι τόσο «πλατνμένο* από την καραγκιοζολογία του αιώνα μας που μάλλον πρέπει να μην το περιορίσομε στα στενά και γε­ νικά πλαίσια του άρθρου μας αυτού. Θα πούμε μόνο τα λίγα γενικά αυτά: Καραγκιόζης, Αίσωπος και Χότζας

Ο ελληνικός Καραγκιόζης είναι ένα μίγμα Αίσω­ που -Νασρεντίν Χότζα- Τσοπανάκου και αρχαί­ ου γρύλλου (= χαζοχαρούμενο πρόσωπο της αρ­ χαίας ελλ. κωμωδίας). Φαίνεται πως η κωμική είναι μία από τις πολλές μορφές που μπορούσε να έχει το Θέατρο Σκιών πριν εκτοπιστεί από τον κινηματογράφο, το θέατρο ή το animation. Οι άλλες μορφές του ποικίλουν από την ιεροτε­ λεστία2 ώς την ακατάσχετη αισχρολογία.3 Εικάζεται πως από την Τουρκία έφερε στην Ελλάδα τον Καραγκιόζη ο Μανιάτης Γιάννης Πράχαλης. Στην πραγματικότητα φαίνεται πως αυτός είναι ο πρώτος που του έδωσε την ιδιαίτε­ ρη ελληνική μορφή του. Ο Καραγκιόζης απόχτησε «γραπτή» μορφή μετά το 1921, που ο Λουί Ρουσσέλ έκανε την πρώτη καταγραφή έργωνπαραστάσεων από τον Μόλλα. Ακολούθησε η έκδοση σειράς παραστάσεων Καραγκιόζη από τον Μάρκο Ξάνθο (εκδότης ΒουνησέαςΣαραβάνος) και τον Αντ. Μόλλα (εκδότης Δ.

Δελής). Ο Μόλλας, όπως και ο Ξάνθος, δεν έγραφαν τα έργα, όπως τα έπαιζαν. Απλώς έδωσαν - και πιο χαραχτηριστικά ο πρώτος - μία κατεύθυνση σαν αθιβόλι για ανάπτυξη μιας μορφής λαϊκού θεάτρου, μέσα από το θέατρο Σκιών. Κάτι που μπορεί να γίνει και με το κανονικό θέατρο. ΓΓ αυτό δεν επέμεναν μόνο στο κωμικό στοιχείο, αλλά και στο ηρωικό. Έδωσαν μια κατεύθυνση εκλαΐκευσης της θεατρικής δομής. Ο Αίσωπος και οι μύθοι του είναι ένας άλλος προαιώνιος αγαπημένος, μικρών και μεγάλων. Οι μύθοι και ο βίος του επανειλημμένα εκδίδονται ήδη από το Μεσαίωνα. Οι μύθοι του Αισώ­ που είναι από τα πρώτα τυπωμένα στα ελληνικά βιβλία, (στην Ιταλία, στα μέσα του 16ου αιώνα). Ανέκδοτα με τον Νασρ-εν-Ντιν-Χότζα εξέδω­ σε το 1896 ο Σκαρλατόπουλος σε τομίδιο που έγραψε ο Χρυσοσπάθης. Ο τελευταίος αυτός με τον ίδιο εκδότη, την ίδια χρονιά, εξέδωσε τα «Χίλια Διηγήματα» σε τομίδια (πρόκειται για ανέκδοτα της εποχής). Τα ίδια αυτά βιβλία εξέ­ δωσε ο Σαλίβερος πολλές φορές. Σχετικά θέματα είναι εκείνα που περιλαμβάνουν ανέκδοτα από την ζωή διαφόρων «τύπων» της παλιάς Ελλάδας (π.χ. «90 Μουραπάδες» του γερο-Γ. Κούτρα ή «ο Ανδρέας ο Βολιώτης» κλπ.). Οι «μουραπάδες» - ήτοι «χαζομάρες και εξυ­ πνάδες» - του γερο-Κούτρα είναι σίγουρα μια ελληνική έκφανση του Μπερτόλδου ή του Χότζα, ενώ ο «Ανδρέας ο Βολιώτης», που είναι κάτι πα­ ρόμοιο, έχει άμεση σχέση με τον Μυνχάουζεν, τον Δον Κιχώτη και οπωσδήποτε είναι το σχεδόν πανομοιότυπο ενός απ’ τα πρόσωπα του Καραγ­ κιόζη, του μάγκα Σταύρακα. Οι «Μουραπάδες» εκδόθηκαν το 1901, ενώ ο «Ανδρέας ο Βολιώτης» εκδόθηκε γύρω στα 1930. Πιο κάτω θα παραθέσουμε τους κωμικούς ήρωες και τις «περιπέτειές» τους, που εκδόθη­ καν σε σειρές τευχών, όσο το δυνατό κατά χρο­ νολογική σειρά εμφάνισης της κάθε έκδοσης: Ο Νασρεντίν έγινε αγαπητός στο ελληνικό κοι­ νό, αν και τουρκοφερμένος κι αυτός/ Έγιναν εκδόσεις του ήδη από το 1896. Ο Σαλίβερος έκα­ με πολλές επανεκδόσεις των πολυεκδομένων «ανεκδότων» του. Ο Δημητράκος και οι Παπαδημητρίου δεν υστέρησαν προπολεμικά και με­ ταπολεμικά (1947). Χειρότερη έκδοσή του είναι εκείνη του Δαρεμά (σε τομίδια μικρού σχήμα­ τος). Τώρα τελευταία κυκλοφόρησαν συλλογές των ανεκδότων του (1970) σε μεταφράσεις: μία από ρώσικη έκδοση και μία (του Μαγιόπουλου) από τα τούρκικα. Ο Νασρ-εν-Ντιν-Χότζα ευτύχησε των εξής εκ­ δόσεων (κυρίως): α) Έκδ. Σκαρλατόπουλος, Μτφρ. Χρυσοσπάθη. 1896. β) Έκδ. I. Νικολαίδης 1908. Μτφρ. από τα


αφιερωμα/37 τούρκικα Ι.Β.Κ. γ) Έκδ. Μ. Σαλίβερος, αλλεπάλληλες επανεκδόσεις (1908-1927). δ) Έκδ. I. Βασιλείου. Μτφρ. Κ. Τρικογλίδης, 1923. ε) Έκδ. Π. Δημητράκος. Συλλογή Αικατ. Σιδηροπούλου-Πικρού με λιθογρ. εξώφ. (80 σελί­ δες) 1932 (;) στ) Έκδ. Αρ. και Απόλ. Παπαδημητρίου, 6 φυλλάδια. Εξώφυλλα του Νείρου. 1939, 6 τεύχη (1. Προφήτης, 2. Στην Κόλαση. 3. Χαρτομάντης. 4. Κατάδικος. 5. Μονχτάρης. 6. Υπνοβάτης). ζ) Από άγνωστο εκδότη, το 1944. Σε 8 φυλλά­ δια με ανέκδοτα. η) Έκδ. Αριστοφ. Παπαδημητρίου. 10 τεύχη 24σέλιδα με λιθογραφ. εξώφυλλα (του Φωκ. Δημητριάδη). 1947. θ) Έκδ. «Άγκυρα». Συλλογή Γ. Τσουκαλά. Αλλεπάλληλες επανεκδόσεις: Α ' 1969, Β' 1971, Γ' 1976. ι) Έκδ. «Ζεύς» (Ηλ. Νικόδημος). Μτφρ. Μά­ ριου Σελήνη. Βιβλίο με σελ. 376. ια) Έκδ. Στ. Μαγιόπουλου. Μτφρ. από τα τούρκικα του ίδιου. Βιβλίο με σελ. 376.5 ιβ) Έκδ. Σπ. Λιναρδάτου. 8 τεύχη σε τόμο (1. Το τάμα του φτωχού. 2 Ο πονηρός γάιδαρος. 3. Το πάθημα του Βεζύρη. 4. Ο τυχερός πραματευ­ τής. 5. Τα ψεύτικα γένεια. 6. Ο Χότζας στο σεράι. 7. Ο ψευτοάρρωστος. 8. Ο τρελός σοφός). ιγ) Έκδ. «Κυψέλη». Μτφρ. από τα ρώσικα 'του έργου του Λεωνίδα Σολοβιώφ από τον Δ. Φωτιάδη το 1965. Σαρλώ

Ο Σαρλώ, εισαχθείς από τη Δύση, ήρθε να εμ­ πλουτίσει τη χορεία των κωμικών τύπων με περι­ πέτειες, που εκδίδονται ήδη από το 1925. Η έκ­ δοσή του επαναλαμβάνεται ώς το 1948. Αυτός εμφανίζεται σε διάφορα ελληνικά πε­ ριοδικά ήδη από τη δεκαετία του 1920. Παρατί­ θενται εδώ τα πιο γνωστά: α) Η «συμμετοχή» σε μια περιπέτεια του Κα­ ραγκιόζη («Ο Καραγκιόζης και ο Σαρλώ») στο περιοδικό «Σφαίρα» του Αντ. Συρίγου, που εκδόθηκε σε συνέχειες το 1925. Την έγραψε ο Λ. Δαυίδ (ψευδ. Α. Αττικός). β) Έκδ. Σπίκας και Σία, γύρω στα 1930, σε τομίδιο τσέπης, σε 8 τεύχη που το καθένα έχει έγχρωμο εξώφυλλο και 32 σελ. Έχει τίτλο «Ο Σαρλώ αστυνομικός» και περιλαμβάνει τις περι­ πέτειες: 1. Μια μυστική αποστολή. 2. Ο Μάγος του Άτλαντος. 3. Η ωραία Σουηδέζα. 4. Το ναυάγιο του «Αλμπατρός». 5. Το Έγκλημα του Αγίου Δομίγκου. 6. Το μυστικό του Β. Πόλου. 7. Το Στοιχειωμένο αυτοκίνητο. 8. Το γαλάζιο δια­ μάντι. γ) Έκδ. Αριστοφ. Παπαδημητρίου 1948.

Σκόρπια τεύχη. Εξώφυλλο: Φωκ. Δημητριάδηςή Γλιάτας (λιθογρ.). Χονδρός - Λιγνός

Οι Χονδρός-Λιγνός εκδίδονται από τους Παπα­ δημητρίου με λιθογραφημένα πολύχρωμα εξώ­ φυλλα το 1947. Σε εικονογραφημένες περιπέτειες εκδίδονται το 1958-60 και τώρα (1985) εξακο­ λουθεί να θάλλει η τελευταία έκδοση με φαρσογκάφες τους. 1. Εκδ. Αριστοφ. Παπαδημητρίου 1948. Σε τεύχη με έγχρ. εξώφυλλο Νείρου (λιθογρ.) Σχ. 14x21. 2. Εκδ. «Ατλαντίς» (Μ. Πεχλιβανίδη). 1960. Επανέκδοση 1982. Σχ. 17x25. Μεταπολεμικά φανερώθηκε κι ο «Μπιμπίκος» που ήταν ο κωμικός ήρωας του οπισθόφυλλου στο «Ελληνόπουλο». Αργότερα, στα μέσα της δε­ καετίας του 50, κυκλοφόρησε και σε ξεχωριστά φυλλάδια μεγάλου σχήματος με τίτλο «Οι τρέλες του Μπιμπίκου». Ο «Μπόμπος, ο καχύποπτος», ντέτεκτιβ της γκάφας, καλύπτει μία σελίδα εικονογραφημένη στην προπολεμική και μεταπολεμική «Μάσκα», ενώ ο «Τζιμ Πονόψυχος» (του Αρχέλαου), η «Λίλιαν η ντετεκτιβίνα» και ο «Πιτσιρίκος» εμ­ φανίζονται κυρίως στη μεταπολεμική «Μάσκα». Ο τελευταίος μάλιστα και σε ξεχωριστά φυλλά­ δια πού ’χουν τίτλο «Πιτσιρίκος» (14 τεύχη). Κωμικούς ήρωες βέβαια έχουν όλα τα περιοδι­ κά που δημοσίευαν σειρές αυτοτελών περιπε­ τειών διαφόρων ηρώων π.χ. ο «Υπεράνθρωπος» έχει τον Κοντοστούπη και (αργότερα) τον Τσιπτσιπ, ο «Μικρός Ήρως» τον Σπίθα, ο «ΓκαούρΤαρζάν» τον Ποκοπίκο και τη Χουχού και τα υπόλοιπα, άλλους λιγότερο δημοφιλείς.

Ταρζάν

Ο Απολ. Παπαδημητρίου σαν εκδοτικός οίκος «Άγκυρα», άρχισε να εκδίδει τη σειρά «Ταρ­ ζάν» που πραγματικά έγραψε ιστορία στην ελλη­ νική παιδική παραλογοτεχνία. Μ’ αυτό θ’ ασχο­ ληθούμε αμέσως τώρα ειδικότερα: Α ' Περίοδος: Αρχικά η σειρά ονομαζόταν «Ταρζάν», αλλά αμέσως μετά τα πρώτα τεύχη


38/αφιερωμα ονομάστηκε «Ταρζάν-Γκαούρ» για να γίνει «Γκαούρ-Ταρζάν» αργότερα. Ο Γκαούρ είναι μιγάς, ελληνοαράπης(Ι), που έχει φοβερή νο­ σταλγία για την Ελλάδα, αν και ποτέ δεν έχει ζήσει εκεί (ίσως να μην την είχε, αν είχε ζήσει), αλλά πάντα ζούσε στη ζούγκλα πάνω σ’ ένα «βραχώδικο ελληνικό βουνό». Ο συγγραφέας της σειράς, ο Νίκος Ρούτσος, έχει πλάσει μια ζούγ­ κλα κάπως στενάχωρη όπου η σπηλιά του «βασι­ λιά της ζούγκλας», του Ταρζάν, είναι σε από­ σταση από μία ώρα έως δύο μέρες, από το βουνό του Γκαούρ, ανάλογα με τις ανάγκες του συγ­ γραφέα. Ο Γκαούρ είναι ένας βλακωδώς υπο­ ταγμένος στον «άρχοντα της ζούγκλας» που δεν είναι ούτε δυνατότερος, ούτε καλύτερος σε τίπο­ τα απ’ αυτόν και που δεν κάνει άλλο από το να επιβουλεύεται από ζήλεια τον Γκαούρ και να ζη­ τά να τον εξοντώσει, παρ’ όλο που εκείνος του σώζει κάθε τόσο τη ζωή. Πολλές φορές μάλιστα έχουν έρθει σε σκοτωμό κάτι από ματαιοδοξίες, κάτι για τα όμορφα μάτια μιας μελαμψής «Ελληνίδας, πανώριας κόρης», της Ταταμπού, που κι οι δύο την αγαπούν, και που αυτή συζεί μια ζωή με τον Γκαούρ με τον οποίο είναι αθεράπευτα ερωτευμένη, και που αυτός, κάθε άλλο παρά «ελληνικά» φερόμενος, δεν αγγίζει ποτέ ερωτικά και ας κοιμούνται γυμνοί πλάι-πλάι χρόνια ολό­ κληρα, χιλιάδες νύχτες. Η ζηλιάρα Τζέην, γυναί­ κα του Ταρζάν, εγωίστρια και ερωτευμένη με τον Γκαούρ, τους βάζει να τσακώνονται συχνά. Ανάμεσα στα πόδια των δύο «γιγάντων», του «λευκού» και του «μελαμψού», μπερδεύεται ένας νάνος αράπης, που έχει «ζήσει στην Ελλάδα» και «είναι πανέξυπνος», ο Ποκοπίκο. Ο ήρωας αυτός είναι όλο το αλάτι της σειράς αυτής του Ν. Ρούτσου. Ίσως μόνο λόγω του ήρωα αυτού θα μπορούσε όλη η σειρά να τοποθετηθεί στα κωμι­ κά περιοδικά. Ο Ποκοπίκο, - μεταξύ Τσίτας, Καραγκιόζη και Μίκυ-Μάους - χωρίς να λέει εξαιρετικά πνευματώδη αστεία, αγαπήθηκε από το λαϊκό αναγνωστικό κοινό και μάλιστα από παιδιά. Σε σημείο που να «περάσει» το όνομά του σαν βρισιά (για κάποιον κοντό, γελοίο κι άσχημο) στη νεοελληνική γλώσσα. Λιγότερο συμπαθητική είναι η Χουχού, το ταίρι του. Αλλά αν ο Ποκοπίκο κι η Χουχού ζουν υπό την σκιά των δύο «γιγάντων», του «Έλληνα» και του Εγγλέζου, αυτοί οι δύο τελευταίοι ζουν κι αυτοί υπό την σκιά μεγαλύτερων γιγάντων: του Νταμπούχ, (του τρελού γοριλλάνθρωπου, που τρελάθηκε από έρωτα για την Τάταμπού), και του Γιαχάμπα, που κι αυτοί πάλι με τη σειρά τους ζουν κάτω απ’ τη σκιά του ακόμα πιο γί­ γαντα (!) ανθρωποφάγου και τερατόμορφου υδροκέφαλου, του Μποχάρ. Η μάγισσα Χούλχα, ο μονόφθαλμος μάγος Νάχρα-Ντου, η ιεραπό­ στολος Ιωάννα, ο κόντε Τζουτζούκος κι ο Αμε­ ρικανός τυχοδιώκτης Μαξ Άρλαν συμπληρώ­

νουν το ρεπερτόριο των μόνιμων ηρώων. Αργό­ τερα προστίθεται κι ο γιος του Ταρζάν, Μπέιμπυ ή (αργότερα) Κραγιαμπού. Ό λοι αυτοί, γεμάτοι πάθη και αντιπάθειες καθένας προς τους άλ­ λους, στριφογυρίζουν στη στενάχωρη ζούγκλα (ίσως εκείνη που ζούσε ο συγγραφέας τους στην καθημερινή του ζωή). Ας σημειωθεί ότι στο εσωτερικό του εξωφύλ­ λου (στην 2 σελ.) δημοσιευόταν και το πρώτο ελ­ ληνικό κόμικ (κάπως ιστορικό βέβαια) που θέμα του είχε το βίο και πολιτεία του Κουταλιανού (στα τεύχη 17-32) και τον κόντε Τζουτζούκο (στην σελ. 33 των ίδιων τευχών). Περίοδος Β.' Ο Ρούτσος συνεχίζει μόνος του την έκδοση της σειράς «Γκαούρ-Ταρζάν» στο ίδιο σχήμα με δίχρωμα εξώφυλλα και εικονογρά­ φηση Β. Απτόσογλου (είναι οι καλύτερες εικόνες του Βύρωνα αυτές). Από 15.10.1951 έκανε 113 τεύχη. Ήδη στο τεύχος 3 έχει κατάλογο αυτών που θα έγραφε ο Ρούτσος. Παράλληλα με την ίδια σειρά, ο Ρούτσος έβγαλε μετά ένα χρόνο (για την ακρίβεια 21.12.51) ένα περιοδικό με τον τίτλο «Ποκοπίκο» σε όμοιο σχήμα (12,5 x 17), δίχρωμο εξώφυλλο, όμοια εικονογράφηση (Β. Απτόσογλου) με τον «Γκαούρ-Ταρζάν». Μόνο που τα 16 τεύχη του είναι 18σέλιδα. Τα κόμικς

Στην Αμερική, Ευρώπη και Ιαπωνία, αλλά και σ’ όλο τον κόσμο, το κόμικ έχει τεράστια διάδο­ ση που οφείλεται στην ταχύρυθμη ζωή που δεν


αφιερωμα/39

τον Νίκος Ρούτσος, σε σκίτσο του Β. Απτόσογλον

αφήνει καιρό για την ανάγνωση μακροσκελών κειμένων, μιας και το κόμικ με την οπτική εικό­ να διηγείται όσα πολλές σελίδες λόγου. Οι σημαντικότερες σειρές κόμικς με περιπέ­ τειες κωμικών ηρώων είναι: Μίκυ Μάους. Με πρώτη (;) εμφάνιση (για την Ελλάδα) στο περιο­ δικό «Παιδική Εγκυκλοπαίδεια» του Π.Β. Δημητράκου (1933) σε συνέχειες με τίτλο: «Ο Κα­ ραγκιόζης κι ο Μίκυ Μάους». Ο ήρωας του Ντίσνεϋ και όλοι οι άλλοι του ίδιου παρουσιά­ στηκαν κυρίως από τις εκδ. «Ατλαντίς» γύρω στα 1955. Η «Ατλαντίς» κυκλοφόρησε τα πρώτα βιβλία με καρτουνίστικα κόμικς αποκτώντας τα εκδοτι­ κά δικαιώματα από τις εκδόσεις του Ντίσνεϋ. Περιπέτειες ηρώων όπως οι: Μίκυ Μάους, Ντόναλντ, Μπάμπυ, Χιονάτη, Σκάμπυ, Τσιπ και Ντέηλ, Κακός λύκος, Σνίφλς, Μπάκυ Μπακ, Τζίμινυ Κρίκετ κλπ. ή της «Γουώρνερ Μπράδερς» και «Μέτρο Γκόλντουϊν Μά··°ρ» (ΤομΤζέρυ, Μπάγκς Μπάννυ, Πόρκυ κλ.. ,'τις εκδί­ δουν σε σειρές με τίτλο «Ντίσνεϋ» (τα πρώτα) και «Γέλιο και Χαρά» (τα δεύτερα). Η πρώτη περίοδος των κόμικς αυτών (τεύχη 1-400) είναι έγχρωμη, σχήμα 21 X 29 με εξώφυλλο χωρίς γυα­ λιστερό χαρτί. Από το τεύχος 400 ώς το 600 επα­ νεκδίδονται τα «Γέλιο και Χαρά» με πλαστικο­ ποιημένα εξώφυλλα κλπ., ενώ το κοπυράιτ της έκδοσης των ηρώων του Ντίσνεϋ πήραν οι επι­ χειρήσεις Τερζόπουλος που τα επανεκδίδουν από το 1967 ώς σήμερα σε διάφορα σχήματα και αριθμό σελίδων. Ισως όμως καμιά δεν μπορεί να συναγωνιστεί την επιρροή που είχε η πρώτη σει­

ρά στους μικρούς δαμασμένους Έλληνες ανα­ γνώστες: Περιπέτειες του Μίκυ «στο Θιβέτ» ή τους «Τερμίτες» ή του Ντόναλντ στη «Χρυσή Πε­ ρικεφαλαία» ή «Στο τσίρκο», δύσκολα ξεχνιούν­ ται από όσους ήταν πιτσιρίκοι εκείνη την εποχή. Τομ και Τζέρυ: Εκδόθηκε από τον ίδιο την ίδια εποχή στην ίδια σειρά με το προηγούμενο, σε ίδιο σχήμα. Αμερικάνικο κι αυτό. Εκδίδεται τώ­ ρα από τον Δραγούνη. Μπάγκς Μπάννυ: Πρωτοεκδόθηκε στην ίδια σει­ ρά με τα προηγούμενα, στο ίδιο σχήμα κλπ. Αμε­ ρικάνικο. Εκδίδεται τώρα από τον Δραγούνη. Γούντυ ο τρυποκάρυδος: Αμερικάνικο. Πρω­ τοεκδόθηκε στην ίδια σειρά με τα προηγούμενα. Εκδίδεται τώρα σε σχήμα 12x17. «Τρίο Στούτζες»: Πρωτοεκδόθηκε: α) σε λίγα τεύχη του 1951. β) Στη σειρά τη «Ατλαντίδας» το 1960. Ποπάϋ: Το γνωστό αμερικάνικο κόμικ με το μπρατσωμένο σπανακόθρεφτο ναυτάκι το εκδί­ δει ο Δραγούνης σε σειρές διάφορων σχημάτων από το 1969. Το ιταλικό «Σεραφίνο» υστερούσε πάντα σε γραμμή, σε σχέση με τα αμερικάνικα και γαλλικάκόμικς. Από τη Γαλλία, κάπως καθυστερημένα, ήρθαν ο Τεν-Τεν, ο Λούκυ-Λουκ (αφού τον πρόφτασε και πρωτοφάνηκε σε ελληνική έκδοση ο «Τομ Μπέρρυ» κακό αντίγραφο του αμερικάνικου), ο πολύς Αστερίξ, ο πολυτάλας Ιζνογκούντ, ο Ούμπα-πα και άλλοι λιγότερο αγαπητοί ήρωες. Δεν είναι τυχαίο ότι στην Ελλάδα οι ντόπιοι παραλογοτεχνικοί ήρωες εκτοπίστηκαν από τους ξενόφερτους και μάλιστα τώρα, την τελευταία εικοσαετία, ολοκληρωτικά. Ό πω ς τα αμερικάνι­ κα τραγούδια και χοροί, τα μπλου τζηνς κι η κό­ κα κόλα, εκτόπισαν το συρτό, το ντόπιο ρούχο και την γκαζόζα, έτσι και τα ξένα παραλογοτε­ χνικά έντυπα εκτόπισαν σταθερά, από το 1950 και ύστερα, τα ντόπια. Σε λίγα χρόνια, ίσως κατορθώσουν να εκτοπί­ σουν τη γλώσσα μας, και - γιατί όχι; - και εμάς τους ίδιους. Σημειώσεις 1. Τα κείμενα πον ακολουθούν είναι από το βιβλίο μου «Παραλογοτεχνία στην Ελλάδα 1830-1980». 2. Στα Ελευσίνεια Μυστήρια εικάζεται ότι παιζόταν ένα είδος θεάτρου Σκιών μπρος στους μνονμενονς. 3. Όπως στον τουρκικό Καραγκιόζη. 4. Σε φυλλάδια των σειρών Καραγκιόζη («Ο Καραγκιόζης κι ο Ν. Χότζας») έχουν εκδοθεί διάφορες περιπέτειες «κοινές» των δύο «εξ Ανατολής» φερμένων στην Ελλάδα ηρώων. 5. Ο Μαγιόπουλος εξέδωσε και ένα μικρό βιβλίο με περιπέ­ τειες τον Χότζα πον απευθύνεται σε παιδιά. Πρόκειται για πολύ σύντομες (μιαή σελίδα η καθεμιά) ιστορίες. Η εικονο­ γράφηση είναι από Τούρκο καλλιτέχνη. 6. Βλ. Κ.Δ. Κάσση «Το Ελλην. Λαϊκό ΜυθΙμα 1840-1940», 6' έκδ. σελ. 121.


40/αφιερωμα

Αρχέλαος

Περί Γελοιογραφίας Τις πρώτες γελοιογραφίες τις ανακάλυψα σε κάποιους παμπάλαιους τόμους του «Ελλάς», ενός περιοδικού που κυκλοφόρησε γύρω στα 1900με 1910. Τό ’χα βρει σ’ ένα παλιό οικογενειακό μπαούλο. «Δ ιάβασα» και γλέντησα κάτι απλοϊκές γελοιογραφίες χωρίς λόγια... και γέλασα. Αυτό ήτανε το γέλιο που προκαλεί η γελοιογραφία αυθόρ­ μητα. Γιατί στη γελοιογραφία ή γελάς... αμέσως ή κλαις. ..σε μια ώρα. Το χιούμορ της αληθινής γελοιογραφίας στηρίζεται στον αυθορμητισμό και στο ξάφνιασμα που προκαλεί. Στο βάθος του (και κάποτε έχει πολύ βάθος), είναι μια αγαλλίαση, έστω κι αν αντιδράς, ακόμη κι αν δεν συμφωνείς με το θέμα. Ο γελοιογράφος είναι γεννημένος τέτοιος. Είναι ένας διττός χιουμορίστας του σχεδίου και του λό­ γου. Σύγχρονα είναι κι ένας αρχιτέκτονας, ένας πολεοδόμος, ένας διακοσμητής, ένας ενδυματολόγος... κτλ. Απ’ όλα! Αν δεν τα ξέρει όλα... Αν δεν τα βλέπει όλα και δεν τα ξεφλουδίζει γρήγορα και... σταθερά... δεν θα πολυκαιρίσει. Θα στερέ­ ψει, θα χαθεί, θα σβήσει. Υπάρχουν αστέρια στο γελοιογραφικό στερέω­ μα που πέρασαν και χάθηκαν σαν διάττοντες και άλλα που μείνανε και μένουν χρόνια... ή αφήσανε εποχή για δεκαετίες ολόκληρες. Το χιούμορ της γελοιογραφίας είναι συνήθως αυτό που μένει, μια και το σχέδιο βοηθάει τη μνή­ μη στη συγκράτηση του αστείου και στην επανα­ φορά του την κατάλληλη στιγμή. «...Είδα μια φορά μια γελοιογραφία». Είναι το σύνηθες για κάποιον από μας να λέει όταν θυμηθεί κάτι σπαρταριστό. Αλλά ακόμα και το στυλ του σχεδίου ενός γε­ λοιογράφου μπορεί να τον κάνει προσιτό ή απρό­ σιτο ή ακόμα απωθητικό στον αναγνώστη. Είναι αναγνώστες που μελετούν και γλεντούν τη λεπτομέρεια... Σπαρταρούν και με την πιο αστεία και απίθανη κίνηση ή τοποθέτηση των αντικειμέ­ νων μέσα στο σκίτσο. Και είναι κι άλλοι που αντιπαρέρχονται το σχέδιο και απλώς το χρησιμοποι­ ούν σαν συνδετικό κρίκο με την όλη δομή του αστείου, μαζί με τη λεζάντα ή και χωρίς αυτή. Τώρα γι’ αυτή καθαυτή τη λεζάντα πολλά λέγον­ ται και άδονται. Άλλοι τη θέλουν και άλλοι εκτι­

μούν μόνο τα σκίτσα «χωρίς λόγια»... όπως λέμε. Βέβαια χωρίς να μπορούμε να κάνουμε σίγουρο διαχωρισμό για το ποιες γελοιογραφίες είναι οι καλύτερες, οι μετά ή οι άνευ λεζάντας θα μπορού­ σαμε να πούμε πως μια πετυχημένη γελοιογραφία χωρίς λεζάντα... αξίζει... πολύ γέλιο! Αν πάλι υπάρχει λεζάντα αυτή πρέπει να είναι σωστή, καθαρή, ξύπνια και... καρφωτή. Ο γελοιο­ γράφος πρέπει να προσέξει πολύ τη λεζάντα του... Συχνά συμβαίνει... σε κάποιο «αριστούργημα» που όταν το σκάρωσες γελούσες εσύ ο δημιουρ­ γός. .. ένα τέταρτο.., να σου πούνε μόλις το δείξεις: «Και τι... θέλεις να πεις;» Μια καλή πάντως λεζάντα μπορεί να σώσει πολ­ λές φορές κι ένα κακό σχέδιο. Οι γελοιογραφίες είναι κυρίως δύο ειδών. Οι κοινωνικές και οι πολιτικές. Οι μεν πρώτες είναι αιωνόβιες σχεδόν και ζούνε δεκαετίες ολό­ κληρες και μάλιστα πολλές φορές αναπλάθονται και ξαναπροσφέρνονται από νεότερους γελοιο­ γράφους σύμφωνα με τις απαιτήσεις της εποχής τους. Ενώ οι άλλες που συχνά γκρεμίζουν κυβερ­ νήσεις... είναι σχετικά χωρίς πολλή ζωή... Δηλα­ δή δημοσιεύονται σήμερα και την άλλη μέρα έχουν κιόλας πεθάνει, μια που τα πολιτικά γεγονότα τρέχουν και ισοπεδώνουν ό,τι μένει σαν είδηση πίσω τους. Αυτή την πλευρά της γελοιογραφίας είναι και η πιο σκληρή... και πιο άχαρη. Ώσπου να ακούσεις το... «υπέροχη»... τό ’χάσες κιόλας.


αφιερωμα/41

Αγωνίας, πάσχεις, χτυπιέσαι να βρεις το θέμα (προσέξτε: το θέμα από τη σωστή πολιτική πλευρά που βρίσκεται) και σπάνια θα ακούσεις «μπρά­ βο». Βέβαια το «θέμα» είναι ένα άλλο... θέμα για τον γελοιογράφο. Είναι αυτό που βασικά τον απα­ σχολεί. Το ψάχνει, το ερευνά, το εντοπίζει... και πέφτει στη δουλειά. Βέβαια στον κόσμο των γελοιογράφων υπάρ­ χουν κι εκεί οι «εύκολοι» και οι «δύσκολοι». Αυτοί που «κατεβάζουν τις ιδέες σαν νερό και οι άλλοι που γεννούν γελοιογραφίες με το ζόρι. Οι πρώτοι πετούν τις ιδέες με τις δεκάδες και στα γρήγορα. Οι άλλοι (συνήθως είναι οι περιστασιακοί θα μπο­ ρούσαμε να πούμε) που αγωνίζονται και ξημερώ­ νονται πάνω στο πενάκι. Στο σχέδιο πάλι υπάρχουν γελοιογράφοι που πετάει το μολύβι τους πάνω σε μια γνήσια γελοιογραφική γραμμή και άλλοι που προσέχουν το στυλ και γενικά τη γραμμή τους. Εγώ πάντως εκτιμώ τους πρώτους. Ο γελοιογράφος γεννιέται! Δεν γί­ νεται. Τώρα βέβαια υπάρχει και μια τρίτη, ας το πούμε έτσι, ειδικότητα γελοιογράφων... Αυτοί που κά­ νουν τις καρικατούρες προσώπων. Συνήθως βέ­ βαια τις κάνουν και οι άλλοι... αλλά σε πολλές χώρες υπάρχουν οι ειδικοί που σκαρώνουν τις εκπληκτικές εκείνες φιγούρες των πολιτικών, των καλλιτεχνών και λοιπών επιφανών του καιρού τους και που δεν ασχολούνται καθόλου με την άλλη γελοιογραφία. Π.χ. σήμερα δεσπόζει στον κόσμο ολόκληρο ο Αμερικανός Λεβάιν με τις εκ­ πληκτικές φιγούρες του. Παλαιότερα υπήρχε κι ένας Ρωμιός τέτοιος, ξεχασμένος σήμερα, μα απί­ θανος χιουμορίστας, σχεδιαστής προσώπων. Ο Πάτση (Πρωτοπάτσης). Ο καλλιτέχνης αυτός, που ζωγράφιζε ένα πρόσωπο στο λεπτό, ήταν αδύ­ νατο να στήσει άνετα μια γελοιογραφία απλή. Η ελληνική γελοιογραφία έχει να επιδείξει πάν­ τως μια υπέροχη σειρά γελοιογράφων τα 100 τε­ λευταία χρόνια. Αρχίζοντας από τον Μπάμπη

Άννινο μέχρι τους νεότερους που κατακλύζουν τα περιοδικά και τις εφημερίδες. Ζωγράφοι διά­ σημοι πέρασαν από το στάδιο του γελοιογράφου όπως ο μεγάλος μας χαράκτης ο Δ. Γαλάνης. Κι ακόμα μια σειρά από άλλους ξεχασμένους γελοιο­ γράφους που στερέωσαν την ποιότητα του είδους. Στα προπολεμικά χρόνια, στο μεσοπόλεμο, οι γελοιογράφοι σχεδόν οργίασαν. Στην Αθήνα υπήρχε ένας υπέροχος Νίκος Κουμετάκης. Ένας κυριολεκτικά Αθηναίος γελοιογράφος που σατίρισε και εικονογράφησε με τον πιο χαρακτηριστι­ κό τρόπο την Αθήνα της εποχής του τανγκό. Στην Κωνσταντινούπολη την ίδια $ιοχή, δεσπόζει ένας γελοιογράφος, αληθινός Θεόφιλος της ελληνικής γελοιογραφίας. Ο Γιώργος Γκείβελης. Ο Γκείβελης εξέδιδε στην Πόλη τον περίφημο «Γάτο», ένα σατιρικό που έσπαζε κόκαλα. Το έγραφε, το εικο­ νογραφούσε και το... τύπωνε λιθογραφικά μόνος του! Τέτοια ήτανε η δύναμη του «Γάτου» που οι ΙΥΝΟΙΚΕΣΙΟΝ ΕΝ ΟΨΕΙ


42/αφιερωμα Τούρκοι ανάγκασαν τον Γκεϊβελη να τα μαζέψει και να μετακομίσει στην Αθήνα. Ο Γκείβελης ήτανε ένας τύπος φινετσάτος, μορφωμένος, κωμικός, λεπτός και γλεντζές. Αλλά και χαλκέντερος δουλευτήςτου σκίτσου, αν και αυτοδίδακτος. Κάποτε η ελληνική κουλτούρα θα πρέπει ν’ ασχοληθεί μ’ αυτόν τον γίγαντα της λαϊκής γελοιογραφίας. Ταυτόχρονα σχεδόν εμφανίζεται ο Φωκίων Δημητριάδης και ο Νίκος Καστανάκης που δεσπό­ ζουν για χρόνια στον τύπο. Ακόμα ο Βαγγέλης Τερζόπουλος (μετέπειτα εκδότης της «Γυναίκας») και ο αδικημένος Παύλος Παυλίδης. Άλλη μεγά­ λη φυσιογνωμία της γελοιογραφίας. Οι γελοιογραφικές συνθέσεις (μάλιστα συνθέ­ σεις) του Παυλίδη αφήνουν έκπληκτους τους επι-

Ο Ά η Βασίλης: Μήπως κάνατε κι άλλο παιδάκι κυρία Κανέλον. Γιατί θέλω να το υπολογίσω στα δώρα που μοιράζω (του Π. Παυλίδη)

σκέπτες των γελοιογραφικών εκθέσεων... Μάζες ολόκληρες διακινούνται μέσα στο «Ταξίδι του στην Τήνο» και στην «Πλατεία Ομόνοιας». Κάθε ανθρωπάκι και μια ιστορία, κάθε γωνιά και ένα γεγονός. Ο Παυλίδης ήτανε ακριβώς αυτό που είπαμε: γεννημένος γελοιογράφος. Οι νεότεροι θ’ άξιζε να τον μελετήσουν, θά ’χάνε πολλά να σκεφτούν. Ακόμη θα πρέπει να μιλήσουμε για τον Κώστα Μπέζο. Τον μποέμ γελοιογράφο που έπαιζε εκ­ πληκτική χαβάγια και σκάρωνε υπέροχες γελοιο­ γραφίες. Δούλευε στην «Πρωία» αλλά αυτό δεν τον απασχολούσε. Κάποια... πρωία παράταγε το σκίτσο, άρπαζε τη χαβάγια και το συγκρότημά του και χυνότανε στην επαρχία. Υπήρχε ακόμα ο Νί­ κος Νομικός, ο Νάγος, ο Σταμ. Πολενάκης (άλλος μεγάλος σταθμός ξεχασμένος της ελληνικής γε­ λοιογραφίας). Ποιος τον θυμάται; Κι όμως, όπως και οι άλλοι, αλλά πολύ περισσότερο ο Σταμάτης Πολενάκης υπήρξε (και είναι ακόμα) ένα διαμάν­ τι. Και από άποψη σχεδίου γελοιογραφικού και από χιούμορ.Κι ακόμα ο Πολενάκης είναι εκείνος που έφτιαξε τα πρώτα κινούμενα σκίτσα. Επίσης ο Βλασσό (Ανδρέας Βλασσόπουλος) και άλλοι που μου διαφεύγουν τα ονόματά τους.

Στη μεταπολεμική εποχή, νέοι γελοιογράφοι βγαίνουν στην επιφάνεια και παίρνουν τη σκυτά­ λη. Είναι μια ζεστή εποχή γεμάτη γεγονότα. Οι γελοιογραφίες παίζουν βασικό ρόλο στην πολιτι­ κή ζωή. Ο Φ. Δημητριάδης στα «Νέα» και οι Β. Χριστοδούλου και Αρχέλαος στην «Αθηναϊκή» (με τις πρώτες τετράχρωμες γελοιογραφίες) χαλά­ νε κόσμο. Ο Ζήσης ένας χημικός που έγινε γελοιογράφος για ν’ αυτοκτονήσει νεότατος. Οι αδελφοί Αναστόπουλοι... Ο Μιχ. Γαλλίας με την περίφημη κομψή «χοντρή» του... Εκείνη την εποχή σκάει μύτη κι ο μεγάλος μας Κ. Μητρόπουλος. Ο σεμνός, καλός, αλλά... τσου­ χτερός Κώστας. Ακολουθεί ο μοναδικός Κυρ που δίνει μια νέα πνοή στη γελοιογραφία, με τις απί­ θανες φιγούρες του και το ιδιότυπο χιούμορ... Από κοντά ο Σκουλάς, ο Βας, ο Ορνεράκης, ο Λογό, ο Κώστας Βλάχος, ο Καλαμάρας, κ.ά. ...Και τώρα στο προσκήνιο η καινούρια γενιά των γελοιογράφων, που ασφαλώς θ’ αφήσουν και αυτοί εποχή... - Ζαχαρία!... Βάλε γρήγορα το τηγάνι στη φωτιά!.. (του Μ. Γαλλία)


αφιερωμα/43

Αντώνης Καλαμάρας

Πολιτική γελοιογραφία Το κωμικό πνεύμα έχει αποτυπωθεί από τα αρχαία χρόνια σε αναρίθμητα γκροτέσκα ελληνικά αγγεία. Έχει τοιχογραφηθεί στην Πομπηία και στο Παλατίνο, κι έχει εμφανισθεί σε μεσαιωνικές μικρογραφίες και στους πυλώνες των εκκλησιών όπου διακωμωδείται ο διάβολος. Ο Ντα Βίντσι κι ο Καράτσι άφησαν πολυάριθμες γελοιογραφικές μελέτες και σχεδιάσματα. Στις αρχές του 18ου αιώνα με την πρόο­ δο της τυπογραφίας δημιουργείται ένα φούντωμα της γελοιογραφίας. Η καρικα­ τούρα γίνεται πολύ δημοφιλής στην Ευρώπη και ιδίως στην Ιταλία, Γαλλία και Ολλανδία απ’ όπου και μεταδίδεται στην Αγγλία. Σε αφισέτες, τράπουλες, φόλιος, ακόμη κι επάνω σε βεντάλιες, τυπώνονται γελοιογραφίες. Τα σκίτσα των γνωστών γελοιογράφων τα κολλούσαν στις γωνιές των δρόμων, τα έβαζαν σε προθήκες κα­ ταστημάτων ή τα κρεμούσαν στους τοίχους των σπιτιών. Είναι στην Ευρώπη, επίσης, και ειδικά στη βό­ ρεια, όπου η κοινωνική και πολιτική γελοιογρα­ φία ξεφεύγει από το πλαίσιο της απλής διασκέ­ δασης του ανθρώπου και γίνεται δυνατό και δραστικό μέσο για τους αγώνες των λαϊκών μα­ ζών. Στη Γερμανία, η γελοιογραφία συνδέεται με τον πόλεμο των αγροτών και με τις μεταρρυθμί­ σεις των πρώτων αστικών επαναστάσεων. Προς το τέλος του 18ου αιώνα, ο μεγάλος Ά γ ­ γλος γελοιογράφος Χόγκαρθ χαρίζει στη γελοιο­ γραφία το στοιχείο της υπαινικτικότητας. Ο Γκόγια διεισδύει στην ανθρώπινη ψυχή και στο υποσυνείδητο του ανθρώπου. Το πάντρεμα αυ­ τών των δυο, ας πούμε, σχολών γεννάει τον Ντωμιέ, που με την απλότητα και τη δύναμή του ανεβάζει τη γελοιογραφία στα επίπεδα της ζω­ γραφικής, της γλυπτικής και της χαρακτικής. Στις αρχές του 20ού αιώνα, εμφανίζεται ο με­ γάλος Γερμανός γελοιογράφος Γκροστζ ο οποίος τελειοποίησε το όπλο που λέγεται γελοιογραφία. Την κάνει πολεμοχαρή, μαχητική, επιθετική. Εί­ ναι μια γελοιογραφία που ζητάει και τη διανοη­ τική προσπάθεια του αναγνώστη. Ένας γελοιογράφος δε γίνεται γελοιογράφος για να δείξει τις εικαστικές του ικανότητες. Εξ άλλου οι γελοιογράφοι προέρχονται από πολλά επαγγέλματα. Αρχιτέκτονες, γιατροί, οικονομο­ λόγοι. .. Ο γελοιογράφος ξεκινάει από μια διάθεση να κριτικάρει, να καυτηριάσει, να χλευάσει, να

αποκαλύψει κάποιες κοινωνικοπολιτικές κατα­ στάσεις, ή γεγονότα, ή πρόσωπα της καθημερι­ νής ζωής. Το γελοίο σκοτώνει. Και η γελοιογρα­ φία δεν περνάει ποτέ απαρατήρητη. Είναι το με­ γάλο της προσόν. Ο σκοπός ενός πολιτικού γελοιογράφου δεν μπορεί να είναι μόνο το γέλιο. Πολλές φορές δεν το αποζητάει. Δεν μπορείς π.χ. να κάνεις σκίτσο (απέφυγα να γράψω γελοιογραφία) για την Αι­ θιοπία ή για ένα τζάμπο που εξερράγη στον αέ­ ρα και να ζητάς απ’ τον άλλο να ξεκαρδιστεί στα γέλια. Εκείνο που σκοπεύει ένας πολιτικός γε­ λοιογράφος είναι μια δυνατή γροθιά δοσμένη με ευφυία, με χιούμορ, με πρωτοτυπία, με μηνύμα­ τα, με περιεχόμενο. Είναι ο τονισμός των διαφο­ ρών μεταξύ δύο ή περισσότερων καταστάσεων. Αν όλα αυτά μπορούν να βγουν μαζί με γέλιο, τόσο το καλύτερο. Βέβαια ένα χαμόγελο είναι πάντα ένα σημάδι πως ο αναγνώστης αντέδρασε θετικά, κατάλαβε όλα αυτά που του λες, τα χάρηκε και συμφώνησε μαζί σου. Ο πολιτικός γελοιογράφος από τις δυο φύσεις του του καλλιτέχνη και του δημοσιογράφου, προτιμάει τη δεύτερη. Από τις ιδιότητες του καλαμπουρτζή και του πολιτικού σχολιαστή, πάλι προτιμάει τη δεύτερη. Έτσι συνήθως τον θέλουν και οι διευθυντές του. Όμως υπάρχουν και οι φανατικοί του καλαμπουριού που λένε: Αν η εφημερίδα ήθελε σχόλιο θα έπαιρνε ένα σχολια­ στή.


44/αφιερωμα

Τάκης Ψαράκης

Ενδοδημοσιογραφική γελοιογραφία Αν ήθελε κάποιος ερευνητής ή μελετητής, με πολύ ειδικά ενδιαφέροντα για τη γελοιογραφία, να εντοπίσει σκίτσα με δημοσιογραφικό περιεχόμενο, τότε, πλούσιο υλικό και ερεθίσματα τον περιμένουν στην «Ελευθεροτυπία». Τη μηνιαία δημοσιο­ γραφική επιθεώρηση που το πρώτο τεύχος της κυκλοφόρησε τον Οκτώβριο του 1963 και διέκοψε την έκδοση τον Απρίλη του 1967. Στα χέρια μας κρατάμε τον πρώτο τόμο του περιο­ δικού, που με τον τίτλο «Συμβολή στην Ελληνική Δημοσιογραφία» καλύπτει την περίοδο Οκτω­ βρίου 1963 - Δεκεμβρίου 1964 -τεύχη δηλαδή δε­ καπέντε. Τη συντακτική επιτροπή της περιόδου αυτής αποτελούσαν για ένα μεγάλο διάστημα οι Γιάννης Κάτρης, Δημήτρης Μαρούδας, Ευθύμιος Αν. Παπαγεωργίου και Αλέξανδρος Φιλιππόπουλος. Αρθρογράφος ήταν ο Γεώργιος Ανδρουλιδάκης. Στο τελευταίο, πάντως, τεύχος, δηλαδή του Δε­ κεμβρίου 1964, έχουμε αλλαγή στο εκδοτικό σχή­ μα του περιοδικού. Έτσι ως ιδιοκτήτες - διευθυν­ τές εμφανίζονται οι Δημήτρης Μαρούδας - Αλ. Φιλιππόπουλος. Αρχισυντάκτης είναι ο Αλ. Φιλιππόπουλος και βοηθός ύλης ο Τάκης (Παναγιώ­ της) Δρακάτος. Στη γελοιογραφική πλευρά -για την οποία και το παρόν- το κύριο βάρος σ’ όλη αυτή τη χρονική περίοδο έχει “πέσει” στον Γιάννη Κυριακόπουλο (Κυρ) και τον Ηλία Σκουλά, οι οποίοι με την πλη­ θωρική από τότε έμπνευσή τους έδωσαν στο δημο­ σιογραφικό αυτό περιοδικό μια ξεχωριστή ταυτό­ τητα. Ιδιαίτερα παραγωγικοί και οι δυο, και τι δεν έφτιαξαν. Συνθέσεις εξωφύλλων, γελοιογραφίες, σκίτσα, ρουμπρίκες, που πλασίωσαν ταιριαστά πολύ ενδιαφέροντα κείμενα. Στο γελοιογραφικό πάντα πεδίο (στον πρώτο αυτό τόμο της «Ελευθεροτυπίας») σημειώνουμε ακόμη την περιορισμένη συνεισφορά του Μίνου Αργυράκη (έφτιαξε με τον γνώριμο οίστρο και ύφος του τα τρία πρώτα εξώφυλλα) και του Κώ­ στα Μητρόπουλου. Ξεφυλλίζοντας τα 15 πρώτα τεύχη της «Ελευθε­ ροτυπίας» ο προσεχτικός και ενδιαφερόμενος

®0Π® \ / /

\

m m m r a y 2 ο<μπραφ >οα2 \ ‘Εγώ,ό αναγνώστης, είμαι ό μ,ύριος uai θεός σου Οίιιι εμποιήσεις εαυτόν όι'οσα έν τήγή ιιάτυ. Ού ήείψει ιό ονόμά σου άηό ιιρίοεις ιιαί σκοΛιαουούς Μνήσθητι ιή ημέρα τού ΐαββάισ έάν η αμοιβή δέν είναι διπ δή Τίμαώς ιόν πατέρα μαιών μη τέρααου τό έπα^ε3μα,“ν α ευ σοι γένηται ίν αΰτώ. Ού φονευοεκ τήν άΑήθειαν, aupi& iavuai γραμμαχιιών.

Οΰ γράψεις μαχά τού πΛησί· ον σου μαρτυρίαν ψευδ ή . Ούυ επιθυμήσεις οοα ίν τώ λ πήησίον σου posiimxuov· ] δΰΑια. έχουν <5οθά. [

Φ Φ R* Ιθ S ΙΒ» Iggj


αφιερωμα/45

ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ Μ. Αργνράκης

ερευνητής, μπορεί ακόμη και από τις γελοιογραφικές συνθέσεις και τα σκίτσα, να σταθεί διαχρο­ νικά σε κάποια ζητήματα που ταλανίζουν την ελ­ ληνική δημοσιογραφία. Ό πω ς οι σχέσεις δημο­ σιογράφων και κράτους και η συμπεριφορά ορι­ σμένων κρατικών λειτουργών απέναντι στους δη­ μοσιογράφους. Ο Γιάννης Κυριακόπουλος είχε, μάλιστα, επι­ νοήσει για να εικονογραφήσει αυτές τις εχθρικές δοσοληψίες δυο χαρακτήρες: Τον δημοσιογράφο Ελευθέριο Τυπίδη και τον κρατικό υπάλληλο κ. Δήμο Αρχή. Συνθέσεις αιχμηρές και ευθύβολες, διαβρωτικές, για καταστάσεις που δυστυχώς αρκετές φορές υποτροπιάζουν, ενώ σαν νοοτροπία επιζούν και διαιωνίζονται σε καρεκλοκεύνταυρους γραφειο­ κράτες και σκοταδιστές. Αυτά τα οπισθόφυλλα του Κυρ, με τον δημοσιογράφο Ελευθέριο Τυπίδη και τον κρατικό λειτουργό Δήμο Αρχή, διατηρούν μια φρεσκάδα στη γραμμή και στο πνεύμα και μια θαλερή αντοχή για τα εικοσιδύο σχεδόν χρόνια που πέρασαν. Και τα άλλα, όμως, θέματα του Τύπου: Η δεον­ τολογία, τα πολυσέλιδα, οι γλίσχρες αμοιβές των δημοσιογράφων, η κινητοποίησή τους, τα μυστικά κονδύλια και οι άλλες παροχές για ποδηγέτηση του Τύπου, η αναγνωσιμότητα των εντύπων, ο πρώτος δημοσιογραφικός διαγωνισμός - όλα ει­ κονογραφούνται με μεμονωμένα σκίτσα ή εύστο­ χες συνθέσεις, που στην περίπτωση τόσο του Κυρ όσο και του Σκουλά, προϊδεάζουν για την κατοπι­ νή επιτυχημένη τους εξέλιξη. Άφθονο, λοιπόν, το γελοιογραφικό υλικό, ιδω­ μένο όπως προείπαμε μέσα από τη δημοσιογραφι­ κή θεματολογία: ο Σκουλάς έχει επινοήσει και εικονογραφημένο δεκάλογο εντολών για τον δη­

Κυρ

μοσιογράφο, ενώ ο Κυρ με την εικονογράφηση του μυθιστορήματος του Έβελυν Βου «Scoop»,που θεματογραφικά αναφερόταν στους δημοσιογρά­ φους και που μετέφρασε ο Γιώργος Λεονάρδος, είχε δώσει μιαν άλλη «νότα» στον κύκλο των πε­ ριεχομένων του περιοδικού. Ο ίδιος πάλι είχε ει­ κονογραφήσει και τη σειρά «Οι πέντε δυσκολίες για να γράψεις την αλήθεια» που εμφάνιζε ένα άγνωστο κείμενο του Μπέρτολτ Μπρεχτ. Οι εξηγήσεις, ωστόσο, περί της συνεισφοράς των γελοιογράφων στην «Ελευθεροτυπία» της πε­ ριόδου 1963-1964, δεν μπορούν να υποκαταστή­ σουν τη δύναμη και την εμβέλεια του σκίτσου. Στην επιλογή που σας δίνουμε μπορείτε να προχω­ ρήσετε σε περαιτέρω διαλογισμούς.


46/συνεντευξη

Ένα αφιέρωμα στο χιούμορ χρειάζεται (ίσως) πιο πολύ μελέτη παρά χιούμορ. Οι συνεντεύξεις όμως με τους εκπροσώπους του σε βάζουνε στον πειρασμό να ανταποκριθείς με χιούμορ. Και πού να βρεις το χιούμορ τη στιγμή που το χρειάζεσαι; Κι έτσι αποφασίζεις να αποφύγεις τους πολλούς προλόγους και τις εξυπνάδες.

Λες μόνο ότι «Ο Α. Σακελλάριος κι ο Π. Παπαδούκας είναι δυο από τους πιο γνωστούς εκπροσώπους του ελληνικού χιούμορ» κι έτσι υποθέτεις πως ξεμπέρδεψες... Στο κάτω κάτω, τα υπόλοιπα ας μας τα πουν οι ίδιοι. (Τις συνεντεύξεις πήρε η Μαρία Τρουπάκη).

Παναγιώτης Παπαδούκας: «Ο άνθρωπος που ασχολείται με το χιούμορ οφείλει ν’ αρχίζει από τον ίδιο του τον εαυτό...» Κύριε Παπαδούκα, από τη στήλη των «διανυκτερευόντων φαρμακείων» από την οποία ξεκινήσατε στα 19 σας χρόνια, ώς τα 150 θεατρικά έργα και τα 1000 διηγή­ ματα που γράψατε ήταν μακρύς ο δρόμος; Ο ΔΡΟΜΟΣ ήταν μακρύς, αλλά όχι ανώμαλος. Μόνο που τώρα μελαγχολώ όταν σκέπτομαι πό­ σο γρήγορα πέρασε ο χρόνος από τότε που έκα­ να τα πρώτα βήματα σ’ αυτό το δρόμο. Και με­ λαγχολώ και για έναν άλλο λόγο: Γιατί, παρ’ όλο τον αριθμητικό όγκο της παραγωγής μου -1000 διηγήματα, 150 θεατρικά έργα, τα πιο πολλά με συνεργασία, και τα περισσότερα από 10 χιλιάδες χρονογραφήματα- «πολλά να γράψω είχον» για να παραφράσουμε λίγο και τον Καβάφη.

Τι ήταν αυτό που σας έκανε να διαλέξετε τον τομέα της σάτιρας για να εκφραστείτε; ΕΔΩ θα μπορούσα να πω ότι δεν διάλεξα εγώ τον τομέα της σάτιρας, και γενικότερα τον τομέα του γράφειν και συγγράφειν, αλλά μάλλον εκεί­ νος με διάλεξε. Γενικά η επαγγελματική πορεία ενός ανθρώπου, τις περισσότερες φορές, δεν εί­ ναι υπόθεση δική του. Είναι επιλογή της τύχης. Μια σύμπτωση, ένα τυχαίο περιστατικό εντελώς ασήμαντο, του ανοίγει έναν ορισμένο δρόμο ή του αλλάξει εκείνον που ακολουθούσε. Ή του αποκαλύπτει ένα ταλέντο που δεν υποψιαζόταν. Και εις απόδειξιν, ορίστε αυτή η μικρή προσω­ πική ιστορία, που ώς τώρα ένας μονάχα την ήξε­ ρε: εγώ. Ας κοινολογηθεί τώρα: Άπορος δέκα-


συνεντευξη/47 πενταετής παις, εργαζόμουν στο εμπορικό κατά­ στημα δύο θείων μου. Ήταν αδελφοί. Γωνία Αθηναΐδος και Καλαμιώτου. Το βράδυ, 8-10 επήγαινα στην Εμπορική Σχολή Εμποροϋπαλλήλων. Ναι, είναι απόγευμα. Και εισέρχεται στο μαγαζί μια κυρία, η οποία ζητάει κλωστή «Ντεμι-σέ» ορισμένου χρώματος -μας δείχνει το δείγ­ μα. Σύμπτωση το κατάστημα να μην έχει αυτό το χρώμα. Και μου λέει ο εις των θείων -ο άλλος έλειπε: «Πάρε το δείγμα και πήγαινε στο κατά­ στημα του... (γειτονικό) να σου δώσουν τέτοια κλωστή». Εγώ του λέω: «Θείε, θα μου δώσετε λε­ φτά;» Και ο σεβαστός θείος, εις απάντησιν, αντί χρημάτων μου δίδει ηχηρόν ράπισμα εις την πα­ ρειάν. Γεγονός είναι, ότι ο αδικοπραγήσας θείος είχε σοβαρόν λόγον να είναι εκνευρισμένος εκεί­ νη την ημέρα. Και ξέσπασε στο μάγουλό μου. Πάντως, εγώ έδωσα αμέσως την παραίτησή μου στη σκούπα και το ξεσκονόπανο του καταστήμα­ τος και επέστρεψα ένδακρυς στο σπίτι μου. Kc ι συνέχεια του μυθιστορήματος ενός απόρου νέου: Στον επάνω όροφο μιας παλαιότατης διώροφης πολυκατοικίας στην περιοχή Θησείου -εμείς μέ­ ναμε σ’ ένα τμήμα του κάτω ορόφου- διέμενε με την οικογένειά της η κυρία Κ., μοδίστρα το επάγγελμα, από τις καλύτερες. Εκείνη έραβε την περίφημη για την ομορφιά και την αρχοντιά της λαίδη Αω. Η οποία λαίδη ήταν πολύ στενή συγ­ γενής της κυρίας Πωπ, συζύγου του Γεωργίου Πωπ, που εξέδιδε τότε την εφημερίδα «Αθήναι». Και ρώτησε εκείνες ακριβώς τις ημέρες, την κυ­ ρία Κ., μήπως είχε υπόψη της κανένα «καλό παιδί» για τα γραφεία της εφημερίδας. Η κυρία Κ., που με ήξερες ως «καλό παιδί», με σκέφτηκε. Και έτσι βρέθηκα στα γραφεία της εφημερίδας «μικρός υπάλληλος», δηλαδή κλητηράκος. Σ’ αυ­ τή την...επίζηλη θέση έμεινα περίπου τρία χρό­ νια. Ακολούθησε ο επόμενος σταθμός της ανό­ δου μου: Συντακτίσκος, με αποστολή να γράφω τα «διανυκτερεύοντα φαρμακεία» και τις άδειες γόμων. Και σκέπτομαι καμιά φορά, ότι αν εκεί­ νη η μοιραία κυρία έμπαινε σε άλλο μαγαζί, ή αν είχαμε την κλωστή που ζητούσε, ή αν ο σεβαστός θείος μου έδινε χρήματα, ως όφειλε να πράξει, αντί ηχηρός θωπείας εις την παρειάν, εγώ σήμε­ ρα θα ήμουν ένας συνταξιούχος εμποροϋπάλληλος, ή, γιατί όχι, ένας μεγαλέμπορος. Εκείνη η κυρία λοιπόν -αν ψάξουμε στις ρίζες της υπόθε­ σης- είναι υπεύθυνη για τα χίλια διηγήματα, τα μύρια χρονογραφήματα και τα 150 θεατρικά έρ­ γα. Διανυκτερεύοντα φαρμακεία και άδειες γάμων λοιπόν.. ΝΑΙ. Ανέφερα τις άδειες γάμων γιατί σ’ αυτό το θέμα ειδικώς, υπάρχει και ολίγη «πλάκα». Ο μα­ καρίτης Γεώργιος Πωπ, λαμπρός δημοσιογράφος

και πνευματώδης άνθρωπος, είχε μια ιδιοτρο­ πία: Ήθελε να έχει κάθε πρωί η εφημερίδα του τα ονόματα εκείνων που είχαν πάρει, την προη­ γούμενη μέρα, άδεια γάμου. Το... σπουδαίο αυ­ τό ρεπορτάζ, ανατέθηκε σε μένα. Κάθε απόγευ­ μα, έπρεπε να πηγαίνω στην Αρχιεπισκοπή και να παίρνω τα ονόματα των μελλονύμφων. Ένα απόγευμα βαρέθηκα να πάω. Πήρα λοιπόν πένα και χαρτί κι έγραψα καμιά εικοσαριά ονόματα φανταστικά. Τότε, την ίδια στήλη, καθιέρωσε και η «Βραδυνή». Βλέποντας εγώ να έχει άδειες γάμων, αυτή η εφημερίδα, σκέφτηκα: «Γιατί να τρέχω στην Αρχιεπισκοπή, αφού τα ονόματα τα έχω έτοιμα, στο πιάτο;» Και παίρνω ένα ξυρα­ φάκι, κόβω το σχετικό κομματάκι από τη «Βρα­ δυνή» και τα στέλνω στο τυπογραφείο. Αλλά την ίδια σκέψη έκανε και ο αρμόδιος συντάκτης της «Βραδυνής». Γιατί να τρέχει αφού... έτρεχα εγώ; Κι έκοβε κι αυτός τα ονόματα από τη δική μας εφημερίδα. Κι επειδή εκείνος άρχισε πρώτος την αντιγραφή «έτυχε» για 15 μέρες οι δύο εφημερί­ δες να έχουν συνεχώς τα ίδια ονόματα και να είναι όλα ανύπαρκτα. Νομίζω ότι υπάρχει λίγο χιούμορ σ’ αυτό το περιστατικό: το χιούμορ των πραγμάτων. Αλλά εδώ, όπως βλέπω, σας διη­ γούμαι την ιστορία της ζωής μου! Δεν πειράζει... Στίχους σατιρικούς πώς αρχίσατε να γράφετε; ΜΕ την πρώτη επιθεώρηση, που είχαμε γρά­ ψει... ας μην πούμε χρονολογία... τρεις νεαροί τότε: Δημ. Χρονόπουλος, Χρ. Χαιρόπουλος κι εγώ. Τίτλος: «Ντόπιο πράμα». Τον αγαπητό μου φίλο και συνάδελφο Δημήτρη Χρονόπουλο, γνώ­ ρισα στην εφημερίδα «Αθήναι». Ήταν ανιψιός του Γεωργίου Πωπ. Έτυχε, λοιπόν, κάποτε να κλείσει η εφημερίδα. Και, με τη φροντίδα ενός εξαίρετου δημοσιογράφου και ανθρώπου, του Γεωργίου Κορόμηλά, αδελφού της κυρίας Πωπ, βρεθήκαμε και οι δύο, Χρονόπουλος κι εγώ, υπάλληλοι του Τμήματος Δημοσιότητας του Ερυθρού Σταυρού. Έδρα μας, η αποθήκη του ιδρύματος στην οδό Πειραιώς. Την εποχή εκείνη η Αστυϊατρική Υπηρεσία έκανε τακτικές επιθεω­ ρήσεις σε εστιατόρια και ζαχαροπλαστεία. Και στις πόρτες των καταστημάτων που δεν βρίσκον­ ταν εντάξει, κολλούσαν μια κίτρινη χάρτινη κορ­ δέλα, με τη λέξη «ακάθαρτον». Ένα ζαχαροπλα­ στείο των Χαυτείων, μάλιστα, έφερε υπερηφάνως και επί... ετήσιας βάσεως αυτόν τον χαρα­ κτηρισμό. Και ήταν πάντα γεμάτο! Θυμάμαι δε τον πρόεδρο των ζαχαροπλαστών που προσπα­ θούσε να δικαιολογήσει την ανθυγιεινή κατά­ σταση πολλών κέντρων, σε μια συνέντευξή του σε αθηναϊκή εφημερίδα. Έλεγε στο συντάκτη: «Μύγα είναι, θα πέσει! Κατσαρίδα είναι, θα περπατήσει!» Κάθε μέρα οι εφημερίδες είχαν


48/συνεντευξη έναν μόνιμο τίτλο: «Ευρέθησαν ακάθαρτα». Κά­ ποια ώρα, λοιπόν, γράφω μηχανικά σ’ ένα χαρτί αυτό το δίστιχο: «Είν’ αλήθεια ν’ απορήσεις -με τις επιθεωρήσεις...» τις αστυϊατρικές, φυσικά. Και τότε μου ήρθε η ιδέα και λέω στον Χρονόπουλο: «Βρε Μίμη δεν γράφουμε μια επιθεώρη­ ση;» Και καταπιαστήκαμε αμέσως, μαζί και με τον Χρήστο Χαιρόπουλο, που^ έγραψε τη μουσι­ κή. Το πνευματικό μας προϊόν ανέβηκε στο θέα­ τρο «Παπαϊωάννου» και είχε εξαιρετική επιτυ­ χία. Και οι εφημερίδες γράφανε: «Η επιθεώρηση των τριών γυμνασιοπαίδων». Εκείνο το δίστιχο λοιπόν, ήταν το πρώτο βήμα στο δρόμο της σατι­ ρικής μου έκφρασης. Δύο ομοιοκαταληξίες που ήρθαν μόνες τους. Από τότε με πήρε., ο κατήφο­ ρος! Και τι είναι για σας το χιούμορ, εκτός από επάγγελμα; ΤΙΠΟΤ’ άλλο εκτός από χιούμορ. Γελάτε ο ίδιος με ό,τι γράφετε; ΣΠΑΝΙΩΣ, και μόνο όταν ξαναδιαβάζω ένα κα­ λό χιουμορΛπικό μου διήγημα, έπειτα από πολύν καιρό. Ίσως γιατί τότε μου φαίνεται σαν να τό’χει γράψει άλλος. Πώς τα πάτε με το χιούμορ της νεότερης γενιάς; •Ο μήνας τον μέλιτος» των θ. Σπνρόπονλου - Π. Παπαόούχα

ΟΤΑΝ λέμε «γενιά», εννοούμε εποχή! Και εφό­ σον την ίδια εποχή ζούνε και οι παλαιότεροι, μοιραίως συμβαδίζουν κι αυτοί με το χιούμορ της. Αρκεί να είναι χιούμορ. Βρίσκετε ότι το χιούμορ είναι σήμερα σε άνθηση ή αναπολείτε κάποιες «παλιές χρυσές εποχές το ;» Η ΑΝΑΠΟΛΗΣΗ δεν εμποδίζει την εκτίμηση και προς το χιούμορ των νεότερων εποχών. Θα έλεγα όμως ότι το χιούμορ μιας εποχής δεν εξαρτάται από την εποχή, αλλά από την ύπαρξη προικισμένων λειτουργών του, στην πρόζα, στη σατιρική ποίηση, στη γελοιογραφία. Κάθε εποχή παρέχει θέματα πρόσφορα σε χιουμοριστική κρι­ τική. Ποιοι θα την κάνουν με επιτυχία, εδώ είναι το πρόβλημα. Το χιούμορ είναι ένα πράγμα που δεν πολυαναλύεται από τους μελετητές, τουλάχι­ στον στην Ελλάδα, φαίνεται όμως απα­ ραίτητο στη ζωή μας. Γιατί; Η ΕΡΩΤΗΣΗ έχει δύο σκέλη. Απαντώ στο πρώ­ το. Δεν πολυαναλύεται στην Ελλάδα γιατί η Ελ­ λάδα είναι χώρα όπου ανθεί η σοβαροφάνεια. Άνθρωποι που λένε ή γράφουν αστεία, που εί­ ναι εύθυμοι, γενικά, δεν θεωρούνται σοβαροί. Λες και η σοβαρότητα συνδέεται αναπόσπαστα με το βλοσυρό μούτρο. Φαίνεται, λοιπόν, ότι αυ­ τή η αντίληψη, ότι το χιούμορ είναι είδος παρα­ κατιανό, έχει διαποτίσει υποσυνείδητα και τους περισσότερους κριτικούς μας. Εκατοντάδες, ίσως και χιλιάδες κριτικά-αναλυτικά βιβλία έχουν εκδοθεί για τον Σολωμό, τον Παλαμά, τον Καβάφη, τον Σεφέρη, τον Παπαδιαμάντη. Εύλο­ γος και δικαίως. Πόσα όμως, έχουν γραφτεί για τον μεγαλύτερο σατιρικό ποιητή της σύγχρονης Ελλάδας, τον συγγραφέα-κριτικό της νεότερης ιστορίας μας, τον βαθύ ψυχαναλυτή του έλληνα, τον Γιώργο Σουρή; Δεν έχω υπόψη μου παρά άρθρα και προλογικά σημειώματα στις εκδόσεις των απάντων του. Και ένα μόνο βιβλίο, «Ο Σουρής και η εποχή του» που το έχει γράψει ο γιος του Κρίτων Σουρής. Και πόσα βιβλία για το με­ ταξωτό σατιρικό πνεύμα του Εμμανουήλ Ροΐδη; Νομίζω κανένα. Και εννοώ ολοκληρωμένη ανα­ λυτική μελέτη. Γιατί; Ίσως γιατί δεν θεωρούνται «σοβαροί». Ενώ ο Ουίστων Τσώρτσιλ -μέγας χιουμορίστας... προφορικός- έχει πει: «Ένα αστείο, είναι πολύ σοβαρό πράγμα!» Και απα­ ραίτητο, επίσης. Γιατί μας ανακουφίζει ψυχικά και μας βοηθάει ν’ αντιμετωπίζουμε με καρτερία δύσκολες καταστάσεις, ακόμα και θλιβερές. Και όμως, παρ’ ότι το χιούμορ είναι απα­ ραίτητο και ζούμε σε μια χώρα όπου πολ-


συνεντευξη/49 λοί άνθρωποι επιδίδονται στο γράψιμο, λίγοι είναι αυτοί που ασχολούνται με το χιούμορ. Πώς το εξηγείτε αυτό; ΙΣΩΣ δεν το σκύφτηκαν περισσότεροι, ίσως... δεν τους ήρθε! Ίσως και γιατί οι τα σοβαρά γράφοντες αισθάνονται τους σατιρικούς κάτι σαν φτωχούς συγγενείς ή πολίτες δευτέρας συγγρα­ φικής κατηγορίας. Κύριε Παπαδούκα, είσαστε από τους πιο γνωστούς συγγραφείς του μουσικού θεά­ τρου. Τι συνετέλεσε, κατά τη γνώμη σας, στο να γίνετε τόσο γνωστός; ΤΟ ότι μπήκε πολλές φορές το όνομά μου σε προγράμματα θεάτρου και σε διαφημίσεις. Σχε­ τικά με τις διαφημίσεις μάλιστα, έχω και μια ανάμνηση, από ένα γεγονός που τότε με στενο­ χώρησε πολύ, και τώρα που το θυμάμαι με δια­ σκεδάζει. Ήταν την εποχή που οι τρεις νεοσσοί ανεβάζαμε την πρώτη μας επιθεώρηση. Πρώτη φορά θά’βλεπα το όνομά μου σε προγράμματα θεάτρου. Δύο-τρεις μέρες λοιπόν πριν από την πρεμιέρα, βλέπω τεράστιες τρίφυλλες αφίσες κολλημένες στους ταλαιπωρημένους τοίχους της Αθήνας. Κοιτάζω την πρώτη με χτυποκάρδι. Και βλέπω τα τρία ονόματα των συγγραφέων: «Χρονόπουλου-Χαιρόπουλου-Παπαδάκη!» Τον Παπαδούκα τον είχε φάει ο δαίμων του τυπο­ γραφείου. Δεύτερο έγκλημα αυτού του δαίμονα, στο πρώτο διήγημα που δημοσίευσα στο περιοδι­ κό «Εβδομός». Διήγημα όχι απλώς δραματικό, αλλά δραματικότατο. Τόσο δραματικό, που όταν το τελείωνα με πήραν τα δάκρυα· το διήγημα αφορούσε τον προδομένο έρωτα ενός νέου, που κατέληξε στην αυτοκτονία. Τελείωνε με τη φρά­ ση: «Και το πρωί τον βρήκανε σκοτωμένο». Και ο δαίμων του τυπογραφείου, το όμικρον, της πρώτης συλλαβής «σκο», το κάνει...άλφα! Και από κάτω, Παναγιώτης Παπαδούκας. Βλέπετε ότι πολλές φορές το χιούμορ δημιουργείται μόνο του! Και κάτι ακόμα. Συνήθως έγραφα χιουμο­ ριστικά διηγήματα σε περιοδικά, κυρίως στο «Θησαυρό». Αλλά, μετά από 4-5, μ’ έπιανε το... δραματικό μου και πέταγα κι ένα σοβαρό. Έτσι, λοιπόν, έγραψα κάποτε ένα σούπερ ρο­ μαντικό, από κείνα που κανονικά υγραίνουν πο­ λύ τους οφθαλμούς. Και δύο μέρες μετά τη δη­ μοσίευση, συναντώ στην οδό Σταδίου τη μητέρα ενός συναδέλφου και πολύ φίλου. Η οποία και μου λέει τα εξής κολακευτικά: «Τι ωραίο το τε­ λευταίο σας διήγημα, το διαβάσαμε χθες με τον Γιώργο (τον άντρα της) και γελάσαμε με την καρδιά μας!» Από τότε δεν ξανάγραψα δραματι­ κό. Όμως εδώ θα ήθελα να παρατηρήσω ότι το χιούμορ δεν είναι παρά η άλλη όψη του νομί­ σματος «ζωή». Με το ίδιο θέμα, την ίδια ιστο­

Εργοβιογραφία Παναγιώτη Παπαδούκα Ο Παναγιώτης Παπαδούκας γεννήθηκε στην Αθήνα κι από πολύ νωρίς μπήκε στο χώρο της δημοσιογραφίας αρχίζοντας από το ρεπορτάζ και καταλήγοντας στο χρονογράφημα. Παράλληλα ασχολήθηκε με το χιουμοριστικό διήγημα και με το θέατρο για το οποίο έγραψε 150 περίπου έργα (με συνεργασία κι άλλων συναδέλφων του). Ανάμεσά τους η «Πρώτη νύχτα γάμου» το «Μπετόβεν και μπουζούκι», τα «Τριάντα δολάρια», το «Δώδεκα παρά πέντε», τα «100 χιλιάδες δολάρια», το «Αναμείνατε στο ακουστικό σας» κ.ά. Από τα χιουμοριστικά του διηγήματα, που δημοσιεύτηκαν στο παρελθόν σε περιοδικά και εφημερίδες, θυμίζουμε τις συλλογές: «Ιστορίες χωρίς δάκρυα», «Ο άνθρωπος που μου μοιάζει», «Με το ψηλό καπέλο», «Ο Μέγας Ναπολέων κι εγώ», «Κρούετε την θύραν», «Χαμόγελο μετ’ αποδοχών», «Μια φάτσα στον τοίχο» και «Εθνικόν απόρρητον».

ρία, ένας συγγραφέας μπορεί να σε κάνει να δα­ κρύσεις, κι ένας άλλος να γελάσεις. Και οι ήρωες των περισσότερων διηγημάτων μου, κατά βάθος, είναι τύποι δραματικοί. Αυτό μου τό ’χουν γράψει οι κριτικοί που μου έκαναν την τι­ μή ν’ ασχοληθούν με τα διηγήματά μου και δέχο­ μαι τη γνώμη τους με πολλή μου ευχαρίστηση. Το ρεκόρ σας, των 1000 διηγημάτων και 150 θεατρικών έργων, καθώς και το ότι ασχοληθήκατε με το λεγόμενο «εμπορικό» θέατρο, έβλαψε καθόλου την ποιότητα του έργου σας; ΔΕΝ το νομίζω. Εξάλλου το έργο μου είχε και καλή ποιότητα αλλά και κακή. Ποια νομίζετε ότι είναι η δική σας, η προ­ σωπική προσφορά στο ελληνικό χιούμορ; ΤΙ να σας πω. Δεν είμαι εγώ ο αρμόδιος ν’ αξιο­ λογήσω αυτή την προσφορά. Κύριε Παπαδούκα, το χιούμορ σας ήταν πάντα το χιούμορ το δικό σας ή μήπως κά­


50/συνεντευξη Πιστεύετε ότι το χιούμορ μπορεί να συγκινήσει τους νεότερους ή και τις επόμενες γενιές;

ποιες φορές ήταν το χιούμορ πού ζητούσε το κοινό; ΑΥΤΑ τα δύο είναι αλληλένδετα. Γράφοντας ο συγγραφέας, έχει πάντα υπόψη του ότι απευθύ­ νεται στο κοινό και ότι αυτό πρέπει να ευχαρι­ στηθεί. Αυτόματα ο συγγραφέας, όταν σκέπτεται και γράφει, υποκαθίσταται στη θέση του θεατή ή του αναγνώστη και σαν θεατής ή αναγνώστης βλέπει ή ακούει αυτά που γράφει. Επιτυχία εί­ ναι όταν συμπέσουν οι απόψεις και των δύο πα­ ραγόντων. Εκείνο το “γράφω για λίγους...” δεν το δέχομαι. Όλοι οι συγγραφείς γράφουν για πολλούς. Για την ακρίβεια για όλους. Μιλάμε για θέατρο, φυσικά. Τα άλλα είδη του γραπτού λόγου σηκώνουν το... δΓ ολίγους!

ΓΙΑ μερικά από τα χιουμοριστικά μου διηγήμα­ τα το πιστεύω. Και τούτο γιατί το χαρακτηριστι­ κό τους δεν είναι η σάτιρα επίκαιρων προσώπων και πραγμάτων, αλλά καταστάσεων που επανα­ λαμβάνονται, όπως και ανθρώπινων τύπων και χαρακτήρων που είναι παντοτινοί. Πιστεύω, ακόμη, ότι ένα μεγάλο μέρος από το σατιρικό μου βιβλίο, σε έμμετρο κείμενο, το “Εθνικόν απόρρητον” θα εξακολουθήσει για πολλά χρόνια ακόμα, δυστυχώς, να είναι επίκαιρο. Πού βρίσκετε τα τελευταία χρόνια την αιχμή της σάτιράς σας, τι σας συγκινεί πε­ ρισσότερο;

Η προσωπική σας πολιτική τοποθέτηση εμπόδισε ποτέ τη σατιρική σας πένα; ΟΧΙ, αυτό δεν συνέβη ποτέ! Για έναν απλό λόγο: ο άνθρωπος που ασχολείται με τη σάτιρα, στο­ χεύει προς όλες τις πολιτικές κατευθύνσεις. Με περισσότερα βέλη βέβαια προς την πλευρά που βρίσκεται στην κυβέρνηση. Μιλάμε για θέατρο πάντα και ειδικά για την επιθεώρηση. Και στο θέατρο, πηγαίνουν άνθρωποι που ανήκουν σε όλες τις πολιτικές παρατάξεις. Και πρέπει, ή όλοι να ικανοποιηθούν, ή όλοι να πικραθούν πε­ ρίπου το ίδιο. Οι σατιρικοί όμως, που γράφουν στον τύπο, ως χρονογράφοι, ως στιχουργοί ή ως γελοιογράφοι κυρίως, και ακολουθούν την πολι­ τική της εφημερίδας τους και ως άτομα, επόμενο είναι αυτή την πολιτική να εκφράζουν και να υπηρετούν, όσο μπορούν καλύτερα.

ΤΗΝ αιχμή την βρίσκω όπου την έβρισκα πάντο­ τε: Σε όσα συμβαίνουν γύρω μου. Και τι γράφετε τώρα; ΕΧΩ καταπιαστεί μ’ ένα χιουμοριστικό μυθιστό­ ρημα. Πάντα είχα υπόψη μου κάτι τέτοιο. Τώρα έχω φτάσει στα μισά. 'Ωσπου να δούμε τι θα γίνει, θά ’χατε να προσθέσετε κάτι άλλο; ΝΑΙ, κάτι το ουσιώδες: Ό τι ο άνθρωπος που ασχολείται με το χιούμορ οφείλει ν’ αρχίζει από τον ίδιο τον εαυτό του. Παράδειγμα ζωντανό, η «Ζωγραφιά μου» του Σουρή.

ψ/ w f

ΛΟΥΪΣ ΚΑΡΡΟΛ Η ΑΛΙΚΗ ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΤΩΝ ΘΑΥΜΑΤΩΝ

1

V

M

E

1

σ τη σ κ έ ψ η σ τα γ ρ ά μ μ α τ α σ τ ις τ έ χ ν ε ς

E

i


συνεντευξη/51

Αλέκος Σακελλάριος: «Γράφεις, κι όσο γράφεις είσαι ζεστός...» Κύριε Σακελλάριε, πόσα έργα έχετε γρά­ ψει; ΓΥΡΩ στα 200 θεατρικά και κάπου 105 κινημα­ τογραφικά. Βέβαια τα κινηματογραφικά δεν εί­ ναι όλα πρωτότυπα. Τα μισά απ’ αυτά είναι με­ ταφορές των θεατρικών στον κινηματογράφο. Σύνολο δηλαδή, γύρω στα 250 έργα... Ρε­ κόρ ε; ΜΠΑ μην το λέτε. Εγώ πιστεύω ότι δεν κατάφερα να γράψω όσα ήθελα. Σοβαρά; ΣΟΒΑΡΟΤΑΤΑ... Εμένα, για να είμαι ειλικρινής, με φοβίζει πολύ ο αντίχτυπος της ποσότητας στην ποιότητα... ΟΧΙ μόνο εσάς, κα ι... τους γάλλους. Στο Παρί­ σι, πριν λίγα χρόνια, όταν παιζόταν σε κάποιο φεστιβάλ η «Αλίκη στο ναυτικό», με πλησίασε για συνέντευξη ένας δημοσιογράφος. «Πόσα έρ­ γα έχετε γράψει;» με ρώτησε. «Εκατόν δώδεκα» του λέω. Αυτό ήτανε... Ούτε συνέντευξη ούτε τί­ ποτα! Την άλλη χρονιά στη Βιέννη, σε μια παρό­ μοια περίπτωση, είπα ότι είχα γράψει μόνον 12 έργα. Το αποτέλεσμα ήταν να μου πάρουν μια ολοσέλιδη συνέντευξη... Αν κατάλαβα καλά, εσάς δεν σας φοβίζει η ποσότητα... ΟΧΙ... καθόλου. Αν είχα γράψει λιγότερα έργα

ίσως να ήταν πιο ανόητα... Γιατί κάθε δουλειά έχει έναν τρόπο, μια μανιέρα. Γράφεις κι όσο γράφεις είσαι ζεστός. Και στο επόμενο και στο μεθεπόμενο έργο, έχεις αποκτήσει πολύτιμη πεί­ ρα που σε βοηθάει να συνεχίσεις. ΓΓ αυτό σας λέω... καλά έκανα κι έγραψα τόσα πολλά. Μα­ κάρι από δω και πέρα να μπορούσα να γράψω άλλα τόσα... Κι έτσι λοιπόν συνεχίζετε ακάθεκτος το γράψιμο... ΝΑΙ... Κι έχω ήδη έτοιμα δύο θεατρικά έργα και τρία σενάρια. Το ένα μάλιστα απ’ αυτά, που αφορά τον Ρήγα Φεραίο, πρόκειται να το γυρί­ σει ταινία ο Καζάν. Σχεδιάζω επίσης να ξαναγυρίσω μερικά από τα πιο αγαπημένα μου παλιά έργα: «Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο», το «Οι Γερμανοί ξανάρχονται», το «Λατέρνα, φτώ­ χεια και φιλότιμο»... Νομίζω ότι θα τα έκανα πολύ καλύτερα τώρα... Δεν ξέρω για τα λαινούρια σας έργα, πάν­ τως στα παλιά υπάρχει πολύ μπλέξιμο. Οι καταστάσεις περιπλέκονται πολύ κι οι άν­ θρωποι γίνονται κουβάρι. Κι όμως όλα τε­ λειώνουν κατ’ ευχήν, που λένε. Βρίσκετε απαραίτητο το «χάπι εντ»; ΟΤΑΝ κάνεις εμπορική δουλειά είναι απαραίτη­ το. Πριν κάμποσα χρόνια, όταν έγραψα το «Μια κυρία ατυχήσασα» δεν είχα «χάπι εντ». Το έργο κράτησε στη σκηνή 15 μόνο μέρες. Ό τα ν αργότε­ ρα άλλαξα το φινάλε, το έργο παίχτηκε συνέχεια για δυο χρόνια. Ο θεατής το χρειάζεται το «χάπι εντ».


52/συνεντευξη

Εργοβιογραφία Αλέκου Σακελλάριον Δημοσιογράφος, σεναριογράφος, θεατρικός συγγραφέας, στιχουργός και σκηνοθέτης, ο Αλέκος Σακελλάριος είναι από τους πιο γνωστούς εκπροσώπους του σύγχρονου ελληνικού χιούμορ. Ως θεατρικός συγγραφέας πρωτοεμφανίστηκε το 1935 με τη μουσική κωμωδία «Ο Βασιλιάς του χαλβά» κι από τότε, άλλοτε μόνος του κι άλλοτε σε συνεργασία με τον Χρηστό Γιαννακόπουλο, έγραψε πάνω από 200 θεατρικά έργα, τα περισσότερα από τα οποία γνώρισαν μεγάλη εμπορική επιτυχία. Για τις κινηματογραφικές ταινίες του βραβεύτηκε πολλές φορές σε διεθνή φεστιβάλ καθώς και στο φεστιβάλ Θεσ/νίκης, ενώ στίχους του μελοποίησαν γνωστοί έλληνες συνθέτες όπως ο Χατζιδάκις, ο Χαιρόπουλος, ο Γιαννίδης, ο Σουγιούλ, ο Πλέσσας, ο Χατζηνάσιος, ο Μουζάκης, ο Ζαμπέτας, κ.ά. Μερικά από τα έργα του (θεατρικά και άλλα) Οι Γερμανοί ξανάρχονται, Ένα βότσαλο στη λίμνη, ©ανασάκης ο πολιτευόμενος, Δεσποινίς ετών 39, Ο φίλος μου ο Λευτεράκης, Η δεξιά η αριστερά κι ο κυρ Παντελής, Ένας ήρως με παντούφλες, Λατέρνα, φτώχεια και φιλότιμο, Η κόρη μου η σοσιαλίστρια, Το ξύλο βγήκε απ’ τον Παράδεισο, Χτυποκάρδια στο θρανίο, Η θεία από το Σικάγο, κ.ά. Τον τελευταίο καιρό ο Α. Σακελλάριος ετοιμάζει για την ΕΡΤ ένα έργο για τον Αττίκ, σε σκηνοθεσία Κ. Αριστόπουλου καθώς και το σήριαλ «Ένα αστέρι γεννιέται με καισαρική».

Και γιατί το χρειάζεται; Ε!.. είναι μια ικανοποίηση. Πάνε μετά και πί­ νουν την πορτοκαλάδα τους χαμογελαστοί. Ενώ αν το έργο τους έχει αφήσει πίκρα, αυτή η πίκρα στροφογυρνάει μέσα τους και τους χαλάει τη διάθεση... Το «χάπι εντ» δεν ψευτίζει το έργο, μια και τα πράγματα στη ζωή δεν έχουν πάντα «χάπι εντ»; ΟΧΙ δεν το ψευτίζει. Φτάνει να γίνεται μαστορι­ κά... να έρχεται φυσικά. Μια και είπατε πριν για εμπορική δου­ λειά... Γιατί μέχρι τώρα διοχετεύσατε το χιούμορ σας σ’ αυτό που λέμε «εμπορική δουλειά»; Δεν νιώσατε ποτέ την ανάγκη και για κάτι άλλο; ΕΔΩ νομίζω γίνεται ένα λάθος. Ο κινηματογρά­ φος, το θέατρο, η τηλεόραση κι η εφημερίδα εί­ ναι πράγματα μαζικής κατανάλωσης, γι’ αυτό

πρέπει μέσα απ’ αυτά ν’ απευθύνεσαι στο 100% των ανθρώπων κι όχι να γράφεις πράγματα μόνο για τους 10 ή τους 20 που σε καταλαβαίνουν ή νομίζουν ότι σε καταλαβαίνουν. Τι νόημα θα εί­ χε -για παράδειγμα- ένα ωραίο ποίημα σε μια εφημερίδα; Μπορείς κάλλιστα να το βγάλεις σε βιβλίο και να το αγοράσουν όσοι ενδιαφέρονται. Ο κινηματογράφος, το θέατρο, η τηλεόραση και η εφημερίδα απευθύνονται στους πολλούς. Κι αυτούς τους πολλούς πρέπει να συγκινήσεις κι αν είναι δυνατό να τους ανεβάσεις πνευματικά. Και τα δικά σας έργα; Κατάφεραν νομίζε­ τε ν’ ανεβάσουν το πνευματικό επίπεδο αυτών των πολλών; ΔΕΝ ξέρω... Εγώ πάντως το προσπάθησα... Προσπαθώντας να προσεγγίσετε τους πολλούς, μήπως κάποιες φορές το χιούμορ σας δεν ήταν αυτό που σας εξέφραζε αλλά αυτό που σας ζητούσε το κοινό; ΜΠΑ... όχι. Μην ακούτε κανέναν από τους συγ­ γραφείς που λένε ότι γράφουν αυτό που θέλει το κοινό. Δεν μπορείς να είσαι τόσο σπουδαίος ώστε να γράφεις αυτά που θέλουν οι άλλοι. Γρά­ φεις απλώς αυτό που αναβλύζει από μέσα σου. Αν αυτό συμπίπτει μ’ αυτό που αρέσει στο κοι­ νό, έχει καλώς. Αλλιώς απέτυχες. Κύριε Σακελλάριε, η προσωπική σας πολι­ τική τοποθέτηση εμπόδισε ποτέ την ειλι-. κρίνεια της σάτιράς σας; ΟΧΙ ποτέ. Ένας δημοσιογράφος -κ ι εγώ όπως ξέρετε είμαι και δημοσιογράφος- δεν μπορεί να θίξει βέβαια με τα γραπτά του τις πολιτικές πε­ ποιθήσεις του εκδότη της εφημερίδας του. Όμως εγώ, εκτός από τη δημοσιογραφία, είχα και τις πολιτικές μου κωμωδίες. Κι εκεί κανένας δεν μ’ εμπόδιζε να πω αυτά που ήθελα. Τις πολιτικές μου πεποιθήσεις λοιπόν τις έχω πει στις πολιτι­ κές μου κωμωδίες. Και κάτι άλλο. Με ρωτούν πολλές φορές «τι είμαι». Το θεωρώ γελοία ερώ­ τηση. Δεν υπάρχει συγγραφέας υπερασπιστής του καπιταλισμού. Δεν υπάρχει συγγραφέας που θα πει: «Α! ο καημένος ο Παπαστράτος βγάζει ενάμιση εκατομμύριο τη μέρα, ας τον βοηθήσου­ με να βγάλει δυο». Οι συγγραφείς είναι προο­ δευτικοί άνθρωποι, άσχετα με το πού ανήκουν... Κι όμως υπάρχουν συγγραφείς που υπε­ ρασπίστηκαν το φασισμό. Ο Πάουντ, ας πούμε, ή ο Ντ’ Αννούτσιο... ΑΛΛΕΣ εποχές τότε. Στην εποχή μας πια δεν μπορούν να γίνουν τέτοια πράγματα.


συνεντευξη/53 Ας το ελπίσουμε. ΝΑΙ, ας το ελπίσουμε, γιατί ο φόβος υπάρχει πάντα. Οι άνθρωποι είναι περίεργα όντα... Κι εκτός από επάγγελμα, τι άλλο είναι για σας το χιούμορ κ. Σακελλάριε; ΕΙΝΑΙ μια φυσική κατάσταση... Κάτι που δεν το προσπαθώ. Κάτι που βγαίνει από μέσα μου αυ­ θόρμητα... Και τι πράγματα σας κάνουν να γελάτε ή έστω να χαμογελάτε; ΓΕΛΩ με οτιδήποτε έξυπνο. Μ’ οτιδήποτε αλη­ θινά έξυπνο... Το έξυπνο, βέβαια είναι σχετικό... ΟΧΙ δεν είναι... Είναι απλώς σχετικό με την εξυ­ πνάδα του καθενός... Κι αν γενικεύσουμε το πράγμα: τι προκαλεί το γέλιο; ΠΡΩΤΑ πρώτα η αλήθεια. Σου συστήνουν π.χ. ένα δολοφόνο, σου λένε ιδού ο κ. τάδε κι εσύ λες χαίρω πολύ. Μέχρις εδώ καλώς. Αν Λεις όμως την αλήθεια, αν του πεις δηλαδή ότι «κύριέ μου είστε παλιάνθρωπος», αυτό προκαλεί γέλιο. Εκτός από την αλήθεια γελάμε και με το απρόο­ πτο γιατί είναι κάτι που δεν περιμένουμε ότι θα συμβεί. Τέλος γελάμε με το λογοπαίγνιο που εί­ ναι για μένα το χειρότερο είδος χιούμορ.

Ο Α. Σακελλάριος με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, τον Α. Αλεξανόράκη κι ένα φίλο

Κι αυτοί που το γράφουν κι αυτοί που το χειρο­ κροτούν. Ήρθαμε φαίνεται πάλι σε προεφηβική κατάσταση, την κατάσταση αυτή που τα παιδιά λένε βρώμικες λέξεις και... γελούν μ’ αυτές. Τι σας πειράζει δηλαδή; Το ότι λέγονται πια ευθέως μερικά πράγματα;

Γιατί; ΓΙΑΉ δεν προέρχεται από ευφυία αλλά από στραμπούληγμα λέξεων. Κι όμως υπάρχουν μερικά πολύ επιτυχη­ μένα λογοπαίγνια. ΥΠΑΡΧΟΥΝ... Όμως εγώ δεν μπορώ να τα χρησιμοποιήσω. Δεν μου πάνε. Κύριε Σακελλάριε, το χιούμορ υπόκειται κι αυτό στο χρόνο. Σ’ όλες τις εποχές δεν γελούσαν με τα ίδια πράγματα. Εσείς, από τότε που ξεκινήσατε, βρίσκετε ότι υπάρχουν αλλαγές στον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνονται οι έλληνες το χιούμορ; ΥΠΑΡΧΕΙ πτώση. Όταν βλέπω σήμερα να παίρνει την πρώτη θέση στην επιθεώρηση η χυ­ δαιολογία, σημαίνει ότι χάσαμε το χιούμορ μας.

ΟΧΙ. Ευθέως πρέπει να λέγονται. Κι ο Αριστο­ φάνης ευθέως τά ’λεγε αλλά δεν ήταν χυδαίος. Μπορείς να λες οτιδήποτε θέλεις ευθέως, φτάνει να έχει λόγο ύπαρξης. Ό χ ι το χυδαίο για το χυ­ δαίο... Γιατί η χυδαιολογία είναι υπανάπτυξη και του γράφοντος και του ακούοντος. Και με τι γελούν σήμερα οι έλληνες; ΝΑ σας πω... Το γέλιο είναι περίεργο πράγμα. Το ίδιο πράγμα που κάνει κάποιον να γελά τον άλλον τον κάνει να δακρύζει. Και γιατί συμβαίνει, νομίζετε, αυτό; ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ για παιδικές παραστάσεις. Στην παλιά μου γειτονιά υπήρχε μια θεότρελη άσχημη κοπέλα που την έλεγαν Φιλιώ. Γράφοντας λοι­ πόν εγώ, θέλοντας να πω ότι κάποια είναι άσχη­ μη, τη λέω Φιλιώ. Κάποιος όμως, που στα παιδι­ κά του χρόνια είχε γνωρίσει μια όμορφη Φιλιώ,


54/συνεντευξη δεν θα γελάσει με το δικό μου χαρακτηρισμό. Το πώς αντιλαμβάνεται κανείς το αστείο έχει σχέση με τις καταστάσεις που έχει ζήσει στη ζωή του.

Και τι γνώμη έχετε για τους νέους που ασχολούνται επαγγελματικά με το χιού­ μορ;

Κύριε Σακελλάριε, γελάμε πάντα με κάτι που είναι αστείο ή μήπως μερικές φορές γελάμε μόνο και μόνο επειδή έχουμε διά­ θεση για γέλιο;

ΠΟΙΟΥΣ; Ξέρετε να μου πείτε κανέναν; Έχω δει βέβαια κανα-δυο σπιρτόζικες επιθεωρήσεις αλλά νέα γενιά επιθεωρησιογράφων δεν υπάρ­ χει. Κωμωδιογράφοι υπάρχουν μερικοί, ο Μουρσελάς, ο Καρράς, ο Κεχαίδης π.χ., αλλά γενικώς πάσχουμε τελευταία από ανθρώπους που να γράφουν χιούμορ.

ΑΥΤΟ που ρωτάτε, το σκέφτηκαν πριν από σας οι μεγάλοι παραγωγοί στα θέατρα. Βάλανε λοι­ πόν τη λεγάμενη «κλάκα» που γελούσε σ’ ορισμέ­ να σημεία του έργου κι έτσι παρέσυρε και τους άλλους. Και μια κι αρχίσαμε τη συζήτηση για το γέλιο... τι είναι το νευρικό γέλιο κ. Σακελ­ λάριε; ΕΙΝΑΙ γέλιο που εκδηλώνεται σε στιγμές που απαγορεύεται να γελάσεις. Σε μια κηδεία ας πούμε, ή στην τάξη στο σχολείο... Και το πικρό γέλιο; ΤΟ πικρό γέλιο είναι ένας αυτοσαρκασμός κι εκ­ δηλώνεται όταν κάτι που περιμέναμε μας έρχεται καθυστερημένα. Λες για παράδειγμα: «Τώρα μου ήρθαν αυτά τα λεφτά; Γιατί να μην έρθουν τότε που είχα ανάγκη να πάω το παιδί μου στο νοσοκομείο;». Και χαμογελάς πικρά... Μπορείτε να μου υπενθυμίσετε κάποιο πολύ κοινό αστείο που χρησιμοποιείται συχνά; ΦΟΒΑΜΑΙ ότι στην σημερινή εποχή τα πε­ ρισσότερα πράγματα μας κάνουν να κλαίμε κι όχι να γελάμε... αλλά τέλος πάντων. Ένα κα­ λαμπούρι που μας κάνει να γελάμε συχνά, είναι το καλαμπούρι της ΔΕΗ. Όταν μας έρχεται ο λογαριασμός λέμε ότι «μας άλλαξε τα φώτα». Αυτό είναι ένα αστείο όλων των ελλήνων κι αυτό το αστείο -δόξα τω Θεώ- φροντίζει πάντοτε να το τροφοδοτεί η ΔΕΗ με τους φουσκωμένους λο­ γαριασμούς της.

Από τους παλιούς, ποιοι σας άρεσαν; Ο Δημητρακόπουλος, ο Τσοκόπουλος, ο Άννινος, ο Μωραϊτίνης, οι Γιαννακόπουλοι, κι ένα σωρό ακόμα που δεν τους θυμάμαι τώρα. Το κα­ κό είναι ότι δεν βλέπω άλλους τόσους καινού­ ριους... Γιατί νομίζετε δεν βγαίνουν πια καινού­ ριοι στο επάγγελμα; ΓΙΑΤΙ δεν βρίσκουν δουλειά. Βέβαια σ’ όλες τις εποχές υπήρχαν ταλέντα που χαραμίστηκαν αλ­ λά σήμερα αυτό γίνεται περισσότερο. Κύριε Σακελλάριε, ασχολείστε με το χιού­ μορ πολλά χρόνια. Πιστεύετε ότι το χιού­ μορ ενός ανθρώπου είναι ανεξάντλητο; ΤΟ χιούμορ ενός χιουμορίστα υπάρχει πάντα μέ­ σα του. Υπάρχει όπως τα μαλλιά του, η μύτη του ή το στόμα του. Μπορεί άλλοτε να είναι πλου­ σιότερο κι άλλοτε φτωχότερο, όμως υπάρχει πάντα. Για πέστε μας λοιπόν ένα αστείο που σας έρχεται αυτή τη στιγμή... ΤΙ να πω... Πέστε κάτι για μένα... Α! Αυτό που μού ’ρχεται να πω για σας δεν είναι αστείο... Είναι κάτι διαφορετικό!

Κύριε Σακελλάριε, γελάτε με το χιούμορ της νεότερης γενιάς;

Και για να κλείσουμε, τι άλλο θα μας πεί­ τε;

ΝΑΙ... λένε έξυπνα πράγματα. Ό χι πάντα βέ­ βαια αλλά λένε. Μόνο που μερικά αστεία τους δεν τα καταλαβαίνω. Ίσως να φταίω εγώ που ξεπεράστηκα, αλλά δεν τα καταλαβαίνω. Λένε π.χ. «με καράφλιασε» ή «με κούφανε». Δεν κα­ ταλαβαίνω από. πού βγαίνουν αυτά τ’ αστεία, δεν βλέπω να έχουν λογική συνέχεια. Ίσως και νά ’χουν και να μην την έχω βρει εγώ.

ΗΘΕΛΑ να πω ότι δυστυχώς οι ηλικίες είναι που αποφασίζουν για το αν έχεις μέλλον ή πα­ ρελθόν. Όσοι έχουν παρελθόν δεν έχουν μέλλον. Κι όσοι έχουν μέλλον δεν έχουν παρελθόν. Εγώ είμαι απ’ αυτούς, που παρ’ ότι έχουν πολύ πα­ ρελθόν, θέλω νά ’χω και μέλλον. Και αν μου μέ­ νουν 10 ή 15 χρόνια ακόμα, πιστεύω ότι μπορώ να κάνω άλλα τόσα απ’ όσα έκανα ώς τώρα... Η


ΟΔΗΓΟΣ ΒΙΒΛΙΩΝ

επιλογή η ιστορία, η πρόκληση και το πρόβλημα ΚΡΊΣΉΝ ΜΠΥΣΙ-ΓΚΛ ΥΚΣΜΑΝ - ΓΕΡΑΝ ΤΕΡΜΠΟΡΝ: Η σοσιαλ­ δημοκρατική Πρόκληση. Αθήνα, Θεμέλιο, 1984. Σελ. 356.

Μια ιστορία, ένα πρόβλημα και μια πρόκληση: έτσι θα μπορούσε να χαρακτηρίσει κανείς τη σοσιαλδημοκρατία σήμερα. Μια ιστο­ ρία που εντάσσεται στα γεωγραφικά, πολιτιστικά και πολιτικά πλαίσια της Δύσης. Σήμερα, που διανύουμε το τελευταίο τέταρτο του αιώνα μας, η σοσιαλδημοκρατία όχι μόνο επιβιώνει αλλά και κατέχει μια κεντρική θέση, είτε ως καθεστώς είτε ως πρόταγμα, στον τρόπο οργάνωσης των δυτικοευρωπαϊκών κοινωνιών. Αποτέλεσε και αποτελεί συστατική ορίζουσα της ιστορίας αυτών των κοινωνιών για έναν περίπου αιώνα. Έτσι κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί σήμερα ότι η σοσιαλδημοκρατία «ξεπεράστηκε». Αντί­ θετα, μέσα από πολλές εξελικτικές φάσεις και παραλλαγές, η σο­ σιαλδημοκρατία εξακολουθεί να υπάρχει. Για την Αριστερά μάλι­ στα υπάρχει ως πρόβλημα. Ένα πρόβλημα που έχει τις ρίζες του στη διάσπαση του ευρωπαϊκού εργατικού κινήματος (1914 -έγκρι­ ση απ’ το SPD των πολεμικών κονδυλίων, 1916-17- διαίρεση της σο­ σιαλδημοκρατίας σε: ανεξάρτητο σοδιαλδημοκρατικό κόμμα, USPD, Σπαρτακιστές και σοδιαλδημοκρατικό κόμμα πλέιοψηφίας, MSPD, 1919 - ίδρυση του Κομμουνιστικού κόμματος, KPD), στη σύγκρουση Λένιν-Κάουτσκυ, στις θέσεις της Γ' Διεθνούς και στην ήττα του εργατι­ κού κινήματος σε Γερμανία, Ιταλία και Αυστρία. Ανέκαθεν η Αριστε­ ρά αντιμετώπισε τη σοδιαλδημοκρατία ως ρεφορμισμό, προδοσία του εργατικού κινήματος και ρεβιζιονισμό που οφείλεται στη συμβι­ βαστική στάση της ηγετικής αρι­ στοκρατίας. Η πολεμική αυτή άρ­ χισε ήδη απ’ τους Μαρξ και Ένγκελς ενάντια στον Λασάλ,1 συ­

νεχίστηκε απ’ τον Λένιν ενάντια στους Κάουτσκυ, Μπερνστάιν και Χίλφρεντινγκ, τον σταλινισμό της Γ' Διεθνούς και έφτασε ώς τις μέ­ ρες μας, με αντιπροσωπευτικότερο παράδειγμα την κατάρρευση του Κοινού Προγράμματος ανάμεσα σε γάλλους κομμουνιστές και σοσιαλι­ στές, στις εκλογές του 1979. Ή από δεκαετίες όμως απορρι­ πτική «λύση» του προβλήματος σο­ σιαλδημοκρατία, ούτε βοήθησε την Αριστερά ούτε και άλλαξε τους συ­ σχετισμούς της πολιτικής εξουσίας στα δυτικοευρωπαϊκά κράτη. Στο όνομα μιας ορθόδοξης συνέπειας, σε θέσεις και αρχές που διατυπώ­ θηκαν στα τέλη του περασμένου και στις αρχές του 20ου αιώνα, η Αριστερά δεν μπόρεσε να ερμηνεύ­ σει τη σοσιαλδημοκρατία ως ιστο­ ρικό φαινόμενο που αγκαλιάζει και αφορά δεκάδες εκατομμύρια

εργαζομένων και αρκέστηκε σε αφορισμούς που κάλυπταν απλώς τη θεωρητική της ένδεια. Και πίσω απ’ αυτή, η πολιτική της αμηχανία και αναποτελεσματικότητα, που φάνηκε καθαρά στις <- ιοφάσεις της Κομιντέρν περί σοσιαλφασισμού, άμυνας της αστικής τάξης, και η απελπιστικά καθυστερημένη από­ φαση για το Ενιαίο Αντιφασιστικό Μέτωπο, γεγονός που διευκόλυνε σε πάρα πολύ μεγάλο βαθμό την άνοδο του φασισμού ■'στην εξου­ σία.2 Αν ο οικσνομισμός αποτελεί τη θεωρητική πλευρά των απαρχών της κρίσης του δυτικού μαρξισμού, η στάση απέναντι στη σοσιαλδημο­ κρατία είναι το πολιτικοστρατηγικό αντίστοιχό της. Παρ’ όλα αυτά σήμερα, μετά από δεκαετίες σοσιαλδημοκρατικών κυ­ βερνήσεων, το πρότυπο των οποίων επιχειρείται να μεταφερθεί με παραλλάσσουσες αναλογίες και στον ευρωπαϊκό Νότο, κι ενώ πα­ ράλληλα διανύουμε τη μεγαλύτερη δομική κρίση του καπιταλισμού που σηματοδοτεί και σηματοδοτείται και απ’ την κρίση του μαρξι­ σμού, η σοσιαλδημοκρατία, μ’ όλο το ιστορικό, προβληματικό παρελ­ θόν της, προβάλλει πλέον ως πρό­ κληση. Μια κατεξοχήν πρόκληση για την ευρωπαϊκή Αριστερά: πρό­ κληση να την κατανοήσει και να παρέμβει μέσα από μια κατάλληλη πολιτική συμμαχιών και οργάνω­ σης. Το βιβλίο της Κριστίν ΜπυσίΓκλυκσμάν και του Γέραν Τέρ-


56/οδηγος

μπορν είναι μια απάντηση στην πρόκληση αυτή,από τις καλύτερες του είδους της. Μετά τις εισαγωγι­ κές αυτές παρατηρήσεις, θα προσ­ παθήσουμε να συνοψίσουμε τις κεντρικές θέσεις των συγγραφέων. Η ανεπαρκής στάση της ευρω­ παϊκής κομμουνιστικής αριστερός απέναντι στη σοσιαλδημοκρατία δεν οφείλεται απλώς στους αφορισμούς του Λένιν περί προδοσίας και ρεφορμισμού της ηγεσίας της. Έχει πολύ βαθύτερες ρίζες. Όπως είπαμε και προηγουμένως, ξεκινά από τον Μαρξ και τον Ένγκελς, διαμορφώνεται δε από τον οικονομισμό που επικράτησε στη μαρξι­ στική κοινωνική και πολιτική θεω­ ρία. Ξεκινά από μια γραμμική αν­ τίληψη της ιστορίας, σύμφωνα με την οποία η εξέλιξη των παραγωγι­ κών δυνάμεων είναι η αιτία της αναγκαστικής μετάβασης απ’ τον καπιταλισμό στο σοσιαλισμό, έτσι ώστε οποιοσδήποτε ενδιάμεσος τύ­ πος, μια τάση διαφορετική απ’ το γραμμικό σχήμα, να απορρίπτεται εξ ορισμού σαν παρέκκλιση ενός επαναστατικού προτύπου εξέλιξης. Περνά, στη συνέχεια, από μια εργαλειακή αντίληψη για το κράτος. Από τη θέση δηλαδή, που θεωρεί το κράτος αντικείμενο-όργανο ή έναν τεχνικού χαρακτήρα μηχανι­ σμό που μπορεί να αλλάζει κάτοχο, δίχως αυτό να έχει να κάνει τίποτα με τη φυσιογνωμία και το ρόλο του στην κοινωνία και την οικονομία. Όλα εξαρτώνται απ’ τη θέληση της τάξης εκείνης που το ελέγχει. Κα­ ταλήγει τέλος σε μια αναγωγικήφορμαλιστική αντίληψη για τη σύγ­ χρονη οργάνωση των καπιταλιστι­ κών κοινωνιών. Θεωρεί τις αστικές ελευθερίες φενάκη και ιδεολογικό εποικοδόμημα που αντανακλά απλώς τις παραγωγικές σχέσεις. Η εκμηδενιστική αναγωγική αυτή άποψη υποτιμά τη δημοκρατία ως

χώρο οργάνωσης και αντικείμενο πάλης των εργατικών τάξεων της Ευρώπης, με αποτέλεσμα να συγ­ χέει τις μορφές του αστικού κρά­ τους με τις μορφές της πολιτικής δράσης η οποία κάτω από ορισμέ­ νες συνθήκες μπορεί να ανατρέψει αυτό το κράτος. Τούτο γίνεται εξ αιτίας της απλοϊκής διάκρισης με­ ταξύ ενός πραγματικού ταξικού πε­ ριεχομένου και μιας μη πραγματι­ κής μορφής του αστικού κράτους. Κύρια συνέπεια, στο επίπεδο της τακτικής, η αδυναμία συγκρότησης συμμαχιών, πράγμα που φάνηκε καθαρά τη δεκαετία του ’30 (σο­ σιαλδημοκρατία = σοσιαλφασισμός). Τι ήταν τελικά εκείνο που κατά­ λαβε κι εκείνο που δεν κατάλαβε η Αριστερά για τη σοσιαλδημοκρα­ τία; Γιατί είναι η στάση της ανε­ παρκής; Πριν τη διάσπαση του ευ­ ρωπαϊκού εργατικού κινήματος, η σοσιαλδημοκρατική κοινοβουλευ­ τική και συνδικαλιστική πολιτική αποτέλεσε, για τον Ένγκελς3τουλά­ χιστον, τη νέα επαναστατική μορ­ φή πάλης της εργατικής τάξης για τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό. Αργότερα, κι ο ίδιος ο Λένιν υιο­ θέτησε αυτή την άποψη, για να την απορρίψει όμως σύντομα, εισάγοντας, μετά το 1914, τη θέση της ρεβιζιονιστικής εργατικής αριστοκρα­ τίας. Αργότερα δε, μέσα απ’ τη Γ' Διεθνή, επικράτησε η θέση για τον ρεφορμιστικό χαρακτήρα της σο­ σιαλδημοκρατίας. Πράγματι, μετά τη διάσπαση, το SPD γίνεται ένα ρεφορμιστικό εργατικό κόμμα που, βασισμένο στις θέσεις του Λασάλ, βλέπει τον σοσιαλιστικό μετασχη­ ματισμό να γίνεται με και δια μέ­ σου του κράτους, υιοθετώντας βαθμιαίες ποιοτικές μεταρρυθμί­ σεις. Ο ίδιος ο Κάουτσκυ, ο κατεξοχήν θεματοφύλακας του έργου

του Μαρξ και του Ένγκελς, θεω­ ρούσε την επανάσταση αναγκαία και το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα επαναστατικό. Η επαναστατική όμως θεωρία έρχεται σε αντίθεση με τη ρεφορμιστική πρακτική. Αυ­ τό οφείλεται σε τρεις κυρίως λό­ γους, πέρα απ’ την επιρροή του Λασάλ: 1) στις εθνικιστικές και θρησκευτικές παραδόσεις της γερ­ μανικής εργατικής τάξης,4 2) σε λό­ γους πολιτικής συγκυρίας: όσο διαρκούσε ο αντισοσιαλιστικός νό­ μος (1878-1890) η επαναστατική θεωρία λειτούργησε ως συνεκτικήαφομοιωτική ιδεολογία του εργατι­ κού κινήματος. Μετά την άρση του νόμου, με την τρομακτική αύξηση της επιρροής της σοσιαλδημοκρα­ τίας και τη βελτίωση των όρων ζωής και εργασίας του προλετα­ ριάτου, η επαναστατική θεωρία χάνει την επικαιρότητά της, πλην όμως λειτουργεί σαν καταλύτης για τη διατήρηση της ενότητας του κόμματος. «Έτσι, η επαναστατική θεωρία γίνεται τελικά απαραίτητη προϋπόθεση επιτυχίας της ρεφορ­ μιστικής πράξης».5 3) στην ίδια εκείνη αντίληψη περί της γραμμι­ κής ιστορικής εξέλιξης και της εργαλειακής θεωρίας για το κράτος. Έτσι, ο Χιλφερντίνγκ αναπτύσσει μια προβληματική διεύρυνσης του κράτους ως εν δυνάμει εργαλείο στα χέρια της εργατικής τάξης και του κόμματός της, κατά τέτοιο τρό­ πο ώστε να βλέπει μια ευθύγραμμη σχέση ανάμεσα στις μορφές της πο­ λιτικής πάλης και την καπιταλιστι­ κή οικονομική ανάπτυξη που τους «αντιστοιχούν». Μια σχέση κοινωνικοτεχνοκρατική που έχει ως απα­ ραίτητη προϋπόθεση τη συγχώνευ­ ση του εργατικού κόμματος με τους κυβερνητικούς μηχανισμούς οι οποίοι παραμένουν κατά τα άλλα αναλλοίωτοι. Απλώς εκλογικεύονται προς όφελος της εργατικής τά­ ξης. Ορθά λοιπόν η Αριστερά χα­ ρακτήρισε τη σοσιαλδημοκρατία σαν ρεφορμιστική. Τόσο μάλλον που, μετά τον τελευταίο πόλεμο, όλα σχεδόν τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα της Ευρώπης εγκατέλειψαν τις δεσμεύσεις τους για σοσια­ λιστικό μετασχηματισμό, κοινωνι­ κοποίηση των μέσων παραγωγής κλπ., προτείνοντας ένα νέο «Ταξι­ κό Όραμα» κοινωνικής και διε­ θνούς ειρήνης, ισότητας ευκαιριών και κράτους προνοίας.6 Η διαπί­ στωση όμως αυτή δεν είναι επαρ­ κής για την κατανόηση της σοσιαλ­ δημοκρατίας. Ερμηνείες περί έργα-


οδηγος/57 που βασίζεται στη συσχέτιση κόμ­ τικής αριστοκρατίας, προδοσίας μα / συνδικάτο / κράτος και στην της ηγεσίας και τα συναφή, δεν άνευ προηγουμένου σύσφιξη οικο­ εξηγούν το γιατί εδώ και έναν αιώ­ νομίας και πολιτικής. Επιπλέον, τα να δεκάδες εκατομμύρια εργατών κόμματα αυτά, είτε ως αντιπολί­ εκφράζονταν και εκφράζονται μέ­ τευση είτε ως κυβέρνηση, χαρακτη­ σα απ’ τα δυτικοευρωπαϊκά κόμ­ ρίζονται από την προοδευτική αυ­ ματα της σοσιαλδημοκρατίας. Δεν τονόμηση μιας τεχνοκρατούμενης συνειδητοποίησε δηλαδή η Αριστε­ γραφειοκρατίας, που τείνει να τα ρά, ότι η σοσιαλδημοκρατία δεν εί­ οργανώσει σε μαζικά-λαϊκά κόμμα­ ναι απλώς ένα πολιτικό κόμμα σε τα εξουσίας, με άξονα μια ρεφορ­ κάθε χώρα αλλά μια ιστορική συγ­ μιστική κοινοβουλευτική στρατηγι­ κρότηση του εργατικού κινήματος, κή. Αγνοώντας όλ’ αυτά, η παρα­ μια μορφή οργάνωσης της κοινω­ δοσιακή αριστερά δεν μπόρεσε να νίας και του κράτους, που συντελέδώσει μια θεωρητική και πολιτική στηκε κατά την περίοδο της μετά­ απάντηση στο εξής ερώτημα: γιατί βασης προς τον οργανωμένο καπι­ αυτή η μορφή της πολιτικής; γιατί ταλισμό και διεκπεραιώθηκε απ’ η σοσιαλδημοκρατία κατάφερε να την εργατική τάξη και τα κόμματά " αναπτυχθεί αντί να περιθωριο­ της. ποιηθεί ή να εξαφανιστεί; Αν κάτι μοιράζεται ο παραδο­ Οι συγγραφείς δίνουν τη δική σιακός μαρξισμός από κοινού με το τους απάντηση στην πρόκληση αυ­ φιλελευθερισμό είναι η διάκριση τή. Δεδομένης της διάσπασης του μεταξύ κράτους και οικονομίας. ευρωπαϊκού εργατικού κινήματος, Και οι δυο έχουν την ίδια εργαπου είχε τις αιτίες της στη διαφορά λειακή αντίληψη για το κράτος. στρατηγικής και τακτικής για το Έτσι, η Αριστερά δεν μπόρεσε να σοσιαλισμό σε διαφορετικές χώρες, καταλάβει τι σήμαινε η εγκατάλει­ και δεδομένης της ήττας του κινή­ ψη του ανταγωνιστικού φιλελεύθε­ ματος κατά τον μεσοπόλεμο, όλες ρου καπιταλισμού και η μετάβαση οι μεγάλες σοσιαλδημοκρατίες στο παρεμβατικό κεϋνσιανού τύ­ (Αγγλία, Γερμανία, Σουηδία, Νορ­ που κράτος, μετά τον Β' Παγκόσμιο βηγία κλπ.) αναπτύχθηκαν και πόλεμο. Δεν μπόρεσε να καταλάβει διαμορφώθηκαν σε κόμματα ικανά τις τεράστιας σημασίας μεταλλαγές να διεκδικήσουν την κρατική εξου­ στην κοινωνική οργάνωση, στις σία, μετά την κρίση της δεκαετίας μορφές πολιτικής συγκρότησης των του ’30. Ο Γκράμσι πρώτος συνέ­ κομμάτων, των θεσμών και κυρίως λαβε τη σημασία της περιόδου του ρυθμιστικού, και όχι πλέον μό­ εκείνης που τη χαρακτηρίζει το νον εγγυητικού, ρόλου του κρά­ διευρυμένο κράτος. Τι πάει να πει τους.7 Δεν μπόρεσε συνεπώς να εν­ αυτό; Είναι η περίοδος μετάβασης νοήσει την έκταση της σοσιαλδημο­ προς το κράτος πρόνοιας, η οποία κρατίας, ως ολικό ιστορικό -και «ρτάνει στο αποκορύφωμά της στα κοινωνικό φαινόμενο, η ανάδυση μέσα της δεκαετίας του ’60. Η ορτου οποίου εγγράφεται μέσα σ’ αυ­ θολογικοποίηση της παραγωγής τά τα μετασχηματιστικά πλαίσια των δυτικοευρωπαϊκών κοινωνιών. (ταιηλορισμός) συνοδεύεται πλέον και από μια ιδιαίτερου τύπου ορ­ Η δαιμονοκρατική λοιπόν ερμη­ γάνωση της οικονομικής και κοι­ νεία της «συνωμοσίας» βλέπει και νωνικής ζωής (φορντισμός) η θέτει το ρεφορμισμό της σοσιαλδη­ οποία χαρακτηρίζεται out’ τη δομι­ μοκρατίας σαν κάτι το εξωγενές. κή παρέμβαση του κράτους σ’ όλες Όμως, «κάθε εξωγενής ερμηνεία τις σφαίρες της κοινωνίας, έτσι για τη γέννηση του ρεφορμισμού ώστε η φιλελεύθερη διάκριση ανά­ καταρχήν αφήνει άλυτο το πολιτι­ μεσα στην πολιτική και την οικονο­ κό, οργανωτικό καί κρατικό κίνη­ μία να καταρρέει εκ των πραγμά­ μα και τις εσωτερικές της αιτίες» των. Η κρατική εξουσία όχι μόνο (95). Η Αριστερά δεν εκτίμησε ρυθμίζει αλλά και αναδιοργανώνει δεόίντως το γεγονός ότι τα σοσιαλ­ τα πάντα. Κυρίως όμως το κεϋνδημοκρατικά κόμματα έχουν βαθύ­ σιανό κράτος παρεμβαίνει ανατερες ρίζες στις εργατικές τάξεις διαρθρωτικά στην ίδια την πάλαι της Ευρώπης, αντιπροσωπεύοντας ποτέ αμιγή μισθωτή σχέση. Δεν την μια στρατηγική θεσμοποίησης του εγγυάται πια εξωγενώς αλλά την εργατικού κινήματος που ξεπερνά προγραμματίζει από τα μέσα. Το τα παραδοσιακά φιλελεύθερα κοι­ γεγονός αυτό επιφέρει μια σειρά νοβουλευτικά πλαίσια. Ό τι αποτε­ αλλαγών στο κοινωνικό (ανασύν­ λούν μια ειδική μορφή πολιτικής θεση της εργατικής τάξης), στο ποοργάνωσης της εργατικής τάξης

π λ α ίσ ιο ΓΙΑΝΝΗ ΙΩANNOY: Ο Τρίτος Δρόμος... Δεξιά. Αθήνα, Καστανιώτης, 1984. Σελ. 141. Ο Γιάννης Ιωάννου σίγουρα δεν είναι ένας απλός ευθυμογράφος. Ίσως, μάλιστα, να μην είναι ούτε πολιτικός σχολιαστής μόνο, (με την έννοια, βέβαια, πως οι σκιτσαρισμένες ιστορίες του αποτελούν ευθύβολο και εκρηκτικό σχολιασμό των πολιτικών πραγμάτων του τόπου). Στιγμές στιγμές, (και σ’ αυτό το νέο του λεύκωμα είναι εμφανέστατο), αγγίζει μέσα από τον δικό του δρόμο τα όρια της πολιτικής φιλοσοφίας. Και τα γεγονότα, που κριτικάρονται σε βάθος, αντίστροφα γίνονται και αφορμές, για την ανάπτυξη αντιλήψεων σχετικά με την εξουσία και την άσκησή της, χωρίς τούτη η «σημαντική» της δουλειάς του να μειώνει και τη δραστικότητα. ΤΡΙΑΝΤΑΦ ΥΛΛΟ! ΡΑΝΤΣΙΟΣ: Ο καθένας τους ήτανε και μια ιστορία. Αθήνα, Γνώση, 1984. Σελ. 79. Η «μαρτυρία», δηλαδή η -λαϊκή- αφήγηση βιωμένων ιστορικο-κοινωνικών γεγονότων, έχει -τα τελευταία ιδίως χρόνια- φτάσει σε αξιόλογα επίπεδα από εκδοτικής πλευράς. Χωρίς, όμως, να καλύπτεται ευρύ χρονικό και τοπικό φάσμα. Γι’ αυτό και ξεχωρίζει τούτο το βιβλίο, πέρα από τη ρέουσα γλώσσα του και τη γνήσια λαϊκή ατμόσφαιρά του. Επειδή αναφέρεται σε μια περίοδο σχεδόν αγνοημένη (τους χρόνους από την τουρκική ώς τη γερμανική κατοχή) στην Ανατολική Μακεδονία, περιοχή με πλούσια παλιότερη ιστορία


58/οδηγος λιτικό και κομματικό σύστημα των αναπτυγμένων βιομηχανικών κοι­ νωνιών. Μετατόπιση της εξουσίας στην κυβέρνηση, υποβιβασμός του κοινοβουλίου, αλλαγή των δομών αντιπροσώπευσης και υπερενίσχυση των οικονομικών μηχανισμών του κράτους σε σύγκριση με τους υπόλοιπους. Το διευρυμένο κεϋνσιανό κράτος οργανώνει την κοι­ νωνία εκ των άνω, υπερβαίνοντας το φιλελεύθερο ιδεώδες του εξατομικευμένου πολίτη, με το να εισά­ γει το μοντέλο του μαζικοποιημένου καταναλωτή. Οι παραδοσιακές κοινοβουλευτικές σχέσεις εκπρο­ σώπησης αποσυντίθενται και επι­ βιώνουν δίπλα σε νέες συντεχνια­ κού τύπου αντιπροσωπεύσεις κοι­ νωνικών συμφερόντων, μέσα από μια τριώροφη σχέση κράτους / ερ­ γοδοσίας / συνδικάτων.8 Με δυο λόγια, έχουν αλλάξει ριζικά οι ορ­ γανωτικές αρχές των αναπτυγμέ­ νων καπιταλιστικών κοινωνιών. Πώς εντάσσεται η σοσιαλδημοκρα­ τία μέσα σ’ αυτές τις δομικές με­ ταλλαγές; Για να δώσουν απάντη­ ση στο ερώτημα αυτό οι συγγραφείς χρησιμοποιούν τη γκραμσιανή έννοια της «παθητικής επανάστα­

σης». Να θυμίσουμε εδώ ότι, για τον Γκράμσι, παθητική επανάσταση εί­ ναι η διαμέσου της νομοθετικής παρέμβασης του κράτους και της συντεχνιακής οργάνωσης της κοι­ νωνίας πραγματοποίηση αλλαγών στην οικονομική δομή μιας χώρας. Ευνοείται έτσι η «σχεδιοποίηση της παραγωγής», χωρίς να θίγεται η ατομική ιδιοποίηση του κέρδους. Αυτή η συντεχνιοποιητική παρέμ­ βαση του κράτους εξουδετερώνει κάθε πραγματική λαϊκή πρωτοβου­ λία, όταν ήδη υπάρχει κρίση ηγε­ μονίας στον κυρίαρχο συνασπισμό εξουσίας.9 Ό πω ς σημειώνουν οι συγγρα­ φείς, «σαν απάντηση σε μια σοβα­ ρή κρίση ηγεμονίας, η παθητική επανάσταση εκφράζεται με ένα ση­ μαντικό στρατηγικό ανασχηματι­ σμό των αντικειμενικών στόχων της κυρίαρχης τάξης που πρέπει να λύ­ σει νέα προβλήματα συσσώρευ­ σης...» (151). Πράγμα που σημαί­ νει ότι αλλάζει ο συσχετισμός μέσα στο συνασπισμό εξουσίας, έτσι ώστε να δημιουργείται ένας συμβι­ βασμός ανάμεσα σε λαϊκές και κυ­ ρίαρχες τάξεις. Οι λαϊκές τάξεις με τους αντιπροσώπους τους μπο­ ρούν, στην περίπτωση αυτή, να συμμετέχουν, μέσ’ απ’ το κράτος

και τον συντεχνιακό τρόπο εκπροσώπευσης, στον τρόπο οργάνωσης της πολιτικής και οικονομικής σφαίρας, στον ηγεμονικό συνασπι­ σμό. Διαμορφώνεται έτσι μια νέα κοινωνική συναίνεση (consensus η «μεγάλη» κατάκτηση των ανα­ πτυγμένων κρατών κατά την περίο­ δο ’50-70) που υπερσκελίζει φυσι­ κά την κρίση ηγεμονίας. Η κρίση του ’30 και βέβαια ο πό­ λεμος προκάλεσαν μια σοβαρή κρί­ ση ηγεμονίας στις μεγάλες δυτι­ κοευρωπαϊκές χώρες. Μέσα σε εκείνη την περίοδο κρίσης δημιουργήθηκαν οι συνθήκες για μια παθητική επανάσταση που είχε δυο κύρια στηρίγματα: το κεϋνσιανό διευρυμένο κράτος και το ρεφορμι­ σμό της σοσιαλδημοκρατίας. Ενώ, την εποχή του Κάουτσκυ και του Χίλφερντινγκ, η σοσιαλδη­ μοκρατία διατηρούσε έναν εργατισμό που την κρατούσε σε απόστα­ ση απ’ το κράτος, όσο κι αν η ίδια ήταν θετικά προσανατολισμένη προς αυτό, τώρα πλέον η κεϋνσιανή επανάσταση και το κράτος πρό­ νοιας, που διαγράφονταν στον ορί­ ζοντα, της δίνουν τη δυνατότητα να ταυτισθεί με το αστικό κράτος. Κι αυτό γιατί με τον φορντισμό βελτιώθηκαν απίστευτα οι συνθή­ κες ζωής των εργατών, έτσι ώστε η παλιά αντινομία ανάμεσα στα ειδι­ κά συμφέροντα της εργατικής τά­ ξης και της κρατικές ανάγκες για εθνική οικονομική ανάπτυξη να αρθεί (135). Συμφιλιώθηκαν λοι­ πόν το «εργατικό» και το «κρατι­ κό» συμφέρον, υπάρχει συναίνεση, και η δυνατότητα της σοσιαλδημο­ κρατίας να ασκήσει την εξουσία. Ικανοποιούνται πολλά απ’ τα αιτή­ ματα της εργατικής τάξης, πλην όμως, ο τρόπος που ικανοποιήθη­ καν δεν ακυρώνει τον καπιταλιστι­ κό χαρακτήρα των κοινωνιών τους. «Έτσι το σοσιαλδημοκρατικοποιημένο “ακέραιο” κράτος θα γίνει ο σταθερός χώρος πολιτικών συμβι­ βασμών, ο μόνος χώρος όπου θα διενεργείται η διαιτησία και η θε­ σμοποίηση ενός παραλληλογράμ­ μου δυνάμεων που κάνουν δυνατή μια κυρίαρχη και ηγεμονική “πα­ θητική” σοσιαλδημοκρατία»(152). Τα πλεονεκτήματα αυτής της απάντησης στη σοσιαλδημοκρατική πρόκληση, σε σύγκριση με τις λενινιστικές θέσεις, εστιάζουν, σύμφω­ να με τους Γκλυκσμάν και Τέρμπορν, σε τρία σημεία: 1) ως προς την ανάλυση του σύγχρονου καπι­ ταλισμού, 2) ως προς την ερμηνεία

του ρεφορμισμού 3) ως προς τις μορφές και πρακτικές της πολιτι­ κής στα νέα πλαίσια του διευρυμένου κράτους. Έχοντας όλη αυτή την ανάλυση δεδομένη, οι συγγραφείς προτεί­ νουν μια τυπολογία των διάφορων σοσιαλδημοκρατιών, ανάλογα με τις συγκυρίες διαμόρφωσής τους (συγκυρίες συγκρότησης, συγκυ­ ρίες καμπής, συγκυρίες κρίσης). Ανάλογα με την ιδιαιτερότητα της συγκυρίας, οι σχέσεις εξάρτησης, αυτονόμησης και αλληλοκαθορισμού ανάμεσα σε κόμμα, συνδικά­ τα και κράτος, παραλλάσσουν. Διακρίνονται τότε επιμέρους τύποι σοσιαλδημοκρατίας: βρετανικός, γερμανικός, σουηδικός, γαλλικός, νορβηγικός κλπ. Επιπλέον, μεγάλη έκταση κατέχει στο βιβλίο μια κα­ ταπληκτική ανάλυση του σουηδι­ κού μοντέλου, που διασαφηνίζει τις θεωρητικές προτάσεις που έχουν εν τω μεταξύ παρουσιαστεί. Θα πρέπει στο σημείο αυτό να πούμε ότι οι συγγραφείς, ενεργά στελέχη στο ΓΚΚ και VPK (σουη­ δικό κομμουνιστικό κόμμα) αντί­ στοιχα, δεν κάνουν απλώς μια ανά­ λυση αλλά διατυπώνουν και πολι­ τικές κρίσεις στην απάντησή τους. Ξεκινούν λοιπόν με μια αυστηρή κριτική στον Ευρωκομμουνισμό: δέσμιος ανάμεσα στο σταλινικό πρότυπο και τη ρεφορμιστική σο­ σιαλδημοκρατία, ο ευρωκομμουνισμός δεν κατάφερε να αρθρώσει έναν αυτόνομο και πολιτικά αποτε­ λεσματικό λόγο για έναν τρίτο δρό­ μο προς το σοσιαλισμό. Κι αυτό γιατί δεν κατάφερε να αποφύγει την παγίδα του κεϋνσιανού κρά­ τους. Η στρατηγική μιας αμοιβαίας σχέσης αντιπροσωπευτικής και άμεσης δημοκρατίας δεν είναι αρ­ κετή για να υπερβεί τα όρια ενός αριστερού κεύνσιανισμού, όπου ένα δημοκρατικό και ανακατανεμητικό κράτος θα αναλάμβανε να προωθήσει ή να πλαισιώσει με δη­ μοκρατικό σχεδίασμά την κοινωνία και την οικονομία (47). Μη κατα­ νοώντας τη σημασία των κοινωνι­ κών κινημάτων που αναδείχτηκαν μετά το Μάη του ’68, υιοθέτησε ένα γραμμικό μοντέλο δημοκρατικής εξάπλωσης, από το κράτος έως τις διαπροσωπικές σχέσεις, δίχως να σπάσει τα όρια της κρατικής κεϋνσιανής παρέμβασης αυτής καθαυ­ τής. Καταλήγει έτσι εκεί απ’ όπου ξεκίνησε (51-52). «Ο μαρξισμός, ύστερα απ’ την αρρώστια του στα­ λινισμού, προσβλήθηκε κι απ’ τον


οδηγος/59 αριστερό κεϋνσιανισμό και κα­ τάντησε την ιδέα του σοσιαλισμού μια απλή λογική εθνικοποιήσεων και ενός σχεδιασμού εκ των άνω» (334). Κάτω απ’ αυτή την οπτική, οι συγγραφείς προτείνουν μια νέα μορφή πολιτικής πράξης που θα πρέπει να υιοθετήσει η Αριστερά. Μια πολιτική πράξη που δεν θα ανάγει το πολιτικό στο κρατικό, που θα απελευθερώσει τον Μαρξ από τον Κέυνς, και που θα επιφέ­ ρει μια σύμφυση ανάμεσα στο ερ­ γατικό και τα υπόλοιπα κοινωνικά κινήματα. Αυτό βέβαια προϋποθέ­ τει ότι η ίδια η Αριστερά θα πρέπει ν’ αλλάξει τις οργανωτικές της μορφές και τα εργατίστικά της πρότυπα. Ζητούν, δηλαδή, μια ριζοσπαστικοποίηση της γκραμσιανής άπο­ ψης για τον πόλεμο θέσεων. Ακρι­ βώς επειδή δεν υπάρχει μια γραμ­ μική σχέση ανάμεσα στο οικονομι­ κό και το πολιτικό, την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και την κατάκτηση μιας πολιτικά χει-

ραφετητικής πρακτικής, αλλά μια σχέση ασυνέχειας που απαιτεί ηγε­ μονική παρέμβαση, υπάρχει σήμε­ ρα η δυνατότητα μιας ενοποίησης του εργατικού κινήματος με τα νέα κοινωνικά κινήματα (333, 347-8). Αυτή η ενοποίηση, πάνω στη βάση εναλλακτικών κινήτρων και προτά­ σεων για την οργάνωση της κοινω­ νίας, οι οποίες θα αμφισβητούν το αναπτυξιακο-παραγωγιστικό μον­ τέλο, θα πρέπει να υπερβεί τα όρια του κεϋνσιανισμού, τα όρια του διευρυμένου κράτους. Πρόταγμα δύσκολο, που όμως ωριμάζει όλο και περισσότερο στις συνιζήσεις. Το πώς τελικά θα εξελιχθεί η ιστο­ ρία κανείς δεν ξέρει. Οι συγγρα­ φείς πάντως δείχνουν να ξέρουν ένα τουλάχιστον: την ανάγκη να ξεπεράσει η Αριστερά τον κεϋνσιανισμό. Τερματίζουν λοιπόν την ανάλυσή τους, παραφράζοντας τη γνωστή ρήση του Πουλαντζά για τη δημοκρατία και το σοσιαλισμό: «ο σοσιαλισμός θα είναι μετακεϋνσιανός ή δεν θα είναι σοσιαλισμός» (349). ΝΙΚΟΣ ΔΕΜΕΡΤΖΗΣ

Σημειώσεις 1. Είναι γνωστή η διαφωνία των Μαρξ και Ένγκελς στο κρατιχιστιχό πρό­ γραμμα τον Εργατικού Κόμματος που καταρτίστηκε στην Γκότα το 1875. Βλ. Μαρξ-Ένγκελς, Κριτική των Προγραμμάτων Γκότα και Ερφούρτης, Αθήνα, εκ. Κοροντζή, 1976. Εκείνο όμως που δεν είναι και τόσο γνωστό είναι το ότι οι ιδέες τους δεν ήταν ιδιαίτερα διαδεδομένες στη γερμανική εργατική τάξη. Αντί­ θετα, ο Λ ασάλ είχε πολύ περισσότε­ ρη απήχηση. Είτε το θέλουμε είτε όχι, τα εκατομμύρια των γερμανών εργατών εκείνη την εποχή ενδιαφέ­ ρονταν πιο πολύ για τα καθημερινά τους προβλήματα, η λύση των οποίων γίνονταν ορατή με το πρό­ γραμμα του Αααάλ, παρά για την ιδέα της διεθνούς προλεταριακής επανάστασης. Βλ. Helga Grebing, Η Ιστορία του Γερμανικού Εργατικού Κινήματος, Επιμέλεια, Εισαγωγή, Επίλογος - «Το νέο «ταξικό Όραμα» της Σοσιαλδημοκρατίας» -, Ηλίας Κατσούλης, Αθήνα, εκ. Παπαζήσης, 1982, σελ. 91-2. 2. Βλ. Νίκος Πουλαντζάς, Φασισμός και Δικτατορία, εκ. Ολκός, σελ. 284. 3. Ο Ένγκελς ήταν ενθουσιασμένος μπροστά στη ραγδαία άνοδο των ψή­ φων και των μελών του σοσιαλδημο­ κρατικού κόμματος, τόσο που το 1895 μίλησε για το ουσιαστικό ξεπέ­ ρασμα του αγώνα των οδοφραγμά­ των, κάνοντας νύξη σε μια «γκραμαιανή» πολιτική πολέμου θέσεων. Βλ. Καρλ Μαρξ, Ταξικοί Πόλεμοι στη Γαλλία, πρόλογος Φ. Ένγκελς,

Αθήνα, εκ. Ειρήνη, 1975, σελ. 28, 30, 32-3. 4. Για το θέμα αυτό βλ. την υποδειγμα­ τική ανάλυση του Barrington Moore, Injustice, the social bases of obedien­ ce and revolt, McMillan, 1978, κεφ. 5, 6, 7. 5. Ηλίας Κατσούλης, «Η διάσπαση του ευρωπαϊκού εργατικού κινήματος: Η θεωρητική σύγκρουση ΚάουτσκυΛένιν» στο Επιθεώρηση Πολιτικής Επιστήμης, τ. 4, 1982, σελ. 60. 6. Ό.π., Grebing, σελ. 448-457. 7. Nicos Poulantzas, State, Power, So­ cialism, Verso, 1980, μέρος 4. 8. Βλ. ενδεικτικά, Johannes, Angioli, O Μετασχηματισμός της Δημοκρατίας, Αθήνα, εκδ. Επίκουρος, 1972. Claus Offe, Contradictions of the Welfare State, Hutchinson, 1984 και ορισμένα άλλα του κείμενα στο περιοδικό Το Κοινωνικό Κίνημα, ν. 2, 1984. Jurgen Habermas, Legitimation Crisis, Lon­ don, 1976. Alan Wolfe, The Limits of Legitimacy, Political Contradictions of Contemporary Capitalism, Free Press, 1977. P.C. Schmitter, G. Lehmbruch (εκδ.), Trends Toward Corporatist Intermediation, Chicago, 1979, ιδιαίτερα κεφ. 1. Για μια κριτι­ κή συγκριτική ανάλυση του αγγλικού Labour Party και του σουηδικού SAP, βλ. Richard Scase, Socialdemocracy In Capitalist Society, Λονδίνο, 1977, ιδιαίτερα κεφ. 1, 2, και 7. 9. Βλ. Αντόνιο Γκράμσι, Για τον Μακιαβέλλι, εκδ. Ηριδανός, Ιστορικός Υλισμός, εκδ. Οδυσσέας. Επίσης C.B. Glucksmann, Ο Γκράμσι και το Κράτος, θεμέλιο, 1984.

και σκληρή νεότερη, με τις αλλεπάλληλες καταλήψεις της από τον βουλγαρικό στρατό. ΚΟΥΛΑΣ ΑΝΤΩΝΙΑΔΗ: Προς Τενχρον. Αθήνα. Εξάντας, 1984. Σελ. 85. ΓΝΩΣΤΗ σαν σκηνοθέτιδα η Κούλα Αντωνιάδη εδώ ψάχνει τον πεζό λόγο. Για να εκφράσει τις πηγές του τόπου της και του εαυτού της. Έτσι, ο Τεύκρος και η κυπριακή Σαλαμίνα παίρνουν διαστάσεις, που πλησιάζουν τον αρχέγονο μύθο της φύτρας, με τη μαιανδρική συνέχεια και τις υπόγειες ερμηνείες. Και η αφηγηματική διαδρομή ακολουθεί με τη σειρά της τους δικούς της μαιάνδρους, δαιδαλώδεις συχνά, καθώς προχωρεί ψηλαφώντας το μίτο, άλλοτε κρατώντας τον σφιχτά κι άλλοτε αφήνοντάς τον χαλαρό να κυλά ανάμεσα στα δάχτυλα.

ΣΤΕΛΙΟΣ ΠΛΑΚΑΝΤΩΝΑΚΗΣ: Οι αμέτοχοι. Αθήνα, Σ.Ι. Ζαχαρόπονλος, 1985. Σελ. 89. ΜΙΑ ενιαφέρουσα οπτική του μεγάλου θέματος του Εμφύλιου, δίνει σε τούτο το θεατρικό του έργο ο Στέλιος Πλακαντωνάκης. Συγκεκριμένα, προβάλλει ισχυρά -αν και το έργο έχει περισσότερο «αφηγηματικό», υπόβαθρο παρά υλικό για σκηνική παρουσίαση - τη «σιωπηλή» ενδιάμεση κατάσταση των απλών ανθρώπων, που βρέθηκαν ανάμεσα στις δύο μυλόπετρες, με μόνη προοπτική να συνθλιβούν, άσχετα με τις ιδεολογικές τους συμπάθειες. (Εκτός, βέβαια, από εκείνους που ήταν έξω από «ιδεολογίες» και «συμπάθειες» και οι οποίοι -όπως σε κάθε εποχήεπέπλευσαν και τότε).


60/οδηγος

μία πρόταση φαντασίας και ανατροπής ΤΖΙΑΝΙ ΡΟΝΤΑΡΙ: Γραμματική της φαντασίας. Αθήνα, Τεκμήριο, 1985. Σελ. 238.

«Η παρούσα γραμματική της φαντασίας δεν είναι μια θεωρία της παιδικής φαντασίας, ούτε ένα τετράδιο με συνταγές, ένας τσελε­ μεντές παραμυθιών, αλλά, πιστεύω, μια πρόταση δίπλα σ’ όλες τις άλλες που αποβλέπουν να πλουτίσουν με ερεθίσματα το περιβάλ­ λον (σπίτι ή σχολείο, δεν ενδιαφέρει) όπου μεγαλώνει το παιδί». Η πιο πάνω παράγραφος είναι γραμμένη από τον ίδιο τον Τζιάνι Ροντάρι, αποτελεί ένα μέρος του τελευταίου κεφαλαίου του βιβλίου του και τη μετέφερα εδώ αυτούσια, γιατί νομίζω πως δίνει απλά και ξεκάθαρα το τι είναι αυτό το βιβλίο με τον τόσο ελκυστικό τίτλο. Ο Τ.Ρ. είναι ιδιαίτερα γνωστός στη χώρα μας. Στην πατρίδα του, την Ιταλία, είναι πασίγνωστος. Τα βιβλία του για παιδιά διακρίνονται από μια ξέφρενη φαντασία, ένα ανατρεπτικό χιούμορ και από μια διάχυτη τρυφερότητα. Τρία στοι­ χεία που κάνουν αυτά τα βιβλία ν’ αγαπιούνται από τα παιδιά, να θαυμάζονται από τους μεγάλους. Με το έργο του αυτό, ο Τ.Ρ. μας παρουσιάζει τη θεωρητική κάλυψη των καλλιτεχνικών του επιτευγμά­ των. Η «γραμματική της φαντα­ σίας» είναι κείμενο δοκιμιακό όσο και εγχειρίδιο εκπαιδευτικό. Αφο­ ρά τους γονείς, τους εκπαιδευτι­ κούς, τους συγγραφείς της λογοτε­ χνίας για παιδιά, αλλά και τον κα­ θένα που ξέρει την αξία - και τη σημασία της φαντασίας μέσα στην καθημερινή ζωή. «Αν μια κοινωνία, βασισμένη στο μύθο της παραγωγικότητας (και στην πραγματικότητα του κέρδους)£;έχει ανάγκη από μισούς αν­ θρώπους - πιστούς εκτελεστές, επι­ μελείς εργάτες αναπαραγωγής, πει­ θήνια όργανα χωρίς βούληση - αυ­ τό σημαίνει ότι είναι άσχημα φτιαγμένη και ότι είναι ανάγκη να την αλλάξουμε. Για να την αλλά­ ξουμε χρειάζονται άνθρωποι δη­

μιουργικοί, που να ξέρουν να χρη­ σιμοποιούν τη φαντασία τους». Ήταν και πάλι λόγια αυτούσια του Τ.Ρ., που τα επέλεξα γιατί οριοθετούν το ακριβές πλαίσιο στο οποίο στόχευε ο Ιταλός συγγρα­ φέας όταν συνέτασσε αυτή τη γραμματική. Να φτιάξει - να βοη­ θήσει να φτιαχτούν - άνθρωποι που θα μπορούν ν’ αλλάξουν τον Έτσι καταθέτει την προσωπική του εμπειρία - ο ίδιος υπήρξε ένας συγγραφέας που άφηνε συχνά το γραφτό του για να μιλήσει με το κοινό του - καταθέτει, λοιπόν, την προσωπική του εμπειρία και συνά­ μα τη θεσμοθετεί χρησιμοποιώντας στοιχεία από διάφορες επιστήμες (γλωσσολογία, σημειολογία, αισθη­ τική, παιδαγωγική, φιλοσοφία, ιστορία, ψυχολογία κ.ά.) Το βιβλίο, δομημένο πάνω σε σύντομα κεφάλαια, εξετάζει θέμα­ τα που ξεκινούν από το φτιάξιμο απλών λογοπαίγνιων για να καταλήξει σε πολυσήμαντη ανάλυση των παραμυθιών, που μελετούν τις δυ­ νατότητες μιας γονικής σχέσης πά­ νω στο θέμα δημιουργική φαντα­ σία, όπως και προτείνουν συγκε­ κριμένες απόψεις για το ιδανικό σχολείο. Ψάχνει για τις πηγές των παραμυθιών. Μα και για τις κοι­ νωνικές προεκτάσεις της προσωπι­ κής έκφρασης (... όχι για να γίνουν όλοι καλλιτέχνες, αλλά για να μην είναι κανένας δούλος). Προσπαθεί να δείξει την αξία της αναγνώρισης του παράλογου, αλλά και το μά­ ταιο της συνολικής καταδίκης των

εικονογραφημένων και της τηλεό­ ρασης. Προπαγανδίζει την καλ­ λιέργεια του ερευνητικού νου (ο νους γεννιέται μέσα στον αγώνα, όχι μέσα στην κρεμιά). Υπερασπί­ ζεται το παιχνίδι (το να παίζεις με τα πράγματα χρησιμεύει στο να τα γνωρίζεις καλύτερα). Και, βέβαια, τολμά να δηλώσει πως «οι άνθρω­ ποι - όχι μόνο οι καλλιτέχνες έχουν μια τάση προς τη δημιουργηκότητα που, ασφαλώς, οι κατά πε­ ριπτώσεις διαφορές που παρουσιά­ ζονται αποτελούν κυρίως προϊόν κοινωνικών και πολιτιστικών πα­ ραγόντων». Τελικά η «γραμματική της φαν­ τασίας» δεν είναι ένα σύστημα κα­ νόνων που αφορούν το παιδί. Αφορούν τον άνθρωπο στο σύνολό Για όσους - εδώ, στον τόπο μας - η επαφή με τα παιδιά είναι μια πηγή δημιουργίας (αν είναι συγ­ γραφείς, δημιουργούν γράφοντας, αν είναι εκπαιδευτικοί, δημιουρ­ γούν εκπαιδεύοντας, αν είναι γο­ νείς, ζώντας με τα παιδιά τους), η «γραμματική της φαντασίας» θα τους βοηθήσει να πλατύνουν τις δυνατότητές τους. Όμως, εγώ, προσωπικά, πι­ στεύω πως εξίσου σημαντική - αν όχι και περισσότερο - θα είναι η ανάγνωση - και εκμάθηση - αυτών των «νόμων» και «κανόνων» που παρουσιάζει ο Ροντάρι, για εκεί­ νους τους ενήλικες που δεν ασχο­ λούνται, με τον οποιονδήποτε τρό­ πο, με το παιδί. Για όλους αυτούς που ξεκινούν τη μέρα τους έχοντας κατά νου τα έγγραφα που θα διακπεραιώσουν και μόνο αυτά- τα χρήματα που θα δώσουν ή θα πάρουν - και μόνο αυτά· το πώς θα κερδίσουν την εύ­ νοια του προ ϊ σταμένου - και μόνο αυτή. Το τι θα δούνε το βράδυ


οδηγος/61 αυτούς αλλά και για κάποιους καλ­ λιτέχνες που απαξιώνουν το παιδί - ως δημιουργικό ερέθισμα και ως πεδίο δημιουργίας και που δεν υποψιάζονται τη στειρότητα στην οποία τους οδηγεί αυτή τους η θέ­ ση. Σε όλους αυτούς, η «γραμματική της φαντασίας» θα έχει - ελπίζω και εύχομαι - ιδιαίτερα θετικά αποτελέσματα. Το να μπορούμε να διατηρούμε και μετά την ενηλικίωσή μας, μια παιδική ματιά - διάβα­ ζε ελεύθερη όσο και ανατρεπτική είναι μια κατάκτηση. Θα ήθελα, ακόμα, να τονίσω την επιτυχημένη μετάφραση των Μα­ ρίας Βερτσώνη-Κοκάλη και Αίας Αγγουρίδου-Στρίντζη. Απέδωσαν στη γλώσσα μας τη μουσικότητα, την ευθύτητα, το κέφι που τα ιτα­ λικά του Ροντάρι διαθέτουν. ΜΑΝΟΣ ΚΟΝΤΟΛΕΩΝ

μια κριτική ανθολόγηση της αρχαίας ελληνικής σκέψης θ. ΜΗΤΣΟΠΟΥΛΟΥ: Ιστορία και Ανθολογία της Αρχαίας Ελληνικής Σκέψης, τόμοι 3. Αθήνα, 1985. Σελ. 1100.

Από τους 3 τόμους: ο πρώτος έχει υπότιτλο: ποίηση-θέατρο (από τα ομηρικά έπη ώς τον Αριστοφάνη), ο δεύτερος: ιστορίαφιλοσοφία-ρητορική (από τον Ηρόδοτο και τους Σοφιστές ώς τον Δημοσθένη και τον Αριστοτέλη) και ο τρίτος: ελληνιστική και ρω­ μαϊκή εποχή (φιλοσοφία, ιστοριογραφία, επιστήμη και λοιπά είδη του γραπτού λόγου). Το ξεχωριστό γνώρισμα του έργου αυτού εί­ ναι ότι δεν πρόκειται απλά για γραμματολογία, αλλά κυρίως για παρουσίαση μιας υπερχιλιόχρονης γραμματείας μέσα στα ιστορι­ κά της πλαίσια και ταυτόχρονα για ανθολόγηση εκλεκτών δειγμά­ των αυτής της μεγάλης κληρονομιάς μας. Συγκεκριμένα: για κάθε γραμματειακό είδος και για κάθε αξιόλογο συγγραφέα γίνεται πρώτα μια παρουσίαση της εποχής του και των προβλημάτων της

ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΠΑΠΑΛΙΛΗ: Εθνική Αντίσταση στην Αργολίδα. Αργος, 1984. Σελ. 47. ΜΕ όλη τη λαϊκή αφέλεια του αγωνιστή, την αταλάντευτη επιμονή της ιδεολογίας του και την πίκρα του προδομένου οράματος, ο Γεώργιος Παπαλιλής καταθέτει τις «τοπικές» μνήμες και τις «γενικές» αντιλήψεις του για τις σκληρές μέρες της Κατοχής και του Εμφύλιου. Και η αφήγησή του αυτή, αν και δεν διακρίνεται για την «πολιτική» σκέψη της, εντούτοις ξεχυλίζει από τόσο ασίγαστο πάθος ώστε «δικαιώνεται», ακόμη κι όταν «μοιράζει» απλόχερα και κατηγορηματικά τα βέλη της. ΧΡΙΣΤΟΥ ΛΑ ΓΙΑΓΚΟΥΛΛΗ: Βουλοκέρια. Λευκωσία, 1984. Σελ. 48. ΜΙΑ ακόμη προσωπική φωνή, υπόκωφη, εξομολογητική, η ποίηση της Χριστούλας Γιαγκούλλη. Μιλάει για το εγώ και το εσύ, (που είναι αυτός), ή το εγώ και το γύρω, (που είναι οι άλλοι, ο τόπος, οι διαδικασίες). Ψιθυρίζει για την ανάγκη του εαυτού να βρει τα οράματά του, οράματα που «κανακεύονται» σε μαιανδρικό τόνο, καθώς διερευνούν τις διαστάσεις τους. Κι ανάμεσα στα ψηλαφήματα, σύντομες ευθείες του λόγου, για να χτυπηθεί καίρια, κατάστηθα, το περίγραμμα του ατομικού χρόνου και γίγνεσθαι. ΒΑΣ. ΜΑΡΓΑΡΗ: Περί συνήθειας. Αθήνα, Επίκτητος, 1984. Σελ. 49. ΤΗ μια από τις δύο κινητήριες δυνάμεις (η άλλη είναι ο πόθος και η γοητεία του «καινούριου») της ανθρώπινης διαδρομής και συμπεριφοράς,


62/οδηγος και έπειτα ανάλυσή των ιδεών κι παράθεση αντιπροσωπευτικών σελίδων· και φυσικά επισημαίνει ι. up τρόπο ερμηνευτικά πειστικό, η διαλεκτική σχέση κοινή ΐ'ΐκιόν καταστάσεων ιδεών της εποχής και συγγραφέα. Έτσι, ο σημερινός μελετητής της Ιστορίας και Ανθολογίας της Αρ­ χαίας Ελληνικής Σκέψης δεν απο­ κομίζει στεγνές και ασύνδετες πλη­ ροφορίες για τον Ησίοδο ή τον Ηρόδοτο ή τον Πλάτωνα ή τον Επίκουρο, αλλά μαθαίνει επιπλέον πως οι ιδέες τους αντανακλούν κοινωνικά προβλήματα της εποχής τους, πως οι ιδέες αναδύονται από την κοινωνική πραγματικότητα. Ύστερα από την παράγραφο αυ­ τή, δεν χρειάζονται πολλές εξηγή­ σεις για το κριτήριο των ανθολο­ γούμενων κειμένων: Ο συγγραφέας γνωρίζει την αρχαία ελληνική ιστο­ ρία και φιλοσοφία, έχει κοινωνιο­ λογική κατάρτιση, παρακολουθεί με άνεση τα ρεύματα των ιδεών στην αρχαία ελληνική κοινωνία και έχει την ικανότητα να. επιλέγει από κάθε συγγραφέα σελίδες, που εκ­ φράζουν τον ίδιο και αντιπροσω­ πεύουν την εποχή του και την κοι­ νωνική του θέση. Τα ανθολογούμενα έργα είναι μεταφρασμένα σε ωραίο νεοελληνι­ κό λόγο, από τους πιο δόκιμους μεταφραστέ - που γνώρισε ο τόπος μας στις τελευταίες γενιές· συναν­ τούμε ονόματα, όπως: Α. Πάλλης, Αργ. Εφταλιώτης, Σ. Μενάρδος, Ηλ. Βουτιερίδης, Ιω. Γρυπάρης, Θρ. Σταύρου, Κ. Βάρναλης, Ι.Θ. Κακριδής, Δ. Φωτιάδης, Γ. Κοτζιούλας και άλλους. Και δεν πα­ ραλείπει βέβαια ο συγγραφέας, σε πολλές περιπτώσεις, να παραθέσει σύντομα επιγραμματικά κείμενα στην πρωτότυπη μορφή τους. Σε πολλές επίσης περιπτώσεις, ο συγγραφέας γράφει ειδικές εισα­ γωγές για ορισμένα έργα, ώστε να κατανοηθούν πρώτα οι συνθήκες, μέσα στις οποίες αυτά γεννήθηκαν, κι έτσι να κατανοηθούν εύκολα και

να ερμηνευτούν σωστά οι ιδέες που εκφράζουν τα έργα αυτά. Χαρα­ κτηριστική από την άποψη αυτή εί­ ναι η παρουσίαση των έργων του Αριστοφάνη (σελ. 287-381 του α' τόμου). Πόσο εύστοχες και καλομελετημένες είναι οι επιλογές κειμένων, το διαπιστώνει όποιος έχει κάποια προηγούμενη γνωριμία με την κλα­ σική γραμματεία μας. Αλλά θα αναφέρω κι ένα δείγμα εξωτερικής σύνδεσης κειμένων, που όμως αναφέρονται στο ίδιο κεντρικό θέμα: Είναι γνωστή η αποστροφή του Πλάτωνα για τους «πολλούς» και για το δημοκρατικό πολίτευμα κα­ θώς και η συμπάθειά του για τους «επαΐοντες». Είναι επίσης γνωστό (πολύ γενικά και αόριστα) ότι ο Αριστοτέλης διαφωνούσε σε πολλά με το δάσκαλό του. Σ' αύτή την περίπτωση, ο συγγραφέας μας ανα­ ζητεί ακριβώς ένα τέτοιο απόσπα­ σμα από τα Πολιτικά του Αριστο­ τέλη, ώστε μέσα απ’ αυτό να φανεί η διαφωνία του με τον Πλάτωνα. Γράφει ο Αριστοτέλης (Πολιτικά, 1281, α 42-1282 Β 14): «Μπορεί όλα αυτά (για τους επαΐοντες) να μην είναι απόλυτα σωστά. Και να γ ια τί... ενώ ο καθένας από το λαό, από τους πολλούς, είναι ως άτομο χειρότερος κριτής από τους ειδι­ κούς, όλοι μαζί, ως σύνολο, είναι ή καλύτεροι ή τουλάχιστον όχι χειρό­ τεροι κριτές από τους ειδικούς»... (Μητσόπουλου, β' 244). Μερικοί νεοέλληνες, σήμερα ακόμη. θρηνούν πάνω σε μια κλη­ ρονομιά πνευματική παρ’ όλο που γνωρίζουν πολύ καλά ότι απευ­ θείας γνωριμία μ’ αυτή είναι σήμε­ ρα αδύνατη· και ολοφύρονται γι’ αυτό. Ο συγγραφέας μας, με την ανθολόγηση μεταφρασμένων δειγ­

μάτων αυτής της μοναδικής κληρο­ νομιάς, έδειξε ότι υπάρχει τρόπος επικοινωνίας και για τους πολλούς νεοέλληνες, για όλους αυτούς που πλάθουνε της δικής μας ζωής το ψωμί. και που έχουν ίσο δικαίωμα για παιδεία ελληνική. Ο συγγραφέας έζησε πολύ οδυ­ νηρά το πρόβλημα αναζήτησης αυ­ τής της πνευματικής κληρονομιάς· ως πολιτικός πρόσφυγας, από το 1949, υπηρέτησε για πολλά χρόνια στην οργάνωση και εποπτεία των σχολείων των Ελλήνων πολιτικών προσφύγων στις σοσιαλιστικές χώ­ ρες. Εκεί, οι πρόσφυγες -χωρίς την «προστασία» αλλά και χωρίς τα εκ­ παιδευτικά δεσμά της πατρώας γης- αγωνίστηκαν να μείνουν Έλ­ ληνες. Μέσα σ’ αυτό το κλίμα παι­ δαγωγικού νόστου για την αρχαία κληρονομιά εργάστηκε και ο Θ. Μητσόπουλος και έδωσε το έργο που παρουσιάζουμε με πολύ γενι­ κές γραμμές εδώ. Η Ιστορία και Ανθολογία της Αρχαίας Ελληνικής Σκέψης προσφέρεται με τρόπο εύληπτο και κα­ λά οργανωμένο, από τον Όμηρο ώς τους ελληνομαθείς χριστιανούς θεολόγους του 4ου αιώνα μ.Χ. Σε 1100 περίπου σελίδες. Κρίνω ότι το έργο αυτό αποτελεί πολύτιμο εγχει­ ρίδιο και είναι προσφορά στα ελ­ ληνικά γράμματα. Ένα έργο που χρειαζόταν η παιδεία μας από τον περασμένο αιώνα και αντί γι’ αυτό οι ταγοί της πρόσφεραν γραμματι­ κή και συνταχτικό· Τώρα το δρόμο το σωστό τον άνοιξε η προσφυγιά, η πολιτική προσφυγιά. Οδυνηρή εμπειρία. Αλλά χρήσιμο το δίδαγ­ μα. Ας θρηνούν οι λατρευτές της γραμματικής και του συνταχτικού· αυτοί λατρεύουν τα εργαλεία, χά­ νουν τη χαρά της εργασίας ή την αρνούνται στους άλλους και οπωσ­ δήποτε απομακρύνονται και απο­ μακρύνουν από γόνιμο έργο. Φ.Κ. ΒΩΡΟΣ

κ α λ ο κ α ίρ ι σ υ ν τ ρ ο φ ιά με το ν

ΕΤΡ0ΥΣΚ0 Σε όλα τα βιβλιοπωλεία.

Πολεμιστής και εραστής, σοφός και πειρατής, αψήφησε ανθρώπους και θεούς για να βρει τον εαυτό του...

θεοι^Λ


οδηγος/63

w o?

εναγώνια προσπάθεια για επιστροφή στις αφετηρίες ΜΑΝΟΛΗ ΠΡΑΤΙΚΑΚΗ: Η Γε­ νεαλογία. Αθήνα, Κέδρος, 1984. Σελ.62.

Η «Γενεαλογία» είναι μια πολυεπίπεδη ποιητική διατριβή που πραγματεύεται την πρωτογενή αλλοτρίωση και διαστρέβλωση αυτής της ίδιας της ανθρώπινης ύλης, έτσι καθώς έχει αρχίσει να οργανώνεται στα μέτρα μιας τυφλής και ψευδούς συνείδη­ σης, καθώς έχει αρχίσει να διασύρεται πριν ακόμα υπάρξει, σε έναν ιστορικό χώρο και χρόνο που τη συντρίβει και την αφανί­ ζει, περιβάλλοντάς την με ένα περίβλημα που της αποκρύπτει την καθαρότητα και τη μοναδικότητα της ύπαρξης, μεταβάλλει τη δομή και την αρχιτεκτονική της σκέψης και της βούλησης, αλλοιώνει την υφή του συναισθήματος. Έτσι, η γλώσσα που της μαθαίνει να υιοθετεί (της ανθρώπινης ύπαρ­ ξης αυτή η ψευδής συνείδηση) δεν είναι τίποτα άλλο από μια γλώσσα μονοσήμαντων σημείων μέσα από την οποία τίποτε το γνήσιο και το αυθεντικό δεν μπορεί να αρθρωθείη σύνταξη τίποτα άλλο από μια σύνταξη η οποία αδυνατεί να εκφράσει το «ασύντακτο» και η τάξη τίποτα άλλο από μια τάξη η οποία αδυνατεί να υπερασπιστεί «την άτακτη εκφορά των βαθύτερων συ­ ναισθημάτων και λογισμών» έτσι όπως αυτά ανεβαίνουν κάποτε αιφνιδίως στο φως σαν μια έκλαμ­ ψη αποσπασμένη από κάποιον εσώτατο κλονισμό που γεννά έναν καινούριο αστερισμό έκφρασης. Η «Γενεαλογία», όσον αφορά τη θεματογραφία, το ύφος και τη γλώσσα, αποτελεί μια συνέχεια και μια προέκταση της συλλογής «Η παραλοϊσμένη». Το κείμενο το τέ­ μνουν και εδώ διάφοροι άξονες (βασιζόμενοι στο μύθο, την ιστο­ ρία, την ψυχολογία, τον κοινωνικό περίγυρο κλπ.) ως κύριες συντε­ ταγμένες, όπου μέσα από μια σκη­

νική τελετουργία, ευρίσκονται όλοι ενωμένοι κάτω από ένα ακατάπαυστο γίγνεσθαι. Αλλά ας δούμε καλύτερα το βι­ βλίο κατά κεφάλαια: Κεφάλαιο I, γέννηση: Ένας συντριμμένος αν­ τάρτης ακούει σε ένα φαράγγι κλά­ μα. Πλησιάζει και βλέπει ένα αν­ θρώπινο πλάσμα αφημένο. (Ανα­ καλείται και πάλι όπως συμβαίνει συχνά στην ποίηση του Πρατικάκη ο μύθος του Οιδίποδα). Κεφάλαιο II, υιοθεσία: Αυτό το έκθετο πλάσμα που κουβαλά μέσα του τη μοίρα του καθενός μας το υιοθετούν κάποιοι άγνωστοι άν­ θρωποι. Μια «μαραμένη γυναίκα και σκυφτή», στης οποίας το πρό­ σωπο προβάλλει ξαφνικά μπροστά μας ολόκληρη η ανθρωπότητα, να περιγράφει και να χρησμοδοτεί: «Μπήκα σε κλινικές επιτόκων αλλά αδιάκοπα γεννούσα νεκρά έμ­ βρυα. .. Έφτανα μέχρι τον τέταρτο μήνα το πολύ τον πέμπτο κι ύστερα εκείνα τα δύσοσμα κομμάτια σαν ακαθαρσίες στη λεκάνη... Και κάθε τόσο είχα πόνους τοκετού εκείνες οι σατανικές ωδίνες χωρίς έμ-

διερευνά στο δοκίμιό του αυτό ο Θασ. Μάργαρης. Οι παρατηρήσεις, υποθέσεις και συμπεράσματά του καλύπτουν κυρίως τον ψυχολογικό τομέα, χωρίς όμως το κείμενό του να εξαντλείται εκεί, αφού από το άτομο συντίθεται το σύνολο. Και οι σκέψεις του συγγραφέα δίνουν αρκετό υλικό, πέρα από την καθαυτό αντιμετώπισή τους, για συσχετισμούς και γενικεύσεις στον ευρύτερο κοινωνικό χώρο. ΣΤΕΛΛΑ ΒΟΓΙΑΤΖΟΓΛΟΥ: Το τσιφτετέλι. Αθήνα, Νέα Σύνορα, 1984. Σελ. 92. ΜΕ σχήματα βγαλμένα από τη συγκεκριμένη ζωή του τόπου, (έστω και σε οριακές περιοχές της), η μεγάλη νουβέλα τούτη της Στέλλας Βογιατζόγλου βυθίζεται -καθώς μάλιστα διαθέτει σφιχτό δυναμικό λόγοολοκληρωτικά στο έρεβος των ανθρώπινων σχέσεων. Μέσα από μια αφήγηση ωρών, τα «φλας-μπακ» των πρωταγωνιστών, ατόμων του περιθωρίου (είτε κοινωνικού είτε ψυχολογικού, αν και το δεύτερο εμφανίζεται απόρροια του πρώτου), καθορίζουν ένα ολόκληρο πλαίσιο κατάπτωσης, από το οποίο δεν υπάρχει διέξοδος φυγής έξω από την καταφυγή στη μοναξιά της παράνοιας. ΓΚΡΑΟΥΤΣΟ ΜΑΡΞ: Κρεβάτια. Μετ. Λήδα Τριανταφυλλίόου. Θεσσαλονίκη, Μπαρμπουνάκης. Σελ. 64. «ΑΝΑΡΧΙΚΗ» -με την ευρύτερη έννοια του όρου- η σκέψη του Γκραούτσο Μαρξ, (του ενός από τους τρεις περίφημους αδερφούς Μαρξ του βωβού κινηματογράφου), όπως «αναρχικές» ήταν και οι ταινίες του, που προκαλούσαν ένα παράδοξο γέλιο. Και στο βιβλίο του τούτο, η «αναρχική»


64/οδηγος

Μανώλης Πρατικάκης

βρύο... Έρημη απάνω σε τραχιές πέτρες γένναγα το Ασύλληπτο παι­ δί. Κάτω απ’ τα φαρδιά ρούχα μου για ν' ανασαίνω η βαρεμένη από το θάνατο». Προβάλλει δηλαδή μπρο­ στά μας ένα τοπίο ερειπωμένο από τις αμέτρητες «αμβλώσεις», μια μή­ τρα που, ενώ είναι η πηγή κάθε δη­ μιουργίας, έχει πάθει πια μια κα­ κοήθη εξαλλαγή. Συνεχίζει: «Εδώ τ’ ανακαλύψανε οι θετοί γονείς4τα πήρανε σε κάρα σε καΐκια μέσα στον πανικό των προσφύγων. Αφού ο κόσμος όλος είναι μια ατέ­ λειωτη προσφυγιά...». Και τελειώ­ νει τονίζοντας ολόκληρη την παρα­ μόρφωση και την ερήμωση, τονί­ ζοντας πως τίποτα πια δεν μπορεί να γεννηθεί με τη φυσική του φορά και από τους φυσικούς του φορείς, μιας και όλα σε αυτόν τον κόσμο είναι πλέον «θετά» και πως αυτό που μπορεί να δημιουργηθεί δεν εί­ ναι πλέον ένα πλάσμα από μια συντριμμένη μήτρα αλλά ένα νεόπλα­ σμα που καταλύει τη ζωή, επιφέρει μια οικουμενική στειρότητα, μια κούφια ταραχή η οποία ωθεί τους ανθρώπους να υιοθετούν στα τυ­ φλά (παιδιά, ιδέες, αξίες) για να βρουν (εκεί που δεν υπάρχει) ένα νόημα και ένα σκοπό, τους ωθεί να υιοθετούν όχι από στοργή ή αγάπη αλλά από μια εσώτερη ανάγκη να μειώσουν τη δική τους ανασφάλεια και μοναξιά, για να χειραγωγή­ σουν και να καταξιωθούν μέσα από τα «υιοθετημένα», τους ωθεί να «πιστεύουν» σε «αιώνιες αλή­ θειες» και να «περιμένουν» «από πριν δεμένοι στην εικόνα που γέν­ νησε το μάτι τους4 στον σκοτεινό εκείνον ήχο που πικραίνει τα άδυ­ τα της ακοής».

Κεφάλαιο IV (το θέαμα): Προ­ βάλλει το φάντασμα της ελευθερίας μέσα από μια ιστορική αναδρομή. Τονίζεται μέσα στις μυθικές δια­ στάσεις που την προσδιορίζουν σαν ένα θέαμα που ψυχαγωγεί τους θεατές, οι οποίοι ταυτόχρονα, χω­ ρίς να το συνειδητοποιούν, είναι μέσα στα δρώμενα (Μοιάζει με θέαμα μακρννής επαρχίας σαν εκείνα τα αιματωμένα θέατρα που έρχονται μια δυο φορές το χρόνο και πάλι χάνονται). Σαν σε θεατρι­ κή παράσταση που αλλάζει αιφνιδίως σκηνικά, πρόσωπα, πλάνα και νοήματα, προβάλλει και τονί­ ζεται όλο το φάσμα και η παρα­ μόρφωση της ιδέας της (της ελευθε­ ρίας), όλες οι τυφλές και μάταιες εξεγέρσεις, όλες οι φτηνές και επι­ πόλαιες ταυτίσεις, όλος ο φανατι­ σμός και η βαναυσότητα που δημιουργήθηκαν στο όνομά της (άν­ τρα ραδιουργιών και κρησφύγετα επικηρυγμένων) για να φτάσει στο τέλος, μπροστά στη σύγκρουση των αντιθέτων, μακρινή η φωνή του Ηράκλειτου και να τοποθετήσει τα πράγματα στη σωστή τους φύση. Κεφάλαιο V (οι προθάλαμοι). Μέσα από μια καφκική ατμόσφαι­ ρα τονίζεται ο πολυσχιδής απο­ προσανατολισμός, η υποκατάστα­ ση της ζωής από τη «σκιά της», με τη μόνη διαφορά ότι εδώ, αντίθετα από το καφκικό αδιέξοδο, ο άν­ θρωπος αφυπνίζεται, εξεγείρεται και συνειδητοποιεί οργισμένος ότι «η αναμονή είναι η αιώνια πλεκτάνη» και ότι τίποτα δεν έχει να περι­ μένει σε αυτόν τον «προθάλαμο» που τον έχουν αφήσει να περάσει ολόκληρη τη ζωή του. Η συνειδητοποίηση αυτής της απάτης τον συνταράσσει και τον οδηγεί ώς την παράκρουση. Και πάλι εδώ ξαφνι­ κά ο χώρος που περιμένει μετατρέπεται με ευρηματικότητα σε ένα απέραντο θεραπευτήριο. Θα 6ουτήξει οδυνηρά -ο άνθρωπος- μέσα στην ψύχωση, αφού αρχίσει να βλέπει τα φαντάσματα που τον κα­ τοικούν, αφού περάσει όλους τους αναβαθμούς που ο καθένας τους του επιφέρει τον δικό του κλονισμό και μαζί του τη δική του έκλαμψη μέσα από την οποία θα βρεθεί μπροστά στην συναίσθηση της ολο­ κληρωτικής εκμηδένισης και θα γνωρίσει τον εαυτό του, φτάνοντας μέχρι το άδυτο της ψυχής του για να κοιτάξει με μια πρωτόγνωρη όραση και να δει το «ανείδωτο», συνειδητοποιώντας έτσι ότι το

«αφανέρωτο» και το «ασυνάντητο» φανερώνεται σε αυτόν και μόνο που τολμά να κοιτάξει το τρομα­ κτικό. Κεφάλαιο VII. Τονίζεται ότι σε αυτόν τον κόσμο του διαμελισμού, το ανθρώπινο πρόσωπο δεν μπορεί να ζήσει αρμονικά αν δεν έχει χά­ σει το βαθύτερο νόημα της φυσιο­ γνωμίας του, τη συνέχειά του και την αυτοδυναμία του. Γι’ αυτό, μπροστά στον οργανωμένο εφιάλτη ενός υποτιθέμενου πολιτισμού θα ενταχθεί και θα συνθηκολογήσει, θα εισέλθει στην ανθρώπινη ομάδα που οι ενδόμυχοι μηχανισμοί της θα τη μετατρέψουν σε αγέλη: «Μέ­ σα στο πυκνό χορτάρι των ανθρώ­ πινων συναισθημάτων έρχονται οι μορφές του κόσμου και οι κατα­ στάσεις όμοια με ακρίδες ή σαύρες που το κρυφό τρίχωμα του κινδύ­ νου σαν ανίατη μάστιγα προσάρμο­ σε. Μετεικάσματα φρυγμένης σκέ­ ψης στην απέραντη έρημο της στέ­ ρησης έρχονται οι νομοθέτες. Οι χι­ λίαρχοι...». Όλα πλέον μέσα σε αυτή την αγέλη ταξιθετούνται, κωδικοποιούνται και απονεκρώνσνται. Καθένας παίρνει τη θέση του και το ρόλο του. Κάθε φωτεινή ή σκοτεινή παρόρμηση και κάθε έν­ στικτο απονευρώνεται και προσαρ­ μόζεται για να υπηρετήσει αποδε­ κτές και κούφιες ανάγκες. Για λο­ γαριασμό των ανθρώπων, μέσα σε αυτή την ομάδα, ερήμην τους, έχουν άλλοι προαποφασίσει, μιας και αιώνες πριν γεννηθούν, ο κό­ σμος έχει ήδη έτοιμες τις προτάσεις του και έχει ναρκοθετήσει ολόκλη­ ρο το φάσμα των δυνατοτήτων του. Γι’ αυτό και τους παρέχει την αυ­ ταπάτη μιας απέραντης δικαιοδο­ σίας: «Οι ράτσες αυτές κάποτε σπαράζονται από εξεγέρσεις. Αλλά οι μάχες είναι σύντομες. Οι κινή­ σεις προβλεπόμενες. Οι ήττες προ­ καθορισμένες». Έτσι, κάθε αλλαγή πραγματοποιείται μέσα στο σύστη­ μα που στο βάθος το ενδυναμώνει και το συντηρεί η αλλαγή αυτή. Ένα υπερτροφικό εγώ έχει κατα­ λάβει το πολυδιάστατο μέγεθος της υπόστασης. Ο ορθολογισμός νομο­ θετεί για ολόκληρη την ύπαρξη. Ο λόγος, που είναι το φωτεινό σώμα του εσώτατου ψυχισμού, μένει ανε­ νεργός και ά-φωνος. (Και εδώ όπως και στην «Παραλοϊσμένη») διαφαίνεται -και πάλι- ένας καφκικού προτύπου τρόπος οργάνω­ σης, που η μια του παράμετρος εί­ ναι καθαρά «καθημερινή» -γρα-


οδηγος/65 φειοκρατική- και η άλλη μεταφυσι­ κή. Υπηρεσίες, υποεπιτροπές, συμ­ βούλια, επισκοπές, ιδρύματα, άσυ­ λα, χρηματιστήρια κλπ. είναι οι απαραίτητοι όροι μιας ευνομούμε­ νης πολιτείας και ταυτόχρονα ο αποπνικτικός βάλτος της: «Βυσσι­ νιά χείλη σε μια έκλυτη υπεροψία που η φθορά καθώς κατά σωρούς τα έγγραφα μια κίτρινη φυλή φακέ­ λων ολοένα σέρνεται στο πάτωμα: κι αυτοί οι αιώνιοι κρότοι να είναι το διακριτικό γνώρισμα της φωνής των υπαλλήλων. Τυλιγμένοι σε γά­ ζες αιματερές από μυθικές ούγες αυτοκρατοριών (μέσα στα λόγια φαίνονται χαλάσματα)». Κεφάλαιο XII. Επιχειρείται μια παράλληλη «κάθοδος» σε έναν άξονα που βασίζεται στην ιστορία και ταυτόχρονα σε έναν άλλο που βασίζεται στην ψυχολογία. Από το «εδώ» και το «τώρα» ώς τα πλέον απομεμακρυσμένα βάθη της ιστο­ ρίας. Από το συνειδητό (το σπίτι με τις φωτεινές ανταύγειες) ώς το υποσυνείδητο (η αίθουσα κάτω απ’ το σπίτι, με το λίγο φως) και από το υποσυνείδητο ώς το συλλογικό ασυνείδητο, που ενώνει οικουμενι­ κά τους ανθρώπους και τους κάνει να συνταξιδεύουν από την ατομική μνήμη στην ιστορική, από την ατο­ μική γνώση στη γνώση των χιλιετη­ ρίδων, από την ψευδαίσθηση στην επίγνωση, από τη σύγχρονη ταραχή και την ανασφάλεια ώς τη φωτει­ νή και γαλήνια σκέψη του Ηρά­ κλειτου (για άλλη μια φορά) που διδάσκει ότι «ο κόσμος είναι μια αέναη φωτιά που ανάβει με μέτρο και σβήνει με μέτρο». Το κεφάλαιο αποτελεί ολόκληρο μια «γεωγρα­ φία» του συλλογικού ασυνείδητου. (Επίσης δεν μπορούμε να παραβλέψουμε κάποια αντιστοιχία του με την «Κίχλη» του Γιώργου Σεφέρη. Στην προσπάθειά του ο Σεφέρης να μιλήσει με τους νεκρούς για να μπορέσει να προχωρήσει παρακά­ τω, θα μας πει: «Κι άλλες φωνές αιγά-σιγά με τη σειρά τους I ακο­ λούθησαν. .. ήτανε γνώριμες μα δεν μπορούσα να τις ξεχωρίσω / κι ήρ­ θε η φωνή του γέρου, αυτή την ένι­ ωσα I πέφτοντας στην καρδιά της μέρας / ήσυχη, σαν ακίνητη: / Κι αν με δικάσετε να πιω φαρμάκι ευχα­ ριστώ- / το δίκιο σας θα ’ναι το δί­ κιο μου». 'Ετσι και εδώ ο σκυφτός γέρος του αποκαλύπτει ότι είναι ο πατέ­ ρας του, όχι ο θετός αλλά ο αληθι­ νός, ο πνευματικός, που θα του πει

κάτι που έχει συμβεί, προς αγαλ­ λίαση και των δυο: «όταν αιοτανθείς τη σημασία της ερήμου κατα­ νοείς το πρόσωπο που την βλέπει». Αποθεραπευμένος λοιπόν από τον κόσμο και τον εαυτό του, θα δοκι­ μάσει ολόκληρο το σώμα του και σαν ένα «κλειδί» θα το στρίψει σε εκείνη την πελώρια κλειδαριά που ευρίσκεται πάνω «στο ψηλό και κατάλευκο τείχος» και θα ανοίξει προς το χώρο που είναι το φως). Κεφάλαιο XIII. Σκιαγραφείται ο ίδιος αγωνιστής (του πρώτου κε­ φαλαίου) που πίστεψε κάπου, θυ­ σιάστηκε και προδόθηκε από τους άλλους και ίσως και από τον ίδιο του τον εαυτό: «Ακατοίκητο σπίτι το κορμί τον μισογκρεμισμένο άγρια χόρτα να το κατοικούν. Σιω­ πηλός και αμίλητος άντρας φαγω­ μένος από δώδεκα μεριές. Η Μάνα του του φώναζε γύρισε πίσω γιόκα μου αμούστακο παιδί που πας ακελάηόιστο πουλάκι μες στη σίγουρη φωτιά- ασέλωτο αχαλίνωτο πουλά­ ρι μέσα στις πικρές χαράδρες και το σίδερο. Η αδερφή του δάκρυα ποταμοί...» (Απόηχοι από το δημο­ τικό τραγούδι). Σε άμεση σύνδεση με το «σκιάχτρο» είναι οι δυο υπαινικτικοί στίχοι του επόμενου κεφαλαίου (XIV) που ακούγονται σαν πανάρχαιοι απόηχοι, μέσα από μια ιστορία που δεν έπαψε να επα­ ναλαμβάνεται: « Ό ταν εκείνος έλει­ πε στις εξορίες / παρουσιάζεται ο ξάδελφος». Η ίδια εκμετάλλευση των συνθηκών. Στο του Αγαμέμνονα βλέπουμε να «εφαρμόζει» από­ λυτα το δράμα του σύγχρονου ιδεολόγου-αντάρτη (με μόνον κοι­ νό παρονομαστή τους αυτό και μό­ νον το δράμα, βεβαίως) που έμεινε χρόνια στα βουνά, τη στιγμή που καραδοκούσε στη σκιά του σπιτιού ένας άλλος Αίγισθος. Γιατί ίσως , η επιθυμία του κορμιού της γυναίκας δεν γνωρίζει από ιδεολογίες, και μέσα στη στέρηση και την απουσία επιτρέπει να λάμψει και να φανε­ ρωθεί από τη σκοτεινιά του ο δολοπλόκος και πικρός από την ίδια του τη φύση, «'Αλλος». Κεφάλαιο XV (η γυναίκα της θά­ λασσας). Το σημαντικότερο κεφά­ λαιο. Αποτελεί την άμεση σύνδεση του βιβλίου με την «Παραλοϊσμένη». Έτσι, συναντά κανείς εδώ και πάλι την ίδια εκείνη παράφορη γυ­ ναίκα «Μ’ εκείνο το βαθύ γαλάζιο γέλιο της που αστράφτει πάντα πά­ νω από τις συμφορές». Έχει (και εδώ) μια μνήμη που δεν μπορεί να

σκέψη ξαπλώνει πάνω στα πρόσωπα και τις καταστάσεις της εποχής «της δόξης του», δυναμιτίζοντας κάθε συμβατικότητά τους, αλλά και κάθε σύμβαση γραφής. Έτσι ώστε, μέσα από την αφηγηματική «παρλάτα» του, να δημιουργεί αντιστοιχίες για κάθε εποχή και κάθε δόξα. ΒΑΪΟΣ ΠΑΓΚΟΥΡΕΛΗΣ

Π Λ Α ΙΣ ΙΟ ΓΙΑ Π Α ΙΔ ΙΑ

Εικονογραφημένες βιογραφίες ζωγράφων γραμμένες για παιδιά. Κείμενα: Ibi Lepscky. Εικόνες: Paolo Cardoni. Εκδόσεις: ΑΜΜΟΣ (Emme Edizioni S.r. I) 1984. Μετάφραση από τα αγγλικά: Αλέξας Αποστολάκη Λεονάρντο ντα Βίντσι. 16 ολοσέλιδες εικόνες, 24 σελ. κείμενο. Η εξαιρετικά καλαίσθητη και ενδιαφέρουσα αυτή σειρά, αποτελεί πραγματικό σταθμό στο ελληνικό παιδικό βιβλίο για τη θεματική της κυρίως επιλογή: τα παιδικά χρόνια μεγάλων ζωγράφων. Ενώ ώς ένα σημείο είναι σαφής η πρόθεση για παραδειγματισμό και μίμηση παιδιών 6-10 χρονών, προσφέρει συγχρόνως και υπόδειγμα συμπεριφοράς των γονέων απέναντι στα παιδιά με ιδιαίτερα και πολλαπλά ενδιαφέροντα. Έτσι, ο πατέρας τού


66/οδηγος ξεχωρίσει το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον, το όνειρο από την πραγματικότητα, το έλλογο από το άλογο, τη ζωή από το θάνατο. Ά λ­ λοτε μιλάει ο ποιητής με το στόμα της και άλλοτε αυτή με το στόμα του ποιητή. Το πρόσωπο που εμ­ πνέει και το πρόσωπο που εμπνέεται συνυπάρχουν και αλληλοσυμπληρώνονται τόσο που κάποιες στιγμές νομίζεις ότι «συνωμοτούν» μαζί για να μας αποκαλύψουν «ακραίες» καταστάσεις και εκμυ­ στηρεύσεις ή για να κάνουν ένα σχόλιο πάνω στο ίδιο το πρόβλημα της γραφής και της δημιουργίας: «Το νερό τον πηγαδιού εμείς οι δυο το ξέρουμε μονάχα δεν υπήρξε πο­ τέ τον μολνσμένο. Κι ο τύφος μια ωραία πρόφαση · ένα εύρημα οι σα­ ράντα μέρες παραμιλητό χωρίς καν να πάρει κανείς στα σοβαρά τα ανήκουστα και τα κρυμμένα. Κα­ θώς στο σημείο της άκρας τραγικό­ τητας οι άνθρωποι αρχίζουν να γε­ λάνε...». Έτσι, αυτή η συμβολική γυναίκα που μοιάζει να είναι η ψυ­ χή του καθενός μας, όπως και εκεί­ νο το πλάσμα του πρώτου και δεύ­ τερου κεφαλαίου που έμοιαζε να είναι η ίδια η μοίρα μας, μας μι­ λάει και πάλι με απόκοσμη φωνή αλλά προπάντων με σιωπές και ει­ κόνες: «Μια απόκρημνη σιγή των σκέψεων. Μια γοερή ομιλία των ει­ κόνων. Ένα κάθετο κύμα που μί­ λησε τσακισμένη φτερούγα της φω­ τιάς την άλλη γλώσσα. Χάσμα που σφίγγεται το φως καθώς ο κύκλος ξανακλείνει». Είναι έτοιμη να φύ­ γει, την αισθανόμαστε ήδη στο κα­ τώφλι του κόσμου. Νιώθει ήρεμα το μεγάλο «πλησίασμα». Ο ποιητής θα την επισκεφτεί και ενώ δεν μι­ λούσε σε κανένα, έτσι που όλοι την έχουν πια ξεγράψει, θα «μιλήσει» μόνο σε αυτόν με την παράξενη φωνή της: «Η φωνή σου θυμάμαι είχε μιαν απόχρωση τρυφερής συ­ νωμοσίας. Κάτι σαν θεία κωμωδία παιζότανε ανάμεσα στις κλίνες των αρρώστων... κάτι μεγάλες φλόγες με τύλιγαν και πίσω από καπνούς έβλεπα το κατοχικό τοπίο σ’ ένα φέγγος αμυδρό να βουλιάζει. Τον πατέρα να πέφτει αργά μια παρά­ ξενη πτώση πλάι πλάϊ στο ποτάμι... Το φεγγάρι! Βλέπω τώρα το φεγγά­ ρι να τ’ αδράχτια με το κόκκινο με­ τάξι■κι η πνιγμένη Μαρία η ανέμη των νερών». Σαν μέσα από έναν διαυγή βυθό, μέσα από μια πανο­ ραμική αναβίωσή της ηλικίας, θα δει τα -πάντα με απόλυτη καθαρό­

τητα, μη περιγράφοντάς τα αλλά ξαναζώντας τα αναγεννημένα με την ενάργεια και τη δραστικότητα των σπλάχνων: «Βλέπω μια χέρσα στιγμή. Τις λεπτομέρειες μεγεθυσμένες. Το χέρι του πατέρα σου στην έχερη. Τη σφήκα του πόθου μου στις θυμωνιές. Μια υπερμνη­ σία θα ’λεγα κι υπερακουαία κάτω από στοές. Μια αφάνταστη έξαψη εικόνων. Ένα λες αμνιακό υγρό πρόσωπα γοερά συμβάντα που αγριεύουν και ξαναγεννιούνται. Χρώματα νωπά που καθρεφτίζουν τη μηδαμινότητα του χρόνου. Ούτε πριν ούτε μετά. Μόνον εκείνα. Μια παράξενη θέα πέρα από τα μάτια. Μια αφή που ξεπερνά το δέρ­ μα...». Έτσι θα ξαναψηλαφίσει και θα επαναβιώσει τα πρόσωπα και τα πράγματα για να μας παραστήσει με ήρεμο σπαραγμό τη βα­ θύτερη αποξένωση που υπάρχει κάτω από τους επιφανειακούς δε­ σμούς των ανθρώπων, μέσα στο χώρο της οικογένειας: «Έτρεξα εκεί να τους αγγίξω. Θεέ μου θυ­ μάμαι. Τα πέτρινα μακριά τους χέ­ ρια. Τα παγερά καμπύλα χείλη. Τους ακίνητους μηρούς... Δεν έπαιρνα απάντηση από κανέναν. Αμέτοχοι και καθισμένοι. Σε έναν κλειστό γρανίτινο κύκλο. Εκείνα λες τα παράξενα πρόσωπα της οι­ κογένειας σε μαυσωλείο. Εκείνες οι μορφές εντοιχισμένη καθεμιά στον εαυτό της. Το απομεσήμερο εκείνο είδα τη χαραμάδα μες στο σπίτι. Τη σκέπαζαν προσεκτικά με σανίδια και λινάτσες. Μα ολοένα αυτή με­ γάλωνε και μου μιλούσε. Οι λέξεις. Που μένουνε άφωνες και αφήνουν. Έναν εκκωφαντικό και κούφιο κρότο στο μυαλό μας σαν αφλογιστία. Από κάποιο ανείπωτο φονι­ κό. Σαν μια γέννα σκοτεινή δίχως βρέφος». Αυτός ο απολιθωμένος και αναίσθητος κόσμος, αυτές οι παγερές και υποκριτικές μορφές θα την εξορίσουν και θα τη βυθίσουν και πάλι «ώς εκεί κάτω»: «Αρπαγ­ μένο απ’ τα ρεύματα σαν ένα πουλί το πνεύμα μου βγήκε έξω· πέταξε από την εποχή σας: Ένας χώρος κλειστός που δεν ακούει. Ένας χρόνος πέτρινος που δε μετακινεί­ ται. Τραβηγμένη από την ωραία μορφή του εφιάλτη. Μια μικρή θύελλα ψιθύρων κάτω από το σπί­ τι. Βογκητά και πλαταγίσματα κου­ πιών. Λησμονημένοι. Κανείς δε σας θυμάται. Μια χαμένη Επαφή. Μόνο κάτι ερείπια ονείρων μέσα σε πάμφωτες επαύλεις. Μια φυλή

ήχων χωρίς γλώσσα που χτυπά τα κουρασμένα νεύρα» και αφού συν­ δεθεί μέσα σε αυτή την εξορία της με το παρελθόν της, με όλα τα στά­ δια της ζωής της, με τους λησμονη­ μένους νεκρούς, με τη μνήμη των αφανών πραγμάτων, θα μιλήσει νηφάλια για την κρυμμένη αρμο­ νία, για τις τρυφερές φλόγες του ίδιου της του θανάτου: «Τώρα να οι φλόγες. Με ζώνουνε σαν τριαν­ τάφυλλα λες και βαδίζω. Βαθιά χα­ ράματα στο περιβόλι. Το πνιγμένο στο δυόσμο και τις ροδαριές. Ακούω το μύρο τους μέσα στο βρα­ δινό αγέρα. Τις φωνές τους. Δεν το ’ξέρα η έρμη πως κι οι φλόγες έχουνε σαν λουλούδια το δικό τους άρωμα και χρώμα. Όταν είναι κα­ νείς ετοιμασμένος να κατέβει ήσυ­ χα αυτές τις σκάλες· για ν’ ανέβει ώς εκεί πάνω ένας Άλλος. Είναι η ίδια βλέπεις σκάλα που την ανεβαί­ νεις και που την κατεβαίνεις. Ο ίδιος δρόμος ο πάνω και ο κάτω. Μια αδιόρατη εναλλαγή ίσως κάτι ανεπαίσθητο μια που ο καιρός ανα­ πληρώνει της φύσης τις αδιάκοπες αποδημίες». Τελειώνοντας, θέλω να τονίσω ότι το βιβλίο προτίθεται να κατα­ στεί ο χώρος όπου η ανθρώπινη φύση θα ξαναβρίσκει το φως της και μεγαλείο της και ο λόγος την αρχέγονη σημαντική του. Το όλο ποίημα προτίθεται να αποτελέσει ένα «πλήγμα» το οποίο θα υπονο­ μεύει το βάθρο και την οργάνωση του κόσμου έτσι όπως την έχει υιο­ θετήσει και αποδεχτεί η ανθρώπινη συνείδηση, που μιας και αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της έτσι από­ λυτα εγκλιματισμένη και προσδιο­ ρισμένη καθώς είναι, δεν μπορεί παρά να την υπερασπίζεται (την οργάνωση) με το ίδιο τυφλό πάθος με το οποίο έχει «ταυτιστεί» μαζί της σαν να υπερασπίζεται ακριβώς τον ίδιο εαυτό της. Έτσι όλες οι δομές, οι θεσμοί και οι αξίες που δημιούργησαν (η καθεμιά με τον δικό της πολύπλοκο και αθόρυβο τρόπο) παγιωμένα συστήματα που τα έκαναν οι εφευρέτες τους να φαντάζουν ως αυτονόητα και αναγκαία για την επιβίωση του πο­ λιτισμού, όχι απλώς αμφισβητούν­ ται, αλλά απομυθοποιούνται κατα­ λυτικά καθώς αποκρυπτογραφείται η μυθιστορηματική τους προέλευ­ ση, αποκαλύπτοντάς μας έτσι ότι οι κοινωνίες και οι ανθρώπινες συμπεριφορές οργανώθηκαν πάνω σε επάλληλα βάθρα που σκέδασαν


οδηγος/67 τα βαθύτερα αιτήματα και τις ανη­ συχίες, ότι χτίστηκε ένας κόσμος θλιβερών σκοπιμοτήτων που τον ορίζει η στερεοτυπία και η «αστρα­ φτερή πρόοδος» σαν αναποδογυρι­ σμένη γάγγραινα: «Κάθε αξία γεν­ νήθηκε σαν αστραφτερό λέπι σκέ­ ψης για να φανερώνεται πάντα μια φυλή προνομίων. Ο κόσμος μοιρά­ στηκε τεμαχίστηκε ο χρόνος. Ένα ανθρώπινο αιματοκύλισμα θριάμ­ βων ένα γήινο μακελειό». Έτσι μας δηλώνει ότι η έξοδος που ακολου­ θεί δεν πραγματοποιείται από έναν αποπνικτικό και διαβρωμένο κό­ σμο σε έναν κόσμο υπόσχεσης και ενόρασης (καμιά μεταφυσική προοπτική, κανένα βήμα έξω από το ανθρώπινο μέτρο) αλλά'από μια περιοχή ψευδούς συνείδησης και συρρίκνωσης προς την ολότητα του άτμητου και ξαναγεννημένου όντος, που ξανανιώθει με όλες τις αι­ σθήσεις του την πρωτόγονη ελευθε­ ρία να «ξεδιπλώνεται πλάϊ σε με­ γάλες φωτιές σαν ένα χάραμα». Καμιά ιεραρχία, καμιά ηθική ή άλ­ λη αξία, καμιά τάξη δεν μας προ­ τείνει. Απλούστατα μας φανερώ­ νει, ένα πλάσμα μέσα στην πλάση του. Μια περιοχή χωρίς προνόμια για να μπορεί η ίδια η ζωή να είναι η μόνη πηγή των προνομίων, ένα ανθρώπινο πλάσμα που εγκαταλεί­ πει τον κόσμο που του όρισαν να οικήσει και μπαίνει στο δρόμο τον αδιαμόρφωτο και ασχημάτιστο, στην ομάδα των αυθεντικών του επιλογών, οδηγημένο από το αλάν­ θαστο ένστικτό του για να πορευτεί όλο και πιο κοντά προς την ασίγα­ στη φύση του, μια ψυχή καθαρμένη πια από όλα τα δηλητήρια που παρασταίνεται σαν «μια πνοή Ντεσπεράντος που έρχεται από την Ισπανία» και αυτές οι ομάδες αυ­ τών των ατόμων σαν μικρές φωτι­ σμένες κωμοπόλεις που πορεύον­ ται· σαν μικρές φωτισμένες μειοψηφίες που σιγά σιγά κάνουν τον

φανερωμένο κόσμο όλο και πιο πο­ λύ να λιγοστεύει, σαν μορφές ατσιγγάνων, σαν πλάσματα τρομα­ κτικά και παρήγορα «πλάι στις κα­ τοικίες των ανθρώπων (που έρχον­ ται) και πάλι χάνονται», σαν να εί­ ναι οι ατσίγγανοι αυτοί οι μόνοι που ξέφυγαν από κάποια «φωτεινή δυσμένεια» της ιστορίας, οι μόνοι που κατέστησαν τους φορείς της γνησιότητας και της αθωότητας και έρχονται όπως οι εφιάλτες κάποτε μπροστά μας για να ' μας τρομά­ ξουν: «Παράξενοι τεχνίτες από τα βουνά. Φτιάχνουν τάχα τις ομπρέ­ λες τους. Με κολάι γανώνουν τα τηγάνια τους. Τους κοιτούν πλάγια σαν από βαθιά τι ζητάνε;» Ο ποιη­ τής τους ονομάζει «θαλαμηπόλους των ανθρώπων» που λένε αλληγορικά και παράξενα λόγια για να τους θυμίσουν τη χαμένη τους συγ­ γένεια και καταγωγή, για να τε­ λειώσει αμέσως μετά το βιβλίο του με τους ίδιους εξαίσιους στίχους που τελειώνει το ποίημα «Οι ηδο- · νικοί Ντεσπεράντος» της προηγού­ μενης συλλογής του «Το σώμα της γραφής», δείχνοντας έτσι τη συνέ­ χεια και τη συγγένεια της ποιητι­ κής του ύλης, πράγμα που άλλωστε φαίνεται καλύτερα στο κεφάλαιο «η γυναίκα της θάλασσας» η οποία (γυναίκα) δεν είναι παρά μια μορ­ φή που μοιάζει να έχει έλθει (ή να έχει επιστρέψει) από και προς το χώρο της συλλογής «η παραλοϊσμένη», σαν να έχει δραπετεύσει από το ένα βιβλίο και έχει μπει με από­ λυτη φυσικότητα στο άλλο, μιας και καθώς φαίνεται δεν έπαψε ακόμη να «κατοικεί» έντονα τη συ­ νείδησή του: «Γεννιούνται μεγαλώ­ νουν και πεθαίνουν καθ’ οδόν... / Μια ράτσα ψιθύρων με μόνο προσ­ κέφαλο το φως. / Μια φυλή φυγάδων με μόνο πλούτος το βήμα της ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΑΡΚΟΠΟΥΛΟΣ

Λεονάρντο ντα Βίντσι απογοητεύτηκε από τη μια μεριά όταν είδε το γιο του «να τρέχει με την καλούμπα στο χέρι. Καταπιάνεται με χιλιάδες πράγματα κι ύστερα τα βαριέται» (σ. 17). Κι αυτού η μοίρα θα ήταν να γίνει συμβολαιογράφος. Όταν όμως μεγαλώνοντας τον είδε να μένει συχνά «άγρυπνος τη νύχτα παρατηρώντας τους αστερισμούς... ο πατέρας τού Λ. κατάλαβε ξαιρνικά ότι ο γιος του δεν ήταν ούτε άστατος ούτε επιπόλαιος. Ήταν ένα παιδί με πολλά ενδιαφέροντα και απεριόριστες ικανότητες», (σ. 23).

Πάμπλο Πικάσσο. 19 ολοσέλιδες εικόνες, 24 σελ. κείμενο ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΗ και εδώ η «ανακάλυψη» του ζωγραφικού ταλέντου του μικρού Παμπλίτο από τον πατέρα του. «'Οταν ξύπνησε έμεινε άφωνος μπροστά σ’ αυτό που αντίκρυσε πάνω στην υγρή άμμο: με μια και μόνο γραμμή κάποιος είχε σχεδιάσει ένα όμορφο δελφίνι. Ο πατέρας του Παμπλίτο δεν πίστευε στα μάτια του» (σ. 20). Και συνεχίζει: «Συγκινημένος του χάρισε όλα τα πινέλα και τις μπογιές του» (σ. 23). Είναι σαφές ότι οι γονείς δεν ανατρέιρουν πια υποδειγματικά παιδιά, παιδιά δηλ. που τους αφήνουν στην ησυχία τους, αλλά αντίθετα, συμμετέχουν στη ζωή τους και τα βοηθούν, όταν αναγνωρίσουν τα ενδιαφέροντά τους. Οι πολύ όμορφες εικόνες που συνοδεύουν τα κείμενα μιμούνται λίγο στο ύφος την εικονογράφηση αγγλικών παιδικών βιβλίων των αρχών του αιώνα. ΜΑΡΙΛΕΝΑ Ξ. ΚΑΣΙΜΑΤΗ


68/οδηγος

η ζωντανή και αδιάκοπη πορεία ενός προικισμένου πνεύματος ΑΔΑΜ ΑΝΤΙΟΣ ΚΟΡΑΗΣ. Αλλη­ λογραφία. Τόμ. Α ' (1774-1798), Β ' (1799-1809), Γ (1810-1816), Δ ' (1817-1822), Ε ' (1823-1826), ΣΤ ' (1827-1833) - Αχρονολόγητα - Επί­ μετρο - Πίνακες. Αθήνα 1964, 1966, 1979, 1982, 1983, 1984 [Όμιλος

Μελέτης του Ελληνικού Διαφωτι­ σμού. Νέα Ελληνικά Κείμενα. Επι­ στασία Κ.Θ. Δημαρά. Εκδοτική Επιτροπή: Κ.Θ. Δημαράς - Άλκης Αγγέλου - Αικατερίνη Κονμαριανού Εμιι. Ν. Φραγκίσκος]

Με την κυκλοφορία του έκτου και τελευταίου τόμου της Αλληλο­ γραφίας του Αδαμάντιου Κοραή ολοκληρώθηκε, πέρυσι, η έκδοση ενός σημαντικού έργου της νεοελληνικής γραμματείας. Οριοθετημένη ανάμεσα στον Σεπτέμβριο 1733 (όταν ο εικοσιπεντάχρονος τότε Κοραής βρισκόταν σε εμπορική αποστολή στο Άμστερνταμ) και τον Μάρτιο 1833 (ελάχιστο μόλις χρόνο πριν από το θάνατό του στο Παρίσι), η αλληλογραφία αυτή, θησαυρός εθνικός, «ταμείον ακένωτου ον μόνον φιλολογικών διατριβών, γλωσσικών πα­ ρατηρήσεων, βιβλιογραφικών ειδήσεων και λαοδογματικών [= λαογραφικών] πληροφοριών, αλλά και πολυτίμων ηθικών πα­ ραγγελμάτων, σοφών πολιτικών νουθεσιών, προτροπών εις δημό­ σιον αρετήν και φιλοπατρίαν αγνήν και διάπυρου», κατά τον επι­ γραμματικό χαρακτηρισμό του Γενναδίου [Ιω. Γενναδίου, Κρίσεις και σκέψεις περί των επιστολών τον αοιδίμου Κοραή, Τεργέστη 1903, 10], αποκαλύπτει τρανότατα τη ζωντανή και αδιάκοπη πα­ ρουσία ενός προικισμένου πνεύματος καταξιωμένου, αφότου κιό­ λας υπήρχε, στις δέλτους της νεότερης ιστορίας μας.

κλύδωνα, δια να μη καταποντισθώ. Μ’ έφερε πολλάκις εις τόσην απελ­ πισίαν το πλήθος των επιστολών, όσας βλέπω σωρευμένας επάνω της τραπέζης μου, ώστε εσνλλογίσθην να τας καύσω · και ήθελα βέβαια το κάμει, εάν δεν εφοβούμην μην παρεξηγήσωσι την αδυναμίαν μου» (Αλληλ. Β', 336.23-28). Τι διασώθηκε όμως από την πο­ λύχρονη αυτή δραστηριότητα; Γύ­ ρω στις χίλιες τριακόσιες δικές του επιστολές προς τρίτους μαζί με άλ­ λες διακόσιες πάνω-κάτω επιστο­ λές τρίτων προς τον ίδιο. Αριθμός, αναμφίβολα, πολύ μικρός, που νεότερες έρευνες σε αρχεία ή βι­ βλιοθήκες δεν φαίνεται πιθανό ότι θα μπορέσουν να τον ανεβάσουν αισθητά. To corpus epistolarum του Κοραή θα πρέπει επομένως να θεωρηθεί περίπου κλεισμένο. Εκεί­ νο που έχει ανεπίτρεπτα καθυστε­ ρήσει, παρά τις επιμέρους συμβο­ λές, είναι η επεξεργασία ολόκλη­ ρου του διαθέσιμου υλικού με την πληρότητα και ακρίβεια που επι­ βάλλουν οι κανόνες της αυστηρής επιστήμης. Το πράγμα, είναι αλή­ θεια, είχε επισημάνει ήδη στα προλεγόμενα του πρώτου τόμου της Αλληλογραφίας (1964) ο εμπνευστής της όλης έκδοσης, Κ.Θ. Δη­ μαράς: «Ό ,τι αναφέρεται στην φι­ λολογική επεξεργασία των κειμέ­ νων όσα παρουσιάζονται εδώ, στον νπομνηματισμό, τον σχολιασμό και την ενρετηρίασή τονς, έχουν την

1773-1833: εξήντα ολόκληρα χρό­ νια επιστολιμαίας δραστηριότητας! «Μια ζωή ολόκληρη», γράφει άλ­ λος μελετητής, ο Λέανδρος I. Βρανούσης [Αό. Κοραή, Επιστολαί προς Πρωτοψάλτην, Αθήνα 1959, ιδ'], «ασίγαστος κι ακούραστος ο Κοραής αλληλογραφεί ασταμάτη­ τα ■ ενημερώνεται και ενημερώνει, συγκροτεί και συσπειρώνει τους φίλους και τους συνεργάτες τον -διεκπεραιώνει ο ίδιος προσωπικά όλα τα σχετικά με τη διοχέτευση και την κυκλοφορία των βιβλίων τον-, διαδίδει τα φώτα τον, απο­ κτά οπαδούς, δίνει τη γνώμη τον σε κάθε λογής ζητήματα· δέχεται πρόθνμα -κάποτε μάλιστα κι επι­

ζητεί- να κηδεμονεύη και να καθοδηγή τονς κάθε λογής παράγοντες τον τόπον, γράφει σε προκρίτονς και εφοροεπιτρόπονς, σε δασκά­ λους και ευεργέτες, σε συγγραφείς βιβλίων και εκδότες περιοδικών, σε αγωνιστές και σε λογίους, σε 'Ελ­ ληνες και ξένους». Ο επιστολιμαίος αυτός κατακλυσμός φέρνει στον Κοραή πνίγος: «Κατακλύζομαι ο ταλαίπωρος από βροχήν επιστο­ λών», γράφει στις 15.2.1819 προς τον Αλέξανδρο Κοντόσταυλο (Αλληλ. Λ', 138.27-28). Αρκετά χρόνια νωρίτερα, τον Ιούλιο 1806, έγραφε προς τον Αλέξανδρο Βασιλείου: «Σνμβούλενσόν με τώρα (...) πώς έχω να κάμω εναντίον εις τόσον


οδηγος/69 θέση τους, σύμφωνα με τους γενι­ κούς εκδοτικούς κανόνες των Νεοελληνικών Κειμένων, στο τέλος τον έργου». Εντύπωση εντούτοις δημιουργεί το γεγονός ότι είκοσι χρόνια αργότερα (1984), στα προλεγόμενα του έκτου τόμου της Αλ­ ληλογραφίας, η ίδια διάθεση επα­ νέρχεται με ταυτόσημο σχεδόν τρό­ πο: «Ωστόσο λογαριάζουμε ότι (...) η έκδοση θα συμπληρωθεί με έναν τόμο που θα περιλάβει: φιλολογικό υπόμνημα, σχόλια, σημειώσεις, ευ­ ρετήρια». Το τι μπορούν να σημαί­ νουν οι διαβεβαιώσεις αυτές ή το πόσος ακόμη χρόνος θα απαιτηθεί για την πραγμάτωσή τους, δεν έχουμε τρόπο να διαγνώσουμε. Ο μακαρίτης καθηγητής Δασκαλάκης, λόγου χάρη, γράφοντας για τον πρώτο τόμο της Αλληλογρα­ φίας [Αθηνά 67 (1963-1964), 415], υπολόγιζε σε πενταετία το διάστη­ μα που θα μεσολαβούσε ώς την έκ­ δοση του τόμου των σημειώσεων και παρατηρούσε: «Το δε χρονικόν αυτό διάστημα είναι πάρα πολύ μακρόν δια τους ερεννητάς τον Κοραϊκού έργου, αλλά και δια να κριθή κατ’ αξίαν η έκδοσις αυτή. Διό­ τι πράγματι η α ξ ί α τ ω ν σ η ­ μ ε ιώ σ ε ω ν α υ τώ ν θα π ρ ο σ δ ιο ρ ίσ η και τη ν α ξ ί α ν τ ο υ ό λ ο υ έ ρ γ ο υ [οι αραιώσεις δικές μου]. Επομένως η οριστική κρίσις πρέπει να γίνη μετά μίαν πενταετίαν!». Είκοσι χρόνια μετά την καίρια αυτή διαπίστωση του Δασκαλάκη (ότι η νέα έκδοση δεν μπορεί να κριθεί όπως της αξί­ ζει παρά μόνο όταν ολοκληρωθεί ο τόμος των υπομνημάτων), είμαστε υποχρεωμένοι να την επαναλάβου­ με με την ίδια, όπως και εκείνος, έμφαση. Αβέβαιος, δυστυχώς, πα­ ραμένει και τώρα ο χρόνος για την περάτωση του έργου· ελπίζουμε ότι θα γίνει το ταχύτερο δυνατό. Τα εκδοτικά προβλήματα της κοραϊκής αλληλογραφίας (όπως και κάθε λογοτεχνικού κειμένου) και πολλά είναι και συχνά δυσεπίλυτα [6λ. I. Συκουτρή, «Κριτικαί εκδό­ σεις νεοελληνικών λογοτεχνημά­ των», Νέα Εστία 18 (1935), 9901000 = Μελέται και Άρθρα, Αθή­ να 1956, 420-435], Επιγραμματικά, αναφέρονται τα σπουδαιότερα: (α) εντοπισμός του υλικού (αυτόγραφα εν σχεδίψ ή στην οριστική τους μορφή· αντίγραφα· δημοσιεύσεις σε εφημερίδες, περιοδικά, βιβλία)· (6) κατάταξη του υλικού (χρονολο­ γική ή ειδολογική)· (γ) αποκατά­

σταση του κειμένου βάσει χειρο­ γράφων, αντιγράφουν κτλ. ή των προηγουμένων δημοσιεύσεων (δ) συγκρότηση κριτικού υπομνήμα­ τος, όπου λεπτομερής λόγος για τις γραφές (ξέσματα, σβησίματα, δια­ γραφές, διορθώματα, προσθήκες κτλ. του συγγραφέα) και επισήμαν­ ση πηγών και παράλληλων χωρίων σε έργα του ίδιου συγγραφέα ή άλ­ λων· (ε) σύνταξη προλεγομένων, όπου επακριβής λόγος για την πα­ ράδοση του κειμένου, για το περιε­ χόμενο, για τη γλώσσα και το ύφος, για την υπάρχουσα βιβλιο­ γραφία- (στ) σύνταξη πολλαπλών πινάκων (προσώπων, πραγμάτων κτλ.) προς διευκόλυνση του χρή­ στη. Ευχής έργο θα ήταν αν κάποτε η κοραϊκή έρευνα αντιμετώπιζε τα συναφή προβλήματα στο σύνολό τους και με την απαιτούμενη πλη­ ρότητα και ακρίβεια. Οι νέοι εκδό­ τες, ίσως διότι επιφυλάσσονται να εκθέσουν τις απόψεις και τα συμπεράσματά τους στον υπεσχημένο τόμο των σχολίων, παραμένουν ασαφείς· ελάχιστα, λόγου χάρη, μας διαφωτίζουν τα σημειώματα που έχει προτάξει ο Κ.Θ. Δημαράς στους έξι τόμους, ή τα επώνυμα ή ανώνυμα σημειώματα που έχουν διασπαρεί στο περιοδικό όργανο του «Ομίλου Μελέτης του Ελληνι­ κού Διαφωτισμού», Ο Ερανιστής [1(1963),32· 2(1964), 285· 4 (1966), 155-158· 5 (1967), 208· 12 (19751976), 52], ή τέλος, το συνοπτικό διάγραμμα του μέλους της εκδοτι­ κής επιτροπής Εμμ. Ν. Φραγκί­ σκου στο κοραϊκό αφιέρωμα του Διαβάζω [«Η αλληλογραφία Κοραή και οι ολικές εκδόσεις της», αριθ. 82 (30.11.1983), 29-34], Το μέγεθος της έλλειψης γίνεται εμφα­ νέστερο αν συγκρίνουμε την πα­ ρούσα έκδοση με προγενέστερες εκδόσεις της κοραϊκής αλληλογρα­ φίας ή με παρόμοιες εκδόσεις, δι­ κές μας και ξένες. Υπενθυμίζω ότι στις αρχές του αιώνα μας (1903) ο Ιωάννης Γεννάδιος κρίνοντας, αυ­ στηρά αλλά δίκαια, σε μελέτημά του που ήδη αναφέραμε [Κρίσεις και σκέψεις περί των επιστολών του αοιδίμου Κοραή], την κωδικο­ ποίηση και έκδοση της ώς τότε γνωστής κοραϊκής αλληλογραφίας από τον καθηγητή Ν. Δαμαλά [Επιστολαί Αδαμάντιον Κοραή, τόμ. A', Β', ΓαΤΓβ', Αθήνα 18851886], προέβαινε σε σύγκριση της έκδοσης αυτής προς προγενέστε­ ρες, όπως των Lettres inidites de

Coray a Chardon de la Rochette 1790-1796, Παρίσι 1877, επισημαίνοντας ότι απέναντι στην παντελή γυμνότητα και τη χωρίς καμιά φι­ λολογική (= επιστημονική) προϋ­ πόθεση, συγκρότηση εκείνης, η γαλλική έκδοση διέθετε σπουδαία πλεονεκτήματα -εισαγωγή, ερμη­ νευτικές σημειώσεις, πολλαπλούς πίνακες, πληροφορίες για την προέλευση, τόπο και πρώτες δημο­ σιεύσεις της κάθε επιστολής, πλη­ ροφορίες για τις προγενέστερες εκ­ δόσεις, βιογραφικές σημειώσεις, διακριβώσεις των αινιγματωδών σημείων των επιστολών, αναγκαίες διασταυρώσεις προς διασάφηση των λεγομένων, παράθεση χωρίων των κριτικώς εξεταζόμενων κλασι­ κών συγγραφέων, χρονολόγηση επιστολών, κτλ. Η έλλειψη που αναφέρθηκε γίνεται επίσης αισθητότερη αν η νέα έκδοση συγκριθεί με άλλες παρόμοιες, δικές μας και ξένες. Παράδειγμα φιλολογικής πληρότητας είναι η Αλληλογραφία του Κωστή Παλαμά από τον Κ.Γ. Κασίνη (τόμοι Α'-Γ', Αθήνα 19751981) ή η εξαίρετη έκδοση των Απάντων ,Γληνού από τον Φ. Ηλιού (ώς τώρα τόμοι Α'-Β', Αθή­ να 1983)· παράδειγμα πάλι κριτι­ κής έκδοσης είναι η άριστη έκδοση των Απάντων Παπαδιαμάντη από τον Ν.Δ. Τριανταφυλλόπουλο (ώς τώρα τόμοι Α'-Γ', Αθήνα 19811984). Από την πλούσια ξένη βι­ βλιογραφία διαλέγω την έκδοση της αλληλογραφίας του Μελάχθονα από την Ακαδημία Επιστημών της Χαϊδελβέργης [Melachthons Briefwechsel. Kritische und kommentierte Gesamtausgabe, Stuttgart 1- (1977)]: ο επιμελητής της έκδοσης, Δρ. Heinz Scheible, επιφυλάσσει γεν­ ναιόδωρη μεταχείριση στις εννιά περίπου χιλιάδες γράμματα του γερμανού μεταρρυθμιστή -δυο ή τρεις τόμους για τη χειρόγραφή τους παράδοση (Handschriftenkatalog), τριανταπέντε περίπου για την κριτική έκδοση (Edition) και άλ­ λους τόσους για τον υπομνηματισμό (Kommentar)! Προτιθέμενοι άλλοτε, μετά δηλα­ δή την έκδοση του ακροτελεύτιου τόμου των υπομνημάτων και σχο­ λίων, να εκθέσουμε εκτενέστερα τις απόψεις μας, περιοριζόμαστε τώρα στις εξής παρατηρήσεις επάνω στο κείμενο της νέας έκδοσης. Το κεί­ μενο αυτό, οριστική κωδικοποίηση της κοραϊκής αλληλογραφίας, εν­ σωματώνει στην έκδοση Δαμαλά


70/οδηγος όλες τις δημοσιευμένες τα τελευ­ ταία εκατό χρόνια επαυξήσεις, όπως του Εμμ. Πρασσακάκη [Ανέκδοτοι επιστολαί Αδαμάντιου Κοραή προς την οικογένειαν Πρασσακάκη, Λειψία 1885], του Π. Κοντογιάννη [«Επιστολαί ανέκ­ δοτοι Κοραή και προς Κοραήν, Χιακά Χρονικά 5 (1923)], του Φ. Ηλιου [«Ανέκδοτα και ξεχασμένα γράμματα από την αλληλογραφία του Κοραή», Έρανος εις Αδαμάν­ τιον Κοραήν, Αθήνα 1965], του Β. Slot [«Commercial Activities of Korais in Amsterdam, Ο Ερανιστής 16 (1980), 55-139], ή μελετητών όπως ο Κ. Άμαντος, Σ. Βίος, Σ. Κουγέας, Δ. Γκίνης, Γ. Κουρνούτος, Κ.Θ. Δημαράς, Π. Ενεπεκίδης, Εμμ. Ν. Φραγκίσκος, Στέριος Φασουλάκης, R. Clogg και άλλοι. Εί­ παμε ήδη ότι τα κενά της αλληλο­ γραφίας αυτής πρέπει να είναι πολλά· ενδεικτικά θα ήθελα να αναφέρω την περίπτωση ανταλλα­ γής γραμμάτων ανάμεσα στον Κο­ ραή και την Ιωάννα Wyttenbach, χήρα του Δανιήλ Wyttenbach, κα­ θηγητή της φιλολογίας στα Πανε­ πιστήμια του Άμστερνταμ (17711779) και του Λέιντεν (1799-1816) της Ολλανδίας. Το παλαιότερο γράμμα, απ’ όσα σώζονται, της Wyttenbach προς τον Κοραή χρο­ νολογείται στις 31.5.1823 (αριθ. 984*, Αλληλ. Ε ', 27-28), ενώ το νεότερο χρονολογείται στις 23.2.1829 (αριθ. 1340*, Αλληλ. ΣΤ', 129)· αντιστοίχως τα γράμμα­ τα του Κοραή προς τη Wyttenbach χρονολογούνται μεταξύ 4.7.1823 (αριθ. 990*, Αλληλ. Ε ', 38), το πα­ λαιότερο, και 27.3.1829 (αριθ. 1344*, Αλληλ. ΣΤ', 134), το νεότε­ ρο. Για ολόκληρη δηλαδή εξαετία, 1823-1829, διαθέτουμε δέκα μόλις επιστολές του Κοραή (αναλυτικό­ τερα: τρεις του 1823, τρεις του 1824, μια του 1825, δυο του 1827 και μία του 1829) και δεκατέσσερις της Wyttenbach (έξι του 1823, τέσ­ σερις του 1824, μία του 1825, δύο του 1827 και μία του 1829). Περι­ πτώσεις όπως αυτή εύκολα μπο­ ρούν να πολλαπλασιαστούν, γεγο­ νός που καθιστά επιτακτική την ανάγκη και περαιτέρω έρευνας σε αρχεία ή βιβλιοθήκες του ευρωπαϊ­ κού χώρου προς εντοπισμό και άλ­ λων επιστολών που εν τω μεταξύ λανθάνουν. Οι νέοι εκδότες, πολύ σωστά, θεώρησαν χρέος τους να στηρίξουν το κείμενο των επιστολών σε αυτό-

γραφα, όταν και όπου αυτά μπο­ ρούσαν να εντοπιστούν. Προτού υποβληθούν στον αναγκαίο έλεγχο, τα αυτόγραφα όφειλαν να μετα­ γραφούν με κάθε προσοχή, ώστε να μην αλλοιωθεί κανένα από τα στοι­ χεία που συγκροτούν το ύφος γρα­ φής του Κοραή. Οι κίνδυνοι που συνεπάγεται οποιαδήποτε μετα­ γραφή είναι γνωστοί: και ο προσε­ κτικότερος ακόμη αντιγραφέας δεν μπορεί ποτέ να ελπίζει ότι θα παραμείνει απρόσβλητος από τη Μοί­ ρα του Λάθους. Ήταν λοιπόν φυ­ σικό να παρεισφρήσουν και στη νέα έκδοση σφάλματα μεταγραφής -ας το ομολογήσουμε όμως: σφάλ­ ματα πολύ λιγότερα παρά σ’ οποιαδήποτε από τις προηγούμενες εκδόσεις. Δείγματα λανθασμένων γραφών έδωσα άλλοτε από τις σε­ λίδες των Χιακών Χρονικών [13 (1981), 40-46· 14 (1982), 25-26. Πβ. Αλληλ. ΣΤ', 364-365 και Νέα Εστία 116 (1984), 959-960], Το πρόβλημα όμως γίνεται οξύτερο προκειμένου για επιστολές πού είναι μεν γνω­ στές από προηγούμενες δημοσιεύ­ σεις, αλλά που τα αυτόγραφά τους δεν έχουν σωθεί, αγνοούνται ή λανθάνουν: εδώ θα πρέπει ο εκδό­ της να ανατρέξει στις προηγούμε­ νες δημοσιεύσεις και, αξιολογών­ τας τες, να καταρτίσει το κείμενο που θα έχει ο ίδιος πειστεί ότι προήλθε από τη γραφίδα του Κο­ ραή. Πολύτιμος βοηθός θα ήταν, αν υπήρχε, η πλήρης και απακριβωμένη βιβλιογραφία του Χίου σο­ φού -έργο που από καιρό μας έχει υποσχεθεί ο διαπρεπής μελετητής του Κοραή, Φ. Ηλιού [πβλ. επιστο­ λή του Εμμ. Ν. Φραγκίσκου στην εφημ. Καθημερινή της 2.12.1982], δεν έχει όμως ακόμη δει το φως της δημοσιότητας. Η αναζήτηση των παλαιότερων δημοσιεύσεων δεν ανταποκρίνεται απλώς και μόνο στην εύλογη επιθυ­ μία του φιλολόγου να παράσχει κατά το δυνατό πληρέστερα βι­ βλιογραφικά στοιχεία· συνδέεται ταυτοχρόνως και με άμεσα και πρακτικά οφέλη. Επισημαίνω ειδι­ κότερα τη χρησιμότητα που μπορεί να προκύψει για τις κοραϊκές έρευ­ νες από τη μελέτη των σημειωμά­ των ή άρθρων με τα οποία οι παλαιότεροι εκδότες συνήθιζαν να συνοδεύουν την έκδοση των κοραϊκών επιστολών σε εφημερίδες και περιοδικά. Ελπίζουμε ότι οι νέοι εκδότες θα φροντίσουν ώστε τα συμπληρωματικά αυτά κείμενα,

πολύτιμη πηγών πληροφοριών για τον Κοραή και την εποχή του, θα πάρουν τη θέση τους στον τόμο των υπομνημάτων και σχολίων. Η σιωπή των υπευθύνων της Αλ­ ληλογραφίας ως προς τις αρχές που όρισαν τον καταρτισμό του εκδιδόμενου κειμένου δεν μας επιτρέ­ πει, προς το παρόν, να γνωρίζουμε με ασφάλεια αν και ώς ποιο βαθμό επωφελήθηκαν από τις πρώτες δη­ μοσιεύσεις των επιστολών σε βι­ βλία ή στον τύπο του 19ου αιώνα. Υφίστανται όμως ενδείξεις, ικανές νομίζω, για να γεννήσουν μέσα μας την υπόνοια ότι η ανίχνευση των πρώτων δημοσιεύσεων υπήρξε, σε ορισμένες τουλάχιστον περιπτώ­ σεις, πλημμελής. Παράδειγμα η επιστολή 596 της 24.6.1814 προς τον Κ. Βαρδαλάχο (Αλληλ. Γ', 301303): ανατυπώνεται από την έκδο­ ση Δαμαλά (τόμ. Γα', 631-634), ενώ θα έπρεπε να ληφθεί υπόψη η πρώτη, ή και ορθότερη, δημοσίευ­ σή της από τον Ιωάννη Δούμα στον πρόλογο του βιβλίου Ξενοφώντος Κόρον Παιδεία και Κόρου Ανάβασις μεταφρασθείσαι εις την ομιλουμένην γλώσσαν (...) υπό Κωνστ. Βαρδαλάχου, τόμ. Α ', Αθήνα 1845, θ'-ιγ' -δημοσίευση που ξανατυπώθηκε στην εφημ. Αθηνά της 25.4.1846. Επίσης η επιστολή 708 της 5.9,1816 προς Κ. Κοκκινάκη (Αλληλ. Γ', 500-503) ανατυπώνεται από την έκδοση Δαμαλά (τόμ. Γα', 693-698), ενώ θα έπρεπε να προσε­ χθεί ότι μόνο η πρώτη ολική δημο­ σίευσή της στην εφημ. Ημέρα της 7/19.7.1861 αλλά και το φωτογρα­ φικό πανομοιότυπό της (συνεπτυγ­ μένη μορφή της επιστολής) που δη­ μοσιεύτηκε στο βιβλίο Μολιέρον Άριστα έργα εξελληνισθέντα υπό I. Ισιδώρου Σκυλίσση. Κωμωδιών Μισάνθρωπος, Ταρτούφος, Φιλάρ­ γυρος, Τεργέστη 1871· εδώ συναντώνται μερικές γραφές ορθότερες από τις αναγιγνωσκόμενες στον Δαμαλά. Αλλά και η επιστολή 838 της 27.7.1819 προς Κ. Κοκκινάκη (Αλληλ. Δ ', 194-195) αναδημοσιεύ­ εται από την έκδοση Δαμαλά (τόμ. Γ6', 719-720), αγνοείται όμως η πρώτη δημοσίευση στην εφημ. Ημέ­ ρα της 11/23.8.1861 που περιέχει στο στίχο 195.19 πληρέστερη γρα­ φή (να κατατροπώσετε και να κα­ τανεκρώσετε). Άλλοτε πάλι συμ­ βαίνει η αναδημοσίευση από την έκδοση Δαμαλά να γίνεται με πα­ ραλείψεις: Η επιστολή, λόγου χά­ ρη, 908 του Αυγούστου ή Σεπτεμ­


υοηγος/71 βρίου 1821. προς τον Ν. Βάμβα (Αλληλ. Δ ', 306-311) ανατυπώνεται μεν και αυτή από την έκδοση Δαμαλά (τόμ. Γα', 661-669), με τη χα­ ρακτηριστική όμως παράλειψη του συμβόλου (;) που ο Δαμαλάς έχει παρεμβάλει τριάντα τουλάχιστον φορές μεταξύ του κειμένου. Ο Δα­ μαλάς εξηγεί (σ. 661): «Τα ερωτη­ ματικά όηλούσιν αμφιβολίαν περί της ορθής αναγνώσεως δυσαναγνώστων λέξεων». Πληρέστερα όμως μας διαφωτίζει το σχόλιο που επι­ συνάπτει ο I. I. Σκυλίσσης στην πρώτη δημοσίευση (εφημ. Ημέρα της 6/18.11.1859), από την οποία σιωπηρώς εκδίδει ο Δαμαλάς. Γρά­ φει ο Σκυλίσσης: «Την τιμαλφή επιστολήν ταύτην προς τον διδά­ σκαλον Βάμβαν απευθυνομένην, χρεωστούμεν εις την φιλικήν παραχώρησιν ετέρου τινός αξιότιμου ομογενούς των ενταύθα, ευάρεστηθέντος να πλουτίση δι’ αυτής την παρούσαν συλλογήν μας. Καθώς αυτή διαλαμβάνει, είναι γεγραμμένη καθ’ υπαγόρευσιν του Κοραή, δι' άλλης χειρός· αλλά καίτοι πιατεύομεν εις την γνησιότητά της αόιστάκτως, εικάζομεν εκ τινων τεκμηρίων ότι δεν είναι αυτή η πεμφθείσα προς τον Βάμβαν, αλλ’ αντίγραφον εκείνης, εις το οποίον ο αντιγραφεύς ημέλησε να προτάξη και το όνομα του προς ον απετείνε-

το ο Κοραής, και την χρονολογίαν. (...). Οπωσδήποτε ο γραφικός χαρακτήρ του υπ' όψιν ημών αντιγρά­ φου υπάρχει δυσανάγνωστος, και τούτο είναι μία εκ των αιτιών δια τας οποίας π α ρ ε μ β ά λ λ ο μ ε ν ε ρ ω τ η μ α τ ικ ό ν σ η μ ε ίο ν , ό π ο υ α ν α γ κ α ξ ό μ ε θ α ή να υπερπηδήσω μεν ο λό κλη ­ ρ ο ν π ε ρ ίο δ ο ν , ή ν ’ α ν τ ικ α τα α τή σ ω μ ε ν λ έ ξ ιν α ν ­ τ ί λ έ ξ ε ω ς , εκ τ ο υ ν ο ή μ α ­ τ ο ς χ ε ι ρ α γ ω γ ο ύ μ ε ν ο ι » (οι αραιώσεις δικές μου). Κάποτε επί­ σης φαίνονται οι εκδότες να ανα­ τυπώνουν από προγενέστερη έκδο­ ση χωρίς να συμβουλεύονται σωζόμενο αντίγραφο: παράδειγμα η επι­ στολή 534 της 4.11.1811 προς τους Επιτρόπους της Σχολής Χίου (Αλληλ. Γ', 153-157), η οποία ανατυπώνεται από την έκδοση Κοντογιάννη [Χιακά Χρονικά 5 (1923), 23-29], έκδοση βασισμένη στην πρώτη δημοσίευση της εφημ. Ελπίς της 27.8.1857, δεν λαμβάνεται όμως υπόψη αντίγραφο της επιστολής, με ορθότερες συχνά και πληρέστε­ ρες γραφές, σωζόμενο στα Γενικά Αρχεία του Κράτους. Πρόβλημα, τέλος, μεθόδου δημιουργείται και ως προς το αν και κατά πόσον οι εκδότες ήταν υπο­ χρεωμένοι να ανατυπώσουν πιστά το κείμενο που βρήκαν σε προη­

γούμενες εκδόσεις ή και σε αυτά ακόμη τα κοραϊκά αυτόγραφα· ερωτάται, με άλλες λέξεις, αν και κατά πόσον όφειλαν να απαλλά­ ξουν το κείμενο από σφάλματα προφανή. Η απάντηση δεν μπορεί παρά να είναι καταφατική, όταν πρόκειτφι για παραδρομές της κοραϊκής γραφίδας που είναι εύκολο να εξακριβωθούν. Παράδειγμα η επιστολή 802* της 26.11.1818 προς Π. Βλαστό, όπου διαβάζουμε *βαιβόνω* (Αλληλ. Δ ', 125.32), γραφή που πράγματι αναγινώσκεται στο αυτόγραφο (σώζεται στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη) αλλά δεν έχει νόημα· αντί λοιπόν να τεθεί μεταξύ αστε­ ρίσκων (πράγμα που σημαίνει ότι οι εκδότες αναγνωρίζουν την ύπαρξη γραφικής παραδρομής) θα έπρεπε να τυπωθεί το ορθό βεβαιόνω, όπως άλλωστε έχει και η πρώτη δημοσίευση (εφημ. Ημέρα της 14/ 26.8.1859) και ο Δαμαλάς (τόμ. Γ6', 756), αλλά και ο ίδιος ο Κο­ ραής αλλού (π.χ. Αλληλ. Δ', 220.23) -με ταυτόχρονη, βέβαια, μνεία της απλής αυτής διόρθωσης στο κριτικό υπόμνημα. Ιδιαίτερα πρέπει να επαινεθεί η τυπογραφική εμφάνιση των τόμων και η υιοθέτηση της δεκαδικής αρίθμησης των στίχων ανά σελίδα. ΓΕΩΡΓΙΟΣ Α. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ

Δ. ΑΝΑΠΟΛΙΤΑΝΟΣ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΩΝ ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΩΝ

V ΜΑΘΗΜΑΤΙΚΙΙΧ

§

^

E/Vv%<_

4

ΠΟ ΙΣΟΓΕΙΟ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΗΜΙΟΡΟΦΟ

έκδόσεις ΝΕΦΕΛΗ Μαυρομιχάλη 9, ΑΘΗΝΑ Τηλ. 3607744, 3604793

SiΓ Φ Ω Λ ΙΑ Τ©Υ ΒΙΟΛΙΟΥ

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ 25-29 ΠΟΑ ο 3231703-3229560 ΑΘΗΝΑ 10564


72/οδηγος

η μαγεία της γης μας ΜΙΝΟΥ ΑΡΓΥΡΑΚΗ: Ο γύρος της Ελλάδας. Αθήνα, Καστανιώτης, 1984. Σελ. 160.

Παλιά είναι η γνωριμία μας με τον Μίνω Αργυράκη, χρονολογεί­ ται μάλιστα από τον καιρό που και οι δυο μας συνεργαζόμασταν στην εφημερίδα «Ελευθερία». Αργότερα, χαθήκαμε για ένα διά­ στημα, καθένας μας πήρε το δρόμο του και ξαναβρεθήκαμε στο Παρίσι την εποχή της δικτατορίας. Η πολυεδρική φυσιογνωμία του Μίνου Αργυράκη αγκαλιάζει έναν πλατύ τομέα δραστηριοτή­ των: ζωγραφική, γελοιογραφία, σκηνογραφία, δημιουργία συμ­ βάντων (happenings), εικονογράφηση και συγγραφή βιβλίων, μου­ σική κ.ά. Περισσότερο από γελοιογράφος, είναι μάλλον ένας σατιρικός σχε­ διαστής που ασκεί μια δηκτική κρι­ τική στα ήθη των νεοελλήνων. Η ειρωνεία του στηρίζεται στις κοι­ νωνικές διαφορές. Οι αγαπημένοι του ήρωες είναι οι κοινωνικά απροσάρμοστοι. Μαζί με την ειρω­ νεία, υπάρχει πάντα και μια πι­ κρία, μια τραγικότητα, ένα αίσθη­ μα οίκτου για τους ανθρώπους και τις μικροαδυναμίες τους, τις φιλο-

σοφίες και τα μικρά και μεγάλα ελαττώματά τους. Το βιβλίο του «Ο γύρος της Ελλά­ δας» είναι μια περιπλάνηση σε διά­ φορα μέρη του τόπου μας, από τη Βόρεια Ελλάδα μέχρι την Κρήτη και τα Δωδεκάνησα, περνώντας από την Πελοπόννησο, τα νησιά

του Σαρωνικού, τις Κυκλάδες και τα νησιά του Ιονίου. Η περιπλάνη­ ση αυτή όμως, δεν είναι μονάχα γραμμένη με το σπινθηροβόλο ύφος του Μ.Α., αλλά συνοδεύεται επί­ σης από διάφορα σχέδια που φέ­ ρουν τον ειδικό χαρακτήρα του καλλιτέχνη. Πολλά από αυτά είναι μια εξελιγμένη μορφή της παλιάς εργασίας του. Ας μην ξεχνάμε ότι, παρ’ όλο που ο Μίνως έζησε και ταξίδεψε πολύ στο εξωτερικό, ουσιαστικά παρέμεινε δεμένος βαθιά με την ελ­ ληνική πραγματικότητα. 'Οπως λέει κι ο ίδιος στον πρόλογο του βιβλίου του, «τη μαγεία της γης σου, της μάνας σου δεν μπορείς να την ανταλλάξεις με τίποτα. Δέχε­ σαι και τη μιζέρια της, και όλα τα ελαττώματά της. Όμως η διαφά­ νεια του φωτός, αυτή η ανεξάντλη­ τη αναπαραγωγή της ζωής, η αν-

θρώπινη φύση της, κάνει το χώρο να φαντάζει σαν νά ’ταν η μεγαλύ­ τερη, η ομορφότερη χώρα σ’ ολό­ κληρο τον κόσμο... Μένοντας κον­ τά της, μέσα της, νιώθεις ακόμα και τη Δύση να φαντάζει όμορφη». Τ.Π. ΣΠΗΤΕΡΗΣ


ΔΕΛΤΙΟ ' 26 Ιουνίου9 Ιουλίου 1985

βιβλιογραφικό δελτίο αριθ. 124 • Το Βιβλιογραφικό Δελτίο συντάσσεται με την πολύτιμη συνερ­ γασία του βιβλιοπωλείου της «Εστίας», τη διεύθυνση και το προσωπικό του οποίου ευχαρι­ στούμε θερμά. • Η ταξινόμηση των βιβλίων γίνε­ ται με βάση το γνωστό Δεκαδικό Σύστημα Ταξινόμησης, προσαρ­ μοσμένο στην ελληνική βιβλιο­ γραφία. • Σε κάθε κατηγορία βιβλίων προηγούνται αλφαβητικά οι έλ-

ληνες συγγραφείς και ακολου­ θούν οι ξένοι. • Η κατάταξη των ξένων συγγρα­ φέων γίνεται σύμφωνα με το ελ­ ληνικό αλφάβητο. • Στην κατηγορία των περιοδικών δεν περιλαμβάνονται εβδομαδι­ αία έντυπα. • Για την ακόμη μεγαλύτερη πλη­ ρότητα του Δελτίου, παρακαλούνται οι εκδότες να μας στέλ­ νουν έγκαιρα τις καινούριες εκ­ δόσεις τους.

ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ

ΘΡΗΣΚΕΙΑ

ΓΕΝΙΚΑ

ΓΕΝΙΚΑ

ΠΕΛΕΓΡΙΝΗΣ ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ Ν. Η ανθρώπινη ύπαρ­ ξη. Θεωρήσεις, αναθεωρήσεις. Αθήναι, Καρδαμίτσας, 1985. Σελ. 186. Δρχ. 550.

ΑΠΟΚΡΥΦΙΣΜΟΣ ΜΟΥΣΑΣΙ ΜΙΓΙΑΜΟΤΟ. Το βιβλίο των πέντε δακτυλιδιών. Αθήνα, Πνευματικός Ήλιος, 1985. Σελ. 112. Δρχ. 280.

ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

Επιμέλεια: Έφη Απάκη

ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ ΗΛ. (ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΣ). Οι θεσσαλονικείς όσιοι Συμεών και Θεόδωρος. Άγιον Ό ρος, Πανσέληνος, 1985. Σελ. 122. Δρχ. 300. ΓΙΟΥΛΤΣΗΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ Τ. Εισαγωγή στην κοινωνιολογία της θρησκείας. Θεσσαλονίκη, Πουρναράς, 1985. Σελ. 144. Δρχ. 350. ΖΗΣΗΣ ΘΕΟΔ. Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς. Αθήνα, Imago, 1985. Σελ. 119. Δρχ. 300. ΜΑΤΣΟΥΚΑΣ ΝΙΚΟΣ Α. Ελληνορθόδοξη παράδοση και δυτικός πολιτισμός. Θεσσαλονίκη, Μήνυμα, 1985. Σελ. 72. Δρχ. 150.

ΚΟΙΝΩΝΙΚΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ

ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΗ ΨΥΧΟΛΟΓΙΑ

ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΙΑ

BACH EDWARD. Θεραπεύσου. Μετ. Ροδιανή Βορεάδου. Αθήνα, Μπούκας. Σελ. 95. Δρχ. 350.

ΜΟΥΣΟΥΡΟΥ ΛΟΥΚΙΑ Μ. Οικογένεια και παιδί στην Αθήνα. Αθήνα, Εστία, 1985. Σελ. 268. Δρχ. 450.


74/δελτιο

ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

MacFARLANE HELEN. Δίαιτες για να βοηθήσετε την αρθρίτιδα. Μετ. Γιώργος Μπαρουξής. Αθήνα, Κονιδάρης, 1985. Σελ. 83. Δρχ. 200.

ΕΥΔΩΡΙΔΗΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΙΩ. Θετική θεωρία της οι­ κονομικής μεγέθυνσης. Αθήνα, Παπαζήσης, 1984. Σελ. 265.

ΓΕΩΡΓΙΑ

ΜΠΟΥΡΑΤΙΝΟΣ ΑΙΜΙΛΙΟΣ. Νεοφιλελεύθερη οικο­ νομία: η αμερικανική προσέγγιση. Αθήνα, Imago, 1985. Σελ. 309. Δρχ. 600.

ΒΑΓΙΑΝΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ. Επίτομο γεωπονικό ελληνοαγγλικό λεξικό. Αθήναι, 1985. Σελ. 187. Δρχ. 600.

ΠΑΠΑλΟΠΟΥΛΟΥ - ΣΥΜΕΩΝΙΔΟΥ ΠΑΡΥΣΑΤΙΣ. Στεγαστική πολιτική. Θεσσαλονίκη, Παρατηρη­ τής. Σελ. 97. Δρχ. 400. ΤΕΡΖΑΚΗΣ ΓΕΩΡΓ. ΕΜΜ. Εφαρμοσμένη φορολογι­ κή ελεκτική. Αθήνα, Καραμπερόπουλος. Σελ. 300. Δρχ. 1200.

ΤΕΧΝΕΣ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ

ΔΙΚΑΙΟ ΚΟΥΚΙΑΔΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ Δ. Βασικοί εργατικοί νό­ μοι. Θεσσαλονίκη, Παρατηρητής. Σελ. 534. Δρχ. 1200.

ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ ΑΛΕΞΑΚΗΣ ΕΛΕΥΘ. Π. Η εξαγορά της νύφης. Αθή­ να, 1984. Σελ. 143. Δρχ. 450.

ΒΕΛΟΥΔΙΟΣ ΜΙΧΑΛΗΣ. Πορεία στο χώρο της ζω­ γραφικής. Αθήνα, Περγαμηνή. Σελ. 118. ΒΟΓΙΑΤΖΗΣ Γ. Ο ήχος στο χρώμα. Αθήνα, Οδυσσέας, 1985. Σελ. 96. Δρχ. 250.

ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΣ ΑΚΤΣΟΓΛΟΥ ΜΠΑΜΠΗΣ. Άλφρεντ Χίτσκοκ. Αθή­ να, Αιγόκερως, 1985. Σελ. 151. Δρχ. 250.

ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ - ΠΑΙΔ/ΓΙΚΗ

ΠΑΠΑΔΗΜΗΤΡΑΚΗΣ ΛΑΜΠΡΟΣ Παραγωγή και διεύθυνση παραγωγής στον κινηματογράφο και την τη­ λεόραση. Τεύχος Α \ Αθήνα, Όμηρος, 1985. Σελ. 127. Δρχ. 400.

ΠΑΙΔΑΓΩΓΙΚΗ

ΕΝΑΣΧΟΛΗΣΕΙΣ

GA'l'l'l GAETANO. Οι γονείς. Ζωντανό Ευαγγέλιο για τα παιδιά. Μετ. Μιχαήλ. Πρίντεζης. Αθήνα, Κα­ λός Τύπος. Σελ. 156. Δρχ. 280.

ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ

ΕΦΑΡΜΟΣΜΕΝΕΣ ΕΠΙΣΤΗΜΕΣ

ΦΙΣΕΡ ΜΠΟΜΠΙ. Οι 60 αξέχαστες παρτίδες μου. Μετ. Χρήστος Αρχοντής. Αθήνα, Αποσπερίτης, 1985. Σελ. 437. Δρχ. 850.

ΓΛΩΣΣΑ ΙΑΤΡΙΚΗ BUDD MARTIN. Δίαιτες για τον έλεγχο του διαβήτη. Μετ. Ελένη Ταμπάκη. Αθήνα, Κονιδάρης, 1985. Σελ. 95. Δρχ. 250.

ΓΕΝΙΚΑ ΚΑΡΓΑΚΟΣ ΣΑΡΑΝΤΟΣ I. Αλαλία. Ή τοι το σύγ-


δελτιο/75 χρονο γλωσσικό μας πανόραμα. Αθήνα, Gutenberg, 1985. Σελ. 141. Δρχ. 350.

Heinrich

von

Kleist

ΞΕΝΕΣ ΓΛΩΣΣΕΣ ΡΟΣΓΟΒΑΣ Θ. Νέο γαλλοελληνικό λεξικό με φωνητι­ κή. Αθήνα, 1985. Σελ. 630.

ΚΛΑΣΙΚΗ ΦΙΛΟΛΟΓΙΑ

4 ΝΟΥΒΕΛΕΣ Ή

Μαρκησία του Ο ...

Ό

σεισμός στή Χιλή

Ή

'Α γία Καικιλία ή

Ό

έκθετος

ΑΡΧΑΙΟΙ ΣΥΓΓΡΑΦΕΙΣ Αριστοφάνους Αχαρνής. Μετ. Στέφανος Ν. Κουμανούδης. Αθήνα, Κείμενα, 1985. Σελ. 62. Δρχ. 300.

Ή

δύναμη της μουσικής

ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΓΕΝΙΚΑ ΡΑΦΑΗΛΙΔΗΣ ΒΑΣΙΛΗΣ. Κείμενα στο «Έθνος». Τόμος Β'. Αθήνα, Θεωρία, 1985. Σελ. 260. Δρχ. 650.

ΆντΙ προλόγου

KLEIST *Η Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΕΝΟΣ ΠΟΙΗΤΗ τοΰ Michel Tournier

ΠΟΙΗΣΗ ΓΙΑΝΑΚΟΣ - ΑΝΤΩΝΙΑΔΗΣ ΑΛ. Ρυθμοί της επο­ χής μας. Αθήνα, 1985. Σελ. 277. Δρχ. 500.

ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΓΡΑ - Α Θ Η ΝΑ 1985

ΔΟΝΟΣ ΠΕΛΟΠΙΔΑΣ. Ερήμην, έστω... Αθήνα, 1985. Σελ. 31. ΚΑΡΑΓΙΩΡΓΑ ΟΛΥΜΠΙΑ. Ποιος. Αθήνα, Γνώση. 1985. Σελ. 49. ΜΠΑΡΗΣ ΑΡΓΥΡΗΣ. Μπροστά στον καθρέφτη. Ποιήματα. Θεσσαλονίκη, 1985. Σελ. 31. ΠΕΤΡΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ. Ο θρίαμβος του θανά­ του. Αφήνα, 1985. Σελ. 39. ΣΤΑΜΟΥΛΗΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ Δ. Ισπανική κραυγή. Θεσσαλονίκη, 1985. Σελ. 31. ΤΣΕΧΟΣ ΗΛΙΑΣ. Φωνές σ’ ένα μουσείο απρόοπτη ύλη μύθοι σγουροί. Αθήνα, Ηριδανός, 1985. Σελ. 44.

ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ ΑΘΑΝΑΣΟΠΟΥΛΟΣ ΒΑΓΓΕΛΗΣ. Το αντίδοτο της

ΒΑΣΙΛΗΣ Κ. ΚΑΛΑΜΑΡΑΣ Η Π ΡΟ Φ ΗΤΕΙΑ ΤΟΥ ΦΟΝΟΥ


76/δελτιο γραφής. Αθήνα, Αστρολάβος/Ευθύνη, 1985. Σελ. 98. ΔΑΜΙΑΝΑΚΟΥ ΒΟΥΛΑ. Από ανώνυμο ημερολόγιο. Αθήνα, 1985. Σελ. 101. Δρχ. 300. ΚΑΛΑΜΑΤΑΣ ΓΙΩΡΓΗΣ. Στις σκιές των ονείρων. Αθήνα, Δωρικός, 1985. Σελ. 102. Δρχ. 200. ΚΑΣΙΜΑΤΗ ΗΡΩ. Το χάδι της καρδιάς σου. Αθήνα, Ειρήνη, 1985. Σελ. 311.

θεατρικό έργο του Νίκου Καζαντζάκη. Αθήνα, Δωδώ­ νη, 1985. Σελ. 182. Δρχ. 500. ΡΩΤΑΣ Β. Οδηγός για σχολικές παραστάσεις. Αθήνα, Μπούρας. Σελ. 98. Δρχ. 250.

ΙΣΤΟΡΙΑ

ΚΛΕΙΝΟΣ ΛΑΖΑΡΟΣ. Νεκτάριος. Μυθιστόρημα. Πειραιάς, 1985. Σελ. 206. Δρχ. 350. ΜΑΥΡΟΣ ΚΩΣΤΑΣ. Οδός Σόλωνος 1965. Αθήνα, Οδυσσέας, 1985. Σελ. 173. Δρχ. 250. ΤΑΚΑΣ ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ. Βαρύς χειμώνας απατηλή άνοιξη. Μυθιστόρημα. Αθήνα. Δίπτυχο, 1985. Σελ. 422. ΤΣΑΚΝΗ NINA. Παραδοσιακά διηγήματα αγάπης της Σκοπέλου. Αθήνα, 1985. Σελ. 189. Δρχ. 400.

ΑΛΛΗΛΟΓΡΑΦΙΑ Αδαμάντιος Διαμαντής και Γιώργος Σεφέρης. Αλληλο­ γραφία 1953-1971. Αθήνα, στιγμή, 1985. Σελ. 229. . Δρχ. 600. ΜΟΥΛΑΚΗΣ ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ. Η αλληλογραφία Κοραή - Jefferson. (Ανάτ. «Πρακτικά Συνεδρίου, Κοραής και Χίος, τ. Α'.). Αθήνα, 1984. Σελ. 269-284.

ΜΕΛΕΤΕΣ ΚΑΡΑΠΑΝΑΓΟΠΟΥΛΟΣ ΑΑΕΚΟΣ. Ο Κ.Π. Καβάφης. Αθήνα, Δωδώνη, 1985. Σελ. 76. Δρχ. 200.

ΘΕΑΤΡΟ ΕΡΓΑ ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ. Ο Αγαμέμνων σή­ μερα. Θεατρικό έργο. Αθήνα. Σελ. 61. ΡΩΤΑΣ ΒΑΣΙΛΗΣ. Θέατρο για παιδιά. Αθήνα, Μπούρας. Σελ. 413. Δρχ. 1000. ΙΟΝΕΣΚΟ ΕΥΓΕΝΙΟΣ. Μια κόρη για παντρειά. Μετ. Φοίβος Πιομπίνος. Αθήνα, 1985. Σελ. 29. Δρχ. 100.

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑ ΤΙΒΕΡΙΟΣ ΜΙΧΑΛΗΣ Α. Μια «κρίσις των όπλων» του Ζ. του Συλέα. Αθήνα, Καρδαμίτσας, 1985. Σελ. 93. Δρχ. 400.

ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΡΟΔΟΠΟΥΛΟΣ ΒΑΣΙΛΗΣ. Ενός λεπτού σιγή. (Αφιερώματα). Αθήνα, Λίνος, 1985. Σελ. 124. Δρχ. 300. ΧΑΡΙΤΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ Γ. Η δίκη της Ευρώπης. Η 21η Απριλίου στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Αθήνα, 1985. Σελ. 235. Δρχ. 950.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΔΑΒΟΣ ΒΥΡΩΝ. Στον Πύργο και στην Ηλεία του 1821-1930. (Ανατ. από την εφ. «Πατρίς»). Πύργος, 1985. Σελ. 416. ΠΡΙΝΤΖΙΠΑΣ ΓΙΩΡΓΗΣ Θ. Λογάδες του Γένους. Αθήνα, Ακρίτας, 1985. Σελ. 278. Δρχ. 450.

ΠΑΙΔΙΚΑ

ΕΛΕΥΘΕΡΑ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑΤΑ ΑΛΕΞΙΟΥ ΕΛΛΗ. Μύθοι του Αισώπου. Αθήνα, Καστανιώτης, 1985. Σελ. 165. Δρχ. 400. ΚΟΝΤΟΛΕΩΝ ΜΑΝΟΣ. Φιλοκτήτης. Θεσσαλονίκη, Α.Σ.Ε., 1985. Σελ. 30. Δρχ. 250.

ΜΕΛΕΤΕΣ

ΚΟΝΤΟΛΕΩΝ ΜΑΝΟΣ. Ιφιγένεια. Θεσσαλονίκη, Α.Σ.Ε., 1985. Σελ. 29. Δρχ. 250.

ΠΑΠΑΧΑΤΖΑΚΗ - ΚΑΤΣΑΡΑΚΗ ΘΕΟΔΩΡΑ. Το

ΤΣΙΛΟΒΙΤΗ ΑΘΑΝΑΣΙΑ. Μια σακουλο-οικογένεια. Αθήνα, Δωρικός, 1985. Σελ. 23. Δρχ. 300.


δελτιο/77 τών και μαθητριών του Παγκυπρίου Γυμνασίου. Τεύ­ χος 65.

ΠΕΡΙΟΔΙΚΑ Ο ΑΓΩΝΑΣ ΤΗΣ ΓΥΝΑΙΚΑΣ. Τεύχος 25. ΑΝΤΙ. Δεκαπενθήμερη πολιτική επιθεώρηση. Τεύχος 294. Δρχ. 70. ΑΡΜΟΝΙΚΗ ΖΩΗ. Διμηνιαίο περιοδικό για αυτοθε­ ραπεία και αυτογνωσία. Τεύχος 11. Δρχ. 150. ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ. Τεύχος 19. Δρχ. 2000. ΑΥΤΟΔΙΑΘΕΣΗ. Τεύχος 5. ΒΙΒΛΙΟΦΙΛΙΑ. Τριμηνιαία έρευνα ιστορίας του βι­ βλίου. Τεύχος 26. Δρχ. 150. ΓΥΝΑΙΚΑ. 15μερο γυναικείο περιοδικό. Τεύχος 923. Δρχ. 100. ΔΕΚΑΠΕΝΘΗΜΕΡΟΣ ΠΟΛΙΤΗΣ. Τεύχος 45. Δρχ. 100.

ΤΟ ΔΕΝΤΡΟ. Έκδοση λόγου και τέχνης. Τεύχος 14. Δρχ. 180. ΔΙΑΒΑΖΩ. Δεκαπενθήμερη επιθεώρηση του βιβλίου. Τεύχος 122. Δρχ. 150. ΕΙΚΑΣΤΙΚΑ: Περιοδική έκδοση Τέχνης. Τεύχος 42. Δρχ. 200. ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΗ ΜΑΡΞΙΣΤΙΚΗ ΕΠΙΘΕΩΡΗΣΗ. Τεύχος 43. Δρχ. 100. ΕΥΒΟΪΚΟ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΟ ΔΕΛΤΙΟ. Φύλλο 35. ΚΡΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΚΕΙΜΕΝΑ. Τεύχος 3. Δρχ. 200. Η ΛΕΞΗ. Ελληνική και ξένη λογοτεχνία. Τεύχος 45. Δρχ. 150. ΜΑΖΙ - TOGETHER. Τεύχος 2ο. Δρχ. 25. ΜΑΘΗΤΙΚΗ ΕΣΤΙΑ. Εκφραστικό όργανο των μαθη­

Φ 7] λ έ ξ η

Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ ΣΕΡΡΩΝ. Φύλλα 29,30. Δρχ. 30. ΜΝΗΜΟΣΥΝΗ. Ετήσιον περιοδικόν της Εταιρείας Ιστορικών Σπουδών επί του νεωτέρου ελληνισμού. Τό­ μος Θ', 1982-1984. Δρχ. 1000. Η ΝΕΑ ΟΙΚΟΛΟΓΙΑ. Τεύχος 9/10. Δρχ. 150. ΟΔΟΣ ΠΑΝΟΣ. Τεύχος 19. Δρχ. 200. ΠΑΝΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ. Μηνιαία έκδοση της Πανηπειρωτικής Συνομοσπονδίας Ελλάδας. Φύλλο 88. Δραχ. 50. ΠΑΝΘΕΟΝ. Γυναικείο δεκαπενθήμερο πριοδικό. Τεύχος 832. Δρχ. 100. ΠΕΡΙΣΚΟΠΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ. Τεύχος 76. Δρχ. 200.

ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΗ. Μηνιαία επιθεώρηση τέχνης. Τεύχος 21. Δρχ. 150. ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ. Τεύχος 22. Δρχ. 200. ΣΥΓΧΡΟΝΗ ΣΚΕΨΗ. Φύλλο 104. Δρχ. 7. ΣΥΛΛΕΚΤΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ. Μηνιαίο περιοδικό για συλλέκτες. Τεύχος 56. Δρχ. 100. ΤΑΧΥΔΡΟΜΟΣ ΤΩΝ ΑΙΓΥΠΤΙΩΤΩΝ. Φύλλο 106. 4 ΤΡΟΧΟΙ. Τεύχος 178. Δρχ. 100. ΦΙΛΜ. Περιοδική έκδοση ανάλυσης και θεώρησης του κινηματογράφου. Τεύχος 30. Δρχ. 300. ΦΙΛΟΛΟΓΟΣ. Τεύχος 40. Δρχ. 200. ΧΝΑΡΙ (Α). Ποίηση, εικαστικά, θεωρίες. Τεύχος 1-2. Δρχ. 1200. ΧΡΟΝΙΚΑ. Όργανο του Κεντρικού Ισραηλιτικού Συμβουλίου της Ελλάδος. Τεύχος 78.

ΐ ^ κ ό ο σ ε ι ς 2,τιγμ,7]

ΖΩΟΔΟΧΟΤ Π Η ΓΗ Σ 91-93, ΑΘΗΝΑ 114 73 τηλ. 36.44.064 •

Μανόλης Ά ναγνωστάκης ΤΑ Π Ο ΙΗ Μ Α Τ Α (1941-197Ο 3η έκδοση

Κεντρική διάθεση ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΝΕΦΕΛΗ Μαυρομιχάλη 9, ’Αθήνα — τηλ. 36.07.744


78/δελτιο 12 Ιουν ίου25 Ιουνίου 1985

κριτικογραφία

Επιμέλεια: Μαρία Τρουπάκη

Στην Κριτικογραφία περιλαμβάνονται όλες οι επώνυμες βιβλιοκριτικές που δημοσιεύονται στον ημερήσιο αθηναϊ­ κό τύπο. Περιλαμβάνονται, επίσης, και κριτικές δημοσιευμένες στον περιοδικό και επαρχιακό τύπο, όσες φυσικά φροντίζουν να μας στέλνουν οι συντάκτες τους. Για κάθε βιβλίο σημειώνονται, μέσα σε παρένθεση: το όνομα του κριτικού και ο τίτλος του εντύπου (βλ. Υπόμνημα), καθώς και η ημέρα δημοσίευσης της κριτικής, αν πρόκειται για εφημερίδα, ή ο αριθμός έκδοσης, αν πρόκειται για περιοδικό έντυπο.

Υ πόμνημα ΚΡΙΤΙΚΟΙ ΑΘ: Π. Αθηναίος ΑΠ: Α. Παπαδάκη ΑΦ: Α. Φουριώτης BA: Β. Αγγελοπούλου ΒΠ: Βάιος Παγκουρέλης ΒΧ: Β. Χατζηβασιλείου ΓΜ: Γ. Ματζουράνης ΓΣ: Γ. Σαββίόης ΔΚ: Δ. Κονιδάρης ΓΠ: Γ. Παναγιώτου ΔΓ: Δ. Γιάκος ΔΖ: Δ. Ζαδές ΔΠ: Δ. Παπακωνσταντίνου ΔΣ: Δ. Σιατόπουλος ΕΑ: Ε. Αρανίτσης ΕΒ: Ε. Βαλτά ΕΖ: Ε. Ζωγράφου ΕΛ: Ε. Παππά ΕΠ: Ε. Παμπούκη EM: Ε. Μόσχος ZB: Ζ. Βαλάση ΘΠ: Θ. Μ. Πολίτης ΘΥ: Θ. Παπανικολάου ΙΔ: I. Δραγώης ΚΑ: Κ. Ανδρόνικός ΚΓ: Κ. Γουλιάμος ΚΔ: Κ. θ . Δημαράς ΚΕ: Κ. Εμονίδης ΚΗ: Σ. Κατσίμης ΚΚ: Κ. Καραχάλιος ΚΝ: Κ. Ντελόπουλος ΚΣ: Κ. Σταματίου ΚΤ: Κ. Τσαούσης ΚΧ: Κ. Χρυσάνθης ΛΑ: Λ. Αποσκίτης ΜΑ: Μ. Αποστολάτος ΜΚ: Μ. Κοντολέων ΜΠ: Μ. Παπαδοπούλου

ΜΝ: Μ. Νιτσόπουλος ΝΜ: Ν. Μπούτβας ΝΠ: Ν. Παπανδρέου NY: Ν. Μαρκίδου ΟΠ: Ο. Παρατηρητής ΠΑ: Α. Παπανδρόπουλος ΠΛ: Π. Λινάρδος-Ρυλμόν ΠΜ: Π. Μηλιώρη ΠΠ: Π. Παιονίδης ΣΤ: Δ. Σταμέλος Τ θ: Τ. Θεοδωρόπουλος ΤΑ: Τ. Λειβαδίτης ΤΣ: Σ. Τσακνιάς ΦΚ: Φ. Κονδύλης ΦΤ: Φ. Τριάρχης ΕΝΤΥΠΑ ΑΓ: Αγωνιστής ΑΗ: Απογευματινή ΑΚ: Ακρόπολις ΑΝ: Αντί ΑΠ: Απανεμιά ΑΥ: Αυγή ΒΟ: Βορειοελλαδικά ΒΡ: Η Βραδυνή Π : Γιατί ΓΤ: Γράμματα και Τέχνες ΔΙ: Διαβάζω ΔΑ: Διάλογος ΔΠ: Δεκαπενθήμερος Πολίτης ΔΡ: Δραμινή ΔΣ: Δαυλός ΕΒ: Εμείς και το Βιβλίο ΕΓ: Ελεύθερη Γνώμη ΕΙ: Εικόνες Ε θ: Έθνος ΕΛ: Ελευθεροτυπία ΕΜ: Εβδόμη ΕΚ: Ελικώνας ΕΟ: Εποπτεία

ΕΣ: Ελεύθερος (Στερ. Ελλ.) ΕΨ: Επιστημονική Σκέψη ΕΩ: Ελεύθερη 'Ωρα ΗΜ: Ημερήσια ΗΧ: Ήχος και Hi-Fi ΘΟ: Θούριος ΚΑ: Καθημερινή ΚΛ: Κυπριακός Λόγος CO: Cosmopolitan ΛΕ: Η Λέξη ΜΕ: Μεσημβρινή ΝΕ: Τα Νέα ΝΗ: Νέα Εποχή ΝΣ: Νέα Εστία ΟΜ: Ομπρέλα ΟΠ: Οδός Πανός ΟΤ: Οικονομικός Ταχυδρόμος ΠΑ: Πάνθεον ΠΕ: Περισκόπιο της Επιστήμης Π θ: Πολιτικά θέματα ΠΚ: Πνευματική Κύπρος ΠΛ: Πολιτιστική ΠΟ: Πολίτης ΠΡ: Πόρφυρας ΡΙ: Ριζοσπάστης ΣΕ: Σύγχρονη Εκπαίδευση Σ θ: Σύγχρονα θέματα ΣΚ: Σκιάθος ΣΛ: Συλλεκτικός Κόσμος ΣΠ: Σπουδές ΣΣ: Σύγχρονη Σκέψη ΣΥ: Συμβολή ΤΑ: Ταχυδρόμος ΤΕ: Τριφυλιακή Εστία ΤΚ: Ταχυδρόμος Καβάλας ΤΟ: Τομές ΤΤ: Τετράγωνο ΦΣ: Φιλολογική Στέγη ΧΑ: Χάρτης ΧΡ: Η Χριστιανική

Βιβλιογραφία

Ψυχολογία

Κότσιρας Γ.: Εργσγραφικό σημείωμα (Ε.Ν. Μόσχος, ΝΣ, 1392)

Ολιβιέ Κ.: Τα παιδιά της Ιοκάστης (Α. Βόρνινγκ, ΔΙ. 120)

Τα ελληνικά προεπαναστατικά περιοδικά τ.γ' (ΒΠ, ΔΙ, 120)

Φιλοσοφία Ντόκας Λ.: Η γνώση και η αλήθεια (Μ. Μαρκάκης, ΔΑ, 42) Παππά Ε.: Σπουδή στο θέμα της ελευθερίας (Ε.Κ. ΡΙ, 23/6) Adorno Τ.: Μικρά ηθικά (Γ.Κ., Τέταρτο, 21

θρησκεία Σόρσκυ Ν.: 'Απαντα τα ασκητικά (Π. Νέλλας, Σύναξη, 14)

Οικονομία Αγγελόπουλος Α.: Ένα παγκόσμιο σχέδιο για την απασχόλη­ ση (ΒΠ, ΔΙ, 120)


δελτιο/79 Μπαμπανάσης Σ. - Σαμαράς Γ.: Εισαγωγή στην πολιτική οι­ κονομία του σοσιαλισμού (Μ.Ν. Δελιβάνη, ΟΤ, 20/6)

Πολιτική Ζηλεμένος Κ.: Καθημερινός πολιτειακός 6ίος (Γ.Κ. Καραβασίλης, Αστυνομική Επιθεώρηση, 10-12) Νικολινάκος Μ.: Δοκίμια για τον ελληνικό σοσιαλισμό (Σ. Παπασπηλιόπουλος, ΟΤ, 20/6)

Κοινωνιολογία Σόρμαν Γ.: Η συντηρητική επανάσταση στην Αμερική (Β.Ψ., ΜΕ, 21/6)

Cerroni U.: Ο Μ αρ| και το σύγχρονο δίκαιο (Κ.Π. Νικολούδης, ΚΑ, 20/6)

Δημόσιες σχέσεις Κωστούλας Γ.: Το μάνατζμεντ (Κ. Γιούργος, Play-boy, Ιούν. ’85)

Λαογραφία Μαντάς Σ.: Τα Ηπειρώτικα γεφύρια (Δ. Δελής, ΡΙ, 16/6) Πολίτης Α.: Η ανακάλυψη των ελληνικών δημοτικών τραγου­ δούν (ΚΣ, ΝΕ, 22/6)

Εκπαίδευση Ελληνική εκπαιδευτική εγκυκλοπαίδεια (ΒΨ, ΜΕ, 21/6) Κακαβούλης Α.: Η μετάβαση των μαθητών από την πρωτο­ βάθμια στη μέση εκπαίδευση (θ. θερμός, Σύναξη, 14)

Λογοτεχνία (Άπαντα) Κονόμος Ν.: Ο Γεώργιος Τερτσέτης και τα ευρισκόμενα έργα του (Μ.Δ. Στασινόπουλος, ΝΣ, 1392)

Ποίηση Αλεξίου Δ.: Επάλληλος μύθος (Δ. Πλατανιάς, ΕΒ, 64) Αργέστη Ε.: Μονόλογος με το χρόνο (δ.δ., ΔΑ, 42) Βρεττάκος Ν.: Ηλιακός λύχνος. (Ε.Ν. Μόσχος. ΝΣ. 1391) Ζέρβας Α.: Η ανάσταση της κυρα-Τσίνης (Σ.Γ.. Σύναίη. 14) Θάνου Α.: θερινό ηλιοστάσιο (Μ. Σίμος, Σαμιακή επιθεώρη­ ση, 31-32) Καραθανάσης Κ.: Κόκκινη κλωστή (Γ. Μετσόλης, Σαμιακή επιθεώρηση, 31-32) Κατσιγιάννης X.: Μαθητεία στη μοναξιά (Κ.Π.Μ., ΔΑ, 42) Λειβαδίτης Τ.: Βιολέτες για μια εποχή (ΒΨ, ΜΕ, 21/6) Μουντές Μ.: 1) Τα αντίποινα 2) Η αντοχή των υλικών (Σ. Γουνέλας, Σύναξη, 14) Ξενουδάκη Μ.: Πέμπτη διάσταση (ΚΤ, ΕΘ, 19/6) Παπαμιχαήλ Ν.: Ηθοπλαστικοί στίχοι (Μ.Ε. Αρφάρας, Κάμειρος, 57-59) Σόκαλης Α.: Ουτοπία (Κ.Π.Μ., ΔΑ, 42) Σταύρακας Π.: Πορείες (Γ. Ρόζος, ΔΑ, 42) Στεργιόπουλος Κ.: Αλλαγή φωτισμού (Ε.Ν. Μόσχος, ΝΣ, 1392), (Γ.Κ. Καραβασίλης, ΔΙ, 120) Τρανούλης Τ.: Για μια ρόγα σταφύλι (Μ.Ε. Αρφάρας, Κάμειρος, 57-59) Χριστιανόπουλος Ν.: Νεκρή πιάτσα (Α. Κάλφας, Παρουσία,

6) Πεζογραφία

Ακτσόγλου Μ.: Φ.Φ. Κόππολα (ΚΤ, ΕΘ, 19/6) Βακαλό Ε.: Μετά την αφαίρεση (ΣΤ, ΕΛ, 13/6) Βαρβέρης Γ.: Η κρίση του θεάτρου (ΘΥ, Ε1, 19/6) Γιάνναρης Γ.: Μελοποιημένη ποίηση (ΘΥ, ΕΙ, 19/6) Κυριαζόπουλος Β.: Ελληνικά παραδοσιακά κεραμικά (Δ. Δε­ λής, ΡΙ, 16/6) Σκουλάς Η.: Βοήθεια! (ΒΠ, ΔΙ, 120) Πεγέ Ζ.: Η ζωγραφική στον 19ο αιώνα (ΣΤ, ΕΛ, 13/6) Σμιθ Ε.: Ο ερωτισμός στην τέχνη (Κ. Γιούργος, Play-boy, Ιούν. ’85)

Βλάχου Ν.: Ξένη (Γ.Κ. Καραβασίλης, Αστυνομική Επιθεώρη­ ση, 10-12) Ζαδές Σ.: Στη θέση του άλλου (δ.δ., ΔΑ, 42) Θεοτοκάς Γ.: Σημαίες στον ήλιο (ΚΣ, ΝΕ, 22/6) Κούρτοβικ Δ.: Ο τελευταίος σεισμός (ΕΛ, ΓΎ, 122) Κυριαζής Κ.: Ερρίκος του Αινώ (ΜΚ, ΔΙ, 120) Παπαδημητρίου Ε.: Η δίκαια κούπα (Μ. Σίμος, Σαμιακή επι­ θεώρηση, 31-32) Παπαστράτου Δ.: Οψόμεθα εις Φιλίππους (Ν. Βλαχογιάννης, Κάμειρος, 57-59) Πατεράκη Γ.: Κάτω από τον ήλιο της Κεφαλλονιάς (ΚΤ, ΕΘ, 19/6) Ροδάκης Π.: Εκδίκηση (Δ. Λαμπαδάρης, Κάμειρος, 57-59) Σουρελή Γ.: Μνήμες από τη Σμύρνη (ΠΜ, ΠΑ, 18/6) Τσιτσέλη Κ.: Το Χαμένο πάτωμα (Ε. Κστζιά, Τέταρτο, 2) Φώτος-Ν.: Έρως σωμάτων (Κ. Γιούργος, Play boy, Ιούν. ’85) Eco U.: Το όνομα του Ρόδου (Π. Παλυβός, ΑΝ, 293), (Γ. Γιαννουλόπουλος, ΔΠ, 44) Έσσε Ε.: 1) Νάρκισσος και Χρυσόστομος 2) Ντέμιαν 3) Το παιχνίδι με τις χάντρες (ΘΥ, ΕΙ, 12/6) Ζάχερ-Μαζόχ Λ.: Η Αφροδίτη με τη γούνα (Π. Παπαδόπουλος, Τέταρτο, 2) Καλβίνο I.: Πάλομαρ (ΚΤ, ΕΘ, 23/6), (ΠΚ, ΑΥ, 16/6) Μπέκετ Σ.: Χωρίς (Ν. Δαββέτας, Τέταρτο, 2) Νάιπουλ Β.Σ.: Μια σημαία στο νησί (ΘΥ, ΕΙ, 19/6) Ουναμούνο Μ.: Καταχνιά (Ε. Κοροντζή, ΔΙ, 120) ΤζόυςΤ.: Δουβλινέζοι (Μ.Π. ΝΕ, 15/6)

Γλώσσα

Μελέτες

Αργυριάδης Φ.: Η γραπτή μας γλώσσα και οι δολιοφθορείς της (Η.Λ.Τ., ΔΑ, 42) Καργάκος Σ.: Αλαλία (Γ.Μ. ΑΥ, 23/6)

Γάλλος Κ.: Κάτοπτρα ύψους (Σ. Μακρής, ΝΣ, 1392) Δημαράς Κ.Θ.: Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας (ΚΣ, ΝΕ, 22/6) Δρακόπουλος Δ. - Ρώμας Χ.Γ.: Το δοκίμιο (Π. Μαριόλης, ΣΕ, 22) Πολίτης Θ.Μ.: Σκιαγραφήσεις λογοτεχνών (Ε.Ν. Μόσχος, ΝΣ, 1392) Πολίτης Φ.: Επιλογή κριτικών άρθρων, τ.γ' (ΚΣ, ΝΕ, 22/6) Χρυσάνθης Κ.: Έ ξι Κύπριοι ποιητές (Ε.Γ.Ρ, ΔΑ, 42)

Σχολικά Κιτσάκης Α.Κ.: Τα δοκίμια του λυκείου (A', Β', Γ' τάξη), (Π. Μαριόλης, ΣΕ, 22) Σταυριανός Λ.: Ιστορία του ανθρώπινου γένους. Α ' Λυκείου (Ν.Π., Παρουσία, 7)

θετικές και εφαρμοσμένες επιστήμες

Αλλεργίες (ΘΥ, Ε1, 12/6) Βαδέν Δ.: Εγχειρίδιο πολυτίμων και ήιακοσμητικών πετρών (ΘΥ, ΕΙ, 12/6)

Τέχνες

Κλασική φιλολογία Αλεξίου Σ.: Βασίλειος Διγενής Ακρίτας (ΣΤ, ΕΛ, 13/6) Δρομάζος Σ.: Αρχαίο δράμα (ΘΥ, ΕΙ, 19/6)


80/μικρες αγγελίες Δοκίμια

Μικρές αγγελίες

Κωσταδάμ Γ.: Δοκίμια (Δ. Παπακωνσταντίνου, ΡΙ, 16/6) Ορφανίδης Ν.: Είκοσι κείμενα (Δ. Παπακωνσταντίνου, ΝΣ, 1391)

Αλληλογραφία

Διαμαντής Α.-Σεφέρης Γ.: Αλληλογραφία (ΚΤ, ΕΘ, 19/6)

Παιδικά

ΤΟ «ΔΙΑΒΑΖΩ» ζητά επειγόν­ τως να στεγαστεί σε καινούρια γραφεία ή τριάρι διαμέρισμα, στο κέντρο, περιοχή Ομήρου Σόλωνος - Ιπποκράτους. Τηλ.: 36.26.910 - 36.40.488 - 36.40.487 - 36.03.011.

Βαλαβάνη Ε.: Μύθοι του Αισώπου (ΘΥ, ΕΙ, 12/6) Βαρδίκος Δ.: Δάμων και Φιντίας (Θ. Καραγιάννης, Μαρασλειακό Βήμα, 10-11) Καρθαίου Ρ. - Μάνου-Πασσά Κ.: Χαρούμενες διακοπές (ΘΥ, ΕΙ, 19/6) Κατσάς Θ.: Το ταξίδι (ΘΥ, ΕΙ, 12/6) Στράνη Λ.: Ο ήλιος κλαίει (Θ. Καραγιάννης, Μαρασλειακό Βήμα, 10-11) Χατξηνικολάου Ν.: Το Βιβλίο της Μυρτώς (Μ.Ε. Αρφάρας, · Κάμειρος, 57/59) Γκρε Α.: Η πολιτεία (ΘΥ, ΕΙ, 19/6)

θεατρικά έργα Σεβαστάκης Α.: Θέατρο (Γ. Κώνστας, Σαμιακή Επιθεώρηση, 31-32)

Ιστορία

ΑΝ αγαπάς το βιβλίο και όλα τα συναφή σε αυτό και αν έχεις κέφι και όρεξη για σχετική επι­ χείρηση, έλα να συνεργαστού­ με. Τηλ.: 57.20.784-28.22.017.

Αθανασίου Α.Ν.: Πορεία ολέθρου (ΑΦ, ΑΚ,) Κανδήλας I.: Μηλιές (Σ. Μακρής, ΝΣ, 1392) Καρατζά Ε.: Καππαδοκία (ΣΤ, ΕΛ, 13/6) Μουτζούρης I.: Η Αρμοστεία των νήσων του Αιγαίου Πελάγους (Ε.Γ. Ρόζος, ΔΑ, 42) Σέρβας Π.: Κυπριακό-Ευθύνες (ΑΦ, ΑΚ, 15/6)

Βιογραφίες-Μαρτυρίες Βασαρδάνης Σ.: Σκίτσα μεγάλων (Ε.Γ.Ρ., ΔΑ, 42) Γκατζογιάννης Ν.: Ελένη (Γ. Γιαννουλόπουλος, ΔΠ, 44) Κομνηνός Α.: Μ. Κατράκης (Γ.Κ. Καραβασίλης, Αστυνομική επιθεώρηση, 10-12) Κώστιος Α.: Δ. Μητρόπουλος (Κ. Σχινά, Τέταρτο, 2) Νικολοπούλου Π.: Αναμνήσεις από τον αντιδικτατορικό αγώ­ να (I. Χρυσοχόου, ΕΒ, 64) Τα παιδιά της Χιροσίμα (ΑΚ, Ρ1, 23/6) Χρονόπουλος Β.: Ο εξ ανατολών κίνδυνος (ΠΜ, ΠΑ, 18/6) Σαγκάν Φ.: Σας θυμάμαι πάντα (ΕΛ, ΓΥ, 922)

ΟΠΟΙΟΣ ενδιαφέρεται για την κλασική μουσική πωλούνται δίσκοι εισαγωγής (Δ. Γερμα­ νία, Γαλλία, Αγγλία, Ολλαν­ δία) σε άριστη κατάσταση. Τηλ.: 8825681. *

ΑΡΧΙΤΕΚΤΩΝ ζητά για κα­ τοικία της δυάρι ή τριάρι στην περιοχή κέντρου: Κολωνάκι, Λυκαβηττός, λόφος Στρέφη, Εξάρχεια. Τηλ.: 36.16.301. (Κάθε λέξη στις «μικρές Αγγελίες» " τα ­ γίζει ΙΟ μόνο δρχ.)

Μυθολογία Γεραλής Γ.: Ελληνική μυθολογία (ZB, ΡΙ, 23/6) Ηρακλής (ΖΒ, ΡΙ, 16/6)

Ταξιδιωτικά Αρφαράς Μ.: Οι πεταλούδες της Ρόδου (Δ. Χαλατσάς, Κάμειρος, 57-59) Ελλάδα 1985 (ΘΥ, ΕΙ, 19/6) Τουφίδης Σ.: Ο Αώος και η φύση του (X. Χειμωνάς, Κάμειρος, 57-59) Φλώρος Κ.: Ταξιδιωτικά (X. Χειμωνάς, Κάμειρος, 57-59)


ΔΙΑΒΑΖΩ Μην ξεχνάτε τις συνεντεύξεις με τους:

Μένη Κουμανταρέα (No 1)* Γιώργο Ιωάννου (No 9)* Διονύση Σαββόπουλο (No 10)* Γαβριήλ Πεντζίκη (No 11)* Ιάκωβο Καμπανέλλη (No 12) Νίκο Σβοριόνο (No 18) Μέντη Μ ποσταντζόγλου (No 19) Νίκο Π ουλαντζά (No 27) Αλέξανδρο Κοτζιά(Ν ο 28) Στρατή Τσίρκα (No 29) Ζωή Καρέλλη (No 30) Αλκή Ζέη (No 33) Γιάννη Τσαρούχη (No 42) Τάκη Σινόπουλο (No 46) Νίκο Καρούζο (No 48) Κ. Θ. Δημαρά (No 53) Δ ιδώ Σωτηρίου (No 58) Κυριάκο Σιμόπουλο (No 59) Κώστα Ζουράρη (No 60) Σπύρο Α σδραχά (No 61) Εμμανουήλ Κ ριαρά (No 62) Αλ. Φ ιλιππόπουλο (No 63) Καίη Τσιτσέλη (No 64) Πέτρο Α μπατζόγλου (No 67) Γιάννη Δουατζή (No 68) Τ ατιάνα Γκρίτση-Μ ιλλιέξ (No 71) Αιλίκα Νάκου (No 72) Γιώργη Γιατρομανωλάκη (No 73) Στρατή Δ ούκα (No 74) Φρέντυ Γερμανό (Ν »77) Νάνο Βαλαωρίτη (No 79)

Γιώργο Χειμωνά (No 80) Μαντώ Αραβαντινού (No 81) Τάσο Βουρνά (No 82) Σταύρο Βαβούρη (No 85) Ασημάκη Πανσέληνο (No 88) Κώστα Μητρόπουλο (No 89) Αρ. Νικολαΐδη (No 90) Δημήτρη Χριστοδούλου (No 92) Αντώνη Σαμαράκη (No 93) Κυρ (No 95) Ν ικηφόρο Βρεττάκο (No 97) Γιάννη Μ ανούσακα (No 99) Ανάστο Π απαπέτρου (No 99) Αλέξη Σεβαστάκη (No 99) Μ πουκουβάλα-Αναγνώ στου (No 100) Φ ίλιπ πο Δρακονταειδή (No 102) Νάσο Δετζώρτζη (No 104) Τάσο Α θανασιάδη (No 105) Jean-M arie Drot (No 107) Α ίζμπεθ Ζβέργκερ (No 108) Θ. Πετσάλη-Διομήδη (No 109) Ιωάννη Κακριδή (No 110) Σπύρο Πλασκοβίτη (No 112) Τάκη Βαρβιτσιώτη (No 115) Θανάση Βαλτινό (No 116) Γιάννη Δάλλα (No 117) Νίκο-Αλέξη Ασλάνογλου (No 118) Δημήτρη Τσαούση (No 119) Γιώργο Κατσίμπαλη (No 121) Ιω άννα Κ αρατζαφέρη (No 122) Κώστα Μόντη (No 123)

* Ί α τεύχη που αημεκόνονται με αστερίσκο έχουν εξαντληθεί.

Ομήρου 34 — 106 72 Αθήνα — τηλ. 36.40.488 - 36.40.487 - 36.26.910


Συμπληρώστε τή σειρά των αφιερωμάτων του

ΛΙΑΒΑΖβ

Κωνσταντίνος Θεοτόκης (No 14)* Βιβλία για π α ιδ ιά (No 24)* Γ υναικείος λόγος (No 36)* Γκέοργκ Λ ούκατς (No 41) Τα διδα κτικά βιβλία της μέσης εκπαίδευσης (No 47) Φραντς Κάφκα (No 50)* Νέοι Λ ογοτέχνες (No 50)* Νίκος Κ αζαντζάκης (No 51)* Μαρσέλ Προυστ (No 52)* Ο υίλλιαμ Φώκνερ (No 54)* Αγγλική λογοτεχνία (No 56) Σοβιετική Λ ογοτεχνία (No 57)* Αντίσταση και Λ ογοτεχνία (No 58) Λ ατινοαμερικανική λογοτεχνία (No 59) Ο νορέ ντε Μ παλζάκ (No 60) Δημήτρης Γληνός (No 61) Τζέημς Τζόυς (No 62) Κώστας Χατζηαργΰρης (No 63) Η γενιά των μπήτνικ (No 64) Ο ι επίγονοι του Φρόυντ (No 65) Ζ αν Ζενέ (No 66) Επιθεώρηση Τέχνης (No 67) Ά γ ιο ν Ό ρ ο ς (No 68) Νέοι λογοτέχνες (No 69) Γερμανόφωνο θέατρο (No 70) Σημειωτική (No 71) Α ριστοφάνης (No 72) Ζ ακ Πρεβέρ (No 73) Μ ικροασιατικός ελληνισμός (No 74) Λ ογοτεχνία και κινηματογράφος (No 75) Ιταλική λογοτεχνία (No 76) Μ αρκήσιος ντε Σαντ (No 77) Κ.Π. Καβάφης (No 78) Χ.Λ. Μ πόρχες (No 79) Μ ίλαν Κούντερα (No 80) Μ αργκερίτ Γιουρσενάρ (No 81) Α δαμάντιος Κοραής (No 82) Καρλ Μαρξ (No 83) Σ ύγχρονα ολλανδικά γράμματα (No 84)

Μ πορίς Βίαν (No 85) Αστυνομική λογοτεχνία (No 86) Νέοι λογοτέχνες (No 87) Κώστας Βάρναλης (No 88) Νεοελληνικό θέατρο (No 89) Τόμαν Μαν (No 90) Φ ρειδερίκος Νίτσε (No 91) Κ ωνσταντίνος Θεοτόκης (No 92) Ρολάν Μ παρτ (No 93) Π αιδικό βιβλίο (No 94) Ναπολέων Λ απαθιώ της (No 95) Εμμανουήλ Ροίδης (No 96) Εμίλ Ζολά (No 97) Σταντάλ (No 98) Βιβλίο κα ι φυλακή (No 99) Λ αϊκό αισθηματικό μυθιστόρημα (No 100) Μ ακρυγιάννης (No 101) Λ ουκιανός (No 102) Ντιντερό (No 103) Τέλλος Ά γ ρ α ς (No 104) Ιούλιος Βερν (No 105) Θ εόφιλος Καίρης (No 106) Α ρχαία λυρική ποίηση (No 107) Περό, Γκριμ, Ά ντερσεν (No 108) Έ ρ μ α ν Έ σ σ ε (No 109) Αλμπέρ Καμύ (No 110) Βίκτωρ Ο υγκό (No 111) Έ ντγκα ρ Ά λ α ν Πόε (No 112) Φώτης Κόντογλου (No 113) Φ ιλανδικά γράμματα (No 114) Σάμουελ Μπέκετ (No 115) Κοσμάς Πολίτης (No 116) Το δοκίμιο (No 117) Α λέξανδρος Πάλλης (No 118) Κοινω νιολογία (No 119) Ελληνικός Υπερρεαλισμός (No 120) Βλαντιμίρ Μ αγιακόφσκι (No 121) Ε υγένιος Ιονέσκο (No 122) Κ υπριακά γράμματα (No 123) Μισέλ Φουκώ (No 124)

* Τα τεύχη που σημειώνονται με αστερίσκο έχουν εξ«’ ληΟεί.

Ομήρου 34 — 106 72 Αθήνα — τηλ. 36.40.488 - 36.40.487 - 36.26.910


Turn static files into dynamic content formats.

Create a flipbook
Issuu converts static files into: digital portfolios, online yearbooks, online catalogs, digital photo albums and more. Sign up and create your flipbook.